«ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ»

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "«ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ»"

Transcript

1 ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ» ΔΙΙΠΛΩΜΑΤΙΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:: ΤΟΥΡΙΙΣΜΟΣ ΚΑΙΙ ΕΠΟΧΙΙΚΟΤΗΤΑ Η ΠΕΡΙΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΙΔΙΙΚΗΣ ΕΙΙΣΗΓΗΤΗΣ:: ΠΑΜΛΙΙΔΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ((Α..Μ.211//03//004)) ΕΠΙΙΒΛΕΠΩΝ ΔΙΙΔΑΣΚΩΝ:: ΠΑΡΠΑΪΪΡΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΙΟΣ 2005

2 ΠΑΝΕΠΙΙΣΤΗΜΙΙΟ ΑΙΙΓΑΙΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΙΟΙΙΚΗΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ» ΔΙΙΠΛΩΜΑΤΙΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:: ΤΟΥΡΙΙΣΜΟΣ ΚΑΙΙ ΕΠΟΧΙΙΚΟΤΗΤΑ Η ΠΕΡΙΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΙΔΙΙΚΗΣ ΕΠΙΙΜΕΛΗΤΗΣ:: ΠΑΜΛΙΙΔΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ((Α..Μ.243//03//004)) ΕΠΙΙΒΛΕΠΩΝ ΔΙΙΔΑΣΚΩΝ:: ΠΑΡΠΑΪΪΡΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ - 3 -

3 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο : Ορισμός εποχικότητας ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο : Μέτρηση της εποχικότητας Εισαγωγή Δείκτες Συγκέντρωσης Δείκτης της σχέσης συγκέντρωσης, Concentration rate Δείκτης Hirschman-Herfindahl Δείκτες Εντροπίας Καμπύλη Lorenz και δείκτες ανισότητας ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο : Παράγοντες που επηρεάζουν την εποχικότητα ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο : Προβλήματα που απορρέουν από την εποχικότητα του τουρισμού ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο : Συνέπειες της εποχικότητας Εποχικότητα και περιβάλλον Εποχικότητα και επιχειρήσεις Εποχικότητα και απασχόληση Εποχικότητα και τουρίστες ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ο : Προσδιορισμός του τουριστικού προφίλ της Χαλκιδικής Η ζητηση του τουριστικού προϊόντος Ο τουρισμός στην Ελλάδα Αφίξεις Διανυκτερεύσεις Προέλευση τουριστικής ζήτησης Μορφές τουρισμού Μέση διάρκεια παραμονής Μέσο άφιξης Εποχικότητα Ο τουρισμός στη Χαλκιδική Αφίξεις - διανυκτερεύσεις Προέλευση τουριστικής ζήτησης Μορφές Τουρισμού Μέση διάρκεια παραμονής Μέσο άφιξης Εποχικότητα - κυκλικότητα O χειμερινός τουρισμός Στην Ελλάδα Στη Χαλκιδική Η προσφορά του τουριστικού προϊόντος Στην Ελλάδα Περιγραφή αγοράς Εμπόδια εισόδου νέων ανταγωνιστών Ένταση ανταγωνισμού

4 6.2.2 Στην Χαλκιδική Φυσικό περιβάλλον Πολιτιστικό περιβάλλον Υποδομές ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ο : Ανάλυση ανταγωνιστών Ανάλυση ανταγωνισμού γενικά Τύπος ανταγωνισμού Βάση ανταγωνισμού Δυνάμεις που καθορίζουν τον ανταγωνισμό Απειλή εμπόδια εισόδου νέων ανταγωνιστών Διαπραγματευτική δύναμη πελατών και προμηθευτών υποκατάστατα προϊόντα Χειμερινός τουρισμός Ανάλυση αγορών ανταγωνιστριών χωρών ΙΣΠΑΝΙΑ Περιγραφή της αγοράς SWOT ανάλυση Τωρινή στρατηγική Μελλοντικοί στόχοι Θέση στην αγορά και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ΤΟΥΡΚΙΑ Περιγραφή της αγοράς SWOT ανάλυση Τωρινή στρατηγική Μελλοντικοί στόχοι Θέση στην αγορά και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ΙΤΑΛΙΑ Περιγραφή της αγοράς SWOT ανάλυση Τωρινή στρατηγική Μελλοντικοί στόχοι Θέση στην αγορά και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ΓΑΛΛΙΑ Περιγραφή της αγοράς SWOT ανάλυση Τωρινή στρατηγική Μελλοντικοί στόχοι Θέση στην αγορά και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ΑΛΛΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ Περιγραφή της αγοράς SWOT ανάλυση Τωρινή στρατηγική Μελλοντικοί στόχοι ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8ο : SWOT Ανάλυση (ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ) ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ

5 8.3 ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9ο : Στόχοι - Στρατηγικές - Προγράμματα ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΗΓΕΣ

6 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η διεξοδική ανάλυση του φαινομένου της εποχικότητας στον ελληνικό τουρισμό. Θα αναλυθεί η έννοια του όρου, τα αίτια εμφάνισης του φαινομένου, οι επιπτώσεις του, οι μέθοδοι μέτρησής του, και οι τρόποι αντιμετώπισής του. Παράλληλα, θα αναλυθεί το φαινόμενο όσον αφορά την περίπτωση του νομού της Χαλκιδικής. Θα αναπτυχθούν τόσο η τουριστική προσφορά όσο και η τουριστική ζήτηση της περιοχής έτσι ώστε να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα για την τουριστική ανάπτυξη της. Όλα αυτά,βέβαια, στηρίζονται σε συγκεκριμένες δράσεις οι οποίες προτείνονται από την παρούσα μελέτη. Κρίνεται σκόπιμο, λοιπόν, να εξεταστεί κατά ποσό δύναται να επιμηκυνθεί η τουριστική της περίοδος. Σε ορισμένα κεφάλαια παρουσιάζονται αναλυτικά στοιχεία για την εποχικότητα τόσο στην Ελλάδα όσο και στον Νομό της Χαλκιδικής. Τα στοιχεία αυτά αφορούν την περίοδο Η έλλειψη τεχνικών συγκέντρωσης και ερμηνείας στατιστικών στοιχείων για την εποχικότητα στον ελληνικό τουρισμό, δυσκολεύει όχι μόνο τη συγγραφή της παρούσας εργασίας, αλλά και το έργο των φορέων του τουρισμού στη χώρα μας. Aim of this work is the extensive analysis of phenomenon of seasonality in the Greek tourism. Will be analyzed the significance of term, the reasons of appearance of phenomenon, his repercussions, his methods of measurement, and his ways of confrontation. At the same time, will be analyzed the phenomenon with regard to the case of prefecture of Chalkidiki. Will be developed so much the tourist offer what the tourist demand of region so as to we lead to sure conclusions on her tourist growth. It is judged advisable, therefore, it is examined at sum is able is elongated her tourist period. In certain capital are presented analytic elements for seasonality so much in Greece what in the Prefecture of Chalkidiki. All the elements concern the period The lack of techniques of concentration and interpretation of statistical elements for the seasonality in Greek tourism complicates not only the writing of present work, but also the work of institutions of tourism in our country

7 - 8 -

8 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο : Ορισμός εποχικότητας Η εποχικότητα στον τουρισμό είναι ένα σχετικά πρόσφατο φαινόμενο, που εντείνεται με την πάροδο με αποτέλεσμα να προβληματίζει τους διεθνείς τουριστικούς οργανισμούς, τις εθνικές κυβερνήσεις και τις επιχειρήσεις του τουριστικού συστήματος για το τι μέλλει γενέσθαι. Η εποχικότητα του τουρισμού στους προορισμούς των «θερινών διακοπών» της Μεσογείου (όπου επικρατούν οι ίδιες περίπου κλιματολογικές συνθήκες και η ζήτηση προέρχεται κατά κανόνα από τις ίδιες τουριστικές αγορές και συνεπώς συμπεριφέρεται ομοιόμορφα) παρουσιάζει έξαρση που εκδηλώνεται με μια βαθμιαία συρρίκνωση της τουριστικής περιόδου (Λογοθέτης, 2002). Η τουριστική ζήτηση χαρακτηρίζεται ως μια δίμορφη συγκέντρωση (C.N.A.T., 1976 στο Βαρβαρέσος, 2000). Η πρώτη μορφή αναφέρεται στη χωρική διάρθρωση της τουριστικής ζήτησης, ενώ η δεύτερη στη χρονική περίοδο που πραγματοποιείται. Η ταύτιση αυτής της χωρικής και χρονικής συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου, οριοθετούν την τουριστική περίοδο. Η εποχική φυσιογνωμία του τουριστικού φαινομένου εκφράζει τη συγκέντρωση της ζήτησης σε μερικούς μήνες του έτους. Το φαινόμενο της εποχικότητας μπορεί επομένως να προσδιοριστεί εννοιολογικά, ως οι χρονικές αποκλίσεις που παρουσιάζει ένας τουριστικός προορισμός από τα χρονικά συμβατικά όρια της τουριστικής περιόδου. Αυτή η εποχική συγκέντρωση αφορά κατ εξοχήν στον τουρισμό των διακοπών και όχι στον οφειλόμενο σε άλλα κίνητρα, όπως επαγγελματικά ταξίδια, συνέδρια, οικογένεια θρησκεία κλπ. Η εποχικότητα έχει τις ρίζες της στην προέλευση του ίδιου του τουριστικού φαινομένου. Οι παράγοντες που την καθόρισαν και την καθορίζουν είναι ιστορικοί, κοινωνικοί, πολιτιστικοί κλπ. (Βαρβαρέσος, 2000)

