Φυσική εποίκιση λατομείων με ποώδη και ξυλώδη φυτά ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Φυσική εποίκιση λατομείων με ποώδη και ξυλώδη φυτά ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ"

Transcript

1 ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΔΡΑΜΑΣ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΣΠΙΤΑΛΑΣ ΝΙΚΟΣ Φυσική εποίκιση λατομείων με ποώδη και ξυλώδη φυτά ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΑ: ΜΑΤΡΑΚΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ Δράμα

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Κεφάλαιο1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ Γενικά Παραδείγματα μεταλλείων Τι εννοούμε με τον όρο αποκατάσταση...9 Κεφάλαιο 2: ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ Σκοπός της εργασίας Επιπτώσεις ορυκτού πλούτου Περιβαλλοντικές & οικολογικές επιπτώσεις Αισθητικές επιπτώσεις Κοινωνικές επιπτώσεις Αρμοδιότητα Αρχιτέκτονα Τοπίου στην αποκατάσταση Ενδιαφέρον περιοχής...16 Κεφάλαιο 3: ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Γενικά Υφιστάμενη κατάσταση περιβάλλοντος Συνοπτική περιγραφή ανθρωπογενούς & φυσικού περιβάλλοντος Μετεωρολογικά-κλιματολογικά στοιχεία Έδαφος Γεωλογικά & κοιτασματολογικά στοιχεία Υδρολογικά στοιχεία Χλωρίδα Ορνοθοπανίδα Αμφίβια-ερπετά Θηλαστικά Προστατευόμενες περιοχές Κοινωνικά & οικονομικά στοιχεία

3 Κεφάλαιο 4: ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ Φωτογραφίες περιοχής μελέτης Κανόνες αποκατάστασης Κεντρική ιδέα Ανάλυση περιοχής Άμεση επίπτωση από τη μη αποκατάσταση Οικονομικές επιπτώσεις Επιπτώσεις σε κοινωνικές ομάδες Μέσα & μέθοδοι αποκατάστασης & αποτελεσματικότητα Επαναφορά επιφανειακού εδάφους Βλάστηση Υδροσπορά Επιλογή και χρήση εδαφοβελτιοτικών υλικών...47 Κεφάλαιο 5: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Γενικά Χαρακτηριστικά φυτικών ειδών Απογραφή υπάρχουσας βλάστησης & στοιχεία που αφορούν την αποκατάσταση Πίνακες αποδοτικότητας Μέσος όρος αποτελεσμάτων Είδη ευρείας εξάπλωσης της περιοχής μελέτης Δημιουργία χώρου αναψυχής-ευκολίες-βασικές αρχές Χώροι αναψυχής Αρχές του σχεδιασμού Δημιουργία φυσικού χώρου Τραπεζόπαγκοι Παγκάκια Δοχεία απορριμμάτων Έργα προστασίας του δάσους Ειδικά παρατηρητήρια

4 Κεφάλαιο 6: ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Συμπεράσματα Προτάσεις...68 Κεφάλαιο 7: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ενδεικτικός προϋπολογισμός απαραίτητων εργασιών Πίνακας αποδοχών της από 14/7/2009 Σ. Σ. Ε εργατοτεχνιτών οικοδομών και συναφών κλάδων.78 3

5 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Γενικά Η εργασία που ακολουθεί, συντάχθηκε στα πλαίσια του εκπαιδευτικού προγράμματος του Α.Τ.Ε.Ι Καβάλας παράρτημα Δράμας, τμήματος Αρχιτεκτονικής Τοπίου, σαν πτυχιακή εργασία της σπουδάστριας Ματράκα Παναγιώτα. Η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου είναι βασική πηγή οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας. Ωστόσο αν η εκμετάλλευση δε συνοδεύεται και από ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα αποκατάστασης συχνά δημιουργούνται αρνητικές επιπτώσεις στο τοπίο και το περιβάλλον. Γενικά στις περιοχές που γίνεται εκμετάλλευση ενός βιομηχανικού ορυκτού ή μεταλλεύματος η φυσική βλάστηση και γενικά το φυσικό τοπίο αλλοιώνονται. Οι περιοχές υπόκεινται σε μεγάλης κλίμακας διαβρώσεις και είναι εξαιρετικά δύσκολη η αποκατάστασή τους, όταν ειδικά αυτές οι περιοχές δεν αποκατασταθούν με τη βοήθεια ανθρώπινης επέμβασης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα μεταλλεία της ΛΑΡΚΟ στη περιοχή Ψαχνά Ευβοίας, όπου από την ίδρυσή τους το 1969 μέχρι και σήμερα έχουν καταστεί αιτία για τη καταστροφή χιλιάδων εκτάσεων φυσικού τοπίου. Η γύρω περιοχή έχει μετατραπεί σε δεκάδες νταμάρια, αντιαισθητικές τρύπες, που δημιουργούν τα σκαπτικά μηχανήματα με τη διαδικασία της εξόρυξης του σιδηρονικελίου. Το ιδιαίτερο πορφυρό χρώμα της σκόνης του μεταλλείου σκεπάζει σαν μανδύας ότι βρίσκεται σε ακτίνα χιλιομέτρων και συχνά γίνονται καταγγελίες για μόλυνση της ατμόσφαιρας και του υδροφόρου ορίζοντα. Μεγάλες δασικές εκτάσεις έχουν καταστραφεί και στις περισσότερες των περιπτώσεων έχουν αναδασωθεί από μόνες τους, 4

6 εφόσον έχουν εγκαταληφθεί, το έδαφος έχει υποστεί διαβρώσεις και το μέλλον των περιοχών αυτών θα κριθεί από την νόμιμη και έγκαιρη αποκατάστασή τους. Το νομικό πλαίσιο άλλωστε επιβάλλει και υποχρεώνει τις μεταλλευτικές εταιρείες να αποκαθιστούν τις περιοχές όπου η δραστηριότητά τους έχει λάβει τέλος. Όπως είναι γνωστό η μεταλλευτική και λατομική δραστηριότητα είναι απόλυτα αναγκαία για την Κοινωνικό-Οικονομική ανάπτυξη του νησιού. Με δεδομένο ότι οι ορυκτοί πόροι βρίσκονται εκεί που τους έχει εναποθέσει η φύση, η εξόρυξη τους αναπόφευκτα δημιουργεί περιβαλλοντικές επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον. Παλαιότερα, όπου δεν υπήρχε περιβαλλοντική Νομοθεσία, οι επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον κύρια από τη μεταλλευτική δραστηριότητα ήταν πολύ σοβαρές με αποτέλεσμα να έχουμε να αντιμετωπίσουμε σωρεία περιβαλλοντικών προβλημάτων στα εγκαταλελειμμένα μεταλλεία. Οι ενέργειες που γίνονται σήμερα από το κράτος με τον καθορισμό σχετικής περιβαλλοντικής Νομοθεσίας, την κατακράτηση μεγάλων χρηματικών εγγυήσεων και την υιοθέτηση αυστηρότερων όρων στις σχετικές άδειες, οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη μεταλλευτική και λατομική δραστηριότητα περιορίζονται αρκετά. Εξετάζονται τα προβλήματα που δημιουργούν οι μεταλλευτικές δραστηριότητες και εφόσον κρίνονται ως οικονομικά και εθνικά συμφέρουσες, εξετάζονται τρόποι που έχουν τις λιγότερες δυνατές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Οι εργασίες εξόρυξης στα μεταλλεία έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον όπως μορφολογικές αλλαγές και μείωση της βιοποικιλίας. Η μεταλλευτική εταιρεία πρέπει να εργαστεί πάνω στην αποκατάσταση του περιβάλλοντος σε περιοχές οι οποίες δεν χρησιμοποιούνται πια ως μεταλλεία εφαρμόζοντας μακροπρόθεσμα σχέδια περιβαλλοντικής αποκατάστασης. Αυτά τα σχέδια πρέπει να 5

7 περιλαμβάνουν αποκατάσταση του περιβάλλοντος με επαναφορά της βλάστησης μετά το πέρας των εργασιών κάθε υπαίθριας εκμετάλλευσης (διάστρωση φυτικής γης, φύτευση, εγκατάσταση δικτύων νερού ποτίσματος, προστασία, περιποίηση και λίπανση φυτωρίων) και παρακολούθηση της προόδου με συνεχείς επεμβάσεις, όπου αυτές απαιτούνται, για διάστημα περίπου 4 χρόνων. 1.2 Παραδείγματα τμημάτων μεταλλευτικών δραστηριοτήτων περιοχών που ανήκουν στην δικαιοδοσία της ΛΑΡΚΟ: Παράδειγμα 1-μεταλλείο Κοκορέτσι 6

8 Παράδειγμα 2-μεταλλείο Κοτρώνι Παράδειγμα 3-μεταλλείο Παγώντα 7

9 Παράδειγμα 4-μεταλλείο Άκρες Παράδειγμα 5-μεταλλείο Κατσίκιζα 8

10 Παράδειγμα 6-μεταλλείο Τριάδας Συνοπτικά, με τον όρο αποκατάσταση του τοπίου δεν εννοούμε την επαναφορά του χώρου στην πριν την εκμετάλλευση κατάσταση. Εξάλλου στις περισσότερες των περιπτώσεων επέρχεται τόσο ισχυρή διατάραξη των οικολογικών συνθηκών ώστε είναι πολύ δύσκολη ή και αδύνατη η επαναφορά στην αρχική κατάσταση και χρήση. Συχνότερα όμως ένα τέτοιο εγχείρημα είναι ασύμφορο λόγω υπερβολικά υψηλού κόστους. 1.3 Γενικά με τον όρο αποκατάσταση εννοείται η δημιουργία συνθηκών μετά την εκμετάλλευση, που θα επιτρέπει την εγκατάσταση, κατά προσέγγιση, των προϋπαρχόντων φυτικών και ζωικών οργανισμών στο άμεσο ή στο απώτερο μέλλον. Αυτό σημαίνει 9

