Μικρές ατιμίες ΠΑΝΟΣ ΚΑΡΝΕΖΗΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Μικρές ατιμίες ΠΑΝΟΣ ΚΑΡΝΕΖΗΣ"

Transcript

1 ΠΑΝΟΣ ΚΑΡΝΕΖΗΣ Μικρές ατιμίες «Οι τραγικές μορφές που κατοικούν στο σκληρό τοπίο που ζωντανεύει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου θα μπορούσαν να αποτελούν ήρωες σε ταινία του Φελίνι. Σκηνές από την καθημερινότητα με φευγαλέες πινελιές φαντασίας θυμίζουν τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές». The New York Times

2 ΜΙΚΡΕΣ ΑΤΙΜΙΕΣ (του Πάνου Καρνεζη) Μια κηδεία για πέτρες 2 Άλλη μια μέρα με τον «Πήγασο» 35 Deus ex machina 40 Ιερεμιάδα 50 Φάλαινα στην παραλία 54 Η μέρα του κτήνους 59 Μια ατραξιόν του τσίρκου 68 Τα μεσημεριανά όνειρα της ανύπαντρης Στέλλας 73 Η Κασσάνδρα έχει φύγει 79 Θέλεις υγιής γενέσθαι; 82 Ιατρική δεοντολογία 91 Αθανασία 95 Μία κλασική παιδεία 99 Αμαρτίες ενός θεού του θερισμού 104 θυσία 116 Το χειμώνα οι κυνηγοί 121 Εφηρμοσμένη αεροναυτική 128 Την πρώτη μέρα της Σαρακοστής 134 Ο θρύλος της Ατλαντίδος 168 1

3 Μια κηδεία για πέτρες Aπο τα χαράματα ο αέρας ήταν αποπνικτικός και αργότερα, λίγο πριν από το μεσημέρι, η σκύλα άρχισε να γαβγίζει χωρίς λόγο και δε σταμάτησε μέχρι που ο παπα-γεράσιμος την πήρε με τις πέτρες. Δεν μπορούσε να φανταστεί εκείνη τη στιγμή πως το κακόμοιρο το ζώο προσπαθούσε απλά να τον προειδοποιήσει. Γιατί με το που έπλυνε το πιάτο του, έριξε τα αποφάγια στις κότες και κάθισε στη βεράντα να πιει ένα ποτήρι κρασί, ένα βουητό σαν ηχώ σε τεράστιο κάδο αντήχησε σε όλο το χωριό. Ο παπα-γεράσιμος Κοίταξε σαστισμένος το ποτήρι του να αναποδογυρίζει και το κόκκινο κρασί να χύνεται στο τραπέζι. «Γαμώτο!» φώναξε. «Ήρθε η Δευτέρα Παρουσία». Στα δέντρα τα κοράκια πέταξαν ξαφνικά σαν να είχε πέσει τουφεκιά. Λίγο πιο πέρα ένα κοπάδι πρόβατα μαζεύτηκαν κοντά κι άρχισαν να βελάζουν. Ο παπα-γεράσιμος έκανε το σταυρό του. Η πρώτη δόνηση ήταν ανεπαίσθητη σαν τις εκρήξεις του δυναμίτη που έφταναν στο χωριό από το λατομείο των φυλακών. Τα καλώδια του ηλεκτρικού άρχισαν να λικνίζονται και μες στο κλουβί το καναρίνι χτύπησε τα φτερά του στα κάγκελα. Ένα σύννεφο πέρασε μπροστά από τον ήλιο κι έριξε για λίγο τη σκιά του πάνω στο ταπεινό σπίτι του παπα-γεράσιμου, αυξάνοντας τον τρόμο του. Όταν η πόρτα της βεράντας έτριξε στους μεντεσέδες, ο παπάς ρίγησε, όπως τη φορά που είχε ακούσει το σφύριγμα του δαίμονα, στη διάρκεια ενός από τους αποτυχημένους εξορκισμούς του. «Κύριε, ελέησαν με!» αναφώνησε κλαίγοντας κι έπιασε το σταυρό στο στήθος του, φέρνοντας στο νου τις ιερατικές του αποτυχίες. «Το λάθος δεν είναι δικό μου. Έκανα ό,τι μπορούσα. Αλλά αυτοί οι άπιστοι έχουν μουλαρίσιο κεφάλι». Δεν είχε τελειώσει ακόμα την προσευχή του, όταν η βεράντα από μπετόν άρχισε κα σείεται σαν θαλάσσια εξέδρα. Οι λαστιχένιες γαλότσες στη γωνία που ο παπάς φορούσε το χειμώνα, περπατώντας τα λίγα μέτρα από το σπίτι στην εκκλησία, άρχισαν να πηδούν πάνω-κάτω. Η λάμπα θυέλλης στον τοίχο αναποδογύρισε χύνοντας παραφίνη στο ξεφτισμένο του ράσο, αλλά τέτοιος ήταν ο τρόμος του που ο παπα-γεράσιμος έμεινε ακίνητος. Εκείνη τη στιγμή ο σεισμός σταμάτησε όσο απότομα είχε αρχίσει. Για λίγο, όλα ήταν ήσυχα, εκτός απ' το θόρυβο των κεραμιδιών που έσπαγαν πέφτοντας απ' τις στέγες. Τα πουλιά επέστρεψαν στα δέντρα, ενώ μέσα στο κλουβί το καναρίνι ζάρωσε στην κούνια του. Από κάθε κατεύθυνση, ο κόσμος άρχισε να μαζεύεται στην πλατεία, μπροστά απ' την εκκλησία, σαν κυνηγημένο κοπάδι. Μαζί τους κουβαλούσαν ό,τι αντικείμενα είχαν καταφέρει να περισώσουν από τα σπίτια τους: πιάτα από φτηνή πορσελάνη, ένα δίκαννο, ένα ρολόι τοίχου χωρίς κούκο στο ελατήριο, τα χρήματα κάτω απ' το στρώμα, ένα ρωσικό σαμοβάρι που ακόμα άχνιζε. Μια μελλόνυμφη κρατούσε το νοικιασμένο νυφικό της από τούλι, ο δήμαρχος τη μαντεμένια γραφομηχανή που αγόρασε με χρήματα του δήμου, ενώ κάποιος άλλος έσπρωχνε το κρεβάτι όπου ακόμα ήταν ξαπλωμένοι οι άρρωστοι παππούδες του. «Η μάχη του Αρμαγεδδώνος έχει αρχίσει!» φώναξε όχι χωρίς κακία ο παπα-γεράσιμος απ' τη βεράντα. «Τώρα είναι πολύ αργά να μετανοήσετε». Οι άνθρωποι τον κοίταξαν με ντροπή. «Και μην πείτε ότι δε σας προειδοποίησα», πρόσθεσε. 2

4 Ο κόσμος ήταν ακόμα στην πλατεία, συζητώντας το να κάνουν, όταν ο τρόμος επέστρεψε. Ο σεισμός ανακοίνωσε τη δεύτερη του επίθεση, χτυπώντας τις καμπάνες της εκκλησίας. Αν και το καμπαναριό κουνήθηκε σαν καλάμι, άντεξε τελικά την υπόγεια βία. Όμως, ο ευαίσθητος μηχανισμός του ρολογιού του καταστράφηκε και οι μεταλλικοί του δείκτες σταμάτησαν στην ώρα της δυστυχίας. Το μόνο που οι χωρικοί μπορούσαν να κάνουν όση ώρα το έδαφος κάτω από τα ποδιά τους έτρεμε και τα κυπαρίσσια τους έραιναν με κουκουνάρια ήταν να κοιτάζουν. Ο σοβάς με τις αγιογραφίες στην εκκλησία έσπασε σε κομμάτια και σε λίγα λεπτά τα μεγάλα μπλε γράμματα πάνω από την πόρτα του δημαρχείου έπεσαν το ένα μετά το άλλο. Αμέσως μετά γλίστρησε και το μπαλκόνι απ' τα δοκάρια και προσγειώθηκε μονοκόμματο στο έδαφος: η βάση, τα κάγκελα, το κοντάρι της σημαίας κι η πάνινη πολυθρόνα στην οποία ο δήμαρχος συνήθιζε να παίρνει τον απογευματινό του ύπνο. Η καταστροφή συνεχίστηκε μαζί με τους θρήνους των χωρικών. Όσα σπίτια βρέθηκαν στην πορεία του σεισμού υπέκυψαν στη δύναμη του: στέγες κατέρρευσαν, σωριασμένες καμινάδες έκλεισαν τους δρόμους, πλίνθινες καλύβες διαλύθηκαν σε σωρούς από σκόνη κι άχυρα. Οι χωρικοί δεν είχαν χρόνο να θρηνήσουν την καταστροφή της περιουσίας τους. Ξαφνικά ακούστηκε ένας θόρυβος από πέτρες και ξύλα που έσπαγαν και στη συνέχεια σηκώθηκε ένα σύννεφο σκόνης, απ' όπου ξεπρόβαλαν τα κέρατα ενός αφηνιασμένου κοπαδιού βοδιών. Οι άνθρωποι έτρεξαν να κρυφτούν στην εκκλησία του Αγίου Τιμοθέου. Μια οικογένεια Ιεχωβάδων που ο παπα-γεράσιμος δεν άφησε να μπουν σκαρφάλωσαν όσο πιο ψηλά μπορούσαν στα κυπαρίσσια της αυλής και προσευχήθηκαν με τα χέρια διπλωμένα στα πυκνά κλαδιά, καθώς τα βόδια περνούσαν με κατεύθυνση το άλλο άκρο του χωριού. Όταν το κοπάδι χάθηκε, ο παπα-γεράσιμος κράτησε την ανάσα του και διαπίστωσε πως ο σεισμός είχε κοπάσει. Άνοιξε τις πόρτες της εκκλησίας, κοίταξε αριστερά και δεξιά και αναστέναξε. «Αυτός ο τόπος τραβάει τη συμφορά όπως η φλόγα την πεταλούδα». Μετρήθηκαν τρεις φορές για να σιγουρευτούν πως δεν έλειπε κανένας και αμέσως μετά οι χωρικοί στρώθηκαν στη δουλειά. Ο σιδεράς εκτίμησε τη ζημιά του ρολογιού της εκκλησίας και ανακοίνωσε πως για να δουλέψει ξανά έπρεπε, απλά, να ισιώσουν το ελατήριο και τα γρανάζια. Όμως το χωριό ψήφισε ομόφωνα να το αφήσουν όπως ήταν, για να τους θυμίζει πάντα την καταστροφή. Στη συνέχεια, κάποιοι άντρες ακολούθησαν τον κουρέα. Στο μαγαζί του καθάρισαν τη σκόνη με ένα φυσερό του σιδηρουργείου, πάτησαν πάνω στα πεσμένα δοκάρια, παραμέρισαν τη δερμάτινη πολυθρόνα και σήκωσαν το βαρύ ξυλόγλυπτο με τα χερουβείμ που είχε ξεκολλήσει από τον τοίχο, βέβαιοι για το τι θα ανακαλύψουν από κάτω. Από τον αριστουργηματικό καθρέφτη, που ο κουρέας είχε αγοράσει φτηνά από μία ξεθωριασμένη καλλονή της πόλης με τη μανία να μετρά τις ρυτίδες της, είχε απομείνει ένας σωρός κοφτερά, γυαλιστερά κομμάτια. Τίποτα όμως δε λύπησε τους άντρες περισσότερο απ' τα νέα που άκουσαν στη συνέχεια. Το σπίτι της Ζαφείρας, στην άκρη του χωριού, με τους ασπροσοβατισμένους τοίχους και τα βαθυκόκκινα παντζούρια, τις γλάστρες με βασιλικό και δεντρολίβανο και τη μισάνοιχτη πόρτα με το καρφωμένο αλογοπέταλο, είχε μετατραπεί σε μια πυραμίδα από πολύχρωμα μπάζα. Μόνο ο παπα-γεράσιμος ήταν ευχαριστημένος. 3

5 «Επιτέλους!» αναφώνησε. «Ο οίκος της αμαρτίας επήγε στην Κόλαση». Είχε βραδιάσει όταν ο αέρας άλλαξε κατεύθυνση και ακούστηκαν τελικά οι κραυγές των παγονιών που ζούσαν στο νεκροταφείο. Ο κόσμος άρχισε να μαζεύεται εκεί. Αφού έβγαλαν τη στραπατσαρισμένη καγκελόπορτα απ' τους μεντεσέδες και μπήκαν στο νεκροταφείο, ανακάλυψαν ότι το πέρασμα του σεισμού όχι μόνο είχε ανοίξει αμέτρητα αυλάκια στο έδαφος, αλλά είχε κομματιάσει και τις ταφόπλακες, είχε διαλύσει τα γυάλινα εικονοστάσια με τ' άδεια για χρόνια καντήλια και τα βάζα με τους ξεραμένους αμάραντους που δεν είχαν ποτιστεί ποτέ και το χειρότερο είχε ξεθάψει τα φέρετρα των προγόνων τους. Μάταια προσπάθησαν να σπρώξουν τα φέρετρα μέσα στους τάφους. Μόλις άγγιζαν τις φαγωμένες απ' τα σκουλήκια σανίδες, αυτές διαλύονταν. Έτσι αποφάσισαν να φτιάξουν νέα φέρετρα. Οι άντρες εργάστηκαν όλη τη νύχτα στο φως των φαναριών κι όλη την επόμενη μέρα, ενώ οι γυναίκες ανέλαβαν να βγάλουν τα οστά και να τα σημαδέψουν ώστε να μην μπερδευτούν. Τότε ήταν που έπεσαν πάνω σ' ένα φέρετρο γεμάτο με βιβλία κι ο παπα-γεράσιμος έσπευσε να εξηγήσει ντροπιασμένος πως δεν ήταν παρά ένας σωρός από άχρηστα χαρτιά γεμάτα με τα ψέματα βλάσφημων κι αγράμματων αιρετικών. Αλλά έκαναν κι άλλες ανακαλύψεις. Μέσα σ' ένα άλλο φέρετρο βρήκαν έναν ολόκληρο τηλέγραφο δίπλα στα λείψανα ενός άντρα που φοβόταν μήπως θαφτεί ζωντανός και σ' ένα τρίτο αντίκρισαν ξαφνιασμένοι ένα συκώτι σε τέλεια κατάσταση κάτω από τ' ασπρισμένα οστά ενός διαβόητου μέθυσου. Ο γιατρός εξήγησε ότι ήταν το οινόπνευμα που το είχε διατηρήσει ανέπαφο. Είχαν σχεδόν μαζέψει όλα τα ξεθαμμένα φέρετρα, όταν το μάτι του παπα-γεράσιμου έπεσε πάνω σ' ένα φέρετρο ιδιαίτερα μικρό. Δεν ήταν το μέγεθος που του κίνησε την περιέργεια αφού ήξερε ότι ο θάνατος ενέδιδε συχνά στον πειρασμό των ανυπεράσπιστων παιδιών του χωριού, αλλά αυτό που ανακάλυψε κάτω απ' την ξεφλουδισμένη επίστρωση της μπογιάς: το φέρετρο ήταν στην πραγματικότητα μια παλιά κάσα για παστωμένα ψάρια. Μια ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη τον περίμενε όταν έσπασε τα σκουριασμένα καρφιά με το φτυάρι, άνοιξε το καπάκι και γονάτισε να δει. Αντί για παιδικά λείψανα, η ευτελής ξύλινη κάσα περιείχε δεκαοκτώ βαριές πέτρες, καθεμιά λαξευμένη και γυαλισμένη στο σχήμα μιας ανθρώπινης καρδιάς. Χρειάστηκαν δύο μέρες για να φτιαχτούν τα νέα φέρετρα και την τρίτη οι χωρικοί, φορώντας πένθος από γυναικείες καλτσοδέτες, παρακολούθησαν υπό τον ήχο των τζιτζικιών τη λειτουργία για την ανάπαυση των ψυχών. Μόλις ο παπα-γεράσιμος είπε το «Χους ει και εις χουν απελεύσει», όλοι πήραν το δρόμο για τα σπίτια τους, αφήνοντας τον μόνο στο νεκροταφείο με το νεκροθάφτη που άρχισε να σκεπάζει τους τάφους. Μπροστά στην κάσα με τις πέτρες ο παπάς ένιωσε απέραντη θλίψη. Κανείς δεν είχε καταφέρει να θυμηθεί πού ακριβώς είχε βρεθεί το κουτί ή δεν ήθελαν να του πουν. Ο παπα- Γεράσιμος έδωσε μια κλοτσιά στην κάσα. «Μία αμαρτία έχει διαπραχθεί. Πριν από χρόνια έψαλα τη νεκρώσιμη ακολουθία σε μια στοίβα πέτρες». Το νεκροταφείο ήταν στην κορυφή ενός λόφου, αντικριστά στο χωριό. Οι ταφόπλακες που είχε καταστρέψει ο σεισμός ήταν στοιβαγμένες η μία πάνω στην άλλη και τη θέση τους είχαν τώρα πάρει λιτοί ξύλινοι σταυροί. Ο παπα-γεράσιμος έριξε στο ζευγάρι των παγονιών καλαμπόκι και μπαγιάτικο ψωμί, πριν μαζέψει τα πεσμένα φτερά τους με τα 4

