ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ΦΛΩΡΙΝΑ) ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΗΜIOΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ»

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ΦΛΩΡΙΝΑ) ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΗΜIOΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ»"

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ΦΛΩΡΙΝΑ) ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΗΜIOΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ» Κωνσταντίνος Δ. Σουλτάνης "Εμπειρική μελέτη και σχεδιασμός ενός τυπογραφικού πιεστηρίου του 15 ου αιώνα: Η τυπογραφική τεχνική του Γουτεμβέργιου". ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟΠΤΗΣ Μίμης Σουλιώτης, Καθηγητής ΝΕΦ - ΠΤΝ/ΠΔΜ ΦΛΩΡΙΝΑ

2 Κωνσταντίνος Δ. Σουλτάνης "Εμπειρική μελέτη και σχεδιασμός ενός τυπογραφικού πιεστηρίου του 15 ου αιώνα: Η τυπογραφική τεχνική του Γουτεμβέργιου". ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Υποβλήθηκε στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Δημιουργική Γραφή» της Παιδαγωγικής Σχολής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας με ημερομηνία προφορικής εξέτασης την 11 η Ιουνίου 2012 ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Σουλιώτης Μίμης, Καθηγητής Καριώτογλου Πέτρος, Καθηγητής Κωτόπουλος Τριαντάφυλλος, Λέκτορας - 1 -

3 στη μάνα μου «Εκείνος ο οποίος πρώτος με το χειροκίνητο μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο και με τα κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία απάλλαξε τις στρατιές των αντιγραφέων και καθαίρεσε τους περισσότερους των βασιλιάδων και συγκλητικών δημιουργώντας ένα καινούριο κόσμο δημοκρατικό: είχε εφεύρει την τέχνη της τυπογραφίας.» (Thomas Carlyle, Sartor Resartus, 1833) - 2 -

4 Ευχαριστίες Εδώ και καθώς τo τέρμα αναδιπλώνεται συμπερασματικά στην αφετηρία αυτής της εμπειρικής εντρύφησης, αισθάνομαι υπόχρεα ευγνώμων να ευχαριστήσω τα πρόσωπα τα οποία ενέπνευσαν και καθοδήγησαν τα γεγονότα στην υλοποίηση της παρούσας εργασίας, συμπαραστεκόμενα επιστημονικά και ηθικά, σε τούτο το μικρό «τυπογραφικό οδοιπορικό» μας. Κατ αρχήν, να ευχαριστήσω θερμά τον Επιβλέποντα Καθηγητή κ. Μίμη Σουλιώτη, αφενός για την υπόδειξη του πρωτότυπου αυτού θέματος, αφετέρου για την καθοδήγησή του στα προορισμένα στάδια της εργασίας, τόσο στο ερευνητικό εύρος και στην διάρθρωση, όσο και στην ανάπτυξη των περιεχομένων του θεωρητικού μέρους της, καθώς επίσης στην διαχείριση και στην περεταίρω αξιοποίηση του συνόλου των ευρημάτων της μελέτης. Ωστόσο, τον ευγνωμονώ για την εμπιστοσύνη την οποία επέδειξε στο πρόσωπό μου, καθώς η πραγμάτωση του παρόντος μελετητικού εγχειρήματος θα ικανοποιούσε και ένα προσωπικό του όνειρο, στο οποίο θέλει την ανακατασκευή ενός πιεστηρίου από τον εκπονούντα την μελέτη, ένα όνειρο το οποίο μοιράστηκε ισόμερα με τους συνοδοιπόρους της προσπάθειας αυτής. Με τα ίδια συναισθήματα επιθυμώ να ευχαριστήσω τα αξιότιμα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τους κ.κ. Πέτρο Καριώτογλου και Τριαντάφυλλο Κωτόπουλο. Τον κ. Καριώτογλου, Καθηγητή Δ.Φ.Ε./Π.Τ.Ν., για τις συχνές και διαφωτιστικές συζητήσεις σε θέματα φυσικών επιστημών και τεχνοεπιστημών, στων οποίων άπτεται η τυπογραφική «τεχνική» του Ιωάννη Γουτεμβέργιου, αλλά και στο πρακτικό μέρος της εργασίας. Τον κ. Κωτόπουλο Λέκτορα Ε.Λ.-Π.Λ.,/Π.Τ.Ν., για τις ιδιαιτέρες απόψεις και παρατηρήσεις του στην εμπειρική διάσταση της μελέτης, καθώς και στην συγγραφή της εργασίας. Την κ. Έφη Παπαγεωργίου, μέλος ΕΙ.Δ.Υ.Π., της Π.Σ./Π.Δ.Μ., για τις πολύτιμες συζητήσεις σε θέματα Βιβλιολογίας και για την οργάνωση της πραγματικής επίσκεψης στο «Μ. Τ. Χανίων». Την κ. Ελία Κουμή, διευθύντρια του «Μ.Τ. Χανίων» και τον κ. Γιώργη Μαρουλοφυλλάκη βετεράνο δημοσιογράφο/εργάτη τύπου στα «Χανιώτικα Νέα», για την φιλικότατη υποδοχή και τις άριστες προϋποθέσεις δραστηριοποίησης τις οποίες μου εξασφάλισαν στο εν λόγω μουσείο. Τον μηχανουργό κ. Μανόλη Μπενιουδάκη για την πρόθυμη συνάντηση και εποικοδομητική συζήτηση την οποία αναπτύξαμε σε θέματα σχετικά με την εμπειρία του ως κατασκευαστής του τυπογραφικού πιεστηρίου του «Μ.Τ. Χανίων». Τέλος, να ευχαρισήσω θερμά τον κ. Νικόλαο Παπαδάκη, Καθηγητή Εφαρμογών Τ.Ε.Ι. Κρήτης, για το ενδιαφέρον του και για την συστατική διαμεσολάβησή του, ώστε να καταστεί ευκόλως δυνατή η αποδοχή του αιτήματος της επίσκεψης στο εν λόγω μουσείο

5 Πρόλογος Η παρούσα συγγραφή και υπό τον τίτλο «Εμπειρική μελέτη και σχεδιασμός ενός τυπογραφικού πιεστηρίου του 15 ου αιώνα: Η τυπογραφική τεχνική του Γουτεμβέργιου», αποτελεί τη διπλωματική μου εργασία την οποία εκπόνησα στα πλαίσια της σπουδής μου στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών της Παιδαγωγικής Σχολής (Φλώρινα) του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και στην κατεύθυνση «Δημιουργική Γραφή» υπό την επίβλεψη του κ. Μίμη Σουλιώτη, Καθηγητή ΝΕΦ/ΠΤΝ του οικείου Πανεπιστημίου. Στον επίλογο της εργασίας και σε μία τελευταία αναστοχαστική ματιά, η οποία εστίασε κριτικά στην αρχική πεποίθηση υλοποίησης των στοχευόμενων στην εργασία, εξέτασα το ενδεχόμενο, ώστε, να έχω προσθέσει με έμφαση μία επιπλέον σύνοψη της ιστορίας της τυπογραφίας. Σκέφτηκα ότι, ενδεχομένως και να θεωρηθεί ως τυπική παράθεση δεδομένων, κατά τρόπον, ώστε η παρούσα εργασία να αστοχεί στον επαρκή προσδιορισμό και στην κριτική προσέγγιση των όσων σχετικών τα οποία θα θεωρούνταν εν δυνάμει τεκμήρια μίας ερευνητικής διαδικασίας προς διάκριση των βιβλιογραφικών αναφορών και των μαρτυριών εκείνων, οι οποίες αφενός μεν κινούνται μεταξύ εικασίας και πραγματικότητας, αφετέρου δε εκλαμβάνονται ή και θεωρούνται άλλοτε ως απόλυτα τεκμήρια και άλλοτε ως επιτηδείως αμφιλεγόμενα, ενώ αφορούν σημαντικά στην εργοβιογραφία του Ιωάννη Γουτεμβέργιου και στην πατρότητα της τυπογραφικής «τεχνικής» του. Βέβαια, ανεξάρτητα από το πόσο τεκμαίρεται κάτι από τα παραπάνω πραγματευόμενα, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον, θεωρώ επιμελώς λειτουργημένη και διαφερόντως περίσπουδη την προσπάθεια αυτής της οδοιπορίας προς συνάντηση του Γουτεμβέργιου, καθώς προκύπτει ως αποτέλεσμα μίας ευτυχούς συγκυρίας «προσώπων» και «γεγονότων» τα οποία μου επεφύλαξε η διετής σπουδή μου, ώστε να εμβαθύνω στην γενική ιστορία της τυπογραφίας και εν συνεχεία να εργαστώ στην μελέτη σχεδιασμού ενός καθόλα λειτουργικού πιεστηρίου, εγχείρημα το οποίο τίθεται ως βασικός στόχος στην παρούσα εργασία

6 Περίληψη Η παρούσα εργασία, στην ευρύτερη ενότητα «Θεωρητικό Μέρος» και υπό μορφή έρευνας επισκόπησης, παρουσιάζει αδρομερώς και κατά στάδια την ιστορία εξέλιξης της τυπογραφίας, από την πρώτη επιζωγραφική «εντύπωση» έως την μηχανική «εκτύπωση» του πρώτου βιβλίου. Και αυτό, με την θεώρηση ότι, η τυπογραφία εξελίχθηκε στην προσπάθεια του διαχρονικού ανθρώπου να εφευρίσκει μεθόδους και τεχνικές απεικόνισης νοημάτων, διεπόμενη αλληλεπιδραστικά στη γραμμική σχέση «λόγος-γραφή-τυπογραφία», με συνέπεια τις πρόδρομες τυπογραφικές τεχνικές επάνω στις οποίες βασίστηκε η τυπογραφική «τεχνική» του Ιωάννη Γουτεμβέργιου. Στο ίδιο ιστορικό πλαίσιο, παραθέτει πληροφορίες, οι οποίες αφορούν στις μεσαιωνικές τυπογραφικές τεχνικές με την χρήση ξύλινων κινητών τυπογραφικών στοιχείων, στην έλευση της τυπογραφίας με την «τεχνική» Γουτεμβέργιου, καθώς στην εξάπλωση και στην προσφορά της στον Κόσμο. Παρομοίως, συνοψίζει την ιστορία των τεχνοεπιστημών με τα εκάστοτε ανά εποχή επιτεύγματα του τεχνοεπιστημονικού πολιτισμού του ανθρώπου και με έμφαση στη μεταλλοτεχνία του μεσαίωνα, καθώς αυτή υπήρξε βασικό τεχνογνωσιακό προαπαιτούμενο στην «τεχνική» Γουτεμβέργιου. Εν συνεχεία πραγματεύεται την ιστορία της χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας με αναφορά στις βασικές εκτυπωτικές τεχνικές και στους αντιπροσωπευτικούς τύπους πιεστηρίων, οι οποίοι συνιστούν τεχνολογικές μεταλλαγές εξέλιξης, αρχής γενομένης από το θεωρούμενο ως «πρότυπο» μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο του Γουτεμβέργιου έως σήμερα και με ενδεικτικό παράδειγμα την τεχνολογία των πιεστηρίων της Heidelberger. Εξετάζει, τις προγενέστερες τεχνοεπιστημονικές εφαρμογές οι οποίες υιοθετούνται εφαρμοστικά στην «τεχνική» Γουτεμβέργιου, τη φύση και τη χημική συμπεριφορά των υλικών σωμάτων τα οποία χρησιμοποιεί, καθώς επίσης τους κανόνες οι οποίοι διέπουν τις σχέσεις λειτουργίας των εργαλειομηχανισμών της «τεχνικής», από την πλευρά των φυσικών επιστημών. Επίσης, παρουσιάζει δείγματα υφιστάμενων σωζόμενων ή υφιστάμενων αντίγραφων «ελαφρού» τύπου πιεστηρίων «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου», την εργοβιογραφία του Ιωάννη Γουτεμβέργιου και τα ειδικά συστατικά στοιχεία της τυπογραφικής του «τεχνικής». Στην δεύτερη ενότητα «Πρακτικό Μέρος», εστιάζει στην εμπειρική μελέτη, με περιγραφή της αντίστοιχης «εμπειροτεχνικής» μεθόδου η οποία εφαρμόστηκε στο σχεδιασμό ενός λειτουργικού τυπογραφικού πιεστηρίου, του οποίου τα αρχιτεκτονικά και μηχανικά χαρακτηριστικά ανάγονται σε εκείνα των τεσσάρων (4) υπό μελέτη ομοιότυπων «ελαφρού» τύπου πιεστηρίων «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου». Στο τέλος, διατυπώνει τα εξαχθέντα συμπεράσματα και τις προτάσεις, οι οποίες υλοποιούν το βασικό στόχο της μελέτης, ο οποίος αφορά στον σχεδιασμό και στην διαστασιοποίηση ενός πιεστηρίου, ως άρτιας πρότασης ανακατασκευής και λειτουργικής αξιοποίησης του χειροκίνητου τυπογραφικού πιεστηρίου, γεγονός το οποίο επιτυγχάνεται ικανοποιητικά στην παρούσα μελέτη

7 Summary The present study in the wider unit Theoretical Part and under the form of research presents coarsely and at stages the history of development of Typography from the first painting impression of caves to the mechanical printing of the first book. And this,with the consideration that the typography has been developed in the efforts of the diachronic man to invent methods and techniques of meaning depiction conditioned interactively in the linear relation Word-Graphic-Printing consistently precursors letterpress techniques relied on the technique of Johannes Gutenberg. At the same historical context, information is provided concerning the medieval printing techniques with the use of wooden movable typography typefaces, to the advent of the printing press in the printing Technical Gutenberg, and in the expansion and offer to the world.similarly, it summarizes the history of technoscience with the achievements of technical and scientific human culture with emphasis on medieval metalwork, as this was a key prerequisite to Technical Gutenberg. It then discusses the history of manual mechanical printing with reference to basic printing techniques and representative types of presses which represent technological change evolution, starting from the considered model of Gutenberg's printing press to date and with an indicative example of technology presses of Heidelberger. It examines the earliest technoscience applications which are adopted to Gutenberg s technique, the nature and chemical behavior of material bodies which he uses, as well as the rules, governing relations operation of gear mechanisms technique from the side of science. It also presents a sample of existing and surviving or existing copies light type presses or Common Types Gutenberg, the biographical of Johannes Gutenberg and the specific components of his technical printing. At the second section Practice the study focuses on the empirical study with a description of the corresponding empirical and technical method which was applied in the design of an operating printing press, whose architectural and mechanical characteristics are reduced to those of the four study facsimiles light type presses Common Types Gutenberg. In the end it puts forwards the conclusions reached and recommendations that implement the basic purpose of the study, which is related to the design and dimensioning of a press, a newly proposed reconstruction and functional recovery of the printing press, which is achieved satisfactorily in this study

8 Περιεχόμενα Συντομογραφίες 13 Γλωσσάριο. 14 Επεξήγηση όρων τίτλου εργασίας.16 Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Σκοπός της μελέτης Προβληματική στη μελέτη Μεθοδολογικά στοιχεία εργασίας Μέθοδος εμπειρικής μελέτης Βιβλιογραφική επισκόπηση..21 ΙΙ. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 1. Ορισμός της τυπογραφίας Ιστορικά στοιχεία για την τυπογραφία Από τη βραχογραφία στην τυπογραφία Η ιστορία εξέλιξης της τυπογραφίας έως τον 15 ο μ.χ. αιώνα Οι σφραγίδες της Ανατολίας Ιερογλυφικά συστήματα Αλφαβητικά συστήματα Ο Κώδικας «τετράς διά δύο» Το χειρόγραφο βιβλίο Πρώιμες μέθοδοι και τεχνικές εκτυπώσεων Στα πρόθυρα της μηχανικής τυπογραφίας Η έλευση της μηχανικής τυπογραφίας Η εξάπλωση και η προσφορά της τυπογραφίας Η ιστορία των τεχνοεπιστημών έως το 15 ο μ.χ. αιώνα Ανθρώπινη γνώση και τυπογραφία Οι Επιστήμες Προϊστορία και προκλασική αρχαιότητα Κλασική και ελληνιστική αρχαιότητα Ευρωπαϊκός Μεσαίωνας Η Τεχνολογίες Αρχέγονες τεχνολογικές γνώσεις Προϊστορία Αρχαιότητα

9 Ευρωπαϊκός Μεσαίωνας Η μεταλλοτεχνία στο Μεσαίωνα Η ιστορική προσέγγιση στη θεώρηση του «προτύπου» πιεστηρίου Αναπαραστάσεις της εκδοχής του «πρότυπου» πιεστήριου Η εκδοχή του «προτύπου» στις γκραβούρες του Albert Durer Το τέχνημα Jón Matthíasson ως πρόδρομη εκδοχή «προτύπου» Η προσομοίωση Άλαν Μάι ως εκδοχή του «προτύπου» Η θεώρηση περί «προτύπου» στην παρούσα εργασία Αξιοσημείωτα παραδείγματα μεταλλαγής «προτύπων» Ιστορία εξέλιξης των τυπογραφικών πιεστηρίων έως τον 21 ο αιώνα Βασικά χαρακτηριστικά εξέλιξης έναντι του «προτύπου» Τύποι τυπογραφικών πιεστηρίων και στοιχειοθετικών τεχνικών Τύποι τυπογραφικών πιεστηρίων α. Όρθιο τυπογραφικό πιεστήριο...62 β. Επίπεδο τυπογραφικό πιεστήριο γ. Περιστροφικό τυπογραφικό πιεστήριο κυλίνδρων Κλασικές εκτυπωτικές τεχνικές. 62 α. Υψιτυπία...62 β. Ξυλογραφία...62 γ. Επιπεδοτυπία...62 δ. Βαθυτυπία..63 ε. Μεταξοτυπία Κλασικές στοιχειοθετικές τεχνικές...63 στ. Στερεοτυπία...63 ζ. Μονοτυπία. 63 η. Λινοτυπία Σταθμοί εξέλιξης τυπογραφικών πιεστηρίων και στοιχειοθετικών τεχνικών Βασικές δομολειτουργικές έννοιες των τύπων πιεστηρίων Βελτιωτικές τροποποιήσεις στο «πρότυπο» Γουτεμβέργιου Τα πρώτα ολομεταλλικά πιεστήρια Το κυλινδρικό πιεστήριο του Friedrich Koenig Το ατμοκίνητο πιεστήριο του F. Koenig and A.Bauer Πιεστήριο περιστροφικό αυτοτροφοδοτούμενου χάρτου W. Bullock Εκμηχάνιση της στοιχειοθετικής διαδικασίας και τεχνικές εκτύπωσης Η ενσωμάτωση στοιχειοθετικών μηχανών στα πιεστήρια Η Στερεοτυπική και στερεογραφική τεχνική στοιχειοθεσίας Η «Λινοτυπική ή Τυποχυτική» στοιχειοθετική μηχανή

10 Η «μονοτυπία ή μονοτυπική» στοιχειοθετική μηχανή Η τεχνική της Ξυλογραφίας Η τεχνική της Φωτοευαισθησίας Η τεχνική της Λιθογραφίας Η τεχνική της Φωτοχαρακτικής και της Βαθυτυπίας Η τεχνική της Μεταξοτυπίας Η τεχνική της Κολλοτυπίας Η τεχνική της Φλεξογραφίας Αντιπροσωπευτικά πιεστήρια και εκτυπωτικές τεχνικές του 20ου αιώνα Σύγχρονες εκτυπωτικές τεχνικές 20ου αιώνα Η τεχνική της Υγρής και της Ξηράς Όφσετ ( Offset ) Η τεχνική εφαρμογή της Αυτοματοποιημένης στοιχειοθεσίας Η τεχνική εφαρμογή της Προγραμματιζόμενης στοιχειοθεσίας Η τεχνική της Τρισδιάστατης εκτύπωσης Η τεχνική της Φωτοστοιχειοθεσίας Η τεχνική Όφσετ ( Offset ) στην πρώτη δεκαετία 21ου του αιώνα Η αναλογική εκτύπωση γραφείου «γραφομηχανής» Η Ψηφιακή εκτύπωση γραφείου «H/Y» ( P.C. ) Heidelberger αντιπροσωπευτικό παράδειγμα πιεστηρίων του 20 ου αιώνα Η παλαιά τεχνολογία της Heidelberger Η νέα τεχνολογία της Heidelberger Ξύλινα χειροκίνητα μηχανικά πιεστήρια «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου» Ειδοποιά στοιχεία ξύλινων χειροκίνητων μηχανικών πιεστήριων «Κ.Τ. Γ.» Πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» 15ου 19ου αιώνα Πιεστήρια «βαρέως» τύπου «Κ.Τ.Γ.» 15ου 19ου αιώνα Υφιστάμενα πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» 16ου 19ου αιώνα Πιεστήρια σωζόμενα «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» Το Fawkner Press Το Isaiah Thomas Το Stephen's Day To Pananas Press To John Christian Blum Press To Franklin Press Το Robert Luist Fowle Πιεστήρια αντίγραφα σύγχρονων ανακατασκευών «Κ.Τ.Γ.» Το Tom Paine Printing Press To Newseum Press

11 Το Richard Jermyn's Common Press Το William Parks Common Press To πιεστήριο «Τυπογραφικού Μουσείου Χανίων» Επιστήμη και Τεχνολογία στην τυπογραφική «τεχνική» του Γουτεμβέργιου Αρχέγονα εργαλεία και μηχανές Τροχός Τροχαλία Μοχλός Ατέρμονας Η Σφήνα Η Φυσική και η Χημεία της «τεχνικής» του Γουτεμβέργιου Εργαλεία και μηχανές Ο τροχαλιοφόρος άξονας Ο ιμάντας ολίσθησης Ο μοχλός στρέψης Η ανατομία του κοχλία Ο Kοχλίας στο «ελαφρού» τύπου πιεστηρίου «Κ.Τ. Γ.».105 α) Κοχλίας τριών ελικώσεων (αρχών).105 β) Εμβολοφόρος Κεφαλή..106 γ) Ποτήρι Πιεστικής Βελόνης Η δυναμική του κοχλία στο πιεστικό σύστημα («πρέσα») Η φύση των υλικών της «τεχνικής» Γουτεμβέργιου Τα υλικά σώματα ως χημικά στοιχεία.111 α) Σίδηρος β) Χαλκός..111 γ) Αντιμόνιο..111 δ) Μόλυβδος. 112 ε) Κασσίτερος στ) Ορείχαλκος ζ) Μάρμαρο η) Δρυς Η σύσταση του μελανιού Η δομή του χαρτιού Η σχέση «μελάνι και χαρτί» Τεχνικές σύνδεσης ξύλινων μερών Ιωάννης Γουτεμβέργιος ο «πατέρας» της μηχανικής τυπογραφίας Βιογραφικά στοιχεία

12 Η καταγωγή του Γουτεμβέργιου Ο τόπος γέννησης του Γουτεμβέργιου Η εκπαίδευση και η παιδεία του Γουτεμβέργιου Οι πρώτες επαγγελματικές ενασχολήσεις και εμπειρίες Οι επιχειρηματικές συνεργασίες στο Στρασβούργο Οι «τυπογραφικές» συνεργασίες στο Μάιντς Το ταξίδι του στην αιωνιότητα Αμφιλεγόμενα στην «εφεύρεση» του Γουτεμβέργιου Σύνοψη εργοβιογραφίας προσώπων σχετικών με το Γουτεμβέργιο Laurens Jansz Coster ο έτερος εφευρέτης της τυπογραφίας Johann Fust, ο χρηματοδότης του Γουτεμβέργιου Peter Schöffer ο μαθητής του Γιόχαν Φουστ Albert Durer και Anton Koberger Nicolas Jenson Η Τυπογραφική «τεχνική» του Γουτεμβέργιου Τεχνογνωσιακές αναφορές Το χειροκίνητο μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο Τα μεταλλικά κινητά τυπογραφικά στοιχεία Τα μελάνια Το χαρτί Διαδικασία και πράξη στην «τεχνική» Γουτεμβέργιου Προϋποθέσεις εκτύπωσης Η διαδικασία στοιχειοθεσίας Η τυπογραφική πράξη Αντιπροσωπευτικές εκτυπώσεις «τεχνικής» Γουτεμβέργιου ΙΙ. ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 1. Μελέτη Σχεδιασμού Μέθοδος της μελέτης Περιγραφή της μεθόδου Η διαδικασία μελέτης Εμπειρικές μονάδες μέτρησης 159 α) Το ανάστημα του μελετητή ως προς το ανάπτυγμα του πιεστηρίου..159 β) Το εικονιζόμενο δάκτυλο ως εμπειρική μονάδα αναγωγής Δεδομένα διαστασιοποίησης Μοντέλα προσομοίωσης Πιεστικού Συστήματος Η σκοπιμότητα των μοντέλων

13 Η προσομοίωση της κατακόρυφης κίνησης Η προσομοίωση της οριζόντιας κίνησης Συμπεράσματα στις προσομοιώσεις Περιγραφή «ελαφρού» τύπου πιεστήριου Κ.Τ.Γ Μορφολογικά στοιχεία στα υπό μελέτη πιεστηρίων Κριτήρια επιλογής των τεσσάρων (4) υπό μελέτη πιεστηρίων Γενική προσέγγιση στο αντιπροσωπευτικό πιεστήριο Χανίων «Χ.Ν.» Ειδική περιγραφή αντιπροσωπευτικού πιεστηρίου Χανίων «Χ.Ν.» Ξύλινα μέρη Μεταλλικά μέρη Εργαλεία Η επίσκεψη στα Χανιά Στο Μουσείο Τυπογραφίας Η επιλογή του Μουσείου Ημέρα πρώτη Ημέρα δεύτερη Ημέρα τρίτη Ημέρα τέταρτη Αποσπάσματα Ημερολογίου Άφιξη στο Μουσείο Τυπογραφίας Η συνάντηση με τον διευθυντή της εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα» Η συνάντηση με τον μηχανοτεχνουργό Μανόλη Μπενιουδάκη..189 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ Συμπεράσματα στο «Θεωρητικό Μέρος» Συμπεράσματα στο «Πρακτικό Μέρος». 193 Αξιοποίηση..194 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 196 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Παράρτημα Ι: «Θεωρητικό Μέρος»: Εικόνες Σχέδια Παράρτημα ΙΙ-1: «Πρακτικό Μέρος»: Ανάγνωσης /κατανόησης πιεστηρίου 241 Παράρτημα ΙΙ-2: Εικόνες Σχέδια και μοντέλα μεθόδου Παράρτημα ΙΙ-3: Η Heidelberger ως παράδειγμα πιεστηρίων του 20 ου αιώνα 257 Παράρτημα ΙΙΙ: Επιστολές - Συνεντεύξεις

14 Συντομογραφίες Ι.Γ. Ιωάννης Γουτεμβέργιος Ε.Κ. Εμβολοφόρος Κεφαλή Κ. Κοχλίας Π.Β., Πιεστική Βελόνη Τ.Π. Τυπογραφική Πλάκα Τ.Τ. Τυπογραφική Τράπεζα Π.Σ. Πιεστικό Σύστημα (Πρέσα: Κοχλίας/Περικόχλιο - Ποτήρι /Πιεστική Βελόνη) «Κ.Τ.Γ.» «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου» (χειροκίνητο μηχανικό πιεστήριο) (βλ.σ.0/φ.0) (βλέπε σελίδα 0/Φωτο 0) παραπομπή στα «Παραρτήματα» εικόνων-σχεδίων

15 Γλωσσάριο Οι παρακάτω λέξεις - φράσεις της αγγλικής και όπως μεταφράζονται στην ελληνική, αφορούν σε ενδεικτικούς τυπογραφικούς όρους και λέξεις κλειδιά αναζήτησης σχετικά με τα βασικά μέρη ενός χειροκίνητου μηχανικού τυπογραφικού πιεστηρίου της «τεχνικής» Γουτεμβέργιου, ενώ παράλληλα οι ίδιοι αποδίδονται σύμφωνα με την μελετητική προσέγγιση της παρούσα εργασίας. axis rounce bar (μπάρα) beams store box spanner cap (καπέλο) carriage (στρόφαλος) coffin/stone (φέρετρο/πέτρα) coffin plank common press counter thread (βίδα) crosspiece- till cylinder rounce double thread dovetail connection (head) foot assembly forestay (εμπρόσθιο στήριγμα) frame rails framework - set type hammer hand press hand printing machine head (κεφάλι) hind rail assembly hinges frisket hose assembly Inker Inking jaws rails joint presses marchpié metal box movable type «τροχαλιοφόρος άξονας» «μοχλός βραχίονας στρέψης» «δοκοί οδήγησης» πλαισίου πλατφόρμς Τ.Τ, «ποτήρι» σύσφιξη κλείδας «επιστέγασμα» (αέτιο γείσο) «χειριστήριο τροχαλιοφόρου άξονα» «τελάρο» τυπογραφικής τράπεζας και «μάρμαρο» «σανίδα/βάση» έδρα εφαρμογής πλαισίου Τ.Τ., «κοινή πρέσα/πιεστήριο» - «Κ.Τ.Γ.» «κοχλίας μίας ελίκωσης» (μονό σπείρωμα) «μέσο διαιρούμενο ζευκτό» διέλευσης ποτηριού «κυλινδρικός μελανωτής» «κοχλίας διπλής ελίκωσης» (διπλό σπείρωμα) «χελιδονωτή σύνδεση» άνω ζευκτού «πέλμα» στήριξης - σύνδεσης ορθοστατών «ποδιά» στήριξης εμπρόσθιου μέρους «πλαίσιο δρομέων» πλατφόρμας φορέας Τ.Τ. «πλαίσιο» στοιχειοθεσίας - φορμών «σφυρί» στοιχειοθεσίας «χειροκίνητο μηχανικό πιεστήριο» («πρότυπο») «χειροκίνητη τυπογραφική μηχανή» «άνω κινητό ζευκτό» «δρομείς παλινδρόμησης κοίτης» (ράγες) «μεντεσέδες» πλαισίου σελιδοθέτησης «σφιγκτήρας ποτηριού» πιεστικού συστήματος «εργάτης μελανωτής και χαρτοθέτης» «μελάνωση» διαδικασία μελάνωσης «σιαγόνες» ολίσθησης (επί σιδηροτροχιών) «κοινές πρέσες» (το πλείστον μεταλλικές) «υποπόδιο» ξύλινο έπιπλο στήριξης ποδιού «συλλέκτης λιπαντικού» σημείο πίεσης «κινητό τυπογραφικό στοιχείο»

16 Type-mold complete typesetters box near cheek (μάγουλο) nut nut bolts off cheek (μάγουλο) plate hooks platen (πλάκα) press pressman printer printing bed (φέρετρο) punch Types ribbed iron frame rails rounce straps round -handle bar press round-headed screws rubrics shoe stud spanner three threads thumbwheel till (έως) tympan and frisket (τύμπανο) wooden pegs «μήτρα» καλούπι χύτευσης στοιχείων «στοιχειοστήλη» τυπογραφικού χαρακτήρα «ορθοστάτης» (εγγύς πρόσθιο) «περικόχλιο» θηλυκό ανάτυπο κοχλία «παξιμάδι (πεταλούδα) βίδας (ατέρμονα» «ορθοστάτης» χαμηλά πλαϊνά πρόσθετα «άγκιστρα» εξάρτησης τυπογραφικής πλάκας «τυπογραφική πλάκα» (πιεστική πλάκα) «χειριστής μοχλού πίεσης» εργάτης πιεστηρίου «τυπογράφος/χειριστής τυπογραφικής πρέσας» «κοίτη» τυπογραφική (τυπογραφική τράπεζα) «στιγέας» κατασκευής μητρότυπου «δοκίκες πλαισίου δρομέων» πλατφόρμας Τ.Τ. «ιμάντες ολίσθησης» πλατφόρμας Τ.Τ. «ατέρμονες συγκράτησης πρέσας-κοχλία» «ατέρμονες ρύθμισης άνω ζευκτού» «ρουμπρίκες» μαξιλάρια μελανώματος «πέλμα - ορθοστάτης» «δικλείδα» πιεστικής βελόνης (σύμπλεξης) «τριπλής ελίκωσης» (τριπλό σπείρωμα) «ροδέλα περιστροφής» κλείδας βελόνης «οδηγός μέσου ζευκτού» διέλευσης ποτηριού «καλύπτρα» (πλαίσιο σελιδοθέτησης) «καβίλιες» σύνδεσης ξύλων

17 Επεξήγηση όρων τίτλου εργασίας Τίτλος διπλωματικής εργασίας: "Εμπειρική μελέτη και σχεδιασμός ενός τυπογραφικού πιεστηρίου του 15ου αι: Η τυπογραφική τεχνική του Γουτεμβέργιου". Ως «εμπειρική μελέτη και σχεδιασμός», νοείται αφενός η τυπική περιγραφή του ενδεχομένως «πρότυπου» πιεστηρίου του Ιωάννη Γουτεμβέργιου και θεωρούμενου ως «πρότυπου» στην παρούσα εργασία, αφετέρου ο ανασχεδιασμός και η διαστασιοδότηση ενός «ελαφρού» τύπου πιεστήριου «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου» του 16 ου - 19 ου αιώνα, με πρότυπο μία ομάδα τεσσάρων (4) ομοιότυπων πιεστηρίων της ίδιας χωροχρονικής περιόδου στην οποία και έχει αναφορά η ταυτότητά τους. Ως τυπογραφική «τεχνική» του Ιωάννη Γουτεμβέργιου, νοείται το σύνολο των τυπογραφικών τεχνικών, των μεθόδων και των διαδικασιών με τις οποίες ο Γουτεμβέργιος θεωρείται στον δυτικό Κόσμο και όχι μόνον, ως ο δημιουργός της χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας. Η τυπογραφική «τεχνική» του Γουτεμβέργιου αφορά σε δύο βασικά συστατικά μέρη: στο χειροκίνητο μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο και στα κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία. Ειδικότερα, η σχέση αυτή των δυο συστατικών μερών της τυπογραφικής «τεχνικής» του, «πιεστήριο στοιχεία», αφορά σε μία επαναστατική εργαλειομηχανική εφαρμογή και στοιχειοθετική τεχνική, των οποίων η λειτουργική τελειότητα επιβεβαιώθηκε από το εκτυπωτικό της αποτέλεσμα, την «Βίβλο»

18 Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Σκοπός της μελέτης Στην παρούσα εργασία και μη εξαιρουμένης της κατά στάδια αδρομερούς παράθεσης των σχετικών με την τυπογραφία ιστορικών στοιχείων τα οποία και αποτελούν το βασικό της θεωρητικό υπόβαθρο, κατεξοχήν στόχο αποτελεί αφενός, η μέσα από μία εκτεταμένη πρωτογενή έρευνα τυπολογική προσέγγιση και περιγραφή ενός τεχνήματος του 15 ου αιώνα με την περεταίρω ανάδειξη των βασικών στοιχείων του τα οποία χαρακτηρίζουν την τυπογραφική «τεχνική» του Ιωάννη Γουτεμβέργιου (τούδε Ι.Γ.), αφετέρου και ειδικότερα αποσκοπεί στην εκπόνηση μίας μελέτης σχεδιασμού η οποία επιλέγει ως αντικείμενά της τέσσερα (4) ομοιότυπα υφιστάμενα (σωζόμενα ή αντίγραφα) «ελαφρού» τύπου πιεστήρια «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου» τα οποία έχουν όμοια αρχιτεκτονικά και μηχανικά χαρακτηριστικά, προκειμένου αυτή η μελέτη να αποτελέσει άρτια πρόταση ανακατασκευής ενός λειτουργικού πιεστηρίου με ανάλογο εκτυπωτικό αποτέλεσμα. Ο τρόπος διάρθρωσης και τα αντιστοιχούντα κειμενικά περιεχόμενα του «Θεωρητικού Μέρους» της εργασίας, συνιστούν το πλείστον μία τυπική παράθεση πληροφοριών, οι οποίες ως προϊόντα μελέτης αναδιατυπώνονται εξ επιλογής σε μικτή γλώσσα με τον προσωπικό λόγο του συγγραφέα και με γενική αναφορά στις αντίστοιχες πηγές, ως υποσημειωμένες. Συνεπώς, η σκοπιμότητα της εργασίας δεν αφορά στην κριτική ανάλυση των όποιων πληροφοριών ή ευρημάτων της βιβλιογραφίας, καθώς επικεντρώνει ειδικά στο «Πρακτικό Μέρος» της και το οποίο αφορά στην μελέτη σχεδιασμού του πιεστηρίου. Για τον λόγο αυτόν και για την ευχερέστερη κατανόηση των περιεχόμενων πληροφοριών του «Θεωρικού Μέρους», παρατίθεται πλούσιο φωτογραφικό υλικό, όπως αντίστοιχα στο «Πρακτικό Μέρος» και για το οποίο παρατίθενται ενδεικτικά παραδείγματα της χρησιμοποιούμενης μεθόδου, με σκίτσα και μοντέλα, για την λειτουργικότερη κατανόηση των μελετητικών διαδικασιών της. 2. Προβληματική στη μελέτη Η βασική προβληματική στην παρούσα εργασία - με την έννοια ερευνητικού ερωτήματος - είναι η αποτύπωση και η διαστασιοποίηση ενός πιεστηρίου του οποίου, τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά και μηχανικά στοιχεία του θα ανάγονται κατ αναλογίαν και λειτουργικό μέτρο σε εκείνα των τεσσάρων (4) υπό μελέτη πιεστηρίων. Το βασικό ερώτημα το οποίο τίθεται, αφορά σε αυτό καθαυτό το γεγονός του εγχειρήματος, δηλαδή, στο κατά πόσον θα είναι κατορθωτό να αποτυπωθεί ένα πιεστήριο αυτού του τύπου, χωρίς την ύπαρξη κανενός απολύτως γεωμετρικού ή υπολογιστικού δεδομένου, δηλαδή, μη γνωρίζοντας και έχοντας τίποτε σχετικό γύρω από τις πραγματικές διαστάσεις των υπό μελέτη πιεστηρίων. Το εγχείρημα αποτύπωσης και διαστασιοποίησης του πιεστηρίου, ως μίας οιονεί πρότασης η

19 οποία στοχεύει στην ανακατασκευή του, αποτελεί και το βασικό πρόβλημα στην παρούσα εμπειρική («εμπειροτεχνική») μελέτη για τον λόγο ότι δεν υπάρχουν και δεν εξασφαλίζονται εκείνα τα βιβλιογραφικά δεδομένα, τα οποία θα παρείχαν αν όχι τις ακριβείς, τουλάχιστον τις περίπου και επί σχεδίων πληροφορίες, σχετικά με τις διαστάσεις του σώματος του πιεστηρίου και οι οποίες θα υποστήριζαν την περιγραφή και τον ανασχεδιασμό του. Συνεπώς, και προκειμένου η επιχειρούμενη μελέτη να υπερβεί την διαδικασία μίας περίπου σκαριφηματικής απεικόνισης ή ενός τυπικού αρχιτεκτονικού σχεδιασμού υπό τύπο μίας απλής οπτικής περιγραφής χωρίς υπολογιστικά κατασκευαστικά δεδομένα, επινοεί μεθόδους και χρησιμοποιεί εμπειροτεχνικές πρακτικές εκτίμησης των μεγεθών στα υπό μελέτη πιεστήρια, ώστε να καταφέρει να καταλήξει σε εκείνα τα υπολογιστικά αριθμητικά δεδομένα τα οποία θα όριζαν κατά προσέγγιση τις πραγματικές διαστάσεις ενός επί σχεδίου και εν συνεχεία επί ενός ρεαλιστικού και λειτουργικού σώματος τυπογραφικού πιεστηρίου. 3. Μεθοδολογικά στοιχεία Η παρούσα διπλωματική εργασία, επιχειρεί αρχικά μία επισκόπηση στην ιστορίας της τυπογραφίας από την ιστορική στιγμή κατά την οποία εμφανίζονται τα πρώτα ίχνη ως «σημεία τύπου» στη Γη και τα οποία εκ των υστέρων ερμηνεύονται ως οι αναγκαίες πρωταρχικές μορφές έκφρασης, απεικονιστικής ιστόρησης γεγονότων και επικοινωνίας του πρωτόγονου ανθρώπου, γεγονός το οποίο συνιστά απαρχή στην πολιτιστική δραστηριότητα και στην τεχνηματική δημιουργία του ανθρώπου. Εν συνεχεία εστιάζει στην εποχή και στον ιδιαίτερο χωρόχρονο μέσα στον οποίο ο Ι.Γ., ( J. G., ) πειραματίζεται και καταφέρνει την ιστορική τεχνολογική καινοτομία του, η οποία θεωρείται απαρχή στην μηχανική τυπογραφία και με επακόλουθη την ραγδαία ανάπτυξή της και όπως αυτή σημειώθηκε εξελικτικά από τον 15 ο έως τον 21 ο αιώνα. Συνεπώς, η περιεχόμενη διάρθρωση της εργασίας διακρίνεται σε δύο βασικά μέρη με τις επιμέρους και εκατέρωθεν διακριτές ενότητες, καθώς και τις απαραίτητες υποενότητες αντίστιχα. Ήτοι, στο «Θεωρητικό Μέρος», το οποίο συνιστά μία τυπική περίπτωση επισκόπησης της υπάρχουσας και σχετικής με την τυπογραφία βιβλιογραφίας και στο «Πρακτικό Μέρος», το οποίο αφορά στην εμπειρική μέθοδο μελέτης περιγραφής- σχεδιασμού, η οποία εφαρμόστηκε στην ομάδα των επιλεγμένων πιεστηρίων, ως αμέσως απότοκα της τυπογραφικής «τεχνικής» του Γουτεμβέργιου. Στο «Θεωρητικό Μέρος», περιγράφει κατά στάδια την ιστορία της τυπογραφίας από εμφάνισης των πρώτων ενδείξεων «εντύπωσης» των ιδεών και του λόγου του ανθρώπου, την ιστορία των τεχνοεπιστημών έως τον 15 ο αιώνα ως το βασικό τεχνοεπιστημονικό και γνωσιακό περιβάλλον μέσα από το οποίο ο Ι.Γ., άντλησε ιδέες για την δημιουργία της τυπογραφικής «τεχνικής» του. Παράλληλα, επιχειρείται η περιγραφική παρουσίαση των βασικών μερών του σώματος ενός ενδεχομένως «προτύπου» πιεστηρίου του Ι.Γ., και με

20 βάση την περί «προτύπου» θεώρηση της παρούσας εργασίας, η οποία διαμορφώνεται από μία δειγματική μελέτη σε υφιστάμενα «παραδείγματα» απεικονιστικών και ρεαλιστικών αναπαραστάσεων της εκδοχής του «προτύπου» πιεστηρίου της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Συγχρόνως, επιχειρείται μία εκλαϊκευμένη απόδοση των απλών όρων και των εννοιών της «φυσικής και της χημείας» από τις οποίες διέπεται η τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., και αυτά σε ό,τι αφορά τους εργαλειομηχανισμούς και την φύση των υλικών σωμάτων τα οποία την συνθέτουν. Βασικά, ενδιαφέρει η παρουσίαση των «ελαφρού» και «βαρέως» τύπου μεταγενέστερων ξύλινων χειροκίνητων μηχανικών τυπογραφικών πιεστηρίων («Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου») τα οποία εμφανώς συνιστούν ένα πρώτο τεκμήριο της εργαλειομηχανικής των ξύλινων πιεστηρίων και ένα πρώτο στάδιο εξέλιξης του θεωρούμενου «προτύπου», ενώ ακολουθεί μία ιδιαίτερη παρουσίαση των ανά τον Κόσμο σωζόμενων υφιστάμενων «ελαφρού» τύπου πιεστηρίων «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου». Εν συνεχεία, παρουσιάζει αντιπροσωπευτικούς τύπους πιεστηρίων με τις αντίστοιχες στοιχειοθετικές και εκτυπωτικές τεχνικές, τύπων δηλαδή οι οποίοι αποτελούν και συνιστούν βασικά «Παραδείγματα» επαναστατικών αλλαγών στην εξέλιξη της μηχανικής τυπογραφίας έως σήμερα. Στο τέλος, περιγράφεται ενδεικτικά ο χωρόχρονος εξάπλωσης της χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας στον υπόλοιπο Κόσμο και οι επιδράσεις των προϊόντων της τυπογραφίας στην πνευματική αναγέννηση της ανθρωπότητας. Στο «Πρακτικό Μέρος» περιγράφει αρχικά τον βιβλιογραφικά μαρτυρούμενο οικογενειακό και «τυπογραφικό βίο» του Ι.Γ., και με μία σύντομη αναφορά στον βίο των στενών συνεργατών του, ενώ ακολουθεί ειδική περιγραφή της τυπογραφικής του «τεχνικής». Εν συνέχεια και στο μεγαλύτερο μέρος του εν λόγω κεφαλαίου, περιγράφει αυτό καθαυτό το εγχείρημα της παρούσας εργασίας, δηλαδή, την μελέτη σχεδιασμού και η οποία ενδιαφέρει, αφενός μεν στην τυπική περιγραφή των τεσσάρων (4) «ελαφρού» τύπου επιλεγμένων ομοιότυπων χειροκίνητων πιεστηρίων «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου» (τούδε «Κ.Τ.Γ»), αφετέρου δε στον σχεδιασμό ενός λειτουργικού πιεστηρίου «αντίγραφου» αυτών. Σχετικά με την περιγραφή των «ελαφρού» τύπου πιεστηρίων «Κ.Τ.Γ.» και με τυπικό παράδειγμα το πιεστήριο των «Χανίων- Χ.Ν.», πρόκειται για ειδική περιγραφή η οποία αφορά στα αρχιτεκτονικά και δομικά χαρακτηριστικά, όπως και στα εργαλειοχηχανικά στοιχεία τα οποία συνθέτουν το σώμα τους και συντελούν στις συγχρονισμένες μηχανικές λειτουργίες τους. Σχετικά με τον σχεδιασμό του πιεστηρίου, αυτός επιχειρείται με την χρήση εμπειρικών τεχνικών και μεθόδων («εμπειροτεχνικών»), οι οποίες εξηγούνται και ως μελετητικά εργαλεία, αλλά και ως διαδικασίες εφαρμογής προκειμένου να επιτευχθεί η προσέγγισή τους, η μελέτη και ο σχεδιασμός μίας συνθετικής εκδοχής των υπό μελέτη πιεστήριων, παρά το ομοιότυπο της φυσιογνωμίας τους. Βασική επιδίωξη της μεθόδου αποτελεί ο σχεδιασμός και η διαστασιοποίηση των υπό μελέτη πιεστηρίων, σε μία διαδικασία η οποία ως αρχική υπόθεση εργασίας (τύπου ερευνητικού ερωτήματος) συνιστά εντέλει και μία εν δυνάμει

21 πρόταση ανακατασκευής ενός όμοιου πιεστηρίου και αυτό σύμφωνα με τα δεδομένα τα οποία περισυνάγει και προσκομίζει συμπερασματικά η παρούσα μελέτη. 4. Η Μέθοδος της μελέτης Η μέθοδος, ως εργαλειακή διαδικασία, η οποία και θα περιγραφεί στο «Πρακτικό Μέρος», αφορά σε μία εμπειροτεχνική μέθοδο η οποία σε πρώτο στάδιο επιχειρεί να μελετήσει, να κατανοήσει και να περιγράψει τυπικά τα προφανή δομικά/αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά και λειτουργικά/μηχανικά στοιχεία των τεσσάρων (4) υπό μελέτη «ελαφρού» τύπου πιεστηρίων «Κ.Τ.Γ». Αρχικά η μέθοδος εκλαμβάνει τα πιεστήρια ως κοινές ξυλότυπες κατασκευές και εν συνεχεία προχωρεί σε έναν πρώτο σχεδιασμό βασιζόμενη στην πολλαπλή αναγωγική σύγκριση επιλεγμένων «σημείων» (μεγεθών) επί των τεχνημάτων, τα οποία σημεία αφορούν στα κοινά δομικά στοιχεία και στις εκτιμώμενες αναλογίες των κοινών χαρακτηριστικών των υπό μελέτη πιεστηρίων. Αυτό επιτυγχάνεται με πολλαπλές αναλογικές μετρήσεις και υπολογιστικές αναγωγές στα επιπλέον και διαφορετικά σημεία της επιλογής της, τα οποία ως μεγέθη συγκλίνουν προσεγγιστικά σε επιθυμητές τιμές των ήδη αισθητοποιημένων μεγεθών και των κατά υπολογιστική πρόοδο θεωρούμενων εν δυνάμει πραγματικών διαστάσεων, σε σχέση με την γεωμετρική αισθητική την οποία εμφανίζει η πρώτη εκδοχή της αποτύπωσης. Η υπολογιστική διαδικασία γίνεται με αναγωγική αναφορά από το γενικό στο ειδικό, από την κατ αίσθηση θεώρηση των αναλογιών των πιεστηρίων μέσα στο χώρο έως στα γνωστά φυσικά μεγέθη του περιβάλλοντος χώρου (παραπλεύρως συνιστάμενα και συγκρινόμενα πρόσωπα ή αντικείμενα), δηλαδή, σε εκτιμήσεις οι οποίες τείνουν μεθοδικά σε μετρήσεις από το εικονικό προς το ρεαλιστικό. Συνεπώς, οι αλλεπάλληλες και κατά προσέγγιση προκύπτουσες μετρήσεις, αντιστοιχούν σε μέτρα (m) όταν πρόκειται για το συνολικό ύψος ή το φάρδος των τεχνημάτων και σε εκατοστά ή χιλιοστά (cm-mm) όταν πρόκειται για τις μικρότερες διαστάσεις των ιδιαίτερων δομικών στοιχείων και λεπτομερών εξαρτημάτων τους, και λαμβανομένων βάσιμα υπόψη των προφανών μεγεθών στην κατ αναλογία σχέση τους με πρώτο εμπειρικό μέτρο το ανάστημα του μέσου ανθρώπου (στην περίπτωση αυτό του ερευνητή) ο οποίος θα χειρίζονταν με λειτουργική ευχέρεια τον συγκεκριμένο τύπο πιεστηρίου. Πιο συγκεκριμένα, επιχειρείται μεθοδική ανάγνωση της κατασκευής ως προς την κατανόηση των απλών τεχνοδομικών («μαραγκικών») χαρακτηριστικών τα οποία αφορούν στην σύνθεση (αρμολόγηση) των βασικών μερών τους, των εξαρτημάτων και εγραλειομηχανικών λειτουργιών τους, ως μία πρώτη απάντηση της υπό τύπου ερωτήματος αρχικής άποψης η οποία θεωρεί και προτάσσει ότι, είναι απολύτως εφικτό να κατασκευαστεί ένα ανάλογο (όμοιο) πιεστήριο και με τα ίδια κατ αναλογία τεχνικά χαρακτηριστικά, και ανεξαρτήτως των πραγματικών διαστάσεων των υπό μελέτη πιεστηρίων. Έτσι ώστε, με βάση τα υπολογιστικά προϊόντα της μεθόδου, το εν λόγω εγχείρημα της ανακατασκευής να

22 εξασφαλίζει και ένα ομοίως ανάλογο εκτυπωτικό αποτέλεσμα από μία λειτουργική εργαλειομηχανική προσομοίωση, ως συνθετική απόδοση του τύπου των τεσσάρων (4) υπό μελέτη ομοιότυπων πιεστηρίων. 5. Βιβλιογραφική επισκόπηση Προκειμένου να υποστηριχτεί βιβλιογραφικά το θέμα και με βάση τον προκαθορισμένο γνωσιακό ορίζοντα πραγμάτευσής του, τόσο σε επίπεδο μελέτης - περιγραφής όσο και σε επίπεδο αποτύπωσης - διασταδιοδότησης, ο μελετητής προσανατολίστηκε αρχικά στην αναζήτηση βιβλιογραφικών πηγών στο περιβάλλον μίας κλασικής βιβλιοθήκης και σε πλήθος ηλεκτρονικών πηγών και οι οποίες εντέλει θεωρούνται πρωτεύουσες πηγές. Οι περισσότερες των πηγών, οι οποίες και αξιοποιήθηκαν αναλόγως, παραπέμπουν σε ιστοσελίδες ξενόγλωσσου περιεχομένου, με κειμενικά χαρακτηριστικά τα οποία αφορούν σε έναν τυπικό τίτλο του θέματος και στις περισσότερες των περιπτώσεων χωρίς τα στοιχεία του συγγραφέα. Σε ό,τι αφορά στην συγγραφή και στις όποιες παρατηρούμενες επαναλήψεις ή επικαλύψεις οι οποίες παρατηρούνται στο κειμενικό σώμα της παρούσας εργασίας, αυτές, θεωρήθηκαν απαραίτητες προκειμένου να εξασφαλίσουν λειτουργικό συνειρμισμό στον αναγνώστη, ώστε, να μην ανατρέχει ή να παραπέμπεται διαρκώς για ειδικές και συναφείς πληροφορίες οι οποίες αφορούν στην περιγραφή τινών αντικειμένων, τα οποία προφανώς εμπίπτουν και σε άλλες ενότητες ή υποενότητες, αλλά με διαφορετική την ειδολογική τους προσέγγιση ή πραγμάτευση κατά περίπτωση. Ολοκληρώνοντας τη διερεύνηση της βιβλιογραφίας και προϊδεασμένοι επαρκώς για το θέμα, επισκεφτήκαμε μία σειρά εικονικά και πραγματικά περιβάλλοντα (μουσεία και συλλογές) στα οποία εκτίθενται διάφοροι τύποι πιεστήριων, είτε πρόκειται για κατ εξοχήν τεχνοεπιστημονικά μουσεία με ειδική θεματική στην τυπογραφία και με υφιστάμενα πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» του ενδιαφέροντός μας, είτε για περιπτώσεις πιεστηρίων γενικά «Κ.Τ.Γ.» τα οποία εκτίθεται σε μεμονωμένους χώρους ή αναρτώνται σε τυπικές ιστοσελίδες απλά και ονομαστικά ως απλά εικονιζόμενα αντικείμενα. Και στις δυο περιπτώσεις των επισκέψεων, τα ευρήματα αφορούν σε πληροφοριακά κείμενα γενικού ενδιαφέροντος, τα οποία αναφέρονται αδρομερώς στο βίο του Ι.Γ., συνοδευόμενα ενίοτε από συνήθεις φωτογραφίες διαφόρων και διαφορετικών εκδοχών πιεστηρίων «Κ.Τ.Γ» και τα οποία σχεδόν κατακλύζουν ανώνυμα τον χώρο του διαδικτύου. Συνεπώς, τα βιβλιογραφικά ευρήματα, σε καμία των περιπτώσεων δεν αναφέρονται καν τυπικά στον «τύπο» του εκάστου εικονιζόμενου πιεστηρίου, παρά μόνο ως Printing press Gutenberg, πόσο μάλλον σε μία εμπεριστατωμένη μελέτη περιγραφής ενός πιεστηρίου, έτσι ώστε αυτό να θεωρούνταν ή να εκλαμβάνονταν ως προϋπάρχουσα μελέτη / περιγραφή του ενδεχομένως «προτύπου» ή άλλου τύπου πιεστηρίου της «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Για το λόγο αυτό θεωρούμε εκ προοιμίου ότι, η παρούσα διπλωματική εργασία, ως σύνολο δεδομένων, αποτελεί πρωτεύουσα

23 ερευνητική και συγγραφική προσέγγιση, από πλευράς περιγραφής και μελέτης και επιπροσθέτως μία εν δυνάμει βιβλιογραφική σύνοψη της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., τόσο για περεταίρω ανάπτυξη ή προέκταση του συγκεκριμένου θέματος από τον ίδιο συγγραφέα της παρούσας εργασίας, όσο και από οιονδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο ερευνητή. Από την πραγματοποιηθείσα βιβλιογραφική επισκόπηση εκτιμάται ότι, η υπάρχουσα βιβλιογραφία είναι σχετικά περιορισμένη, καθώς παρέχει μόνον τυπικές βιογραφικές πληροφορίες με επικαλύψεις από πηγή σε πηγή και οι οποίες το πλείστον αφορούν στις σημαντικές ημερομηνίες και στους ιδιαίτερους σταθμούς της «τυπογραφικής» ζωής του Ι.Γ., χωρίς ωστόσο να πραγματεύονται με σαφήνεια ο,τιδήποτε το οποίο θα θεωρούνταν σαφής απάντηση στα ερωτήματα τα οποία θέτει η παρούσα εργασία ως εμπειρική μελέτη. Δηλαδή, δεν υφίστανται ειδικές πληροφορίες αριθμητικών υπολογιστικών δεδομένων τα οποία θα περίγραφαν την γεωμετρία των τεχνημάτων ως προς τις διαστάσεις των σωμάτων των υπό μελέτη πιεστηρίων «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.», αλλά και των ειδικών μηχανικών μερών του, πόσο μάλλον των ιδιαίτερων μηχανισμών και των εξαρτημάτων τους. Εν κατακλείδι, οι περί «μυστικών σχεδίων» του Ι.Γ., βιβλιογραφικές αναφορές, παραμένουν ως μυστικά και αποτελούν το κυρίαρχο πρόβλημα το οποίο καλείται να επιλύσει η παρούσα μελέτη. Για τον λόγο ότι, δεν περιορίζεται θεωρητικά και μόνον σε μία εξ αποστάσεως οπτική περιγραφή ενός αφελώς εικονιζόμενου ή ρεαλιστικά ψηλαφούμενου υφιστάμενου πιεστηρίου, αλλά επιδιώκει τον σχεδιασμό σε επίπεδο αποτύπωσης και απόδοσης των κατά προσέγγιση διαστάσεων, με υπαρκτό «γρίφο» την λειτουργία του Πιεστικού Συστήματος («πρέσας») το οποίο αποτελεί το κρυφό λειτουργικό εργαλείο (κλειδί) του πιεστηρίου, αλλά και γενικά του σώματός του

24 ΙΙ. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 1. Ορισμός της τυπογραφίας Με τον όρο «τυπογραφία» και με την κλασική του έννοια, ορίζεται το σύνολο των παραδοσιακών τυπογραφικών τεχνικών και των διαδικασιών οι οποίες λαμβάνουν χώραν στην μορφοποίηση και στην αναπαραγωγή κειμένων, εικόνων ή σχεδίων, προκειμένου τα μελανωμένα κινητά τυπογραφικά στοιχεία να εντυπωθούν επάνω στο χαρτί με την επενέργεια μίας προορισμένης πίεσης η οποία ασκείται από το πιεστικό σύστημα του χειροκίνητου μηχανικού τυπογραφικού πιεστηρίου («πρέσας»). Σήμερα και αναφερόμενοι σε αυτές τις μεθόδους και με τον όρο «γραφικές τέχνες» πλέον, εννοούμε μονοσήμαντα συνήθως την δημιουργία πολλαπλών, σύνθετων και πανομοιότυπων αναπαραγωγών του ενός και αρχικού πρότυπου εντύπου και όπως αυτό μορφοποιήθηκε ή σχεδιάστηκε («χτίστηκε») επάνω στην τυπογραφική φόρμα, προκειμένου να εκτυπωθεί στο χαρτί, στο πλαστικό, στην πέτρα ή και κάποιο μεταλλικό έλασμα. Από μία άποψη, η κλασική «γουτεμβεργιανή» μηχανική τυπογραφία, δεν διαφέρει από αυτήν την αρχέγονη τεχνική «εντύπωσης» των ανάγλυφων ή εγχάρακτων συμβολισμών και των εικονογραφήσεων, όταν εστιάσει κανείς στην τεχνική «εντύπωσης» η οποία αφορά άμεσα σε μία συγκεκριμένη περίσταση επικοινωνίας, δηλαδή, στον επικοινωνιακό της στόχο. Ωστόσο όμως η ίδια η ιστορία της τυπογραφίας, από την εποχή των σφραγιδόλιθων ως την εποχή των χειρόγραφων και από την χειροκίνητη μηχανική τυπογραφία των πιεστηρίων της «τεχνικής» του Ι.Γ., ως τις σύγχρονες τεχνικές φωτοχημικής δράσης και συνεπεία των ηλεκτρονικών υπολογιστών σήμερα, θέλει αυτή να την εννοούμε και να την ορίζουμε διαφορετικά στη διαχρονία της. Έτσι, η επαναπροσέγγιση του όρου «τυπογραφία» στο παρόν και σε διάκριση των προγενέστερων λειτουργικών αποδόσεών του, αφορά το πλείστον στην τεχνολογική εξέλιξη της τυπογραφίας, καθώς αυτή απαλλαγμένη πλέον από μόλυβδο, αντιμόνιο, μελάνια, στιγμόμετρα, και λιγότερο ως προς αυτό καθαυτό το τυπογραφικό αποτέλεσμα («έντυπο») το οποίο ως προς την μορφοποίηση της «εντύπωσης» του λόγου, δηλαδή της εκτύπωσης, δεν φαίνεται να αλλάζει σχεδόν καθόλου στην σύγχρονη τυπογραφία. Στην παρούσα εργασία και για έναν ευρύτερο εννοιολογικά ορισμό της τυπογραφίας, θεωρούμε απαραίτητη την επισήμανση της σχέσης «λόγος-γραφή-τυπογραφία» με την έννοια ότι, θεωρούμε την τυπογραφία ως συνέπεια της γραφής δια του λόγου. Και αυτό, γιατί σχεδόν νομοτελειακά, τα συστήματα γραφής είναι εκείνα τα οποία με τις πρώτες επιγραφικές μορφές «εντύπωσης» και εν συνεχεία με τις παλαιογραφικές μορφές «τύπου», οδήγησαν τον προφορικό λόγο μέσω των γραπτών γλωσσών στην έντυπη έκφρασή του. Δηλαδή, με την κάθε είδους, μεγέθους, σχήματος και υφής «γραπτή ύλη» η οποία διαχρονικά υπήρξε φορέας σημειογραφίας ή φωνολογίας και συνεπώς μέθοδοι και τεχνικές αποτύπωσης του λόγου, τις οποίες στον παρόν ονομάζουμε Τυπογραφία

25 Ο έναρθρος λόγος είναι μία ανθρώπινη λειτουργία η οποία εκδηλώνεται από εμφάνισης του ανθρώπου επάνω στην Γη, σε αντίθεση με την γραφή η οποία είναι καθαρά ανθρώπινη επινόηση και αφορά στην απεικόνιση του λόγου, δηλαδή, στην «εντύπωση» της «απήχησης» του έναρθρου λόγου με διακριτά «γραπτά» σύμβολα. Ωστόσο, η αντιστοίχηση «λόγουγραφής», αποτελεί αρχικά μία συστηματική προσπάθεια του διαχρονικού ανθρώπου ώστε να καταστήσει απολύτως χειροπιαστή την διαλεκτική και συναλλακτική επικοινωνία του μεταξύ εννοιών και αντικειμένων, προκειμένου να εξασφαλίσει έτσι ένα άμεσο και αδιαμφισβήτητο επικοινωνιακό αποτέλεσμα στην οιαδήποτε περίσταση πραγμάτευσης ή σύμπραξης με τον συνάνθρωπό του. Αρχικά ο άνθρωπος επιδόθηκε στην εικονογραφία με την χρήση εικόνων οι οποίες εξέφραζαν περιεκτικά το περιεχόμενο του λόγου του, εν συνεχεία πέρασε στην ιδεογραφία με την χρήση συμβόλων («ιδεογράμματα») τα οποία εξέφραζαν ιδέες, νοήματα και ιδιότητες, όπως για παράδειγμα στα αιγυπτιακά και στα κρητομινωϊκά ιερογλυφικά, καθώς επίσης και στα κινεζικά ιδεογράμματα. Οι γραφές, ως κείμενα συστήματα στην ανθρώπινη επικοινωνία με την χρήση ορατών και αναγνωρίσιμων ψηφίων «σημείων» και για την άμεση απεικονιστική απόδοση της εκφοράς του προφορικού λόγου του, οδήγησε τον άνθρωπο στην εξεύρεση μεθόδων και τεχνικών «εντύπωσης» με την χρήση κατάλληλων υλικών ως εν δυνάμει μεθόδων και τεχνικών, τα οποία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως φορείς «εντύπωσης» και διακίνησης κείμενων πληροφοριών λόγου. Πρόκειται, κατά κάποιο τρόπο, για αυτό το οποίο ονομάζουμε σήμερα «έντυπο», είτε πρόκειται για πληροφορίες στην φάση της σημασιολογίας, είτε για πληροφορίες στην φάση της φωνολογίας και ασφαλώς για οποιαδήποτε περίστασης επικοινωνίας. Συνεπώς, η πρακτική αναγκαιότητα της «εντύπωσης» του λόγου, δηλαδή η απεικόνιση ή κειμενοποίηση με την χρήση των ιερογλυφικών απεικονιστικών ή των αλφαβητικών γλωσσικών συστημάτων, οδήγησε στην τυπογραφία με μία σειρά τεχνικών και μεθόδων τις οποίες συναντάμε στην διαχρονία της «γραφής» και της «εντύπωσης» αντίστοιχα. Οι «εντυπώσεις» αυτές, αποτελούν αδιαμφισβήτητα πρόδρομες και συνάμα εξελικτικές μορφές των μεθόδων και των τεχνικών, οι οποίες ενέπνευσαν και καθόρισαν την μορφολογία της «χαρακτηροποίσης», την τεχνική της «στοιχειοθέτησης» και την γεωμετρία της «μορφοποίησης» των χειρόγραφων γλωσσικών ψηφίων στην μηχανική τυπογραφική τεχνική, γεγονός το οποίο μας το επιβεβαιώνουν σωζόμενα κείμενα τα οποία δημιουργήθηκαν («εντυπώθηκαν») με την τεχνική της «επιγραφικής» και με αυτήν της «παλαιογραφίας». Ως «επιγραφική» θεωρείται η τεχνική την οποία συναντάμε στην Ανατολία και Μεσοποταμία και είναι η τεχνική με την οποία οι γλωσσικοί χαρακτήρες εντυπώνονται επάνω σε λειασμένο σκληρό υλικό σώμα (μάρμαρο, μέταλλο, οστό) με εγχάρακτη ή ανάγλυφη μορφή και με την χρήση ειδικής σμίλης («χαρακίδας»). Η «παλαιογραφία» αφορά στην «εντύπωση» γλωσσικών χαρακτήρων επάνω σε λεπτό και μαλακής υφής φυσικό υλικό σώμα (πάπυρο,

26 περγαμηνή, χαρτί) με την χρήση γραφίδων, μολυβιών και πινέλων, αυτά τα οποία απλά ονομάζουμε χειρόγραφα. Συμπερασματικά θεωρούμε ότι, η τυπογραφία είναι νομοτελειακή συνέπεια εξέλιξης των αλφαβητικών συστημάτων με την συνεχή ανάπτυξη της «γραφής» των, η οποία γραφή αποδιδόμενη στην μορφή «εντύπωσης» άνοιξε τον δρόμο στο βιβλίο και ακόλουθα το βιβλίο διάνοιξε τον δρόμο στην τεχνική της μηχανικής τυπογραφίας δια των κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων και των πάσης φύσεως εκτυπωτικών μέσων και ποικίλων κείμενων προϊόντων της. Η εξέλιξη της τυπογραφίας με την πάροδο των αιώνων έχει φθάσει στις μέρες μας στην εκτύπωση κειμένων και εικόνων, όχι μόνο με τυπογραφικά στοιχεία, αλλά με την φωτοχημική δράση η οποία αποτελεί πρόδρομη τεχνική των σύγχρονων «μη στοιχειθετικών» εκτυπωτικών τεχνικών. Ωστόσο όμως, το τελικό εκτυπωτικό προϊόν και διεπόμενο πάντα στην σχέση «λόγος-γραφή-τυπογραφία», δηλαδή, η τυπωμένη ή προβαλλόμενη σελίδα, μένει σχεδόν πάντα το ίδιο προ οφθαλμών των αναγνωστών, ακόμα και αν πρόκειται για το ηλεκτρονικό βιβλίο ( e-book ) το οποίο δεν χρειάζεται πλέον τυπογραφικά στοιχεία, χαρτί, εκτύπωση, βιβλιοδεσία, αποθήκευση ή διανομή και όλα αυτά στην σχέση μίας χειρώνακτης διαδικασίας την οποία απαιτεί η παραδοσιακή τυπογραφία έως σήμερα. 2. Ιστορικά στοιχεία τυπογραφίας 2.1. Από τη βραχογραφία στην τυπογραφία Τα δακτυλικά αποτυπώματα, θα μπορούσαν να είναι τα πρώτα σημεία εντύπωσης και μίας ιδέας «πρότυπα στοιχεία τύπου» 1 τα οποία πρωτοαντίκρισε ο συγκεχυμένος περιβαλλοντικά homo erectus. Εκείνα τα αποτυπώματα από τα τραχιά ακροδάχτυλα του πρωτόγονου, τα οποία αργότερα ψηλαφίστηκαν με τα λεπτεπίλεπτα εργαλειποιημένα δάκτυλα λεπτής υφής αποτυπωμάτων του σκεπτόμενου homo sapiens και ενδεχόμενα να τα αναψηλαφήσουν τα κάποια άλλης μορφής και υφής αποτυπώματα δακτύλων του απώτερου συμπαντικού άνθρωπου, homo. Έτσι ώστε να ήταν η σχέση αυτή, μία διαισθητική παρέκταση στην διαχρονική έννοια την οποία θα μπορούσε να εμπεριέχει συμβολικά ο κλασικός όρος «τυπογραφία» από τον τρισδιάστατο στον πολυδιάστατο χωρόχρονο της πολύτροπης διαλεκτικής του σύγχρονου ανθρώπου και την οποία τόσο απλά για το παρόν μας «στοιχειοθέτησε» ο Ι.Γ.,. (βλ.σ.203/φ.1) Ο πρωτόγονος άνθρωπος επιβίωσε βιολογικά και εξελίχθηκε πνευματικά μέσα σε μία αλληλουχία γεωλογικών και κλιματικών μεταβολών, με μοναδική πρόνοια το ένστικτο της 1 τύπος (ο) αρχ., το τύπτειν, κτύπημα το εκ του κτυπήματος ίχνος, αποτύπωμα οποίον το επί των νομισμάτων, εικών, σχήμα, μορφή «ο τύπος της ουλής» (αρχ.), «εάν μη βάλω μου την χείρα εις τον τύπον των ήλων» (Ιωαν.20,25) - Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Παύλου Δρανδανάκη, ΚΓ, εκδ. Φοίνιξ, Αθήνα χ.χ

27 βιοτικής αυτοσυντήρησης εξελισόμενος και μεταστρεφόμενος σταδιακά από μετακινούμενος τροφοσυλλέκτης και κυνηγός σε πρωτοοικιστή γεωκτηνοτρόφο και συνάμα τεχνολόγο εργαλειοκατασκευαστή για τις εκάστοτε ανά εποχή ανάγκες της καθημερινής του πράξης. Παράλληλα και αισθανόμενος την ανάγκη να μεταδώσει την σκέψη του, άλλοτε για την καθημερινή επικοινωνία στο πλαίσιο μίας απλής συνεννόησης, άλλοτε για την άμεση διαπραγμάτευση ή την φυσική άμυνα και άλλοτε για την έκφραση των εκπληκτικά αναδυόμενων συναισθημάτων του, άρχισε να επινοεί και να χρησιμοποιεί τρόπους απεικόνισης («εντύπωσης») των σκέψεων και των ενεργημάτων του. Το σημαντικότερο και το οποίο αφορά στην έκφραση, αποτελεί αρχικά η ιστόρηση της απρόοπτα σκληρής καθημερινότητάς του και εκείνη η διαρκής προσπάθεια εξήγησης του δυσθεώρητου φυσικού κόσμου ο οποίος τον περιέβαλε φοβερά, εφευρίσκοντας έτσι τρόπους με τους οποίους κατασκεύαζε γνώση, εντυπώνοντας συμβολιστικά και ανεξίτηλα τα σημαντικά γεγονότα του βίου του, ανοίγοντας έτσι την πρώτη σελίδα στην πολιτιστική του ιστορία. Από τους προϊστορικούς χρόνους, διαφαίνεται η ανάγκη του ανθρώπου για την «γραπτή επικοινωνία», αναπτύσσοντας παράλληλα εναλλακτικές τεχνικές και μεθόδους επικοινωνίας προσηνείς των νοητικών ικανοτήτων του, έναντι αυτού το οποίο εννοούμε σήμερα τεχνολογία και κοινωνία της πληροφορίας και γραμματισμός, προκειμένου να επιτύχει την αναπαράσταση εννοιών και την διακίνηση ιδεών, από ένα άτομο στο άλλο άτομο. Το πρώτο εγχείρημα «εντύπωσης - απεικόνισης», αυτό το οποίο σήμερα ονομάζουμε «αποτύπωμα» και στην τυπογραφία «εκτύπωση», είτε ως τυχαία πράξη είτε ως επινόηση, θεωρείται πάρα πολύ παλιά ιστορία και με ποικίλες τις εκδοχές εμφάνισής του μέσα στην πολιτισμική ανθρωπογεωγραφία του πλανήτη μας και όπως αυτά αναδείχθηκαν στις ιδιαίτερες κουλτούρες των λαών της Γης, όπου και επιβεβαιώνονται ασφαλώς σήμερα από συγκεκριμένα ανασκαφικά ευρήματα, από ενδεικτικά έως αποδεικτικά «σημεία τύπου» των συγκεκριμένων ιστορικών περιόδων στις οποίες αποδίδονται. Απαρχή «τύπου» ο πρωτόγονος άνθρωπος πριν χρόνια, ο οποίος «εντύπωσε» απεικονιστικές - αναπαραστατικές επικοινωνιακές περιστάσεις στα τοιχώματα των σπηλαίων διαβίωσής του και ως συνέχειά του ο σύγχρονος άνθρωπος του διαδικτύου και της ψηφιοποίησης των πάντων, σε ό,τι αφορά την διακίνηση της πληροφορίας, η οποία από την έντυπη μορφή πέρασε πλέον στην ηλεκτρονική, συνεπεία της εξέλιξης των τεχνοεπιστημών του διαχρονικού ανθρώπου. Σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε πλέον σήμερα, η εφεύρεση της τυπογραφίας δεν φαίνεται να ανήκει ούτε σε κάποιο συγκεκριμένο λαό, αλλά ούτε και σε κάποια συγκεκριμένη ιστορική εποχή και με αντίστοιχη γεωγραφία. Ωστόσο όμως και ανεξάρτητα από την ανθρωπογεωγραφία, οι πρώτες ενδείξεις «εντύπωσης» φαίνεται να συνιστούν πρόδρομες μορφές και εν δυνάμει μεθόδους και τεχνικές «τυπογραφίας», με την έννοια της καταγραφής και της επικοινωνίας, καθώς αυτές απαντώνται ποικιλόμορφα και ποικιλότροπα ως προς την τεχνική τους και τον επικοινωνιακό τους χαρακτήρα, στους

28 συγκεκριμένους πολιτισμούς των οποίων ποικίλα αντιπροσωπευτικά δημιουργήματα ήρθαν στο φως με την αρχαιολογική σκαπάνη, για να σημειωθούν στην ανά τον κόσμο μουσειακή προθήκη ως χαρακτήρες και «σημεία τύπου» του ανθρώπου.έτσι, παρά την πληθώρα και την ποικιλομορφία των από χιλιετηρίδων δημιουργημένων σημείων «τύπων» του διαχρονικού ανθρώπου και τα οποία εκ των υστέρων αλληλοσχετίστηκαν απόλυτα με την ιστορία της τυπογραφίας, ανεξάρτητα από το κατά πόσο αυτά εξηγήθηκαν ως τεχνικές ή αναγνώστηκαν ως φορείς πληροφοριών, με την έννοια της αναπαραγωγής και διακίνησής των, τα ίδια ως κείμενες πληροφορίες συνιστούν ευκρινείς μορφές «εντύπωσης» του λόγου. Ακόμα και γι αυτές τις χωροχρονικές περιστάσεις κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκαν αυτά τα πρώτα σημεία «τύπων», ανεξάρτητα και αναμφισβήτητα συνιστούν τεχνικές τυπογραφίας τις οποίες μπορούμε να τις διακρίνουμε σε απολύτως διακριτές ιστορικές περιόδους, ανάλογα με τα γεωπολιτισμικά τους χαρακτηριστικά, σε σχέση με το περιβάλλον και τις ανάγκες οι οποίες συνέτειναν στην δημιουργία τους, ως τέλεια επινοήματα, βελτιούμενα και τροποποιούμενα ανά εποχή και τεχνονολογικό περιβάλλον. Η έντυπη έκφραση είναι η διαδικασία δημιουργίας «εντύπωσης - απεικόνισης» μίας μεμονωμένης εικόνας ή ενός συμβόλου το οποίο συνιστά αμέσως έναν φορέα μηνύματος / πληροφορίας, όπως για παράδειγμα μία βραχογραφία ή μία σφραγίδα, με την δημιουργία πολλαπλών αντιγράφων μίας εικόνας ή ενός συμβόλου, γεγονός το οποίο διακρίνει την ακίνητη «απεικόνιση» από την κινητή «εντύπωση», αυτό το οποίο διαχρονικά εννοούμε προϊόν τυπογραφίας. Συνεπώς, η κάθε εικόνα, το οιασδήποτε μορφής ιδεόγραμμα και πάσης φύσεως κείμενο ανάγλυφο ή εγχάρακτο με γράμματα ή με αριθμούς και σε οιοδήποτε συνδυασμό εικόνας - κειμένου, εάν μπορούν να στοιχειοθετήσουν και να αποδώσουν αποτελεσματικά μία οιαδήποτε περίσταση επικοινωνίας η οποία μπορεί να διακινηθεί επάνω σε οποιοδήποτε υλικό μέσον εντύπωσης, τότε αυτά συνιστούν μορφές και εκδοχές τυπογραφίας. Προκειμένου να έχουμε μία γενικότερη έποψη των σημείων «τύπου» του ανθρώπου και με εστίαση στην σχέση «λόγος-γραφή-τυπογραφία», επιχειρούμε στην συνεχεία μία αδρομερή επισκόπηση της ιστορίας της τυπογραφίας και στις σημαντικές ιστορικές περιόδους όπου καταγράφονται διακριτά τα πρώτα σημεία γραφής και εν δυνάμει πρόδρομα «στοιχεία» τυπογραφίας, τα οποία ασφαλώς αποτελέσαν την μαγιά στην «τυπογραφική ιδέα» του Ι.Γ., Η ιστορία και εξέλιξη της τυπογραφίας μέχρι το 15ο αιώνα Οι σφραγίδες της Ανατολίας Οι σφραγίδες της Ανατολίας θεωρούνται τα πρώτα σημεία τύπου των οποίων η δημιουργία προέκυψε από την ανάγκη του οικιστή ανθρώπου της νεολιθικής περιόδου, περί την 8η χιλ. π.χ., ώστε να μπορεί να διαχειρίζεται και να υπολογίζει την καθημερινή του παραγωγική δραστηριότητα και λογιστική πράξη, τόσο στα πλαίσια της επίλυσης προβληματικών καταστάσεων οι οποίες σχετίζονταν με το περιβάλλον δραστηριοποίησής του, όσο και στις

29 επικοινωνιακές ανάγκες τις οποίες απαιτούσαν οι ανταλλακτικές ή μεταπρατικές συναλλαγές του. Πιο συγκεκριμένα, αναδύθηκε η ανάγκη εξεύρεσης ενός υπολογιστικού μηχανισμού, ο οποίος θα εξυπηρετούσε στην διαχείριση των ανταλλάξιμων πόρων, στην μέτρηση της παραγωγής και των αντίστοιχων εκτάσεων της καλλιεργήσιμης και συνεπώς αρδεύσιμης γης. Αυτήν ακριβώς την πρακτική ανάγκη της υπολογιστικής διαχείρισης εξυπηρέτησαν οι πρώτες σφραγίδες, οι οποίες εμφανίστηκαν στην Ανατολία από την 7 η χιλιετία π.χ., καθώς και τα πρώτα συστήματα μέτρησης του «Καλάτ Τζάρμο» στο ιρακινό Κουρδιστάν κατά την ίδια περίπου εποχή. Ωστόσο όμως, οι καινοτομίες αυτές ως πρώτες ενδείξεις «τύπου» και «γραφής» έμειναν χωρίς συνέχεια και οι συνθήκες για την εμφάνιση της γραφής δεν φαίνεται να είχαν ωριμάσει ακόμα. Το πρώτο αποφασιστικό βήμα προς την κατεύθυνση της «γραφής» πραγματοποιήθηκε στο γεωπολιτισμικό περιβάλλον των πλούσιων και άριστα οργανωμένων διοικητικά πόλεων - κρατών της Μεσοποταμίας (βλ.σ.203/φ.2), όπου επινοείται ένα σύστημα κυλινδρικών σφραγίδων και το οποίο διαδόθηκε ευρύτατα, ενώ αργότερα και περί το έτος π.χ. στη Σούσα είχε ήδη εξελιχθεί ένα ιδιαίτερο σύστημα μέτρησης με την χάραξη γραμμών επάνω σε νωπό πηλό. Οι «σφραγίδες» της νεολιθικής περιόδου συνιστούν αναφορά των μεταγενέστερων τεχνικών με τις όποιες κατασκευάστηκαν κατά την εποχή του χαλκού οι «σφραγιδόλιθοι» 2 της Μεσοποταμίας και ιδιαίτερα αυτοί της Μινωικής και Μυκηναϊκής, οι λεγόμενοι Αιγιακοί, της «ιδεογραφικής» τεχνικής των ιερογλυφικών. Οι συγκεκριμένοι σφραγιδόλιθοι, ανεξάρτητα από το αν είχαν διακοσμητικό ή επικοινωνιακό χαρακτήρα, θεωρούνται πρόδρομες συνάψεις γλωσσικών συστημάτων και ευκρινή σημεία «τύπου», τα οποία προκύπτουν ασφαλώς από ανασκαφικά ευρήματα, με πρόσφατα ανασκαφικά παράδειγμα, όπως τη σφραγίδα Γιαννιτσών και την επιγραφική πινακίδα Δισπηλιού. (βλ.σ.203/φ.1-5) Ιερογλυφικά συστήματα Με τον όρο «ιερογλυφικά», αναφερόμαστε σε ένα αρκετά πρώιμο σύστημα γραφής το οποίο συνδυάζει «ιερά» εικονιστικά σύμβολα και οιονεί αλφαβητικά στοιχεία, τα οποία το πλείστον αποδόθηκαν με την ανάγλυφη τεχνική επάνω σε πηλό και πέτρα, είτε με στη μορφή σφραγίδων, είτε στη μορφή πινακίδων. Την ιερογλυφική γραφή 3 τη συναντάμε κατ εξοχήν στην Αίγυπτο, στη Μινωική Κρήτη, αλλά σε και άλλους υπερατλαντικούς λαούς (Ίνκας, Μάγια, Αζντέκοι) οι οποίοι ανάπτυξαν παρόμοιο τεχνοεπιστημονικό πολιτισμό. Ωστόσο όμως και για το «δυτικό κόσμο», οι Μεσογειακές «εντυπώσεις» της πρώιμης γραφής 2 ΦΩΤΗΣ ΥΦΑΝΤΙΔΗΣ: «ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΛΛΗΣΗ: ΜΙΑ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΠΗΛΙΝΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ» 3 Ιερογλυφικά:wikipedia.org/wiki/%CE%99%CE%B5%CF%81%CE%BF%CE%B3%CE%BB%CF% 85%CF%86%CE%B9%CE%BA%CE%AC

30 θεωρούνται ως οι αρχαιότερες από όλες τις συμβολικές γραφές του Κόσμου, η ηλικία των οποίων φτάνει ως και την τρίτη χιλιετηρίδα π.χ.. Η διαφορά μεταξύ των Αιγυπτιακών και Πρωτομινωικών ιερογλυφικών έγκειται στο γεγονός ότι, τα Αιγυπτιακά συντίθενται με εικόνες («ιδεογραφήματα») οι οποίες μπορούν να εντυπώσουν, να αποδώσουν και να νοηματοδοτήσουν μία εσωτερική ιδέα, ενώ τα Κρητικά προσδίδουν σε κάθε μία ξεχωριστή εικόνα («ιδεογραφήμα») και μία απολύτως συγκεκριμένη φωνητική αξία, και αυτό προφανώς καθότι, δεν έχουν αποκρυπτογραφηθεί ακόμη στο σύνολό τους. (βλ.σ.203/φ.5-7) Ανεξάρτητα από τις ομοιότητες ή τις διαφορές τις οποίες εμφανίζουν τα ανά τους πολιτισμούς ιερογλυφικά συστήματα, το σίγουρο είναι ότι, αποτελούν πρόδρομες μορφές «γραφής» με χιλιάδες συμβολικούς χαρακτήρες και ψηφία, όπως για παράδειγμα το Σινικό αλφάβητο με τους εκατοντάδες χαρακτήρες και αντίστοιχα το Σουμεριακό. Ωστόσο όμως το Αιγυπτιακό, το οποίο ερμηνεύτηκε πλέον ως σύστημα γραφής, φαίνεται να συνδύαζε πλέον των σύμβολων, λογογραμμάτων και αλφαβητικών ψηφίων και παρομοίως το Κρητομινωικό ιερογλυφικό το οποίο επιπλέον προσιδιάζει με την τεχνική της τυπογραφίας, ως προς την ανάγλυφη εντύπωση και τη διάταξη («στοιχειοθέτηση») των ιδεογραφημάτων του στις επιφάνειες των κυκλικών δίσκων. Συνεπώς, ιδιαίτερης σημασίας στοιχείο «τύπου», ως προς την τεχνική και το περιεχόμενό του, αποτελεί ο περίφημος δίσκος της Φαιστού, ο οποίος είναι ανάγλυφος και παρουσιάζει μία ακολουθία αποτυπωμάτων από μικρές σύσσωμες σφραγίδες σε μία κοχλιωτή φορά και ο οποίος μπορεί να θεωρείται ως το πρώτο βήμα στην στοιχειοτυπογραφία. (βλ.σ.203/φ.3) Ο δίσκος της Φαιστού χρονολογείται περί το έτος 1600 π.χ., ο οποίος και θεωρείται το σημαντικότερο ελληνικό ιερογλυφικό και συνάμα το πρώτο βήμα στην τυπογραφία, αφενός μεν ως η πλέον γνωστή και αρκετά πρώιμη εφαρμογή γραφής γλωσσικού συστήματος, αφετέρου δε ως η πρώτη μορφή μίας ενιαίας τυπογραφική φόρμας «κινητού τυπογραφικού στοιχείου» με την έννοια της φορητότητας και η οποία ενδεχόμενα θα μπορούσε να αναπαράγεται με «εντύπωση» επάνω σε άλλους δίσκους μαλακού πηλού ή σε δέρμα και να διακινείται σε πλείστα αντίγραφα Αλφαβητικά συστήματα Η γραφή προέκυψε από την επικοινωνιακή ανάγκη του ανθρώπου, προκειμένου να αποτυπώσει τη σκέψη του, να την μεταβιβάσει σαφώς και να την αποθηκεύσει ασφαλώς, ώστε να μη βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στη μνήμη του. Έτσι, αρχικά οι άνθρωποι χρησιμοποίησαν την εικονιστική γραφή με τα πρώτα γράμματα-εικόνες τα οποία εκ των υστέρων ονομάστηκαν «εικονογράμματα-πικτογράμματα 4 ενώ αυτά θεωρούνται ως τα παλαιότερα κείμενα τα οποία ανάγονται στο έτος π.χ., και των οποίων παραδείγματα προαναφέραμε. Για να τα διαβάσει κανείς αυτά, δεν θεωρούνταν απαραίτητο ώστε ο 4 ΓΛΩΣΣΕΣ ΚΑΙ ΑΛΦΑΒΗΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ: Iστορία της γλώσσας - ιστορία της γραφής

31 αναγνώστης να ομιλεί την ίδια γλώσσα με τον εικονογράφο, ωστόσο όμως ήταν εύκολο να προκύψει παρερμηνεία των συμβολισμών σε ό,τι αφορά την ικανότητα πρόσληψής των σημαινόμενων και την ποικιλότητα των σημαινόντων τους τα οποία ενδεχομένως να αναδεικνύονταν αναλόγως από ανάγνωση σε ανάγνωση. Με βάση τις προγενέστερες «εντυπώσεις» γραφής, με τις οποίες διάφοροι πολιτισμοί προσπάθησαν να αναπαραστήσουν τη γλώσσα τους και με τη χρήση των εκατοντάδων συστημάτων και των τεχνικών οι οποίες επινοήθηκαν, κοινό στοιχείο όλων αυτών αποτελεί το γεγονός ότι, κάθε ιδεογράφημα εντυπώνει απεικονιστικά και ένα ιδιαίτερο στοιχείο της γλώσσας. Έτσι, τα λεγόμενα «σημασιογραφικά συστήματα» γραφής, θα αποτελέσουν τη μητρότυπη βάση στην απαρχή των φωνολογικών-συλλαβικών συστημάτων γραφής και με αντιπροσωπευτικότερα τα συστήματα αυτά της Γραμμικής Β και Γραμμικής Α. (βλ.σ.204/φ.4-7) Τα προαναφερόμενα αλφαβητικά συστήματα θεωρούνται ως οι τελειότερες προϊούσες μορφές στην ανάπτυξη και στην εξέλιξη της «κειμενικής γραφής» ως συστήματα σημείων, με βάση τους χαρακτήρες των προγενέστερων αλφαβητικών συστημάτων, στα οποία κάθε γράμμα αντιστοιχούσε σε ένα «φώνημα» το οποίο και αποτελούσε (αποτελεί) τη μικρότερη μονάδα του προφορικού λόγου. Λέγεται ότι, οι Έλληνες γνώρισαν το φοινικικό αλφάβητο 5 περί τον 9 ο ή 8 ο αιώνα π.χ., και το υιοθέτησαν ή κατά μία άλλη εκδοχή αξιοποίησαν μέρος του συστήματός του προσαρμοστικά στο δικό τους και αυτό προσθέτοντας τα φωνήεντα τα οποία του έλειπαν, διευκολύνοντας έτσι στην υπάρχουσα γραφή τους την απόδοση των φυσικών ηχοφωνητικών φθόγγων της προφορικότητας του λόγου, με αποτέλεσμα να προκύψει έτσι το τελειότερο αλφαβητικό σύστημα γραφής το οποίο και υιοθετήθηκε αργότερα από ολόκληρο τον δυτικό Κόσμο και στις γνωστές χαρακτηρικές εκδοχές του. Τα τελειοποιημένα φωνολογικά αλφαβητικά συστήματα, ως σημεία «τύπου» και υπό μορφή ενιαίου κειμενικού συνόλου (σώματος), εντυπώνονταν στα Αρχαϊκά χρόνια επάνω σε ψημένο πηλό, στα δε Κλασικά έως και τα Ρωμαϊκά χρόνια εγχαράσσονταν με τη σφηνοειδή τεχνική της «επιγραφικής» επάνω σε μαρμάρινες κινητές πλάκες ή κολόνες («στήλες») ή σε ακίνητες («επιτοίχιες»). Μεταγενέστερα, τα ίδια αλφαβητικά συστήματα, γράφονταν («γραφίζονταν») με μελάνια σε περγαμηνές, σε παπύρους, τα οποία ως υλικοτεχνικά μέσα «εντύπωσης» κειμένων τυλίγονταν σε κυλινδρικούς «κοντούς» τα οποία διακρίνονταν σε «Ειλητάρια» και «Παλίμψηστα», ενώ παράλληλα η χρήση του λιναριού ήταν η συχνόχρηση γραφική ύλη, έως της εμφανίσεως του χαρτιού. (βλ.σ.205/φ.8 & σ.205/φ.9) Ο Κώδικας «τετράς διά δύο» Επειδή η χρήση του κυλίνδρου («Κοντάκιο») εκτύλιξης της περγαμηνής και του παπύρου, δυσκόλευαν πρακτικά στην ανάγνωση των κειμένων, καθώς το ένα χέρι έπρεπε να ξετυλίγει 5 ΚΑΡΑΝΙΚΟΛΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, «Η ΓΡΑΦΗ: ΤΟ ΦΟΙΝΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ - Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ»

32 την γραπτή ύλη, δηλαδή την επιφάνεια «εντύπωσης» κειμένου και το άλλο έπρεπε να την επανατυλίγει για απρόσκοπτη αναγνωστική συνέχεια, για το λόγο αυτό το 2 ο αιώνα μ.χ. και διατηρούμενης αυτής της μορφοποίησης των κειμένων, επινοήθηκε ένας άλλος τρόπος τεχνικής ανασύνταξης για την χρηστικότερη ανάγνωση των κειμένων και ο οποίος τρόπος θεωρείται ως η πρόδρομη μορφή του χειρόγραφου βιβλίου. Έτσι, στο εξής οι γραφείς, έπαιρναν μερικά κειμενικά τεμάχια από πάπυρο ή περγαμηνή ή αργότερα από χαρτί, τα οποία εν συνεχεία τα δίπλωναν στη μέση και απολύτως ισογώνια, κατόπιν τα συνέραβαν και δημιουργούσαν έτσι ένα τετράφυλλο τεύχος, όπως περίπου το εννοούμε σήμερα. Έτσι, τέσσερα από αυτά τα ίδια φύλλα και διπλωμένα στη μέση, συνέθεταν ένα τεύχος των οκτώ φύλλων, το οποίο ονομαζόταν «τετράδιο», καθώς όφειλε την ονομασία του στην τεχνική της συρραφής του, δηλαδή, στη λεγόμενη «τετράς διά δύο» 6. Πολλά τέτοια ίδια τετράδια («τεύχη») συνδυασμένα, γωνιασμένα και συραμμένα μαζί επάνω στο τσάκισμά τους, δηλαδή στη ράχη τους, συνέθεταν τον «Κώδικα» και ο οποίος Κώδικας είναι το πρώτο χειρόγραφο βιβλίο το οποίο αποτέλεσε το βασικό «Παράδειγμα» («πρωτοβιβλίο») στην εξέλιξη των βιβλιοδετικών τεχνικών και στην εξέλιξη του ίδιου του προϊόντος των, δηλαδή του βιβλίου, έως σήμερα. (βλ.σ.205/φ.9) Το χειρόγραφο βιβλίο Με την πάροδο των χρόνων και προϊόντων των κυλινδρόσχημων «βιβλίων», κατά τον 15 ο αιώνα περίπου και με καλλίτερη τη γνώση γύρω από την χαρτοποιητική τεχνική για μία ποιοτικότερη κατασκευή χαρτιού, κάνει την εμφάνισή του το «βιβλίο» σε χειρόγραφη μορφή («παλαιογραφία») 7, και σε μία καλόσχημη βιβλιοδεσία, καθώς αυτό συνδύαζε ένα διπλό προστατευτικό εξώφυλλο και με τα περιεχόμενα φύλλα χαρτιού τοποθετημένα και δεμένα σύσσωμα σε κοινή «ράχη» με τη γνωστή τεχνική της συρραφής και σχεδόν όπως περίπου την εννοούμε σήμερα στην παραδοσιακή βιβλιοδετική τεχνική και τέχνη. Κατά τη μεσαιωνική εποχή 8 και στην Ευρώπη του 5 ου έως και 15 ου αιώνα μ.χ., τα βιβλία αναπαράγονταν χειρόγραφα και βιβλιοδετούνταν χειροπρακτικά, κυρίως σε μοναστήρια. Τα ιδιαίτερα και ιδιότυπα αυτά μεσαιωνικά χειρόγραφα βιβλία, χαρακτηρίζονται από την εντυπωσιακή λεπτομέρεια των εικονογραφήσεών τους, καθώς και από την καλλιγραφία τους η οποία ανάγεται σε ιδιαίτερη γραφιστική τέχνη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός τέτοιου βιβλίου, του 15 ου αιώνα, είναι η Biblia Pauperum 9 («H Βίβλος των Φτωχών»), το οποίο είναι μία περίπου συνοπτική και εικονογραφημένη διασκευή των σημαντικότερων γεγονότων 6 Η χρήση του κιλύνδρου 7 ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΑΚΚΕΤΟΣ, «Πώς φτάσαμε από τον πάπυρο στο βιβλίο;» 8 Μεσαιωνικά βιβλία, 9 Biblia pauperum,

33 της Βίβλου και του βίου του Ιησού Χριστού, σε βαθμό στον οποίο θα μπορούσε κανείς να δει ομοιότητες με τις σύγχρονες εικονογραφήσεις των κινούμενων σχεδίων, όπου σε κάθε μία από τις εικόνες αντιστοιχούσε και ένα δίδαγμα γραμμένο σηνήθως στη λατινική ή στη γερμανική γλώσσα. ((βλ.σ.205/φ.11) Επίσης μαρτυρείται ότι, περί το έτος 1460 ο Albrecht Pfister, 10 τύπωσε και δημοσίευσε το πρώτο εικονογραφημένο βιβλίο με τον τίτλο Der Ackermann von Böhme («Ο Αγρότης του Μπόχουμ»), ωστόσο όμως, το μόνο σωζόμενο αντίγραφο της πρώτης έκδοσης δεν περιέχει εικόνες, αλλά φαίνεται να έχει προβλεφθεί και αφεθεί ελεύθερος ο χώρος εκείνος ώστε να τις υποδεχτεί, ενώ και σε μία δεύτερη έκδοση η οποία έγινε το1463, επίσης δεν περιλαμβάνει εικόνες. Το έτος 1461 τυπώθηκε από τον Pfister η έκδοση του Der Edelstein, η οποία αφορά σε μία σειρά μύθων στη γερμανική γλώσσα και η οποία περιέχει εικονογραφήσεις με την τεχνική της ξυλογραφίας. Τα μορφοποιητικά πλαίσια των ξυλογραφιών οριοθετούνταν κατά τη στοιχειοθεσία με ένα απλό περίγραμμα το οποίο ενδεχομένως να προορίζονταν προς επιζωγράφιση με το χέρι. Τα βιβλία όμως, λόγω του τρόπου αναπαραγωγής της οποίας μέσον ήταν η αντιγραφή, είχε ως αποτέλεσμα να είναι ελάχιστα (τεμάχια) και πανάκριβα (κόστος) για το ευρύτερο και εν δυνάμει αναγνωστικό κοινό της εποχής, έτσι η πρόσβαση σε αυτά ήταν σχεδόν απαγορευτική στον απλό κόσμο, καθώς αυτά συναντιόνταν μόνο σε κάποια μοναστήρια τα οποία διέθεταν οργανωμένες βιβλιοθήκες ή σε ιδιώτες οι οποίοι εξασφάλιζαν υψηλά εισοδήματα. Στη βιβλιογραφία του βιβλίου, τα μεσαιωνικά μοναστήρια αξίζουν υψηλής αναγνώρισης, επειδή δημιούργησαν τεράστιες βιβλιοθήκες, μέσα στις οποίες διέσωσαν, διαφύλαξαν αλλά και διαχειρίστηκαν σπάνια συγγραφικά έργα και ενώ έχοντας παραλάβει το βιβλίο από την αρχαία κειμενική του μορφή, το προήγαγαν σε μία λεπτομερή και υψηλής αισθητικής χειρογραφική τέχνη. 11 Ωστόσο, η χειρόπρακτη αυτή συρραπτική τεχνική του ελληνιστικού και του μεσαιωνικού βιβλίου, αποτέλεσε τη βάση της βιβλιοδετικής τεχνικής και ως ειδικό αντικείμενο, τη γένεση πλέον της ιδιαίτερης τεχνοεπιστήμης της Βιβλιολογίας, η οποία είναι καθόλα σχετική με το «υλικό αντικείμενο» βιβλίο σε ό,τι αφορά το κατασκευαστικό μορφοποιητικό μέρος του και όχι απαραίτητα με το περιεχόμενό του. (βλ.σ.206/φ.12) Τα πρώτα τυπωμένα βιβλία ιστορούνται στην Κίνα του 6 ου αιώνα μ.χ., με το πρώτο φερόμενο να έχει τυπωθεί με ξύλινα στοιχεία για την έκδοση ενός βουδιστικού κειμένου του έτους 868 μ.χ., το «Τιπιτάκα», καθώς και ενός άλλου επίσης βουδιστικό κείμενου το οποίο τυπώθηκε 10 Albrecht Pfister., Pfister/ 11 Howard, Nicole, The Book, The Life Story of a Technology, The John Hopkins University Press, Baltimore 2007,

34 μεταξύ των ετών 972 και 983 μ.χ., ωστόσο λόγω του πολυπληθούς των ψηφίων της Σινικής γλώσσας, η τεχνική αυτή εγκαταλείφτηκε για πρακτικούς λόγους. (βλ.σ.206/φ α) Στην Ευρώπη, η εκτύπωση βιβλίων με τη χρήση ξύλινων στοιχείων άρχισε περί τον 14 ο αιώνα και προήχθη με την τεχνογνωσία η οποία αποκτήθηκε από την επαφή των δυτικών με τους ανατολικούς λαούς. Κατά την Αναγέννηση, δύο ήταν οι ανακαλύψεις οι οποίες έδωσαν ώθηση στη μαζική παραγωγή του τυπωμένου πλέον βιβλίου. Η μία ήταν το χαρτί, του οποίου η γνώση για την παραγωγή αποκτήθηκε από τον ισλαμικό κόσμο και ο οποίος με τη σειρά του το είχε πάρει από τους Κινέζους, και η άλλη ήταν τα κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία τα οποία επινόησε ο Ι.Γ., με το σύνολο της τυπογραφικής «τεχνικής» του. Έτσι, από το έτος 1450 έως το 1456, η τυπογραφία γνώρισε μία αλματώδη εξέλιξη και έγινε αυτομάτως δυνατή η αναπαραγωγή ενός νέου τύπου βιβλίου το οποίο αναπαράγονταν σε μεγάλους αριθμούς αντιτύπων και με χαμηλό το εκδοτικό κόστος, συντελώντας έτσι θεαματικά στην «επανάστασή της τυπογραφίας», με το ίδιο το βιβλίο να γίνεται όλο και πιο προσιτό στο ευρύτερο ευγενές ή λαϊκό αναγνωστικό κοινό. Από πλευράς της Βιβλιολογίας και της βιβλιοδετικής τεχνικής, οποιοδήποτε βιβλίο γράφεται ή αναπαράγεται προκειμένου να διαβαστεί και όσο περισσότερες φορές ανοίξει αυτό και γυριστούν οι σελίδες του με τις ανάλογες χρήσεις, τόσο μικραίνει και η διάρκεια της ζωής του. Έτσι, από τη στιγμή κατά την οποία τα βιβλία έλαβαν τη μορφή του «κώδικα», οι τεχνίτες τα έντυναν πλέον με προστατευτικό κάλυμμα το οποίο μπορεί να ήταν από ξύλο, δέρμα ή και σκηρό χαρτόνι. Το δέσιμο επίσης, μπορεί να ήταν προστατευτικά και αισθητικά απλό ή περίτεχνο με διακοσμήσεις από χρυσό, ασήμι και πολύτιμους λίθους, όπως για παράδειγμα τα εκκλησιαστικά βιβλία της εποχής. Έτσι, στην «μετά εποχή» της χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας, ο βιβλιοδέτης παραλάμβανε τα διπλωμένα φύλλα χαρτιού από τον τυπογράφο σε ομάδες «ισόφυλλων και ισογώνιων» τευχώνμε τη σωστή σειρά και τάξη, έτοιμα για συρραφή στην «βιβλιοδετική» μηχανή. (βλ.σ.207/φ.14,14 α,15,15 α,16,16 α ) Πιο συγκεκριμένα, η βιβλιοδεσία αφορούσε σε πρώτη φάση στη σύνδεση των «ολότυπων όψεων» των ξεχωριστών φύλλων των τευχών και με τελική φάση την επικάλυψη του βιβλιόδετου με ένα ανθεκτικό και περικαλλές κάλυμμα, το λεγόμενο «εξώφυλλο». Μέχρι το 19 ο αιώνα, η βιβλιοδεσία γίνονταν χειρώνακτα, ενώ η μηχανική βιβλιοδεσία εμφανίστηκε περί τα 1820 στην Αγγλία, με καινοτομία το υφασμάτινο ένδυμα το οποίο έφερε το εξώφυλλο του νέου τύπου βιβλίου. Έτσι και εξελισσόμενης της βιβλιοδετικής τεχνικής, διαμορφώθηκαν τρεις βασικοί τύποι βιβλιοδεσίας: ο χαρτόδετος, ο οποίος αφορούσε στην χάρτινη επένδυση με την κόλληση ενός χοντρού χαρτονένιου εξώφυλλου, ο πανόδετος, ο οποίος αφορούσε στην υφασμάτινη επένδυση του πρώην χαρτονένιου εξώφυλλου και ο δερματόδετος, ο οποίος είχε «ολόδερμα» στα εξώφυλλα και στην κυρτωμένη ράχη του βιβλίου, η οποία διαμορφώνονταν από τους κόμβους και τις περασιές των κλωστών

35 συρραφής, δηλαδή, ένα καμπύλωμα το οποίο διατηρούνταν σχεδόν ανάλογο ως «κοιλοκύρτωμα» εσωτερικά και εξωτερικά κατά μήκος του ανοίγματος του βιβλίου. 12 Συμπερασματικά, είναι δυνατόν να σημειώσουμε ότι, κατά τη διάρκεια του 18 ου αιώνα και στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, το βιβλίο ξαναγεννιέται και γίνεται περισσότερο προσιτό στο ευρύ αναγνωστικό κοινό, καθώς η τιμή του μειώνεται δραστικά, ενώ συγχρόνως εγκαταλείπεται σταδιακά η χειρώνακτη βιβλιοδεσία. Τα βιβλία συρράβονται πλέον στη βιβλιοδετική μηχανή («ραπτικό πιεστήριο») με βελτιωμένες τεχνικές, σχετικά με τις κλωστές, τις κόλλες, την αισθητική καθώς και την ταχύτητα παραγωγής τους. Στον αιώνα μας, τα περισσότερα βιβλία δένονται με εργαλειομηχανήματα, αφενός μεν επειδή το κόστος παραγωγής μειώθηκε έναντι εκείνου της χειροπρακτικής βιβλιοδεσίας, αφέτερου δε, επειδή η μηχανική βιβλιοδεσία εξασφαλίζει τη μαζική παραγωγή των νέων τύπων βιβλίων, ως προς το σχήμα και τη μορφή τους. Ωστόσο όμως σήμερα, είναι αρκετοί οι βιβλιοδέτες εκείνοι οι οποίοι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν παράλληλα με τις σύγχρονες ή και αποκλειστικά τις παραδοσιακές μεθόδους και τεχνικές, καταφέρνοντας έτσι καλλιεπέστατες βιβλιοδετικές εκδοχές οι οποίες προσιδιάζουν απόλυτα στα κλασικά βιβλία. (βλ.σ.207/φ.14-16α) Εξετάζοντας κανείς σήμερα ένα «παλιό βιβλίο» διαπιστώνει ότι, πρόκειται για μοναδικό τέχνημα του οποίου η κατασκευή απαιτούσε όχι μόνον υψηλές τεχνικές δεξιότητες από τον βιβλιοδέτη της εποχής, αλλά και ιδανική αίσθηση του ωραίου, στοιχεία τα οποία καθιστούν σήμερα την παραδοσιακή βιβλιοδετική, ιδιαίτερη τέχνη Πρώιμες μέθοδοι και τεχνικές εκτυπώσεων Πριν την έλευση της τυπογραφίας και όπως πλέον την εννοούμε με βάση την τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., οι απαρχές της εντοπίζονται στην Κίνα, όπου μία πρώιμη μέθοδος τυπογραφίας βρίσκονταν ήδη σε λειτουργική χρήση αρκετούς αιώνες πριν ο Ι.Γ., κάνει τις πρώτες του πειραματικές απόπειρες για μηχανική εκτύπωση. Μαρτυρείται ότι, κατά τον 10 ο αιώνα στην Κίνα, πραγματοποιήθηκε από τον αλχημιστή σιδηρουργό Πι Τσενγκ (Pi Cheng) η πρώτη εκτύπωση με την χρήση κινητών στοιχείων. Τα στοιχεία αυτά είχαν κατασκευαστεί από ψημένο πηλό και εντυπώνονταν επάνω σε χαρτί το οποίο ήταν σε χρήση στην Κίνα από το έτος 105 μ.χ. περίπου. (Εικ.Π1/Φ.14) Μία άλλη εκδοχή της τυπογραφικής τεχνικής του Πι Τσενγκ, η οποία ενισχύει το ενδεχόμενο προηγούμενης εκτύπωσης κειμένων με τη βοήθεια κινητών στοιχείων («τύπων»), ανάγεται πάλι στην Κίνα του 7 ου ή 8 ου αιώνα μ.χ. και η οποία πιθανότατα να μεταφέρθηκε στην Ιαπωνία περί τα έτη μ.χ. με πρωτοβουλία της αυτοκράτειρας Shotoku. Αυτή η τεχνική φαίνεται να αποτελεί μία πρόδρομη μορφή τυπογραφίας, η οποία αφορούσε στην αναπαραγωγή εικόνων, συμβόλων και κειμένων επίσης επάνω σε χαρτί ή και σε ύφασμα, με βασικό περιεχόμενο βουδιστικές προσευχές. Οι γραφικές αυτές ύλες, ως φορείς κειμένων, 12 ΚΟΝΤΕΟΥ ΝΑΣΤΟΥ, «Η ΜΕΓΆΛΗ ΕΓΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ» 6 ος Τόμος