11 ότι και άλλα είδη πέραν των προϋπαρχόντων μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Χαλαρότερα δε με τον όρο αποκατάσταση νοείται η δημιουργία μιας σταθερής κατάστασης και η εγκατάσταση της χρήσης που έχει προεπιλεγεί. Για να μπορέσει όμως μια αποκατάσταση να έχει επιτυχή κατάληξη θα πρέπει να ξεκινάει με τον σχεδιασμό της εκμετάλλευσης και να αποτελεί λειτουργικό της μέρος. Η διαμόρφωση του χώρου αλλά και τα επιθυμητά χαρακτηριστικά του εδάφους θα δημιουργούνται σταδιακά ώστε να ανταποκρίνονται αισθητικά και λειτουργικά στις απαιτήσεις της χρήσης που έχει επιλεγεί. Ανάλογα με τη φύση της εκμετάλλευσης και τις συνθήκες που δημιουργούνται, άλλες εκμεταλλεύσεις με την αποκατάσταση μπορούν να εξυπηρετήσουν παραγωγικούς σκοπούς, ενώ σε άλλες τα μέτρα αποκατάστασης έχουν προστατευτικό χαρακτήρα, διευκολύνουν την αναψυχή και την εγκατάσταση της άγριας ζωής. Κατά τους Jeffrey et al(1974) η ενσωμάτωση της αποκατάστασης στο μεταλλευτικό σχεδιασμό έχει ως αποτέλεσμα την αποφυγή δημιουργίας ακραίων συνθηκών ή φαινομένων, την ταχύτερη αποκατάσταση του χώρου και τη σημαντική ελάττωση του κόστους της. Η ενσωμάτωση αυτή στο σχεδιασμό και την εκμετάλλευση του μεταλλείου σημαίνει ότι ο αποκαταστάτης μελετητής θα πρέπει να είναι παρών από τη σύνταξη της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης και όχι να καλλείται να προτείνει έργα αποκατάστασης αφού έχει τελειώσει η μελέτη αυτή. 10

12 Η ενσωμάτωση της αποκατάστασης σημαίνει ακόμη ότι οι εμπλεκόμενοι στην εκμετάλλευση θα πρέπει να γνωρίζουν τη διαδικασία, τις απαιτήσεις και τους σκοπούς της αποκατάστασης ώστε να προσαρμόζουν καθημερινά τα έργακαι να χρησιμοποιούν τα προκύπτοντα υλικά όπως επίσης και τα κάθε φορά διαθέσιμα μηχανήματα, για την επιτυχία των σκοπών της αποκατάστασης. Για τις μεταλλευτικές και λατομικές εκμεταλλεύσεις στη χώρα μας που αναπτύσσονται σε δασικές εκτάσεις η αποκατάσταση είναι συνώνυμη με την αναδάσωση, ενώ μπορεί να περιληφθούν και κάποια μικρά κοινωφελή έργα που επιτρέπονται βάσει νόμου. Βέβεια στις μη δασικές εκτάσεις η επιλογή της χρήσης δεν είναι δεσμευτική και πρακτικά μπορεί να περιλάβει οποιδήποτε χρήση. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι οι εκμεταλλεύσεις πέρα από τη πρόκληση δυσμενών επιπτώσεων, σε ορισμένες περιπτώσεις δημιουργούν συνθήκες που επιτρέπουν νέες και επιθυμητές χρήσεις στη περιοχή, αποκαλύπτουν γεωλογικά φαινόμενα, έχουν ιστορική ή εκπαιδευτική αξία κλπ., στοιχεία που καλό είναι να αξιοποιούνται και να ενσωματώνονται στην αποκατάσταση. Εκτός όμως από την τελική χρήση της έκτασης, αυτή μπορεί να χρησιμεύει για μια περίοδο και για ενδιάμεσες χρήσεις, οπως απόθεση στείρων υλικών, απορριμμάτων κλπ. Η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου διαταράσσει σοβαρά το φυσικό περιβάλλον. Η περιοχή μελέτης χρήζει άμεσης αποκατάστασης και έχοντας ως γνώμονα τα παραπάνω στοιχεία αλλά και στοιχεία που θα παρουσιαστούν παρακάτω, στα πλαίσια της εργασίας αυτής, θα προσπαθήσουμε να αποδώσουμε έναν όσο το δυνατόν ορθολογικό και θεραπευτικό σχεδιασμό που θα επιφέρει μια σταθερή κατάσταση, λειτουργική αλλά και αισθητική. 11

13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 2.ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ 2.1 Το θέμα της πτυχιακής εργασίας Αποκατάσταση Μεταλλείου θεωρείται ένα από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα της Αρχιτεκτονικής Τοπίου γιατί πρώτον: η αποκατάσταση του τοπίου έχει σαν σκοπό να βελτιώσει όχι μόνο την αισθητική του τοπίου αλλά και να αναστρέψει όλους τους παράγοντες υποβάθμισης (θεραπευτική παρέμβαση) ώστε να επιταχυνθεί η ανόρθωση του οικοσυστήματος και να αυξηθεί η βιολογική του αξία, και δεύτερον: διότι είναι υποχρεωτική πλέον βάσει νόμου η αποκατάσταση στα πλαίσια της αειφορικής διαχείρισης και ανάπτυξης (η αειφορία έχει υιοθετηθεί παγκόσμια στην Agenda 21 και υπάρχουν ανάλογες συνθήκες για την αλλαγή του κλίματος, για τα νερά ή για τη βιοποικιλότητα και το τοπίο που έχουν ενσωματωθεί στις εθνικές νομοθεσίες). 2.2 Επιπτώσεις ορυκτού πλούτου Οπως έχει ήδη προαναφερθεί η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου είναι η βάση για την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας. Ωστόσο, η παντελής έλλειψη σχεδιασμού και ο μεγάλος βαθμός εκμετάλλευσης των ορυκτών δημιουργούν αρνητικές επιπτώσεις στο τοπίο και το περιβάλλον. Γενικά, στις εκμεταλλευόμενες περιοχές το οικοσύστημα αλλάζει και οι παραδοσιακοί τρόποι εκμετάλλευσης της γης εγκαταλείπονται. Η φυσική βλάστηση εξαφανίζεται και το φυσικό τοπίο καταστρέφεται. Το επιφανειακό έδαφος αναμειγνύεται με τα γεωλογικά υλικά των βαθύτερων στρωμάτων, οι μικροοργανισμοί του εδάφους καταστρέφονται και το οικολογικό περιβάλλον για τα άγρια ζώα και τα φυτά αλλάζει. 12

14 Πρέπει να σημειωθεί ότι η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου δεν μπορεί να σταματήσει λόγω της συνεχώς αυξανόμενης ανάγκης της καταναλωτικής κοινωνίας σε πρώτες ύλες. Τα προβλήματα της καταστροφής του τοπίου και του οικοσυστήματος ίσως αν μη μπορούν να σταματήσουν, αλλά μπορούν να μετριαστούν σε μεγάλο βαθμό, εάν ληφθεί σωστός σχεδιασμός και φροντίδα. Γενικότερα, οι επιπτώσεις τις εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου στο φυσικό περιβάλλον μπορούν να συνοψισθούν ως επιδράσεις στο οικοσύστημα, στη λειτουργία του χώρου και στην οπτική εμφάνιση του τοπίου. Κατά κανόνα οι κυριότερες αλλοιώσεις στο φυσικό περιβάλλον συμβαίνουν στις περιπτώσεις εξορύξεων, κυρίως λόγω των μεγάλων επιφανειών επέμβασης που συμβαίνει στους χώρους αυτούς. Πολλές περιοχές παρουσιάζουν αυξημένη εξορυκτική δραστηριότητα, ιδιαίτερα στη περιοχή της Εύβοιας μπορούμε να μετρήσουμε πολλές εξορυκτικές μονάδες και βασικό μέλημα πρέπει να είναι η άμεση αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούνται. 2.3 Α.Περιβαλλοντικές και οικολογικές επιπτώσεις Το οικοσύστημα της περιοχής διαταράσσεται σε ορισμένες περιπτώσεις σημαντικά ενώ σε άλλες λιγότερο, γεγονός που εξαρτάται από το είδος και το βαθμό της επέμβασης, ως εξής: απομακρύνεται το έδαφος, διασκορπίζεται και καταστρέφεται. Οταν δημιουργούνται σωροί, αυτοί χαρακτηρίζονται από έλλειψη θρεπτικών συστατικών, οργανικής ουσίαςκαι υψηλά επίπεδα τοξικότητας καταστρέφεται η βάστηση και η χλωρίδα της περιοχής καταστρέφεται η μικροπανίδα και απομακρύνεται η πανίδα από τη περιοχή εξόρυξης λόγω έλλειψης τροφής και καταφυγίου 13

