ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑ ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ. Το χρυσό κορίτσι

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑ ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ. Το χρυσό κορίτσι"

Transcript

1 ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑ ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ Το χρυσό κορίτσι Μια φορά κι έναν καιρό πέθανε η γυναίκα ενός άντρα και εκείνος, τι να κάνει; Ξαναπαντρεύτηκε. Μπήκε η μητριά στο σπίτι και είδε ότι εκτός από τη δικιά της την κόρη ο άνδρας είχε ένα κορίτσι από την πρώτη του γυναίκα. Το κεραυνοβόλησε με το βλέμμα της και φώναξε στον άνδρα της: - Αυτό το κορίτσι δεν το θέλω στο σπίτι! - Μα πού να το πάω! Δε βλέπεις πως είναι ακόμα μικρό και αθώο; απάντησε ο πατέρας. - Να το πάς όπου θέλεις, στο δάσος, στη θάλασσα μόνο να μην το βλέπω στα μάτια μου. Σήμερα καυγάς, αύριο καυγάς, επιτέλους συμφώνησε ο πατέρας να φύγει το παιδί του από το σπίτι. - Ζύμωσε ένα μικρό ψωμάκι, παρήγγειλε στη γυναίκα του. Η μητριά ζύμωσε ένα ψωμάκι από κεχρί, το έβαλε στον τορβά και έδωσε τον τορβά στον άντρα της. Εκείνος έριξε τον τορβά στον ώμο, πήρε το κορίτσι από το χέρι και το οδήγησε σε ένα πυκνό δάσος. Είδε εκεί ένα μικρό λόφο. Ανέβηκε ο πατέρας με το παιδί στο λόφο, έβγαλε το ψωμί από τον τορβά, το κύλησε προς τα κάτω και είπε; - Τρέχα, παιδί μου, να πιάσεις το ψωμάκι! Το κορίτσι έτρεξε πίσω από το ψωμάκι και το έπιασε μέσα στα χόρτα. Εκείνη την ώρα ο πατέρας του χώθηκε στο δάσος και εξαφανίστηκε. - Μπαμπά, το έπιασα το ψωμάκι! Γύρισε πίσω το παιδί. - Πού είσαι, μπαμπά μου; Ανέβηκε ξανά στο λόφο, κοίταξε γύρω του. Ζωντανή ψυχή δεν υπήρχε. Τα μάτια του γέμισαν δάκρια. Τράβηξε κάτω από τα αιωνόβια δέντρα να ψάξει μονοπάτι στο δάσος. Εδώ μονοπάτι, εκεί μονοπάτι, κανένα μονοπάτι δε βρήκε. Όλη μέρα περιπλανιόταν το κορίτσι. Όταν ο ήλιος βυθίστηκε στο πυκνό φύλλωμα του δάσους και άρχισε να σκοτεινιάζει, το παιδί φοβήθηκε και άρχισε να κλαίει δυνατά. Στο βάθος (στη μέση) του δάσους σε μια ξύλινη καλύβα ζούσε μια γριούλα κομπογιαννίτισσα. Σαν άκουσε ανθρώπινη φωνή, βγήκε και φώναξε στο σκοτάδι: - Ποιος κλαίει εκεί πέρα; Αγόρι ή κορίτσι; Αν είσαι κορίτσι, έλα στη γιαγιά, αν είσαι αγόρι, φύγε! - Κορίτσι είμαι, γιαγιά, απάντησε το ορφανό. - Έλα τότε γρήγορα! Όταν πλησίασε, το κορίτσι ρώτησε: - Γιατί δε θέλεις αγόρι, γιαγιά; - Γιατί χρειάζομαι βοήθεια και τα αγόρια δεν ξέρουν να συγυρίζουν το σπίτι. Το κορίτσι μπήκε στην καλύβα. Η γριά το φίλεψε, του έστρωσε να κοιμηθεί και εκείνο ξάπλωσε. Σε λίγο ξάπλωσε και η γριούλα. Το πρωί το κορίτσι σηκώθηκε πριν τη γιαγιά, συμμάζεψε και σκούπισε το σπίτι, έφερε νερό από τη βρύση. Όταν ξύπνησε η γριά και είδε τι έκανε η μουσαφίρισσά της, χαμογέλασε, αλλά δεν είπε τίποτα. Ντύθηκε και ξεκίνησε να πάει να μαζέψει μανιτάρια στο δάσος. Στην πόρτα παρήγγειλε στο σβέλτο κορίτσι: - Στο υπόγειο έχω ζωύφια: φίδια, σαύρες, χελώνες. Εσύ ζεμάτισε πίτουρα και τάισέ τα. Μην τα φοβάσαι, γιατί δεν δαγκώνουν.

2 Το κοριτσάκι ζεμάτισε πίτουρα, τα άφησε να κρυώσουν και τα πήγε στο υπόγειο. Τάισε καλά-καλά τα ζωάκια και αφού δεν είχε τι άλλο να κάνει, έφτιαξε από χάντρες περιδέραια και έδεσε από ένα σε κάθε ζωάκι. Το μεσημέρι φάνηκε και η γριά. Τα ζωάκια έτρεξαν να την υποδεχθούν και άρχισαν να παινεύονται: - Κοίτα, γιαγιά, η κοπέλα μας έδεσε γιορντάνια! Και μας τάισε και νόστιμα! - Και σ εκείνη η γιαγιά σας θα δέσει γιορντάνι! απάντησε η γριά και ξανά χαμογέλασε. Κοντά στην καλύβα έτρεχε ένα παράξενο ποτάμι. Κάθε ώρα το νερό άλλαζε το χρώμα του. Μετά το μεσημέρι η γιαγιά πήγε το κορίτσι στην όχθη του ποταμού, ξάπλωσε στο χόρτο και του είπε: - Εγώ, παιδί μου, θα κοιμηθώ λιγάκι εδώ στο χόρτο. Εσύ τραγούδησέ μου, γιατί δεν με παίρνει εύκολα ο ύπνος χωρίς τραγούδι. Κάθισε το κορίτσι δίπλα στο κεφάλι της γριούλας και άρχισε να τραγουδάει γλυκά. Το τραγούδι του ήταν σιγανό σαν ζουζούνισμα μέλισσας. Πριν κοιμηθεί, η γριά του είπε νυσταγμένα: - Να κοιτάς το νερό! Πρώτα θα τρέξει μπλε νερό, μετά κόκκινο, πιο ύστερα μαύρο. Μετά το μαύρο θα φανεί το κίτρινο. Ξύπνησέ με, όταν έρθει το κίτρινο νερό! Η γριά αποκοιμήθηκε. Το κορίτσι έκπληκτο κοιτούσε το ποτάμι. Το χρώμα του νερού άλλαζε συνέχεια: μια μπλε, μια κόκκινο, μια μαύρο. Κάποια ώρα φάνηκε να έρχεται το κίτρινο νερό και το κορίτσι ξύπνησε τη γιαγιά. Η γριά πετάχτηκε στη στιγμή, άρπαξε την κοπέλα και τη βούτηξε στο ποτάμι. - Βάστα, παιδί μου, είπε. Πιάσε ό, τι μπορείς! Το κορίτσι έπιασε κάτι, το έσφιξε και όταν η γριά το έβγαλε από το νερό είδε, ότι κρατάει ένα μικρό μπαούλο. - Τι έχει μέσα, γιαγιά; - ρώτησε το κορίτσι. - Όταν πας στο σπίτι σου, θα το ανοίξεις, να με αυτό εδώ το κλειδάκι, και θα δεις τι έχει μέσα απάντησε η γιαγιά. Ύστερα του έδωσε ένα κλειδάκι, το οδήγησε έξω από το δάσος, του έδειξε το δρόμο για το σπίτι του και το έστειλε να πάει στο καλό. Έφυγε το κορίτσι και όταν μπήκε στο σπίτι, εκείνο ολόκληρο έλαμψε, γιατί το κίτρινο νερό ήταν χρυσό και η κοπέλα έγινε ολόκληρη χρυσή. Η μητριά δάγκασε τα χείλη της από τη ζήλια. - Τι κουβαλάς στο μπαούλο; ρώτησε ο πατέρας. Το κορίτσι ξεκλείδωσε το μπαούλο, το άνοιξε και όλοι έμειναν με ανοιχτό το στόμα: το μπαούλο ήταν ως επάνω γεμάτο με χρυσά νομίσματα. - Λέγε πού ήσουν; είπε η μητριά. Το χρυσό κορίτσι τα διηγήθηκε όλα. - Γρήγορα να πας και το δικό μου το κορίτσι σ εκείνο το δάσος! φώναξε η μητριά στον άντρα της. - Ζύμωσε ένα ψωμί, αφού είναι έτσι! Η μητριά ανασκουμπώθηκε και ζύμωσε ένα ωραίο σταρένιο ψωμί. Ο πατέρας πήρε την προγονή του, την οδήγησε στο λόφο στο δάσος, κύλησε το ψωμί και όταν το κορίτσι έτρεξε πίσω του να το πιάσει, εκείνος κρύφτηκε. Όλη μέρα περιπλανιόταν το κορίτσι στο δάσος και όταν πήρε να βραδιάζει, άρχισε να κλαίει. - Ποιος κλαίει; - ρώτησε ξανά η ίδια γριούλα μέσα από το σκοτάδι. Αγόρι είσαι ή κορίτσι; Αν είσαι αγόρι, φύγε. Αν είσαι κορίτσι, πλησίασε, έλα δω!

3 - Κορίτσι είμαι! αποκρίθηκε η προγονή και μπήκε στην καλύβα. Η γριά του δάσους τη φίλεψε και της έστρωσε να κοιμηθεί. Το πρωί, όταν ο ήλιος ανέβηκε ψηλά, η γριά σηκώθηκε, η μουσαφίρισσα όμως ακόμη κοιμόταν. Σούφρωσε τα φρύδια η οικοδέσποινα, αλλά δεν είπε τίποτα. Ξύπνησε την κοπέλα και της είπε: - Εγώ θα πάω να μαζέψω μανιτάρια, εσύ συγύρισε το σπίτι, ζεμάτισε πίτουρα και τάισε τα ζωύφιά μου. Είναι στο υπόγειο. Μην τα φοβάσαι, γιατί δε δαγκώνουν. Το κορίτσι σηκώθηκε, πήρε τη σκούπα και άρχισε να σκουπίζει, μα χωρίς να ραντίσει με νεράκι, και σηκώθηκε σκόνη σαν καπνός. Ζεμάτισε πίτουρα, τα πήγε ζεστά στα φίδια, στις σαύρες και στις χελώνες. Τα ζώα κατακάηκαν και όταν το μεσημέρι γύρισε η γριά από το δάσος, άρχισαν να της λένε τα παράπονά τους: - Γιαγιά, η κοπέλα μας ζεμάτισε με τα πίτουρα! Μας έκαψε πολύ! Πονάμε, γιαγιά! - Και η γιαγιά σας θα τη ζεματίσει την κοπέλα! ψέλλισε η γριά και μπήκε στην καλύβα. Μετά το μεσημέρι η γριά πήγε το κορίτσι στο θαυματουργό ποτάμι και του παρήγγειλε: - Εγώ θα κοιμηθώ λιγάκι, εσύ να κοιτάς το ποτάμι. Όταν περνάει το μπλε νερό, να μη με ξυπνήσεις, όταν περνάει το κίτρινο μη με ξυπνήσεις, όταν περνάει το κόκκινο πάλι μη με ξυπνήσεις. Σαν έρθει το μαύρο νερό, ξύπνησέ με! Άντε τώρα, τραγούδησέ μου λίγο, ώσπου να αποκοιμηθώ! Το κορίτσι άρχισε να τραγουδάει, μα τόσο δυνατά και άσχημα, που η γριά το διέκοψε. - Σταμάτα! του είπε. Δεν μπορείς να με νανουρίσεις μ αυτό το τραγούδι. Το κορίτσι σταμάτησε. Η γριά αποκοιμήθηκε, το ποτάμι άρχισε να κελαρύζει και να αλλάζει το χρώμα του. Όταν έφτασε το μαύρο νερό, το κορίτσι ξύπνησε τη γιαγιά. Η γριά του δάσους πετάχτηκε, άρπαξε την κοπέλα από τα μαλλιά, τη βούτηξε στο ποτάμι και φώναξε: - Βάστα, παιδί μου, είπε. Πιάσε ό, τι μπορείς! Το κορίτσι έπιασε ένα μπαούλο και το έσφιξε στην αγκαλιά του. Η γιαγιά το έσυρε στην όχθη, του έδωσε ένα κλειδάκι, με το οποίο να ξεκλειδώσει το μπαούλο όταν θα φτάσει στο σπίτι του, το έβγαλε από το δάσος και του έδειξε το δρόμο για το πατρικό του σπίτι. Η μητριά το περίμενε στην άκρη του χωριού. Ήταν σούρουπο. Όταν είδε πως το παιδί της έγινε μαύρο και άσχημο, κιτρίνισε από την κακία, αλλά είπε στον εαυτό της: - Μακάρι τουλάχιστον το μπαούλο να είναι γεμάτο χρυσάφι. Πήγαν στο σπίτι τους, ξεκλείδωσαν το μπαούλο και τι να δουν! Μέσα είχε μόνο φίδια, σαύρες και καβούρια. Άρχισαν όλοι να τσιρίζουν, έτρεξαν έξω. Η χρυσή κόρη έτρεξε στο δρόμο. - Τρέχα γρήγορα να της πάρεις τα χρυσά ρούχα, να ντύσουμε μ αυτά το δικό μου το κορίτσι! διέταξε η μητριά τον άντρα της. Ο άντρας έτρεξε πίσω από την κόρη του. Έτρεχε εκείνη, έτρεχε εκείνος, έτρεχε εκείνη, έτρεχε πίσω της εκείνος, ώσπου κάποια στιγμή, αφού είδε, ότι ο πατέρας της θα τη φτάσει, η χρυσή κόρη άνοιξε τα χέρια της και πέταξε σαν πουλί. Ανέβηκε πάνω από τα σπίτια, πάνω από τους κήπους, πάνω από τις κορυφές των βουνών. Μεταμορφώθηκε σε χρυσό φεγγάρι και έλαμψε πάνω στον ουρανό.

