Συλλογή της Νομολογίας

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Συλλογή της Νομολογίας"

Transcript

1 Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Ιουνίου 2020 * «Προδικαστική παραπομπή Δημόσιες συμβάσεις Οδηγία 2004/18/ΕΚ Κεντρικές αρχές προμηθειών Μικροί δήμοι Πρόβλεψη δύο μόνον οργανωτικών μοντέλων για τις κεντρικές αρχές προμηθειών Απαγόρευση ανάθεσης καθηκόντων σε κεντρική αρχή προμηθειών ιδιωτικού δικαίου στην οποία συμμετέχουν ιδιωτικοί φορείς Εδαφικός περιορισμός της δραστηριότητας των κεντρικών αρχών προμηθειών» Στην υπόθεση C-3/19, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας, Ιταλία) με απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 3 Ιανουαρίου 2019, στο πλαίσιο της δίκης Asmel Soc. cons. a r.l. κατά Autorità Nazionale Anticorruzione (ANAC), παρισταμένης της: Associazione Nazionale Aziende Concessionarie Servizi entrate (Anacap), ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο απότους A. Arabadjiev, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts (εισηγητή), Πρόεδρο του Δικαστηρίου, ασκούντα καθήκοντα δικαστή του δευτέρου τμήματος, P. G. Xuereb, T. von Danwitz και A. Kumin, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona γραμματέας: R. Schiano, διοικητικός υπάλληλος, έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ ακροατηρίου συζητήσεως της 29ης Ιανουαρίου 2020, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν: η Asmel Soc. cons. a r.l., εκπροσωπούμενη απότους M. Chiti, A. Sandulli, L. Lentini και B. Cimino, avvocati, EL * Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική. ECLI:EU:C:2020:423 1

2 η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη απότην G. Palmieri, επικουρούμενη απότις C. Colelli και C. Pluchino, avvocatesse dello Stato, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη απότους G. Gattinara και P. Ondrůšek καθώς και την L. Haasbeek, αφού άκουσε τον γενικόεισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 2ας Απριλίου 2020, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 10, και του άρθρου 11 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ 2004, L 134, σ. 114), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1336/2013 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 2013 (ΕΕ 2013, L 335, σ. 17) (στο εξής: οδηγία 2004/18), καθώς και των αρχών της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και του ευρύτερου δυνατού ανταγωνισμού στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών. Η οδηγία 2004/18 καταργήθηκε με την οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων (ΕΕ 2014, L 94, σ. 65). 2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Asmel Soc. cons. a r.l. (στο εξής: Asmel) και της Autorità Nazionale Anticorruzione (ANAC) (εθνικής αρχής για την καταπολέμηση της διαφθοράς, Ιταλία) σχετικά με την απόφαση αριθ. 32, που εξέδωσε η ANAC στις 30 Απριλίου 2015, με την οποία η ANAC απαγόρευσε στην Asmel να ασκεί τη δραστηριότητα μεσολαβήσεως στο πλαίσιο της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων και έκρινε παράνομους τους διαγωνισμούς που είχε διενεργήσει η εταιρία αυτή λόγω του ότι η Asmel δεν ανταποκρινόταν στα οργανωτικά μοντέλα για τις κεντρικές αρχές προμηθειών που προβλέπονται απότο ιταλικόδίκαιο (στο εξής: επίδικη απόφαση). Το νομικό πλαίσιο Το δίκαιο της Ένωσης 3 Κατά την αιτιολογική σκέψη 2 της οδηγίας 2004/18, η οποία είχε εφαρμογή κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης: «Η ανάθεση των συμβάσεων που συνάπτονται στα κράτη μέλη για λογαριασμότου κράτους, των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης ή περιφερειακής διοίκησης και άλλων οργανισμών δημοσίου δικαίου, υπόκειται στην τήρηση των αρχών της συνθήκης, ιδίως στην αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, στην αρχή της ελευθερίας της εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και στις αρχές που απορρέουν απόαυτές, όπως η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής των διακρίσεων, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της διαφάνειας. Εντούτοις, για δημόσιες συμβάσεις που υπερβαίνουν κάποια αξία, είναι σκόπιμο να εκπονούνται διατάξεις κοινοτικού συντονισμού των εθνικών διαδικασιών για τη σύναψη αυτών των συμβάσεων, οι οποίες να βασίζονται σε αυτές τις αρχές προκειμένου να διασφαλίζουν τα αποτελέσματά τους και να εγγυώνται το άνοιγμα των δημοσίων συμβάσεων στον ανταγωνισμό. Συνεπώς, αυτές οι διατάξεις συντονισμού θα πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με τους κανόνες και τις αρχές που αναφέρονται ανωτέρω καθώς και σύμφωνα με τους άλλους κανόνες της συνθήκης.» 2 ECLI:EU:C:2020:423

3 4 Στην αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας αυτής εκτίθενται τα εξής: «Για να ληφθούν υπόψη οι ανομοιότητες που υπάρχουν στα κράτη μέλη, θα πρέπει να τους παρασχεθεί η ευχέρεια να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να προσφεύγουν σε συμφωνίες-πλαίσιο, σε κεντρικές αρχές προμηθειών, σε δυναμικά συστήματα αγορών, σε ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και σε ανταγωνιστικόδιάλογο, όπως αυτά ορίζονται και ρυθμίζονται απότην παρούσα οδηγία.» 5 Το άρθρο 1, παράγραφοι 8 έως 10, της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής: «8. Ως εργολήπτης, προμηθευτής και πάροχος υπηρεσιών νοείται κάθε φυσικόή νομικό πρόσωπο ή φορέας του δημοσίου, ή κοινοπραξία αυτών των προσώπων ή/και οργανισμών, που προσφέρει αντιστοίχως την εκτέλεση εργασιών ή/και έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά. Ο όρος οικονομικός φορέας καλύπτει ταυτόχρονα τις έννοιες εργολήπτης, προμηθευτής και πάροχος υπηρεσιών και χρησιμοποιείται μόνο για λόγους απλούστευσης του κειμένου. [ ] 9. Ως αναθέτουσες αρχές νοούνται: το κράτος, οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου και οι ενώσεις μίας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων απόαυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Ως οργανισμός δημοσίου δικαίου νοείται κάθε οργανισμός: α) ο οποίος έχει συσταθεί με συγκεκριμένο σκοπότην κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν εμπίπτουν στον βιομηχανικόή εμπορικότομέα β) ο οποίος έχει νομική προσωπικότητα, και γ) η δραστηριότητα του οποίου χρηματοδοτείται κατά το μεγαλύτερο μέρος από το κράτος, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου, ή η διαχείριση του οποίου υπόκειται σε έλεγχο ασκούμενο από τους οργανισμούς αυτούς, ή του οποίου περισσότερο από το ήμισυ των μελών του διοικητικού, του διευθυντικού ή του εποπτικού συμβουλίου του, διορίζεται απότο κράτος, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή απόάλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. [ ] 10. Ως κεντρική αρχή προμηθειών, νοείται μια αναθέτουσα αρχή η οποία: αποκτά προϊόντα ή/και υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές, ή αναθέτει δημόσιες συμβάσεις ή συνάπτει συμφωνίες-πλαίσιο για έργα, προϊόντα ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές.» 6 Το άρθρο 2 της ίδιας οδηγίας, με τίτλο «Αρχές που διέπουν τη σύναψη συμβάσεων», προβλέπει τα εξής: «Οι αναθέτουσες αρχές αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφάνεια.» ECLI:EU:C:2020:423 3

4 7 Κατά το άρθρο 7, στοιχείο βʹ, πρώτη περίπτωση, της οδηγίας 2004/18, η οδηγία αυτή εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, στις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών αξίας (εκτός φόρου προστιθέμενης αξίας) ίσης ή μεγαλύτερης των ευρώ που συνάπτονται απόαναθέτουσες αρχές διαφορετικές απόεκείνες που αναφέρονται στο παράρτημα IV της οδηγίας αυτής. Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις έργων, το άρθρο 7, στοιχείο γʹ, της εν λόγω οδηγίας ορίζει ως κατώτατο όριο το ποσό των ευρώ. 8 Το άρθρο 11 της εν λόγω οδηγίας, με τίτλο «Δημόσιες συμβάσεις και συμφωνίες-πλαίσιο που συνάπτονται απότις κεντρικές αρχές προμηθειών», έχει ως εξής: «1. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα για τις αναθέτουσες αρχές να αποκτούν έργα, προμήθειες ή/και υπηρεσίες προσφεύγοντας σε κεντρικές αρχές προμηθειών. 2. Οι αναθέτουσες αρχές που αποκτούν έργα, προμήθειες ή/και υπηρεσίες προσφεύγοντας σε κεντρική αρχή προμηθειών, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 10, θεωρείται ότι έχουν τηρήσει την παρούσα οδηγία, εφόσον τις έχει τηρήσει η εν λόγω κεντρική αρχή προμηθειών.» Το ιταλικό δίκαιο Το νομοθετικό διάταγμα 267/ Το άρθρο 30, πρώτο εδάφιο, του decreto legislativo n. 267 Testo unico delle leggi sull ordinamento degli enti locali (νομοθετικού διατάγματος αριθ. 267, περί ενιαίου κειμένου των νόμων σχετικά με το καθεστώς των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως), της 18ης Αυγούστου 2000 (GURI αριθ. 227, της 28ης Σεπτεμβρίου 2000, στο εξής: νομοθετικόδιάταγμα 267/2000), ορίζει τα εξής: «Για τη συντονισμένη εκπλήρωση ορισμένων λειτουργιών και υπηρεσιών, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως δύνανται να συνάπτουν μεταξύ τους ειδικές προς τούτο συμβάσεις.» 10 Κατά το άρθρο 31, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος, με τίτλο «Κοινοπραξίες (Consorzi)»: «Για την απόκοινού διαχείριση μιας ή περισσοτέρων υπηρεσιών και για την απόκοινού εκπλήρωση ορισμένων λειτουργιών, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης μπορούν να συστήσουν κοινοπραξία (consorzio), βάσει των κανόνων που προβλέπονται για τις ειδικές επιχειρήσεις κατά το άρθρο 114, εφόσον είναι συμβατοί. Στην κοινοπραξία (consorzio) μπορούν να συμμετάσχουν άλλοι δημόσιοι φορείς κατά το μέτρο που τούτο τούς επιτρέπεται βάσει της νομοθεσίας που τους διέπει». 11 Το άρθρο 32, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος ορίζει ως «ένωση δήμων» τον «φορέ[α] τοπικής αυτοδιοίκησης που έχει συσταθεί απόδύο ή περισσότερους δήμους, κατά κανόνα όμορους, με σκοπότην απόκοινού εκπλήρωση λειτουργιών και υπηρεσιών». Το νομοθετικό διάταγμα 163/ Το άρθρο 3, παράγραφος 25, του decreto legislativo n. 163 Codice dei contratti pubblici relativi a lavori, servizi e forniture in attuazione delle direttive 2004/17/CE e 2004/18/CE (νομοθετικού διατάγματος αριθ. 163 για τη θέσπιση κώδικα δημοσίων συμβάσεων έργων, υπηρεσιών και προμηθειών με σκοπότη μεταφορά στο εσωτερικόδίκαιο των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ), της 12ης Απριλίου 2006 (τακτικόσυμπλήρωμα στην GURI αριθ. 100, της 2ας Μαΐου 2006, στο εξής: νομοθετικόδιάταγμα 163/2006), ορίζει ως «αναθέτουσα αρχή» «[τις] κρατικές αρχές [τις] αρχές 4 ECLI:EU:C:2020:423