15 η σκόνη που διασκορπίζεται σεμεγάλες αποστάσεις είτε μολύνει την ατμόσφαιρα είτε επικάθεται στο φύλλωμα των δέντρων, επιβραδύνοντας την αύξηση και προκαλώντας την ξήρανσή τους η σκόνη που διασκορπίζεται στο έδαφος αλλοιώνει το PH του και το μολύνει με την πρόσθεση ανεπιθύμητων και τοξικών στοιχείων ο θόρυβος των μηχανημάτων και εκρήξεων ενοχλεί την πανίδα η οποία και απομακρύνεται από την ευρύτερη περιοχή της εξόρυξης. 2.4 Β.Αισθητικές επιπτώσεις Το τοπίο αλλοιώνεται και υποβαθμίζεται ως προς το χαρακτήρα και την ποικιλότητα του ακόμα και λόγω των έντονων αντιθέσεων που δημιουργούνται. Τα κυρίαρχα στοιχεία του τοπίου αλλοιώνονται επικίνδυνα και ανεπανόρθωτα: το σχήμα του φυσικού αναγλύφου καταστρέφεται τις φυσικές γραμμές αντικαθιστούν οι τεχνητές γεωμετρίες τα χρώματα που προκύπτουν δημιουργούν ανεπιθύμητους συνδυασμούς και αντιθέσεις. 2.5 Γ.Κοινωνικές επιπτώσεις Οι μεταλλικές-λατομικές εργασίες είναι πηγή εισοδήματος για πολλούς ανθρώπους οι οποίοι εργάζονται σε αυτές. Επίσης παίζουν σημαντικό ρόλο στην εθνική οικονομία. Ωστόσο μερικές τοπικές κυρίως οικονομίες όπως η κτηνοτροφία και γεωργία μπορούν να επιρεαστούν αρνητικά από τις ακραίες αλλαγές χρήσεως της παραγωγικής γης. Αυτή η επίδραση είναι πιο έντονη και μόνιμη όταν η εξόρυξη γίνεται χωρίς σχεδιασμό. Οι οικονομικές δραστηριότητες που παρεμποδίζονται είναι: η παραγωγή ξύλου, μελιού και ύδατος, η βοσκή των ζώων κ.ά. 14

16 Οι κοινωνικές δραστηριότητες των κατοίκων και των τουριστών που δεν μπορούν να ασκούνται πλέον στη περιοχή είναι: η υπαίθρια αναψυχή και η αισθητική απόλαυση. Οι περιβαλλοντικές λειτουργίες που ενοχλούνται από την εξόρυξη είναι: το φιλτράρισμα του αέρα, η παραγωγή του οξυγόνου, η ρύθμιση του κλίματος, η προστασία του εδάφους κ.ά. 2.6 Πλαίσιο της αρμοδιότητας του Αρχιτέκτονα Τοπίου στην αποκατάσταση Προσαρμόζοντας την ιδιότητα του Αρχιτέκτονα Τοπίου στο περιεχόμενο της εργασίας πρέπει να αναφέρουμε τα εξής: Αρχιτεκτονική του φυσικού τοπίου είναι η τέχνη και η επιστήμη η οποία οφείλει να δημιουργεί και να διατηρεί την αισθητική μέσα στους χώρους τους οποίους ζούμε και κινούμαστε και μας παρέχει δυνατότητες απόδρασης και αναψυχής από το αστικό περιβάλλον στο οποίο ζούμε. Είναι η τέχνη και η επιστήμη του σχεδιασμού και της οργάνωσης των χρήσεων γης με τέτοιο τρόπο, ώστε οι οπτικές του επιδράσεις να διατηρούν ή να αναβαθμίζουν την ψυχολογική διάθεση του ανθρώπου. Η Αρχιτεκτονική Τοπίου μελετά,αξιολογεί και αναλύει φυσικούς, οικολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες, ασχολείται με την προγραμματισμένη και ορθολογική σχεδίαση εξωτερικών χώρων κάθε μεγέθους συνδυάζοντας ταυτόχρονα τη λειτουργικότητα με την αισθητική για την καλύτερη χρησιμοποίησή τους από τον άνθρωπο. Αποτελεί τμήμα ενός πολύ σημαντικού κλάδου επιστημών του περιβαλλοντικού Σχεδιασμού και ασχολείται με την ανάλυση, την σχεδίαση, την διαχείριση και διαμόρφωση,την προστασία και την αποκατάσταση του φυσικού χαρακτήρα της γης. 15

17 Ο Αρχιτέκτονας Τοπίου καλείται να αποκαταστήσει οποιαδήποτε εγκαταλελειμμένη περιοχή μέσα στο αστικό είτε στο φυσικό περιβάλλον καθώς και όλες τις υποβαθμισμένες ή κατεστραμμένες περιοχές που απαιτούν άμεση αποκατάσταση και οι οποίες αποτελούν αντικείμενο μελέτης της Αρχιτεκτονικής Τοπίου. Κάνοντας μια ανασκόπηση στη περιοχή μελέτης (μεταλλείο Τριάδας) και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν είναι ηθικό καθήκον κάθε Αρχιτέκτονα Τοπίου να ασχοληθεί με την αποκατάσταση του τόπου και να συντελέσει στην αναδιαμόρφωσή του σε ένα χώρο υγιή, οικολογικό και αισθητικό, όσο αυτό είναι δυνατό, δημιουργώντας τις καλύτερες δυνατές συνθήκες εντατικοποίησης του ανθρώπου μέσα σε αυτό. 2.7 Ενδιαφέρον περιοχής Ανατρέχοντας σε επόμενο κεφάλαιο βεβαιώνεται ότι η περιοχή χρήζει ιδιαίτερου ενδιαφέροντος κυρίως διότι βρίσκεται πολύ κοντά σε οικισμό, προσεγγίζεται από την ασφαλτοστρωμένη Νομαρχιακή οδό Ψαχνών-Τριάδας-Άτταλης και από υφιστάμενους αγροτικούς και δασικούς δρόμους, το κλίμα της περιοχής είναι εύκρατο, με θερμοκρασίες όχι και πολύ υψηλές ή πολύ χαμηλές τόσο κατά το καλοκαίρι όσο και τον χειμώνα, η γονιμότητα της φυτικής ύλης και του εδαφικού υλικού της περιοχής επέμβασης είναι εν γένει ικανοποιητική. Σημαντική είναι και η παρουσία ορνιθοπανίδας, θηλαστικών, αμφίβιων και ερπετών στην ευρύτερη περιοχή. Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι η περιοχή εξόρυξης μεταλλείου συμβάλλει στην ενίσχυση της οικονομίας όπως προκύπτει από μελέτες και όπως ισχυρίζονται οι κάτοικοι της περιοχής. Η αποκατάστασή της θα ήταν ένα παραπάνω βήμα στην ενίσχυση αυτή, εφόσον όλο και περισσότερο οι άνθρωποι αναζητούν αποδράσεις στην εξοχή, θα είναι μια καλή επένδυση στην ανάπτυξη της περιοχής σαφώς, αλλά θα 16

18 αποδώσει και μια άλλη μορφή αισθητικής του κατεστραμένου τοπίου, δίνοντας επιπρόσθετα πνοή ζωής στους επισκέπτες του τόπου, στους κατοίκους του οικισμού, στη χλωρίδα και πανίδα της περιοχής. Κατά γενική ομολογία το ενδιαφέρον που αναπτύχθηκε από την πολιτεία τα τελευταία χρόνια για την αποκατάσταση του Περιβάλλοντος και του Τοπίου στην Ελλάδα, αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη ευαισθησία αλλά και την ανησυχία του απλού πολίτη σε θέματα που σχετίζονατι με τη ποιότητα του οπτικού περιβάλλοντός του. Πράγματι σύμφωνα με διάφορες αναλύσεις που έγιναν κατά καιρούς οι επισκέπτες ενός τοπίου αναζητούν κυρίως δραστηριότητες όπως: Ξεκούραση -> 52,5% Παιχνίδι των παιδιών -> 40,5% Παρατήρηση της φύσης -> 30,4% Υπαίθριο γεύμα -> 47,9% Έχοντας ως γνώμονα τα παραπάνω στοιχεία και με βάση την ευαισθησία, την ανάγκη δημιουργίας φυσικών-οικολογικών τοπίων και την επίδραση των κοινωνικο-οικονομικών και αισθητικών επιπτώσεων, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι κάθε περιοχή η οποία έχει υποστεί αλλοιώσεις και έχει κατεστραφεί χρήζει άμεσης αποκατάστασης. Τελικά, βάσει των παραγόντων αυτών οδηγηθήκαμε στο συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη περιοχή(μεταλλείο Τριάδας) με την οποία ασχολείται η εργασία, ανήκει στη παραπάνω κατηγορία και για αυτό το λόγο έγινε και η ανάθεση της μελέτης και της αποκατάστασή της. 17

19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 3.ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 3.1 Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε το πρόβλημα που έχει υποστεί η περιοχή μελέτης θα πρέπει αρχικά να έχουμε μία αντιπροσωπευτική περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης της περιοχής και την ακριβή θέση της. Όσον αφορά τη γεωγραφική θέση η περιοχή βρίσκεται στους νοτιοδυτικούς πρόποδες της οροσειράς Διρφύος στην ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΥΒΟΙΑ και αναφέρεται στην περιοχή επέμβασης για την εκμετάλλευση του σιδηρονικελιούχου κοιτάσματος, το οποίο αναπτύσσεται στη θέση Ίσωμα μέσα στα όρια του Δημοτικού Διαμερίσματος Τριάδας. Πρόκειται για ημιορεινή δασική και αγροτική περιοχή, με υψόμετρο 210 m. Η περιοχή απέχει 25 km Β.ΒΔ από την Χαλκίδα και προσεγγίζεται από την ασφαλτοστρωμένη Νομαρχιακή οδό Ψαχνών-Τριάδας-Άτταλης και απο υφιστάμενους αγροτικούς και δασικούς δρόμους. Ο κοντινότερος προς την περιοχή επέμβασης οικισμός είναι ο οικισμός της Τριάδας και βρίσκεται 1 km N. Στην ευρύτερη περιοχή του έργου και εντός ακτίνας 5 km από το χώρο της εκσκαφής του μεταλλείου, βρίσκονται οι οικισμοί της Μακρυμάλλης 3,2 km Δ, Πλατάνας 2,0 km ΒΔ, και της Μακρυκάπας 2,6 km ΒΑ. 3.2 ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Συνοπτική περιγραφή φυσικού και ανρωπογενούς περιβάλλοντος Στην περίπτωσή μας η εξόρυξη του μεταλλείου γίνεται κατά χωροσταθμικές λωρίδες (Typical contour strip mining). Η μέθοδος 18