6 οποία στόλιζε την Αγία Τράπεζα. Ο καιρός ήταν καθαρός κι ευχάριστος. Από τη μέρα του σεισμού ο παπάς δεν είχε πάψει να σκέφτεται τη μυστηριώδη ανακάλυψη. Τα δύο προηγούμενα βράδια είχε ξυπνήσει τρομαγμένος, γεμάτος δάκρυα. Είδε στον ύπνο του την καταστροφή στα Σόδομα και τα Γόμορρα, από την πύρινη βροχή και το σεισμό, ενώ το πρωί της νεκρώσιμης ακολουθίας άκουσε θόρυβο απ' την ντουλάπα που κρεμούσε τα άμφια του. Την άνοιξε κρατώντας το σταυρό στο τρεμάμενο χέρι του και ψιθυρίζοντας την προσευχή του εξορκισμού κι αμέσως πετάχτηκε έξω ένας τεράστιος ποντικός. Όλα αυτά τα θεώρησε ραδιουργίες του Διαβόλου κι έπεισε τον εαυτό του ότι κι ο σεισμός ήταν σταλμένος απ' το Θεό, για να ανακαλύψει ο ιερέας του την κάσα. Επόμενος, σκέφτηκε, η λύση του μυστηρίου θα ήταν η αρχή στο μακρύ δρόμο της σωτηρίας του χωριού. Με αυτές τις σκέψεις, έφτασε λίγο αργότερα στο σταθμό της χωροφυλακής. «Χάνεις τον καιρό σου, πάτερ», είπε ο ενωμοτάρχης μόλις τον είδε. «Και το σπουδαιότερο, το δικό μου». «Έχει διαπραχθεί αμάρτημα», θέλησε να εξηγήσει ο παπα-γεράσιμος. «Αυτό είναι δική σου αρμοδιότητα, πάτερ». «Ίσως να εμπλέκεται κι έγκλημα. Η τυπική αστυνομική διαδικασία...» «Θα το εξετάσω όταν τελειώσω με αυτά», τον διέκοψε ο χωροφύλακας, ακουμπώντας την παλάμη σε μια στοίβα από μηνύσεις που αφορούσαν τις λεηλασίες μετά το σεισμό. Και πρόσθεσε ειρωνικά: «Στο μεταξύ, φύλαξε τις πέτρες, πάτερ. Είναι κρίσιμα ιατροδικαστικά πειστήρια». Ο παπα-γεράσιμος κοκκίνισε από θυμό. «Ήταν αμάρτημα», επανέλαβε με πείσμα. Δεν ήταν άνθρωπος που εγκατέλειπε εύκολα: αποφάσισε να αναλάβει ο ίδιος τις έρευνες. Μην ξέροντας όμως από πού να ξεκινήσει, περιπλανήθηκε για ώρες στους δρόμους, βυθισμένος σε σκέψεις. Όποιον συναντούσε τον ρωτούσε για τις ζημιές στην περιουσία του, αλλά ήταν τόσο αφηρημένος ώστε αν λίγο αργότερα τον ξανασυναντούσε, τον ρωτούσε τα ίδια πράγματα και του εξέφραζε πάλι τη λύπη του. Τα περισσότερα σπίτια του χωριού είχαν μετατραπεί σε ερείπια. Στο δρόμο για την πλατεία ο παπα-γεράσιμος χρειάστηκε να σκαρφαλώσει σ' ένα σωρό από πέτρες που πριν από το σεισμό ήταν διώροφο σπίτι μ' ένα τζάκι σε κάθε πάτωμα. Αν και θαμμένο κάτω από πολλά στρώματα τούβλων, σοβάδων και καδρονιών, ένα γιασεμί ανέδινε ακόμα τη μνήμη από το άρωμα του. Όχι πολύ μακριά από εκεί, ο σεισμός είχε δείξει έλεος σ' ένα στάβλο. Γαϊδούρια και μουλάρια ήταν δεμένα απέξω, ώστε οι ιδιοκτήτες τους να πάρουν το κατάλυμα τους. Ο παπάς σταμάτησε στο κουρείο όπου ο κουρέας, πεσμένος στα τέσσερα, συναρμολογούσε τον καθρέφτη. «Πρόσεξε μην πατήσεις τα γυαλιά, πάτερ», τον προειδοποίησε ο κουρέας μ' ένα κουτί κόλλα στο χέρι. «Εκτός κι αν είσαι τόσο ελαφρός που μπορείς να βαδίσεις κι επί των υδάτων». Ο παπα-γεράσιμος υπάκουσε. Σήκωσε μια καρέκλα που ήταν αναποδογυρισμένη στο πάτωμα, σκούπισε το κάθισμα με το μανίκι του ράσου του και κάθισε. Το μικρό μαγαζί ήταν σε κακή κατάσταση: βαθιές ρωγμές είχαν ανοίξει στους τοίχους και μια μεγάλη τρύπα είχε σχηματιστεί στη σκεπή. Σε μια γωνία, πάνω στο σωρό απ' τα σπασμένα κρύσταλλα του, ένας πολυέλαιος με πέντε λάμπες έδωσε στον παπά την εντύπωση ενός ψόφιου κύκνου. 5

7 «Ξέρεις τίποτα για τις πέτρες στο φέρετρο;» ρώτησε. «Δεν έχω ιδέα, πάτερ», απάντησε βιαστικά ο κουρέας. Ήταν ακόμα σκυμμένος πάνω απ' τον καθρέφτη, αλλά σιγά σιγά γύρισε την πλάτη του στον παπά. Εκείνος τον παρακολουθούσε σιωπηλά. Έξω στο δρόμο, γυναίκες και παιδιά κουβαλούσαν κουβάδες με ασβέστη. Ο κουρέας άρχισε να μουρμουρίζει ένα σκοπό. «Έχεις σκεφτεί ποτέ να ξυρίσεις τα γένια σου, πάτερ;» αστειεύτηκε ύστερα από λίγο. «Θα σου κάνω καλή τιμή». Ο παπάς αγνόησε το αστείο. Κατάλαβε πως ο κουρέας προσπαθούσε να αποφύγει τις ερωτήσεις του. «Παράξενο», επέμεινε ο παπα-γεράσιμος, χαϊδεύοντας τα γένια του. «Οι άντρες λένε στον κουρέα τους πράγματα που δε θα έλεγαν ούτε στη γυναίκα τους». «Όχι σ' εμένα, πάτερ. Λένε πως είμαι χειρότερος στο να κρατάω μυστικά κι από τον κουρέα του Μίδα». Ο παπάς δεν τον πίστεψε. Ήξερε όμως πως θα ήταν λάθος τακτική να δείξει την καχυποψία του από τα πρώτα στάδια της ερευνάς του. «Έτοιμος», είπε ο κουρέας ύστερα από λίγο. Σηκώθηκε και σκούπισε τα χέρια του στα μπατζάκια του. «θα βάλεις ένα χέρι, πάτερ;» Ο παπα-γεράσιμος τον βοήθησε να κρεμάσει το βαρύ καθρέφτη στον τοίχο. Όταν τελείωσαν ο κουρέας ρώτησε: «Πώς σου φαίνεται;» Ο παπάς κοίταξε το τζάμι: ήταν σαν ψηφιδωτό φτιαγμένο από ερασιτέχνη. Ανάμεσα στα κολλημένα κομμάτια υπήρχαν κενά και το είδωλο του ήταν τόσο παραμορφωμένο που το πρόσωπο του έμοιαζε μουλαρίσιο. «Αυτό το πράγμα κάνει μόνο για το λαβύρινθο με τους καθρέφτες του λούνα παρκ», απάντησε με πίκρα. Και μην μπορώντας να συγκρατήσει πια τα αισθήματα του πρόσθεσε: «Κουρέα, είσαι τόσο καλός να επισκευάζεις καθρέφτες όσο και να λες ψέματα». Εκείνη τη νύχτα οι εφιάλτες του επέστρεψαν. Ο παπα-γεράσιμος καταράστηκε κι αναστέναξε για πολλή ώρα πριν παραδεχτεί ήττα στις προσπάθειες του να κοιμηθεί. Σηκώθηκε απ' το κρεβάτι και κοίταξε έξω απ' το παράθυρο, θα περνούσαν αρκετές ώρες μέχρι την αυγή. Το σπίτι είχε μόνο ένα δωμάτιο: κρεβατοκάμαρα, γραφείο και κουζίνα μαζί. Έβαλε στο μπρίκι τόσο ρεβίθι όσο και καφέ λόγω της εύθραυστης οικονομικής του κατάστασης, πρόσθεσε και λίγη ζάχαρη κι έβρασε το μείγμα στο καμινέτο. Τυλίχτηκε στο ράσο του και κάθισε στην ίδια καρέκλα, στη βεράντα, απ' όπου είχε παρακολουθήσει το ξέσπασμα του σεισμού πριν από τρεις μέρες. Ήπιε τον καφέ όσο ήταν ακόμα καυτός, με το βλέμμα του κολλημένο στον ορίζοντα, όπου το περίγραμμα των λόφων ήταν αδιόρατο. Όταν άδειασε το φλιτζάνι έψησε κι άλλο καφέ και επέστρεψε στη βεράντα, όπου παρέμεινε σε βαθιά σκέψη μέχρι που οι λόφοι πήραν το χρώμα του μελιού. Μόνο όταν λάλησαν οι πετεινοί, θυμήθηκε πως ήταν η ώρα του όρθρου και βιάστηκε να ντυθεί μουρμουρίζοντας: «Συγχώρα με, Κύριε. Ακόμα κι εγώ Σε απαρνήθηκα». Η λειτουργία είχε τόσο λίγο κόσμο που η μελαγχολία του μεγάλωσε. Δύο φορές έπιασε τον εαυτό του να σκέφτεται την αμαρτωλή ταφή ενώ καθαγίαζε τον άρτο και τον οίνο της μετάληψης. Πρόσφερε τη θεία κοινωνία βιαστικά και είπε το «Πάτερ Ημών» πιο γρήγορα απ' ό,τι συνήθως. Ξύπνησε τις γριές που πάντα τις έπαιρνε ο ύπνος κατά τη διάρκεια της 6

