ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Η σημασία και ο ρόλος της ασφάλειας τροφίμων, της προέλευσης και της ιχνηλασιμότητας στον προσδιορισμό της ζήτησης πιστοποιημένων φρούτων και λαχανικών ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΤΣΙΑΜΠΑΡΛΗ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009

2 ...Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση ώστε να μην υπερεκτιμούμε την επιστήμη και τις μεθόδους της όταν τίθεται ζήτημα επίλυσης προβλημάτων της ανθρωπότητας, ούτε πρέπει να υποθέτουμε ότι οι ειδικοί είναι οι μόνοι που έχουν το δικαίωμα να απαντούν σε ερωτήσεις που επηρεάζουν την οργάνωση της κοινωνίας. A. Einstein 2

3 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά όσους συνέβαλαν με την επιστημονική, την υλική και την ανθρώπινη συμπαράστασή τους ώστε να διεξαχθεί και να ολοκληρωθεί αυτή η έρευνα. Ευχαριστίες οφείλω στην επιβλέπουσα καθηγήτρια της μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας και διδάσκουσα του ΠΜΣ κ. Τσακιρίδου Ευθυμία για τη βοήθεια και τη συμπαράσταση που μου παρείχε. Ευχαριστώ τον καθηγητή κ. Κωνσταντίνο Μάττα και την αναπληρώτρια καθηγήτρια κ. Ειρήνη Τζίμητρα-Καλογιάννη, οι οποίοι συμμετείχαν στην Τριμελή Εξεταστική Επιτροπή και με τις παρατηρήσεις τους και τις προτάσεις συνέβαλαν στη βελτίωση της διατριβής μου. Ακόμη ευχαριστώ τους συγγενείς και φίλους μου για τη συνεχή υποστήριξη και παρότρυνσή τους. Τέλος, ένα μεγάλο ευχαριστώ οφείλω στην οικογένειά μου που με στήριξαν ηθικά και οικονομικά σε όλη τη διάρκεια των σπουδών μου. Ελισάβετ Τσιαμπαρλή Θεσσαλονίκη

4 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ.3 ΠΕΡΙΛΗΨΗ.. 4 ABSTRACT..5 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 6 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ...11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ..15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ, THN ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΟΡΙΣΜΟΙ, ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΟΡΙΣΜΟΙ, ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗTA ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΤΡΟΦΙΚΗ ΑΛΥΣΙΔΑ Η ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΟΡΙΣΜΟΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ.38 4

5 2.2.8 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΡΙΣΜΟΙ, ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ ΛΟΓΟΤΥΠΑ ΤΩΝ Π.Ο.Π -Π.Γ.Ε. (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π.) ΛΙΣΤΑ ΠΟΠ ΚΑΙ ΠΓΕ ΟΦΕΛΟΣ ΠΟΠ ΚΑΙ ΠΓΕ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΛΕΨΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π.)...43 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΟΡΙΣΜΟΙ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΥ, ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΙΟΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ & ΤΑ ΠΟΠ-ΠΓΕ ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ & ΤΑ ΠΟΠ-ΠΓΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΑΣΦΑΛΗ ΤΡΟΦΙΜΑ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ 80 5

6 3.4.5 ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩN ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΕ ΒΑΘΟΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΓΝΩΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ, ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΦΡΟΥΤΩΝ ΚΑΙ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΗΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΠΟΣ ΑΓΟΡΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΦΡΟΥΤΩΝ ΚΑΙ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ..117 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΚΟΥ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΚΟΥ 6

7 ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΦΡΟΥΤΑ ΦΡΟΥΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΦΡΟΥΤΑ ΦΡΟΥΤΑ ΜΕ ΕΤΙΚΕΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΦΡΟΥΤΑ ΜΕ ΕΤΙΚΕΤΑ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΛΑΧΑΝΙΚΑ ΛΑΧΑΝΙΚΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΛΑΧΑΝΙΚΑ ΜΕ ΕΤΙΚΕΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΛΑΧΑΝΙΚΑ ΜΕ ΕΤΙΚΕΤΑ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΛΑΧΑΝΙΚΑ..134 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΣΥΝΟΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΓΙΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΦΡΟΥΤΑ, ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ, ΜΕ ΕΤΙΚΕΤΑ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΟΥ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΓΙΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΛΑΧΑΝΙΚΑ, ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ, ΜΕ ΕΤΙΚΕΤΑ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΟΥ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ.140 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Α. ΞΕΝΗ 142 Β. ΕΛΛΗΝΙΚΗ..151 Γ. ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α..154 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

8 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ Πίνακας 4.1 Μόνιμος πληθυσμός στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης, απογραφή Πίνακας 4.2 Περιγραφή Ανεξάρτητων Μεταβλητών Φρούτων και Λαχανικών. 93 Πίνακας Σημαντικότητα χαρακτηριστικών για τα φρούτα 106 Πίνακας Σημαντικότητα χαρακτηριστικών για τα λαχανικά.107 Πίνακας Τόπος αγοράς φρούτων 108 Πίνακας Τόπος αγοράς λαχανικών.111 Πίνακας Κατανάλωση φρούτων.114 Πίνακας Κατανάλωση λαχανικών.115 Πίνακας Προθυμία πληρωμής για προϊόντα πιστοποιημένης ποιότητας, ονομασίας προέλευσης, με ετικέτα ιχνηλασιμότητας και ασφάλειας τροφίμου..117 Πίνακας 6.1 Ανάλυση παραγόντων στην κατανάλωση φρούτων.119 Πίνακας 6.2 Ανάλυση παραγόντων στην κατανάλωση λαχανικών..120 Πίνακας 6.3 Προθυμία πληρωμής φρούτων..122 Πίνακας 6.4 Προθυμία πληρωμής λαχανικών 123 Πίνακας 7.1 Επιρροή των στατιστικά σημαντικών μεταβλητών στη ζήτηση φρούτων.139 Πίνακας 7.2 Επιρροή των στατιστικά σημαντικών μεταβλητών στη ζήτηση λαχανικών

9 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ Διάγραμμα Κατανομή δείγματος ως προς το φύλο Διάγραμμα Οικογενειακή κατάσταση καταναλωτών 102 Διάγραμμα Μορφωτικό επίπεδο καταναλωτών 103 Διάγραμμα Επάγγελμα καταναλωτών Διάγραμμα Δαπάνες καταναλωτών Διάγραμμα Πόσες φορές τη βδομάδα καταναλώνουν φρούτα οι ερωτώμενοι. 105 Διάγραμμα Πόσες φορές τη βδομάδα καταναλώνουν λαχανικά οι ερωτώμενοι.106 9

10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ολοένα αυξημένη ευαισθητοποίηση των καταναλωτών για θέματα υγιεινής των τροφίμων (Ζωιόπουλος, 2003). Από την πλευρά τους οι επιχειρήσεις τροφίμων επιθυμούν να πωλούν και να παράγουν προϊόντα, τα οποία είναι ασφαλή για κατανάλωση και είναι αδύνατο να προκαλέσουν ασθένεια ή τυχόν δηλητηριάσεις στους καταναλωτές. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις επιθυμούν να εξασφαλίσουν την παραγωγή και διανομή ενός ασφαλούς προϊόντος καθώς κάτι διαφορετικό μπορεί να έχει ολέθριες οικονομικές συνέπειες. Η παραγωγή ενός μη ασφαλούς προϊόντος, το οποίο έχει βλάψει κάποιον καταναλωτή, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την προσφυγή των καταναλωτών σε δικαστήρια ή την ανεπιθύμητη δημοσιότητα η οποία επηρεάζει αρνητικά τις πωλήσεις της εταιρίας. Επίσης, η παραγωγή και η πώληση ενός μη ασφαλούς προϊόντος μπορεί να οδηγήσει σε νομικές κυρώσεις από τις Κρατικές Υπηρεσίες και τελικά στο κλείσιμο της επιχείρησης (Τζιά και Τσιαπούρης, 1996). Η καταναλωτική ζήτηση για ασφαλή τρόφιμα από την άποψη της υγείας και της ποιότητας έχει γίνει σήμερα μια απόλυτη προτεραιότητα (Mancini et al., 2002). Οι καταναλωτές στις περισσότερες βιομηχανικές χώρες ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για τα ζητήματα υγείας σχετικά με την κατανάλωση τροφών (Smed and Jensen, 2005). Τα σοβαρά διατροφικά γεγονότα-σκάνδαλα που έχουν εμφανιστεί πρόσφατα έχουν οδηγήσει στην καταναλωτική ανησυχία από τη μία πλευρά και στα καταστρεπτικά οικονομικά αποτελέσματα στα τμήματα που αναμιγνύονται στο χώρο των τροφίμων από την άλλη πλευρά, απαιτώντας την επέμβαση των κοινοτικών νομοθετών, για να εξασφαλίσουν αυστηρότερους κανονισμούς για την ασφαλή παραγωγή των αγροτικών προϊόντων (Mancini et al., 2002). Προκειμένου οι 10

11 επιχειρήσεις να αποφύγουν αρνητικές συνέπειες και να εκπληρώσουν την υποχρέωσή τους απέναντι στο καταναλωτικό κοινό έχουν θέσει ως στόχο την εξασφάλιση της παραγωγής ασφαλών προϊόντων (Τζιά και Τσιαπούρης, 1996). Η πρόοδος της τεχνολογίας τροφίμων, οι αλλαγές στις τροφικές συνήθειες και η ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου τροφίμων έχουν δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στην ασφάλεια των τροφίμων. Οι αλλοιώσεις των τροφίμων σημαίνουν τεράστιο κόστος και σπάταλη πολύτιμων πόρων. Η αλλοίωση των φρούτων και των λαχανικών μπορεί να επέλθει σε οποιοδήποτε στάδιο, μεταξύ συγκομιδής και τελικής κατανάλωσης. Άρα, η παραγωγή ασφαλών προϊόντων προϋποθέτει προσεκτική επιλογή υλών που εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα και περιορισμό των διαδικασιών αλλοίωσης. Αυξάνονται οι περιπτώσεις, όπου θέματα ασφάλειας εκφεύγουν από τον έλεγχο του παραγωγού. Είναι συχνό σήμερα το φαινόμενο, όπου υλικά που απαρτίζουν ένα προϊόν προέρχονται από διαφορετικές προελεύσεις / χώρες και ποικίλες παραγωγικές διαδικασίες. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχουν ακριβείς διαδικασίες σε όλους τους χώρους κατεργασίας (Χαριτωνίδης, 2004). Oι κίνδυνοι της ασφάλειας τροφίμων μπορούν να παρουσιαστούν σε κάθε στάδιο της τροφικής αλυσίδας και άρα είναι απαραίτητος ο επαρκής έλεγχος σε ολόκληρη την τροφική αλυσίδα. Έτσι, η ασφάλεια των τροφίμων εξασφαλίζεται με συνδυασμένες προσπάθειες όλων των εμπλεκομένων της τροφικής αλυσίδας. Υψηλά πρότυπα υγιεινής και ασφάλειας είναι καθοριστικά για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και της διατήρησης της ακεραιότητας των εμπορικών σημάτων και της φήμης των επιχειρήσεων τροφίμων (Κωτσάκη, 2008). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπιστώνοντας ότι το κοινοτικό θεσμικό πλαίσιο για την ασφάλεια των τροφίμων δεν αποδείχθηκε αποτελεσματικό για την πρόληψη των πρόσφατων διατροφικών κρίσεων (BSE, διοξίνες), προχώρησε ση διαμόρφωση μιας νέας πρότασης για την αναθεώρηση της ευρωπαϊκής πολιτικής διατροφικής ασφάλειας. Η νέα πολιτική για την ασφάλεια των τροφίμων περιγράφεται στη Λευκή βίβλο, η οποία δημοσιοποιήθηκε το 2000, και έχει ως στόχο τη μετατροπή της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα προληπτικό, δυναμικό, συνεπές και πλήρες όργανο που να εγγυάται την προστασία του καταναλωτή (Μεταξόπουλος, 2003). 11

12 Την τελευταία δεκαετία, μεγάλες αλλαγές έχουν γίνει στον τομέα των τροφίμων. Η ιχνηλασιμότητα, η ασφάλεια του προϊόντος, ο έλεγχος της ποιότητας και οι προκλήσεις στη διαχείριση των κινδύνων είναι έννοιες οι οποίες έχουν αναδυθεί. Οι πιέσεις για ασφάλεια και ποιότητα από την αγορά (marketplace) αυξάνονται δραματικά και αφορούν σε ολόκληρη την αλυσίδα τροφίμων. Η ολοένα και αυξανόμενη έμφαση των καταναλωτών καθώς και η νομοθεσία στο θέμα των τροφίμων έχει επηρεαστεί από τις πρόσφατες διατροφικές κρίσεις (Κωτσάκη, 2008 ). Τα διάφορα ζητήματα ασφάλειας και ποιότητας τροφίμων έχουν δημιουργήσει ερωτήσεις σχετικά με το ρόλο της ετικέτας χώρας προέλευσης, της ιχνηλασιμότητας και της ασφάλειας τροφίμων στους καταναλωτές (Loureiro and Umberger, 2003). Βασικός παράγοντας όλων των σταδίων της παραγωγικής διαδικασίας αποτελεί η ιχνηλασιμότητα. Δηλαδή το τελικό προϊόν στα χέρια του λιανοπωλητή θα πρέπει να έχει όλα εκείνα τα στοιχεία μέσω των οποίων θα είναι δυνατή η ανίχνευση της προέλευσης του (Κωτσάκη, 2008 ). Η όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων τροφίμων σε συνδυασμό με τη συνεχώς αυξανόμενη πολυπλοκότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας επέτειναν την ανάγκη των επιχειρήσεων για την εφαρμογή της ασφάλειας των τροφίμων (Κωτσάκη, 2008 ). O τομέας των φρούτων και των λαχανικών είναι δύσκολο να προσαρμοστεί στην παγκοσμιοποιημένη αγορά και θα πρέπει να αντιμετωπίσει στο εγγύς μέλλον τον ισχυρό ανταγωνισμό. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο μόνος τρόπος να ανταγωνιστεί θα είναι να βασιστεί στην ποιότητα, την προέλευση, την ασφάλεια και την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων (Mancini et al., 2002). Aυτή η μελέτη ασχολείται με τη διερεύνηση του επιπέδου ενημέρωσης, της συμπεριφοράς και των στάσεων των καταναλωτών απέναντι σε θέματα πιστοποίησης, ασφάλειας τροφίμων, προέλευσης και ιχνηλασιμότητας σε φρούτα και λαχανικά. Η εργασία οργανώνεται ως εξής: πρώτα, παρουσιάζεται μια βιβλιογραφική επισκόπηση με θέματα πιστοποίησης, ασφάλειας τροφίμων, προέλευσης και ιχνηλασιμότητας, δεύτερον, αναλύεται μια παρουσίαση της μεθοδολογίας που εφαρμόζεται και τέλος τα αποτελέσματα και τα κύρια συμπεράσματα συζητιούνται. 12

13 1.2 ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Για την έρευνα αυτή έγινε προσπάθεια συλλογής πληροφοριών μέσω της μελέτης των διαθέσιμων βιβλιογραφικών στοιχείων, εγχειριδίων, σημειώσεων, αναφορών, εκθέσεων (reports) και στοιχείων από το διαδίκτυο. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη της συμπεριφοράς των καταναλωτών απέναντι σε θέματα πιστοποίησης, ασφάλειας τροφίμων, προέλευσης και ιχνηλασιμότητας σε φρούτα και λαχανικά. Συγκεκριμένα, η παρούσα έρευνα έχει ως στόχο: Την κατανόηση των απόψεων των καταναλωτών για καθένα από τους παραπάνω τέσσερις παράγοντες (πιστοποίηση, ασφάλεια τροφίμων, προέλευση και ιχνηλασιμότητα) κατά την αγοραστική τους συμπεριφορά Την κατανόηση της σημασίας και του ρόλου της ασφάλειας τροφίμων, της προέλευσης και της ιχνηλασιμότητας κατά τη διαδικασία αγοράς φρούτων και λαχανικών Τη διερεύνηση της προθυμίας των καταναλωτών να πληρώσουν μία επιπλέον τιμή για φρούτα και λαχανικά που φέρουν ένα ή περισσότερα από τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά. 1.3 ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή αποτελείται από έξι κεφάλαια. Αναλυτικά η δομή της είναι η ακόλουθη: Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζονται όροι, ορισμοί και το θεσμικό πλαίσιο για την ασφάλεια τροφίμων, την ονομασία προέλευσης και την ιχνηλασιμότητα Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μία ανασκόπηση στη βιβλιογραφική της ασφάλειας τροφίμων, της προέλευσης, της ιχνηλασιμότητας και της πιστοποίησης. Πιο συγκεκριμένα γίνεται αναφορά σε άλλες σχετικές έρευνες και σε σημαντικές παρεμφερείς προσεγγίσεις για την ασφάλεια των τροφίμων, την ιχνηλασιμότητα και την ονομασία προέλευσης. 13

14 Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η ποιοτική έρευνα της διατριβής, οι ερωτήσεις της ποιοτικής έρευνας, οι απαντήσεις των συνεντευξιαζόμενων, μία περιγραφική ανάλυση και τα αποτελέσματά της. Στο πέμπτο κεφάλαιο γίνεται ανάλυση στη μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για τη διεξαγωγή της έρευνας, και συγκεκριμένα στο δείγμα που χρησιμοποιήθηκε στην έρευνα, στο ερωτηματολόγιο και στις ανεξάρτητες και εξαρτημένες μεταβλητές του οικονομετρικού υποδείγματος και στα αποτελέσματα της ποσοτικής έρευνας. Τα στοιχεία, τα οποία συλλέχθηκαν από τις πρόσωπο-με-πρόσωπο συνεντεύξεις με τους καταναλωτές αναλύθηκαν και επεξεργάστηκαν. Τα στοιχεία αυτά βοηθούν στην διεξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων σχετικά με τις στάσεις και τις απόψεις των καταναλωτών για τα φρούτα και τα λαχανικά σε σχέση με τις τέσσερις έννοιες που αναφέρθηκαν σε προηγούμενα κεφάλαια. Στο έκτο κεφάλαιο περιλαμβάνονται τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την στατιστική ανάλυση των δεδομένων που συλλέχθηκαν. Συγκεκριμένα δίνονται τα κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά των μελών του δείγματος, η γνώση των καταναλωτών για την πιστοποίηση, την ασφάλεια τροφίμων και την ιχνηλασιμότητα, η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών την εβδομάδα, η σημαντικότητα των χαρακτηριστικών για φρούτα και λαχανικά, ο τόπος αγοράς φρούτων και λαχανικών, οι δηλώσεις κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών των μελών και η προθυμία πληρωμής των καταναλωτών. Το έβδομο κεφάλαιο αναλύει τις μεταβλητές που προέκυψαν στατιστικά σημαντικές, από την εκτίμηση του οικονομετρικού υποδείγματος για τα φρούτα και τα λαχανικά και περιγράφεται το είδος της επίδρασης που έχουν στην προθυμία πληρωμής των καταναλωτών κατά την αγοραστική τους απόφαση. Τέλος στο όγδοο κεφάλαιο παρατίθενται τα σημαντικότερα συμπεράσματα που εξάγονται για κάθε ερευνητικό στόχο και οι προτάσεις που θα συντελέσουν στην ανάπτυξη της αγοράς των πιστοποιημένων φρούτων και λαχανικών σε ότι αφορά την ασφάλεια, την προέλευση και την ιχνηλασιμότητά τους. 14

15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ, THN ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ 2.1 ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΟΡΙΣΜΟΙ, ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Ο κανονισμός 178/2002 του Ευρωπαικού κοινιβουλίου και του συμβουλίου της 28 η Ιανουαρίου 2002 για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσία για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων. Η ασφάλεια των τροφίµων και η προστασία των συµφερόντων των καταναλωτών δηµιουργούν όλο και περισσότερες ανησυχίες στο ευρύ κοινό, τις µη κυβερνητικές οργανώσεις, τις επαγγελµατικές ενώσεις, τους διεθνείς εµπορικούς εταίρους και τους οργανισµούς εµπορίου. Είναι ανάγκη να διασφαλίζεται ότι η εµπιστοσύνη των καταναλωτών και η εµπιστοσύνη των εµπορικών εταίρων εξασφαλίζεται µε την εκπόνηση νοµοθεσίας για τα τρόφιµα µε τρόπο ανοιχτό και διαφανή και µε τη λήψη κατάλληλων µέτρων από τις δηµόσιες αρχές για την ενηµέρωση του κοινού, όπου υπάρχουν βάσιµες υπόνοιες ότι ένα τρόφιµο µπορεί να παρουσιάζει κινδύνους για την υγεία. Η ασφάλεια και η εµπιστοσύνη των καταναλωτών εντός της Κοινότητας και στις τρίτες χώρες έχουν θεµελιώδη σηµασία. Η Κοινότητα αποτελεί σηµαντικό εµπορικό παράγοντα στον τοµέα των τροφίµων και των ζωοτροφών παγκοσµίως, µε αυτή δε την ιδιότητα, έχει συνάψει διεθνείς εµπορικές συµφωνίες, συµβάλλει στην ανάπτυξη διεθνών προτύπων πάνω στα οποία βασίζεται η νοµοθεσία για τα τρόφιµα και υποστηρίζει τις αρχές του ελεύθερου εµπορίου ασφαλών και υγιεινών τροφίµων και ασφαλών, υγιών ζωοτροφών χωρίς την επιβολή διακρίσεων σύµφωνα µε θεµιτές και δεοντολογικές εµπορικές πρακτικές. 15

16 Ορισµένα κράτη µέλη έχουν θεσπίσει οριζόντια νοµοθεσία για την ασφάλεια των τροφίµων που επιβάλει, ειδικότερα, τη γενική υποχρέωση στους οικονοµικούς παράγοντες να θέτουν σε κυκλοφορία στην αγορά µόνο τρόφιµα ασφαλή. Ωστόσο, αυτά τα κράτη µέλη εφαρµόζουν διαφορετικά βασικά κριτήρια για να καθορίζουν εάν ένα τρόφιµο είναι ασφαλές δεδοµένων αυτών των διαφορετικών προσεγγίσεων και της έλλειψης οριζόντιας νοµοθεσίας σε άλλα κράτη µέλη, ενδέχεται να δηµιουργηθούν εµπόδια στο εµπόριο τροφίµων. Η πείρα έχει δείξει ότι η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των τροφίµων και των ζωοτροφών µπορεί να τεθεί σε κίνδυνο, όταν είναι αδύνατο να ανιχνευθεί η προέλευση των τροφίµων και των ζωοτροφών. Είναι συνεπώς ανάγκη να καθιερωθεί ένα ολοκληρωµένο σύστηµα ιχνηλασιμότητας εντός των επιχειρήσεων τροφίµων και ζωοτροφών ώστε να µπορούν να πραγµατοποιούνται αποσύρσεις προϊόντων, ακριβείς και µε συγκεκριµένο στόχο, ή να δίνονται ακριβείς και στοχοθετηµένες πληροφορίες στους καταναλωτές ή το ελεγκτικό προσωπικό, αποφεύγοντας έτσι την πιθανότητα δηµιουργίας άσκοπων γενικότερων δυσλειτουργιών στη περίπτωση εµφάνισης προβληµάτων σχετικών µε την ασφάλεια των τροφίµων. Είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι οι επιχειρήσεις τροφίµων συµπεριλαµβανοµένων των εισαγωγέων, µπορούν να προσδιορίσουν τουλάχιστον την επιχείρηση από την οποία έχει προέλθει το τρόφιµο ή η ουσία που µπορεί να ενσωµατωθεί σε ένα τρόφιµο, ώστε να εξασφαλιστεί ότι κατόπιν έρευνας, η ιχνηλασιμότητα διασφαλίζεται σε όλα τα στάδια. Τα πρόσφατα συµβάντα στον τοµέα της ασφάλειας των τροφίµων κατέδειξαν την ανάγκη λήψης των κατάλληλων µέτρων σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ώστε να εξασφαλίζεται ότι όλα τα τρόφιµα, ανεξαρτήτως είδους και προέλευσης, και όλες οι ζωοτροφές να υπόκεινται σε κοινά µέτρα όταν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον. Μια τέτοια εµπεριστατωµένη προσέγγιση για τα µέτρα αντιµετώπισης έκτακτων περιστατικών στον τοµέα της ασφάλειας των τροφίµων πρέπει να επιτρέπει την ανάληψη αποτελεσµατικών ενεργειών και την αποφυγή τεχνητών διαφορών στην αντιµετώπιση σοβαρού κινδύνου σχετιζόµενου µε τα τρόφιµα ή τις ζωοτροφές. 16

17 Ο παρών κανονισµός 178/2002 αποτελεί τη βάση για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των συµφερόντων των καταναλωτών σε σχέση µε τα τρόφιµα, λαµβάνοντας ειδικότερα υπόψη την πολυµορφία στον εφοδιασµό τροφίµων, συµπεριλαµβανοµένων των παραδοσιακών προϊόντων, ενώ παράλληλα εξασφαλίζει την αποτελεσµατική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Ο παρών κανονισμός αθιερώνει κοινές αρχές και ευθύνες, τα µέσα ώστε να παρέχονται ισχυρή επιστηµονική βάση, αποτελεσµατικές οργανωτικές ρυθµίσεις και διαδικασίες µε τις οποίες θα υποστηριχθεί η λήψη αποφάσεων σε θέµατα ασφάλειας των τροφίµων. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισµού, ως «τρόφιµα» (ή «είδη διατροφής») νοούνται ουσίες ή προϊόντα, είτε αυτά έχουν υποστεί πλήρη ή µερική επεξεργασία είτε όχι, τα οποία προορίζονται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναµένεται ευλόγως ότι θα χρησιµεύσουν για τον σκοπό αυτόν. Στα «τρόφιµα» περιλαµβάνονται ποτά, τσίχλες και οποιαδήποτε ουσία, περιλαµβανοµένου του νερού, η οποία ενσωµατώνεται σκόπιµα στα τρόφιµα στη διάρκεια της παραγωγής, της παρασκευής ή της επεξεργασίας τους. Επίσης περιλαµβάνεται το νερό µετά το σηµείο συµµόρφωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 της οδηγίας 98/83/ΕΚ και µε την επιφύλαξη των απαιτήσεων των οδηγιών 80/778/ΕΟΚ και 98/83/ΕΚ. πρόσωπα που έχουν την ευθύνη να εξασφαλίσουν ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της νοµοθεσίας για τα τρόφιµα µέσα στην επιχείρηση τροφίµων που έχουν υπό τον έλεγχό τους. Ο όρος «νοµοθεσία για τα τρόφιµα» καλύπτει οποιοδήποτε στάδιο της παραγωγής, μεταποίησης και διανοµής των τροφίµων. Ο όρος «επιχείρηση τροφίµων» είναι κάθε επιχείρηση, κερδοσκοπική ή µη, δηµόσια ή ιδιωτική, η οποία ασκεί οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που συνδέονται µε οποιοδήποτε στάδιο της παραγωγής, µεταποίησης και διανοµής των τροφίµων. Οι όροι «στάδια παραγωγής, µεταποίησης και διανοµής» είναι οποιοδήποτε στάδιο, περιλαµβανοµένης της εισαγωγής, από την πρωτογενή παραγωγή ενός τροφίµου µέχρι και την πώλησή του ή τη διάθεσή του στον τελικό καταναλωτή. Ο όρος «πρωτογενής παραγωγή» είναι η παραγωγή, εκτροφή ή ανάπτυξη πρωτογενών προϊόντων, περιλαµβανοµένης της συγκοµιδής. Τέλος, ο όρος «τελικός καταναλωτής» είναι ο τελευταίος καταναλωτής τροφίµων, ο οποίος δεν χρησιµοποιεί 17

18 τα τρόφιµα στο πλαίσιο λειτουργίας ή δραστηριότητας µιας επιχείρησης τροφίµων ( Ο κανονισμός 852/2004 της 29ης Απριλίου του 2004 για την υγιεινή των τροφίµων έχει κύριο στόχο τη διασφάλιση υψηλού επίπεδου προστασίας του καταναλωτή όσον αφορά την ασφάλεια των τροφίµων. Η κοινοτική νοµοθεσία για την υγιεινή των τροφίµων θα πρέπει να βασίζεται σε επιστηµονικές γνωµατεύσεις και για τούτο απαιτείται η γνώµη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίµων. Ένας πρώτος ορισμός της «Υγιεινής των τροφίµων», από εδώ και πέρα καλούµενη «υγιεινή» είναι τα μέτρα και οι όροι που είναι αναγκαία για τον έλεγχο των πηγών κινδύνου και για την εξασφάλιση της καταλληλότητας των τροφίµων για ανθρώπινη κατανάλωση, λαµβανοµένης υπόψη της σκοπούµενης χρήσης τους. Ο παρών κανονισµός (852/2004) θεσπίζει τους γενικούς κανόνες για τους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίµων όσον αφορά την υγιεινή των τροφίµων, λαµβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις ακόλουθες αρχές: α) ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίµων φέρει την πρωταρχική ευθύνη για την ασφάλεια των τροφίµων, β) είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται η ασφάλεια των τροφίµων καθ όλο το µήκος της τροφικής αλυσίδας, µε αφετηρία την πρωτογενή παραγωγή. Ο κανονισµός (852/2004) εφαρµόζεται σε όλα τα στάδια παραγωγής, µεταποίησης και διανοµής τροφίµων και στις εξαγωγές, µε την επιφύλαξη ειδικότερων απαιτήσεων σχετικών µε την υγιεινή των τροφίµων. Ο παρών κανονισμός για την υγιεινή των τροφίμων αντικαθιστά την οδηγία 93/43/ΕΟΚ η οποία έχει καταργηθεί από την ηµεροµηνία εφαρµογής του παρόντος κανονισµού (854/2004). Ωστόσο, οι αποφάσεις οι οποίες εκδόθηκαν σύµφωνα µε το άρθρο 3, παράγραφος 3 και το άρθρο 10 της οδηγίας 93/43/ΕΟΚ εξακολουθούν να ισχύουν µέχρις ότου αντικατασταθούν από αποφάσεις που εκδίδονται σύµφωνα µε τον παρόντα κανονισµό ή µε τον κανονισµό (ΕΚ) αριθ. 178/2002. Μέχρι να καθορισθούν τα κριτήρια ή οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, στοιχεία α) έως ε) του παρόντος κανονισµού, τα κράτη µέλη µπορούν να διατηρούν τυχόν εθνικούς κανόνες για την υιοθέτηση τέτοιων κριτηρίων ή απαιτήσεων, τους οποίους έχουν θεσπίσει σύµφωνα µε την οδηγία 93/43/ΕOΚ. Μέχρι να αρχίσει να 18

19 εφαρµόζεται η νέα κοινοτική νοµοθεσία σχετικά µε τη θέσπιση κανόνων για τους επίσηµους ελέγχους των τροφίµων, τα κράτη µέλη λαµβάνουν όλα τα κατάλληλα µέτρα για να εξασφαλίσουν την τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στον παρόντα κανονισµό ή δυνάµει αυτού. ( 2.2 ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΟΡΙΣΜΟΙ, ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ Η αναγκαιότητα της ιχνηλασιμότητας, δηλαδή η γνώση της προέλευσης και της προϊστορίας κάθε υλικού που χρησιμοποιείται στην παραγωγική διαδικασία, γενικεύτηκε την δεκαετία του 1990 με την εφαρμογή των Συστημάτων Διασφάλισης Ποιότητας και με την εισαγωγή των προτύπων ISO Ειδικά στην Ευρώπη, μετά τις διατροφικές κρίσεις της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας και των διοξινών του 1999, η ανάγκη για γνώση και ασφάλεια στην εφοδιαστική αλυσίδα έγινε επιτακτική. Μετά από τα επανειλημμένα κρούσματα διατροφικών κρίσεων που ξέσπασαν τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη έγινε σαφές ότι οι υπάρχουσες δομές και τα συστήματα ελέγχου δεν επαρκούσαν για να εξασφαλίσουν την ασφάλεια των προϊόντων. Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έθεσε σαν στόχο την ασφάλεια στην εφοδιαστική αλυσίδα με αναφορά στην "Λευκή Βίβλο" (2000). Έτσι, η Ιχνηλασιμότητα εξελίχθηκε σε νομική προϋπόθεση. Στη Λευκή Βίβλο για την ασφάλεια των τροφίμων ( ) αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι "Μια επιτυχημένη πολιτική τροφίμων απαιτεί την ιχνηλασιμότητα των τροφίμων και ζωοτροφών και των συστατικών τους. Για να διευκολυνθεί η ιχνηλασιμότητα πρέπει να εισαχθούν οι κατάλληλες διαδικασίες". Δύο χρόνια μετά τη Λευκή Βίβλο δημοσιεύθηκε ο Κανονισμός (ΕΚ) 178/2002, γνωστός ως "Γενικός Νόμος Τροφίμων". Μεταξύ των άλλων που προβλέπει, δίνει τον ορισμό και τις γενικές κατευθύνσεις για την υποχρεωτική εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας σε όλα τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές. Επίσης ο κανονισµός περιλαµβάνει κανόνες για τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας των τροφίµων και των συστατικών τροφίµων και παρέχει διαδικασία για την έκδοση εκτελεστικών κανόνων για την εφαρµογή των αρχών αυτών αναφορικά µε συγκεκριµένους τοµείς. Ο κανονισμός άρχισε να εφαρμόζεται στις αρχές του 2002, ενώ για ορισμένα άρθρα του η ισχύς μετατέθηκε για την 19

20 Τελικά, η ιχνηλασιμότητα των τροφίµων και των συστατικών τροφίµων κατά µήκος της τροφικής αλυσίδας είναι ουσιώδες στοιχείο για την εξασφάλιση της ασφάλειας των τροφίµων (Γαμβρού και Μπουκαούρη, 2002). Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή "η ιχνηλασιμότητα ορίζεται ως η ικανότητα να ανιχνεύουμε τους μεταλλαγμένους οργανισμούς και τα παραγόμενα προϊόντα από αυτούς, σε όλα τα στάδια της παραγωγικής και τροφικής αλυσίδας, διευκολύνοντας τους ελέγχους και τη δυνατότητα απόσυρσης των προϊόντων αν καταστεί αναγκαίο. Το σύστημα της ιχνηλασιμότητας έχει σχεδιασθεί για να διευκολύνει την ακριβή σήμανση των τελικών προϊόντων με σκοπό να παράσχει τα μέσα για εποπτεία και ελέγχους της σήμανσης. Αποτελεί άμεση απάντηση στις φωνές των καταναλωτών, οι οποίοι έχουν δηλώσει σαφώς τι θέλουν και έχουν το δικαίωμα να κάνουν επιλογές. Η έννοια της ιχνηλασιμότητας από το χωράφι ως το ράφι δεν αφορά μόνο τα μεταλλαγμένα συστατικά αλλά συμβαδίζει με τη γενική προσέγγιση της ΕΕ σε θέματα διατροφικής ασφάλειας και ενημέρωσης του καταναλωτή, έτσι όπως καθιερώθηκε το 2002 από τον Κανονισμό 178/2002. ( Η ιχνηλασιμότητα των τροφίµων, των ζωοτροφών, των ζώων που χρησιµοποιούνται για την παραγωγή τροφίµων και οποιασδήποτε άλλης ουσίας που προορίζεται για ενσωµάτωση σε ένα τρόφιµο ή σε µια ζωοτροφή ή αναµένεται ότι θα ενσωµατωθεί σε αυτά, διασφαλίζεται σε όλα τα στάδια παραγωγής, µεταποίησης και διανοµής. Αυτό σηµαίνει πως µια επιχείρηση πρέπει να είναι σε θέση να προσδιορίσει όλους τους προµηθευτές των πρώτων υλών και των προϊόντων της και όλες τις επιχειρήσεις στις οποίες διαθέτει τα τελικά τους προϊόντα. Οι πληροφορίες πρέπει να αποθηκεύονται συστηµατικά, προκειµένου να είναι ανά πάσα στιγµή στη διάθεση των αρχών επιθεώρησης. Η εταιρεία πρέπει να είναι σε θέση να ελέγχει και να καταγράφει τη µοναδική ταυτότητα του προϊόντος (CIES, 2004, FSA 2002). Ιχνηλασιμότητα είναι να εξασφαλίζεται σε όλα τα στάδια εμπορίας και παραγωγής προκειμένου να διευκολύνονται οι έλεγχοι, η ανάκληση, η ενημέρωση και ο καταλογισμός ευθυνών. Να εξασφαλίζεται η ταυτοποίηση των εταιρειών- 20

21 προμηθευτών και να είναι διαθέσιμες στις αρχές οι πληροφορίες σχετικά με τους προμηθευτές (Γεραλής, 2002). Γενικά, ως ιχνηλασιμότητα ή ανιχνευσιμότητα (traceability), θεωρείται η δυνατότητα ιχνηλασίας και παρακολούθησης τροφίμων, ζωοτροφών ή ζώντων ζώων τα οποία χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων ή ουσιών που πρόκειται να ενσωματωθούν σε τρόφιμα ή σε ζωοτροφές σε όλα τα στάδια της παραγωγής, μεταποίησης, διανομής και πώλησης τους (ΕAN.UCC: EUROPEAN ARTICLE NUMBER INTERNATIONAL AND UNIFORM CODE COUNCIL). Ιχνηλασιμότητα είναι δηλαδή, η ικανότητα παρακολούθησης της κίνησης μιας πρώτης ύλης ή ενός τροφίμου διαμέσου προκαθορισμένων σταδίων παραγωγής, επεξεργασίας και προώθησης. Στην πρωτογενή παραγωγή, όπως είναι η παραγωγή και διάθεση νωπών αγροτικών προϊόντων, η ιχνηλασιµότητα ορίζεται ως η ικανότητα ανίχνευσης του ιστορικού του προϊόντος κατά µήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας από το σηµείο και το χρόνο παραγωγής έως τον τελικό καταναλωτή συµπεριλαµβάνοντας όλους τους εισερχόµενους συντελεστές που χρησιµοποιήθηκαν και τις διαδικασίες παραγωγής που έλαβαν χώρα (British Standards Institute PAS 85:2000). Στο διεθνές πρότυπο ISO 8402:1994, η ιχνηλασιµότητα ορίζεται ως η ικανότητα ανίχνευσης του ιστορικού, της χρήσης ή και του τόπου όπου βρίσκεται µια οντότητα, µε τη χρήση καταγεγραµµένων πληροφοριών. ίνεται έµφαση στο ότι είναι µια σειρά καταγεγραµµένων ταυτοποιήσεων (identification). Με την ανανέωση του προτύπου, µετά την έκδοση της σειράς ISO 9000:2000, στον ορισµό προστέθηκε η εξής σηµείωση: «εάν η οντότητα αναφέρεται σε προϊόν, η ιχνηλασιµότητα µπορεί να αναφέρεται στη προέλευση των πρώτων υλών και τµηµάτων του προϊόντος, στο ιστορικό επεξεργασίας και διανοµής, καθώς και στον εντοπισµό του προϊόντος µετά τη τελική του διάθεση». Ο ορισµός που εµφανίζεται στο πρότυπο ISO 9001:2000 αναφέρει πως, ιχνηλασιμότητα είναι η ικανότητα να εντοπίζεται και ανιχνεύεται το ιστορικό, η εφαρμογή ή η θέση του υπό εξέταση αντικειμένου (Αρβανιτογιάννης και Τζούρος, 2006). 21