20 αυτή χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση υψηλών μετώπων και τη διαμόρφωση του υπερκείμενου της φλέβας εδάφους σε βαθμίδες μέχρι την εμφάνιση του ορυκτού. Τα στείρα αποθηκεύονται παραπλεύρως από την εκσκαφή και μετά διαμορφώνονται και προετοιμάζονται για φύτευση Μετεωρολογικά-κλιματολογικά στοιχεία Από την αξιολόγηση των δεδομένων των Μετεωρολογικών Σταθμών (Μ.Σ.) Χαλκίδας, Ωρεών και Κύμης της Ε.Μ.Υ., καθώς στην περιοχή του έργου δεν υπάρχει εγκατεστειμένος σταθμός, προκύπτουν τα παρακάτω συμπεράσματα για την ευρύτερη περιοχή: Μέση θερμοκρασία θερμότερου μήνα: Ιούλιος 26,7º C Μέση θερμοκρασία ψυχρότερου μήνα: Ιανουάριος 8,9º C Μέση μέγιστη θερμοκρασία: Ιούλιος 30,7º C Μέση ελάχιστη θερμοκρασία: Ιανουάριος 5,7º C Μέσο ετήσιο ύψος βροχόπτωσης 763,8 mm Μέσο ύψος βροχόπτωσης του πλέον βροχερού μήνα: Δεκέμβριος 128,1 mm Μέσο ύψος βροχόπτωσης του λιγότερο βροχερού μήνα: Ιούλιος 12,1 mm Μέσος αριθμός ημερών με βροχόπτωση ετησίως 89 Μέσος αριθμός ημερών με χιονόπτωση ετησίως 3,6 Μέσος αριθμός ημερών με χαλαζόπτωση ετησίως 1,1 Μέσος αριθμός ημερών με καταιγίδα ετησίως 9,7 Μέσος αριθμός ημερών με πάχνη ετησίως 7,1 Μέσος αριθμός ημερών με παγετό ετησίως 3,9 Από τα παραπάνω μετεωρολογικά στοιχεία προκύπτει ότι το κλίμα της περιοχής είναι εύκρατο, με θερμοκρασίες όχι και πολύ υψηλές ή πολύ χαμηλές τόσο κατά το καλοκαίρι όσο και τον χειμώνα. Αυτό οφείλεται στο ιδιάζον ανάγλυφο της περιοχής με την οροσειρά της Διρφύος 19

21 προς τα ΒΑ.Α και από την γειτνίαση της περιοχής προς τα Δ με το Βόρειο Ευβοϊκό Κόλπο Έδαφος Τα εδάφη της περιοχής παρέμβασης είναι γενικά αμμώδους υφής με μεγάλες περιεκτικότητες σε CaCO3 και SiO2. Πρόκειται για αλκαλικά εδάφη, πτωχά σε θρεπτικά συστατικά, ιδίως σε οργανική ουσία, χωρίς όμως την παρουσία βαρέων τοξικών μετάλλων σε περιεκτικότητες επικίνδυνες για την ανάπτυξη φυτών. Η γονιμότητα της φυτικής ύλης και του εδαφικού υλικού της περιοχής επέμβασης είναι εν γένει ικανοποιητική, με συνολικό κυμαινόμενο πάχος 0,40 m-1,20 m Γεωλογικά και κοιτασματολογικά στοιχεία Η περιοχή του Μεταλλείου Ισώματος γεωλογικά ανήκει στην «Υποπελαγονική Ζώνη» της «Ζώνης Ανατολικής Ελλάδας». Κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της ζώνης αυτής είναι η παρουσία οφιόληθων,σχιστοκερατόλιθων και η Κενομάνια επίκλυση με την οποία συνδέονται τα γνωστά σιδηρονικελιούχα κοιτάσματα. Οι δημιουργηθέντες στην περιοχή του Ισώματος γεωλογικοί σχηματισμοί από τους παλαιότερους προς τους νεότερους είναι: Οφιόλιθοι κατά το πλείστον σερπεντινιωμένοι Πυριτόλιθοι στη βάση του μεταλλεύματος Νικελειούχο σιδηρομετάλλευμα Ανωκρητιδικοί ασβεστόλιθοι Νεογενείς-τεταρτογενείς αποθέσεις Το κοίτασμα αναπτύσσεται σε συμφωνία στρώσης κάτω από τους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους και υπέρκειται ασύμφωνα των αφιόλιθων. 20

22 3.2.5 Υδρολογικά στοιχεία Στην ευρύτερη περιοχή δεν υπάρχουν ποταμοί και οι χείμαρροι που υφίστανται είναι ουσιαστικά χαμηλής παροχής και ενεργοποιούνται περιοδικά και σπάνια ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες. Η απουσία ρεμμάτων στη περιοχή Ισώματος δικαιολογείται από το μικρό μέγεθος της λεκάνης απορροής, που καταλαμβάνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της, από την ίδια την εκσκαφή και τους χώρους απόθεσης των μεταλλευτικών στείρων του Μεταλλείου, καθώς και από τη παρουσία του ρήγματος με διεύθυνση Α-Δ. Το ρήγμα χωρίζει προς βορρά την υδρογεωλογική μονάδα της Αετοφωλιάς που βρίσκεται στα ανάντη της λεκάνης, από εκείνη του Ισώματος νότια του ρήγματος και κατάντη της λεκάνης απορροής. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι η ανάντι περιοχή της Αετοφωλιάς συνίσταται από ανωκριτιδικούς ασβεστολίθους, δηλαδή από πέτρωμα με μικρή εν γένει επιφανειακή απορροή λόγω αυξημένης υδροπερατότητας. Οι σημαντικότεροι υδροφόροι ορίζοντες που διαμορφώνονται στην ευρύτερη περιοχή του Μεταλλείου Ισώματος είναι εντός των νεογενών-τεταρτογενών σχηματισμών και των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων. Οι εν λόγω νεογενείς σχηματισμοί εκτείνονται νότια του οικισμού Κοντοδεσποτίου και οι τεταρτογενείς στα όρια του Δήμου Ψαχνών. Μέσα σε αυτούς τους σχηματισμούς (που είναι αδρομερείς και αποτελούνται κυρίως από κροκάλες) αναπτύσσεται σημαντική υδροφορία. Από μετρήσεις σε πηγάδια και γεωτρήσεις που βρίσκονται εντός καλλιεργήσιμων εκτάσεων η παροχή εκτιμάται σε m³/h.μεταξύ των ανωκρητιδικών ασβεστολίθων και των οφιολίθων δημιουργούνται υδροφόροι ορίζοντες, εάν και εφόσον βέβαια πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις. Οι πηγές δε που 21

23 δημιουργούνται κατά τη διάρκεια του χειμώνα διατηρούνται και κατά τη διάρκεια του θέρους. Οι ανωκρητιδικοί ασβεστίλιθοι ΒΑ του οικισμού Κοντοδεσποτίου βόρεια των οικισμών Πλατάνα, Μακρυμάλλη και εντός των περιοχών με τοπονύμια Αετοφωλιά, Καταβόθρα και ΝΑ του Δήμου Ψαχνών. Από τα στοιχεία των γεωτρήσεων προκύπτει η δημιουργία δυναμικών υδροφόρων οριζόντων εντός των εν λόγω ασβεστολίθων. Σημειώνεται ότι η υδροπερατότητα στους οφιόλιθους είναι γενικά πολύ μικρή και διαμορφώνεται είτε στα ανώτερα στρώματα (μανδύας αποσάθρωσης) και σπανιότερα σε βαθύτερους ορίζοντες κατά μήκος διαρρήξεων τεκτονικής προέλευσης. Στην ευρύτερη περιοχή του Ισώματος απαντώνται: Η υδρογεωλογική μονάδα Ισώματος Η υδρογεωλογική μονάδα Αετοφωλιάς, προς Β του Ισώματος που είναι τμήμα της υρολογικής μονάδας Άτταλης-Πλατάνας, Η υδρογεωλογική μονάδα Γλα, προς τα Α του Ισώματος, Η υδρογεωλογική μονάδα Αρκουδιάς, προς τα Α του Γλα. Οι υδρογεωλογικές μονάδες του Ισώματος και του Γλα είναι περιορισμένης δυναμικότητας, καθώς συνδέονται με την παρουσία γεωσυγκλίνων μικρής επιφάνειας με υπόβαθρο οφιόλιθους και υπερκείμενους ανωκρητιδικούς ασβεστόλιθους μαργαϊκής προέλευσης που χαρακτηρίζονται από σχετικά μικρή υδροπερατότητα. Τα λίγα νερά που συγκεντρώνονται στο χώρο της εκσκαφής του Ισώματος, προέρχονται κυρίως από ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα και δευτερευόντως από τον ίδιο τον υδροφόρο ορίζοντα και αντλούνται εκτός της εκσκαφής κατά τη χειμερινή περίοδο. 22