9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο : Μέτρηση της εποχικότητας 2.1 Εισαγωγή Υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να προσδιοριστεί η εποχικότητα σε μια περιοχή. Παρακάτω θα αναλυθούν περιγραφικά κάποιοι από αυτούς. Οι περισσότεροι πάντως προκύπτουν από τύπους και θεωρίες της στατιστικής επιστήμης. 2.2 Δείκτες Συγκέντρωσης Οι δείκτες συγκέντρωσης χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην οικονομική βιομηχανία. Μπορούν να φανούν χρήσιμοι και στην ανάλυση της εποχικότητας των τουριστικών μεγεθών, διότι μπορεί να επιτευχθεί ο ποσοτικός προσδιορισμός του μεγέθους της εποχικότητας και συνεπώς να γίνει δυνατή όχι μόνο η διαχρονική, αλλά και η διαστρωματική σύγκριση της εποχικότητας των τουριστικών μεγεθών. Μπορεί να συγκριθεί δηλαδή η εποχικότητα των αφίξεων σήμερα με αυτή που υπήρχε πριν είκοσι χρόνια, η εποχικότητα σε υπερεθνικό ή και καθαρά τοπικό επίπεδο. Από τους δείκτες συγκέντρωσης οι οποίοι μπορούν να προσαρμοστούν για τη διερεύνηση μηνιαίων στοιχείων είναι οι έξής: Δείκτης της σχέσης συγκέντρωσης, Concentration rate Αυτός δείχνει το μερίδιο του τουριστικού μεγέθους για έναν αριθμό μηνών ως προς το σύνολο του μεγέθους στο συγκεκριμένο έτος. Cr= Σ x1/x = Σ S1, όπου i=1 Όπου xi είναι για παράδειγμα οι μηνιαίες αφίξεις του μήνα i και x το σύνολο των αφίξεων για την εξεταζόμενη περίοδο, συνήθως των 12 μηνών

10 Ο δείκτης της σχέσης συγκέντρωσης τεσσάρων μηνών C4 δείχνει για παράδειγμα το μερίδιο των αφίξεων στους τέσσερις μήνες ως προς το σύνολο των αφίξεων στο έτος που εξετάζουμε. Έτσι C4 = 0,40 δείχνει ότι οι αφίξεις τεσσάρων μηνών αποτελούν το 40% των συνολικών αφίξεων. Η γενικότητα του δείκτη επιτρέπει την επιλογή του αριθμού των μηνών, τους ίδιους τους μήνες, τη σειρά τους, και το σύνολο του μεγέθους, δηλαδή για παράδειγμα μόνο τη θερινή περίοδο. Το σημαντικότερο μειονέκτημα του δείκτη αυτού είναι δείχνει την εικόνα σε ένα συγκεκριμένο σημείο της κατανομής και δε δίνει ολόκληρη την εικόνα της Δείκτης Hirschman-Herfindahl Αντίθετα με τον παραπάνω δείκτη, αυτός παίρνει υπ όψιν του όλα τα σημεία της κατανομής και ορίζεται ως εξής: H= Σ(xi/x)(xi/x)= ΣSi*Si όπου i=1 Όπου xi είναι το μηνιαίο μέγεθος και x είναι το σύνολο του μεγέθους για την εξεταζόμενη περίοδο. Συνεπώς το Si εκφράζει το μηνιαίο μερίδιο του συνολικού μεγέθους. Αποτελεί δηλαδή το άθροισμα των τετραγώνων των μεριδίων ενός μεγέθους ως προς το συνολικό μέγεθος. Έτσι για να μετρηθεί η εποχικότητα των αφίξεων σε ένα συγκεκριμένο έτος, προσθέτονται τα μερίδια των μηνιαίων αφίξεων υψωμένα στο τετράγωνο. Στην ουσία δηλαδή χρησιμοποιούνται ως συντελεστές στάθμισης τα ίδια τα μερίδια των μηνιαίων αφίξεων. Γενικά ο δείκτης αυτός παίρνει τιμές μεταξύ 0 και 1. όσον αφορά όμως μηνιαία τουριστικά μεγέθη ο δείκτης μπορεί να πάρει τιμές μεταξύ 1 και 1/12 και 1 έως 1/n, εφόσον η περίοδος η οποία εξετάζεται αφορά σε δώδεκα ή n περιόδους Δείκτες Εντροπίας Με αυτόν το δείκτη τα μερίδια του μεγέθους έχουν συντελεστή στάθμισης το λογάριθμο των αντίστοιχων μεριδίων. Ε = Σ Si ln(1/si)

11 Οι τιμές που παίρνει ο δείκτης αυτός είναι 0 και ln(n). Στην περίπτωση που μετράμε την εποχικότητα των αφίξεων τότε αν η εξεταζόμενη περίοδος αφορά δωδεκάμηνο, οι τιμές που παίρνει ο δείκτης αυτός κυμαίνονται μεταξύ 0 και ln Καμπύλη Lorenz και δείκτες ανισότητας Η καμπύλη Lorenz απεικονίζει συνδυασμούς αθροιστικής συσσώρευσης ενός μεγέθους και της αντίστοιχης ποσοστιαίας κατανομής. Αν σαν παράδειγμα χρησιμοποιηθούν οι μηνιαίες αφίξεις τουριστών, τότε η καμπύλη Lorenz προκύπτει, πρώτον εάν ταξινομήσουμε τους μήνες ανάλογα με το μέγεθος των αφίξεων, δεύτερον εάν αθροίσουμε τις αφίξεις των ταξινομημένων μηνών ώστε να έχουμε το σύνολο των αφίξεων τους και τρίτον εάν υπολογίσουμε την ποσοστιαία κατανομή των αντίστοιχων μηνών. Δείκτες ανισότητας μπορούν να θεωρηθούν: 1. Ο συντελεστής σχετικής απόκλισης c ο οποίος αποτελείτε από το λόγο της μέσης απόκλισης τετραγώνου προς το μέσον της μεταβλητής. C = σ / x 2. Η διακύμανση του λογαρίθμου των μηνιαίων μεριδίων του τουριστικού μεγέθους, όπου xg είναι ο γεωμετρικός μέσος των μηνιαίων αφίξεων. Στην περίπτωση που η κατανομή των μηνιαίων αφίξεων είναι κανονική-λογαριθμική τότε η κατανομή των λογαρίθμων των μηνιαίων σφίξεων είναι κανονική. Ο τύπος της διακύμανσης του λογαρίθμου έχει ως εξής: V 2 = 1/n Σ[ log(x i / x g )] 2 3. Ο συντελεστής Ginnie ο οποίος χρησιμοποιείται κατά κόρον στην εποχικότητα. Εκφράζεται με τον τύπο:

12 G = [n+1-2(σi*si)] / n Όπου n είναι ο αριθμός των περιόδων που μελετώνται, i είναι η κατάταξη ανάλογα με το μερίδιο Si. Το I παίρνει τιμές 1,2,,n έτσι ώστε ο μήνας με το μεγαλύτερο μερίδιο κατατάσσεται πρώτος (i=1), ο μήνας με το δεύτερο μεγαλύτερο μερίδιο κατατάσσεται τρίτος, κλπ. Ο συντελεστής Ginnie συνδέεται άμεσα με την καμπύλη Lorenz μιας και αποτελεί το λόγο της επιφάνειας μεταξύ της καμπύλης και της διαγωνίου ως προς το ισοσκελές τρίγωνο DDE. Όσο μεγαλύτερη είναι η ανισότητα των μεριδίων, τόσο μεγαλύτερη είναι η επιφάνεια που ορίζεται από την καμπύλη και τη διαγώνιο και συνεπώς τόσο μεγαλύτερος είναι ο συντελεστής Ginnie. Η μεταβίβαση ενός ποσοστού από τα υψηλότερα μερίδια στα χαμηλότερα, θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του συντελεστή. Ο συντελεστής αυτός έχει τα εξής πλεονεκτήματα. Πρώτον είναι μέτρο ανισότητας και αρμόζει στην ανάλυση της εποχικότητας αφού το ενδιαφέρον μας επικεντρώνεται στην ανάλυση της εποχικότητας όχι στο συνολικό μέγεθος του τουρισμού, αλλά στην κατανομή του τουρισμού μέσα στο έτος. Δεύτερον κατατάσσει σωστά τις διάφορες κατανομές εποχικών προτύπων. Τρίτον, στον υπολογισμό του λαμβάνονται υπ όψιν διαφοροποιήσεις, οι οποίες δε φαίνονται στην εξέταση μεγαλύτερων διαστημάτων από άλλους δείκτες. Τέταρτον, οι τιμές που παίρνει για διάφορες διακριτές κατανομές δεν περιέχονται σε ένα μικρό διάστημα όπως συμβαίνει με άλλους δείκτες. Το μειονέκτημα του δείκτη Ginnie συνίσταται στο ότι κάθε κατανομή με ίσα μερίδια παίρνει την ίδια ακριβώς (μηδενική) τιμή. Αυτό δε βοηθάει πάντα στην ανάλυση της εποχικότητας μιας και όλες οι ισοκατανομές δεν είναι εξίσου επιθυμητές. Η λύση στην ύπαρξη αυτών των κατανομών είναι να προσαρμοσθεί ο συντελεστής ώστε να συγκρίνονται οι όποιες κατανομές με μια συγκεκριμένη ισοκατανομή. Πρέπει να παρατηρηθεί ότι ο υπολογισμός του συντελεστή δεν αλλάζει εφόσον δεν υπάρχει μηδενικό μερίδιο για το τουριστικό μέγεθος το οποίο είναι και η συνηθισμένη περίπτωση. Αυτό που αλλάζει είναι ότι μπορούμε να ταξινομήσουμε σωστά τις περιπτώσεις όπου η κατανομή προσεγγίζει τις καταστάσεις ισοκατανομής και ο