8 λειτουργίας κι όταν όλοι είχαν φύγει, έβγαλε τα άμφια και φόρεσε ξανά το λεκιασμένο του ράσο. Ήταν έτοιμος για άλλη μια μέρα ερευνών. Στο καφενείο ο καφετζής ξαφνιάστηκε βλέποντας τον τόσο νωρίς. «Η μόνη φορά που σε Θυμάμαι να 'ρχεσαι στο μαγαζί τέτοια ώρα, πάτερ, ήταν όταν σου σώθηκε ο οίνος της μετάληψης», σχολίασε πίσω απ' τον πάγκο. Ο παπα-γεράσιμος τον συμπαθούσε. Ο καφετζής ήταν ένας γίγαντας που όταν περπατούσε πάνω-κάτω στο μαγαζί, θύμιζε υπερωκεάνιο που προσπαθεί να δέσει χωρίς ρυμουλκό. Οι ευγενικοί του τρόποι είχαν πείσει τον παπά πως ήταν ο πιο ειλικρινής και καλόκαρδος άνθρωπος στο χωριό. Ο καφετζής έφερε στον παπα-γεράσιμο τον καφέ του. «Τότε ήταν μεγάλη ανάγκη», δικαιολογήθηκε ο παπάς και θυμήθηκε το περιστατικό ντροπιασμένος αλλά και με παιδιάστικη πονηριά. «Βγήκα κρυφά απ' την πίσω πόρτα κι ούτε ο ψάλτης δε με πήρε χαμπάρι». Συγκράτησε το γέλιο του και πρόσθεσε σεμνά: «Ελπίζω ο Κύριος να με συγχωρέσει που πρόσφερα κονιάκ εκείνη τη μέρα». «Είμαι βέβαιος, πάτερ. Αν θυμάσαι, το κονιάκ ήταν εκατόν εξήντα βαθμών. Το φύλαγα για το γάμο της αδελφής μου». «Και σου είμαι αιώνια ευγνώμων, τέκνον μου», τον ευχαρίστησε ο παπα-γεράσιμος. Καθόταν σ' ένα τραπέζι δίπλα στον πάγκο. Στον τοίχο υπήρχε ένας κύκλος από σκόνη, εκεί όπου κάποτε κρεμόταν το ρολόι είχε σχήμα καπακιού από μπουκάλι, με τη μάρκα μιας δημοφιλούς μπίρας πάνω και δινόταν δωρεάν σε κάθε λιανοπωλητή με ετήσιες πωλήσεις πάνω από πέντε χιλιάδες καφάσια. «Κρίμα για το ρολόι», είπε ο παπα-γεράσιμος. Ο καφετζής κοίταξε λυπημένος το σημάδι στον τοίχο. «Ήταν καλό ρολόι». «Ελβετικό;» «Ο μηχανισμός ναι. Επτά ρουμπίνια». Παρατήρησαν και οι δύο σιωπηλά το λεκιασμένο σημάδι στον τοίχο. Ο καφετζής είπε: «Έχανε μόνο ένα λεπτό το μήνα». «Αλήθεια;» Ο παπάς κούνησε το κεφάλι του με θαυμασμό κι άλλαξε συζήτηση. «Σήμερα χρειάζομαι τη βοήθεια σου ξανά, τέκνον μου, αλλά για ένα άλλο ζήτημα». Εκτός από το ρολόι, η άλλη ζημιά που είχε υποστεί το καφενείο στο σεισμό ήταν ένα κομμάτι σοβάς που έπεσε απ' το ταβάνι στη γυάλινη βιτρίνα του ψυγείου. Μέσα από το σπασμένο γυαλί, ο παπάς παρακολούθησε τον καφετζή που έπλενε τα ποτήρια και τα φλιτζάνια. «Τη βοήθεια μου, πάτερ;» «Ναι. Τι ξέρεις να μου πεις για τις πέτρες;» «Τις πέτρες;» «Τις πέτρες στο φέρετρο». «Ποιο... φέρετρο;» Ο παπα-γεράσιμος έριξε το βλέμμα του στα χέρια του γίγαντα με καχυποψία. Εκείνο το πρωί είχαν πολύ λίγη από τη συνηθισμένη τους επιδεξιότητα για την ακρίβεια, έτρεμαν. Επίσης παρατήρησε πως μόλις ο καφετζής έπλυνε όλα τα ποτήρια και τα φλιτζάνια, τα ξανάβαλε στη σαπουνάδα κι άρχισε να τα τρίβει πάλι με το σφουγγάρι. 7

9 «Δεν ήσουν στο νεκροταφείο όταν ανακάλυψα την ψαροκασέλα;» ρώτησε ο παπάς. Ο άλλος σκούπισε το μέτωπο του με την ανάστροφη του χεριού. «Α, εκείνο το φέρετρο... ναι», απάντησε σκύβοντας πάνω στο νεροχύτη τα φρύδια του είχαν σαπουνάδα. «Λοιπόν;» «Μακάρι να μπορούσα να σε βοηθήσω, πάτερ. Αλλά όταν οι πελάτες μου μιλούν με ειλικρίνεια είναι τόσο μεθυσμένοι ώστε δεν καταλαβαίνω τι λένε. Είναι πρόβλημα». Ο παπα-γεράσιμος ένιωσε προδομένος. Μια εβδομάδα νωρίτερα είχε δώσει σ' αυτό τον άνθρωπο άφεση αμαρτιών επειδή νόθευσε τα ποτά με νερό. Τώρα εκείνος τον ξεπλήρωνε μ' ένα ψέμα. Ο θυμός του άρχισε να τον πνίγει και τελείωσε τον καφέ του με αποφασιστικότητα. «Το πραγματικό πρόβλημα, τέκνον μου», είπε σηκώνοντας το δάχτυλο του, «είναι ότι συναναστρέφεσαι απίστους εδώ και πολύ καιρό». Δεν περίμενε να ακούσει τις δικαιολογίες του άλλου, ούτε πλήρωσε τον καφέ του. Εκείνο το απόγευμα ο παπα-γεράσιμος κατάφερε να κοιμηθεί μια ώρα πριν τον ξυπνήσει η σκύλα του κλαίγοντας. Αφού την τάισε, έπλυνε το πρόσωπο του στο νεροχύτη, στέγνωσε τα γένια του στην πετσέτα για τα πιάτα και πήγε στο σταθμό του τρένου. Ο πλαϊνός τοίχος του εκδοτηρίου εισιτηρίων είχε γκρεμιστεί κι υπήρχαν τούβλα και σοβάδες στα έπιπλα και στο δάπεδο. Το γκισέ του τηλεγραφείου είχε γείρει και στην αίθουσα αναμονής τα τζάμια ήταν σπασμένα. Ο παπάς βρήκε το σταθμάρχη να κάθεται σε μια κουνιστή καρέκλα στην αποβάθρα, καθαρίζοντας με το ξεσκονιστήρι μια στοίβα από κορνιζαρισμένες αφίσες. Φορούσε τη στολή του κι είχε το καπέλο ριγμένο προς τα πίσω. Ο παπα-γεράσιμος τον χαιρέτησε. «Καλησπέρα, πάτερ», αντιχαιρέτησε ο σταθμάρχης χωρίς να γυρίσει. «Δε θα 'χει δρομολόγια για λίγο καιρό». Κατέβασε το καπέλο χαμηλότερα κι άρχισε να κουνιέται στην καρέκλα. «Για ποιο λόγο;» «Οι ράγες έχουν στραβώσει», απάντησε ο σταθμάρχης, δείχνοντας τη γραμμή σε κάποια απόσταση. «Δε βλέπεις τις σπασμένες τραβέρσες;» Ο παπάς κούνησε καταφατικά το κεφάλι, αν και δεν μπορούσε να δει τόσο μακριά. «Η δυστυχία χτυπάει τους πλούσιους με το σφυράκι της δημοπρασίας και τους φτωχούς με τη βαριά του λατομείου», μίλησε αποκαρδιωμένος. Ο σταθμάρχης συμφώνησε και συνέχισε να ξεσκονίζει τις παλιές αφίσες. «Όταν διορθώσω τον τηλέγραφο θα ενημερώσω τον Οργανισμό». «Γαμώτο...» μουρμούρισε ο παπάς κι αμέσως δάγκωσε το χείλος του. «Σχεδιάζεις κανένα ταξίδι, πάτερ;» «Εγώ; Εγώ δεν έχω ταξιδέψει εδώ κι είκοσι τρία χρόνια, τέκνον μου. Ακόμα κι αν γινόταν ξανά ο Κατακλυσμός δε θα μπορούσα να κάνω ούτε βήμα». Ήταν μόνο η μισή αλήθεια. Είχε έρθει στο σταθμό με σκοπό να στείλει τηλεγραφήματα στο αρχηγείο της χωροφυλακής, στο νομάρχη και το δεσπότη, για να τους ενημερώσει σχετικά με την κάσα και τις πέτρινες καρδιές. Σκέφτηκε ακόμα να ταξιδέψει στην πρωτεύουσα του νομού ο ίδιος, αλλά μόνο με το τρένο το ταξίδι με λεωφορείο ήταν αδύνατον, εξαιτίας της γεροντικής του ανάγκης για συχνή ούρηση. Τώρα που και τα δυο του σχέδια είχαν 8

10 αποτύχει, ο παπα-γεράσιμος ένιωσε την ανάγκη να καθίσει κι έσυρε μια καρέκλα από την αίθουσα αναμονής. «Μερικές φορές αισθάνομαι πως κουβαλάω τον ουρανό στην πλάτη», αναστέναξε. Ο σταθμάρχης τελείωσε το ξεσκόνισμα κι άναψε τσιγάρο. «Σε καταλαβαίνω απόλυτα», είπε κοιτάζοντας τον ορίζοντα βαριεστημένα. «Έχω τσακίσει την πλάτη μου να κουβαλάω βαλίτσες». Αν υπήρχε τουλάχιστον κάποια ηθική ανταμοιβή, αναλογίστηκε ο παπα-γεράσιμος. «Η εκφόρτωση αποσκευών δεν είναι δική μου δουλειά», συνέχισε ο σταθμάρχης. «Αλλά υπάρχει έλλειψη προσωπικού». Ο παπάς ήταν έτοιμος να κλάψει. «Κι όλη αυτή η μοναξιά. Ω, θεέ μου, αυτή τη μοναξιά δεν την αντέχω!» «Μερικές φορές πρέπει κάποιος να δέχεται τα πράγματα όπως έρχονται, πάτερ». Ήταν αυτά τα λόγια που ξύπνησαν τον παπα-γεράσιμο από τη νάρκη της απογοήτευσης του. Όλη του τη ζωή θαύμαζε τους χριστιανούς ασκητές για τα βάσανα που είχαν υποφέρει με τη θέληση τους. Ξαφνικά συνειδητοποίησε πως κάθε ήττα, κάθε λεπτό μοναξιάς και κάθε σταγόνα ιδρώτα στο μέτωπο του αντιπροσώπευε ένα ακόμα βήμα προς τον Παράδεισο. «Ποτέ!» αναφώνησε περιφρονητικά και πηδώντας από το κάθισμα του άρπαξε το σταθμάρχη από το γιακά. «Τι στην οργή, πάτερ;» Το τσιγάρο έπεσε από το χέρι του σταθμάρχη. «Πες μου τι ξέρεις για τις πέτρες». Ο σταθμάρχης προσπάθησε να απελευθερωθεί, φωνάζοντας : «Είμαι δημόσιος υπάλληλος. Δεν μπορείς να με αγγίξεις!» Ο παπα-γεράσιμος όμως έσφιξε το χέρι του με μια δύναμη που εντυπωσίασε ακόμα και τον ίδιο. Ο εκνευρισμός του, που μεγάλωνε από τη μέρα της ανακάλυψης, βρήκε το θύμα του στο πρόσωπο του σταθμάρχη, που, παρεμπιπτόντως, ήταν και βολικά μικρόσωμος. Ύστερα από αρκετά λεπτά στα χέρια του παπά και με την κουνιστή του καρέκλα σ' επικίνδυνη ισορροπία, ο σταθμάρχης παρέδωσε τα όπλα. «Ρώτα τη γυναίκα μου», ψιθύρισε. «Αυτή θα σ' τα πει όλα». Ο παπα-γεράσιμος τον άφησε. Τρέμοντας, ο σταθμάρχης έψαξε στο πάτωμα για το τσιγάρο του. Αυτός κι η γυναίκα του ζούσαν στο μικρό σπίτι δίπλα στη διάβαση. Χτισμένο από τους μηχανικούς του σιδηροδρόμου, το σπίτι έμοιαζε με στρατιωτικό φυλάκιο. Λόγω των τοίχων και του πατώματος από μπετόν, είχε μείνει ανέπαφο από το σεισμό. Τις ώρες που ο σταθμάρχης βρισκόταν στο σταθμό η γυναίκα του ήταν υπεύθυνη για το κατέβασμα της μπάρας όποτε περνούσε τρένο. Το σπουδαιότερο όμως ήταν πως η γυναίκα ήταν για πολλά χρόνια η μαία του χωριού. Ο παπα-γεράσιμος χτύπησε την πόρτα και μπήκε χωρίς να περιμένει απάντηση. Βρήκε τη μαία να κάθεται στο τραπέζι και να διαβάζει ένα ερωτικό μυθιστόρημα, που στο εξώφυλλο του είχε μια γυναίκα με εφαρμοστό φόρεμα κι αποκαλυπτικό ντεκολτέ. Μόλις τον είδε, η γυναίκα κοκκίνισε κι έβαλε το βιβλίο σ' ένα συρτάρι. «Βρίσκομαι εδώ για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα», ανακοίνωσε ο παπάς. 9

11 Η γυναίκα κατάλαβε αμέσως τι ήθελε. Τον βοήθησε να καθίσει και καθώς πήγαινε να φτιάξει καφέ εκείνος τη διέταξε να γυρίσει πίσω. Η μαία ήταν παχουλή, μικρής ηλικίας, χωρίς παιδιά, που φορούσε μαντίλι στο κεφάλι ακόμα και μέσα στο σπίτι. Ο παπα- Γεράσιμος τη θυμόταν σαν ένα όμορφο παιδί γεμάτο ζωντάνια. Τώρα είχε ένα μουστάκι που δεν ήταν πολύ μικρότερο από του άντρα της. Ο παπάς τέντωσε τα χέρια στο τραπέζι. Η γυναίκα τα κοίταξε με περιέργεια: δεν είχαν τρίχες κι ήταν σκελετωμένα, με μακριά δάχτυλα, άκοπα νύχια και κόκκινα εξανθήματα. «Τα χέρια σου μοιάζουν με καβούρια, πάτερ», είπε με καλή διάθεση. Ο παπα-γεράσιμος της αρνήθηκε το αστείο και τη ρώτησε αμέσως: «Ποιος το 'κάνε;» «Δε θα έπρεπε να ρωτάς "ποιος", αλλά "γιατί", πάτερ». «Θα ρωτήσω τον υπαίτιο γι' αυτό». Ο παπα-γεράσιμος ακούμπησε πίσω κι η καρέκλα έτριξε από το βάρος του. Μια μυρωδιά σκόρδου ερχόταν απ' το ξύλινο γουδί πάνω στο ντουλάπι. Ο παπάς σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος κι έπαιξε τα δάχτυλα στο τραπέζι. Έπειτα από λίγο η μαία είπε: «Η μητέρα πέθανε αμέσως μετά τη γέννα. Εσύ λειτούργησες στην κηδεία». Πήρε βαθιά ανάσα και συνέχισε: «Και σου 'παν πως ήταν νεκρογέννηση. Το μωρό θάφτηκε δίπλα στη μάνα... η κάσα». «Η κάσα με τις δεκαοκτώ πέτρινες καρδιές», συμπέρανε ο παπάς. 28 «Μία για κάθε χρόνο της ζωής της». «Ώστε το μωρό έζησε». «Και τα δυο. Ήταν δίδυμα». «Ο πατέρας ήταν που σκαρφίστηκε το ψέμα;» «Φυσικά», απάντησε η γυναίκα ξερά. Ο παπάς τέντωσε το δάχτυλο του απειλητικά. «Θέλω τ' όνομα του!» Με το που τον κοίταξε στα μάτια, η γυναίκα κατάλαβε πως κάθε αντίσταση θα ήταν μάταιη. Του το είπε. «Τώρα θυμάμαι την ταφή», είπε ο παπα-γεράσιμος κουνώντας το κεφάλι. «Τα δύο φέρετρα, μάλιστα». Ξανάφερε στη μνήμη του το μικρό φτηνό φρεσκοβαμμένο βρεφικό φέρετρο που είχε παραμείνει σφραγισμένο σε όλη τη διάρκεια της νεκρώσιμης ακολουθίας. «Πες μου τα πάντα, γυναίκα», απαίτησε. «Είναι η τελευταία σου ελπίδα να σώσεις την ψυχή σου!» Ο ήλιος βρισκόταν πίσω από τους λόφους και το χωριό βυθιζόταν αργά σ' ένα σκυθρωπό σκοτάδι: κατά τη διάρκεια του σεισμού ο υποσταθμός του ηλεκτρικού είχε καταρρεύσει και τα μηχανήματα είχαν καταστραφεί. Όταν ο παπα-γεράσιμος έφυγε από το σπίτι με τη λάμπα θυέλλης στο χέρι, μπορούσε να δει μόνο τον Σείριο, αλλά έπειτα από περπάτημα μίας ώρας ο ουρανός ήταν αρκετά σκοτεινός για να μπορέσει να διακρίνει όλους τους αστερισμούς. Κάθισε σ' ένα βράχο στην άκρη του χωματόδρομου, παρατηρώντας τα αστέρια ήταν μια συνήθεια που είχε από παιδί. Όταν ένιωσε ικανοποίηση για τις αστρονομικές του γνώσεις, άναψε τη λάμπα της παραφίνης και ξεκίνησε πάλι. Δε φοβόταν το σκοτάδι τη σκύλα την είχε πάρει μαζί του για συντροφιά. Άκουγε το 10

12 κουδούνι της καθώς έτρεχε μπροστά του, έμενε πίσω ή έφευγε από το δρόμο ίσως για να κυνηγήσει κάποιο κουνέλι. Πού και πού τριβόταν στο πόδι του κι αυτός την άφηνε να του γλείψει το χέρι. Μόνο οι άνθρωποι να υπάκουγαν το Θεό καλόβολα, όπως τα σκυλιά υπακούν εμάς, συλλογίστηκε ο παπα-γεράσιμος. Ο προορισμός του ήταν ένα σπίτι στην αντίθετη μεριά του νεκροταφείου, εκεί όπου έμενε ο χήρος. Ο παπα-γεράσιμος δεν τον είχε δει στην εκκλησία για αρκετά χρόνια. Η αλήθεια ήταν πως ο άνθρωπος αυτός δεν πήγαινε σχεδόν ποτέ πια στο χωριό μόνο για να αγοράσει προμήθειες από τον μπακάλη. Ο παπάς θυμήθηκε την πρώτη φορά μετά το θάνατο της γυναίκας του που τον είχε ξαναδεί. Εμφανίστηκε μετά το σούρουπο, φορώντας το καπέλο του σαν μάσκα, ένα παλιό στρατιωτικό χιτώνιο χωρίς γαλόνια κι ένα ζευγάρι μπότες ιππασίας, που μάλλον είχε αγοράσει στο παζάρι, στην πρωτεύουσα του νομού. Η μυστικότητα στον τρόπο που περπατούσε είχε σχεδόν πείσει τον παπά πως ήταν το φάντασμα ενός στρατιώτη που είχε σκοτωθεί στον πόλεμο. Ο παπα-γεράσιμος είδε το σπίτι από μακριά. Ο σεισμός το είχε τσακίσει. Οι εξωτερικοί τοίχοι στέκονταν ακόμη, αλλά όλοι οι εσωτερικοί κι η στέγη είχαν καταρρεύσει. Τα συντρίμμια παρέμεναν όπου είχαν πέσει. Το φως του φεγγαριού έλαμπε μεσ' απ' τα σπασμένα παράθυρα και στην αυλή η μνημειώδης καπνοδόχος είχε σωριαστεί πάνω στο ξύλινο αποχωρητήριο. Ο παπα-γεράσιμος αισθάνθηκε σαν να είχε αντικρίσει το σάπιο πτώμα ενός ζώου και όχι μόνο εξαιτίας της αθλιότητας. Η οσμή από περιττώματα ήταν παντού. Πίσω του η σκύλα γρύλισε. Όταν ο παπάς πλησίασε τη βεράντα και σήκωσε τη λάμπα, το φως έπεσε απροσδόκητα πάνω σ' ένα ζευγάρι κίτρινα μάτια. «Κύριε Ιησού Χριστέ!» αναφώνησε. Η λάμπα έπεσε από το χέρι του κι η φλόγα έσβησε. Μες στο σκοτάδι, ακούστηκε μια τεμπέλικη φωνή: «Σε περίμενα, παπά». Τα λόγια ακούστηκαν σαν να έρχονταν από την άλλη άκρη ενός τούνελ. Ο παπα-γεράσιμος έψαξε μέσα στο σκοτάδι για τη λάμπα. Όταν την άναψε ξανά και τα.μάτια του συνήθισαν στο φως, είδε το περίγραμμα ενός άντρα. Ήταν ξαπλωμένος σ' ένα ράντσο, σκεπασμένος με κουβέρτες μέχρι το λαιμό και κάτω από τις κουβέρτες πρόβαλε η κάννη ενός δίκαννου. Ο παπάς σήκωσε τη λάμπα και κοίταξε ψηλά, εκεί που κάποτε ήταν η σκεπή του σπιτιού. «Είσαι τυχερός που ζεις ακόμα», είπε. «Πάντα κοιμάμαι έξω τα καλοκαίρια. Εκείνο το απόγευμα, μάλιστα, ξύπνησα αφότου πέρασε ο σεισμός». Ο παπάς κούνησε το κεφάλι. «Κοιμάσαι καλά αν κι αμαρτωλός, Νικηφόρε». «Η μόνη αμαρτία που ξέρω είναι ο θάνατος της γυναίκας μου». Φαινόταν θυμωμένος. Ο παπα-γεράσιμος έριξε μια ματιά στο δίκαννο κι άλλαξε αμέσως τακτική. Ένα άγριο ζώο μπορείς να το δαμάσεις με φαγητό, σκέφτηκε. Έναν επικίνδυνο άνθρωπο με τα κατάδηλα λογία. Έδειξε το δίκαννο με το δάχτυλο. «Γιατί το 'χεις αυτό;» «Πουλιά». «Πρέπει να βάλεις μπροστά τη σκεπή», συνέχισε ο παπάς ήρεμα. «Πριν πιάσουν οι 11

13 βροχές». Ο άντρας έβηξε και μετακινήθηκε κάτω από τις κουβέρτες. «Μπορεί να περιμένει». Ο παπα-γεράσιμος ανέβηκε τα σκαλοπάτια κι έριξε το φως της λάμπας στον άντρα. Πάνω στις κουβέρτες υπήρχαν τα άσχημα νέα της φυματίωσης: έβηχε κι έφτυνε αίμα. Η σκύλα μύρισε την αρρώστια και κάθισε μακριά, αλλά η περιέργεια του παπά τον έσπρωχνε κοντύτερα. Κάτω από το κρεβάτι υπήρχαν ποντίκια κι έτρεξαν να κρυφτούν. «Έπρεπε να 'σαι στο σανατόριο, Νικηφόρε». «Μια χαρά είμαι εδώ, παπά. Τα ιδρύματα είναι ξενοδοχεία για ποιητές». Κάποτε μια πέργκολα σκέπαζε τη βεράντα, αλλά τώρα ένας μόνο στύλος της παρέμενε όρθιος. Ο παπα-γεράσιμος έγειρε πάνω του κι ακούμπησε τη λάμπα στο πάτωμα, όπου τα σπασμένα κλαδιά της κληματαριάς κείτονταν σαν νεκρά φίδια. Από αυτή την απόσταση κανένας από τους δύο δεν μπορούσε να διακρίνει το πρόσωπο του άλλου. Ο παπάς μίλησε πρώτος. «Βρήκα μια θαμμένη ψαροκασέλα, Νικηφόρε». Ο άντρας σάλεψε κάτω από την κουβέρτα. «Ναι, το άκουσα». Ο παπα-γεράσιμος ξαφνιάστηκε. «Πώς κι έτσι;» «Όταν ο αέρας φυσάει από το χωριό μπορώ να ακούσω ακόμα κι εσένα να παίζεις κομπολόι». «Μάλιστα... Πιστεύω πως ξέρεις τι υπήρχε μέσα στην κάσα». Έμειναν και οι δύο σιωπηλοί όσο ο άντρας πήρε ένα πακέτο τσιγάρα από το πάτωμα κι ένα πανάρχαιο τσακμάκι. Άναψε ένα τσιγάρο με αργές κινήσεις. «Γνώρισα τη γυναίκα μου πριν από είκοσι χρόνια. Ακόμα την αγαπώ». Μιλούσε σαν υπνωτισμένος. «Ο γάμος μας δεν ήταν συνοικέσιο. Γνωριστήκαμε στο παζάρι». Είπε πως εκείνη τη μέρα η γυναίκα είχε πάει στο παζάρι σταλμένη από τη μάνα της, για να αγοράσει καλαμπόκι. Ήταν η παραμονή των δέκατων έβδομων γενεθλίων της. Είχε κατάμαυρες πλεξούδες και φορούσε ένα φόρεμα με χελιδόνια. Μην έχοντας δουλειά, ο Νικηφόρος είχε απλωθεί σε μια καρέκλα κάτω από την τέντα του πάγκου του και λάδωνε το δίκαννο του για να περάσει η ώρα. «Μάνα μου!» αναφώνησε τη στιγμή που την είδε. «Αυτά τα χελιδόνια έφεραν την άνοιξη φέτος μια ώρα αρχύτερα». Ήταν πραγματικά κεραυνοβόλος έρωτας. Αμέσως πετάχτηκε μπροστά από τον πάγκο κι έτρεξε πίσω της με μια αγκαλιά φρούτα. «Σας παρακαλώ, πάρτε αυτά τα ροδάκινα. Είναι δική μου παραγωγή. Τα κουκούτσια τους είναι αληθινά ρουμπίνια». Τον αγνόησε χωρίς έλεος. «Μόνο η γάτα της μάνας μου γρατσουνίζει το χέρι που θέλει να την ταΐσει», είπε ο Νικηφόρος προσβεβλημένος. «Ίσως νομίζει πως είναι λεοπάρδαλη». Η απροσδόκητη ευθύτητα του έκαμψε την άμυνα της νεαρής γυναίκας. «Με συγχωρείτε, δε σας άκουσα», δικαιολογήθηκε. «Το σπίτι μας είναι δίπλα στην εκκλησία κι η καμπάνα έχει πειράξει τα τύμπανα των αυτιών μου». Ο Νικηφόρος αντέδρασε ιπποτικά. 12

14 «Είμαι ο καλύτερος σκοπευτής σε όλη την κοιλάδα», καυχήθηκε. Εκείνη τη μέρα ο πάγκος του στην πλατεία δεν ήταν μακριά απ' την εκκλησία. «Για σας θα γκρεμίσω το καμπαναριό». Σήκωσε το δίκαννο να το αποδείξει, αλλά η γυναίκα τον σταμάτησε. Τη στιγμή που ακούμπησε την κάννη αισθάνθηκε τις σπίθες του έρωτα στις άκρες των δαχτύλων της κι έσκουξε. «Μη φοβάστε», της εξήγησε ο Νικηφόρος. «Είναι στατικός ηλεκτρισμός από το γυάλισμα με το μάλλινο πανί». Δεν τον πίστεψε, προτιμώντας τη θεωρία της, πως το στιγμιαίο τίναγμα ήταν ένδειξη της αμοιβαίας κι αναπότρεπτης έλξης τους. Ο παπα-γεράσιμος χασμουρήθηκε. Ήταν κι αυτός χήρος, αλλά κατά τη διάρκεια της δικής του έγγαμης ζωής περισσότερο είχε ταλαιπωρηθεί από τις εκδηλώσεις και τις αποδείξεις αγάπης παρά είχε νιώσει ικανοποίηση. «Προσωπικά προτιμώ τη λατρεία του Θεού», είπε. «Αλλά καταλαβαίνω πώς πρέπει να ένιωσες». «Δεν έχεις ιδέα, παπά». «Αγάπη είναι το επάγγελμα που επέλεξα, Νικηφόρε». «Η δική σου αγάπη έχει περισσότερη σχέση με τις υπηρεσίες της Ζαφείρας παρά με αυτό που εννοώ εγώ». Ο παπα-γεράσιμος έχασε την ψυχραιμία του. «Βλαστήμα όσο θέλεις. Το γεγονός είναι ότι το καζάνι σου έχει ήδη αρχίσει να βράζει στην Κόλαση». Ο άντρας άρχισε να βήχει. «Πάντα λυπόμουν για λογαριασμό σου, Νικηφόρε. Μόνο ο Θεός ξέρει πόσο βαρύς ήταν ο σταυρός σου. Αλλά...» «Στο κελάρι», τον διέκοψε ο άντρας, σκουπίζοντας το αίμα από το στόμα του. «Εκεί τα 'χα κλεισμένα. Έλα να σου δείξω». Έσπρωξε τις κουβέρτες πέρα και προσπάθησε να σηκωθεί στηριζόμενος στο δίκαννο. Φορούσε το ίδιο αμπέχονο που θυμόταν ο παπα-γεράσιμος, αλλά τώρα ένα μεγάλο μέρος του ήταν φαγωμένο από τα ποντίκια. Οι πόνοι της γυναίκας του είχαν αρχίσει ένα απόγευμα βιβλικής βροχής, τη στιγμή που ο Νικηφόρος καθόταν στην ψάθινη καρέκλα δίπλα στο παράθυρο, με την αθλητική εφημερίδα κι ένα φλιτζάνι φασκόμηλο. Συνέρχονταν κι οι δυο τους από ένα αυτοκρατορικό γεύμα. Τους προηγούμενους μήνες, η μια μετά την άλλη, όλες οι κότες είχαν σφαχτεί για να ικανοποιήσουν τη βουλιμία της Ολυμπίας κι ο Νικηφόρος δεν έβλεπε το λόγο γιατί να ανέχεται πλέον το σπαραξικάρδιο λάλημα του ορφανεμένου πετεινού: εκείνη τη μέρα τον είχε τελικά μαγειρέψει με βραστές πατάτες και τον έφαγαν με τη συνοδεία πρόβειου τυριού, φρεσκοζυμωμένου ψωμιού και ρετσίνας. «Αισθάνομαι σαν να με πλακώνει ταφόπλακα», είπε η γυναίκα δυσοίωνα όταν είχαν τελειώσει. «Βοήθα με να πάω στο κρεβάτι». Ο Νικηφόρος κουβάλησε την Ολυμπία στην κρεβατοκάμαρα, έλυσε το σκοινί που της είχε βάλει όταν η κοιλιά της παραμεγάλωσε για το κορδόνι της ρόμπας και τακτοποίησε ό,τι περίσσεψε από το μεσημεριανό στο φανάρι που κρεμόταν απ' τη μαρκίζα στη βεράντα. Αυ- 13

15 τή κι όλες τις άλλες δουλειές του σπιτιού τις έκανε με μηχανικές κινήσεις και νυσταλέα μάτια που ούτε οι ατμοί του φασκόμηλου δεν μπορούσαν να αναστήσουν. Τόση ήταν η νάρκη του από τη μαγειρική περιπέτεια εκείνης της μέρας που όταν άκουσε τις κραυγές της Ολυμπίας, υπέθεσε πως είχε δει κι άλλο ποντίκι στην κρεβατοκάμαρα. Έκανε λάθος. «Σταμάτα να τρέχεις με το σκουπόξυλο σαν τρελός και πήγαινε να φέρεις τη μαία!» τον διέταξε η γυναίκα του. Ο Νικηφόρος πήρε το ποδήλατο, αλλά δεν υπολόγισε τη βροχή. Λιγότερο από δύο χιλιόμετρα απ' το σπίτι, έπεσε σ' ένα λάκκο με πηχτή λάσπη, απ' όπου δεν μπόρεσε να βγάλει το βαρύ σιδερένιο ποδήλατο κι αναγκάστηκε να συνεχίσει με τα πόδια. Κάθε φορά που ο αέρας άλλαζε κατεύθυνση κι η βροχή τον χτυπούσε στο πρόσωπο περπατούσε με τα μάτια κλειστά κι αργά ή γρήγορα έπεφτε σε μια απ' τις παγίδες της λάσπης, όπου έπρεπε, αφού έβγαζε τα πόδια του από τις γαλότσες, να τις ξεθάψει καθεμιά με τα χέρια. Τελικά έφτασε στο σπίτι της μαίας. Ο σταθμάρχης άνοιξε την πόρτα τρίβοντας τα μάτια του απ' τον ύπνο. Ο Νικηφόρος εξήγησε τη σοβαρότητα της κατάστασης. «Γιατί πρέπει να πληρώνω εγώ την ανοησία των άλλων;» ρώτησε ο σταθμάρχης δύστροπα. «Ο σεβασμός μου για τον ύπνο ήταν ακριβώς ο λόγος που ποτέ δεν ήθελα παιδιά». Μουσκεμένος μέχρι το κόκαλο, ο Νικηφόρος τον παρακάλεσε να ξυπνήσει τη γυναίκα του. «Υπάρχουν ήδη περισσότερες ψυχές στον κόσμο απ' όσες χρειάζονται», επέμεινε ο σταθμάρχης. «Και σε ρωτώ, φίλε μου: γιατί στην ευχή συνεχίζουμε να γεννάμε σαν κουνέλια;» Χάνοντας την υπομονή του, ο Νικηφόρος έσπρωξε το σταθμάρχη στην άκρη. Η μαία ήταν στο κρεβάτι με το φιλέ και τα μπικουτί στα μαλλιά, έχοντας αποκοιμηθεί διαβάζοντας ένα πειρατικό μυθιστόρημα. Τη στιγμή που άνοιξε τα μάτια κι είδε από πάνω της τον άντρα με το λασπωμένο πρόσωπο, τον πέρασε για Βερβερίνο. Πέρασαν αρκετά λεπτά μέχρι να την ηρεμήσει ο σύζυγος της. Όταν ο Νικηφόρος επέστρεψε σπίτι τον περίμενε μια μεγάλη έκπληξη: η Ολυμπία δεν ήταν στο κρεβάτι αλλά στην κουζίνα και ζέσταινε στο τηγάνι ό,τι είχε απόμείνει απ' το μεσημεριανό φαγητό. Ο Νικηφόρος κι η μαία κοίταξαν την έγκυο άφωνοι. Με το ξεφτισμένο νυχτικό της κι ένα σάλι τυλιγμένο γύρω στη φουσκωμένη της κοιλιά, θύμισε στον Νικηφόρο το αερόστατο που είχε προσγειωθεί σ' ένα χωράφι με καλαμπόκι έξω απ' το χωριό, όταν ένας ανίδεος αγρότης το είχε πυροβολήσει. «Καθίστε», ακούστηκε η φωνή της Ολυμπίας με φυσικότητα. «Το βραδινό είναι σχεδόν έτοιμο». Αλλά το σώμα της απλά ξαπόσταινε στο μάτι του κυκλώνα του, γιατί με το που κάθισαν οι τρεις τους στο τραπέζι οι πόνοι επέστρεψαν κι αυτή τη φορά ήταν χειρότεροι. Σύντομα οι συστολές έγιναν τόσο αφόρητες που η Ολυμπία, σε μια ακαταλόγιστη αντίδραση, ξεβίδωσε το μύλο του πιπεριού και απείλησε να καταπιεί μια θανατηφόρα δόση μπαχαρικού. «Πρώτα θα σκοτώσω το μπάσταρδό σου κι ύστερα εσένα!» φώναξε στον άντρα της. «Αυτός ο αρουραίος μου σταυρώνει τα σωθικά». Ενώ η μαία την καλόπιανε να μην το κάνει, έσπασαν τα νερά κι η Ολυμπία σωριάστηκε στο πάτωμα. Ήταν η ευκαιρία που περίμενε ο Νικηφόρος: τη μετέφερε βιαστικά στο κρεβάτι κι έδεσε τα χέρια και τα πόδια της στα σιδερένια κάγκελα με τα γκέμια για το μουλάρι πριν η 14

16 γυναίκα ανακτήσει τις αισθήσεις της. «Δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο», παραδέχτηκε ο Νικηφόρος με τρόμο. «Είναι δαιμονισμένη». «Τίποτα περισσότερο απ' ό,τι εμείς οι γυναίκες πρέπει να υποφέρουμε στους αιώνες των αιώνων», απάντησε η μαία ψύχραιμα. «Και για ποιο λόγο; Επειδή κάποια από μας μίλησε σ' ένα φίδι κι έφαγε ένα καταραμένο φρούτο». Ούτε κι αυτή όμως δεν μπόρεσε να συγκρατήσει μια κραυγή, όταν το αίμα άρχισε να στάζει απ' το στρώμα και να απλώνεται πάνω στις απλάνιστες σανίδες του πατώματος. «Βράσε κι άλλο νερό!» διέταξε αμέσως τον Νικηφόρο, «Μετά κόψε ένα καθαρό σεντόνι σε λωρίδες και μούσκεψε τες με οινόπνευμα». Ο καιρός είχε χειροτερέψει. Ο αέρας γύρισε σε έναν ασυγκράτητο βοριά που έστειλε τον ανεμοδείκτη πετώντας στην κοιλάδα και μετά άρχισε να χτυπά τα παντζούρια, να σκάβει το σοβά των εξωτερικών τοίχων και να ρίχνει τη βροχή μέσα στην καπνοδόχο, με μια δύναμη που απειλούσε να σβήσει τη φωτιά. Αρκετές φορές ο Νικηφόρος άφησε το ψαλίδι και το σεντόνι κι έτρεξε να ζωντανέψει τη χόβολη με κομμάτια στουπί ποτισμένα με νέφτι. Την ίδια στιγμή, κρυμμένη απ' τα μάτια του ανήσυχου συζύγου, η μαία προσπαθούσε κάτω απ' τις κουβέρτες να σταματήσει την αιμορραγία. Δεν τα είχε καταφέρει όταν εμφανίστηκε το κεφάλι του μωρού. «Έρχεται!» φώναξε με αγωνία. «Ας ελπίσουμε πως η πίτα σου είναι καλοψημένη, Νικηφόρε». Και γυρίζοντας στην Ολυμπία την παρακίνησε: «Σπρώξε, γυναίκα. Σαν να 'σουν βεγγαλικά που πήρε φωτιά». Ήταν κορίτσι. Όταν τελείωσε ο τοκετός έβαλαν όλοι τα κλάματα και φιλήθηκαν, παίρνοντας μέρος σε μια γιορτή που σύντομα αποδείχτηκε πρόωρη. Μια γρήγορη ματιά ήταν αρκετή για να το καταλάβει η μαία. «Να 'μαστέ πάλι», είπε. «Μου φαίνεται, Νικηφόρε, πως πήρες και το μερίδιο κάποιου άλλου». Το δεύτερο κορίτσι ήρθε με λιγότερο πόνο. Η μαία έκοψε τους ομφάλιους λώρους και καθάρισε τα μωρά πριν τα τυλίξει σε ζεστά σεντόνια. Μες στη χαρά των γεννήσεων ακόμα κι αυτή είχε ξεχάσει τη θανάσιμη αιμορραγία. Όταν τελικά η προσοχή της στράφηκε στην Ολυμπία κατάλαβε πως ήταν ήδη πολύ αργά. Ενώ ο Νικηφόρος ήταν απασχολημένος με τα μωρά, η μαία έπιασε το σφυγμό της γυναίκας για να σιγουρευτεί και μετά, ψιθυρίζοντας τα λόγια μιας σύντομης προσευχής, σκέπασε απαλά το πτώμα με την κουβέρτα. «Είναι καλλονές όπως η μάνα τους», θαύμασε ο Νικηφόρος με τα δίδυμα στην αγκαλιά. «Μην την αφήσεις να αποκοιμηθεί. Θέλω να της τις δείξω». Η μαία πήρε τα μωρά κι έβαλε το ένα στην κούνια και το άλλο σ' ένα καφάσι που είχε φέρει ο Νικηφόρος βιαστικά. «Δεν μπορώ να το κάνω αυτό, φτωχέ μου φίλε», είπε με την πλάτη γυρισμένη. «Καλύτερα να πας για το νεκροθάφτη». Το σπίτι ήταν ένα πανδοχείο εγκαταλειμμένο για αρκετά χρόνια πριν το πάρει ο Νικηφόρος. Μια τολμηρή αγορά, γιατί το είχε εξοφλήσει πουλώντας το τρακτέρ του και θα έπρεπε να οργώνει πλέον με το μουλάρι. Ήταν το καλύτερο σπίτι που μπορούσε να είχε αγοράσει, έχοντας αποκλείσει όλα τα άλλα λέγοντας: «Δεν πρόκειται να βάλω τη γυναίκα μου να ζει σ' ένα στάβλο που και τα γουρούνια θα προτιμούσαν να κοιμούνται απόξω». Οι 15

17 ογκώδεις τοίχοι είχαν αντέξει πολλές φορές ήδη την οργή της φύσης και του πολέμου, αλλά το υπόλοιπο κτίριο ταίριαζε απόλυτα στο εκατονταετές παρελθόν του. Στο κάτω πάτωμα υπήρχε μια κουζίνα μέτριου μεγέθους κι ένα ατέλειωτο δωμάτιο, όπου τον παλιό καιρό σερβίρονταν τα γεύματα, με ένα πέτρινο τζάκι στη μια γωνία, αρκετά μεγάλο ώστε να χωρέσει ένα διπλό κρεβάτι. Στο επάνω πάτωμα υπήρχαν άλλα δύο δωμάτια: το ένα ήταν το παλιό υπνοδωμάτιο του πανδοχέα, ενώ στο άλλο κοιμόνταν οι ταξιδιώτες όλοι μαζί, με την πλάτη στον τοίχο, σε ασκέπαστα στρώματα, που το ζευγάρι είχε βρει φαγωμένα από τα ποντίκια όταν μετακόμισε. Ο Νικηφόρος τα είχε κάψει σε μια μεγάλη φωτιά στην αυλή, το ίδιο απόγευμα, μαζί με τα σαρακοφαγωμένα έπιπλα. Εκτός από το πέτρινο τζάκι, το σπίτι ήταν μοναδικό για το σπηλαιώδες κελάρι του αλλά αυτή ήταν μια πολυτέλεια που το ταπεινό νοικοκυριό δε χρειαζόταν κι έτσι έμεινε στα ποντίκια και στις αράχνες χωρίς δεύτερη σκέψη. Και το κελάρι παρέμεινε έτσι μέχρις ότου ο Νικηφόρος βρήκε τελικά μια χρήση γι' αυτό. Ήταν η μέρα της κηδείας της Ολυμπίας. Μόλις ο Νικηφόρος γύρισε σπίτι πήγε στην κουζίνα, έσπρωξε στην άκρη το τραπέζι, τα μαξιλάρια και το ντιβάνι και σήκωσε τα αραβικό χαλί που ο μακαρίτης πεθερός του είχε φέρει απ' το προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Από κάτω υπήρχε η ξεχασμένη καταπακτή. Ο Νικηφόρος, μ' ένα κερί στο χέρι, κατέβηκε στο κελάρι. Αφού επιθεώρησε κάθε γωνία της σκοτεινής κι ανάερης κατακόμβης, κούνησε το κεφάλι του με ικανοποίηση. «Τέλειο. Σ' ένα έγκλημα αρμόζει η κατάλληλη τιμωρία. Και δεν υπάρχει πιο αποτρόπαιο έγκλημα απ' τη μητροκτονία». Ένα αδιάλλακτο μίσος είχε επισκιάσει για πάντα τη λάμψη των ματιών του. Την ίδια μέρα προσέλαβε και μια γυναίκα που είχε γεννήσει πρόσφατα για να θηλάζει τα δίδυμα, αλλά τη διέταξε όχι μόνο να μην τα μάθει ούτε μια λέξη, αλλά ούτε καν να ψιθυρίζει όταν τα μωρά ήταν μπροστά. Όταν τον ρώτησε γιατί, εκείνος απάντησε: «Γιατί τα σκυλιά δε μιλάνε». Είχε συλλάβει το σχέδιο του λίγες ώρες μετά τον τραγικό θάνατο της Ολυμπίας, στο μακρύ δρόμο για το χωριό, πηγαίνοντας στο νεκροθάφτη: για το υπόλοιπο της ζωής του θα έδειχνε στα παιδιά του τόση στοργή όση έδειχνε και στα ζώα του. Πράγματι, ούτε μια φορά δεν υπέκυψε στα πατρικά του ένστικτα. Μόλις τα κορίτσια σταμάτησαν να θηλάζουν, ο Νικηφόρος τα μετέφερε απ' την κουζίνα στο κελάρι. Εκεί συνήθισαν να κοιμούνται γυμνά στο πλακόστρωτο δάπεδο, αγκαλιασμένα για να ζεσταίνονται, κι έμαθαν να δέχονται τη ματαιότητα του κλάματος τους: ακόμα κι όταν ο Νικηφόρος τα άκουγε μεσ' απ' την κλειδωμένη καταπακτή, αγνοούσε τα γρυλίσματα της ικεσίας τους σαν να ήταν τα σκουξίματα ενός σκύλου. Μια φορά τη μέρα τους πετούσε τα αποφάγια του, γέμιζε τις γαβάθες τους με νερό και τα έδερνε ώστε να μάθουν υπακοή από μικρή ηλικία. Η ύπαρξη τους ήταν ένα σκοτεινό, αλλά και διασκεδαστικό μυστικό που μοιράζονταν όλοι στο χωριό, εκτός απ' τον παπά, το γιατρό και το χωροφύλακα. Σχεδόν κάθε μέρα κάποιος θα έπαιρνε το δρόμο για το παλιό πανδοχείο, για να πάει στο χήρο που αρνιόταν πεισματικά να ξαναπαντρευτεί ένα μπούτι χοιρινό, ένα πιάτο σπιτικές τηγανίτες ή ένα καλάθι αβγά. Τα δώρα ήταν προφανείς δικαιολογίες: ο πραγματικός λόγος για τις επισκέψεις ήταν το ασίγαστο ενδιαφέρον των χωρικών για τα δίδυμα. Ο Νικηφόρος ποτέ 16

18 δεν απογοήτευε τους απρόσκλητους επισκέπτες του. Έβγαζε τα παιδιά από το κελάρι με κολάρο και λουρί και τα έβαζε να κάνουν κόλπα σαν πίθηκοι. Πάντα κατάφερναν να ικανοποιήσουν τους θεατές τους. Οι επισκέπτες ρωτούσαν: «Πώς έμαθαν τέτοια ακροβατικά, Νικηφόρε;» «Είμαστε όλοι απόγονοι πιθήκων, φίλοι μου», απαντούσε ο πατέρας και τραβούσε τα λουριά για να ενθαρρύνει μια πιο ζωντανή παράσταση. «Δεν έχετε ιδέα τι θα μπορούσαμε να καταφέρουμε εμείς οι άνθρωποι αν δε μας βάραιναν τα ρούχα». Κάθονταν στη βεράντα. «Φέρ' τα στο μαντρί, Νικηφόρε. Έχει περισσότερο χώρο εκεί». «Αποκλείεται. Θα μου τρομάξουν τα πρόβατα». Αλλά ο Νικηφόρος έπρεπε να είναι προσεκτικός και για έναν άλλο λόγο. Είχε ξεφύγει παρά τρίχα κάποτε, όταν άκουσε ένα χτύπημα στην πόρτα. Είχε πάει να δει ποιος ήταν. «Σήμερα ο κάθε φουκαράς έχει αξία», είπε εύθυμα ο άγνωστος με το κοστούμι και το μαυρισμένο μάτι. Ήταν ένας δημόσιος υπάλληλος. Ο Νικηφόρος είχε ξεχάσει τελείως την απογραφή. Κλείδωσε αμέσως την καταπακτή, έστρωσε το χαλί από πάνω και κάλεσε τον άνθρωπο μέσα. Έψησε καφέ πριν καθίσει για να απαντήσει στις ερωτήσεις του. «Είμαι ευγνώμων για τη φιλοξενία σας», συνέχισε ο υπάλληλος. «Ο περισσότερος κόσμος μου λέει να πάω στο διάβολο και πολλές φορές πρέπει να κρυφοκοιτάζω απ' τα κλειστά παντζούρια για να κάνω τη δουλειά μου. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε παρεξηγήσεις, όπως καταλαβαίνετε». Έδειξε το μαυρισμένο του μάτι κάτω από τα γυαλιά του, που ήταν από εκείνα που στερεώνονται στη μύτη, και ρούφηξε τον καφέ του με θόρυβο. «Εν πάση περιπτώσει, προσθέτουμε ένα δέκα τοις εκατό στα νούμερα μας, για να καλύψουμε αυτούς που ταξιδεύουν και τα λοιπά κατά τη διάρκεια της απογραφής». «Κατάλαβα». «Και αν ο δήμαρχος έχει τα μέσα», τόνισε κλείνοντας το μάτι, «έχουμε και λίστες πεθαμένων που είναι διαθέσιμοι για ανάσταση». «Για ποιο λόγο;» Ο υπάλληλος ύψωσε το δάχτυλο. «Οι αριθμοί είναι δύναμη, αγαπητέ. Ιδιαίτερα σε μικρούς δήμους όπως ο δικός σας. Σύζυγος;» «Απεβίωσε», απάντησε ο Νικηφόρος σοβαρά. «Προστατευόμενα μέλη;» «Μόνο πρόβατα, γουρούνια και κότες». Ο υπάλληλος κούνησε το κεφάλι. «Παρακαλώ, υπογράψτε εδώ». Έδωσε στον Νικηφόρο το στυλογράφο. Ξαφνικά θόρυβος ακούστηκε κάτω απ' τις σανίδες του πατώματος. «Δεν είναι τίποτα», βιάστηκε να πει ο Νικηφόρος. «Τα ποντίκια στο κελάρι». Αν τα δίδυμα μπορούσαν να μιλήσουν το μυστικό του θα είχε αποκαλυφθεί εκείνη τη στιγμή. Ο άντρας τον ευχαρίστησε κι έφυγε. Ωστόσο, ήταν ένα άλλο ολίσθημα των συνθηκών κράτησης που έφερε το τέλος στο 17

19 οικογενειακό του καθεστώς. Μια μέρα, όταν τα κορίτσια ήταν έντεκα χρονών, ο Νικηφόρος είχε υποκύψει σε μια απροσδόκητη κρίση διάρροιας κι αναγκάστηκε να τα αφήσει δεμένα στα κάγκελα της βεράντας, αλλά αφύλακτα. Όταν επέστρεψε από το αποχωρητήριο ανακάλυψε με τρόμο πως τα δίδυμα είχαν κόψει τα δερμάτινα χαλινάρια τους με τα δόντια, είχαν τσαλαπατήσει τους αγαπημένους του πανσέδες με επιμελές μίσος, είχαν κλέψει τις ωμές μπριζόλες απ' το φανάρι κι είχαν εξαφανιστεί. Απ' τη μέρα της τραγικής τους γέννησης τα κορίτσια είχαν στερηθεί τα συστατικά της ανθρώπινης φύσης τους. Κανένας δεν τους έμαθε τις βασικές αρχές της γλώσσας και έχοντας ζήσει την περισσότερη ζωή τους σ' έναν κόσμο σιωπής, όπως είχε διατάξει ο Νικηφόρος είχαν απομνημονεύσει ελάχιστες λέξεις. Η μόνη φορά που είχαν ακούσει μουσική ήταν όταν ένα φορτηγό με Τσιγγάνους πέρασε στο χωματόδρομο με τη συνοδεία των κρότων της εξάτμισης του. Ήταν ένα φευγαλέο περιστατικό, αλλά αρκετό για να τις γοητεύσει. Είχαν γυρίσει τα αυτιά τους στην κατεύθυνση του αέρα, προσπαθώντας μάταια να επαναλάβουν τη μελωδία. «Ανόητες», γέλασε πικρόχολα ο πατέρας τους. «Κάνετε σαν χαλασμένο τρυπάνι». Είχαν κρατηθεί επίσης μακριά απ' τις απολαύσεις γλυκών και παιχνιδιών. Κάθε φορά που ανακάλυπταν λίγη ζάχαρη χυμένη στο τραπέζι της κουζίνας την έγλειφαν με τέτοια απελπισμένη ευχαρίστηση που οι γλώσσες τους μάτωναν απ' τις αγκίδες του ξύλου. Και το μόνο παιχνίδι που μπορούσαν να βρουν ήταν το κουβάρι του σπάγκου για το οποίο έπρεπε να δώσουν μάχη με τη γάτα. Αλλά τίποτα δε μαρτυρούσε την αθλιότητα τους περισσότερο από εκείνη τη φορά που ο Νικηφόρος, μην μπορώντας να αντέξει την αποπνικτική βρόμα που είχαν κολλήσει κάνοντας παρέα με τα γουρούνια, τους έκανε μπάνιο για πρώτη και τελευταία φορά σε ηλικία δέκα χρονών. Τη στιγμή που είδαν την αχνισμένη μπανιέρα πρέπει να υπέθεσαν πως ο γονέας τους σκόπευε να τις βράσει σαν πατάτες, γιατί πάλεψαν τόσο άγρια που ο Νικηφόρος αναγκάστηκε να δέσει πέτρες στα χέρια και τα πόδια τους, για να μείνουν βυθισμένες στο νερό. Σε αυτόν το δαιμονισμένο κόσμο τα δίδυμα ανέπτυξαν ένα δεσμό μεταξύ τους που δεν μπορούσε να εξηγηθεί απλά από το γεγονός πως μοιράζονταν το ίδιο αίμα. Δεν επικοινωνούσαν ούτε με ήχους ούτε με χειρονομίες, αλλά με μια σχεδόν αδιόρατη κίνηση των ματιών: κάθε φορά που η μία στραμπουλούσε έναν αστράγαλο ή έκαιγε ένα δάχτυλο τον πόνο τον ένιωθε κι η άλλη. Ήταν μια υπερφυσική ικανότητα. «Θα τις βρω ακόμα κι αν χρειαστεί να περπατήσω μέχρι την άκρη του κόσμου», ορκίστηκε ο Νικηφόρος μες στο άδειο σπίτι, όταν ανακάλυψε την απουσία τους. Κάθισε δίπλα στη σόμπα με το δίκαννο στα γόνατα κι άρχισε να το λύνει. Στο τραπέζι ήταν το λαδωτήρι, η βέργα για τον καθαρισμό της κάννης με τη συρμάτινη βούρτσα στο ένα άκρο και την τσόχινη στο άλλο, ένα κουτί κενά χαρτονένια φυσίγγια, ένα μεγάλο σακούλι με μπαρούτι και το κουτί από μπισκότα όπου φύλαγε τα σκάγια. (Το δίκαννο ήταν το ίδιο όπλο που κρατούσε στα χέρια του τη μέρα που πρωτογνώρισε τη γυναίκα του. Το είχε κληρονομήσει απ' τον πατέρα του, ο οποίος το χρησιμοποίησε μόνο μια φορά αρκετή για να ανακαλύψει πως έτρεφε περισσότερο σεβασμό προς τη ζωή απ' ό,τι όρεξη για κρέας κυνηγιού.) Ο Νικηφόρος εργάστηκε με την αυτοσυγκέντρωση ενός ρολογά. Οι κινήσεις του επιβεβαίωναν πως, σε αντίθεση με τον πατέρα του, αυτός δεν ήταν μόνο ένας έμπειρος 18

20 κυνηγός αλλά κι ένας άκαρδος κι επίμονος άντρας. Όταν τελείωσε το καθάρισμα του δίκαννου, έφτιαξε αρκετά φυσίγγια. Έξω είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Δεν ανησυχούσε. Θα ξεκινούσε το επόμενο πρωί απ' το χωριό, όπου κάποιος έπρεπε να είχε προσέξει κάτι. Δυστυχώς δεν είχε σκυλί, αλλά αν έβρισκε βοήθεια ήταν σίγουρος πως θα ανακάλυπτε τις κόρες του σύντομα. Πριν πέσει για ύπνο άναψε το καντήλι στο εικονοστάσι της κρεβατοκάμαρας και προσευχήθηκε. Κοίταξε τη φωτογραφία της γυναίκας του, ανάμεσα στις εικόνες των αγίων. «Έχε μου εμπιστοσύνη, αγάπη μου. Δεν υπάρχουν αρκετές τρύπες στη γη για να μου κρυφτούν αυτοί οι αρουραίοι». Δεδομένης της σοβαρότητας της κατάστασης, ο Νικηφόρος κοιμήθηκε πολύ ήσυχα. Δεν ξύπνησε ούτε απ' το μονόλογο των ανέμων της κοιλάδας ούτε απ' το κρύο. Ήταν ένας ύπουλος Οκτώβριος. Πριν πάει για ύπνο ο Νικηφόρος είχε ξεχάσει να ανάψει τη σόμπα με τα ξύλα δίπλα στο κρεβάτι, κι έτσι όταν άνοιξε τα μάτια του το πρωί δεν του έκανε εντύπωση που άκουγε τα δόντια του να κροταλίζουν. «Άτιμος μήνας», μονολόγησε. «Όπως ακριβώς κι εκείνοι οι δύο γόνοι του Διαβόλου». Το παγωμένο δωμάτιο δεν άλλαξε την καλή διάθεση που ένιωθε πριν από κάθε κυνήγι. Μια ώρα αργότερα, έχοντας γεμίσει τη φυσιγγιοθήκη και αφού ήπιε ένα φλιτζάνι καυτό καφέ, κρέμασε το δίκαννο στον ώμο και ξεκίνησε σφυρίζοντας για το χωριό. Σύντομα συνάντησε κάποιον που τραβούσε ένα μουλάρι. «Καλημέρα, Φανούρη». Ο γέρος ανταπέδωσε το χαιρετισμό σηκώνοντας τη σκονισμένη του τραγιάσκα, ενώ παράλληλα προσπαθούσε να πάρει ανάσα. «Ο δρόμος για το σπίτι σου μακραίνει με τη μέρα, Νικηφόρε», αναστέναξε. «Γιατί δεν πας καβάλα, Φανούρη;» Το μουλάρι φορούσε ένα ψάθινο καπέλο με τρύπες για να βγαίνουν τ' αυτιά. Ο γέρος χάιδεψε το τσουλούφι στο μέτωπο του ζώου κι εκείνο τον κοίταξε με λυπημένο βλέμμα. «Η Ματίλντα έχει λουμπάγκο, φίλε μου. Τώρα πια την παίρνω μαζί μου μόνο για παρέα». «Ερχόσουν να με δεις, Φανούρη;» Ο γέρος συγκατένευσε. «Ναι. Ήθελα να σου φέρω λίγη κολοκυθόπιτα. Και... με την ευκαιρία να δείξω στη Ματίλντα τα δίδυμα». Μόλις ο Νικηφόρος του είπε τα νέα, το μουλάρι έσκυψε το κεφάλι και γκάριξε. «Άσχημο αυτό. Η Ματίλντα είναι πολύ απογοητευμένη», είπε ο γέρος και σήκωσε τους ώμους. «Ελπίζω να τα φέρεις πίσω σύντομα». «Θα τις βρω ακόμα κι αν βγάλουν φτερά», υποσχέθηκε ο Νικηφόρος. «Χρειάζομαι απλά βοήθεια». Ο γέρος ξερόβηξε. «Ευχαρίστως. Αλλά η Ματίλντα, όπως είπα νωρίτερα...» Ο Νικηφόρος αρνήθηκε την πίτα και συνέχισε το δρόμο του. Είχε τα μάτια του ανοιχτά για οποιαδήποτε ένδειξη που θα μαρτυρούσε το πέρασμα των κοριτσιών, αλλά δεν ανακάλυψε τίποτα. Όταν έφτασε στο χωριό πήγε κατευθείαν στο καφενείο. Βρήκε μόνο τον καφετζή και το γιατρό Παντελέοντα που έλυνε το σταυρόλεξο στην εφημερίδα. «Θέλεις να ακούσεις ένα ωραίο;» είπε ο καφετζής. «Ο παπα-γεράσιμος ξέμεινε σήμερα 19

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο 4 Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο Σεβάχ. Για να δει τον κόσμο και να ζήσει περιπέτειες.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ (Αόρατος) ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Κάποτε στη γη γεννήθηκε το Όνειρο. Το όνομά του δεν ήταν έτσι, όμως επειδή συνεχώς ονειρευόταν, όλοι το φώναζαν Όνειρο. Δεν ήταν κάτι το σπουδαίο, ήταν σαν

Διαβάστε περισσότερα

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος» Ο εγωιστής γίγαντας Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης «Αλέξανδρος Δελμούζος» 2010-2011 Κάθε απόγευμα μετά από το σχολείο τα παιδιά πήγαιναν για να παίξουν στον κήπο του γίγαντα.

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 «Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» (Φλώρινα - Μακεδονία Καύκασος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011

Διαβάστε περισσότερα

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Κάθεται στο παράθυρο του δωματίου της και σκέφτεται, στεναχωρημένη τους παλιούς της φίλους και συμμαθητές.

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 «Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» (Πόντος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη υπάρχει ένα σπίτι με άσπρα παράθυρα. Μέσα σε αυτό θα βρούμε ένα χαρούμενο δωμάτιο, γεμάτο γέλια και φωνές, και δυο παιδιά που θέλω να σας γνωρίσω «Τάσι, αυτή η πιτζάμα σού

Διαβάστε περισσότερα

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius Μάρτιος 2011 Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΡΟ-ΜΑΝΩΛΗ Πολύ παλιά, αιώνες πριν, ο Negru Voda, ο κυβερνήτης της Ρουμανίας, ήθελε να χτίσει ένα μοναστήρι

Διαβάστε περισσότερα

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα. 1. Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα. Καιρό είχες να ρθεις, Κλουζ, μου είπε ο κύριος Κολχάαζε, ανοιγοκλείνοντας το ψαλίδι του επικίνδυνα κοντά στο αριστερό μου αυτί. Εγώ τα αγαπώ τ αυτιά μου. Γι αυτό

Διαβάστε περισσότερα

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα σαν κι αυτή μια νύχτα σαν κι αυτή θέλω να σου πω πόσο σ

Διαβάστε περισσότερα

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Ο Ηλίας ανεβαίνει Ψηλά Ψηλότερα Κάθε Μάρτιο, σε μια Χώρα Κοντινή, γινόταν μια Γιορτή! Η Γιορτή των Χαρταετών. Για πρώτη φορά,

Διαβάστε περισσότερα

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Ο Μικρός Πρίγκιπας έφτασε στη γη. Εκεί είδε μπροστά του την αλεπού. - Καλημέρα, - Καλημέρα, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, ενώ έψαχνε να βρει από πού ακουγόταν η

Διαβάστε περισσότερα

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω. 1 Εδώ και λίγες μέρες, ένα από τα πάνω δόντια μου κουνιόταν και εγώ το πείραζα με τη γλώσσα μου και μερικές φορές με πονούσε λίγο, αλλά συνέχιζα να το πειράζω. Κι έπειτα, χτες το μεσημέρι, την ώρα που

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Δύο Σε μια σπουδαία αρχαία πόλη που την έλεγαν Ουρούκ, ζούσε ένας νεαρός βασιλιάς, ο Γκιλγκαμές. Πατέρας του Γκιλγκαμές ήταν ο βασιλιάς Λουγκαλμπάντα και μητέρα του η

Διαβάστε περισσότερα

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Εικόνες: Eύα Καραντινού Εικόνες: Eύα Καραντινού H Kοκκινοσκουφίτσα Mια φορά κι έναν καιρό, έμεναν σ ένα χωριουδάκι μια γυναίκα με το κοριτσάκι της, που φορούσε μια κόκκινη σκουφίτσα. Γι αυτό ο κόσμος την φώναζε Κοκκινοσκουφίτσα.

Διαβάστε περισσότερα

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Τα παραμύθια της τάξης μας! Τα παραμύθια της τάξης μας! ΟΙ λέξεις κλειδιά: Καρδιά, γοργόνα, ομορφιά, πυξίδα, χώρα, πεταλούδα, ανηφόρα, θάλασσα, φάλαινα Μας βοήθησαν να φτιάξουμε αυτά τα παραμύθια! «Χρυσαφένια χώρα» Μια φορά κι έναν

Διαβάστε περισσότερα

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου. Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου. Ενότητα 1: Το σπασμένο μπισκότο. Γιάννα Ροϊλού. Τμήμα: Θεατρικών Σπουδών. Σελίδα 1 1 Σκοποί ενότητας..3 2 Περιεχόμενα ενότητας

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! Δ ΤΑΞΗ 3 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΙΣΩΝΙΑΣ ΣΕΣΚΛΟΥ Όλοι χρειαζόμαστε τη βοήθεια όλων Μια φορά κι έναν καιρό, μια

Διαβάστε περισσότερα

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Η γυναίκα με τα χέρια από φως ΛIΛH ΛAMΠPEΛΛH Σειρά: Κι αν σου μιλώ με Παραμύθια... Η γυναίκα με τα χέρια από φως Εφτά παραμύθια σχέσης από την προφορική παράδοση Τρεις τρίχες λύκου Ζούσε κάποτε, σ ένα μικρό χωριό, ένας άντρας και μια

Διαβάστε περισσότερα

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: - "Η πρώτη απάντηση είναι 1821, η δεύτερη Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και η τρίτη δεν ξέρουμε ερευνάται

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα κόκκινο μπαλόνι σε έναν παιδότοπο. Ήταν μόνο του και παρόλο που τα παιδάκια έπαιζαν μαζί του, δεν είχε κανέναν φίλο που να είναι σαν κι αυτό. Όλη

Διαβάστε περισσότερα

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» «Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1 ΘΑ ΣΟΥ ΠΩ τι πιστεύω για την εξαφάνιση, αλλά δώσε μου λίγο χρόνο. Όχι,

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt - Ι - Αυτός είναι ένας ανάπηρος πριν όμως ήταν άνθρωπος. Κάθε παιδί, σαν ένας άνθρωπος. έρχεται, καθώς κάθε παιδί γεννιέται. Πήρε φροντίδα απ τη μητέρα του, ανάμεσα σε ήχους

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ. ΣΤΡΑΓΓιΣΜΑ ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ. ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ, ΠΟΥ ΕΣΥ Κι Η ΑΔΕΛΦΗ ΣΟΥ ΛΕιΠΑΤΕ, ΤΗΣ ΤΑ 'ΠΑ ΟΛΑ. ΜΕ ΑΚΟΥΓΕ ΣΟΒΑΡΗ.

Διαβάστε περισσότερα

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά 1 Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά με τη μουσούδα μου στο πρόσωπό της, τόσο όσο χρειαζόταν

Διαβάστε περισσότερα

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη διαβάζω ιστορίες Αποστολή Κρυμμένος Θησαυρός Λίνα Σωτηροπούλου Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Το δώρο της γιαγιάς Μόλις χτύπησε το ξυπνητήρι, με έπιασε πανικός. Δεν μπορούσα να καταλάβω για ποιον

Διαβάστε περισσότερα

Μύθοι του Αισώπου σε μορφή κόμικς. Εργασία από τα παιδιά της Ε τάξης

Μύθοι του Αισώπου σε μορφή κόμικς. Εργασία από τα παιδιά της Ε τάξης Μύθοι του Αισώπου σε μορφή κόμικς Εργασία από τα παιδιά της Ε τάξης Η ΧΕΛΩΝΑ ΚΑΙ Ο ΒΑΤΡΑΧΟΣ Μια φορά και ένα καιρό ήταν μια μικρή χελώνα. Μια μέρα είπε στη μητέρα της: - Μητέρα, εμείς οι χελώνες, είμαστε

Διαβάστε περισσότερα

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει Η Γέννηση του Ιησού Χριστού Συγγραφέας: Edward Hughes Εικονογράφηση:M. Maillot Διασκευή:E. Frischbutter; Sarah S. Μετάφραση: Evangelia Zyngiri Παραγωγός: Bible for Children

Διαβάστε περισσότερα

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ: ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ: Η ΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ: Η Αικατερίνη είχε κάλλος και ομορφιά ασύγκριτη. Η μητέρα της και οι συγγενείς της την πίεζαν συνεχώς να παντρευτεί, για να μην φύγουν από τα χέρια τους

Διαβάστε περισσότερα

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης του 8ου Δημοτικού Σχολείου Σερρών 2013-2014 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βάτραχος που τον έλεγαν "Φρογκ" και πήγαινε στην 5η Δημοτικού.

Διαβάστε περισσότερα

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: 2007-2008 Τάξη: Γ 3 Όνομα: Η μύτη μου είναι μεγάλη. Όχι μόνο μεγάλη, είναι και στραβή. Τα παιδιά στο νηπιαγωγείο με λένε Μυτόγκα. Μα η δασκάλα τα μαλώνει: Δεν

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Γ Γυμνασίου οι μαθητές ήρθαν σε επαφή με ένα δείγμα ερωτικής ποίησης. Συγκεκριμένα διδάχτηκαν το ποίημα

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο Χαρίδημος. Τις μέρες τους τις περνούσαν βαρετά και μονότονα

Διαβάστε περισσότερα

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Αποστόλη Λαμπρινή (brines39@ymail.com) ΔΥΝΑΜΗ ΨΥΧΗΣ Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Θα σε χτυπάνε, θα σε πονάνε,

Διαβάστε περισσότερα

Το παραμύθι της αγάπης

Το παραμύθι της αγάπης Το παραμύθι της αγάπης Μια φορά και ένα καιρό, μια βασίλισσα έφερε στον κόσμο ένα παιδί τόσο άσχημο που σχεδόν δεν έμοιαζε για άνθρωποs. Μια μάγισσα που βρέθηκε σιμά στη βασίλισσα την παρηγόρησε με τούτα

Διαβάστε περισσότερα

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Χρόνια ήρθαν, χρόνια πάνε, και στη ζούγκλα κάποτε, ζούσε ένα μικρό λιοντάρι, ο Λεωνίδας που όμως είχε μια μεγάλη οικογένεια. Ο μπαμπάς, η μαμά, οι θείοι και οι θείες, οι παππούδες

Διαβάστε περισσότερα

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία Πικρίδου-Λούκα. 2014 Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε

Διαβάστε περισσότερα

Οι μουσικοί της Βρέμης. Αφού περπάτησε λίγη ώρα βρήκε στο δρόμο ξαπλωμένο ένα κυνηγόσκυλο να βαριανασαίνει.

Οι μουσικοί της Βρέμης. Αφού περπάτησε λίγη ώρα βρήκε στο δρόμο ξαπλωμένο ένα κυνηγόσκυλο να βαριανασαίνει. Αδερφοί Γκριμ Οι μουσικοί της Βρέμης Иллюстрации: Сперанский Юрий http://www.free-lancers.net/users/yusper/ Ένας μυλωνάς είχε έναν γάιδαρο που για πολλά χρόνια κουβαλούσε σακιά στον μύλο. Οι δυνάμεις του

Διαβάστε περισσότερα

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε Xmass_Nona_xelwna_Layout 1 1/10/13 1:14 μ.μ. Page 7 Τ ο πρωί των Χριστουγέννων η νόνα Χελώνα και τα δέκα της εγγόνια ξύπνησαν, όπως κάθε χρόνο, από τον χειμωνιάτικό τους ύπνο, για να γιορτάσουν τη μεγάλη

Διαβάστε περισσότερα

Γρίφος 1 ος Ένας έχει μια νταμιτζάνα με 20 λίτρα κρασί και θέλει να δώσει σε φίλο του 1 λίτρο. Πώς μπορεί να το μετρήσει, χωρίς καθόλου απ' το κρασί να πάει χαμένο, αν διαθέτει μόνο ένα δοχείο των 5 λίτρων

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Τέσσερα ΜΠΡΟΜΠΝΤΙΝΓΚΝΑΓΚ Έπειτα από το ταξίδι του στη μικροσκοπική χώρα των Λιλλιπούτειων, ο Γκιούλλιβερ έμεινε στο σπίτι με τη γυναίκα του και τα παιδιά του αλλά πριν περάσουν

Διαβάστε περισσότερα

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας χωριάτης κι ήτανε φτωχός. Είχε ένα γάιδαρο και λίγα τάλαρα. Εσκέφτηκε τότε να βάλει τα τάλαρα στην ουρά του γαϊδάρου και να πάει να τον πουλήσει στο παζάρι στην πόλη. Έτσι

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ Copyright Συνοδινού Ράνια Follow me on Twitter: @RaniaSin Smashwords Edition ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή

Διαβάστε περισσότερα

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει Η Γέννηση του Ιησού Χριστού Συγγραφέας: Edward Hughes Εικονογράφηση:M. Maillot Διασκευή:E. Frischbutter; Sarah S. Μετάφραση: Evangelia Zyngiri Παραγωγός: Bible for Children

Διαβάστε περισσότερα

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη.   γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό http://hallofpeople.com/gr/bio/roumi.php ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ Επιλεγμένα ποιήματα γλυκαίνει καθετί πικρό το χάλκινο γίνεται χρυσό το θολό κρασί γίνεται εκλεκτό ο κάθε πόνος γίνεται γιατρικό οι νεκροί θα αναστηθούν

Διαβάστε περισσότερα

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Αμέσως έβγαλα το κινητό από τη θήκη και έστειλα μήνυμα στο κινητό της μαμάς πού

Διαβάστε περισσότερα

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό - Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό μου να παίξουμε; Αν θέλει, ναι. Προσπάθησε να μην

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010 Έμπλεη ευγνωμοσύνης, με βαθιά

Διαβάστε περισσότερα

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... Ο γιος του ψαρά κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... ια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ψαράς που δεν είχε παιδιά. Κάποια μέρα, εκεί που πήγαινε με

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, μια γριά γυναίκα. Τ όνομά της ήταν Μαραλά. Κανένας δεν

Διαβάστε περισσότερα

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ»

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ» 2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ» Δεν είχε καλά χαράξει και η κυρία Μαίρη άνοιξε το μαγαζί. Πέταξε τα

Διαβάστε περισσότερα

T: Έλενα Περικλέους

T: Έλενα Περικλέους T: 7000 0090 www.greendot.com.cy Έλενα Περικλέους Ο πρασινομπαλίτσας επιστρέφει... γιατί τα παραμύθια λένε πάντα την ΑΛΗΘΕΙΑ Συγγραφή: Έλενα Περικλέους Εποπτεία: Άρτεμις Παλαιογιάννη / Σάκης Θεοδοσίου

Διαβάστε περισσότερα

Φερφελή Ιωάννα του Ευαγγέλου, 9 ετών

Φερφελή Ιωάννα του Ευαγγέλου, 9 ετών Φερφελή Ιωάννα του Ευαγγέλου, 9 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα έμεναν

Διαβάστε περισσότερα

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Ελάτε να ζήσουμε τα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Χριστούγεννα (μέσα από ιστορίες και χριστουγεννιάτικα παιχνίδια) 1 Στόχοι: Μέσα από διάφορες

Διαβάστε περισσότερα

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μουσική..............................................11 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΓΧΟΡΔΟ Η αρχοντοπούλα κι ο ταξιδευτής........................15 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΡΟΥΣΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 1 2 Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 3 Τα λουλούδια χωρίς όνομα, τα έχει ο καθένας από μας, αλλά δεν το ξέρουμε. Δεν μας μαθαίνουν τίποτα και ψάχνουμε μόνοι μας άσκοπα να βρούμε κάτι, για να

Διαβάστε περισσότερα

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική Πόλεμος για το νερό Συγγραφική ομάδα Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική 3 ο Δημοτικό Σχολείο Ωραιοκάστρου Τάξη ΣΤ1 Θεσσαλονίκη 2006 ΠΟΛΕΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΡΟ Άκουγα

Διαβάστε περισσότερα

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου. Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου. Ζητήστε του την Κοκκινοσκουφίτσα... δεν την ξέρει, τη Σταχτοπούτα ούτε αυτή την ξέρει, τη Μικρή Γοργόνα ή το λύκο και τα τρία γουρουνάκια

Διαβάστε περισσότερα

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Πριν πολλά χρόνια, ζούσε σε μια πόλη της Ναζαρέτ μια νέα και καλή γυναίκα που την

Διαβάστε περισσότερα

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών Κ.Ν Α.Κ.Γ.Κ Η καλύτερη στιγμή μου ήταν η Πρωτοχρονιά που όταν ο παππούς μου έκοβε τη βασιλόπιτα και εγώ κέρδισα το φλουρί που ήταν ένα ευρώ. Ο Μπαμπάς

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 [3] Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αφιερωμένο στον πατέρα μου Αλκιβιάδη Copyright

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΕΓΓΟΝΟΣ: Παππού, γιατί προτιμάς να βάζεις κανέλα και όχι κύμινο στα σουτζουκάκια; ΠΑΠΠΟΥΣ: Το κύμινο είναι κομματάκι δυνατό. Κάνει τους ανθρώπους να κλείνονται

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37 Περιεχόμενα Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό............. 11 Αν έχεις τύχη..................................... 21 Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς............... 37 7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda:7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda

Διαβάστε περισσότερα

Μια μεγάλη γιορτή πλησιάζει

Μια μεγάλη γιορτή πλησιάζει Μια μεγάλη γιορτή πλησιάζει Πλησιάζει το Πάσχα. Η μητέρα άρχισε να καθαρίζει το σπίτι. Πλένει τις κουρτίνες και τα τζάμια. Καθαρίζει τα χαλιά. Συγυρίζει τα ερμάρια και τους πάγκους. Ο πατέρας βοηθά τη

Διαβάστε περισσότερα

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους. ΕΙΝΑΙ ΑΤΥΧΙΑ ΝΑ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙΣ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Νούρου Εγώ Κουάμι ο αδερφός μου Ράζακ ένας φίλος που συναντήσαμε στον δρόμο Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ Α 1 2017-2018 6 ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου Περιλήψεις βιβλίων που έχουν διαβάσει τα παιδιά από τη σειρά «μικρές καληνύχτες». Η Τρίτη μάγισσα Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι Μου έκανε εντύπωση

Διαβάστε περισσότερα

Η πορεία προς την Ανάσταση...

Η πορεία προς την Ανάσταση... Η νύχτα της Ανάστασης Τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου χτυπούν χαρούμενα οι καμπάνες. Οι χριστιανοί φορούν τα γιορτινά τους και πηγαίνουν στην εκκλησία για να γιορτάσουν την Ανάσταση του Χριστού. Στα

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη Κεφάλαιο 5 Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη Έφτασε μια μισάνοιχτη πόρτα, ένα μικρό κενό στο χώρο και το χρόνο, σαν ένα ασήμαντο λάθος της Ιστορίας για να πέσει η Πόλη. Εκείνο

Διαβάστε περισσότερα

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love) http://hallofpeople.com/gr.php?user=κοέν%20λέοναρντ ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ Στίχοι τραγουδιών του Από το http://lyricstranslate.com/el/leonard-cohen-lyrics.html (Ain t no cure for love) Σε αγαπούσα για πολύ, πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΝΟ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ...

ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΝΟ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ... ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΝΟ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ... Είναι μεσημέρι και τα παιδιά του διπλανού σπιτιού βγαίνουν έξω για να παίξουν Μια στέλνουν την μπάλα από εδώ, μια από εκεί, στο τέλος όλο πάνω μου πέφτει.

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μπήκα στο χωριό, νύχτωνε πια, οι πόρτες όλες σφαλιχτές, μες στις αυλές τα σκυλιά μυρίστηκαν

Διαβάστε περισσότερα

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος 14 Φτάνοντας λοιπόν ο Νικήτας σε μια από τις γειτονικές χώρες, εντυπωσιάστηκε από τον πλούτο και την ομορφιά της. Πολλά ποτάμια τη διέσχιζαν και πυκνά δάση κάλυπταν τα βουνά της, ενώ τα χωράφια ήταν εύφορα

Διαβάστε περισσότερα

Μουτσάκης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, 8 ετών

Μουτσάκης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, 8 ετών Μουτσάκης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, 8 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Γ Γυμνασίου οι μαθητές ήρθαν σε επαφή με ένα δείγμα ερωτικής ποίησης. Συγκεκριμένα διδάχτηκαν το ποίημα

Διαβάστε περισσότερα

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. Γεννήθηκα πολύ μακριά. Δεν γνωρίζω ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους θυμάμαι. Το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό σαν ανάμνηση

Διαβάστε περισσότερα

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν http://hallofpeople.com/gr/bio/andersen.php Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν Τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα, ζούσε ένας γκρινιάρης βασιλιάς. Κάθε μέρα ζητούσε από

Διαβάστε περισσότερα

ΕΊΜΑΙ ένας ποντικός φτωχός

ΕΊΜΑΙ ένας ποντικός φτωχός Για όλα υπάρχει λύση ΕΊΜΑΙ ένας ποντικός φτωχός στης φυλακής τα σίδερα κλειστός. Έκλεψα δύο κουλούρια να ταΐσω τα μικρά μου που ήτανε πολύ λιγούρια! Με πήγανε στον δικαστή που με έκρινε ληστή! Είπε έκανα

Διαβάστε περισσότερα

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Σε μια αυλή, ζούσαν καμιά δεκαριά γαλοπούλες, μαύρες και με μακριούς λαιμούς κι όλη την ώρα φώναζαν γλου-γλου-γλου. Αχώριστες ήταν και τριγυρνούσαν και τσιμπολογούσαν. Κι έτσι

Διαβάστε περισσότερα

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή Αγγελική Δαρλάση Το παλιόπαιδο Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή σε όλους αυτούς που οραματίστηκαν έναν καλύτερο κόσμο και προσπαθούν για να γίνει, έστω και λίγο, καλύτερος 6 «Φτώχεια δεν είναι μόνο η έλλειψη

Διαβάστε περισσότερα

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας βοηθήσουμε να καταλάβετε το νησάκι αυτό βρίσκεται ανάμεσα

Διαβάστε περισσότερα

Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών

Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα

Διαβάστε περισσότερα

Αιγαίο πέλαγος. Και στην αρχή το απέραντο, το άπειρο που δεν το χωράει ο νους εγένετο αλήθεια όπως με ένα φως λευκό.

Αιγαίο πέλαγος. Και στην αρχή το απέραντο, το άπειρο που δεν το χωράει ο νους εγένετο αλήθεια όπως με ένα φως λευκό. Αιγαίο πέλαγος Και στην αρχή το απέραντο, το άπειρο που δεν το χωράει ο νους εγένετο αλήθεια όπως με ένα φως λευκό. Και διάσπαρτα ήταν τα νησιά μέσα σε βαθύ γαλάζιο και τα σπίτια πλασμένα από το χέρι του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» 4 ος ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ 2015-2016 2 Ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» «Πρόσεχε τι πετάς, είναι η

Διαβάστε περισσότερα

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας Ένα μωρό που το πέταξαν, γιατί κάποιος χρησμός έλεγε ότι μεγαλώνοντας θα σκοτώσει τον πατέρα του, έγινε μετά από χρόνια ο βασιλιάς της Θήβας, Οιδίποδας. Χωρίς να φταίει, έφερε καταστροφή, και το χειρότερο,

Διαβάστε περισσότερα

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Ιωάννα Κυρίτση Η μπουγάδα του Αι-Βασίλη Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Σήμερα ο Αϊ-Βασίλης ξυπνά απ τα χαράματα. Έξι μόνο μέρες μένουν ως την παραμονή της Πρωτοχρονιάς κι ένα σωρό δουλειές τον

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις. Α ομάδα ΕΡΓΑΣΙΕΣ 1. Η συγγραφέας του βιβλίου μοιράζεται μαζί μας πτυχές της ζωής κάποιων παιδιών, άλλοτε ευχάριστες και άλλοτε δυσάρεστες. α) Ποια πιστεύεις ότι είναι τα μηνύματα που θέλει να περάσει μέσα

Διαβάστε περισσότερα

Η λεοπάρδαλη, η νυχτερίδα ή η κουκουβάγια βλέπουν πιο καλά μέσα στο απόλυτο σκοτάδι;

Η λεοπάρδαλη, η νυχτερίδα ή η κουκουβάγια βλέπουν πιο καλά μέσα στο απόλυτο σκοτάδι; ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Η λεοπάρδαλη, η νυχτερίδα ή η κουκουβάγια βλέπουν πιο καλά μέσα στο απόλυτο σκοτάδι; Κανένα από αυτά τα ζώα. Στο απόλυτο σκοτάδι είναι αδύνατο να δει κανείς ο,τιδήποτε. Ποια δουλειά

Διαβάστε περισσότερα

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται Η μαμά μου πήγαινε στο 26 ο Δημοτικό Σχολείο Νίκαιας. Η καλύτερη ανάμνηση που έχει είναι οι φίλοι της και η τάξη που μύριζε κιμωλία. Ελευθερία Η γιαγιά μου την τάξη της είχε 87 παιδιά. Τα άτακτα παιδιά

Διαβάστε περισσότερα

Τσιαφούλης Λεωνίδας του Αριστείδη, 10 ετών

Τσιαφούλης Λεωνίδας του Αριστείδη, 10 ετών Τσιαφούλης Λεωνίδας του Αριστείδη, 10 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Όμορφος κόσμος Φροντίζουμε όλα τα πλάσματα Η Αγία Μελανγκέλ: η προστάτιδα του περιβάλλοντος Εξακόσια χρόνια μετά τη γέννηση του Χριστού, γεννήθηκε στα καταπράσινα δάση της Ιρλανδίας μια

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ Παιδικό δωμάτιο Κάπου στην Αθήνα ΑΓΟΡΙ Ένα αγόρι ξανθό, με μάτια που αστράφτουν, στεκόταν όρθιο μπροστά στη βιβλιοθήκη του. Το αγόρι σήκωσε το βλέμμα του ψηλά. Ήξερε τι έψαχνε.

Διαβάστε περισσότερα

λινη βάση του κουνιστού αλόγου την είχε μισοφάει

λινη βάση του κουνιστού αλόγου την είχε μισοφάει ταν παραμονή Χριστουγέννων και ο Θίοντορ πάλευε ν ανοίξει ένα χαρτόκουτο. Και το χαρτόκουτο τον κέρδιζε. Κάποιος είχε επιδείξει μεγάλο ζήλο χρησιμοποιώ ντας την κολλητική ταινία. Κάποιος ήθελε να είναι

Διαβάστε περισσότερα

Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες

Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες (Ο ον Κιχώτης ήταν ένας άρχοντας πολύ φτωχός σε λεφτά αλλά πλούσιος σε φαντασία. Ζούσε στην Ισπανία, στην ξακουσµένη επαρχία της Μάντσας. Όταν έφτασε

Διαβάστε περισσότερα

9 Η 11 Η Η Ο Ο

9 Η 11 Η Η Ο Ο Περιεχόμενα Το βενζινάδικο... 9 Η βαλβίδα... 11 Η απόδραση.... 12 Τα μαγικά κουρελάκια... 13 Τα τραμόπαιδα... 14 Η μέδουσα.... 15 Μπέργκερ............................. 16 Πάρτι γενεθλίων... 18 Όλα τα ατίθασα

Διαβάστε περισσότερα

Διαγνωστικό Δοκίμιο GCSE1

Διαγνωστικό Δοκίμιο GCSE1 Διαγνωστικό Δοκίμιο GCSE 1 Όνομα:.... Ημερομηνία:... 1. Διάβασε το κείμενο και συμπλήρωσε τις εργασίες. (Στο τηλέφωνο) Παρακαλώ! Έλα Ελένη. Επιτέλους σε βρήκα! Τι κάνεις; Πώς είσαι; Πού ήσουν όλο το Σαββατοκυριάκο;

Διαβάστε περισσότερα

ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ

ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ Ζούσε κάποτε στο Αρέτσο ένας πλούσιος που τον έλεγαν Τοφάνο και είχε πάρει για γυναίκα του μια ωραιότατη νέα που την λέγανε Μαργαρίτα και που χωρίς να ξέρει το γιατί,

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ Θεατρικό από τον Πάνο Σακέλη ΠΑΝΟΣ ΣΑΚΕΛΗΣ / ΤΟ ΓΙΟΡΝΤΑΝΙ ΜΕ ΤΣΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ / 1 ΤΟ ΓΙΟΡΝΤΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΑ Πρόσωπα: ΜΕΣΗΛΙΚΑΣ ΑΝΤΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑ ΓΕΡΟΣ

Διαβάστε περισσότερα