24 Οι υδρογεωλογικές μονάδες του Ισώματος και Γλα δεν έχουν υδραυλική επικοινωνία προς βορρά με την σημαντική υδρογεωλογική μονάδα της Άτταλης-Πλατάνας, λόγω της παρεμβολής του προαναφερθέντος γεωλογικού ρήγματος, που την έχει καταβυθίσει υψομετρικά, καθώς και λόγω στεγανών οφιολιθικών μαζών που παρεμβάλλονται μεταξύ τους. Στο νότιο τμήμα της εν λόγω μονάδας και στη θέση της Αετοφωλιάς έχουν ανορυχθεί γεωτρήσεις για αρδευτικούς σκοπούς, οι οποίες παρουσιάζουν σημαντικές παροχές. Η πιεζομετρική στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα εντός των γεωτρήσεων εντοπίζεται μεταξύ +165 m και +160 m. Οι υδρογεωτρήσεις αυτές αποτελούν τμήμα του Αρδευτικού Δικτύου του κάμπου της Τριάδας. Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των υδρογεωλογικών μονάδων Γλα και Αρκουδιάς. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μεταξύ τους παρεμβάλλεται οφιόλιθος και διότι οι κλίσεις των ασβεστολιθικών σχηματισμών που δημιουργούν τις εν λόγω υδρογεωλογικές μονάδες, είναι αντίθετες. Η απουσία υδραυλικής επικοινωνίας αποδεικνύεται από το γεγονός ότι οι γεωτρήσεις οι οποίες διανοίχτηκαν μεταξύ των δύο αυτών υδρογεωλογικών μονάδων για αρδευτικούς σκοπούς, είχαν αρνητικά αποτελέσματα. Στην περιοχή του κάμπου της Τριάδας και εντός των καλλιεργημένων εκτάσεων, τα υφιστάμενα πηγάδια, βρίσκονται εντός των οφιόλιθων και ως εκ τούτου παρουσιάζουν μικρές εώς ασήμαντες παροχές. Για το λόγο αυτο ανορύχθηκαν αρδευτικές γεωτρήσεις εντός της υδρογεωλογικής μονάδας Άτταλης-Πλατάνας, οι οποίες εξυπηρετούν το αρδευτικό δίκτυο του κάμπου της Τριάδας. Για την άμεση περιοχή ενδιαφέροντος, από πλευράς διαχείρισης υδατικών πόρων σημειώνονται επίσης τα εξής: 23

25 Υδρογεωτρήσεις άρδευσης: Υπάρχουν οι προαναφερθείσες δύο υδρογεωτρήσεις του Αρδευτικού Δικτύου του κάμπου της Τριάδας, προς βορρά σε υψόμετρο ~280 m εντός της υδρογεωλογικής μονάδας της Αετοφωλιάς. Οι υδρογεωτρήσεις αυτές δεν επηρεάζονται από την εκμετάλλευση στο Μεταλλείο Ισώματος, για τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν (παρουσία του ρήγματος Α-Δ, που έχει βυθίσει τον σχηματισμό της Αετοφωλιάς σε σχέση με αυτό του Ισώματος και παρεμβολή οφιολιθικών μαζών) Αρδευτικά έργα: Όπως φαίνεται και στο χάρτη υφίσταται στην άμεση περιοχή το Αρδευτικό Δίκτυο του κάμπου της Τριάδας. Επειδή οι χώροι απόθεσης της περιοχής Γλα θα καλύψουν τμήμα του δικτύου, αυτό θα πρέπει να μετακινηθεί εκτός του χώρου της περιοχής επέμβασης. Αποστραγγιστικά έργα: Εντός της εκσκαφής του Μεταλλείου Ισώματος υπάρχει εγκατεστημένο αντλιοστάσιο της εταιρείας ΛΑΡΚΟ με το οποίο αντλούνται κατά τη χειμερινή περίοδο πρωτίστως τα νερά από τα ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα και δευτερευόντως από τον ίδιο τον υδροφόρο ορίζοντα της υδρογεωλογικής ενότητας του Ισώματος και έτσι εξασφαλίζεται η συνέχιση των εργασιών εξόρυξης Χλωρίδα Με βάση τους χάρτες δυνητικής βλάστησης του Γ. Μαυρομάτη (1980) η περιοχή μελέτης στην Κεντρική Εύβοια εντάσσεται στους Θερμο-, και Μεσο- Μεσογειακούς ορόφους βλάστησης, με κατά προσέγγιση υψομετρική κατανομή ως ακολούθως: Θερμο- Μεσογειακός όροφος βλάστησης: m, (χαμηλές έως μεσαίες ζώνες). Μεσο- Μεσογειακός όροφος βλάστησης: 400 m με 500 m έως 1000m, (μεσαίες έως χαμηλές ορεινές ζώνες) 24

26 Οι φυτοκοινωνίες κλίμαξ του Θερμο- Μεσογειακού ορόφου εντάσσονται στη Συνένωση Ceratonio- Rhamnion και συγκρούονται από τις προδασικές φυτοκοινότητες με Olea europaea ssp. Sylvestris (αγριελιά), Pistacia lentiscus (σχίνος), Myrtus communis (μυρτιά) και τοπικά με Quercus coccifera (πουρνάρι). Οι φυτοκοινωνίες κλίμαξ του Μεσο- Μεσογειακού ορόφου εντάσσονται στις Συνενώσεις Quercion ilicis (δασική βλάστηση) και Pistacio- Rhamnion (προδασική βλάστηση) με αείφυλλα σκληρόφυλλα είδη όπως: Quercus coccifera (πουρναρί σε θαμνώδη ή δενδρώδη μορφή), Quercus ilex (αριά), Pistacia lentiscus (σχίνος). Όσον αφορά την φυσική βλάστηση στην ευρύτερη περιοχή μελέτης παρατηρούνται τόσο οι προαναφερόμενες κλιμακικές φυτοκοινότητες, όσο και μεγάλες επιφάνειες που καλύπτονται από στάδια υποβάθμισής της (φρύγανα, λιβάδια) συνθέτοντας ένα μωσαϊκό τοπίο με διαρκείς εναλλαγές. Στις πλαγιές των λόφων βόρεια του έργου ανπτύσσονται θαμνώδεις εκτάσεις και δάση χαλεπίου πεύκης (Pinus halepensis). Μεγάλα τμήματα των δασών αυτών έχουν καεί στο παρελθόν και τμήματά τους είτε έχουν αναδασωθεί είτε έχουν φυσικά αναγεννηθεί. Τα δάση της χαλεπίου πεύκης εμφανίζονται στη περιοχή σε πλαγιές, ράχες και κοιλώματα όλων των κλίσεων και εκθέσεων. Συνήθως οι φυτοκοινωνίες των θερμόβιων μεσογειακών πεύκων συνοδεύονται από αείφυλλους σκληροφυλλικούς θάμνους, διαφόρου πυκνότητας και ύψους από αριά, πουρνάρι, σχίνο. Στις προαναφερόμενες λοφώδεις-ημιορεινές εκτάσεις της περιοχής μελέτης απαντώνται μονάδες μακκίας βλάστησης με δενδρώδη μορφή. Τα φρύγανα στην περιοχή απαντούν πάνω σε επικλινείς, πετρώδεις και άγονες κατά κανόνα θέσεις, συνήθως με τη μορφή αμιγών 25

27 φυτοκοινοτήτων αλλά και σε μίξη με υποβαθμισμένη μακκία βλάστηση. Πρόκειται για τους χαρακτηριστικούς ξηροφυτικούς θαμνώνες με κυρίαρχα είδη την αστοιβή ή την ασφάκα. Κατά μήκος των όχθων ρεμάτων, στα εποχιακά τέλματα και έλη γλυκού νερού, αναπτύσσεται χαρακτηριστική παρυδάτια βλάστηση με λυγαριές, πικροδάφνες, πλατάνια κ.ά. Το μεγαλύτερο τμήμα της πεδινής έκτασης που καταλαμβάνει το έργο καλύπτεται από καλλιέργειες. Οι καλλιέργειες της ζώνης αυτής είναι κυρίως ετήσιες. Είναι χαρακτηριστική η έλλειψη οποιασδήποτε φυσικής βλάστησης μεταξύ των καλλιεργειών. Δεν υπάρχουν φυτοφράκτες ενώ και τα μεγάλα δέντρα είναι ελάχιστα. Μια ζώνη μεταξύ ετήσιων καλλιεργειών και των δασών χαλεπίου πεύκης, καλύπτεται από ελαιώνες Ορνιθοπανίδα Η ορνιθοπανίδα της περιοχής του έργου χαρακτηρίζεται κυρίως από είδη τα οποία απαντώνται σε πευκοδάση και θαμνώνες (σκληροφυλλικούς και φρύγανα) αλλά και από είδη τα οποία εκμεταλλεύονται τις ανοικτές εκτάσεις των καλλιεργειών. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται ο κατάλογος των ειδών της ορνιθοπανίδας που αναμένεται η παρουσία τους στην ευρύτερη περιοχή. Επίσης στον πίνακα αναφέρεται αν πρόκειται για μεταναστευτικά (Μ) ή επιδημητικά (Ε) είδη. 26

28 Επιστημονικό όνομα Κοινό όνομα Μεταναστευτικό(Μ) Otus scops Γκιώνης Ε Επιδημητικό (Ε) Cerchotrichas galactotes Κουφαηδόνι Ε Galerida cristata Κατσουλιέρης Ε Lullula arborea Δενδροσταρήθρα Ε Streptopelia decaocto Δεκαοχτούρα Ε Athene noctua Κουκουβάγια Ε Strix aluco Χουχουριστής Ε Troglodytes troglodytes Τρυποφράχτης Ε Saxicola torquata Μαυρολαίμης Ε Cettia cetti Ψευταηδόνι Ε Sylvia melanocephala Μαυροτσιροβάκος Ε Parus major Καλόγερος Ε Garrulus glandarius Κίσσα Ε Corvus corone cornix Κουρούνα Ε Corvus corax Κόρακας Ε Passer domesticus Σπουργίτης Ε Serinus serinus Σκαρθάκι Ε Coturnix coturnix Ορτύκι Μ Upopa epops Τσαλαπετεινός Μ Motacilla flava feldegg Κιτρινοσουσουράδα Μ Streptopelia turtur Τρυγόνι Μ Caprimulgus europaeus Γιδοβύζι Μ Apus apus Σταχτάρα Μ Apus melba Σκεπαρνάς Μ Apus pallida Ωχροσταχτάρα Μ 27