36 τυλίγονταν σε μικρούς κυλίνδρους, οι οποίοι προσιδιάζουν με την Αιγυπτιακή τεχνική κειμενοποίησης και αναγνωστικής χρήσης. Σε ό,τι αφορά τώρα τον δυτικό κόσμο, από τα τέλη του 14 ου αιώνα στην Ευρώπη, εκτός από το χαρτί και τα μελάνια, ήταν ήδη σε χρήση τα ξύλινα κινητά τυπογραφικά στοιχεία, με τη διαφορά ότι, αυτά τα στοιχεία είχαν το σημαντικό ελάττωμα ώστε να εμποτίζονται από τη μελάνη και από την υγρασία του περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα να φθείρονται πολύ εύκολα και να απαιτούν τη συχνή τους αντικατάσταση και αναλόγως χρονοβόρα την αναπαραγωγή τους η οποία θα έπρεπε να είναι «χαρακτηρικά» ομοιότυπη. (βλ.σ.207/φ.15) Ως τυπογραφική τεχνική, αφορούσε στην κατασκευή τυπογραφικών πλακών με τη χρήση τεμαχίων ξύλου, επάνω στα οποία χαράζονταν οι εικόνες με το ανάλογο αντίστοιχα συνοδευτικό κείμενο, το οποίο ήθελαν να εντυπώσουν («εκτυπώσουν»). Και αυτό, είτε αν επρόκειτο για σχετικά μεγάλα μεγέθη στοιχείων, όπως στην περίπτωση εκείνων του σινικού «αλφάβητου» με τις τόσες χιλιάδες ιδεογράμματα τα οποία δεν προσφέρονταν για μία τέτοια διαδικασία «εντύπωσης», είτε αν επρόκειτο για μικρά μεγέθη εκλεπτυσμένων στοιχείων, φαίνεται ότι και τα δύο αυτά μεγέθη δεν εξασφάλιζαν τέλειο τυπογραφικό προϊόν. Στα ιδεογράμματα της Ανατολής προσιδίαζε περισσότερο η τεχνική της «εντύπωσης» μικρών βιβλίων από ξύλινες μήτρες, τα λεγόμενα «ξυλογραφικά βιβλία». Η πρώιμη αυτή εκδοχή της τυπογραφίας ασφαλώς και δεν έχει καμία απολύτως ομοιότητα με την τυπογραφική τεχνική του Ι.Γ., και με τα προϊόντα τα οποία στο εξής ονομάζουμε προϊόντα «εκτύπωσης» και την διαδικασία παραγωγής των «εκτύπωση». Ωστόσο όμως, τα πρώιμα αυτά τυπογραφικά δείγματα («στοιχεία»), αναμφισβήτητα ιδεοδότησαν τους μεταγενέστερους κατασκευαστές ξύλινων τυπογραφικών στοιχείων και ενέπνευσαν εντέλει το Ι.Γ., στην τελειοποίηση του συνόλου της ανακαλυπτικής του εφεύρεσης Στα πρόθυρα της μηχανικής τυπογραφίας Η περίοδος η οποία οριοθετείτε στις αρχές του 14 ου έως τέλη του 15 ου αιώνα είναι μία από τις πλέον σημαντικές περιόδους της παγκόσμιας ιστορίας των λαών και των πολιτισμών για τις τεχνοεπιστήμες. Κυριολεκτικά, ο 15 ος αιώνας και ιδιαίτερα το δεύτερο ήμισύ του, σηματοδοτεί τη μετάβαση από τη μεσαιωνική εποχή στη σύγχρονη, καθώς καταγράφηκε αυτή ως η εποχή των μεγάλων αλλαγών οι οποίες συντελέστηκαν σε όλους σχεδόν τους τομείς της κοινωνικής ζωής και της επιστημονικής σκέψης, συνέπεια της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Ο αιώνας αυτός σηματοδοτήθηκε από νέες τεχνολογικές καινοτομίες και μεταρρυθμιστικές κινήσεις στο κοινωνικό επίπεδο και ασφαλώς εντονότερες εκείνες οι οποίες σημειώθηκαν στους κόλπους της Εκκλησίας με αρνητικό ιστορικό της προηγούμενο, δηλαδή, την ειδεχθή δράση της «Ιεράς Εξέτασης». Η Ευρώπη εισέρχεται σε μία περίοδο κρίσιμων κοινωνικο/πολιτικο/οικονομικών αλλαγών και νέων επιστημονικών αναζητήσεων. Η ευρωπαϊκή οικονομία, μετά από μία μακρά περίοδο στασιμότητας, αρχίζει και πάλι να αναπτύσσεται σχεδόν θεαματικά. Ο μεσαιωνικός κόσμος, της αρρήτου γνώσης, των

37 μαγισσών, των αλχημιστών, των δεισιδαιμονιών, των ιεροεξεταστών και της αλαθήτου πυράς φαίνεται πλέον να εκπνέει. Η εξέλιξη προς τον σύγχρονο και φιλελεύθερο κόσμο, όπου τα πάντα θα ορίζονται ρητά έχει προδιαγραφεί, έχοντας επανασυνδεθεί άρρηκτα με την αρχαιοελληνική φιλοσοφία και κοσμοθεώρηση, των οποίων η ανάσυρση από την πνευματική αφάνεια και τον απόλυτο σκοταδισμό, τροφοδότησε και ώθησε αποφασιστικά την νέα επιστημονική σκέψη. Και ενώ μέχρι πριν ελάχιστα χρόνια, δεν ήταν λίγοι οι αριστοκράτες εκείνοι οι οποίοι θεωρούσαν υποτιμητικό να έχουν στη συλλογή τους τυπογραφικά βιβλία, από τα μέσα του 16 ου αιώνα οι φωνές αυτές γίνονται όλο και πιο σπάνιες. Η καθιέρωση του έντυπου βιβλίου ήταν αποτέλεσμα μίας εξέλιξης της οποίας τα πρώτα ίχνη διακρίνονται ακριβώς την ίδια εποχή. Το τυπογραφικό βιβλίο διαμορφώνει το δικό του ύφος και σχήμα και αποκτά το ένα μετά το άλλο όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία θα το χαρακτηρίζουν μορφολογικά στο μέλλον, όπως, η πρώτη λευκή εσωτερική σελίδα, η σελίδα του τίτλου, ο πίνακας των περιεχομένων, η αρίθμηση των σελίδων, το ευρετήριο και ο κολοφώνας της μέσης στοίχισης. Στη νέα κοινωνία η οποία διαμορφώνεται οργασμικά, η γνώση της γραφής καθίσταται ολοένα και περισσότερο απαραίτητη, καθώς η επικοινωνία, οι υλικές συναλλαγές και οι πνευματικές ανταλλαγές βρέθηκαν σε μία πρωτόγνωρη αλληλεπίδραση, ενώ οι επιστήμες και οι τεχνολογίες αποκτούν πολλαπλασιαστικά μεγαλύτερη αξία και ιδιαίτερη σημασία. Τα έγγραφα και τα πάσης φύσεως έντυπα πολλαπλασιάζονται άρδην και μία νέα γραφειοκρατία κάνει την εμφάνισή της στις υφιστάμενες κοινωνικές και πολιτειακές δομές. Και όσο πολλαπλασιάζεται η παραγωγή αυτών των εντύπων/εγγράφων, τόσο αυξάνεται η ταχύτητα της γραφής για την αναπαραγωγή τους. Αποτέλεσμα ποιοτικό, καθότι, από τα μέσα του 13 ου αιώνα οι γραφείς φαίνεται να αναπροσανατολίζουν την τεχνική τους και αρχίζουν να μην δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην εμφάνιση και στην διακόσμηση των εγγράφων. Γράφουν σχεδόν πρόχειρα και βιαστικά, προκειμένου να εξυπηρετήσουν την εκάστοτε και οιαδήποτε περίσταση επικοινωνίας, καθώς για πρώτη φορά αισθάνονται ασφυκτική την πίεση του χρόνου, ενώ παράλληλα, πλήθος εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ιδρύονται σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης προσελκύοντας υπερμεγέθη αριθμό φοιτούντων οι οποίοι χρειάζονται το βιβλίο μέσα σε μία Ευρώπη η οποία προχωρά ολοταχώς προς την Αναγέννηση. (βλ.σ.207/φ.16) Παραδόξως, η σημειούμενη οικονομική και δημογραφική κρίση κατά το δεύτερο ήμισυ του 14 ου αιώνα, δεν στάθηκε ικανή να αναχαιτίσει τις κοινωνικές, τις επιστημονικές και τις τεχνολογικές προόδους οι οποίες είχαν σχεδόν εδραιωθεί δομολειτουργικά, καθώς στη θέση των παραδοσιακών δομών και εν γένει των θεωρήσεων, αναδείχτηκαν νέες πνευματικές και συστημικές δυνάμεις οι οποίες σχεδόν αξιωματικά μετατόπισαν το επίκεντρο της οικονομικής δραστηριότητας στην κεντρική Ευρώπη και κυρίως στη Γερμανία. Η οικονομική ανάπτυξη αυτής της χώρας θεμελιώνεται σε ένα απολύτως στέρεο έδαφος ή μάλλον για να μιλήσουμε κυριολεκτικά, θεμελιώνεται σε ένα υπέδαφος πλούσιο σε άργυρο, σε χρυσό, σε

38 σίδηρο, σε χαλκό και σε διάφορα άλλα πολύτιμα ή κοινά μέταλλα. Σύντομα ακολουθεί μία εντυπωσιακή πνευματική αναγέννηση, η οποία μαρτυρείται με την ίδρυση και τη συνεχή λειτουργία μιάς σειράς πανεπιστημίων σε ολόκληρη την κεντρική Ευρώπη, όπως στην Πράγα το έτος 1347, Κρακοβία το 1369, Βιέννη το 1364, στην Ερφούρτη την φερόμενη ως τροφό σπουδής του Ι.Γ. το 1384, στην Χαϊδελβέργη το 1386 και στην Κολωνία το έτος Στα τέλη του 14 ου και στις αρχές του 15 ου αιώνα, οι διαμορφούμενες κοινωνικές και πολιτικές δομές υπαγορεύουν πλέον μαζικότερη και αμεσότερη πρόσβαση στην έντυπη πληροφόρηση και το σπουδαιότερο, δρομολογούν την πρόσβαση στην σωρευμένη γνώση και στην έως πρότινος αποσιωπημένη ή επιλεκτικά αποκαλυμμένη γνώση των κλασικών συγγραφέων της Αρχαιοελληνικής Γραμματείας. Όχημα σε αυτή τη μετάβαση αποτέλεσε η χειροκίνητη μηχανική τυπογραφία της «τεχνικής» του Ι.Γ., η οποία θα παρουσιάσει το βιβλίο σε λείο χαρτί, με εκλεπτυσμένους τους χαρακτήρες των τυπογραφικών στοιχείων, με περίκομψη και περίτεχνη τη βιβλιοδεσία, με προοδευτικά κλιμακούμενη την αύξηση στην ταχύτητα της εκτύπωσης και με το «νέο βιβλίο» να καθίσταται φορέας ενός νέου κόσμου και απόλυτο αγαθό παιδείας για κάθε σκεπτόμενο και φιλομαθή παγκόσμιο πολίτη Η έλευση της μηχανικής τυπογραφίας Αρχικά, στην «τυπογραφική Ευρώπη» του 12 ου αιώνα μ.χ., η τεχνική της ξυλογραφίας ήταν αυτή η οποία χρησιμοποιήθηκε για το «στάμπωμα» των υφασμάτων, ενώ αργότερα και περί τις αρχές του 15 ου αιώνα έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες εκτυπώσεις σε χαρτί για συνηθισμένα αντικείμενα όπως, παιγνιόχαρτα και εικόνες δημοφιλών αγίων της ιδιαίτερα θρησκευόμενης και θρησκόληπτης εποχής ως προς την κρατούσα θεολογική κοσμοθεώρηση, η οποία εκπορεύονταν από τον παπισμό και θεωρούνταν από τον γεωκεντρισμό. Την ίδια εποχή και περί τα μέσα 15 ου αιώνα εμφανίζεται μία άλλη μέθοδος αναπαραγωγής εικόνων, η τεχνική της χαλκογραφίας, με την οποία ο τεχνίτης χαράζει το θέμα του σε ένα φύλλο μαλακού μετάλλου, συνήθως χαλκού με ένα ειδικό εργαλείο το «μπουρέν («burin»). Με βάση αυτές τις τεχνικές οι οποίες θεωρούνταν το πλείστον πειραματικές, οι «τυπογραφικές συνθήκες» στην Ευρώπη φαίνεται να είχαν ωριμάσει δεόντως από στις αρχές του 15 ου αιώνα, οπότε και οι πρώτες προσπάθειες για μία σειριακή αναπαραγωγή εικόνων και κειμένων είχαν ήδη καταφέρει σχεδόν επιτυχή τα τυπογραφικά τους αποτελέσματα. Ο πρώτοι ευρωπαίοι τυπογράφοι επιθυμούσαν ώστε τα βιβλία τους να μοιάζουν με τα χειρόγραφα των κλασικών «Κωδίκων», έτσι, «καλλίγραφαν» ένα μεγάλο αρχικό γράμμα («αρχίγραμμα») στην αρχή του κεφαλαίου της «πρωτοπαράγραφου», καθώς επίσης ενδιάμεσα διάκοσμα («λετρίνες») και προς αυτό κατασκεύαζαν τυπογραφικά στοιχεία παρόμοια με τους χαρακτήρες του χειρόγραφου, ενώ εκ των υστέρων προσέθεταν χειρώναντα τα περίτεχνα αρχιγράμματα και λοιπά διακοσμητικά στοιχεία. Tα βιβλία τα οποία τυπώνονταν στα πρώτα πενήντα χρόνια, μετά την «εφεύρεση» του Ι.Γ., ονομάζονται αρχέτυπα ή παλαίτυπα ή incunabula (σπάργανα), δηλαδή «γενοφάσκια». Χαρακτηριστικό

39 των βιβλίων αυτής της περιόδου είναι το άριστο επίπεδο δεξιοτεχνίας και εφόσον τα βιβλία εξακολουθούσαν να αναπαράγονται με την ίδια επιτηδειότητα ώστε να προσιδιάζουν με τα υψηλής ποιότητας αντιπροσωπευτικά του είδους χειρόγραφα. Οι πρώτοι τυπογράφοι οι οποίοι και ενδεχομένως τύπωσαν με ξύλινα κινητά στοιχεία στην Ευρώπη, εργάζονταν ιεροκρυφίως και με τρόπο μυστικό, στην τυπογραφική τους εμμονή, προκειμένου να προσδώσουν στα βιβλία όψη χειρογράφου το οποίο θα είχε μεγαλύτερη αξία πώλησης. H Τυπογραφία, ξεκίνησε δηλαδή ως μία πράξη λαθρεμπορίου, μία προσπάθεια εξαπάτησης του αναγνωστικού κοινού ως ιδιότυπη πλαστογραφία κειμένων και για το λόγο αυτό, δεν ανέγραφαν τον τόπο και την ημερομηνία όπου εκτελέστηκε η συγκεκριμένη στην κατά τα άλλα σύννομη τυπογραφική εργασία. Το μόνο το οποίο έλλειπε πλέον στην εποχή, ήταν να εξευρεθεί μία λύση για την αναπαραγωγή κειμένων μεγαλύτερης έκτασης, τα οποία θα επέτρεπαν τη δημιουργία βιβλίων, δηλαδή, μία λύση την οποία έδωσε ο Ι.Γ., με την «εφεύρεση» της τεχνικής εκτύπωσης δια των κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων. «Τα βιβλία του πρώτου Ευρωπαίου τυπογράφου υπερείχαν από όλα τα προηγούμενα σε ομορφιά και τεχνική. Έτσι, ο Ι.Γ., συνέβαλε αποφασιστικά στην αποδοχή του τυπωμένου βιβλίου το οποίο αντικατέστησε πια τα χειρόγραφα. Το επόμενο μισό του 15 ου αιώνα τυπώθηκαν περισσότερα από έργα, ενώ ο αριθμός των τυπογράφων στην Ευρώπη αυξανόταν.». Προς την κατεύθυνση βελτίωσης της βιβλιοδεσίας και προσαρμογής της στο «γουτεμβεργιανό περί βιβλίου πρότυπο», συνέβαλε καταλυτικά ο Άλδος Μανούτιος ( Aldus Pius Manutius ), 13 ο οποίος ως ισχυρός εκδότης και τυπογράφος κατά την εποχή ακμής της Αναγέννησης, όρισε τον σχεδιασμό του βιβλίου με ένα υπό τύπο πρωτοκόλλου, το οποίο αφορούσε στις διαστάσεις του χαρτιού, στον σχεδιασμό, στην χρήση συγκεκριμένων γραμματοσειρών εκτύπωσης, καθώς στην μορφολογία των σελίδων, εισάγοντας παράλληλα νέες μεθόδους και τεχνικές βιβλιοδεσίας Η εξάπλωση και η προσφορά της τυπογραφίας Η έλευση της χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας σηματοδοτεί άμεσα την αναπαραγωγή και την εγκατάσταση πλήθους του είδους τυπογραφικών πιεστηρίων στα απώτερα των 13 Άλδος Μανούτιος CE%BD%CE%BF%CF%8D%CF%84%CE%B9%CE%BF%CF%82 14 «Το παράδειγμα του Άλδου Μανούτιου να τυπώσει σε μικρότερο, σε 8ο σχήμα-οctavio- το μιμήθηκαν και άλλοι τυπογράφοι στην Ευρώπη, ιδίως στις εκδόσεις προσευχηταρίων και λαϊκών βιβλίων με λίγες σελίδες. Στα 1501, ο Άλδος Μανούτιος ξεκίνησε μια σειρά βιβλίων σε όγδοο σχήμα (octavo) που θα γινόταν η επιτομή των εκδόσεων του. Τα ονόμασε libelli portatiles (μικρά κινητά βιβλία), και αποτελούνταν από τα έργα φημισμένων συγγραφέων, απαλλαγμένα από τα σχόλια που παραδοσιακά τα περιστοίχιζαν, τυπωμένα σε πλάγια γραμματοσειρά που μιμούνταν την καλύτερη ουμανιστική καλλιγραφία: τα κλασικά κείμενα έγιναν καινούργια για τους σύγχρονους αναγνώστες του.»

40 αστικών περιοχών της γενέτειράς των, της Ρηνανίας, με ραγδαία την εξάπλωσή τους και στην υπόλοιπη και τεχνολογικά ακμάζουσα Ευρώπη. Έμπειροι τεχνίτες και εργάτες τύπου («τυπογράφοι») μετακινούνται αρχικά από το Μάιντς στις πλησιέστερες πόλεις και εν συνεχεία στις μεγαλύτερες της Γερμανίας. Περί τα τέλη του έτους 1462 μ.χ., ο τότε Αρχιεπίσκοπος του Μάιντς, εγκαταλείπει με τα στρατεύματά του την περιοχή, συμβάλλοντας έτσι προς ένα ασταθές και δυσμενές επιχειρηματικό κλίμα στην ευρύτερη περιοχή, με αποτέλεσμα οι τυπογράφοι να εγκαταλείψουν μαζικά το Μάιντς αναζητώντας νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες αλλού και με τις οποίες θα συνδύαζαν ένα ευνοϊκότερο πολιτικό και εργασιακό περιβάλλον. Ως πρώτος προορισμός των μετακινούμενων τυπογράφων υπήρξε αρχικά η πόλη της Κολονίας, η οποία αριθμούσε μεγάλο πληθυσμό φοιτητών και μία αγορά καθόλα πρόσφορη και με ειδικό το ενδιαφέρον για την εκτύπωση των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων. Ακολουθούν, η Βασιλεία, η Ρώμη, η Βενετία, το Παρίσι, η Νυρεμβέργη, το Μιλάνο, η Νάπολη και η Φλωρεντία. «Τα είκοσι πανεπιστήμια τα οποία υπήρχαν στην Ευρώπη κατά το έτος 1300 είχαν ήδη γίνει ογδόντα στα εκατό επόμενα χρόνια. Ως το έτος 1500 υπήρχαν 300 τυπογραφεία σε εξήντα γερμανικές πόλεις, ενώ στη Βενετία υπήρχαν 150 εκτυπωτικά καταστήματα τα οποία είχαν εκδώσει περισσότερους από τίτλους σε αντίτυπα για τον κάθε έναν.» 15 Παράλληλα, η άνοδος της μεσαίας τάξης δημιουργεί ένα νέο αναγνωστικό κοινό το οποίο εκτός από θεολογικά συγγράμματα, ενδιαφέρεται και για λογοτεχνικά και περισσότερο για τα επιστημονικά συγγράμματα τα οποία περιέχουν θέματα Ιατρικής, Ανατομίας, Φιλοσοφίας, Φυσικής Ιστορίας και Φυσικών Επιστημών. Εκδίδονται βεβαίως και λαϊκότερα αναγνώσματα, όπως, ημερολόγια, συναξάρια, βίοι αγίων, ολιγοσέλιδα βιβλία με πεζά ή έμμετρα κείμενα, ενώ συγχρόνως κάνει την εμφάνιση του ένα νέο είδος βιβλίων, τα λεγόμενα βιβλία της γεωγραφίας και των ταξιδιωτικών εντυπώσεων. Στα τέλη του 15 ου αιώνα το σχήμα των βιβλίων τυποποιείται, καθιερώνεται η σελίδα τίτλου, τυποποιούνται τα τυπογραφικά στοιχεία, αριθμούνται οι σελίδες, εγκαταλείπονται τα συμπλέγματα γραμμάτων και εκδίδονται πολλοί σύγχρονοι συγγραφείς στις εθνικές γλώσσες. Η προώθηση των εθνικών γλωσσών σε μία Ευρώπη στην οποία κυριαρχούσε η Λατινική, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την γέννηση της εθνικής ταυτότητας των υπηκόων της. Ωστόσο, η τέχνη της τυπογραφίας δε θα μπορούσε να μην υποστεί κι αυτή τις συνέπειες των πολιτικών εξελίξεων. Έτσι και κατά στο δεύτερο ήμισυ του 16 ου αιώνα, η παπική εκκλησία λογοκρίνει τα βιβλία και εκδίδει το Index, δηλαδή, τον πρώτο «Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων» ενώ η οικονομική κρίση και οι πόλεμοι, πλήττουν το βιβλίο αξιακά ως εμπορικό προϊόν αλλά και ως φορέα πολιτισμού. Καθοριστική υπήρξε η συμβολή του ανθρωπισμού («ουμανισμός») ο οποίος βρίσκεται στον πυρήνα του αναγεννησιακού πνεύματος, καθώς αποτέλεσε το κύριο έναυσμα ενδιαφέροντος των ανθρώπων για την τέχνη, την κλασική 15 Ψυχογιός, Δημήτρης Κ., Τα έντυπα Μέσα Επικοινωνίας,

41 αρχαιότητα και τον φυσικό πραγματικό κόσμο, με μέσον το βιβλίο. Έκτοτε, η μαζική πρόσβαση στη γνώση δημιουργεί αμέσως την αμφισβήτηση απέναντι στις παραδοσιακές δομές εξουσίας, απέναντι στην εξουσιάζουσα Εκκλησία, η οποία ήταν κύριος εκπρόσωπος της άρχουσας τάξης και συνεπώς, η αμφισβήτηση αυτή, οδήγησε σε δυναμικές συγκρούσεις, επαναστάσεις ανάσχεσης και ανακατάταξης προϋπαρχουσών κοινωνικοπολικών δομών και αντίστοιχων μορφών εξουσίας. Η γνωστή «Μεγάλη Μεταρρύθμιση» με πρωτεργάτη τον Μαρτίνο Λούθηρο ο οποίος κατά το έτος 1517 θορύβησε την Ευρώπη αμφισβητώντας ευθέως το κύρος του Ποντίφικα, αποτελεί άμεση συνέπεια στην εξάπλωση της μηχανικής τυπογραφίας. «Τα κείμενα του Λούθηρου, χάρη στην τυπογραφία, διαδόθηκαν μαζικά και γρήγορα και με τις φιλελεύθερες ιδέες του, είχαν αποτέλεσμα όχι μόνο ν ανατρέψουν την πρωτοκαθεδρία του Βατικανού στα θρησκευτικά πράγματα, αλλά και να οδηγήσουν σε εξεγέρσεις με οικονομικά, κοινωνικά και εθνικά αιτήματα.» 16 Σε αντίθεση με κάποιους, θιγόμενους κύκλους και οπισθοδρομικά σκεπτόμενους, οι οποίοι αντιμετώπισαν την τυπογραφία ως σκοτεινή τέχνη, αντιθέτως, οι Προτεστάντες την αντιλήφθηκαν ως θεϊκή τέχνη. «Οι Προτεστάντες του 16 ου αιώνα πιστεύουν πως η τυπογραφία, η ars artificialiter scribendi, ήταν θέλημα Θεού, ώστε να διαδοθεί ο λόγος Του-για την ακρίβεια ο λόγος του Λούθηρου: κάθε προτεσταντική ομάδα ιδρύει και τυπογραφείο». Μετά από αρχικές αμφιταλαντεύσεις λόγω πιέσεων των μοναχών και ιδιαίτερα των «γραφέων», η καθολική Εκκλησία υιοθέτησε την «τεχνική» της τυπογραφίας, καθώς διέβλεψε ότι, με αυτήν θα διατηρούσε το προπαγανδιστικό μονοπώλιο και θα διευκόλυνε αποτελεσματικά την διάδοση θρησκευτικών εκδόσεών της στη λατινική γλώσσα, την οποία διάφοροι ανανεωτές ήθελαν να αντικαταστήσουν με εθνικές γλώσσες οι οποίες ήταν κατανοητές από το λαό τους. Συνεπεία αυτών των κοινωνικών αιτημάτων της εποχής, η πίστη στις παλιές θεωρίες αποδυναμώνεται προοδευτικά, καθώς οι άνθρωποι ανακαλύπτουν ποικίλες αντιφάσεις εντός των κειμένων, γεγονός το οποίο ενισχύει σημαντικά, ή μάλλον εγκαθιστά την κριτική σκέψη στην ανάγνωση ως εργαλείο πρόσληψης κείμενων νοημάτων. Συγχρόνως, η επιστημονική γνώση οικοδομείται διευρυνόμενη και με την δυνατότητα των επιστημόνων να τυπώσουν έργα τους και να έλθουν σε επαφή με έργα άλλων συγγραφέων, εγκαινιάζοντας έτσι τον επιστημονικό και διεπιστημονικό διάλογο, δηλαδή, την μετάβαση από το βήμα του απολογούμενου επιστήμονα στο βήμα της επιστημονικής κοινότητας του απελευθερωμένου, του έγκριτου και έγκυρου επιστημονικού διαλόγου. Ενδεχομένως και για αυτήν την μετάβαση, το «πρότυπο» πιεστήριο του Ι.Γ., ως «τέχνημα», να εμπεριέχει κάποιον ιδιαίτερο συμβολισμό, καθώς θα διέκρινε αναπαραστατικά τον «παλαιό» κόσμο του μεσαιωνικού σκοταδισμού και της προβιομηχανικής εποχής από 16 Mπαρμάζη, Όλγα "Σύντομη αναφορά στην ιστορία του έντυπου βιβλίου" στο.από τον Γουτεμβέργιο στο DTP (DeskTop Publishing, Σύνδεσμος εκδοτών Βιβλίου, Αθήνα

42 εκείνον τον αναγεννημένο πνευματικά νέο κόσμο και στα πρόθυρα της βιομηχανικής εποχής. Έτσι, ο συμβολισμός αυτός της διάκρισης των εποχών θα ήταν κατανοητός, αν αυτό το «τέχνημα» πιεστήριο του Ι.Γ., το τοποθετούσαμε ανάμεσα στην ειδεχθή μεσαιωνική κατασκευή την «γκιλοτίνα» και στο ευγενές αρχέγονο τέχνημα, τον «αργαλειό». Η γκιλοτίνα κάλλιστα συμβολίζει τον «παλαιό» κόσμο του σκοταδισμού, ο αργαλειός το «νέο» κόσμο της βιομηχανικής εποχής και ενδιαμέσως το τυπογραφικό πιεστήριο ως ορόσημο και όχημα μετάβασης από τον «παλαιό» στον «νέο» αναγεννημένο κόσμο, όπου τα πάντα ορίζονται και συνδιαλέγονται ρητά. Το αρχαίο φιλοσοφικό και επιστημονικό πνεύμα, αναβίωσε ξαφνικά μέσα στο απόλυτο μεσαιωνικό σκοτάδι, ο πνευματικός κόσμος πέρασε στο ημίφως του 13 ου έως 16 ου αιώνια «επάνω» από το πιεστήριο του Ι.Γ., όπου και στην χρονική αυτή περίοδο η θεμελίωση της επιστημονικής μεθόδου να αποτελεί κοσμοϊστορικό γεγονός και «Παράδειγμα» επανάστασης στις φυσικές επιστήμες με τη εκτέλεση του πρώτου πειράματος από τον Γαλιλαίο. Η αποτυχία αρχικά της μεσαιωνικής επιστήμης να αποσπασθεί από τη Φυσική και την Kοσμολογία του Αριστοτέλη και με την επιστημονική σκέψη σε απόλυτη καχεξία στον πρώιμο μεσαίωνα, η έλευση της τυπογραφίας συντελεί, ώστε, κατά τον ύστερο μεσαίωνα να αποδυναμωθεί η απολυτότητα της ισχύος του Αριστοτελείου δόγματος και σχεδόν κάθε ιδέας μονισμού, έναντι των νεοεκκολαπτόμενων φιλοσοφικών και επιστημονικών αντιλήψεων των εννοούμενων ως φυσικών επιστημών για τον δυτικό Κόσμο. Επιστήμονες και στοχαστές της Αναγέννησης όπως Μachiavelli, Κοπέρνικος, Γαλιλαίος, Decartes, E. Grant, έχουν ως αρωγό τους την τυπογραφία για την υποστήριξη και τη διάδοση των ιδεών και θεωριών τους. Με την επίδραση των παραπάνω, ο Descartes κάνει την πρώτη επιστημονική ομολογία στο ρηθέν «Σκέφτομαι άρα υπάρχω» όπου για πρώτη φορά ο κοινός άνθρωπος συνειδητοποιεί ότι μπορεί να έχει την δική του γνώμη την οποία μπορεί να εκφράζει ελεύθερα, εντύπως ή προφορικά. Αποτέλεσμα των ραγδαίων αλλαγών ήταν ότι, ενώ το έτος 1350 μ.χ. υπήρχαν στην Ευρώπη 20 πανεπιστήμια το πλείστον θεολογίζοντα, με την συμβολή της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., είχαν ξεπεράσει τα 80 πανεπιστήμια το έτος Στα μέσα του 16 ου αιώνα η τυπογραφία έχει κατακτήσει σχεδόν κάθε περιοχή της Ευρώπης και εξάγεται θεαματικά στην «Οθωμανική αυτοκρατορία 1503, Ρουμανία 1508, Ιρλανδία 1550, Ρωσία 1553», απλώνει τα φτερά της στο Νέο Κόσμο «Μεξικό 1534, Περού 1584 και στην Ασία (Παλαιστίνη 1563, Ινδία 1556)» με πιεστήρια τα οποία αρχικά εισάγονται και εν συνεχεία με εγχώριας παραγωγής, όπως στην Αγγλία. Σχετικά με την ραγδαία εξάπλωση στον «Νέο Κόσμο», συνέβαλαν καθοριστικά οι Ανακαλύψεις οι οποίες ενθάρρυναν τον αποικισμό, με συνέπεια την εγκαθίδρυση αποικιοκρατικών καθεστώτων και στρατιωτικών αποστολών χαρτογραφήσεων, με παράλληλη τη διάδοση θρησκευτικών δογμάτων μέσω των ιεραποστολών, καθώς με διάνοιξη νέων εμπορικών δρόμων, δηλαδή, σχέσεις επικοινωνίας και συναλλαγές οι οποίες δεν θα μπορούσαν να διεκπεραιωθούν χωρίς τυπογραφικό

43 πιεστήριο. Το βέβαιο της προσφοράς της τυπογραφίας είναι ότι, δημιούργησε την τεχνική βάση για πνευματικές, κοινωνικές, πολιτικές και θρησκευτικές αλλαγές, για την συσσώρευση και διάδοση της γνώσης. Το Πιεστήριο βοήθησε ηγέτες να διατηρήσουν την εξουσία και καταπιεσμένους να μεθοδεύσουν την εξέγερσή τους και το αξιοσημείωτο ότι, βοήθησε ενεργά στην πολιτισμική επανάσταση της Αναγέννησης με ό,τι αυτή συνεπάγεται ιστορικά σήμερα σε επίπεδο ιδεών και προόδων. Tο έτος 1833 o Thomas Carlyle, φιλόσοφος, συγγραφέας, ιστορικός και καθηγητής κατά τη διάρκεια της βικτωριανής εποχής, θα σημειώσει χαρακτηριστικά: «Εκείνος ο οποίος πρώτος με το χειροκίνητο μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο και με τα κινητά μεταλλικά στοιχεία απάλλαξε τις στρατιές των αντιγραφέων και καθαίρεσε τους περισσότερους των βασιλιάδων και συγκλητικών δημιουργώντας έναν καινούριο κόσμο δημοκρατικό: είχε εφεύρει την τέχνη της τυπογραφίας.». (βλ.σ.208/φ.17-20) 3. Η ιστορία των τεχνοεπιστημών έως τον 15 ο μ.χ. αιώνα 3.1. Ανθρώπινη γνώση και τυπογραφία Θα ήταν παράλειψη να μελετήσουμε την εργοβιογραφία του Ι.Γ. χωρίς να αναφερθούμε αδρομερώς στην ιστορία των επιστημών οι οποίες διαμόρφωσαν την Κοσμοθεώρηση της εποχής μέσα στο πνεύμα της οποίας ο Ι.Γ., τον 15 ο αιώνα εφεύρε το «τεχνολογικό μέσον» το οποίο θα εντύπωνε εφεξής, αφενός διασώζοντας και γνωστοποιώντας την προγενέστερη θεωρητική και φιλοσοφική γνώση του Κόσμου, εφετέρου θα διέδιδε ταχύτατα την νέα επιστημονική σκέψη και θεώρηση, απόψεις οι οποίες από αρχές του 16 ου είχαν αρχίζει να περιγράφουν τις πραγματικές διαστάσεις ενός φυσικού κόσμου ο οποίος συρρικνώνονταν στα φοβικά και θρησκόληπτα στεγανά του μεσαιωνικού σκοταδισμού. Οτιδήποτε κατέχουμε σήμερα ως συγκροτημένη γνώση για τον κόσμο, είναι προϊόν εξέλιξης της σκέψης του ανθρώπου εξ υπαρχής του, και ενδεχομένως από εκείνη την ιστορική συγκυρία κατά την οποία ο άνθρωπος άρχισε να λειτουργεί αφαιρετικά, δηλαδή, από τη στιγμή κατά την οποία άρχισε να αντιλαμβάνεται τον Κόσμο με αριθμούς, σχετίζοντας και ορίζοντας τα περιβάλλοντα αντικείμενα μεταξύ των, εννοιολογικά. Από την στιγμή κατά την οποία άρχισε να απαριθμεί τα ομοειδή και προς διάκριση των ανόμοιων, είτε στην μορφή ακέραιων μονάδων, είτε ως κλάσματα, εγκαθιστώντας έτσι και μία πρώτη νοητική διαδικασία λογικομαθηματικής σκέψης και αντίληψης του περιβάλλοντος κόσμου, πέρα από τις διαστάσεις της δεδομένης και εκλαμβανομένης ως φυσικής γνώσης, μέχρι την επιστημονική θεώρηση του Κοπέρνικου και του Γαλιλαίου, δηλαδή, στην εποχή κατά την οποία η τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., καταγράφονταν ήδη ως το κορυφαίο κοσμοϊστορικό γεγονός. (βλ.σ.209/φ.20-21) Το σύνολο της διαχρονικής επιστημονικής γνώσης της οποίας η κατοχή και η διαχείριση υπήρξε προνόμιο και αντικείμενο εκμετάλλευσης ολίγων, πέρασε επάνω από το πιεστήριο του Ι.Γ., προκειμένου να διαχυθεί στον Κόσμο, παρακάμπτοντας

44 κάθε προηγούμενο εμπόδιο, οδηγώντας την νέα επιστήμη σε ραγδαία εξέλιξη και με συγκλονιστικά τα εκάστοτε επιστημονικά «Παραδείγματα» τα οποία συνέστησαν επανάσταση για την επιστήμη και τεχνολογία. Σήμερα, ένας δυσθεώρητος κόσμος γνώσης σωρεύεται μεθοδικά στις κλασικές βιβλιοθήκες και στον κυβερνοχώρο, με όλα τα προϊόντα και επιτεύγματα της σκέψης του διαχρονικού ανθρώπου. Όλα αυτά έγιναν με τη σκέψη και από τη στιγμή κατά την οποία ο άνθρωπος έθεσε το πρώτο υπαρξιακό του ερώτημα απέναντι στη φύση, από και προς τον εαυτό του, καθώς άρχισε να «βλέπει» τον κόσμο αφαιρετικά. Όλα αρχίζουν από τη στιγμή κατά την οποία ο άνθρωπος κατάφερε να διατυπώσει υποθέσεις, ρωτώντας κατευθείαν στην φύση, παρατηρώντας θετικά, διερευνώντας και υπολογίζοντας με την λογική, προκειμένου να έχει τις πρώτες απαντήσεις, πέρα από φοβικούς εσωτερικισμούς, εναλλακτικές/διαισθητικές αντιλήψεις και αφελείς θρησκευτικές προκαταλήψεις. Για μία γενικότερη έποψη αυτών, επιχειρούμε ακόλουθα μία αδρομερή επισκόπηση της ιστορίας της τεχνοεπιστημών στις διακριτές ιστορικές περιόδους, σε σχέση με τα κυριότερα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα του διαχρονικού ανθρώπου Οι Επιστήμες Προϊστορία και προκλασική αρχαιότητα Γενικά και όλοι οι πολιτισμοί του πλανήτη, έχουν να επιδείξουν επιστημονικά επιτεύγματα, καθώς είχαν αναπτύξει κάποιο σύστημα και ανάλογες μεθόδους παρατήρησης του φυσικού κόσμου, στην προσπάθεια να συνδέσουν τις παρατηρήσεις με τα διάφορα παρατηρούμενα φυσικά φαινόμενα, τα οποία έπλητταν ή εξέπληταν το φυσικό και εν δυνάμει δομημένο περιβάλλον στο οποίο ανάπτυσσαν τις παραγωγικές τους δραστηριότητες οι οποίες σχετίζονταν άμεσα με την διαβίωση. Οι Βαβυλώνιοι, στην ευρύτερη περιοχή του σημερινού Ιράκ ανάπτυξαν περί το έτος π.χ. εμπειρικά συστήματα των οποίων υπάρχουν αναφορές και για μετέπειτα συστηματικές αστρονομικές παρατηρήσεις οι οποίες αφορούσαν στην καταγραφή των εκλείψεων Ήλιου και Σελήνης και στην καταγραφή των κινήσεων κάποιων πλανητών. Οι Αιγύπτιοι αστρονόμοι των οποίων η ιδιότητα ταυτίζονταν με την ιεροσύνη, συνέταξαν κατάλογο με δεκάδες αστερισμούς και ένα ημερολόγιο δώδεκα μηνών, με υποδιαιρέσεις εβδομάδων και ημερών. Οι Κινέζοι κατασκεύαζαν αστρονομικά όργανα παρατήρησης και μέτρησης του χρόνου, ενώ οι Φοίνικες και οι Πέρσες στην ευρύτερη περιοχή του σημερινού Ιράν, εγκατέστησαν αστεροσκοπεία για μελέτη του ουράνιου θόλου και χρησιμοποίησαν μεθοδικά τις γνώσεις για ανάπτυξη της ναυσιπλοΐας και του εμπορίου Κλασική και ελληνιστική αρχαιότητα Οι Έλληνες, 17 είναι πρώτος λαός ο οποίος θεμελίωσε την Αστρονομία ως ιδιαίτερη επιστήμη, ξεφεύγοντας από τις δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις, εγκυροποιώντας τη θεωρία με 17 ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ -

45 παρατηρησιακά δεδομένα και εισάγοντας τα μαθηματικά στην Αστρονομία ως τα μόνα μεθοδοδολογικά και νοητικά εργαλεία μελέτης των φυσικών φαινομένων με σημαντικούς επιστήμονες στην εποχή, αλλά και με μεγάλη τη βιωσιμότητα των θεωρήσεων οι οποίες χαρακτήριζαν την κοσμοαντίληψη και την κοσμοθεώρηση ως τα τέλη του Μεσαίωνα. Ο Ευκλείδης με την Γεωμετρία, απετέλεσε θεμέλιο λίθο στην ανάπτυξη της «δυτικής» επιστήμης και τεχνικής όπου στηρίζονται όλες οι προϋποθέσεις της Κλασικής Φυσικής από την Αναγέννηση και εντεύθεν, ανεξάρτητα από το αν αργότερα αποδείχθηκε ότι ο Ευκλείδης αντιλαμβάνονταν απλοϊκά τις διαστάσεις ενός επίπεδου αισθητού χώρου και όχι για πολύ μεγάλες τις τιμές των φυσικών μεγεθών της κυρτότητας του πραγματευόμενου χώρου, οπότε και παύει να ισχύει θεωρητικά η Ευκλείδεια Γεωμετρία. Ο Πυθαγόρας ο Σάμιος, σημαντικός φιλόσοφος, μαθηματικός, γεωμέτρης, θεωρητικός της μουσικής και ο κατ εξοχήν θεμελιωτής των ελληνικών μαθηματικών, δημιούργησε ένα άρτιο σύστημα για την επιστήμη των ουρανίων σωμάτων με σχετικές αριθμητικές και γεωμετρικές αποδείξεις των θεωρήσεών του. Υπήρξε ο πρώτος ο οποίος χρησιμοποίησε την λέξη «κόσμος», αποδίδοντάς της την έννοια «του όλου περιοχής», προσεγγίζοντας και ερμηνεύοντας την τάξη του σύμπαντος με μαθηματικά, κατά τρόπον ώστε, μετρώντας τα κατάλληλα μήκη της χορδής ενός μονόχορδου, διαπίστωσε ότι τα σύμφωνα μουσικά διαστήματα μπορεί να εκφρασθούν σε απλές αριθμητικές αναλογίες των τεσσάρων πρώτων ακεραίων αριθμών. 18 Ο Απολλώνιος, ο οποίος θεωρείται μέγιστος μελετητής της γεωμετρίας και τρίτος μεγαλύτερος μαθηματικός μετά τον Αρχιμήδη και τον Ευκλείδη, με πλήθος έργων και με κορυφαίο τα "Κωνικά" όπου ανακάλυψε και διατύπωσε τις κωνικές τομές (παραβολή, υπερβολή, κύκλος, έλλειψη). Ωστόσο όμως στον τομέα της Αστρονομίας υπήρξε επίσης συνεισηγητής του Γεωκεντρικού Συστήματος δια των "εκκέντρων κύκλων και επικύκλων" μέσω των οποίων προσέγγιζε και ερμήνευε τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων. Ο Αρίσταρχος ο Σάμιος υποστήριξε ότι οι πλανήτες περιστρέφονται γύρω από τον Ήλιο και γύρω από τον εαυτό τους, κάνοντας λόγο για ηλιοκεντρικό σύστημα. Πρόκειται για μία ιδέα η οποία έπεσε σε αφάνεια χρόνια, θεώρηση η οποία αποδείχτηκε μέσα στις μεταμεσαιωνικές ημέρες οι οποίες συμπίπτουν με τον ενεργό τεχνοεπιστημονικό βίο του Ι.Γ.. Ο Πτολεμαίος Κλαύδιος συνέγραψε την «Αλμαγέστη», μνημειώδες σύγγραμμα μαθηματικών και αστρονομίας, το οποίο υπήρξε Βίβλος των αστρονόμων για δώδεκα αιώνες και βασίζονταν στις ήδη καταγεγραμμένες γνώσεις του Ίππαρχου, ανεξάρτητα από το αν πρότεινε το γεωκεντρικό πλανητικό μοντέλο Ευρωπαϊκός μεσαίωνας Στη διάρκεια του Μεσαίωνα, η ιδέα των Ελλήνων για τη μελέτη των φαινομένων και σύμφωνα με την κρατούσα λογική εκθρονίστηκε, με αποτέλεσμα την αστρονομία να την 18 Αρχαίοι Έλληνες μαθηματικοί και η συμβολή τους στη θετική σκέψη.,

46 αντικαταστήσει η αστρολογία. Οι απόψεις οι οποίες δεν συμφωνούσαν με τις απόψεις της Καθολικής Εκκλησίας διώκονταν άμεσα και μάλιστα αρκετές φορές βίαια από το ειδεχθές όργανό της, την «Ιερά Εξέταση». Η μόνη πρόοδος για εκείνα τα σκοτεινά χρόνια ήταν οι μελέτες των Αράβων 19 ερευνητών, οι οποίοι διέπρεψαν σε τομείς όπως η ιατρική, η χημεία και η οπτική. Ο Al Farghani, περί τον 9 ο αιώνας μ.χ, είναι εκείνος ο οποίος μελέτησε τη θέση του Ήλιου ως τροχιά και ο Ibn Zuni ο οποίος σημείωσε τις εκλείψεις του Ηλίου και της Σελήνης, αποτελούν τους πλέον επιφανείς λόγιους Άραβες αστρονόμους των οποίων τα έργα μεταφραστήκαν στη λατινική περί τον 12 ο αιώνα και έτσι έγιναν γνωστά στην μεσαιωνική Ευρώπη. Απαρχή της αναβίωσης και της προαγωγής των κλασικών επιστημών και θεωρήσεων, ο αστρονόμος και κληρικός Κοπέρνικος ( ), ο οποίος επανάφερε την ηλιοκεντρική θεωρία των Ελλήνων, μετρώντας τις θέσεις και τις αποστάσεις των πλανητών από τον Ήλιο. Ο Δανός αστρονόμος Τίχο Μπράχε, σημαντικός παρατηρησιακός Φυσικός, πραγματοποίησε εμπεριστατωμένες αστρονομικές παρατηρησιακές μελέτες και συνέταξε ακριβείς καταλόγους με τις θέσεις πολλών ουράνιων σωμάτων, προσφέροντας έτοιμη γνώση στο μαθητή του Γιόχαν Kέπλερ ( ), ο οποίος εν συνεχεία και ως θεωρητικός, διατύπωσε τους τρεις νόμους του για την κίνηση των ουρανίων σωμάτων. Ο Γαλιλαίος ( ) ήταν ο πρώτος ο οποίος διέκρινε τους πλανήτες από τη γενικόλογη έννοια «άστρα», υποστηρίζοντας ανένδοτα το ηλιοκεντρικό πλανητικό σύστημα (μοντέλο) και θεμελιώνοντας συνάμα την επιστημονική μέθοδο για τις φυσικές επιστήμες, αφ ενός με τη χρήση του πειράματος, αφετέρου με παράλληλη την ανάπτυξη μαθηματικών υπολογισμών. Έτσι, άνοιξε ο δρόμος για τον Ισαάκ Νεύτωνα ο οποίος με τη χρήση των μαθηματικών διατύπωσε τους νόμους της παγκόσμιας έλξης, εδραιώνοντας τη σύγχρονη επιστήμη με απότοκες τις επαναστατικές θεωρίες της κβαντομηχανικής. Σε αυτήν την κοσμογονική συγκυρία, η τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., κυριαρχεί και είναι αυτή η οποία «στοιχειοθετεί» και «γεφυρώνει» εποικοδομητικά την παλαιά θεμέλια γνώση με τη νέα τεχνοεπιστημονική γνώση της ανατολής και της δύσης, για να καταστεί πλέον έτοιμη να κυκλοφορήσει απολύτως ελεύθερα, σηματοδοτώντας έτσι την αρχή της Αναγέννησης, καθώς πλέον τη θέση των μάγων επανακατέλαβαν οι φιλόσοφοι, οι επιστήμονες και οι καινοτόμοι τεχνολόγοι / μηχανικοί της προβιομηχανικής εποχής Η Τεχνολογία Αρχέγονες τεχνολογικές γνώσεις Η Τεχνολογία, ως ιστορικό και τεχνολογικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ο άνθρωπος ανακάλυψε ή επινόησε και εφεύρε τα επιτεύγματά του, εκτείνεται σε ένα αρκετά ευρύ τεχνογνωσιακό πεδίο, το οποίο ασχολείται γενικότερα με την τεχνική γνώση, με τη χρήση 19 Γιώργος Κριεμπάρδης, Αστρονομία για όλους

47 των πάσης φύσεως εργαλείων και τεχνικών, καθώς και με το πως αυτά επηρεάζουν την ικανότητα και τη δυνατότητα του ανθρώπου να επιλύει καθημερινά προβλήματα, να ελέγχει αποτελέσματα, να παρεμβαίνει δραστικά στο περιβάλλον του, αλλά και να προσαρμόζεται φυσιολογικά ή κατά συνθήκην σε αυτό. Σε μία προσπάθεια να μελετήσουμε τις αρχέγονες επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις των λαών και των αντίστοιχων πολιτισμών οι οποίοι χάνονται στα βάθη του χρόνου, εντοπίζουμε και παραθέτουμε αντιπροσωπευτικά παραδείγματα ευρημάτων τα οποία συνιστούν ιδιαίτερα μνημεία τεχνοεπιστημονικής γνώσης. Πιο συγκεκριμένα, τεχνολογικά επιτεύγματα τα οποία αποτελούν αν όχι αδιαμφισβήτητες αποδείξεις, τουλάχιστον σαφείς ενδείξεις μίας απαρχής στην εξέλιξης της τεχνολογίας και ιδιαίτερα αυτή της μηχανικής στην οποία εμπίπτει και η περίπτωση της «τεχνικής» του Ι.Γ., ως απόρροια της προϋπάρχουσας τεχνοεπιστήμης και μηχανικής. Συγχρόνως, καταγράφεται ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος επιστήμονας μελετά και οικοδομεί έως σήμερα επάνω σε προηγούμενες γνώσεις με σκοπό την τροποποίηση, τη βελτίωση και την προαγωγή των τεχνολογικών επιτευγμάτων του σε ανώτερα εφαρμοστικά επίπεδα, γεγονός το οποίο ως διαδικασία συνιστά εξέλιξη και συνάμα επιστημονική μέθοδο ή οποία ως συστηματική πράξη και διαδικασία συμβάλλει στην προαγωγή των τεχνοεπιστημών. Η διαρκής αναζήτηση του ανθρώπου για την εξεύρεση τρόπων, μέσων και λύσεων για τη βιωσιμότητα και την περαιτέρω κατανόηση του κόσμου μέσον της υπάρχουσας γνώσης και των μεθοδολογικών εργαλείων της τα οποία υπήρξαν επιτεύγματα της διαχρονικής σκέψης και της προόδου του. Ο Βρετανός Μαθηματικός Samuel Lilley, με εξειδίκευση στην ιστορία της επιστήμης και της τεχνικής, δημοσίευσε το έτος 1940 μία μελέτη, με την οποία κατέγραψε τις κοινωνικά και οικονομικά σημαντικές επινοήσεις και εφευρέσεις από την εποχή του έτους 5500 π.χ. μέχρι τον 20 ο αιώνα μ.χ. 20 Ο Lilley κατέγραψε περί τις εφευρέσεις και τις συσχέτισε με μία εποχή ή ένα έτος και όπου αυτή η εφεύρεση αποδεδειγμένα έχει διαδοθεί. Προς το σκοπό αυτό, μελέτησε τη βιβλιογραφία η οποία έχει καθιερωθεί στη «Δυτική Ιστοριογραφία», δηλαδή, την προερχόμενη από τη Μεσοποταμία, από τις κοιτίδες των χωρών και λαών της ανατολικής Μεσογείου, την Ελληνορωμαϊκή πολιτισμική συνέχεια και τη Δυτικοευρωπαϊκή τεχνοεπιστημονική γνώση Προϊστορία Η εποχή του λίθου χαρακτηρίζεται από τη χρήση του λίθου ως βασικού εργαλείου και πρώτης ύλης για την κατασκευή βασικών εργαλείων («πυριτόλιθος») χρησιμοποιώντας αρχικά την πέτρα στο φυσικό της σχήμα και με εργαλειακή προέκταση (χειρολαβή) το ανθρώπινο χέρι. 20 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ, Posted: 02/04/2011 in Uncategorized., 21 ΕΡΓΑΛΕΙΑ - ΟΠΛΑ,

48 Προοδευτικά άρχισε να γίνεται επεξεργασία της πέτρας και να κατασκευάζονται τα πρώτα εργαλεία τα οποία είχαν σχήμα αμυγδαλοειδές, ωστόσο όμως ήταν αρκετά χονδροειδή και δύσχρηστα στις προβληματικές τεχνικές περιστάσεις. Προς το τέλος της νεολιθικής εποχής κάνει την εμφάνισή του ο εχέφρων άνθρωπος («homo sapiens») με την ανακάλυψη της φωτιάς, οπότε και επέρχεται σημαντική βελτίωση στα εργαλεία, τα οποία με τελειότερη την επεξεργασία λείανσης, σφυρηλάτησης, ακονισμού και με την προσθήκη ξύλινης χειρολαβής έγιναν απολύτως εύχρηστα, όπως για παράδειγμα, οι αξίνες, τα μαχαίρια και τα δρεπάνια, περί το έτος π.χ.. Κατά τη νεολιθική εποχή αναπτύχθηκαν οι τεχνολογικοί πολιτισμοί των Ασσυρίων, των Σουμερίων, της Κίνας, της Αιγύπτου, των Κυκλάδων, της Κρήτης, των Μυκηναίων κ.ά. πολιτισμών οι οποίοι παρουσίασαν μεγάλα τεχνικά και οικοδομικά έργα όπως επιχωματώσεις, αρδευτικά συστήματα, τείχη, πύργους, ναούς, καθώς επίσης και δύο από τα μεγαλύτερα τεχνολογικά επιτεύγματα, τον τροχό και τη σχεδία πλεύσης. Η νεολιθική εποχή κλείνει με το πλέον χαρακτηριστικότερο επίτευγμα του ανθρώπινου πολιτισμού, με τη γραφή και με τις αντίστοιχες υλικοτεχνικές εφαρμογές. Στο εξής και με τεχνογνωσιακό προηγούμενο την ανακάλυψη της φωτιάς, σηματοδοτείται μία άλλη τεχνολογική εποχή, αυτή των μετάλλων, η οποία άρχισε αμέσως με την ανακάλυψη και χρησιμοποίηση του χαλκού, στην Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία. Οι πειραματισμοί επάνω στα γνωστά μέταλλα δημιούργησαν τον ορείχαλκο («μπρούντζος»), ο οποίος είναι κράμα χαλκού και κασσίτερου. Σημαντική κατάκτηση υπήρξε και η τεχνική τήξης των ορυκτών μεταλλευμάτων και η χύτευση των μετάλλων σε πήλινα καλούπια περί το έτος π.χ.. 22 Έτσι, και με αυτά τα επαναστατικά υλικά, ο άνθρωπος κατασκεύασε σπουδαία εργαλεία κοπής και χάραξης, προχωρώντας άμεσα στην επεξεργασία του ξύλου κατασκευάζοντας κατοικίες, οικοσκευές, εργαλεία, όπλα και άλλα τεχνήματα. Από την 5 η χιλιετία όμως, οι Έλληνες σημείωσαν ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη και σε συνδυασμό με τη μεταλλοτεχνία, κατασκεύασαν όπλα, μεγάλα τεχνικά έργα, ανέπτυξαν τη ναυπηγική τέχνη με παράλληλη ανάπτυξη στη γεωργία, στην αγγειοπλαστική, στην υαλουργία και εντέλει στο θαλάσσιο εμπόριο. Ουσιαστικά, με την ανακάλυψη των μετάλλων άνοιξε ο δρόμος των επιστημών με απαρχή τα μετρικά συστήματα των λαών της Ανατολής, τα οποία απαιτούσαν γεωμετρία και τοπογραφία, όπως και η αστρονομία, η άλγεβρα και άλλες επιστήμες θεμελιώδεις των σημερινών επιστημών Αρχαιότητα Η εποχή του σιδήρου θεωρείται ως το κέντρο διεργασίας και ανάπτυξης του ανθρώπινου πολιτισμού, ο οποίος μεταλαμπαδεύτηκε αργότερα από την Ελλάδα στη Ρώμη ως μιμητικό δημιούργημα αυτής της διαδοχής και το οποίο σήμερα ονομάζουμε δυτικό πολιτισμό και δυτικό τρόπο σκέψης. Η ανακάλυψη και η χρήση του σιδήρου προώθησε σημαντικά την 22 ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΟΝΑΡΔΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑΣ»

49 ανάπτυξη της γεωργίας, της βιοτεχνίας, της οικοδομικής, της ξυλουργικής και ιδιαίτερα των θαλάσσιων μεταφορών στις οποίες βασίστηκε και αναπτύχθηκε το εμπόριο της εποχής. Μόλις το έτος π.χ, εμφανίζονται τα πρώτα σιδερένια εργαλεία στην Ελλάδα, καθώς ο σίδηρος γίνεται γνωστός με την κάθοδο των Δωριέων περί το έτος 1200 π.χ.. 23 Έτσι, η τεχνολογία στην αρχαία Ελλάδα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και σπουδαίες εφαρμογές των οποίων αντιπροσωπευτικά παραδείγματα τεχνολογικής επίτευξης αποτελούν, η επινόηση του Κοχλία (τούδε Κ) η κατασκευή υδραγωγείων, οι τροχαλιομηχανές όπως το βαρούλκο και ο πολιορκητικός καταπέλτης. Επίσης και για την ίδια εποχή, χτίζεται η πολεμική τριήρης, ο οριζόντιος νερόμυλος, η κλεψύδρα, η λάμπα του Φίλωνα, ο Κ άντλησης υγρών του Αρχιμήδη, ο ατέρμονας Κ («πρέσα») και η διόπτρα του Ήρωνα, η αιολόσφαιρα η οποία θεωρείται ως η πρώτη ατμομηχανή, μηχανισμοί πλοήγησης και άλλοι εργαλειομηχανισμοί. Αναλόγως και ως συνέχεια των Ελλήνων υπήρξαν και τα τεχνολογικά επιτεύγματα των Ρωμαίων τα οποία θεωρούνται ως επί το πλείστον βελτιωτικές τροποποιήσεις των κλασικών επιτευγμάτων, όπως η βελτίωση του νερόμυλου, η βελτίωση των οικοδομικών κατασκευών με τη χρήση ενός είδους τσιμέντου, η κατασκευή των μεγάλων έργων οδοποιίας και γεφυροποιίας, η βελτίωση του πολιορκητικού - βαλλιστικού καταπέλτη και ιδιαίτερα των μηχανισμών πλοήγησης, με τη ναυπηγική και τη ναυσιπλοΐα να έχουν ξεπεράσει κάθε τεχνολογικό προηγούμενο. Η σημαντικότερη όμως έκφραση του επινοητικού πνεύματος των Αρχαίων Ελλήνων, είναι ο ωρολογιακού τύπου υπολογιστικός μηχανισμός των Αντικυθήρων, ο οποίος υπολόγιζε με απόλυτη ακρίβεια αστρονομικά δεδομένα και θεωρείται σήμερα ως η απαρχή μίας υψηλής τεχνολογίας Ευρωπαϊκός Μεσαίωνας Έως το μ.χ. τα βασικά εργαλεία και τα όπλα, ως τεχνουργήματα, παρέμεναν σχεδόν ίδια με εκείνα τα πρώτα εργαλεία των αρχαίων Ελλήνων και με ελάχιστες μεταλλαγές. Συνεπώς, ως ιστορία της τεχνολογίας στο Mεσαίωνα θα εννοούσαμε κυρίως τη διατήρηση, την αξιοποίηση και την μερική τροποποιητική τελειοποίηση προηγούμενων τεχνολογικών επιτευγμάτων, για το λόγο ότι, η επιστημονική έρευνα στον τεχνοεπιστημονικό τομέα παρεμποδίστηκε συστηματικά από τον έντονο θεολογικό χαρακτήρα αυτής της ιστορικής περιόδου. Παράλληλα, την εποχή αυτή ο Σινικός πολιτισμός ανέπτυξε ένα σύνολο τεχνικών και μεθόδων άγνωστων στη Δύση, όπως η εφεύρεση της πυρίτιδας, η τεχνική χύτευσης των μετάλλων, η επινόηση των ξύλινων κινητών τυπογραφικών στοιχείων του ιδιαίτερου αυτού «αλφαβητικού» τους συστήματος, η κατασκευή χαρτιού, η χρήση της μελάνης, η 23 ΤΡΟΧΟΣ 24 ΑΡΧΑΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ troxalia?mode=embed&layout=http%3a%2f%2fskin.issuu.co m%2fv%2flight%2flayout.xml

50 αγγειοπλαστική της πορσελάνης και άλλα επιτεύγματα τα οποία έφθασαν στη Δύση, είτε από το δρόμο του μεταξιού, είτε από την Ιβηρική χερσόνησο με τους Άραβες και τα οποία υιοθετήθηκαν θεαματικά και εφαρμόστηκαν αποτελεσματικά. 25 Ορόσημα στην εξέλιξη της τεχνολογίας κατά τη μεσαιωνική περίοδο θεωρήθηκαν ως επί το πλείστον οι εκλεπτυσμένες κατασκευές μικρομηχανικής, όπως η κατασκευή μηχανικών ρολογιών, η ανακαλυπτική εφεύρεση της τυπογραφίας, η κατασκευή κανονιών, η παραγωγή σαπουνιού, η κατασκευή της μαγνητικής πυξίδας, η ανέγερση μεγάλων οικοδομημάτων και ιερών ναών, το χτίσμο υπερπόντιων καραβιών, μία σειρά βαρέων στρατιωτικών εξοπλισμών, επιστημονικών οργάνων, καθώς και άλλων αξιόλογων τεχνολογικών μέσων και εργαλείων. Κορυφαίος και πανεπιστήμονας υπήρξε ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι ( ) και σχεδόν σύγχρονος του Ι.Γ., στου οποίου τα σχέδια και μεταξύ των δεκάδων επινοήσεών του, απεικονίζεται ένα κοχλιωτό πιεστήριο, καθώς και μία σπειροτόμος μηχανή. 26 (βλ.σ.208/φ.18) Κατά την περίοδο αυτή, σημειώνεται μία συνεργατική σχέση τεχνολογίας - επιστήμης και σχεδόν αμφίδρομη, καθώς η τεχνολογία τροφοδοτούσε την επιστήμη με όργανα και άλλα εργαλεία απαραίτητα για την εκτέλεση των επιστημονικών πειραμάτων και παρατηρήσεων, ενώ η επιστήμη ενίσχυε θεωρητικά την τεχνολογία και ιδιαίτερα τη μηχανική. Επάνω σε αυτά τα θεμέλια οικοδομήθηκε προοδευτικά η τεχνολογική γνώση και με τη σημειούμενη πρόοδο, η οποία με την εφεύρεση της ατμομηχανής οδήγησε στο θαύμα της Βιομηχανικής Επανάστασης. Στο εξής, οι σιδερένιες κατασκευές δε χρησιμοποιούν σχεδόν καθόλου τη δύναμη του ανθρώπου προκειμένου να λειτουργήσουν και εδώ ακριβώς αρχίζει πλέον η διαφοροποίηση ή μάλλον ο διαχωρισμός της έννοιας αρχέγονο «εργαλείο» από την έννοια χειροκίνητη «μηχανή», όπως για παράδειγμα το πιεστήριο της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., με την ατμομηχανή ως την απόλυτη «μηχανή» η οποία αξιοποίησε την ενέργεια των φυσικών πόρων, ανοίγοντας το δρόμο στη Βιομηχανική Επανάσταση. Ωστόσο όμως, η τεχνολογική πρόοδος η οποία σημειώθηκε από το 13 ο έως το 16 ο αιώνα, δεν θεωρείται απολύτως αυθύπαρκτη, αλλά εντάσσεται σε ένα γενικότερο ευρωπαϊκό πολιτιστικό και επιστημονικό κίνημα, την «Αναγέννηση», η οποία συντέλεσε καθοριστικά στην αφύπνιση του μεσαιωνικού κόσμου, στην αλματώδη ανάπτυξη των τεχνοεπιστημών και ως συνέπεια της ανακαλυπτικής εφεύρεσης του Ι.Γ., Η μεταλλοτεχνία στο Μεσαίωνα Η μεταλλουργία θεωρείται ως μία από τις παλαιότερες τεχνικές διαδικασίες τις οποίες εφήρμοσε ο άνθρωπος και εντοπίζεται περί το έτος π.χ., με τις στοιχειώδεις μορφές επεξεργασίας και ανάλογα με τα μέσα τα οποία διέθετε ο άνθρωπος της κάθε εποχής, όπως και με την πρόοδο στην ανακάλυψη νέων μετάλλων. Συνεπώς, από την ανακάλυψη των 25 Ιστορία της Τεχνολογίας: Η εποχή του Μεσαίωνα 26 Εισαγωγή στην «Ιστορία της Τεχνολογίας»

51 πρώτων μετάλλων, του σιδήρου, του χρυσού και του χαλκού, μέταλλα τα οποία αποτέλεσαν τη βάση του τεχνολογικού πολιτισμού του ανθρώπου, έως το τέλος του 17 ου αιώνα μόλις δώδεκα (12) ήταν γνωστά τα μέταλλα, μεταξύ των οποίων το αρσενικό, το αντιμόνιο, το βισμούθιο, ο μόλυβδος, ο κασσίτερος και ο ψευδάργυρος. Τα μέταλλα τα οποία αποκτούν ιδιαίτερη σχέση με την τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., δηλαδή με τα κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία, είναι ο μόλυβδος, το αντιμόνιο, ο κασσίτερος, ο ορείχαλκος, ο χαλκός αλλά και ο μαλακός σίδηρος με τον χυτοσίδηρο, μέταλλα σχετικά με τους εργαλειομηχανισμούς του χειροκίνητου μηχανικού πιεστήριου. Η χρήση της τεχνικής του χυτοσιδήρου στο δυτικό κόσμο χρονολογείται περί το έτος 1161 μ.χ., καθώς το πρώτο χυτήριο σιδήρου απαντάται στην Αγγλία και αποδεδειγμένα κατά το έτος 1346 μ.χ., καθώς διαρκούντος του εκατονταετούς πολέμου χρησιμοποιήθηκαν σε αυτόν κανόνια προϊόντα χύτευσης. Ωστόσο όμως, μέχρι εκείνη την εποχή, οι Κινέζοι ήδη από το έτος 513 π.χ., έχουν την πρωτοπορία στη χρήση του χυτοσίδηρου σε τεχνικές εφαρμογές οι οποίες αφορούν στην οικοδόμηση των «παγόδων». Στην κεντρική Ευρώπη του Μεσαίωνα, μαρτυρούνται επώνυμα χυτήρια κατασκευής κανονιών, αρχικά στην περιοχή της Ρηνανίας, όπου έκτοτε λειτούργησαν μεγάλες μονάδες παραγωγής και επεξεργασίας προϊόντων σιδήρου. «Το οι Γερμανοί οπλουργοί κατασκεύασαν ένα κανόνι βάρους 4,5 τόνων με μήκος σωλήνα 3,5 μέτρων, ενώ συγχρόνως το έτος κυκλοφορεί στη Γερμανία μία μελέτη από τον Konrad Kryeser, στην οποία γίνεται αναφορά για άρματα, πολιορκητικές μηχανές, ανυψωτικούς μηχανισμούς, φλογοβόλα όπλα, όργανα και μηχανουργικά εργαλεία. Στη φαντασία των τεχνικών της εποχής δεν μπορεί να τεθεί πλέον κανένα εμπόδιο και για κάθε εργαλειομηχανικό κατασκευαστικό εγχείρημα.» (βλ.σ.209/φ.20-21) Με βάση την τεχνική της χύτευσης (χυτοσίδηρος) οι μεταλλοτεχνίτες του μεσαίωνα κατασκεύασαν το μεταλλικό πιεστικό σύστημα (Κ κοχλίας 16 ου αι.) μίας, δύο και τριών αρχών ελίκωσης, ο οποίος αφορά στον μελετώμενο τύπο πιεστηρίου «Κ.Τ.Γ.». Το σώμα (σύσσωμο) του εν λόγω κοχλία, δηλαδή, ο κοχλίας, η εμβολοφόρος κεφαλή και η πιεστική βελόνη, φέρεται να είναι προϊόν χύτευσης και το οποίο αντικατέστησε ασφαλώς τον ξύλινο Κ τον οποίο έφερε το θεωρούμενο «πρότυπο» πιεστήριο της «τεχνικής» του Ι.Γ., ή ενδεχομένως τον μίας αρχής μεταλλικό Κ ενός δεύτερου τύπου πιεστηρίου το οποίο να επανασχέδιασε ή να ανακατασκεύασε ο ίδιος ο Ι.Γ H ιστορία της χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας 4.1. Aναπαραστάσεις της εκδοχής του «πρότυπου» πιεστήριου Αρχικά και προκειμένου να πραγματευτούμε στην παρούσα ενότητα την υπό μορφή διαχρονικού ερωτήματος ιστορική αμφιβολία, δηλαδή, για το ποιός ενδεχομένως να ήταν ο 27 Ιστορία της Τεχνολογίας: Μεταλλουργία -

52 αρχικός τύπος του «πρότυπου» πιεστηρίου, του γνήσιου πιεστηρίου ( original common press ) το οποίο κατασκεύασε ο ίδιος ο Ι.Γ., με το σύνολο της «τεχνικής» του, οφείλαμε να εξασφαλίσουμε τη εκείνη θεώρηση με βάση την οποία θα ορίζαμε τον τύπο αυτού του πιεστηρίου και ο οποίος ενδεχομένως να αποτελούσε το ουσιαστικό τεχνολογικό συστατικό της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Ο λόγος αναζήτησης και θεώρησής του αφορά, αφενός προκειμένου να τον περιγράψουμε εξ ορισμού ως τέχνημα ενός «προτύπου» πιεστηρίου, αφετέρου και ασφαλώς προς διάκριση εκείνων των ξύλινων τύπων πιεστηρίων οι οποίοι ορίζονται ως μεταγενέστερα πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.», δηλαδή, τα πρώτης γενεάς εξελιγμένα τυπογραφικά πιεστήρια. Και αυτό για το λόγο ότι, δεν υφίσταται απολύτως κανένα σωζόμενο «πρωτότυπο» («πρότυπο») πιεστήριο της «τεχνικής» του Ι.Γ., του οποίου ενδεχόμενα τα αρχιτεκτονικά, τα δομικά και τα μηχανικά χαρακτηριστικά να αποτέλεσαν γενεσιουργό πρότυπο, αφενός για την ανακατασκευή νέων πιεστηρίων με τις όποιες βελτιωτικές τροποποιήσεις ενδεχομένως από τον ίδιο τον Ι.Γ., αφετέρου ως πρότυπο ανακατασκευών προϊόντων απομίμησης από άλλους σύγχρονους τυπογράφους. Συνεπεία αυτής της αμφιβολίας, επιχειρούμε την ακόλουθη υπόθεση η οποία διατυπώνεται μέσα από τη σχέση στην οποία τέσσερα (4) ρεαλιστικά «παραδείγματα» τυπογραφικών πιεστηρίων τα οποία επιλέγει η παρούσα μελέτη με τις σχετικές περί του «προτύπου» αναπαραστάσεις των και είναι τα εξής: α) Ήρωνος, β) Jón Matthíasson, γ) Alan May και δ) The replica of Gutenberg's printing press15 th and 16 th. (βλ.σ.210/φ.23) Τα τέσσερα (4) «παραδείγματα» πιεστηρίων εκ των οποίων τα τρία (3) είναι τυπογραφικά, αλλά και με την ευρύτερη έννοια των κοινών πιεστικών συστημάτων ως εγραλειομηχανισμοί και σώματα, τα οποία απεικονίζονται σε γκραβούρες και φαίνεται να αποκτούν προφανή χαρακτηριστικά συσχέτισης μεταξύ των, ενδεχομένως να εμπεριέχουν μία προκαταβολική ερμηνεία της αρχικής μας υπόθεσης περί του «προτύπου» και όπως αυτό υποδεικνύεται στην παρούσα εργασία, με τις όποιες επιφυλάξεις μας. Και αυτό, με δεδομένη την ιστορική και κοινά αποδεκτή στο δυτικό κόσμο θεώρηση η οποία εμφαίνει ότι, ο Ι.Γ., προκειμένου να κάνει πράξη το τυπογραφικό του όραμα, υιοθέτησε στο σύνολό του το αρχαϊκό πιεστήριο «πρέσα» (σταφυλιών-λαδιού) του Ήρωνος του Αλεξανδρέως με βασική εφαρμογή στο τέχνημά του τον Κ (ατέρμονα) και βεβαίως, διατηρούμενης καθόλα της αρχιτεκτονικής του κορμού της κατασκευής του Ήρωνος. Αδιαμφισβήτητα, πρόκειται για ένα οικείο Πιεστικό Σύστημα (τούδε Π.Σ.,) το οποίο επιβίωνε χρηστικά στο μεσαίωνα χωρίς ουσιαστικές τροποποιήσεις στο σώμα του και ασφαλώς ήταν σε γνώση του Ι.Γ., λόγω του ιδιαίτερου περιβάλλοντος των αμπελοκαλλιεργειών και των οινοποιείων μέσα στο οποίο εξασφάλιζε ζωηρές βιωματικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις και τεχνογνωσιακές εμπειρίες. Έτσι ώστε, με βάση αυτή την εμπειρία να φτάσει στη σύλληψη του μηχανισμού, ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα τη σύνθεση του τυπογραφικού πιεστηρίου επάνω στο οποίο εφάρμοσε την ιδέα του και τις επινοημένες από τον ίδιο καινοτόμες εκτυπωτικές τεχνικές

53 Το αρχαϊκό πιεστήριο ελιών του Ήρωνος, 28 το οποίο αποδεδειγμένα ενέπνευσε και προσανατόλισε την εφευρετική σκέψη του Ι.Γ., προς τη μηχανική διάσταση της τυπογραφίας, αυτό το ίδιο τεχνολογικό παράδειγμα φαίνεται να προσιδιάζει ιδανικά με ένα σωζόμενο τυπογραφικό πιεστήριο, το φερόμενο ως πιεστήριο του Jón Matthíasson ή 15th Century Printing Press 29 του 15 ου αιώνα, το οποίο αν όχι απολύτως, τουλάχιστον προφανώς, φέρει σχεδόν τα ίδια δομικά και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά με αυτό του Ήρωνος, με μόνη διαφοροποίηση ότι, στην απόληξη του ατέρμονα όπου εξαρτάται η δίοπος Εμβολοφόρος Κεφαλή (τούδε Ε.Κ.,) στρέψης, ενσωματώνει κοινή Τυπογραφική Πλάκα (τούδε Τ.Π.,) αντί της πλάκας «απομύζησης» του πιεστηρίου του Ήρωνος. (βλ.σ.210/φ.23) Με βάση τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά τα οποία συνδυάζουν οι δυο μηχανικές κατασκευές, θεωρούμε ότι, ο τύπος Jón Matthíasson σαφώς και εξ ορισμού αφορά σε ένα σωζόμενο τέχνημα μίας απλής χειροκίνητης «πρέσας» η οποία προσιδιάζει σχεδόν σημαντικά με κοινό τυπογραφικό πιεστήριο. Ο ίδιος αυτός τύπος ενδεχομένως να συνιστά, αν όχι μία γνήσια και σε πειραματικό στάδιο εκδοχή του «προτύπου» (original press) πιεστηρίου του Ι.Γ., ωστόσο όμως μεταστρέφει ικανοποιητικά την εικασία σε συμβατή πραγματικότητα και ως ρεαλιστικό ενδεχόμενο μίας πρόδρομης εκδοχής τυπογραφικού πιεστηρίου, το οποίο ενδεχομένως να υποστηρίζει επαρκώς την άποψή μας στην περίπτωση κατά την οποία αυτή η άποψη θα θεωρούσε ότι, το πιεστήριο του Jón Matthíasson είναι το εγγύτερο λειτουργικά τέχνημα έναντι του ζητούμενο ως «προτύπου» πιεστηρίου του Ι.Γ.,. Πιο συγκεκριμένα, μπορεί να εκληφθεί ασφαλώς ως μία πρώτη πιλοτική εφαρμογή των «μυστικών σχεδίων» του Ι.Γ., και ως η απαρχή της χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας. Με βάση την παραπάνω υπόθεση, η οποία τείνει προς θεώρηση και η οποία συσχετίζει σε πρώτο στάδιο τα δύο (2) εκ των τεσσάρων (4) ανωτέρω «παραδείγματων» προγενέστερων πιεστηρίων, ήτοι, τον τύπο του Ήρωνος με τον τύπο του Jón Matthíasson και εν συνεχεία αυτούς τους δύο (2) τύπους με τους απεικονιζόμενους τύπους πιεστηρίων στις γκραβούρες της εποχής, οι οποίες, αν και περιγράφουν τα πιεστήρια με κάποια προφανή απεικονιστική αφέλεια, ωστόσο όμως τα προσδιορίζουν χρονικά με σαφείς αναφορές ως γνήσια πιεστήρια της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Με βάση αυτά τα «παραδείγματα», τείνουμε να συγκλίνουμε με τη μελετητική άποψη και με την κατασκευαστική εκδοχή του πιεστηρίου των Άλαν Μάι ( Alan May ) και Στήβεν Φράι ( Stephen Fry ). Βασικά ο Άλαν Μάι, ως ειδικός μελετητής και κατασκευαστής, ορίζοντας τη μεθοδολογία τους σημειώνουν ότι, προκειμένου να συνθέσει ο πρώτος την τελική αναπαραστατική πρόταση για ένα εν δυνάμει 28 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ: Η αγροτική τεχνολογία των αρχαίων Ελλήνων 29 Glossary of Antique and Vintage Print Terms,

54 πιστό αντίγραφο και ενδεχόμενα «πρότυπο» πιεστήριου της τυπογραφικής ««τεχνικής» του Ι.Γ., άντλησε τις βασικές του πληροφορίες από τις γκραβούρες της εποχής του Ι.Γ., και με βάση τις τεχνικές εκδοχές του τύπου τον οποίο αυτές απεικονίζουν σχετικά με σώμα και τους εργαλειομηχανισμούς του, προχώρησε στο σχεδιασμό του. (βλ.σ.210/φ.24) Αξιοσημείωτο και το γεγονός ότι, μεταξύ των σχεδίων του Λεονάρντο Ντα Βίντσι ( ) υπάρχουν κάποια αναπτύγματα σκίτσων τα οποία περιγράφουν ένα ιδιαίτερο τύπο κοχλιωτού τυπογραφικού πιεστηρίου και μία μηχανή εκσκαφής ελικώσεων του «Κ.», δηλαδή, σπειροτόμο μηχανή 30 (Π1/Φ.19) Επίσης, σε ιστοριογραμμή (timeline) της τυπογραφίας, εικονίζονται δύο (2) τύποι πιεστηρίων, φερόμενοι ως πιεστήρια Ι..Γ., οι οποίοι φέρουν μεταλλικό Κ και χρονολογούνται περί το έτος 1452, εκ των οποίων ο ένας τύπος υποδεικνύεται με τον χαρακτηρισμό Johannes Gutenberg invents the printing press - προφανώς απλός τύπος - και άλλος ως The printing press evolves εξελιγμένος, δηλαδή, αυτούς τους οποίους η μελέτη χαρακτηρίζει ως «Κ.Τ.Γ.». Ωστόσο όμως άλλη πηγή μαρτυρεί και επιβεβαιώνει ότι, ο μεταλλικός Κ τοποθετήθηκε στις αρχές του 16 ου αιώνα, ενώ μία τρίτη πηγή αναφέρεται και σε ακριβή χρονολογία. (βλ.σ.211/φ25) Έτσι, στην παρούσα ενότητα και χωρίς πρόθεση να απαντήσουμε ή άρουμε την υπό μορφή διαχρονικού ερωτήματος ιστορική αμφιβολία για το ζητούμενο «πρότυπο» πιεστήριο της «τεχνικής» του Ι.Γ., δεχόμαστε ως εξ ορισμού γνήσιου τύπο («πρότυπο») πιεστηρίου του Ι.Γ., την θεώρηση και πρόταση της αναπαραστατικής/κατασκευαστικής εκδοχής των Άλαν Μάι και Στήβεν Φράι, το οποίο θα περιγράψουμε αδρομερώς και στα βασικά του μέρη, υλοποιώντας έτσι το πρώτο σκέλος του τίτλου της παρούσας εργασίας «Περιγραφή και μελέτη τεχνήματος 15ου αι.,.». Η περί «προτύπου» εκδοχή της μελετητικής πρότασης των Άλαν Μάι και Στήβεν Φράι, προσεγγίζει και προσομοιώνει τα βασικά και αρχέτυπα χαρακτηριστικά του ενδεχομένως «προτύπου» πιεστηρίου και του Κ, εξαιρουμένης βέβαια της προσθήκης του «τυμπάνου» σελιδοθέτησης, καθώς αυτό φέρεται να προσαρτήθηκε το έτος 1550 και σχεδόν συγχρόνως με τον μεταλλικό Κ. Άλλωστε, οι προσθήκες αυτές, αποτελούν τις πρώτες βέλτιστες τροποποιητικές εφαρμογές οι οποίες επιχειρήθηκαν επάνω στο θεωρούμενο «πρότυπο» και διατηρήθηκαν απαράλλακτες επί τρεις αιώνες στα ξύλινα και στα μεταλλικά πιεστήρια των οποίων η κατασκευή ασφαλώς είχε ως βάση το «πρότυπο» ( original printing press ), δημιουργώντας έτσι τα «ελαφρού» τύπου ξύλινα πιεστήρια «Κ.Τ.Γ.». Επιπροσθέτως, πιεστήρια της εποχής του Ι.Γ., ή λείψανα αυτών δεν φαίνεται να έχουν διασωθεί πουθενά, παρ όλα αυτά όμως και από τις γκραβούρες είναι δυνατόν να εξασφαλίσουμε μία ισχυρή εντύπωση και άποψη για την φυσιογνωμία των πρώτων εργαστηρίων και των περιεχόμενων 30 Printing Press: Leonardo's designs for a printing press.,

55 σε αυτά πιεστηρίων, των οποίων τα βασικά χαρακτηριστικά είναι αρκετά ευκρινή. Επίσης για το λόγο ότι, σήμερα υπάρχουν αδιαμφισβήτητα προϊόντα της παραγωγής εκείνων των πιεστηρίων και ένα πλήθος εικόνων οι οποίες τα αναπαριστούν σχεδόν ομοιότυπα, έτσι ώστε να πειραματιστεί κανείς σε μία λειτουργική εκδοχή ενός ανάλογου πιεστηρίου, συγκρίνοντας το εκτυπωτικό αποτέλεσμα, με τις εκτυπώσεις εκείνων των πιεστηρίων. Στο "Gutenberg Museum" 31 του Μάιντς, στη γενέτειρα πόλη του Ι.Γ., εκτίθεται ένα απολύτως λειτουργικό πιεστήριο το οποίο προσιδιάζει σχεδόν με τα «βαρέως» τύπου πιεστήρια «Κ.Τ.Γ.». Το εν λόγω πιεστήριο με το χαρακτηρισμό The replica of Gutenberg's printing press15 th and 16 th ) 32, υφίσταται προκειμένου να υποστηρίζει τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες του "Gutenberg Workshop" και το οποίο αν και δεν έχει απόλυτη σχέση με το ενδεχομένως «πρότυπο» και όπως αυτό αποδίδεται απεικονιστικά αλλά και ρεαλιστικά στις προαναφερόμενες εκδοχές του, ωστόσο όμως το σώμα του φαίνεται να δομείται στο πρότυπο των αναπαριστώμενων πιεστηρίων Η εκδοχή του «προτύπου» στις γκραβούρες του Albert Durer Στον χαράκτη Άλμπρεχτ Ντύρερ ( Albert Durer ) 33 ανήκει η γκραβούρα η οποία φέρει ως χρονολογία το έτος 1511 και απεικονίζει ένα πιεστήριο της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., το οποίο ενδεχομένως να είναι προϊόν μνήμης. Άξιο παρατήρησης όμως, αποτελεί το γεγονός ότι, στην γκραβούρα αυτή ο Κ, φαίνεται να στρέφει με λάθος βηματισμό έναντι του δεξιόστροφου λειτουργικού βηματισμού των πιεστηρίων. Παρά το γεγονός αυτό, οι εργαλειομηχανισμοί και η αρχιτεκτονική του προσιδιάζουν απόλυτα με εκείνους των πιεστηρίων τα οποία απεικονίζονται στις εκδοχές Jodocus badius Ascensius του έτους 1520 και 1522, καθώς και με εμφατική την εντύπωση των εργαλείων τα οποία βρίσκονται αναρτημένα στους ορθοστάτες, στο άνω ζευκτό, όπως, ψαλίδια, σφυρί, ελάσματα, κ.ά.. Επίσης, η γκραβούρα η οποία φέρει τον τίτλο Badius Jodocus Ascensius επισημαίνεται και θεωρείται ως η πρώτη γκραβούρα η οποία αναπαριστά μία πρώτη εκδοχή πιεστηρίου του Ι.Γ.. 34 Οι συγκεκριμένες γκραβούρες αν και φέρονται να απομνημονεύουν απεικονιστικά το σώμα ενός πιεστηρίου, ωστόσο όμως φαίνεται να απεικονίζουν έναν όμοιο προς τον 31 Gutenberg Museum, Mainz: The "Gutenberg Workshop" (The replica of Gutenberg s printing press, rebuilt according 15th- and 16th-century woodcuts) 32 Gutenberg Museum, Mainz., Mainz%2C+Germany&p=1 33 Albrecht Dürer., From Wikipedia, the free encyclopedia THE PROCESS OF BOOK MAKING IN THE HAND-PRESS PERIOD., THE PROCESS OF BOOK MAKING IN THE HAND-PRESS PERIOD

56 θεωρούμενο «πρότυπο» τύπο πιεστηρίου, ενισχύοντας έτσι σημαντικά τη θεώρηση της αρχιτεκτονικής και της μηχανικής του «προτύπου» πιεστήριου του Ι.Γ., γεγονός το οποίο αποδίδεται ικανοποιητικά στην περί «προτύπου» προσομοίωση των Άλαν Μάι / Στήβεν Φράι. Υπάρχει επίσης και μία χαλκογραφία του έτους 1628, η οποία δημοσιεύθηκε στο Χάρλεμ από τον Peter Scriverius, στην οποία και κατά τον ίδιο τρόπο απεικονίζονται τα ίδια ακριβώς εγχειρίδια (εργαλεία) αναρτημένα στους ορθοστάτες του και ασφαλώς το ίδιο σώμα και οι εργαλειομηχανισμοί του πιεστηρίου, παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά με εκείνα τα πιεστήρια τα οποία απεικονίζονται στις προαναφερόμενες γκραβούρες. Ωστόσο όμως, η συγκεκριμένη απεικόνιση της γκραβούρας του Άλμπρεχτ Ντύρερ του έτους 1511, χαρακτηρίστηκε ως "η πρώτη ακριβής αναπαράσταση ενός πιεστηρίου με την έννοια του «προτύπου» πιεστηρίου της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Να σημειώσουμε εδώ ότι, ο Άλμπρεχτ Ντύρερ, κατείχε ο ίδιος τυπογραφικές εμπειρίες και βιωματικές παραστάσεις πιεστηρίων της εποχής του και το σημαντικότερο όλων ότι, είναι σχεδόν σύγχρονος αν όχι του Ι.Γ., αλλά της εποχής του, καθότι γεννήθηκε μόλις τέσσερα (4) έτη μετά τον θάνατο του Ι.Γ., και στην εποχή κατά την οποία το «πρότυπο» πιεστήριο κυριαρχούσε αυτούσιο χωρίς να είχε υποστεί ακόμη ουσιαστικές μεταλλαγές, πλην όσων ενδεχομένως ο ίδιος ο Ι.Γ., να είχε επιχειρήσει. Σημαντική θεωρείται και η αναφορά ανακατασκευής ενός πιεστήριου το οποίο βρίσκεται στο σπίτι του χαράκτη Albrecht Dührer και νυν Μουσείου με την επωνυμία House Albrecht Dürer. 35 Σε ένα τέτοιο τύπο πιεστηρίου φέρεται να εκτύπωνε ο Ντύρερ τα χαρακτικά του σχέδια και πορτραίτα. Το πιεστήριο αυτό και εφόσον πρόκειται για προσομοίωση (πιστό αντίγραφο) 36 φαίνεται να προσιδιάζει σημαντικά με τα απεικονιζόμενα στις γκραβούρες του ιδίου, καθώς επίσης με εκείνο το οποίο εκτίθεται στο Museum of Literature and Printing in Grębocin (Poland) ενώ με αυτά προσιδιάζει ασφαλώς η κατασκευαστική εκδοχή περί του «προτύπου», του Άλαν Μάι. (βλ.σ.211/φ.26) Το τέχνημα Jón Matthíasson ως πρόδρομη εκδοχή «προτύπου» Ο Τζον Άρασον ( Jón Arason., ), 37 Ισλανδός ρωμαιοκαθολικός επίσκοπος και ποιητής ο οποίος εκτελέστηκε στον αγώνα του κατά της επιβολής της προτεσταντικής μεταρρύθμισης στην Ισλανδία, φέρεται να εισήγαγε το πρώτο τυπογραφείο στην Ισλανδία για την υποστήριξη των συγγραφικών δραστηριοτήτων τους. Βέβαια, η χρονολογία εισαγωγής του πιεστηρίου δεν απολύτως έγκυρη, ωστόσο όμως και κατά πάσα πιθανότητα, φέρεται να εισήχθη λίγο πριν από το έτος Το εν λόγω τυπογραφικό πιεστήριο, το παρέλαβε από έναν Σουηδό ονόματι, Jon Matthíasson ή Mattheusson και στο οποίο 35 HouseAlbrecht Dürer Tip by lifeisatrip., 36 The reconstruction of Albrecht's printing presshttp., 37 Jón Arason,

57 τυπογραφικό πιεστήριο o Jón Arason τύπωνε κυρίως λεξικά και θρησκευτικά βιβλία. Υπάρχει και μία άλλη αναφορά κατά την οποία, η πρώτη έκδοση της Divina Commedia του Δάντη φέρεται να τυπώθηκε στις 11 Απριλίου του έτους 1472 από τον εν λόγω τύπο πιεστηρίου ( della Nunziatella, Foligno Ιταλία) 38 και το οποίο θεωρείται ως το πρώτο μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο το οποίο χρησιμοποιήθηκε στη Γερμανία τον 15 ο αιώνα, ενώ σήμερα αποτελεί απλό συλλεκτικό αντικείμενο. (βλ.σ.210/φ.23) Ωστόσο όμως και σε ό,τι αφορά τις απεικονιζόμενες εκδοχές πιεστηρίων σε γκραβούρες, η χαρακτική είχε εξελιχθεί κατά διάρκεια των επόμενων αιώνων μέσα στους οποίους άρχισε να απεικονίζει σχεδόν ρεαλιστικά τα θέματά της. Πρόκειται πλέον για τεχνική η οποία διαφέρει με την σχεδόν αφελή απεικόνιση των προαναφερθέντων «παραδειγμάτων» των Jodocus badius Ascensius και Badius Jodocus Ascensius των ετών 1520 και Συνεπώς, οι ερευνητές και συλλέκτες δυσκολεύονται να κατανοήσουν από τις γκραβούρες τις όποιες διαφορές ανάμεσα σε αυτές και στα σωζόμενα ή και φερόμενα ως γνήσια πιεστήρια «τεχνικής» της Ι.Γ., πόσο μάλλον να το υποδείξουν. Πιο συγκεκριμένα, ο οιοσδήποτε ερευνητής ή συλλέκτης των παλαιών πιεστηρίων (αντικών) θα πρέπει να αναζητήσει τις «εκδοχές» πιεστηρίων και τα προϊόντα εκτύπωσής των τα οποία χρονολογούνται πριν από τις αρχές του 17 ου αιώνα και προς διάκριση όσων αφορούν στην περίοδο μεταξύ 17 ου έως 19 ου αιώνα, καθώς στη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι εκτυπώσεις είχαν καταστεί ευκρινέστερες και ποιοτικότερες με τις καινοτόμες μεθόδους εκτύπωσης, έναντι εκείνων του 15 ου αιώνα Η προσομοίωση Άλαν Μάι ως εκδοχή του «προτύπου» Το γεγονός ότι ο Ι.Γ., επινόησε πρωτοποριακές τυπογραφικές τεχνικές και μηχανιστικές μεθόδους τυπογραφίας για την εποχή του, με εφευρετικό επιστέγασμα την κατασκευή του πρώτου χειροκίνητου πιεστήριου, ανοίγοντας το δρόμο στη μηχανική τυπογραφία, το γεγονός αυτό αποτελεί αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα και επαρκώς μαρτυρούμενη, τόσο από πλευράς των υφιστάμενων τυπογραφικών προϊόντων τα οποία παρήγαγε ο ίδιος, όσο και από πλευράς των απολύτως επιβεβαιωμένων ιστορικών μαρτυριών του βίου του, οι οποίες διατυπώνουν ασφαλώς το ενδιαφέρον του και την επαγγελματική του ενασχόληση στα τυπογραφικά. Ωστόσο όμως, εκείνο το οποίο δεν φαίνεται να είναι απολύτως σαφές βιβλιογραφικά και του οποίου τις εκδοχές προσεγγίσαμε στη προηγούμενη ενότητα, αφορά στα τεχνικά χαρακτηριστικά του αυθεντικού πιεστηρίου τα οποία παραμένουν ως εν μέρει αναπάντητο ερώτημα στην ιστορία της μηχανικής τυπογραφίας. Αφορά δηλαδή, στο ποιο μπορεί να ήταν το πραγματικό σώμα, το πρωτότυπο σώμα του πιεστηρίου το οποίο κατασκεύασε ο Ι.Γ., και επάνω στο οποίο υλοποίησε τις καινοτόμες περί τυπογραφίας ιδέες του με διαγνωσμένη την χρήση των προγενέστερων τεχνολογικών μηχανισμών τους οποίους

58 υιοθέτησε και ασφαλώς εφάρμοσε ο ίδιος, με απόδειξη τα σωζόμενα εκτυπωτικά προϊόντα τα οποία κατακυρώνουν την πατρότητα της «τεχνικής» του στον ίδιο. Συνεπώς, εφόσον και οι όποιες από βιβλιογραφικής σκοπιάς αναφορές σχετικές με το ενδεχομένως αυθεντικό πιεστήριο και με την έννοια του «προτύπου» του Ι.Γ., δεν αποδεικνύουν και δεν υποδεικνύουν τον τύπο του ζητούμενου πιεστηρίου, δημιουργούν μία κατά τρόπο ιστορική σύγχυση ακόμη στον ειδικό μελετητή ο οποίος φαίνεται να κινείται μεταξύ εικασίας και πραγματικότητας περί της εκδοχής του, οπότε θα ήταν ακόμη πιο δύσκολο ώστε να προκύψει κάποια σαφέστερη απάντηση στην παρούσα εργασία. Ωστόσο όμως και μόνο για την περίπτωση της περιγραφής, κρίνεται τυπικά απαραίτητη η υιοθέτηση κάποιας εκδοχής περί του αυθεντικού τύπου ή εν δυνάμει «πρότυπου» πιεστηρίου της «τεχνικής» του Ι.Γ., ανεξάρτητα από το αν και κατά πόσο ενδεχομένως να ενισχύονται περεταίρω οι ήδη προϋπάρχουσες επιφυλάξεις, οι οποίες θα θεωρούσαν την οιαδήποτε εκδοχή ως εκ προοιμίου «πρότυπο». Ο λόγος ότι, οι πληροφορίες οι οποίες υπάρχουν τόσο σε επίπεδο ρεαλιστικής περιγραφής, όσο και σε επίπεδο σχετικής (αφελούς χαρακτικής) απεικόνισης του πιεστηρίου, κρίνονται σημαντικά ανεπαρκείς και απεικονιστικά δυσδιάκριτες. Προφανώς, δεν επιτρέπουν τον ορισμό του «προτύπου» με απόλυτη σιγουριά, καθότι δεν σώζεται το αυθεντικό πιεστήριο ως δημιούργημα του Ι.Γ., ή άλλο του ιδίου από αυτή την πρώιμη περίοδο της τυπογραφικής του δραστηριότητας. Επιπλέον, κανείς δεν έχει ανακαλύψει ποτέ κάποια σαφή χρονολογημένη απεικόνιση ενός χαράκτη σύγχρονου του Ι.Γ., η οποία θα προσδιόρισε επακριβώς τη δομική και αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του πιεστηρίου, πλην των αμοιδρών παραδειγμάτων των Jodocus badius Ascensius και Badius Jodocus Ascensius. (βλ.σ.211/φ.26,24) Ενδεχομένως και η υπάρχουσα πρόταση σχεδιασμού πιεστηρίου του 15 ου αιώνα, την οποία ο Στήβεν Φράι υποστήριξε θεωρητικά και υλοποίησε κατασκευαστικά ο Άλαν Μάι και αυτή φαίνεται να απομακρύνεται εν μέρει από πραγματικότητα, για το λόγο ότι, πιεστήρια της εποχής του Ι.Γ., δεν έχουν διασωθεί ούτε ως ακέραια λείψανα ή ως τεμάχια ενός βασικού σώματος ή κάποιου σώματος. Παρ 'όλα αυτά, μπορούμε να πάρουμε μία ιδέα για τη φυσιογνωμία των πρώτων πιεστηρίων, από τη στιγμή κατά την οποία υφίστανται τα εκτυπωτικά προϊόντα ενός σημαντικού μέρος εκείνης της παραγωγής, υφίσταται ένα πλήθος γκραβουρών οι οποίες αναπαριστούν πιεστήρια και τυπογραφικά εργαστήρια, αλλά και τα εκτυπωτικά προϊόντα των σύγχρονων προσομοιώσεων πιεστηρίων τα οποία καταφέρνουν σχεδόν όμοιο εκτυπωτικό αποτέλεσμα. Συμπερασματικά και για την αποδοχή μίας εκδοχής του «προτύπου» πιεστηρίου στην παρούσα εργασία, οι πληροφορίες οι οποίες διατίθενται σχετικά με τον τύπο («πρότυπο») πιεστηρίου του Ι.Γ., φαίνεται να αντλούνται αποκλειστικά από μία σειρά γκραβούρες. Οι υπάρχουσες γκραβούρες αν και θεωρούνται αμφιβόλου συγχρονίας σχετικά με το πρόσωπο του Ι.Γ., αφορούν συνάμα και σε απεικονιστικές

59 προσεγγίσεις οι οποίες άλλοτε είναι αφελείς σχεδιαστικά (σκίτσα) και άλλοτε απλοϊκά ενδεικτικές στα βασικά αρχιτεκτονικά και μηχανικά μέρη του πιεστηρίου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αναπαριστούν κάποια πραγματικότητα την οποία μπορεί να αναγνωρίσει μόνο ένας ειδικός μελετητής, ιστορικός της τυπογραφίας ή μηχανολόγος. Σύμφωνα με τη θεώρηση (πεποίθηση) του Στήβεν Φράι για την αξιόλογη κατασκευαστική προσπάθεια του Άλαν Μάι, η οποία ανέδειξε ένα απολύτως αξιόλογο κατασκευαστικό «παράδειγμα» προσομοίωσής, όχι μόνο του «προτύπου», αλλά και ενός «ελαφρού» τύπου πιεστηρίου «Κ.Τ.Γ.» 39, φαίνεται να αποτελεί παραδοχή. Ο ίδιος ο κατασκευαστής εικάζεται ότι, το τυπογραφικό πιεστήριο του Ι.Γ., μοιράζονταν όντως κάποια κοινά τεχνικά και δομικά χαρακτηριστικά με τα μεταγενέστερα πιεστήρια «Κ.Τ.Γ.»., μία άποψη η οποία προφανώς ενίσχυσε σημαντικά τη θεώρησή του στο κατασκευαστικό του εγχείρημα για την συγκεκριμένη εκδοχή του «προτύπου» η οποία είναι δεόντως προσηνής του τρόπου ανάγνωσης και ερμηνείας των απεικονιζόμενων στις γκραβούρες πιεστηρίων. Να αναφέρουμε εδώ ότι, τα περισσότερα τυπογραφικά πιεστήρια, ήταν ισχύος από 100 έως 150 κιλών και εφάρμοζαν ένα σχεδόν παρόμοιο κεντρικό Π.Σ., (Κ) το οποίο ασκούσε πίεση προς τα κάτω και επάνω στην Τ.Π., η οποία πίεζε παρομοίως την Τ.Τ., σε μία σχέση δυναμικής η οποία και καθορίζει τη δομική (χτίσιμο) του στηρικτικού συστήματος του βασικού κορμού και γενικά του σώματος του πιεστηρίου. (βλ.σ.212/φ.27) Συμπερασματικά και σχετικά με αυτά τα δύο κατασκευαστικά εγχειρήματα, ο Άλαν Μάι ως ειδικός στη κατασκευή τυπογραφικών πιεστηρίων και ο Στήβεν Μάι ο μελετητής και σχεδόν ανάδοχος, ενώ αρχικά αναζητούν στοιχεία για την κατασκευή του «πρότυπου» πιεστηρίου του Ι.Γ., το μόνο στοιχείο το οποίο ανακαλύπτουν ήταν μία σχετική απεικόνιση (γκραβούρα) του πιεστηρίου στο La Dance Macabre του χαράκτη Albrecht Dürer την οποία ενδεχόμενα να δημιούργησε εξήντα χρόνια μετά την πρώτη εκτύπωση του Ι.Γ.,. Παράλληλα, ο Άλαν Μάι είχε την τύχη να βρεθεί απέναντι σε ένα άλλο μη συμβατό πιεστήριο, του όποιου τα πέλματα εξείχαν αρκετά μπροστά από τους ορθοστάτες (μάγουλα) και με μία επιπλέον προβολή στήριξης στο μπροστινό μέρος (ποδιά), τέχνημα το οποίο προφανώς δεν αφορούσε σε κοινό πιεστήριο το οποίο είδαν στο χαρακτικό του Albrecht Dürer. Είναι γεγονός ότι, αυτός και οι συνεργάτες του είχαν μόλις στη διάθεσή τους τα λείψανα ενός «ελαφρού» τύπου πιεστηρίου «Κ.Τ.Γ.» του ( Tom Paine ), 40 το οποίο μελέτησαν μεθοδικά και εν συνεχεία ανακατασκεύασαν 41, διατηρώντας παράλληλα το ενδιαφέρον για τον ανασχεδιασμό και την ανακατασκευή του προορισμένου ως «προτύπου» πιεστηρίου του Ι.Γ.,. (βλ.σ.211/φ.26) 39 THE TOM PAINE PRINTING PRESS, 40 Chethams Library: A pressing situation, 41 THE TOM PAINE PRINTING PRESS,

60 Με βάση τη θεώρηση για αυτήν την απλή λειτουργία του ενδεχομένως «πρότυπου» πιεστήριου του Ι.Γ., και στηριζόμενοι απόλυτα στις απεικονιστικές αναπαραστάσεις του, δηλαδή στις σωζόμενες γκραβούρες, εκ του αποτελέσματος εμφαίνεται ότι το αυθεντικό πιεστήριο του Ι.Γ., και εν δυνάμει «εκ πρωτοτύπου πρότυπο», ήταν μία απλή ξυλότυπη δίστηλη κατασκευή σχήματος «Π ή Η» η οποία εφάρμοζε λειτουργικά επάνω της έναν ξύλινο Κ και με τελούμενες τις λειτουργίες μίας επίπεδης τυπογραφικής πράξης. Ο τύπος αυτός, εξασφάλιζε τη μηχανική δυνατότητα να εκτυπώνει διαδοχικά από μία σελίδα σε κάθε εκτυπωτική πράξη, σε σχέση με τα μετέπειτα «ελαφρού» τύπου «ΚΤ.Γ» τα οποία τύπωναν δυο σελίδες σε γρήγορη ακολουθία και ενδεχομένως αυτή η εκτυπωτική διαδικασία να επιτελείται και στην προσομοιωμένη εκδοχή του «προτύπου» Άλαν Μάι και Στήβεν Φράι. (βλ.σ.212/φ.27) Η θεώρηση περί «προτύπου» στην παρούσα εργασία Στην παρούσα ενότητα και σύμφωνα με την από βιβλιογραφικής σκοπιάς διαμορφούμενη άποψη, προκύπτει η περί «προτύπου» θεώρηση με βάση την εκδοχή της προσομοιωμένης πρότασης Άλαν Μάι ( Alan May ) 42 και Στέφαν Φρέυ ( Stephen Fry ) 43, ως η πλέον προσηνής προσομοίωση του «προτύπου» πιεστηρίου της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., η οποία υιοθετείται ως παραδοχή στην παρούσα εργασία και μελέτη. (βλ.σ.212/φ.27) Ωστόσο όμως και εκ των πραγμάτων, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε απόλυτα αν αυτό το ήδη θεωρούμενο ως «πρότυπο» πιεστήριο Ι.Γ., αν αυτό είχε σταθερή ή κινητή Τ.Τ., με παλινδρομικά κυλιόμενη πλατφόρμα, δηλαδή, δύο βασικά τεχνικά και λειτουργικά ειδοποιά στοιχεία τα οποία δεν είναι ευκρινή στις γκραβούρες στις οποίες σαφώς έχει γενεσιουργό αναφορά το υποτιθέμενο και θεωρούμενο ως «πρότυπο» πιεστήριο. Φαινομενολογικά εκτιμούμε ότι, ενδεχομένως να ήταν κινητή η Τ.Τ., όχι βέβαια όπως στα πιεστήρια της «Κ.Τ.Γ.» όπου κινείται με ειδικό εργαλειομηχανισμό, αλλά με απλή χειρώνακτη προώθησηεξώθηση (σπρώξιμο) από την χειρολαβή της πλατφόρμας («κοίτης»), η οποία χειρολαβή ενδεχομένως στους εξελιγμένους τύπους να είχε πλέον χρήση στηρίγματος (σταντ) του τυμπάνου σελιδοθέτησης. 42 Ο Alan May είναι ειδικός σε θέματα τυπογραφίας και κατασκευαστής πιεστηρίων της «τεχνικής» Γουτεμβέργιου και ο οποίος συνεργάστηκε με τον Stephen Fry και με δική του πρωτοβουλία και μελετητική πρόταση την κατασκευή της εκδοχής του «πρότυπου» πιεστηρίου του Γουτεμβέργιου., 43 O Stephen Fry, σκηνοθέτης, δημοσιογράφος, μελετητής πιεστηρίων Γουτεμβέργιου και δημιουργός του στο ντοκιμαντέρ Ο Stephen Fry και η τυπογραφία του Γουτεμβέργιου της σειράς Η μεσαιωνική εποχή:ταξιδέψτε στο μεσαιωνικό μυαλό του BBC Four, μέσα από το οποίο επιχειρεί όχι μόνο να «συλλάβει» τα εργαλεία και την τεχνολογία του 15ου αιώνα αλλά και να διεξάγει ένα μοναδικό πείραμα: την κατασκευή μιας εξ ολοκλήρου λειτουργικής τυπογραφικής πρέσας της εποχής του Γουτεμβέργιου. (

