Η κεραμική από τους Λάκκους 7 και 11 της πρώιμης νεολιθικής θέσης Ρεβενίων Κορινού

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Η κεραμική από τους Λάκκους 7 και 11 της πρώιμης νεολιθικής θέσης Ρεβενίων Κορινού"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Η κεραμική από τους Λάκκους 7 και 11 της πρώιμης νεολιθικής θέσης Ρεβενίων Κορινού Μεταπτυχιακή εργασία Άννα Παπαϊωάννου Θεσσαλονίκη 2011

2 Επιβλέπων καθηγητής Καθ. Κ. Κωτσάκης Η κεραμική από τους Λάκκους 7 και 11 της πρώιμης νεολιθικής θέσης Ρεβενίων Κορινού Ημερομηνία έγκρισης Η έγκριση της Μεταπτυχιακής εργασίας από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. δεν υποδηλώνει αναγκαστικά ότι αποδέχεται το Τμήμα τις γνώμες της συγγραφέα. 2

3 Περιεχόμενα Πρόλογος...6 Συντομογραφίες...9 Κεφάλαιο 1 Η θεωρητική προσέγγιση της κεραμικής Εισαγωγή Η θεωρητική προσέγγιση της κεραμικής Πολιτισμική-ιστορική προσέγγιση Νέα Αρχαιολογία και διαδικαστική προσέγγιση Το κοινωνικό πλαίσιο παραγωγής της κεραμικής, η ενσωμάτωση της κεραμικής στις κοινωνικές πρακτικές και η βιογραφία των αγγείων Μεθοδολογία: ταξινόμηση, τυπολογία, πλαίσιο συναφειών Η σχετική χρονολόγηση της κεραμικής...20 Κεφάλαιο 2 Η πρώιμη Νεολιθική στη δυτική και κεντρική Μακεδονία και τα Ρεβένια Κορινού Εισαγωγή Σύντομη επισκόπηση της προϊστορικής έρευνας στη Μακεδονία Οι πρώιμες φάσεις της Νεολιθικής στη δυτική και κεντρική Μακεδονία Η έρευνα και ο αρχαιολογικός χάρτης της ΑΝ και ΜΝ περιόδου Οι οικισμοί, η οργάνωση του χώρου και η αρχιτεκτονική Η κεραμική Η θέση Ρεβένια Κορινού Η ανασκαφή Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα Οι ταφές Τα ευρήματα Ο Λάκκος Ο Λάκκος Σύνοψη...37 Κεφάλαιο 3 Η ταξινόμηση της κεραμικής: μορφολογικά, τεχνολογικά και ταφονομικά χαρακτηριστικά Εισαγωγή Μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά

4 3.3 Ταφονομικά χαρακτηριστικά...50 Κεφάλαιο 4 Η τυπολογία της κεραμικής: μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά Εισαγωγή Ποσοτικοποίηση και στατιστική ανάλυση Τυπολογία των αγγείων Ανοιχτά αγγεία (Α) Ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους (Α.α) Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους (Α.β) Ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους (Α.γ) Σύνοψη: ανοιχτά αγγεία Ευρύστομα αγγεία (Ε) Ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα (Ε1) Ευρύστομα αγγεία με λαιμό (Ε2) Σύνοψη: ευρύστομα αγγεία Κλειστά αγγεία (Κ) Κλειστά αγγεία με λαιμό (Κ1) Κλειστά αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα (Κ2) Κλειστά αγγεία χωρίς λαιμό (Κ3) Κλειστά αγγεία ασύμμετρα (Κ4) Σύνοψη: κλειστά αγγεία Ανακεφαλαίωση: μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά του συνόλου της διαγνωστικής κεραμικής Αγγεία και όστρακα με διακόσμηση Αγγεία και όστρακα με γραπτή διακόσμηση Ανοιχτά Ευρύστομα Κλειστά Αδιάγνωστα Αγγεία και όστρακα με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση Ανοιχτά Αδιάγνωστα Λοιπά διακοσμημένα αγγεία και όστρακα

5 Κεφάλαιο 5 Η κατανομή της κεραμικής Εισαγωγή Η κατανομή της κεραμικής: μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά Λάκκος Λάκκος Η κατανομή της κεραμικής: ταφονομικά χαρακτηριστικά Κεφάλαιο 6 Συζήτηση και συμπεράσματα Εισαγωγή Συζήτηση: η παραγωγή και η χρήση της κεραμικής στους Λάκκους 7 & Συζήτηση: η απόρριψη της κεραμικής στους Λάκκους 7 & Η κεραμική των Λάκκων 7 & 11 στο πλαίσιο της πρώιμης Νεολιθικής Θέσεις της Μακεδονίας Θέσεις των Βαλκανίων Θέσεις της Θεσσαλίας Συμπεράσματα Βιβλιογραφία Παράρτημα Ι Πίνακας ραδιοχρονολογήσεων... Παράρτημα ΙΙ οκιμή επανόπτησης... Παράρτημα ΙΙΙ Συντομογραφίες μορφολογικών και τεχνολογικών χαρακτηριστικών... Παράρτημα ΙV Εικόνες, σχέδια, γραφήματα, πίνακες... 5

6 Πρόλογος Στην εργασία αυτή παρουσιάζεται η μελέτη του κεραμικού συνόλου που συλλέχτηκε ανασκαφικά από δύο λάκκους της νεολιθικής θέσης Ρεβενίων Κορινού στη βόρεια Πιερία. Σύμφωνα με προκαταρκτικές παρατηρήσεις πρόκειται για οικισμό που κατοικήθηκε κατά τις πρώιμες φάσεις της νεολιθικής περιόδου. Στόχος της εργασίας είναι να συμβάλει στην κατανόηση της παραγωγής, της χρήσης και της απόρριψης της κεραμικής, όπως αυτή γίνεται αντιληπτή ως μέρος του υλικού πολιτισμού των κατοίκων του νεολιθικού οικισμού. Η εργασία διαρθρώνεται με τα ακόλουθα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο η σύντομη και επιλεκτική αναφορά στις διαφορετικές πραγματεύσεις της κεραμικής διαχρονικά επιχειρεί να διευκρινίσει πώς αυτή προσεγγίζεται στην παρούσα εργασία. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να ενταχθεί η παρουσίαση και η ερμηνεία των επιμέρους χαρακτηριστικών του κεραμικού συνόλου, που ακολουθούν στα επόμενα κεφάλαια, σε μια ευρύτερη θεωρητική συζήτηση της κεραμικής. Το δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζει το πλαίσιο της θέσης Ρεβενίων Κορινού με άξονες από τη μια μεριά την ιστορία της έρευνας των πρώιμων φάσεων της Nεολιθικής στην κεντρική και δυτική Μακεδονία και από την άλλη τα χαρακτηριστικά της περιόδου όπως έχουν προκύψει από την έρευνα αυτή. Το ιστορικό της ανασκαφής και τα ανασκαφικά στοιχεία τόσο του οικισμού όσο και των δύο λάκκων από τους οποίους προέρχεται η κεραμική ολοκληρώνουν την παρουσίαση του πλαισίου του κεραμικού συνόλου. Η μέθοδος της μελέτης της κεραμικής αναπτύσσεται στο τρίτο κεφάλαιο με αναφορά στους λόγους και τους τρόπους εξέτασης των ιδιοτήτων της κεραμικής που επιλέχτηκαν για την ταξινόμησή της. Πιο συγκεκριμένα, αναλύονται η καταγραφή των μορφολογικών και τεχνολογικών αλλά και ταφονομικών χαρακτηριστικών. Στο τέταρτο κεφάλαιο επιχειρείται η συνεξέταση των επιμέρους χαρακτηριστικών. Στόχος είναι να παρουσιαστούν συνδυαστικά τα μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά του συνόλου της κεραμικής, ώστε να αναδειχθεί το εύρος της ποικιλομορφίας της. Το πέμπτο κεφάλαιο εστιάζει στην κατανομή της κεραμικής στους δύο λάκκους, και συγκεκριμένα στους διαφορετικούς χώρους που διακρίθηκαν σύμφωνα με τα ανασκαφικά στοιχεία και τα ερωτήματα της μελέτης. Με τον τρόπο αυτό ανιχνεύονται ενδεχόμενες διαφοροποιήσεις στο χώρο που μπορεί να έχουν λειτουργική ή 6

7 χρονολογική σημασία. Εκτός από τα μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά, στην προσέγγιση των διαφορετικών αποθέσεων λαμβάνονται υπόψη και τα ταφονομικά χαρακτηριστικά της κεραμικής. Τα συμπεράσματα της μελέτης και η συζήτησή τους αποτελούν το θέμα του έκτου και τελευταίου κεφαλαίου. Οι σχετικοί άξονες είναι η παραγωγή, η χρήση και η απόρριψη της κεραμικής στους διαφορετικούς χώρους, καθώς και η ένταξη του οικισμού στη συζήτηση των πρώιμων φάσεων της νεολιθικής περιόδου του ελλαδικού χώρου με βάση τα χαρακτηριστικά της κεραμικής του. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω όσους με ποικίλους τρόπους συνέβαλαν στην ολοκλήρωση της μεταπτυχιακής μου εργασίας. Έχω πολλούς λόγους για να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα καθηγητή κ. Κ. Κωτσάκη. Κυρίως για τις συμβουλές, τις επισημάνσεις και τις απαντήσεις στις συχνές ερωτήσεις μου, που πολλές φορές γεννούσαν νέα, πιο ενδιαφέροντα ερωτήματα. Επιπλέον, για τη δυνατότητα που μου παρείχε να καταγράψω το κεραμικό υλικό στο χώρο του εργαστηρίου. Και τέλος για την παραχώρηση βιβλίων από την προσωπική βιβλιοθήκη του. Μου είναι δύσκολο να περιγράψω τη συμβολή της Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου, λέκτορα στο ημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, στην καταγραφή αλλά και στη γενικότερη προσέγγιση της κεραμικής, όπως διαμορφώθηκε στην εργασία μου. Όχι μόνο με καθοδήγησε στην τεκμηρίωση του υλικού, αλλά με παρότρυνε με τις ερωτήσεις της να επαναπροσδιορίζω τις ερμηνευτικές δυνατότητες του κεραμικού υλικού. Επίσης, με διευκόλυνε στην αναζήτηση της βιβλιογραφίας. Για όλους αυτούς τους λόγους την ευχαριστώ θερμά. Ευχαριστώ επίσης τους αρχαιολόγους της ΚΖ ΕΠΚΑ και ανασκαφείς των Ρεβενίων κ. Μάνθο Μπέσιο, που φάνηκε πάντα ιδιαίτερα πρόθυμος να διευκολύνει την έρευνα, και την κ. Φωτεινή Αδακτύλου, που με την καλύτερη διάθεση και αμεσότητα φρόντισε να αποκριθεί στις απορίες μου σχετικά με τα ανασκαφικά στοιχεία. Ο Χάρης Πιπέλιας και ο Μάρκος Κατσιάνης με βοήθησαν σημαντικά σε θέματα σχετικά με τη βάση δεδομένων της καταγραφής. Ο συμφοιτητής Gazmend Elezi ψηφιοποίησε τα περισσότερα από τα ανασκαφικά τοπογραφικά σχέδια. Ο Στράτος Νανόγλου αποκρίθηκε άμεσα όσες φορές χρειάστηκα κάτι από τη βιβλιοθήκη του. Τους ευχαριστώ όλους για τη βοήθειά τους. 7

8 Οφείλω ακόμα να ευχαριστήσω τη συμφοιτήτρια Γαρυφαλλιά Βουζαρά στην οποία, ως πιο έμπειρη, συχνά έστρεψα τις ερωτήσεις μου και η οποία με βοήθησε σημαντικά με τη βιβλιογραφία. Οι συμφοιτήτριές μου Τρισεύγενη Παπαδάκου, Ζωή Ιντζέ και Νίκη Σαριδάκη, με τις οποίες δουλέψαμε παράλληλα, υπήρξαν πολύτιμη συντροφιά. Τον Κώστα ευχαριστώ για πολλούς και αυτονόητους ελπίζω λόγους, κυρίως όμως για τη συνεχή, ειλικρινή και θερμή εμπιστοσύνη που μου δείχνει σε κάθε μου προσπάθεια. Τέλος, ευχαριστώ τους γονείς και τον αδερφό μου που πάντα με στηρίζουν, ο καθένας με τον τρόπο του. 8

9 Συντομογραφίες ΑΝ: Αρχαιότερη Νεολιθική ΜΝ: Μέση Νεολιθική ΝΝ: Νεότερη Νεολιθική 9

10 Κεφάλαιο 1 Η θεωρητική προσέγγιση της κεραμικής

11 1.1 Εισαγωγή Η κεραμική, όπως κάθε όψη του υλικού πολιτισμού, διαγράφει μια πορεία με σταθμούς την παραγωγή, τη χρήση και την απόρριψη (Gosden & Marshall 1999, Jones 2002: , Schiffer & Skibo 1997: 34-39, Σκουρτοπούλου 2002). Τα αγγεία αποκτούν την υπόστασή τους από τους αγγειοπλάστες κατά τη διαδικασία κατασκευής, χρησιμοποιούνται ως μέσο για την ικανοποίηση ποικίλων αναγκών των χρηστών, και απορρίπτονται, όταν η απόρριψή τους κρίνεται σκόπιμη. Οι διαδικασίες αυτές εντάσσονται σε ένα κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο και φέρουν πολιτισμικά νοήματα. Η εξέτασή τους καθίσταται δυνατή μέσω των μορφολογικών και τεχνολογικών ιδιοτήτων των αγγείων, αλλά και των χαρακτηριστικών τους που σχετίζονται με την αποθετική ιστορία τους. Στην εξέλιξη της αρχαιολογικής θεωρίας και πρακτικής η κεραμική έχει γίνει αντικείμενο ποικίλων προσεγγίσεων. Η πρόσληψη της κεραμικής ως πολιτισμικού στοιχείου και ως ερευνητικού αντικειμένου, καθώς και η μελέτη των διαφορετικών ιδιοτήτων των αγγείων ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με την ερμηνευτική πρόταση. Η ενδεικτική αναφορά σε κάποιες από τις προσεγγίσεις της κεραμικής θα συμβάλει ίσως στην καλύτερη απεικόνισή της, όπως αυτή γίνεται αντιληπτή στην παρούσα εργασία. 1.2 Η θεωρητική προσέγγιση της κεραμικής Πολιτισμική-ιστορική προσέγγιση Η ταύτιση της μορφής της κεραμικής με την πολιτισμική ιστορία, όπως για παράδειγμα διατυπώθηκε στο έργο του Heurtley Prehistoric Macedonia (1939), βασίζεται στη θεωρητική παραδοχή ότι στις μορφές των αντικειμένων υλοποιούνται οι ιδέες των διαφορετικών εθνοτικών/φυλετικών ομάδων, οι οποίες αποτελούν την ουσία του κάθε πολιτισμού. Έτσι, η ομοιότητα της μορφής, ή του στιλ σε αυτό το θεωρητικό πλαίσιο, ταυτίζεται με τη νοητική και άρα την πολιτισμική ομοιότητα, και επομένως η μορφή αποτελεί δείκτη των ιστορικών συνεχειών και ασυνεχειών των πολιτισμών. Με στόχο τη χρονολόγηση, τα στιλιστικά χαρακτηριστικά οργανώνονται σε τύπους που στο πλαίσιο της πολιτισμικής-ιστορικής προσέγγισης τεκμηριώνουν και ταυτίζονται σχεδόν 11

12 με το θεωρητικό ζητούμενο (για την αναδρομή στην έννοια του στιλ στην πολιτισμικήιστορική προσέγγιση ενδεικτικά: Conkey 1990: 8, Ψαράκη 2004: 33-35). Η έννοια του πολιτισμού έχει επαναπροσδιοριστεί πολλές φορές κατά την εξέλιξη της αρχαιολογικής θεωρίας (κυρίως Binford 1962, Hodder 1982). Η τυπολογία πάντως εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως αναλυτικό εργαλείο, εμπλουτισμένη όμως με καινούριο περιεχόμενο ανάλογα με τη θεωρητική προσέγγιση και τον ερευνητικό στόχο της κάθε μελέτης [π.χ. τεχνολογία στη μελέτη του Κωτσάκη (1983)] Νέα Αρχαιολογία και διαδικαστική προσέγγιση Η συστημική αντίληψη του πολιτισμού, όπως εκφράστηκε κυρίως από τον Binford (1962: 218), συνεπάγεται τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τη μορφή στη λειτουργία των αντικειμένων, λειτουργία που θα πρέπει να εντοπίζεται στα διαφορετικά υποσυστήματα. Η νέα θεωρητική πρόταση εκφράστηκε με τη στροφή από τους στατικούς προσδιορισμούς των μορφών του υλικού πολιτισμού, των ιδεών και των πολιτισμών στα ερωτήματα σχετικά με τις διαδικασίες του πολιτισμικού συστήματος, και με τον επαναπροσδιορισμό του ερευνητικού αντικειμένου. Σε αυτό το πλαίσιο η μελέτη της κεραμικής παρουσιάζει διάσπαση αντίστοιχη με τα υποσυστήματα του πολιτισμού. Έτσι, οι τεχνολογικές/χρηστικές όψεις της κεραμικής διαχωρίζονται από τις κοινωνικές/συμβολικές, καθώς το αρχαιολογικό αρχείο των αγγείων θεωρείται ότι αντανακλά τις διακριτές παραμέτρους της ανθρώπινης δραστηριότητας. Καθώς η βασική συστημική σχέση είναι η σχέση πολιτισμού-περιβάλλοντος (Binford 1962: 218), η πρωταρχική λειτουργία είναι η προσαρμοστική. Στην αντίληψη αυτή αντιστοιχεί ο παραμερισμός της μορφολογικής ανάλυσης και η έμφαση στη μελέτη της τεχνολογίας της κεραμικής, που ταυτίζεται με τις υλικές παραμέτρους των αγγείων (Pritchard & van der Leeuw 1984: 6-9). Όπως εκφράστηκε στη συστημικήοικολογική προσέγγιση (Arnold 1985) και στη μελέτη της χρήσης των αγγείων (π.χ. Braun 1983, Steponaitis 1984) στόχος είναι η εξήγηση με τη διατύπωση διαπολιτισμικών νόμων σύμφωνα με τη θετικιστική απαίτηση. Άρα, τόσο η παραγωγή όσο και η χρήση της κεραμικής γίνονται αντιληπτές στο πλαίσιο της πρωταρχικής λειτουργίας. Αντίστοιχα, στα μορφολογικά χαρακτηριστικά αναγνωρίζεται δευτερεύουσα μόνο λειτουργία (Binford 1962: 220) και το στιλ διαχωρίζεται από την τεχνολογία, 12

13 σύμφωνα με τα διακριτά υποσυστήματα του πολιτισμού. Έτσι, η στιλιστική ή μορφολογική διαφοροποίηση αποτέλεσε το αναλυτικό εργαλείο για την προσέγγιση της κοινωνικής οργάνωσης, καθώς θεωρήθηκε αντανάκλασή της (σχετικές αναφορές: Conkey 1990: 9-10, Ψαράκη 2004: 37), ιδιαίτερα στο ρεύμα της «κεραμικής κοινωνιολογίας» (Conkey 2006: 358). Ο συσχετισμός των μορφολογικών ποιοτήτων ή του στιλ με τις κοινωνικές διαδικασίες διατυπώθηκε στην αναγνώριση του επικοινωνιακού ρόλου της διακόσμησης της κεραμικής. Ενώ λοιπόν διατηρείται η διάκριση λειτουργίας-στιλ, καθώς το στιλ αντιμετωπίζεται ως προσθήκη στα βασικά λειτουργικά χαρακτηριστικά, η μετάδοση μηνυμάτων αποτελεί μια κοινωνική λειτουργία -συλλογική ή ατομική (για μια κριτική παρουσίαση ιδιαίτερα των θέσεων του Wobst για την ανταλλαγή πληροφοριών: Conkey 1990: 10-11, Hodder & Hutson 2010: 63-72, Ψαράκη 2004: 40-41) Το κοινωνικό πλαίσιο παραγωγής της κεραμικής, η ενσωμάτωση της κεραμικής στις κοινωνικές πρακτικές και η βιογραφία των αγγείων Η διάκριση των υλικών καταλοίπων σε σφαίρες διαφορετικής λειτουργίας, με έμφαση στις υλικές παραμέτρους και τους φυσικούς περιορισμούς, και η επιδίωξη της γενικευτικής εξήγησης αποτέλεσαν τα βασικά σημεία κριτικής της διαδικαστικής προσέγγισης. Η αποκοπή της παραγωγής και της χρήσης των αγγείων από το κοινωνικό και ιστορικό τους πλαίσιο έγινε αντιληπτό ότι δεν ανταποκρίνεται στο κοινωνικό και πολιτισμικό φαινόμενο. Η έννοια του τεχνολογικού στιλ, όπως διατυπώθηκε στο πλαίσιο της συστημικής θεώρησης του πολιτισμού (Lechtman 2006 [1977]), αποτελεί μια πρώιμη αναγνώριση νοήματος στην τεχνολογία πέρα από το λειτουργικό. Σύμφωνα με τη Lechtman (2006 [1977]: ) η τεχνολογία ενσωματώνει τα πολιτισμικά νοήματα και τα επικοινωνεί μέσω του τεχνολογικού στιλ που αποτελεί συμβολικό κώδικα. Από διαφορετική οπτική εξετάζει ο Κωτσάκης (1983) τον κοινωνικό ρόλο της κεραμικής. Στη μαρξιστική θεώρηση της διαφοροποίησης της γραπτής κεραμικής της ΜΝ περιόδου στο Σέσκλο ενσωματώνονται η συστημική αντίληψη και ο κοινωνικός παράγοντας. Έτσι, σύμφωνα με τη συστημική θεωρία η μελέτη στρέφεται στις σχέσεις των αρχαιολογικών δεδομένων ώστε να εξεταστεί συνολικά η πολυπλοκότητα του πολιτιστικού φαινομένου. Ταυτόχρονα στο πλαίσιο του ιστορικού υλισμού η κεραμική 13

14 διαφοροποίηση προσεγγίζεται με αναφορά στις ανισότητες των σχέσεων παραγωγής που οργανώνουν τις ανισότητες της κοινωνικής δομής, και ανιχνεύονται αρχαιολογικά στην τυποποίηση των τεχνολογικών χαρακτηριστικών και στην κατανομή της γραπτής κεραμικής στο χώρο. Σύμφωνα με την πρώιμη διατύπωση του Sackett (1986: 268) η ισοχρηστική, δηλαδή η χρηστικά ισοδύναμη, ποικιλομορφία είναι διάχυτη σε όλες τις ιδιότητες των αντικειμένων και ενδεικτική της εθνοτικής ομάδας που την παρήγαγε. Με ανάλογες παραδοχές, η κύρια τάση της άρνησης του διαχωρισμού στιλ-λειτουργίας ή κοινωνικού-υλικού διατυπώθηκε στη στροφή στο κοινωνικό πλαίσιο παραγωγής με επίκεντρο τις έννοιες του τεχνολογικού στιλ και της κοινωνικής ταυτότητας. Ο Lemonnier (1986, 1993) αντιλαμβάνεται το τεχνολογικό σύστημα ως δυναμικό κοινωνικό φαινόμενο που συνθέτει υλικές συνθήκες, νοητικές κατηγορίες και συμβολικές αναπαραστάσεις, οικονομικές και πολιτικές παραμέτρους. Ανάλογη είναι η έννοια του κοινωνικοτεχνολογικού συστήματος που χρησιμοποιεί ο Pfaffenberger (1992: 497) για να ενοποιήσει την τεχνολογία και τα προϊόντα με το κοινωνικό πλαίσιο παραγωγής. Έτσι, η αναγνώριση της συνθετότητας του φαινομένου συνεπάγεται την απόρριψη της διάκρισης τεχνολογικού-κοινωνικού. Η έμφαση στα φυσικά χαρακτηριστικά και στους υλικούς περιορισμούς παραμερίζεται, καθώς γίνεται δεκτό ότι η λειτουργία κρίνεται κοινωνικά και πολιτισμικά (van der Leeuw 1993: 241, Pfaffenberger 1992: 496). Σύμφωνα με αυτές τις θεωρητικές παραδοχές οι τεχνικές ορίζονται κοινωνικά, καθώς είναι οι πράξεις στις οποίες υλοποιείται δυναμικά το κοινωνικό και πολιτισμικό φαινόμενο της τεχνολογίας (van der Leeuw 1993: 240, Lemonnier 1986: , 1993: 3, Mahias 1993: 158). Οι τεχνικές μάλιστα δεν εκλαμβάνονται ως μεμονωμένες δράσεις, αλλά ως εγχειρηματική αλυσίδα ή αλλιώς ως η αλληλουχία επιλογών που αναφέρεται στην ολότητα του τεχνολογικού συστήματος (Dietler & Herbich 1998: 246, van der Leeuw 1993: 240, Lemonnier 1986: 181 υποσημείωση 5, Stark 1998: 5-6). Η έννοια της επιλογής είναι βασική για την κατανόηση της κεντρικότητας της τεχνικής και για το συσχετισμό της με το τεχνολογικό στιλ και τη συλλογική ταυτότητα. Οι τεχνικές θεωρούνται το αποτέλεσμα των κοινωνικών -απρόθετων και ασύνειδων- επιλογών που βρίσκονται σε σχέση αλληλεπίδρασης με την πρακτική λειτουργία και την κοινωνική γνώση (Lemonnier 1986: , 1993: 6-7). Ως κοινωνική επιλογή ή, με διαφορετική διατύπωση, ως στιλιστικό χαρακτηριστικό η 14

15 τεχνολογική ποικιλότητα έχει θεωρηθεί σύνθετο συστατικό στοιχείο της κοινωνικής ταυτότητας (Dietler & Herbich 1989: 152, 154, Gosselain 1998: , Stark 1998: 8-9) και της κοινωνικής διαφοροποίησης (Hosler 1996: 81-82, Mahias 1993: ) ή ακόμα και της ατομικής ταυτότητας (Dietler & Herbich 1989: 152, 154). Η Mahias (1993: ) διαπίστωσε ότι η χρήση της κοπριάς στην κεραμική ύλη, η τεχνική των κουλούρων ή του τροχού, ο τρόπος εφαρμογής των δευτερευουσών τεχνικών διαμόρφωσης των αγγείων, είναι μερικές από τις παραμέτρους διάκρισης αγνού/μιασμένου κατά την παραγωγή κεραμικής στην Ινδία και άρα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης των διαφορετικών ομάδων των αγγειοπλαστών. Πάντως, το εύρος των δυνατών επιλογών ποτέ δεν είναι απεριόριστο, αλλά ορίζεται από την κοινωνική παράδοση και μάθηση (Sillar & Tite 2000: 10). Με βάση τις παραπάνω θεωρητικές παραδοχές, η Κυριατζή (2000) εξετάζει τις παραδόσεις της χειροποίητης και τροχήλατης κεραμικής της ύστερης εποχής χαλκού στην Τούμπα Θεσσαλονίκης στο κοινωνικό πλαίσιο παραγωγής και χρήσης. Η ερμηνεία που προτείνεται είναι ότι η χρήση του τροχού, που αποτελεί σημαντική τεχνολογική επιλογή και διαφοροποίηση από την κεραμική παράδοση της περιοχής, και απαιτεί την ανάπτυξη ειδικών δεξιοτήτων, προσθέτει κοινωνική αξία στα προϊόντα. Η χρήση των τροχήλατων αγγείων σε πρακτικές κατανάλωσης περιορίζει τη χρήση των χειροποίητων και επανακαθορίζει τον κοινωνικό ρόλο των παραγωγών τους. Ταυτόχρονα μεταβάλλει το νόημα των κοινωνικών αυτών πρακτικών και την κοινωνική ταυτότητα των καταναλωτών τους (Κυριατζή 2000: ). Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν μέχρι εδώ, η κεραμική γίνεται αντιληπτή ως φαινόμενο που συνθέτει υλική υπόσταση, κοινωνική αξία και πολιτισμικές αναπαραστάσεις. Τα αγγεία παράγονται με τεχνικές σε μια σειρά επιλογών ως δυναμική εκδήλωση του κοινωνικοτεχνολογικού συστήματος και ως τρόπος συγκρότησης της κοινωνικής ταυτότητας. Με την ενσωμάτωση στην ερμηνευτική πρόταση της θεωρίας της πρακτικής και της δραστικότητας, η παραγωγή, χρήση και απόρριψη του υλικού πολιτισμού δε γίνονται αντιληπτές μόνο ως κοινωνικά φαινόμενα αλλά ως πρακτικές που αποτελούν τον τρόπο δράσης και εμπειρίας των ατόμων καθώς και της κοινωνικής συγκρότησης. Στο πλαίσιο αυτής της οπτικής τα αγγεία εμπλέκονται στις παραπάνω πρακτικές με την ολότητα της υλικότητας και των νοημάτων τους. 15

16 Η σύγχρονη αρχαιολογική ερμηνεία έχει στραφεί στις θεωρίες της πρακτικής και της ενεργού δράσης όπως αναπτύχθηκαν από τους Bourdieu και Giddens (σχετικές αναφορές: Dobres & Robb 2000, Hodder & Hutson 2010: , Κωτσάκης 2008: 42, Miller 1985: 11-12). Η κοινωνική και υλική δομή γίνεται αντιληπτή ως το πλαίσιο αλλά και το αποτέλεσμα των δράσεων των διαφορετικών ατόμων και ομάδων. Τα άτομα δρουν σύμφωνα με την πρακτική γνώση ή αλλιώς τις προδιαθέσεις (habitus), που διαμορφώνονται και αναδιαμορφώνονται, σε μια σχέση αλληλεπίδρασης, από τις ίδιες δράσεις στο πλαίσιο της κοινωνικής κανονικότητας και διαπραγμάτευσης. Ο υλικός πολιτισμός ενσωματώνεται στη δραστικότητα των υποκειμένων και εμπλέκεται έτσι ενεργά στην πρακτική ερμηνεία και διαμόρφωση του κόσμου τους. Τα αντικείμενα δηλαδή προσδιορίζουν τις πρακτικές αλλά και νοηματοδοτούνται από αυτές. Αυτή η διαδικασία αμφίδρομης νοηματοδότησης στην οποία εμπλέκεται ο υλικός πολιτισμός δε συμβαίνει ανεξάρτητα από την ίδια την υλικότητά του (Hodder & Hutson 2010: 209, Κωτσάκης 2008: 50). Για τη Meskell (2005: 4-5) η ενσωμάτωση του υλικού πολιτισμού στις κοινωνικές δράσεις των ατόμων και ομάδων είναι τόσο κεντρική που δεν μπορεί να διαχωριστεί από την ανθρώπινη και κοινωνική υπόσταση. Η έννοια του υλικού πολιτισμού αναιρεί το δυισμό υλικούκοινωνικού ή αντικειμένου-υποκειμένου, καθώς το ένα συγκροτεί το άλλο (Jones 2004: 330). Σε αυτό το ερμηνευτικό πλαίσιο η τεχνολογία γίνεται αντιληπτή ως πεδίο ενεργού δράσης. Επομένως, στο επίκεντρο της πραγματοποίησης, αναδιαμόρφωσης και ερμηνείας της κοινωνίας από τα διαφορετικά μέλη της τοποθετούνται οι καθημερινές πρακτικές της παραγωγής αντικειμένων, σε μια ενοποιητική αντίληψη της μακροκλίμακας της δομής και της κοινωνικής δραστικότητας (Dobres 2010, Dobres & Hoffman 1994: , , Σκουρτοπούλου 2002: 326). Η εγχειρηματική αλυσίδα κατασκευής αποτελεί τη βάση της προσέγγισης των τεχνολογικών πρακτικών (Dobres & Hoffman 1994: 214), καθώς ενσωματώνει και συγκεκριμενοποιεί τις κοινωνικές προδιαθέσεις για δράση (Dietler & Herbich 1998: 246). Σύμφωνα με αυτόν το θεωρητικό προσανατολισμό ο Pauketat (2001: 81-83) υποθέτει ότι η πρακτική της προσθήκης οστρέων στην κεραμική ύλη των αγγείων που χρησιμοποιούνταν στις γιορτές της νέας πολιτικής πρωτεύουσας Cahokia ήταν μέρος της καθημερινής διαπραγμάτευσης και κατασκευής αυτής της νέας πολιτικής δομής. Η Dobres (2010: ) εστιάζει περισσότερο στη βιωματική και ενσώματη εμπειρία της κατασκευής 16

17 του κόσμου και του εαυτού κατά τις καθημερινές κοινωνικές πρακτικές παραγωγής και χρήσης των αντικειμένων. Στη μελέτη της Ούρεμ-Κώτσου (2006) εξετάζεται η ενσωμάτωση της κεραμικής από το νεολιθικό οικισμό Μακρύγιαλου στις πρακτικές προετοιμασίας, προσφοράς και κατανάλωσης τροφής. Ερευνητικός στόχος είναι η προσέγγιση της πρακτικής χρήσης των αγγείων και ταυτόχρονα των νοημάτων και του ρόλου της κεραμικής και της διατροφής στη διαπραγμάτευση της ταυτότητας των κοινωνικών υποκειμένων των πρακτικών αυτών. Η κοινωνική ζωή των κατοίκων του Μακρύγιαλου προσεγγίζεται όχι μόνο μέσω της μορφολογικής, τεχνολογικής και στιλιστικής ποικιλομορφίας των αγγείων, αλλά και μέσω της χημικής ανάλυσης των οργανικών καταλοίπων που διατηρούνται στα τοιχώματα των αγγείων, δηλαδή των καταλοίπων των δράσεων ενεργών ατόμων. ύο συναφείς επισημάνσεις σχετικά με τη θεωρία της πρακτικής και της δραστικότητας διευκρινίζουν την προσέγγιση της κεραμικής σε αυτήν την εργασία. Ο υλικός πολιτισμός είναι προϊόν της παραγωγικής δραστηριότητας ενεργών ατόμων τα οποία όμως, όπως υποστηρίχτηκε, δρουν σύμφωνα με τα σχήματα της κοινωνικής πρακτικής γνώσης. Επομένως, η παραγωγή αντικειμένων εκτός από τις επιλογές κατά την κατασκευή έχει αντίκρισμα και στις προδιαθέσεις και στις δραστηριότητες των χρηστών (Cumberpatch 1997). Σύμφωνα με τους Sillar & Tite (2000: 5) η αρχή της κατασκευής ενός αγγείου είναι απροσδιόριστη, αφού ο/η αγγειοπλάστης/-ρια έχει στο νου του/της τις πιθανές πρακτικές και κοινωνικές χρήσεις του αγγείου. Επιπλέον, η παραγωγή δε νοείται ανεξάρτητη από τις υπόλοιπες κοινωνικές πρακτικές, γιατί μια τέτοια θεώρηση διασπά τη βιωμένη πραγματικότητα των προϊστορικών κοινωνιών (Σκουρτοπούλου 2002: , για μια σχετική κριτική της μονοδιάστατης έμφασης στην τεχνολογική δραστηριότητα βλ. Ψαράκη 2004: 46-47). Αυτή η παρατήρηση φέρνει στο προσκήνιο την έννοια της βιογραφίας των αντικειμένων, όχι μόνο ως αναλυτικό εργαλείο που βασίζεται στις κατάλληλες ιδιότητες και στους υλικούς μετασχηματισμούς των αγγείων στις διαφορετικές δραστηριότητες (Schiffer & Skibo 1997), αλλά στο πλαίσιο της θεωρίας της πρακτικής. Ο Kopytoff (1986) αναγνωρίζει ότι η κατηγοριοποίηση και το νόημα των πραγμάτων μεταβάλλεται στη διάρκεια της ζωής τους. Καθώς ο υλικός πολιτισμός φορτίζεται και προσδιορίζει νοηματικά τις διαφορετικές πρακτικές των ενεργών υποκειμένων, το νόημα των αντικειμένων μεταβάλλεται στη διάρκεια της ζωής τους, καθώς 17

18 εμπλέκονται σε μεταβαλλόμενες κοινωνικές και ιστορικές συνάφειες (Gosden & Marshall 1999, Jones 2002: , Σκουρτοπούλου 2002). Αναγνωρίζεται δηλαδή ότι τα αντικείμενα συγκροτούν και εκφράζουν την ταυτότητα των υποκειμένων αλλά και την ενσωματώνουν στο νοηματικό τους περιεχόμενο. Η διαδικασία αυτή έχει αποδοθεί και με την έννοια του στιλ (Ψαράκη 2004: 48). Θα πρέπει επομένως ο υλικός πολιτισμός να προσεγγίζεται στην πορεία της παραγωγής, χρήσης, ανακύκλωσης και απόρριψης (Jones 2002: 85, Σκουρτοπούλου 2002: 326). Έτσι, τόσο η παραγωγή και η χρήση όσο και η απόρριψη των αγγείων ισοδυναμούν με δραστηριότητες ενεργών υποκειμένων. Είτε ως έκφραση συμβολικών δομών (Hodder 1982: , Sterner 1989: 458) είτε ως ερμηνεία και διαπραγμάτευση των κανόνων και των βιογραφικών νοημάτων (Pollard 2001) είτε ως σκόπιμη συσσώρευση για την εδραίωση σχέσεων (Chapman 2000, Harding 2006) ή ακόμα ως διαχείριση των καθημερινών απορριμμάτων, η απόρριψη ορίζεται πολιτισμικά. Οι ανθρωπογενείς αποθέσεις είναι πάντα αποτέλεσμα εμπρόθετων δράσεων (Jones 2002: ). Ανακεφαλαιώνοντας, στην εργασία αυτή η κεραμική γίνεται αντιληπτή ως όψη του υλικού πολιτισμού που εμπλέκεται ενεργά με την υλικότητα και τα νοήματά του στις καθημερινές δράσεις των υποκειμένων. Έτσι, η μορφολογική και τεχνολογική ποικιλομορφία των αγγείων θα πρέπει να ορίζει αλλά και να ενσωματώνει τη βιωματική συμπεριφορά, τις πολιτισμικές κατηγορίες, την κοινωνική γνώση και τη δραστικότητα των ατόμων στο πλαίσιο των σχετιζόμενων πρακτικών παραγωγής, χρήσης και απόρριψης. Η απόρριψη των αγγείων, μέρος της βιογραφίας τους, ανιχνεύεται στα ταφονομικά χαρακτηριστικά της κεραμικής, που προσεγγίζονται ως ίχνη της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Έτσι, η μελέτη της κεραμικής στο πλαίσιο αυτής της εργασίας εστιάζει στις μορφοτεχνολογικές ποιότητες των αγγείων, στην ποικιλότητα και στους συσχετισμούς τους. Επιπλέον, σε μια προσπάθεια κατανόησης της αποθετικής ιστορίας του κεραμικού συνόλου συνεξετάζονται τα ταφονομικά χαρακτηριστικά του. Η μελέτη στρέφεται τελικά στην κατανομή της κεραμικής στο χώρο, ώστε να προσεγγιστεί η ποικιλότητα των αγγείων στη συνάφειά της. 18

19 1.3 Μεθοδολογία: ταξινόμηση, τυπολογία, πλαίσιο συναφειών Ως βασικό μεθοδολογικό εργαλείο της αρχαιολογίας αναγνωρίζεται η ταξινόμηση, δηλαδή η οργάνωση των αντικειμένων σε κατηγορίες (Hodder & Hutson 2010: 220, Κωτσάκης 1983: 221, Ψαράκη 2004: 16). Σύμφωνα με τον Κωτσάκη (1983: ) η ταξινόμηση και η συγκρότηση τυπολογιών δε διακρίνεται από το θεωρητικό πλαίσιο της αρχαιολογικής μελέτης. Επομένως, αν αναγνωριστεί η νοηματική αλληλεξάρτηση ανάμεσα στον υλικό πολιτισμό και τις κοινωνικές πρακτικές των ενεργών υποκειμένων, τότε και η ποικιλομορφία του υλικού πολιτισμού σχετίζεται με κάποιον τρόπο με τις πολιτισμικές νοηματικές κατηγορίες. Ο Miller (1985: 10-11) αναγνωρίζει στην υλική ποικιλότητα τέτοιες διαδικασίες κατηγοριοποίησης, πώς δηλαδή η παραγωγή και χρήση των αντικειμένων συμβάλλει στην πολιτισμική ταξινόμηση και την κοινωνική αναπαραγωγή. Μια διαδικασία όμως που δεν είναι ούτε συνειδητή ούτε ρητή, αλλά βασίζεται ακριβώς στην υλική και φυσική υπόσταση των αντικειμένων. Έτσι, στόχος της ταξινόμησης της κεραμικής και της συγκρότησης της τυπολογίας σε αυτή την εργασία είναι να περιγραφεί το εύρος των ομοιοτήτων και των διαφορών των αγγείων ως προς τις ποικίλες ιδιότητές τους και να αναδειχθεί ο συσχετισμός τους (Hodder & Hutson 2010: 221, Ψαράκη 2004: 21). Η στατιστική επεξεργασία του καταγραμμένου κεραμικού υλικού επιδιώκει να εξυπηρετήσει αυτόν το στόχο. Μια τελευταία παρατήρηση σχετικά με τον τρόπο προσέγγισης των νοημάτων του υλικού πολιτισμού είναι απαραίτητη. Σύμφωνα με τους Hodder & Hutson (2010: 234) «πρέπει να κατανοήσουμε κάθε λεπτομέρεια... από την άποψη του συνόλου, και το σύνολο από την άποψη της λεπτομέρειας», όπου το σύνολο ταυτίζεται με τις συνάφειες των αντικειμένων που αποτελούν το πλαίσιό τους. Έτσι, σύμφωνα με αυτή την παραδοχή η κεραμική θα πρέπει να προσεγγίζεται όχι μόνο τυπολογικά αλλά και ως προς τους άξονες του χρόνου και του χώρου και σε σχέση με τις υπόλοιπες κατηγορίες αρχαιολογικών ευρημάτων, δηλαδή στο πλαίσιο αναφοράς της. Ο συσχετισμός αυτός αποτελεί τον τρόπο προσέγγισης των νοημάτων, καθώς προκύπτει από την ενσωμάτωση των αγγείων στις κοινωνικές πρακτικές (Hodder & Hutson 2010: , 228, Κωτσάκης 2008: 52). Αν και το θέμα αυτής της εργασίας περιορίζεται στη μελέτη της κεραμικής των δύο λάκκων, ωστόσο παραμένει ζητούμενο ο συσχετισμός 19

20 των αγγείων με τα υπόλοιπα ευρήματα, που κρίνεται αναγκαίος και για την ερμηνεία της αποθετικής ιστορίας του συνόλου. 1.4 Η σχετική χρονολόγηση της κεραμικής Οι λάκκοι στους οποίους περιέχεται η κεραμική που μελετήθηκε για αυτήν την εργασία, δε σχετίζονται στρωματογραφικά, ούτε έχουν χρονολογηθεί με κάποια τεχνική απόλυτης χρονολόγησης. Έτσι, η χρονολόγησή τους βασίζεται στα χαρακτηριστικά της κεραμικής. Η παράμετρος του χρόνου, πάντως, αποτυπώνεται σε άλλα σημεία του οικισμού στους λάκκους που τέμνουν προϋπάρχοντες λάκκους. Η αναφορά στην αρχαιολογική χρονολόγηση απαιτεί κάποιες διευκρινίσεις. Η απόδοση της μορφολογικής διαφοροποίησης στη χρονική απόσταση και η γραμμική και αντικειμενική αντίληψη του χρόνου που η απόδοση αυτή προϋποθέτει είναι γνωστό ότι έχει δεχθεί τεκμηριωμένη κριτική. Τα χαρακτηριστικά της περιοδολόγησης μπορούν να συνοψιστούν στις αρχές της στιλιστικής ομοιομορφίας και συγχρονικότητας που στο πλαίσιο αυτό τεκμηριώνουν και oρίζουν κάθε αρχαιολογική περίοδο/φάση (Ψαράκη 2004: 56). Σύμφωνα με τον Κωτσάκη (1983: 159, ) το πρόβλημα του αρχαιολογικού συγχρονισμού εντοπίζεται στην αδυναμία του να συμπεριλάβει τη χρονικότητα των κοινωνικών διαδικασιών, δηλαδή τον κοινωνικό χρόνο. Οι αρχαιολογικές περίοδοι/φάσεις συγκαλύπτουν τη βιωματική συμπεριφορά που ενσωματώνει την κοινωνική και πολιτισμική αντίληψη του χρόνου και αντίστοιχα συγκαλύπτουν τη χρονικότητα των αντικειμένων (Ψαράκη 2004: 53-54). Σύμφωνα με τα παραπάνω στη σχετική συζήτηση της περιοδολόγησης το περιεχόμενο των λάκκων θα έπρεπε να περιγράφεται ως ομοιόμορφο και ως σύγχρονο. Όπως όμως ήδη εκτέθηκε, στόχος της εργασίας είναι η περιγραφή της ποικιλομορφίας των ιδιοτήτων της κεραμικής σε κάθε λάκκο, η οποία μάλιστα θεωρείται ότι σχετίζεται με την ενσωμάτωση των αγγείων στις καθημερινές πρακτικές σύμφωνα με την κοινωνική γνώση και τις ατομικές επιλογές. Οι δράσεις αυτές χαρακτηρίζονται επιπλέον από τη χρονικότητά τους που δεν ταυτίζεται με τα καθιερωμένα αρχαιολογικά διαστήματα. εν υποστηρίζεται εδώ ότι μπορεί να οριστεί ο συγχρονισμός και το νοηματικό περιεχόμενο της χρονικότητας στη μικροκλίμακα, δηλαδή στις συγκεκριμένες κατασκευές, χρήσεις και απορρίψεις των αγγείων. Οποιαδήποτε όμως πρόταση για χρονολόγηση του περιεχομένου των λάκκων όχι 20

21 μόνο δεν αναιρεί, αλλά μάλλον επαναπροσδιορίζεται από την ποικιλομορφία του κεραμικού υλικού και την ανθρώπινη δράση που τη δημιουργεί (Ψαράκη 2004: 60). 21

22 Κεφάλαιο 2 Η πρώιμη Νεολιθική στη δυτική και κεντρική Μακεδονία και τα Ρεβένια Κορινού

23 2.1 Εισαγωγή Η αναδρομή στην έρευνα της προϊστορικής Μακεδονίας αποτελεί μια εισαγωγή στη σύγχρονη αρχαιολογική δραστηριότητα και τα αποτελέσματά της στις διαφορετικές περιοχές της κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας. Τα χαρακτηριστικά των θέσεων της πρώιμης νεολιθικής συνθέτουν το πλαίσιο του οικισμού των Ρεβενίων, όπως η ανασκαφή των Ρεβενίων και τα χαρακτηριστικά της θέσης αποτελούν το πλαίσιο συναφειών της κεραμικής που παρουσιάζεται στα επόμενα κεφάλαια. 2.2 Σύντομη επισκόπηση της προϊστορικής έρευνας στη Μακεδονία Η προϊστορική Μακεδονία αποτέλεσε ουσιαστικά για πρώτη φορά αντικείμενο έρευνας αμέσως μετά την ένταξη της περιοχής στο ελληνικό κράτος και κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι γαλλικές και βρετανικές συμμαχικές δυνάμεις ανέπτυξαν αρχαιολογική δραστηριότητα παράλληλα με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Η σημασία αυτού του ιστορικού πλαισίου μπορεί ίσως να συνοψιστεί στις ακόλουθες παρατηρήσεις. Ενώ στη νότια Ελλάδα η αρχαιολογία είχε ήδη συμβάλει στην παγίωση του ελληνικού παρελθόντος και στη σύνδεση του ελληνικού έθνους με τον κλασικό και άρα τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, στην οριοθέτηση δηλαδή της ελληνικής εθνικής ταυτότητας, η ρευστή πληθυσμιακή σύνθεση της Μακεδονίας και η απουσία εντυπωσιακών ανακαλύψεων προκάλεσαν αμηχανία και ουσιαστικά εκμηδένισαν το επίσημο ενδιαφέρον για την προϊστορία της περιοχής (Κωτσάκης 2006: 80-81). Τα χαρακτηριστικά της πρώιμης προϊστορικής έρευνας, κάποια από τα οποία ίσως ανιχνεύονται μέχρι σήμερα, διαμορφώθηκαν από τις καθιερωμένες ερμηνευτικές προσεγγίσεις της περιόδου και τις ειδικές συνθήκες και εμπειρίες των πρώτων ερευνητών. Έτσι, στα αρχαιολογικά ευρήματα αναζητήθηκαν τεκμήρια για την καταγωγή, τις σχέσεις και τις μετακινήσεις λαών. Η αναπαράσταση του παρελθόντος της Μακεδονίας βασίστηκε στην αντιπαράθεσή του προς την αιγαιακή προϊστορία, με κύριο χαρακτηριστικό την αναγνώριση της αμφίσημης λειτουργίας του χώρου ως περάσματος που τόνιζε τον παθητικό και παραδοσιακό χαρακτήρα της προϊστορικής Μακεδονίας. Παγιώθηκε έτσι η εικόνα των οριοθετημένων, ομοιογενών και αναλλοίωτων πολιτισμικών οντοτήτων, που απλοποιεί και παραμορφώνει τις 23

24 συνθήκες και την εμπειρία της προϊστορικής ζωής (Andreou et al. 2001: , Fotiadis 2001, Κωτσάκης 2007). Το έργο του Heurtley Prehistoric Macedonia (1939), όπου παρουσιάζεται η επιφανειακή και ανασκαφική έρευνά του και η προσπάθειά του για το συγχρονισμό των θέσεων με βάση την κεραμική, θεωρείται σταθμός στην έρευνα της προϊστορίας και ιδιαίτερα της Νεολιθικής της Μακεδονίας (Andreou et al. 2001: 283, Γραμμένος 1991: 23, Fotiadis 2001: 116, Κωτσάκης 2007). Σημείο αναφοράς αποτελεί και η προσπάθεια του French (1967) για επικαιροποίηση του καταλόγου των γνωστών προϊστορικών θέσεων στην κεντρική Μακεδονία (Γραμμένος 1991: 26). Στροφή στα ερευνητικά ερωτήματα και στην προσέγγιση του αρχαιολογικού υλικού σηματοδοτεί η ανασκαφή του πρώιμου νεολιθικού οικισμού της Νέας Νικομήδειας που ξεκίνησε το Το διεπιστημονικό ερευνητικό πρόγραμμα τοποθετείται στην αρχή της σύγχρονης αρχαιολογικής έρευνας στην Ελλάδα, που στράφηκε στη μελέτη του φυσικού περιβάλλοντος των κοινωνιών του παρελθόντος με την εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων (Andreou et al. 2001: , Fotiadis 1995: κυρίως 66 υποσημείωση 49, Κωτσάκης 2007). Οι παραπάνω προσεγγίσεις, ερευνητές και συνθήκες διαμόρφωσαν μαζί με τις νεότερες έρευνες τη σημερινή αρχαιολογική γνώση και πρακτική. Τα χαρακτηριστικά της τελευταίας θα επιχειρηθεί να παρουσιαστούν με βάση τις γνωστές θέσεις των πρώιμων φάσεων της Νεολιθικής στην κεντρική και δυτική Μακεδονία. 2.3 Οι πρώιμες φάσεις της Νεολιθικής στη δυτική και κεντρική Μακεδονία Η έρευνα και ο αρχαιολογικός χάρτης της ΑΝ και ΜΝ περιόδου Το αρχαιολογικό τοπίο στην κεντρική και δυτική Μακεδονία δεν είναι ομοιογενές, όπως άλλωστε δεν είναι ομοιογενή τα γεωγραφικά και κλιματολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής, οι γεωμορφικές διαδικασίες, η αρχαιολογική δραστηριότητα και πιθανότατα η νεολιθική κατοίκηση. Στην περιορισμένη έρευνα ή σε γεωμορφολογικά φαινόμενα ίσως οφείλεται η απουσία θέσεων των πρώιμων φάσεων της Νεολιθικής στις πλέον βορειοδυτικές περιοχές της Μακεδονίας, ενώ και η μοναδική επιφανειακή έρευνα στη λεκάνη της 24

25 Φλώρινας δεν απέφερε αποτελέσματα σε αυτή την κατεύθυνση (Kokkinidou & Trantalidou 1991: 95-97, Τρανταλίδου 1993). Οι πρωιμότερες ενδείξεις κατοίκησης στην περιοχή χρονολογούνται στη ΜΝ και προέρχονται από την Αυγή Καστοριάς, όπου σύμφωνα με τις ραδιοχρονολογήσεις (βαθμονομημένες) το χρονικό εύρος κατοίκησης ορίζεται π.Χ. (Στρατούλη 2007: 596) 1. Αντίθετα, η συστηματική διεπιστημονική επιφανειακή έρευνα στο νομό Γρεβενών εντόπισε 17 θέσεις με ενδείξεις ανθρώπινων δραστηριοτήτων κατά την ΑΝ (Wilkie 1999: ), ενώ στην ίδια περιοχή περιορισμένης έκτασης ανασκαφή έχει διενεργηθεί σε δύο ακόμα θέσεις των πρώιμων φάσεων της Νεολιθικής (Καραμήτρου- Μεντεσίδη 2007β: , Τουφεξής 1998). Η αρχαιολογική δραστηριότητα στην κοιλάδα του μέσου ρου του Αλιάκμονα φαίνεται άρρηκτα δεμένη με τη δημιουργία και τη διαβρωτική δράση της τεχνητής λίμνης Πολυφύτου, η οποία επέβαλε την ανάπτυξη εντατικής επιφανειακής έρευνας και τη διενέργεια σωστικών ανασκαφών στην περιοχή. ιαχρονικά, έχουν εντοπιστεί 47 νεολιθικές θέσεις, από τις οποίες 13 χρονολογούνται στην ΑΝ και 15 στη ΜΝ (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: ). Η χαμηλή τούμπα των Σερβίων, κάποτε σε αναβαθμό πάνω από τον Αλιάκμονα και σήμερα στον πυθμένα της τεχνητής λίμνης, διερευνήθηκε ανασκαφικά ήδη από το Heurtley το 1930 και κυρίως κατά τη σωστική ανασκαφή της περιόδου (Ridley et al. 2000: 5-10), που εντόπισε φάσεις κατοίκησης από την ΑΝ (στη θέση Σέρβια-Βαρυτιμίδης), κυρίως στη ΜΝ, και ως την πρώιμη εποχή χαλκού (Ridley et al. 2000: 14-15). Στην ανασκαφή των Σερβίων έχουν προστεθεί μια σειρά σωστικών ανασκαφών θέσεων ΑΝ και ΜΝ, σύμφωνα και με τα αποτελέσματα των ραδιοχρονολογήσεων για τις θέσεις Βαρεμένοι/Νησί Γουλών ( π.Χ.) και Παλιάμπελα Ροδίτη ( π.Χ.) (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 453, 457). Έτσι, μπορεί πλέον να υποστηριχτεί η πυκνή κατοίκηση της περιοχής ήδη κατά τις πρώιμες αυτές περιόδους (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 457). Στην Κίτρινη Λίμνη, τη νοτιότερη λεκάνη της περιοχής της Πτολεμαΐδας, επιφανειακές έρευνες και ανασκαφές, προσανατολισμένες στην ανθρώπινη δραστηριότητα κατά την προϊστορία αλλά και στο περιβάλλον και τη γεωλογία της περιοχής, έφεραν στο φως σημαντικό αριθμό προϊστορικών θέσεων. Η ανθρώπινη παρουσία τεκμηριώνεται σε μία θέση από την ΑΝ (5600π.Χ.), ενώ η επιφανειακή κεραμική τεσσάρων συνολικά θέσεων χρονολογείται πιθανότατα στη ΜΝ (Andreou et 1 Οι ραδιοχρονολογήσεις συγκεντρώνονται στο παράρτημα Ι. 25

26 al. 2001: 290). Στον παλαιότερο αυτόν απολογισμό θα πρέπει να προστεθούν τα αποτελέσματα των σωστικών ανασκαφών της τελευταίας δεκαετίας (Καραμήτρου- Μεντεσίδη 2009) με ραδιοχρονολογήσεις από τη θέση Βρύση Ποντοκώμης στα π.Χ. (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2009: 119) και από τη θέση Φυλλοτσαΐρι Μαυροπηγής στα /50 και , π.Χ. (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2009: 122). Τον αρχαιολογικό χάρτη της ευρείας περιοχής από τη λεκάνη του Αμυνταίου ως την Αριδαία διαμορφώνουν μεμονωμένες αναφορές (Τρανταλίδου 1993: 1597, 1614) και σωστικές ανασκαφές θέσεων αυτής της πρώιμης περιόδου (Ζιώτα & Μοσχάκης 1997, Κώτσος 1995, Χρυσοστόμου et al. 2003), με μία βαθμονομημένη ραδιοχρονολόγηση ( π.Χ.) από τη θέση Άψαλος-Γραμμή (Χρυσοστόμου et al. 2003: 514). Η σωστική ανασκαφή στη θέση Γιαννιτσά Β αποκαλύπτει τμήματα του οικισμού με ενδείξεις κατοίκησης από την ΑΝ ως την πρώιμη εποχή χαλκού (Χρυσοστόμου 1996: ). Ραδιοχρονολογήσεις τοποθετούν την πρώιμη φάση του οικισμού στα μέσα της 7 ης χιλιετίας π.χ. (Whitley : 71). Μία ακόμα ανασκαμμένη θέση της ΑΝ στην περιοχή των Γιαννιτσών είναι ο Αξός Α (Χρυσοστόμου 1997β: ). Πολύ λιγότερα είναι τα στοιχεία για τη ΜΝ περίοδο της περιοχής (Χρυσοστόμου 1997α: , Χρυσοστόμου 1997β: 164), γεγονός που έχει προκαλέσει ερωτήματα για τα κριτήρια αναγνώρισης και διάκρισης των πρώιμων φάσεων της νεολιθικής περιόδου (Andreou et al ). Αναφέρθηκε ήδη το ανασκαφικό πρόγραμμα στη Νέα Νικομήδεια, το οποίο αποτελεί σημείο αναφοράς τόσο για τη μεθοδολογία όσο και για τη σχετική χρονολόγηση των θέσεων της περιόδου της ευρύτερης περιοχής της Μακεδονίας. Οι ραδιοχρονολογήσεις για τις τρεις οικοδομικές φάσεις της ΑΝ δημοσιεύονται μη βαθμονομημένες (Wardle 1996: 195), θα μπορούσαν πάντως να τοποθετηθούν στο χρονικό εύρος π.Χ. (Andreou et al. 323). Στην κεντρική Μακεδονία παρά τις επιφανειακές έρευνες του Γραμμένου και του Φωτιάδη (Γραμμένος 1991: 27-28) και την εντατική επιφανειακή έρευνα των Ανδρέου και Κωτσάκη στο δυτικό τμήμα της λεκάνης του Λαγκαδά (Andreou & Kotsakis 1999), δεν είχαν εντοπιστεί μέχρι πρόσφατα ενδείξεις κατοίκησης του ευρύτερου χώρου πριν την προχωρημένη ΜΝ. Με τα αποτελέσματα των πρόσφατων όμως ερευνών έχει αναθεωρηθεί η χρονολόγηση της πρωιμότερης κατοίκησης στην 26

27 κεντρική Μακεδονία στο τέλος της ΜΝ ή στην αρχή της ΝΝ, που βασιζόταν στην κεραμική από τα Βασιλικά (Andreou et al ) 2. Έτσι, τεκμηριώνεται πλέον η ανθρώπινη παρουσία στη λεκάνη του Λαγκαδά κατά την ΑΝ (Λιούτας & Κώτσος 2008) και ΜΝ περίοδο (Kotsos & Urem-Kotsou 2006: 195, Τζαναβάρη & Φίλης 2009: ). Ενδείξεις κατοίκησης κατά τη ΜΝ περίοδο αναφέρονται και για τη Μεσημεριανή Τούμπα, τον επίπεδο-εκτεταμένο νεολιθικό οικισμό που κατοικήθηκε σε όλη τη διάρκεια της προϊστορίας (Kotsos & Urem-Kotsou 2006: 197). Αξίζει ακόμα να αναφερθούν οι επίπεδοι-εκτεταμένοι οικισμοί με αρχαιολογικές επιχώσεις από την όψιμη ΜΝ και ΝΝ περίοδο που εντοπίστηκαν στην περιοχή της Θεσσαλονίκης ( ΕΘ: Παππά 2008: 55-66, Θέρμη: Kotsos & Urem-Kotsou 2006: 197, Παππά 2008: 71-74, Σταυρούπολη: Kotsos & Urem-Kotsou 2006: 196, Μακρύγιαλος: Παππά 2008: ). Στην Πιερία, η πανεπιστημιακή ανασκαφή στη θέση Παλιάμπελα Κολινδρού έθεσε από την αρχή ως βασικό ερευνητικό στόχο την κατανόηση της οργάνωσης του χώρου, που κατοικήθηκε σε όλη τη διάρκεια της νεολιθικής περιόδου, μέσα από το πρίσμα των δραστηριοτήτων των κατοίκων του νεολιθικού οικισμού. Τη θέση χαρακτηρίζει η δυνατότητα παρακολούθησης του σταδιακού μετασχηματισμού του εκτεταμένου στο χαμηλό λόφο οικισμού κατά την ΑΝ σε οικισμό του τύπου τούμπας στις μεταγενέστερες φάσεις κατοίκησης (Kotsos & Urem-Kotsou 2006: ). Ενδείξεις ανθρώπινης παρουσίας κατά την ΑΝ εντοπίστηκαν 8μ. κάτω από την επιφάνεια του εδάφους στον Κάτω Άγιο Γιάννη. Πρόκειται για επίπεδο-εκτεταμένο οικισμό με λάκκους σε αραιή διάταξη (Παππά 2008: 32). Στους πρόποδες των Πιερίων σωστική ανασκαφή στη θέση Ρητίνη αποκάλυψε κατάλοιπα κατοίκησης κατά τις πρώιμες φάσεις της νεολιθικής (Kotsos & Urem-Kotsou 2006: 199), ενώ αναφέρονται επίσης ενδείξεις κατοίκησης κατά τη ΜΝ στη θέση Κεραμαριά στα Πιέρια σε ημιορεινή περιοχή (Κοτταρίδη 2002: ). Συνοψίζοντας, η αρχαιολογική έρευνα των πρώιμων φάσεων της Νεολιθικής φαίνεται να αναπτύσσεται παράλληλα με έργα δημόσιου ή ιδιωτικού ενδιαφέροντος, στο πλαίσιο σωστικών προγραμμάτων, με τη μορφή κυρίως περιορισμένων σε έκταση ανασκαφών αλλά και επιφανειακών ερευνών. Η υλοποίηση προγραμμάτων με σαφή ερευνητικά ερωτήματα μάλλον σπανίζει. εν έχουν ερευνηθεί στον ίδιο βαθμό όλες οι περιοχές της κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας, ενώ και οι λίγες περιπτώσεις συστηματικής έρευνας δεν υπήρξαν το ίδιο καρποφόρες για την περίοδο που 2 εν έχει υπάρξει ανάλογη εξέλιξη για την ανατολική Μακεδονία και Θράκη (Andreou et al. 2001). 27

28 εξετάζεται εδώ. Παρά τα χαρακτηριστικά αυτά έχει αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των θέσεων με ενδείξεις ανθρώπινης δραστηριότητας από τις πρώιμες φάσεις της Νεολιθικής, σε καμία όμως περίπτωση δεν υποστηρίζεται χρονολόγηση στις αρχικές φάσεις της ΑΝ. Πάντως, έχει επισημανθεί η ανάγκη κατανόησης τόσο των γεωμορφολογικών φαινομένων μέσω συστηματικής και γεωγραφικά ορισμένης έρευνας όσο και του χαρακτήρα των θέσεων πριν την εξαγωγή συμπερασμάτων για την προϊστορική κατοίκηση (Andreou et al. 2001: 296, 307, Kotsos & Urem-Kotsou 2006: 202). Τέτοια έρευνα έχει πραγματοποιηθεί στη βόρεια Πιερία, όπου η εικόνα του αρχαιολογικού τοπίου έχει διαμορφωθεί, πέρα από τις ανασκαφικές δραστηριότητες, από τη γεωαρχαιολογική έρευνα στο κεντρικό τμήμα της περιοχής. Η έρευνα αυτή έχει αναδείξει την απατηλή εντύπωση του σταθερού φυσικού περιβάλλοντος, το οποίο πέρα από περιόδους σταθερότητας γνωρίζει ποικίλα επεισόδια αποσταθεροποίησης. Η σημασία αυτής της διαπίστωσης είναι διπλή. Το τοπίο που εκμεταλλεύονταν, βίωναν και διαμόρφωναν οι προϊστορικοί κάτοικοι της περιοχής διέφερε σημαντικά από το οικείο μας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η ακτογραμμή στην περιοχή του Κορινού στο τέλος της ΑΝ και στην αρχή της ΜΝ βρισκόταν 4-5χλμ. δυτικά της σημερινής. Ταυτόχρονα, οι δυναμικές γεωμορφικές διαδικασίες αποτελούν βασικό παράγοντα διατήρησης και ορατότητας των αρχαιολογικών θέσεων. Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα σε λόφους έχουν υποστεί τη διάβρωση που είναι απόλυτα αναμενόμενη σε αυτά τα περιβάλλοντα, με αποτέλεσμα την παραμόρφωση της αρχαιολογικής εικόνας, ιδιαίτερα στις θέσεις με μικρό πάχος επιχώσεων. Ο βαθμός διατήρησης των επιχώσεων των Ρεβενίων είναι αποτέλεσμα τέτοιων διαδικασιών διάβρωσης. Αντίστοιχα, οι αλλουβιακές αποθέσεις στις πεδιάδες και κοιλάδες της περιοχής δυσχεραίνουν τον εντοπισμό προϊστορικών θέσεων στη σημερινή επιφάνεια του εδάφους, ενώ μια τέτοια περίπτωση αποκλείεται για σημαντικό μέρος της πεδιάδας του Κορινού, καθώς διαμορφώθηκε μετά την ύστερη αρχαιότητα (Krahtopoulou 2003, Κραχτοπούλου υπό εκτύπωση, Μπέσιος & Κραχτοπούλου 2001). Η περίπτωση του εκτεταμένου οικισμού της ΑΝ (6700/ BC) που καλυπτόταν από 11μ. αλλουβιακών αποθέσεων φανερώνει το βαθμό παραμόρφωσης του αρχαιολογικού τοπίου της περιοχής ιδιαίτερα για την προϊστορική περίοδο (Krahtopoulou 2003: 457). Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και παρά τα κενά στην αρχαιολογική και γεωμορφολογική έρευνα, θα επιχειρηθεί μια σύντομη σύνοψη των χαρακτηριστικών 28

29 των καταλοίπων της ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή της κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας κατά τις πρώιμες φάσεις της νεολιθικής περιόδου Οι οικισμοί, η οργάνωση του χώρου και η αρχιτεκτονική Η ανάπτυξη των πρώτων εκτεταμένων ανασκαφικών δραστηριοτήτων στις τούμπες των Σερβίων και της Νέας Νικομήδειας δεν είναι ανεξάρτητη από τον προσανατολισμό της έρευνας που είχε ταυτίσει τη νεολιθική κατοίκηση στη Μακεδονία με τη διαμόρφωση γηλόφου (Fotiadis 2001: 120, Kotsakis 1999: 66). Η διαδικασία αυτή ανιχνεύεται καλύτερα στην τούμπα της Νέας Νικομήδειας έκτασης 24στρ., όπου στη διάρκεια της ΑΝ ο χώρος του οικισμού φαίνεται πως διαμορφώθηκε από ομάδες οικημάτων, αποτέλεσμα της διαδοχικής ανοικοδόμησης των κτισμάτων στο ίδιο σημείο σε τρεις φάσεις (Pyke 1996: 48). Παράλληλα με τις πρόσφατες ανασκαφές θέσεων με τη μορφή χαμηλών γηλόφων που χρονολογούνται στις πρώιμες φάσεις της νεολιθικής (π.χ. Χονδρογιάννη- Μετόκη 2009: 453, 457), εντοπίζονται ανασκαφικά και επίπεδοι-εκτεταμένοι οικισμοί, όπου η κατοίκηση αναπτύσσεται οριζόντια σχηματίζοντας ρηχές επιχώσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα πρόκειται για επίπεδους οικισμούς μικρής έκτασης με μία μόνο φάση κατοίκησης. Έτσι, πέρα από τις σχετικές παρατηρήσεις από την επιφανειακή έρευνα στα Γρεβενά (Wilkie 1999: 1347, 1350), την εικόνα αυτή ενισχύουν τα ανασκαφικά δεδομένα από τις επίπεδες-εκτεταμένες θέσεις ροσιά Έδεσσας (Κώτσος 1995) και Άψαλος-Γραμμή στην Αριδαία (Χρυσοστόμου et al. 2003). Λοιπά παραδείγματα προσφέρουν οι πρώιμες θέσεις από τη λεκάνη του Λαγκαδά Μικρή Βόλβη, με υπολογιζόμενη έκταση περίπου 3στρ. και χρονολόγηση με βάση τα χαρακτηριστικά της κεραμικής στην ΑΝ περίοδο (Λιούτας & Κώτσος 2008), και οι θέσεις της πρώιμης ΜΝ Λητή Ι (Τζαναβάρη & Φίλης 2009: ) και Λητή ΙΙΙ που θεωρείται εκτεταμένος οικισμός που ίσως ξεπερνούσε σε έκταση τα 100στρ. (Τζαναβάρη & Φίλης 2009: 373). Σχετικά με την οργάνωση του χώρου στο εσωτερικό των οικισμών τα στοιχεία είναι μάλλον περιορισμένα λόγω των ανασκαφικών πρακτικών και δεν προσφέρονται για γενίκευση. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στα Σέρβια μεταξύ των πασσαλόπηκτων κτισμάτων αναγνωρίστηκαν αυλές, δηλαδή ανοιχτοί χώροι απορριμματικοί και εργαστηριακοί. Αποθηκευτικοί χώροι εντοπίστηκαν τόσο στο εσωτερικό, σε 29

30 χαμηλότερο επίπεδο από το δάπεδο ως ειδικός χώρος, όσο και στο εξωτερικό των σπιτιών, με τη μορφή ελαφρών κατασκευών (Ridley et al. 2000: 91-92). Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ύπαρξη τάφρου στο κέντρο της θέσης που αναφέρει ο Heurtley. εν είναι γνωστό αν περιμετρικά του γηλόφου υπήρχε κάποια οριοθέτηση, καθώς η περιοχή δεν έχει ερευνηθεί (Ridley et al. 2000: 97). Αρκετά στοιχεία σώζονται για την οργάνωση του χώρου στον επίπεδο-εκτεταμένο οικισμό της Αψάλου. Στο νότιο και στο βόρειο όριο του ανασκαμμένου χώρου και σε απόσταση 70μ. αποκαλύφθηκαν τμήματα δύο ορυγμάτων που αποδίδονται σε μία τάφρο, σύμφωνα με την κατεύθυνση και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά τους που παραπέμπουν στις τάφρους άλλων θέσεων της νεολιθικής περιόδου. Στην περιοχή μεταξύ των ορυγμάτων αποκαλύφθηκαν συνολικά 28 λάκκοι σκαμμένοι στο φυσικό έδαφος και πιθανά κατάλοιπα πασσαλόπηκτων και υπόσκαφων οικημάτων. Οι λάκκοι που έχουν εντοπιστεί στην περιοχή μπορεί να είχαν κάποια βοηθητική λειτουργία σε σχέση με τα επίγεια οικήματα (Χρυσοστόμου et al. 2003). Στα Γιαννιτσά Β σημαντικό στοιχείο του χώρου του οικισμού αναδεικνύεται ένα δίκτυο τάφρων που κατασκευάστηκε τμηματικά και χρησιμοποιήθηκε σύμφωνα με τον ανασκαφέα ως πιθανό σύστημα υδρευτικών και αρδευτικών καναλιών από το τέλος της ΑΝ μέχρι τα μέσα της ΜΝ περιόδου (2003: ). Με επιφύλαξη αναφέρεται στη δημοσίευση της Νέας Νικομήδειας η πιθανότητα να χρονολογούνται στην ΑΝ περίοδο κάποιες από τις τάφρους που εντοπίστηκαν στον οικισμό (Pyke 1996: 52). Τάφρος περιέβαλλε τον οικισμό Λητή Ι (Τζαναβάρη & Φίλης 2009: 369) Ίχνη της ανθρώπινης παρουσίας στα Παλιάμπελα κατά την ΑΝ εντοπίζονται σε τάφρο και σε σειρά λάκκων σκαμμένων στο φυσικό έδαφος. Τάφρος ορίζει τον οικισμό και κατά τη ΜΝ. Τα οικιστικά κατάλοιπα της περιόδου αποτελούν πυκνά δομημένα τετράπλευρα κτίσματα που σχετίζονται με λιθόστρωτους ανοιχτούς χώρους. Σημειώνεται επίσης το ενδεχόμενο της μετακίνησης της κατοίκησης στη διάρκεια της περιόδου (Kotsos & Urem-Kotsou 2006: ). Στη Νέα Νικομήδεια αναγνωρίστηκαν 24 οικήματα. Πρόκειται για τετράπλευρα κτίσματα, των οποίων οι τοίχοι θεμελιώνονταν σε τάφρους και σχηματίζονταν από πασσάλους και κάθετα τοποθετημένα καλάμια και κλαδιά επιχρισμένα με στρώσεις πηλού. Με ανάλογο τρόπο ίσως κατασκευάζονταν οι στέγες. Τα δάπεδα διαμορφώνονταν από πατημένο πηλό ή πηλό με χαλίκια. Η κάτοψη, οι διαστάσεις, ο προσανατολισμός και οι κατασκευαστικές τεχνικές δε διαφοροποιούνται σημαντικά στις τρεις οικοδομικές φάσεις. Λόγω των μεγάλων διαστάσεών του και των ευρημάτων 30