29 Επιστημονικό όνομα Κοινό όνομα Μεταναστευτικό(Μ) Επιδημητικό (Ε) Ptyonoprogne rupestris Πετροχελίδονο Μ Hirundo rustica Χελιδόνι Μ Delichon urbica Σπιτοχελίδονο Μ Oenanthe oenanthe Σταχτοπετροκλής Μ Oenanthe hispanica Ασπροκώλα Μ Hippolais pallida Ωχροστριτσίδα Μ Muscicapa striata Μυγοχάφτης Μ Lanius senator Κοκκινοκεφαλάς Μ Montacilla cinerea Σταχτοσουσουράδα Μ,Ε Luscinia megarhynchos Αηδόνι Μ,Ε Columba pallumbus Φάσσα Μ Alauda arvensis Σταρήθρα Μ Turdus philomelos Τσίχλα Μ Phylloscopus trochilus Θαμνοφυλλοσκόπος Μ Sturnus vulgaris Ψαρόνι Μ Cardeulis spinus Λούγαρο Μ Motacilla alba Λευκοσουσουράδα Μ Turdus merula Κότσυφας Μ Buteo buteo Γερακίνα Μ,Ε Careulis chloris Φλώρος Μ,Ε Cardeulis cardeulis Καρδερίνα Μ,Ε Sylvia atricapilla Μαυροσκούφης Μ Falco tinnunculus Βραχοκιρκίνεζο Ε Hieraaetus fasciatus Σπιζαετός Ε Falco peregrinus Πετρίτης Ε Alectoris chukar Νησιώτικη Πέρδικα Ε Alectoris graeca Πετροπέρδικα Ε 28

30 Larus cacchinans Ασημόγλαρος Ε Parus lugubris Κλειδωνάς Ε Parus caeruleus Γαλαζοπαπαδίτσα Ε Αμφίβια-ερπετά Από τα είδη αμφιβίων που απαντούν κυρίως στα ρέματα και στις υγρότερες θέσεις στην ευρύτερη περιοχή μελέτης το κοινότερο είναι ο πρασινόφρυνος (Bufo viridis) ενώ σε υγρότερες θέσεις αναμένονται τα Hyla arborea και Rana ridibunda. Τα είδη αυτά συναντώνται και εξαρτώνται περισσότερο ή λιγότερο από τα υδατορέματα. Από τα είδη ερπετοπανίδας που απαντούν στην ευρύτερη περιοχή μελέτης η χελώνα Testudo hermanii συναντάται σε βραχώδεις περιοχές αλλά και σε περιοχές με θάμνους. Στα ρέματα και τις συγκεντρώσεις νερού αναμένεται η παρουσία της νεροχελώνας (Mauremys caspica) και του νερόφιδου (Natrix natrix). Από τις σαύρες τα πιο κοινά είδη στη περιοχή είναι το Podacris erhardii και το Ablepharus kitaibelii το οποίο απαντάται ακόμη και σε περιοχές με χαμηλή βλάστηση (φρύγανα, χαμηλή-υποβαθμισμένη μακκία). Η ύπαρξη του είδους Lacerta trilineata συνδέεται με την ύπαρξη θάμνων στους οποίους συνήθως καταφεύγει. Το είδος Ophisaurus apodus είναι επίσης αρκετά κοινό και μπορεί να βρεθεί ακόμα και σε καλλιεργούμενες περιοχές. Από τα φίδια τα δύο είδη Elaphe (Elaphe situla και Elaphe quatuorlineata) είναι κοινά στις περιοχές χαμηλού υψομέτρου της Εύβοιας. Αναμένεται επίσης το είδος Coluber caspius το οποίο προτιμάει ανοιχτές και ξηρές περιοχές, όπως καλλιέργειες, βοσκοτόπια και περιοχές με αραιή μακκία. Πιθανή είναι επίσης και η παρουσία του 29

31 είδους Coluber najadum που προτιμά πετρώδεις περιοχές, αν και συνήθως απαντά σε οικοτόπους πυκνής βλάστησης. Αναμενόμενη είναι τέλος τόσο στις καλλιεργημένες περιοχές, όσο και στις βραχώδεις περιοχές η παρουσία των Malpolon monspessulanus και της οχιάς (Vipera ammodytes) Θηλαστικά Από τα θηλαστικά αναμένεται η παρουσία του σκαντζόχοιρου (Erinacheus concolor) ο οποίος είναι αρκετά κοινός στην περιοχή και παρατηρείται σε όλους τους βιοτόπους που μπορούν να του προσφέρουν επαρκείς ποσότητες τροφής. Ο λαγός (Lepus europaeus) προτιμάει ανοιχτές περιοχές που προσφέρουν περισσότερες δυνατότητες διατροφής, αλλά χρησιμοποιεί και τις περιοχές που καλύπτονται με μακκία βλάστηση κυρίως ως καταφύγιο. Σπανιότερα εμφανίζεται επίσης η αλεπού (Vulpes vulpes). Κοινά και ευρέως εξαπλωμένα είναι επίσης η νυφίτσα και το κουνάβι Προστατευόμενες περιοχές Η περιοχή του έργου δε βρίσκεται σε άμεση γειτονία με περιοχές που διέπονται από ιδιαίτερο καθεστώς περιβαλλοντικής προστασίας. Η κοντινότερη προστατευόμενη περιοχή είναι η κορυφή του όρους της Δίρφυος (κωδικός NATURA GR , «Δίρφη: Δάσος Στενής- Δελφοί», Χάρτης SCI:GR ), η οποία έχει προταθεί (02/1995) για έλεγχο καταλληλότητας ως Περιοχή Κοινοτικού Ενδιαφέροντος στο Δίκτυο NATURA 2000 (for sites eligible for identification as Sites of Community Importance-SCI), με βάσει την Οδηγία 92/43/EEC, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει θεσμοθετηθεί αρμοδίως η ένταξή της στο παραπάνω δίκτυο. Η εν λόγω προστατευόμενη περιοχή βρίσκεται σε απόσταση 10 km ανατολικά της άμεσης περιοχής του έργου. 30

32 Κοινωνικά και Οικονομικά Στοιχεία Η κύρια απασχόληση των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής είναι η γεωργία, η εκμετάλλευση δασών, η μεταλλευτική εταιρεία ΛΑΡΚΟ και δευτερευόντως η κτηνοτροφία. Ανεξαρτήτως από τα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν μέσω της μεταλλευτικής εταιρείας, η προσφορά της συμβάλει και σε άλλους παράγοντες όπως στη διεύρυνση ή και στην αρχική διάνοιξη αγροτικών και δασικών δρόμων της ευρύτερης περιοχής, χρηματικές προσφορές, συμμετοχή σε κοινωφελεί έργα στα γύρω χωριά όπως σχολικά κτίρια, παιδικές χαρές, ποδοσφαιρικά γήπεδα, εκκλησίες, τσιμεντοστρώσεις, υδροδοτήσεις κ.ά.. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η λειτουργία της μεταλλευτικής εταιρείας είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την απασχόληση του εργατικού δυναμικού και την ενίσχυση της οικονομίας της περιοχής. 31

33 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 4.ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ Γεωλογικός χάρτης περιοχής μελέτης 4.1 Φωτ. 1 Πανοραμική άποψη εκσκαφής Μεταλλείου Ισώματος από Β προς Ν. Διακρίνονται κατά σειρά: Στα δυτικά (δεξιά) χώρος εκσκαφής του Μεταλλείου Ισώματος Στο μέσον ο χώρος απόθεσης στείρων του Μεταλλείου Ισώματος καθώς και σωροί στείρων στα Βόρεια της εκσκαφής Τέλος στα Ανατολικά (αριστερά) ο χώρος απόθεσης στείρων Μεταλλείου Γλα. 32

34 Φωτ. 2: Πανοραμική άποψη από ΒΑ προς ΝΔ. Διακρίνονται ο οικισμός της Τριάδας με τον ομώνυμο κάμπο. Στο δεξιό άκρο φαίνεται η βάση των πρανών των σωρών απόθεσης μεταλλευτικών στείρων του Μεταλλείου Ισώματος. Φωτ. 3 Πανοραμική άποψη από Α προς Δ. Διακρίνεται ο σωρός απόθεσης μεταλλευτικών στείρων Μεταλλείου Ισώματος στα ανατολικά της εκσκαφής. Οι χρωματικές διαφοροποιήσεις οφείλονται στη διαφορετική σύσταση των στείρων. Στο ΒΔ άκρο (δεξιά) διακρίνεται η αρχή του σωρού απόθεσης στείρων του Μεταλλείου Γλα. Φωτ. 4 Πανοραμική άποψη από ΝΑ προς ΒΔ. Διακρίνονται κατά σειρά: 33