22 Ο ορισµός που δίνεται από το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 9000:2005 για την ιχνηλασιµότητα είναι: η δυνατότητα ιχηλάτησης του ιστορικού, της εφαρµογής ή της θέσης αυτού το οποίο είναι υπό εξέταση (για το προϊόν µπορεί να σχετίζεται µε την προέλευση των υλικών, το ιστορικό της κατεργασίας και τη διανοµή και τη θέση του προϊόντος µετά την παράδοση). Ενώ σύµφωνα µε την επιτροπή του Codex Alimentarius ιχνηλασιµότητα ορίζεται ως η ικανότητα ανίχνευσης του ιστορικού, της εφαρµογής και του εντοπισµού µιας ουσίας µε τη βοήθεια καταγεγραµµένων στοιχείων. Ο ίδιος ορισµός υπάρχει και στο πρότυπο ISO 22000:2002 ( Σκοπός από την εφαρμογή ιχνηλασιμότητας είναι να διασφαλίσει την ασφάλεια των τροφίµων, την ποιότητά τους, το δίκαιο εμπόριο μεταξύ των διαφόρων επιχειρήσεων και την αξιοπιστία των πληροφοριών που διατίθενται στους καταναλωτές. Την ίδια στιγμή στόχος της ιχνηλασιμότητας είναι να εξασφαλίσει την απόσυρση ή ανάκληση των ύποπτων προϊόντων ή επικίνδυνου τροφίμου, την παροχή κατάλληλων πληροφοριών στους καταναλωτές, στους υπευθύνους των επιχειρήσεων τροφίµων και την αξιολόγηση του κινδύνου (Αρβανιτογιάννης και Τζούρος, 2006). Σε μια αλυσίδα παραγωγής (production chain), διακρίνονται δυο επίπεδα ιχνηλασιμότητας: η εσωτερική ιχνηλασιμότητα (internal traceability) και η ιχνηλασιμότητα αλυσίδας (Β2Β - chain traceability). Η εσωτερική ιχνηλασιμότητα συνδέει τις πληροφορίες σχετικά με τις πρώτες ύλες και τις συνθήκες παραγωγής με το τελικό προϊόν, για κάθε στάδιο παραγωγής, επεξεργασίας και διανομής (door to door traceability). Η ιχνηλασιμότητα αλυσίδας εστιάζεται στις πληροφορίες που συνοδεύουν το προϊόν από ένα στάδιο της αλυσίδας στο επόμενο - κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού που περιλαμβάνει όλα τα στάδια παραγωγής, επεξεργασίας και διανομής (Μανίκας). Παρόλο που ο σχετικός κανονισμός είχε άμεση ισχύ, τα άρθρα 18 & 19 που θεσπίζουν την υποχρέωση για ιχνηλασιμότητας τέθηκαν σε εφαρμογή μόλις την 1/1/

23 Το άρθρο 18 του κανονισμού περιγράφει το πλαίσιο των απαιτήσεων για την ανάπτυξη συστημάτων ιχνηλασιμότητας. Συγκεκριμένα προβλέπει τα εξής: α. Η ιχνηλασιμότητα τροφίμων, ζωοτροφών και ζώων διασφαλίζεται σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής. β. Οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών είναι σε θέση να αναγνωρίζουν τους προμηθευτές τους (για κάθε τι που έχουν προμηθευτεί και που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή τροφίμων ή να ενσωματωθεί σε τρόφιμα ή ζωοτροφές). Εγκαθιδρύουν συστήματα και διαδικασίες έτσι ώστε οι πληροφορίες αυτές να είναι διαθέσιμες στις αρχές. γ. Οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών καθιερώνουν συστήματα και διαδικασίες για την αναγνώριση των άλλων επιχειρήσεων στις οποίες προμηθεύουν τα προϊόντα τους (και αυτές οι πληροφορίες πρέπει να είναι διαθέσιμες στις αρχές). δ. Τα τρόφιμα ή οι ζωοτροφές που διατίθενται στην αγορά της Κοινότητας πρέπει να φέρουν κατάλληλη επισήμανση ή σήμα αναγνώρισης έτσι ώστε να διευκολύνεται η ιχνηλασιμότητα τους. ε. Οι διατάξεις για την εφαρμογή των απαιτήσεων του άρθρου σε ότι αφορά συγκεκριμένους τομείς θεσπίζονται από ειδική μόνιμη επιτροπή την οποία αποτελούν εκπρόσωποι των κρατών μελών και στην οποία προεδρεύει εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ( ). Τα κυριότερα σημεία των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας με βάση το άρθρο 18 του κανονισμού 178/2002 αναφέρονται παρακάτω: Οι επιχειρήσεις τροφίμων είναι υποχρεωμένες να γνωρίζουν από πού προμηθεύονται και σε ποιους προμηθεύουν τα προϊόντα τους. Ισχύει η αρχή -1 / +1 ή one back /one forward, με άλλα λόγια επιβάλλεται η τήρηση στοιχείων για τον άμεσο προμηθευτή και τον άμεσο πελάτη. 23

24 Η υποχρεωτική ιχνηλασιμότητα καλύπτει και τα συστατικά τροφίμων, τα πρόσθετα και τις αρωματικές ύλες. Η υποχρέωση καλύπτει όλες τις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την πρωτογενή παραγωγή, τη μεταποίηση, τη βιομηχανική παραγωγή ή την επεξεργασία, την αποθήκευση, τη μεταφορά, τη διανομή και τη διάθεση των τροφίμων. Δεν είναι υποχρεωτική η "εσωτερική ιχνηλασιμότητα". Ωστόσο οι επιχειρήσεις ενθαρρύνονται για την εφαρμογή της. Η ύπαρξη όµως της εσωτερικής ιχνηλασιµότητας θεωρείται δεδοµένη σε κάθε επιχείρηση, διότι χωρίς αυτή δεν µπορεί να λειτουργήσει ένα ολοκληρωµένο σύστηµα ιχνηλασιµότητας που θα επιτρέπει την πραγµατοποίηση στοχευµένων αποσύρσεων. Η απόφαση για το πόσο λεπτοµερής θα είναι η εσωτερική ιχνηλασιµότητα εξαρτάται από τη φύση και το µέγεθος της επιχειρήσης. Για παράδειγµα, σε επιχειρήσεις αποθήκευσης και διακίνησης όπου οι διαδικασίες είναι σχετικά απλές, µπορεί να είναι επαρκές ένα απλό σύστηµα εσωτερικής ιχνηλασιµότητας για τις καταγραφές στοιχείων όπως η θερµοκρασία και η υγρασία. Αντίθετα, σε µια επιχείρηση µεταποίησης ή συσκευασίας, απαιτείται προσεκτική σχεδίαση και µελέτη της διαδικασίας παραγωγής, ανεξάρτητα µε το εάν η συλλογή στοιχείων γίνεται χειροκίνητα, αυτόµατα ή και τα δυο. Επίσης, σε πολύ µικρές επιχειρήσεις, ένα χειρόγραφο σύστηµα θα ήταν αρκετό, σε µεγαλύτερες όµως επιχειρήσεις όπου υπάρχουν αρκετοί εµπλεκόµενοι µε σύνθετες προϊοντικές διαδικασίες, πρέπει να ακολουθείται η λογική της υιοθέτησης ενός µηχανογραφηµένου και αυτοµατοποιηµένου συστήµατος εσωτερικής ιχνηλασιµότητας. Στο είδος των πληροφοριών που πρέπει να συλλέγονται και να φυλάσσονται περιλαμβάνονται υποχρεωτικά η επωνυμία και η διεύθυνση του προμηθευτή (ή πελάτη), η φύση των προϊόντων που διακινήθηκαν καθώς και η ημερομηνία της διακίνησης. Συστήνεται ωστόσο να διατηρούνται επιπλέον και οι πληροφορίες που αφορούν την ποσότητα των προϊόντων και τους αριθμούς παρτίδας των προϊόντων, καθώς επίσης και επιπλέον στοιχεία που θα καθορίζει η κάθε επιχείρηση ανάλογα με το είδος της δραστηριότητας και το διαχειριστικό της σύστημα. Το χρονικό διάστημα που θα πρέπει να φυλάσσονται οι πληροφορίες καθορίστηκε στα 5 χρόνια, με εξαίρεση τα προϊόντα που έχουν χρόνο ζωής 24

25 μεγαλύτερο των 5 ετών (διατήρηση για χρονικό διάστημα ίσο με τον χρόνο ζωής και 6 μήνες επιπλέον) ή τα προϊόντα που φθάνουν στον τελικό καταναλωτή με ημερομηνία λήξης μικρότερη των τριών μηνών ή χωρίς συγκεκριμένη ημερομηνία (διατήρηση για χρονικό διάστημα έως και έξι μήνες μετά την ημερομηνία παραγωγής ή παράδοσης). Στο σημείο αυτό να διευκρινιστεί ότι η υπάρχουσα κάθετη ευρωπαϊκή νομοθεσία που αφορά απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας σε συγκεκριμένους επί μέρους κλάδους (πχ βοοειδή - βόειο κρέας, γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα, προϊόντα αλιείας, αυγά κλπ), εξακολουθεί να υφίσταται και να εφαρμόζεται παράλληλα ( ). Η Ευρωπαϊκή Νομοθεσία για τα τρόφιμα απαιτεί κάθε επιχείρηση να είναι ικανή να προσδιορίσει τον προμηθευτή της και τον πελάτη της και σε περίπτωση που της ζητηθεί, να παρέχει αυτήν την πληροφορία στις αρχές (προσέγγιση "ένα βήμα πίσω - ένα βήμα μπροστά"). Το ενδιαφέρον για την ιχνηλασιμότητα υποκινείται από την ανάγκη για απόσυρση από την αγορά ενός προϊόντος, μιας παρτίδας ή προϊόντων τα οποία προέρχονται από συγκεκριμένα ζώα ή καλλιέργειες, θεωρούμενα επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία (McMeekin T.A. et al, 2006). Η ιχνηλασιμότητα θεσπίσθηκε για να εγγυηθεί την τροφική ασφάλεια επιτρέποντας την άμεση ανάκληση επικίνδυνων παρτίδων. Στο άρθρο 19 του Κανονισμού 178/2002, ορίζεται η μεμονωμένη ευθύνη κάθε χονδρεμπόρου ή λιανοπωλητή να συνεργάζεται στην ανάκληση. Αυτό σε καμιά περίπτωση δεν εκλαμβάνεται ως δικαίωμα μερικής και αυτόνομης ανάκλησης, χωρίς την εμπλοκή του παρασκευαστού. Ο τελευταίος κατέχει καίριες πληροφορίες για την αξιολόγηση της επικινδυνότητας της παρτίδας και είναι αυτός που επιφορτίζεται με τον αρνητικό αντίκτυπο της ανάκλησης. Εν κατακλείδι λοιπόν, η ιχνηλασιμότητα είναι πρόκληση για ολόκληρη την εφοδιαστική αλυσίδα, αλλά υποχρέωση απέναντι στον καταναλωτή ( ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ Η Ιχνηλασιμότητα και τα Συστήματα Διασφάλισης Ποιότητας απαιτούν την ύπαρξη δυο βασικών προϋποθέσεων: Α. Ταυτότητα της ποσότητας πού διαχειρίζεται 25

26 Β. Διαδικασία και μέσα παρακολούθησης της ποσότητας αυτής Στο σημείο αυτό κάνει την εμφάνιση της η έννοια της παρτίδας, η οποία ορίζεται ως το σύνολο μιας ποσότητας ενός "υλικού", η οποία έχει παραχθεί ή συσκευαστεί κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Σαν υλικό ορίζεται κάθε μορφή τελικού ή ημιτελούς προϊόντος, πρώτης ύλης ή υλικού συσκευασίας. Ο κωδικός παρτίδας, lot ή batch, είναι ένα σύνολο χαρακτήρων τα οποία αποτελούν την κωδικοποίηση της συγκεκριμένης παρτίδας και περιέχουν τις παρακάτω πληροφορίες: ημερομηνία παραγωγής - επεξεργασίας, τόπο παραγωγής - επεξεργασίας (χώρα ή και εργοστάσιο) και άλλες πληροφορίες, π.χ. βάρδια. Ο lot είναι τοποθετημένος πάνω σε κάθε μονάδα καταναλωτή, κιβώτιο και ετικέτα της παλέτας. Τελευταία, ο lot εμφανίζεται με δύο μορφές: αναγνώσιμος από άνθρωπο και αναγνώσιμος από scanner (barcode). Η σωστή αναγραφή του lot σε όλες τις υποσυσκευασίες, μέχρι και τη μονάδα διακίνησης (π.χ. παλέτα) αποτελεί την αρχή της ιχνηλασιμότητας. Καταγραφή της Πορείας της Παλέτας και ο Ρόλος της Τεχνολογίας Η διαδικασία παρακολούθησης είναι δυνατόν να ξεκινά με την απλή καταγραφή των κινήσεων κάθε παρτίδας (handling unit) στην αποθήκη και στην παραγωγή. Στο σημείο αυτό ανακύπτει το πρόβλημα του όγκου των δεδομένων που δημιουργείται και της σωστής διαχείρισής τους. Σήμερα χρησιμοποιούνται μηχανογραφημένα εργαλεία που καθιστούν την καταγραφή ευκολότερη και την αναζήτηση στοιχείων πιο αποτελεσματική σε σχέση με την παλαιότερη μέθοδο της χειρόγραφης καταγραφής των κινήσεων σε ετικέτες. Οι σημαντικότερες κινήσεις που πρέπει να καταγραφούν είναι οι εξής: Παραλαβές Μεταφορές Αναλώσεις υλικών συσκευασίας, πρώτων υλών και ημιέτοιμου προϊόντος Μεταβολή προϊόντος Παραγωγή ημιέτοιμου και έτοιμου προϊόντος Μεταβολή ποιοτικού status προϊόντος Φορτώσεις. Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, να υπάρχει μια σωστά οργανωμένη και κατανοητή διαδικασία. Η εμπειρία έχει δείξει ότι η καλύτερη πρακτική είναι να καταγράφονται οι πληροφορίες στο σημείο όπου γίνονται οι φυσικές κινήσεις, δηλαδή στο εργοστάσιο ή την αποθήκη. 26

27 Η τεχνολογία μπορεί να είναι αρωγός σε αυτόν το σκοπό. Ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες κάθε εγκατάστασης, συνήθως ο βασικός εξοπλισμός που απαιτείται είναι ο εξής: Η/Υ για καταγραφή των κινήσεων Σχετικό software Θερμικοί εκτυπωτές ετικετών Barcode και scanner Φορητά τερματικά ραδιοσυχνότητας και κεραίες. Επιπλέον, κατά την εγκατάσταση εξασφάλισης της ιχνηλασιμότητας είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει εκπαίδευση των χειριστών. Η εμπειρία έχει δείξει 1 στους 2 ή 1 στους 3 χειριστές θα γίνει χρήστης του συστήματος ( Διεθνής κανόνες παρακολούθησης Ενώ η καταγραφή των στοιχείων σε επίπεδο κιβωτίων ή καταναλωτικών μονάδων γίνεται με συστήματα customized για κάθε επιχείρηση, η παρακολούθηση των στοιχείων στην ετικέτα της παλέτας ακολουθεί αυστηρούς Διεθνείς κανόνες. Είναι πολύ σημαντικό το σύστημα που θα εγκατασταθεί να υποστηρίζει τους παραπάνω κανόνες, όπως αυτοί περιγράφονται στα standard του ΕΑΝ International (ή ΕΛΚΕΣΗΠ Ελλάδος). Διαφορετικά, είναι δύσκολο να παρακολουθείται η πληροφορία του lοt σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας και να υπάρχει αυτόματη μεταβίβαση πληροφοριών, είτε ηλεκτρονικά (ΕDΙ), είτε, πιο συχνά, μέσω των ετικετών των παλετών, μεταξύ των κρίκων της αλυσίδας. Αναζήτηση ευθυνών Δυστυχώς, μέχρι σήμερα επικρατούσε η αντίληψη ότι η βιομηχανία είχε την αποκλειστική ευθύνη για την εφαρμογή της Ιχνηλασιμότητας. Όμως, η βιομηχανία δεν είναι δυνατόν να αντεπεξέλθει στις ουσιαστικές και νομικές απαιτήσεις μόνη της, χωρίς την συνυπευθυνότητα των άλλων εταίρων της εφοδιαστικής αλυσίδας. Με τη νομοθετική θέσπιση της υποχρέωσης για Ιχνηλασιμότητα, η συνεργασία αυτή γίνεται νομική απαίτηση. Η βιομηχανία, λοιπόν, προσδοκά τη συμμετοχή των παραγωγών, διακινητών, επεξεργαστών, χονδρεμπόρων και λιανοπωλητών στην αποτελεσματικότερη εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας, με την τήρηση από τον καθένα αρχείων των δικών του κινήσεων, των υλικών που παρέλαβε, επεξεργάσθηκε και παρέδωσε. Η αρχή του -1/+1 [τήρηση στοιχείων για τον άμεσο προμηθευτή και τον 27

28 άμεσο πελάτη] είναι κανόνας οριοθέτησης της νομικής υποχρέωσης κάθε κρίκου της εφοδιαστικής αλυσίδας. ( ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΤΡΟΦΙΚΗ ΑΛΥΣΙΔΑ Τα τελευταία χρόνια, περιστατικά τροφικών δηλητηριάσεων, ζωικών ασθενειών όπως η «νόσος των τρελών αγελάδων», ο αφθώδης πυρετός, και άλλα συμβάντα που σχετίζονται με την ασφάλεια τροφίμων, τόσο σε ανεπτυγμένες αλλά και αναπτυσσόμενες χώρες, έχουν αναδείξει την ανάγκη εφαρμογής μεθόδων που να προστατεύουν τους καταναλωτές, τη δημόσια υγεία και να μειώνουν τις αρνητικές και οικονομικές επιπτώσεις τέτοιων κρίσεων. Δεδομένου ότι κίνδυνοι που σχετίζονται με την ασφάλεια των τροφίμων, δύναται να υπάρχουν σε όλα τα στάδια της τροφικής αλυσίδας είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει ικανοποιητικός έλεγχος, παρακολούθηση και πληροφόρηση σε όλα τα στάδια επεξεργασίας ενός τροφίμου. Επιπρόσθετα το γεγονός ότι στη σύγχρονή εποχή, πέρα από την διαδικασία παραγωγής και συσκευασίας του ένα τρόφιμο μπορεί να ταξιδέψει μεταξύ διαφορετικών χωρών αλλά και ηπείρων μέχρι να φτάσει στον καταναλωτή, κάνει την ανάγκη αυτή ακόμα πιο επιτακτική. Ένας «αδύναμος κρίκος» κατά την διαδρομή αυτή μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα ένα μη ασφαλές τρόφιμο, ένα πιθανό κίνδυνο για τους καταναλωτές, και ένα τεράστιο οικονομικό κόστος για μια εταιρία. Το σύνολο των πληροφοριών αυτών, για τη διαδρομή ενός τροφίμου από την μια άκρη της τροφικής αλυσίδας στην άλλη, είναι με απλά λόγια και ο ορισμός της ιχνηλασιμότητας. Η εφαρμογή ενός αποτελεσματικού συστήματος ιχνηλασιμότητας, πέρα από το ότι αποτελεί και νομοθετική απαίτηση, σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κανονισμό 178/2002/ΕΚ, επιτρέπει σε ένα οργανισμό να τεκμηριώνει ή/και να εντοπίζει ένα προϊόν σε όλα τα στάδια παραγωγής, επεξεργασίας και διανομής, από την πρωτογενή παραγωγή μέχρι και την κατανάλωση του. Η τεκμηρίωση αυτή περιλαμβάνει πληροφορίες όπως ταυτότητα και παρτίδα προϊόντων και συστατικών, ημερομηνίες, αποτελέσματα αναλύσεων, στοιχεία προμηθευτών, μεταπωλητών κλπ. Επιπλέον αποτελεί εργαλείο που συμβάλλει τα μέγιστα στην ασφάλεια των τροφίμων, καθώς επιτρέπει την αναγνώριση και γρήγορη απόσυρση ακατάλληλων προϊόντων από την αγορά, αλλά επιπλέον διευκολύνει και τον εντοπισμό της αιτίας του προβλήματος. 28

29 Για να βοηθήσει όλους τους εμπλεκόμενους στην εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος, ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης (ISO) έχει εκδώσει πρόσφατα το νέο διεθνές πρότυπο CYS EN ISO 22005:2007 Ιχνηλασιμότητα στην Αλυσίδα Τροφίμων και Ζωοτροφών Γενικές αρχές και βασικές απαιτήσεις για σχεδιασμό και εφαρμογή του συστήματος. Το πρότυπο αυτό μπορεί να εφαρμοστεί σε όλους οργανισμούς που δραστηριοποιούνται σε οποιοδήποτε στάδιο της τροφικής αλυσίδας, βοηθώντας τους ανάμεσα σε άλλα να παρακολουθούν τη ροή προϊόντων, συστατικών και υλικών συσκευασίας, να αναγνωρίζουν τις ανάγκες για τεκμηρίωση και παρακολούθηση των διαφόρων σταδίων παραγωγής, να διασφαλίζουν ικανοποιητικό συντονισμό, επικοινωνία και πληροφόρηση μεταξύ όλων των εμπλεκομένων, ειδικότερα σε ότι αφορά πελάτες και προμηθευτές. Επιπλέον μέσα από την εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος ένα οργανισμός μπορεί να βελτιώσει μέσα από την κατάλληλη χρήση των πληροφοριών αυτών τις διεργασίες του, να μειώσει τα λάθη, και να αυξήσει την παραγωγικότητα και την απόδοση του. Σύμφωνα με το Γενικό γραμματέα του ISO, δηλαδή τον κύριο Alan Bryden: «Με το ISO 22005, ο ISO συμβάλλει ακόμα μια φορά στην προσπάθεια για διασφάλιση της δημόσιας υγείας, ενθαρρύνοντας συγχρόνως την οικονομική ανάπτυξη της παγκόσμιας βιομηχανίας τροφίμων, με σεβασμό όμως στις ανάγκες της κοινωνίας και των καταναλωτών» (Δημοσθένους, 2002). Ο AGROCERT έχει εκδώσει Κανονισμό Πιστοποίησης για την προαιρετική επισήμανση του βοείου κρέατος, καθώς επίσης και την τεχνική οδηγία AGRO 5-1 για την «ιχνηλασιμότητα». Με τις εγγυήσεις που προσφέρει το προαιρετικό σύστημα, ενισχύεται η εμπιστοσύνη των καταναλωτών για ποιοτικό βόειο κρέας και των προϊόντων με βάση το κρέας, διαφυλάσσεται ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας και ενισχύεται η διαρκής σταθερότητα της αγοράς. Παράλληλα, η εφαρμογή της τεχνικής οδηγίας για την ιχνηλασιμότητα παρέχει τη δυνατότητα εντοπισμού της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης και του σφαγείου από όπου προέρχονται τα τεμάχια κρέατος που φτάνουν στον τελικό καταναλωτή (Παπαβασιλείου, 2005). Η ιχνηλασιμότητα των τροφίμων αναφέρεται στη μεθοδολογία που επιτρέπει να γνωρίζουμε την ιστορική εξέλιξη και τη διαδρομή του προϊόντος μέχρι το τραπέζι 29

30 μας. Έχει μια ολοκληρωμένη λογική από τον καταναλωτή έως τον παραγωγό ή, ακολουθώντας το αντίθετο μονοπάτι, από τον παραγωγό στον καταναλωτή. Η πρόοδος της τεχνολογίας έχει δημιουργήσει μια παγκόσμια αγορά τροφίμων που σημαίνει ότι πολλές φορές τα προϊόντα διακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις, ενώ η όλο και αυξανόμενη αγοραστική δύναμη των καταναλωτών επιτρέπει την ύπαρξη μεγάλης ποικιλίας προϊόντων διαθέσιμων όλο το χρόνο. Όλα αυτά απαιτούν οργάνωση τόσο των κρατικών (Διατροφικός Κώδικας FAO, νομοθεσίες κρατών κλπ) όσο και των ιδιωτικών φορέων (ISO HACCP, EurepGAP). Το εργαλείο για να ξεκινήσει η εκστρατεία για την ασφάλεια των τροφίμων είναι η ιχνηλασιμότητα, δηλαδή η ικανότητα εντοπισμού της διαδρομής ενός προϊόντος καθ όλη την πορεία του στη εμπορική αλυσίδα από την αρχή. Αυτή η πληροφορία επιτρέπει τον εντοπισμό της δημιουργίας του προβλήματος είτε ποιότητας είτε υγιεινής που πιθανόν να παρουσιαστεί καθώς επίσης και η απαλλαγή ή μη, από τις ευθύνες. Φυσικά η ιχνηλασιμότητα δεν αποτελεί πανάκεια η οποία να επιλύει όλα τα προβλήματα του συστήματος διατροφής και υπάρχουν κάποια θέματα που χρειάζονται αναθεώρηση. Από την οπτική γωνία της λειτουργικότητας η ιχνηλασιμότητα επιτρέπει την παρακολούθηση και τον έλεγχο του προϊόντος ώστε να αποφεύγονται οι απάτες. Η ταχύτητα και η διαθεσιμότητα των πληροφοριών βελτιώνει τη διαφάνεια και επιτρέπει την οργάνωση μιας βάσης δεδομένων που βοηθάει τη βαθύτερη γνώση της εμπορικής αλυσίδας. Σε σχέση με την αλληλεπίδραση των μελών της αλυσίδας πρέπει κάθε μέλος να είναι υπεύθυνο, για παράδειγμα οι παραγωγοί πρέπει να γνωρίζουν τις καλλιεργητικές τεχνικές που χρησιμοποιούν, τα σκευάσματα και τις εφαρμογές που κάνουν σύμφωνα με το πρωτόκολλο ασφάλειας που χρησιμοποιούν. Οι καταναλωτές από την άλλη μεριά είναι υπεύθυνοι για τον σωστό χειρισμό και τη συντήρηση των προϊόντων που αγοράζουν, πράγμα που προσδίδει προστιθέμενη αξία στα προϊόντα διαμέσου των μηχανισμών της αγοράς. Αναμφίβολα η εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας έχει να αντιμετωπίσει αρκετά εμπόδια. Καταρχήν το κόστος εφαρμογής του συστήματος και των μηχανημάτων, αλλά και του ανθρώπινου δυναμικού που θα απασχολήσει. Θα πρέπει να γίνεται σωστή ενημέρωση του καταναλωτή και η ιχνηλασιμότητα να μην χρησιμοποιείται ως φραγμός στην είσοδο στην αγορά ορισμένων προϊόντων. Σε παγκόσμιο επίπεδο και κυρίως στην ΕΕ, πρέπει να βρεθεί μια φόρμα που θα διευκολύνει την εμπορική ροή. Πρέπει επίσης να αποφευχθεί ο πολλαπλασιασμός των 30

31 θεσμικών οργανώσεων που εμπλέκονται στον τομέα της ασφάλειας καθώς υπάρχει ο κίνδυνος κατακερματισμού της αγοράς εξαιτίας διαφορετικών κανονισμών (Αρβανιτογιάννης και Τζούρος, 2006). Το μέλλον σε ότι αφορά την αγορά των τροφίμων θα είναι πολύ δυναμικό, καθώς η χρήση των νέων τεχνολογιών από τη μία μεριά θα επιτρέπει τη συμπίεση της εμπορικής αλυσίδας και την παγκοσμιοποίηση της αγοράς, ενώ από την άλλη θα αλλάξει πιθανόν τις συνήθειες των καταναλωτών. Ο παραγωγός, εκτός από τις παραδοσιακές ασχολίες του για παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, θα έχει τη δυνατότητα να έρχεται σε επαφή με τους καταναλωτές σε όλα τα μέρη του κόσμου. Έτσι θα μπορεί μόνος του να μπει σε νέες αγορές διότι εκτός από τις ονομασίες προέλευσης ή τις γνωστές μάρκες, εργαλεία όπως το Διαδίκτυο θα δίνουν τη δυνατότητα προσέγγισής πελατών και μέσα από μια σωστή στρατηγική θα είναι δυνατή η πίστη του καταναλωτή σε μια σειρά προϊόντων για να αποφεύγονται οι μετακινήσεις προς τον ανταγωνισμό ( Η ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Η ιχνηλασιµότητα των προϊόντων δεν είναι καινούρια έννοια στις επιχειρήσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας και ιδιαίτερα σε αυτές των τροφίµων. Η αναµφισβήτητη αξία της σαν ένα πολύτιµο εργαλείο για την ασφάλεια των τροφίµων και των ίδιων των επιχειρήσεων έχει οδηγήσει στην υιοθέτηση κάποιου συστήµατος ιχνηλασιµότητας - έστω πρώιµης µορφής - από τις περισσότερες επιχειρήσεις. Τα τελευταία χρόνια η ιχνηλασιµότητα έχει έλθει στο προσκήνιο λόγω των πολλών και σοβαρών περιπτώσεων διατροφικών κρίσεων, οι οποίες έχουν ευαισθητοποιήσει τους καταναλωτές σε θέµατα ποιότητας των τροφίµων. Οι ελληνικές επιχειρήσεις τροφίµων καλούνται πλέον να ακολουθήσουν νέες στρατηγικές στο ζήτηµα της Ασφάλειας των προϊόντων τους και ειδικότερα στην ιχνηλασιµότητα, εισάγοντας νέες διαδικασίες και τεχνολογίες. Παρόλο που αρχικά η «συµµόρφωση» αυτή µπορεί να εκληφθεί ως ένας παράγοντας αύξησης του κόστους, µια κατάλληλη στρατηγική για την υλοποίηση ενός συστήµατος ιχνηλασιµότητας µπορεί να βοηθήσει τις επιχειρήσεις τροφίµων να αποκτήσουν πολλά και σηµαντικά πλεονεκτήµατα, ένα από τα οποία είναι η µείωση του κόστους. 31

32 2.2.5 ΟΡΙΣΜΟΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Σύστηµα Ιχνηλασιµότητας: σύστηµα που παρακολουθεί συνεχώς τα προϊόντα καθώς αυτά διακινούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα ή µετασχηµατίζονται στις διάφορες φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας. Το σύστηµα ιχνηλασιµότητας παρέχει δεδοµένα για τους δύο βασικούς τύπους ιχνηλασιµότητας: Προς τα εµπρός (Downstream) ιχνηλασιµότητα: ξεκινώντας από µία συγκεκριµένη παρτίδα πρώτης ύλης (Lot), να φτάσει στον εντοπισµό όλων των παρτίδων τελικών προϊόντων που παρήχθησαν. Προς τα πίσω (Upstream) ιχνηλασιµότητα: γνωρίζοντας την παρτίδα του τελικού προϊόντος (Lot), να ανιχνευθεί τις Α ύλες που χρησιµοποιήθηκαν για την παραγωγή της. Ένα σύστηµα ιχνηλασιµότητας αποτελείται από τρια υποσυστήµατα: 1) Σύστηµα Διαδοχικής Ιχνηλασιµότητας -1: καλύπτει την διακίνηση προϊόντων µεταξύ της επιχείρησης και των προµηθευτών της. Η διαδοχική ιχνηλασιµότητα -1 είναι ιδιαίτερα σηµαντική τόσο για τις επιχειρήσεις λιανικού εµπορίου, οι οποίες διαθέτουν µεγάλο αριθµό προµηθευτών και προµηθευόµενων ειδών ανά είδος, όσο και για τις επιχειρήσεις µεταποίησης, οι οποίες προµηθεύονται από άλλες εταιρίες τα απαιτούµενα υλικά συσκευασίας και τις Α ύλες. 2) Σύστηµα Εσωτερικής Ιχνηλασιµότητας (Internal Traceability): καλύπτει την διακίνηση και τον µετασχηµατισµό των προϊόντων µέσα στην ίδια την επιχείρηση. Η εσωτερική ιχνηλασιµότητα είναι ιδιαίτερα σηµαντική για τις επιχειρήσεις παραγωγής, επεξεργασίας και τυποποίησης, διότι υπάρχει µια σηµαντική παραγωγική διαδικασία η οποία κάτω από συγκεκριµένες συνθήκες και σύµφωνα µε προκαθορισµένες τεχνικές προδιαγραφές µετασχηµατίζει τις Α ύλες σε τελικά προϊόντα. 3) Σύστηµα Διαδοχικής Ιχνηλασιµότητας +1: καλύπτει την διακίνηση προϊόντων µεταξύ της επιχειρήσης και των πελατών της. Η διαδοχική ιχνηλασιµότητα +1 είναι ιδιαίτερα σηµαντική τόσο για τις επιχειρήσεις που προµηθεύουν µε Α ύλες και υλικά συσκευασίας τις βιοµηχανίες (Θεοδώρου Ε. και Σφυρής Φ., 2002) 32

33 2.2.6 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Τα συστήµατα ιχνηλασιµότητας δεν εξασφαλίζουν την καλή ποιότητα των τροφίµων διότι αυτή εξαρτάται αποκλειστικά και µόνο από τις διαδικασίες που εφαρµόζουν οι επιχειρήσεις. Τα Συστήµατα Ιχνηλασιµότητας εξυπηρετούν την ασφάλεια των τροφίµων, των καταναλωτών και των ιδίων των επιχειρήσεων. Παρακολουθούν τα ίδια τα προϊόντα και τις διαδικασίες της επιχείρησης, και στην περίπτωση που γίνει κάποιο λάθος από το οποίο µπορεί να προκύψει κάποιο ελαττωµατικό προϊόν δίνουν όλα τα απαραίτητα δεδοµένα για την αποτελεσµατική ανάκληση της ελαττωµατικής παρτίδας αλλά και για τον άµεσο εντοπισµό της αιτίας του προβλήµατος. Ένα τέτοιο σύστηµα πρέπει γενικά να καλύπτει τις παρακάτω γενικές αρχές που αναφέρονται στο διεθνές Πρότυπο ISO για τη σχεδίαση συστηµάτων ιχνηλασιµότητας τροφίµων: Συµµόρφωση µε την υπάρχουσα Νοµοθεσία Κάλυψη των συγκεκριµένων απαιτήσεων της επιχείρησης Ευκολία εγκατάστασης Βέλτιστη σχέση κόστος / όφελος Εστίαση στο επιδιωκόµενο αποτέλεσµα Επιδεκτικότητα επαλήθευσης Αξιόπιστη λειτουργία Οι γενικότερες απαιτήσεις από το σύστημα ιχνηλασιμότητας για την Βιομηχανία Αγροτικών Προϊόντων είναι οι εξής: Το σύστημα ιχνηλασιμότητας πρέπει λοιπόν να εξασφαλίζει την μοναδική δυαδική σχέση ταυτότητας-αρχείου και θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες για την ΠΡΟΣ ΤΑ ΕΜΠΡΟΣ και την ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΙΣΩ ιχνηλασιμότητα. Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας δεν εξασφαλίζουν την καλή ποιότητα των τροφίμων διότι αυτή εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τις διαδικασίες που εφαρμόζουν οι επιχειρήσεις. Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας εξυπηρετούν την ασφάλεια των τροφίμων, των καταναλωτών και των ιδίων των επιχειρήσεων. 33

34 Παρακολουθούν τα ίδια τα προϊόντα και τις διαδικασίες της επιχείρησης, και στην αναπόφευκτη- περίπτωση που γίνει κάποιο λάθος από το οποίο μπορεί να προκύψει κάποιο ελαττωματικό προϊόν δίνουν όλα τα απαραίτητα δεδομένα για την αποτελεσματική ανάκληση της ελαττωματικής παρτίδας και για το γρήγορο εντοπισμό της αιτίας του προβλήματος. Ας σημειωθεί ότι η αιτία του προβλήματος μπορεί να βρίσκεται μέσα στην ίδια την επιχείρηση ή μπορεί να προέρχεται από κάποια άλλη επιχείρηση όπως πχ. στον προμηθευτή των υλικών συσκευασίας που έρχονται σε άμεση επαφή με το προϊόν. Η αποτελεσματικότητα του συστήματος ιχνηλασιμότητας εξαρτάται από την ικανότητά του να δίνει στοιχεία για το ΤΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΕΓΙΝΕ και όχι για το ΤΙ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ. Αυτό σημαίνει ότι το σύστημα ιχνηλασιμότητας πρέπει να παρακολουθεί σε πραγματικό χρόνο τις διαδικασίες χωρίς να αποτελεί τμήμα των διαδικασιών αυτών. Η σωστή αποτύπωση της παρτίδας επάνω στο ημιέτοιμο ή έτοιμο προϊόν είναι θεμελιώδους σημασίας για να έχουμε αξιόπιστη ιχνηλασιμότητα. Η ταυτοποίηση και η κωδικοποίηση των προϊόντων πρέπει να είναι κάτω από τον πλήρη του συστήματος ιχνηλασιμότητας. Δεν νοείται ένα χειριστής να πληκτρολογεί το Lot σε ένα σύστημα on-line κωδικοποίησης και να μην τον ελέγξει το σύστημα ιχνηλασιμότητας ως προς την ορθότητά του. Το σύστημα ιχνηλασιμότητας πρέπει να αφομοιώνει και να αξιοποιεί τον υπάρχοντα αυτοματισμό του εργοστασίου έτσι ώστε να έχει μικρή εξάρτηση από χειριστές για την καθημερινή του τροφοδοσία με τα απαραίτητα δεδομένα της παραγωγής. Πρέπει να συνδέεται άμεσα και απρόσκοπτα με το μηχανογραφικό σύστημα της επιχείρησης που διαχειρίζεται τους παραγωγούς και τις ομάδες τους και φροντίζει για την έκδοση των Δελτίων Ποσοτικής Παραλαβής. Από τη σωστή ταυτοποίηση της παρτίδας παραλαβής ξεκινάει η σωστή ιχνηλασιμότητα, και είναι γνωστό πόσο δύσκολο είναι για τις παρτίδες παραλαβής καλαμποκιού σε σιλό 200tn ή για παρτίδες παραλαβής αλατιού που αποθηκεύονται χύμα στο πάτωμα κάποιας αποθήκης. Πρέπει να είναι δομημένο πάνω στην αρχή της δημιουργίας μίας μοναδικής ταυτότητας σε κάθε διακριτό στάδιο επεξεργασίας μέσα στην 34

35 παραγωγική διαδικασία. Το παρακάτω διάγραμμα είναι αποκαλυπτικό όσον αφορά την αρχή που μόλις αναφέραμε. Το σύστημα ιχνηλασιμότητας πρέπει να διαχειρίζεται με ευχέρεια τα αποτελέσματα των ποιοτικών ελέγχων που διενεργεί η επιχείρηση σε κάθε στάδιο επεξεργασίας, και να μπορεί χωρίς κόστος χρόνου και χρήματος να ενσωματώνει τυχόν νέες μετρήσεις που ορίζει το κράτος ότι πρέπει να μετρώνται και να καταγράφονται. Απαίτηση είναι η άρρηκτη σύνδεση της παρτίδας του δείγματος που χρησιμοποιήθηκε για έλεγχο, με πολλαπλές καταγραφές ποιοτικών χαρακτηριστικών. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε ότι σημαντική πηγή πληροφοριών αποτελούν τα αρχεία HACCP και ISO που διαθέτει η επιχείρηση και που πρέπει να μπορούν να ενσωματωθούν στο σύστημα ιχνηλασιμότητας. Πρέπει να τονιστεί ότι το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι τελείως διαφορετικό και ξεχωριστό από τα συστήματα HACCP και ISO και το μόνο κοινό χαρακτηριστικό τους σαν συστήματα είναι ότι φροντίζουν για την ασφάλεια των τροφίμων και του εργοστασίου. Πράγματι τα συστήματα HACCP και ISO είναι ενσωματωμένα στις διαδικασίες της επιχείρησης, ενώ το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι ένα ανεξάρτητο σύστημα ελέγχου των διαδικασιών. Το σύστημα ιχνηλασιμότητας πρέπει να καλύπτει τις συγκεκριμένες διαδικασίες κάθε επιχείρησης επειδή όλοι γνωρίζουν πόσο δύσκολο είναι σε μία βιομηχανία αγροτικών προϊόντων να αλλάζει διαδικασίες. Πρέπει να είναι τεχνολογικά προηγμένο, φιλικό στον μη έμπειρο εποχικό χειριστή, σχεδιασμένο με γνώμονα την ευελιξία και την επεκτασιμότητα έτσι ώστε να καλύπτει απρόσκοπτα τόσο τις τρέχουσες όσο και τις μελλοντικές ανάγκες τις επιχείρησης. Πρέπει να ανταποκρίνεται άμεσα στις περιπτώσεις παραγωγής προϊόντων εκτός προδιαγραφών και να ενημερώνει ταχύτατα, με ειδικά alarms, τους υπευθύνους λήψης αποφάσεων. Πρέπει να διαχειρίζεται με ασφάλεια και αξιοπιστία τα μη συμμορφούμενα προϊόντα, και να καταγράφει την χρονική στιγμή που εισήχθησαν εκ νέου στην παραγωγική διαδικασία για να αποτυπωθεί με ακρίβεια το πώς και το πόσο επηρέασαν το γενεαλογικό δένδρο του τελικού προϊόντος. 35

36 Ακόμα και εάν η επιχείρηση διαθέτει μηχανογραφικό σύστημα διαχείρισης αποθήκης ετοίμων προϊόντων, το σύστημα ιχνηλασιμότητας πρέπει να δίνει αξιόπιστες πληροφορίες για τους παραλήπτες μίας συγκεκριμένης παρτίδας προϊόντος. Πρέπει δηλαδή από μόνο του να μπορεί να διαχειρίζεται παραγγελίες πελατών και φορτώσεις αυτοκινήτων, είτε ανεξάρτητα με επικοινωνία και ανταλλαγή στοιχείων με οποιοδήποτε σύστημα διαχείρισης αποθήκης (Θεοδώρου και Σφυρής, 2002) ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας μπορούν να συμβάλλουν: α) στην αναβάθμιση του επιπέδου αξιοπιστίας των πληροφοριών ιχνηλασιμότητας, β) στη διασφάλιση της διαφάνειας του δικτύου διανομής, γ) στην ταχεία και θετική παροχή πληροφοριών στους καταναλωτές, πελάτες και τις κυβερνητικές υπηρεσίες και δ) στην ενίσχυση της επαληθευσιμότητας της σήμανσης των προϊόντων μέσω της διασφάλισης της πλήρους συμφωνίας μεταξύ του αριθμού ταυτοποίησης και της επισήμανσης (ετικέτας). Επιπλέον, μπορούν να συμβάλλουν στη διασφάλιση της ασφάλειας των τροφίμων μέσω: α) της ταχείας και απρόσκοπτης ανίχνευσής των αιτιών πρόκλησης ατυχημάτων σχετικών με την ασφάλεια τροφίμων, β) της ταχείας και πλήρους ανάκλησης των ύποπτων ή επικίνδυνων τροφίμων και απομάκρυνσής τους από το δίκτυο τροφίμων σε όλο του το εύρος, γ) τη συλλογή πληροφοριών για μη αναμενόμενες δυσμενείς επιπτώσεις, ακόμη και αν αυτές είναι μακροπρόθεσμες, τροφίμων στην υγεία του καταναλωτή και δημιουργίας βάσης επιδημιολογικών δεδομένων, καθώς και στην ανάπτυξη τεχνικών διαχείρισης κινδύνων ασφάλειας τροφίμων, δ) του καθορισμού του μεριδίου ευθύνης για όλους όσους συμμετέχουν στα δίκτυα τροφίμων και 36

37 ε) της ελαχιστοποίησης των κινδύνων για τους καταναλωτές και ων οικονομικών απωλειών για τους οργανισμούς του δικτύου τροφίμων. (Αρβανιτογιάννη και Τζούρος, 2006) ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η εισαγωγή ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας αποτελεί μια αναγκαιότητα για τις βιομηχανίες αγροτικών προϊόντων. Το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί είναι πολύ μεγάλο για να το αφήσουν στα χέρια μερικών χειριστών που θα ασχολούνται με την χειρόγραφη συμπλήρωση εντύπων ιχνηλασιμότητας. Είναι γεγονός ότι οι καλά οργανωμένες επιχειρήσεις που έχουν πλήρη έλεγχο των διαδικασιών τους, μπορούν να επωφεληθούν από τις δυνατότητες που προσφέρουν τα σύγχρονα συστήματα ιχνηλασιμότητας. Η υλοποίηση ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας μπορεί να αποτελέσει μια μοναδική ευκαιρία για την επιχείρηση για διαφοροποίηση έναντι του ανταγωνισμού, που ως γνωστόν στα αγροτικά προϊόντα είναι ιδιαίτερα μεγάλος έως και αδυσώπητος. Με την υιοθέτηση ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας, οι επιχειρήσεις αποκτούν ένα σημαντικό εργαλείο για τη διαχείριση του ρίσκου και τη θεμελίωση σχέσεων εμπιστοσύνης με τους πελάτες και τους προμηθευτές τους. Στον αιώνα της παγκοσμιοποίησης αλλά και ως χώρα με σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα αγροτικών προϊόντων, οι επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα βελτίωσης των εσωτερικών διαδικασιών τους και την αύξηση της αποδοτικότητας της εφοδιαστικής αλυσίδας με τη χρήση ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας ( 2.3 ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΡΙΣΜΟΙ, ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ Στα πλαίσια επαναπροσανατολισμού της κοινής αγροτικής πολιτικής (ΚΑΠ), για την διαφοροποίηση της αγροτικής παραγωγής, ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη ισορροπία μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης, η προώθηση προϊόντων που παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, θεωρήθηκε ότι μπορεί να αποτελέσει 37

38 σοβαρό πλεονέκτημα για τον αγροτικό κόσμο, ιδίως στις μειονεκτικές και απομακρυσμένες περιοχές, εξασφαλίζοντας αφενός τη βελτίωση του γεωργικού εισοδήματος και εγκατάσταση του αγροτικού πληθυσμού σε αυτές. Έτσι η Ευρωπαϊκή Ένωση θέσπισε το 1992, τον κανονισμό 2081/92 (Ε.Ο.Κ.) του συμβουλίου της 14 ης Ιουλίου 1992 <<για την προστασία των ονομασιών προέλευσης>> (Π.Ο.Π.) και <<των γεωγραφικών ενδείξεων>> (Π.Γ.Ε.) των γεωργικών προϊόντων ποιότητας και των τροφίμων. Ο σκοπός του κανονισμού 2081/92 είναι η προστασία των ονομασιών, η προστασία του παραγωγού και η μη παραπλάνηση του καταναλωτή. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1263/96 της Επιτροπής της 1ης Ιουλίου 1996 συμπληρώνει το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/96 σχετικά με την καταχώριση των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92. Επίσης, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του συμβουλίου της 20ης Μαρτίου 2006 για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων ονομασίας προέλευσης και γεωγραφικής ένδειξης αντικαθιστά τον κανονισμό (Ε.Ο.Κ.) 2081/92 του Συμβουλίου της 14 ης Ιουλίου Τα προϊόντα που είναι παραδοσιακά και φημισμένα εκτός των συνόρων της περιοχής που παράγονται, προστατεύονται από τα συστήματα προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης και Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Ο όρος «ονομασία προέλευσης» είναι το όνομα μιας περιοχής, ενός συγκεκριμένου τόπου ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μιας χώρας, το οποίο χρησιμοποιείται για την περιγραφή ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου, που κατάγεται από τη συγκεκριμένη περιοχή, το συγκεκριμένο τόπο ή τη συγκεκριμένη χώρα, του οποίου η ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά οφείλονται ουσιαστικά ή αποκλειστικά στο ιδιαίτερο γεωγραφικό περιβάλλον που περιλαμβάνει τους εγγενείς φυσικούς και ανθρώπινους παράγοντες, και του οποίου η παραγωγή, η μεταποίηση και η επεξεργασία πραγματοποιούνται στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή. 38

39 2.3.3 ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ Ο όρος «γεωγραφική ένδειξη» είναι το όνομα μιας περιοχής, ενός συγκεκριμένου τόπου ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μιας χώρας, το οποίο χρησιμοποιείται για την περιγραφή ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου: που κατάγεται από την εν λόγω περιοχή, τον συγκεκριμένο τόπο ή την εν λόγω χώρα, και του οποίου η συγκεκριμένη ποιότητα, η φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά μπορούν να αποδοθούν στην εν λόγω γεωγραφική καταγωγή, και του οποίου η παραγωγή ή /και η μεταποίηση ή/και η επεξεργασία πραγματοποιούνται στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή ( Μέχρι σήμερα έχουν αναγνωρισθεί σύμφωνα με την Κοινοτική νομοθεσία, συνολικά 61 Ελληνικά προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.) και 23 προϊόντα Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (Π.Γ.Ε.). Η Ελλάδα είναι 3 η Ευρωπαϊκή χώρα μετά τη Γαλλία με 37 και την Ιταλία με 30 σε αριθμό καταχωρημένων τυριών Π.Ο.Π. ( ΛΟΓΟΤΥΠΑ ΤΩΝ Π.Ο.Π -Π.Γ.Ε. Τα λογότυπα (σήματα) των προϊόντων Π.Ο.Π. (Προστατευόμενων Ονομασίας Προέλευσης) και Π.Γ.Ε. (Προστατευόμενων Γεωγραφικής Ένδειξης) είναι τα εξής: Εικόνα 1.1. Λογότυπα των Π.Ο.Π - Π.Γ.Ε. Όσο η Ευρώπη επεκτείνει τις δραστηριότητές της στον αγροτικό χώρο, η ανάγκη να γνωρίζουν οι καταναλωτές τι αγοράζουν, γίνεται ολοένα και πιο 39

40 επιτακτική. Γι αυτό το λόγο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημιούργησε ένα σήμα (λογότυπο), ώστε τα αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα να προστατεύονται από τα συστήματα Π.Ο.Π. (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης), Π.Γ.Ε. (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη) και να μπορούν να αναγνωρίζονται εύκολα. Αυτό το νέο σήμα θα επιτρέψει στους περισσότερους παραγωγούς να ενημερώσουν περισσότερους καταναλωτές για τα προϊόντα τους. Το σήμα θα δείχνει ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος είναι συνδεδεμένα άμεσα με τον τόπο παραγωγής του και θα αποτελεί ταυτόχρονα την εγγύηση γνησιότητας του προϊόντος. Το μπλε και το κίτρινο χρώμα στο σήμα αναπαριστούν αυλάκια σε ένα οργωμένο χωράφι στη μέση ενός ήλιου, που περιβάλλεται από δώδεκα αστέρια, το σύμβολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( ΛΙΣΤΑ ΠΟΠ ΚΑΙ ΠΓΕ Μέχρι σήμερα έχουν αναγνωρισθεί σύμφωνα με την Κοινοτική νομοθεσία, συνολικά 62 Ελληνικά προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.) και 23 προϊόντα Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (Π.Γ.Ε.). Τα προϊόντα αυτά είναι ελαιόλαδα, επιτραπέζιες ελιές, τυριά, μέλι, φρούτα, λαχανικά, σιτηρά, προϊόντα αρτοποιίας ζαχαροπλαστικής, αλιεύματα και σχετικά προϊόντα, άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης, γόμες, φυσικές ρητίνες, αιθέρια έλαια και λοιπά προϊόντα ( ΟΦΕΛΟΣ ΠΟΠ ΚΑΙ ΠΓΕ Τα πρότυπα Π.Ο.Π. και Π.Γ.Ε. προωθούν, διασφαλίζουν το όνομα και την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων. Tα προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προελεύσης και Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης επιτυγχάνουν μια ψηλή διαφοροποίηση από αντίστοιχα συμβατικά προϊόντα αλλά και από αντίστοιχα ποιοτικά προϊόντα άλλων περιοχών, αλλά και περιοχών με διαφορετικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Η αναγνώριση των προϊόντων είναι προς όφελος των παραγωγών, μεταποιητών κλπ., διότι ο δίκαιος ανταγωνισμός που αναπτύσσεται μεταξύ αυτών που δικαιούνται τις εν λόγω ενδείξεις, ενισχύει την αξιοπιστία αυτών των προϊόντων στα μάτια των καταναλωτών. Οι παραγωγοί, ιδίως μειονεκτικών και απομακρυσμένων περιοχών έχουν τη δυνατότητα να προωθήσουν εύκολα προϊόντα που παρουσιάζουν εξειδικευμένα χαρακτηριστικά, βελτιώνοντας το εισόδημα τους με 40

41 τις καλύτερες τιμές στην αγορά. Επίσης είναι προς όφελος των καταναλωτών οι οποίοι πρέπει να έχουν σαφείς και συνοπτικές πληροφορίες για την καταγωγή του προϊόντος και να αγοράζουν προϊόντα με εγγύηση ως προς την ποιότητα και τα χαρακτηριστικά τους ( και ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΛΕΨΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π.) Για την προαγωγή και τη διασφάλιση της ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και την προστασία όρων που αφορούν την προέλευση τους, συστάθηκε ο Οργανισμός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π.), με διακριτικό τίτλο AGROCERT, με το νόμο (Ν.2637/98) από τον Απρίλιο του Είναι Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, έχει οικονομική και διοικητική αυτοτέλεια και εποπτεύεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Η ίδρυση του οργανισμού αυτού έχει ως στόχο την επίτευξη της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων μέσω της βελτίωσης της ποιότητας, του αυστηρού ελέγχου, των κανονισμών για την ασφάλεια των τροφίμων και των υψηλών περιβαλλοντικών προδιαγραφών κατά την παραγωγική διαδικασία. Ο έλεγχος της παραγωγής των προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.), Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (Π.Γ.Ε.), η προστασία αυτών, η επίβλεψη και η πιστοποίησή τους είναι αρμοδιότητα του Οργανισμού Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π. Η απονομή ειδικών σημάνσεων από τον Οργανισμό Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π. ενισχύει τα πιστοποιημένα προϊόντα της χώρας και την αξιοπιστία του στους καταναλωτές, οι οποίοι δείχνουν προτίμηση στα προϊόντα αυτά καθώς τα αγοράζουν και τα εμπιστεύονται χωρίς να αμφιβάλλουν για την ποιότητα, υγιεινή και ασφάλεια των προϊόντων ( Ο σκοπός του Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π. είναι η προαγωγή, η διασφάλιση της ποιότητας των γεωργικών προϊόντων, η προστασία όρων που αφορούν την προέλευση τους και η προώθηση φιλοπεριβαλλοντικών συστημάτων ολοκληρωμένης διαχείρισης γεωργικών και δασικών εκμεταλλεύσεων. 41

42 Ο Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π. συμβάλλει στην ενίσχυση της γεωργικής οικονομίας και της αειφόρου ανάπτυξης, στη βελτίωση του εισοδήματος του αγροτικού πληθυσμού, στην ανάπτυξη της υπαίθρου μέσω της προαγωγής και διασφάλισης της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων, της ανάδειξης και της κατοχύρωσης της ταυτότητας των τοπικών προϊόντων καθώς, της προώθησης συστημάτων προστασίας και διαχείρισης αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Ο Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π. αποτελεί κέντρο ανάπτυξης, προσφοράς υπηρεσιών και τεχνογνωσίας σε θέματα ποιότητας διαδικασιών, φάσεων παραγωγής και προϊόντων του πρωτογενούς τομέα όπως αυτά αναφέρονται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση με βάση την πιστοποίηση, ορίζει, οριοθετεί και προάγει την ορθολογική εφαρμογή προτύπων και διαδικασιών, τις οποίες και υποστηρίζει με τις ανάλογες υπηρεσίες, σε όλα τα επίπεδα της αγοράς που καλύπτει, συνιστά άξονα συγκρότησης πλέγματος συνεργασίας των φορέων ανάπτυξης και εφαρμογής διαδικασιών παραγωγής ποιοτικών αγροτικών προϊόντων, καθώς και το θεσμικό φορέα εγγύησης της ποιότητας αυτών. Οι στρατηγικοί στόχοι του Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π. είναι η δημιουργία και η εφαρμογή προτύπων, οδηγιών και προδιαγραφών ποιότητας του συνόλου των προϊόντων του πρωτογενούς τομέα, με βάση τις εξελίξεις της τεχνολογίας και της αγοράς σε συνδυασμό με τη δυναμική που αναπτύσσεται από την άσκηση της αγροτικής πολιτικής σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Επίσης, η ανάπτυξη της απαραίτητης υλικοτεχνικής υποδομής, του αναγκαίου ανθρώπινου δυναμικού και της οικονομικής αυτοδυναμίας του, για την αποτελεσματική λειτουργία των μηχανισμών ελέγχου, της παρακολούθησης διαδικασιών πιστοποίησης της ποιότητας και κατοχύρωσης της ταυτότητας των Ελληνικών προϊόντων του πρωτογενούς τομέα. Επιπλέον, η σταδιακή αποδέσμευση της αγροτικής παραγωγής από τα οποιαδήποτε εθνικά ή Ευρωπαϊκά καθεστώτα ενισχύσεων ή επιδοτήσεων και η δημιουργία των προϋποθέσεων αυτοδύναμης επιβίωσης και ανάπτυξής της στην αγορά, μέσω της ενίσχυσης των διαδικασιών παραγωγής και μεταποίησης με την εφαρμογή των αναγνωρισμένων προτύπων και διαδικασιών πιστοποίησης ποιότητας του Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π.-AGROCERT, και η αναγνώριση και κατοχύρωση του Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π - AGROCERT ως εγγυητή της ποιότητας των προϊόντων του πρωτογενούς τομέα, στα πλαίσια της αναπτυσσόμενης ελεύθερης αγοράς. 42

43 Οι τακτικοί στόχοι του Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π. είναι η αναγνώριση και αξιοποίηση της λανθάνουσας ζήτησης προϊόντων και υπηρεσιών, σύμφωνα με τη γεωγραφική και κατά κατηγορία κατανομή τους, καθώς και ο προσδιορισμός των πεδίων ανάπτυξης πρόσθετων δραστηριοτήτων Επίσης, η πρόβλεψη των μελλοντικών αναγκών και των απαιτούμενων παρεμβάσεων μέσω της έγκυρης αναγνώρισης και διάγνωσης των τάσεων που διαμορφώνονται στην αγορά, η ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού με στελέχωση των υπηρεσιών του, με διεύρυνση του κύκλου των συνεργατών του, με την κατάρτισή τους καθώς και την επέκταση της παρουσίας του σε όλες τις παραγωγικές περιοχές της χώρας, η εκπόνηση προτύπων για τη διασφάλιση της ποιότητας των αγροτικών προϊόντων. Επίσης, η προώθηση και προβολή τους στην εγχώρια αγορά και σε επιλεγμένες αγορές του εξωτερικού, καθώς και η ανάπτυξη στοχευμένης έρευνας και τεχνολογίας όπου απαιτείται, η ανάπτυξη σταθερών αδιάβλητων και αμερόληπτων υποδομών πιστοποίησης με την κατάρτιση των μητρώων "Επιθεωρητών-Εμπειρογνωμόνων-Ελεγκτών" και "Συνεργαζομένων Εργαστηρίων". Τέλος, η δημιουργία των ευρύτερων συνεργασιών με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό κα η αξιοποίηση των πόρων του Γ' Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Γ' ΚΠΣ) για την ανάπτυξη της τυποποίησης και πιστοποίησης και της εφαρμογή των συστημάτων παραγωγής προϊόντων πιστοποιημένης ποιότητας στην Ελληνική Γεωργία, Κτηνοτροφία και Αλιεία ( 43

44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η επιθυμία της Ευρώπης να προστατεύσει και να προωθήσει την παραγωγή τροφίμων και αγροτικών προϊόντων από συγκεκριμένες περιοχές (από αυτές που έχουν φήμη υψηλής ποιότητας) οδήγησε σε πολιτικές ετικέτας τροφίμων, όπως προστατευόμενα ονομασίας προέλευσης, προστατευόμενα γεωγραφικής ένδειξης και ετικέτας χώρας προέλευσης. Αυτές οι πολιτικές ρυθμίζουν τη χρήση γεωγραφικών ονομασιών στις ετικέτες τροφίμων και απαιτούν τη χρήση ποικίλων επιπέδων ιχνηλασιμότητας για την προέλευση των τροφίμων και τις παραγωγικές διαδικασίες (Loureiro και Umberger, 2006). Τα ευρωπαϊκά συστήματα ιχνηλασιμότητας, τα οποία υπάρχουν από το 1990, όχι μόνο παρέχουν αναβαθμισμένη ασφάλεια τροφίμου και εμπιστοσύνη καταναλωτή, αλλά επίσης βοηθούν στην αύξηση της αξίας των προϊόντων αναβαθμίζοντας την ποιότητα τροφίμων μέσω της εμπειρίας ετικέτας και των χαρακτηριστικών πιστότητας (Buhr, 2003; Bureau and Valceschini, 2003; Dickinson and Baileey, 2002, 2005; Ennecking, 2004, Farm Foundation 2004). Αντίθετα, οι αμερικάνικες πολιτικές τροφίμων σχετικά με την προέλευση και την ιχνηλασιμότητα είναι λιγότερο αναπτυγμένες από τα συστήματα της Ευρώπης, της Αυστραλίας, του Καναδά και της Ιαπωνίας (Farm Foundation, 2004; Liddell and Baley, 2001). Το απαιτούμενο επίπεδο ιχνηλασιμότητας εξαρτάται από τον τελικό σκοπό του συστήματος ιχνηλασιμότητας (Farm Foundation, 2004; Golan et al., 2004a). Πολλές έρευνες ασχολήθηκαν με τις προτιμήσεις των καταναλωτών και την προθυμία πληρωμής τους για υποχρεωτικά και εθελοντικά προγράμματα σχετικά με τα χαρακτηριστικά πιστότητας που αναφέρονται στις προτιμήσεις των καταναλωτών, ως προς την ιχνηλασιμότητα και την προέλευση τροφίμων (Loureiro and Umberger, 2006). 44

45 3.2 ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΟΡΙΣΜΟΙ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Σύµφωνα µε το Moe (1998) ιχνηλασιµότητα είναι η ικανότητα να ακολουθηθούν τα ίχνη και η ιστορία µιας µονάδας προϊόντος κατά µήκος όλης ή µέρους της εφοδιαστικής αλυσίδας (ιχνηλασιµότητα εφοδιαστικής αλυσίδας - chain traceability) ή σε κάποιο από τα µέρη της αλυσίδας αυτής (εσωτερική ιχνηλασιµότητα internal). Κατά τους Beulens et al. (2002) ιχνηλασιµότητα είναι η ικανότητα καταγραφής της ιστορίας ενός προϊόντος και απόδειξης συµµόρφωσης µε τις προδιαγραφές. Επιπλέον, σηµειώνεται πως όταν εφαρµόζεται κάποιο σύστηµα ιχνηλασιµότητας, ακόµα και καιρό µετά το πέρας κάποιας εµπορικής συναλλαγής, η σχέση εξακολουθεί να υφίσταται (µέσα από τα καταγεγραµµένα στοιχεία). Σύµφωνα µε τον Sparks (2002) ιχνηλασιµότητα είναι η ικανότητα να παρακολουθηθεί και να καταγραφεί η καταγωγή και η ιστορία ενός προϊόντος διατροφής από το πρώτο στάδιο παραγωγής του έως το πιάτο του τελικού καταναλωτή. Ο ίδιος συµπληρώνει πως η ανίχνευση περιλαµβάνει την αναγνώριση όλων των πρακτικών και διαδικασιών που έχουν αντίκτυπο στην κατάσταση του συγκεκριµένου προϊόντος και είναι καταγεγραµµένη και διαθέσιµη στους αγοραστές αλλά και σε όλους τους εµπλεκόµενους στην εφοδιαστική αλυσίδα. Ο Clayton (2002) αναφέρει ότι η ιχνηλασιμότητα ορίζεται από τον Codex Alimentarius ως ο προς τα εμπρός και προς τα πίσω εντοπισμός μέσω χειρόγραφου ή ηλεκτρονικού τρόπου. Επιπλέον, επισήμανε το γεγονός ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου απαιτεί η ιχνηλασιμότητα, εάν χρησιμοποιηθεί ως ένας τρόπος περιορισμού εισαγωγής από μια χώρα, πρέπει να δικαιολογηθεί επιστημονικώς και ισότιμα με τα πρότυπα ιχνηλασιμότητας τα οποία εφαρμόζονται στην κάθε χώρα. Κατά τον Weigand (1997) µπορεί να θεωρηθεί ένα σύγχρονο εργαλείο για τη γνώση της καταγωγής των προϊόντων σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, µιας γνώσης που χρησιµοποιείται για να βελτιστοποιήσει τις διαδικασίες κάθε ξεχωριστού σταδίου και να ενδυναµώσει το σύνολο της αλυσίδας. 45

46 3.2.2 ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ Σύμφωνα με τους Roos et al. (2004), δεν έχουν διεξαχθεί αρκετές μελέτες για την ιχνηλασιμότητα. Οι περισσότερες έρευνες μέχρι τώρα έχουν καλύψει το ζήτημα της ιχνηλασιμότητας από τη σκοπιά της τεχνολογίας και λιγότερο από τη σκοπιά του καταναλωτή. Οι Gellynck και Verbeke (2001) διατύπωσαν την άποψη ότι η ιχνηλασιμότητα ως όρος είναι ακόμα πρόσφατος και επιπλέον είναι πολύπλοκος και δύσκολος για τους καταναλωτές (Giraud και Ambland, 2003). Ακόμα, όταν ο όρος ιχνηλασιμότητα αντιλαμβάνεται ως σύστημα, είναι μάλλον πολυσύνθετος για να κατανοήσουν οι καταναλωτές τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του. Σύμφωνα με την ερευνήτρια Kehagia (2006) η πλειοψηφία των καταναλωτών δεν είναι εξοικειωμένοι με τον όρο ιχνηλασιμότητα, δεν μπορούν να κατανοήσουν το νόημά της και παραμένει ακόμα ένας ασαφής νεολογισμός για τους καταναλωτές. Η λέξη ιχνηλασιμότητα δε σημαίνει το ίδιο πράγμα για όλους τους καταναλωτές (Gauthier, 2005), οι οποίοι τη συνδέουν περισσότερο με την προέλευση και τη διαδικασία παραγωγής και λιγότερο με την επισήμανση (Giraud και Amblard, 2003). Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας εκτιμώνται ως ένα απαραίτητο εργαλείο για την εγγύηση της ασφάλειας τροφίμων και για την εφαρμογή των προτύπων ποιότητας (Verbeke, 2001). Η ιχνηλασιμότητα, όταν απουσιάζει η διακρίβωση της ποιότητας, έχει περιορισμένη αξία για τους καταναλωτές ατομικά και για τον λόγο αυτό η σύνδεση της ιχνηλασιμότητας με τις εγγυήσεις ποιότητας μπορεί δυνητικά να δώσει μεγαλύτερο κύρος στα προϊόντα (Hobbs et al., 2005, Verbeke και Ward, 2005, Bernues, Olaizola και Corcoran, 2003). Ωστόσο, η ιχνηλασιμότητα δεν εγγυάται απαραίτητα την ασφάλεια ή την ποιότητα των τροφίμων, παρόλο αυτά, αποτελεί ένα καλό εργαλείο για τη διασφάλιση και των δύο, καθώς προσθέτει αξία στα τρόφιμα. Η συνεχώς αναπτυσσόμενη και επείγουσα απαίτηση από τους καταναλωτές για εγγυήσεις ποιότητας των προϊόντων που αγοράζουν από τις επιχειρήσεις τροφίμων, κρίνει αναγκαίο την ύπαρξη ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας, όπου αποτελεί ένα ισχυρό ανταγωνιστικό εργαλείο τους. Οι επιχειρήσεις που εφαρμόζουν σύστημα ιχνηλασιμότητας μεταφέρουν το επιπλέον λειτουργικό κόστος τους στον αγοραστή, ο οποίος είναι πρόθυμος να πληρώσει για την επιπλέον αξία που προσφέρεται μαζί με το προϊόν κατά την αγοραστική του απόφαση (Mancini et al., 2002). 46

47 Σύμφωνα με τον Verbeke (2001) οι ανάγκες των καταναλωτών για ακριβείς και αξιόπιστες πληροφορίες εκπληρώνονται μέσα από την ιχνηλασιμότητα. Οι καταναλωτές ζητούν όσο περισσότερες πληροφορίες ιχνηλασιμότητας γίνεται και το σημαντικότερο χωρίς επιπλέον κόστος (Rutherford, 2002). Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουν τον τύπο πληροφοριών και τον τρόπο μετάδοσής τους στον καταναλωτή (Roos et al., 2004). Οι Hastein et al. (2001) σημείωσαν ότι δεν έχει αποδειχτεί οι πληροφορίες για την ιχνηλασιμότητα ενδιαφέρουν τους καταναλωτές και οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να παρέχονται μέσω διαφορετικών μεθόδων επισήμανσης. Οι Liddell και Bailey (2001) υποστηρίζουν ότι η ολοκληρωμένη ιχνηλασιμότητα απαιτεί όχι μόνο ικανότητα για εντοπισμό των πρωταρχικών εισροών στα προϊόντα τροφίμων πίσω στην πηγή τους στα διαφορετικά επίπεδα της εφοδιαστικής αλυσίδας, αλλά επίσης εντοπισμό των δευτερευόντων εισροών όπως ζωοτροφές και γενετικές γραμμές ιδιαίτερα στην περίπτωση του κόκκινου κρέατος (Liddell and Bailey, 2001). Η Kehgia (2006) συμπέρανε ότι οι καταναλωτές συνέδεαν την ιχνηλασιμότητα με την ποιότητα και την περιέγραφαν ως την ποιότητα του προϊόντος. Οι καταναλωτές αντιλαμβάνονταν την ιχνηλασιμότητα ως την αναγνώριση της προέλευσης των προϊόντων. Τέλος, η ιχνηλασιμότητα εκλήφθηκε ως ένα εργαλείο για την ανίχνευση και παρακολούθηση της διαδρομής των τροφίμων, ειδικά σε σχέση με τις ιδιαίτερες διατροφικές προτιμήσεις και σε περιπτώσεις ανάκλησης τροφίμων. Από την άλλη μεριά, οι καταναλωτές δεν συνέδεαν τον όρο με την ασφάλεια των προϊόντων. Ωστόσο, όσον αφορά την ωφέλεια που παρέχει η ιχνηλασιμότητα, τότε η ασφάλεια και η εξακρίβωση της προέλευσης των τροφίμων ανακύπτουν ως πολύ σημαντικοί παράγοντες. Κάποιοι από τους καταναλωτές θεωρούσαν ότι η ιχνηλασιμότητα έχει πλεονέκτημα ενώ άλλοι ότι είναι ένα ακόμα εργαλείο της εμπορίας που χρησιμοποιούσαν οι εταιρίες. Η ιχνηλασιμότητα μπορεί να διασφαλίσει την ποιότητα και την ασφάλεια των τροφίμων και ταυτόχρονα να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο για τον έλεγχο της διαδικασίας παραγωγής. Άλλοι σημαντικοί παράγοντες που ανέκυψαν είναι ότι η ιχνηλασιμότητα συνδεόταν με την αξιοπιστία και τη διαφάνεια της ενημέρωσης και του ελέγχου των τροφίμων. Η ιχνηλασιμότητα 47

48 θεωρήθηκε ως ένα σύστημα που μπορεί να δώσει πιο ακριβείς πληροφορίες για την προέλευση των τροφίμων (Kehagia, 2006). Οι μέθοδοι επισήμανσης έχουν μεγάλη σημασία για τους καταναλωτές που συμμετείχαν στην έρευνα της Kehagia (2006). Οι καταναλωτές επιθυμούσαν να βρίσκουν επιπλέον πληροφορίες για τα τρόφιμα που αγοράζουν και να μην σπαταλούν πολύ χρόνο για να βρουν πληροφορίες, καθώς τα ψώνια από μόνα τους είναι ήδη χρονοβόρα διαδικασία. Οι καταναλωτές προτιμούσαν ένα περισσότερο οπτικό σύμβολο, μια στάμπα, ως σήμα ιχνηλασιμότητας αντί για έναν κωδικό, για να μπορούν να δουν πιο εύκολα ότι ένα προϊόν είναι ανιχνεύσιμο και να μπορούν εύκολα να καταλάβουν την ετικέτα. Οι καταναλωτές θεώρησαν ότι τα πλάνα επισήμανσης όπως οι ετικέτες βιολογικής καλλιέργειας, οι ετικέτες ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) και οι ετικέτες που δηλώνουν προέλευση ή οι ετικέτες ποιότητας προσφέρουν περισσότερες πληροφορίες ιχνηλασιμότητας στα τρόφιμα. Ο Nortje (2005) αναφέρει ότι οι καταναλωτές στην Ευρώπη, στην Ιαπωνία και στις ΗΠΑ ανησυχούν σχετικά με την προμήθεια των τροφίμων, την προέλευσή τους, τον τρόπο παραγωγής τους και κυρίως εάν είναι ασφαλή. Σύμφωνα με βιομηχανικούς αναλυτές, κάθε επιχείρηση η οποία συνδέεται με την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων τελικά θα πρέπει να συμπεριλάβει την ιχνηλασιμότητα στη λειτουργία της, γιατί διαφορετικά θα είναι δύσκολο να παραμείνει στην αγορά. Η πίεση συνεχίζει να αυξάνεται από μέρος των καταναλωτών, των μέσων μαζικής επικοινωνίας, των λιανοπωλητών και των αναρίθμητων κυβερνητικών ρυθμιστικών παραγόντων (Gledhill, 2002). Οι πληροφορίες για την ιχνηλασιμότητα μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τον τύπο των προϊόντων, που υποδηλώνει ότι η ιχνηλασιμότητα είναι ιδιαίτερη για κάθε προϊόν. Οι περισσότερες μελέτες για την ιχνηλασιμότητα μέχρι τώρα εστίασαν στην περίπτωση του κρέατος (Hobbs et al., 2005, Verbeke και Ward, 2005, Dickinson και Bailey, 2002, Bernues, Olaizola και Corcoran, 2003, Giraud και Amblard, 2003). Φαίνεται ότι οι καταναλωτές δεν εκτιμούν την ιχνηλασιμότητα καθ εαυτή (Hobbs et al., 2005, Verbeke και Ward, 2005) και αν οι πληροφορίες δίνονται μόνες τους δεν μειώνουν την ασυμμετρία πληροφόρησης των καταναλωτών όσον αφορά την πίστη στα χαρακτηριστικά ποιότητας (Hobbs et al., 2005). Μόνο η συνδυασμένη 48

49 παρουσίαση της ιχνηλασιμότητας με εγγυήσεις ποιότητας μπορεί να προσδώσει μεγαλύτερη αξία (Hobbs et al., 2005, Bernues, Olaizola και Corcoran, 2003). Ο Alfens (2004), οι Alfens και Rickersten (2003), οι Roosen et al. (2003), ο Verbeke και ο Ward (2003) χρησιμοποίησαν μία ποικιλία μεθόδων να διερευνήσουν τη σπουδαιότητα της έρευνας, της εμπειρίας και των χαρακτηριστικών πιστότητας όπως οι παραγωγικές πρακτικές, η προέλευση και τα χαρακτηριστικά ιχνηλασιμότητας των καταναλωτών της Ευρώπης. Στην περίπτωση του κρέατος οι Bernues, Olaizola και Corcoran (2003), που συνέκριναν τη ζήτηση των πληροφοριών ιχνηλασιμότητας μεταξύ πρόβειου και βοδινού κρέατος, απέδειξαν ότι οι καταναλωτές βοδινού απαιτούσαν περισσότερες πληροφορίες ιχνηλασιμότητας και οι πληροφορίες αυτές σε συνδυασμό με τις εγγυήσεις ποιότητας είχαν μεγαλύτερη σημασία από τις πληροφορίες για τη διατροφική αξία και το χρόνο ωρίμανσης του κρέατος. Οι Verdeke και Ward (2003) διεξήγαγαν μία έρευνα για να εξερευνήσουν τη σπουδαιότητα της ιχνηλασιμότητας, της χώρας προέλευσης και των διαφόρων στοιχείων της ποιότητας του βοείου κρέατος στους βέλγους καταναλωτές. Οι ερευνητές ζήτησαν τους καταναλωτές να αξιολογήσουν αυτά τα στοιχεία της ετικέτας ώστε να αποφασιστεί η ανάγκη των κυβερνητικών προγραμμάτων ετικέτας και η ικανότητα αυτών των ετικετών να φέρουν οικονομικά οφέλη. Οι Βέλγοι καταναλωτές που συμμετείχαν στην έρευνα εξέφρασαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον στα στοιχεία ετικέτας δηλώνοντας την ποιότητα και τα ποιοτικά πρότυπα ως πιο σημαντικά από τα στοιχεία ετικέτας που σχετίζονται με την ιχνηλασιμότητα και την προέλευση. Οι ερευνητές συστήνουν την ιχνηλασιμότητα ως ένα μέσο στήριξης των ποιοτικών στοιχείων ετικέτας ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ Οι Dickinson και Bailey (2002) βρήκαν ότι η προθυμία για χρέωση της γνώσης για την επεξεργασία του κρέατος και τις συμπληρωματικές εγγυήσεις για την ασφάλεια των τροφίμων ήταν υψηλότερη στο βοδινό παρά στο χοιρινό κρέας. Οι Dickinson και Bailey (2002) πραγματοποίησαν μία έρευνα όπου οι καταναλωτές ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν επιπλέον για την ιχνηλασιμότητα και περισσότερο πρόθυμοι 49

50 να πληρώσουν πολύ παραπάνω για επιπλέον ασφάλεια τροφίμου και συνδυασμούς άλλων χαρακτηριστικών, τα οποία μπορούν να πιστοποιηθούν μέσω της ιχνηλασιμότητας. Η αντίληψη από έναν αρνητικό αντίκτυπο της γεωργικής παραγωγής για το περιβάλλον και την υγεία ασκεί σημαντική επίδραση στις αποφάσεις των καταναλωτών κατά την αγορά βοείου κρέατος. Έτσι, οι περισσότεροι καταναλωτές δεν είναι πρόθυμοι να πληρώσουν μία επιπλέον τιμή για το βόειο κρέας ετικέτας (Angulo, 2005). Σύμφωνα με τους Bailey et al. (2005) οι αμερικάνοι καταναλωτές ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν 5% επιπλέον για μοσχαρίσια μπριζόλα που ελέγχθηκε για την ιχνηλασιμότητα της σε σχέση με το προϊόν που δεν χρησιμοποιήθηκε σε αυτό καθόλου ιχνηλασιμότητα. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2004, από το πανεπιστήμιο του Utah, κοντά σε σούπερ μάρκετ, όπου υπήρχε τμήμα εξυπηρέτησης καταναλωτών, ωμού κρέατος (Bailey et al., 2005). Οι Loureiro και Umberger (2006) συμπέραναν από την έρευνα που διεξήγαγαν, ότι οι καταναλωτές θεωρούν το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό την πιστοποίηση ασφάλειας τροφίμου, συνοδευόμενο από τα σχετικά χαρακτηριστικά πιστότητας της προέλευσης και θεωρούν την ιχνηλασιμότητα ως λιγότερο σημαντικό χαρακτηριστικό. Οι αμερικάνοι καταναλωτές είναι περισσότερο πρόθυμοι να πληρώσουν μία επιπλέον τιμή για διασφάλιση ασφάλειας τροφίμου από τη διασφάλιση γεωγραφικής ένδειξης. Από την άλλη πλευρά, οι Verdeke και Ward (2003) συμπέραναν ότι η ετικέτα που δηλώνει την ποιότητα των προϊόντων είναι πιο σημαντική από τα στοιχεία που σχετίζονται με την ιχνηλασιμότητα και την προέλευση. Οι Βέλγοι καταναλωτές θεωρούν ότι τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά είναι η ασφάλεια τροφίμου, η ετικέτα χώρα προέλευσης, η ιχνηλασιμότητα και η τρυφερότητα του προϊόντος. Σύμφωνα με τους Young Chan Choe et al. (2008) διαπιστώθηκε ότι οι καταναλωτές ήταν πρόθυμοι να αγοράσουν περισσότερα τρόφιμα και να πληρώσουν επιπλέον όταν χρησιμοποιούνται τα σύστημα ιχνηλασιμότητας. 50

51 3.2.4 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Η αποτελεσματικότητα ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας βασίζεται στην ικανότητά του να προσδιορίζει μοναδικά την κάθε παραγόμενη και διακινούμενη μονάδα, με τρόπο που να εξασφαλίζει τη συνεχή παρακολούθησή της, από την πρωτογενή παραγωγή μέχρι τη διάθεσή της στον καταναλωτή. Το μέσο και η τεχνική αναγνώρισης της μοναδικότητας του διακινούμενου προϊόντος μπορεί να διαφέρει από στάδιο σε στάδιο καθώς αυτό κινείται στην εφοδιαστική αλυσίδα. Η επιτυχία ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας έγκειται στην ικανότητά του να συνδέει όλες αυτές τις τεχνικές και τα μέσα αναγνώρισης σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης του προϊόντος (Μανίκας, 2003). Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας δεν εξασφαλίζουν την καλή ποιότητα των τροφίμων διότι αυτή εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τις διαδικασίες που εφαρμόζουν οι επιχειρήσεις. Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας εξυπηρετούν την ασφάλεια των τροφίμων, πληροφορούν τους καταναλωτές και τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας παρακολουθούν τα ίδια τα προϊόντα και τις διαδικασίες της επιχείρησης και στην περίπτωση που γίνει κάποιο λάθος από το οποίο μπορεί να προκύψει κάποιο ελαττωματικό προϊόν, δίνουν όλα τα απαραίτητα δεδομένα για την αποτελεσματική ανάκληση της ελαττωματικής παρτίδας αλλά και για τον άμεσο εντοπισμό της αιτίας του προβλήματος (Θεοδώρου και Σφυρής, Food Standards Agency, 2002). Τον Ιούλιο του 2004, ο John Hayes (McDonald s Corporation) ανακοίνωσε ότι "(α) η McDonalds στοχεύει να έχει τουλάχιστον το 10% των αμερικανών αγορών της βοείου κρέατος ανιχνεύσιμο από το αγρόκτημα στο τραπέζι μέχρι το τέλος του έτους, (β) η προσπάθεια αυτή γίνεται για να καθησυχάσει τους καταναλωτές, αμέσως μετά την κρίση της σπογγώδης εγκεφαλοπάθειας στις ΗΠΑ, για την ασφάλεια των τροφίμων, (γ) όταν ένα ζήτημα αναπτύσσεται μέσα σε 48 ώρες πρέπει να φτάσει το μήνυμα στον καταναλωτή ότι μπορεί να λυθεί το πρόβλημα, γνωρίζοντας την προέλευση του ζώου και (δ) κάποια στιγμή στο μέλλον όλα τα ζωικά προϊόντα θα προέρχονται από αγροκτήματα με προγράμματα ταυτότητας" (Reuters, 2004).