31 του ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα ένα κτίσμα της φάσης 1 που οικοδομήθηκε στο ίδιο σημείο με τα ίδια χαρακτηριστικά στη φάση 2, για το οποίο πιθανολογείται κάποια ειδική χρήση (Pyke 1996: 39-46). Τα πασσαλόπηκτα οικήματα θεμελιωμένα σε τάφρους αποτελούν αρχιτεκτονικό στοιχείο που φαίνεται να επαναλαμβάνεται στην ευρύτερη περιοχή (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2009: 124, Ridley et al. 2000: 71-75, Τουφεξής 1998: 18-19, Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 453, 459, Χρυσοστόμου 1997β: 160, ), ενώ σπάνια αναφέρεται η χρήση λίθινων θεμελίων (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2009: 112, Ridley et al. 2000: 79). Στα Σέρβια (φάσεις 3 και 4 της ΜΝ) έχει διατυπωθεί η υπόθεση για την ύπαρξη διώροφων κτισμάτων (Ridley et al. 2000: 72). Εκτός από τα πασσαλόπηκτα κτίσματα, οικιστική χρήση πιθανολογείται σε κάποιες περιπτώσεις και για ορύγματα σκαμμένα στο φυσικό (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2007β: , Κοτταρίδη 2002: 531, Τζαναβάρη & Φίλης 2009: ). Στο Φυλλοτσαΐρι Μαυροπηγής διαπιστώθηκε ο μετασχηματισμός ενός οικήματος από δίχωρο υπόγειο σε ημιυπόγειο και στη συνέχεια σε ισόγειο με παράλληλη αύξηση του εμβαδού του από 25 σε 100τ.μ. (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2009: ). Στη Μικρή Βόλβη τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα συνίστανται σε 138 λάκκους, σκαμμένους στο φυσικό έδαφος με ακανόνιστη διάταξη, και σε υπολείμματα τριών οικημάτων. Οι λάκκοι παραμένουν μάλλον απροσδιόριστοι ως προς τη χρήση τους, για δύο από αυτούς όμως πιθανολογείται λόγω του μεγέθους τους οικιστική χρήση. Τα κτίσματα που ερμηνεύονται ως κατοικίες είναι επίγεια, πιθανότατα παραλληλόγραμμα, με τοιχώματα από ξύλο και πηλό και δάπεδα από πατημένο χώμα (Λιούτας & Κώτσος 2008: ). Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της πρώτης φάσης κατοίκησης στη Σταυρούπολη (όψιμη ΜΝ) τεκμηριώνουν κατοίκηση σε υπόσκαφα οικήματα με διάμετρο που φτάνει τα 5μ. (Kotsos & Urem-Kotsou 2006: 196) Η κεραμική Με ελάχιστες εξαιρέσεις οι αναφορές στην κεραμική περιορίζονται σε προκαταρκτικές παρατηρήσεις για την τυπολογία με στόχο την ανίχνευση των πολιτισμικών σχέσεων και τη χρονολόγηση των θέσεων. Έτσι, η κεραμική χρησιμοποιείται ως εργαλείο για το συσχετισμό της νεολιθικής Μακεδονίας με το βαλκανικό Βορρά και τη Θεσσαλία (Κώτσος 1995: , Λιούτας & Κώτσος 2008: 244, Ridley et al. 2000: 5, Τρανταλίδου 1993: 1597, 1614, Wilkie 1999: 31

32 1348, Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 460, Χρυσοστόμου 1992: , 1994: και υποσημείωση 4). Στην Πιερία σχετικές παρατηρήσεις έχουν διατυπωθεί για την κεραμική των Παλιαμπέλων που παρουσιάζει χαρακτηριστικά τόσο της Θεσσαλίας όσο και των Βαλκανίων (Kotsos & Urem-Kotsou 2006: ) και για την κεραμική του Μακρύγιαλου που στην πρώτη φάση παραλληλίζεται και με θεσσαλικές κεραμικές κατηγορίες και με την ευρύτερη κεραμική παράδοση της ΝΝ των Βαλκανίων, ενώ στη δεύτερη φάση (ΝΝΙΙ) παρουσιάζει εντονότερα στοιχεία θεσσαλικού πολιτισμού (Pappa & Besios 1999: ). Αντίστοιχα, η σχετική χρονολόγηση βασίζεται στο υλικό από τη Νέα Νικομήδεια και τα Σέρβια, αλλά και στις κεραμικές ακολουθίες που έχουν σχηματιστεί για τις θεσσαλικές και νότιες βαλκανικές θέσεις. Όπως έχει επισημανθεί όμως για τη νεολιθική Μακεδονία με αφορμή την τυπολογία των οικισμών (Kotsakis 1999: 69) και των ειδωλίων (Nanoglou 2006) θα πρέπει να αποφεύγεται η επιβολή της γενικευτικής εικόνας και να αναζητείται η ιδιαιτερότητα του κάθε ιστορικού και πολιτισμικού πλαισίου. Η ερμηνεία άλλωστε της διαφοροποίησης μόνο με αναφορά στην ταύτιση με φάσεις και υποφάσεις των περιόδων των καθιερωμένων σχημάτων επιβάλλει κάποια επιφύλαξη, πολύ περισσότερο αφού η εγκυρότητα και η χρησιμότητα των κεραμικών ακολουθιών έχει αμφισβητηθεί και για τις περιοχές για τις οποίες αναπτύχθηκαν (Andreou et al. 2001: 280, 287). 2.4 Η θέση Ρεβένια Κορινού Η ανασκαφή Η θέση Ρεβένια (Μπέσιος et al. 2003: 383, Μπέσιος et al. 2005: , Μπέσιος & Αδακτύλου 2006), στη μικρή κοιλάδα δυτικά του Κορινού της βόρειας Πιερίας (εικόνα 2.1), εντοπίστηκε κατά την προκαταρκτική έρευνα της ΙΣΤ ΕΠΚΑ που διενεργήθηκε το 2001 με αφορμή την ανοικοδόμηση πτηνοτροφικής μονάδας. Με τη διάνοιξη δύο δοκιμαστικών τομών αποκαλύφθηκαν τμήματα του οικισμού, ενώ κατά τις τρεις περιόδους της σωστικής ανασκαφής, το 2002 και 2003 υπό τη διεύθυνση της ΙΣΤ ΕΠΚΑ και το 2004 υπό τη διεύθυνση της ΚΖ ΕΠΚΑ, ανασκάφτηκε έκταση περίπου 850τ.μ. (εικόνα 2.2, σχέδιο 2.1). 32

33 Οι ανασκαφείς βασίζονται στην κεραμική για να αναγνωρίσουν δύο φάσεις κατοίκησης κατά την ΑΝ περίοδο, αφού δεν έχουν γίνει ραδιοχρονολογήσεις. Ο οικισμός κατατάσσεται στον τύπο του επίπεδου-εκτεταμένου με συνολική έκταση, με βάση τη διασπορά των επιφανειακών ευρημάτων, 40στρ. Λίγες επιφανειακές ενδείξεις μαρτυρούν την ανθρώπινη παρουσία στο χώρο κατά την ύστερη κλασική μέχρι την παλαιοχριστιανική περίοδο Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα Συνολικά ανασκάφτηκαν 86 λάκκοι ανοιγμένοι στο φυσικό έδαφος, 71 πασσαλότρυπες και 3 αυλάκια. Η πυκνότητα των λάκκων παρουσιάζει κάποια διαφοροποίηση στο χώρο, καθώς είναι μεγαλύτερη στο ανατολικό τμήμα σε σύγκριση με το δυτικό, ενώ στο κέντρο του ανασκαμμένου χώρου εντοπίστηκαν λίγοι λάκκοι (4) και περισσότερες πασσαλότρυπες (22). Ως προς το σχήμα τους οι λάκκοι διακρίνονται σε κυκλικούς, ελλειψοειδείς και ορθογώνιους. Η διάμετρος των πρώτων κυμαίνεται από 0,5 μέχρι 5,2μ., ενώ οι διαστάσεις των ορθογώνιων φτάνουν μέχρι 3,25Χ2,95μ. (Λάκκος 11). Το βάθος των επιχώσεων μετρήθηκε από λίγα εκατοστά (0,07μ.) μέχρι 1,68μ., αν και διαπιστώθηκε διαφορετικός βαθμός διάβρωσης στα τμήματα του ανασκαμμένου χώρου. Σχετικά με τη χρήση των λάκκων, τα κάθετα τοιχώματα με διαμορφωμένους αναβαθμούς παραπέμπουν σε χώρους αποθήκευσης υπόγειων ή ημιυπόγειων οικιών. Οι μεγαλύτεροι από τους λάκκους με αυτά τα χαρακτηριστικά ίσως ήταν χώροι διαμονής, αν και θεωρείται πιθανότερη η αποθηκευτική τους χρήση. Οι μεγάλων διαστάσεων λάκκοι είχαν συνήθως μεγάλο βάθος επιχώσεων με πλούσιο και ποικίλο περιεχόμενο, δηλαδή κεραμική, οστά ζώων, αχυροπηλούς (πιθανά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα) και όστρεα, σε κάποιες περιπτώσεις σε πολύ μεγάλες ποσότητες. Οι ορθογώνιοι λάκκοι αντιπροσωπεύονται με λίγα παραδείγματα που ίσως αποτελούν τον υπόγειο χώρο υπέργειων ορθογώνιων οικημάτων. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα θεωρείται ο μεγάλος και βαθύς Λάκκος 11, με ορθογώνια κάτοψη στο ανώτερο τμήμα του και κυκλικό σχήμα στο πυθμένα του. Οι λάκκοι διακρίνονται με βάση το περιεχόμενό τους σε λάκκους κεραμικής, λάκκους οστών και λάκκους με λίγα ευρήματα (σχέδιο 2.2). Λάκκοι κεραμικής χαρακτηρίζονται όσοι περιέχουν κυρίως κεραμική, ανεξάρτητα αν αυτή βρέθηκε σε 33

34 μεγάλη ή όχι ποσότητα. Οι λάκκοι οστών μπορεί να περιέχουν οστά σε ποσότητα μεγάλη ή μεγαλύτερη από τα άλλα ευρήματα. Πάντως από τους λάκκους αυτούς δε συλλέχτηκε καθόλου κεραμική ή συλλέχτηκε λίγη μόνο από τα ανώτερα στρώματα, ενώ σε κάποιους λάκκους οστών παρατηρείται υψηλή συχνότητα απολεπισμένων εργαλείων. Οι λάκκοι με λίγα ευρήματα δε χαρακτηρίζονται από το είδος των περιεχομένων αλλά από τη σπανιότητά τους. Η διάκριση των λάκκων ως προς το περιεχόμενό τους φαίνεται να αντιστοιχεί και στην κατανομή τους στο χώρο, καθώς οι λάκκοι κεραμικής εντοπίζονται στο ΝΑ και Β τμήμα του ανασκαμμένου χώρου, οι λάκκοι οστών και οι λάκκοι με λίγα ευρήματα στα ΒΑ, ενώ οι 4 λάκκοι του κεντρικού τμήματος περιέχουν κυρίως κεραμική. Οι λάκκοι οστών μάλιστα είναι πυκνά διατεταγμένοι και συχνά τα τοιχώματά τους καταστρέφουν τα τοιχώματα προγενέστερων λάκκων. Στη ΒΑ περιοχή του ανασκαμμένου χώρου συλλέχτηκε από την επίχωση ελλειψοειδούς λάκκου μεγάλη ποσότητα αχυροπηλών, που είχαν αποτεθεί σε πέντε αλλεπάλληλες στρώσεις, πλιθιά και αργοί λίθοι. Οι αχυροπηλοί ερμηνεύονται ως τα κατάλοιπα κατασκευής που στεκόταν στον ίδιο χώρο. Τα υπόλοιπα ευρήματα σπανίζουν. Οι πασσαλότρυπες στην πλειονότητά τους σχετίζονται με τους λάκκους, με τρόπο όμως απροσδιόριστο και ασαφή ως προς την κάτοψη των κατασκευών. ύο σύνολα πασσαλοτρυπών παραπέμπουν σε ορθογώνια οικήματα. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για μια συγκέντρωση στη ΝΑ περιοχή του ανασκαμμένου χώρου που ίσως αποτελεί τα υπολείμματα των τοίχων οικήματος, πιθανόν όχι μονόχωρου. Το δεύτερο σύνολο εντοπίστηκε στο κεντρικό τμήμα της ανασκαφής. Ως πιθανά κατάλοιπα ορθογώνιων κτισμάτων, συγκεκριμένα της θεμελίωσής τους, αναφέρονται τα τρία αυλάκια που σώζονται αποσπασματικά σε δύο σημεία του ανασκαμμένου χώρου. Έτσι, συνυπάρχουν στο χώρο τρία είδη κτισμάτων: τα κυκλικά ή ελλειπτικά υπόσκαφα, τα ορθογώνια υπόσκαφα και τα υπέργεια πασσαλόπηκτα, χωρίς να είναι ξεκάθαρο το ζήτημα της ταυτόχρονης χρήσης τους Οι ταφές Κοινό χαρακτηριστικό των πέντε ταφών που αποκαλύφθηκαν στο σύνολο του ανασκαμμένου χώρου είναι η συνεσταλμένη στάση των νεκρών. Κοντά στον πυθμένα 34

35 του Λάκκου 11 εντοπίστηκαν δύο πολύ καλά διατηρημένοι σκελετοί χωρίς τη συνοδεία κτερισμάτων (εικόνα 2.3). Στην ίδια περιοχή σε ανώτερα στρώματα είχαν βρεθεί άλλες δύο ταφές κατά την προκαταρκτική έρευνα του χώρου. Η πέμπτη ταφή διερευνήθηκε ανασκαφικά σε μικρό κυκλικό λάκκο. Οστά δύο ακόμα σκελετών συλλέχτηκαν από διαταραγμένες επιχώσεις Τα ευρήματα Πλούσια χαρακτηρίζονται τα ευρήματα σε ποσότητα και ποικιλία. Πέρα από την κεραμική, αναφέρονται μεγάλες ποσότητες οστών και οστρέων. Τα οστά πιθανολογείται ότι προέρχονται κυρίως από αιγοπρόβατα, βοοειδή και χοίρους. Σε αρκετά από αυτά που προέρχονται από τους λάκκους οστών διατηρούνται ίχνη από την εξαγωγή του μεδουλιού. Τα όστρεα ανήκουν κυρίως στο είδος cerastoderma glaucum, Poiret. Μεγάλος αριθμός αχυροπηλών, που σε κάποιες περιπτώσεις ίσως διατηρούν αποτυπώματα οργανικών υλικών, καθώς και κάποια τμήματα δαπέδων και πλιθιά αποτελούν πιθανά κατάλοιπα κτισμάτων. Τα λίθινα εργαλεία ανήκουν κυρίως στην κατηγορία των τριπτών, ακολουθούν τα απολεπισμένα, ενώ σημαντικά μικρότερος είναι ο αριθμός των λειασμένων. Τον κατάλογο των ευρημάτων συμπληρώνουν πολλά οστέινα εργαλεία, αποστρογγυλεμένα όστρακα, πήλινοι πεσσοί, ελάχιστα πήλινα πηνία, χάντρες, μικρός αριθμός περίαπτων, όστρεα με οπή, ελάχιστα κουμπιά, 41 ενώτια, πήλινα ειδώλια, σφραγίδες και λίγα πιθανά θραύσματα από ομοιώματα σπιτιών Ο Λάκκος 7 Ο Λάκκος 7 (σχέδιο 2.3, σχέδιο 2.4 εικόνα 2.4) εντοπίστηκε στην ανατολική περιοχή του ανασκαμμένου χώρου. Τα κάθετα σκαμμένα τοιχώματά του σχηματίζουν κυκλική κάτοψη. Οι διαστάσεις του μετρήθηκαν στον άξονα Β-Ν 3,2μ. και στον άξονα Α- 1,7μ. Ανήκει στη μικρή κατηγορία λάκκων με βάθος επιχώσεων μεγαλύτερο του 1μ., καθώς οι επιχώσεις του φτάνουν το 1,63μ. Ο πυθμένας του είναι επίπεδος με ωοειδή βάθυνση στα βόρεια. Με βάση τα περιεχόμενά του κατατάσσεται στους λάκκους κεραμικής, σημειώνεται πάντως ότι περιέχει εξίσου μεγάλη ποσότητα οστρέων. Από τις επιχώσεις του συλλέχτηκαν επίσης λίθινα, τριπτά, απολεπισμένα και λειασμένα, καθώς και 35

36 οστέινα εργαλεία, οστά, πηλοί και ενώτια, ένα λίθινο και ένα πήλινο 3. Μια πασσαλότρυπα βόρεια του λάκκου και στην επίχωση του Λάκκου 15 ίσως σχετίζεται με το Λάκκο 7. Σε φάση προγενέστερη ίσως ανήκει το αυλάκι 5 στα νότια/νοτιοανατολικά του λάκκου, καθώς και ο Λάκκος 15 στα βόρεια (σχέδιο 2.5). Η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις. Συγκεκριμένα, η επίχωση του ανατολικού τμήματός του αφαιρέθηκε - ως Λάκκος 6 - ενιαία σε όλο το βάθος με τη οκιμαστική Τομή Α. Η ανασκαφή στην υπόλοιπη περιοχή του λάκκου έγινε με στρωματογραφημένες ανασκαφικές ενότητες. Στη μελέτη της παρούσας εργασίας περιλήφθηκε το υλικό που συλλέχτηκε κατά τη διάνοιξη της οκιμαστικής Τομής Α, τα περιεχόμενα της επίχωσης από το εσωτερικό του λάκκου και η κεραμική που συλλέχτηκε με μία από τις ανασκαφικές ενότητες του υπερκείμενου του λάκκου στρώματος, ώστε να εξεταστεί ενδεικτικά και το υπερκείμενο στρώμα. Η κάθετη στρωματογραφία των επιχώσεων του λάκκου διατηρήθηκε στη βόρεια παρειά του τετραγώνου (σχέδιο 2.6) 4, λόγω όμως της αναντιστοιχίας των στρωμάτων της παρειάς με τα στρώματα της οριζόντιας ανασκαφής αποφασίστηκε η κεραμική να μη μελετηθεί κατά στρώματα αλλά ενιαία. Έτσι, διακρίθηκε η κεραμική από τη οκιμαστική Τομή Α, η κεραμική από το εσωτερικό του λάκκου και τα περιεχόμενα του υπερκείμενου στρώματος. Αξίζει ίσως να αναφερθεί ότι τα στρώματα της κάθετης στρωματογραφίας που αντιστοιχούν στην επίχωση από το εσωτερικό του Λάκκου 7 δεν παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές ως προς τα χαρακτηριστικά του ιζήματος και τα ευρήματα, ενώ και η κεραμική (στιλιστικά χαρακτηριστικά και διασπορά των αγγείων) υποστηρίζει τη διάκριση των τριών περιοχών επίχωσης Ο Λάκκος 11 Στο ανατολικό τμήμα του ανασκαμμένου χώρου διερευνήθηκε ανασκαφικά ο Λάκκος 11 (σχέδιο 2.3, 2.7). Πρόκειται για μεγάλο και βαθύ ορθογώνιο λάκκο -ο ένας από τους πέντε που ταξινομήθηκαν με ασφάλεια στους ορθογώνιους- με διαστάσεις 3,25Χ2,95μ. και βάθος επιχώσεων 1,05μ. Αναφέρθηκε ήδη ότι ίσως αποτελεί τμήμα υπόσκαφου ορθογώνιου οικήματος. Στην ορθογώνια κάτοψη στο ανώτερο τμήμα του αντιστοιχεί στον πυθμένα βάθυνση κυκλικού σχήματος. Τα τοιχώματά του, στα οποία έχουν 3 Στα χαρακτηριστικά μιας ανασκαφικής ενότητας αναφέρεται δείγμα με ψήγματα χαλκού. 4 Η κάθετη στρωματογραφία σχεδιάστηκε πριν την ολοκλήρωση της ανασκαφής, γι αυτό δεν αποτυπώθηκε η τελική εικόνα της παρειάς. 36

37 διαμορφωθεί πέντε αναβαθμοί, συγκλίνουν ελαφρά. Περιέχει μεγάλη ποσότητα κεραμικής, ταξινομείται δηλαδή στους λάκκους κεραμικής, και αντίστοιχα μεγάλη ποσότητα οστρέων. Από τις επιχώσεις του συλλέχτηκαν επίσης λειασμένα, απολεπισμένα και τριπτά λίθινα εργαλεία, οστά, πηλοί και τμήματα δαπέδου, καθώς και ένα πήλινο ενώτιο. Κοντά στον πυθμένα του αποκαλύφθηκαν δύο ταφές νεκρών σε συνεσταλμένη στάση (εικόνα 2.3). Από το Λάκκο 11 μελετήθηκε το σύνολο της κεραμικής της επίχωσης του εσωτερικού του και του υπερκείμενου στρώματος, από το οποίο όμως παραλείφθηκε το περιεχόμενο δύο ανασκαφικών ενοτήτων. Σχετικά με την ανασκαφή του Λάκκου 11, θα πρέπει να αναφερθεί ότι τα όρια του λάκκου δε φτάνουν στις παρειές του τετραγώνου, και γι αυτό δεν ήταν δυνατό να παρακολουθηθεί η στρωματογραφία του σε αυτές. Έτσι, η μελέτη της κεραμικής βασίζεται στα στρώματα της οριζόντιας ανασκαφής. Η μόνη παρέκκλιση αφορά το στρώμα που εξετάζεται χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το περιεχόμενο μιας ανασκαφικής ενότητας που ενοποιήθηκε με μια άλλη, επειδή πιθανολογείται ότι με αυτές αφαιρέθηκε επίχωση ξεχωριστού λάκκου. Σε αυτές τις πάσες αντιστοιχούν οι ανασκαφικές ενότητες του υπερκείμενου στρώματος που παραλείφθηκαν από τη μελέτη Σύνοψη Τα Ρεβένια είναι ένας πρώιμος νεολιθικός οικισμός που αναπτύχθηκε οριζόντια στο χώρο με τη μετατόπιση της οικοδομικής δραστηριότητας και χωρίς ομοιόμορφη πυκνότητα. Ως πρώιμο παράδειγμα επίπεδου-εκτεταμένου οικισμού εντάσσεται στην ευρύτερη συζήτηση της μορφής του νεολιθικού οικισμού και των σχετικών οικονομικών, κοινωνικών και ιδεολογικών παραμέτρων (Kotsakis 1999, Παππά 2008), αλλά και του αρχικού νεολιθικού τοπίου (Kotsakis 2005). Αν και δε λείπουν περιορισμένες ενδείξεις για υπέργειες κατασκευές, τα περισσότερα κατάλοιπα είναι αποτέλεσμα σκαψίματος λάκκων, που αποτελούν έτσι τον τρόπο διαμόρφωσης και νοηματοδότησης του τόπου του οικισμού (Παππά 2008: 10). Η διαχείριση του χώρου και του χρόνου ανιχνεύεται στη διαμόρφωση και τη χωρική σχέση των λάκκων, που σε κάποιες περιπτώσεις τέμνονται, και στα κατάλοιπα του υλικού πολιτισμού, μέρος του οποίου είναι και η κεραμική που μελετάται εδώ. 37

38 Κεφάλαιο 3 Η ταξινόμηση της κεραμικής: μορφολογικά, τεχνολογικά και ταφονομικά χαρακτηριστικά

39 3.1 Εισαγωγή Στόχος του κεφαλαίου είναι να παρουσιαστούν οι ιδιότητες της κεραμικής που επιλέχτηκαν για την κατηγοριοποίησή της και ο τρόπος προσέγγισής τους στο πλαίσιο αυτής της εργασίας. Πρόκειται για μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά που αποτελούν πιθανές διαστάσεις διαφοροποίησης του κεραμικού συνόλου. Οι ιδιότητες αυτές παρουσιάζονται εδώ μεμονωμένες, ο συνδυασμός τους όμως μπορεί να αναδείξει πληρέστερα και εγγύτερα στην πραγματικότητα των αγγείων την ενδεχόμενη ποικιλομορφία του υλικού. Άρα, η αξιολόγησή τους αποτελεί τη βάση μιας πιο συνθετικής εικόνας. Η αναφορά στα ταφονομικά χαρακτηριστικά της κεραμικής υπογραμμίζει μια ακόμα πτυχή της προσέγγισης του υλικού. Η καταγραφή του υλικού πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις με διαφορετικούς στόχους. Στο πρώτο στάδιο καταγράφτηκε το σύνολο των οστράκων (16.324) που προέρχονται από τους Λάκκους 7 και 11 και μελετήθηκαν σε αυτή την εργασία. Στόχος ήταν μια πρώτη εκτίμηση των χαρακτηριστικών της κεραμικής, με το χαρακτηρισμό κυρίως της κεραμικής κατηγορίας των οστράκων, όπως ορίζεται από την επεξεργασία και το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας και την παρουσία διακόσμησης, αλλά και με γενικές παρατηρήσεις για την κεραμική ύλη και το γενικό σχήμα των αγγείων από το οποίο προέρχονται τα όστρακα. Έτσι, αναδείχθηκαν προκαταρκτικά τα γνωρίσματα του κεραμικού υλικού. Επίσης, έγινε προσπάθεια να εντοπιστούν όστρακα που ενώνονται ή συνανήκουν για την ασφαλέστερη εκτίμηση των ιδιοτήτων των αγγείων, για τη μείωση της υπεραντιπροσώπευσής τους λόγω της αποσπασματικότητας του υλικού και για την παρακολούθηση της διασποράς τους στο χώρο. Σε ένα δεύτερο στάδιο καταγράφτηκαν τα χαρακτηριστικά όστρακα, δηλαδή τα χείλη, οι λαιμοί, οι βάσεις και οι λαβές των αγγείων, καθώς και τα διακοσμημένα όστρακα. Τα όστρακα αυτά επιλέχτηκαν, επειδή επιτρέπουν τη συνεκτίμηση των μορφολογικών και τεχνολογικών χαρακτηριστικών των αγγείων. Η παρουσίαση που ακολουθεί αφορά την καταγραφή των ιδιοτήτων των διαγνωστικών αυτών θραυσμάτων αγγείων. 39

40 3.2 Μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά Το σχήμα Η ταξινόμηση με βάση το σχήμα και τη διαμόρφωση των επιμέρους μορφολογικών χαρακτηριστικών των αγγείων αποτελεί συνηθισμένη αρχαιολογική πρακτική. Παράλληλα, αναγνωρίζεται ο στενός συσχετισμός του σχήματος με την πιθανή χρήση των αγγείων (Henrickson & McDonald 1983). Πάντως, πολλοί είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τη σχέση μορφής-χρήσης, μεταξύ των οποίων και η πολλαπλότητα των αναγκών που καλείται να καλύψει ένα αγγείο (Rice 1987: 224). Σε κάθε περίπτωση, η καταλληλότητα των διαφορετικών σχημάτων κρίνεται από τους χρήστες με αναφορά στις υλικές, κοινωνικές και συμβολικές παραμέτρους του πλαισίου χρήσης (Cumberpatch 1997: 128). Το σχηματολόγιο βασίστηκε στα 244 σχέδια που έγιναν στο πλαίσιο αυτής της εργασίας και σε επιπλέον 61 σχέδια των συντηρημένων αγγείων από όλο τον ανασκαμμένο χώρο των Ρεβενίων 5, τα οποία στο σύνολό τους ψηφιοποιήθηκαν στο πρόγραμμα CorelDraw. Στην περιγραφή των σχημάτων του κεραμικού υλικού δοκιμάστηκε η καταλληλότητα των κριτηρίων της αναλογίας, των χαρακτηριστικών σημείων της κατατομής και της ταύτισης με γεωμετρικά σχήματα. ιακρίνονται το βασικό σχήμα του αγγείου, που εδώ μπορεί να ταυτίζεται με το σώμα ή το λαιμό, και τα επιμέρους χαρακτηριστικά χείλη, βάσεις, λαβές (Rice 1987: , Shepard 1965: ). Για την περιγραφή των σχημάτων δεν έγινε συστηματική χρήση των συμβατικών όρων. Για λόγους συμφωνίας όμως με τη βιβλιογραφία θα σημειωθούν οι όροι που αποδίδουν σχήματα ανάλογα με αυτά του κεραμικού υλικού που μελετήθηκε. Η βασική κατηγοριοποίηση αναγνωρίζει ανοιχτά, που αποτελούν την πλειονότητα, και κλειστά αγγεία. Ως ανοιχτά ορίστηκαν τα αγγεία με διάμετρο χείλους μεγαλύτερη ή ίση με το ύψος του αγγείου και μεγαλύτερη ή ίση με τη διάμετρο βάσης. Κλειστά θεωρούνται εκείνα με διάμετρο χείλους μικρότερη από το ύψος και τη μέγιστη διάμετρο του αγγείου. Οι αναλογίες αυτές επιλέχτηκαν, καθώς θεωρείται ότι συνεκτιμούν την πρόσβαση και την ορατότητα του περιεχομένου του αγγείου, αποτελούν δηλαδή ένδειξη της χρήσης του (Ούρεμ-Κώτσου 2006: 46). Βέβαια, η αποσπασματική φύση του υλικού δυσχεραίνει τη μέτρηση όλων αυτών των 5 Τα συντηρημένα αγγεία σχεδιάστηκαν από τους Ι. Μόσχο και Ντ. Ούρεμ-Κώτσου. 40

41 παραμέτρων του σχήματος, γι αυτό διακρίθηκαν επιπλέον τα ευρύστομα αγγεία με ή χωρίς λαιμό, ενώ κάποια καταγράφτηκαν ως αδιάγνωστα. Σχετικά με την αναφορά στα γεωμετρικά σχήματα και την κλίση των τοιχωμάτων για την περιγραφή των σχημάτων, τα αγγεία περιγράφτηκαν ως σφαιρικά, ημισφαιρικά -με αποκλίνοντα ή κάθετα τοιχώματα, αγγεία με κάθετα τοιχώματα, κωνικά και ελλειψοειδή στην κάτοψη. Όταν αυτή η ταξινόμηση δεν ήταν εφικτή, προτιμήθηκε ο χαρακτηρισμός του ειδικού σχήματος του σώματος των ανοιχτών αγγείων ως αδιάγνωστου και η σημείωση της κλίσης των αποκλίνοντων και κάθετων τοιχωμάτων. Τα ημισφαιρικά και κωνικά ανοιχτά αγγεία χαρακτηρίστηκαν επίσης ρηχά ή βαθιά με κριτήριο τη σχέση του ύψους του αγγείου προς τη διάμετρο του χείλους. Έτσι, ως ρηχά καταγράφτηκαν τα αγγεία με ύψος ίσο ή μικρότερο από το μισό της διαμέτρου του χείλους, ενώ ως βαθιά τα αγγεία με ύψος μεγαλύτερο από αυτό. Με βάση τα λιγοστά σωζόμενα ολόκληρα αγγεία υπολογίστηκαν οι αναλογίες διαμέτρου χείλους - βάσης. Τα κλειστά αγγεία ταξινομήθηκαν κυρίως ως προς την ύπαρξη ή μη λαιμού και την ειδική διαμόρφωσή του παρά ως προς το σχήμα του σώματος των αγγείων, καθώς το σωζόμενο ποσοστό τους αποδείχτηκε μάλλον απαγορευτικό για μια τέτοια ταξινόμηση. Το σχήμα του λαιμού περιγράφτηκε ως κυλινδρικό, κωνικό, συγκλίνον ή αδιάγνωστο. Σπάνια αναγνωρίστηκαν κλειστά αγγεία χωρίς λαιμό, που φαίνεται να αποτελούν ιδιαίτερες περιπτώσεις αγγείων. Ενδιάμεση κατηγορία αποτελούν τα κλειστά αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα, που διαφοροποιούνται τόσο από τα αγγεία με λαιμό όσο και από τα αγγεία με απλό περίγραμμα. Ευρύστομα χαρακτηρίστηκαν τα αγγεία που δεν μπορούν με ασφάλεια να ταξινομηθούν στα ανοιχτά ή τα κλειστά εξαιτίας του μικρού σωζόμενου ποσοστού και της κλίσης των τοιχωμάτων τους. ιακρίθηκαν τα ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα και συγκλίνοντα τοιχώματα και τα ευρύστομα αγγεία με λαιμό. Η περιγραφή του χείλους βασίστηκε κυρίως στην κλίση του σε σχέση με το σώμα του αγγείου, έτσι καταγράφτηκε ως απλό -που είναι και το συνηθέστερο, εξωστρεφές, εσωστρεφές, κάθετο ή ως τμήμα σιγμοειδούς περιγράμματος. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις περιγράφτηκε και η μορφή του χείλους, δηλαδή το παχυνόμενο εξωτερικά, το γυριστό και το χείλος σχήματος ταυ. Οι βάσεις διακρίθηκαν με κριτήρια την κάτοψη και τη διατομή τους. Έτσι, καταγράφτηκαν ως κυκλικές, ελλειψοειδείς και τετράπλευρες και ταυτόχρονα ως 41

42 κυρτές, επίπεδες, δισκοειδείς, κοίλες, δακτυλιόσχημες και υπερυψωμένες. Η διαμόρφωση της βάσης σχετίζεται με τη χρήση του αγγείου κυρίως ως προς την αντοχή στις θερμικές πιέσεις και τη σταθερότητα του αγγείου (Rice 1987: ). Με βάση την τεχνική προσάρτησης στο κυρίως σώμα διακρίθηκαν αποφύσεις, δηλαδή μάζα πηλού που προσκολλήθηκε και στη συνέχεια διανοίχτηκε, και λαβές (πίνακας 3.1). Στο σύνολο του υλικού που μελετήθηκε αναγνωρίστηκαν σχεδόν αποκλειστικά αποφύσεις, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις σημειώθηκε η πιθανότητα να πρόκειται για λαβές λόγω του μεγέθους της διάτρησης. Στις αποφύσεις και λαβές αναγνωρίζεται λειτουργική και διακοσμητική χρήση. Το μέγεθος Το μέγεθος των αγγείων σχετίζεται ενδεικτικά με το είδος και την ποσότητα του περιεχομένου, τον αριθμό των ατόμων για τα οποία το περιεχόμενο φυλάγεται, τη δυνατότητα μετακίνησης των αγγείων, άρα με διάφορες πρακτικές χρήσεις (Rice 1987: ), οι οποίες συνδέονται με το κοινωνικό πλαίσιο χρήσης, και συγκεκριμένα με το κοινωνικό πλαίσιο αποθήκευσης, προετοιμασίας, προσφοράς και κατανάλωσης φαγητού και ποτού (Blitz 1993, Mills 1999). Για την εκτίμηση του μεγέθους συνυπολογίζονται συνήθως μετρήσεις -του χείλους, της μέγιστης διαμέτρου και του ύψους- και οι αναλογίες τους (Ούρεμ-Κώτσου 2006: 49). Αν και για κάποια σχήματα ανοιχτών αγγείων υπολογίστηκαν οι αναλογίες διαμέτρου χείλους - ύψους ή και βάσης, λόγω της αποσπασματικής διατήρησης του υλικού η διάκριση των κατηγοριών μεγέθους βασίστηκε τελικά αποκλειστικά στη διάμετρο του χείλους. Με βάση δηλαδή το εύρος της διαμέτρου του χείλους κάθε σχήματος, το σύνολο των ανοιχτών διακρίθηκε σε μικρά, μεσαία και μεγάλα, με τα μεσαία να αποτελούν την πολυπληθέστερη κατηγορία. Ανάλογη διάκριση έγινε και για τα ευρύστομα αγγεία. Αντίθετα τα κλειστά αγγεία δε χωρίστηκαν ανά μεγέθη, καθώς ο υπολογισμός της χωρητικότητάς τους δεν μπορεί ούτε ενδεικτικά να βασιστεί στο άνοιγμα του στομίου, όπως γίνεται για τα ανοιχτά. Εφόσον, λοιπόν, δε σώζονται κλειστά αγγεία ολόκληρα ή σχεδόν ολόκληρα και άρα δεν υπάρχουν μετρήσεις για τη μέγιστη διάμετρο του σώματος και το ύψος του αγγείου, αποφασίστηκε να αντιμετωπιστούν ως μία ομάδα. 42

43 Η κεραμική ύλη Σύμφωνα με τον Κωτσάκη (1983: 107) ο όρος κεραμική ύλη (fabric) συνοψίζει τα υλικά χαρακτηριστικά του ψημένου πηλού. Εδώ χρησιμοποιείται πιο συγκεκριμένα για να περιγράψει ομάδες με βάση τα εγκλείσματα του κεραμικού σώματος. Επίσης, προτιμούνται οι όροι μη-πλαστικά και εγκλείσματα (inclusions) από τον όρο προσμείξεις (temper), καθώς κατά τη μακροσκοπική ανάλυση του υλικού δεν έγινε προσπάθεια διάκρισης της φυσικής παρουσίας από τη σκόπιμη προσθήκη τους, αφού αυτή θεωρείται μάλλον επισφαλής (Rice 1987: ). Η παρουσία μη-πλαστικών ρυθμίζει την επεξεργασία της πηλόμαζας, επηρεάζει το στέγνωμα και την όπτηση των αγγείων και συμβάλλει στη διαμόρφωση φυσικών ιδιοτήτων όπως η αντοχή, η αντίσταση στις αλλαγές θερμοκρασίας, το πορώδες, το χρώμα και η σκληρότητα του κεραμικού σώματος (Rice 1987: , , Schiffer & Skibo 1987: ). Μια διαφορετική προσέγγιση αναδεικνύει και τη σημαντική κοινωνική χρήση των πρώτων υλών. Στη νεολιθική θέση Barnhouse η κατανομή αγγείων με διαφορετική κεραμική ύλη σε χώρους κατασκευής, χρήσης και απόρριψης ερμηνεύεται από τον Α. Jones (2002: ) ως συμμετοχή των αγγείων σε διαφορετικές πρακτικές διαμόρφωσης της κοινωνικής ταυτότητας. Με την παρατήρηση πρόσφατων τομών και με αναφορά σε συγκριτικό πίνακα (Matthew et al. 1991: 216) η κεραμική ύλη ταξινομήθηκε ανάλογα με την ποσότητα και το μέγεθος των εγκλεισμάτων σε λεπτόκοκκη (3%), μεσόκοκκη (5-7%) και χοντρόκοκκη (>10%). Επίσης, έγινε προσπάθεια αναγνώρισης των διαφορετικών ειδών εγκλεισμάτων μακροσκοπικά και με τη χρήση στερεοσκοπίου (μεγέθυνση Χ10 ή Χ20, μέχρι Χ60), ώστε τελικά η κεραμική ύλη να παρουσιαστεί ως προς το ποσοστό και το είδος των περιεχόμενων εγκλεισμάτων. Οι κατηγορίες μη-πλαστικών που καταγράφτηκαν είναι οργανικά υλικά, όστρεα, ασβεστιτικά, χαλαζίας, μαρμαρυγίας και άμμος, δηλ. υλικά συγκεκριμένου εύρους μεγέθους χωρίς προσδιορισμό του είδους. Σημειώθηκε επίσης η παρουσία αδιάγνωστων εγκλεισμάτων. Ως πείραμα, δοκιμάστηκε η αντίδραση με υδροχλωρικό οξύ τόσο της πηλόμαζας όσο και συγκεκριμένων εγκλεισμάτων, ώστε να διαπιστωθεί η παρουσία ασβεστιτικών υλών, με εξαίρεση τα χοντρόκοκκα αγγεία με όστρεα. Συμπληρωματικά προς τη μακροσκοπική εξέταση των εγκλεισμάτων πραγματοποιήθηκε και επανόπτηση τμημάτων οστράκων (παράρτημα ΙΙ) για την καλύτερη κατανόηση της χρήσης των πρώτων υλών και για την ταυτόχρονη 43

44 αξιολόγηση του χρώματος ως δείκτη της πρώτης ύλης και των συνθηκών όπτησης. Τα όστρακα υποβλήθηκαν στις ίδιες συνθήκες όπτησης και σε θερμοκρασία υψηλότερη από την αρχική ώστε να επιτευχθεί πλήρης οξείδωση των οργανικών και των σιδηρούχων συστατικών. Η παρατήρηση του χρώματος των τμημάτων που ψήθηκαν δεύτερη φορά επιτρέπει αφενός τη σύγκριση των πρώτων υλών και αφετέρου την εκτίμηση των αρχικών συνθηκών όπτησης (Rice 1987: 344, 427) 6. Με βάση το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας (τιμές Munsell) τα δείγματα φαίνεται να συγκεντρώνονται σε ομάδες κόκκινων (1 δείγμα 10R5/6, 11 δείγματα 2.5YR5/6-8 και 2.5YR6/8) και καστανοκόκκινων αποχρώσεων (6 δείγματα 5YR5/8 και 5YR6/6-8 και 1 δείγμα 7.5YR7/6), ενώ σε μία περίπτωση το χρώμα μετρήθηκε 2.5Y8/3 (απαλό κίτρινο), που αποτελεί και την ισχυρότερη ένδειξη για χρήση διαφορετικού πηλού. Ανάλογες παρατηρήσεις μπορούν να γίνουν και με βάση το χρώμα του πυρήνα. Η πετρογραφική ανάλυση λεπτών τομών στο πλαίσιο της ευρύτερης μελέτης του υλικού θα συμβάλει στην πληρέστερη περιγραφή της κεραμικής ύλης και την ερμηνεία της προέλευσης των πρώτων υλών καθώς και των τεχνολογικών επιλογών (Whitbread 1995). Η μορφοποίηση του αγγείου και η επεξεργασία της επιφάνειας Σύμφωνα με τα στάδια κατασκευής (Rye 1981) μετά τη συλλογή, την επεξεργασία και το ζύμωμα της πρώτης ύλης ακολουθεί η μορφοποίηση του αγγείου. Είναι γνωστό ότι η νεολιθική κεραμική είναι χειροποίητη, σχηματίζεται δηλαδή χωρίς τη χρήση της μηχανικής ενέργειας του τροχού. Οι τεχνικές σχηματοποίησης των αγγείων από τους δύο λάκκους των Ρεβενίων δεν καταγράφτηκαν συστηματικά ώστε να μπορούν να υποβληθούν σε στατιστική ανάλυση. Πάντως, σημειώθηκαν οι εμφανείς τεχνικές κατασκευής με στόχο την ενδεχόμενη αναγνώριση διαφορετικών τεχνικών που μπορεί να σχετίζονται με τη διαδικασία της μάθησης ή την επιλογή μιας τεχνικής ανάλογα με το επιθυμητό σχήμα. Έτσι, μπορεί να ειπωθεί με βάση τα χαρακτηριστικά ίχνη θραύσης ότι τα αγγεία κατασκευάζονταν τμηματικά, πιθανότατα με τη μέθοδο των κουλούρων, οι οποίες εφαρμόζονταν είτε οριζόντια είτε με διαγώνια κλίση. Στα μικρά αγγεία ίσως 6 Η θερμοκρασία όπτησης της νεολιθικής κεραμικής του ελλαδικού χώρου έχει υπολογιστεί στους C (Jones R.E. 1986: 777). Η επανόπτηση πραγματοποιήθηκε σε οξειδωτική ατμόσφαιρα σε θερμοκρασία που έφτασε στους 900 C σε 90 και παρέμεινε σταθερή για 60, για να αφεθεί στη συνέχεια να μειωθεί σταδιακά ως τη θερμοκρασία δωματίου. Η παραπάνω θερμοκρασία και διάρκεια θεωρείται ότι εξασφαλίζουν τις συνθήκες για τις διαδικασίες που αναφέρθηκαν. 44

45 προτιμήθηκε η τσιμπητή τεχνική της κατασκευής του αγγείου από μία μάζα πηλού. Σε μία περίπτωση σημειώθηκε με μεγάλη επιφύλαξη η εντύπωση της χρήσης καλουπιού. Η αρχική μορφή της βάσης πιθανότατα ήταν κυκλικός δίσκος, σε μία όμως περίπτωση παρατηρήθηκε ο σχηματισμός της με κουλούρα σε σπείρα. Για την κατασκευή των δακτυλιόσχημων βάσεων συνήθως εφαρμοζόταν δακτύλιος στην επίπεδη βάση ή δακτύλιος και πρόσθετος πηλός, σε ελάχιστες όμως περιπτώσεις εφαρμόστηκε ταυτόχρονα και επιπλέον δίσκος πηλού. Μια άλλη τεχνική διαμόρφωσης της δακτυλιόσχημης βάσης, που ίσως στηρίζει και την παρουσία ενός τύπου αγγείου που αλλιώς δεν καταγράφτηκε, είναι η προσθήκη σε εσωτερικό δακτύλιο πηλού που καλύπτει πιθανότατα και μέρος του τοιχώματος του αγγείου. Σε λίγες περιπτώσεις παρατηρήθηκε επάλειψη με πρόσθετο πηλό στον πυθμένα του αγγείου. Τέλος, οι οπές στις αποφύσεις έχουν ανοιχτεί είτε από τη μία είτε και από τις δύο πλευρές (Rice 1987: , Rye 1981: 67-72). Μετά τη μορφοποίηση η επιφάνεια του αγγείου μπορεί να μη δεχτεί περαιτέρω επεξεργασία, οπότε παραμένει αδρή, ή μπορεί να λειανθεί και να στιλβωθεί. Το αποτέλεσμα των τεχνικών αυτών εξαρτάται από την υγρασία του πηλού, το εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε και την επιμέλεια κατά την εκτέλεση. Όταν ο βαθμός υγρασίας του πηλού είναι κατάλληλος, η μηχανική ενέργεια της στίλβωσης μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη στιλπνότητα της επιφάνειας, η οποία όμως μπορεί να χαθεί κατά την όπτηση ή μπορεί να οφείλεται στις φυσικές ιδιότητες του πηλού (Rice 1987: 138, Rye 1981: 89-90, Shepard 1965: 66-67, ). Σύμφωνα με τα παραπάνω η επιφάνεια της κεραμικής ταξινομήθηκε σε αδρή, λειασμένη και στιλβωμένη, και σε αδιάγνωστη στις περιπτώσεις που λόγω φθοράς ή ιζήματος δεν ήταν ευδιάκριτη η επεξεργασία της. Στόχος της καταγραφής της εσωτερικής και εξωτερικής επιφάνειας των διαγνωστικών οστράκων ήταν να διαχωριστεί η μηχανική κίνηση της στίλβωσης από την ιδιότητα της στιλπνότητας, καθώς σύμφωνα με τα παραπάνω τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί να είναι και ανεξάρτητα. Ως κριτήριο της στίλβωσης τέθηκε η παρουσία των ιχνών του στιλβωτήρα που αποτελούν ουσιαστικά τα ίχνη των κινήσεων του/της αγγειοπλάστη/ριας. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως παρατηρήθηκε ότι τόσο η έντονη γυαλάδα όσο και κυρίως η αίσθηση της συνεκτικής επιφάνειας δε συνδυάζονταν με ίχνη στίλβωσης. Έτσι, υπήρξαν λίγες περιπτώσεις που όστρακα χωρίς ίχνη στιλβωτήρα καταγράφτηκαν ως στιλβωμένα. Μια πιθανή ερμηνεία της επιφάνειας που παρουσιάζει 45

46 συνεκτικότητα και γυαλάδα χωρίς να φέρει τα χαρακτηριστικά ίχνη του στιλβωτήρα είναι η έντονη επεξεργασία της με μαλακό μέσο, όπως π.χ. το δέρμα, όταν έχει ήδη απωλέσει σημαντικό βαθμό υγρασίας (Κυριατζή 2000: 61-62). Σύμφωνα με τις παραπάνω διευκρινίσεις, σημειώθηκαν για τις επιφάνειες των αγγείων τόσο η κάλυψη της στίλβωσης όσο και η ένταση της στιλπνότητας ως χαμηλή, μεσαία, υψηλή ή αδιάγνωστη, καθώς και η φορά του στιλβωτήρα στην εξωτερική επιφάνεια. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι η επιφάνεια των οστράκων εξεταζόταν και στο στερεοσκόπιο, και υπήρξαν έτσι ελάχιστες περιπτώσεις που όστρακα με έντονη γυαλάδα χαρακτηρίστηκαν λειασμένα λόγω των ανάλογων ιχνών και της κοκκώδους υφής της επιφάνειάς τους. Το επίχρισμα, ο λεπτόκοκκος πηλός που διαχωρίζεται με εναιώρηση στο νερό, εφαρμόζεται στο αγγείο πριν την όπτηση, συνήθως για να μεταβάλει το χρώμα της επιφάνειας του αγγείου. Όταν το επίχρισμα δε μεταβάλλει το χρώμα του κεραμικού, μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολη η διαπίστωση της παρουσίας του, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι ένα λεπτό στρώμα ελαφρά διαφορετικού χρώματος μπορεί να δημιουργηθεί και με τη στίλβωση ιδιαίτερα λεπτόκοκκων πηλών (self-slip) (Rice 1987: ). Στην αναγνώριση της ύπαρξης επιχρίσματος συχνά συνέβαλε η παρουσία των χαρακτηριστικών εξαγωνικών ρωγμών (Rye 1981: 54). Μια σημαντική ιδιότητα των λεπτόκοκκων επιχρισμάτων -και των βαφών- είναι ότι μπορεί να υποστούν σύντηξη ή και υαλοποίηση σε θερμοκρασίες πολύ χαμηλότερες από τις κανονικές (Rice 1987: 94). Εκτός από το λεπτόκοκκο αυτό επίχρισμα, διαπιστώθηκε σε λίγες περιπτώσεις στην εσωτερική επιφάνεια των αγγείων κάποιο είδος πηχτού λευκού επιχρίσματος - μάλλον ασβεστιούχο (πίνακας 3.2). Η παρουσία του καταγράφτηκε συστηματικά, για να ελεγχθεί ως προς την κατανομή της κεραμικής και ως παράμετρος που σχετίζεται με τη χρήση των αγγείων. Στην επεξεργασία της επιφάνειας αναγνωρίζεται πιθανός συσχετισμός με την πρακτική χρήση των αγγείων (Rice 1987: 232, Skibo et al. 1997) που θα πρέπει να συνεξετάζεται με τις ενδεχόμενες πολιτισμικές αναφορές τόσο της διαδικασίας όσο και του αποτελέσματός της. 46

47 H όπτηση Στην όπτηση, και συγκεκριμένα στις αντιδράσεις των υλικών κατά την επαφή τους με τη φωτιά, οφείλεται η οριστική απώλεια της πλαστικότητας και η μετατροπή του πήλινου σώματος σε κεραμικό. Οι διαδικασίες αυτές καθορίζονται από τις συνθήκες της όπτησης συνολικά, δηλαδή τη διάρκεια, τη θερμοκρασία και την ατμόσφαιρα, που θα έπρεπε επομένως να συνεξετάζονται. Η ατμόσφαιρα χαρακτηρίζεται οξειδωτική ή αναγωγική ανάλογα με την παρουσία ή την έλλειψη οξυγόνου αντίστοιχα (Rice 1987: 80-81). Η νεολιθική κεραμική είναι ψημένη σε ανοιχτή φωτιά (Jones R.E. 1986: 773), δηλαδή τα αγγεία δε διαχωρίζονται από την καύσιμη ύλη και ψήνονται σε θερμοκρασίες που υπολογίζονται στο εύρος των C (Κυριατζή 2000: 73). Η θερμοκρασία όπτησης της κεραμικής της ΜΝ του Σέσκλου κυμαίνεται συνήθως στους C (Κωτσάκης 1983: 139). Σύμφωνα με τη Rice (1987: 109) στην ανοιχτή φωτιά δεν είναι εφικτός ο έλεγχος των συνθηκών της όπτησης λόγω του αέρα και της επαφής της καύσιμης ύλης. Πάντως, ο έλεγχος της όπτησης θα πρέπει να εξετάζεται σε κάθε περίπτωση, άλλωστε ο Rye (1981: 98, ) διαπιστώνει εθνογραφικά ποικίλους τρόπους ρύθμισης των παραμέτρων της όπτησης σε ανοιχτή φωτιά. Το χρώμα της κεραμικής χρησιμοποιείται ως κριτήριο των συνθηκών όπτησης, αφού είναι αποτέλεσμα των αντιδράσεων του άνθρακα και του σιδήρου κατά τη διάρκειά της. Έτσι, τα σκούρα χρώματα στην επιφάνεια ή στον πυρήνα του κεραμικού αποτελούν ένδειξη της ατελούς οξείδωσης του άνθρακα -είτε γιατί η ατμόσφαιρα δεν ήταν επαρκώς οξειδωτική είτε γιατί η όπτηση διήρκεσε λίγο είτε γιατί η θερμοκρασία δεν ήταν αρκετά υψηλή- ή της απόθεσης άνθρακα σε κάποιο στάδιο της όπτησης ή ακόμα των αντιδράσεων των ενώσεων σιδήρου σε αναγωγικές ή μεικτές συνθήκες. Τα ανοιχτά χρώματα και ιδιαίτερα αποχρώσεις του κίτρινου, του καστανού και του κόκκινου οφείλονται σε καλύτερη οξείδωση του σιδήρου ή/και μικρότερη παρουσία άνθρακα στην πρώτη ύλη (Rice 1987: , 343, Shepard 1965: ). Για το σύνολο των αγγείων καταγράφτηκαν με βάση το χρώμα οξειδωτικές, μεικτές και αναγωγικές συνθήκες όπτησης των επιφανειών και του πυρήνα, ο οποίος μπορεί να είναι ομοιόμορφος ή να αποτυπώνει τις διακυμάνσεις των συνθηκών όπτησης. Τα αγγεία γενικά έχουν ψηθεί σε οξειδωτικές συνθήκες, παρουσιάζουν όμως κάποιες διαφοροποιήσεις σχετικά με την οξείδωση του πυρήνα. Η παρουσία νεφών όπτησης είναι περιορισμένη τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική επιφάνεια 47

48 των αγγείων. Γενικά δημιουργείται η εντύπωση ότι ήταν επιθυμητές οι ανοιχτές καστανές αποχρώσεις και το κόκκινο χρώμα και ότι οι αγγειοπλάστες πετύχαιναν συνήθως το στόχο τους, χωρίς βέβαια να υποστηρίζεται ότι είχαν απόλυτο έλεγχο του ψησίματος. Αυτή η τάση μπορεί ίσως να συσχετιστεί με την εφαρμογή κόκκινης γραπτής διακόσμησης σε ανοιχτές καστανές επιφάνειες, όπως έχει επισημανθεί για το Σέσκλο (Μανιάτης & Περδικάτσης 1983: 343). Την εντύπωση αυτή ενισχύει η παρατήρηση ότι σχεδόν όλα τα δείγματα της επανόπτησης που προήλθαν από καστανά όστρακα παρουσίασαν καστανοκόκκινες και κόκκινες αποχρώσεις, δηλαδή δεν είχαν οξειδωθεί πλήρως κατά το αρχικό ψήσιμο. Το χρώμα Η χρήση του χρώματος για την ταξινόμηση της κεραμικής είναι καθιερωμένη στην αρχαιολογική ανάλυση, ωστόσο οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις του ποικίλλουν σημαντικά. Έτσι, το χρώμα μπορεί να ορίζεται ως το αποτέλεσμα των συστατικών της πρώτης ύλης και των διάφορων παραμέτρων της όπτησης, όπως αναφέρθηκε παραπάνω (Rice 1987: 333, Shepard 1965: 103), μπορεί να εξετάζεται ως προς τη συμβολική του λειτουργία ή να αντιμετωπίζεται αναπόσπαστα από το αντικείμενο που χαρακτηρίζει και άρα ως μέρος του υλικού πολιτισμού. Σύμφωνα με την τελευταία προσέγγιση, το χρώμα μπορεί να επικοινωνεί, να κατηγοριοποιεί ή να ενώνει, να δομεί μέσω των αντιθέσεων και ευρύτερα να ορίζει τα αντικείμενα (Young 2006). Αν ισχύει ότι το χρώμα της κεραμικής αποτελούσε επιδίωξη των αγγειοπλαστών των Ρεβενίων στο πλαίσιο της κεραμικής τους παράδοσης, αυτό ίσως σημαίνει ότι ήταν πολιτισμικά σημαντικό. Το χρώμα των διαγνωστικών οστράκων καταγράφτηκε με αναφορά στις καρτέλες Munsell Soil Color Charts, οι οποίες συστηματοποιούν την περιγραφή του ανάλογα με τον τόνο (hue), τη φωτεινότητα (value) και τον κορεσμό (chroma) (Rice 1987: ). Ως προς το περιγραφόμενο μέρος του αγγείου δόθηκε έμφαση στην εξωτερική επιφάνεια και στη γραπτή διακόσμηση, χωρίς να σημειωθεί το χρώμα της εσωτερικής επιφάνειας και της τομής των οστράκων. Για τη στατιστική ανάλυση των τιμών Munsell αυτές ομαδοποιήθηκαν όπως παρουσιάζονται στο παράρτημα ΙΙΙ. 48

49 Η διακόσμηση Η αναφορά στη διακόσμηση της κεραμικής μπορεί να στοχεύει στη σχετική χρονολόγηση ενός υλικού, στην ανάλυση της λειτουργίας της στο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο ή στην κατανόηση των πρακτικών στις οποίες ενσωματώνονται τα διακοσμημένα αγγεία. Η αναφορά στο σημείο αυτό περιορίζεται στις τεχνικές διακόσμησης του υπό μελέτη υλικού. Η κύρια διακοσμητική τεχνική που παρατηρήθηκε είναι η γραπτή, δηλαδή η δημιουργία γραπτών μοτίβων στην επιφάνεια του αγγείου. Οι βαφές γενικά μπορεί να είναι οργανικές, που εφαρμόζονται μετά την όπτηση, ή ανόργανες, δηλαδή λεπτόκοκκος πηλός με οξείδια σιδήρου ή μαγγανίου (Κυριατζή 2000: 65-66, Rice 1987: 148). Στον ελλαδικό χώρο έχουν χρησιμοποιηθεί και ασβεστιούχες βαφές (Κυριατζή 2000: 66). Ο Rye (1981: 43) διαχωρίζει τη βαφή από το επίχρισμα ανάλογα με την περιεκτικότητα σε αργιλικά ορυκτά, εδώ όμως το κριτήριο είναι η δημιουργία μοτίβων με τη διαφοροποίηση του χρώματος από την κεραμική επιφάνεια. Στην κεραμική που μελετήθηκε έχουν χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά σιδηρούχες βαφές οι οποίες με την όπτηση σε οξειδωτική ατμόσφαιρα δίνουν κόκκινα/καστανοκόκκινα μοτίβα. Σε δύο περιπτώσεις υπάρχει η υποψία χρήσης ρητίνης μετά την όπτηση για διακοσμητικούς λόγους, επειδή όμως μπορεί να πρόκειται για ταφονομικό φαινόμενο, τα όστρακα θα αναλυθούν χημικά. Τα γραπτά όστρακα κατηγοριοποιήθηκαν ανάλογα με το χρώμα της διακόσμησης και το χρώμα της κεραμικής επιφάνειας με αναφορά στον πίνακα Munsell. Καταγράφτηκε ακόμα η μορφή των διαφορετικών μοτίβων καθώς και η εσωτερική ή εξωτερική επιφάνεια διακόσμησης, ώστε να συσχετιστεί με το σχήμα του αγγείου και την πιθανή χρήση του. Μια άλλη ομάδα διακοσμητικών τεχνικών είναι η επέμβαση στην πήλινη επιφάνεια με εμπίεση, μετακίνηση πηλού ή αφαίρεση, όταν ο πηλός είναι υγρός, στεγνός ή ψημένος (Rice 1987: ). Ως εμπίεστη (impresso) καταγράφτηκε η τεχνική δημιουργίας πυκνών μοτίβων στην εξωτερική επιφάνεια λόγω της πίεσης ή της μετακίνησης πηλού με τη χρήση νυχιών, δαχτύλων ή σπανιότερα εργαλείων. Τα μοτίβα ορίστηκαν ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε εφαρμογής. Στον αντίποδα των παραπάνω τεχνικών βρίσκεται η προσκόλληση πηλού σε ποικίλες μορφές, που διευκολύνεται από τον ίδιο βαθμό υγρασίας της επιφάνειας του αγγείου και του πρόσθετου πηλού και από την τραχιά υφή των επιφανειών προσκόλλησης (Rice 1987: 148). Η πλαστική διακόσμηση πιθανολογείται για δύο μόνο 49

50 όστρακα. Όταν με τον πρόσθετο πηλό δε διαμορφώνεται συγκεκριμένο μοτίβο, είναι δύσκολη η διάκριση της αισθητικής από την εξυπηρέτηση της πρακτικής χρήσης (Rice 1987: ). Η τεχνική barbotine, η επίστρωση πηλού στην εξωτερική επιφάνεια του αγγείου (Manson 1995: 66), είναι ιδιαίτερα σπάνια στα υπό μελέτη όστρακα. Σε μεμονωμένα παραδείγματα πιθανολογείται η χρήση διαφορετικών διακοσμητικών τεχνικών. 3.3 Ταφονομικά χαρακτηριστικά Στο σημείο αυτό παρουσιάζονται κάποια χαρακτηριστικά της κεραμικής που θα αξιοποιηθούν στη συζήτηση των πρακτικών απόρριψης και της ταφονομίας. Η πυκνότητα της κεραμικής υπολογίστηκε από τη σχέση του όγκου της επίχωσης προς τον αριθμό οστράκων. Πρόκειται για μια κατά προσέγγιση πυκνότητα που βασίζεται για τον υπολογισμό του όγκου στις διαστάσεις και το σχήμα των δύο λάκκων και που δε λαμβάνει υπόψη το μέγεθος των οστράκων. Συστηματικά καταγράφτηκαν τα χαρακτηριστικά της κεραμικής που αφορούν την πληρότητα και το βαθμό θραύσης των αγγείων. Έτσι, σημειώθηκαν τα αγγεία που σώζουν ολόκληρο το περίγραμμά τους καθώς και το σωζόμενο ποσοστό του χείλους των αγγείων. Καταγράφτηκε επίσης ο αριθμός των σωζόμενων οστράκων κάθε αγγείου, που πέρα από την ταφονομική ιστορία με βεβαιότητα εξαρτάται και από τις μορφοτεχνολογικές ιδιότητες των αγγείων. Το μέγεθος των οστράκων, το οποίο όπως σημειώθηκε δε λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της πυκνότητας, υπολογίστηκε κατά προσέγγιση για κάθε αποθετική ενότητα από τη σχέση συνολικού βάρους και αριθμού οστράκων. Αναγνωρίζεται πάντως ότι το μέγεθος των οστράκων εκτός από τις αποθετικές και μεταποθετικές διαδικασίες επηρεάζεται και από παράγοντες όπως η κεραμική ύλη, το σχήμα, το μέγεθος, η όπτηση και η χρήση των αγγείων (Orton et al. 1993: 214). Άλλωστε και το βάρος των οστράκων δεν καθορίζεται μόνο από το μέγεθός τους αλλά και από την κεραμική ύλη και το πάχος των τοιχωμάτων. Επιπλέον, αυτός ο τρόπος εκτίμησης του μεγέθους των οστράκων κάθε απόθεσης δεν μπορεί να αναδείξει την ενδεχόμενη ποικιλότητα μεγεθών στο εσωτερικό της κάθε αποθετικής ενότητας. Για το λόγο αυτό συνεξετάζεται και το μέγεθος των διαγνωστικών οστράκων που καταγράφτηκε 50

51 ξεχωριστά για το καθένα ως πολύ μικρό (<2εκ.), μικρό (>2<5εκ.), μεσαίο (>5<10κ.) και μεγάλο (>10εκ.). Μπορεί να μην είναι ενδεικτικό του συνόλου, καθώς έχουν παραλειφθεί τα πολύ μικρά όστρακα, αλλά αποτελεί μέτρο σύγκρισης της ποικιλίας μεγεθών των διαφορετικών αποθετικών ενοτήτων. Η φθορά των διαγνωστικών οστράκων, που καταγράφτηκε ως προς το διαβρωμένο μέρος του αγγείου και το βαθμό διάβρωσης, μπορεί να συσχετιστεί με πιθανή χρήση ή αποθετικές και μεταποθετικές διαδικασίες. Τα ίδια χαρακτηριστικά σημειώθηκαν και για την επικόλληση ιζήματος που σχετίζεται με την ταφονομική ιστορία της κεραμικής και μπορεί να ποικίλλει στα διαφορετικά συμφραζόμενα ή ενδεχομένως στην ίδια απόθεση (Orton et al. 1993: ). Είναι αυτονόητο ότι η αναζήτηση οστράκων που ενώνονται ή συνανήκουν εξυπηρετεί την καλύτερη ταξινόμηση του υλικού και τεκμηρίωση των σχημάτων και των μοτίβων διακόσμησης. Επιπλέον, μπορεί από τη μια να συμβάλει στην εξακρίβωση της ύπαρξης ή μη ολόκληρων αγγείων στους λάκκους, άρα στην κατανόηση της απόθεσης, και από την άλλη στον έλεγχο της στρωματογραφίας. Σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά της κεραμικής που συλλέχτηκε με τις διαφορετικές ανασκαφικές ενότητες ενός στρώματος, τα όστρακα που ενώνονται/συνανήκουν μπορούν να επιβεβαιώσουν την ομοιογένειά του. Αποτελούν επίσης ένδειξη για το συσχετισμό διαφορετικών στρωμάτων, ο σχηματισμός των οποίων μπορεί να οφείλεται σε μια σειρά σχετιζόμενων διαδικασιών (Orton et al. 1993: 210). ιατυπωμένο αντίστροφα, το ζήτημα των οστράκων που ενώνονται/συνανήκουν και ο αριθμός τους αφορά το βαθμό διασποράς των αγγείων και άρα την κινητικότητα των αποθέσεων (Orton et al. 1993: 32). 51

52 Κεφάλαιο 4 Η τυπολογία της κεραμικής: μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά

53 4.1 Εισαγωγή Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται η τυπολογία της κεραμικής σύμφωνα με τα μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά των αγγείων. Προηγούνται κάποιες παρατηρήσεις για τον τρόπο και το στόχο ποσοτικοποίησης και στατιστικής ανάλυσης της κεραμικής. Η τυπολογία βασίζεται στη διάκριση των αγγείων σε ανοιχτά, ευρύστομα και κλειστά, για τα οποία παρουσιάζεται η ποικιλότητα των μορφοτεχνολογικών ιδιοτήτων. Στο τέλος επιχειρείται μια σύνοψη και συγκριτική εκτίμηση των χαρακτηριστικών τους. Ειδική αναφορά γίνεται στο σύνολο των διακοσμημένων αγγείων και οστράκων. 4.2 Ποσοτικοποίηση και στατιστική ανάλυση Το υλικό που μελετήθηκε γι αυτή την εργασία αποτελεί το σύνολο της κεραμικής που ανακτήθηκε ανασκαφικά από δύο λάκκους της νεολιθικής θέσης Ρεβενίων Κορινού. Στο πρώτο στάδιο της μελέτης καταγράφτηκαν όλα τα όστρακα (16.324) συνδυαστικά ως προς την κεραμική κατηγορία, το ποσοστό των εγκλεισμάτων στην κεραμική ύλη, καθώς και το γενικό σχήμα και το μέρος του αγγείου από το οποίο προέρχεται το κάθε όστρακο. Η τυπολογία της κεραμικής των Λάκκων 7 και 11 βασίζεται στα χαρακτηριστικά των λιγοστών σωζόμενων ολόκληρων αγγείων και των διαγνωστικών οστράκων, δηλαδή όσων θραυσμάτων επιτρέπουν τη συναγωγή πληροφοριών για το σχήμα του αγγείου (χείλη, λαιμοί) και για επιμέρους μορφολογικά χαρακτηριστικά (βάσεις, λαβές, όστρακα με διακόσμηση), τα οποία καταγράφτηκαν σε ένα δεύτερο στάδιο, αυτό της ειδικής καταγραφής. Επιπλέον, για την καλύτερη κατανόηση του αποσπασματικού υλικού αξιοποιήθηκε ένα σημαντικό ποσοστό των ολόκληρων αγγείων που προέρχονται από το σύνολο της ανασκαμμένης θέσης. Τα αγγεία αυτά δε συνυπολογίστηκαν στη στατιστική ανάλυση, αλλά λήφθηκαν υπόψη για την ασφαλέστερη αποκατάσταση των σχημάτων των θραυσμάτων. Συγκεκριμένα, οι μετρήσεις και οι αναλογίες κάθε τύπου βασίστηκαν στο σύνολο των διαθέσιμων ολόκληρων αγγείων. 53

54 Ο συνολικός αριθμός των ολόκληρων αγγείων και των χαρακτηριστικών οστράκων που καταγράφτηκαν ανέρχεται σε Με δεδομένο ότι προηγήθηκε συντήρηση του υλικού από την ΚΖ ΕΠΚΑ και συστηματική προσπάθεια αναγνώρισης των οστράκων που ενώνονται ή συνανήκουν στο πρώτο στάδιο της καταγραφής, δηλαδή κατά την καταγραφή του συνόλου του υλικού, όστρακα που θεωρήθηκε ότι προέρχονται από ένα αγγείο καταχωρήθηκαν ως μία εγγραφή. Έτσι, ακολουθώντας τη λογική ότι οι τύποι των αποσπασματικά σωζόμενων αγγείων μπορούν να ποσοτικοποιηθούν με τη μέτρηση χαρακτηριστικών τμημάτων τους (Orton 1993: 173, Orton et al. 1993: ), με βάση τα σωζόμενα ολόκληρα αγγεία, τα χείλη και τους λαιμούς ο μέγιστος αριθμός των αγγείων υπολογίζεται σε 712. Σε κάθε περίπτωση, όπως επισημαίνει και η Rice (1987: 291) για τη μέτρηση οστράκων γενικά, θα πρέπει να τονιστεί ότι πρόκειται για μια σημαντική υπερεκτίμηση, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι όστρακα με όμοια χαρακτηριστικά δεν μπόρεσαν σε κάθε περίπτωση να αποδοθούν με βεβαιότητα στο ίδιο αγγείο, ενώ όστρακα με διαφορετικά χαρακτηριστικά μπορεί να προέρχονται από το ίδιο αγγείο που κατασκευάστηκε χειροποίητα και ψήθηκε σε ανοιχτή φωτιά και άρα δεν αναμένεται να παρουσιάζει ομοιογενή εικόνα. Και σίγουρα δεν μπορεί να γίνει λόγος για υπολογισμό του αριθμού των αγγείων σε χρήση που απαιτεί τουλάχιστον προσδιορισμό της διάρκειας ζωής του κάθε αγγείου (Orton 1993: , Orton et.al 1993: ). Άρα, η αναλυτική παρουσίαση της τυπολογίας που ακολουθεί βασίζεται στα ολόκληρα αγγεία και στα χαρακτηριστικά όστρακα που επιτρέπουν την αποκατάσταση του σχήματος του αγγείου, δηλαδή στις 712 καταγραφές αγγείων, χειλέων και λαιμών, και μάλιστα σε ορισμένους τύπους ο αριθμός των αγγείων περιορίστηκε σε όσα από αυτά ήταν δυνατός και ο προσδιορισμός του μεγέθους βάσει της διαμέτρου του χείλους ή του λαιμού. Με στόχο όμως την πληρέστερη αξιοποίηση του υλικού θα συμπεριληφθούν στην ανάλυση και τα υπόλοιπα διαγνωστικά θραύσματα, όταν αυτό δηλώνεται ρητά. Τα δεδομένα της καταγραφής, γενικής και ειδικής, αναλύθηκαν στατιστικά με το ειδικό πρόγραμμα PASW Statistics 18 (για την εφαρμογή της στατιστικής στην αρχαιολογία ενδεικτικά βλ. Sinopoli 1991: , Fletcher & Lock 2005). Παρά τις όποιες επιφυλάξεις μπορούν να διατυπωθούν (Orton 2000: 40), στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας επιλέγεται ο συμβατικός χαρακτηρισμός του υλικού ως τυχαίου δείγματος του άγνωστου αρχικού πληθυσμού των αγγείων, ο αριθμός δηλαδή των 54