35 Προς τα αριστερά (ΒΔ) η άκρη του σωρού απόθεσης στείρων του Μεταλλείου Ισώματος Στο κέντρο ο σωρός απόθεσης στείρων του Μεταλλείου Γλα Προς τα δεξιά (Β.ΒΑ) το άκρο της εκσκαφής του Μεταλλείου Γλα. Με τη βοήθεια των φωτογραφιών μπορούμε να έχουμε μία γενικότερη εικόνα της ευρύτερης περιοχής μελέτης. 4.2 Σύμφωνα με αυτά που έχουν προαναφερθεί σε προηγούμενα κεφάλαια, για να καταλήξουμε στη σωστή και εμπεριστατωμένη εφαρμογή τους, πρέπει να αναφέρουμε τα υλικά και τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν ώστε να μας οδηγήσουν σε επιθυμητά αποτελέσματα. Για να γίνει λοιπόν η αποκατάσταση της περιοχής μελέτης πρέπει να ακολουθηθούν ορισμένοι κανόνες, έτσι ώστε η πρόταση αποκατάστασης που θα γίνει, να είναι βασισμένη σε κάποιες αρχές σχεδιασμού. Όσον αφορά τη μελέτη αποκατάστασης στην αρχή περιγράφεται ο σκοπός της μελέτης, ακολουθεί η γενική και ειδική περιγραφή του τόπου, με τα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα της επί μέρους περιοχής, η ανάλυση του τοπίου και των επιπτώσεων και τέλος οι προτάσεις δηλαδή τα ατίστοιχα για κάθε επίπτωση ειδικά μέτρα αποκατάστασης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Στρατηγική Αποκατάστασης του Τοπίου, αντλεί στοιχεία από την Εκτίμηση του τοπίου και είναι αυτή που οδηγεί στην επιλογή των αισθητικά και λειτουργικά ορθών λύσεων για την αποκατάσταση του τοπίου. 4.3 Επισημαίνεται σαν κεντρική ιδέα η μετατροπή του χώρου του μεταλλείου σε ένα χώρο αισθητικά διαμορφωμένο στον οποίο θα 34

36 συμπεριλαμβάνονται οι έννοιες της αναψυχής και της οικολογίας, δύο βασικές έννοιες που θα αποτελέσουν τη βάση ενός ορθολογικού σχεδιασμού, ελαχιστοποιώντας έτσι τις ανεπιθύμητες περιβαλλοντικές επιπτώσεις και συντελώντας σε μια αποτελεσματική και σωστή αποκατάσταση. 4.4 Ανάλυση περιοχής Θεωρείται ότι ένα έργο τέτοιας εμβέλειας επηρεάζει άμεσα και έμμεσα τον κοινωνικό περίγυρό του. Οι επιπτώσεις στο κοινωνικό περιβάλλον καλύπτουν τα έργα που γίνονται στο υπεραστικό τοπίο. Θα ήταν λοιπόν σωστό να αναφερθούν όλες οι επί μέρους επιπτώσεις που πιθανότατα συναντηθούν κατά την αποκατάσταση, αλλά και καταστάσεις που ίσως να προϋπήρχαν με την αρχή των εξορυκτικών δραστηριοτήτων. Οι επιπτώσεις που πρέπει να συνεκτιμώνται αρχικά είναι: Επιπτώσεις από τη μη αποκατάσταση Εναλλακτικές δυνατότητες χρήσης ή βελτίωσης άλλων μέσων αξιολόγησης διαφόρων παραγόντων που δεν άπτονται άμεσα(π.χ. η διατήρηση του κοινωνικού ιστού, των κοινωνικο-οικονομικών δραστηριοτήτων στην περιοχή κ.λ.π.) Άμεση επίπτωση μπορεί να αναφερθεί ο Διαχωρισμός δηλαδή η δυσχέρεια προσέγγισης σε τοπικές δραστηριότητες και σε δραστηριότητες της καθημερινής ζωής(λόγω της μικρής απόστασης της περιοχής από οικισμό και από γεωργικές καλλιέργειες). Η αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτών επιτυγχάνεται με τη πρόβλεψη κατά τη φάση της μελέτης, επαρκών συνδέσεων λαμβάνοντας υπόψη τις τοπίκες μετακινήσεις. 35

37 4.4.2 Οικονομικές επιπτώσεις μπορούν να αναφερθούν (α)η απώλεια περιουσίας που κυρίως λαμβάνει χώρα με την απώλεια της κατοικίας, της γης και των συνθηκών ζωής ή εργασίας. (β)οι επιπτώσεις στην εργατική κατάσταση αναφέρονται στον τυχόν τεμαχισμό αγροτικών εκμεταλλεύσεων που εξαναγκάζει ένα τμήμα του πληττόμενου πληθυσμού να εγκαταλείψει την απασχόληση του και να στραφεί σε άλλες παραγωγικές δραστηριότητες. Η επιφάνεια η οποία χρησιμοποιείται θεωρείται περιβαλλοντικά απολεσθείσα. Με τον όρο επιφάνεια εννοείται όχι μόνο ο χώρος της περιοχής μελέτης αλλά και η ευρύτερη περιοχή η οποία είναι αναγκαία για την πληρότητα των εργασιών Επιπτώσεις σε κοινωνικές ομάδες ιδιαίτερα ασθενείς αναφέρονται σε άτομα τα οποία παρουσιάζουν είτε μειωμένη προσαρμοστικότητα στις συνθήκες τις περιοχής κατά τη διάρκεια των εργασιών(ευπαθείς ομάδες), είτε έχουν μειωμένη ικανότητα αλλαγής επαγγελματικής ζωής(πτωχοί,ηλικιωμένοι κ.λ.π.). Στις παραπάνω περιπτώσεις η λήψη συμπληρωματικών μέτρων, πέρα από αυτά που εφαρμόζονται γενικά, είναι επιβεβλημένη. 4.5 Μέσα και μέθοδοι αποκατάστασης μεταλλείων και αποτελεσματικότητα Επαναφορά επιφανειακού εδάφους, το επιφανειακό έδαφος προέρχεται είτε από τη περιοχή εξόρυξης είτε από εδάφη άλλων περιοχών. Το επιφανειακό έδαφος θα πρέπει να έχει τα παρακάτω χαρακτηριστικά που θα βοηθήσουν στην εγκατάσταση της βλάστησης: 1. Πρέπει να έχει αρκετό βάθος για να συγκρατεί υγρασία κατά τη διάρκεια της ξηράς περιόδου, κυρίως αν το υπόστρωμα είναι τοξικό για τις ρίζες των φυτών. 36

38 2. Δεν πρέπει να είναι τοξικό και αλατούχο, το ph και τα θρεπτικά του συστατικά πρέπει να είναι αποδεκτά από τα φυτά. 3. Η διαμόρφωσητης τελικής επιφάνειας πρέπει να είναι ανώμαλη γιατί μειώνεται η υδατοαπορροή και προστατεύονται τα νεαρά φυτά από τους καταστροφικούς ανέμους. 4. Στη γύρω περιοχή πρέπει να υπάρχουν αποθέματα σπόρων αν επιδιώκεται φυσική αναγέννηση. Η επαναφορά του επιφανειακού εδάφους εξυπηρετεί πολλές λειτουργίες και πολλά οφέλη είναι συνέπεια αυτού. Το περιβάλλον της επιφάνειας βελτιώνεται βοηθώντας την εγκατάσταση της βλάστησης. Μεγιστοποιεί τη δυνατότητα φυσικής αναγέννησης, συντηρεί τη γονημότητα του εδάφους και μπορεί να χρησιμεύσει σαν πηγή σπόρων μυκόρριζας. Επίσης η επαναφορά του επιφανειακού εδάφους μειώνει την οπτική αντίθεση των ανοιχτόχρωμων υλικών. Τα μειονεκτήματα της μεθόδου αυτής είναι το υψηλό κόστος και η αδυναμία εφαρμογής της σε μεγάλες κλίσεις. Επίσης απαιτεί πολλά χρόνια εντατικής καλλιέργειας για να πετύχει Οι βασικοί παράγοντες που συντελούν στην αποτελεσματικότητα της αποκατάστασης είναι η επιλογή των κατάλληλων φυτικών ειδών σε συνδυασμό με την απαραίτητη φροντίδα και παρακολούθησή τους. Ως προς τη βλάστηση, τα επιλεγόμενα είδη θα πρέπει να ανήκουν ή να προσαρμόζονται στη συγκεκριμένη κλιματική ζώνη, να προτιμούν ή να ανέχονται βασικό ph, να είναι ολιγαρκή(σε θρεπτικά στοιχεία και υγρασία εδάφους), εδαφοβελτιωτικά και θα προτιμούνται τα είδη που τυχόν εγκαταστάθηκαν φυσικά σε παλαιότερες εκμεταλλεύσεις. Η εγκατάσταση της βλάστησης μπορεί να γίνει με ευρυσπορά και ελαφρά αναμόχλευση του εδάφους, με σπορά σε αυλάκια, με σπορά σε πινάκια(μικρές θέσεις 20x20 εκ. ή 30x30 εκ.), με υδροσπορά και αχυροσπορά ή με φύτευση γυμνόρριζων ή βωλόφυτων φυτών. Η 37