4 Ο πατέρας της έμεινε κάτω με το στόμα ανοιχτό. Τέτοιο θαύμα δεν είχε δει ποτέ στη ζωή του. Από τότε η χρυσή κόρη εμφανίζεται τη νύχτα στον ουρανό, φωτίζει όλη τη γη και ψάχνει να δει το πατρικό της σπίτι. Η αγέννητη κόρη Ζούσε μια φορά κι έναν καιρό ένα βασιλόπουλο. Το βασιλόπουλο έχτισε μια θαυματουργή βρύση. Απ αυτή τη βρύση έτρεχε μέλι και γάλα. Την έχτισε, για να έρχονται οι κοπέλες να γεμίζουν μέλι και γάλα και εκείνος να διαλέξει ανάμεσά τους αυτήν που θα του αρέσει περισσότερο και να την παντρευτεί. Όταν η βρύση άρχισε να τρέχει, ήρθε πρώτα-πρώτα μια γριά και πήρε να γεμίζει μέλι και γάλα. Γέμισε όλα τα σκεύη που είχε στο σπίτι της και ύστερα άρχισε να γεμίζει τα τσόφλια, που έμεναν αφού η κλώσα έβγαλε τα κοτοπουλάκια. Γέμισε ένα τσόφλι, το σήκωσε και το στήριξε με δυο πετραδάκια, να μην αναποδογυρίσει και χυθεί. Μετά άρχισε να γεμίζει και δεύτερο, και τρίτο τσόφλι. Το βασιλόπουλο στεκόταν στην άκρη και κοιτούσε. Του φάνηκε αστείο, πήρε ένα πετραδάκι, το πέταξε, πέτυχε το γεμισμένο τσόφλι και το έσπασε. Η γριά ήταν κακιά και ευέξαπτη, θύμωσε, αγρίεψε και μέσα στην οργή της τον καταράστηκε: - Να μην παντρευτείς ποτέ, γιε μου, ώσπου να μη βρεις την αγέννητη κόρη! Πέρασε πολύς καιρός. Ήρθαν με τη σειρά όλες οι κοπέλες από το βασίλειο να γεμίσουν από τη βρύση, το βασιλόπουλο τις κοιτούσε, μα δεν του άρεσε καμία. Στο τέλος φοβήθηκε, σκέφτηκε, ότι τον έχει φτάσει η κατάρα της γιαγιάς, ή η θυμωμένη γριά του έχει κάνει μάγια, έτσι που όλες οι κοπέλες να του φαίνονται άσχημες. Από μέρα σε μέρα ο γιος του βασιλιά γινόταν όλο και πιο σκεφτικός, αδυνάτισε και μαράθηκε. Η μητέρα του, που τον έβλεπε έτσι θλιμμένο, δεν άντεξε και μια μέρα του είπε: - Θα σε ρωτήσω κάτι, γιε μου, αλλά θέλω να μου απαντήσεις με ειλικρίνεια. Γιατί εδώ και καιρό σε βλέπω έτσι σκεφτικό και θλιμμένο; Το βασιλόπουλο διηγήθηκε στη μητέρα του όσα συνέβησαν, πως τον καταράστηκε η γριά να παντρευτεί μόνο τότε, όταν θα βρει την αγέννητη κόρη. Βυθίστηκε σε σκέψη και η βασίλισσα και στο τέλος είπε: - Πού να βρίσκεται, γιε μου, αυτή η αγέννητη κόρη; Αν υπάρχει κάπου στον κόσμο, μόνο ο ήλιος θα την ξέρει, που περπατάει ψηλά και κοιτάει μακριά. Πήγαινε, γιε μου, εκεί που δύει ο ήλιος, βρες τον και ρώτησέ τον να σου πει πού υπάρχει αγέννητη κόρη για να την παντρευτείς. Το βασιλόπουλο ετοιμάστηκε και το πρωί πήρε το δρόμο για κει που δύει ο ήλιος. Περπατούσε και περπατούσε, πέρασε κάμπους, δάση, βουνά και ποτάμια και επιτέλους μια μέρα το μεσημέρι έφτασε σε ένα βαθύ ποτάμι. Στην όχθη του ποταμού υψωνόταν μερικά ψηλά δέντρα με μεγάλα κλαδιά και πλούσιο φύλλωμα. Από κάτω στάλιαζε ένα κοπάδι και ο βοσκός κοιμόταν στη σκιά. Όταν πλησίασε το κοπάδι, τα σκυλιά άρχισαν να γαβγίζουν, έτρεξαν και όρμησαν το βασιλόπουλο. Ο βοσκός ξύπνησε στη στιγμή, άρπαξε τη γλίτσα του και φώναξε τα σκυλιά. Εκείνα σαν άκουσαν τη φωνή του, ξάπλωσαν εκεί που ήταν.

5 Το βασιλόπουλο ήρθε κοντά στο βοσκό. Ήταν ένας μεγαλόσωμος και δυνατός γέρος με μακριά άσπρα γένια. - Καλημέρα, παππού, χαιρέτησε το βασιλόπουλο. - Ο θεός να σε έχει καλά, παλικάρι μου! απάντησε ο γέρος. - Τι σε φέρνει προς τα δω; Εδώ δεν περνάν συχνά ταξιδιώτες. Το παλικάρι διηγήθηκε τη θλιβερή ιστορία του από την αρχή ως το τέλος και είπε: - Τώρα έχω ξεκινήσει, παππού, να ψάχνω τον ήλιο. Μακάρι να με βοηθήσει να βρω αγέννητη κόρη. - Όταν περάσεις το ποτάμι από εκείνο εκεί το πέρασμα, θα ανεβείς το λόφο και πίσω του θα δεις ένα πλατύ ίσιο κάμπο. Στη μέση του κάμπου έχει έναν κήπο. Σ αυτόν τον κήπο είναι το σπίτι του ηλίου. Εκεί κοιμάται. Οι άνθρωποι δεν πάνε, αλλά αφού ξεκίνησες, πήγαινε και κάνε ό,τι σε φωτίσει ο Θεός! είπε ο γέρος. - Να σου δώσει ο Θεός υγεία, παππού, και καλά γεράματα, αφού μου έδειξες το δρόμο και το σπίτι του ηλίου. Να σαι καλά, παππού, τον ευχαρίστησε ο γιος του βασιλιά. - Πήγαινε στο καλό, παλικάρι, απάντησε ο γέρος και τον ευλόγησε. Να σε βοηθήσει ο Θεός ό,τι ψάχνεις να το βρεις! Το βασιλόπουλο πέρασε το ποτάμι, μετά σκαρφάλωσε στο λόφο και χάθηκε ανάμεσα στα δέντρα. Ο γέρος έβγαλε το σκαλιστό καβάλι του και άρχισε εκείνο το τραγούδι που οι βοσκοί μαζεύουν το κοπάδι, όταν ο ήλιος πάει να δύσει. Τα πρόβατα σηκώθηκαν, τινάχτηκαν, τα κουδούνια ακούστηκαν και το κοπάδι ακολούθησε τη φωνή του καβαλιού. Για να δύσει ο ήλιος έμενε απόσταση ακόμη όσο δυο βουκέντρες. Όταν ο ταξιδιώτης μας βγήκε στην κορυφή του λόφου, μπροστά του απλώθηκε ένας πράσινος κήπος και στον κήπο ήταν ένα ψηλό άσπρο σπίτι. Αφού ξεκουράστηκε λίγο στην κορυφή του λόφου, κατέβηκε, πέρασε από το κάμπο και τράβηξε ίσια προς το άσπρο σπίτι. Σε λίγο έφτασε στην αυλόπορτα του ήλιου. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Το βασιλόπουλο χτύπησε τρεις φορές με το δαχτυλίδι του και η πόρτα άνοιξε. Βγήκε στο κατώφλι μια ασπρομάλλα ψηλή γριά. Ήταν μεγάλη η έκπληξή της, όταν είδε τον άγνωστο άνθρωπο. - Καλημέρα σου, Μάνα του ηλίου! χαιρέτησε ο γιος του βασιλιά. - Ο Θεός να σε έχει καλά, γιε μου! απάντησε η ασπρομάλλα γριά. Εδώ, γιε μου, άνθρωποι δεν έρχονται, μα αφού με είπες «Μάνα του ηλίου», μπες μέσα και πες μου τι σε φέρνει κατά δω, όσο δε γύρισε ακόμα ο ήλιος. Η γριά οδήγησε το βασιλόπουλο στο σπίτι που έκαιγε σαν φωτιά και έλαμπε σαν χρυσάφι. - Είσαι κουρασμένος, γιε μου, σε έκαψε ο ήλιος, φαίνεται, ότι έρχεσαι από μακριά. Κάθισε και πες μου τι σε φέρνει εδώ, γιατί έχω και άλλη δουλειά. Το βασιλόπουλο της τα διηγήθηκε όλα στα γρήγορα, από το χτίσιμο της βρύσης μέχρι τον ερχομό του στο σπίτι του ήλιου. Στο τέλος είπε: - Ήρθα να ρωτήσω τον ήλιο, αφού περπατάει ψηλά και κοιτάει μακριά, μήπως ξέρει πού υπάρχει αγέννητη κόρη να την παντρευτώ. - Εντάξει, γιε μου, του είπε η μάνα του ήλιου, μα εδώ άνθρωποι δεν έρχονται. Σε λίγο θα γυρίσει ο ήλιος κουρασμένος, πεινασμένος και διψασμένος, οργισμένος, θυμωμένος και πύρινος και θα σε κάψει. Εγώ

6 του μαγειρεύω όλη μέρα, γιε μου, του έψησα εννέα αγελάδες στείρες και εννέα φούρνους ψωμί. Μέχρι να χορτάσει ο ήλιος και εγώ η ίδια δεν τολμάω να του μιλήσω. Αν θέλεις όμως άσε με να σε φυσήξω, να μεταμορφωθείς σε βελόνι, να σε μπήξω στην πόρτα. Όταν έρθει ο ήλιος και χορτάσει, θα σε φυσήξω ξανά και πάλι θα γίνεις όπως είσαι τώρα και τότε θα διηγηθείς στον ήλιο γιατί ήρθες. Δεν είχε τι να κάνει το βασιλόπουλο, συμφώνησε. Η μάνα του ήλιου τον φύσηξε, έγινε βελόνι και εκείνη το έμπηξε στην πόρτα. Μετά ανασκουμπώθηκε και άρχισε να στρώνει το τραπέζι για τον ήλιο. Έβαλε τις εννέα αγελάδες, τους εννέα φούρνους με ψωμί και εννέα βαρέλια κρασί. Μόλις έστρωσε το τραπέζι και να, φάνηκε ο ήλιος. Έφτασε πύρινος, θυμωμένος, κατσουφιασμένος και σκονισμένος από το μακρύ δρόμο. Ήρθε, έπλυνε τα χέρια και το πρόσωπό του από τη σκόνη και έκατσε στο τραπέζι. Δεν έβαλε ακόμη μπουκιά στο στόμα του και ρώτησε τη μάνα του: - Μάνα, εδώ μου μυρίζει ανθρώπινη ψυχή! - Τι ζητάει εδώ η ανθρώπινη ψυχή, γιε μου, απάντησε η μητέρα του. Είσαι κουρασμένος, έτσι σου φαίνεται. Πάρε, γιε μου, φάε, και μη σκέφτεσαι για ανθρώπινη ψυχή! Ο ήλιος άρχισε να τρώει. Έτρωγε, έτρωγε, έφαγε το μισό φαΐ και είπε ξανά: - Μάνα, πάλι μου μυρίζει ανθρώπινη ψυχή! - Τι έχεις πάθει, γιε μου; Αφού ξέρεις ότι εδώ άνθρωπος δεν τολμάει να πατήσει! Φάε και πιες, γιόκα μου. Δεν υπάρχει εδώ ανθρώπινη ψυχή! τον καθησύχασε η μητέρα του. Ο ήλιος πάλι άρχισε να τρώει και να πίνει και όταν χόρτασε και η μάνα του σήκωσε το τραπέζι, πάλι τη ρώτησε: - Εγώ νιώθω πως εδώ υπάρχει ανθρώπινη ψυχή, γιατί δεν μου λες πού είναι και ποιος είναι; Τότε η μητέρα του είπε: - Σ εσένα, γιε μου, ψέμα δεν κάνει να λέω. Υπάρχει ανθρώπινη ψυχή, αλλά δεν ήθελα να σου πω, μέχρι να δειπνήσεις. Και πήρε τότε και του τα είπε όλα για το βασιλόπουλο, ομολόγησε κιόλας πως το μεταμόρφωσε σε βελόνι. Ο ήλιος, όταν κατάλαβε, είπε στη μάνα του να φέρει το παλικάρι. Τότε η μάνα του έβγαλε το βελόνι από την πόρτα, το φύσηξε, το βελόνι μεταμορφώθηκε στο βασιλόπουλο και η μητέρα το οδήγησε στον ήλιο. Το βασιλόπουλο είχε δει τον ήλιο να λάμπει στον ουρανό, αλλά δεν τον είχε δει από κοντά, όπως τώρα, γι αυτό φοβήθηκε, έπεσε στα γόνατα και του φίλησε το χέρι. - Εδώ ανθρώπινο πόδι δεν πατάει! Πώς τόλμησες να έρθεις σ εμένα; ρώτησε ο ήλιος. - Τι να κάνω, ήλιε; Με καταράστηκαν να μη μπορώ να παντρευτώ, μέχρι να βρω αγέννητη κόρη. Εγώ δεν ξέρω πού υπάρχει αγέννητη κόρη. Η μάνα μου με έστειλε σ εσένα. Εσύ που περπατάς στα ψηλά και βλέπεις μακριά, πρέπει να είδες πού έχει τέτοια κόρη. Γι αυτό ήρθα σ εσένα, να μου πεις και να πάω να την παντρευτώ. Ύστερα του τα διηγήθηκε όλα. Για τη βρύση με το γάλα και το μέλι, για την κατάρα της γριάς κι έφτασε μέχρι το πώς βρέθηκε εδώ. Ο ήλιος σκέφτηκε λίγο, χαμογέλασε και του είπε: - Πήγαινε πίσω από το σπίτι. Εκεί θα βρεις μια μηλιά. Πάνω της έχει τρία χρυσά μήλα. Πάρε εκείνο που σου αρέσει και όταν φύγεις, κόψ

7 το στα δυο. Από μέσα θα βγει μια χρυσή κόρη και θα σου πει πρώτα: «Δώσε μου, παλικάρι, ψωμί και αλάτι!» Εσύ δώσε της και αφού φάει μαζί σου ψωμί και αλάτι, θα είναι δικιά σου, θα σε παντρευτεί και θα σου είναι πιστή κυρά. Το βασιλόπουλο ξαναφίλησε το χέρι του ηλίου και της μητέρας του, βγήκε και πήγε στη μηλιά. Όταν είδε τα χρυσά μήλα, έμειναν τα μάτια του σ αυτά. Ήταν από τα καλά καλύτερα. Δεν ήξερε ποιο να διαλέξει και στο τέλος έκοψε και τα τρία, τα έκρυψε στον κόρφο του και έφυγε. Περπατούσε το βασιλόπουλο και σκεφτόταν: «Εγώ δεν άκουσα τον ήλιο! Εκείνος μου είπε να κόψω μόνο ένα μήλο, εγώ έκοψα και τα τρία. Μάλλον λάθος έκανα! Και τώρα, αν δεν έχει χρυσή κόρη μέσα σε κανένα μήλο, τι θα κάνω;» Έβγαλε ένα χρυσό μήλο από τον κόρφο του, πήρε το μαχαίρι και το έκοψε. Μόλις το έκοψε, εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά του μια χρυσή κοπέλα, τόσο όμορφη, να μην χορταίνεις να τη βλέπεις. Η κοπέλα έλαμπε σαν τον ήλιο. Η πρώτη της κουβέντα ήταν: - Δώσε μου, παλικάρι, ψωμί και αλάτι! - Δεν έχω, της απάντησε το βασιλόπουλο. Και εκείνη χάθηκε σαν σκιά μπροστά στα μάτια του. Θλιμμένο, το βασιλόπουλο κάθισε και έκλαψε πικρά, όταν χάθηκε η χρυσή κοπέλα. Μετά όμως θυμήθηκε ότι στον κόρφο του έχει ακόμη δυο μήλα και ησύχασε. Σηκώθηκε και ξεκίνησε ξανά. Τώρα όμως ήταν ακόμη πιο σκεφτικός. Έλεγε στον εαυτό του: «Αν είχε χρυσή κοπέλα μόνο σ αυτό το μήλο, και στα άλλα δεν έχει, τι θα κάνω τότε; Έκανα λάθος, που έκοψα και τα τρία.» Περπατούσε και όλο αυτό ήταν στο μυαλό του. Αφού δε μπορούσε να ησυχάσει, ο γιος του βασιλιά σκέφτηκε: «Θα κόψω και το δεύτερο μήλο, να δω αν έχει και κείνο μέσα χρυσή κοπέλα!» Έκοψε και το δεύτερο μήλο. Πάλι το ίδιο: εμφανίστηκε μπροστά του χρυσή κόρη, που του φάνηκε ομορφότερη από την πρώτη. Τα πρώτα λόγια της ήταν: - Δώσε μου ψωμί και αλάτι, παλικάρι! Εκείνος δε μπορούσε να κάνει τίποτα και είπε: - Δεν έχω! Και εκείνη εξαφανίστηκε σαν σκιά από μπροστά του. Έμεινε μόνος. Πάγωσε σαν κολώνα και ούτε να κλάψει δεν μπορούσε Όταν συνήρθε, κίνησε στο δρόμο σαν δαρμένος και πάλι μια σκέψη δεν τον άφηνε στην ησυχία: «Αν δεν έχει χρυσή κοπέλα στο τρίτο μήλο, τι θα κάνω; Πώς θα γυρίσω στο σπίτι; Τι θα πω στη μάνα μου και πού θα ψάξω για κόρη αγέννητη; Στον ήλιο δεν έχω μάτια να πάω ξανά!» Βάδιζε το βασιλόπουλο, βογκούσε και στέναζε, το χαμένο όμως δε γυρίζει πίσω. Στο τέλος ησύχασε και έδωσε στον εαυτό του λόγο, ότι μέχρι να μη βρει ψωμί και αλάτι, δε θα κόψει το τρίτο μήλο, ό,τι και αν γίνει. Αλλά οι δυο χρυσές κοπέλες, που χάθηκαν, δεν τον άφηναν σε ησυχία. Επιτέλους έφτασε στο βασίλειό του, πλησίασε την πρωτεύουσα και σταμάτησε σε έναν κήπο. Η πρώτη του δουλειά ήταν να βρει ψωμί και αλάτι. Κατόπιν έβγαλε από τον κόρφο του το τρίτο χρυσό μήλο και το έκοψε. Στη στιγμή βγήκε από μέσα μια χρυσή κοπέλα, πιο όμορφη απ όλες! Εκείνη δεν του ζήτησε αμέσως ψωμί και αλάτι και μέχρι να μιλήσει, η καρδιά του γύρισε ανάποδα από το φόβο να μην τη χάσει και αυτήν. Επιτέλους η κοπέλα είπε: - Παλικάρι, δώσε μου ψωμί και αλάτι!