13 συντελεστής παίρνει τιμή ίση με μηδέν και μπορούμε να εισάγουμε με αυτόν τον τρόπο την έννοια του ισοδύναμου χρόνου

14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο : Παράγοντες που επηρεάζουν την εποχικότητα Το πρόβλημα της εποχικότητας στους προορισμούς θερινών διακοπών δεν απασχολεί μόνο τις κυβερνήσεις και τους φορείς γενικά του τουρισμού, αλλά και τους ερευνητές και μελετητές του τουριστικού φαινομένου που προσπαθούν να αναζητήσουν τους παράγοντες που έχουν επηρεάσει αρνητικά την εποχικότητα τα τελευταία χρόνια (Λογοθέτης, 2002). Μια πρώτη προσέγγιση του προβλήματος οδηγεί στον εντοπισμό των παρακάτω παραγόντων που φαίνεται να επηρεάζουν την τουριστική εποχικότητα. Οι κλιματολογικές συνθήκες, οι οποίες συνοδεύονται και συχνά ενισχύονται με τη σταθερή επανάληψη των συνηθειών (π.χ. μετακινήσεις) ή άλλων κοινωνικών αιτιών (π.χ. μόδα) (Βαρβαρέσος, 2000). Ο οργανωμένος μαζικός τουρισμός που διακινείται στους προορισμούς της Μεσογείου, έχει κατά κανόνα ως κίνητρο τον ήλιο, τη θάλασσα και την παραλία (sun, sea, sand), για να επιλέξει τον τόπο των διακοπών του. Είναι επόμενο λοιπόν να προτιμά τους μήνες εκείνους με τις ευνοϊκότερες κλιματολογικές συνθήκες, που του επιτρέπουν να απολαύσει τα στοιχεία της προτίμησής του (Λογοθέτης, 2002). Η τουριστική προσφορά στους νησιώτικους και παράκτιους προορισμούς έχει δημιουργηθεί χωρικά και λειτουργικά κατά τέτοιο τρόπο και με προδιαγραφές που ανταποκρίνονται σχεδόν αποκλειστικά στις ανάγκες του θερινού τουρισμού. Παραλιακά ξενοδοχεία με υπαίθριες συμπληρωματικές λειτουργίες (facilities) είναι η κυρίαρχη μορφή καταλύματος. Ελάχιστα ξενοδοχεία διαθέτουν εσωτερικούς χώρους και εγκαταστάσεις που να μπορούν να φιλοξενήσουν τους πελάτες τους όταν οι καιρικές συνθήκες δεν τους επιτρέπουν να απολαύσουν τον ήλιο και τη θάλασσα (Λογοθέτης, 2002). Η δημιουργία νέων προορισμών τουρισμού θερινών διακοπών και η αύξηση της τουριστικής προσφοράς σε καταλύματα που ξεπερνά κατά πολύ την τουριστική ζήτηση. Οι καταναλωτές τουρίστες, λοιπόν, έχουν την ευχέρεια να εξασφαλίσουν διαμονή στους δημοφιλείς μήνες της αιχμής, σε αντίθεση με τις παλαιότερες εποχές, όπου η περιορισμένη προσφορά οδηγούσε σε ένα καλύτερο χρονικό καταμερισμό της ζήτησης και συνεπώς αποσυμφόρηση της αιχμής. Η περίπτωση της Ελλάδας είναι

15 χαρακτηριστική. Πριν μερικά χρόνια μοναδικοί σχεδόν προορισμοί οργανωμένου μαζικού τουρισμού ήταν η Αθήνα, η Κρήτη, η Ρόδος και η Κέρκυρα. Σήμερα αν ανατρέξει κανείς στα θερινά προγράμματα των μεγάλων οργανωτών ταξιδιών (TUI, NEKERMANN, THOMSON, AIR TOUR κτλ.) θα διαπιστώσει ότι έχουν προστεθεί σε αυτούς η Κως, η Κάρπαθος, η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Σάμος, η Χίος, η Μυτιλήνη, η Κεφαλονιά, η Σκιάθος, η Καβάλα, η Θάσος κ.ά. (Λογοθέτης, 2002). Η οργάνωση του χρόνου παραγωγής στις χώρες προέλευσης των τουριστών (Βαρβαρέσος, 2000) είναι τέτοια ώστε οι μεγάλες μάζες του πληθυσμού που συγκροτούν τον οργανωμένο τουρισμό, όπως είναι οι εργαζόμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας, οι μαθητές και φοιτητές και οι λοιπές επαγγελματικές ομάδες εποχιακής απασχόλησης, σχεδόν υποχρεωτικά κατευθύνονται στους μήνες αιχμής αφού τότε χορηγούνται οι άδειες μετ αποδοχών, τότε κλείνουν τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα οι κοινωνικές αυτές ομάδες να «παρασύρουν» και άλλες που σε κάποιο βαθμό συνδέονται ή εξαρτώνται από αυτές. Τον Αύγουστο για παράδειγμα κλείνουν κατά παράδοση τα εργοστάσια και οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι δημόσιες υπηρεσίες διατηρούν θα έλεγε κανείς ένα ελάχιστο «προσωπικό ασφαλείας». Δεν είναι τυχαίο ότι στη Γαλλία και την Ισπανία έχει διαμορφωθεί μια ειδική μορφή τουρισμού ο «Αυγουστιάτικος τουρισμός» (Λογοθέτης, 2002). Η αδιάφορη στάση των Tour Operator στο πρόβλημα της εποχικότητας, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την επιμήκυνση, της τουριστικής περιόδου, γιατί τα ειδικά προγράμματα χειμερινού τουρισμού στην Ελλάδα, δεν φαίνεται να είναι στις άμεσες προτεραιότητες των υπευθύνων. Τα κίνητρα που ζητούν οι Tour Operator τόσο για την επιμήκυνση της θερινής περιόδου, όσο και για τον χειμερινό τουρισμό, και ιδιαίτερα οι χαμηλές τιμές των ξενοδοχείων, είναι τέτοια, που ξεπερνούν τις δυνατότητες του κρατικού τομέα και των επιχειρήσεων που καλούνται στην ουσία να «επιδοτήσουν» τον τουρισμό της εποχής αυτής, χωρίς προοπτική μελλοντικής κερδοφορίας, όπως επιβεβαιώνει η εμπειρία από τα κατά καιρούς πειραματικά προγράμματα της Ρόδου. Έτσι όχι μόνο περιορίζονται στα θερινά προγράμματα αλλά με τις πιέσεις που ασκούν για «ειδικές προσφορές» αποδυναμώνουν τους ακραίους μήνες, αφού στην πραγματικότητα αξιώνουν τιμές από τα ξενοδοχεία κάτω του κόστους (Λογοθέτης, 2002)

16 Συμπερασματικά λοιπόν, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η εποχικότητα της τουριστικής ζήτησης δεν είναι μόνο απόρροια των κλιματολογικών συνθηκών και της χωρικής διάρθρωσης της τουριστικής δραστηριότητας, αλλά είναι επίσης απόρροια της βιομηχανικής οργάνωσης των κύριων χωρών προέλευσης των τουριστών και της χρονικής διάρθρωσης των σχολικών διακοπών (Βαρβαρέσος, 2000)