5 τοπικής αυτοδιοίκησης άλλο[υς] δημόσιο[υς] φορείς μη οικονομικής φύσεως [τους] οργανισμο[ύς] δημοσίου δικαίου τα σωματεία, [τις] ενώσεις, [τις] κοινοπραξίες, ανεξαρτήτως της ονομασίας τους, που συστήνονται απότις ως άνω οντότητες». 13 Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 34, του νομοθετικού διατάγματος 163/2006, ως «κεντρική αρχή προμηθειών» νοείται: «Η αναθέτουσα αρχή η οποία: αποκτά προϊόντα ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές ή άλλους αναθέτοντες φορείς, ή αναθέτει δημόσιες συμβάσεις ή συνάπτει συμφωνίες-πλαίσια για έργα, προϊόντα ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές ή άλλους αναθέτοντες φορείς 14 Το άρθρο 33, παράγραφος 3bis, του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος, το οποίο προστέθηκε με την decreto-legge n. 201, Disposizioni urgenti per la crescita, equità e il constidamento dei conti pubblici (πράξη νομοθετικού περιεχομένου αριθ. 201, περί επειγουσών διατάξεων για την ανάπτυξη, την ισότητα και την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών), της 6ης Δεκεμβρίου 2011 (τακτικό συμπλήρωμα στην GURI αριθ. 284 της 6ης Δεκεμβρίου 2011), το οποίο κυρώθηκε, κατόπιν τροποποιήσεων, με τον legge n. 214 (νόμο αριθ. 214), της 22ας Δεκεμβρίου 2011 (τακτικό συμπλήρωμα στην GURI αριθ. 300, της 27ης Δεκεμβρίου 2011), ορίζει τα εξής: «Οι δήμοι με πληθυσμόκάτω των κατοίκων στο έδαφος οποιασδήποτε επαρχίας αναθέτουν υποχρεωτικώς σε μία μοναδική κεντρική αρχή προμηθειών την απόκτηση έργων, υπηρεσιών και προϊόντων στο πλαίσιο των ενώσεων δήμων κατά την έννοια του άρθρου 32 του [νομοθετικού διατάγματος 267/2000], εάν υφίστανται τέτοιες ενώσεις, άλλως συνάπτοντας ειδική κοινοπρακτική συμφωνία μεταξύ τους και επιφορτίζοντας τις αρμόδιες υπηρεσίες τους». 15 Το άρθρο 9, παράγραφος 4, της decreto-legge n o 66 Misure urgenti per la competitività e la giustizia sociale (πράξης νομοθετικού περιεχομένου αριθ. 66, περί επειγόντων μέτρων για την ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη) της 24ης Απριλίου 2014 (GURI αριθ. 95, της 24ης Απριλίου 2014), η οποία κυρώθηκε, κατόπιν τροποποιήσεων, με τον νόμο 89 της 23ης Ιουνίου 2014 (GURI αριθ. 143, της 23ης Ιουνίου 2014), τροποποίησε το εν λόγω άρθρο 33, παράγραφος 3bis, ως εξής: «Οι δήμοι που δεν είναι έδρα επαρχίας προβαίνουν σε απόκτηση έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών στο πλαίσιο των ενώσεων δήμων κατά το άρθρο 32 του νομοθετικού διατάγματος [267/2000], εάν υφίστανται τέτοιες ενώσεις, άλλως συνάπτοντας ειδική κοινοπρακτική συμφωνία μεταξύ τους και επιφορτίζοντας τις αρμόδιες υπηρεσίες τους, άλλως μέσω φορέα συγκεντρώσεως ή μέσω των επαρχιών, κατά την έννοια του υπ αριθ. 56 νόμου, της 7ης Απριλίου [ ]» Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα 16 Η Asmel, κοινοπρακτική εταιρία περιορισμένης ευθύνης συσταθείσα στις 23 Ιανουαρίου 2013, ανήκει κατά 51 % στον Δήμο Caggiano (Ιταλία), κατά 25 % στην ένωση ιδιωτικού δικαίου Asmel, μεταξύ των μελών της οποίας συγκαταλέγεται η Associazione nazionale piccoli comuni italiani (εθνική ένωση μικρών ιταλικών δήμων), και κατά 24 % στην Consorzio Asmel, κοινοπραξία ιδιωτικών επιχειρήσεων και δήμων. ECLI:EU:C:2020:423 5

6 17 Η Asmel ασκούσε στο παρελθόν δραστηριότητες ως κεντρική αρχή προμηθειών για διάφορους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως. Ειδικότερα, διοργάνωσε διαγωνισμόγια τη σύναψη συμφωνιών-πλαισίων για την ανάθεση της υπηρεσίας ελέγχου της δημοτικής φορολογήσεως ακινήτων και αναγκαστικής εισπράξεως φορολογικών οφειλών, καθώς και 152 διαδικασίες ηλεκτρονικού διαγωνισμού για τη σύναψη συμβάσεων διαφόρων ειδών. 18 Σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας της Asmel, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως προσχωρούν, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, στην ένωση Asmel και, στη συνέχεια, δυνάμει αποφάσεως του διοικητικού συμβουλίου του δήμου, αναθέτουν τα σχετικά με τη διενέργεια αγορών καθήκοντά τους στην Asmel. Η τελευταία λαμβάνει αμοιβή για τις υπηρεσίες που παρέχονται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας ανερχόμενη σε ποσοστό 1,5 % της αξίας της συμβάσεως, αμοιβή με την οποία επιβαρύνεται ο ανάδοχος της συμβάσεως. 19 Κατόπιν πολλών καταγγελιών, η ANAC κίνησε έρευνα, κατά το πέρας της οποίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Asmel δεν ανταποκρινόταν στα οργανωτικά μοντέλα για τις κεντρικές αρχές προμηθειών που επιβάλλει το άρθρο 33, παράγραφος 3bis, του νομοθετικού διατάγματος 163/ Κατά την ANAC, η Asmel ήταν φορέας ιδιωτικού δικαίου ενώ, για μια κεντρική υπηρεσία προμηθειών, το ιταλικόδίκαιο επιβάλλει δημόσιες μορφές δράσεως μέσω δημοσίων φορέων ή ενώσεων των αρχών τοπικής αυτοδιοικήσεως, όπως είναι οι ενώσεις δήμων ή οι κοινοπραξίες δήμων που δημιουργούνται δυνάμει συμφωνιών συναπτομένων βάσει του άρθρου 30 του νομοθετικού διατάγματος 267/2000. Η ANAC επισήμανε επίσης ότι, μολονότι είναι δυνατή η ανάθεση καθηκόντων σε ιδιωτικούς φορείς, αυτοί θα πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να είναι εσωτερικοί (in house) οργανισμοί, των οποίων η δραστηριότητα περιορίζεται στο έδαφος των ιδρυτικών δήμων, ενώ, εν προκειμένω, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις σχετικά με την άσκηση ανάλογου ελέγχου και σχετικά με την εδαφική οριοθέτηση της ασκούμενης δραστηριότητας. 21 Επιπλέον, η ANAC διαπίστωσε ότι η συμμετοχή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως στην κεντρική αρχή προμηθειών ήταν απλώς έμμεση, καθόσον οι οργανισμοί αυτοί προσχωρούσαν αρχικά στην ένωση Asmel και, στη συνέχεια, δυνάμει αποφάσεως του διοικητικού συμβουλίου του δήμου, ανέθεταν στην Asmel τη διενέργεια αγορών. 22 Όσον αφορά τη νομική φύση της Asmel, δεδομένου ότι η εταιρία αυτή ασκεί μόνον εμμέσως τη δραστηριότητά της για τις ανάγκες των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως που είναι μέλη της και, επομένως, δεν εξυπηρετεί άμεσα ανάγκες γενικού συμφέροντος τις οποίες οι εν λόγω οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως υποχρεούνται να ικανοποιούν, η ANAC απέκλεισε τη δυνατότητα χαρακτηρισμού της εταιρίας αυτής ως «οργανισμού δημοσίου δικαίου». 23 Ως εκ τούτου, η ANAC εξέδωσε την επίδικη απόφαση. 24 Η Asmel προσέβαλε την επίδικη απόφαση ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale del Lazio (περιφερειακού διοικητικού δικαστηρίου Λατίου, Ιταλία). Ισχυρίστηκε ότι, ακόμη και αν ήταν οντότητα του κοινού δικαίου, διέθετε νομική προσωπικότητα, εξυπηρετούσε ανάγκες γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικόή εμπορικόχαρακτήρα, χρηματοδοτούνταν απότους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως που ήταν μέλη της και λειτουργούσε υπότη δεσπόζουσα επιρροή τους. Κατά συνέπεια, είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου και, ως εκ τούτου, αναθέτουσα αρχή που πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί «κεντρική αρχή προμηθειών». 25 Με απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2016, το Tribunale amministrativo regionale del Lazio (περιφερειακόδιοικητικόδικαστήριο Λατίου) απέρριψε την προσφυγή της Asmel. Λαμβανομένου υπόψη του τρόπου χρηματοδοτήσεως και του ελέγχου της διαχειρίσεως της εταιρίας αυτής, το ως άνω δικαστήριο απέκλεισε τη δυνατότητα χαρακτηρισμού της Asmel ως «οργανισμόδημοσίου δικαίου», δεδομένου ότι δεν πληρούται η προϋπόθεση άσκησης δεσπόζουσας επιρροής από δημόσιο φορέα. 6 ECLI:EU:C:2020:423