55 αγγείων που κατασκευάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν, καθώς θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν αυτούσιοι οι κανόνες της στατιστικής στην αρχαιολογική ανάλυση. Η επεξεργασία των δεδομένων στοχεύει στην ποιοτική ανάλυση του υλικού -μορφολογικά, τεχνολογικά και ταφονομικά- και στον έλεγχο του πιθανού συσχετισμού των διάφορων χαρακτηριστικών του, χωρίς να επιχειρείται γενίκευση των συμπερασμάτων για το σύνολο της θέσης, η οποία θα απαιτούσε διαφορετική δειγματοληψία, όπως ενδεικτικά σημειώνουν η Rice (1987: ) και οι Fletcher & Lock (2005: 66), ή υπολογισμός του μεγέθους της παραγωγής για τον οποίο το υλικό μάλλον δεν είναι κατάλληλο. Έτσι, ίσως μπορέσουν να αναδειχθούν τα χαρακτηριστικά της κεραμικής του κάθε λάκκου, αλλά και τα χαρακτηριστικά της απόθεσης και της χρήσης των λάκκων. Η αξιολόγηση των ποσοτήτων και των ποσοστών που αναφέρονται στην παρουσίαση των ιδιοτήτων της κεραμικής αλλά και της κατανομής της (στο επόμενο κεφάλαιο) θα πρέπει να συνεκτιμηθεί με τα χαρακτηριστικά αλλά και τους στόχους της ποσοτικοποίησης και της στατιστικής ανάλυσης. Τα ολιγάριθμα αγγεία κάποιων τύπων ίσως δεν προσφέρονταν για στατιστική ανάλυση. Παρ όλ αυτά για λόγους ομοιογένειας της μελέτης προτιμήθηκε να υποβληθούν όλοι οι τύποι σε στατιστική επεξεργασία, αφού σε κάθε περίπτωση αναφέρεται και ο αριθμός των αγγείων. Η βασική κατηγοριοποίηση, που θεωρείται ότι ανιχνεύει ευρείες χρηστικές κατηγορίες, διακρίνει ανοιχτά, ευρύστομα και κλειστά αγγεία, τα οποία εμφανίζονται σε διαφορετικούς τύπους. Τα ανοιχτά και τα ευρύστομα διακρίθηκαν περαιτέρω σε κατηγορίες μεγέθους: μικρά, μεσαία και μεγάλα αγγεία. Σε κάποιους τύπους διαχωρίστηκαν ρηχά και βαθιά αγγεία με βάση τη σχέση διαμέτρου χείλους-ύψους, συγκεκριμένα τα αγγεία με ύψος μικρότερο από το μισό της διαμέτρου χαρακτηρίστηκαν ρηχά, ενώ τα αγγεία με ύψος μεγαλύτερο βαθιά. Όπου αναγνωρίστηκαν παραλλαγές των τύπων, αυτές βασίζονται στην ιδιαίτερη διαμόρφωση του χείλους, το οποίο μπορεί να είναι απλό -ακολουθεί την κλίση των τοιχωμάτων, κατά κανόνα είναι ισόπαχο με τα τοιχώματα και καμπύλο στην απόληξή του-, εξωστρεφές, παχυνόμενο εξωτερικά -το οποίο μπορεί να διαμορφώνεται από πρόσθετο πηλό ή να είναι γυριστό (rolled rim)-, χείλος στο οποίο καταλήγει το σιγμοειδές περίγραμμα των τοιχωμάτων, κάθετο, εσωστρεφές και σχήματος ταυ. Αναφέρονται επίσης οι βάσεις και οι λαβές που σχετίζονται με κάθε τύπο, επειδή όμως 55

56 σπάνια βρίσκονται σε θραύσμα από το οποίο συνάγεται ο τύπος, δεν μπορούν να στηρίξουν τη διάκριση τύπων ή παραλλαγών τους. Η αναφορά στο χρώμα των επιφανειών γίνεται σύμφωνα με την ομαδοποίηση των τιμών Munsell που παρουσιάζεται στο παράρτημα ΙΙΙ. 4.3 Τυπολογία των αγγείων Ανοιχτά αγγεία (Α) (γράφημα ) Η κατηγορία των ανοιχτών αγγείων περιλαμβάνει όσα έχουν διάμετρο χείλους μεγαλύτερη ή ίση με το ύψος του αγγείου και μεγαλύτερη ή ίση με τη διάμετρο βάσης. Στις αναλογίες αυτές θεωρείται ότι αποτυπώνονται η δυνατότητα ορατότητας και πρόσβασης στο περιεχόμενο των αγγείων. Τα 561 ανοιχτά αποτελούν την πολυπληθέστερη ομάδα στο σύνολο των αγγείων με ποσοστό 78,8%, σημειώνεται όμως ότι η τυπολογία των ανοιχτών αγγείων βασίστηκε στα 487 ανοιχτά αγγεία που διακρίνονται σε μικρά, μεσαία και μεγάλα με βάση τη διάμετρο του χείλους. Στις κατηγορίες αυτές μεγέθους εμφανίζονται παρόμοιοι τύποι αγγείων. Έτσι, μπορεί να αναφερθεί συνολικά ότι με βάση ενδεικτικές μετρήσεις στα ολόκληρα αγγεία που προέρχονται από όλη τη θέση, τα ανοιχτά σφαιρικά αγγεία χαρακτηρίζονται από συγκλίνοντα τοιχώματα, η απόληξη των οποίων σχηματίζει γωνία εύρους περίπου με τη νοητή γραμμή της διαμέτρου του χείλους. Η κλίση αυτή των τοιχωμάτων φανερώνει ότι η μέγιστη διάμετρος του σώματος των ανοιχτών σφαιρικών αγγείων δεν είναι πολύ μεγαλύτερη από τη διάμετρο του χείλους. Ως προς το ύψος των ανοιχτών σφαιρικών αγγείων που μπορεί να οριστεί από την αναλογία ύψους : διαμέτρου χείλους, διαπιστώνεται ότι το ύψος είναι συνήθως κάπως μικρότερο από τη διάμετρο του χείλους, ενώ στις περιπτώσεις των ρηχών σφαιρικών ανέρχεται στα 2/3 της διαμέτρου ή μπορεί να είναι ακόμα μικρότερο. Παρατηρήθηκε δηλαδή ένα εύρος στο ύψος των ανοιχτών σφαιρικών αγγείων, το οποίο όμως δεν αποτέλεσε κριτήριο για τον περαιτέρω διαχωρισμό τύπων. Ως προς τη σχέση βάσης-χείλους, η διάμετρος 7 Η τυπολογία των σχημάτων παρουσιάζεται στους πίνακες 4.1α-ι, τα ποσοστά των ανοιχτών, ευρύστομων και κλειστών στο γράφημα

57 βάσης των περισσότερων ολόκληρων ανοιχτών σφαιρικών αγγείων διαμορφώνεται στα 2/5 της διαμέτρου του χείλους. Όπως προκύπτει από τα ολόκληρα αγγεία των Λάκκων 7 και 11, τα ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα χαρακτηρίζονται από τη σχετικά μικρή απόσταση των τοιχωμάτων από τη νοητή γραμμή της διαμέτρου του χείλους, που κυμαίνεται από 85 ως 55, ή από 75 ως 55 στα ρηχά, και από την ύπαρξη κάποιας καμπυλότητας στο σώμα που διαχωρίζει τον τύπο αυτόν από τα κωνικά αγγεία. Σε λίγες μόνο περιπτώσεις σώζεται ολόκληρο το περίγραμμα του αγγείου, και έτσι η σχέση διαμέτρου χείλους-βάσης παραμένει απροσδιόριστη τόσο για τα ρηχά όσο και για τα βαθιά. Ανοιχτά αγγεία ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα είναι τα αγγεία με τοιχώματα που παρουσιάζουν καμπυλότητα στο κάτω μέρος του σώματος και απολήγουν περίπου κάθετα ως προς τη νοητή γραμμή της διαμέτρου του χείλους. ιακρίνονται σε ρηχά και βαθιά, για τα οποία θα μπορούσε να ειπωθεί με επιφύλαξη, αφού δε σώζονται πολλά ολόκληρα, ότι η αναλογία διαμέτρου χείλους-βάσης τείνει προς το 5:2. Το κύριο χαρακτηριστικό των ανοιχτών αγγείων με κάθετα τοιχώματα, σύμφωνα με τις μετρήσεις στα πέντε ολόκληρα αγγεία που προέρχονται από τους Λάκκους 7 και 11, είναι η σχέση της διαμέτρου βάσης προς τη διάμετρο χείλους. Συγκεκριμένα, η διάμετρος βάσης διαμορφώνεται στο μισό ή ακόμα και στα 2/3 της διαμέτρου χείλους, είναι δηλαδή σχετικά μεγαλύτερη σε σύγκριση με τους υπόλοιπους τύπους. Συνοπτικά, στον τύπο αυτόν περιλαμβάνονται βαθιά αγγεία με κάθετα ευθύγραμμα τοιχώματα. Σε καμία περίπτωση δε διαπιστώθηκε η ύπαρξη λαβών. Τα ανοιχτά κωνικά αγγεία έχουν τοιχώματα αποκλίνοντα ευθύγραμμα που σχηματίζουν με τη γραμμή της διαμέτρου χείλους γωνία με εύρος περίπου Με το κριτήριο του λόγου ύψους-διαμέτρου χείλους διακρίνονται σε βαθιά και ρηχά, που παρουσιάζουν και εντονότερη κλίση. Σώζονται ελάχιστα ολόκληρα κωνικά βαθιά αγγεία, ενώ στα ρηχά δημιουργείται η εντύπωση ότι η σχέση διαμέτρου χείλους-βάσης παρουσιάζει ένα απροσδιόριστο εύρος. 57

58 Ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους/κύπελλα (Α.α) (γράφημα ) Τα ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους ή αλλιώς κύπελλα αριθμούν 54 παραδείγματα και αποτελούν έτσι το 11% του συνόλου των ανοιχτών αγγείων. Η διάμετρος του χείλους των αγγείων αυτής της κατηγορίας μεγέθους κυμαίνεται από 5 μέχρι 15εκ., με συγκέντρωση τιμών στα 8-12εκ. Ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους αδιάγνωστα (Α1.α) Σε ποσοστό 14,8% ο τύπος των μικρών ανοιχτών αγγείων δεν είναι διαγνωστικός (Α1.α), ενώ σε 2 επιπλέον περιπτώσεις συνάγεται ότι πρόκειται για αγγεία με αποκλίνοντα τοιχώματα και απλό χείλος (Α1.1.1.α) και κάθετα τοιχώματα και εξωστρεφές χείλος αντίστοιχα (Α1.2.1.α). Ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους σφαιρικά (Α2.α) (γράφημα ) Τα σφαιρικά αριθμούν 17 αγγεία, δηλαδή αποτελούν τον πολυπληθέστερο τύπο (31,5%) αυτής της κατηγορίας μεγέθους. Τα μικρά σφαιρικά αγγεία απολήγουν στην πλειονότητά τους σε απλό χείλος (Α2.1.α), ενώ σε λίγα το χείλος διαμορφώνεται εξωστρεφές (Α2.2.α) ή διαμορφώνει σιγμοειδές περίγραμμα (Α2.3.α). Ένα αγγείο έχει προσκολλημένη απόφυση με οριζόντια οπή και κυκλική κυρτή βάση. Η διάμετρος χείλους κυμαίνεται από 5 μέχρι 12 εκ., και κυρίως από 8 μέχρι 12εκ. Η κεραμική ύλη είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό (76,5%) λεπτόκοκκη και λιγότερο μεσόκοκκη. Στη λεπτόκοκκη κεραμική ύλη παρατηρείται ποικιλία μηπλαστικών με συνηθέστερα το χαλαζία, το μαρμαρυγία, την άμμο αλλά και τα ασβεστιτικά. Ανάλογη ποικιλία εγκλεισμάτων περιέχουν και τα μεσόκοκκα αγγεία. Η χρήση ασβεστιούχας πρώτης ύλης πιθανολογείται για το 73,3% των αγγείων. Η εσωτερική επιφάνεια ενός αγγείου έχει παραμείνει αδρή, ενώ η εξωτερική του επιφάνεια είναι λειασμένη. Λειασμένες είναι οι επιφάνειες ενός ακόμα αγγείου. Στα μισά περίπου αγγεία η εσωτερική επιφάνεια έχει στιλβωθεί με κάλυψη κυρίως υψηλή αλλά και αδιάγνωστη και στιλπνότητα υψηλή. Στο ίδιο ποσοστό και με τα ίδια χαρακτηριστικά για την κάλυψη και τη γυαλάδα παρατηρούνται και οι εξωτερικές στιλβωμένες επιφάνειες. Σε λίγες περιπτώσεις είναι ορατά τα οριζόντια ίχνη του στιλβωτήρα. Επίχρισμα έχει καλύψει τις επιφάνειες δύο αγγείων (11,8%). 58

59 Η ατμόσφαιρα όπτησης, όπως φαίνεται στις επιφάνειες των αγγείων, γενικά ήταν οξειδωτική, με τον πυρήνα οξειδωμένο στο 1/3 των αγγείων και τεφρό σε όμοιο ποσοστό. Τα μικρά σφαιρικά αγγεία φαίνεται ότι ήταν κυρίως καστανά σε διάφορες αποχρώσεις. Γραπτή διακόσμηση φέρουν δύο αγγεία (11,8%), από τα οποία το ένα έχει εξωστρεφές χείλος και λεπτόκοκκη κεραμική ύλη με όστρεα και άμμο. Ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα (Α3.α) (γράφημα , πίνακας 4.2) Τα ανοιχτά ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα βαθιά αγγεία αντιπροσωπεύονται στην κατηγορία των μικρών με ένα αγγείο με απλό χείλος διαμέτρου 5εκ. (1,9%) που σώζεται σχεδόν ολόκληρο (Α3.2.1.α). Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει χαλαζία και ίσως είναι ασβεστιούχα. Οι επιφάνειες είναι στιλβωμένες με αβέβαιη κάλυψη και χαμηλή στιλπνότητα εσωτερικά και χωρίς εμφανή ίχνη στιλβωτήρα και μεσαία στιλπνότητα εξωτερικά. Το αγγείο έχει ψηθεί σε οξειδωτική και μεικτή ατμόσφαιρα, όπως φαίνεται από την εσωτερική και εξωτερική επιφάνεια αντίστοιχα, ενώ ανάλογη εικόνα παρουσιάζει και ο πυρήνας. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι ανοιχτό καστανό 1. Ένα σημαντικό ποσοστό των ανοιχτών αγγείων μικρού μεγέθους (13%) είναι ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα και απλό χείλος, αλλά απροσδιόριστο ύψος (Α3.3.1.α). Ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα (Α4.α) (γράφημα ) Αν και συνολικά τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα αποτελούν το 27,8% των μικρών ανοιχτών αγγείων, για ένα μόνο αγγείο μπορεί να προσδιοριστεί ότι είναι ρηχό, τα περισσότερα είναι βαθιά (14,9% στο σύνολο), ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (Α4.3.1.α, 11,1% στο σύνολο) δεν είναι διαγνωστικό ως προς το ύψος του. Το μοναδικό ρηχό αγγείο του τύπου αυτού έχει απλό χείλος (Α4.1.1.α) με διάμετρο 11εκ. Στη μεσόκοκκη κεραμική ύλη παρατηρούνται χαλαζίας και ασβεστιτικά εγκλείσματα. Οι επιφάνειες είναι στιλβωμένες, με υψηλή κάλυψη και στιλπνότητα, και καλύπτονται με κόκκινο επίχρισμα. Το αγγείο είναι καλά ψημένο σε οξειδωτική ατμόσφαιρα. 59

60 Τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα βαθιά έχουν κυρίως απλό χείλος (Α4.2.1.α) και σε μία περίπτωση παχυνόμενο εξωτερικά (Α4.2.2.α). Το εύρος της διαμέτρου του χείλους είναι 8-13εκ. Στο μοναδικό ολόκληρο αγγείο σώζονται προσκολλημένες δύο από τις αρχικά 4 αποφύσεις με οριζόντια διάτρηση και κυκλική δακτυλιόσχημη βάση. Στην πλειονότητά τους είναι λεπτόκοκκα με χαλαζία και σε μικρότερο ποσοστό (12,5%) μεσόκοκκα με οργανικά, άμμο και ασβεστιτικά εγκλείσματα. Η χρήση ασβεστιούχων πρώτων υλών πιθανολογείται σε ποσοστό 75%. Η εσωτερική επιφάνεια του αγγείου με το παχυνόμενο εξωτερικά χείλος είναι λειασμένη (12,5%), και στα μισά αγγεία στιλβωμένη με υψηλό βαθμό κάλυψης και στιλπνότητας. Στις περιπτώσεις που είναι διαγνωστική η εξωτερική επιφάνεια είναι στιλβωμένη με έντονη κάλυψη της στίλβωσης και γυαλάδα, αν και τα ίχνη του στιλβωτήρα σε μεγάλο ποσοστό είναι αδιάγνωστα. Αξιοσημείωτη είναι η επάλειψη του εσωτερικού του μεσόκοκκου αγγείου με λευκό επίχρισμα. Αν και οι οξειδωτικές συνθήκες όπτησης διαπιστώνονται για όλα τα αγγεία, σε ποσοστό 37,5% παρατηρούνται και ενδείξεις αναγωγικής ατμόσφαιρας. Ο πυρήνας πάντως του κεραμικού σώματος είναι κυρίως οξειδωμένος και σε μικρότερο ποσοστό αποτυπώνει τις εναλλαγές στις συνθήκες όπτησης. Τα βασικά χρώματα της εξωτερικής επιφάνειας είναι καστανά και κυρίως το ανοιχτό καστανό 2 και το καστανό 1. Το αγγείο (12,5%) που φέρει γραπτή διακόσμηση εξωτερικά έχει επιχρισμένη εσωτερική επιφάνεια. Ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους με κάθετα τοιχώματα (Α5.α) Τα δύο ανοιχτά μικρά αγγεία με κάθετα τοιχώματα έχουν απλό χείλος (Α5.1.α) με διάμετρο 9 και 10 εκ. Είναι και τα δύο λεπτόκοκκα με πιθανή ασβεστιούχα ύλη που περιέχει αδιάγνωστα εγκλείσματα και χαλαζία αντίστοιχα. Η εσωτερική επιφάνεια των αγγείων αυτών είναι στιλβωμένη, τα χαρακτηριστικά της όμως ποικίλλουν (χαμηλή και υψηλή κάλυψη, υψηλή και μεσαία στιλπνότητα αντίστοιχα). Η εξωτερική επιφάνεια που είναι διαγνωστική είναι καλά στιλβωμένη με διαγώνια ίχνη στιλβωτήρα. Σε μία περίπτωση παρατηρείται η κάλυψη της εσωτερικής επιφάνειας με επίχρισμα. Και τα δύο αγγεία είναι καλά ψημένα σε οξειδωτικές συνθήκες όπτησης. 60

61 Ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους κωνικά (Α6.α) ύο αγγεία με κωνικό σώμα και απλό χείλος, αλλά απροσδιόριστο ύψος (Α6.3.1.α) αποτελούν το 3,7% των μικρών ανοιχτών αγγείων. Σύνοψη: ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους Τα 54 ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους, κύπελλα στη βιβλιογραφία, αποτελούν το 11% του συνόλου των ανοιχτών αγγείων. Οι συνηθέστεροι τύποι τους είναι τα σφαιρικά και τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα που παρατηρούνται σε παρόμοια ποσοστά. Οι διάφοροι τύποι απαντούν σε συχνότητες που δε διαφέρουν σημαντικά από τα ποσοστά των ίδιων τύπων στο σύνολο των ανοιχτών αγγείων, με εξαίρεση ίσως το πολύ μικρό ποσοστό των αδιάγνωστων με κάθετα τοιχώματα και το αυξημένο ποσοστό των ημισφαιρικών με αποκλίνοντα τοιχώματα. Η διάμετρος του χείλους των αγγείων αυτής της κατηγορίας μεγέθους κυμαίνεται από 5 μέχρι 15εκ., με συγκέντρωση τιμών στα 8-12εκ. Σε δύο αγγεία διαφορετικών τύπων διαπιστώθηκε η ύπαρξη αποφύσεων με οριζόντια οπή και η διαμόρφωση κυρτής και δακτυλιόσχημης βάσης. Η κεραμική ύλη των μικρών ανοιχτών αγγείων είναι κυρίως λεπτόκοκκη (75,9%) και δευτερευόντως μεσόκοκκη (24,1%), απουσιάζουν δηλαδή τα χοντρόκοκκα αγγεία. Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει συνήθως χαλαζία και λιγότερο άμμο ή μαρμαρυγία. Η παρουσία ασβεστιτικών εγκλεισμάτων, μόνων ή σε συνδυασμό με άλλου είδους μη-πλαστικά, διαπιστώνεται κατά μέσο όρο σε ποσοστό 12,1%, ενώ πολύ μεγαλύτερο είναι το ανάλογο ποσοστό για τα ημισφαιρικά με αποκλίνοντα (1/3 αγγεία) ή κάθετα τοιχώματα (1/4 αγγεία) απροσδιόριστα ως προς το ύψος. Για τα μεσόκοκκα αγγεία, που περιέχουν κυρίως χαλαζία ή άμμο, διαπιστώνεται ότι η παρουσία ασβεστιτικών ανέρχεται σε 23,1%. Επιπλέον, η χρήση ασβεστιούχας ύλης στα μικρά ανοιχτά αγγεία θεωρείται πιθανή σε ποσοστό 74%. Η εσωτερική επιφάνεια σε μία περίπτωση είναι αδρή, σε 4 λειασμένη (7,4%, τα 2 αγγεία είναι ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα αδιάγνωστα ως προς το ύψος) και σε ποσοστό 64,8% στιλβωμένη. Η κάλυψη της στίλβωσης είναι συνήθως υψηλή αλλά και σε αρκετές περιπτώσεις αδιάγνωστη, και η στιλπνότητα έντονη. Η εξωτερική επιφάνεια δύο αγγείων διατηρεί ίχνη λείανσης και συνολικά είναι στιλβωμένη σε ποσοστό 64,8% με υψηλό βαθμό κάλυψης και στιλπνότητας. Ίσως δηλαδή το μέγεθος των αγγείων δυσχεραίνει κάπως την επεξεργασία των επιφανειών τους. Τα ίχνη του στιλβωτήρα 61

62 συνήθως είναι οριζόντια. Η χρήση επιχρίσματος για την κάλυψη των επιφανειών διαπιστώνεται σε ποσοστό 20,4% για την εσωτερική και σε ποσοστό 14,8% για την εξωτερική και φαίνεται να σχετίζεται σε κάποιο βαθμό με τη μεσόκοκκη κεραμική ύλη. Το χρώμα της επιχρισμένης εξωτερικής επιφάνειας στις μισές περιπτώσεις είναι κόκκινο 1 και σε ποσοστό 25% καστανοκόκκινο 2. Ιδιαίτερα σπάνια (1,9%) φαίνεται να είναι η γενικά περιορισμένη (5,7%) χρήση λευκού επιχρίσματος για την επάλειψη της εσωτερικής επιφάνειας. Οι οξειδωτικές συνθήκες κατά την όπτηση αποτελούν τον κανόνα, με κάποιες ενδείξεις για μεικτή ατμόσφαιρα όπτησης ιδιαίτερα της εξωτερικής επιφάνειας. Στα μισά αγγεία ο πυρήνας είναι ομοιόχρωμος οξειδωμένος και σε ποσοστό περίπου 20% τεφρός. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι κυρίως καστανό 1 και ανοιχτό καστανό 1 και ακολουθεί το κόκκινο 1 και το τεφρό 1, που εμφανίζεται έτσι σχετικά αυξημένο σε σχέση με το σύνολο των ανοιχτών αγγείων. Πάντως η κεραμική κατηγορία στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα παρουσιάζει σχετικά χαμηλή συχνότητα στα ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους. Γραπτή διακόσμηση φέρουν 6 αγγεία (11,1%), 2 στην εξωτερική τους επιφάνεια και 4 και εσωτερικά και εξωτερικά. Σε όλες τις περιπτώσεις πρόκειται για κόκκινα μοτίβα σε καστανό βάθος, κυρίως καστανό 1 και ανοιχτό καστανό 1. Από τα λιγοστά αυτά διακοσμημένα αγγεία φαίνεται ότι η διακόσμηση δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένους τύπους αγγείων Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους (Α.β) (γράφημα ) Τα ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους θεωρούνται αγγεία προσφοράς και κατανάλωσης. Η διάμετρός τους, όπως μετρήθηκε στο σύνολο των ανοιχτών αγγείων, κυμαίνεται από 13 μέχρι 26εκ. Τα μεσαία αγγεία είναι η βασική κατηγορία μεγέθους της κεραμικής, καθώς εμφανίζονται σε ποσοστό 76,8%. Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους αδιάγνωστα (Α1.β) Ένα μεγάλο ποσοστό των ανοιχτών αγγείων μεσαίου μεγέθους είναι αδιάγνωστο ως προς τον τύπο, για κάποια όμως μπορεί να συναχθεί ότι έχουν αποκλίνοντα τοιχώματα με απλό χείλος (Α1.1.1.β), ενώ το 19% του συνόλου είναι αδιάγνωστα με 62

63 κάθετα τοιχώματα και κυρίως απλό χείλος (Α1.2.1.β), αλλά σε λίγες περιπτώσεις εξωστρεφές (Α1.2.2.β), παχυνόμενο εξωτερικά (Α1.2.3.β) ή σιγμοειδές περίγραμμα (Α1.2.4.β). Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους σφαιρικά/φιάλες (Α2.β) (γράφημα ) Τα 117 σφαιρικά αγγεία αποτελούν τον πολυπληθέστερο τύπο αυτής της κατηγορίας μεγέθους (31,3%). Το χείλος διαμορφώνεται κυρίως απλό (Α2.1.β), σε αρκετές περιπτώσεις (21,4%) εξωστρεφές (Α2.2.β), και σε λιγότερες παχυνόμενο εξωτερικά -σε μία πρόκειται για γυριστό- (Α2.3.β), τμήμα σιγμοειδούς περιγράμματος (Α2.4.β) ή κάθετο (Α2.5.β). Σε τρία αγγεία διαπιστώθηκε η ύπαρξη απόφυσης με οριζόντια οπή, ενώ ένα με εξωστρεφές χείλος έχει απόφυση με κάθετη οπή. Στα δύο αγγεία που σώζονται ολόκληρα η κυκλική βάση είναι δακτυλιόσχημη. Η διάμετρος του χείλους κυμαίνεται από 13 μέχρι 26εκ., αλλά κυρίως από 16 μέχρι 21εκ. Τα σφαιρικά αγγεία είναι κυρίως λεπτόκοκκα (74,4%), σε μικρότερο ποσοστό μεσόκοκκα (23,1%) και σπάνια χοντρόκοκκα. Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει κυρίως χαλαζία και λιγότερο άμμο ή μαρμαρυγία. Ο χαλαζίας είναι το κύριο μηπλαστικό και της μεσόκοκκης κεραμικής ύλης, που αλλιώς περιέχει άμμο, όστρεα ή και οργανικά σε ποσοστό 11,1% μαζί με άλλα εγκλείσματα. Τα 2 από τα 3 χοντρόκοκκα αγγεία περιέχουν όστρεα. Για τα μισά περίπου μεσαίου μεγέθους σφαιρικά αγγεία πιθανολογείται η χρήση ασβεστιούχας ύλης. Ένα αγγείο (0,9%) έχει παραμείνει εσωτερικά αδρό, 5 πιθανότατα έχουν λειασμένη εσωτερική επιφάνεια (4,3%) και σε ποσοστό 68,4% στιλβωμένη με υψηλή ή αδιάγνωστη κάλυψη και στιλπνότητα. Η εξωτερική επιφάνεια σπάνια είναι λειασμένη (0,9%) και με μεγάλη συχνότητα στιλβωμένη με υψηλό και σε κάποιες περιπτώσεις αβέβαιο βαθμό κάλυψης και γυαλάδας. Η φορά του στιλβωτήρα είναι κυρίως οριζόντια, αλλά παρατηρείται σε αξιοσημείωτη ποικιλία, που σε κάποιες περιπτώσεις ίσως σχετίζεται με την ύπαρξη γραπτής διακόσμησης. Περίπου στο 1/3 των αγγείων οι επιφάνειες έχουν καλυφθεί με επίχρισμα, ενώ η πρακτική αυτή φαίνεται ελαφρά συχνότερη στα αγγεία με εξωστρεφές ή παχυνόμενο εξωτερικά χείλος. Σε 3 περιπτώσεις παρατηρείται επάλειψη της εσωτερικής επιφάνειας με λευκό επίχρισμα. Τα αγγεία του τύπου αυτού έχουν ψηθεί σε οξειδωτικές συνθήκες και σπάνια εμφανίζουν ενδείξεις αναγωγικής ή μεικτής ατμόσφαιρας όπτησης. Ο πυρήνας είναι 63

64 οξειδωμένος σε ποσοστό 26,5% και τεφρός σε ποσοστό 18,8%. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι μεικτός ή αναγωγικός και μονομερώς οξειδωμένος ή πολύχρωμος. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι σε όμοιο ποσοστό καστανό 1 και κόκκινο 1, ενώ μεγάλο είναι το ποσοστό και του ανοιχτού καστανού 1. Σε ποσοστό 28,2% τα σφαιρικά αγγεία μεσαίου μεγέθους φέρουν διακόσμηση, που είναι κυρίως γραπτή (26,6% στο σύνολο), κόκκινο σε καστανό/ανοιχτό καστανό. Όλες οι παραλλαγές του τύπου των σφαιρικών διακοσμούνται με γραπτά μοτίβα και μάλιστα με ελαφρά μειωμένο το ποσοστό των απλών χειλέων. Κανένα γραπτό αγγείο δεν είναι χοντρόκοκκο. Σε δύο αγγεία η διακόσμηση έχει εφαρμοστεί σε επιχρισμένο βάθος. Η εξωτερική επιφάνεια 2 αγγείων έχει δεχθεί εμπίεστη (impresso) διακόσμηση. Η κεραμική ύλη του ενός είναι λεπτόκοκκη με χαλαζία και ίσως ασβεστιούχα. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι καστανοκόκκινο 2. Το άλλο περιέχει όστρεα σε μεσαίο ποσοστό και η εσωτερική του επιφάνεια είναι επιχρισμένη. Έχει ενδείξεις μεικτής ατμόσφαιρας όπτησης εσωτερικά και εξωτερικά και οξειδωτικής εξωτερικά, αντίστοιχα ο πυρήνας του είναι τρίχρωμος. Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα/σκύφοι (Α3.β) (γράφημα ) Τα ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα -όλα με απλό χείλος- στο σύνολό τους αριθμούν 20 αγγεία (5,3%). Τα περισσότερα είναι ρηχά (2,4% στο σύνολο) (Α3.1.1.β). Το άνοιγμα του χείλους παρουσιάζει εύρος 13-22εκ. Η κεραμική ύλη είναι λεπτόκοκκη με άμμο -σε μία περίπτωση μαζί με όστρεα-, χαλαζία ή μαρμαρυγία, και μόνο ένα αγγείο είναι μεσόκοκκο με χαλαζία και οργανικά εγκλείσματα (11,1%). Σε ποσοστό 66,6% τα αγγεία του τύπου αυτού φαίνεται να έχουν κατασκευαστεί από ασβεστιούχα ύλη. Οι επιφάνειες, όταν δεν είναι αδιάγνωστες ως προς την επεξεργασία, διαπιστώνονται στιλβωμένες. Ο βαθμός κάλυψης της στίλβωσης και της στιλπνότητας είναι μάλλον αβέβαιος για την εσωτερική επιφάνεια και κυρίως υψηλός για την εξωτερική. Τα ίχνη του στιλβωτήρα είναι γενικά οριζόντια αλλά και αδιάγνωστα. Το ποσοστό της κάλυψης των επιφανειών με επίχρισμα ανέρχεται σε 33,3%. Τα αγγεία έχουν ψηθεί σε οξειδωτική ατμόσφαιρα με εναλλαγές αναγωγικής και μεικτής ατμόσφαιρας σε δύο από αυτά. Ο πυρήνας στις μισές περιπτώσεις είναι οξειδωμένος και σε ποσοστό 22,2% μονομερώς 64

65 οξειδωμένος. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι ισάριθμα κόκκινο 1 και καστανό 1, αν και γενικά επικρατούν τα καστανά χρώματα. Τα ημισφαιρικά αγγεία με αποκλίνοντα τοιχώματα βαθιά (1,6% στο σύνολο) (Α3.2.1.β) έχουν διάμετρο 11-21εκ. Σώζεται ένα ολόκληρο αγγείο με βάση κυκλική επίπεδη. Η κεραμική ύλη των αγγείων αυτών είναι κυρίως λεπτόκοκκη με χαλαζία ή άμμο και σε μία περίπτωση μεσόκοκκη με οργανικά και χαλαζία (16,7%). Σε παραπάνω από τα μισά αγγεία υπάρχουν ενδείξεις για χρήση ασβεστιούχων πρώτων υλών. Οι επιφάνειες είναι στιλβωμένες με υψηλή αλλά και μεσαία κάλυψη στην εσωτερική και εξωτερική επιφάνεια και κυρίως υψηλή στιλπνότητα εσωτερικά και μεσαία εξωτερικά. ιαπιστώνεται ποικιλία στη φορά του στιλβωτήρα. Κανένα αγγείο δεν έχει καλυφθεί με επίχρισμα. Όλα τα αγγεία ψήθηκαν σε οξειδωτικές συνθήκες, ενώ στα μισά υπάρχουν ενδείξεις και μεικτής ατμόσφαιρας όπτησης. Σε ποσοστό 50% ο πυρήνας είναι οξειδωμένος. Στην εξωτερική επιφάνεια παρατηρείται ανοιχτό καστανό 1 και καστανό 1 σε όμοια συχνότητα. Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα/φιάλες (Α4.β) (γράφημα ) Από τα 91 ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα (24,3%) ένα μεγάλο ποσοστό (16% στο σύνολο) κρίθηκε μη-διαγνωστικό ως προς το ύψος του αγγείου. Ρηχά θεωρήθηκαν 18 αγγεία (ποσοστό 4,8% στο σύνολο), τα περισσότερα με απλό χείλος (Α4.1.1.β) και ένα με εξωστρεφές (Α4.1.2.β). Η διάμετρος του χείλους των ρηχών ημισφαιρικών αγγείων με κάθετα τοιχώματα μεσαίου μεγέθους παρουσιάζει εύρος 17-26εκ. Τα αγγεία του τύπου αυτού σε ποσοστό περίπου 39% είναι μεσόκοκκα και περιέχουν χαλαζία, ενώ δύο αγγεία (11,1%) έχουν χοντρόκοκκη κεραμική ύλη με όστρεα. Τα υπόλοιπα είναι λεπτόκοκκα και τα μισά από αυτά περιέχουν χαλαζία και τα υπόλοιπα σε ίσο ποσοστό χαλαζία με ασβεστιτικά και αδιάγνωστα εγκλείσματα (από 2 αγγεία). Στις μισές περιπτώσεις ίσως χρησιμοποιήθηκε ασβεστιούχα ύλη. Οι επιφάνειες, όταν δεν είναι αδιάγνωστες ως προς την επεξεργασία τους, είναι στιλβωμένες. Εσωτερικά η κάλυψη της στίλβωσης είναι υψηλή και η στιλπνότητα υψηλή αλλά σε αυξημένο ποσοστό και χαμηλή ή μεσαία. Εξωτερικά ο βαθμός κάλυψης της στίλβωσης και της γυαλάδας είναι μάλλον υψηλός. Τα ίχνη του στιλβωτήρα στην εξωτερική επιφάνεια διατηρούνται οριζόντια, αλλά σε μία περίπτωση σε διάφορες 65

66 κατευθύνσεις και σε μία ακόμα είναι αβέβαιη η φορά τους. Οι επιφάνειες καλύπτονται με επίχρισμα σε ποσοστό 38,9%. Σε 3 περιπτώσεις (16,7%) η εσωτερική επιφάνεια καλύπτεται με λευκό επίχρισμα. Κατά την όπτηση των ρηχών ημισφαιρικών αγγείων με κάθετα τοιχώματα κυριαρχούσαν οξειδωτικές συνθήκες, αν και σε κάποιες περιπτώσεις διαπιστώνονται και/ή μεικτές και αναγωγικές συνθήκες. Σε ποσοστό περίπου 40% ο πυρήνας έχει οξειδωθεί πλήρως, ενώ σε ποσοστό περίπου 30% παρέμεινε τεφρός. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας σε ισάριθμα αγγεία (συνολικά 4) είναι καστανό 1 ή 2, σε υψηλό ποσοστό κόκκινο 1 και χαμηλότερο κόκκινο 2, ενώ ανάλογος είναι και ο αριθμός των αγγείων με ανομοιόμορφο χρώμα στην εξωτερική τους επιφάνεια. Τα 13 βαθιά ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα αποτελούν το 3,5% του συνόλου των αγγείων αυτής της κατηγορίας μεγέθους. Το χείλος συνήθως διαμορφώνεται απλό (Α4.2.1.β) εκτός από ένα που είναι παχυνόμενο εξωτερικά (Α4.2.2.β). Η διάμετρός τους κυμαίνεται από 14 μέχρι 26εκ. Σε ένα αγγείο σώζονται επικολλημένες, από τις αρχικά τέσσερις, δύο αποφύσεις με κάθετη διάτρηση. Καθώς διατηρούνται αρκετά ολόκληρα αγγεία του τύπου αυτού, διαπιστώνεται ότι σε δύο περιπτώσεις η βάση διαμορφώνεται κυκλική κυρτή, σε άλλες δύο δακτυλιόσχημη και σε μία επίπεδη. Η κεραμική ύλη είναι κυρίως λεπτόκοκκη με χαλαζία ή μαρμαρυγία, σε δύο περιπτώσεις μεσόκοκκη και σε μία χοντρόκοκκη. Φαίνεται ότι για τα μισά περίπου αγγεία χρησιμοποιήθηκε ασβεστιούχα ύλη. Οι επιφάνειες είναι στιλβωμένες εσωτερικά και εξωτερικά κυρίως με υψηλή κάλυψη. Η στιλπνότητα των εσωτερικών στιλβωμένων επιφανειών είναι υψηλή αλλά και αβέβαιη ή μεσαία ή χαμηλή και των εξωτερικών υψηλή και σε κάποιες περιπτώσεις μεσαία. Τα ίχνη του στιλβωτήρα συνήθως διαπιστώνονται οριζόντια, σε δύο περιπτώσεις (15,4%) είναι αδιάγνωστα και από μία φορά κάθετα και προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Το ποσοστό της κάλυψης των επιφανειών με επίχρισμα είναι 7,7%. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το μοναδικά υψηλό ποσοστό κάλυψης της εσωτερικής επιφάνειας με λευκό επίχρισμα που ανέρχεται σε 38,5%. Στις περισσότερες περιπτώσεις παρατηρούνται στις επιφάνειες των αγγείων οξειδωτικές συνθήκες όπτησης, αλλά και μεικτές σε ποσοστό 38,5% και μάλιστα κυρίως στην εσωτερική επιφάνεια. Ο πυρήνας του κεραμικού σώματος είναι οξειδωμένος σε 4 66

67 αγγεία (30,8%) και πολύχρωμος από την εναλλαγή της ατμόσφαιρας όπτησης σε άλλα τόσα. Στις εξωτερικές επιφάνειες παρατηρούνται κυρίως καστανές αποχρώσεις, ενώ το κόκκινο 1 εμφανίζεται σε 2 αγγεία. Γραπτή διακόσμηση εσωτερικά και εξωτερικά φέρουν δύο αγγεία (15,4%), το ένα από τα οποία έχει παχυνόμενο εξωτερικά χείλος και κυκλική δακτυλιόσχημη βάση. Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους με κάθετα τοιχώματα/σκύφοι (Α5.β) (γράφημα ) Τα ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους με κάθετα τοιχώματα αποτελούν το 3,7% του συνόλου των ανοιχτών αγγείων αυτής της κατηγορίας μεγέθους. Εκτός από μία περίπτωση εξωστρεφούς χείλους (Α5.2.β) όλα τα άλλα χείλη διαμορφώνονται απλά (Α5.1.β). Η διάμετρος του χείλους μετρήθηκε από 15 μέχρι 23εκ. Από τα αγγεία που σώζονται ολόκληρα τρία έχουν κυκλική επίπεδη βάση και δύο δακτυλιόσχημη η οποία όμως δε διαγράφεται στο περίγραμμα του αγγείου. Η κεραμική ύλη είναι κυρίως λεπτόκοκκη (64,3%) και σε μικρότερα ποσοστά μεσόκοκκη και χοντρόκοκκη. Τα λεπτόκοκκα αγγεία περιέχουν κυρίως χαλαζία και άμμο. Φαίνεται πιθανό ότι για μεγάλο ποσοστό των αγγείων αυτού του τύπου (75%) χρησιμοποιήθηκε ασβεστιούχα πρώτη ύλη. Πέρα από μία λειασμένη εσωτερική επιφάνεια (7,1%) όλες οι διαγνωστικές είναι στιλβωμένες με υψηλή ή αβέβαιη κάλυψη και στιλπνότητα. Στίλβωση παρατηρείται και στις περισσότερες εξωτερικές επιφάνειες που έχουν βαθμό κάλυψης και στιλπνότητας κυρίως υψηλό. Τα ίχνη του στιλβωτήρα, αν και συνήθως οριζόντια, ωστόσο συχνά είναι αδιάγνωστα, σε μία περίπτωση διαγώνια και σε μία άλλη σχηματίζουν δύο ζώνες διαφορετικής κατεύθυνσης. Οι εσωτερικές επιφάνειες είναι καλυμμένες με επίχρισμα σε ποσοστό 21,4%, ενώ καμία εξωτερική δεν είναι με βεβαιότητα επιχρισμένη. Η επάλειψη της εσωτερικής επιφάνειας με λευκό επίχρισμα παρατηρήθηκε σε τρία αγγεία (21,4%). Όλα τα αγγεία έχουν ενδείξεις οξειδωτικής ατμόσφαιρας όπτησης, αλλά ταυτόχρονα σε αρκετά παρατηρούνται και ενδείξεις αναγωγικών και/ή μεικτών συνθηκών. Ο πυρήνας των μισών αγγείων είναι οξειδωμένος και σε σημαντικό ποσοστό (21,4%) πολύχρωμος. 67

68 Στην εξωτερική επιφάνεια κυριαρχεί το καστανό 1, μεγάλο είναι το ποσοστό των νεφών (21,4%) και ακολουθεί το ανοιχτό καστανό 1. Ένα αγγείο, αυτό με το εξωστρεφές χείλος, φέρει γραπτή διακόσμηση εσωτερικά και εξωτερικά. Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους κωνικά/σκύφοι (Α6.β) (γράφημα ) Τα 11 μεσαία κωνικά αγγεία αποτελούν μόλις το 2,9% του συνόλου. Τα περισσότερα είναι απροσδιόριστα ως προς το ύψος τους, δύο είναι ρηχά με απλό χείλος (Α6.1.1.β) και ένα είναι ρηχό με εσωστρεφές χείλος (Α6.1.2.β), που είναι και το μοναδικό παράδειγμα αυτής της διαμόρφωσης χείλους στο σύνολο του υλικού. Το ένα από τα ρηχά με απλό χείλος σώζεται ολόκληρο και έχει κυκλική επίπεδη βάση. ύο από αυτά έχουν λεπτόκοκκη κεραμική ύλη με χαλαζία και το τρίτο μεσόκοκκη κεραμική ύλη που ίσως είναι ασβεστιούχα. Οι εσωτερικές επιφάνειες των αγγείων με απλό χείλος είναι στιλβωμένες με υψηλή και μεσαία κάλυψη και εξωτερικά το ένα είναι αδιάγνωστο και το άλλο στιλβωμένο αλλά χωρίς εμφανή ίχνη στιλβωτήρα. Το αγγείο με το εσωστρεφές χείλος έχει στιλβωμένες επιφάνειες με υψηλή κάλυψη και μεσαία στιλπνότητα και εσωτερικά και εξωτερικά. Οι παρατηρούμενες συνθήκες όπτησης παρουσιάζουν κάποια ποικιλία, τόσο στις επιφάνειες όσο και στον πυρήνα. Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους κυλινδρικά (Α7.β) Αναγνωρίστηκε μόνο ένα αγγείο αυτού του τύπου με απλό χείλος (Α7.1.β), το οποίο προέρχεται από το υπερκείμενο στρώμα του Λάκκου 11. Χαρακτηριστικό του τύπου αυτού είναι ότι τόσο η διάμετρος της βάσης όσο και το ύψος του αγγείου, τα οποία δε σώζονται, δε φαίνονται να είναι πολύ μικρότερα από τη διάμετρο του χείλους, που υπολογίζεται στα 15εκ. και σώζεται σε ποσοστό 11%. Το αγγείο φέρει αποφύσεις με μικρές κάθετες οπές. Η κεραμική ύλη του αγγείου είναι λεπτόκοκκη και περιέχει οργανικά και ασβεστιτικά εγκλείσματα. Η επεξεργασία της εσωτερικής επιφάνειας δεν είναι διαγνωστική, ενώ η εξωτερική είναι μεν στιλβωμένη αλλά με αβέβαια χαρακτηριστικά. Οι επιφάνειες του αγγείου είναι οξειδωμένες, ο πυρήνας όμως παρέμεινε τεφρός. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι κόκκινο 1 και ίσως οφείλεται στην ύπαρξη επιχρίσματος. 68

69 Ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους ελλειψοειδή (Α8.β) Το χαρακτηριστικό των αγγείων αυτών είναι η κάτοψή τους, που διαφοροποιείται από τη συνήθη κυκλική και διαμορφώνεται ελλειψοειδής. Η αναγνώριση του τύπου παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες, επειδή το περίγραμμα δε διαφέρει από τα κυκλικά αγγεία, γι αυτό ορίστηκε και η κατηγορία ενδεχόμενα ελλειψοειδή. Ως τέτοια καταγράφτηκαν όστρακα με ασυνήθιστα παχύ χείλος και μικρή διάμετρο που θα μπορούσαν να αποτελούν τμήμα της στενής πλευράς κάποιου ελλειψοειδούς αγγείου, καθώς και όστρακα με ασυνήθιστα μεγάλη διάμετρο, πιθανό τμήμα κάποιας μακριάς πλευράς αντίστοιχα. Όλα τα αγγεία, βέβαια και πιθανά ελλειψοειδή, έχουν απλό χείλος (Α8.1.β και Α8.1.β;). Η βάση ενός ολόκληρου ελλειψοειδούς είναι ελλειψοειδής επίπεδη. ύο είναι τα αγγεία που σίγουρα ανήκουν στον τύπο των ελλειψοειδών. Πρόκειται για λεπτόκοκκα αγγεία με άμμο και χαλαζία μαζί με ασβεστιτικά εγκλείσματα αντίστοιχα. Οι στιλβωμένες επιφάνειες του πρώτου έχουν μεσαία κάλυψη και χαμηλή στιλπνότητα η εσωτερική και μεσαία κάλυψη και στιλπνότητα η εξωτερική, ενώ του δεύτερου μεσαία κάλυψη και υψηλή στιλπνότητα η εσωτερική και υψηλό βαθμό κάλυψης και στιλπνότητας η εξωτερική. Η εσωτερική επιφάνεια του ενός καλύφθηκε με λευκό επίχρισμα. Οι επιφάνειες και των δύο είναι οξειδωμένες, αλλά του ενός η εσωτερική έχει ενδείξεις και αναγωγικής ατμόσφαιρας. Αντίστοιχα ο πυρήνας είναι οξειδωμένος και πολύχρωμος. Τα χρώματα της εξωτερικής επιφάνειας είναι ανοιχτό καστανό 1 και καστανό 1. Πέρα από τα δύο αγγεία αναγνωρίστηκαν δύο ελλειψοειδείς επίπεδες βάσεις που προέρχονται από αγγεία του τύπου αυτού. Τα ενδεχόμενα ελλειψοειδή αριθμούν 8 αγγεία. Σχετικά με την κεραμική τους ύλη αξίζει ίσως να επισημανθεί ότι 30% των λεπτόκοκκων περιέχει ασβεστιτικά εγκλείσματα. Στο εσωτερικό ενός αγγείου παρατηρήθηκε το χαρακτηριστικό λευκό επίχρισμα. Σύνοψη: ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους Τα ανοιχτά μεσαίου μεγέθους αριθμούν 374 αγγεία και αποτελούν έτσι την πολυπληθέστερη ομάδα μεγέθους. Η διάμετρος του χείλους συνολικά για τους διαφορετικούς τύπους κυμαίνεται από 11 μέχρι 27εκ. Τα σφαιρικά και τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα μπορούν να ταυτιστούν με τις φιάλες στις αντίστοιχες παραλλαγές σφαιρικών και ημισφαιρικών με κάθετα τοιχώματα. Αντίστοιχα στους 69

70 σκύφους αντιστοιχούν οι πιο ανοιχτές φόρμες, δηλαδή τα ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα, τα αγγεία με κάθετα τοιχώματα και τα κωνικά. Ο τύπος που αριθμεί περισσότερα αγγεία είναι τα σφαιρικά αγγεία και ακολουθούν τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα. Αν υποτεθεί, όπως φαίνεται βάσιμο, ότι το μεγάλο ποσοστό των αδιάγνωστων με κάθετα τοιχώματα ουσιαστικά ανήκει στα ημισφαιρικά, τότε η ισορροπία αυτή αλλάζει. Όλοι οι άλλοι τύποι εμφανίζονται με πολύ μικρότερη συχνότητα. ιαπιστώθηκε η ύπαρξη αποφύσεων με οριζόντια ή κάθετη διάτρηση σε αγγεία σφαιρικά και με κάθετη διάτρηση σε αγγεία ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα και στο κυλινδρικό. Καθώς σώζονται λίγα ολόκληρα αγγεία ο συσχετισμός τύπων βάσεων με τύπους αγγείων ίσως δεν είναι ασφαλής, πάντως τα βαθιά ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα παρουσιάζουν αξιοσημείωτη ποικιλία. Στους άλλους τύπους ίσως παρατηρείται συσχετισμός μεταξύ των δακτυλιόσχημων και των σφαιρικών, και των επίπεδων με τα βαθιά ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα, τα κωνικά, τα ελλειψοειδή και τα αγγεία με κάθετα τοιχώματα, που παρουσιάζουν όμως και δύο παραδείγματα δακτυλιόσχημων βάσεων στις οποίες ο δακτύλιος δε διαγράφεται στο περίγραμμα του αγγείου. Η κεραμική ύλη στην πλειονότητα των αγγείων είναι λεπτόκοκκη (74,1%), σε μικρότερο ποσοστό μεσόκοκκη (21,9%) και σπάνια χοντρόκοκκη (4%). Στα ρηχά ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα παρατηρείται ότι τα ποσοστά των μεσόκοκκων και των χοντρόκοκκων αγγείων είναι αυξημένα (38,9% και 11,1% αντίστοιχα). Τα λεπτόκοκκα αγγεία περιέχουν κυρίως χαλαζία και λιγότερο άμμο ή μαρμαρυγία. Τα λεπτόκοκκα ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα μηδιαγνωστικά ως προς το ύψος τους περιέχουν σε ποσοστό 11,6% οργανικά μαζί με άλλου είδους εγκλείσματα. Το μοναδικό κυλινδρικό αγγείο είναι λεπτόκοκκο με οργανικά και ασβεστιτικά εγκλείσματα. Ως πιθανότητα μπορεί να αναφερθεί ο συσχετισμός των λεπτόκοκκων ελλειψοειδών αγγείων με τα ασβεστιτικά εγκλείσματα. Ο χαλαζίας είναι το βασικό μη-πλαστικό και της μεσόκοκκης κεραμικής ύλης, ενώ ακολουθούν σε πολύ μικρότερο ποσοστό τα όστρεα μαζί με άλλα εγκλείσματα και η άμμος. Στα μεσόκοκκα ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα μη-διαγνωστικά ως προς το ύψος τους παρατηρείται αυξημένο ποσοστό ασβεστιτικών εγκλεισμάτων (20%). Στα χοντρόκοκκα αγγεία ξεκάθαρα κυριαρχούν τα όστρεα έναντι των άλλων εγκλεισμάτων. Για τα μισά αγγεία μεσαίου μεγέθους (55,6%) πιθανολογείται η χρήση ασβεστιούχας ύλης. 70

71 Η εσωτερική επιφάνεια ενός μόνο αγγείου παρέμεινε αδρή, ενώ σπάνιες είναι και οι λειασμένες επιφάνειες (2,7%). Σε ποσοστό 73,3% παρατηρήθηκε στίλβωση στην εσωτερική επιφάνεια των αγγείων, κυρίως με υψηλή κάλυψη, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και αβέβαιη, και υψηλή στιλπνότητα και σε αρκετές περιπτώσεις αβέβαιη ή μεσαία. Αντίστοιχα, ένα μόνο αγγείο έχει αδρή εξωτερική επιφάνεια και τρία έχουν λειασμένη. Έτσι, στην πλειονότητα των αγγείων (76,2%) διαπιστώθηκε ότι η εξωτερική επιφάνεια έχει δεχθεί στίλβωση, με βαθμό κάλυψης και γυαλάδας μάλλον υψηλό. Τα ίχνη του στιλβωτήρα, όταν διακρίνονται, συνήθως έχουν οριζόντια κατεύθυνση, αλλά σε σπάνιες περιπτώσεις η φορά τους διαφοροποιείται, ενώ σε σημαντικό ποσοστό δεν είναι ευδιάκριτα. Επιχρισμένες επιφάνειες καταγράφτηκαν για το 1/4 των αγγείων περίπου, κανένα από τα οποία δεν είναι βαθύ ημισφαιρικό με αποκλίνοντα τοιχώματα ή ελλειψοειδές -είτε βέβαιο είτε πιθανό-, ενώ λίγα είναι και τα επιχρισμένα βαθιά ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα και τα αντίστοιχα κωνικά. Αντίθετα μεγαλύτερη συχνότητα παρουσιάζουν τα ρηχά ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα, τα σφαιρικά, τα ρηχά ημισφαιρικά αγγεία με αποκλίνοντα τοιχώματα και τα ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα αδιάγνωστου ύψους. Στα αγγεία με επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια είναι αυξημένα τα σφαιρικά αγγεία, ενώ δεν απαντάται κανένα παράδειγμα αγγείου με κάθετα ή κωνικά τοιχώματα ή ελλειψοειδές -ούτε βέβαιο ούτε πιθανό (πίνακας 4.3, γράφημα 4.94). Η κάλυψη των επιφανειών με επίχρισμα ίσως είναι συχνότερη στα μεσόκοκκα αγγεία, όπως φαίνεται χαρακτηριστικά στα ρηχά ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα. Η όπτηση του επιχρίσματος έχει ως αποτέλεσμα σε ποσοστό 71,6% κόκκινες αποχρώσεις στην εξωτερική επιφάνεια -σε 61,1% ανέρχεται το κόκκινο 1- και σε ποσοστό 7,4% καστανοκόκκινες. Η χρήση λευκού επιχρίσματος για την επάλειψη της εσωτερικής επιφάνειας παρατηρήθηκε σε 23 αγγεία (6,1%). Το ποσοστό αυτό παρουσιάζει σημαντική διακύμανση. Έτσι είναι μηδενικό για τα ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα, συμπεριλαμβανομένων και των αδιάγνωστων ως προς το ύψος τους. Στα βαθιά ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα ανέρχεται σε 38,5%, στα ρηχά του ίδιου τύπου σε 16,7% και στα αγγεία με κάθετα τοιχώματα σε 21,4%. Τέλος, είναι πιθανό το λευκό εσωτερικό επίχρισμα να σχετίζεται με τα ελλειψοειδή αγγεία. Φαίνεται πάντως βάσιμη η υποψία ότι η συχνότητα του λευκού επιχρίσματος στην εσωτερική επιφάνεια είναι ανάλογη προς τον αριθμό των σωζόμενων ολόκληρων αγγείων. Ενδεικτικό ίσως είναι ότι τα ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα μη-διαγνωστικά ως προς το ύψος τους, άρα 71

72 με μικρότερο ποσοστό σωζόμενου ύψους, έχουν μικρότερο ποσοστό εσωτερικού λευκού επιχρίσματος -που ταυτίζεται με το μέσο όρο- τόσο σε σχέση με τα βαθιά όσο και με τα ρηχά του ίδιου τύπου που σώζονται σε μεγαλύτερο ύψος. Σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά των επιφανειών φαίνεται ότι τα ανοιχτά αγγεία μεσαίου μεγέθους ψήνονταν σε οξειδωτικές συνθήκες. Σε κάποιες περιπτώσεις (25,4%) διαπιστώνονται, μάλλον ταυτόχρονα, μεικτές συνθήκες όπτησης, που εμφανίζουν μεγαλύτερη συχνότητα στα βαθιά ημισφαιρικά με αποκλίνοντα ή κάθετα τοιχώματα. Αντίστοιχα, ο πυρήνας των αγγείων είναι πλήρως οξειδωμένος σε ποσοστό 39,6% και τεφρός σε ποσοστό 20,1%. Σχετικά μεγάλο (22,2%) είναι το ποσοστό του μονομερώς οξειδωμένου πυρήνα στα ρηχά ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας με το μεγαλύτερο ποσοστό είναι το καστανό 1 και ακολουθούν το ανοιχτό καστανό 1 και το κόκκινο 1. Αντίστοιχα παρατηρείται σχετικά με τις κεραμικές κατηγορίες ότι τα στιλβωμένα καστανά, τα στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα και τα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά εμφανίζονται με τις υψηλότερες συχνότητες, χωρίς κατά κανόνα σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους. Πάντως, τα βαθιά ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα, τα αγγεία με κάθετα τοιχώματα και τα ελλειψοειδή έχουν σχεδόν αποκλειστικά καστανές επιφάνειες. Το ποσοστό των γραπτών αγγείων στο σύνολο των ανοιχτών μεσαίου μεγέθους ανέρχεται σε 13,6%. Μπορεί να υποστηριχτεί με αρκετή ασφάλεια ότι δε διακοσμούνται με την ίδια συχνότητα όλοι οι τύποι, ενώ κάποιοι τύποι ίσως δε δέχονται γραπτή διακόσμηση (πίνακας 4.4, γράφημα 4.95). Έτσι, τα γραπτά αγγεία είναι κυρίως σφαιρικά (60,8%) και σε μικρότερο ποσοστό ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα (21,7%, τα περισσότερα από τα οποία είναι αδιάγνωστα ως προς το ύψος) και ένα είναι με κάθετα τοιχώματα και εξωστρεφές χείλος. Τα αγγεία κοσμούνται με γραπτά μοτίβα σε σχεδόν ισάριθμες περιπτώσεις στην εξωτερική τους επιφάνεια και ταυτόχρονα σε εξωτερική και εσωτερική, ενώ αισθητά χαμηλότερο είναι το ποσοστό της διακόσμησης του εσωτερικού του αγγείου αποκλειστικά. Σχετικά με τα χαρακτηριστικά της ίδιας της διακόσμησης, πρόκειται για εφαρμογή κόκκινης διακόσμησης σε ανοιχτή καστανή επιφάνεια -σε ισάριθμες περιπτώσεις χρώματος καστανού 1 και ανοιχτού καστανού 1, με ελάχιστες εξαιρέσεις σκούρης τεφρής επιφάνειας, πιθανά λόγω της όπτησης. 72

73 Τα 7 αγγεία με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση αποτελούν το 1,9% των μεσαίων ανοιχτών αγγείων. Για τα περισσότερα impresso αγγεία δεν ήταν δυνατός ο προσδιορισμός του τύπου τους, πάντως 2 αγγεία είναι σφαιρικά και 2 είναι αδιάγνωστα με κάθετα τοιχώματα, ενώ για ένα από τα αδιάγνωστα μπορεί να συναχθεί ότι τα τοιχώματά του είναι είτε αποκλίνοντα είτε κάθετα. Η εμπίεστη (impresso) διακόσμηση στο μεγαλύτερο ποσοστό (71,4%) είναι ονυχωτή και στις υπόλοιπες περιπτώσεις διαμορφώνεται από εμπιέσεις των δαχτύλων. ύο θραύσματα αγγείων (0,53%) επιλέχτηκαν ως δείγματα για χημική ανάλυση πιθανών οργανικών καταλοίπων στα εσωτερικά τους τοιχώματα. Πρόκειται για ένα σφαιρικό αγγείο με εξωστρεφές χείλος και για ένα ημισφαιρικό αγγείο με κάθετα τοιχώματα και απλό χείλος. Σε μία περίπτωση σφαιρικού αγγείου με σιγμοειδές περίγραμμα παρατηρήθηκε κάτω από μια ζώνη στο χείλος χαρακτηριστική διάβρωση (pitting) που ίσως οφείλεται στο περιεχόμενο του αγγείου ή στην επεξεργασία του, ενώ ανάλογη εικόνα παρουσιάζει και ένα βαθύ ημισφαιρικό αγγείο με κάθετα τοιχώματα και απλό χείλος Ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους (Α.γ) (γράφημα ) Τα 59 μεγάλα αγγεία με διάμετρο χείλους περίπου 27-44εκ. αποτελούν το 12,1% του συνόλου των ανοιχτών αγγείων. Ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους αδιάγνωστα (Α1.γ) Ένας σημαντικός αριθμός ανοιχτών αγγείων μεγάλου μεγέθους (37,3%) παρέμειναν απροσδιόριστα ως προς τον τύπο τους. Κάποια από αυτά είναι αγγεία με αποκλίνοντα τοιχώματα και απλό (Α1.1.1.γ) ή εξωστρεφές χείλος (Α1.1.2.γ) και άλλα είναι αγγεία με κάθετα τοιχώματα και απλό χείλος (Α1.2.1.γ). Ένα από τα αγγεία με αποκλίνοντα τοιχώματα έχει λαβές, που δε σώζουν στοιχεία για τη μορφή ή την κατασκευή τους. Ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους σφαιρικά/φιάλες (Α2.γ) (γράφημα ) Από τα ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους 9 (15,3%) είναι σφαιρικά, κυρίως με απλό χείλος (Α2.1.γ) και ένα με εξωστρεφές (Α2.2.γ). Η διάμετρος του χείλους κυμαίνεται από 28 μέχρι 35εκ. 73

74 Τα αγγεία του τύπου αυτού είναι κυρίως λεπτόκοκκα (44,4%), αλλά και μεσόκοκκα και χοντρόκοκκα, χωρίς οι κατηγορίες αυτές να παρουσιάζουν σημαντική διαφοροποίηση στη συχνότητά τους. Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει συχνότερα μαρμαρυγία, η μεσόκοκκη άμμο και η χοντρόκοκκη χαλαζία, σε μία περίπτωση μαζί με ασβεστιτικά εγκλείσματα. Η χρήση ασβεστιούχας ύλης πιθανολογείται για τα μισά περίπου αγγεία. Η επεξεργασία της εσωτερικής επιφάνειας σε πολλές περιπτώσεις είναι αδιάγνωστη, και στις υπόλοιπες παρατηρείται στίλβωση με υψηλή ή αβέβαιη κάλυψη και μεσαία στιλπνότητα. Η εξωτερική επιφάνεια ενός αγγείου είναι λειασμένη και στα μισά αγγεία του τύπου αυτού στιλβωμένη με υψηλή κάλυψη και αβέβαιο βαθμό στιλπνότητας. Τα ίχνη του στιλβωτήρα, όπου διακρίνονται, είναι οριζόντια. Οι επιφάνειες ενός αγγείου (11,1%) καλύπτονται με κόκκινο επίχρισμα. Οξειδωτική ατμόσφαιρα κυριαρχούσε κατά την όπτηση των περισσότερων αγγείων, όπως διαπιστώνεται και από το μεγάλο ποσοστό του οξειδωμένου πυρήνα. Από την ποικιλία χρωμάτων που παρατηρείται στην εξωτερική επιφάνεια, φαίνεται να ξεχωρίζει το καστανό 1. ύο είναι τα διακοσμημένα μεγάλα σφαιρικά αγγεία (22,2%), το ένα με γραπτή και το άλλο με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση. Το γραπτό είναι το μοναδικό του τύπου αυτού με εξωστρεφές χείλος. Για το αγγείο με εμπίεστη διακόσμηση αξίζει να σημειωθεί το μεγάλο ποσοστό σε μη-πλαστικά και οι ενδείξεις για αναγωγική/μεικτή ατμόσφαιρα όπτησης. Ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα/λεκανίδες (Α3.γ) (γράφημα ) Ο τύπος αυτός αριθμεί 6 αγγεία, από τα οποία το ένα είναι απροσδιόριστο ως προς το ύψος και τα υπόλοιπα ρηχά (8,5% στο σύνολο). Το εύρος της διαμέτρου του απλού χείλους των ρηχών ημισφαιρικών αγγείων με αποκλίνοντα τοιχώματα (Α3.1.1.γ) είναι 26-32εκ. Προσκολλημένη σε ένα σχεδόν ολόκληρο αγγείο σώζεται απόφυση με οριζόντια διάτρηση. Η κεραμική ύλη των περισσότερων αγγείων είναι λεπτόκοκκη και περιέχει άμμο και στην περίπτωση του αγγείου με την απόφυση μεσόκοκκη με οργανικά και χαλαζία. Στα μισά αγγεία θεωρείται πιθανή η χρήση ασβεστιούχων πρώτων υλών. Η εσωτερική επιφάνεια όλων των αγγείων είναι στιλβωμένη με κάλυψη και στιλπνότητα κυρίως υψηλή. Όπου η επεξεργασία της εξωτερικής επιφάνειας είναι 74

75 διαγνωστική, αυτή είναι στιλβωμένη με υψηλή ή αβέβαιη κάλυψη και κυρίως υψηλή στιλπνότητα. Τα ίχνη του στιλβωτήρα στις δύο περιπτώσεις που είναι διακριτά έχουν ποικίλες κατευθύνσεις. Σε καμία περίπτωση δεν καλύφθηκαν οι επιφάνειες με επίχρισμα. Εκτός από ένα ψημένο σε μεικτή ατμόσφαιρα αγγείο, τα υπόλοιπα ψήθηκαν σε οξειδωτικές συνθήκες και έχουν κυρίως τεφρό πυρήνα (60%). Στις ποικίλες αποχρώσεις της εξωτερικής επιφάνειας μάλλον κυριαρχούν τα καστανά χρώματα. Ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα/φιάλες (Α4.γ) (πίνακας 4.5, γράφημα ) Από τα 6 ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα τα 5 είναι ρηχά με απλό χείλος (Α4.1.1.γ) (8,5% των ανοιχτών αγγείων μεγάλου μεγέθους). Η διάμετρος του χείλους των αγγείων αυτού του τύπου κυμαίνεται από 27 μέχρι 42εκ. Η κεραμική ύλη είναι περίπου σε ίσο ποσοστό λεπτόκοκκη (60%) και μεσόκοκκη (40%). Τα λεπτόκοκκα αγγεία περιέχουν άμμο και χαλαζία. Χαλαζία περιέχουν και τα μεσόκοκκα αγγεία, σε μία περίπτωση μαζί με όστρεα. Η χρήση ασβεστιούχας ύλης θεωρείται πιθανή για 3 αγγεία (60%). Με εξαίρεση μία αδιάγνωστη ως προς την επεξεργασία εσωτερική επιφάνεια οι υπόλοιπες είναι στιλβωμένες με υψηλή κάλυψη αλλά μάλλον μεσαία στιλπνότητα. Οι εξωτερικές επιφάνειες στο σύνολό τους είναι στιλβωμένες με βαθμό κάλυψης και γυαλάδας υψηλό αλλά και αδιάγνωστο. Τα ίχνη του στιλβωτήρα είτε είναι οριζόντια είτε σχηματίζουν δύο ζώνες διαφορετικής κατεύθυνσης είτε είναι αδιάγνωστα. Οι επιφάνειες δύο αγγείων (40%) καλύπτονται με κόκκινο επίχρισμα. Ενδείξεις οξειδωτικών και μεικτών συνθηκών όπτησης εμφανίζονται σε παρόμοια συχνότητα, ενώ ο πυρήνας του κεραμικού σώματος σε δύο περιπτώσεις (40%) είναι αποτέλεσμα όπτησης σε μεικτή ατμόσφαιρα. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι σε όμοιο ποσοστό κόκκινο και καστανό και σε μία περίπτωση τεφρό. 75

76 Ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους με κάθετα τοιχώματα/σκύφοι (Α5.γ) (πίνακας , γράφημα ) Τα 6 αγγεία του τύπου αυτού, όλα με απλό χείλος (Α5.1.γ), αποτελούν το 10,2% αυτής της κατηγορίας μεγέθους. Η διάμετρος χείλους με εύρος 26-42εκ. παρουσιάζει μεγαλύτερη συγκέντρωση τιμών στα 26-29εκ. Τα αγγεία κατανέμονται ισάριθμα σε λεπτόκοκκα και μεσόκοκκα. Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει κυρίως χαλαζία και λιγότερο μαρμαρυγία. Τα περιεχόμενα εγκλείσματα στη μεσόκοκκη κεραμική ύλη παρουσιάζουν κάποια ποικιλία, αφού σε μία περίπτωση συνίστανται σε χαλαζία, οργανικά και ασβεστιτικά, σε άλλη σε χαλαζία με όστρεα και στην τρίτη σε χαλαζία. Το ποσοστό της πιθανής ασβεστιούχας ύλης είναι πολύ υψηλό, αφού ανέρχεται σε 83,3%. Οι επιφάνειες ενός αγγείου (16,7%) είναι λειασμένες και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις στιλβωμένες. Η κάλυψη της στίλβωσης στην εσωτερική επιφάνεια σε κάποιες περιπτώσεις είναι υψηλή και σε άλλες αδιάγνωστη και η στιλπνότητα κυρίως υψηλή. Σχετικά με τα χαρακτηριστικά της στίλβωσης της εξωτερικής επιφάνειας, στο μεγαλύτερο ποσοστό δεν είναι βέβαιος ο βαθμός κάλυψης, ενώ η γυαλάδα μάλλον είναι έντονη. Τα ίχνη του στιλβωτήρα, όταν αυτά διακρίνονται, είναι οριζόντια ή προς διάφορες κατευθύνσεις. Οι επιφάνειες δύο αγγείων (33,3%) καλύπτονται με επίχρισμα. Στις επιφάνειες τεσσάρων αγγείων (66,7%) αποτυπώθηκαν ποικίλες συνθηκές όπτησης, ενώ ένα αγγείο έχει ψηθεί σε οξειδωτικές συνθήκες και ένα αγγείο με οξειδωμένο πυρήνα έχει επιφάνειες μεικτής ατμόσφαιρας όπτησης. Ο πυρήνας σε ποσοστό 33,3% είναι μονομερώς οξειδωμένος. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας παρουσιάζει αξιοσημείωτη ποικιλία. Ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους κωνικά/λεκανίδες & σκύφοι (Α6.γ) (γράφημα ) Τα κωνικά αγγεία συνολικά αποτελούν τον πολυπληθέστερο τύπο των ανοιχτών μεγάλων αγγείων (16,9%). Τρία από αυτά είναι ρηχά και μπορούν να χαρακτηριστούν λεκανίδες (5,1% στο σύνολο) και δύο είναι βαθιά που παραπέμπουν σε σκύφους (3,4% στο σύνολο). Επειδή τα περισσότερα κωνικά είναι αδιάγνωστα ως προς τη σχέση διαμέτρου χείλους-ύψους, προτιμάται γενικά η χρήση του γεωμετρικού όρου, παρόλο που συγκαλύπτει τους διαφορετικούς τύπους. 76