61 Επίσης, στις «γκραβούρες» δεν προσδιορίζεται ακριβώς ο τύπος και η λειτουργία του τυμπάνου (πλαισίου) ο οποίος θα όριζε το προς εκτύπωση μέρος της σελίδας ώστε να διατηρούσε τα επιθυμητά περιθώρια ανέπαφα από το μελάνωμα της τυπογραφικής φόρμας, γεγονός το οποίο δεν εμφανίζεται ως πρόβλημα στις σελίδες των εκτυπώσεων του Ι.Γ.. Ως επικρατέστερη άποψη εκτιμάται εκείνη η όποια θεωρεί ότι, αρχικά το πιεστήριο του Ι.Γ., αποτελούσε τυπική προσαρμογή του απλού βιβλιοδετικού πιεστηρίου το οποίο ανάγονταν στα τυπικά πιεστήρια των ελαιοτριβείων και των οινοποιείων, δηλαδή στο μοντέλο του εργαλειομηχανισμού του Ήρωνος. Ωστόσο, εκείνο το οποίο θεωρείται προφανές είναι ότι, το πιεστήριο του Ι.Γ., κατά την τυπογραφική πράξη πραγματοποιούσε μία βασική χειροκίνητη μηχανική κίνηση, δηλαδή, αυτή της συστροφής του Κ, η οποία έδινε την επιθυμητή πίεση για ένα επιθυμητά καθαρό τυπογραφικό αποτέλεσμα και για το οποίο ουδεμία αμφιβολία υπάρχει, βλέποντας κανείς σήμερα μία σελίδα της «Βίβλου» Αξιοσημείωτα παραδείγματα μεταλλαγής «προτύπων» Ωστόσο και αναφερόμενοι στην εξέλιξη της μηχανικής τυπογραφίας διαχρονικά, εννοούμε βασικά την κάθε μορφής σημαντική μεταλλαγή τόσο στις τυπογραφικές μηχανές, είτε αυτές συντελούνται επί ενός αρχικού τύπου («πρότυπου») είτε επί ενός καθόλα καινοτόμου, όσο δε και στις τεχνικές οι οποίες εφαρμόζονται διαχρονικά στην τυπογραφική τέχνη και για έκαστο τύπο τυπογραφικής μηχανής. Στην παρούσα εργασία, αξιοσημείωτο θεωρείται το γεγονός ότι, η εξέλιξη των τύπων πιεστηρίων η οποία αφορά στη σχέση «εργαλειομηχνισμοί και τεχνικές εκτύπωσης» όταν πρόκειται για Π.Σ., της σχέσης «Κ.Τ.Π.» και για Π.Σ., της σχέσης «κυλίνδρων», δηλαδή στη σχέση πίεσης/μελάνωματος και οι δύο τύποι πιεστηρίων έχουν σαφή αναφορά σε συγκεκριμένα «πρότυπα» πιεστηρίων. Πρόκειται για ένα «επίπεδο» πιεστήριο στο πρότυπο του Ι.Γ., και για ένα «κυλινδρικό» αγνώστου, τα οποία εκτίθενται στο Museum of Literature and Printing του Γκρεμποσίν 44 Πολωνίας. Τα δυο αυτά πιεστήρια θεωρούνται τυπικά, αλλά μοναδικά ως αντιπροσωπευτικά «παραδείγματα» ξύλινων χειροκίνητων μηχανικών πιεστηρίων τα οποία η παρούσα εργασία χαρακτηρίζει γενεσιουργά της εξέλιξης των δυο αυτών διαφορετικών τεχνικών εκτύπωσης, στη σχέση πίεση/μελάνωση. Επίσης, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τον οποίο τα σώματα των ξύλινων χειροκίνητων «επίπεδων» πιεστηρίων μεταλλάσσονται σε μεταλλικά χυτοσιδήρου διατηρώντας σχεδόν απαράλλακτες τις βασικές μηχανικές λειτουργίες του «προτύπου», έτσι και κατά τον ίδιο τρόπο συντελείται η μεταλλαγή και στα «κυλινδρικά» πιεστήρια με μία σειρά ακόλουθων τύπων, έως ότου και εν εξελίξει τα δύο αυτά «πρότυπα» θα συγκλίνουν εντέλει λειτουργικά διαμορφώνοντας τους τύπους των «όρθιων» ή «επίπεδων» αυτόματων τυπογραφικών μηχανών. Αντιπροσωπευτικά παραδείγματα αυτής της σχέσης μεταλλαγής αποτελούν, το 44 Making a printing press replica., -

62 ξύλινο χειροκίνητο «επίπεδο» πιεστήριο (πρόδρομο του «ελαφρού» τύπου) Museum of Literature and Printing in Grębocin (Poland) με το χυτοσιδηρένιο Peter Smith εργαστηρίων FHTW in Oberschöneweide στο Βερολίνο και το ξύλινο κυλινδρικό (πρόδρομο του «περιστροφικού» τύπου) Gutenberg's Printing Press, Deutches Museum, Munich, Germany του Museum of Literature and Printing in Grębocin (Poland) με το ολομεταλλικό κυλινδρικό Chandler and Conrad (τέλη 18 ου αρχές 19 ου αι.). (βλ.σ.212/φ33) 5. Ιστορία εξέλιξης της τυπογραφίας από το 15 ο έως τον 21 ο αιώνα 5.1. Βασικά χαρακτηριστικά εξέλιξης έναντι του «προτύπου» Μία πρώτη γενική ειδοποιός στην εξέλιξη της μηχανικής τυπογραφίας αποτελεί η διαπίστωση ότι, κάθε ξύλινο μέρος του σώματος μεταλλάσσεται σε μεταλλικό (χυτοσίδηρος) και κάθε χειροκίνητος εργαλειομηχανισμός μετατρέπεται αρχικά σε ημιαυτόματο μηχανικό, δηλαδή σε μερικώς χειροκίνητο πιεστήριο και εν εξελίξει σε αυτόματο όρθιο ή επίπεδο μηχανικό πιεστήριο (μηχανή) και εντέλει σε ηλεκτρονική εκτυπωτική μηχανή (συσκευή) της οποίας το σύνολο των μηχανικών λειτουργών διέπονται από κεντρικό ηλεκτρονικό σύστημα (εγκέφαλο) το οποίο εκτελεί προδιαγραμμένες εντολές ενός χειριστή τυπογράφου και σε σχέση με τις εκτυπωτικές δυνατότητες της κάθε εκτυπωτικής μηχανής. Σύμφωνα με τη διαπιστούμενη εξέλιξη του «προτύπου» πιεστηρίου του Ι.Γ., και με βάση τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά τα οποία φαίνεται να αποκτούν εν συνεχεία και ανά εποχή τα χειροκίνητα μηχανικά πιεστήρια, διακρίνουμε την εξέλιξή τους σε δυο βασικές περιόδους οι οποίες, οριοθετούνται εκατέρωθεν της περιόδου μεταξύ των ετών 1760 έως 1860, ως το κατ εξοχήν χρονικό μεσοδιάστημα διεργασιών της Βιομηχανικής Επανάστασης. Και αυτό για το λόγο ότι, προβιομηχανικά, δηλαδή από τα έτη 1550 έως 1850, η τεχνολογία και η επιστήμη ως υποστηρικτικές της τυπογραφίας κατάφεραν πολύ ελάχιστες αλλαγές οι οποίες είχαν ως τεχνογνωσιακή βάση τη μεσαιωνική και την κλασική τεχνολογία. Προς το τέλος αυτής της περιόδου και με την έκρηξη της Βιομηχανικής Επανάστασης επήλθαν οι σημαντικές καινοτομίες οι οποίες δρομολόγησαν ραγδαία και θεαματικά την τεχνολογία της τυπογραφίας. Δηλαδή, επήλθε η τεχνολογική και η οικονομική συνιστώσα της Βιομηχανική Επανάστασης η οποία καθόρισε αποφασιστικά την εκμηχάνιση των παραγωγικών διαδικασιών με την ολοένα αυξανόμενη αξιοποίηση πορισμάτων των φυσικών επιστημών και τεχνοεπιστημών, καθώς και με τη χρήση νέων υλικών και μορφών ενέργειας Τύποι τυπογραφικών πιεστηρίων και στοιχειοθετικών τεχνικών Τύποι τυπογραφικών πιεστηρίων Αρχικά και ως επεξήγηση στην επακόλουθη παρουσίαση των αντιπροσωπευτικών τύπων πιεστηρίων και των στοιχειοθετικών τεχνικών οι οποίοι/ες συνιστούν ορόσημα εξέλιξης της τυπογραφίας, να επισημάνουμε ότι, οι διάφορες τυπογραφικές εργαλειομηχανές και μηχανές οι οποίες κατασκευάστηκαν για να υποστηρίξουν την τυπογραφική δραστηριότητα από την

63 εποχή του «πρότυπου» πιεστηρίου του Ι.Γ., έως σήμερα, μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις κατηγορίες σε σχέση με την εκάστοτε μορφή της Τ.Π., και του ανάλογου Π.Σ., καθώς και των τεχνικών στοιχειοθεσίας τις οποίες εφάρμοζαν. (βλ.σ.218/φ.38) α. Όρθιο τυπογραφικό πιεστήριο: «Όρθιο» τυπογραφικό πιεστήριο ονομάζεται το πιεστήριο των δύο παράλληλων επίπεδων πλακών στην κατακόρυφη σχέση, δηλαδή, με την Τ.Π., και την Τ.Τ.,να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο, σχέση η οποία προσιδιάζει με την τυπογραφική «τεχνική» Ι.Γ.,. Η Τ.Τ. φορέας τελάρου χαρακτήρων (στοιχείων) παραμένει σταθερή και σε όρθια θέση, ενώ η πλάκα πίεσης (Τ.Π.,) κινείται παλινδρομικά για να πραγματοποιηθεί η εκτύπωση. β. Επίπεδο τυπογραφικό πιεστήριο: «Επίπεδο» ονομάζεται το πιεστήριο το οποίο συνδυάζει την επίπεδη Τ.Τ., φορέα τελάρου χαρακτήρων (στοιχείων) η οποία βρίσκεται σε οριζόντια θέση και ως Π.Σ.,, αντί Τ.Π., φέρει ένα Τυπογραφικό Κύλινδρο της πρώιμης περιστροφικής τεχνικής του Friedrich Koenig. γ. Περιστροφικό τυπογραφικό πιεστήριο κυλίνδρων: Πρόκειται για το «Περιστροφικό Πιεστήριο» στο οποίο η εκτύπωση πραγματοποιείται στην σχέση περιστροφής ενός εκτυπωτικού κυλίνδρου φορέα ανάγλυφων στοιχείων (χαρακτήρων) και ενός κυλίνδρου ο οποίος ασκεί την πίεση, για το λόγο αυτό και ονομάζεται περιστροφικό πιεστήριο. Οι μηχανές αυτού του τύπου χρησιμοποιήθηκαν ευρέως για την εκτύπωση εφημερίδων μέχρι την επικράτηση της εκτυπωτικής μεθόδου της «Όφσετ» Κλασικές εκτυπωτικές τεχνικές Οι εκτυπωτικές και στοιχειοθετικές τεχνικές οι οποίες αναπτύχθηκαν από την τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., έως σήμερα και με τις ενδιάμεσα σημαντικές καινοτομίες οι οποίες σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια ταυ 19 ου αιώνα και προετοίμασαν τα έδαφος για νέες τυπογραφικές τεχνικές οι οποίες στο εξής έπαψαν να σχετίζονται άμεσα με αυτήν του Ι.Γ., διακρίνονται στις ακόλουθες γενικές κατηγορίες: α. Υψιτυπία: Στην υψιτυπία το υπό εκτύπωση θέμα είναι ανάγλυφο (εξώγλυφο) με το να εξέχει από την στοιχειοθετική ή εκτυπωτική φόρμα (πλάκα) και αφορά στις τεχνικές της κλασικής τυπογραφίας της τυπογραφικής «τεχνικής» Ι.Γ., και της Ξυλογραφίας, καθώς και στην σύγχρονη τεχνική της Φλεξογραφίας (εκτύπωση ανιλίνης) για την εκτύπωση σε πλαστικά, μεταλλικά ελάσματα, σελοφάν και χαρτί. β. Ξυλογραφία: Η ξυλογραφία είναι η κατ εξοχήν Σινική τέχνη με την οποία χαράζουμε σε ξύλινη επιφάνεια ανάγλυφες παραστάσεις οι οποίες προορίζονται να τυπωθούν. Aφού χαραχθεί ή ιχνογραφηθεί το κείμενο ή η εικόνα επάνω στο ξύλο, αφαιρούνται τα μέρη τα οποία θα αποτελέσουν τη λευκή επιφάνεια της εικόνας ή του κειμένου και δημιουργείται η πλάκα (ξυλογραφία) η οποία θα τυπωθεί υπό κατάλληλη πίεση

64 γ. Επιπεδοτυπία: Στην επιπεδοτυπία το υπό εκτύπωση θέμα βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με την εκτυπωτική φόρμα (πλάκα) και αφορά στις τεχνικές της κλασικής Λιθογραφίας και της Λιθογραφίας «Όφσετ» ( Offset ). δ. Βαθυτυπία: Στη βαθυτυπία το υπό εκτύπωση θέμα βρίσκεται κάτω από επίπεδο της εκτυπωτικής φόρμα (πλάκα), δηλαδή, είναι εσώγλυφο και αφορά στις τεχνικές της κλασικής Χαλκογραφίας και της Βαθυτυπίας. ε. Μεταξοτυπία: Στη μεταξοτυπία το υπό εκτύπωση θέμα της εκτυπωτική φόρμας αφορά σε ένα το σχέδιο με λιπαρά κραγιόνια ή μελάνια, με επίστρωση αραβικής κόλλας το οποίο αποτυπώνεται επάνω μεταξωτό ύφασμα τεντωμένο σε τελάρο και επειδή έχει ως βάση το νερό, το μελάνι δεν πιάνει στα λιπαρά μέρη του σχεδίου Κλασικές στοιχειοθετικές τεχνικές Οι βασικές στοιχειοθετικές τεχνικές 45 οι οποίες εφαρμόστηκαν στην εν εξελίξει τεχνολογία των τυπογραφικών πιεστηρίων είναι οι εξής: α. Στερεοτυπία: Η στερεοτυπία ως τεχνική συνίσταται σε ένα εκμαγείο με στοιχειοθετημένο το κείμενο επάνω σε πηλό ή μαλακό μέταλλο για την αναπαραγωγή μολύβδινων αντιγράφων του συνόλου της φόρμας. Οι στερεοτυπικές πλάκες («στερεότυπα ή κλισέ») άφηναν τα τεμάχια των τυπογραφικών στοιχείων της φόρμας αμέσως διαθέσιμα για περαιτέρω χρήση, αυξάνοντας έτσι τον ρυθμό με τον οποίον μπορούσαν αυτά να ανακυκλωθούν. β. Μονοτυπία: Η μονοτυπία είναι ένα σύστημα μηχανικής στοιχειοθεσίας με τη χρήση μεμονωμένων τυπογραφικών στοιχείων, το οποίο απαρτίζεται από δύο χωριστά τμήματα, μία μηχανή με πλήκτρα και ένα χυτήριο στοιχείων, δηλαδή, ένας «χαρακτήρας» σε ένα μεμονωμένο κινητό μεταλλικό στοιχείο. Ο στοιχειοθέτης πληκτρολογεί το κείμενο έχοντας στη διάθεσή του διαφορετικά πλήκτρα για κάθε τύπο στοιχείου της γραμματοσειράς και μέσω μίας διαδικασίας η οποία πραγματοποιείται με πεπιεσμένο αέρα, ενώ το κείμενο το οποίο έχει πληκτρολογηθεί χυτεύεται σε ξεχωριστά στοιχεία. γ. Λινοτυπία: Η λινοτυπία (στιχοτυπία) είναι η τεχνική η οποία πραγματοποιούνταν από μια μηχανή η οποία παρήγαγε συμπαγείς στίχους (αράδες) χαρακτήρων, δηλαδή, μία ««αράδα χαρακτήρων»» σε ένα μεμονωμένο επίμηκες κινητό μεταλλικό στοιχείο. Η σύνθεση κάθε στίχου ήταν μηχανική, καθώς ο χειριστής για κάθε χαρακτήρα πίεζε στο πληκτρολόγιο τον αντίστοιχο χαρακτήρα (γράμμα). Οι συμπαγείς στίχοι δημιουργούνταν από κράμα μολυβιού, κασσιτέρου και αντιμονίου, το οποίο βρίσκονταν τηγμένο στο πίσω μέρος της μηχανής Σταθμοί εξέλιξης πιεστηρίων και στοιχειοθετικών τεχνικών Βασικές δομολειτουργικές έννοιες τύπων πιεστηρίων Ανεξίτηλα και αναντικατάστατα παρέμειναν τα βασικά μηχανικά του «προτύπου» της ανακαλυπτικής εφεύρεσης της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., ως έννοιες στην εξέλιξη 45 Type Technology-The Four Revolutions.,

65 της τυπογραφίας, από την πρότυπη ή αρχέτυπη «τυπογραφική τεχνική» την αποκαλούμενη πλέον ως «παραδοσιακή τυπογραφική τεχνική», μέχρι την σύγχρονη «γραφιστική τέχνη» της ψηφιοποίησης των πάντων. Αν και δεν είναι τόσο εμφανή στις σύγχρονες τυπογραφικές μηχανές, ωστόσο όμως αν εστιάσει κανείς στην εξέλιξη των τυπογραφικών μηχανών και ιδιαίτερα σε εκείνες οι οποίες θεωρούνται «Παραδείγματα» αλλαγών, θα διαπιστώσει ότι, τα σώματα των μηχανών παρά τις προφανείς μορφολογικές διαφορές τις οποίες παρουσιάζουν και αφορούν στη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας των υλικών και της μηχανολογίας, μεταμορφώνονται ανάλογα με το τι προσθέτει η κάθε εποχή ή μάλλον με το τι υιοθετεί και προσαρμόζει από αυτές η μηχανική τυπογραφία, είτε πρόκειται για κινητήριες δυνάμεις, είτε για νέα υλικά. Πιο συγκεκριμένα, αν λάβουμε υπόψη ότι η τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., εγγράφεται ως απαρχή στη μηχανική τυπογραφία με «μέσο» τον τέλειο τυπογραφικό εργαλειομηχανισμό (πιεστήριο), ο οποίος εκ των υστέρων χαρακτηρίστηκε «απλό (κοινό) χειροκίνητο επίπεδο μηχανικό πιεστήριο», εκείνο το οποίο θα ενδιέφερε ώστε να εστιάσει κανείς σήμερα, είναι οι έννοιες «απλό», «χειροκίνητο», «επίπεδο», «μηχανικό», «πιεστήριο» και να διακρίνουμε στη διαχρονία της μηχανικής τυπογραφίας και στους εκάστοτε τύπους μηχανών οι οποίες ως διακριτές αλλαγές συνιστούν σταθμούς εξέλιξης. Δηλαδή, αν και πότε και κατά πόσο διατηρήθηκαν ή σε ποιό βαθμό παρωχήθηκαν αυτές οι έννοιες, οι οποίες χαρακτηρίζουν τη μηχανική φυσιογνωμία του «προτύπου» σε σχέση με την συνεχή εξέλιξη της τεχνολογίας και την επίδραση αυτών από νέες τεχνολογικές επινοήσεις ή εφευρέσεις συγγενών τεχνικών περιβαλλόντων και οι οποίες εφαρμόστηκαν ανά εποχή επάνω στα σώματα των τυπογραφικών μηχανών. Οιοσδήποτε γνώστης της μηχανικής του θεωρούμενου ως «προτύπου» πιεστηρίου του Ι.Γ., συγκρίνοντας αυτό με τους εξελιγμένους τύπους διαπιστώνει ότι, η έννοια «απλό» ακούει στην έννοια «σύνθετο», η έννοια «χειροκίνητο» στην έννοια «αυτόματο», η έννοια «επίπεδο» στην έννοια «όρθιο» και ανεξάρτητα από την διαδικασία ή την τεχνική της εκτύπωσης στον κάθε τύπο πιεστηρίου, η έννοια «μηχανικό» υπακούει στην έννοια «ηλεκτρονικό μηχανικό», η έννοια «πιεστήριο» σε «φωτοσύνθεση, ψεκασμό, laser» και άλλες σύγχρονες εκτυπωτικές τεχνικές Βελτιωτικές τροποποιήσεις στο «πρότυπο» Γουτεμβέργιου Το «πρότυπο» πιεστήριο της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., και με τις αμέσως επόμενες τρποποοιητικές εκδόσεις του στις «Κ.Τ.Γ.», παρέμεινε ως το μοναδικό εργαλείο τυπογραφίας το οποίο χρησιμοποιήθηκε επί τρεισήμισι σχεδόν αιώνες και αφότου άρχισαν να κατασκευάζονται τα πρώτα «ολομεταλλικά» πιεστήρια και έως ότου η ενέργεια του ατμού ως κινητήριας δύναμης θα άλλαζε εντελώς την τεχνολογία των πιεστηρίων και συνεπώς των εκτυπωτικών τεχνικών. Μέχρι τότε και στο διάστημα κατά το οποίο ήταν σε χρήση τα πιεστήρια της «Κ.Τ.Γ.», οι σημαντικότερες αλλαγές τις οποίες επιδέχτηκε το «πρότυπο» του

66 Ι.Γ., κατά τον 16 ο έως 18 ο αιώνα, αφορούν πρώτον, στην αντικατάσταση του ξύλινου Κ., από τον μεταλλικό, στη μετατροπή της έδρας της Τ.Τ., («κοίτης») από σταθερή σε κινητή πλατφόρμα φορέα της, στην προσθήκη του «τυμπάνου» σελιδοθέτησης του χαρτιού, στην προσθήκη ενός «αντίβαρου» επαναφοράς του Π.Σ., και της Τ.Π., καθώς στην αντικατάσταση της «ρουμπρίκας» μελανώματος από χειροκύλινδρο 46. Η αντικατάσταση του ξύλινου Κ., με μεταλλικό τριών ελικώσεων ή και τεσσάρων, πραγματοποιήθηκε περί το έτος 1550 και χρησιμοποιήθηκε αρχικά στα «ελαφρού» τύπου πιεστήρια, εν αντιθέσει προς τα «βαρέως» τύπου στα οποία οι Κοχλίες ποίκιλαν ως προς το πάχος διατομής, ενώ ο βηματισμός τους ήταν από μίας έως δυο ελικώσεων το πλείστον. (βλ.σ.217/φ.77- σ.223/φ.47) Το έτος 1772 ο Ελβετός Γουίλλιαμ Χάας ( William Haas ) αντικαθιστά εκ νέου τον Κ., τριών ελικώσεων, αλλάζοντας το βήμα του σπειρώματος, ενώ συγχρόνως τροποποιείται και η σταθερή πλατφόρμα φορέας («κοίτη») της χειρωθούμενης Τ.Τ., («κιβώτιο/μάρμαρο») η οποία τροχοδρομείται έτσι ώστε να ολισθαίνει σε δρομείς (σιδηροτροχιές-σιαγόνες) επενεργείας του τροχαλιοφόρου άξονα τύλιξης ιμάντων για παλινδρομική κίνησή της. Από αυτή τη φάση αρχίζει η μεταλλαγή του «προτύπου» και η διαμόρφωση του νέου τύπου του λεγόμενου «ελαφρού» τύπου πιεστηρίου «Κ.Τ.Γ.». Ο νέος τύπος Κ., ο οποίος ενεργούσε με ένα ισχυρά σταθερό κεκλιμένο βήμα, εξασφάλιζε μικρή διαδρομή μετακίνησης του εμβόλου (μοχλού) στρέψης, ενώ παράλληλα μείωνε το ενδεχόμενο μίας ανεξέλεγκτα ασκούμενης πίεσης του πιεστικού συστήματος προς την Τ.Π., και συνεπώς στην Τ.Τ.,. Η τεχνική αυτή κατέστησε την εκτυπωτική διαδικασία ταχύτερη έτσι ώστε, η τυπογραφική φόρμα (τελάρο στοιχείων) να ωθείται και επαναπροωθείται σταθερά κάτω από την Τ.Π., εξασφαλίζοντας έτσι την εκτύπωση σε δύο φάσεις, η οποία θα παρέμενε σε χρήση επί τρεις αιώνες. Ταυτόχρονα, η έως τότε χρησιμοποιούμενη τεχνική της σφήνας 47 για σταθερή σύνδεση του «άνω ζευκτού» ως φορέα του Π.Σ., τροποποιήθηκε σε κινητή χελιδονωτή άρθρωση όπου και εφαρμόστηκαν τα δύο ζεύγη ατερμόνων, εκ των οποίων το ένα λειτουργεί ως ρυθμιστής της καθ ύψους μετακίνησης του «άνω ζευκτού» και το άλλο ως σφικτήρας συγκράτησης του περικοχλίου και κατ επέκταση του Π.Σ.,. Επίσης και περί το έτος 1570 έγινε η προσθήκη του «τυμπάνου», το οποίο είναι ένα πλαίσιο διπλής άρθρωσης με ειδικούς μεντεσέδες επάνω από τη φόρμα (για κατάλληλη δίπλωση - αναδίπλωση), επενδυμένο με περγαμηνή ή μαλακό μουσιαμά (μάσκα), προκειμένου να αποτρέπεται η κηλίδωση της μη εκτυπωμένης περιοχής της σελίδας, αλλά και για να 46 From Gutenberg to Grandin: Tracing the Development of the Printing Press

67 βελτιώνει την κανονικότητα της ασκούμενης πίεσης επάνω στην τυπογραφική φόρμα (τελάρο) ανεξάρτητα από τις ενδεχόμενες διαφορές ύψους των τυπογραφικών στοιχείων. Περί το έτος 1620 στο Άμστερνταμ εφαρμόζεται η πρώτη ημιαυτόματη μηχανική λειτουργία, καθώς ο William Jensen Blaew 48 πρόσθεσε ένα αντίβαρο στο Π.Σ., και ένα μεταλλικό βραχίονα (μοχλό στρέψης) ώστε να επιτυγχάνεται η αυτόματη ανύψωση της Π.Π.. μετατρέποντας τη σταθερή Τ.Τ., σε χειρωθούμενη. Έτσι δημιουργήθηκε το επονομαζόμενο ολλανδικό πιεστήριο, ένα αντίγραφο του οποίου ενδεχόμενα να είναι το πρώτο τυπογραφικό πιεστήριο το οποίο εισήχθη στη Βόρεια Αμερική από τον Στήβεν Ντέι στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης το έτος Το πιεστήριο The Print Museum, Antwerp 49 το οποίο χρονολογείται περί το έτος 1600, ενδεχομένως και να αποτελεί τυπικό παράδειγμα των πρώτων μεταλλαγών οι οποίες διαμόρφωσαν προοδευτικά το «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» πιεστήριο και προφανώς εφαρμόζει τον ιδιότυπο Κ μίας ελίκωσης, ως πρώτη προσομοίωση του ξύλινου Κ., του «προτύπου» πιεστηρίου Ι.Γ.,. (βλ.σ.211/φ.26) Το έτος 1772 ο Φρίντριχ Bίλχεμ Xανς κατασκεύασε ένα χειροκίνητο πιεστήριο του οποίου τα κύρια εξαρτήματα ήταν από σίδηρο, ενώ το ξύλο άρχισε να εκτοπίζεται από τον σίδηρο και με τον χρόνο από όλα τα τυπογραφικά εργαλεία. Αμέσως και κατά το έτος 1790 ο Άγγλος επιστήμονας «Γουίλιαμ Νίκολσον» ( William Nikolson ) αντικατέστησε τις δυο δερμάτινες «ρουμπρίκες» μελανώματος με ένα μεταλλικό κυλιόμενο χειροκύλινδρο ομοιόμορφης μελάνωσης, ο οποίος ήταν επενδυμένος με μαλακό δέρμα, ενώ παράλληλα και εμμέσως εισήγαγε την περιστροφική κίνηση ως βασική ιδέα στην μετέπειτα λειτουργία των κυλινδρικών συστημάτων πίεσης και μελανώματος Τα πρώτα ολομεταλλικά τυπογραφικά πιεστήρια Στα τέλη του 18 ου αιώνα και στις αρχές του 19 ου αιώνα, άρχισαν οι πρώτες μεταλλαγές και μετατροπές στα πιεστήρια με ολική αντικατάσταση του ξύλου από τα μέταλλα. Το πρώτο ολομεταλλικό (χυτοσιδηρένιο) πιεστήριο κατασκευάστηκε περί το έτος 1795 στην Αγγλία από τον κόμη «Φίλιππο Στάνχεπ» ( Philip Stanhope ) 51 και το οποίο πιεστήριο οδήγησε σε άριστες εκτυπώσεις συνδυάζοντας ταχύτητα και ποιότητα. Σε αυτόν τον τύπο μπορούσε να ασκηθεί μεγαλύτερη πίεση και να τυπώνονται κάθε φορά δύο σελίδες ταυτοχρόνως, ενώ πρώτα τυπωνόταν μόνο μία, γεγονός το οποίο σήμαινε και διπλασιασμό της παραγωγής. H τροφοδοσία του χαρτιού, το μελάνωμα, η άσκηση πίεσης και φυσικά η στοιχειοθεσία γινόταν 48 How does the printing process work in the eighteenth century?., 49 The Print Museum, Antwerp 50 Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, Τόμος Printing Yesterday and Today.,

68 με το χέρι, ενώ η εκτυπωτική διαδικασία εξασφάλιζε αρχικά μόλις 250 αντίτυπα την ώρα. Εν συνεχεία και το έτος 1857, στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής κατασκευάστηκε ένα επίσης ολομεταλλικό πιεστήριο στο οποίο η λειτουργία του Κ αντικαταστάθηκε από ανάλογο σύστημα Κ μίας σειράς συμπλεκόμενων ραβδόμορφων μεταλλικών συνδέσμων. Πρόκειται για τα τυπογραφικά πιεστήρια Columbian Press κατά το έτος και το πιεστήριο Washington Press 53 του «Σάμιουελ Ραστ» ( Samuel Rust ) κατά το έτος 1820, τα οποία συνιστούν το εξελικτικό απόγειο του «προτύπου» κοχλιωτού πιεστηρίου το οποίο κληροδότησε ο Ι.Γ., και του οποίου η εκτυπωτική ικανότητα υπερέβαινε τα 250 περίπου αντίτυπα την ώρα. (βλ.σ.223/φ.46) Οι πρώτοι αυτοί ολομεταλλικοί τύποι πιεστηρίων, αρχής γενομένης από τα τέλη του 18 ου αιώνα, φαίνεται να «χτίζονται» στο πρότυπο των «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» ξύλινων πιεστηρίων, καθώς διατηρούν τρία τουλάχιστον βασικά χαρακτηριστικά. Πρώτον, το καθ ύψος και κατ έκταση ανάπτυγμα με απολύτως προσιδιάζοντα τα δομικά χαρακτηριστικά, δεύτερον, ένα ελαφρώς τροποποιημένο κοχλιωτό Π.Σ., με κοινό έμβολο στρέψης και τρίτον, τον εργαλειομηχανισμό ολίσθησης της «κοίτης» της Τ.Τ., με κοινό τον τρόπος φόρτωσης (σελιδοθέτησης), ενώ το συνολικό βάρος του ολομέταλλου μηδενίζει τα όποια προηγούμενα στατικά προβλήματα τα οποία ενδεχόμενα και να εμφάνιζε μετά από μία τυπογραφική υπερδραστηριότητα ο ξύλινος μητρικός τύπος πιεστηρίου. Αξιοσημείωτο παράδειγμα μεταλλαγής αποτελεί η πρώτη εκδοχή του χυτοσιδηρένιου πιεστηρίου του Stanhope Press, 54 το οποίο αν και ολομεταλλικό, ενσωματώνει και διατηρεί αρχικά το ξύλινο πλαίσιο της Τ.Τ., (τελάρο), αναδεικνύοντας αφενός μεν την προόδο μετάβασης από τον ξύλινο «ελαφρού» τύπου στον ολομεταλλικό χυτοσιδηρένιο τύπο, αφετέρου δε ίσως και μία τεχνική δυσκολία ή σκοπιμότητα έτσι ώστε αυτοί οι τύποι να μην ξεφεύγουν ολολοτελώς από τις δεσμεύσεις τις οποίες ενείχε η δομική τάξη των μερών του ξύλινου σώματος του μητρικού τύπου, σχετικά με τη θέση και λειτουργία των σχεδόν απαράλλαχτα εφαρμοζόμενων εργαλειομηχανισμών. Χαρακτηριστικά αυτής μεταλλαγής και του τρόπου με τον οποίο υπεισέρχονται τα πρώτα μεταλλικά λειτουργικά εξαρτήματα αποτελεί τα μικτό σώμα (ξύλο-μέταλλοο) του πιεστηρίου το οποίο και εκτίθεται στο Washington Museum. (βλ.σ.220/φ.41α ) Επίσης, μέσα σε ένα τυπικό τυπογραφικό εργαστήριο, τα ολομεταλλικά χειροκίνητα μηχανικά πιεστήρια αναπτύσσονταν κατά τον ίδιο τρόπο όπως σε εκείνα των ξύλινων πιεστηρίων 55, δεδομένου ότι, δεν είχε αλλάξει απολύτως τίποτε σε ό,τι αφορά την «τεχνική» 52 "The Columbian Press"., 53 Washington Press 54 Stanhope Press., 55 the beginning of free press.,

69 του Ι.Γ., και συνεπώς στους χώρους των εργαστηρίων όπου συντελούνταν οι εκτυπωτικές διαδικασίες. Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων κατασκευάστηκαν δεκάδες τύποι πιεστηρίων, ωστόσο όμως, τα πιεστήρια τα οποία απέδωσαν ικανοποιητικά εκτυπωτικά αποτελέσματα ήταν αυτά της μεταλλαγής του «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» σε ολομεταλλικά (χυτοσιδηρένια) και αμέσως μετά την τελειοποίηση του πιεστηρίου «Λίμπερτυ» στις Ηνωμένες Πολιτείες το έτος Το πιεστήριο αυτό εφάρμοσε μία ημιαυτόματη λειτουργία, καθώς με την επενέργεια του χειριστή σε ένα ποδοπλήκτρο και συμπτωματικά σχεδόν στη θέση που κατείχε το υποπόδιο του «προτύπου» πιεστηρίου, προκαλούσε την πίεση της Τ.Π., επάνω στην Τ.Τ., προκειμένου να συντελεστεί η εκτυπωτική πράξη. Μολονότι ο Νίκολσον κατοχύρωσε πολύ νωρίς την ευρεσιτεχνία μίας τυπογραφικής μεθόδου με χρήση κυλίνδρου επάνω στον οποίο προσαρμόζονταν οι στοιχειοθετημένοι χαρακτήρες, ουδέποτε κατόρθωσε να αναπτύξει και να τελειοποιήσει την σχετικά απαιτούμενη τεχνολογία, μία τεχνολογία την οποία θα εφαρμόσει αποτελεσματικά ο Friederick Koenig στην επόμενη εκδοχή αυτού του τύπου πιεστηρίου Το κυλινδρικό πιεστήριο του Friedrich Koenig Στις αρχές του 19 ου αιώνα η προοπτική εφαρμογής της ατμοκίνησης στην τυπογραφία παρακίνησε την έρευνα για την επινόηση μέσων και τεχνικών, με τα οποία οι επιμέρους λειτουργίες της τυπογραφίας θα μπορούσαν να συνδυαστούν σε έναν μοναδικό και απολύτως συγχρονισμένο κύκλο παραγωγής του εντύπου. Το έτος 1803, στη Γερμανία, ο Φρήντριχ Κένιχ ( Friederick Koenig ) 56 συνέλαβε την ιδέα ενός πιεστηρίου, γνωστού ως The Suhl(er) press, στο οποίο η άνοδος και η κάθοδος της Τ.Π., η παλινδρόμηση της Τ.Τ., και η μελάνωση της τυπογραφικής φόρμας, επιτελούνταν μέσω μίας σειράς «κυλίστρων» τα οποία ελέγχονταν από παράπλευρο σύστημα οδοντωτών τροχών κίνησης, ωστόσο όμως οι πρώτες δοκιμές αυτού του πιεστηρίου κατά το έτος 1811 στο Λονδίνο, απέβησαν άκρως ανεπιτυχείς. Το The Suhl(er) press ήταν ένα ξύλινο χειροκίνητο μηχανικό πιεστήριο το οποίο εφάρμοζε τους βασικούς εργαλειομηχανισμούς του «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» δηλαδή, την κινητή παλινδρομική Τ.Τ., το αναδιπλούμενο «τύμπανο», με μόνη διαφορά το καινοτόμο σύστημα αυτομελάνωσης από την επιφάνεια των «κύλινδρων». Αυτός ο τύπος πιεστηρίου, θεωρήθηκε ως η πρώτη ημιαυτόματη τυπογραφική μηχανή η οποία μπορούσε να εκτυπώσει 400 αντίτυπα την ώρα και η οποία ενδεχομένως δεν παρήχθη μαζικά λόγω του υψηλού κόστους κατασκευής και συνεπώς της παραγωγής της. (βλ.σ.226/φ.51α) Ο κύλινδρος ήταν πραγματικά η ευφυέστερη επιλογή ενός γεωμετρικού στερεού για χρήση σε κυκλική εκτυπωτική διεργασία και διαδικασία και επίσης το απόλυτο γεωμετρικό στερεό το οποίο θα μπορούσε να επιτύχει τη μεγαλύτερη παραγωγή. Με δεδομένη την ποσότητα 56 KOENIG: First Powered Printing Machines http://letterpressprinting.com.au/page58.htm

70 ενέργειας ως κινητήρια δύναμης, η ασκούμενη πίεση από μία πιεστική Τ.Π., έπρεπε να κατανέμεται σε ολόκληρη την επιφάνεια η οποία επρόκειτο να εκτυπωθεί, ενώ η ασκούμενη από κύλινδρο πίεση μπορούσε να συγκεντρωθεί στην ανά πάσα στιγμή εφαπτόμενη προς τον κύλινδρο λωρίδα επιφανείας, εφόσον δεν πίεζε στο κέντρο της, μία πράξη την οποία επιτύγχανε σε υψηλό βαθμό και η Π.Β., δια του Κ., στο «πρότυπο» πιεστήριο του Ι.Γ Το ατμοκίνητο πιεστήριο των F. Koenig and A.Bauer Εν συνεχεία κατασκευάζονται μία σειρά πιεστήρια τα οποία πλέον αποκτούν τεχνικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά τέλειων μηχανών, όπως ο πρώτος τύπος The first stop-cylinder printing machine της αυτόματης κυλινδρικής τυπογραφικής μηχανής την οποία κατασκεύασαν οι Friedrich Koenig and Andreas Bauer το έτος 1811, με τη λειτουργική ονομασία «Κυλινδρικό πιεστήριο διακοπτόμενης περιστροφής». Το έτος 1811 ο Κένιχ και ο συνεταίρος του Αντρέας Μπάουερ, εξασφαλίζοντας από το έτος 1907 τη χρηματοδότηση από τον Thomas Bensley, επεχείρησαν μία νέα προσέγγιση στην «βασική αρχή» της περιστροφικής εκτύπωσης, σχεδιάζοντας ως Π.Σ., του πιεστηρίου έναν κύλινδρο («κυλινδρική πρέσα») ο οποίος έφερε το χαρτί το οποίο επρόκειτο να εκτυπωθεί πιέζοντάς το επάνω στην τυπογραφική φόρμα η οποία ήταν τοποθετημένη επάνω στην παλινδρομικά κινούμενη τυπογραφική τράπεζα. Η περιστροφική κίνηση του κυλίνδρου συνδυαζόταν με την κίνηση της T.Τ., προς τα εμπρός και αποσυμπλεκόταν όταν η πλατφόρμα παλινδρομούσε για να βρεθεί κάτω από τους μελανωτικούς κυλίνδρους του πιεστηρίου, επενεργείας του σύστηματος προώθησης-εξώθησης της Τ.Τ.,. Αποτέλεσμα αυτών το παρεμβάσεων ήταν, να τεθεί το 1814 σε λειτουργία στην εφημερίδα Times του Λονδίνου ( The Times of London on November 20, 1814 ) 57 το πρώτο ατμοκίνητο κυλινδρικό πιεστήριο τύπου διακοπτόμενης περιστροφής δύο κυλίνδρων, οι οποίοι περιστρέφονταν εκ περιτροπής ανταποκρινόμενοι αυτομάτως στην παλινδρομική κίνηση της Τ.Τ.,, έτσι ώστε να διπλασιάζεται ο αριθμός των εκτυπούμενων αντιτύπων και με υψηλή την ταχύτητα εκτύπωσης, περί τις σελίδες την ώρα. Εν συνεχεία το έτος 1818 οι Κένιχ και Μπάουερ σχεδίασαν ένα διπλό πιεστήριο 58 στο οποίο ένα φύλλο χαρτιού, αφού τυπωνόταν η μία του όψη στον έναν από τους κυλίνδρους, περνούσε εν συνεχεία στον άλλον, ώστε να τυπωθεί και η ανάστροφη όψη του φύλλου. (βλ.σ.226/φ.52) Το έτος 1822 ο «Γουίλιαμ Τσερτς» ( William Church ), πρόσθεσε επάνω στον κύλινδρο του δικύλινδρου πιεστήριου των Κένιχ και Μπάουερ μηχανικές «αρπάγες» για να συλλαμβάνουν, να συγκρατούν και κατόπιν να απελευθερώνουν αυτόματα το φύλλο του εκτυπούμενου χάρτου. Παράλληλα ο Τσερτς, παρουσίασε την πρώτη στοιχειοθετική μηχανή η οποία είχε ένα πληκτρολόγιο, του οποίου κάθε πλήκτρο απελευθέρωνε και αποθήκευε ένα 57 Archive for Koenig and Bauer., 58 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ.,

71 τυπογραφικό στοιχείο στους αύλακες μίας θήκης. Ωστόσο όμως, η παλινδρομική κίνηση της Τ.Τ., η οποία διατηρήθηκε ως λειτουργία σε αυτά τα πρώιμα κυλινδρικά πιεστήρια, αποτελούσε στοιχείο ασυνέχειας και για να καταστεί συνεχής και συνεπής στο κύκλο παραγωγής, θα έπρεπε να είναι κυλινδρική όχι μόνο η Τ.Π., αλλά και η έως πρότινος επίπεδη τυπογραφική φόρμα των τυπογραφικών στοιχείων. Το έτος 1824, ο «Ντάνιελ Τρέντγουελ» ( Daniel Treadwell ) 59 από τη Βοστώνη, επιχείρησε το πρώτο βήμα εκμηχάνισης της τυπογραφίας για τις Η.Π. Αμερικής ο οποίος αναπροσαρμόζοντας τους υπάρχοντες μηχανισμούς πίεσης και στοιχειοθεσίας σε έναν επίμηκες ξύλινο σώμα με παρομοίως επίπεδη την Τ.Τ., καινοτομώντας παράλληλα με τη χρήση ενός περιστρεφόμενου δίσκου μελανώματος, εμφανίζοντας έτσι ένα πιεστήριο το οποίο ήταν τέσσερις φορές ταχύτερο από ένα κοινό χειροκίνητο πιεστήριο. Το έτος 1847, οι αδελφοί «Ρίτσαρντ και Ρόμπερτ Χόου» ( Richard and Hoe ) 60 στις ΗΠΑ κατοχύρωσαν την ευρεσιτεχνία του περιστροφικού πιεστηρίου, του πρώτου το οποίο βασιζόταν στην ανωτέρω «αρχή» περιστροφής. Το πιεστήριο αυτό περιλάμβανε ένα κύλινδρο μεγαλύτερης διαμέτρου, ο οποίος στην εξωτερική επιφάνεια έφερε στήλες τυπογραφικών στοιχείων, ενώ η πίεση παρέχονταν από μερικούς (έξι, οκτώ ή και δέκα) μικρούς κυλίνδρους, καθένας από τους οποίους τροφοδοτούνταν χειρωνακτικά με φύλλα χαρτιού. (βλ.σ.227/φ56) Το σύστημα αυτό απέδωσε ταχύτητες παραγωγής μεγαλύτερες των φύλλων την ώρα, ωστόσο όμως το μοναδικό του μειονέκτημα ήταν η έλλειψη μηχανικής αξιοπιστίας, καθώς οι στερεωμένες τυπογραφικές φόρμες δεν ασφαλίζονταν σωστά και τα τυπογραφικά στοιχεία έπεφταν από τον κύλινδρο του χαρτιού στο περιστροφικό πιεστήριο. Το πρόβλημα αυτό λύθηκε με την εφαρμογή της στερεοτυπίας, δηλαδή, με τη διαμόρφωση στέρεων κυρτών κλισέ μέσω της ενσφράγισης της τυπογραφικής φόρμας επάνω σε ανθεκτικό χαρτόνι το οποίο στερεωνόταν κατόπιν στο εσωτερικό του κυλινδρικού τύπου μέσα στον οποίον εγχέονταν το τήγμα του μολυβδοκράματος. Στη Γαλλία, από του έτους 1849 και μετά, διενεργήθηκαν πειραματισμοί με αυτήν την μέθοδο, η οποία εφαρμόστηκε συστηματικά στους «Τάιμς» του Λονδίνου από τοέτος 1856 και στο περιστροφικό πιεστήριο των Friedrich Koenig and Andreas Bauer, ενώ μετά το έτος 1858 η χρήση της γενικεύθηκε. Ωστόσο όμως, η τροφοδοσία του πιεστηρίου με χαρτί εξακολουθούσε να παραμένει εκτός του εκμηχανισμένου κύκλου εκτύπωσης. Τη λύση έδωσε το έτος 1871 πάλι ο «Ρίτσαρντ Χόου» ( Richard Hoe ) ο οποίος και τελειοποίησε την εκτυπωτική διαδικασία με συνεχή τροφοδοσία ρολών χάρτου, ενώ το πιεστήριό του εκτύπωνε περί τις φύλλα εφημερίδας σε μία ώρα. (βλ.σ.226/φ /φ.54) 59 Daniel Treadwell., 60 R. HOE & COMPANY NEW YORK CITY "PRINTING PRESS".,

72 Πιεστήριο περιστροφικό αυτοτροφοδοτούμενου χάρτου W. Bullock Η εκμηχάνιση αυτής της φάσης επιτεύχθηκε με τη χρήση του κυλίνδρου συνεχούς τροφοδοσίας χάρτου με καρούλια, αντί των μεμονωμένων φύλλων, καθότι πλέον οι τεχνικές παραγωγής χαρτιού σε συνεχή κύλινδρο ήταν γνωστές από τις αρχές του 19 ου αιώνα. Το πρώτο επιτυχημένο περιστροφικό πιεστήριο και συνεχώς αυτοτροφοδοτούμενο με κύλινδρο χαρτιού μήκους πέντε μιλίων, κατασκευάστηκε από τον Αμερικανό «Γουίλιαμ Μπούλοκ» ( William Bullock ) 61 τον Απρίλιο του έτους Διέθετε επίσης, ενσωματωμένη συσκευή κοπής χαρτιού με οδοντωτό μαχαίρι μετά από κάθε εκτύπωση και από το έτος 1870 προσάρμοσε και διπλωτική μηχανή φύλλων, ενώ παρήγαγε εφημερίδες την ώρα πλήρεις φύλλων και μέχρι σελίδες στα επόμενα μοντέλα του. (βλ.σ.226/φ.53) 5.4. Η εκμηχάνιση της στοιχειοθετικής διαδικασίας και οι τεχνικές εκτύπωσης Η ενσωμάτωση στοιχειοθετικών μηχανών στα πιεστήρια Σε αντίθεση με την προηγμένη εκμηχάνιση της εκτυπωτικής διαδικασίας, η εκμηχάνιση της στοιχειοθετικής διαδικασίας ήταν δύσκολο να επιτευχθεί, ενώ μέχρι τα τέλη του 19 ου και έως τις αρχές του 20 ου, η στοιχειοθεσία πραγματοποιούνταν χειρώνακτα στο «συνθετήρι», όπως στο εργαστήριο του Ι.Γ..(βλ.σ.234/Φ.66) Το έτος 1822 ο «Γουίλιαμ Τσερτς» ( William Church ) 62 από τη Βοστώνη, γνωστός από την τροποιητική παρέμβαση στο πιεστήριο των Κένιχ και Μπάουερ, κατοχύρωσε την ευρεσιτεχνία μίας νέας στοιχειοθετικής μηχανής αποτελούμενης από ένα πληκτρολόγιο, όπου με το κάθε πάτημα ενός πλήκτρου απελευθέρωνε ένα τυπογραφικό στοιχείο του αντίστοιχου χαρακτήρα, το οποίο ήταν αποθηκευμένο σε αύλακες μίας θήκης (κάσας). Τα τυπογραφικά στοιχεία τα οποία παρέχονταν κατ αυτόν τον τρόπο έπρεπε να τοποθετηθούν στη θέση τους με το χέρι και να στοιχηθεί παράλληλα η κάθε μία γραμμή. Ωστόσο όμως ο Τσερτς, είχε αποφύγει το πρόβλημα της διανομής και είχε επιδείξει διορατικότητα ως προς τη λύση του, συνδυάζοντας την θήκη με μία συσκευή συνεχούς χύτευσης νέων τυπογραφικών στοιχείων. Εν συνεχεία και στη διάρκεια των επόμενων πενήντα ετών, εμφανίστηκαν πολυάριθμες μηχανές βασισμένες επάνω στην ίδια «αρχή» και εφοδιασμένες με επιπλέον μηχανισμό ο οποίος τοποθετούσε τα επιλεγόμενα τυπογραφικά στοιχεία στην ορθή τους θέση. Οι μηχανές αυτές παρήγαν τυπογραφικά στοιχεία με ρυθμό έως τεμαχίων την ώρα, σε αντίθεση με τα περίπου τεμάχια την ώρα τα οποία κατάφερνε η χειρωνακτική στοιχειοθεσία. Ωστόσο και σε όλες αυτές τις μηχανές, τα τυπογραφικά στοιχεία παρέχονταν 61 Fast Printing Press For Engravings., Printing-Press-For-Engravings.html 62 A Machine to Supersede Typesetting

73 απλώς σε συνεχή σειρά και τα οποία έπρεπε να χωριστούν εν συνεχεία σε στίχους και να στοιχηθούν στη φόρμα. Έτσι, οι μηχανές αυτές ολοκληρώθηκαν λειτουργικά με την εισαγωγή ενός μηχανικού διανομέα, ο οποίος αποτελούσε ένα είδος αντίστροφου στοιχειοθέτη, όπου, τα τεμάχια των τυπογραφικών στοιχείων από τις σειρές τις οποίες είχαν χρησιμοποιηθεί, διέρχονταν μπροστά από τον χειριστή ο οποίος πατούσε το αντίστοιχο πλήκτρο του πληκτρολογίου του, ώστε, να ανοίξει το αντίστοιχο διαμέρισμα της θήκης στοιχείου. Η ταχύτητα της εκμηχανισμένης διανομής δεν υπερέβαινε τα τεμάχια την ώρα και συνεπώς δεν υπερτερούσε της χειρωνακτικής διανομής. Η εκμηχάνιση της τυπογραφικής στοιχειοθεσίας αντιμετώπισε δύο δυσκολίες, πρώτον τη στοίχιση, η οποία προϋπέθετε έλλογη εκτίμηση του μεγέθους των απαιτούμενων μεταξύ λέξεων διαστημάτων και δεύτερον, το χρόνο απασχόλησης των τυπογραφικών στοιχείων για τη μία εκτύπωση πράξη ο οποίος εμπόδιζε την ολοκλήρωση της στοιχειοθεσίας καθώς και της διανομής των στοιχείων στον ενιαίο κύκλο παραγωγής. Επειδή αυτή η μηχανή και για τους ανωτέρω λόγους κρίθηκε αναξιόπιστη, για το λόγο αυτό και δεν καθιερώθηκε, άλλωστε το έτος 1884 έκανε την εμφάνισή της η τεχνική της «Λινοτυπίας» ( Linotype ) με το αντίστοιχο τυπογραφικό πιεστήριο Η Στερεοτυπική και στερεογραφική τεχνική στοιχειοθεσίας Η αυξανόμενη ζήτηση για την παραγωγή έντυπου υλικού υποκίνησε περί τα τέλη 18 ου αιώνα την έρευνα στο τεχνολογικό περιβάλλον της τυπογραφίας για αύξηση της ταχύτητας εκτύπωσης και για μεγαλύτερο όγκο παραγωγής, με αποτέλεσμα τη διερεύνηση των τεχνικών της στερεοτυπίας και της στερεογραφίας. Η στερεοτυπία, η οποία χρησιμοποιήθηκε με αξιοσημείωτη επιτυχία στο Παρίσι το έτος 1790, αφορούσε στη μηχανική λήψη ενός εκμαγείου με στοιχειοθετημένο το ενιαίο κείμενο επάνω σε πηλό ή σε μαλακό μέταλλο, προκειμένου να επιτυγχάνεται η αναπαραγωγή μολύβδινων αντιγράφων του συνόλου της υπό εκτύπωση τυπογραφικής φόρμας. Οι στερεοτυπικές πλάκες («στερεότυπα ή κλισέ») οι οποίες κατασκευάζονταν με αυτόν τον τρόπο, καθιστούσαν δυνατή και οικονομική την ταυτόχρονη εκτύπωση του ίδιου κειμένου σε πολλά πιεστήρια και σε πολλαπλά ομοιότυπα αντίγραφα. Το έτος 1848, μία παραλλαγή της τότε γνωστής στερεοτυπίας, ήταν η εφαρμογή της γαλβανοπλαστικής επιμετάλλωσης, η οποία αφορούσε σε μία διεργασία κατά την οποία κατασκευάζονταν λεπτές μεταλλικές πλάκες επενδυμένες με ένα κράμα το οποίο είχε ως βάση το μόλυβδο και μέσω της ηλεκτρολυτικής απόθεσης ενός στρώματος χαλκού επάνω στο κέρινο εκμαγείο της υπό εκτύπωση τυπογραφικής φόρμας. Η στερεογραφία στόχευε στην παράκαμψη της στοιχειοθεσίας μέσω της κατασκευής αυτού του εκμαγείου, ωστόσο όμως οι προσπάθειες τελειοποίησης της μεταλλογραφικής μεθόδου με την κατασκευή μίας πήλινης μήτρας ενσφράγισης με τη χρήση γραμματοσφραγίδων, δεν έφεραν ικανοποιητικά αποτελέσματα. Το έτος 1797, δοκιμάστηκε μία άλλη παραλλαγή, κατά την οποία, σειρές από χάλκινες μήτρες κάθε μεμονωμένου γράμματος κατασκευάζονταν σε

74 μεγάλους αριθμούς στοιχείων. Οι μήτρες αυτές, συναρμολογούνταν κατόπιν διαδοχικά σχηματίζοντας έτσι το προς εκτύπωση κείμενο, κατά τρόπο ώστε να καλύπτουν ολόκληρη την επιφάνεια του πυθμένα του εκμαγείου μέσα στο οποίο χυτεύονταν η μολύβδινη πλάκα. Ακολούθως και μόλις η χυτή πλάκα ήταν έτοιμη εντυπώνονταν, ενώ οι μήτρες ήταν διαθέσιμες για περαιτέρω χρήση. (βλ.σ.218/φ.39- σ.219/φ.39α,40) Η Λινοτυπική ή Τυποχυτική στοιχειοθετική μηχανή Κατά τη δεκαετία του 1880 στις ΗΠΑ, ο γερμανικής καταγωγής «Ότμαρ Μέργκενταλερ» ( Ottmar Mergenthaler ) 63 εφεύρε τη «λινοτυπική μηχανή», μία τυποχυτική στοιχειοθετική μηχανή η οποία παρήγε συμπαγή ενιαίο στίχο, ή πλίνθωμα, από κινητές μήτρες ξεχωριστές για κάθε ένα γράμμα. Η μηχανή αποτελούνταν, από ένα πληκτρολόγιο, ένα χυτήριο, ένα πλήθος καλουπιών για τη χύτευση των στοιχείων και από μηχανισμούς οι οποίοι συνέδεαν τα διάφορα τμήματα μεταξύ τους. Το αποτέλεσμα της στοιχειοθεσίας με τη χρήση αυτής της μηχανής, ήταν ολόκληρες αράδες κειμένου οι οποίες χυτεύονταν για μία και μόνη φορά. Το κείμενο, δεν αποτελούνταν από ξεχωριστά στοιχεία, όπως στη μέθοδο της χειρώνακτης στοιχειοθεσίας, αλλά από ολόκληρες - μονοκόμματες σειρές στοιχείων, τα οποία στοιχεία παράγονταν με ταυτόχρονη χύτευση. Επειδή στην Αγγλική γλώσσα η λέξη «αράδα» λέγεται «λάιν» ( line )για το λόγο αυτό το «στοιχείο» λέγεται «τάιπ» ( type ) και η μέθοδος αυτού του είδους της στοιχειοθεσίας ονομάστηκε «λάινοταϊπ» ( linotype ), τεχνική της Λινοτυπία στην ελληνική γλώσσα. Ο στοιχειοθέτης εργάτης τύπου, λινοτύπης στην περίπτωση αυτή, πληκτρολογούσε το κείμενο σε ένα πληκτρολόγιο το οποίο έμοαζε με εκείνο της γραφομηχανής. Κάθε φορά κατά την οποία πίεζε ένα πλήκτρο, απελευθέρωνε μία μήτρα (καλούπι στοιχείου) το οποίο αντιστοιχούσε στο γράμμα το οποίο είχε επιλέξει στο πληκτρολόγιο. Οι μήτρες των στοιχείων βρίσκονταν συγκεντρωμένες σε ειδικές θήκες οι οποίες ονομάζονταν «μαγκαζίνα» και βρίσκονταν στο υψηλότερο σημείο της τυπογραφικής μηχανής. Ειδικά κανάλια (οδηγοί) με έναν οδηγό για κάθε ένα γράμμα ή σημείο στίξης ξεκινούσαν από τα «μαγκαζίνα» κατευθύνοντας την πτώση της κάθε μήτρας, τρόπον ώστε, η μήτρα η οποία είχε επιλεχθεί να διέρχεται μέσα από το κανάλι της και να συγκεντρώνονται στο χώρο σχηματισμού της αράδας. Όταν ολοκληρώνονταν η πληκτρολόγηση μίας αράδας, μπορούσαν να γίνουν και κάποιες διορθώσεις με το χέρι, δηλαδή, ήταν δυνατόν να αφαιρούνται ή προστίθενται μήτρες. Εν συνεχεία, η σειρά των μητρών κατευθύνονταν στο σημείο χύτευσης, όπου, το κράμα του μετάλλου συμπλήρωνε τα κενά των μητρών σχηματίζοντας πρώτα τους «οφθαλμούς» των στοιχείων και κατόπιν το σώμα της αράδας, σε ολόκληρο το πλάτος της και το ύψος της εκτύπωσης, και καθώς ψύχονταν, στερεοποιούνταν σχηματίζοντας έτσι μία αυτοτελώς συμπαγή αράδα κειμένου. 63 ZION CHURCH HISTORY.,

75 Η λινοτυπία ελάττωσε αισθητά το χρόνο της στοιχειοθεσίας, έτσι ώστε, αν ένας έμπειρος στοιχειοθέτης στη διάρκεια μίας ώρας κατάφερνε να συνθέσει στοιχεία, ο λινοτύπης πληκτρολογούσε περί τα την ώρα. Παρόλα αυτά, η μέθοδος παρουσίαζε και κάποια μειονεκτήματα, καθώς με το παραμικρό ανθρώπινο λάθος η ίδια η αράδα απαιτούσε εν νέου πληκτρολόγηση και χύτευση των στοιχείων της. Το σημαντικότερο όμως, ήταν ότι, κατά τη χύτευση προέκυπταν εξογκώματα και προεξοχές (γρέζια) μεταξύ των στοιχείων της αράδας τα οποία εμφανίζονταν στην εκτύπωση, δημιουργώντας έτσι ένα ακαλαίσθητο αποτέλεσμα. Τέλος, το γεγονός ότι το χυτήριο με τις υψηλές θερμοκρασίες και τις αναθυμιάσεις τις οποίες εξέπεμπε ως μέρος της τυπογραφικής μηχανής, καθιστούσε άκρως ανθυγιεινές τις συνθήκες εργασίας του λινοτύπη. (βλ.σ.219/φ.40) Η μονοτυπία ή μονοτυπική στοιχειοθετική μηχανή Το έτος 1885, στις Η.Π. Αμερικής, ο «Τόλμπερτ Λάνσταν» 64 ( Tolbert Lanston ) επινόησε τη «μονοτυπική μηχανή», η οποία παράγει ξεχωριστά τυπογραφικά στοιχεία για κάθε στίχο και στοιχίζει κάθε στίχο (αράδα) με σύστημα καταμέτρησης σε ειδικές μονάδες, δεδομένου ότι, η τεχνική στοιχειοθέτησης παρά τις εφευρετικές καινοτομίες, πρακτικά παρέμενε σχεδόν στο επίπεδο της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Το 1911, ο Αμερικανός «Ουάσινγκτον Λέντλοου» ( Washington I. Ludlow ) 65 τελειοποίησε την μονοτυπική μηχανή με την κατασκευή μεγάλων τυπογραφικών στοιχείων τα οποία φέρουν τα όνομά του και τα οποία χρησιμοποιούνταν για μία και μόνο εκτύπωση. Η μονοτυπική μηχανή, αποτελούνταν από δύο ξεχωριστά μέρη, το πληκτρολόγιο και το χυτήριο, τα οποία μπορούσαν να βρίσκονται και σε διαφορετικό χώρο. Με το κάθε κτύπημα ενός πλήκτρου στο πληκτρολόγιο και με τη χρήση ενός συστήματος πεπιεσμένου αέρα διατρυπούσε μία ταινία από ειδικό χαρτί σε μορφή ρολού και ένας συγκεκριμένος αριθμός συσχετιζόμενων τρυπών αντιστοιχούσε σε και ένα συγκεκριμένο γράμμα. Μετά την ολοκλήρωση της πληκτρολόγησης, η ταινία μεταφέρονταν στο χώρο του χυτηρίου όπου και αποκωδικοποιούνταν στη μηχανή χύτευσης. Με σύστημα πεπιεσμένου αέρα και μέσα από τις τρύπες της ταινίας επιτυγχάνονταν η ενεργοποίηση ενός μηχανισμού ο οποίος προκαλούσε τη μετακίνηση των μητρών από το χώρο αποθήκευσής τους στη θέση όπου θα γίνονταν η χύτευση. Το στοιχείο σχηματίζονταν καθώς το υγρό μέταλλο εισχωρούσε μέσα τους, και με ειδικό μηχανισμό προωθούνταν σε έναν αγωγό συγκέντρωσης. Όταν τα στοιχεία σχημάτιζαν μία αράδα, προωθούνταν όλα μαζί σε μία υποδοχή, όπου ο χειριστής του χυτηρίου έλεγχε το αποτέλεσμα. Η μονοτυπική μηχανή επέτρεπε τη διόρθωση με το χέρι ενός στοιχείου το οποίο είχε πληκτρολογηθεί λάθος και δεν απαιτούνταν η επαναχύτευση ολόκληρης της αράδας. Ακόμη, 64 Lanston History., 65 Hot metal typesetting.,

76 η χρήση της μονοτυπικής μηχανής ελάττωσε τον χρόνο στοιχειοθεσίας κατά το ήμισυ από προηγούμενα, ενώ το χυτήριο αποτελούσε πλέον αυτόνομο τμήμα της τυπογραφικής μηχανής καθιστώντας υγιεινές τις συνθήκες εργασίας του στοιχειοθέτη. (βλ.σ.220/φ.41) Η τεχνική της Ξυλογραφίας Στη διάρκεια ταυ 19αυ αιώνα πολλές σημαντικές καινοτομίες προετοίμασαν τα έδαφος για τυπογραφικές τεχνικές οι οποίες δεν σχετίζονταν πλέον άμεσα με την εφεύρεση του Ι.Γ.,. Η πρώτη μέθοδος αναπαραγωγής εικονογραφήσεων ήταν η κλασική ξυλογραφία, η οποία χρησιμοποιούσε ανάγλυφες ξυλογραφικές πλάκες και συνεπώς μπορούσε να συνδυαστεί με τα τυπογραφικά στοιχεία μίας τυπογραφικής φόρμας, δηλαδή, ως συμπερίληψη των ξύλινων ανάγλυφων και των τυπογραφικών στοιχείων ενός κειμένου στην ίδια φόρμα. Ήδη από τα δεύτερο ήμισυ του 15 ου αιώνα, η ξυλογραφία έτυχε ανταγωνισμού από την εσώγλυφη χαρακτική η οποία γίνονταν επάνω σε μεταλλικές πλάκες χαλκού, ορείχαλκου, ψευδάργυρου και χάλυβα μετά το έτος Η πλάκα η οποία ήταν χαραγμένη με τη γλυφίδα ή διαβρωμένη με χημικό οξύ, μελανωνόταν και σκουπιζόταν προσεκτικά, έτσι ώστε το μελάνι να μένει μόνο στις εγχαράξεις και να μεταφέρεται στο χαρτί υπό πίεση στο κυλινδρικό πιεστήριο. Επειδή η εσωγλυφική μέθοδος εκτύπωσης δεν ήταν συμβατή με την ξυλογραφική, σελίδες κειμένου και εικονογραφήσεων για τα ίδιο βιβλίο έπρεπε να τυπώνονται χωριστά Η τεχνική της Φωτοευαισθησίας Λίγα χρόνια μετά, ο Τζόζεπ Νιέπς ( Joseph Nicιphore Niepce ) 66, άρχισε να ασχολείται με υλικά ευαίσθητα στο φως προσπαθώντας να βρει έναν εύκολο και γρήγορο τρόπο, ώστε να «χαράξει» με τη βοήθεια του φωτός εικόνες επάνω σε εκτυπωτικές πλάκες, τις οποίες θα μπορούσε να τυπώσει στο λιθογραφικό του πιεστήριο. Χρειάστηκε όμως να περάσουν αρκετά χρόνια έρευνας και κατά τη δεκαετία του 1820 ο Νιέπς, απέδειξε ότι, ορισμένες χημικές ενώσεις είναι ευαίσθητες στο φως. Η ανακάλυψη αυτή σηματοδότησε τη γένεση της φωτοχαρακτικής και οδήγησε αφενός στην εφεύρεση της φωτογραφίας το έτος 1829 και αφετέρου στην εφαρμογή των φωτογραφικών μεθόδων για την τυπογραφική αναπαραγωγή φωτογραφιών. Αυτό έγινε μόλις το έτος 1875, με την ανακάλυψη ή καλύτερα με την τελειοποίηση της «φωτοχαρακτικής» από τον λιθογράφο Firmin Gillot, μία τεχνική η οποία σηματοδότησε την έναρξη μίας νέας εποχή στην ιστορία των εκτυπώσεων. Κατά τη διάρκεια των αρχών του 20 ου αιώνα, αναπτύσσεται η εκδοτική και διαφημιστική αγορά στις Η.Π. Αμερικής όπου αναδεικνύονται αξιόλογοι δημιουργοί, όπως ο Roger Updike, ο Bruce Rogers, ο Frederic Wardeο και ο Frederic Goudy ο οποίος και θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους σχεδιαστές στην ιστορίας της τυπογραφίας. 66 Joseph Nicephore Niépce ( ).,

77 Το έτος 1852, ο Βρετανός επιστήμονας και εφευρέτης Γουίλιαμ Χένρυ Φοξ Τάλμποτ ( William Henry Fox Talbot ) 67 τοποθέτησε ένα κομμάτι μαύρου υφάσματος (τούλι) μεταξύ του αντικειμένου το οποίο σκόπευε να αναπαραγάγει και της επιχρισμένης με φωτοευαίσθητη ουσία χαλύβδινης πλάκας παράγοντας έτσι μία εικόνα η οποία διατηρούσε τη λεπτοφυή δομή του υφάσματος. Ακολούθως, η κατεργασία με το οξύ είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο την εκτεταμένη και ομοιογενή διάβρωση μίας επιφάνειας, αλλά και την πυκνή παράθεση μικροσκοπικών στιγμάτων σε όλη την έκταση της φωτοευαίσθητης επικάλυψης με βάθος κυμαινόμενο αναλόγως της φωτοέκθεσης. Ο Τάλμποτ είχε εφεύρειταυτόχρονα την οθόνη ράστερ και είχε ανοίξει τον δρόμο για μία νέα εξέλιξη της τυπογραφίας μέσω των εγχάρακτων πλακών, με την τεχνική της βαθυτυπίας. Τα πιεστήρια για την εκτύπωση κυρτών εγχάρακτων μεταλλικών πλακών τελειοποιήθηκαν στη διάρκεια του 19 ου αιώνα με την εκμηχάνιση του μελανώματος μέσω κυλίστρων και με την απόμαξη μέσω των περιστρεφόμενων υφασμάτινων ιμάντων ή δίσκων καλυμμένων με βαμβακερό ύφασμα. Ωστόσο όμως, τα πιεστήρια αυτά χαρακτηρίζονταν γενικά για την περιορισμένη εκτυπωτική τους παραγωγικότητα. (βλ.σ.237/φ.71δ) Η τεχνική της Λιθογραφίας Η τεχνική της Λιθογραφίας και το πιεστήριο με το οποίο υλοποιούνταν 68 είναι η τρίτη εκτυπωτική μέθοδος η οποία είχε παρουσιάσει αξιόλογη ανάπτυξη, καθώς βασιζόταν όχι σε ανάγλυφες ή εγχάρακτες πλάκες, αλλά στην αρχή της μη αναμιξιμότητας του νερού με το λάδι και η οποία εφαρμόστηκε ως τελειοποιημένη πλέον τεχνική περί το έτος Αρχικά και το έτος 1796, συνελήφθη ως ιδέα από τον «Αλόις Ζένεφελντερ» ( Alois Senefelder ) 69 στην Πράγα, ο οποίος, ερευνώντας τις ιδιότητες μίας ασβεστολιθικής πέτρας με λεπτόκοκκη, ομογενή και πορώδη επιφάνεια, όπου αν στην επιφάνεια της πέτρας ζωγραφιζόταν ένα σχέδιο με λιπαρό μελάνι και με ακόλουθη την ύγρανσή της με νερό και επίχρισή της με κοινό μελάνι, το μελάνι συγκρατούνταν μόνο από σχεδιασμένο μέρος. Το σχέδιο αυτό μπορούσε κατόπιν να αναπαραχθεί σε φύλλο χαρτιού το οποίο πιεζόταν επάνω στην πέτρα, ωστόσο όμως κρίθηκε ανεπιτυχής λόγω της φθοράς των στοιχειοθετικών πλακών. Αργότερα, το έτος 1875, ο Άγγλος «Ρόμπερτ Μπέρκλευ» ( Robert Barclay ) πειραματίστηκε σε αυτήν την τεχνική για εκτύπωση σε κασσίτερο χωρίς ωστόσο να σημειωθούν ιδιαίτερες βελτιωτικές αλλαγές. Εντέλει, το 1904 ο «Άιρ Ουάσιγκτον Ράμπελ» 67 BBC: William Henry Fox Talbot ( )., 68 UNITED KINGDOM - JUNE 05: Lithography, discovered in 1796 by Alois Senefelder., 69 Aloysius, Johann, Nepomuk, Franz, Senefelder., -

78 ( Ira Washington Rubel ) στις Η.Π.Αμερικής ανακάλυψε ότι ένα σχέδιο το οποίο μεταφέρθηκε τυχαία από τον κεντρικό κύλινδρο του πιεστηρίου στην ελαστική επένδυση του ενδιάμεσου εκτυπωτικού κυλίνδρου κατά διάρκεια μίας διακοπής τροφοδοσίας χαρτιού, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το ίδιο για εκτύπωση, παρέχοντας μάλιστα ανώτερα ποιοτικά αποτέλεσμα. Ωστόσο όμως και παρά την εξαιρετική ποιότητά της υστερούσε στην ταχύτητα παραγωγής και στο ότι έπρεπε να χρησιμοποιεί μόνο έναν τύπο χαρτιού. (βλ. σ.225/φ.51) Εν συνεχεία ο Ράμπελ και ένας συνέταιρός του, κατασκεύασαν ένα τρικύλινδρο πιεστήριο, το πρώτο πιεστήριο «όφσετ» ( offset ), καθιερώνοντας την ονομασία με την οποία έκτοτε έγιναν γνωστές αυτές οι σπουδαίες εκτυπωτικές μηχανές. Αυτή η διαδικασία κρίθηκε επιτυχής, σε σχέση με την εκτύπωση με τη χρήση της χαλκογραφίας και της κλασικής τυπογραφίας, οπότε και έγινε γνωστή για την οικονομική της παραγωγή. Το κίνητρο για μεγαλύτερη παραγωγικότητα το έδωσε η ανάγκη εκτύπωσης και η διάδοση της βιομηχανίας της εφημερίδας, οδηγώντας στην ανάπτυξη των εκτυπωτικών μηχανών, οι οποίες τυπώνουν τις δύο όψεις και πολλά χρώματα, με ένα και μόνο πέρασμα του υποστρώματος εκτύπωσης Η τεχνική της Φωτοχαρακτικής και της Βαθυτυπίας Η κυκλική εκμηχάνιση με την εγχάραξη μεταλλικών πλακών αντιμετώπιζε ήδη δύο αλληλεξαρτώμενες δυσκολίες, πρώτον, την ανάγκη εγχάραξης ενός μεγάλου πλήθους μικροσκοπικών στιγμάτων και δεύτερον, την ανάγκη εγχάραξής τους απευθείας επάνω σε κύλινδρο. Όμως, προέκυπταν μία σειρά τεχνικά προβλήματα για το λόγο ότι, η προστριβή του μάκτρου για την απομάκρυνση του πλεονάζοντος μελανιού, απέκλειε τη χρήση κυρτών πλακών, οι οποίες δεν παρείχαν εντελώς ομοιόμορφη επιφάνεια στην περιοχή στην οποία προσαρμόζονταν, ενώ παράλληλα και η προσαρμογή των φωτοευαίσθητων διαλυμάτων στην επιφάνεια του κυλίνδρου δεν ήταν απολύτως δυνατή. Έτσι, ενώ η τεχνολογία των πιεστηρίων εξελίσσεται ραγδαία, η ανάγκη για αποτύπωση πλήθους στοιχείων οδήγησε στην εφεύρεση της φωτοχαρακτικής μεθόδου ή βαθυτυπίας, όταν στις αρχές της δεκαετίας του 1860 ο Βρετανός Τζόζεφ Γουίλσον Σουάν ( Joseph Wilson Swan ) 70 ανακάλυψε τον ανθρακούχο ιστό, ένα χαρτί με επικάλυψη ζελατίνης το οποίο είναι φωτοευαίσθητο και μπορεί να μεταφέρει φωτογραφικά τα τυπογραφικά στοιχεία επάνω σε μεταλλική επιφάνεια Η τεχνική της Μεταξοτυπίας Παράλληλα με την ανάπτυξη των τριών βασικών μεθόδων εκτύπωσης, της κλασικής τυπογραφικής, της όφσετ και της λιθογραφικής, πολλές άλλες τεχνικές γνώρισαν ανάλογη ανάπτυξη με αποτέλεσμα να κυριαρχήσουν στη διάρκεια του 20 ου αιώνα. Η τχνική της αναπαραγωγής ενός σχεδίου με διοχέτευση μελανιού μέσω των ανοιγμάτων μεταξωτής οθόνης και μερικώς καλυμμένης από ιχνογραφική πλάκα (μεταξοτυπία), εφαρμοζόταν από 70 Carbon Prints and Gelatin Tissue.,

79 τους Κινέζους και Ιάπωνες πολύ πριν εφευρεθεί η τυπογραφία. Το 19 ο αιώνα, οι υφαντουργοί της Λυών υιοθέτησαν αυτή την τεχνική για τύπωμα υφασμάτων. Στη δεκαετία του 1930 στη Βρετανία και Η.Π. Αμερικής, τα πιο ετερόκλητα υλικά, γυαλί, ξύλο, πλαστικό, ακόμη και σχήματα όπως για παράδειγμα, καμπύλα αντικείμενα, τυπώνονταν ήδη με τη μεταξοτυπία, η οποία από χειροτεχνία εξελίχθηκε σε βιομηχανική τεχνική, κατά την οποία η οθόνη υποβαλλόταν σε κατεργασία φωτοευαισθητοποίησης και η εκτύπωση γινόταν με ημιαυτόματες ή αυτόματες μηχανές Η τεχνική της Κολλοτυπίας Άλλη μέθοδος η οποία κατοχυρώθηκε ως ευρεσιτεχνία στη Γαλλία το 1855 με το όνομα «φωτοκολλογραφία», τροποποιήθηκε το έτος 1865 με το όνομα «φωτοτυπία», η οποία ακόμα χρησιμοποιείται στη Γαλλία και στη Γερμανία, και το έτος το 1868 με το όνομα «αλμπερτυπία», ενώ χρησιμοποιείται ακόμα στη Γερμανία. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιεί φωτοευαίσθητες ουσίες, όχι απλώς ως παράγοντες παρασκευής πλακών εκτύπωσης, αλλά άμεσα ως συστατικό της επιφάνειας τέτοιων πλακών. Η τεχνική αυτή, γνωστή σε άλλα μέρη με το όνομα «κολλοτυπία», υπήρξε εξαιρετικά δημοφιλής μεταξύ των ετών 1880 και 1914, ενώ κατόπιν παραμελήθηκε και αναβίωσε πρόσφατα καθώς εκμηχανίστηκε για την εκτύπωση έγχρωμων και ασπρόμαυρων αφισών, αλλά και διαφανειών Η τεχνική της Φλεξογραφίας Η φλεξογραφία είναι τυπογραφική μέθοδος η οποία χρησιμοποιεί λαστιχένιες πλάκες επάνω στο βασικό κύλινδρο του πιεστηρίου και κατέχει ιδιαίτερη θέση στην τυπογραφία λόγω της ρευστότητας των μελανιών της. Κατοχυρώθηκε ως ευρεσιτεχνία για πρώτη φορά στην Αγγλία το έτος 1890 και τελειοποιήθηκε στο Στρασβούργο λίγα χρόνια αργότερα. Η φλεξογραφική εκτύπωση είναι μέτριας ποιότητας, αλλά ιδιαίτερα κατάλληλη για σχετικά τραχείες επιφάνειες (χαρτόνι, χαρτί περιτυλίγματος, πλαστικά ή μεταλλικά φύλλα). Μπορεί να εφαρμοστεί σε μηχανές τροφοδοτούμενες με φύλλα χαρτιού, αλλά χρησιμοποιείται κυρίως σε ισχυρά περιστροφικά πιεστήρια. 6. Αντιπροσωπευτικά πιεστήρια και εκτυπωτικές τεχνικές του 20ου αιώνα 6.1. Σύγχρονες εκτυπωτικές τεχνικές 20ου αιώνα Η τεχνική της υγρής και της ξηράς Όφσετ ( Offset ) Από το πρώτο χειροκίνητο πιεστήριο έως τα σύγχρονα ταχυπιεστήρια, τα τυπογραφικά μηχανήματα έχουν υποστεί άπειρες βελτιωτικές και τροποιητικές μεταλλαγές συνεπεία της ραγδαία αναπτυσσόμενης τεχνολογίας και των επινοούμενων εκτυπωτικών τεχνικών. Σχεδόν κάθε χρόνο δημιουργούνται νέοι τύποι πιεστηρίων οι οποίοι ανταποκρίνονται στις αυξανόμενες βιομηχανικές ανάγκες. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του έτους 1930 και στις αρχές του 1940, οι τύποι πιεστήριων είχαν αυξηθεί σημαντικά σε ποιότητα και απόδοση

80 Στις αρχές του 20 ου αιώνα, κυριαρχεί η τελειοποιημένη εκτυπωτική τεχνική «όφσετ» ( offset ), η οποία αποτελεί την τελευταία λέξη στην τεχνολογία των εκτυπώσεων, η οποία πολύ γρήγορα εκτόπισε τις προγενέστερες τυπογραφικές μηχανές καθώς το εκτυπωτικό της «τιράζ» έφτανε τα εκατομμύρια φύλλα εφημερίδων ημερησίως. Η τεχνική «όφσετ», είναι ο συνδυασμός προηγούμενων εκτυπωτικών τεχνικών και της τεχνικής της λιθογραφίας, η οποία διερχόταν μία νέα φάση εξέλιξης, συνεπεία και της τελειοποίησης των πρώτων μηχανικών περιστροφικών πιεστηρίων είχε ήδη αναπτυχθεί προς δύο κατευθύνσεις. Η εφαρμογή της «λιθογραφίας όφσετ» στα τέλη του 19 ου αιώνα, αν και υλοποιούνταν σε απλά κυλινδρικά ή περιστροφικά πιεστήρια, θεωρήθηκε πρωτοποριακή για την εποχή και ασφαλώς πρόδρομη της νέας εκτυπωτικής τεχνικής και τεχνολογίας των πιεστηρίων «όφσετ». Η τεχνική συνίσταται στη φωτοχημική μέθοδο με την οποία μία εικόνα ή κείμενο μεταφέρονται σε μία λεπτή και εύκαμπτη πλάκα ψευδαργύρου η οποία τοποθετείται με κύλινδρο στην τυπογραφική μηχανή. Ακολούθως και με τη μεσολάβηση ενός άλλου κυλίνδρου επενδυμένου με λεπτό φύλλο καουτσούκ μεταφέρει την εικόνα στο χαρτί, διατηρώντας όλες τις λεπτομέρειες του πρωτότυπου. Μερικά χρόνια όμως, προέκυψε ένα πρόβλημα σχετικό στην εκτύπωση του φόντου των επιταγών με υδροδιαλυτή μελάνη, έτσι ώστε να αποφεύγονται οι πλαστογραφίες. (βλ.σ.219/φ.39α) Έτσι, το έτος 1920 έγινε αντικατάσταση της λιθογραφικής πλάκας του κεντρικού κυλίνδρου με στερεοτυπική ή κυρτή Τ.Π.,. Η τεχνική αυτή παρέμβαση συνδύαζε την προϋπάρχουσα εκτυπωτική τεχνική «όφσετ» με ένα τυπογραφικό ανάγλυφο το οποίο δεν χρειάζετονταν ύγρανση και ονομάστηκε «ξηρά όφσετ». Το πεδίο εφαρμογής της επεκτάθηκε σε όλες τις περιοχές της συμβατικής τυπογραφίας. Από το 1960 άρχισε η ανάπτυξη μίας άλλης μεθόδου, ιδίως στις Η.Π.Α., η οποία συνδύαζε την βαθυτυπία με την διά μεταφοράς εκτύπωση «όφσετ», για την εκτύπωση χαρτιού ταπετσαρίας, πλαστικών δαπέδων, χάρτινων πιάτων και άλλων προϊόντων Η τεχνική εφαρμογή της αυτοματοποιημένης στοιχειοθεσίας Η επιδίωξη για υψηλή αποδοτικότητα είχε θέσει αμέσως το πρόβλημα τόσο της εκμηχάνισης όσο και της αυτοματοποίησης της στοιχειοθεσίας. Το μονοτυπικό σύστημα, διαχωρίζοντας το πληκτρολόγιο από την παραγωγή τυπογραφικών στοιχείων, αποτέλεσε μία προσέγγιση της λύσης, αφού επέτρεπε σε μία τυποχυτική μηχανή να λειτουργεί σε πλήρη ταχύτητα τροφοδοτούμενη με διάτρητες ταινίες παραγόμενες από πολλά πληκτρολόγιο. Η τελειοποίηση τηλετυποστοιχειοθετικών συσκευών για σύνθεση εξ αποστάσεως στις Η.Π. Αμερικής το έτος 1929, επέτρεψε την ευρεία εφαρμογή της αρχής ενός λειτουργικού διαχωρισμού αφενός της ανθρώπινης εργασίας, αφετέρου των εκμηχανισμένων λειτουργιών. Ο χειριστής παράγει μία χαρτοταινία επάνω στην οποία κάθε γράμμα, σύμβολο ή διάστημα αναπαριστάνεται από συνδυασμό διατρήσεων. Μία μεταφραστική συσκευή διαβάζει την ταινία και σύμφωνα με κάθε τον συνδυασμό διατρήσεων, σηματοδοτεί την απελευθέρωση

81 των απαιτούμενων μητρών για χαρακτήρες, σύμβολα και διαστήματα στοίχισης. Μηχανές οι οποίες χυτεύουν συμπαγείς και πλήρως στοιχισμένους στίχους, ή πλινθώματα, μπορούν να παράγουν περισσότερους από χαρακτήρες την ώρα Η τεχνική εφαρμογή της προγραμματιζόμενης στοιχειοθεσίας Στη δεκαετία του 1950, εφαρμόζεται η «προγραμματιζόμενη στοιχεισθεσία» του συστήματος Β.Β.Ι., το οποίο έλαβε το όνομά του από τα αρχικά των ονομάτων των τριών Γάλλων εφευρετών του, εισήγαγε την προγραμματιζόμενη στοιχειοθεσία. Με αφετηρία μία διάτρητη ταινία συνεχώς παραγόμενη από έναν χειριστή, ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής αναλαμβάνει το έργο προσδιορισμού του μήκους των στίχων (αράδων), της επιλογής των σημείων όπου οι λέξεις θα διαιρεθούν σύμφωνα με τους γραμματικούς κανόνες και με την τυπογραφική πρακτική, της εισαγωγής των διορθώσεων ή ακόμη και της παρουσίασης της μορφής του κειμένου σύμφωνα με την επιλεγμένη διαμόρφωση. Με τη διαδικασία αυτή επιτεύχθηκαν ταχύτητες ανώτερες των χαρακτήρων την ώρα Η τεχνική της Τρισδιάστατης εκτύπωσης Κατά τη δεκαετία του 1960 αναπτύχθηκε η τρισδιάστατη εκτύπωση, ουσιαστικά μία εικόνα η οποία περιλαμβάνει δύο αλλεπάλληλες όψεις του ίδιου ειδώλου φωτογραφημένες από ελαφρώς διαφορετικές γωνίες και αποτυπώνεται σε μία διαφανή πλάκα χαραγμένη με πολυάριθμες αδιόρατες παράλληλες γραμμώσεις. Εξαιτίας αυτών των γραμμώσεων, κάθε οφθαλμός παρατηρώντας την εικόνα από διαφορετική γωνία, βλέπει ένα μόνο είδωλο. Η τρισδιάστατη παραίσθηση παράγεται από την ερμηνευτική επεξεργασία αυτής της διοφθάλμιας εντύπωσης στον εγκέφαλο Η τεχνική της Φωτοστοιχειοθεσίας Η τεχνική της Φωτοστοιχειοθεσίας (φωτοσύνθεσης) η οποία εμφανίστηκε το 1947, αφορά στη μεταφορά εικόνων και κειμένων με τη χρήση του φωτός. Πιο απλά, η διαδικασία αντικατέστησε τις μεταλλικές μήτρες των στοιχειοχυτικών μηχανών με διαφανείς αρνητικές «φωτογραφικές εικόνες» των εικόνων και των κειμένων και το χυτήριο με μία μονάδα φωτογράφησης. Τα προς εκτύπωση αντικείμενα (φόρμα) αντί να χύνονται στο μέταλλο, «εμφανιζόταν» απευθείας σε ένα διαφανές φύλλο (φιλμ) ή ειδικό φωτογραφικό χαρτί. Η εταιρία Intertype παρουσίασε την πρώτη μηχανή του είδους, την Fotosetter, η οποία έφτανε σε ταχύτητα τους χαρακτήρες την ώρα, ενώ οι βελτιώσεις της τα επόμενα χρόνια διαδέχονταν η μία την άλλη. Έτσι, στις αρχές της δεκαετίας του 1970 προέκυψαν οι ψηφιακές φωτοστοιχειοθετικές τεχνικές, όπου οι μήτρες και η φωτογραφική μονάδα έχουν πλέον καταργηθεί. Οι χαρακτήρες σχεδιάζονται πλέον σαν μία σειρά από «κουκκίδες» (pixels) και αποθηκεύονται σε δισκέτες ή στη μνήμη του υπολογιστή, ενώ με το πάτημα ενός κουμπιού εμφανίζονται στην οθόνη και τυπώνονται απευθείας σε φωτογραφικό χαρτί ή φιλμ. Τα τελευταία χρόνια βέβαια με την χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και της ψηφιακής

82 τεχνολογίας των εκτυπωτών και των εικονοθετών, η στοιχειοθεσία και η σελιδοποίηση ενός εντύπου γίνεται με χαρακτηριστική ευκολία και με άριστα εκτυπωτικά αποτελέσματα Η τεχνική Όφσετ ( Offset ) στην πρώτη δεκαετία 21ου του αιώνα Παρά τις αναμφισβήτητες προόδους της, η ψηφιακή εκτύπωση βρίσκεται ακόμη σε πειραματικό στάδιο και έχει να διανύσει αρκετό δρόμο ακόμα μέχρι να μπορέσει να ανταγωνιστεί «επί ίσοις όροις» την όφσετ, η οποία εξακολουθεί να είναι η βασική μέθοδος εκτύπωσης φυλλαδίων, εφημερίδων, περιοδικών και βιβλίων της εποχής μας. Στη σύγχρονη «όφσετ» διαδικασία εκτύπωσης 71, ο συγγραφέας γράφει το κείμενο στον υπολογιστή με τη βοήθεια ενός επεξεργαστή κειμένου και εν συνεχεία το αποθηκεύει σε μία δισκέτα, την οποία παραδίδει στον υπεύθυνο σχεδιασμού του προς εκτύπωση του βιβλίου, τον γραφίστα. Αυτοί οι δύο συναποφασίζουν για την εικονογράφηση του εντύπου με φωτογραφίες, σχέδια, πίνακες και άλλο υλικό. Τη φωτογράφησή τους αναλαμβάνει ένας φωτογράφος, ο οποίος παραδίδει στον υπεύθυνο της έκδοσης τις συμφωνημένες φωτογραφίες. Οι φωτογραφίες σαρώνονται («σκανάρονται») από ηλεκτρονικό σαρωτή ( scanner ), διορθώνονται χρωματικά και αποθηκεύονται ως αρχεία εικόνας στον υπολογιστή. Εν συνεχεία αρχίζει η διαδικασία της σελιδοποίησης με βάση το προσχέδιο (μακέτα) του εντύπου το οποίο είχε κατασκευάσει ο γραφίστας, ενώ σχεδίασε στον υπολογιστή όλες τις σελίδες του εντύπου, όπως ακριβώς θα είναι όταν τυπωθούν στην πραγματικότητα. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησε ένα πρόγραμμα σελιδοποίησης με το οποίο τοποθέτησε τις εικόνες και το κείμενο στις σελίδες, τους τίτλους και τις επικεφαλίδες, τα υπομνήματα των εικόνων και την αρίθμηση των σελίδων σύμφωνα με τις οδηγίες της μακέτας. (βλ.σ.228/φ.57) Στην συνέχεια γίνεται εκτύπωση της φόρμας στον έγχρωμο εκτυπωτή laser του γραφείου για όλες τις σελίδες του βιβλίου σε δύο αντίγραφα. Το ένα από αυτά πηγαίνει στο διορθωτή για την πρώτη διόρθωση του κειμένου και ένα κρατάει ο ίδιος για να ελέγξει τυχόν σφάλματα στη σελιδοποίηση ή την εκτύπωση των φωτογραφιών, ενώ ακολουθούν τρεις ακόμα διορθώσεις μέχρι το βιβλίο να ετοιμαστεί για εκτύπωση. Μόλις δοθεί η τελική εντολή «τυπωθήτω», ακολουθεί η διαδικασία της φιλμογράφησης (διαχωρισμός), δηλαδή, η εντολή με την οποία το αρχείο του σελιδοποιητικού προγράμματος μετατρέπεται σε ένα άλλο είδος ψηφιακού αρχείου το οποίο μπορεί να αναγνωρίσει η μηχανή εκτύπωσης των προς εκτύπωση μορφοποιημένων φιλμς Η αναλογική εκτύπωση γραφείου με γραφομηχανή Η ανάπτυξη της βιομηχανίας και του εμπορίου κατά τον 19 ο και 20 ο αιώνα συνοδεύτηκε από αύξηση της διοικητικής δραστηριότητας και δημιούργησε ζήτηση για πληθώρα έντυπης πληροφορίας σε διάφορα επίπεδα. Στον χώρο των εκτυπώσεων γραφείου, το πρώτο εργαλείο 71 Ιστορία της τυπογραφίας.,

83 το οποίο χρησιμοποιήθηκε ήταν η γραφομηχανή, η οποία τελειοποιήθηκε το Έκτοτε εμφανίστηκαν μηχανές, οι οποίες ήταν δυνατόν να παράγουν μικρό ή μεγάλο πλήθος αντιγράφων δακτυλογραφημένων κειμένων και αργότερα κάθε είδους κείμενα ή εικονογραφήσεις. Μερικές από αυτές τις μηχανές βασίζονται σε τεχνικές πολύ συγγενικές προς αυτές της συμβατικής τυπογραφίας, ενώ άλλες βασίστηκαν σε πρωτότυπες τεχνικές οι οποίες με τη σειρά τους επεκτάθηκαν στη σύγχρονη τυπογραφία. Το έτος 1881 εμφανίστηκε στην Αγγλία ο πολύγραφος, ο οποίος χρησιμοποιούσε κατά βάση τη μεταξοτυπική τεχνική. Το 1900 μία φωτοαντιγραφική μηχανή η οποία εφευρέθηκε στη Γαλλία, άνοιξε το δρόμο για την ομοιoτυπική εκτύπωση. Η μέθοδος εκτύπωσης «όφσετ» διαδόθηκε στον χώρο των εκτυπώσεων γραφείου με μικρές μηχανές αναπαραγωγής «όφσετ». Οι απλοποιημένες μέθοδοι οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή πλακών για τέτοιου είδους μηχανές υιοθετήθηκαν κατόπιν από τα βιομηχανικά πιεστήρια «όφσετ». Η εφαρμογή της ηλεκτροστατικής εκτυπωτικής μεθόδου («ξηροφωτοαντιγράφηση»), η οποία τελειοποιήθηκε το 1938 γνώρισε ευρεία διάδοση στη βιομηχανία και μαζί με διάφορες μεθόδους αντιγραφής και αναπαραγωγής εγγράφων να συνιστούν όλες μαζί την «ρεπρογραφία» ( Reprografia ). Μολονότι τα όρια μεταξύ ρεπρογραφίας και συμβατικής τυπογραφίας είναι σχεδόν ασαφή, σχετικά με το βαθμό με τον οποίο η ρεπρογραφία μπορεί να ανταγωνίζεται τη συμβατική τυπογραφία σε εκτυπώσεις μετρίου αριθμού αντιγράφων, εντούτοις, αποτελεί πρωτογενή κλάδο. Για να ανταποκριθεί στην απαίτηση για ποιοτική ρεπρογραφία, η γραφομηχανή υπέστη βελτιώσεις από τη δεκαετία του 1950 και απέκτησε τη δυνατότητα παραγωγής στοιχισμένων κειμένων, κατάλληλων για εφαρμογές συμβατικής τυπογραφίας Η Ψηφιακή εκτύπωση γραφείου με H/Y ( P.C. ) Ως απαρχή εξέλιξης της ψηφιακής τεχνολογίας θεωρείται η εφεύρεση του τρανζίστορ το 1945, καθώς άνοιξε το δρόμο για πιο εξελιγμένους ψηφιακούς υπολογιστές, με τους πρώτους προσωπικούς ηλεκτρονικές υπολογιστές να κάνουν την εμφάνισή τους κατά τις δεκαετίες των ετών 1950 και Τη δεκαετία του έτους 1980 οι υπολογιστές έγιναν για πρώτη φορά προσιτοί στο ευρύ κοινό των αναπτυσσόμενων χωρών και εκατομμύρια άνθρωποι αγόρασαν υπολογιστές για επιχειρηματική και οικιακή χρήση. Η αρχή γίνεται στο Πανεπιστήμιο του Harvard με την κατασκευή του υπολογιστή Harvard Mark I από τον καθηγητή Η.Η. Aiken και το επιτελείο του. Τον Mark I διαδέχεται κατά το έτος 1945 ο ENIAC, ο οποίος κατασκευάστηκε στο Πανεπιστήμιο της Pennsylvania από τους J. P. Eckert Jr. και J.W. Mauchly. Η τεχνολογία των ημιαγωγών ( transistors ) επέτρεψε τη δημιουργία των πρώτων υπολογιστών της «δεύτερης γενιάς» (έτος 1958). Οι πρόοδοι της μικροηλεκτρονικής, η οποία κατάφερε να «συμπυκνώσει» μεγάλες υπολογιστικές δυνάμεις σε ολοκληρωμένα κυκλώματα oλίγων εκατοστών (έτος 1963), μείωσαν ακόμα περισσότερο τις διαστάσεις και αύξησαν κατά πολύ τις δυνατότητες των υπολογιστών. Η εξέλιξη συνεχίστηκε με τους minicomputers στις αρχές της δεκαετίας του έτους 1970 και τους

84 σύγχρονους οικιακούς υπολογιστές home computers. Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές έχουν σήμερα πλείστες δυνατότητες και εφαρμογές και είναι σχεδόν αδύνατο να σχεδιαστεί ή να παραχθεί οτιδήποτε χωρίς τη βοήθειά τους. Οι γραφικές τέχνες εκμεταλλεύονται τις τρομερές δυνατότητες των νέων μηχανών, οι οποίες πλεονεκτούν σε οικονομία, ευελιξία, ταχύτητα και ποιότητα, όσο και αν αυτό απαξιώνει την παραδοσιακή τυπογραφία. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής διεκπεραιώνει γρήγορα και με επιτυχία όλες τις εργασίες οι οποίες απαιτούνται για την παραγωγή ενός εντύπου, από τη συγγραφή του κειμένου και το σχεδιασμό σελίδων, μέχρι την επεξεργασία των φωτογραφιών και την παραγωγή των φιλμς της εκτύπωσης. Ο υπολογιστής έχει όμως και άλλα πλεονεκτήματα, καθώς απαιτεί ελάχιστο χώρο για την αποθήκευση των δεδομένων του, τα οποία μπορεί να ανακαλεί από την κεντρική ή την περιφερειακή μνήμη όποτε χρειαστεί. Μπορεί να διαχειρίζεται πληροφορίες οποιασδήποτε μορφής, φωτογραφία, κινητή εικόνα, ήχο, κείμενο κ.ά.. Έχει επίσης τη δυνατότητα να αναπαράγει την πληροφορία σε άπειρα «αντίγραφα» και να τη μεταφέρει εύκολα παντού, με τη βοήθεια των τηλεπικοινωνιών και του διαδικτύου ( Internet ). Ένα ηλεκτρονικό υπολογιστικό σύστημα ( P.C ) περιλαμβάνει μία κεντρική μονάδα με όσο το δυνατό ισχυρότερο επεξεργαστή και μεγαλύτερη μνήμη η οποία χρειάζεται ιδιαίτερα στην επεξεργασία εικόνων οι οποίες σχηματίζουν «βαριά» αρχεία», μία καλής ποιότητας οθόνη, ένα πληκτρολόγιο και διάφορα περιφερειακά ανάλογα με τις ανάγκες του χρήστη και τις απαιτήσεις της εργασίας. Από αυτά απολύτως απαραίτητα είναι, μία τουλάχιστον συσκευή εγγραφής και ανάγνωσης δισκετών μεγάλης χωρητικότητας για τη μεταφορά των αρχείων από το ένα computer στο άλλο, ένας επίπεδος ψηφιακός «εικονοθέτης ή σαρωτής» ( scanner ) υψηλής ανάλυσης για την ανάγνωση των διαφανειών ( slides ) ή φωτογραφιών και ένας εκτυπωτής έγχρωμος ή ασπρόμαυρος για την εκτύπωση προσχεδίων. Παράλληλα, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές εισέρχονται και στον χώρο της καθαυτό εκτύπωσης, με την λεγόμενη «ψηφιακή εκτύπωση» ή print on demand (εκτύπωση ανάλογα με τη ζήτηση). Η μέθοδος δεν έχει καμία σχέση με την παραδοσιακή εκτύπωση. Εδώ, το παλιό τυπογραφικό «πιεστήριο» αντικαθιστά μία εκτυπωτική μονάδα υψηλής ανάλυσης η οποία συνδέεται απευθείας με τον υπολογιστή και λειτουργεί ακριβώς όπως ένας μεγάλος έγχρωμος εκτυπωτής γραφείου Η Heidelberger αντιπροσωπευτικό παράδειγμα πιεστηρίων του 20 ου αιώνα Η παλαιά τεχνολογία της Heidelberger Οι νέες τεχνολογίες οι οποίες αξιοποιούσαν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως μηχανοκινητήριες δυνάμεις, αποτελούσαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους ιδιοκτήτες και τους τεχνικούς των αλευρόμυλων, οι οποίοι, εκτός από την άλεση του σιταριού, ασχολούνταν οι ίδιοι με την ανάπτυξη εργαλειομηχανισμών και μηχανικών συστημάτων για τη μετάδοση ενέργειας. Κατά τον ίδιο σχεδόν τρόπο και ο Ι.Γ., είχε επιδείξει ειδικό ενδιαφέρον στο περιβάλλον των γερμανικών οινοποιείων από όπου και άντλησε την ιδέα του για την

85 κατασκευή του χειροκίνητου μηχανικού πιεστηρίου της τυπογραφικής του «τεχνικής». Επειδή η μηχανική τυπογραφία, και με σαφή ιστορική αναφορά, έχει ως απαρχή της τη Γερμανία και προκειμένου να παρουσιάσουμε τυπικά την εξέλιξη των τυπογραφικών πιεστηρίων κατά τον 20 ο αιώνα, επιλέξαμε το γερμανικό «παράδειγμα» της εταιρείας Heidelberger Druckmaschinen AG η οποία δραστηριοποιήθηκε στην κατασκευή τυπογραφικών πιεστηρίων από τα τέλη του 19 ου αιώνα και ενώ είχαν συντελεστεί σχεδόν οι βασικές εφαρμογές, ως επινοήσεις, σε ό,τι αφορά στην εξέλιξη των πιεστηρίων και των τυπογραφικών τεχνικών από την εποχή του Ι.Γ.,. Συνεπώς και σύμφωνα με την περιγραφή την οποία παραθέτουμε σχεδόν αυτούσια, σε ό,τι αφορά το ιστορικό της εταιρείας 72, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, το πρώτο κεφάλαιο στην ιστορία της Heidelberger Druckmaschinen AG το άνοιξε ο γιος ενός Γερμανού μυλωνά ονόματι του Adrea Hamm. Τον Μάρτιο του έτους 1850, ο Hamm και μόλις 26 ετών ανέλαβε υπεύθυνος σε χυτήρια καμπάνων στην πόλη Frankenthal, καθώς επίσης την Hamm & Compagnie" από τον μεγαλύτερο αδελφό του Georg, ενώ δύο χρόνια αργότερα ίδρυσε τη δική του εταιρεία. Το έτος 1856, o Hamm συναντήθηκε με τον Ανδρέα Albert, ο οποίος είχε ολοκληρώσει τη μαθητεία του στο εργοστάσιο των Koenig and Bauer στο Oberzell, όπου και είχε εξειδικευτεί στη μηχανολογία των τυπογραφικών πιεστήριων. Εν συνεχεία ο Albert και ο Hamm αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους ώστε να παράγουν καμπάνες, να χυτεύουν διάφορα μέταλλα, αλλά και να κατασκευάζουν τυπογραφικά πιεστήρια υψηλής ταχύτητας, δεδομένου ότι μέσα σε δύο χρόνια είχαν ήδη κατασκευάσει 14 τέτοιες πρέσες. Το έτος 1864 η γερμανική εφημερίδα Frankenthaler Zeitung, ανέφερε: "Σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα, αυτή η επιχείρηση έχει δημιουργήσει τεράστια φήμη για τον εαυτό της η οποία και εκτείνεται πολύ πιο πέρα από τη Γερμανία." Το έτος 1873, οι δύο εταίροι χώρισαν και στο εξής εργάστηκαν ως ανταγωνιστές με στόχο το ποιος θα κατασκευάσει το καλύτερο τυπογραφικό πιεστήριο. (βλ.σ ) Τον Οκτώβριο του έτους 1875, ο Adrea Hamm κατασκεύασε και αναπαρήγαγε ένα κυλινδρικό πιεστήριο υψηλής ταχύτητας το οποίο τύπωνε για φύλλα την ημέρα και τα οποία πούλησε σε απομακρυσμένους πελάτες, έως και την Αίγυπτο. Ένα χρόνο μετά το θάνατο του Adrea Hamm, στις 22 Ιουνίου του έτους 1894, ο γιος του Karl Hamm πούλησε την εταιρεία. Λίγο αργότερα, μετακινήθηκε από την Frankenthal στη Χαϊδελβέργη όπου η εταιρεία μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία, ενώ κατά το έτος 1905 μετονομάστηκε σε "Schnellpressenfabrik AG Heidelberger". Σαν πρώτο δείγμα, στο εντελώς νέο εργοστασιακό της περιβάλλον, η "Schnellpressenfabrik AG Heidelberger" άρχισε με την 72 History of Heidelberg., quivos/history%20-%20history%20of%20heidelberg.htm

86 κατασκευή ενός είδους μικρού πιεστηρίου γνωστού ως Tiegeldruckpresse 73 το οποίο εισήγαγε ως πρότυπο για αναπαραγωγή από τις Η.Π. Αμερικής 74. Εν συνεχεία το έτος 1912 έφτασε στη Χαϊδελβέργη ο Karl Georg Ferdinand Gilke ο οποίος ανέπτυξε το σύστημα «έλικα-πένσα» ("propeller-gripper") και το οποίο αφορούσε στην αυτόματη τροφοδοσία και λειτουργία της εκτύπωσης, καθώς από ένα περιστρεφόμενο ράφι μία αρπάγη έπαιρνε το φύλλο χάρτου με αναρρόφηση. Παράλληλα, το Π.Σ., του νέου πιεστηρίου "Express", λειτουργούσε πλέον με τη χρήση πεπιεσμένου αέρα, γεγονός το οποίο σήμαινε ότι το φύλλο χάρτου έπαψε να τοποθετείται χειρώνακτα και με την τυπογραφική διαδικασία ταχύτερη. Μετά τη μαζική παραγωγή του "Express και με το τέλος του Α Παγκοσμίου Πολέμου, έγινε μία συγκλονιστική επιτυχία η οποία ενίσχυσε περαιτέρω την φήμη όταν από το νέο μέλος της εταιρείας καθώς ο Hubert H. Sternberg κατέβαλε σημαντική προσπάθεια για την προώθηση του νέου προϊόντος. Ήταν αυτός ο οποίος δάνεισε το όνομά στο πιεστήριο "Original Heidelberger Tiegel", δίνοντας έτσι μία νότα ρομαντισμού στη γερμανική τεχνολογία πιεστηρίων. Επειδή η ζήτηση αυξήθηκε τόσο γρήγορα, ο Sternberg μετέφερε την γραμμή παραγωγής σε ένα γερμανικό εργοστάσιο το οποίο κατάφερνε συναρμολόγηση 100 πιεστηρίων "Tiegel" τον μήνα. Εν συνεχεία η συγχώνευσή της σε Schnellpressenfabrik Heidelberger στο Maschinenfabrik Geislingen (MAG) το 1929, αύξησε την παραγωγική ικανότητα της εταιρείας. Στις αρχές της δεκαετίας του έτους 1930, διάφορες τράπεζες απέκτησαν την πλειοψηφία των μετοχών της "Schnellpressenfabrik Heidelberger " και το έτος 1941 έγινε μεταφορά των συμμετοχών στην Rheinelektra, θυγατρική της RWE. Ετσι, το έτος 1934, η Heidelberger παρουσίασε στην τυπογραφική αγορά ένα πλήρως αυτόματο και υψηλής ταχύτητας κυλινδρικό πιεστήριο μέσω του οποίου το 60% των εσόδων της εταιρείας προήλθε από πωλήσεις στο εξωτερικό, δημιουργώντας μία νέα οικονομική βάση η οποία ωστόσο διατηρήθηκε δύσκολα με το ξέσπασμα του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου. Επειδή τα πιεστήρια δεν ήταν απαραίτητα στην πολεμική αγορά, η παραγωγή μειώθηκε και προκειμένου να μη στρατευτούν οι ειδικευμένοι εργάτες στο μέτωπο, η εταιρεία δέχθηκε παραγγελίες για τόρνους ακριβείας και υδραυλικά συστήματα. Εν τω μεταξύ ο Sternberg τηρεί διακριτική απόσταση από το Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, για το οποίο ήταν πάντα καχύποπτος. Αυτό εξηγείται, όταν τα αμερικανικά στρατεύματα έφτασαν στην Χαϊδελβέργη στις 30 Μάρτη του έτους 1945, το εργοστάσιο συνέχισε την παραγωγή ακόμη και πριν από την επίσημη λήξη του Β παγκοσμίου πολέμου. 73 Heidelberger Tiegel., 74 History of Heidelberg Printing Equipment., Equipment.htm

87 Η νέα τεχνολογία της Heidelberger Το 1957, η Heidelberger αποτελεί το μεγαλύτερο εργοστάσιο τυπογραφικών πιεστηρίων του κόσμου το οποίο άρχισε ένα νέο κύκλο ζωής στο Wiesloch, κοντά στη Χαϊδελβέργη, ενώ μέχρι το 1959 είχε κατασκευάσει πιεστήρια. Το 1962, άρχισε να κατασκευάζει το πιεστήριο Heidelberger Οffset 75. Ο Sternberg είχε αντισταθεί σε αυτήν την κίνηση για δεκαετίες, έως ότου οι τεχνικοί ήταν τελικά σε θέση να πείσουν για τα πλεονεκτήματα αυτής της νέας τεχνολογίας. Με το πιεστήριο αυτό, η οικονομική επιτυχία της εταιρίας συνεχίστηκε παρά τις επανειλημμένες αποτυχίες, όπως η πτώση η οποία σημειώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του '70, ενώ το 1980 όλο και περισσότεροι τυπογράφοι έψαχναν για το πιεστήριο έγχρωμης εκτύπωσης της Heidelberger. Οι πωλήσεις του ήταν θεαματικές καθώς παράγονταν και σε ένα δεύτερο εργοστάσιο το οποίο άνοιξε το 1985 στο Amstetten. Το 1988, η Heidelberger Druckmaschinen AG εξαγόρασε την αμερικανική Οffset specialist, Harris, και εισήλθε έτσι σε μία νέα κατηγορία αγοράς. Κατά τη διάρκεια των ετών η Heidelberger chalked πραγματοποίησε ρεκόρ πωλήσεων ύψους 760 εκατομμύριων με ένα περιθώριο κέρδους 30%. Εν συνεχεία η Heidelberger παρουσίασε στην έκθεση Drupa 95 μία εντελώς νέα σειρά προϊόντων. Σήμερα, δεκάδες εκτυπωτικές μονάδες επιτρέπουν σε μία σειρά πελάτες να τυπώνουν recto verso και πενταχρωμία, με επίστρωση in-line και ξήρανση. Με την Quickmaster DI, η οποία αν και προσιδιάζει τεχνολογικά με αναλογικό πιεστήριο, ωστόσο τα προς εκτύπωση θέματα απεικονίζοται και διαβιβάζονται ψηφιακά με ακτίνες λέιζερ. Όταν την 1 η Οκτωβρίου του έτους 1995 ο Hartmut Mehdorn έγινε πρόεδρος διοικητικού συμβουλίου, έθεσε ως στόχο να μετατρέψει την εταιρεία, σε αποκλειστικό προμηθευτή συστημάτων εκτύπωσης, δεσμεύοντας έτσι τους πελάτες, αλλά και διευκολύνοντάς τους να προσανατολιστούν στην ψηφιακή τεχνολογία. Το 1996 και ενώ κινούνται προς την κατεύθυνση αυτού του φιλόδοξου στόχου, η Heidelberger απέκτησε την Linotype-Hell της ολλανδικής εταιρείας Stork Contiweb, καθώς και την αγγλοαμερικανική εταιρεία Sheridan Systems η οποία και παράγει τις βιβλιοδετικές μηχανές mailroom. Εν τω μεταξύ η εταιρεία έχει πραγματοποιήσει μία τέτοια εσωτερική αναδιοργάνωση, ώστε να αποτελείται πλέον από εννέα εντελώς ανεξάρτητες επιχειρηματικές μονάδες. Αυτές οι επιχειρηματικές μονάδες είναι υπεύθυνες ώστε να υποστηρίζουν τους επιμέρους τομείς υπηρεσιών, παραγωγής και πωλήσεων της κεντρικής εταιρικής εργοστασιακής μονάδας. Η Heidelberger ξεκίνησε πρόσφατα συνεργασία με την Microsoft στον τομέα του ελέγχου των χρωμάτων, καθώς επίσης, ένωσε τις δυνάμεις της με τη SAP για τη δημιουργία μίας κοινοπραξίας η οποία θα παράγει λογισμικά προγράμματα ολοκληρωμένων λύσεων για επιχειρήσεις και μέσα ενημέρωσης. 75 Original Heidelberg KS Cylinder 38 x 52.,

88 Κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους ανοίχτηκε δυναμικά στις αγορές της Γαλλίας, του Μεξικού, της Βραζιλίας και από το Μάιο του 1998 στην Νοτιοανατολική Ασία, τη Σκανδιναβία και την Αφρική. Με την εξαγορά του όμίλου Stahl, έχει ήδη ανοίξει το δρόμο για την πλήρη ένταξη της Business Unit και με συνολικό εργατικό δυναμικό περίπου άτομα σε Γερμανία και Η.Π.Αμερικής, δηλαδή, οι δυο εταιρείες οι οποίες απαρτίζουν τον όμιλο Stahl και ο οποίος δραστηριοποιείται στην παραγωγή φακέλων, τροφοδοτικών συστημάτων stitchers και σε μία σειρά υλικών βιβλιοδετικής. Εν συνεχεία, η Heidelberg, αναλαμβάνει την επιχείρηση Imaging offish της Eastman Kodak Company των Η.Π. Αμερικής, έναν οίκο με ηγετική θέση στην ψηφιακή εκτύπωση. Η Heidelberg, εμφανίζεται πλέον ως η μεγαλύτερη εταιρεία η οποία παρέχει τεχνικές λύσεις και παντός είδους αναλώσιμα σχετικά με τα πιεστήρια και το ανάλογο εκτυπωτικό υλικό. Κατά το οικονομικό έτος καταγράφει ένα άλλο ρεκόρ κύκλου εργασιών, στο ύψος των 7,7 δισεκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (3,9 δισ. ευρώ). Με την απόκτηση μεριδίου 30% στην ελβετική Gallus Holding AG το έτος 1999, η Heidelberg ενισχύει τη θέση της στον τεχνικό τομέα της Φλεξογραφίας. H Gallus, αναπτύσσει και κατασκευάζει πιεστήρια με βάση την τεχνική της φλεξογραφίας στη στοιχειοθεσία και με την από οθόνης επεξεργασία και τη μεταφορά δεδομένων για την εκτύπωση. Η Heidelberg, άνοιξε το κέντρο logistics ένα από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως στη βιομηχανία των γραφικών τεχνών στο Wiesloch της Γερμανίας. Η τεχνολογική πρωτοτυπία ήταν το δίκτυο state-of-the-art το οποίο θα επέτρεπε στη Heidelberg να εφοδιάζει την αγορά με γνήσια ανταλλακτικά και αναλώσιμα εντός 24 ωρών, οπουδήποτε στην Ευρώπη και στον Κόσμο. Το έτος 2000, η Heidelberg, γιόρτασε την 150 η επέτειό της εγκαινιάζοντας το Print Media Academy εκπαίδευσης στη βιομηχανία των γραφικών τεχνών, συμμετέχοντας παράλληλα σε μία από τις μεγαλύτερες εκθέσεις στο χώρο των τυπογραφικών μηχανημάτων και εκδόσεων στην drupa 2000 στο Ντίσελντορφ, όπου παρουσίασε ένα καινούργιο μοντέλο περιστροφικού πιεστηρίου το Mainstream 80, και το μοντέλο Nexpress για έγχρωμη ψηφιακή εκτύπωση με την Eastman Kodak Company η οποία ανήκει στην επιχείρησής της, την Imaging offish. Καθώς η σύγχρονη τεχνολογία εισέρχεται στο χώρο των εκτυπώσεων με ολοένα και περισσότερο αυτοματοποιημένες τις λειτουργίες οι οποίες ελέγχονται πλέον από ηλεκτρονικούς υπολογιστές, η Heidelberg φαίνεται να παρακολουθεί αυτές τις εξελίξεις και προσαρμόζεται αναλόγως στη νέα τεχνολογία. Εν τω μεταξύ, οι πελάτες της έχουν την εμπειρία ώστε να μπορούν να εκτιμήσουν τις δυνατότητες του νέου μοντέλου της Speedmaster XL105 το οποίο εφαρμόζει νέα τεχνολογία αυτοτροφοδότησης μεμονωμένων φύλλων με υψηλής ποιότητα εκτυπωτική ικανότητα στα φύλλα την ώρα. Η τροφοδότηση των πιεστηρίων με μεμονωμένα φύλλα ως μηχανική διαδικασία αποτέλεσε το βασικό πλεονέκτημα στην τεχνολογία της Heidelberg η οποία υπήρξε πρωτοπόρος στην κατασκευή πιεστηρίων με αυτοτροφοδότηση μεμονωμένων φύλλων και έπαιξε σημαντικό

89 ρόλο ως πηγή τεχνογνωσίας για αυτήν την αυτόματη μηχανική λειτουργία. Από τις μηχανές Printmaster οι οποίες έχουν σχεδιαστεί για μικρής εμβέλειας τυπογραφική δραστηριότητα και για τις μηχανές Speedmaster οι οποίες είναι ταχύτατες και συνιστούν μεγάλο επίτευγμα για τη μεγάλη βιομηχανία της Heidelberg η οποία ικανοποιεί διαρκώς κάθε είδους και μεγέθους τυπογραφική δραστηριότητα. Η Heidelberg, για να διατηρήσει τη θέση της ως ηγέτιδα δύναμη στην τυπογραφική βιομηχανία, κατασκεύασε στα δικά της μοντέλα πιεστηρίων και προσάρμοσε μία σειρά διαφορετικών μηχανισμών τροφοδότησης μεμονωμένων φύλλων. Επίσης, σχεδίασε και κατασκεύασε μία σειρά εξαρτημάτων, των οποίων έχει την αποκλειστικότητα επινόησης, όπως για παράδειγμα, την πλήρη σειρά πιστονιών τα οποία είναι προσαρμοσμένα σε κάθε μοντέλο πιεστήριων της, ώστε να εξασφαλίζουν τέλειο συγχρονισμό στην εκτυπωτική διαδικασία. Αυτοί οι μηχανισμοί, προσδίδουν μεγάλες εκτυπωτικές ταχύτητες, χωρίς να μειώνουν την ποιότητα εκτύπωσης. Η Heidelberg, παρά τις προκλήσεις και από τις διαρθρωτικές αλλαγές οι οποίες συντελούνται στον Κόσμο, παρουσίασε στην drupa τη νέα ROLAND 50 από μία σειρά μοντέλα δίνοντας έμφαση στην ικανότητα της βιομηχανίας για καινοτομία και να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου Κόσμου. Είναι η πρώτη μικρή μηχανή εκτύπωσης της οποίας η τεχνολογία έχει τα ίδια χαρακτηριστικά των μεγαλύτερων μεγεγεθών εκυπωτών (ROLAND 500 έως 900) με διπλό μέγεθος κυλίνδρου εκτύπωσης και transferters. Πρόσφατα, η σύγχρονη Heidelberg και προκειμένου να επιτύχει καθαρό και ασφαλές τυπογραφικό περιβάλλον από πλευράς υγιεινής, κατασκεύασε παράλληλα μία συσκευή η οποία μειώνει δραστικά τις εκπομπές σκόνης οι οποίες προκύπτουν κατά τη διαρκή τυπογραφική δραστηριότητα, καθιστώντας το τυπογραφικό περιβάλλον καθαρότερο και επιπλέον ασφαλέστερο. (βλ.σ ) 7. Ξύλινα χειροκίνητα μηχανικά πιεστήρια «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου» 7.1. Ειδοποιά στοιχεία ξύλινων χειροκίνητων μηχανικών πιεστήριων «Κ.Τ. Γ.» Στην παρούσα εργασία τυπογραφικά πιεστήρια «Κοινή Τύπου Γουτεμβέργιου» θεωρούνται οι μεταγενέστεροι και εξελιγμένοι τύποι χειροκίνητων μηχανικών πιεστήριων, οι οποίοι εμφανίστηκαν περίπου στις αρχές 15 ου αιώνα και κυριάρχησαν έως τα τέλη του 19 ου αιώνα, έχοντας ως βασικό πρότυπο τεχνολογικής αναφοράς το «πρότυπο» πιεστήριο και ασφαλώς το σύνολο της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Οι τύποι αυτοί φαίνεται να ποικίλουν μορφολογικά ως προς την αρχιτεκτονική τους και συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά στα δομικά και στατικά στοιχεία, στους ιδιόμορφους εργαλειομηχανισμούς των πιεστικών συστημάτων 76 Novidades de manroland em drupa 2008.,

90 τους («πρέσες»), αλλά και επί άλλων λειτουργικών μερών των σωμάτων τους τα οποία προφανώς, ναι μεν διαφέρουν δομικά και αισθητικά, όχι όμως και λειτουργικά. Αν και στην πλειοψηφία τους αναφέρονται υπό την κοινή ονομασία printing press Guntenberg ή γενικά Common printing press, μία πρώτη διάκριση η οποία μπορεί να γίνει, αφορά στο ότι, κάποια από αυτά είναι ογκώδη και βαριά ως σώματα, με μπαρόκ αρχιτεκτονικά στοιχεία και υπερμεγέθους αισθητικού βάρους, ενώ αντιθέτως, κάποια άλλα έχουν ελαφρά στατικά δομικά στοιχεία, με εκλεπτυσμένα και σχεδόν νεοκλασικίζοντα τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά. Λόγω αυτής της δομικής και αρχιτεκτονικής τους ταυτότητας / φυσιογνωμίας τα διακρίνουμε σε «ελαφρού» και «βαρέως» τύπου πιεστήρια, δεδομένης βέβαια και της παραμέτρου η οποία αφορά στην ευκολία ή στην δυσκολία μετακίνησής τους αντίστοιχα και κατά τύπο. Εκ του «ελαφρού» τύπου, επιλέχθηκαν τέσσερα (4) ομοιότυπα πιεστήρια ως αντικείμενα μελέτης και τα οποία στην παρούσα εργασία ονομάζονται «Κ.Τ.Γ.». Ο χαρακτηρισμός αποδίδεται για το λόγο ότι, συνδυάζουν αποτελεσματικά την απλότητα με τη λειτουργικότητα και την ελαφρότατα με τη στατικότατα, διατηρώντας παράλληλα επιμελώς τα βασικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του «προτύπου» παρά τις όποιες αλλαγές ή καινοτομίες τις οποίες εμφανίζουν ως αποτέλεσμα βελτιωτικών ή τροποποιητικών παρεμβάσεων, έναντι της δομής και φυσιογνωμίας εκείνης του «προτύπου» Πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.»15 ου 19 ου αιώνα Προφανώς τα «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» τυπογραφικά πιεστήρια, συνιστούν μία πρώτη και πλέον σύνθετη μηχανική εκδοχή εξέλιξης του «προτύπου» πιεστηρίου του Ι.Γ., καθώς τα περισσότερα εφαρμόζουν την καινοτόμα παρέμβαση του μεταλλικού Κ τριών (3/αρχών) ελικώσεων, έναντι κάποιων τα οποία αν και καθόλα ομοιότυπα, φέρουν διάφορους τύπους κοχλιών μίας ελίκωσης. Ανεξαρτήτως της χρονολογίας κατασκευής των, είναι απολύτως πανομοιότυπα, δεδομένου ότι, το αρχαιότερο φέρεται να κατασκευάστηκε στα τέλη του 16 ου με αρχές του 17 ου αιώνα, όπως ο τύπος του Stephen's Day (1638), σε αντίθεση με το νεότερο το οποίο εκτιμάται να είναι το Pananas Press το οποίο εισήχθη το έτος 1820 στον Παναμά και ενδεχομένως ως νεόδμητο. Τα «ελαφρού» τύπου πιεστήρια κυριάρχησαν ως τα πλέον εύχρηστα και αξιόπιστα από τα τέλη 16 ου έως τα τέλη του 18 ου αιώνα, όταν και περιορίστηκε η χρήση τους, καθώς άρχισαν πλέον να αντικαθιστούνται σταδιακά από τα χυτοσιδηρένια, τα οποία ως εργαλειομηχανισμοί και εν μέρει ως σώματα πιεστηρίων, ήταν σχεδόν ομοιότυπα με τα ξύλινα μητρικά πρότυπά τους. Εν τω μεταξύ, το γεγονός ότι, απαντώνται σήμερα στον εκτός ευρωπαϊκών συνόρων Κόσμο υφιστάμενα σωζόμενα πιεστήρια σχεδόν μόνο «ελαφρού» τύπου, αυτό συνηγορεί στην άποψη την οποία διατυπώνει η παρούσα εργασία ότι, τα «ελαφρού» τύπου πιεστήρια «Κ.Τ.Γ.» είχαν περάσει σε μία εν δυνάμει «γραμμή μαζικής παραγωγής» και με σκοπιμότητα την παραγωγή ενός μοντέλου «ελαφρού τύπου» πιεστηρίου, το οποίο να μπορεί να αποσυναρμολογείται, να μεταφέρεται και να εγκαθίσταται εύκολα από τον οιοδήποτε εκπαιδευμένο τυπογράφο. Τα «ελαφρού»

91 τύπου πιεστήρια, εκτός ότι θεωρούνταν ελαφρά σώματα υψηλής στατικότητας λόγω της στιβαρής έδρασης των εύσχημων πελμάτων τους τα οποία συναρθρώνονται με το επίσης ευδιάκοσμο «καγκελωτό» και κατά μήκος με τη διακριτική προσόψια υποστήριξη της «ποδιάς», θεωρούνται ως τα πλέον τελειοποιημένα τους είδους από την άποψη της τελειότητας των εργαλειομηχανισμών Πιεστήρια «βαρέως» τύπου «Κ.Τ.Γ.» 15 ου 19 ου αιώνα Τα «βαρέως» τύπου «Κ.Τ.Γ.» πιεστήρια, συνιστούν μία ιδιαίτερη κατηγορία εξελιγμένων πιεστηρίων του 16 ου έως 19 ου αιώνα, ως προς την τυπολογία και την ποικιλότητά τους, έννοιες οι οποίες αφορούν στα αρχιτεκτονικά/δομικά και εργαλειομηχανικά χαρακτηριστικά τους, έναντι εκείνων του «προτύπου». Το πλείστον, πρόκειται για δυσκίνητες βαριές και ογκώδεις κατασκευές, οι οποίες εδράζονται σταθερά στα δάπεδα των τυπογραφικών εργαστηρίων, ενώ μερικά από αυτά εξαρτώνται και από τις οροφές των φιλοξενούντων χώρων με ξύλινες δοκίδες καθ ύψους αντιστήριξης, έτσι ώστε κατά την ενεργοποίηση του ισχυρού πιεστικού τους συστήματος να μη παλινδρομούν ή ταλανίζονται, καθώς οι πιέσεις σε μερικά εγγίζουν τον ένα τόνο. Στα «βαρέως» τύπου εφαρμόζονται διάφοροι τύποι Κ ξύλινοι ή μεταλλικοί οι οποίοι προσαρμόζουν μία ογκώδη δίοπη και τετράοπη Ε.Κ., ανάλογη δηλαδή του διαμετρήματός τους και της προορισμένης πίεσης την οποία ασκούν, ενώ όλοι οι τύποι εξαρτούν από το Π.Σ., την Τ. Π.,. τους. Οι ξύλινοι Κ είναι συνήθως μεγάλης διατομής, η οποία κυμαίνεται κατά περίπτωση από 8 έως 16 cm περίπου και με ελίκωση (βήμα) βαθιάς εκσκαφής 0,8 έως 16 cm περίπου, ενώ το μήκος τους κυμαίνεται από 40 έως 50 cm, περίπου. Θα μπορούσαμε να τους διακρίνουμε σε κλειστού και ανοιχτού τύπου, χαρακτηριστικό το οποίο έχει να κάνει στον τρόπο τον οποίο προσαρμόζουν την Ε.Κ., τους επάνω στο σώμα τους ή στον τρόπο εμφώλευσης του κορμού του Κ στο «άνω ζευκτό» ως φέροντα του περικόχλιου, γεγονός το οποίο καθιστά τον Κ μερικώς εμφανή ή αφανή. Οι Κ αυτοί προσιδιάζουν ανατομικά και φυσιογνωμικά στον Κ του ενδεχομένως «προτύπου» πιεστηρίου Ι.Γ., και ασφαλώς στον τρόπο με τον οποίο είναι προσαρτημένοι στα σώματα των πιεστηρίων. (βλ.σ. 217/Φ.37-σ.220/Φ.42) Οι μεταλλικοί κοχλίες (Κ) παρουσιάζουν επίσης διακριτές διαφορές οι οποίες αφορούν στη γεωμετρία τους και η οποία είναι ανάλογη των ξύλινων των Κ, καθώς αυτή εξαρτάται από την τιμή της ασκούμενης πίεσης, δηλαδή από την δυναμικής τους. Οι διαφορές τους αφορούν βασικά στα ανατομικά τους χαρακτηριστικά, όπως, στο βηματισμό του Κ, στο ανάπτυγμα της Π.Β., στο σχήμα της Ε.Κ., στον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζονται και οδηγούνται από το «μέσο ζευκτό», καθώς επίσης και στον τρόπο με τον οποίο εξαρτούν την Τ.Π., από το Π.Σ.. Σε ό,τι αφορά τα αρχιτεκτονικά και δομικά χαρακτηριστικά των σωμάτων τους, αυτά είναι στο σύνολό τους ξύλινα με έμφαση στον στηρικτικό τους ρόλο, με δωρικά χαρακτηριστικά ως προς τον τρόπο επεξεργασίας του ξύλου και των περίγλυφων μοτίβων τα οποία διαμορφώνουν την αισθητική τους, ενώ παράλληλα προδίδουν το αυστηρά συντηρητικό πνεύμα της μεσαιωνικής εποχής

92 8. Υφιστάμενα πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» του 16 ου 19 ου αιώνα. Ως υφιστάμενα πιεστήρια «Κ.Τ.Γ.» χαρακτηρίζονται στην παρούσα εργασία τα ανά τον Κόσμο σωζόμενα πιεστήρια ως διατηρητέα και τα προσομοιωμένα ως πιστά αντίγραφα σύγχρονων ανακατασκευών, με τα δεύτερα να είναι απολύτως λειτουργικά πιεστήρια και με την τυπογραφική τους δραστηριότητα να περιορίζεται, είτε σε επίπεδο ειδικών εκτυπώσεων, είτε σε επίπεδο μουσειοσκευής για την επίδειξη της τυπογραφικής «τεχνικής του Ι.Γ., ως ιστορίας και διαδικασίας στα πλαίσια εκπαιδευτικών δράσεων. Ωστόσο όμως, η περί αυτών σκοπιμότητα στην παρούσα εργασία, δεν αφορά στην αναζήτηση όλων εκείνων των ανά τον Κόσμο υφιστάμενων πιεστηρίων και ιδιαίτερα των σωζόμενων, αλλά αφαροά σε μία ενδεικτική παρουσίαση επιλεγμένων πιεστηρίων τα οποία κρίθηκαν ως αντιπροσωπευτικά δείγματα των ομοιότυπων πιεστηρίων «Κ.Τ.Γ.» και τα οποία συνάμα αποτελούν αντικείμενα μελέτης, ως «ελαφρού» τύπου πιεστήρια, έναντι εκείνων όσων στην παρούσα εργασία χαρακτηρίζονται «βαρέως» τύπου πιεστήρια.. (βλ.σ. 217/Φ.37) Επίσης, η επιλογή των υφιστάμενων πιεστηρίων έγινε με τέσσερα (4) βασικά κριτήρια, πρώτον, ως απολύτως αντιπροσωπευτικά του τύπου, δεύτερον, για την αρτιμέλειά τους ως σωζόμενα υφιστάμενα πιεστήρια, τρίτον ως σωζόμενα υφιστάμενα μη αρτιμελή ή τα οποία έχουν επιδεχτεί επισκευαστικής συντήρησης και τέταρτον ως υφιστάμενα πιστά αντίγραφα, δηλαδή, σύγχρονες ανακατασκευές. Τα πιεστήρια αυτά τύπωναν κυρίως θρησκευτικά εγχειρίδια κατήχησης, γλωσσικά εγχειρίδια γραμματικής, λεξικά, λαϊκά συγγράμματα, έντυπα νομικής και νομοθετικής, καθώς και οικονομικής φύσης, τα οποία αφορούσαν στο αποικιοκρατικό διοικητικό καθεστώς του «Νέου Κόσμου» καθώς και πολιτικά μανιφέστα τα οποία διακήρυτταν την απόλυτη ελευθερία ή την ανεξαρτητοποίηση από τα αποικιοκρατικά καθεστώτα.(βλ.σ. 228/Φ57) Ως τέτοια πιεστήρια θεωρούμε και παρουσιάζουμε τα εξής: Fawkner Press, Stephen's Day Press, Panama Press, John Christian Blum Press, Franklin Press, Robert Luist Fowle και ως σωζόμενα πιεστήρια τα οποία ανάγονται στον 16 ο έως 19 ο αιώνα και είναι τα: Tom Paine Press, Tom Paine Printing Press, Newseum Press, Richard Jermyn's Common Press και William Parks Common Press ως σύγχρονες ανακατασκευές (προσομοιώσεις) του 20 ου αιώνα και ως πιστά αντίγραφα των ανωτέρω σωζόμενων τύπων. Ενδεχομένως τα σωζόμενα πιεστήρια, ανεξαρτήτως κατάστασης λειτουργικής ή μη, φέρονται να είναι λιγότερα από εβδομήντα σε παγκόσμιο επίπεδο και ασφαλώς δεν υπάρχει κανένα απολύτως σωζόμενο «παράδειγμα» πιεστηρίου το οποίο να έχει παραχθεί πριν από τα μισά από 16 ου αιώνα. Επιπροσθέτως να διευκρινιστεί ότι, τα σωζόμενα πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.», είναι φερώνυμα των χρηστών τους με την κτητική έννοια του όρου και ασφαλώς όχι του κατασκευαστή, εν αντιθέσει με εκείνα των σύγχρονων ανακατασκευών τα οποία φέρουν άλλοτε το όνομα του κατασκευαστή και άλλοτε του ανάδοχου φορέα

93 8.1. Πιεστήρια σωζόμενα «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» Ως «σωζόμενα πιεστήρια» χαρακτηρίζονται τα «ελαφρού» τύπου πιεστήρια «Κ.Τ.Γ.» τα οποία κατασκευάστηκαν μεταξύ 16 ου και 19 ου αιώνα και ενδεχομένως να μεταφέρθηκαν από την Ευρώπη στο Νέο Κόσμο και τα οποία προφανώς διατηρούνται σε απολύτως λειτουργική κατάσταση. Για το λόγο αυτό και προκειμένου να έχουμε ένα ενδεικτικό ανά τον Κόσμο δείγμα αυτού του τύπου των σωζόμενων πιεστηρίων, αναζητήσαμε στο διαδίκτυο τα ιδιαίτερα μουσειακά περιβάλλοντα στα οποία φιλοξενούνται και εκ των οποίων ακολούθως παρουσιάζουμε μερικά από αυτά. (βλ.σ. 320/Φ.58β) Το Fawkner Press Το πιεστήριο «Τζον Πάσκε Φόκνερ» ( John Pascoe Fawkner ) 77 είναι μη λειτουργικό και βρίσκεται στο Ιστορικό Μουσείο MUSEUM VICTORIA της Μελβούρνης. Πρόκειται για μη αρτιμελές πιεστήριο καθώς λείπει σημαντικό λειτουργικό μέρος του σώματος και συγκεκριμένα το «καγκελωτό» του, επάνω στο οποίο εδράζεται η πλατφόρμα φορέας της Τ.Τ.. O Τζον Πάσκε Φόκνερ, παρήγγειλε αυτό το τυπογραφικό πιεστήριο από την Τασμανία προκειμένου να δημοσιεύσει την πρώτη εφημερίδα της Μελβούρνης και να αντιμετωπίσει παράλληλα τον ανταγωνισμό των πολιτικών του αντιπάλων και την οποία εξέδιδε αρχικά ως χειρόγραφο έντυπο τύπου εφημερίδας. Το 1870 επιδείχτηκε από Fawkner στην Έκθεση Intercolonians και υπήρξε ένα από τα πρώτα εκθέματα τα οποία παρουσιάστηκαν στα εγκαίνια του Βιομηχανικοί και Τεχνολογικού Μουσείου της Μελβούρνης Το Isaiah Thomas Το πιεστήριο «Ησαΐας Τόμας» Isaiah Thomas 78 θεωρείται λειτουργικό και βρίσκεται στο Antiquarian Hall at the American Antiquarian Society της Boστώνης. Κατέστη αρτιμελές καθώς έχει επιδεχτεί επισκευαστικής παρέμβασης και ανάλογης συντήρησης η οποία το καθιστά λειτουργικό. 79 Το πιεστήριο κατασκευάστηκε στο Λονδίνο το 1747 ως αντίγραφο των «ελαφρού» τύπου πιεστηρίων τα οποία κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή. Ο Ησαΐας Θωμάς ( Isaiah Thomas ) υπήρξε ο πιο σημαντικός Αμερικανός εκδότης του 18ου αιώνα. Γεννημένος στη Βοστώνη 19 Ιανουαρίου 1749, ως νεότερος από τα πέντε παιδιά της οικογένειας. Πεθαίνοντας ο πατέρας του άφησε την οικογένεια σε πλήρη εξαθλίωση λόγω χρεών σχετικών με τις επαγγελματικές του ενασχολήσεις. Συνεπώς και μόλις ο Ησαΐας μόλις έξι ετών, άρχισε να εργάζεται ως μαθητευόμενος τυπογράφος κοντά στον Zechariah Fowle όπου έμαθε τα πάντα για την τυπογραφία. Ύστερα από μία 77 John Pascoe Fawkner and his press., 78 Isaiah Thomas., 79 Jeffrey D. Groves - Pressing Matters.,

94 περιπλάνηση στη Νέα Σκωτία προς αναζήτηση καλύτερης τύχης, επέστρεψε στην Βοστώνη το 1770 όπου ξεκίνησε την εκτύπωση της πατριωτικής εφημερίδας The Massachusetts Spy στηρίζοντας την Αμερικανική Επανάσταση Το Stephen's Day Το πιεστήριο «Στήβεν Ντάι» ( Stephen's Day ) 80 είναι αρτιμελές, όχι όμως λειτουργικό και βρίσκεται στο πανεπιστήμιο Harvard College Μασαχουσέτης 81. Θεωρείται ως το πρώτο τυπογραφείο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Νέα Αγγλία) 82, το οποίο έφερε από την Αγγλία στο Κέιμπριτζ ο αιδεσιμότατος Joseph Glover το 1638 και το οποίο άρχισε εκτυπωτική δραστηριότητα το έτος 1639 από τον Στήβεν Ντάι 83 για λογαριασμό του αιδεσιμότατου Joseph Glover ο οποίος απεβίωσε επιστρέφοντας από την Αγγλία. Κατόπιν αυτό σχετίστηκε άμεσα με τις τυπογραφικές δραστηριότητες του πανεπιστημίου Harvard College. Τα πιεστήρια αυτά τύπωναν κυρίως θρησκευτικά εγχειρίδια, κατήχησης, γραμματικές, λεξικά και γενικά έντυπα νομικής, νομοθετικής και οικονομικής φύσης τα οποία αφορούσαν στο αποικιοκρατικό διοικητικό καθεστώς του «Νέου Κόσμου» To Pananas Press To «Πιεστήριο Παναμά» ( Pananas Press ) 84 είναι αρτιμελές και καταγράφεται ως το πρώτο πιεστήριο το οποίο έφτασε στον Παναμά το έτος Κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περίστασης ο Παναμάς ήταν μία ακόμα ισπανική αποικία, ωστόσο το πιεστήριο Pananas Press εισήχθη στον Παναμά χωρίς τη συγκατάθεση Αρχών. Ο Jose Maria Goytia προμηθεύτηκε το πιεστήριο αρχικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, κατόπιν το μετέφερε στην Τζαμάικα και από εκεί μυστικά στον Παναμά. Σκοπός της δραστηριοποίησης του πιεστηρίου ήταν η εκτύπωση της εβδομαδιαίας εφημερίδας La Miscelánea η οποία διατείνονταν την ελευθερία, την ανεξαρτησία και χειραφέτηση του Παναμά από το ισπανικό αποικιακό καθεστώς To John Christian Blum Press To πιεστήριο «Τζον Κρίστιαν Μπλουμ» ( John Christian Blum ) 85 είναι ένας οίκημα μέσα στον οποίο το 1815 δημιουργήθηκε το πρώτο τυπογραφείο του Σάλεμ και του οποίου το 80 First Printing Press in North., 81 American Printing Dunster Street near Mass., 82 The Printing Press., 83 Stephen Day (printer)., 84 How The Printing Press Revolutionized Panama., 85 JC Blum original printing press.,

95 πιεστήριο έφερε στο Σάλεμ ο Τζον Κρίστιαν Μπλουμ για λογαριασμό της εκκλησίας της κοινότητας. Το πιεστήριο John Christian Blum Press είναι ενδεικτικό των ειδοποιών διαφορών τις οποίες εμφανίζει σχετικά με τον τύπο Κ., αλλά και του σώματός του, έναντι εκείνων τα οποία ονομάζουμε Πιεστήρια σωζόμενα «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» To Franklin Press Το «Πιεστήριο Φραγκλίν» Franklin Press είναι αρτιμελές πιεστήριο στο οποίο εργάζονταν ο Βενιαμίν Φραγκλίνος ως μαθητευόμενος τυπογράφος στο Λονδίνο 1724 και Βρίσκεται στην Πινακοθήκη Γραφικών Τεχνών του Μουσείου Ιστορίας και Τεχνολογίας Smithsonian Institution. 87 Η αρχιτεκτονική του και η μηχανική του αντικατοπτρίζουν πιστά την τεχνολογία η οποία έχει αλλάξει μέσα στα 250 χρόνια σε σχέση με εκείνο το πρώτο πιεστήριο του Ι.Γ.,. Στην ετικέτα του πιεστηρίου αναφέρεται ότι, ο Βενιαμίν Φραγκλίνος το 1768 απεσταλμένος στην Αγγλία, επισκέφθηκε ένα τυπογραφείο του Λονδίνου το οποίο σχετίζονταν με τον επίσης Αμερικανό John B. Murray. Το 1842 εισήγαγε το εν λόγω πιεστήριο στις Ηνωμένες Πολιτείες και του οποίου επίδειξη της λειτουργίας του πραγματοποιήθηκε στο Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας Το Robert Luist Fowle Το πιεστήριο Ρόμπερτετ Λιούις Φάολα Robert Luist Fowle 88 φέρει το όνομα του τυπογράφου ο οποίος το εισήγαγε στο Έξετερ. Το πιεστήριο το οποίο είναι «μη αρτιμελές», ήταν για χρόνια αποθηκευμένο στο Sturbridge Village και από το 1998 βρίσκεται στο μουσείο του Έξετερ και στην αίθουσα Historical Society, ενώ θεωρείται το τεχνούργημα το οποίο εκτύπωσε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας Πιεστήρια αντίγραφα σύγχρονων ανακατασκευών «Κ.Τ.Γ.» Ως πιστά αντίγραφα ή σύγχρονες ανακατασκευές «ελαφρού» τύπου πιεστήριων «Κ. Τ. Γ.» χαρακτηρίζουμε τις ομοιότυπες και λειτουργικές προσομοιώσεις πιεστήριων, τα οποία κατασκευάστηκαν σήμερα με υλικά ίδια με εκείνα των προτύπων, ωστόσο όμως με τη βοήθεια σύγχρονων μηχανικών μέσων και τεχνικών επεξεργασίας. Για το λόγο αυτό αναζητήσαμε στο διαδίκτυο τα ιδιαίτερα περιβάλλοντα στα οποία ανακατασκευάστηκαν ή και φιλοξενούνται, αφενός για την τυπική παρουσίαση και την περιγραφή τους, αφετέρου για το λόγο ότι, αυτά τα ίδια αποτελούν αντικείμενα εμπειρικής («εμπειροτεχνικής») μελέτης στην παρούσα εργασία και τα οποία παρουσιάζουμε ακόλουθα ενδεικτικά. 86 Franklin press, about 1725., 87 Franklin Press., Franklin Press 88 Robert Luist Fowle: Exeter's Tory printer., NEWS

96 Το Tom Paine Printing Press Το «Τομ Πάιν Πιεστήριο» Tom Paine Printing Press 89 κατασκευάστηκε το 2009 στην πόλη Lewes στην περιοχή East Sussex της Αγγλίας από τον Άλαν Μάι ( Alan Μy ) 90 και τον συνεργάτη του Πήτερ Σασσώ ( Peter Chasseaud ). H αρχιτεκτονική και η μηχανική του βασίζεται πιστά στα «ελαφρού» τύπου πιεστήρια «Κ.Τ.Γ.» και το σώμα του είναι κατασκευασμένο από ξύλο βελανιδιάς, λείψανα του οποίου βρίσκονταν στην British Library Hallway του Λονδίνου. Πρόκειται για ένα ξύλινο πιεστήριο το οποίο ήταν καθηλωμένο πολλά χρόνια και κάποια μέρα αποσυναρμολογήθηκε προσεκτικά για μετακινηθεί σε εργαστήριο Άλαν Μάι, στο Stone Staffordshire. 91 Ο συγκεκριμένος τύπος «ελαφρού» πιεστηρίου του 19 ου αιώνα, λόγω της φθοράς του χρόνου την οποία είχε υποστεί ήταν σε πλήρη αχρηστία. Ο Άλαν Μάι, ο οποίος πριν ένα χρόνο είδε το λειτουργικό αντίγραφο του «πρότυπου» πιεστηρίου του Ι.Γ., το οποίο κατασκεύασε ο ίδιος, να προβάλλεται από τον Στήβεν Φράι ( Stephen Fry ) στην τηλεοπτική εκπομπή του BBC, θέλησε να αποκαταστήσει λειτουργικά και αυτό το «ελαφρού» τύπου, προκειμένου να γίνει πόλος έλξης επισκεπτών στη Βιβλιοθήκη. Το πιεστήριο αυτό χρονολογείται περί τις αρχές του 17 ου αιώνα, και δωρίθηκε το έτος 1900 από τους Falkner and Sons τυπογράφους του Μάντσεστερ, μαζί με κάποιον επιπλέον τυπογραφικό εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένου και ενός καλουπιού χύτευσης στοιχείων και μελανιών. Φέρεται να είναι ως ένα από τα πέντε (5) σωζόμενα πιεστήρια του 17 ου αιώνα στην Αγγλία και ως το μοναδικό δείγμα στο βορειοδυτική ημισφαίριο. Το πιεστήριο λειτουργεί με ένα βαρύ μεταλλικό Κ., ο οποίος εφαρμόζεται σε ένα ξύλινο πλαίσιο τύπου δοχείου (ποτήρι). Αυτός ο τύπος πιεστηρίου, φέρεται να εμφανίστηκε για πρώτη φορά κατά τον 15 ο αιώνα και συνεχίστηκε με μικρές μόνο αποκλίσεις μέχρι τον 19 ο αιώνα, όταν τα πλέον ξύλινα πιεστήρια αντικαταστάθηκαν σταδιακά από τα μεταλλικά. Το πιεστήριο αυτό αποτελεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον από κάθε άλλο αντικείμενο και από όλα τα βιβλία της Βιβλιοθήκη στο περιβάλλον της οποίας στεγάζεται, ενώ πιστεύεται ότι, είχε έρθει ως μεταχειρισμένο από το Μάντσεστερ περί τον 19 ο αιώνα To Newseum Press To πιεστήριο Newseum Press 92 είναι πιστό αντίγραφο του πιεστηρίου το οποίο εισήγαγε ο John Dunlap 93 το έτος 1776 προκειμένου να τυπώνει προκηρύξεις για τη Διακήρυξη της 89 THE TOM PAINE PRINTING PRESS., 90 Tom Paine Printing Press., 91 A pressing situation., 92 The Newseum: 93 John Dunlap.,

97 Ανεξαρτησίας των Η.Π.Α., και βρίσκεται στο Newseum της Ουάσιγκτον. Πρόκειται ουσιαστικά για ιστορικό μουσείο τυπογραφίας με διάφορα σύγχρονα διαδραστικά εκθέματα και σχετικά με την τυπογραφία και κυριότερο έκθεμα ένα κεραμικό σφηνοειδούς γραφής των Σουμερίων, το οποίο ανάγεται περίπου στο π.χ Το Richard Jermyn's Common Press Το «Ρίτσαρντ Τζέρεμι» ( Richard Jermyn's ) 94 είναι ένα πιεστήριο πιστό αντίγραφο «ελαφρού» τύπου το οποίο κατασκευάστηκε το 2009 με τη συνεργασία εμπειροτεχνών ξυλουργών και σιδηρουργών με αρχιτεχνίτη τον Richard Jermyn's στη New South Wales της Αυστραλίας και του οποίου επίδειξη έγινε στο Powerhouse Museum του Σίδνεϊ Το William Parks Common Press Το «Γουίλαμ Παρκς» ( William Parks Common Press ) θεωρείται πιστό αντίγραφο του Printer Worked Common Press του 16 ου αιώνα και του πρώτου πιεστήριου το οποίο δραστηριοποιήθηκε στο αποικιακό καθεστώς του κόλπου της Μασαχουσέτης το Φέρεται να κατασκευάστηκε το 1949 από κάποιον William Parks, 95 ενώ σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Federal Hall του Μανχάταν To πιεστήριο των «Χανίων» To πιεστήριο «Μ.Τ. Χανίων», βρίσκεται στο Μουσείο Τυπογραφίας Χανίων Κρήτης το οποίο στεγάζεται στο Βιοτεχνικό Πάρκο Χανίων. Ανήκει στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα της οποίας ιδιοκτήτης και διευθυντής είναι ο κ. Ιωάννης Γαρεδάκης, ο οποίος ιδέα και δαπάνη ανέθεσε την κατασκευή στον εμπειροτέχνη μηχανουργό κ. Μανόλη Μπενιουδάκη και στο μηχανουργείο της ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΚΗ ΚΡΗΤΗΣ - Μπενιουδάκης Εμμανουήλ Κ., το έτος Ο μελετητής και συγγραφέας της παρούσας εργασίας πραγματοποίησε πραγματική επίσκεψη στo Μουσείο Τυπογραφίας Χανίων, καθώς το εν λόγω πιεστήριο ως αντιπροσωπευτικό δείγμα «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.», εμπίπτει στην υπό μελέτη και περιγραφή ομάδα των τριών (3) έτερων ομοιότυπων πιεστηρίων. (βλ.σ. 231/Φ.59) 9. Επιστήμη και Τεχνολογία στην «τεχνική» Γουτεμβέργιου 9.1. Αρχέγονα εργαλεία και μηχανές Στην ενότητα αυτή επιχειρείται μία αδρομερής αναφορά σε τέσσερα (4) αρχέγονα βασικά εργαλεία ή απλές μηχανές: μοχλό, τροχαλία, κοχλία και σφήνα. Τα εργαλεία αυτά, έχουν συνδυαστική εφαρμογή στους εργαλειομηχανισμούς της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ. και πιο συγκεκριμένα στο τυπογραφικό πιεστήριο. Ωστόσο όμως οι απόψεις διίστανται, ως ιστορικές αναφορές, σχετικά με την πατρότητα των εφευρημάτων και στην περίπτωση των 94 Richard Jermyn's., 95 The Common Press.,

98 Αρχαίων Ελλήνων, αν και στην παρούσα εργασία ενδιαφέρει βασικά η μηχανική πλευρά των εφευρημάτων και λιγότερο η ιστορία τους. 96. (βλ.σ. 214/Φ.32β) Τροχός Ο τροχός είναι ένα μηχανικό εξάρτημα σχήματος κυκλικού δίσκου, του οποίου η εφεύρεση ανάγεται στην 5η χιλιετία π.χ. στη Μεσοποταμία και ο οποίος από τότε είχε χρήση απλού εργαλείου. Στη συνέχεια και ως εργαλειομηχανισμός, αποτέλεσε στοιχείο πολιτιστικής επανάστασης στον τομέα της αγγειοπλαστικής με εφαρμογή του στον κεραμικό τροχό, στις μεταφορές ως τροχός κίνησης και στην βιομηχανία ως τροχός για τη μεταφορά της κίνησης. Οι πρώτοι τροχοί κατασκευάστηκαν πιθανότατα από κορμούς δέντρων και ενδεχόμενα να ήταν εγκάρσιες, δηλαδή «φέτες» κορμού με ανάλογη επεξεργασία για την λειτουργία της διαξονικής σχέσης κύλισης, η οποία αφορά σε μία οπή στο κέντρο των κυκλικών δίσκων για την σύζευξή τους σε ένα άξονα. Πολύ αργότερα επινόησαν τον τροχό με τις ξύλινες ακτίνες, ο οποίος θα οδηγούσε τα ζωήλατα οχήματα (άμαξες) για χιλιάδες χρόνια. Βέβαια, σε κάθε περίπτωση κάποια κινητήρια δύναμη θα ήταν οπωσδήποτε αναγκαία και έως την Βιομηχανική Επανάσταση οι άνθρωποι την εξασφάλιζαν αποκλειστικά με τα υποζύγια, ενώ σε απλούστερες περιπτώσεις από τον ίδιο τον άνθρωπο. Σημαντικό εργαλειομηχανικό επίτευγμα υπήρξε ο κεραμικός τροχός ο οποίος εμφανίστηκε για πρωτίστως στην Ελλάδα, γεγονός το οποίο μαρτυρείται σε αναπαραστάσεις του επάνω σε αγγεία τα οποία προέρχονται από τις ανασκαφές στον Ορχομενό και στο Σέσκλο. Στα μεσαιωνικά χρόνια, μία από τις διάφορες τεχνικές τελειοποιήσεις και μετατροπές τις οποίες υπέστη ο αρχέγονος τροχός, είχε ως τεχνολογικό αποτέλεσμα την επινόηση της τροχαλίας, η οποία στο εξής θα παίξει ουσιαστικό ρόλο εφαρμογής στην υδραυλική μηχανική για την άντληση υγρών, στα βαρούλκα ανύψωσης βαρών και στις βαλλίστρες των πολεμικών εργαλειομηχανών. Ωστόσο όμως και κατά τη Βιομηχανική Επανάσταση του 19 ου αιώνα, ο τροχός και οι μετατροπές του θα αποτελέσουν τα θεμελιώδη εργαλεία τα οποία θα μεταβιβάσουν την κίνηση με ιμάντες (μπιέλες) στις πρώτες ενεργειακές μηχανές, όπως οι ατμομηχανές, οι μηχανές υδατόπτωσης και οι μηχανές του άνθρακα Τροχαλία Η τροχαλία αποτελεί την πρώτη μετατροπή του τροχού και της οποίας η εφεύρεση αποδίδεται στον Αρχύτα τον Ταραντίνο περί τον 4 ο π.χ., αιώνα, είναι ένας κυκλικός δίσκος περιστρεφόμενος σε άξονα διερχόμενο από το κέντρο του κυκλικού δίσκου και κάθετο προς επίπεδό του. Ο άξονας αυτός συνήθως είναι σταθερά συνδεμένος με τον κυκλικό δίσκο σε διχαλωτό στέλεχος στήριξης το οποίο ονομάζεται τροχαλιοθήκη. Κατά μήκος της περιφέρειας της τροχαλίας υπάρχει αύλακας («λαιμός» εντός του οποίου και αναλόγως την εφαρμογή διέρχεται κορδόνι (συρματόσχοινο, αλυσίδα, ιμάντας) στα δύο άκρα του οποίου 96 ΤΡΟΧΟΣ & ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ,

99 εφαρμόζονται αντίστοιχα, στο ένα η «δύναμη» και στο άλλο η «αντίσταση». Η τροχαλία χρησιμεύει στην προώθηση, στην εξώθηση, στην ανύψωση και στην ολίσθηση βαρών. Οι τροχαλίες διακρίνονται σε δύο είδη κύρια είδη: στην ελεύθερη τροχαλία και στην πάγια (σταθερή), όπως είναι αυτή του τροχαλιοφόρου άξονα που εφαρμόζεται στα «ελαφρού» τύπου πιεστηρίου, «Κ.Τ.Γ.» Μοχλός Ο μοχλός, είναι ένα άκαμπτο αντικείμενο το οποίο στη μεμονωμένη χρήση του συνιστά ένα απλό εργαλείο του διαχρονικού ανθρώπου. Ωστόσο όμως, είναι μία από τις έξι (6) απλές μηχανές τις οποίες επινόησε ο άνθρωπος και σε συνδυασμό με ένα υπομόχλιο είναι απολύτως δυνατόν να πολλαπλασιάσει τη μηχανική δύναμη η οποία ασκείται σε ένα άλλο σώμα (αντικείμενο), με αποτέλεσμα να δημιουργείται το «μηχανικό πλεονέκτημα». Ο Αρχιμήδης ήταν ο πρώτος ο οποίος εξήγησε το νόμο των μοχλών, ενώ η Αρχή η οποία διέπει τη λειτουργία των μοχλών εξάγεται με τη χρήση των Νόμων του Νεύτωνα για την κίνηση. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, το μηχανικό έργο το οποίο εκτελείται, δίνεται από το γινόμενο της δύναμης επί την απόσταση. Έτσι ο νόμος των μοχλών διατυπώνεται ως εξής: «Απόσταση φορτίου από το υπομόχλιο X δύναμη φορτίου = απόσταση εφαρμογής δύναμης X εφαρμοζόμενη δύναμη». Η περίπτωση εφαρμογής του στο πιεστήριο (μοχλός στρέψης) αφορά μοχλό πρώτου τύπου καθώς υπομόχλιο βρίσκεται ανάμεσα στο σημείο εφαρμογής της δύναμης και το φορτίο Ατέρμονας Ο ατέρμονας κοχλίας (κοινή βίδα) του οποίου η εφεύρεση αποδίδεται στον Αρχύτα τον Ταραντίνο περί τον 4ο π.χ., αιώνα, είναι στοιχείο της μηχανικής το οποίο χρησιμεύει ως συνδετικό στοιχείο και το οποίο εξασφαλίζει τη λειτουργική δυνατότητα σύνδεσης και αποσύνδεσης υλικών σωμάτων. Ο ατέρμονας λειτουργεί ως μετατροπέας ροπής σε αξονική δύναμη και αντίστροφα, δηλαδή, ως μετατροπέας περιστροφικής κίνησης σε γραμμική κίνηση και αντίστροφα, αλλά και ως μέσον για δημιουργία μίας προέντασης σε κινητήρια μηχανικά συστήματα. Ωστόσο όμως, η πρώτη εφαρμογή του κοινού ατέρμονα στη μορφή Κοχλία πίεσης σημειώθηκε κατά τον 1 ο προς 2 ο π.χ., αιώνα στην Αίγυπτο και θεωρείται εφεύρεση του Ήρωνος του Αλεξανδρέως. Τον συγκεκριμένο τύπο Π.Σ., χρησιμοποίησαν και οι Ρωμαίοι σε διάφορες εφαρμογές, όπως για παράδειγμα ο ξύλινος Κ., μίας ελίκωσης ο οποίος βρέθηκε στην Πομπηία. Πρόκειται για πιεστήρια με ξύλινο Κ., τα οποία χρησιμοποιούνταν για τη σύνθλιψη ελαιοκάρπου και σταφυλιών, οι οποίοι ως μηχανισμοί άντλησης φέρονται να προηγήθηκαν χρηστικά στην Αίγυπτο για την άρδευση των καλλιεργειών. Χαρακτηριστικά στοιχεία του Κ αποτελούν: η εξωτερική διάμετρος, το βήμα και η μορφή του σπειρώματος και συνολικό μήκος του χωρίς την Ε.Κ.,. Οι ατέρμονες κοχλίες (κοινές βίδες) αποτελούνται από το ελικοειδές σπείρωμα, την κεφαλή, τον κορμό και το περικόχλιο

100 (παξιμάδι - σωλήνας ανάτυπου κοχλία). Ο Κ μετάδοσης κίνησης, ο οποίος αφορά στο τυπογραφικό πιεστήριο, τελειοποιήθηκε από τον Ήρωνα τον Αλεξανδρέα, ο οποίος εφεύρε και τη αντίστοιχη μηχανή κατασκευής σπειρώματος ξύλινων βιδών (σπειροτόμος), ενώ εφάρμοσε τον Κ στον εργαλειομηχανισμό του κοχλιωτού πιεστηρίου το οποίο αποτελεί δική του εφεύρεσή. (βλ.σ. 214/Φ.32α) Η Σφήνα Η σφήνα, είναι στοιχείο μηχανής εφαρμογής, το οποίο χρησιμοποιείται για τη σύνδεση δύο μηχανικών εξαρτημάτων μεταξύ τους και στη σχέση σύσφιξης λύσης, δηλαδή όχι απολύτως σύσσωμης. Η κλασική σφήνα έχει σχήμα τριγωνικού πρίσματος, ωστόσο πολλές άλλες διαμορφώσεις της είναι επίσης συνηθισμένες, όπως για παράδειγμα οι κωνικές και οι κυλινδρικές σφήνες. Η κλασική πρισματική σφήνα, εκτός της συνδετικής χρήσης ή και κατ αυτή την πράξη σύσφιξης, είναι δυνατόν να λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής δύναμης και για το λόγο αυτό κατατάσσεται στις λεγόμενες απλές μηχανές. Η ξύλινη σφήνα εισάγεται ξηρή στην εσοχή του υλικού σώματος και στο επιθυμητό βάθος, κατόπιν βρέχεται προκειμένου να διασταλεί («φουσκώσει») ώστε να επέλθει η απόλυτη σύσφιξη στο σημείο σύνδεσης των σωμάτων. Η σφήνα έχει ουσιαστική εφαρμογή στο «πρότυπο» πιεστήριο του Ι.Γ., και συγκεκριμένα ρόλο σύσφιξης στη σύνδεση των ορθοστατών με τα ζευκτά του σώματος του πιεστηρίου Η Φυσική και η Χημεία της «τεχνικής» Γουτεμβέργιου Εργαλεία και μηχανές Το τυπογραφικό πιεστήριο του Ι.Γ., καθώς το σύνολο των μέσων και των μεθόδων της «τεχνικής» του, ναι μεν προφανώς προβάλλουν ως απλές κατασκευές με την επιτελούμενη τυπογραφική πράξη ως μία προφανώς απλή χειρώνακτη διαδικασία, ωστόσο όμως και από την παραδοχή με την οποία θεωρείται ως η απαρχή στην χειροκίνητη μηχανική τυπογραφία, κρίνεται απολύτως απαραίτητη η αιτιολόγηση ή ερμηνεία του όρου «μηχανική», έστω και σε μία εκλαϊκευμένη εκδοχή του και ασφαλώς μέσα στα γνωστικά πλαίσια μετασχηματισμού αυτής της επιστημονικής άποψης. Ο όρος «μηχανική» παραπέμπει άμεσα στην επιστήμη και στην τεχνολογία, για το λόγο ότι, η τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., και ιδιαίτερα το τυπογραφικό πιεστήριο («πρέσα») το οποίο υποστηρίζεται με εργαλειομηχανισμούς προγενέστερης τεχνολογίας, αποτελεί κατ εξοχήν μηχανικό σύστημα παραγωγής έργου. Και αυτό, γιατί αφορά σε μία διάταξη μιάς σειράς εργαλειομηχανισμών οι οποίοι εφαρμόζουν συνθετικά και συμπλέκονται λειτουργικά επάνω στο σώμα του πιεστηρίου για την επίτευξη της τυπογραφικής πράξης και υπακούουν ρητά σε μία σειρά νόμων και κανόνων των Φυσικών Επιστημών από τους οποίους διέπονται και ερμηνεύονται οι λειτουργίες τους. Έτσι, η ανάδειξη και η ερμηνεία της πτυχής των Φυσικών Επιστημών, η οποία εννοιοδοτεί τη μηχανική λειτουργία του λεγόμενου «χειροκίνητου μηχανικού πιεστήριου», θα ήταν μία ενδιαφέρουσα διερευνητική προσέγγιση,

101 η οποία θα συνέβαλε στην καλλίτερη κατανόηση των εργαλειομηχανισμών οι οποίοι το καθιστούν ως έναν τέλειο «μηχανισμό». Τα μεμονωμένα εργαλεία, αποτελούν απλές κατασκευές της επινόησης του ανθρώπου, οι οποίες μπορούν να διευκολύνουν ανακουφιστικά τη χειρώνακτη δραστηριότητα, ενώ οι μηχανές αποτελούν συνεξέλιξη των απλών εργαλείων και στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες αυτά συνδυάζονται λειτουργικά για την παραγωγή ενός κοινού μηχανικού έργου. Το εργαλείο είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε, να θεωρείται προέκταση της δεξιότητας των χεριών του ανθρώπου προκειμένου να αυξάνει τη φυσική σωματική του δύναμη, χωρίς την οποία βέβαια δεν θα είναι δυνατόν να παραχθεί έργο, όπως ασφαλώς και στην περίπτωση του χειροκίνητου πιεστηρίου. Περιπτώσεις μηχανών οι οποίες μπορούν να παράγουν έργο χωρίς τη μεσολάβηση της φυσικής σωματικής δύναμης (μυϊκής) του ανθρώπου, αφορούν σε άλλες μορφές κινητήριων δυνάμεων, δηλαδή σε μορφές ενέργειας οι οποίες ενεργούν στην μηχανική αυτοκίνηση, όπως π.χ., οι ατμομηχανές. Προηγούμενα, έγινε λόγος για διάκριση μεταξύ των όρων «εργαλείο» και «μηχανή» με τη θεώρηση ότι, το χειροκίνητο μηχανικό πιεστήριο του Ι.Γ., εμπεριέχει συνδυαστικά αυτές τις δύο έννοιες, είτε ως απλές μεμονωμένες λειτουργίες, είτε ως σύνθετες λειτουργίες και με τις δεύτερες να προσδίδουν στο τυπογραφικό πιεστήριο κατεξοχήν χαρακτηριστικά απλής χειροκίνητης μηχανής, η οποία ως μηχανική οντότητα, χαρακτηρίζεται στην παρούσα εργασία ως χειροκίνητη «εργαλειομηχανή». Το τυπογραφικό πιεστήριο, ως κατασκευή και αυτό σύμφωνα με την εμπειροτεχνική προσέγγιση και τη διαμορφούμενη θεώρηση της παρούσας μελέτης, είναι μία απλή «εργαλειομηχανή» η οποία συνδυάζει μεμονωμένα βασικά εργαλεία όπως, κοχλίας, περικόχλιο, δακτύλιος, ατέρμονες, σφιγκτήρες, τροχιόδρομοι, σιαγόνες, στρόφαλος, αξονικές τροχαλίες, ιμάντες, ελάσματα κ.ά. εξαρτήματα, προκειμένου αυτά να αλληλενεργούν καταλλήλως και σε μιία απόλυτα συγχρονισμένη χειροκίνητη μηχανική λειτουργία. Το σύνολο των ανωτέρω εργαλείων θα περιγραφούν ρεαλιστικά ως προς την υλική τους φύση/υπόσταση, τη γεωμετρία και μορφολογία τους, στην ενότητα «Ειδική περιγραφή αντιπροσωπευτικού πιεστηρίου Χανίων «Χ.Ν.». Ως απλά «εργαλεία» του πιεστηρίου, χαρακτηρίζονται οι ατέρμονες του άνω ζευκτού οι οποίοι χρησιμεύουν στην καθ ύψος ρύθμιση και οριζοντιοποίηση του Π.Σ., ο μοχλός στρέψης του Π.Σ., η δίδυμη αξονική τροχαλία τύλιξης των ιμάντων και ο τροχιόδρομος με τις σιαγόνες ολίσθησης της πλατφόρμας φορέα της Τ. Τ.,. Ως απλή «μηχανή» χαρακτηρίζεται το σύνολο των μηχανικών εξαρτημάτων, τα οποία συνθέτουν το εργαλειομηχανικό σώμα του Π.Σ., («πρέσας») το οποίο αποτελεί κεντρικό λειτουργικό και κινητήριο σύστημα του πιεστηρίου, καθώς χωρίς αυτό δεν είναι δυνατόν να συντελεστεί η τυπογραφική πιεστική πράξη. Συνεπώς και σε διάκριση με το απλό και μεμονωμένο «εργαλείο», ως απλή «μηχανή» χαρακτηρίζεται το οποιοδήποτε σύνθετο εργαλείο το οποίο μπορεί να διευκολύνει την χειρώνακτη εργασία, να αυξήσει την μέση

102 καταβαλλόμενη δύναμη του ανθρώπου και να παράξει έργο υπεράνω των μυϊκών δυνατοτήτων του ανθρώπου, δηλαδή, να εξασφαλίζει απόλυτα τη χαρακτηριστική ιδιότητα των μηχανισμών την οποία προαναφέραμε ως «μηχανικό πλεονέκτημα». 97 Σε ότι αφορά την κίνηση, το Π.Σ., («πρέσα») του πιεστήριου της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., είναι μία απλή μηχανή η οποία συνδυάζει και συναρμόζει απλά εργαλεία ως μηχανικά εξαρτήματα απλών μηχανικών συστημάτων (Κ., Περικόχλιο, Ε.Κ., Π.Β.,) τα οποία καταφέρνουν σύνθετα διαφορετικές κινήσεις (παλινδρομικές) και ένα κατευθείαν μηχανικό αποτέλεσμα μεταφοράς κίνησης, με πολλαπλασιασμό της εφαρμοζόμενης δύναμης στο βραχίονα του μοχλού. Σχετικά με τη συνολική λειτουργία του Π.Σ. («πρέσα»), εξασφαλίζεται μία ομαλή μηχανική κίνηση μετάδοσης δύναμης επάνω στην Τ.Π., η οποία ως πιεστική δύναμη, εξισώνεται με τις δυνάμεις αντίστασης τις προερχόμενες από την Τ.Τ., όπου συντελείται η τυπογραφική διαδικασία και με το επιθυμητά παραγόμενο εκτυπωτικό αποτέλεσμα σε σχέση με το μέγεθος της απαιτούμενης πίεσης. Οι βασικές πιεστικές δυνάμεις οι οποίες ασκούνται συνολικά στο σώμα του πιεστηρίου «κατανέμονται» ισόρροπα, καθώς υπολογίζεται ότι, η ισχύς του συγκεκριμένου πιεστικού συστήματος, δηλαδή στο «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.», κυμαίνεται από 100 έως 150 kilopont. Συγκεκριμένα, στο σώμα του πιεστηρίου, σημειώνονται δυο (2) βασικές δυνάμεις. Μία είναι η συνολική βαρυτική δύναμη του πιεστηρίου προς το δάπεδο (Γη) και από το δάπεδο και όταν το πιεστήριο βρίσκεται σε ισορροπία, δηλαδή εκτός τυπογραφικής δραστηριότητας. Η άλλη δύναμη, εντοπίζεται (ασκείται) στη σχέση των δυνάμεων «πίεση-αντίσταση» οι οποίες εφαρμόζονται κατά την τυπογραφική πράξη μεταξύ Τ.Π., και Τ.Τ., και στο σύνολο της πλατφόρμας επενεργείας του Π.Σ.,. Πιο συγκεκριμένα, ασκούνται δύο (2) βασικές κατακόρυφες δυνάμεις υποστήριξης: η μία είναι αυτή της πλατφόρμας από κάτω προς τα επάνω και η οποία αντιστέκεται στην Τ.Π., (Π.Σ.), και η άλλη δύναμη εκείνη της Τυπογραφικής Πλάκας από επάνω προς τα κάτω, η οποία αντιστέκεται στην πλατφόρμα φορέα της Τ.Τ., και αυτό, με αίτιο το κινητήριο ενέργημα του χειριστή. 98 (βλ.σ. 232/Φ.60,61) Σύμφωνα με τη Φυσική, «όταν ένα σώμα Α ασκεί δύναμη επάνω σε ένα άλλο σώμα Β, τότε και το σώμα Β ασκεί δύναμη ανάλογη προς το σώμα Α», το οποίο σημαίνει ότι, οι αμοιβαία ασκούμενες δυνάμεις έχουν ίσο μέτρο και αντίθετη κατεύθυνση. Πρόκειται για την απλούστερη διατύπωση του τρίτου Νόμου του Νεύτωνα στη βάση της αρχής «Δράση από σώμα Α Αντίδραση από σώμα Β». Οι εφαρμοζόμενες μηχανικές δυνάμεις ασκούνται πολλαπλασιαστικά από την Τ.Π., προς την Τ.Τ., με την επενέργεια της στρέψης της Ε.Κ., και 97 Τεχνολογία: Μοχλοί., 98 Physiclessons.,

103 εντοπίζονται δυναμικά στη σχέση μηχανική «σιαγόνες τροχιόδρομοι» της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ.,. Σύμφωνα με την παραπάνω αρχή, διαπιστώνεται ότι, το νευραλγικό σημείο εφαρμογής των δυνάμεων υποστήριξης (φορτίων πίεσης) οι οποίες σημειώνονται στο σώμα του πιεστηρίου, θεωρείται να είναι το σύστημα ολίσθησης της πλατφόρμας (φορέα της Τ.Τ.,). Και οι εφαρμοζόμενες δυνάμεις φαίνεται να «συγκλίνουν» στην αιχμηρή σχέση δυναμικής η οποία σημειώνεται μεταξύ των δυο (2) τροχιόδρομων και των δέκα (10) σιαγόνων ολίσθησης. Στη σχέση αυτή, υπεισέρχεται και μία τρίτη δύναμη, η «δύναμης τριβής», καθώς επάνω σε εκείνο το σημείο ασκούνται (συγκλίνουν) οι εφαρμοζόμενες πιεστικές δυνάμεις από το Π.Σ. («πρέσα»), όπου επιτελείται η παλινδρομική κίνηση της πλατφόρμας και ανεξάρτητα από το αν αυτή αδρανεί φαινομενικά κατά την πιεστική πράξη. (βλ.σ. 232/Φ.62) Ο τροχαλιοφόρος άξονας Ο τροχαλιοφόρος άξονας (στρόφαλος) σε συνδυασμό με τους τροχιοδρόμους (δρομείς) ολίσθησης (σιδηροτροχιά-σιαγόνες) της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ., συνθέτουν και συνιστούν ένα λειτουργικό μηχανισμό ο οποίος βασίζεται στην τροχαλία. Η δίδυμη τροχαλία του πιεστηρίου, μετατρέπει την αντίθετη περιστροφική κίνηση (τύλιξη ιμάντων) σε γραμμική κίνηση οριζόντια και συγχρόνως παλινδρομική. Η μηχανική αυτή λειτουργία (ολισθαίνουσα οδήγηση) έχει ως αποτέλεσμα την τροχοδρόμηση της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ., δηλαδή, την οδήγηση της Τ.Τ.,. Στη σχέση αυτή κατά την οποία υπεισέρχεται και η δύναμη της τριβής, λαμβάνεται υπόψη και η μεταβλητή της «επιτάχυνσης» (επιτάχυνση/επιβράδυνση) η οποία εξαρτάται από ρυθμό της μεταβολής της ταχύτητας κατά την οδήγηση της πλατφόρμας επενέργειας του χειριστήριου στροφάλου («μανιβέλας») από τον χειριστή Ο ιμάντας ολίσθησης Ο ιμάντας, είναι το κυρίως «όπλο» της Βιομηχανικής Επανάστασης, ενώ στην περίπτωση του τυπογραφικού πιεστηρίου λειτουργούν εντελώς διαφορετικά, δηλαδή σε αμφίδρομη σχέση (παλινδρομική) ως τυλιγόμενοι στις αξονικές τροχαλίες και με κύριο έργο τη μεταφορά κίνησης. Και αυτό βέβαια, όχι ακριβώς όπως στην τυπική κινητήρια σχέση «μπιέλα μανιβέλα» η οποία αφορά σε συνεχή περιστροφή και αντιστοίχως ανάλογη μεταφορά, αλλά σε τερματική, καθώς το ένα άκρο των ιμάντων είναι σταθερά εξαρτημένο στους αντίποδες των σχέσεων τύλιξης, δηλαδή στο ζεύγος των τροχαλιών οι οποίες βρίσκονται ανάμεσα από τα σημεία εξάρτησης των ιμάντων. Ωστόσο όμως, η διάταξη αυτή του τροχαλιοφόρου άξονα, ενεργεί ως κινητήρια δύναμη σε μία σχέση αμφίδρομης κίνησης, παλινδρομικής. Ο μηχανισμός του τροχαλιοφόρου εφαρμόστηκε σε αυτή τη διάταξη και μορφή, προκειμένου η ολίσθηση και όχι κύλιση, να είναι ελεγχόμενα σταθερή, σε σχέση με την από λαβής απλή προώθηση - εξώθηση, ώστε η ταχύτητα της κίνησης του τροφαλιοφόρου (τύλιξης ιμάντων) να είναι ίδια με την κινητήρια δύναμη, δηλαδή, με αυτήν του χειριστή του στροφάλου. (βλ.σ. 232/Φ.62- σ.229/φ.58α)

104 Ο μοχλός στρέψης Ο μοχλός (μεταλλικός βραχίονας) στρέψης του πιεστικού συστήματος (μηχανισμού) είναι το κατ εξοχήν εργαλείο το οποίο επιφέρει τις αλλαγές στο Π.Σ., για την επιθυμητή τυπογραφική πράξη και επάνω στον οποίο προορίζεται με εφαρμοστική σκοπιμότητα το «μηχανικό πλεονέκτημα» το οποίο απαιτεί η τυπογραφική πράξη. Τα ανατομικά στοιχεία του, δηλαδή, το μήκος του, η διατομή του και η μορφολογία του (ευθείες-καμπύλες) έχουν εκείνα τα χαρακτηριστικά τα οποία απαιτεί η μηχανική σχέση η οποία διατάσσεται ως «υπομόχλιο-φορτίο-δύναμη». Θέση «υπομόχλιου» έχει η κεφαλή του πιεστικού συστήματος (Π.Σ.) ως σημείο περιστροφής (στρέψης), με προέκταση τη θέση «φορτίου» το οποίο ορίζεται ως πίεση κατά την τυπογραφική πράξη και ως θέση «δύναμης» η προσπάθεια, δηλαδή, η χειρώνακτη ενέργεια του χειριστή τυπογράφου. Το υπομόχλιο «κεφαλή» βρίσκεται μεταξύ του «φορτίου» και της «δύναμης». Ο Αρχιμήδης ήταν ο πρώτος ο οποίος εξήγησε το νόμο των μοχλών διατυπώνοντάς τον στη σχέση «ίσα βάρη σε ίσες αποστάσεις βρίσκονται σε ισορροπία, και άνισα βάρη σε ίσες αποστάσεις δεν βρίσκονται σε ισορροπία, αλλά κλίνουν προς το βάρος το οποίο βρίσκεται στη μεγαλύτερη απόσταση», ενώ Αρχή η οποία διέπει τη λειτουργία των μοχλών μπορεί να εξαχθεί πλέον με τη χρήση των Νόμων Κίνησης του Νεύτωνα και της Στατικής. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, το μηχανικό έργο το οποίο εκτελείται δίνεται από το γινόμενο της δύναμης επί την απόσταση. Για παράδειγμα, προκειμένου να καταφέρουμε να σηκώσουμε ένα συγκεκριμένο βάρος με τη χρήση μοχλού, χρησιμοποιώντας δύναμη τόση όσο το μισό βάρος του υλικού σώματος, η απόσταση από το υπομόχλιο έως το σημείο εκείνο στο οποίο ασκείται η δύναμη, θα πρέπει να είναι διπλάσια της απόστασης εκείνης της οριζόμενης μεταξύ του υπομόχλιου και του βάρους του υλικού σώματος. Δηλαδή, για να χρησιμοποιήσουμε τη μισή δύναμη από ένα βάρος το οποίο βρίσκεται σε απόσταση ενός μέτρου από το υπομόχλιο, θα πρέπει να ασκήσουμε τη δύναμη αυτή σε απόσταση δύο μέτρων και ασφαλώς από την άλλη πλευρά του υπομόχλιου. Το έργο το οποίο εκτελείται, είναι πάντοτε το ίδιο και ανεξάρτητο από τις διαστάσεις του μοχλού, όταν πρόκειται για ιδανικό μοχλό, στον οποίο όλη η ασκούμενη δύναμη «περνάει» στο σώμα το οποίο βρίσκεται στην άλλη άκρη αυτής της σχέσης, δηλαδή, ο μοχλός μας επιτρέπει να ανταλλάξουμε τη δύναμη με την αναλογούσα απόσταση στη ορισμένη σχέση Η ανατομία του Κοχλία Ο Κ είναι ένα γεωμετρικό στερεό σχήματος κυλίνδρου, ξύλινο ή μεταλλικό και ενδεχομένως πολυμερές σήμερα, με ελικοειδείς εκσκαφές στην παράπλευρη επιφάνειά του και στην περίπτωση εφαρμογής του σε μηχανισμούς πιεστηρίων ονομάζεται «κοχλίας κίνησης» σε αντιδιαστολή με τον «κοχλία σύνδεσης» ο οποίος είναι η κοινή βίδα. Στην περίπτωση των πιεστηρίων τα οποία ανάγονται στην αρχαιότητα και η χρήση τους διατηρείται συστηματικά έως το μεσαίωνα, το βασικό πιεστικό εργαλείο τους είναι ξύλινος Κ μίας ελίκωσης (αρχής),

105 δηλαδή, ενός σπειρώματος. Πρόκειται λοιπόν για ένα επίμηκες κυλινδρικό στέλεχος το οποίο ονομάζεται κορμός και ο οποίος στο ένα άκρο (βάση κυλίνδρου) φέρει απαραίτητα μία Ε.Κ., στρέψης ή μία απλή εγκοπή στρέψης για την εφαρμογή ενός κατάλληλου εργαλείου (κατσαβίδι) όταν πρόκειται για την κοινή βίδα. Στην παράπλευρη επιφάνεια του κορμού του Κ, αναπτύσσεται κατάλληλη εγχάρακτη ελίκωση με την χρήση ειδικού κοχλιοτόμου εργαλείου «τόρνου» («κολαούζο»), ενώ στην περίπτωση των μεταλλικών κοχλιών και σε άλλες τεχνικές εκδοχές κατασκευής των, μπορεί να είναι χυτευτοί ή τορνευτοί, καθώς και οι ξύλινοι οι οποίοι μπορεί να είναι λαξευτοί (σκαλιστοί με σκαρπέλο) ή επίσης τορνευτοί. Ο Κ έχει συγκεκριμένες διαστάσεις ως προς το μήκος και τη διατομή του κορμού κοχλίωσης και ειδικότερα ως προς το βάθος της ελίκωσης (εσοχή-εξοχή), το οποίο ονομάζεται «βήμα ελίκωσης» (βηματισμός). Έτσι ο Κ φέρει δυο διαστάσεις διατομής, αυτήν η οποία ορίζεται από το βάθος της εκσκαφής ελίκωσης (μέσα-μέσα) και αυτήν η οποία ορίζεται από το ύψος της εκσκαφής, δηλαδή, από το ανάγλυφο το οποίο παραμένει σχεδόν στη διάσταση του διαμετρήματος του κορμού (έξω-έξω), εκτός από τις κοινές βίδες σύνδεσης οι οποίες έχουν κωνικό σχήμα για την επιθυμητή διείσδυση σύνδεσης και σε αντίθεση με τους κοχλίες μετάδοσης/ μεταφοράς κίνησης οι οποίοι κοχλιώνονται με περικόχλιο. Ως «βήμα ελίκωσης» ορίζεται το διάστημα της απόστασης από εξοχή σε εξοχή, κοινώς «δόντι» και αυτο μετράται σε χιλιοστά του μέτρου ή σε ίντες, προκειμένου ο Κ να εκτελέσει μία εφάπαξ περιστροφή. Στην περίπτωση των πιεστηρίων ελαιουργίας, οινοποιίας και τυπογραφίας, οι κοχλίες (Κ) «κίνησης» είναι τέλειοι κύλινδροι ως προς το μήκος του κορμού και του «βήματος» και η εκσκαφή των σπειρών είναι συνήθως τραπεζοειδής, τετράγωνη ή αυλακοειδής/στρογγυλή. Η μηχανική των κοχλιών κίνησης είναι τέτοια ώστε, η αρχικά περιστροφική κίνηση την οποία εκτελεί η Ε.Κ., του Κ να μετατρέπεται στη συνέχεια σε ευθύγραμμη κατακόρυφη κίνηση, δηλαδή, ενεργοποιεί τον βηματισμό του κοχλία. Συνεπώς, το αρχικό μέγεθος της εφαρμοζόμενης πιεστικής δύναμης, έναντι των δυναμικών αλλαγών τις οποίες επιφέρει στο σύστημα ως αποτέλεσμα, είναι πολλαπλασιαστικό με τη χρήση του μοχλού. Συγχρόνως, διατηρείται αταλάντευτη η αξονική λειτουργία του Κ καθώς αυτός εφαρμόζει (κοχλιώνεται) σταθερά στην ανάτυπη εκσκαφή/ελίκωση του περικόχλιου (θηλυκό), το οποίο ως σωληνοειδής «επένδυση» επιτρέπει, διευκολύνει και καθορίζει (βηματοδοτεί) την εκτέλεση αυτής της ημιπεριστροφικής μεταβατικής κίνησης, όπως για παράδειγμα στον Κ τριών ελικώσεων (αρχών). (βλ.σ. 233/Φ.63-65) Το προφανές ενιαίο «μονοκόμματο» Π.Σ. («πρέσα»), το οποίο φέρουν τα πρώτα τυπογραφικά πιεστήρια «ελαφρού» «Κ.Τ.Γ.», είναι προϊόν χύτευσης εν αντιθέσει με τα τορνευτά των σύγχρονων ανακατασκευών π.χ. στο πιεστήριο των Χανίων («Χ.Ν.») και του οποίου η εφαρμογή αποτελεί την ειδοποιό διαφορά μίας πρώτης βελτιωτικής τροποποιητικής παρέμβασης η οποία έγινε στο σύνολο της εκδοχής του «πρότυπου» πιεστήριου του Ι.Γ., και συνιστούν μία πρώτη εξέλιξη της μηχανικής τυπογραφίας από μηχανικής άποψης στο Π.Σ.,

106 Οι κοχλίες κίνησης, των οποίων τα δομικά χαρακτηριστικά και η γεωμετρία τους ενδιαφέρει στην παρούσα μελέτη και ιδιαίτερα στην περίπτωση του αποδεκτού ως γνήσια «πρότυπου» πιεστήριου του Ι.Γ., είναι ένας τέλειος ξύλινος κύλινδρος αρχαϊκού τύπου με τραπεζοειδή εκσκαφή ελίκωσης και επί ίσων αποστάσεων εσοχής-εξοχής μίας ελίκωσης (αρχής). Ενώ στην περίπτωση των πιεστηρίων «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» είναι μεν τέλειος κύλινδρος, αλλά μεταλλικός και με ελίκωση μίας αρχής (ενός σπειρώματος) ή και δυο αρχών με επίσης ίσες αποστάσεις ελίκωσης και με ποικίλο το σχήμα εκσκαφής το οποίο άλλοτε είναι τραπεζοειδές ή τετράγωνο και άλλοτε στρογγυλό. Έτσι, τα βασικά γεωμετρικά/μηχανικά χαρακτηριστικά του Κ τα οποία συντελούν αποτελεσματικά σε μία τέλεια τυπογραφική πράξη είναι: α) η γωνία στρέψης με την αναλογούσα διαδρομή στρέψης κατά την οριζόντια κίνηση και β) το μήκος της κατακόρυφης διαδρομής του (βηματισμός ανοδικής/καθοδικής) σε σχέση με την έλιξη του βηματισμού στο περικόχλιο, έτσι ώστε η Π.Β. να πιέσει «τα κέντρα» της πιεζόμενης επιφάνειας (Τ.Π.,), για μία ισοδύμαμη πίεση σε όλα τα σημεία της τυπογραφικής φόρμας. Τόσο στους κοχλίες κίνησης όσο και στους κοχλίες σύνδεσης, μπορούμε να αναλύσουμε την ισορροπία των δυνάμεων και ροπών στο σύστημα ανάμεσα στη σχέση «κοχλίας - περικόχλιο» και ασφαλώς για τους δεύτερους (κοχλίες σύνδεσης) στη σχέση διεισδυτικότητας, όπου ρόλο περικοχλίου έχει το διατρημένο υλικό σώμα, π.χ. το ξύλο. Οι κοχλίες κίνησης χρησιμεύουν για την μετατροπή ροπών σε αξονικές, όπως σε μία μηχανική πρέσα όπως οι κοινές υδραυλικές σήμερα, αλλά και για την μετατροπή της περιστροφικής κίνησης σε γραμμική Ο Kοχλίας τριών (3) ελικώσεων στο Π.Σ. «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ. Γ.» Το συγκεκριμένο Π.Σ. («πρέσα») το οποίο φέρουν τα πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.», αν και προφανώς πρόκειται για ενιαία μέρη μίας μη συναρμοσμένης μεταλλικής αλλά χυτευτής κατασκευής (κοχλίας μεσαίωνα), ωστόσο όμως, με βάση τη λειτουργία του και για την καλλίτερη κατανόησή του, μπορούμε να το διακρίνουμε σε τρία (3) βασικά μέρη: α) κοχλίας τριών (3) ελικώσεων (αρχών) και περικόχλιο, β) εμβολοφόρος κεφαλή και μοχλός, γ) «ποτήρι» και πιεστική βελόνη. (βλ.σ. 233/Φ63-65) α) Κοχλίας τριών ελικώσεων (αρχών) και περικόχλιο Ο Κ τριών ελικώσεων (αρχών), βρίσκεται στην άνω απόληξη του ενιαίου πιεστικού συστήματος «πρέσας» (Π.Σ.,) δηλαδή ακριβώς επάνω στην Ε.Κ. και εμφωλεύεται σε ομόσχημο θύλακα ο οποίος βρίσκεται στο κάτω μέρος του άνω κινητού ζευκτού. Σε αυτήν την θέση ο Κ και κοχλιωμένος στην ανάτυπη εκσκαφή της ελίκωσής του, δηλαδή, στο σωληνοειδές «περικόχλιο» (το θηλυκό του) συγκρατείται εξαρτώμενος σταθερά από δυο ατέρμονες σφιγκτήρες τύπου «σφύρας». Οι σφιγκτήρες απολήγουν εξέχοντες εμφανώς στην άνω επιφάνεια του άνω χελινοδωτού κινητού ζευκτού όπου και κοχλιώνονται με «πεταλούδες» (παξιμάδια) σύσφιξης, οι οποίες ρυθμίζουν (ρεγουλάρουν) την οριζόντια θέση του ζευκτού ως φέροντα του Π.Σ., και σε παράλληλη σχέση με την Τ.Π., και την Τ.Τ.,

107 Οι δυο αυτοί σφιγκτήρες τύπου «σφύρας» εφαρμόζουν σταθερά στο μεταλλικό δισκοειδές περιλαίμιο του σωληνοειδούς περικόχλιου (θηλυκό), το οποίο βρίσκεται σε εμφανή θέση και υπό μορφή δακτύλιου (στην κάτω έδρα του άνω ζευκτού) μέσα στο οποίο ελίσσεται («βηματοδοτείται») ο Κ (αρσενικό) προκειμένου να επιφέρει τις κινητικές αλλαγές στο Π.Σ., για την επιθυμητή τυπογραφική πράξη επενεργείας του μοχλού (βραχίονα» στρέψης). Ο Κ περισσότερων παράλληλων ελικώσεων και ιδιαίτερα αυτός των τριών (αρχών), εξασφάλιζε ένα αρκετά ισχυρό και σταθερό κεκλιμένο βήμα (γωνία ελίκωσης) έτσι ώστε, η Τ.Π. να εκτελεί την κατακόρυφη (αδοδική-καθοδική) κίνηση με ελάχιστη μετακίνηση του Π.Σ., και συνεπώς με μικρής διαδρομής έξοδο του Κ από το περικόχλιο (5,5-6,5 cm σύμφωνα με τη μελέτη). Και το σπουδαιότερο ότι, καταργούσε την ατέρμονη στρέψη την οποία απαιτούσε ο Κ μίας ελίκωσης, καθώς οριοθετούσε πλέον τη διαδρομή του εμβόλου στα όρια μεταξύ των δυο ορθοστατών και σε συγχρονία με τον επιτελούμενο βηματισμό του. Το περικόχλιο είναι μία σωληνοειδής ισομήκης «επένδυση» του Κ η οποία φέρει στο εσωτερικό της τοίχωμα την ανάτυπη εκσκαφή/ελίκωση του Κ (θηλυκό) και το οποίο επιτρέπει, διευκολύνει και καθορίζει (βηματοδοτεί) την εκτέλεση της ημιπεριστροφικής μεταβατικής κίνησης, όπως για παράδειγμα στον K τριών ελικώσεων (αρχών). (βλ.σ. 233/Φ.63-65) β) Εμβολοφόρος κεφαλή και μοχλός Η Ε.Κ., είναι συμπαγές τεμάχιο σχήματος κύβου με στρογγυλεμένες τις ακμές του και αποτελεί ενιαίο λειτουργικό και ίδιας ουσίας μέρος του πιεστικού συστήματος. Στη μέση των δύο κατακόρυφων όψεων της κεφαλής υπάρχει διαμπερής οπή ελλειπτικού σχήματος μέσα στην οποία εφαρμόζεται διερχόμενος ο βραχίονας (μπράτσο) στρέψης του Κ και ο οποίος ασφαλίζει με κρικοειδή περόνη (πίρος) τύπου «φουρκέτας». Ο μοχλός (βραχίονας) είναι μεταλλική σκληρού σιδήρου ράβδος κυλινδρικής διατομής 35 mm περίπου και με μήκος 75 εκατοστά, και είναι καταλλήλως κεκαμμένος προκειμένου να πραγματοποιεί την επιθυμητή διαδρομή μεταξύ των δυο ορθοστατών, ενώ στο ελεύθερο άκρο του φέρει ξύλινη χειρολαβή χειρισμού. Στην άνω έδρα της κεφαλής αναπτύσσεται κατακόρυφα ο κορμός του κοχλία (Κ) και στην κάτω έδρα (βάση) φύεται η Π.Β.,. γ) Ποτήρι και πιεστική βελόνη Το «ποτήρι» (κιβώτιο) είναι το σημείο όπου φυλάσσεται το «μυστικό» του πιεστικού συστήματος (Π.Σ.), το οποίο για λειτουργικούς λόγους η μηχανική της κατασκευής το έχει κρύψει κυριολεκτικά μέσα στο ξύλινο «ποτήρι». Συναρμόζει το βασικό και μη εμφανές εξάρτημα την «δικλείδα» σύμπλεξης, η οποία «δικλείδα» ως ρυθμιστής, διευκολύνει και καθορίζει τις οριζόντιες και κατακόρυφες μηχανικές κινήσεις της «πρέσας», καθώς τα δυο διαιρετά κοχλιωτά μέρη (τεμάχια) της Π.Β., εφαρμόζουν στην κρυφή εγκοπή της, ενώ περισφίγγονται εξωτερικά με δύο εμφανείς πιροδικλείδες ασφαλείας περιμετρικά της μεταλλικής επένδυσης του ποτηριού

108 Το «ποτήρι» είναι σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου με σχεδόν ημισφαιρική την κάτω βάση στην οποία εξέχει κατακόρυφα η Π.Β., του Π.Σ., στο δε άνω μέρος επίπεδη όπου και φύεται η Π.Β., στην σχήματος κύβου Ε.Κ., του Π.Σ., το οποίο φέρει στον άνω μέρος της τον Κ (βίδα). Το «ποτήρι» είναι κατασκευασμένο από το ίδιο υλικό και φέρει διαμήκη τομή η οποία το χωρίζει σε δυο (2) ισόπαχα ορθογώνια παραλληλεπίπεδα μέρη (τεμάχια), μέσα στα οποία κατά την έφαψή τους σχηματίζεται διαμήκης δίαυλος από όπου και διέρχεται η Π.Β.,. Η Π.Β., βρίσκεται σε μία σχέση αλληλεξάρτησης με το ποτήρι, καθώς εκεί μέσα βρίσκεται ο μηχανισμός της «δικλείδας» την οποία προαναφέραμε, εξασφαλίζοντας έτσι τις περιγραφόμενες λειτουργικές κινήσεις του Π.Σ., κατά την τυπογραφική πράξη. Στην κάτω ημισφαιρική βάση του ποτηριού εφαρμόζεται ένα μεταλλικό έλασμα «τσέρκι» το οποίο περισφίγγει περιμετρικά τη διαμήκη τομή του ποτηριού με την μεταλλική του επένδυση και το οποίο στις τέσσερις γωνίες του φέρει αντίστοιχα τα «άγκιστρα» τα οποία εξαρτούν την Τ. Π.,. Η Τ.Π., δένεται με «κορδόνι» (δέστρες καννάβεως ή δέρματος) στα αντίστοιχα άγκιστρα του «ποτηριού», προκειμένου αυτή να συγκρατείται και να ακολουθεί τις κατακόρυφες κινήσεις του Π.Σ.,. («πρέσας»). Στο εσωτερικό του «ποτηριού» περικλείεται η δικλείδα ασφαλείας «δύο σχέσεων», δηλαδή, την σχέση της οριζόντιας παλινδρομικής κίνησης και την σχέση τηε κατακόρυφης παλινδρομικής κίνησης, οι οποίες σχέσεις εξασφαλίζουν τη σταθερότητα της στρέψης του Κ και ασφαλώς καθορίζουν την κινητική συμπεριφορά του Π.Σ., το οποίο κατά την καθοδική/ανοδική κίνηση οδηγείται διερχόμενο σταθερά μέσα από την τετράγωνη οπή μέσου ζευκτού, αλλά και ως σταθεροποιητής στρέψης. Το σώμα του (Π.Σ.) πιεστικού συστήματος το οποίο φέρουν τα τέσσερα (4) υπό μελέτη πιεστήρια, συνιστά σήμερα μία ιδιαιτέρως ειδική κατασκευή, καθώς πρόκειται για σύνθετο μηχανισμό τόσο από πλευράς τεχνολογίας όσο και από πλευράς ειδικών λειτουργιών τις οποίες επιτελεί, προκειμένου να επιτευχθεί ένα τέλειο εκτυπωτικό αποτέλεσμα και αυτό σε σχέση με τα τεχνικά μέσα τα οποία διέθεταν οι μεταλλοτεχνίτες του μεσαίωνα, ώστε να κατασκευάσουν έναν τέτοιο εργαλειομηχανισμό Η δυναμική του κοχλία στο πιεστικό σύστημα Το Π.Σ., («πρέσα») στηρίζεται στη λειτουργία του Κ ο οποίος μετατρέπει την περιστροφική διανυσματική κίνηση (ατέρμονας μίας ελίκωσης) ή την εφάπαξ ημιπεριστροφή και με σταθερή γωνιακή ταχύτητα στρέψης (Κ τριών αρχών ελίκωσης) σε γραμμική κατακόρυφη κίνηση (σε σχέση με την κατεύθυνση της Π.Β.,). Ωστόσο όμως και σε παλινδρομική κίνηση, καθώς εκτελεί καθοδική κίνηση (άσκηση πίεσης) για την εκτυπωτική πράξη και ανοδική κίνηση επαναφοράς (στην αρχική θέση/γωνία στρέψης) με αποτέλεσμα την ομαλή αποφόρτιση του συστήματος. Ως «είσοδοι κίνησης» των εργαλειομηχανισμών του τυπογραφικού πιεστηρίου θεωρούνται, οι χειρολαβές εφαρμογής δύναμης (μυικής), δηλαδή, εκεί όπου υπάρχει προσπάθεια και

109 έξοδοι κίνησης ή φαινόμενες αλλαγές στα λειτουργικά μέρη του συστήματος, δηλαδή εκεί όπου υπάρχει αποτέλεσμα επενεργείας των ασκούμενων κινητήριων δυνάμενων (χειριστών). Ωστόσο όμως, κατά τη μεταφορά των δυνάμεων και για κάθε εργαλειομηχανισμό του τυπογραφικού πιεστηρίου, ασκούνται συγχρόνως και παθητικές αντιστάσεις, οι οποίες οφείλονται στην τριβή, η οποία τριβή υπεισέρχεται μεταξύ των υλικών σωμάτων (μέταλλων) όπως στα βασικά μηχανικά μέρη, δηλαδή, στη σχέση «κοχλίας περικόχλιο», στη σχέση «δικλείδα-π.β.» και στη σχέση «τροχιόδρομοι -σιαγόνες ολίσθησης». Για το λόγο αυτό, υπάρχει η ειδική οπή λίπανσης του Π.Σ., στο άνω ζευκτό, έτσι ώστε να μετριάζεται η τριβή και η παραγόμενη θερμότητα, προκειμένου το παραγόμενο έργο να είναι ωφελιμότερο και η Π.Β. να εκτελεί την καθοδική/ανοδική κίνηση χωρίς να προκαλεί κραδασμούς οι οποίοι θα επέφεραν ανισοδύναμη εφαρμογή της Τ.Π., επάνω στο τυπογραφικό τελάρο (Τ.Τ.). Στην περίπτωση ολίσθησης της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ., η κίνηση είναι ευθύγραμμη ομαλά μεταβαλλόμενη, δηλαδή, επιταχυνόμενη ή επιβραδυνόμενη και στη σχέση της αμφίδρομης κατεύθυνσης (παλινδρομική). Η πλατφόρμα φορέας της Τ.Τ., κινείται ευθύγραμμα στο οριζόντιο επίπεδο των τροχιόδρομων με σταθερή ταχύτητα και υπό την επίδραση της σταθερής οριζόντιας δύναμης F, της πλατφόρμας. Συγχρόνως, ασκείται και η κατακόρυφη συνολική δύναμη F1 η οποία εφαρμόζεται ως κατακόρυφη πίεση από την Τ.Π., προς την Τ.Τ., επενεργείας του Π.Σ.,. Εδώ, σημειώνεται και η δύναμη τριβής ολίσθησης, η οποία ασκείται από ένα σώμα στο άλλο εξ επαφής (τροχιόδρομος-σιαγόνα) όταν η σιαγόνα κινείται ή τείνει να κινηθεί σε σχέση με τον αδρανή τροχιόδρομο. Η διεύθυνση της δύναμης τριβής είναι παράλληλη προς τις εφαπτόμενες (τριβόμενες) επιφάνειες και με φορά η οποία αντιστέκεται στην ολίσθηση της μίας επιφάνειας επάνω στην άλλη κατά την παλίνδρομη σχέση κίνησης. Η δύναμη της τριβής, η οποία ασκείται και επηρεάζει την ολίσθηση της πλατφόρμας της Τ.Τ., εξομαλύνεται ικανοποιητικά λόγω της λείας επιφάνειας των σωμάτων (σκληρό μέταλλο) και ασφαλώς από την τακτική λίπανση η οποία είναι ανάλογη της εκτυπωτικής δραστηριότητας του πιεστηρίου. (βλ.σ. 232/Φ.60,61,62) Σε ό,τι αφορά τις ασκούμενες δυνάμεις, η μηχανική αυτή λειτουργία υπακούει στην αρχή της διατήρησης της ενέργειας σχετικά με τη μετάδοση (μεταβίβαση) κίνησης, και η οποία διατυπώνεται στην απλή μαθηματική σχέση: «κινητήριο έργο = ωφέλιμο έργο (μηχανική ενέργεια) + απωλεσθέν έργο (θερμική ενέργεια)». Δηλαδή, ως απωλεσθέν έργο, λογίζεται το έργο το οποίο υποβαθμίζεται εν μέρει και υπό μορφή θερμότητας, η οποία διοχετεύεται στα μέταλλα των εξαρτημάτων του τροχαλιοφόρου αξονικού συστήματος. Έτσι, προκύπτει το «ωφέλιμο μέρος» της ενέργειας (μηχανικό) το οποίο παράγεται προκειμένου να επιφέρει τις επιθυμητές εργαλειομηχανικές αλλαγές στο Π.Σ., με την έννοια της απόδοσης και το οποίο αποδίδεται στο λόγο: «ωφέλιμο έργο/κινητήριο έργο»

110 9.3. Η φύση των υλικών της «τεχνικής» Γουτεμβέργιου Υλικά σώματα ως χημικά στοιχεία Στην παρούσα ενότητα, επιχειρείται μία αδρομερής περιγραφή των ανόργανων χημικών στοιχείων (μετάλλων και αμετάλλων) και των οργανικών (ξύλο), τα οποία χρησιμοποίησε ο Ι.Γ.. και αυτά σχετικά με τη φύση τους, τη χημική σύσταση των μετάλλων, τις ιδιότητες και τις αντιδράσεις τους στις σχέσεις ανάμειξης με άλλα στοιχεία τα οποία είναι τα εξής: 99 Σίδηρος (χάλυβας), Χαλκός, Μόλυβδος, Κασσίτερος, Αντιμόνιο για τα μεταλλικά μέρη και τυπογραφικά στοιχεία, καθώς, ορείχαλκος στα «Κ.Τ.Γ», Μάρμαρο και Δρυς (ξύλο) για την ξυλότυπο του πιεστηρίου. Βασικά ενδιαφέρει η τεχνική των μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων των οποίων η ακριβής σύσταση του κράματος κατασκευής των αποτελεί μεθοδευμένο συνδυασμό μόλυβδου με κασσίτερο και αντιμονίου, σε αναλογίες οι οποίες ποικίλουν ως προς το επιθυμητό αποτέλεσμα της ιδιαίτερης πυκνότητας («σκληρότητας») την οποία προσδίδουν τα αναμειγνυόμενα μέταλλα στο τελικό προϊόν, το κράμα, αλλά και ο χάλυβας με τον χαλκό για την κατασκευή της μήτρας. Σε ένα τυπικό μέσο όρο αυτής της ποικιλότητας του κράματος, κυρίαρχο συστατικό στοιχείο αποτελεί ο μόλυβδος σε ποσοστό 78% περίπου, ο κασσίτερος 14-18% και το αντιμόνιο 4-8%. Επίσης τα στοιχεία για την σμίλευση, σκληρός σίδηρος (χάλυβας) για το «πατρότυπο», χαλκός για το «μητρότυπο» και καθαρός μόλυβδος για το δοχείο (μήτρα) όπου εγχέεται το λιωμένο μέταλλο (κράμα). Αν δούμε τη σειρά με την οποία αρχίζει η κατασκευή ενός στοιχείου και τα μέταλλα τα οποία χρησιμοποιούνται σε κάθε φάση, θα διαπιστώσουμε ότι η επιλογή τους αφορά στη σκληρότητά τους και συνεπώς στην ανθεκτικότητά τους για κάθε φάση επεξεργασίας. Για την χάραξη δημιουργίας του θετικού προτύπου απαιτείται «σκληρό» μέταλλο από το οποίο θα προκύψει ο «στιγέας χαρακτήρας», δηλαδή το «πατρότυπο», ο οποίος κατόπιν «στιγέας χαρακτήρας» με κρούση θα δημιουργήσει εσώγλυφα το «μητρότυπο» και οπωσδήποτε επάνω σε «μαλακό» μέταλλο. Εν τω μεταξύ, το μέταλλο της μήτρας (δοχείο) θα πρέπει να είναι σχετικά ανθεκτικότερο από το προς χύτευση μέταλλο (κράμα) κατασκευής του τυπογραφικού στοιχείου και των οποίων η θερμοκρασία τήξης είναι ανάλογη του ποσοστού περιεκτικότητάς των στο κράμα. Αυτό για το λόγο ότι, η θερμοκρασιακή ασυμβατότητα στην οποία καταλύει ο κασσίτερος, σε σχέση με τον μόλυβδο του κράματος ο οποίος θα προσέβαλε τα μολύβδινα τοιχώματα της μήτρας. Συγκεκριμένα, το αντιμόνιο ως αμέταλλο «επαμφοτερίζον» χημικό στοιχείο, δηλαδή, στοιχείο με μεταλλικές ιδιότητες, είναι απαραίτητο για τη σκληρυντική του ιδιότητα σε ενώσεις του με ελαφρά μέταλλα και ιδιαίτερα στην ανάμειξή του με τον κασσίτερου καθώς δίνει το πλέον σκληρό κράμα, όπως αυτό των στοιχείων. Ο κασσίτερος χρησιμοποιείται για το λόγο ότι, ο μόλυβδος ως μεμονωμένο στοιχείο οξειδώνεται ταχύτατα και ένα κράμα στη μεμονωμένη σχέση 99 Graphic Notes:

111 μόλυβδου και αντιμονίου χωρίς τον κασσίτερο, αφενός θα κατέστρεφε τα μολύβδινα εκμαγεία της μήτρας, αφετέρου, δεν θα είχε ικανή αντοχή σε ό,τι αφορά στη φθορά των στοιχείων η οποία θα προκαλούσε κακέκτυπα τυπογραφικά προϊόντα και ασφαλώς θα απαιτούσε συχνές χυτεύσεις αντικατάστασης των στοιχείων. Οπότε, η κατάταξη των χημικών στοιχείων (μετάλλων) ως προς το βαθμό «σκληρότητας» σχετικά με την αντίσταση του υλικού-«πατρότυπο» (χαλκός), στην διείσδυση του υλικού-«πατρότυπο» (χάλυβας) και της επιθυμητής ανθεκτικότητας της μήτρας (καθαρός μόλυβδος) έναντι του κράματος (μόλυβδος-κασσίτερος-αντιμόνιο), διατυπώνεται ενδεικτικά στις ακόλουθες σχέσεις ανισότητας, οι οποίες αφορούν στην πυκνότητα, στην σκληρότητα των μετάλλων, στη φυσική τους κατάσταση και με τα σημεία τήξης του καθενός. Σχέση Πυκνότητας: Μόλυβδος 11,34>Χαλκός 8,94>Σίδηρος (χάλυβας) 7.85 > Κασσίτερος 7,29 > Αντιμόνιο 6,68 Σχέση Σκληρότητας: Σίδηρος (χάλυβας) > Χαλκός > Κασσίτερος> Μόλυβδος και Αντιμόνιο ως αμέταλλο Σχέση Τήξης μετάλλων: Σίδηρος (χάλυβας) 1535 C Χαλκός > 1084,6 C > Μόλυβδος 327,5 C > Αντιμόνιο 630 C > Κασσίτερος 231,9 C Σχέση Tήξης (Μήτρας Κράματος): Μήτρα 100% Μόλυβδος 1084,6 C > Κράμα 280 C 78% Μόλυβδος 327,5 C > 14-18% Κασσίτερος 231,9 C > 4-8% Αντιμόνιο 630 C περίπου και στην κατ αναλογία ποσοστιαία σχέση περιεκτικότητας των αναμειγνυόμενων μετάλλων στο κράμα, ως τον βαθμό τήξης καθενός. Η ανάμειξη των σχετικών μετάλλων προαπαιτεί την μεμονωμένη τήξη τους και στις ανάλογες θερμοκρασίες, γεγονός το οποίο καθιστούσε την διαδικασία παραγωγής του κράματος ιδιαιτέρως προσεκτική ως προς το χειρισμό των μέσων τήξης και χύτευσης και μέσα στα περιορισμένα πλαίσια ενός τυπικού εργαστηρίου, δεδομένης και της απόλυτης μυστικότητας την οποία υπαγόρευε η περί «μυστικών σχεδίων» διαδικασία ενός οιονεί εφευρήματος του Ι.Γ.,. Η διαδικασία αυτή, καθίστατο επικίνδυνη τεχνικά, αλλά και από πλευράς μέτρων προστασίας, δεδομένου ότι το αντιμόνιο είναι άκρως τοξικό στοιχείο. Οπότε, απαιτούνταν προσοχή κατά τη διάρκεια χύτευσης των μετάλλων στο καλούπι γένεσης των στοιχείων, καθώς η γωνία θέσης πλήρωσης της μήτρας στην οποία γίνεται η μετάγγιση του μετάλλου επηρεάζει το σχήμα του τυπογραφικού στοιχείου, το οποίο διαμορφώνεται ως προϊόν σε μία διεργασία αλλαγής φάσεων της φυσικής κατάστασης των υλικών σωμάτων, σε σχέση με την αρχική και με την εντέλει εξισορροπούμενη θερμότητα την οποία λαμβάνει

112 α) Σίδηρος (πρότυπο «πατρότυπο») Το χημικό στοιχείο Σίδηρος, στην Αγγλική iron και στη Λατινική ferrum είναι μέταλλο με ατομικό βάρος 55,847 και πυκνότητα 7.850g/ml. (χάλυβας), με θερμοκρασία τήξης 1535 C, με θερμοκρασία βρασμού 2750 C και ήταν γνωστό από την προϊστορική εποχή. Όμως, επειδή κάποια κράματα χαλκού τήκονται σε χαμηλότερη θερμοκρασία, ήταν από τα πρώτα μέταλλα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν. Ο καθαρός σίδηρος είναι μαλακός, μαλακότερος και από το αλουμίνιο, αλλά είναι αδύνατο να εξαχθεί κατά τη διεργασία της ερυθροπύρωσης. Το υλικό σκληραίνει σημαντικά κατά διάρκεια της διεργασίας αυτής, απορροφώντας τις διάφορες προσμίξεις, όπως ο άνθρακας και έτσι παράγεται ο χάλυβας (steel ή «ατσάλι» από το Λατινικό acciaio και ο οποίος μπορεί να είναι μέχρι φορές σκληρότερος από τον καθαρό μεταλλικό σίδηρο. Η ιστορία του χάλυβα ξεκινά γύρω στο 1000 π.χ., όταν μεταλλουργοί της εποχής εκείνης άρχισαν να παράγουν χάλυβα συστηματικά με την ενανθράκωση του σπογγώδους σιδήρου. β) Χαλκός (ανάτυπο, αντίγραφο του «πατρότυπου») Το χημικό στοιχείο Χαλκός στη Λατινική Cuprum (Κύπρος) είναι δύστηκτο μέταλλο με ατομικό βάρος 63,57 και πυκνότητα 8,94 g/ml. Η θερμοκρασία τήξης είναι οι 1084,6 C και η θερμοκρασία βρασμού οι 2567 C και με χημικό σύμβολό Cu. Ως μέταλλο ήταν γνωστό ήδη από το π.χ. με συστηματική εξόρυξη ορυκτών χαλκού. Σύμβολο, από τη λατινική ονομασία "cuprus", προερχόμενη από την ονομασία της νήσου Κύπρου, η οποία υπήρξε κύρια πηγή ορυκτών χαλκού στην αρχαιότητα. Σχετικά μαλακό, ελατό και όλκιμο μέταλλο με ερυθρή απόχρωση, ο καλύτερος αγωγός του ηλεκτρισμού μετά τον άργυρο. Κατά την αρχαιότητα χρησιμοποιούταν κυρίως ως κράμα με τον ψευδάργυρο (ορείχαλκος) και τον κασσίτερο (μπρούντζος). Βασικές εφαρμογές του χαλκού αποτελούν οι ηλεκτρικοί αγωγοί, υδραυλικές σωληνώσεις, ποικιλίες κραμάτων και νομίσματα. γ) Αντιμόνιο (σκληρυντής κράματος) Η ονομασία του είναι ελληνικής προέλευσης "αντί"+ "μόνος", δηλαδή "ποτέ μόνος" και ο συμβολισμός του προέρχεται από τη Λατινική ονομασία: "stibium". Έχει ατομικό βάρος 121,75 πυκνότητα 6,68 g/ml., ενώ τήκεται στους 630ο C. Ως στοιχείο, είναι γνωστό από την αρχαιότητα και ως προϊόν ανάγεται από τον ορυκτό αντιμονίτη (Sb 2S 3) ενώ αρχικά είχε θεωρηθεί ως ένα είδος μολύβδου. Ο αντιμονίτης συναντάται ως το πιο άφθονο ορυκτό το οποίο περιέχει αντιμόνιο, από όπου γίνεται η παραλαβή του στοιχείου. Πρόκειται για «αυτοφυές» στοιχείο κρυσταλλικών σχηματισμών με χαμηλή ηλεκτρική και θερμική αγωγιμότητα. Ως μεταλλοειδές, μεταβάλλει την όψη και κάποιες από τις φυσικές ιδιότητες των μετάλλων, αλλά δεν αντιδρά χημικά με αυτά. Συγκεκριμένα. ο αντιμονίτης πυρώνεται για να παράγει οξείδιο του αντιμονίου, το οποίο με τη σειρά ανάγεται με άλας και λεπτά διαμελισμένο σίδηρο ή άνθρακα. Είναι στοιχείο σταθερό στον αέρα και δεν προσβάλλεται

113 από αραιά οξέα και βάσεις. Τόσο το αντιμόνιο όσο και οι ενώσεις του, είναι εξίσου τοξικές, αν και πολλές χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς. Η χρόνια δηλητηρίαση από αντιμόνιο ήταν η επαγγελματική νόσος των τυπογράφων και σε αυτό αποδίδονταν οι θηλυγονίες στις οικογένειες των τυπογράφων. Χρησιμοποιείται ως σημαντικό συστατικό πολλών μεταλλικών κραμάτων με βάση τον μόλυβδο και τον κασσίτερο, στα οποία προσδίδει σκληρότητα και μηχανική αντοχή. Με απαρχή χρήσης στην τυπογραφική «τεχνική» Ι.Γ., το αντιμόνιο υπήρξε επί αιώνες το βασικό συστατικό στοιχείο για την κατασκευή κράματος τυπογραφικών στοιχείων στην ακόλουθη αναλογία ανάμειξης: 55% Pb + 30% Sb + 15% Sn. δ) Μόλυβδος (συστατικό κράματος) Το χημικό στοιχείο Μόλυβδος, στη Λατινική Plumbum, έχει ατομικό βάρος 207,2 και πυκνότητα 11,34g/ml. Η θερμοκρασία τήξης είναι οι 327,5 C και η θερμοκρασία βρασμού 1740 C και με χημικό σύμβολο Pb. Ο μόλυβδος αν εκτεθεί στην φύση και έρθει σε επαφή με τον άνθρωπο, μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε νεφρά, συκώτι, αίμα, δερματίτιδες/αλλεργίες, βλάβη σε πνεύμονες/μόνιμα αναπνευστικά προβλήματα και καρκινογενέσεις. Όταν κόβεται, έχει κυανόλευκο χρώμα, ενώ εξασθενεί σε γκρι όταν βρίσκεται στον αέρα και σε γυαλιστερό ασημί σε υγρό. Ο μόλυβδος γνωστός από την αρχαιότητα, εξάγεται από τον γαληνίτη και χρησιμοποιείται σε μονώσεις, μπαταρίες αυτοκινήτων, ηλεκτρικούς και ηλεκτρονικούς εξοπλισμούς, σε διάφορα κράματα. Θεωρείται αξιόλογο προστατευτικό στην ραδιενέργεια και λόγω της ανθεκτικότητας στη διάβρωση, χρησιμοποιείται στην οικοδόμηση κτιρίων. ε) Κασσίτερος (συστατικό κράματος) Το χημικό στοιχείο Κασσίτερος (Sn), στη Λατινική Stannum, είναι ένα μαλακό αργυρόχρωμο μέταλλο με ατομικό βάρος 118,69 και πυκνότητα 7,29g/ml. Η θερμοκρασία τήξης είναι 231,9 C και η θερμοκρασία βρασμού 2270 C. Το κύριο μετάλλευμα κασσίτερου είναι ο κασσιτερίτης και βρίσκεται σε χρήση από το 3500 π.χ., καθώς παραγόταν στις «Κασσιτερίδες Νήσους» με κύρια χρήση κατά την αρχαιότητα για την κατασκευή «κρατερώματος» (μπρούτζος) ο οποίος αποτελεί κράμα κασσίτερου με χαλκό. Αργότερα, εξ εξαιτίας της αδράνειάς του στο νερό και στο οξυγόνο, χρησιμοποιήθηκε για επικαλύψεις άλλων μετάλλων, με την επικασσιτέρωση. Βασικές εφαρμογές του τα εύτηκτα κράματα, οι επιμεταλλώσεις, οι οργανοκασσιτερικές ενώσεις όπως σταθεροποιητικά πρόσθετα πολυμερών. στ) Ορείχαλκος Ο Ορείχαλκος είναι ένα κράμα χαλκού και ψευδαργύρου του οποίου η συνήθης περιεκτικότητα σε ψευδάργυρο κυμαίνεται από 30% - 45% ( Zn < 35%). Αναλόγως με την χρήση για την οποία προορίζονται, προστίθενται στα κράματα ορειχάλκου μικροποσότητες άλλων μετάλλων όπως κασσίτερος, ή μαγγάνιο, ή μόλυβδος κ.λ.π.. Το καθένα από αυτά τα κράματα αποκτά κάποια επιθυμητή ιδιότητα όπως π.χ. τα μολυβδούχα κράματα ορειχάλκου έχουν καλύτερη ροή κατά την χύτευση. Ο ορείχαλκος μοιάζει στην εμφάνιση και στις

114 ιδιότητες με τον μπρούτζο, και συχνά συγχέεται με αυτόν. Ο ορείχαλκος χρησιμοποιήθηκε στην μεταλλουργία ήδη από το 3500 π.χ, για την κατασκευή όπλων, εργαλείων και διακοσμητικών αντικειμένων. ζ) Μάρμαρο Το μάρμαρο είναι πέτρωμα αποτελούμενο κατά το μέγιστο ποσοστό του από ασβεστίτη και αποτελεί προϊόν ανακρυστάλλωσης ασβεστολίθων. Η λέξη ετυμολογείται από την αρχαιοελληνική «μάρμαρος», δηλαδή «λαμπερός λίθος». Η σκληρότητά του είναι 3-4, ανάλογα με τη σύνθεσή του και η θραύση του ακανόνιστη, ενώ το ειδικό βάρος του ποικίλλει από 1,8-2,85 περίπου. Το μάρμαρο έχει τη χημική σύνθεση του ανθρακικού ασβεστίου ή ασβεστίτη ασβεστίτη CaCO 3 ή του δολομίτη CaMg (CO 3) 2 ή και συνδυασμό των δύο ορυκτών. Ο καθαρός ασβεστίτης είναι λευκός, αλλά ορυκτές προσμίξεις προσθέτουν χρώμα σε τυχαία πρότυπα. η) Δρυς (ξύλινα μέρη πιεστηρίου) Η βελανιδιά, επιστημονικά Δρυς Quercus, είναι γένος φυτών της οικογένειας των Φηγοειδών Fagaceae με 531 αυτοφυή είδη του βόρειου ημισφαίριου της γης. Είναι το κατ εξοχήν βαρύ και σκληρό ξύλο οποίο δεν σαπίζει εύκολα, με πυκνότητα 0,65 έναντι της πεύκης. Χρησιμοποιείται στην οικοδομική, ναυπηγική, επιπλοποιία και στην κατασκευή σανίδων, δοκαριών. Αρχικά και σε πολλά πιεστήρια, είτε πρόκειται για πιεστήρια στο πρότυπο του Ι.Γ., είτε για εξελιγμένα και ιδιαίτερα στα «βαρέως τύπου», αρκετά κατασκευάστηκαν από ξύλο λεύκας, πεύκης, ελάτης και με ογκώδη διαμετρήματα πάχους ορθοστατών, πελμάτων και άλλων μερών για στατικούς λόγους, ωστόσο όμως στα «ελαφρού» τύπου πιεστήρια γίνεται χρήση της δρυός λόγω των βασικών ιδιοτήτων της οι οποίες αφορούν στο βάρος της και στην ανθεκτικότητα Η σύσταση του μελανιού Το μελάνι αποτελείται από ένα χρωστικό παράγοντα, έναν φορέα, έναν διαλύτη ο οποίος το διατηρεί ρευστό μέχρι να βγει από την κεφαλή εκτύπωσης, και διάφορους χημικούς σταθεροποιητές. Ο χρωστικός παράγοντας μπορεί να είναι μία βαφή ή μία χρωστική, άσχετα από το χρώμα. Η διαφορά είναι ότι η βαφή είναι χημικό διάλυμα και η χρωστική είναι ένα μεταλλικό οξείδιο, τριμμένο σε εξαιρετικά λεπτούς κόκκους και τοποθετημένο σε μία χημική σύνθεση και τα οποία κατόπιν αναμιγνύονται σε ένα δοχείο. Κατά το μεσαίωνα, δύο είδη μελανιού χρησιμοποιούνταν, το μελάνι από άνθρακα το οποίο ήταν ένα μίγμα άνθρακα «νερού και κόμμιου» και το μελάνι από όζο σιδήρου το οποίο παράγονταν από όζους βελανιδιάς. Το μελάνι από άνθρακα εμφανίστηκε γύρω στο π.χ., ενώ το μελάνι από όζο σιδήρου χρησιμοποιήθηκε από τον 3 ο αιώνα μ.χ. και σε εξειδικευμένες χρήσεις από ιδιαίτερες προσωπικότητες των τεχνών, όπως οι Leonardo da Vinci, Johann Sebastian Bach, Rembrandt van Rijn και Vincent van Gogh

115 Η αντίδραση, η οποία δίνει την χρωστική του μελανιού δεν ήταν γνωστή στον αρχαίο κόσμο για την παραγωγή της και έγινε γνωστή περί το 1 ο μ.χ. αιώνα. Συγχρόνως έγινε γνωστός και ο τρόπος διάκρισης του «πρασίνου» επιχρίσματος της οξείδωσης του χαλκού Cu(CH 3COO) 2.2Cu(OH), ο οποίος χρησιμοποιούνταν στην κατεργασία των δερμάτων, έναντι της φθηνότερης καραμπογιάς FeSO 4.7H 2O, με την οποία νοθευόταν: «Η απάτη μπορεί να αποκαλυφθεί χρησιμοποιώντας ένα φύλλο πάπυρου βουτηγμένο σε υγρό από όζο καρυδιάς: γίνεται κατευθείαν μαύρο όταν εφαρμόζεται η νοθευμένη πρασινάδα χαλκού». 100 Και παρά το γεγονός ότι, αυτή η αλλαγή κατά την πράξη της νοθείας ήταν ορατή, δεν γίνονταν όμως και κατανοητή. Ωστόσο όμως, γνωρίζουμε πλέον ότι, αυτό το αρχαίο πείραμα στηρίζεται στην αντίδραση η οποία λαμβάνει χώραν ανάμεσα στο κατιόν του σιδήρου ΙΙ και στο γαλλοτανικό οξύ, το οποίο υπάρχει στη «ρίζα» του παρασκευάσματος του μελανιού από τον όζο του σιδήρου Η δομή του χαρτιού Το χαρτί αποτελείται από ίνες κυτταρίνης δέντρων ή άλλα παρόμοια υλικά και συνεπώς αποτελείται από 5% νερό, διαφορετικά χωρίς νερό θα ήταν τόσο εύθρυπτο όσο και ένα φθινοπωρινό φύλλο. Κατά τη διαδικασία της κατασκευής του χαρτιού, οι ίνες σχηματίζουν ένα πλέγμα σε αναλογία 60:40 με το 60 % των ινών να κινείται προς μία κατεύθυνση και το υπόλοιπο 40% να σχηματίζει ορθή γωνία με τις άλλες ίνες. Το χαρτί υπόκειται σε χημική επεξεργασία και τελειοποιείται ανάλογα με την τελική του χρήση, όπως για παράδειγμα το χαρτί εφημερίδας το οποίο είναι πολύ τραχύ, σε αντίθεση με το χαρτί αλληλογραφίας το οποίο είναι χαρτί υψηλού «βαθμού ποιότητας» και με πολλά χημικά πρόσθετα. Ο «βαθμός ποιότητας» του χαρτιού καθορίζεται από το ποσοστό της περιεχόμενης κυτταρίνης και όσο αυξάνει το ποσοστό της περιεχόμενης κυταρίνης στη μάζα του χαρτιού τόσο αυξάνει και ο βαθμός ποιότητας Η σχέση «μελάνι και χαρτί» Το μελάνι με βάση βαφής, εμποτίζεται στις ίνες κυτταρίνης, δίνοντας ένα πλουσιότερο χρώμα και μία πιο ευρεία κλίμακα χρωμάτων. Το μειονέκτημα είναι ότι η απόλυτη οξύτητα, δηλαδή, η καθαρότητα δεν είναι εφικτή. Το μελάνι με βάση χρωστικής έχει τελείως διαφορετική συμπεριφορά, για το λόγο ότι, καθώς το μελάνι προβάλλεται στο χαρτί, ο μεταφορέας εξατμίζεται και η χρωστική προσκολλάται στις ίνες του χαρτιού. Αυτό καταλήγει σε μία καθαρή εικόνα, αλλά το χρώμα δεν έχει την ίδια απορρόφηση με τα μελάνια τα οποία έχουν βάση βαφής. Διαφορετικοί βαθμοί ποιότητας χαρτιού θα δώσουν διαφορετικά αποτελέσματα για τον ίδιο τύπο μελανιού. Υπάρχουν ειδικά φωτογραφικά χαρτιά τα οποία δίνουν το σωστό αποτέλεσμα μόνο όταν συνδυαστούν με ένα συγκεκριμένο 100 Μελάνι μοναχών : συνδέοντας τη χημεία με την ιστορία,

116 μελάνι. Το μελάνι έχει ένα διαλυτικό το οποίο χαράζει το χαρτί και η χρωστική γεμίζει τη χαραγμένη περιοχή. Το χαρτί το οποίο μένει εκτεθειμένο σε υψηλή υγρασία απορροφά την υγρασία και μεταβάλλει την περιεκτικότητά του σε νερό. Αυτό μπορεί να έχει δυσμενή επίδραση στον τρόπο απορρόφησης του μελανιού από το χαρτί και να οδηγήσει σε χρωματοροή. Συχνά κατηγορείται το μελάνι ενώ στην πραγματικότητα το πρόβλημα βρίσκεται στην υγρασία του χαρτιού Τεχνικές σύνδεσης ξύλινων μερών Για τη σύνδεση των ξύλινων μερών (τεμαχίων) του πιεστηρίου γίνεται χρήση των κλασικών μεθόδων και τεχνικών και εν μέρει εναλλακτικών, οι οποίες επιλέχθηκαν με απόλυτη σκοπιμότητα προκειμένου να συναρμόσουν λειτουργικά και με διαφορετικούς τρόπους σύνδεσης κατά περίπτωση, δηλαδή, τα σταθερά ακίνητα μέρη, σε σχέση με τα κινητά μέρη τα οποία είναι φορείς ή οδηγοί εργαλειομηχανισμών. Οι συνδέσεις (μόρσα) αφορούν στην διαμόρφωση των κατάλληλων εσοχών, προεξοχών και εγκοπών, οι οποίες διαμορφώνονται καταλλήλως στα άκρα των ξύλων κατά τρόπο ώστε να καθίσταται σταθερή και ανθεκτική η σύνδεση ή η σύζευξή τους. Και αυτό, σε σχέση με τη μεταφορά των αναμενόμενων φορτίων στα επιμέρους φέροντα μέλη του σώματος και τα οποία πρόκειται να καταπονήσουν το σύνολο του σώματος μίας ξύλινης αρθρωτής κατασκευής, έτσι ώστε, οι όποιες τάσεις εξασθένησης ή χαλάρωσης των συνδέσεων να κλειδώνουν αποτελεσματικά. Στην περίπτωση των σταθερών συνδέσεων του πιεστηρίου και για μεγαλύτερη ασφάλεια, οι συνδέσεις ενισχύονται με κρυφές καβίλιες, δεδομένου ότι σε μερικά σημεία και συγκεκριμένα στη εφαρμογή των τροχιόδρομων σιαγόνων και των ελασμάτων εξάρτησης των ιμάντων χρησιμοποιούνται ατέρμονες (κοινές βίδες), ωστόσο όμως πουθενά κόλλα (στα πρότυπα του 16 ου - 18 ου αιώνα), εκτός των περιπτώσεων σύγχρονων ανακατασκευών, όπως π.χ., εκείνη των Χανίων, όπου γίνεται χρήση κόλλας για το λόγο ότι δεν υπήρχαν στην αγορά τα επιθυμητά πάχη με αποτέλεσμα τα μεγάλα πάχη να γίνουν «πρεσαριστά» από δύο πλάκες ξύλου. Οι βασικές και απαραίτητες τεχνικές σύνδεσης οι οποίες χρησιμοποιούνται από τον μεσαιωνικό τεχνίτη διαφέρουν ελάχιστα και ως προς τα μέσα επεξεργασίας από τις σημερινές και οι οποίες είναι οι εξής: 101 Μισοχαρακτός σύνδεσμος μίας χελιδονοουράς και λοξά μέτωπα ολίσθησης στη σύζευξη ορθοστατών και άνω κινητού ζευκτού φορέα εξάρτησης του πιεστικού συστήματος, καθώς και σύνδεσμοι δοντιών τύπου χελιδονοουράς πολλαπλών μόρσων στη σύνδεση του τελάρου της Τυπογραφικής Τράπεζας. 101 Μιχάλης Σκαρβέλης, ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΞΥΛΙΝΩΝ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ

117 Ξεπεραστός τακαριστός (σφήνα), με τάκο σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου στη σύζευξη ορθοστατών και μέσου διαιρούμενου ζευκτού φορέα του «ποτηριού» Πιεστικού Συστήματος. Μορσαριστός γωνιακός διπλής και τριπλής σύνδεσης (προεξοχών και εγκοπών) στη σύζευξη ορθοστατών στο κάτω σταθερό ζευκτό φορέα της πλατφόρμας οδήγησης της Τυπογραφικής Τράπεζας, στη σύνδεση των πελμάτων, του καγκελωτού και άλλων επιμέρους σημείων. Σύνδεση πλάτους με καβίλιες διαπεραστές οι οποίες έχουν ρόλο ενισχυτικό (κουμπώματος) στις υπάρχουσες μορσαριστές συνδέσεις. (βλ.σ. 231/Φ59α) 10. Ιωάννης Γουτεμβέργιος ο «πατέρας» της μηχανικής τυπογραφίας Βιογραφικά στοιχεία Η καταγωγή του Γουτεμβέργιου Ο γερμανικής εθνικότητας Johannes Gensfleisch zur Laden zum Gutenberg («Γιοχάνες Γκένσφλάις Τσορ Λαντς Τσομ Γκουτενμπέαρκ») ή απλούστερα Geinsfiesche von Soulgelock και εξελληνισμένα «Ιωάννης Γουτεμβέργιος» υπήρξε τεχνίτης και εφευρέτης ορόσημο στην δια των κινητών μεταλλικών στοιχείων απαρχή τυπογραφική τεχνική της χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας στο δυτικό κόσμο. Ο «Γιοχάνες» (Ιωάννης) ήταν ο νεότερος γιος του Friele Gensfleis (Φρίλε Γκένσφλάις) από τη δεύτερη συζυγό του Elsa Wilse (Έλσα Βίλσε) ο οποίος κατάγονταν από την πόλη Mainz (Μάιντς) ή Mayence 102 και εξελληνισμένη ως «Μαγεντία». Το επώνυμο Gutenberg αποτελεί σύνθεση του επιθέτου guten το οποίο σημαίνει «καλό» και του ουσιαστικού berg το οποίο σημαίνει «βουνό», δηλαδή, Gutenberg («Καλό-βουνό») το οποίο είναι το επώνυμο της μητέρας του και ομώνυμο της καταγωγής από την πόλη «Gutenbergstadt». Σύμφωνα με τον ιστορικό Heinrich Wallau 103, τα έτερα συνθετικά του επώνυμου του, zur Laden και Gensfleisch, το πρώτο αφορά στο ανέκαθεν πατρώο επώνυμο και το δεύτερο στου «Οίκου» του οποίου τους αποδόθηκε, καθώς οι οικογένειες των πατρικίων της πόλης του Μάιντς συχνά έφεραν τα ονόματα των «Οίκων» τους οποίους αποκτούσαν, ενώ το μητρώο επώνυμο zu Gutenberg φέρεται να προσαρτήθηκε για πρώτη φορά μετά το έτος Ο πολίτης «Φρίλε Γκένσφλάις» ή «Λάντεν», ήταν μέλος μία ανώτερης κοινωνικής 102 ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ., Τόμος 8 ΑΘΗΝΑ «ΦΟΙΝΙΞ» [19 ]: «Κατήγετο εξ ευγενών, το δε πατρικόν του επώνυμον ήτo Geinsfiesche von Soulgelock, αλλ έμεινεν γνωστός με το επώνυμον Gutenbeg της μητρικής του οικογένειας το οποίον είχεν λάβει δια κληρονομικούς λόγους.» 103 Die Faksimilierung der Stein-Inschriften des Mainzer Museums 1900, und Gutenberg, Techniker und Künstler, 1905.,

118 τάξης των πατρικίων, χρυσοχόος, έμπορος υφασμάτων, ενώ η σύζυγός του και μητέρα του Ιωάννη μητέρα του «Έλσα Βίλσε Γκούτενμπεργκ» ήταν θυγατέρα ενός πλούσιου καταστηματάρχη. Από κάποιους λογαριασμούς φαίνεται ότι ο Friele ήταν ο επίσημος χρυσοχόος και προμηθευτής του επίσκοπου στο Μάιντς και ότι κατά πάσα πιθανότητα να ασχολήθηκε και με το εμπόριο υφασμάτων. Επίσης ο ιστορικός John Lienhard αναφέρει ότι, ο Ι.Γ., μεγάλωσε μέσα στα μυστικά της επεξεργασίας του χρυσού αποκτώντας παράλληλα και άριστες γνώσεις σχετικά με το εμπόριο των προϊόντων της χρυσοχοΐας. Ο Heinrich Wallau προσθέτει επίσης ότι, η οικογένεια του Ι.Γ., είχε την αποκλειστικότητα παροχής υπηρεσιών στην Επισκοπή και με αυτή την ιδιότητα η οποία αύξανε τις απαιτήσεις για την ποιότητα των προϊόντων απέκτησαν αναμφίβολα σημαντική γνώση και τεχνική ικανότητα κατά την επεξεργασία μετάλλων Ο τόπος γέννησης του Γουτεμβέργιου Το έτος 1411 σημειώθηκε μία εξέγερση σκληρής διαμάχης μεταξύ των πατρικίων και των συντεχνιών της πόλης με τη λήξη της οποίας πλέον των εκατό οικογενειών αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν το Μάιντς ως εξόριστοι. Πιστεύεται ότι μεταξύ των μεταστάντων οικογενειών ήταν και η οικογένεια Gutenbergs η οποία είχε ως προορισμό μετεγκατάστασης την πόλη Eltville am Rhein (Alta Villa) ή «Gutenbergstadt», όπου η μητέρα του είχε κληρονομήσει μία αρκετά μεγάλη περιουσία. Σύμφωνα με τον ιστορικό Heinrich Wallau, φέρονται να μετανάστευσαν για πολιτικούς λόγους και να εγκαταστάθηκαν στην πόλη του Στρασβούργου όπου η οικογένεια είχε διασυνδέσεις και ενδεχομένως σημαντικές. Επίσης αναφέρει ότι, ο Ι.Γ., κατά τα νεανικά του χρόνια δεν βρίσκονταν στο Μάιτνς («Mainz»), δηλαδή μετά το έτος 1430, το οποίο σημαίνει ότι η οικογένεια εγκατέλειψε το Μάιντς πριν από το 1430 με πιθανότερη χρονολογία το έτος Σύμφωνα προς αυτά ο Johannes ή Heinne Ι.Γ., φέρεται να γεννήθηκε στην πόλης Μάιντς (Μαγεντία) μεταξύ των ετών 1397 και 1400, καθόσον δεν υπάρχει σχετικό έγγραφο το οποίο να πιστοποιεί ακριβώς την χρονολογία γέννησης και να μετοίκησε οικογενειακά στο Στρασβούργο το έτος Η εκπαίδευση και η παιδεία του Γουτεμβέργιου Ως γιος ενός πλούσιου χρυσοχόου και πατρικίου, θα ήταν πρέπον για την κοινωνική του προέλευση ώστε να φοιτήσει στοιχειωδώς σε ένα Λατινικό σχολείο της εποχής. Πράγματι, φέρεται να σπούδασε στο λατινικό σχολείο της μονής Αγίου Βίκτωρος του Μάιντς, με την οποία Μονή η οικογένειά του φέρεται να διατηρούσε στενές σχέσεις, ενώ αργότερα ο ίδιος ο Ι.Γ., προσχώρησε στην Αδελφότητα του Αγίου Βίκτωρος ως μέλος, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι επισκέπτονταν πολύ συχνά το εκπαιδευτικό περιβάλλον της. Βασικά θεωρείται ότι κατάκτησε πανεπιστημιακή μόρφωση, ωστόσο όμως τον έλκυσαν τα πατροπαράδοτα 104 Johannes Gutenberg (1394/ ).,

119 τεχνικά επαγγέλματα και ενδεχόμενα να εντρύφησε θεωρητικά σε ιδιαίτερες γνωστικές περιοχές μέσω των οποίων θα κάλυπτε «βιβλιογραφικά» καθετί το οποίο είχε σχέση με τον προσανατολισμό του ενδιαφέροντός του στις αναζητούμενες τυπογραφικές τεχνικές. Ο ιστορικός Heinrich Wallau κάνει αναφορά σε μία έγγραφη διατύπωση (καταγραφή) η οποία εμφανίζει τον Ι.Γ., ως σπουδαστή στο Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης ( Erfurt ) από το καλοκαίρι του έτους 1418 με όνομα εγγραφής «Johannes de Altavilla», δηλαδή, η απόδοση της πόλης Eltville am Rhein στη Λατινική. Το ερώτημα όμως είναι αν αυτό το γεγονός αφορά στον Ι.Γ.,. Ωστόσο όμως, το βασικό έγγραφο είναι εκείνο το οποίο αναφέρεται ονομαστικά στον σπουδαστή Ι.Γ., και το οποίο χρονολογείται από το έτος Σε μία σχετική υπομνηστική έκθεση, μετά το θάνατο του Friele Gensfleisch, φέρεται να τακτοποιεί κληρονομικές διαφορές με τα αδέλφια του και μία ετεροθαλή αδερφή του. Από το γεγονός αυτό προκύπτει ότι, ο Ι.Γ., ήταν πλέον των δεκατεσσάρων (14) ετών, καθώς δεν χρειάστηκε να εκπροσωπηθεί από κάποιον κηδεμόνα, δηλαδή σε ηλικία 18 έως 20, το οποίο σημαίνει ότι είχε συμπληρώσει τη βασική του εκπαίδευση. Εντέλει και για την εκπαίδευσή του το μόνο ασφαλές το οποίο προκύπτει είναι ότι, παρακολούθησε κάποια μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης ενώ αργότερα και κατά το έτος 1434 τον συναντάμε στο Στρασβούργο, όπου και ασχολείται πλέον με την άγνωστη «νέα τέχνη» σε ένα διακριτικό επιτήδευμα το οποίο διατυπώνονταν στην επωνυμία «εκτυπωτικές επιχειρήσεις σχετικές με τη μεταλλουργία» Οι πρώτες επαγγελματικές ενασχολήσεις και εμπειρίες Ο Ι.Γ., ήταν ένα «μείγμα» επιχειρηματικού μυαλού, ανθρώπου ο οποίος συνδύαζε τεχνικές γνώσεις και γενική παιδεία ανάλογη της εποχής του. Ως καθημερινός άνθρωπος υπήρξε ανήσυχο πνεύμα με ιδιαίτερη τόλμη και θέληση να διερευνήσει τον τεχνολογικό κόσμο και να δοκιμάσει τις τεχνογνωσιακές του δυνατότητες δραστηριοποιούμενος συστηματικά στην οικογενειακή επιχείρηση. Εκείνη την εποχή οι συγκυρίες ήταν απολύτως ευνοϊκές και οποιοσδήποτε θα μπορούσε να επινοήσει έναν ευφυή εργαλειομηχανισμό για την μαζική αναπαραγωγή εντύπων, τότε ασφαλώς θα «έκανε την τύχη του». Ο ανήσυχος και εντέλει ευρηματικός Ι.Γ., μεγαλώνοντας στην καρδιά των γερμανικών οινοποιείων, έτυχε μίας εξαιρετικής έμπνευσης η οποία τον οδήγησε ώστε να χρησιμοποιήσει το πιεστήριο των σταφυλιών ως πρότυπο για το μετέπειτα τυπογραφικό πιεστήριο της τυπογραφικής «τεχνικής» του. Ο Ι.Γ., φαίνεται να σύχναζε στα οινοποιεία της Ρηνανίας, γεγονός το οποίο μαρτυρεί ότι, από πολύ νωρίς είχε προσανατολίσει το ενδιαφέρον του στις υπάρχουσες τυπογραφικές μεθόδους και τεχνικές, ώστε να εξετάζει τα υπάρχοντα πιεστικά συστήματα «πατητήρια» και ενώ δεν επρόκειτο για «σπέσιαλ οινοπότη», φέρεται να συμμετάσχει σε πλειστηριασμό παλαιωμένου οίνου τον οποίο και απόκτησε καταβάλλοντας ένα καθόλου 105 Johannes Gutenberg.,

120 ευκαταφρόνητο χρηματικό ποσό. Το μονοσήμαντο ενδιαφέρον του όμως, ώστε να εστιάζει στα πιεστήρια και στην ιδέα της μετατροπής ενός τυπικού πιεστηρίου οινοποιείων σε τυπογραφικό πιεστήριο ακριβείας, ήταν οπωσδήποτε ένα κολοσσιαίο διανοητικό εγχείρημα το οποίο θα διαρκούσε χρόνια και το ίδιο ως εγχείρημα θα αποστράγγιζε οικονομικά τον Ι.Γ.,. Οι μαρτυρίες συντείνουν ώστε ο Ι.Γ., να έζησε στο Μάιντς μέχρι το έτος 1428 όπου και με την ενηλικίωση του άσκησε το πατρικό επάγγελμα. Στο επάγγελμα των χρυσοχόων μυήθηκε από τα νεανικά χρόνια και φαίνεται να εξειδικεύτηκε στην επεξεργασία των μετάλλων, στη δημιουργία κραμάτων, στο χάραγμα σφραγίδων και στην κατασκευή πήλινων καλουπιών για την παραγωγή κοσμημάτων και νομισμάτων. Δεύτερος επαγγελματικός σταθμός το Στρασβούργο και σύμφωνα με στοιχεία τα οποία προκύπτουν από τις διατυπωμένες σχέσεις του με τις συντεχνίες του Στρασβούργου, φαίνεται να διέμεινε εκεί για μία δεκαετία περίπου μεταξύ των ετών 1434 έως 1444, δηλαδή σε μία ηλικία απολύτως ώριμη για την ανάληψη της οιασδήποτε δημιουργικής επαγγελματικής δραστηριότητας. Για την περίοδο αυτή τίποτα δεν είναι απολύτως σαφές σχετικά με την επαγγελματική ζωή του Ι.Γ., ωστόσο και από επιστολή του η οποία χρονολογείται περί τον Μάρτιο του έτους 1434, προκύπτει ότι διέμενε στο Στρασβούργο σε κάποιους συγγενείς από την πλευρά της μητέρας και επιπροσθέτως στους καταλόγους της τοπικής πολιτοφυλακής καταγράφεται ένα μέλος με την ιδιότητα του μαθητευόμενου χρυσοχόου. Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις ότι, το έτος 1437 έλαβε εντολή από ένα πλούσιο έμπορο για την κοπή και στίλβωση πολύτιμων λίθων, 106 ωστόσο όμως δεν αναφέρεται από πού είχε αποκτήσει αυτή την γνώση. Περί τα έτη 1436 με 1437 το όνομά του εμφανίζεται και σε μία δικαστική πράξη διαζυγίου στην οποία φαίνεται να είχε συνάψει σχέση γάμου με μία γυναίκα από το Στρασβούργο ονόματι Ennelin, καθώς επίσης και συμβολαιογραφικές πράξεις αποδοχής κληρονομιάς, μετά το θάνατο του πατέρα του κατά το έτος Η πόλη του Στρασβούργου της εποχής εκείνης ήκμαζε οικονομικά υπό την ισχυρή εξουσία και επιρροή της Εκκλησίας η οποία ήταν το κέντρο του εκκλησιαστικού και επιχειρηματικού κόσμου της εποχής, καθώς ήλεγχε τα μέσα τυπογραφίας και ήταν μία πρώτη καλή εγγύηση για την προοπτική του Ι.Γ.,. Παράλληλα, το γεγονός ότι, η άφιξη του Ι.Γ., στο Στρασβούργο συμπίπτει με την άνοδο της επιχειρηματικής τάξης τολμηρών καπιταλιστών οι οποίοι είναι προάγγελοι και φορείς μίας νέας νοοτροπίας, σε αντίθεση με τις μέχρι τότε αντιλήψεις για την αναγκαιότητα να επενδύει κανείς στη μέλλουσα ζωή, αυτή η νέα τάξη πραγμάτων προτάσσει την αναγκαιότητα για επενδύσεις στη παρούσα ζωή. Η νέα αυτή τάξη αποκτά, διακινεί και επενδύει κεφάλαια σε καινοτόμες ιδέες, κάτι το οποίο θα αξιοποιήσει μελλοντικά ο Ι.Γ.,. Έτσι και ενώ προσεγγίζει την ανερχόμενη επιχειρηματική τάξη, συγχρωτίζεται παράλληλα και με την παλιά τάξη των αντιγραφέων οι οποίοι βρίσκονταν 106 ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ LAROUSSE BRITANNICA., Τόμος

121 στην οδό Street des escrivains («οδός των αντιγραφέων») του Στρασβούργου και τους οποίους πρέπει να συναντούσε συχνά. Έτσι καθώς τους έβλεπε να περιφέρονται πολυάσχολοι με τα πακέτα χάρτου αντιγραφής, θα πρέπει να σκέφτηκε: «μιά μέρα όλοι σας θα αντικατασταθείτε από μιά βάρβαρη μηχανή» και εκεί ακριβώς ήταν που θα τολμούσε να εμφανίσει μία μηχανή φτιαγμένη από τον ίδιο. Έτσι προσλαμβάνει έναν ξυλουργό ονομαζόμενο Κόνρατ Ζάσπαχ ( Konrat Saspach ) καθώς και άλλους τεχνίτες από τη συντεχνία του Στρασβούργου και δουλεύει με άκρα μυστικότητα. Απομακρύνεται από την πόλη και μεταφέρεται σε ένα χωριουδάκι, ώστε να αποφύγει τα αδιάκριτα βλέμματα των ανταγωνιστών, την βιομηχανική κατασκοπία όπως θα λέγαμε στις μέρες μας. Εκτός από αυτόν και άλλοι επιδίδονται στην επίλυση του ίδιου προβλήματος, δηλαδή στο πώς να εφεύρουν ένα σύστημα το οποίο βασικά θα εντύπωνε το λόγο της Εκκλησίας, όμως η τύχη άλλα επεφύλασσε για τον Ι.Γ., Οι επιχειρηματικές συνεργασίες στο Στρασβούργο Περί το έτος 1439, φαίνεται να δραστηριοποιείται σε έξυπνη και κερδοφόρα επιχειρηματική ιδέα η οποία αφορούσε στη σύσταση μικρής εταιρείας για την κατασκευή κοίλων μεταλλικών καθρεφτών ( Spiegel ) επάνω στους οποίους τύπωνε σύντομες επιγραφές, για τους προσκυνητές στο προσκύνημα του Άαχεν Αachen. Ο λόγος ότι, στον καθεδρικό ναό του Άαχεν υπήρχαν λείψανα τα οποία λέγεται ότι εξέπεμπαν θεραπευτικές ακτίνες αγίου φωτός και ως εκ τούτου, εκτίθονταν σε προσκύνημα κάθε τέσσερα χρόνια. Οι μεταλλικοί καθρέφτες συλλάμβαναν και αντανακλούσαν αυτές τις ακτίνες φωτός με αποτέλεσμα πλήθος κόσμου να συρρέει από όλη την Ευρώπη για να τις λάβει και να θεραπευτεί σωματικά και ψυχικά από αυτές τις ακτίνες. Ωστόσο όμως ενδεχόμενα να ισχύει και μία δεύτερη εκδοχή κατά την οποία ο Ι.Γ., εμπορεύτηκε ένα είδος περισκόπιου το οποίο εξασφάλιζε στους πιστούς προσκυνητές πρόσβαση ώστε να βλέπουν επάνω και πέρα από τα κεφάλια του πλήθους το εννοούμενο αντικείμενο λατρείας. Για το σκοπό αυτό ο Ι.Γ., βρίσκει χρηματοδότες τον δικαστή Χανς Ρίφε ( Hans Riffe ), και δύο άλλους κατοίκους του Στρασβούργου τον Αντρέα Χάιλμαν ( Andréa Heilman ) και τον Αντρέα Ντρίτσεν ( Andréa Dritzehn ), τους οποίους κάνει συνεταίρους 107, ικανοποιώντας ευθύς την απαίτησή τους να 107 ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ., Τόμος 8 ΑΘΗΝΑ «ΦΟΙΝΙΞ» [19 ]: «συνέπηξεν εταιρείαν μετ άλλων προς εκμετάλλευσιν των επινοηθεισών υπ αυτού μυστικών σχεδίων μεταξύ των οποίων φαίνεται συμπεριλαμβάνονται αι πρώται βάσεις της ανακαλύψεως της τυπογραφίας» «περιήλθεν προς τους συνεταίρους του εις δίκην, της οποίας ο φάκελος φυλλάσεται ως πολύτιμον κειμήλιον εν Στρασβούργω, Εις τα εν αυτά έγγραφα, συντεταγμένα κατά τρόπον αοριστολογικόν, όστις φαίνεται αποσκοπών να αποκρύψη από τους οφθαλμούς του κοινού το μυστικόν του εφευρέτου γίνεται λόγος περί μολύβδου, εργαλείων και πιεστηρίου του οποίου τα τμήματα συνδέονται δια κοχλιών.» «Το περιεχόμενο των εγγράφων τούτων εσχολιάσθη κατά μυρίους τρόπους

122 έχουν μερίδιο και στις υπόλοιπες επιχειρήσεις του και μαζί με τους κατάλληλους τεχνικούς προχώρησε στην εμπορική εκμετάλλευση της ιδέας των καθρεφτών. Ήταν μία πρωτότυπη επιχειρηματική κίνηση μέσω της οποίας ήθελε να αποπροσανατολίσει τους ανταγωνιστές του σχετικά με τον αυτόν καθαυτόν ρόλο ύπαρξης του τυπογραφικού πιεστηρίου και να συγκεντρώσει κεφάλαια για την πολυδάπανη κατασκευή του τυπογραφικού πιεστηρίου. Ωστόσο όμως, ένας από τους συνεταίρους του ο οποίος και αντελήφθη ότι ο Ι.Γ., είχε ως «πάρεργο» το να ασχολείται με «πράματα» τα οποία κρατούσε απολύτως μυστικά από τους υπολοίπους, με αποτέλεσμα να αξιώσει ώστε να γίνουν όλοι τους μέτοχοι αυτών των «μυστικών» καθώς και όλοι τους είχαν συνεισφέρει ισόποσα στο μετοχικό κεφάλαιο με 80 περίπου «γκίλντερ» έκαστος. Έτσι, το 1434 υπόγραψε συμφωνία σύμβασης πενταετούς διάρκειας με τους Χανς Ρίφε ( Hans Riffe ), Αντρέα Χάιλμαν ( Andréa Heilman ) και Αντρέα Ντρίτσεν ( Andréa Dritzehn ). Η συμφωνία αυτή, περιλάμβανε τον όρο ότι, σε περίπτωση θανάτου κάποιου μέλους της εταιρείας, οι κληρονόμοι του δεν θα προσχωρούσαν στην επιχείρηση αλλά θα λάμβαναν την αναλογούσα χρηματική αποζημίωση. Εν συνεχεία, η επιχείρηση καθρεπτών αποδείχθηκε κερδοφόρα και τα κεφάλαια για την υλοποίηση των «μυστικών σχεδίων» θα εξασφαλίζονταν ασφαλώς, αν η πόλη δεν πλήττονταν από την επιδημία της πανώλης η οποία σάρωσε την Ευρώπη του 15 ου αιώνα και η οποία είχε ως συνέπεια να διακοπεί η συγκεκριμένη δραστηριότητα του Ι.Γ.. Πιο συγκεκριμένα, το έτος 1434 επέρχεται ο θάνατος ενός από τους συνεταίρους του, του Αντρέα Χάιλμαν, με αποτέλεσμα το έτος 1438 να ασκηθεί αγωγή των κληρονόμων του εναντίον του Ι.Γ.. Οι κληρονόμοι προσκόμισαν τα εταιρικά συμφωνητικά προκαλώντας έτσι μία μεγάλη δικαστική διαμάχη με την οποία τον ανάγκασαν να παραιτηθεί του επιτηδεύματος της κατασκευής καθρεπτών. Στην δικαστική διαδικασία εμφανίστηκαν ως μάρτυρες βεβαίωσης οι πρώην συνεργάτες, ο μαραγκός Κόνρατ Ζάσπαχ ο οποίος βεβαίωσε ότι είχε προκαταβάλει χρηματικό ποσό στον Αντρέα Ντρίτσεν για την κατασκευή ενός ξύλινου πιεστηρίου και ο χρυσοχόος ονόματι Χανς Ντύνε ο οποίος δήλωσε ότι είχε πουλήσει στον Ι.Γ., από το έτος 1436 εκτυπωτικό υλικό ("that relates to printing (zu demtrucken)?") αξίας 100 «γκίλντερ». Σχετικά με το ξύλινο πιεστήριο, στα δικαστικά έγραφα αυτής της οικονομικής διένεξης δεν κατονομάζεται ακριβώς η φύση της «εφεύρεσης», ενώ απλά γίνεται λόγος για τυπογραφική δραστηριότητα η οποία υποστηρίζεται από τέσσερα (4) μέρη και πιθανώς να αφορά στα τεμάχια τα οποία απαρτίζουν μία «φόρμα» χύτευσης χαρακτήρων και γενικόλογα για ένα πιεστήριο. Βέβαια, ο Ι.Γ., κέρδισε την δίκη, με τους ετέρους επενδυτές να χάνουν όλα τους τα κεφάλαια και με τον ίδιο Εκείνο το οποίον τεκμαίρεται αναμφισβητήτως είναι ότι το τυπογραφικόν πιεστήριον είχεν ήδη εφευρεθεί από τον Ιωάννην Γουτεμβέργιον.»

123 να βρίσκεται στα πρόθυρα της οικονομικής καταστροφής αδυνατώντας να ικανοποιήσει τις οφειλές του προς τρίτους οι οποίοι εκτός των βασικών εταίρων υποστήριξαν εμμέσως την επιχείρηση των καθρεπτών. Ωστόσο όμως φαίνεται ότι, η ιδέα της τυπογραφίας τον είχε κυριεύσει απολύτως, έτσι ώστε παρά τα εμπόδια να συνεχίζει προσηλωμένος στο φιλόδοξο περί «μυστικών σχεδίων» του εγχείρημα, της διαφαινόμενης τυπογραφικής «τεχνικής» του. Επίσης, από τα πρακτικά της δίκης αυτής αποκαλύπτεται ότι, ο Ι.Γ., και οι φίλοι του δούλευαν με άκρα μυστικότητα επάνω σε κάποιο είδος «τυπογραφικού πιεστήριου» και ότι είχαν μάλλον ξεκινήσει την προσπάθεια να τυπώσουν τα πρώτα βιβλία τους. Σύμφωνα με αυτά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, ο Ι.Γ., από το Στρασβούργο ακόμα, έκανε προσπάθειες για την εφαρμογή της «εφεύρεσής» του ώστε να προχωρήσει αποφασιστικά πλέον και να καταφέρει αυτό το νέο τυπογραφικό σύστημα μαζικής παραγωγής και όπως το είχε συλλάβει. Από την συνεργασία αυτή με τον Χανς Ντύνε, με τον οποίο φαίνεται να πειραματίστηκαν αρχικά, σχηματοποίησαν την καινοτομία εκείνη η οποία και καθιστά την ευφυή ιδέα του Ι.Γ., εφαρμόσιμη ως πρόταση. Δηλαδή, έκανε ένα πρώτο βήμα για την δημιουργία ενός δείγματος τύπου ή τυπογραφικού στοιχείου και στην προκειμένη περίπτωση ενός έψιλον, με το οποίο δοκίμασε την ανθεκτικότητα και την αναπαραγωγική ικανότητα της μήτρας την οποία είχε δημιουργήσει με πρότυπο την μήτρα των νομισματοκοπείων. Στο Στρασβούργο και στο ιστορικό δοκίμιο «Compendium Germanicarum rerum» (έτος 1507) η Jacob Vimpfeling αποκαλεί τον Ι.Γ., «εφευρέτη της τυπογραφίας» ( Typographiae Erfinder ) και επισημαίνει ότι στο Στρασβούργο εφευρέθηκε μία ( invenit ) τυπογραφική τεχνική και η οποία θα εφαρμοστεί στην πράξη ( complevit ) στο Μάιντς. 108 Τουλάχιστον μέχρι το έτος 1444, φαίνεται να έζησε στο Στρασβούργο και κατά πάσα πιθανότητα στην ενορία του Αγίου Arbogast όπου, περί το έτος 1440 είχε τελειοποιήσει σχεδόν την τυπογραφική του τεχνική και θα αποκάλυπτε το «μυστικό» της μελέτης του το οποίο ορίζονταν υπό τον ασαφή τίτλο Kunst und Aventur. Δεν είναι σαφές για το ποιά ήταν ακριβώς η εκεί τυπογραφική του δραστηριότητα και σε ό,τι αφορά στον Χανς Ντύνε ή αν ορισμένες από τις πρώτες δοκιμές εκτύπωσης με κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία αν είχε διεξαχθεί εκεί. Παράλληλα και στη συγκεκριμένη μαρτυρία υπάρχει ένα κενό δράσης του Ι.Γ., μεταξύ των ετών 1444 και 1448, το έτος δηλαδή κατά το οποίο ενδεχομένως και επανακάμπτει στο Μάιντς. Αν και θεωρείται αμφίβολη η επιστροφή του στο Μάιντς κατά το έτος 1444, πόσο μάλλον για το 1948 ως επίσης μαρτυρούμενο έτος επιστροφής, για το λόγο ότι οι λόγοι οι οποίοι είχαν επιβάλει την εξορία του δεν εξέλειπαν ακόμη, καθώς οι διαμάχες στο διάστημα αυτό είχαν αναζωπυρωθεί, αν ληφθεί υπόψη ότι το κατά το έτος 1445 βρίσκεται ήδη σε ρήξη με τον Φουστ. Θεωρουμένου του έτους 1444 ως χρονολογία πιθανής 108 The invention of printing.,

124 επιστροφής του στο Μάιντς και με ένα τετραετές κενό δράσης τουλάχιστον και με αφορμή την πίεση την οποία δέχονταν από κάποιους Γάλλους μισθοφόρους οι οποίοι αποκαλούνταν Almaniacs, ο Ι.Γ., φαίνεται να αφήνει το Στρασβούργο και επιχειρεί πλέον ένα νέο επαγγελματικό ξεκίνημα στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Μάιντς Οι «τυπογραφικές» συνεργασίες στο Μάιντς Στο Μάιντς, ο Ι.Γ., δραστηριοποιείται αμέσως λαμβάνοντας αρχικά κάποιο δάνειο από τον Άρνολντ Γκέλθιους ( Arnold Gelthus ), το οποίο πολύ πιθανόν να ήθελε για την κατασκευή ενός τυπογραφικού πιεστήριου και για όλα τα σχετικά υλικά της τυπογραφικής διαδικασίας. Μέχρι αυτή την περίοδο, ο Ι.Γ., φέρεται να ήταν επαρκώς εξοικειωμένος και να εργάζεται με την τεχνική της βαθυτυπίας, ενώ παράλληλα υπάρχει ισχυρισμός ο οποίος λέει ότι είχε εργαστεί στη χαρακτική επί χαλκού με έναν καλλιτέχνη γνωστό ως Master παιγνιόχαρτων. Ωστόσο, άλλη πηγή αναφέρει ότι ο Ι.Γ., υπήρξε από το έτος 1442 ιδιοκτήτης του πρώτου τυπογραφείου το οποίο ιδρύθηκε στο Μάιντς, γεγονός το οποίο διαφοροποιεί την χρονολογία άφιξης του στο Μάιντς, δηλαδή το έτος 1448 και το μόνο γνωστό στοιχείο είναι ότι δανείστηκε κατά καιρούς χρηματικά ποσά για εξοπλισμό ενός εργαστηρίου - τυπογραφείου μέσα στο οποίο κατασκεύαζε μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία με τη χρήση ειδικών καλουπιών (μητρών), σχεδιασμένων ειδικά για αυτόν τον σκοπό. Απολύτως βέβαιο σε ό,τι αφορά τη δραστηριοποίηση του Ι.Γ., στο Μάιντς και ενώ φαίνεται να έχει τελειοποιήσει σχεδόν την τυπογραφική του «τεχνική» στο Στρασβούργο, είναι το γεγονός ότι βρίσκεται πλέον στη διαδικασία να πείσει έναν πλούσιο δικηγόρο και τραπεζίτη ονόματι Γιόχαν Φουστ ( Johannes Fust ) προκειμένου ο Φουστ να χρηματοδοτήσει το εγχείρημά του με τον δανεισμό ενός μεγάλου χρηματικού ποσού, το οποίο και καταφέρνει βάζοντας εγγύηση τον υπό παραγωγή τυπογραφικό εξοπλισμό του, δηλαδή με το «μυστικό». Ωστόσο όμως οι οικονομικές ανάγκες για την παραγωγή των εξοπλισμών της «τεχνικής» του είναι τόσο υψηλές, ώστε πολύ σύντομα καταφεύγει στον Φουστ 109 για δεύτερο δανεισμό και με τον Φουστ να αγνοεί ως τώρα καθετί σχετικό με την πειραματική δραστηριότητα του Ι.Γ.,. Εν συνεχεία ο Φουστ και ενδεχόμενα υποψιασμένος περί των «μυστικών σχεδίων» (από 109 ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ., Τόμος 8 ΑΘΗΝΑ «ΦΟΙΝΙΞ» [19 ]:«συνετεταιρίσθη μετά τινος Φούστ δια την εκμετάλευσιν της εφευρέσεως λόγω της ιδίας του ιδιότητος ως ευγενούς ήτις του απηγόρευεν να κατέρχεται εις βιομηχανικάς ασχολία και απεκάλυψεν εις αυτόν το μυστικόν του της τυπογραφίας» «ο Φούστ κατέβαλεν τας αναγκαίας προκαταβολάς, αλλ επέβαλεν βραδύτερον τρίτον συνεταίρον τον Σαίφφερ και έλαβε τοιαύτας εξασφαλίσεις, ώστε ηδηνήθη τω 1455 να διαρρήξη το συμβόλαιον αξιών την επιστροφήν των καταβληθέντων» «ούτος σε άδυ ατών να πληρώση τον πιστωτήν του, ηναγκάσθη να αφήση εις χείρας του όλο σχεδόν το τυπογραφικόν υλικόν τίποτε όμως δεν είναι εξηκριβωμένον περί των μεθόδων τας οποίας εχρησιμιποίησεν η εταιρεία Γουτεμβέργιου Φουστ και οποίας εργασίας επραγματοποίησεν»

125 τον Πήτερ Σαίφερ ( Peter Schoeffer ), του ζητά να μπει συνέταιρος στην επιχείρηση την οποία ο Ι.Γ., είχε ήδη συστήσει με τον καλλιγράφο και χαράκτη Πήτερ Σαίφερ ο οποίος είχε σπουδές στο Παρίσι και πιθανότατα να τον βοηθούσε στο σχεδιασμό των τυπογραφικών στοιχείων. Το συμφωνητικό της εταιρείας, των τριών συνεταίρων του Μάιντς, αναφέρεται ρητά στην αξιοποίηση «μυστικών τρόπων γραφής». Ωστόσο και από τα πρακτικά μίας δίκης η οποία πραγματοποιήθηκε προκειμένου να προσβληθούν κάποιοι όροι του συμφωνητικού, έγινε γνωστό ότι ο Ι.Γ., φύλασσε μυστικά ένα ξύλινο πιεστήριο και επιπλέον ότι, είχε αγοράσει αρκετή ποσότητα μολύβδου και άλλων χημικών στοιχείων απαραίτητων, απολύτως σχετικών με τις υπό έρευνα και μελέτη τυπογραφικές «τεχνικές» του, γεγονός το οποίο οδηγεί τους μελετητές στο συμπέρασμα ότι, η τυπογραφία γεννήθηκε ακριβώς εκείνη τη χρονιά. Αν και η συμφωνία αυτή με τους Φουστ και Σαίφερ θα αποδειχθεί μετέπειτα ολέθρια για τον Ι.Γ., ωστόσο αυτή η «ένεση ρευστού» θέτει σε ενέργεια την υλοποίηση του ξύλινου χειροκίνητου μηχανικού πιεστηρίου με τον Ι.Γ., με το να δανείζεται αρχικά 800 «γκίλντερ (φιορίνια)» ( guilder ) με τόκο 6% και αργότερα να παίρνει ένα ακόμα ισόποσο δάνειο. Να τονίσουμε συμπληρωματικά ότι, ο Φουστ έχοντας αντιληφθεί πλέον το ασφαλές και επικερδές της επένδυσής του, εξέφρασε την επιθυμία να συνεταιριστεί με τον Ι.Γ., όταν θα ολοκληρώνονταν το τυπογραφικό πιεστήριο και θα έβγαινε το πρώτο εκτυπωτικό δείγμα της «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Ήταν φανερό ότι οποιαδήποτε τεχνολογία είχε μέχρι στιγμής αναπτύξει ο Ι.Γ., ήταν ικανή να εντυπωσιάσει τους πιθανούς επενδυτές για το λόγο αυτό το συμβόλαιο ήταν στα μέτρα συμφερόντων του Φουστ και όριζε ότι, σε περίπτωση αθέτησης της συμφωνίας, όλος ο τυπογραφικός εξοπλισμός θα περιέρχονταν στα χέρια του Φουστ. H τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., τίθεται για πρώτη φορά σε εφαρμογή το έτος 1452 σε ένα εργαστήρι το οποίο συστάθηκε στο Hof Humbrecht σε ένα ακίνητο το οποίο ανήκε ένα μακρινό συγγενή του και ήταν στην επίβλεψη του βοηθού του, του Πήτερ Σαίφερ (συγγενή του Φουστ). Εκτός του Σαίφερ 110, μεταξύ εκείνων οι οποίοι αναμφισβήτητα υπήρξαν μαθητές του Ι.Γ., και βοηθοί του στο τυπογραφείο, ήταν ο Numeister, o Keffer εδεχομένως και κάποιος ονόματι Ruppel Mentel στο Στρασβούργο πριν το έτος Ο Σαίφερ, επέβλεπε από το έτος 1450 μέχρι το 1456 τα έξι πιεστήρια του Ι.Γ., και τους εργαζόμενους σε αυτά, οι οποίοι απαριθμούνταν σε δυο με τρεις άντρες ανά πιεστήριο. Με τα κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία του έτοιμα πλέον και με το χειροκίνητο μηχανικό πιεστήριο σε τέλεια λειτουργία, ο Ι.Γ., φλέγεται να δοκιμάσει τις δυνατότητες της νέας τεχνολογίας του και δεδομένου ότι, η Εκκλησία δεν αντιμετώπιζε πλέον την τυπογραφία ως «σκοτεινή τέχνη». Ενδεχομένως, στο τυπογραφικό εργαστήριο και για το επικερδές των πρώτων εκτυπωτικών δραστηριοτήτων του, να λειτουργούσαν ταυτοχρόνως δύο πιεστήρια, ένα για τα κείμενα της 110 Printing Press by Johannes Gutenberg in 1440.,

126 Λατινικής Γραμματικής και ένα για την Αγία Γραφή. 111 Επικερδέστερη εκτυπωτική παραγωγή θεωρήθηκε η εκτύπωση χιλιάδων «συγχωροχαρτιών», για την Εκκλησία, πράξη η οποία τεκμηριώνεται με αναφορά στην χρονική περίοδο των ετών 1454 έως Δεν πέρασε όμως μεγάλο χρονικό διάστημα και κάποια στιγμή το 1456, προέκυψε ακραία διαφωνία μεταξύ Ι.Γ., και Φουστ με τον δεύτερο να αποφασίζει την διάλυση της εταιρείας κατηγορώντας τον Ι.Γ., για κατάχρηση εταιρικών πόρων απαιτώντας την επιστροφή των δανείων και τους ανάλογους τόκους. Αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, οι δαπάνες για την παραγωγή της «Βίβλου» της οποίας οι εργασίες διήρκησαν από το έτος 1452 έως το 1455, είχαν πολλαπλασιάσει σε δύο δόσεις τα αρχικά χρηματικά ποσά των 800 «γκίλντερ» έκαστο, διαμορφώνοντας έτσι ένα υπέρογκο χρέος το οποίο έφτασε να υπερβαίνει τα «γκίλντερ». Εν συνεχεία και περί τις 6 Νοεμβρίου του έτους 1455 ακολουθεί η μήνυση από τον Φουστ και το θέμα φτάνει στα δικαστήρια του Μάιντς, όπου με βάση τα νομικά αρχεία και από έγγραφο (της../11/1455) προκύπτει η κατηγορία ότι ο Ι.Γ., παραβίασε συμφωνία η οποία αφορούσε στη συνεργασία εκτύπωσης της «Βίβλου» και της οποίας τα κεφάλαια χρησιμοποίησε για άλλους σκοπούς και αυτό σύμφωνα πάντα με την κατάθεση του Φούστ. Το αρχιεπισκοπικό δικαστήριο αποφάνθηκε υπέρ του Φουστ, δίνοντας σε αυτόν όλα τα τυπογραφικά δικαιώματα της «Βίβλου» των 42 στίχων, συνοδευόμενα από το ήμισυ των παραχθέντων αντιτύπων στον Φουστ, καθώς και ένα μεγάλο μέρος των τυπογραφικών εξοπλισμών του εργαστήριου εκτύπωσης, ως αποζημίωση. Ως συμπέρασμα το οποίο προκύπτει από τις έγγραφες διατυπώσεις της δικαστικής διαδικασίας τις γνωστές ως «Συμβολαιγραφικό όργανο του Χελμπασπέργκερ» ( Helmaspergersches Notariatsinstrument ) και των οποίων μέρος φυλάσσεται στη Βιβλιοθήκη του Γκέντιγκεν, προκύπτει πρώτον ότι, την ίδια αυτή χρονιά της διένεξης εκδόθηκε το αριστούργημα της «Βίβλου των 42 στίχων» το οποίο θεωρείται ως το πρώτο ευρωπαϊκό βιβλίο και δεύτερον ότι, τυπώθηκε με κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία. Δηλαδή πρόκειται για καταγραμμένες μαρτυρίες δια των οποίων η επιμελής έκδοση της «Βίβλου» βεβαιώνεται και αποδίδεται ιστορικά στον Ι.Γ., και στην τυπογραφική «τεχνική» του. Ο Φουστ, με την επιτυχή έκβαση της δίκης και με την θεαματική αποδοχή την οποία βρήκε η 111 ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ., Τόμος 8 ΑΘΗΝΑ «ΦΟΙΝΙΞ» [19 ]: «η εταιρεία Γουτεμβέργιου Φουστ φαίνεται να τύπωσεν εν αρχή και επί ξύλινων πλακών, μικρόν λεξιλόγιον τιτλοφορούμενον Καθολικόν» «μετά την διάλυσιν της εταιρείας με Φούστ και Σαίφφερ, εύρε τον τρόπον της κατασκευής μεταλλικών στοιχείων και πιεστηρίου διετήρησεν το εργαστήριον αυτής και εξακολούθησεν τις εκτυπώσεις και ίδρυσεν τυπογραφείον εν τη ιδία πόλει χωρίς την επωνυμία του απασχολούσε περισσότερα από 20 άτομα (ξυλουργούς, χημικούς, μεταλλουργούς, σχεδιαστές)» 112 Изобретение йоханна гутенберга.,

127 «Βίβλος» ως τυπογραφικό αριστούργημα, γνωρίζει πλέον καλά ότι έχει στα χέρια του έναν πραγματικό θησαυρό τον οποίο σύντομα πρέπει να εκμεταλλευτεί δεόντως. Έτσι, συνεταιρίζεται με τον πρώην βοηθό του Ι.Γ., τον Πήτερ Σαίφερ, τον οποίο αργότερα κάνει γαμπρό του. Στις 17 Οκτωβρίου του έτους 1454, οι Φουστ και Σαίφερ ίδρυσαν τυπογραφικό οίκο, όπου κάνοντας χρήση των κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων και των εκποιημένων πιεστήριων του Ι.Γ., φέρονται να εκδίδουν το περίφημο «Ψαλτήριο του Μάιντς» ως το πρώτο βιβλίο το οποίο τυπώθηκε με τρία χρώματα, μαύρο για τα κείμενα και κόκκινο ή μπλε για τα αρχιγράμματα. Το «Ψαλτήριο» εκδίδεται με το όνομα των τυπογράφων (Φουστ και Σαίφερ), με ημερομηνία εκτύπωσης («Ψαλτήριο» Μάιντς 14 Αυγούστου 1457) 113 και Κολοφώνα. Παράλληλα, διακηρύσσουν περήφανα την μηχανική διαδικασία με την οποία είχε παραχθεί, χωρίς να γίνεται καμία απολύτως αναφορά στον Ι.Γ., πόσο μάλλον στο γεγονός ότι, η συγκεκριμένη έκδοση έχει μορφοποιηθεί από Ι.Γ.,. Αυτό δεδομένου ότι, μεταξύ των καταγραμμένων και υποθηκευμένων τυπογραφικών υποδομών, υπήρχε άφθονο τυπογραφικό απόθεμα το οποίο προφανώς είχε ήδη προετοιμαστεί από τον Ι.Γ., και αφορούσε στην ήδη μορφοποιημένη έκδοση του «Ψαλτηρίου», η οποία προετοιμάζονταν παράλληλα με την έκδοση της «Βίβλου» και το οποίο υλικό περιήλθε ασφαλώς έτοιμο στην κατοχή του Φουστ. 114 Το τυπογραφικό υλικό αυτής της έκδοσης του Ι.Γ., περιείχε και μία ιδιαίτερη εκτυπωτική καινοτομία η οποία αφορούσε σε δύο μεγέθη χαρακτήρων, δηλαδή τους συμβατούς χαρακτήρες και τα αρχιγράμματα τα οποία πρώτη φορά θα τυπώνονταν στην ίδια φόρμα και την εκτυπωτική τεχνική της διχρωμίας, ως «το έργο των 42-γραμμών». 115 Μοιραία ο δημιουργός Ι.Γ., περιήλθε κυριολεκτικά σε πλήρη πτώχευση, ωστόσο όμως φαίνεται να διατήρησε ή να ξεκίνησε εκ νέου ένα μικρό τυπογραφικό εργαστήριο στην πόλη του Μπάμπεργκ ( Bamberg ) με τον εναπομείναντα τυπογραφικό εξοπλισμό όπου ανατύπωσε την «Βίβλο» περί το έτος έτους Αλλά επειδή ποτέ τα εκτυπωμένα βιβλία του δεν έφεραν το όνομά του ή κάποια ημερομηνία, είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς με σιγουριά και ως εκ τούτου υπάρχει μία σημαντική επιστημονική συζήτηση για το θέμα αυτό. Όλα τα στοιχεία όμως, συνηγορούν υπέρ του Ι.Γ., και είναι πάρα πολύ πιθανό ώστε, το μεγάλο «Καθολικό Λεξικό» των 754 σελίδων και των 300 αντίτυπων, να τυπώθηκε καθολικά στο Μάιντς κατά το έτος 1460 στο τυπογραφικό εργαστήριο του Ι.Γ.,. 113 ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ LAROUSSE BRITANNICA., Τόμος Printing Press History - Invention of the Printing Press., The Oldtype "Psalterium" Font.,

128 Το ταξίδι του στην αιωνιότητα Ο Ι.Γ., φέρεται να έζησε μέχρι το θάνατό του στη γενέτειρα γειτονιά του Hof zum Gutenberg και στην παλιά πόλη του Μάιντς πλησίον του Ναού Αγίου Χριστοφόρου όπου και είχε βαπτιστεί. Τον Ιανουάριο του έτους 1465 ο αρχιεπίσκοπος του Μάιντς, εξασφάλισε για τον Ι.Γ., έναν τύπο σύνταξης μέσο της οποίας του προσφέρονταν τροφή και στέγη, καθώς και μία μορφή φοροαπαλλαγής. Συγκεκριμένα λέγεται ότι, ο Adolf ΙΙ του Nassau αρχιεπίσκοπος του Μάιντς, με την πράξη της 17 ης Ιανουάριου του έτους 1465 όριζε να αποσταλούν στην πόλη Eltville Hofedelmann ή Gutenbergstadt για λογαριασμό του Ι.Γ., και στο αγρόκτημα στο οποίο διαμένει, 2180 λίτρα δημητριακών και λίτρα κρασιού. 116 Πάντως, αν και η οικονομική κατάσταση στην οποία βρέθηκε τα τελευταία χρόνια της ζωής του μαρτυρείται ως δεινή 117 και ενώ έγινε αντικείμενο συζητήσεων, ενδεχομένως και να μην πέθανε τόσο πάμφτωχος. Ο θάνατός του ανακοινώθηκε λακωνικά και σε ένα μικρό κείμενο το οποίο εκτύπωσε ο Anno Domini με ημερομηνία 3 Φεβρουαρίου 1468, το οποίο έγραφε τα εξής: «Σήμερα του Αγίου Βλασίου ( Blaise ) απεβίωσε ο σεβαστός κύριος Henne Gensfleisch, ο Θεός Ελεήμων». Η εκκλησία αυτή και το νεκροταφείο καταστράφηκαν αργότερα και ο τάφος του Ι.Γ., δεν υπήρχε πλέον. Τον Ιανουάριο του 1465, τα επιτεύγματα του Ι.Γ., αναγνωρίστηκαν και του αποδόθηκε ο τίτλος Hofmann (κύριος του δικαστηρίου) από von Nassau. Η τιμή περιλάμβανε ένα μισθό, μία ετήσια στολή δικαστικού, καθώς λίτρα δημητριακών και λίτρων κρασιού αφορολόγητα. Πιστεύεται ότι μπορεί να είχε μετακινηθεί πίσω στο Μάιντς όλο αυτό το διάστημα, αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο. Ο μετέπειτα πάπας Πίος Β ' σε επιστολή του προς τον Καρδινάλιο Carvajal το Μάρτιο του έτους 1455 εξαίρει το εκτυπωτικό θαύμα της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., με τα εξής: «Δεν έχω δει την πλήρη Βίβλο, αλλά μόνο μία σειρά από τα διάφορα βιβλία της Αγίας Γραφής στη Φραγκφούρτη. Το κείμενο ήταν τόσο ευκρινές και ευανάγνωστο ώστε να είναι σε θέση κανείς να το διαβάσει χωρίς δυσκολία και μάλιστα χωρίς γυαλιά.» Κατά το έτος 1504 και σε ένα βιβλίο του καθηγητή Ivo Wittig 116 Johannes Gutenberg: on August 16th., ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ., Τόμος 8 ΑΘΗΝΑ «ΦΟΙΝΙΞ» [19 ]: «τα τελευταία έτη της ζωής του διέρρευσαν εν μέσω θλίψεων και χρηματικών στεναχωριών. Δεν έπαψεν εν τούτοις να απολαμβάνη της κοινωνικής εκτιμήσεως τουθ όπερ αποδεικνύεται του ότι το 1465 ο Αδόλφος του Νασσάου του απένειμε μικράν σύνταξιν.» «Κατά Φεβρουάριον του 1468 ο πατήρ της Τυπογραφίας απέθανε και ετάφη πένης εν τη Μαγεντία εις το μοναστήριον των Φραγκισκανών. Εις εκ των συγγενών ανείγηρεν επί του τάφου του μνημείον» «Ουδεμίαν σχεδόν άλλην πληροφορίαν πλην των ανωτέρω διέσωσεν η ιστορία δια τον δημιουργόν μιας τέχνης, ήτις έδωκε νέαν όψιν εις την πνευματικήν ζωήν του κόσμου. Έν όνομα, μια φήμη παγκόσμιος, αβέβαια τινά γεγονότα, η παράδοσις των αγώνων και των θλίψεων των οποίων αι λεπτομέρειαι αγνοούνται»

129 αναφέρεται ως «ο εφευρέτης της τυπογραφίας». Σχετικά με τα πιθανά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά της μορφής του Ι.Γ., λέγεται ότι, το πρώτο πορτρέτο σχεδιάστηκε μετά το έτος 1567 και πρόκειται σίγουρα για μία φανταστική απόδοση της μορφής του η οποία περιέχεται στις βιογραφίες των διάσημων Γερμανών και τις οποίες επιμελήθηκε ο Heinrich Pantaleon's. 118 Στη Γερμανία υπάρχουν πολλά αγάλματα του Ι.Γ., συμπεριλαμβανομένου και εκείνου στο Μάιντς στο ομώνυμο Πανεπιστημίο Johannes Gutenberg Mainz το οποίο φιλοτέχνησε ο Bertel Thorvaldsen το έτος Ο Ι.Γ., παραμένει και προβάλει σήμερα ως μία επιβλητική μορφή στον σύγχρονο κόσμο δεδομένου ότι, το 1999 αναδείχθηκε ως «Νο1» σημαντικό πρόσωπο της δεύτερης μ.χ., χιλιετίας και κατά το έτος 1997 το περιοδικό Time-Life χαρακτήρισε την εφεύρεση της «τεχνικής» του ως το πιο σημαντικό επίτευγμα της δεύτερης μ.χ., χιλιετίας, ενώ στο Διάστημα ένας αστεροειδής φέρει το όνομά του, Gutemberga 777. (βλ.σ.240/φ76) Ομώνυμο του Ι.Γ., είναι και το Project Gutenberg (PG) 119 το οποίο αφορά σε μία εθελοντική προσπάθεια η οποία γίνεται για την ψηφιοποίηση και αρχειοθέτηση έργων πολιτιστικής κληρονομιάς και για να "ενθαρρύνουν την δημιουργία και την διανομή των ebooks». Το Project Gutenberg (PG) ιδρύθηκε το 1971 από τον Michael S. Hart και είναι η παλαιότερη ψηφιακή βιβλιοθήκη η οποία μέχρι τον Φεβρουάριο του 2013 περιλαμβάνει πλέον των αντικειμένων στη συλλογή της, δηλαδή, ένα μέσο όρο των πενήντα νέων e-books τα οποία προστίθενται κάθε εβδομάδα. Πρόκειται κυρίως για έργα λογοτεχνίας της δυτικής πολιτισμικής παράδοσης, όπως μυθιστορήματα, ποίηση, διηγήματα, θεατρικά έργα, βιβλία μαγειρικής, έργα αναφοράς, περιοδικά, αλλά και μερικά μη κείμενα έργα, όπως αρχεία ήχου και αρχεία μουσικής σημειογραφίας Αμφιλεγόμενα στην εφεύρεση του Γουτεμβέργιου Όσο και αν Ι.Γ., θεωρείται «πατέρας» της μηχανικής τυπογραφίας, υπάρχουν ποικίλες διατυπωμένες θεωρήσεις και απόψεις, οι οποίες αν και ακαθάριστες, ενισχύουν επαρκώς τον οιοδήποτε ισχυρισμό ο οποίος ενδεχόμενα να κινείται μεταξύ εικασίας ή πραγματικότητας και όσο κατά περίπτωση δεν υπάρχουν οι σαφείς μαρτυρίες. Αποτέλεσμα, η κάθε εικασία να νοείται ως πραγματικότητα και η κάθε πραγματικότητα να εκλαμβάνεται ως εικασία. Υπάρχουν κάποια σημαντικά «κενά» στο βίο των προσώπων και στην ιστορία των πραγμάτων τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αμφιλεγόμενες πτυχές της ιστορίας ή παρανοήσεις στην ιστορία της τυπογραφίας και συγκεκριμένα στην χρονική περίοδο κατά την οποία ο Ι.Γ., πειραματίζεται επάνω στις νέες τυπογραφικές τεχνικές του, ενώ παράλληλα διατηρεί εταιρικές σχέσεις συνεργασίας. Επίσης μέσα σε όλον αυτόν τον κύκλο των προσώπων και των πραγμάτων τα οποία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εμπλέκονται στα 118 Johannes Gutenberg Wikipedia., Project Gutenberg Wikipedia.,

130 «τυπογραφικά δρώμενα» της εποχής, υπάρχει μία ιστορικά συγκεχυμένη περιρρέουσα ατμόσφαιρα σχετικά με την συμμετοχή ή την συμβολή τους και εντέλει στην ίδια την πατρότητα της «εφεύρεση» της τυπογραφίας. Με βάση την σκοπιμότητα της βιβλιογραφικής επισκόπησης και στην έκταση την οποία κατέλαβε αυτή προκειμένου να υποστηριχτεί το θεωρητικό πλαίσιο της παρούσας εργασίας, μέσα από την ποικιλότητα των θεωρήσεων και των απόψεων («παρανοήσεων») οι οποίες καταγράφονται, ως ενδιαφέρουσες θεωρούμε και απαριθμούμε τρεις οι οποίες αφορούν άμεσα στο γεγονός της «ανακαλυπτικής εφεύρεσης» της μηχανικής τυπογραφίας ή μη, από τον Ι.Γ.,. Η πρώτη, αφορά στην μαρτυρία η οποία φέρει τον ολλανδό Λαυρέντιο Κόστερ ( Laurens Janszoon Coster ) ως εφευρέτη των κινητών μεταλλικών στοιχείων και με τις αποδιδόμενες σε αυτόν εκτυπωτικές δραστηριότητες, αλλά και καθετί σχετικό με τα πρόσωπα των Πέτερ Σαίφερ ( Peter Schoeffer ) και Γιόχαν Φουστ ( Johann Fust ) τα οποία εμπίπτουν στο περιβάλλον των αμφιλεγόμενων της πατρότητα της «εφεύρεσης». 120 Η δεύτερη αφορά στα αμφιλεγόμενα τα οποία σημειώνονται γύρω από τις εταιρικές σχέσεις συνεργασίας τις οποίες συνήψε ο Ι.Γ., με τρίτους (Κ., Κόστερ, Π., Σαίφερ, Γ., Φουστ,) προκειμένου να υποστηρίξει οικονομικά το εγχείρημά του για την εφαρμογή των νέων του τεχνικών. Η τρίτη, αφορά στο γεγονός της αν όχι της διακρίβωσης της εκδοχής του γνήσιου (πρωτότυπου) «πρότυπου» πιεστηρίου του Ι.Γ., αλλά στην εν δυνάμει εκδοχή του ως προς τα δομικά και μηχανικά χαρακτηριστικά του, την γεωμετρία και την ουσία των υλικών του σώματός του και ιδιαίτερα τον τύπο του Κ και την τυπογραφική διαδικασία. Σε ό,τι αφορά την πρώτη και δεύτερη «παρανόηση» και όταν αυτές εμφανίζονται ως μεμονωμένες πληροφορίες γενικού ενδιαφέροντος, θέτουν ευθέως σε αμφισβήτηση την πατρότητα της μηχανικής τυπογραφίας και της εκτυπωτικής τεχνικής δια των κινητών μεταλλικών στοιχείων η οποία ιστορικά πλέον αποδίδεται στον Ι.Γ., με τον όρο τυπογραφική «τεχνική» Ι.Γ.,. Επίσης, λέγεται επιπλέον ότι, οι περισσότερες από τις γκραβούρες πορτραίτα οι οποίες παριστούν τη μορφή του Ι.Γ., αλλά και όσες αναπαριστούν το πιεστήριο ως «πρότυπο», ενδεχόμενα να έγιναν πολύ μετά τον θάνατό του και να βασίζονται σε εικασίες ως προς την απόδοση των πραγματικών δομικών και αρχιτεκτονικών του χαρακτηριστικών. Σε ό,τι αφορά τον Κόστερ, θεωρείται για τους Ολλανδούς εφευρέτης της τυπογραφίας της οποίας την ιδέα συνέλαβε είκοσι χρόνια πριν από τον Ι.Γ., όντας κατασκευάζοντας ξύλινα κινητά στοιχεία με τα οποία φέρεται να τύπωσε πρώτος ένα οκτασέλιδο φυλλάδιο. Επίσης λέγεται ότι, ο Κόστερ μετά από διάφορες δοκιμές, αντικατέστησε τα ξύλινα γράμματα με μεταλλικά και τύπωσε πολλές σελίδες τις οποίες έδεσε σε ένα βιβλίο. Μία άλλη ιδιαιτέρως ασαφής μαρτυρία κάνει λόγο για έναν εργατοτεχνίτη του Κόστερ, ονόματι Γιόχαν ( Johannes ), ο οποίος αφού έμαθε την τεχνική του αφεντικού του μετακόμισε στην πόλη 120 Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, Τόμος

131 Μάιντς της Γερμανίας, όπου επιδόθηκε σε τυπογραφικές εργασίες. Από αυτήν την ιστορία, η οποία δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το έτος 1588, δηλαδή, σχεδόν ενάμιση αιώνα μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας, συμπεραίνεται αβίαστα ότι, ο «εργατοτεχνίτης» ο οποίος «αντέγραψε» την ιδέα του Κόστερ πρέπει να ήταν ο Ι.Γ.,. 121 Πιο συγκεκριμένα και σχετικά με τον Κόστερ, υπάρχει μία αναφορά στον Ολλανδό Hadrianus Junius περί το 1568, ο οποίος ισχυρίζεται ότι, η βασική ιδέα των κινητών στοιχείων ανήκει στον Κόστερ και αυτή μέσω του Φουστ ( Fust ) ο οποίος μαθήτευσε στον Κόστερ το έτος 1430 στο Χάρλεμ Haarlem της Ολλανδίας, έφτασε και υιοθετήθηκε από τον Ι.Γ., στο Μάιντς. Ωστόσο όμως, αν και ο Κόστερ φέρεται να έχει πειραματιστεί στην χύτευση μεταλλικών στοιχείων, δεν υπάρχει κάποια απόδειξη για τον αν έχει εκτυπώσει κάτι συγκεκριμένο με αυτήν την τεχνική. Παράλληλα, υπάρχει μία έμμεση υποστήριξη αυτού του ισχυρισμού η οποία λέει ότι ο Κόστερ θα μπορούσε να είναι ο εφευρέτης και σημειώνεται από τον Ulrich Zell συντάκτη του Cologne Chronicle και πρώτου τυπογράφου της Κολωνίας, ο οποίος αναφέρει ότι, η πρώτη εκτύπωση έγινε στο Μάιντς το έτος Παράλληλα αναφέρει όμως ότι, αυτή η τεχνική αφορά σε ένα άλλο διαφορετικό είδος εκτύπωσης χαμηλής ποιότητας το οποίο είχε προηγηθεί ως τεχνική στην Ολλανδία. Παρά τις όποιες αναφορές, το χρονικό της Κολωνίας Cologne Chronicle 122 δεν αναφέρει πουθενά ούτε το όνομα του Κόστερ, ούτε την πόλη Χάρλεμ και υποδεικνύει ευθέως τον Ι.Γ., ως εφευρέτη της τυπογραφίας". Άλλωστε, ο Ι.Γ., γνωστοποίησε τυπογραφικά την «τεχνική» του περίπου μία δεκαετία μετά από το θάνατο του Κόστερ. Ωστόσο όμως, μαρτυρείται ότι το πρώτο ολλανδικό βιβλίο το οποίο τυπώθηκε σε ολλανδικούς εκτυπωτές είναι του έτους 1471, δηλαδή πολύ μετά από τις εκτυπώσεις της καθιερωμένης «τεχνικής» του Ι.Γ.,. Τέλος, το πρώτο βιβλίο το οποίο τυπώθηκε με ξύλινα κινητά στοιχεία και το οποίο είναι το Speculum humanae salvationis, δεν είναι δυνατόν να τυπώθηκε ταυτόχρονα σε δύο πόλεις, δηλαδή, στο Χάρλεμ και στο Μάιντς. 123 Σχετικά με τα κινητά τυπογραφικά «στοιχεία» τα οποία ενδεχόμενα να κατασκεύασε Λαυρέντιος Κόστερ, συμβαίνει να έχουν άμεση αναφορά και σχέση με τη σινική τεχνική και καμία απολύτως σχέση με αυτά τα οποία επινόησε και κατασκεύασε ο Ι.Γ., καθώς επίσης και με το σύνολο των τυπογραφικών τεχνικών τις οποίες εφάρμοσε. Και αυτά, με την απόλυτη μυστικότητα της «περί μυστικών σχεδίων» ιδέας του, τα οποία αφορούσαν στο Π.Σ., (πιεστηρίου), στην κατασκευή των κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων ως βασικά εργαλειακά μέσα τα οποία συνθέτουν το σύνολο της «τεχνικής» του. Καταλυτικό 121 Johannes Gutenberg, ://en.wikipedia.org/wiki/johannes_gutenberg 122 Ιστορία της Τεχνολογίας:. Στ. Γ. Φραγκόπουλου., A Brief History of Wood-engraving/Chapter 4 -

132 ρόλο στην άρση αυτών των ιστορικών «παρανοήσεων» έρχεται να παίξει η μαρτυρία του Γιόχαν Σαίφερ 124 ο οποίος μολονότι από το έτος 1509 και μετά ισχυρίζονταν ότι το σύνολο της εφευρεθείσας τυπογραφικής «τεχνικής» (πιεστήριο και κινητά μεταλλικά στοιχεία) ως ιδέα και έργο ανήκε αποκλειστικά στον πατέρα του και στον παππού του (Π., Σαίφερ και Γ., Φουστ), ο ίδιος το έτος 1509 είχε γράψει σε πρόλογο βιβλίου ότι «η αξιοθαύμαστη αυτή τέχνη της τυπογραφίας ανακαλύφθηκε από τον ιδιοφυή Ιωάννη Ι.Γ., στο Μάιντς το 1450». Δηλαδή εκ των υστέρων παραδοχή, δεκαεννιά χρόνια μετά το θάνατο του Κόστερ, έξι χρόνια από τον θάνατο του πατέρα του Π., Σαίφερ και σαράντα τρία χρόνια μετά τον θάνατο του παππού του, Γ., Σαίφερ και ασφαλώς σαράντα ένα από τον θάνατο του «εφευρέτη». Σχετικά με την εκδοχή του γνήσιου πιεστηρίου της «τεχνικής» Ι.Γ., και για το αν ο Κ.,ήταν μεταλλικός ή ξύλινος, υπάρχει μία αναφορά η οποία αναφέρει ότι ο μεταλλικός Κ μίας ελίκωσης (αρχής/βηματισμού) τοποθετήθηκε περί το έτος Ωστόσο, οι γκραβούρες της εποχής οι οποίες απεικονίζουν το πιθανά πρωτότυπο «πρότυπο» πιεστήριο και η προσομοίωση την οποία επιχείρησαν oι Άλαν Μάι και Στήβεν Φράι στηριζόμενοι σε αυτό το απεικονιστικό υλικό, φαίνεται να απαντά αποτελεσματικά στο ερώτημα το οποίο θέτει η παρούσα εργασία περί της πραγματικής αρχιτεκτονικής και μηχανικής υπόστασης του «πρωτότυπου» μηχανικού τυπογραφικού πιεστηρίου. Παραδόξως προέκυψε και ένα εντελώς «σύγχρονο» ερώτημα στο κατά πόσον ο Ι.Γ., χρησιμοποίησε μεμονωμένα κινητά μεταλλικά στοιχεία σε ενιαία τυπογραφική φόρμα, όταν το έτος 2004 η ιταλίδα καθηγήτρια Bruno Fabianni 126 ισχυρίστηκε ότι, εξετάζοντας την «Βίβλο» των 42 γραμμών εντόπισε «ανωμαλία στην απόσταση των χαρακτήρων», δηλαδή επικαλύψεις και κενά χαρακτήρων, γεγονός το οποίο θα υποδήλωνε ότι ο Ι.Γ., δεν έκανε καθολική χρήση μεμονωμένων χαρακτήρων, αλλά μάλλον συνδυασμό πλακών (κλισέ) ενοποιημένων χαρακτήρων (σφραγίδα) και μεμονωμένων κινητών στοιχείων. (βλ.σ.211/φ26) Ωστόσο, οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν ότι η κατά προφανή σημεία επικάλυψη της εκτύπωσης στη σελίδα, προκλήθηκε από την κίνηση και από την προσαρμογή του χαρτιού επάνω στα μεμονωμένα στοιχεία της φόρμας (μπόσικα) τα οποία ενδεχομένως να ήταν ελαφρώς ανισοϋψή και συνεπώς, ο διατυπούμενος ισχυρισμός της Bruno Fabianni για ενιαία «πλάκα» χαρακτήρων δεν φαίνεται ευσταθεί. 127 (βλ.σ.239/φ.75) Αναπόδεικτος θεωρείται και ο ισχυρισμός του «Fournier Le Jeune» 128 o οποίος το έτος 1737 δημοσίευσε 124 ENCYKLOPEDIA Britannica., Johann Schöffer: The invention of typography Gutenberg (1450?) Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, Τόμος Processo a Gutenberg., Gutenberg e il Professore., "Manuel typographique., «Θεωρητική εργασία του σχεδιαστή Pierre-Simon Fournier για την ελάχιστη απόσταση μεταξύ χαρακτήρων»

133 στο Manuel Typographique 129 και έλεγε ότι, ενδεχομένως και οι τυπογράφοι του 19 ου να μην χρησιμοποιούσαν κινητά μεταλλικά στοιχεία με επαναχρησιμοποιήσιμες μήτρες κατασκευής, αλλά μεμονωμένα ξύλινα κινητά στοιχεία, γεγονός το οποίο υποστήριξε ο «Graham Nash» το έτος 2004 και τα κινητά μεταλλικά στοιχεία να ήταν προϊόντα της Βιομηχανικής Επανάστασης. 130 Επίσης, μία επιπλέον τυπική προσέγγιση η οποία θεωρείται απαραίτητη, αφορά στον χαρακτηρισμό «εφεύρεση» και στο κατά πόσον αυτή η «τεχνική» Ι.Γ., και σε ποιά συστατικά της μέρη αποτελεί επινόηση ή εφεύρεση ή αν κατά κάποιο τρόπο «ανακάλυψη με στοιχεία εφεύρεσης». Ως ανακάλυψη, με την έννοια αξιοποίησης προγενέστερων τεχνικών ιδεών και εφαρμογών («πατητήρια», ξύλινα στοιχεία), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται μόνο για μία απλή υιοθέτηση αυτών και όχι για μία εποικοδομητική προσέγγιση και εφαρμογή των επιλεγμένων τεχνογνωσιακών δεδομένων της εποχής τα οποία αφενός μεν συνέθεσαν ένα νέο τεχνολογικό προϊόν, αφετέρου προσέδωσαν στην τεχνική διαδικασία χαρακτηριστικά επιστημονικής μεθόδου, σε σχέση με την μεθοδολογία την οποία ακολούθησε ο Ι.Γ., προκειμένου να τελειοποιήσει και εφαρμόσει την τεχνική του. Το γεγονός αυτό του τεχνολογικούς επιτεύγματος του Ι.Γ., στην παρούσα εργασία, έστω και αδόκιμα, γίνεται περισσότερο κατανοητό ως «ανακαλυπτική εφεύρεση» και αν κάτι συνιστά εφεύρεση στην «τεχνική» του Ι.Γ., αφορά στους πειραματισμούς του γύρω από τα μέταλλα και τα αμέταλλα χημικά στοιχεία από τα οποία προέκυψε το «επαναστατικό κράμα» της κατασκευής των κινητών μεταλλικών στοιχείων των οποίων η πατρότητα πιστώνεται αδιαμφισβήτως ιστορικά στον Ι.Γ., Σύνοψη εργοβιογραφίας προσώπων σχετικών με το Γουτεμβέργιο Εκείνο το οποίο είναι απολύτως ξεκάθαρο στο περιβάλλον των προσώπων τα οποία σχετίζονται με τον Ι.Γ., είναι ότι όλοι σχεδόν οι πέριξ αυτόν υπήρξαν θεσμικοί αξιωματούχοι με οικονομική και κοινωνική επιφάνεια και το σημαντικότερο, είχαν καταλάβει ότι τα περί «μυστικών σχεδίων» του Ι.Γ., δεν αφορούσαν σε ένα σύνηθες επιχειρηματικό άνοιγμα στις υπάρχουσες τυπογραφικές τεχνικές, αλλά σε μία εφευρετική καινοτομία και με πολλά τα υποσχόμενα οικονομικά οφέλη, αν λάβουμε υπόψη ότι, δεκάδες τυπογράφοι και αλχημιστές πειραματίζονταν ανεπιτυχώς επί σειρά ετών στην δημιουργία κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων. Δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο και άνευ σημασίας το γεγονός ότι, όλοι σχεδόν οι μαρτυρούμενοι ως στενοί συνεργάτες του Ι.Γ., πέρα από το ότι ήταν χρυσοχόοι και χρηματιστές, είχαν αναπτύξει και αποκτήσει ιδιαίτερες σχέσεις και ιδιότητες στην κοινωνική και οικονομική ζωή του περιβάλλοντος στο οποίο δραστηριοποιούνταν 129 Pierre-Simon Fournier., From Gutenberg to the Industrial Revolution.,

134 επαγγελματικά. Επίσης διαπιστώνεται ότι, μεταξύ αυτών των προσώπων, αναπτύχθηκαν αρχικά σχέσεις φιλίας, εν συνεχεία συνεργασίας και εντέλει συγγενικές σχέσεις πρώτου βαθμού, όπως η σχέση Φουστ και Σαίφερ. Ιδιαίτερη σημασία όμως αποκτά το γεγονός ότι κατείχαν υψηλά κοινωνικά και πολιτικά αξιώματα και ενδεχόμενα σε ένα βαθμό ανάλογες ιδιοτελείς θεσμικές επιρροές σε μία σειρά διαδικασίες οι οποίες θα είχαν σχέση και με την δικαιοσύνη. Αυτού του είδους οι σχέσεις και οι ιδιαίτερες ενασχολήσεις των συνεργατών του Ι.Γ., αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο ώστε ο ίδιος και προκειμένου να στηρίξει οικονομικά το «περί μυστικών σχεδίων» εγχείρημά του, να έπεσε θύμα πλεκτάνης και εν συνεχεία εξαπάτησης από τα εν λόγω πρόσωπα, δεδομένης της ενασχόλησής του Φουστ με την τοκογλυφία, αλλά και εκείνης της θεσμικής του ιδιότητας ως εισπράκτορας φόρων. Τα πρόσωπα αυτά, προφανώς χρυσοχόοι και χρηματιστές, φαίνεται να διασυνδέονται αρχικά και εν συνεχεία να συναντώνται κατά ένα παράδοξο τρόπο με τον Ι.Γ., αν εστιάσουμε στο γεγονός ότι, ο Γιόχαν Φούστ θετός πατέρας και πεθερός του Σαίφερ, υπήρξε συνεργάτης του Κόστερ στην Ολλανδία και ενώ ερχόμενος στο Μάιντς με όλον τον τυπογραφικό εξοπλισμό του Κόστερ γίνεται συνεταίρος του Ι.Γ.,. Τρίτο πρόσωπο ο Σαίφερ, τον οποίο ο Φουστ είχε στείλει στο Παρίσι για σπουδές στη χαρακτική και στην καλλιγραφία ενώ εν συνεχεία τον έκανε στενό συνεργάτη του Ι.Γ., μέσα στο τυπογραφικό εργαστήριο, εξασφαλίζοντας έτσι «εκ των έσω» την κάθε λεπτομέρεια σχετικά με την τυπογραφική διαδικασία, δηλαδή με την «πνευματική περιουσία» του Ι.Γ.,. Οι Φουστ και Σαίφερ αποδεδειγμένα στο εξής ανάπτυξαν ευρεία τυπογραφική δραστηριότητα σε υψηλό επιχειρηματικό επίπεδο και της οποίας συνεχιστές υπήρξαν οι γιοί του Σαίφρερ Laurens Jansz Coster ο έτερος εφευρέτης της τυπογραφίας O Ολλανδός Λαυρέντιος Κόστερ Laurens Jansz Koster ( ), υπήρξε σημαντικός πολίτης στην οικονομική ζωή του Χάρλεμ και για τους Ολλανδούς ο εφευρέτης της τυπογραφίας. Καταγράφεται ως ανταγωνιστής του Ι.Γ., αν και από τα τέλη της δεκαετίας του 1890 το Χάρλεμ ήταν πρόθυμο να παραδεχτεί ότι ίσως να προηγήθηκε ο Johann Gutenberg στο Μάιντς. Πράγματι, ελάχιστα είναι γνωστά για τον Ολλανδό τον «πρωτοπόρο» της «προγουτεμβεργιανής τυπογραφίας», καθώς σε διάφορα σωζόμενα αρχεία μεταξύ των ετών 1417 και 1434 αναφέρεται απλά και μόνο ως υψηλός κυβερνητικός υπάλληλος, ως επίσημο πρόσωπο του Χρότε Κερκ του Χάαρμελ, ως χρηματιστής και ως εισπράκτορας φόρων. Σύμφωνα με Junius, κάποια στιγμή κατά το έτος 1420 στο Haarlemmerhout, ο Κoster χάραξε γράμματα επάνω σε φλοιό θέλοντας έτσι να παίξει με τα εγγόνια του και εκεί παρατήρησε ότι, τα γράμματα άφηναν τα αποτυπώματα επάνω στην άμμο. Στη συνέχεια προχώρησε στην παραγωγή ξύλινων στοιχειών και με ένα είδος μελανιού το οποίο δεν έρρεε, πραγματοποίησε το πρώτο εγχείρημα εκτύπωσης. Αρχικά πειραματίστηκε με ξύλινα στοιχεία, ενώ αργότερα χρησιμοποίησε μόλυβδο και κασσίτερο. Λέγεται ότι έχουν τυπωθεί αρκετά βιβλία με την τεχνική του, συμπεριλαμβανομένου και του Speculum

135 Salvationis Humanae, ενώ είχε στα μυστικά του σχέδια την κατασκευή κινητών μεταλλικών στοιχείων. Λέγεται επίσης ότι, στο τυπογραφείο του είχε πολλούς συνεργάτες, μεταξύ αυτών και τον Johann Fust με τον οποίο μοιράστηκε το μυστικό της «τεχνικής» του. Εν τω μεταξύ και όταν ο Κόστερ πλησίαζε προς τον θάνατο, ο Γιόχαν Φούστ αθέτησε τη συμφωνία σπάζοντας το απόρρητο και αφού έκλεψε σχεδόν όλα τα πιεστήρια και τα τυπογραφικά στοιχεία, μετακόμισε στο Μάιντς όπου ξεκίνησε την δική του τυπογραφική εταιρεία. Αν και λέγεται ότι, ο Κόστερ τύπωνε με κινητά τυπογραφικά στοιχεία από το έτος 1430, ωστόσο όμως δεν έχουν βρεθεί συγκεκριμένες αποδείξεις οι οποίες να τεκμηριώνουν την σχέση του Κόστερ με την τυπογραφία. Κανένα από τα υπάρχοντα τυπογραφικά δείγματα τα οποία αποδίδονται σε αυτόν δεν φέρει το όνομά του, γεγονός το οποίο θα ήταν μία μορφή πιστοποίησης του έργου του και μία πιστοποίηση η οποία βέβαια απουσιάζει στην περίπτωση των εκτυπωτικών έργων του Ι.Γ.,. Πάντως, ο Κόστερ είναι πολύ πιο άγνωστος στον απλό κόσμο σε σχέση με τον Ι.Γ., ενώ τα τυπογραφικά του επιτεύγματα φαίνεται να καταγράφηκαν έναν αιώνα και πλέον μετά από τον θάνατό του Johann Fust, ο χρηματοδότης του Γουτεμβέργιου O Γιόχαν Φουστ, ( Johann Fust ) γεννήθηκε στο Μάιντς το έτος 1400 και πέθανε στο Παρίσι το έτος Υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους Γερμανούς τυπογράφους στην Ευρώπη. Είναι αυτός ο οποίος χρηματοδότησε το εγχείρημα του Ι.Γ., και ιδρυτής μαζί με τον Πέτερ Σαίφερ της πρώτης οικονομικά επιτυχημένης τυπογραφικής επιχείρησης από την οποία εκτεθειμένος βγήκε ο Ι.Γ.,. Ο Φουστ προέρχονταν από πλούσια και αξιοσέβαστη οικογένεια του Μάιντς της οποία τα μέλη κατείχαν υψηλά πολιτικά και θρησκευτικά αξιώματα. Το επώνυμο του Fust δεν ήταν ανέκαθεν αυτό, ενδεχομένως αυτό να ήταν το Jacob, αλλά επειδή θεωρήθηκε ως πρότυπο για τον χαρακτήρα Dr. Johann Faustus στο ομώνυμο έργο του Γκαίτε Faust έτσι ο Jacob και η οικογένεια έλαβε το όνομα Fusts. Αδελφός του ο Johanes Jacob, χρυσοχόος ο οποίος ήταν δημάρχος όταν το 1462 τα στρατεύματα του «Count Adolf ΙΙ, Nassau» εισέβαλαν και λεηλάτησαν το Μάιντς. Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την βιογραφία του Φουστ, πιθανόν να ήταν χρυσοχόος, αλλά και τοκογλύφος ή τραπεζίτης. Λόγω της σύνδεσής του με τον Ι.Γ., φέρεται και αυτός ως ο εφευρέτης της τυπογραφίας, όπως επίσης ο μαθητευόμενός του Σαίφερ και συνεργάτης του Ι.Γ.. Κάποιοι τον θεωρούν ως τον προστάτη και ευεργέτη, ο οποίος είδε την αξία της ανακάλυψης του Ι.Γ., θέλησε να τον βοηθήσει, ενώ κάποιοι άλλοι τον περιγράφουν ως κερδοσκόπο ο οποίος εκμεταλλεύτηκε την ανάγκη του Ι.Γ., με αποτέλεσμα να του οικειοποιηθούν την περιουσία και την εφεύρεση. Όποια και αν είναι η αλήθεια, το έγγραφο Helmasperger της 6ης Νοεμβρίου 1455, αποδεικνύει ότι o Φουστ χρηματοδότησε τον Ι.Γ., προφανώς 800 φιορίνια το έτος 1450 και 131 Laurens Jansz Coster Wikipedia.,

136 με επιπλέον 800 φιορίνια το έτος 1452 για να περατώσει το έργο του. Επίσης, αναφέρει ότι, ο Φουστ, κατά το έτος 1455 κατέθεσε μήνυση εναντίον Ι.Γ., προκειμένου να του επιστραφούν τα χρήματα τα οποία του είχε δανείσει, αξιώνοντας 2026 φιορίνια για το αρχικό κεφάλαιο και για τους τόκους. Φαίνεται ότι ο Ι.Γ., δεν είχε καταβάλει τα 300 φιορίνια ετησίως καθώς είχε αναλάβει την δέσμευση να προσκομίσει τα έξοδα, μισθούς, κ.λπ., και, σύμφωνα με τον Ι.Γ., φαίνεται να είχε πει ότι δεν είχε καμία πρόθεση να διεκδικήσει τόκους. Το δικαστήριο στις 6 Νοεμβρίου 1455 και στην αίθουσα Barefooted Friars του Μάιντς, αποφάσισε υπέρ του Φουστ, καθώς ο Φουστ ορκίστηκε ότι ο ίδιος είχε δανείσει στον Ι.Γ., φιορίνια. Ωστόσο όμως δεν υπάρχει καμία απόδειξη για το αν ο Φουστ καρπώθηκε τα περιουσιακά του Ι.Γ., τα οποία είχαν υποθηκευτεί. 132 Παρ ότι ο Ι.Γ., είχε ως υπόβαθρο και αφετηρία επαγγελματικής σταδιοδρόμησης την τάξη των ευγενών οι οποίοι ως είθισται συχνωτίζονταν και εναγκαλίζονταν με την εξουσία ή τον περίγυρό της, ωστόσο ο ίδιος δεν φαίνεται να υποστηρίζεται νομικά στις «τυπογραφικές βασάνους» του και από το γεγονός αυτό και όντας ο ίδιος προσηλωμένος σε αυτό και αποστασιοποιμένος σχεδόν από τα κοινά, θα έλεγε κανείς ότι η στάση του και η αντιμετώπιση της οποίας έτυχε, προσδίδει πνευματικές διαστάσεις στο «εφευρετικό» του εγχείρημα έναντι των υλικών δυσχερειών στις οποίες είχε περιέλθει προκειμένου να πειραματίζεται και να εφαρμόζει τις «τυπογραφικές ίδέες». Αντθέτως, οι Φουστ και Σαίφερ, φαίνεται να ασκούν επιρροή ή να έχουν πρόσβαση στις τοπικές Αρχές και αυτό με την σχεδόν προφανή συναναστροφή ή διαπλοκή τους, λόγω των ιδιωτικών ενασχολήσεων και των θεσμικών ιδιοτήτων τους μέσω των οποίων ενδεχομένως και να επηρέαζαν καταστάσεις προς όφελός των. Και με αυτό, ως γεγονός υποτιθέμενο, δείχνει ότι τους ενδιέφερε αποκλειστικά και μόνο η υλικοτεχνική διάσταση της «εφεύρεσης» του Ι.Γ., ως μία κερδοφόρα μηχανή προς ίδιαν εκμετάλευση και ίδιον όφελος, γεγονός το οποίο επιβεβαιώθηκε ως αποτέλεσμα μετέπειτα με την υψηλού επιπέδου δραστηριοποίησή τους στα τυπογραφικά δρώμενα της εποχής των Peter Schöffer ο μαθητής του Γιόχαν Φουστ Ο Πέτερ Σαίφερ, ( Peter Schöffer ή Petrus Schoeffer ) έζησε από 1425 έως 1503 στο Μάιντς και ήταν από τους πρώτους Γερμανούς τυπογράφους ο οποίος εργάστηκε κοντά στον Ι.Γ.,. Το έτος 1451 εγκαταστάθηκε στο Μάιντς ως απεσταλμένος του Γιόχαν Φουστ ( Johann Fust ) προκειμένου να εκπαιδευτεί ως καλλιγράφος και χαράκτης, ενώ παράλληλα εργάζονταν αντιγραφέας χειρογράφων. Είναι το πρόσωπο για το οποίο ο Φούστ εξανάγκασε τον Ι.Γ., να τον δεχτεί ως τρίτο μέλος στην επιχείρηση, δεδομένου ότι ο Σαίφερ ήταν τοκογλύφος. Ουσιαστικά επρόκειτο για μία πράξη απάτης και με θύμα τον Ι.Γ., προκειμένου να αποκτήσουν την γνώση των «μυστικών σχεδίων» του Ι.Γ.,. 132 Johann Fust Wikipedia.,

137 Το έτος 1454 ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως τυπογράφος στο τυπογραφείο των Ι.Γ., και Φουστ, ως ειδικός εργάτης τύπου. Το ίδιο έτος (1455) και με την δικαστική διένεξη στην οποία ενεπλάκησαν ο Ι.Γ., με τον Φουστ, ο ίδιος κατέθεσε κατά του Ι.Γ., ως βασικός μάρτυρας. Όταν οι Ι.Γ., και Φουστ διέλυσαν την τυπογραφική συνεργασία, ο Φουστ έκανε τον Σαίφερ όχι απλά συνεταίρο του αλλά και γαμπρό του στην κόρη του Χριστίνα και όταν απεβίωσε ο Σαίφερ, εκείνος ανέλαβε τη διεύθυνση της επιχείρησης. Με την Χριστίνα Φουστ απέκτησε δύο γιούς, τον Johannes και τον Peter εκ των οποίων ο πρώτος αν και δραστηριοποιήθηκε στην τυπογραφία μεταξύ των ετών 1503 και 1531, ωστόσο όμως δεν κατατάσσεται μεταξύ των κορυφαίων τυπογράφων της εποχής των. Ο Πέτερ Σαίφερ, ο νεώτερος γιός του του Σαίφερ, ήταν ικανός τυπογράφος και διατήρησε τις επιχειρήσεις στο Μάιντς την περίοδο μεταξύ των ετών , στο Worms από το έτος 1512 έως το 1529, στο Στρασβούργο από το 1530 έως το 1539 και στη Βενετία από το έτος 1541 έως το Το έτος 1526 ο Peter Schöffer ο νεότερος δημοσίευσε την πρώτη αγγλική Καινή Διαθήκη στην Worms, η οποία μεταφράστηκε από τον William Tyndale, ενώ ο ίδιος διατήρησε και το αρχικό τυπογραφείο στο Μάιντς από το έτος 1531 έως το Επίσης, στο διάστημα αυτής της τυπογραφικής του θητείας, επινόησε το διάστιχο, την τεχνική των σημειώσεων στο περιθώριο και ήταν ο πρώτος τυπογράφος ο οποίος παρουσίασε εκτυπωμένους έγχρωμους τίτλους και έγχρωμα αρχιγράμματα στα εκτυπωτικά έργα του. O Γιόχαν Σαίφερ ο εγγονός του Γιόχαν Φουστ, είναι εκείνος ο οποίος αργότερα με δημοσιευμένο κείμενό του θα αποδώσει πανηγυρικά την «εφεύρεση» της επίμαχης τυπογραφικής «τεχνικής» στον Ι.Γ., Albert Durer και Anton Koberger Ο Άντον Κομπέρκγεν ( Anton Koberger 1440/ ) ήταν Γερμανός χρυσοχόος και μετέπειτα τυπογράφος. Το έτος 1470 ίδρυσε το πρώτο τυπογραφείο στην Νυρεμβέργη και στο τυπογραφείο εκτυπώνονταν το «Χρονικό της Νυρεμβέργης». Ο Κομπέρκγεν ήταν ο νονός του Άλμπρεχτ Ντύρερ και του οποίου η οικογένεια διέμενε στην ιδία πόλη και στην ίδια οδό με τον Κομπέρκγεν. Το έτος 1471 και πριν από την γέννηση του Ντύρερ, ο Κομπέρκγεν έπαψε πλέον να ασχολείται με την χρυσοχοΐα και έγινε τυπογράφος εκδότης. Η εξέλιξή του ως τυπογράφου υπήρξε ραγδαία, καθώς δημιούργησε τον επιτυχημένο εκδοτικό οίκο της Γερμανίας ο οποίος απασχολούσε εκατό εργάτες τύπου με είκοσι τέσσερα ενεργά τυπογραφικά πιεστήρια. Στο διάστημα αυτό, προσχώρησε στην επιχείρηση και ο αναδεχτός του ο Άλμπρεχτ Ντύρερ ως στενός συνεργάτης πλέον, αλλά και συνεχιστής της επιχείρησης εξασφαλίζοντας χώρο στα ιδιαίτερα τυπογραφικά του ενδιαφέροντα όπως αυτό της χαρακτικής. Ο Άλμπρεχτ Ντύρερ ( Albert Durer 134, ) γεννήθηκε το Μάιο του 133 Peter Schöffer Wikipedia., Albert Durer Wikipedia.,

138 1471 στη Νυρεμβέργη και είναι το τρίτο από τα 18 παιδιά του χρυσοχόου Άλμπρεχτ Ντύρερ ( ) και αναδεκτός του τυπογράφου Άντον Κομπέρκγεν ( Anton Koberger. Υπήρξε μεγάλος ζωγράφος, χαράκτης, μαθηματικός και θεωρητικός, ενώ παράλληλα θεωρείται ως ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης της Βόρειας Αναγέννησης Nicolas Jenson Ο Nicolas Jenson 135 γεννήθηκε στη Γαλλία το έτος Το έτος 1458 και σε ηλίκια 38 ετών, εργάστηκε ως χαράκτης σε ένα από τα νομισματοκοπεία της Γαλλίας. O Charles VII τον έστειλε στο Μάιντς προκειμένου να μελετήσει την νέα τυπογραφική «τεχνική» των κινητών τυπογραφικών στοιχείων. Το έτος 1450 στο Μάιντς, ο Ι.Γ., είχε ήδη τελειοποιήσει σχεδόν τα κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία για να εφαρμόσει τις ιδέες του στο Στρασβούργο. Σε αυτό το περιβάλλον ο Jenson απέκτησε την τυπογραφική τεχνογνωσία και εμπειρία και το έτος 1468 μετακόμισε στην Βενετία, όπου ανέπτυξε μία από τις πλέον δραστήριες και εμπορικότερες τυπογραφικές επιχειρήσεις στην κεντρική Ευρώπη, ενώ παράλληλα σχεδίασε και δικές του γραμματοσειρές με αντιπροσωπευτικότερη την Venetian καθώς και την "roman" Η Τυπογραφική «τεχνική» του Γουτεμβέργιου Τεχνογνωσιακές αναφορές Όπως ήδη προαναφέραμε στις σχετικές ενότητες, η τεχνογνωσιακή βάση της «τυπογραφικής τεχνικής» του Ι.Γ., έχει χωροχρονική αναφορά σε τρεις προγενέστερες μεμονωμένες υλικοτεχνικές εφαρμογές τις οποίες υιοθετεί και εφαρμόζει συνδυαστικά με τροποποιήσεις και βελτιώσεις, αλλά και επινοημένες από τον ίδιο τεχνικές, έτσι ώστε και σε συνδυασμό αυτών κατάφερε να αναπτύξει και να καθιερώσει ένα νέο επαναστατικό τυπογραφικό Παράδειγμα το οποίο σήμερα ονομάζουμε «τυπογραφική τεχνική» του Ι.Γ., και μήτρα της σύγχρονης τυπογραφικής τέχνης. Κεντρικό τεχνολογικό στοιχείο της «τεχνικής» του Ι.Γ., από πλευράς μηχανικής, αποτελεί ο αρχαϊκός εργαλειομηχανισμός πιεστηρίου απομύζησης στέμφυλων και ελιών του Ήρωνος του Αλεξανδέως, από τον οποίο υιοθετεί τον Κ (ατέρμονα μίας ελίκωσης-αρχής) καθώς και τα βασικά δομικά χαρακτηριστικά του ξυλότυπου του σώματός του. Ωστόσο όμως, η καινοτομία την οποία εισάγει ο Ι.Γ., στην μέχρι τότε εφαρμοζόμενη τεχνική της τυπογραφίας και η οποία χαρακτηρίζει ως εφεύρεση το σύνολο της «τεχνικής» του, ενώ παράλληλα άρει όλες τις αμφιβολίες για την πατρότητα της «εφεύρεσης» της μηχανικής τυπογραφίας, είναι η επινόηση των κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων, τα οποία κατέστησαν την τυπογραφία τεχνική άνευ προηγουμένου ως προς την ποιότητα και την ταχύτητα εκτύπωσης. 135 Nicolas Jenson s Typographic Contributions.,

139 Σε ό,τι αφορά στην ιδέα, στην διαδικασία και στην τεχνική της παραγωγής των μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων, αυτές έχουν προφανή μορφολογική αναφορά στις τελειότερες εκδοχές των ξύλινων κινητών τυπογραφικών στοιχείων και σαφή κατασκευαστική αναφορά στις μεθόδους και τεχνικές της χρυσοχοΐας και μεταλλοτεχνίας, δηλαδή, στην τεχνογνωσία εκείνης της εποχής, φορέας της οποίας ήταν ο ίδιος ο Ι.Γ.,. Ιδιαίτερης σημασίας εφαρμογή, με αναφορά σε προγενέστερες τεχνικές επάνω στις οποίες πειραματίστηκε ο Ι.Γ.,, αποτελεί η τυπογραφική ύλη της «τεχνικής» του, δηλαδή, τα μελάνια και το χαρτί, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο τα επεξεργάστηκε και τα οποία έχουν σαφή τεχνογνωσιακή αναφορά σε πρόδρομες τυπογραφικές τεχνικές οι οποίες αναπτύχθηκαν στην Κίνα. Δεδομένης της συνολικής τυπογραφικής «τεχνικής» του Ι.Γ., σε ό,τι αφορά και ορίζει την χειροκίνητη μηχανική τυπογραφία δια των κινητών μεταλλικών στοιχείων, το ιδιαίτερο στοιχείο το οποίο χαρακτηρίζει την εκτυπωτική τάξη και αισθητική της τυπογραφικής του φόρμας ως σύστημα στοιχειοθεσίας και εκτυπωτικού αποτελέσματος, αποτελεί η ιδανικά τέλεια μορφοποίηση και σελιδοποίησής της, την οποία ο Ι.Γ., γεωμέτρησε με απόλυτη χρηστική ακρίβεια και στοιχειοθέτησε με πρωτοφανή αναγνωστική ευκρίνεια. Συνεπώς, ως σύνολο της «τεχνικής» του Ι.Γ., νοούνται τα υλικοτεχνικά μέσα και οι εκτυπωτικές μέθοδοι τις οποίες επινόησε και εφάρμοσε ο Ι.Γ., ώστε αυτές να αποτελούν την τυπογραφική του μέθοδο και οι οποίες είναι οι εξής: το χειροκίνητο μηχανικό πιεστήριο («πρέσα»), η μήτρα (καλούπι) χύτευσης και τα χυτά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία, τα τυπογραφικά μελάνια, το τυπογραφικό χαρτί, η μέθοδος στοιχειοθέτησης και συνεπώς η βιβλιοδεσία των εκτυπωμένων έργων του. (βλ.σ.234/φ.67,68 & σ.235/φ.69-72) Το χειροκίνητο μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο Ο βασικός κορμός του σώματος του πιεστηρίου φαίνεται να αποτελείται από δυο ορθοστάτες οι οποίοι εδράζονται σε πέλματα ικανού μήκους, ενώ καθ ύψος και με την τεχνική της «σφήνας» συνδέονται σταθερά με τα δύο ζευκτά εκ των οποίων το άνω ζευκτό είναι φορέας του πιεστικού συστήματος, ενώ το μέσο ζευκτό είναι εκείνο επάνω στο οποίο αναπτύσσεται οριζόντια η βάση στήριξης της Τ.Τ.,. Η λειτουργία του Π.Σ., βασίζεται στον κοινού τύπου ξύλινο Κ (ατέρμονα) μίας ελίκωσης ο οποίος φέρει απλή Ε.Κ., ατέρμονης στρέψης. Ως θέση περικοχλίου, δηλαδή θηλυκού σπειρώματος το οποίο εξασφαλίζει τον βηματισμό του κοχλία, έχει το άνω ζευκτό το οποίο το διατρέχει κατακόρυφα και διαμπερώς ο Κ. με τρόπο ώστε να ελέγχεται η στρέψη με βάση την επιθυμητή άσκηση πίεσης. Όπως προαναφέρθηκε, η Τ.Τ., ήταν μία σταθερή επίπεδη επιφάνεια, επάνω στην οποία εφαρμόζονταν η τυπογραφική φόρμα (τελάρο) εκτύπωσης, ενώ ακριβώς επάνω και σε λειτουργική απόσταση εισόδου της, βρίσκεται η κινητή Τ.Π., η οποία κινείται κατακόρυφα επενεργείας του πιεστικού συστήματος («πρέσας»). Επίσης και μία επιπλέον θεώρηση ότι, γενικά το τυπογραφικό πιεστήριο με την έννοια του «προτύπου», απέκτησε τα βασικά του χαρακτηριστικά πριν από το έτος 1470, ενώ εν

140 συνεχεία και μέσα στον ίδιο αιώνα, η Τ.Τ., έγινε κινητή με την τεχνική των τροχιοδρόμων (δρομέων) και ενδεχόμενα από τον ίδιο το Ι.Γ.. Μετά το θάνατο του Ι.Γ., ο ξύλινος Κ αντικαταστάθηκε από μεταλλικό με δύο, τρείς ή και τέσσερις ελικώσεις (αρχές) και γενικά το σώμα του πιεστηρίου έγινε περισσοτερο σύνθετο ως συνέπεια καινοτόμων βελτιωτικών αλλαγών και τροποποιήσεων οι οποίες αφορούσαν στην τελειοποίηση εργαλειομηχανισμών του πιεστηρίου. Παράλληλα, αυτό το «πρότυπο» πιεστήριο ως εργαλειομηχανικό «τέχνημα», το οποίο σφράγισε τελειωτικά την εποχή του σκοταδισμού και της δεισιδαιμονίας του στατικού μεσαιωνικού κόσμου, προσιδιάζει σχεδόν με τον αργαλειό και την λαιμητόμο. Πρόκειται για δύο «ιδιαίτερα τεχνήματα» τα οποία αποκτούν συμβολική θέση και σχέση από εκείνη την ιστορική στιγμή κατά την οποία ο Ι.Γ., τοποθετεί ανάμεσά τους το πιεστήριό του, ως σύμβολο μίας ιστορικής τομής διαχωρισμού του μεσαίωνα από τον αναγεννώμενο Κόσμο. (βλ.σ.234/φ.66) Τα μεταλλικά κινητά τυπογραφικά στοιχεία Αρχικά ο Ι.Γ., και τυπώνοντας με την γνωστή τεχνική των ξύλινων κινητών τυπογραφικών στοιχείων, κατασκεύαζε τα δικά του τυπογραφικά στοιχεία και για των οποίων την παραγωγή χρησιμοποιούσε ένα καλούπι πρόδρομο της μετέπειτα «τεχνικής» του. Αρχικά έπαιρνε μία ξύλινη στήλη σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπίπεδου επάνω στην οποία χάραζε τον ανάγλυφο και τον αντίστροφο (με καθρεπτισμένη μορφή) χαρακτήρα του ψηφίου της αλφαβήτου. Η στήλη αυτή η οποία έφερε το ανάγλυφο του χαρακτήρα («πατρότυπο»), πιέζονταν επάνω σε εύπλαστο και ανθεκτικό πηλό, δημιουργώντας ένα αποτύπωμα εσοχής («μητρότυπο»). Το αποτύπωμα αυτό χρησίμευε ως καλούπι («μήτρα») για τη χύτευση του μετάλλου και ήταν ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο, στου οποίου τη μία επιφάνεια βρίσκονταν ανάγλυφο το αποτύπωμα του χαρακτήρα. 136 Αργότερα ο Ι.Γ., διαφοροποιώντας τη χημεία του αρχικού μετάλλου, αντικατέστησε τις ξύλινες ράβδους με μεταλλικές («στιγείς») και τα πήλινα καλούπια με μπρούτζινα ή ορειχάλκινα για τη χύτευση μαλακών μετάλλων (κράματος), δηλαδή, με την τελική τεχνική η οποία περιγράφεται ακόλουθα και με σχετικές λεπτομέρειες. Ο Ι.Γ., πειραματίστηκε επίμονα με τα μέταλλα των τυπογραφικών στοιχείων και κατέληξε στην χρήση ενός κράματος το οποίο περιείχε μόλυβδο, αντιμόνιο και κασσίτερο. Ο κασσίτερος χρησιμοποιήθηκε για τον λόγο ότι, ο μόλυβδος από μόνος του οξειδώνεται (σκουριάζει) ταχύτατα και μετά την χύτευση κατέστρεφε τα μολύβδινα στοιχεία. Το αντιμόνιο προστέθηκε για να αυξήσει την αντοχή των στοιχείων στη φθορά της συνεχούς χρήσης. Η υλοποίηση της ιδέας του Ι.Γ., στην κατασκευή κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων, αφενός μεν προϋπόθετε ένα επαρκές τεχνογνωσιακό υπόβαθρο απολύτως σχετικό 136 Ο ΓΟΥΤΕΜΒΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ Η ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ., -

141 με την μεταλλοτεχνία και αυτό επάνω στον τομέα των κοσμημάτων και των μεταλλίων, αφετέρου στην εξασφάλιση μιάς σειράς εξειδικευμένων υλικοτεχνικών υποδομών για την εποχή του, οι οποίες αφορούσαν αντίστοιχα στην επιλογή καθαρών μετάλλων και στην αποτελεσματικότητα των τεχνικών του, δηλαδή, στα απαραίτητα υλικά και τα μέσα τα οποία πρακτικά θα υποστήριζαν αποτελεσματικά το εγχείρημά του. Έτσι, μεταξύ των όσων υλικοτεχνικών μέσων και μεθόδων τα οποία αφορούν στην τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., στην περίπτωση της κατασκευής των κινητών μεταλλικών στοιχείων, δυο είναι τα βασικά προαπαιτούμενα, τα μέταλλα και τα εργαλεία. Όπως προαναφέραμε, από τις αρχές του 15 ου μ.χ. αιώνα., εκτός των τυπογραφικών υλών χαρτιού και μελανιών, ήταν σε χρήση και τα ξύλινα κινητά τυπογραφικά στοιχεία τα οποία έγιναν γνωστά στη Ευρώπη από την Κίνα. Ωστόσο όμως τα στοιχεία αυτά, εκτός του ότι ήταν «χονδροειδή», φθείρονταν γρήγορα, με αποτέλεσμα η συχνή αντικατάστασή τους να καθίσταται ως μία ιδιαίτερα επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία. Την επίλυση αυτού του τεχνικού προβλήματος ήρθε να διαχειριστεί ο χρυσοχόος Ι.Γ., περί το έτος 1450, ο οποίος από το έτος 1434 πειραματίζονταν ήδη επάνω στα ξύλινα κινητά στοιχεία και οι οποίοι πειραματισμοί του, σε συνδυασμό με την ενασχόλησή του στην επεξεργασία των «ευγενών» μετάλλων, είχαν ως αποτέλεσμα την ιδεοδότηση και μεθόδευση της κατασκευής των μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων από τον ίδιο. Πιο συγκεκριμένα, ο Ι.Γ., αξιοποίησε την εμπειρία του την οποία απέκτησε ως χρυσοχόος και τις επιπλέον ειδικές γνώσεις στις τεχνικές της νομισματοκοπίας, αλλά και ως κατασκευαστής καθρεφτών. Η αποκτηθείσα γνώση η σχετική με το σχεδιασμό και τη χύτευση των νομισμάτων, καθώς και οι δεξιότητες τις οποίες ανάπτυξε στη χάραξη των μετάλλων, τον κατέστησαν ικανό να χαράξει χαρακτήρες επάνω σε σκληρό μέταλλο προκειμένου να έχει τον στιγέα («πατρότυπο»), δηλαδή, την βάση του τυπογραφικού στοιχείου. Έτσι, η εξοικείωσή του με τα μέταλλα, σε συνδυασμό με τη δεξιότητά του στην επεξεργασία τους και με επαρκή τη γνώση των ιδιοτήτων τους και ενώ έχοντας ήδη επιλέξει τις βασικές ουσίες (μέταλλα) οι οποίες θα συνέθεταν το επιθυμητό κράμα, προχώρησε στην δημιουργία ενός ειδικού καλουπιού («μήτρα») στο οποίο ήταν δυνατόν να χυθεί λειωμένο μέταλλο, το οποίο θα έδινε το σχήμα ενός χαρακτήρα του αλφάβητου ή οιουδήποτε συμβόλου αλφαβητικής γραφής. Συνεπώς, η γνώση των χημικών ιδιοτήτων και των συμπεριφορών των μετάλλων και με την αντίστοιχη επινοημένη πειραματική τεχνική την όποια ακολούθησε ο Ι.Γ., αυτά αποτέλεσαν το γνωσιακό όχημα το οποίο τον οδήγησε στην ανάδειξη αυτού του ιδιαίτερου κράματος (ανάμειξη) το οποίο έχει ως βάση στις καθαρές τους μορφές, τον κασσίτερο, το μόλυβδο, το αντιμόνιο και τον χαλκό στις εξής σχέσεις ανάμειξης: κασσίτερος με μόλυβδο και αντιμόνιο με χαλκό, πιο συγκεκριμένα από 70 μέρη μολύβδου, 25 μέρη κασσιτέρου και 5 μέρη αντιμονίου. Παράλληλα, η συσκευή χύτευσης (μήτρα), αποτελεί το πλέον σημαντικό μέρος της ανακαλυπτικής εφεύρεσής του, καθώς με αυτό κατέστη δυνατή μία εκμηχανισμένη

142 διαδικασία παραγωγής και αναπαραγωγής όμοιων τυπογραφικών χαρακτήρων (γραμμάτων) από την ίδια μήτρα, με απόλυτη ακρίβεια και σχετική ταχύτητα. Σύμφωνα με την οπτική της παρούσας εργασίας, η διαδικασία κατασκευής των μεταλλικών κινητών τυπογραφικών στοιχείων αφορούσε σε έξι διακριτά στάδια: την χύτευση της στοιχειοστήλης («κολώνας»), την χάραξη δημιουργίας θετικού προτύπου, την αποτύπωση του θετικού προτύπου για την δημιουργία του αρνητικού μητρικού προτύπου, την σύνθεση (κούμπωμα) της μήτρας ως δοχείο χύτευσης, την χύτευση του κράματος για την παραγωγή του μορφοποιημένου στοιχείου και την τελική επεξεργασία του προϊόντος στοιχείου. Πρώτιστα, δημιουργούνταν η στοιχειοστήλη με χύτευση σκληρού μέταλλου (σίδηρος, ατσάλι) σε ξεχωριστό καλούπι (στοιχειοχύτης) για την παραγωγή του σώματος της στοιχειοστήλης και στην περίπτωση κατά την οποία αυτή ως μεμονωμένο σιδηροτεμάχιο δεν πληρούσε τις προδιαγραφές της σκληρότητας. Οπότε και επάνω σε μία από τις στενές όψεις (έδρες παραλληλεπίπεδου) του σκληρού μέταλλου της στοιχειοστήλης οριοθετούνταν και χαράσσονταν το θετικό-ανάγλυφο πρότυπο («πατρότυπο») του χαρακτήρα του στοιχείου του οποίου επρόκειτο να γίνει η χύτευση παραγωγής του. Εν συνεχεία παράγονταν ένα αρνητικό-εσώγλυφο («μητρότυπο») ως αποτύπωμα επάνω σε μαλακό μέταλλο (χαλκός), όπου το ανάγλυφο πρότυπο «σφυροκοπούνταν» επάνω στην επιφάνεια μίας στήλης μαλακού μέταλλου (συνήθως χαλκός), έτσι ώστε με την κρούση το μαλακό μέταλλο να υποχωρεί υποδεχόμενο το ανάγλυφο του προτύπου και στα όρια μίας συμπαγούς έφαψης των δύο. Έτσι προέκυπτε η «μήτρα», δηλαδή, ένα εσώγλυφο «αντίτυπο» του αρχικού ανάγλυφου προτύπου, προκειμένου να δημιουργηθεί το δίδυμο των τοιχωμάτων του δοχείου της μήτρας, δηλαδή, του διάκενου γόμωσης της μήτρας και με τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματίσει το "πρόσωπο" και "σώμα" του κάθε στοιχείου. Η μήτρα εν συνεχεία τοποθετείτο στο ειδικό καλούπι (εκμαγείο), όπου γίνονταν η χύτευση με απόλυτη επιμέλεια πλήρωσης του διάκενου. Το καλούπι αποτελείτο από δύο διακριτά μέρη (τεμάχια) τα οποία εφήρμοζαν απόλυτα μεταξύ τους αφήνοντας τον επιθυμητό «κενό χώρο» χύτευσης του στοιχειοκράματος και με ρυθμιζόμενες τις διαστάσεις του κάθε στοιχείου. Η μήτρα εφεξής λειτουργεί ως το τελικό πρότυπο του σώματος και της μορφής ενός «στοιχειοχαρακτήρα» (εκμαγείο) για την δημιουργία πολλαπλών και καθόλα πανομοιότυπων τυπογραφικών στοιχειοχαρακτήρων. 137 Η τεχνική διαδικασία δημιουργίας των στοιχειοχαρακτήρων, απαιτούσε ξεχωριστό σχέδιο για κάθε στοιχείο, το οποίο αρχικά χαράσσονταν ως «χνάρι» στη στοιχεοστήλη για την γλυπτική επεξεργασία του ανάγλυφου («πατρότυπο») από μία ειδική σμίλη σκληρού μετάλλου, τον στιγέα («ζουμπάς»), ο οποίος ήταν βασικό εργαλείο των αργυροχρυσοχόων. Ο 137 MECHANICAL FEATURES OF TYPE., h.htm

143 στιγέας σφυροκοπούνταν επιδέξια με γνώμονα το υποκείμενο ίχνος του χαρακτήρα το οποίο αρχικά ιχνογραφούνταν επάνω στην επιφάνεια του σκληρού μέταλλου, προκειμένου να χαραχθεί και να σμιλευθεί η κοίλη μορφή του χαρακτήρα (στοιχείου), δηλαδή, να διαμορφωθεί η κατάλληλη κοιλότητα την οποία απαιτούσε η γεωμετρία και η μορφολογία του κάθε χαρακτήρα. Έτσι, η χάραξη (σμίλευση) του εσώγλυφου για την παραγωγή του πρότυπου χαρακτήρα αφορούσε σε μία ιδιαιτέρως λεπτοχειρουργική πράξη, η οποία προϋπόθετε αναπτυγμένη οπτικοχειροτεχνική δεξιότητα, καθώς το μικροσκοπικό ανάπτυγμά της μορφής και της γεωμετρίας των χαρακτήρων (καμπύλες, ευθείες, εσοχές, περίγραμμα) έπρεπε να χαραχθούν με σταθερότητα και με ακρίβεια επάνω στην επίπεδη επιφάνεια της στοιχειοστήλης. Αξιοσημείωτο είναι το εφαρμοστικό παράδειγμα της τυπογραφικής «τεχνικής» Ι.Γ., στην αραβική τυπογραφική παραγωγή 138 «εργαλείων» τα οποία αφορούν στην κατασκευή κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων 139 και η σύγχρονη απόδοση της «μήτρα» του Ι.Γ., από τον Alan May's. 140 στο Gutenberg Press at the British Library. Κατά την διαδικασία της χύτευσης του κράματος, οι συσκευές, δηλαδή οι φορείς της μήτρας τοποθετούνταν στην κατάλληλη θέση χύτευσης, η οποία θα εξασφάλιζε την παραγωγή τυποποιημένων στοιχείων (τύπων) στη σχέση μίας ευθύγραμμης και ισοϋψούς συστοιχίας. Ο τεχνίτης μετάγγιζε (έχυνε) το λιωμένο μέταλλο (κράμα) μέσα στο «αυλάκι» του καλουπιού και στον πυθμένα του οποίου βρίσκονταν η μήτρα, έτσι ώστε να προκύψει μία ορθογώνια παραλληλεπίπεδη στήλη η οποία στην κάτω μικρή έδρα (βάση) της θα έφερε το ανάγλυφο του χαρακτήρα. Το χυτήριο ήταν σχεδιασμένο έτσι ώστε να διευκολύνει την εργασία και τοποθετούνταν σε μία άκρη της μηχανής για να μπορεί να αλλαχθεί γρήγορα, ενώ στην άλλη άκρη βρίσκονταν το κανάλι τήξης, απ όπου περνούσε το τηγμένο μέταλλο. Ο συνδυασμός των δυο σταθερών τμημάτων και του ενός κινητού, επιτρέπει τις παραλλαγές στο πλάτος του καλουπιού ανάλογα με το διαφορετικό πλάτος των γραμμάτων (π.χ. το «ι» και «υ») ενώ ολόκληρη η μηχανή περιβάλλονταν από ξύλο το οποίο έχει θέση μονωτή. Τέλος, αφού το μέταλλο ψύχονταν (στερεοποιούνταν), αφαιρούνταν από το καλούπι (μήτρα) υπό μορφή στήλης (εκμαγείο), όπου και στην μπροστινή όψη του έφερε την ανάγλυφη καθρεπτική εικόνα του χαρακτήρα της μήτρας και ενώ έβγαζαν από τη μέση της μήτρας το ελατήριο συγκράτησης την απελευθέρωναν πιέζοντάς την καταλλήλως. Έτσι έβγαινε ένα τυπογραφικό στοιχείο το οποίο κατόπιν και προκειμένου να αποτελέσει αυτοτελές στοιχείο 138 The First Arabic Script Printing Press in Lebanon., Arabic Script Press in Lebano Alan May's.,

144 περνούσε στην τελική επεξεργασία καθαρισμού, λείανσης και στίλβωσης, με κατάλληλα εργαλεία, όπως στιγείς, λίμες και δερματόπανα, για να αποκτήσει την τελική χρηστική του μορφή. Αυτό ήταν το «τυπογραφικό στοιχείο» και ένας άριστος στοιχειοχύτης μπορούσε να κατασκευάσει περίπου τέτοια στοιχεία ημερησίως, τα οποία κατόπιν αποθηκεύονταν σε ειδικές θήκες (κάσες) και σε αυστηρά καθορισμένες θέσεις, έτσι ώστε να διευκολύνεται ο στοιχειοθέτης. Το σχήμα των τυπογραφικών στοιχείων είναι σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και επάνω στην βάση της μικρής έδρας του γεωμετρικού αυτού στερεού το οποίο λέγεται «σώμα» υπάρχει ο ανάγλυφος χαρακτήρας ο οποίος λέγεται «οφθαλμός». Η απόσταση από τον οφθαλμό μέχρι την βάση του στοιχείου, ως ύψος στοιχείου, είναι 23,56 χιλιοστά του μέτρου. Σε κάθε στοιχείο υπάρχει εγκοπή (χαραγή) η οποία υποδεικνύει τον αβλεπί τρόπο ορθής στοιχειοθέτησης του κάθε στοιχείου. Από το έτος 1737 και μετά, καθιερώθηκε το μέτρο της «στιγμής» όπου μία (1) στιγμή ισούται με 2,7 χ. του μ. και με το οποίο μέγεθος μετράται το σώμα των στοιχείων. Στο εξής, δημιουργήθηκαν ειδικά εργαστήρια τα οποία αναλάμβαναν την παραγωγή τυπογραφικών στοιχείων σε μεγάλη ποικιλία χαρακτήρων και γραμματοσειρών. 141 Συμπερασματικά, εκείνο το οποίο χαρακτηρίζει ως ιδιοφυές το επίτευγμα του Ι.Γ., είναι η χημεία του κράματος και η ειδική συσκευή χύτευσης (μήτρα), όπως και κάθε χειρώνακτη πράξη στην διαδικασία παραγωγής, με την οποία πέτυχε ακριβή χύτευση πολλαπλών αντιγράφων στοιχείων και αντίστοιχων χαρακτήρων, καθώς εκτιμάται ότι, ένα κείμενο μίας σελίδας περιείχε περίπου 290 διαφορετικά στοιχεία, τα περισσότερα από τα οποία ήταν απαραίτητα για την απόδοση των ειδικών χαρακτήρων, δηλαδή, των κεφαλαίων, των πεζών, των δίψηφων και των σημείων στίξης. 142 Εκείνο το οποίο θεωρείται «τεχνικό θαύμα» είναι το γεγονός ότι, τα 290 στοιχεία 143, γράμματα, σημεία στίξης και διάφορα σύμβολα τα οποία κατασκευάστηκαν για την εκτύπωση της «Βίβλου», έχουν τον χαρακτήρα των χειρόγραφων βιβλίων της εποχής. Τα διαστήματα μεταξύ των λέξεων είναι απόλυτα ίσα, καθώς και τα διαστήματα μεταξύ των στίχων (διάστιχα). Όλοι οι στίχοι έχουν το ίδιο μήκος και είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένοι μεταξύ τους από την δεξιά και από την αριστερή μεριά της σελίδας (κείμενο στοιχισμένο). Οι σελίδες, εκτός από το κείμενο, περιλαμβάνουν χρωματιστά διακοσμητικά πλαίσια και 141 ΤΟ ΜΕΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ., THE PROCESS OF BOOK MAKING IN THE HAND-PRESS PERIOD., oszk.hu/html/uk/gutenberg_uk.htm 143 Ο ΓΟΥΤΕΜΒΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ Η ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ., -

145 αρχιγράμματα. Αυτά τυπώθηκαν από ξυλογραφικές πλάκες με διαφορετικά χρώματα και επειδή δεν αποτυπώθηκαν καλά, σχεδιάστηκαν από επάνω με το χέρι. Τα ξυλογραφικά σχέδια μελανώνονταν ξεχωριστά, αλλά τυπώνονταν μαζί με τα κείμενα, με μία μόνο πίεση του πιεστηρίου. Η εκμηχάνιση της διαδικασίας για την παραγωγή κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων και η στοιχειοεικονοθετική μορφοποίηση της σελίδας του Ι.Γ., οδήγησε σε δημιουργική πορεία τον δυτικό τυπογραφικό πολιτισμό μέσω μίας «τεχνικής» η οποία παρέμεινε ως η μόνη πηγή παραγωγής των βασικών τυπογραφικών στοιχείων και της στοιχειοθέτησης για σχεδόν 500 χρόνια, τεχνική την οποία την συναντάμε σήμερα να συνυπάρχει διακριτά και λειτουργικά σε σύγχρονα τυπογραφικά περιβάλλοντα, ως «παραδοσιακή τυπογραφία». (βλ.σ Φ.67-71α) Τα μελάνια Η μεσαιωνική μελάνη ήταν ένα διάλυμα νερού και χολής το οποίο χρωματίζονταν μαύρο με την προσθήκη αιθάλης ή και αλάτων σιδήρου. Η μελάνη η οποία χρησιμοποιήθηκε από τον Ι.Γ., αποτέλεσε εξέλιξη στο είδος των γραφικών υλών. Σε αντιδιαστολή με την μελάνη γραφής, εκείνη βασίζεται στο λάδι και όχι στο νερό. Το πρόβλημα όμως το οποίο αντιμετώπισαν οι τυπογράφοι, ήταν να βρουν μελάνη η οποία θα κάλυπτε τα μεταλλικά στοιχεία και θα παρήγαγε ένα ευανάγνωστο και ανθεκτικό στο χρόνο κείμενο στην οιαδήποτε τυπωμένη σελίδα. Σε αντίθεση με τους αντιγραφείς για τους οποίους μία μελάνη με βάση νερού αποτελούσε επαρκές μέσο, οι τυπογράφοι οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το χαρτί έπρεπε να δημιουργήσουν μία μελάνη η οποία δεν θα έρρεε, αλλά θα «κόλλαγε» ως κρούστα επάνω στα μεταλλικά στοιχεία. Έτσι ο Ι.Γ., έφτιαξε μελάνη με βάση το λάδι, η οποία αποτελούνταν από δυο βασικά συστατικά: από ένα υγρό βερνίκι και από μία σταθερή βαφή. Από την αρχαιότητα διάφορες ουσίες έχουν χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς για την κατασκευή μελάνης, όπως η καπνιά και το μελάνι της σουπιάς (μαύρη μελάνη), το οξείδιο του σιδήρου και του χαλκού (κόκκινο και μπλε αντίστοιχα) κ.ά. Η συνταγή της κατασκευής του μελανιού είναι πολύ απλή: μία χρωστική ουσία (συνήθως σε σκόνη) αναμειγνύεται με κόλλα και αραιώνεται με ένα διαλύτη (νερό, ξίδι κ.ά.) για να αποκτήσει ρευστότητα. Τα παλιά μελάνια των χειρογράφων (σε χρήση από το έτος 2500 π.χ. περίπου) παράγονταν από καπνιά προερχόμενη από την καύση διαφόρων ζωικών και φυτικών υλικών. Στην Δύση από τον 7 ο αι. μ.χ., κερδίζει έδαφος ένα άλλο είδος μελανιού το οποίο βασίζονταν στην χημική αντίδραση της τανίνης και του σουλφατιδίου, του χαλκού ή του σιδήρου, το γνωστό μας ως βιτριόλι. Η μελάνη του τύπου αυτού ονομάζεται «μεταλλογαλλική», από το γαλλικό οξύ το οποίο περιέχεται στην τανίνη και είναι υπεύθυνο για το μαύρο χρώμα του μελανιού. Παλιότερα ήταν γνωστή ως «συμπαθητική μελάνη», ενώ η χρήση της στην Δύση γενικεύτηκε περί τον 12 ο αιώνα. Ωστόσο όμως, τα μελάνια των χειρογράφων, λόγω της μεγάλης ρευστότητας, δεν ήταν κατάλληλα για την τυπογραφία, αφού δεν «έπιαναν» επάνω στα μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία

146 Έτσι, οι πρώτοι τυπογράφοι αναγκάστηκαν να επινοήσουν ένα νέο είδος παχύρρευστου μελανιού από βρασμένο λινέλαιο και καπνιά. Η εκρηκτική ανάπτυξη της τυπογραφίας τον 19 ο αιώνα ήταν το αίτιο για την κατασκευή χαμηλής ποιότητας φθηνότερων μελανιών τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κυρίως στις εφημερίδες. Έτσι το ακριβό λινέλαιο έδωσε την θέση του σε πιο φθηνά ορυκτέλαια, τα οποία όμως είχαν διάφορα προβλήματα στερέωσης. Σήμερα υπάρχουν εκατοντάδες είδη μελανιών, ανάλογα με το είδος και την τεχνική εκτύπωσης για την οποία προορίζονται, ενώ στην εκτύπωση «όφσετ» χρησιμοποιούνται μελάνια τα οποία δεν διαλύονται στο νερό. Ο Ι.Γ., αρχικά χρησιμοποίησε τα γνωστά μελάνια της ξυλογραφίας τα οποία ήταν μίγμα λινελαίου και αιθάλης, καθώς πριν την βιομηχανική παραγωγή μελανιών εκτύπωσης, κάθε τυπογράφος παρασκεύαζε τα δικά του μελάνια, χρησιμοποιώντας εκτός από τις ανόργανες φυσικές ύλες και οργανικές, όπως σουπιές, καλαμάρια και χταπόδια σε πολυειδή ιδιοσκευάσματα. Αργότερα ο Ι.Γ., πειραματιζόμενος στην χημεία των χρωστικών υλών, παρασκεύασε δικά του μελάνια των οποίων το μίγμα είχε ως βάση το λάδι και με κύρια συστατικά το ρετσίνι, το τερεβινθέλαιο και με τις ανάλογες φυσικές χρωστικές ουσίες, στην σχέση: υγρό βερνίκι και σταθερή βαφή. 144 Αυτή η χημεία είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός τέλειου λιπαρού μελανιού το οποίο θεωρήθηκε ιδανικά ειδικό για την τυπογραφική μελάνωση, όπως μαύρο, κόκκινο, μπλε και τα οποία τοποθετούνταν με την διαδικασία του μελανώματος, αλλά και άλλοι χρωστικοί τόνοι οι οποίοι τοποθετούνταν μετά την εκτύπωση με την μέθοδο επίχρισης. Η μελάνη αυτή, του μίγματος «λινέλαιου-αιθάλης» χρησιμοποιούνταν για χρόνια από τους Φλαμανδούς ζωγράφους. Ωστόσο όμως, η μελάνη του Ι.Γ., υπήρξε ιδιαίτερη για την γυαλιστερή υφή την οποία προσέδιδε στην εκτύπωση. Και αυτό για το λόγο ότι, η σύνθεσή της ήταν υψηλής περιεκτικότητας σε μέταλλα, συγκεκριμένα σε χαλκό, μόλυβδο και τιτάνιο και προσέφερε ομοιογενή στρώση επάνω στα στοιχεία της φόρμας εξασφαλίζοντας το πλεονέκτημα για μία ομοιόμορφη μεταφορά από την φόρμα στο εκτυπωτικό υπόστρωμα και γενικά στην ομοιοτυπία από πλευράς εντύπωσης. Έχει βρεθεί ότι η μελάνη του Ι.Γ., περιείχε επίσης ουσίες όπως καρυδέλαιο, τερεβινθίνη, ρετσίνι πεύκου και κινναβαρίτη. Ο κινναβαρίτης (cinnabar) χρησιμοποιούνταν για να παρασκευάσουν το κόκκινο χρώμα, επίσης χρησιμοποιούνταν το μεταλλικό «lapis lazuli για ζωηρά μπλε. Η μελάνη παράγονταν με βράσιμο όλων των υλικών, ωστόσο όμως τα τυπογραφεία κράτησαν κρυφή την μέθοδο μέχρι και τον 17 ο αιώνα. 145 Οι τυπογράφοι τοποθετούσαν την μελάνη στους μελανωτήρες, οι οποίοι κατασκευάζονταν αποκλειστικά από δέρμα προβάτου με γόμωση βαμβακιού ή μαλλιών και με αυτούς μελάνωναν την προς εκτύπωση τυπογραφική φόρμα στοιχείων. Η 144 GRAFIC NOTIES., Gutenberg and His 42-line Bible.,

147 χρήση της σινικής μελάνης ήταν ευρεία μετά το έτος 1200 π.χ., 146 ως μίας ποιότητας η οποία σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις χρησιμοποιείται και σήμερα, όπως στην ζωγραφική και στο σχέδιο Το χαρτί Το χαρτί εφευρέθηκε στην Κίνα τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες για τον δυτικό Κόσμο. Μία αρχαία παράδοση, με την οποία σε γενικές γραμμές συμφωνεί και η νεότερη αρχαιολογική έρευνα, χρονολογεί την ανακάλυψή του χαρτιού το έτος 105 μ.χ. και την αποδίδει στον κινέζο αξιωματούχο Τσάι Λουν. Η τέχνη της κατασκευής χαρτιού παρέμενε άγνωστη για τον υπόλοιπο Κόσμο μέχρι τα μέσα του 8ου αι. Την εποχή αυτή (751 μ.χ.) δύο κινέζοι χαρτοποιοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τους Άραβες στον πόλεμο για την κατάκτηση του Τουρκεστάν και έτσι το μεγάλο μυστικό διέρρευσε. Σχεδόν αμέσως ιδρύθηκε η πρώτη αραβική χαρτοποιία στην Σαμαρκάνδη. Σύντομα ακολούθησαν και άλλες στο Χαλέπι, στην Δαμασκό, στην Βομβύκη, από όπου και το όνομα «βαμβύκινος» ή «βομβύκινος κώδιξ», με το οποίο ήταν γνωστό το βιβλίο το οποίο ήταν γραμμένο σε χαρτί στο Βυζάντιο και σε διάφορες πόλεις της Μέσης Ανατολής. Η σπανιότητα της περγαμηνής, η οποία ανέβαζε αρκετά την τιμή της και η διαρκώς αυξανόμενη ζήτησή της ως γραφική ύλη κατέστησαν το χαρτί περιζήτητο προϊόν, το οποίο Άραβες έμποροι εξήγαγαν σε διάφορες περιοχές του χριστιανικού Κόσμου. Παλαιογραφικές έρευνες χρονολογούν την εισαγωγή του χαρτιού στο Βυζάντιο στα τέλη του 8 ου ή στις αρχές του 9 ου αιώνα, ενώ την ίδια περίπου εποχή εμφανίζεται και στην Δύση. Στα μέσα του 13 ου αιώνα. κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες χαρτοποιίες στην Ιταλία. Η σημαντικότερη εδρεύει στην πόλη Φαμπριάνο η οποία εξελίσσεται στο μεγαλύτερο κέντρο παραγωγής και εμπορίας χαρτιού. 147 Ωστόσο, για πολλούς αιώνες το χαρτί κατασκευάζονταν από κουρέλια ρούχων των οποίων οι απαραίτητες ποσότητες ήταν δυσεύρετες, έτσι παλιά εσώρουχα, καθώς και κάθε είδους υφάσματα συλλέγονταν και χρησιμοποιούνταν στην παραγωγή για την παρασκευή χαρτιού. Μοιραία, η πανούκλα η οποία έπεσε στην Ευρώπη το έτος 1348 δημιούργησε εκατομμύρια ανθρώπινα θύματα, των οποίων τόνοι ρούχων έγιναν χαρτί. Ο χαρτόμυλος Γουίλιαμ Στρόμερ στην Νυρεμβέργη παρασκευάζει το πρώτο γερμανικό χαρτί και το οποίο ο Ι.Γ., επέλεξε στις πρώτες εκτυπώσεις του. Ωστόσο, το χαρτί το οποίο χρησιμοποιήθηκε στην «Βίβλο» εισήχθη από την πόλη Caselle στο Piedmonte, καθώς στην νότια Ιταλία ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα παραγωγής χαρτιού του 15 ου αιώνα, ώστε με αυτό το χαρτί κατάφερε το έτος 1455 την πρώτη τέλεια εκτύπωση, η οποία ήταν αυτή της «Βίβλου» ΜΕΛΑΝΙΑ: ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ., Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΑΡΤΙΟΥ., Hintergrund: Johannes Gutenberg und der Buchdruck.,

148 Στα τέλη του 15 ου αιώνα σχεδόν κάθε περιφέρεια της γηραιάς ηπείρου έχει αποκτήσει το δικό της χαρτόμυλο. Η επανάσταση του χαρτιού ολοκληρώνεται και ο ευρωπαϊκός Κόσμος έχει στην διάθεσή του ένα σχετικά φτηνό, αρκετά ανθεκτικό και ανεξάντλητο μέσο γραφής. Ο δρόμος για την τυπογραφία είναι πλέον ανοιχτός. Το χαρτί παρασκευάζονταν από διάφορες πρώτες ύλες φυτικής προέλευσης, κυρίως από λιναρένια κουρέλια, ίνες από κάνναβη και βαμβάκι. Για να μετατραπούν όμως αυτά τα στερεά υλικά σε χαρτί έπρεπε πρώτα να πολτοποιηθούν. Η διαδικασία της πολτοποίησης άρχιζε με το μούλιασμα των κουρελιών σε δεξαμενές ζεστού νερού. Σφυριά και κόπανοι οι οποίοι κινούνταν με την ενέργεια νερόμυλου, «χτυπούσαν» με δύναμη τον πολτό διαλύοντας έτσι τις ίνες των υφασμάτων. Παράλληλα ο πολτός ανακατευόταν με άμυλο για να αποκτήσει συνοχή, λευκαινόταν με κιμωλία και κατόπιν μεταγγίζονταν σε μία μεγάλη λεκάνη. Σε αυτήν βουτούσαν ένα ξύλινο τελάρο με βάση από λεπτά οριζόντια και κάθετα ορειχάλκινα σύρματα, σαν ένα τετράγωνο αραιό κόσκινο, στα οποία μετά το στράγγισμα του νερού έμενε ένα πυκνό και λεπτό στρώμα χαρτοπολτού. Ο τεχνίτης έβγαζε το νωπό φύλλο του χαρτιού από το τελάρο και το άφηνε σε μία ειδική απορροφητική «τσόχα» να στεγνώσει (σουρώσει). Μόλις ετοιμάζονταν εκατό περίπου φύλλα, ένας εργάτης τα μετέφερε στην χαρτόπρεσα, όπου τα πίεζαν για να φύγει εντελώς το νερό. Εν συνεχεία τα άπλωναν σε σχοινιά να στεγνώσουν, ενώ η επεξεργασία του ολοκληρώνονταν με το κολλάρισμα. Σκοπός της διαδικασίας του κολλαρίσματος ήταν να περιοριστεί ο βαθμός της αρχικά διαπιστούμενης απορροφητικότητας του χαρτιού. Στο δυτικό Κόσμο το κολλάρισμα γινόταν αποκλειστικά με ζελατίνη (ζωική κόλλα), ενώ στην Ανατολή με αμυλόκολλα (φυτική κόλλα). Τα σύρματα της βάσης του τελάρου άφηναν στο χαρτί ένα ίχνος από οριζόντιες και κάθετες γραμμές (υδατογραφήματα), οι οποίες ήταν ορατές μόνο αν κάποιος παρατηρούσε το φύλλο κρατώντας το απέναντι στο φως, όπως τα σύγχρονα χαρτονομίσματα. Οι χαρτοποιοί του Φαμπριάνο στα τέλη του 13 ου αιώνα σκέφτηκαν να εκμεταλλευτούν αυτήν την ιδιότητα και να αποτυπώσουν στο χαρτί επάνω στο οποίο κατασκεύαζαν διάφορα απλά σχέδια ή άλλα διακριτικά σύμβολα της επιχείρησής τους. Έτσι δημιουργήθηκαν τα πρώτα υδατόσημα ( filigrans ). Μετά την διάδοση της τυπογραφίας, οι ανάγκες χαρτιού αυξάνονται σημαντικά, με αποτέλεσμα περί το έτος 1670 να κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες μηχανές «άλεσης» κουρελιών στην Ολλανδία. Το έτος 1798 ο Γάλλος Nicolas Louis Robert παρουσιάζει μία χαρτομηχανή η οποία έβγαζε μεγάλα μονοκόμματα φύλλα μήκους μέτρων. Στην πρώτη δεκαετία του 19 ου αιώνα στην Αγγλία, αρχίζουν να λειτουργούν οι πρώτες κανονικές μηχανές παρασκευής «συνεχόμενου» χαρτιού, το οποίο τυλίγονταν σε κυλίνδρους και χρησιμοποιούνταν για εκτύπωση εφημερίδων στα κυλινδρικά πιεστήρια. Την ίδια περίπου εποχή ανακαλύπτεται η schule.de/wissenspool/meilensteine-der-naturwissenschaft-undtechnik/inhalt/hintergrund/technik/johannes-gutenberg-und-der-buchdruck.html

149 λευκαντική δράση της χλωρίνης, η οποία κατέστησε δυνατή την παραγωγή χαρτιού από λευκό ξύλο. Η νέα μέθοδος ναι μεν απελευθέρωσε την χαρτοποιία από το οξύτατο πρόβλημα της ανεύρεσης πρώτων υλών, δημιούργησε δε ένα άλλο: η οξειδωτική δράση της χλωρίνης, χάρη στην οποία γινόταν η λεύκανση, καταστρέφει σταδιακά το χαρτί και περιορίζει κατά πολύ τη διάρκεια της ζωής του. Σε αντίθεση με το χειροποίητο χαρτί το οποίο είναι πολύ ανθεκτικό, ενώ το χαρτί από ξυλοπολτό κιτρινίζει σχεδόν αμέσως, οξειδώνεται και τελικά θρυμματίζεται πριν καλά συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής. Η τεχνολογική πρόοδος των τελευταίων χρόνων έλυσε αρκετά από τα προβλήματα της ποιότητας και της αντοχής του χαρτιού, καθώς σήμερα είναι πλήρως αυτοματοποιημένη και γίνεται με τεράστιες μηχανές οι οποίες μπορούν να κατασκευάσουν μέχρι και 300 τόνους χαρτί την ημέρα Διαδικασία και πράξη στην «τεχνική» Γουτεμβέργιου Προϋποθέσεις εκτύπωσης Η τυπογραφική διαδικασία και πράξη η οποία πραγματοποιούνταν σε ένα αυθεντικό εποχής («πρότυπο») χειροκίνητο μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο του Ι.Γ., ή και σε ένα εξελιγμένο «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.», αφορούσε βασικά σε δύο ιδιαίτερα υλικοτεχνικά περιβάλλοντα, τα οποία και αναπτύσσονταν λειτουργικά στον ίδιο χώρο ενός τυπικού τυπογραφείου εκείνης της εποχής, δηλαδή, στον πάγκο της στοιχειοθεσίας και στο πιεστήριο. Το πρώτο στάδιο εκτύπωσης ενός βιβλίου άρχιζε μόλις ο εργάτης τύπου έπαιρνε στα χέρια του το πρωτότυπο κείμενο, συνήθως χειρόγραφο σε μορφή βιβλίου και το οποίο σήμερα θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε «μακέτα». Αφού καταμετρούσε τις σελίδες, έκανε την σελιδοποίηση ή αλλιώς το «κασέ», δηλαδή, επέλεγε ή αποφάσιζε ποιές θα ήταν οι διαστάσεις τις οποίες θα είχε το βιβλίο το οποίο προορίζονταν για εκτύπωση, ποιά θα ήταν η οικογένεια χαρακτήρων (γραμματοσειρά) και πόσες αράδες θα είχε η κάθε σελίδα Η διαδικασία στοιχειοθεσίας Ένας εργάτης τύπου (στοιχειοθέτης) της εποχής, ήταν υπεύθυνος για τέσσερις βασικές πράξεις οι οποίες υλοποιούνταν στον πάγκο στοιχειοθεσίας και σε μία επιμελώς αδιατάραχτη ακολουθία ενεργειών την οποία επέβαλαν οι κανόνες της στοιχειοθέτησης, δηλαδή, η προετοιμασία του τυπογραφικού τελάρου το οποίο θα οδηγούνταν στην Τ.Τ. του πιεστηρίου για την εκτυπωτική πράξη. Η πρώτη δραστηριότητα αφορά στο αναλόγιο και στον πάγκο στοιχειοθέτησης, δηλαδή σε συγκεκριμένες θέσεις ή επιφάνειες εργασίας (πάγκοι) επάνω στις οποίες ο στοιχειοθέτης εργάτης τύπου συνέθετε το προς εκτύπωση «κείμενο». Εκεί άρχιζε το πλέον δύσκολο και χρονοβόρο έργο, η κατασκευή των τυπογραφικών φορμών των οποίων μία σειρά θα συνέθεταν ένα πλήρες τυπογραφικό πλαίσιο. Έτσι η εργασία άρχιζε με την στοιχειοθεσία, η οποία ήταν ευθύνη ενός ειδικευμένου τεχνίτη, του στοιχειοθέτη. Αυτός διάβαζε προσεκτικά, γράμμα προς γράμμα το χειρόγραφο εγχειρίδιο και για κάθε γράμμα, σύμβολο ή σημείο στίξης το οποίο έβλεπε, έπαιρνε από την ειδική θήκη («στοιχειοθήκη ή «κάσα») το αντίστοιχο τυπογραφικό στοιχείο το οποίο και τοποθετούσε σε ένα ειδικό

150 εργαλείο, το «συνθετήριο» («κομπάσο»). Το συνθετήρι ήταν ένα ξύλινο εργαλείο και μετέπειτα μεταλλικό με κατά μήκος ρυθμιζόμενο πλαίσιο και του οποίου το πλάτος ήταν ακριβώς ίσο με το πλάτος της σελίδας ή της στήλης μίας σελίδας του «φυλλομετρημένου» βιβλίου του οποίου επρόκειτο να γίνει εκτύπωση. Οι λέξεις δημιουργούνταν με την χρήση των κατάλληλων στοιχείων (γράμματα, στίξη, μπάρες) τα οποία επιλέγοντας από τις αντίστοιχες κάσες για να τοποθετηθούν ένα προς ένα και με καθρεπτική οπτική σύμφωνα με την φορά (πρόσωπο) της εγκοπής των για μία αβλεπί επιλογή και ορθή τοποθέτηση στο στο συνθετήρι, ώστε γίνουν αράδες (σειρές) με προοδευτικό το «χτίσιμο» φόρμας της σελίδας ή των στηλών. Ανάμεσα στα κενά των λέξεων τοποθετούνταν ισόπαχα «χαμηλά» στοιχεία, διάκενα ή διάστιχα, όπως αναλόγως απαιτούσε το κείμενο και το ανάλογο περιχτίσιμό του, ενώ τα «χαμηλά» στοιχεία δεν έφταναν στο επίπεδο αιχμής εκτύπωσης. Όταν το συνθετήρι γέμιζε, ο τεχνίτης μετέφερε τα συνθεμένα στοιχεία στην φόρμα, δηλαδή στον λεγόμενο «μεγάλο σελιδοθέτη» ο οποίος «χτίζονταν» στον πάγκο εργασίας όπου γινόταν και η τελική σύνθεση της φόρμας μέσα στο τελάρο εκτύπωσης. Τα περισσότερα και απαραίτητα στοιχεία ήταν ταξινομημένα στις κυψέλες των συρταριών (κάσες) και σε εμφανείς κάσες βρίσκονταν τα συχνόχρηστα στοιχεία σε ξεχωριστή θήκη για κάθε τύπο γράμματος ή άλλου στοιχείου της επιλεγμένης γραμματοσειράς. Η τυπογραφική φόρμα σπάνια συνέπιπτε με την τελική σελίδα του βιβλίου και συνήθως μία φόρμα περιλάμβανε δύο, τέσσερις, οκτώ, δεκαέξι, ακόμα και τριάντα δύο σειρές, ανάλογα με το μέγεθος του τυπογραφικού χαρτιού και το επιθυμητό σχήμα του βιβλίου. Οι σελίδες τοποθετούνταν («μοντάρονταν») με τέτοιο τρόπο στη φόρμα, ώστε μετά το δίπλωμα του χαρτιού να έρθουν στην σωστή τους θέση και σειρά για μία τέλεια ραχιαία βιβλιοδεσία. Μόλις ετοιμάζονταν όλες οι σελίδες της φόρμας, ο τυπογράφος τις έβαζε σε ένα ειδικό σιδερένιο πλαίσιο (τυπογραφικό τελάρο ή στεφάνη) μαζί με τις ξυλογραφίες, τις εικόνες και τα άλλα διακοσμητικά στοιχεία. Εν τω μεταξύ, ελέγχονταν εκ νέου τα σημεία τα οποία θα έμεναν λευκά για το αν είχαν τοποθετηθεί σωστά τα «χαμηλά» μεταλλικά περιθώρια (τα λεγόμενα «μέταλλα» ή «λούκια») τα οποία θα εξασφάλιζαν την παραλληλότητα των αράδων, αλλά και των στηλών, με γνώμονα τον περιμετρικό ορίζοντα του χάρτου. Κατόπιν και αφού γίνονταν η περίσφιξη των φορμών με σπάγκο για την ασφαλή μεταφορά τους, οδηγούνταν στον πάγκο τελαρώματος όπου χωροθετούνταν στο τελάρο (στεφάνη) με μεταλλικές σφήνες και ελάσματα γεμίσματος ή ανύψωσης. Αυτό, προκειμένου να τηρηθούν τα σωστά διαστήματα-περιθώρια του τελαρώματος, καθώς και η απόλυτη ακρίβεια του γεμίσματος της φόρμας ή των φορμών. Αμέσως, στερεώνονταν με ειδικούς μεταλλικούς σφιγκτήρες κλειδιά ή με ξύλινες σφήνες στα πρώιμα πιεστήρια, προκειμένου να μην μετακινιτούνται ή να μην παραγωνιάζουν οι φόρμες στο τυπογραφικό τελάρο. Εν συνεχεία, ως τρίτη πράξη, τα στοιχεία της κάθε φόρμας η οποία ήταν τοποθετημένη μέσα στο μεταλλικό πλαίσιο (τελάροστεφάνη), οι στοιχειοφόρμες «σφυροτακαρίζονταν» με προσοχή ώστε να μην «χοροπηδούν»

151 και να είναι έτοιμο το πλαίσιο να μεταφερθεί και να εφαρμοστεί («κουρκώσει»), δηλαδή να τοποθετηθεί κατάλληλα επάνω στο ειδικό μάρμαρο της Τ.Τ., του πιεστήριου. Ωστόσο όμως, πριν ξεκινήσει η εκτύπωση, ο τυπογράφος έπρεπε να «βρει τα μέτρα», δηλαδή, να κάνει ορισμένες ρυθμίσεις ώστε το κείμενο να τυπώνεται στο ίδιο ακριβώς σημείο και στις δύο όψεις του κάθε φύλλου, μέτρο το οποίο καθορίζονταν από το κλισέ της μεμβράνης (περγαμηνής) του τυμπάνου σελιδοθέτησης. Στη θέση αυτή τα στοιχεία μελανώνονταν επιμελώς με τις ρουμπρίκες ή τον χειροκύλινδρο από τον δεύτερο εργάτη, το «τύμπανο» δίπλωνε επάνω από την φόρμα με περιεχόμενο το προς εκτύπωση λευκό φύλλο χαρτιού και καθώς το κάθε φύλλο χαρτιού ευρισκόμενο ανάμεσα από τις αιχμές του ανάγλυφου των χαρακτήρων και της περγαμηνής του τυμπάνου (ή μουσιαμά) δέχονταν την ορισμένη πίεση, προέκυπτε έτσι και το ανάλογο εκτυπωτικό αποτέλεσμα το οποίο επιτυγχάνονταν αναλόγως από το πόσο σωστή ήταν η διαδικασία στοιχειοθέτησης, δηλαδή το τελάρωμα των φορμών στον πάγκο. Για το λόγο αυτό και με την τοποθέτηση της φόρμας στο «μάρμαρο» της Τ.Τ., ακολουθούσε μία πρώτη εκτύπωση ενός φύλλου (δοκίμιο), το οποίο δινόταν για διόρθωση στον αναγνώστη και στον διορθωτή προκειμένου να γίνει έλεγχος τυπογραφικών λαθών. Επειδή όμως το μέγεθος της «πρέσας» ήταν μικρό, η φόρμα τυπωνόταν συνήθως σε δύο χρόνους, δηλαδή σε δύο τυπώματα, τα οποία στην τυπογραφική γλώσσα λέγονται «περάσματα» ή «τραβήγματα». Μετά την εκτύπωση η φόρμα επέστρεφε στην αρχική της θέση, το τυπωμένο φύλλο έβγαινε και προσαρτώνταν στο τύμπανο το επόμενο. Τέλος, εφόσον ολοκληρώνονταν η τυπογραφική πράξη με το επιθυμητό εκτυπωτικό αποτέλεσμα, ο στοιχειοθέτης αποσυναρμολογούσε το τελάρο με τις περιεχόμενες φόρμες και επανατοποθετούσε τα στοιχεία καθαρά στις αντίστοιχες κυψέλες κασών γράμμα προς γράμμα, καθώς και κάθε άλλο εξάρτημα στις αντίστοιχες θέσεις ραφιών. Με αυτόν τον τρόπο δύο καλοί τεχνίτες μπορούσαν να τυπώσουν περίπου 200 φύλλα την ώρα, ενώ η παραγωγή του βιβλίου ολοκληρώνονταν με την βιβλιοδεσία, στο βιβλιοδετικό εργαστήριο. 149 Η γκραβούρα αναπαριστά το εσωτερικό ενός τυπικού τυπογραφικού εργαστήριου το οποίο αποτελούσε ιδιαίτερο χώρο σε μία τυπογραφική επιχείρηση και στον οποίο αναπτύσσονταν μιά σειρά τυπογραφικών πιεστηρίων με διακριτούς τους χώρους στοιχειοθεσίας και βιβλιοδεσίας. (βλ.σ.212/φ.28) Ωστόσο όμως σε κάποιες περιπτώσεις υπήρχαν και δίχωρες αναπτύξεις πιεστηρίων απολύτως λειτουργικές, αλλά μικτές δηλαδή στοιχειοθεσία και εκτύπωση, ενώ σε προθήκες περιμετρικά των χώρων και σε πάγκους, αποθηκεύονταν οι συχνόχρηστες τυπογραφικές ύλες με τα λοιπά τυπογραφικά εργαλεία. Χαρακτηριστική είναι η γκραβούρα μιάς σειράς 149 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΣΟΥΛΤΑΝΗΣ, «Περιγραφή παραδοσιακού τυπογραφείου στο σύγχρονο τυπογραφικό περιβάλλον σεβασλιαν εκτυπώσεις»

152 ξυλογραφιών του 16 ου αιώνα, οι οποίες απεικονίζουν λεπτομερώς στάδια της τυπογραφικής παραγωγής, από την πρώτη ύλη έως το τελικό εκτυπωτικό προϊόν. Δηλαδή, την παραγωγή ενός βιβλίου σε όλες τις υλικοτεχνικές φάσεις παραγωγής του, από την επεξεργασία της περγαμηνής, την κατασκευή του χαρτιού, την κατασκευή στοιχείων, των κλισέ σχεδίων και των εικόνων, την στοιχειοθεσία, την εκτύπωση και την βιβλιοδεσία. Επίσης, ενδεικτική έποψη ενός τυπογραφείου εποχής αποτελεί η αίθουσα ( print room ) και ο περιβάλλων χώρος στο Plantin-Moretus Museum στην Αμβέρσα (Βέλγιο) όπου αναπτύσσονται σε λειτουργική διάταξη πέντε πιεστήρια «ελαφρού» τύπου του 1.600, τα οποία φέρονται ως τα αρχαιότερα και παραπλεύρως ερμάρια με τις συρταριέρες και τις κάσες των τυπογραφικών στοιχείων. (βλ.σ.212/φ.28α) Η τυπογραφική πράξη Κατά την τυπογραφική πράξη σε ένα χειροκίνητο μηχανικό τυπογραφικό πιεστήριο, δυο βασικά ήταν οι εργάτες τύπου οι οποίοι χειρίζονταν το πιεστήριο και επιμελούνταν της εκτυπωτικής διαδικασίας και ενδεχόμενα τρίτος εργάτης βοηθητικός, ο οποίος παραλάμβανε την εκτυπωμένη σελίδα για ανάρτηση στεγνώματος και πιθανόν να τροφοδοτούσε τον εργάτη μελανώματος και αλλαγής χαρτιού με νέες λευκές σελίδες από τον πλησίον πάγκο, όπως επίσης πλησίον βρίσκονταν τα μελάνια, οι ρουμπρίκες ή μετέπειτα ο χειροκύλινδρος. Βασικά ενδιαφέρουν οι δύο εργάτες, δηλαδή, ο ένας ο οποίος χειρίζονταν το μοχλό πίεσης για την ενεργοποίηση του πιεστικού συστήματος («πρέσας») και τον στρόφαλο ολίσθησης της Τ.Τ.. Και ο δεύτερος, με κατεξοχήν έργο το μελάνωμα του προς εκτύπωση τελάρου των τυπογραφικών φορμών, δηλαδή, των «χτισμένων» στοιχείων της φόρμας, καθώς και την τοποθέτηση (προσαρμογή) του χάρτου στο τύμπανο και ασφαλώς τη θέση/άρση και αναδίπλωση του τυμπάνου (καλύπτρας) επάνω στην Τ.Τ.,. Πιο απλά, ο ένας ήταν «επιμελητής» εκτύπωσης και ο άλλος «χειριστής» πιεστηρίου, έτσι ώστε, η εκτυπωτική διαδικασία να καταφέρνει τον απόλυτο συντονισμό μεταξύ των εργαλειομηχανών και των χεριών, για ταχύτερη διαδικασία παραγωγής χωρίς να αναλώνεται ο τυπογραφικός χρόνος σε άσκοπες ενέργειες και με πιθανά τυπογραφικά λάθη. (βλ.σ.212/φ.29 & σ.238/φ.73β) Συνεπώς, η τυπογραφική/εκτυπωτική πράξη συντελείται αλλεπάλληλα με την εξής διαδικασία και με το Π.Σ., σε θέση αναμονής (άνω θέση), το οποίο σημαίνει ότι, η Τ.Π. θα πρέπει να είναι σε θέση αδράνειας (άνω στάση) και αντίστοιχα η Τ.Τ., σε θέση αναμονής (εξόδου) δηλαδή σε θέση φόρτωσης. Άρα, γίνεται η τοποθέτηση και σταθεροποίηση του τυπογραφικού τελάρου επάνω στο «μάρμαρο» της Τ.Τ., κατόπιν ο εργάτης παραλαμβάνει από τα δεξιά του το φύλλο χάρτου και τοποθετεί στο τύμπανο όπου γίνεται η ρύθμιση των περιθωρίων, ακολουθεί επιμελώς το μελάνωμα της φόρμας (στοιχείων) με την ανάλογη απόξεση θρόμβων «χαρτομελάνης» από μία προηγούμενη εκτύπωση και εν συνεχεία το τύμπανο κατεβαίνει «διπλωμένο» με προσοχή για μία τέλεια επαφή με τα μελανωμένα στοιχεία. (βλ.σ.216/φ.35) Αμέσως και με τον στρόφαλο, η Τ.Τ. οδηγείται σε απολύτως

153 ακριβή θέση εκτύπωσης (είσοδος) κάτω από την Τ.Π., και ακολουθεί η στρέψη της Ε.Κ., του Κ (αριστερά) με συνέπεια την κατακόρυφη καθοδική κίνηση της Π.Β., και της εκεί εξαρτώμενης Τ.Π.,. Η Τ.Τ., εφαπτόμενη ασκεί την προορισμένη πίεση επάνω στο οριζόντιο επίπεδο του εκτυπωτικού «μπλοκ» (περγαμηνή ή ύφασμα τυμπάνου, φύλλο χάρτου, μελάνια, αιχμές τυπογραφικών στοιχείων) της Τ.Τ., ενώ επάνω στο αποκαλυμμένο μέρος της σελίδας το οποίο ορίζουν τα περιθώρια της περγαμηνής του τυμπάνου, δημιουργείται το αποτύπωμα («εντύπωση») των στοιχείων της τυπογραφικής φόρμας. (βλ.σ.216/φ.36) Αμέσως, η διαδικασία αντιστρέφεται, με δεξιά στρέψη της Ε.Κ., του Κ (πρότερη θέση) με συνέπεια την κατακόρυφη ανοδική κίνηση της Π.Β., και της εξαρτώμενης Τ.Π., η οποία αποκαλύπτει ανακουφιστικά το οριζόντιο επίπεδο του εκτυπωτικού «μπλοκ» της Τ.Τ., για την αφαίρεση της εκτυπωμένης σελίδας. (βλ.σ.237/φ.72,72α) Η Τ.Τ., επιστρέφει στην θέση αναμονής (έξοδος) φόρτωσης, το τύμπανο σηκώνεται και αναδιπλώνεται με επακόλουθη την αφαίρεση του ένθετου φύλλου χάρτου ως εκτυπωμένης σελίδας προκειμένου να οδηγηθεί για στέγνωμα από τον τρίτο εργάτη. Έτσι και με εξασφαλισμένο τον συντονισμό των εργατών τύπου σε ιδανική αυτορρύθμιση, η ίδια εκτυπωτική διαδικασία επαναλαμβάνονταν απρόσκοπτα για την όσο ταχύτερη αναπαραγωγή εντύπων. Με αυτόν τον τρόπο δύο επιδέξιοι τεχνίτες μπορούσαν να τυπώσουν περίπου 200 φύλλα την ώρα. Η παραγωγή του βιβλίου ολοκληρωνόταν με τη βιβλιοδεσία, καθώς τις περισσότερες φορές γινόταν από τον αγοραστή σε κάποιο βιβλιοδετικό εργαστήριο της περιοχής του. (βλ.σ.217/φ.36α) Σχετικά με την διαδικασία στρέψης του Κ από τον χειριστή του εμβόλου, απαιτεί μίας ήπιας μορφής συντονισμένη ενέργεια και με προορισμένο το μέτρο άσκησης της πιεστικής δύναμης, η οποία δεν αφορά τόσο στη μυϊκή δύναμη του χειριστή όσο στην σταθερή θέση στήριξης του σώματός του κατά την εκτέλεση της πράξη αυτής. Για το λόγο αυτό και ενώ ο χειριστής με το αριστερό χέρι μετακινεί τον μοχλό στρέψης, το δεξί του πόδι προβάλλεται κεκαμμένο στηριζόμενο επάνω σε ένα επικλινές υποπόδιο το οποίο είναι τοποθετημένο δίπλα στο κάτω μέρος του πιεστηρίου. (Π1/Φ25α) Επίσης, αν και οι δυο εργάτες απεικονίζονται να εργάζονται στην ίδια πλευρά, ενδεχομένως ο επιμελητής εκτύπωσης προκειμένου να βρίσκεται σε ευχερή θέση/στάση η οποία λόγω της πολύωρης καθήλωσης θα έπρεπε να είναι ανακουφιστική για το σώμα του και συνάμα λειτουργική σχετικά με τις τελούμενες ενέργειες στην τυπογραφική δραστηριότητα, εξασφάλιζε την δυνατότητα ώστε να κάθεται σε ένα ημίψηλο κάθισμα (σκαμπό) και σε κατάλληλη θέση προσβασιμότητας για τις χειριστικές του ενέργειες στην Τ.Τ., του πιεστηρίου. (βλ.σ.215/φ.34) Αντιπροσωπευτικές εκτυπώσεις «τεχνικής» Γουτεμβέργιου Τυπογραφική ιδιαιτερότητα των πρώτων τυπογράφων και με την χρήση των ξύλινων τυπογραφικών στοιχείων, υπήρξε η επιτηδευμένη κατασκευή τέτοιων γραμματοσειρών (στοιχείων) ώστε το εκτυπωτικό αποτέλεσμα ως κείμενο να προσιδιάζει σε χειρόγραφο και για ακόμη πιο πειστική την χειρόγραφη εντύπωση, χρησιμοποιούσαν προς αυτό ένα μεγάλο

154 αρχίγραμμα στην έναρξη κάθε Κεφαλαίου του βιβλίου, το οποίο αρχίγραμμα επιζωγράφιζαν εκ των υστέρων επάνω στην εκτυπωμένη σελίδα. Την τεχνική της περίπου απομίμησης των χειρογράφων (Κωδίκων) την εφάρμοσε ο Ι.Γ., στη Βίβλο, ο οποίος κατασκεύασε «γοτθικά» στοιχεία με βάση την γερμανική γραφή, προκειμένου να δώσει στην σελίδα την μορφή την οποία προσέδιδαν οι γραφείς χειρογράφων. Επίσης, η διακόσμηση του πλαισίου του κειμένου και οι επικεφαλίδες των σελίδων ήταν χειρόγραφες, αμέσως μετά την εκτύπωση και πριν την βιβλιοδεσία. Από τα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας, τα βιβλία δεν τυπώνονταν ως μεμονωμένες σελίδες και μία προς μία οι διαφορετικές σελίδες ενός βιβλίου, αλλά σε πολλές σελίδες με το ίδιο κείμενο ή κατά ζεύγη σελίδων βιβλίου (μία δίπλα στην άλλη) σε πακέτα (τιράζ) ενιαίων φύλλων χάρτου, τα οποία σε δεύτερη φάση τα αντίστρεφαν προκειμένου να τυπώσουν την άλλη όψη των σελίδων του διαφορετικού κειμένου, σύμφωνα με την σελιδοποίηση την οποία υπαγόρευε η διαδικασία εκτύπωσης «διπλής όψης» και κατ επέκταση η βιβλιοδεσία. Ωστόσο όμως ο Ι.Γ., για την «Βίβλο», πειραματίστηκε πρώτα σε μονά φύλλα πριν τυπώσει ολόκληρο το βιβλίο και ενδεχόμενα αυτή η διαδικασία εκτύπωσης, της χειρόγραφης μορφοποίησης των μοτίβων και της βιβλιοδεσίας να διήρκησε κάποια χρόνια. H «Bίβλος» ή «Βίβλος του Μαζαρίνου», η επονομαζόμενη «Β-42», για τους ιστορικούς και τους συλλέκτες θεωρείται το πρώτο πραγματικό βιβλίο το οποίο τυπώθηκε με κινητούς χαρακτήρες και βγήκε από το χειροκίνητο μηχανικό πιεστήριο. Έργο απαράμιλλης αισθητικής αξίας καθώς αποτελεί την επιτομή της τυπογραφικής τεχνικής του Ι.Γ.,. Τυπωμένη στα Λατινικά, με κάθε σελίδα να περιλαμβάνει δυο στήλες των 42 αράδων, ήταν το κατάλληλο έργο για το πρώτο σημαντικό τυπογραφικό εγχείρημα. Ενσάρκωνε όλες τις καινοτομίες μίας νέας τεχνολογίας, διατηρώντας παράλληλα την καλλιτεχνία και την τέχνη ως ενθύμηση της εποχή των χειρογράφων. Από στοιχεία τα οποία προκύπτουν σε δύο αναφορές, φαίνεται ότι, η «Βίβλος» έχει ολοκληρωθεί μέχρι το έτος Σε μία επιστολή του στον καρδινάλιο uan de Carvajal στις 12 Μαρτίου 1455, ο Enea Silvio Piccolomini μετέπειτα πάπας Πίος II αναφέρει ότι στην Φραγκφούρτη τον Οκτώβριο του έτους 1454 είδε αρκετά τυπωμένα τμήματα της «Βίβλου» από έναν καταπληκτικό άνθρωπο ονόματι Ι.Γ.,. Και εξηγεί μάλιστα ότι, τα γράμματα ήταν τόσο καλοφτιαγμένα ώστε μπορούσε να τα διαβάσει χωρίς τα γυαλιά του. Σε αντίτυπο της «Βίβλου» στην Bibliothèque Nationale στο Παρίσι υπάρχει χειρόγραφο σχόλιο το οποίο βεβαιώνει ότι η εικονογράφηση και η βιβλιοδεσία της είχαν ολοκληρωθεί στις 15 και 24 Αυγούστου του έτους 1456 αντιστοίχως. Η τύπωση της «Βίβλου» ήταν πραγματικά ένα μνημειώδες έργο, απαιτητικό σε κεφάλαια και ανθρώπινο δυναμικό. Βασισμένη σε μετάφραση του Αγ. Ιερώνυμου (από τα Ελληνικά και τα Εβραϊκά, 4ος αιώνας), αποτελείται από δυο τόμους: την Παλαιά Διαθήκη η οποία καταλαμβάνει ολόκληρο τον πρώτο τόμο και μέρος του δεύτερου, ο οποίος περιέχει την

155 Καινή Διαθήκη. Στην αρχή ο Ι.Γ., δοκίμασε να τυπώσει στήλες με σαράντα ή σαράντα ένα αράδες, ωστόσο συνειδητοποίησε νωρίς ότι θα έπρεπε να χωρέσει περισσότερο κείμενο σε κάθε σελίδα για να εξοικονομήσει χρόνο και χαρτί. Έτσι το κείμενο οργανώνεται σε δυο διακριτές στήλες ανά σελίδα, με την κάθε στήλη να περιέχει 42 αράδες (σειρές), αριθμός από τον οποίο προκύπτει και η ονομασία της. Συνεπώς, με διαστάσεις 42 επί 32 εκατοστά, όσο δηλαδή οι πολυτελείς χειρόγραφες εκδόσεις των «σκριτορίων», σε δυο τόμους περιέχει ένα σύνολο 641 φύλλων ή σελίδων. Αρχικά εργάστηκαν σε αυτό το έργο τέσσερις στοιχειοθέτες, αργότερα έξι και υπολογίζεται ότι, αφιέρωσαν δυο ολόκληρα χρόνια εργασίας αποκλειστικά και μόνο για την στοιχειοθεσία του. Η «Βίβλος» τυπώθηκε σε 180 αντίτυπα, 150 εκ των οποίων τα 150 σε χαρτί και τα 30 σε περγαμηνή. Σήμερα διασώζονται 50 αντίτυπα, εκ των οποίων τα 12 βρίσκονται σε εξαιρετικά διατηρούμενη περγαμηνή. Ωστόσο όμως, δεν είναι όλα ακέραια, καθώς μερικά αποτελούν πλέον τεμάχια του ενός εκ των δυο τόμων. Από αυτά, ακέραια είναι μόνο 4 αντίτυπα τυπωμένα σε περγαμηνή και 12 σε χαρτί. Σημειωτέον ότι το μουσείο Ι.Γ., στο Μάντς, έχει στην κατοχή του δυο τέτοια αντίτυπα. (βλ.σ.213/φ.30) H «Bίβλος» πλέον πωλείται σε διπλωμένα φύλλα ( folio ) και αργότερα δένεται και διακοσμείται σύμφωνα με την επιθυμία του εκάστοτε αγοραστή. Το καθένα από τα 48 σωζόμενα αντίτυπα έχει τα ιδιαίτερα βιβλιολογικά και εκτυπωτικά του χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων τα οποία κάνουν χρήση του κόκκινου χρώματος για τα αρχικά γράμματα και για τα σημεία της παραγράφου, της λεπτομερούς εικονογράφησης, τα στοιχεία ιδιοκτησίας και βιβλιοδεσίας. Στο σχεδιασμό της «Βίβλου» ο Ι.Γ., επιδίωξε να μιμηθεί όσο πιο πιστά γινόταν το χειρόγραφο. Στόχος του Ι.Γ., δεν ήταν απλώς να τυπώσει με κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία αλλά να παράξει βιβλία τόσο καλαίσθητα και καλλίγραφα, όσο εκείνα ενός επιδέξιου και επιτυχημένου αντιγραφέα. Ειδικότερα η Β-42 «Βίβλος» είναι δυνατόν να συγκριθεί με την χειρόγραφη «Γιγαντιαία Βίβλο» του Μάιντς, η οποία είχε ολοκληρωθεί δύο χρόνια νωρίτερα και την οποία ο Ι.Γ., είχε χρησιμοποιήσει ως πρότυπο. Για αυτήν την «Βίβλο» ο Ι.Γ., με τον χρυσοχόο Χανς Ντον Hans Dunne χύτευσε 290 διαφορετικά στοιχεία. Χρησιμοποίησε δυο στήλες, όπως ακριβώς στο πρωτότυπο χειρόγραφο και την γραμματοσειρά η οποία ονομάζεται textura. Πρόκειται για μία γραμματοσειρά γοτθικής γραφής η οποία αναπτύχθηκε από τους αντιγραφείς προκειμένου αυτοί να εξοικονομήσουν χώρο στο χαρτί, επειδή τα γράμματα είναι πολύ κοντά τοποθετημένα το ένα με το άλλο. Ο όρος προέρχεται από τη Λατινική λέξη 150 BRIDWELL LIBRARY, [Latin Bible (the Gutenberg Bible )]

156 textura η οποίη σημαίνει «υφασμένο», επειδή λόγω των έντονων κάθετων και οριζόντιων γραμμών προδίδει την εντύπωση της υφής ενός υφασμένου μοτίβου κατά πλάτος της σελίδας. Ειδικότερα, η Textur ή Black Letter ήταν γωνιώδης και αιχμηρή με τα γράμματα να εμφανίζονται ως εάν ο κορμός τους να είχε σπάσει στην κορυφή και στο κάτω μέρος τους. Χάριν της επιδεξιότητας στην χύτευση και χάραξη των στοιχείων ο Ι.Γ., κατάφερε να τελειοποιήσει τις κάθετες άκρες. Τα τυπογραφικά στοιχεία του Ι.Γ., εκτός από τα ξεχωριστά γράμματα περιλαμβάνουν τις ίδιες «λιγατούρες» δηλαδή, τα σύμπλεγμα ενωμένων γραμμάτων και τις ειδικές συντομογραφίες των αντιγραφέων, σχεδιασμένες για να εξοικονομήσουν χρόνο και να επιταχύνουν την αντιγραφή. Με αυτήν την εμμονή του στην χαρκτηρική λεπτομέρεια των τυπογραφικών στοιχείων, επιτυγχάνει όλο και και μεγαλύτερη πιστότητα με τα κείμενα των μεσαιωνικών χειρογράφων. 151 Η εκτύπωση της «Βίβλου» ήταν μία μεγάλη επένδυση καθώς μόνο για την αγορά χαρτιού και πάπυρου, καθώς υπολογίζεται ότι, περισσότερα από επεξεργασμένα δέρματα μοσχαριών απαιτούνταν για τριάντα αντίτυπα σε πάπυρο και περισσότερα από φύλλα χαρτιού αντιστοίχως για αντίτυπα σε χαρτί. To χαρτί το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την «Βίβλο» του Ι.Γ., εισήχθη από την πόλη Caselle στο Piedmonte, της νότιας Ιταλίας ένα από τα σημαντικότερα κέντρα παραγωγής χαρτιού τον 15 ο αιώνα. Η αναγνώρισή του επιτυγχάνεται από τα υδατόσημα τα οποία φέρει: 70% φέρει σε υδατόσημο κεφαλής βοδιού, 20% αναπαριστά ένα τσαμπί σταφυλιών (δυο εκδοχές) και το 10% του χαρτιού απεικονίζει ένα βόδι το οποίο περπατάει. Το μέγεθός του είναι γνωστό ως royal folio και το οποίο εκείνη την εποχή ήταν ήδη ένα αρκετά καθιερωμένο μέγεθος χαρτιού. 152 Στα πρώτα στάδια της τύπωσης, οι κόκκινοι τίτλοι πριν από κάθε βιβλίο της «Βίβλου» οι ρούμπρικες προστίθενται με τύπωση. Αυτή η διαδικασία η οποία απαιτούσε να περαστεί κάθε φύλλο δυο φορές κάτω από την «πρέσα», σύντομα εγκαταλείφτηκε ως χρονοβόρα. Στο εξής οι «ρουμπρίκες» προστίθεντο χειρόγραφα από ειδικούς μινιατουρίστες. Αυτήν την εργασία προφανώς δεν την αναλάμβανε το εργαστήρι του Ι.Γ., καθώς η εικονογράφηση διαφέρει από το ένα αντίτυπο στο άλλο. Ο Ι.Γ., ωστόσο παρείχε βοήθεια στους μινιατουρίστες και εικονογράφους δίνοντάς τους τέσσερα φύλλα οδηγιών. Η «Βίβλος» του Ι.Γ., ήταν σαφώς λιγότερο ακριβή από μία χειρόγραφη αλλά εξακολουθούσε να απευθύνεται στους εξαιρετικά εύπορους. «Υπολογίζεται ότι η Βίβλος η οποία τυπώθηκε σε περγαμηνή κόστιζε περίπου 50 gulden και εκείνη στο χαρτί 20, με την βιβλιοδεσία και την εικονογράφηση να κοστίζουν επιπλέον 6-12 gulden εκάστη. 151 Howard, Nicole, The Book, The Life Story of a Technology, The John Hopkins University Press, Baltimore 2007, Eisenstein, Elizabeth L., The printing revolution in early modern Europe, Cambridge University Press, New York 2009,

157 Ήτοι και αντίστοιχα ως κόστος συνολικό για τον αγοραστή κάθε «Βίβλου» και αυτό όταν οι χειρόγραφες σε περγαμηνή κόστιζαν gulden, δηλαδή, όσο ένα μεγάλο πέτρινο σπίτι.», ενώ η αξία της σήμερα εξακολουθεί να αγγίζει τα κόστη εκείνης της εποχής. Ένα από τα πρώτα δείγματα της δουλειάς του, το οποίο τυπώθηκε το έτος 1454 στο τυπογραφείο του Μάιντς, θεωρείται το «Τούρκικο Ημερολόγιο». Το έργο αυτό αποτελούσε προειδοποίηση για τον επικείμενο κίνδυνο από μία ενδεχόμενη τουρκική εισβολή στην Ευρώπη, μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης κατά το έτος Επίσης στον Ι.Γ., αποδίδονται ορισμένα «Συγχωροχάρτια», τα οποία τύπωσε το έτος 1454 και τα οποία ερμηνεύτηκαν ως μία ένδειξη ενδοτισμού στον καισαροπαπισμό. Ένα χρόνο αργότερα, το έτος 1457, κυκλοφόρησε και ένα μεγαλοπρεπές «Ψαλτήριο» του οποίου η διακόσμηση περιλάμβανε πολύχρωμα πρωτογράμματα, λετρίνες και λεπτά διακοσμητικά σχέδια. Το «Ψαλτήριο», όπως και η «Βίβλος», βιβλία τα οποία τυπώθηκαν με μεταλλικά κινητά στοιχεία και στο «κανονικό» δηλαδή στο «πρότυπο» πιεστήριο και τα οποία απαίτησαν πολύχρονες προσπάθειες με πλείστες τυπογραφικές δοκιμές έως ότου ολοκληρωθούν, καθότι σε αυτά εργάστηκε επιμελώς για τις πρώτες «έγχρωμες» σελίδες. Τύπωσε την Donatus Minor, μία επίτομη λατινική γραμματική ( De octo partibus orationis ) και το βιβλίο «Μύθοι Αισώπου» το οποίο συγκεντρώνει διακόσιες ξυλογραφίες σε μία έκδοση, αλλά και μία σειρά θρησκευτικών και φιλοσοφικών κείμενων. Μεταξύ αυτών, κορυφαίο έργο η «Βίβλος», αυτό το μοναδικό και ιδιαίτερο σύμβολο ενός εξαιρετικού τυπογραφικού επιτεύγματος το οποίο εξακολουθεί να προκαλεί δέος στον σύγχρονο μελετητή και να εκπλήσσει με την αρμονία των γραμμάτων της, με την εμμονή του για την τελειότητα η οποία αντανακλάται σε κάθε λεπτομέρεια και ασφαλώς με αυτήν την ανθεκτικότητά της στον χρόνο. Εν κατακλείδι, η «Βίβλος» αποτελεί το κορυφαίο τυπογραφικό επίτευγμα, ως εκτυπωτικό προϊόν της «τεχνικής» του Ι.Γ., το οποίο προέκυψε, πρώτον από ένα τελειοποιημένο πιεστήριο ως συνέπεια των πιλοτικών εφαρμογών και των βελτιωτικών τροποποιήσεων στο «πρότυπο» πιεστήριο. Και δεύτερον, ως μία ασύλληπτα ευκρινής μορφοποίηση και αισθητικά ισόρροπη σελιδοποίηση του σώματος των κειμένων της, ως συνέπεια της τελείας εντύπωσης των κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων, αλλά και των κατάλληλων γραφικών υλών, δηλαδή, των μελανιών και του χαρτιού, ύλες τις οποίες συστηματικά ως ένα βαθμό είχε επεξεργαστεί ο ίδιος ο Ι.Γ

158 ΙΙ. ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ 1. Μελέτη Σχεδιασμού 1.2. Μέθοδος της μελέτης Περιγραφή της μεθόδου Η προτεινόμενη και επιχειρούμενη μέθοδος σκοπεύει, στην συστηματική μελέτη, στην λειτουργική ανάγνωση και κατανόηση, στην λεπτομερή περιγραφή και ανάλογη αποτύπωση του τεχνήματος με την χρήση εμπειρικών διαδικασιών και πρακτικών οι οποίες ως βασικό εργαλείο χρησιμοποιούν την μέθοδο «αναγωγής» μεγεθών (αναλογική σύκγριση) και αναλογιών (ανάλογων ποσών) στα προφανή δομικά χαρακτηριστικά και τα οποία αφορούν σε συναφείς ή διαφορετικές σχέσεις μεγεθών, τα οποία εκτιμώνται αρχικά επάνω στα σώματα των τεσσάρων (4) υπό μελέτη ομοιότυπων «ελαφρού» τύπου πιεστηρίων «Κ.Τ.Γ.». Η έννοια του όρου «εμπειρική μέθοδος», όπως διατυπώνεται στο τίτλο της εργασίας, αφορά στην μέθοδο της μελέτης η οποία χρησιμοποιεί ένα απολύτως πρακτικό εμπειροτεχνικό μεθοδολογικό εργαλείο το οποίο λειτουργεί σε δυο άξονες, εφενός στην αισθητοποίηση και στην εκτίμηση του μεγέθους του τρισδιάστατου της κατασκευής με ολιστική προσέγγιση, αφετέρου στις αναλυτικοσυνθετικές διαδικασίες, οι οποίες αφορούν στην μεθοδική ανάγνωση και στην κατανόηση, για την απεικόνιση και την αποτύπωση μίας πρώτης συνθετικής εκδοχής των τεσσάρων (4) πιεστηρίων και σε τελικό στάδιο την κατά προσέγγιση απόδοση των διαστάσεών του. (βλ.σ.248/φ.5) Ως εμπειροτεχνική μονάδα μέτρησης, ορίζεται αρχικά το αυθαίρετο μέγεθος εκείνο το οποίο ενδεχομένως να έχουν κάποια συγκεκριμένα σημεία του ρεαλιστικού αντικειμένου έναντι των εικονιζόμενων, τα οποία η μέθοδος ονομάζει «κλασικά τυπικά μεγέθη» και προφανώς να προσιδιάζουν ή να ταυτίζονται σχεδόν με τα ως είθισται πάγια συναντώμενα μεγέθη των κοινών ξύλινων τεχνικών κατασκευών (π.χ. διαστάσεις διατομής τυπικής κιγλίδας «παπά» σε ένα κιγκλίδωμα κοινής σκάλας) και των οποίων η απόκλιση κυμαίνεται συνήθως από 0 έως 5 mm. Τα «κλασικά τυπικά μεγέθη», όπως για παράδειγμα με την έτερη μέθοδο, την «μέθοδο του δακτύλου», μελετώνται και συνυπολογίζονται με πολλαπλές αναλογικές μετρήσεις και με αναγωγές οι οποίες τείνουν να συγκλίνουν σε τιμές (διαστάσεις) των εν δυνάμει πραγματικών διαστάσεων, από το γενικό στο ειδικό και κατ εκτίμηση, δηλαδή, από μέτρα (m) αν πρόκειται για το συνολικό ύψος ή φάρδος και εκατοστά ή χιλιοστά (cm-mm) για μικρότερες διαστάσεις των επιμέρους μεταλλικών εξαρτημάτων του σώματος του πιεστηρίου, λαμβανομένων υπόψη και των προφανών μεγεθών της κατ αναλογία σχέσης αναστήματος του ανθρώπινου σώματος (μελετητή) το οποίο θα χειρίζονταν λειτουργικά μία τέτοια μηχανή, για μία πρώτη εκτίμηση των μεγεθών της τριδιάστατου. (βλ.σ.247/φ.4) Πιο συγκεκριμένα, η παρούσα μελέτη αρχικά αναλύει και ανασυνθέτει την κατασκευή προς κατανόηση των δομικών-αρχιτεκτονικών χαρακτηριστικών της, τα οποία αφορούν στην

159 σύνδεση των μερών της, των εξαρτημάτων της και των μηχανικών λειτουργιών της, με γνώμονα την υπό τύπο ερευνητικού ερωτήματος θεώρηση η οποία αφορά στο: πως θα μπορούσαμε να κατασκευάσουμε ένα ανάλογο πιεστήριο με τα ίδια και κατ αναλογία τεχνικά χαρακτηριστικά, ανεξαρτήτως των πραγματικών διαστάσεων και το οποίο θα μας έδινε ανάλογο τυπογραφικό προϊόν ως αποτέλεσμα. Αυτό επιτυγχάνεται με πολλαπλές αναλογικές μετρήσεις και υπολογιστικές αναγωγές σε διαφορετικά σημεία, τα οποία ως μεγέθη θα μπορούσαν να συγκλίνουν προσεγγιστικά σε επιθυμητές τιμές μεγεθών, των ήδη αισθητοποιημένων και κατ επέκταση των εν δυνάμει πραγματικών διαστάσεων, με αναφορά από το γενικό στο ειδικό και με την κατ αίσθηση εκτίμηση των αναλογιών του στον χώρο στον οποίο βρίσκεται, δηλαδή, εκτιμήσεις οι οποίες τείνουν μεθοδικά σε μετρήσεις. Μία τέτοια ανάλυση η οποία θα ξεπερνούσε τα τυπικά όρια μίας «εξ αποστάσεως» περιγραφής ενός τεχνήματος τύπου μουσειοσκευής και θα επιχειρούσε την εκ του μη όντος διαστασιοποίησή της, δηλαδή, τον προσδιορισμό των πραγματικών διαστάσεων, ως τέτοιο εγχείρημα, απαιτεί την εκπόνηση μίας εκτεταμένης έρευνας και ανάλογης μελέτης επί σχεδιαστηρίου με αλλεπάλληλες μετρήσεις και μικροϋπολογισμούς επάνω στο διαθέσιμο φωτογραφικό υλικό. Φωτογραφικό υλικό το οποίο θα εξασφάλιζε μία ολόπλευρη οπτική και από διαφορετικές όψεις και σημεία αναφοράς στα υπό μελέτη πιεστήρια, υλικό το οποίο και ξασφαλίστηκε επαρκώς και επιλέχθηκε επιμελώς με βάση την εφαρμοσμένη εμπειροτεχνική μέθοδο αποτύπωσης/απεικόνισης δια των φωτογραφιών και λαμβανομένων υπόψη των τυχόν παραμορφώσεων των αντικειμένων ως προς το βάθος και το εύρος των μελετώμενων σημείων στο φωτογραφικό πλάνο. Έτσι, η επιλογή των φωτογραφιών έγινε με κριτήριο ώστε, αυτά τα διαφορετικά σημεία να είναι διαθέσιμα και σε πρώτο πλάνο και σε ενδιάμεσο πλάνο και σε βάθος φόντου, δηλαδή, η μελέτη των φωτογραφιών έγινε σε θέση όψης και με τις όποιες παρατηρούμενες παραμορφώσεις, καθώς τα αντικείμενα σμικρύνονται προοπτικά στο φόντο. Ωστόσο όμως, έγινε και περεταίρω επεξεργασία των φωτογραφιών σε πρόγγραμμα Η/Υ με κατάλληλα «τραβήγματα» παράλληλης κλίμακας, καθώς και των σχεδίων αποτύπωσης από το πρόγραμμα autocad με την χρήση του περιεχόμενου υποδεκάμετρου. Με την εκτέλεση αναγωγών σύγκρισης στα γνωστά σημεία (μεγέθη) της κατασκευής και μετά από ένα «μαραθώνιο» υπολογιστικών πράξεων «απλής μεθόδου των τριών» προέκυψαν αποτέλεσμα τα οποία επιβεβαίωναν κατά προσέγγιση τις τιμές των προηγούμενων εμπειρικών εκτιμήσεων και τα οποία εντέλει συνέπιπταν περίπου και με τα δεδομένα της μεθόδου του «δακτύλου». Η υπολογιστική αυτή διαδικασία των αναγωγών σύγκρισης διήρκησε πλέον του ενός έτους, καθώς, διαρκώς προέκυπταν υπολογιστικά δεδομένα τα οποία εμφάνιζαν κυμαινόμενες τιμές διαστάσεων και ολοένα εγγύτερες στις θεωρούμενες ως πραγματικές, σε σχέση με τα απολύτως γνωστά μεγέθη των επιλεγμένων σημείων τα οποία αποτέλεσαν βασικά μεγέθη στην αναγωγή σύγκρισης

160 Η διαδικασία μελέτης Η διαδικασία σε πρώτο στάδιο εξετάζει δυο βασικές παραμέτρους, πρώτα στον έλεγχο και στην επιβεβαίωση της ισχύος της μεθόδου, προσεγγίζοντας τις διαστάσεις του πιεστηρίου σε «μακροσκοπικό» επίπεδο (π.χ., ύψος/πάχος ορθοστάτη ή πέλματος) και δεύτερον στα δεδομένα της, των οποίων η οριστικοποίηση θα αποτελούσε εν συνεχεία μία πρώτη τυπική σταθερά ασφαλούς μεγέθους για την αναγωγή τους σε «μικροσκοπικά» μεγέθη (π.χ., διατομή και μήκος κυλίνδρου Κ). Δηλαδή, αφορά στα μεγέθη τα οποία σε δεύτερη φάση επεξεργασίας υπολογίστηκαν σε ένα άλλο επίπεδο αναγωγής σύγκρισης, δηλαδή, στην σχέση μεταξύ όμοιων μερών ή εξαρτημάτων και με εξισωτικές αναγωγές στα τέσσερα (4) υπό μελέτη πιεστήρια, κατά τρόπον ώστε, η οριστικοποίησή τους (αποδοχή) να αποτελεί εν συνεχεία ένα νέο υπολογιστικό επίπεδο αναγωγής. Έτσι, σε κάθε φάση αναγωγής σύγκρισης, προκύπτουν νέα και ασφαλέστερα «κλασικά τυπικά μεγέθη» των επιλεγμένων σημείων (μερών) στις φωτογραφίες και για περεταίρω αναγωγή τους σε «μικροσκοπικά» μεγέθη τα οποία σε δεύτερη φάση επεξεργασίας εκτιμώνται και υπολογίζονται σε επόμενο επίπεδο σύγκρισης το οποίο αφορά πλέον σε χιλιοστά του μέτρου. Πιο συγκεκριμένα, στην σχέση αναγωγικής σύγκρισης μεταξύ όμοιων μερών ή εξαρτημάτων με εξισωτικές αναγωγές επάνω στα τέσσερα πιεστήρια, όπως για παράδειγμα, το διαμέτρημα της διατομής και το εμφανές μήκος του κυλίνδρου του Κ ή της Π.Β., όπου π.χ. η μέθοδος, σε πρώτο επίπεδο αναγωγής σύγκρισης βρίσκει ότι, η ανατομία του Κ ενδεχόμενα να αφορά στις εξής διαστάσεις: εμφανές μήκος κυλίνδρου 7 εκατοστά, διατομή 5,5 εκατοστά, Ε.Κ., 8x8 εκατοστά και σε δεύτερη φάση, να αποδεικνύεται πρακτικά στις προσομοιωμένες λειτουργίες των, με την χρήση των ρεαλιστικών μοντέλων Εμπειρικές μονάδες μέτρησης α) Το ανάστημα του μελετητή ως προς το ανάπτυγμα του πιεστηρίου Το πιεστήριο και με μία πρώτη εκτίμηση, ξεπερνά το ανάστημα του μελετητή κατά 1½ ανοιχτής παλάμης, δηλαδή, 2 m και 5 cm περίπου το συνολικό ύψος του. Το συνολικό μήκος του, εκτιμάται κατά 2 βήματα απλού διασκελισμού, δηλαδή, 1,55 m περίπου. Το ύψος της Τ.Τ., στο απώτερο σημείο του πλαισίου της (τελάρο) φτάνει έως την άνω απόληξη της λεκάνης του σώματος του μελετητή, δηλαδή, 89 cm περίπου, ενώ η Τ.Π., σε θέση αναμονής (άνω) έως την αιχμή του στέρνου, δηλαδή, 96 cm περίπου. Το μέσο ζευκτό στην άνω επιφάνειά του φτάνει ως το οστό της κλείδας και το κάτω μέρος του άνω ζευκτού έως το φρύδι του μελετητή, δηλαδή, 122 και 154 cm περίπου, αντίστοιχα. Ένα έμπειροτεχνικό μάτι το οποίο αναγνωρίζει τυπικά μεγέθη ξυλότυπων κατασκευών και μεγεθών πριστής ημιεπεξεργασμένης ξυλείας του εμπορίου, μπορεί να προσεγγίσει τις διαστάσεις των μεγάλων ξύλινων τεμαχίων καθώς και των μικρών, διακρίνοντας παράλληλα τον βαθμό επεξεργασίας έως την τελική μορφή εφαρμογής του τεμαχίου επάνω σε μία κατασκευή. Παρομοίως εκτιμώνται χονδρικά και τα μεγάλα μεταλλικά μέρη τα οποία εν συνεχεία

161 συγκρίνονται με τα ήδη εκτιμηθένα ξύλινα μέρη (τεμάχια), τρόπον ώστε να υπάρχει μία πρώτη γενική εκτίμηση των διαστάσεων της κατασκευής στο χώρο. (βλ.σ.246/φ.1) β) Το εικονιζόμενο δάκτυλο ως εμπειρική μονάδα αναγωγής Η «μέθοδος του δακτύλου» είναι επινοημένη εμπειροτεχνική μέθοδος, η οποία αν και προφανώς αυθαίρετη ή αφελής για τους ειδικούς (μηχανολόγους/μηχανικούς), ωστόσο όμως και με τον τρόπο με τον οποίο θεωρείται και χρησιμοποιείται στην παρούσα μελέτη αποδεικνύεται επαρκώς αξιόπιστη ως προς το τελικό αποτελέσματα της διαστασιοδότησης του πιεστηρίου. Και αυτό επιτυγχάνεται κατ επέκτασή της και σε συνδυασμό με την διαδικασία της συγκριτικής αντιπαραβολής τυπικών μεγεθών, με την οποία καθίσταται δυνατή η διαστασιολόγηση των πραγματικών μεγεθών (σταθερά σημεία) της κατασκευής, ανάγοντας αυτό το σταθερό φυσικό μέτρο του εικονιζόμενου δαχτύλου της φωτογραφίας (Εικ.) το οποίο στον μέσο άνθρωπο (θήλυ) είναι κατά μέσο όρο 1,5 cm, σε πλησιέστερα σταθερά σημεία της κατασκευής τα οποία στην συνέχεια τα ελέγχουμε με το υποδεκάμετρο κάνοντας χρήση της «απλής μεθόδου των τριών» και για διαφορετικά σημεία σε διαφορετικά φωτογραφικά πλάνα. (βλ.σ.247/ Φ.3α,3β) Αφετηρία εφαρμογής της μεθόδου του δακτύλου αποτελεί ο ορθοστάτης, ως σταθερό και διακριτό σημείο εκτίμησης, δηλαδή, το μήκος και το φάρδος της διατομής του, τα οποία ως μεγέθη εμπειρικών μονάδων μέτρησης ανάγονται σε άλλα πλησιέστερα και ομοιοπρόβλητα σημεία και τα οποία εν συνεχεία συγκρίνονται με εκείνα τα οποία ορίζονται ως τυπικά («κλασικά») μεγέθη (διαστάσεων) αποδεκτών τεχνικών «παραδειγμάτων», όπως για παράδειγμα η τετράγωνη διατομή ενός μέσου στελέχους κιγκλιδώματος (παπά ή κιγκλίδας) σκαλοστασίου (αντίστοιχα οι μεταλλικοί κοιλοδοκοί οι οποίοι τηρούν αυτές τις διαστάσεις), του οποίου η διατομή είθισται να είναι τέσσερα έως πέντε (4-5) εκατοστά σε ένα αισθητικά ελαφρού τύπου κιγκλίδωμα. Επιπροσθέτως και όπως προαναφέρθηκε, τα περιγραφικά δεδομένα της αυτοψίας τα οποία αφορούσαν σε εμπειρικές εκτιμήσεις μακροσκοπικών μεγεθών τα οποία αντιστοιχούσαν σε κάποια προσηνή μεγέθη αντικειμένων της ευχέρειάς μας, δηλαδή, σε εμπειρικές μονάδες «μέτρησης» τις οποίες ένα έμπειρο τεχνικά μάτι και με αναπτυγμένες αντιληπτικές τεχνικές δεξιότητες, είναι δυνατόν να τις προσεγγίσει με εγγύτερη ακρίβεια σε σχέση με μία απλοϊκή εκτίμηση ενός μη εμπειροτέχνη, ειδικού Δεδομένα διαστασιοποίησης Ωστόσο όμως, τα περιγραφικά δεδομένα της μελέτης τα οποία για τον ειδικό επιστήμονα της μηχανολογίας ενδεχομένως να συνιστούν αυτονόητα μία αφελή ή μία «περίπου εκτίμηση», ωστόσο όμως και ευνόητα για τον εμπειροτέχνη της παρούσας, συνιστούν πρώτης τάξης δεδομένα τα οποία αξιοποιήθηκαν κατάλληλα από την μέθοδο. Δηλαδή, συνεκτιμήθηκαν ως μεγέθη, τρόπον τινά μίας ομάδας δεδομένων ελέγχου, αλλά και σε ένα βαθμό επαρκούς επιβεβαίωσης των ευρημάτων τα οποία προσκόμισε η ίδια η μέθοδος στα συμπεράσματά της και όπως αυτή εφαρμόστηκε σταδιακά στη μελέτη

162 Ενδεικτικά παραδείγματα των διαδικασιών της εμπειροτεχνικής μεθόδου διασταδιοδότησης των μερών της κατασκευής (πιεστηρίου) φαίνονται στις εικόνες (σχέδια) τα οποία παρατίθενται στο αντίστοιχο παράρτημα της εργασίας. (βλ.σ.246/ Φ.2) Τέλος, το ενδιαφέρον και ειδοποιό στοιχείο της εφαρμοσθείσας μεθόδου ως εργαλείου μελέτης, έγκειται στο γεγονός της στόχευσης, το οποίο διατυπώνει ότι, για το εγχείρημα της αποτύπωσης και διαστασιοποίησης του πιεστηρίου επιλέγεται σκοπίμως μία προφανώς διαισθητική έως αυθαίρετη εμπειροτεχνική πρακτική, η οποία θα ικανοποιούσε ηθικά την φιλόδοξη προσπάθεια επίτευξης μίας πρωτότυπης συναγωγής δεδομένων εκ του μη όντος, αποκλείοντας εκ προοιμίου στην παρούσα εργασία την αναζήτηση δεδομένων τα οποία ενδεχόμενα να αποτελούσαν έτοιμη και αυτοτελή οδηγία ανακατασκευής του συγκεκριμένου τύπου πιεστηρίου. Για λόγους ιδιαιτερότητας και ασυμβατότητας της μεθόδου έναντι των ενδεδειγμένων της αρχιτεκτονικής και της μηχανολογίας, αλλά και προς επίφαση του «περί μυστικών σχεδίων» του Ι.Γ., δημοσιεύονται ενδεικτικά οι διαστάσεις των βασικών μερών του σώματος του πιεστηρίου, όπως, ορθοστατών, ζευκτών και των επιμέρους ξύλινων τεμαχίων, καθώς και των μεταλλικών μερών, στην ενότητα 2.4. Ειδική περιγραφή αντιπροσωπευτικού πιεστηρίου Χανίων «Χ.Ν.» του παρόντος «Μέρους». Επίσης, σημειώνονται τα υψομετρικά των ζευκτών με τα ενδιάμεσα διαστήματα, η Τ.Τ., και η Τ.Π.,, καθώς και οι τρεις διαστάσεις του συνολικού αναπτύγματος του σώματος του πιεστηρίου. Οι σημειούμενες διαστάσεις είναι προϊόντα υπολογιστικής τρίτου επιπέδου αναγωγής σύγκρισης και υπολογίστηκαν με την χρήση υποδεκάμετρου, δηλαδή, στην φάση διαστασιοποίησης και με αναγωγή σε κλίμακα 1/10, σύμφωνα με την οποία κλίμακα σχεδιάστηκε η τελική εκδοχή της διαστασιοδότησης του πιεστηρίου. (βλ.σ.247/ Φ.3α,3β) 1.3. Μοντέλα προσομοίωσης Πιεστικού Συστήματος Η σκοπιμότητα των μοντέλων Τα μοντέλα του Κοχλία τα οποία κατασκευάστηκαν με απλά υλικά και σε μία σχέση αλληλουχίας εφαρμοστικών δοκιμών προβλεψιμότητας όπως την υπαγόρευαν τα ευρήματα της μελέτης μας επάνω στον Κ, είχαν ως σκοπό την ανάγνωση και την κατανόηση της μηχανικής λειτουργίας του Κ τον οποίο εφαρμόζουν τα υπό μελέτη πιεστήρια. Συνεπώς, αυτά τα απλά μοντέλα επιχειρούν να προσομοιώσουν την δομή και την μηχανική αυτού του κοχλιωτού κυλίνδρου, με στόχο την κατά προσέγγιση διαστασιοποίησή του, σε μία απολύτως λειτουργική εκδοχή του. (βλ.σ.247/ Φ.8) Συγκεκριμένα, τα μοντέλα επιχειρούν να προσομοιώσουν τα δομικά και τα μηχανικά χαρακτηριστικά του Κ σε ό,τι αφορά το μέγεθός του, δηλαδή το ύψος του αναπτύγματος και την διάμετρο της έδρας του, το φάρδος των εσοχών-εξοχών των τριών (3) σπειρωμάτων εκκίνησης (αρχών - ελικώσεων) και την γωνία των σπειρωμάτων του από την βάση της κυβικής Ε.Κ., του πιεστικού συστήματος στην οποία φύεται. Επίσης, να προβλέψουν την