52 Στη βιομηχανία φρέσκων προϊόντων, η ανάπτυξη των συστημάτων ιχνηλασιμότητας ήταν πολύ επηρεασμένη από τα χαρακτηριστικά του προϊόντος. Η φθαρτότητα και η ποιοτική ποικιλία στα φρέσκα φρούτα και λαχανικά απαιτούν τη συσκευασία και τον προσδιορισμό των ποιοτικών χαρακτηριστικών νωρίς στην αλυσίδα ανεφοδιασμού, είτε στο χώρο πώλησης τους είτε στην αποθήκευση των συσκευασιών τους. Αυτό διευκολύνει την καθιέρωση της ιχνηλασιμότητας για διάφορους στόχους συμπεριλαμβανομένου του μάρκετινγκ, της ασφάλειας τροφίμων, της διαχείρισης προσφοράς και της διαφοροποίησης των νέων ποιοτικών χαρακτηριστικών (Golan et al, 2004). Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας αποτελούν έναν τρόπο διασφάλισης ότι αξιόπιστες πληροφορίες για πιστότητα στα χαρακτηριστικά, όπως η ασφάλεια των τροφίμων, κυλούν στις αγροδιατροφικές αλυσίδες μάρκετινγκ από το αγρόκτημα στο τραπέζι (Souza-Monteiro and Caswell, 2004). Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας αναπτύσσονται με διαφορετικό ρυθμό στους διάφορους εμπορικούς εταίρους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ιαπωνία είναι οι πρωτοπόροι στην υιοθέτηση της υποχρεωτικής ιχνηλασιμότητας, προκειμένου να εμποδίσουν ή να μειώσουν τους κινδύνους για τη ζωική και την ανθρώπινη υγεία, και έχουν τα ευρύτερα, βαθύτερα, και πιο ακριβή συστήματα ιχνηλασιμότητας βοείου κρέατος. Η Αυστραλία και η Βραζιλία, όπου η εξαγωγική αγορά βοείου κρέατος είναι σημαντική, μαζί με την Αργεντινή και τον Καναδά έχουν υιοθετήσει πρόσφατα τα υποχρεωτικά συστήματα ιχνηλασιμότητας αλλά τα συστήματά τους είναι λιγότερο εκτενή από εκείνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ιαπωνίας (Souza-Monteiro and Caswell, 2004). Οι ΗΠΑ δεν έχουν υιοθετήσει υποχρεωτικά συστήματα ιχνηλασιμότητας, αν και λειτουργούν διάφορα εθελοντικά συστήματα καθώς επίσης αναπτύσσονται και νέα συστήματα. Οι οικονομικές επιπτώσεις των υποχρεωτικών και εθελοντικών συστημάτων ιχνηλασιμότητας θα είναι επικρατέστερες στους τομείς της ζωικής και της ανθρώπινης υγείας, στο διεθνές εμπόριο και στη δυναμική της εφοδιαστικής αλυσίδας. Οι χώρες οι οποίες έχουν ήδη υιοθετήσει συστήματα ιχνηλασιμότητας είναι έτοιμες να αποκομίσουν τα οικονομικά οφέλη αυτών των συστημάτων, είτε στην εγχώρια αγορά είτε στις αγορές του εξωτερικού. Ο βαθμός στον οποίο τα οφέλη δικαιολογούν τις δαπάνες αυτών των συστημάτων και ο τρόπος με τον οποίο τα κέρδη και τα κόστη θα διανεμηθούν παραμένει άγνωστο. Γενικά, είναι σαφές ότι η 52

53 ιχνηλασιμότητα θα γίνει ένα όλο και περισσότερο ακέραιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της αγοράς τροφίμων (Souza-Monteiro and Caswell, 2004) ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΥ, ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΙΟΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ Σύμφωνα με τους Golan et al (2004), στη βιομηχανία τροφίμων, όπου τα περιθώρια είναι λεπτά, η διαχείριση ανεφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένου και της ιχνηλασιμότητας, είναι όλο και περισσότερο, ένας σημαντικός τομέας έντονου ανταγωνισμού. Το σύστημα ιχνηλασιμότητας μίας εταιρίας, είναι το κλειδί στην εύρεση των αποδοτικότερων τρόπων, ώστε η εταιρία να παράγει, να συγκεντρώνει, να αποθηκεύει τα εμπορεύματα και να διανέμει τα προϊόντα. Σύμφωνα με τους Alfaro και Rabade (2008) η ιχνηλασιμότητα μπορεί να δώσει πολύ παραπάνω σε μια εταιρία από το να εγγυηθεί απλά την ασφάλεια τροφίμων σε όλα τα στάδια της τροφικής αλυσίδας όπως ποσοτικά και ποιοτικά πλεονεκτήματα στις λειτουργίες υποδομής της και του ανεφοδιασμού των τροφίμων. Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας βοηθούν τις εταιρίες να απομονώσουν την πηγή και την έκταση της ασφάλειας ή τα προβλήματα του ποιοτικού ελέγχου. Αυτό βοηθά να μειώσει την παραγωγή και τη διανομή επισφαλή ή χαμηλής ποιότητας προϊόντα, το οποίο σε κάποια περίπτωση μειώνει την πιθανότητα για κακή δημοσιότητα, ευθύνη, και ανακλήσεις. Όσο καλύτερο και ακριβέστερο είναι το σύστημα ιχνηλασιμότητας, τόσο γρηγορότερα ένας παραγωγός μπορεί να προσδιορίσει και να επιλύσει τα προβλήματα ασφάλειας ή ποιότητας τροφίμου (Alfaro and Rabade, 2008). Οι Golan et al. (2005) αναφέρουν ότι (α) πολλοί αγοραστές, συμπεριλαμβανομένων των εστιατορίων και ορισμένων παντοπωλείων, απαιτούν από τους προμηθευτές τους να υιοθετήσουν συστήματα ιχνηλασιμότητας και να επιβεβαιώσουν, συχνά μέσω εξωτερικής πιστοποίησης, ότι αυτά λειτουργούν και (β) η ανάπτυξη των εξωτερικών προτύπων και των πιστοποιητικών οργανισμών βοηθά στην ώθηση ολόκληρης της βιομηχανίας τροφίμων, και όχι μόνο εκείνων των εταιριών που προσλαμβάνουν εξωτερικούς επιθεωρητές. 53

54 Σύμφωνα με τους Golan et al. (2005) (1) Κανένα σύστημα ιχνηλασιμότητας τροφίμων δεν είναι πλήρες επειδή τα τρόφιμα είναι ένα σύνθετο προϊόν και η ιχνηλασιμότητα είναι ένα εργαλείο για την επίτευξη διαφορετικών στόχων. (2) Ένα σύστημα για ιχνηλάτιση κάθε εισαγωγής και διαδικασίας ώστε να ικανοποιήσει κάθε στόχο θα ήταν τεράστιο και δαπανηρό, συνεπώς οι εταιρίες στο αμερικανικό σύστημα ανεφοδιασμού τροφίμων έχουν αναπτύξει ποικίλα ποσά και είδη ιχνηλασιμότητας. (3) Οι εταιρίες αναπτύσσουν το απαραίτητο εύρος, βάθος και ακρίβεια των συστημάτων ιχνηλασιμότητάς τους που εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά της διαδικασίας παραγωγής τους και των στόχων της ιχνηλασιμότητας τους. (4) Το εύρος ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας σχετίζεται με το ποσό πληροφοριών που συγκεντρώνονται προσπαθώντας να διατηρηθούν τα αρχεία και να καταχωρηθεί το κάθε χαρακτηριστικό ή / και γεγονός που δεν είναι εγγυημένο συνήθως και θα ήταν απαγορευτικά ακριβό. (5) Βάθος ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας ορίζεται το πόσο μακριά πίσω ή / και μπροστά οι σχετικές πληροφορίες θα ιχνηλατούνταν εάν, παραδείγματος χάριν, η ασφάλεια τροφίμων είναι το ζήτημα, το βάθος θα καθοριζόταν από τον αριθμό / θέση των κρίσιμων σημείων ελέγχου στην αλυσίδα παραγωγής / διανομής. (6) Η ακρίβεια απεικονίζει το βαθμό διαβεβαίωσης με το οποίο το σύστημα ιχνηλάτισης μπορεί να επισημάνει την κίνηση ενός συγκεκριμένου τροφίμου ή των χαρακτηριστικών του, σε μερικές περιπτώσεις, οι στόχοι του συστήματος θα υπαγορεύσουν ένα ακριβές σύστημα ενώ, για άλλους στόχους, ένα λιγότερο-ακριβές σύστημα θα είναι αρκετό. Οι εταιρίες σε κάθε τομέα του αμερικάνικου συστήματος ανεφοδιασμού τροφίμων επενδύει στην ιχνηλασιμότητα για να βελτιώσει την παραγωγή, τη διανομή, την αποδοτικότητα, τον έλεγχο της ασφάλειας τροφίμων, την ποιότητα των προϊόντων και να διαφοροποιήσει τα προϊόντα της αγοράς με τις ιδιότητες πιστότητας. Εντούτοις, τα συστήματα ιχνηλασιμότητας από μόνα τους δεν μπορούν να ολοκληρώσουν κανένα από τους προαναφερθέντες στόχους. Απλά ξέροντας, ένα προϊόν που είναι στην αλυσίδα ανεφοδιασμού δεν βελτιώνει τη διαχείριση ανεφοδιασμού, εκτός αν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι μαζί με ένα πραγματικού χρόνου σύστημα παράδοσης ή κάποιο άλλο καταγραφικό σύστημα ελέγχου. Η ανίχνευση των τροφίμων ανά παρτίδα στην παραγωγική διαδικασία δεν βελτιώνει την ασφάλεια τροφίμου εκτός αν το σύστημα ανίχνευσης συνδέεται με ένα αποτελεσματικό σύστημα ασφάλειας ελέγχου. Τα συστήματα ιχνηλασιμότητας δεν 54

55 δημιουργούν ιδιότητες πιστότητας, απλά παρέχουν στοιχεία της ύπαρξή τους. Οι εταιρίες χρησιμοποιούν τα συστήματα ιχνηλασιμότητας από κοινού με τη διαχείριση, την εμπορία και τα εργαλεία ασφάλειας και ποιοτικού ελέγχου για να επιτύχουν τους στόχους τους. Η δυναμική αλληλεπίδραση από τις δαπάνες και τα κέρδη αυτών των εργαλείων έχει κεντρίσει τα διαφορετικά ποσοστά επένδυσης στην ιχνηλασιμότητα απέναντι στους τομείς και έτσι συνεχίζεται. Οι παρατηρητές αυτής της παραλλαγή της ιχνηλασιμότητας μπορεί να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι τέτοια ποικιλία, είναι μια ένδειξη ανεπάρκειας. Είναι ακριβέστερα μια ένδειξη αποδοτικότητας διότι είναι το αποτέλεσμα μιας προσεκτικής εξισορρόπησης των δαπανών και των ωφελειών που συντονίζονται από τις σχετικές τιμές. Όλο αυτό δεν πρόκειται να υποστηρίξει το γεγονός ότι, οι επιχειρήσεις πάντα επενδύουν κοινωνικά στη βέλτιστη ποσότητα ιχνηλασιμότητας. Σε μερικές περιπτώσεις, οι ιδιωτικές δαπάνες και τα κέρδη της ιχνηλασιμότητας μπορεί να μην είναι το ίδιο με τις κοινωνικές δαπάνες και τα κοινωνικά κέρδη. Υπάρχουν περιστάσεις όπου τα κίνητρα της αγοράς θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε λιγότερη ανάγκη ιχνηλασιμότητας από την επιθυμητή, για τη διαφοροποίηση των προϊόντων ή για την ασφάλεια τροφίμων. Η βιομηχανία και η κυβέρνηση έχουν διάφορες επιλογές για να βοηθήσουν να διορθωθεί η αποτυχία της αγοράς (Golan et al, 2005). Οι Golan et al. (2005) αναφέρουν ότι (1) μια περιοχή όπου η βιομηχανία δεν έχει κανένα κίνητρο να δημιουργήσει συστήματα ιχνηλασιμότητας είναι στον εντοπισμό των τροφίμων μόλις αυτά πωληθούν και καταναλωθούν, (2) καμία εταιρία δεν έχει κίνητρο να παρακολουθήσει την υγεία των καταναλωτών ενός έθνους προκειμένου να επιταχυνθεί η ανίχνευση επισφαλών προϊόντων, (3) κυβερνητικά συστήματα προμήθειας για παρακολούθηση των ενδεχόμενων τροφιμογενών ασθενειών, είναι μια επιλογή για τη βοήθεια μείωσης αυτού του χάσματος στο τροφικό δίκτυο ιχνηλασιμότητας συστημάτων. Τα συστήματα επιτήρησης τροφιμογενών ασθενειών αυξάνουν την ικανότητα ολόκληρης της εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων να αποκριθεί στα διατροφικά προβλήματα προτού αυτά αυξηθούν και έχουν επιπτώσεις σε περισσότερους καταναλωτές. Ο Marchant (2002) λέει χαρακτηριστικά ότι "σε μια αγορά καθοδηγούμενη από τους καταναλωτές, εκείνοι οι οποίοι αποτυγχάνουν να ικανοποιήσουν τις 55

56 αυξανόμενες απαιτήσεις των καταναλωτών σχετικά με την ασφάλεια των τροφίμων και την ποιότητα, διατρέχουν τον κίνδυνο να περιθωριοποιηθούν στην αγορά". Επιπλέον, εκτός του κόστους των επιχειρήσεων υπάρχει και το κοινωνικό κόστος από τη μη εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας και κυρίως το κόστος σε περιόδους κρίσης. Η κρίση με τις διοξίνες το 1999 στο Βέλγιο αποδεικνύει ότι το κόστος από την εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας είναι πολύ μικρότερο από το κόστος μιας πιθανής κρίσης που μπορεί να αποφευχθεί από την εφαρμογή της. Το γεγονός αυτό άνοιξε ουσιαστικά το δρόμο για την υποχρεωτική ιχνηλασιμότητα των τροφίμων και των ζωοτροφών ( Σε γενικές γραμμές η παραγωγή ασφαλών και ποιοτικών προϊόντων απαιτεί την εφαρμογή δαπανηρών συστημάτων, οδηγεί όμως στην βελτίωση της αποδοτικότητας της επιχείρησης. Η ιχνηλασιμότητα θεωρείται ως δίκοπο μαχαίρι από μερικούς κτηνοτρόφους και παραγωγούς πουλερικών των ΗΠΑ. Από τη μια πλευρά βοηθά τους παραγωγούς να προσδιορίσουν το υψηλής / χαμηλής ποιότητας απόθεμα και να λάβουν τα ασφάλιστρα ανώτερης αξίας για το ζωικό κεφάλαιο ή τα πουλερικά. Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να τιμωρήσει τους παραγωγούς για την παραγωγή χαμηλής ποιότητος προϊόντων και ότι είναι εκτεθειμένοι εάν τα προϊόντα τους, παραδείγματος χάριν, περιέχουν υπολείμματα επιβλαβών χημικών ουσιών (Smith et al., 2005). Οι Souza-Monteiro και Caswell (2004) συμπεραίνουν λέγοντας ότι (α) ο προσδιορισμός της πηγής των κινδύνων των τροφίμων ή της πιθανής σκόπιμης παραποίησης των πληροφοριών που εισάγονται στις βάσεις δεδομένων, θέτει το θέμα της ευθύνης, (β) η ευθύνη υπονοεί ότι η πηγή ενός δεδομένου κινδύνου θεωρείται αρμόδια για τις συνέπειες των ενεργειών της αλλά όταν είναι αδύνατο να προσδιοριστεί σωστά η πηγή των κινδύνων, είναι δύσκολο να κρατηθούν οι παράγοντες οι υπεύθυνοι και (γ) ένα σαφές ιδιωτικό όφελος των συστημάτων ιχνηλασιμότητας είναι η δυνατότητα της παρουσίασης αποδείξεων ότι μια δεδομένη εταιρία δεν ήταν υπεύθυνη ή δεν παρουσιάζει κίνδυνο όταν προκύπτουν θέματα ασφάλειας. 56

57 Ο Saunders (2004) λέει ότι "η λογική προτείνει ότι η εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας από κοινού με τις ορθές πρακτικές διαχείρισης οι οποίες απεικονίζουν μεγαλύτερη πρόσβαση και χρήση της πληροφορίας σχετικά με την ποιότητα και ασφάλεια των τελικών προϊόντων προς τα κάτω στην αλυσίδα μάρκετινγκ από τους παραγωγούς πραγματικά θα μείωνε την ευθύνη επειδή θα μπορούσε έπειτα να αποδειχτεί ότι οι παραγωγοί ήταν ευαισθητοποιημένοι για την ποιότητα και την ασφάλεια των προϊόντων τους και είχαν διαχειριστεί το μερίδιό τους στην τροφική αλυσίδα κατάλληλα". Η εμφάνιση της χρήσης των καρτών έκπτωσης (discount cards) για τους πελάτες των supermarket, για τον εντοπισμό των πωλήσεων, ενισχύει τη δυνατότητα να στοχευθούν οι ανακλήσεις, επιτρέποντας, παραδείγματος χάριν, τη χρήση τέτοιων στοιχείων για να προσδιοριστούν και να προειδοποιηθούν οι πελάτες εκείνοι που αγόρασαν ύποπτο κρέας μετά από την ανακάλυψη της πρώτης περίπτωσης της σπογγώδης εγκεφαλοπάθειας στις ΗΠΑ (Anderson, 2004). Ο Gledhill (2002) αναφέρει ότι οι επεξεργαστές κρέατος μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο υιοθετώντας πιο αυστηρά πρότυπα σχετικά με την "ιχνηλασιμότητα του κύκλου της ζωής" (life-cycle traceability) των προϊόντων τους: τέτοια ιχνηλασιμότητα προσφέρει στρατηγικό πλεονέκτημα το οποίο μπορεί να μειώσει τις δαπάνες σε περίπτωση ανάκλησης ενός προϊόντος και να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των πελατών και των καταναλωτών στην ισχύ και την ακεραιότητα των προϊόντων και των εμπορικών σημάτων της επιχείρησης. Οι πελάτες των εγχώριων και εξαγωγικών αγορών, για να προστατεύσουν την επένδυσή τους στα εμπορικά τους σήματα, απαιτούν από τους προμηθευτές τους να ιχνηλατούν τα τρόφιμα στην πηγή προέλευσης (to source-oforigin) (Gledhill, 2002). Οι Smith et al. (2005) θεωρούν ότι η ιχνηλασιμότητα είναι σημαντική για την ασφάλεια των τροφίμων και αναφέρουν χαρακτηριστικές παραθέσεις βιομηχανικών και κυβερνητικών εκπροσώπων: (α) η ιχνηλασιμότητα των προϊόντων θα βοηθούσε στην ελαχιστοποίηση των πιθανών κινδύνων από τα παθογόνα στη βιομηχανία εστιατορίων, (β) η ιχνηλασιμότητα πίσω στη γέννηση του ζώου θα ωφελούσε στη μείωση της απειλής των παθογόνων στον τομέα του κρέατος και των πουλερικών, (γ) ο μηχανισμός ιχνηλασιμότητας απαιτείται ώστε να εντοπιστεί το μολυσμένο βόειο κρέας από το κατάστημα πώλησης πίσω στο αγρόκτημα, και (δ) οι καταναλωτικές 57

58 ομάδες θα επιθυμούσαν να αρχίσουν να δημιουργούν μια καλύτερη βάση δεδομένων στον εντοπισμό και να διασφαλίσουν ότι η αρχή ανάκλησης και η ιχνηλάτιση (σχετικά με τους τροφιμογενείς παθογόνους οργανισμούς) βρίσκονται υπό την εξουσία των κυβερνητικών αρχών. Σε περιπτώσεις όπου οι αγορές δεν παρέχουν αρκετή ιχνηλασιμότητα για τη διαφοροποίηση των προϊόντων, τις ατομικές εταιρίες και τις βιομηχανίες έχουν αναπτύξει συστήματα για διαφύλαξη και ακριβής διαφήμιση των αξιώσεων πιστότητας. Οι ελεγκτές ασφάλειας και ποιότητας είναι η καρδιά αυτών των προσπαθειών. Αυτοί οι ελεγκτές παρέχουν τους καταναλωτές με επαλήθευση ότι τα συστήματα ιχνηλασιμότητας υπάρχουν για να τεκμηριώσουν τις αξιώσεις πιστότητας. Η κυβέρνηση μπορεί επίσης να απαιτήσει από τις εταιρίες που παράγουν τρόφιμα με ιδιότητες πιστότητας να τεκμηριώνουν τις αξιώσεις τους μέσω των υποχρεωτικών συστημάτων ιχνηλασιμότητας. Μια δυσκολία με την υποχρεωτική πρόταση για ιχνηλασιμότητα είναι ότι αποτυγχάνουν να διαφοροποιήσουν μεταξύ των πολύτιμων ιδιοτήτων ποιότητας, εκείνες τις ιδιότητες που η πιστοποίηση είναι αναγκαία και τις λιγότερο πολύτιμες ιδιότητες για τις οποίες καμία πιστοποίηση δεν απαιτείται (Golan et al, 2005). Τόσο οι λιανέμποροι, όσο και οι χονδρέμποροι ενδιαφέρονται ιδιαιτέρως για την ιχνηλασιµότητα γιατί είναι αυτοί που έρχονται σε άμεση επαφή µε το καταναλωτικό κοινό και έχουν ως άμεση αρμοδιότητα τη διατήρηση του μεριδίου τους στην αγορά και την οικονομική τους εξασφάλιση. Με τα συστήματα ιχνηλασιμότητας επιτυγχάνεται επαρκής ταυτοποίηση των συσκευασιών των τροφίμων και των μονάδων μεταφοράς τους (κιβώτια, παλέτες), η οποία συνδέεται μονοσήμαντα με τα δεδομένα και τις συνθήκες των διαδικασιών παραγωγής Επίσης, παρέχεται η δυνατότητα για άμεση ενημέρωση των πελατών τους, είτε είναι "εξωτερικοί" (διανομείς, επιχειρήσεις λιανεμπορίου, κτλ) είτε "εσωτερικοί" (αποθήκες ή άλλα εργοστάσια της ίδιας επιχείρησης), σε περίπτωση που διαπιστώσουν πρόβλημα σε κάποιο προϊόν ( Αυξάνεται η διαφάνεια της αλυσίδας παραγωγής. O Fordice (2004) αναφέρει ότι η ασφάλεια και η προστασία των τροφίμων σχετίζονται με την εξασφάλιση ότι δεν υπάρχει φυσική, χημική ή βιολογική μόλυνση των τροφίμων είτε τυχαία είτε μέσω κάποιας κακόβουλης πράξης. Η ικανότητα να ελεγχθεί και να ιχνηλατηθεί η παραγωγή των 58

59 τροφίμων και να επιτευχθεί η ιχνηλασιμότητα έχει γίνει ένα σημαντικό ζήτημα για τους επεξεργαστές τροφίμων. Συμπερασματικά, μια μεμονωμένη επιχείρηση δεν μπορεί να "χτίσει" μια ιχνηλασιμότητα που να καλύπτει τη διαδρομή από το χωράφι έως το ράφι. Η κάθε επιχείρηση έχει να παίξει το δικό της ρόλο στη συλλογή και διατήρηση των πληροφοριών των σχετικών με τις πρώτες ύλες, τα συστατικά, τις διαδικασίες και τα προϊόντα που την αφορούν. Τρία είναι τα πεδία συλλογής πληροφοριών για μια επιχείρηση: Στοιχεία που αφορούν τους προμηθευτές, στοιχεία που αφορούν τους πελάτες και στοιχεία που αφορούν την παραγωγική διαδικασία. Μια επιχείρηση που πρόκειται να εφαρμόσει ένα σύστημα ιχνηλασιμότητας θα πρέπει αρχικά να θέσει τους στόχους της δικής της ιχνηλασιμότητας. Σε κάθε περίπτωση, είναι υποχρεωτικοί οι στόχοι που θέτει η νομοθεσία. Από εκεί και πέρα, η κάθε επιχείρηση εννοείται ότι μπορεί να θέσει επιπλέον στόχους που θα εξυπηρετούν την ίδια. Στη συνέχεια θα πρέπει να προσδιορίσει το είδος των πληροφοριών που θα συλλέγει, και να αναπτύξει ένα σύστημα καταγραφής και διατήρησης αυτών των πληροφοριών. Τέλος, θα πρέπει να υπάρχει περιοδική αξιολόγηση του συστήματος με βάση συγκεκριμένα κριτήρια. Όλα αυτά εξαρτώνται και από το μέγεθος της επιχείρησης καθώς και από το σύστημα διαχείρισης που ήδη διαθέτει. Εάν όλες οι επιχειρήσεις που εμπλέκονται στην αλυσίδα παραγωγής και διακίνησης ενός προϊόντος, εφαρμόσουν ένα σύστημα ιχνηλασιμότητας, τότε αποκαθίσταται πλήρης ιχνηλασιμότητα σε όλη την αλυσίδα, από το αγρόκτημα έως το τραπέζι. Εάν ένα κρίκος της αλυσίδας δε λειτουργεί η ιχνηλασιμότητα παύει να ισχύει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η οποιαδήποτε νομοθεσία, δεν μπορεί να εξαιρεί κανένα ενδιάμεσο κρίκο της αλυσίδας ( Οι επιχειρήσεις υιοθετούν τα συστήματα ιχνηλασιμότητας για να βελτιώσουν τη διαχείριση της προσφοράς και για να κατασκευάσουν χαμηλού κόστους συστήματα διανομής. Ωστόσο, απλά η γνώση της θέσης ενός προϊόντος στην εφοδιαστική αλυσίδα δε βελτιώνει τη διαχείριση ανεφοδιασμού εκτός αν το σύστημα ιχνηλασιμότητας συνεργάζεται με ένα πραγματικού χρόνου σύστημα παράδοσης ή κάποιο σύστημα τεκμηρίωσης-ελέγχου (Golan et al., 2004). 59

60 Η μεγαλύτερη πρόκληση στην εφαρμογή των συστημάτων ιχνηλασιμότητας και διασφάλισης μπορεί να χρειαστεί μια εκατονταετή συνεργασία μεταξύ δημόσιουιδιωτικού τομέα που θα είναι εξαιρετικά επιτυχής χρησιμοποιώντας το παράδειγμα "ένα μέγεθος ταιριάζει σε όλα" ( 3.3ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ & ΤΑ ΠΟΠ-ΠΓΕ Η ετικέτα μπορεί να είναι ένα ισχυρό ποιοτικό σήμα και μια άμεση βοήθεια για τους καταναλωτές στη διαδικασία λήψης αγοραστικών αποφάσεων επειδή μπορεί να διοχετεύσει σημαντικές πληροφορίες για την αναζήτηση, την εμπειρία και την πιστότητα των ιδιοτήτων των προϊόντων. Οι ετικέτες μετατρέπουν την πιστότητα ιδιοτήτων σε αναζήτηση ιδιοτήτων ειδικά όταν οι παραδοσιακές πρακτικές και η θρεπτική αξία των τροφίμων θεωρούνται θέματα υπό μελέτη. Ομοίως, ένα προϊόν ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ) ή μια πιστοποίηση ενός προϊόντος με την ετικέτα της γεωγραφικής ένδειξης (ΠΓΕ) μετατρέπει μία ιδιότητα εμπειρίας όπως η προτίμηση της γεύσης ή οι γνώσεις για την μαγειρική σε μία ιδιότητα αναζήτησης καθώς, ο καταναλωτής επιθεωρεί μόνο την ετικέτα για να δει εάν η ετικέτα του προϊόντος φέρνει μια πιστοποίηση ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης (Dimara and Skuras, 2005). Η ετικέτα τροφίμων είναι μια σημαντική πηγή πληροφοριών, είναι μία διαδικασία επισήμανσης της ποιότητας και είναι απαραίτητη για να στηρίξει τα ποιοτικά προϊόντα στις αγορές. Οι πληροφορίες που συνδέουν το προϊόν με τον τόπο είναι πολύ σημαντικό. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τους Dimara και Skuras (2005) το κρασί συνδέεται απευθείας με τον αμπελώνα, την τοποθεσία που είναι οι εγκαταστάσεις εμφιάλωσης του και τις επίσημες πιστοποιήσεις ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης. Το επίπεδο των πληροφοριών που λαμβάνουν οι καταναλωτές, επηρεάζεται από κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες που τέμνουν την αγορά, την οποία στοχεύουν οι εταιρίες που παράγουν ποιοτικά τρόφιμα και ποτά. Οι καταναλωτές που αναζητούν πληροφορίες για το κρασί στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση από προγράμματα που μεταδίδονται, έχουν ένα υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης, είναι γηραιότεροι, έχουν υψηλότερο εισόδημα, προέρχονται από 60

61 αγροτικές περιοχές και αναζητούν περισσότερες πληροφορίες στις ετικέτες, ενώ οι καταναλωτές, εκτός από εκείνους που προέρχονται από αγροτικές περιοχές, ξοδεύουν επιπλέον χρηματικές μονάδες για κρασί (Dimara and Skuras, 2005). Τα προϊόντα ποιότητας χαρακτηρίζονται από τις ιδιότητες αναζήτησης, εμπειρίας και πιστότητας. Οι ιδιότητες αναζήτησης βοηθούν έναν καταναλωτή να καθορίσει την ποιότητα του προϊόντος πριν αγοράσει το προϊόν. Το χρώμα του προϊόντος είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας ιδιότητας αναζήτησης. Οι ιδιότητες εμπειρίας μπορούν να γίνουν αντιληπτές από τον καταναλωτή μετά την κατανάλωση του προϊόντος. Τα θρεπτικά χαρακτηριστικά και το χαμηλό επίπεδο υπολειμμάτων είναι γνωστά ως ιδιότητες πιστότητας (Dimara and Skuras, 2005). Μεγάλη σημασία δίνεται στην περιοχή παραγωγής ποιοτικού βοείου κρέατος ετικέτας, καθώς είναι η βασική μεταβλητή-κλειδί που επιτρέπει τη διάκριση μεταξύ τριών τύπων αγοραστών, η οποία δείχνει ότι υπάρχει μια σαφής σχέση μεταξύ της αγοράς ποιοτικού βοείου κρέατος ετικέτας και της προέλευσης, επικυρώνοντας κατά συνέπεια τη σημασία της πιστοποίησης ως σημάδι της ποιότητας και της σχέσης με τις ιδιότητες πιστότητας. Επιπλέον, οι μεταβλητές όπως το επίπεδο εισοδήματος και ο τρόπος ζωής μπορούν σε γενικές γραμμές, να βοηθήσουν να διαφοροποιηθούν μεταξύ τους οι αγοραστές ποιοτικού βοείου κρέατος ετικέτας και οι μη-αγοραστές. Δε βοηθούν να διαφοροποιηθούν μεταξύ των δύο τύπων αγοραστών ποιοτικού βοείου κρέατος ετικέτας, για τους οποίους, άλλες μεταβλητές σχετίζονται με τις αγοραστικές συνήθειες, όπου οι μεν αγοραστές τοποθετούν μεγαλύτερη αξία στα συστήματα παραγωγής και έχουν θετικότερη στάση απέναντι στο ποιοτικό βόειο κρέας ετικέτας συγκρινόμενο με το βόειο κρέας χωρίς την ετικέτα ποιότητας. Είναι αξιοσημείωτο, ότι οι ετικέτες ποιότητας όπως τα προστατευόμενα γεωγραφικής ένδειξης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο να αποκτήσουν εμπιστοσύνη οι ισπανοί καταναλωτές βοείου κρέατος και να εκτιμήσουν τα παραδοσιακά προϊόντα. (Sepilveda et al., 2008). Δεδομένου ότι οι καταναλωτές δεν μπορούν να αξιολογήσουν την ποιότητα των τροφίμων πριν την αγορά τους διατρέχουν πάντα τον κίνδυνο ένα προϊόν να μην τους ικανοποιήσει ή να μην αυξήσει τη χρησιμότητά τους και να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο εισόδημα αλλά και στην υγεία τους. Προκειμένου να μειωθεί αυτός ο 61

62 κίνδυνος, οι καταναλωτές προσπαθούν να πληροφορηθούν για τα χαρακτηριστικά του προϊόντος με διάφορους τρόπους. Ένας τρόπος είναι να αποκτήσουν πληροφορίες είτε από περισσότερο ενημερωμένους καταναλωτές (προσωπική επικοινωνία) ή από τα μέσα ειδήσεων και τις ειδικές στήλες στις εφημερίδες και τα περιοδικά (Dimara and Skuras, 2005). Η έννοια της συλλογικής φήμης είναι άμεσα εφαρμόσιμη στα προϊόντα ετικέτας γεωγραφικής ένδειξης ή ονομασίας προέλευσης, όπου, γενικά, οι μεμονωμένοι παραγωγοί δεν γνωρίζονται άμεσα με τον καταναλωτή (Loureiro και McCluskey, 2000). Ο καταναλωτής μπορεί να πραγματοποιήσει ποιοτικές αξιολογήσεις βασισμένος στην εικόνα του προϊόντος με τη συγκεκριμένη ετικέτα. Οι Loureiro και McCluskey (2000) υποστηρίζουν ότι η συλλογική φήμη ενός προϊόντος προστάζει πόσο επιτυχής μια ετικέτα γεωγραφικής ένδειξης ή ονομασίας προέλευσης μπορεί να είναι. Όταν η συλλογική φήμη του προϊόντος είναι θετική τότε η ετικέτα θα είναι ένα ισχυρό εργαλείο για να επισημάνει την ποιότητα του. Σύμφωνα με τους Loureiro και McCluskey (2000) εάν η ετικέτα γεωγραφικής ένδειξης είναι παρούσα στης υψηλής ποιότητας κρέατος, τότε το προϊόν μπορεί να πάρει υψηλότερη τιμή για ένα συγκεκριμένο επίπεδο ποιότητας. Η ετικέτα δεν είναι σημαντική για καθένα ποιοτικό στοιχείο. Αυτό προτείνει ότι η ετικέτα γεωγραφικής ένδειξης είναι ένα αποτελεσματικό σήμα της ποιότητας μόνο σε συνδυασμό με άλλους δείκτες ή σήματα ποιότητας. Η αυξανόμενη απαίτηση για υψηλή ποιότητα και οι ανησυχίες για την ανθρώπινη υγεία θα κάνει τις ετικέτες γεωγραφικής ένδειξης και ονομασίας προέλευσης σημαντικά εργαλεία μάρκετινγκ για το μέλλον. Τα συμπεράσματα των δύο ερευνητών έχουν σημαντικές επιπτώσεις στις εταιρίες που χρησιμοποιούν ή προγραμματίζουν να χρησιμοποιήσουν τις ετικέτες γεωγραφικής ένδειξης ή/και ονομασίας προέλευσης. Οι Loureiro και McCluskey (2000) καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η χρήση των ετικετών γεωγραφικής ένδειξης στα προϊόντα που δεν είναι υψηλής ποιότητας, δεν είναι μια αποδοτική στρατηγική μάρκετινγκ και ενδεχομένως θα μπορούσε να βλάψει τη φήμη τους καθώς τα ποιοτικά προϊόντα απαιτούν υψηλότερη τιμή (Loureiro and McCluskey, 2000). Από την άλλη πλευρά, οι Bureau και Valcescini (2003) συμπέραναν ότι η ονομασία προέλευσης και η γεωγραφική ένδειξη είναι επιτυχημένα χαρακτηριστικά προωθώντας την ποιότητα των προϊόντων στην Ευρώπη. 62

63 Η περιοχή προέλευσης και η ετικέτα ονομασίας προέλευσης επηρεάζουν από κοινού τις προτιμήσεις των καταναλωτών για προϊόντα συγκεκριμένης περιοχής, μέσω της αντιλαμβανόμενης ποιότητας για τα προϊόντα περιοχής (Ivo Van der Lans et al., 2001). Οι πληροφορίες για τη χώρα προέλευσης και την ιχνηλασιμότητα είναι πολύτιμες για τους καταναλωτές (Ward et al., 2005). Οι καταναλωτές στην έρευνα των Ivo Van der Lans et al. (2001) χρησιμοποιούν τα στοιχεία που αναφέρθηκαν για να συμπεράνουν για την ποιότητα των προϊόντων περιοχής. Η περιοχή προέλευσης επηρεάζει άμεσα τις προτιμήσεις ορισμένων καταναλωτών της έρευνας των Ivo Van der Lans et al. (2001), οι οποίοι προέρχονται από την περιοχή του προϊόντος. Αυτό μπορεί να συμβαίνει γιατί οι καταναλωτές αισθάνονται συναισθηματικό δέσιμο με την περιοχή προέλευσης του προϊόντος. Αντίθετα στην έρευνα των Van Ittersum et al. (2001b), οι ετικέτες των προϊόντων ονομασίας προέλευσης δεν επηρεάζουν άμεσα τους καταναλωτές. Αυτό προτείνει ότι οι καταναλωτές θεωρούν απλά τις ετικέτες των προϊόντων ονομασίας προέλευσης σαν δείκτες ποιότητας ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ & ΤΑ ΠΟΠ-ΠΓΕ Δεδομένου ότι το ενδιαφέρον για την ποιότητα των τροφίμων και της προστιθεμένης αξίας του προϊόντος στην αγορά αυξάνεται, πολλοί ερευνητές προσπάθησαν να εξετάσουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών και τη στάση των καταναλωτών απέναντι στα πιστοποιημένα τρόφιμα. Ένας αριθμός παραγόντων όπως τα κοινωνικοδημογραφικά χαρακτηριστικά, η αντιλαμβανόμενη ποιότητα και οι κίνδυνοι, έχουν βρεθεί να είναι σημαντικοί καθοριστικοί παράγοντες στις καταναλωτικές απόψεις προς τα πιστοποιημένα τρόφιμα και την προθυμία να πληρώσουν μία επιπλέον τιμή για να αγοράσουν αυτά τα προϊόντα (Botonaki et al., 2006). Στην Ευρώπη, τα προϊόντα με την ετικέτα ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ) έχουν μεγάλο μερίδιο στο συνολικό κύκλο εργασιών του τομέα των τροφίμων (Profeta et al, 2006). Ο καταναλωτής είναι πρόθυμος να πληρώσει μία επιπλέον μονάδα για πολλά από τα προϊόντα με την ετικέτα ονομασίας προέλευσης (Arfini, 2003). Τα προϊόντα με την ετικέτα ονομασίας προέλευσης δεν είναι απαραίτητο να περιλαμβάνουν γραπτές διευκρινήσεις στην ετικέτα τους ώστε να καταλάβει ο καταναλωτής ότι είναι προϊόντα (ΠΟΠ), αφού μία φιγούρα ή ένα σύμβολο είναι 63

64 αρκετά για να διαπιστώσει την προέλευση τους και να προβεί σε αγοραστική συμπεριφορά (Profeta et al, 2008). Σύμφωνα με τους Loureiro και Umberger (2003) οι κοινωνικοδημογραφικές διαφορές είναι εύκολα αισθητές, μεταξύ των καταναλωτών που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν κάτι επιπλέον για την αμερικανική πιστοποιημένη μπριζόλα έναντι εκείνων των καταναλωτών που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για το αμερικάνικο πιστοποιημένο χάμπουργκερ. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι οι ερωτώμενοι ανησυχούν πολύ για την επιβεβαίωση προέλευσης και τα ζητήματα ετικέτας, και κατά συνέπεια, είναι πρόθυμοι να πληρώσουν περισσότερο για υποχρεωτικά προγράμματα ετικέτας χώρας προέλευσης. Οι ερωτώμενοι ήταν επίσης πρόθυμοι να πληρώσουν κατά μέσο όρο από 38% έως 58% περισσότερο για προϊόντα που χαρακτηρίστηκαν ως αμερικάνικη πιστοποιημένη μπριζόλα και αμερικάνικο πιστοποιημένο χάμπουργκερ (Loureiro and Umberger, 2003). Τα αποτελέσματα της έρευνας των Loureiro και Umberger (2003) προτείνουν ότι οι γυναίκες, που είναι οι κύριοι αγοραστές στην οικογένεια τους και εκείνες που ανησυχούν περισσότερο για την ποιότητα τροφίμων και τα ζητήματα ασφάλειας τροφίμων, είναι πιθανότερο να υποστηρίξουν τα υποχρεωτικά προγράμματα ετικέτας χώρας προέλευσης (Loureiro and Umberger, 2003). Οι ερωτώμενοι στην έρευνα των Loureiro and Umberger (2003) που είναι οι κύριοι αγοραστές και επιπρόσθετα καταναλώνουν βόειο κρέας στην οικογένειά τους, είναι πιθανότερο να πληρώσουν για τα υποχρεωτικά προγράμματα ετικέτας χώρας προέλευσης. Επιπλέον, οι πλουσιότεροι καταναλωτές είναι λιγότερο πιθανό να πληρώσουν για τα υποχρεωτικά προγράμματα ετικέτας χώρας προέλευσης που αφορά το χάμπουργκερ (Loureiro and Umberger, 2003). Σύμφωνα με τους Ward et al. (2005) οι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να υποστηρίξουν χρηματικά τα υποχρεωτικά συστήματα ταυτοποίησης για τα ζώα και συγκεκριμένα για το αμερικάνικο βόειο κρέας, από τον Δεκέμβριο του 2003, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο της νόσου των τρελών αγελάδων. Οι αμερικάνοι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για πιστοποιημένα προϊόντα και εγγυημένη τρυφερότητα, όταν οι πληροφορίες για τα επιπρόσθετα 64

65 χαρακτηριστικά παρέχονται στις ετικέτες των προϊόντων. Η προθυμία πληρωμής των καταναλωτών στη συγκεκριμένη έρευνα, όσον αφορά τα σημαντικά χαρακτηριστικά των προϊόντων, μειωνόταν όταν ένα επιπρόσθετο χαρακτηριστικό προστίθετο. Τα επιπρόσθετα χαρακτηριστικά του προϊόντος που αυξήθηκαν από τρία σε τέσσερα, μείωσαν την προθυμία πληρωμής των αμερικάνων καταναλωτών (Zhifeng Gao, 2007). 3.4 ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Η ασφάλεια των τροφίµων αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα της Ευρώπης και φυσικά οι ευρωπαίοι καταναλωτές θέλουν ασφαλή, υγιεινά και υψηλής ποιότητας τρόφιµα. Οι καταναλωτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιθυµούν επίσης να σέβεται η Ευρωπαϊκή Ένωση την πολυµορφία των πολιτισµών και τις γαστρονοµικές παραδόσεις των διαφόρων χωρών µέσα στα σύνορά της. Οι αυστηροί κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έγιναν αυστηρότεροι το 2000, ώστε να εξασφαλιστεί ότι τα ευρωπαϊκά τρόφιµα είναι εξαιρετικά ασφαλή. Στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να εξασφαλίσει ότι όλοι οι πολίτες της καταναλώνουν τρόφιµα της ίδιας υψηλής ποιότητας, είτε αυτά είναι εγχώριας παραγωγής είτε εισάγονται από άλλη χώρα εντός ή εκτός της ΕΕ. Η νέα προσέγγιση είναι πιο ολοκληρωµένη: παρακολουθείται προσεκτικά η πορεία των ζωοτροφών και των τροφίµων από το αγρόκτηµα έως ότου φτάσουν στον καταναλωτή. Οι αρχές της ΕΕ αξιολογούν προσεκτικά τον κίνδυνο και επιδιώκουν πάντα τις καλύτερες δυνατές επιστηµονικές συµβουλές πριν απαγορεύσουν ή επιτρέψουν οποιοδήποτε προϊόν, συστατικό, πρόσθετο ή γενετικά µεταλλαγµένο οργανισµό. Αυτό ισχύει για όλες τις ζωοτροφές και τα τρόφιµα, ανεξάρτητα από το εάν προέρχεται από το εσωτερικό ή το εξωτερικό της ΕΕ. Ασφάλεια δεν σηµαίνει οµοιοµορφία. Η ΕΕ προωθεί την πολυµορφία που βασίζεται στην ποιότητα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενθαρρύνει όλο και περισσότερο τους αγρότες της να επικεντρώσουν τις προσπάθειες τους στην ποιότητα όχι µόνο όσον αφορά τα τρόφιµα, αλλά και τη ζωή στην ύπαιθρο. Η ΕΕ σέβεται επίσης το δικαίωµα των καταναλωτών να επιλέγουν αφού προηγουµένως ενηµερωθούν. Ενθαρρύνει τη δηµόσια συζήτηση, απαιτεί ενηµερωτική επισήµανση και δηµοσιεύει τις επιστηµονικές συµβουλές που λαµβάνει, έτσι ώστε οι καταναλωτές να µπορούν να 65

66 εµπιστεύονται τα τρόφιµα που καταναλώνουν. Η ασφάλεια των τροφίµων σηµαίνει ελαχιστοποίηση των κινδύνων. Η Ένωση αντιµετωπίζει πολύ σοβαρά την ευθύνη της όσον αφορά τη διαχείριση και τον έλεγχο του κινδύνου σε µια παγκόσµια αγορά τροφίµων σε συνεχή εξέλιξη ( Οι άνθρωποι θέλουν και έχουν το δικαίωµα, να γνωρίζουν τι τρώνε. Οι κανόνες για την επισήμανση των τροφίµων αναγνωρίζουν το δικαίωµα αυτό. Οι απαιτήσεις επισήµανσης επικαιροποιούνται τακτικά ώστε να λαµβάνονται υπόψη, η επιστηµονική πρόοδος και οι αλλαγές στις προσδοκίες των καταναλωτών. Οι πρόσφατες διατροφικές εξελίξεις δείχνουν την ανησυχία του πληθυσµού και οι καταναλωτές θέλουν την πληρέστερη δυνατή ενηµέρωση σχετικά µε το βοδινό κρέας που αγοράζουν. Στην επισήµανση του βοδινού κρέατος πρέπει να αναγράφεται τώρα πλέον, ο τόπος γέννησης, εκτροφής, πάχυνσης, σφαγής και τεµαχισµού του ζώου ( Η πρόοδος της τεχνολογίας τροφίμων, οι αλλαγές στις τροφικές συνήθειες και η ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου τροφίμων έχουν δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στην ασφάλεια των τροφίμων. Οι μεταβαλλόμενες καταναλωτικές απόψεις έχουν οδηγήσει σε απαιτήσεις για μεγαλύτερη ασφάλεια τροφίμων στη λιανική αγορά. H ασφάλεια τροφίμων θα συνεχίσει να είναι ένα κυρίαρχο ζήτημα οδηγούμενο από την καταναλωτική προτίμηση για την ακεραιότητα του προϊόντος. Η ασφάλεια τροφίμων έχει γίνει ένα σημαντικό παγκόσμιο ζήτημα με τις επιπτώσεις της στο διεθνές εμπόριο και τη δημόσια υγεία για ολόκληρη τη βιομηχανία (Cheek, 2006). Ο Sparks (2002) ανέφερε ότι η ευαισθητοποίηση, η ενημέρωση και η επιμόρφωση των καταναλωτών σχετικά με το θέμα ασφάλειας των τροφίμων έχει οδηγήσει στην απαίτηση για περισσότερη πληροφόρηση για την κάθετη εφοδιαστική αλυσίδα των τροφίμων και συγκεκριμένα, για την προέλευση και τον χειρισμό των βασικών προϊόντων και των τροφίμων που παράγονται και καταναλώνονται σε όλο τον κόσμο. Πρόσφατα, η υγεία των ζώων και τα διεθνή διατροφικά σκάνδαλα δημιούργησαν την απαίτηση για την επιβεβαίωση της πηγής, την ασφάλεια των τροφίμων και τον προσδιορισμό των τροφίμων στην εφοδιαστική αλυσίδα. 66

67 3.4.2 Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΑΣΦΑΛΗ ΤΡΟΦΙΜΑ Η εμφάνιση της νόσου των τρελών αγελάδων (Bovine Spongiform Encephalopathy BSE) στην Ευρώπη και την Ιαπωνία, η μόλυνση με E. Coli O157:H7 των προϊόντων βοείου κρέατος, οι τροφικές δηλητηριάσεις με Salmonella και Listeria καθώς και άλλες τροφιμογενείς λοιμώξεις αποτέλεσαν: α) στην αύξηση του ενδιαφέροντος των καταναλωτών παγκοσμίως για την ασφάλεια των τροφίμων και β) στη δημιουργία της ευρωπαϊκής αρχής για την ασφάλεια των τροφίμων (European Food Safety Authority EFSA). Επίσης, ανησυχίες έχουν εκφραστεί από το κοινό σχετικά με την τεχνολογία τροφίμων και τη βιοτεχνολογία και ιδιαίτερα για τις γενετικά τροποποιημένες σοδειές και τα τρόφιμα. Οι κυβερνητικές οργανώσεις για τις αγροδιατροφικές αγορές στις δυτικές, δημοκρατικές οικονομίες έχουν εξελιχθεί κατά το πέρασμα του χρόνου έτσι ώστε να λαμβάνουν υπόψη τους τη γεωγραφική απόσταση, το χρόνο σχετικά με τους κύκλους παραγωγής, τη δυνατότητα αποθήκευσης, τις ευκαιρίες της αγοράς και την επιθεώρηση των φυσικών χαρακτηριστικών των προϊόντων. Ενώ το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σε παγκόσμιο επίπεδο ασχολείται με τη λήψη των απαραίτητων θερμίδων για επιβίωση, οι δυτικές δημοκρατίες και οι αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς για δεκαετίες επιτυγχάνουν αυξανόμενο διαθέσιμο εισόδημα παράλληλα με προόδους στην υγεία και τις ιατρικές επιστήμες. Το αποτέλεσμα είναι ένα σημαντικό μερίδιο της αγοράς να είναι επικεντρωμένο στην τροφή ως πηγή θρέψης, υγείας και τρόπου ζωής. Ωστόσο, υπάρχει μια συνεχής προσδοκία ότι τα τρόφιμα που καταναλώνουν είναι ασφαλή (Dee Von Bailey et al., 2002). Η πρώτη σημαντική πρόκληση στην ικανότητα του διατροφικού συστήματος να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της βιομηχανίας και των καταναλωτών έγκειται στη δίοδο από τα ζώα στον άνθρωπο της νόσου των τρελών αγελάδων, έχοντας ως αποτέλεσμα στην ασθένεια Creutzfeld Jacob Disease (v CJD). Το αποτέλεσμα αυτής της καταστροφικής ασθένειας στη φυσιολογία του ανθρώπου δεν ήταν άμεσα φανερό. Η τελευταία έκφραση της ασθένειας καθυστέρησε την ανταπόκριση της επιστημονικής κοινωνίας σε αυτό το φαινόμενο. Συνεπώς, το σύστημα διαβατηρίου (το διαβατήριο δείχνει όλες τις κινήσεις, από το αγρόκτημα στο τραπέζι, του κρέατος και την αρχειοθέτηση, ώστε να επιτυγχάνεται η ιχνηλασιμότητα) ενσωματώνει τις 67

68 έννοιες της ιχνηλασιμότητας, της διαφάνειας και τις διασφαλίσεις στο σύστημα κόκκινου κρέατος και δημιουργήθηκε για να ικανοποιήσει τις νέες απαιτήσεις για λογοδοσία και ανταπόκριση (Baines and Davies, 1997). Με δεδομένο την καταστροφική φύση των πρόσφατων διατροφικών σκανδάλων, η EFSA είναι επικεντρωμένη στη διατήρηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών με τη βελτίωση της έρευνας, την εισαγωγή της έννοιας της προφύλαξης, την ιχνηλασιμότητα και τις διαδικασίες έγκαιρης προειδοποίησης σε ολόκληρη την αλυσίδα τροφίμων. Έτσι, επιτυγχάνει τον υψηλότερο δυνατό επίπεδο προστασίας της υγείας των καταναλωτών μέσω μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης στην ασφάλεια τροφίμων (Donal J. Deasy, 2002). Στη Λευκή Βίβλο, η Επιτροπή περιέγραψε τις υφιστάμενες αδυναμίες σε πολλούς τομείς. Κάποιοι από αυτούς τους τομείς συμπεριλαμβάνουν την ενσωμάτωση και την εκμετάλλευση της συλλεγμένης πληροφορίας σε πραγματικό χρόνο, την ανταπόκριση σε δυνητικούς κινδύνους, την υπευθυνότητα και ευελιξία στις τωρινές απαιτήσεις, το βαθμό συνοχής και συνεργασίας ανάμεσα στους τομείς και τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και μείωσης των κινδύνων (Donal J. Deasy, 2002). Στην ανταγωνιστική, παγκόσμια αλυσίδα τροφίμων, όλοι οι αγοραστές απαιτούν επιστημονική διαβεβαίωση ότι τα τρόφιμα που καταναλώνουν είναι ασφαλή. Οι λιανοπωλητές έχουν επενδύσει αρκετά στην ίδρυση τμημάτων ποιότητας και τηρούν αυστηρά πρωτόκολλα σύμφωνα με τα οποία απαιτούν από τους προμηθευτές τους να υπόκεινται σε αυστηρούς ελέγχους ποιότητας, να απομιμούνται ανακλήσεις προϊόντων, να ιδρύουν διαδικασίες για να εντοπίζουν όλες τις πρώτες ύλες των τελικών προϊόντων μέσω αναγνωρίσεως παρτίδων (lot/batch code) και να επιδεικνύουν αποτελεσματική ιχνηλασιμότητα από το αγρόκτημα στο τραπέζι (Donal J. Deasy, 2002). Οι βιομηχανίες των τροφίμων πρέπει να συμμορφώνονται με τις νομοθετικές ρυθμίσεις και τους εμπορικούς κανόνες για την ασφάλεια των τροφίμων. Συμμόρφωση με τη νομοθεσία είναι η νομική υποχρέωση τους και προαπαιτούμενο για την είσοδο τους στην αγορά. Συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των λιανοπωλητών 68

69 είναι μια εμπορική πραγματικότητα, η οποία είναι αναπόσπαστη με την επιβίωση και ανάπτυξη τους σε αυξημένες ανταγωνιστικές αγορές (Tarrant, 1999). Αναμφίβολα, όλο αυτό επηρεάζει τη φύση, την κλίμακα και το επείγον των απαιτήσεων να εφαρμοστούν σε όλους τους τομείς της τροφικής αλυσίδας και το βαθμό της ενοποίησης των δεδομένων, διαχείρισης της πληροφορίας και της ευελιξίας, τα οποία πρέπει να τηρούνται από τον τομέα τροφίμων (Donal J. Deasy, 2002). Η αυξανόμενη έμφαση στην επιβεβαίωση σημαίνει ότι η επιτυχία μιας επιχείρησης στην πρόκληση της ασφάλειας των τροφίμων θα καθοριστεί από την ικανότητα της να επιδείξει αυτόν τον έλεγχο στους πελάτες και στους καταναλωτές της. Σήμερα, η πρόκληση μπορεί να αντιμετωπισθεί με τη χρήση της διαθέσιμης πληροφορίας και την τεχνολογία των επικοινωνιών. Η πληροφορία θα γίνει η κόλα που κρατά ολόκληρη τη βιομηχανία τροφίμων ενωμένη (Evans and Wurster, 1997). Η παγκόσμια αγορά τροφίμων αλλάζει με γρήγορους ρυθμούς. Η παραδοσιακά, τοπική αγορά σιταριού, βουτύρου, τυριού και κρέατος, αντικαταστήθηκε με το παγκόσμιο εμπόριο μιας μεγάλης ποικιλίας ακατέργαστων και συσκευασμένων προϊόντων. Ακόμη και ευάλωτα προϊόντα όπως θαλασσινά και λαχανικά μπορούν να μεταφερθούν σε μεγάλες αποστάσεις και οι παραγωγοί ανταγωνίζονται σε διεθνές επίπεδο (Τjaart and Schillhorn van Veen, 2005). Οι καταναλωτές συνεπώς έρχονται αντιμέτωποι με τρόφιμα, ή συστατικά αυτών, τα οποία μπορεί να προέρχονται από απομακρυσμένες χώρες ή ηπείρους και με ένα λιγότερο διαφανή τρόπο προμήθειας. Η αλλαγή αυτή έχει οδηγήσει στην ευαισθητοποίηση σχετικά με την ποιότητα και ασφάλεια των τροφίμων. Αυτό το ενδιαφέρον μπορεί να είναι αυθεντικό ή να αποτελεί λόγο περιορισμού εμπορίας του συγκεκριμένου προϊόντος (Τjaart and Schillhorn van Veen, 2005). Ο Smith (2004) αναφέρει ότι στο National Meeting of the American Chemical Society τον Αύγουστο του 2004: (α) ο Michael Olson (επικοινωνίες MetroFarm) είπε ότι "στις ΗΠΑ τα τρόφιμα ταξιδεύουν κατά μέσο όρο περίπου 2000 μίλια από εκεί όπου παράγονται, εκεί όπου καταναλώνονται". (β) "Κάνετε αυτό δεκάδες χιλιάδες μίλια για τα τρόφιμα από άλλες χώρες που εξάγονται στην Αμερική" είπε η Claudia Chaisson (Επιστημονικοί σύμβουλοι Chaisson). (γ) "Οι καταναλωτές 69

70 ρωτούν μπορώ να λάβω μέτρα να κάνω τα δικά μου (της οικογένειάς μου) τρόφιμα ασφαλέστερα από τα πρότυπα που καθορίζονται από τους ομοσπονδιακούς ρυθμιστές;" είπε η Joe Rosen (Πανεπιστήμιο Rutgers). Η ελεύθερη κυκλοφορία ασφαλών και υγιεινών τροφίμων είναι θεμελιώδης αρχή για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Ωστόσο, οι διαφορές μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών στον τομέα των τροφίμων παρεμποδίζουν μερικές φορές την ελεύθερη κυκλοφορία των τροφίμων. Είναι συνεπώς αναγκαίο να διαμορφωθεί μια κοινή βάση για τα μέτρα σχετικά με τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές που λαμβάνονται σε κοινοτικό επίπεδο. Η αστικοποίηση και οι αγροτικές μεταρρυθμίσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες άλλαξαν τις διατροφικές ανάγκες και την προσφορά αστικής τροφής. Για παράδειγμα, μια σχετικά μικρή χώρα, όπως η Υεμένη, ανήκει στους πέντε μεγαλύτερους εισαγωγείς αλευριού παγκοσμίως, μια μεσαίου εισοδήματος χώρα, όπως η Αίγυπτος, κατέχει θέση ανάμεσα στους κορυφαίους εισαγωγείς σίτου, η Ρωσία αρχικά μια κύρια εισαγωγική χώρα, έχει γίνει εξαγωγέας δημητριακών. Το κύριο θέμα που απασχολεί πολλές αναπτυσσόμενες χώρες είναι η ασφάλεια των τροφίμων και η ανάγκη να διατηρηθούν οι τιμές των προϊόντων σε επιτρεπτά επίπεδα. Πολλές αγορές τροφίμων είναι ακόμη "οδηγούμενες από τον παραγωγό αυτάρκεις" και δεν έχουν ακόμη φτάσει στο "οδηγούμενο από την πιστότητα του καταναλωτή" επίπεδο (Reardon, 1999). Η παραδοσιακή εμπορική προστασία έχει μειωθεί με τη συμφωνία της GATT το 1994, σύμφωνα με την οποία τα υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα κατέχουν δέουσας προσοχής στον καθορισμό της πρόσβασης στην αγορά. Οι καταναλωτές των χωρών υψηλού εισοδήματος έχουν γίνει πιο ενήμεροι σχετικά με τους κινδύνους ασφαλείας των τροφίμων και απαιτούν εγγυήσεις σχετικά με το χειρισμό των προϊόντων. Πολλές αναπτυγμένες χώρες τροποποιούν τη νομοθεσία της ασφάλειας τροφίμων ώστε να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στον έλεγχο της επεξεργασίας τους και στην παρεμπόδιση των κινδύνων κατά την παραγωγική τους διαδικασία. Αυτή η τάση για ικανοποίηση των προτύπων ασφάλειας αποτελεί πρόκληση για τους εξαγωγείς διατροφικών προϊόντων. Επίσης, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες έχουν παρουσιάσει ουσιώδη ανάπτυξη σε μη παραδοσιακά, αγροτικά εξαγωγικά προϊόντα όπως φρούτα, λαχανικά, θαλασσινά και κρέας (Unnevehr, 2000). 70

71 Το ζήτημα της ασφαλείας των τροφίμων είναι πιθανότερο να είναι εντονότερο στο εμπόριο φρέσκων τροφίμων σε σχέση με άλλα είδη εμπορίου αγροτικών προϊόντων. Τα φρέσκα προϊόντα διανέμονται και καταναλώνονται υπό φρέσκια μορφή, έτσι ο χειρισμός τους κατά μήκος της τροφικής αλυσίδας μπορεί να επηρεάσει την ασφάλεια και την ποιότητά τους. Μεταποιημένα ή επεξεργασμένα τρόφιμα υπόκεινται σε ευρύτερα καθορισμένα και αναγνωρισμένα πρότυπα, και κατά τη διάρκεια της ναυτιλίας και του χειρισμού τους μπορεί να μην τροποποιηθούν. Τα πρότυπα στις αγορές των αναπτυγμένων χωρών βασίζονται στην υγιεινή και στην ορθή βιομηχανική πρακτική, πράγμα το οποίο μπορεί να μην ισχύει για όλες τις αναπτυσσόμενες χώρες. Η ανταπόκριση σε τέτοια πρότυπα απαιτεί μεγαλύτερες επενδύσεις στον ποιοτικό έλεγχο και την υγιεινή στις αναπτυσσόμενες χώρες. Τα φρέσκα προϊόντα υπόκεινται στην αυξανόμενη διερεύνηση και νομοθεσία των αναπτυσσόμενων χωρών καθώς οι κίνδυνοι ασφαλείας των τροφίμων γίνονται ευκολότερα κατανοητοί και εντοπίζονται στις πηγές τους (Zepp et al., 1998). Υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη κινδύνων στην ασφάλεια των τροφίμων και η σημαντικότητά τους ποικίλλει. Τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων και η μικροβιακή μόλυνση είναι σημαντικοί κίνδυνοι και αφορούν τα φρούτα και λαχανικά. Η μικροβιακή μόλυνση, τα υπολείμματα φαρμάκων, τα παράσιτα, οι ζωονόσεις αφορούν το κρέας, τα πουλερικά, τα ψάρια και τα θαλασσινά. Οι μυκοτοξίνες προσβάλλουν ορισμένα προϊόντα και είναι δυνατό να εισαχθούν στα ζωικά προϊόντα μέσω της χρήσης των μολυσμένων αντίστοιχων τροφών. Οι νοθείες αφορούν όλα τα είδη τροφίμων. Οποιοσδήποτε από αυτούς τους πιθανούς κινδύνους μπορεί να εντοπιστεί στην παραγωγή προϊόντων είτε των αναπτυγμένων είτε των αναπτυσσόμενων χωρών. Η διαφορά όμως έγκειται στο γεγονός ότι οι κίνδυνοι μπορούν να διαφέρουν ανάλογα με το κλίμα, την υποδομή και τις μεθόδους παραγωγής και κατανάλωσης (Unnevehr, 2000). Tα περισσότερα αρχεία του Food and Drug Administration (FDA) τα οποία αφορούν σε κρατήσεις τροφίμων μη ασφαλή για κατανάλωση, αφορούν τη μόλυνση των τροφίμων με έντομα, τρωκτικά και σε εύρεση υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων πάνω από το επιτρεπτό όριο. Οι περισσότερες από τις μισές απορρίψεις αποδίδονται στην έλλειψη ορθών πρακτικών υγιεινής και ετικέτας ( 71

72 Στις τοπικές αγορές η αγοραπωλησία τροφίμων χαρακτηρίζεται από μικρές αλυσίδες marketing χαμηλού κόστους και αρκετά διαφανείς στους παραγωγούς και στους καταναλωτές. Η ασφάλεια των τροφίμων και η ανάλυση του κινδύνου υπόκεινται στη δικαιοδοσία του καταναλωτή που χειρίζεται τον κίνδυνο αγοράζοντας προσεχτικά, με τη σωστή προετοιμασία του φαγητού και με μια αποκτημένη αντοχή στα παθογόνα. Οι επενδύσεις στην ασφάλεια των τροφίμων (στα σφαγεία, εγκαταστάσεις καραντίνας, εργαστήρια) και οι δυνατότητες ανάπτυξης είναι χαμηλές. Η συμμετοχή στο διεθνές εμπόριο τροφίμων σημαίνει ότι οι χώρες πρέπει να συμμορφωθούν με τους διεθνείς κανονισμούς σχετικά με την προώθηση και παρακολούθηση της ασφάλειας τροφίμων. Στις περισσότερες περιπτώσεις η βελτίωση της επιθεώρησης του συστήματος ελέγχου της αλυσίδας εφαρμόζεται μόνο σε συγκεκριμένα εξαγωγικά προϊόντα (πχ πιστοποιημένες γραμμές παραγωγής ή κατεργασίας) και δεν εφαρμόζονται στις τοπικές αγορές. Κάποιες διεθνείς επιχειρήσεις τροφίμων προσπαθούν να προσπεράσουν ή να συμπληρώσουν την εθνική / διεθνή γραφειοκρατία έχοντας αναπτύξει τα δικά τους ποιοτικά πρότυπα και εργαλεία τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν σε όλο το μήκος της εφοδιαστικής τους αλυσίδας. Τα μέλη της αλυσίδας πρέπει να έχουν κοινό πρότυπο και πολιτική για να διασφαλίσουν την ποιότητα και ασφάλεια των προϊόντων τους (Reardon, 1999). Η πλήρης εναρμόνιση των επιχειρήσεων με τους κανόνες ασφάλειας τροφίμων θα αυξήσει σημαντικά το κόστος αποκλείοντας ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού από την πρόσβαση σε βασικά τρόφιμα. Στην Ευρώπη δίνεται ελάχιστη προσοχή στο κόστος και στο κέρδος από την εφαρμογή των κανονισμών της ασφάλειας τροφίμων. Οι τροφιμογενείς ασθένειες συμπεριλαμβάνουν όλες τις εντερικές αναταραχές αλλά συχνά συμπεριλαμβάνουν και εκείνες οι οποίες προκαλούνται από παράγοντες μη τροφιμογενείς (όπως ο ιός Norwalk, ο οποίος οφείλεται στην επαφή της τροφής με τα χέρια και το στόμα). Η προώθηση της ασφάλειας τροφίμων σε επιτρεπτό οικονομικό επίπεδο χρειάζεται να εισαχθεί και να ενσωματωθεί στις τοπικές αλυσίδες (Reardon, 1999). Οι Buzby (2001) και Antle (1999) υποστηρίζουν ότι η οικονομική της ασφάλειας τροφίμων είναι περίπλοκη, αντιμετωπίζοντας δυσκολία στον καθορισμό του κόστους καθώς η αξία της ασφάλειας τροφίμων εξαρτάται από την αντίληψη και αυτή είναι δύσκολο να μετρηθεί. Η έννοια της ασφάλειας τροφίμων μπορεί να ερμηνευτεί διαφορετικά στις διάφορες κοινωνίες, καθώς η προετοιμασία των τροφίμων, οι διατροφικές συνήθειες, 72

73 η προτεραιότητα στην υγεία, η διαφήμιση και τα διατροφικά σκάνδαλα αντιλαμβάνονται διαφορετικά. Η παγκοσμιοποίηση έχει αυξήσει τους κινδύνους εισόδου ξένων παθογόνων και ασθενειών στην τροφική αλυσίδα μειώνοντας τη διαφάνεια της αγοράς τροφίμων. Η βελτίωση της ασφάλειας τροφίμων στο διεθνές εμπόριο απαιτεί έναν αριθμό πολιτικών και τεχνικών παρεμβάσεων οι οποίες περιλαμβάνουν (Τjaart and Schillhorn van Veen, 2005). Γνώση των προτύπων για τα τρόφιμα από τους εξαγωγείς στις διεθνείς αγορές ή από τους εισαγωγείς των τοπικών αγορών και εκπαίδευση των καταναλωτών και των παραγωγών στην ασφάλεια των τροφίμων. Μείωση της γραφειοκρατίας και των περίπλοκων κανονισμών. Γνώση από τους ρυθμιστές πολιτικών για οικονομικά επιτρεπτή ασφάλεια τροφίμων. Αυξημένες ικανότητες και επιδεξιότητες. Εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα των αγροτών από πανεπιστημιακά εκπαιδευμένους κτηνίατρους ή ειδικούς στην επιστήμη των τροφίμων. Επενδύσεις στην κατασκευή κατάλληλων υποδομών, όπως εργαστήρια, διαγνωστικά και ερευνητικά κέντρα. Υιοθέτηση των πληροφοριακών συστημάτων. Υπάρχουν διεθνείς κανόνες εμπορικών συναλλαγών ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα δημόσια πρότυπα εφαρμόζονται δίκαια και εξίσου στα εισαγόμενα και εξαγόμενα προϊόντα. Η συμφωνία της GATT το 1994 για την εφαρμογή των υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων, καλύπτει τα εμπορικά μέτρα τα οποία προστατεύουν τον άνθρωπο, τα ζώα και την υγεία. Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, τα μέλη της GATT καθιέρωσαν τις ακόλουθες αρχές (Unnevehr, 2000): Τη διαφάνεια. Τα έθνη πρέπει να δημοσιεύσουν τους κανονισμούς τους και να παρέχουν έναν μηχανισμό απάντησης στις ερωτήσεις των εμπορικών εταίρων. Την ισοδυναμία. Τα κράτη - μέλη πρέπει να αποδέχονται ότι τα υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα μιας άλλης χώρας είναι ισοδύναμα εάν οδηγούν στο ίδιο επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας, ακόμα κι αν τα μέτρα αυτά διαφέρουν 73

74 μεταξύ τους. Το ίδιο επίπεδο προστασίας της υγείας ισχύει εξίσου για τα εγχώρια και τα εισαγόμενα προϊόντα. Τα μέτρα να βασίζονται σε επιστημονικά δεδομένα. Οι κανονισμοί δεν μπορούν να επιβάλουν απαιτήσεις οι οποίες δεν έχουν επιστημονική βάση για τη μείωση του κινδύνου. Την περιφερειακή αποκέντρωση. Αναγνωρίζεται η έννοια των περιοχών χωρίς παράσιτα ή των ασθενειών στη χώρα εξαγωγής. Οι εξαγωγές επιτρέπονται από αυτές τις περιοχές, ακόμα κι αν άλλες περιοχές της χώρας εξαγωγής μαστίζονται από την ασθένεια ή τους παρασιτικούς οργανισμούς. Την εναρμόνιση. Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν την επιθυμία εφαρμογής κοινών υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων. Τρεις διεθνείς οργανισμοί αποτελούν αναγνωρισμένες πηγές σε παγκόσμια κλίμακα συμφωνημένων προτύπων: η Επιτροπή του Κώδικα Διατροφής (Codex Alimentarius Commission), το Διεθνές Γραφείο της Επιζωοτικής (International Office of Epizootics - OIE) και η Διεθνής Συνθήκη Προστασίας των Φυτών (International Plant Protection Convention - IPPC). Την εθνική κυριαρχία. Οι χώρες μπορούν να επιλέξουν ένα πρότυπο κινδύνου το οποίο διαφέρει από το διεθνές πρότυπο. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι κάποια έθνη είναι απρόθυμα να προσυπογράψουν στα ομοιόμορφα διεθνή πρότυπα για όλους τους κινδύνους. Το ψήφισμα διαφωνίας. Αποτελεί ένα μηχανισμό για την επίλυση των διαφωνιών μεταξύ των χωρών έγκαιρα. Η επιτροπή διευθέτησης της διαφωνίας αναμένεται μόνο να δηλώσει εάν τα υγειονομικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα υπό αμφισβήτηση έχουν επιστημονική βάση και εφαρμόζονται με συνέπεια. Ένα παράδειγμα εφαρμογής των υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων αποτελεί μια διαφωνία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε απάντηση μιας καταγγελίας από τις ΗΠΑ και άλλους εξαγωγείς κρέατος (Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Νορβηγία), συστάθηκε μια επιτροπή διαφωνίας η οποία υποστήριξε ότι η ευρωπαϊκή απαγόρευση στη χρήση αυξητικών ορμονών στο κρέας δεν είχε επιστημονική βάση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αρνήθηκε να αναιρέσει την απαγόρευση και οι ΗΠΑ τοποθέτησαν δασμούς σε ορισμένα προϊόντα εισαγωγής από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχει επίσης διαφωνία μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αποδοχή των γενετικά τροποποιημένων 74

75 τροφίμων. Και στις δύο περιπτώσεις, η δυνατότητα των εξαγωγέων να εγγυηθούν ορθή χρήση των επικίνδυνων υλών βρίσκεται υπό συζήτηση. Αυτές οι διαμάχες τονίζουν τη σημασία της εγγύησης ασφαλών πρακτικών παραγωγής από το αγρόκτημα στο τραπέζι και επιδεικνύουν ότι οι διαφορετικές προσεγγίσεις στη ρύθμιση της βιοασφάλειας, θα είναι δύσκολο να επιλυθούν. Τέτοιου είδους διαμάχες δημιουργούν αβεβαιότητα για την αποδοχή των μεθόδων παραγωγής και των προϊόντων στις πιθανές μελλοντικές αγορές (Unnevehr, 2000) Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Παρατηρείται αυξανόμενη υιοθέτηση από τις βιομηχανίες τροφίμων των πρακτικών διαχείρισης που εστιάζουν στην πρόληψη και τον έλεγχο των κινδύνων ασφαλείας των τροφίμων (Martin and Anderson, 2000). Πολλοί κίνδυνοι είναι δύσκολο να εξεταστούν και έτσι μπορούν να εισαχθούν στα τρόφιμα, σε διάφορα σημεία της παραγωγικής διαδικασίας. Ως εκ τούτου, οι τεκμηριωμένες πρακτικές παραγωγής, οι οποίες ελέγχονται για να αποτρέψουν και να ελέγξουν τους κινδύνους, είναι αποδεκτές ως ο πιο οικονομικός τρόπος μείωσης των κινδύνων ασφαλείας των τροφίμων. Ενώ η δοκιμή και η επαλήθευση είναι ουσιώδεις για την καθιέρωση των ορθών ελέγχων των διεργασιών, η δοκιμή δεν μπορεί από μόνη της να είναι πρακτική ως ο μόνος τρόπος παρακολούθησης της ασφάλειας (Unnevehr, 2000). Η διαχείριση των κινδύνων ασφάλειας των τροφίμων αποτελεί μέρος μιας τάσης σύμφωνα με την ευρύτερη διαχείριση της ποιότητας ώστε να ικανοποιήσει τις όλο και περισσότερο εξειδικευμένες προδιαγραφές προϊόντων και τη ζήτηση καινοτόμων προϊόντων. Αυτή η προσέγγιση, χαρακτηρίζεται ως διοίκηση ολικής ποιότητας (Total Quality Management TQM) και εξασφαλίζει ποιοτική επιβεβαίωση ότι τα προϊόντα ανταποκρίνονται στις σύνθετες προδιαγραφές (Mazzocco, 1996). H διεθνώς αναγνωρισμένη πιστοποίηση επιτυγχάνεται συχνά μέσω του ISO (International Standardization Organization), καθώς εφαρμόζεται όλο και περισσότερο κατά την επεξεργασία και την παραγωγή προϊόντων (Caswell et al., 1998). Το ISO παρέχει ένα "πρότυπο για πρότυπα" μέσω της εφαρμογής ενός πλαισίου για επιβεβαίωση των στοιχείων της διαδικασίας παραγωγής μιας εταιρίας, το οποίο εξασφαλίζει την ποιότητα (Unnevehr, 2000). 75

76 Το σύστημα Ανάλυσης Κινδύνων και Κρίσιμων Σημείων Ελέγχου (Hazard Analysis Critical Control Points - HACCP) είναι ένα υποσύνολο γενικότερων ποιοτικών συστημάτων διαχείρισης και χρησιμοποιείται για να εξετάσει τους κινδύνους ασφαλείας των τροφίμων, οι οποίοι μπορούν να εισαχθούν στα διαφορετικά σημεία της τροφικής αλυσίδας ή είναι δύσκολο να μετρηθούν (Unnevehr and Jensen,1999). Ένα πλεονέκτημα του συστήματος HACCP αποτελεί η επικέντρωση των πόρων στα σημαντικότερα σημεία ελέγχου, τα οποία μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τους πόρους που χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της ασφάλειας. Το σύστημα HACCP κατάλληλα εφαρμοζόμενο, μπορεί να οδηγήσει στον επανασχεδιασμό της επεξεργασίας τροφίμων, η οποία μπορεί να μειώσει το κόστος της ποιότητας (Mazzocco, 1996). Το HACCP περιλαμβάνει την ανάλυση ολόκληρου του συστήματος, με την αντίστοιχη ανάγκη για συντονισμό των προληπτικών ενεργειών σε όλη τη διαδικασία παραγωγής (Unnevehr, 2000). Ο έλεγχος της προσέγγισης από το αγρόκτημα στο τραπέζι στη διαχείριση της ποιότητας και της ασφάλειας απαιτείται από τους καταναλωτές των αγορών υψηλού εισοδήματος και νέες οργανώσεις δημιουργούνται για να πιστοποιούν τις πρακτικές παραγωγής για τα κρέατα και τα φυτικά προϊόντα (Unnevehr et al., 1999). Επομένως, υπάρχουν κίνητρα στην αγορά για τους εξαγωγείς των αναπτυσσόμενων χωρών να υιοθετήσουν αυτές τις βιομηχανικές πρακτικές και να συντονίσουν τη διαχείριση της ασφάλειας και ποιότητας με τους εισαγωγείς. Συγχρόνως, η αυξανόμενη χρήση του συστήματος HACCP στο δημόσιο κανονισμό σημαίνει ότι έχει γίνει ένα μέτρο υγειονομικών και φυτουγειονομικών προτύπων, που θα επηρεάσουν το διεθνές εμπόριο (Unnevehr, 2000). Οι κίνδυνοι ασφάλειας των τροφίμων μπορούν να μειωθούν μέσω αλλαγών στις πρακτικές παραγωγής και μέσω ενεργειών του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα για την επίλυση των υγειονομικών και φυτουγειονομικών εμποδίων, εισόδου των προϊόντων στην αγορά. Οι δημόσιες ενέργειες περιλαμβάνουν την έρευνα, νέους κανονισμούς, και δημόσια υποδομή. Οι ιδιωτικές ενέργειες περιλαμβάνουν αλλαγές στις πρακτικές παραγωγής και στις επενδύσεις υγιεινής. Οι δημόσιες και ιδιωτικές ενέργειες πρέπει να επιτύχουν τον κάθετο συντονισμό, ο οποίος απαιτείται για να ανταποκριθούν στα εξαγωγικά πρότυπα και να αποφασίσουν πότε θα αναλάβουν 76

77 δαπανηρές επενδύσεις, οι οποίες θα εξασφαλίζουν μεγαλύτερη ασφάλεια τροφίμων (Unnevehr, 2000). Η παραγωγή στις αναπτυσσόμενες χώρες μπορεί να είναι είτε στενά ελεγχόμενη από μια πολυεθνική εταιρία για εξαγωγές σε μια αγορά υψηλού εισοδήματος, π.χ. τα λαχανικά της Κένυας για τη βρετανική αγορά, είτε εν πλήρη κυριότητα ή συμβολαιακή με τους τοπικούς καλλιεργητές, είτε οι τοπικοί καλλιεργητές συντονίζονται μέσω μιας εξαγωγικής εταιρίας η οποία παρέχει οδηγίες σχετικά με τα ποιοτικά πρότυπα και τις διαβεβαιώσεις στους εισαγωγείς, π.χ. τα φρούτα της Ακτής Ελεφαντοστού για την ευρωπαϊκή αγορά (Unnevehr and Hirschhorn, 2000). Ο δημόσιος τομέας των αναπτυσσόμενων χωρών για να διευκολύνει τον κάθετο συντονισμό, ελέγχει και πιστοποιεί ορισμένα είδη της ποιότητας εξαγωγής, όπως εάν μια χώρα δεν αντιμετωπίζει ζωικές ασθένειες. Ένας άλλος τύπος δημόσιας δράσης είναι ο κανονισμός που αναγνωρίζεται από τον εισαγωγέα ότι παρέχει τη βάση για ασφαλέστερη παραγωγή (Horton, 1998). Οι πληροφορίες για πιθανές αγορές εξαγωγών, οι οποίες είναι συχνά μέρος χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων προώθησης των εξαγωγών στις αναπτυσσόμενες χώρες από το δημόσιο, περιέχουν και τρόπους εξασφάλισης υγειονομικών μέτρων. Οι κυβερνήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών επιζητούν τα πρότυπα αυτά να είναι διαφανή από τις χώρες εισαγωγής, ώστε να διευκολύνουν την ανταπόκριση του ιδιωτικού τομέα. Ο δημόσιος τομέας στις χώρες εισαγωγής διευκολύνει το εμπόριο, παρέχοντας προ-πιστοποίηση για τις εξαγωγές μέσω επιθεωρήσεων εντός της χώρας των διαδικασιών παραγωγής. Αυτό μπορεί ουσιαστικά να μειώσει τα κόστη που συνδέονται με τις κρατήσεις και τις απορρίψεις των προϊόντων. Ένας εισαγωγέας έχει τη δυνατότητα να παρέχει οδηγίες, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πρότυπα στις ιδιωτικές συναλλαγές. Εάν αυτές οι ενέργειες εφαρμοστούν ώστε να διευκολυνθεί ο κάθετος συντονισμός, τότε μπορεί η παραγωγή στις αναπτυσσόμενες χώρες να έχει ισοδύναμη ασφάλεια με την παραγωγή των αναπτυγμένων χωρών (Unnevehr, 2000). Η ανάληψη δαπανηρών επενδύσεων για την εξασφάλιση της ασφάλειας των τροφίμων καθορίζεται από διάφορους παράγοντες. Σύμφωνα με τους Thilmany και Barrett (1997) οι πιθανές επιδράσεις των τεχνικών εμποδίων στο εμπόριο είναι 77

78 διφορούμενες. Το κόστος εξασφάλισης υψηλότερων προτύπων μειώνει τις επιστροφές στους εξαγωγείς. Αυτό ισχύει επειδή οι πρόσθετες δαπάνες των επενδύσεων που υιοθετούνται για τη βελτίωση της ασφάλειας των τροφίμων είναι υψηλότερες στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου λιγότερες υγειονομικές υπηρεσίες είναι διαθέσιμες. Εάν τα υψηλότερα πρότυπα επιλύουν την καταναλωτική αβεβαιότητα για την ποιότητα των προϊόντων τότε η ζήτηση αλλάζει εξωτερικά στη χώρα εισαγωγής και οι επιστροφές στους εξαγωγείς αυξάνουν. Η επίλυση της αβεβαιότητας για την ασφάλεια των τροφίμων μπορεί να κατακτήσει τις ήδη υπάρχουσες αγορές και να επιφέρει την εύρεση νέων αγορών. Οι προσπάθειες βελτίωσης της ασφάλειας τροφίμων θα μπορούσαν να βοηθήσουν τις χώρες εξαγωγής να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη αξία για τα προϊόντα τους και να παρέχουν τα πλεονασματικά οφέλη για τους εσωτερικούς καταναλωτές των χωρών αυτών (Unnevehr, 2000). Οι επενδύσεις του δημόσιου τομέα μπορεί να είναι σημαντικές στην υποστήριξη συγκεκριμένων ιδιωτικών πρωτοβουλιών. Ο δημόσιος τομέας μπορεί να πραγματοποιεί έρευνες, ώστε να βελτιώνει τις πρακτικές παραγωγής. Οι επενδύσεις υποδομής στην παροχή νερού, στην ηλεκτρική ενέργεια στον αγροτικό τομέα, ή στον τομέα των μεταφορών μπορούν να είναι θεμελιώδεις για τη βελτίωση της επεξεργασίας και του χειρισμού των τροφίμων. Επιπλέον, βοήθεια από τις κυβερνήσεις μπορεί να δοθεί μέσω της πιστοποίησης ότι τα πρότυπα πληρούνται και της πληροφόρησης των βιομηχανιών τροφίμων για τα πρότυπα, τα οποία χρησιμοποιούνται από τις χώρες εισαγωγής (Unnevehr, 2000) ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Ο Nugent (2005) επισήμανε το ανθρώπινο κόστος της τροφικής δηλητηρίασης τονίζοντας ότι 200 πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πέθαναν από δηλητηρίαση με Salmonella το 2004 και δήλωσε ότι "Υπήρχε μικρή ειδησεογραφική κάλυψη και καμία μαζική υστερία ως συνέπεια. Ο λόγος είναι απλός. Τα περιστατικά συνέβησαν κατά κύριο λόγο στο σπίτι". Οι πρακτικές χειρισμού των τροφίμων από τους καταναλωτές είναι ασαφείς. Πρακτικές όπως το πλύσιμο των χεριών και η ασφαλής προετοιμασία των τροφίμων θεωρούνται βασικές στην παρεμπόδιση της διάδοσης των τροφιμογενών ασθενειών. 78

79 Σύμφωνα με τους Verbeke et al. (2006) σε μια χαρακτηριστική διαδικασία ενός καταναλωτή ως προς τη λήψη απόφασης για τρόφιμα, η ασφάλεια είναι συνήθως μία μη διαπραγματεύσιμη ιδιότητα προϊόντων. Υπάρχουν στοιχεία που προτείνουν ότι οι καταναλωτές αναμένουν όλα τα τρόφιμα να είναι ασφαλή και ένας καλά πληροφορημένος και λογικός καταναλωτής ποτέ δε θα αγόραζε ή θα κατανάλωνε επισφαλή τρόφιμα. Υπάρχει μια προσδοκία σε όλη την κοινωνία, ότι τα τρόφιμα που παρέχονται για την ανθρώπινη κατανάλωση είναι ασφαλή και θρεπτικά να καταναλωθούν. Εντούτοις, αν και υπό τους κανονικούς όρους, η πλειοψηφία των καταναλωτών δεν ανησυχεί για την ασφάλεια τροφίμων, η ύπαρξη ενός γεγονότος ασφάλειας τροφίμων μπορεί να οδηγήσει τον καταναλωτή σε ανησυχία και στον φόβο. Μια διεθνής μελέτη σχετικά με τη διερεύνηση των αντιλήψεων των καταναλωτών για την ασφάλεια των τροφίμων, σήμερα σε σχέση με δέκα χρόνια πριν, αναφέρει ότι από τους καταναλωτές στις ΗΠΑ, στο Μεξικό, στην Κίνα, στην Ιαπωνία, στη Νότια Κορέα, στην Ταϊβάν, στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Αγγλία και στη Ρωσία: (α) το 28%, 24%, 30%, 19%, 22%, 25%, 32%, 50%, 44%, 32% και 8%, αντίστοιχα, πιστεύουν ότι τα τρόφιμα ήταν περισσότερο ασφαλή, ενώ (β) το 24%, 62%, 56%, 52%, 58%, 50%, 39%, 35%, 35%, 33% και 64%, αντίστοιχα, πιστεύουν ότι τα τρόφιμα ήταν λιγότερο ασφαλή (Beef, 2004). Τα θέματα ασφάλειας τροφίμων για το κρέας και την κτηνοτροφία έχουν έρθει σε πρώτη προτεραιότητα τα τελευταία χρόνια (Buhr, 2003). Αν και το κοινό ενδιαφέρεται όλο και περισσότερο για τους κινδύνους που προέρχονται από τα τρόφιμα, η αύξηση των περιστατικών με τροφικές δηλητηριάσεις δηλώνει ότι το κοινό λαμβάνει ακόμα αποφάσεις για την κατανάλωση, την αποθήκευση και προετοιμασία των τροφίμων οι οποίες δεν είναι τόσο ιδανικές από την πλευρά της υγιεινής και της ασφάλειας. Ο Miller Jones (1992) πιστεύει ότι οι άνθρωποι λαμβάνουν αποφάσεις κινδύνου-οφέλους κατά την κατανάλωση τροφίμων, και υπάρχει περίπτωση ανοχής ή ακόμα και αγνόησης των κινδύνων προκειμένου να επωφεληθούν τα οφέλη από την κατανάλωση ορισμένων τροφίμων. Οι MacIntyre et al. (1998) πρότειναν ότι υπάρχουν και άλλα κριτήρια, εκτός από την ασφάλεια, τα οποία επηρεάζουν τις πρακτικές των καταναλωτών σχετικά με τα τρόφιμα και 79

80 συνεπώς δεν λαμβάνουν πάντα τις σωστές αποφάσεις. Ο Shaw (2003) σημειώνει ότι "σε ορισμένες περιπτώσεις, άλλοι παράγοντες όπως η παράδοση, η συνήθεια, η ευχαρίστηση ή οικονομικοί περιορισμοί, μπορεί να είναι εμφανέστερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της λήψης αποφάσεων εκτός από τον κίνδυνο". Η γνώση των καταναλωτών έχει αναφερθεί από πολλές μελέτες ως ένας παράγοντας ο οποίος επηρεάζει την αξιολόγηση των κινδύνων (Fife-Schaw and Rowe, 1996; Frewer et al., 1994; HSMO, 1995). Η HMSO (1995) διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι πολύ συχνά αποδίδουν υψηλή επικινδυνότητα στα τρόφιμα εάν δεν έχουν γνώση των χημικών ή τεχνολογικών διαδικασιών, οι οποίες λαμβάνουν χώρα κατά την παραγωγή τους. Ο Shaw (2003) υποστηρίζει ότι οι εμπειρογνώμονες στην Αγγλία αντιλήφθηκαν μια γενική πτώση στη γνώση των καταναλωτών για την ασφάλεια των τροφίμων και την υγιεινή, η οποία θεώρησαν ότι προκλήθηκε κυρίως από τη διάβρωση των πρακτικών που ήταν προηγουμένως γνωστές και αποδεκτές από τις προηγούμενες γενεές. Επίσης, υποστηρίζει ότι οι εμπειρογνώμονες πιστεύουν ότι το κοινό έχει βασική γνώση για τη νόσο των τρελών αγελάδων και των σχετικών ζητημάτων αλλά στερείται της γνώσης των βιοτεχνολογικών θεμάτων, όπως οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί. Η αντίληψη των καταναλωτών για τον κίνδυνο είναι διαφορετική από αυτήν των επιστημόνων, ως εκ τούτου, η έννοια και η ανταπόκριση στον κίνδυνο διαφέρουν μεταξύ του κοινού και των επιστημόνων (Fischhoff, 1989). Οι περισσότεροι επιστήμονες καθορίζουν τον κίνδυνο σε στενούς ποσοτικούς όρους: θα εξέταζαν τη φύση της ζημιάς που θα συνέβαινε (ο παράγων κινδύνου), τη πιθανότητα που θα συμβεί (ο κίνδυνος) και τον αριθμό των ανθρώπων που θα επηρεαστούν (η έκθεση). Αντίθετα, το κοινό γνωρίζει λιγότερο τις πιθανότητες και το μέγεθος ενός κινδύνου ενώ ενδιαφέρεται για ευρύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά όπως εάν ο κίνδυνος είναι ελέγξιμος από το άτομο, εάν ο κίνδυνος είναι απαραίτητος και αναπόφευκτος, εάν ο κίνδυνος είναι γνωστός ή άγνωστος και εάν ο κίνδυνος είναι φυσικός ή τεχνολογικός στην προέλευση (Sandman, 1987). Τα χαρακτηριστικά των καταναλωτών επηρεάζουν επίσης το επίπεδο της κατανόησης. Για παράδειγμα, οι εμπειρογνώμονες στην Ιρλανδία πιστεύουν ότι το επίπεδο παιδείας και η ηλικία είναι παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την κατανόηση 80

81 των τροφιμογενών κινδύνων (De Boer et al., 2004). Ο Shaw (2003) πρόσθεσε τη σημασία των κοινωνικο-δημογραφικών παραγόντων, την εμπειρία ζωής και τις προσωπικές εμπειρίες σχετικά με τα τρόφιμα. Οι Green et al. (2003) διαπίστωσαν ότι η σχολική εκπαίδευση, η κοινωνικο-οικονομική θέση, η ηλικία και το περιβάλλον διαβίωσης (αστικό / αγροτικό) επηρεάζουν τη συνειδητοποίηση και τη γνώση του κινδύνου σχετικά με τα τρόφιμα. Γενικά, το συμπέρασμα είναι ότι οι διαφορετικές ομάδες μέσα στην κοινωνία καταλαβαίνουν και αποκρίνονται στους κινδύνους διαφορετικά (Shaw, 2003). Ο Shaw (2003) υποστήριξε ότι η ποικιλομορφία στην κατανόηση των ομάδων του κοινού παρουσιάζει μια πρόκληση για την προώθηση της υγείας και των πολιτικών για τα τρόφιμα. Επιπλέον, ο όρος "το κοινό" είναι γενικός και δεν αναγνωρίζει τις ποικιλομορφίες στις ανάγκες κατανόησης και επικοινωνίας. Η γνώση και η αντιλαμβανόμενη γνώση μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά. Σαν αποτέλεσμα της υψηλής αντιλαμβανόμενης γνώσης και ελέγχου, πολλοί άνθρωποι αντιλήφθηκαν ότι γνωρίζουν αρκετά για τους πιθανούς κίνδυνους που συνδέονται με την προετοιμασία των τροφίμων στο σπίτι, για να το αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά (Frewer et al., 1994). Σε μια μελέτη για τον κίνδυνο των τροφικών δηλητηριάσεων μετά από προετοιμασία των τροφίμων στο σπίτι, οι Griffith et al. (1998) διαπίστωσαν ότι η πλειονότητα των καταναλωτών (95%) συμμετείχε σε μη ιδανικές πρακτικές υγιεινής λόγω έλλειψης γνώσης ή αποτυχίας εφαρμογής των γνωστών διαδικασιών ασφαλείας των τροφίμων. Ένας τομέας της έρευνας ο οποίος παρέχει εναλλακτικές λύσεις και στρατηγικές στην επικοινωνία κινδύνου είναι το κοινωνικό μάρκετινγκ. Το κοινωνικό μάρκετινγκ μπορεί να οριστεί ως η εφαρμογή των τεχνολογιών του εμπορικού μάρκετινγκ στην ανάλυση, την εκτέλεση προγραμματισμού και την αξιολόγηση των προγραμμάτων, σχεδιασμένο για να επηρεάσει την εθελοντική συμπεριφορά του κοινού στόχου προκειμένου να βελτιωθούν η προσωπική και κοινωνική ευημερία (Andreasen, 1995). Το κοινωνικό μάρκετινγκ είναι ένα πλαίσιο ή μια δομή η οποία αντλεί στοιχεία από τη ψυχολογία, την κοινωνιολογία, την ανθρωπολογία και τη θεωρία της επικοινωνίας ώστε να κατανοήσει με ποιον τρόπο θα επηρεάσει την ανθρώπινη συμπεριφορά (Whelan, 2004). Οι κοινωνικοί marketers χρησιμοποιούν τους πόρους τους για να καταλάβουν και να αποσπάσουν την αλλαγή συμπεριφοράς 81

82 του κοινού στόχου, αν και δεν περιορίζονται σε αυτήν την δραστηριότητα (Maibach, 2003). Μια σημαντική πρόκληση για τους κοινωνικούς marketers είναι ο καθορισμός των συνθηκών στις οποίες η εκπαιδευτική, εμπορική ή νομική παρέμβαση είναι η πιο κατάλληλη για την επίτευξη της αλλαγής της συμπεριφοράς μεταξύ του κοινού στόχου (Rothschild, 1999). Το επίπεδο κατανόησης των τροφίμων και των σχετικών με τα τρόφιμα κινδύνων διαφέρει μεταξύ των καταναλωτών και συνεπώς το καθήκον των πληροφοριοδοτών του κινδύνου γίνεται πιο περίπλοκο. Ενώ ο πληθυσμός εμφανίζεται ετερογενής όσον αφορά την κατανόηση και τη γνώση των κινδύνων από τα τρόφιμα, είναι δυνατό να υπάρχει ένας αριθμός ομοιογενών υποομάδων στον πληθυσμό με παρόμοιες ανάγκες πληροφοριών (McCarthy et. al., 2007) ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Σύμφωνα με τους Latouche et al. (1999), οι καταναλωτές στην έρευνα τους είναι πρόθυμοι να πληρώσουν επιπλέον για ασφάλεια κρέατος γύρω στο 5 με 10%. Παρόμοια ποσοστά βρέθηκαν για την ασφάλεια των θαλασσινών σε αντίστοιχη έρευαν από τους Vessel και Anderson (1995) πριν από 13 χρόνια. Η νέα προσέγγιση δίνει μεγαλύτερα ποσοστά που φτάνουν το 22% για κρέας με την υψηλότερη τιμή και 13,7 % για την καλύτερη ποιότητα. Οι καναδοί καταναλωτές είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για την ασφάλεια τροφίμων, την ιχνηλασιμότητα και τις πληροφορίες για την παραγωγή χοιρινού και βοείου κρέατος στο αγρόκτημα (Hobbs, 2002). Οι καταναλωτές στην έρευνα των Rijswijk και Frewer (2008) ήταν πρόθυμοι να διαθέσουν επιπλέον χρηματικές μονάδες για την ποιότητα και την ασφάλεια τροφίμων, καθώς οι μισοί θεώρησαν την ποιότητα ως σημαντικότερο χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική τους απόφαση και οι υπόλοιποι μισοί την ασφάλεια έναντι της ποιότητας. Επίσης, οι καταναλωτές θεωρούν ότι η ιχνηλασιμότητα σχετίζεται περισσότερο με την ασφάλεια τροφίμων παρά με την ποιότητα. 82

83 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ 4.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται μια παρουσίαση της έρευνας που πραγματοποιήθηκε για τη συλλογή των δεδομένων της μελέτης. Συγκεκριμένα, περιγράφεται η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε, η ανάλυση που έλαβε χώρα καθώς επίσης και μια συνοπτική παρουσίαση των ενοτήτων του ερωτηματολογίου που χρησιμοποιήθηκε. Τέλος, παρουσιάζεται το θεωρητικό υπόβαθρο της προθυμίας πληρωμής για φρούτα και λαχανικά πιστοποιημένης ποιότητας, ονομασίας προέλευσης, με ετικέτα ιχνηλασιμότητας και με ετικέτα ασφάλειας τροφίμου. 4.2 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ Η πιο συνηθισμένη προσέγγιση για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τη συμπεριφορά, τη στάση, τη γνώμη και τα χαρακτηριστικά των καταναλωτών είναι να ερωτηθούν με άμεσο τρόπο. Οπωσδήποτε όμως δεν είναι πάντοτε εφικτό ή και επιθυμητό να χρησιμοποιεί ο ερευνητής συγκεκριμένες ερωτήσεις στις οποίες πρέπει να απαντήσει ο ερωτώμενος. Οι άνθρωποι πολλές φορές είτε δεν επιθυμούν είτε δεν δύναται να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήσεις που ο ερευνητής τους απευθύνει. Η άρνηση αυτή των ερωτώμενων να απαντήσουν μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι ερωτήσεις είναι είτε προσωπικές ή ευαίσθητες ή δεν γίνονται απόλυτα κατανοητές από τον ερωτώμενο ή γιατί ο ερωτώμενος δεν μπορεί να εκφραστεί, είτε για άλλους λόγους. 83

84 Στις περιπτώσεις αυτές, όπου η χρήση συγκεκριμένων ερωτήσεων δεν είναι δυνατή, ή είναι πολύ δαπανηρή, ή δεν θα δώσει ακριβή αποτελέσματα, ο ερευνητής μπορεί να καταφύγει στη χρήση ορισμένων τεχνικών και μεθόδων που αναφέρονται ως ποιοτική έρευνα (qualitative research). Τη μέθοδο «σε βάθος συνέντευξη» (depth interview) πραγματεύεται το κεφάλαιο αυτό ΣΕ ΒΑΘΟΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Όπως έχει ήδη αναφερθεί η μέθοδος η οποία επιλέχθηκε στη συγκεκριμένη εργασία είναι η μέθοδος των σε βάθος συνεντεύξεων. Η συνέντευξη αποτελεί μια από τις πιο διαδεδομένες τεχνικές συλλογής ποιοτικών δεδομένων. Σύμφωνα με τη μέθοδο των σε βάθος συνεντεύξεων, πραγματοποιήθηκαν πρόσωπο-με-πρόσωπο συνεντεύξεις με τους ερωτώμενους, οι οποίες διήρκεσαν περίπου λεπτά της ώρας. Υπήρχε μια σειρά ερωτήσεων που έπρεπε να απαντήσουν οι ερωτώμενοι, οι οποίες λειτουργούσαν ως κορμός γύρω από τον οποίο θα στρεφόταν η συζήτηση. Ωστόσο, υπήρχε η ελευθερία δημιουργίας νέων ερωτήσεων καθώς και η δυνατότητα επεξηγήσεων ή διευκρινίσεων για συγκεκριμένες απαντήσεις. Έτσι, η απάντηση του ερωτώμενου στην πρώτη και αρχική ερώτηση, οι μετέπειτα διευκρινιστικές ερωτήσεις και οι απαντήσεις του ερωτώμενου στις ερωτήσεις αυτές καθόριζαν την κατεύθυνση που έπαιρνε η συνέντευξη σε κάθε περίπτωση. Οι ερωτήσεις ήταν ανοικτού τύπου (Σταθακόπουλος, 2001). Η μέθοδος διεξάγεται σε συγκεκριμένο τόπο, όπου συνήθως είναι στον τόπο κατοικίας ή εργασίας του ερωτώμενου. Αποφεύχθηκαν οι δημόσιοι χώροι γιατί έτσι δε μπορεί να διασφαλιστεί η απομόνωση του ερωτώμενου και ερευνητή που είναι απαραίτητη για τον περιορισμό των επιδράσεων που μπορεί να ασκήσει ο περίγυρος (στενός ή ευρύτερος) (Δαουτόπουλος, 2005). Το κυριότερο πλεονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι η δυνατότητα που παρέχει να συλλέγονται πληροφορίες οι οποίες χαρακτηρίζονται από ανεξάντλητο πλούτο, πολλές λεπτομέρειες και αποκάλυψη ουσιωδών διαφοροποιήσεων που είναι αδύνατο να συγκεντρωθούν διαφορετικά. Επίσης παρέχεται η δυνατότητα εξέτασης / 84

85 διερεύνησης και άλλων ερωτημάτων τα οποία προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή της συνέντευξης (Σταθακόπουλος, 2001). Η μέθοδος των σε βάθος συνεντεύξεων αποτελεί μια χρονοβόρα διαδικασία. Οι συνεντεύξεις έχουν σχετικά υψηλό κόστος που αφορούν τόσο την μετακίνηση όσο και την προσέγγιση στο χώρο έρευνας και συνέντευξης των ερωτώμενων (Σταθακόπουλος, 2001) ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ Η ποιοτική έρευνα διεξήχθη στο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης κατά την χρονική περίοδο από 1 Απριλίου 2008 έως 30 Απριλίου Οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν στον τόπο κατοικίας των 9 ατόμων-μελών διαφορετικών νοικοκυριών. Η επιλογή των νοικοκυριών έγινε τυχαία και στα τρία τμήματα του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης (δυτικό, κέντρο και ανατολικό). Κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής των συνεντεύξεων σε βάθος χρησιμοποιήθηκαν οι ίδιες ερωτήσεις, οι οποίες παρατίθενται παρακάτω και οι συζητήσεις καταγράφηκαν σε κασέτα ήχου με τη συναίνεση των ερωτώμενων. Οι απαντήσεις των ερωτώμενων συνέβαλαν στη διεξαγωγή σημαντικών συμπερασμάτων για τη μελέτη μας αλλά και στη δόμηση του ερωτηματολογίου της ποσοτικής έρευνας ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ Η έρευνα βασίστηκε σε πρωτογενή δεδομένα, τα οποία συγκεντρώθηκαν με τη χρήση του ερωτηματολογίου, που συμπληρώθηκε με προσωπικές συνεντεύξεις. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης σε τυχαίο δείγμα καταναλωτών, από τον Αύγουστο μέχρι τον Σεπτέμβριο του Στην έρευνα συμπεριλήφθηκε δείγμα από τον αντίστοιχο πληθυσμό, με σκοπό τα αποτελέσματα που θα προκύψουν να γενικευτούν κατά το δυνατόν στο σύνολο του πληθυσμού του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης. 85

86 Ο πληθυσμός της παρούσας έρευνας αφορά το σύνολο των κατοίκων όλων των Δήμων και κοινοτήτων του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης. Οι Δήμοι και οι κοινότητες φαίνονται παρακάτω στον πίνακα 4.1, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της απογραφής του πληθυσμού του 2001, ώστε να διαπιστωθεί ποιοι δήμοι είναι οι πολυπληθέστεροι και συνεπώς οι πιο αντιπροσωπευτικοί για την επιλογή του δείγματος πληθυσμού. Πίνακας 4.1 Μόνιμος πληθυσμός στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης, απογραφή 2001 Δήμος/Κοινότητα Πληθυσμός Άγιος Παύλος Αμπελόκηποι Ελευθέριο- Κορδελιό Ευκαρπία Εύοσμος Θεσσαλονίκη Καλαμαριά Μενεμένη Νεάπολη Πανόραμα Πολίχνη Πυλαία Σταυρούπολη Συκιές Τριανδρία Πεύκα ΣΥΝΟΛΟ ( 2001) Με άλλα λόγια, ως δυνητικοί καταναλωτές φρούτων και λαχανικών πιστοποιημένης ποιότητας, ονομασίας προέλευσης, με ετικέτα ιχνηλασιμότητας και με ετικέτα ασφάλειας τροφίμου αντιμετωπίστηκαν όλοι οι παραπάνω κάτοικοι, οι 86

87 οποίοι και θεωρήθηκαν κατάλληλοι για να συμμετέχουν στην έρευνα. Συμμετείχε ένα άτομο από κάθε νοικοκυριό στην έρευνα και θεωρήθηκε ως μονάδα δειγματοληψίας. Για τις ανάγκες της συγκεκριμένης έρευνας, το ελάχιστο απαιτούμενο δείγμα ορίστηκε στα 400 άτομα, για διάστημα εμπιστοσύνης 95% (α=0,05) και μέσο αποδεκτό σφάλμα ± 4%,σύμφωνα με τη σχέση που αναφέρει ο Crimp (1985:55) σχετικά με τον καθορισμό του μεγέθους του δείγματος για τυχαία δειγματοληψίας: n= p x q x Z 2 / Ε 2 Όπου : n:το μέγεθος του δείγματος Ζ: ο συντελεστής αξιοπιστίας Ε: το αποδεκτό περιθώριο σφάλματος p:το ποσοστό που θέλουμε να εκτιμηθεί και q=1-p 4.3 ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Η σύνταξη του ερωτηματολογίου άρχισε τον Ιούνιο και ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του Με την ολοκλήρωση της ποιοτικής έρευνας, άρχισε η συμπλήρωση των ερωτηματολογίων στο τυχαίο δείγμα ατόμων-καταναλωτών. Η κάθε συνέντευξη διήρκησε λεπτά και όπου χρειάστηκε δόθηκαν επιπλέον παρατηρήσεις και διευκρινήσεις στους συνεντευξιαζόμενους. Το ερωτηματολόγιο σχεδιάστηκε λαμβάνοντας υπόψη τη βιβλιογραφία και άλλες περιπτωσιολογικές μελέτες σχετικά με τη στάση και τις απόψεις των καταναλωτών στα φρούτα-λαχανικά, την πιστοποίηση και την ποιότητα. Οι πρώτες τέσσερις ενότητες του ερωτηματολογίου περιλαμβάνουν γενικές ερωτήσεις γνώσεων και απόψεων των ερωτηθέντων για την πιστοποίηση, την ασφάλεια τροφίμων, την προέλευση και την ιχνηλασιμότητα. Η επόμενη ενότητα περιλαμβάνει την προθυμία πληρωμής των καταναλωτών και την πρόθεσή τους να πληρώσουν για προϊόντα πιστοποιημένης ποιότητας, ονομασίας προέλευσης, με ετικέτα ιχνηλασιμότητας και με ετικέτα ασφάλειας τροφίμου. 87

88 Η επόμενη ενότητα αναφέρεται στην κατανάλωση φρούτων, στη συχνότητα κατανάλωσής τους, στον τόπο αγοράς τους και τις στάσεις των καταναλωτών απέναντι στα πιστοποιημένα φρούτα και την ποιότητα κατά την διαδικασία αγοράς. Στην επόμενη ενότητα περιλαμβάνονται ερωτήσεις για την κατανάλωση λαχανικών όπως ακριβώς και στην προηγούμενη ενότητα και γίνεται προσπάθεια καταγραφής των στάσεων των καταναλωτών απέναντι στα λαχανικά όπως παραπάνω και για τα φρούτα. Τέλος, οι κοινωνικοδημογραφικές ερωτήσεις περιλαμβάνονται στην τελευταία ενότητα του ερωτηματολογίου που θα χρησιμοποιηθούν περαιτέρω για να εξηγήσουν την αγοραστική συμπεριφορά και τις στάσεις των καταναλωτών στα φρούτα και στα λαχανικά πιστοποιημένης ποιότητας, ονομασίας προέλευσης, με ετικέτα ιχνηλασιμότητας και με ετικέτα ασφάλειας τροφίμου. 4.4 ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ Η προθυμία πληρωμής των καταναλωτών για προϊόντα πιστοποιημένης ποιότητας, ονομασίας προέλευσης, προϊόντων με ετικέτα ιχνηλασιμότητας και με ετικέτα ασφάλειας τροφίμου εξαρτάται από κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες και/ή τις απόψεις των καταναλωτών για αυτά τα προϊόντα. Οι παράγοντες που επηρεάζουν την προθυμία πληρωμής των καταναλωτών εξετάζονται μέσα από τη χρήση του μοντέλου Logit (Maddala, 1983). Η μέση τιμή της προθυμίας πληρωμής υπολογίζεται από το ολοκλήρωμα: E(WTP)= 0 00 [1-F(b)]db [F(b)]db (4.4.1) Όπου F(b) η συνάρτηση κατανομής πιθανότητας. Μία εναλλακτική προσέγγιση του μοντέλου, όπως ονομάζεται από τον Goldberger (1964), η ανάλυση του μοντέλου probit, είναι η μεταβλητή y * i που ορίζεται από τη σχέση παλινδρόμησης y * i= β χi+u i (4.4.2) Στην πράξη, η μεταβλητή y * i είναι μη παρατηρήσιμη. Παρατηρείται ότι μία ψευδομεταβλητή y ορίζεται ως εξής: y=1 εάν y * I >0 88

89 y=0 διαφορετικά (4.4.3) Σε αυτή την περίπτωση η β χi δεν είναι η E(y i χi), καθώς στο μοντέλο γραμμικής πιθανότητας είναι E(y * i χi). Από τις σχέσεις (4.4.2) και (4.4.3), παίρνουμε Prob(y i =1)= Prob(u i >- β χi) =1- F(- β χi) (4.4.4) όπου F είναι η αθροιστική συνάρτηση κατανομής για τη u. Η συνάρτηση πιθανότητας είναι : L=Π yi=0 F(- β χi) Π yi=1 [1- F(- β χi)] (4.4.5) Η μορφή της συνάρτησης για την F στην (5.3.5) εξαρτάται από τις υποθέσεις που γίνονται για τη u i στη (5.3.2). Εάν η αθροιστική κατανομή της u i είναι λογιστική, έχουμε το μοντέλο Logit. Σύμφωνα με τον Maddala σε αυτή την περίπτωση, F (-β χi)=exp(-β χi)/1+ exp(-β χi)=1/1+exp(β χi), (4.4.6) όπου, 1- F(-β χi)= exp(β χi)/1+ exp(β χi) (4.4.7) Η διερεύνηση των προτιμήσεων των καταναλωτών αναλύθηκε με την περιγραφική στατιστική ανάλυση και την εκτίμηση του οικονομετρικού υποδείγματος Binary Logistic. 4.5 ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ Οι εξαρτημένες μεταβλητές είναι η προθυμία πληρωμής για τα φρούτα (WTP FROUTA) και η προθυμία πληρωμής για τα λαχανικά (WTP LAXANIKA ). Στη συνάρτηση προθυμίας πληρωμής για τα φρούτα και τα λαχανικά συμπεριλήφθηκαν οι παρακάτω μεταβλητές όπως ορίζονται στις εξισώσεις και φαίνονται αναλυτικά στον παρακάτω πίνακα

90 Το οικονομετρικό υπόδειγμα όπως διαμορφώνεται για την εκτίμηση της προθυμίας πληρωμής για τα φρούτα και τα λαχανικά είναι το εξής: WTP FROUTA =f(γνώση πιστοποιημένων προϊόντων, Χωρίς Λιπάσματα, Απόφοιτος Λυκείου, Απόφοιτος ΑΕΙ, Απόφοιτος Βασικής Εκπ/σης, Απόφοιτος Εκτός Δημόσιας Παιδείας, Απόφοιτος ΙΕΚ, Πάνω από 200, Μέχρι 99, Γεωγραφικό Δεσμό, Διαδρομή Προϊόντων, Υψηλές Προδιαγραφές, Παραγωγή-Επεξεργασία, 2 ή Περισσότερες Χώρες, Φίρμα Περιοχής, Διασφαλίζει, Ταυτοποίηση, Βήμα- Βήμα,Ίχνος-Ίχνος, Μέτρηση Ποσοτήτων Χημικών Ουσιών, Από το χωράφι στο ράφι, Πόσες Φορές Φρούτα Τη Βδομάδα, Τιμή Φρούτου, Ετικέτα Περιοχής Προελεύσεως Φρούτων, Ιχνηλασιμότητα Φρούτων, Ασφάλεια Τροφίμου Φρούτων, Φρούτα Από Τη Λαϊκή Αγορά, Φρούτα Από Το Μανάβικο, Φρούτα Από Το Σούπερ Μάρκετ, Φρούτα Από Τον Παραγωγό, Ηλικία, Γυναίκα, Έγγαμος, Διαζευγμένος, Δεν Απαντώ Για Την Οικογενειακή Κατάσταση, Στάση Ποιοτικών Φρούτων, Στάση Τιμή Φρούτων, Αγορά Φρούτων Σούπερ, C) WTP LAXANIKA =f(γνώση πιστοποιημένων προϊόντων, Απόφοιτος Βασικής Εκπ/σης, Απόφοιτος ΙΕΚ, Απόφοιτος Λυκείου, Απόφοιτος ΑΕΙ, Απόφοιτος Εκτός Δημόσιας Παιδείας, Μέχρι 99, Πάνω από 200, Χωρίς Λιπάσματα, 2 ή Περισσότερες Χώρες, Γεωγραφικό Δεσμό, Υψηλές Προδιαγραφές, Παραγωγή- Επεξεργασία, 2 ή Περισσότερες Χώρες, Φίρμα Περιοχής, Διασφαλίζει, Ταυτοποίηση, Βήμα-Βήμα,Ίχνος-Ίχνος, Μέτρηση Ποσοτήτων Χημικών Ουσιών, Από το χωράφι στο ράφι, Ηλικία, Πόσες φορές λαχανικά τη βδομάδα, Γυναίκα, Απαντώ Για Την Οικογενειακή Κατάσταση, Έγγαμος, Διαζευγμένος, Τιμή Λαχανικών, Ετικέτα Περιοχής Προελεύσεως Λαχανικών, Ιχνηλασιμότητα Λαχανικών, Ασφάλεια Τροφίμου Λαχανικών, Λαχανικά Από Τη Λαϊκή Αγορά, Λαχανικά Από Το Μανάβικο, Λαχανικά Από Το Σούπερ Μάρκετ, Λαχανικά Από Τον Παραγωγό, Στάση Ποιοτικά Λαχανικά, Στάση Τιμή Λαχανικών, Προτίμηση Αγοράς Λαχανικών, C) όπου, WTP είναι η ατομική προθυμία πληρωμής του καταναλωτή. Οι ανεξάρτητες μεταβλητές που επιλέχθηκαν να χρησιμοποιηθούν για τα φρούτα και τα λαχανικά ορίζονται αναλυτικά στον πίνακα 4.2, όπως φαίνονται παρακάτω. 90

91 Πίνακας 4.2 Περιγραφή Ανεξάρτητων Μεταβλητών Φρούτων και Λαχανικών Γνώση πιστοποιημένων προϊόντων Χωρίς Λιπάσματα Απόφοιτος Λυκείου Απόφοιτος ΑΕΙ Απόφοιτος Βασικής Εκπ/σης Απόφοιτος ΙΕΚ Πάνω από 200 Γεωγραφικό Δεσμό Απόφοιτος Εκτός Δημόσιας Παιδείας Διαδρομή Προϊόντων Μέχρι 99 Υψηλές Προδιαγραφές Παραγωγή-Επεξεργασία 2 ή Περισσότερες Χώρες Φίρμα Περιοχής Διασφαλίζει Ταυτοποίηση Βήμα-Βήμα,Ίχνος-Ίχνος Μέτρηση Ποσοτήτων Χημικών Ουσιών εάν πιστοποιημένα είναι τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ), γεωγραφικής ένδειξης (ΠΓΕ) και τα προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας=1, αλλιώς=0 εάν πιστοποιημένα είναι τα προϊόντα που παράγονται χωρίς λιπάσματα και χημικές ουσίες=1, αλλιώς=0 εάν απόφοιτος λυκείου=1, αλλιώς=0 εάν απόφοιτος ΑΕΙ=1, αλλιώς=0 εάν απόφοιτος βασικής εκπαίδευσης=1, αλλιώς=0 εάν απόφοιτος ΙΕΚ=1, αλλιώς=0 εάν ξοδεύει περισσότερο από 200 ευρώ την εβδομάδα για τα τρόφιμα του σπιτιού=1, αλλιώς=0 εάν ΠΟΠ είναι τα προϊόντα με αναγνωρισμένη τεχνογνωσία που έχουν σαφή γεωγραφικό δεσμό με μια συγκεκριμένη περιοχή και σε αυτή οφείλονται η ποιότητα και τα τα χαρακτηριστικά τους=1, αλλιώς=0 εάν είναι κάτοχος πτυχίου εκτός δημόσιας παιδείας=1, αλλιώς=0 εάν ασφάλεια τροφίμων είναι όλη η διαδρομή των προϊόντων «από το αγρόκτημα στο τραπέζι»=1, αλλιώς=0 εάν ξοδεύει μέχρι 99 ευρώ την εβδομάδα για τα τρόφιμα του σπιτιού=1, αλλιώς=0 εάν ασφάλεια τροφίμων είναι η ασφάλεια με υψηλές προδιαγραφές υγιεινής=1, αλλιώς=0 εάν προϊόντα ονομασίας προέλευσης είναι τα προϊόντα που η παραγωγή και η επεξεργασία τους λαμβάνουν χώρα σε μία οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή με αναγνωρισμένη τεχνογνωσία=1, αλλιώς=0 εάν προϊόντα ονομασίας προέλευσης είναι τα προϊόντα που παράγονται σε 2 ή περισσότερες χώρες με την ίδια τεχνογνωσία και τα ίδια χαρακτηριστικά=1, αλλιώς=0 εάν προϊόντα ονομασίας προέλευσης είναι τα προϊόντα που φέρουν τη φίρμα της περιοχής που παράγονται και μεταποιούνται=1, αλλιώς=0 εάν ιχνηλασιμότητα είναι αυτή που διασφαλίζει την τεκμηρίωση κάθε σταδίου της παραγωγικής διαδικασίας των προϊόντων=1, αλλιώς=0 εάν ιχνηλασιμότητα είναι η ταυτοποίηση του προϊόντος από την παραγωγή ως τον καταναλωτή του=1, αλλιώς=0 εάν ιχνηλασιμότητα είναι μία διαδικασία που ανιχνεύει βήμα-βήμα, ίχνοςίχνος τις ποσότητες των φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων στην παραγωγική διαδικασία των προϊόντων=1, αλλιώς=0 εάν ιχνηλασιμότητα είναι ένα σύστημα που προβαίνει στη μέτρηση των ποσοτήτων των χημικών ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν κατά την παραγωγική διαδικασία των προϊόντων=1, αλλιώς=0 91

92 Από το χωράφι στο ράφι Πόσες Φορές Λαχανικά Τη Βδομάδα Τιμή Λαχανικών Ετικέτα Περιοχής Προελεύσεως Λαχανικών Ιχνηλασιμότητα Λαχανικών Ασφάλεια Τροφίμου Λαχανικών Λαχανικά Από Τη Λαϊκή Αγορά Λαχανικά Από Το Μανάβικο Λαχανικά Από Το Σούπερ Μάρκετ Λαχανικά Από Τον Παραγωγό Ηλικία Δεν Απαντώ Για Την Οικογενειακή Κατάσταση Διαζευγμένος Έγγαμος Γυναίκα Στάση Ποιοτικά Λαχανικά Στάση Τιμή Λαχανικών Προτίμηση Αγοράς Λαχανικών Πόσες Φορές Φρούτα Τη Βδομάδα Τιμή Φρούτου Ετικέτα Περιοχής Προελεύσεως Φρούτων Ιχνηλασιμότητα Φρούτων Ασφάλεια Τροφίμου Φρούτων Φρούτα Από Τη Λαϊκή Αγορά Φρούτα Από Το Μανάβικο Φρούτα Από Το Σούπερ Μάρκετ Φρούτα Από Τον Παραγωγό Στάση Ποιοτικών Φρούτων Στάση Τιμή Φρούτων Αγορά Φρούτων Σούπερ εάν ιχνηλασιμότητα είναι η διαδικασία ανίχνευσης των προϊόντων <<από το χωράφι στο ράφι>>=1, αλλιώς=0 εάν τη βδομάδα τρώει λαχανικά λιγότερο από μία φορά=1, αλλιώς=0 εάν η τιμή στα λαχανικά είναι σημαντικό χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική απόφαση=1, αλλιώς=0 εάν η ετικέτα περιοχής προελεύσεως στα λαχανικά είναι σημαντικό χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική απόφαση=1, αλλιώς=0 εάν η ιχνηλασιμότητα στα λαχανικά είναι σημαντικό χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική απόφαση=1, αλλιώς=0 εάν η ασφάλεια τροφίμου για τα λαχανικά είναι σημαντικό χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική απόφαση=1, αλλιώς=0 εάν αγοράζει λαχανικά από τη λαϊκή αγορά=1, αλλιώς=0 εάν αγοράζει λαχανικά από το μανάβικο=1, αλλιώς=0 εάν αγοράζει λαχανικά από το σούπερ μάρκετ=1, αλλιώς=0 εάν αγοράζει λαχανικά από παραγωγό=1, αλλιώς=0 ηλικία σε χρόνια εάν δεν έχει διευκρινίσει την οικογενειακή κατάστση=1, αλλιώς=0 εάν διαζευγμένος=1, αλλιώς=0 εάν έγγαμος=1, αλλιώς=0 εάν γυναίκα=1, αλλιώς=0 Στάση απέναντι στα ποιοτικά λαχανικά Στάση απέναντι στην τιμή λαχανικών Προτίμηση αγοράς λαχανικών εάν τη βδομάδα τρώει φρούτα λιγότερο από μία φορά=1, αλλιώς=0 εάν η τιμή στα φρούτα είναι σημαντικό χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική απόφαση=1, αλλιώς=0 εάν η ετικέτα περιοχής προελεύσεως στα φρούτα είναι σημαντικό χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική απόφαση=1, αλλιώς=0 εάν η ιχνηλασιμότητα στα φρούτα είναι σημαντικό χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική απόφαση=1, αλλιώς=0 εάν η ασφάλεια τροφίμου για τα φρούτα είναι σημαντικό χαρακτηριστικό κατά την αγοραστική απόφαση=1, αλλιώς=0 εάν αγοράζει φρούτα από τη λαϊκή αγορά=1, αλλιώς=0 εάν αγοράζει φρούτα από το μανάβικο=1, αλλιώς=0 εάν αγοράζει φρούτα από το σούπερ μάρκετ=1, αλλιώς=0 εάν αγοράζει φρούτα από παραγωγό=1, αλλιώς=0 Στάση απέναντι στα ποιοτικά φρούτα Στάση απέναντι στην τιμή φρούτων Αγορά φρούτων από σούπερ μάρκετ 92

93 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 5.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στο κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνονται τα κύρια αποτελέσματα που προέκυψαν από την στατιστική ανάλυση των δεδομένων στο πρόγραμμα SPSS 16.0 για Windows. Συγκεκριμένα αρχικά παρουσιάζονται τα δημογραφικά και κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά των καταναλωτών που συμμετείχαν στην παρούσα έρευνα. Στη συνέχεια περιγράφονται η γνώση των καταναλωτών για την πιστοποίηση, την ασφάλεια τροφίμου, την ιχνηλασιμότητα και η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών. Επίσης γίνεται αναφορά στη σημαντικότητα των χαρακτηριστικών των φρούτων και των λαχανικών κατά την αγοραστική απόφαση των καταναλωτών, οι τόποι αγοράς των φρούτων και των λαχανικών και οι δηλώσεις των ερωτώμενων σχετικά με την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών. Τέλος, αναφέρεται η προθυμία πληρωμής των καταναλωτών να πληρώσουν επιπλέον για προϊόντα πιστοποιημένης ποιότητας, ονομασίας προέλευσης, με ετικέτα ιχνηλασιμότητας και ασφάλειας τροφίμου. 5.2 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΤΑ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Συνολικά συμμετείχαν 9 άτομα στην ποιοτική έρευνα, έξι γυναίκες και τρεις άντρες, με φάσμα ηλικιών από εικοσιπέντε έως εξήντα χρονών. Επίσης αναφέρθηκαν πέντε άγαμοι, τρεις παντρεμένοι και μία διαζευγμένη. Το μορφωτικό επίπεδο των ατόμων κατανέμεται σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και επαγγελματικά απασχολούνται σε ένα ευρύ φάσμα επαγγελμάτων, σύμφωνα με την οικονομική διάθρωση της χώρας.

94 Α) ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ Το σύνολο των συμμετεχόντων στην έρευνα γνωρίζει τα πιστοποιημένα προϊόντα, έχει υπόψη το τι ακριβώς είναι και το 100% του συνόλου των ατόμων είναι εξοικειωμένοι με αυτή την έννοια. Οι 6 στους 9 ερωτώμενους γνωρίζουν ότι τα ΠΟΠ και τα βιολογικά προϊόντα είναι πιστοποιημένα. Ένας από το σύνολο των ατόμων δεν γνώριζε απόλυτα αν ισχύει αυτό και 2 στους 9 δεν γνωρίζουν ότι τα ΠΟΠ και τα βιολογικά είναι πιστοποιημένα. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτώμενων προκύπτει ότι, οι νομικές διαδικασίες που θα έπρεπε να πληρούνται από τις επιχειρήσεις και εξαρτώνται από τους αρμόδιους των επιχειρήσεων, κατά πόσο συνεπείς είναι και αν τις εφαρμόζουν. Επιπλέον, οι πέντε πιστεύουν ότι θα έπρεπε λογικά να εφαρμόζονται και οι υπόλοιποι δεν ήταν καθόλου ενημερωμένοι για το θέμα. Επίσης, γίνεται κατανοητό από την ποιοτική έρευνα, ότι όλοι οι καταναλωτέςσυμμετέχοντες θεωρούν ότι οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί εφαρμόζονται κατά την παραγωγή πιστοποιημένων προϊόντων και οι ελληνικές επιχειρήσεις τροφίμων τις τηρούν αυστηρά. Κατά τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων σε βάθος, διαπιστώθηκε ότι οι οχτώ στους εννιά ερωτώμενους, μπορούν να βρουν εύκολα τα πιστοποιημένα προϊόντα, έχουν μπει στη διαδικασία έστω και μία φορά να τα αναζητήσουν και μόνο ένας δεν έχει ενδιαφερθεί ποτέ για τα σημεία εύρεσής τους. Τέλος, τα σημεία πώλησης των πιστοποιημένων προϊόντων σύμφωνα με τους οχτώ συμμετέχοντες είναι τα super markets, τα καταστήματα πώλησης βιολογικών προϊόντων, οι ειδικοί πάγκοι σε καταστήματα τροφίμων, κάποιοι συνεταιρισμοί και τα ειδικά σημεία πώλησης πιστοποιημένων προϊόντων σε όλη την Ελλάδα. Αντίθετα, υπήρξε και ένα άτομο το οποίο δεν ενδιαφέρεται καθόλου και δεν γνώριζε τα σημεία πώλησής τους.

95 Β) ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Όλο το σύνολο των συμμετεχόντων στην έρευνα γνωρίζει τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης κα μάλιστα ήταν πολύ εξοικειωμένοι με την έννοια, σε σημείο να τα ορίσουν κιόλας επιτυχημένα. Πιο συγκεκριμένα ο ορισμός που έδωσαν είναι ο εξής: Η προέλευση αφορά την ονομασία ενός προϊόντος του οποίου η παραγωγή, η μεταποίηση και η επεξεργασία πρέπει να λαμβάνουν χώρα σε μία οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή με αναγνωρισμένη τεχνογνωσία. Σχετικά με το αν προστατεύονται τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης από τα προϊόντα «απομιμήσεις», οι τρεις ερωτώμενοι δεν γνωρίζουν καθόλου, οι άλλοι τρεις είναι θετικοί ότι προστατεύονται από τις κοινοτικές οδηγίες και οι υπόλοιποι τρεις θεωρούν ότι εν μέρει προστατεύονται, οι κανονισμοί θα έπρεπε να είναι πιο αυστηροί και τα προϊόντα «μαϊμούδες» παραπλανούν το καταναλωτικό κοινό. Επίσης, οι ισχύοντες κανονισμοί για τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης είναι σε καλά επίπεδα σύμφωνα με δύο άτομα, οι άλλοι έξι συμμετέχοντες πιστεύουν ότι θα πρέπει να γίνουν πιο αυστηροί και ο τελευταίος καταναλωτής δεν γνωρίζει καθόλου την ισχύουσα νομοθεσία. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των καταναλωτών προκύπτει ότι, τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης έχουν άμεση σχέση με την περιοχή που παράγονται και σαν παράδειγμα αναφέρθηκε η «Φέτα» και κάποια είδη «Κρασιών» από τοπικές ποικιλίες. Όσον αφορά την τιμή των προϊόντων ονομασίας προέλευσης, οι τέσσερις από τους εννιά ερωτώμενους νομίζουν ότι οι τιμές τους είναι αρκετά προσιτές, οι υπόλοιποι τέσσερις βρίσκουν ακριβές τις τιμές τους και είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν επιπλέον χρηματικές μονάδες για να τα αγοράσουν ώστε να διαφυλάξουν την υγεία τους και ένας δεν γνωρίζει καθόλου. Τέλος, οι καταναλωτές ως κύρια μέσα ενημέρωσης για τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης ανέφεραν το πανεπιστήμιο, τις βιβλιογραφικές πηγές, το διαδίκτυο, τα περιοδικά, τον έντυπο τύπο, τα ΜΜΕ και το Κράτος με τις διαφημιστικές καμπάνιες και τις εκπομπές στα κρατικά κανάλια με θέμα τη γεωργία. 95

96 Γ) ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Οι καταναλωτές εξέφρασαν με διαφορετικές προσεγγίσεις το τι είναι ασφάλεια τροφίμων για τους ίδιους. Πρώτον, ένας ερωτώμενος δεν γνώριζε καθόλου την έννοια. Πέντε από τους εννιά ερωτώμενους όρισαν την ασφάλεια ως την διαδικασία όπου τα τρόφιμα παράγονται με συγκεκριμένες προδιαγραφές και για αυτό είναι ασφαλή. Ένας άλλος καταναλωτής εξέφρασε ότι το ΗΑCCP είναι ένας τρόπος να διασφαλιστεί η ασφάλεια τροφίμων. Τρόφιμα δηλαδή μη βλαβερά για τη δημόσια υγεία, τα οποία πληρούν όλες τις προδιαγραφές. Ένας άλλος ερωτώμενος επισήμανε ότι ασφάλεια τροφίμων είναι τα προϊόντα που παράγονται σύμφωνα με τους κανονισμούς ασφαλείας που δεν προκαλούν βλάβες στην ανθρώπινη υγεία Τέλος, ο απομείνων ερωτώμενος όρισε την ασφάλεια ως η πρόληψη, ο εντοπισμός, η μείωση ή η εξάλειψη όλων των πιθανών κινδύνων κατά τη διαδικασία παραγωγής ενός συγκεκριμένου τροφίμου, με σκοπό την παραγωγή τροφίμων που δε θα βλάψουν την υγεία του καταναλωτή. Όλοι οι ερωτώμενοι συμφώνησαν ότι η ασφάλεια τροφίμων έχει να κάνει με την υγιεινή των προϊόντων που καταναλώνουν και ένας από τους 9 συμπλήρωσε επιπλέον ότι όχι μόνο οι επαγγελματίες αλλά και οι οικιακοί χειριστές των τροφίμων πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλες πρακτικές υγιεινής στα τρόφιμα. Η υγειονομική αγωγή είναι ένα από τα αποτελεσματικότερα μέσα μείωσης των πιθανών κινδύνων που αφορούν τα τρόφιμα. Όλοι οι καταναλωτές βρήκαν πολύ ενδιαφέρουσες τις ερωτήσεις που είχαν ως θέμα την ασφάλεια τροφίμων. Οι εφτά στους εννιά απάντησαν ότι με τον όρο ασφάλεια τροφίμων εννοούμε τα προϊόντα που δεν είναι μεταλλαγμένα. Ένας θεώρησε ότι εννοείται και αυτό αλλά όχι μόνο. Ο τελευταίος ερωτώμενος δεν συμφώνησε και εξέφρασε την άποψη του αναφέροντας ότι: Στην Ελλάδα δεν καλλιεργούνται γενετικά τροποποιημένα φυτά για εμπορία, επιτρέπεται όμως η κατανάλωση προϊόντων που προέρχονται από γενετικά τροποποιημένα φυτά σόγιας και καλαμποκιού. Γι αυτά τα προϊόντα επιβάλλεται υποχρεωτική επισήμανση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει ένα σύστημα διασφάλισης ότι θα μπορούν εύκολα να ταυτοποιηθούν οι ΓΤΟ που περιλαμβάνονται στα τρόφιμα και τα διατροφικά προϊόντα. Αυτός ο κώδικας πρέπει να συνοδεύει τα προϊόντα που περιέχουν τους ΓΤΟ, 96

97 κατά την κίνηση τους στην παραγωγή και τις αλυσίδες διανομής. Όσοι ενέχονται στην παρασκευή τροφίμων, πρέπει να απαριθμούν τους κώδικες για τον κάθε ΓΤΟ, σε συνοδευτικά έγγραφα, που έχουν χρησιμοποιηθεί για τον ορισμό των αρχικών πρώτων υλών για προϊόντα που προορίζονται για τρόφιμα, είδη διατροφής και επεξεργασία. Αυτό θα επιτρέπει να εντοπίζονται και να επισημαίνονται με ακρίβεια τα προϊόντα που περιέχουν αυτούς τους ΓΤΟ, όταν φθάνουν στην αγορά. Σχετικά με τα τρόφιμα που παράγονται χωρίς λιπάσματα και χημικές ουσίες αν είναι ασφαλή, οι απαντήσεις των ερωτώμενων ήταν ποικίλες. Μία καταναλώτρια είπε ότι αυτά τα τρόφιμα είναι τα βιολογικά προϊόντα. Ένας άλλος καταναλωτής επισήμανε ότι είναι παρθένα, άλλο άτομο δήλωσε ότι συνήθως είναι ασφαλή και τέσσερις ερωτώμενοι απλά συμφώνησαν. Μία άλλη καταναλώτρια είπε ότι τα τρόφιμα που παράγονται χωρίς λιπάσματα και χημικές ουσίες είναι αγνά και αν παραχθούν στο σπίτι από τους ίδιους τους καταναλωτές, είναι ασφαλή. Τέλος ένα άλλος καταναλωτής συμφώνησε και πρόσθεσε ότι εφόσον γίνονται οι έλεγχοι για υπολείμματα φυτοφαρμάκων και τα αποτελέσματα είναι μηδενικά ή κάτω από τα όρια ανίχνευσης, είναι ασφαλή. Στην ποιοτική έρευνα, τα άτομα που ερωτήθηκαν αν το κράτος έχει ενημερώσει το καταναλωτικό κοινό σχετικά με την ασφάλεια τροφίμων απάντησαν ομόφωνα ότι υπάρχει ελάχιστη έως καθόλου ενημέρωση και για αυτό απαιτείται περισσότερη οργάνωση από το κράτος με περισσότερες και πληρέστερες πληροφορίες. Τέλος, οι καταναλωτές πιστεύουν ότι η ασφάλεια τροφίμων είναι απόλυτα σημαντική για την υγεία τους. Δ) ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ Στην τελευταία ενότητα των ερωτήσεων οι καταναλωτές που ερωτήθηκαν για την ιχνηλασιμότητα αντιμετώπισαν κάποια δυσκολία με την έννοια και δεν ήταν αρκετά εξοικειωμένοι. Οι έξι καταναλωτές δεν γνώριζαν καθόλου την έννοια και κάποιοι την άκουγαν μάλιστα και για πρώτη φορά. Μία ερωτώμενη είπε ότι ιχνηλασιμότητα είναι ο εξονυχιστικός έλεγχος, βήμα προς βήμα της παραγωγής 97

98 προϊόντων. Ένα άλλος ερωτώμενος την όρισε ως από το χωράφι στο πιάτο του καταναλωτή, όπου διασφαλίζεται σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής. Τέλος ένα άλλο άτομο που συμμετείχε στην ποιοτική έρευνα δήλωσε τα εξής: Η ιχνηλασιμότητα επιτρέπει σε έναν οργανισμό να εντοπίζει ένα προϊόν σε όλα τα στάδια παραγωγής, επεξεργασίας και διανομής του, από τον πρωτογενή τομέα μέχρι και την κατανάλωση του. Η τεκμηρίωση αυτή περιλαμβάνει πληροφορίες όπως ταυτότητα και παρτίδα προϊόντων και συστατικών, ημερομηνίες, αποτελέσματα αναλύσεων, στοιχεία προμηθευτών, μεταπωλητών κλπ. Επιπλέον αποτελεί εργαλείο που συμβάλλει στην ασφάλεια των τροφίμων, καθώς επιτρέπει την αναγνώριση και γρήγορη απόσυρση ακατάλληλων προϊόντων από την αγορά και διευκολύνει τον εντοπισμό της αιτίας του προβλήματος. Σχετικά με το αν ιχνηλασιμότητα είναι η διαδικασία που ανιχνεύει τα λιπάσματα και τις χημικές ουσίες στην παραγωγή των προϊόντων, έξι καταναλωτές δεν γνώριζαν να απαντήσουν, δύο νόμιζαν ότι μπορεί να είναι αυτό και μία καταναλώτρια δεν συμφώνησε γιατί γνωρίζει ότι η προαναφερθείσα διαδικασία ελέγχεται από άλλες εξειδικευμένες Νομοθεσίες. Η σημαντικότητα της ιχνηλασιμότητας στα στάδια εμπορίας των προϊόντων, ήταν σύμφωνη με την άποψη εφτά ατόμων από τους εννιά και οι υπόλοιποι δύο ερωτώμενοι δεν ήταν και πολύ σίγουροι. Οι έξι από τους εννιά καταναλωτές δεν γνωρίζουν αν οι ελληνικές επιχειρήσεις τροφίμων χρησιμοποιούν κάποιο σύστημα ιχνηλασιμότητας, μία είπε με βεβαιότητα ότι χρησιμοποιούν και κάποια άλλη ερωτώμενη δήλωσε ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιείται η ιχνηλασιμότητα καθώς αυτό ορίζει η κατευθυντήρια γραμμή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η τελευταία καταναλώτρια δήλωσε ότι: Οι επιχειρήσεις τροφίμων οφείλουν να έχουν επαρκείς μηχανισμούς και διαδικασίες, για την ταυτοποίηση, από ποιόν προέρχεται (άμεσος προμηθευτής) και σε ποιόν καταλήγει ένα προϊόν (άμεσος πελάτης), καθώς επίσης και να διαθέτουν ενεργά συστήματα και διαδικασίες, που θα επιτρέπουν σχετικές πληροφορίες να δίνονται, στις αρμόδιες αρχές και φορείς, όταν ζητούνται. Η επιχείρηση δεν οφείλει να ταυτοποιήσει τον επόμενο πελάτη, όταν είναι ο ίδιος ο καταναλωτής αλλά θα πρέπει να είναι ικανή να ταυτοποιήσει όλους τους άμεσους προμηθευτές της, από τους οποίους προμηθεύεται 98

99 πρώτες ύλες ή τρόφιμα και σε αυτούς περιλαμβάνονται είτε επιχειρήσεις, είτε μεμονωμένοι παραγωγοί. Σχετικά με την ενημέρωση των ερωτώμενων για την ιχνηλασιμότητα αναφέρθηκε από τους περισσότερους ότι δεν έχουν ενημερωθεί από τα περιοδικά με θέμα την ασφάλεια τροφίμων, ένας συμφώνησε ότι ενημερώθηκε από τα περιοδικά, μία καταναλώτρια πρόσθεσε την τηλεόραση, τις συζητήσεις από ειδικούς επιστήμονες σε ενημερωτικές εκπομπές και η τελευταία ερωτώμενη που ήταν η πιο ενημερωμένη και η οποία ενδιαφέρεται για το τι καταναλώνει και έχει ασχοληθεί εις βάθος με το θέμα δήλωσε ότι: Ο κοινά αποδεκτός ορισμός της ιχνηλασιμότητας είναι αυτός που δίνει το πρότυπο ISO Σύμφωνα με αυτό, ως ιχνηλασιμότητα (traceability) ορίζεται «η δυνατότητα ιχνηλάτησης του ιστορικού, της εφαρμογής ή της θέσης αυτού, το οποίο είναι υπό εξέταση (μέσω καταγεγραμμένων αναγνωριστικών στοιχείων)». Τέλος, ο ελεγκτικός ρόλος του κράτους στις ελληνικές επιχειρήσεις για τη λειτουργία του συστήματος ιχνηλασιμότητας μάλλον είναι ανύπαρκτος για τους καταναλωτές. Κάποιοι δεν γνωρίζουν αν το κράτος ελέγχει τις επιχειρήσεις, μία καταναλώτρια νομίζει ότι ο ΕΦΕΤ είναι ο αρμόδιος φορέας ελέγχου και η τελευταία ερωτώμενη ενστερνίζεται ότι η Ελλάδα, ως Κράτος Μέλος της Ε.Ε., έχει υποχρέωση να εφαρμόζει την εκάστοτε Κοινοτική νομοθεσία. Η Koινoτική νομοθεσία είναι η οδηγία 2.001/18, την οποία στην Ελλάδα υλοποιεί το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. με τα συναρμόδια Υπουργεία, ένα εκ των οποίων είναι και το Υπουργείο Aγρoτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. 5.3 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Το δείγμα των καταναλωτών που συμμετείχαν στην έρευνα, όπως διαπιστώνεται στο διάγραμμα 5.3.1, αποτελείται από 400 άτομα από τα οποία οι 236 ήταν γυναίκες (59%) και οι 164 άνδρες (41%). 99

100 Διάγραμμα Κατανομή δείγματος ως προς το φύλο ΦΥΛΟ ΑΝΤΡΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ Σε ότι αφορά την οικογενειακή κατάσταση των καταναλωτών του δείγματος, το 49,8% είναι παντρεμένοι, το 43,8% είναι άγαμοι, το 5,3% είναι διαζευγμένοι και μόλις το 0,8 είναι χήροι (Διάγραμμα 5.3.2). Διάγραμμα Οικογενειακή κατάσταση καταναλωτών 50 ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ 49,8 43, ΕΓΓΑΜΟΣ ΑΓΑΜΟΣ ΔΙΑΖΕΥΓΜΕΝΟΣ 5,3 ΧΗΡΟΣ 0,8 100

101 Αναφορικά με το μορφωτικό επίπεδο των ερωτηθέντων, το 47,5% του δείγματος είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το 20,5% απόφοιτοι λυκείου και το 12,3% απόφοιτοι ΙΕΚ. Το 4,5 % είναι απόφοιτοι γυμνασίου, το 3,75 % των ερωτώμενων είναι απόφοιτοι ιδιωτικής σχολής και το 7,5 % είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου (Διάγραμμα 5.3.3). Διάγραμμα Μορφωτικό επίπεδο καταναλωτών ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ,5 2,25 4,5 20,5 12,25 47,5 7,5 3,75 ΌΧΙ ΕΠΙΣΗΜΗ ΜΟΡΦΩΣΗ ΑΠΟΦΟΙΤΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΑΠΟΦΟΙΤΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΑΠΟΦΟΙΤΟΣ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΟΦΟΙΤΟΣ ΙΕΚ ΑΠΟΦΟΙΤΟΣ ΑΕΙ/ΤΕΙ ΚΑΤΟΧΟΣ ΜΕΤ/ΚΟΥ,ΔΙΔ/ΚΟΥ ΆΛΛΟ Σε ότι αφορά το επάγγελμα, το 24,75% είναι ελεύθεροι επαγγελματίες, το ίδιο ποσοστό ακριβώς (24,75%) είναι δημόσιοι υπάλληλοι και το 24,25% είναι ιδιωτικοί υπάλληλοι. Το 15,5 % του δείγματος είναι φοιτητές, το 5,5% ασχολούνται με τα οικιακά και τέλος το 4,75% των καταναλωτών ασχολείται με κάποια άλλη ειδικότητα (Διάγραμμα 5.3.4). 101

102 Διάγραμμα Επάγγελμα καταναλωτών ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΜΕΛΩΝ ,5 15,5 24,75 24,25 24,75 4,75 ΟΙΚΙΑΚΑ ΦΟΙΤΗΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤ ΙΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΑΛΛΟ Σχετικά με το ποσό που δαπανά το κάθε νοικοκυριό για τρόφιμα, το 24,8% του δείγματος ξοδεύει ευρώ τη βδομάδα μόνο για τρόφιμα στο σπίτι, το 18,3% ξοδεύει ευρώ και μόλις το 2,3% ξοδεύει περισσότερα από 200 ευρώ τη βδομάδα για τρόφιμα στο σπίτι (Διάγραμμα 5.3.5). Διάγραμμα Δαπάνες καταναλωτών ΔΑΠΑΝΕΣ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ,5 17,8 24,8 15,8 18,3 4,5 4,8 2,8 2,3 0 > >

103 5.3.2 ΓΝΩΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ, ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ Από το δείγμα των καταναλωτών το 70,3% γνωρίζει τα προϊόντα πιστοποιημένης ποιότητας, το 64,3% γνωρίζει για την ασφάλεια τροφίμων, το 70,5% γνωρίζει για τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης και το 40,2% γνωρίζει για την ιχνηλασιμότητα στα τρόφιμα ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΦΡΟΥΤΩΝ ΚΑΙ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ Οι καταναλωτές καταναλώνουν φρούτα 3 με 4 φορές τη βδομάδα (25,3% του δείγματος) και 1 με 2 φορές τη βδομάδα λαχανικά (30% του δείγματος) (Διαγράμματα και ). Διάγραμμα Πόσες φορές τη βδομάδα καταναλώνουν φρούτα οι ερωτώμενοι ΚΑΤΑΛΑΝΩΣΗ ΦΡΟΥΤΩΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΌ 8 ΦΟΡΕΣ 7 ΜΕ 8 ΦΟΡΕΣ ΤΗ ΒΔΟΜΑΔΑ 13,5 12,8 5 ΜΕ 6 ΦΟΡΕΣ ΤΗ ΒΔΟΜΑΔΑ 23 3 ΜΕ 4 ΦΟΡΕΣ ΤΗ ΒΔΟΜΑΔΑ 25,3 1 ΜΕ 2 ΦΟΡΕΣ ΤΗ ΒΔΟΜΑΔΑ 15 ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΑΠΌ ΜΙΑ ΦΟΡΑ 6,

Ιχνηλασιµότητα στις επιχειρήσεις τροφίµων- ISO 22005

Ιχνηλασιµότητα στις επιχειρήσεις τροφίµων- ISO 22005 Ιχνηλασιµότητα στις επιχειρήσεις τροφίµων- ISO 22005 Μαλισιόβα Ε., Παντελιά Μ. και Μεθενίτου Γ. Ινστιτούτο Υγιεινής Τροφίµων Αθηνών Ιχνηλασιµότητα στις επιχειρήσεις τροφίµων- ISO 22005 Εισαγωγή Νοµικό

Διαβάστε περισσότερα

Aσφάλεια και ποιότητα δύο βασικοί πυλώνες της στρατηγικής ανάπτυξης του αγροδιατροφικού τομέα

Aσφάλεια και ποιότητα δύο βασικοί πυλώνες της στρατηγικής ανάπτυξης του αγροδιατροφικού τομέα ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΗΜΕΡΙΔΑ: «ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ - 7 ΜΑΡΤΙΟΥ 2009 Aσφάλεια και ποιότητα δύο βασικοί πυλώνες της στρατηγικής

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΓΝΩΣΕΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΑΕΙ (ΠΕΓΑ)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΓΝΩΣΕΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΑΕΙ (ΠΕΓΑ) ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΓΝΩΣΕΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΑΕΙ (ΠΕΓΑ) «Οι σύγχρονες τεχνικές βιο-ανάλυσης στην υγεία, τη γεωργία, το περιβάλλον και τη διατροφή» Ιχνηλασιμότητα και Ταυτοποίηση

Διαβάστε περισσότερα

29-12-05. Αθήνα, Αριθ. πρωτ.: 4245/Α ΓΡΑΦΕΙΟ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ. Ως Πίνακας Διανομής ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ. Νέοι Κανονισμοί Τροφίμων

29-12-05. Αθήνα, Αριθ. πρωτ.: 4245/Α ΓΡΑΦΕΙΟ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ. Ως Πίνακας Διανομής ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ. Νέοι Κανονισμοί Τροφίμων ΓΡΑΦΕΙΟ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ Αθήνα, Αριθ. πρωτ.: 29-12-05 4245/Α ΠΡΟΣ: Ως Πίνακας Διανομής ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Θέμα: Νέοι Κανονισμοί Τροφίμων Εδώ και μερικά χρόνια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εργάζεται πάνω στην εναρμόνιση της

Διαβάστε περισσότερα

«Ιχνηλασιµότητα και ασφάλεια των τροφίµων» :

«Ιχνηλασιµότητα και ασφάλεια των τροφίµων» : Τεχνικό Επιµελητήριο Ελλάδας ιηµερίδα: «ιαχείριση Ασφάλειας στην Αλυσίδα Τροφίµων Εφαρµογή HACCP. Εµπειρίες Προβλήµατα Εξελίξεις - Πιστοποίηση» ΕΒΕΑ, 7 & 8 Ιουλίου 2005 Ιχνηλασιµότητα και ασφάλεια των

Διαβάστε περισσότερα

Ασφάλεια & Έλεγχος Τροφίμων: Οι Νέοι Κανονισμοί. Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής

Ασφάλεια & Έλεγχος Τροφίμων: Οι Νέοι Κανονισμοί. Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής Ασφάλεια & Έλεγχος Τροφίμων: Οι Νέοι Κανονισμοί Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής Οι Νέοι Κανονισμοί 178/2003 από 01/01/2005 Ιχνηλασιμότητα 852/2004 από 01/01/2006 αντικαθιστά την 93/43/ΕΟΚ

Διαβάστε περισσότερα

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΥΤΟΕΛΕΓΧΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΥΤΟΕΛΕΓΧΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΥΤΟΕΛΕΓΧΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Νικόλαος Σούλτος Εργαστήριο Υγιεινής Τροφίµων Ζ.Π. Κτηνιατρική Σχολή Α.Π.Θ. ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Η παραγωγή ασφαλών τροφίµων: Είναι ένα πρόβληµα σύνθετο

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Κανονισµός (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 22ας Σεπτεµβρίου 2003 σχετικά µε την ιχνηλασιµότητα και την επισήµανση γενετικώς τροποποιηµένων οργανισµών και την ιχνηλασιµότητα

Διαβάστε περισσότερα

ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ

ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΣΧΕΔΙΑΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΕ Δρ. Ευάγγελος Α. ΘΕΟΔΩΡΟΥ Διευθύνων Σύμβουλος ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΥΤΟΜΑΤΙΣΜΟΙ ΑΒΕΤΕ & ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ Α.Ε. ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Σύμφωνα

Διαβάστε περισσότερα

Θωρακείστε την επιχείρηση σας

Θωρακείστε την επιχείρηση σας Θωρακείστε την επιχείρηση σας Χαµηλό κόστος Γρήγορη εκµάθηση w.agrosoft.gr Άµεσα αποτελέσµατα Εισαγωγή Το προϊόν Itemtracker, έκδοση 1.0, είναι η σύγχρονη και µοντέρνα λύση στην Ιχνηλασιµότητα των τροφίµων

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΙΡΑΙΩΣ 226, ΤΑΥΡΟΣ , ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ , ΦΑΞ ,

ΠΕΙΡΑΙΩΣ 226, ΤΑΥΡΟΣ , ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ , ΦΑΞ , ΠΕΙΡΑΙΩΣ 226, ΤΑΥΡΟΣ 177 78, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 210-3469606, ΦΑΞ 210-3469906, Β. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 1. Ασφάλεια Τροφίµων Σύστηµα ιαχείρισης Ασφάλειας των τροφίµων ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 22000/ HACCP Το Σύστηµα ιαχείρισης

Διαβάστε περισσότερα

2ο Διεθνές Συνέδριο για τη Διαχείριση και την Εμπορία Αγροτικών Προϊόντων Χερσόνησος Ηρακλείου, 25-27 Σεπτεμβρίου 2008

2ο Διεθνές Συνέδριο για τη Διαχείριση και την Εμπορία Αγροτικών Προϊόντων Χερσόνησος Ηρακλείου, 25-27 Σεπτεμβρίου 2008 2ο Διεθνές Συνέδριο για τη Διαχείριση και την Εμπορία Αγροτικών Προϊόντων Χερσόνησος Ηρακλείου, 25-27 Σεπτεμβρίου 2008 Δρ. Δ. Καρδάση, Δρ. Γ. Μπαλκάμος Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων, Δνση Εργαστηριακών

Διαβάστε περισσότερα

Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΗΣ ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ & ΑΒΙΑΣ

Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΗΣ ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ & ΑΒΙΑΣ Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΗΣ ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ & ΑΒΙΑΣ Τεχνικό Δελτίο για την επιλογή Αναδόχου για την υλοποίηση του έργου της δραστηριότητας Εi µε τίτλο Ανάπτυξη & εφαρµογή συστήµατος ιχνηλασιµότητας

Διαβάστε περισσότερα

Ολοκληρωμένο Σύστημα Ιχνηλασιμότητας Προϊόντων

Ολοκληρωμένο Σύστημα Ιχνηλασιμότητας Προϊόντων TRACER FACTORY Ολοκληρωμένο Σύστημα Ιχνηλασιμότητας Προϊόντων Θεοδώρου Αυτοματισμοί ΑΒΕΤΕ Δρ. Ευάγγελος Θεοδώρου, Διευθύνων Σύμβουλος, Θεοδώρου Αυτοματισμοί ΑΒΕΤΕ, etheod@theodorou.gr Φίλιππος Σφυρής,

Διαβάστε περισσότερα

Agro-logistics: Πιστοποίηση και Ιχνηλασιμότητα

Agro-logistics: Πιστοποίηση και Ιχνηλασιμότητα Agro-logistics: Πιστοποίηση και Ιχνηλασιμότητα Τσιτσάμης Σπυρίδων 1, Ιακώβου Ελευθέριος 2, Βλάχος Δημήτριος 2 Τα Logistics των αγροτικών προϊόντων (Agro-logistics) είναι αναμφίβολα ένας ραγδαία αναπτυσσόμενος

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων Διάλεξη 3.2 : Νομοθεσία για τον έλεγχο της παραγωγής βιολογικών τροφίμων Εργαστήριο Πληροφορικής Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών http://infolab.aua.gr Εισαγωγή Η

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΣΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΣΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΣΤΗΝ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ρ. Ευάγγελος Α. ΘΕΟ ΩΡΟΥ ιευθύνων Σύµβουλος ΘΕΟ ΩΡΟΥ ΑΥΤΟΜΑΤΙΣΜΟΙ ΑΒΕΤΕ & ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Σύµφωνα µε τηνcodex ALIMENTARIUS (03/05/2004)

Διαβάστε περισσότερα

acert Ευρωπαϊκός Οργανισµός Πιστοποίησης Α.Ε ιεύθυνση Μάρκετινγκ & Πωλήσεων Πιστοποίηση των Αγροτικών Προϊόντων και Επιχειρηµατικότητα στα Βαλκάνια

acert Ευρωπαϊκός Οργανισµός Πιστοποίησης Α.Ε ιεύθυνση Μάρκετινγκ & Πωλήσεων Πιστοποίηση των Αγροτικών Προϊόντων και Επιχειρηµατικότητα στα Βαλκάνια acert Ευρωπαϊκός Οργανισµός Πιστοποίησης Α.Ε ιεύθυνση Μάρκετινγκ & Πωλήσεων Πιστοποίηση των Αγροτικών Προϊόντων και στα Βαλκάνια Ποιότητα Ως ποιότητα µπορούµε να ονοµάσουµε την ικανοποίηση ενός συνόλου

Διαβάστε περισσότερα

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα 2003R1830 EL 11.12.2008 001.001 1 Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα B ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 22ας

Διαβάστε περισσότερα

Η παραγωγή, η επεξεργασία και η εμπορία του Κρητικού κρέατος. Προβλήματα, προοπτικές.