17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4ο : Προβλήματα που απορρέουν από την εποχικότητα του τουρισμού Η Ελλάδα ως ένας από τους πιο σημαντικούς προορισμούς της Μεσογείου, δεν μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από τις διεργασίες που επηρεάζουν την εποχικότητα (Λογοθέτης, 2002). Η υψηλή εποχικότητα που χαρακτηρίζει την τουριστική δραστηριότητα προσδιορίζεται, κυρίως, από την αναπόφευκτη, σε μεγάλο βαθμό, σύνδεση του χρόνου διακοπών με την περίοδο των θερινών διακοπών. Προσδιορίζεται δηλαδή από θεσμικούς παράγοντες (άδειες), που με την σειρά τους αποτελούν αντανάκλαση της ανάγκης για ξεκούραση και αναψυχή των εργαζομένων (Ι.Τ.Ε.Π., 1998). Κατά την τελευταία πενταετία ένα ποσοστό του αλλοδαπού τουρισμού που σταθερά ξεπερνά το 50% συγκεντρώνεται στο τρίμηνο, της τουριστικής αιχμής (Ιούλιος Σεπτέμβριος). Στους αμιγείς τουριστικούς προορισμούς όπως της Κρήτης, της Κέρκυρας και της Ρόδου το ποσοστό αυτό είναι ακόμα μεγαλύτερο και συνοδεύεται από μια παράλληλη μείωση του μέσου όρου ημερών διαμονής (Λογοθέτης, 2002). Η ιδιομορφία αυτή, της τουριστικής δραστηριότητας έχει προκαλέσει μια σειρά από σοβαρές οικονομικές και όχι μόνο συνέπειες σε όλο το φάσμα του τουριστικού κυκλώματος. Οι συνέπειες (Conseil Superieur du Tourisme, 1981 στο Βαρβαρέσος, 2000) της εποχικότητας της τουριστικής ζήτησης και κατ επέκταση των συγκεντρωτικών της τάσεων στο χώρο και το χρόνο χαρακτηρίζονται ως αρνητικές και επιδρούν σημαντικά στα παρακάτω οικονομικά μεγέθη (Βαρβαρέσος, 2000): Στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών που καταναλώνονται από τους τουρίστες. Στην εποχική απασχόληση. Στις τιμές. Αυτές οι αρνητικές συνέπειες πολλαπλασιάζονται ανάλογα με το βαθμό της εποχικής χωρικής συγκέντρωσης της τουριστικής δραστηριότητας και επηρεάζουν σημαντικά (Βαρβαρέσος, 2000): Τις τουριστικές και μη τουριστικές επιχειρήσεις

18 Τη δημόσια διοίκηση. Τα έργα υποδομής, τα οποία χαρακτηρίζονται από μια περίοδο έντονης χρησιμοποίησής τους (περίοδος αιχμής) και μια περίοδο μερικής ή σχεδόν μηδενικής χρησιμοποίησής τους. (υπόλοιπο έτος). Τα αποτελέσματα που προκύπτουν από τη διαμορφούμενη κατάσταση είναι τα ακόλουθα: Οικονομικές σπατάλες (μεταφορικά μέσα, τουριστικά καταλύματα) Επιβάρυνση πολυάριθμων τομέων (ταχυδρομεία, τηλεπικοινωνίες, ηλεκτροδότηση, ύδρευση κ.λπ.) Κούραση, έλλειψη άνεσης, έλλειψη ασφάλειας κ.λπ. Ελλείψεις συνθηκών υγιεινής Διάρθρωση της απασχόλησης Πληθωριστικές τάσεις Αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις κ.λπ

19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο : Συνέπειες της εποχικότητας. Γίνεται αντιληπτό ότι οι επιπτώσεις από τη συσσώρευση της τουριστικής κίνησης στους μήνες αιχμής είναι εμφανείς στο περιβάλλον, στις τουριστικές επιχειρήσεις, στις ενδιάμεσες επιχειρήσεις καθώς και στους ίδιους τους επισκέπτες. 5.1 Εποχικότητα και περιβάλλον Το περιβάλλον σε όλες του τις εκφάνσεις φυσικό, πολιτιστικό, δομημένο και ανθρωπογενές, είναι εκείνο που δέχεται τις μεγαλύτερες πιέσεις τους μήνες αιχμής, κατά τους οποίους παραβιάζονται τα όρια της «φέρουσας ικανότητας» των τουριστικών τόπων. Η υπερσυγκέντρωση μεγάλου αριθμού ανθρώπων σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα δημιουργεί πολλά και ποικίλα προβλήματα στους τόπους υποδοχής όπως συχνές διακοπές του ηλεκτρικού ρεύματος, υπερφόρτωση του αποχετευτικού δικτύου, κυκλοφοριακή συμφόρηση, μαζική παρουσία επισκεπτών στους αρχαιολογικούς χώρους, με προεκτάσεις στην κοινωνία και τον πολιτισμό (Λογοθέτης, 2002). 5.2 Εποχικότητα και επιχειρήσεις Οι τουριστικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα οι ξενοδοχειακές είναι εκείνες που πλήττονται περισσότερο από το φαινόμενο της εποχικότητας. Η τουριστική υποδομή οφείλει να ικανοποιεί την ζητούμενη ποσότητα τουριστικού προϊόντος και κατά την περίοδο αιχμής, με συνέπεια ύπαρξη υψηλού ποσοστού αργούσας δυναμικότητας τους υπόλοιπους μήνες λειτουργίας των παραγωγικών μονάδων (Ι.Τ.Ε.Π., 1998). Η αδρανοποίηση των επενδεδυμένων κεφαλαίων, ιδιωτικών και δημοσίων, για ένα διάστημα πάνω από 6 μήνες, έχει αρνητικές συνέπειες για την αποδοτικότητα τους. Ακόμα τα υψηλά σταθερά έξοδα που επιβαρύνεται η επιχείρηση για να αντιμετωπίσει τις λειτουργικές ανάγκες της περιόδου αιχμής και οι χαμηλές τιμές που επιβάλλουν οι οργανωτές ταξιδιών (Tour Operators), έχουν περιορίσει την κερδοφορία του κλάδου σε οριακά επίπεδα, ενώ αρκετές επιχειρήσεις που έχουν μεγάλες δανειακές υποχρεώσεις

20 αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας, ταυτόχρονα η χαμηλή κερδοφορία αποθαρρύνει τις νέες επενδύσεις. Στους κλάδους υλικής παραγωγής το πρόβλημα αυτό θεραπεύεται σε μεγάλο βαθμό μέσω της προσαρμογής των αποθεμάτων. Το τουριστικό προϊόν, όμως που συνίσταται κατά κύριο λόγο από υπηρεσίες, δεν είναι αποθεματοποιήσιμο (Ι.Τ.Ε.Π., 1998). Η εποχικότητα επηρεάζει αρνητικά και τις ενδιάμεσες επιχειρήσεις, από τις οποίες οι πιο αντιπροσωπευτικές είναι οι αεροπορικές εταιρείες ναυλωμένων πτήσεων (charter flights) με τις οποίες διακινείται πάνω από το 85% του διεθνούς τουρισμού στους νησιώτικους προορισμούς. Οι εταιρείες αυτές αλλά και τα λοιπά συμβατικά μεταφορικά μέσα δεν είναι δυνατόν να δεσμεύουν τα μέσα τους για να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση της αιχμής και τους άλλους μήνες να μη πραγματοποιούν το μεταφορικό έργο που θα τους εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα τους. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που για τη διατήρηση των πτήσεων στους ακραίους μήνες, οι εταιρείες ζητούν από τους φορείς του προορισμού να τους εξασφαλίσουν ένα ποσοστό θέσεων στα αεροπλάνα τους. Οι περιορισμοί αυτοί ισχύουν και για τον εθνικό μας αερομεταφορέα ο οποίος έτσι και αλλιώς καλύπτει ένα ελάχιστο μέρος της ζήτησης (Λογοθέτης, 2002). 5.3 Εποχικότητα και απασχόληση Επίσης ο εποχικός χαρακτήρας του τουριστικού φαινομένου επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στον αριθμό των θέσεων εργασίας κατά τη διάρκεια τόσο της χαμηλής περιόδου όσο και της περιόδου αιχμής. Όσον αφορά την τουριστική απασχόληση είναι δυνατό να διακρίνει κανείς τρεις κατηγορίες (Βαρβαρέσος, 2000): α) Τη συνεχή απασχόληση, η οποία διαρκεί όλο το έτος. β) Την εποχική απασχόληση μακράς διαρκείας, η οποία συνήθως περιορίζεται στην τουριστική περίοδο (έξι έως οχτώ μήνες). γ) Την εποχική απασχόληση μικρής διάρκειας, η οποία δημιουργείται μόνο κατά την περίοδο αιχμής. Το μέγεθος της τουριστικής απασχόλησης κυμαίνεται σύμφωνα με τον τύπο της τουριστικής επιχείρησης (ξενοδοχείο, γραφείο ταξιδίων, εστιατόριο κ.λπ.), τον τόπο εγκατάστασης και την δυναμικότητά της (Βαρβαρέσος, 2000). Η εποχικότητα στην

21 απασχόληση πέρα από τις θετικές της επιπτώσεις στην τοπική κοινωνία (μείωση της ανεργίας, επιβράδυνση του αποπληθυσμού της υπαίθρου) έχει και αρνητικές όπως η εγκατάλειψη των καλλιεργειών από αγρότες που προσελκύονται από τις δυνατότητες απασχόλησης στον τουρισμό. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι οι συνθήκες απασχόλησης του εποχικού δυναμικού είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες της συνεχούς απασχόλησης και αποτελούν συνήθως φτηνό εργατικό δυναμικό για τους εργοδότες τους. 5.4 Εποχικότητα και τουρίστες Η εποχικότητα ασφαλώς επηρεάζει και τους ίδιους τους τουρίστες, οι οποίοι γίνονται αποδέκτες των προβλημάτων που αναφέρθηκαν σε προηγούμενη παράγραφο (διακοπές ρεύματος, κυκλοφοριακή συμφόρηση κ.λπ.). Η μεγάλη πλειοψηφία των τουριστών αναζητούν στις διακοπές τους τις συνθήκες εκείνες που θα τους ηρεμήσουν και θα τους αναζωογονήσουν, συνθήκες που δεν συναντούν στους μήνες αιχμής. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα περισσότερα παράπονα που φθάνουν στα Γραφεία του Ε.Ο.Τ. προέρχονται κατά κανόνα από τους τουρίστες της θερινής περιόδου (Λογοθέτης, 2002). Το πρόβλημα «εποχικότητα» είναι από τα σοβαρότερα του τουριστικού τομέα ενώ καθώς είναι πολυδιάστατο (απασχόληση, εκπαίδευση προσωπικού κ.ά.), αυτονόητα βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο, των αρμοδίων φορέων διαμόρφωσης και εφαρμογής της τουριστικής πολιτικής σε όλες τις χώρες που διαθέτουν αξιόλογο σε μέγεθος τουριστικό τομέα. Σε πολλές χώρες έχουν γίνει βήματα προς την κατεύθυνση αυτή με ορατά θετικά αποτελέσματα. Στην χώρα μας, όπου η τουριστική δραστηριότητα χαρακτηρίζεται από συγκριτικά υψηλή εποχικότητα, δεν έχει γίνει σχεδόν τίποτε σε πρακτικό επίπεδο (Ι.Τ.Ε.Π., 1998)

22 ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ο : Προσδιορισμός του τουριστικού προφίλ της Χαλκιδικής Ο τουρισμός αποτελεί τη δεύτερη βασική οικονομική δραστηριότητα στη Χαλκιδική μετά τη γεωργία. Οι κύριες πηγές προέλευσης αλλοδαπών επισκεπτών για τη Χαλκιδική είναι η Γερμανία και η Μ. Βρετανία. Δευτερεύουσες αλλά επίσης σημαντικές πηγές αποτελούν η Γαλλία και η Ρωσία, η οποία είναι και η πλέον υποσχόμενη για το μέλλον χώρα προέλευσης τουριστών. Για τη Β. Ελλάδα, άρα και τη Χαλκιδική, χώρες με προοπτική είναι και οι χώρες της Βαλκανικής χερσονήσου και της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, λόγω της γεωγραφικής της γειτνίασης και των παραδοσιακά καλών σχέσεων. Σημαντικό αριθμό διανυκτερεύσεων παράγουν επίσης και οι Έλληνες επισκέπτες. Η τουριστική περίοδος στη Χαλκιδική καλύπτει το επτάμηνο Απρίλιος Οκτώβριος. Η συγκέντρωση των αφίξεων και διανυκτερεύσεων στο επτάμηνο αυτό αποτελεί και το κύριο χαρακτηριστικό του ελληνικού τουρισμού συνολικά. Ο κύριος λόγος είναι ότι η Ελλάδα, εδώ και χρόνια, προωθεί μονοδιάστατα το τουριστικό προϊόν «Ήλιος και Θάλασσα», για το οποίο η κυριότερη προϋπόθεση είναι ο καλός καιρός. Γι αυτό το συγκεκριμένο επτάμηνο αποτελεί και την επιλογή της συντριπτικής πλειοψηφίας των αλλοδαπών αλλά και ημεδαπών επισκεπτών και οι περιοχές που είναι ευνοημένες με καλύτερο κλίμα (όπως η Ν. Ελλάδα) έχουν τουριστική περίοδο μεγαλύτερη (από τον Μάρτιο μέχρι και τον Νοέμβριο). Η εποχικότητα αυτή οδηγεί σε υπερεκμετάλλευση και κακή διαχείριση των φυσικών, τεχνητών και ανθρώπινων πόρων. Οι ίδιες οι τουριστικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα απόσβεσης των μεγάλων επενδύσεων που είναι υποχρεωμένες να κάνουν για να μπορέσουν να παραμείνουν ανταγωνιστικές αν δουλεύουν μόνο επτά

23 μήνες το χρόνο, αλλά και οι περιοχές που έχουν ως βασική οικονομική δραστηριότητα τον τουρισμό αντιμετωπίζουν ζήτημα μη ομαλής ανάπτυξης. Επειδή η Ελλάδα έχει καθυστερήσει συνολικά να συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα της άμβλυνσης της εποχικότητας, διαχρονικά έχει χάσει σημαντικό ποσοστό του χειμερινού τουρισμού της. Αντίθετα, οι κύριες ανταγωνίστριες χώρες (Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία και Τουρκία), οι οποίες έχουν προχωρήσει εδώ και χρόνια σε επενδύσεις για ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, και έχουν καταφέρει να προσελκύσουν τον χειμερινό, εκτός περιόδου αιχμής τουρισμό. Η διεθνής εμπειρία έχει αποδείξει ότι το κλειδί για προσέλκυση τουρισμού καθ όλη τη διάρκεια του χρόνου αποτελεί η ποιότητα και η διαφοροποίηση. Για να μπορέσει, λοιπόν, και η Χαλκιδική να επεκτείνει την τουριστική περίοδο πρέπει να επενδύσει στην ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού (περιηγητικός, θρησκευτικός αγροτουρισμός, συνεδριακός), εκμεταλλευόμενη τους πλούσιους φυσικούς πόρους αλλά και στην βελτίωση της ποιότητας των κάθε μορφής υποδομών και παρεχόμενων τουριστικών υπηρεσιών. Ωστόσο, η Χαλκιδική υστερεί από πλευράς κλίματος (Το χειμώνα ο καιρός είναι ιδιαίτερα άστατος) και από πλευράς έλλειψης δυνατοτήτων για καθαρά χειμερινές δραστηριότητες (όπως είναι τα χιονοδρομικά κέντρα). Γι αυτό και ο στόχος για δωδεκάμηνο τουρισμό είναι μάλλον ανέφικτος. Αντίθετα, ο στόχος για επέκταση της περιόδου ώστε να καλύπτει το εννιάμηνο Μαρτίου Νοεμβρίου είναι δυνατόν να επιτευχθεί με τις κατάλληλες επενδύσεις σε ποιότητα και διαφοροποίηση (όπως προαναφέρθηκε και αναλύεται παρακάτω) αλλά και με την κατάλληλη προώθηση και διαφήμιση. Ουσιαστικό παράγοντα για την επίτευξη του στόχου αυτού αποτελεί και η καλή συνεργασία μεταξύ των φορέων (δημόσιων και ιδιωτικών), οι αρμοδιότητες των οποίων καλύπτουν όλους τους τομείς ανάπτυξης της περιοχής

24 6.1 Η ζητηση του τουριστικού προϊόντος Ο τουρισμός στην Ελλάδα Αφίξεις Διανυκτερεύσεις Οι αφίξεις αλλοδαπών επισκεπτών στα σύνορα σημειώνουν συνεχή άνοδο τα τελευταία χρόνια (συγκεκριμένα από το 1996 και μετά, μετά την διετή, κατά τα έτη 1995 και 1996, πτώση βλ. Γράφημα 1), παρά την κρίση τη Γιουγκοσλαβία, τις ταξιδιωτικές οδηγίες που κατά καιρούς εκδίδουν οι Η.Π.Α. περί μη ασφάλειας της χώρας λόγω τρομοκρατικών ενεργειών και φυσικών καταστροφών (όπως ο σεισμός του 1999 στην Αττική). Κατά το έτος 1999, σύμφωνα με στοιχεία του Π.Ο.Τ., η Ελλάδα καταλάμβανε την 15 θέση στην παγκόσμια κατάταξη των χωρών υποδοχής τουριστών. Διαχρονικά αύξηση παρουσιάζουν και οι διανυκτερεύσεις αλλοδαπών και ημεδαπών επισκεπτών σε ξενοδοχειακά καταλύματα της χώρας (βλ. Γράφημα 2). Η συμμετοχή του εσωτερικού τουρισμού στις διανυκτερεύσεις παραμένει τα τελευταία χρόνια σχετικά σταθερή (βλ. Γράφημα 3). Η μέση μηνιαία πληρότητα των ξενοδοχειακών μονάδων είναι τα τελευταία χρόνια σταθερά ανοδική (βλ. Γράφημα 4). Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι εισπράξεις από τουριστικές υπηρεσίες το έτος 2000 έφτασαν τα εκ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 5% σε σχέση με το Με βάση τον σχετικό πίνακα του Π.Ο.Τ., η Ελλάδα για το 2000 κατατάσσεται στη 10 θέση από άποψη Τουριστικών εισπράξεων Προέλευση τουριστικής ζήτησης Ένα διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό (το οποίο το 1999 έφτανε το 72,3% του συνόλου των αφίξεων) προέρχεται από χώρες της Ε.Ε. Διαχρονικά, η συντριπτική πλειοψηφία (το 1999 έφτανε το 93,1%) προέρχεται από Ευρωπαϊκές χώρες. Οι αφίξεις από την Αμερική παρουσιάζουν διαχρονικά πτώση, το ίδιο και οι αφίξεις από την Αφρική και την