77 Τα ρηχά έχουν όλα απλό χείλος (Α6.1.1.γ) με διάμετρο από 25 μέχρι 30εκ. Η κεραμική ύλη τους περιέχει χαλαζία, κυρίως σε μικρό αλλά και σε μεσαίο ποσοστό. Η χρήση ασβεστιούχας πρώτης ύλης πιθανολογείται για το ένα από τα δύο που δοκιμάστηκαν με υδροχλωρικό οξύ. Οι επιφάνειες είναι στιλβωμένες με βαθμό κάλυψης και στιλπνότητας κυρίως μεσαίο. Τα ίχνη του στιλβωτήρα είναι οριζόντια και σε μία περίπτωση διαγώνια. Σε δύο περιπτώσεις (66,6%) η εξωτερική επιφάνεια καλύπτεται με επίχρισμα. Η εσωτερική επιφάνεια ενός αγγείου καλύφθηκε με λευκό επίχρισμα. Οι επιφάνειες όλων των αγγείων είναι οξειδωμένες, με νέφη όπτησης στην εξωτερική επιφάνεια δύο περιπτώσεων. Αντίστοιχα ο πυρήνας είναι οξειδωμένος και σε μία περίπτωση μονομερώς οξειδωμένος. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι κόκκινο 1 και με νέφη. Τα δύο ολόκληρα σωζόμενα βαθιά αγγεία έχουν απλό χείλος (Α6.2.1.γ) με διάμετρο 25 και 29εκ. Η βάση του πρώτου είναι κυκλική δακτυλιόσχημη και του δεύτερου κυκλική κοίλη. Η κεραμική ύλη στη μία περίπτωση είναι χοντρόκοκκη με όστρεα και στην άλλη λεπτόκοκκη. Οι επιφάνειες είναι στιλβωμένες με υψηλή κάλυψη και αβέβαιη ή υψηλή στιλπνότητα στην εσωτερική, και υψηλή κάλυψη και μεσαία ή υψηλή στιλπνότητα στην εξωτερική. Η φορά του στιλβωτήρα δε διακρίνεται. εν έχει χρησιμοποιηθεί επίχρισμα για την κάλυψη των επιφανειών. Οι επιφάνειες είναι οξειδωμένες, και ο πυρήνας πολύχρωμος από τις εναλλαγές της ατμόσφαιρας όπτησης και οξειδωμένος. Οι εξωτερικές επιφάνειες είναι καστανές. Σύνοψη: ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους Από το σύνολο των ανοιχτών αγγείων διακρίθηκαν ως μεγάλου μεγέθους 59 αγγεία (12,1%) με διάμετρο χείλους 25-44εκ. και μεγαλύτερη συχνότητα στις τιμές 27-32εκ. Αν και εμφανίζονται κοινοί τύποι με τις υπόλοιπες κατηγορίες μεγέθους, η τυπολογία των μεγάλων ανοιχτών αγγείων παρουσιάζει κάποιες διαφοροποιήσεις σε σχέση με το σύνολο των ανοιχτών. Έτσι, η συχνότητα των μεγάλων σφαιρικών αγγείων/φιαλών είναι περίπου μισή από την ανάλογη συνολική. Τα ημισφαιρικά αγγεία, είτε με αποκλίνοντα τοιχώματα είτε με κάθετα, τείνουν να είναι ρηχά, σε αντίθεση με το σύνολο που εμφανίζει σημαντικό ποσοστό αδιάγνωστων ως προς το ύψος. Το ποσοστό των μεγάλων αγγείων με κάθετα τοιχώματα είναι αυξημένο σε σχέση με το συνολικό. Η εντονότερη πάντως διαφοροποίηση παρατηρείται στα κωνικά αγγεία (λεκανίδες & σκύφοι) που είναι ο συνηθέστερος τύπος των μεγάλων αγγείων, ενώ στο 77

78 σύνολο το ποσοστό τους ανέρχεται σε 4,4%. Η ύπαρξη απόφυσης πιθανολογείται για ένα αγγείο με αποκλίνοντα τοιχώματα και διαπιστώθηκε σε ένα ρηχό ημισφαιρικό με αποκλίνοντα τοιχώματα. Τα χαρακτηριστικά των βάσεων των μεγάλων ανοιχτών αγγείων παραμένουν μάλλον απροσδιόριστα. Πιθανή ένδειξη για έναν επιπλέον τύπο μεγάλου ανοιχτού αγγείου αποτελεί μια δακτυλιόσχημη βάση με υπολογιζόμενη διάμετρο 18εκ., της οποίας πάντως η εσωτερική επιφάνεια έχει αποκολληθεί. Το χαρακτηριστικό της βάσης που στηρίζει μια τέτοια υπόθεση είναι η κατασκευή του δακτυλίου. Φαίνεται ότι σε έναν εσωτερικό δακτύλιο ήταν προσκολλημένος εξωτερικά πρόσθετος πηλός που ενδεχομένως έφτανε ως το τοίχωμα του αγγείου, όπως έχει παρατηρηθεί στις λεκάνες του Σέσκλου (Κωτσάκης υπό έκδοση). Τα μισά αγγεία είναι λεπτόκοκκα, ενώ αυξημένα είναι τα ποσοστά και των μεσόκοκκων (33,9%) και των χοντρόκοκκων (15,3%). Η απουσία χοντρόκοκκης κεραμικής ύλης από τα ημισφαιρικά και τα αγγεία με κάθετα τοιχώματα εξισορροπείται από το μεγάλο ποσοστό χοντρόκοκκων αγγείων αδιάγνωστων με αποκλίνοντα ή κάθετα τοιχώματα που με βεβαιότητα ανήκουν και στους παραπάνω τύπους. Τα λεπτόκοκκα αγγεία περιέχουν κυρίως χαλαζία και μαρμαρυγία και λιγότερο άμμο. Τα βασικά εγκλείσματα της μεσόκοκκης κεραμικής ύλης είναι ο χαλαζίας και σε μικρότερο ποσοστό η άμμος. Τα χοντρόκοκκα αγγεία στην πλειονότητά τους περιέχουν όστρεα, εκτός από τα δύο σφαιρικά που περιέχουν χαλαζία -στη μία συνδυάζεται με ασβεστιτικά εγκλείσματα. Στα 2/3 των ανοιχτών αγγείων μεγάλου μεγέθους ίσως χρησιμοποιήθηκε ασβεστιούχα πρώτη ύλη, ενώ το ποσοστό είναι ακόμα μεγαλύτερο για τα αγγεία με κάθετα τοιχώματα. Με αρκετή ασφάλεια υποστηρίζεται ο συσχετισμός του ποσοστού των εγκλεισμάτων με την κεραμική κατηγορία. Έτσι, τα στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα είναι σε πολύ μικρό ποσοστό λεπτόκοκκα (21,4%) και σε αυξημένο ποσοστό μεσόκοκκα (64,3%), ενώ τα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά παρουσιάζουν μεγάλο ποσοστό χοντρόκοκκης κεραμικής ύλης (20%) και μειωμένο μεσόκοκκης (20%). Η εσωτερική επιφάνεια 5 αγγείων σε μία περίπτωση επιχρισμένη- έχει δεχθεί μόνο λείανση, ποσοστό μικρό (8,5%) αλλά κάπως μεγαλύτερο από το σύνολο των ανοιχτών (3,6%). Στα υπόλοιπα αγγεία, όπου η επεξεργασία είναι διαγνωστική (81,4%), η εσωτερική επιφάνεια είναι στιλβωμένη με κάλυψη κυρίως υψηλή και στιλπνότητα υψηλή αλλά και μεσαία σε κάποιες περιπτώσεις. Η εξωτερική επιφάνεια 2 μόνο αγγείων 78

79 είναι λειασμένη και σε ποσοστό 88,1% στιλβωμένη με υψηλό και σε αρκετά αγγεία αβέβαιο βαθμό κάλυψης και υψηλό ή -σε μικρότερο ποσοστό- μεσαίο βαθμό γυαλάδας. Τα ίχνη του στιλβωτήρα στην εξωτερική επιφάνεια συνήθως είναι οριζόντια, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις αδιάγνωστα ή προς διάφορες κατευθύνσεις. Η κάλυψη των επιφανειών με επίχρισμα παρατηρείται σε ποσοστό περίπου 25%. Το ποσοστό αυτό ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο, η εικόνα όμως θα ήταν μάλλον διαφορετική, αν τα αδιάγνωστα αριθμούσαν λιγότερα αγγεία. Πάντως, είναι σαφές ότι το επίχρισμα εφαρμόζεται συχνότερα στις επιφάνειες μεσόκοκκων αγγείων. Η εξωτερική επιφάνεια των επιχρισμένων αγγείων συνήθως έχει χρώμα κόκκινο 1 (60%) και λιγότερο ανομοιόμορφο ή κόκκινο2. Η εσωτερική επιφάνεια ενός μόνο αγγείου του τύπου ρηχά κωνικά (1,7%) καλύφθηκε με λευκό επίχρισμα, ενώ για το σύνολο των ανοιχτών αγγείων το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 5,7%. Οι συνθήκες της όπτησης των περισσότερων αγγείων ήταν οξειδωτικές με κάπως αυξημένο το ποσοστό των ενδείξεων και για μεικτή ατμόσφαιρα όπτησης στα ρηχά ημισφαιρικά αγγεία με κάθετα τοιχώματα και στα αγγεία με κάθετα τοιχώματα, και ιδιαίτερα στα αδιάγνωστα αγγεία με κάθετα τοιχώματα. Ο πυρήνας του κεραμικού σώματος είναι οξειδωμένος περίπου σε 1/3 αγγεία και τεφρός σε ποσοστό 23,7%, ενώ το ποσοστό αυτό είναι υπερδιπλάσιο για τα ρηχά ημισφαιρικά αγγεία με αποκλίνοντα τοιχώματα. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας με το υψηλότερο ποσοστό είναι το κόκκινο 1 (20,3%), το οποίο εμφανίζεται συχνότερα απ ότι στο σύνολο των αγγείων. Σε παρόμοιο ποσοστό παρατηρείται το καστανό 1, και αν συνυπολογιστούν τα αγγεία με καστανές επιφάνειες υπερτερούν των αγγείων με κόκκινες επιφάνειες. Στους περισσότερους τύπους πάντως σημειώνεται ποικιλία στο χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι συνολικά σε όμοιο, σχετικά υψηλό ποσοστό (10,2%) εμφανίζονται το καστανό 2, τα νέφη και το τεφρό 1, ενώ το συνολικό ποσοστό διαμορφώνουν σημαντικά τα αδιάγνωστα αγγεία. Ό,τι υποστηρίχτηκε παραπάνω για το συσχετισμό κεραμικής ύλης και κεραμικής κατηγορίας ισχύει αναλογικά και για το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας. Το ποσοστό των γραπτών αγγείων μεγάλου μεγέθους (3,4%) είναι αρκετά μικρότερο από το αντίστοιχο του συνόλου των ανοιχτών (13,3%), ενώ το μοναδικό αγγείο με εμπίεστη διακόσμηση (impresso) είναι συμβατό με τη συχνότητα αυτής της διακόσμησης συνολικά. Το ένα από τα γραπτά αγγεία είναι σφαιρικό με εξωστρεφές 79

80 χείλος και το άλλο είναι αδιάγνωστο ως προς τον τύπο του. Σφαιρικό είναι και το εμπίεστο αγγείο. Στην πλειονότητα δηλαδή των τύπων αυτής της κατηγορίας μεγέθους δε διαπιστώθηκε κάποια διακόσμηση. Τα γραπτά αγγεία ανήκουν στην κατηγορία κόκκινο σε καστανό και έχουν διακοσμημένες τις εξωτερικές επιφάνειες, ενώ η εμπίεστη διακόσμηση είναι αποτέλεσμα της πίεσης με τα νύχια στην εξωτερική επιφάνεια. Σε ένα θραύσμα αγγείου του Λάκκου 7 ανοίχτηκαν δύο οπές μετά την όπτηση. Πρόκειται για αγγείο με αποκλίνοντα τοιχώματα αλλά αδιάγνωστο ως προς τον τύπο, με χοντρόκοκκη κεραμική ύλη που περιέχει όστρεα, στιλβωμένες και οξειδωμένες επιφάνειες αλλά αναγωγικό πυρήνα, και χρώμα εξωτερικής επιφάνειας ανοιχτό καστανό Σύνοψη: ανοιχτά αγγεία Η σύνοψη των χαρακτηριστικών των ανοιχτών αγγείων είναι αποτέλεσμα της σύγκρισης των τριών κατηγοριών μεγέθους αλλά και της συνεξέτασης των αγγείων χωρίς μετρήσιμη διάμετρο χείλους και των οστράκων που δε λογίζονται αγγεία, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο. Αναμφισβήτητα κυριαρχούν τα μεσαία αγγεία έναντι και των μικρών και των μεγάλων που εμφανίζονται σχεδόν ισάριθμα. Αν και παρατηρούνται κάποιες διαφοροποιήσεις στη συχνότητα των τύπων των μικρών και μεσαίων αγγείων, και στις δύο κατηγορίες μεγέθους υπερτερούν τα σφαιρικά και ημισφαιρικά αγγεία. Τα μεγάλα αγγεία διαφοροποιούνται, καθώς το συνηθέστερο σχήμα είναι το κωνικό που απαντά ταυτόχρονα με μια ποικιλία τύπων σε παρόμοια ποσοστά (γράφημα 4.141). Από τις βάσεις των ανοιχτών αγγείων προκύπτει ίσως ένας ακόμα τύπος σκεύους. Πρόκειται για ένα θραύσμα σώματος και βάσης αγγείου χωρίς καμπυλότητα από το οποίο έχει αποκολληθεί δακτύλιος ή πόδι. Από τα λιγοστά αυτά χαρακτηριστικά πιθανολογείται με επιφύλαξη ο τύπος της τράπεζας. Ως προς την κεραμική ύλη των ανοιχτών αγγείων, σε όλες τις κατηγορίες μεγέθους συνηθέστερα είναι τα λεπτόκοκκα αγγεία. Αίσθηση προκαλεί η αντιπαραβολή της μηδενικής και της σπάνιας συχνότητας της χοντρόκοκκης κεραμικής ύλης στα μικρά και μεσαία αγγεία αντίστοιχα με το ποσοστό των μεγάλων χοντρόκοκκων αγγείων που ανέρχεται σε 15,3%, ενώ με αυξημένο ποσοστό διαπιστώνεται και η 80

81 χρήση μεσόκοκκης κεραμικής ύλης στα μεγάλα αγγεία (πίνακας 4.8). Αντίστροφα, τα χοντρόκοκκα αγγεία είναι μεγάλα σε ποσοστό 37,5% (πίνακας 4.9), ενώ για το σύνολο των αγγείων το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 12,1%. Τα εγκλείσματα της κεραμικής ύλης μάλλον δε διαφοροποιούνται στα μικρά, μεσαία και μεγάλα ανοιχτά αγγεία. Τα συνηθέστερα μη-πλαστικά είναι για όλες τις κατηγορίες μεγέθους ο χαλαζίας, η άμμος και ο μαρμαρυγίας και για τα χοντρόκοκκα αγγεία τα όστρεα. Εξαίρεση στην ομοιομορφία των κατηγοριών μεγέθους ίσως αποτελεί η συχνότητα ασβεστιτικών εγκλεισμάτων στα μεσόκοκκα αγγεία μικρού μεγέθους και σε κάποιους τύπους μικρών και μεσαίων αγγείων, καθώς και η εμφάνιση οργανικών εγκλεισμάτων σε κάποιους τύπους λεπτόκοκκων αγγείων μεσαίου μεγέθους. Η χρήση ασβεστιούχας ύλης, όπως πιθανολογείται, δε φαίνεται να εξαρτάται από το μέγεθος του αγγείου, αντίθετα μάλλον σχετίζεται αρνητικά με το επίχρισμα. Όπως η αδρή εσωτερική επιφάνεια σπανίζει, έτσι και η λειασμένη απαντάται σταθερά σε χαμηλή συχνότητα, η οποία όμως παρουσιάζεται σχετικά αυξημένη στα μικρά και μεγάλα αγγεία. Επομένως, η εσωτερική επιφάνεια συνήθως στιλβώνεται. Ανάλογη εικόνα παρατηρείται και για την εξωτερική επιφάνεια, με ακόμα μικρότερα ποσοστά για τις αδρές και λειασμένες επιφάνειες. Ίσως δηλαδή η επεξεργασία των επιφανειών σχετίζεται σε μικρό βαθμό με το μέγεθος του αγγείου. Επίσης, στο σύνολο των ανοιχτών αγγείων οι λειασμένες επιφάνειες μάλλον σχετίζονται θετικά με τη μεσόκοκκη κεραμική ύλη (πίνακας 4.10). Σχετικά με τα χαρακτηριστικά της στίλβωσης, παρατηρείται στην εσωτερική επιφάνεια υψηλή αλλά και αβέβαιη κάλυψη στα μικρά και μεσαία αγγεία και υψηλή στα μεγάλα, ενώ στην εξωτερική επιφάνεια η κάλυψη είναι υψηλή στην κατηγορία των μικρών και μεσαίων και υψηλή αλλά και αδιάγνωστη στα μεγάλα αγγεία. Η στιλπνότητα είναι έντονη στα μικρά αγγεία και στην εξωτερική επιφάνεια των μεσαίων και υψηλή αλλά και μεσαία στην εσωτερική επιφάνεια των μεσαίων και στα μεγάλα αγγεία. Η μεσαία στιλπνότητα φαίνεται ότι σχετίζεται σε κάποιο βαθμό με τη χοντρόκοκκη κεραμική ύλη. Τα ίχνη του στιλβωτήρα στην εξωτερική επιφάνεια κατά κανόνα και στις τρεις κατηγορίες μεγέθους διαπιστώνονται οριζόντια. Η επάλειψη των επιφανειών με επίχρισμα φαίνεται να σχετίζεται περισσότερο με τον τύπο του αγγείου, παρά με το μέγεθός του. Έτσι, τα ανοιχτά αγγεία με επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια είναι σε ελαφρά αυξημένο ποσοστό (σε σχέση με το σύνολο) σφαιρικά, σπάνια με κάθετα ή κωνικά τοιχώματα και σε καμία περίπτωση ελλειψοειδή. Η χρήση του επιχρίσματος έχει γενικά ως αποτέλεσμα τη 81

82 διαμόρφωση κόκκινων αποχρώσεων στην εξωτερική επιφάνεια των αγγείων, κυρίως του χρώματος κόκκινο 1, που παρατηρούνται σχετικά σπάνια σε μη επιχρισμένες επιφάνειες. Επισημάνθηκε και στις τρεις κατηγορίες μεγέθους ο συσχετισμός του επιχρίσματος με τη μεσόκοκκη κεραμική ύλη (γράφημα 4.142). Αντίθετα, η κάλυψη της εσωτερικής επιφάνειας με λευκό επίχρισμα φαίνεται αυξημένη στα μεσαία αγγεία, αν και μάλλον θα πρέπει να συνεξετάζεται με τον τύπο και τον αριθμό των ολόκληρων ή σχεδόν ολόκληρων αγγείων. Με βάση τα χαρακτηριστικά των επιφανειών, τα ανοιχτά αγγεία φαίνεται ότι ψήνονταν κατά κανόνα σε οξειδωτική ατμόσφαιρα, με αυξημένες όμως ενδείξεις για μεικτές συνθήκες όπτησης στα μεγάλα αγγεία. Παρόμοια εικόνα στις τρεις κατηγορίες μεγέθους παρουσιάζει και ο πυρήνας του κεραμικού σώματος. Συνήθως είναι οξειδωμένος, σε ποσοστό περίπου 20% τεφρός, και με μικρότερη συχνότητα δείχνει διαφορετικές συνθήκες όπτησης ή διαφορετικό τρόπο εναλλαγής των συνθηκών. Ο οξειδωμένος πυρήνας μειώνεται κάπως από τα τα μικρά προς τα μεγάλα αγγεία, ενώ κάπως συχνότερα παρατηρείται ο τεφρός πυρήνας στα αγγεία με επιχρισμένες επιφάνειες, όπως διαπιστώθηκε για το σύνολο των ανοιχτών αγγείων, ανεξάρτητα από το μέγεθος ή τον τύπο τους. Κάποια διαφοροποίηση παρατηρείται στο χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας ανά κατηγορία μεγέθους. Στα μικρά αγγεία σχετικά υψηλότερα είναι τα ποσοστά των καστανών αποχρώσεων σε βάρος του κόκκινου, αυξημένο είναι το τεφρό 1, ενώ σε πολλές περιπτώσεις το χρώμα κρίνεται αδιάγνωστο. Αν και στην εξωτερική επιφάνεια των αγγείων μεσαίου μεγέθους παρατηρείται με μεγαλύτερη συχνότητα το καστανό 1, το κόκκινο 1 είναι μάλλον συνηθέστερο σε σχέση με τα μικρά αγγεία, παρ όλο που διαπιστώνονται διαφοροποιήσεις ανά τύπους. Στα μεγάλα αγγεία το κόκκινο 1 εμφανίζεται με αυξημένη συχνότητα στην εξωτερική επιφάνεια, η οποία θα πρέπει να εκτιμηθεί σε συνδυασμό με τα σχετικά υψηλά ποσοστά μιας ποικιλίας καστανών αποχρώσεων, του τεφρού 1 και των νεφών. Για το σύνολο των ανοιχτών αγγείων αξίζει να σημειωθεί ότι μάλλον επιβεβαιώνεται ο συσχετισμός του χρώματος της εξωτερικής επιφάνειας ή της κεραμικής κατηγορίας με την πιθανή χρήση ασβεστιούχας ύλης. Συσχετισμός μεταξύ της διακόσμησης των αγγείων και του μεγέθους τους διαπιστώνεται σε κάποιο βαθμό (πίνακας 4.11), καθώς το ποσοστό των αγγείων με γραπτή διακόσμηση είναι παρόμοιο στα αγγεία μικρού και μεσαίου μεγέθους (περίπου 82

83 11-13%), αλλά αρκετά μικρότερο στα μεγάλα αγγεία. Επίσης, κανένα από τα αγγεία με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση, που έτσι κι αλλιώς είναι σπάνια, δεν ανήκει στην κατηγορία των μικρών αγγείων. Οι συσχετισμοί των ανοιχτών διακοσμημένων αγγείων με τους τύπους και την κεραμική ύλη παρουσιάζονται στα γραφήματα και στον πίνακα Ευρύτερη αναφορά θα γίνει στη συνολική παρουσίαση των διακοσμημένων αγγείων και θραυσμάτων. Ίχνη της πραγματικής χρήσης των αγγείων -διακοσμημένων ή μονόχρωμωνουσιαστικά απουσιάζουν και για τις τρεις κατηγορίες μεγέθους. Μόνο σε δύο αγγεία μεσαίου μεγέθους -ένα σφαιρικό και ένα ημισφαιρικό με κάθετα τοιχώματαπαρατηρήθηκε στην εσωτερική επιφάνεια χαρακτηριστική διάβρωση (pitting) κάτω από μια ανέπαφη ζώνη στο χείλος. Με τα δύο μεσαία αγγεία που επιλέχτηκαν για χημική ανάλυση οργανικών καταλοίπων θα πρέπει να συνυπολογιστούν άλλα δύο ανοιχτά αγγεία αδιάγνωστου μεγέθους και μία βάση. Τέλος, στο θραύσμα του μεγάλου αγγείου με τις δύο οπές θα πρέπει να προστεθούν δύο συγκολλούμενα όστρακα ανοιχτού αγγείου, στα οποία ανοίχτηκε από μία οπή μετά την όπτηση Ευρύστομα αγγεία (Ε) Στην κατηγορία των ευρύστομων αγγείων έχουν ενταχθεί όσα δεν πληρούν με ασφάλεια την προϋπόθεση των αναλογιών που ορίστηκαν για το χαρακτηρισμό των αγγείων ως ανοιχτών, δηλαδή δεν έχουν με βεβαιότητα διάμετρο χείλους μεγαλύτερη ή ίση με το ύψος του αγγείου και μεγαλύτερη ή ίση με τη διάμετρο βάσης, και ταυτόχρονα έχουν στόμιο ευρύ και κλίση των τοιχωμάτων τέτοια που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κλειστά. Με βάση το μέγιστο αριθμό αγγείων που υπολογίζεται από τα ολόκληρα, τα χείλη και τους λαιμούς, τα ευρύστομα αγγεία αριθμούν 46, δηλαδή 6,5% του συνόλου. Αναγνωρίζονται δύο τύποι ευρύστομων αγγείων: τα ευρύστομα με απλό περίγραμμα (Ε1) και τα ευρύστομα με λαιμό (Ε2) (γράφημα 4.145). Ειδικότερα: 83

84 Ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα (Ε1) (γράφημα ) Ο τύπος των ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα αναγνωρίστηκε σε 26 θραύσματα. Πρόκειται για αγγεία με συγκλίνοντα τοιχώματα, πιθανότατα σφαιρικά. Η κλίση των τοιχωμάτων μπορεί να οριστεί με βάση την απόσταση από τη νοητή γραμμή της διαμέτρου του χείλους, η οποία κυμαίνεται από 115 μέχρι 120. Οι παραλλαγές του τύπου διακρίνονται με βάση τη διαμόρφωση του χείλους, το οποίο καταγράφτηκε ως απλό (Ε1.1, 50%), εξωστρεφές (Ε1.2, 19,2%), παχυνόμενο εξωτερικά (Ε1.3), σιγμοειδές περίγραμμα (Ε1.4), κάθετο (Ε1.5, 19,2%) και ως χείλος σχήματος ταυ (Ε1.6). Με εύρος διαμέτρου χείλους 12-28εκ. τα ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα φαίνεται ότι είναι αποκλειστικά μεσαίου μεγέθους, και γι αυτό στη στατιστική ανάλυση των τεχνολογικών χαρακτηριστικών λήφθηκαν υπόψη και τα αγγεία με αδιάγνωστη διάμετρο. Η κεραμική ύλη είναι κυρίως λεπτόκοκκη (69,2%), σε κάποιες περιπτώσεις μεσόκοκκη, ενώ απαντάται και ένα χοντρόκοκκο αγγείο με απλό χείλος (3,8%). Στα αγγεία με εξωστρεφές χείλος παρατηρείται ότι τα μεσόκοκκα αγγεία υπερτερούν έναντι των λεπτόκοκκων. Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει κυρίως χαλαζία, μαρμαρυγία και άμμο, η μεσόκοκκη χαλαζία και το χοντρόκοκκο αγγείο όστρεα. Η χρήση ασβεστιούχας πρώτης ύλης πιθανολογείται σε ποσοστό 77,3%. Η εσωτερική επιφάνεια ενός γραπτού μεσόκοκκου αγγείου με εξωστρεφές χείλος θυμίζει το εσωτερικό κλειστών αγγείων, αφού κοντά στο χείλος είναι στιλβωμένη και επιχρισμένη και στο σώμα λειασμένη. Πάντως, σε ποσοστό 73,1% η εσωτερική επιφάνεια των αγγείων του τύπου αυτού είναι στιλβωμένη με κάλυψη στίλβωσης και στιλπνότητα γενικά υψηλή. Η εξωτερική επιφάνεια κατά κανόνα (73,1%) είναι στιλβωμένη με υψηλό βαθμό κάλυψης και στιλπνότητας και στις υπόλοιπες περιπτώσεις αδιάγνωστη. Στα αγγεία με εξωστρεφές και κάθετο χείλος ίσως η κάλυψη και η γυαλάδα των επιφανειών δεν είναι τόσο έντονες. Η φορά του στιλβωτήρα, που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι ευδιάκριτη, όταν διακρίνεται είναι οριζόντια. Σε ένα γραπτό αγγείο με απλό χείλος τα ίχνη του στιλβωτήρα σχηματίζουν δύο ζώνες διαφορετικής κατεύθυνσης και σε ένα γραπτό αγγείο με κάθετο χείλος η στίλβωση έχει γίνει προς διάφορες κατευθύνσεις. Η κάλυψη της εσωτερικής επιφάνειας με επίχρισμα συναντάται σε ποσοστό 34,6%, ενώ το ανάλογο ποσοστό για την εξωτερική επιφάνεια είναι 26,9%. 84

85 Οι επιφάνειες των ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα γενικά είναι οξειδωμένες και μόνο σε δύο περιπτώσεις έχουν ψηθεί αποκλειστικά σε αναγωγικές και μεικτές συνθήκες. Η οξείδωση μάλιστα έχει προχωρήσει και στον πυρήνα του κεραμικού στα μισά αγγεία. Ο τεφρός πυρήνας παρατηρείται σε 3 περιπτώσεις (11,5%), ενώ σε ποσοστό περίπου 30% η τομή των οστράκων είναι ομοιόχρωμη αναγωγική ή μεικτή. Συχνότερα φαίνεται ότι επικρατούσαν αναγωγικές και μεικτές συνθήκες κατά το ψήσιμο των αγγείων με κάθετο χείλος, όπως φαίνεται από τις επιφάνειες και τον πυρήνα. Η εξωτερική επιφάνεια είναι κυρίως ανοιχτό καστανό 1 (26,9%) και ακολουθούν σε συχνότητα το κόκκινο 1 και το καστανό 1. Πάντως στα αγγεία με απλό χείλος το συνηθέστερο χρώμα είναι το κόκκινο, αντίθετα με τα αγγεία με κάθετο χείλος που δεν απαντάται σε καμία περίπτωση. Σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό (26,8%) τα ευρύστομα αγγεία με συγκλίνοντα τοιχώματα φέρουν γραπτή διακόσμηση. Τα γραπτά επομένως αποτελούν τη συνηθέστερη κεραμική κατηγορία, γι αυτό άλλωστε φαίνεται συχνότερο το ανοιχτό καστανό 1 -το βάθος των γραπτών- από το κόκκινο 1. Το ποσοστό των διακοσμημένων αγγείων διαμορφώνεται κυρίως από τα αγγεία με εξωστρεφές χείλος, στα οποία η συχνότητα της γραπτής διακόσμησης φτάνει το 40%, και από τα αγγεία με κάθετο χείλος, στα οποία η αντίστοιχη συχνότητα είναι 60%. Τα γραπτά αγγεία είναι σε μεγαλύτερο ποσοστό μεσόκοκκα παρά λεπτόκοκκα (γράφημα 4.156). Στην πλειονότητα των γραπτών αγγείων κόκκινα μοτίβα κοσμούν ανοιχτό καστανό βάθος, εκτός από τις μοναδικές περιπτώσεις της διακοσμημένης σκούρης τεφρής και κόκκινης επιφάνειας. Τα περισσότερα γραπτά αγγεία του τύπου αυτού φέρουν διακόσμηση μόνο στην εξωτερική επιφάνεια, 1 αποκλειστικά στην εσωτερική και 2 εσωτερικά και εξωτερικά Ευρύστομα αγγεία με λαιμό (Ε2) (γράφημα ) Αναγνωρίστηκαν 20 τμήματα ευρύστομων αγγείων με λαιμό που αποτελούν το 2,8% του συνόλου των αγγείων και προέρχονται αποκλειστικά από το Λάκκο 11. Τα 15 από αυτά διακρίνονται με βάση τη διάμετρο του χείλους σε μικρά, μεσαία και μεγάλα. 85

86 Ευρύστομα αγγεία με λαιμό μικρού μεγέθους (Ε2α) (γράφημα ) Ο τύπος αυτός αριθμεί 6 αγγεία με διάμετρο χείλους 9-15εκ., τα οποία δε σώζουν πληροφορίες για το σχήμα του σώματος. Στην πλειονότητά τους (83,3%) είναι λεπτόκοκκα και περιέχουν κυρίως άμμο, και ένα αγγείο είναι μεσόκοκκο με χαλαζία. Πιθανολογείται η χρήση ασβεστιούχων πρώτων υλών σε ποσοστό 33,3%. Η εσωτερική επιφάνεια των αγγείων του τύπου αυτού είναι σε ίσο ποσοστό αδιάγνωστη και στιλβωμένη, ενώ και τα χαρακτηριστικά της στίλβωσης είναι μάλλον αβέβαια. Σχεδόν όλα τα αγγεία έχουν στιλβωθεί εξωτερικά, με κάλυψη κυρίως υψηλή και γυαλάδα μη-διαγνωστική. Τα ίχνη του στιλβωτήρα, όπου διακρίνονται, είναι οριζόντια. Το ποσοστό κάλυψης της εσωτερικής επιφάνειας με επίχρισμα είναι 50% και της εξωτερικής 66,7%. Οι επιφάνειες όλων των αγγείων είναι οξειδωμένες, πάντως σε δύο περιπτώσεις η εσωτερική επιφάνεια έχει ενδείξεις και αναγωγικής ή μεικτής ατμόσφαιρας. Ο πυρήνας του κεραμικού σώματος παρουσιάζει ποικιλία, καθώς κυρίως είναι τεφρός (33,3%) και στις υπόλοιπες περιπτώσεις είναι μονομερώς οξειδωμένος ή ομοιόχρωμος, αποτέλεσμα οξειδωτικής, αναγωγικής ή μεικτής ατμόσφαιρας. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι σε αξιοσημείωτο ποσοστό (66,7%) κόκκινο 1, σε όλες μάλιστα τις περιπτώσεις η επιφάνεια είναι επιχρισμένη. Η εσωτερική επιφάνεια ενδεχομένως παρουσιάζει σε μεγαλύτερο ποσοστό διάβρωση από την εξωτερική. Ευρύστομα αγγεία με λαιμό μεσαίου μεγέθους (Ε2β) (γράφημα ) Η διάμετρος του χείλους των 8 ευρύστομων αγγείων με λαιμό μεσαίου μεγέθους κυμαίνεται από 22 μέχρι 27εκ. Το σχήμα του σώματος δεν μπορεί να συναχθεί από τα σωζόμενα θραύσματα των αγγείων. Υπερτερούν τα αγγεία με λεπτόκοκκη κεραμική ύλη (50%) και ακολουθούν χωρίς μεγάλη διαφορά τα μεσόκοκκα (37,5%) και τα λιγότερα χοντρόκοκκα (12,5%). Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει κυρίως χαλαζία, σε μία περίπτωση με όστρεα. Στη μεσόκοκκη κεραμική ύλη συνδυάζονται όστρεα με χαλαζία, και σε μία περίπτωση παρατηρείται άμμος. Το χοντρόκοκκο αγγείο περιέχει όστρεα. Η χρήση των οστρέων, αν συνυπολογιστούν και οι περιπτώσεις που παρατηρούνται σε μικρό ή μεσαίο ποσοστό μαζί με χαλαζία ή άμμο, ανέρχεται συνολικά σε 50%. 86

87 Η εσωτερική επιφάνεια είναι σε σημαντικό ποσοστό αδιάγνωστη (37,5%) αλλά συνήθως στιλβωμένη (62,5%), με μεσαία ή αδιάγνωστη κάλυψη και απροσδιόριστη ή υψηλή στιλπνότητα. Σε 1 αγγείο (12,5%) διαπιστώθηκε λείανση της εξωτερικής επιφάνειας και συνολικά σε ποσοστό 62,5% στίλβωση, με υψηλή κάλυψη και στιλπνότητα στις μισές περιπτώσεις. Τα ίχνη του στιλβωτήρα είναι αποκλειστικά οριζόντια. Επίχρισμα καλύπτει την εσωτερική επιφάνεια σε ποσοστό 37,5% και την εξωτερική σε ποσοστό 25%, ποσοστά που διαπιστώνονται μεγαλύτερα στα μεσόκοκκα αγγεία. Η εσωτερική επιφάνεια ενός αγγείου καλύπτεται με επίχρισμα πέρα από το σημείο στο οποίο σταματά η κάλυψη στα κλειστά αγγεία, δηλαδή στη μετάβαση από το λαιμό στο σώμα. Σε μεγάλο ποσοστό τα αγγεία του τύπου αυτού έχουν οξειδωμένες επιφάνειες και στις μισές περιπτώσεις και εσωτερικά και εξωτερικά. Παρατηρούνται όμως σε σημαντικό ποσοστό ενδείξεις αναγωγικής (50%) και μεικτής (50%) ατμόσφαιρας όπτησης κυρίως στο εσωτερικό των αγγείων. Ο πυρήνας του κεραμικού σώματος στα μισά αγγεία διαπιστώνεται τεφρός και σε ποσοστό 25% αναγωγικός. Το χρώμα που παρατηρείται συχνότερα στην εξωτερική επιφάνεια είναι το καστανό 1 και ακολουθεί το κόκκινο 1. Ένα αγγείο φέρει εξωτερικά κόκκινη γραπτή διακόσμηση σε καστανή επιφάνεια. Παρατηρείται ότι η εσωτερική επιφάνεια είναι διαβρωμένη σε μεγαλύτερο βαθμό από την εξωτερική. Ευρύστομα αγγεία με λαιμό μεγάλου μεγέθους (Ε2γ) Σε μία περίπτωση η διάμετρος του λαιμού μετρήθηκε 36εκ. Πρόκειται για αγγείο με μεσόκοκκη κεραμική ύλη που περιέχει χαλαζία. Η εσωτερική του επιφάνεια είναι λειασμένη και η εξωτερική στιλβωμένη με μεσαία κάλυψη, χαμηλή στιλπνότητα και οριζόντια ίχνη στιλβωτήρα. Η εξωτερική επιφάνεια είναι οξειδωμένη, ενώ η εσωτερική έχει ενδείξεις αναγωγικής και μεικτής ατμόσφαιρας όπτησης, και ο πυρήνας είναι πολύχρωμος από τις εναλλαγές των συνθηκών όπτησης. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι καστανοκόκκινο 2. 87

88 Σύνοψη: ευρύστομα αγγεία Στην κατηγορία ευρύστομα ομαδοποιήθηκαν 46 αγγεία που δεν μπορούν ανεπιφύλακτα να χαρακτηριστούν ανοιχτά ή κλειστά. Ίσως το σχετικά ασαφές αυτό κριτήριο δικαιολογεί την παρατηρούμενη ποικιλότητα των μορφολογικών και τεχνολογικών χαρακτηριστικών των τύπων και των παραλλαγών τους. Μια πρώτη παρατήρηση αφορά την κεραμική ύλη (γράφημα 4.181, 4.183), η οποία είναι κυρίως λεπτόκοκκη και σε πολύ μικρό ποσοστό χοντρόκοκκη στα ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα, ενώ τα ευρύστομα αγγεία με λαιμό είναι σε ίσο ποσοστό λεπτόκοκκα και μεσόκοκκα, και επιπλέον σε αυτά απαντάται σε ποσοστό 15% η χρήση χοντρόκοκκης κεραμικής ύλης. Η γενικευτική όμως αυτή εικόνα είναι παραπλανητική, καθώς, όπως ήδη επισημάνθηκε, τα αγγεία με απλό περίγραμμα και εξωστρεφές χείλος είναι κυρίως μεσόκοκκα και αντίστροφα τα μικρά αγγεία με λαιμό είναι σε πολύ μεγάλο ποσοστό λεπτόκοκκα. Στα μεσαίου μεγέθους ευρύστομα αγγεία με λαιμό παρατηρείται ιδιαίτερα συχνή χρήση μη-πλαστικών, κυρίως οστρέων. Τα αγγεία χωρίς και με λαιμό διαφοροποιούνται και ως προς το ποσοστό της πιθανολογούμενης χρήσης ασβεστιούχων πρώτων υλών που φαίνεται υπερδιπλάσια για τα αγγεία με απλό περίγραμμα. Η επεξεργασία της εσωτερικής επιφάνειας διαφοροποιείται μεταξύ των αγγείων χωρίς λαιμό, στα οποία είναι κυρίως στιλβωμένη, και των αγγείων με λαιμό, στα οποία ανεξάρτητα από το μέγεθος παρατηρείται σε ίσο ποσοστό στιλβωμένη και αδιάγνωστη. Το ποσοστό των στιλβωμένων εξωτερικών επιφανειών είναι υψηλό για τα αγγεία με απλό περίγραμμα και τα μικρά αγγεία με λαιμό, ενώ στα μεσαία αγγεία με λαιμό διαπιστώνεται αρκετά υψηλό ποσοστό αδιάγνωστων. Ο βαθμός κάλυψης και στιλπνότητας των στιλβωμένων επιφανειών των αγγείων χωρίς λαιμό κρίνεται γενικά υψηλός, ενώ στα αγγεία με λαιμό αυτή η τάση δεν είναι τόσο έντονη και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που τα χαρακτηριστικά αυτά θεωρούνται αδιάγνωστα. Ελάχιστες εξαιρέσεις παρατηρούνται στο γενικό κανόνα της οριζόντιας φοράς του στιλβωτήρα. Σχετικά με την κάλυψη των επιφανειών με επίχρισμα, το ποσοστό είναι ιδιαίτερα αυξημένο για τα μικρά αγγεία με λαιμό και στις υπόλοιπες περιπτώσεις παρατηρείται περίπου στο 1/3 των αγγείων (γράφημα 4.182). Γενικά σχετίζεται με το χρώμα κόκκινο 1 στην εξωτερική επιφάνεια, ιδιαίτερα των ευρύστομων αγγείων με λαιμό, αλλά και με το κόκκινο 2 και το καστανό. 88

89 Οι επιφάνειες των ευρύστομων αγγείων γενικά είναι οξειδωμένες, με αυξημένο όμως ποσοστό ενδείξεων για ταυτόχρονη αναγωγική ή μεικτή ατμόσφαιρα όπτησης στο εσωτερικό των αγγείων με απλό περίγραμμα και κάθετο χείλος και των μεσαίων αγγείων με λαιμό. Κρίνοντας από τα ποσοστά του οξειδωμένου πυρήνα, τα αγγεία χωρίς λαιμό ψήνονταν καλύτερα. Ο τεφρός πυρήνας παρουσιάζει αυξητική τάση από τα αγγεία χωρίς λαιμό προς τα μικρά αγγεία με λαιμό, για να εμφανιστεί σε ποσοστό 50% στα μεσαία αγγεία με λαιμό. Το χρώμα των αγγείων θα πρέπει να συνεκτιμηθεί με την κεραμική κατηγορία και την παρουσία ή όχι διακόσμησης στην εξωτερική επιφάνεια, αλλιώς τα ποσοστά μάλλον διαστρεβλώνουν την εικόνα. Έτσι, το ποσοστό των στιλβωμένων με κόκκινο επίχρισμα στα αγγεία με απλό περίγραμμα και απλό χείλος ή εξωστρεφές και στα μεσαία αγγεία με λαιμό διαμορφώνεται περίπου 20%, ενώ πολύ υψηλότερο είναι το αντίστοιχο ποσοστό για τα αγγεία με λαιμό μικρού μεγέθους, που δε φαίνεται να φέρουν γραπτή διακόσμηση. Τα αγγεία χωρίς λαιμό είναι διακοσμημένα σε ποσοστό 26,8% και τα μεσαία αγγεία με λαιμό σε ποσοστό 12,5% (το μοναδικό αγγείο με γραπτή διακόσμηση από τα ευρύστομα αγγεία με λαιμό) (γράφημα 4.184). Μια διαφοροποίηση των αγγείων με λαιμό από τα αγγεία με απλό περίγραμμα είναι ότι στα πρώτα παρατηρείται απόκλιση στο βαθμό διάβρωσης της εσωτερικής επιφάνειας από το βαθμό διάβρωσης της εξωτερικής. Αντίθετα, οι επιφάνειες των αγγείων με απλό περίγραμμα παρουσιάζουν την ίδια φθορά εσωτερικά και εξωτερικά. Από την κατηγορία των ευρύστομων αγγείων 6 θα ελεγχθούν χημικά για τη διατήρηση οργανικών καταλοίπων στην εσωτερική τους επιφάνεια. Πρόκειται για δύο αγγεία με απλό περίγραμμα -με απλό και κάθετο χείλος αντίστοιχα- και για 4 ευρύστομα αγγεία με λαιμό. Αποτελούν σημαντικό ποσοστό (13%), που αν υπολογιστεί μόνο για τα αγγεία με λαιμό ανέρχεται σε 20% Κλειστά αγγεία (Κ) (γράφημα ) Σύμφωνα με τις αναλογίες που θεωρήθηκαν ενδεικτικές της χρήσης των αγγείων, ως κλειστά ορίζονται εκείνα με διάμετρο χείλους μικρότερη από το ύψος και τη μέγιστη διάμετρο του αγγείου. Από τα 712 αγγεία που καταγράφτηκαν συνολικά, τα κλειστά ανέρχονται σε 80, δηλαδή αποτελούν το 11,2% του συνόλου, τα οποία μάλιστα προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από το Λάκκο

90 Τα κλειστά αγγεία μπορούν να διακριθούν περαιτέρω με βάση τη διαμόρφωση ή μη λαιμού μεταξύ του σώματος του αγγείου και του χείλους. Επειδή στην πλειονότητα των αγγείων με λαιμό δε σώζεται το σώμα, η τυπολογία των περισσότερων κλειστών αγγείων βασίστηκε αποκλειστικά στα μορφολογικά χαρακτηριστικά του λαιμού, εκτός από τις ελάχιστες περιπτώσεις που δηλώνεται το αντίθετο. Αυτό εξηγεί και τη μάλλον υψηλή συχνότητα στιλβωμένης ή επιχρισμένης εσωτερικής επιφάνειας, καθώς κατά κανόνα σώζεται το τμήμα του κλειστού αγγείου που ήταν ορατό και δυνατό να δεχθεί επεξεργασία. Καθώς σπάνια αναγνωρίστηκε κάποιο τμήμα του σώματος κλειστού αγγείου, οι μόνες δυνατές μετρήσεις ήταν της διαμέτρου του χείλους και του λαιμού. Αυτές όμως οι μετρήσεις δεν πληροφορούν για το μέγεθος των κλειστών αγγείων, επειδή το άνοιγμα του στομίου δε σχετίζεται με τη χωρητικότητα του σώματος. Για το λόγο αυτό δε διακρίθηκαν τα κλειστά αγγεία με λαιμό σε κατηγορίες μεγέθους Κλειστά αγγεία με λαιμό (Κ1) Με ελάχιστες εξαιρέσεις στο σύνολο των κλειστών αγγείων στη μετάβαση από το σώμα στο χείλος διαμορφώνεται λαιμός, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του οποίου αποτελούν το κριτήριο για τη διάκριση τύπων. Κλειστά αγγεία με αδιάγνωστο λαιμό (Κ1.1) Σε ένα σχετικά μεγάλο ποσοστό των κλειστών αγγείων (22,5%) αναγνωρίστηκε η διαμόρφωση λαιμού χωρίς περαιτέρω στοιχεία για τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του. Η μέτρηση της διαμέτρου του χείλους ή του λαιμού έδειξε μια διακύμανση 11-23εκ. ιαπιστώθηκε ότι ένα αγγείο του τύπου αυτού είναι σφαιρικό, ενώ για τα υπόλοιπα δε σώζεται ανάλογη πληροφορία. Κλειστά αγγεία με κυλινδρικό λαιμό (Κ1.2) (γράφημα ) Τα 24 κλειστά αγγεία με κυλινδρικό λαιμό αποτελούν με ποσοστό 30% την πολυπληθέστερη ομάδα των κλειστών αγγείων. Το ύψος του λαιμού δεν ξεπερνά σε καμία περίπτωση το 1/3 της διαμέτρου του χείλους, η οποία κυμαίνεται από 9 μέχρι 24εκ., με συχνότερο ίσως εύρος 13-21εκ. Σε κάποιες περιπτώσεις πιθανολογείται ότι το 90

91 σχήμα του σώματος του αγγείου είναι σφαιρικό, αυτό όμως δεν μπορεί να υποστηριχτεί για όλα τα αγγεία του τύπου αυτού. Η κεραμική ύλη των κλειστών αγγείων με κυλινδρικό λαιμό είναι σε όμοια ποσοστά (περ. 40%) λεπτόκοκκη και μεσόκοκκη, ενώ σε 5 περιπτώσεις -δηλαδή σε ποσοστό 20,8%- χοντρόκοκκη. Το ποσοστό των εγκλεισμάτων που παρατηρήθηκε στην κεραμική ύλη είναι επομένως υψηλότερο τόσο σε σύγκριση με το σύνολο των αγγείων όσο και συγκριτικά με το σύνολο των κλειστών. Ως προς το είδος των εγκλεισμάτων στη λεπτόκοκκη κεραμική ύλη υπερτερεί η άμμος (33,6%), η μεσόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει κυρίως χαλαζία (50%) και η χοντρόκοκκη σε ποσοστό 80% όστρεα. Η χρήση των οστρέων μαζί με άλλου είδους εγκλείσματα (χαλαζία, ασβεστιτικά, άμμο) παρατηρήθηκε σε 4 περιπτώσεις (16,6% στο σύνολο των αγγείων) λεπτόκοκκης και μεσόκοκκης κεραμικής ύλης. ιαπιστώνεται δηλαδή ιδιαίτερα αυξημένη χρήση οστρέων στα αγγεία αυτού του τύπου. Σύμφωνα με το κριτήριο της αντίδρασης με υδροχλωρικό οξύ, η κεραμική ύλη είναι ασβεστιούχα σε ποσοστό 40%. Η εσωτερική επιφάνεια σε μία περίπτωση είναι αδρή, σε 5 περιπτώσεις λειασμένη (20,8%) και σε ποσοστό 41,7% στιλβωμένη, ενώ στο 1/3 των περιπτώσεων η επεξεργασία της εσωτερικής επιφάνειας χαρακτηρίστηκε αδιάγνωστη. Η κάλυψη της στίλβωσης είναι κυρίως αδιάγνωστη και η στιλπνότητα κυρίως μεσαία. Η εξωτερική επιφάνεια 3 αγγείων του τύπου αυτού είναι λειασμένη και σε ποσοστό 58,3% στιλβωμένη. Τα εξωτερικά στιλβωμένα αγγεία είναι κυρίως μεσόκοκκα, ενώ 2/3 λειασμένα είναι λεπτόκοκκα. Η κάλυψη της στίλβωσης είναι συνήθως υψηλή, όπως και η στιλπνότητα. Η φορά του στιλβωτήρα είναι οριζόντια και σε μία περίπτωση διαγώνια. Το ποσοστό των επιφανειών με επίχρισμα, που φαίνεται να σχετίζεται με τη μεσόκοκκη κεραμική ύλη, είναι περίπου 40%. Σχεδόν όλα τα κλειστά αγγεία με κυλινδρικό λαιμό ψήθηκαν σε οξειδωτική ατμόσφαιρα, η οποία παρατηρείται στο 75% των περιπτώσεων τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική επιφάνεια του αγγείου. Η εσωτερική επιφάνεια σε ποσοστό 12,5% είναι αποτέλεσμα αναγωγικής όπτησης. Στον πυρήνα του κεραμικού σώματος παρατηρείται κυρίως οξείδωση (37,5%) και σε σχετικά μεγάλο ποσοστό αναγωγή (20,8%), ενώ το ποσοστό του τεφρού πυρήνα ανέρχεται σε 12,5%. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι κυρίως ανοιχτό καστανό 1 (20,8%), καστανό 1 και κόκκινο 1 (16,7%), ενώ στα χοντρόκοκκα αγγεία παρατηρείται κυρίως καστανοκόκκινο 2. ύο αγγεία (8,3%) φέρουν γραπτή διακόσμηση στην εσωτερική και 91

92 την εξωτερική επιφάνεια αντίστοιχα χωρίς να διαφοροποιούνται από τα μονόχρωμα ως προς τα τεχνολογικά τους χαρακτηριστικά. Ίσως αξίζει να επισημανθεί ότι η εσωτερική επιφάνεια των κλειστών αγγείων με κυλινδρικό λαιμό παρουσιάζει μεγαλύτερο ποσοστό υψηλής διάβρωσης (50%) από την εξωτερική (20,8%). Κλειστά αγγεία με κωνικό λαιμό (Κ1.3) (γράφημα ) Τα κλειστά αγγεία στα οποία ο λαιμός διαμορφώνεται κωνικός αποτελούν το 20% των κλειστών αγγείων. Από το βασικό τύπο (Κ1.3.1) θα μπορούσαν να διακριθούν οι 4 περιπτώσεις του ψηλού κωνικού λαιμού (Κ1.3.2), ο οποίος ξεπερνάει σε ύψος το 1/3 της διαμέτρου του χείλους. Για μία περίπτωση μπορεί να υποστηριχτεί με βεβαιότητα ότι το σώμα του αγγείου είναι σφαιρικό, εξαιτίας της έντονης γωνίας στην ένωση λαιμού-σώματος και της κλίσης του σώματος, πρόκειται πάντως για ένα σχήμα που μάλλον είναι μοναδικό στην κεραμική των δύο λάκκων. Ένα άλλο αγγείο με κωνικό λαιμό θα μπορούσε να είναι απιόσχημο. Το άνοιγμα του στομίου μετρήθηκε στο χείλος 12-26εκ. και στο λαιμό σε 2 περιπτώσεις που εμπίπτουν στο ίδιο εύρος. Οι συνηθέστερες πάντως τιμές διαμέτρου χείλους είναι 12-16εκ. Ως προς το ποσοστό των εγκλεισμάτων η κεραμική ύλη είναι κυρίως λεπτόκοκκη (50%) και μεσόκοκκη (37,5%), ενώ δεν είναι μικρό και το ποσοστό των χοντρόκοκκων αγγείων (12,5%). Όλα τα αγγεία με ψηλό λαιμό έχουν λεπτόκοκκη κεραμική ύλη. Ο χαλαζίας είναι το κύριο μη-πλαστικό στην κεραμική ύλη, αφού η παρουσία του ανέρχεται σε ποσοστό 50% στα λεπτόκοκκα αγγεία και 66,7% στα μεσόκοκκα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρήθηκε μαζί με όστρεα. Η χρήση ασβεστιούχας κεραμικής ύλης πιθανολογείται για το 28,6% των αγγείων του τύπου αυτού. Η εσωτερική επιφάνεια ενός αγγείου με ψηλό κωνικό λαιμό (6,3% στο σύνολο των αγγείων του τύπου) είναι λειασμένη και συνολικά σε ποσοστό 50% στιλβωμένη. Η κάλυψη της στίλβωσης και η στιλπνότητα είναι κυρίως υψηλή. Το ποσοστό της στιλβωμένης εξωτερικής επιφάνειας ανέρχεται σε 87,5% με την κάλυψη και τη στιλπνότητα να είναι υψηλή και σε αρκετές περιπτώσεις αδιάγνωστη. Η φορά του στιλβωτήρα, όπου μπόρεσε να διαπιστωθεί, είναι οριζόντια, ενώ σε 2 περιπτώσεις αγγείων με ψηλό λαιμό είναι αδιάγνωστη. Περισσότερα από τα μισά αγγεία του τύπου αυτού έχουν επιχρισμένη εσωτερική (62,5%) και εξωτερική (56,3%) επιφάνεια, ενώ στο 92

93 σύνολο των μεσόκοκκων αγγείων οι επιφάνειες έχουν καλυφθεί με επίχρισμα, χρώματος κυρίως κόκκινου 1 και σε μία περίπτωση καστανοκόκκινου 1. Σχεδόν όλα τα αγγεία έχουν ψηθεί σε οξειδωτική ατμόσφαιρα (93,8%), όπως φαίνεται και από τις δύο επιφάνειές τους και ένα αγγείο σε αναγωγική. Ο πυρήνας είναι κυρίως ομοιόχρωμος, και μάλιστα οξειδωμένος εκτός από μία περίπτωση, και τεφρός σε ποσοστό 37,5%. Σε καμία περίπτωση δεν παρατηρήθηκε μονομερής οξείδωση του πυρήνα. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι με ασυνήθιστα υψηλή συχνότητα, δηλαδή στις μισές περιπτώσεις, κόκκινο 1, και σε δύο περιπτώσεις (12,5%) καστανοκόκκινο 1, ενώ κανένα άλλο χρώμα δεν απαντάται σε μεγάλο ποσοστό. Η εξωτερική επιφάνεια ενός αγγείου με ψηλό λαιμό έχει γραπτή διακόσμηση. Πρόκειται για το μοναδικό αγγείο που εκτός από χαλαζία έχει ασβεστιτικά εγκλείσματα στην κεραμική του ύλη. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα αγγεία με στιλβωμένο κόκκινο επίχρισμα στην εξωτερική τους επιφάνεια ανέρχονται σε 43,8%, ποσοστό υπερδιπλάσιο από το αντίστοιχο του συνόλου των αγγείων και των κλειστών αγγείων. Η εσωτερική επιφάνεια στα μισά αγγεία του τύπου αυτού έχει υψηλή διάβρωση, ενώ για την εξωτερική επιφάνεια το ίδιο ποσοστό παρατηρείται για τη μηδενική διάβρωση. Η υψηλή διάβρωση της εσωτερικής επιφάνειας σε κάποιες περιπτώσεις ίσως σχετίζεται με την επικόλληση ιζήματος. Κλειστά αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό (Κ1.4) (πίνακας 4.13, γράφημα ) Η μικρή ομάδα των 5 κλειστών αγγείων με συγκλίνοντα λαιμό αποτελεί το 6,3% του συνόλου των κλειστών αγγείων. Η διάμετρος του χείλους και σε μία περίπτωση του λαιμού κυμαίνεται μεταξύ 10 και 17εκ. Καμία ένδειξη δεν υπάρχει για το σώμα των αγγείων του τύπου αυτού. Με ποσοστό 60% η κεραμική ύλη είναι κυρίως μεσόκοκκη και περιέχει όστρεα - σε μία περίπτωση μαζί με χαλαζία. Στα άλλα δύο αγγεία ο χαλαζίας και η άμμος αντίστοιχα βρίσκονται σε μικρά ποσοστά και η κεραμική ύλη είναι λεπτόκοκκη. Παρατηρείται έτσι η απουσία χοντρόκοκκης κεραμικής ύλης. Σε 2 αγγεία (40%) ενδεχομένως χρησιμοποιήθηκε ασβεστιούχα κεραμική ύλη. Η εσωτερική επιφάνεια είναι σε μία περίπτωση (20%) λειασμένη και σε μία ακόμα στιλβωμένη και στις υπόλοιπες αδιάγνωστη. Η κάλυψη της στίλβωσης είναι υψηλή, αλλά ο βαθμός στιλπνότητας χαμηλός. Όλα τα αγγεία έχουν στιλβωμένη 93

94 εξωτερική επιφάνεια με κάλυψη κυρίως υψηλή και αδιάγνωστη, αλλά και χαμηλή, και γυαλάδα κυρίως χαμηλή ή αδιάγνωστη. Παρατηρείται επομένως ασυνήθιστα χαμηλή στιλπνότητα των στιλβωμένων επιφανειών. Η φορά του στιλβωτήρα όπου φαίνεται είναι οριζόντια. Σε μία μόνο περίπτωση (20%) οι επιφάνειες του αγγείου έχουν επίχρισμα σε σκούρο καστανό χρώμα (καστανό 2). ύο από τα κλειστά αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό έχουν οξειδωμένες επιφάνειες, σε δύο ακόμα περιπτώσεις παρατηρείται στις επιφάνειες τόσο οξειδωτική όσο και αναγωγική ατμόσφαιρα όπτησης, ενώ ένα αγγείο ψήθηκε σε αναγωγική ατμόσφαιρα. Συνολικά, δηλαδή, το ποσοστό των αγγείων που φέρει ενδείξεις αναγωγής είναι 60%, ποσοστό που δε συναντάται ούτε στο σύνολο των κλειστών αγγείων ούτε στο σύνολο των αγγείων γενικά. Ανάλογα ασυνήθιστη είναι η εικόνα του πυρήνα του κεραμικού σώματος. Ο πυρήνας είναι ομοιόχρωμος, αποτέλεσμα της όπτησης σε αναγωγική ατμόσφαιρα, σε δύο περιπτώσεις (40%), σε μία μάλιστα από αυτές οι επιφάνειες του αγγείου είναι οξειδωμένες. Ο συνδυασμός μεικτής και οξειδωτικής ατμόσφαιρας είχε ως αποτέλεσμα σε μία περίπτωση (20%) τη διαμόρφωση τεφρού πυρήνα και σε δύο άλλες (40%) τη μονομερή οξείδωσή του. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας δύο αγγείων (40%) είναι καστανό 2, ποσοστό ασυνήθιστα υψηλό, ενώ των υπόλοιπων παρουσιάζει σημαντική ποικιλία. Ο τύπος αυτός δε φαίνεται να διακοσμείται, όπως διαπιστώνεται τουλάχιστον από τα τμήματα των αγγείων που σώζονται. Η εσωτερική επιφάνεια των κλειστών αγγείων με συγκλίνοντα λαιμό παρουσιάζει υψηλή φθορά σε ποσοστό 40% και μηδενική σε ποσοστό 20%, ενώ η εξωτερική επιφάνεια τριών αγγείων (60%) δεν είναι διαβρωμένη και των υπόλοιπων έχει μεσαία φθορά Κλειστά αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα (Κ2) (γράφημα ) Το κοινό χαρακτηριστικό των κλειστών αγγείων με σιγμοειδές περίγραμμα είναι ότι, ενώ δε μεσολαβεί λαιμός ανάμεσα στο σώμα και το χείλος, ωστόσο παρατηρείται κάποια διαμόρφωση που διαφοροποιεί τα αγγεία του τύπου αυτού από τα αγγεία με απλό περίγραμμα. Από την περιγραφή αυτή είναι σαφές ότι τα 11 κλειστά αγγεία με σιγμοειδές προφίλ -13,8% στο σύνολο των κλειστών αγγείων- παρουσιάζουν κάποια ποικιλομορφία. Το εύρος της διαμέτρου του χείλους είναι 7-20εκ., χωρίς να είναι 94

95 εμφανής καμία συγκέντρωση των τιμών. Όπως προκύπτει από ένα συντηρημένο αγγείο του τύπου αυτού το οποίο όμως δεν προέρχεται από τους Λάκκους 7 και 11, το σώμα μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι ατρακτόσχημο, ενώ σε άλλες ίσως είναι σφαιρικό. Το ποσοστό των εγκλεισμάτων στην κεραμική ύλη είναι κυρίως χαμηλό (54,5%) ή μεσαίο (36,4%), ενώ ένα αγγείο (9,1%) έχει χοντρόκοκκη κεραμική ύλη. Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη παρουσιάζει ποικιλία ως προς τα είδη των εγκλεισμάτων, η μεσόκοκκη περιέχει κυρίως χαλαζία και σε μία περίπτωση οργανικά και άμμο, ενώ το αγγείο με τη χοντρόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει όστρεα και χαλαζία. Η χρήση ασβεστιούχου πηλού πιθανολογείται για τα μισά περίπου αγγεία του τύπου αυτού (45,5%). Η εσωτερική επιφάνεια στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι στιλβωμένη (72,7%) και στις υπόλοιπες αδιάγνωστη. Η κάλυψη της στίλβωσης είναι περίπου στο ίδιο ποσοστό υψηλή, αδιάγνωστη και μεσαία, ενώ η στιλπνότητα είναι κυρίως υψηλή και αδιάγνωστη. Αξίζει ίσως να σημειωθεί ότι σε μία περίπτωση η στίλβωση καλύπτει όλο το όστρακο, διαφοροποιείται δηλαδή από τα χαρακτηριστικά της στίλβωσης της εσωτερικής επιφάνειας των κλειστών αγγείων. Η εξωτερική επιφάνεια όλων σχεδόν των κλειστών αγγείων με σιγμοειδές περίγραμμα είναι στιλβωμένη με κάλυψη κυρίως υψηλή, αλλά και μεσαία και αδιάγνωστη, και γυαλάδα μάλλον υψηλή. Τα ίχνη του στιλβωτήρα είναι οριζόντια και σε μία περίπτωση χιαστί, το οποίο συναντάται μόνο άλλη μία φορά στο σύνολο της κεραμικής. Η εφαρμογή επιχρίσματος διαπιστώθηκε για την εσωτερική επιφάνεια 2 αγγείων (18,2%) και για την εξωτερική επιφάνεια 3 αγγείων (27,3%). Σχετικά με την όπτηση, οι επιφάνειες όλων των αγγείων του τύπου είναι οξειδωμένες, ενώ σε 2 περιπτώσεις (18,2%) διαπιστώνονται συνθήκες μεικτής ατμόσφαιρας από την παρουσία νεφών στην εσωτερική και εξωτερική επιφάνεια αντίστοιχα. Ο πυρήνας στις περισσότερες περιπτώσεις (63,6%) είναι τεφρός ως αποτέλεσμα κυρίως μεικτής και οξειδωτικής ατμόσφαιρας, σε μικρότερο ποσοστό ομοιόχρωμος οξειδωμένος και σε μία περίπτωση (9,1%) τρίχρωμος. Το υψηλό ποσοστό του τεφρού πυρήνα φαίνεται να διαμορφώνεται από αγγεία χωρίς επίχρισμα στην εξωτερική τους επιφάνεια. Η υψηλότερη συχνότητα για το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας παρατηρείται στο ανοιχτό καστανό1 και το κόκκινο 1 (36,4%). Ένα αγγείο (9,1%) φέρει γραπτή διακόσμηση και στην εσωτερική και στην εξωτερική επιφάνειά του. Η κεραμική 95

96 του ύλη είναι λεπτόκοκκη και περιέχει μαρμαρυγία, οι επιφάνειές του είναι πολύ καλά στιλβωμένες και γυαλίζουν έντονα και ο πυρήνας του κεραμικού σώματος είναι οξειδωμένος. Παρατηρήθηκε ότι τα όρια της γραπτής διακόσμησης είναι ρευστά. Ως προς τη διάβρωση σημειώνεται ότι η εσωτερική επιφάνεια παρουσιάζει υψηλή διάβρωση σε ποσοστό 18,2% και μηδενική σε ποσοστό 36,4%, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για την εξωτερική επιφάνεια είναι 9,1% και 63,6% Κλειστά αγγεία χωρίς λαιμό (Κ3) Μόλις δύο κλειστά αγγεία χωρίς λαιμό (2,5%) αναγνωρίστηκαν στην κεραμική των δύο λάκκων. Μάλιστα και τα δύο προέρχονται από τη οκιμαστική Τομή Α. Κλειστά αγγεία χωρίς λαιμό με χείλος παχυνόμενο εξωτερικά (Κ3.1) Πρόκειται για αγγείο πιθανότατα σφαιρικό με χείλος παχυνόμενο εξωτερικά και τριγωνική διατομή. Η διάμετρος του χείλους υπολογίζεται 30εκ. και σώζεται σε ποσοστό μόλις 5%. Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει μόνο μαρμαρυγία και ενδεχομένως είναι ασβεστιούχα. Οι επιφάνειες είναι οξειδωμένες και ο πυρήνας τεφρός, αποτέλεσμα μεικτής και οξειδωτικής ατμόσφαιρας. Τα χαρακτηριστικά της στίλβωσης εσωτερικά είναι υψηλή κάλυψη και στιλπνότητα και εξωτερικά μεσαίος βαθμός κάλυψης και υψηλή στιλπνότητα, ενώ τα ίχνη του στιλβωτήρα είναι οριζόντια. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι καστανό 1. Το σωζόμενο θραύσμα δεν είναι καθόλου διαβρωμένο. Κλειστά αγγεία χωρίς λαιμό με χείλος σχήματος ταυ (Κ3.2) Το χείλος του μοναδικού αγγείου του τύπου αυτού εισέχει με τρόπο που σχηματίζει γωνία με τα συγκλίνοντα τοιχώματα και έντονα επίπεδη επιφάνεια στο στόμιο. Η διάμετρος του χείλους είναι 14εκ. Η κεραμική ύλη είναι λεπτόκοκκη με άμμο και πιθανότατα ασβεστιούχα. Η εσωτερική επιφάνεια είναι έντονα διαβρωμένη και για αυτό αδιάγνωστη. Υψηλός βαθμός κάλυψης και στιλπνότητας χαρακτηρίζουν τη στίλβωση της εξωτερικής επιφάνειας, στην οποία διακρίνονται και τα οριζόντια ίχνη του στιλβωτήρα. Ενώ ο 96

97 πυρήνας του κεραμικού σώματος είναι οξειδωμένος, η ατμόσφαιρα όπτησης της εξωτερικής επιφάνειας πιθανότατα ήταν μεικτή, καθώς το χρώμα της είναι τεφρό Κλειστά αγγεία ασύμμετρα (Κ4) Στον τύπο ασύμμετρα κλειστά αγγεία ομαδοποιούνται δύο θραύσματα που θεωρούνται τμήματα ασκού και δύο μικρά αγγεία με ασυνήθιστο σχήμα - ποσοστό 5% στο σύνολο των κλειστών. Και στις δύο περιπτώσεις των πιθανών ασκών σώζεται μόνο το χείλος -με διάμετρο 10εκ.-, ο λαιμός και η αρχή του σώματος, το οποίο φαίνεται να αναπτύσσεται γύρω από άξονα διαφορετικό από του λαιμού. Το πρώτο πιθανολογούμενο τμήμα ασκού έχει λεπτόκοκκη κεραμική ύλη με χαλαζία, η οποία μάλλον δεν είναι ασβεστιούχα. Είναι στιλβωμένο εσωτερικά με μεσαία κάλυψη και εξωτερικά με υψηλή, η στιλπνότητα είναι έντονη και στις δύο επιφάνειες, και η φορά του στιλβωτήρα στην εξωτερική επιφάνεια είναι διαγώνια. Η ατμόσφαιρα όπτησης είναι οξειδωτική, αλλά ο τεφρός πυρήνας φαίνεται ψημένος σε μεικτή ατμόσφαιρα. Το όστρακο είναι διπλά διακοσμημένο: φέρει γραπτή διακόσμηση και επίθετη μαστοειδή απόφυση. Η κεραμική ύλη του δεύτερου θραύσματος ασκού είναι μεσόκοκκη, με χαλαζία, και μη-ασβεστιούχα. Τα χαρακτηριστικά της στίλβωσης είναι μεσαία κάλυψη στην εσωτερική και την εξωτερική επιφάνεια και μεσαία και χαμηλή γυαλάδα αντίστοιχα. Εσωτερικά η στίλβωση δεν καλύπτει όλη την επιφάνεια του οστράκου, καθώς η επιφάνεια του σώματος έχει αφεθεί λειασμένη. Η φορά του στιλβωτήρα στην εξωτερική επιφάνεια είναι οριζόντια. Το αγγείο είναι ψημένο σε οξειδωτική ατμόσφαιρα με τον πυρήνα να παρουσιάζει τριχρωμία. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας είναι καστανό 2. Εκτός από τα δύο αυτά θραύσματα πιθανών ασκών αναγνωρίστηκαν δύο βάσεις που ίσως ανήκουν σε αυτόν τον τύπο αγγείου και δε συνυπολογίζονται στον αριθμό των κλειστών αγγείων. Πρόκειται για μία ελλειψοειδή επίπεδη βάση και για μία κυκλική κοίλη με διάμετρο 8εκ. Στην πρώτη περίπτωση η κεραμική ύλη είναι μεσόκοκκη με αδιάγνωστα εγκλείσματα, πιθανά ασβεστιτικά, και στην άλλη λεπτόκοκκη με άμμο και πιθανή ασβεστιούχα. Η εσωτερική επιφάνεια των βάσεων είναι αδρή και η εξωτερική της πρώτης στιλβωμένη με μεσαία κάλυψη και αβέβαιη στιλπνότητα και της 97

98 δεύτερης αδρή. Και τα δύο όστρακα είναι καλά ψημένα σε οξειδωτικές συνθήκες με οξειδωμένο πυρήνα και το χρώμα της εξωτερικής τους επιφάνειας είναι ανοιχτό καστανό. Τα δύο άλλα ασύμμετρα κλειστά αγγεία προέρχονται από το Λάκκο 7 και σώζονται ολόκληρα. Τα συγκλίνοντα τοιχώματα καταλήγουν σε έντονα εξωστρεφές χείλος, ενώ η βάση είναι επίπεδη με διάμετρο 5εκ. Η κεραμική τους ύλη είναι λεπτόκοκκη με μαρμαρυγία και ασβεστιτικά εγκλείσματα αντίστοιχα. Η εσωτερική επιφάνεια του ενός είναι αδρή, ενώ η εξωτερική και των δύο στιλβωμένη. Είναι ψημένα σε οξειδωτική ατμόσφαιρα με οξειδωμένο ομοιογενή πυρήνα και πολύχρωμο πυρήνα εξαιτίας του συνδυασμού οξείδωσης και αναγωγής αντίστοιχα. Η επιφάνεια και των δύο είναι ανοιχτή καστανή Σύνοψη: κλειστά αγγεία Τα 80 κλειστά αγγεία αποτελούν ένα μικρό ποσοστό (11,2%) της κεραμικής των Λάκκων 7 και 11. Η άνιση κατανομή τους στους δύο αυτούς κύριους χώρους είναι εμφανής, καθώς στο σύνολό τους σχεδόν ανακτήθηκαν από το Λάκκο 11. Μορφολογικά η βασική ομάδα των κλειστών αγγείων είναι αυτή των αγγείων με λαιμό (78,8%), ενώ διακρίθηκαν ακόμη τα αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα (13,8%), τα αγγεία χωρίς λαιμό (2,5%) και τα ασύμμετρα κλειστά αγγεία (5%). Εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην τυπολογία των κλειστών αγγείων, αναγνωρίστηκαν 3 θραύσματα βάσεων κλειστών αγγείων. Πρόκειται για μία κυκλική κοίλη και δύο κυκλικές επίπεδες με διάμετρο από 8 μέχρι 11εκ. Η εσωτερική επιφάνεια και στις τρεις περιπτώσεις έχει αφεθεί αδρή. Οι βάσεις αυτές δεν μπορούν να συσχετιστούν με τους τύπους κλειστών αγγείων. Τα κλειστά αγγεία στο σύνολό τους έχουν σε ίσο περίπου ποσοστό λεπτόκοκκη και μεσόκοκκη κεραμική ύλη και σε ποσοστό 12,5% είναι χοντρόκοκκα. Η κεραμική ύλη των κλειστών αγγείων με κυλινδρικό λαιμό φαίνεται να διαφοροποιείται, καθώς είναι χοντρόκοκκη σε ποσοστό 20,8%. Αντίθετα, τα αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό σε καμία περίπτωση δεν είναι χοντρόκοκκα, η εικόνα αυτή όμως μάλλον εξισορροπείται, καθώς υπερτερούν τα μεσόκοκκα αγγεία έναντι των λεπτόκοκκων. Ενδεικτική είναι η σχεδόν αποκλειστική χρήση λεπτόκοκκης κεραμικής ύλης στην κατασκευή των αγγείων χωρίς λαιμό και των ασύμμετρων κλειστών αγγείων (γράφημα 4.225). Τα μη-πλαστικά της 98