39 σπορά χρησιμοποιείται περισσότερο για την εγκατάσταση ποωδών φυτών. Στην περίπτωση της φύτευσης, τα φυτά πρέπει να είναι εύρωστα με καλά ανεπτυγμένο ριζικό σύστημα, με όσο το δυνατόν μικρότερο υπέργειο τμήμα και για τα περισσότερα είδη μονοετή φυτά ώστε να μπορέσουν να προσαρμοστούν καλύτερα στις συνθήκες που επικρατούν στις εκμεταλλεύσεις. Γενικά μεγάλα φυτά θα πρέπει να αποφεύγονται. Η περιποίηση των φυτών μετά τη φύτευση ή σπορά μπορεί να περιλαμβάνει πότισμα κατά τις θερινές περιόδους των δύο πρώτων ετών, για την επίτευξη μεγαλύτερου ποσοστού επιβίωσης, όπως αυτό έχει αποδειχθεί από σχετικές πειραματικές εργασίες. Σημαντικός παράγοντας είναι η περίοδος(εποχή) σποράς και φύτευσης. Η σπορά και η φύτευση πραγματοποιούνται το φθινόπωρο για τα χαμηλά υψόμετρα και τις θερμές περιοχές και την άνοιξη για τα μεγαλύτερα και πιο ψυχρά υψόμετρα. Πρανή όμως που διαμορφώνονται πριν το φθινόπωρο πρέπει να σπέρνονται το φθινόπωρο ανεξάρτητα υψομέτρου. Αυτό δε γιατί διαφορετικά θα δεχθούν όλες τις βροχοπτώσεις του φθινοπώρου και του χειμώνα και θα υποστούν έντονη διάβρωση. Είναι γνωστό ότι κατά το πρώτο έτος σχηματισμού των πρανών λαμβάνει χώρα το 80% της συνολικής διάβρωσης σε ακάλυπτα πρανή(megahan & Kidd, 1972), ενώ σε αναχλοασμένα πρανή η διάβρωση είναι 10 φορές περίπου μικρότερη σε σχέση με τα γυμνά(barnett et al,1967). Τα είδη που χρησιμοποιούνταν μέχρι σήμερα για την αποκατάσταση περιελάμβαναν κυρίως τα εξής δενδρώδη και θαμνώδη είδη: Robinia pseudoacacia, Spartiun junceum, Pinus nigra, P. brutia, P. halepensis, Acacia cyanophylla, Cupressus sempervirens, C. arizonica, Medicago arborea. Εκτός από αυτά, τα κλασικά είδη, διερευνήθηκε η δυνατότητα χρησιμοποίησης και άλλων ειδών, τα οποία δίνουν πολύ καλά και μόνιμα αποτελέσματα σε αποθέσεις, 38

40 εκσκαφές και πρανή δρόμων όπως: Dittrichia viscose, Scrophularia canina, Epilobium dodonaei, Nepeta sibthorpii, Melica ciliata, Centranthus rubber, Inula candida, Rhus coriaria, Ephedra campylopoda, Putoria calabrica. Ήδη από το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών Αθηνών μελετάται η αναπαραγωγική τους βιολογία, όπως και των ειδών Juniperus phoenicea, J. macrocarpa, J. foetidissima για τον ίδιο σκοπό Η υδροσπορά είναι μία εξειδικευμένη μέθοδος σποράς που επινοήθηκε για ασταθείς, κεκλιμένες και δυσπρόσιτες ή απρόσιτες επιφάνειες. Συνίσταται στην εκτόξευση υδατικού διαλύματος που περιέχει σπόρους, λιπάσματα και διάφορα άλλα βοηθητικά προϊόντα, στις προς σπορά επιφάνειες. Το μέσο με το οποίο διενεργείται η υδροσπορά είναι συνήθως ένα αυτοκινούμενο όχημα που φέρει βυτίο με αναδευτήρα και μία ισχυρή αντλία. Η αντλία αναρροφά το υδατικό διάλυμα(μείγμα υδροσποράς) του βυτίου και στη συνέχεια το διοχετεύει προς τα έξω με ισχυρή πίεση. Στην έξοδο αυτή υπάρχει ισχυρός ελαστικός σωλήνας με μεταλικό ακροφύσιο, ο οποίος κατευθύνεται χειρονακτικά και εκτοξεύει το υδατικό διάλυμα προς όλα τα σημεία της επιφάνειας που πρόκειται να σπαρθεί. Με την υδροσπορά δεν προκύπτει ιδιαίτερα ομοιόμορφη κατανομή των σπόρων στο έδαφος. Γ ια το λόγο αυτό συνίσταται διπλή σπορά της επιφάνειας προς δύο αντίθετες κατευθύνσεις, γεγονός που ελαχιστοποιεί το παραπάνω μειονέκτημα(coppin & Bradshaw 1982). Το υδατικό διάλυμα(μείγμα υδροσποράς), όπως αναφέρθηκε, περιέχει σπόρους, λιπάσματακαι διάφορα άλλα βοηθητικά προϊόντα. Τα προϊόντα αυτά ποικίλλουν ανάλογα με την τεχνολογίατων διαφόρων εταιρειών υδροσποράς και μπορεί να περιλαμβάνουν κόλλες για τη στερέωση των σπόρων στο έδαφος, βελτιωτικά των υδατικών συνθηκών του εδάφους(υδροζελατίνες, υπεραπορροφητικά), προϊόντα 39

41 που βελτιώνουν την εναλλακτική ικανότητα του εδάφους(μπετονίτης), σκευάσματα με μικροοργανισμούς(βακτήρια-μύκητες) του εδάφους, καθώς και τύρφη, συσσωματώματα ινών ξύλου, κυτταρίνη κ.λ.π. Οι χρησιμοποιούμενοι σπόροι είναι σπόροι ποωδών φυτών(αγροστοδών και ψυχανθών κυρίως) ενώ περιορισμένη είναι η εμπειρία από τη χρησιμοποίηση ξυλωδών φυτών. Η απιτούμενη ποσότητα υδατικού διαλύματος ανά στρέμμα ποικίλλει ανάλογα με τη σύνθεση του προϊόντος και τη μεθοδολογία. Το διάστημα των 15 περίπου ημερών μετά την υδροσπορά μέχρι να φυτρώσουν οι σπόροι και να εγκατασταθούν τα φυτάρια είναι κρίσιμο. Συνεχείς βροχοπτώσεις ή καταιγίδες μπορούν να αποκομίσουν όλο το μείγμα της υδροσποράς από τις επιφάνειες με ισχυρή κλίση και να δημιουργήσουν έντονα διαβρωτικά φαινόμενα. Η υδροσπορά συνήθως ακολουθείται από επικάλυψη(mulching). Τα προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την επικάλυψη είναι το άχυρο, η τύρφη, υπολείμματα κατεργασίας ξύλου, συσσωματώματα ινών ξύλου, κυτταρίνη, κ.ά. Υπάρχουν ακόμη και συνθετικά υλικά επικάλυψης, όπως επίσης και άλλα πλαστικά δίκτυα για το σκοπό αυτό. Συνιθέστερα χρησιμοποιείται το άχυροτο οποίο θα πρέπει να είναι στεγνό κατά τη χρησιμοποίησή του, γιατί διαφορετικά δημιουργεί προβλήματα στον αχυροεκτοξευτή, το δε άχυρο εξέρχεται κατά μικρές ή μεγαλύτερες τολύπεςμε αποτελέσμα την ανομοιόμορφη κάλυψη. Η αχυροκάλυψη διενεργείται από ειδικό μηχάνημα, συνήθως συρόμενο, το οποίο τροφοδοτείται χειρονακτικά με μπάλες αχύρου. Είναι εφοδιασμένο με ισχυρό κινητήρα ο οποίος κινεί εσωτερικά ένα κοπτικό έλικα που τεμαχίζει το άχυρο και στη συνέχειαμε ρεύμα αέρος το εκτοξεύει με τον βραχίωνα-σωλήνα εκτόξευσης προς την επιφάνεια που έχει σπαρθεί μέχρι να σχηματίσει ένα στρώμα πάχους 3-5 εκ. 40

42 περίπου. Απαιτούνται περίπου 600 χλγ./στρέμμα. Μεγαλύτερες ποσότητες φαίνεται να δημιουργούν ένα περιβάλλον κακώς αεριζόμενο, δυσμενές για την ανάπτυξη των φυταρίων. Αυτό οφείλεται στη μεγάλη κατανάλωση οξυγόνου κατά την αποσύνθεση του άχυρου και την παράλληλη αύξηση του διοξειδίου του άνθρακ, σε συνδυασμό με την ύπαρξη αυξημένης υγρασίας. Οι μικροοργανισμοί που αποσυνθέτουν το άχυρο καταναλώνουν επίσης μεγάλες ποσότητες θρεπτικών στοιχείωνκαι ιδιαίτερα αζώτου, γεγονός που δημιουργεί δυσμενείς συνθήκες θρέψης για τα φυτά(nahal, 1975). Εφόσον δεν ακολουθήσει στερέωση του αχύρου, ένα μέρος μικρό ή μεγάλο, ανάλογα με την ένταση του ανέμου παρασύρεται και απομακρύνεται. Αν όμως η επιφάνεια είναι υπήνεμη ή την αχυροκάλυψη ακολουθήσει βροχή, η παράσυρση του άχυρου μετριάζεται. Γενικά όμως την αχυροκάλυψη ακολουθεί στερέωση του άχυρου. Η στερέωση του άχυρου μπορεί να γίνει με δικτυωτό πλέγμα(πλαστικό, σχοινένιο, συρμάτινο) που απλώνεται πάνω από το άχυρο και στη συνέχεια καρφώνεται στο έδαφος με ραβδοειδή ή διχαλωτά καρφιά. Ευρύτερα όμως χρησιμοποιούνται διαλύματα με συγκολλητικές ή συνδετικές ιδιότητες(π.χ. κόλλες, κυτταρίνη) με πλέον κοινά ασφαλτικά γαλακτώματα. Η συμπεριφορά και η αποτελεσματικότητα των διαφόρων συγκολλητικών ποικίλλουν ανάλογα με τις ιδιότητές τους. Ιδιαίτερα όσον αφορά τα ασφαλτικά γαλακτώματα, η συμπεριφορά κατά τη χρησιμοποίησή τους και τα αποτελέσματά τους είναι συχνά απρόβλεπτα εξαιτίας των διαφορετικών προδιαγραφών παρασκευής τους. Η ασφαλτοστερέωση συνήθωςεφαρμόζεται πάνω από το άχυρο, σπανιότερα δε, με κατάλληλα διαμορφωμένο μηχάνημα, αναμειγνύεται και εκτοξέυεται μαζί με το άχυρο πάνω στην επιφάνεια που έχει σπαρθεί. Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα υλικά επικάλυψης και τα συγκολλητικά τους. Η ασφαλτοστερέωση σαν χωριστό στάδιο συνίσταται στην εκτόξευση ασφαλτικού 41