25 Ωκεανία. Αντίθετα, κατά τη δεκαετία αύξηση παρουσίασαν οι αφίξεις από την Ασία (βλ. Πίνακα 1) Μορφές τουρισμού Στην Ελλάδα ο τουρισμός είναι κυρίως «ήλιος και θάλασσα» Άνοδο όμως τα τελευταία χρόνια γνωρίζουν ο τομέας των συνεδρίων και των κρουαζιέρων Ακόμη, υφίσταται πάντα ο πολιτιστικός τουρισμός (για επίσκεψη αρχαιολογικών χώρων) Τα τελευταία χρόνια αρχίζουν να γνωρίζουν άνθηση και ειδικές μορφές τουρισμού (γκολφ, πεζοπορίες, οικοτουρισμός). Από τα βασικά χαρακτηριστικά του εισερχόμενου στην Ελλάδα τουρισμού είναι η κυριαρχία του μαζικού τουρισμού χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Αυτό οδηγεί στη μείωση της μέσης κατά κεφαλή αφικνούμενου επισκέπτη δαπάνης (η τουριστική δαπάνη αποτελείται από δαπάνες διαμονής, διατροφής, αναψυχής, μετακινήσεις αγορές και λοιπές τουριστικές δαπάνες το 40% της δαπάνης αποτελούν οι δαπάνες διαμονής και διατροφής). Ενδεικτικά, σε σχέση με τη γειτονική και ανταγωνίστρια στο πεδίο του τουρισμού Ιταλία, φαίνεται πως μειώθηκε διαχρονικά η μέση κατά κεφαλή δαπάνη από εξωτερικό τουρισμό (βλ Πίνακα 2). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η Ιταλία, παρ ότι επένδυσε στο προϊόν του μαζικού τουρισμού, έχει καταφέρει να δώσει στις παρεχόμενες τουριστικές υπηρεσίες ιδιαίτερα ποιοτικό χαρακτήρα και γι αυτό έχει καταφέρει να προσελκύσει τουρισμό μεσαίου και υψηλού εισοδήματος. Όσον αφορά τις διανυκτερεύσεις στα ξενοδοχειακά καταλύματα από ημεδαπούς, περίπου οι μισές αφορούν επιχειρηματικά ταξίδια Μέση διάρκεια παραμονής Η μέση διάρκεια παραμονής των αλλοδαπών επισκεπτών στην Ελλάδα παρουσιάζει διαχρονικά αύξηση (βλ. Γράφημα 5). Σε γενικές γραμμές σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία του Ε.Ο.Τ. και της Ε.Σ.Υ.Ε, αγγίζει τις 15 ημέρες στα τουριστικά θέρετρα

26 και τις 6 ημέρες σε απλά ξενοδοχειακά καταλύματα. Η μέση διάρκεια παραμονής των ημεδαπών είναι αρκετά μικρότερη (ακριβή στοιχεία δεν υπάρχουν) Μέσο άφιξης Διαχρονικά, οι αεροπορικές αφίξεις αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των αφίξεων αλλοδαπών επισκεπτών στην Ελλάδα, ακολουθούμενες από τις οδικές (οι οποίες σημείωσαν σημαντική πτώση μετά την κρίση στη Γιουγκοσλαβία - βλ. Γράφημα 6) και τις θαλάσσιες (βλ. Γράφημα 7). Σημαντική αύξηση τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν και οι αφίξεις με ναυλωμένες πτήσεις ( (βλ. Γράφημα 8) Εποχικότητα Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ελληνικού τουριστικού προϊόντος είναι η εποχικότητα της ζήτησης και η μικρή διάρκεια της τουριστικής περιόδου (Απρίλιος Οκτώβριος). Αυτό φαίνεται από τις αφίξεις αλλοδαπών επισκεπτών (Το 1999 το 90% των αφίξεων ήταν στο προαναφερόμενο επτάμηνο βλ. Πίνακα 3 και η τάση αυτή είναι διαρκώς αυξανόμενη) και από τις διανυκτερεύσεις, αλλά και από τη μέση μηνιαία πληρότητα των ξενοδοχειακών καταλυμάτων της χώρας, η οποία κατά τους χειμερινούς μήνες είναι λιγότερο από τη μισή σε σχέση με την αντίστοιχη κατά τους θερινούς μήνες (βλ Γράφημα 4) Αν δούμε τις αφίξεις από επιλεγμένες χώρες προέλευσης (βλ. Πίνακα 4) την τελευταία δεκαετία σταθερά ποσοστό άνω του 94% γίνεται στο επτάμηνο αιχμής. Η τάση αυτή είναι λιγότερο έντονη στις πόλεις (Αθήνα Θεσσαλονίκη) από ότι στις περιοχές που είναι καθαρά τουριστικές, κι αυτό γιατί οι πόλεις δέχονται πολύ επαγγελματικό τουρισμό και ταξίδια επιχειρηματιών, αλλά και γιατί δέχονται πολλούς ημεδαπούς ταξιδιώτες. Γι αυτήν την τάση χρονικής συγκέντρωσης συμβάλει ουσιαστικά και η προβολή του τουριστικού προϊόντος της χώρας ως «μονοδιάστατου», δηλαδή «ήλιος και θάλασσα» και η μέχρι τώρα παραμέληση της ανάπτυξης και προώθησης των ειδικών ή εναλλακτικών μορφών τουρισμού, που θα μπορούσαν να προσελκύσουν τουρισμό σε περιόδους μη αιχμής

27 6.1.2 Ο τουρισμός στη Χαλκιδική Αφίξεις - διανυκτερεύσεις Μόνο στα ξενοδοχειακά καταλύματα του νομού Χαλκιδικής καταγράφηκαν το αφίξεις ( διανυκτερεύσεις) αλλοδαπών και αφίξεις ( διανυκτερεύσεις) ελλήνων επισκεπτών. Η τάση είναι (με εξαίρεση τις χρονιές 1991, 1995 και 1998) αυξανόμενη από το 1990 (βλ. Πίνακα 5). Η μέση ετήσια πληρότητα των ξενοδοχειακών μονάδων παρουσιάζει αύξηση Τα τελευταία χρόνια και είναι σταθερά υψηλότερη από την αντίστοιχη στο σύνολο των ξενοδοχειακών μονάδων της χώρας. Το 1999 άγγιζε σχεδόν το 80% (βλ. Γράφημα 9 αφορά μόνο τους μήνες λειτουργίας, δηλαδή την καλοκαιρινή περίοδο) Προέλευση τουριστικής ζήτησης Οι κύριες εθνικότητες των αλλοδαπών επισκεπτών στη Χαλκιδική είναι οι: γερμανική, αγγλική, αυστριακή, ρωσική, γιουγκοσλαβική, ελβετική και πολωνική. Οι Έλληνες επισκέπτες αποτελούν ποσοστό που κυμαίνεται τα τελευταία χρόνια από 30% μέχρι 45% περίπου των αφίξεων (βλ. Γράφημα 10) αλλά σημαντικά μικρότερο στις διανυκτερεύσεις (βλ. Γράφημα 11) Μορφές Τουρισμού Στη Χαλκιδική, όπως και σε όλη την Ελλάδα, κυρίαρχη μορφή είναι το κλασικό δίπτυχο «ήλιος και θάλασσα». Τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται και άλλες μορφές εναλλακτικού τουρισμού (περιηγητικός, συνεδριακός)

28 Μέση διάρκεια παραμονής Η μέση διάρκεια παραμονής των επισκεπτών (ελλήνων και αλλοδαπών συνολικά) μειώθηκε από το 1990 (που ήταν στις 8,2 ημέρες) και σήμερα (2001) φτάνει τις 7 ημέρες (βλ. Γράφημα 12). Η μείωση αυτή οφείλεται τόσο στη μείωση της μέσης διάρκειας παραμονής των αλλοδαπών όσο και των ημεδαπών επισκεπτών (βλ. Γράφημα 13). Όπως φαίνεται στο Γράφημα 13 υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη μέση παραμονή των αλλοδαπών και των ημεδαπών επισκεπτών. Αυτό οφείλεται στο ότι οι έλληνες επισκέπτες συχνότερα περνούν στη Χαλκιδική σαββατοκύριακα ή τριήμερα (short breaks) ενώ oι αλλοδαποί έρχονται για μεγαλύτερης διάρκειας διακοπές (λόγω απόστασης και κόστους μετάβασης) Μέσο άφιξης Στην σχεδόν απόλυτη πλειοψηφία τους οι έλληνες επισκέπτες φθάνουν στη Χαλκιδική με αυτοκίνητο ή λεωφορείο Οι αφίξεις των αλλοδαπών επισκεπτών ακολουθούν το μοτίβο που ισχύει για την Ελλάδα γενικά, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία έρχεται αεροπορικώς (βλ Γράφημα 7) Εποχικότητα - κυκλικότητα Και στη Χαλκιδική, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, παρατηρείται το φαινόμενο της χρονικής συγκέντρωσης των αφίξεων (βλ. Γράφημα 14) και των διανυκτερεύσεων (βλ. Γράφημα 15) κατά το επτάμηνο Απριλίου - Μαΐου. Κατά τους θερινούς μήνες αιχμής της τουριστικής κίνησης, η μέση διάρκεια παραμονής ανεβαίνει κατακόρυφα και κυμαίνεται από 6,8 μέχρι 9,4 ημέρες (ανάλογα με το μήνα βλ. Γράφημα 16), ενώ αντίθετα τους χειμερινούς μήνες κυμαίνεται από 2,1 μέχρι 3 ημέρες. Αυτό οφείλεται στο ότι το καλοκαίρι η διαμονή αφορά σχεδόν αποκλειστικά διακοπές, ενώ κατά τους χειμερινούς μήνες αφορά, κατά κύριο λόγο, short breaks και επαγγελματικά ταξίδια

29 6.1.3 O χειμερινός τουρισμός Ως χειμερινό τουρισμό εννοούμε τον τουρισμό της περιόδου Νοέμβριος έως Μάρτιος κάθε έτους Στην Ελλάδα Αφίξεις Διανυκτερεύσεις Διαχρονική εξέλιξη Σύμφωνα με στοιχεία του Ε.Ο.Τ., το ποσοστό που αντιπροσωπεύει ο χειμερινός τουρισμός στην Ελλάδα, ως ποσοστό επί του συνολικού ετήσιου αλλοδαπού τουρισμού, είναι 9%. Κατά την περίοδο οι αφίξεις χειμερινών επισκεπτών παρουσίασαν αύξηση της τάξεως του 31,4% (σύμφωνα με στοιχεία διορθωμένα όσον αφορά τους οικονομικούς μετανάστες βλ. Πίνακα 6). Αξιοσημείωτα μικρός είναι ο ρυθμός ανάπτυξης κατά την περίοδο , μόλις 4,5% (βλ. Πίνακα 6γ). Οι διανυκτερεύσεις των αλλοδαπών επισκεπτών στην Ελλάδα κατά τη χειμερινή περίοδο σε απόλυτα μεγέθη παρουσιάζουν συνεχή άνοδο τα τελευταία χρόνια (βλ. Πίνακα 7). Οι διανυκτερεύσεις των Ελλήνων παρουσιάζουν επίσης άνοδο και μάλιστα με μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης Η μέση μηνιαία πληρότητα των ξενοδοχειακών μονάδων κατά τους χειμερινούς μήνες είναι τα τελευταία χρόνια σταθερά ανοδική αλλά πολύ χαμηλότερη της αντίστοιχης κατά τους θερινούς μήνες (βλ. Γράφημα 4). Σύμφωνα με έρευνα του Ι.Τ.Ε.Π. για το χειμερινό τουρισμό στην Ελλάδα, ο αλλοδαπός τουρισμός της ενδιάμεσης περιόδου (Απρίλιος Ιούνιος, Οκτώβριος) αυξήθηκε ταχύτερα από τον μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης αλλά και από το ρυθμό αύξησης κατά την περίοδο αιχμής, κυρίως κατά τη δεκαετία Η αύξηση του μεριδίου του από 34,9% το 1980 σε 39,0% το 1999 έγινε σε βάρος του χειμερινού μεριδίου και αντιστοιχεί στα 2/3 των απωλειών της χειμερινής περιόδου

30 Προέλευση τουριστικής ζήτησης Προφίλ χειμερινών επισκεπτών Η Ευρώπη ως περιοχή προορισμού χειμερινών επισκεπτών αύξησε το ποσοστό της από 43,6% το 1980 σε 48,9% το 1999 και η Ασία από 12,1% σε 15,4% αντίστοιχα (βλ. Πίνακα 6β). Η αύξηση του μεριδίου της Ευρώπης οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στις χώρες της Ε.Ε. Οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες μείωσαν το ποσοστό τους. Οι αφίξεις από την Αμερική παρουσιάζουν διαχρονικά πτώση, το ίδιο και οι αφίξεις από την Αφρική και την Ωκεανία (βλ. Πίνακα 6γ). Οι κυριότερες χώρες προέλευσης χειμερινών επισκεπτών για την Ελλάδα είναι η Αυστρία, Γερμανία, το Ην. Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ολλανδία και η Σουηδία (βλ. Πίνακα 4). Παρ όλ αυτά, ποσοστό σταθερά πάνω από το 85 90% των επισκεπτών που έρχονται από τις χώρες κάθε χρόνο στην Ελλάδα έρχεται στο επτάμηνο αιχμής και μάλιστα διαχρονικά το ποσοστό αυτό αυξάνει (βλ. Πίνακα 4). Σύμφωνα πάντα με την έρευνα του Ι.Τ.Ε.Π., η ζήτηση χειμερινών τουριστικών υπηρεσιών αναψυχής από αλλοδαπούς δεν προέρχεται από τα μεσαία οικονομικά στρώματα. Αντίθετα, οι χειμερινοί τουρίστες ανήκουν κατά κύριο λόγο στα ανώτερα οικονομικά στρώματα, είναι άτομα ώριμα (έχουν ταξιδέψει πολύ) και πληροφορημένα, με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα (δεν αποζητούν δηλαδή την στενά υλική έννοια της απόλαυσης). Στην ίδια έρευνα αναφέρεται ότι οι χειμερινοί τουρίστες είναι κατά ποσοστό 56% έγγαμοι και κατά 40% ηλικίας άνω των 40 ετών, ενώ για τους θερινούς τουρίστες οι ίδιοι αριθμοί είναι 40% και 23% αντίστοιχα. Σύμφωνα με δειγματοληπτική έρευνα που διενήργησε το Α.Π.Θ. ανάμεσα σε αλλοδαπούς επισκέπτες στην Ελλάδα για την τουριστική περίοδο Αύγουστος 1992 Ιούλιος 1993: 48% των χειμερινών αφίξεων αφορούσε σε ταξίδια επαγγελματικά και συνέδρια και 38,5% αφορούσε αναψυχή 50% δήλωσε ως κίνητρο προτίμησης της Ελλάδας για χειμερινές διακοπές το κλίμα και τις φυσικές ομορφιές και 27% τις αρχαιότητες (βλ. Πίνακα 8) μόλις 8% εξάρτησε την προτίμησή του στον προορισμό από το κόστος ταξιδιού

31 Το τελευταίο αυτό εύρημα συμπίπτει και με τις ενδείξεις που προκύπτουν από την οικονομετρική ανάλυση της έρευνας του Ι.Τ.Ε.Π., ότι δηλαδή η ζήτηση του χειμερινού τουριστικού προϊόντος στην Ελλάδα είναι ανελαστική. Αυτό σημαίνει ότι οι μεταβολές των οικονομικών μεταβλητών (τιμή, εισόδημα) επηρεάζουν τη ζήτηση χειμερινού τουριστικού προϊόντος σε πολύ μικρότερο βαθμό από ότι τη ζήτηση του θερινού τουριστικού προϊόντος. Σημαίνει επίσης ότι η ζήτηση για χειμερινό τουριστικό προϊόν είναι σχετικά σταθερή. Η ίδια έρευνα του Α.Π.Θ., όσον αφορά το κίνητρο επίσκεψης, έδειξε ότι, συνολικά 50% των αλλοδαπών χειμερινών επισκεπτών προτίμησε την Ελλάδα για χειμερινές διακοπές για το κλίμα και τις φυσικές ομορφιές και 27% για τις αρχαιότητες. Κατά τους χειμερινούς μήνες, οι Γερμανοί εκφράζουν τις φυσικές ομορφιές ως το πιο σημαντικό κίνητρο επιλογής προορισμού (36,4) ενώ ακολουθούν οι Γάλλοι (26%), Οι Άγγλοι (20,6%) και οι Ιταλοί (19,7%). Το κλίμα αποτελεί το σημαντικότερο κίνητρο επιλογής προορισμού για τους Άγγλους (27,9%) ακολουθούμενους από τους Γάλλους (26%), τους Γερμανούς (24,2%) και τους Ιταλούς (12,6%). Για τις αρχαιότητες μεγαλύτερο ενδιαφέρον δείχνουν οι Ιταλοί (29,3%) και ακολουθούν οι Γάλλοι (22,8) οι Γερμανοί (2 1,2%) και οι Άγγλοι (18,6%). Όσον αφορά το επάγγελμα, οι επιστήμονες ελεύθεροι επαγγελματίες αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό (33,1%) τόσο στη χειμερινή, όσο και στη θερινή περίοδο (25%). Αντίθετα, σημαντικά μειωμένο σε σχέση με τη θερινή περίοδο είναι το ποσοστό των σπουδαστών και των υπαλλήλων γραφείου και σημαντικά αυξημένο είναι το ποσοστό των διευθυνόντων διοικητικών στελεχών (βλ. Πίνακα 9). Η μέση ημερήσια δαπάνη κατά τη χειμερινή περίοδο είναι κατά 149,2% υψηλότερη σε σχέση με τη θερινή. Οι Ιταλοί δαπανούν το υψηλότερο ποσό και στις δύο περιόδους και ακολουθούν οι Γάλλοι, οι Γερμανοί και οι Άγγλοι (βλ. Πίνακα 10). Κατά τη χειμερινή περίοδο τη μεγαλύτερη ημερήσια δαπάνη πραγματοποιούν οι έμποροι πωλητές και ακολουθούν οι διευθύνοντες διοικητικά στελέχη (βλ. Πίνακα 11). Η ηλικιακή ομάδα που πραγματοποιεί τη μεγαλύτερη ημερήσια δαπάνη τη χειμερινή περίοδο είναι οι ηλικίες 41-65, ακολουθούμενοι από τις ηλικίες (βλ Πίνακα 12) Η σημαντικότερη πηγή πληροφόρησης κατά τη χειμερινή περίοδο είναι η προηγούμενη ταξιδιωτική εμπειρία, οι φίλοι και συγγενείς και οι ταξιδιωτικοί πράκτορες

32 Αντίθετα, ιδιαίτερα χαμηλό είναι το ποσοστό που ενημερώνεται από τα κατά τόπους γραφεία του Ε.Ο.Τ. Η διαφήμιση στα περιοδικά υπερτερεί αυτής στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση (βλ. Πίνακα 13). Όσον αφορά τον εσωτερικό τουρισμό, το μερίδιο συμμετοχής του στις διανυκτερεύσεις το χειμώνα είναι περίπου στα 2/3 του συνόλου και τα τελευταία χρόνια είναι διαρκώς αυξανόμενο (βλ. Πίνακα 7). Αυτό σημαίνει ότι η εσωτερική αγορά αποτελεί τον σημαντικότερο τροφοδότη της χειμερινής τουριστικής κίνησης και διαχρονικά πιθανόν η τάση αυτή να αυξάνεται Σύμφωνα και με την έρευνα του Ι.Τ.Ε.Π., οι ημεδαποί τουρίστες επιδεικνύουν μειωμένη εποχικότητα στις αφίξεις και στις διανυκτερεύσεις σε σχέση με τους αλλοδαπούς. Μέση διάρκεια παραμονής Η μέση διάρκεια παραμονής των αλλοδαπών επισκεπτών κατά τη χειμερινή περίοδο κυμαίνεται σταθερά από το 1975 και μετά γύρω στις 3,5 ημέρες (βλ. Πίνακα 14) αντίθετα με τη μέση διάρκεια παραμονής τη θερινή περίοδο, η οποία κατά την ίδια περίοδο έχει αυξηθεί και 50% περίπου. Μέσο άφιξης Διαχρονικά, οι αεροπορικές αφίξεις αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των αφίξεων αλλοδαπών επισκεπτών στην Ελλάδα και το χειμώνα. Οι οδικές όμως αφίξεις αποτελούν σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό των χειμερινών αφίξεων από ότι των θερινών και το ποσοστό ανεβαίνει σταθερά τα τελευταία χρόνια (βλ. Γραφήματα 17 18)

33 Στη Χαλκιδική Αφίξεις - Διανυκτερεύσεις - Διαχρονική εξέλιξη Οι αφίξεις (βλ. Γράφημα 19) και οι διανυκτερεύσεις (βλ. Γράφημα 20) στη Χαλκιδική κατά τη χειμερινή περίοδο την τελευταία δεκαετία παρουσιάζουν έντονες διακυμάνσεις. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες (με περισσότερες από 150 κλίνες) επηρεάζουν ουσιαστικά την εικόνα των στατιστικών στοιχείων. Έτσι, κάποια από αυτές παραμείνει ανοικτή κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου λόγω κάποιας ειδικής συμφωνίας με ταξιδιωτικό πρακτορείο ή οργανισμό (π.χ. ΚΑΠΗ) που φέρνει τουρισμό κατά τη χειμερινή περίοδο, οι αφίξεις και διανυκτερεύσεις που προκύπτουν από τη λειτουργία της αυτή επηρεάζουν την εικόνα της τουριστικής κίνησης κατά τη συγκεκριμένη χειμερινή τουριστική περίοδο. Διαχρονικά το ποσοστό του χειμερινού τουρισμού είναι 1,3 έως 5,6% το μέγιστο, δηλαδή πολύ χαμηλότερο από το αντίστοιχο της χώρας. Στοιχεία για τη μέση μηνιαία πληρότητα των ξενοδοχείων κατά τη χειμερινή περίοδο στη Χαλκιδική δεν υπάρχουν, αφού τα ξενοδοχεία παραμένουν κατά κύριο λόγο κλειστά και ανοίγουν για συγκεκριμένες κρατήσεις. Προέλευση τουριστικής ζήτησης - Προφίλ χειμερινών επισκεπτών Και στη Χαλκιδική, η κύρια πηγή προέλευσης χειμερινού τουρισμού είναι ο εσωτερικός τουρισμός (βλ. Γραφήματα 21 22). Όσον αφορά τον αλλοδαπό τουρισμό, οι κύριες χώρες προέλευσης είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστρία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Γιουγκοσλαβία, οι Η.Π.Α., η Ιταλία, μέχρι το 1995 η Σουηδία και τα τελευταία χρόνια η Ρωσία (βλ. Πίνακα 15). Μέση διάρκεια παραμονής Η μέση διάρκεια παραμονής των αλλοδαπών χειμερινών επισκεπτών κυμαίνεται την τελευταία δεκαετία από 1,7 μέχρι 6,6 ημέρες και των ελλήνων από 2,1 μέχρι 3,6 ημέρες

34 (βλ. Γράφημα 21). Στο σύνολο, η μέση διάρκεια παραμονής κυμαίνεται από 1,9 μέχρι 4,1 ημέρες (βλ. Γράφημα 22) και είναι σημαντικά χαμηλότερη από την αντίστοιχη της θερινής περιόδου. Μέσο άφιξης Το μέσο άφιξης των χειμερινών επισκεπτών στη Χαλκιδική ακολουθεί το ίδιο μοτίβο με το χειμερινό τουρισμό στην Ελλάδα και είναι κατά κύριο λόγο το αεροπλάνο (βλ. Γράφημα 17). Οι αφίξεις ναυλωμένων πτήσεων (charter) στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» της Θεσσαλονίκης παρουσιάζουν θεαματική αύξηση την περίοδο με θεαματικότερο άλμα από το 1994 στο Έκτοτε όμως παρουσιάζουν, σημαντικές διακυμάνσεις και η τάση από το 1998 και μετά είναι πτωτική (Γραφήματα 23 24). Το ίδιο μοτίβο ακολουθούν και οι αφίξεις επισκεπτών με ναυλωμένες πτήσεις από τις κύριες χώρες προορισμού (βλ. Πίνακα 16)

35 6.2. Η προσφορά του τουριστικού προϊόντος Στην Ελλάδα Περιγραφή αγοράς Το ξενοδοχειακό δυναμικό της χώρας από κλίνες το 1985, έφτασε το 2000 τις κλίνες σε ξενοδοχειακές μονάδες. Το 6% των κλινών ανήκουν στην τάξη ΑΑ (πολυτελείας), το 25% στην Τάξη Α (Πρώτη κατηγορία), το 25% στην τάξη Β (δεύτερη κατηγορία) ο 35% στην τάξη Γ (τρίτη κατηγορία) και το 9% στις τάξεις Δ και Ε (τέταρτη και πέμπτη κατηγορία). Άρα, η αγορά παρουσιάζει κατανομή «ανάποδη» από αυτή μίας ποιοτικής αγοράς. Η αγορά χαρακτηρίζεται ακόμη από το μικρό μέγεθος, αφού το 58,9% των ξενοδοχειακών μονάδων έχουν 50 ή λιγότερες κλίνες, το 24,9% έχουν από κλίνες το 12,6% από κλίνες και μόνο το 3,5% έχουν πάνω από 300 κλίνες (σύμφωνα με στοιχεία του Ξ.Ε.Ε.). Υπάρχουν ακόμη κλίνες σε καταγεγραμμένες μονάδες ενοικιαζομένων δωματίων και διαμερισμάτων (σύμφωνα με στοιχεία του Ε.Ο.Τ.). Ο πραγματικός συνολικός αριθμός τους θεωρείται ότι φτάνει τις κλίνες. Όλες οι μονάδες ενοικιαζομένων δωματίων και διαμερισμάτων είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις με δωμάτια. Επίσης, υπάρχουν θέσεις κατασκήνωσης στα 329 κάμπινγκ που μπορούν να φιλοξενήσουν άλλα άτομα (σύμφωνα με στοιχεία του Ε.Ο.Τ.). Στην Ελλάδα λειτουργούν: 5 συνεδριακά κέντρα με δυναμικότητα συνέδρων που έχουν πάρει το ειδικό σήμα λειτουργίας από τον Ε.Ο.Τ. Άλλα 9 έχουν ενταχθεί στον αναπτυξιακό νόμο, 12 έχουν λάβει έγκριση αρχιτεκτονικών σχεδίων από τον Ε.Ο.Τ. και άλλα 9 διαθέτουν έγκριση σκοπιμότητας υπαγωγής στον Αναπτυξιακό Νόμο. 453 αίθουσες συνεδρίων και συσκέψεων δυναμικότητας 10 έως και πλέον των ατόμων σε 150 ξενοδοχεία που λειτουργούν με το ειδικό σήμα του Ε.Ο.Τ. 5 γήπεδα γκολφ (4 των 18 οπών και ένα των 9) ενώ άλλο ένα έχει υπαχθεί στον αναπτυξιακό νόμο