8 Το βασιλόπουλο της έδωσε αμέσως. Εκείνη πήρε, έφαγε λίγο, έφαγε και εκείνος και ω, θαύμα! Η κοπέλα δεν εξαφανίστηκε σα σκιά, αλλά στεκόταν εκεί μπροστά του. Χαμογέλασε και του είπε χαμηλόφωνα: - Τώρα εγώ είμαι δική σου και εσύ είσαι δικός μου! Το βασιλόπουλο δεν έβρισκε μέρος από τη χαρά του. Ήθελε να πάει τη μνηστή του στο παλάτι, όπως έπρεπε, γι αυτό της είπε: - Θα σε αφήσω εδώ στον κήπο και θα πάω στην πόλη να φέρω μουσικούς, κουμπάρους και συμπέθερους για να σε υποδεχθούν στο παλάτι, όπως σου αξίζει. - Φοβάμαι να μείνω εδώ μόνη, του είπε η χρυσή κόρη. Στον κήπο είχε ένα ψηλό δέντρο με μεγάλα κλαδιά και κάτω από το δέντρο ένα πηγάδι. - Αφού φοβάσαι, ανέβα στο δέντρο και περίμενέ με μέχρι να γυρίσω. είπε το βασιλόπουλο και έφυγε. Συμφώνησε η χρυσή κόρη, ανέβηκε στο δέντρο, καλοκάθισε ανάμεσα στα κλαδιά και έμεινε να περιμένει. Σε λίγο ήρθε μια κατσιβέλα να γεμίσει νερό. Όταν έσκυψε πάνω από το πηγάδι, η κατσιβέλα είδε στο νερό την αντανάκλαση της χρυσής κόρης, που έλαμπε σαν τον ήλιο. Κοίταξε προς τα πάνω και παρατήρησε τη χρυσή κοπέλα στο δέντρο, αλλά έκανε πως δεν τη βλέπει. Πήρε και γύρισε τον κουβά ανάποδα, με τον πάτο επάνω, έβγαλε νερό και άρχισε να ρίχνει το νερό στον πάτο, αλλά ο κουβάς καθόταν όλο άδειος. Στο τέλος άρχισε να κλαίει, που δε μπορεί να γεμίσει νερό. Η χρυσή κόρη δεν άντεξε και της είπε πάνω από το δέντρο: - Γύρισε τον κουβά και τότε γέμισέ το! Η κατσιβέλα σηκώθηκε, έκανε πως τη βλέπει για πρώτη φορά και την παρακάλεσε: - Κατέβα, κατέβα λίγο να μου δείξεις, γιατί δε ξέρω πώς να γεμίσω νερό. Η χρυσή κόρη της είπε από το δέντρο: - Γύρισε τον κουβά, να έτσι και της έδειξε με τα χέρια. Η κατσιβέλα τον γύριζε μια έτσι, μια αλλιώς, και όλο φώναζε και έλεγε: - Κατέβα, κοπέλα μου, κατέβα να μου δείξεις, γιατί δε ξέρω Στο τέλος η χρυσή κόρη κατέβηκε να της δείξει πώς να γεμίσει νερό. Μόλις πάτησε στη γη, η κατσιβέλα όρμησε πάνω της σαν γερακίνα, της έσφιξε το λαιμό και μέχρι να τη στραγγαλίσει, δεν την άφησε. Όταν είδε, ότι η χρυσή κόρη πέθανε στα χέρια της, της έβγαλε τα χρυσά ρούχα, έβγαλε και τα δικά της κουρέλια και τα πέταξε στο πηγάδι μαζί με το κορίτσι. Μετά φόρεσε τα χρυσά ρούχα, έκρυψε τους κουβάδες, ανέβηκε στο δέντρο και κάθισε στη θέση της. Δεν πέρασε πολλή ώρα, έφτασε και ο γιος του βασιλιά ντυμένος και στολισμένος, όλος χρυσάφι και ασήμι, πάνω σε άσπρο άλογο. Πίσω του ερχόταν ολόκληρη ακολουθία από καλεσμένους και μια χρυσή άμαξα για την αγέννητη κόρη. Στάθηκε κάτω από το δέντρο, κοίταξε προς τα πάνω, είδε τα χρυσά ρούχα, η κοπέλα όμως ήταν μαύρη και άσχημη. Της φώναξε να κατέβει και να ανέβει στη χρυσή άμαξα. Η κατσιβέλα κατέβηκε και εκείνος, αφού την κοίταξε από το κεφάλι μέχρι τα πόδια, τη ρώτησε: - Πού χάθηκε η προηγούμενη ομορφιά σου; Πώς μαύρισες έτσι κι ασχήμυνες; - Εσύ ξέρεις, πως εμένα ήλιος δε με είδε και αέρας δε με φύσηξε, τώρα με έκαψε ο ήλιος, με τσουρούφλισε ο αέρας και από αυτό μπορεί να έγινα μαύρη κι άσχημη, του απάντησε η κατσιβέλα.

9 Το βασιλόπουλο αναστέναξε, αλλά δεν είχε τι να κάνει. Άλλη αγέννητη κόρη δεν υπήρχε. Ήθελε δεν ήθελε έσκυψε το κεφάλι του και την κάλεσε να ανέβει στη χρυσή άμαξα. Τσίριξαν οι ζουρνάδες, βρόντηξαν τα τύμπανα, σφύριξαν οι γκάιντες, έκλαψαν τα βιολιά και με μεγάλο κέφι όλη η πομπή μπήκε στο βασιλικό παλάτι. Άρχισαν οι γάμοι. Κράτησαν δυο βδομάδες ολόκληρες. Έτρωγαν, έπιναν, χόρευαν και γλεντούσαν. Το βασιλόπουλο έγινε βασιλιάς, η νύφη βασίλισσα. Πέρασαν μερικές μέρες και ήρθαν στον βασιλιά υπηρέτες να του πουν, πως τα άλογα δεν μπορούν να πιουν νερό από πηγάδι του βασιλικού κήπου. «Στο πηγάδι, έλεγαν, δεν ξέρουμε από πού βρέθηκε ένα χρυσόψαρο. Σαν σκύψουν τα άλογα να πιουν νερό, το ψάρι σπαρταράει, τα χτυπάει με την ουρά του στα ρουθούνια και δεν τα αφήνει να πιουν νερό.» Ο βασιλιάς διέταξε τους υπηρέτες να πιάσουν το χρυσόψαρο και να του το φέρουν. Οι υπηρέτες το έπιασαν, του το έφεραν, εκείνο έλαμπε σαν τον ήλιο. Ο βασιλιάς διέταξε να το ξύσουν, να το καθαρίσουν και να το ψήσουν. Όσο το έξυναν, μερικά λέπια έπεσαν, αλλά η βασίλισσα έβαλε να τα μαζέψουν και να τα ρίξουν στη φωτιά να καούν. Έψησαν το ψάρι και κάθισαν να φάνε. -Έλα, βασίλισσα, να φάμε φρέσκο ψάρι! κάλεσε ο βασιλιάς τη βασίλισσα. -Εγώ φρέσκο ψάρι δεν τρώω, είπε η βασίλισσα και δεν δοκίμασε από το χρυσόψαρο. Αφού χόρτασε ο βασιλιάς, η βασίλισσα διέταξε όλα τα κόκαλα και τα ψίχουλα, που έμειναν στο τραπέζι από το ψάρι να τα μαζέψουν και να τα πετάξουν στο φούρνο να καούν. Στο χέρι του βασιλιά όμως έμεινε ένα κοκαλάκι από το ψάρι. Εκείνος το πήρε, του φάνηκε περίεργο και το πέταξε από το παράθυρο στον κήπο. Πέρασε καιρός και κάτω από το παράθυρο φύτρωσε μια μικρή μηλιά. Τη νύχτα, όταν ο βασιλιάς και η βασίλισσα κοιμόταν, η μηλιά λύγιζε, περνούσε από το παράθυρο μέσα, χάιδευε το βασιλιά, σηκωνόταν και αφού χτυπούσε τη βασίλισσα, γύριζε πάλι πίσω από το παράθυρο. Αυτό γινόταν κάθε νύχτα. Επιτέλους η βασίλισσα ζήτησε από τον βασιλιά να κόψει τη μηλιά. - Κόψε την! έλεγε εκείνη κάθε μέρα στο βασιλιά. Τον παρακαλούσε, έκλαιγε και εκείνος, αφού δεν μπορούσε να μην της κάνει το χατίρι, μια που δεν ήξερε την αλήθεια, μια μέρα διέταξε να κόψουν τη μηλιά. Όταν πήραν να κόβουν τη μηλιά, η βασίλισσα διέταξε να βγάλουν και τις ρίζες και μαζί με τον κορμό και τα κλαδιά να τις πετάξουν στο φούρνο. Όσο έκοβαν τη μηλιά, ήρθε στη βασίλισσα μια φτωχή γριά, να της ζητήσει μαλλί για να γνέθει. Πίσω από τη γριά περπατούσε ένα μικρό αγοράκι, το εγγονάκι της. Στο αγοράκι άρεσε μια ίσια λεία βεργούλα από τη μηλιά, την έκοψε, την καβαλίκεψε σαν άλογο, έτρεξε καλπάζοντας και έφυγε. Η γριούλα πήρε το μαλλί και έφυγε και εκείνη. Οι υπηρέτες μάζεψαν όλα όσα είχε η μηλιά, τα πέταξαν στο φούρνο και τα έκαψαν. Τώρα πια η βασίλισσα ηρέμησε. Δεν είχε τι να τη δέρνει από το παράθυρο τη νύχτα. Το εγγονάκι της γριάς έπαιξε με τη βέργα όλη μέρα. Το βράδυ την πέταξε κάτω από το κρεβάτι και τη ξέχασε. Η γιαγιά του κάθε μέρα ξενοδούλευε. Έβγαινε το πρωί, γύριζε αργά το βράδυ. Όταν γύριζε, έβρισκε το σπίτι σκουπισμένο, καθαρισμένο, συγυρισμένο. Στο τραπέζι είχε μαγειρεμένο φαΐ. Μια έτσι, δυο έτσι, επιτέλους η γιαγιά σκέφτηκε: - Περίμενε να κρυφτώ, να δω ποιος μου κάνει τις δουλειές. Κρύφτηκε στο χαγιάτι πίσω από την πόρτα και άρχισε να φυλάει. Κάποια ώρα κάτω από το κρεβάτι βγήκε ένα κορίτσι, ανασκουμπώθηκε, σβέλτα πήρε να σκουπίζει και να συγυρίζει και το σπίτι έλαμψε. Τότε η γριά φανερώθηκε και άρπαξε την κοπέλα. Εκείνη άρχισε να τραβιέται, για να χωθεί και πάλι κάτω από το κρεβάτι.

10 - Περίμενε, παιδί μου. Περίμενε, κόρη μου. Στάσου, μη φεύγεις. Είσαι δικιά μου. Η γιαγιά θα σε έχει για δικό της κορίτσι! της έλεγε η γριά. Το κορίτσι τραβιόταν και κοιτούσε πώς να χωθεί κάτω από το κρεβάτι. Επιτέλους η γριά το έπεισε, εκείνο συμφώνησε να μην κρύβεται και να γίνει το κορίτσι της. Η γιαγιά αγόρασε στο χρυσό κορίτσι μια σκαλιστή ρόκα και κοκαλένιο τελάρο και το έβαλε να καθίσει στο παράθυρο να κεντάει στο τελάρο. Το σπίτι της γριάς ήταν πάνω στο δρόμο. Όταν το κορίτσι κεντούσε στο παράθυρο, έλαμπε σαν τον ήλιο. Μια μέρα έτυχε ο βασιλιάς που έκανε βόλτα, να περάσει δίπλα από το σπίτι της γιαγιάς. Είδε το χρυσό κορίτσι στο παράθυρο. Την άλλη μέρα διέταξε να φωνάξουν όλες της κοπέλες σε νυχτέρι στο παλάτι. Επίτηδες παρήγγειλε να μη ξεχάσουν και το κορίτσι της γιαγιάς. Το βράδυ ήρθαν όλες οι κοπέλες, αραδιάστηκαν και κάθισαν. Τελευταίο ήρθε το κορίτσι της γιαγιάς. Όταν μπήκε, όλο το παλάτι έλαμψε. Όλες οι κοπέλες σηκώθηκαν όρθιες και το κάλεσαν να καθίσει στην καλύτερη θέση. Εκείνο κάθισε, κάθισαν και οι υπόλοιπες κοπέλες. Έπιασαν τις τουλούπες, πήραν να γνέθουν και να τραγουδούν. Εκείνη την ώρα μπήκαν ο βασιλιάς και η βασίλισσα. Όλες οι κοπέλες τραγούδησαν από ένα τραγούδι. Ήρθε η σειρά του κοριτσιού της γριάς. Όταν το κάλεσαν να τραγουδήσει, εκείνο είπε: - Εγώ δεν ξέρω να τραγουδάω, μα μπορώ να διηγούμαι παραμύθια. Δώστε μου ένα σαγάνι, γεμάτο με μαργαριτάρια, και ένα άλλο άδειο. Ο βασιλιάς διέταξε να φέρουν ένα σαγάνι με μαργαριτάρια και ένα άδειο. Το χρυσό κορίτσι πήρε ένα σπυρί μαργαριτάρι και άρχισε: - Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα βασιλόπουλο, σπυρί μαργαριτάρι και άφησε το σπυρί στο άδειο σαγάνι. Εκείνο έκανε μια ωραία βρύση, σπυρί μαργαριτάρι, από την οποία έτρεχε μέλι και γάλα, σπυρί μαργαριτάρι Έτσι διηγιόταν το χρυσό κορίτσι το παραμύθι του και έβαζε από ένα σπυρί μαργαριτάρι στο άδειο σαγάνι. Όταν έφτασε στο σημείο που έλεγε πως η κατσιβέλα ξεγέλασε τη χρυσή κοπέλα να κατέβει από το δέντρο, πως την στραγγάλισε και την πέταξε στο πηγάδι, η βασίλισσα ένιωσε άσχημα και βγήκε. Ο βασιλιάς άκουσε όλο το παραμύθι μέχρι το τέλος. Το κορίτσι έβαλε και το τελευταίο σπυρί μαργαριτάρι στο σαγάνι και είπε: - Και τώρα η χρυσή κόρη διηγείται το παραμύθι στο βασιλιά. Έτσι ο βασιλιάς γνώρισε τη μνηστή του και κατάλαβε ότι εκείνη ήρθε ξανά σ αυτόν. Εξοργίστηκε πολύ, που τόσο καιρό βασίλεψε με την κατσιβέλα αντί με την αγέννητη κόρη. Διέταξε να φέρουν την απατεώνισσα και να της βγάλουν τα χρυσά ρούχα. Της φόρεσαν κατσιβέλικα κουρέλια, της έβαλε έναν τορβά στον ώμο και την έδιωξε να ζητιανεύει στους δρόμους. Την επομένη παντρεύτηκε τη χρυσή κόρη. Έκαναν τρία αγοράκια και δυο κοριτσάκια, όμορφα σα χρυσά μήλα!

11 ΡΟΥΜΑΝΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΝΙΑΤΑ ΧΩΡΙΣ ΓΕΡΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΖΩΗ ΧΩΡΙΣ ΘΑΝΑΤΟ Μια φορά και έναν καιρό, γιατί αν δεν ήταν δε θα το λέγαμε, τότε που η λεύκα έκανε αχλάδια και η κλαίουσα χείρανθους, τότε που πάλευαν οι αρκούδες με τις ουρές τους και οι λύκοι αγκάλιαζαν τα αρνάκια και φιλιόνταν και γίνονταν αδέλφια, τότε που πετάλωναν ψύλλους στο ένα πόδι με 99 κιλά σίδερο και πετάγονταν στους ουρανούς για να μας κατεβάσουν παραμύθια Ήταν κάποτε ένας μεγάλος βασιλιάς και μία βασίλισσα και οι δύο νέοι και όμορφοι και, θέλοντας να αποκτήσουν παιδιά, έκαναν πολλές φορές εκείνα που έπρεπε να κάνουν γι αυτό. Συμβουλεύτηκαν γιατρούς και φιλόσοφους για να κοιτάξουν τ αστέρια και να μαντέψουν αν θα κάνουν παιδιά Άδικα! Τελικά, ο βασιλιάς έμαθε ότι ζει σε ένα κοντινό χωριό ένας έξυπνος μπάρμπας κι έστειλε να τον φωνάξουν. Αλλά εκείνος του απάντησε ότι όποιος τον χρειάζεται έρχεται σ αυτόν. Ξύπνησαν έτσι ο βασιλιάς και η βασίλισσα και με άλλους μεγάλους άρχοντες, με στρατιώτες και υπηρέτες πήγαν στο σπίτι του μπάρμπα. Ο μπάρμπας, βλέποντάς τους από μακριά, βγήκε μπροστά τους για να τους καλωσορίσει και τους είπε: - Καλώς ήλθατε! Αλλά τι ψάχνεις, βασιλιά μου, να μάθεις; Η επιθυμία σου θα σου φέρει θλίψη. - Εγώ ήρθα, είπε ο βασιλιάς, να σε ρωτήσω αν έχεις τίποτα φάρμακα που να μας κάνουν να αποκτήσουμε παιδιά και να μας τα δώσεις. - Έχω, απάντησε ο μπάρμπας. Αλλά μόνο ένα παιδί θα κάνετε. Αυτός θα είναι ο Ηλιογέννητος (Făt-Frumos) και θα τον αγαπήσετε πολύ, αλλά δε θα τον χαρείτε. Με το που πήραν ο βασιλιάς και η βασίλισσα τα φάρμακα, γύρισαν χαρούμενοι στο παλάτι και μετά από μερικές ημέρες η βασίλισσα έμεινε έγκυος. Όλο το βασίλειο, η αυλή και οι υπηρέτες χάρηκαν με το γεγονός. Όταν ήρθε η ώρα της γέννησης όμως, το παιδί άρχισε να κλαίει τόσο που δεν μπόρεσε κανένας γιατρός να το σταματήσει. Τότε, ο βασιλιάς άρχισε να του υπόσχεται όλα τα καλά του κόσμου, αλλά ούτε έτσι κατάφερε να το σταματήσει. - Σώπασε, αγαπημένε του μπαμπά, και θα σου δώσω το τάδε ή το τάδε βασίλειο. Σώπασε, γιε μου, και θα σε παντρέψω με την τάδε ή την τάδε βασίλισσα, και πολλά τέτοια. Βλέποντας, όμως, ότι δε σταματά να κλαίει, του είπε πάλι: - Σώπασε, γιε μου και θα σου δώσω νιάτα χωρίς γεράματα και ζωή χωρίς θάνατο. Τότε, το παιδί σώπασε και γεννήθηκε και σε όλο το βασίλειο ακούστηκαν οι σάλπιγγες και το γλέντι κράτησε μία ολόκληρη εβδομάδα. Όσο μεγάλωνε το παιδί, τόσο πιο έξυπνο και πιο θρασύ γινόταν. Το έστειλαν σε σχολές και σε φιλόσοφους. Όλα εκείνα που άλλα παιδιά τα μάθαιναν σε ένα χρόνο αυτός τα μάθαινε σε ένα μήνα Ο βασιλιάς πέθαινε και ανασταινόταν από τη χαρά του. Όλο το βασίλειο υπερηφανευόταν ότι θα έχει ένα σοφό και προικισμένο βασιλιά που θα έμοιαζε στον Σολομώντα. Τελευταία, όμως, δεν ξέρω τι έπαθε. Όλο σκεφτικός, θλιμμένος και σκυθρωπός ήταν. Και όταν ήρθε η μέρα που το παιδί έκλεισε τα 15 του, την ώρα που ο βασιλιάς βρισκόταν με όλους τους άρχοντες και τους υπηρέτες του βασιλείου στο τραπέζι και γλεντούσαν, ο Ηλιογέννητος σηκώθηκε και του είπε: - Πατέρα, ήρθε η ώρα να μου δώσεις αυτό που μου υποσχέθηκες τη μέρα που γεννήθηκα. Ο βασιλιάς, τον άκουσε και στεναχωρήθηκε πολύ. Του είπε:

12 - Καλά, γιε μου, αλλά από πού μπορώ να σου δώσω ένα τέτοιο πρωτάκουστο πράγμα; Και αν σου το υποσχέθηκα τότε, ήταν μόνο για να σε κάνω να σωπάσεις. - Αν εσύ, πατέρα, δεν μπορείς να μου το δώσεις, τότε θα αναγκαστώ να περιπλανιέμαι σε όλο τον κόσμο, μέχρι να εκπληρώσω την υπόσχεση για την οποία γεννήθηκα. Τότε, όλοι οι άρχοντες και ο βασιλιάς μαζί έπεσαν στα γόνατα, παρακαλώντας τον να μην εγκαταλείψει το βασίλειο και έλεγαν: - Ο πατέρας σου είναι γέρος. Από δω και πέρα θα στέψουμε εσένα και θα σε παντρέψουμε με την ομορφότερη βασίλισσα του κόσμου. Αδύνατο ν αλλάξουν την απόφασή του. Αυτός ήταν σκληρός σαν πέτρα στα παρακάλια τους. Βλέποντας αυτά, ο βασιλιάς τον ευλόγησε και φρόντισε να του ετοιμάσουν για το δρόμο φαγητά και όλα όσα χρειαζόταν. Έπειτα, ο Ηλιογέννητος πήγε στους βασιλικούς στάβλους, όπου βρισκόταν τα πιο όμορφα άλογα όλου του βασιλείου, για να διαλέξει ένα. Μόλις όμως τα έπιανε ένα-ένα από την ουρά και τα τραβούσε, έπεφταν κάτω. Τελικά, την ώρα που πήγε να βγει, κοίταξε ακόμα μια φορά στο στάβλο και αντίκρισε σε μια γωνία ένα σπυριάρικο και αδύνατο άλογο. Πήγε και σ αυτό και όταν το έπιασε από την ουρά, αυτό γύρισε το κεφάλι και του είπε: - Τι διατάζεις, αφέντη; Ευχαριστώ τον Θεό που με βοήθησε να αντέξω μέχρι να με αναλάβει και εμένα ένα παλικάρι. Και σηκώθηκε στα πόδια και έμεινε όρθιο σαν το κερί. Τότε, ο Ηλιογέννητος του είπε τι σκόπευε να κάνει και το άλογο του απάντησε: - Για να φτάσεις όπου επιθυμείς, πρέπει να ζητήσεις από τον πατέρα σου το σπαθί, το ακόντιο, το τόξο, την φαρέτρα με τα βέλη και τα ρούχα που φορούσε αυτός όταν ήταν νέος. Κι εμένα να με φροντίσεις με τα χέρια σου για έξι εβδομάδες και το κριθάρι να μου το βράσεις με γάλα. Όταν ζήτησε από τον πατέρα του όσα τον συμβούλεψε το άλογο, εκείνος κάλεσε τον επιστάτη της αυλής και διέταξε να ανοίξουν όλα τα μπαούλα του βασιλείου για να διαλέξει ο γιος του εκείνα που θα του αρέσουν. Αφού τα έψαξε τρεις μέρες και τρεις νύχτες ο Ηλιογέννητος, βρήκε επιτέλους στο βάθος ενός παλιού μπαούλου τα όπλα και τα ρούχα του πατέρα του, από τότε που ήταν νέος, αλλά τα όπλα είχαν σκουριάσει πολύ. Άρχισε να τα καθαρίζει με τα χέρια του από τη σκουριά και μετά από έξι εβδομάδες κατάφερε να τα κάνει να γυαλίζουν σαν καθρέφτης. Μαζί φρόντισε το άλογο, όπως του είχε ζητήσει. Δούλεψε σκληρά, αλλά τα κατάφερε. Όταν το άλογο έμαθε ότι τα ρούχα και τα όπλα έχουν καθαριστεί και ετοιμαστεί καλά, τότε τίναξε κι αυτό με τη σειρά του όλο το σαρατζά και όλες οι φλύκταινες έπεσαν από πάνω του και έμεινε όπως τον είχε γεννήσει η μάνα του, ένα άλογο χοντρό, εύσωμο και με τέσσερα φτερά. Βλέποντάς το έτσι, ο Ηλιογέννητος του είπε: - Σε τρεις ημέρες θα φύγουμε. - Να ζήσεις, άρχοντά μου. Είμαι έτοιμος από σήμερα, αν διατάξεις, του απάντησε το άλογο. Την τρίτη μέρα, όλη η αυλή και όλο το βασίλειο έκλαιγε. Ο Ηλιογέννητος, ντυμένος σαν ήρωας, με το σπαθί στο χέρι και καβάλα στο άλογο που είχε διαλέξει, χαιρέτησε το βασιλιά, τη βασίλισσα, τους μεγάλους και μικρούς άρχοντες, τους στρατιώτες και τους υπηρέτες της αυλής, που με δάκρυα στα μάτια του ζητούσαν να μην κάνει αυτό το ταξίδι, μην τυχόν και κινδυνέψει. Αλλά αυτός σπιρούνισε το άλογό του, βγήκε από την πόρτα σαν τον αέρα και πίσω από αυτόν ακολουθούσαν τα κάρα με τις προμήθειες, τα λεφτά και καμιά διακοσαριά στρατιώτες, που είχε φροντίσει ο βασιλιάς να του δώσει ως συνοδεία.

13 Αφού προχώρησε πέρα από τα σύνορα του βασιλείου του πατέρα του και έφτασε στην ερημιά, ο Ηλιογέννητος μοίρασε όλα τα υπάρχοντά του στους στρατιώτες και, χαιρετώντας τους, τους έστειλε πίσω, κρατώντας για τον εαυτό του μόνο όσα μπορούσε να κουβαλήσει το άλογο. Κίνησε για την Ανατολή Πήγαινε και πήγαινε τρεις μέρες και τρεις νύχτες, ώσπου έφτασε σε μια μεγάλη πεδιάδα. Ήταν γεμάτη ανθρώπινα κόκαλα. Όταν σταμάτησε να ξεκουραστεί, το άλογο του είπε: - Να ξέρεις, αφέντη, ότι βρισκόμαστε στο βασίλειο μιας Δράκαινας, που είναι τόσο κακιά, που κανείς δεν πατάει το βασίλειό της χωρίς να πεθάνει. Ήταν κάποτε κι αυτή μία γυναίκα όπως όλες οι άλλες, αλλά η κατάρα τον γονιών της, που δεν άκουγε, αλλά όλο τους στενοχωρούσε, την έκανε Δράκαινα. Τώρα βρίσκεται μαζί με τα παιδιά της, αλλά αύριο θα δεις πως θα έρθει να σε βρει στο δάσος που βλέπεις. Είναι πολύ μεγάλη, αλλά μη φοβηθείς. Να έχεις έτοιμο το τόξο για να της ρίξεις. Το σπαθί και το ακόντιο να τα έχεις πρόχειρα να τα χρησιμοποιήσεις όταν χρειαστεί. Έπειτα ξάπλωσαν για να ξεκουραστούν, αλλά φύλαγαν πότε ο ένας πότε ο άλλος. Την άλλη μέρα τα χαράματα, ετοιμάζονταν να περάσουν το δάσος. Ο Ηλιογέννητος φόρεσε στο άλογο τη σέλα και το χαλιναγώγησε και τα λουριά τα έσφιξε περισσότερο από άλλες φορές και μόλις ξεκίνησε, άκουσε έναν τρομακτικό κρότο. Τότε το άλογο του είπε: - Κρατήσου, αφέντη! Να είσαι έτοιμος, γιατί φτάνει η Δράκαινα. Όπως ερχόταν αυτή, τα δέντρα ξεριζώνονταν πίσω της. Τόσο γρήγορα περπατούσε! Τότε το άλογο πέρασε σαν τον άνεμο από πάνω της και ο Ηλιογέννητος τη σημάδεψε με ένα βέλος στο πόδι. Της το έκοψε κι εκεί που ετοιμαζόταν να ρίξει το δεύτερο, αυτή φώναξε: - Σταμάτα, Ηλιογέννητε και δε θα σου κάνω τίποτα! Βλέποντας ότι αυτός δεν την πιστεύει, του το υπόγραψε με το αίμα της. - Να σου ζήσει το άλογο, Ηλιογέννητε, του είπε επίσης αυτή, σαν άτακτο που είναι, γιατί αν δεν ήταν αυτό, θα σε τρώγαμε ψητό. Τώρα όμως έφαγες εσύ εμένα. Να ξέρεις ότι ως σήμερα κανένας θνητός δεν τόλμησε να φτάσει ως εδώ. Μερικοί τρελοί που τόλμησαν να το κάνουν έφτασαν μόνο ως την πεδιάδα, εκεί που είδες τα πολλά τα κόκαλα. Ύστερα πήγαν στο σπίτι της. Η Δράκαινα φιλοξένησε τον Ηλιογέννητο, όπως ταιριάζει σε φιλοξενούμενο. Όσο όμως ήταν στο τραπέζι και γλεντούσαν και η Δράκαινα σπάραζε στους πόνους, αυτός έβγαλε το πόδι της που κρατούσε στο ταγάρι του, της το κόλλησε πίσω και αυτή έγινε αμέσως καλά. Τότε η Δράκαινα, από τη χαρά της, έστρωσε τραπέζι για τρεις ημέρες και παρακάλεσε τον Ηλιογέννητο να διαλέξει μία από τις τρεις κόρες που είχε, όμορφες σαν νεράιδες, για σύζυγο του. Αυτός αρνήθηκε και είπε τι έψαχνε στ αλήθεια. Του είπε: - Με το άλογο που έχεις και με το κουράγιο σου, πιστεύω ότι θα τα καταφέρεις. Μετά από τρεις ημέρες ετοιμάστηκαν για το δρόμο και ξεκίνησαν. Και πήγε ο Ηλιογέννητος και πήγε και πήγε μακρύ δρόμο κι ακόμα πιο μακρύ. Μόλις πέρασε το βασίλειό της, βρέθηκε σε μια όμορφη κοιλάδα, από τη μία μεριά με ανθισμένα χόρτα και από την άλλη με καμένα. Ρώτησε το άλογο: - Γιατί είναι καμένα τα χόρτα; Και το άλογο του απάντησε: - Είμαστε στο βασίλειο της Σκορπίνας, που είναι αδελφή της Δράκαινας. Τόσο κακές είναι που δεν μπορούν να ζήσουν μαζί. Η κατάρα των γονιών τους τις έφτασε και έγιναν αγρίμια, έτσι όπως τα βλέπεις. Η έχθρα ανάμεσά τους είναι φοβερή, έτσι που θέλουν να κλέψουν η μια τη γη της άλλης. Όταν η Σκορπίνα είναι πολύ στεναχωρημένη, ρίχνει κατράμι και φωτιά. Φαίνεται ότι πάλι τσακώθηκε με την