163 λειτουργία του Κ σχετικά με τις βηματικές κινήσεις και τις αλλαγές τις οποίες επιφέρει στο Π.Σ., δηλαδή, την γωνία στρέψης της Ε.Κ., του συστήματος και το μήκος της διαδρομής την οποία διαγράφει το έμβολο, προκειμένου να προκαλέσει την οριζόντια παλινδρομική κίνηση η οποία αναλόγως της στρέψης προκαλεί αντίστοιχα την καθοδική και την ανοδική κίνηση του πιεστικού συστήματος επάνω στην Τ.Π., ώστε να συντελέσει σε μία αποτελεσματική λειτουργία, για το επιθυμητό τυπογραφικό αποτέλεσμα Η προσομοίωση της κατακόρυφης κίνησης Σύμφωνα με την υπόθεση της μελέτης η οποία θεωρεί ότι, τα χρησιμοποιούμενα μοντέλα αφενός μεν προσομοιώνουν τη δομή και την λειτουργία του Κ των υπό μελέτη πιεστηρίων, αφετέρου δε, θεωρούνται και καθίστανται ικανά να προβλέψουν την γεωμετρία των κινήσεων και συνεπώς την βηματική τους συμπεριφορά, εφόσον αυτά δοκιμαστούν σε μία πρόχειρη κατασκευή σχήματος «Π» η οποία προσομοιώνει την λειτουργική θέση του Κ στο πιεστήριο και στις θεωρούμενες ως πραγματικές διαστάσεις. Οπότε τα δεδομένα τα οποία θα προκύψουν θα συνιστούν μία πρώτη κατασκευαστική εκδοχή σε ό,τι αφορά την ανατομία και την λειτουργία του υπό μελέτη Κ. Με βάση τις δοκιμές τις οποίες πραγματοποιήσαμε διαπιστώσαμε ότι, η γωνία στρέψης την οποία πραγματοποιεί ο Κ κατά την οριζόντια κίνηση, ο τερματικός του βηματισμός του απαιτεί 1/4 περιστροφής με γωνία περίπου 23,5 ο και με διαδρομή εμβόλου περί τα 73 cm περίπου, ενώ η μετατροπή (μετάδοση) της οριζόντιας κίνησης σε κατακόρυφη (ανοδική-καθοδική) κυμαίνεται από 5,5 6,5 Cm και αυτά με βάση πάντα τα χρησιμοποιούμενα μοντέλα, σε σχέση με τα υψομετρικά των ζευκτών και του τυπογραφικού μποκ (Τ.Π., Τ.Φ., Τ.Τ.). Συνεπώς, η επιθυμητή κάθοδος του πιεστικού συστήματος προκειμένου να επιτελέσει την επιθυμητή τυπογραφική πράξη, είναι συνάρτηση των δομικών στοιχείων του Κ δηλαδή, του μήκους του, του διαμετρήματός του και της γωνίας τριπλής ελίκωσης του κορμού του, μεγέθη τα οποία ορίζουν και την γωνία στρέψης, η οποία στρέψη θα πρέπει να ολοκληρώνεται στα όρια μεταξύ των δυο ορθοστατών του πιεστηρίου σε σχέση με το ανάπτυγμα του βραχίονα (μοχλού) στρέψης Η προσομοίωση της οριζόντιας κίνησης Προκειμένου και για την κατανόηση της γεωμετρίας του Π.Σ., σχεδιάστηκαν οι οριζόντιες παλινδρομικές λειτουργίες στρέψης του Κ με τον μοχλό στις δύο (2) θέσεις (στάσεις) στις οποίες παλινδρομούν και κατασκευάστηκαν τα αντίστοιχα δισδιάστατα επικαλυπτόμενα μοντέλα (χνάρια) σε επίπεδη σχέση, τα οποία απεικονίζουν και προσομοιώνουν τις σχέσεις των οριζόντιων αλλαγών τις οποίες επιφέρει ο Κ σχετικά με την γωνία στρέψης της Ε.Κ., και το μήκος της διαδρομής του μοχλού, δηλαδή, των κατακόρυφων αλλαγών/κινήσεων του Π.Σ., σε λειτουργία τυπογραφικής πράξης και όπως την περιγράψαμε στην παραπάνω ενότητα. (βλ.σ )

164 Συμπεράσματα στις προσομοιώσεις Η χρήση του Κ τριών (3) ελικώσεων (3/αρχών) θεωρείται ως η πρώτη και άριστη βελτιωτική μετατροπή η οποία έγινε στο «πρότυπο» πιεστήριο του Γουτεμβέργιου και έχει άμεση σχέση τόσο με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του τυπογραφικού προϊόντος καθώς ασκούσε στο εξής ελεγχόμενη πίεση, όσο και με την ταχύτητα εκτύπωσης την οποία εξασφάλισε στα συγκεκριμένα χειροκίνητα πιεστήρια «Κ.Τ.Γ.». Στον Κ μίας αρχής (ελίκωσης), όπως αυτόν στο «πρότυπο» πιεστήριο του Γουτεμβέργιου, ο βηματισμός είναι σχεδόν ατέρμων, η στρέψη αποσπασματική μεν, διαρκώς δε περιστροφική και με τον βραχίονα (μοχλό) να εναλλάσσεται στις οπές της Ε.Κ., λόγω παρεμπόδισης της περιστροφής από τους ορθοστάτες του πιεστηρίου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ώστε, το μέτρο της εφαρμοζόμενης δύναμης από τον εκάστοτε χειριστή της πρέσας το οποίο ασφαλώς είναι ανάλογο της φυσικής του δύναμης, δηλαδή, σχεδόν διαισθητική και μη ελεγχόμενη στρέψη σε ό,τι αφορά την μετατροπή της οριζόντιας κίνησης σε κατακόρυφη και στο κρίσιμο σημείο όπου η διαδρομή (βηματισμός) του ατέρμονα θα εξασφάλιζε το ιδανικό μέτρο πίεσης η οποία θα απαιτούνταν προκειμένου να ασκείται από αυτό μία σταθερά ισοδύναμη πίεση, η οποία θα εξασφάλιζε ομοιότυπες τυπογραφικές πράξεις και για την ίδια τυπογραφική φόρμα. Στον Κ (2) δυο αρχών (σπειρωμάτων) και αποτελεσματικότερα στον Κ των 3/αρχών τον οποίο εφαρμόζουν τα τέσσερα (4) υπό μελέτη πιεστήρια, λόγω του τριπλού σπειρώματος και της ανάλογης γωνίας ελίκωσης την οποία έχουν, η στρέψη του Κ είναι απολύτως σταθερή καθώς αυτή πραγματοποιείται με εφάπαξ ημιπεριστροφική κίνηση και με σταθερά ασφαλισμένο τον βραχίονα (μοχλό) επάνω στην Ε.Κ. μίας οπής με πίρο ασφαλείας. Συνεπώς και με το συγκεκριμένο βηματισμό τον οποίο εκτελεί ο Κ, η μηχανική πράξη να καθίσταται απολύτως ελεγχόμενη, με μέτρο ασκούμενης πίεσης ανεξάρτητο από την μυϊκή δύναμη την οποία ενδεχομένως να εφαρμόζει ο οιοσδήποτε χειριστής, με ρυθμιζόμενο τον τερματισμό της Π.Β., επάνω στο κέντρο της Τ.Π., και απολύτως τηρουμένου του επιθυμητό μέτρου της διαδρομής, το οποίο είναι επίσης ανάλογο της οριζόντιας διαδρομής (κίνησης) του Κ.. Με βάση αυτήν την λειτουργία του συνολικού βηματισμού, με την εφάπαξ στρέψη του Κ και λαμβανομένης υπόψη της καθ ύψος ρύθμισης του πιεστικού συστήματος την οποία εξασφαλίζει η χελιδονωτή κινητή σύζευξη του άνω ζευκτού από το οποίο εξαρτάται το Π.Σ., εξασφαλίζεται μία απολύτως ισοδύναμη πίεση για μία τέλεια επαφή της Π.Π., με την Τ.Φ., και ασφαλώς ένα ομοιότυπο εκτυπωτικό αποτέλεσμα για την ίδια ή για διαφορετικές φόρμες εκτύπωσης, ανεξαρτήτως γραμματοσειράς. Τα συγκεκριμένα τρισδιάστατα και δισδιάστατα μοντέλα λειτούργησαν καταλυτικά στην μελέτη με σημαντικές τις προβλέψεις, ενώ διευκόλυναν σε μεγάλο βαθμό, αφενός μεν στην κατανόηση της μηχανικής του Κ και των εφαρμοσμένων λειτουργιών τις οποίες επιτελεί στο Π.Σ., αφετέρου δε και με βάση την εμπειρική υπολογιστική μέθοδο την οποία

165 εφαρμόσαμε, μας οδήγησαν προοδευτικά ώστε να καταλήξουμε στην διαστασιοδότησή του. (βλ.σ.252/φ.8α & σ.254/φ.10) 2. Περιγραφή «ελαφρού» τύπου πιεστήριου Κ.Τ.Γ Μορφολογικά στοιχεία στα υπό μελέτη πιεστηρίων Τα τέσσερα (4) ομοιότυπα πιεστήρια «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» πιεστήρια και με βασικό παράδειγμα αυτό των Χανίων, αποτελούν αντικείμενα εμπειρικής μελέτης στην παρούσα εργασία, καθώς, θεωρούνται ως η πρώτη εκδοχή εξέλιξης του «προτύπου» πιεστηρίου Γουτεμβέργιου. Τα συγκεκριμένα πιεστήρια εφαρμόζουν την καινοτόμα παρέμβαση του Κ τριών (3) ελικώσεων αρχών (όπως τον περιγράψαμε) και με κύριο χαρακτηριστικό το πανομοιότυπο τους σώματος και των εργαλειομηχανισμών τους, σε ό,τι αφορά τα δομικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά τους. (βλ.σ.228/φ.58) Βασιζόμενα απόλυτα στην μηχανική και στην «τεχνική» του Γουτεμβέργιου, της οποίας το «πρότυπο» πιεστήριο επιδέχτηκε προοδευτικά μεταλλαγές τέτοιες, οι οποίες ακόλουθα καθόρισαν την εξέλιξη της μηχανικής τυπογραφίας και όπως αυτή έφτασε στις μέρες μας. Τα εν λόγω πιεστήρια, διακρίνονται για το λιτό του ύφους τους, για την θρησκευτικότητα και την αρχαιοπρέπεια την οποία προβάλλουν μέσα από πλαστική διάθεση η οποία είναι εμφανής στις γωνίες, στις προεξοχές και στις εσοχές των γεωμετρικών όγκων, συνδυάζοντας ιδανικά τις έννοιες «τέχνημα» και «μηχάνημα» στο σώμα τους. Δημιουργούν ένα ιδιαίτερο κράμα μιάς λιτής μορφολογίας, καθώς συνδυάζουν αρμονικά μία σειρά κλασικών αρχιτεκτονικών μοτίβων, όπως το αρχαιοπρεπές επιστέγασμα (γείσο) το οποίο προσιδιάζει σε «προέτιο» γείσο ιωνικού ρυθμού, το βυζαντινό καγκελωτό του οποίου το αρθρωτό προσιδιάζει σε «στασίδι» χριστιανικού ναού η ποδιά στήριξης ως εκλεπτυσμένο στοιχείο ενός βικτωριανού επιτοίχιου επίπλου. Και όλα αυτά τα στοιχεία συνδιαρθρώνονται με μία σειρά ειδικούς εργαλειομηχανισμούς, επάνω σε μία κοινότυπη ξύλινη κατασκευή της οποίας τα δομικά στοιχεία και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά δεν διαφέρουν σχεδόν καθόλου από τον αργαλειό, καθώς επίσης και από αυτήν την γκιλοτίνα του μεσαίωνα. Ενδεχομένως, η συγκεκριμένη μορφή του σώματος και ως βελτιωτική τροποποίηση του «προτύπου», να ήταν πρόταση των ξυλουργών, των λαϊκών τεχνιτών της εποχής, με πηγή έμπνευσης προγενέστερα σώματα πιεστηρίων διαφορετικών χρήσεων, οι οποίοι αντέγραψαν με άριστη επιδεξιότητα κλασικά και νεοκλασικά μοτίβα τα οποία συνηθίζονταν στις επιπλώσεις των απλών ή πολυτελών καθημερινών σπιτιών της εποχής και λιγότερο ως ειδική επιλογή για μία εξειδικευμένη κατασκευή, λόγω των καινοτόμων εγραλειομηχανικών εφαρμογών της Κριτήρια επιλογής των τεσσάρων (4) υπό μελέτη πιεστηρίων Η προς περιγραφή επιλεγείσα περίπτωση ανακατασκευής «ελαφρού» τύπου πιεστηρίου «Κ.Τ.Γ.» του Μουσείου Τυπογραφίας Χανίων («Χ.Ν.») έγινε με κριτήριο, αφενός μεν το ότι

166 αποτελεί κατεξοχήν αντιπροσωπευτικό δείγμα μεταξύ των υπό μελέτη ομοιότυπων πιεστηρίων και αυτό σε σχέση με το διαθέσιμο φωτογραφικό υλικό το οποίο δεν υπερτερεί έναντι του επίσης διαθέσιμου φωτογραφικού υλικού και αφορά στις περιπτώσεις των πιεστηρίων των Tom Paine, Newseum Press, Richard Jermyn's, αφετέρου δε και ιδιαιτέρως ότι, σε αυτό πραγματοποιήθηκε πραγματική επίσκεψη της οποίας τα περιγραφικά δεδομένα αποτελούν προϊόντα ρεαλιστικής προσέγγισης επί ενός ρεαλιστικού αντικειμένου Γενική προσέγγιση στο αντιπροσωπευτικό πιεστήριο Χανίων «Χ.Ν.» Παρατηρώντας το Χανίων «Χ.Ν.» πιεστήριο, σχηματίζεται η εντύπωση ότι πρόκειται για μία απλή ξύλινη κατασκευή της οποίας το σώμα πειθαρχεί στους τεχνικούς κανόνες της κλασικής «μαραγκικής» (ξυλουργικής) τέχνης στην μορφή ενός σύνθετου δρύινου επίπλου, το οποίο προσιδιάζει κατασκευαστικά με τον αργαλειό, αν από αυτή την εντύπωση εξαιρέσει κανείς τους μεταλλικούς εργαλειομηχανισμούς και τα λοιπά εξαρτήματα τα οποία εφαρμόζει στο σώμα της. Ωστόσο όμως, παρατηρώντας και μελετώντας το τέχνημα διαπιστώνει ότι, αυτό το απλό ξυλότυπο τέχνημα και σε σχέση με το ανά χείρας εκτυπωτικό αποτέλεσμα το οποίο καταφέρνουν οι εργαλειομηχανισμοί του, συνιστά ένα υψηλό τεχνολογικό επίτευγμα σε σχέση με τα τεχνικά μέσα τα οποία διέθετε η εποχή στην οποία ανάγεται και ιδιαίτερα στον τομέα επεξεργασίας των μετάλλων. Μία πρώτη γενική προσέγγιση περιγραφής του και από τον οιοδήποτε μη ειδικό, θα ήταν πρώτιστα η προφανής διάκριση των υλικών σωμάτων τα οποία συνθέτουν το σώμα του πιεστηρίου, δηλαδή, ξύλινα και μεταλλικά. Μία δεύτερη γενική προσέγγιση και ασφαλώς με το πιεστήριο σε τυπογραφική πράξη ή σε απλή επίδειξη λειτουργίας, θα ήταν η προφανής διάκριση των λειτουργικών μερών και των εξαρτημάτων του (ανεξαρτήτως ουσίας υλικού σώματος), τα οποία καθιστούν το πιεστήριο τέλειο εργαλειομηχανισμό, δηλαδή, σε κινητά μηχανικά και ακίνητα στηρικτικά μέρη, είτε αυτά είναι ξύλινα, είτε μεταλλικά. Επίσης, μία τρίτη γενική προσέγγιση θα ήταν η προφανής διάκριση των ξύλινων μερών του πιεστηρίου τα οποία συνθέτουν τον βασικό στηρικτικό του κορμού (στατικό) επάνω στον οποίο αναπτύσσονται και εφαρμόζονται απολύτως λειτουργικά οι εργαλειομηχανισμοί του, δηλαδή, οι κατακόρυφοι και οριζόντιοι ξύλινοι δοκοί. Έτσι, το σώμα του πιεστηρίου «αντίγραφο», ορίζεται από την βασική ξυλότυπο του σώματος και από τα επιμέρους διακριτά ξύλινα τεμάχια τα οποία την απαρτίζουν, ενώ συναρμόζονται απολύτως ομοιότεχνα με εκείνα του «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.» προκειμένου να υποδέχονται λειτουργικά τις ομοιότυπες εργαλειομηχανικές εφαρμογές οι οποίες συντελούν στην τυπογραφική διαδικασία. Βασικά, φέρει μεγάλα και σταθερά ξύλινα τεμάχια τα οποία σχετίζονται απολύτως με το στατικό της κατασκευής και από φέροντα (οριζόντια) τεμάχια σταθερά και κινητά, επάνω στα οποία εξαρτώνται ή εφαρμόζονται οι ξύλινοι και οι μεταλλικοί εργαλειομηχανισμοί οι οποίοι συμπλεκόμενοι καταλλήλως συντελούν στην λειτουργία του χειροκίνητου μηχανικού πιεστήριου για μία αποτελεσματική τυπογραφική

167 πράξη και για ένα επιθυμητό επτυπωτικό αποτέλεσμα. Τα βασικά ξύλινα μέρη είναι: δυο (2) ορθοστάτες, τρία (3) ζευκτά (άνω κινητό, μέσο διαιρούμενο, κάτω σταθερό), δύο (2) πέλματα με τις δοκίδες πλαισίωσης βάσης, οι οδηγοί παλινδρόμησης με την πλατφόρμα φορέα της Τ.Τ., η έδρα εφαρμογής του πλαισίου της Τ.Τ (κοίτη) με το πλαίσιο (τελάρο) της Τ.Τ., η Τ.Π., η ποδιά στήριξης, το καγκελωτό και το επιστέγασμα με το γείσο του. (βλ.σ.253/φ.9) Τα προφανή βασικά μεταλλικά μέρη του είναι: το σώμα του Πιεστικού Συστήματος («πρέσα»), τα δύο (2) ζεύγη ατέρμονων ρύθμισης και συγκράτησης του Π.Σ. στο άνω ζευκτό, ο βραχίονας (μοχλός) στρέψης της Ε.Κ., η μεταλλική πλακέτα (επένδυση) με τα κάτω άγκιστρα επάνω στην Τ.Π., οι δύο (2) σιδηροτροχιές με τις σιαγόνες (τάκοι) ολίσθησης της Τ.Τ., οι όψεις του ποτηριού με τα πλαίσια (τσέρκια) περίσφιξης και τα άνω άγκιστρα, ο τροχαλιοφόρος άξονας οδήγησης της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ., καθώς και τα επιμέρους μεμονωμένα εξαρτήματα, όπως, ελάσματα εξάρτησης ιμάντων και οι κοχλίες σύνδεσης (κοινές βίδες). Συνεπώς, η ακόλουθη περιγραφή του πιεστηρίου επιχειρείται με τον παραπάνω τρόπο διάκρισης των βασικών λειτουργικών μερών και εξαρτημάτων του, ο οποίος αφορά στην γεωμετρία και στην πλαστική των ξύλινων σταθερών στηρικτικών και των ξύλινων κινητών μερών. Κατά τον ίδιο τρόπο και στα μεταλλικά εργαλειομηχανικά μέρη και στον τρόπο λειτουργίας τους, καθώς επίσης στα επιμέρους ξύλινα, μεταλλικά, υφασμάτινα, δερμάτινα υλικά και λοιπά τυπογραφικά εργαλεία Ειδική περιγραφή αντιπροσωπευτικού πιεστηρίου Χανίων «Χ.Ν.» Ξύλινα μέρη Πέλματα κορμού Τα δύο (2) ίσα και όμοια πέλματα («παπούτσια») εδραίωσης του σώματος του πιεστηρίου, επάνω στα οποία συνδέονται κάθετα το «καγκελωτό» και οι «ορθοστάτες», είναι συμπαγή τεμάχια σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου, των οποίων το ένα άκρο τους διατηρεί ανεπεξέργαστη την εγκάρσια τομή ως μικρή κάθετη έδρα, ενώ το άλλο άκρο φέρει κάθετη εγκάρσια τομή ίση προς το 1/6 του πάχους του και σε απόσταση 9 εκατοστών από το άκρο του, διαμορφώνοντας έτσι μία ακροτελεύτια διακοσμητική καμπύλωση (στρογγυλάδα) η οποία ως απλό μοτίβο μειώνει το αισθητικό βάρος των πελμάτων στην εμπρόσθια λειτουργική όψη του σώματος. Στις δύο άκρες, της άνω επιφάνειας και σε σημείο τεχνικά κατάλληλο, φέρουν αντίστοιχα τρεις κατακόρυφες κεντρικές εκσκαφές ίσες προς το ήμισυ του κάθετου πάχους τους, ως «θηλυκές» υποδοχές των «αρσενικών» επαφών (μόρσων) των ορθοστατών για την μεταξύ των σύνδεση κάθετης σχέσης. Τα πέλματα έχουν μήκος 85,5 cm και τετράγωνη διατομή 12χ12cm περίπου. (βλ.σ.269/φ.1) Δοκίδες πελμάτων Οι δοκίδες πλαισίωσης των πελμάτων είναι δύο (2) συμπαγή τεμάχια σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου, τα οποία συνδέονται κάθετα και σε οριζόντια σχέση με τα πέλματα (με

168 μονό μόρσο και καβίλια) συνθέτοντας μία στιβαρή βάση σχήματος «Η», η οποία αποτελεί την κεντρική βάση εδραίωσης του σώματος του πιεστηρίου, με τα παραπλεύρα του κορμού και κατά μήκος του σώματος ανακουφιστικά υποστηρίγματα (καγκελωτό και ποδιά). Οι δοκίδες έχουν ορατό μήκος 50,0 cm (64,5 cm με τα μόρσα) και ορθογώνια διατομή 8x11cm περίπου. (βλ.σ.269/2) Ορθοστάτες Οι δύο ορθοστάτες στήριξης και ανάπτυξης του βασικού κορμού του σώματος του πιεστηρίου είναι δύο (2) συμπαγή διαμήκη τεμάχια ξύλου (μαδέρια) σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου, τα οποία στα δύο άκρα φέρουν κατάλληλες επαφές σύνδεσης «μόρσα» (αρσενικά), τα οποία εμφυτεύονται στις υποδοχές σύνδεσης (θηλυκές) των πελμάτων και του επιστεγάσματος («προαέτιου γείσου») αντίστοιχα, ενώ ενδιάμεσα φέρουν πρόσθετα τεμάχια ξύλου (μάγουλα) όπου και σε οριζόντια σχέση συνδέονται καταλλήλως τα τρία ζευκτά του κορμού. Στην περίπτωση των Χανίων, οι ορθοστάτες και προς συμπλήρωση του πάχους των, έχουν πρόσθετο τεμάχιο «κόντρα πλακέ» πάχους 5 χιλιοστών σε όλο το μήκος της μίας όψης των και αυτό λόγω τηε δυσχέρειας εξεύρεσης ξύλου ικανού πάχους στην εγχώρια αγορά. Οι ορθοστάτες έχουν συμβατό ορατό μήκος 188,8 cm (205,5 cm με τα μόρσα) και ορθογώνια διατομή 20,5χ6,5cm περίπου στο λεπτό μέρος, ένω στα τρία παχέα σημεία (πρόσθετα τεμάχια) των μάγουλων διαμορφώνουν πάχος 20,5x12,5cm. Η μεταξύ των συμβατή έσω-έσω οριζόντια απόσταση (διάσταση) στο λεπτό τους μέρος είναι 62,0 cm, ενώ στο παχύ μέρος των μάγουλων είναι 52,0cm. Η μεταξύ των συμβατή έξω-έξω οριζόντια απόσταση (διάσταση) 75,0 cm, δηλαδή το μήκος των πρόσθιων όψεων και ως πλάτος του συνολικού σώματος. (βλ.σ.269/3) Ποδιά και πέλμα ποδιάς Η ποδιά υποστήριξης είναι μία φαρδιά σανίδα η οποία ενδιάμεσα και κατά 2/3 του μήκους στενεύει με αμβλυγώνια καμπυλωτά «τσακίσματα» τα οποία προσδίδουν ιδιαίτερη αισθητική στην εμπρόσθια όψη του σώματος, για να καταλήξει σε ένα σταθερό τραπεζοειδές πέλμα ανάλογου αισθητικού όγκου. Η ποδιά, αποτελεί το βασικό ανακουφιστικό στήριγμα του εμπρόσθιου μέρους του σώματος, ενώ επάνω της εφαρμόζει απολύτως σταθερά το πλαίσιο της πλατφόρμας φορέας με τους δοκούς οδήγησης της Τ.Τ.. Η ποδιά συνδέεται με κόλλα και τρείς καβίλιες στην εμπρόσθια στενή (στο σόκορο της τομής) πλευρά του πλαισίου της πλατφόρμας, με ορθογώνιο σκαλοκοφτό κάθισμα 5,0 cm κατακόρυφα και 3,0cm οριζόντια. Η ποδιά με το μέλμα, έχει συνολικό μήκος (ύψος) 71,0 cm και πάχος 4,5cm. (βλ.σ.269/4) Καγκελωτό Το καγκελωτό, είναι ένα τυπικό κιγκλίδωμα το οποίο έχει στηρικτικό και συνεκτικό ρόλο μεταξύ του πλαισίου των πελμάτων και των ορθοστατών, καθώς επίσης επιπλέον στηρικτικό ρόλο της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ., δηλαδή της οπίσθιας στήριξης και στατικής

169 πλαισίωσης του κορμού, όπως αντίστοιχα έχει η ποδιά στο εμπρόσθιο μέρος, αλλά και ανακουφιστικό ρόλο του κάτω σταθερού ζευκτού το οποίο επιφορτίζεται ιδιαίτερα από τις ασκούμενες πιέσεις. Το καγκελωτό, αποτελείται από δύο κατακόρυφες γωνιακές τορνευτές κιγκλίδες (παπάδες), οι οποίες στα μέρη των τριών συνδέσεων διατηρούν την τετράγωνη διατομή σε μήκος 14cm περίπου και στα δύο ανάλογα ενδιάμεσα μέρη έχουν κυκλική διατομή, διαμορφώνοντας έτσι το μοτίβο «λαμπόγυαλο», ενώ στο επάνω άκρο τους καταλήγουν σε στρογγυλεμένη αιχμή μικρού «λαμπόγυαλου». Οι κιγκλίδες συνδέονται μορσαριστά (μονό μόρσο) στα δύο πέλματα και σε κάθετη σχέση, ενώ σε οριζόντια σχέση συνδέεται με τις δοκίδες. Το πλαίσιο του καγκελωτού έχει μήκος οπίσθιας όψης 75cm δηλαδή το πλάτος του σώματος, μήκος πλευρών 46,5 cm (έξω-έξω) και ύψος πλαισίου από την άνω επιφάνεια πέλματος έως της άνω δοκίδας 114,5cm. Το συνολικό ορατό μήκος (ύψος) της κιγκλίδας είναι 127cm (131,5cm με μόρσο) με διατομή της 6 cm περίπου. (βλ.σ.269/5) Δοκίδες καγκελωτού Το καγκελωτό πλαισιώνεται με έξι (6) ισόπαχες δοκίδες εκ των οποίων οι δύο (2) συνδέονται κάθετα με τις κιγκλίδες (άνω-κάτω) σε παράλληλη σχέση μεταξύ των και οι άλλες τέσσερις (4) δοκίδες ανά δύο αντικριστά με τους ορθοστάτες. Έτσι, τα δύο άκρα ενός ζεύγους δοκίδων συνδέεται μορσαριστά στις αντικριστές όψεις των δύο κιγκλίδων (παπάδων) σχηματίζοντας ένα «Η» στην οπίσθια όψη του σώματος έχνοντας βάση τα άκρα των πελμάτων, ενώ τα άκρα των άλλων δύο ζευγών συνδέονται ανά δύο αντίστοιχα με τους δύο ορθοστάτες σχηματίζοντας ένα «Ε» στις δύο πλάγιες πλευρές του σώματος, ενσωματώνοντας ουσιαστικά έτσι το «καγκελωτό» στον βασικό κορμό του σώματος, ως βασικό ανακουφιστικό στηρικτικό μέρος του. Όλες οι παράπλευρες δοκίδες του καγκελωτού έχουν διατομή 6x9 cm. Η συμβατή ορατή απόσταση των τεσσάρων πλευρικών δοκίδων από την έσω πλευρά της κιγκλίδας έως την πλευρά του ορθοστάτη είναι 41,5 cm περίπου. Το συνολικό μήκος τους με τα μόρσα μαζί είναι 50,5 cm περίπου. Η συμβατή ορατή απόσταση των δυο πρόσθιων δοκίδων από την έσω πλευρά κιγκλίδας έως την έσω της απέναντι κιγλίδας είναι 63,0 cm περίπου. Το συνολικό μήκος τους με τα μόρσα μαζί, είναι 71,0 cm περίπου. (βλ.σ.269/6) Κάτω μάγουλα ορθοστατών Τα κάτω μάγουλα είναι δύο (2) συμπαγή τεμάχια σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου (πλακέ) ισόπαχα σχεδόν με τους ορθοστάτες, τα οποία εφαρμόζουν σταθερά (κολλητάκαβιλιωτά) και αντικριστά στην εσωτερική όψη και στο κατώτατο μέρος εκάστου ορθοστάτη. Τα μάγουλα αρχίζουν από την άνω επιφάνεια των πελμάτων και τερματίζουν ισοϋψή στην κάτω επιφάνεια των δοκών (οδηγών) παλινδρόμησης της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ., ενώ αποτελούν βασικό κεντρικό σημείο στήριξης των οδηγών και της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ.. Τα κάτω μάγουλα έχουν ύψος 50,5 cm, πάχος 6 cm και φάρδος 20,5 cm δηλαδή το πάχος του ορθοστάτη. (βλ.σ.269/7)

170 Κάτω ζευκτό Το κάτω σταθερό ζευκτό είναι ένα (1) συμπαγές (κολλητό) τεμάχιο σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου τετράγωνης διατομής και ικανού βάρους, το οποίο στα δύο άκρα φέρει κατάλληλες επαφές σύνδεσης «μόρσα» (αρσενικά) και τα οποία συνδέονται σταθερά στις αντίστοιχες θέσεις υποδοχών σύνδεσης (θηλυκές) των μάγουλων των ορθοστατών. Βασικό στέλεχος στήριξης του κορμού της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ., αλλά και κύριος αποδέκτης των φορτίων πίεσης του πιεστικού συστήματος, με ανακουφιστικά στηρίγματα το καγκελωτό και την ποδιά. Είναι το παχύτερο και βαρύτερο τεμάχιο του σώματος, επάνω στο οποίο στηρίζονται οι δοκοί οδηγοί παλινδρόμησης του πλαισίου πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ.. Το κάτω ζευκτό έχει ορατό μήκος 60cm (με τα μόρσα 70cm) και τετράγωνη διατομή 20,0 cm περίπου. Η συμβατή απόσταση (διάσταση) του κάτω ζευκτού από την κάτω έδρα του έως το δάπεδο είναι 60,5 cm και από την άνω έδρα του έως την κάτω έδρα του μέσου διαιρούμενου ζευκτού είναι 47,5 cm περίπου. (βλ.σ.269/8) Οδηγοί παλινδρόμησης και πλατφόρμα φορέας της Τ.Τ. Οι οδηγοί παλινδρόμησης της Τ.Τ., είναι δυο (2) ισόπαχοι και ισομήκης δοκοί ορθογώνιας διατομής ενσωματωμένοι πλευρικά στην πλατφόρμα φορέα της Τ.Τ. Οι οδηγοί έχουν μήκος ίσο προς το συνολικό μήκος του πλαισίου της πλατφόρμας φορέα της Τ.Τ., (138,0 cm) την οποία και πλαισιώνουν ως βασικοί πλευρικοί δοκοί της, με τη διαφορά ότι εξέχουν καθ ύψος κατά 5,5 cm έναντι των δύο ενδιάμεσων δοκίδων τελαρωματος, ενώ στα άνω άκρα τους φέρουν αμβλύ ξεγύρισμα φαλτσογωνιάς μίας έδρας 5,5 cm σε οριζόντια ανάπτυξη. Οι δοκοί οδήγησης εφαρμόζονται σταθερά στην έσω πλευρά των δύο ορθοστατών και επικάθονται αντικριστά σε παράλληλη σχέση στην άνω επιφάνεια του κάτω ζευκτού όπου βιδώνονται, δηλαδή, εδράζονται στην γωνία την οποία σχηματίζουν οι ορθοστάτες με το κάτω ζευκτό, ενώ παράλληλα αποτελούν τα παράπλευρα διαμήκη τεμάχια πλαισίωσης όπου οδηγείται η έδρα («κοίτη») της Τ.Τ.. Έτσι, η πλατφόρμα συντίθεται συνολικά από έξι (6) συμπαγή τεμάχια, δηλαδή, από τα δύο διαμήκη πλευρικά (οδηγοί) με μεγαλύτερη διατομή (ορθό) 10,0 x6,0 cm περίπου, από δύο τεμάχια κατά πλάτος με διατομή 9x5(υ)cm και από τα δύο διαμήκη (πλακέ) 7,5x5(υ) cm μοιρασμένα σε ίσες αποστάσεις εντός του πλαισίου (9 cm από τους οδηγούς και 17 cm μεταξύ των στο κεντρικό διάστημα) επάνω στην επιφάνεια των οποίων εφαρμόζονται οι τροχιόδρομοι ολίσθησης της έδρας («κοίτης») της Τ.Τ.. Οι έξι αυτές δοκίδες και συνδεόμενες κατάλληλα με γωνιακά μόρσα οι περιμετρικές και με μονά μόρσα οι ενδιάμεσες τροχιοδρομικές, σχηματίζουν ένα συνεκτικό πλαίσιο σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και του οποίου το μήκος συμπίπτει σχεδόν με το συνολικό μήκος του οριζόντιου αναπτύγματος του σώματος του πιεστηρίου. Επίσης, επάνω στην κατά πλάτος δοκό του πλαισίου της οπίσθιας πλευράς του σώματος (καγκελωτό) εφαρμόζεται μία δοκίδα στης οποίας την κατακόρυφη έσω πλευρά υπάρχει τετράγωνη εσοχή (εκσκαφή) ίση προς το εμβαδόν και το πάχος του τετράγωνου μεταλλικού αναρτήρα, του ιμάντα, ώστε η

171 πλατφόρμα κατά τον τερματισμό της να εφάπτεται σε όλο το πλάτος της με το πλάτος της δοκίδας των κιγκλίδων. Η πλατφόρμα έχει μήκος 138 cm, πλάτος 61 cm και πάχος (ύψος) 5 cm το ελάχιστο και 10 cm οι οδηγοί, περίπου. (βλ.σ.269/9) Λαβή τροχαλιοφόρου άξονα - (Π.ΙΙ/-) Η λαβή χειριστηρίου του τροχαλιοφόρου άξονα είναι ένας ξύλινος σωλήνας κυρτός κατά μήκος, ώστε να προσαρμόζεται στην ανατομία της παλάμης του ανθρώπου (χειριστή) και επενδύει σταθερά το χειρίσιμο μεταλλικό μέρος του στροφάλου. (βλ.σ.269/10) Έδρα εφαρμογής Τ.Τ. Η έδρα («κοίτη») εφαρμογής του πλαισίου Τ.Τ., είναι μία σανίδα (τάβλα) σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και με πάχος ικανής ανθεκτικότητας ως φορές της Τ.Τ.,, καθώς επάνω της εδράζεται σταθερά (καβιλωτά) το πλαίσιο (τελάρο-μάρμαρο) της Τ.Τ.. Επάνω στην έδρα και στο εμπρόσθιο μέρος της, εφαρμόζεται το στήριγμα του τυμπάνου, ενώ στο πλάτος της συνδέεται η ποδιά στήριξης και απολύτως σε ίση απόσταση από τις στρογγυλεμένες γωνίες της έδρας της. Στην κάτω επιφάνεια της έδρας («κοίτης») και στις κατάλληλες θέσεις εφαρμόζονται (βιδώνουν) κοχλιωμένες οι σιαγόνες ολίσθησης. Η έδρα έχει μήκος 115 cm, πλάτος 44,0 cm και πάχος (ύψος) 4,5 cm περίπου. (βλ.σ.269/11) Πλαίσιο Τ.Τ. Το τελάρο της Τυπογραφικής Τράπεζας, το οποίο περιέχει και το «μάρμαρο», εδράζεται σταθερά επάνω στην έδρα (κοίτη) εφαρμογής πλαισίου της Τ.Τ., το οποίο είναι ένα πλαίσιο σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και συναρθρώνεται από τέσσερις δοκίδες ορθογώνιας διατομής οι οποίες αποτελούν ζεύγη διαφορετικού μήκους. Οι δοκίδες συνδέονται μεταξύ των με εξωτερικά γωνιακά μόρσα, ενώ ενισχύονται σημαντικά με μεταλλικά γωνιακά ελάσματα στα οριζόντια σημεία σύγκλισης, προκειμένου να διατηρούν σταθερή την κάθετη σχέση τους (γώνιασμα) και σταθερή την σύνδεση του πλαισίου. Το μήκος του πλαισίου συμπίπτει σχεδόν με το μήκος ενός δίφυλλου εφημερίδας και αντίστοιχα το πλάτος του, ενώ είναι κατιτί μικρότερο από το πλάτος της έδρας (κοίτης). Στη μία μικρή πλευρά του πλαισίου της Τ.Τ., (πλάτος) συνδέονται οι μεντεσέδες του πλαισίου του τυμπάνου το οποίο αποτελεί λειτουργικό παρελκόμενό της. Το τελάρο έχει μήκος 75 cm, πλάτος 58 cm και διατομή δοκίδας 8χ6 cm. (βλ.σ.236/ Φ.71β και βλ.σ.269/12) Στήριγμα τυμπάνου Το στήριγμα του τυμπάνου είναι ένα τυπικό χερούλι σχήματος «Π» το οποίο εδράζεται ελαφρώς κεκλιμένο στο ποδήρες άκρο της έδρας (κοίτης) του πλαισίου της Τ.Τ.. Αποτελείται από τρεις (3) δοκίδες, εκ των οποίων οι δύο κεκλιμένες συγκλίνουν στα άνω άκρα τους με την οριζόντια δοκίδα (χερούλι) η οποία εξέχει ελαφρώς αυτών, ενώ τα κάτω άκρα τους καταλήγουν σε τραπεζοειδή πέλματα (παπουτσάκια) τα οποία συνδέονται καβιλωτά στην έδρα. Επίσης, το στήριγμα του τυμπάνου, είχε χρήση χερουλιού προώθησης και εξώθησης της Τ.Τ. στα προγενέστερα («πρότυπο») πιεστήρια τα οποία δεν διέθεταν εργαλειομηχανισμό

172 παλινδρόμησης της Τ.Τ.. Το συνολικό ύψος του (λοξό) είναι 25 cm και το μήκος τους πέλματος (βάση) 16 cm με άνω 8 cm έδρα περίπου. Το μήκος της οριζόντιας χειρολαβής είναι 38 cm περίπου, με διατομή 3x4 cm περίπου. (βλ.σ.269/13) Πλαίσιο τυμπάνου Το ξύλινο μέρος του πλαίσιου του τυμπάνου σελιδοθέτησης είναι σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και αποτελείται από δυο ζεύγη ισομηκών δοκίδων εκ των οποίων, το ένα κατά πλάτος ζεύγος είναι επιμήκεις σφηνοειδείς δοκίδες, ενώ το άλλο ισομήκεις ορθογώνιες παραλληλεπίπεδες διαφορετικού πάχους. Οι τέσσερις δοκίδες του πλαισίου συνδέονται μεταξύ των με εξωτερικά γωνιακά μόρσα, ενώ στην παχύτερη δοκίδα σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και στην κατά πλάτος διάσταση του πλαισίου του, εφαρμόζεται κατάλληλα το έλασμα των μεντεσέδων ανάκλησης του συνολικού πλαισίου τυμπάνου με τους αντίστοιχους υποδεοχείς μεντεσέδες του πλαισίου (τελάρου) της Τ.Τ.. Το ξύλινο πλαίσιο αποτελεί το βασικό μέρος του τυμπάνου (πλαίσιο σελιδοθέτησης), καθώς επάνω σε αυτό εκτείνεται (τεντώνεται) το συνεχές μέρος του υφάσματος (περγαμηνή) στο οποίο προσαρμόζεται η σελίδα, δηλαδή, η πίσω μη εκτυπούμενη όψη της. Οι διαστάσεις του πλαισίου συμπίπτουν σχεδόν με εκείνες του πλαισίου της Τ.Τ.. και της αντίστοιχης μεταλλικής προέκτασής του. Περιμετρικά το πλαίσιο φέρει τσιμπίδες (κλιπ) οι οποίες συγκρατούν τεντωμένο το ύφασμα, όπως και στο μεταλλικό μέρος αντίστοιχα. (βλ.σ.269/14) Τυπογραφική Πλάκα Η τυπογραφική πλάκα (Τ.Π.,) είναι ένα (1) συμπαγές τεμάχιο σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και με πρισματική απόληξη κατά ένα (1) εκατοστό καθέτως και οριζοντίως των ακμών της άνω έδρας της, η οποία διαμορφώνει αναλόγως μικρότερο εμβαδόν έναντι της κάνω έδρας και η οποία κεντρικά καλύπτεται κατά ήμισυ από την μεταλλική πλακέτα θωράκισης της Τ.Π.. Το πάχος της τυπογραφικής πλάκας είναι αναλόγως ικανό της πίεσης την οποία δέχεται και μεταφέρει ακόλουθα στην Τ.Τ., ενώ το εμβαδόν της κάτω (έδρας) επιφάνειας είναι ανάλογο της απαιτούμενης κάλυψης ενός κλασικού τυπογραφικού τελάρου (φόρμας στοιχείων) και το πλάτος της κατιτί μικρότερο ως προς το εσωτερικό πλάτος του τελάρου της Τ.Τ.. στην οποία εισέρχεται σχεδόν οριακά. Η τυπογραφική πλάκα έχει μήκος 45 cm, πλάτος 30 cm και πάχος (ύψος) 8,5 cm περίπου. (βλ.σ.269/15) Μέσο ζευκτό Τα μέσο διαιρούμενο και λυόμενο σταθερό ζευκτό, είναι αρχικά ένα (1) συμπαγές τεμάχιο σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και εξαιρουμένων των γωνιακών κυβικών μερών του τα οποία συμπληρώνονται με τους ομόσωμους κύβους (τάκους) σύσφιξης, έτσι ώστε να σχηματιστεί η κατάλληλη σταυροειδής επαφή (μόρσο) εμφύτευσης των άκρων του ζευκτού στις αντίστοιχες υποδοχές των μάγουλων των ορθοστατών. Το μέσο ζευκτό διαιρείται με μία διαμήκη τομή σε δύο (2) ορθογώνια και ίσα αλληλεφαπτόμενα μέρη τα οποία στο κέντρο

173 τους σχηματίζουν μία τετράγωνη διαμπερή οπή για την κατακόρυφη διέλευση και οδήγηση του ποτηριού. Αυτή η τετράγωνη οπή, υπάρχει προκειμένου να εξασφαλίζεται και να συγχρονίζεται η κατακόρυφη (ανοδική/καθοδική) κίνηση της Π.Β., με την οριζόντια κίνηση κατά την στρέψη του Κ. Το μέσο ζευκτό είναι το τεμάχιο το οποίο τοποθετείται (αρμολογείται) τελευταίο επάνω στο σώμα του πιεστηρίου, για το λόγο ότι στην τετράγωνη οπή του διέρχεται οδηγούμενο το ποτήρι, ενώ οι κυβόσχημοι τάκοι και οι ορθογώνιες παραλληλεπίπεδες δοκίδες ασφαλείας είναι τα κινητά τεμάχια τα οποία το ασφαλίζουν. Το μέσο ζευκτό έχει συνολικό μήκος 62 cm, πάχος 5 cm, και διατομή τετράγωνης οπής 12,3χ12,3 cm, περίπου. Η συμβατή απόσταση (διάσταση) του μέσου διαιρούμενου ζευκτού από την άνω έδρα του έως την κάτω έδρα του άνω ζευκτού είναι 32,0 cm. (βλ.σ.269/16) Φουρούσια μέσου ζευκτού Τα φουρούσια, είναι σταθερά επιμήκη τεμάχια σφηνοειδούς σχήματος με εξέχουσα ελαφρώς (καμπυλωμένη) την μεγαλύτερη και εμφανή επιφάνειά τους, δηλαδή, αυτήν η οποία έχει ως πλάτος την υποτείνουσα του τριγώνου διατομής του τεμαχίου, καθώς οι δύο επίπεδες επιφάνειες του ορθογώνιου μέρος τους εφαρμόζονται σταθερά, η μία κατακόρυφα στην έσω πλευρά των ορθοστατών, ενώ η άλλη εφάπτεται οριζόντια με την περαστή δοκίδα ασφαλείας και τους τάκους οι οποίοι ασφαλίζουν σταθερά το μέσο ζευκτό, ως αναπόσπαστα τεμάχια των μάγουλων. Τα φουρούσια έχουν γωνιακές πλευρές ύψους 12 cm, 5 cm πλάτος όψης και 20,5 cm μήκος έφαψης στον ορθοστάτη. (βλ.σ.269/17) Τάκοι και δοκίδες μέσου ζευκτού Οι τάκοι και οι δοκίδες ασφαλείας μέσου ζευκτού είναι τέσσερα (4) και δύο (2) μικροτεμάχια σχήματος κύβου και ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου αντίστοιχα, τα οποία, με τα σταθερά φουρούσια συνδιαμορφώνουν στα μάγουλα τον θύλακα (υποδοχή) εφαρμογής του σταυροειδούς μόρσου του μέσου διαιρούμενου ζευκτού και τα οποία το ασφαλίζουν (σφηνώνουν) ώστε, να είναι απολύτως σταθερό και ευκόλως αποσπώμενο με τη διαίρεσή του για την απεξάρτηση και αποκαθήλωση του Π.Σ., από το σώμα του πιεστηρίου. Οι τάκοι είναι κύβοι με ακμή 5 cm, ενώ οι δοκίδες έχουν διατομή 5,5χ6,5cm και μήκος 20cm. (βλ.σ.269/18) Ποτήρι Το ποτήρι, είναι ένα (1) ξύλινο συμπαγές τεμάχιο σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου διαιρούμενο εγκάρσια σε δύο ίσα ορθογώνια παραλληλεπίπεδα, τα οποία εφαπτόμενα σχηματίζουν στο εσωτερικό τους τον δίαυλο διέλευσης της Π.Β., με διαμέτρημα ανάλογο της βελόνης και την σταυροειδή εκσκαφή υποδοχής της δικλείδας, ενώ καταλήγει με σχεδόν ημισφαιρική την κάτω βάση του από την οποία προβάλει κατακορύφως εξέχουσα η αιχμή της Π.Β., του Π.Σ.,. Η άνω βάση είναι επίπεδη και είναι το σημείο στο οποίο η βελόνη συναντά το περιλαίμιο της σχεδόν κυβόσχημης εμβολοφόρου κεφαλής του πιεστικού συστήματος η οποία στο άνω μέρος της φέρει τον κοχλία. (βλ Ο Kοχλίας τριών (3)

174 ελικώσεων στο Π.Σ. «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ. Γ.»). Το ποτήρι έχει συνολικό μήκος 33,5 cm και διατομή 12,1χ12,1 cm, περίπου. (βλ.σ.269/19) Άνω μάγουλα ορθοστατών Τα μάγουλα στη χελιδονωτή σύνδεση του άνω κινητού ζευκτού είναι τέσσερα (4) επιμήκη σφηνοειδή τεμάχια τριγωνικής διατομής και μήκους 18 cm, τα οποία εφαρμόζουν σταθερά (κολλητά-καβιλιωτά) ανά δύο και ισοϋψή στην εσωτερική όψη εκάστου ορθοστάτη ως θηλυκές υποδοχές των χελιδονωτών επαφών (μόρσων) οι όποιες διαμορφώνονται στα άκρα του άνω κινητού ζευκτού. Τα μάγουλα είναι τοποθετημένα κατακόρυφα με την μία επιφάνεια του ορθογώνιου μέρος τους να εφάπτεται στην έσω όψη του ορθοστάτη και την άλλη (φάρδος) να διπλασιάζει το φάρδος του ορθοστάτη, ενώ τα λοξά εσωτερικά μέρη τους σχηματίζουν την τραπεζοειδή διατομή του διάκενου εφαρμογής της χελιδονωτής επαφής του ζευκτού. Το τραπεζοειδές διάκενο των μάγουλων είναι ανοιχτό στο κάτω μέρος τους και κλειστό στο άνω μέρος με ένα ισόπαχο τεμάχιο συνεχές συμπλήρωμα και σε όλη την υπόλοιπη άνω εσωτερική όψη του ορθοστάτη έως το σημείο σύγκλισης με το οριζόντιο τεμάχιο του επιστεγάσματος σε μήκος 15cm. Το συμπλήρωμα αυτό λειτουργεί ως σημείο τερματισμού (φρένο) στην ανοδική κίνηση του ζευκτού, ενώ το κάτω ανοιχτό μέρος επιτρέπει την επιθυμητή καθοδική κίνηση με ρύθμιση του ζευκτού και σε σχέση με την προορισμένη διαδρομή την οποία μπορεί να εκτελεί το ποτήρι μέσα στον οδηγό του μέσου διαιρούμενου ζευκτού, για το λόγο ότι το ΠΣ., το οποίο εξαρτάται από το άνω ζευκτό με τους ατέρμονες ρύθμισης βρίσκεται σε σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ των δύο ζευκτών (μέσουάνω), προκειμένου να εκτελεί κατακόρυφη κίνηση κατά την πιεστική πράξη. (βλ.σ.269/20) Άνω ζευκτό Το άνω κινητό ζευκτό, το δεύτερο σε όγκο τεμάχιο του σώματος, είναι σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου με τετράγωνη διατομή, ενώ στις άκρες διαμορφώνει χελιδονωτές επαφές (τραπεζοειδή μόρσα) ως αρσενικά και τα οποία μόρσα εφαρμόζουν στις αντίστοιχες θηλυκές υποδοχές των ομοιόσχημων μάγουλων, μέσα στα οποία οδηγούνται ώστε να συμβάλουν (οδηγούν) στην κατακόρυφη (ανοδική/καθοδική κίνηση) ρυθμιζόμενη κίνηση του ζευκτού στο επιθυμητό ύψος, καθώς επίσης στην επίτευξη οριζοντιοποίησής του με τους ατέρμονες ρύθμισής του. Εκατέρωθεν του μέσου του το οποίο συμπίπτει με την οπή (θύλακα) υποδοχής του περικοχλίου, φέρει τέσσερεις (4) κατακόρυφες διαμπερείς οπές από τις οποίες διέρχονται τα δύο ζεύγη ατερμόνων, δηλαδή, το ζεύγος εξάρτησης του Π.Σ., το οποίο κοχλιώνεται με πεταλούδες στη άνω έδρα του και το ζεύγος συγκράτησης και ρύθμισής του στα άκρα και τα οποία τον εξαρτούν από το επιστέγασμα. Η οπή (θύλακας) του περικοχλίου είναι μία κατακόρυφη οπή η οποία αρχίζει από την κάτω έδρα του ζευκτού και φτάνει έως τον μέσον του, με διαμέτρημα ανάλογο του σωλήνα του περικοχλίου το οποίο εμφωλεύει εκεί συγκρατούμενο στο περιλαίμιο από τις σφυροειδείς απολήξεις των ατέρμονων συγκράτησης

175 Το άνω κινητό ζευκτό έχει συνολικό μήκος 62,0cm και διατομή 18,9χ18,9 cm περίπου. H οπή υποδοχής του περικοχλίου έχει διάμετρο 9cm και ύψος 11cm περίπου. (βλ.σ.269/21) Λαβή μοχλού στρέψης Η λαβή (χειρολαβή) μοχλού στρέψης, είναι ένας επιμήκης ξύλινος σωλήνας κυρτός κατά μήκος και επενδύει σταθερά το χειρίσιμο μεταλλικό μέρος του στροφάλου, ώστε να προσαρμόζεται στην ανατομία των παλαμών του ανθρώπου, καθότι η στρέψη του μοχλού ενδεχομένως να απαιτεί την χρήση και των δύο χεριών του χειριστή. (βλ.σ.269/22) Επιστέγασμα Το επιστέγασμα είναι ένα (1) τεμάχιο ξύλου σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου (σανίδα) και ικανού πάχους ώστε, να εξασφαλίζεται η ανθεκτικότητα και σταθερότητα στήριξης των ατερμόνων οι οποίοι εξαρτούν το άνω κινητό ζευκτό φορέα του Π.Σ.,. Περιμετρικά εφαρμόζει κορνίζα με διπλό «μουρέλο» το οποίο διαμορφώνει ένα ελαφρύ αισθητικά νεοκλασικό μοτίβο, τύπου αρχαϊκού προαέτιου γείσου. Το επιστέγασμα στις δύο άκρες και σε σημείο τεχνικά κατάλληλο, αντίστοιχα των ορθοστατών, φέρει τρεις διαμπερείς ορθογώνιες κεντρικές εκσκαφές ως «θηλυκές» υποδοχές των «αρσενικών» επαφών (μόρσων) των ορθοσταστών για την μεταξύ των σύνδεση και δύο κυκλικές οπές ανάλογες του διαμετρήματος των ατερμόνων εξάρτησης του ζευκτού για την διέλευσή τους. Το επιστέγασμα έχει μήκος (άνω) cm και ύψος 7cm, περίπου. Η απόσταση της κάτω έδρας του επιστεγάσματος από την άνω έδρα του άνω ζευκτού είναι 24,5cm, η απόσταση (διάσταση) από την άνω έδρα του έως και το δάπεδο (πάτημα πέλματος) είναι 205,5cm, διάσταση η οποία καθορίζει το συνολικό ύψος του σώματος του πιεστηρίου. (βλ.σ.269/23) Μεταλλικά μέρη Τα διακριτά μεταλλικά εξαρτήματα καθώς και τα σύνθετα εργαλειομηχανικά συστήματα (π.χ. Π.Σ., Τροχαλιοφόρος) είναι κατασκευασμένα από μαλακό συμπαγή σίδηρο, ο οποίος έχει την χαρακτηριστική ιδιότητα να είναι ελατός και όλκιμος, καθότι, τα περισσότερα μεταλλικά συστατικά μέρη του πιεστηρίου είναι προϊόντα μηχανικής επεξεργασίας (τορνευτά) προκειμένου αυτά να είναι πιστά αντίγραφα των προτύπων τους, πλην μερικών τα οποία κατασκευάστηκαν με την «πυροσφυρήλατη» τεχνική. Βασικά, πρόκειται για κοινά ελάσματα, απλούς ατέρμονες (βίδες), ράβδους διαφορετικών διατομών και διαστάσεων, των οποίων η μορφολογία, η γεωμετρία και η θέση εφαρμογής τους και σε σχέση με την εκάστη επιτελούμενη λειτουργία, περιγράφεται αναλυτικά ακολούθως. Παράλληλα, σε κάθε περιγραφόμενο εξάρτημα και όπου κρίνεται σκόπιμο, δίνονται οι «περίπου διαστάσεις» οι οποίες σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης θεωρούνται απολύτως συμβατές με τις υποτιθέμενες πραγματικές και για την ίδια λειτουργία. Τροχαλιοφόρος άξονας Ο τροχαλιοφόρος, είναι ένας μεταλλικός ραβδοειδής άξονας κυμαινόμενου διαμετρήματος από 1,2-2,1 cm και μήκους 57 cm στο ευθύ του μέρος, το οποίο ορίζεται από τα σημεία των

176 οπών των αντικριστών βάσεων επάνω στις οποίες φέρεται. Ο άξονας αυτός φέρει μία δίδυμη ομοάξονη τροχαλία (καρούλι) και στο ένα άκρο του τον στρόφαλο με την χειριστήρια λαβή στρέψης. Ενώ ουσιαστικά και ιδιαίτερα στα ακραία σημεία εφαρμογής του πρόκειται για κυλινδρική ράβδο, ωστόσο κατά μήκος διαμορφώνεται με κυμαινόμενη την σχηματική του διατομή, καθώς στο ¼ από των άκρων του και προς το μέσον του αυξάνει το πάχος της διατομής του, αποκτώντας έτσι ένα ελαφρώς κωνικό σχήμα κατά μήκος του και έως τα αντίστοιχα σημεία στα οποία εφαρμόζεται η δίδυμη σταθερή τροχαλία τύλιξης των ιμάντων. Η παλίνδρομη στροφική λειτουργία του τροχαλιοφόρου επιτελείται από δύο βάσεις (πέταλα) στων οποίων τις οπές διέρχεται και φέρεται λειτουργικά. Ο άξονας έχει μήκος 62cm και κυμαινόμενη διατομή 1,9-2,8 cm. (βλ.σ.229/ Φ.58α & βλ.σ.269/24) Στρόφαλος τροχαλιοφόρου Ο στρόφαλος της τροχαλιοφόρου, είναι μία συμπαγής ράβδος μαλακού σιδήρου κεκαμένη σε σχήμα ελλειπτικού ημικυκλίου, η οποία στο ένα άκρο της φέρει τον δακτύλιο εφαρμογής του με την αντίστοιχη οπή του τροχαλιοφόρο άξονα όπου σφηνώνει και στο άλλο άκρο του ένα σχεδόν αιχμηρό στέλεχος γύρω στο οποίο εφαρμόζει ο δίαυλος της ξύλινης χειριστήριας λαβής. Ο στρόφαλος του τροχαλιοφόρου έχει διάμετρο (ημισφαίριο) 20,5 cm. (βλ.σ.269/25) Δίδυμη τροχαλία Η δίδυμη τροχαλία συντίθεται από τρεις όμοιους ομοάκτινους και ομοάξονες μεταλλικούς κυκλικούς δίσκους μαλακού σιδήρου, οι οποίοι σχηματίζουν δύο τροχαλιοειδή διάκενα (καρούλια) διαστήματος ανάλογου προς το φάρδος των δερμάτινων ιμάντων του συστήματος παλινδρόμησης της Τ.Τ.. μέσα στο οποίο και τυλίγονται. Οι δύο δίσκοι της τροχαλίας είναι παχύτεροι στο περίκεντρο μέρος τους και λεπτότεροι περιφερειακά, ενώ στην ακμή της περιφέρειας περιτυλίγονται με ελατή μεταλλόβεργα (κορδόνι) κυκλικής διατομής. Η δίδυμη τροχαλία έχει διάμετρο 13 cm και διάκενο 3,8 cm, περίπου. (βλ.σ.229/ Φ.58α &βλ.σ.269/26) Βάσεις τροχαλιοφόρου άξονα Οι βάσεις του τροχαλιοφόρου είναι μεταλλικά ελάσματα μαλακού σιδήρου σχήματος τραπεζίου (σχεδόν πέταλα) τα οποία καταλήγουν σε σκεπαρνοειδή περιλαίμιο (κολάρο) στου οποίου τις οπές διέρχεται και φέρεται λειτουργικά ο τροχαλιοφόρος άξονας. Οι βάσεις εφαρμόζονται κοχλιωμένες σταθερά με δυο πιροκοχλίες (κεφαλόβίδες) στις εξωτερικές πλευρές των δοκών οδήγησης του πλαισίου παλατφόρμας και με το περιλαίμιό τους να εξέχει κατάλληλα προς τα κάτω, ώστε να διέρχεται ο φερόμενος τροχαλιοφόρος άξονας και να εξασφαλίζεται ο απρόσκοπτος χειρισμός του στροφάλου περιστροφής του. Οι βάσεις του τροχαλιοφόρου έχουν κατακόρυφο μήκος 14 cm, διαμέτρημα δακτυλίου 1,9 cm, πλάτος 11,5 cm και απόσταση οπών εφαρμογής 6 cm, περίπου. (βλ.σ.269/27) Σιαγόνες ολίσθισης Οι σιαγόνες ολίσθησης, είναι δέκα (10) όμοια και ίσα συμπαγή τεμάχια σκληρού σιδήρου σχήματος τραπεζοειδούς γεωμετρικού στερεού, δηλαδή, τύπου σφήνας με επίπεδη αιχμή, τα

177 οποία φέρουν ζεύγος βάσεων («αυτιών») με δύο οπές εκάστη και εφαρμόζονται σταθερά (βιδωτά) και σε ίσα κατά μήκος διαστήματα στην κάτω επιφάνεια των ενδιάμεσων δοκίδων του πλαισίου πλατφόρμας (φορέας Τ.Τ.) ώστε να εφάπτονται στην ράχη των τροχιόδρομων ολίσθησης. Οι σιαγόνες έχουν έξι έδρες εκ των οποίων οι δύο είναι ίσες και συγκλίνουσες για το σχηματισμό της μικρής έδρας «επαφή», ενώ οι άλλες είναι ανά δύο ίσες και παράλληλες σε οριζόντια και κατακόρυφη σχέση, με την άνω μεγαλύτερη η οποία φέρει τα «αυτιά» κοχλίωσης. Οι τροχιόδρομοι ολίσθησης έχουν μήκος 4,5 cm με τα αυτιά οπών, φάρδος 2,7 cm και ύψος 1,6 cm, περίπου. (βλ.σ.229/ Φ.58α) Τροχιόδρομοι ολίσθησης Οι τροχιόδρομοι ολίσθησης οι οποίοι έχουν περίπου την ίδια ανατομία με τις σιαγόνες, είναι επιμήκης ράβδοι (ράγες) τεμάχια σκληρού σιδήρου τραπεζοειδούς διατομής με σχεδόν καμπύλη την άνω βάση (ράχη) επάνω στην οποία ολισθαίνουν (τρίβονται) οι σιαγόνες και κατά μήκος φέρουν ελασματοειδείς βάσεις (αυτιά) με οπές ώστε να κοχλιώνονται σταθερά με βίδες στις κάτω έδρες των ενδιάμεσων δοκίδων του πλαισίου πλατφόρμας (φορέα Τ.Τ.) και κατά τον ίδιο τρόπο κοχλιώνονται στις αντίστοιχες βάσεις των απολήξεων τους επί των δοκίδων του πλαισίου της πλατφόρμας εκατέρωθεν. Οι τροχιόδρομοι ολίσθησης έχουν μήκος 121 cm, φάρδος 2,7 cm και ύψος 1,6 cm, περίπου. (βλ.σ.229/ Φ.58α) Ελάσματα εξάρτησης ιμάντων Τα ελάσματα εξάρτησης των ιμάντων είναι λεπτά (3 mm περίπου) ελάσματα μαλακού σιδήρου σχήματος τετραγώνου (πλευρά 4,5 cm), με μία έως δύο οπές κοχλίωσης (βιδώματος) και εφαρμόζονται επάνω στις κατά πλάτος δοκίδες της πλατφόρμας και στην αντίστοιχη θέση με τη διεύθυνση τύλιξης εκτύλιξης των ιμάντων. (βλ.σ.229/ Φ.58α &βλ.σ.269/28) Μεντεσέδες Τυπογραφικής Τράπεζας Οι μεντεσέδες (μάσκουλα) είναι δύο διακριτά σφυρήλατα μεταλλικά ελάσματα μαλακού σιδήρου, τα οποία φέρουν σκεπαρνοειδή δακτύλιο και εφαρμόζονται βιδωτά με κοχλία (βίδα) και περικόχλιο (παξιμάδι) ο οποίος διαπερνά την δοκίδα του πλαισίου της Τ.Τ., με το ένα «μάσκουλο» βιδωμένο στο ξύλινο πλαίσιο (τσέρκι) του τυμπάνου και το άλλο στο ξύλινο πλαίσιο (τελάρο) της Τ.Τ., προκειμένου να επιτυγχάνεται η ανάκλιση του τυμπάνου. Ο μεντεσές ο οποίος βρίσκεται στην Τ.Τ., είναι ορθογώνιος με ανάγλυφη όψη τύπου πόρπης όπου και η οπή διέλευσης της βίδας, ενώ στο εγκάρσιο φέρει τρεις ίσους δακτύλιους. Ο μεντεσές ο οποίος βρίσκεται στο πλαίσιο του τυμπάνου είναι μεταλλική μία γωνία δύο δακτυλίων ενσωματωμένη σε αντίστοιχο γωνιακό έλασμα το οποίο φέρει οκτώ οπές προκειμένου να εφαρμόζεται βιδωτό επάνω στις αντίστοιχες γωνίες του ξύλινου πλαισίου της Τ.Τ., εξασφαλίζοντας έτσι την σταθερότητα της κάθετης σχέσης (γώνιασμα) των δοκίδων του πλαισίου. Οι δυο μεντεσέδες συναρθρώνονται δια των δακτυλίων σχηματίζοντας δίαυλο τον οποίο διαπερνά η κεφαλοπερόνη (πίρος) προκειμένου να επιτελείται η λειτουργία του μεντεσέ

178 Κατά τον ίδιο τρόπο και με μικρότερους μεντεσέδες κοινού τύπου με γόνατο για ευθυτενή αναδίπλωση, επιτυγχάνεται η δίπλωση και αναδίπλωση του αρθρωτού μεταλλικού πλαισίου του τυμπάνου το οποίο αποτελεί προέκταση του ξύλινου πλαισίου και φορέας (τεντωτήρας) του υφάσματος σελιδιθέτησης. Οι μεντεσέδες έχουν μήκος 7,5 mm, πλάτος 5 mm και διατομή δακτυλίου 1,1 cm, περίπου. (βλ.σ.236/ Φ.71α & βλ.σ.269/29) Μεταλλικό πλαίσιο τυμπάνου Το μεταλλικό πλαίσιο (τσέρκι) του τυμπάνου αποτελεί την λειτουργική προέκταση του ξύλινου πλαισίου του τυμπάνου (πλαίσιο σελιδοθέτησης), καθώς επάνω σε αυτό εκτείνεται (τεντώνεται) το μέρος του υφάσματος (περγαμηνή) το οποίο φέρει διάκενα σελιδοθέτησης, δηλαδή, τα «παράθυρα» αποκάλυψης της τυπογραφικής φόρμας και του διατηρούμενου υφάσματος για την κάλυψη των μη εκτυπούμενων μερών της σελίδας. Το πλαίσιο είναι κατασκευασμένο από συμπαγή βέργα σιδήρου ορθογώνιας διατομής και συνδέεται (αρθρώνεται) με απλούς μεντεσέδες (πορταδέλες) στην αντίστοιχη δοκίδα του ξύλινου μέρους. Περιμετρικά φέρει τσιμπίδες (κλιπ) οι οποίες συγκρατούν τεντωμένο το ύφασμα, όπως στο ξύλινο μέρος αντίστοιχα. Το αρθρωτό αυτό πλαίσιο διπλώνεται και αναδιπλώνεται κατά την τυπογραφική πράξη προκειμένου να γίνεται η σελιδοθέτηση και κατόπιν διπλούμενο εξαπλώνεται στην επάνω στην Τ.Τ.. για την πράξη εκτύπωσης. Το μεταλλικό πλαίσιο του τυμπάνου έχει μήκος 75 cm και πλάτος 57 cm, περίπου. (βλ.σ.216/35) Μεταλλική πλακέτα Τ.Π. Η μεταλλική πλακέτα των «κέντρων πίεσης» είναι μία τετράγωνη πλάκα τραπεζοειδούς διατομής και ικανού πάχους (9-11 mm) με μικρότερη την άνω επιφάνεια, η οποία καλύπτει σχεδόν κατά το ήμισυ την κεντρική άνω επίπεδη επιφάνεια της Τ.Π., και επάνω στην οποία εφαρμόζεται ο συλλέκτης (τάσι) του λιπαντικού ελαίου. Η μεταλλική πλακέτα είναι το κεντρικό σημείο επάνω στο οποίο ασκείται η πίεση του Π.Σ., εντός του συλλέκτη και λειτουργεί ως ενισχυτική επένδυση της άνω επιφάνειας της Τ.Π., προκειμένου να την θωρακίζει εμποδίζοντας την διείσδυση της Π.Β., στην ξύλινη επιφάνεια της Τ.Π. κατά τις αλλεπάλληλες τυπογραφικές πράξεις. Η μεταλλική πλακέτα έχει μήκος πλευράς 20 cm και ύψος (πάχος) 1,8 cm, περίπου. (βλ.σ.269/30) Συλλέκτης λιπαντικού Ο συλλέκτης λιπαντικού του πιεστικού συστήματος είναι ένα ορειχάλκινο τάσι (κύπελλο) το οποίο είναι στερεωμένο στο κέντρο της μεταλλικής πλάκας η οποία επενδύει την άνω επιφάνεια της Τ.Π.. Το τάσι αυτό έχει κυκλική έδρα (βάση) ενώ καθ ύψος και προς το στόμιό του φαρδαίνει, διαμορφώνοντας σχήμα ανεστραμμένου κόλουρου κώνου. Το τάσι (συλλέκτης) συλλέγει το λιπαντικό έλαιο το οποίο διαρρέει ενίοτε στο Π.Σ., και αποτελεί το κεντρικό σημείο επαφής της αιχμής της Π.Β., επάνω στην Τ.Π., δηλαδή, τα λεγόμενα «κέντρα» ισομερούς άσκησης πίεσης. Ο συλλέκτης έχει διάμετρο βάσης 5 cm, με στόμιο 7 cm και συνολικός ύψος 3,5 cm, περίπου. (βλ.σ.269/31)

179 Πιεστική Βελόνη Η πιεστική βελόνη είναι ένα συμπαγές βελονόσχημο μεταλλικό στέλεχος το οποίο «φύεται» στην κάτω έδρα της εμβολοφόρου κεφαλής, διέρχεται το ποτήρι όπου συμπλέκεται με την δικλείδα ασφαλείας, με διατηρούμενη την αρχική διατομή και μειώνοντάς την προοδευτικά από το τελευταίο 1/3 του μήκους της καταλήγει σε βελονοειδή απόληξη αμβλείας αιχμής προκειμένου να πιέζει στα «κέντρα» της Τ.Π., στο κέντρο του πυθμένα του συλλέκτη ο οποίος εφαρμόζει επάνω στη μεταλλική πλακέτα της Τ.Π.. Το συνολικό μήκος της Π.Β., είναι 35 cm, με ανώτερη στελεχική διατομή 5,5 cm και κατώτερη (μέση οξεία διατομή) 1,8 cm, ενώ η διατομή της δακτυλιοειδούς εκσκαφής εφαρμογής της δικλείδας είναι 4,4 cm, περίπου. (βλ.σ.269/31& σ.233/φ.63α) Πλαίσιο σφιγκτήρες σύσφιξης δικλείδας ποτηριού Οι σφιγκτήρες περιμετρικής σύσφιξης ποτηριού βρίσκονται στο άνω μέρος του και είναι δυο κεφαλοπερόνες των οποίων οι κεφαλές στο ένα άκρο συγκρατούν και συγκρατούνται από δύο ελάσματα σύσφιξης, ενώ στο άλλο άκρο διαμορφώνουν ατέρμονη απόληξη η οποία επιδέχεται περικόχλιο (παξιμάδι) και τα οποία ελάσματα βιδώνουν (κουμπώνουν) σε αντίστοιχο έλασμα σχηματίζοντας έτσι ένα πλαίσιο περίσφιξης του ποτηριού το οποίο περιέχει την δικλείδα της Π.Β.. Τα δύο ελάσματα του πλαίσιο διατομής 7 mm έχουν μήκος 13cm από οπή σε οπή και οι δύο ατέρμονες σφιγκτήρες (κεφαλοπερόνες) είναι 14 cm περίπου από την κεφαλή ως την απόληξη. (βλ.σ.269/32) Δικλείδα σύμπλεξης Η δικλείδα «σύμπλεξης» είναι το μη εμφανές (αόρατο) εργαλειομηχανικό εξάρτημα του Π.Σ., καθώς αυτή βρίσκεται περισφιγμένη στο εσωτερικό του ποτηριού προκειμένου να «συμπλέκει» το Π.Σ., για τη μετάδοση/μεταφορά της κίνησης από οριζόντια σε κατακόρυφη (ανοδική/καθοδική) με την στρέψη και τον ανάλογο βηματισμό του Κ ώστε να επιτυγχάνεται με αυτόν τον μηχανικό τρόπο και η άνοδος της Τ.Π.. Ενδεχομένως, ως προς την δομή και την λειτουργία της και όπως την συναντάμε εικονιζόμενη, πρόκειται για μία μεταλλική πλακέτα/ δακτύλιο συμπαγούς σκληρού σιδήρου ( inox ) σχήματος σταυροειδούς (ορθογωνίου) παραλληλεπιπέδου το οποίο στο μέσον φέρει διαμπερή οπή η οποία εφαρμόζει ως δακτύλιος στην αντίστοιχη δακτυλιοειδή εκσκαφή του ανώτερου τμήματος της Π.Β.,. Βρίσκεται σε οριζόντια θέση και με αφανή τα δύο επιμήκη άκρα (πλευρές) του σταυροειδούς της, ενώ τα άλλα δύο στενά άκρα (πλευρές) του σταυροειδούς της προβάλλουν (πρόσωπο) στις δύο παράλληλες παράπλευρες επιφάνειες (όψεις) του ποτηριού και σε κάθετη σχέση, όπου και ασφαλίζουν με τα ελάσματα και τους ατέρμονες του περιμετρικού μεταλλικού πλαισίου περίσφιξης της μεταλλικής επένδυσης του ποτηριού. Η δικλείδα αποτελεί τον «μυστικό μηχανισμό» του πιεστηρίου, τον οποίο για λειτουργικούς λόγους η εργαλειομηχανική του συστήματος το έχει κρύψει κυριολεκτικά μέσα στο ξύλινο κιβώτιο «ποτήρι» το οποίο αποτελεί και το βασικό μη εμφανές εξάρτημα το οποίο καθορίζει

180 τις οριζόντιες και κατακόρυφες κινήσεις της πρέσας και εμπεριέχεται στο ποτήρι το οποίο είναι σύσσωμο του πιεστικού συστήματος. Η δικλείδα έχει συνολικό μήκος 12 cm, πλάτος 6 cm, πάχος 2,5 cm και διάμετρο οπής 4,5 cm. (βλ.σ.233/ Φ.63,64 & βλ.σ.269/33κρυφό) Έλασμα οπής μέσου ζευκτού Το έλασμα της οπής του μέσου ζευκτού είναι ορειχάλκινο πάχους 1,2mm περίπου και εφαρμόζει τέλεια επενδύοντας τα τοιχώματα της τετράγωνης οπής του μέσου ζευκτού την οποία διέρχεται οδηγούμενο το ποτήρι του ΠΣ., προκειμένου αυτό να μην φθείρεται και να μην φθείρει τριβόμενο τα τοιχώματα της τετράγωνης οπής κατά την διαδικασία της καθοδικής και ανοδικής κίνησης του ποτηριού (Π.Σ.). Κατ αυτόν τον τρόπο, η επένδυση αυτή και εφαπτόμενη στην αντίστοιχη μεταλλική επένδυση του ποτηριού καθώς και με την βοήθεια του λιπαντικού γλιστράει ομαλά ελαχιστοποιώντας τις υπάρχουσες τριβές. Η επένδυση καλύπτει πλήρως τα τοιχώματα και ένα μέρος της το οποίο εξέρχεται της τετράγωνης οπής, τσακίζεται κατάλληλα περιμετρικά επάνω στο χείλος της οπής στην άνω και κάτω επιφάνεια του μέσου ζευκτού, σχηματίζοντας στο τελείωμα μία λεπτή κορνίζα. (βλ.σ.269/34) Έλασμα επένδυσης ποτηριού Το έλασμα επένδυσης του μέσου ζευκτού είναι μία λεπτή λαμαρίνα μαλακού σιδήρου πάχους 1,5 mm περίπου, η οποία επενδύει τις ξύλινες παράπλευρες επιφάνειες του σώματος του ποτηριού καθώς εφαρμόζεται σύσσωμα με βίδες, ενώ περισφίγγεται με τα μεταλλικά πλαίσια περίσφιξης. (βλ.σ.269/35) Πλαίσια περιμετρικής σύσφιξης ποτηριού Τα δύο πλαίσια περιμετρικής σύσφιξης του ποτηριού είναι απλά τετράγωνα μεταλλικά ελάσματα περιμέτρου ανάλογης της περιμέτρου του ποτηριού και περισφίγγουν το ποτήρι βρισκόμενα το ένα στο άνω χείλος (μέρος) και το άλλο στο κάτω χείλος του ποτηριού. Η μεταξύ των διαφορά είναι ότι το κάτω πλαίσιο (τσέρκι) φέρει στις γωνίες τα άνω άγκιστρα εξάρτησης της Τ.Π., και ενώ περισφίγγει το ποτήρι συγκρατεί συγχρόνως την σχεδόν ημισφαιρική του βάση από την οποία προβάλλει η αμβλυμμένη ακίδα της Π.Β.. Τα πλαίσια είναι τετράγωνα με μήκος πλευράς (εξωτερικά) 13 cm και πάχος 3mm περίπου. (βλ.σ.269/36) Πλαίσιο άνω αγκίστρων Το πλαίσιο των άνω αγκίστρων ή τσέρκι, βρίσκεται στο κατώτατο σημείο του ποτηριού και λειτουργεί ως περιμετρικό πλαίσιο περίσφιξης της μεταλλικής επένδυσης και συνάμα του ποτηριού, όπου και σε διαγώνια σχέση στις τέσσερις γωνίες του φύονται τα άνω άγκιστρα εξάρτησης της Τ.Π., στο Π.Σ.. (βλ.σ.269/37) Κάτω και άνω άγκιστρα Τα κάτω και άνω άγκιστρα εξάρτησης της Τ.Π., προσιδιάζουν σε κοινούς γάντζους σε σχήμα ανοικτού κύκλου με το ανοιχτό μέρος (τόξο) σε αντίθετη φορά («αραμπέσκα») προς την περιφέρεια, ώστε το ένα άκρο να ενσωματώνεται σε μεταλλικό πλαίσιο ή να διαμορφώνει

181 βάση (αυτιά) μίας οπής προκειμένου να κοχλιώνονται σταθερά επάνω στην Τ.Π., ενώ το άλλο άκρο τους καταλήγει σε ακίδα αμβλείας αιχμής. Τα άγκιστρα είναι οκτώ τεμάχια, εκ των οποίων τα τέσσερα βρίσκονται ενσωματωμένα στις αντίστοιχες γωνίες του κάτω πλαισίου (τσέρκι) του ποτηριού και τα άλλα τέσσερα καρφωμένα («περονόκαρφο») σταθερά στις γωνίες της Τ.Π., Τα άνω και κάτω άγκιστρα συνδέονται μεταξύ ανά δύο αντίστοιχα με δέστρες (κορδόνι κάνναβης) προκειμένου να συνεργούν στην άνοδο της Τ.Π.. η οποία εξαρτάται από σώμα το Π.Σ., κατά την επαναφορά του Κ μετά από την εκάστοτε εκτυπωτική πράξη. Τα άγκιστρα και ως δακτύλιοι εννοούμενα, έχουν διάμετρο 5 cm και διατομή 1,2cm περίπου. (βλ.σ.269/38) Ατέρμονες συγκράτησης Π.Σ. στο άνω ζευκτό Οι δυο ατέρμονες τύπου «σφύρας», είναι κοινές βίδες μίας ελίκωσης στα 4/5 της διαδρομής τους οι οποίες απολήγουν εξέχουσες στην άνω έδρα του άνω χελιδονωτού ζευκτού όπου και κοχλιώνονται με πεταλούδες σύσφιξης (παξιμάδια) για να ρυθμίζουν «ρεγουλάρουν» την οριζόντια (αλφαδιά) και την κατακόρυφη (ανοδική/καθοδική) θέση του ζευκτού ως φέροντα του πιεστικού σύστηματος (Π.Σ.,) εξασφαλίζοντας έτσι την σταθερά παράλληλη σχέση της Τ.Π., με την Τ.Τ.. Οι σφυροειδείς απολήξεις, αντί κοινών κεφαλών φέρουν σφύρα και εφαρμόζουν σταθερά σαν αρπάγες στο μεταλλικό δισκοειδές περιλαίμιο (κολάρο) του περικοχλίου (θηλυκό) το οποίο βρίσκεται σε εμφανή θέση στην κάτω επιφάνεια του άνω ζευκτού μέσα στο οποίο ελίσσεται («βηματίζει») και συγκρατείται ο Κ. (βλ.σ.269/39) Στην έναρξη της ελίκωσης (άνω) των ατέρμονων, εφαρμόζει ένα περικόχλιο (παξιμάδι) σύσφιξης τύπου «πεταλούδας», ενώ στο τέρμα του (κάτω) διαμορφώνει σφυροειδή κεφαλή η οποίο συγκρατεί σταθερά και ρυθμίζει επιθυμητά την θέση του «άνω ζευκτό» στην σχέση σύσφιξής/εξάρτησης του Π.Σ., και μη συστροφής του (παλινδρόμησης) κατά την στρέψη του Κ.. Δηλαδή, ενώ πρόκειται για κυλινδρική ράβδο (βίδα), στο σημείο το οποίο φέρει την κεφαλή διαμορφώνει ένα πυραμιδικό περιλαίμιο τετράγωνης βάσης 5cm περίπου. Οι ατέρμονες αυτοί έχουν μήκος 28cm με διατομή 1,5cm περίπου και διαστάσεις τετράγωνης περονοκεφαλής 3χ3cm. Οι σφυροειδής απολήξεις συγκράτησης του Κ (σφύρες) ως ορθογώνια παραλληλεπίπεδα και εξαιρούμενου του πρισματικού τους άκρου, έχουν μήκος 3,5 cm, πλάτος 1,3 cm, και ύψος «αρπάγης» κολάρου περικόχλιου 1,3 cm. (βλ.σ.238/ Φ.73γ) Ατέρμονες εξάρτησης άνω ζευκτού και πεταλούδες Οι δύο (2) ατέρμονες (βίδες) οι οποίες διατρέχουν το «επιστέγασμα» και το «άνω ζευκτό», λειτουργούν ως ρυθμιστές (ρέγουλα) της κατακόρυφης κίνησης (ανοδική/καθοδική) και της οριζοντιοποίησής του «άνω κινητού ζευκτού», δηλαδή του φέροντος το Π.Σ., και εξαρτώνται από τον άνω τελευταίο οριζόντιο συζευκτικό φέροντα του σώματος, το «επιστέγασμα». Οι ατέρμονες αυτοί, είναι κοινές βίδες μίας ελίκωσης σε όλη την διαδρομή τους, με διαμέτρημα διατομής ανάλογο των οπών διέλευσης επί του ζευκτού και του επιστεγάσματος. Στην έναρξη της ελίκωσης (άνω) των ατέρμονων, εφαρμόζει ένα περικόχλιο (παξιμάδι) σύσφιξης

182 τύπου «πεταλούδας», ενώ στο τέρμα τους (κάτω) διαμορφώνει τετράγωνη κεφαλή χωρίς εγκοπή στρέψης η οποία εμφωλεύει στην κάτω επιφάνεια του άνω ζευκτού προκειμένου να το συγκρατεί σταθερά και να ρυθμίζει την επιθυμητή θέση στην σχέση σύσφιξής/εξάρτησης του Π.Σ. κατά την τυπογραφική διαδικασία. Οι ατέρμονες αυτοί έχουν μήκος 60 cm με διατομή 1,5 cm περίπου και διαστάσεις τετράγωνης περονοκεφαλής 3x3 cm και πάχος 1 cm περίπου. (βλ.σ.238/ Φ.73γ & σ.269/40) Οι πεταλούδες, είναι κοινά παξιμάδια με «αυτιά» περιστροφής και κοχλιώνουν τα δύο ζεύγη ατερμόνων στις αντίστοιχες θέσεις για το επιθυμητό μέγεθος σύσφιξης και συγκράτησης του άνω ζευκτού με τους εξαρτώμενους από αυτό εργαλειομηχανισμών του Π.Σ. και αντίστοιχα για την ρυθμιζόμενη εξάρτηση του άνω ζευκτού στο επιστέγασμα. Τα περικόχλια των ατέρμονων (πεταλούδες/παξιμάδια) έχουν το αντίστοιχο διαμέτρημα (πάσο) των ατερμόνων τους οποίους κοχλιώνουν και πλάτος πτερύγιων 1,2 cm περίπου. Εμβολοφόρος Κεφαλή Η Ε.Κ., είναι συμπαγές τεμάχιο ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου με στρογγυλεμένες τις κορυφές του κατά 1/3 εκατέρωθεν των ακμών και αποτελεί ενιαίο λειτουργικό και ίδιας ουσίας μέρος του πιεστικού συστήματος. Η Ε.Κ., έχει μήκος ύψος 8,5 cm και βάση 7,6 cm περίπου, με ελλειπτική οπή μοχλού 2,5χ5 cm. (βλ σ.235/φ.65 & 269/41) Κοχλίας Ο Κοχλίας, βρίσκεται στην άνω απόληξη του ενιαίου πιεστικού συστήματος «πρέσας» (κοχλίας-κεφαλή-βελόνη) και ακριβώς επάνω στην εμβολοφόρο κεφαλή, ενώ εμφωλεύεται στο κάτω μέρος του άνω κινητού ζευκτού όπου και συγκρατείται εξαρτώμενος σταθερά από δύο σφιγκτήρες σφυροειδούς απόληξης. Ο κορμός του Κ έχει μήκος 9,6cm, διατομή εσοχής (εκσκαφής) 4,5 cm, διατομή εξοχής 5,5 cm, βάθος εκσκαφής 3 mm, γωνία εκσκαφής ελικώσεων 23,5 ο, γωνία ημιπεριστροφής 43,5 ο, βηματισμό (ανοδική/καθοδική κίνηση) 5,7 6,5 περίπου. (βλ η ανατομία του Κοχλία & σ.235/φ.65 & 269/41) Περικόχλιο Το περικόχλιο (ανάτυπο κοχλία) είναι σωληνοειδής ισομήκης «επένδυση» του Κ (κοχλία) η οποία φέρει στο εσωτερικό της τοίχωμα την ανάτυπη εκσκαφή/ελίκωση του κοχλία (θηλυκό) και το οποίο επιτρέπει, διευκολύνει και καθορίζει την εκτέλεση της ημιπεριστροφικής μεταβατικής κίνησης και ορίζει το βηματισμό του, όπως για παράδειγμα στον Κ τριών ελικώσεων (αρχών). Ο σωληνοειδής κορμός του περικοχλίου ο οποίος εσωτερικά φέρει ομόστροφα τις ανάτυπες ελικώσεις του Κ, έχει συνολικό μήκος 12cm, εξωτερική διατομή 6,5cm, διάμετρο περιλαίμιου δακτυλίου 12cm και με περιθώριο (πάτημα) εφαρμογής των σφυρών ατερμόνων εξάρτησής του 2,5cm περίπου. (βλ. σ.235/φ.65 & 269/41) Μοχλός στρέψης Ο μοχλός (βραχίονας) στρέψης, είναι κοινή μεταλλική ράβδος σκληρού σιδήρου κυλινδρικής διατομής 35 mm, με μήκος 75 cm, η οποία είναι καταλλήλως κεκαμένη προκειμένου να

183 περιελίσσεται της εμβολοφόρου κεφαλής του Κ και να πραγματοποιεί την επιθυμητή διαδρομή μεταξύ των δυο ορθοστατών και στα όρια των εσωτερικών ακμών των. Στο τερματικό σημείο εισόδου της και στην ελλειπτική οπή της κεφαλής φέρει ελασματοειδές περιλαίμιο προκειμένου αυτή να συσφίγγεται σταθερά επενεργείας της φουρκέτας, η οποία τοποθετείται στην οπή της εξόδου της ράβδου (μοχλός), ενώ στο ελεύθερο άκρο της (βραχίονας) φέρει ξύλινη επένδυση ως χειρολαβή. (βλ.σ.269/42) Περόνη μοχλού Η περόνη (πίρος) ασφαλείας, είναι μία ασφάλεια τύπου φουρκέτας με διατομή 5mm, η οποία εφαρμόζει στην οπή του διερχόμενου την Ε.Κ. άκρου του μοχλού στρέψης, ώστε να συγκρατεί τον μοχλό (έμβολο) σταθερά επάνω στην κεφαλή του Π.Σ. για ασφαλή στρέψη Εργαλεία Μάρμαρο Το μάρμαρο («πέτρα») εφαρμόζεται εντός του τελάρου της Τ.Τ., προκειμένου να εξασφαλίζει το επιθυμητό ύψος έδρασης του πλαισίου (τελάρου) των τυπογραφικών φορμών, αλλά το πλείστον προστατεύει την ξύλινη επιφάνεια της έδρας της Τ.Τ., από την ενδεχόμενη διείσδυση των ακμών του μεταλλικού πλαισίου φορμών, συνεπεία της ασκούμενης πίεσης κατά τις αλλεπάλληλες τυπογραφικές πράξεις. Ρουμπρίκες Οι ρουμπρίκες είναι δύο (2) σχεδόν ημισφαιρικά μαξιλάρια δέρματος προβάτου με γόμωση βαμβακιού ή μαλλιών οι οποίες χρησιμοποιούνταν στην τυπογραφική «τεχνική» του Ι.Γ., για το μελάνωμα των τυπογραφικών φορμών στην Τ.Τ., (μάρμαρο). Στην επίπεδη επιφάνεια του ημισφαιρίου εφαρμόζει ξύλινη χειρολαβή με διατομή ανάλογη της ανατομίας της παλάμης του ανθρώπου (μελανωτή). Ο χειροκύλιδνρος ή μελανωτής, ο οποίος αντικατέστησε τις ρουμπρίκες, είναι ένα σιδερένιο εργαλείο αποτελούμενο από διπλό ευρυγώνιο στέλεχος με χειρολαβή όμοια με της ρουμπρίκας, ενώ στα κεκαμμένα άκρα των στελεχών εφαρμόσει ομοαξονικό κυλιόμενο κύλινδρο. Ο χειροκύλινδρος, είναι επενδυμένος με μαλακό δέρμα και συμβάλει στην ομοιόμορφη μελάνωση των τυπογραφικών φορμών. (βλ.σ.238/ Φ.73β) Τσιμπίδες Οι τσιμπίδες ή και τανάλιες, αποτελούν εργαλεία του τυπογραφικού πιεστηρίου τα οποία είναι προχείρως αναρτημένα σε περόνες στις άνω εξωτερικές όφεις των ορθοστατών ή και στην εμπρόσθια όψη του άνω ζευκτού. Με τα εργαλεία αυτά, ο εργάτης τύπου και επιμελητής της εκτυπωτικής διαδικασίας, διορθώνει τυχόν στοιχειοθετηκές ατέλειες ή ασυμβατότητες στις φόρμες των στοιχείων και συνολικά στο τελάρο των φορμών, προκειμένου να επιτελέσει ομαλά την τυπογραφική διαδικασία και ορθά την εκτυπωτική πράξη ή ενδεχομένως να επιστρέψει το τυπογραφικό τελάρο στον πάγκο στοιχειοθεσίας στην περίπτωση κατά την οποία η επίλυση του τεχνικού προβλήματος εμπίπτει στον υπεύθυνο στοιχειοθέτη

184 Υποπόδιο Το υποπόδιο, είναι ένα κοινό «σκαμνί» με καταλλήλως κεκλιμένη την άνω έδρα (επιφάνεια) του, το οποίο βρίσκεται τοποθετημένο στο δάπεδο της πλάγια όψης του πιεστηρίου από την πλευρά του στροφάλου της τροχαλιοφόρου και ακριβώς κάτω από το σώμα του πιεστηρίου. Η ύπαρξη του υποποδίου στην τυπογραφική διαδικασία είναι απαραίτητη για το λόγο ότι, ενώ ο χειριστής μετακινεί με το αριστερό χέρι τον μοχλό στρέψης του Κ, το δεξί του πόδι προβάλλεται αδρανώς κεκαμμένο και συνεπώς η κατά την προσπάθεια της στρέψης διαμορφούμενη στάση του χειριστή, να απαιτεί και ανάλογη υποστήριξη του σώματός του. Λαδικό Το λαδικό ή λαδωτήρι είναι ένα κλειστό δοχείο με σωληνοειδή προέκταση από του στομίου του, το οποίο περιέχει λιπαντικό έλαιο και χρησιμοποιείται για την λίπανση των τριβόμενων μεταλλικών μερών των εργαλειομηχανισμών του σώματος του πιεστηρίου. 3. Η επίσκεψη στα Χανιά 3.1. Στο Μουσείο Τυπογραφίας Η επιλογή του Μουσείου Η επιλογή του Μουσείου Τυπογραφίας Χανίων 153 της εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα» ενδιαφέρει σε ένα περιβάλλον πραγματικής επίσκεψης, έναντι των επισκέψεων οι οποίες προηγήθηκαν σε εικονικά Μουσεία, καθώς όπως αρχικά και σε αυτό των Χανίων 154. Το Μ. Τ., Χανίων συνιστά ιδιαίτερο ερευνητικό ενδιαφέρον και νόημα, καθώς δεν πρόκειται για ένα τυπικό μουσείο ιστορίας της τυπογραφίας, αλλά για ένα πρωτότυπο και πρωτοπόρο μουσείο του είδους για στα ελληνικά δεδομένα και με υψηλή την επισκεψιμότητα γενικού και ειδικού ενδιαφέροντος. Ο λόγος ότι, μεταξύ των σχετικών με την τυπογραφία εκθεμάτων του τα οποία το καθιστούν αμέσως Τεχνοεπιστημονικό Μουσείο, υπάρχει και ένα τέχνημα πιστό αντίγραφο πιεστήριου της «ελαφρού» τύπου «Κ.Τ.Γ.». Το εν λόγω έκθεμα αποτελεί πόλο έλξης ως τέχνημα και ειδικό περιβάλλον μάθησης, περιποιώντας την δυνατότητα ανάληψης και ανάπτυξης εκπαιδευτικών δράσεων, καθώς διαθέτει και διέπει μία σειρά λειτουργικών τυπογραφικών μηχανών και ένα ευρύχωρο αμφιθέατρο κατάλληλο για τις συνεδρίες των 153 Το Μουσείο Τυπογραφίας στα Χανιά typography-museum-in-chania.html 154 Εξι αιώνες τυπογραφίας ζωντανεύουν στα Χανιά %CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B5%CF%82- %CF%84%CF%85%CF%80%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%AF%CE%B1% CF%82- %CE%B6%CF%89%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%B5%CF%8D%CE%BF%CF%85 %CE%BD-%CF%83%CF%84%CE%B1-%CF%87%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%AC

185 εκπαιδευόμενων. Προς τον σκοπό αυτό και προκειμένου να εξασφαλιστεί μία ρεαλιστική έποψη και με τα ανάλογα πρωτογενή δεδομένα ως προϊόντα ρεαλιστικής προσέγγισης του ενός εκ των τεσσάρων (4) υπό μελέτη ομοιότυπων πιεστηρίων, ο ερευνητής της παρούσας διαπιστεύτηκε από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας (Π.Μ.Σ. - Δημιουργική Γραφή ) δια του επιβλέποντος καθηγητή κ. Σουλιώτη Μίμη στην διεύθυνση της εφημερίδας Χανιώτικα Νέα. (βλ.σ.238/ Φ.73γ) Και αυτό, προκειμένου να γίνει ουσιαστικά υπεύθυνη και τυπικά επιτρεπτή η επίσκεψη και να καταστεί δυνατή η υπό όρους δραστηριοποίηση του μελετητή, σύμφωνα με τους περιορισμούς και τις δυνατότητες τις οποίες όριζαν οι κανόνες λειτουργίας του Μουσείου. Η προϋπόθεση αυτή, ως «πρωτόκολλο επίσκεψης», αφορά στην απολύτως σεβαστή θεώρηση των ιθυνόντων του Μουσείου, η οποία καθιστά ιδιαίτερη την υπόσταση και την φύση αυτού του «τεχνήματος» το οποίο θεωρείται κατά κάποιο τρόπο «προστατευόμενο/φυλασσόμενο» ως έργο των «χειρών» τους. Συνεπώς, δεν θα επιτρέπονταν τα όποια άμεσα παρατηρησιακά ενεργήματα από μέρος του μελετητή, τα οποία θα αποσκοπούσαν έμμεσα στην απόσπαση γενικών ή ειδικών δεδομένων σχετικών με το τεχνικό/κατασκευαστικό περιβάλλον του τυπογραφικού πιεστηρίου και τα οποία θα αποσκοπούσαν στην καταγραφή των μεγεθών (διαστάσεις) του πιεστηρίου. Πόσο μάλλον ενεργειών, οι οποίες θα αποσκοπούσαν στην λεπτομερή αποτύπωσή της κατασκευής, για τον λόγο αυτό ο μελετητής έτυχε διακριτικής μεν, ευγενικής δε συνεπικουρίας των υπευθύνων του Μουσείου κατά την προσέγγιση του «τεχνήματος». Εν τω μεταξύ και δίκην αστεϊσμού εκ μέρους των υπευθύνων, ο μελετητής υπήρξε αποδέκτης και της ακόλουθης νουθεσίας «Φωτογραφήστε το πιεστήριο, αλλά μην σας δούμε και με καμιά μεζούρα στα χέρια να μετράτε τις διαστάσεις του.» Έτσι, με αφετηρία την Φλώρινα μετέβην οδικώς στην Θεσσαλονίκη και αεροπορικώς στα Χανιά. Η επίσκεψη οργανώθηκε και υποστηρίχτηκε μέριμνα και δαπάνη του Π.Μ.Σ., σε ό,τι αφορούσε τις διαπιστεύσεις υποδοχής, τις κρατήσεις εισιτηρίων μετακίνησης και του ξενοδοχείου, καθώς και σε οτ,ιδήποτε το οποίο θα διευκόλυνε την επίσκεψη προκειμένου να εξασφαλιστεί μία απρόσκοπτη δραστηριοποίηση και στα χρονικά πλαίσια των τριών ημερών. Η δραστηριοποίηση πραγματοποιήθηκε στα ευέλικτα και διακριτικά περιθώρια των εμβόλιμων επισκέψεων του μελετητή, καθώς αυτές θα έπρεπε να συμπίπτουν με τις ώρες κατά οποίες πραγματοποιούνταν διδακτικές επισκέψεις σχολικών τάξεων και στην διάρκεια ανάπτυξης/υλοποίησης του εκάστου εκπαιδευτικού προγράμματος του Μουσείου τις ημέρες εκείνες. Ο συνολικός χρόνος παρουσίας στο μουσείο από Δευτέρα έως Πέμπτη, ήταν περίπου δύο ώρες και σαράντα πέντε λεπτά (2&45 ) από τις οποίες καθαρός χρόνος δραστηριοποίησης ήταν μία ώρα και σαράντα πέντε λεπτά (1&45 ), επαρκής χρόνος ο οποίος αξιοποιήθηκε στην παρατήρηση και στην μελέτη με επιτόπια σκαριφηματική απεικόνιση για

186 ανάγνωση/κατανόηση της δομής και λειτουργίας του πιεστηρίου, αλλά και με παράλληλη την φωτογράφισή του στα όρια του επιτρεπτού Ημέρα πρώτη Η πρώτη ημέρα (Δευρέρα) αφορούσε στην γνωριμία και στα τυπικά της διαπίστευσης και εν συνεχεία σε μία σύντομη ξενάγηση, και αυτά ενόψει προετοιμασίας για την υποδοχή σχολικής επίσκεψης ενός τμήματος Νηπιαγωγείου. Ήταν μία πρώτη και σαφώς πρωτόγνωρη επαφή με το «τέχνημα» (αντικείμενο μελέτης) και σχεδόν με την μέθοδο «αιφνιδιασμού», προκειμένου η ισχυρά εντυπωμένη «φωτογραφική αντίληψη και προαπαιτούμενη σχετική γνώση» για το πιεστήριο η οποία διαμορφώθηκε με τις εικονικές επισκέψεις, να επικαλυφτεί θεαματικά από την ρεαλιστική εντύπωση την οποία άφηνε η θέαση του πιεστηρίου, μαζί με μία πρώτη οπτική ανάγνωση και αισθητοποίηση του μεγέθους του Ημέρα δεύτερη Η δεύτερη επίσκεψη πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Τρίτης, καθώς η Υπεύθυνη του Μουσείου κ. Κουμή, αφιερώνοντας και από τον ελεύθερο χρόνο της και σε συνδυασμό με κάποια έκτατη εργασία της εκεί, προσφέρθηκε να με συνδράμει ευγενικά με το ιδιωτικό της όχημα, εξασφαλίζοντας έτσι ένα επιπλέον ημίωρο σχεδόν πλήρους δραστηριοποίησης. Ο χρόνος αυτός αξιοποιήθηκε στην ιδιαίτερη παρατήρηση και έλεγχο των ήδη επεξεργασμένων δεδομένων, ως πράξη αναστοχασμού της πρώτης επίσκεψης. Δηλαδή, έναν επανέλεγχο σε δεδομένα σχετικά με την ανάγνωση και την κατανόηση του σώματος και των λειτουργιών πιεστηρίου, αλλά και μεθοδικών επανεκτιμήσεων/αισθητοποιήσεων μεγεθών (αναλογικών συγκριτικών σχέσεων) τα οποία θα υποστήριζαν σε πρώτο στάδιο (υπολογιστικό επίπεδο) την εμπειροτεχνική μέθοδο μελέτης-σχεδιασμού. Στα ίδια ελάχιστα χρονικά περιθώρια πραγματοποιήθηκε μία επανάγνωση των μερών του σώματος του πιεστηρίου με παράλληλη την δημιουργία νέων σκίτσων κατανόησης των αρχιτεκτονικών και μηχανικών χαρακτηριστικών του πιεστήριου με αναδρομή στις σημειώσεις και στα προσχέδια προετοιμασίας της επίσκεψης, δηλαδή, πληροφορίες και νέα δεδομένα τα οποία κατόπιν θα διασταυρώνονταν και θα αναλύονταν αργότερα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου Ημέρα τρίτη Την τρίτη μέρα δεν υπήρξε κάποια εκπαιδευτική δραστηριότητα στο μουσείο, οπότε ο χρόνος αξιοποιήθηκε ενδιαφερόντως και ως καθ υποχρέωση, με επίσκεψη στα γραφεία της εφημερίδας Χανιώτικα Νέα» και στον διευθυντή της κ. Ιωάννη Γαρεδάκη. Ο κ. Γαρεδάκης με υποδέχτηκε στο γραφείο του και με εμφανές το ενδιαφέρον στο σκοπό της επίσκεψης συζήτησε πρόθυμα μαζί μου ενώ παράλληλα αιτιολόγησε την ύπαρξη ενός σχετικού πρωτόκολλου σχετικό με τις δυνατότητες και περιορισμούς που αφορούσαν σε ένα κατ αρχήν πλαίσιο κανόνων που θα δίεπε την δραστηριοποίησ στο μουσείο. Αναφέρθηκε αδρομερώς στην εφημερίδα και στις δράσεις που σχετίζονται, με τον πολιτισμό, την τοπική ανάπτυξη, την εκπαίδευση και την έρευνα. Στη συνέχεια μου έκανε μία σύντομη ξενάγηση

187 στους χώρους που αναπτύσσονται τα ερμάρια του έντυπου και φωτογραφικού αρχειακού υλικού και στην νησίδα ψηφιοποίησης του γενικού αρχείου εφημερίδας. Την ίδια μέρα επισκέφτηκα ένα Βιβλιοδετείο των Χανίων στο οποίο συντηρούν παλαιά βιβλία με την παραδοσιακή βιβλιοδετική τεχνική, ενώ βιβλιοδετούν και νέα βιβλία με την ίδια τεχνική Ημέρα τέταρτη Η τέταρτη μέρα (Πέμπτη) συνέπεσε με επίσκεψη τάξης Γυμνασίου της οποίας το πρόγραμμα παρακολούθησα και μαγνητοσκόπησα με την άδεια της διευθύντριας του Μουσείου. Σε μία από τις δράσεις του προγράμματος έγιαν επιδείξεις εκτύπωσης στο «ολομεταλλικό» πιεστήριο τύπου Hagar Krause (1835), σε ένα ποδοκίνητο τύπου Victoria, καθώς και σε ένα χειροκίνητο τύπου Boston. Στη συνέχεια και επί δεκάλεπτο τραβήχτηκαν κάποιες επιπλέον φωτογραφίες με γενικά πλάνα και λεπτομέρειες της «Κ.Τ.Γ.», οι οποίες από πρόνοια κρίθηκαν απαραίτητες στην διάκριση των ιδιαίτερων μερών της κατασκευής, αν και ήταν απολύτως ευκρινή στις φωτογραφίες πιεστηρίων οι οποίες ανασύρθηκαν στο διαδίκτυο. Στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας διημείφθη συζήτηση με τον βετεράνο δημοσιογράφο και εργάτη τύπου κ. Γιώργη Μαρουλοφυλλάκη ενός εκ των υπευθύνων του Μουσείου. Ο ίδιος, άπαξ και χωρίς περιγραφή, καθοδήγησε τον μελετητή να αυτενεργήσει σε μία απλή και εντελώς εικονική τυπογραφική διαδικασία ανάδειξης των μηχανικών λειτουργιών χωρίς βέβαια εκτυπωτικό προϊόν. Συγχρόνως περίγραφε την διαδικασία σελιδοθέτησης σε σχέση με την θέση του τελάρου των τυπογραφικών φορμών και με ιδιαίτερη έμφαση στους χειρισμούς των εργαλειομηχανισμών του πιεστηρίου κατά την τυπογραφική πράξη. (βλ.σ.255/φ.12) Ωστόσο όμως, το γεγονός της χειροπιαστής αυτοψίας του πιεστηρίου εξασφάλισε επαρκώς την δυνατότητα εκτίμησης των μεγεθών του, όπως για παράδειγμα το πιθανό διαμέτρημα του Κ ή το διαμέτρημα της κιγκλίδας του καγκελωτού (κάγκελο) σε σύγκριση με τον δείκτη του χεριού, ως ένα πρώτο εμπειρικό μέτρο ανάγνωσης τυπικών μεγεθών. Από το μεσημέρι της ίδιας μέρας (τελευταίας) και με επικείμενη την πτήση από Σούδα, άρχισε η εναγώνια αναζήτηση του κ. Μπενιουδάκη του κατασκευαστή του πιεστηρίου, καθώς δεν είχαν εξασφαλιστεί έγκαιρα οι σχετικές πληροφορίες για την διεύθυνση εργασίας του, αλλά και όσες προέκυψαν εκ των υστέρων ως την τελευταία στιγμή, ήταν ή δίνονταν κατά κάποιο τρόπο ανεξήγητα συγκεχυμένες Αποσπάσματα Ημερολογίου Άφιξη στο Μουσείο Τυπογραφίας «Υγρό πρωινό του Φλεβάρη στ απόβροχο μιάς χανιώτικης μέρας, όταν δέκα και κάτι της ώρας, πέρασα την πόρτα του Μουσείου Τυπογραφίας Χανίων, όπου χτυπάει η καρδιά της ημερήσιας εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα». Μία πρωινή ειδοποίηση από την κ. Κουμή Έλια (Ελευθερία) την Διευθύντρια του Μουσείου, ήταν σημάδι έγνοιας να μη βιαστώ, καθώς απ τις εννιά ήταν σε εξέλιξη διδακτική επίσκεψη σχολικής τάξης από την πόλη των Χανίων.» [ ]

188 «Στο πλατύσκαλο της εισόδου και δεξιά, σε καλωσόριζε το μεσαιωνικό λιμάνι σε μιά πινακίδα επιζωγραφικής με δυο καΐκια τυλιγμένα στ αγιόκλημα, μέσα στο κύμα. Πάνω της και μες στ αδειανό εγχάγμαγμα της μαρκίζας με τις σφηκοφωλιές, μητρότυποι χαρακτήρες έγραφαν, «Μουσείο Τυπογραφίας». Ένα μαχαίρι ολομέταλλο έστεκε απ την άλλη με τα σαγόνια του σφιγμένα πεισματικά, μα η αντισκοριακή γυαλιστερή μπογιά το στόμωνε, δίχως χαρτί στην άκμη του να κόβει. Με το να πόδι στο πλατύσκαλο, ντυμένος με την μπλούζα αυτή των εργατών του τύπου και τ άλλο του μέσα στων σκιών το φως, έστεκε ο μεσήλικας κύριος, ίδιος ο Ευγένιος Σπαθάρης. Του δωσα το χέρι κι εκείνος με πέρασε στ αριστερά μπροστά στο τέχνημα που εργάζονταν στην τεχνική του Γουτεμβέργιου, εκεί μέσα στο φως. Ο ασπρομάλλης, μ έθεσε ευθύς στον πρώτο περιορισμό ή μάλλον στην πρώτη μας ρητή απαγόρευση: Για να τα πάμε καλά επαέ, λέγε με Γιώργο ή Γιώργη, όχι κύριε Γιώργο.. Να ξέρω το λοιπόν και από τα σήμερα το ολόνομα ετούτου του μεσήλικα, πως είν «Κυρ - Ζιώργης Μαρουλοφυλλάτσης», έτσι απλά και κρητικά, σκέφτηκα αφήνοντας το χέρι. Ολοκληρώνοντας τα τυπικά και κρατώντας τα ουσιώδη των συστάσεων, με μεγάλη μου ευχαρίστηση και νιώθοντας το γνήσιο κρητικό ηχόχρωμα τριγύρω στα πρόσωπα, άρχισα να εκπλήσομαι ευχάριστα για τα μελούμενα της παρουσίας μου εκεί, ξαλαφρώνοντας το βάρος των δυσκολιών της διαπίστευσης, καθώς αυτή με βάραινε απ την αρχή. Στο άκουσμα του ονόματος «Φλώρινα», αυτό ήταν και το έναυσμα να πιαστεί το μίτος της ζωής απ το χωριό του, που ήταν στο αντίκρυ των Λευκών Ορέων, με αναφορές σε ιστορίες, σε καταβολές και παραδόσεις και σε περηφάνιες αγαθές. Κι εκεί στις ρίζες των προγόνων του π ακούμπαγε, πιασμένος με τη σκέψη από το λουρί του τουφεκιού ενός μπάρμπα του, της γιαγιάς του αδερφό, του Μακεδονομάχου Γυράκη Βαρδή κι άλλων που φτιάξαν αξιόμαχη ομάδα στο πλευρό του Παύλου Μελά, δάκρυσε. Μου ανιστόρησε το πώς με χωσιά κομιτατζήδικη το σώμα των Κρητικών έπεσε σε ενέδρα Τούρκων. «Βασανίστηκαν και χαλάστηκαν όλα τα κοπέλια, εκτός απ τον μπάρμπα μου που γλίτωσε και γύρισε επαέ στην Κρήτη». Ο Γυράκης, συγκρότησε τότε νέο σώμα και έφυγε πάλι να περάσει στη Μακεδονία. «Η Φλώρινα για μένα είναι ιερή μνήμη, είναι τιμή και διαρκής συγκίνηση, είναι η Ελλάδα του Βορρά κι η Κρήτη η Ελλάδα του Νότου κι αυτά λειτουργούν όπως το αίμα που κυλάει από τα νύχια ως τις τρίχες της κεφαλής», πρόφερε συγκινητά ο γόνος του Μακεδονομάχου. Στιγαία «πατρότυπη» μελαμψή φυσιογνωμία ο βετεράνος τυπογράφος και δημοσιογράφος, ο δεκτικός και ανοιχτός τύπος, ο «Κυρ-Ζιώργης». Ένα φαίνονταν να είναι ξεκάθαρο σ αυτήν την πρώτη «εντύπωση». Ο «Κυρ-Ζιώργης» έδειχνε να μη ξέρει τι θα πει πλήξη και τι εσωστρέφεια, εκτός κι αν κάποια στιγμή της τυπογραφικής ζωής του τις στοιχειοθέτησε έτσι απλά μηχανικά στο συνθετήρι ως τυχαίες λέξεις και μόνο από καθήκον τυπογραφικό εκεί μες στην ρουτίνα της συνέντευξης και της εκτύπωσης. Σπάνιος τύπος. Φαίνεται πως, οι τύποι που υπηρέτησαν το αντιμόνιο, οι μηχανάνθρωποι που αισθάνονται τις πρέσες σαν προέκταση των χεριών τους και τα γρανάζια τους σαν αισθητήριες διαβιβάσεις εκείνων των

189 φυσικών και χαρισματικών αισθήσεών τους, πολύ απλά, αυτόματα και τυπογραφικά. Να, έτσι ακριβώς το ίδιο θαυμάσια, όπως ο Χρήστος Σεβασλιάν του Ωραιοκάστρου, ένας άλλος τέτοιος τύπος που είχα την τύχη να «εντυπώσω» στην Θεσσαλονίκη, πλάι σε μία ακούραστη «Οριντζινάλε Χάιντελμπεργκ Σίλιντερ» του 1958, ενώ έστεκε στο πλάι της ευγενικά να εργάζεται μαζί της.» [ ] Η συνάντηση με τον διευθυντή της εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα» «Ο κύριος Γαρεδάκης με υποδέχτηκε στο γραφείο του καθισμένος απέναντι σε μιά μεγάλη οθόνη Η/Υ. Φαίνονταν να προβάλλονταν το επιχειρησιακό περιβάλλον της εφημερίδας του, κάτι σαν μακέτα ή λογισμικό σελιδοποίησης, της καθημερινής εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα», απ ό,τι είδα. Από κεί και στρίβοντας την τροχήλατη πολυθρόνα του, θα μου λεγε πως η δημιουργία του «τυπογραφικού του κόσμου» ήταν ένα όνειρο που κουβαλούσε από παιδί στη σκέψη του. Πολύ νωρίς και από την πρώτη του επαφή στα «τυπογραφικά πράματα», είχε κρατήσει την εντύπωση αυτή. Το Μουσείο Τυπογραφίας Χανίων («Χ.Ν.), είναι έργο προσωπικής υπόθεσης και ιδίας δαπάνης, χωρίς άλλες αρωγές ή ενθαρρύνσεις, συνέδεσε με τρόπο ενδιαφέροντα και δημιουργικό «την εκπαίδευση με την τυπογραφία.». [ ] «Σχετικά με τα σχέδια του πιεστηρίου, λέγεται ότι, τα παραχώρησε ο Κορνήλιος Σενγκ, Ολλανδός τυποεκδότης ναι! Νομίζω πως παραβρέθηκε στα εγκαίνια του Μουσείου καθώς δείχνουν κάποια video και ρεπορτάζ των ημερών. στο Μάιντς της Γερμανίας υπάρχει μία γνήσια κατασκευή ( ) από εκεί ο Σένγκ θα αποτύπωσε το πιεστήριο για να φτιάξει ένα δικό του (σχεδιασμό)?... Έτσι λοιπόν, τα Χανιώτικα Νέα φαίνεται να σχεδίασαν εκ νέου το πιεστήριο, παίρνοντας έτοιμο φάκελο σχεδίων (βρίσκονται τώρα στο Αρχείο της εφημερίδας) με όλες τις φάσεις της κατασκευής? βέβαια η πρόσβαση εκεί είναι ευλόγως απαγορευτική πόσο μάλλον η παραχώρησή τους ή έστω ενός σχεδίου ενδεικτικού ή κάποιων φωτογραφιών φάσεων της κατασκευής. Σημειωτέον ότι, ο κ. Γαρεδάκης εκ των υστέρων μου επέτρεψε την φωτογράφιση του πιεστηρίου ελεύθερα, ενώ αρχικά μου είχε πει πως θα μου παραχωρούσε μόνο κάποιες από τις αρχειακές φωτογραφίες της επιλογής του. Πρέπει οπωσδήποτε, να μελετήσω τα πιεστήρια του ίδιου τύπου με την μέθοδο που ορίζω και κατανοώ ως μέθοδο και κάθε παρατηρησιακό δεδομένο από τα Χανιά να αξιοποιήσω επικουρικά. Είμαι σίγουρος πως το κατασκευαστικό αποτέλεσμα είναι που θα πείσει και θα εκπλήξει τον κ. Σουλιώτη, που έτσι κι αλλιώς είναι σίγουρος γι αυτό... νομίζω η οικογένεια Χήτου (Ζαγόρι) θα ήταν σίγουρα πρόθυμη ως χορηγός εκείνο που προβληματίζει, είναι η δικλείδα στη βελόνη μάλλον για σπαστό κοχλιωτό σύστημα πρόκειται, στο ποτήρι κλειδωμένο και γιατί όχι για διαιρούμενη δικλείδα!»