99 λεπτόκοκκης κεραμικής ύλης είναι συχνότερα ο χαλαζίας και η άμμος, και λιγότερο ο μαρμαρυγίας. Τα μεσόκοκκα αγγεία περιέχουν κυρίως χαλαζία και σε μικρότερο ποσοστό όστρεα ή άμμο. Η παρουσία οστρέων χαρακτηρίζει τη χοντρόκοκκη κεραμική ύλη. Σημειώθηκε ήδη η συχνή παρουσία οστρέων στα αγγεία με κυλινδρικό λαιμό και στα μεσόκοκκα αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό. Η χρήση ασβεστιούχας κεραμικής ύλης πιθανολογείται για το 36,2% των κλειστών αγγείων. Παρατηρούνται ελαφρές διαφοροποιήσεις, με το μεγαλύτερο ποσοστό στα αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα και το μικρότερο στα αγγεία με κωνικό λαιμό. Η εσωτερική επιφάνεια των κλειστών αγγείων σπάνια είναι αδρή, συγκεκριμένα σε ένα αγγείο με κυλινδρικό λαιμό και σε ένα μικρό ασύμμετρο σφαιρικό. Έχει αφεθεί λειασμένη σε ποσοστό περίπου 20% στα αγγεία με κυλινδρικό και συγκλίνοντα λαιμό, ενώ στους υπόλοιπους τύπους το ποσοστό αυτό είναι πολύ μικρότερο ή και μηδενικό. Περίπου τα μισά αγγεία έχουν στιλβωμένη εσωτερική επιφάνεια, με εξαίρεση τα αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό στα οποία το ποσοστό της στιλβωμένης εσωτερικής επιφάνειας ανέρχεται μόλις σε 20% και τα αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα που εμφανίζουν πολύ μεγαλύτερο ποσοστό. Η κάλυψη της στίλβωσης είναι εξίσου συχνά υψηλή και αδιάγνωστη, ενώ στους δύο πιθανολογούμενους ασκούς ο βαθμός κάλυψης της στίλβωσης της εσωτερικής επιφάνειας είναι μεσαίος. Η στιλπνότητα επίσης είναι υψηλή ή αδιάγνωστη, με εξαίρεση τα αγγεία με κυλινδρικό και συγκλίνοντα λαιμό που παρατηρείται συχνότερα μεσαία και χαμηλή στιλπνότητα αντίστοιχα. Γενικό χαρακτηριστικό της εξωτερικής επιφάνειας είναι ότι σε όλες τις περιπτώσεις έχει υποβληθεί σε κάποια επεξεργασία, σε ποσοστό 3,8% σε λείανση και σε ποσοστό 75% σε στίλβωση. Στα αγγεία με κυλινδρικό λαιμό η διαφορά αυτή αμβλύνεται, καθώς το ποσοστό των λειασμένων ανέρχεται σε 12,5%. Η εξωτερική επιφάνεια είναι στιλβωμένη σε ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό στα αγγεία με κωνικό λαιμό και στο σύνολο σχεδόν των υπόλοιπων τύπων. Τόσο η κάλυψη της στίλβωσης όσο και η στιλπνότητα είναι κυρίως υψηλή και σε σημαντικό βαθμό αδιάγνωστη. Στα αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό παρατηρείται ασυνήθιστα χαμηλός βαθμός στιλπνότητας. Τα ίχνη του στιλβωτήρα με ελάχιστες εξαιρέσεις είναι οριζόντια. Οι επιφάνειες είναι καλυμμένες με επίχρισμα σε ποσοστό περίπου 40-45%. Το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά υψηλότερο για τα αγγεία με κωνικό λαιμό και χαμηλότερο για τα αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό και τα αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα (γράφημα 4.226). Το επίχρισμα στην εξωτερική επιφάνεια 99

100 συσχετίζεται ξεκάθαρα με το χρώμα κόκκινο 1 και σε κάποιες περιπτώσεις με τις καστανοκόκκινες αποχρώσεις. Τα κλειστά αγγεία φαίνεται ότι γενικά ψήνονταν σε οξειδωτικές συνθήκες, καθώς σε ποσοστό 87,5% και οι δύο επιφάνειες είναι οξειδωμένες. Το αντίστοιχο ποσοστό για τον πυρήνα είναι 31,3%, ενώ είναι αποτέλεσμα μεικτής ή αναγωγικής όπτησης σε ποσοστό περίπου 20% και σε περιπτώσεις κυρίως μεσόκοκκης κεραμικής ύλης. Ο τεφρός πυρήνας συναντάται κατά μέσο όρο σε ποσοστό 31,3%. Το αντίστοιχο ποσοστό για τα αγγεία με κυλινδρικό λαιμό είναι πολύ μικρότερο, αντίθετα τριπλασιάζεται στα αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα. Όπως καταγράφεται στα χαρακτηριστικά των επιφανειών και του πυρήνα, αξιοσημείωτος είναι ο συσχετισμός των αγγείων με συγκλίνοντα λαιμό με αναγωγικές συνθήκες όπτησης. Σχετικά με το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας συνηθέστερο είναι το κόκκινο 1 και ακολουθούν το ανοιχτό καστανό 1, το καστανό 1 και το καστανοκόκκινο 2. Η συνολική συχνότητα όμως των τιμών χρώματος μάλλον δεν είναι αντιπροσωπευτική. Στα αγγεία με κυλινδρικό λαιμό υπερτερούν τα καστανά χρώματα και ακολουθεί το κόκκινο. Το ίδιο ισχύει για τα αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό, όπου συχνότερες είναι οι σκούρες αποχρώσεις. Αντίθετα, η εξωτερική επιφάνεια των αγγείων με κωνικό λαιμό είναι σε πολύ μεγάλο ποσοστό κόκκινη. Ισορροπημένη εικόνα παρουσιάζουν τα αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα. Στα ασύμμετρα κλειστά αγγεία και σε αυτά χωρίς λαιμό τα χρώματα είναι αποκλειστικά καστανά και τεφρά. Ο συσχετισμός του χρώματος της εξωτερικής επιφάνειας με την πιθανή χρήση ασβεστιούχας ύλης για το σύνολο των κλειστών αγγείων ξαφνιάζει, κυρίως λόγω του χαμηλού ποσοστού για το ανοιχτό καστανό 1. Όπως επισημάνθηκε για όλους τους τύπους κλειστών αγγείων με λαιμό και για τα αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα, η εσωτερική επιφάνεια συστηματικά παρουσιάζει εντονότερη διάβρωση από την εξωτερική. Πάντως, η εσωτερική επιφάνεια των αγγείων με σιγμοειδές περίγραμμα παρουσιάζει χαμηλότερη φθορά από το μέσο όρο των κλειστών αγγείων. Σχετικά με τα κλειστά αγγεία με λαιμό αδιάγνωστο ως προς τη μορφή του, δημιουργείται η εντύπωση ότι τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά της ομάδας αυτής παραπέμπουν στα κλειστά αγγεία με κωνικό λαιμό, χωρίς να υπάρχει κάποια εμφανής εξήγηση για το συσχετισμό αυτό. 100

101 Σε χημική ανάλυση θα υποβληθούν τρία αγγεία (3,75% του συνόλου) -όλα από το στρώμα 2 του Λάκκου 11- για τα οποία πιθανολογείται η διατήρηση οργανικών καταλοίπων στην εσωτερική τους επιφάνεια. Πρόκειται για αγγεία με λαιμό, κυλινδρικό, κωνικό και αδιάγνωστο. Η κεραμική ύλη στα δύο από αυτά είναι λεπτόκοκκη με άμμο ή χαλαζία και στο τρίτο μεσόκοκκη και περιέχει χαλαζία. Το ποσοστό των κλειστών αγγείων με γραπτή διακόσμηση ανέρχεται σε 8,8%, ενώ σε μία περίπτωση πιθανού ασκού συνδυάζεται γραπτή με πλαστική διακόσμηση. Ο συσχετισμός της διακόσμησης των κλειστών αγγείων με τους διαφορετικούς τύπους και την κεραμική ύλη παρουσιάζονται αντίστοιχα στον πίνακα 4.14 και στο γράφημα Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των γραπτών κλειστών αγγείων παρουσιάζονται παρακάτω στην ευρύτερη αναφορά για τη γραπτή διακόσμηση Ανακεφαλαίωση: μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά του συνόλου της διαγνωστικής κεραμικής Γενικό σχήμα Τα ανοιχτά αγγεία υπερτερούν έναντι των κλειστών και των ευρύστομων, που εμφανίζονται με πολύ μικρότερη συχνότητα. Η μεγάλη διαφορά των αντίστοιχων ποσοστών καθιστά το συμπέρασμα αυτό σχετικά ασφαλές, παρά την πιθανολογούμενη υπεραντιπροσώπευση των ανοιχτών αγγείων που οφείλεται στο μεγαλύτερο βαθμό θραύσης του ευρύτερου χείλους τους (ή αλλιώς στο μικρότερο ποσοστό διατήρησής τους). Αναγνωρίζεται πάντως ότι ο συλλογισμός αυτός δε λαμβάνει υπόψη την ενδεχόμενη διαφορετική διάρκεια ζωής ανοιχτών και κλειστών αγγείων, όμως σημειώθηκε ήδη ότι δεν είναι στόχος η ποσοτικοποίηση των αγγείων σε χρήση. Τα χαρακτηριστικά της τεχνολογίας, του στιλ και της χρήσης, συγκεκριμένα η κεραμική ύλη, η γραπτή διακόσμηση και ο βαθμός διάβρωσης της εσωτερικής επιφάνειας, υποστηρίζουν την ταύτιση των ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα με τα ανοιχτά σφαιρικά και την ένταξη των ευρύστομων αγγείων με λαιμό, ιδιαίτερα των μεσαίου μεγέθους, στην ομάδα των κλειστών. Μεγέθη ανοιχτών αγγείων Όπως ορίζονται με βάση τη διάμετρο του χείλους, τα μεσαία ανοιχτά αγγεία απαντούν σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από τις λοιπές κατηγορίες μεγέθους. Τα σχήματα, η 101

102 συχνότητα της χοντρόκοκκης κεραμικής ύλης και τα μειωμένα ποσοστά γραπτής διακόσμησης συνθέτουν την ιδιαίτερη εικόνα των αγγείων μεγάλου μεγέθους. Ειδικό σχήμα Στο σύνολο των ανοιχτών αγγείων τα συνηθέστερα σχήματα είναι τα σφαιρικά και τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα, πρόκειται δηλαδή κυρίως για φιάλες στις αντίστοιχες παραλλαγές σφαιρικών και ημισφαιρικών. Το σχηματολόγιο συνθέτουν ακόμα ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα, κωνικά, αγγεία με κάθετα τοιχώματα και ενδεχόμενα ελλειψοειδή, καθώς και τα μεμονωμένα παραδείγματα των ελλειψοειδών και του κυλινδρικού αγγείου. Στα κλειστά αγγεία, πέρα από τις εξαιρετικές περιπτώσεις αγγείων με απλό περίγραμμα και ασκών ή ασκοειδών, κυριαρχούν τα αγγεία με λαιμό, συνήθως κυλινδρικό ή κωνικό, αλλά και συγκλίνοντα, ενώ κάποια αγγεία χαρακτηρίζονται από το σιγμοειδές περίγραμμα. Κεραμική ύλη Η κεραμική ύλη καταγράφτηκε ως προς το ποσοστό και το είδος των περιεχόμενων εγκλεισμάτων, καθώς και ως προς την πιθανότητα χρήσης ασβεστιούχας πρώτης ύλης. Παρόλο που δεν μπορεί να γίνει λόγος για χρήση συγκεκριμένων πρώτων υλών για την κατασκευή αγγείων διαφορετικών σχημάτων ή μεγεθών, ωστόσο διαγράφονται κάποιες ενδιαφέρουσες τάσεις (πίνακας 4.15). Μπορεί η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη να χαρακτηρίζει το σύνολο του υλικού, διαπιστώθηκε ωστόσο αυξημένη συχνότητα μεσόκοκκης και χοντρόκοκκης κεραμικής ύλης στα ευρύστομα αγγεία με λαιμό και τα κλειστά αγγεία σε σχέση με τα ανοιχτά και τα ευρύστομα με απλό περίγραμμα. Ανάλογη εικόνα παρουσιάζουν τα ανοιχτά αγγεία μεγάλου μεγέθους αλλά και τα ανοιχτά αγγεία με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση. Αντίθετα, η κεραμική ύλη των γραπτών αγγείων, με εξαίρεση τη μη αναμενόμενη υψηλή συχνότητα των μεσόκοκκων γραπτών ευρύστομων χωρίς λαιμό, συμβαδίζει με τα συνολικά υψηλά ποσοστά της λεπτόκοκκης κεραμικής ύλης και χαρακτηρίζεται από την απουσία σχεδόν της χοντρόκοκκης. Γενικά, τα συνηθέστερα μη-πλαστικά είναι ο χαλαζίας, η άμμος και ο μαρμαρυγίας, καθώς όμως τα χοντρόκοκκα αγγεία περιέχουν κυρίως όστρεα, ό,τι ειπώθηκε για την κεραμική ύλη με υψηλό ποσοστό εγκλεισμάτων ισχύει και για την κεραμική ύλη με όστρεα (πίνακας 4.16). Τα περιεχόμενα εγκλείσματα ίσως 102

103 παρουσιάζουν κάποια ποικιλότητα στους διαφορετικούς τύπους και τις κατηγορίες μεγεθών ανοιχτών αγγείων, η διαπίστωση αυτή πάντως φαίνεται ασφαλέστερη στα κλειστά αγγεία, για τα οποία έχουν μάλλον επισημανθεί εντονότερες διαφοροποιήσεις και στα λοιπά τεχνολογικά χαρακτηριστικά ανά σχήμα, δηλαδή την επεξεργασία της επιφάνειας, την όπτηση και το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας. Η χρήση ασβεστιούχας πρώτης ύλης πιθανολογείται για την πλειονότητα των ανοιχτών αγγείων και των ευρύστομων με απλό περίγραμμα, αντίθετα με τα μειωμένα ποσοστά στα κλειστά και τα ευρύστομα με λαιμό. Η ασβεστιούχα πρώτη ύλη φαίνεται να σχετίζεται αρνητικά με το επίχρισμα και τη γραπτή διακόσμηση. Επεξεργασία επιφάνειας Στα ανοιχτά και τα ευρύστομα με απλό περίγραμμα αγγεία οι επιφάνειες είναι σε πολύ μεγάλο ποσοστό στιλβωμένες, σε κάποιες περιπτώσεις κρίθηκαν αδιάγνωστες ως προς την επεξεργασία και σπάνια διαπιστώθηκαν λειασμένες ή αδρές. Στα κλειστά αγγεία και τα ευρύστομα με λαιμό η εσωτερική επιφάνεια είναι με παρόμοια συχνότητα στιλβωμένη και αδιάγνωστη, ενώ η εξωτερική είναι συχνότερα στιλβωμένη. Η επεξεργασία της επιφάνειας των κλειστών αγγείων θα πρέπει μάλλον να συνεξετάζεται με τους διαφορετικούς τύπους. Το ίδιο ισχύει για την κάλυψη των επιφανειών με επίχρισμα, που παρουσιάζει κάποια διακύμανση στους τύπους των ανοιχτών, ευρύστομων και κλειστών αγγείων. Σε κάθε περίπτωση επισημάνθηκε πάντως ο συσχετισμός του επιχρίσματος με τη μεσόκοκκη κεραμική ύλη και τις κόκκινες/κοκκινωπές αποχρώσεις. Η σπάνια παρουσία του λευκού επιχρίσματος στην εσωτερική επιφάνεια των ανοιχτών αγγείων δυσχεραίνει την εξαγωγή συμπερασμάτων, φαίνεται πάντως ότι το επίχρισμα αυτό τοποθετείται κυρίως σε αγγεία μεσαίου μεγέθους και ενδεχομένως συγκεκριμένων σχημάτων. Οπτηση Με βάση τα χαρακτηριστικά των επιφανειών το σύνολο του κεραμικού υλικού έχει ψηθεί σε οξειδωτική ατμόσφαιρα. Αρκετά συχνά μάλιστα οι συνθήκες όπτησης επέτρεψαν την οξείδωση του πυρήνα, συχνότερα στα ανοιχτά αγγεία παρά στα κλειστά. 103

104 Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Τα χρώματα που χαρακτηρίζουν την κεραμική που μελετήθηκε είναι κυρίως τα καστανά σε ανοιχτές αποχρώσεις και σε μικρότερο βαθμό τα κόκκινα. Στα κλειστά αγγεία και τα ευρύστομα με λαιμό μάλλον υπερτερούν τα κόκκινα χρώματα. Το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας θα πρέπει να εξετάζεται ανά τύπο και ίσως ανά μέγεθος, και πάντως σε συσχετισμό με την ύπαρξη ή όχι επιχρίσματος και γραπτής διακόσμησης. ιάβρωση των επιφανειών Η παρατήρηση της διάβρωσης των επιφανειών κάθε τύπου ανέδειξε μια ενδιαφέρουσα διαφοροποίηση των ανοιχτών και κλειστών αγγείων και αντίστοιχα των ευρύστομων χωρίς και με λαιμό. Έτσι, τα κλειστά αγγεία και τα ευρύστομα με λαιμό παρουσιάζουν συστηματικά υψηλότερο βαθμό διάβρωσης στην εσωτερική τους επιφάνεια σε σύγκριση με την εξωτερική, ενώ μια τέτοια απόκλιση δεν τεκμηριώνεται για τις υπόλοιπες κατηγορίες αγγείων (πίνακας ). ιακόσμηση Τα αγγεία έχουν διακοσμηθεί κυρίως με γραπτά μοτίβα, σε μικρότερο βαθμό με εμπιέσεις ή τσιμπήματα με τα νύχια ή τα ακροδάχτυλα και σε σπάνιες περιπτώσεις με άλλους τρόπους. Το ποσοστό των γραπτών είναι υψηλότερο στα ανοιχτά παρά στα κλειστά αγγεία και σημαντικά αυξημένο στα ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα, που παραλληλίζονται έτσι με τα ανοιχτά σφαιρικά μεσαίου μεγέθους. Παρατηρήθηκε σημαντική διακύμανση του ποσοστού των γραπτών ανοιχτών αγγείων ανά μέγεθος και ανά σχήμα. Η συνηθέστερη κεραμική κατηγορία είναι τα κόκκινα μοτίβα σε ανοιχτή καστανή επιφάνεια. Τα μοτίβα δε φαίνεται να διαφοροποιούνται στα ανοιχτά και τα κλειστά αγγεία. Εμπίεστη (impresso) διακόσμηση έχει καταγραφτεί μόνο για τα ανοιχτά αγγεία, είναι όμως σημαντικός ο αριθμός των αδιάγνωστων αγγείων και οστράκων. 4.4 Αγγεία και όστρακα με διακόσμηση Στο σημείο αυτό μπορεί να γίνει μια ευρύτερη αναφορά στα αγγεία με διακόσμηση, λαμβάνοντας υπόψη και τα ανοιχτά και ευρύστομα αγγεία αδιάγνωστου μεγέθους, καθώς και τα όστρακα που δεν έχουν προσμετρηθεί ως αγγεία. Τα μοτίβα της γραπτής 104

105 διακόσμησης παρουσιάζονται στους πίνακες 4.19.α-γ και τα μοτίβα της εμπίεστης (impresso) στον πίνακα Αγγεία και όστρακα με γραπτή διακόσμηση Ανοιχτά (γράφημα ) Συνολικά τα γραπτά ανοιχτά αγγεία αριθμούν 75, το ποσοστό τους δηλαδή ανέρχεται στο 13,4% του συνόλου των ανοιχτών, στα μεγάλα όμως αγγεία είναι μόλις 3,4%. Ενδεικτική είναι η σύγκριση των ποσοστών των κατηγοριών μεγέθους στο σύνολο των ανοιχτών αγγείων και στα ανοιχτά γραπτά αγγεία. Τα μισά περίπου είναι σφαιρικά, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο συγκριτικά με τη συνολική τυπολογία των ανοιχτών αγγείων. Υψηλή δηλαδή είναι η συχνότητα των γραπτών σφαιρικών φιαλών. Μεγάλο ποσοστό (24%) είναι αδιάγνωστο ως προς το ειδικό σχήμα, ενώ λίγα αγγεία είναι αδιάγνωστα με αποκλίνοντα ή κάθετα τοιχώματα. Τα γραπτά ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα (16% στο σύνολο) εμφανίζονται μειωμένα σε σχέση με την αντίστοιχη συχνότητα στο σύνολο, ενώ την τυπολογία των ανοιχτών γραπτών αγγείων συμπληρώνει ένα αγγείο με κάθετα τοιχώματα. Επομένως, κάποιοι τύποι μπορεί να απουσιάζουν ή να εμφανίζονται με μειωμένο ποσοστό. Η διάμετρος του χείλους κυμαίνεται από 9-32εκ., με μεγαλύτερη συγκέντρωση τιμών στα 15-23εκ. Σώζονται αποφύσεις με οριζόντια ή κάθετη διάτρηση. Οι βάσεις, όπως προκύπτει από τις 15 συνολικά σωζόμενες γραπτές βάσεις ανοιχτών αγγείων, σε μεγάλο ποσοστό (73,3%) είναι δακτυλιόσχημες, λιγότερο συχνά κοίλες και σε μία περίπτωση υπερυψωμένη δακτυλιόσχημη. Η κεραμική ύλη των ανοιχτών γραπτών αγγείων είναι κυρίως λεπτόκοκκη (76%) και σε μικρότερο ποσοστό μεσόκοκκη (24%), και συνολικά δεν απαντάται κανένα χοντρόκοκκο όστρακο με γραπτή διακόσμηση. Τα λεπτόκοκκα αγγεία περιέχουν χαλαζία, και σε κάποιες περιπτώσεις μαρμαρυγία ή άμμο -σε μία περίπτωση μαζί με όστρεα. Αντίθετα στα λεπτόκοκκα γραπτά όστρακα το μη-πλαστικό με τη μεγαλύτερη συχνότητα είναι ο μαρμαρυγίας. Στα μεσόκοκκα αγγεία και όστρακα παρατηρείται σχεδόν αποκλειστικά χαλαζίας. Η χρήση ασβεστιούχας ύλης πιθανολογείται σε ποσοστό μικρότερο από το σύνολο των ανοιχτών αγγείων (42,3% έναντι 60,1%). Τα γραπτά αγγεία ψήνονταν σχεδόν αποκλειστικά σε οξειδωτική ατμόσφαιρα και 105

106 συνθήκες συνήθως ικανές για να οξειδωθεί και ο πυρήνας του κεραμικού, σε ποσοστό όμοιο με το σύνολο των ανοιχτών αγγείων (42,7%). Η εσωτερική επιφάνεια ενός μόνο αγγείου είναι λειασμένη και στις υπόλοιπες διαγνωστικές περιπτώσεις στιλβωμένη, όπως και η εξωτερική. Η κάλυψη της στίλβωσης και η στιλπνότητα είναι κυρίως υψηλές αλλά σε αυξημένο ποσοστό αδιάγνωστες. Η φορά του στιλβωτήρα συνήθως είναι οριζόντια, αν και παρατηρούνται ποικίλες κατευθύνσεις. Τα μισά από τα αγγεία με γραπτή διακόσμηση στην εξωτερική επιφάνεια έχουν επιχρισμένη εσωτερική, ενώ στην αντίστροφη περίπτωση το ποσοστό ανέρχεται σε 25%. Πάντως, η διάκριση επιχρίσματος - γραπτής διακόσμησης εξαρτάται σημαντικά από την αποσπασματικότητα του υλικού, όπως άλλωστε και η αναγνώριση των μηδιακοσμημένων επιφανειών των γραπτών αγγείων. Σε δύο αγγεία η εσωτερική επιφάνεια έχει καλυφθεί με λευκό επίχρισμα. Στο σύνολο σχεδόν των γραπτών ανοιχτών αγγείων η κόκκινη διακόσμηση εφαρμόζεται σε επιφάνεια χρώματος κυρίως καστανού 1 και ανοιχτού καστανού 1, στα όστρακα πάντως που δε συνυπολογίζονται στα αγγεία παρατηρείται σχετικά αυξημένη συχνότητα του ανοιχτού καστανού 2. Σε τρία μόνο αγγεία η επιφάνεια που φέρει διακόσμηση είναι επιχρισμένη, σε μια περίπτωση μάλιστα με υπόλευκο επίχρισμα. Στα λιγοστά παραδείγματα τεφρής επιφάνειας θα πρέπει να προστεθούν οι τέσσερις περιπτώσεις κόκκινης γραπτής διακόσμησης σε κόκκινη επιφάνεια και το αγγείο με καστανοκόκκινη διακόσμηση σε υπόλευκο επιχρισμένο βάθος, που παρατηρήθηκαν συνολικά σε ανοιχτά αγγεία ή όστρακα. Σε ισάριθμες περίπου περιπτώσεις διακοσμούνται ταυτόχρονα εσωτερική και εξωτερική επιφάνεια ή μόνο η εξωτερική, ενώ το ποσοστό της αποκλειστικής διακόσμησης των εσωτερικών τοιχωμάτων είναι πολύ μικρότερο, χωρίς να σχετίζεται με σαφήνεια με κάποιον τύπο ανοιχτού αγγείου. Όπως προκύπτει από το σύνολο των γραπτών οστράκων, φαίνεται ότι τα όρια της γραπτής διακόσμησης στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ρευστά παρά σαφή, αν και το χαρακτηριστικό αυτό δεν καταγράφτηκε συστηματικά. Η εσωτερική διακοσμημένη επιφάνεια φέρει κυρίως γραπτή ταινία στο χείλος. Λοιπά μοτίβα είναι γραμμές και ταινίες, σε κάποιες περιπτώσεις κάθετες ή διαγώνιες στο χείλος, κυρίως ευθύγραμμες αλλά και καμπύλες, ενώ μία καμπύλη γραμμή σχηματίζεται από στιγμές. Σε μία περίπτωση διαπιστώθηκε πεταλόσχημο συμπαγές μοτίβο. Στην εξωτερική επιφάνεια απαντούν τα ίδια μοτίβα, με μάλλον αυξημένη συχνότητα τα συμπαγή, που μπορεί να είναι πεταλόσχημα ή τριγωνικά που «κρέμονται» από το χείλος. ιαδοχικά τρίγωνα 106

107 διαγώνια στο χείλος, ημικύκλια στο χείλος, πιθανά επάλληλα τρίγωνα, κυματιστές ταινίες, μοτίβο σχήματος χι, γραμμές που παραπέμπουν σε δαχτυλιές αποτελούν μεμονωμένα παραδείγματα που συμπληρώνουν το διακοσμητικό ρεπερτόριο. Θα πρέπει να τονιστεί η μοναδική περίπτωση οστράκου με φλογόσχημο μοτίβο Ευρύστομα (πίνακας 4.20, γράφημα ) Απαραίτητη είναι η διάκριση των γραπτών ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα αφενός και με λαιμό αφετέρου, καθώς μόνο ένα αγγείο με λαιμό φέρει γραπτή διακόσμηση, ενώ αυτά χωρίς λαιμό διακοσμούνται σε ποσοστό 26,8% (7 αγγεία), ποσοστό που εμφανίζεται ακόμα υψηλότερο για τα αγγεία με εξωστρεφές ή κάθετο χείλος. Το ποσοστό είναι εντυπωσιακά όμοιο με αυτό των ανοιχτών σφαιρικών αγγείων μεσαίου μεγέθους, δηλαδή τις σφαιρικές φιάλες. Έτσι, η αναφορά περιορίζεται στα αγγεία με απλό περίγραμμα. Η κεραμική ύλη των γραπτών αγγείων είναι κυρίως μεσόκοκκη (57,1%) με χαλαζία ή άμμο και λιγότερο λεπτόκοκκη κυρίως με χαλαζία. Πέρα από μία περίπτωση συνδυασμού λείανσης και στίλβωσης στην εσωτερική επιφάνεια, οι επιφάνειες όταν είναι διαγνωστικές είναι στιλβωμένες. Στην όπτηση κυριαρχούσαν οξειδωτικές συνθήκες. Η κύρια κεραμική κατηγορία είναι κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 1 και μόνο σε μεμονωμένες περιπτώσεις η επιφάνεια είναι σκούρη τεφρή και κόκκινη. Τα περισσότερα γραπτά αγγεία του τύπου αυτού φέρουν διακόσμηση μόνο στην εξωτερική επιφάνεια, ένα αποκλειστικά στην εσωτερική και δύο εσωτερικά και εξωτερικά. Το μόνο μοτίβο που διαπιστώθηκε στην εσωτερική επιφάνεια είναι η ταινία στο χείλος, ενώ τα μοτίβα που κοσμούν την εξωτερική επιφάνεια είναι κυρίως αδιάγνωστα Κλειστά (γράφημα ) Τα γραπτά κλειστά αριθμούν 7 αγγεία και ανέρχονται σε ποσοστό 8,8% στο σύνολο των κλειστών, ενώ σε ένα από αυτά συνδυάζεται γραπτή και πλαστική διακόσμηση. Φαίνεται ότι όλοι οι τύποι κλειστών αγγείων διακοσμούνται, εκτός ίσως από τα αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό και τα αγγεία χωρίς λαιμό, που σε κάθε περίπτωση είναι ιδιαίτερα. Το εύρος της διαμέτρου του χείλους των διακοσμημένων κλειστών αγγείων είναι πιο περιορισμένο από τα μονόχρωμα, κυμαίνεται δηλαδή κυρίως από 9 μέχρι

108 εκ., αλλά σε μία περίπτωση το άνοιγμα μετρήθηκε 23 εκ. στο λαιμό. ύο ακόμα όστρακα από το σώμα κλειστού αγγείου φέρουν γραπτή διακόσμηση, στη μία μάλιστα περίπτωση είναι επικολλημένη και απόφυση με οριζόντια οπή. Στην πλειονότητά τους είναι λεπτόκοκκα με χαλαζία ή άμμο και μόνο ένα αγγείο (14,3%) είναι μεσόκοκκο, απουσιάζουν δηλαδή τα χοντρόκοκκα σε αντίθεση με τα υπόλοιπα κλειστά. Για κανένα αγγείο δεν πιθανολογείται η χρήση ασβεστιούχων πρώτων υλών. Η εσωτερική επιφάνεια είναι στιλβωμένη με υψηλή ή μεσαία κάλυψη και αντίστοιχη στιλπνότητα, και αδιάγνωστη σε ποσοστό 28,6%, ενώ η εξωτερική στιλβωμένη με υψηλό βαθμό κάλυψης και στιλπνότητας. Η επεξεργασία δηλαδή των επιφανειών είναι περισσότερο επιμελημένη. Η φορά του στιλβωτήρα είναι κυρίως οριζόντια, αλλά και διαγώνια ή αδιάγνωστη. Πάντως στα όστρακα που προέρχονται από σώμα κλειστού αγγείου η εσωτερική επιφάνεια είναι λειασμένη, με ίχνη ξυσίματος στο ένα θραύσμα, όπως είναι αναμενόμενο, αφού δε σώζεται το τμήμα κοντά στο χείλος που μπορεί να στιλβωθεί, σε μία όμως περίπτωση ίχνη λείανσης σώζονται και στην εξωτερική επιφάνεια. Οι επιφάνειες των διακοσμημένων αγγείων είναι αποκλειστικά οξειδωμένες και ο πυρήνας τους κυρίως οξειδωμένος και σε δύο περιπτώσεις (28,6%) τεφρός ή πολύχρωμος. Η παρατήρηση για την απόκλιση στο βαθμό διάβρωσης εσωτερικής και εξωτερικής επιφάνειας ισχύει και για τα γραπτά αγγεία. Ως προς τα χαρακτηριστικά της διακόσμησης, πρόκειται για εφαρμογή κόκκινων μοτίβων σε ανοιχτή καστανή επιφάνεια (ανοιχτό καστανό 1 και καστανό 1), κατά κανόνα αποκλειστικά στην εξωτερική, και σε δύο αγγεία μόνο/και στην εσωτερική ως ταινία στο χείλος. Τα μοτίβα στην εξωτερική επιφάνεια είναι ανεστραμμένα τρίγωνα στο χείλος, πιθανό πεταλόσχημο, ταινία και κυματιστή ταινία Αδιάγνωστα Καταγράφτηκαν ακόμα 49 γραπτά αγγεία και όστρακα που δεν μπορούν να ταξινομηθούν στις ευρείες κατηγορίες ανοιχτά, ευρύστομα και κλειστά. Λίγες παρατηρήσεις μπορούν να γίνουν σχετικά. Από τις έξι αποφύσεις που καταγράφτηκαν οι τέσσερις, με βάση το άνοιγμα της οπής, θα μπορούσαν να είναι λαβές. Επιπλέον, αξιοσημείωτο είναι ότι όλες οι βάσεις είναι κυκλικές δακτυλιόσχημες. Σχετικά με την 108

109 κεραμική ύλη αξίζει να επισημανθεί ότι απαντούν τρία χοντρόκοκκα όστρακα με όστρεα, τα μοναδικά στο σύνολο του υλικού με γραπτή διακόσμηση Αγγεία και όστρακα με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση Ανοιχτά (γράφημα ) Τα 11 αγγεία με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση, αν ληφθούν υπόψη και τα τρία αδιάγνωστα ως προς το μέγεθός τους, αποτελούν το 2% στο σύνολο των ανοιχτών. Κάποια είναι σφαιρικά (27,3%), κάποια είναι αδιάγνωστα με κάθετα τοιχώματα (18,2%) και από τα αδιάγνωστα, που είναι και τα περισσότερα, ένα αγγείο έχει αποκλίνοντα ή κάθετα τοιχώματα και ένα πιθανολογείται κωνικό. Η διάμετρος του χείλους παρουσιάζει εύρος 15-32εκ., κανένα επομένως δε θεωρείται μικρού μεγέθους. Για τις πιθανές λαβές και τις βάσεις των ανοιχτών impresso αγγείων δεν υπάρχει καμία ένδειξη. Τα περισσότερα ανοιχτά αγγεία με εμπίεστη διακόσμηση είναι λεπτόκοκκα (45,5%), δεν είναι όμως λίγα και τα μεσόκοκκα (36,4%), ενώ αυξημένο είναι και το ποσοστό των χοντρόκοκκων (18,2%). Πάντως, η κεραμική ύλη των οστράκων με impresso διακόσμηση που δε λογίζονται αγγεία παρουσιάζει όμοια χαρακτηριστικά με το σύνολο των ανοιχτών αγγείων. Η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη περιέχει κυρίως αδιάγνωστα εγκλείσματα, η μεσόκοκκη χαλαζία, σε μία περίπτωση μαζί με όστρεα, και σε ποσοστό 25% όστρεα (1 αγγείο), και τα μη-πλαστικά των χοντρόκοκκων αγγείων είναι χαλαζίας και όστρεα. Συνολικά και ανεξάρτητα από το ποσοστό των περιεχόμενων εγκλεισμάτων, τα ανοιχτά αγγεία impresso περιέχουν με συχνότητα 18,2% όστρεα και 9,1% όστρεα με χαλαζία, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για το σύνολο των ανοιχτών αγγείων είναι 5,5% και 1,6%. Το ποσοστό της πιθανολογούμενης ασβεστιούχας ύλης δε διαφέρει από το σύνολο των ανοιχτών. Η εσωτερική επιφάνεια συνήθως είναι στιλβωμένη, τα χαρακτηριστικά όμως της στίλβωσης είναι κυρίως αβέβαια. Σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρείται στίλβωση και στην εξωτερική επιφάνεια. Η χρήση του επιχρίσματος δε συνηθίζεται, καθώς επιχρισμένη εσωτερική και εξωτερική επιφάνεια απαντούν από μία φορά (9,1%). Σε ένα ακόμα αγγείο και σε αρκετά όστρακα η εσωτερική επιφάνεια καλύφθηκε με λευκό επίχρισμα. Η συχνότητα της οξειδωτικής ατμόσφαιρας είναι υψηλή και για τα impresso αγγεία, παρατηρούνται 109

110 όμως αυξημένες ενδείξεις και για μεικτές συνθήκες όπτησης, παρόλο που ο πυρήνας είναι συχνότερα πλήρως οξειδωμένος ή αναγωγικός ή μεικτός και σε καμία περίπτωση δε διαπιστώνεται τεφρός. Η εξωτερική επιφάνεια 3 αγγείων (27,3%) έχει χρώμα καστανό 1, και ακολουθούν σε συχνότητα το καστανοκόκκινο 2 και το τεφρό 1, ενώ απουσιάζουν τα κόκκινα χρώματα, παρατηρείται δηλαδή σαφής διαφοροποίηση από το σύνολο των ανοιχτών αγγείων. Στα 22 όστρακα που δε λογίζονται ως αγγεία παρατηρείται υψηλή συχνότητα στο ανοιχτό καστανό 2. Τα συχνότερα μοτίβα είναι τα ονυχωτά που παρουσιάζουν ποικιλία στην ένταση της πίεσης, στη μετακίνηση ή όχι πηλού και στην πυκνότητα. Ακολουθεί η τσιμπητή τεχνική και οι εμπιέσεις με τα ακροδάχτυλα που μετακινούν τον πηλό της επιφάνειας των αγγείων Αδιάγνωστα Ένας σημαντικός αριθμός εγγραφών (82) αφορά αγγεία και όστρακα με εμπίεστη διακόσμηση αδιάγνωστα. Στις εγγραφές αυτές περιλαμβάνονται δύο αποφύσεις με οπές, η μία από τις οποίες ίσως είναι λαβή, και βάσεις επίπεδες ή κοίλες, σύμφωνα με τα δύο σωζόμενα παραδείγματα. Πρόκειται για τα μοναδικά στοιχεία για τη διαμόρφωση των λαβών και των βάσεων των αγγείων με impresso διακόσμηση. Πέρα από τα μοτίβα που αναφέρθηκαν παραπάνω, σε δύο όστρακα διαπιστώθηκαν εμπιέσεις με εργαλείο ημικυκλικής και ορθογώνιας διατομής αντίστοιχα. Στη δεύτερη περίπτωση δίνεται η εντύπωση οδοντωτού εργαλείου Λοιπά διακοσμημένα αγγεία και όστρακα Ολιγάριθμα όστρακα διακοσμήθηκαν με διαφορετικούς τρόπους. Έτσι, η χημική ανάλυση θα επαληθεύσει ή θα διαψεύσει την υποψία για οργανική διακόσμηση σε όστρακο. Στην εξωτερική επιφάνεια τεσσάρων οστράκων παρατηρήθηκε πρόσθετος πηλός τύπου barbotine (πίνακας 4.22). Σε δακτύλιο βάσης σώζονται δύο κυκλικές εμπιέσεις. Με μεγάλη επιφύλαξη αναφέρονται ένα παράδειγμα επίθετης πλαστικής διακόσμησης που δημιουργεί ευθύγραμμο μοτίβο και ένα παράδειγμα διακόσμησης με στιλβωτήρα. Τέλος, όστρακο από το οποίο έχει αποκολληθεί τμήμα κοντά στο χείλος ίσως προέρχεται από ανθρωπόμορφο αγγείο. 110

111 Κεφάλαιο 5 Η κατανομή της κεραμικής

112 5.1 Εισαγωγή Στο προηγούμενο κεφάλαιο παρουσιάστηκαν τα μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά, με τις διαβαθμίσεις και τους συσχετισμούς τους στους διαφορετικούς τύπους, όπως παρατηρήθηκαν στο σύνολο της διαγνωστικής κεραμικής που μελετήθηκε. Με τον τρόπο αυτόν προσεγγίστηκαν οι όψεις της κεραμικής που σχετίζονται περισσότερο με την παραγωγή και χρήση των αγγείων. Η ποικιλομορφία των παραπάνω ιδιοτήτων εξετάζεται εδώ στο πλαίσιό της, και συγκεκριμένα με αναφορά στη χωρική κατανομή, ώστε να αναδειχθούν σημαντικές ομοιότητες και διαφορές της κεραμικής στο χώρο, που αποδίδονται ενδεχομένως σε χρονολογικούς, λειτουργικούς, αποθετικούς παραγόντες ή και σε συνδυασμό περισσότερων παραμέτρων. Η συζήτηση της χωρικής κατανομής δεν περιορίζεται στη διαγνωστική κεραμική. Αντίθετα λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του κεραμικού υλικού με έμφαση στο χρώμα και την επεξεργασία της εξωτερικής επιφάνειας και την ύπαρξη διακόσμησης. Επιπλέον, στον άξονα του χώρου συνεξετάζονται τα ταφονομικά χαρακτηριστικά της κεραμικής, ώστε να προσεγγιστεί η απόρριψή της και η ιστορία της κάθε αποθετικής ενότητας. Ο χώρος εδώ ορίζεται από τα ερωτήματα της έρευνας. Έτσι, εξετάζεται η κατανομή στη μικρότερη κλίμακα όπως προκύπτει από τα ανασκαφικά στοιχεία, με στόχο τη λεπτομερέστερη εξέταση των ιδιοτήτων της κεραμικής στους διαφορετικούς χώρους. Οι διαφορετικοί χώροι ορίστηκαν με βάση την προκαταρκτική ερμηνεία των ανασκαφικών στοιχείων και τις γενικές παρατηρήσεις για το σύνολο της κεραμικής. Τα ανασκαφικά στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη συνίστανται στο ιστορικό της έρευνας και στην ερμηνεία των οριζόντιων στρωμάτων και των στρωμάτων της κάθετης στρωματογραφίας από τους ανασκαφείς. Σχετικά με την κεραμική, ελέγχθηκε για το σύνολό της, ως προς τις ανασκαφικές ενότητες και τα διαφορετικά στρώματα, η σύνθεση των περιεχόμενων οστράκων και η διασπορά των συγκολλούμενων/συνανήκοντων θραυσμάτων. Έτσι, οι δύο λάκκοι διακρίνονται σε περισσότερους χώρους: στο Λάκκο 7 διακρίνεται η κεραμική από το εσωτερικό του λάκκου, η κεραμική από τη οκιμαστική Τομή Α και η κεραμική από το υπερκείμενο στρώμα, ενώ στο Λάκκο 11 διακρίνεται η 112

113 κεραμική που περιέχεται στο βαθύτερο στρώμα του λάκκου (#422/060008,060009,060012), η κεραμική των στρωμάτων 4, 3 και 2 και των ανασκαφικών ενοτήτων #422/060023, Η διάκριση τόσων χώρων στο Λάκκο 11 στοχεύει στη λεπτομερέστερη παρακολούθηση των χαρακτηριστικών της κεραμικής, με δεδομένο ότι δε σώζεται κάθετη στρωματογραφία και ότι η διάκριση ή η ενοποίηση των στρωμάτων της ανασκαφής μπορεί να υποστηριχτεί και από τη μελέτη του κεραμικού υλικού. Το στρώμα 2 του Λάκκου 11 είναι υπερκείμενο του λάκκου στρώμα. Οι ανασκαφικές ενότητες #422/060023,060024, με τις οποίες αφαιρέθηκε επίχωση στο ίδιο βάθος με το στρώμα 4 και τις ανασκαφικές ενότητες του βαθύτερου στρώματος του λάκκου, διακρίθηκαν για να εξεταστεί η πιθανότητα να αφαίρεσαν την επίχωση ξεχωριστού λάκκου. 5.2 Η κατανομή της κεραμικής: μορφολογικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά Λάκκος 7 Λάκκος 7 Σύμφωνα με το σύνολο των οστράκων που συλλέχτηκαν από το εσωτερικό του Λάκκου 7, η κεραμική σε σημαντικό ποσοστό είναι αδιάγνωστη, ενώ η συνηθέστερη κεραμική κατηγορία είναι τα στιλβωμένα καστανά και ακολουθούν τα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά. Όλες οι άλλες κατηγορίες στιλβωμένης κεραμικής εμφανίζονται με πολύ μικρότερη συχνότητα, τα λειασμένα είναι σπάνια και τα αδρά όστρακα απουσιάζουν. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν καταγράφτηκε κανένα διακοσμημένο όστρακο. Θα πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι στα ανασκαφικά ημερολόγια αναφέρονται λίγα θραύσματα με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση, τα οποία όμως δεν εντοπίστηκαν για να συμπεριληφθούν στη μελέτη (πίνακας 5.1). Ο μέγιστος αριθμός αγγείων που υπολογίζεται για το Λάκκο 7 είναι 162. Στο σύνολό τους σχεδόν είναι ανοιχτά αγγεία, ελάχιστα είναι ευρύστομα με απλό περίγραμμα και μόνο 2 κλειστά. Τα ανοιχτά αγγεία είναι κυρίως μεσαίου μεγέθους, σε ποσοστό 24,4% πρόκειται για μεγάλα αγγεία, ενώ λιγότερα είναι τα μικρά. Τα συχνότερα σχήματα των ανοιχτών αγγείων είναι τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα 8 Πίνακες

114 και τα σφαιρικά, σχετικά αυξημένα είναι τα ποσοστά των ημισφαιρικών με αποκλίνοντα τοιχώματα και των κωνικών, ενώ σε ελάχιστες περιπτώσεις καταγράφτηκαν αγγεία με κάθετα τοιχώματα και ενδεχόμενα ελλειψοειδή. Σχετικά με τη διαμόρφωση του χείλους των ανοιχτών και των ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα, παρατηρείται ότι με ελάχιστες εξαιρέσεις τα χείλη διαμορφώνονται απλά. Από την επίχωση του Λάκκου 7 προέρχεται το μοναδικό ευρύστομο αγγείο με απλό περίγραμμα και χείλος σχήματος ταυ. Τα κλειστά αγγεία του Λάκκου 7 είναι δύο μικρά ασύμμετρα αγγεία -ασκοειδή. Οι βάσεις είναι κυρίως κυκλικές επίπεδες, ενώ λίγα είναι τα παραδείγματα των κοίλων, δισκοειδών, κυρτών και δακτυλιόσχημων. Από τις επίπεδες βάσεις δύο είναι ελλειψοειδείς και μία τετράπλευρη. Οι λαβές έχουν αποκλειστικά τη μορφή απόφυσης με οπή, οριζόντιας ή αδιάγνωστης κατεύθυνσης. Η κεραμική ύλη των αγγείων του Λάκκου 7 είναι κυρίως λεπτόκοκκη και σε ίσο ποσοστό (περ. 10%) μεσόκοκκη και χοντρόκοκκη. Ανεξάρτητα από το ποσοστό, συχνά περιέχει χαλαζία ή άμμο, και λιγότερο μαρμαρυγία, όστρεα ή ασβεστιτικά εγκλείσματα. Οι επιφάνειες όλων σχεδόν των αγγείων είναι στιλβωμένες. Αξίζει να σημειωθεί ότι μεσαίος βαθμός κάλυψης της στίλβωσης και στιλπνότητας εσωτερικής και εξωτερικής επιφάνειας παρατηρείται συχνότερα σε σχέση με τις υπόλοιπες αποθετικές ενότητες, αν και σ αυτές ο βαθμός αβεβαιότητας των χαρακτηριστικών αυτών είναι μεγαλύτερος. Η χρήση επιχρίσματος για την κάλυψη της εξωτερικής επιφάνειας είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Η επάλειψη της εσωτερικής επιφάνειας με λευκό επίχρισμα διαπιστώθηκε σε ποσοστό 4,6% των ανοιχτών αγγείων. Σημειώθηκε ήδη ότι δεν καταγράφτηκε κανένα διακοσμημένο όστρακο. Με την επιφύλαξη ενός οστράκου που θα ελεγχθεί χημικά για οργανική διακόσμηση και της εύρεσης των εμπίεστων (impresso) οστράκων που αναφέρονται μόνο στα ανασκαφικά ημερολόγια, ο Λάκκος 7 δε φαίνεται να περιέχει διακοσμημένη κεραμική. Σε δύο περιπτώσεις διαπιστώθηκε άνοιγμα οπών μετά την όπτηση. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για δύο όστρακα που ενώνονται και στη δεύτερη για δύο οπές στο ίδιο όστρακο. Λάκκος 7 οκιμαστική Τομή Α Τα μισά σχεδόν όστρακα από το σύνολο της κεραμικής της επίχωσης του Λάκκου 7 που ανασκάφτηκε με τη οκιμαστική Τομή Α δεν είναι διαγνωστικά ως προς την επεξεργασία της επιφάνειας. Συχνότερα εμφανίζονται τα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά 114

115 και σε μικρότερο ποσοστό τα στιλβωμένα καστανά. Καμία άλλη κατηγορία στιλβωμένων ή λειασμένων δεν εμφανίζεται σε αξιοσημείωτη συχνότητα, ενώ δεν καταγράφτηκε κανένα αδρό όστρακο. Ελάχιστα θραύσματα φέρουν διακόσμηση, εμπίεστη (impresso) και πιθανή γραπτή ή οργανική, και ένα χαρακτηρίζεται τύπου barbotine (πίνακας 5.2). Από τα 90 αγγεία τα περισσότερα είναι ανοιχτά και 2 μόνο κλειστά. Τα ανοιχτά αγγεία στην πλειονότητά τους είναι μεσαία, ενώ σχεδόν ισάριθμα είναι τα αγγεία μεγάλου και μικρού μεγέθους. Τα ανοιχτά αγγεία σε μεγάλο ποσοστό είναι αδιάγνωστα με κάθετα τοιχώματα. Τα συχνότερα σχήματα είναι κυρίως τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα και λιγότερο τα σφαιρικά. Χωρίς μεγάλες διαφορές στα ποσοστά τους καταγράφτηκαν τα αγγεία με κάθετα τοιχώματα, τα κωνικά, τα ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα και τα ενδεχόμενα ελλειψοειδή. Στην επίχωση που αφαιρέθηκε με τη οκιμαστική Τομή Α εντοπίστηκε και το ένα από τα δύο ελλειψοειδή αγγεία του συνόλου της κεραμικής. Τα χείλη των ανοιχτών αγγείων κατά κανόνα είναι απλά, ενώ σε αυτόν το χώρο εντοπίζεται το μοναδικό αγγείο -κωνικό- με εσωστρεφές χείλος. Μοναδικά για το σύνολο του υλικού είναι και τα δύο κλειστά αγγεία. Πρόκειται για τα κλειστά αγγεία με απλό περίγραμμα, και χείλος στη μια περίπτωση παχυνόμενο εξωτερικά και στην άλλη σχήματος ταυ. Τα ιδιαίτερα σχήματα που εντοπίστηκαν στη οκιμαστική Τομή Α ίσως είναι μοναδικές μορφολογικές εκφάνσεις του κεραμικού συνόλου ή οφείλονται σε κάποια διαταραχή. Ισάριθμες περίπου είναι οι κυκλικές επίπεδες, δακτυλιόσχημες και κοίλες βάσεις, ενώ δε λείπουν και λίγα παραδείγματα κυκλικών κυρτών και δισκοειδών, καθώς και ελλειψοειδών βάσεων. Αναγνωρίστηκαν κυρίως αποφύσεις με οπή, σε μία πάντως περίπτωση ίσως πρόκειται για λαβή. Τα αγγεία στην πλειονότητά τους είναι λεπτόκοκκα, κάποια είναι μεσόκοκκα, ενώ ελάχιστα είναι χοντρόκοκκα. Τα συνηθέστερα εγκλείσματα είναι ο χαλαζίας και η άμμος και λιγότερο τα ασβεστιτικά. Η κεραμική της οκιμαστικής Τομής Α παρουσιάζει το μεγαλύτερο ποσοστό πιθανολογούμενης ασβεστιούχας κεραμικής ύλης. Οι επιφάνειες στην πλειονότητά τους είναι στιλβωμένες και με την ίδια συχνότητα λειασμένες και αδιάγνωστες. Αγγεία με επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια απαντούν σε ποσοστό 10%, ενώ κάπως μικρότερο είναι το ποσοστό των εσωτερικών επιφανειών των ανοιχτών αγγείων που καλύπτονται με λευκό επίχρισμα. ύο μόνο αγγεία φέρουν γραπτή διακόσμηση, ενώ ελάχιστα είναι και τα διακοσμημένα όστρακα, όπως αναφέρθηκε και με βάση τη συνολική κεραμική. 115

116 Λάκκος 7 υπερκείμενο στρώμα Το σύνολο σχεδόν των οστράκων που περιέχονται στο υπερκείμενο στρώμα του Λάκκου 7 είναι αδιάγνωστα ως προς την κεραμική κατηγορία. Από τα υπόλοιπα συχνότερα είναι τα στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα, ενώ 3 όστρακα είναι διακοσμημένα με εμπιέσεις (impresso) (πίνακας 5.3). Τα περισσότερα από τα 23 αγγεία είναι ανοιχτά, ενώ καταγράφτηκε και ένα παράδειγμα κλειστού αγγείου. Ως προς το μέγεθος των ανοιχτών αγγείων, στην πλειονότητά τους είναι μεσαία, διαπιστώθηκαν όμως και λίγες περιπτώσεις μικρών και μεγάλων. Πολύ μεγάλα είναι τα ποσοστά των ανοιχτών αδιάγνωστων αγγείων, κυρίως με κάθετα τοιχώματα. Από τα υπόλοιπα συνηθέστερα είναι τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα και λιγότερο τα σφαιρικά, ενώ καταγράφτηκε και ένα παράδειγμα ημισφαιρικού αγγείου με αποκλίνοντα τοιχώματα. Τα χείλη των ανοιχτών αγγείων, πέρα από τις μεμονωμένες περιπτώσεις εξωστρεφούς χείλους και σιγμοειδούς περιγράμματος, είναι απλά. Το κλειστό αγγείο είναι αγγείο με λαιμό που δε σώζει περισσότερες πληροφορίες για τη μορφολογία του. Τα λίγα παραδείγματα βάσεων ανήκουν στις κυκλικές δακτυλιόσχημες, ενώ στο υλικό ίσως συμπεριλαμβάνεται μία λαβή. Τα αγγεία στο μεγαλύτερο ποσοστό είναι λεπτόκοκκα, κάποια είναι μεσόκοκκα, ενώ δεν καταγράφτηκαν χοντρόκοκκα αγγεία. Η κεραμική ύλη περιέχει εξίσου συχνά χαλαζία, άμμο, ασβεστιτικά εγκλείσματα και μαρμαρυγία. Η επεξεργασία της επιφάνειας στα περισσότερα αγγεία δεν είναι διαγνωστική. Η συχνότητα των επιχρισμένων εξωτερικών επιφανειών ανέρχεται περίπου σε 20%. Σε ένα μόνο αγγείο (5%) η εσωτερική επιφάνεια έχει καλυφθεί με λευκό επίχρισμα. Πέρα από τα εμπίεστα (impresso) όστρακα που αναφέρθηκαν ήδη, κανένα αγγείο δεν είναι διακοσμημένο. Πάντως, η απουσία γραπτής διακόσμησης θα μπορούσε να οφείλεται στον υψηλό βαθμό διάβρωσης. Σύνοψη: Λάκκος 7 Συνοψίζοντας, η κεραμική της επίχωσης του Λάκκου 7 και της επίχωσης που ανασκάφτηκε με τη οκιμαστική Τομή Α φαίνεται να έχουν περισσότερες ομοιότητες παρά διαφορές. Τα θραύσματα του υπερκείμενου στρώματος ίσως διαφοροποιούνται ως προς τη συνηθέστερη κεραμική κατηγορία, ενδεχομένως ως προς τα σχήματα των 116

117 αγγείων -με βάση κυρίως την παρουσία του κλειστού αγγείου με λαιμό, ως προς τη διαμόρφωση των βάσεων και τη χρήση του επιχρίσματος. Οι ενδείξεις διακόσμησης είναι περιορισμένες και μάλλον προβληματικές και για τους τρεις χώρους. Αν ο Λάκκος 7 πράγματι δεν περιέχει καθόλου διακοσμημένη κεραμική, όπως προκύπτει από την καταγραφή, το στοιχείο αυτό τον διαφοροποιεί σημαντικά από τα υπόλοιπα κεραμικά σύνολα που μελετήθηκαν. εν μπορεί όμως να αγνοηθεί η αναφορά που γίνεται στα ανασκαφικά ημερολόγια σχετικά με διακοσμημένα όστρακα. Η παρουσία διακοσμημένης κεραμικής στην επίχωση της οκιμαστικής Τομής Α είναι σπάνια και γεννά ερωτήματα. Η μορφή της διακόσμησης της κεραμικής του υπερκείμενου στρώματος δεν είναι βέβαιη, καθώς η έλλειψη γραπτών μπορεί να οφείλεται και στην υψηλή διάβρωση. Στο ζήτημα της διακόσμησης της κεραμικής του Λάκκου 7 θα γίνει αναφορά και στο επόμενο κεφάλαιο. Με βάση την πιθανή διαφοροποίηση του υπερκείμενου στρώματος, η συζήτηση σχετικά με την κεραμική του Λάκκου 7 στο εξής περιορίζεται στα περιεχόμενα του εσωτερικού του λάκκου και της επίχωσης που αφαιρέθηκε με τη οκιμαστική Τομή Α. Ο υψηλός βαθμός διάβρωσης δυστυχώς δεν επιτρέπει την εκτενέστερη διερεύνηση της σχέσης του υπερκείμενου στρώματος με τους υπόλοιπους χώρους. Μπορεί η πιθανολογούμενη διαφοροποίηση να είναι αποτέλεσμα των διαβρωμένων χαρακτηριστικών Λάκκος 11 Λάκκος 11 #422/060008,060009, Η κεραμική κατηγορία με τη μεγαλύτερη συχνότητα στο σύνολο των οστράκων είναι τα στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα. Με μικρότερα ποσοστά εμφανίζονται τα στιλβωμένα καστανά, τα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά και τα αδιάγνωστα. Ελάχιστα είναι τα λειασμένα και αδρά όστρακα. Τα όστρακα με διακόσμηση ανέρχονται σε 8% (πίνακας 5.4). Από την κεραμική του χώρου αυτού καταγράφτηκαν 100 αγγεία. Πρόκειται κυρίως για ανοιχτά αγγεία, για αγγεία κλειστά σε ποσοστό 19% και για λίγες περιπτώσεις ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα ή με λαιμό. Τα ανοιχτά αγγεία είναι κυρίως μεσαία, λίγα είναι τα αγγεία μικρού μεγέθους, ενώ τα μεγάλα ανοιχτά αγγεία μάλλον σπανίζουν. Τα συνηθέστερα σχήματα των ανοιχτών αγγείων είναι τα 117

118 σχεδόν ισάριθμα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα και σφαιρικά, ενώ τα υπόλοιπα σχήματα εμφανίζονται σε μεμονωμένα παραδείγματα, μεταξύ των οποίων και ένα ελλειψοειδές. Τα χείλη των ανοιχτών και ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα συνήθως είναι απλά, σε κάποιες περιπτώσεις όμως διαμορφώνονται εξωστρεφή ή παχυνόμενα εξωτερικά ή σχηματίζουν σιγμοειδές περίγραμμα. Ένα ευρύστομο αγγείο έχει κάθετο χείλος. Σχετικά με τα κλειστά αγγεία παρατηρείται αυξημένο ποσοστό αγγείων με κωνικό λαιμό και σε μικρότερα ποσοστά αγγεία με κυλινδρικό λαιμό και σιγμοειδές περίγραμμα. Στο χώρο αυτό εντοπίστηκε ο ένας από τους δύο πιθανούς ασκούς του συνόλου του υλικού. Οι βάσεις στην πλειονότητά τους είναι κυκλικές δακτυλιόσχημες και λιγότερες είναι κοίλες, επίπεδες ή δισκοειδείς. Σώζεται ένα παράδειγμα ελλειψοειδούς δακτυλιόσχημης βάσης και μεμονωμένες περιπτώσεις τετράπλευρων βάσεων, συγκεκριμένα μία κοίλη, μία δακτυλιόσχημη και ένα πιθανό πόδι. Παράλληλα με τις αποφύσεις με οριζόντιες ή κάθετες διατρήσεις αναγνωρίζονται ίσως και κάποιες λαβές. Περισσότερα από τα μισά αγγεία έχουν λεπτόκοκκη κεραμική ύλη, ενώ τα υπόλοιπα είναι κυρίως μεσόκοκκα και σπάνια χοντρόκοκκα. Στις μισές περιπτώσεις η κεραμική ύλη περιέχει χαλαζία, και σε ίσα ποσοστά όστρεα, άμμο και μαρμαρυγία. Όλα σχεδόν τα αγγεία έχουν στιλβωμένες επιφάνειες. Σε ποσοστό περίπου 50% παρατηρείται επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια. Η χρήση του λευκού επιχρίσματος για την κάλυψη των εσωτερικών επιφανειών των ανοιχτών αγγείων είναι πολύ περιορισμένη. Τα αγγεία του χώρου αυτού είναι κυρίως μονόχρωμα, το ποσοστό πάντως των γραπτών ανέρχεται σε 30%. Ελάχιστα είναι τα αδιάγνωστα και τα εμπίεστα (impresso) αγγεία. Στα διακοσμημένα συμπεριλαμβάνεται ένα όστρακο με στιλβωτή διακόσμηση, αν και η πρόθεση δημιουργίας μοτίβου με τη χρήση του στιλβωτήρα είναι εξαιρετικά αμφίβολη. Επίσης, όστρακο τμήμα του οποίου έχει αποκολληθεί ίσως ανήκει σε ανθρωπόμορφο αγγείο. ύο αγγεία παρουσιάζουν χαρακτηριστική διάβρωση στην εσωτερική τους επιφάνεια κάτω από μια ανέπαφη ζώνη στο χείλος. Λάκκος 11 στρώμα 4 Το σύνολο της κεραμικής του στρώματος 4 του Λάκκου 11 κατανέμεται ισόποσα στα στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα και στα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά. Ακολουθούν 118

119 τα αδιάγνωστα όστρακα, τα στιλβωμένα καστανά και τα διακοσμημένα, κυρίως γραπτά, με ποσοστό 5,7%. Σπανίζουν τα αδρά και τα λειασμένα όστρακα (πίνακας 5.5). Από τα 74 αγγεία τα περισσότερα είναι ανοιχτά, 11 είναι κλειστά, ενώ λίγα ή σπάνια είναι τα ευρύστομα αγγεία χωρίς και με λαιμό. Σύμφωνα με τη διάκριση των ανοιχτών αγγείων σε κατηγορίες μεγέθους, τα περισσότερα είναι μεσαία, αρκετά είναι μικρά (18,8%) και λίγα είναι μεγάλα. Τα ανοιχτά αγγεία είναι κυρίως σφαιρικά και λιγότερο ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα, ενώ τα άλλα σχήματα σπανίζουν ή απουσιάζουν. Όπως καταγράφτηκε για τα ανοιχτά και τα ευρύστομα αγγεία χωρίς λαιμό, το χείλος συνήθως είναι απλό και σε κάποιες περιπτώσεις εξωστρεφές, ενώ σπάνια διαμορφώνεται διαφορετικά. Σχετική ποικιλία παρατηρείται στα ολιγάριθμα κλειστά αγγεία που περιλαμβάνουν αγγεία με λαιμό κυλινδρικό, κωνικό ή συγκλίνοντα και αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα. Οι βάσεις των αγγείων του χώρου αυτού είναι κυρίως κυκλικές δακτυλιόσχημες, και με μικρότερη συχνότητα κυκλικές κοίλες, δισκοειδείς και επίπεδες. Πέρα από τις αποφύσεις με οπή αναγνωρίζονται κάποιες λαβές. Η κεραμική ύλη των αγγείων συνήθως περιέχει εγκλείσματα σε μικρό ποσοστό, αρκετά αγγεία είναι μεσόκοκκα και κάποια είναι χοντρόκοκκα. Το συνηθέστερο μηπλαστικό είναι ο χαλαζίας, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις απαντούν όστρεα ή αδιάγνωστα εγκλείσματα στην κεραμική ύλη. Οι επιφάνειες στην πλειονότητά τους είναι στιλβωμένες, αν και παρατηρείται αυξημένο ποσοστό αδιάγνωστων -κυρίως εσωτερικών- επιφανειών. Η χρήση επιχρίσματος για την κάλυψη της εξωτερικής επιφάνειας παρατηρείται στα μισά αγγεία. Αυξημένο είναι το ποσοστό των εσωτερικών επιφανειών των ανοιχτών αγγείων που καλύπτονται με λευκό επίχρισμα (περ. 16%). Τα αγγεία είναι κυρίως μονόχρωμα και σε ποσοστό 14,9% γραπτά, ενώ πολύ μικρότερο ποσοστό αποτελούν τα 3 εμπίεστα (impresso) αγγεία. Στα διακοσμημένα μπορούν ίσως να συμπεριληφθούν 2 όστρακα barbotine. Μεταξύ των γραπτών αναγνωρίζεται ένα αγγείο με επιχρισμένο βάθος, καθώς και το μοναδικό στο σύνολο της κεραμικής γραπτό όστρακο με φλογόσχημο μοτίβο. Λάκκος 11 στρώμα 3 Τα όστρακα που περιέχονται στο στρώμα 3 του Λάκκου 11 διαπιστώθηκαν σε αυξημένο ποσοστό αδιάγνωστα. Ακολουθούν τα στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα και 119

120 τα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά. Τα όστρακα με διακόσμηση, κυρίως γραπτή, ανέρχονται σε 5,8%. Ελάχιστα είναι τα λειασμένα και αδρά θραύσματα (πίνακας 5.6). Ο μέγιστος αριθμός αγγείων υπολογίζεται 50. Τα αγγεία του στρώματος αυτού στην πλειονότητά τους είναι ανοιχτά, αρκετά είναι τα παραδείγματα των κλειστών αγγείων, ενώ σπανιότερα καταγράφτηκαν ως ευρύστομα. Τα ανοιχτά αγγεία είναι κυρίως μεσαίου μεγέθους, ενώ τα πολύ λιγότερα μεγάλα και μικρά εμφανίζονται σχεδόν ισάριθμα. Τα συνηθέστερα σχήματα των ανοιχτών αγγείων είναι τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα και τα σφαιρικά, ενώ μεμονωμένα είναι τα παραδείγματα των άλλων σχημάτων. Πέρα από λίγες εξαιρέσεις κυρίως εξωστρεφών χειλέων, τα χείλη των ανοιχτών και ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα είναι απλά. Τα κλειστά αγγεία έχουν κυρίως κυλινδρικό λαιμό, αλλά και αδιάγνωστο ή κωνικό, ενώ δε λείπουν και οι μεμονωμένες περιπτώσεις συγκλίνοντα λαιμού και σιγμοειδούς περιγράμματος. Οι βάσεις στην πλειονότητά τους είναι κυκλικές δακτυλιόσχημες, κάποιες είναι κοίλες, ενώ οι επίπεδες και οι δισκοειδείς αριθμούν λιγότερα παραδείγματα. Καταγράφτηκαν ακόμα μία ελλειψοειδής κοίλη και μία τετράπλευρη επίπεδη βάση. Αν και υπερέχουν αριθμητικά οι αποφύσεις με οπή, διαπιστώνονται κάποιες περιπτώσεις λαβών, καθώς και μία επιμήκης λαβή χωρίς διάτρηση, μοναδική στο σύνολο της κεραμικής που μελετήθηκε. Η κεραμική ύλη των αγγείων είναι κυρίως λεπτόκοκκη, κάποια αγγεία είναι μεσόκοκκα και λίγα χοντρόκοκκα. Στις μισές περιπτώσεις η κεραμική ύλη περιέχει χαλαζία, και στις υπόλοιπες κυρίως μαρμαρυγία, άμμο ή ασβεστιτικά εγκλείσματα. Η εσωτερική επιφάνεια σε ισάριθμα αγγεία είναι στιλβωμένη και αδιάγνωστη, ενώ και η συχνότητα των λειασμένων είναι μάλλον αυξημένη. Οι εξωτερικές επιφάνειες είναι κυρίως στιλβωμένες και στα μισά περίπου αγγεία καλύπτονται με επίχρισμα. Ένα μόνο αγγείο έχει καλυφθεί με λευκό επίχρισμα εσωτερικά. Τα μονόχρωμα αγγεία αποτελούν την πλειονότητα, ενώ τα γραπτά και τα αδιάγνωστα είναι σχεδόν ισάριθμα (16-18%). Πέρα από τα εμπίεστα (impresso) όστρακα καταγράφτηκε και ένα με πιθανή πλαστική διακόσμηση. Σε μία βάση παρατηρήθηκε η ύπαρξη δύο οπών που ανοίχτηκαν πριν την όπτηση στο δακτύλιο. 120

121 Λάκκος 11 στρώμα 2 Η κεραμική του στρώματος 2 του Λάκκου 11 στο σύνολό της είναι κυρίως αδιάγνωστη ως προς την κεραμική κατηγορία. Από τα υπόλοιπα όστρακα, συχνότερα είναι τα στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα και ακολουθούν ισάριθμα τα στιλβωμένα καστανά και τα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά. Όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες, και ιδιαίτερα τα λειασμένα και αδρά όστρακα, εμφανίζονται με πολύ μικρά ποσοστά. Η συχνότητα των διακοσμημένων οστράκων ανέρχεται σε 6,3%, με συνηθέστερη διακόσμηση τη γραπτή (πίνακας 5.7). Τα περισσότερα από τα 209 αγγεία του χώρου αυτού είναι ανοιχτά, ενώ δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις κλειστών αγγείων. Αυξημένο σχετικά είναι το ποσοστό των ευρύστομων αγγείων με λαιμό (7,7%) μικρού, μεσαίου ή αδιάγνωστου μεγέθους, ενώ τα ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα μάλλον σπανίζουν. Τα περισσότερα ανοιχτά αγγεία είναι μεσαίου μεγέθους, και ακολουθούν πολύ λιγότερα τα μικρά και τα μεγάλα. Από τα ανοιχτά αγγεία ξεχωρίζουν τα σφαιρικά, ενώ με αρκετά μικρότερη συχνότητα καταγράφτηκαν τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα και λίγα παραδείγματα των υπόλοιπων σχημάτων, μεταξύ των οποίων και το μοναδικό κυλινδρικό. Ένα ακόμα σχήμα, αυτό της λεκάνης, πιθανολογείται λόγω της κατασκευαστικής τεχνικής της βάσης. Τα χείλη των ανοιχτών αγγείων και των ευρύστομων χωρίς λαιμό συνήθως διαμορφώνονται απλά, αλλά δεν είναι λίγα και τα παραδείγματα των αγγείων με εξωστρεφές χείλος, σιγμοειδές περίγραμμα, χείλος παχυνόμενο εξωτερικά ή κάθετο. Τα κλειστά αγγεία του χώρου είναι αγγεία με λαιμό κυλινδρικό ή αδιάγνωστο, αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα, λίγες περιπτώσεις αγγείων με κωνικό ή συγκλίνοντα λαιμό και ένα παράδειγμα πιθανού ασκού. Οι βάσεις στην πλειονότητά τους είναι κυκλικές δακτυλιόσχημες, ενώ λιγότερα είναι τα παραδείγματα των κοίλων, επίπεδων και δισκοειδών. Από το χώρο αυτόν προέρχεται η μοναδική υπερυψωμένη δακτυλιόσχημη βάση. Λίγες είναι οι περιπτώσεις των ελλειψοειδών επίπεδων ή δισκοειδών βάσεων. Αν και υπερτερούν οι αποφύσεις με διάτρηση οριζόντια ή κάθετη, καταγράφτηκαν επίσης λαβές, καθώς και η μοναδική περίπτωση διπλής λαβής. Η κεραμική ύλη των αγγείων στο μεγαλύτερο ποσοστό είναι λεπτόκοκκη, αρκετά είναι τα μεσόκοκκα αγγεία, ενώ τα χοντρόκοκκα μάλλον σπανίζουν. Το συχνότερο μη-πλαστικό είναι ο χαλαζίας, και ακολουθούν η άμμος, τα αδιάγνωστα εγκλείσματα, ο μαρμαρυγίας και τα όστρεα. Οι επιφάνειες είναι αδιάγνωστες ή 121