14 αδελφή της και έκαψε τη γη από κει πέρασε. Είναι πιο κακιά απ την αδελφή της και έχει τρία κεφάλια. Ας ξεκουραστούμε λίγο, αφέντη και αύριο τα χαράματα να είμαστε έτοιμοι. Την άλλη μέρα ετοιμάστηκαν, όπως τότε που είχαν φτάσει στη Δράκαινα και ξεκίνησαν. Κι άκουσαν τότε μια κραυγή και ένα βουητό, τέτοιο που δεν είχαν ξανακούσει! - Να είσαι έτοιμος, αφέντη. Φτάνει η Σκορπίνα! Η Σκορπίνα, με το ένα μάγουλο στον ουρανό και με το άλλο στη γη και βγάζοντας φλόγες, πλησίαζε γρήγορα σαν τον άνεμο. Το άλογο ανέβηκε γρήγορα σαν το βέλος ίσια πάνω από το κεφάλι της και ρίχτηκε κατά πάνω της απ τα πλάγια. Ο Ηλιογέννητος της έριξε ένα βέλος και της έκοψε ένα κεφάλι. Όταν ήταν έτοιμος να της κόψει ακόμα ένα, η Σκορπίνα τον παρακάλεσε με δάκρυα στα μάτια να τη συγχωρέσει. Δε θα του έκανε κακό και για να τον πείσει το υπόγραψε με το αίμα της. Ύστερα έστρωσε τραπέζι στον Ηλιογέννητο, πιο πλούσιο από της αδελφής της, ενώ αυτός έδωσε και σ αυτήν το κεφάλι πίσω, και μετά από τρεις ημέρες συνέχισε το ταξίδι του. Περνώντας και το βασίλειο της Σκορπίνας, περπάτησαν ώσπου έφτασαν σε μία πεδιάδα γεμάτη λουλούδια. Εκεί ήταν πάντα άνοιξη. Το κάθε λουλούδι ξεχώριζε από την περηφάνια του και από τη γλυκιά του μυρωδιά, τόσο γλυκιά που σε μεθούσε. Εδώ σταμάτησαν για να ξεκουραστούν, και το άλογο του είπε: - Ως εδώ τα καταφέραμε όπως τα καταφέραμε, αφέντη, αλλά έχουμε ακόμα ένα εμπόδιο. Μας απειλεί μεγάλος κίνδυνος και, αν μας βοηθήσει ο Θεός να γλιτώσουμε και από αυτό, τότε θα μπορούμε να είμαστε περήφανοι. Λίγο πιο μακριά από δω βρίσκεται το παλάτι όπου κατοικούν τα νιάτα χωρίς γεράματα και η ζωή χωρίς θάνατο. Αυτό κρύβεται πίσω από ένα πυκνό και ψηλό δάσος με τα πιο άγρια θηρία του κόσμου. Μέρα-νύχτα είναι χωρίς ύπνο και είναι πολλά. Δεν υπάρχει τρόπος να τα πολεμήσεις. Να περάσουμε το δάσος, είναι πάνω από τις δυνάμεις μας. Εμείς όμως θα προσπαθήσουμε κι αν μπορέσουμε, θα πετάξουμε από πάνω. Και αφού ξεκουράστηκαν περίπου δύο μέρες, ετοιμάστηκαν πάλι. Τότε το άλογο, κρατώντας την αναπνοή του, είπε: - Αφέντη, σφίξε τα λουριά όσο μπορείς, και καβαλώντας, να κρατηθείς καλά στις σκαλωσιές και να πιαστείς από τη χαίτη μου. Τα πόδια σου να τα κρατήσεις κολλημένα πάνω στην πλάτη μου και να μη με σταματήσεις στο πέταγμά μου. Ο Ηλιογέννητος ανέβηκε και σε ένα λεπτό ήταν κοντά στο δάσος. - Αφέντη, είπε πάλι το άλογο, τώρα είναι η ώρα που ταΐζουν τα θηρία του δάσους και είναι όλα μαζεμένα στην αυλή. Ας περάσουμε! - Ας περάσουμε! απάντησε ο Ηλιογέννητος. Ο Θεός να μας λυπηθεί! Ανέβηκαν πάνω στους ουρανούς και είδαν το παλάτι που έλαμπε τόσο πολύ που στον Ήλιο μπορούσες να κοιτάξεις, αλλά σ εκείνο όχι. Πέρασαν πάνω από το δάσος και, όταν ήταν έτοιμοι να κατεβούν στις σκάλες του παλατιού, μόλις ακούμπησαν με το πόδι στην κορυφή ενός δέντρου, όλο το δάσος άρχισε να κινείται. Ούρλιαζαν τα ζώα Σου σηκωνόταν η τρίχα. Βιάστηκαν να κατεβούν. Και αν δεν ήταν η οικοδέσποινα του παλατιού εκεί, που τάιζε τα μικρά της (έτσι έλεγε αυτή τα θηρία του δάσους), θα τους είχαν σφάξει οπωσδήποτε. Από τη χαρά της που ήρθαν, τους γλίτωσε. Δεν είχε δει ως τότε ανθρώπινη ψυχή εκεί. Έπειτα σταμάτησε τα θηρία, τα δάμασε και τα έστειλε στις θέσεις τους. Η οικοδέσποινα ήταν μία ψηλή νεράιδα, λεπτή, ζωηρή και όμορφή πολύ! Μόλις την είδε ο Ηλιογέννητος, έμεινε μαρμαρωμένος. Αλλά αυτή, κοιτάζοντάς τον με θλίψη, του είπε: - Καλώς ήλθες, Ηλιογέννητε! Τι ψάχνεις εδώ;

15 - Ψάχνουμε, είπε αυτός, νιάτα χωρίς γεράματα και ζωή χωρίς θάνατο. - Εάν ψάχνετε αυτό που είπες, εδώ βρίσκεται. Τότε ξεπέζεψε και μπήκε στο παλάτι. Εκεί συνάντησε ακόμα δύο γυναίκες, η μία νεότερη από την άλλη. Άρχισε να ευχαριστεί τη νεράιδα που τον γλίτωσε από τον κίνδυνο, ενώ αυτές, από τη χαρά τους, ετοίμασαν ένα δείπνο σε χρυσά σκεύη. Το άλογο το άφησαν ελεύθερο να βόσκει όπου ήθελε. Έπειτα τους γνώρισαν σε όλα τα θηρία και έτσι μπορούσαν να περπατάν ελεύθερα στο δάσος. Οι γυναίκες τον παρακάλεσαν να μείνει από δω και πέρα μαζί τους, γιατί έλεγαν ότι είχαν βαρεθεί, ολομόναχες. Και αυτός δεν περίμενε να του το πουν άλλη μια φορά. Δέχτηκε με όλη τη χαρά, όπως κάποιος που βρήκε αυτό που έψαχνε. Σιγά-σιγά ο Ηλιογέννητος τους εξιστόρησε τα παθήματά του ως που να φτάσει εκεί και, όχι μετά από πολύ, παντρεύτηκε το πιο μικρό κορίτσι. Μετά το γάμο του, οι οικοδέσποινες του σπιτιού τον άφησαν να πάει σε όλα τα γύρω μέρη, όπου ήθελε, εκτός από μία κοιλάδα. Εκεί του είπαν να μην πάει. Αν πήγαινε δε θα του έβγαινε σε καλό. Του είπαν ακόμα ότι εκείνη την κοιλάδα την έλεγαν Κοιλάδα του Καημού. Πέρασε εκεί πολύ καιρό χωρίς να το καταλάβει. Είχε παραμείνει το ίδιο νέος, όπως τότε που ήρθε. Περνούσε από το δάσος χωρίς να νοιάζεται για τίποτα. Χαιρόταν στα χρυσά παλάτια, ζούσε ειρηνικά και ήσυχα με τη γυναίκα και με τις κουνιάδες του, απολάμβανε ευτυχισμένος την ομορφιά των λουλουδιών και την γλυκύτητα και καθαρότητα του αέρα. Συχνά πήγαινε για κυνήγι. Μια μέρα όμως ακολούθησε ένα λαγό. Έριξε ένα βέλος, έριξε και δεύτερο, αλλά δεν το πέτυχε. Ξεχάστηκε και δεν κατάλαβε ότι είχε περάσει στην Κοιλάδα του Καημού. Μόλις πήρε το λαγό και γύρισε σπίτι, τι είδε; Άρχισε να νιώθει νοσταλγία για τον πατέρα και τη μητέρα του. Δεν τόλμησε να το πει στις γυναίκες, αλλά αυτές τον κατάλαβαν από τη θλίψη και την κούραση που φαίνονταν στο πρόσωπό του. - Πέρασες, δύστυχε, στη Κοιλάδα του Καημού! του είπαν, φοβισμένες. - Έχω περάσει, αγαπημένες μου, χωρίς να θέλω να κάνω μια τέτοια ανοησία. Και τώρα λιώνω από νοσταλγία για τους γονείς μου, αλλά και εσάς δε με αφήνει η ψυχή μου να σας παρατήσω. Βρίσκομαι πολλές μέρες κοντά σας και δεν έχω κανένα παράπονο. Να πάω άραγε να δω ακόμα μια φορά τους γονείς μου και έπειτα να γυρίσω, για να μην ξαναπάω ποτέ; - Μη μας εγκαταλείψεις, αγαπημένε μου. Οι γονείς σου δεν ζουν πια εδώ και εκατοντάδες χρόνια και, αν πας κι εσύ, φοβόμαστε ότι δε θα γυρίσεις πια. Μείνε μαζί μας, αλλιώς κάτι μας λέει ότι θα πεθάνεις. Όλα τα παρακάλια των τριών γυναικών και του αλόγου δεν κατάφεραν να σβήσουν τη νοσταλγία για τους γονείς του. Τον μάραινε ολόκληρο. Τελικά, το άλογο του είπε: - Εάν δε θέλεις να με ακούσεις, αφέντη, οτιδήποτε να σου συμβεί, να ξέρεις ότι μόνο εσύ φταις. Θα σου πω μια κουβέντα και αν θα δεχτείς τη συμφωνία μου, θα σε πάω πίσω. - Δέχομαι, είπε αυτός με όλη την ευχαρίστηση, πες μου! - Μόλις φτάσουμε στο παλάτι του πατέρα σου, θα σε κατεβάσω και εγώ θα επιστρέψω, εάν θα θέλεις να μείνεις έστω και μία ώρα. - Όπως επιθυμείς, είπε στο άλογο. Ετοιμάστηκαν να φύγουν, αγκάλιασαν τις γυναίκες και, αναστενάζοντας και με δάκρυα στα μάτια, ξεκίνησαν. Έφτασαν στα μέρη όπου βρίσκονταν το παλάτι της Σκορπίνας. Εκεί βρήκαν πόλεις. Τα δάση είχαν γίνει πεδιάδες. Ρώτησε τον έναν και τον άλλον για τη Δράκαινα και το παλάτι της, αλλά του απάντησαν ότι είχαν ακούσει από του προ-παππούδες τους όσα λέγονταν για τέτοια ασήμαντα πράγματα.

16 - Πώς είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; τους έλεγε ο Ηλιογέννητος. Μόλις προχτές είχα περάσει από δω. Και τους έλεγε ό,τι ήξερε. Οι κάτοικοι γελούσαν μαζί του, όπως κάνουν με κάποιον που παραληρεί ή κοιμάται με τα μάτια ανοιχτά. Θυμωμένος συνέχιζε μπροστά χωρίς να πάρει χαμπάρι ότι τα γένια και τα μαλλιά του είχαν ασπρίσει. Φτάνοντας στο τσιφλίκι της Δράκαινας, ρωτούσε κι εδώ όπως και σ εκείνο της Σκορπίνας. Πήρε παρόμοιες απαντήσεις. Ούτε ο ίδιος μπορούσε να καταλάβει πώς σε μερικές ημέρες άλλαξαν τόσο τα πράγματα; Και πάλι θυμωμένος, συνέχισε με τα άσπρα γένια ως τη μέση κι ένιωθε ότι του τρέμουν τα πόδια και έφτασε στο βασίλειο του πατέρα του. Εδώ άλλοι άνθρωποι, άλλες πόλεις και οι παλιές είχαν αλλάξει τόσο που δεν τα γνώριζε πια. Τελικά έφτασε στο παλάτι όπου είχε γεννηθεί. Μόλις κατέβηκε, το άλογο του φίλησε το χέρι και του είπε: - Να είσαι καλά! Εγώ γυρίζω εκεί από όπου έφυγα. Εάν επιθυμείς να πας κι εσύ, καβάλα με αμέσως και πάμε να φύγουμε! - Να πας στο καλά. Εγώ ελπίζω να γυρίσω σε λίγο. Το άλογο έφυγε γρήγορα σαν βολίδα. Βλέποντας τα ερειπωμένα παλάτια και τα χόρτα που τα είχαν σκεπάσει, αναστέναζε και, με δάκρυα στα μάτια, προσπαθούσε να θυμηθεί πόσο φωτεινά ήταν κάποτε και πώς πέρασε τα παιδικά του χρόνια μέσα σ αυτά. Έκανε δύο-τρεις γύρους, ερευνώντας κάθε καμάρα, κάθε γωνία που θύμιζε τα παλιά μέρη, το στάβλο όπου είχε βρει το άλογο. Κατέβηκε μετά στην αποθήκη. Η πόρτα της είχε σκεπαστεί απ τους πεσμένους τοίχους. Ψάχνοντας από δω κι από κει, με τα άσπρα γένια ως τα γόνατα, σήκωσε τα μάτια του και, περπατώντας με δυσκολία, δε βρήκε πάρα ένα σπασμένο θρόνο. Τον άνοιξε, αλλά μέσα δε βρήκε τίποτα. Σήκωσε το καπάκι και μία αδύνατη φωνή του είπε: - Καλώς ήλθες, γιατί αν αργούσες ακόμα, θα χανόμουν και εγώ. Ο θάνατος, που είχε στεγνώσει τόσο που είχε γίνει ένας γάντζος στην πόρτα, του έριξε μία σφαλιάρα. Επεσε αμέσως νεκρός κι έγινε χώμα. Κι εγώ καβάλησα μία σέλα και σας είπα όλη την ιστορία.

17 ΣΑΝ ΤΟ ΑΛΑΤΙ ΣΤΑ ΦΑΓΗΤΑ Μια φορά κι έναν καιρό, αν δεν ήταν δε θα το λέγαμε, τότε που η λεύκα έκανε αχλάδια και η κλαίουσα χείρανθους, τότε που πάλευαν οι αρκούδες με τις ουρές τους, όταν οι λύκοι αγκάλιαζαν τα αρνάκια και φιλιόντουσαν και γίνονταν αδέλφια, τότε που πετάλωναν τους ψύλλους στο ένα πόδι με 99 κιλά σίδερο και πεταγόντουσαν στους ουρανούς για να μας κατεβάσουν παραμύθια. Ήταν κάποτε ένας βασιλιάς που είχε τρεις κόρες. Αφού χήρεψε, όλη η αγάπη του έπεσε πάνω τους. Αυτές μεγάλωναν και καταλάβαιναν όλο και περισσότερο το ζήλο που έδειχνε ο γονιός τους για να τις μεγαλώσει, να τις μορφώσει και να τις φυλάξει από κακίες και κακά πνεύματα. Προσπαθούσαν και αυτές με όλη τους τη ψυχή να τον κάνουν να ξεχάσει τη θλίψη που τον κυρίεψε μετά το θάνατο της μητέρας τους. Κάποια μέρα, τι του έρχεται του βασιλιά, και ρωτάει την μεγαλύτερη κόρη: - Κόρη μου, πόσο με αγαπάς; - Πόσο λες να σε αγαπώ, πατέρα; Σε αγαπώ όπως αγαπώ το μέλι, του απάντησε αυτή, αφού σκέφτηκε ό,τι είναι το πιο γλυκό στον κόσμο. Τόσο μπόρεσε το μυαλό της και τόσο απάντησε. - Να μου ζήσεις, κορίτσι μου! Να με αξιώσει ο Θεός να σε χαίρομαι! Ρώτησε και τη μεσαία κόρη: - Εσύ, πόσο με αγαπάς, κορίτσι μου; - Σαν τη ζάχαρη, πατέρα! Τόσο τη βοήθησε το μυαλό, τόσο απάντησε. - Να σε έχει καλά ο Θεός, κορίτσι μου, να σε χαίρομαι! Φαίνεται αυτές οι κόρες ήξεραν να κολακεύουν και να δείχνουν στον πατέρα τους περισσότερη αγάπη από όση ένιωθαν. Ο βασιλιάς χάρηκε πολύ όταν άκουσε από τις μεγάλες του κόρες πόσο πολύ τον αγαπούν. Κοιτάζοντας προς τη μικρή κόρη, που καθόταν λίγο απόμακρα και δίσταζε, τη ρώτησε και αυτήν; - Αλλά εσύ, πόσο μ αγαπάς, κορίτσι μου; - Σαν το αλάτι στα φαγητά, απάντησε αυτή με ένα φωτεινό πρόσωπο, χαμογελώντας με παιδικό χαμόγελο και κατεβάζοντας τα μάτια της από ντροπή που μίλησε κι αυτή. Είχε ντραπεί η καημενούλα, βλέποντας ότι ο πατέρας της τής είχε δώσει σημασία, ρωτώντας την κι αυτήν παρόλο που ήταν η πιο μικρή. Όταν οι άλλες δύο αδελφές άκουσαν την απάντηση που έδωσε στον πατέρα τους, άρχισαν να γελούν και της γύρισαν την πλάτη, ενώ ο πατέρας τους σκυθρώπιασε και, γεμάτος θυμό, είπε: - Για έλα προς τα δω, δειλή, για να καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον. Δεν άκουσες τις μεγαλύτερες αδελφές σου πόσο αγαπούν; Πώς και δε μιμήθηκες αυτές για να μου πεις πόσο γλυκιά αγάπη έχεις και εσύ προς τον πατέρα σου; Γι αυτό κουράζομαι εγώ να σας μεγαλώσω και να σας μορφώσω, με μια αγάπη που κανένα παιδί στον κόσμο δεν απολαμβάνει; Να φύγεις μακριά μου, μαζί με το αλάτι σου! Όταν είδε η μικρότερη κόρη το θυμό του πατέρα της, λυπήθηκε πολύ που τον στενοχώρησεκαι τολμώντας, είπε: - Να με συγχωρέσεις, πατέρα, γιατί δεν ήθελα να σε στεναχωρήσω. Εγώ θεώρησα με το μυαλό μου ότι η αγάπη που νιώθω για σένα αν δεν είναι περισσότερη από εκείνη των αδελφών μου δεν είναι ούτε κατώτερη από το μέλι και τη ζάχαρη.

18 - Άκου, άκου! τη διέκοψε ο πατέρας της. Και τολμάς ακόμα να αναφέρεις τις μεγαλύτερες αδελφές σου; Να φύγεις, κόρη ξεδιάντροπη και να μην ακούσω πια το όνομά σου! Της έκλεισε το στόμα και την άφησε κλαίγοντας. Οι αδελφές ήθελαν να την παρηγορήσουν, αλλά με ειρωνικά λόγια που της έκαναν περισσότερο κακό παρά καλό. Η μικρότερη κόρη του βασιλιά, αφού είδε ότι ούτε οι αδελφές της δεν τη λυπούνται, έστρεψε την ελπίδα της προς τον Θεό και αποφάσισε να φύγει. Θα πήγαινε όπου θα την οδηγούσαν τα βήματά της. Πήρε μερικά παλιά και κουρελιασμένα ρούχα και περιπλανιόταν από χωριό σε χωριό ώσπου έφτασε στην αυλή ενός άλλου βασιλιά. Φτάνοντας εκεί, στάθηκε στην πόρτα. Η επιστάτρια την είδε και τη ρώτησε τι θέλει. Αυτή απάντησε ότι είναι φτωχή κόρη και ορφανή και από τους δυο γονείς και θα ήθελε να δουλέψει σε αφέντη, αν βρισκόταν κάποια δουλειά γι αυτήν. Την ώρα εκείνη βγήκε η βοηθός της επιστάτριας που είχε διαλέξει μια κοπέλα για τις δουλειές. Η επιστάτρια την κοίταξε και τη βρήκε καλύτερη από την άλλη. Η κόρη του βασιλιά ρωτήθηκε τι μισθό θέλει κι αυτή απάντησε ότι δε ζητάει κανένα μισθό παρά μόνο να υπηρετήσει για κάποιο διάστημα χωρίς πληρωμή και αν οι υπηρεσίες της θα άξιζαν κάτι, να της δώσουν όσο νομίζουν ότι αξίζει. Η επιστάτρια χάρηκε που άκουσε μια τόσο φρόνιμη απάντηση και την πήρε για βοηθό της. Της είπε τι έχει να κάνει και της έδωσε μια σειρά κλειδιά από τα πολλά που είχε. Το κορίτσι ήταν φρόνιμο κι έξυπνο. Άρχιζε να καθαρίζει τις αποθήκες και τα ντουλάπια που είχε τα κλειδιά κι έβαζε το κάθε πράγμα στη θέση του. Κι επειδή τα κατάφερνε στο ζύμωμα, στα γλυκά του κουταλιού και σε άλλα καλά φαγητά απ αυτά που γίνονται στα σπίτια των βασιλιάδων, πήρε πάνω της όλη η φροντίδα της αυλής. Και πώς να μην ήξερε να τα κάνει όλα αυτά; Τι να πούμε, κόρη βασιλιά δεν ήταν; Κανένας δεν είχε καμία αντίρρηση. Όλα τα έκανε με εξυπνάδα και δικαιοσύνη και δεν της έβρισκε κανείς κανένα σφάλμα. Πού να καθίσει αυτή να κουτσομπολεύει με τους ανθρώπους και τις γυναίκες της αυλής ή με τους ξένους πού έρχονταν να παραλάβουν τα μερτικά τους; Πού να βγει από το στόμα της απερίσκεπτη κουβέντα ή να ακούσει από κανέναν κάποια τέτοια κουβέντα; Ντρεπόταν κι έβρισκε καλές κουβέντες για να κλείσει και το πιο θρασύ στόμα. Δεν καθόταν να κουβεντιάσει με τους υπηρέτες της αυλής και, όταν έβρισκε λίγο ελεύθερο χρόνο, διάβαζε κανένα βιβλίο. Όλοι τη σέβονταν και δεν έβρισκε κανένας καμία αιτία για να την κατηγορήσει. Η φήμη για την εργατικότητα και την ταπεινοφροσύνη της έφτασαν σύντομα και στα αυτιά της βασίλισσας, που ήθελε να τη γνωρίσει. Και όταν εμφανίστηκε μπροστά της, η κόρη του βασιλιά ήξερε να συμπεριφερθεί και να μιλήσει με αγνή ψυχή, χωρίς να προσποιείται και χωρίς να είναι τολμηρή. Η βασίλισσα άρχισε να την αγαπάει. Είχε καταλάβει αμέσως ότι δεν μπορεί να ανήκει σε μία απλή οικογένεια.... Και όπως σας είπα, η βασίλισσα πήρε το κορίτσι κοντά της. Όπου πήγαινε η βασίλισσα, πήγαινε κι αυτή. Όταν δούλευε η βασίλισσα, δούλευε κι αυτή. Και άλλωστε, τα πράγματα που έβγαιναν από τα χέρια της ήταν μαργαριτάρια. Τα σοφά λόγια που έβγαιναν από το στόμα της άρεσαν στη βασίλισσα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Τι να πούμε άλλο; Είχαν φτάσει να είναι αχώριστες. Η βασίλισσα την αγαπούσε, όπως αγαπούσε το παιδί της. Απορούσε και ο βασιλιάς για την αγάπη της βασίλισσας για το κορίτσι. Ο βασιλιάς είχε ένα μοναχογιό. Ο πατέρας του και η μητέρα του τον κοιτούσαν, όπως κοιτάς τον ήλιο. Τόσο πολύ τον αγαπούσαν! Όταν πήγε ο βασιλιάς

19 να πολεμήσει, τον πήρε μαζί του, για να μάθει την τέχνη του πολέμου. Εκεί, δεν ξέρω πότε, δεν ξέρω πού, αλλά τον έφεραν πίσω πληγωμένο. Να έβλεπες κλάματα και λύπη η μητέρα του! Δεν ήξερε τι να του κάνει για να γίνει γρήγορα καλά. Μέρανύχτα ήταν στο προσκέφαλό του. Και όταν κουράστηκε και δεν κρατιόταν πια στα πόδια της, η βασίλισσα έβαλε το κορίτσι να τον φροντίσει. Ήταν, βλέπετε, άνθρωπος εμπιστοσύνης και αργότερα, με τη σειρά, δεν έλειπε καμία από το κρεβάτι του πληγωμένου. Οι σοφές και γλυκές κουβέντες της κοπέλας, τα γλυκά και ειλικρινή χαϊδέματά της, η ταπεινοφροσύνη της είχαν ξυπνήσει στην καρδιά του ένα αίσθημα που δε είχε ξανανιώσει μέχρι τότε. Και περισσότερο από όλα, ο τρόπος που ήξερε να του φροντίζει τις πληγές, έκανε το γιο του βασιλιά να την αγαπήσει σαν αδελφούλα. Του φαινόταν ότι του απάλυνε τον πόνο όταν ακουμπούσε τις πληγές του. Ένα απόγευμα, ενώ είχε γίνει καλά, συζητούσε με τη μητέρα του και της είπε: - Μητέρα, να ξέρεις ότι θα ήθελα να παντρευτώ. - Καλά, γιε μου, καλά. Θα σου βρω μία βασιλοπούλα, κι από οικογένεια, και καλή. - Την έχω ήδη βρει, μητέρα. - Και ποια είναι αυτή; Τη γνωρίζω; - Να μη θυμώσεις, μητέρα, αλλά η καρδιά μου έμεινε στο κορίτσι που σε βοηθά στις δουλειές του σπιτιού. Την αγαπώ, μητέρα, όπως αγαπώ τη ζωή μου. Όσες κόρες βασιλιάδων και αρχόντων έχω δει, δε μου άρεσε καμία. Αυτή μου έκλεψε την καρδιά. Αντιστάθηκε η βασίλισσα κάπως, αλλά ήταν αδύνατον να σταματήσει το γιο της από αυτό το γάμο. Αφού είδε ότι αλλιώς δεν γίνεται και ότι το κορίτσι που διάλεξε ο γιος της είναι καλό, πράο, σοφό και, πάνω από όλα τίμιο και εργατικό, συμφώνησε κι αυτή. Έμενε τώρα να καταφέρνουν και το βασιλιά, τον πατέρα του παιδιού, να δεχτεί κι αυτός την επιλογή του γιου τους. Αυτό δεν ήταν και τόσο δύσκολο. Τόσο ο γιος όσο και η μητέρα παίνεψαν την κοπέλα όπως ήξεραν καλύτερα. Έγινε έτσι ο αρραβώνας του γιου τους με το κορίτσι του σπιτιού και αποφάσισαν και την ημερομηνία του γάμου. Όταν άρχισαν να στέλνουν τις προσκλήσεις για το γάμο, το κορίτσι παρακάλεσε το βασιλιά να καλέσει και κάποιον άλλο βασιλιά, τον πατέρα της δηλαδή. Απέφευγε όμως να πει ότι είναι η κόρη εκείνου του βασιλιά. Τα πεθερικά συμφώνησαν και κάλεσαν στο γάμο κι εκείνον τον βασιλιά. Την ημέρα του γάμου όλοι οι προσκεκλημένοι ήρθαν. Διασκέδασαν όλη μέρα. Το βράδυ έστρωσαν βασιλικό τραπέζι, με διάφορα φαγητά, ποτά, πίτες και άλλες λιχουδιές, να γλείφεις τα δάχτυλά σου όταν τρως! Η νύφη είχε διατάξει τους μάγειρες τι να μαγειρέψουν. Αυτή όμως, με το χεράκι της, μαγείρεψε ξεχωριστά φαγητά για έναν ξεχωριστό καλεσμένο. Έπειτα, έδωσε εντολή σε μια πιστή υπηρέτρια να τα βάλει εκείνα μπροστά στο βασιλιά που κάλεσαν γιατί αυτή το ζήτησε και να φροντίσει να μην τα βάλει μπροστά σε κάποιον άλλον. Η πιστή υπηρέτρια έκανε όπως της είπε. Αφού κάθισαν όλοι οι καλεσμένοι στο τραπέζι, άρχισαν να τρώνε και να διασκεδάσουν, όπως δεν περιγράφεται. Μόνο ο πατέρας της νύφης δεν έτρωγε πολύ. Από τη στιγμή που είχε έρθει, κοιτούσε συνέχεια τη νύφη και σα να του έλεγε κάτι η καρδιά του, αλλά δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Φαίνεται, κάτι του θύμιζε η κοπέλα, αλλά επειδή δεν καταλάβαινε πώς είναι δυνατόν αυτή να παντρευτεί με ένα γιο βασιλιά, δεν έλεγε σε κανέναν τίποτα. Βλέπεις, τα βάσανα και η σκληρή δουλειά είχαν μεταμορφώσει το καημένο κορίτσι από τότε που την ήξερε ο πατέρας της.

20 Ήθελε κι αυτός να φάει και να διασκεδάσει, αλλά αφού δοκίμασε μια δυο φορές από τα φαγητά, σταμάτησε. Η υπηρέτρια που του έφερνε τα φαγητά τα έπαιρνε πίσω άθικτα. Ο βασιλιάς απορούσε για το πώς οι καλεσμένοι έτρωγαν αυτά τα φαγητά που γι αυτόν δεν είχαν καμία γεύση. Τόλμησε και ρώτησε τον καλεσμένο που καθόταν στα αριστερά του. Αυτός του απάντησε ότι τόσο καλά φαγητά είχε να φάει πάρα πολύ καιρό. Δοκίμασε και ο βασιλιάς από τα φαγητά του και είδε ότι είχαν θαυμάσια γεύση. Το ίδιο έκανε και με τα φαγητά του καλεσμένου από τα δεξιά του. Του έτρεχαν τα σάλια για τα φαγητά που δοκίμασε από τους δίπλα. Άντεξε όσο άντεξε. Από ντροπή έπαιρνε κι αυτός λίγο από τα φαγητά, για να μη γίνει ρεζίλι στους καλεσμένους, αλλά πέρα από αυτό, τίποτα. Τελικά, δεν μπόρεσε να κρατηθεί άλλο, σηκώθηκε όρθιος και είπε με δυνατή φωνή: - Καλά, βασιλιά, με φώναξες στο γάμο του γιου σου για να με κοροϊδέψεις; - Αλίμονο μου, Μεγαλειότατε! Πως μπορεί να σου περάσει κάτι τέτοιο από το μυαλό; Όπως βλέπουν όλοι οι καλεσμένοι, σε τιμώ και εσένα όπως όλους τους άλλους βασιλιάδες, χωρίς καμία διάκριση. - Να με συγχωρέσεις, βασιλιά, αλλά όλα τα φαγητά των άλλων τρώγονται, μόνο τα δικά μου, όχι. Τότε ο βασιλιάς πεθερός θύμωσε και έδωσε εντολή να έρθουν όλοι οι μάγειροι για να καταλάβει τι συνέβη και οι ένοχοι να θανατωθούν. Και ξέρετε τι συνέβαινε; Η νύφη είχε μαγειρέψει όλα τα φαγητά για τον πατέρα της χωρίς αλάτι, αλλά μόνο με μέλι και ζάχαρη. Μέχρι και η αλατιέρα μπροστά του ήταν γεμάτη ζάχαρη και μάταια έπαιρνε ο καημένος ο βασιλιάς με το μαχαίρι από εκεί, νομίζοντας ότι είναι αλάτι και τα φαγητά γίνονταν ακόμα πιο γλυκά. Τότε η νύφη σηκώθηκε όρθια και είπε στον πεθερό βασιλιά της: - Εγώ μαγείρεψα τα φαγητά γι αυτόν το βασιλιά και θα σας πω και γιατί το έκανα. Αυτός ο βασιλιάς είναι ο πατέρας μου. Εμείς ήμαστε τρεις κόρες στο σπίτι. Μια μέρα μας ρώτησε πόσο τον αγαπάμε. Οι μεγαλύτερες αδελφές μου είπαν ότι τον αγαπούν σαν το μέλι και τη ζάχαρη. Εγώ του είπα ότι τον αγαπώ σαν το αλάτι στα φαγητά. Ο πατέρας μου θύμωσε και με έδιωξε από το σπίτι. Ο Θεός δεν με εγκατέλειψε και, με δουλειά, τιμιότητα και εργατικότητα έφθασα εδώ που με βλέπετε. Τώρα ήθελα να αποδείξω στον πατέρα μου ότι χωρίς μέλι και ζάχαρη μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει, αλλά χωρίς αλάτι όχι. Γι αυτό, του μαγείρεψα χωρίς αλάτι. Κρίνετε εσείς με το βασιλικό σας μυαλό ποιος έχει δίκιο. - Όλοι οι καλεσμένοι, με μία φωνή, ομολόγησαν ότι άδικα το κορίτσι διώχθηκε από το πατρικό σπίτι. Τότε ο πατέρας του κοριτσιού ομολόγησε ότι δεν ήξερε να εκτιμά το πνεύμα της κόρης του και ζήτησε συγχώρεση. Το κορίτσι, με τη σειρά της, του φίλησε το χέρι και του ζήτησε συγγνώμη, αν με την πράξη της τον στεναχώρησε. Και άρχισαν να διασκεδάσουν τόσο πολύ που ακούστηκε σε όλο τον κόσμο. Ο πατέρας του κοριτσιού διασκέδαζε, αλλά που και που ξαναθυμόταν το συμβάν, ενώ ο πεθερός ξέροντας ότι διασκέδαζε και υπερηφανευόταν που κέρδισε μια τέτοια νύφη από καλή οικογένεια, σοφή, και εργατική.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 «Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» (Φλώρινα - Μακεδονία Καύκασος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011

Διαβάστε περισσότερα

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο 4 Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο Σεβάχ. Για να δει τον κόσμο και να ζήσει περιπέτειες.

Διαβάστε περισσότερα

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος» Ο εγωιστής γίγαντας Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης «Αλέξανδρος Δελμούζος» 2010-2011 Κάθε απόγευμα μετά από το σχολείο τα παιδιά πήγαιναν για να παίξουν στον κήπο του γίγαντα.

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 «Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» (Πόντος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Κάθεται στο παράθυρο του δωματίου της και σκέφτεται, στεναχωρημένη τους παλιούς της φίλους και συμμαθητές.

Διαβάστε περισσότερα

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα σαν κι αυτή μια νύχτα σαν κι αυτή θέλω να σου πω πόσο σ

Διαβάστε περισσότερα

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Εικόνες: Eύα Καραντινού Εικόνες: Eύα Καραντινού H Kοκκινοσκουφίτσα Mια φορά κι έναν καιρό, έμεναν σ ένα χωριουδάκι μια γυναίκα με το κοριτσάκι της, που φορούσε μια κόκκινη σκουφίτσα. Γι αυτό ο κόσμος την φώναζε Κοκκινοσκουφίτσα.

Διαβάστε περισσότερα

Το παραμύθι της αγάπης

Το παραμύθι της αγάπης Το παραμύθι της αγάπης Μια φορά και ένα καιρό, μια βασίλισσα έφερε στον κόσμο ένα παιδί τόσο άσχημο που σχεδόν δεν έμοιαζε για άνθρωποs. Μια μάγισσα που βρέθηκε σιμά στη βασίλισσα την παρηγόρησε με τούτα

Διαβάστε περισσότερα

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Ο Μικρός Πρίγκιπας έφτασε στη γη. Εκεί είδε μπροστά του την αλεπού. - Καλημέρα, - Καλημέρα, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, ενώ έψαχνε να βρει από πού ακουγόταν η

Διαβάστε περισσότερα

«Η τύχη του άτυχου παλικαριού»

«Η τύχη του άτυχου παλικαριού» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #15 «Η τύχη του άτυχου παλικαριού» (Κοζάνη - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #15 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ (Αόρατος) ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Κάποτε στη γη γεννήθηκε το Όνειρο. Το όνομά του δεν ήταν έτσι, όμως επειδή συνεχώς ονειρευόταν, όλοι το φώναζαν Όνειρο. Δεν ήταν κάτι το σπουδαίο, ήταν σαν

Διαβάστε περισσότερα

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Η γυναίκα με τα χέρια από φως ΛIΛH ΛAMΠPEΛΛH Σειρά: Κι αν σου μιλώ με Παραμύθια... Η γυναίκα με τα χέρια από φως Εφτά παραμύθια σχέσης από την προφορική παράδοση Τρεις τρίχες λύκου Ζούσε κάποτε, σ ένα μικρό χωριό, ένας άντρας και μια

Διαβάστε περισσότερα

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Πριν πολλά χρόνια, ζούσε σε μια πόλη της Ναζαρέτ μια νέα και καλή γυναίκα που την

Διαβάστε περισσότερα

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Ο Ηλίας ανεβαίνει Ψηλά Ψηλότερα Κάθε Μάρτιο, σε μια Χώρα Κοντινή, γινόταν μια Γιορτή! Η Γιορτή των Χαρταετών. Για πρώτη φορά,

Διαβάστε περισσότερα

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος 14 Φτάνοντας λοιπόν ο Νικήτας σε μια από τις γειτονικές χώρες, εντυπωσιάστηκε από τον πλούτο και την ομορφιά της. Πολλά ποτάμια τη διέσχιζαν και πυκνά δάση κάλυπταν τα βουνά της, ενώ τα χωράφια ήταν εύφορα

Διαβάστε περισσότερα

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius Μάρτιος 2011 Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΡΟ-ΜΑΝΩΛΗ Πολύ παλιά, αιώνες πριν, ο Negru Voda, ο κυβερνήτης της Ρουμανίας, ήθελε να χτίσει ένα μοναστήρι

Διαβάστε περισσότερα

ταν ήμουνα μικρή, σαν κι εσάς και πιο μικρή, ο παππούς μου μου έλεγε παραμύθια για νεράιδες και μάγισσες, στοιχειωμένους πύργους, δράκους και ξωτικά. Εγώ φοβόμουν πολύ και τότε εκείνος μου έσφιγγε το χέρι

Διαβάστε περισσότερα

«Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη. στην ανέμη τυλιγμένη. δωσ της κλώτσο να γυρίσει. παραμύθι ν αρχίσει

«Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη. στην ανέμη τυλιγμένη. δωσ της κλώτσο να γυρίσει. παραμύθι ν αρχίσει «Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη στην ανέμη τυλιγμένη δωσ της κλώτσο να γυρίσει παραμύθι ν αρχίσει και την καλή μας συντροφιά να την καλησπερίσει Μ ια φορά κι ένα καιρό σ ένα μακρινό βασίλειο ζούσε

Διαβάστε περισσότερα

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... Ο γιος του ψαρά κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... ια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ψαράς που δεν είχε παιδιά. Κάποια μέρα, εκεί που πήγαινε με

Διαβάστε περισσότερα

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω. 1 Εδώ και λίγες μέρες, ένα από τα πάνω δόντια μου κουνιόταν και εγώ το πείραζα με τη γλώσσα μου και μερικές φορές με πονούσε λίγο, αλλά συνέχιζα να το πειράζω. Κι έπειτα, χτες το μεσημέρι, την ώρα που

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Γ Γυμνασίου οι μαθητές ήρθαν σε επαφή με ένα δείγμα ερωτικής ποίησης. Συγκεκριμένα διδάχτηκαν το ποίημα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας Ένα μωρό που το πέταξαν, γιατί κάποιος χρησμός έλεγε ότι μεγαλώνοντας θα σκοτώσει τον πατέρα του, έγινε μετά από χρόνια ο βασιλιάς της Θήβας, Οιδίποδας. Χωρίς να φταίει, έφερε καταστροφή, και το χειρότερο,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16 «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή Τζήκου Βασιλική Το δίλημμα της Λένιας 1 Παραμύθι πού έχω κάνει στο πρόγραμμα Αγωγής Υγείας που είχε τίτλο: «Γνωρίζω το σώμα μου, το αγαπώ και το φροντίζω» με την βοήθεια

Διαβάστε περισσότερα

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: 2007-2008 Τάξη: Γ 3 Όνομα: Η μύτη μου είναι μεγάλη. Όχι μόνο μεγάλη, είναι και στραβή. Τα παιδιά στο νηπιαγωγείο με λένε Μυτόγκα. Μα η δασκάλα τα μαλώνει: Δεν

Διαβάστε περισσότερα

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά 1 Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά με τη μουσούδα μου στο πρόσωπό της, τόσο όσο χρειαζόταν

Διαβάστε περισσότερα

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ Μη µου µιλάς γι' αυτά που ξεχνάω Μη µε ρωτάς για καλά κρυµµένα µυστικά Και µε κοιτάς... και σε κοιτώ... Κι είναι η στιγµή που δεν µπορεί να βγεί απ' το µυαλό Φυσάει... Κι είναι

Διαβάστε περισσότερα

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Ελάτε να ζήσουμε τα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Χριστούγεννα (μέσα από ιστορίες και χριστουγεννιάτικα παιχνίδια) 1 Στόχοι: Μέσα από διάφορες

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 [3] Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αφιερωμένο στον πατέρα μου Αλκιβιάδη Copyright

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, μια γριά γυναίκα. Τ όνομά της ήταν Μαραλά. Κανένας δεν

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΣΤΙΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ. Αφηγητής = Η φωνή Ποιος Μιλά; Εστιαστής = Τα μάτια Ποιος βλέπει;

Η ΕΣΤΙΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ. Αφηγητής = Η φωνή Ποιος Μιλά; Εστιαστής = Τα μάτια Ποιος βλέπει; Η ΕΣΤΙΑΣΗ Η ΕΣΤΙΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Αφηγητής = Η φωνή Ποιος Μιλά; Εστιαστής = Τα μάτια Ποιος βλέπει; 1. Μηδενική εστίαση Αφηγητής > Ήρωα ήρωες 2. Εσωτερική εστίαση Αφηγητής = Ήρωα ήρωες 2.α.

Διαβάστε περισσότερα

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Τα παραμύθια της τάξης μας! Τα παραμύθια της τάξης μας! ΟΙ λέξεις κλειδιά: Καρδιά, γοργόνα, ομορφιά, πυξίδα, χώρα, πεταλούδα, ανηφόρα, θάλασσα, φάλαινα Μας βοήθησαν να φτιάξουμε αυτά τα παραμύθια! «Χρυσαφένια χώρα» Μια φορά κι έναν

Διαβάστε περισσότερα

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο: «ημέρα της αποχώρησης Αγαπημένο μου

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ Α 1 2017-2018 6 ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου Περιλήψεις βιβλίων που έχουν διαβάσει τα παιδιά από τη σειρά «μικρές καληνύχτες». Η Τρίτη μάγισσα Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι Μου έκανε εντύπωση

Διαβάστε περισσότερα

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα μακρινό ψαροχώρι, ένας ψαράς πήγαινε κάθε βράδυ στη θάλασσα και έριχνε τα δίχτυα του στο νερό. Όταν ο άνεμος φυσούσε από τη στεριά,

Διαβάστε περισσότερα

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας Έρικα Τζαγκαράκη Τα Ηλιοβασιλέματα της μικρής Σταματίας στην μικρη Ριτζάκη Σταματία-Σπυριδούλα Τα Ηλιοβασιλέματα της μικρής Σταματίας ISBN: 978-618-81493-0-4 Έρικα Τζαγκαράκη Θεσσαλονίκη 2014 Έρικα Τζαγκαράκη

Διαβάστε περισσότερα

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love) http://hallofpeople.com/gr.php?user=κοέν%20λέοναρντ ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ Στίχοι τραγουδιών του Από το http://lyricstranslate.com/el/leonard-cohen-lyrics.html (Ain t no cure for love) Σε αγαπούσα για πολύ, πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Μύθοι του Αισώπου σε μορφή κόμικς. Εργασία από τα παιδιά της Ε τάξης

Μύθοι του Αισώπου σε μορφή κόμικς. Εργασία από τα παιδιά της Ε τάξης Μύθοι του Αισώπου σε μορφή κόμικς Εργασία από τα παιδιά της Ε τάξης Η ΧΕΛΩΝΑ ΚΑΙ Ο ΒΑΤΡΑΧΟΣ Μια φορά και ένα καιρό ήταν μια μικρή χελώνα. Μια μέρα είπε στη μητέρα της: - Μητέρα, εμείς οι χελώνες, είμαστε

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Δύο Σε μια σπουδαία αρχαία πόλη που την έλεγαν Ουρούκ, ζούσε ένας νεαρός βασιλιάς, ο Γκιλγκαμές. Πατέρας του Γκιλγκαμές ήταν ο βασιλιάς Λουγκαλμπάντα και μητέρα του η

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #20. «Δεκαοχτώ ψωμιά» Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #20. «Δεκαοχτώ ψωμιά» Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #20 «Δεκαοχτώ ψωμιά» Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #20 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια εδώ Δεκαοχτώ ψωμιά

Διαβάστε περισσότερα

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Αποστόλη Λαμπρινή (brines39@ymail.com) ΔΥΝΑΜΗ ΨΥΧΗΣ Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Θα σε χτυπάνε, θα σε πονάνε,

Διαβάστε περισσότερα

Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: Αριθμός δίσκου: Kal-301.

Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: Αριθμός δίσκου: Kal-301. Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: 1953 Αριθμός δίσκου: Kal-301 http://rebetiko.sealabs.net/display.php?recid=9248 Απόψε μες, απόψε μες στο καπηλειό που τα μπουζού-, που τα μπουζούκια

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ. ΣΤΡΑΓΓιΣΜΑ ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ. ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ, ΠΟΥ ΕΣΥ Κι Η ΑΔΕΛΦΗ ΣΟΥ ΛΕιΠΑΤΕ, ΤΗΣ ΤΑ 'ΠΑ ΟΛΑ. ΜΕ ΑΚΟΥΓΕ ΣΟΒΑΡΗ.

Διαβάστε περισσότερα

Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Ο Μικρός Πρίγκιπας. Μετάφραση: Μελίνα Καρακώστα. Διασκευή: Ανδρονίκη

Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Ο Μικρός Πρίγκιπας. Μετάφραση: Μελίνα Καρακώστα. Διασκευή: Ανδρονίκη Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ Ο Μικρός Πρίγκιπας Μετάφραση: Μελίνα Καρακώστα Διασκευή: Ανδρονίκη 2 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα νεαρό αγόρι, που του άρεσε πολύ να ζωγραφίζει. Μια μέρα ζωγράφισε ένα βόα

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη Κεφάλαιο 5 Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη Έφτασε μια μισάνοιχτη πόρτα, ένα μικρό κενό στο χώρο και το χρόνο, σαν ένα ασήμαντο λάθος της Ιστορίας για να πέσει η Πόλη. Εκείνο

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα κόκκινο μπαλόνι σε έναν παιδότοπο. Ήταν μόνο του και παρόλο που τα παιδάκια έπαιζαν μαζί του, δεν είχε κανέναν φίλο που να είναι σαν κι αυτό. Όλη

Διαβάστε περισσότερα

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι. ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΙΑΣ ΠΑΡΕΑΣ ΠΑΙΔΙΩΝ Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι. Αμέσως χάρηκαν πολύ, αλλά κι απογοητεύτηκαν ταυτόχρονα όταν έμαθαν ότι θα ήταν ένα

Διαβάστε περισσότερα

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη διαβάζω ιστορίες Αποστολή Κρυμμένος Θησαυρός Λίνα Σωτηροπούλου Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Το δώρο της γιαγιάς Μόλις χτύπησε το ξυπνητήρι, με έπιασε πανικός. Δεν μπορούσα να καταλάβω για ποιον

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα

Διαβάστε περισσότερα

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: - "Η πρώτη απάντηση είναι 1821, η δεύτερη Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και η τρίτη δεν ξέρουμε ερευνάται

Διαβάστε περισσότερα

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης

Διαβάστε περισσότερα

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 1 2 Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 3 Τα λουλούδια χωρίς όνομα, τα έχει ο καθένας από μας, αλλά δεν το ξέρουμε. Δεν μας μαθαίνουν τίποτα και ψάχνουμε μόνοι μας άσκοπα να βρούμε κάτι, για να

Διαβάστε περισσότερα

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν άνδρα που τον έλεγαν Ιωσήφ. Οι γονείς της, ο Ιωακείμ και

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο. ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ (Γ ΤΑΞΗ) ΟΝΟΜΑ; ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ ΜΕ ΜΙΑ ΛΕΞΗ (ρήμα) Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: ΜΕ ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ ΜΕ ΟΣΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΘΕΛΕΙΣ Βρέχει.

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Χρόνια ήρθαν, χρόνια πάνε, και στη ζούγκλα κάποτε, ζούσε ένα μικρό λιοντάρι, ο Λεωνίδας που όμως είχε μια μεγάλη οικογένεια. Ο μπαμπάς, η μαμά, οι θείοι και οι θείες, οι παππούδες

Διαβάστε περισσότερα

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη υπάρχει ένα σπίτι με άσπρα παράθυρα. Μέσα σε αυτό θα βρούμε ένα χαρούμενο δωμάτιο, γεμάτο γέλια και φωνές, και δυο παιδιά που θέλω να σας γνωρίσω «Τάσι, αυτή η πιτζάμα σού

Διαβάστε περισσότερα

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37 Περιεχόμενα Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό............. 11 Αν έχεις τύχη..................................... 21 Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς............... 37 7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda:7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda

Διαβάστε περισσότερα

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν http://hallofpeople.com/gr/bio/andersen.php Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν Τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα, ζούσε ένας γκρινιάρης βασιλιάς. Κάθε μέρα ζητούσε από

Διαβάστε περισσότερα

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους. ΕΙΝΑΙ ΑΤΥΧΙΑ ΝΑ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙΣ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Νούρου Εγώ Κουάμι ο αδερφός μου Ράζακ ένας φίλος που συναντήσαμε στον δρόμο Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! Δ ΤΑΞΗ 3 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΙΣΩΝΙΑΣ ΣΕΣΚΛΟΥ Όλοι χρειαζόμαστε τη βοήθεια όλων Μια φορά κι έναν καιρό, μια

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού έπαιζε με την μπάλα του. Μετά από ένα δυνατό χτύπημα η μπάλα

Διαβάστε περισσότερα

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό - Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό μου να παίξουμε; Αν θέλει, ναι. Προσπάθησε να μην

Διαβάστε περισσότερα

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε Xmass_Nona_xelwna_Layout 1 1/10/13 1:14 μ.μ. Page 7 Τ ο πρωί των Χριστουγέννων η νόνα Χελώνα και τα δέκα της εγγόνια ξύπνησαν, όπως κάθε χρόνο, από τον χειμωνιάτικό τους ύπνο, για να γιορτάσουν τη μεγάλη

Διαβάστε περισσότερα

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ: ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ: Η ΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ: Η Αικατερίνη είχε κάλλος και ομορφιά ασύγκριτη. Η μητέρα της και οι συγγενείς της την πίεζαν συνεχώς να παντρευτεί, για να μην φύγουν από τα χέρια τους

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» 4 ος ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ 2015-2016 2 Ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» «Πρόσεχε τι πετάς, είναι η

Διαβάστε περισσότερα

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή Αγγελική Δαρλάση Το παλιόπαιδο Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή σε όλους αυτούς που οραματίστηκαν έναν καλύτερο κόσμο και προσπαθούν για να γίνει, έστω και λίγο, καλύτερος 6 «Φτώχεια δεν είναι μόνο η έλλειψη

Διαβάστε περισσότερα

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη Συγγραφέας Ραφαέλα Ρουσσάκη Εικονογράφηση Αμαλία Βεργετάκη Γεωργία Καμπιτάκη Γωγώ Μουλιανάκη Ζαίρα Γαραζανάκη Κατερίνα Τσατσαράκη Μαρία Κυρικλάκη Μαριτίνα Σταματάκη Φιλία Πανδερμαράκη Χριστίνα Κλωνάρη

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις µικρές γοργόνες και ήταν πολύ ευτυχισµένος. Όµως, ήταν

Διαβάστε περισσότερα

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Αμέσως έβγαλα το κινητό από τη θήκη και έστειλα μήνυμα στο κινητό της μαμάς πού

Διαβάστε περισσότερα

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία Πικρίδου-Λούκα. 2014 Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε

Διαβάστε περισσότερα

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΚΔΟΣΗ Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή της Θείας Λένας. Η γιαγιά μου εξέδωσε αυτό το βιβλίο το 1964. Είναι ένα βιβλίο για μικρά παιδιά, με

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ Παιδικό δωμάτιο Κάπου στην Αθήνα ΑΓΟΡΙ Ένα αγόρι ξανθό, με μάτια που αστράφτουν, στεκόταν όρθιο μπροστά στη βιβλιοθήκη του. Το αγόρι σήκωσε το βλέμμα του ψηλά. Ήξερε τι έψαχνε.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Όμιλος Λογοτεχνίας 2 ο Πειραματικό Δημοτικό Σχολείο Ιωαννίνων Σχ. Έτος 2017-18 ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Υπεύθυνη εκπαιδευτικός: Αγγελική Χειλάκη- ΠΕ70 «ΤΟ ΑΣΧΗΜΟΠΑΠΟ»

Διαβάστε περισσότερα

«Ο βασιλιάς Φωτιάς, η Συννεφένια και η κόρη τους η Χιονένια

«Ο βασιλιάς Φωτιάς, η Συννεφένια και η κόρη τους η Χιονένια Το παράξενο ταξίδι της Συννεφένιας «Ο βασιλιάς Φωτιάς, η Συννεφένια και η κόρη τους η Χιονένια ζούσαν σε ένα παλάτι. Ο Φωτιάς δεν τις άφηνε να βγουν έξω ποτέ. Στερέωνε την πόρτα με ένα βαρύ ξύλο. Μια μέρα

Διαβάστε περισσότερα

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης του 8ου Δημοτικού Σχολείου Σερρών 2013-2014 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βάτραχος που τον έλεγαν "Φρογκ" και πήγαινε στην 5η Δημοτικού.

Διαβάστε περισσότερα

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα Ρόμπερτ Μανσκ Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου Κάποτε υπήρχε μια όμορφη πριγκίπισσα που ονομαζόταν Ελισάβετ Ζούσε σε ένα κάστρο και είχε ακριβά ρούχα πριγκίπισσας Επρόκειτο

Διαβάστε περισσότερα

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ Πήγα στην αγορά με τα πουλιά Κι αγόρασα πουλιά Για σένα αγάπη μου Πήγα στην αγορά με τα λουλούδια Κι αγόρασα λουλούδια Για σένα αγάπη μου Πήγα στην αγορά με τα σιδερικά

Διαβάστε περισσότερα

Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες

Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες (Ο ον Κιχώτης ήταν ένας άρχοντας πολύ φτωχός σε λεφτά αλλά πλούσιος σε φαντασία. Ζούσε στην Ισπανία, στην ξακουσµένη επαρχία της Μάντσας. Όταν έφτασε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΟ-ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ Ονοματεπώνυμο: Κωνσταντίνα Γεωργακάκου

Διαβάστε περισσότερα

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα Εκδόσεις Λευκή Σελίδα ΠΑΡΑΜΥΘΙ Κέλλυ Παντελίδη Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα Διορθώσεις: Ελένη Ζαφειρούλη Σελιδοποίηση: Γιάννης Χατζηχαραλάμπους Μακέτα εξωφύλλου:

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μπήκα στο χωριό, νύχτωνε πια, οι πόρτες όλες σφαλιχτές, μες στις αυλές τα σκυλιά μυρίστηκαν

Διαβάστε περισσότερα

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #39 «Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια» (Ρόδος Δωδεκάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #39 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε

Διαβάστε περισσότερα

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα.

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα. Ο χαρούμενος βυθός Σχόλιο [D2]: Σπανουδάκης Κύματα Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα. Ψαροτουφεκάδες, δύτες και ψαράδες

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΕΓΓΟΝΟΣ: Παππού, γιατί προτιμάς να βάζεις κανέλα και όχι κύμινο στα σουτζουκάκια; ΠΑΠΠΟΥΣ: Το κύμινο είναι κομματάκι δυνατό. Κάνει τους ανθρώπους να κλείνονται

Διαβάστε περισσότερα

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μουσική..............................................11 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΓΧΟΡΔΟ Η αρχοντοπούλα κι ο ταξιδευτής........................15 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΡΟΥΣΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47 Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Η κλέφτρα των ονείρων....................... 11 Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη............ 23 Το ελιξίριο της ευτυχίας........................ 47 H κλέφτρα των ονείρων Ήτανε τα παλιά

Διαβάστε περισσότερα

ια φορά κι έναν καιρό, σε μια πολύ μακρινή χώρα, τόσο μακρινή

ια φορά κι έναν καιρό, σε μια πολύ μακρινή χώρα, τόσο μακρινή ια φορά κι έναν καιρό, σε μια πολύ μακρινή χώρα, τόσο μακρινή που αν δεν την είχα ονειρευτεί δεν θα είχα καταφέρει ποτέ να φτάσω εκεί, ζούσε ένας βασιλιάς πολύ-πολύ κακός! Μοναδικός του σκοπός ήταν να

Διαβάστε περισσότερα

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις. Α ομάδα ΕΡΓΑΣΙΕΣ 1. Η συγγραφέας του βιβλίου μοιράζεται μαζί μας πτυχές της ζωής κάποιων παιδιών, άλλοτε ευχάριστες και άλλοτε δυσάρεστες. α) Ποια πιστεύεις ότι είναι τα μηνύματα που θέλει να περάσει μέσα

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Τέσσερα ΜΠΡΟΜΠΝΤΙΝΓΚΝΑΓΚ Έπειτα από το ταξίδι του στη μικροσκοπική χώρα των Λιλλιπούτειων, ο Γκιούλλιβερ έμεινε στο σπίτι με τη γυναίκα του και τα παιδιά του αλλά πριν περάσουν

Διαβάστε περισσότερα

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» «Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1 ΘΑ ΣΟΥ ΠΩ τι πιστεύω για την εξαφάνιση, αλλά δώσε μου λίγο χρόνο. Όχι,

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt - Ι - Αυτός είναι ένας ανάπηρος πριν όμως ήταν άνθρωπος. Κάθε παιδί, σαν ένας άνθρωπος. έρχεται, καθώς κάθε παιδί γεννιέται. Πήρε φροντίδα απ τη μητέρα του, ανάμεσα σε ήχους

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ Η μέρα που γεννιέμαι! Μια φορά και ένα καιρό υπήρχε μια σκυλίτσα, από βασιλική οικογένεια. Η μαμά της ήταν μοντέλο και η γιαγιά της,τι να σας πω είχε ολόκληρο οίκο

Διαβάστε περισσότερα

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ Συγγραφέας: Μαρία Παπαδοπούλου Στην πλαγιά ενός βουνού, μπροστά από μια μεγάλη φουντωτή βελανιδιά, ζούσε ένα μικρό λουλούδι. Ηλιάνθη ήταν το όνομά της και της ταίριαζε πολύ γιατί τα πέταλά

Διαβάστε περισσότερα

«Η νίκη... πλησιάζει»

«Η νίκη... πλησιάζει» «Η νίκη... πλησιάζει» έµµετρο θεατρικό για της 25 η Μαρτίου εµπνευσµένο απ το παραµύθι της Ευγενίας Φακίνου «Τα Ελληνάκια» www.mkitra.com 1 Πράξη Πρώτη Σκηνή 1η Βγαίνουν δύο αφηγήτριες. Μια φορά κι έναν

Διαβάστε περισσότερα

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα της Εβελίνας Στο τέλος κάθε χρόνου, η παλιά μου γυμνάστρια, οργανώνει μια γιορτή με χορούς, παραδοσιακούς και μοντέρνους. Κάθε χρονιά, το θέμα της γιορτής είναι διαφορετικό. (π.χ.

Διαβάστε περισσότερα