190 [ ] Η συνάντηση με τον μηχανοτεχνουργό Μανόλη Μπενιουδάκη Θα ήταν ευκολότερο να βρει κανείς το Γουτεμβέργιο παρά τον κ. Μανόλη Μπενιουδάκη, δηλαδή να μάθει την διεύθυνση και την επωνυμία της επαγγελματικής στέγης του κατασκευαστή του τυπογραφικού πιεστηρίου των Χανίων ( ΕΡΓΑΛΕΙΟΤΕΧΝΙΚΗ ΚΡΗΤΗΣ - Μπενιουδάκης Εμμανουήλ. (βλ.σ.255/φ.13,14,15) Κι αυτό γιατί το ίδιο το «τέχνημα» μου απορρόφησε θεαματικά τον χωρόχρονο των τριών ημερών. Συνεπώς και να αμελήσω για την έγκαιρη αναζήτησή του, με την βοήθεια ασφαλώς των υπευθύνων του Μουσείου που θεωρούνταν δεδομένη. Ωστόσο όμως κι ενώ επιστρέφαμε με την κ. Κουμή και τον κ. Μαρουλοφυλλάκη στα Χανιά το μεσημέρι της Τετάρτης, ρώτησα μες στ αμάξι, αλλά κάτι συνέβηκε στην κυκλοφορία που μας απόσπασε και ξεστράτισε η κουβέντα, για τον κ. Μπενιουδάκη. Έτσι και παρά την τριήμερη παραμονή μου, η αναζήτηση την τελευταία μέρα φαίνονταν καθόλα μάταια. Ωστόσο εξάντλησα τα περιθώρια της αναζήτησης αποφασιστικά μες στο απομεσήμερο. Έτσι, κάνοντας χρήση του τηλεφωνικού καταλόγου στο ξενοδοχείο, κάλεσα στις δεκάδες καταχωρήσεις με το όνομα «Μανόλης Μπενιουδάκης» στην Κρήτη! Σε ένα από τα πολλά, στην άλλη άκρη της γραμμής μου ανταποκρίθηκε ευγενικά μία κυρία. Και για καλή μου τύχη, ήταν η κυρία Μπενιουδάκη, που με συνέδεσε αμέσως με το σύζυγό της, τον κύριο Μπενιουδάκη. Με το πρώτο, ικανοποίησε την επιθυμία μου, μάλλον και το ενδιαφέρον από μέρους του, ώστε στα πλαίσια του εργασιακού του χρόνου να έχουμε μία εμβόλιμη συνάντηση γνωριμίας. Πρόθυμα και πρόσχαρα, μου έδωσε τις απαραίτητες συστάσεις με λεπτομερή την κατατόπιση για το που βρίσκεται η επιχείρησή του και μάλιστα ότι, ο ίδιος θα βρίσκονταν έξω στο δρόμο να με περιμένει, όπως και έγινε. Το ταξί κατευθύνθηκε ταχύτατα στο Βιοετεχνικό Πάρκο Χανίων όπου και βρέθηκα μπροστά σε μία κωμικοτραγική έκπληξη. Η έδρα της επιχείρησης του κυρίου Μπενιουδάκη (εργοστάσιο) βρίσκεται μόλις πενήντα μέτρα πιο πάνω και αριστερά από το Μουσείο Τυπογραφίας. Η απογοήτευση στο γεγονός του χαμένου χρόνου, καθώς διέσχισα από «άκρου είς άκρον» την πόλη των Χανίων χωρίς καπέλο. Και αυτό, με βάση μία μιζοβέζικη πληροφορία που είχα λίγο πριν το μεσημέρι της ίδιας μέρας που ήθελε την έδρα του κ. Μπενιουδάκη «κάπου το Δημοτικό Στάδιο Χανιών». Έτσι, η περιπλάνηση αυτή μετριάστηκε από την ευτυχή έκβαση της αναζήτησης - αφού δεν το είχα προνοήσει στο Μουσείο- αλλά με τον κίνδυνο να χαθεί η προπληρωμένη πτήση από την Σούδα στη Θεσσαλονίκη καθώς στις 5:00 αναχωρούσε το λεωφορείο από Χανιά για αεροδρόμιο. Η σε όλα τιμητική πρόθεση και διάθεση του Κρητικού να με υποδεχτεί και να αφιερώσει μιάμιση περίπου ώρα από τον πολύτιμο εργασιακό του χρόνο, είχε σαν αποτέλεσμα μία φιλική συζήτηση μεταξύ «μαστόρων», που έγινε στα διακριτικά πλαίσια και εκατέρωθεν της αυθόρμητης προφορικότητας του λόγου. Μου δόθηκε η δυνατότητα να γνωρίσω το τεχνολογικό περιβάλλον του κατασκευαστή και παράλληλα να συζητήσω κάποια εντελώς

191 γενικά ζητήματα και αυτά ως ερωτήματα γύρω από τα εμφανή και ευκόλως αναγνωρίσιμα τεχνικά χαρακτηριστικά του πιεστηρίου και το σημαντικότερο, την μεταφορά της εμπειρίας του από το όλο αυτό κατασκευαστικό εγχείρημα και αποτέλεσμα. (βλ.σ.255/φ.13) Αρχικά η συζήτηση κινήθηκε εν μέρει πάνω στα ερωτήματα που ενδιέφεραν σε θέματα τεχνογνωσίας και εμπειροτεχνικής και στην συνέχεια αφέθηκα στα όσα και μέσα από έναν αφηγηματικό μονόλογο μου είπε ο κ. Μπενιουδάκης. Βέβαια, όλα αυτά μέσα στα όρια του επιτρεπτού καθώς διέπονταν ρητά απ το «πρωτόκολλο» ανάληψης του έργου, έναντι του αναδόχου. Δηλαδή, στο βαθμό και στο μέτρο που ο ίδιος ο κ. Μπενιουδάκης είχε την άνεση να μου παράσχει πληροφορίες, καθόσον δεσμεύονταν από τον ανάδοχο της ανακατασκευής του πιεστηρίου να μην εκθέτει σε κανέναν το αρχείο σχεδίων του πιεστηρίου ή να σχολιάζει κατά τρόπο τέτοιο που θα θεωρούνταν αποκάλυψη ή έκθεση των ιδιαίτερων μυστικών της ανακατασκευής και σε ό,τι αφορά τα διαστασιοδοτημένα σχέδια ή άλλες πληροφορίες που θα παραβίαζαν το πρωτοκόλλο ανακασκευής του πιεστηρίου του Μουσείου Τυπογταφίας των «Χανιώτικων Νέων». Ωστόσο όμως και σύμφωνα με τα «αμφιλεγόμενα» του κ. Μπενιουδάκη, φαίνεται να υπάρχει σχετική σύγχυση γύρω από το ζήτημα «σχέδια και γκραβούρες» καθώς δεν διευκρινίζεται αν αυτά προέρχονται τελικά από την Αμερική (Η.Π.Α.) ως αρχιτεκτονικά σχέδια που μετατράπηκαν από ίντσες σε εκατοστά ή από άλλα σχέδια («γκραβούρες»?) που ενδεχομένως να παραχώρησε ο Κ. Σένκ και κατά τα λεγόμενα συνεργάτης της εφημερίδας Χανίων. Το περιεχόμενο της συζήτησης τηρήθηκε με την συγκατάθεση του κ. Μπενιουδάκη και της οποίας παρατίθεται ενδεικτικό απόσπασμα (βλ.σ.255/φ.12). Η συζήτηση αφορούσε σε μία αδρομερή περιγραφική προσέγγιση στα προφανή κατασκευαστικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά του πιεστηρίου, με έμφαση τόσο στη διαδικασία του ανασχεδιασμού από τις «γκραβούρες» (ο κ. Μπενιουδάκης χρησιμοποιούσε συχνά τη λέξη «γ ραβούρα» και λιγότερο την λέξη «σκέδιο») χωρίς να γνωστοποιεί επακριβώς την μέθοδο που ακολούθησε. Πιο ελεύθερα συζητήθηκε η περίπτωση επιλογής των υλικών, καθώς και κάθε σχετικό με το τεχνολογικό και μηχανουργικό περιβάλλον που παρήχθησαν τα βασικά στηρικτικά μέρη και τα μηχανικά εξαρτήματα του πιεστηρίου (ξύλινα-μεταλλικά)επίσης, έγινε αναφορά στα όποια τεχνικά προβλήματα αντιμετώπισε σε σχεδιαστικό και κατασκευαστικό επίπεδο και αυτό για το λόγο ότι είχα εντοπίσει κάποιες κατασκευαστικές ασυμβατότητες που δεν σχολίασε. Τέλος, ο κ. Μπενιουδάκης πρόβαλε στον Η/Υ πέντε (5) κάποιες φωτογραφίες των φάσεων της ανακατασκευής του πιεστηρίου και μερικές τις φωτογράφισα στην οθόνη του υπολογιστή του. (βλ.σ.256/φ.14,15) Ανεξάρτητα από το πόσο σημαντικές ήταν ή θεωρήθηκαν οι πληροφορίες αυτές, άξιο λόγου αποτελεί το γεγονός του αυτοπροσδιορισμού του κ. Μπενιουδάκησχετικά με την επαγγελματική του ιδιότητα ως μηχανουργού και τα τεχνηματουργικά του ενδιαφέροντα, όπως για παράδειγμα η πρόκληση του Αστρολάβου, την τεχνική κατάρτιση και την

192 τεχνογνωσιακή του ενημερότητα. Πάνω απ όλα και προς τιμή του το ότι, θεωρεί τη γνώση που κατέχει ως καθαρό προϊόν εμπειρίας και τον εαυτό του απλά εμπειροτέχνη. «Αργά το απόγευμα αποχαιρέτησα τον κ. Μπενιουδάκη για βγω στον κεντρικό δρόμο του Βιοετεχνικού Πάρκου σε αναζήτηση ταξί. Τελικά με ένα διερχόμενο «αγροτικό» ενός πλανόδιου μικροπωλητή βρεθήκαμε από ένα άλλο παράδρομο σύντομα στα δυτικά προάστια της πόλης των Χανίων. [ ] Κι ενώ το ταξί έτρεχε για το ξενοδοχείο, σκέφτηκα πως το μίτος της Αριάνδης που πήρε την μορφή σελιδοδείκτη στις τελευταίες δυασανάγνωστες σημειώσεις του ημερολογιόυ μου, θα μου θύμιζε και το γύρισμα μίας άγραφης λευκής σελίδας για την επιστροφή στην Φλώρινα. Ήταν μία πράξη που θα έπρεπε να κάνω οπωσδήποτε προτού αναχωρήσω από την Κρήτη.» ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ Συμπεράσματα στο «Θεωρητικό Μέρος» Η τυπογραφία φαίνεται να αποτελεί νομοτελειακή συνέπεια στην διεργασία της σχέσης «λόγος-γραφή-τυπογραφία», μίας σχέσης η οποία καταγράφεται ιστορικά ως η διαρκής προσπάθεια και επιδίωξη του διαχρονικού ανθρώπου να επινοεί, να πειραματίζεται, να εφαρμόζει και να τελειοποιεί τεχνικές και μεθόδους «εντύπωσης» του λόγου, απολύτως ανάλογες με τις τεχνογνωσιακές δυνατότητες της κάθε εποχής και ποικιλοτρόπως για κάθε διαφορετικό γλωσσικό σύστημα των αντίστοιχων γεωπολιτισμικών ταυτοτήτων, ώστε να καταστήσει αποτελεσματικότερη την οιαδήποτε περίσταση γραπτής επικοινωνίας και ευχερέστερο τον εν δυνάμει απλό κοινωνικό γραμματισμό ως προς την προσβασιμότητα των διαφόρων κοινωνικών ομάδων σε αυτόν. Ο τεχνογνώστης Ιωάννης Γουτεμβέργιος φαίνεται να υιοθετεί και να τελειοποιεί επινοητικά προγενέστερες τυπογραφικές μεθόδους και τεχνικές οι οποίες έχουν αναφορά χρήσης στην αρχαία Κίνα και σε εργαλειομηχανισμούς πιεστικών συστημάτων με γενεσιουργό αναφορά στην Αρχαία Ελληνική τεχνολογία των Κλασικών Χρόνων, τους οποίους και αφαρμόζει στο πιεστήριό του. Η ιστορία της τυπογραφίας αναγνωρίζει στο πρόσωπό του και κατακυρώνει στο όνομά του την πατρότητα αυτής της «αποκαλυπτικού χαρακτήρα εφεύρεσης» της «χειροκίνητης μηχανικής τυπογραφίας των κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων» η οποία και καθιερώθηκε παγκοσμίως ως τυπογραφική «τεχνική» Γουτεμβέργιου. Ως «πρότυπο» πιεστήριο στην τυπογραφική «τεχνική» του Ιωάννη Γουτεμβέργιου και παραδεκτά θεωρούμενο στην παρούσα εργασία, φαίνεται να είναι η εκδοχή της προσομοίωσης Άλαν Μάι ( Alan May ), καθώς πρόκειται για προσομοίωση τυπογραφικού πιεστηρίου το οποίο προσιδιάζει με τα απεικονιζόμενα πιεστήρια σε μιά σειρά γκραβούρες

193 των οποίων η παραγωγή θεωρείται χρονικά εγγύτερη προς την εργοβιογραφία του Γουτεμβέργιου, δηλαδή, σύγχρονες της ζωηρής τυπογραφικής δράσης του και ασφαλώς με την διερευνητική προσσέγγιση και εντέλει της τελικής θεώρησης του «προτύπου» η οποία πραγματοποιήθηκε και διατυπώθηκε στην παρούσα διπλωματική εργασία. Τόσο οι αρχέγονες «εντυπώσεις» ως πρόδρομες τεχνικές της τυπογραφίας, όσο δε και επιπλείστον η αρχέτυπη (παραδοσιακή) τυπογραφία, δηλαδή αυτή της τυπογραφικής «τεχνικής» του Γουτεμβέργιου, αποτελούν σημαντικά επιτεύγματα στην διαχρονία της τεχνοεπιστήμης τα οποία ως πρϊόντα διεργασίας της ύλης, συνέβαλαν καθοριστικά στην διεργασία του πνεύματος, καθώς επάνω στον ανάγλυφο υλικό χαρακτήρα τους εκτυπώθηκε ευκρινώς ο πνευματικός χαρακτήρας, ο φορέας της «εντύπωσης» του λόγου, δηλαδή η τυπογραφική «τεχνική» του Γουτεμβέργιου. Ανεξάρτητα από την εξέλιξη των πιεστηρίων και δεδομένου ότι εξελικτικά διατηρούν την έννοια «πιεστήριο» σε σχέση το «πρότυπο», είτε πρόκειται για κυλινδρικό όρθιο είτε για επίπεδο πιεστήριο, δύο είναι τα βασικά στοιχεία της «τεχνικής» του Γουτεμβέργιου τα οποία παραμένουν απολύτως αναλλοίωτα έως το έτος 1947, οπότε και κάνει την εμφάνισή της η «φωτοστοιχειοθεσία». Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι, το πιεστήριο (αναλογική τυπογραφική μηχανή), το τυπογραφικό τελάρο (πλαίσιο) και η τυπογραφική φόρμα (στοιχεία), δηλαδή η «στοιχειοθεσία» δια των κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων. Επίσης, σπουδαία παρακαταθήκη στην σύγχρονη ψηφιακή τεχνολογία και την τεχνική των εκτυπώσεων αποτελούν, η μορφοποίηση των κειμένων (μονόστηλα, δίστηλα, διάκενα, περιθώρια, ένθετες εικόνες) και οι γραμματοσειρές, ως αρχέτυπα και αναντικατάστα τυπογραφικά Πρωτόκολα. Τέλος, θεωρούμε ότι η παρούσα εργασία κόμισε επαρκή στοιχεία σε ό,τι ενδιαφέρει την «τεχνική» του Γουτεμβέργιου, καθώς δεν σκόπευε στο να εξαντλήσει βιβλιογραφικά το θέμα «ιστορία της τυπογραφίας» για το λόγο ότι αυτή θα ξεπερνούσε τα τυπικά όρια μιάς επισκόπησης/περιγραφής και αυτό γιατί, κεντρικός στόχος ήταν η μελέτη και ο σχεδιασμός του πιεστηρίου. Επίσης θεωρούμε ότι, η παρούσα εργασία αποτελεί επαρκώς χρήσιμη βιβλιογραφική πηγή για την/τον οιοδήποτε μελετητή και ότι ενδεχομένως μπορεί να αποτελέσει έναυσμα για παραπέρα έρευνα και μελέτη μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και ανώτερο επίπεδο πραγμάτευσης του ιδίου θέματος. Ενδεχομένως η επίτευξη της τυπογραφικής «τεχνικής» του Ιωάννη Γουτεμβέργιου να είναι δυνατόν ώστε να χαρακτηριστεί «ανακαλυπτική με στοιχεία εφεύρεσης» (ανακαλυπτική εφεύρεση), καθώς φαίνεται να αποτελεί ώριμο προϊόν της εξέλιξης του τεχνοεπιστημονικού πολιτισμού του ανθρώπου. Ο λόγος ότι, φαίνεται να παράγεται μέσα σε μία τεχνογνωσιακά ώριμη εποχή και με εγνωσμένες τις ανάγκες εκείνες οι οποίες την υπαγόρευσαν σχεδόν επιτακτικά, από κοινωνικής πλευράς και όχι μόνον

194 Βασική αιτιολόγηση, το γεγονός ότι, το πιεστήριο ως επίτευγμα δεν αφορά σε μία εξ ολοκλήρου σύλληψη ή επινόηση ενός εκ του μη όντος εργαλειομηχανισμού, αλλά σε μία προοδευτική διαδικασία υπαγωγής γνωστών μεθόδων και τεχνικών σε νέες ανακαλυπτικές πειραματικές διαδικασίες σε ό,τι αφορά τα «κινητά μεταλλικά στοιχεία», αλλά και σε επινοημένη μεταφορά προγενέστερων εργαλειομηχανισμών προς αξιοποίησή των σε νέες τεχνολογικές εφαρμογές. Ωστόσο όμως, η επίτευξη όλων αυτών προϋπόθετε την ύπαρξη ενός ευφυέστατου ανθρώπου και αυτός φαίνεται να ήταν ο Johannes Gensfleisch zur Laden zum Gutenberg. Συμπεράσματα στο «Πρακτικό Μέρος» Σχετικά με την μέθοδο αποδεικνύεται ότι, το σύνολο των πρακτικών της «εμπειροτεχνικής μεθόδου» η οποία εφαρμόστηκε στην μελέτη σχεδιασμού με στόχο την κατά προσέγγιση αποτύπωση και διαστασιοποίηση ενός πιεστηρίου με αναφορά στις υποτιθέμενες διαστάσεις των τεσσάρων (4) υπό μελέτη ομοιότυπων πιεστήριων, υπήρξε λίαν αποτελεσματική. Με βάση τα επιλεγμένα σημεία τα οποία μελετήθηκαν με την μέθοδο της αναγωγικής σύγκρισης κατά την αποτύπωση του πιεστηρίου και σύμφωνα με τα αριθμητικά υπολογιστικά δεδομένα τα οποία προέκυψαν κατά τον τελικό σχεδιασμό διαστασιοποίησης, θεωρούμε ότι, τα υπολογιστικά συμπεράσματα της παρούσας μελέτης συνιστούν μία άρτια πρόταση ανακατασκευής ενός λειτουργικού πιεστηρίου ανάλογου με τα υπό μελέτη πιεστήρια και για ένα επίσης ανάλογο εκτυπωτικό αποτέλεσμα. Επιπροσθέτως και σε ό,τι αφορά το προφανώς «αυθαίρετο» της εφαρμοσθείσας μεθόδου, θεωρούμε ανεπιφύλακτα ότι, η υλοποίηση της πρότασης ανακατασκευής του τυπογραφικού πιεστηρίου θα επιβεβαιώσει απόλυτα και την ισχύ της μεθόδου. Η ανακατασκευή υποστηρίζεται με κατάλληλα υλικοτεχνικά μέσα τα οποία είναι ήδη στην διάθεση του μελετητή, ο οποίος θα είναι και ο κατασκευαστής. Για το λόγο αυτό, όλα τα ξύλινα και τα μεταλλικά τεμάχια τα οποία απαρτίζουν το σύνολο του σώματος και των εργαλειομηχανισμών του πιεστηρίου, σχεδιάστηκαν (χνάρια) ξεχωριστά προκειμένου να διαστασιολογηθούν και να κυβιστούν, ενώ οι γενικές διαστάσεις τους σώματος του πιεστηρίου δημοσιοποιούνται δειγματικά στην περιγραφή του σώματος του πιεστηρίου και ασφαλώς ενδεικτικά στο αρχιτεκτονικό σχέδιο της μελέτης. (βλ. σ. 270). Τέλος, η προοπτική αξιοποίησης του πιεστηρίου, το τοποθετεί λειτουργικά σε έναν επισκέψιμο χώρο με χαρακτηριστικά Τεχνοεπιστημονικού Μουσείου, ο οποίος θα λειτουργεί ως οργανωμένο μαθησιακό περιβάλλον για ανάληψη εκπαιδευτικών δράσεων, προκειμένου το τυπογραφικό πιεστήριο να διαδράσει δυναμικά στα πλαίσια της τυπικής και της άτυπης διαδικασίας μάθησης, τόσο στην βασική, όσο και στην δια βίου εκπαίδευση ως κοινωνικό αγαθό παιδείας

195 Αξιοποίηση Η πρόταση ανακατασκευής του τυπογραφικού πιεστηρίου με ενδεχόμενη την υλοποίησή της, προκύπτει ως συνέπεια ασφαλών υπολογιστικών δεδομένων και συμπερασμάτων τα οποία προσκόμισε η παρούσα μελέτη, καθώς δεν περιορίζεται απλά και μόνο στην παραγωγή ενός αντίγραφου το οποίο θα ικανοποιούσε μία κατασκευαστική φιλοδοξία ή απλά θα άγγιζε τα όρια μίας ματαιόδοξης υστεροφημίας. Η ανωτέρω πρόταση, δεν στοχεύει στην εξασφάλιση ενός πιεστηρίου το οποίο θα αφορούσε σε ένα τέχνημα ή αναπαραστατικό αντικείμενο μουσειακού εκθέματος, αλλά σε χρήσιμο και λειτουργικό τυπογραφικό πιεστήριο στο οποίο θα αναβιώνει και θα γνωστοποιείται το σύνολο της τυπογραφικής «τεχνικής» και ο ιστορούμενος τυπογραφικός κόσμος του Ι. Γ., στον σύγχρονο τυπικά ή άτυπα εκπαιδευόμενο και γενικού ή ειδικού ενδιαφέροντος επισκέπτη και μελετητή αντίστοιχα. Επειδή, η παρούσα μελέτη ανατέθηκε ως διπλωματική εργασία και εποπτεύθηκε στο περιβάλλον του Πανεπιστημίου, η ίδια προβάλει συμπερασματικά την θεώρηση ότι, το γεγονός της υλοποίησής της και με στοχούμενη την ανακατασκευή του πιεστηρίου, θα πρέπει να έχει ως αποδέκτη το Πανεπιστήμιο προκειμένου να το συνδέσει με την μουσειακή εκπαίδευση και να της προσδώσει επιπλέον τεχνοεπιστημονικά χαρακτηριστικά. Πιο συγκεκριμένα, κάνει λόγο για την δημιουργία ενός Παραδοσιακού Εργαστηρίου Τυπογραφίας και με ένα ξεχωριστό τέχνημα γενεσιουργό της Τυπογραφίας μέσα στην καρδιά του ίδιου Πανεπιστημίου. Γενικότερα και συσχετίζοντας παραδειγματικά την μουσειακή εκπαίδευση με τις ατελέσφορες προσπάθειες, οι οποίες καταβάλλονται για τον επαναπατρισμό των λαφυραγωγημένων αρχαιοελληνικών κειμηλίων τα οποία αναπνέουν στατικά ως μουσειακά εκθέματα ανά τον Κόσμο, αλλά και τα όσα ηρεμούν εκτιθέμενα ή ασφυκτιούν αποθηκευμένα στα εν Ελλάδι Μουσεία, τίθεται το ερώτημα αν και κατά πόσο αυτά συνιστούν ενεργά περιβάλλοντα μάθησης και όχι απλά χώρους φύλαξης της ανεκτίμητης πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η ύπαρξη ενός τέτοιου τεχνοεπιστημονικού περιβάλλοντος μάθησης και με την υλοποίηση οργανωμένων διδακτικών επισκέψεων, θα εξοβέλισε την ρουτίνα την οποία ενδεχομένως να ενέχουν οι άστοχες εθιμικές διδακτικές επισκέψεις σε τυπικά μουσεία, προσφέροντας έτσι ουσιαστικά στην αναβάθμιση της μουσειακής εκπαίδευσης για την εκπαίδευση, αλλά και για τα ίδια τα Μουσεία. Σύμφωνα με τον Π.Π. Καριώτογλου 155 «Οι επισκέψεις μαθητών/τριών σε Επιστημονικά και Τεχνολογικά Μουσεία (Ε.Τ.Μ.) είναι υποβαθμισμένες στη χώρα μας, για δυο κυρίως λόγους. Πρώτον γιατί επικαλύπτονται από τις επισκέψεις σε αρχαιολογικά μουσεία, αποτέλεσμα της σπουδαίας αρχαιοελληνικής κληρονομιάς και δεύτερον δεν υπάρχουν αρκετοί κατάλληλοι χώροι, ίσως λόγω και της μικρής παράδοσης της χώρας στην Τεχνολογία και τις Επιστήμες.» 155 Σχολείο και Μουσείο: Οργάνωση των μαθητικών επισκέψεων σε Τεχνο-επιστημονικά Μουσεία.,

196 Συνεπώς, η προοπτική ανακατασκευής του πιεστηρίου με την υποστήριξη κατάλληλων υλικοτεχνικών μέσων τα οποία βρίσκονται ήδη στην διάθεση του μελετητή, καθιστούν το εγχείρημα εφικτό και θέλει να τοποθετεί αυτό το λειτουργικό αντίγραφο του τυπογραφικού πιεστήριου σε έναν κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο με χαρακτηριστικά Τεχνοεπιστημονικού Μουσείου και όπως αυτός ήδη προορίστηκε από τον επιβλέποντα την εργασία. Έναυσμα αποτελεί το γεγονός ότι, στο οικείο Πανεπιστήμιο υφίσταται επαρκώς ένα τέτοιο περιβάλλον και αφορά στο Βιβλιολογείο, στον χώρο του οποίου αναπτύσσονται μιά σειρά χρηστικών τυπογραφικών και βιβλιοδετικών εργαλειομηχανισμών εποπτικού κυρίως χαρακτήρα, καθώς επίσης και αρχειακών πηγών μέσω των οποίων υποστηρίζεται σε θεωρητικό επίπεδο η επιστήμη της Βιβλιολογίας και σε πρακτικό επίπεδο η ανάπτυξη δεξιοτήτων στην παραγωγή «βιβλίων» με την χρήση παραδοσιακών μεθόδων και τεχνικών. Η ένταξη του πιεστηρίου και σε συνδυασμό με το Βιβλιολογείο, συνιστά στο εξής ένα ιδιαιτέρως διαδραστικό περιβάλλον μάθησης με έμφαση στην «τυπογραφική διαδικασία και πράξη», το οποίο θα αποτελεί αντικείμενο εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος τακτής και οργανωμένης επισκεψιμότητας για την ανάληψη εκπαιδευτικών δράσεων, ώστε να προσφέρει σημαντικά στα πλαίσια της τυπικής και άτυπης μάθησης, τόσο στην βασική εκπαίδευση όλων των βαθμίδων, όσο και στην δια βίου ως κοινωνικό αγαθό παιδείας. Επίσης οι απόψεις της κ. Γελαδάκη για τη μουσειακή εκπαίδευση φαίνεται να συνηγορούν ενθαρρυντικά προς αυτό, καθώς θεωρεί ότι, «Είναι γεγονός ότι οι επισκέψεις στα μουσεία παρέχουν μεγάλη ποικιλία παραστάσεων και εντυπώσεων. Υπάρχουν μουσεία άχρωμα, ψυχρά, έρημα και αποκομμένα από τον κοινωνικό περίγυρο. Υπάρχουν και μουσεία γεμάτα ζωή που προκαλούν το ενδιαφέρον των επισκεπτών και συμμετέχουν ενεργά στα κοινωνικά δρώμενα.». Σε ό,τι αφορά στο επιστημονικό έργο και στο εκπαιδευτικό περιβάλλον του Πανεπιστημίου (Φλώρινα), η ύπαρξη του ιδιαίτερου αυτού «λειτουργικού εκθέματος» συνδέεται άμεσα με τα διδασκόμενα γνωστικά αντικείμενα του Πλαισίου Σπουδών της Παιδαγωγικής Σχολής, τόσο σε προπτυχιακό επίπεδο, όπως για παράδειγμα στο μάθημα «Οργάνωση Επισκέψεων σε Τεχνοεπιστημονικά Μουσεία» του Π.Τ.Ν., όσο σε μεταπτυχιακό επίπεδο και ιδιαίτερα στην κατεύθυνση του προγράμματος «Δημιουργική Γραφή» και στο μάθημα της Βιβλιολογίας στα πλαίσια του οποίου εμπίπτει η παρούσα εργασία. Έτσι, η εγκατάσταση ενός πιεστηρίου της «τεχνικής» του Ι.Γ., στην Παιδαγωγική Σχολή, αλλά και ως προϊόν ιδίας μελέτης και παραγωγής του, αποτελούν μία σαφή ένδειξη φιλοξενίας τεχνολογικού πολιτισμού, αλλά και απόδειξη αναπροσανατολισμού των διδακτικών μεθόδων για μία ουσιαστική μουσειακή εκπαίδευση. Κατά τη γνώμη μας, πρόκειται για εξόχως ενδιαφέρουσα καινοτομία και δυνατότητα εκπαίδευσης, η οποία θα καταφέρει να μετατοπίσει τον εκπαιδευόμενο από την θέση της παθητικής θέασης στην θέση της εποικοδομητικής διάδρασης, με απλά χειρίσιμα εργαλεία και μέσα, τα οποία συνιστούν φορείς νέας γνώσης

197 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΦΩΤΗΣ ΥΦΑΝΤΙΔΗΣ: «ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΛΛΗΣΗ: ΜΙΑ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΠΗΛΙΝΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ» Ιερογλυφικά:wikipedia.org/wiki/%CE%99%CE%B5%CF%81%CE%BF%CE%B3%CE%BB %CF%85%CF%86%CE%B9%CE%BA%CE%AC ΓΛΩΣΣΕΣ ΚΑΙ ΑΛΦΑΒΗΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ: Iστορία της γλώσσας - ιστορία της γραφής ΚΑΡΑΝΙΚΟΛΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, «Η ΓΡΑΦΗ: ΤΟ ΦΟΙΝΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ - Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ» Η χρήση του κιλύνδρου ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΑΚΚΕΤΟΣ, «Πώς φτάσαμε από τον πάπυρο στο βιβλίο;» Μεσαιωνικά βιβλία, Biblia pauperum, Howard, Nicole, The Book, The Life Story of a Technology, The John Hopkins University Press, Baltimore 2007, 23 ΚΟΝΤΕΟΥ ΝΑΣΤΟΥ, «Η ΜΕΓΆΛΗ ΕΓΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ» 6ος Τόμος ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ Αρχαίοι Έλληνες μαθηματικοί και η συμβολή τους στη θετική σκέψη., Κριεμπάρδης Γ, Αστρονομία για όλους Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ, Posted: 02/04/2011 in Uncategorized., ΕΡΓΑΛΕΙΑ - ΟΠΛΑ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΟΝΑΡΔΟΣ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑΣ» ΤΡΟΧΟΣ ΑΡΧΑΙΑΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ: troxalia?mode=embed&layout =http%3a%2f%2fskin.issuu.com%2fv%2flight%2flayout.xml Ιστορία της Τεχνολογίας: Η εποχή του Μεσαίωνα Εισαγωγή στην «Ιστορία της Τεχνολογίας» Ιστορία της Τεχνολογίας: Μεταλλουργία ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ: Η αγροτική τεχνολογία των αρχαίων Ελλήνων Glossary of Antique and Vintage Print Terms, Printing Press: Leonardo's designs for a printing press.,

198 Gutenberg Museum, Mainz: The "Gutenberg Workshop" (The replica of Gutenberg s printing press, rebuilt according 15th- and 16th-century woodcuts) Gutenberg Museum, Mainz., C+Germany&p=1 Albrecht Dürer., From Wikipedia, the free encyclopedia - THE PROCESS OF BOOK MAKING IN THE HAND-PRESS PERIOD., THE PROCESS OF BOOK MAKING IN THE HAND-PRESS PERIOD HouseAlbrecht Dürer Tip by lifeisatrip., The reconstruction of Albrecht's printing presshttp., Jón Arason, THE TOM PAINE PRINTING PRESS, Chethams Library: A pressing situation., THE TOM PAINE PRINTING PRESS, From Gutenberg to Grandin: Tracing the Development of the Printing Press How does the printing process work in the eighteenth century?., The Print Museum, Antwerp Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, Τόμος 51 Printing Yesterday and Today., "The Columbian Press"., Washington Press Stanhope Press., KOENIG: First Powered Printing Machines http://letterpressprinting.com.au/page58.htm Archive for Koenig and Bauer., Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ., Daniel Treadwell.,

199 R. HOE & COMPANY NEW YORK CITY "PRINTING PRESS"., Fast Printing Press For Engravings., A Machine to Supersede Typesetting Supersede-Typesetting9aug1890.htm ZION CHURCH HISTORY, Lanston History., Hot metal typesetting., Joseph Nicephore Niépce ( )., BBC: William Henry Fox Talbot ( )., UNITED KINGDOM - JUNE 05: Lithography, discovered in 1796 by Alois Senefelder., Aloysius, Johann, Nepomuk, Franz, Senefelder., Carbon Prints and Gelatin Tissue., History of Heidelberg., 20AG_arquivos/History%20-%20History%20of%20Heidelberg.htm Heidelberger Tiegel., History of Heidelberg Printing Equipment., Printing-Equipment.htm Original Heidelberg KS Cylinder 38 x 52., Novidades de manroland em drupa 2008., John Pascoe Fawkner and his press., Isaiah Thomas., Jeffrey D. Groves - Pressing Matters., 01/lessons/ First Printing Press in North.,

200 American Printing Dunster Street near Mass., The Printing Press., Stephen Day (printer)., How The Printing Press Revolutionized Panama., Franklin press, about 1725., Franklin Press., Franklin Press Robert Luist Fowle: Exeter's Tory printer., THE TOM PAINE PRINTING PRESS., Tom Paine Printing Press., A pressing situation., The Newseum: Richard Jermyn's Common Press., The Common Press., ΤΡΟΧΟΣ & ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ., Τεχνολογία: Μοχλοί., Physiclessons., Graphic Notes: Μελάνι μοναχών: συνδέοντας τη χημεία με την ιστορία, Μιχάλης Σκαρβέλης, ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΞΥΛΙΝΩΝ ΣΥΝΔΕΣΜΩΝ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ., Τόμος 8 ΑΘΗΝΑ «ΦΟΙΝΙΞ» [19 ]: Die Faksimilierung der Stein-Inschriften des Mainzer Museums 1900, und Gutenberg, Techniker und Künstler, 1905., Johannes Gutenberg (1394/ )., Johannes Gutenberg., ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ LAROUSSE BRITANNICA., Τόμος 15 ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ., Τόμος 8 ΑΘΗΝΑ «ΦΟΙΝΙΞ» [19 ] The invention of printing.,

201 Printing Press by Johannes Gutenberg in 1440., Изобретение йоханна гутенберга., Printing Press History - Invention of the Printing Press., The Oldtype "Psalterium" Font., Johannes Gutenberg: on August 16th., ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ., Τόμος 8 ΑΘΗΝΑ «ΦΟΙΝΙΞ» [19 ] Johannes Gutenberg Wikipedia., Project Gutenberg Wikipedia., Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, Τόμος 51 Johannes Gutenberg, From Wikipedia, the free encyclopediahttp://en.wikipedia.org/wiki/johannes_gutenberg Ιστορία της Τεχνολογίας:. Στ. Γ. Φραγκόπουλου., applications/553-ekseliksi-tis-typografias A Brief History of Wood-engraving/Chapter 4 ENCYKLOPEDIA Britannica., Johann Schöffer: The invention of typography Gutenberg (1450?) Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, Τόμος 51 Processo a Gutenberg., Gutenberg e il Professore., "Manuel typographique., «Θεωρητική εργασία του σχεδιαστή Pierre-Simon Fournier για την ελάχιστη απόσταση μεταξύ χαρακτήρων» Pierre-Simon Fournier., From Gutenberg to the Industrial Revolution., Laurens Jansz Coster Wikipedia., Johann Fust Wikipedia., Peter Schöffer Wikipedia., Albert Durer., Wikipedia., Ο ΓΟΥΤΕΜΒΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ Η ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ., -

202 The First Arabic Script Printing Press in Lebanon., Arabic Script Printing Press in Lebano Alan May's Gutenberg Press at the British Library., Το Μουσείο Τυπογραφίας στα Χανιά typography-museum-in-chania.html ΤΟ ΜΕΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ., THE PROCESS OF BOOK MAKING IN THE HAND-PRESS PERIOD., oszk.hu/html/uk/gutenberg_uk.htm Ο ΓΟΥΤΕΜΒΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ Η ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ., GRAFIC NOTIES., Gutenberg and His 42-line Bible., ΜΕΛΑΝΙΑ: ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ., Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΑΡΤΙΟΥ., Hintergrund: Johannes Gutenberg und der Buchdruck., technik/inhalt/hintergrund/technik/johannes-gutenberg-und-der-buchdruck.html BRIDWELL LIBRARY, [Latin Bible (the Gutenberg Bible )] Howard, Nicole, The Book, The Life Story of a Technology, The John Hopkins University Press, Baltimore 2007, 23 Eisenstein, Elizabeth L., The printing revolution in early modern Europe, Cambridge University Press, New York 20 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΣΟΥΛΤΑΝΗΣ, «Περιγραφή παραδοσιακού τυπογραφείου στο σύγχρονο τυπογραφικό περιβάλλον σεβασλιαν εκτυπώσεις»

203 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

204 Παράρτημα Ι ΠΙ. «Θεωρητικό Μέρος»: Εικόνες σχέδια Φ.1 Σημεία «τύπου» Φ.2 Η ιστορία της τυπογραφίας μέχρι το 15ο αιώνα Φ.3 Δίσκος Φαιστού

205 Φ.4 Σφραγίδα Γιαννιτσών & Επιγραφική Δισπηλιού Φ.5 Ιερογλυφικά (επιγραφικές πινακίδες) Αιγύπτου & Κρήτης Φ.6 Ιερογλυφικά (σφραγίδες) Αιγύπτου & Κρήτης Φ.7 Γραμμική Β - Γραμμική Α

206 Φ.8 Επιγραφικές Στήλες & Επιτοίχιες Φ.9 Ειλητάριο & Παλίμψηστο Φ.10 Κώδικας (τεύχη) & Κανόνας (ειλητάριο) Φ.11 Βiblia pauperum & Μεσαιωνικό χειρόγραφο βιβλίο (μαγειρικής)

207 Φ.12 Βιβλιοδεσία Φ.13 «Τιπιτάκα» \\\\\ Φ.14 Σινική τυπογραφική Πλάκα (φόρμα) & κινητά τυπογραφικά στοιχεία

208 Φ.14α Ξύλινα κινητά τυπογραφικά στοιχεία & Ξύλινη τυπογραφική Πλάκα Φ.15 Βιβλιοδετείο Φ.15α Πιεστήριο & Συρραπτική Φ.16- «Βιβλιοδετείο Χανίων» Φ.16 Γραφές (αντιγραφέας) & μεσαιωνικό χειρόγραφο αντιγραφής

209 Φ.17 Γκιλοτίνα Πιεστήριο - Αργαλειός Φ.18 Πιεστήρια βασανιστηρίων Φ.19 Σχέδιο Ντα Βίντσι Φ.20 H εξάπλωση και η προσφορά της τυπογραφίας

210 Φ.20 Η ιστορία των τεχνοεπιστημών (Επιστήμες) Φ.21 Η ιστορία των τεχνοεπιστημών (Τεχνολογία) Φ.22 Εργαστήρια παραγωγής χυτοσιδήρου

211 Φ.23 Πιεστήριο Ήρωνος Πιεστήριο Jón Matthíasson Φ

212 Φ.25 Φ.25β «πρότυπο;» Φ.25α (υποπόδιο) Φ

213 Φ.26α Bruno Fabianni Φ.27 (Άλαν Μάι Στήβεν Φράι) Φ.28 Φ.28α Φ

214 Φ.30 Φ.31 Φ

215 Από τον Ήρωνα στην μηχανική τυπογραφία Φ.32α Μεταλλαγές πιεστηρίων λαδιού/σταφυλιών: ξύλινο - μεταλλικό Φ.32α Μεταλλαγές τυπογραφικού πιεστηρίου: ξύλινο - μεταλλικό Φ.32β Μεταλλαγές τυπογραφικού πιεστηρίου: ξύλινο μεταλλικό

216 Φ

217 Φ.35 Φ

218 Φ.36α Φ.37 («ελαφρού» τύπου και «βαρέως τύπου»)

219 Φ.38 Τύποι πιεστηρίων Φ

220 Φ.39α Πιεστήρια και Στοιχειοθετικές Εκτυπωτικές τεχνικές Φ.40 Πιεστήρια και Στοιχειοθετικές Εκτυπωτικές τεχνικές

221 Φ.41 Πιεστήρια και Στοιχειοθετικές Εκτυπωτικές τεχνικές Φ.41α Φ.42 Εμβολοφόρος Κεφαλή ξύλινου κοχλία μίας ελίκωσης

222 Φ.43 Εργαστήρια - Πιεστήρια

223 Φ.44 Φ

224 Φ.46 Φ.47 Κοχλίες «Κ.Τ.Γ.»

225 Φ.48 Βιβλιοδετική Φ.49 Πιεστήρια Φ.49α

226 Φ.50 Τυπογραφικές τράπεζες τυπογραφικά τελάρα Φ.51 The lithographic hand press (late 18th-early 19th century)

227 Φ.51α Φ.52 Φ

228 Φ.54 Φ.55 ( Richard Hoe ) Φ

229 Φ.57 Φ

230 Φ.58α

231 Φ.58β

232 Φ.59 Φ.59α

233 Φ.60 Φ.61 Φ.62 Τριβή ολίσθησης

234 Φ.63 Βελόνη Φ.64 Δικλείδα Φ.63α Περικόχλιο Φ.64α Κοχλίας Φ.63α Π.Σ., Φ.65 Περικόχλιο Κοχίας (Άλαν Μάι)

235 Φ.66 «συνθετήρι» Φ.67 Στιγεις - Μήτρα Φ.68 Ανατομία κινητών μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων

236 Φ.69 Μήτρα (μήτρα Άλαν Μάι) Φ.70 Μήτρα Φ.71 Σελιδοποίηση Ι.Γ.,

237 Φ.71α Φ.71β Έδρα Τ.Τ., (πλατφόρμα φορέας Τ.Τ.,)

238 1. 2. Φ. 71δ Σχηματοποίηση Offset (1) και Φλεξογραφίας (2) Φ.72 Τυπογραφική πράξη οριζόντιες αλλαγές (Τ.Π.) Φ.72α Τυπογραφική πράξη κατακόρυφες αλλαγές (Τ.Π.)

239 Φ.73 Τύμπανο σε αναδίπλωση (σελιδοθέτηση) Φ.74 Φ.73α Τύμπανο σε δίπλωση (εκτύπωση) Φ.73β Μελάνωμα (ρουμπρίκες φόρμα)

240 Φ.74 Άνω ζευκτό σε ανοδική/καθοδική ρύθμιση με τους τους ατέρμονες

241 Φ.75 Φ.76 Πορτρέτα (πιθανά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά της μορφής) του Ι.Γ.,

242 Παράρτημα ΙΙ-1 Π ΙΙ-1 Σκίτσα ανάγνωσης κατανόησης πιεστηρίου Άνω Ζευκτό Συζήτηση με κ. Μπενιουδάκη

243 Μέσο Ζευκτό και Κλείδα; Ρύθμιση ανόδου/καθόδου άνω ζευκτού - ατέρμονες Οριζόντια Κατακόρυφες αλλαγές με τη στρέψη του Κοχλία

244 Σχέση Τ.Π. - Τ.Τ. (θέση) στην εκτυπωτική πράξη (πρόσθια και πλάγια όψη) Ερωτήματα στην πιεστική βελόνη και δικλείδα

245 Εξάρτηση Κοχλία (Πιεστικού Συστήματος)

246 Εκτιμητές διαστάσεις Εμβολοφόρου κεφαλής και Κοχλία Μελέτη (κατανόηση) τροχαλιοφόρου άξονα

247 Παράρτημα ΙΙ-3 Π ΙΙ-3 Εικόνες Σχέδια και μοντέλα μεθόδου Φ.1. α) Το ανάστημα ως προς το ανάπτυγμα του πιεστηρίου Φ.2. β) Το εικονιζόμενο δάκτυλο ως εμπειρική μονάδα αναγωγής

248 Φ.3α. Ορισμός μεγέθους αναγωγής «Δακτυλικού» μέτρου Φ.3β. Φάση διαστασιοποίησης με χρήση υποδεκάμετρου

249 Φ.5 Διαδικασία μελέτης Φ.6α Ανενεργή θέση (γωνία) Κοχλία

250 Φ.6β. Ενεργή θέση οριζόντιας κίνησης Κοχλία (γωνία στρέψης) Φ.6γ. Οριζόντια κίνηση στρέψης και κατακόρυφες αλλαγές/κινήσεις Π.Σ.,

251 Φ.6δ. Γωνία στρέψης Διαδρομή εμβόλου

252 1 2 3 Φ.7α. 1. Κοχλίας Χανίων και 2,3 Απλά μοντέλα Κοχλία (μελέτης) Φ.7β Σχέδιο αναπτύγματος του Κοχλία Φ.8 Τελικό επιθυμητό (συμβατό) μοντέλο Κοχλία

253 Φ.8α Ενδιάμεσες αποστάσεις (διαστάσεις) μερών σώματος 2 η Φάση διαστασιολόγησης

254 Φ.9 Ξύλινα μέρη σώματος πιεστηρίου Φ.9 Βασικά τεμάχια (ξύλινα) σώματος πιεστηρίου

255 Φ.10 Σχέδιο πρόσθιας και πλάγιας όψης σώματος πιεστηρίου

256 Φ.11 Πιεστήριο «Κ.Τ.Γ.»Μουσείου Τυπογραφίας Χανιών ( Χ.Ν. ) Φ.12 Γ. Μαρουλοφυλλάκης Φ.13 Μ. Μπενιουδάκης

257 Φ.14 Φ

258 Παράρτημα ΙΙ-3 Π ΙΙ-3 Η Heidelberger αντιπροσωπευτικό παράδειγμα πιεστηρίων του 20 ου αιώνα

259

260

261

262

263

264

265

266

267

268

269

270 Φ.Π 2.4. Ειδική περιγραφή αντιπροσωπευτικού πιεστηρίου Χανίων «Χ.Ν.» Ξύλινα μέρη & Μεταλλικά μέρη

271 Αρχιτεκτονικό σχέδιο της μελέτης * * Οι σημειούμενες στο σχέδιο διαστάσεις είναι απολύτως ενδεικτικές (έναντι των τελικών)

272 Παράρτημα ΙΙΙ Επιστολές συνεντεύξεις Επιστολή διαπίστευσης στο Μουσείου Τυπογραφίας Χανίων: Από: MIMIS SOULIOTIS Ημερομηνία: 4 Φεβρουαρίου :17 μ.μ. Θέμα: επιστολη Προς: info@typography-museum.gr

273 Επιστολή Διευθύντριας Μουσείου Τυπογραφίας Χανίων: «Θέμα: Re: ΕΠΙΣΤΟΛΗ (ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ) Προς: MIMIS SOULIOTIS Αγαπητέ κ. Σουλιώτη, Έλαβα την επιστολή σας και θα την προωθήσω στον ιδιοκτήτη του μουσείου, κ. Γιάννη Γαρεδάκη. Τι ς επόμενες ημέρες θα σας στείλω την οριστική απάντηση σχετικά με το πόσο ενδελεχής θα μπορεί να είναι η μελέτη του μηχανήματος και θα πρέπει να μιλήσω με τον κ. Σουλτάνη για τις μέρες και τις ώρες που θα μπορέσει να επισκεφθεί το μουσείο κατά τη διάρκεια της παραμονής του στα Χανιά. Φιλικά για τα Χ.Ν., Έλια Κουμή»

274 Επιστολή στον καθηγητή κ. Μίμη Σουλιώτη Από: kostas soultanis Ημερομηνία: 22 Ιουνίου :30 μ.μ. Θέμα: ΓΟΥΤΕΜΒΕΡΓΙΟΣ «Αξιότιμε Κύριε Σουλιώτη Η σιωπή είναι χρυσός ( ). [ ] Προέχει η υγεία του Σαρκίου μας, όπως προέχει η ακρίβεια των αριθμών του Σώματος του πιεστήριου. Το έργο! Κι όμως, επί δυο μήνες και πλέον, δίνονται αγωγές, γίνονται αναγωγές και υπολογισμοί επί υπολογισμών, προκειμένου οι εκτιμήσεις να γίνουν κατά προσέγγιση μετρήσεις, που θα αναδείξουν τις κανονικές διαστάσεις του σώματος του Πιεστηρίου. Μέχρι εδώ, η αναπαραγωγή απεικονιστικών σχεδίων (είτε της υπό μελέτη κατασκευής, είτε της εναλλακτικής πρότασης παραγωγής) για την ώρα δεν έχουν νόημα - πλην όσων προχείρως απαιτούνται για υπολογισμούς - αν δεν ερμηνευτούν τα δεδομένα και δεν αποκαλύψουν μια κάποια συμβατότητα σε σχέση με τα πραγματικά μεγέθη και λειτουργίες. Με βασανίζει η εξίσωση των διαστάσεων, της οποίας εξίσωσης ο άγνωστος Χ, προβληματική που επηρεάζει τις διαστάσεις του σώματος και των μηχανισμών του, χωρίς αυτό να σημαίνει όμως ότι βρίσκομαι μακριά από μια σχετική συμβατή άποψη που σύντομα θα οριστικοποιηθεί, επί ενός τελικού σχεδίου. Το μέγεθος της απόκλισης, κυμαίνεται σε μερικά χιλιοστά, από ένα 0,9 1,6 Cm, νούμερα αμελητέα στο υποδεκάμετρο, αλλά τεράστια επί της κατασκευής. Το «δια ταύτα» των αποκλίσεων, αφορά την προσέγγιση των «τυπικών» διαστάσεων των Πιεστηρίων που μελετώ, π.χ., αγνοώ τις διαστάσεις μιας «τυπικής» τυπογραφικής τράπεζας ή το επί χάρτου τυπογραφικό ανάπτυγμα - επιφάνεια, που όρισε ο G ως τυπογραφικό μέγεθος.ουσιαστικά, που λένε, μας λείπει ή άκρια του μίτου. Αν γνωρίζετε κάτι επ αυτού βιβλιογραφικά, μου λέτε. Δεν το βρίσκω. Να σας πω λοιπόν ότι, οι εκτιμήσεις μας και με τα διάφορα εμπειρικά μέτρα και σταθμά, εμφανίζουν επί του σχεδιαστηρίου σημαντικές αποκλίσεις, τέτοιες, που στρεβλώνουν αισθητικά και λειτουργικά την εικόνα που προβάλει η πραγματικότητα. Η σχετική ασυμβατότητα των μεγεθών που μου δίνουν οι εκτιμήσεις, για τις περιφερειακές διαστάσεις του ξυλότυπου του Πιεστηρίου, για τα κινητά μέρη και για τις ειδικές διαστάσεις διαμετρήματα των μεταλλικών μερών, συγκρούονται και αυτοαναιρούνται ως στρεβλές αναλογίες. Όλα αυτά τα στοιχεία, πρέπει να τοποθετηθούν σε πολλές σχέσεις και εκδοχές, προκειμένου να συγκλίνουν σε μια εν δυνάμει γεωμετρία επιβεβαίωσης των κατά προσέγγιση διαστάσεων των πιεστηρίων (5 πρότυπα πρωτότυπα) που μελετώ. Πάραυτα, υπολογίζω ότι βρισκόμαστε πολύ κοντά στις κανονικές διαστάσεις κι αυτό, μετά από μια σειρά υπολογιστών των κατ εκτίμηση και από θέασης δεδομένων και με τις επινοημένες μονάδες «μέτρησης», δεν φτάσαμε όμως κοντά στα επίμαχα σημεία. [ ]

275 Αν ορίσω τον φορέα ως μέγεθος και ως λειτουργία, θα έχω ξεκλειδώσει την κατά τα άλλα χειρών ανθρώπου κατασκευή. Υπό το καθεστώς αυτής της απροσδιοριστίας των ειδικών σχέσεων, αποφάσισα να παρακάμψω τα γενικά δεδομένα της ολιστικής προσέγγισης και εστίασα στο μερικό. [ ] Προς τούτο, κατασκεύασα μοντέλα με απλά υλικά, που εξειδικεύονται προς το εγγύτερο του κανονικού, προκειμένου να προσομοιώσω αυτή τη λειτουργία, βασικά τη στρέψη κάθοδο. Σε ότι ενδιαφέρει το «μαραγκικό» κομμάτι του ξυλότυπου του σώματος της κατασκευής, τεχνικές, σχέσεις και υλικά συνάρμοσης των παντός μεγέθους μερών, όλα έχουν κατανοηθεί και αποτυπωθεί. [ ] Σημασία έχει, μετά από την αποτύπωση του υπό μελέτη Πιεστηρίου, να σχεδιαστεί η νέα πρόταση, η πρόταση Φλώρινας!!! κάτι που θα υπάρχει μεν ως γενική σχεδιαστική ιδέα, αλλά θα τροποποιείται προς το ιδιαιτέρως βέλτιστον κατά τις φάσεις κατασκευής. [ ] Ως επίλογο, μπορώ να πω, έχετε εμπιστοσύνη στη σιωπή των αριθμών και στον προορισθέντα χρόνο. Θα συζητήσουμε διεξοδικότερα στο γραφείο σας, για το σχεδιασμό και για τα διαδικαστικά, που αφορούν τις δαπάνες προμήθειας των υλικών και του κύκλου εργασιών, πράματα για τα οποία υπάρχει εκτίμηση - πρόνοια, αλλά όχι σαφής πρόβλεψη. Με τιμή Σουλτάνης Κώστας»

276 Επιστολή του καθηγητή κ. Μίμη Σουλιώτη «Από: MIMIS SOULIOTIS Ημερομηνία: 23 Ιουνίου :00 μ.μ. Θέμα: Re: ΓΟΥΤΕΜΒΕΡΓΙΟΣ... ΚΑΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΧΡΥΣΟΤΕΡΗ ΟΤΑΝ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ O [ ]. ΑΝΑΜΕΝΩ ΝΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ΚΑΙ ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΣΤΑΔΗΝ. ΧΑΙΡΕΤΩ ΚΑΙ ΧΑΙΡΩ Μ.Σ.»

277 Απόσπασμα συζήτησης με τον κ. Μ. Μπενιουδάκη [ ] Μ.Μ.: Αν ήταν να φτιάξω κάτι έτσι, να ξεφύγω από τα αρχικά σχέδια, τις γκραβούρες, οι γκραβούρες ήταν σκίτσα δεν ήταν που αυτό μας εδυσκόλεψε σε πολλά πράματα, αλλά δεν ήθελα να ξεφύγω από τα αρχικά σχέδια έτσι; μπορούσα να έχω απλοποιήσει αρκετά πράματα αλλά δεν το έκανα Κ.Σ.: Άρα, λοιπόν τα αυτά εδώ να απλουστεύσεις λοιπόν την κατασκευή; Μ.Μ.: Θα μπορούσα να την απλουστεύω, αλλά δεν ήθελα να ξεφύγω καθόλου Κ.Σ.: Σε ποια σημεία θα μπορούσες να την είχες απλουστεύσει; Μ.Μ.: Πρώτα πρώτα τα βιδώματα, θα μπορούσα να τα είχα απλοποιήσει, έτσι τα βιδώματα, το μοντάρισμα Κ.Σ.: Ναι Μ.Μ.: Τα κομμάτια, θα μπορούσα να τα είχα κάνει μηχανικά όλα στους τόρνους, και στη να μη με ενδιαφέρει η να ταχα ξεπετάξει στις μηχανές Κ.Σ.: Ωστόσο όμως Μ.Μ.: αλλά τα φτιαξα με τα χέρια να έχει τη το χειροποίητο απάνω Κ.Σ.: Το χειροποίητο και το ακριβές, αλλά είχες και κάποιες έτσι και κάποιες επιφυλάξεις, μήπως κάποια πράματα δεν Μ.Μ.: Όχι [ διακοπή συζήτησης για δουλειά του εργοστασίου] Κ.Σ.: Ωραία άρα λοιπόν, κοχλίας εεε το βασικό, το ποτήρι που λέμε Μ.Μ.: Το ποτήρι γιατί έχουμε σε ένα σημείο πάτημα, αν είχαμε πάτημα σε τέτοια επιφάνεια (δείχνει στο ιδιόχειρο) δε θα είχαμε την κάμψη, δε θα ήταν εύκαμπτο (εννοεί ) ενώ όταν πατάμε σε ένα σημείο και τα τέσσερα σημεία μας το κρατάνε απλώς Κ.Σ.: Αυτό είναι για την επιστροφή όπως είπες (διακοπή) Μ.Μ.: Δηλαδή τα σχέδια ήταν ένα τέτοιο πάχος (τέσσερα δάκτυλα περίπου) τα σχέδια που έφτιαξα εγώ, δουλευτήκανε Κ.Σ.: Δεν έχεις από αυτά τίποτα τώρα Μ.Μ.: κάπου στο αρχείο πρέπει να υπάρχουνε έχω ένα τέτοιο πάκο τα σχέδια, δηλαδή την κάθε λεπτομέρεια την κάναμε σχέδιο για να τη (παύση) Κ.Σ.: Μάλλιστα Τώρα εν πάσει περιπτώσει Μ.Μ.: Μετά δηλαδή (Χ., έχω δουλειά τώρα ) μετά, με μετατροπές που έκανα σε χιλιοστά από ίντσα, ξεκίνησα στο υπολογιστή να σχεδιάζω το μηχανολογικά πλέον το κομμάτι Κ.Σ.: Οτο καντ; Μ.Μ.: Στο οτο κατ μηχανολογικά Κ.Σ.: Ναι αφού έγιναν οι μετατροπές (εννοούσα των διαστάσεων) Μ.Μ.: Αφού έγιναν μετατροπές δε γίνανε! Κ.Σ.: Όχι γίνονταν (εννοούσα των διαστάσεων) Μ.Μ.: ήρθαν όχι τίποτα, είναι αυθεντικό, η σχεδίαση Κ.Σ.: Όχι, άλλο λέω, από ίντσες σε

278 Μ.Μ.: Γίνηκαν οι μετατροπές σε ιντσες από εκατοστά μετά από κει και πέρα εψάξαμε να βρούμε, την εποχή εκείνη από τι υλικό ήταν φτιαγμένο μίλησα με ένα Ολανδό που είναι ειδικός για μουσειακά κομμάτια Κ.Σ.: Έχετε υπόψη τον τον κύριο Σεγκ ολλανδός Κορνήλιος Σεγκ Μ.Μ.: Νομίζω ότι αυτός είναι Κ.Σ.: Ααα μπράβο λοιπόν? Μ.Μ.: Νομίζω ότι αυτός είναι Κ.Σ.: Έτσι Μ.Μ.: Είναι εδώ τον γνώρισα λοιπόν αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε Τικ όχι, συγνώμη Δρύγια Δρυς Κ.Σ.: Δρυς. Μ.Μ.: Δρυς Κ.Σ.: Αλλά καταλήξατε Μ.Μ.: Όχι, όχι δρυς Ααα; Κ.Σ.: Το περνάνε για οξυά τέλος πάντων δρυς, εγώ το είδα, εντάξει, δρυς και μάλιστα καλοβρασμένη δρυς Μ.Μ.: Ναι δρυς τώρα απ την, εδώ από την αγορά το πήρα Κ.Σ.: Ναι Μ.Μ.: Επεξεργάστηκε και δουλεύτηκε εδώ με όλα εδώ μέσα κάτω, δηλαδή το μαγαζί το μετατρέψαμε εν μέρει σε ξυλουργείο έτσι;... εεε, Κ.Σ.: Πληροφοριακά, εμείς για μαραγκό σας είχαμε Μ.Μ.: Όχι Κ.Σ.: Το διαπιστώνω Μ.Μ.: Εγώ έχω δουλέψει στην εφηβεία μου, μεγάλωσα στη Γερμανία, δούλεψα εκεί πέρα στα εφηβικά μου χρόνια σε ξυλουργείο τα απογέματα Κ.Σ.: Οπότε Μ.Μ.: Από κει απέκτησα την εμπειρία Κ.Σ.: Ακριβώς Μ.Μ.: Έχω κατασκευάσει σκάφος, μόνος μου, έχω εμπειρία του ξύλου εεε ξεκινήσαμε λοιπόν να χτίζουμε εεε να επεξεργαζόμαστε τα ξύλα (παύση) εεε Κ.Σ.: Επεξεργασία ξύλου λοιπόν Μ.Μ.: Και όλα με καβίλιες Κ.Σ.: Με καβίλιες Μ.Μ.: Οι ενώσεις πρεσαριστήκανε και μπήκανε μέσα Κ.Σ.: Τώρα, για παράδειγμα, εδώ είναι το επιστέγασμα επάνω, έτσι; Μ.Μ.: Ναι Κ.Σ.: Αυτό είναι το επιστέγασμα, εδώ (σκιτσάρω) Μ.Μ.: Έχει φωλιά μέσα Κ.Σ.: Κατεβατό εδώ πέρα πάμε εδώ κατόπιν ας πούμε ότι είναι αυτό εδώ πέρα (σκιτσάρω) το σημείο αυτό εδώ τώρα

279 Μ.Μ.: Αν προσέξατε, δεν ξέρω αν το παρατηρήσατε Κ.Σ.: Ναι Μ.Μ.: Είναι ακριβώς όπως ήταν στη γραβούρα Κ.Σ.: Το είδα στο διαδίκτυο, την έχω τη Μ.Μ.: Έτσι, δεν ξεφύγαμε καθόλου από κει πέρα διότι Κ.Σ.: Αναλογικά και Μ.Μ.: Διότι θέλαμε να είναι η γνησιότητά του γιατί έπαιζε σημασία, η γνησιότητα του κομματιού [ ]

280 ΕΔΕΣΣΑ ΤΣΕΠΕΛΟΒΟ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΟΜΑ Α Β ) ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΟΜΑ Α Β ) ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΟΜΑ Α Α ) ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΑΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΟΜΑ Α Β ) ΕΥΤΕΡΑ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2009 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης: «Σπουδές στην Εκπαίδευση» Οδηγός Σχολιασμού Διπλωματικής Εργασίας (βιβλιογραφική σύνθεση) ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: «ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΣΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΦΕΥΡΕΣΗ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ

Η ΕΦΕΥΡΕΣΗ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ Η ΕΦΕΥΡΕΣΗ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ Η εφεύρεση της τυπογραφίας Η εφεύρεση της τυπογραφίας δεν ανήκει ούτε σε κάποιο συγκεκριμένο λαό ούτε σε κάποια συγκεκριμένη χρονολογία. Η δόξα της εφεύρεσης αποδίδεται στον

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΟΣ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΟΔΗΓΟΣ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ "ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ & ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ" ΟΔΗΓΟΣ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Κοζάνη, 2015 Πίνακας περιεχομένων 1) ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΕΡΓΑΣΙΩΝ....

Διαβάστε περισσότερα

Π 1901 Παιδαγωγικοί προβληματισμοί από την εισαγωγή των ΤΠΕ στην εκπαίδευση

Π 1901 Παιδαγωγικοί προβληματισμοί από την εισαγωγή των ΤΠΕ στην εκπαίδευση ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Π 1901 Παιδαγωγικοί προβληματισμοί από την εισαγωγή των ΤΠΕ στην εκπαίδευση Ενότητα 3.1: Η ανάπτυξη της γνώσης και η εξέλιξη της «Τεχνολογίας

Διαβάστε περισσότερα

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 21

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 21 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, η ραγδαία αύξηση της διαθεσιμότητας των παρεχόμενων πληροφοριών σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας (επαγγελματικούς και μη), σε συνδυασμό

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας

ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας Ομιλία με θέμα: ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ & ΦΥΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ Εκδήλωση αριστούχων μαθητών: Οι μαθητές συναντούν τη Φυσική και η Φυσική

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΚΤΥΠΩΣΕΩΝ / Γ ΕΠΑΛ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 11/12/11

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΚΤΥΠΩΣΕΩΝ / Γ ΕΠΑΛ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 11/12/11 ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΚΤΥΠΩΣΕΩΝ / Γ ΕΠΑΛ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 11/12/11 ΘΕΜΑ Α Α1. Ποια είναι τα είδη των κυψελών των εκτυπωτικών κυλίνδρων της βαθυτυπίας; Μονάδες 6 Τα είδη των εκτυπωτικών κυλίνδρων

Διαβάστε περισσότερα

Μαθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Μαθηση και διαδικασίες γραμματισμού Μαθηση και διαδικασίες γραμματισμού Τι είδους δραστηριότητα είναι ο γραμματισμός; Πότε, πώς και γιατί εμπλέκονται οι άνθρωποι σε δραστηριότητες εγγραμματισμού; Σε ποιες περιστάσεις και με ποιο σκοπό; Καθημερινές

Διαβάστε περισσότερα

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους του Σταύρου Κοκκαλίδη Μαθηματικού Διευθυντή του Γυμνασίου Αρχαγγέλου Ρόδου-Εκπαιδευτή Στα προγράμματα Β Επιπέδου στις ΤΠΕ Ορισμός της έννοιας του σεναρίου.

Διαβάστε περισσότερα

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)» «Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)» Εισαγωγικά Στη σημερινή πρώτη μας συνάντηση θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε με απλό και ευσύνοπτο τρόπο

Διαβάστε περισσότερα

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10 ΚΡΙΤΗΡΙΑ Εύρος θέματος Τίτλος και περίληψη Εισαγωγή Βαθμολογία

Διαβάστε περισσότερα

«DARIAH-ΑΤΤΙΚΗ Ανάπτυξη της ελληνικής ερευνητικής υποδομής για τις ανθρωπιστικές επιστήμες ΔΥΑΣ» Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2015

«DARIAH-ΑΤΤΙΚΗ Ανάπτυξη της ελληνικής ερευνητικής υποδομής για τις ανθρωπιστικές επιστήμες ΔΥΑΣ» Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2015 ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΑΘΗΝΑ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΑΝΩΤΑΤΗ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΙΔΡΥΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΣ Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2015 Αξιότιμες

Διαβάστε περισσότερα

1. Η σκοπιμότητα της ένταξης εργαλείων ψηφιακής τεχνολογίας στη Μαθηματική Εκπαίδευση

1. Η σκοπιμότητα της ένταξης εργαλείων ψηφιακής τεχνολογίας στη Μαθηματική Εκπαίδευση 1. Η σκοπιμότητα της ένταξης εργαλείων ψηφιακής τεχνολογίας στη Μαθηματική Εκπαίδευση Στη βασική παιδεία, τα μαθηματικά διδάσκονται με στατικά μέσα α) πίνακα/χαρτιού β) κιμωλίας/στυλού γ) χάρτινου βιβλίου.

Διαβάστε περισσότερα

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα Σχέδια Εκθέσεων

Διαβάστε περισσότερα

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η δημιουργικότητα είναι η λειτουργία που επιτρέπει στο νου να πραγματοποιήσει ένα άλμα, πολλές φορές εκτός του αναμενόμενου πλαισίου, να αναδιατάξει τα δεδομένα με απρόσμενο τρόπο, υπερβαίνοντας

Διαβάστε περισσότερα

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος Δομή του Σεμιναρίου: Εισαγωγικά (10.10) Τι είναι θεωρία; Σε τι χρησιμεύει; (17.10) Εύρημα / έργο / έκθεμα / δημιουργός

Διαβάστε περισσότερα

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή Τα σχέδια μαθήματος αποτελούν ένα είδος προσωπικών σημειώσεων που κρατά ο εκπαιδευτικός προκειμένου να πραγματοποιήσει αποτελεσματικές διδασκαλίες. Περιέχουν πληροφορίες

Διαβάστε περισσότερα

Ερευνητική Εργασία Project 6 ΒΙΒΛΙΟ Υ Π Ε Ύ Θ Υ Ν Ο Ι Κ Α Θ Η Γ Η Τ Έ Σ : Ε. Μ Π Ι Λ Α Ν Ά Κ Η Φ. Α Ν Τ Ω Ν Ά Τ Ο Σ

Ερευνητική Εργασία Project 6 ΒΙΒΛΙΟ Υ Π Ε Ύ Θ Υ Ν Ο Ι Κ Α Θ Η Γ Η Τ Έ Σ : Ε. Μ Π Ι Λ Α Ν Ά Κ Η Φ. Α Ν Τ Ω Ν Ά Τ Ο Σ Ερευνητική Εργασία Project 6 ΒΙΒΛΙΟ Υ Π Ε Ύ Θ Υ Ν Ο Ι Κ Α Θ Η Γ Η Τ Έ Σ : Ε. Μ Π Ι Λ Α Ν Ά Κ Η Φ. Α Ν Τ Ω Ν Ά Τ Ο Σ ΓΕΝΙΚΑ Παγκοσμίως σήμερα ως βιβλίο εννοείται η συνηθέστερη κατηγορία έντυπου αντικειμένου,

Διαβάστε περισσότερα

Δομή και Περιεχόμενο

Δομή και Περιεχόμενο Υπουργείο Παιδείας & Πολιτισμού Διεύθυνση Δημοτικής Εκπαίδευσης Δομή και Περιεχόμενο Ομάδα Υποστήριξης Νέου Αναλυτικού Προγράμματος Εικαστικών Τεχνών Ιανουάριος 2013 Δομή ΝΑΠ Εικαστικών Τεχνών ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Η ιστορική εξέλιξη της τυπογραφίας

Η ιστορική εξέλιξη της τυπογραφίας Εκπαιδευτήριο TO ΠΑΓΚΡΗΤΙΟΝ Σχολικό Έτος 2008-2009 Συνθετικές εργασίες στο μάθημα Πληροφορική Τεχνολογία της Β Γυμνασίου: Όψεις της Τεχνολογίας Θέμα: Η ιστορική εξέλιξη της τυπογραφίας Τμήμα: ΗΥ: Ομάδα:

Διαβάστε περισσότερα

Διαδραστικός πίνακας και φιλολογικά μαθήματα. Επιμέλεια: Νότα Σεφερλή

Διαδραστικός πίνακας και φιλολογικά μαθήματα. Επιμέλεια: Νότα Σεφερλή Διαδραστικός πίνακας και φιλολογικά μαθήματα Επιμέλεια: Νότα Σεφερλή Περί τίνος πρόκειται Υβριδική συσκευή που συνδυάζει κλασικά χαρακτηριστικά πίνακα τάξης με χαρακτηριστικά των ΤΠΕ Μπορεί να δείξει ό,τι

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Σπύρος Τσιπίδης Γεω - οπτικοποίηση χωρωχρονικών αρχαιολογικών δεδομένων Περίληψη διατριβής H παρούσα εργασία

Διαβάστε περισσότερα

Διδακτική της Πληροφορικής

Διδακτική της Πληροφορικής ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 3: Η Πληροφορική στην Ελληνική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση - Γυμνάσιο Σταύρος Δημητριάδης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό

Διαβάστε περισσότερα

Α. Στόχοι σε επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων

Α. Στόχοι σε επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΣΕΝΑΡΙΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ Οριζόντια αντιστοίχιση Στόχων Μεθόδων Δραστηριοτήτων - Εποπτικού Υλικού - Αξιολόγησης Α. Στόχοι σε επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων ΣΤΟΧΟΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΟΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ. 10/7/2006 Λύσανδρος Τσούλος Χαρτογραφία Ι 1

ΟΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ. 10/7/2006 Λύσανδρος Τσούλος Χαρτογραφία Ι 1 ΟΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ 10/7/2006 Λύσανδρος Τσούλος Χαρτογραφία Ι 1 Τοποθέτηση του προβλήµατος Ο σχεδιασµός είναι δηµιουργία -- οσχεδιασµός του χάρτη είναι µια δηµιουργική και όχι τυποποιηµένη διαδικασία

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία ερευνητικής εργασίας

Μεθοδολογία ερευνητικής εργασίας Μεθοδολογία ερευνητικής εργασίας Σύντομος οδηγός επιβίωσης Μεθοδολογία Ερευνητικής Εργασίας: Γ. Τράπαλης & Ά. Μητρέλης 1 Τι είναι Έρευνα: η παραγωγή πρωτότυπων αποτελεσμάτων μέσω της συστηματικής, ορθολογικής

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ & ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α.Τ.Ε.Ι. ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΑΡΙΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: AΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ / ΧΩΡΟΙ ΑΝΑΨΥΧΗΣ

ΣΧΟΛΗ ΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ & ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α.Τ.Ε.Ι. ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΑΡΙΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: AΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ / ΧΩΡΟΙ ΑΝΑΨΥΧΗΣ ΣΧΟΛΗ ΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ & ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α.Τ.Ε.Ι. ΤΜΗΜΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ, ΔΙΑΚΟΣΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΑΡΙΝΟ 2011-12 ΜΑΘΗΜΑ: AΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ / ΧΩΡΟΙ ΑΝΑΨΥΧΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Ενότητα 7: Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Επίκ. Καθηγητής: Νίκος Φωτόπουλος e-mail: nfotopoulos@uowm.gr Τηλ. Επικοινωνίας: 23850-55150

Διαβάστε περισσότερα

Ρετσινάς Σωτήριος ΠΕ 1703 Ηλεκτρολόγων ΑΣΕΤΕΜ

Ρετσινάς Σωτήριος ΠΕ 1703 Ηλεκτρολόγων ΑΣΕΤΕΜ Ρετσινάς Σωτήριος ΠΕ 1703 Ηλεκτρολόγων ΑΣΕΤΕΜ Τι είναι η ερευνητική εργασία Η ερευνητική εργασία στο σχολείο είναι μια δυναμική διαδικασία, ανοιχτή στην αναζήτηση για την κατανόηση του πραγματικού κόσμου.

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ (1) ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΠΙΠΕΔΟ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΚΩΔΙΚΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΝAOME1372 ΕΞΑΜΗΝΟ ΣΠΟΥΔΩΝ 10 ο ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕ - 9900 ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

ΜΕ - 9900 ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΜΕ9900 ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Έρευνα και Συγγραφή Λέκτορας Διάλεξη

Διαβάστε περισσότερα

Ερευνητική Εργασία Μέρος 3 ο

Ερευνητική Εργασία Μέρος 3 ο Ερευνητική Εργασία Μέρος 3 ο Ασημίνα Κοντογεωργίου Λάρισα, Νοέμβριος 2011 Πέμπτη Φάση: Επιλογή Τρόπων Αναπαράστασης των Νέων Γνώσεων Ρόλος εκπαιδευτικού: Στηρίζει μαθητές στην αναζήτηση περισσοτέρων και

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Ονοματεπώνυμο: Τουφεξή Ασπασία Σειρά: 12 Επιβλέπων καθηγητής: Ιωαννίδης Α. Διευθυντής ΠΜΣ: Σιώμκος Γεώργιος Ο ρόλος του μουσείου

Διαβάστε περισσότερα

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο για τις ανάγκες της Πράξης «ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (Σχολείο 21ου αιώνα) Πιλοτική Εφαρμογή». Α. ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΠΙΛΟΤΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.) ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.) ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (Π.Ι.Ε.)

Διαβάστε περισσότερα

Εφαρμογές πρακτικών της παιδαγωγικής του γραμματισμού και των πολυγραμματισμών. Άννα Φτερνιάτη Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών

Εφαρμογές πρακτικών της παιδαγωγικής του γραμματισμού και των πολυγραμματισμών. Άννα Φτερνιάτη Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών Εφαρμογές πρακτικών της παιδαγωγικής του γραμματισμού και των πολυγραμματισμών Άννα Φτερνιάτη Επίκουρη Καθηγήτρια ΠΤΔΕ Παν/μίου Πατρών Οι σύγχρονες τάσεις που κυριαρχούν στη διδακτική του γλωσσικού μαθήματος

Διαβάστε περισσότερα

1. Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην εκπαιδευτική διαδικασία

1. Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην εκπαιδευτική διαδικασία 1. Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην εκπαιδευτική διαδικασία Ο διδακτικός σχεδιασμός (instructional design) εμφανίσθηκε στην εκπαιδευτική διαδικασία και στην κατάρτιση την περίοδο

Διαβάστε περισσότερα

Εφαρμογή της Σ.Κ.Ζ.: Ερευνητικά Ερωτήματα-Συμπλήρωση φόρμας υποβολής θέματος-οργάνωση Ατομικού και Ομαδικού Φακέλου- Αξιολόγηση

Εφαρμογή της Σ.Κ.Ζ.: Ερευνητικά Ερωτήματα-Συμπλήρωση φόρμας υποβολής θέματος-οργάνωση Ατομικού και Ομαδικού Φακέλου- Αξιολόγηση Εφαρμογή της Σ.Κ.Ζ.: Ερευνητικά Ερωτήματα-Συμπλήρωση φόρμας υποβολής θέματος-οργάνωση Ατομικού και Ομαδικού Φακέλου- Αξιολόγηση Χριστίνα Φ. Βαμβούρη Σχ. Σύμβουλος ΠΕ02 Δράμας Δράμα 5/11/2013 Ερευνητικά

Διαβάστε περισσότερα

Τομέας Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου ATS2020 ΤΟΜΕΙΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΜΕ ΣΤΟΧΟΥΣ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ

Τομέας Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου ATS2020 ΤΟΜΕΙΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΜΕ ΣΤΟΧΟΥΣ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ ATS2020 ΤΟΜΕΙΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΜΕ ΣΤΟΧΟΥΣ ΕΠΙΤΕΥΞΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ 1. Σχεδιασμός στρατηγικών για διερεύνηση 1.1. Εντοπίζουν σημαντικές ανάγκες/ προβλήματα/ ερωτήματα για διερεύνηση

Διαβάστε περισσότερα

Πτυχιακή διατριβή. Η επίδραση της τασιενεργής ουσίας Ακεταλδεΰδης στη δημιουργία πυρήνων συμπύκνωσης νεφών (CCN) στην ατμόσφαιρα

Πτυχιακή διατριβή. Η επίδραση της τασιενεργής ουσίας Ακεταλδεΰδης στη δημιουργία πυρήνων συμπύκνωσης νεφών (CCN) στην ατμόσφαιρα ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή διατριβή Η επίδραση της τασιενεργής ουσίας Ακεταλδεΰδης στη δημιουργία πυρήνων συμπύκνωσης νεφών (CCN)

Διαβάστε περισσότερα

Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού Mάθηση και διαδικασίες γραμματισμού Διαβάστε προσεκτικά την λίστα που ακολουθεί. Ποιες από τις δραστηριότητες που αναφέρονται θεωρείτε ότι θα συνέβαλαν περισσότερο στην προώθηση του γραμματισμού των παιδιών

Διαβάστε περισσότερα

Οδηγίες για τη συγγραφή διπλωματικής εργασίας στα πλαίσια του ΠΜΣ «Εφαρμοσμένη Στατιστική» του τμ. Στατιστικής και Ασφαλιστικής επιστήμης.

Οδηγίες για τη συγγραφή διπλωματικής εργασίας στα πλαίσια του ΠΜΣ «Εφαρμοσμένη Στατιστική» του τμ. Στατιστικής και Ασφαλιστικής επιστήμης. 1. ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ 1.1. Γενικά Οδηγίες για τη συγγραφή διπλωματικής εργασίας στα πλαίσια του ΠΜΣ «Εφαρμοσμένη Στατιστική» του τμ. Στατιστικής και Ασφαλιστικής επιστήμης. Η διπλωματική εργασία (ΔΕ) αποτελεί

Διαβάστε περισσότερα

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή Πώς μαθαίνουν τα παιδιά να μιλούν? Προσπαθώντας να επικοινωνήσουν Πώς μαθαίνουν τα παιδιά να γράφουν? Μαθαίνoυν να γράφουν γράφοντας Η γραφή λύνει προβλήματα

Διαβάστε περισσότερα

Παπαμιχαλοπούλου Ελευθερία, Νηπιαγωγός Ειδικής Αγωγής Τ.Ε. 1 ο Νηπιαγωγείου Ελληνικού Υπ. Διδάκτορας Ειδικής Αγωγής, Τ.Ε.Α.Π.Η.

Παπαμιχαλοπούλου Ελευθερία, Νηπιαγωγός Ειδικής Αγωγής Τ.Ε. 1 ο Νηπιαγωγείου Ελληνικού Υπ. Διδάκτορας Ειδικής Αγωγής, Τ.Ε.Α.Π.Η. Π3.2.2. Κοινωνικές Ιστορίες που αφορούν στην Προσωπική και Κοινωνική Ανάπτυξη και στην κατανόηση κοινωνικών καταστάσεων για μαθητές με αναπηρία Π3.2.3. Κοινωνικές Ιστορίες που αφορούν στη διαχείριση κινδύνων

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΜΑΘΗΤΩΝ 1. Ατομικά ΑΤΟΜΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ Επειδή οι φάκελοι κατατίθενται στο τέλος του τετραμήνου (μαζί με την Ερευνητική Έκθεση

Διαβάστε περισσότερα

Συγγραφή Τεχνικών Κειμένων

Συγγραφή Τεχνικών Κειμένων Συγγραφή Τεχνικών Κειμένων Η Ανάπτυξη του κειμένου Από τις διαλέξεις του μαθήματος του Α εξαμήνου σπουδών του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Τοπογραφίας & Γεωπληροφορικής Κ. Παπαθεοδώρου, Αναπληρωτής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ. Οδηγός Εκπόνησης ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ. Οδηγός Εκπόνησης ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Οδηγός Εκπόνησης ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2015 Περιεχόμενα 1. Τι είναι η πτυχιακή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΝΩΤΑΤΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών

3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών 3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται τα συνοπτικά περιγράμματα των μαθημάτων που διδάσκονται στο Πρόγραμμα Σπουδών, είτε αυτά προσφέρονται από το τμήμα που είναι

Διαβάστε περισσότερα

Τσικολάτας Α. (2011) Οι ΤΠΕ ως Εκπαιδευτικό Εργαλείο στην Ειδική Αγωγή. Αθήνα

Τσικολάτας Α. (2011) Οι ΤΠΕ ως Εκπαιδευτικό Εργαλείο στην Ειδική Αγωγή. Αθήνα Οι ΤΠΕ ως Εκπαιδευτικό Εργαλείο στην Ειδική Αγωγή Τσικολάτας Αλέξανδρος Αναπληρωτής Καθηγητής, ΕΕΕΕΚ Παμμακαρίστου, tsikoman@hotmail.com Περίληψη Στην παρούσα εργασία γίνεται διαπραγμάτευση του ρόλου των

Διαβάστε περισσότερα

Α. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 6. ΧΩΡΟΣ

Α. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 6. ΧΩΡΟΣ Α. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 6. ΧΩΡΟΣ Ο καλλιτέχνης μπορεί να συμπεριλάβει ή να αγνοήσει τη διάσταση του χώρου στην απεικόνιση που εκτελεί. Όταν περιγράφει το βάθος του οπτικού πεδίου με διάφορους

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΤΠΕ ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΕΝΑΡΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πηγές και μέθοδοι (συνέχεια) Ο κλασικός αρχαιολόγος ταξινομεί το υλικό του: Κατά χρονική

Διαβάστε περισσότερα

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα Σχέδια

Διαβάστε περισσότερα

Βασικό Σχέδιο 1 ΒΑΣΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ( Α εξ) 4,5 5. Γραμμικό Σχέδιο Δεν αντιστοιχείται 3,5. ECTS ΠΑΔΑ Ιστορία Τυπογραφίας & Εισαγωγή στις Γραφικές Τέχνες

Βασικό Σχέδιο 1 ΒΑΣΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ( Α εξ) 4,5 5. Γραμμικό Σχέδιο Δεν αντιστοιχείται 3,5. ECTS ΠΑΔΑ Ιστορία Τυπογραφίας & Εισαγωγή στις Γραφικές Τέχνες Α ΕΞΑΜΗΝΟ Πρόγραμμα Χρώμα - Ελεύθερο Σχέδιο ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΧΡΩΜΑΤΟΣ ( Α εξ) ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΧΕΔΙΟ- ΣΥΝΘΕΣΗ- ΜΟΡΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ (Α εξ) 9 5 5 Βασικό Σχέδιο 1 ΒΑΣΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ( Α εξ) 4, Γραμμικό Σχέδιο Δεν αντιστοιχείται

Διαβάστε περισσότερα

Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Στη διάρκεια του μαθήματος οι φοιτητές/τριες

Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Στη διάρκεια του μαθήματος οι φοιτητές/τριες Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Περιγραφή του μαθήματος - στόχοι: Το μάθημα εξετάζει τις κοινωνικές, πολιτισμικές και ιστορικές διαστάσεις της ανάπτυξης του θεσμού του μουσείου και η ανάπτυξη

Διαβάστε περισσότερα

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο για τις ανάγκες της Πράξης «ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (Σχολείο 21ου αιώνα) Πιλοτική Εφαρμογή». Α. ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΠΙΛΟΤΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Γεωργία Ε. Αντωνέλου Επιστημονικό Προσωπικό ΕΕΥΕΜ Μαθηματικός, Msc. antonelou@ecomet.eap.gr

Γεωργία Ε. Αντωνέλου Επιστημονικό Προσωπικό ΕΕΥΕΜ Μαθηματικός, Msc. antonelou@ecomet.eap.gr Γεωργία Ε. Αντωνέλου Επιστημονικό Προσωπικό ΕΕΥΕΜ Μαθηματικός, Msc. antonelou@ecomet.eap.gr Θεμελίωση μιας λύσης ενός προβλήματος από μια πολύπλευρη (multi-faceted) και διαθεματική (multi-disciplinary)

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ

ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ ΤΙ ΡΩΤΑΜΕ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ; ΤΙ ΜΑΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ; ΠΩΣ ΜΑΣ ΤΟ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ; ΣΥΝΘΕΣΗ: Οργάνωση ενός συνόλου από επιμέρους στοιχεία σε μια ενιαία διάταξη Αρχική ιδέα σύνθεσης

Διαβάστε περισσότερα

III_Β.1 : Διδασκαλία με ΤΠΕ, Γιατί ;

III_Β.1 : Διδασκαλία με ΤΠΕ, Γιατί ; III_Β.1 : Διδασκαλία με ΤΠΕ, Γιατί ; Eρωτήματα ποιες επιλογές γίνονται τελικά; ποιες προκρίνονται από το Π.Σ.; ποιες προβάλλονται από το εγχειρίδιο; ποιες υποδεικνύονται από το ίδιο το αντικείμενο; με

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η εκπαιδευτική έρευνα και ο σχεδιασμός της Διδάσκων: Νίκος Ανδρεαδάκης ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 1 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου Κάποιες έννοιες Επιστήμη : κάθε συστηματικό πεδίο μελέτης ή σύστημα γνώσης που έχει ως σκοπό

Διαβάστε περισσότερα

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Σχολή ΣΑΚΕ Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πρόγραμμα Σπουδών ΕΛΠΟΛ Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό Θεματική Ενότητα ΕΛΠ42

Διαβάστε περισσότερα

Επαγγελματικές κάρτες

Επαγγελματικές κάρτες Επαγγελματικές κάρτες Αφροδίτη Οικονόμου Νηπιαγωγός afoikon@uth.gr Η παρουσίαση αναπτύχθηκε για την πλατφόρμα Ταξίδι στον γραμματισμό Θεματική: Τα επαγγέλματα των γονιών της τάξης μας ΤΙΤΛΟΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ:

Διαβάστε περισσότερα

Σύγχρονες διαδικασίες σχεδιασμού, Ανάπτυξης και Παραγωγής προϊόντων

Σύγχρονες διαδικασίες σχεδιασμού, Ανάπτυξης και Παραγωγής προϊόντων Σύγχρονες διαδικασίες σχεδιασμού, Ανάπτυξης και Παραγωγής προϊόντων Ερευνητικές δραστηριότητες εργαστηρίου του Δρ. Μάρκου Πετούση 1. Εισαγωγή Η εμβιομηχανική είναι η επιστήμη, στην οποία εφαρμόζονται στη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ E ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 8467 23 Νοεμβρίου 2017 ΤΕΥΧΟΣ ΤΡΙΤΟ Αρ. Φύλλου 1174 ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ - ΛΟΙΠΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Αριθμ. 1617034157/20-7-2017

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΑ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΥΔΑΤΩΝ Γεωργίου

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 5 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Συγγραφή επιστημονικής εργασίας. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. 5 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Συγγραφή επιστημονικής εργασίας. Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 5 η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Συγγραφή επιστημονικής εργασίας Ι. Δημόπουλος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών. ΤΕΙ Πελοποννήσου Συγγραφή επιστημονικής εργασίας Κάθε επιστημονική εργασία

Διαβάστε περισσότερα

Συγγραφή Τεχνικών Κειμένων

Συγγραφή Τεχνικών Κειμένων Συγγραφή Τεχνικών Κειμένων Η Δομή του Γραπτού Από τις διαλέξεις του μαθήματος του Α εξαμήνου σπουδών του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Τοπογραφίας & Γεωπληροφορικής Κ. Παπαθεοδώρου, Αναπληρωτής

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΧΟΛΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ στη «ΝΑΥΤΙΛΙΑ»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΧΟΛΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ στη «ΝΑΥΤΙΛΙΑ» ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΧΟΛΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ στη «ΝΑΥΤΙΛΙΑ» ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ Α. ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 1 2 3 ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών έρευνα ανακάλυψη εφεύρεσηκαινοτομία-επινόηση εξέλιξη 4 5 Ανακάλυψη: εύρεση αντικειμένου που προϋπήρχε, αλλά ήταν άγνωστο. Ανακάλυψη (επιστήμη):

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΕΥΘΕΡΟ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ Β Ενιαίου Λυκείου (Μάθημα : Κατεύθυνσης)

ΕΛΕΥΘΕΡΟ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ Β Ενιαίου Λυκείου (Μάθημα : Κατεύθυνσης) ΕΛΕΥΘΕΡΟ - ΠΡΟΟΠΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ Β Ενιαίου Λυκείου (Μάθημα : Κατεύθυνσης) ΓΕΝΙΚΟΙ ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ Το μάθημα απευθύνεται σε μαθητές με ειδικό ενδιαφέρον για το ΣΧΕΔΙΟ (Ελεύθερο και Προοπτικό) και που ενδέχεται

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

Η ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Η ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Μετά την προετοιμασία που κάναμε συγκεντρώνοντας και ταξινομώντας το υλικό καταλήγουμε στο σχεδιάγραμμα της μελέτης, που όπως είπαμε ταυτίζεται με τον πίνακα περιεχομένων. Το σχεδιάγραμμα

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία The project Εισαγωγή ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και διδασκαλία Στόχοι Να κατανοήσετε τις έννοιες της κοινωνικοπολιτισμικής ετερότητας και ένταξης στο χώρο της

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1 ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΧΑΡΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΧΡΗΣΗ β. φιλιππακοπουλου 1 Αναλυτικό Πρόγραµµα 1. Εισαγωγή: Μια επιστηµονική προσέγγιση στη χαρτογραφική απεικόνιση και το χαρτογραφικό σχέδιο

Διαβάστε περισσότερα

«Αριθμητική και πειραματική μελέτη της διεπιφάνειας χάλυβασκυροδέματος στις σύμμικτες πλάκες με χαλυβδόφυλλο μορφής»

«Αριθμητική και πειραματική μελέτη της διεπιφάνειας χάλυβασκυροδέματος στις σύμμικτες πλάκες με χαλυβδόφυλλο μορφής» ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ «Αριθμητική και πειραματική μελέτη της διεπιφάνειας χάλυβασκυροδέματος στις σύμμικτες πλάκες με χαλυβδόφυλλο μορφής» του Θεμιστοκλή Τσαλκατίδη, Δρ. Πολιτικού Μηχανικού

Διαβάστε περισσότερα

Δ Φάση Επιμόρφωσης. Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Γραφείο Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων. 15 Δεκεμβρίου 2010

Δ Φάση Επιμόρφωσης. Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Γραφείο Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων. 15 Δεκεμβρίου 2010 Επιμόρφωση Εκπαιδευτικών Δημοτικής, Προδημοτικής και Ειδικής Εκπαίδευσης για τα νέα Αναλυτικά Προγράμματα (21-22 Δεκεμβρίου 2010 και 7 Ιανουαρίου 2011) Δ Φάση Επιμόρφωσης Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού

Διαβάστε περισσότερα

Ανδριοπούλου Αγγελική Σταθοπούλου Σωτηρία Χαλούλη Αλεξία Ψαράκη Κωνσταντίνα. Leonardo Da Vinci. Ανατομία Ενός Μυαλού

Ανδριοπούλου Αγγελική Σταθοπούλου Σωτηρία Χαλούλη Αλεξία Ψαράκη Κωνσταντίνα. Leonardo Da Vinci. Ανατομία Ενός Μυαλού Οι μαθητές με αφορμή το πολύπλευρο έργο του Λεονάρντο Ντα Βίντσι προσέγγισαν επιστημονικά και καλλιτεχνικά πεδία του ενδιαφέροντός τους σε μία προσπάθεια να «αποκωδικοποιήσουν» τον επιστήμονα και καλλιτέχνη

Διαβάστε περισσότερα

185 Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης Ιωαννίνων

185 Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης Ιωαννίνων 185 Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης Ιωαννίνων Το Τμήμα Επιστημών της Τέχνης αποτελεί ανεξάρτητο Τμήμα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και λειτουργεί από το ακαδημαϊκό έτος 2000-01. Το Τμήμα ιδρύθηκε

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Τίτλος μαθήματος ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΥΠΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιλογής / Ενότητα Τεχνών (ΤΕ) ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΕΙΡΗΝΗ ΝΑΚΟΥ ΚΩΔΙΚΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: ΚΤ1121 ΜΟΝΑΔΕΣ ECTS:

Διαβάστε περισσότερα

Θέλετε να διαθέσετε ένα αρχείο στο διαδίκτυο;

Θέλετε να διαθέσετε ένα αρχείο στο διαδίκτυο; Θέλετε να διαθέσετε ένα αρχείο στο διαδίκτυο; Θέλετε να διαθέσετε ένα αρχείο στο διαδίκτυο; Ένας σύντομος οδηγός για να σας διευκολύνει στη λήψη αποφάσεων για τη διάθεση του αρχείου σας σε αποθετήριο του

Διαβάστε περισσότερα

Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας Μεσοπόλεμος)

Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας Μεσοπόλεμος) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας Μεσοπόλεμος) Ενότητα 2: Ιστορική-ερμηνευτική μέθοδος Βασίλειος Φούκας

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9: Κριτήρια αξιολόγησης αυτοαξιολόγησης γραπτής ερευνητικής εργασίας με έμφαση στην πτυχιακή εργασία

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Οδηγός Εκπόνησης Διπλωματικής Εργασίας ΣΠΑΡΤΗ 2010-11 Περιεχόμενα 1.ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ Της ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676)

Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676) Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676) Το Τμήμα Το Τμήμα με το νόμο 4521/2018 εντάχτηκε στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής μετά την κατάργηση του ΤΕΙ Αθήνας. Το Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες: Πρόταση Διδασκαλίας Ενότητα: Τάξη: 7 η - Τέχνη: Μια γλώσσα για όλους, σε όλες τις εποχές Γ Γυμνασίου Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος Α: Στόχοι Οι μαθητές/ τριες: Να

Διαβάστε περισσότερα

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ 1 ΚΡΙΤΗΡΙΑ Βαθμολογία

Διαβάστε περισσότερα

Οδηγός για την Συγγραφή Εργασιών

Οδηγός για την Συγγραφή Εργασιών Οδηγός για την Συγγραφή Εργασιών Τμήμα Τεχνών Ήχου & Εικόνας Κέρκυρα 2/10/2009 Ο παρών Οδηγός περιέχει βασικούς κανόνες για την εκπόνηση κάθε εργασίας (προπτυχιακής, ατομικής, πτυχιακής, μεταπτυχιακής,

Διαβάστε περισσότερα

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗΣ

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗΣ 1 ο ΕΠΑΛ Ιλίου 5 ο ΣΕΚ Γ Αθήνας Τομέας Εφαρμοσμένων Τεχνών Ειδικότητα Γραφικών Τεχνών Χατζηγιαννάκη Β. Ρόκου Χ. Λιομαζώχτρες Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗΣ Χαρακτική: η τέχνη της εγχάραξης μιας σκληρής επίπεδης,

Διαβάστε περισσότερα

Ίσως/ Παρατηρήσεις/σχόλια Ακαδημαϊκού λόγου. Υπάρ χουν αμφιβολί ες

Ίσως/ Παρατηρήσεις/σχόλια Ακαδημαϊκού λόγου. Υπάρ χουν αμφιβολί ες Χαρακτηριστικά ΝΑΙ Ο Ίσως/ Παρατηρήσεις/σχόλια Ακαδημαϊκού λόγου Τεκμηρίωση Κριτική αποτίμηση των πηγών (είναι οι πηγές έγκυρες και αξιόπιστες) Αναδεικνύονται τα νέα στοιχεία Υπάρχουν σύγχρονες (της τελευταίας

Διαβάστε περισσότερα

Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση

Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση Κ. Χαλκιά Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών 2 Το διαδίκτυο: αποτελεί ένα νέο διδακτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ (1) ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΙ ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ & ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΤΜΗΜ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΤΜΗΜΑ Ι ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες 2.2.2 Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες 2.2.2 Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ. 2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) 2.2.1. Βασικές έννοιες Έχει παρατηρηθεί ότι δεν υπάρχει σαφής αντίληψη της σηµασίας του όρου "διοίκηση ή management επιχειρήσεων", ακόµη κι από άτοµα που

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Eνότητα 1: Εισαγωγή. Θεωρία, Μέθοδοι και Δεδομένα (2/4) 2ΔΩ Διδάσκοντες: Χ. Κασίμης- Ελ. Νέλλας Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης Μαθησιακοί

Διαβάστε περισσότερα

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής»

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής» Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής» Ειδίκευση B «Γραμματισμός, αφήγηση και διδασκαλία της Ελληνικής ως πρώτης και ως δεύτερης/ξένης» Στην ειδίκευση αυτή προσφέρονται

Διαβάστε περισσότερα

Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS Μαμάη 3, 104 40 Αθήνα. Τηλ- Fax. 210 8228795 E-mail:schools@medsos.gr www.medsos.gr www.climateactions.gr

Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS Μαμάη 3, 104 40 Αθήνα. Τηλ- Fax. 210 8228795 E-mail:schools@medsos.gr www.medsos.gr www.climateactions.gr Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS Μαμάη 3, 104 40 Αθήνα. Τηλ- Fax. 210 8228795 E-mail:schools@medsos.gr www.medsos.gr www.climateactions.gr Εισαγωγή Η αλλαγή του κλίματος αποτελεί στις μέρες μας ένα αδιαμφισβήτητο

Διαβάστε περισσότερα

3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών

3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών 3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται τα συνοπτικά περιγράμματα των μαθημάτων που διδάσκονται στο Πρόγραμμα Σπουδών, είτε αυτά προσφέρονται από το τμήμα που είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος Αναπαράσταση του κλασικού: Το κλασικό παρελθόν δεν ανασκάπτεται ώστε να μελετηθεί ως αυτόνομη ιστορική οντότητα,

Διαβάστε περισσότερα

Μαθηματικά Β Δημοτικού. Πέτρος Κλιάπης

Μαθηματικά Β Δημοτικού. Πέτρος Κλιάπης Μαθηματικά Β Δημοτικού Πέτρος Κλιάπης Ο μαθητής σε μια σύγχρονη τάξη μαθηματικών: Δεν αντιμετωπίζεται ως αποδέκτης μαθηματικών πληροφοριών, αλλά κατασκευάζει δυναμικά τη μαθηματική γνώση μέσα από κατάλληλα

Διαβάστε περισσότερα