122 στιλβωμένες με την ίδια συχνότητα. Η κάλυψη των εξωτερικών επιφανειών με επίχρισμα διαπιστώνεται σε ποσοστό 30% περίπου και των εσωτερικών επιφανειών των ανοιχτών αγγείων με λευκό επίχρισμα σε ποσοστό 3,5%. Σε μία περίπτωση παρατηρήθηκε ότι το επίχρισμα δεν προχωράει στον εξωτερικό πυθμένα του αγγείου. Τα αγγεία σε ίσο ποσοστό είναι αδιάγνωστα, ως προς την επεξεργασία της επιφάνειας και τη διακόσμηση, και μονόχρωμα. Τα γραπτά αγγεία ανέρχονται περίπου σε 20%, και τα εμπίεστα (impresso) περίπου σε 5%. Καταγράφτηκαν ένα όστρακο barbotine και μία βάση με κυκλικές κανονικές βαθύνσεις στο δακτύλιο. Μεταξύ των γραπτών αγγείων περιλαμβάνονται και τρία με επιχρισμένη επιφάνεια. Στο στρώμα αυτό εντοπίζονται τα μοναδικά παραδείγματα εμπίεστων θραυσμάτων με εργαλείο. Στο στρώμα 2 του Λάκκου 11 εντοπίστηκε και ένα τροχήλατο όστρακο. Λάκκος 11 #422/060023, Από το σύνολο των οστράκων προκύπτει ότι η συνηθέστερη κεραμική κατηγορία είναι τα στιλβωμένα με κόκκινο επίχρισμα και ακολουθούν τα στιλβωμένα καστανά και τα στιλβωμένα ανοιχτά καστανά, ενώ με παρόμοιο ποσοστό τα όστρακα είναι αδιάγνωστα ως προς την κεραμική κατηγορία. Μόνο ένα όστρακο είναι αδρό. Τα διακοσμημένα, αποκλειστικά γραπτά, ανέρχονται σε ποσοστό 6,5% (πίνακας 5.8). Σχετικά με τη διαγνωστική κεραμική, από το χώρο αυτόν καταγράφτηκαν 4 αγγεία και επιπλέον 7 θραύσματα που δε λογίζονται αγγεία, άρα οι σχετικές δυνατές παρατηρήσεις είναι πολύ περιορισμένες. Τα θραύσματα προέρχονται από ανοιχτά και αδιάγνωστα αγγεία, για το ειδικό σχήμα των οποίων δε σώζονται πληροφορίες. Οι βάσεις είναι κυκλικές επίπεδες και δακτυλιόσχημες, ενώ ένα όστρακο βάσης ίσως προέρχεται από τράπεζα. Είναι η μοναδική περίπτωση πιθανολογούμενης τράπεζας στο σύνολο του υλικού. Σχετικά με την επεξεργασία και τη διακόσμηση της επιφάνειας αυτό που αξίζει ίσως να επισημανθεί είναι η απουσία οποιασδήποτε άλλης μορφής διακόσμησης πέρα από τη γραπτή. Σύνοψη: Λάκκος 11 Ανακεφαλαιώνοντας, φαίνεται ότι τα χαρακτηριστικά του συνόλου των οστράκων δε διαφοροποιούνται στους χώρους του Λάκκου 11. Το ίδιο ισχύει σε γενικές γραμμές και για τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των αγγείων, όπως και για τα τεχνολογικά. Παρατηρείται όμως κάποια ποικιλότητα που αφορά κυρίως τη μορφολογία τους αλλά 122

123 και την εμφάνιση ιδιαίτερων χαρακτηριστικών. Έτσι, ξεχωρίζει το ποσοστό των ανοιχτών αγγείων μικρού μεγέθους στο στρώμα 4. Στις ιδιαιτερότητες του στρώματος 2 περιλαμβάνονται η αυξημένη συχνότητα των σφαιρικών αγγείων, και μάλιστα των γραπτών, και των ευρύστομων αγγείων με λαιμό. Στρωματογραφική διάταξη ίσως παρουσιάζει η διαμόρφωση του λαιμού των κλειστών αγγείων, καθώς τα κλειστά αγγεία με κωνικό λαιμό είναι συχνότερα στο βαθύτερο στρώμα του λάκκου, στο στρώμα 4 παρατηρείται ποικιλία σχημάτων, ενώ στα υπόλοιπα φαίνεται να υπερτερούν τα αγγεία με κυλινδρικό λαιμό. Το αυξημένο ποσοστό των γραπτών αγγείων στο βαθύτερο στρώμα του λάκκου ίσως μπορεί να αποδοθεί στην καλύτερη διατήρηση της κεραμικής του χώρου αυτού. Η απουσία εμπίεστων (impresso) αγγείων και οστράκων από την περιοχή των ενοτήτων #422/060023,060024, αν και διαφοροποιεί το χώρο από τους υπόλοιπους, ίσως σχετίζεται με το γενικά περιορισμένο ποσοστό της διακόσμησης αυτής και το μικρό αριθμό οστράκων από το χώρο αυτόν. Από την εξέταση της χωρικής κατανομής των σχημάτων των γραπτών αγγείων προέκυψε ότι το υψηλό ποσοστό των σφαιρικών αγγείων στο σύνολο των γραπτών οφείλεται κυρίως στη μεγάλη συχνότητα του σχήματος αυτού στο στρώμα 2 του Λάκκου 11, και ότι δεν ισχύει για όλους τους χώρους. Η μικρή ποσότητα κεραμικής που περιέχεται στις ανασκαφικές ενότητες #422/060023, μάλλον δεν επιτρέπει την εξαγωγή κάποιου συμπεράσματος για τη σχέση τους με το Λάκκο 11. Σύμφωνα με τα παραπάνω δεν αναγνωρίζεται κάποια διαφοροποίηση που να υπαγορεύει το διαχωρισμό της κεραμικής του λάκκου σε διακριτές ενότητες. Έτσι, η συζήτηση που ακολουθεί στο επόμενο κεφάλαιο αφορά το Λάκκο 11 συνολικά. 5.3 Η κατανομή της κεραμικής: ταφονομικά χαρακτηριστικά Πέρα από τις μορφολογικές και τεχνολογικές ιδιότητες εξετάζονται εδώ τα ταφονομικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την απόρριψη των αγγείων και με την αποθετική ιστορία των συνόλων. Για την προσέγγιση αυτών των ζητημάτων λαμβάνονται υπόψη κυρίως ιδιότητες του κεραμικού υλικού που αφορούν την ποσότητα και την πυκνότητα, την 123

124 πληρότητα ή το βαθμό θραύσης, τη διάβρωση και την επικόλληση ιζήματος, ποιοτικά χαρακτηριστικά, αλλά και τη διασπορά των αγγείων. Ο συνδυασμός περισσότερων παραμέτρων σκοπεύει να αντισταθμίσει τον ατελή χαρακτήρα των μεμονωμένων κριτηρίων που δεν τεκμηριώνουν επαρκώς, ακριβώς επειδή οι ιδιότητες της κεραμικής είναι αποτέλεσμα περισσότερων παραγόντων. Πιο συγκεκριμένα, συνεκτιμούνται η πυκνότητα της κεραμικής που δε λαμβάνει υπόψη το μέγεθος των οστράκων με τον υπολογισμό του μεγέθους τους. Εξετάζεται τόσο το ποσοστό πληρότητας των αγγείων όσο και ο αριθμός των σωζόμενων οστράκων κάθε αγγείου. Η δυσκολία της αναγνώρισης των αποθετικών πρακτικών τονίζεται περισσότερο αν επισημανθεί και η συμβολή των μορφοτεχνολογικών χαρακτηριστικών και της χρήσης των αγγείων στη διαμόρφωση των αρχαιολογικών αποθέσεων. Οι Λάκκοι 7 και 11 κατατάσσονται στους λάκκους κεραμικής, καθώς σύμφωνα με τους ανασκαφείς η ποσότητα της περιεχόμενης κεραμικής κρίνεται μεγάλη. Η πυκνότητα της κεραμικής, όπως υπολογίστηκε, αφορά την επίχωση από το εσωτερικό του Λάκκου 7 και την επίχωση του Λάκκου 11 που αφαιρέθηκε με τις ανασκαφικές ενότητες 422/060008,009,012,023,024 και με το στρώμα 4, καθώς οι διαθέσιμες διαστάσεις για τον υπολογισμό του όγκου αφορούν αυτά τα αποθετικά σύνολα. Η επίχωση του Λάκκου 7 καταλαμβάνει όγκο 6,97κ.μ. και περιέχει 2106 όστρακα, άρα υπολογίζεται ότι σε κάθε κυβικό μέτρο περιέχονται περίπου 300 όστρακα. Η πυκνότητα της κεραμικής στο Λάκκο 11 με επίχωση 10,07κ.μ. και περιεχόμενα όστρακα 4115 υπολογίζεται περίπου 400 όστρακα ανά κυβικό μέτρο. Παρατηρείται επομένως κάποια διαφοροποίηση που θα πρέπει να συνεκτιμηθεί με το μέγεθος των οστράκων. Ο υπολογισμός του μεγέθους των οστράκων για το σύνολο του υλικού από τη σχέση βάρους/αριθμού οστράκων έδειξε ότι τα μεγαλύτερα όστρακα προέρχονται από την επίχωση του Λάκκου 7 που αφαιρέθηκε με τη οκιμαστική Τομή Α (16,47 γραμ./όστρακο) και από την επίχωση του εσωτερικού του Λάκκου 7 (14,28 γραμ./όστρακο). Οι διαφορές πάντως από τους υπόλοιπους χώρους, με εξαίρεση το υπερκείμενο στρώμα του Λάκκου 7 (8,6 γραμ./όστρακο) και τις ανασκαφικές ενότητες 422/060023,024 (6,87 γραμ./όστρακο), δε φαίνονται σημαντικές (11,26-13,14 γραμ./όστρακο). Ανάλογα είναι τα συμπεράσματα από τη μέτρηση του μεγέθους των διαγνωστικών οστράκων που στο Λάκκο 7 και τη οκιμαστική Τομή Α είναι κυρίως μεσαίου και μικρού μεγέθους, στο Λάκκο 11 κυρίως μικρού και μεσαίου μεγέθους, ενώ στο υπερκείμενο στρώμα του Λάκκου 7 και στις ανασκαφικές ενότητες 422/060023,

125 καταγράφτηκαν τα περισσότερα μικρά όστρακα. Επομένως, αν και η πυκνότητα της κεραμικής με βάση τον αριθμό οστράκων είναι μικρότερη στο Λάκκο 7, το μέγεθος των οστράκων φαίνεται πως είναι λίγο μεγαλύτερο. Ως προς την πληρότητα των αγγείων, η κεραμική από το Λάκκο 7 και από την επίχωση που αφαιρέθηκε με τη οκιμαστική Τομή Α παρουσιάζει τα μεγαλύτερα ποσοστά, αν ληφθούν υπόψη το ποσοστό των αγγείων που σώζουν ολόκληρο το περίγραμμα και το σωζόμενο ποσοστό χείλους, ιδιαίτερα των συγκρίσιμων ανοιχτών αγγείων των διαφορετικών χώρων. Επισημαίνεται πάντως ότι το ποσοστό των ολόκληρων αγγείων δεν ξεπερνά το 7,4%, ενώ το συνηθέστερο εύρος σωζόμενου χείλους είναι γενικά 6-10%. Στις επιχώσεις του υπερκείμενου στρώματος του Λάκκου 7 δε διατηρείται κανένα αγγείο από το χείλος μέχρι τη βάση, ούτε στο στρώμα 4 του Λάκκου 11, ούτε στην κεραμική των ανασκαφικών ενοτήτων #422/060023, Γενικά στο Λάκκο 11 είναι ελάχιστα τα αγγεία με ολόκληρο περίγραμμα. Η πληρότητα με βάση το σωζόμενο ποσοστό χείλους στο Λάκκο 11 δε φαίνεται να εξαρτάται από το χώρο αλλά διαφοροποιείται στα ανοιχτά και κλειστά αγγεία, δηλαδή είναι μεγαλύτερη στα κλειστά αγγεία. Τα αγγεία στην πλειονότητά τους σε όλες τις αποθετικές ενότητες αντιπροσωπεύονται με ένα όστρακο, συχνότερα όμως αναγνωρίστηκαν περισσότερα όστρακα του ίδιου αγγείου στο Λάκκο 7. Η εξέταση της διάβρωσης της κεραμικής των διαφορετικών χώρων επιβεβαίωσε καταρχήν τον αναμενόμενο μεγαλύτερο βαθμό διάβρωσης του κεραμικού υλικού των υψηλότερων-υπερκείμενων στρωμάτων. Σε όλους τους χώρους πάντως παρατηρείται κάποια διακύμανση στο βαθμό διάβρωσης. Χαμηλότερα ποσοστά διάβρωσης παρουσιάζουν τα διαγνωστικά όστρακα κυρίως του βαθύτερου στρώματος του Λάκκου 11 και λιγότερο του στρώματος 4, ενώ αυξημένη φθορά παρατηρείται στα στρώματα 3 και κυρίως 2. Έτσι, ίσως ο βαθμός διάβρωσης της κεραμικής του στρώματος 3 το συσχετίζει περισσότερο με το στρώμα 2 παρά με τις κατώτερες επιχώσεις, μπορεί δηλαδή να διακρίνεται μια ένδειξη για παραπλήσιες ταφονομικές ιστορίες των στρωμάτων 3 και 2. Η επικόλληση ιζήματος, που δεν είναι έντονη, μάλλον δε διαφοροποιεί τις διαφορετικές ενότητες. Ένα ποιοτικό στοιχείο που μπορεί να αξιολογηθεί εδώ αφορά τα τμήματα των αγγείων που βρέθηκαν στις διαφορετικές επιχώσεις. Σύμφωνα με την καταγραφή του συνόλου του κεραμικού υλικού σε όλους τους χώρους εντοπίζονται κυρίως θραύσματα από το σώμα του αγγείου, σε πολύ μικρότερο ποσοστό χείλη και με ακόμα μικρότερη 125

126 συχνότητα όστρακα βάσεων και λαβών. Η εικόνα αυτή είναι αναμενόμενη, αφού αντανακλά την ανατομία των αγγείων. Παρατηρήθηκε μόνο ότι στις επιχώσεις του Λάκκου 7 και της οκιμαστικής Τομής Α τα ποσοστά των χειλέων είναι κάπως αυξημένα. Η ιδιαιτερότητα αυτή ίσως εξηγείται από το μεγαλύτερο μέγεθος των οστράκων αυτών των χώρων, αφού μεγαλύτερα όστρακα που περιλαμβάνουν τμήμα και του χείλους και του σώματος του αγγείου καταγράφονται ως όστρακα χείλους. Σε ότι αφορά τη διασπορά των αγγείων, στα λίγα παραδείγματα που αναγνωρίστηκαν περισσότερα από ένα όστρακα του ίδιου αγγείου, κρίνεται μάλλον περιορισμένη για τους χώρους και των δύο λάκκων. Σε λίγες περιπτώσεις ενώθηκαν όστρακα από τις επιχώσεις του Λάκκου 7 και της οκιμαστικής Τομής Α, σε καμία περίπτωση όμως δεν παρατηρήθηκαν όστρακα που συγκολλούνται ή συνανήκουν με το υπερκείμενο στρώμα. Ενώθηκαν όστρακα από τις ανασκαφικές ενότητες του βαθύτερου στρώματος του Λάκκου 11 με όστρακα από το στρώμα 4. Σε μία περίπτωση διαπιστώθηκε ότι όστρακο από το στρώμα 3 του Λάκκου 11 συνανήκει με όστρακο από το στρώμα 2. Η κεραμική των ενοτήτων #422/060023, δεν ενώθηκε με την κεραμική από τους υπόλοιπους χώρους του Λάκκου 11, αυτό όμως μπορεί να οφείλεται και στη μη ταυτόχρονη μελέτη με τα περιεχόμενα επιχώσεων του ίδιου βάθους. Η διαπίστωση για την περιορισμένη διασπορά επιβεβαιώθηκε, τουλάχιστον για το Λάκκο 11, όταν ελέγχθηκαν τα θραύσματα των κλειστών αγγείων από όλα τα στρώματα. Αυτή η διαδικασία ταυτόχρονα επιβεβαίωσε σε κάποιο βαθμό την αποσπασματικότητα του υλικού. 126

127 Κεφάλαιο 6 Συζήτηση και συμπεράσματα

128 6.1 Εισαγωγή Μετά την παρουσίαση των ιδιοτήτων του συνόλου της χαρακτηριστικής κεραμικής και την εξέταση της χωρικής κατανομής τόσο του συνολικού κεραμικού υλικού όσο και των διαγνωστικών θραυσμάτων και αγγείων, στο κεφάλαιο αυτό προσεγγίζονται οι πρακτικές παραγωγής, χρήσης και απόρριψης της κεραμικής συγκριτικά στους δύο κύριους χώρους. Η συζήτηση επεκτείνεται και σε άλλες θέσεις της πρώιμης νεολιθικής περιόδου, ώστε να τοποθετηθούν τα Ρεβένια σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Στα συμπεράσματα επιχειρείται η διατύπωση προτάσεων για την ερμηνεία της ποικιλομορφίας του κεραμικού υλικού στους δύο λάκκους Συζήτηση: η παραγωγή και η χρήση της κεραμικής στους Λάκκους 7 & 11 Σχετικά με το βασικό μορφολογικό χαρακτηριστικό των αγγείων (για τους τύπους των αγγείων των Λάκκων 7 και 11: πίνακας ), παρατηρείται καταρχήν ότι τα ανοιχτά αγγεία κυριαρχούν απόλυτα σχεδόν στο Λάκκο 7 και υπερέχουν στο Λάκκο 11, όπου όμως βρίσκονται μαζί με κλειστά και ευρύστομα αγγεία με λαιμό. Έτσι, τα ανοιχτά αγγεία αποτελούν τη βασική κατηγορία αγγείων και στους δύο λάκκους. Η παρατηρούμενη ποικιλομορφία στο Λάκκο 11 πιθανότατα προκύπτει από τη μεταχείριση του κεραμικού υλικού για κάλυψη διαφορετικών αναγκών, αφού βάσιμα μπορεί να υποστηριχτεί ότι τα κλειστά και ευρύστομα αγγεία με λαιμό εξυπηρετούν κάποια διαφορετική χρήση. Μια τελευταία παρατήρηση αφορά τους ασκούς και τα ασκοειδή αγγεία που απαντούν και στους δύο λάκκους 9. Η ειδική χρήση που πιθανολογείται για τα αγγεία αυτά καθιστά σημαντικό το κοινό μορφολογικό χαρακτηριστικό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η πραγματική χρήση τους, που παραμένει άγνωστη, ταυτίζεται στις δύο περιπτώσεις. Τα ανοιχτά αγγεία και των δύο λάκκων είναι κυρίως μεσαίου μεγέθους (φιάλες και σκύφοι), η κατηγορία μεγέθους αποτελεί δηλαδή κοινό σημείο με πιθανές κοινωνικές αναφορές. ε θα πρέπει βέβαια να παραβλεφθεί η παρουσία αγγείων μικρότερου (δηλαδή κυπέλλων) και μεγαλύτερου μεγέθους (φιάλες, σκύφοι και 9 Ασκοί έχουν βρεθεί στη Νέα Νικομήδεια (Yiouni 1996: 95) και στα Παλιάμπελα Κολινδρού (Παπαδάκου υπό εκπόνηση), ενώ πιθανολογείται ένα παράδειγμα στην Οτζάκι Μαγούλα (Milojčic-v. Zumbusch & Milojčic 1971: 31). 128

129 λεκανίδες), που μπορεί να αποτελούν αποκλίσεις κάποιας ειδικής χρήσης ή δείκτες μιας όχι αυστηρής κατηγοριοποίησης μεγεθών, αφού κάποιες ιδιότητες παρουσιάζουν σταθερότητα, άλλες όμως παραλλάσσονται ανάλογα με την κατηγορία μεγέθους. Επισημαίνεται πάντως ότι το μέγεθος των μεγάλων αγγείων με βάση τη διάμετρό τους δεν αντιστοιχεί με βεβαιότητα στη χωρητικότητα των αγγείων αυτών, αφού στις περιπτώσεις των σχημάτων που διακρίθηκαν σε ρηχά και βαθιά παρατηρούνται συχνότερα ρηχά αγγεία σε αυτήν την κατηγορία μεγέθους. Η διακύμανση του μεγέθους των ανοιχτών αγγείων φαίνεται κάπως εντονότερη στο Λάκκο 7, χάρη στο σχετικά υψηλό ποσοστό των μεγάλου μεγέθους αγγείων. Η αυξημένη αυτή συχνότητα έχει αντίκρισμα και στα αντίστοιχα σχήματα, και στα τεχνολογικά χαρακτηριστικά, όπως θα εξηγηθεί παρακάτω. Στο Λάκκο 11 παρατηρείται κάποια «αυστηρότερη» συγκέντρωση των τιμών της διαμέτρου του χείλους, που μπορεί να οφείλεται στη σαφέστερη επιλογή σχημάτων και μεγεθών 10. Η σύγκριση των δύο λάκκων ως προς το ειδικό σχήμα των αγγείων και τα λοιπά μορφολογικά χαρακτηριστικά συνθέτει μια ενδιαφέρουσα εικόνα. Έχει επισημανθεί ότι στο Λάκκο 7 συνηθέστερα είναι τα ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα και λιγότερο τα σφαιρικά (σύμφωνα με τη βιβλιογραφία ημισφαιρικές και σφαιρικές φιάλες), ενώ στο Λάκκο 11 τα σφαιρικά (δηλαδή οι σφαιρικές φιάλες), χωρίς να παραβλέπεται το υψηλό ποσοστό ανοιχτών αδιάγνωστων με κάθετα τοιχώματα. Η παρατηρούμενη ποικιλομορφία στο Λάκκο 7 οφείλεται στη μικρή συχνότητα και άλλων σχημάτων ανοιχτών αγγείων σκύφοι (ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα, αγγεία με κάθετα τοιχώματα, κωνικά) και ενδεχόμενα ελλειψοειδή 11. Οι βάσεις είναι κυρίως κυκλικές επίπεδες, με κάποια παραδείγματα διαφορετικής διαμόρφωσης ως προς την κάτοψη 12 και την τομή, ενώ καταγράφτηκαν σχεδόν αποκλειστικά αποφύσεις. Αντίθετα στο Λάκκο 11 η παρουσία άλλων σχημάτων ανοιχτών αγγείων είναι σπάνια και η ποικιλομορφία προκύπτει από τη συνύπαρξη καταρχήν των κλειστών και ευρύστομων αγγείων με λαιμό, καθώς και από τη διαμόρφωση των επιμέρους χαρακτηριστικών όπως το χείλος ή ο λαιμός, η βάση και οι λαβές του 10 Στο Αχίλλειο διαπιστώθηκε μια τάση μείωσης της διαμέτρου του χείλους των αγγείων από την ΑΝ στη ΜΝ (Winn & Shimabuku 1989: 89, 161). 11 Από την πρώιμη μονόχρωμη φάση του Αχιλλείου αναφέρεται αγγείο ελλειψοειδούς σχήματος, που είναι συχνότερο στην επόμενη φάση της περιόδου (Θεοχάρης 1967: 107). 12 Ελλειψοειδείς βάσεις αναφέρονται στη Νέα Νικομήδεια (Yiouni 1996: 99), στα Σέρβια (Ridley & Wardle 1979: 193), στα Παλιάμπελα Ροδίτη (Χονδρογιάννη-Μετόκη 2004: 559), στην Οτζάκι Μαγούλα (Milojčic-v. Zumbusch & Milojčic 1971: 31) και στον Πρόδρομο (Χουρμουζιάδης 1971: 173). 129

130 αγγείου. Ο λαιμός των κλειστών αγγείων καταγράφτηκε ως κυλινδρικός, κωνικός ή σπάνια συγκλίνων, ενώ διακρίθηκαν τα κλειστά αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα. Μάλιστα η ποικιλομορφία του λαιμού των κλειστών αγγείων ίσως παρουσιάζει στρωματογραφική διάταξη. Τα χείλη των ανοιχτών αγγείων δεν είναι μόνο απλά, αλλά μπορεί να διαμορφώνονται και εξωστρεφή, παχυνόμενα εξωτερικά, κάθετα ή τμήμα σιγμοειδούς περιγράμματος, σε χαμηλή όμως πάντα συχνότητα, οι βάσεις είναι συνήθως κυκλικές δακτυλιόσχημες χωρίς να απουσιάζουν παραδείγματα διαφορετικής μορφοποίησης, και εκτός από αποφύσεις καταγράφονται και λαβές. Με άλλα λόγια, η μορφολογική ποικιλότητα οργανώνεται με βάση διαφορετικές ιδιότητες στους δύο λάκκους, που φαίνεται ότι ανταποκρίνεται σε διαφορετικές επιλογές και προτιμήσεις. Η κεραμική ύλη των αγγείων των δύο λάκκων αξίζει να εξεταστεί ως προς την επιλογή των πρώτων υλών και ως προς το συσχετισμό της με άλλες ιδιότητες των αγγείων. Η δοκιμή επανόπτησης οστράκων από τους δύο λάκκους αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση της χρήσης των πρώτων υλών. Με την επιφυλακτικότητα που επιβάλλει το μικρό δείγμα (βλ. παράρτημα ΙΙ) και ο δοκιμαστικός χαρακτήρας της επανόπτησης, μπορούν να γίνουν οι ακόλουθες παρατηρήσεις. Έχει ήδη αναφερθεί (σ.43) ότι τα δείγματα ίσως ομαδοποιούνται με βάση το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας σε ομάδες κόκκινων και καστανοκόκκινων αποχρώσεων 13 που μπορεί να αποτελούν ένδειξη της διαφορετικής σύστασης της πρώτης ύλης, αν και οι διαφορές κάθε άλλο παρά έντονες είναι. Ειδικότερα, τα δείγματα από το Λάκκο 7 φαίνεται να εμπίπτουν σχεδόν ισάριθμα στις δύο ομάδες, ενώ τα δείγματα από το Λάκκο 11 συγκεντρώνονται κυρίως στην ομάδα των κόκκινων αποχρώσεων. Αν ληφθούν υπόψη όστρακα με χρώμα εξωτερικής επιφάνειας που καταγράφεται στην καρτέλα Munsell 10YR, που αντιστοιχεί σε χρώματα κοινά για τους δύο λάκκους, παρατηρείται ότι τα όστρακα που προέρχονται από το Λάκκο 7 μετά το δεύτερο ψήσιμο παρουσιάζουν κυρίως καστανοκόκκινες αποχρώσεις, ενώ τα όστρακα από το Λάκκο 11 κυρίως κόκκινες. Επομένως, η δοκιμή επανόπτησης αναδεικνύει ενδεχομένως την πιθανότητα χρήσης πηλών διαφορετικής σύστασης, απαιτείται όμως περαιτέρω έλεγχος της καταλληλότητας αυτών των κριτηρίων. Στη διατύπωση ανάλογων υποθέσεων οδηγεί και η δοκιμή για την παρουσία ασβεστιτικών υλών, που ίσως είναι συχνότερη στο Λάκκο 7. Σχετικά με τη σύσταση του επιχρίσματος, η μεταβολή του καστανοκόκκινου 13 Μεσαίων τιμών στην κλίμακα ανοιχτού-σκοτεινού και υψηλού κορεσμού. Σε ένα δείγμα από το Λάκκο 7 είναι βέβαιο ότι έχει χρησιμοποιηθεί πηλός διαφορετικής σύστασης. 130

131 επιχρίσματος ενός οστράκου σε κόκκινο ίσως είναι ενδεικτική της διαμόρφωσης των διαφορετικών αποχρώσεων από τις συνθήκες όπτησης και όχι από τη διαφορετική σύσταση των επιχρισμάτων. Η σύγκριση του χρώματος του πυρήνα του κεραμικού σώματος με το χρώμα της επιχρισμένης επιφάνειας των δειγμάτων επανόπτησης δείχνει ότι η σύσταση των πρώτων υλών μάλλον δεν είχε σημαντικές διαφορές. Ένα χαρακτηριστικό της κεραμικής ύλης που φαίνεται κοινό τόσο για τα αγγεία των δύο λάκκων όσο και για αγγεία με διαφορετικές μορφοτεχνολογικές ποιότητες, είναι το μικρό ποσοστό περιεχόμενων εγκλεισμάτων. Η λεπτομερέστερη όμως εξέταση του ζητήματος, χωρίς να αναιρεί αυτήν τη διαπίστωση, αναδεικνύει μια πιο πολύπλοκη και ενδιαφέρουσα εικόνα. Τα αγγεία του Λάκκου 7 σε πολύ μεγάλο ποσοστό είναι λεπτόκοκκα, με μικρή συχνότητα μεσόκοκκα και ακόμη λιγότερο συχνά χοντρόκοκκα. Η κεραμική ύλη των ανοιχτών αγγείων μικρού μεγέθους σε καμία περίπτωση δεν περιέχει μεγάλο ποσοστό μη-πλαστικών, τα μεσαία αγγεία σπάνια είναι χοντρόκοκκα, ενώ και η μεσόκοκκη και η χοντρόκοκκη κεραμική ύλη είναι σχετικά αυξημένες στα αγγεία μεγάλου μεγέθους. Αυτή η τάση συσχετισμού του μεγέθους των ανοιχτών αγγείων με το ποσοστό των περιεχόμενων μη-πλαστικών παρατηρείται και στα αγγεία του Λάκκου 11, θα μπορούσε να υποστηριχτεί δηλαδή ανάλογη μεταχείριση της πρώτης ύλης (πίνακας ). Εντοπίζεται όμως διαφορά στην αυξημένη χρήση στα αγγεία του λάκκου αυτού μεσόκοκκης κεραμικής ύλης (πίνακας ), που άλλωστε συχνά παρατηρείται σε αγγεία με επιχρισμένη επιφάνεια. Μία ακόμα ένδειξη για τη χρήση των πρώτων υλών στα αγγεία του Λάκκου 11 προσφέρει η σύγκριση της κεραμικής ύλης των ανοιχτών και των ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα αφενός και των ευρύστομων και κλειστών αγγείων με λαιμό αφετέρου. Η αυξημένη παρουσία εγκλεισμάτων στην κεραμική ύλη ευρύστομων και κλειστών αγγείων με λαιμό, που μάλιστα ποικίλλει ανάλογα με το μέγεθος και τη διαμόρφωση του λαιμού, δε φαίνεται τυχαία. Έτσι, μπορεί να υποστηριχτεί ότι οι αγγειοπλάστες/ριες των αγγείων και των δύο λάκκων -με τις ομοιότητες και τις διαφορές που επισημάνθηκαν, αν και δεν ακολούθησαν ξεχωριστές συνταγές για τα διαφορετικά σχήματα ή μεγέθη, ίσως πειραματίστηκαν σχετικά. Η κεραμική των δύο λάκκων δε φαίνεται να διαφέρει σημαντικά ως προς τα είδη των περιεχόμενων μη-πλαστικών. Συχνότερα απαντιέται χαλαζίας, με αυξημένο ποσοστό στο Λάκκο 11, και λιγότερο άμμος, με αυξημένο ποσοστό στο Λάκκο 7. Τα υπόλοιπα μη-πλαστικά, που περιέχονται με αρκετά μικρότερη συχνότητα, είναι 131

132 μαρμαρυγίας, όστρεα, αδιάγνωστα εγκλείσματα, ασβεστιτικά και οργανικά. Τα ασβεστιτικά και τα οργανικά παρουσιάζουν στα αγγεία του Λάκκου 7 σχετικά υψηλότερα ποσοστά, αν και η χρήση τους είναι πολύ περιορισμένη. Η παρατηρούμενη ποικιλότητα στη χρήση των διαφορετικών μη-πλαστικών που παρουσιάζει συνέπεια στους δύο λάκκους, με την επιφύλαξη όσων θα αναφερθούν παρακάτω, δεν τυποποιείται ανάλογα με το γενικό σχήμα και το μέγεθος του αγγείου ή την ειδικότερη μορφοποίησή του 14. Στην περίπτωση των δύο λάκκων των Ρεβενίων αξίζει να συζητηθεί περαιτέρω η χρήση των οστρέων, που χαρακτηρίζει τη χοντρόκοκκη κεραμική ύλη για την οποία επισημάνθηκαν κάποιες τάσεις και ιδιαιτερότητες. Η όπτηση των αγγείων που περιέχουν ασβεστίτη σε θερμοκρασία πάνω από 650 ή 750 C μπορεί να προκαλέσει τη διάλυσή τους λόγω της αποσύνθεσης του ασβεστίτη και της ακόλουθης αντίδρασης του μονοξειδίου του ασβεστίου με την υγρασία της ατμόσφαιρας. Έτσι, αν και υπάρχουν τρόποι ελέγχου αυτού του κινδύνου, όπως ο έλεγχος της θερμοκρασίας, η προσθήκη αλατιού ή η κατάβρεξη του αγγείου όσο ακόμα είναι καυτό, η χρήση των οστρέων θεωρείται ριψοκίνδυνη (Tite & Kilikoglou 2002: 3). Οι προσπάθειες εξήγησης της επιλογής οστρέων στην παραγωγή της κεραμικής έχουν εστιάσει στις κατάλληλες ιδιότητές τους για τα μαγειρικά σκεύη (Steponaitis 1984, Tite & Kilikoglou 2002), χωρίς όμως να αναγνωρίζεται ευθεία σχέση της πρώτης ύλης και της χρήσης από όλους τους ερευνητές (Tite & Kilikoglou 2002, Woods 1986) 15. Αναφέρεται επίσης ότι τα όστρεα αυξάνουν τη στεγανότητα των αγγείων που έχουν ψηθεί σε χαμηλή φωτιά (Vitelli 1999: 193). Στην περίπτωση των Ρεβενίων δεν μπορεί να υποστηριχτεί η χρήση των αγγείων με όστρεα για μαγείρεμα, καθώς δεν παρατηρούνται τα ανάλογα ίχνη. Παρ όλ αυτά οι αγγειοπλάστες/ριες τα χρησιμοποίησαν, και μάλιστα για την παραγωγή των αγγείων και των δύο λάκκων. Είτε πρόκειται για φυσικά εγκλείσματα είτε για 14 Σε θέσεις της ΑΝ διαπιστώνεται η διαχρονική χρήση μίας κύριας πρώτης ύλης καθώς και περιορισμένη ποικιλότητα πρώτων υλών που δε φαίνεται να σχετίζεται με μορφολογικές ή λειτουργικές ιδιότητες των αγγείων (Björk 1995: 87, Vitelli 1989: 21-22, Winn & Shimabuku 1989: 78, 112, Yiouni 1996: 186). Αντίθετα, στη ΜΝ παρατηρείται επιλογή πρώτων υλών ανάλογα με τη χρήση του αγγείου (Πεντεδέκα et al. 2008: 359, Vitelli 1989: 22-24, Wijnen 1994: 154). 15 Η χρήση των οστρέων για την κατασκευή μαγειρικών αγγείων έχει αναγνωριστεί στο Μακρύγιαλο που βρίσκεται στην ίδια περιοχή και χρονολογείται στη ΝΝ (Ούρεμ-Κώτσου 2006: 90). Όστρεα αναφέρονται και στην κύρια κεραμική ύλη των αγγείων της Νέας Νικομήδειας, βρίσκονται όμως πάντα σε μικρή ποσότητα, αντίθετα με ό,τι παρατηρείται στα Ρεβένια (Yiouni 1996: 72). Ανάλογη χρήση των οστρέων παρατηρείται σε πολύ μικρό ποσοστό των αγγείων της ΑΝ των Παλιαμπέλων Κολινδρού (Παπαδάκου υπό εκπόνηση). 132

133 προσμείξεις, που θεωρείται και το πιθανότερο λόγω του μεγάλου ποσοστού τους στην κεραμική ύλη (Rice 1987: 410) 16, η χρήση τους είναι αποτέλεσμα επιλογής. Μπορεί να αποτελεί έναν πειραματισμό για την κατασκευή μεγαλύτερων αγγείων, όπως φαίνεται από το χαλαρό συσχετισμό αυτής της κεραμικής ύλης με τα μεγάλα ανοιχτά αγγεία και τα κλειστά αγγεία με λαιμό. Η επιλογή όμως των συγκεκριμένων μη-πλαστικών θα πρέπει να εξηγηθεί ειδικότερα. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι τα όστρεα αποτελούν σημαντικό συνεύρημα στους δύο λάκκους. Η ιδιότητα που φαίνεται να ενοποιεί με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τα αγγεία των δύο λάκκων είναι η στίλβωση των επιφανειών. Με ελάχιστες εξαιρέσεις στο σύνολο του υλικού, οι επιφάνειες των αγγείων, όταν είναι διαγνωστικές, διαπιστώνονται στιλβωμένες 17. Το χαρακτηριστικό αυτό θα μπορούσε ίσως να συζητηθεί ως προς τη μείωση της διαπερατότητας των επιφανειών των αγγείων (Rice 1987: 232), ως προς την αντοχή τους στη διάβρωση (Skibo et al. 1997: 315) ή ως προς την υφή και τη γυαλάδα των επιφανειών. Σε κάθε περίπτωση πάντως η στίλβωση είναι μια τεχνική που μεταφράζεται σε κόπο και χρόνο, που φαίνεται ότι επενδύθηκαν στα αγγεία και των δύο λάκκων των Ρεβενίων, ώστε να επιτευχθεί η επιθυμητή επιφάνεια. Συνήθως παρατηρείται υψηλή κάλυψη της στίλβωσης και στιλπνότητα. Σχετικά με την επεξεργασία της επιφάνειας, αν δηλαδή είναι αδρή, λειασμένη ή στιλβωμένη, και με τα χαρακτηριστικά της στίλβωσης, κάλυψη και στιλπνότητα, παρατηρείται μεγαλύτερη ποικιλότητα στους διαφορετικούς τύπους των κλειστών αγγείων. Τα αγγεία των δύο λάκκων διαφοροποιούνται ως προς την κάλυψη των επιφανειών τους με επίχρισμα. Η χρήση επιχρίσματος είναι πολύ περιορισμένη στο Λάκκο 7 και αρκετά συχνή στο Λάκκο 11, αφού σχεδόν τα μισά αγγεία είναι επιχρισμένα 18. Αξίζει να σημειωθεί ότι στα επιχρισμένα αγγεία των δύο λάκκων των Ρεβενίων παρατηρείται σχετικά αυξημένη συχνότητα μεσόκοκκης κεραμικής ύλης. Για τη Shepard (1965: 67, 191) η χρήση επιχρίσματος αποτελεί σαφή τεχνολογική πρόοδο στην προσπάθεια βελτίωσης του χρώματος και της υφής και μείωσης της διαπερατότητας των τοιχωμάτων των αγγείων. Στην πλειονότητα των επιχρισμένων 16 Η προσθήκη ανόργανων μη πλαστικών έχει υποστηριχτεί για την κεραμική της ΑΝ στο Σέσκλο (Wijnen 1981: 22), στο Αχίλλειο (Björk 1995: 47) και στο Φράγχθι (Vitelli 1989: 18). 17 Υψηλό ποσοστό στίλβωσης των αγγείων έχει παρατηρηθεί και σε άλλες θέσεις της πρώιμης νεολιθικής (Αχίλλειο: Winn & Shimabuku 1989: 79 Σέρβια: Ridley & Wardle 1979: 193). 18 Στη Νέα Νικομήδεια η κάλυψη των αγγείων με επίχρισμα, κυρίως κόκκινων, καστανοκόκκινων ή καστανών αποχρώσεων αλλά και με ένα ροζ επίστρωμα, απαντιέται συνολικά στο 73% της μονόχρωμης κεραμικής (Yiouni 1996: 84). 133

134 αγγείων και των δύο λάκκων διαφαίνεται η επιδίωξη χρώματος διαφορετικού από αυτό του κεραμικού σώματος, και ειδικότερα των κόκκινων αποχρώσεων σε ανοιχτόχρωμο πηλό. Ίσως λοιπόν πρόκειται για κάποια επιλογή σε αυτήν την κατεύθυνση. Η ποικιλότητα της χρήσης επιχρίσματος είναι εμφανέστερη στα κλειστά αγγεία. Πέρα από το σιδηρούχο αυτό επίχρισμα, διαπιστώθηκε η επάλειψη των εσωτερικών επιφανειών των ανοιχτών αγγείων με λευκό επίχρισμα. Η χρήση αυτού του επιχρίσματος είναι σταθερή και περιορισμένη και στους δύο λάκκους. Φαίνεται πιθανό να σχετίζεται με κάποια χρήση των αγγείων, ιδιαίτερα των μεσαίου μεγέθους, χωρίς να είναι δυνατή η διατύπωση κάποιας πιο συγκεκριμένης υπόθεσης. Ως προς την τεχνολογία της όπτησης δε διαπιστώθηκε κάποια σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των αγγείων των δύο λάκκων. Τα αγγεία γενικά έχουν ψηθεί σε οξειδωτικές-ουδέτερες συνθήκες, χωρίς να λείπουν -ιδιαίτερα από το Λάκκο 7- ενδείξεις για μεικτές συνθήκες όπτησης. Η δοκιμή επανόπτησης έδειξε ότι παρά τις συνθήκες οξείδωσης, τα μη επιχρισμένα όστρακα -ακόμα και αυτά με οξειδωμένο πυρήνα- δεν είχαν οξειδωθεί πλήρως, όπως δείχνουν οι κοκκινωπές αποχρώσεις των δειγμάτων. Αντίθετα, το χρώμα του επιχρίσματος κάποιων οστράκων δεν άλλαξε μετά το δεύτερο ψήσιμο. Ο πυρήνας των αγγείων και των δύο λάκκων συνήθως είναι οξειδωμένος, αρκετά συχνά όμως τεφρός ιδιαίτερα στο Λάκκο 11, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έχουν αποτυπωθεί μεικτές ή αναγωγικές συνθήκες ή εναλλαγές συνθηκών. Η περιορισμένη ποικιλότητα των συνθηκών όπτησης, όπως φαίνεται στις επιφάνειες, στον πυρήνα του κεραμικού σώματος αλλά και στα λίγα νέφη όπτησης, μάλλον δεν αναιρεί το γενικό χαρακτηριστικό της ατελούς οξείδωσης των επιφανειών. Η ομοιομορφία αυτή ίσως παραπέμπει σε κάποιο βαθμό ελέγχου της όπτησης, με ό,τι αυτό σημαίνει για το χρώμα της εξωτερικής επιφάνειας των αγγείων. Σχετικά με την ιδιότητα αυτή, το χρώμα των αγγείων, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, πέρα από την όπτηση, η ύπαρξη ή όχι επιχρίσματος και διακόσμησης. Τα χαρακτηριστικά αυτά θα πρέπει να συνεκτιμηθούν στη συζήτηση της ποικιλομορφίας του χρώματος στα αγγεία των δύο λάκκων, αλλά και στη σύγκριση του χρώματος των διαφορετικών σχημάτων και μεγεθών. Τα καστανά χρώματα, ιδιαίτερα των ανοιχτών αποχρώσεων, δηλαδή καστανό 1 και ανοιχτό καστανό, είναι κοινά για τους δύο λάκκους. Στο Λάκκο 11 όμως η χρήση του επιχρίσματος έχει ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση κόκκινων επιφανειών. Η συχνότητα των υπόλοιπων χρωμάτων είναι 134

135 πολύ περιορισμένη 19. Παρατηρούνται δηλαδή και ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των δύο λάκκων. Η σχετική ομοιομορφία των ανοιχτών καστανών επιφανειών και η χρήση ενός σιδηρούχου επιχρίσματος με αποτέλεσμα τις κόκκινες αποχρώσεις, δείχνει ενδεχομένως τις ανάλογες προτιμήσεις και την αντίστοιχη προσπάθεια ελέγχου του χρώματος. Η ατελής οξείδωση των επιφανειών, ακόμα κι αν προκύπτει από τις συνθήκες της ανοιχτής φωτιάς, δημιουργεί το ανοιχτόχρωμο φόντο στο οποίο εφαρμόζεται η γραπτή διακόσμηση. Τα αγγεία των δύο λάκκων διαφοροποιούνται σημαντικά με άξονα τη διακόσμησή τους. Η επίχωση που αφαιρέθηκε από το εσωτερικό του Λάκκου 7 -με την επιφύλαξη της αναφοράς σε λιγοστά εμπίεστα (impresso) όστρακα- δεν περιείχε διακοσμημένα θραύσματα, και ακόμα κι αν συνυπολογιστούν τα ελάχιστα διακοσμημένα όστρακα της επίχωσης που αφαιρέθηκε με τη οκιμαστική Τομή Α, η διαφορά από την κεραμική του Λάκκου 11 είναι εμφανής. Ίσως όμως δεν είναι τυχαία η εφαρμογή γραπτών μοτίβων στις ανοιχτόχρωμες επιφάνειες που χαρακτηρίζουν και τους δύο λάκκους. Συνοψίζοντας τα χαρακτηριστικά της διακοσμημένης κεραμικής του Λάκκου 11, διαπιστώνεται καταρχήν ότι τα διακοσμημένα όστρακα ξεπερνούν το 6,5% του συνόλου των οστράκων, ενώ τα διακοσμημένα αγγεία το 20% του συνόλου των αγγείων 20. Η συχνότερη μορφή διακόσμησης είναι η γραπτή, με εφαρμογή κόκκινων μοτίβων (κυρίως κόκκινο 1) σε ανοιχτή καστανή επιφάνεια (ανοιχτό καστανό και καστανό 1, σπάνια κόκκινο ή τεφρό). Αναλογικά συχνότερα διακοσμούνται τα ανοιχτά και τα ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα από τα κλειστά και τα ευρύστομα με λαιμό. Τα ποσοστά των κατηγοριών μεγέθους δε διαφοροποιούνται σημαντικά για το σύνολο των αγγείων και για τα γραπτά αγγεία του Λάκκου 11. εν παρουσιάζουν όλα τα σχήματα των αγγείων την ίδια συχνότητα γραπτής διακόσμησης, καθώς είναι αυξημένα τα γραπτά σφαιρικά, όπως προκύπτει κυρίως από το υπερκείμενο στρώμα, ενώ πολλοί τύποι δεν αντιπροσωπεύονται στα γραπτά αγγεία 21. Στα ανοιχτά γραπτά αγγεία παρατηρείται πιο συχνά κάποια ιδιαίτερη διαμόρφωση του χείλους, η διαφορά όμως από το σύνολο των ανοιχτών αγγείων του λάκκου είναι πολύ μικρή. Τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά των γραπτών αγγείων δε διαφέρουν από τα υπόλοιπα 19 Η σύνθεση του κεραμικού υλικού από επιχρισμένα κοκκινωπά αγγεία και από αγγεία ανοιχτού καστανού χρώματος (beige) αναφέρεται και στη Νέα Νικομήδεια (Yiouni 1996: 85-86). 20 Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το ποσοστό της διακοσμημένης κεραμικής στη Νέα Νικομήδεια υπολογίζεται σε 4% του κεραμικού υλικού (Yiouni 1996: 81). 21 Στη Νέα Νικομήδεια είναι σπάνια τα γραπτά αγγεία με λαιμό, ενώ με αυξημένη συχνότητα φέρουν γραπτή διακόσμηση τα ευρύστομα (Yiouni 1996: 101). 135

136 αγγεία του Λάκκου 11, αν και τα γραπτά είναι κάπως συχνότερα λεπτόκοκκα. Ως προς τα μοτίβα, συχνά είναι τα ευθύγραμμα και καμπύλα στοιχεία, συμπαγή τρίγωνα και ημικύκλια, ενώ υπάρχουν και μεμονωμένα παραδείγματα διακοσμητικών θεμάτων. Λοιπές μορφές διακόσμησης είναι τα impresso, δηλαδή οι εμπιέσεις ή τα τσιμπήματα με τα νύχια ή τα δάχτυλα και σε δύο όστρακα του υπερκείμενου στρώματος με εργαλείο, που εμφανίζονται με πολύ μικρότερη συχνότητα από τη γραπτή διακόσμηση, ενώ σπάνια παρατηρήθηκαν άλλες τεχνικές. Συνοψίζοντας τα συμπεράσματα για τη χρήση των αγγείων επισημαίνονται τα ακόλουθα. Η έρευνα έχει αξιοποιήσει μια σειρά ιδιοτήτων για την κατανόηση της χρήσης των αγγείων ως δοχείων για την αποθήκευση, προετοιμασία, μεταφορά και κατανάλωση του περιεχομένου τους που συνήθως ταυτίζεται με την τροφή (Ούρεμ- Κώτσου 2006: 38-41). Έτσι, με βάση τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των αγγείων, και καθώς δε θεωρείται πιθανή η χρήση στη φωτιά σύμφωνα με όσα θα υποστηριχτούν παρακάτω, προτείνεται ότι η κεραμική και των δύο λάκκων χρησιμοποιήθηκε κυρίως για την προσφορά του περιεχομένου της, πιθανότατα τροφής, ενδεχομένως σε περισσότερα του ενός άτομα. Μια τέτοια χρήση θεωρείται πιθανή για τα ανοιχτά αγγεία μεσαίου (φιάλες, σκύφοι, κυλινδρικό, ελλειψοειδή) και μεγαλύτερου μεγέθους (φιάλες, σκύφοι, λεκανίδες). Στο Λάκκο 11 εμφανίζονται, σε σχετικά μικρό ποσοστό, κλειστά και ευρύστομα αγγεία με λαιμό που θα πρέπει να είχαν κάποια διαφορετική χρήση, ίσως για τη φύλαξη ή μεταφορά στερεού ή υγρού περιεχομένου. Τα κλειστά αγγεία δεν έχουν διακριθεί σε μεγέθη, καθώς λείπουν πληροφορίες για το ύψος και τη μέγιστη διάμετρό τους, το εύρος όμως της διαμέτρου του χείλους και η ποικιλία στο πάχος των τοιχωμάτων των κλειστών αγγείων δείχνει μια ενδεχόμενη διαβάθμιση μεγεθών που ίσως ανταποκρίνεται σε διαφορετικού χαρακτήρα χρήσεις. Σε μία περίπτωση η μέγιστη διάμετρος του σώματος υπολογίστηκε περίπου 28εκ. Η αποθήκευση μεγάλης ποσότητας τροφής για μεγάλο χρονικό διάστημα δε φαίνεται να βασίζεται στα κεραμικά αγγεία 22. Πέρα από τη χρήση για σερβίρισμα και φύλαξη τροφής ή υγρών, στις μορφολογικές ιδιότητες των αγγείων και των δύο λάκκων παρατηρείται κάποια ποικιλότητα που ίσως σχετίζεται με διαφορετικές χρήσεις, όπως 22 Για τα αγγεία του Αχιλλείου κατά την ΑΝ προτείνεται με βάση το μέγεθος των κλειστών αγγείων αποθηκευτική χρήση για μικρή μόνο ποσότητα και σύντομο χρονικό διάστημα, ενδεχομένως αποθήκευση των απαραίτητων σπόρων για την επόμενη σπορά ή για τελετουργικές προσφορές (Björk 1995: ). Στη Νέα Νικομήδεια η χρήση των αγγείων για αποθήκευση των σπόρων της επόμενης σποράς και όχι ολόκληρης της σοδειάς υποστηρίζεται όχι λόγω της έλλειψης μεγάλων αποθηκευτικών αγγείων αλλά λόγω του περιορισμένου αριθμού τους (Yiouni 1996: ). 136

137 φαίνεται με σαφήνεια στους ασκούς και τα ασκοειδή αγγεία, αλλά ενδεχομένως και στα ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους (κύπελλα). Η συζήτηση των μορφοτεχνολογικών ιδιοτήτων σχετικά με τη χρήση των αγγείων στρέφεται συχνά γύρω από το ζήτημα της καταλληλότητάς τους για χρήση στη φωτιά (Woods 1986). Έτσι, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η λεπτόκοκκη κεραμική ύλη ή οι δακτυλιόσχημες βάσεις δεν παραπέμπουν σε μαγειρικά αγγεία. Επειδή όμως η χρήση των αγγείων γίνεται αντιληπτή ως πράξη, θα πρέπει να εξεταστούν τα συγκεκριμένα ίχνη της. Τα ίχνη χρήσης μπορούν να συνοψιστούν στις διαδικασίες συσσώρευσης υλικών και φθοράς της κεραμικής επιφάνειας (Skibo 1992: 39). Η χρήση των αγγείων των δύο λάκκων στη φωτιά θα πρέπει να αποκλειστεί, αφού γενικά δεν παρατηρούνται καπνισμένες ή οξειδωμένες επιφάνειες από την επαφή με καπνούς ή φωτιά αντίστοιχα (Hally 1983: 7-14, Skibo 1992: ). Άρα, τα αγγεία δεν πρέπει να χρησιμοποιήθηκαν για μαγείρεμα 23. Πάντως, επιλέχτηκαν κάποια δείγματα για χημική ανάλυση οργανικών καταλοίπων από τα λιγοστά θραύσματα με σχετικές ενδείξεις, τα οποία προέρχονται κυρίως από το Λάκκο 11 (σχετικά με τις χημικές αναλύσεις των μαγειρικών αγγείων βλ. Ούρεμ-Κώτσου 2006: ). Φθορά από χρήση παρατηρήθηκε σε δύο ανοιχτά μεσαία αγγεία από το βαθύτερο στρώμα του Λάκκου 11, και συγκεκριμένα στην εσωτερική τους επιφάνεια κάτω από μια καλά σωζόμενη ζώνη στο χείλος (πίνακας 6.9). Πρόκειται για ίχνη που στη βιβλιογραφία αναφέρονται ως pitting και μπορεί να έχουν προκληθεί από επαναλαμβανόμενη επαφή με διαβρωτικές χημικές ουσίες, όπως τα οξέα των τροφών, ή από μηχανικές διαδικασίες, όπως η επεξεργασία του περιεχομένου ή το καθάρισμα/ξύσιμο των επιφανειών (Hally 1983: 14, 19). Ανάλογη φθορά πιθανολογείται και για τα κλειστά και ευρύστομα αγγεία με λαιμό, αφού από τη στατιστική ανάλυση προέκυψε συστηματικά εντονότερη διάβρωση στην εσωτερική τους επιφάνεια από την εξωτερική. Τα αγγεία με φθορά στην εσωτερική επιφάνεια δεν ήταν δυνατό να απομονωθούν για να εξεταστεί η κεραμική ύλη τους, θα είχε ενδιαφέρον όμως να διαπιστωθεί αν το φαινόμενο αυτό αφορά αγγεία με όστρεα ή είναι γενικότερο Ανάλογος αποκλεισμός της μαγειρικής χρήσης των αγγείων σημειώνεται για τα αγγεία της ΑΝ του Αχιλλείου (Björk 1995: 102), ενώ στη Νέα Νικομήδεια παρά την έλλειψη ανάλογων ιχνών, πέρα από ένα αγγείο με καπνιά, δεν υποστηρίζεται απουσία μαγειρικών αγγείων (Yiouni 1996: 190). 24 Αξίζει να επισημανθεί ότι στο Αχίλλειο παρατηρήθηκε μεγαλύτερος βαθμός σκληρότητας των εξωτερικών επιφανειών από των εσωτερικών, που συχνά στα μεγαλύτερα αγγεία έφεραν ελαφριές αμυχές, ίσως από κάποιο σκληρό περιεχόμενο (Björk 1995: 101, 115). 137

138 6.2.2 Συζήτηση: η απόρριψη της κεραμικής στους Λάκκους 7 & 11 Πέρα από την παραγωγή και χρήση των αγγείων θα πρέπει να προσεγγιστεί και η απόρριψή τους ως μέρος των δραστηριοτήτων των κατοίκων των Ρεβενίων. Η συζήτηση αυτή σχετίζεται άμεσα με την ερμηνεία της χρήσης καθώς και της επίχωσης των αρχιτεκτονικών καταλοίπων, η οποία εμπεριέχει τη συνθετότητα των σχετικών πολιτισμικών και φυσικών παραγόντων. Στα Ρεβένια ο προβληματισμός αυτός ενισχύεται από την παρατηρούμενη διάταξη των περιεχομένων στους διαφορετικούς λάκκους και των λάκκων στο χώρο. Εφόσον η απόρριψη γίνεται αντιληπτή ως δραστηριότητα, κρίνεται απαραίτητη η συζήτηση της συγκεκριμένης συμπεριφοράς. Οι επιχώσεις των δύο λάκκων μπορεί να είναι κατάλοιπα της οικιστικής τους χρήσης ή αποτέλεσμα της απόρριψης των καταλοίπων άλλης χρήσης, μπορεί να υλοποιούν την πρόθεση για συγκεκριμένη απόθεση ή να δημιουργήθηκαν ως συνέπεια της εγκατάλειψης του χώρου (Παππά 2008: 333, Wilson 1994: 43-44). Η δυσκολία της απάντησης αυτών των ερωτημάτων αυξάνεται αν αναλογιστεί κανείς ότι οι δραστηριότητες που σχετίζονται με ένα λάκκο μπορεί να εναλλάσσονται στη διάρκεια της χρήσης του (Παππά 2008: 313). Σύμφωνα με την προκαταρκτική ερμηνεία των ανασκαφέων και οι δύο λάκκοι που αφορούν αυτήν την εργασία είναι κατάλοιπα οικημάτων και η επίχωση στο εσωτερικό τους είναι αποτέλεσμα αυτής της οικιστικής χρήσης. Το ζήτημα αυτό προσεγγίζεται εδώ δοκιμαστικά και αποσπασματικά, δηλαδή μόνο από την οπτική της κεραμικής. Εξετάζονται τα ταφονομικά χαρακτηριστικά των αγγείων με στόχο κυρίως τη σύγκριση των πρακτικών απόρριψης στους δύο λάκκους, αλλά και τη διερεύνηση της ποικιλότητάς τους σε κάθε λάκκο. Τα συμπεράσματα από την αξιολόγηση των ταφονομικών χαρακτηριστικών της κεραμικής μπορούν να συνοψιστούν στις ακόλουθες παρατηρήσεις. Παρατηρείται με βάση τα αγγεία που σώζουν ολόκληρο το περίγραμμά τους, το σωζόμενο ποσοστό χείλους, τον αριθμό των θραυσμάτων κάθε αγγείου και το μέγεθος των οστράκων, καλύτερη αντιπροσώπευση και διατήρηση της κεραμικής των επιχώσεων από το εσωτερικό του Λάκκου 7 και από τη οκιμαστική Τομή Α. Επειδή όμως οι διαφορές από τους υπόλοιπους χώρους, αν και ενδεικτικές σε κάποιο βαθμό, δεν είναι μεγάλες, δε νομίζω ότι μπορούν να υποστηριχτούν διαφορετικές πρακτικές απόρριψης. Έτσι, η εικόνα που προκύπτει είναι ότι στο εσωτερικό του Λάκκου 11 περιέχεται κεραμική με 138

139 πυκνότητα μεγαλύτερη, αλλά μέγεθος οστράκων κάπως μικρότερο σε σύγκριση με την κεραμική από το εσωτερικό του Λάκκου 7. Στην κεραμική αναγνωρίστηκε μεγάλος αριθμός αγγείων, που σώζονται κυρίως αποσπασματικά 25, συνήθως αντιπροσωπεύονται με ένα όστρακο, ενώ το μέγεθος των οστράκων είναι κατά κανόνα μικρό και μεσαίο. Ο βαθμός διάβρωσης των διαγνωστικών οστράκων δείχνει ότι τα περιεχόμενα των λάκκων μάλλον δεν εκτέθηκαν σε διαβρωτικές συνθήκες, αντίθετα με την κεραμική των υπερκείμενων στρωμάτων. εν παρατηρήθηκε επιλεκτική απόρριψη τμημάτων των αγγείων. Θα πρέπει όμως να εξηγηθεί η παρουσία διακοσμημένης κεραμικής και κλειστών αγγείων στον έναν λάκκο και το μηδενικό (σχεδόν) ποσοστό τους στον άλλο. Τέλος, η διασπορά των αγγείων φαίνεται περιορισμένη. Ο Chapman (2000: 68, 70) ερμηνεύει τη μεγάλη ποσότητα κεραμικής σε μια επίχωση και την αντιπροσώπευση των αγγείων με ένα μόνο όστρακο ως σκόπιμη θραύση των αγγείων και απόθεση μόνο τμήματός τους. ύσκολα όμως η αποσπασματικότητα του αρχαιολογικού κεραμικού υλικού μπορεί να αιτιολογήσει σε κάθε περίπτωση την υπόθεση της δομημένης εναπόθεσης. Σύμφωνα με τη σύνοψη των Brudenell & Cooper (2008: 17), άλλοι ερευνητές επικαλούνται αντίθετα κριτήρια: πολλά θραύσματα από ένα ή περισσότερα αγγεία, μεγάλου μεγέθους όστρακα, όστρακα με καλά διατηρημένες ενώσεις, συγκεκριμένα τμήματα αγγείων, υψηλό μέσο βάρος της κεραμικής ανά απόθεση. Το υλικό που μελετήθηκε δε θεωρώ ότι υποστηρίζει την υπόθεση για συγκεκριμένη πρόθεση απόρριψης. Στην κεραμική δηλαδή δεν αναγνωρίζεται κάποια διάταξη που να αφορά την απόθεση ακέραιων αγγείων ή μεγάλων θραυσμάτων ή την επιλογή τμημάτων τους. Σχετικά με την απόδοση των επιχώσεων στην επιτόπια χρήση ή στη μεταφορά υλικού από άλλη χρήση, μάλλον είναι απαραίτητη η εξέταση και άλλων παραμέτρων πέρα από την κεραμική, όπως τα χαρακτηριστικά του ιζήματος, η διαμόρφωση των στρωμάτων, η κατανομή και η κλίση των ευρημάτων κτλ. (Παππά 2008: ). Ως προς τα ταφονομικά χαρακτηριστικά της κεραμικής του κάθε χώρου, υπάρχει κάποια ποικιλότητα, όπως φαίνεται για παράδειγμα στην εξαίρεση των ολόκληρων αγγείων και στις λιγοστές περιπτώσεις σωζόμενου ποσοστού χείλους πάνω 25 Όπως έχει ήδη αναφερθεί, με την ποσοτικοποίηση της κεραμικής υπολογίστηκε ο μέγιστος αριθμός αγγείων, που σίγουρα είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό αγγείων που κατέληξαν στους δύο λάκκους. 139

140 από 15%, οι οποίες όμως δύσκολα μπορούν να αποδοθούν σε μία αιτία. Αυτή η ποικιλότητα δεν είναι πολύ έντονη, αφού δεν αναιρεί τις τάσεις των διαφορετικών χώρων, μπορεί να οφείλεται σε περισσότερους παράγοντες, όπως τα μορφοτεχνολογικά χαρακτηριστικά και τη χρήση των αγγείων, και δε συνδέεται απαραίτητα με διαφορετικές προαποθετικές ιστορίες των αγγείων 26. Σημειώθηκε ήδη ότι εκτός από τις ιδιότητες της κεραμικής κρίνεται απαραίτητη για την προσέγγιση της ιστορίας των αποθετικών συνόλων η συνεκτίμηση τόσο των χαρακτηριστικών του ιζήματος όσο και των λοιπών περιεχομένων της επίχωσης των δύο λάκκων. Τα υπόλοιπα αρχαιολογικά ευρήματα συνθέτουν άλλωστε τις συνάφειες των αγγείων. Θα πρέπει επίσης, έστω και ενδεικτικά, να ληφθούν υπόψη τα ευρήματα των υπόλοιπων λάκκων, ως προς τα είδη και τη σχετική συχνότητα. Εδώ μπορεί να επισημανθεί ότι τόσο ο Λάκκος 7 όσο και ο Λάκκος 11, αν και χαρακτηρίζονται λάκκοι κεραμικής, περιέχουν μεγάλη ποσότητα οστρέων. Μάλιστα υπογραμμίζεται από τους ανασκαφείς ότι και οι δύο λάκκοι ανήκουν στην περιορισμένη ομάδα λάκκων κεραμικής που περιέχουν όστρεα σε ίσο σχεδόν ποσοστό με την κεραμική, και σίγουρα σε μεγαλύτερο από τα υπόλοιπα ευρήματα. Και οι δύο λάκκοι περιέχουν επίσης λίθινα εργαλεία, τριπτά, λειασμένα και απολεπισμένα, οστά, πηλούς και ενώτια, καθώς και άνθρακες 27. Τα είδη και η σχετική συχνότητα των ευρημάτων δε φαίνεται να διαφοροποιούνται σημαντικά στα διαφορετικά στρώματα των λάκκων. Έτσι και με βάση τις υπόλοιπες μορφές υλικού πολιτισμού μπορεί να υποστηριχτεί ότι η αποθετική εικόνα των δύο λάκκων είναι παραπλήσια. Η ομοιότητα αυτή γίνεται περισσότερο εμφανής, όταν οι Λάκκοι 7 και 11 συγκριθούν με τους λάκκους οστών (που περιέχουν οστά σε ποσότητα μεγάλη ή μεγαλύτερη από τα άλλα ευρήματα, συνήθως δεν περιέχουν καθόλου κεραμική και σε κάποιες περιπτώσεις περιέχουν με υψηλή συχνότητα απολεπισμένα εργαλεία) και με τους λάκκους με λίγα ευρήματα. Οι παρατηρήσεις σχετικά με τις πρακτικές απόρριψης και την αποθετική ιστορία των συνόλων μάλλον παρουσιάζουν έναν προβληματισμό παρά προτείνουν κάποια ερμηνεία και σίγουρα αναμένουν τη λεπτομερή εξέταση των υπόλοιπων κατηγοριών ευρημάτων. 26 Οι Brudenell & Cooper (2008: 22), εξετάζοντας ένα διαφορετικό πλαίσιο, διακρίνουν τις προαποθετικές ιστορίες των αγγείων που κατέληξαν σε μια ομάδα λάκκων, βασιζόμενοι όμως στα διαφορετικά χαρακτηριστικά των οστράκων του ίδιου αγγείου. 27 Άνθρακες δεν αναφέρονται στα υπερκείμενα στρώματα των δύο λάκκων, ούτε στα στρώματα 3 και 4 του Λάκκου

141 6.3 Η κεραμική των Λάκκων 7 & 11 στο πλαίσιο της πρώιμης Νεολιθικής Θέσεις της Μακεδονίας Συνολικά για την ΑΝ και ΜΝ περίοδο η μοναδική δημοσιευμένη θέση είναι αυτή της Νέας Νικομήδειας, που χρονολογείται στην ΑΝ, ενώ σημείο αναφοράς αποτελεί και η προκαταρκτική μελέτη της κεραμικής των Σερβίων. Οι πληροφορίες για την κεραμική των υπόλοιπων θέσεων περιορίζονται συνήθως σε σύντομες αναφορές των στιλιστικών χαρακτηριστικών τους. Είναι επομένως φανερό ότι η κεραμική των πρώιμων φάσεων της Νεολιθικής της Μακεδονίας είναι πολύ λίγο γνωστή, γι αυτό θα γίνει εδώ εκτενέστερη αναφορά στην κεραμική της Νέας Νικομήδειας και επιλεκτική αναφορά στην κεραμική των άλλων θέσεων. Αν προσαρμοστεί η τυπολογία της Νέας Νικομήδειας στην τυπολογία που ακολουθείται εδώ, παρατηρείται ότι υπερτερούν τα διάφορα ανοιχτά αγγεία, τα κλειστά αγγεία με λαιμό (neck jars) ανέρχονται σε ποσοστό 9%, πολύ μικρότερο είναι το ποσοστό των ευρύστομων με απλό περίγραμμα, ενώ αναφέρονται και τρεις ασκοί. Έτσι, το σχηματολόγιο της Νέας Νικομήδειας μοιάζει αρκετά με αυτό του Λάκκου 11. Φαίνεται ότι και τα ειδικά μορφολογικά χαρακτηριστικά παρουσιάζουν ομοιότητα, αν και στο υλικό της Νέας Νικομήδειας είναι μεγαλύτερη η συχνότητα των αγγείων με αποκλίνοντα τοιχώματα είτε ημισφαιρικά είτε κωνικά σε σχέση με την κεραμική των δύο λάκκων. Παρόμοια χαρακτηριστικά παρατηρούνται και στη διαμόρφωση των βάσεων και των αποφύσεων (Yiouni 1996: ). Το σύνολο της διακοσμημένης κεραμικής, που ανέρχεται στο 4% του κεραμικού υλικού, συνθέτουν γραπτά αγγεία και σε πολύ μικρότερο ποσοστό εμπίεστα (impressed) και αγγεία με επίθετη διακόσμηση (Yiouni 1996: 81). Εκτός από τα κόκκινα μοτίβα σε λευκό βάθος, συνήθως επιχρισμένο σε αντίθεση με τα Ρεβένια, παρατηρούνται με πολύ μικρότερη συχνότητα και αγγεία με λευκά μοτίβα σε κόκκινη επιχρισμένη επιφάνεια, που απουσιάζουν από την κεραμική των Ρεβενίων. Κοινά μοτίβα γραπτής διακόσμησης στις δύο θέσεις παρατηρούνται στα διάφορα συμπαγή τριγωνικά θέματα, στις ταινίες και στις καμπύλες και κυματιστές γραμμές. εν καταγράφτηκαν όμως στο υλικό που μελετήθηκε για αυτήν την εργασία ρόμβοι, τετράγωνα ή τεθλασμένες γραμμές, ούτε συνδυασμοί γραμμικών και συμπαγών θεμάτων, ούτε τέλος τα μοτίβα της λευκής διακόσμησης σε κόκκινο που παρατηρούνται στη Νέα Νικομήδεια. Και αντίστροφα τα ημικύκλια και τα 141

142 πεταλόσχημα της γραπτής κεραμικής των Ρεβενίων δε βρίσκουν παράλληλο στη Νέα Νικομήδεια. Με τη σύγκριση της εμπίεστης (impresso) διακόσμησης στις δύο θέσεις διαπιστώνονται κοινά μοτίβα που δημιουργούνται από τις εμπιέσεις ή τα τσιμπήματα των ακροδάχτυλων και των νυχιών, αλλά και από εμπιέσεις με εργαλείο. Στη Νέα Νικομήδεια αναφέρονται, τέλος, όστρακα με επίθετη διακόσμηση, ενώ στο συνολικό κεραμικό υλικό των δύο λάκκων πλαστική διακόσμηση πιθανολογείται σε δύο περιπτώσεις (Yiouni 1996: 86-91). Σχετικά με τη χρήση των αγγείων της Νέας Νικομήδειας αναφέρεται ένα μόνο αγγείο με καπνισμένη εξωτερική επιφάνεια, ενώ αναγνωρίζεται αποθηκευτική χρήση σε κάποια αγγεία με βάση τα μορφολογικά χαρακτηριστικά τους (Yiouni 1996: ). Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά συμπεράσματα από την ανάλυση της Wijnen (Ridley & Wardle 1979: ), η κεραμική της ΑΝ των Σερβίων, που χρονολογείται στη μεταβατική φάση ΑΝΙΙ/ΙΙΙ ή στην αρχική ΑΝΙΙΙ του Σέσκλου, ίσως παρουσιάζει μορφολογικά χαρακτηριστικά παρόμοια με την κεραμική του Λάκκου 11. Τα δύο κεραμικά σύνολα διαφοροποιούνται όμως ως προς τη διακόσμηση των αγγείων. Στα Σέρβια η ποικιλόχρωμη κεραμική αναφέρεται ως η μόνη διακοσμημένη κεραμική που παρατηρείται με κάποια συχνότητα, αυτή η τεχνική διακόσμησης όμως δε διακρίθηκε στην κεραμική που μελετήθηκε από τα Ρεβένια. Με εξαίρεση το όστρακο με το φλογόσχημο μοτίβο και την πιθανή λεκάνη, δεν εντοπίζεται κάποιος παραλληλισμός με την κεραμική της ΜΝ των Σερβίων, που χρονολογείται σε μια προχωρημένη φάση της περιόδου (Ridley & Wardle 1979: , Wardle & Βλαχοδημητροπούλου 2000: 554). Χαρακτηριστική για την αρχαιότερη νεολιθική κεραμική των Γιαννιτσών Β είναι η χρήση του κόκκινου επιχρίσματος σε λεπτόκοκκο πηλό, τόσο για τη μονόχρωμη όσο και για τη γραπτή κεραμική. Στη μονόχρωμη κεραμική φαίνεται να κυριαρχούν σκούρες αποχρώσεις. Τα ποικίλα λευκά μοτίβα οργανώνονται στην κόκκινη επιχρισμένη επιφάνεια με τρόπο άγνωστο στην κεραμική των Ρεβενίων. Άλλες κατηγορίες γραπτής κεραμικής παρατηρούνται με μικρότερη συχνότητα. Ποικιλία παρουσιάζουν οι εμπιέσεις με τα άκρα των δαχτύλων, τα νύχια και με αντικείμενα. Αναφέρεται η συχνή παρουσία αδρής κεραμικής, κάτι που δε συναντάται στα Ρεβένια. Τα σχήματα που αναφέρονται παραπέμπουν σε κοινό σχηματολόγιο με το Λάκκο 11 (Χρυσοστόμου 1992: , 1994: , 117, 1997α: , 1997β: ). 142