7 Επιπλέον, διαπίστωσε ότι η Asmel δεν ανταποκρινόταν στα οργανωτικά μοντέλα των κεντρικών αρχών προμηθειών που επιβάλλει το νομοθετικόδιάταγμα 163/2006 και ότι το πεδίο δράσεώς της έπρεπε να περιορίζεται στο έδαφος των ιδρυτικών δήμων. 26 Η Asmel άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας, Ιταλία), υποστηρίζοντας, ειδικότερα, αφενός, ότι είναι σφάλμα να θεωρηθεί ότι το οργανωτικόμοντέλο που συνίσταται σε κοινοπραξία (consorzio) ιδιωτικού δικαίου υπότη μορφή εταιρίας δεν συμβιβάζεται με τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος 163/2006 περί των κεντρικών αρχών προμηθειών και, αφετέρου, ότι το εν λόγω νομοθετικό διάταγμα δεν επιβάλλει κανένα εδαφικόπεριορισμόστις δραστηριότητες των κεντρικών αρχών προμηθειών. 27 Το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας) επισημαίνει ότι, μολονότι, δυνάμει των διατάξεων του νομοθετικού διατάγματος 163/2006 περί των κεντρικών αρχών προμηθειών, κάθε αναθέτουσα αρχή μπορεί να αναλάβει καθήκοντα ως κεντρική αρχή προμηθειών, το άρθρο 33, παράγραφος 3 bis, του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος παρεκκλίνει από τον κανόνα αυτόν καθόσον προβλέπει ότι οι μικροί δήμοι μπορούν να αναθέτουν καθήκοντα μόνο σε κεντρικές αρχές προμηθειών που λειτουργούν σύμφωνα με δύο συγκεκριμένα οργανωτικά μοντέλα, ήτοι το μοντέλο της ενώσεως δήμων στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 32 του νομοθετικού διατάγματος 267/2000 ή το μοντέλο της κοινοπραξίας (consorzio) μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως που προβλέπεται στο άρθρο 31 του νομοθετικού αυτού διατάγματος. Κατά την άποψη του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας), η ως άνω υποχρέωση που επιβάλλεται στους μικρούς δήμους φαίνεται να αντιβαίνει στην προβλεπόμενη από την οδηγία 2004/18 δυνατότητα ανάθεσης καθηκόντων σε κεντρικές αρχές προμηθειών χωρίς περιορισμούς όσον αφορά τις μορφές συνεργασίας. 28 Περαιτέρω, το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας) διατηρεί αμφιβολίες, όσον αφορά τις κοινοπραξίες (consorzi) δήμων, ως προς την υποχρέωση που επιβάλλεται στους μικρούς δήμους να χρησιμοποιούν οργανωτικά μοντέλα δημοσίου δικαίου, αποκλείοντας τη συμμετοχή ιδιωτικών φορέων. Ένας τέτοιος αποκλεισμός θα μπορούσε να προσκρούει στις αρχές της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και του ευρύτερου δυνατού ανταγωνισμού στις διαδικασίες αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων, τις οποίες καθιερώνει το δίκαιο της Ένωσης, επιτρέποντας μόνο στους περιοριστικώς απαριθμούμενους φορείς του ιταλικού δημοσίου δικαίου την παροχή υπηρεσιών η οποία μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «οικονομική δραστηριότητα» και η οποία, υπότο πρίσμα αυτό, μπορεί να ασκείται καλύτερα υπό καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. 29 Το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας) εκθέτει, επιπλέον, ότι, μολονότι το εσωτερικό δίκαιο δεν προσδιορίζει το πεδίο δράσεως των κεντρικών αρχών προμηθειών, προβλέπει αντιστοιχία μεταξύ του εδάφους των μικρών δήμων που αναθέτουν καθήκοντα στις κεντρικές αρχές προμηθειών και του πεδίου δράσεως των αρχών αυτών. Επομένως, το εν λόγω πεδίο δράσεως περιορίζεται στο έδαφος των δήμων που είναι μέλη της ενώσεως δήμων ή της κοινοπραξίας (consorzio). Η οριοθέτηση αυτή θα μπορούσε, κατά την άποψη του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας), να προσκρούει στις αρχές της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και του ευρύτερου δυνατού ανταγωνισμού στις διαδικασίες αναθέσεως συμβάσεων, δεδομένου ότι δημιουργεί ζώνες αποκλειστικότητας για τη δραστηριότητα των κεντρικών αρχών προμηθειών. 30 Υπότις περιστάσεις αυτές, το Consiglio di Stato (Συμβούλιο Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα: «1) Αντιτίθεται το δίκαιο της Ένωσης σε εθνική κανονιστική ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 33, παράγραφος 3bis, του νομοθετικού διατάγματος 163/2006, που περιορίζει την αυτονομία των δήμων κατά το μέτρο που προβλέπει αποκλειστικά δύο οργανωτικά μοντέλα για την κεντρική αρχή προμηθειών στην οποία μπορούν να αναθέσουν καθήκοντα, ήτοι την ένωση δήμων εάν υπάρχει ήδη ή τη μέλλουσα να συσταθεί κοινοπραξία (consorzio) μεταξύ δήμων; ECLI:EU:C:2020:423 7

8 2) Aντιτίθεται το δίκαιο της Ένωσης και, συγκεκριμένα, οι αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών και του ευρύτερου δυνατού ανταγωνισμού στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών σε εθνική κανονιστική ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 33, παράγραφος 3bis, του νομοθετικού διατάγματος 163/2006, η οποία, σε συνδυασμόμε το άρθρο 3, παράγραφος 25, του νομοθετικού διατάγματος 163/2006, αποκλείει, όσον αφορά το οργανωτικό μοντέλο των κοινοπραξιών (consorzi) δήμων, τη δυνατότητα συστάσεως μορφωμάτων ιδιωτικού δικαίου όπως, για παράδειγμα η κοινοπραξία (consorzio) κοινού δικαίου με συμμετοχή και ιδιωτών; 3) Αντιτίθεται το δίκαιο της Ένωσης και, συγκεκριμένα, οι αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών και του ευρύτερου δυνατού ανταγωνισμού στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών σε εθνική κανονιστική ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 33, παράγραφος 3bis, του νομοθετικού διατάγματος 163/2006, η οποία, εφόσον ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει στις κοινοπραξίες (consorzi) δήμων οι οποίες είναι κεντρικές αρχές προμηθειών να δραστηριοποιούνται στο έδαφος που αντιστοιχεί στο έδαφος των συμμετεχόντων δήμων θεωρούμενο ως ενιαίο σύνολο και, ως εκ τούτου, κατ ανώτατο όριο, σε επίπεδο επαρχίας, περιορίζει το πεδίο δράσεως των ως άνω κεντρικών αρχών προμηθειών;» Επί του παραδεκτού 31 Πρώτον, η Ιταλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη, ως υποθετική. 32 Υποστηρίζει ότι το αιτούν δικαστήριο στηρίζεται στη διττή παραδοχή ότι, αφενός, η δραστηριότητα αποκτήσεως αγαθών και υπηρεσιών για λογαριασμόαναθέτουσας αρχής συνιστά οικονομική δραστηριότητα, ήτοι υπηρεσία κατά την έννοια του άρθρου 57 ΣΛΕΕ και ότι, αφετέρου, η Asmel, η οποία δεν πληροί τις προϋποθέσεις του δικαίου της Ένωσης και του ιταλικού δικαίου για να χαρακτηριστεί «κεντρική αρχή προμηθειών», πρέπει οπωσδήποτε να χαρακτηρισθεί «οικονομικός φορέας». Ακόμη όμως και αν υποτεθεί ότι το Δικαστήριο θα απαντήσει ότι οι επίμαχες στην κύρια δίκη διατάξεις του ιταλικού δικαίου προσκρούουν στο δίκαιο της Ένωσης, βάσει της απάντησης αυτής δεν μπορεί να γίνει δεκτή η έφεση που ασκήθηκε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, δεδομένου ότι οι επίμαχες στην κύρια δίκη υπηρεσίες αποκτήσεως δεν ανατέθηκαν στην Asmel κατόπιν διαδικασίας διαγωνισμού σύμφωνης με το δίκαιο της Ένωσης. 33 Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, τα σχετικά με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ερωτήματα που έχει υποβάλει εθνικόδικαστήριο, εντός του πραγματικού και κανονιστικού πλαισίου που αυτόέχει προσδιορίσει με δική του ευθύνη και την ακρίβεια του οποίου δεν οφείλει να ελέγξει το Δικαστήριο, θεωρούνται κατά τεκμήριο λυσιτελή. Άρνηση του Δικαστηρίου να αποφανθεί επί αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως που υποβάλλεται απόεθνικόδικαστήριο χωρεί μόνον όταν προκύπτει προδήλως ότι η ζητούμενη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης δεν έχει καμία σχέση με το υποστατόή με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως ή, ακόμη, όταν το Δικαστήριο δεν έχει στη διάθεσή του τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν (απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2019, Tedeschi και Consorzio Stabile Istant Service Congregación de Escuelas Pías Provincia Betania, C-402/18, EU:C:2019:1023, σκέψη 24 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). 34 Επίσης, κατά πάγια νομολογία, ο δικαιολογητικός λόγος της προδικαστικής παραπομπής δεν έγκειται στη διατύπωση συμβουλευτικής γνώμης επί γενικών ή υποθετικών ζητημάτων, αλλά στην ανάγκη αποτελεσματικής επίλυσης μιας ένδικης διαφοράς (απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 2018, Wightman κ.λπ., C-621/18, EU:C:2018:999, σκέψη 28 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). 8 ECLI:EU:C:2020:423

9 35 Εν προκειμένω, απότην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι η διαφορά της κύριας δίκης, της οποίας έχει επιληφθεί το αιτούν δικαστήριο, αφορά το ζήτημα της νομιμότητας του αποκλεισμού της Asmel απότην κατηγορία των φορέων που μπορούν να ασκούν καθήκοντα κεντρικής αρχής προμηθειών υπέρ των μικρών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο, ο αποκλεισμός αυτός δικαιολογείται από τους περιορισμούς που επιβάλλουν οι διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος 163/2006 σχετικά με τις κεντρικές αρχές προμηθειών. Με τα προδικαστικά ερωτήματα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί απότο Δικαστήριο να αποφανθεί ακριβώς επί του ζητήματος αν οι περιορισμοί αυτοί προσκρούουν στο δίκαιο της Ένωσης. 36 Υπότις συνθήκες αυτές, δεν προκύπτει προδήλως ότι η ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης την οποία ζητεί το αιτούν δικαστήριο δεν έχει καμία σχέση με το υποστατόή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης ή ότι τα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν ζήτημα υποθετικής φύσεως. 37 Το τεκμήριο λυσιτέλειας που συνδέεται με τα προδικαστικά ερωτήματα δεν μπορεί να ανατραπεί, εν προκειμένω, απότην επιχειρηματολογία της Ιταλικής Κυβερνήσεως κατά την οποία η απάντηση του Δικαστηρίου δεν θα επέτρεπε στο αιτούν δικαστήριο να κάνει δεκτή την έφεση που άσκησε η Asmel, διότι η δραστηριότητα αποκτήσεως αγαθών και υπηρεσιών δεν ανατέθηκε στην εν λόγω εταιρία κατόπιν διαδικασίας διαγωνισμού σύμφωνης με το δίκαιο της Ένωσης, δεδομένου ότι από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι η επίδικη απόφαση απαγορεύει στην Asmel, γενικώς, και όχι όσον αφορά συγκεκριμένη σύμβαση, να ασκεί δραστηριότητα κεντρικής αρχής προμηθειών για τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως ενώ, κατά την εταιρία αυτή, η εν λόγω απαγόρευση παραβιάζει το δίκαιο της Ένωσης. 38 Δεύτερον, με τις γραπτές παρατηρήσεις της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες ως προς τη λυσιτέλεια των προδικαστικών ερωτημάτων για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης, για τον λόγο ότι το άρθρο 33, παράγραφος 3bis, του νομοθετικού διατάγματος 163/2006, το οποίο αφορούν τα προδικαστικά ερωτήματα, καταργήθηκε μεταγενέστερα απότον Ιταλόνομοθέτη, οπότε η διαφορά της κύριας δίκης ενδέχεται να μην έχει πλέον αντικείμενο. 39 Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, στο πλαίσιο διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, δεν απόκειται στο Δικαστήριο να αποσαφηνίσει τις κρίσιμες εθνικές διατάξεις που έχουν εφαρμογή στην υπόθεση της κύριας δίκης. Η αρμοδιότητα αυτή ανήκει αποκλειστικά στο αιτούν δικαστήριο το οποίο, σκιαγραφώντας το εσωτερικόνομικόπλαίσιο, δίνει στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να παράσχει όλα τα απτόμενα του δικαίου της Ένωσης ερμηνευτικά στοιχεία που μπορούν να δώσουν στο αιτούν δικαστήριο τη δυνατότητα να εκτιμήσει το συμβατό της εθνικής νομοθεσίας με τη ρύθμιση της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 19ης Ιουνίου 2019, Meca, C-41/18, EU:C:2019:507, σκέψη 22 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). 40 Επομένως, το παραδεκτότων προδικαστικών ερωτημάτων δεν μπορεί να αμφισβητηθεί λόγω της μεταγενέστερης καταργήσεως της διατάξεως του εθνικού δικαίου την οποία το αιτούν δικαστήριο υπέδειξε ως εφαρμοστέα στη διαφορά της κύριας δίκης. 41 Επιπλέον, ερωτηθείσα ως προς την άποψη που εξέφρασε η Επιτροπή σχετικά με τη λυσιτέλεια των προδικαστικών ερωτημάτων για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης, η Ιταλική Κυβέρνηση διευκρίνισε, κατά την επ ακροατηρίου συζήτηση, ότι η νέα ρύθμιση σχετικά με τις κεντρικές αρχές προμηθειών, η οποία καταργεί και αντικαθιστά το άρθρο 33, παράγραφος 3bis, του νομοθετικού διατάγματος 163/2006, δεν θα αρχίσει να ισχύει πριν απότις 31 Δεκεμβρίου 2020, οπότε η διαφορά της κύριας δίκης εξακολουθεί να διέπεται απότη διάταξη αυτή, πράγμα το οποίο αναγνώρισε και η Επιτροπή κατά την επ ακροατηρίου συζήτηση. 42 Λαμβανομένων υπόψη όλων των προεκτεθέντων, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν μπορεί να απορριφθεί ως απαράδεκτη. ECLI:EU:C:2020:423 9

10 43 Η Ιταλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή εξέφρασαν επίσης αμφιβολίες ως προς το παραδεκτότου τρίτου προδικαστικού ερωτήματος, για τον λόγο ότι ο εδαφικός περιορισμός του πεδίου δράσεως των κεντρικών αρχών προμηθειών που έχουν ιδρυθεί απόοργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως, ως προς τον οποίο διερωτάται το αιτούν δικαστήριο, ενδέχεται, σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην απόφαση περί παραπομπής, να συνιστά πλεονέκτημα για μια κεντρική αρχή προμηθειών. Ειδικότερα, η Ιταλική Κυβέρνηση επισημαίνει την ύπαρξη αντιφάσεως στην απόφαση αυτή όσον αφορά το κατά πόσον ο ως άνω εδαφικός περιορισμός συνιστά μειονέκτημα ή πλεονέκτημα για την εν λόγω αρχή. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο της εξετάσεως του τρίτου ερωτήματος. Επί των προδικαστικών ερωτημάτων Εισαγωγικές παρατηρήσεις 44 Με τα προδικαστικά ερωτήματα, το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται, γενικώς, στο δίκαιο της Ένωσης, καθώς και στις αρχές της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και του ευρύτερου δυνατού ανταγωνισμού στις διαδικασίες αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών. Ωστόσο, απότην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ειδικότερα ως προς το άρθρο 56 ΣΛΕΕ, το οποίο κατοχυρώνει την ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών, καθώς και ως προς το άρθρο 1, παράγραφος 10, και το άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18, σχετικά με τις κεντρικές αρχές προμηθειών. 45 Συναφώς, όσον αφορά τον καθορισμό των διατάξεων του πρωτογενούς ή του παραγώγου δικαίου που πρέπει να ερμηνευθούν προκειμένου να δοθεί χρήσιμη απάντηση στο αιτούν δικαστήριο, επισημαίνεται, πρώτον, ότι τα προδικαστικά ερωτήματα σκοπούν να του παράσχουν τη δυνατότητα να εκτιμήσει το συμβατότου νομοθετικού διατάγματος 163/2006 με το δίκαιο της Ένωσης. Απότον τίτλο όμως του εν λόγω διατάγματος προκύπτει ότι αυτό συνιστά εφαρμογή της οδηγίας 2004/ Δεύτερον, απότην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι η έννοια της «κεντρικής αρχής προμηθειών», η οποία προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 10, και στο άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18, βρίσκεται στο επίκεντρο της διαφοράς της κύριας δίκης. 47 Τέλος, τρίτον, έχουν καλυφθεί τα κατώτατα όρια εφαρμογής του άρθρου 7 της οδηγίας 2004/18. Αφενός, απότα στοιχεία της δικογραφίας που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι, όσον αφορά ορισμένους από τους 152 διαγωνισμούς που προκήρυξε η Asmel κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ Μαΐου 2013 και Φεβρουαρίου 2014, τους οποίους έκρινε παράνομους η επίδικη απόφαση, η αξία της συμβάσεως υπερβαίνει τα σχετικά κατώτατα όρια της εν λόγω διατάξεως. Αφετέρου, η επίδικη απόφαση απαγορεύει στην Asmel να ασκεί οποιαδήποτε δραστηριότητα μεσολαβήσεως στις διαδικασίες αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων ανεξαρτήτως της αξίας τους. 48 Υπότις συνθήκες αυτές, τα προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να εξεταστούν μόνον υπό το πρίσμα της οδηγίας 2004/18 και, ιδίως, του άρθρου 1, παράγραφος 10, καθώς και του άρθρου 11 αυτής. Επί της ουσίας Επί του πρώτου και του δευτέρου ερωτήματος 49 Με το πρώτο και το δεύτερο προδικαστικόερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν απόκοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 10, και το άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία περιορίζει την οργανωτική αυτονομία των μικρών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, κατά 10 ECLI:EU:C:2020:423

11 το μέτρο που προβλέπει μόνο δύο οργανωτικά μοντέλα για την κεντρική αρχή προμηθειών στην οποία μπορούν να αναθέσουν καθήκοντα, μοντέλα που έχουν αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα, χωρίς τη συμμετοχή ιδιωτών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων. 50 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα αυτά, επισημαίνεται, πρώτον, ότι η έννοια της «κεντρικής αρχής προμηθειών» ορίζεται στο άρθρο 1, παράγραφος 10, της οδηγίας 2004/18 και σημαίνει την αναθέτουσα αρχή η οποία αποκτά προϊόντα ή/και υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές, ή αναθέτει δημόσιες συμβάσεις ή συνάπτει συμφωνίες-πλαίσια για έργα, προϊόντα ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές. 51 Επομένως, η έννοια της «κεντρικής αρχής προμηθειών» ορίζεται στην οδηγία 2004/18 με παραπομπή στην έννοια της «αναθέτουσας αρχής». 52 Η τελευταία αυτή έννοια ορίζεται στο άρθρο 1, παράγραφος 9, της οδηγίας 2004/18 και, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της διατάξεως αυτής, ως αναθέτουσες αρχές νοούνται το κράτος, οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου και οι ενώσεις μιας ή περισσοτέρων απόαυτές τις αρχές ή ενός ή περισσοτέρων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. 53 Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 9, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2004/18, ως «οργανισμός δημοσίου δικαίου» νοείται κάθε οργανισμός ο οποίος έχει συσταθεί με συγκεκριμένο σκοπό την κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν εμπίπτουν στον βιομηχανικόή εμπορικότομέα, ο οποίος έχει νομική προσωπικότητα και του οποίου η δραστηριότητα χρηματοδοτείται κατά το μεγαλύτερο μέρος απότο κράτος, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου, ή του οποίου η διαχείριση υπόκειται σε έλεγχο ασκούμενο από τους οργανισμούς αυτούς, ή του οποίου το διοικητικό, το διευθυντικόή το εποπτικόσυμβούλιο αποτελείται απόμέλη περισσότερο απότο ήμισυ των οποίων διορίζεται απότο κράτος, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή απόάλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. 54 Το Δικαστήριο έχει ιευκρινίσει ότι το άρθρο 1, παράγραφος 9, της οδηγίας αυτής ορίζει την «αναθέτουσα αρχή» ευρέως και βάσει λειτουργικών κριτηρίων, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη των σκοπών της εν λόγω οδηγίας, που συνίστανται τόσο στην αποσόβηση του κινδύνου να προτιμώνται οι ημεδαποί προσφέροντες ή υποψήφιοι κατά τη σύναψη οποιασδήποτε δημόσιας συμβάσεως από τις αναθέτουσες αρχές όσο και στον αποκλεισμό του ενδεχομένου ένας οργανισμός ο οποίος χρηματοδοτείται ή ελέγχεται απότο κράτος, απότις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου να καθορίζει τη στάση του με βάση εκτιμήσεις μη οικονομικής φύσεως (πρβλ. απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2017, LitSpecMet, C-567/15, EU:C:2017:736, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Εξάλλου, η διάταξη αυτή δεν επιβάλλει καμία υποχρέωση τηρήσεως συγκεκριμένων οργανωτικών μοντέλων προκειμένου μια οντότητα να εμπίπτει στην έννοια της «αναθέτουσας αρχής». 55 Δεύτερον, πρέπει να επισημανθεί ότι κατά την αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας 2004/18, «[γ]ια να ληφθούν υπόψη οι ανομοιότητες που υπάρχουν στα κράτη μέλη, θα πρέπει να τους παρασχεθεί η ευχέρεια να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να προσφεύγουν [ ] σε κεντρικές αρχές προμηθειών [ ] όπως αυτ[ές] ορίζονται και ρυθμίζονται απότην παρούσα οδηγία». Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/18, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα των αναθετουσών αρχών να αποκτούν έργα, προμήθειες ή/και υπηρεσίες προσφεύγοντας σε κεντρικές αρχές προμηθειών. Κατά την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, οι αναθέτουσες αρχές που αποκτούν έργα, προμήθειες ή/και υπηρεσίες προσφεύγοντας σε κεντρική αρχή προμηθειών, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 10, της ίδιας οδηγίας, θεωρείται ότι έχουν τηρήσει την οδηγία 2004/18, εφόσον τις έχει τηρήσει η εν λόγω κεντρική αρχή προμηθειών. 56 Απότο άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18, σε συνδυασμόμε το άρθρο 1, παράγραφοι 9 και 10, της οδηγίας 2004/18 καθώς και με την αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας αυτής, προκύπτει ότι ο μόνος περιορισμός που επιβάλλει η εν λόγω οδηγία στην επιλογή μιας κεντρικής αρχής προμηθειών είναι ECLI:EU:C:2020:423 11

12 αυτός κατά τον οποίο η εν λόγω κεντρική αρχή πρέπει να έχει την ιδιότητα της «αναθέτουσας αρχής». Η ευρεία αυτή διακριτική ευχέρεια εκτείνεται επίσης στον καθορισμότων οργανωτικών μοντέλων των κεντρικών αρχών προμηθειών, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την εφαρμογή του άρθρου 11 της οδηγίας 2004/18 τηρούν τον περιορισμόπου θέτει η οδηγία αυτή κατά τον οποίο η οντότητα στην οποία οι αναθέτουσες αρχές προτίθενται να αναθέσουν καθήκοντα κεντρικής αρχής προμηθειών πρέπει να έχει την ιδιότητα της αναθέτουσας αρχής. Επομένως, για τους σκοπούς εφαρμογής της οδηγίας αυτής, εθνική ρύθμιση δεν μπορεί να αναγνωρίσει την ιδιότητα της «κεντρικής αρχής προμηθειών» σε οντότητα που δεν έχει την ιδιότητα της αναθέτουσας αρχής κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 9, της οδηγίας 2004/ Τρίτον, μια τέτοια ερμηνεία της οδηγίας 2004/18 συνάδει εξάλλου με τις αρχές που τη διαπνέουν, ήτοι τις αρχές της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και του ελεύθερου και ανόθευτου ανταγωνισμού εντός όλων των κρατών μελών, οι οποίες διατυπώνονται στην αιτιολογική σκέψη 2 της οδηγίας αυτής. 58 Μολονότι το άρθρο 11, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/18 απαλλάσσει τις ίδιες τις αναθέτουσες αρχές που αναθέτουν καθήκοντα σε κεντρική αρχή προμηθειών, στις περιπτώσεις οι οποίες διαλαμβάνονται στη διάταξη αυτή, απότην εφαρμογή των διαδικασιών αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων που προβλέπει η εν λόγω οδηγία, επιβάλλει συγχρόνως στην κεντρική αυτή αρχή προμηθειών την υποχρέωση που υπέχουν οι αναθέτουσες αρχές να τηρούν τις διαδικασίες που προβλέπει η ίδια οδηγία. Κατ αυτόν τον τρόπο, διασφαλίζεται ο κύριος σκοπός των κανόνων της Ένωσης στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων, ήτοι η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και ο ελεύθερος και ανόθευτος ανταγωνισμός εντός όλων των κρατών μελών (πρβλ. απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2016, Undis Servizi, C-553/15, EU:C:2016:935, σκέψη 28 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία) 59 Δεν αποδυναμώνει το συμπέρασμα αυτόη απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2005, Επιτροπή κατά Γαλλίας (C-264/03, EU:C:2005:620), με την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι η διεπόμενη από τη γαλλική πολεοδομική νομοθεσία σύμβαση περί προσδόσεως της ιδιότητας του κατ ανάθεση κυρίου του έργου, η οποία προέβλεπε ότι τον ρόλο του κατ ανάθεση κυρίου μπορούσαν να αναλάβουν μόνον ορισμένες περιοριστικώς απαριθμούμενες κατηγορίες νομικών προσώπων του γαλλικού δικαίου, συνιστά δημόσια σύμβαση υπηρεσιών για τους σκοπούς της οδηγίας 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμότων διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών (ΕΕ 1992, L 209, σ. 1), και, καθόσον δεν προβλέπει καμία διαδικασία διαγωνισμού για την επιλογή του κατ ανάθεση κυρίου, αντιβαίνει στην οδηγία αυτή. 60 Πράγματι, η απόφαση εκείνη δεν αφορά τις διατάξεις της οδηγίας 2004/18 που προβλέπουν ρητώς τη δυνατότητα των αναθετουσών αρχών να αναθέτουν καθήκοντα σε κεντρικές αρχές προμηθειών. Εν πάση περιπτώσει, από την ως άνω απόφαση προκύπτει ότι οι αρμοδιότητες του κατ ανάθεση κυρίου του έργου περιελάμβαναν διάφορα καθήκοντα συνιστώντα παροχή υπηρεσιών τα οποία είχαν ανατεθεί άνευ οποιασδήποτε διαδικασίας διαγωνισμού προβλεπόμενης από την οδηγία 92/50 (απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2005, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C-264/03, EU:C:2005:620, σκέψεις 46, 51 και 55). 61 Περαιτέρω, λαμβανομένης υπόψη της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που διαθέτουν τα κράτη μέλη, για την οποία έγινε λόγος στη σκέψη 56 της παρούσας αποφάσεως, κανένα στοιχείο της οδηγίας 2004/18 ή των αρχών που τη διαπνέουν δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να προσαρμόζουν τα οργανωτικά μοντέλα των εν λόγω κεντρικών αρχών προμηθειών με γνώμονα τις ανάγκες τους και τις ιδιαίτερες περιστάσεις που επικρατούν σε ένα κράτος μέλος, επιβάλλοντας προς τούτο οργανωτικά μοντέλα αποκλειστικώς δημόσιου χαρακτήρα, χωρίς τη συμμετοχή ιδιωτών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων. 62 Στο πλαίσιο αυτό, η Ιταλική Κυβέρνηση διευκρίνισε ότι ο Ιταλός νομοθέτης, ενθαρρύνοντας κατ αρχάς την ανάθεση καθηκόντων εκ μέρους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως σε κεντρικές αρχές προμηθειών οι οποίες ιδρύονται σύμφωνα με καθορισμένα οργανωτικά μοντέλα και, στη 12 ECLI:EU:C:2020:423

13 συνέχεια, επιβάλλοντας στους μικρούς οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως την υποχρέωση να αναθέτουν καθήκοντα στις αρχές αυτές, επιδίωξε όχι μόνο να αποτρέψει τον κίνδυνο διείσδυσης του οργανωμένου εγκλήματος αλλά και να προβλέψει ένα μέσο ελέγχου των δαπανών. 63 Σε κάθε περίπτωση, όπως επισήμανε κατ ουσίαν ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 70 έως 72 των προτάσεών του, λαμβανομένου υπόψη του στενού συνδέσμου μεταξύ της έννοιας της «αναθέτουσας αρχής» και της έννοιας της «κεντρικής αρχής προμηθειών», η οποία εκτέθηκε στις σκέψεις 51 έως 58 της παρούσας αποφάσεως, δεν μπορεί να γίνει δεκτόότι οι κεντρικές αρχές προμηθειών παρέχουν υπηρεσίες σε αγορά ανοιχτή στον ανταγωνισμόαπόιδιωτικές επιχειρήσεις. 64 Πράγματι, μια κεντρική αρχή προμηθειών ενεργεί ως αναθέτουσα αρχή, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες της, και όχι ως οικονομικός φορέας, προς ίδιον εμπορικόσυμφέρον. 65 Επομένως, εθνική ρύθμιση περιορίζουσα την ελευθερία επιλογής των μικρών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως ως προς την ανάθεση καθηκόντων σε κεντρική αρχή προμηθειών, επιβάλλοντας προς τούτο δύο οργανωτικά μοντέλα που έχουν αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα, χωρίς τη συμμετοχή ιδιωτών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων, δεν αντιβαίνει στον σκοπότης ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και του ελεύθερου και ανόθευτου ανταγωνισμού εντός όλων των κρατών μελών, τον οποίο επιδιώκει η οδηγία 2004/18, δεδομένου ότι δεν θέτει καμία ιδιωτική επιχείρηση σε προνομιακή θέση έναντι των ανταγωνιστών της. 66 Εξάλλου, η εν λόγω εθνική ρύθμιση ουδόλως ευνοεί μια προσφέρουσα εθνική επιχείρηση. Αντιθέτως, συμβάλλει στον σκοπόπερί του οποίου γίνεται λόγος στην προηγούμενη σκέψη, καθόσον προστατεύει τους μικρούς οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως απότον κίνδυνο συμπράξεως μεταξύ κεντρικής αρχής προμηθειών και ιδιωτικής επιχειρήσεως συμμετέχουσας στην εν λόγω κεντρική αρχή προμηθειών. 67 Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο πρώτο και στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 10, και το άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18 έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία περιορίζει την οργανωτική αυτονομία των μικρών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, κατά το μέτρο που προβλέπει μόνο δύο οργανωτικά μοντέλα για την κεντρική αρχή προμηθειών στην οποία μπορούν να αναθέσουν καθήκοντα, μοντέλα που έχουν αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα, χωρίς τη συμμετοχή ιδιωτών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων. Επί του τρίτου ερωτήματος 68 Με το τρίτο προδικαστικόερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 10, και το άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία περιορίζει το πεδίο δράσεως των κεντρικών αρχών προμηθειών που ιδρύονται απόοργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως στο έδαφος των εν λόγω οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. 69 Συναφώς, επισημαίνεται, πρώτον, ότι, ελλείψει ρητής διατάξεως της οδηγίας 2004/18 διέπουσας τα εδαφικά όρια του πεδίου δράσεως μιας κεντρικής αρχής προμηθειών, το ζήτημα αυτόεμπίπτει στην εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω οδηγίας σχετικά με τις κεντρικές αρχές προμηθειών, ως προς την οποία, όπως προκύπτει από τη σκέψη 56 της παρούσας αποφάσεως, τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρεία διακριτική ευχέρεια. 70 Μέτρο με το οποίο κράτος μέλος περιορίζει το εδαφικόπεδίο δράσεως των κεντρικών αρχών προμηθειών στα αντίστοιχα εδάφη των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως που τις έχουν ιδρύσει, προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι εν λόγω κεντρικές αρχές αγορών ενεργούν προς το δημόσιο συμφέρον των ως άνω οργανισμών και όχι προς ίδιον εμπορικό συμφέρον πέραν των εδαφών αυτών, ECLI:EU:C:2020:423 13

14 πρέπει να γίνει δεκτόότι συνάδει με το άρθρο 1, παράγραφος 10, της οδηγίας 2004/18, το οποίο προβλέπει ότι μια κεντρική αρχή προμηθειών πρέπει να έχει την ιδιότητα της αναθέτουσας αρχής και, ως εκ τούτου, ότι πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1, παράγραφος 9, της οδηγίας αυτής. Όπως έχει επισημάνει το Δικαστήριο, σύμφωνα με την τελευταία αυτή διάταξη, αναθέτουσα αρχή είναι ο φορέας του οποίου η αποστολή συνίσταται στην κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν εμπίπτουν στον βιομηχανικόή εμπορικότομέα. Ένας τέτοιος οργανισμός δεν ασκεί κατά κύριο λόγο κερδοσκοπική δραστηριότητα στην αγορά (πρβλ. απόφαση της 23ης Δεκεμβρίου 2009, CoNISMa, C-305/08, EU:C:2009:807, σκέψη 38). Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτόότι διάταξη του εθνικού δικαίου όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη δεν υπερβαίνει τα όρια της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτουν τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή της οδηγίας 2004/ Όσον αφορά, δεύτερον, τις αμφιβολίες του αιτούντος δικαστηρίου ως προς τo συμβατότου επίμαχου στην κύρια δίκη εδαφικού περιορισμού, ο οποίος θα κατέληγε σε αποκλειστικές ζώνες δράσεως για τις κεντρικές αρχές προμηθειών, με τις αρχές της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και του ευρύτερου δυνατού ανταγωνισμού στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών στις οποίες στηρίζεται η οδηγία 2004/18, πρέπει να γίνει δεκτό, λαμβανομένων υπόψη των λόγων που εκτέθηκαν στο πλαίσιο της εξετάσεως του πρώτου και του δευτέρου ερωτήματος, ότι διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία περιορίζει το πεδίο δράσεως των κεντρικών αρχών προμηθειών στα αντίστοιχα εδάφη των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως που τις ίδρυσαν, δεν θέτει, για τον λόγο αυτό, καμία ιδιωτική επιχείρηση σε προνομιακή θέση έναντι των ανταγωνιστών της κατά παραβίαση των ως άνω αρχών. 72 Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο τρίτο προδικαστικόερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 10, και το άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18 έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία περιορίζει το πεδίο δράσεως των κεντρικών αρχών προμηθειών που ιδρύονται απόοργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως στο έδαφος των εν λόγω οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. Επί των δικαστικών εξόδων 73 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ αυτόεναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται. Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται: 1) Το άρθρο 1, παράγραφος 10, και το άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1336/2013 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 2013, έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία περιορίζει την οργανωτική αυτονομία των μικρών οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, κατά το μέτρο που προβλέπει μόνο δύο οργανωτικά μοντέλα για την κεντρική αρχή προμηθειών στην οποία μπορούν να αναθέσουν καθήκοντα, μοντέλα που έχουν αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα, χωρίς τη συμμετοχή ιδιωτών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων. 2) Το άρθρο 1, παράγραφος 10, και το άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18 έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε διάταξη του εθνικού δικαίου η οποία περιορίζει το πεδίο δράσεως των κεντρικών αρχών προμηθειών που ιδρύονται από οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως στο έδαφος των εν λόγω οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως. (υπογραφές) 14 ECLI:EU:C:2020:423

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-231/03 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 * Στην υπόθεση C-231/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-541/99 και C-542/99, που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις του Giudice di pace di Viadana (Ιταλία) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 14. 4. 1994 ΥΠΟΘΕΣΗ C-389/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * Στην υπόθεση C-389/92, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State von België προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 * NUSSBAUMER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 * Στην υπόθεση C-224/09, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Tribunale

Διαβάστε περισσότερα

Συλλογή της Νομολογίας

Συλλογή της Νομολογίας Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 6ης Οκτωβρίου 2016 * «Προδικαστική παραπομπή Συμβάσεις δημοσίων έργων Οδηγία 2004/18/ΕΚ Άρθρο 7, στοιχείο γʹ Κατώτατα όρια δημοσίων συμβάσεων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción

Διαβάστε περισσότερα

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE), ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 1ης Ιουνίου 2006 (*) «Δικαιώματα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα Οδηγία 93/83/ΕΟΚ Άρθρο 9, παράγραφος 2 Έκταση των εξουσιών μιας εταιρείας συλλογικής διαχειρίσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * SKATTEMINISTERIET/ HENRIKSEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * Στην υπόθεση 173/88, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του δανικού Højesteret προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * UNITRON SCANDINAVIA και 3-S ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-275/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Klagenævnet for Udbud (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ'

Διαβάστε περισσότερα

Συλλογή της Νομολογίας

Συλλογή της Νομολογίας Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 4ης Ιουλίου 2013 * «Δημόσιες συμβάσεις Οδηγία 89/665/ΕΟΚ Προσφυγή σε θέματα δημοσίων συμβάσεων Προσφυγή ασκηθείσα από προσφέροντα του οποίου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2004 * SINTESI ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2004 * Στην υπόθεση C-247/02, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Tribunale

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * Στην υπόθεση C-333/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του γαλλικού Conseil d'état προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2004 (1)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2004 (1) ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2004 (1) Οδηγία 93/37/ΕΟΚ Συμβάσεις κατασκευής δημοσίων έργων Σύναψη συμβάσεων Δικαίωμα της αναθέτουσας αρχής να επιλέξει μεταξύ του κριτηρίου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 28.11.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0824/2008, του Kroum Kroumov, βουλγαρικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 16 υπογραφές, σχετικά με

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * Στην υπόθεση C-85/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ελλάδα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 6ης Ιουνίου 2002 (1) «Διάρκεια προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας - Εφαρμογή σε δικαίωμα δημιουργού

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 17.12.2016 L 344/83 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2295 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16ης Δεκεμβρίου 2016 για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ,

Διαβάστε περισσότερα

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/> ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 8ης Ιουνίου 1971* Στην υπόθεση 78/70, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-108/98. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-108/98. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 9. 9. 1999 ΥΠΟΘΕΣΗ C-108/98 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-108/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale amministrativo regionale della

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 12. 2. 1987 - ΥΠΟΘΕΣΗ 221/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * Στην υπόθεση 221/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jacques Delmoly, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 * METALSA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 * Στην υπόθεση C-312/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του giudice per le indagini preliminari του Tribunale di Milano προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1302/2008, της Estelle Garnier, γαλλικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Compagnie des avoués près la Cour

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΙΤΑΛΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 118/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Sergio Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο

Διαβάστε περισσότερα

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001, κατ' DUYN ΚΑΤΑ HOME OFFICE ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 4ης Δεκεμβρίου 1974 Στην υπόθεση 41/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης ΕΟΚ, από την Chancery

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΕ - Υπόθεση C-499/16 Δυνατότητα των κρατών

ΔΕΕ - Υπόθεση C-499/16 Δυνατότητα των κρατών Πίνακας περιεχομένων ΔΕΕ - Υπόθεση C-499/16 Δυνατότητα των κρατών μελών να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή σε ορισμένες παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών Παράρτημα III, σημείο 1 Τρόφιμα Είδη ζαχαροπλαστικής

Διαβάστε περισσότερα

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2005 (*) «Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» Στην υπόθεση C-104/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 27.05.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0436/2012 του Mark Walker, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με την παροχή διασυνοριακού νομικού παραστάτη

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 20ής Σεπτεμβρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 20ής Σεπτεμβρίου 1988 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 20. 9. 1988 ΥΠΟΘΕΣΗ 31/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 20ής Σεπτεμβρίου 1988 * Στην υπόθεση 31/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Arrondissementsrechtbank της Χάγης, έκτο

Διαβάστε περισσότερα

Συλλογή της Νομολογίας

Συλλογή της Νομολογίας Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα) της 31ης Μαΐου 2018 * «Προδικαστική παραπομπή Αεροπορικές μεταφορές Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 Άρθρο 3, παράγραφος 1 Πεδίο εφαρμογής Έννοια της

Διαβάστε περισσότερα

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

της 10ης Δεκεμβρίου 1968* ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Δεκεμβρίου 1968* Στην υπόθεση 7/68, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσφεύγουσα, εκπροσωπούμενη από τον νομικό της σύμβουλο Armando Toledano,

Διαβάστε περισσότερα

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 7ης Ιουλίου 1976 Στην υπόθεση, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του PRETORE του Μιλάνου προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 24.11.1993 ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΣΘΕΙΣΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ C-267/91 και C-268/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-267/91 και C-268/91, που έχουν ως αντικείμενο

Διαβάστε περισσότερα

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 131/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale του Τρέντο προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 30.01.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 835/2002, του Χρήστου Πετράκου, ελληνικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 1 ακόμη υπογραφή, σχετικά

Διαβάστε περισσότερα

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ κατ' VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDR1JFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 33/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale raad

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 3. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-168/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * Στην υπόθεση C-168/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Amtsgericht Tübingen (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 24ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1993 ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΗ ΚΑΤΑ BERNARD KECK ΚΑΙ DANIEL MITHOUARD ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNAL DE GRANDE INSTANCE DE STRASBOURG ΓΑΛΛΙΑ ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΣΘΕΙΣΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * HUMBLOT / DIRECTEUR DES SERVICES FISCAUX ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * Στην υπόθεση 112/84, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de grande instance του Belfort, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-322/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-322/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal du travail των Βρυξελλών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * TOLSMA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * Στην υπόθεση C-16/93, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Gerechtshof te Leeuwarden (Κάτω Χώρες) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ Λάρισα, 17 Οκτωβρίου 2014 T:#211#770#0#670! F:#211#770#0#671! E:!info@gmlaw.gr! W:!www.gmlaw.gr! Πινδάρου!7,!10671!Αθήνα! Δοµή Εισήγησης I. Άρση περιορισµών συµµετοχής εργοληπτικών

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 20.02.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0951/2004, του Jan Dolezal, πολωνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Wielkopolskie Zrzeszenie Handlu i Usług

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 2. 2. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ 186/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * Στην υπόθεση 186/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της επιτροπής αποζημιώσεως θυμάτων εγκλήματος του Tribunal de

Διαβάστε περισσότερα

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Απριλίου 1977* Στην υπόθεση 71/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 28.11.2016 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ Αριθμ. πρωτ. 5657 ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ταχ. Δ/νση: Αβέρωφ 12Α Τ.Κ.: 10433, Αθήνα Τηλ: 213 2037542-545 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΠΡΑΚΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕ

Διαβάστε περισσότερα

Συλλογή της Νομολογίας

Συλλογή της Νομολογίας Συλλογή της Νομολογίας ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα) της 21ης Δεκεμβρίου 2016 * «Προδικαστική παραπομπή Δημόσιες συμβάσεις Οδηγία 89/665/ΕΟΚ Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3. 6. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 307/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * Στην υπόθεση 307/84, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 * Στην υπόθεση C-68/96, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale di Trento (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr) Διοργανικός φάκελος: 2015/0906 (COD) 14306/15 ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Θέμα: 737 INST 411 COUR 62 CODEC 1571 PARLNAT

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * Στην υπόθεση C-231/94, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * Στην υπόθεση 45/86, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Peter Gilsdorf, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο

Διαβάστε περισσότερα

Tax Flash 18/7/2019 ΠΑΡAΝΟΜΟΙ ΟΙ ΜΕΙΩΜEΝΟΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟI ΣΥΝΤΕΛΕΣΤEΣ ΣΤΟ ΤΣIΠΟΥΡΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΤΣΙΚΟΥΔΙA - ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ AΠΟ ΤΟ ΔΕΕ

Tax Flash 18/7/2019 ΠΑΡAΝΟΜΟΙ ΟΙ ΜΕΙΩΜEΝΟΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟI ΣΥΝΤΕΛΕΣΤEΣ ΣΤΟ ΤΣIΠΟΥΡΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΤΣΙΚΟΥΔΙA - ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ AΠΟ ΤΟ ΔΕΕ 18/7/2019 ΠΑΡAΝΟΜΟΙ ΟΙ ΜΕΙΩΜEΝΟΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟI ΣΥΝΤΕΛΕΣΤEΣ ΣΤΟ ΤΣIΠΟΥΡΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΤΣΙΚΟΥΔΙA - ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ AΠΟ ΤΟ τσίπουρο και στην τσικουδιά - Στην απόφαση του έβδομου τμήματος του της 11ης Ιουλίου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * CLUB-TOUR ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * Στην υπόθεση C-400/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal Judicial da Comarca do Porto (Πορτογαλία) προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες, κατ' HAEGEMAN ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 30ής Απριλίου 1974 Στην υπόθεση 181/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal de première instance των Βρυξελλών προς το Δικαστήριο, εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*) ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*) «Οδηγία 92/51/ΕΟΚ Αναγνώριση διπλωμάτων Σπουδές σε εργαστήριο ελευθέρων σπουδών που δεν αναγνωρίζεται ως εκπαιδευτικό ίδρυμα από το κράτος

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 13.7.2018 C(2018) 4427 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 13.7.2018 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ 20.2.2015 L 47/29 ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ (ΕΕ) 2015/280 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 13ης Νοεμβρίου 2014 σχετικά με τη θέσπιση συστήματος παραγωγής και προμήθειας του Ευρωσυστήματος

Διαβάστε περισσότερα

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 120/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Φραγκφούρτης επί του Μάιν προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 3.1.2011 COM(2010) 791 τελικό 2011/0001 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 σχετικά

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 26.09.2008 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Αναφορά 1116/2001, του Siegfried Missalla, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με τη φορολόγηση από τη φινλανδική κυβέρνηση

Διαβάστε περισσότερα

Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ

Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ κατ' WALRAVE κ.λπ. ΚΑΤΑ ASSOCIATION UNION CYCLISTE INTERNATIONALE κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 36/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Arrondissementsrechtbank

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα) της 2ας Μαρτίου 2017 (*)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα) της 2ας Μαρτίου 2017 (*) 1 από 5 Προσωρινό κείμενο ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα) της 2ας Μαρτίου 2017 (*) «Προδικαστική παραπομπή Προστασία των καταναλωτών Οδηγία 2011/83/ΕΕ Άρθρο 21 Τηλεφωνική επικοινωνία Χρησιμοποίηση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 26.10.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1374/2002, Αναφορά 1374/2002, του Πέτρου Τσελεπίδη, ελληνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος του «Συλλόγου Εισαγωγέων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, BRIHECHE ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 * Στην υπόθεση C-319/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το

Διαβάστε περισσότερα

Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 9/2018. για

Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 9/2018. για Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 9/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Γαλλίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια

Διαβάστε περισσότερα

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 20.12.2012 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1219/2012 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2012 που αφορά τη θέσπιση μεταβατικών ρυθμίσεων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1989 * FRATELLI COSTANZO/ΔΗΜΟΣ ΜΙΛΑΝΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1989 * Στην υπόθεση 103/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunale amministrativo regionale της Λομβαρδίας ( Ιταλία ) προς

Διαβάστε περισσότερα

Πεδίο εφαρμογής του Βιβλίου ΙΙ Υπαγόμενοι φορείς. Ι. Πεδίο εφαρμογής. ΙΙ. Υπαγόμενοι φορείς. 1. Πεδίο εφαρμογής Βιβλίου ΙΙ

Πεδίο εφαρμογής του Βιβλίου ΙΙ Υπαγόμενοι φορείς. Ι. Πεδίο εφαρμογής. ΙΙ. Υπαγόμενοι φορείς. 1. Πεδίο εφαρμογής Βιβλίου ΙΙ Πεδίο εφαρμογής του Βιβλίου ΙΙ Υπαγόμενοι φορείς Ι. Πεδίο εφαρμογής ΙΙ. Υπαγόμενοι φορείς 1. Πεδίο εφαρμογής Βιβλίου ΙΙ Το Βιβλίο ΙΙ (άρθρα 222 έως 338) θεσπίζει κανόνες για τις διαδικασίες προγραμματισμού

Διαβάστε περισσότερα

Υπόθεση C-309/99. J. C. J. Wouters κ.λπ. κατά Algemene Raad van die Nederlandse Orde van Advocaten

Υπόθεση C-309/99. J. C. J. Wouters κ.λπ. κατά Algemene Raad van die Nederlandse Orde van Advocaten Υπόθεση C-309/99 J. C. J. Wouters κ.λπ. κατά Algemene Raad van die Nederlandse Orde van Advocaten [αίτηση του Raad van State (Κάτω Χώρες) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] «Επαγγελματικός σύλλογος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Στρασβούργο, 11.3.2014 COM(2014) 158 final ANNEXES 1 to 2 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση

Διαβάστε περισσότερα

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 20ής Φεβρουαρίου 1979 * Στην υπόθεση 120/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hessisches Finanzgericht προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 * ÉGLISE DE SCIENTOLOGIE ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 * Στην υπόθεση C-54/99, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Conseil d'état (Γαλλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων P6_TA(2006)0108 Νοµικά επαγγέλµατα Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έχοντας

Διαβάστε περισσότερα

Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε

Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε Γνώμη 25/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Κροατίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * TECKAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-107/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηοη του Tribunale amministrativo regionale per l'emilia- Romagna (Ιταλία) προς

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 28.5.2014 COM(2014) 318 final 2014/0164 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τα μέτρα που μπορεί να θεσπίσει η Ένωση σε σχέση με τις

Διαβάστε περισσότερα

«Ίση μεταχείριση Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας Πνευματική ιδιοκτησία και συγγενικά δικαιώματα»

«Ίση μεταχείριση Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας Πνευματική ιδιοκτησία και συγγενικά δικαιώματα» ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Ιουνίου 2005 (*) «Ίση μεταχείριση Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας Πνευματική ιδιοκτησία και συγγενικά δικαιώματα» Στην υπόθεση C-28/04,

Διαβάστε περισσότερα

Γνώμη 17/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Πολωνίας. για

Γνώμη 17/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Πολωνίας. για Γνώμη 17/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Πολωνίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία

Διαβάστε περισσότερα

Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε

Εκδόθηκε στις 4 Δεκεμβρίου Εκδόθηκε Γνώμη 26/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Λουξεμβούργου για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την

Διαβάστε περισσότερα

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Ιουνίου 1978 * Στην υπόθεση 150/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation της Γαλλίας (πρώτο πολιτικό τμήμα) προς το

Διαβάστε περισσότερα

Γνώμη 8/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Φινλανδίας. για

Γνώμη 8/2018. σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Φινλανδίας. για Γνώμη 8/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Φινλανδίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με την προστασία

Διαβάστε περισσότερα

Σ.ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ-Κ.ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ

Σ.ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ-Κ.ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ 1 «Δημόσιος Τομέας» «Γενική Κυβέρνηση» και «Κεντρική Κυβέρνηση» έχουν την έννοια που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α 143). 2 «Δημόσιες συμβάσεις» Eίναι συμβάσεις έργων, υπηρεσιών

Διαβάστε περισσότερα

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ, EUROPOL JOINT SUPERVISORY BODY ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ Γνωμοδότηση 08/56 της ΚΕΑ σχετικά με την αναθεωρημένη συμφωνία που πρόκειται να υπογραφεί μεταξύ της Ευρωπόλ και της Eurojust Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 14. 3. 1991 ΥΠΟΘΕΣΗ C-361/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 * Στην υπόθεση C-361/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 2ας Ιουνίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 2ας Ιουνίου 2005 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 2ας Ιουνίου 2005 * Στην υπόθεση C-174/04, με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις 13 Απριλίου

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 5.2.2010 COM(2010)18 τελικό 2010/0015 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ XX με την οποία επιτρέπεται στα κράτη μέλη να προσχωρήσουν στη σύμβαση για τις διεθνείς εκθέσεις,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 29. 6. 1995 ΥΠΟΘΕΣΗ C-391/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 * Στην υπόθεση C-391/92, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμένη αρχικά από τον R. Pellicer, μέλος της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νοµικών Θεµάτων 26.4.2012 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ (0046/2012) Αφορά: Αιτιολογηµένη γνώµη του γερµανικού Οµοσπονδιακού Συµβουλίου (Bundesrat) σχετικά µε την πρόταση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 * Στην υπόθεση C-39/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το tribunal administratif

Διαβάστε περισσότερα

Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64)

Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 2/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής του Βελγίου για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για διενέργεια

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ EL ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Σχετικά µε την πρόοδο των εργασιών όσον αφορά τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις που συνδέονται µε τις υπηρεσίες γενικού οικονοµικού συµφέροντος 1. ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2018) 287 final.

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2018) 287 final. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2018 (OR. en) 5690/18 ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Ημερομηνία Παραλαβής: Αποδέκτης: Αριθ. εγγρ. Επιτρ.: Θέμα: MI 50 ENT 10 COMPET 44 DELACT

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 30.7.2013 COM(2013) 555 final 2013/0269 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Γαλλικής Δημοκρατίας για

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 7.6.2018 C(2018) 3568 final ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 7.6.2018 για την τροποποίηση του κατ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 όσον αφορά

Διαβάστε περισσότερα

ECB-PUBLIC ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 15ης Φεβρουαρίου σχετικά με τους λογαριασμούς πληρωμών (CON/2017/2)

ECB-PUBLIC ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 15ης Φεβρουαρίου σχετικά με τους λογαριασμούς πληρωμών (CON/2017/2) EL ECB-PUBLIC ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 15ης Φεβρουαρίου 2017 σχετικά με τους λογαριασμούς πληρωμών (CON/2017/2) Εισαγωγή και νομική βάση Στις 23 Ιανουαρίου 2017 η Ευρωπαϊκή Κεντρική

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2017/0349 (CNS) 15904/17 FISC 365 ECOFIN 1134 ΠΡΟΤΑΣΗ Αποστολέας: Ημερομηνία Παραλαβής: Αποδέκτης: Αριθ. εγγρ.

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 6.4.2018 L 90/105 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/546 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 15ης Μαρτίου 2018 σχετικά με την κατ' εξουσιοδότηση έκδοση αποφάσεων που αφορούν ίδια κεφάλαια (ΕΚΤ/2018/10) ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα