ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ Ένας θεσμός που πρέπει να ζήσει (;)

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ Ένας θεσμός που πρέπει να ζήσει (;)"

Transcript

1 ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΡΥΓΑΝΑΚΗΣ ΜΑΘΗΤΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ Ένας θεσμός που πρέπει να ζήσει (;) Αναμφισβήτητα ο ιδανικότερος τρόπος διακυβέρνησης μιας χώρας είναι το δημοκρατικό πολίτευμα. Η αξία μάλιστα της δημοκρατίας είναι τόσο μεγάλη, ώστε ακόμη και τα αντιδημοκρατικά καθεστώτα προσπαθούν συχνά να «ντύσουν» την ασκήμια τους καλλωπίζοντάς την με δημοκρατική επίφαση. Η δημοκρατία, βέβαια, μέσα στο πλαίσιο ενός κράτους δεν αφορά μόνο την πολιτειακή της έκφραση αλλά και την έμπρακτη εφαρμογή της σ όλους τους επιμέρους τομείς της κοινωνικής ζωής. Ιδιαίτερα όμως σημαντική είναι η λειτουργία της στο πλαίσιο της σχολικής ζωής. Η σχέση μάλιστα δημοκρατικού πολιτεύματος και δημοκρατικού σχολείου είναι αμφίδρομη, αφού το δημοκρατικό σχολείο όχι μόνο προϋποθέτει, αλλά και συνεπάγεται ουσιαστική δημοκρατία. Εδώ ακριβώς προβάλλει η ευθύνη του σχολείου ως φορέα πολιτικής κοινωνικοποίησης των νέων. Εκεί όμως που δοκιμάζεται και εμπεδώνεται ο ρόλος αυτός του σχολείου είναι ο θεσμός των Μαθητικών Κοινοτήτων, που, στο βαθμό που λειτουργούν ως ζωντανά κύτταρα δημοκρατικής ζωής, αποτελούν και φυτώρια δημοκρατικής κοινωνίας και μάλιστα απαλλαγμένης από τις αντιφάσεις της. Προϊστορία του θεσμού των Μαθητικών Κοινοτήτων Οι πρώτες σχολικές κοινότητες εμφανίζονται στην Αρχαία Ελλάδα, που γι αυτό και χαρακτηρίστηκε «η περίφημος χώρα των Μαθητικών Κοινοτήτων». Τέτοιες οργανώσεις ήταν «αι αγέλαι» στην Κρήτη, οι «αιρέσεις των εφήβων» στην Αθήνα ή «οι τρεις θίασοι» στην Αίγινα. Ο θεσμός, βέβαια, των Μαθητικών Κοινοτήτων με τη σύγχρονη μορφή του εφαρμόζεται για πρώτη φορά στη χώρα μας στις αρχές της τρίτης δεκαετίας του προηγούμενου αιώνα από τους προοδευτικούς παιδαγωγούς Α. Δελμούζο και Μ. Παπαμαύρο. Η εφαρμογή γίνεται πειραματικά στο Μαράσλειο Διδασκαλείο με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα και τις ελληνικές ανάγκες. Ο Δελμούζος, προβάλλοντας την ανάγκη για μια ουσιαστική αλλαγή στην εκπαίδευση, καυτηριάζει την αντίληψη «πως η μόνη σωστή σχέση μεταξύ των μαθητών θα ήταν η προσπάθεια του καθενός να ξεπεράσει αυτός όλους, να γίνει ο πρώτος μέσα στο κοπάδι των παιδιών». Εξάλλου, ο συνεργάτης του Παπαμαύρος προβάλλει ως έμβλημα της σχολικής κοινότητας το παιδαγωγικό τετράπτυχο: Πλούσια παιδική ζωή Σταδιακή ελευθερία αυτοδιοίκηση μόρφωση μέσα στην κοινότητα Αυτενέργεια. Δυστυχώς όμως οι πρωτοποριακές πρωτοβουλίες και οι απόψεις των παιδαγωγών αυτών (καθώς και οι συντηρητικότερες άλλων, όπως του Ν. Εξαρχόπουλου στο Πειραματικό Σχολείου Πανεπιστημίου Αθηνών), δεν καρποφόρησαν, εξαιτίας τη λυσσώδους αντίδρασης που συνάντησαν. Στην περίοδο η οργάνωση των μαθητών επιχειρείται έξω από το φυσικό τους χώρο, που είναι το σχολείο. Μέσα από αυτές τις εξωσχολικές κοινότητες διάφοροι φορείς προσπαθούν να χειραγωγήσουν τους μαθητές της Δευτ/θμιας Εκπαίδευσης. Δεν λείπουν, βέβαια, και οι φωτεινές εξαιρέσεις, όπως του Γρηγορίου Ξενόπουλου μέσα από τη «Διάπλαση των Παίδων». Το 1971 το Υπουργείο Παιδείας της δικτατορίας επιβάλλει στα σχολεία Μέσης Εκπαιδευσης ένα θεσμό Μαθητικών Κοινοτήτων με απόλυτα ανελεύθερο χαρακτήρα, ανάλογο του καθεστώτος που υπηρετεί. Από το 1974 ο θεσμός των Μαθητικών Κοινοτήτων μπαίνει στη μεταπολιτευτική του φάση. Το Υπουργείο Παιδείας στέλνει νέο Κανονισμό Μαθητικών Κοινοτήτων που εφαρμόζεται κατά το σχολικό έτος Ο Β μεταπολιτευτικός Κανονισμός εφαρμόζεται από το 1976 έως το Ο Γ Κανονισμός, με ουσιαστικές τροποποιήσεις από τον προηγούμενο, ισχύει από το 1982 μέχρι

2 και το σχολικό έτος Το σχολικό έτος εισάγεται ο Δ Κανονισμός Μαθητικών Κοινοτήτων με τυπικές διαφορές από τον προηγούμενο. Ο κανονισμός αυτός ισχύει τελικά μέχρι και σήμερα, παρά τις όποιες «περιπέτειες» στο χώρο της Μέσης Εκπαίδευσης στο μεσοδιάστημα αυτό. Περιεχόμενο αξία πολιτικοποίησης Πολιτική κοινωνικοποίηση ή πολιτικοποίηση είναι η διαδικασία που βοηθάει το άτομο να εσωτερικεύσει αξίες, κανόνες και τρόπους συμπεριφοράς, να διαμορφώσει το πολιτικό του «εγώ», την πολιτική του συνείδηση δηλαδή να συνειδητοποιήσει τόσο τα καθήκοντα όσο και τα δικαιώματά του, ώστε να διαδραματίσει υπεύθυνα και ελεύθερα ενεργητικό ρόλο στη διαδικασία του κοινωνικού «γίγνεσθαι». Αναλυτικότερα και προκειμένου να προληφθούν παρεξηγήσεις ή σκόπιμες παραποιήσεις της γνήσιας πολιτικοποίησης, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα εξής: Το άτομο πρέπει να συνδυάζει αρμονικά την ατομική με τη συλλογική (κοινωνική) συνείδηση. Αυτά τα χαρακτηριστικά συναποτελούν τον τέλειο πολίτη (:αναλαμβάνει τις ευθύνες του απέναντι στον εαυτό του και το κοινωνικό σύνολο). -Μόνο η ατομική συνείδηση οδηγεί στον ατομικισμό (=απώλεια ατομικότητας, αντικοινωνικότητα). Μόνη η συλλογική συνείδηση οδηγεί στη μαζοποίηση (=απώλεια ατομικότητας, αυτονομίας, αυτοκαθορισμού, αυτενέργειας). -Και στις δύο περιπτώσεις το άτομο αλλοτριώνεται με επιπτώσεις στην προσωπικότητα, την ποιότητα ζωής του, την κοινωνία. Με την ίδια λογική, μέσα στο πλαίσιο της διεθνούς κοινωνίας θα πρέπει ο εθνισμός (υγιής φιλοπατρία) να συνδυάζεται αρμονικά (να συνυπάρχει) με το διεθνισμό (οικουμενική συνείδηση). Αυτός ο συνδυασμός εθνικής και οικουμενικής συνείδησης χαρακτηρίζει τον τέλειο άνθρωπο, τον ανθρωπιστή. -Μόνο το πρώτο οδηγεί στον εθνικισμό (σοβινισμό, φανατισμό, ρατσισμό, απανθρωπιά). -Μόνο το δεύτερο οδηγεί στην απώλεια της εθνικής ταυτότητας, την εθνική αλλοτρίωση, τη μαζοποίηση, την παγκόσμια ισοπέδωση, την εξαφάνιση της πολιτισμικής άμιλλας, τη στασιμότητα. Επομένως: -Όσο σε μεγαλύτερα κοινωνικά σύνολα αισθάνεται να ανήκει ο άνθρωπος, τόσο πιο άνθρωπος γίνεται. Και όσο πιο πολύ ανθρωποποιείται (μορφώνεται), τόσο σε ευρύτερα κοινωνικά σύνολα αισθάνεται να ανήκει. -Ο πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος απεγκλωβίζεται από το «εγώ», διαμορφώνει το «υπερ-εγώ» και ζει στο «εμείς», χωρίς να παύει να είναι ο εαυτός του. -Είναι αυτονόητο ότι, όπως ο άνθρωπος δε μπορεί να ζήσει μόνο με νερό, έτσι και μια κοινωνία δεν μπορεί να επιζήσει με πολίτες τύπου H2Ο («άχρωμους», «άγευστους», «άοσμους»). Ο κίνδυνος της πλημμύρας είναι αναπόφευκτος. Η πολιτικοποίηση αυτού του περιεχομένου μπορεί να θωρακίσει τον πολίτη απέναντι στους θανάσιμους κινδύνους της δημοκρατίας: τη δημαγωγία, το φανατισμό, την αδιαφορία για τα κοινά και τη δυνατότητα των εχθρών της να οργανώνονται και να δρουν εναντίον της. Έτσι κατοχυρώνονται στην πράξη τα θεμελιώδη στοιχεία της δημοκρατίας ως μιας εξουσίας που ασκείται «από το λαό», «δια του λαού» και «για το λαό» (όπως την όριζε ο Λίνκολν). Θεωρητικό νομικό πλαίσιο Μια τέτοια λειτουργία του ελληνικού σχολείου και ειδικότερα των Μαθητικών Κοινοτήτων υπαγορεύεται από: 1) την ελληνική δημοκρατική παράδοση, 2) τη σύγχρονη οικουμενική αντίληψη και 3) τη σύγχρονη ελληνική νομοθεσία. Στο βαθμό μάλιστα που τις καταξιώνει έμπρακτα καταξιώνεται και η ίδια. Πιο συγκεκριμένα:

3 1. Για την αρχαία ελληνική δημοκρατική σκέψη «πόλη» και «πολίτης», κοινωνία και άτομο δε νοούνται απόλυτα, αυθύπαρκτα και ανεξάρτητα. Το καθένα στοιχείο από αυτά αποκτά υπόσταση και καταξιώνεται μέσα από τη συνύπαρξή του με το άλλο. Γι αυτό: -Ο Ξενοφώντας προτρέπει «μη αμέλει της πόλεως» (Απομνημονεύματα Γ, 7,9). -Ο Πρωταγόρας προβάλλει ως προϋπόθεση της ίδιας της υπόστασης της κοινωνίας, της συνοχής και συνέπειάς της, την καθολική ενεργητική συμμετοχή στα κοινά: «Παντί προσήκον μετέχειν ή μη είναι πόλεις». Ο ίδιος δηλώνει κατηγορηματικά: «Ουδενί δει ιδωτεύειν» (Πρωταγόρας, 323 και 327). -Ο Περικλής στον «Επιτάφιο Λόγο» του χαρακτηρίζει «άχρηστο» τον αδιάφορο για τα κοινά πολίτη, αντικρούοντας την προσχηματική απολίτικη, «ανώδυνη» και αντιδημοκρατική αντίληψη που τον χαρακτηρίζει «φιλήσυχο». Γι αυτόν «φιλησυχία» είναι το προσωπείο της κοινωνικής ανευθυνότητας: «Τον μη μετέχοντα ουκ απράγμονα αλλ αχρείον νομίζομεν» (Θουκυδίδης, Β, 40). 2. Σύμφωνα με την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που ψηφίστηκε από τον ΟΗΕ το 1948: «Η εκπαίδευση πρέπει να αποβλέπει στην πλήρη ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και στην ενίσχυση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιακών ελευθεριών. Πρέπει να προάγει την κατανόηση, την ανεκτικότητα και τη φιλία ανάμεσα σε όλα τα έθνη και σε όλες τις φυλές και τις θρησκευτικές ομάδες και να ευνοεί την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης» (Άρθρο 22, 2). Επίσης στη Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που ψηφίστηκε ομόφωνα το 1959, επισημαίνεται: «Στο παιδί θα παρέχεται μια εκπαίδευση που προάγει τη γενική παιδεία του και θα του δώσει τη δυνατότητα με βάση την αρχή της ισότητας των ευκαιριών να αναπτύξει τις ικανότητές του, την ατομική του κρίση και το αίσθημα της ηθικής και κοινωνικής ευθύνης του για να γίνει ένα χρήσιμο μέλος της κοινωνίας» (Αρχή 7 η ) 3. Σύμφωνα με το Ελληνικό Σύνταγμα (1975): «Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό τη διάπλαση των Ελλήνων σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες» (Άρθρο 16, 2). Επίσης σύμφωνα με τον καταστατικό Νόμο «Δομή και λειτουργία της Πρωτ/θμιας και Δευτ/θμιας Εκπ/σης», κεφ. Α, άρθρο 1, παρ. 1: «Σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι: α) Να γίνονται οι μαθητές ελεύθεροι, υπεύθυνοι, δημοκρατικοί πολίτες, να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και τη δημοκρατία. β) Να αναπτύσσουν δημιουργική και κριτική σκέψη και αντίληψη συλλογικής προσπάθειας και συνεργασίας, ώστε να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και με την υπεύθυνη συμμετοχή τους να συντελούν αποφασιστικά στην πρόοδο του κοινωνικού συνόλου και στην ανάπτυξη της πατρίδας». Ο νόμος , Άρθρο 1 (εφημ. Κυβερνήσεως ) προβάλλει ως σκοπό του «Ενιαίου Λυκείου» α) την παροχή γενικής παιδείας υψηλού επιπέδου, β) την ανάπτυξη των ικανοτήτων, της πρωτοβουλίας, της δημιουργικότητας και της κριτικής σκέψης των μαθητών, γ) την προσφορά στους μαθητές των απαραίτητων γνώσεων και εφοδίων για τη συνέχιση των σπουδών τους στην επόμενη εκπαιδευτική βαθμίδα και δ) της καλλιέργειας στους μαθητές δεξιοτήτων που θα διευκολύνουν την πρόσβαση, ύστερα από περαιτέρω εξειδίκευση ή κατάρτιση, στην αγορά εργασίας. Εξάλλου ενημερωτικό έγγραφο με τίτλο «Το Ενιαίο Λύκειο ως βασικό κύτταρο της Εκπ/κής Μεταρρύθμισης» (Αθήνα ) τονίζεται: «Ο ενιαίος τύπος Λυκείου δεν εξαντλείται στην προπαρασκευή εξειδικευμένων εργατών για τις ανάγκες της αγοράς, αλλά επιδιώκει τη διαμόρφωση ολοκληρωμένων πολιτών που θα έχουν τη δυνατότητα να μετασχηματίζουν την κεκτημένη γνώση κατά τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται κάθε φορά στις απαιτήσεις της εποχής και να εκμεταλλεύονται τις ευκαιρίες που παρέχει η δια βίου εκπαίδευση». (Ας θυμηθούμε εδώ ότι τα επόμενα μεταρρυθμιστικά μέτρα του Υπουργείου Παιδείας αφορούσαν κυρίως στο θέμα των Εισαγωγικών Εξετάσεων για τα ΑΕΙ ΤΕΙ και ότι κάποια κίνηση του προηγούμενου Υπουργού για

4 νέο κανονισμό Μαθητικών Κοινοτήτων έπεσε στο κενό, όπως, άλλωστε και ο «Διάλογος για την παιδεία», που εξήγγειλε η σημερινή Υπουργός). Παρόμοια, στην εισαγωγή του Κανονισμού λειτουργίας των μαθητικών κοινοτήτων του ΥΠ.Ε.Π.Θ., που ισχύει από το 1986 μέχρι σήμερα, διαβάζομε: «Το σχολείο, ως ζωντανός οργανισμός, αποτελεί θεσμό που προετοιμάζει τα παιδιά και τα διαπαιδαγωγεί για την απρόσκοπτη ένταξή τους σε μια ελεύθερη και δημοκρατική κοινωνία μετά την αποφοίτησή τους από το σχολείο» (παρ. 1, σελ. 7) και «Για να εκπληρώσει το σχολείο τον προορισμό του πρέπει, πρώτα απ όλα, να είναι χώρος αποδοτικός και αποδεκτός από τους καθηγητές και τους μαθητές. Προϋπόθεση γι αυτό αποτελεί η ύπαρξη σχολείου με δημοκρατική σχολική ζωή» (κεφ. Α, παρ.3). Την ίδια αντίληψη εκφράζει και το τότε Υφυπουργείο Νέας Γενιάς και Αθλητισμού στην «πρόταση συνεργασίας» προς τα Μαθητικά Συμβούλια και τις Μαθητικές Κοινότητας. Σε ενημερωτικό φυλλάδιο επαναδιατυπώνει την πρόθεσή του να ενισχύει κάθε συλλογική προσπάθεια, «για να γίνει ο σχολικός χώρος ένας χώρος δημιουργικής έκφρασης, πρωτοβουλίας, άσκησης, ελευθερίας, χαράς. Για να ανοίξει το σχολείο τις «πύλες» του στην κοινωνία και τη ζωή». Προσδιορίζει μάλιστα ως άξονες συνεργασίας την επιμόρφωση των μαθητών, τις πολιτιστικές δραστηριότητες (μουσική, θέατρο, εικαστικά, λογοτεχνία, φωτογραφία, κινηματογράφος), την προώθηση του βιβλίου, την έκδοση μαθητικών εντύπων, το σχολικό συνεταιρισμό, το «μαθητικό πολιτιστικό στέκι» μέσα ή έξω από το σχολείο, την προώθηση της ιδέας της ειρήνης, τον αθλητισμό, τη περιβαλλοντική κοινωνική εκπαίδευση. Εξάλλου ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, καλώντας τους καθηγητές να συμβάλουν στη συνεργασία των Σχολείων τους με το κοινοβούλιο στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα «ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ», , που έχει στόχο την «καλλιέργεια θετικής στάσης των ΝΕΩΝ απέναντι στην αξία συμμετοχή στα κοινά», αφορά τους μαθητές της Β Λυκείου και εφαρμόζεται φέτος για ενδέκατη φορά, μεταξύ των άλλων τονίζει: «Είναι χρέος και ευθύνη μας να προετοιμάσουμε τους νέους για τη δημιουργική συνέχεια της Δημοκρατίας και του Πολιτισμού μας. Και αυτή η συνέχεια απαιτεί μύηση στο όραμα και τις διαδικασίες συμμετοχής στα κοινά, όχι απλά με τη στενά πολιτική έννοια, αλλά με την έννοια της ενεργού παρουσίας στα τεκταινόμενα, της δραστήριας συμμετοχής στο κοινό έργο, της βιωματικής ανταλλαγής στοχασμών και συναισθημάτων με στόχο την ουσιαστική συμβολή σε όλους τους τομείς του πολιτισμού». Αθήνα Για το ίδιο πρόγραμμα απευθυνόμενος προς τους μαθητές επισημαίνει: «Ο ρόλος του ενεργού πολίτη χαρακτηρίζεται από το ενδιαφέρον του για ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία, για τα Κοινά και τη συμμετοχή του σ αυτά, την παρουσία του, τη δημιουργικότητά του, την ικανότητά του να σχεδιάζει μόνος του, αλλά και συλλογικά, για τον τόπο του, για την Ευρώπη, για τον Κόσμο και να υλοποιεί τα κοινά σχέδια». Αθήνα Αξιοσημείωτη είναι επίσης η εξής επισήμανση του προέδρου της Βουλής στον πρόλογο της έκδοσης των πεπραγμένων της Α Συνόδου της «Βουλής των Εφήβων» , σελ.3: «Η συνοδοιπορία στο όνειρο και στο έργο, που συνιστά την αξία «συμμετοχή στα κοινά» συνθέτει την αρμονία της κοινωνικής ζωής, θεμελιώνει το ήθος της Πολιτείας και δημιουργεί τον Πολιτισμό». Η υποβάθμιση του θεσμού και οι προϋποθέσεις αναβάθμισής του Όπως φαίνεται, όμως, οι φραστικές αρχές και τα διακηρυκτικά κείμενα από μόνα τους δεν αρκούν Ο Αντώνης Σαμαράκης, ευαίσθητος σεισμογράφος των κοινωνικών κραδασμών, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: «Σημειώνεται τα τελευταία χρόνια μείωση του ενδιαφέροντος για τα κοινά, που μερικές φορές φθάνει την πλήρη αδιαφορία στους νέους, τα παιδιά» (πρακτικά συνεδριάσεων «Βουλής των Εφήβων», Αθήνα 1997, σελ. 15).

5 Η πολιτική αγωγή, βέβαια, δεν είναι αποκλειστική δικαιοδοσία και ευθύνη του σχολείου, αφού οι κοινωνικές συνιστώσες της είναι πολύ περισσότερες (οικογένεια, κόμματα, πνευματικοί άνθρωποι, ΜΜΕ και γενικά η «περιρρέουσα ατμόσφαιρα»). Οπωσδήποτε όμως το σχολείο αποτελεί τον καταλληλότερο χώρο για μια συστηματική και αποδοτική πολιτική κοινωνικοποίηση. Η ανάγκη μάλιστα ουσιαστικής ενδυνάμωσης του ρόλου αυτού του σχολείου γίνεται στο σωστό μέτρο αντιληπτή, αν συναρτηθεί όχι μόνο με την ανησυχητική διαπίστωση ενός γενικότερου περαβρεχισμού που φυσικά δεν αφήνει «αδιάβροχη» τη νεολαία αλλά και με την πιο ανησυχητική διαπίστωση ότι το ίδιο το σχολείο υπό την πίεση «άμεσων αναγκών» αντιπολιτεύεται τον πολιτικό παιδαγωγικό του ρόλο, όπως συμπεραίνει κανείς από ένα σύντομο απολογισμό κυρίως της λειτουργίας των Μαθητικών Κοινοτήτων, που εδώ και χρόνια αφήνεται να εκφυλίζεται. Το πρόβλημα αφορά κυρίως το Λύκειο, γιατί εδώ συμβαίνουν κατά παράδοση οι «εμπλοκές» που οδηγούν στη δυσαρμονία «λόγου και πράξης». Κανείς, ασφαλώς, δεν αρνείται ότι η λειτουργία της εκπαίδευσης, με τη βαρύτητα που έχει ως ένα από τα υποσυστήματα του κοινωνικού οικονομικού - πολιτικού συστήματος, πρέπει να βρίσκεται σε αντιστοιχία με τις απαιτήσεις της κοινωνικής πραγματικότητας, γεγονός που επιβάλλει ένα δυναμικό και ευέλικτο εκπαιδευτικό σύστημα. Πέρα όμως από την όποια υποκειμενική ιεράρχηση των απαιτήσεων αυτών, ο δια-μορφωτικός χαρακτήρας του σχολείουαντικειμενικά και διαχρονικά θεωρούμενος- δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να δίνεται «αντιπαροχή» σε μονολιθικές τεχνοκρατικές και οικονομικές προτεραιότητας και πρακτικές. Ας μας προβληματίσουν άλλωστε τα ποσοστά των υπαρξιακών προβλημάτων και της «φυγής» μέσα από τεχνητούς παραδείσους, στις σύγχρονες «κοινωνίες της αφθονίας», του κυνισμού της αγοράς και του φθόνου. Προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αναβάθμιση του θεσμού των Μαθητικών Κοινοτήτων είναι ενδεικτικά οι εξής: -Ενημερωτική εκστρατεία για τη χρησιμότητα και αναγκαιότητα του θεσμού των Μαθητικών Κοινοτήτων, ώστε να αρθεί η όποια καχυποψία για το ρόλο τους, να διαλυθεί η αντίληψη ότι με τις Μαθητικές Κοινότητες ασχολούνται οι «κακοί» μαθητές και οι «σαματατζήδες» και να εξαλειφθεί το φαινόμενο να μη βρίσκονται υποψήφιοι ή να συμμετέχουν κάποιοι στις εκλογές επειδή «ντρέπονται ν αρνηθούν». -Συζήτηση στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς με θέμα τη λειτουργία των Μαθητικών Κοινοτήτων και προγραμματισμός δράσης σε ετήσια ή μικρότερη βάση. Φυσικά αυτό προϋποθέτει εκλογές για την ανάδειξη αιρετών μελών στην αρχή του σχολικού έτους και όχι στην αρχή του ημερολογιακού. -Σεβασμός δημιουργική αξιοποίηση από τους μαθητές των ωρών που παραχωρεί το σχολείο στις Μαθητικές Κοινότητες, ώστε να μην εξαντλείται ο ρόλος τους σε θέματα που γελοιοποιούν τη δημοκρατία. Αναγκαία προϋπόθεση η τήρηση σωστών διαδικασιών (καθολική συμμετοχή, προετοιμασία, ενημέρωση σώματος, δημιουργικός διάλογος, καταγραφή πρακτικών, τήρηση αποφάσεων). -Συνεργασία μαθητών καθηγητών γονέων. Διαμόρφωση του όποιου εσωτερικού κανονισμού με τη συμμετοχή και των μαθητών. Το δόγμα «όλα για το μαθητή, τίποτα με το μαθητή» είναι ξεπερασμένο και επικίνδυνο. -Διανομή του Κανονισμού (Γενικού ή και Εσωτερικού, όπου υπάρχει) σ όλους τους μαθητές, ώστε να έχουν πλήρη γνώση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών τους. Οι περισσότεροι μαθητές δεν έχουν πιάσει στα χέρια τους ποτέ τον Κανονισμό! -Ανάθεση ουσιαστικών ρόλων στους αιρετούς εκπροσώπους των Μαθητικών Κοινοτήτων. Αναθεώρηση του θεσμού της «Βουλής των Εφήβων», ώστε η επιλογή των «εφήβων βουλευτών» να μην περιορίζεται απλά στο κριτήριο της γραπτής δοκιμασίας, αλλά να συνδυάζεται και με την προϋπόθεση της εκλογής τους στα Μαθητικά Συμβούλια και της ενεργού συμμετοχής τους στη σχολική ζωή, που ασφαλώς πρέπει να ενισχυθεί. -Καλλιέργεια της ευγενούς άμιλλας μέσα από τη δημιουργία κινήτρων και τη θέσπιση βραβείων σχετικών με την μέρους δράση των Μ.Κ. των τμημάτων ή των τάξεων.

6 -Αναβάθμιση του ρόλου του Συμβούλου καθηγητή μέσα από επιμορφωτικά σεμινάρια και άλλα μέτρα που θα αναδείξουν το λειτουργηματικό του περιεχόμενο. -Ενίσχυση του ανθρωπιστικού ρόλου της παιδείας καλλιέργεια του πνεύματος εθελοντισμού. Έτσι θα γίνει κοινή συνείδηση στους μαθητές το μακρυγιαννικό «Ζούμε στο εμείς και όχι στο εγώ» και η αποχή από τα κοινά του σχολείου θα θεωρείται «ατίμωση», ενώ η συμμετοχή «τίτλο τιμής», γεγονός που θα προοικονομεί ανάλογες θεωρήσεις και πρακτικές στη μετασχολική ζωή. -Αλλαγή της δομής και του περιεχομένου του Λυκείου, ώστε να μην αποτελεί ασφυκτικό προθάλαμο των ΑΕΙ και ΤΕΙ, και δημιουργία κατάλληλης υλικοτεχνικής υποδομής του σχολείου γενικά. Έτσι μόνο θα είναι δυνατή η ύπαρξη «σχολικής ζωής» και οι Μαθητικές Κοινότητας θα «αναπνεύσουν». - Τελειώνω με δύο παρατηρήσεις -Όσοι κατά καιρούς «αποφαινόμεθα» ότι οι μαθητές «ξέρουν τι δεν θέλουν, αλλά δεν ξέρουν τι θέλουν» ή ότι «ξέρουν τι θέλουν, αλλά δεν ξέρουν πώς να το ζητούν», θα ήταν προτιμότερο να κάνουμε την αυτοκριτική μας, ιδιαίτερα αν πρόκειται για πνευματικούς «ταγούς», και να αναλάβουμε το μερίδιο της ευθύνης που μας αναλογεί στον όποιο πολιτικό (με την ευρεία έννοια) «αναλφαβητισμό» της νεολαίας. -Από τη συνεχιζόμενη απαξίωση των Μαθητικών Κοινοτήτων είναι προτιμότερη η ευθανασία τους!

7 Γενική βιβλιογραφία 1. Κανονισμοί Μαθητικών Κοινοτήτων 1975, 1976, 1982, Α Εκπ/κο Συνέδριο Καθηγητών Μέσης Εκπ/σης, εκδ. ΟΛΜΕ, Γεωργιάδης Κ., Αποπροσανατολισμός στο μαθητικό κίνημα, Αθήνα, Δελτίο ΟΛΜΕ, τευχ. 552, Νοεμ Χριστοφορίδης Χ., Απόψεις για τη λειτουργία των Μαθητικών Κοινοτήτων, Αθήνα, Δελτίο ΟΛΜΕ, τευχ. 552, Νοεμβ Τουπούζης Κ., Οι Μαθητικές Κοινότητες, Αθήνα, Νέα Παιδεία, τεύχ. 22, Καλοκαίρι Κρυστάλλης Θ., Το μαθητικό κίνημα και ο Προσανατολισμός του, Αθήνα, Δελτίο ΟΛΜΕ, τευχ. 554, Ιαν Συγκούνας Χ., Πολιτικοποιημένη νεολαία, Αθήνα, Δελτίο ΟΛΜΕ, τευχ. 593, Δεκ Τρυφωνόπουλος Σ., Η συμμετοχή των μαθητών στη λειτουργία των σχολείων, Αθήνα, ΟΛΜΕ, Λόγος και πράξη, τευχ. 8, Ασπρογέρακας Ν. Θεοδωροπούλου Δ., Οι Μαθητικές κοινότητες ως μέσω πολιτικής και κοινωνικής Αγωγής των μαθητών, Αθήνα, ΟΛΜΕ, Λόγος και Πράξη, τευχ. 38, Ευγενίδης Ηρ., Μαθητικές Κοινότητες: Δημοκρατικός θεσμός ή διασυρμός δημοκρατικών θεσμών, Αθήνα, ΟΛΜΕ, Λόγος και Πράξη, τευχ. 58, Πεπραγμένα Α Συνόδου της «Βουλής των Εφήβων», Μαθητικές κοινότητες Λόγος και πράξη (έρευνα), εκδόσεις ΣΧΕΔΙΑΣ 2 ου Λυκείου Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 1998, Ευθύνη έρευνας και επιμέλεια έκδοσής της: Φρυγανάκης Γεώργιος. 13. Φρυγανάκης Γ., Σχολείο και πολιτική κοινωνικοποίηση, Εφημ. «Ελευθερία», Φρυγανάκης Γ., Διάλογος με τους νέους, Εφημ. «Ελευθερία», Φρυγανάκης Γ., Σχολείο και Δημοκρατία, Εφημ. «Ρέθεμνος», 27/