143 Η κεραμική της ροσιάς που χρονολογείται στη μετάβαση ΑΝ και ΜΝ περιόδου χαρακτηρίζεται από το κόκκινο στιλβωμένο επίχρισμα των επιφανειών και από διακόσμηση τύπου barbotine (Κώτσος 1995: ). Συνοψίζοντας, η αναφορά στα χαρακτηριστικά της κεραμικής που έχει χρονολογηθεί στην ΑΝ ή στη μεταβατική φάση των περιόδων ΑΝ-ΜΝ, δείχνει καταρχήν την ποικιλότητα που παρατηρείται μεταξύ των διαφορετικών θέσεων. είχνει επίσης την περιορισμένη κατανόηση των πρώιμων φάσεων της Νεολιθικής της Μακεδονίας. Σχετικά με τους δύο λάκκους των Ρεβενίων, η κεραμική του Λάκκου 7 δε φαίνεται να έχει παράλληλα στις νεολιθικές θέσεις της Μακεδονίας. Η αναφορά στη μονόχρωμη κεραμική του Αξού Α είναι εξαιρετικά σύντομη (Χρυσοστόμου 1997β: 163). Για την κεραμική του Λάκκου 11 διαπιστώθηκαν αρκετές ομοιότητες με την κεραμική της Νέας Νικομήδειας, κυρίως ως προς τα σχήματα, το συνδυασμό και τα μοτίβα γραπτής και εμπίεστης διακόσμησης και τη χρήση κόκκινου επιχρίσματος, διαπιστώθηκαν όμως και διαφοροποιήσεις. Οι διαφορές είναι εντονότερες στη σύγκριση με τις θέσεις Σέρβια-Βαρυτιμίδης, Γιαννιτσά Β και ροσιά. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αρκετές είναι οι αναφορές σε διακοσμημένη κεραμική με γενικά χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτήν του Λάκκου 11 (π.χ. Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2007α: 531, Wilkie 1999: 1348, Χονδρογιάννη-Μετόκη 2004: 560,), ακόμα όμως και αυτός ο παραλληλισμός είναι αβέβαιος λόγω των περιορισμένων πληροφοριών Θέσεις των Βαλκανίων Με την ΑΝ και ΜΝ του ελλαδικού χώρου έχει συγχρονιστεί ο πολιτισμός Starčevo, στον οποίο αποδίδονται θέσεις των κεντρικών Βαλκανίων. Η κεραμική των θέσεων αυτών διαφέρει σημαντικά από την κεραμική των Ρεβενίων, αφού βασικά χαρακτηριστικά της είναι η χοντρόκοκκη κεραμική ύλη και οι αδρές επιφάνειες τύπου barbotine, που συνυπάρχουν με μονόχρωμη στιλβωμένη κεραμική, με εγχάρακτη, impresso και επίθετη διακόσμηση, καθώς και με γραπτή σε κάποιες από τις φάσεις του πολιτισμού, όπως αυτές έχουν διακριθεί (Manson 1995: 66-67). Η πρώιμη φάση της θέσης Anza στην ΠΓ Μ, του πολιτισμικού κύκλου Anzabegovo-Vršnik (Manson 1995: 65), χρονολογείται στα BC (Gimbutas 1976: 29). Ως διαγνωστικά χαρακτηριστικά της κεραμικής της φάσης αυτής αναφέρονται κυρίως τα γραπτά αγγεία με λευκή διακόσμηση σε κόκκινο επιχρισμένο 143

144 βάθος και τα επιχρισμένα ή μη μονόχρωμα κόκκινα και καστανοκόκκινα αγγεία (Gimbutas 1976: 37, 43, 70). Το στιλ της γραπτής κεραμικής, ως προς τα χρώματα και την οργάνωση των διάφορων τριγωνικών, καμπύλων και γραμμικών μοτίβων δεν παραλληλίζεται με τα χαρακτηριστικά των γραπτών αγγείων του Λάκκου Θέσεις της Θεσσαλίας Οποιαδήποτε αναφορά στην περιοδολόγηση της Νεολιθικής της Θεσσαλίας θα πρέπει να λάβει υπόψη, πέρα από τη γεωγραφική απόσταση, την κριτική που έχει ασκηθεί στα καθιερωμένα ταξινομικά σχήματα της κεραμικής. Έτσι, η τριμερής διάκριση των φάσεων της ΑΝ από τον Milojčic, δηλαδή Frühkeramikum (μονόχρωμη φάση), Πρωτο- Σέσκλο (φάση με πρώιμη γραπτή διακόσμηση), Προ-Σέσκλο (φάση με εγχάρακτη διακόσμηση), κάθε άλλο παρά τεκμηριώνεται σε όλον το θεσσαλικό χώρο, αφού η εμφάνιση των διαφορετικών κεραμικών κατηγοριών και οι συνδυασμοί τους δεν υπάγονται σε ένα σχήμα (Gallis 1994: 58, Perlès 2001: 111). Ο Γαλλής (Gallis 1994: 58) μάλιστα δεν αποδέχεται ούτε για τη ΜΝ τη χρονολογική σημασία των στιλιστικών χαρακτηριστικών της γραπτής κεραμικής, αφού διαπιστώνει ότι τα συμπαγή, φλογόσχημα και γραμμικά μοτίβα δεν εμφανίζονται σε χρονολογική σειρά. Η αναφορά στα χαρακτηριστικά της κεραμικής της μονόχρωμης φάσης αντλεί από τις μελέτες των Θεοχάρη (1967) και Wijnen (1981), οι οποίοι βασιζόμενοι κυρίως στο κεραμικό υλικό του Σέσκλου προχωρούν στη συγκριτική παρουσίαση της αρχικής νεολιθικής κεραμικής που εμφανίζει αρκετά ομοιογενή εικόνα. Στα πρώιμα αγγεία του Σέσκλου διακρίνουν τεχνολογική και μορφολογική εξέλιξη. Έτσι, τα τοιχώματα των αγγείων διαμορφώνονται σταδιακά περισσότερο ισόπαχα και λεπτά. Τα σχήματα, φιάλες και σκύφοι κατά το Θεοχάρη, χαρακτηρίζονται απλά, κυρίως σφαιρικά αλλά και βαθιά ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα, ενώ δε λείπουν και πιο ανοιχτές και ρηχές φόρμες. Τα χείλη των αγγείων είναι απλά, με μια τάση ιδιαίτερης μορφοποίησης στο τέλος της φάσης, και οι βάσεις αρχικά επίπεδες και σταδιακά δακτυλιόσχημες. Συχνά παρατηρείται επικόλληση αποφύσεων. Το ποσοστό των εγκλεισμάτων στην κεραμική ύλη σταδιακά μειώνεται. Οι επιφάνειες των αγγείων πάντα δέχονται επεξεργασία, λείανση και όλο και συχνότερα στίλβωση. Στο Αχίλλειο μάλιστα, που χρονολογείται σε ένα μάλλον προχωρημένο στάδιο της πρώιμης αυτής φάσης, αναφέρεται ότι όλα σχεδόν τα αγγεία είναι καλά στιλβωμένα (Winn & Shimabuku 1989: 79, 159). Η 144

145 σταδιακά συχνότερη επίχριση θεωρείται δείγμα καλύτερης κατανόησης και διαχείρισης του κεραμικού υλικού. Ο αυξανόμενος έλεγχος της όπτησης έχει ως αποτέλεσμα, ιδιαίτερα στο Σέσκλο, την παραγωγή ανοιχτόχρωμων αγγείων. Τα χαρακτηριστικά της κεραμικής από το Σέσκλο (Θεοχάρης 1967, Wijnen 1981: 35-37), το Αχίλλειο (Winn & Shimabuku 1989), την Οτζάκι Μαγούλα (Milojčic-v. Zumbusch & Milojčic 1971, Mottier 1981) και τον Πρόδρομο (Χουρμουζιάδης 1971) συνθέτουν την εικόνα των ώριμων φάσεων της ΑΝ και της μετάβασης στην επόμενη περίοδο. Οι σκύφοι και οι φιάλες με δακτυλιόσχημες βάσεις παραμένουν τα δημοφιλέστερα σχήματα, ενώ παρατηρείται σταδιακή αύξηση και άλλων ανοιχτών σχημάτων, αλλά και αγγείων με λαιμό και ιδιαίτερα αποθηκευτικών. Στα χείλη των αγγείων υπερτερούν τα γυριστά ή κάθετα ή εξωστρεφή, σε κάποιες περιπτώσεις ιδιαίτερα πλατιά και τριγωνικής διατομής. Η μονόχρωμη κεραμική είναι κυρίως κόκκινων αποχρώσεων, αλλού επιχρισμένη (Σέσκλο, Οτζάκι) και αλλού ίσως όχι (Αχίλλειο). Η πρώιμη γραπτή κεραμική, που αντιπροσωπεύεται συνήθως με λίγα όστρακα, χαρακτηρίζεται από μοτίβα, κυρίως κόκκινα σε επιχρισμένο ή μη βάθος και πολύ σπάνια λευκά σε κόκκινο επίχρισμα, που σχηματίζουν ταινίες, γραμμές, συμπαγή τρίγωνα και σπανιότερα καμπυλόγραμμα θέματα. Οι μορφές της διακοσμημένης κεραμικής που ακολουθούν την πρώιμη γραπτή αναδεικνύουν την ποικιλομορφία της ΑΝ της Θεσσαλίας. Έτσι, στο Σέσκλο ακουλουθεί μια φάση μονόχρωμης κεραμικής με τη λεγόμενη ποικιλόχρωμη (buntpolierte), στο Αχίλλειο συνεχίζεται αδιάκοπα η παραγωγή γραπτής κεραμικής, ενώ στην Οτζάκι Μαγούλα εμφανίζονται σε στρωματογραφική ακολουθία όστρακα με εμπιέσεις (impresso) από ποικίλα μέσα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση του Προδρόμου, καθώς συνυπάρχουν γραπτά -αποτέλεσμα γραφής ή ξέσης, μελανοστεφή και εγχάρακτα όστρακα από τα βαθύτερα ήδη στρώματα. Πάντως, τα εμπίεστα (impresso), ως υποκατηγορία των εγχάρακτων, φαίνεται ότι εμφανίζονται αργότερα από τα γραπτά και από μια ομάδα πρώιμων εγχάρακτων, χωρίς να σηματοδοτούν κάποια διακοπή στη γραπτή διακόσμηση. Η έναρξη της ΜΝ στη Θεσσαλία χαρακτηρίζεται από την εντυπωσιακή αύξηση της συχνότητας των γραπτών αγγείων (Θεοχάρης 1967: 161). Τα χαρακτηριστικά του κεραμικού υλικού του Λάκκου 7, ως προς τα σχήματα και τα επιμέρους μορφολογικά χαρακτηριστικά, τη χρήση της κεραμικής ύλης, την επεξεργασία της επιφάνειας και την απουσία ή σπάνια παρουσία διακοσμημένης κεραμικής βρίσκουν πιθανό παράλληλο σε ένα μάλλον πρώιμο στάδιο της ΑΝ. Οι 145

146 ομοιότητες αυτές είναι αξιοσημείωτες, ο συγχρονισμός όμως με μια κεραμική φάση, όπως την όρισε η έρευνα στο θεσσαλικό χώρο, δεν μπορεί να υποστηριχτεί με ασφάλεια. Άλλωστε πέρα από τα χαρακτηριστικά των μονόχρωμων θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα διακοσμημένα όστρακα. Πρόκειται για τέσσερα πιθανά γραπτά, δύο με εμπιέσεις νυχιών και ένα όστρακο τύπου barbotine από τις επιχώσεις που αφαιρέθηκαν με τη οκιμαστική Τομή Α, αλλά και για λίγα εμπίεστα (impresso) όστρακα που αναφέρονται στα ανασκαφικά ημερολόγια ως περιεχόμενα της επίχωσης του λάκκου, τα οποία όμως δεν εντοπίστηκαν για να μελετηθούν. Ειδικότερα, η παρουσία εμπίεστων (impresso) στην επίχωση που σκάφτηκε με τη οκιμαστική Τομή Α και ενδεχομένως στην επίχωση του Λάκκου 7 είναι προβληματική για μια τέτοια συζήτηση περιοδολόγησης. Συγκεκριμένα, τα εμπίεστα (impresso) στη Θεσσαλία αναφέρονται πάντα σε ένα προχωρημένο στάδιο της ΑΝ, είτε μαζί με γραπτή (Πρόδρομος) είτε χωρίς (Οτζάκι), ή ακόμα και στη ΜΝ (Σέσκλο, Αχίλλειο). Στρωματογραφικά, δηλαδή, απέχουν από τη μονόχρωμη φάση της θεσσαλικής Νεολιθικής. Τα αγγεία του Λάκκου 11 παρουσιάζουν σημαντικές ομοιότητες με την κεραμική της προχωρημένης ΑΝ και της αρχικής ΜΝ στη Θεσσαλία. Τα κοινά σχήματα, αν και στα Ρεβένια δε συναντάται ούτε η ποικιλία ούτε η συχνότητα των διαφορετικών σχημάτων και χειλέων των θεσσαλικών αγγείων, η χρήση του επιχρίσματος και τα χαρακτηριστικά των γραπτών αγγείων φαίνεται ότι παραλληλίζονται με τα αντίστοιχα του θεσσαλικού χώρου. Πάντως, στα Ρεβένια δεν εντοπίστηκε λευκή διακόσμηση σε κόκκινο βάθος, ενώ και τα παραδείγματα της κόκκινης γραπτής διακόσμησης σε ανοιχτόχρωμη επιχρισμένη επιφάνεια είναι ελάχιστα, σε αντίθεση με τις θέσεις της Θεσσαλίας. Η ταυτόχρονη εύρεση γραπτής και εμπίεστης (impresso) διακόσμησης παραπέμπει στην κεραμική του Προδρόμου. Επομένως, αν συνεκτιμηθούν οι μορφολογικές ιδιότητες της κεραμικής, ιδιαίτερα των αγγείων με λαιμό, η συνύπαρξη γραπτών και εμπίεστων (impresso) ήδη από το βαθύτερο στρώμα του Λάκκου 11 και το ποσοστό των γραπτών έναντι των μονόχρωμων, θα μπορούσε ίσως το κεραμικό υλικό του Λάκκου 11 να χρονολογηθεί στο τέλος της ΑΝ ή σε μια μεταβατική φάση μεταξύ των δύο περιόδων. ε λείπουν όμως και ενδείξεις μιας προχωρημένης φάσης της ΜΝ, όπως προκύπτει από τα στιλιστικά χαρακτηριστικά του οστράκου με το φλογόσχημο μοτίβο (Mottier 1981: 37-38), και από την πιθανή λεκάνη, σχήμα που στο Σέσκλο παρουσιάζει αυξητική τάση στη διάρκεια της ΜΝ (Κωτσάκης υπό έκδοση). 146

147 6.4 Συμπεράσματα Η συζήτηση για τη χρονολόγηση της κεραμικής των δύο λάκκων ορίζεται από την έλλειψη ραδιοχρονολογήσεων, την περιορισμένη κατανόηση των πρώιμων νεολιθικών φάσεων στο χώρο της Μακεδονίας και τον προβληματισμό για τη χρονολόγηση με αναφορά στις θεσσαλικές κεραμικές φάσεις. Παρ όλ αυτά η χρονολογική απόσταση μεταξύ των δύο λάκκων φαίνεται ότι υποστηρίζεται από το αναλυτικό εργαλείο της περιοδολόγησης. Υποστηρίζεται όμως και από την αποτύπωση της χρονολογικής διαδοχής στα σημεία του οικισμού που λάκκοι τέμνουν προγενέστερους λάκκους. Επιπλέον, από την απόρριψη μιας σκόπιμης εναπόθεσης που θα μπορούσε να ευθύνεται για τις διαφορετικές μορφοτεχνολογικές ποιότητες των αγγείων των δύο λάκκων. Και τέλος, από την πιθανή διαφοροποίηση της κεραμικής του υπερκείμενου στρώματος του Λάκκου 7 από την κεραμική που προήλθε από τις επιχώσεις του λάκκου. Ίσως δηλαδή στο σημείο αυτό εντοπίζεται και στρωματογραφημένη κεραμική ακολουθία, αν και ο βαθμός διάβρωσης της κεραμικής του υπερκείμενου στρώματος δεν επέτρεψε μια λεπτομερή ανάπτυξη. Έτσι, η κεραμική του Λάκκου 7 αποδίδεται σε μια πρώιμη φάση της ΑΝ. Αν και σημειώθηκαν σημαντικές ομοιότητες με την πρώιμη θεσσαλική ΑΝ, ο ειδικότερος συγχρονισμός θα πρέπει να αναμένει περαιτέρω έρευνα στην περιοχή της Μακεδονίας. Η χρονολόγηση της κεραμικής του Λάκκου 11 σε μια προχωρημένη φάση της ΑΝ ή στη μετάβαση προς τη ΜΝ βασίζεται στην αναλογία με την κεραμική όπως περιγράφεται στον Πρόδρομο και κυρίως στη Νέα Νικομήδεια. Υπογραμμίστηκαν ωστόσο πέρα από τα κοινά χαρακτηριστικά και οι διαφοροποιήσεις των κεραμικών συνόλων. Αν συνυπολογιστεί ο χρονικός παράγοντας στη σύγκριση της κεραμικής των δύο λάκκων, η συζήτηση της ποικιλομορφίας αποκτά διαφορετική διάσταση. Οι ομοιότητες και οι διαφορές, όπως εκτέθηκαν παραπάνω, μπορούν να περιγραφούν ως συνέχειες και ασυνέχειες (Ψαράκη 2004: 60). Αξίζει να σημειωθεί ένα ποιοτικό χαρακτηριστικό που δεν έχει σχολιαστεί μέχρι τώρα. Τα αγγεία του Λάκκου 7 έχουν συχνά ασύμμετρα και ανισόπαχα τοιχώματα και χοντρότερες βάσεις, αντίθετα τα αγγεία του μεταγενέστερου λάκκου παρουσιάζουν μεγαλύτερη ισορροπία ως προς τη διαμόρφωση των τοιχωμάτων και το πάχος τους. Η Vitelli (1989: 21) αποδίδει μια ανάλογη εικόνα της κεραμικής των περιόδων της ΑΝ και ΜΝ στο Φράγχθι στη συχνότητα παραγωγής αγγείων και στην αντίστοιχη απειρία ή εξοικείωση με το 147

148 κεραμικό υλικό. Βασίζεται επίσης στον υπολογισμό μιας πολύ χαμηλής ετήσιας παραγωγής αγγείων κατά την ΑΝ. Η σύγκριση των μορφολογικών χαρακτηριστικών, που άλλωστε αποτελούν μαζί με τη διακόσμηση τη βάση της αρχαιολογικής χρονολόγησης, ανέδειξε τις διαφορετικές ιδιότητες που οργανώνουν την ποικιλομορφία σε κάθε λάκκο. Η χρήση της κεραμικής ύλης, αν και δε λείπουν ενδείξεις διαφορετικής σύστασης, δείχνει σημαντική κανονικότητα στην επιλογή των ειδών των μη-πλαστικών, στην (πιθανή) προσθήκη οστρέων και στο συσχετισμό με την ιδιότητα του μεγέθους των αγγείων. Η στίλβωση των επιφανειών των αγγείων και των δύο λάκκων φανερώνει τη χρονοβόρα και επίπονη ίσως φροντίδα για την εμφάνιση των αγγείων. Η χρήση του επιχρίσματος διαφοροποιεί την κεραμική των δύο λάκκων σε σχέση με την τεχνολογία αλλά και με τη διαχείριση του χρώματος των επιφανειών. Η διακόσμηση των αγγείων του Λάκκου 11 αποτελεί σημαντική -και για την περιοδολόγηση- καινοτομία, τα γραπτά όμως μοτίβα αναπτύσσονται στις ανοιχτόχρωμες επιφάνειες που είχαν τα αγγεία και της πρώιμης φάσης. Η χρήση των αγγείων παρουσιάζει πιθανή συνέχεια στην εξυπηρέτηση κυρίως του σερβιρίσματος τροφής, φαίνεται όμως σταδιακά η διαχείριση του κεραμικού υλικού να στρέφεται στην ικανοποίηση και άλλων αναγκών. Η συζήτηση για τη χρήση εντάσσει την κεραμική των Ρεβενίων στον ευρύτερο προβληματισμό για τον κοινωνικό ρόλο των αγγείων της πρώιμης Νεολιθικής του ελλαδικού χώρου. Με βάση τον αποκλεισμό της μαγειρικής και αποθηκευτικής χρήσης των αγγείων, την αναγνώριση της αξίας της ίδιας της πραγματοποίησης της νέας τεχνολογίας και την αυξημένη φροντίδα στην παραγωγή των αγγείων της ΑΝ, προτάθηκε η αποσύνδεση της πρωιμότερης κεραμικής από την τροφή και ο συσχετισμός της με πρόσωπα και δραστηριότητες τελετουργικής φύσης (Vitelli 1989, 1995). Στη διάρκεια όμως της Νεολιθικής η παραγωγή και η χρήση κεραμικών αγγείων φαίνεται ότι εντάσσονται στις κοινωνικές διαδικασίες που σχετίζονται με την τροφή (Halstead 1989: 73-75), ενσωματώνοντας και διαμορφώνοντας ταυτόχρονα το πολιτισμικό νόημα και την κοινωνική σημασία αυτών των πρακτικών (Ούρεμ-Κώτσου 2006: ). Η φροντίδα για την κατασκευή και η διακόσμηση των αγγείων των Ρεβενίων που φαίνονται κατάλληλα για προσφορά τροφής είναι συμβατή με την παραπάνω πρόταση. Η σχηματική αυτή περιγραφή δε θα πρέπει να συγκαλύπτει τις επιλογές και τις πράξεις των ατόμων που διαμορφώνουν το κεραμικό υλικό στα πλαίσια της 148

149 παραγωγής, χρήσης και απόρριψης των αγγείων. Η ποικιλομορφία του κεραμικού συνόλου περιγράφτηκε ώστε να αναγνωριστεί το εύρος των σχετικών πρακτικών, στο οποίο μπορεί να αναγνωρίζονται κανονικότητες ή τάσεις, όχι όμως ομοιογενείς ή αναλλοίωτες ιδιότητες. 149

150 Βιβλιογραφία Andreou, S., M. Fotiadis, K. Kotsakis 2001 Review of Aegean Prehistory V: the Neolithic and Bronze Age of Northern Greece, στο Aegean Prehistory: a Review, επιμ. T. Cullen. Boston: Archaeological Institute of America, Andreou, S. & K. Kotsakis 1999 Counting people in an artifact-poor landscape: the Langadas case, Macedonia, Greece, στο Reconstructing Past Population Trends in Mediterranean Europe (3000BC-AD1800), επιμ. J. Bintliff & K. Sbonias. Oxford: Oxbow books, Arnold, D.E Ceramic Theory and Cultural Process (New Studies in Archaeology). Cambridge, New York: Cambridge University Press. Binford, L.R Archaeology as Anthropology. American Antiquity 28(2), Björk, C Early Pottery in Greece. A Technological and Functional Analysis of the Evidence from Neolithic Achilleion Thessaly (Studies in Mediterranean Archaeology 115). Jonsered: Paul Åströms Förlag. Blitz, J.H Big pots for big shots: feasting and storage in a Mississippian community. American Antiquity 58(1), Braun, D.P Pots as tools, στο Archaeological Hammers and Theories, επιμ. J.A. Moore & A.S. Keene. New York: Academic Press, Brudenell, M. & A. Cooper 2008 Post-middenism: depositional histories on later Bronze Age settlements at Broom, Bedfordshire. Oxford Journal of Archaeology 27(1), Conkey, M.W Experimenting with style in archaeology: some historical and theoretical issues, στο The Uses of Style in Archaeology, επιμ. M.W. Conkey & C.A. 150

151 Hastorf (New Directions in Archaeology). Cambridge, New York: Cambridge University Press, Style, design, and function, στο Handbook of Material Culture, επιμ. C. Tilley, W. Keane, S. Küchler, M. Rowlands & P. Spyer. London: Sage, Chapman, J Pit-digging and structured deposition in the Neolithic and Copper Age. Proceedings of the Prehistoric Society 66, Cumberpatch, C.G Towards a phenomenological approach to the study of medieval pottery, στο Not So Much a Pot, More a Way of Life, επιμ. C.G. Cumberpatch & P.W. Blinkhorn (Oxbow Monograph 83). Oxford: Oxbow Books, Γραμμένος,.Β Νεολιθικές Έρευνες στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία (Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας 117). Αθήνα: Αρχαιολογική Εταιρεία. Dietler, M. & I. Herbich 1989 Tich matek: the technology of Luo pottery production and the definition of ceramic style. World Archaeology 21(1), Habitus, techniques, style: an integrated approach to the social understanding of material culture and boundaries, στο The Archaeology of Social Boundaries, επιμ. M.T. Stark. Washington D.C.: Smithsonian Institution Press, Dobres, M.-A Archaeologies of technology. Cambridge Journal of Economics 34, Dobres, M.-A. & C.R. Hoffman 1994 Social agency and the dynamics of prehistoric technology. Journal of Archaeological Method and Theory 1(3), Dobres, M.-A. & J.E. Robb 2000 Agency in archaeology. Paradigm or platitude?, στο Agency in Archaeology, επιμ. M.-A. Dobres & J.E. Robb. London, New York: Routledge, Ζιώτα, Χρ. & Κ. Μοσχάκης 151

152 1999 Από την αρχαιολογική έρευνα στην αρχαία Εορδαία. Η ανασκαφή στον Φιλώτα Φλώρινας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 11(1997), Fletcher, M. & G.R. Lock 2005 Digging Numbers. Elementary Statistics for Archaeologists. 2 η έκδοση. Oxford: Oxford University School of Archaeology. French, D.H Index of Prehistoric Sites in Central Macedonia. Αντίγραφο 3. ακτυλόγραφο. Fotiadis, M Modernity and the past-still-present: politics of time in the birth of regional archaeological projects in Greece. American Journal of Archaeology 99(1), Imagining Macedonia in Prehistory, ca Journal of Mediterranean Archaeology 14(2), Gallis, K.J Results of recent excavations and topographical work in Neolithic Thessaly, στο Θεσσαλία, εκαπέντε Χρόνια Αρχαιολογικής Έρευνας , Αποτελέσματα και Προοπτικές, Πρακτικά ιεθνούς Συνεδρίου Λυών, Απριλίου Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού, Εκδόσεις Καπόν: Gimbutas, M Chronology, στο Neolithic Macedonia As Reflected by Excavation at Anza, Southeast Yugoslavia, επιμ. M. Gimbutas (Monumenta Archaeologica. 1). Los Angeles: Institute of Archaeology, University of California, Gosden, C. & Y. Marshall 1999 The cultural biography of objects. World Archaeology 31(2), Gosselain, O.P Social and technical identity in a clay crystal ball, στο The Archaeology of Social Boundaries, επιμ. M.T. Stark. Washington D.C.: Smithsonian Institution Press, Hally, D.J. 152

153 1983 Use alteration of pottery vessel surfaces: an important source of evidence for the identification of vessel function. North American Archaeologist 4(1), Halstead, P The economy has a normal surplus: economic stability and social change among early farming communities of Thessaly, Greece, στο Bad Year Economics. Cultural Responses to Risk and Uncertainty, επιμ. P. Halstead & J. O'Shea. Cambridge: Cambridge University Press, Harding, J Pit-digging, occupation and structured deposition on Rudston Wold, Eastern Yorkshire. Oxford Journal of Archaeology 25(2), Henrickson, E.F. & M.M.A. McDonald 1983 Ceramic form and function: An ethnographic search and an archeological application. American Anthropologist 85(3), Heurtley, W.A Prehistoric Macedonia: an Archaeological Reconnaissance of Greek Macedonia (West of the Struma) in the Neolithic, Bronze, and Early Iron Ages. Cambridge: The University Press. Hodder, I Symbols in Action. Ethnoarchaeological Studies of Material Culture. Cambridge: Cambridge University Press. Hodder, I. & S. Hutson 2010 ιαβάζοντας το Παρελθόν. Τρέχουσες Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις στην Αρχαιολογία. Μετάφραση Ν. Κούρκουλος. 2 η ελληνική έκδοση. Αθήνα: Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου. Hosler, D Technical choices, social categories and meaning among the Andean potters of Las Animas. Journal of Material Culture 1(1), Θεοχάρης,.Ρ Η Αυγή της Θεσσαλικής Προϊστορίας. Αρχή και Πρώιμη Εξέλιξη της Νεολιθικής (Θεσσαλικά Μελετήματα 1). Βόλος: Φιλάρχαιος Εταιρεία Βόλου. Jones, A. 153

154 2002 Archaeological Theory and Scientific Practice. Cambridge: Cabridge University Press Archaeometry and materiality: materials-based analysis in theory and practice. Archaeometry 46(3), Jones, R.E Greek and Cypriot Pottery. A Review of Scientific Studies (Fitch Laboratory Occasional Paper 1). Athens: The British School at Athens. Καραμήτρου-Μεντεσίδη, Γ. 2007α Μαυροπηγή 2005: λιγνιτωρυχεία και αρχαιότητες. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 19(2005), β Νομός Γρεβενών (Κνίδη, Πριόνια). Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 19(2005), Αιανή και νομός Κοζάνης: δέκα χρόνια έρευνας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 20 χρόνια, Kokkinidou, D. & K. Trantalidou 1991 Neolithic and Bronze Age settlement in Western Macedonia. Annual of the British School at Athens 86, Kopytoff, I The cultural biography of things: commoditization as process, στο The Social Life of Things, επιμ. A. Appadurai. Cambridge: Cabridge University Press, Kotsakis, K What tells can tell. Social space and settlement in the Greek Neolithic, στο Neolithic Society in Greece, επιμ. P. Halstead (Sheffield Studies in Aegean Archaeology). Sheffield: Sheffield Academic Press, Across the border: unstable dwellings and fluid landscapes in the earliest Neolithic of Greece, στο (Un)settling the Neolithic, επιμ. D. Bailey, A. Whittle & V. Cummings. Oxford: Oxbow Books, Kotsos, S. & D. Urem-Kotsou 2006 Filling in the neolithic landscape of central Macedonia, Greece, στο Homage to Milutin Garašanin, επιμ. N. Tasić & C. Grozdanov. Belgrade: SASA Special Editions, Κοτταρίδη, Α. 154

155 2002 Από τη νεκρόπολη των Αιγών στον νεολιθικό οικισμό των Πιερίων. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 14(2000), Κραχτοπούλου, Α. υπό εκτύπωση Γεωαρχαιολογία και αρχαιολογικό τοπίο, Η Αρχαιολογία του Περιβάλλοντος. Πρακτικά ιημερίδας Αρχαιολογίας του Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Μαρτίου 2008, επιμ. Κ. Κωτσάκης & Σ. Ανδρέου. Θεσσαλονίκη: University Studio Press. Κrahtopoulou, A Geomorphic processes and the creation of the modern archaeological record on Northern Pieria, Macedonia, Greece, στο Metron: Measuring the Aegean Bronze Age. Proceedings of the 9th International Aegean Conference, New Haven, Yale University, April 2002, επιμ. K.P. Foster & R. Laffineur (Aegaeum 24). Liege: Universite de Liege Austin, Tex.: University of Texas at Austin, Κυριατζή, Ε Κεραμική Τεχνολογία και Παραγωγή. Η Κεραμική της Ύστερης Εποχής Χαλκού από την Τούμπα Θεσσαλονίκης. Τόμος 1. ιδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Κωτσάκης, Κ Κεραμεική Τεχνολογία και Κεραμεική ιαφοροποίηση. Προβλήματα της Γραπτής Κεραμεικής της Μέσης Νεολιθικής Εποχής του Σέσκλου. ιδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Το παρελθόν είναι δικό μας. Αναπαραστάσεις της ελληνικής Μακεδονίας, στο Η Αρχαιολογία στο Στόχαστρο. Εθνικισμός, Πολιτική, και Πολιτιστική Κληρονομιά στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, επιμ. L. Meskell, μετάφραση Ε. Σαμπανίκου & Α. Κάουα. Αθήνα: Κριτική, Η Προϊστορική Μακεδονία. Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα Υλικός πολιτισμός και ερμηνεία στη σύγχρονη αρχαιολογική θεωρία, στο Εκπαιδευτικά Ταξίδια στο Χρόνο: Εμπειρίες και Ερμηνείες του Παρελθόντος, επιμ. Ν. Νικονάνου & Κ. Κασβίκης. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη,

156 υπό έκδοση Σέσκλο ΙΙ. Η Κεραμική της Μέσης Νεολιθικής. Τεχνολογική και Στατιστική Ανάλυση. Κώτσος, Σ Ανασκαφή νεολιθικού οικισμού στη βιομηχανική περιοχή ροσιάς Έδεσσας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 6(1992), Lechtman, H [1977] Style in technology: some early thoughts, στο The Anthropology of Art. A Reader, επιμ. H. Morphy & M. Perkins. Malden MA, Oxford: Blackwell Publishing, Leeuw, S. van der 1993 Giving the potter a choice, στο Technological Choices: Transformation in Material Cultures since the Neolithic, επιμ. P. Lemonnier. London, New York: Routledge, Lemonnier, P The study of material culture today: toward an anthropology of technical systems. Journal of Anthropological Archaeology 5, Introduction, στο Technological Choices: Transformation in Material Cultures since the Neolithic, επιμ. P. Lemonnier. London, New York: Routledge, Λιούτας, Α. & Σ. Κώτσος 2008 Εγνατία οδός. Ανασκαφές στην περιοχή της Μικρής Βόλβης. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 20(2006), Mahias, M.-C Pottery techniques in India, στο Technological Choices: Transformation in Material Cultures since the Neolithic, επιμ. P. Lemonnier. London, New York: Routledge, Μανιάτης, Γ. & Β. Περδικάτσης 1983 Τεχνολογική και προελευσιακή μελέτη της κεραμεικής του Σέσκλου, Προσθήκη ΙΙΙ, στο Κεραμεική Τεχνολογία και Κεραμεική ιαφοροποίηση. Προβλήματα της Γραπτής Κεραμεικής της Μέσης Νεολιθικής Εποχής του Σέσκλου, Κ. Κωτσάκης. ιδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης: Manson, J.L. 156

157 1995 Starčevo pottery and neolithic development in the Central Balkans, στο The Emergence of Pottery Technology and Innovation in Ancient Societies, επιμ. W.K. Barnett & J.W. Hoopes. Washington, London: Smithsonian Institution Press, Matthew, A.J., A.J. Woods & C. Oliver 1991 Spots before the eyes: new comparison charts for visual percentage estimation in archaeological material, στο Recent Developments in Ceramic Petrology, επιμ. A. Middleton & I. Freestone (British Museum Occasional Paper 81). London: The British Museum, Meskell, L Introduction: object orientations, στο Archaeologies of Materiality, επιμ. L. Meskell. Malden MA, Oxford: Miller, D Artefacts as Categories. A Study of Ceramic Variability in Central India (New Studies in Archaeology). Cambridge: Cambridge University Press. Mills, B.J Ceramics and the social contexts of food consumption in the Northern Southwest, στο Pottery and People: A Dynamic Interaction, επιμ. J.M. Skibo & G.M. Feinman. Salt Lake City: The University of Utah Press, Milojčic-v. Zumbusch, J. & V. Milojčic 1971 Die Deutschen Ausgrabungen auf der Otzaki-Magula in Thessalien I. Das Frühe Neolithikum (Beiträge zur Ur- und Frühgeschichtlichen Archäologie des Mittelmeer-Kulturraumes 10). Bonn: Rudolf Habelt Verlag. Mottier, Y Die Deutschen Ausgrabungen auf der Otzaki-Magula in Thessalien II. Das Mittlere Neolithikum (Beiträge zur Ur- und Frühgeschichtlichen Archäologie des Mittelmeer-Kulturraumes 22). Bonn: Rudolf Habelt Verlag. Μπέσιος, Μ. & Φ. Αδακτύλου 2006 Νεολιθικός οικισμός στα Ρεβένια Κορινού. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 18(2004), Μπέσιος, Μ., Φ. Αδακτύλου, Α. Αθανασιάδου, Ε. Γεροφωκά, Κ. Γκαγκάλη & Μ. Χριστάκου-Τόλια 157

158 2005 Ανασκαφές βόρειας Πιερίας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 17(2003), Μπέσιος, Μ., Α. Αθανασιάδου, Ι. Γκουρτζιούμη, Ζ. Καρανίκου, Ε. Νούλας & Μ. Χριστάκου-Τόλια 2003 Ανασκαφές βόρειας Πιερίας. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 15(2001), Μπέσιος, Μ. & Α. Κραχτοπούλου 2003 Η εξέλιξη του τοπίου στη βόρεια Πιερία. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 15(2001), Nanoglou, S Regional perspectives on the neolithic anthropomorphic imagery of Northern Greece. Journal of Mediterranean Archaeology 19(2), Orton, C How many pots make five? An historical review of pottery quantification. Archaeometry 35(2), Sampling in Archaeology. (Cambridge manuals in archaeology). Cambridge: Cambridge University Press. Orton, C., P. Tyers & A. Vince 1993 Pottery in Archaeology (Cambridge manuals in archaeology). Cambridge: Cambridge University Press. Ούρεμ-Κώτσου, Ντ.Χ Νεολιθική Κεραμική του Μακρυγιάλου. ιατροφικές Συνήθειες και οι Κοινωνικές ιαστάσεις της Κεραμικής. Τόμος Ι. ιδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Παπαδάκου, Τ. υπό εκπόνηση Η Κεραμική της Αρχαιότερης Νεολιθικής από τη Θέση Παλιάμπελα Κολινδρού. Μεταπτυχιακή εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Παππά, Μ Οργάνωση του χώρου και οικιστικά στοιχεία στους νεολιθικούς οικισμούς της Κεντρικής Μακεδονίας..Ε.Θ. - Θέρμη - Μακρύγιαλος. Τόμος Ι. ιδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 158

159 Pappa, M. & M. Besios 1999 The Neolithic settlement at Makriyalos, Northern Greece: preliminary report on the excavations. Journal of Field Archaeology 26: Pauketat, T.R Practice and history in archaeology. An emerging paradigm. Anthropological Theory 1(1), Πεντεδέκα, Α., Α. ημουλά & Α. Κυπαρίσση-Αποστολίκα 2008 Η κεραμική τεχνολογία τη Νεολιθική περίοδο: Η περίπτωση του σπηλαίου Θεόπετρας, στο 1ο ιεθνές Συνέδριο Ιστορίας & Πολιτισμού της Θεσσαλίας. Πρακτικά Συνεδρίου 9-11 Νοεμβρίου Αθήνα: Εκδόσεις Αλέξανδρος, Perlès, C The Early Neolithic in Greece. The First Farming Communities in Europe (Cambridge World Archaeology). Cambridge: Cambridge University Press. Pfaffenberger, B Social anthropology of technology. Annual Review of Anthropology 21, Pollard, J The aesthetics of depositional practice. World Archaeology 33(2), Pritchard, A.C. & S.E. van der Leeuw 1984 Introduction: the many dimensions of pottery, στο The Many Dimensions of Pottery, επιμ. S.E. van der Leeuw & A.C. Pritchard. Amsterdam: Universiteit van Amsterdam, Pyke, G Structures and architecture, στο Nea Nikomedeia I: The Excavation of an Early Neolithic Village in Northern Greece , Directed by R.J. Rodden, επιμ. Κ.Α. Wardle (Supplementary volume 25). London: The British School at Athens, Rice, P.M Pottery Analysis. A Sourcebook. Chicago & London: The University of Chicago Press. Ridley, C. & K.A. Wardle 159

160 1979 Rescue excavations at Servia : a preliminary report. Annual of the British School at Athens 74, Ridley, C., K.A. Wardle & C.A. Mould (επιμ.) 2000 Servia I. Anglo-Hellenic Rescue Excavations Directed by K. Rhomiopoulou and C. Ridley. Supplementary volume 32. London: The British School at Athens. Rye, O.S Pottery Technology: Principles and Reconstruction. (Manuals on Archaeology 4). Washington D.C.: Taraxacum. Sackett, J.R Isochrestism and style: a clarification. Journal of Anthropological Archaeology 5, Schiffer, M.B. & J.M. Skibo 1987 Theory and experiment in the study of technological change. Current Anthropology 28(5), The explanation of artifact variability. American Antiquity 62(1), Shepard, A.O Ceramics for the Archaeologist. 2 η έκδοση. Washington D.C.: Carnegie Institution of Washington. Sillar, B. & M.S. Tite 2000 The challenge of technological choices for materials science approaches in archaeology. Archaeometry 42(1), Sinopoli, C.M Approaches to Archaeological Ceramics. New York & London: Plenum Press. Skibo, J.M Pottery Function. A Use-Alteration Perspective (Interdisciplinary Contributions to Archaeology). New York: Plenum Press. Skibo, J.M., T.C. Butts & M.B. Schiffer 1997 Ceramic surface treatment and abrasion resistance: an experimental study. Journal of Archaeological Science 24, Σκουρτοπούλου, Κ Θεωρητικοί και μεθοδολογικοί προσανατολισμοί σχετικά με τη μελέτη των τεχνολογικών δραστηριοτήτων στα πλαίσια της ελληνικής 160

161 νεολιθικής. Η Προϊστορική Έρευνα στην Ελλάδα και οι Προοπτικές της: Θεωρητικοί και Μεθοδολογικοί Προβληματισμοί. Πρακτικά ιεθνούς Συμποσίου στη Μνήμη του.ρ. Θεοχάρη, Καστοριά Νοεμβρίου Θεσσαλονίκη: University Studio Press, Stark, M.T Technical choices and social boundaries in material culture patterning: an introduction, στο The Archaeology of Social Boundaries, επιμ. M.T. Stark. Washington D.C.: Smithsonian Institution Press, Steponaitis, V.P Technological studies of prehistoric pottery from Alabama: physical properties and vessel function, στο The Many Dimensions of Pottery, επιμ. S.E. van der Leeuw & A.C. Pritchard. Amsterdam: Universiteit van Amsterdam, Sterner, J Who is signalling whom? Ceramic style, ethnicity and taphonomy among the Sirak Bulahay. Antiquity 63, Στρατούλη, Γ Μεταξύ πηλών, πλίνθων και πασσάλων, μαγνητικών σημάτων και αρχαιολογικών ερωτημάτων: τάφροι οριοθέτησης και θεμελίωσης στον νεολιθικό οικισμό της Αυγής Καστοριάς. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 19(2005), Τζαναβάρη, Κ. & Κ. Φίλης 2009 Η Λητή από την προϊστορία μέχρι την ύστερη αρχαιότητα. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 20 χρόνια, Tite, M. & V. Kilikoglou 2002 Do we understand cooking pots and is there an ideal cooking pot?, στο Modern Trends in Scientific Studies on Ancient Ceramics: Papers Presented at the 5th European Meeting on Ancient Ceramics, Athens, 1999, επιμ. V. Kilikoglou, A. Hein & Y. Maniatis (British Archaeological Reports International Series 1011). Oxford: Archaeopress, 1-8. Τουφεξής, Γ Ανασκαφή στον νεολιθικό οικισμό Κρεμαστός του Ν. Γρεβενών. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 8(1994),

162 Τρανταλίδου, Κ Προϊστορικοί οικισμοί στις λεκάνες της Φλώρινας και του Αμυνταίου ( υτική Μακεδονία), στο Αρχαία Μακεδονία V Ανακοινώσεις κατά το Πέμπτο ιεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη, Οκτωβρίου 1989 (Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου 240). Θεσσαλονίκη: Ιδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Vitelli, K.D Were pots first made for foods? Doubts from Franchthi. World Archaeology 21(1), Pots, potters, and the shaping of Greek Neolithic society, στο The Emergence of Pottery Technology and Innovation in Ancient Societies, επιμ. W.K. Barnett & J.W. Hoopes. Washington, London: Smithsonian Institution Press, Looking up at early ceramics in Greece, στο Pottery and People. A Dynamic Interaction, επιμ. J.M. Skibo & G.M. Feinman. Salt Lake City: The University of Utah Press, Wardle, K.A. (επιμ.) 1996 Nea Nikomedeia I: The Excavation of an Early Neolithic Village in Northern Greece , Directed by R.J. Rodden (Supplementary volume 25). London: The British School at Athens. Wardle, K.A. & Β. Βλαχοδημητροπούλου 2000 Ανασκαφή Σερβίων Κοζάνης : Αποτελέσματα. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 12(1998), Whitbread, I.K Appendix 3. The collection, processing and interpretation of petrographic data, στο Greek Transport Amphorae. A Petrological and Archaeological Study, I.K. Whitbread (Fitch Laboratory Occasional Paper 4). Athens: The British School at Athens, Whitley, J Archaeology in Greece, Archaeological Reports 51, Wijnen, M.H.J.M.N. 162

163 1981 The Early Neolithic I Settlement at Sesklo: An Early Farming Community in Thessaly, Greece (Analecta Praehistorica Leidensia 14). Leiden: Leiden University Press Neolithic pottery from Sesklo - Technological aspects, στο Θεσσαλία, εκαπέντε Χρόνια Αρχαιολογικής Έρευνας , Αποτελέσματα και Προοπτικές, Πρακτικά ιεθνούς Συνεδρίου Λυών, Απριλίου Αθήνα: Υπουργείο Πολιτισμού, Εκδόσεις Καπόν: Wilkie, N.C Some aspects of the prehistoric occupation of Grevena. Αρχαία Μακεδονία VI: ανακοινώσεις κατά το 6 ο ιεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη, Οκτωβρίου, (Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου 272). Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Wilson, D.C Identification and assessment of secondary refuse aggregates. Journal of Archaeological Method and Theory 1(1), Winn, S. & D. Shimabuku 1989 Pottery, στο Achilleion: a Neolithic Settlement in Thessaly, Greece, BC, επιμ. M. Gimbutas, S. Winn & D. Shimabuku (Monumenta Archaeologica 14). Los Angeles: Institute of Archaeology, University of California, Woods, A.J Form, fabric and function: Some observations on the cooking pot in antiquity, στο Ceramics and Civilization Volume II. Technology and Style, επιμ. W.D. Kingery. Columbus, Ohio: The American Ceramic Society Inc., Χονδρογιάννη-Μετόκη, Α Αλιάκμων Σωστική ανασκαφή σε δύο οικισμούς της αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής περιόδου. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 16(2002), Αλιάκμων Η αρχαιολογική έρευνα στην περιοχή της τεχνητής λίμνης Πολυφύτου (κοιλάδα μέσου ρου του Αλιάκμονα), αποτελέσματα και προοπτικές. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 20 χρόνια,

164 Χουρμουζιάδης, Γ.Χ Η διακεκοσμημένη κεραμεική της αρχαιοτέρας νεολιθικής περιόδου εις την Θεσσαλίαν. Αρχαιολογική Εφημερίς, Χρυσοστόμου, Α., Χ. Πολουκίδου & Α. Προκοπίδου 2003 Επαρχιακή οδός Αψάλου-Αριδαίας. Η ανασκαφή του νεολιθικού οικισμού στη θέση Γραμμή. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 15(2001), Χρυσοστόμου, Π Ο νεολιθικός οικισμός των Γιαννιτσών Β. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 3(1989), Οι νεολιθικές έρευνες στην πόλη και την επαρχία Γιαννιτσών κατά το Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 5(1991), α Ο νεολιθικός οικισμός Γιαννιτσών Β. Νέα ανασκαφικά δεδομένα ( ). Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 7(1993), β Η νεολιθική κατοίκηση στη βόρεια παράκτια ζώνη του άλλοτε Θερμαϊκού κόλπου (επαρχία Γιαννιτσών). Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 10Α(1996), Νέα στοιχεία από τη νεολιθική έρευνα στην επαρχία Γιαννιτσών. Μια άγνωστη μορφή προϊστορικής γραφής. Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη 15(2001), Yiouni, P The early neolithic pottery, στο Nea Nikomedeia I: The Excavation of an Early Neolithic Village in Northern Greece , Directed by R.J. Rodden, επιμ. Κ.Α. Wardle (Supplementary volume 25). London: The British School at Athens, Young, D The colours of things, στο Handbook of Material Culture, επιμ. C. Tilley, W. Keane, S. Küchler, M. Rowlands & P. Spyer. London: Sage, Ψαράκη, Κ Υλική και Κοινωνική ιάσταση του Στιλ της Κεραμικής. Η Χειροποίητη Κεραμική της Εποχής Χαλκού από την Τούμπα Θεσσαλονίκης. Τόμος Ι. ιδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. 164

165 Παράρτημα Ι Πίνακας ραδιοχρονολογήσεων

166 θέση ραδιοχρονολόγηση σχόλια παραπομπή Αυγή Καστοριάς π.X. 9 βαθμονομημένες Στρατούλη 2007: 596 ραδιοχρονολογήσεις Βαρεμένοι/Νησί Γουλών π.Χ. Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 453 Παλιάμπελα Ροδίτη π.Χ. Χονδρογιάννη-Μετόκη 2009: 457 Βρύση Ποντοκώμης π.Χ. Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2009: 119 Φυλλοτσαΐρι Μαυροπηγής /50 και , Καραμήτρου-Μεντεσίδη 2009: π.Χ. Άψαλος-Γραμμή π.Χ. 1 βαθμονομημένη Χρυσοστόμου et al. 2003: 514 ραδιοχρονολόγηση Γιαννιτσά Β μέσα 7 ης χιλιετίας π.χ. Whitley : 71 Νέα Νικομήδεια BC 16 μη βαθμονομημένες Wardle 1996: 195 ραδιοχρονολογήσεις θέση στην παραλιακή πεδιάδα της Κατερίνης 6700/ BC βαθμονομημένη Krahtopoulou 2003: 457

167 Παράρτημα ΙΙ οκιμή επανόπτησης

168 χώρος χρώμα εξωτερικής επιφάνειας χρώμα εσωτερικής επιφάνειας χρώμα πυρήνα επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια οστράκου δείγματος οστράκου δείγματος οστράκου δείγματος Λάκκος 7 10YR7/4-6/4 5YR6/8 10YR7/4-6/4 2.5YR6/8-5/8 10YR5/6, 2,5Y5/2 5YR5/8 Λάκκος 7 7.5YR6/4-5/4 5YR6/8 2.5Y4/1 αδιάγνωστο 7.5YR5/6, 2.5Y5/2, 5YR5/8 2.5Y4/1 Λάκκος 7 10YR7/3 5YR6/6 10YR7/3 5YR6/6 αδιάγνωστο 5YR6/8 Λάκκος 7 2.5Y7/3 2.5Y8/3 2.5Y7/3 αδιάγνωστο 10YR7/3 10YR7/4 Λάκκος 7 10YR6/4 7.5YR7/6 10YR6/4 7.5YR7/6 10YR6/4 7.5YR6/6 Λάκκος 7 5YR6/6, 7.5YR6/4 10R5/6 5YR6/6, 10YR6/2 2.5YR6/8 5YR5/8 Λάκκος 7 10YR6/2-5/1 2.5YR6/8-5/8 10YR6/2 2.5YR6/8-5/8 10YR4/2 2.5YR5/8 Λάκκος 7 10YR6/3 5YR5/8 10YR5/2-5/3 2.5YR5/8 10YR4/2 5YR5/8 Λάκκος 7 2.5Y3/1 5YR5/8 2.5Y3/1 10R5/6-4/6 10YR5/4 5YR5/8 Λάκκος 7 7.5YR6/3 2.5YR5/6 2.5Y3/1 5YR4/6, 2.5Y3/1 Λάκκος 7 2.5YR6/4 2.5YR6/8 10YR6/4 2.5YR5/6 7.5YR4/6 2.5YR4/8 ναι Λάκκος 7 5YR5/4, 2.5YR5/6 2.5YR5/8 7.5YR5/4 2.5YR5/8 7.5YR4/3 5YR5/8 ναι Λάκκος YR6/4 2.5YR5/6 10YR6/4 2.5YR5/6 7.5YR5/6, 10YR6/4 2.5YR4/8 Λάκκος 11 10YR6/4 2.5YR5/8 10YR6/4 10YR5/4 2.5YR4/8 Λάκκος 11 10YR7/6 2.5YR6/8 αδιάγνωστο 10YR5/3, 2.5Y5/1 5YR5/8 Λάκκος 11 10YR7/3 5YR6/8 αδιάγνωστο 10YR5/1-5/2 5YR6/6 Λάκκος 11 10R4/6 10R5/6 10YR6/4 2.5YR5/8 10YR5/4 2.5YR5/8 Λάκκος 11 5YR5/6 2.5YR5/6 5YR5/6-2.5YR5/6 2.5YR5/8 7.5YR5/4 2.5YR5/8 ναι Λάκκος 11 5YR6/4 2.5YR5/6 5YR5/4 10YR4/2 αβέβαιο Λάκκος 11 5YR5/4-5/6 2.5YR5/8 5YR5/4-4/4 2.5YR5/8 5YR4/4, 7.5YR3/1 2.5YR5/8 Λάκκος 11 5YR5/6 2.5YR5/6 5YR5/6 2.5YR5/6 5YR4/6, 7.5YR3/1 2.5YR4/8 Λάκκος 11 10R5/6 10R5/6 10R5/6 10R5/6 7.5YR5/4, 2.5YR5/1-5/2 5YR5/8 ναι

169 Παράρτημα ΙΙΙ Συντομογραφίες μορφολογικών και τεχνολογικών χαρακτηριστικών

170 Ειδικό σχήμα αγγείων A1 A2 A3 Α4 Α5 Α6 Α7 Α8 Ε1 Ε2 Κ1 Κ2 Κ3 Κ4 ανοιχτά αδιάγνωστα ανοιχτά σφαιρικά ανοιχτά ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα ανοιχτά ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα ανοιχτά με κάθετα τοιχώματα ανοιχτά κωνικά ανοιχτά κυλινδρικά ανοιχτά ελλειψοειδή ευρύστομα με απλό περίγραμμα ευρύστομα με λαιμό κλειστά με λαιμό κλειστά με σιγμοειδές περίγραμμα κλειστά με απλό περίγραμμα κλειστά ασύμμετρα

171 Εγκλείσματα κεραμικής ύλης 1 οργανικά 2 όστρεα 3 χαλαζίας 4 μαρμαρυγίας 5 ασβεστιτικά 6 άμμος 7 αδιάγνωστα Ομαδοποίηση τιμών Munsell Soil Color Charts τεφρό 1 10YR6/1, 10YR6/2, 10YR7/2, 10YR8/2, 2.5Y7/2 τεφρό 2 2.5YR3/1, 7.5YR4/1, 7.5YR4/2, 7.5YR5/1, 7.5YR5/2, 10YR3/1, 10YR3/2, 10YR4/1, 10YR4/2, 10YR5/1, 10YR5/2, 2.5Y4/1, 2.5Y5/1, GLEY1 4/N καστανό 1 7.5YR6/3, 7.5YR6/4, 7.5YR6/6, 10YR6/3, 10YR6/4, 10YR6/6, 2.5Y6/3 καστανό 2 7.5YR4/3, 7.5YR4/4, 7.5YR5/3, 7.5YR5/4, 7.5YR5/6, 7.5YR5/8, 10YR4/3, 10YR4/4, 10YR5/3, 10YR5/4, 10YR5/6, 2.5Y5/6 ανοιχτό καστανό 1 ανοιχτό καστανό 2 καστανοκόκκινο 1 καστανοκόκκινο 2 10YR7/3, 10YR7/4, 10YR7/6, 10YR8/3, 10YR8/4, 2.5Y8/3 7.5YR7/3, 7.5YR7/4, 7.5YR7/6 5YR4/6, 5YR5/6, 5YR6/6, 5YR7/6 5YR4/4, 5YR5/4, 5YR6/4, 5YR7/4 κόκκινο 1 10R3/6, 10R4/6, 10R4/8, 10R5/6, 10R5/8, 10R6/6, 2.5YR4/6, 2.5YR4/8, 2.5YR5/6, 2.5YR5/8, 2.5YR6/6, 2.5YR6/8, 2.5YR7/6 κόκκινο 2 10R4/4, 10R5/3, 10R5/4, 2.5YR4/3, 2.5YR4/4, 2.5YR5/3, 2.5YR5/4 κόκκινο 3 10R6/4, 10R7/2, 10R7/3, 10R7/4, 2.5YR6/4

172 Παράρτημα ΙV Εικόνες, σχέδια, γραφήματα, πίνακες

173

174

175

176

177

178

179

180

181

182

183

184

185

186

187

188

189 Γενικό σχήμα αγγείων N Statistics Valid 712 Missing 0 Γράφημα 4.1. Γενικό σχήμα συνόλου αγγείων. Ανοιχτά αγγεία Α N Statistics Valid 561 Missing 0 Γράφημα 4.2. Τύποι Α.

190 Γράφημα 4.3. ιάμετρος χείλους Α. (Valid 485, missing 76). Γράφημα 4.4. Κατηγορίες μεγέθους Α (Valid 487, missing 0). Γράφημα 4.5. Κεραμική ύλη Α.

191 Γράφημα 4.6. Ποσοστό είδος εγκλεισμάτων Α. Γράφημα 4.7. Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α 1. Γράφημα 4.8. Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α. 1 Τα ποσοστά του επιχρίσματος και του λευκού επιχρίσματος στα γραφήματα για την επεξεργασία των επιφανειών αναφέρονται στο σύνολο των αγγείων της κάθε ομάδας / του κάθε τύπου.

192 Γράφημα 4.9. Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α. Γράφημα Ατμόσφαιρα όπτησης επιφανειών Α. Γράφημα Ατμόσφαιρα όπτησης πυρήνα Α.

193 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α. Γράφημα ιάβρωση εσωτερικής επιφάνειας Α. Γράφημα ιάβρωση εξωτερικής επιφάνειας Α.

194 Ανοιχτά αγγεία μικρά/κύπελλα Α.α N Statistics Valid 54 Missing 0 Γράφημα Τύποι Α.α. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α.α. Γράφημα Κεραμική ύλη Α.α.

195 Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α.α. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α.α. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α.α.

196 Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α.α. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α.α. Ανοιχτά αγγεία σφαιρικά μικρά Α2.α N Statistics Valid 17 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α2.α.

197 Γράφημα ιάμετρος χείλους Α2.α. Γράφημα Κεραμική ύλη Α2.α. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α2.α.

198 Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α2.α. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α2.α. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α2.α.

199 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α2.α. Ανοιχτά αγγεία ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα μικρά Α3.α Statistics Valid 8 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α3.α. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α3.α.

200 Γράφημα Κεραμική ύλη Α3.α. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α3.α. Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Frequency Percent Valid Percent Cumulative Percent Valid Στιλβωμένη 8 100,0 100,0 100,0 Πίνακας 4.2. Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α3.α.

201 Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α3.α. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α3.α. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α3.α.

202 Ανοιχτά αγγεία ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα μικρά Α4.α N Statistics Valid 15 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α4.α. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α4.α. Γράφημα Κεραμική ύλη Α4.α.

203 Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α4.α. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α4.α. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α4.α.

204 Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α4.α. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α4.α.

205 Ανοιχτά αγγεία μεσαία Α.β N Statistics Valid 374 Missing 0 Γράφημα Τύποι Α.β. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α.β (Valid 372, missing 2). Γράφημα Κεραμική ύλη Α.β.

206 Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α.β. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α.β. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α.β.

207 Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α.β. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α.β. Ανοιχτά αγγεία σφαιρικά μεσαία/φιάλες Α2.β N Statistics Valid 117 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α2.β.

208 Γράφημα ιάμετρος χείλους Α2.β. Γράφημα Κεραμική ύλη Α2.β. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α2.β.

209 Γράφημα Επέξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α2.β. Γράφημα Επέξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α2.β. Γράφημα Επέξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α2.β.

210 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α2.β. Ανοιχτά αγγεία ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα μεσαία/σκύφοι Α3.β N Statistics Valid 20 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α3.β. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α3.β.

211 Γράφημα Κεραμική ύλη Α3.β. Γράφημα Ποσοστό είδος εγκλεισμάτων Α3.β. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α3.β.

212 Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α3.β. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α3.β. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α3.β.

213 Ανοιχτά αγγεία ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα μεσαία/φιάλες Α4.β N Statistics Valid 91 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α4.β. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α4.β. Γράφημα Κεραμική ύλη Α4.β.

214 Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α4.β. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α4.β. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α4.β.

215 Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α4.β. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α4.β. Ανοιχτά αγγεία με κάθετα τοιχώματα μεσαία/σκύφοι Α5.β N Statistics Valid 14 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α5.β.

216 Γράφημα ιάμετρος χείλους Α5.β. Γράφημα Κεραμική ύλη Α5.β. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α5.β.

217 Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α5.β. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α5.β. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α5.β.

218 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α5.β. Ανοιχτά αγγεία κωνικά μεσαία/σκύφοι Α6.β N Statistics Valid 11 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α6.β. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α6.β.

219 Γράφημα Κεραμική ύλη Α6.β. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α6.β. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α6.β.

220 Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α6.β. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α6.β. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α6.β.

221 Τύπος Επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια Crosstabulation Επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια Χωρίς επίχρισμα Με επίχρισμα Αβέβαιο Total Τύπος Total A A1.1 A1.2 A2 A3 A4 A5 A6 A7 A8 Count % 60,7% 21,4% 17,9% 100,0% Count % 84,2% 10,5% 5,3% 100,0% Count % 62,0% 31,0% 7,0% 100,0% Count % 61,5% 33,3% 5,1% 100,0% Count % 80,0% 20,0%,0% 100,0% Count % 68,1% 24,2% 7,7% 100,0% Count % 92,9%,0% 7,1% 100,0% Count % 90,9%,0% 9,1% 100,0% Count %,0%,0% 100,0% 100,0% Count % 100,0%,0%,0% 100,0% Count % 67,4% 25,4% 7,2% 100,0% Πίνακας 4.3. Συσχετισμός τύπου επιχρισμένης εξωτερικής επιφάνειας Α.β. Γράφημα Συσχετισμός τύπου επιχρισμένης εξωτερικής επιφάνειας Α.β.

222 Τύπος Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση Crosstabulation Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Μονόχρωμη Γραπτή Εμπίεστη (impresso) Αδιάγνωστη Total Τύπος Total A A1.1 A1.2 A2 A3 A4 A5 A6 A7 A8 Count % 53,6% 10,7% 10,7% 25,0% 100,0% Count % 73,7% 10,5%,0% 15,8% 100,0% Count % 67,6% 4,2% 2,8% 25,4% 100,0% Count % 58,1% 26,5% 1,7% 13,7% 100,0% Count % 80,0%,0%,0% 20,0% 100,0% Count % 64,8% 12,1%,0% 23,1% 100,0% Count % 78,6% 7,1%,0% 14,3% 100,0% Count % 81,8%,0%,0% 18,2% 100,0% Count %,0%,0%,0% 100,0% 100,0% Count % 100,0%,0%,0%,0% 100,0% Count % 64,7% 13,6% 1,9% 19,8% 100,0% Πίνακας 4.4. Συσχετισμός τύπου επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης Α.β. Γράφημα Συσχετισμός τύπου επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης Α.β.

223 Ανοιχτά αγγεία μεγάλα Α.γ N Statistics Valid 59 Missing 0 Γράφημα Τύποι Α.γ. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α.γ. Γράφημα Κεραμική ύλη Α.γ.

224 Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α.γ. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α.γ. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α.γ.

225 Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α.γ. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α.γ. Ανοιχτά αγγεία σφαιρικά μεγάλα/φιάλες Α2.γ N Statistics Valid 9 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α2.γ.

226 Γράφημα ιάμετρος χείλους Α2.γ. Γράφημα Κεραμική ύλη Α2.γ. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α2.γ.

227 Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α2.γ. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α2.γ. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α2.γ.

228 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α2.γ. Ανοιχτά αγγεία ημισφαιρικά με αποκλίνοντα τοιχώματα μεγάλα/λεκανίδες Α3.γ N Statistics Valid 6 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α3.γ. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α3.γ.

229 Γράφημα Κεραμική ύλη Α3.γ. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α3.γ. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α3.γ.

230 Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α3.γ. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α3.γ. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α3.γ.

231 Ανοιχτά αγγεία ημισφαιρικά με κάθετα τοιχώματα μεγάλα/φιάλες Α4.γ N Statistics Valid 6 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α4.γ. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α4.γ. Γράφημα Κεραμική ύλη Α4.γ.

232 Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α4.γ. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α4.γ. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α4.γ.

233 Επεξεργασία επιφάνειας - ιακόσμηση Freque ncy Percent Valid Percent Cumulative Percent Valid Μονόχρωμη 6 100,0 100,0 100,0 Πίνακας 4.5. Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α4.γ. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α4.γ. Ανοιχτά αγγεία με κάθετα τοιχώματα μεγάλα/σκύφοι Α5.γ Παραλλαγές Frequency Percent Valid Percent N Cumulative Percent Statistics Valid 6 Missing 0 Valid A ,0 100,0 100,0 Πίνακας 4.6. Παραλλαγές Α5.γ.

234 Γράφημα ιάμετρος χείλους Α5.γ. Γράφημα Κεραμική ύλη Α5.γ. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α5.γ.

235 Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α5.γ. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α5.γ. Επεξεργασία επιφάνειας - ιακόσμηση Freque ncy Percent Valid Percent Cumulative Percent Valid Μονόχρωμη 6 100,0 100,0 100,0 Πίνακας 4.7. Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α5.γ.

236 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α5.γ. Ανοιχτά αγγεία κωνικά μεγάλα/λεκανίδες & σκύφοι Α6.γ N Statistics Valid 10 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Α6.γ. Γράφημα ιάμετρος χείλους Α6.γ.

237 Γράφημα Κεραμική ύλη Α6.γ. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Α6.γ. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Α6.γ.

238 Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Α6.γ. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Α6.γ. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Α6.γ.

239 Γράφημα Συσχετισμός κατηγορίας μεγέθους τύπου Α. Κατηγορία μεγέθους Κεραμική ύλη Crosstabulation Κεραμική ύλη Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Total Κατηγορία μεγέθους Total Μικρά Μεσαία Μεγάλα Count % 75,9% 24,1%,0% 100,0% Count % 74,1% 21,9% 4,0% 100,0% Count % 50,8% 33,9% 15,3% 100,0% Count % 71,5% 23,6% 4,9% 100,0% Πίνακας 4.8. Συσχετισμός κατηγορίας μεγέθους - κεραμικής ύλης Α. Κεραμική ύλη Κατηγορία μεγέθους Crosstabulation Κατηγορία μεγέθους Μικρά Mεσαία Μεγάλα Total Κεραμική ύλη Total Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Count % 11,8% 79,6% 8,6% 100,0% Count % 11,3% 71,3% 17,4% 100,0% Count %,0% 62,5% 37,5% 100,0% Count % 11,1% 76,8% 12,1% 100,0% Πίνακας 4.9. Συσχετισμός κεραμικής ύλης - κατηγορίας μεγέθους Α.

240 Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Κεραμική ύλη Crosstabulation Κεραμική ύλη Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Total Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Total Αδρή Λειασμένη Στιλβωμένη Αδιάγνωστη Count %,0% 100,0%,0% 100,0% Count % 42,9% 57,1%,0% 100,0% Count % 72,9% 21,7% 5,4% 100,0% Count % 73,6% 22,4% 4,0% 100,0% Count % 72,5% 22,5% 5,0% 100,0% Πίνακας Συσχετισμός επεξεργασίας εξωτερικής επιφάνειας κεραμικής ύλης Α. Γράφημα Συσχετισμός επιχρισμένης εξωτερικής επιφάνειας κεραμικής ύλης Α. Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση Κατηγορία μεγέθους Crosstabulation Κατηγορία μεγέθους Μικρά Μεσαία Μεγάλα Total Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση Μονόχρωμη Γραπτή Εμπίεστη Count % 9,5% 74,5% 16,0% 100,0% Count % 10,2% 86,4% 3,4% 100,0% Count (impresso) %,0% 87,5% 12,5% 100,0% Αδιάγνωστη Count % 17,9% 77,9% 4,2% 100,0% Total Count % 11,1% 76,8% 12,1% 100,0% Πίνακας Συσχετισμός επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης κατηγορίας μεγέθους Α.

241 Γράφημα Συσχετισμός επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης τύπου Α. Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση Κεραμική ύλη Crosstabulation Κεραμική ύλη Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Total Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση κεραμική ύλη Μονόχρωμη Γραπτή Εμπίεστη Count % 71,9% 22,1% 6,0% 100,0% Count % 76,0% 24,0%,0% 100,0% Count (impresso) % 45,5% 36,4% 18,2% 100,0% Αδιάγνωστη Count % 75,0% 21,3% 3,7% 100,0% Total Count % 72,5% 22,5% 5,0% 100,0% Πίνακας Συσχετισμός επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης κεραμικής ύλης Α. Γράφημα Συσχετισμός επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης κεραμικής ύλης Α.

242 Ευρύστομα αγγεία Ε N Statistics Valid 46 Missing 0 Γράφημα Τύποι Ε. Ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα Ε1 N Statistics Valid 26 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Ε1.

243 Γράφημα ιάμετρος χείλους Ε1 (Valid 18, missing 8). Γράφημα Kεραμική ύλη Ε1. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Ε1.

244 Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Ε1. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Ε1. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Ε1.

245 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Ε1. Γράφημα ιάβρωση εσωτερικής επιφάνειας Ε1. Γράφημα ιάβρωση εξωτερικής επιφάνειας Ε1.

246 Γράφημα Συσχετισμός επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης κεραμικής ύλης Ε1.

247 Ευρύστομα αγγεία με λαιμό Ε2 N Statistics Valid 20 Missing 0 Γράφημα ιάμετρος χείλους Ε2 (Valid 12, missing 8). Γράφημα Κατηγορίες μεγέθους Ε2 (Valid 15, missing 0). Γράφημα Κεραμική ύλη Ε2.

248 Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Ε2. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Ε2. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Ε2.

249 Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Ε2. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Ε2. Γράφημα ιάβρωση εσωτερικής επιφάνειας Ε2.

250 Γράφημα ιάβρωση εξωτερικής επιφάνειας Ε2. Ευρύστομα αγγεία με λαιμό μικρά Ε2.α N Statistics Valid 6 Missing 0 Γράφημα ιάμετρος χείλους Ε2.α. Γράφημα Κεραμική ύλη Ε2.α.

251 Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Ε2.α. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Ε2.α. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Ε2.α.

252 Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Ε2.α. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Ε2.α. Ευρύστομα αγγεία με λαιμό μεσαία Ε2.β N Statistics Valid 8 Missing 0 Γράφημα ιάμετρος χείλους Ε2.β (Valid 6, missing 2).

253 Γράφημα Κεραμική ύλη Ε2.β. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Ε2.β. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Ε2.β.

254 Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Ε2.β. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Ε2.β. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Ε2.β.

255 Γράφημα Συσχετισμός κατηγορίας μεγέθους κεραμικής ύλης Ε2. Γράφημα Συσχετισμός κατηγορίας μεγέθους επιχρισμένης εξωτερικής επιφάνειας Ε2. Γράφημα Συσχετισμός τύπου κεραμικής ύλης Ε.

256 Γράφημα Συσχετισμός τύπου - επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης Ε.

257 Κλειστά αγγεία Κ N Statistics Valid 80 Missing 0 Γράφημα Τύποι Κ. Γράφημα ιάμετρος χείλους Κ (Valid 61, missing 19). Γράφημα Κεραμική ύλη Κ.

258 Γράφημα Ποσοστό είδος εγκλεισμάτων Κ. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Κ. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Κ.

259 Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Κ. Γράφημα Ατμόσφαιρα όπτησης επιφανειών Κ. Γράφημα Ατμόσφαιρα όπτησης πυρήνα Κ.

260 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Κ. Γράφημα ιάβρωση εσωτερικής επιφάνειας Κ. Γράφημα ιάβρωση εξωτερικής επιφάνειας Κ.

261 Κλειστά αγγεία με κυλινδρικό λαιμό Κ1.2 N Statistics Valid 24 Missing 0 Γράφημα ιάμετρος χείλους Κ1.2 (Valid 22, missing 2). Γράφημα Κεραμική ύλη Κ1.2. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Κ1.2.

262 Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Κ1.2. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Κ1.2. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Κ1.2.

263 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Κ1.2. Κλειστά αγγεία με κωνικό λαιμό Κ1.3 N Statistics Valid 16 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές Κ1.3. Γράφημα ιάμετρος χείλους Κ1.3 (Valid 14, missing 2).

264 Γράφημα Kεραμική ύλη Κ1.3. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Κ1.3. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Κ1.3.

265 Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Κ1.3. Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Κ1.3. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Κ1.3.

266 Κλειστά αγγεία με συγκλίνοντα λαιμό Κ1.4 N Statistics Valid 5 Missing 0 Γράφημα ιάμετρος χείλους Κ1.4 (Valid 4, missing 1). Γράφημα Κεραμική ύλη Κ1.4. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων Κ1.4.