Η παραγωγή, η επεξεργασία και η εμπορία του Κρητικού κρέατος. Προβλήματα, προοπτικές. Η παραγωγή, η επεξεργασία και η εμπορία του Κρητικού κρέατος. Ε. Σουρανάκης 1, Α. Στεφανάκης 2. Προβλήματα, προοπτικές. 1 Κτηνίατρος, Ιδιώτης, Πρόεδρος ΔΣ ΒΙΟΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ Α.Ε. 2 Δρ, Κτηνίατρος,

Διαβάστε περισσότερα

Ηέννοιατωναγροτικών προϊόντων ΝΤΟΥΜΗΠ. Α.

Ηέννοιατωναγροτικών προϊόντων ΝΤΟΥΜΗΠ. Α. Ηέννοιατωναγροτικών προϊόντων ΝΤΟΥΜΗΠ. Α. 1 Έννοιατωναγροτικώνπροϊόντων Αγροτικά προϊόντα είναι υλικά αγαθά που παράγονταιαπόφυτάκαιζώαµετο συνδυασµό των διαφόρων συντελεστών της αγροτικήςπαραγωγής, δηλαδήτουεδάφους,

Διαβάστε περισσότερα

Σεμινάριο για την ανάπτυξη της συνεργασίας στο εμπόριο και τις επενδύσεις στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας (UNDP-BSTIP)

Σεμινάριο για την ανάπτυξη της συνεργασίας στο εμπόριο και τις επενδύσεις στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας (UNDP-BSTIP) Σεμινάριο για την ανάπτυξη της συνεργασίας στο εμπόριο και τις επενδύσεις στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας (UNDP-BSTIP) Θεσσαλονίκη, 19 Ιουνίου 2013 ΚΡΕΣΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Προϊστάμενος Δ/νσης Αξιολόγησης &

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων Διάλεξη 3.6 : Εφαρμογή συστημάτων HACCP και ISO στην παραγωγή βιολογικών προϊόντων Εργαστήριο Πληροφορικής Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών http://infolab.aua.gr

Διαβάστε περισσότερα

GLOBALGAP (EUREPGAP)

GLOBALGAP (EUREPGAP) GLOBALGAP (EUREPGAP) Το Διεθνές Σχήμα Πιστοποίησης Κώδικας Ορθής Γεωργικής Πρακτικής GLOBALGAP, λειτουργεί ως αντικειμενικό εργαλείο αξιολόγησης του βαθμού συμμόρφωσης με τις σχετικές απαιτήσεις για όλες

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων Διάλεξη 3.2 : Ποιοτικός έλεγχος & ασφάλεια στην αλυσίδα παραγωγής βιολογικών προϊόντων Εργαστήριο Πληροφορικής Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών http://infolab.aua.gr

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκή Νομοθεσία. Υγιεινή & Ασφάλεια Τροφίμων

Ευρωπαϊκή Νομοθεσία. Υγιεινή & Ασφάλεια Τροφίμων Ευρωπαϊκή Νομοθεσία Υγιεινή & Ασφάλεια Τροφίμων Κανονισμός 178/2002 Περιεχόμενο Γενικές Αρχές Ασφάλειας Τροφίμων και Ζωοτροφών Ίδρυση Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων Τι Αφορά Όλαταστάδιατηςπαραγωγής,

Διαβάστε περισσότερα

Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων

Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων Ενότητα 3 η - ΜΕΡΟΣ Γ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Όνομα καθηγητή: ΠΑΝ. Ν. ΣΚΑΝΔΑΜΗΣ Τμήμα: Επιστήμης τροφίμων και διατροφής του ανθρώπου ΣΤΟΧΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Το υπό έκδοση διεθνές πρότυπο πιστοποίησης ISO 22000 «Συστήµατα διαχείρισης

Το υπό έκδοση διεθνές πρότυπο πιστοποίησης ISO 22000 «Συστήµατα διαχείρισης «Νέο διεθνές πρότυπο πιστοποίησης για τα συστήµατα διαχείρισης της ασφάλειας τροφίµων και ανταπόκριση στις σύγχρονες ανάγκες των επιχειρήσεων στην παγκόσµια αλυσίδα τροφίµων» Ιωάννης Χ. Σαριδάκης Συντονιστής

Διαβάστε περισσότερα

Υλο οίηση Ιχνηλασιµότητας στον κλάδο των Εύκαµπτων Υλικών Συσκευασίας

Υλο οίηση Ιχνηλασιµότητας στον κλάδο των Εύκαµπτων Υλικών Συσκευασίας Θεοδώρου Αυτοµατισµοί ΑΒΕΤΕ Case Study ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ ΑΕ Υλο οίηση Ιχνηλασιµότητας στον κλάδο των Εύκαµπτων Υλικών Συσκευασίας Εισαγωγή Η βιοµηχανία Εύκαµπτων Υλικών Συσκευασίας διαχειρίζεται πολλές πρώτες

Διαβάστε περισσότερα

Πρώτες ύλες. Πιθανοί κίνδυνοι σε όλα τα στάδια της παραγωγής. Καθορισµός πιθανότητας επιβίωσης µικροοργανισµών. Εκτίµηση επικινδυνότητας

Πρώτες ύλες. Πιθανοί κίνδυνοι σε όλα τα στάδια της παραγωγής. Καθορισµός πιθανότητας επιβίωσης µικροοργανισµών. Εκτίµηση επικινδυνότητας 1 ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ HACCP Αρχή 1η: Προσδιορισµός των πιθανών κινδύνων που σχετίζονται µε την παραγωγή τροφίµων σε όλα τα στάδια, από την ανάπτυξη και τη συγκοµιδή των πρώτων υλών, την παραγωγική διαδικασία, την

Διαβάστε περισσότερα

B8-0097/1. συνίσταται σε 70% χοιρινό, 18% κρέας. πουλερικών, 10% βόειο και 2% άλλα. κρέατα λαµβάνοντας υπόψη ότι η

B8-0097/1. συνίσταται σε 70% χοιρινό, 18% κρέας. πουλερικών, 10% βόειο και 2% άλλα. κρέατα λαµβάνοντας υπόψη ότι η 9.2.2015 B8-0097/1 1 Αιτιολογική σκέψη. λαµβάνοντας υπόψη ότι 30-50%, ανάλογα µε το κράτος µέλος, του συνολικού όγκου κρέατος σφαγίων υφίσταται επεξεργασία και µεταποιείται σε συστατικά κρέατος για τρόφιµα,

Διαβάστε περισσότερα

Εμπειρίες και Προβλήματα από την Εφαρμογή του Συστήματος HACCP Η Άποψη του ΕΦΕΤ. Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ

Εμπειρίες και Προβλήματα από την Εφαρμογή του Συστήματος HACCP Η Άποψη του ΕΦΕΤ. Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Εμπειρίες και Προβλήματα από την Εφαρμογή του Συστήματος HACCP Η Άποψη του ΕΦΕΤ Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Ευρωπαϊκό Ρυθμιστικό Πλαίσιο Εργαλεία: Κανονισμοί Ισχύουν σε ΟΛΑ τα Κράτη Μέλη αμέσως

Διαβάστε περισσότερα

Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΗΣ ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ & ΑΒΙΑΣ

Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΗΣ ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ & ΑΒΙΑΣ Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΕΛΑΙΟΥΡΓΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΗΣ ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ & ΑΒΙΑΣ Τεχνικό Δελτίο για την επιλογή Αναδόχου για την υλοποίηση του έργου της δραστηριότητας Εii µε τίτλο Ανάπτυξη και εφαρµογή συστήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Συστηµατική παρακολούθηση και καταγραφή όλων των φάσεων παραγωγής σε πραγµατικό χρόνο Το Σύστηµα Ιχνηλασιµότητας ICHNOS της εταιρείας Data & Control Systems είναι ένα ολοκληρωµένο σύστηµα το οποίο καλύπτει

Διαβάστε περισσότερα

Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΨΥΞΗ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Ο ΗΓΙΕΣ ΚΑΛΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ

Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΨΥΞΗ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Ο ΗΓΙΕΣ ΚΑΛΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΨΥΞΗ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Ο ΗΓΙΕΣ ΚΑΛΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΨΥΞΗ Οι παραγωγοί ή οι έµποροι τροφίµων διαχειρίζονται µεγάλες ποσότητες. Όπως και µε κάθε προϊόν, για να γίνει εξισορρόπηση

Διαβάστε περισσότερα

Απόσυρση Ανάκληση Προϊόντων Τροφίμων Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής Τεχνολογίας Τροφίμων

Απόσυρση Ανάκληση Προϊόντων Τροφίμων Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής Τεχνολογίας Τροφίμων Απόσυρση Ανάκληση Προϊόντων Τροφίμων Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής Τεχνολογίας Τροφίμων Επιχειρείται να δοθεί το υφιστάμενο καθεστώς ανάκλησης απόσυρσης των προϊόντων τροφίμων με βάση

Διαβάστε περισσότερα

Έκδοση στην Ελληνική γλώσσα του ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 22000 Αθήνα, 2006-02-20

Έκδοση στην Ελληνική γλώσσα του ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 22000 Αθήνα, 2006-02-20 Έκδοση στην Ελληνική γλώσσα του ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 22000 Αθήνα, 2006-02-20 1. Νέο διεθνές πρότυπο για τα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας τροφίμων Το νέο πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 22000 «Συστήματα διαχείρισης της

Διαβάστε περισσότερα

Επεξεργασία Μεταποίηση. ΝτουµήΠ. Α.

Επεξεργασία Μεταποίηση. ΝτουµήΠ. Α. Επεξεργασία Μεταποίηση ΝτουµήΠ. Α. 1 Επεξεργασία Μεταποίηση Ως επεξεργασία ή µεταποίηση ενός πρωτογενούς γεωργικού προϊόντος χαρακτηρίζεται το σύνολο των χειρισµών και επεµβάσεων µετά τη συγκοµιδή του,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΙΡΑΙΩΣ 226, ΤΑΥΡΟΣ 177 78, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 210-3469606, ΦΑΞ 210-3469906, A. ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ 226, ΤΑΥΡΟΣ 177 78, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 210-3469606, ΦΑΞ 210-3469906, A. ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 226, ΤΑΥΡΟΣ 177 78, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 210-3469606, ΦΑΞ 210-3469906, A. ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ 1. Τυποποίηση και Συσκευασία Η τυποποίηση, σε συνδυασμό με την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων

Διαβάστε περισσότερα

Νίκος Χαριτωνίδης. Πρόλογος

Νίκος Χαριτωνίδης. Πρόλογος Πρόλογος Το εγχειρίδιο τούτο αποτελεί µια απλή προσέγγιση στο τρόπο που πρέπει να υλοποιήσουν τις νοµοθετικές τους υποχρεώσεις, όσοι ασχολούνται µε δραστηριότητες ψυχρής εφοδιαστικής αλυσίδας. Με τον όρο

Διαβάστε περισσότερα

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ 16.3.2012 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 77/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 225/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 15ης Μαρτίου 2012 για την τροποποίηση του παραρτήματος II

Διαβάστε περισσότερα

Πιστοποίηση βιολογικών προϊόντων και ολοκληρωμένης διαχείρισης. Γιώργος Κράββας Δ/ντης Agrisystems Γραφείο Θεσσαλονίκης

Πιστοποίηση βιολογικών προϊόντων και ολοκληρωμένης διαχείρισης. Γιώργος Κράββας Δ/ντης Agrisystems Γραφείο Θεσσαλονίκης Πιστοποίηση βιολογικών προϊόντων και ολοκληρωμένης διαχείρισης Γιώργος Κράββας Δ/ντης Agrisystems Γραφείο Θεσσαλονίκης Πιστοποίηση βιολογικών προϊόντων Αρχή Εποπτείας: Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 4.7.2016 COM(2016) 438 final ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ σχετικά με την εφαρμογή του

Διαβάστε περισσότερα

Πρόγραμμα εκπαίδευσης V-3DAS

Πρόγραμμα εκπαίδευσης V-3DAS Πρόγραμμα εκπαίδευσης V-3DAS 3. Συστήματα Πιστοποίησης της Ποιότητας Ιχνηλασιμότητας των Αγροτικών Προϊόντων 3.3. 3.3.4. Νομοθετικό πλαίσιο,προδιαγραφές, Κανονισμοί ΕΚ 834/07,889/08 KA3 ICT SUB-PROGRAMME-

Διαβάστε περισσότερα

Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων

Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων Ενότητα 3 η - ΜΕΡΟΣ Γ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Όνομα καθηγητή: ΠΑΝ. Ν. ΣΚΑΝΔΑΜΗΣ Τμήμα: Επιστήμης τροφίμων και διατροφής του ανθρώπου ΣΤΟΧΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Βελτίωση ποιότητας στην παραγωγή ελιάς και ελαιολάδου

Βελτίωση ποιότητας στην παραγωγή ελιάς και ελαιολάδου Βελτίωση ποιότητας στην παραγωγή ελιάς και ελαιολάδου Η ποιοτική παραγωγή ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών αποτελεί μονόδρομο για τους Έλληνες παραγωγούς ώστε να ανταπεξέλθουν στον έντονο ανταγωνισμό

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. που συνοδεύει την

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. που συνοδεύει την EL EL EL ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 28.10.2009 SEC(2009) 1433 τελικό ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ που συνοδεύει την ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

Αικατερίνη Τσούμα Ερευνήτρια Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ)

Αικατερίνη Τσούμα Ερευνήτρια Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΩΝ ΣΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΙΑΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΙΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ Αικατερίνη Τσούμα Ερευνήτρια Κέντρου Προγραμματισμού

Διαβάστε περισσότερα

7.1.007/1 η Έκδοση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΘΝΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ ΠΙ- ΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ REGULATION ON THE USE OF NATIONAL CONFOR- MITY MARKS ON AGRICULTURAL PRODUCTS ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ AΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Ταμείου Αγροτικής Επιχειρηματικότητας,

Ταμείου Αγροτικής Επιχειρηματικότητας, Παρέμβαση του αναπληρωτή διευθύνοντος συμβούλου της Τράπεζας Πειραιώς κ. Χριστόδουλου Αντωνιάδη, στο συνέδριο «Αριστοτέλης» της ΕΕΔΕ, στις 28 Νοεμβρίου 2014, στη Θεσσαλονίκη Χρηματοδοτικά Νέα Εργαλεία

Διαβάστε περισσότερα

Ιχνηλασιμότητα στην Nestle. Ρόδιος Γαμβρός Δ/της Ποιότητος Nestle Hellas S.A.

Ιχνηλασιμότητα στην Nestle. Ρόδιος Γαμβρός Δ/της Ποιότητος Nestle Hellas S.A. Ιχνηλασιμότητα στην Nestle Ρόδιος Γαμβρός Δ/της Ποιότητος Nestle Hellas S.A. Περίληψη Παρουσίασης Ιχνηλασιμότητα και Ασφάλεια τροφίμων. Χειρισμός του θέματος από την Βιομηχανία τροφίμων. Απαιτήσεις για

Διαβάστε περισσότερα

Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ) ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΛΤΙΟ ΜΕΤΡΟΥ 7.3 : «ΕΜΠΟΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ» Α. ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΜΕΤΡΟΥ Κ.Π.Σ. 2000-2006 ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΜΕΤΡΟ Αγροτική Ανάπτυξη Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου

Διαβάστε περισσότερα

Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΕΝΩΣΗ ΑΓΡΟΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΕΝΩΝ ΚΑΒΑΛΑΣ

Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΕΝΩΣΗ ΑΓΡΟΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΕΝΩΝ ΚΑΒΑΛΑΣ Ο.Ε.Φ. ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΕΝΩΣΗ ΑΓΡΟΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΕΝΩΝ ΚΑΒΑΛΑΣ Τεχνικό Δελτίο για την επιλογή Αναδόχου για την υλοποίηση του έργου της δραστηριότητας Εi µε τίτλο Ανάπτυξη & εφαρµογή συστήµατος ιχνηλασιµότητας

Διαβάστε περισσότερα

Ευάγγελος Ψωμάς Επίκουρος Καθηγητής

Ευάγγελος Ψωμάς Επίκουρος Καθηγητής Οι αντιλήψεις των καταναλωτών για τα συστήματα διαχείρισης ασφάλειας τροφίμων. Παράγοντες που συμβάλουν στη διαμόρφωση της στάσης των καταναλωτών. Ευάγγελος Ψωμάς Επίκουρος Καθηγητής Στρατηγικές Αγροτικής

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Δ.: Έλεγχοι για την εφαρμογή των Καν. (ΕΚ) 1829 και 1830/2003 σχετικά με τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα

Ε.Δ.: Έλεγχοι για την εφαρμογή των Καν. (ΕΚ) 1829 και 1830/2003 σχετικά με τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα Αθήνα, 1-2-2007 ΑΡ. ΠΡΩΤ: 2060 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΛΕΓΧΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Ταχ. Δ/νση: Κηφισίας 124 & Ιατρίδου 2 Ταχ. Κωδ: 11526 - Αθήνα Πληροφορίες: Πετράκη Κ.

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων Διάλεξη 3.1: Ασφάλεια βιολογικών τροφίμων & προστασία καταναλωτών Εργαστήριο Πληροφορικής Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών http://infolab.aua.gr Δομή παρουσίασης

Διαβάστε περισσότερα

Δημιουργία Ανταγωνιστικού Πλεονεκτήματος μέσω των Συστημάτων Ποιότητας στον Αγροδιατροφικό Τομέα

Δημιουργία Ανταγωνιστικού Πλεονεκτήματος μέσω των Συστημάτων Ποιότητας στον Αγροδιατροφικό Τομέα Δημιουργία Ανταγωνιστικού Πλεονεκτήματος μέσω των Συστημάτων Ποιότητας στον Αγροδιατροφικό Τομέα Αχιλλέας Κοντογεώργος Επίκ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών Αναστάσιος Σέμος Καθηγητής Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου

Διαβάστε περισσότερα

Τυποποίηση Μελιού. Διαχειριστικά Συστήματα Ασφαλείας Τροφίμων (ISO, HACCP) & Νομικές Υποχρεώσεις

Τυποποίηση Μελιού. Διαχειριστικά Συστήματα Ασφαλείας Τροφίμων (ISO, HACCP) & Νομικές Υποχρεώσεις Τυποποίηση Μελιού Διαχειριστικά Συστήματα Ασφαλείας Τροφίμων (ISO, HACCP) & Νομικές Υποχρεώσεις Στυλιανός Βλησίδης, Τεχνική Διεύθυνση Πιστοποίησης Finitsi IMS Υπηρεσίες > Διαχειριστικά Συστήματα ISO 9001,

Διαβάστε περισσότερα

Το σύστημα ISO9000. Παρουσιάστηκε το 1987, αναθεωρήθηκε το 1994 και το 2000.

Το σύστημα ISO9000. Παρουσιάστηκε το 1987, αναθεωρήθηκε το 1994 και το 2000. Το σύστημα ISO9000 Παρουσιάστηκε το 1987, αναθεωρήθηκε το 1994 και το 2000. Με τις αλλαγές δόθηκε έμφαση στην εφαρμογή της πολιτικής της ποιότητας και σε πιο πλήρεις διορθωτικές ενέργειες. Σε όλο τον κόσμο,

Διαβάστε περισσότερα

2o ΔΙΕΘΝΈΣ ΣΥΝΈΔΡΙΟ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΌΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΊΑ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΏΝ ΠΡΟΪΌΝΤΩΝ Χερσόνησος Ηρακλείου, 25-27 Σεπτεμβρίου 2008

2o ΔΙΕΘΝΈΣ ΣΥΝΈΔΡΙΟ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΌΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΊΑ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΏΝ ΠΡΟΪΌΝΤΩΝ Χερσόνησος Ηρακλείου, 25-27 Σεπτεμβρίου 2008 2o ΔΙΕΘΝΈΣ ΣΥΝΈΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΌΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΊΑ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΏΝ ΠΡΟΪΌΝΤΩΝ Χερσόνησος Ηρακλείου, 25-27 Σεπτεμβρίου 2008 Ολοκληρωμένη Διαχείρηση & Ελαιόλαδο ΠΟΠ/ΠΓΕ Κρήτης Σύστημα Ολοκληρωμένης Διαχείρησης

Διαβάστε περισσότερα

Περίληψη της εκτίµησης επιπτώσεων

Περίληψη της εκτίµησης επιπτώσεων ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 10.12.2008 SEC(2008) 2675 C6-0513/08 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ που συνοδεύει την Πρόταση Ο ΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Φιλίππου Εμμανουήλ, 18/6/2014 9:03 πμ. 18/6/2014 9:03 πμ. Φιλίππου Εμμανουήλ, 18/6/2014 9:03 πμ. 18/6/2014 9:03 πμ

Φιλίππου Εμμανουήλ, 18/6/2014 9:03 πμ. 18/6/2014 9:03 πμ. Φιλίππου Εμμανουήλ, 18/6/2014 9:03 πμ. 18/6/2014 9:03 πμ 1 Αρχή 1η: Ανάλυση των πιθανών κινδύνων Αναλυτικός προσδιορισμός των πιθανών κίνδυνων που σχετίζονται με όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας των τροφίμων από την αρχή μέχρι την ολοκλήρωση της-συγκομιδή

Διαβάστε περισσότερα

Εισηγήτρια: Κατερίνα Γρυμπογιάννη, Επικεφαλής Επιθεωρήτρια της TUV Rheinland Α.Ε. 1 13/7/2012 ΗΜΕΡΙΔΑ: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ

Εισηγήτρια: Κατερίνα Γρυμπογιάννη, Επικεφαλής Επιθεωρήτρια της TUV Rheinland Α.Ε. 1 13/7/2012 ΗΜΕΡΙΔΑ: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ Εφαρμογή Συστημάτων Διαχείρισης Ποιότητας στις υπηρεσίες Υγείας: Προϋπόθεση για την ανάπτυξη και την βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών. (ISO 9001 ISO 22000 ISO 14001 ISO 27001 ISO 50001 OHSAS 18001) Σχετικές

Διαβάστε περισσότερα

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα 2006R2023 EL 17.04.2008 001.001 1 Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα B ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2023/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την

Διαβάστε περισσότερα

Αντώνιος Μαζάρης, Λέκτορας Τομέα Οικολογίας, Τμήμα Βιολογίας, ΑΠΘ

Αντώνιος Μαζάρης, Λέκτορας Τομέα Οικολογίας, Τμήμα Βιολογίας, ΑΠΘ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΣΗΜΑΤΟΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΡΕΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Αντώνιος Μαζάρης, Λέκτορας Τομέα Οικολογίας, Τμήμα Βιολογίας, ΑΠΘ Στέλλα Χρυσαλίδου, Βιολόγος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΣΟΛΟΓΙΑΣ & ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΣΟΛΟΓΙΑΣ & ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΣΟΛΟΓΙΑΣ & ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ Ποιότητα Βασικός παράγοντας ανταγωνιστικότητας στην βιοµηχανία επίπλου ρ. Ιωάννης Μπαρµπούτης,

Διαβάστε περισσότερα

Η νέα Έκδοση του Προτύπου IFS (version 6)

Η νέα Έκδοση του Προτύπου IFS (version 6) ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΕΙΣ. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ. ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ Η νέα Έκδοση του Προτύπου IFS Το IFS ενσωματώνει τα κριτήρια ποιότητας και ασφάλειας των τροφίμων σε ένα πρότυπο που βασίζεται στην εφαρμογή αρχών ανάλυσης επικινδυνότητας

Διαβάστε περισσότερα

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Ενιαίο νοµοθετικό κείµενο 11.5.2011 EP-PE_TC1-COD(2010)0259 ***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαΐου 2011 εν όψει της έγκρισης

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ 1.8.2014 L 230/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 834/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Ιουλίου 2014 για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κοινού πλαισίου

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ, ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ. Εισηγήτρια: Γκαβέλα Σταματία Δρ. Χημικός Μηχανικός ΕΜΠ

ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ, ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ. Εισηγήτρια: Γκαβέλα Σταματία Δρ. Χημικός Μηχανικός ΕΜΠ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΕΕ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΕΕ ΤΠΔΠ ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ, ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ Θέμα εισήγησης: «ΕΛΟΤ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Δεκεμβρίου 2008 που αφορά τα πρόσθετα τροφίμων

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Δεκεμβρίου 2008 που αφορά τα πρόσθετα τροφίμων ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Δεκεμβρίου 2008 που αφορά τα πρόσθετα τροφίμων Χρίστος Λενή Χρίστου Λειτουργός Υγειονομικών Υπηρεσιών Υπουργείο Υγείας

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΗΣ ΣΗΜΑΤΩΝ. Άρθρο 1 Αντικείμενο

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΗΣ ΣΗΜΑΤΩΝ. Άρθρο 1 Αντικείμενο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΧΡΗΣΗΣ ΣΗΜΑΤΩΝ Άρθρο 1 Αντικείμενο Ο παρών Κανονισμός αναφέρεται στη χρήση σημάτων τα οποία χορηγεί η a Cert A.E. σε επιχειρήσεις για την επισήμανση και τη διαφήμιση των πιστοποιημένων προϊόντων

Διαβάστε περισσότερα

Ελληνικό Σήμα στο γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα

Ελληνικό Σήμα στο γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα Ελληνικό Σήμα στο Ιωάννα Ζτάλιου M.Sc. Γεωπόνος Τροφίμων ΕΛ.Γ.Ο. ΔΗΜΗΤΡΑ Διεύθυνση Διαχείρισης Ελέγχων Γάλακτος & Κρέατος Κηφισίας 33, Θεσσαλονίκη email: ztaliou@elog.gr 1 Νομοθετικό πλαίσιο Νόμος 4072/2012

Διαβάστε περισσότερα

Υγιεινή Τροφίµων. Εισαγωγικές έννοιες Έκταση του προβλήµατος των τροφολοιµώξεων

Υγιεινή Τροφίµων. Εισαγωγικές έννοιες Έκταση του προβλήµατος των τροφολοιµώξεων Υγιεινή Τροφίµων Εισαγωγικές έννοιες Έκταση του προβλήµατος των τροφολοιµώξεων Υγιεινή κ Ασφάλεια Τροφίµων Γενικότερα, Υγιεινή είναι η επιστήµη που σκοπό της έχει την προαγωγήτηςυγείαςτωνανθρώπωνήτωνζώων.

Διαβάστε περισσότερα

Παραγωγικά συστήματα προβάτων και αιγών: Βιοποικιλότητα, τοπικές φυλές και προϊόντα τους

Παραγωγικά συστήματα προβάτων και αιγών: Βιοποικιλότητα, τοπικές φυλές και προϊόντα τους Παραγωγικά συστήματα προβάτων και αιγών: Βιοποικιλότητα, τοπικές φυλές και προϊόντα τους Αξίες και προκλήσεις στον τομέα της αιγο-προβατοτροφίας. Ποιες είναι οι προοπτικές για την ανάπτυξη δικτύων συνεργασίας;

Διαβάστε περισσότερα

Από το αγρόκτημα στο πιάτο Farm to fork. Μαριέττα Κονταρίνη Ημερίδα για την Ασφάλεια Τροφίμων ΕΣΔΥ 27/4/2015

Από το αγρόκτημα στο πιάτο Farm to fork. Μαριέττα Κονταρίνη Ημερίδα για την Ασφάλεια Τροφίμων ΕΣΔΥ 27/4/2015 Από το αγρόκτημα στο πιάτο Farm to fork Μαριέττα Κονταρίνη Ημερίδα για την Ασφάλεια Τροφίμων ΕΣΔΥ 27/4/2015 Να εμπιστευόμαστε την Τροφή μας?? Τα τρόφιμα και ο Καταναλωτής Τροφή είναι Διαθέσιμη? Προσιτή?

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ HACCP & ISO 22000:2005

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ HACCP & ISO 22000:2005 ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ HACCP & ISO 22000:2005 ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΟΦΕΛΗ Τεκμηριώνει στις αρχές τη συμμόρφωση με την εθνική και κοινοτική νομοθεσία Ελαχιστοποιεί το ρίσκο - Μειώνει τον κινδύνο αποζημιώσεων

Διαβάστε περισσότερα

Εμπειρίες & Προβλήματα Εφαρμογής του Συστήματος HACCP - ΗΆποψητου ΕΦΕΤ. Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής

Εμπειρίες & Προβλήματα Εφαρμογής του Συστήματος HACCP - ΗΆποψητου ΕΦΕΤ. Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής Εμπειρίες & Προβλήματα Εφαρμογής του Συστήματος HACCP - ΗΆποψητου ΕΦΕΤ Ευάγγελος Σ. Λάζος Αντιπρόεδρος ΕΦΕΤ Καθηγητής Ασφαλής Πρώτη Ύλη, Ασφαλή & Υγιεινά Τρόφιμα ΗΑλυσίδαΤροφίμων Πρωτογενής Παραγωγή Μεταποίηση

Διαβάστε περισσότερα

Καλαμάτα 18 / 9 / Αρχοντάκη Κυριακή Γεωπόνος PhD. Κτηνιατρικής Μεσσηνίας

Καλαμάτα 18 / 9 / Αρχοντάκη Κυριακή Γεωπόνος PhD. Κτηνιατρικής Μεσσηνίας Καλαμάτα 18 / 9 / 2018 Αρχοντάκη Κυριακή Γεωπόνος PhD Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας & Κτηνιατρικής Μεσσηνίας Παροχή πληροφοριών στους καταναλωτές τροφίμων Επισήμανση - Παρουσίαση - Διαφήμιση Καν.(ΕΚ)

Διαβάστε περισσότερα

SmartAgriFood η έξυπνη διαδικτυακή υπηρεσία στην αγροδιατροφική αλυσίδα

SmartAgriFood η έξυπνη διαδικτυακή υπηρεσία στην αγροδιατροφική αλυσίδα SmartAgriFood η έξυπνη διαδικτυακή υπηρεσία στην αγροδιατροφική αλυσίδα Ο Ρ Γ Α Ν Ι Σ Μ Ο Σ Π Λ Η Ρ Ω Μ Ω Ν Κ Α Ι Ε Λ Ε Γ Χ Ο Υ Κ Ο Ι Ν Ο Τ Ι Κ Ω Ν Ε Ν Ι Σ Χ Υ Σ Ε Ω Ν Π Ρ Ο Σ Α Ν Α Τ Ο Λ Ι Σ Μ Ο Υ Κ Α

Διαβάστε περισσότερα

Ηαποδοτικότητατουαγροτικού µάρκετινγκ. ΝτουµήΠ. Α.

Ηαποδοτικότητατουαγροτικού µάρκετινγκ. ΝτουµήΠ. Α. Ηαποδοτικότητατουαγροτικού µάρκετινγκ ΝτουµήΠ. Α. 1 Η αποδοτικότητα του αγροτικού µάρκετινγκ Αποδοτικότητα εµπορίας εννοούµε την προσφορά περισσοτέρων και καλύτερων υπηρεσιών εµπορίας (συσκευασία, αποθήκευση

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2014-2019 ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ P8_TA(2017)0069 Οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους, απόβλητα ηλεκτρικών στηλών και συσσωρευτών και απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ (αναφέρετε και τους υπεργολάβους του επιχειρηματία καθώς και σε πιο οργανισμό ή αρχή ελέγχου υπόκεινται)

ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ (αναφέρετε και τους υπεργολάβους του επιχειρηματία καθώς και σε πιο οργανισμό ή αρχή ελέγχου υπόκεινται) ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ / ΑΡΧΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ - ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΠΟ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ (άρθρο 63 του Καν. Ε.Κ. 889/2008) ΕΠΩΝΥΜΙΑ MΟΝΑΔΟΣ i : ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ii : ΤΗΛΕΦΩΝΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΑΡΧΕΙΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΗΜΕΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ HACCP 12.1 Εισαγωγή Η υγιεινή και η ασφάλεια της διατροφικής αλυσίδας είναι ένα επίκαιρο θέμα πρωταρχικής σημασίας τόσο για τους δημόσιους

Διαβάστε περισσότερα

Προστιθέμενη αξία και τρόφιμα με Γεωγραφικές Ενδείξεις

Προστιθέμενη αξία και τρόφιμα με Γεωγραφικές Ενδείξεις 2η Διεθνής Έκθεση Τροφίμων και Ποτών -Food Expo Greece Metropolitan Expo, Αθήνα 14 16 Μαρτίου 2015 Προστιθέμενη αξία και τρόφιμα με Γεωγραφικές Ενδείξεις Ζησίδης Ορέστης 1, Bremmers Harry 2, Μασούρας Θεόφιλος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ Στόχος Βασικές έννοιες για την ποιότητα και τα συστήματα ποιότητας Έννοια της ποιότητας και των συστημάτων ποιότητας Τεκμηρίωση ενός

Διαβάστε περισσότερα

Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων

Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων Υγιεινή Εγκαταστάσεων Βιομηχανιών Τροφίμων Ενότητα 3 η - ΜΕΡΟΣ Β ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Όνομα καθηγητή: ΠΑΝ. Ν. ΣΚΑΝΔΑΜΗΣ Τμήμα: Επιστήμης τροφίμων και διατροφής του ανθρώπου ΣΤΟΧΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Σωτηρόπουλος Τεχνολόγος Γεωπονίας DS Consulting

Δημήτρης Σωτηρόπουλος Τεχνολόγος Γεωπονίας DS Consulting Δημήτρης Σωτηρόπουλος Τεχνολόγος Γεωπονίας Κανονισμοί Ευρωπαϊκής Ένωσης Λειτουργία Συστήματος Ελέγχου Πιστοποίηση Προϊόντων Κανονισμός (ΕΚ) 834/2007 Κανονισμός (ΕΚ) 889/2008 Κανονισμός (ΕΚ) 710/2009 Κανονισμός

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 268/24 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 22ας Σεπτεµβρίου 2003 σχετικά µε την ιχνηλασιµότητα και την επισήµανση γενετικώς τροποποιηµένων οργανισµών και

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΥΠΟ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ «ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ» Το εθνικό

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΝΤΕ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΡΘΡΟ 5.1. Ορισμοί. 1. Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΝΤΕ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΡΘΡΟ 5.1. Ορισμοί. 1. Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΝΤΕ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΡΘΡΟ 5.1 Ορισμοί 1. Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) οι ορισμοί στο παράρτημα Α της συμφωνίας ΥΦΠ β) οι ορισμοί

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Έρευνα αγοράς θεωρείται κάθε οργανωμένη προσπάθεια συλλογής, επεξεργασίας και ανάλυσης πληροφοριών σχετικών με την αγορά που δραστηριοποιείται μια επιχείρηση. Αυτές οι πληροφορίες

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 7.10.2009 COM(2009) 516 τελικό 2009/0146 (COD) C7-0211/09 Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Για την κατάργηση της απόφασης 79/542/ΕΟΚ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΜΜΕ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΜΜΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΜΜΕ Βρυξέλλες, 1 Φεβρουαρίου 2019 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΑΠΟ

Διαβάστε περισσότερα

Ref. Ares(2014) /07/2014

Ref. Ares(2014) /07/2014 Ref. Ares(2014)2332360-14/07/2014 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ - Βρυξέλλες 1.2.2010 Έγγραφο καθοδήγησης 1 Η σχέση µεταξύ της οδηγίας 98/34/ΕΚ και του κανονισµού αµοιβαίας

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0433(COD) της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0433(COD) της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου 20.3.2015 2013/0433(COD) ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου προς την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των

Διαβάστε περισσότερα

ΗΜΕΡΙΔΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ. Ολοκληρωμένη Προσέγγιση για την Ασφάλεια των τροφίμων food safety from farm to fork

ΗΜΕΡΙΔΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ. Ολοκληρωμένη Προσέγγιση για την Ασφάλεια των τροφίμων food safety from farm to fork ΗΜΕΡΙΔΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Ολοκληρωμένη Προσέγγιση για την Ασφάλεια των τροφίμων food safety from farm to fork Δρ. Κων/νος Μπαρμπέρης Προϊστάμενος Δ/νσης Εργαστηριακών

Διαβάστε περισσότερα

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Του σωματείου με την επωνυμία «ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ» Άρθρο 1 Πεδίο Εφαρμογής

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Του σωματείου με την επωνυμία «ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ» Άρθρο 1 Πεδίο Εφαρμογής ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Του σωματείου με την επωνυμία «ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ» Άρθρο 1 Πεδίο Εφαρμογής Στο πλαίσιο της επαγγελματικής δράσης τους, τα μέλη του Σ.Ε.Π.Υ. δεσμεύονται,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 10.3.2011 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ (27/2011) Θέμα: Αιτιολογημένη γνώμη της Γερουσίας της Δημοκρατίας της Πολωνίας σχετικά με την πρόταση κανονισμού

Διαβάστε περισσότερα

Νίκος Χαριτωνίδης. Πρόλογος

Νίκος Χαριτωνίδης. Πρόλογος Πρόλογος Τα νωπά ψάρια είναι ιδιόµορφα προϊόντα, λόγω του µεγάλου βαθµού ευπάθειας και της µικρής διάρκειας ζωής τους. Τα χαρακτηριστικά αυτά, αυξάνουν κατά πολύ τις πιθανότητες, το προϊόν να φθάσει ακατάλληλο

Διαβάστε περισσότερα