267 Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Κ1.4. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Κ1.4. Επεξεργασία επιφάνειας - ιακόσμηση Frequency Percent Valid Percent Cumulative Percent Valid Μονόχ ρωμη 5 100,0 100,0 100,0 Πίνακας Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Κ1.4.

268 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Κ1.4. Κλειστά αγγεία με σιγμοειδές περίγραμμα Κ2 N Statistics Valid 11 Missing 0 Γράφημα ιάμετρος χείλους Κ2. Γράφημα Κεραμική ύλη Κ2.

269 Γράφημα Ποσοστό είδος εγκλεισμάτων Κ2. Γράφημα Επεξεργασία εσωτερικής επιφάνειας Κ2. Γράφημα Επεξεργασία εξωτερικής επιφάνειας Κ2.

270 Γράφημα Επεξεργασία επιφάνειας - διακόσμηση Κ2. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας Κ2.

271 Γράφημα Συσχετισμός τύπου κεραμικής ύλης Κ. Γράφημα Συσχετισμός τύπου επιχρισμένης εξωτερικής επιφάνειας Κ. Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση - Τύπος Crosstabulation Τύπος K1.1 K1.2 K1.3 K1.4 K2 K3 K4 Total Επεξεργασ ία επιφάνεια ς / διακόσμη ση Μονόχρω Count μη % 15,8% 26,3% 24,6% 8,8% 15,8% 3,5% 5,3% 100,0% Γραπτή Count % 33,3% 33,3% 16,7%,0% 16,7%,0%,0% 100,0% Γραπτή & Count πλαστική %,0%,0%,0%,0%,0%,0% 100,0% 100,0% Αδιάγνωσ Count τη % 43,8% 43,8% 6,3%,0% 6,3%,0%,0% 100,0% Total Count % 22,5% 30,0% 20,0% 6,3% 13,8% 2,5% 5,0% 100,0% Πίνακας Συσχετισμός επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης τύπου Κ.

272 Γράφημα Συσχετισμός επεξεργασίας επιφάνειας / διακόσμησης κεραμικής ύλης Κ.

273 Γενικό σχήμα Total A E1 E2 K Γενικό σχήμα Kεραμική ύλη Crosstabulation Kεραμική ύλη Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Total Count % 72,5% 22,5% 5,0% 100,0% Count % 69,2% 26,9% 3,8% 100,0% Count % 45,0% 40,0% 15,0% 100,0% Count % 47,5% 40,0% 12,5% 100,0% Count % 68,7% 25,2% 6,1% 100,0% Πίνακας Συσχετισμός γενικού σχήματος κεραμικής ύλης. Γενικό σχήμα Είδος εγκλεισμάτων Crosstabulation Είδος εγκλεισμάτων μη καταγρ αμμένο Total Γενικό σχήμα Total A E1 E2 K Count % 4,1% 1,2% 7,8% 36,9% 11,6% 8,6% 18,9% 8,6% 2,3% 100,0% Count % 3,8%,0% 3,8% 38,5% 15,4% 3,8% 23,1% 11,5%,0% 100,0% Count %,0%,0% 35,0% 25,0% 5,0% 5,0% 25,0% 5,0%,0% 100,0% Count % 1,3%,0% 22,5% 41,3% 7,5% 6,3% 15,0% 5,0% 1,3% 100,0% Count % 3,6% 1,0% 10,2% 37,1% 11,1% 8,0% 18,8% 8,2% 2,0% 100,0% Πίνακας Συσχετισμός γενικού σχήματος είδους εγκλεισμάτων.

274 Γενικό σχήμα ιάβρωση εσωτερικής επιφάνειας Crosstabulation ιάβρωση εσωτερικής επιφάνειας Μη Μηδενική Χαμηλή Μεσαία Υψηλή Αδιάγνωσ τη καταγραμ μέν Total Γενικό σχήμα Total A E1 E2 K Count % 45,1% 11,9% 20,3% 15,2% 7,0%,5% 100,0% Count % 53,8% 3,8% 11,5% 19,2% 11,5%,0% 100,0% Count % 15,0% 10,0% 30,0% 30,0% 15,0%,0% 100,0% Count % 23,8% 8,8% 18,8% 43,8% 5,0%,0% 100,0% Count % 42,1% 11,2% 20,1% 19,1% 7,1%,4% 100,0% Πίνακας Συσχετισμός γενικού σχήματος διάβρωσης εσωτερικής επιφάνειας. Γενικό σχήμα ιάβρωση εξωτερικής επιφάνειας Crosstabulation ιάβρωση εξωτερικής επιφάνειας Μη Μηδενική Χαμηλή Μεσαία Υψηλή Αδιάγνωσ τη καταγραμ μέν Total Γενικό σχήμα Total A E1 E2 K Count % 48,5% 10,3% 18,5% 18,2% 3,6%,9% 100,0% Count % 53,8% 7,7% 15,4% 15,4% 7,7%,0% 100,0% Count % 40,0% 10,0% 30,0% 10,0% 10,0%,0% 100,0% Count % 41,3% 11,3% 26,3% 17,5% 3,8%,0% 100,0% Count % 47,6% 10,3% 19,7% 17,8% 3,9%,7% 100,0% Πίνακας Συσχετισμός γενικού σχήματος διάβρωσης εξωτερικής επιφάνειας.

275

276

277

278 Ανοιχτά αγγεία με γραπτή διακόσμηση N Statistics Valid 75 Missing 0 Γράφημα Τύποι ανοιχτών αγγείων με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα ιάμετρος χείλους ανοιχτών αγγείων με γραπτή διακόσμηση (Valid 59, missing 16).

279 Γράφημα Κατηγορία μεγέθους ανοιχτών αγγείων με γραπτή διακόσμηση (Valid 59, missing 0). Γράφημα Κεραμική ύλη ανοιχτών αγγείων με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων ανοιχτών αγγείων με γραπτή διακόσμηση.

280 Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας ανοιχτών αγγείων με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Χρώμα γραπτής διακόσμησης ανοιχτών αγγείων με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Επιφάνεια γραπτής διακόσμησης ανοιχτών αγγείων με γραπτή διακόσμηση.

281 Ευρύστομα αγγεία με απλό περίγραμμα με γραπτή διακόσμηση N Statistics Valid 7 Missing 0 Γράφημα Παραλλαγές ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα ιάμετρος χείλους ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα με γραπτή διακόσμηση (Valid 3, missing 4).

282 Γράφημα Κεραμική ύλη ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα με γραπτή διακόσμηση.

283 Χρώμα γραπτής διακόσμησης Frequency Percent Valid Percent Cumulative Percent Valid κόκκινο ,0 100,0 100,0 Πίνακας Χρώμα γραπτής διακόσμησης ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Επιφάνεια γραπτής διακόσμησης ευρύστομων αγγείων με απλό περίγραμμα με γραπτή διακόσμηση.

284 Κλειστά αγγεία με γραπτή διακόσμηση N Statistics Valid 7 Missing 0 Γράφημα Τύποι κλειστών αγγείων με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα ιάμετρος χείλους κλειστών αγγείων με γραπτή διακόσμηση (Valid 5, missing 2).

285 Γράφημα Κεραμική ύλη κλειστών αγγείων με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Ποσοστό - είδος εγκλεισμάτων κλειστών αγγείων με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας κλειστών αγγείων με γραπτή διακόσμηση.

286 Γράφημα Χρώμα γραπτής διακόσμησης κλειστών αγγείων με γραπτή διακόσμηση. Γράφημα Επιφάνεια γραπτής διακόσμησης κλειστών αγγείων με γραπτή διακόσμηση.

287

288 Ανοιχτά αγγεία με εμπίεστη (impresso) διακόσμηση N Statistics Valid 11 Missing 0 Γράφημα Τύποι ανοιχτών αγγείων με εμπίεστη διακόσμηση. Γράφημα ιάμετρος χείλους ανοιχτών αγγείων με εμπίεστη διακόσμηση (Valid 8, missing 3). Γράφημα Κεραμική ύλη ανοιχτών αγγείων με εμπίεστη διακόσμηση.

289 Γράφημα Ποσοστό είδος εγκλεισμάτων ανοιχτών αγγείων με εμπίεστη διακόσμηση. Γράφημα Χρώμα εξωτερικής επιφάνειας ανοιχτών αγγείων με εμπίεστη διακόσμηση.

290 Λάκκος 7 μονόχρωμα διακοσμημένα αδρά λειασμένα στιλβωμένα γραπτά εμπίεστα (impresso) κεραμική κατηγορία ποσότητα ποσοστό καστανά 0 0 ανοιχτά καστανά 0 0 κόκκινα 0 0 με νέφη 0 0 τεφρά Ι 0 0 τεφρά ΙΙ 0 0 καστανά 2 0,1 ανοιχτά καστανά 11 0,5 κόκκινα 11 0,5 με κόκκινο επίχρισμα 0 0 με νέφη 1 0 ανομοιόμορφα 0 0 τεφρά Ι 62 2,9 τεφρά ΙΙ καστανά καστανά με επίχρισμα 1 0 ανοιχτά καστανά ,8 καστανοκόκκινα 58 2,8 καστανοκόκκινα με επίχρισμα 1 0 κόκκινα 55 2,6 με κόκκινο επίχρισμα 45 2,1 με λευκό επίχρισμα 0 0 με νέφη 93 4,4 ανομοιόμορφα 22 1 κόκκινο σε τεφρό 0 0 κόκκινο σε καστανό Ι 0 0 κόκκινο σε καστανό ΙΙ 0 0 κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 0 0 λοιπά 0 0 με νύχια 0 0 με δάχτυλα 0 0 με εργαλείο 0 0 αδιάγνωστα 0 0 barbotine 0 0 λοιπά διακοσμημένα 0 0 αδιάγνωστα ,1 σύνολο 2106 Πίνακας 5.1. Σύνολο οστράκων από το Λάκκο 7.

291 Λάκκος 7 οκιμαστική Τομή Α μονόχρωμα διακοσμημένα αδρά λειασμένα στιλβωμένα γραπτά εμπίεστα (impresso) κεραμική κατηγορία ποσότητα ποσοστό καστανά 0 0 ανοιχτά καστανά 0 0 κόκκινα 0 0 με νέφη 0 0 τεφρά Ι 0 0 τεφρά ΙΙ 1 0,1 καστανά 4 0,3 ανοιχτά καστανά 0 0 κόκκινα 1 0,1 με κόκκινο επίχρισμα 0 0 με νέφη 4 0,3 ανομοιόμορφα 0 0 τεφρά Ι 27 1,8 τεφρά ΙΙ 39 2,6 καστανά ,5 καστανά με επίχρισμα 1 0,1 ανοιχτά καστανά ,1 καστανοκόκκινα 9 0,6 καστανοκόκκινα με επίχρισμα 7 0,5 κόκκινα 20 1,3 με κόκκινο επίχρισμα 33 2,2 με λευκό επίχρισμα 0 0 με νέφη 71 4,7 ανομοιόμορφα 13 0,9 κόκκινο σε τεφρό 0 0 κόκκινο σε καστανό Ι 1 0,1 κόκκινο σε καστανό ΙΙ 1 0,1 κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 1 0,1 λοιπά 1 0,1 με νύχια 2 0,1 με δάχτυλα 0 0 με εργαλείο 0 0 αδιάγνωστα 0 0 barbotine 1 0,1 λοιπά διακοσμημένα 0 0 αδιάγνωστα ,7 σύνολο 1516 Πίνακας 5.2. Σύνολο οστράκων από το Λάκκο 7 οκιμαστική Τομή Α.

292 Λάκκος 7 υπερκείμενο στρώμα μονόχρωμα διακοσμημένα αδρά λειασμένα στιλβωμένα γραπτά εμπίεστα (impresso) κεραμική κατηγορία ποσότητα ποσοστό καστανά 0 0 ανοιχτά καστανά 0 0 κόκκινα 0 0 με νέφη 0 0 τεφρά Ι 0 0 τεφρά ΙΙ 0 0 καστανά 1 0,2 ανοιχτά καστανά 0 0 κόκκινα 0 0 με κόκκινο επίχρισμα 0 0 με νέφη 0 0 ανομοιόμορφα 0 0 τεφρά Ι 0 0 τεφρά ΙΙ 7 1,2 καστανά 14 2,5 καστανά με επίχρισμα 0 0 ανοιχτά καστανά 2 0,4 καστανοκόκκινα 0 0 καστανοκόκκινα με επίχρισμα 1 0,2 κόκκινα 0 0 με κόκκινο επίχρισμα 24 4,2 με λευκό επίχρισμα 0 0 με νέφη 4 0,7 ανομοιόμορφα 2 0,4 κόκκινο σε τεφρό 0 0 κόκκινο σε καστανό Ι 0 0 κόκκινο σε καστανό ΙΙ 0 0 κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 0 0 λοιπά 0 0 με νύχια 3 0,5 με δάχτυλα 0 0 με εργαλείο 0 0 αδιάγνωστα 0 0 barbotine 0 0 λοιπά διακοσμημένα 0 0 αδιάγνωστα ,8 σύνολο 568 Πίνακας 5.3. Σύνολο οστράκων από το Λάκκο 7 υπερκείμενο στρώμα.

293 Λάκκος 11 #422/060008, , μονόχρωμα διακοσμημένα αδρά λειασμένα στιλβωμένα γραπτά εμπίεστα (impresso) κεραμική κατηγορία ποσότητα ποσοστό καστανά 1 0 ανοιχτά καστανά 1 0 κόκκινα 0 0 με νέφη 1 0 τεφρά Ι 1 0 τεφρά ΙΙ 1 0 καστανά 2 0,1 ανοιχτά καστανά 4 0,2 κόκκινα 0 0 με κόκκινο επίχρισμα 0 0 με νέφη 0 0 ανομοιόμορφα 0 0 τεφρά Ι 40 1,8 τεφρά ΙΙ 130 5,7 καστανά ,8 καστανά με επίχρισμα 109 4,8 ανοιχτά καστανά ,9 καστανοκόκκινα 51 2,2 καστανοκόκκινα με επίχρισμα 8 0,4 κόκκινα 27 1,2 με κόκκινο επίχρισμα ,3 με λευκό επίχρισμα 1 0 με νέφη 37 1,6 ανομοιόμορφα 46 2 κόκκινο σε τεφρό 12 0,5 κόκκινο σε καστανό Ι 38 1,7 κόκκινο σε καστανό ΙΙ 39 1,7 κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 66 2,9 λοιπά 10 0,4 με νύχια 8 0,4 με δάχτυλα 9 0,4 με εργαλείο 0 0 αδιάγνωστα 1 0 barbotine 0 0 λοιπά διακοσμημένα 2 0,1 αδιάγνωστα ,5 σύνολο 2269 Πίνακας 5.4. Σύνολο οστράκων από το Λάκκο 11 #422/060008,060009,

294 Λάκκος 11 στρώμα 4 μονόχρωμα διακοσμημένα αδρά λειασμένα στιλβωμένα γραπτά εμπίεστα (impresso) κεραμική κατηγορία ποσότητα ποσοστό καστανά 0 0 ανοιχτά καστανά 15 1 κόκκινα 1 0,1 με νέφη 0 0 τεφρά Ι 0 0 τεφρά ΙΙ 0 0 καστανά 0 0 ανοιχτά καστανά 4 0,3 κόκκινα 0 0 με κόκκινο επίχρισμα 0 0 με νέφη 0 0 ανομοιόμορφα 0 0 τεφρά Ι 35 2,2 τεφρά ΙΙ 34 2,2 καστανά 151 9,6 καστανά με επίχρισμα 64 4,1 ανοιχτά καστανά ,3 καστανοκόκκινα 58 3,7 καστανοκόκκινα με επίχρισμα 29 1,8 κόκκινα 1 0,1 με κόκκινο επίχρισμα ,1 με λευκό επίχρισμα 0 0 με νέφη 30 1,9 ανομοιόμορφα 35 2,2 κόκκινο σε τεφρό 3 0,2 κόκκινο σε καστανό Ι 24 1,5 κόκκινο σε καστανό ΙΙ 4 0,3 κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 33 2,1 λοιπά 9 0,6 με νύχια 11 0,7 με δάχτυλα 1 0,1 με εργαλείο 0 0 αδιάγνωστα 1 0,1 barbotine 2 0,1 λοιπά διακοσμημένα 0 0 αδιάγνωστα ,9 σύνολο 1571 Πίνακας 5.5. Σύνολο οστράκων από το Λάκκο 11 στρώμα 4.

295 Λάκκος 11 στρώμα 3 μονόχρωμα διακοσμημένα αδρά λειασμένα στιλβωμένα γραπτά εμπίεστα (impresso) κεραμική κατηγορία ποσότητα ποσοστό καστανά 0 0 ανοιχτά καστανά 2 0,1 κόκκινα 0 0 με νέφη 0 0 τεφρά Ι 0 0 τεφρά ΙΙ 0 0 καστανά 3 0,2 ανοιχτά καστανά 4 0,3 κόκκινα 0 0 με κόκκινο επίχρισμα 0 0 με νέφη 0 0 ανομοιόμορφα 0 0 τεφρά Ι 46 3,2 τεφρά ΙΙ 60 4,2 καστανά 103 7,2 καστανά με επίχρισμα 50 3,5 ανοιχτά καστανά ,3 καστανοκόκκινα 17 1,2 καστανοκόκκινα με επίχρισμα 57 4 κόκκινα 18 1,3 με κόκκινο επίχρισμα ,8 με λευκό επίχρισμα 0 0 με νέφη 43 3 ανομοιόμορφα 29 2 κόκκινο σε τεφρό 14 1 κόκκινο σε καστανό Ι 17 1,2 κόκκινο σε καστανό ΙΙ 5 0,4 κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 31 2,2 λοιπά 2 0,1 με νύχια 12 0,8 με δάχτυλα 0 0 με εργαλείο 0 0 αδιάγνωστα 0 0 barbotine 0 0 λοιπά διακοσμημένα 1 0,1 αδιάγνωστα ,8 σύνολο 1426 Πίνακας 5.6. Σύνολο οστράκων από το Λάκκο 11 στρώμα 3.

296 Λάκκος 11 στρώμα 2 μονόχρωμα διακοσμημένα αδρά λειασμένα στιλβωμένα γραπτά εμπίεστα (impresso) κεραμική ύλη ποσότητα ποσοστό καστανά 2 0 ανοιχτά καστανά 3 0 κόκκινα 0 0 με νέφη 1 0 τεφρά Ι 2 0 τεφρά ΙΙ 1 0 καστανά 5 0,1 ανοιχτά καστανά 3 0 κόκκινα 4 0,1 με κόκκινο επίχρισμα 1 0 με νέφη 0 0 ανομοιόμορφα 1 0 τεφρά Ι 52 0,8 τεφρά ΙΙ 154 2,3 καστανά 479 7,3 καστανά με επίχρισμα 142 2,2 ανοιχτά καστανά 472 7,2 καστανοκόκκινα 52 0,8 καστανοκόκκινα με επίχρισμα 18 0,3 κόκκινα 50 0,8 με κόκκινο επίχρισμα ,2 με λευκό επίχρισμα 0 0 με νέφη 87 1,3 ανομοιόμορφα 63 1 κόκκινο σε τεφρό 35 0,5 κόκκινο σε καστανό Ι 120 1,8 κόκκινο σε καστανό ΙΙ 14 0,2 κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 139 2,1 λοιπά 14 0,2 με νύχια 85 1,3 με δάχτυλα 7 0,1 με εργαλείο 2 0 αδιάγνωστα 2 0 barbotine 1 0 λοιπά διακοσμημένα 4 0,1 αδιάγνωστα ,3 σύνολο 6593 Πίνακας 5.7. Σύνολο οστράκων από το Λάκκο 11 στρώμα 2.

297 Λάκκος 11 #422/060023, μονόχρωμα διακοσμημένα αδρά λειασμένα στιλβωμένα γραπτά εμπίεστα (impresso) κεραμική κατηγορία ποσότητα ποσοστό καστανά 0 0 ανοιχτά καστανά 1 0,4 κόκκινα 0 0 με νέφη 0 0 τεφρά Ι 0 0 τεφρά ΙΙ 0 0 καστανά 0 0 ανοιχτά καστανά 0 0 κόκκινα 0 0 με κόκκινο επίχρισμα 0 0 με νέφη 0 0 ανομοιόμορφα 0 0 τεφρά Ι 9 3,3 τεφρά ΙΙ 26 9,5 καστανά καστανά με επίχρισμα 10 3,6 ανοιχτά καστανά 38 13,8 καστανοκόκκινα 1 0,4 καστανοκόκκινα με επίχρισμα 0 0 κόκκινα 8 2,9 με κόκκινο επίχρισμα 63 22,9 με λευκό επίχρισμα 0 0 με νέφη 5 1,8 ανομοιόμορφα 1 0,4 κόκκινο σε τεφρό 0 0 κόκκινο σε καστανό Ι 7 2,5 κόκκινο σε καστανό ΙΙ 2 0,7 κόκκινο σε ανοιχτό καστανό 9 3,3 λοιπά 0 0 με νύχια 0 0 με δάχτυλα 0 0 με εργαλείο 0 0 αδιάγνωστα 0 0 barbotine 0 0 λοιπά διακοσμημένα 0 0 αδιάγνωστα 49 17,8 σύνολο 275 Πίνακας 5.8. Σύνολο οστράκων από το Λάκκο 11 #422/060023,

298 Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7.Τ.Α Λάκκος 7 Σύνολο αγγείων Χώρος Γενικό σχήμα Crosstabulation Γενικό σχήμα A E1 E2 K Α Total Count % 94,4% 4,3%,0% 1,2%,0% 100,0% Count % 93,3%,0%,0% 2,2% 4,4% 100,0% Count υπερκείμενο στρώμα % 87,0%,0%,0% 4,3% 8,7% 100,0% Λάκκος 11 #422/060008,060009, Λάκκος 11 στρώμα 4 Count % 69,0% 5,0% 2,0% 19,0% 5,0% 100,0% Count % 73,0% 6,8% 1,4% 14,9% 4,1% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 3 Count % 70,0% 4,0% 2,0% 22,0% 2,0% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 2 Count % 68,9% 3,3% 7,7% 16,3% 3,8% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060023, % 50,0%,0%,0%,0% 50,0% 100,0% Total Count % 78,8% 3,7% 2,8% 11,2% 3,5% 100,0% Πίνακας 5.9.

299 Χώρος Λάκκος 7 Ανοιχτά αγγεία Χώρος Κατηγορίες μεγέθους Crosstabulation Κατηγορίες μεγέθους Μικρά Μεσαία Μεγάλα Total Count % 9,8% 65,9% 24,4% 100,0% Λάκκος 7.Τ.Α Count % 9,5% 77,0% 13,5% 100,0% Λάκκος 7 υπερκείμενο Count στρώμα % 15,8% 73,7% 10,5% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060008,060009, % 11,3% 83,9% 4,8% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 4 Count % 18,8% 75,0% 6,3% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 3 Count % 6,3% 84,4% 9,4% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 2 Count % 10,9% 83,6% 5,5% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060023, %,0%,0% 100,0% 100,0% Total Count % 11,1% 76,8% 12,1% 100,0% Πίνακας 5.10.

300 Α1 Α1.1 Α1.2 Α2 Α3 Α4 Α5 Α6 Α7 Α8 Α8; Ε1 Λάκκος 7 4 2,5% 14 8,6% 21 13% 32 19,8% 20 12,3% 36 22,2% 7 4,3% 14 8,6% 0 0% 0 0% 5 3,1% 7 4,3% Λάκκος 7.Τ.Α 9 10% 3 3,3% 22 24,4% 10 11,1% 5 5,6% 16 17,8% 7 7,8% 6 6,7% 0 0% 1 1,1% 5 5,6% 0 0% Λάκκος 7 υπερκείμενο στρώμα 0 0% 3 13% 6 26,1% 4 17,4% 1 4,3% 6 26,1% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% Λάκκος 11 #422/060008,060009, % 3 3% 12 12% 19 19% 3 3% 21 21% 1 1% 1 1% 0 0% 1 1% 1 1% 5 5% Λάκκος 11 στρώμα ,5% 3 4,1% 7 9,5% 20 27% 1 1,4% 12 16,2% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 1 1,4% 5 6,8% Λάκκος 11 στρώμα 3 4 8% 2 4% 8 16% 9 18% 1 2% 10 20% 1 2% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 2 4% Λάκκος 11 στρώμα ,5% 3 1,4% 16 7,7% 66 31,6% 5 2,4% 20 9,6% 6 2,9% 3 1,4% 1 0,5% 0 0% 0 0% 7 3,3% Λάκκος 11 #422/060023, % 1 25% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% Ε2 Κ1.1 Κ1.2 Κ1.3 Κ1.4 Κ2 Κ3 Κ4 Α Λάκκος 7 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 2 1,2% 0 0% Λάκκος 7.Τ.Α 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 2 2,2% 0 0% 4 4,4% Λάκκος 7 υπερκείμενο στρώμα 0 0% 1 4,3% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 2 8,7% Λάκκος 11 #422/060008,060009, % 3 3% 4 4% 8 8% 0 0% 3 3% 0 0% 1 1% 5 5% Λάκκος 11 στρώμα 4 1 1,4% 2 2,7% 3 4,1% 3 4,1% 1 1,4% 2 2,7% 0 0% 0 0% 3 4,1% Λάκκος 11 στρώμα 3 1 2% 3 6% 4 8% 2 4% 1 2% 1 2% 0 0% 0 0% 1 2% Λάκκος 11 στρώμα ,7% 9 4,3% 13 6,2% 3 1,4% 3 1,4% 5 2,4% 0 0% 1 0,5% 8 3,8% Λάκκος 11 #422/060023, % 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 0 0% 2 50% Πίνακας 5.11α. Κατανομή των σχημάτων των αγγείων.

301 Πίνακας 5.11β. Κατανομή των σχημάτων των αγγείων στους χώρους του Λάκκου 7.

302 Πίνακας 5.11γ. Κατανομή των σχημάτων των αγγείων στους χώρους του Λάκκου 11.

303 Αγγεία Aνοιχτά και Ευρύστομα E1 Χώρος ιαμόρφωση χείλους Crosstabulation ιαμόρφωση χείλους παχυνόμ σιγμοειδέ ενο ς απλό εξωστρε φές εξωτερικ ά περίγραμ μα κάθετο εσωστρε φές σχήματο ς ταυ Total Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7 Count % 94,9% 1,2% 2%,0% 1,3%,0%,6% 100,0% Count Τ.Α % 92,0% 4,0% 1,3% 1,3%,0% 1,3%,0% 100,0% Λάκκος 7 υπερκείμενο στρώμα Λάκκος 11 #422/060008,060009, Λάκκος 11 Count % 90,0% 5,0%,0% 5,0%,0%,0%,0% 100,0% Count % 70,1% 10,4% 10,4% 7,5% 1,5%,0%,0% 100,0% Count στρώμα 4 % 75,5% 16,3% 2,0% 4,1% 2,0%,0%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count στρώμα 3 % 81,8% 9,1% 3,0% 3,0% 3,0%,0%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count στρώμα 2 % 66,9% 20,5% 3,9% 5,5% 3,1%,0%,0% 100,0% Total Λάκκος 11 #422/060023, Count % 100,0%,0%,0%,0%,0%,0%,0% 100,0% Count % 81,8% 9,3% 3,6% 3,2% 1,7%,2%,2% 100,0% Πίνακας 5.12.

304 Χώρος ιαμόρφωση βάσης Crosstabulation ιαμόρφωση βάσης δακτυλιό σχημη αδιάγνω στη κυρτή επίπεδη δισκοειδ ής κοίλη δακτυλιό σχημη υπερυψω μένη Total Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7 Count % 3,9% 5,9% 60,8% 9,8% 13,7% 5,9%,0% 100,0% Count Τ.Α % 6,1% 6,1% 33,3% 3,0% 30,3% 21,2%,0% 100,0% Λάκκος 7 υπερκείμενο στρώμα Λάκκος 11 #422/060008, , Λάκκος 11 Count %,0%,0%,0%,0%,0% 100,0%,0% 100,0% Count % 5,9%,0% 16,2% 2,9% 25,0% 50,0%,0% 100,0% Count στρώμα 4 %,0%,0% 3,8% 11,3% 20,8% 64,2%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count στρώμα 3 %,0%,0% 9,1% 4,5% 21,2% 65,2%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count στρώμα 2 %,0%,0% 11,6% 6,7% 18,3% 63,1%,4% 100,0% Total Λάκκος 11 #422/060023, Count % 20,0%,0% 40,0%,0%,0% 40,0%,0% 100,0% Count % 1,6%,9% 17,2% 6,4% 19,7% 53,9%,2% 100,0% Πίνακας 5.13.

305 Σύνολο αγγείων Χώρος Κεραμική ύλη Crosstabulation Κεραμική ύλη Λεπτόκοκ κη Μεσόκοκ κη Χοντρόκο κκη Total Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7.Τ.Α Λάκκος 7 υπερκείμενο Count % 79,6% 10,5% 9,9% 100,0% Count % 76,7% 20,0% 3,3% 100,0% Count στρώμα % 82,6% 17,4%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060008,060009, % 58,0% 39,0% 3,0% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 4 Count % 56,8% 33,8% 9,5% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 3 Count % 66,0% 28,0% 6,0% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 2 Count % 65,1% 29,7% 5,3% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060023, % 100,0%,0%,0% 100,0% Total Count % 68,8% 25,1% 6,0% 100,0% Πίνακας 5.14.

306 Σύνολο αγγείων Χώρος Είδος εγκλεισμάτων Crosstabulation Είδος εγκλεισμάτων μη καταγρ αμμένο Total Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7.Τ.Α Λάκκος 7 υπερκείμενο στρώμα Λάκκος 11 #422/060008, , Λάκκος 11 Count % 7,4% 1,9% 10,5% 24,7% 13,0% 8,6% 24,7% 4,9% 4,3% 100,0% Count % 4,4% 1,1% 4,4% 38,9% 6,7% 12,2% 24,4% 5,6% 2,2% 100,0% Count %,0% 4,3% 8,7% 26,1% 17,4% 21,7% 21,7%,0%,0% 100,0% Count % 3,0%,0% 11,0% 49,0% 10,0% 6,0% 10,0% 8,0% 3,0% 100,0% Count στρώμα 4 % 6,8% 1,4% 14,9% 43,2% 6,8% 5,4% 6,8% 14,9%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count στρώμα 3 %,0%,0% 6,0% 48,0% 20,0% 10,0% 10,0% 6,0%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count στρώμα 2 % 1,0%,5% 11,0% 36,8% 11,0% 5,3% 22,0% 11,5% 1,0% 100,0% Total Λάκκος 11 #422/060023, Count %,0%,0%,0% 25,0% 50,0%,0%,0% 25,0%,0% 100,0% Count % 3,7% 1,0% 10,0% 37,1% 11,4% 7,9% 18,7% 8,4% 2,0% 100,0% Πίνακας 5.15.

307 Σύνολο αγγείων Χώρος Επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια Crosstabulation Επιχρισμένη εξωτερική επιφάνεια χωρίς επίχρισμα με επίχρισμα αβέβαιο Total Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7.Τ.Α Λάκκος 7 υπερκείμενο Count % 95,1% 3,7% 1,2% 100,0% Count % 88,9% 10,0% 1,1% 100,0% Count στρώμα % 69,6% 21,7% 8,7% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060008,060009, % 58,0% 40,0% 2,0% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 4 Count % 41,9% 55,4% 2,7% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 3 Count % 50,0% 48,0% 2,0% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 2 Count % 56,5% 28,2% 15,3% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060023, % 75,0% 25,0%,0% 100,0% Total Count % 68,1% 26,0% 5,9% 100,0% Πίνακας5.16.

308 Ανοιχτά αγγεία Χώρος Λευκό επίχρισμα εσωτερικά Crosstabulation Λευκό επίχρισμα εσωτερικά χωρίς λευκό επίχρισμα με λευκό επίχρισμα αβέβαιο Total Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7.Τ.Α Λάκκος 7 υπερκείμενο Count % 93,5% 4,6% 2,0% 100,0% Count % 91,7% 8,3%,0% 100,0% Count στρώμα % 95,0% 5,0%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060008,060009, % 94,2% 2,9% 2,9% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 4 Count % 83,3% 16,7%,0% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 3 Count % 97,1% 2,9%,0% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 2 Count % 96,5% 3,5%,0% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060023, % 100,0%,0%,0% 100,0% Total Count % 93,4% 5,7%,9% 100,0% Πίνακας 5.17.

309 Σύνολο διαγνωστικών οστράκων Χώρος Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση Crosstabulation Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση Εμπίεστα Λοιπά Μονόχρ ωμα Γραπτά (impresso ) Barbotine διακοσμη μένα Αδιάγνω στα Total Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7.Τ.Α Λάκκος 7 Count % 85,6%,0%,0%,0%,0% 14,4% 100,0% Count % 82,8% 2,3% 1,6% 0,7%,0% 12,5% 100,0% Count υπερκείμενο στρώμα % 27,6%,0% 10,3%,0%,0% 62,1% 100,0% Λάκκος 11 #422/060008,060009, Λάκκος 11 στρώμα 4 Count % 58,8% 24,3% 8,4%,0%,9% 7,5% 100,0% Count % 64,9% 14,9% 6,5% 1,2%,0% 12,5% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 3 Count % 53,8% 11,3% 6,3%,0%,6% 28,1% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 2 Count % 31,6% 14,0% 11,4% 0,1%,5% 42,4% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060023, % 45,5% 45,5%,0%,0%,0% 9,1% 100,0% Total Count % 52,7% 12,5% 7,5%,2%,4% 26,7% 100,0% Πίνακας 5.18.

310 Σύνολο αγγείων Χώρος Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση Crosstabulation Επεξεργασία επιφάνειας / διακόσμηση Λοιπά Μονόχρω μα Γραπτά Εμπίεστα (impresso) διακοσμη μένα Αδιάγνωσ τα Total Χώρος Λάκκος 7 Λάκκος 7.Τ.Α Λάκκος 7 Count % 88,3%,0%,0%,0% 11,7% 100,0% Count % 90,0% 2,2%,0%,0% 7,8% 100,0% Count υπερκείμενο στρώμα % 26,1%,0% 4,3%,0% 69,6% 100,0% Λάκκος 11 #422/060008,060009, Λάκκος 11 στρώμα 4 Count % 62,0% 30,0% 3,0%,0% 5,0% 100,0% Count % 73,0% 14,9% 4,1%,0% 8,1% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 3 Count % 66,0% 18,0%,0%,0% 16,0% 100,0% Λάκκος 11 στρώμα 2 Count % 36,4% 21,5% 4,8%,5% 36,8% 100,0% Λάκκος 11 Count #422/060023, % 25,0% 75,0%,0%,0%,0% 100,0% Total Count % 64,0% 14,0% 2,4%,1% 19,4% 100,0% Πίνακας 5.19.

311

312

313

314

315

316

317

318

319

320

321

322

323

324

325

326

327 Γενικό σχήμα Total A E1 K Α Αγγεία Λάκκου 7 (εσωτερικό λάκκου &.Τ.Α) Γενικό σχήμα Κεραμική ύλη Crosstabulation Κεραμική ύλη Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Total Count % 77,6% 14,8% 7,6% 100,0% Count % 85,7%,0% 14,3% 100,0% Count % 100,0%,0%,0% 100,0% Count % 100,0%,0%,0% 100,0% Count % 78,6% 13,9% 7,5% 100,0% Πίνακας 6.5. Γενικό σχήμα Total A E1 E2 K Α Αγγεία Λάκκου 11 (συνολικά) Γενικό σχήμα Κεραμική ύλη Crosstabulation Κεραμική ύλη Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Total Count % 67,8% 28,9% 3,3% 100,0% Count % 63,2% 36,8%,0% 100,0% Count % 45,0% 40,0% 15,0% 100,0% Count % 44,0% 42,7% 13,3% 100,0% Count % 68,4% 26,3% 5,3% 100,0% Count % 62,5% 32,0% 5,5% 100,0% Πίνακας 6.6.

328 Ανοιχτά αγγεία Λάκκου 7 (εσωτερικό λάκκου &.Τ.Α) Κατηγορία μεγέθους Κεραμική ύλη Crosstabulation Κεραμική ύλη Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Total Κατηγορία μεγέθους Total Μικρά Μεσαία Μεγάλα Count % 84,2% 15,8%,0% 100,0% Count % 77,5% 15,9% 6,5% 100,0% Count % 60,0% 25,0% 15,0% 100,0% Count % 74,6% 17,8% 7,6% 100,0% Πίνακας 6.7. Ανοιχτά αγγεία Λάκκου 11 (συνολικά) Κατηγορία μεγέθους Κεραμική ύλη Crosstabulation Κεραμική ύλη Λεπτόκοκκη Μεσόκοκκη Χοντρόκοκκη Total Κατηγορία μεγέθους Total Μικρά Μεσαία Μεγάλα Count % 68,8% 31,3%,0% 100,0% Count % 71,6% 25,7% 2,7% 100,0% Count % 23,5% 58,8% 17,6% 100,0% Count % 68,3% 28,4% 3,3% 100,0% Πίνακας 6.8.

329

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής.

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής. Ντ. Ούρεμ-Κώτσου, Ά. Παπαϊωάννου, T. Silva, Φ. Αδακτύλου, Μ. Μπέσιος Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής. Στην εργασία αυτή επιχειρείται

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΣΤΗ ΘΕΡΜΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΣΤΗ ΘΕΡΜΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΣΤΗ ΘΕΡΜΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Χωρική κατανομή

Διαβάστε περισσότερα

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΙΑΤΣΑΣ' Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» Α. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Το θέμα του συνεδρίου, Ήέες πόλεις πάνω σε παλιές", είναι θέμα με πολλές

Διαβάστε περισσότερα

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Σχολή ΣΑΚΕ Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πρόγραμμα Σπουδών ΕΛΠΟΛ Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό Θεματική Ενότητα ΕΛΠ42

Διαβάστε περισσότερα

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΣ: 3028/2002 ΦΕΚ: Α 153/28.06.2002 ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 1: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ 1. Στην προστασία που παρέχεται

Διαβάστε περισσότερα

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης; ΕΘΝΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ Παραδοχές Εκπαίδευση ως μηχανισμός εθνικής διαπαιδαγώγησης. Καλλιέργεια εθνικής συνείδησης. Αίσθηση ομοιότητας στο εσωτερικό και διαφοράς στο εξωτερικό Αξιολόγηση ιεράρχηση εθνικών ομάδων.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Σπύρος Τσιπίδης Γεω - οπτικοποίηση χωρωχρονικών αρχαιολογικών δεδομένων Περίληψη διατριβής H παρούσα εργασία

Διαβάστε περισσότερα

- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ. Περίληψη διατριβής

- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ. Περίληψη διατριβής ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ - ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Μάρκος Κατσιάνης Ανασκαφική Μεθοδολογία και Σχεδιασμός Πληροφοριακού Συστήματος για τη Διαχείριση Αρχαιολογικών Τεκμηρίων

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πηγές και μέθοδοι (συνέχεια) Ο κλασικός αρχαιολόγος ταξινομεί το υλικό του: Κατά χρονική

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Αναλυτικές προσεγγίσεις στη μελέτη της γραπτή κεραμικής της Αρχαιότερης και Μέσης Νεολιθικής

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος Αναπαράσταση του κλασικού: Το κλασικό παρελθόν δεν ανασκάπτεται ώστε να μελετηθεί ως αυτόνομη ιστορική οντότητα,

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΟΛΙΘΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΥΓΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΡΑΣΕΙΣ 2014

ΝΕΟΛΙΘΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΥΓΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΡΑΣΕΙΣ 2014 ΝΕΟΛΙΘΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΑΥΓΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΡΑΣΕΙΣ 2014 Η ΚΘ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων και η Επιστημονική Ομάδα των Ανασκαφών Αυγής οργανώνουν για πέμπτη χρονιά εκπαιδευτικές δράσεις με αφορμή

Διαβάστε περισσότερα

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)» «Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)» Εισαγωγικά Στη σημερινή πρώτη μας συνάντηση θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε με απλό και ευσύνοπτο τρόπο

Διαβάστε περισσότερα

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών Τίτλος Ερευνητικού Έργου «Η καθημερινή ζωή στις κοινότητες της 5ης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ Σκοπός του έργου Σκοπός του έργου είναι: 1. η δημιουργία μιας on line εφαρμογής διαχείρισης ενός επιστημονικού λεξικού κοινωνικών όρων 2. η παραγωγή ενός ικανοποιητικού

Διαβάστε περισσότερα

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΑΞΗ: Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ, Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Μυκηναϊκός Πολιτισμός ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΚΑΛΛΙΑΔΟΥ ΜΑΡΙΑ ΘΕΜΑ: «Η καθημερινή ζωή στον Μυκηναϊκό Κόσμο» Οι μαθητές

Διαβάστε περισσότερα

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων Νίκος Ναγόπουλος Για τη διεξαγωγή της κοινωνικής έρευνας χρησιμοποιούνται ποσοτικές ή/και ποιοτικές μέθοδοι που έχουν τις δικές τους τεχνικές και

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων Σύνοψη κεφαλαίου Σύνδεση θεωρίας και ανάλυσης Επεξεργασία ποιοτικών δεδομένων Δεοντολογία και ανάλυση ποιοτικών δεδομένων Αξιολογώντας την ποιότητα των ποιοτικών ερευνών Εισαγωγή

Διαβάστε περισσότερα

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Μέρος της οχύρωσης Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που διενεργούνται στην περιοχή της La Bastida (Totana, Murcia στην Ισπανία) έχουν αποκαλύψει ένα επιβλητικό οχυρωματικό

Διαβάστε περισσότερα

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις ΠΡΟΛΟΓΟΣ Οι δυσκολίες μάθησης των παιδιών συνεχίζουν να απασχολούν όλους όσοι ασχολούνται με την ανάπτυξη των παιδιών και με την εκπαίδευση. Τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι, μέσα στην τάξη τους, βρίσκονται

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα Earl Babbie Κεφάλαιο 12 Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων 12-1 Σύνοψη κεφαλαίου Σύνδεση θεωρίας και ανάλυσης Επεξεργασία ποιοτικών δεδομένων Προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Μετά τον εντοπισμό και καθορισμό των αρχαιολογικών θέσεων, καθώς και τη μεταφορά των απαραίτητων υλικών και εργαλείων, το επόμενο σημαντικό στάδιο είναι η ανασκαφή

Διαβάστε περισσότερα

Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Στη διάρκεια του μαθήματος οι φοιτητές/τριες

Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Στη διάρκεια του μαθήματος οι φοιτητές/τριες Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Περιγραφή του μαθήματος - στόχοι: Το μάθημα εξετάζει τις κοινωνικές, πολιτισμικές και ιστορικές διαστάσεις της ανάπτυξης του θεσμού του μουσείου και η ανάπτυξη

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Βεμπεριανές απόψεις για την Εκπαίδευση Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1 Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 12ο (σελ. 274 282) 2 Max Weber (1864 1920) Βεμπεριανές απόψεις για

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016 ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016 ΚΕΘΕΑ Τομέας Έρευνας Η ποιοτική έρευνα επιχειρεί να περιγράψει, αναλύσει, κατανοήσει, ερμηνεύσει κοινωνικά φαινόμενα,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016 ΚΕΘΕΑ Τομέας Έρευνας Η ποιοτική έρευνα επιχειρεί να περιγράψει, αναλύσει, κατανοήσει, ερμηνεύσει κοινωνικά φαινόμενα,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.) ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.) ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (Π.Ι.Ε.)

Διαβάστε περισσότερα

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο Μορφές Εκπόνησης Ερευνητικής Εργασίας Μαρία Κουτσούμπα Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι «η τηλεδιάσκεψη». Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε ερευνητικό ερώτημα που θέσαμε πριν από λίγο Κουτσούμπα/Σεμινάριο

Διαβάστε περισσότερα

Παρουσίαση Βιβλίου. Δημήτρης Γερμανός Τμήμα Επιστήμων Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Παρουσίαση Βιβλίου. Δημήτρης Γερμανός Τμήμα Επιστήμων Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Επιστημονική Επετηρίδα, Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Τόμος 8 (2015) Παρουσίαση Βιβλίου Ρέντζου, Κ., Σακελλαρίου, Μ. (2014). Ο χώρος ως παιδαγωγικό πεδίο σε προσχολικά περιβάλλοντα

Διαβάστε περισσότερα

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος ΣΑ88: Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Το σεμινάριο βοηθά τους φοιτητές να εμπεδώσουν

Διαβάστε περισσότερα

Η ΤΡΙΓΩΝΟΠΟΙΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ

Η ΤΡΙΓΩΝΟΠΟΙΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ Δρ. ΑΔΑΜΑΝΤΙΑ Κ. ΣΠΑΝΑΚΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΚΠ65 Η ΤΡΙΓΩΝΟΠΟΙΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ Τι είναι η τριγωνοποίηση; Ποια είδη τριγωνοποίησης υπάρχουν; Πώς να επιλέξουμε το κατάλληλο είδος; Τι μας προσφέρει

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ Α ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΚΤΕΑ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ

ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ Α ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΚΤΕΑ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΥΛΗ ΚΑΙ ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΧΟΛ. ΕΤΟΣ 2014-15 ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ Α ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΚΤΕΑ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ Από το βιβλίο «Ευκλείδεια Γεωμετρία Α και Β Ενιαίου Λυκείου» των Αργυρόπουλου Η., Βλάμου

Διαβάστε περισσότερα

Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ:

Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ: ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗ 2009 11-13 ΜΑΡΤΙΟΥ 2010, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ: ΧΩΡΟΣ ΤΑΦΙΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΣΤΟ ΝΕΟΛΙΘΙΚΟ ΟΙΚΙΣΜΟ ΑΥΓΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ Γεωργία Στρατούλη, Σέβη Τριανταφύλλου,

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή

Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή Α.Μουνδρέα-Αγραφιώτη Προϊστορικές ανασκαφές Αφορούν ανθρώπινες εγκαταστάσεις, από 2,3 εκ. χρόνια πριν, μέχρι 1000 π.χ. 2.300.000-5.000 πριν (Παλαιολιθική, Μεσολιθική και

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΓΕΩΡΓΙΑ. Α. Κουτσούρης Γεωπονικό Παν/μιο Αθηνών koutsouris@aua.gr

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΓΕΩΡΓΙΑ. Α. Κουτσούρης Γεωπονικό Παν/μιο Αθηνών koutsouris@aua.gr ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΓΕΩΡΓΙΑ Α. Κουτσούρης Γεωπονικό Παν/μιο Αθηνών koutsouris@aua.gr Ενδογενής ανάπτυξη αξιοποίηση των τοπικών πόρων τοπικός προσδιορισμός των αναπτυξιακών προοπτικών - στόχων τοπικός

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Θεωρία και τη Μέθοδο της Προϊστορικής Αρχαιολογίας. - Επιφανειακή έρευνα Renfrew & Bahn 2001, κεφ. 3

Εισαγωγή στη Θεωρία και τη Μέθοδο της Προϊστορικής Αρχαιολογίας. - Επιφανειακή έρευνα Renfrew & Bahn 2001, κεφ. 3 Εισαγωγή στη Θεωρία και τη Μέθοδο της Προϊστορικής Αρχαιολογίας - Επιφανειακή έρευνα Renfrew & Bahn 2001, κεφ. 3 Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Βασική βιβλιογραφία για την παρούσα διάλεξη Renfrew,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Τομέας Έρευνας ΚΕΘΕΑ Η ποιοτική έρευνα επιχειρεί να περιγράψει, αναλύσει, κατανοήσει, ερμηνεύσει κοινωνικά φαινόμενα, έννοιες ή συμπεριφορές επιχειρεί να απαντήσει το γιατί

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας 1 Δρ. Αλέξανδρος Αποστολάκης Email: aapostolakis@staff.teicrete.gr Τηλ.: 2810379603 E-class μαθήματος: https://eclass.teicrete.gr/courses/pgrad_omm107/

Διαβάστε περισσότερα

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους του Σταύρου Κοκκαλίδη Μαθηματικού Διευθυντή του Γυμνασίου Αρχαγγέλου Ρόδου-Εκπαιδευτή Στα προγράμματα Β Επιπέδου στις ΤΠΕ Ορισμός της έννοιας του σεναρίου.

Διαβάστε περισσότερα

Ρετσινάς Σωτήριος ΠΕ 1703 Ηλεκτρολόγων ΑΣΕΤΕΜ

Ρετσινάς Σωτήριος ΠΕ 1703 Ηλεκτρολόγων ΑΣΕΤΕΜ Ρετσινάς Σωτήριος ΠΕ 1703 Ηλεκτρολόγων ΑΣΕΤΕΜ Τι είναι η ερευνητική εργασία Η ερευνητική εργασία στο σχολείο είναι μια δυναμική διαδικασία, ανοιχτή στην αναζήτηση για την κατανόηση του πραγματικού κόσμου.

Διαβάστε περισσότερα

Η ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΗ ΠΑΛΙΑΜΠΕΛΑ ΚΟΛΙΝΔΡΟΥ

Η ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΗ ΠΑΛΙΑΜΠΕΛΑ ΚΟΛΙΝΔΡΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Η ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗΣ ΝΕΟΛΙΘΙΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΗ ΠΑΛΙΑΜΠΕΛΑ ΚΟΛΙΝΔΡΟΥ Μεταπτυχιακή διατριβή Παπαδάκου Τρισεύγενη

Διαβάστε περισσότερα

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιστημολογία κοινωνικής έρευνας ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ: Νικόλαος Ναγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιστημολογία κοινωνικής έρευνας ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ: Νικόλαος Ναγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιστημολογία κοινωνικής έρευνας ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ: Νικόλαος Ναγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου ΣΤΟΧΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Η κοινωνική έρευνα επιχειρεί να ανταποκριθεί και να ανιχνεύσει

Διαβάστε περισσότερα

Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ: ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ

Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ: ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ 1 Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ: ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ Η ποιοτική έρευνα έχει επιχειρηθεί να ορισθεί με αρκετούς και διαφορετικούς τρόπους εξαιτίας

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Ονοματεπώνυμο: Τουφεξή Ασπασία Σειρά: 12 Επιβλέπων καθηγητής: Ιωαννίδης Α. Διευθυντής ΠΜΣ: Σιώμκος Γεώργιος Ο ρόλος του μουσείου

Διαβάστε περισσότερα

Ιδιότητες και Τεχνικές Σύνταξης Επιστημονικού Κειμένου Σχολιασμός ερευνητικής πρότασης

Ιδιότητες και Τεχνικές Σύνταξης Επιστημονικού Κειμένου Σχολιασμός ερευνητικής πρότασης Ιδιότητες και Τεχνικές Σύνταξης Επιστημονικού Κειμένου Σχολιασμός ερευνητικής πρότασης Αναστασία Χριστοδούλου, Dr. Γεώργιος Δαμασκηνίδης Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας & Φιλολογίας Θεσσαλονίκη, 2015 Ιδιότητες

Διαβάστε περισσότερα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Προϊστορικές Κοινωνίες Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr «Νεολιθική επανάσταση» και η καταγωγή της Νεολιθικής στην Ελλάδα Στο θέμα της προέλευσης του παραγωγικού τρόπου

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος ΙΑ119: Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Το μάθημα προφέρει μια συστηματική και

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. Ανάλυση Ποιότικών Δεδομένων. Καθηγητής Α. Καρασαββόγλου Επίκουρος Καθηγητής Π. Δελιάς

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. Ανάλυση Ποιότικών Δεδομένων. Καθηγητής Α. Καρασαββόγλου Επίκουρος Καθηγητής Π. Δελιάς ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ Ανάλυση Ποιότικών Δεδομένων Καθηγητής Α. Καρασαββόγλου Επίκουρος Καθηγητής Π. Δελιάς ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ποιοτική ανάλυση Η μη αριθμητική εξέταση και ερμηνεία παρατηρήσεων που σκοπό έχει να ανακαλύψει

Διαβάστε περισσότερα

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου Βασίλειος Κωτούλας vaskotoulas@sch.gr h=p://dipe.kar.sch.gr/grss Αρχαιολογικό Μουσείο Καρδίτσας Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου Η Δομή της εισήγησης 1 2 3 Δυο λόγια για Στόχοι των Ερευνητική

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 5: Η κοινωνική διάσταση της καινοτομίας ως μοχλός της αειφορίας Αφροδίτη Παπαδάκη-Κλαυδιανού Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών στην Προσχολική Εκπαίδευση

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών στην Προσχολική Εκπαίδευση ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ Διδακτική των Φυσικών Επιστημών στην Προσχολική Εκπαίδευση Ενότητα # 1.2: Η προοπτική των βασικών αρχών της φύσης των Φυσικών Επιστημών στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών

Διαβάστε περισσότερα

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ενότητα 09: Σχεδιασμός και Οργάνωση ενός Προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΙΙ Πολυξένη

Διαβάστε περισσότερα

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παιδική ηλικία είναι ένα ζήτημα για το οποίο η κοινωνιολογία έχει δείξει μεγάλο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως σήμερα βρίσκεται υπό εξέλιξη ένα πρόγραμμα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1 ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΧΑΡΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΧΡΗΣΗ β. φιλιππακοπουλου 1 Αναλυτικό Πρόγραµµα 1. Εισαγωγή: Μια επιστηµονική προσέγγιση στη χαρτογραφική απεικόνιση και το χαρτογραφικό σχέδιο

Διαβάστε περισσότερα

Ερευνητικό ερώτημα: Η εξέλιξη της τεχνολογίας της φωτογραφίας μέσω διαδοχικών απεικονίσεων της Ακρόπολης.

Ερευνητικό ερώτημα: Η εξέλιξη της τεχνολογίας της φωτογραφίας μέσω διαδοχικών απεικονίσεων της Ακρόπολης. Περιγραφή της ερευνητικής εργασίας Βασικοί σκοποί της έρευνας: Η οικοδόμηση γνώσεων όσον αφορά στη λειτουργία των φωτογραφικών τεχνικών (αναλογικών ψηφιακών) διερευνώντας το θέμα κάτω από το πρίσμα των

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1 Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 3ο (σελ. 67-79) 2 Talcott

Διαβάστε περισσότερα

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ 33Οι επιπτώσεις της Βιομηχανικής Επανάστασης 33Η ανάπτυξη της εκπαίδευσης 33Τα ανθρώπινα δικαιώματα στην ιστορία της τέχνης 3 3 Η Ευρώπη και ο

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Ενότητα 2: Θεωρία, Μέθοδοι, Δεδομένα (2/2) 2ΔΩ Διδάσκοντες: Χ. Κασίμης- Ελ. Νέλλας Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης Μαθησιακοί στόχοι Η εκμάθηση

Διαβάστε περισσότερα

παράγραφος Εκταση Περιεχόμενο Δομή Εξωτερικά στοιχεία 8-10 σειρές Ολοκληρωμένο νόημα Οργανωμένη και λογική Εμφανή και ευδιάκριτα

παράγραφος Εκταση Περιεχόμενο Δομή Εξωτερικά στοιχεία 8-10 σειρές Ολοκληρωμένο νόημα Οργανωμένη και λογική Εμφανή και ευδιάκριτα παράγραφος Εκταση 8-10 σειρές Περιεχόμενο Ολοκληρωμένο νόημα Δομή Οργανωμένη και λογική Εξωτερικά στοιχεία Εμφανή και ευδιάκριτα Δομή παραγράφου Θεματική περίοδος- πρόταση Βασικές λεπτομέρειες /σχόλια

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΙΑΙΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΝΙΑΙΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΙΣΧΥΕΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΜΕΡΟΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΛΥΚΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΙΣΧΥΟΥΝ ΤΟ ΔΕΠΠΣ

Διαβάστε περισσότερα

Α Φάση: :Εμείς και η γειτονιά μας. Α φ ά σ η. Α φάση: Εμείς και η γειτονιά μας 53

Α Φάση: :Εμείς και η γειτονιά μας. Α φ ά σ η. Α φάση: Εμείς και η γειτονιά μας 53 1 ο Δημοτικό Σχολείο Αμπελοκήπων Α Φάση: :Εμείς και η γειτονιά μας Α φάση: Εμείς και η γειτονιά μας 53 Οδηγίες για τις δραστηριότητες της Α φάσης Η βασισμένη στον τόπο εκπαίδευση, έχει ως αντικείμενο μελέτης

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση της κριτικής διδασκαλίας. Περιεχόμενο ή διαδικασία? Βασικό δίλημμα κάθε εκπαιδευτικού. Περιεχόμενο - η γνώση ως μετάδοση πληροφορίας

Η ανάλυση της κριτικής διδασκαλίας. Περιεχόμενο ή διαδικασία? Βασικό δίλημμα κάθε εκπαιδευτικού. Περιεχόμενο - η γνώση ως μετάδοση πληροφορίας Η ανάλυση της κριτικής διδασκαλίας Περιεχόμενο ή διαδικασία? Βασικό δίλημμα κάθε εκπαιδευτικού Περιεχόμενο - η γνώση ως μετάδοση πληροφορίας Διαδικασία η γνώση ως ανάπτυξη υψηλών νοητικών λειτουργιών (

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ένας διαχρονικός πολιτισμός. μέσοσ ρουσ του Αλιάκμονα(III)

ΟΙ ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ένας διαχρονικός πολιτισμός. μέσοσ ρουσ του Αλιάκμονα(III) ανασκαφη μέσοσ ρουσ του Αλιάκμονα(III) ΟΙ ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ Ένας διαχρονικός πολιτισμός Αρετή Χονδρογιάννη-Μετόκη Δρ Αρχαιολόγος, Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κοζάνης Οι σωστικές ανασκαφές

Διαβάστε περισσότερα

Οι συζητήσεις Δρ Δημήτριος Γκότζος

Οι συζητήσεις Δρ Δημήτριος Γκότζος Οι συζητήσεις Δρ Δημήτριος Γκότζος Οι διαφάνειες αποτελούν προϊόν μελέτης και αποδελτίωσης του Ι.Ε.Π. (2017). Οδηγός Εκπαιδευτικού για την Περιγραφική Αξιολόγηση στο Δημοτικό http://iep.edu.gr/images/iep/epistimoniki_ypiresia/epist_monades/a_kyklos/evaluation/2017/2a_perigrafiki_d

Διαβάστε περισσότερα

GEORGE BERKELEY ( )

GEORGE BERKELEY ( ) 42 GEORGE BERKELEY (1685-1753) «Ο βασικός σκοπός του Berkeley δεν ήταν να αμφισβητήσει την ύπαρξη των εξωτερικών αντικειμένων, αλλά να υποστηρίξει την άποψη ότι τα πνεύματα ήταν τα μόνα ανεξάρτητα όντα,

Διαβάστε περισσότερα

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΑΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΑΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο Σ Χ Ο Λ Η Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ω Ν Τομέας 1 -Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑΣ ΟΔΟΣ: ΠΑΤΗΣΙΩΝ 42, ΑΘΗΝΑ 10682 ΤΗΛ: 010-772

Διαβάστε περισσότερα

SCUOLA ARCHEOLOGICA ITALIANA DI ATENE

SCUOLA ARCHEOLOGICA ITALIANA DI ATENE SCUOLA ARCHEOLOGICA ITALIANA DI ATENE Odòs Parthenonos 14-16 GR11742 ATENE Tel. +30 210 9239163-9214024, fax +30 210 9220908 www.scuoladiatene.it Il Direttore Prof. Emanuele Papi direttoresaia@scuoladiatene.it

Διαβάστε περισσότερα

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση προλογοσ Το βιβλίο αυτό αποτελεί καρπό πολύχρονης ενασχόλησης με τη θεωρητική μελέτη και την πρακτική εφαρμογή του παραδοσιακού χορού και γράφτηκε με την προσδοκία να καλύψει ένα κενό όσον αφορά το αντικείμενο

Διαβάστε περισσότερα

Ένα εννοιολογικό πλαίσιο για τη Διαπολιτισμική Ψυχολογία. Θεωρητικές προσεγγίσεις Το οικολογικό-πολιτισμικό μοντέλο Κοινωνικοποίηση & επιπολιτισμός

Ένα εννοιολογικό πλαίσιο για τη Διαπολιτισμική Ψυχολογία. Θεωρητικές προσεγγίσεις Το οικολογικό-πολιτισμικό μοντέλο Κοινωνικοποίηση & επιπολιτισμός Ένα εννοιολογικό πλαίσιο για τη Διαπολιτισμική Ψυχολογία Θεωρητικές προσεγγίσεις Το οικολογικό-πολιτισμικό μοντέλο Κοινωνικοποίηση & επιπολιτισμός Ψευδο-ερμηνείες της συμπεριφοράς (θεωρίες των ενστίκτων)

Διαβάστε περισσότερα

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η δημιουργικότητα είναι η λειτουργία που επιτρέπει στο νου να πραγματοποιήσει ένα άλμα, πολλές φορές εκτός του αναμενόμενου πλαισίου, να αναδιατάξει τα δεδομένα με απρόσμενο τρόπο, υπερβαίνοντας

Διαβάστε περισσότερα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Προϊστορικές Κοινωνίες Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Νεολιθική εποχή μόνιμη εγκατάσταση Νεολιθική εποχή Αρχή της παραγωγής της τροφής. Νεολιθική εποχή Αρχή της καλλιέργειας

Διαβάστε περισσότερα

Θέματα Υπολογισμού στον Πολιτισμό

Θέματα Υπολογισμού στον Πολιτισμό Θέματα Υπολογισμού στον Πολιτισμό Εύη Παπαϊωάννου papaioan@ceid.upatras.gr papaioan@upatras.gr Πότε και πού; Ωρολόγιο πρόγραμμα Η φυσική παρουσία ΔΕΝ είναι υποχρεωτική Η εμπρόθεσμη εκπλήρωση υποχρεώσεων

Διαβάστε περισσότερα

μέσοσ ρουσ του Αλιάκμονα (II) Η ζωη στην κοιλαδα Τοπογραφία: Από την προϊστορία στο σήμερα

μέσοσ ρουσ του Αλιάκμονα (II) Η ζωη στην κοιλαδα Τοπογραφία: Από την προϊστορία στο σήμερα ΑΘΑ ανασκαφη 01 Η θέση Κασιάνη Λάβας από ανατολικά. Στο λόφο οικιστικά κατάλοιπα της Αρχαιότερης Νεολιθικής, της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού και της Ελληνιστικής εποχής. Δυτικά του λόφου το φυσικό πέρασμα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ (1) ΓΕΝΙΚΑ ΣΧΟΛΗ Κοινωνικών Επιστημών ΤΜΗΜΑ Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας ΕΠΙΠΕΔΟ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΚΩΔΙΚΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛ201 ΕΞΑΜΗΝΟ ΣΠΟΥΔΩΝ 1 ο ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΩΡΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση Κωδικός μαθήματος: ΚΕΠ 302 Διδάσκων: Δημήτρης Θ. Ζάχος Πιστωτικές μονάδες: 10 Χρόνος και τόπος διεξαγωγής: Τετάρτη 6-9 αίθουσα 907 Εισαγωγικά Η επιτυχής συμμετοχή σ ένα

Διαβάστε περισσότερα

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Σ Χ Ε Δ Ι Α Σ Μ Ο Σ 3 : Κ Α Τ Ο Ι Κ Ι Α / Α Κ Α Δ Η Μ Α Ι Κ Ο Ε Τ Ο Σ

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Σ Χ Ε Δ Ι Α Σ Μ Ο Σ 3 : Κ Α Τ Ο Ι Κ Ι Α / Α Κ Α Δ Η Μ Α Ι Κ Ο Ε Τ Ο Σ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ III ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Σ Χ Ε Δ Ι Α Σ Μ Ο Σ 3 : Κ Α Τ Ο Ι Κ Ι Α / Α Κ Α Δ Η Μ Α Ι

Διαβάστε περισσότερα

Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Επιμέλεια Καραβλίδης Αλέξανδρος. Πίνακας περιεχομένων

Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Επιμέλεια Καραβλίδης Αλέξανδρος. Πίνακας περιεχομένων Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Πίνακας περιεχομένων Τίτλος της έρευνας (title)... 2 Περιγραφή του προβλήματος (Statement of the problem)... 2 Περιγραφή του σκοπού της έρευνας (statement

Διαβάστε περισσότερα

Διερευνητική ιστορική µάθηση: Η χρήση και αξιοποίηση των ιστορικών πηγών

Διερευνητική ιστορική µάθηση: Η χρήση και αξιοποίηση των ιστορικών πηγών Διερευνητική ιστορική µάθηση: Η χρήση και αξιοποίηση των ιστορικών πηγών Αρμόδιος Τσιβάς Δρ. Επιστημών Αγωγής Σχολικός Σύμβουλος περιεχόμενα Ιστορική εκπαίδευση Διδακτική της ιστορίας Διερευνητική μάθηση

Διαβάστε περισσότερα

Κοινότητα 2.0: Τόπος Ταυτότητα Δίκτυα

Κοινότητα 2.0: Τόπος Ταυτότητα Δίκτυα Κοινότητα 2.0: Τόπος Ταυτότητα Δίκτυα Σοφία Καλογερομήτρου - 29/04/2019 Ερευνητική εργασία Φοιτήτρια: Σοφία Καλογερομήτρου Επιβλέπων: Νικόλας Αναστασόπουλος Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Σχολή Αρχιτεκτόνων

Διαβάστε περισσότερα

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ενότητα 04: Εννοιολογικές οριοθετήσεις της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης I Πολυξένη Ράγκου Άδειες

Διαβάστε περισσότερα

Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα

Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα Προϊστορικές Κοινωνίες Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Οι περίοδοι της Προϊστορίας στην Ελλάδα: Παλαιολιθική εποχή (800.000-10.500 ΠΣ) Μεσολιθική εποχή

Διαβάστε περισσότερα

Προσεγγίζοντας παιδαγωγικά τη γλώσσα της σύγχρονης τέχνης με τη χρήση πολυμεσικών εφαρμογών: Η περίπτωσης της Mec Art του Νίκου Κεσσανλή

Προσεγγίζοντας παιδαγωγικά τη γλώσσα της σύγχρονης τέχνης με τη χρήση πολυμεσικών εφαρμογών: Η περίπτωσης της Mec Art του Νίκου Κεσσανλή Προσεγγίζοντας παιδαγωγικά τη γλώσσα της σύγχρονης τέχνης με τη χρήση πολυμεσικών εφαρμογών: Η περίπτωσης της Mec Art του Νίκου Κεσσανλή Πανάγου Ελένη, Ερευνήτρια του Ινστιτούτου Πολιτιστικής & Εκπ/κής

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Ενότητα 9: Συμμετοχική Παρατήρηση (2/2) 2ΔΩ Διδάσκοντες: Χ. Κασίμης- Ελ. Νέλλας Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης Μαθησιακοί στόχοι Η εκμάθηση

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Σημειώσεις Μαθήματος Ανθρωπογεωγραφίας-Ανάλυση Περιφερειακού Χώρου Ηλίας Μπεριάτος ΒΟΛΟΣ 2000 «Ανάλυση του Περιφερειακού Χώρου»

Διαβάστε περισσότερα

Διάρθρωση του Προγράμματος Σπουδών για το ακαδημαϊκό έτος

Διάρθρωση του Προγράμματος Σπουδών για το ακαδημαϊκό έτος Πανεπιστήμιο Πατρών Τμήμα Διαχείρισης Πολιτισμικού Περιβάλλοντος και Νέων Τεχνολογιών* Διάρθρωση του Προγράμματος Σπουδών για το ακαδημαϊκό έτος 2019-20 Μεταβατικές διατάξεις *Κατάργηση με το άρθρο 36

Διαβάστε περισσότερα

Το σύνολο των βραχογραφιών και κάτω λεπτομέρεια

Το σύνολο των βραχογραφιών και κάτω λεπτομέρεια ΠΡΟΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΚΡΗΤΗ Πριν από τις επιφανειακές έρευνες στην περιοχή του Πλακιά και της Πρεβέλης στη νότια Κρήτη, τα μόνα γνωστά προνεολιθικά ευρήματα προέρχονταν από το εσωτερικό του σπηλαίου Ασφέντου στο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham Περιεχόμενο Ορισμοί Παραδοσιακοί οικισμοί στην Ελλάδα Κριτήρια επιλογής και δημιουργίας των οικισμών

Διαβάστε περισσότερα

Ποιοτικοί μέθοδοι έρευνας. Μυλωνά Ιφιγένεια

Ποιοτικοί μέθοδοι έρευνας. Μυλωνά Ιφιγένεια Ποιοτικοί μέθοδοι έρευνας Μυλωνά Ιφιγένεια Έρευνες για την απόκτηση πληροφοριών η γνωμών από τους χρήστες Χρησιμοποιήθηκαν από τις κοινωνικές επιστήμες για τη χρήση κοινωνικών φαινομένων Ο όρος «ποιοτική

Διαβάστε περισσότερα

Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση

Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση Κ. Χαλκιά Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών 2 Το διαδίκτυο: αποτελεί ένα νέο διδακτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΜΝΗΜΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΜΝΗΜΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΜΝΗΜΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΑ ΜΟΥΣΕΙΑ Ραγδαία αύξηση μουσείων και κηρυγμένων ιστορικών χώρων Κάθε μουσειακή παρουσίαση συνιστά

Διαβάστε περισσότερα

Οργανωσιακή Συμπεριφορά Ενότητα 8: Επικοινωνία στην οργάνωση

Οργανωσιακή Συμπεριφορά Ενότητα 8: Επικοινωνία στην οργάνωση Οργανωσιακή Συμπεριφορά Ενότητα 8: Επικοινωνία στην οργάνωση Δρ. Σερδάρης Παναγιώτης Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (Κοζάνη) Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν 1 Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν Έλενα Κωνσταντινίδου, Επ. Καθηγήτρια ΕΜΠ Σας καλοσωρίζουμε στο μάθημα της «Αρχιτεκτονικής ανάλυσης παραδοσιακού

Διαβάστε περισσότερα

Εννοιολογική χαρτογράφηση: Διδακτική αξιοποίηση- Αποτελέσματα για το μαθητή

Εννοιολογική χαρτογράφηση: Διδακτική αξιοποίηση- Αποτελέσματα για το μαθητή Το λογισμικό της εννοιολογικής χαρτογράυησης Inspiration Η τεχνική της εννοιολογικής χαρτογράφησης αναπτύχθηκε από τον καθηγητή Joseph D. Novak, στο πανεπιστήμιο του Cornell. Βασίστηκε στις θεωρίες του

Διαβάστε περισσότερα

Θέματα Υπολογισμού στον Πολιτισμό

Θέματα Υπολογισμού στον Πολιτισμό Θέματα Υπολογισμού στον Πολιτισμό Εύη Παπαϊωάννου papaioan@ceid.upatras.gr papaioan@upatras.gr Πότε και πού; Ωρολόγιο πρόγραμμα Η φυσική παρουσία ΔΕΝ είναι υποχρεωτική Η εμπρόθεσμη εκπλήρωση υποχρεώσεων

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Κουσερή Γεωργία Φιλόλογος Δρ. Πανεπιστημίου Θεσσαλίας ΚΕΡΚΥΡΑ ΜΑΙΟΣ 2017 Περιεχόμενα της παρουσίασης Το ιστορικό ερώτημα Το

Διαβάστε περισσότερα

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών Τίτλος Ερευνητικού Έργου «Από τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες στους

Διαβάστε περισσότερα

Η ενότητα της Συζήτησης στο δοκίμιο εμπειρικής έρευνας

Η ενότητα της Συζήτησης στο δοκίμιο εμπειρικής έρευνας Η ενότητα της Συζήτησης στο δοκίμιο εμπειρικής έρευνας Σεμινάριο Πτυχιακής Εργασίας Εαρινό εξάμηνο 2015-16 Βασίλης Παυλόπουλος Η ενότητα της Συζήτησης Η Συζήτηση αποτελεί τη σύνθεση των ερευνητικών ευρημάτων

Διαβάστε περισσότερα

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης Αναπτυξιακή Ψυχολογία Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης Θέματα διάλεξης Η σημασία της αυτοαντίληψης Η φύση και το περιεχόμενο της αυτοαντίληψης Η ανάπτυξη της αυτοαντίληψης Παράγοντες

Διαβάστε περισσότερα

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων Βασίλης Κόμης, Επίκουρος Καθηγητής Ερευνητική Ομάδα «ΤΠΕ στην Εκπαίδευση» Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και της

Διαβάστε περισσότερα

εισήγηση 8η Είδη Έρευνας ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (#Ν151)

εισήγηση 8η Είδη Έρευνας ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (#Ν151) εισήγηση 8η Είδη Έρευνας ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (#Ν151) Βασική (ή Καθαρή) και Εφαρμοσμένη 1 Η Βασική ή Καθαρή έρευνα δεν στοχεύει σε οικονομικά ή κοινωνικά οφέλη και δεν καταβάλλονται προσπάθειες για την εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα