Η περίπτωση των χαραγμάτων και των γραπτών συμβόλων από τον νεολιθικό λιμναίο οικισμό του Δισπηλιού Καστοριάς

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Η περίπτωση των χαραγμάτων και των γραπτών συμβόλων από τον νεολιθικό λιμναίο οικισμό του Δισπηλιού Καστοριάς"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Συμβολικοί τρόποι επικοινωνίας Η περίπτωση των χαραγμάτων και των γραπτών συμβόλων από τον νεολιθικό λιμναίο οικισμό του Δισπηλιού Καστοριάς Μεταπτυχιακή εργασία Θωμάς Ράπτης Επιβλέπων καθηγητής: Κ. Κωτσάκης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2015

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Κατάλογος Εικόνων και Πινάκων 3 Πρόλογος 4 Εισαγωγή 6 1. Η μεθοδολογία ανίχνευσης και καθορισμού των χαραγμάτων Ο προσδιορισμός του συμβόλου-σημείου και του συμβολισμού Η προσέγγιση της διακόσμησης και της ερμηνευτικής της Οι κανόνες και οι περιορισμοί ανίχνευσης των χαραγμάτων Αυτονόμηση και συσχέτιση των χαραγμάτων και της διακόσμησης Η έρευνα των χαραγμάτων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις Ιστορική επισκόπηση της έρευνας Η ιεροτελεστική-μυθολογική προσέγγιση Η προσέγγιση των χαραγμάτων ως γραφή Η οικονομική-υπολογιστική προσέγγιση Άλλες προσεγγίσεις Κριτική θεώρηση Τα αρχαιολογικά δεδομένα από το Δισπηλιό και η μέθοδος καταγραφής τους Ο νεολιθικός οικισμός του Δισπηλιού και οι πολιτισμικές του φάσεις Η μέθοδος, οι κατανομές και οι κατηγορίες καταγραφής των χαραγμάτων 39 Α) Χωρική κατανομή 39 Β) Στρωματογραφική και ποσοτική κατανομή Τα είδη των τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα Το είδος των αγγείων και τα μέρη τους, που φέρουν χαράγματα Τα είδη των χαραγμάτων 47 1

3 4. Παρουσίαση και ανάλυση συγκεκριμένων ιδιαίτερων τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα Κεραμική Ειδωλοπλαστική Οστέινα αντικείμενα Πηλοκατασκευή και διάφορα άλλα πήλινα αντικείμενα 83 Συμπεράσματα 85 Βιβλιογραφία 95 Εικόνες και Πίνακες 102 2

4 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΠΙΝΑΚΩΝ Εικόνες Εικ. 3β, 4α, 4β, 4γ, 5α, 5β, 6α, 6β, 10, 41, 42, 44-48, 54, 56, 58: Βούλγαρη 2011, Πίν Εικ. 7: Leroi 2000 Α :319 Εικ. 8: Αρχείο Lascaux, Βικιπέδια Εικ. 12: Winn 2008:129 Εικ. 14: Elkins 1998:151 Εικ : Πηλείδου 2006, χάρτης 5 Εικ : Merlini 2008:47 Εικ. 21: Winn 2008:131 Εικ. 22: Luca 2009:69 Εικ. 23: Lazarovici 2008:116 Εικ. 39: Merlini 2007:84 Εικ. 60: Τσούντας 1908, Αι προϊστορικαί ακροπόλεις Διμηνίου και Σέσκλου, Πίν. 44 Εικ : Vitelli 1999:156, 226, 228, 325 Πίνακες Πίν. 1: Karkanas et. al. 2011, fig.12 Πίν. 11: Υφαντίδης 2006, Πίν. 03 Όλες οι υπόλοιπες εικόνες, τα σχέδια και οι πίνακες προέρχονται από το ψηφιακό αρχείο των ανασκαφών του Δισπηλιού και από τον γράφοντα. 3

5 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Σ ύπνο και ξύπνο άλλο στο νου δεν είχα πως να τα μεγαλώσω, μια μέρα να τα κοιμηθώ. Παραμόνευα πίσω απ τις θύρες. Έμαθα να τα πιάνω στον αέρα, στο νερό. Αλλά πως να τα πω δεν ξέρω ακόμα. Α. Λευκό ή κυανό, ανάλογα με τις ώρες και τη θέση των άστρων. Λ. Πραγματικά βρεμένο. Ίδιο βότσαλο. Γ. Το πιο ελαφρύ που η αδυναμία σου να το προφέρεις, δείχνει το βαθμό της βαρβαρότητας σου. Οδ. Ελύτης Από την θέση αυτή θα ήθελα πρώτα να θυμηθώ τον αείμνηστο καθηγητή μου Γεώργιο Χουρμουζιάδη, που μου έμαθε να ατενίζω το αρχαιολογικό εύρημα ως κάτι απλό αλλά και σύνθετο ταυτόχρονα. Μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη τού χρωστώ για το ότι πάντα ήταν εκεί, έτοιμος για επικοινωνία, σε πείσμα του υπέρμετρου σεβασμού μου για το πρόσωπο του, που δυστυχώς τις περισσότερες φορές με κρατούσε μακριά του. Τον θυμάμαι ακόμη γιατί με δίδαξε με τη σπάνια γενναιοδωρία του, παραχωρώντας μου το υλικό της παρούσας εργασίας χωρίς μάλιστα δεύτερη σκέψη και κουβέντα. Τέλος, τον θυμάμαι γιατί μου έμαθε να τοποθετώ πάντα τον άνθρωπο (τον παρελθοντικό αλλά κατά βάση τον σύγχρονο) και τη σχέση μαζί του πάνω από το οποιοδήποτε αντικείμενο-εύρημα. Είμαι απόλυτα σίγουρος ότι με ακούει και ότι η παρούσα εργασία θα τον ικανοποιούσε σε μεγάλο βαθμό. Έπειτα θα ήθελα να εκφράσω τις ουσιαστικές ευχαριστίες μου στον επιβλέποντα καθηγητή μου κ. Κώστα Κωτσάκη, γιατί με το κοφτερό του μυαλό άνοιξε νέους ορίζοντες στη σκέψη μου. Επίσης, θα ήθελα να τον ευχαριστήσω για την ανοχή που επέδειξε μέχρι το πέρας της παρούσας εργασίας. Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω τους γονείς μου Τάσο και Βάια γιατί, πέρα από το είναι, μου δίδαξαν την αγάπη, την αγωνιστικότητα, το ανικανοποίητο και την αναζήτηση δρόμων πρωτόγνωρων, με ό,τι καταπιάνομαι. Μεγάλη ευγνωμοσύνη οφείλω στον επίκουρο καθηγητή Ιστορικής Γλωσσολογίας του Α.Π.Θ. αλλά κατά βάση καλό μου φίλο κ. Γεώργιο Παπαναστασίου, γιατί ήταν συνέχεια δίπλα μου κατά τη διάρκεια της εργασίας, στις δυσκολίες, στους ενθουσιασμούς, στις απογοητεύσεις και στα τσίπουρα, στηρίζοντας και εμπνέοντάς με. Από τη θέση αυτή θα ήθελα να 4

6 ευχαριστήσω την Ευαγγελία Βούλγαρη για τη διδακτορική της διατριβή, που στάθηκε σημαντικό βοήθημα στη μελέτη μου και να της ζητήσω συγγνώμη για τον λόγο που ξέρει αυτή και μερικοί ακόμη. Ακόμη ευχαριστώ τον φίλο μου και φύλακα του Μουσείου του Δισπηλιού Μάρκο Γράσια, του οποίου η βοήθεια στο τελικό στάδιο της εργασίας ήταν πολύτιμη. Τέλος θα θέλω να ευχαριστήσω τον π. Μιλτιάδη να ευχαριστήσω την Ειρήνη, τον Τάσο, την Άντα, τον Γιάννη, τη Νάσια, τον Κωνσταντίνο,, τη Μαρίνα, τη Νανά, τον Νίκο, τον Γιάννη, την Ελένη, τον Gazmend, τον, την... Όλα χάνονται. Του καθενός έρχεται η ώρα. Όλα μένουν. Εγώ φεύγω. Εσείς να δούμε τώρα. Οδ. Ελύτης 5

7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία επιχειρώ να προσεγγίσω ένα σχεδόν άγνωστο αρχαιολογικό υλικό, στην ελλαδική τουλάχιστον έρευνα της προϊστορίας. Η επιλογή αυτή έγινε εντελώς αυθόρμητα, ήδη από το 1998, όταν η φρεσκάδα της σκέψης και ο παιδικότροπος ντεντεκτιβισμός του πρωτοετούς φοιτητή της αρχαιολογίας υπερτερούσαν σε σύγκριση με την όποια φιλοδοξία. Η απολύτως εύλογη απορία μου τότε ήταν μα γιατί κανένας δεν μελετά αυτά τα μυστήρια και αινιγματικά χαραγμένα σύμβολα πάνω σε τόσα αντικείμενα;. Μετά από τόσα χρόνια η γενναιοδωρία του αείμνηστου καθηγητή μου Γ. Χουρμουζιάδη, που μου εμπιστεύθηκε ένα τόσο δύσκολο υλικό, και η ποικιλία καθώς και το ακαταπόνητο της επιστημονικής αναζήτησης του επιβλέποντος καθηγητή μου κ. Κ. Κωτσάκη απάντησαν στην παλιά μου απορία. Πολλοί ήταν αυτοί που προσπάθησαν να με αποτρέψουν, είτε επικαλούμενοι τη δυσκολία του εγχειρήματος είτε αρνούμενοι την ευγλωττία του συγκεκριμένου αρχαιολογικού υλικού, ενώ κάποιοι άλλοι υπερτόνιζαν τους ερμηνευτικούς κινδύνους και τους πειρασμούς που ένα τέτοιο υλικό ενέχει. Είχαν ήδη, βέβαια, προηγηθεί αυτοί που δεν αντιλήφθηκαν έγκαιρα την αξία, ή μάλλον την ίδια την ουσία, της ταξινόμησης των αντικειμένων που περιέχουν αυτά τα χαραγμένα σύμβολα ως μιας νέας και ανεξάρτητης κατηγορίας, αντίστοιχης με αυτές της κεραμικής, των δομικών υλικών κτλ. Μάλιστα, στις επανειλημμένες προσπάθειές μου να συγκεντρώσω όσα αντικείμενα με χαράγματα κατάφερα τελικά να εντοπίσω, προσέκρουα συνεχώς σε μια αντίληψη εγωιστικής κτήσης ενός υλικού, όπως π.χ. της κεραμικής, σύμφωνα με την οποία τόσο τα αγγεία ή τα όστρακα με χαράγματα όσο και ο μελετητής τους θα έπρεπε να είναι υπόλογα και υποκείμενα στην κατηγορία στην οποία αυτά εντάσσονται, π.χ. στην κεραμική, και στον μελετητή της. Μια απλή λύση πιστεύω πως θα ήταν η δυνατότητα (και σε νομικό επίπεδο) μελέτης του ίδιου ακριβώς υλικού από περισσότερους του ενός μελετητές ή η αναγνώριση και η νομική κατοχύρωση της δυνατότητας μελέτης διαφορετικών πεδίων ανάλυσης του ίδιου υλικού, ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα υπέρμετρης κτητικότητας μιας κατηγορίας υλικού αλλά και η επανάπαυση του μελετητή και η αδιαφορία του για τη δημοσίευση της μελέτης του σε λογικό χρονικό διάστημα. Σαφώς με τα παραπάνω 6

8 τίθεται το ζήτημα τόσο των στεγανών της ταξινόμησης των αρχαιολογικών αντικειμένων σε δεδομένες και προσχεδιασμένες κατηγορίες όσο και της δυνατότητας των μελετητών να συνεργαστούν ή τουλάχιστον να συνυπάρξουν στο πλαίσιο μιας επιστημονικής έρευνας. Συνεπώς, εξαρχής ήξερα ότι είχα στα χέρια μου ένα ελλιπές τμήμα από το υλικό που θα μελετούσα, με αποτέλεσμα να αμφιβάλω αν θα ήταν αρκετό να στηρίξει μια μεταπτυχιακή εργασία. Επιπλέον, δεν είχα στη διάθεσή μου όλες αυτές τις μετρήσεις που κατά την ανασκαφική πράξη λαμβάνονται κυρίως για ολόκληρα αγγεία ή μικροευρήματα, μαζί με τις όποιες ημερολογιακές παρατηρήσεις σχετικά με τα συμφραζόμενα ανεύρεσής τους. Μια ακόμη δυσκολία που αντιμετώπισα ήταν ο παρα-επιστημονικός και εθνικιστικός προσανατολισμός των περισσότερων εργασιών που μελέτησα και αφορούσαν τον ευρύτερο βαλκανικό χώρο. Οι περισσότερες από αυτές αναζητούν την αρχαιότερη προϊστορική ευρωπαϊκή γραφή (ομοιογενή και ενιαία) ή τουλάχιστον μια ιεροτελεστική γραφή με επίκεντρο προϊστορικές θεότητες. Μεγέθη όπως η ενδεχόμενη πρακτική-οικονομική διάσταση των συμβόλων, καθώς και η άμεση συσχέτισή τους με άλλες δράσεις (διακόσμηση με τη χρήση χρώματος, ειδωλοπλαστική) ή και άλλα αναλυτικά μεγέθη (σχήμα και είδος του τεχνουργήματος στο οποίο αποτυπώνονται, η θέση τους στο κάθε τεχνούργημα) είναι στην καλύτερη περίπτωση συμπληρωματικά αυτών των προσεγγίσεων. Ακόμη και για το ίδιο το Δισπηλιό τα κείμενα που βρίσκει κανείς με μια πρόχειρη αναζήτηση στο διαδίκτυο εντάσσονται σε ένα παρόμοιο παρα-επιστημονικό πλαίσιο. Συνεπώς, δεν είχα στα χέρια μου ούτε κάποιο ουσιαστικό θεωρητικό μοντέλο ούτε μια σαφή μέθοδο προσέγγισης και καταγραφής του υλικού. Όλα τα παραπάνω με οδήγησαν πεισματικά να αποπειραθώ μία μοναχική δυστυχώς αλλά ενδιαφέρουσα, πιστεύω, συνομιλία με το αρχαιολογικό υλικό. Επιπλέον, η απουσία της δυνατότητας ουσιαστικών συγκρίσεων με άλλες θεωρητικές προτάσεις και μεθόδους που εφαρμόστηκαν στα τεχνουργήματα άλλων προϊστορικών θέσεων με βοήθησε να εστιάσω ευκρινέστερα στον χώρο, στον χρόνο και στην πολιτισμική ιδιαιτερότητα του υλικού που μελέτησα. Ακόμη παραπέρα, μιας και το ίδιο το υλικό μου το υπέδειξε (οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες χάραξαν αλλά και ζωγράφισαν σύμβολα πάνω σε αγγεία, σε ειδώλια, και άλλα οστέινα και πήλινα αντικείμενα) οδηγήθηκα σε αναλυτικές 7

9 συγκρίσεις που θα τις χαρακτήριζα εσωτερικές ή αυτοαναφορικές, στο πλαίσιο δηλαδή της κατασκευής και χρήσης συγκεκριμένων αντικειμένων από συγκεκριμένους ανθρώπους ενός συγκεκριμένου οικισμού. Έτσι προσπάθησα να συγκρίνω και να παραλληλίσω τα εγχάρακτα σύμβολα με αυτά που αποδίδονται με λευκό χρώμα πάνω σε μαύρα στιλβωμένα αγγεία, όπως επίσης και τα εγχάρακτα σύμβολα που βρίσκονται σε συγκεκριμένα σημεία των ειδωλίων με αντίστοιχα των αγγείων. Γενικότερα, αποπειράθηκα να αναζητήσω σχέσεις ή απουσία σχέσεων ανάμεσα στη χαραγματική και τη διακοσμητική πρακτική. Με βάση τα παραπάνω, η μέθοδος καταγραφής που ακολούθησα εμπεριέχει κάποιες ερμηνευτικές (εξηγητικές μάλλον) παραδοχές, οι οποίες, όπως ελπίζω ότι θα φανεί, προέκυψαν σχεδόν αυτόματα από την ταξινόμηση και καταγραφή του υλικού. Ωστόσο, οφείλω να ομολογήσω ότι ο βασικός και τυραννικός ίσως προϊδεασμός που είχα ήταν η ιδιαιτερότητα ή η μοναδικότητα του φυσικού περιβάλλοντος του νεολιθικού Δισπηλιού, δηλαδή της λίμνης και της ενδεχόμενης καταλυτικής αλληλεπίδρασής της με ένα συμβολικό σύστημα που επινόησαν ή τουλάχιστον χρησιμοποίησαν στο πλαίσιο και τις ανάγκες του δικού τους οικισμού οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες. Πιστεύω πάντως ότι, παρ όλες τις δυσκολίες που προαναφέρθηκαν, η παρούσα εργασία αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση ενός αρκετά ιδιόμορφου αρχαιολογικού υλικού και, αν και φαινομενικά τουλάχιστον στερείται αυστηρής μεθοδολογίας, κυριαρχείται από πρωτότυπες παρατηρήσεις, που προσφέρουν ευρείες ερμηνευτικές προοπτικές. Αναφερόμενος συνοπτικά στα κεφάλαια που ακολουθούν, θα έλεγα ότι στο 1ο κεφάλαιο παρουσιάζω αρχικά τις διάφορες θεωρητικές προσεγγίσεις για τον ορισμό και την ερμηνεία του συμβόλου στο πλαίσιο της αρχαιολογίας. Έπειτα, προσπαθώ να καθορίσω τα όρια της διακοσμητικής πρακτικής ως φορέα μηνυμάτων. Στη συνέχεια, παρουσιάζω κάποιους βασικούς κανόνες, σύμφωνα με τους οποίους ένα ή περισσότερα εγχάρακτα κυρίως ή και γραπτά σύμβολα στην επιφάνεια ενός αντικειμένου μπορούν να οριστούν ως σημεία ενός συμβατικού επικοινωνιακού συστήματος που λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο από ό,τι η διακόσμηση, τόσο στο επίπεδο της μορφής όσο και του περιεχομένου. Τέλος, θέτω κάποια βασικά ερωτήματα για τη λειτουργία και τη σχέση της χαραγματικής και της διακοσμητικής πρακτικής στο πλαίσιο του νεολιθικού Δισπηλιού. 8

10 Στο 2ο κεφάλαιο αναφέρομαι στο ιστορικό της έρευνας των χαραγμάτων του βαλκανικού χώρου καθώς και στις διάφορες ερμηνείες που προτάθηκαν. Στο 3ο κεφάλαιο παρουσιάζω την κατανομή των χαραγμάτων στον χώρο και στον χρόνο του νεολιθικού Δισπηλιού, καθώς επίσης και όλα τα διαφορετικά είδη των τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα. Ειδικότερα, εξετάζω και καταγράφω τη σχέση των χαραγμάτων με την κεραμική, την σχέση χαραγματικής και διακοσμητικής πρακτικής καθώς και τη σχέση της κεραμικής και των ειδωλίων που φέρουν χαράγματα. Τέλος, αυτονομώ όλα τα χαράγματα που εντόπισα και τα εντάσσω σε έναν γενικό πίνακα καταγραφής. Στο 4ο κεφάλαιο περιγράφω και αναλύω κάποιες ιδιαίτερες και μοναδικές περιπτώσεις αντικειμένων που φέρουν σύνολα χαραγμάτων, στα οποία (στη συντριπτική τους πλειονότητα) εντόπισα αριθμητικές σχέσεις. Επιπλέον, περιγράφω το είδος των τεχνουργημάτων και τα ιδιαίτερα μορφολογικά χαρακτηριστικά τους, στη προσπάθεια να διερευνήσω πιθανές χρήσεις τους. Στα Συμπεράσματα προσπαθώ με συνοπτικό και απλό τρόπο να συμπυκνώσω τα ουσιαστικότερα σημεία της εργασίας μου και να προτείνω κάποιες βασικές κοινωνικές διαστάσεις, όπως αυτές καταγράφονται, κατά τη γνώμη μου, στο σύνολο του υλικού που μελέτησα. 9

11 1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η μεθοδολογία ανίχνευσης και καθορισμού των χαραγμάτων 1.1 Ο προσδιορισμός του συμβόλου-σημείου και του συμβολισμού Προεξαγγελτικά και απλοποιητικά θα μπορούσαμε να ορίσουμε το σύμβολο ως κάτι το οποίο μπορεί να αναφέρεται, να συγκροτεί, να σημαίνει, να εμπεριέχει, να αντιπροσωπεύει, να σηματοδοτεί και να ενεργοποιεί κάτι άλλο. Στο πλαίσιο της σημειωτικής, και ειδικότερα στη γλωσσολογική της εφαρμογή, οι λέξεις και ο τρόπος καταγραφής τους είναι σύμβολα (που ανήκουν σε ένα κοινωνικά συμφωνημένο σύστημα επικοινωνίας με βαθύτερες νοητικές δομές), τα οποία σημαίνουν μια σκέψη, η οποία αντιπροσωπεύει ένα αντικείμενο (de Saussure 1976:68, Louhivuori 2010:2324). Συνεπώς, το σύμβολο-σημείο (ή μάλλον η πρωταρχική επιλογή και λειτουργία του) είναι τελείως αυθαίρετο και το νόημά του βασίζεται σε μια συμφωνία των ανθρώπων που το χρησιμοποιούν (Louhivuori 2010:24). Η άμεση εφαρμογή της θεωρίας του συμβόλου στη μελέτη των αρχαιολογικών αντικειμένων θα σήμαινε την εξαρχής παραδοχή ότι οποιοδήποτε αντικείμενο θα μπορούσε να συμβολίζει οτιδήποτε, στο πλαίσιο μιας αυθαίρετης, σιωπηλής, και βαθύτερης νοητικής συμφωνίας των ανθρώπων μιας κοινότητας, χωρίς να υπάρχει αναγκαστική σχέση μεταξύ του σημαίνοντος (ή του συμβόλου-αντικειμένου) και του σημαινομένου (ή του συμβολιζόμενου-σημασίας) (Hodder & Hutson 2010:87). Ο Pierce ήταν αυτός που διεύρυνε και έθεσε τη διαδικασία της σημασιοδότησης (σημείωσης) σε ένα ερμηνευτικό αλλά ταυτόχρονα αντικειμενοκεντρικό πλαίσιο. Για τον Pierce ένα σημείο μπορεί να οριστεί ως κάτι το οποίο μετριάζεται ανάμεσα σε ένα αντικείμενο και έναν νου, με το να είναι το ίδιο, κατά κάποιον τρόπο, επηρεασμένο ή καθορισμένο από αυτό το αντικείμενο, και έπειτα αυτό (το σημείο) με τη σειρά του να επηρεάζει τον νου. Την επίδραση αυτή την ονομάζει το ερμηνεύον του σημείου, η φύση του οποίου είναι τέτοια, ώστε ο νους εξ αυτού και μέσα στο πλαίσιο αυτού να επηρεάζεται έμμεσα από το ίδιο το αντικείμενο (Andrerson 1995:46). Η δραστική εμπλοκή του αντικειμένου στη διαδικασία της σημασιοδότησης (σημείωσης) στην παραπάνω θεώρηση αναγνωρίζει τη δυνατότητα που παρέχουν τα αντικείμενα να χρησιμοποιούνται και τα ίδια ως σημεία-σύμβολα άλλων εννοιών, και μάλιστα με 10

12 τρόπο όχι αναγκαστικά αυθαίρετο (Hodder & Hutson 2010:100). Συνεπώς, με βάση την προσέγγιση του Pierce, τα σημεία μπορεί να είναι αυθαίρετα, δηλαδή σύμβολα, είτε μη αυθαίρετα, δηλαδή εικόνες και ενδείκτες. Οι εικόνες έχουν μορφική σχέση με εκείνο που σημαίνεται, ενώ οι ενδείκτες έχουν εμπειρική σχέση με το αναφερόμενό τους (Hodder & Hutson 2010:103). Οι παραπάνω θεωρητικές προσεγγίσεις έχουν καθοριστικό ρόλο στο πλαίσιο της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας, μιας και το προς εξέταση αρχαιολογικό υλικό εμπλέκεται άμεσα και ξεκάθαρα, όπως θα φανεί, σε μια σημασιοδοτική πρακτική της νεολιθικής εποχής, από την οποία μπορούν να συναχθούν πολλαπλά, πρωτίστως εικονικά, συμβολικά και ενδεικτικά νοήματα (πρβ. Hodder & Hutson 2010:104). Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι, αν όχι όλοι, ασχέτως αν δέχονται ή όχι και σε ποιο βαθμό και με τον όποιο τρόπο τη συμβολική διάσταση των αντικειμένων, συμφωνούν ότι το σύμβολο είναι ένα σημείο που προϋποθέτει την ύπαρξη ερμηνευτή. Το αρχαιολογικό εύρημα από μόνο του δεν περιέχει κανένα συμβολικό σημείο, αλλά είναι ο ερμηνευτής που το αναγνωρίζει. Έχουμε μια σύγχρονη ερμηνεία και επίσης ένα σύγχρονο συμβολικό σημείο που προσπαθεί να ερμηνεύσει το συμβολικό σημείο του παρελθόντος με έναν συγκεκριμένο τρόπο (Louhivuori 2010:178). Στο πλαίσιο αυτό, της ανάγκης ύπαρξης ενός ερμηνευτή ως καθοριστικής προϋπόθεσης για την ύπαρξη ενός συμβόλου, η διαδικαστική αρχαιολογία όρισε τα σύμβολα ως αντιπροσωπευτικά των κοινωνικών πραγματικοτήτων, ενώ η μεταδιαδικαστική αρχαιολογία (κυρίως η επηρεασμένη από τον δομισμό) θεώρησε ότι τα σύμβολα συγκροτούν και συνιστούν τις κοινωνικές δομές (Robb 1998:332). Συνεπώς, τα σύμβολα, συμπεριλαμβανομένων των εικόνων, των τελετουργιών, των μνημείων και των γραπτών κειμένων, μεταφέρουν και μεταβιβάζουν πληροφορίες και νοήματα στους θεατές τους (de Marrais et al. 1996:16). Τα σύμβολα, ως ενδείξεις που αντιπροσωπεύουν νοήματα, έχουν μια υλική ζωή, η οποία κυριαρχείται από τις ανθρώπινες προθέσεις και στρατηγικές μέσω των οποίων αυτά παράγονται, ανταλλάσσονται και καταστρέφονται. Αντίθετα, η δομιστική προσέγγιση εκλαμβάνει τα σύμβολα ως θεμελιώδεις νοητικές κατασκευές που, με το να δομούν τις διαδικασίες της νόησης, σχεδιάζουν έναν ουσιαστικά πολιτισμικό κόσμο (Robb 1998:335). Στο ερμηνευτικό αυτό πλαίσιο η αυστηρή από τη μια μορφική 11

13 ανάλυση, π.χ. της διακόσμησης της κεραμικής, μελετά τις συμμετρίες και τις επαναλήψεις των διακοσμητικών μοτίβων ως άμεσες αντανακλάσεις και ενδείξεις του είδους της κοινωνικής οργάνωσης, της αλληλεπίδρασης και της διακοινοτικής επαφής (Hodder & Hutson 2010:91). Από την άλλη, η καθαρά δομιστική ανάλυση ερευνά το νόημα της ύπαρξης ή της απουσίας συμμετριών και το αν οι συμμετρίες αυτές μπορούν να εντοπιστούν σε διάφορα επίπεδα οργάνωσης της ζωής μιας ομάδας ανθρώπων, π.χ. το αν η οργάνωση του οικιστικού χώρου (το σχήμα των οικιών) συνδέεται ή μεταφέρεται στη διαχείριση του χώρου στις ταφικές πρακτικές (Hodder & Hutson 2010:92). Η τρίτη βασική προσέγγιση των συμβόλων, η μεταδομιστική, απορρίπτει τη διχοτόμηση ανάμεσα στο σύμβολο και στα ιδεώδη νοήματα. Ο υλικός πολιτισμός μπορεί να ενσωματώνεται φυσικά αλλά την ίδια στιγμή να αναδύεται πολιτισμικά. Συνεπώς, δεν μπορεί να υπάρξει μια απλή και τυπική οριοθέτηση ανάμεσα στο τι είναι μέσα, ή εσωτερικό, και τι είναι έξω, ή εξωτερικό, από το αντικείμενο (Tilley 1993:5). Το νόημα έτσι δεν εδρεύει μέσα στο αντικείμενο ή στους ανθρώπους αλλά στη στιγμή της αλληλεπίδρασης αυτών των δύο (Thomas 1996:97). Συνεπώς, τα συμβολικά νοήματα δεν υπάρχουν εκτός της στιγμής στην οποία οι άνθρωποι τα αντιλαμβάνονται και τα συναρμολογούν σε νοηματικούς σχηματισμούς. Τα σύμβολα μοιάζουν με ψηφίδες μωσαϊκού, κομμάτια με ποιότητες, εγγενώς αυθαίρετες, οι οποίες είναι προσωρινά συναρμολογημένες και βιωμένες ως νοηματικές, κατά τη διάρκεια που οι άνθρωποι παίζουν μαζί τους (Robb 1998:337-38). Ο Robb πολύ εύστοχα, αλλά ίσως με μια δόση υπερβολής, δηλώνει ότι το ερώτημα σε πολλές περιπτώσεις θα έπρεπε να είναι όχι πού μπορούμε να εντοπίσουμε αρχαιολογικά τα σύμβολα, αλλά πού να βρούμε κάτι πολιτισμικό το οποίο να μην είναι συμβολικό (Robb 1998:331). Ανακεφαλαιώνοντας τις παραπάνω προσεγγίσεις με κριτική διάθεση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η διαδικαστική προσέγγιση, που θεωρεί τα σύμβολα αντιπροσωπευτικά κάποιων λειτουργιών και κοινωνικών σχέσεων, προσφέρει ένα πρώτο και άμεσα συσχετιστικό επίπεδο ανάλυσης των συμβόλων. Ενδιαφέρεται κυρίως για την ποσοτικοποίηση και συστηματοποίηση στη μελέτη των υλικών καταλοίπων, χωρίς να αναζητά βαθύτερες ή διαφορετικές δομές που δίνουν μορφή 12

14 στα διάφορα υποσυστήματα του υλικού πολιτισμού. Επιπλέον, σε αντίθεση με τον δομισμό, η διαδικαστική αρχαιολογία παραβλέπει το γεγονός ότι οι διαφορετικές σφαίρες του υλικού πολιτισμού (ιδεολογία, χώρος, ταφικές πρακτικές κτλ.) μπορεί να είναι μετασχηματισμοί των ίδιων βαθύτερων σχημάτων ή μπορεί να είναι μετασχηματισμοί η μία της άλλης. Αντί να διαχωρίζουμε την ανθρώπινη δράση σε υποσυστήματα, ίσως είναι καλύτερο να συσχετίζουμε το καθένα με το άλλο, ως διαφορετική εξωτερική εκδήλωση των ίδιων πρακτικών (Hodder & Hutson 2010:11112). Οι θεωρητικές προτάσεις του δομισμού δοκιμάστηκαν στην εθνογραφική μελέτη και αποδείχθηκε η μεγάλη τους χρησιμότητα. Συμβολικές και δομικές αρχές υπάρχουν ευρέως, αν και χρησιμοποιούνται και τονίζονται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε κοινωνία. Οι αρχές αυτές είναι μοντέλα και αναλογίες που σχετίζονται με τον τρόπο που ο άνθρωπος δίνει νόημα στη δράση του (Hodder 2005:24-25). Επιπλέον, οι εθνοαρχαιολογικές μελέτες έδειξαν ότι τα σύμβολα εμπλέκονται ενεργά στις κοινωνικές στρατηγικές και χρησιμοποιούνται για να αποκρύψουν, να μεγεθύνουν ή να αντικρούσουν συγκεκριμένους τύπους ροής πληροφοριών και κοινωνικών σχέσεων (Hodder 2005:37). Την ενεργητικότητα αυτή των συμβόλων, όπως και την πολλαπλή και υποκειμενική τους ερμηνεία, την καθιέρωσε και την επέκτεινε ο μεταδομισμός. Μάλιστα, πρότεινε ότι το νόημα των συμβόλων διασπείρεται σε μια ατελείωτη αλυσίδα σημασιοδότησης και επιπλέον ότι οι πράξεις που σχετίζονται με τα νοήματα αυτά υπόκεινται σε πολλαπλές ερμηνείες, παρελθοντικές, σύγχρονες και μελλοντικές (Hodder & Hutson 2010:106). Ωστόσο, ο Robb επικρίνει αυτή την απόλυτα σχετικιστική και υποκειμενική προσέγγιση, λέγοντας ότι με τον πολυερμηνευτικό αυτό τρόπο όλη η συμβολική ζωή καταντά επιπόλαιη, μιας και ο καθένας μπορεί να παίζει και να επαναπροσδιορίζει τα σύμβολα. Όλα θα μπορούσαν να μοιάζουν με εικόνες εναλλασσόμενες και αντιπαρατιθέμενες παροδικά σε μια οθόνη (Robb 1998:339). Επίσης, υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει μια αρχαιολογία των συμβόλων και θεωρεί ότι η βασική προϋπόθεση για τη ερμηνεία τους είναι να συνειδητοποιήσουμε ποιες είναι οι κατάλληλες ερωτήσεις που πρέπει να κάνουμε (Robb 1998:341). Προκαταβολικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο αρχαιολογικό υλικό της παρούσας εργασίας μπορεί πολύ εύκολα να αναγνωριστεί ο συμβολικός χαρακτήρας κάποιων χαράξεων, ενώ είναι απόλυτα θολό το τοπίο όσον αφορά το νοηματικό 13

15 πλαίσιο στο οποίο αυτό ενεργήθηκε και το οποίο τα ανανοηματοδότησε. Ο Hodder δηλώνει ότι όλη η ανθρώπινη δράση είναι νοηματοδοτημένη, και αυτό δεν συμβαίνει απλά και μόνο επειδή επικοινωνεί μηνύματα σε άλλους ανθρώπους. Συμπληρώνει ότι μια τέτοια θεώρηση ενέχει τον κίνδυνο να περιορίσει το νόημα των αντικειμένων σε κομμάτια πληροφοριών που μελετώνται με βάση την αποτελεσματικότητά τους στο να μεταφέρουν μηνύματα (Hodder 2005:11). Αν και η παραπάνω πρόταση θέλει να αντιταχθεί στη στενή προσέγγιση του συμβόλου ως απλού φορέα κάποιου μηνύματος, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι, όπως θα δείξουμε παρακάτω, τα χαράγματα από το Δισπηλιό φαίνεται να υλοποιούν σε μεγάλο βαθμό και (αν όχι πρωτίστως) αυτό τον σκοπό. Αντίθετα με τον αρκετά ξεκάθαρο (όπως πιστεύουμε ότι θα αποδείξουμε) προορισμό τους να μεταφέρουν μηνύματα, η βασική δυσκολία έγκειται στην ανίχνευση του περιεχομένου των μηνυμάτων αυτών, ώστε καθίσταται αναγκαία η μελέτη των συμφραζομένων που δίνουν και παίρνουν νόημα από τα χαράγματα (πρβ. Hodder 2005:12-13). 1.2 Η προσέγγιση της διακόσμησης και της ερμηνευτικής της Οι μορφολογικές και συντακτικές ομοιότητες των χαραγμάτων και της διακόσμησης είναι αρκετές. Μάλιστα, παρατηρείται η χρήση των χαραγμάτων με επαναληπτική, διακοσμητική διάθεση, όπως και η λειτουργική συνύπαρξη χαραγμάτων και διακόσμησης στο ίδιο αντικείμενο. Για τον λόγο αυτό κρίνεται απαραίτητος ο ορισμός, η θεωρητική προσέγγιση της διακοσμητικής πρακτικής. Με λίγα λόγια, η διακόσμηση θα μπορούσε να οριστεί ως η ανάπτυξη ενός σχεδιαστικού συστήματος δύο διαστάσεων πάνω στην επιφάνεια ενός αντικειμένου (Hardin 1983:8). Επιπλέον, η διακόσμηση σχετίζεται με τη διάθεση του κατασκευαστή να προσδώσει κάποια μη χρηστικά, μη ουσιώδη κατασκευαστικά χαρακτηριστικά, τα οποία λειτουργούν ανεξάρτητα από τη χρησιμοποίηση του αντικειμένου στις καθημερινές ανάγκες (Braun 1991:363, Binford 1965:206, 208). Ωστόσο, η Βούλγαρη επαναλαμβάνει την άποψη ότι ένα αντικείμενο γίνεται αισθητικά αρεστό σε σχέση με τη λειτουργία του και όχι ανεξάρτητα από αυτή. Η αισθητική του διάσταση μπορεί να αναφέρεται και στην αποτελεσματικότητα της χρήσης του μέσω του σχήματος, του μεγέθους και του υλικού κατασκευής (Βούλγαρη 14

16 2011:69-70). Προς την ίδια κατεύθυνση θα μπορούσαμε να πούμε ότι η απόλυτη αισθητική αξία βρίσκεται σε άμεση αναλογία με την αντιστοιχία μορφής και λειτουργίας και ότι η συμβολή της διακόσμησης στην ψυχολογική λειτουργικότητα των αντικειμένων είναι ουσιαστική. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Leroi-Gourhan [ ] δεν μπορούμε να δούμε την ποιμαντορική ράβδο ενός επισκόπου διακοσμημένη με Βάκχες [ ] (Leroi-Gourhan 2000:Β, 275). Στον αντίποδα της προσέγγισης που θέλει να διαχωρίσει πλήρως τη διακόσμηση από τη λειτουργία των αντικειμένων βρίσκεται η τάση για σαφή ανάγνωση συγκεκριμένων διακοσμητικών μηνυμάτων. Συνεπώς, η κάθε διακοσμητική έκφραση μιας κοινότητας ανθρώπων θεωρήθηκε ότι υπαγορεύεται από ένα συγκροτημένο σύστημα με μόνο στόχο τη μετάδοση μηνυμάτων. Και ακόμη παραπέρα, οι διακοσμητικές τεχνικές και το περιεχόμενό τους δεν είναι απλά γεωμετρικά σχήματα αλλά συνειδητά επιλεγμένα εικονικά και συμβολικά σημεία, που λειτουργούν ως μορφές παγιωμένης κοινωνικής εμπειρίας (Βούλγαρη 2000:187). Μέσω, λοιπόν, της συνεχούς αναπαραγωγής κάποιου αρχικού καλλιτεχνικού κειμένου, το κείμενο αυτό μετατρέπεται σε σύμβολο, σε αρχέτυπο και σε μέσο για το πέρασμα πληροφοριών και εμπειριών από γενιά σε γενιά, ώστε η χρήση του να εγγυάται τη διατήρηση και συσσώρευση μιας ιδεολογικής παράδοσης (Nikolov & Karastoyanova 2004:179). Στο ίδιο θεωρητικό πλαίσιο τα διακοσμητικά μοτίβα ορίστηκαν ως χαμηλής τεχνολογίας αγωγοί, μέσω των οποίων η κοινωνία ενσταλάζει τις αξίες στην καθημερινότητα των ατόμων κατά τη διάρκεια διαφόρων γεγονότων, όπως το φαγητό, η ταφή κτλ. (David et al. 1988:379). Η Βούλγαρη, μελετώντας τα διακοσμημένα αγγεία του Δισπηλιού, αναφέρει ότι θα μπορούσαμε γενικά να δεχτούμε ότι η διακόσμηση των αγγείων αποτελεί ένα μη δυτικό σύστημα γραφής ή έναν τρόπο μετάδοσης μηνυμάτων με συγκεκριμένα ιστορικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Επισημαίνει, ωστόσο, ότι είναι δύσκολο να δεχτούμε, μελετώντας ένα συγκεκριμένο ιστορικό παράδειγμα, ότι κάθε διακοσμητική έκφραση μιας κοινότητας υπαγορεύεται από ένα συγκροτημένο σύστημα, με μόνο στόχο τη μετάδοση μηνυμάτων, και ότι η οπτική επικοινωνία είναι δυνατό να ερμηνεύσει όλες τις εκφάνσεις της τέχνης της συγκεκριμένης κοινότητας. Επιπλέον, η ίδια συμπληρώνει ότι η καλλιτεχνική έκφραση δεν ταυτίζεται 15

17 απαραίτητα με την εμπρόθετη μετάδοση πληροφοριών. Μπορεί να εξωτερικεύει συναισθήματα, όπως θαυμασμό, δέος, επιθυμία, δοξασίες, νοήματα ή σχέσεις. Επίσης, με την τέχνη επιτυγχάνεται η κοινωνική επαφή μέσω της κοινής εμπειρίας και όχι απαραίτητα επειδή σε όλες τις εκφάνσεις της η τέχνη χρησιμοποιεί έναν συγκεκριμένο κώδικα γραφής (Βούλγαρη 2011:76-77). Συγκεκριμένα, οι στρουκτουραλιστικές προσεγγίσεις είδαν την ανάπτυξη των διακοσμητικών μοτίβων ως έναν τρόπο γραφής που χρησιμοποιεί συγκεκριμένους κανόνες, οι οποίοι γίνονται δεκτοί ως μια παγκόσμια αισθητική ή λογική σχεδίασης επιφανειών. Συνεπώς, το ίδιο το διακοσμητικό θέμα εμπεριέχει την πληροφορία για το πώς μπορεί να διαβαστεί με τη χρήση μιας αποϊστορικοποιημένης και αποϊστορικοποιητικής μεθόδου ανάγνωσης (Βούλγαρη 2011:82). Η ίδια θεωρεί ότι οι παραπάνω προσεγγίσεις παραμένουν μετέωρες από τη στιγμή που περιορίζονται στην εικόνα του διακοσμητικού θέματος και δεν εξετάζουν την εικόνα της ολότητας του διακοσμημένου αντικειμένου, από τη στιγμή που απομονώνουν τη σημασία των σημείων από τη σημασία των πραγμάτων (Βούλγαρη 2011:85). Μπορούμε, επομένως, να υποστηρίξουμε ότι τα χρηστικά αντικείμενα διακοσμούνται ακριβώς επειδή κατέχουν έναν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του κοινωνικού γίγνεσθαι (Hodder 1982:10). Από την άλλη, θεωρούμε ότι οι στρουκτουραλιστικές προσεγγίσεις που όντως έχουν περιορισμένο πλαίσιο εφαρμογής και ερμηνείας στη διακοσμητική πρακτική, στην περίπτωση των χαραγμάτων προσφέρονται ιδιαίτερα για την ανίχνευση συντακτικών κανόνων και εσωτερικής οργάνωσης. Αυτό που διαφέρει και εδώ, όπως και στην ερμηνευτική προσέγγιση της διακόσμησης, είναι ότι η μορφική ανάλυση δεν σκοπεύει να εντοπίσει βαθύτερες δομές σκέψης που κατευθύνουν ολόκληρη την ανθρώπινη δράση των νεολιθικών κατοίκων του Δισπηλιού, αλλά να εμπλουτίσει τη συνομιλία του ερευνητή με τα αντικείμενα ως υλικές ολότητες, ενταγμένες σε συμφραζόμενα. Συνεπώς, το διακοσμημένο αντικείμενο αποτελεί το ίδιο μια συγκεκριμένη εικόνα. Τα μοτίβα δεν κοσμούν απλώς επιφάνειες αλλά συγκεκριμένα αντικείμενα του υλικού πολιτισμού. Η διακόσμηση δεν είναι εναπόθεση σημαντικών και γεμάτων νόημα εικόνων σε αντικείμενα χωρίς νόημα ούτε μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα μη ουσιώδες κατασκευαστικά στοιχείο, που, αν αφαιρεθεί, η καταλληλότητα του αντικειμένου θα μείνει ανεπηρέαστη (Βούλγαρη 2011:85). 16

18 Οι παραπάνω προσεγγίσεις θεωρούμε ότι στοχεύουν έντονα στην επανασύνδεση της αυτονομημένης ερμηνευτικά διακόσμησης, στο πλαίσιο της τυπολογικής μελέτης της, με τα τεχνουργήματα που είναι φορείς της. Ωστόσο, βασιζόμενοι σε κάποια τεχνουργήματα από το Δισπηλιό που φέρουν πολλά χαράγματα στην επιφάνειά τους (τα οποία θα παρουσιαστούν αναλυτικά στο 4ο κεφάλαιο), θεωρούμε ότι τα σύμβολα αυτά έχουν σαφώς οργανική σχέση με το τεχνούργημα στο οποίο χαράχθηκαν και ίσως τα αντικείμενα αυτά κατασκευάστηκαν ακριβώς για τον σκοπό αυτό. Οι περιπτώσεις τριών μικρογραφικών αγγείων και ενός χονδροειδούς μικρού ανοιχτού αγγείου, των οποίων η επιφάνεια είναι κατάφορτη με χαράγματα, είναι χαρακτηριστικές ως προς τα παραπάνω. 1.3 Οι κανόνες και οι περιορισμοί ανίχνευσης των χαραγμάτων Στο υποκεφάλαιο αυτό γίνεται απόπειρα να καθοριστούν οι αρχές και οι κανόνες που διακρίνουν τα χαράγματα πρωτίστως από τη διακόσμηση αλλά και από τυχαίες χαράξεις κατά τη διάρκεια κατασκευής και χρήσης των τεχνουργημάτων. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφέρουμε ότι θα χρησιμοποιήσουμε τον όρο γραφή (script), παρόλο που δεν τον υιοθετούμε όπως ακριβώς χρησιμοποιείται στις εργασίες στις οποίες παραπέμπουμε. Η μεγαλύτερη δυσκολία ανίχνευσης των χαραγμάτων έγκειται τις περισσότερες φορές στις μορφολογικές τους ομοιότητες με τη διακόσμηση. Το περίπλοκο αυτό θέμα της συσχέτισης και της αυτονόμησης αυτών των δύο θα αναλυθεί στο επόμενο υποκεφάλαιο, ενώ εδώ θα εξετάσουμε τις διάφορες περιπτώσεις όπου με σαφήνεια μπορούμε να διακρίνουμε τα δύο αυτά αναλυτικά μεγέθη. Οι βασικοί κανόνες διάκρισης των χαραγμάτων είναι οι εξής: (1) Πρέπει να υπάρχει ορθολογικά σαφής απόσταση ανάμεσα στα χαράγματα. Ο Elkins θεωρεί βασική προϋπόθεση του ορισμού κάποιων σημείων ως συστατικών ενός συμβατικού συστήματος επικοινωνίας που μοιάζει με γραφή, την ύπαρξη λογικά ομοιόμορφης απόστασης ανάμεσα στα σημεία. Επιπλέον, επισημαίνει ότι τα σημεία μπορεί να εφάπτονται, όπως, για παράδειγμα, στην αραβική γραφή. Ωστόσο, υπάρχει και πάλι σαφής και ομοιόμορφος χώρος ανάμεσά τους (Elkins 1998:136-39). Στο Δισπηλιό έχουμε αρκετές και ενδιαφέρουσες περιπτώσεις συνόλων χαραγμάτων, 17

19 στα οποία τα περισσότερα χαράγματα εφάπτονται μεταξύ τους σε τόσα πολλά σημεία, που είναι σχεδόν αδύνατο να διακρίνουμε το καθένα ξεχωριστά. Επισημαίνουμε αντίστοιχα ότι, ακόμη και σε σύγχρονα ή παλαιότερα συστήματα γραφής, στα οποία τα σύμβολα είναι γνωστά, είναι συχνά δύσκολο να αναγνωρίσουμε το κάθε σύμβολο, όταν αυτό αποδίδεται καλλιτεχνικά ή με βιαστικό τρόπο (Εικ. 1). Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι, μελετώντας το χαραγματικό υλικό του Δισπηλιού, διακρίναμε δύο βασικούς τρόπους απόδοσης των χαραγμάτων. Τον πρώτο τον ονομάσαμε εντελώς συμβατικά καλλιγραφικό και τον δεύτερο γεωμετρικό. Ο μικρός σχετικά αριθμός των χαραγμάτων και ο αρκετά συγκεχυμένος καλλιγραφικός τρόπος απόδοσης δεν μας επιτρέπουν να αποφασίσουμε με ασφάλεια αν πρόκειται για παραλλαγές ενός ενιαίου συστήματος σημασιοδότησης ή για δύο σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητα συστήματα (Εικ. 2). Στον γεωμετρικό τρόπο χάραξης τα χαράγματα είναι ευδιάκριτα, αυτονομημένα και με σαφείς αποστάσεις ανάμεσά τους. (2) Η ύπαρξη ή η αίσθηση μιας σύνταξης. Αν εφαρμόζαμε αυστηρά την προηγούμενη προϋπόθεση για την ύπαρξη ομοιόμορφων αποστάσεων ή συνδέσεων ανάμεσα στα χαράγματα, τότε θα μπορούσαμε πολύ εύκολα να εκλάβουμε αρκετές διακοσμητικές ζώνες ως χαράγματα, που απλώς επαναλαμβάνονται. Αυτό όμως που διαφέρει καθοριστικά ανάμεσα στα χαράγματα και τη διακόσμηση είναι ο τρόπος οργάνωσης και σύνταξης των επιμέρους στοιχείων τους. Αν λοιπόν δούμε μια σύνταξη (XX V XX V XX V XX V) όπου έχουμε ένα συγκεκριμένο μοτίβο που επαναλαμβάνεται, τείνουμε να το θεωρούμε διακόσμηση. Αντίθετα, όταν έχουμε μια σύνταξη (XXX V X VVVV XX VV ΧXΧΧΧ) όπου τα επιμέρους στοιχεία δεν ακολουθούν έναν συγκεκριμένο κανόνα, τείνουμε να θεωρούμε ότι μοιάζει με γραφή (Elkins 1998:154-55). Ωστόσο, αν και ο Elkins αναφέρει ότι η σύνταξη απαιτεί μια ποικιλία σημείων και ότι αυτός είναι ο πρωταρχικός λόγος που μια επαναληπτική διακόσμηση δεν έχει γλωσσικό φορτίο, επισημαίνει ότι οι σύγχρονες συνήθειες ανάγνωσης μας αναγκάζουν να μη βλέπουμε κάτι γλωσσικό σε επαναλαμβανόμενα πρότυπα-μοτίβα. Έτσι αναφέρει την περίπτωση του συμβόλου του σταυρού, που θα μπορούσε να επαναλαμβάνεται σε ένα αντικείμενο και να έχει συμβολικό νόημα κάθε φορά. Συνεπώς, κάποιο συγκεκριμένο νόημα μπορεί να συνδέεται με ένα ολόκληρο 18

20 διακοσμητικό σχέδιο (Εικ. 3). Στο ίδιο πλαίσιο ο Merlini επισημαίνει τη συνύπαρξη, σε αρκετές περιπτώσεις, στο ίδιο αντικείμενο διακοσμητικών μοτίβων και σημείων γραφής (Merlini 2007:91), πρακτική που παρατηρήσαμε και σε αρκετά τεχνουργήματα του Δισπηλιού (Εικ. 4). Oι παραπάνω επισημάνσεις είναι πολύ σημαντικές, καθώς θεωρούμε, με βάση τη μελέτη της διακοσμημένης κεραμικής, ιδίως της μαύρης στιλβωμένης που διακοσμείται με λευκό χρώμα (Εικ. 5-6), ότι τα διακοσμητικά μοτίβα έχουν τέτοια ποικιλία και ποικίλους τρόπους οργάνωσης, που θα μπορούσε να δικαιολογηθεί ο αφηγηματικός τους χαρακτήρας, πέρα από καθαρά αισθητικούς σκοπούς (Βούλγαρη 2011:197 κ.ε.). (3) Τα χαράγματα μπορούν να υπάρχουν τόσο μεμονωμένα όσο και σε σύνολα, σε αντίθεση με τη διακόσμηση. Ένα μεμονωμένο χάραγμα πάνω στην επιφάνεια ενός αντικειμένου διατηρεί την αυτοτέλεια και την ολότητά του, σε αντίθεση με τα διακοσμητικά μοτίβα, που αποκτούν οντότητα μόνο ως σύνολα στα οποία αφομοιώνονται πλήρως τα επιμέρους στοιχεία, χάνοντας την αυτονομία τους (Merlini 2007:98, Winn 2008:128-29). Αν, για παράδειγμα, κόψουμε τυχαία μια διακοσμητική ζώνη σε κάποιο σημείο, τότε το στοιχείο που θα προκύψει θα έχει κάποια ελλειπτικότητα. Ωστόσο, πρέπει προκαταβολικά να επισημάνουμε ότι στο Δισπηλιό τα περισσότερα διακοσμητικά μοτίβα, τόσο τα εγχάρακτα όσο και τα γραπτά, παρουσιάζουν αξιοσημείωτες μορφικές ομοιότητες με τα χαράγματα. Συνοπτικά θα λέγαμε ότι ο κυματοειδής και γωνιώδης χαρακτήρας των σχεδίων είναι κοινός τόπος στη συντριπτική πλειονότητα των τεχνουργημάτων. Συνεπώς, σε αρκετά διακοσμητικά μοτίβα, αν απομονώσουμε κάποια επιμέρους στοιχεία τους, θα έχουμε ένα αυτόνομο και αυτοτελές χάραγμα. Το στοιχείο αυτό κανονικά θα έπρεπε να δυσκολέψει τον εντοπισμό των χαραγμάτων αλλά αντίθετα τον ξεκαθάρισε, και μάλιστα εμπλουτίζοντάς τον με πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις, όπως θα φανεί στο κεφάλαιο 4. (4) Τα βασικά χαρακτηριστικά των χαραγμάτων είναι η απλότητα, η σχηματοποίηση και η αφαιρετικότητα του περιγράμματος, καθώς και η ασυμμετρία τους στην οργάνωση. Ο Merlini αναφέρει ότι είναι πιο πιθανό αφηρημένα, γεωμετρικά, πολύ σχηματικά και όχι πολύ περίπλοκα σημάδια να είναι μάλλον χαράγματα παρά διακοσμητικά στοιχεία (Merlini 2007:96). Θα μπορούσαμε συνεπώς 19

21 να αντιπαραβάλουμε σημεία όπως (W, M, N, X, V) με μαιάνδρους, σπείρες, δικτυωτά και λαβυρινθώδη μοτίβα, από τα οποία τα πρώτα σαφώς θα μπορούσαν πολύ πιο εύκολα να εκληφθούν ως συμβατικά σημεία ενός σαφέστερου συμβολικού τρόπου επικοινωνίας με πιο περιορισμένα και συγκεκριμένα νοήματα, σε αντίθεση με τα δεύτερα. Σε καμιά περίπτωση, βέβαια, δεν ταυτίζουμε απόλυτα την αφαίρεση με τη μετάδοση ενός συγκεκριμένου μηνύματος και την περιπλοκότητα του σχεδίου με ένα ευρύτερο νοηματοδοτικό πλαίσιο. Μπορεί να συμβαίνει και το ακριβώς αντίθετο (Βούλγαρη 2011:80). Στο ίδιο πλαίσιο ο Leroi-Gourhan, μελετώντας την παλαιολιθική τέχνη και χρησιμοποιώντας εθνολογικά παραδείγματα (Εικ. 7), συνδέει αφηρημένα και άκρως σχηματικά μοτίβα με περίπλοκα προφορικά συμφραζόμενα (Leroi-Gourhan 2000:Α, 319). Ωστόσο, υποστηρίζουμε την απεικονιστική και νοηματική αυτοτέλεια των χαραγμάτων σε αντίθεση με τα διακοσμητικά μοτίβα που, αν και σε όποιο βαθμό είναι φορτισμένα με νοήματα, αυτά τα νοήματα θα μπορούσαν να γίνονται κατανοητά κυρίως, αν όχι μόνο, ως μέρη ενός σχεδιαστικού συνόλου. Με βάση την παραπάνω θέση, ο Elkins διευκρινίζει ότι τα σημεία που θα μπορούσαν να είναι συστατικά μιας γραφής πρέπει να είναι λίγο πολύ ομοιόμορφα στο μέγεθος και, όταν δεν είναι, τείνουμε να σκεφτόμαστε ότι είναι εικόνες, τα στοιχεία των οποίων έχουν διάφορα μεγέθη. Ως παράδειγμα αναφέρει τις βραχογραφίες από το Lascaux (Εικ. 8), όπου συνυπάρχουν εικόνες ζώων με αφηρημένα σημεία που ερμηνεύονται ως βέλη, φυτά και ενδείξεις του φύλου, υποστηρίζοντας ότι όλα αυτά, ασχέτως ερμηνείας, δεν μπορούμε να τα εντάξουμε ως συντακτικά ισότιμα στοιχεία μιας γραφής (Elkins 1998:146-47). Χαρακτηριστικό, επίσης, ως προς αυτή τη θέση είναι το λεγόμενο Πιάτο της Gradešnica (Εικ. 9), όπου αφηρημένα σημεία στη μια πλευρά συνυπάρχουν με την απεικόνιση στην άλλη πλευρά ενός σημαντικά μεγαλύτερου ενιαίου μοτίβου (ίσως ανθρώπινης μορφής). Ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό στην αποτύπωση των χαραγμάτων είναι η ασυμμετρία και η ανισορροπία, σε αντίθεση με την αυστηρότερη οργάνωση και την κανονιστική λογική της διακόσμησης. Τα χαράγματα, αν και αναπτύσσονται συνήθως σε ευθύγραμμες ζώνες, αρκετές φορές δεν έχουν αυστηρή οργάνωση ούτε σταθερό προσανατολισμό. Αντίθετα, η διακόσμηση σχεδόν πάντοτε έχει ρυθμό και συμμετρία, στο πλαίσιο κάποιου διακοσμητικού συστήματος, λιγότερο ή 20 περισσότερο καθιερωμένου (Merlini

22 2007:101). Επιπλέον, η συμμετρία αυτή, σύμφωνα με τον Merlini, υπάρχει συνήθως τόσο στον κάθετο όσο και στον οριζόντιο άξονα και είναι έκκεντρη. Ωστόσο, αρκετές φορές είναι δύσκολη η διάκριση των δύο, καθώς μοιράζονται την ίδια συμμετρία ή ασυμμετρία (Εικ ). (5) Τα χαράγματα έχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δείκτες. Ο Winn, ο οποίος ήταν ο πρώτος που μελέτησε συστηματικά το υλικό από 41 νεολιθικές θέσεις της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, κάνει λόγο για την ύπαρξη κάποιων πυρηνικών σημείων όπως το (Λ), και κάποιων σημείων που παράγονται από αυτά, όπως το (Μ) (Εικ. 12). Επιπλέον, προτείνει ότι κάποια χαράγματα προέκυψαν από τον συνδυασμό δύο ή περισσότερων (Winn 1981:262). Ακόμη, αναφέρει ειδικότερα ότι το χάραγμα (V) είναι το πιο κοινό και μπορεί να εμφανίζεται ανεστραμμένο ή πολλαπλασιασμένο, και πολλές φορές φέρει μια διακριτική γραμμή στα δεξιά ή στο εσωτερικό του (Winn 2008:128-29). Στο Δισπηλιό έχουμε αρκετές τέτοιες ευδιάκριτες περιπτώσεις μεμονωμένων αλλά και συνδυασμένων χαραγμάτων, τα οποία παρουσιάζουν όλα τα παραπάνω μορφολογικά χαρακτηριστικά (Εικ. 13). Ο Merlini επεκτείνει τις προηγούμενες παρατηρήσεις του Winn, διακρίνοντας τα πυρηνικά χαράγματα σε μεταβλητά και αμετάβλητα, τα οποία δεν φέρουν ούτε διακριτικά σημάδια (γραμμές, κουκίδες) ούτε περιστρέφονται ή διπλασιάζονται, σε αντίθεση με τα μεταβλητά (Merlini 2007:97). Τέλος, ο ίδιος επισημαίνει ότι πολλές φορές κουκίδες και εμπιέσεις, καθώς και κάθετες και οριζόντιες διαχωριστικές χαράξεις, αποτελούν στοιχεία που τονίζουν ή διακρίνουν ομάδες χαραγμάτων (Merlini 2007:116). (6) Υπάρχει και η περίπτωση μίμησης της γραφής. Ο Elkins κάνει λόγο και για κάποιες περιπτώσεις αντικειμένων, τις οποίες χαρακτηρίζει ως ψευδογραφή (Εικ. 14), ως σκόπιμη δηλαδή απομίμηση κάποιων άλλων αντικειμένων που όντως έφεραν γραφή (Elkins 1998:150-51). Ωστόσο, ο Merlini, αναφερόμενος στο ίδιο αντικείμενο που περιγράφει ο Elkins, θεωρεί ότι ίσως περιέχει χαράγματα που σχετίζονται με την αρίθμηση. Στο Δισπηλιό βρέθηκε ένα μικρό ανοιχτό αγγείο, του οποίου όλη η κατασκευή φαίνεται βιαστική και άτεχνη και το οποίο φέρει αρκετά γωνιώδηκυματοειδή και άλλα μοτίβα, που δίνουν όμως την εντύπωση απόπειρας εξάσκησης σε διακοσμητικά μοτίβα ή χαράγματα. Θα μπορούσε να ήταν κατασκευασμένο από 21

23 κάποιο παιδικό χέρι ή από κάποιον μη εξασκημένο στην τεχνική κατασκευής και διακόσμησης ή εγχάραξης (Εικ. 15). 1.4 Αυτονόμηση και συσχέτιση των χαραγμάτων και της διακόσμησης Στο προηγούμενο υποκεφάλαιο έγινε απόπειρα να καθοριστούν κάποιοι βασικοί μορφολογικοί κανόνες διάκρισης των χαραγμάτων. Όπως όμως ήδη αναφέρθηκε και θα αναλυθεί εκτενέστερα στα επόμενα κεφάλαια, η σχέση χαραγμάτων και διακόσμησης φαίνεται ότι, στην περίπτωση του Δισπηλιού, σε αρκετές περιπτώσεις είναι οργανική και δεν εξαντλείται στην τυχαία και ασυνείδητη μορφολογική ομοιότητα χαραγμάτων και διακοσμητικών μοτίβων. Μετά από πολυετή και επίμονη παρατήρηση του μεγαλύτερου μέρους των τεχνουργημάτων του οικισμού, υποψιαζόμαστε ότι πρέπει να απεκδυθούμε τη σύγχρονη αντίληψη που αναγνωρίζει ως σαφώς διακριτά μεγέθη τη διακόσμηση, την κόσμηση και τα διάφορα συμβολικά συστήματα επικοινωνίας (γραφή, μετρήσεις χρόνου, ποσοτήτων και αποστάσεων, αστρονομικές απεικονίσεις, μουσικά σύμβολα, σύμβολα ιδιοκτησίας κτλ.). Είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε σήμερα πως σε έναν κόσμο χωρίς αλφαβητική γραφή και μάλιστα σε μια εποχή (νεολιθική) όπου οι ενδοκοινοτικές αλλά κυρίως οι διακοινοτικές επικοινωνίες που διαμορφώνουν μάλιστα ολόκληρα ανταλλακτικά δίκτυα, το πιο διαδεδομένο μέσο γραπτής επικοινωνίας θα μπορούσε να ήταν η διακοσμητική πρακτική, τα στοιχεία της οποίας μάλιστα θα μπορούσαν να μοιάζουν με αυτά της γραφής οποιασδήποτε μορφής (σημασιογραφική-εικονογραφική, φωνογραφική). Κάποια σημαντικά ερωτήματα, αφού δεχτούμε την καταρχάς μορφολογική ομοιότητα χαραγμάτων και διακόσμησης, θα μπορούσαν να είναι τα εξής: Τα χαράγματα προέκυψαν από τα διακοσμητικά μοτίβα κατόπιν αφαίρεσης ή τα διακοσμητικά μοτίβα διαμορφώθηκαν από τα χαράγματα κατόπιν σύνθεσης; Μήπως η σχέση τους δεν είναι πρωτίστως αιτιακή και συνυπήρχαν εξαρχής; Υπάρχει εντέλει νοηματική σχέση των δύο, πέρα από τις μορφολογικές ομοιότητες, ή μήπως σχετίζονται με διαφορετικά συμφραζόμενα; Ο Merlini κάνει λόγο για καθαρή και για εμβληματική-συμβολική διακόσμηση. Ως καθαρή διακόσμηση ορίζει τη χρήση διακοσμητικών μοτίβων που στοχεύουν κατά βάση στην οπτική ευχαρίστηση. Από την άλλη, θεωρεί εμβληματική τη διακόσμηση που σκοπεύει στη μετάδοση σαφών 22

24 μηνυμάτων. Επιπλέον, επισημαίνει ότι δεν θα έπρεπε όλα τα διακοσμητικά μοτίβα να εκλαμβάνονταν αρχικά ως σύμβολα που κουβαλούσαν κάποια σημασία, ούτε δέχεται ότι όλα τα σύμβολα μεταμορφώθηκαν με τον χρόνο σε διακοσμητικά μοτίβα (Merlini 2008:80). Από την άλλη, αναφέρει ότι και οι δύο πρακτικές (χάραξη, διακόσμηση) θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για αισθητικούς σκοπούς, αν και για τη διακόσμηση αυτό είναι πιο δεδομένο (Merlini 2007:92). Στο Δισπηλιό θεωρούμε πως έχουμε όντως επισημάνει τέτοιες περιπτώσεις αισθητικής πρωτίστως χρήσης κάποιων χαραγμάτων, αξίζει όμως στο σημείο αυτό να αναφέρουμε και την εμβληματική χρήση κάποιων άλλων (με τον όρο εμβληματική εννοούμε την προβεβλημένη και συχνή χρήση μεμονωμένων χαραγμάτων, χωρίς ωστόσο να μπορούμε να προσεγγίσουμε το νόημα αυτής της πράξης), τα οποία χαράσσονται πολύ συχνά σε όλη την γκάμα των τεχνουργημάτων, και μάλιστα σε συγκεκριμένα σημεία. Τα χαράγματα αυτά πιστεύουμε ότι, στο πλαίσιο αυτής της ευρύτατης διάδοσής τους, έχασαν το αρχικό νοηματικό τους φορτίο (π.χ. το φορτίο που θα είχαν στη σύνταξή τους με άλλα) ή το πολλαπλασίασαν ή ίσως μετατράπηκαν σε μια αφαιρετική σύνοψη ενός συγκεκριμένου νοήματος (Εικ. 16). Στα προηγούμενα υποκεφάλαια αναφέρθηκε η ερμηνευτική τάση για την αντιμετώπιση της διακόσμησης ως διαδεδομένου μέσου μετάδοσης μηνυμάτων στις προϊστορικές κοινωνίες, καθώς και η κριτική που δέχτηκε η προσέγγιση αυτή. Εμείς θα θέλαμε γενικά να δεχτούμε την κοινωνική νοηματοδότηση της διακόσμησης, συγκρίνοντάς την όμως με τη χαραγματική πρακτική, θέτουμε τα εξής ερωτήματα: Μεταξύ των ατόμων της κοινότητας υπάρχει ο ίδιος βαθμός προσβασιμότητας τόσο στην ανάγνωση όσο και στην αποτύπωση των μηνυμάτων της διακοσμητικής και της χαραγματικής δράσης; Ακόμη παραπέρα, ο χαρακτήρας και ο βαθμός συνειδητότητας στη μετάδοση μηνυμάτων είναι ο ίδιος στις δύο πρακτικές; Η πολλαπλότητα επίσης της ανάγνωσης από τον νεολιθικό Δισπηλιώτη διαφέρει ανάμεσα στα δύο κείμενα ; Το είδος των μηνυμάτων που μεταδίδονται με τις δυο πρακτικές είναι το ίδιο ή διαφέρει τόσο στον τρόπο όσο και στο περιεχόμενό του; Όσον αφορά τα παραπάνω ερωτήματα, ίσως θα μπορούσαμε γενικά να πούμε ότι η διακόσμηση υλοποιείται κυρίως στο πλαίσιο μιας νοηματοδοτικής πρακτικής κατά την οποία το νόημα που αποτυπώνεται είναι ασυνείδητο ή αμυδρό, ή σπάνια 23

25 συνειδητό. Θα μπορούσαν δηλαδή οι νεολιθικοί διακοσμητές να ενεργούν αποτελεσματικά χωρίς να χρειάζεται να ανακαλούν διαρκώς στο μυαλό τους όλα τα πολιτισμικά νοήματα των διακοσμητικών μοτίβων που αναπαριστούν. Αντίθετα, θεωρούμε ότι στη χαραγματική δράση η συνειδητοποίηση στην αποτύπωση και μετάδοση συγκεκριμένων νοημάτων είναι πολύ μεγαλύτερη, μιας και όπως θα φανεί παρακάτω, η χάραξη προϋποθέτει όχι μόνο την αρίθμηση των χαράξεων αλλά και την αποτύπωση αριθμητικών πράξεων και μάλιστα σε ένα συγκεκριμένο και οριοθετημένο χώρο του κάθε τεχνουργήματος. Ωστόσο, αν και τα προϊόντα και των δύο πρακτικών μπορούν να διαβαστούν με πολλούς τρόπους από διαφορετικά άτομα σε διαφορετικά εννοιολογικά σχήματα και συμφραζόμενα, πιστεύουμε ότι τα αντικείμενα με χαράγματα θα μπορούσαν να προκαλέσουν λιγότερες αναγνώσεις ή ακούσια νοήματα σε σύγκριση με τη διακόσμηση, και αυτό, βέβαια, σε άμεση σχέση με τις νοηματοδοτικές προθέσεις του γραφέα και τις αναγνωστικές δυνατότητες των νεολιθικών αναγνωστών (Hodder 2005:11-12). 24

26 2o ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η έρευνα των χαραγμάτων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις 2.1 Ιστορική επισκόπηση της έρευνας Ο εντοπισμός και η έρευνα των χαραγμάτων (στο παρόν κεφάλαιο, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα, θα χρησιμοποιούμε τον όρο σημείο, μιας και στη βαλκανική βιβλιογραφία γίνεται λόγος για sign ) στη Νοτιοανατολική Ευρώπη ξεκίνησε το 1906, κατά την ανασκαφή του οικισμού Belo brdo, που βρίσκεται στο χωριό Vinča, το οποίο απέχει 14 χλμ. από το Βελιγράδι. Ο Vasic ήταν ο πρώτος που θεώρησε πως τα διάφορα εγχάρακτα σημάδια και σύμβολα (όπως τα χαρακτήρισε) που φέρουν τα αντικείμενα από τον οικισμό του Belo brdo δεν είναι διακοσμητικά, μιας και χαράχθηκαν ως μεμονωμένα σύμβολα, προτείνοντας ότι ίσως αναφέρονται σε εργαστήρια κεραμικής ή στους κατόχους των αγγείων και, συνεπώς, λειτουργούν ως οικόσημα κάποιων οικογενειών (Starović 2004:18). Ο ίδιος ο Starović αναφέρει ότι ο Vasic οδηγήθηκε στο παραπάνω συμπέρασμα λόγω των κλασικών του σπουδών, συνδέοντας τον οικισμό που ανάσκαψε με τον πρώιμο αποικισμό των Ελλήνων (τον 7ο με 6ο αιώνα π.χ. στην Ν. Ιταλία, τη Σικελία και τη Μαύρη Θάλασσα), θεωρώντας τον οικισμό του Belo brdo ως ιωνική αποικία. Ο Vasic συσχέτισε τη μαύρη στιλβωμένη κεραμεική με τα μελανόμορφα αγγεία των εργαστηρίων της Αττικής και κατ επέκταση τα σύμβολα που φέρουν και οι δυο κεραμεικές κατηγορίες (Starović 2004:20). Η ερμηνευτική προσέγγιση του Vasic επηρέασε για πολλές δεκαετίες την έρευνα των σημαδιώνσημείων που αποκαλύπτονταν σε πλήθος τεχνουργημάτων από τις ανασκαφές σε θέσεις περιμετρικά του οικισμού της Vinča και στον οικισμό της Turdas (Εικ ) (πρβ. Roska 1941, Milojcic 1949). Ο Garasanin ωστόσο αμφισβήτησε τη συσχέτιση των τεχνουργημάτων από τις ανασκαφές στους οικισμούς της Vinča με αυτά των ελληνικών αποικιών, χαρακτηρίζοντάς τα ως τμήματα ενός ομοιογενούς αρχαιολογικού πολιτισμού. Παρ όλα αυτά και ο ίδιος προσέγγισε τα σημάδια-σημεία ως δηλωτικά της ιδιοκτησίας (Starović 2004:20-22). Ο επόμενος σημαντικός σταθμός υπήρξε η ανακάλυψη το 1961 (πρβ. Vlassa 1963) τριών πήλινων πλακιδίων (Tartaria tablets) στη θέση Tartaria, που βρίσκεται πολύ 25

27 κοντά στη θέση Turdas (Εικ. 19), τα οποία φέρουν σύμβολα που μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με την πρώιμη φάση της σφηνοειδούς γραφής της Μεσοποταμίας, η οποία βρέθηκε πάνω σε κυλινδρικές σφραγίδες (Merlini 2011:48-49, 2008:47-48). Στα πλακίδια αυτά χαράχθηκαν μορφές ζώων και φυτών καθώς και γραμμικά σύμβολα τα οποία φαίνονται σε μεγάλο βαθμό οργανωμένα (Εικ. 20). Το πρόβλημα είναι το πώς πρέπει να ερμηνευθεί η μεγάλη τους ομοιότητα με τα αντίστοιχα της πρώιμης σφηνοειδούς γραφής, τόσο λόγω της απόστασης της θέσης Tartaria (κοντά στις Τρανσυλβανικές Άλπεις) από τους οικισμούς της Μεσοποταμίας, όσο και η επίσης μεγάλη χρονική διαφορά. Η πρώιμη φάση του Πολιτισμού της Vinča χρονολογείται στις αρχές της 5ης χιλιετίας, ενώ τα αντίστοιχα ευρήματα από τη φάση Uruk IV της Μεσοποταμίας τοποθετούνται στο 2800 π.χ. (Starović 2004:24). Οι επιστημονικές διαφωνίες που ακολούθησαν την ανακάλυψη του Vlassa τροφοδότησαν σε μεγάλο βαθμό την έρευνα αντίστοιχων συμβόλων αλλά και τη διενέργεια νέων ανασκαφών. Στα επόμενα χρόνια η έρευνα εξαπλώθηκε σε όλη την περιοχή της τότε Γιουγκοσλαβίας, στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, με τον εντοπισμό και την ανασκαφή πολλών προϊστορικών οικισμών (Εικ ). Το χρονολογικό εύρος εμφάνισης και χρήσης των σημείων εντάσσεται κυρίως σε όλη τη διάρκεια της 5ης χιλιετίας (Nikolova 1999:17). Επιπλέον, η ανακάλυψη των πλακιδίων αυτών και οι μεγάλες ομοιότητες τους με μια αποκρυπτογραφημένη σε μεγάλο βαθμό γραφή (πρώιμη σφηνοειδής) οδήγησε πολλούς επιστήμονες να κάνουν λόγο για μια ενιαία ευρωπαϊκή γραφή, που είναι κατά πολύ παλαιότερη από τη σφηνοειδή. Ο επόμενος σημαντικός σταθμός στη μελέτη αυτών των σημείων ήταν η εργασία του Αμερικανού Winn το 1981, ο οποίος μελέτησε το υλικό από 41 θέσεις στη Σερβία και συνεισέφερε σημαντικά στην κατηγοριοποίηση και ταξινόμηση των σημείων αυτών (Εικ. 21) (Winn 1981, 2008:126). Ο ίδιος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα σημεία αυτά συνιστούν ένα σύστημα και δεν είναι σκόρπια και τυχαία σύμβολα πάνω σε τεχνουργήματα. Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Starović, ο Winn παρέβλεψε τα διάφορα αρχαιολογικά συμφραζόμενα των σημείων που μελέτησε. Επιπλέον, το βασικό ερώτημα που έθεσε ο Winn ήταν το αν τα σημεία αυτά συνιστούν γραφή με την πλήρη έννοια του όρου (Starović 2004:26). Η συστηματοποίηση της μελέτης των σημείων από τον Winn οδήγησε παρά πολλούς ερευνητές να κάνουν λόγο 26

28 απερίφραστα για μια αρχαία ευρωπαϊκή γραφή (Old European Script) ή γραφή του Δούναβη (Danube Script), μιας και αρκετοί οικισμοί στους οποίους βρέθηκαν τα σημεία βρίσκονται κοντά στον ποταμό αυτό (Merlini 2005, Andrescu 2009, Haarman 2008). Συχνά, επίσης, στη βιβλιογραφία γίνονται αναφορές σε συγκεκριμένες πολιτισμικές ομάδες (Vinča Culture, Karanovo Culture), που πήραν το όνομά τους από κάποιον πυρηνικό οικισμό. Οι πολιτισμικές αυτές ομάδες θεωρήθηκε ότι χρησιμοποιούσαν ένα συγκεκριμένο είδος γραφής (Vinča Script, Gradeṧnica Script), που εντάσσονταν ωστόσο στην ευρύτερη ευρωπαϊκή γραφή (Merlini 2006, Brukner 2004:8). Γενικότερα μπορούμε να πούμε ότι η επιστημονική έρευνα των σημείων περιστράφηκε κυρίως γύρω από δύο βασικούς άξονες: (α) Σε ποιο βαθμό και με ποιους όρους και περιορισμούς το συμβολικό σύστημα της Vinča θα μπορούσε να χαρακτηριστεί γραφή (Starović 2005:255). Στο πλαίσιο αυτό έγιναν πολλές προσπάθειες να καθοριστεί το είδος των σημείων, αν πρόκειται δηλαδή για εικονογράμματα, ιδεογράμματα, λογογράμματα, φωνογράμματα ή για έναν συνδυασμό αυτών. (β) Ποια υπήρξε η αιτία ή οι αιτίες που επινοήθηκε αυτό το συμβολικό σύστημα και σε ποιο πλαίσιο χρησιμοποιήθηκε, καθώς και αν το πλαίσιο αυτό άλλαξε στην πορεία του χρόνου, σε συνδυασμό με τις κατά καιρούς και κατά τόπους κοινωνικές συνθήκες. 2.2 Η ιεροτελεστική-μυθολογική προσέγγιση Η κυρίαρχη ερμηνευτική προσέγγιση των σημείων δίνει μεγάλη έμφαση στη σχέση τους με τη λατρεία κάποιων θεοτήτων, θεωρώντας ότι όλα τα αντικείμενα που φέρουν σημεία λειτούργησαν στο πλαίσιο τελετουργικών πράξεων τόσο της δημόσιαςσυλλογικής δράσης, όσο και στο πεδίο της ατομικής-οικιακής δραστηριότητας. Ο θεωρητικός πυρήνας της ιεροτελεστικής προσέγγισης βρίσκεται κατά βάση στις απόψεις που διατύπωσε η Gimbutas, οι οποίες έγιναν αποδεκτές από μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας και εφαρμόστηκαν στη μελέτη της προϊστορικής ειδωλοπλαστικής, της διακοσμητικής και γενικότερα των τεχνουργημάτων που συνδέονται άμεσα με τη συμβολική έκφραση. Η Gimbutas πρότεινε ότι στην Παλαιολιθική και στη Νεολιθική Εποχή κυριαρχούσε η μητριαρχία σε κοινωνικό επίπεδο, η οποία στηριζόταν στην παραδοχή της ύπαρξης μιας βαθιάς μυθολογικής 27

29 πίστης σε μια Θεά-Μεγάλη Μητέρα που έφερε τρεις βασικές ιδιότητες: να δίνει ζωή, να την αφαιρεί με τον θάνατο, και να την αναγεννά (Gimbutas 1987:11, 1999). Στο πλαίσιο αυτό συνέδεσε ειδώλια που φέρουν γυναικεία χαρακτηριστικά (μαστούς, τονισμένους γλουτούς, εγχάρακτα ηβικά τρίγωνα) και ένα πλήθος τεχνουργημάτων (ζωόμορφα ειδώλια, τριποδικά σκεύη-τράπεζες προσφορών, σφονδυλιών που φέρουν εγχαράξεις) καθώς και πολλά διακοσμητικά μοτίβα (κυματοειδείς γραμμές, σπείρες, τριγωνικά και κυκλικά μοτίβα) με τις δραστηριότητες, τις ιδιότητες και τη λατρεία ενός μυθικού πανθέου με πολυάριθμες γυναικείες θεότητες. Στη θεώρησή της αρκεί και ένα μόνο σύμβολο M ή W ή V ή μία σπείρα (σύμβολο του υγρού στοιχείου) πάνω στο οποιοδήποτε αποθηκευτικό αγγείο, ώστε να ερμηνευθεί το αγγείο αυτό ως αφιέρωμα στη θεότητα που είναι πηγή της ζωής (Gimbutas 1989:21). Με την ίδια συλλογιστική τα εγχάρακτα τρίγωνα στην περιοχή της ήβης των ειδωλίων που περιέχουν στίγματα χαρακτηρίζονται ως σύμβολα της Μεγάλης Μητέρας-Θεάς και τα στίγματα αναπαριστούν τους σπόρους στο εσωτερικό της κοιλιάς ή της γης γενικότερα. Στο ίδιο ερμηνευτικό σχήμα οι νεολιθικές σφραγίδες προορίζονταν για να σφραγίσουν το ψωμί που προσφερόταν στη θεά της γονιμότητας (Gimbutas 1987:14, 17). Η ερμηνευτική αυτή τάση άσκησε μεγάλη γοητεία σε ένα σύνολο επιστημόνων (γυναικών στην πλειοψηφία τους) που την εφάρμοσαν στη μελέτη των νεολιθικών σημείων-συμβόλων, στον χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η Dexter υποστηρίζει ότι η γραφή του Δούναβη (Danube Script) χρησιμοποιούνταν για θρησκευτικούς παρά για οικονομικούς σκοπούς και, συνεπώς, τα νοήματα των συμβόλων είναι τελετουργικά και μυθολογικά στον πυρήνα τους. Η ίδια συνδέει το σύμβολο V με το ηβικό τρίγωνο της γυναικείας θεότητας και το M, που παράγεται από δύο ανεστραμμένα V, το ταυτίζει με τη διαδικασία της γέννησης και τη θεά του βατράχου (Dexter 2010:75-76). Η Lazarovici ερμηνεύει τις παράλληλες γραμμές στα ειδώλια του πολιτισμού Cucuteni-Tripolje ως σύμβολα της βροχής και επιπλέον προτείνει ότι ίσως συνδέονταν με κάποιο τελετουργικό για την πρόκληση βροχής. Αντίστοιχα, τα ειδώλια που φέρουν ακτινωτές εγχαράξεις συνδέονται με ηλιακούς συμβολισμούς και ενέργειες (Lazarovici 2005:148). Ακόμη και ο Winn, που συστηματοποίησε τη μελέτη των σημείων, ορίζει τα γωνιώδη και τα τριγωνικά σύμβολα ως αναγνωριστικά μιας θεάς 28

30 της γονιμότητας. Επιπλέον αναφέρει ότι κάποια τριγωνικά χαράγματα στην περιοχή της ήβης περιέχουν μία ή δύο παράλληλες γραμμές, οι οποίες πιθανόν σημαίνουν διαφορετικές ιδιότητες της θεάς. Ο ίδιος θεωρεί επίσης ότι κάποια συγκεκριμένα σύνολα σημείων, τα οποία αποτελούνται από V ή από μοτίβα που μοιάζουν με χτένι, χαράσσονται πάνω σε αντικείμενα με τελετουργικό ρόλο (Winn 2008:130) (Εικ. 21). Ο Lazarovici προτείνει ότι τα σημεία συχνά χρησιμοποιούνταν για να διακρίνουν ή να ιεροποιήσουν κάποια τεχνουργήματα. Η χρήση, συνεχίζει ο ίδιος, τυποποιημένων σημείων αντανακλά αρχετυπικούς μύθους που λειτουργούν ως παραβολές. (Lazarovici 2008:111). Κάπως ηπιότερα η Luca, η οποία εξετάζει ένα περίαπτο συνεκτιμώντας και τα ανασκαφικά του συμφραζόμενα από τη θέση Turdas, προτείνει ότι τα εικονογραφικά σημεία που φέρει το περίαπτο αυτό ίσως αντιπροσώπευαν μια ιστορία ή λειτουργούσαν προστατευτικά για τα δημητριακά τα οποία βρέθηκαν στα αγγεία στο εσωτερικό ενός (κατεστραμμένου από φωτιά) λακκοειδούς οικήματος (Luca 2009:72) (Εικ. 22). Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της ιεροτελεστικής προσέγγισης που παρουσιάζουμε στο κεφάλαιο αυτό είναι η μελέτη από τον Griffen δύο σφονδυλιών που βρέθηκαν στον ίδιο οικισμό και φέρουν σχεδόν πανομοιότυπα σημεία στην επιφάνειά τους. Ο Griffen, συσχετίζοντας παρόμοια σημεία από ζωόμορφα ειδώλια άλλων οικισμών, καταλήγει να διαβάσει τις επιγραφές πάνω στα σφονδύλια αυτά, κάνοντας λόγο για τη Θεά-Αρκούδα και τη Θεά-Πουλί (Griffen 2004). Θα αναφέρουμε τέλος την περίπτωση του Haarmann, ο οποίος αναφέρει ότι η νεολιθική γραφή λειτουργούσε τόσο σε τελετουργικά-δημόσια όσο και σε οικιακάκαθημερινά συμφραζόμενα. Έτσι λοιπόν προτείνει ότι έχουμε σημεία πάνω σε τεχνουργήματα (ειδώλια - τράπεζες προσφορών) που χρησιμοποιούνταν στη δημόσια λατρεία (σε ιερά) αλλά και σε ιδιωτικά-οικιακά τελετουργικά (ειδώλια δίπλα σε φούρνους και εστίες). Επιπλέον, επισημαίνει ότι έχουμε χιλιάδες σφονδύλια που φέρουν σημεία και τα οποία, αν και είναι χρηστικά αντικείμενα της καθημερινής ζωής, συνδέονται μέσω των επιγραφών που φέρουν με την έκφραση της επιθυμίας για καλή ύφανση ή γενικότερα συνδέουν την ύφανση με κάποια θεότητα. Ο ίδιος βέβαια αναφέρει ότι κάποια αγγεία που φέρουν εγχαράξεις ίσως χρησιμοποιήθηκαν για τη μέτρηση και καταγραφή του χρόνου (Haarmann 1995:38-39). Ο Haarmann τέλος 29

31 προτείνει ότι η γραφή ήταν ένα μέσο άσκησης ελέγχου και εξουσίας στα χέρια μιας ελίτ-ιερατείου. Και ο Winn στο ίδιο πνεύμα προτείνει ότι το θρησκευτικό σύστημα ήταν η πρωταρχική πηγή κινήτρων για τη χρήση των σημείων (Haarmann 1995:30, Winn 1981:255). Συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε πως οι παραπάνω ερμηνευτικές προσεγγίσεις αιτιολογούνται σε κάποιο βαθμό λόγω της, φαινομενικής τουλάχιστον, ιδιαιτερότητας-μοναδικότητας των τεχνουργημάτων από τις περισσότερες θέσεις της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Στους περισσότερους οικισμούς βρέθηκαν εκατοντάδες παράξενα τεχνουργήματα, όπως μάσκες (lids), τράπεζες προσφορών που φέρουν πολλά σημεία, ομοιώματα οικιών με ανθρωπόμορφα πλαστικά μέρη, μεγάλες ποσότητες σφονδυλιών και πλακιδίων με χαράγματα σε όλη τους την επιφάνεια, καθώς και ειδώλια κατάφορτα με σημεία (Gimbutas 1999:10, 12-13, 17-18, 27). Στη μεταπτυχιακή εργασία του ο Αληχανίδης μελέτησε αντίστοιχα ευρήματα από την ΠΓΔΜ (Αληχανίδης 2008). 2.3 Η προσέγγιση των χαραγμάτων ως γραφή Οι περισσότεροι ερευνητές των σημείων της νεολιθικής της Νοτιοανατολικής Ευρώπης ενδιαφέρθηκαν να εξετάσουν σε ποιο βαθμό τα σημεία αυτά συνιστούν ένα σύστημα γραφής με τη γλωσσολογική έννοια του όρου. Η γλωσσολογία ορίζει τη γραφή ως οπτική αναπαράσταση της γλώσσας που αποτελείται από ένα σύστημα σημείων με συμβατικό χαρακτήρα, τα οποία αναπαριστούν εκφωνήματα και όχι αφηρημένα νοήματα ή έννοιες. Συνεπώς, οι ζωγραφιές ή ένα σύνολο γραμμών, που αποτελούσαν ένα σύστημα αρίθμησης, δεν αποτελούν γραφή, αφού δεν καταγράφουν τη γλώσσα και τους ήχους της. Επομένως, η επιστήμη της γλωσσολογίας θεωρεί ως γραφή ένα σύστημα μόνο όταν τα στοιχεία του απεικονίζουν τους ήχους της γλώσσας σε τέτοιο βαθμό ώστε να διαβάζονται με έναν ακριβή και συγκεκριμένο τρόπο από διαφορετικούς αναγνώστες. Υπό την έννοια αυτή τα σημερινά σήματα του κώδικα οδικής κυκλοφορίας δεν συνιστούν γραφή, καθώς, ενώ παραπέμπουν σε συγκεκριμένο νόημα, μπορούν να διαβαστούν με ποικίλους τρόπους ( στρίψε δεξιά, υποχρεωτική πορεία δεξιά ) (Παπαναστασίου 2008, 26-27). Προκαταβολικά πρέπει να πούμε ότι, με βάση τον γλωσσολογικό ορισμό της γραφής, κανείς από τους ερευνητές δεν βρήκε 30

32 επαρκή στοιχεία ώστε να χρησιμοποιεί αυτό τον όρο στην περιγραφή των νεολιθικών σημείων κάτι που έτσι κι αλλιώς θα ήταν απίθανο. Εξαρχής, λοιπόν, ήταν εσφαλμένη η χρήση του όρου γραφή, αφού παραπέμπει άμεσα στο περιεχόμενο που περιγράφηκε παραπάνω. Ο Winn είναι από τους πρώτους που μελέτησαν συστηματικά τα σημεία και έκανε λόγο για μια ευρωπαϊκή γραφή του Δούναβη. Ο ίδιος ταξινόμησε τα είδη των σημείων, διαμορφώνοντας διάφορες κατηγορίες, όπως πυρηνικά σημεία, συμπλέγματα και σημεία μετρήσεων και ποσοτήτων (Winn 1981). Αργότερα ο ίδιος, επανεξετάζοντας τις απόψεις του, μίλησε για μια προγραφή που αποτελείται από σημεία τα οποία δεν συνιστούν γραφή και από σημεία που προηγούνται της γραφής (Winn 2008:127). Ο Haarmann, ωστόσο, συνέχισε να χρησιμοποιεί τον όρο γραφή για να χαρακτηρίσει τα βαλκανικά σημεία και μάλιστα έθεσε υπό αμφισβήτηση την ομοιογένεια της γραφής του Δούναβη, διακρίνοντας τρεις γραφολογικές πολιτισμικές ομάδες: τον πολιτισμό της Vinča στη Σερβία, του Karanovo στη Βουλγαρία και του Cucuteni-Tripyllya ανάμεσα στα Καρπάθια και τον Δνείπερο (Haarman & Marler 2008:14). Επιπλέον, ο ίδιος υποστηρίζει ότι η γραφή δεν περιοριζόταν στους μεγάλους αντιπροσωπευτικούς οικισμούς των τριών αυτών ομάδων αλλά ήταν διαδεδομένη και σε πολλούς άλλους μικρότερους. Αυτό δεν συμβαίνει με τη γραφή των Σουμερίων, συνεχίζει ο ίδιος, για τους οποίους η γραφή ήταν ένα εργαλείο στα χέρια ενός συγκεντρωτικού πολιτικού συστήματος (Haarman & Marler 2008:26). Τέλος, λόγω του ότι τα μισά περίπου σημεία της μινωικής γραμμικής γραφής Α μοιάζουν με τα σημεία της γραφής του Δούναβη, προτείνει ότι η γραμμική Α ήταν ένα δευτερογενές σύστημα που προέκυψε από την καθοριστική επίδραση της γραφής του Δούναβη, ενώ η γραμμική Β είναι καθαρά μινωικής έμπνευσης (Haarman & Marler 2008:42, Winn 2008:128). Πέρα από τις παραπάνω προτάσεις υπάρχουν και πιο μετριοπαθείς προσεγγίσεις, όπως αυτή του Elkins, ο οποίος προτείνει ότι, για την περίπτωση της λεγόμενης γραφής του Δούναβη, μπορούν να γίνουν πέντε υποθέσεις: δεν είναι γραφή, είναι ψευδογραφή (είναι σημάδια, δηλαδή, που μιμούνται τη γραφή κάποιου άλλου πολιτισμού), είναι προγραφή, ιερή γραφή και κανονική γραφή. Ο ίδιος δέχεται την ερμηνεία της προγραφής, με πολλά σημεία να είναι απλά διακοσμητικά ή και εικόνες και κάποια άλλα να σχετίζονται με αρίθμηση και μέτρημα, ενώ κάποια άλλα μπορεί να είναι 31

33 λογογράμματα-ιδεογράμματα (ένα σημείο μπορεί να απεικονίζει ένα νόημα) και λιγότερα από αυτά να αναπαριστούν φωνήματα της γλώσσας (Elkins 1998: , 156). 2.4 Η οικονομική-υπολογιστική προσέγγιση Εισαγωγικά θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως με τον όρο οικονομική-υπολογιστική εννοούμε το σύνολο των πρακτικών καθημερινών (ή και πιο διευρυμένων χρονικά αλλά και χωρικά) αναγκών που καλούνταν να αντιμετωπίσει ο νεολιθικός άνθρωπος τόσο σε ενδοκοινοτικό όσο και σε διακοινοτικό επίπεδο, ανάγκες οι οποίες των οδήγησαν στην επινόηση και χρήση ενός συμβατικού-συμβολικού συστήματος. Μέσα από αυτό το πρίσμα τα μεταφυσικά πιστεύω της νεολιθικής ομάδας ήταν υποκείμενα στις ανάγκες της επιβίωσης ή τουλάχιστον ισότιμα και σίγουρα όχι αρχετυπικά και καθοριστικά για την επινόηση ενός συμβολικού συστήματος. Η ερμηνευτική αυτή προσέγγιση έχει αρκετά μικρή απήχηση και λιγότερους υποστηρικτές σε σχέση με την ιεροτελεστική ερμηνεία και μάλιστα στο σύνολο των περιπτώσεων η οικονομική ερμηνεία είναι συνεξαρτημένη από την ιεροτελεστική αφήγηση. Επιπλέον, η οικονομική ερμηνεία συνήθως παρουσιάζεται ως επικουρική ή και ως αποτέλεσμα της τελετουργικής χρήσης των σημείων, αλλά σπάνια ως η πρωταρχική αιτία εμφάνισης και χρήσης των σημείων. Τα βασικά στοιχεία της είναι τα εξής: (α) Συνδέει τη διάδοση και τη χρήση των σημείων με οικονομικές συνθήκες και ανάγκες, όπως η διακίνηση νέων αγαθών (χαλκού και αλατιού) σε μακρινές αποστάσεις καθώς και τη συνακόλουθη εμφάνιση της ανάγκης για συνεργασία και επικοινωνία ατόμων που εντάσσονται σε διαφορετικές πολιτισμικές ομάδες. (β) Θεωρεί ότι μια από τις βασικές αιτίες επινόησης των σημείων είναι η ανάγκη για την καταγραφή μεγάλου όγκου πληροφοριών που υπερβαίνουν το πεπερασμένο της ανθρώπινης μνήμης. (γ) Σε κάποιες μελέτες δίνεται έμφαση στα αρχαιολογικά συμφραζόμενα ανεύρεσης των αντικειμένων που φέρουν σημεία, και επίσης εξετάζεται η σχέση των σημείων με τα τεχνουργήματα. Ειδικότερα ο Haarmann υποστηρίζει ότι οι νεολιθικοί γεωργοκτηνοτρόφοι της Νοτιοανατολικής Ευρώπης διαμόρφωσαν βιώσιμες και ώριμες κοινωνίες μέσω της 32

34 μετάδοσης συσσωρευμένης γνώσης. Οι άνθρωποι αυτοί βρήκαν τρόπους για να συγκεντρώνουν τη συλλογική μνήμη και τα συλλογικά εννοιολογικά πλαίσια πέρα από τους περιορισμούς της προφορικής παράδοσης και να τα αποθηκεύουν σε μέσα με μεγαλύτερη διάρκεια από το ανθρώπινο μυαλό. Τέλος, ο Haarmann διευκρινίζει ότι τα νεολιθικά μέσα καταγραφής των πληροφοριών δεν ήταν σαν τις γραφές της Μεσοποταμίας, που επινοήθηκαν για την αυστηρή καταγραφή οικονομικών δεδομένων. Στη νεολιθική Νοτιοανατολική Ευρώπη τα τεχνουργήματα που φέρουν σημεία σχετίζονται ευρύτατα με τα οικιακά συμφραζόμενα και πιθανόν χρησιμοποιούνταν τόσο για τελετουργικούς όσο και για πρακτικούς σκοπούς (Haarman & Marler 2008:10-11). Ο Winn ερμηνεύει την εμφάνιση και την εξάπλωση της χρήσης των σημείων ως αποτέλεσμα της τεχνοοικονομικής ανάπτυξης σημαντικών οικιστικών θέσεων, όπως η Tordos (Turdas) και η Vinča. Η πρόοδος αυτή, συνεχίζει ο ίδιος, έθεσε τις βάσεις για την εξειδίκευση στην εργασία και τη διαμόρφωση μιας επίσημης θρησκευτικής κατασκευής. Ειδικότερα, η ανάπτυξη της τεχνολογίας που σχετιζόταν με τη μεταλλουργία ενεργοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την εκμετάλλευση των μεταλλευτικών πηγών της περιοχής που βρίσκονται οι οικισμοί του πολιτισμού Vinča-Tordos. Κατ επέκταση τα παραπάνω οδήγησαν στη διεύρυνση των δικτύων ανταλλαγής και αύξησαν τις δυνατότητες για τη συγκέντρωση προσωπικού πλούτου και αίγλης, που άμεσα ή και έμμεσα κατέστησαν απαραίτητη τη χρήση των σημείων. Επίσης, ο Winn επισημαίνει ότι, ακόμη και αν στην αρχή τα σημεία λειτουργούσαν σε οικονομικά και τελετουργικά πλαίσια, προοδευτικά σχετίστηκαν αποκλειστικά με τη σφαίρα της ιδεολογίας και της τελετουργίας και έγιναν μέρος ενός συστήματος μεταφυσικών πιστεύω στις περισσότερες θέσεις του πολιτισμού της Vinča (Winn χ.χ.). Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε την ερμηνευτική προσέγγιση του Starović, ο οποίος μελέτησε το υλικό από 17 διαφορετικές μουσειακές συλλογές και πάνω από 40 θέσεις του πολιτισμού της Vinča. Μάλιστα, είναι ο μοναδικός ερευνητής από όσους μελετήσαμε ο οποίος συγκέντρωσε ανασκαφικά και αρχαιολογικά συμφραζόμενα για τα αντικείμενα που μελέτησε. Ο Starović παρατήρησε ότι οι νεολιθικοί χάραξαν σημεία τόσο σε χρηστικά όσο και σε μη χρηστικά αντικείμενα, και μάλιστα το 95% των τεχνουργημάτων αυτών βρέθηκαν εντός των οικιών ή στην αυλή του ευρύτερου νοικοκυριού. Αυτό τον οδήγησε 33

35 στο συμπέρασμα ότι η κυρίαρχη χρήση των σημείων συνδέεται με τις οικιακές δραστηριότητες και μάλιστα σχεδόν σε όλες τις πολιτισμικές φάσεις της κάθε αρχαιολογικής θέσης που μελέτησε. Τέλος, προέβη στην παρατήρηση πως, ενώ στις πρώιμες φάσεις των οικισμών τα σημεία χαράσσονταν πριν το ψήσιμο των τεχνουργημάτων και συνδέονται πιθανότατα με τελετουργικές ανάγκες, στις μεταγενέστερες φάσεις (Vinča B2) τα σημεία χαράσσονταν κυρίως μετά το ψήσιμο. Ο ίδιος ερμηνεύει το φαινόμενο αυτό ως προϊόν της ανάγκης για την άμεση μετάδοση πρακτικών πληροφοριών στην καθημερινή ζωή. Επίσης, θεωρεί ότι η ανταλλαγή και διακίνηση νέων αγαθών (αλάτι, χαλκός) σχετίζονται με την αλλαγή στη διαχείριση των σημείων. Ο Starović υποθέτει ότι οι μετακινούμενοι τεχνίτες και έμποροι ίσως ήταν οι χρήστες της πλειονότητας των σημείων και των συμβόλων (Starović 2005:25659). 2.5 Άλλες προσεγγίσεις Πέρα από τις περισσότερο γενικευτικές προσεγγίσεις που προηγήθηκαν, προτάθηκαν και κάποιες πιο ειδικές. Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η γένεση των σημείων της Vinča προϋπέθετε κατά βάση την ανάγκη καταγραφής αστρολογικών παρατηρήσεων, του υπολογισμού του χρόνου και διαφόρων αποστάσεων (Elkins 1998:165). Ειδικότερα ο Merlini, μελετώντας το ονομαζόμενο Πιάτο της Gradešnica, πρότεινε ότι τα σημεία της μπροστινής του πλευράς κατά πάσα πιθανότητα αναπαριστούν αστερισμούς (Merlini 2006:41) (Εικ. 23). Τέλος αξίζει να αναφέρουμε τη γενική (εισαγωγική θα λέγαμε καλύτερα) αλλά ουσιαστική, πιστεύουμε, ερμηνευτική προσέγγιση του Νανόγλου, ο οποίος συνέκρινε τα κατάφορτα με εγχαράξεις ειδώλια της Βαλκανικής με αυτά της πρώιμης ειδωλοπλαστικής της Θεσσαλίας, τα οποία στην πλειονότητά τους δεν φέρουν εγχαράξεις. Ο Νανόγλου προτείνει ότι η εκτεταμένη χάραξη των ειδωλίων φέρνει στο προσκήνιο την επιφάνεια του σώματος ως καμβά, ως ένα σώμα που φέρει τη σημασία του και η οποία του δίνεται απέξω σε αντίθεση με την ειδωλοπλαστική της Θεσσαλίας. Η εγχάραξη, συμπληρώνει ο Νανόγλου, αναδεικνύει τις μορφές ως αντικείμενα που δέχονται σήμανση από κάποιον άλλο, ενώ στη θεσσαλική ειδωλοπλαστική το σώμα των ειδωλίων τελεί το ίδιο τη σημασία (Νανόγλου 2009:35). 34

36 2.6 Κριτική θεώρηση Είναι σαφές, με βάση τα παραπάνω, ότι η πλειοψηφία των επιστημόνων που μελέτησαν αντίστοιχα χαραγματικά σύνολα με αυτά του Δισπηλιού ακολούθησαν κάποια μονοδιάστατα ερμηνευτικά σχήματα και έθεσαν τα εξής γενικευτικά ερωτήματα και παραδοχές: Συνιστούν τα χαράγματα ένα οργανωμένο σύστημα γραφής με την πλήρη έννοια του όρου (μια δηλαδή οπτική αναπαράσταση της γλώσσας) ή απλά περιλαμβάνουν κατά βάση σύμβολα που ανήκουν σε διαφορετικά επικοινωνιακά συστήματα (διακόσμηση, αρίθμηση, αναγνωριστικά θεοτήτων) σε συνδυασμό με την ύπαρξη και κάποιων λογογραμμάτων (σύμβολα εννοιών) με περιστασιακό φωνολογικό φορτίο; Με μεγάλη βεβαιότητα μπορούμε να κάνουμε λόγο για μια ενιαία προϊστορική γραφή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μιας και τα σημεία που εντοπίστηκαν έχουν πολλές εξωτερικές ομοιότητες και άλλωστε εντάσσονται σε έναν ενιαίο και ομοιογενή πολιτισμό, παρόλο που είναι εξαπλωμένος σε μια πολύ μεγάλη γεωγραφική και χρονική έκταση. Το επικοινωνιακό αυτό σύστημα σχετίζεται και τροφοδοτεί πρωτίστως τελετουργικές ανάγκες και πρακτικές ή οικονομικές; Τα αρχαιολογικά συμφραζόμενα που τα σημεία αυτά λειτούργησαν συνυπολογίζονται κατά βάση μόνο αν συνδέονται με τελετουργικές πράξεις, μιας και οποιεσδήποτε άλλες συνάφειες δεν είναι τόσο σημαντικές. Άλλωστε, η βασική παραδοχή της καθοριστικής σχέσης των σημείων με την λατρεία ερμηνεύει την κάθε ενδεχόμενη συνάφεια μέσα από ένα συγκεκριμένο και προκαθορισμένο πρίσμα. Η καλύτερη μέθοδος μελέτης των σημείων είναι αυτή που θα συμπεριλάβει το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό αυτών και μάλιστα από τις περισσότερες δυνατές αρχαιολογικές θέσεις, μέσω της σύστασης ταξινομικών καταλόγων. 35

37 Πιστεύουμε ότι τα παραπάνω ερωτήματα/παραδοχές, αν είχε όντως νόημα να τεθούν, θα έπρεπε να τεθούν τελευταία, αφού εξαντλούσαμε πρώτα τα εξής: Ποια είναι η σχέση των χαραγμάτων με τα αντικείμενα στα οποία εμφανίζονται; Ποια είναι η εσωτερική οργάνωση των χαραγμάτων στις περιπτώσεις που έχουμε χαραγματικά σύνολα; Μπορούμε να εντοπίσουμε κάποιες αρχές που ακολουθούνται; Μπορούμε μέσα από προσεκτική παρατήρηση του τρόπου χάραξης να προσεγγίσουμε κάποιους χαραγματικούς κανόνες ή κανονικότητες που ίσως σχετίζονται με συγκεκριμένα πρόσωπα ή με κάποια συλλογικού χαρακτήρα μέθοδο εκμάθησης της πρακτικής της χάραξης; Ποια είναι τα ανασκαφικά συμφραζόμενα των αντικειμένων που φέρουν χαράγματα; Υπάρχουν μορφικές και άλλες ίσως ομοιότητες των χαραγμάτων με τη διακοσμητική πρακτική και, αν ναι, τι μπορεί να σημαίνει αυτό σε νοηματοδοτικό επίπεδο; 36

38 3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τα αρχαιολογικά δεδομένα από το Δισπηλιό και η μέθοδος καταγραφής τους 3.1 Ο νεολιθικός οικισμός του Δισπηλιού και οι πολιτισμικές του φάσεις Ο νεολιθικός οικισμός του Δισπηλιού, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική όχθη τη Λίμνης της Καστοριάς, αποτελεί μια ιδιαίτερη και μοναδική περίπτωση λιμναίου οικισμού που ανασκάπτεται στον ελλαδικό χώρο. Η συστηματική του ανασκαφή ξεκίνησε το 1992 από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, υπό τη διεύθυνση του αείμνηστου καθηγητή Γεωργίου Χουρμουζιάδη. Σε όλη τη διάρκεια των 22 ανασκαφικών ετών ορίστηκαν και ερευνήθηκαν τρεις τομείς στη θέση Νησί, ο ανατολικός, ο δυτικός και ο νότιος, καθώς και ο λίθινος περίβολος που περιτρέχει σχεδόν ολόκληρη τη θέση. Με βάση τη μελέτη της κεραμικής ο οικισμός χρονολογείται συμβατικά στη Μέση και Νεότερη Νεολιθική, αλλά υπάρχουν και ενδείξεις για κατοίκηση τουλάχιστον στα τέλη της Αρχαιότερης Νεολιθικής (Αναγνώστου et al. 1997, Σωφρονίδου 2002:205). Επίσης, τα αρκετά κανθαρόσχημα αγγεία που εντοπίστηκαν καθώς και αρκετά όστρακα της Μυκηναϊκής Εποχής και της Εποχής του Σιδήρου, τα περισσότερα σε συνάρτηση με τον λίθινο περίβολο, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στη θέση Νησί είχαμε διάφορα σύντομα οικιστικά επεισόδια ή δράσεις στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού και στην Εποχή του Σιδήρου (Σταυριδόπουλος & Σιάνος 2009:63). Ειδικότερα, η μελέτη των δομικών στοιχείων πρότεινε την ύπαρξη τριών διαδοχικών περιοχών-φάσεων του οικισμού με βάση την ποσότητα, την ποιότητα και το βάθος των οριζόντιων και των κάθετων δομικών στοιχείων, που περιλαμβάνουν έξι διαδοχικά οικιστικά επεισόδια (Χουρμουζιάδη & Γιαγκούλης 2002:60, 72). Επιπλέον, η μελέτη των φυτολίθων υπέδειξε τρεις βασικούς ορίζοντες, κατά τους οποίους το φυσικό περιβάλλον του οικισμού είναι: (α) ρηχό λιμναίο με τάσεις έλους στα βαθύτερα στρώματα, (β) συχνή εναλλαγή λιμναίου και παραλίμνιου περιβάλλοντος, και (γ) χερσαίο (Karkanas 2011: ). Οι προτάσεις από τη μελέτη των φυτολίθων συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό με αυτές της μελέτης των δομικών στοιχείων, σε βαθμό που να μπορούμε να κάνουμε λόγο για τρεις γενικά πολιτισμικές φάσεις: (Γ) λιμναία, (Β) αμφίβια, και (Α) χερσαία, που συμπεριλαμβάνουν επιμέρους οικιστικά επεισόδια 37

39 (Τσαρτσίδου 2010:81, Σωφρονίδου 2008:16). Από την άλλη όμως, η μικρομορφολογική μελέτη (Πίν. 1) οδήγησε στη διάκριση πέντε πολιτισμικών φάσεων, με επιμέρους οικιστικά επεισόδια. Οι δύο αρχαιότερες χαρακτηρίζονται ως λιμναίες, η επόμενη ως αμφίβια, και οι δύο νεότερες ως χερσαίες (Βούλγαρη 2011:108). Ωστόσο, στην παρούσα εργασία θα ακολουθήσουμε τη στρωματογραφία που προκύπτει κυρίως από τη μελέτη των δομικών στοιχείων και των ραδιοχρονολογήσεων δειγμάτων ξύλου (Υφαντίδης 2006:17, Πίν. 11, Φακορέλλης & Μανιάτης 2002). Θα θέλαμε στο σημείο αυτό να επισημάνουμε τους περιορισμούς στην καταγραφή και μελέτη του υλικού καθώς και τη συνακόλουθη αδυναμία χρήσης του για ακριβή στατιστική μελέτη. Η πρώτη και ουσιαστική δυσκολία ήταν η μη συλλογή του χαραγματικού υλικού ως ενός ιδιαίτερου υλικού με σαφή χαρακτηριστικά, όπως π.χ. τα λίθινα εργαλεία, τα ειδώλια κτλ. Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής ήταν η διασκόρπιση των χαραγμάτων κυρίως μέσα στο συνολικό υλικό της κεραμικής, αλλά και σε άλλα αποθηκευμένα αντικείμενα, όπως τα οστέινα, αλλά και τα δομικά υλικά. Μια πρόχειρη μελέτη που κάναμε στις φόρμες καταγραφής της κεραμικής καθώς και των ημερολογίων της ανασκαφής μάς έδειξε ότι ένας πολύ μεγάλος αριθμός οστράκων με χαράγματα έχει χαθεί μέσα σε ατέλειωτες σακούλες και καφάσια. Το παραπάνω συμπέρασμα επιβεβαιώνεται και από τη μεταπτυχιακή εργασία του Νικάκη για την εγχάρακτη κεραμική του Δισπηλιού (Νικάκης 2004). Αν στα παραπάνω προσθέσουμε το γεγονός ότι εντοπίσαμε χαράγματα σε οστέινα αντικείμενα και οικοδομικά υλικά, τα οποία είναι πολυπληθή στο Δισπηλιό, τότε η αντιπροσωπευτικότητα του δείγματός μας ατονεί ακόμη περισσότερο, μιας και στάθηκε αδύνατο, στο πλαίσιο μιας μεταπτυχιακής εργασίας, να μελετήσουμε όλες τις παραπάνω κατηγορίες ευρημάτων. Ωστόσο, μελετήσαμε εξονυχιστικά και καταγράψαμε τα χαράγματα που υπάρχουν σε ειδώλια και σφονδύλια. Δυστυχώς τα χαράγματα αντιμετωπίστηκαν ως δευτερεύοντα και τριτεύοντα ίσως επιμέρους στοιχεία των τεχνουργημάτων, που οι πληροφορίες και οι ερμηνευτικές τους δυνατότητες θεωρήθηκε ότι δεν θα μπορούσαν να έχουν τόση δυναμική, ώστε να συγκροτήσουν μια ανεξάρτητη ομάδα υλικού, στην οποία κατηγορίες όπως κεραμική, οστέινα αντικείμενα κτλ., στην περίπτωση που θα έφεραν χαράγματα, θα ήταν υποκείμενες, ως προς τη συλλογή και καταγραφή τους. Ένας βασικός, βέβαια, λόγος 38

40 για την παραπάνω τάση ήταν η σχετική αδυναμία σαφούς διάκρισης των χαραγμάτων από τη διακόσμηση, και η εν γένει δυσκολία προσέγγισης ενός πρωτόγνωρου υλικού. Επιπλέον κάποια χαράγματα είναι τόσο ρηχά ώστε ο εντοπισμός τους απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Η παρούσα εργασία, χωρίς να είναι στις προθέσεις μας, ίσως υποβαθμίσει την παραπάνω επιστημονική λογική και επιλογή. 3.2 Η μέθοδος, οι κατανομές και οι κατηγορίες καταγραφής των χαραγμάτων Α) Χωρική κατανομή Η απουσία συντεταγμένων στο μεγαλύτερο μέρος του υλικού που καταγράφουμε, το οποίο αποτελείται κυρίως από όστρακα και τμήματα αγγείων, μας αναγκάζει να τοποθετήσουμε τα ευρήματα αυτά κάπως συμβατικά στο σχέδιο των ανασκαφικών τομών (εξαντλώντας, βέβαια, όλες τις πληροφορίες των ημερολογίων, Πίν. 2). Η πρώτη παρατήρηση, κοιτάζοντας τον Πίνακα 2, είναι η μεγάλη συγκέντρωση ευρημάτων στο νοτιοδυτικό μέρος του Τομέα, γεγονός που οφείλεται σε μεταποθετικές διαδικασίες αλλά και στη διαφορετική ανθρώπινη δραστηριότητα στον χώρο. Η Σωφρονίδου, που ασχολήθηκε επισταμένα με τη συγκόλληση των οστράκων, αναφέρει ότι στα κατώτατα στρώματα του οικισμού η χωρική διασπορά των οστράκων σε οριζόντιο άξονα πλησιάζει σε κάποιες περιπτώσεις τα 20 τ.μ. και σε κάθετο τα 40 εκ. (Σωφρονίδου 2000:174). Ο προσανατολισμός της παραπάνω συγκέντρωσης ευρημάτων εντοπίζεται στις κατανομές των περισσότερων κινητών ευρημάτων του οικισμού στη λιμναία φάση Γ (Υφαντίδης 2006:Β, Πίνακας 44). Έτσι, στο νότιο μισό του Τομέα έχουμε σκεύη που σχετίζονται κατά βάση με την προσφορά και την κατανάλωση της τροφής. Ειδικότερα η συγκέντρωση αυτών των σκευών εντοπίζεται στη νοτιοδυτική περιοχή του Τομέα, όπως και των αντικειμένων με χαράγματα, ενώ στο βορειοδυτικό τμήμα του υπερτερούν τα αποθηκευτικά αγγεία (Βούλγαρη 2011:167-68, 191). Ωστόσο, δεν παρατηρήθηκε κάποια ιδιαίτερη συγκέντρωση τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα ούτε σε οριζόντιο ούτε σε κατακόρυφο άξονα, και μάλιστα, με βάση τα παραπάνω, η διάστρωση των χαραγμάτων συμπίπτει με τη διάστρωση των κοσμημάτων και της κεραμικής, γεγονός το οποίο πιστεύουμε πως υποδεικνύει έμμεσα τη λειτουργία και χρήση των τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα στο πλαίσιο των δράσεων που διεξάγονταν 39

41 στα όρια του νοικοκυριού. Επιπλέον, στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε προκαταβολικά ότι και στα ειδώλια συναντούμε, στο σύνολο των περιπτώσεων, τα ίδια ακριβώς μεμονωμένα χαράγματα με αυτά των αγγείων. Ο Starović, αναφερόμενος στα σημεία της γραφής της Vinča (Vinča Script) και εστιάζοντας στις συνάφειες ανεύρεσής τους, παρατηρεί ότι το 95% των τεχνουργημάτων με χαράγματα βρέθηκε στο εσωτερικό των σπιτιών, στις αυλές και στο εσωτερικό λάκκων (αποθηκευτικών και απορριμματικών), και επομένως πρότεινε ότι αυτά συνδέονται με τις οικιακές δραστηριότητες. Επιπλέον, επισημαίνει ότι τα σημάδια χαράσσονταν σε όλη την γκάμα των νεολιθικών τεχνουργημάτων, τόσο σε χρηστικά όσο και σε μη χρηστικά αντικείμενα (Starović 2005:257-58). Ωστόσο πρέπει να επισημάνουμε πως ο απευθείας συσχετισμός των παραπάνω δεδομένων με τις συνάφειες του Δισπηλιού είναι ανέφικτος μιας και η μεταποθετική εικόνα των αρχαιολογικών καταλοίπων από το Δισπηλιό δεν μας επιτρέπει να διακρίνουμε τα όρια των οικημάτων όπως και τους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους. Επιπλέον, πρέπει να αναφέρουμε ότι από την καταγραφή του Πίνακα 2 λείπει ένα σχηματικό κεφάλι ειδωλίου (Εικ. 24) από τον δυτικό Τομέα (Πίν. 3). Το σχηματικό αυτό τριγωνικό κεφάλι του ειδωλίου φέρει εγχάρακτα ρομβοειδή μάτια και χαράγματα στις δύο μεγάλες πλευρές του. Το εντυπωσιακό είναι ότι εντοπίστηκε σε βάθος 0,73 μ., σε στρώματα του τέλους της Νεότερης Νεολιθικής, στο κέντρο περίπου του δυτικού Τομέα, και ότι είναι το μοναδικό εύρημα με χαράγματα σε αυτό τον στρωματογραφικό ορίζοντα. Ακόμη εντυπωσιακότερο είναι το γεγονός ότι το κάτω μέρος του ειδωλίου, το οποίο είναι αρκετά φυσιοκρατικό και δεν φέρει χαράγματα, εντοπίστηκε σε βάθος 1,41 μ., στην τομή Δ4α, στο νοτιοδυτικό άκρο του ανατολικού Τομέα. Ωστόσο, υπάρχει η πιθανότητα το τμήμα αυτό (κάτω μέρος ειδωλίου) να προέρχεται από νεότερα στρώματα και να μετακινήθηκε βαθύτερα κατά τη δράση μεταποθετικών διαδικασιών (να επισημάνουμε ότι στην τομή Δ4α και στο βάθος εντοπισμού του ειδωλίου, εντοπίστηκαν αρκετές πασσαλότρυπες που θα μπορούσαν μεταποθετικά να σχετίζονται με τη διείσδυση του αντικειμένου αυτού σε κατώτερα βάθη). Αν όμως παραβλέψουμε την αμφίβολη στρωματογραφική-χρονική απόσταση των δύο τμημάτων του εν λόγω ειδωλίου, η χωρική και μόνο απόστασή τους, σε συνδυασμό με την ύπαρξη μόνο στο κεφάλι χαραγμάτων όμοιων με αυτά των 40

42 βαθύτερων στρωμάτων, θα μπορούσε να συνιστά μια επιβίωση ή αναβίωση, ή έστω ανάμνηση, μιας υλοποιημένης αντίληψης και πρακτικής (σχετικής με τη χάραξη ή την ειδωλοπλαστική). Εξάλλου, όσον αφορά αυτή τη συλλογιστική και με δεδομένο ότι το βάθος εντοπισμού του κάτω τμήματος του ειδωλίου που δεν φέρει χαράγματα δεν είναι αποτέλεσμα μεταποθετικής δράσης, και είναι όντως σημαντικά μεγαλύτερο (1,40 μ.) από ό,τι το βάθος εντοπισμού (0,73 μ.) του εγχάρακτου κεφαλιού του, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι επιλέχθηκε να μεταφερθεί ένα κεφάλι, το οποίο μάλιστα φέρει ευδιάκριτα χαράγματα, και όχι το κάτω τμήμα του, που δεν φέρει κανένα χάραγμα. Η ερμηνεία επίσης του κεφαλιού του ειδωλίου ως ενός είδους κειμηλίου που φυλάχθηκε ή συλλέχθηκε από κάποιον νεολιθικό Δισπηλιώτη είναι αρκετά πιθανή αναλογικά με την υπόθεση που διατύπωσε ο Υφαντίδης, μελετώντας τα κοσμήματα, για μια πιθανή επαναχρησιμοποίηση ή φύλαξη ή επιδιόρθωση αρκετών κοσμημάτων, που θα μπορούσε να ερμηνεύσει ίσως τη μεγάλη ενίοτε χωρική και χρονική διασπορά των κοσμημάτων του νεολιθικού οικισμού (Υφαντίδης 2006:5658). Φυσικά δεν αποκλείουμε και τη, μικρή κατά τη γνώμη μας, πιθανότητα τα δυο τμήματα του ειδωλίου να μη συνανήκουν. Επιστρέφοντας στην εικόνα του Πίνακα 2, πρέπει να αναφέρουμε ότι δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε, κατά τη μελέτη των ημερολογίων, καμιά ιδιαίτερη πληροφορία σχετικά με τα συγκείμενα τόσο των τεχνουργημάτων που φέρουν ή όχι χαράγματα, αλλά και σε σχέση με το είδος και την έκταση των αρχαιολογικών στρωμάτων. Θα μπορούσαμε μόνο να αναφέρουμε την περίπτωση τριών μακρόστενων πήλινων αντικειμένων που φέρουν διαμπερή οπή και χαράγματα στο μέσον τους και περιμετρικά, και τα οποία εντοπίστηκαν σχεδόν δίπλα το ένα στο άλλο. Τα δύο από αυτά προέρχονται μάλλον από το ίδιο τεχνούργημα. Τα χαρακτηρίσαμε ως προσαρτήματα άκρων ειδωλίων, μιας και στο Δισπηλιό βρέθηκαν αρκετά ειδώλια αλλά και ένα πόδι που φέρουν διαμπερείς οπές και τα οποία παραπέμπουν κατά πάσα πιθανότητα σε μια κατασκευή που θυμίζει τις σημερινές μαριονέτες (Εικ. 18, 19). 41

43 Β) Στρωματογραφική και ποσοτική κατανομή Προεξαγγελτικά πρέπει να πούμε ότι τα ερωτήματα για τη χρονική διάρκεια και τη χωρική εξάπλωση των φάσεων του οικισμού δεν είναι τελικά. Επιπλέον, τα συμπεράσματα από τη μελέτη της κεραμικής διαφωνούν με τα αποτελέσματα των πρώτων ραδιοχρονολογήσεων και η μελέτη των οικοδομικών στοιχείων συγκρούεται, σε ορισμένα σημεία, με τα παραπάνω, αλλά και με τα αποτελέσματα της μικρομορφολογικής μελέτης (Βούλγαρη 2011:108). Παρ όλες όμως τις δυσκολίες ακριβούς χρονολόγησης, είναι προφανές ότι η συντριπτική πλειονότητα των τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα προέρχεται από την κατώτερη, καλά ερευνημένη, λιμναία φάση του οικισμού (Πίν. 4). Μάλιστα στη φάση αυτή εντάσσονται και τα μαύρα στιλβωμένα αγγεία που διακοσμούνται με λευκό χρώμα και τα οποία μπορούν, κατά την γνώμη μας, να συσχετιστούν με τα τεχνουργήματα που φέρουν χαράγματα, μια αναλυτική υπόθεση η οποία θα αναπτυχθεί εκτενώς στο Κεφάλαιο 4.1. Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι τα αγγεία αυτά εκλείπουν από την αμέσως επόμενη πολιτισμική-στρωματογραφική φάση (και δεν ξαναεμφανίζονται σε όλη τη διάρκεια ζωής του οικισμού), στην οποία και τα τεχνουργήματα με χαράγματα, όπως φαίνεται ξεκάθαρα στον Πίνακα 4, μειώνονται δραματικά. Θεωρούμε πως η σύμπτωση αυτή δεν είναι σε καμία περίπτωση τυχαία, βασιζόμενοι πρωτίστως στο είδος και στον τρόπο της διακόσμησης των αγγείων αυτών. 3.3 Τα είδη των τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα Στον Πίνακα 5 απεικονίζουμε την ποσότητα και το είδος των τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα. Επισημαίνουμε ότι, όταν κάποια όστρακα με χαράγματα συνανήκαν, τότε τα υπολογίσαμε ως ένα αγγείο και όχι ως δύο κτλ. Από τα στοιχεία του πίνακα είναι σαφές ότι η κεραμική αποτέλεσε τον κατεξοχήν διατηρημένο υλικό φορέα των χαραγμάτων. Μάλιστα, όπως θα φανεί παρακάτω, οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες θα λέγαμε ότι είχαν μια εμμονή να χαράσσουν συγκεκριμένους τύπους αγγείων (μικρογραφικά, τετραποδικά) και μάλιστα, ακολουθώντας αρκετές φορές κάποιους κανόνες, όπως το να αποτυπώνουν τα χαράγματα σε άμεση συνάρτηση με 42

44 πόδια, αποφύσεις αλλά και λαβές αγγείων. Η τάση αυτή εντοπίζεται σε κάποιο βαθμό και στα πόδια των ειδωλίων. Από την άλλη μεριά, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η δεύτερη σε προτίμηση κατηγορία τεχνουργημάτων για χάραξη είναι τα ειδώλια. Πρέπει να αναφέρουμε, παρ όλα αυτά, ότι χαράγματα φέρει ένα αρκετά μικρό ποσοστό από το μεγάλο σύνολο των ειδωλίων του Δισπηλιού. Ωστόσο, παρατηρώντας τα χαραγμένα ειδώλια, βλέπουμε ότι αυτά φέρουν σε αρκετές περιπτώσεις ένα μεμονωμένο χάραγμα και, αν συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι μας σώζονται συνήθως τμήματα και όχι ολόκληρα ειδώλια, τότε ο αριθμός των χαραγμάτων στην ειδωλοπλαστική πρέπει να είναι μεγαλύτερος. Έκπληξη προκαλεί το γεγονός, με βάση και την ανεύρεση της ξύλινης πινακίδας, ότι οι πήλινες πινακίδες με χαράγματα είναι ελάχιστες, από τις οποίες μάλιστα η μία, σύμφωνα με προφορική άποψη του Γ. Χουρμουζιάδη, απεικονίζει ένα τετράποδο ζώο που καταλαμβάνει σχεδόν όλη την επιφάνεια της πινακίδας αυτής. Η ανάγνωση της εικόνας του ζώου είναι αρκετά πειστική, μιας και η πινακίδα φέρει δύο οπές ανάρτησης που μας δείχνουν με σαφήνεια το πώς έβλεπαν οι νεολιθικοί το απεικονιζόμενο θέμα (Εικ. 20). Η ανεύρεση, βέβαια, της ξύλινης πινακίδας μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι για τη χάραξη πινακίδων που έφεραν σύνολα χαραγμάτων προτιμούνταν το ξύλο. Το ζήτημα αυτό περιπλέκεται ακόμη περισσότερο μιας και οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες, όταν ήθελαν να αποτυπώσουν ένα μεγάλο σύνολο χαραγμάτων σε πηλό, επέλεγαν μικρογραφικά αγγεία και ειδώλια και μάλιστα κοίλες επιφάνειες (και όχι επίπεδες) στις οποίες τα χαράγματα αναπτύσσονται περιμετρικά (Εικ. 21, 28, 30). Επιστρέφοντας στα δεδομένα του Πίνακα 5, παρατηρούμε ότι τα οστέινα αντικείμενα που φέρουν χαράγματα είναι μόνο τρία (Εικ. 22), αν και υποθέτουμε ότι, μέσα στο μεγάλο σύνολο των οστέινων αντικειμένων του Δισπηλιού, θα υπάρχουν και άλλα. Ωστόσο, η κεράτινη πόρπη που απεικονίζεται στην εικόνα 22 και αναλύεται στο υποκεφάλαιο 4.3 αποτελεί, κατά την γνώμη μας, ένα πολύ σημαντικό εύρημα όσον αφορά τη χρήση της (αποτελεί ένα τεχνούργημα που σχετίζεται με τη σύνδεση δύο μερών και μάλιστα το ενεργό της άκρο, η πόρπη, είναι αυτή που φέρει χαράγματα. Μάλιστα θα δείξουμε στα επόμενα κεφάλαια πως τα χαράγματα σχετίζονται με την ιδιότητά τους να συνδέουν διαφορετικά μέρη). 43

45 3.4 Το είδος των αγγείων και τα μέρη τους που φέρουν χαράγματα Αφού διαπιστώσαμε ότι η χαραγματική πρακτική εφαρμόζεται πρωτίστως στα αγγεία, θεωρήσαμε σκόπιμο να εξετάσουμε το είδος των αγγείων αυτών, καθώς και τη θέση των χαραγμάτων στην επιφάνειά τους (Πίν. 6). Πρέπει να αναφέρουμε ότι στις περιπτώσεις όπου στο ίδιο αγγείο έχουμε χαράγματα σε περισσότερα του ενός τμήματα της επιφάνειάς του, καταγράψαμε όλα αυτά τα τμήματα. Επιπλέον, προσπαθήσαμε στον καθορισμό των κατηγοριών των αγγείων να είμαστε κατά το δυνατόν περιγραφικοί και όχι ερμηνευτικοί, γι αυτό ορίσαμε κατηγορίες αγγείων κυρίως βάσει του σχήματός τους (τετραποδικό, κλειστό, μικρογραφικό, ανθρωπόμορφο) και λιγότερο βάσει της υποθετικής χρήσης τους (προσφοράςκατανάλωσης, αποθηκευτικό). Μια γενική παρατήρηση, κοιτάζοντας τους αριθμούς των συνόλων του Πίνακα 6, είναι ότι οι νεολιθικοί χαράκτες επέλεξαν τα πιο εμφανή μέρη των αγγείων για να αποτυπώσουν τα χαράγματά τους. Αντίθετα, έχουμε μόνο μια περίπτωση χάραξης στον πάτο αγγείου. Από την άλλη μεριά όμως έχουμε την περίπτωση των επτά αγγείων που φέρουν χαράγματα σε όλη την εξωτερική τους επιφάνεια (το μικρότερο από αυτά φέρει χαράγματα και εσωτερικά αλλά και στον πάτο του, Εικ. 24, 25), τα οποία, αν και είναι κατάφορτα με χαράγματα, έχουν πολύ μικρές διαστάσεις. Γιατί οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες δεν επέλεξαν να αποτυπώσουν χαραγματικά σύνολα σε μεγαλύτερα αγγεία αλλά κατά βάση μεμονωμένα χαράγματα; Θα μπορούσαμε ίσως να κάνουμε λόγο για ιδιωτική ή πιο εξειδικευμένη χρήση των χαραγμάτων σε μικρογραφικά αγγεία σε σχέση με την περισσότερο δημόσια ή γενικευμένη χρήση των μεγαλύτερων αγγείων που φέρουν μεμονωμένα χαράγματα; Μήπως τελικά η επιλογή για χάραξη τόσο μικρών αντικειμένων σχετίζεται με τη δυνατότητα να μεταφέρονται εύκολα τόσο τα αντικείμενα καθαυτά αλλά κατ επέκταση και τα μηνύματα-νοήματα που χαράχθηκαν πάνω τους; Στον ίδιο Πίνακα 6 φαίνεται επίσης η προτίμηση των νεολιθικών Δισπηλιωτών να αποτυπώνουν χαράγματα στην επιφάνεια τετραποδικών αγγείων και μάλιστα με κάποια συγκεκριμένη λογική, επιλέγοντας άλλοτε ολόκληρη την εξωτερική επιφάνεια και συχνότερα την περιοχή πάνω από τα πόδια ή σε αυτά, και πολλές φορές σε 44

46 άμεση συνάρτηση με αποφύσεις. Η τάση αυτή αποτυπώθηκε και στη μελέτη της εγχάρακτης κεραμικής, όπου το δείγμα που μελετήθηκε ήταν σχετικά μεγαλύτερο σε ποσότητα αλλά και σε στρωματογραφική-χρονολογική έκταση, περιλαμβάνοντας όλες τις φάσεις του οικισμού. Ο Νικάκης επισημαίνει ότι η εγχάραξη στα λειτουργικά μέρη είναι περισσότερο συνήθης στην κατώτερη (λιμναία) και στη μεσαία (αμφίβια) φάση και λιγότερο συχνή όσο προχωρούμε προς τη χερσαία. Ο ίδιος, αναφερόμενος στις λαβές όλων των τύπων, παρατηρεί ότι, όταν φέρουν εγχάρακτο μοτίβο, ανεξαρτήτως του είδους του αγγείου στο οποίο αρθρώνονται, αυτό χαράσσεται πάνω στη λαβή και σπάνια την επιστέφει, ενώ το αντίθετο συμβαίνει με τις αποφύσεις. Και πάλι η τάση αυτή είναι συχνότερη στις δύο κατώτερες φάσεις του οικισμού και ατονεί στις επόμενες (Νικάκης 2004:66-67). Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρακτική αυτή, κατά την οποία μεμονωμένα χαράγματα επιστέφουν τις αποφύσεις (άλλοτε τα χαράγματα αποτυπώνονται κάτω από τις αποφύσεις και άλλοτε δημιουργούν περιμετρικές ζώνες στις οποίες οι αποφύσεις ενσωματώνονται Εικ. 11) ή χαράσσονται πάνω σε λαβές ή πόδια, ή πάνω από πόδια αγγείων, εντοπίζεται και στην περίπτωση της ειδωλοπλαστικής, στην οποία η πλειονότητα των χαραγμάτων επιστέφει ή αναπτύσσεται πάνω σε πόδια και γλουτούς ειδωλίων (Πίνακες 7-8, Εικ. 25, 28). Πιστεύουμε ότι η επιλογή αυτή θα μπορούσε να σχετίζεται άμεσα με τα νοήματα που περιέχονται και μεταδίδονται με τη χαραγματική πρακτική και δεν είναι μια απλή, τυποποιημένη διακοσμητική ή αφηρημένη σημασιοδοτική πρακτική. Πέρα από τα ποσοτικά δεδομένα που συσχετίζουν άμεσα την παραπάνω τάση στην ειδωλοπλαστική και στην κεραμική, πρέπει να αναφέρουμε ότι όλα τα πόδια αγγείων που χαράχθηκαν πλάστηκαν με έντονα φυσιοκρατικό τρόπο, που παραπέμπει άμεσα στα πόδια των ειδωλίων. Η συχνή επιλογή της χάραξης τετραποδικών αγγείων πιστεύουμε πάντως ότι είναι αρκετά σημαντική ως προς τις νοηματοδοτικές προθέσεις. Θα μπορούσαμε επίσης να παρατηρήσουμε πως η όλη σύλληψη και κατασκευή κάποιων τετραποδικών αγγείων, με την προσθήκη πλαστικών τμημάτων-αποφύσεων στη ζώνη ανάμεσα στα πόδια, σε κάποιες περιπτώσεις θυμίζει αφαιρετική απόδοση ουράς, μαστών ή θηλών. Επιπλέον, μελετώντας το είδος των χαραγμάτων, διαπιστώνουμε την ειδικότερη τάση να αποτυπώνεται το χάραγμα αρ. 22 (W) πάνω σε πόδια ειδωλίων, ενώ για τα πόδια των 45

47 αγγείων οι νεολιθικοί προτιμούσαν τα χαράγματα αρ. 5, 7 (διπλό και τριπλό γαλόνι). Ωστόσο, το μικρό δείγμα που μελετήσαμε δεν μας επιτρέπει να είμαστε αρκετά βέβαιοι. Τέλος, κάποια από αυτά τα σκεύη ενδέχεται να χρησίμευαν ως μαγειρικά αλλά και για την προσφορά και την κατανάλωση της τροφής (Νικάκης 2004:73, Βούλγαρη 2011:217). Είναι αλήθεια ότι τα χαράγματα στα σκεύη αυτά μας προβλημάτισαν αρκετά, πριν τα εντάξουμε στο χαραγματικό υλικό της παρούσας εργασίας, με την έντονη επαναληψιμότητα του χαραγματικού μοτίβου τους, που επαναλαμβάνεται αυστηρά στην ίδια ακριβώς θέση και στα τέσσερα πόδια των αγγείων. Τελικά, αποφασίσαμε να τα εντάξουμε για τους εξής λόγους: (α) η τυποποίηση που αναφέραμε είναι σε μεγάλο βαθμό φαινομενική, αφού μόνο ένα μικρό ποσοστό τετραποδικών αγγείων χαράσσεται, και (β) το είδος των χαραγμάτων παρουσιάζει σχετική ποικιλία όχι τόσο ως προς το είδος του χαράγματος, όσο ως προς τον αριθμό των γραμμών (διπλό-τριπλό γαλόνι, βλ. Πίν. 7). Μεγαλύτερο, ωστόσο, ενδιαφέρον προκαλεί ο άλλος τύπος τετραποδικού αγγείου, τα λεγόμενα αγγεία τύπου Danilo, με ανοιχτό και αβαθές σώμα, με μια οριζόντια λαβή που επιστέφει τη μια πλευρά του αγγείου και συνήθως με πλούσια εγχάρακτη διακόσμηση. Ο τύπος αυτός είναι ευρέως διαδεδομένος κατά τη διάρκεια της Μέσης και της Νεότερης Νεολιθικής ( BC) στη δυτική Βαλκανική χερσόνησο (McClure et al 2014:1025). Στη βιβλιογραφία χαρακτηρίζονται ως ρυτά ή βωμοί και ερμηνεύονται ως αναπαραστάσεις ζώων και τελετουργικά σκεύη (Βούλγαρη 2011:217-18). Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των αγγείων είναι το ορθογώνιο σχήμα τους, το μικρό τους μέγεθος (το μήκος τους δεν ξεπερνάει τα εκ.) και επίσης ο μικρός ωφέλιμος χώρος τους, αφού τα τοιχώματα του αγγείου έχουν μέγιστο ύψος γύρω στα 5-6 εκ. και ρηχαίνουν μέχρι που σβήνουν στη μία στενή πλευρά του αγγείου (δημιουργώντας την εικόνα ενός αντικειμένου που μοιάζει με σέσουλα πάνω σε τέσσερα στιβαρά πόδια). Επιπλέον, είναι πολύ πιθανό στη στενή πλευρά τους, όπου τα τοιχώματα έχουν το μέγιστο ύψος, να υπήρχε λαβή κυλινδρικής διατομής, που ξεκινούσε από το ύψος του ενός ποδιού και κατέληγε στο άλλο πόδι, διαγράφοντας μια καμπύλη. Ένα σχεδόν ολόκληρο μικρογραφικό αγγείο, καθώς και το πίσω τμήμα ενός αρκετά μεγάλου αγγείου αντίστοιχης σύλληψης, μας δίνουν μια εικόνα για το πώς έμοιαζαν. Δυστυχώς κανένα από τα αγγεία αυτά δεν στάθηκε 46

48 δυνατό να αποκατασταθεί ολόκληρο (Εικ. 33). Παρ όλα αυτά, τα συγκεκριμένα δύο αγγεία που εξετάζουμε φαίνεται ότι δεν έφεραν λαβές (Εικ. 32). Τα δύο αυτά αγγεία φέρουν σε ολόκληρη την εξωτερική τουλάχιστον επιφάνειά τους (λείπουν τα πόδια και το μισό τμήμα τους) χαράγματα και μάλιστα ενός ειδικού τύπου, που περιλαμβάνει εμπίεστες κουκίδες και τα οποία συνδυάζονται με χαράγματα πιο γραμμικά (που απαντούν και σε άλλα αντικείμενα). Το εντυπωσιακό είναι ότι στα σωζόμενα τμήματα αυτών των αγγείων αποτυπώνονται κάποια ίδια χαράγματα, και μάλιστα ίσως με την ίδια σύνταξη, σε βαθμό τέτοιο ώστε να μπορούμε ίσως με ασφάλεια να υποθέσουμε το χάραγμα το οποίο υπήρχε στο όστρακο που λείπει στο ένα από αυτά. Τα αγγεία αυτά φαίνεται ότι επίσης έφεραν επίθετη λευκή ύλη στις εγχαράξεις, ώστε να είναι εμφανείς οι διάφορες λεπτομέρειες (π.χ. οι δυσδιάκριτες κουκίδες, σε ορισμένες περιπτώσεις). Εξάλλου, ο Νικάκης, μελετώντας την εγχάρακτη διακοσμημένη κεραμική, εντόπισε ίχνη επίθετης λευκής ύλης σε εγχάρακτα όστρακα από όλες τις φάσεις του οικισμού (Νικάκης 2004:85). Αξίζει να επισημάνουμε επίσης το μικρό μέγεθος της επιφάνειας των αγγείων αυτών, σε σχέση με το μεγάλο μέγεθος των χαραγμάτων που αποτυπώνονται πάνω τους. Όσον αφορά τη χρήση τους, πιστεύουμε ότι ο τρόπος που αναπτύσσονται τα τοιχώματά τους καταδεικνύει είτε τη χρησιμοποίησή τους εν είδει σέσουλας στη διαχείριση πιθανότατα στέρεων υλικών (μιας και τα υγρά δεν θα μπορούσαν να σταθούν σε τόσο μικρό ωφέλιμο και αβαθή χώρο) είτε ως βάσεων για την τοποθέτηση κάποιου αντικειμένου στο εσωτερικό τους, για το οποίο θα υπήρχε η πρόθεση να είναι πιο εμφανές το μπροστινό του μέρος. 3.5 Τα είδη των χαραγμάτων Στον Πίνακα 9α, β καταγράφουμε όλα τα είδη των χαραγμάτων που απαντούν σε όλων των ειδών τα τεχνουργήματα. Η λογική που ακολουθήσαμε για την ταξινόμησή τους είναι το σχήμα, η φορά και ο προσανατολισμός του χαράγματος, καθώς και η βαθμιδωτή καταγραφή μονών-πυρηνικών σχημάτων και των πολλαπλασίων τους σε μονή ή διπλή ζώνη. Πρέπει να αναφέρουμε ότι η συντριπτική πλειονότητα των χαραγμάτων που καταγράψαμε βρέθηκαν τόσο μεμονωμένα όσο και σε σύνολα, αλλά πάντοτε αποτελώντας μια σχεδιαστικά ευδιάκριτη μονάδα. Επιπλέον, εντοπίσαμε και 47

49 πολλά ακόμη, τα οποία δεν καταγράψαμε, μιας και η ξεκάθαρη αναγνώριση του σχήματός τους είναι αβέβαιη και εξαρτάται από την οπτική αντίληψη και τις προδιαθέσεις του μελετητή. Όσον αφορά τον προσανατολισμό των χαραγμάτων, πιστεύουμε ότι στο σύνολο των περιπτώσεων τα καταγράψαμε με τον τρόπο που θα τα έβλεπε και ο νεολιθικός Δισπηλιώτης, αφού τα χαράγματα που καταγράφουμε βρέθηκαν σε αρκετές περιπτώσεις σε ευθύγραμμες οριζόντιες ζώνες σε σχέση με άλλα χαράγματα, και πάντοτε σε συνάρτηση με τον τρόπο τοποθέτησης του τεχνουργήματος. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό που επιβεβαιώνει ότι καταγράψαμε τον κατά πάσαν πιθανότητα σωστό προσανατολισμό των χαραγμάτων είναι ότι αυτά, σε αρκετές περιπτώσεις, επιστέφουν αποφύσεις και γενικά ακολουθούν τον οριζόντιο περιμετρικό άξονα του σχήματος του αγγείου, χωρίς να χαράσσονται άτακτα και με ποικίλους διαγώνιους κτλ. προσανατολισμούς. Για τα χαράγματα πρέπει να πούμε ότι πρόκειται για σύνολα-ομάδες χαραγμάτων, τα οποία πιστεύουμε ότι πιθανόν αναλύονται σε κάποια από τα υπόλοιπα. Για τον λόγο αυτό τοποθετήσαμε ερωτηματικά εκατέρωθεν τους, μιας και δεν στάθηκε δυνατό να διακρίνουμε αν είναι ενιαία χαράγματα ή σύνολα πολλών χαραγμάτων που θα μπορούσαν να διαβάζονται πολλαπλώς. Το ίδιο ισχύει και για το χάραγμα 31, του οποίου όμως ξέρουμε την αρχή και το τέλος, μιας και είναι αυτοτελές, αλλά αγνοούμε αν είναι δύο ή ένα ή τρία ή τέσσερα χαράγματα, ή απλά τετραπλασιασμός του χαράγματος 3. Τα χαράγματα τα τοποθετήσαμε μαζί, καθώς θεωρούμε ότι αποτελούν συμπλέγματα λόγω του σχήματος (έχουν σύνθετο σχήμα και δεν φαίνεται να ακολουθούν τους κανόνες παραγωγής των υπολοίπων), του μεγέθους και της θέσης τους στα αντικείμενα, αλλά και μέσα στα χαραγματικά σύνολα. Αντίθετα, κοιτάζοντας το σχήμα όλων των υπόλοιπων χαραγμάτων, μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε μια βασική τάση χάραξης, από την οποία αυτά προκύπτουν. Τα όμως δεν φαίνεται να μπορούν εύκολα να ενταχθούν ως ολότητες σε καμία από τις παραπάνω σχεδιαστικές τάσεις, αλλά αντίθετα παρουσιάζουν σχηματική αυτονομία. Τα χαράγματα 6, 7, 19 και 20 έχουν ως βασικό κοινό στοιχείο μία κουκίδα, για την οποία πρέπει να πούμε ότι στην πραγματικότητα είναι μία εμπίεση με αρκετή διάμετρο και όχι μια κυκλική εγχάραξη. Ωστόσο, στην παρούσα εργασία, θεωρήσαμε 48

50 σκόπιμο να συνυπολογίσουμε την εμπίεση ως κουκίδα. Παρ όλα αυτά πρέπει να επισημάνουμε ότι οι κουκίδες όλων των υπόλοιπων χαραγμάτων προέκυψαν από τη βάθυνση της επιφάνειας του πηλού με κάποιο ξυλαράκι ή καλάμι. Για την ομάδα χαραγμάτων πρέπει να πούμε ότι, πέραν του ότι βρέθηκαν συνταγμένα όλα μαζί σε ένα μικρογραφικό αγγείο, υποψιαζόμαστε, χωρίς να είμαστε απόλυτα βέβαιοι, ότι αποτελούν μια κουκιδωτή απόδοση των αντίστοιχων 2, 5, 0 (το χάραγμα 0 δεν βρέθηκε, αλλά υποθέτουμε ότι βρίσκεται μέσα στις σακούλες της κεραμικής) και 50. Για το χάραγμα 46 πρέπει να πούμε ότι, όταν αποδίδεται με λευκό χρώμα στα μαύρα στιλβωμένα αγγεία και στις περισσότερες περιπτώσεις τοποθετείται πάνω από τη λαβή, πιστεύουμε ότι, λόγω της γενικότερης διακοσμητικής-αφηγηματικής εικόνας των αγγείων (πρβ. υποκεφάλαιο 4.1), ίσως κατέχει τη θέση ενός αυτοτελούς συμβόλου χωρίς να εμπεριέχει διαφορετικά σύμβολα. Σε αρκετές άλλες περιπτώσεις, όμως, τα χαράγματα αποτελούνται στην ουσία από δύο ευθείες γραμμές, μέσα στις οποίες χαράσσονται προφανώς τα σύμβολα 1, 5, 8, 9, 10, 17, 22, 32, 34 και 49. Δυστυχώς όμως, λόγω του ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι εγχαράξεις τέμνονται, φαίνεται σαν να αποτελούν μια αδιάσπαστη συνέχεια, παρ όλες τις επιμέρους διαφοροποιήσεις. Συνεπώς, τα χαράγματα 44, 45, 46 και 48 σε κάποιες περιπτώσεις υποθέτουμε ότι λειτουργούσαν ως αυτοτελή σύμβολα και σε κάποιες άλλες ως συντακτικά στοιχεία ευρύτερων συνόλων. Μια καθοριστική ερώτηση στο σημείο αυτό είναι αν το είδος των μηνυμάτων ή το νοηματικό πλαίσιο στο οποίο μεταδίδονται διαφοροποιείται όταν έχουμε ελεύθερα χαράγματα στην επιφάνεια των τεχνουργημάτων και όταν τα χαράγματα είναι ενταγμένα σε ζώνες που ορίζονται από οριζόντιες εγχαράξεις. Μήπως οι ευθείες αυτές γραμμές που περικλείουν τα χαράγματα σκόπευαν απλά να τονίσουν τα μηνύματα που μεταφέρονταν από τα χαράγματα στο εσωτερικό τους; Τέλος, όσον αφορά τη φορά και τον προσανατολισμό απόδοσης των δύο ευδιάκριτων ομάδων χαραγμάτων 1-16 και 17-23, θα θέλαμε να παρατηρήσουμε ότι τα περισσότερα χαράγματα της πρώτης ομάδας είναι κατοπτρικά της δεύτερης ή το αντίθετο. Αν δηλαδή τα περιστρέψουμε κατά 180ο προκύπτουν τα άλλα. Με αυτή την παρατήρηση, αν κάποιο αντικείμενο που φέρει χαράγματα αναστραφεί, τότε προκύπτουν άλλα χαράγματα, ή άλλοτε, όπως στην περίπτωση όπου τα χαράγματα 49

51 23 και 14 βρίσκονται μαζί, αν γυρίσουμε το αγγείο ανάποδα, τότε τα χαράγματα αυτά παραμένουν ίδια, και αλλάζει μόνο η σειρά αποτύπωσής τους (Εικ. 35). Ωστόσο, τα υπόλοιπα τρία χαράγματα του χαραγματικού συνόλου του συγκεκριμένου αντικειμένου παραλλάσσουν τελείως, αλλά παρ όλα αυτά μετατρέπονται όχι σε ανύπαρκτα σύμβολα αλλά σε άλλα, μαρτυρημένα χαράγματα, που αποτυπώθηκαν σε άλλα αντικείμενα. Ελλείψει κατατοπιστικότερων δεδομένων δεν μπορούμε να στηρίξουμε την παραπάνω πρόταση για τη συνειδητή από τους νεολιθικούς Δισπηλιώτες χρήση της χαραγματικής αμφισημίας ή πολυσημίας, ωστόσο τη θεωρούμε ως μια πιθανή εκδοχή της χαραγματικής πρακτικής, αν κρίνουμε τουλάχιστον από τη συνολική κατοπτρική σχεδιαστική σύλληψη της πλειονότητας των χαραγμάτων. Μια ακόμη γενική παρατήρηση για το σχέδιο των χαραγμάτων είναι το φαινόμενο του διπλασιασμού. Στις δυο βασικές ομάδες καταγραφής 1-16 και του Πίνακα 9α όλα τα χαράγματα που αποδίδονται με μια τεθλασμένη γραμμή με μία, δυο ή τρεις κορυφές, διπλασιάζονται, ώστε προκύπτουν τα υπόλοιπα χαράγματα. Με βάση το υλικό που μελετήσαμε δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε κάποια ευδιάκριτη διαφοροποίηση σε μονά και διπλασιασμένα χαράγματα που βρίσκονται σε σύνολα και η οποία να μας βοηθήσει να προσδιορίσουμε αν τα διπλασιασμένα χαράγματα έχουν, πέρα από σχεδιαστική, και νοηματική σχέση με τα αντίστοιχα μονά ανάλογά τους (εκτός ίσως από μία περίπτωση, αυτήν του μικρογραφικού αγγείου Α). Τέλος πρέπει να παρατηρήσουμε ότι παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο κυματοειδής-γωνιώδης χαρακτήρας του σχεδίου όλων των χαραγμάτων, τα οποία φαίνονται ότι αποτελούν ανάπτυξη ενός αρχικού γωνιώδους μοτίβου σε οριζόντιο άξονα ή αντίθετα προέκυψαν από κατάτμηση ενός συνεχόμενου κυματοειδούς σχεδίου. Είναι χαρακτηριστικό ως προς αυτό ότι σε κάποιες περιπτώσεις χαραγματικών συνόλων, τα χαράγματα άλλοτε έχουν σαφείς αποστάσεις μεταξύ τους και άλλοτε τέμνονται σε βαθμό που δεν μπορούμε να διακρίνουμε τις επιμέρους χαραγματικές μονάδες (αν όντως υπάρχουν). 50

52 4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Παρουσίαση και ανάλυση συγκεκριμένων ιδιαίτερων τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα 4.1 Κεραμική Εισαγωγικά πρέπει να πούμε ότι στη συντριπτική πλειονότητα της κεραμικής, των ειδωλίων, των σφονδυλιών και των πηλοκατασκευών που φέρουν χαράγματα, αυτά χαράχθηκαν πριν την όπτηση των τεχνουργημάτων (Πίν. 10). Μόνο τρεις περιπτώσεις υπάρχουν με χάραξη μετά την όπτηση, από τις οποίες στη μία (του ολόκληρου κλειστού αγγείου) οι χαράξεις έχουν μάλλον κατά βάση διακοσμητικό χαρακτήρα, και στις άλλες δύο χαράχθηκαν μοναδικά χαράγματα που τα ορίσαμε ως συμπλέγματα και δεν εντοπίστηκαν σε κανένα άλλο αντικείμενο (Εικ. 34, χαρ. 41, 42). Παρόλο που το δείγμα είναι μικρό, ή ακριβώς για τον λόγο αυτό, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η χάραξη των αντικειμένων μετά την όπτηση, και ίσως πάνω σε κάποιο όστρακο και όχι σε ολόκληρο αγγείο, σχετίζονταν με μια ιδιαίτερη νοηματοδοτική πρακτική και για τον λόγο αυτό επιλέχθηκαν μοναδικά χαράγματα που, αν και μοιάζουν με όλα τα υπόλοιπα στη σύλληψη και τη μορφή, δεν χρησιμοποιήθηκαν πουθενά αλλού. Παρακάτω παρουσιάζουμε κάποιες ιδιαίτερες περιπτώσεις αγγείων, που φέρουν χαραγματικά σύνολα και διερευνούμε τον τρόπο οργάνωσης των χαραγμάτων αυτών τόσο εσωτερικά (τα χαράγματα αυτά καθαυτά και οι σχέσεις μεταξύ τους στο ίδιο κάθε φορά τεχνούργημα) όσο και εξωτερικά (τη συλλειτουργία χάραξης, επιφάνειας και αντικειμένου). Μικρογραφικό αγγείο Α (κύπελλο) Το μικρογραφικό αγγείο Α είναι στην ουσία ένα κύπελλο κυλινδρικού σχήματος, ύψους 6,5 εκ. και διαμέτρου 5,5 εκ. Είναι κατασκευασμένο από υπόλευκο πηλό με πολλές προσμείξεις (ο οποίος χρησιμοποιείται και για την κατασκευή πιθαριών) και σχετικά χονδροειδή τοιχώματα (Εικ. 31, 35). Το πλάσιμό του δεν είναι καθόλου επιμελημένο και το πάχος των τοιχωμάτων παρουσιάζει μικρές διακυμάνσεις. Στην περιοχή του χείλους το αγγείο φέρει τις μεγαλύτερες φθορές, ενώ λιγότερες είναι αυτές στη βάση του. Πιστεύουμε ότι η επιλογή του συγκεκριμένου μείγματος πηλού, 51

53 που περιέχει πολλά εγκλείσματα, προφανώς δεν έγινε για λόγους στατικότητας και αντοχής στα θερμικά σοκ, όπως στην περίπτωση των πιθαριών και των μαγειρικών σκευών. Θα μπορούσε να σχετίζεται με τη θέληση του κατασκευαστή να επιτύχει τη μεγαλύτερη δυνατή ανθεκτικότητα του αντικειμένου, κατά τη χρήση του τουλάχιστον ή στη διάρκεια του χρόνου. Επιπλέον, θεωρούμε πιθανό ότι η επιλογή των νεολιθικών Δισπηλιωτών να χαράσσουν, κατά βάση, τα σύμβολα και όχι να τα αποδίδουν με χρώμα, σχετίζεται μάλλον ακριβώς με αυτή τη θέλησή τους να διασφαλίσουν κάποια διάρκεια και αντοχή των συμβόλων αυτών, μέσω της ανθεκτικότητας των αντικειμένων που τα φέρουν. Το μεγάλο βάθος των εγχαράξεων στο μικρογραφικό αυτό αγγείο θα μπορούσε να συνηγορεί στην παραπάνω θέση. Το βέβαιο πάντως είναι ότι τα χαράγματα δεν αποτυπώθηκαν σε μια καλοφτιαγμένη, χωρίς προσμείξεις, επιφάνεια, που θα έκανε τη χάραξη πιο επιμελημένη και άνετη. Ξεκινήσαμε την παρουσίαση των αντικειμένων με το μικρογραφικό αυτό αγγείο, μιας και είναι η μοναδική περίπτωση στο υλικό που μελετήσαμε όπου έχουμε ένα σύνολο χαραγμάτων, τα οποία είναι ισομεγέθη, με ευδιάκριτες και κανονικές αποστάσεις μεταξύ τους, και παρατακτικά αποτυπωμένα. Τα χαράγματα αποδόθηκαν σε δύο ευδιάκριτες ζώνες, με διαφορετικά μορφολογικά χαρακτηριστικά, οι οποίες καταλαμβάνουν σχεδόν όλη την εξωτερική επιφάνεια του αγγείου και διευθετούνται περιμετρικά. Παρατηρώντας με προσοχή τα σημεία επαφής των εγχαράξεων της πάνω και της κάτω ζώνης, εύκολα διαπιστώνουμε ότι η πάνω οριζόντια γραμμή χαράχτηκε σίγουρα πριν την αποτύπωση των ελεύθερων (που δεν περιέχονται μέσα σε κάποια ζώνη που ορίζεται από ευθείες εγχαράξεις, όπως τα κυματοειδή ή γωνιώδη χαράγματα της κάτω ζώνης) συμβόλων της πάνω ζώνης και πριν τη χάραξη της εσωτερικής κυματοειδούς γραμμής της κάτω ζώνης. Για τη δεύτερη οριζόντια γραμμή της κάτω ζώνης είμαστε επίσης απόλυτα βέβαιοι ότι χαράχτηκε πριν τη χάραξη της τεθλασμένης εσωτερικής γραμμής. Οι δύο αυτές ευθείες οριζόντιες γραμμές περιτρέχουν όλη την επιφάνεια του αγγείου, δημιουργώντας μια συνεχόμενη περιμετρική ζώνη που δεν διακόπτεται σε κανένα σημείο. Η ζώνη Α αποτελείται από πέντε ευδιάκριτα και αυτοτελή χαράγματα, που αναπτύσσονται περιμετρικά του αγγείου, και μάλιστα ακολουθούν απολύτως τις διακυμάνσεις της άνω ευθείας 52

54 γραμμής του σχεδίου της ζώνης Β. Παρατηρώντας τη διατομή και το πλάτος της κάθε εγχάρακτης γραμμής (υποθέτουμε βάσιμα ότι κατά τη χάραξη του πηλού το αποτύπωμα του σημείου εκκίνησης της χάραξης είναι γενικά πιο βαθύ και φαρδύ, ενώ λεπταίνει και ρηχαίνει στο πέρας του), μπορούμε να πούμε ότι η χάραξη έγινε από πάνω προς τα κάτω και, επίσης, ότι οι γραμμές που έχουν φορά από δεξιά προς αριστερά (τουλάχιστον στις περιπτώσεις που τέμνονται με αυτές που έχουν την αντίθετη φορά, ώστε να είμαστε σε θέση να μελετήσουμε το σημείο επαφής) έγιναν πρώτες. Δυστυχώς δεν καταφέραμε, λόγω των ελάχιστων σημείων επαφής, να εντοπίσουμε αν τα πέντε αυτά χαράγματα αποτυπώθηκαν από τα αριστερά προς τα δεξιά ή το αντίθετο. (Ωστόσο, δεν αποκλείουμε την περίπτωση τα χαράγματα να αποτυπώθηκαν εναλλάξ ή με κάποια άλλη σειρά.) Στην ζώνη Α, λοιπόν, με τα ελεύθερα αποτυπωμένα χαράγματα, παρατηρούμε τα εξής: Έχουμε δύο ζεύγη χαραγμάτων, που αποτελούνται το πρώτο από μονά και το δεύτερο από διπλασιασμένα χαράγματα. Μάλιστα το χάραγμα (W) έχει σαφή αντιστοιχία με το μέσω του διπλασιασμού αλλά και λόγω θέσης (βρίσκεται στην αρχή ή στο τέλος, ανάλογα με τη φορά ανάγνωσης ). Στη σύνταξη αυτού του χαραγματικού συνόλου ξεχωρίζει, λόγω του μικρότερου μεγέθους και του είδους, το χάραγμα αρ. 39. Αυτό θα μπορούσε να τοποθετείται πάλι, ανάλογα με το πώς διαβαζόταν η ομάδα αυτών των πέντε χαραγμάτων, είτε ανάμεσα στα δύο ευδιάκριτα ζεύγη είτε στην αρχή είτε στο τέλος τους. Επιπλέον, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι το σύμβολο αυτό αποτελείται από πολύ ρηχές εγχαράξεις συγκριτικά με τις βαθιές των υπόλοιπων τεσσάρων. Η ζώνη Β, λόγω του σχετικά ομοιόμορφου χαρακτήρα της και βάσει του ότι μια συνεχόμενη τεθλασμένη γραμμή περικλείεται σε δύο οριζόντιες, δίνει την εντύπωση ενός αμιγούς διακοσμητικού μοτίβου. Ωστόσο, οι διακυμάνσεις του πλάτους της, τις οποίες, όπως αναφέραμε παραπάνω, παρακολουθεί το ύψος χάραξης της ζώνης Α των πέντε χαραγμάτων, μας προδιαθέτουν για την αναζήτηση μιας πιο στενής σχέσης ανάμεσα στις δύο ζώνες. Αναζητώντας μια πιθανή οργανική σχέση ανάμεσα στις δύο ευδιάκριτες ζώνες, παρατηρούμε τα εξής: 53

55 Τα (Λ) της ζώνης Β είναι 13, όσα και της ζώνης Α. Αν μετρήσουμε όλες τις επιμέρους γραμμές της ζώνης Α, εξαιρώντας τις 4 που απαρτίζουν το σαφώς διαφοροποιημένο (λόγω μεγέθους και τρόπου χάραξης), αυτές είναι 26. Αν μετρήσουμε όλες τις γραμμές των (Λ) της ζώνης Β, θα δούμε ότι είναι επίσης 26, και μάλιστα περισσεύει μία (μισό Λ), την οποία θα μπορούσαμε βάσιμα να τη συσχετίσουμε με το χάραγμα 39 της ζώνης Α, το οποίο άλλωστε έχει εμφανώς διαφορετική ποσότητα ή και ποιότητα, μιας και έχει σχεδόν το μισό μέγεθος από όλα τα υπόλοιπα χαράγματα. Οι παραπάνω αριθμητικές συσχετίσεις ενισχύονται από την έλλειψη ομοιομορφίας και ίσου μεγέθους των (Λ) της ζώνης Β, μιας και ο χαράκτης ήθελε να χωρέσει συγκεκριμένο αριθμό (Λ) σε ορισμένο χώρο. Θα μπορούσε λοιπόν να είναι τυχαία η ύπαρξη μιας γραμμής που περισσεύει στη ζώνη Β και, κατ επέκταση, η παρουσία ενός ρηχά χαραγμένου και μικρού συμβόλου στην Α; Παρατηρώντας τον τρόπο χάραξης της κάτω ζώνης, μπορούμε να πούμε ότι, όπως και στην πάνω ζώνη, πρώτα χαράσσονται οι γραμμές με φορά από δεξιά προς αριστερά και έπειτα αυτές με την αντίθετη φορά, και πάντοτε με τη γραφίδα να χαράσσει από πάνω προς τα κάτω. Ωστόσο, μας διαφεύγει η ακριβής χρονική σειρά αποτύπωσης των χαραγμάτων των δύο ζωνών, η οποία έγινε, παρ όλα αυτά, με κάποιον από τους εξής τρεις τρόπους: (α) πρώτα χαράχτηκαν τα σύμβολα την ζώνης Α και έπειτα αυτά της Β, (β) το αντίθετο, (γ) τα χαράγματα και των δύο ζωνών αποτυπώνονταν εναλλάξ, χάραγμα προς χάραγμα, ή ακόμη και γραμμή προς γραμμή. Αυτό όμως που μας διαφεύγει πλήρως είναι για ποιο σκοπό και με ποιο νόημα ο χαράκτης συνδυάζει και αλληλοσυσχετίζει τις δύο αυτές ζώνες. Τι είδους σχέση άραγε συστήνει η αριθμητική-γραμμική ισότητα των δύο ζωνών; Μήπως η ζώνη Β λειτουργεί απλά ως αθροιστικό πεδίο της πάνω; Γιατί τα σύμβολα της ζώνης Α είναι τόσο αυτοτελή και ευδιάκριτα, ενώ στην ζώνη Β έχουμε, οπτικά τουλάχιστον, ένα συνεχόμενο, ενιαίο και αδιάσπαστο χάραγμα; Μήπως έχουμε να κάνουμε εδώ με την αντιπαραβολή, ή καλύτερα τον συσχετισμό, ενός πιο ειδικού μηνύματος με ένα πιο αφηρημένο και γενικευτικό, και σίγουρα πολυερμηνεύσιμο; Στα μαύρα στιλβωμένα αγγεία, όπως θα αναλύσουμε στο τέλος του 4ου κεφαλαίου, σε ένα 54

56 περιβάλλον βέβαια περισσότερο εικονιστικό-διακοσμητικό από την περίπτωση που αναλύουμε εδώ, το αποτυπωμένο με λευκό χρώμα χάραγμα 46 φαίνεται να συνιστούσε το ειδικό μήνυμα, σε σχέση με το γενικό που εκφραζόταν από την υπόλοιπη διακόσμηση (πρβ. Βούλγαρη 2011:161-64), γεγονός που αντιστρέφει τη σχέση που υποθέσαμε προηγουμένως στην ανάλυση των δύο ζωνών του μικρογραφικού αγγείου Α. Βασιζόμενοι πρωτίστως στο μικρογραφικό αγγείο Α, μπορούμε, επομένως, να αναρωτηθούμε αν υπάρχει όντως μια γενική κεντρική ιδέα ή αφήγηση (ζώνη Β), από την οποία αποσπώνται ή προκύπτουν επιμέρους νοήματα-ιδέες και χαράγματα (ζώνη Α). Μήπως όμως εντέλει η αριθμητική ισότητα στις γραμμές των χαραγμάτων των δύο ζωνών υποδηλώνει και κάποια νοηματική (εκτός από αριθμητική) ομοιότητα ή ισότητα; Μια εξίσωση, ωστόσο, που περνάει μέσα από έναν πολιτισμικό καθορισμόσύμβαση, μιας και η πάνω ζώνη του μικρογραφικού αγγείου Α δεν είναι πανομοιότυπη με τη συνεχόμενη και ομοιόμορφη κάτω ζώνη αλλά επαναδιατυπωμένη και ίσως ανανοηματοδοτημένη. Τι να σημαίνει άραγε ότι το χάραγμα 39 ισούται ή αντιστοιχεί στο μισό (Λ); Αξίζει να παρατηρήσουμε στο σημείο αυτό ότι η σχέση του χαράγματος 39 με τη μία γραμμή της κάτω ζώνης θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι είτε μειωτική (το χάραγμα 39 ισούται με μισό Λ) είτε παραγωγική (από το χάραγμα 39 ή/και από τη μία γραμμή παράγονται τα Λ). Πώς επίσης μπορούμε να εξισώσουμε, αν και έχουν αρκετά διαφορετική μορφή, το (W) με τα δύο (ΛΛ); Και τελικά τι ορίζει το (Λ), δηλαδή τι είδους δομικό υλικό και ποιας φύσης είναι το (Λ), από το οποίο συντίθεται το σύνολο των χαραγμάτων; Και, εντέλει, το ίδιο το (Λ) είναι ή δεν είναι αναλύσιμο; Μπορούμε να αναζητήσουμε νοηματοδοτικές ή μηνυματικές σχέσεις οποιασδήποτε μορφής (ισότητας, αθροίσματος, ομοιότητας) ανάμεσα στις δύο ζώνες των χαραγμάτων, στηριζόμενοι στην αριθμητική τους συσχέτιση, και τι είδους θα μπορούσαν να είναι αυτές; Γιατί ο νεολιθικός χαράκτης αντιστοίχισε αριθμητικά διαφορετικής μορφής χαράγματα; Έχουμε να κάνουμε με ένα αμιγώς αριθμητικό σύστημα, που έχει διαφορετικά σύμβολα, ή με ένα άλλο σημειωτικό σύστημα, που σημασιοδοτεί νοηματικές σχέσεις με αριθμητική ακρίβεια, ή γενικότερα τα νοήματα που επικοινωνεί σχετίζονται άμεσα με αριθμητικούς υπολογισμούς και μετρήσεις; Μια 55

57 τελευταία παρατήρηση ως προς αυτό είναι η αριθμητική ακολουθία όλων των επιμέρους γραμμών των χαραγμάτων στην πάνω ζώνη του αγγείου, η οποία είναι η εξής: 4, (2 2) + 6, (2 3) ( ) 8, (2 4) + 8, (2 4) = 26. Όπως βλέπουμε, όλοι οι αριθμοί των γραμμών των χαραγμάτων είναι πολλαπλάσιοι του 2. Αναφορικά με το χάραγμα αρ. 39 αξίζει να παρατηρήσουμε τα εξής: Το τριγωνικό αυτό σχήμα, με ή χωρίς μία γραμμή στο εσωτερικό του, είναι ο πιο διαδεδομένος και συχνός τρόπος με τον οποίο ορίζεται η περιοχή του αιδοίου στην ειδωλοπλαστική τόσο στο Δισπηλιό (Εικ. 59) όσο και σε πολλές άλλες νεολιθικές θέσεις. Πρέπει βέβαια να επισημάνουμε πως, ενώ η χρήση του τριγωνικού αυτού σχήματος στην απόδοση του αιδοίου είναι πολύ συχνή, δεν είναι αποκλειστική, μιας και το ίδιο σημαίνεται και με άλλα σχήματα, όπως π.χ. ή ή (Εικ. 59). Το χάραγμα αρ. 39 θεωρούμε πως απεικονίστηκε ανάμεσα στα δύο ζεύγη των χαραγμάτων, η παρέμβαση του οποίου υποθέτουμε πως προκάλεσε με το νόημα που φέρει ( αναπαραγωγικό -παραγωγικό) τον διπλασιασμό των χαραγμάτων (Εικ. 31, ζώνη Β). Επιπλέον πρέπει να αναφέρουμε πως στην περίπτωση του μαύρου φυσιοκρατικού ειδωλίου (βλ. Κεφ. 4.2) εντοπίσαμε φαινόμενα πολλαπλασιασμού και διπλασιασμού και μάλιστα στο ύψος της περιοχής του αιδοίου. Στο συγκεκριμένο χαραγματικό σύνολο του ειδωλίου μονές γραμμές (/) προστίθενται με διπλές (Λ) ή/και διπλασιάζονται (Εικ. 28). Όσον αφορά τον τρόπο χρήσης του μικρού αυτού αγγείου, πρέπει να πούμε ότι, λόγω του είδους του πηλού και των πολλών προσμείξεών του καθώς και της απουσίας στίλβωσης ή έστω λείανσης, δεν θεωρούμε πιθανή τη χρήση του σε σχέση με κάποιο υγρό υλικό, χωρίς βέβαια να την αποκλείουμε. Επιπλέον, κοιτάζοντας το σχέδιο της φωτογραφίας, και μάλιστα της εγκάρσιας τομής του (Εικ. 35), παρατηρούμε την κοίλη διαμόρφωση του πυθμένα του. Αυτού του είδους η διαμόρφωση του πυθμένα είναι πολύ σπάνια στην αγγειοπλαστική του Δισπηλιού (είναι το μοναδικό αγγείο από όσα έχουμε υπόψη μας που έχει αυτή τη διαμόρφωση). Βασιζόμενοι σε αυτό το μορφολογικό χαρακτηριστικό, με το οποίο διαμορφώνεται ωφέλιμος (έστω και μικρός) χώρος στον πάτο του αγγείου, υποθέτουμε ότι το μικρό αυτό αγγείο ίσως να χρησιμοποιούνταν και ανάποδα. Αν δεχτούμε και τον παραπάνω τρόπο χρήσης πέρα 56

58 από τον κανονικό, θεωρούμε ότι και τα χαραγματικά σύνολα θα μπορούσαν να αλλάζουν μορφή και, συνεπώς, νόημα. Ως προς αυτή την υπόθεση αξίζει να επισημάνουμε ότι, σε μια υποτιθέμενη ανεστραμμένη χρήση του, από τα 5 χαράγματα που θα προέκυπταν μόνο τα 3 θα ήταν διαφορετικά, ενώ τα άλλα 2 θα άλλαζαν απλά θέση διατηρώντας το είδος τους (Εικ. 35). Κοκκινωπό στενόλαιμο κλειστό αγγείο Α Το τμήμα του αγγείου που σώζεται έχει μέγιστο μήκος περιμέτρου 46 εκ. και ύψος περίπου 10 εκ. Σώζεται το μεγαλύτερο τμήμα της κοιλιάς και του πυθμένα του αγγείου. Έχει ψηθεί σε οξειδωτικές συνθήκες και η επιφάνειά του είναι στιλβωμένη και κοκκινωπή. Χαρακτηριστικά είναι τα πολλά ίχνη φθοράς από τη χρήση σε όλη την επιφάνειά του και κυρίως στον πάτο του. Κυριαρχούν μικρές και μεγάλες, και αρκετά βαθιές, κυκλικές κυρίως απολεπίσεις, από τις οποίες (ιδίως αυτές στον πυθμένα του) κάποιες πιθανότατα προέρχονται από την επίδραση της φωτιάς. Σε κάποια σημεία μάλιστα φαίνεται ότι ίσως οι απολεπίσεις αυτές έγιναν σκόπιμα (π.χ. τρεις αρκετά ίσες σε μέγεθος απολεπίσεις βρίσκονται η μία δίπλα στην άλλη). Στη μέγιστη περίμετρό του το αγγείο φέρει τέσσερις μικρές, ημισφαιρικές λαβές, με κάθετη διάτρηση (η μία μάλιστα έχει αποκολληθεί), ανάμεσα στις οποίες αναπτύσσονται τέσσερις ζώνες που ορίζονται από οριζόντιες εγχάρακτες γραμμές, και οι οποίες περιέχουν διάφορα χαράγματα (Εικ. 11). Ρίχνοντας μια πρώτη ματιά στις ζώνες αυτές, που αρθρώνονται ανάμεσα στις λαβές, έχουμε την εντύπωση ενός συνεχόμενου διακοσμητικού μοτίβου. Ωστόσο, παρατηρώντας τις εγχαράξεις που περιέχονται ανάμεσα στις οριζόντιες γραμμές, βλέπουμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε με ένα συγκεκριμένο διακοσμητικό μοτίβο που επαναλαμβάνεται με κάποια κανονικότητα αλλά με διάφορες παραλλαγές. Επιπλέον, το μήκος των ζωνών είναι διαφορετικό. Οι ζώνες Α και Β έχουν μήκος περίπου από 7 εκ. ενώ η Γ και η Δ από 9 εκ. Οι ζώνες Β και Δ περιέχουν αμιγώς ρομβοειδή χαράγματα (χάραγμα αρ. 32 ή 34 στον Πίνακα 9 α, β), τα οποία είναι 3 και 2 αντίστοιχα. Πρέπει να επισημάνουμε ότι κάνουμε λόγο για ρομβοειδές χάραγμα και όχι για χάραγμα σχήματος Χ, μιας και σε κανένα από τα τεχνουργήματα που μελετήσαμε δεν βρίσκουμε κάποιο μεμονωμένο Χ, παρά μόνο μεμονωμένους ρόμβους. Η εικόνα του Χ υπάρχει μόνο σε σύνολα σαν αυτά 57

59 του αγγείου που εξετάζουμε εδώ. Επιπλέον, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η χάραξη όλων των ρόμβων στις ζώνες Β και Δ έγινε ακολουθώντας ο χαράκτης την ίδια ακριβώς σειρά και φορά χάραξης. Πρώτα χάραξε όλες τις γραμμές που ξεκινούν από δεξιά προς τα αριστερά και από πάνω προς τα κάτω και έπειτα όλες τις υπόλοιπες, που έχουν φορά από αριστερά προς τα δεξιά. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι γραμμές που χαράχτηκαν από δεξιά προς τα αριστερά, τουλάχιστον στη ζώνη Β, είναι πολύ πιο βαθιές από ό,τι οι αριστερόστροφες. Η παρατήρηση αυτή δίνει μια άμεση πληροφορία για τις ιδιαιτερότητες του χαραγματικού χαρακτήρα του γραφέα. Ωστόσο, στη ζώνη Δ δεν υπάρχουν διαφορές στο βάθος χάραξης των γραμμών. Η ζώνη Γ είναι αυτή στην οποία τα χαράγματα παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη διαφοροποίηση από ό,τι στις άλλες ζώνες. Εδώ μάλιστα αλλάζει τόσο η φορά όσο και ο τρόπος χάραξης. Εδώ τα χαράγματα αποτυπώνονται ένα ένα και γίνονται πρώτα οι γραμμές που κατευθύνονται από αριστερά προς τα δεξιά, και μετά χαράσσονται οι δεξιόστροφες. Επιπλέον, η ζώνη αυτή υπογραμμίζεται με μια ακόμη οριζόντια γραμμή στο κάτω μέρος. Στη ζώνη Γ το ; ; (το οποίο θα μπορούσε να αναλυθεί στο ή σε 3 Λ ή στο Μ+Λ) συνυπάρχει με ένα ρομβοειδές χάραγμα. Η ζώνη Α περιλαμβάνει δύο ευδιάκριτους ρόμβους και έναν που μοιάζει ημιτελής στη μία του πλευρά, ή αποδίδει μάλλον το χάραγμα 17 (V). Και εδώ η φορά και ο τρόπος χάραξης των ρόμβων είναι ίδιος με αυτόν στις ζώνες Β και Δ. Αξίζει ίσως τέλος να επισημάνουμε ότι, σε δύο τουλάχιστον σημεία της επιφάνειας του αγγείου, παρατηρήσαμε από τρεις τουλάχιστον κυκλικές απολεπίσεις, που βρίσκονται στη σειρά. Η πρώτη τριάδα βρίσκεται κάτω από το παραπάνω χάραγμα (V), μία επίσης ακριβώς από πάνω του και μία ακόμη πάνω από το διπλανό του χάραγμα. Δεν μπορούμε να τεκμηριώσουμε αν προκλήθηκαν από την επίδραση της φωτιάς ή κάποιον άλλο παράγοντα κατά τη χρήση του αγγείου. Η δεύτερη τριάδα βρίσκεται κάτω από το χάραγμα 32 στη ζώνη Γ. Αξίζει, τέλος, να αναφέρουμε ότι, όσον αφορά τη χρήση του αγγείου, η εσωτερική επιφάνειά του είναι αδρά δουλεμένη, χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα, καθώς και ότι το πάχος των τοιχωμάτων είναι αρκετά μικρό από τη μέση του αγγείου και κάτω, και από τη μέση και πάνω. Αντίθετα, στην περιμετρική περιοχή όπου αποτυπώθηκαν 58

60 τα χαράγματα, το πάχος των τοιχωμάτων είναι σημαντικά (πάνω από δύο φορές) μεγαλύτερο. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις οι εγχαράξεις είναι τόσο βαθιές που το αγγείο έσπασε ακριβώς πάνω στη γραμμή της εγχάραξης. Το μεγάλο πάχος των τοιχωμάτων στο σημείο αυτό (όπου άλλωστε αρθρώνονται και οι λαβές) θα μπορούσε βέβαια να σχετίζεται κυρίως με τον τρόπο χρήσης του αγγείου αυτού αλλά ίσως και με τη δυνατότητα που προσφέρει το μεγάλο πάχος του πηλού σε αυτή την περιοχή για βαθύτερη χάραξη. Τέλος, πρέπει να παρατηρήσουμε, στηριζόμενοι στις αριθμητικές σχέσεις που εντοπίσαμε, ότι ο χαράκτης χάρασσε (Λ) και ρόμβους, που έχουν 2 και 4 γραμμές αντίστοιχα. Επίσης, βάσει των αριθμών των γραμμών της κάθε ζώνης, εντοπίσαμε την εξής αριθμητική ακολουθία: (ζώνη A) 8 (ζώνη Β) 8 (ζώνη Γ) 10 (ζώνη Δ) 6. Το σύνολό τους είναι 32. Όπως συμβαίνει και με τους αριθμούς των γραμμών των χαραγμάτων στο μικρογραφικό αγγείο Α, όλοι οι αριθμοί είναι πολλαπλάσια του 2. Μαύρο στενόλαιμο κλειστό αγγείο Β Το τμήμα του αγγείου που σώζεται (Εικ. 11), αν και βρέθηκε σε αρκετά μεγάλη απόσταση από το προηγούμενο κοκκινωπό, έχει πάρα πολλές ομοιότητες με αυτό. Το σχήμα του, οι τέσσερις λαβές και οι τέσσερις εγχάρακτες ζώνες ανάμεσά τους, που περιέχουν χαράγματα, είναι παρόμοιες. Επιπλέον, φέρει και αυτό κυκλικές απολεπίσεις στον πάτο του, που είναι πολύ φθαρμένος συγκριτικά με την υπόλοιπη επιφάνεια. Ωστόσο, είναι λίγο μικρότερο από το προηγούμενο κοκκινωπό αγγείο, έχοντας περίμετρο 41 εκ. και σωζόμενο μέγιστο ύψος περίπου 9 εκ. Η εσωτερική του επιφάνεια είναι, επίσης, καλύτερα λειασμένη από ό,τι στο άλλο αγγείο, ενώ έχει ψηθεί σε αναγωγικές συνθήκες και, ως εκ τούτου, είναι μαύρο. Επιπλέον, τα χαράγματα τα οποία φέρει στις τέσσερις ζώνες που αναπτύσσονται ανάμεσα στις λαβές παρουσιάζουν αρκετές διαφορές συγκριτικά με αυτά του κοκκινωπού αγγείου. Τέλος, το χείλος του λειάνθηκε, ώστε να επαναχρησιμοποιηθεί μετά το σπάσιμο του λαιμού του. Όσον αφορά τα χαράγματα των τεσσάρων ζωνών, παρατηρούμε τα εξής: Η Α και η Γ ζώνη έχουν 7 εκ. μήκος η καθεμιά. Η Β έχει μήκος 9 εκ. και η Δ 8 εκ. Και στο αγγείο αυτό, όπως και σε όλα τα αγγεία που εξετάζουμε, οι οριζόντιες γραμμές χαράχτηκαν πρώτες και έπειτα αποτυπώθηκαν τα χαράγματα στο εσωτερικό τους. 59

61 Δυστυχώς από τη ζώνη Α λείπει ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι. Ωστόσο, με βάση τις εγχαράξεις που σώζονται και το μέγεθος του κενού που υπάρχει, αλλά και παρατηρώντας το μέγεθος, το είδος και τη διάταξη των χαραγμάτων στις άλλες ζώνες, μπορούμε με μεγάλη πιθανότητα να πούμε ότι στο όστρακο που λείπει είχαν αποτυπωθεί τέσσερις ακόμη εγχαράξεις, οι οποίες το πιο πιθανό είναι να έχουν τη μορφή του χαράγματος 46 (με όλες τις ενδεχόμενες παραλλαγές του) και πιο απίθανο να αποδίδουν έναν ρόμβο και ένα ακόμη (V). Η ζώνη Β είναι αρκετά μπερδεμένη στον τρόπο με τον οποίο αποτυπώνονται τα χαράγματα. Ενώ σε όλες τις υπόλοιπες ζώνες τόσο αυτού του αγγείου όσο και του κοκκινωπού τα χαράγματα είναι ξεκάθαρο ότι έχουν τη μορφή τεθλασμένης-γωνιώδους γραμμής ή ρόμβου, στη ζώνη Β αυτό δεν είναι ξεκάθαρο, μιας και τα μεσαία χαράγματα μοιράζονται τόσο τη μορφή ρόμβων όσο και τη μορφή τεθλασμένης γραμμής. Επιπλέον όμως, όπως είδαμε στο κοκκινωπό αγγείο, ο τρόπος και η φορά χάραξης διέφεραν στην απόδοση του ρόμβου και της τεθλασμένης γραμμής. Αντίθετα, στη ζώνη Β ο χαράκτης εμφανέστατα ξεκίνησε από το κέντρο, κάνοντας ένα (Λ), και μετά συνέχισε να χαράσσει αριστερά και δεξιά ή το αντίστροφο, αλλά πάντοτε ακολουθώντας τον τρόπο και τη φορά χάραξης με την οποία αποδίδονται τα ρομβοειδή χαράγματα. Μάλιστα, σε αρκετές χαράξεις παρατηρούμε την ιδιαιτερότητα του χαραγματικού χαρακτήρα που εντοπίσαμε στη χάραξη των ρόμβων στη ζώνη Β του κοκκινωπού αγγείου, όπου οι δεξιόστροφες γραμμές χαράσσονταν πρώτες και είναι σημαντικά πιο ρηχές από αυτές που χαράχτηκαν δεύτερες και με φορά από τα αριστερά προς τα δεξιά. Η ζώνη Γ περιέχει χαράξεις που παραπέμπουν στο χάραγμα 46, το οποίο όμως στη ζώνη αυτή του μαύρου αγγείου θα μπορούσε πιθανότατα να αναλυθεί σε (V) ή (W), ενώ στη ζώνη Γ του κοκκινωπού αγγείου σε (Λ) ή (Μ). Η ζώνη Δ αποτελείται από τρεις ρόμβους, που χαράχτηκαν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και τους ίδιους κανόνες όπως οι ρόμβοι στο κοκκινωπό αγγείο. Συμπερασματικά, συγκρίνοντας τα δύο αυτά αγγεία, νομίζουμε ότι είναι πολύ πιθανό να κατασκευάστηκαν και να χαράχτηκαν από το ίδιο πρόσωπο ή τουλάχιστον η χρήση και το νοηματικό τους φορτίο να υλοποιήθηκε σε ένα παρόμοιο αν όχι πανομοιότυπο πλαίσιο. Μια τελευταία παρατήρηση είναι ότι, αν μετρήσουμε όλες τις γραμμές που συνθέτουν τα χαράγματα, διαπιστώνουμε ότι κάθε αγγείο περιέχει 32 60

62 γραμμές. Μάλιστα, ενώ μόνο η ζώνη Β του κοκκινωπού αγγείου και η ζώνη Δ του μαύρου περιέχουν ακριβώς τα ίδια χαράγματα, ο αριθμός των γραμμών σε κάθε μία από τις ζώνες και των δύο αγγείων είναι ο ίδιος και μάλιστα με την ίδια αριθμητική ακολουθία ( ). Μάλιστα, η ζώνη Β του μαύρου αγγείου, που έγινε με 10 γραμμές, περιέχει χαράγματα στα οποία, όπως είπαμε παραπάνω, το σχήμα του ρόμβου και της τεθλασμένης γραμμής συμφύρονται, ενώ αντίστοιχα η ζώνη Γ του κοκκινωπού αγγείου, η οποία επίσης αποτελείται από 10 γραμμές, είναι η μοναδική ζώνη όπου ξεκάθαρα συνυπάρχουν ρόμβοι και τεθλασμένη γραμμή. Επιπλέον, αυτή είναι η μοναδική ζώνη την οποία ο χαράκτης ίσως θέλησε να υπογραμμίσει, και για τον λόγο αυτό χάραξε στο κάτω μέρος μία επιπλέον γραμμή στο κοκκινωπό αγγείο. Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι ότι και οι δύο γραμμές, αν παραβλέψουμε το βάθος της εγχάραξης, είναι ευθείες και κανονικές, ώστε δεν θα μπορούσε κάποια από τις δύο να έχει χαραχτεί ως διόρθωση της προηγούμενης. Επιπλέον, σε καμιά άλλη οριζόντια γραμμή δεν παρατηρείται κάτι αντίστοιχο. Υπόλευκο κλειστό αγγείο Γ, που φέρει εγχαράξεις μετά την όπτηση Εδώ καταγράφουμε ένα κλειστό υπόλευκο στιλβωμένο αγγείο διαμέτρου 10 εκ. και ύψους περίπου 13 εκ., το οποίο παρουσιάζει αξιοσημείωτες ομοιότητες αλλά και διαφορές με τα προηγούμενα δύο. Το σχήμα του, το μέγεθος, οι τέσσερις λαβές με κάθετη διάτρηση, αρθρωμένες στην κοιλιά του αγγείου και με περιμετρική διάταξη, είναι στοιχεία που το καθιστούν άμεσα συγκρίσιμο με τα δύο προηγούμενα. Επιπλέον, το αγγείο αυτό φέρει πολλαπλές και πολύ μεγάλες κυκλικές απολεπίσεις σε όλη την επιφάνειά του, και επίσης φέρει εγχαράξεις ανάμεσα στις λαβές του, οι οποίες όμως έγιναν μετά την όπτηση του αγγείου. Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι, λόγω της δυσκολίας εγχάραξης ενός ψημένου αγγείου, ο χαράκτης σε πολλά σημεία, για να χαράξει μία γραμμή, έκανε αρκετές προσπάθειες. Ωστόσο, σε κάποια άλλα σημεία οι χαράξεις είναι πιο ακριβείς και δείχνουν με σαφήνεια το είδος, τον αριθμό και το συνολικό σχέδιο των χαραγμάτων που ήθελε να αποτυπώσει, και το οποίο φαίνεται καθαρογραμμένο στην Εικ. 36. Με την πρώτη ματιά όλες αυτές οι αρκετά κακοφτιαγμένες εγχαράξεις δίνουν την εντύπωση ενός επαναλαμβανόμενου διακοσμητικού μοτίβου. Στην καλύτερη περίπτωση θα λέγαμε ότι επαναλαμβάνεται 61

63 με διακοσμητική ή εμβληματική (με πρόθεση, δηλαδή, τονισμού) διάθεση το τέσσερις φορές, και επίσης οι τέσσερις λαβές επιστέφονται με το ή το. Ωστόσο, αν συνυπολογίσουμε τις εμφανείς ομοιότητες του αγγείου αυτού με τα άλλα δύο (και φυσικά εννοούμε τις ουσιαστικές ομοιότητες, που παραπέμπουν βάσιμα ακόμη και στην ίδια χρήση των τριών αυτών αγγείων), τότε οφείλουμε να διερευνήσουμε τις φαινομενικά διακοσμητικές αυτές εγχαράξεις λίγο περισσότερο και να παρατηρήσουμε, αν μετρήσουμε όλες τις γραμμές, μαζί με αυτές που επιστέφουν τις λαβές του αγγείου, ότι είναι 64, δηλαδή το διπλάσιο του 32 που είδαμε και στα άλλα δύο αγγεία, ή, ακόμη τολμηρότερα, το άθροισμα των γραμμών και των δύο, και μάλιστα μέσω της αποτύπωσης τελείως διαφορετικών, μορφικά τουλάχιστον, χαραγματικών συνόλων. Αν πάλι μετρήσουμε (Λ), τότε ο αριθμός τους είναι 32, όσα και οι γραμμές του καθενός από τα δύο αγγεία που αναλύσαμε πριν. Συμπερασματικά, συγκρίνοντας τα τρία παραπάνω αγγεία, θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε τα εξής: Είναι συνειδητή και σκόπιμη από τους νεολιθικούς χαράκτες του Δισπηλιού η σταθερή εμφάνιση συγκεκριμένου αριθμού εγχαράξεων κατά την απόδοση αρκετά διαφορετικών χαραγματικών συνόλων; Μήπως θα μπορούσαμε και σε αυτά τα τρία αγγεία να εντοπίσουμε την ίδια τάση για εξίσωση ή άμεση αριθμητική συσχέτιση ανάμεσα σε ένα ειδικό νόημα, μήνυμα ή ιδέα, και σε ένα γενικό; Και εννοούμε ότι στην περίπτωση αυτών των τριών κλειστών αγγείων το ειδικό μήνυμα ταυτίζεται με την ποικιλία των επιμέρους χαραγμάτων όλων των ζωνών των κλειστών αγγείων Α και Β και το γενικό συνδέεται άμεσα και λογικά με το περισσότερο κανονικό, ομοιόμορφο και επαναλαμβανόμενο χαραγματικό σύνολο του κλειστού αγγείου Γ, που συντίθεται αποκλειστικά με (Λ), όπως και η κάτω ζώνη του μικρογραφικού αγγείου Α. Μικρογραφικό αγγείο Β Το μικρογραφικό αυτό αγγείο (Εικ. 37) έχει ύψος 3 εκ. και μέγιστη διάμετρο 3,5 εκ. Είναι κατασκευασμένο από πηλό με αρκετές προσμείξεις και φέρει χαράγματα σε όλη την επιφάνειά του, εξωτερική και εσωτερική, εκτός από τον πυθμένα του (ακόμη 62

64 και στον πάτο). Επιπλέον, περιμετρικά του χείλους φέρει 30 αρκετά βαθιές παράλληλες εμπιέσεις. Η περίπτωση του αντικειμένου αυτού πιστεύουμε ότι είναι ιδιαίτερη, κυρίως επειδή τουλάχιστον στην εξωτερική επιφάνεια και στον πάτο του φέρει χαράγματα που, στον μεγαλύτερο βαθμό τους, παρουσιάζουν μορφολογικά έναν χαρακτήρα αρκετά διαφορετικό από ό,τι τα τεθλασμένα-γωνιώδη χαράγματα που εξετάσαμε ως τώρα. Μάλιστα, θεωρούμε ότι εντοπίσαμε ένα τουλάχιστον σύμπλεγμα χαράξεων που παραπέμπει με μια πρώτη ματιά σε ζώο. Σε άλλο σημείο της παρούσας εργασίας μιλήσαμε για δύο ευδιάκριτους τρόπους χάραξης ή για δύο διακριτά χαραγματικά συστήματα, το γεωμετρικό και το καλλιγραφικό, και επισημάναμε ότι στον καλλιγραφικό τρόπο χάραξης τα χαράγματα χαράσσονται πολύ κοντά το ένα στο άλλο και φαίνεται ότι αποδίδονται με αρκετά εικονιστικό τρόπο στοιχεία του φυσικού κόσμου, όπως φυτά, βέλη, ζώα. Επιπλέον, σε ένα ακόμη αντικείμενο, μια αρκετά μεγάλη πήλινη πινακίδα που φέρει δύο οπές ανάρτησης, φαίνεται αρκετά καθαρά η εγχάρακτη απεικόνιση ενός τετράποδου ζώου. Ωστόσο, είναι αρκετά διαφορετικά αποδοσμένο συγκριτικά με αυτό του αγγείου που εξετάζουμε, αλλά δεν πρέπει να παραβλέπουμε την πολύ διαφορετική κλίμακα των δύο αντικειμένων και την αναγκαστικά αφαιρετικότερη απόδοση σε ένα τόσο μικρό αντικείμενο (Εικ. 27). Επιπλέον, πρέπει να επισημάνουμε ότι δύο τουλάχιστον από τα μικρογραφικά χαράγματα αυτού του αγγείου απαντούν και στην ξύλινη πινακίδα, και από αυτά το ένα δεν βρέθηκε σε κανένα άλλο αντικείμενο από όσα μελετήσαμε. Πρόκειται για το χάραγμα 36. Όσον αφορά τις χαραγματικές ζώνες του μικρού αυτού αγγείου, παρατηρούμε τα εξής: (1) Εσωτερική επιφάνεια του αγγείου Το χαραγματικό σύνολο αναπτύσσεται εσωτερικά κοντά στο χείλος του αντικειμένου. Παρατηρούμε μια παρατακτική και με μεγάλη κανονικότητα διάταξη των χαραγμάτων, η οποία τα διαφοροποιεί σε σημαντικό βαθμό σε σχέση με αυτά της εξωτερικής επιφάνειας, όπου τα χαράγματα φαίνονται συνωστισμένα. Επιπλέον, επειδή όλα τα χαράγματα εφάπτονται στις άκρες τους, μπορούμε με μεγάλη πιθανότητα αφενός να αναπαραστήσουμε τον τρόπο και τη φορά χάραξης και 63

65 αφετέρου να απομονώσουμε εύκολα συγκεκριμένα χαράγματα. Μελετώντας, λοιπόν, τα σημεία επαφής των χαραγμάτων, διαπιστώσαμε ότι το χαραγματικό σύνολο χαράχτηκε από αριστερά προς τα δεξιά, χωρίς όμως να ξέρουμε από ποιο χάραγμα ξεκίνησε η χάραξη, μιας και όλα τα χαράγματα αποτυπώνονται περιμετρικά, καλύπτοντας όλη την έκταση χωρίς να αφήνουν κενό. Ωστόσο, σε κάποιο σημείο ο τρόπος εγχάραξης αλλάζει σε μεγάλο βαθμό συγκριτικά με όλα τα υπόλοιπα χαράγματα, και οι εγχαράξεις γίνονται πολύ ρηχές. Υποθέτουμε λοιπόν ότι εκεί κατέληξε η χάραξη (θέλοντας ο χαράκτης να κλείσει-ολοκληρώσει τον κύκλο), μια τάση άλλωστε που υπάρχει σε όλα τα αντικείμενα που περιγράψαμε ως τώρα. Ή, από την άλλη, ίσως ξεκίνησε από εκεί με κάποια αβεβαιότητα (εξού και οι ρηχές χαράξεις). Παρ όλα αυτά δεν είμαστε απολύτως βέβαιοι για το σημείο έναρξης της χαραγματικής πρακτικής στο αντικείμενο αυτό. Ωστόσο, είμαστε σχεδόν απόλυτα βέβαιοι για το είδος των χαραγμάτων που εντοπίσαμε. Στην Εικ. 38 απεικονίζουμε με κόκκινο χρώμα τις χαράξεις που έγιναν πρώτες και με μπλε αυτές που έγιναν δεύτερες. Αξίζει να συμπληρώσουμε ότι το έγινε αφού πρώτα χαράχτηκαν τα εκατέρωθεν του ίδια χαράγματα με σχήμα (Λ). (2) Εξωτερική επιφάνεια του αγγείου και πυθμένας. Εξωτερικά, όπως ειπώθηκε, η εικόνα των χαραγμάτων αλλά και του τρόπου χάραξης είναι πολύ διαφορετική. Μια πρώτη γενική παρατήρηση είναι ότι τα χαράγματα φαίνεται ότι έχουν διάφορα μεγέθη και, συνεπώς, υποθέτουμε, όχι ισότιμο ρόλο στη σύνταξη του χαραγματικού αυτού συνόλου (βλ. υποκεφάλαιο 1.3). Επιπλέον, ούτε από άποψη οργάνωσης και χωρικής διευθέτησης φαίνεται να τηρείται κάποιος συγκεκριμένος κανόνας. Με δυσκολία καταφέραμε να εντοπίσουμε κάποια μεμονωμένα χαράγματα, τα οποία με επιφύλαξη κυκλώνουμε με κόκκινο χρώμα στην Εικ. 27. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για τα χαράγματα στον πάτο του αντικειμένου αυτού. Τα πράγματα είναι ακόμη πιο προβληματικά όσον αφορά την προσέγγιση της χρήσης του μικροσκοπικού αυτού αντικειμένου. Υποθέτουμε ότι ο βασικός στόχος της κατασκευής του ήταν να δεχτεί στην επιφάνειά του όλα αυτά τα χαράγματα. Επιπλέον, το μικρό του μέγεθος θα μπορούσε να εξυπηρετεί την εύκολη και συνεχή μεταφορά του από κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Συμπερασματικά θα μπορούσαμε, 64

66 με βάση τα στοιχεία και τη σύγκριση των δύο χαραγματικών συνόλων στην εσωτερική και στην εξωτερική επιφάνεια, να προτείνουμε τη συνύπαρξη στο αντικείμενο αυτό δύο ευδιάκριτων σημειωτικών συστημάτων, του γεωμετρικού και του καλλιγραφικού, με διαφορετικά επιμέρους στοιχεία και εσωτερική οργάνωση, και τα οποία ίσως εξυπηρετούσαν διαφορετικές νοηματικές ανάγκες. Θα μπορούσε άραγε το γεωμετρικό χαραγματικό σύστημα να σχετίζεται ίσως με τη μέτρηση (χρόνου, χώρου, ποσοτήτων ή ποιοτήτων κτλ.) και το καλλιγραφικό να χρησιμοποιείται για την καταγραφή εννοιών και ιδεών ή το αντίστροφο; Μικρογραφικό αγγείο Γ Το μικρογραφικό αυτό αγγείο έχει ύψος 3 εκ. και μέγιστη διάμετρο 4,5 εκ. Είναι φτιαγμένο από πηλό με πολλές προσμείξεις, η κατασκευή είναι πολύ συμπαγής και τα τοιχώματά του αρκετά χονδρά για το μέγεθός του. Πάνω στο χείλος φέρει εμπιέσεις. Το πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι στην εξωτερική επιφάνειά του, αντί για εγχαράξεις, φέρει βαθιές εμπιέσεις που έχουν τη μορφή κουκίδων, οι οποίες είναι αρκετά βαθιές (Εικ. 31). Όλη σχεδόν η εξωτερική του επιφάνεια καλύπτεται από τις οργανωμένες αυτές κουκίδες. Υποθέτουμε βάσιμα, αν κρίνουμε από τη διάταξη της απόδοσης των κουκίδων, ότι αναπαριστώνται συγκεκριμένα χαράγματα, τα οποία, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις που εξετάσαμε, αποδίδονται με εγχάρακτες γραμμές. Στο σχέδιο της ίδιας εικόνας δείχνουμε την αντιστοίχιση των διατάξεων με κουκίδες με τα γραμμικά χαράγματα. Ανάμεσα στο και στο ο χώρος είναι σημαντικά μεγαλύτερος συγκριτικά με όλες τις άλλες αποστάσεις, γι αυτό και στο σχέδιο επιλέξαμε αυτή τη διάταξη. Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι οι αριθμοί των κουκίδων ανά σύμβολο είναι 16, 8, 14 και 10, οι οποίοι, όπως και σε όλα τα υπόλοιπα αγγεία που εξετάσαμε, είναι πολλαπλάσια του 2. Μικρό χονδροειδές ανοιχτό αγγείο Το μικρό αυτό αγγείο έχει ύψος περίπου 4 εκ. και μέγιστη διάμετρο 8,5 εκ. (Εικ. 15). Είναι κατασκευασμένο από πηλό με ελάχιστες προσμείξεις. Τα τοιχώματά του είναι αρκετά χονδροειδή, και φέρει περιμετρικές συνεχόμενες τεθλασμένες εγχαράξεις, που 65

67 ξεκινούν από τη βάση του αγγείου και σε κάποια σημεία αναπτύσσονται και πλησιάζουν το χείλος του. Επιπλέον φέρει και άλλες εγχαράξεις, που απομονώνονται σε σχέση με τα υπόλοιπα συνεχόμενα, ομοιόμορφα μοτίβα (π.χ. το χάραγμα 43 ), όπως και κάποια γωνιώδη μοτίβα, καθώς και τεμνόμενους ρόμβους, που θα μπορούσαν να είναι τα χαράγματα 18 ή 19 ή 17 και 32. Παρατηρώντας γενικά τη μορφή του σχεδίου στο αγγείο αυτό, μας κάνει εξαρχής εντύπωση η μεγάλη ελευθερία και ο πειραματισμός, ίσως, στον τρόπο χάραξης. Οι εγχαράξεις φαίνεται να μην έχουν καμία κανονικότητα, με αποτέλεσμα να απλώνονται στην επιφάνεια με σχετική ανομοιομορφία και σε ποικίλα μεγέθη. Η όλη σχεδιαστική σύλληψη θυμίζει, αν μπορούμε να το πούμε, παιδικές ζωγραφιές, ενός παιδιού, ωστόσο, που έχει συγκεκριμένη σχεδιαστική αντίληψη και την εφαρμόζει κατά τον πειραματισμό του με την εγχάραξη τεθλασμένων κυρίως μοτίβων, τα οποία άλλωστε θα ήταν ένα πολύ οικείο θέαμα στον νεολιθικό οικισμό του Δισπηλιού, και αποτέλεσμα ποικίλων διακοσμητικών και χαραγματικών δράσεων. Επίσης, αποτυπώνονται, με ελαφρές εμπιέσεις οβάλ σχήματος, μερικές κουκίδες πολύ μικρότερες συγκριτικά με όλα τα υπόλοιπα μοτίβα, που συνωστίζονται κοντά στο χείλος του αγγείου. Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά του σχεδίου που καταγράψαμε, σύμφωνα με τις απόψεις του Elkins για τον ορισμό κάποιων στοιχείων ενός συστήματος που μοιάζει με γραφή (πρβ. υποκεφάλαιο 1.3, κανόνας 4), οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται μάλλον για ζωγραφιά σε συνδυασμό με κάποια σύμβολα, τα οποία όμως δεν μπορεί να έχουν (κυρίως λόγω μεγέθους, αλλά και λόγω θέσης) συντακτικά ισότιμο ρόλο με τα υπόλοιπα. Ο Elkins κάνει επίσης λόγο για την ύπαρξη αντικειμένων που φέρουν χαράξεις, οι οποίες μάλλον στόχευαν στο να μιμηθούν τη γραφή, και το αποτέλεσμα της πρακτικής αυτής το χαρακτηρίζει ως ψευδογραφή (πρβ. υποκεφάλαιο 1.3, κανόνας 5). Με την ίδια λογική θα μπορούσαμε ίσως να χαρακτηρίσουμε όλη την εγχάρακτη σχεδιαστική σύλληψη του παραπάνω αγγείου ως ψευδοδιακόσμηση ή ως πειραματισμό με τη διακόσμηση. Φυσικά δεν αποκλείουμε και άλλες ερμηνείες που μπορεί να σχετίζονται τόσο με τη χρήση αυτού του αγγείου (του οποίου ο πάτος είναι 66

68 πολύ περισσότερο φθαρμένος συγκριτικά με την υπόλοιπη επιφάνειά του) όσο και με τα συμβολικά νοήματα τα οποία το αγγείο αυτό ίσως ενσωμάτωνε και ανατροφοδοτούσε. Ο Merlini, π.χ., εξετάζοντας μια αντίστοιχη σχεδιαστικά σύλληψη τεθλασμένων εγχαράξεων, αποτυπωμένων στο μπροστινό μέρος ενός θολωτού φούρνου της Πρώιμης Νεολιθικής στη θέση Slatina-Sofia της Βουλγαρίας, κάνει λόγο, αναλύοντας τις πυκνές τεθλασμένες εγχαράξεις του πάνω μέρους, για την απεικόνιση του ουρανού και της γόνιμης υγρασίας, ενώ στο κάτω μέρος, όπου οι τεθλασμένες γραμμές έχουν μεγαλύτερες αποστάσεις μεταξύ τους, κάνει λόγο για την απεικόνιση της γονιμότητας της γης (Merlini 2007:84, βλ. Εικ. 39). Ωστόσο, επιστρέφοντας στις εγχαράξεις του αγγείου που περιγράφουμε, νομίζουμε ότι ο παιγνιώδης ή πειραματικός αλλά εμφανώς με απεικονιστική διάθεση χαρακτήρας των σχεδίων του, είναι μια πρώτη αρκετά στέρεη εξηγητική βάση. Θα τολμούσαμε να προτείνουμε, όπως πιστεύουμε θα φανεί με τα παρακάτω, πως ο χαράκτης του αγγείου αυτού έδρασε σαφώς στο νοηματικό πλαίσιο της χαραγματικής, αλλά ίσως και της γραπτής διακοσμητικής πρακτικής ( λόγω της απεικονιστικής λογικής του σχεδίου, όπου κυματοειδείς γραμμές αποδοσμένες με αρκετή ελευθερία περιτρέχουν όλη την επιφάνεια του αγγείου και μάλιστα συνυπάρχουν με ρομβοειδή, γωνιώδη και άλλα αφηρημένα μοτίβα ). Στη βάση λοιπόν αυτή παρατηρούμε ότι στην περιοχή κάτω από το χάραγμα 43 και σε πολύ κοντινή απόσταση βρίσκονται όλα τα όρια (οι αρχές και το πέρας) των ζωνών Γ1, Γ2 και Β. Ένα ενδιαφέρον επίσης εικονιστικό στοιχείο είναι το γεγονός ότι τα (Λ) και γενικότερα ο χαραγμένος χώρος από όπου ξεκινούν και τελειώνουν οι ζώνες Β, Γ1 και Γ2 συμπυκνώνεται κάτω από το χάραγμα 43. Η κυκλική εμπίεση στα αριστερά του χαράγματος αυτού θεωρούμε ότι δεν είναι άσχετη με την όλη σχεδιαστική σύλληψη και έχει συγκεκριμένο αλλά άγνωστο συμβολικό φορτίο. Η ζώνη Β δίνει την εντύπωση μιας συνεχόμενης τεθλασμένης γραμμής με καθορισμένα όρια, που σχηματίζει διαδοχικά (Λ). Η ζώνη αυτή χαράχτηκε πρώτη, όπως φαίνεται από τα σημεία επαφής των χαραγμάτων των άλλων ζωνών. Το αριστερό της όριο βρίσκεται κοντά στο χάραγμα 43, και το δεξιό της, αφού η γραμμή διατρέξει όλη την περίμετρο του αγγείου, καταλήγει στο ίδιο σημείο, όπου αφήνεται μια ελεύθερη κεραία. Ο συνολικός αριθμός των (Λ) της ζώνης Β είναι

69 Η ζώνη Γ αποτελείται από 2 τεθλασμένες γραμμές, τη Γ1 και τη Γ2, που έχουν ανάμεσά τους ένα σαφές κενό και χαράχτηκαν σε επαφή με τον πάτο του αγγείου (αρκετές από τις άκρες των (Λ) των ζωνών συνεχίζουν για ένα με δύο εκατοστά και πάνω στο πάτο του αγγείου). Η Γ2 αποτελείται από 14 (Λ) και η Γ1 από 3 (Λ) που μας δίνουν άθροισμα 17 (Λ), ένα λιγότερο δηλαδή συγκριτικά με τα (Λ) της ζώνης Β. Ίσως λοιπόν, ακόμη και σε αυτό το εικονιστικό πλαίσιο, οι αριθμητικές σχέσεις να μην απουσιάζουν, καθώς ο αριθμός των (Λ) της ζώνης Β προσεγγίζει το άθροισμα των (Λ) των ζωνών Γ1 και Γ2. Σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από τόσο άνισα σε μέγεθος (Λ) και στο οποίο οι θέσεις τους είναι τόσο ακαθόριστες, η διαφορά αυτή του ενός (Λ) ίσως να είναι αμελητέα. Από τα χαραγματικά σύνολα Α1 και Α2, το Α1 βρίσκεται ακριβώς πάνω από το αριστερό όριο του Γ2 και το Α2 ακριβώς πάνω από το δεξιό όριο του Γ2. Το άθροισμα των (Λ) των ζωνών Α1 και Α2 είναι 14, όσα δηλαδή και αυτά της ζώνης Γ2, η οποία φαίνεται ότι τις περιέχει νοητά και με τη μεσολάβηση της ζώνης Β. Τέλος, στη ζώνη Γ2 παρατηρούμε μια ασήμαντη φαινομενικά διαφοροποίηση, την οποία ωστόσο θεωρούμε άκρως σημαντική, μιας και είναι μοναδική σε όλη την σχεδιαστική σύλληψη και απόδοση των εγχαράξεων του αγγείου. Συγκεκριμένα, το τρίτο και το τέταρτο (Λ) από τα αριστερά της ζώνης Γ2 ενώνονται διαγώνια με μία γραμμή, η οποία θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι παραπέμπει στο γραπτά αποδοσμένο χάραγμα 46, το οποίο, όπως θα αναφέρουμε στο παρακάτω κεφάλαιο, ακριβώς με τη ίδια φορά και διάταξη, στα μαύρα στιλβωμένα αγγεία συνδέει επαναλαμβανόμενα τριγωνικά μοτίβα. Όσον αφορά τη χρήση του αγγείου αυτού, μπορούμε να επισημάνουμε ότι τα ίχνη χρήσης του είναι ελάχιστα στην εξωτερική και εσωτερική του επιφάνεια, και πάρα πολλά στον πάτο του. Επίσης, το μεγάλο, συγκριτικά με το μέγεθος του, πάχος των τοιχωμάτων του το καθιστά αρκετά βαρύ, γεγονός που ίσως συνδέεται με τον τρόπο χρήσης του. 68

70 Μαύρη στιλβωμένη κεραμεική με λευκή γραπτή διακόσμηση και γραπτές υψηλόποδες φιάλες Μετά την παρουσίαση όλων αυτών των αγγείων έγινε, πιστεύουμε, σαφές ότι η χάραξη ήταν για τους νεολιθικούς Δισπηλιώτες μια πολύ συνειδητή πρακτική που ακολουθούσε συγκεκριμένους κανόνες. Επιπλέον, η αριθμητική ακρίβεια που εφάρμοζαν, καθώς και η εφαρμογή και άλλων ίσως κανόνων που μας διαφεύγουν, θεωρούμε ότι μας παρέχουν τη δυνατότητα να αναζητήσουμε ανάλογες συνειδητές και ακριβείς πράξεις κατά τη διαχείριση και άλλων συμβολικών δραστηριοτήτων, όπως η ειδωλοπλαστική που θα παρουσιαστεί στο επόμενο κεφάλαιο αλλά και η γραπτή διακόσμηση των αγγείων. Άλλωστε οι ίδιοι οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες επέλεξαν να αποτυπώσουν χαράγματα σε όλη την γκάμα των τεχνουργημάτων τους, έστω και αν έδειξαν ιδιαίτερη προτίμηση σε συγκεκριμένες κατηγορίες. Θεωρούμε ότι είναι σχεδόν αναπόφευκτο να αναζητήσουμε σχέσεις της χαραγματικής πρακτικής με τη γραπτή διακόσμηση των μαύρων αγγείων, μιας και η κεραμική αυτή κατηγορία ξεφεύγει από το πλαίσιο μιας επαναλαμβανόμενης και τυποποιημένης, ως προς τα διακοσμητικά θέματα, πρακτικής και παρουσιάζει αξιοσημείωτη ποικιλία και σύνθετους κανόνες. Πρέπει εξαρχής να διευκρινίσουμε ότι δεν θέλουμε σε καμιά περίπτωση να εξομοιώσουμε τις δύο μεθόδους συμβολικής έκφρασης (της χαραγματικής και της διακοσμητικής), αλλά να αναζητήσουμε την ύπαρξη ή όχι μιας ενιαίας επικοινωνιακής αντίληψης και πρόθεσης, που εκφράζεται με διαφορετικούς ίσως τρόπους, περιέχει ποικίλα μηνύματα, απευθύνεται σε διαφορετικούς αποδέκτες, σε διαφορετικά νοηματικά πλαίσια και υλοποιείται σε διαφορετικά πεδία δράσης. Η προσπάθειά μας θα εστιάσει στην αναζήτηση κάποιων ιδιοτήτων και ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που ίσως ενυπάρχουν στον τρόπο που κάποια σύμβολα χρησιμοποιούνται από τους νεολιθικούς Δισπηλιώτες. Μια πρώτη και βασική παρατήρηση, συγκρίνοντας τα δύο επικοινωνιακά συστήματα των νεολιθικών Δισπηλιωτών, είναι πως ο διακοσμητικός τρόπος φαίνεται πιο εικονιστικός και ελεύθερος, ενώ ο χαραγματικός πιο αφαιρετικός και με μεγαλύτερη υπολογιστική ακρίβεια (Εικ. 6, 2). Θεωρούμε ότι η αναζήτηση ομοιοτήτων, διαφορών και ιδιοτήτων ανάμεσα στους δύο επικοινωνιακούς τρόπους μπορεί να στηριχτεί στις παρακάτω παρατηρήσεις: 69

71 Η διακοσμητική και η χαραγματική πρακτική (κυρίως η χρήση λευκού σε μαύρο αλλά και σε μικρότερο βαθμό η διακόσμηση των υψηλόποδων φιαλών της τεχνικής Α) συνυπάρχουν και περιορίζεται η άσκησή τους στην λιμναία-κατώτερη, στρωματογραφική-πολιτισμική (;) φάση του οικισμού, και έπειτα παύουν να υφίστανται και οι δύο (Βούλγαρη 2011:194-95). Τα σχήματα και η μορφή των γραπτών και των χαρακτών συμβόλων παρουσιάζουν αξιοσημείωτες ομοιότητες. Κυριαρχεί το σχήμα (Λ) και οι τεθλασμένες γραμμές σε ποικίλους συνδυασμούς (Εικ. 41, Πίν. 9 α, β). Επιπλέον, σε αρκετές περιπτώσεις φαίνεται ότι η μορφή τουλάχιστον κάποιων μεμονωμένων χαραγμάτων (αν φυσικά δεν πρόκειται για τα ίδια σύμβολα με κοινό νοηματικό φορτίο) διείσδυσε στο διακοσμητικό περιβάλλον των γραπτών αγγείων, και τα χαράγματα αυτά αποδόθηκαν με χρώμα (Εικ. 4, 5, 42, 44). Η σχέση, ωστόσο, των δύο τρόπων θα μπορούσε να είναι αμφίδρομη, αν βέβαια τα χαράγματα δεν προέκυψαν από τη διακοσμητική πρακτική μέσω αφαιρετικών διαδικασιών (ή από την άλλη τα διακοσμητικά μοτίβα μπορεί να προέκυψαν από τα χαράγματα κατόπιν σύνθεσης, αν και η αιτιακή σχέση των δύο δεν είναι απαραίτητη). Επιπλέον, αξίζει να αναφέρουμε ότι σε αρκετές περιπτώσεις όπου χαράσσονται τεχνουργήματα με μαύρη στιλβωμένη ή όχι επιφάνεια, τα χαράγματα αυτά γεμίζονται με λευκή επίθετη ύλη, όπως στην περίπτωση του μαύρου ειδωλίου (Εικ. 28), στο οποίο σώζονται τέτοια ίχνη (Νικάκης 2004:85). Η πράξη αυτή στην ουσία εξομοιώνει σε μεγάλο βαθμό την εικόνα των γραπτών μαύρων αγγείων με λευκό χρώμα και των χαρακτών μαύρων, αν βέβαια δεν στοχεύει πρωτίστως στον τονισμό των χαραγμάτων σε μια μαύρη επιφάνεια, στην οποία αλλιώς δεν θα ήταν ευδιάκριτα. Και στις δυο συμβολιστικές πρακτικές έχουμε συγκεκριμένους κανόνες και ακρίβεια, που τηρούνται σε πολύ μεγάλο βαθμό στο σύνολο των τεχνουργημάτων. Μάλιστα η Βούλγαρη μελετώντας εξονυχιστικά το σύνολο των διακοσμητικών κανόνων των γραπτών αγγείων, κατέληξε στα εξής συμπεράσματα: τα γραμμικά μοτίβα της τεχνικής που κοσμούν μαύρες στιλβωμένες επιφάνειες, αποτελούν δομικά στοιχεία συγκεκριμένων αφηγήσεων. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους δεν φαίνεται να ακολουθούν κάποιους διακοσμητικούς κανόνες αλλά να επιβάλλονται από τη δομή των αφηγήσεων (Βούλγαρη 20011:162-63). Στα ίδια αγγεία η Βούλγαρη εντόπισε 70

72 επίσης οργανική σχέση συγκεκριμένων συμβόλων με συγκεκριμένους τύπους λαβών, και μάλιστα αναφέρει ότι ήδη από το πλάσιμο των μαύρων αγγείων οι αγγειοπλάστες είχαν προαποφασίσει το διακοσμητικό θέμα των αγγείων (Βούλγαρη 2011:164-65). Αντίστοιχα, στα αγγεία που φέρουν χαράγματα, παρατηρήσαμε την οργανική σχέση χαραγμάτων με αποφύσεις και λαβές (Εικ. 43, 36). Θεωρούμε ότι το στοιχείο που συσχετίζει άμεσα και βαθύτερα τη διακοσμητική-αφηγηματική και χαραγματική πρακτική (μάλιστα, τόσο στα αγγεία αλλά και σε ένα ειδώλιο) είναι η εικόνα, το νόημα και η λειτουργία του χαράγματος αρ. 46 (Πίνακας 9β). Πρέπει να διευκρινίσουμε πως το σύμβολο αυτό, αν όντως συσχετίζονταν και από τους νεολιθικούς στη γραπτή και χαραγματική του απόδοση, στην περίπτωση των γραπτών αγγείων παρουσιάζει κάποιες παραλλαγές (Εικ. 45) αλλά αρκετές φορές έχει την ίδια ακριβώς μορφή με την εγχάρακτη απόδοσή του (Εικ. 5, 46). Όσον αφορά τη θέση και τη λειτουργία του συμβόλου αυτού στο αφηγηματικό-διακοσμητικό περιβάλλον και στο χαραγματικό, θεωρούμε ότι έχει τρεις βασικές ιδιότητες στις σχέσεις του με άλλα σύμβολα που συνυπάρχουν στο ίδιο τεχνούργημα αλλά και με τα μέρη του ίδιου του τεχνουργήματος καθαυτού: α) Περιεκτικότητα-Συνοπτικότητα. Το σύμβολο αυτό αποτελεί στην ουσία μια σύνοψη, ένα περιέχον συμβόλων που υπάρχουν στην επιφάνεια του ίδιου τεχνουργήματος, τόσο χαραγμένων όσο και γραπτών (Εικ. 47). β) Συνδεσιμότητα. Το σύμβολο αρ. 46 σχεδόν ποτέ δεν απεικονίζεται με τις στενές του πλευρές ελεύθερες (ανοιχτές) στην επιφάνεια των αγγείων (εκτός από δύο περιπτώσεις) αλλά πάντα τα άκρα του συνδέουν είτε λειτουργικά μέρη του τεχνουργήματος (χείλος-τροπίδωση) είτε άλλα μεγαλύτερα συνήθως σύμβολα (Εικ. 48), είτε το ίδιο συνδέεται με τον εαυτό του δημιουργώντας έναν κύκλο (όπως στο μικρογραφικό αγγείο Α). γ) Μεταβιβαστικότητα-Διοχέτευση. Το σύμβολο αυτό ποτέ δεν απεικονίζεται αυστηρά σε ακριβή παράλληλη θέση με τον οριζόντιο νοητό άξονα του αντικειμένου (μάλιστα στη γραπτή του απόδοση πολλές φορές απεικονίζεται σε διαγώνιο άξονα, Εικ. 5, 6, 45, 49), αλλά πάντα καμπυλώνεται, και επιπλέον το πάχος του δεν είναι σταθερό σε όλη την έκτασή του αλλά συνήθως στη μία του πλευρά είναι στενό και φαρδαίνει σταδιακά κινούμενο προς την άλλη πλευρά (κατά βάση στην εγχάρακτη 71

73 απόδοση του, Εικ. 28, 31). Αυτά τα ιδιαίτερα στοιχεία του μας δημιουργούν, οπτικά τουλάχιστον, την αίσθηση ότι τόσο οι ευθείες όσο και η περιεχόμενη τεθλασμένη ή κυματοειδής γραμμή του συμβόλου αρ. 46 μεταβαίνουν ή ακόμη παραπέρα ίσως μεταβιβάζουν-διοχετεύουν κάποια ουσία και κατ επέκταση κάποιο νόημα (Εικ. 49). Χαρακτηριστική, πιστεύουμε, ως προς τη συνδετική αλλά και μεταβιβαστικήδιοχετευτική λειτουργία του συμβόλου αυτού είναι και η εντυπωσιακή περίπτωση του ειδωλίου μιας ανδρικής μορφής (Εικ. 26), του οποίου τα χέρια φράσουν την περιοχή της έδρας και των γεννητικών του οργάνων. Σε αυτή την περίπτωση ίσως θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι οι νεολιθικοί εικονοποιούν και πάλι, αν και ίσως με περισσότερο ρεαλισμό και εκφραστικότητα συγκριτικά με το μαύρο φυσιοκρατικό ειδώλιο (στο οποίο όμως χαράσσονται τρεις χαρακτηριστικές ζώνες που περιέχουν σύμβολα, πρβ. Κεφ. 4.2, Εικ. 28) τη σύνδεση των δύο αυτών ζωτικών περιοχών (αναπαραγωγικού οργάνου και έδρας). Ωστόσο δεν παραβλέπουμε το γεγονός ότι η νοηματική συσχέτιση των δύο ειδωλίων που αποπειραθήκαμε παραπάνω μπορεί να μην υφίσταται σε κανένα βαθμό για τους νεολιθικούς ειδωλοπλάστες και χρήστες αυτών των τεχνουργημάτων, και τα δύο αυτά αντικείμενα να αντλούν και να παίρνουν νόημα σε τελείως διαφορετικά συμφραζόμενα και νοητικά περιβάλλοντα. Παρ όλα αυτά, η συνδετική-μεταβιβαστική λειτουργία του χαράγματος αρ. 46 στο μαύρο γυναικόμορφο ειδώλιο φαίνεται πολύ πιο πιθανή. Ένα ίσως επιπλέον επιχείρημα για την απόδειξη της ύπαρξης της παραπάνω ιδιότητας των χαραγμάτων να συνδέουν (ανεξαρτήτως του χαρ. 46) είναι η μοναδική περίπτωση της κεράτινης πόρπης (κεφ. 4.3, Εικ. 29), η οποία φέρει χαράγματα στο ενεργό της άκρο (στο άγκιστρο) και θα μπορούσαμε, με βάση τα παραπάνω, να υποθέσουμε ότι τόσο τα χαράγματα όσο και το αντικείμενο καθεαυτό σχετίζονται με ένα συνδετικό νόημα. Εξάλλου, είναι το μόνο οστέινο αντικείμενο που εντοπίσαμε το οποίο φέρει ευδιάκριτα χαράγματα, και το γεγονός αυτό πιστεύουμε ότι του δίνει μια ιδιαιτερότητα, ενισχύοντας την πρότασή μας. Με βάση όσα αναπτύξαμε παραπάνω, θεωρούμε ότι στη γραπτή του απόδοση το σύμβολο αρ. 46 είναι μέρος ενός σε μεγάλο βαθμό εικονοποιημένου επικοινωνιακού κώδικα, ενώ, όταν χαράσσεται, είναι τμήμα ενός περισσότερου συμβατικού και 72

74 αφαιρετικού τρόπου αποτύπωσης και μετάδοσης ιδεών και νοημάτων, που σίγουρα περιέχουν ή περιέχονται σε συγκεκριμένους αριθμητικούς υπολογισμούς. Επιπλέον, θέλουμε να αναφέρουμε ότι με την παραπάνω απόπειρα διερεύνησης της ύπαρξης κάποιων συνειδητών και κοινών κανόνων από τους νεολιθικούς Δισπηλιώτες κατά την άσκηση της χαραγματικής και της διακοσμητικής πρακτικής, δεν παραβλέπουμε ότι το καθοριστικό και πρωταρχικό ίσως νόημα των τεχνουργημάτων αντλείται και τροφοδοτείται από την κατασκευή και τον τρόπο χρήσης των αντικειμένων αυτών (ιδίως στην περίπτωση των αγγείων που εμπλέκονται άμεσα και συνεχόμενα στις καθημερινές πρακτικές των νεολιθικών, παρόλο που θεωρούμε πως, στην περίπτωση των μικρογραφικών αγγείων και των ειδωλίων, το νόημά τους αντλείται και περιέχεται πρωτίστως, ή έστω κατά ισότιμο τρόπο, στα χαράγματα που αυτά φέρουν και τα οποία μάλιστα τεχνουργήματα, με το πολύ μικρό τους μέγεθος παραπέμπουν όχι σε μια καθημερινή αλλά σε μια ιδιαίτερη χρήση). Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δυο ευδιάκριτες αφηγήσεις που απεικονίζονται στα μαύρα αγγεία, όπως τις όρισε η Βούλγαρη, σχετίζονται οργανικά ως προς την ορατότητα όλων των επιμέρους στοιχείων τους, με τον τρόπο θέασης των αγγείων αυτών κατά τη χρήση τους. Συνεπώς, τα αγγεία που αφηγούνται το θέμα πρόσωπο έχουν μία κύρια πλευρά, ενώ στα άλλα που αφηγούνται ένα άλλο δυσερμήνευτο θέμα (από το οποίο είναι αναγνωρίσιμα μόνο τα δομικά του στοιχεία), αυτό καταλαμβάνει όλη την εξωτερική επιφάνεια των αγγείων και παραπέμπουν συνεπώς σε διαφορετικό και περί-οπτο τρόπο θέασης και χρήσης τους (Βούλγαρη 2011:165-66, Εικ. 6). Αναφορικά με τα μαύρα στιλβωμένα αγγεία που αποδίδουν πρόσωπα με λευκό χρώμα καθώς και στα άλλα που, με την ίδια διακοσμητική μέθοδο, απεικονίζουν πιο δυσκολοαναγνωρίσιμα θέματα, βασιζόμενοι πρωτίστως στα εικονικά νοήματα που πιστεύουμε πως εμπεριέχουν, θα θέλαμε να παρατηρήσουμε και να προτείνουμε τα εξής: Αρχικά η ύπαρξη κυματοειδών αυλακώσεων στην πλώρη ενός βαρκόσχημου αγγείου μάς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο νεολιθικός Δισπηλιώτης ξεκάθαρα αντιλαμβανόταν το νερό, το υγρό στοιχείο και ως ένα σύνολο κυματοειδών γραμμών. Επιπλέον, παρατηρώντας τα αγγεία στις εικόνες 54-56, προτείνουμε ότι τα ζεύγη των κυματοειδών γραμμών που τοποθετούνται διαγώνια κάτω από τα 73

75 μάτια, και μάλιστα στις ακριανές απολήξεις των ματιών, παραπέμπουν σαφώς στο υγρό στοιχείο που εκρέει από τα σημεία αυτά των ματιών. Αν θέλαμε να προχωρήσουμε λίγο περισσότερο τη σκέψη μας, παρακινδυνευμένα θα λέγαμε ότι, παρατηρώντας το πλαστικά αποδοσμένο πρόσωπο της εικόνας 55, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ίσως ότι οι υγρές κυματοειδείς γραμμές απεικονίζουν όχι απλά ένα τυχαίο υγρό στοιχείο, αλλά δάκρυα, μιας και τα φρύδια φαίνεται ότι αποδίδουν ένα λυπημένο συναίσθημα ή τουλάχιστον μια βαρυθυμία. Παρατηρώντας τα αγγεία της εικόνας 58, βλέπουμε ότι το κάτω μέρος των γραμμών των γωνιωδών μοτίβων συνεχίζει στο κάτω τμήμα του αγγείου (κάτω από την τροπίδωση). Σε κάποια από αυτά τα αγγεία, μάλιστα, φαίνεται πως οι γραμμές δεν είναι ζωγραφισμένες με τάξη και σε ίσες αποστάσεις μεταξύ τους (όπως γίνεται με τις αντίστοιχές τους πάνω από την τροπίδωση), και δίνουν την αίσθηση ότι διαθλώνται. Υποθέτουμε, λοιπόν, πως το όριο της τροπίδωσης στα αγγεία αυτά συμπίπτει με την επιφάνεια της λίμνης και το τμήμα κάτω από την τροπίδωση τον πυθμένα της. Ακριβώς και για τον λόγο αυτό θεωρούμε ότι οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες, όπως φαίνεται στις εικόνες 54-56, αποτυπώνουν δικτυωτά θέματα (τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά του αγγείου), που παραπέμπουν άμεσα σε δίχτυα ή σε ένα νόημα που σχετίζεται με δίχτυα. Σε κανένα από τα αγγεία αυτά το δικτυωτό αυτό μοτίβο δεν απεικονίστηκε πάνω από την τροπίδωση, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο την παραπάνω πρόταση αλλά και το ότι η ακμή της τροπίδωσης είναι ίσως για τους Δισπηλιώτες, τουλάχιστον τους αγγειοπλάστες και αγγειογράφους, ένα αυστηρό όριο. Εξάλλου, όπως παρατηρεί ο Χουρμουζιάδης, η επιλογή ενός αισθητικού και συμβολικού θέματος αντηχεί τη σχέση της νεολιθικής κοινότητας με το άμεσο περιβάλλον τους, τη λίμνη. Αυτή την σχέση δεν πρέπει να την αντιληφθούμε μόνο ως ένα σύστημα παραγωγικών δυνάμεων, αλλά και ως ένα σύνολο μορφών και σχημάτων που προσδιόριζε την αισθητική των κατοίκων (Χουρμουζιάδης 2002:254). Στο ίδιο πνεύμα πρέπει να επισημάνουμε πως τα τροπιδωτά αγγεία κατασκευάζονται σε όλες τις θέσεις τις νεότερης νεολιθικής, της Ελλάδας τουλάχιστον, και ότι οι παραπάνω παρατηρήσεις μας που οδηγούν σε μια υποθετική νοηματική φόρτιση της τροπίδωσης δεν διεκδικούν κάποια καθολική ερμηνεία για τον συγκεκριμένο τύπο αγγείων. 74

76 Εξάλλου αυτά που προτείναμε σχετίζονται με ένα συγκεκριμένο τύπο αγγείων, ενός λιμναίου οικισμού του οποίου οι κάτοικοι ζωγράφιζαν διακοσμητικά μοτίβα συγκεκριμένου είδους και με έναν ιδιαίτερο τρόπο. 4.2 Ειδωλοπλαστική Ειδώλιο με φυσιοκρατική απόδοση και μαύρη επιφάνεια Πρόκειται για τμήμα ειδωλίου που σώζει το μεγαλύτερο τμήμα του κορμού και του δεξιού γλουτού. Οι διαστάσεις του σωζόμενου τμήματος είναι 5,5 εκ. πλάτος και 10 εκ. ύψος. Από τη μέση και κάτω αποδίδεται φυσιοκρατικά η ελαφρώς εξογκωμένη κοιλιά, που φέρει αρκετά μεγάλη (συγκριτικά με τις διαστάσεις των επιμέρους δομικών στοιχείων του ειδωλίου) και βαθιά εμπίεση. Μια αντίστοιχη, αρκετά όμως μικρότερη σε μέγεθος και πιο ρηχή εμπίεση υπάρχει και στο πίσω μέρος του ειδωλίου, στο κάτω μέρος της πλάτης, στην περιοχή της λεκάνης. Από τη μέση και πάνω η μορφή λεπταίνει και το σπάσιμο στη θέση των άνω άκρων υποδεικνύει την αρχική ύπαρξη μικρών, σχηματικά αποδοσμένων χεριών. Σώζεται μόνο το ένα στήθος. Επιπλέον, αποτυπώθηκαν πέντε ζεύγη χαραγμάτων (χάραγμα 52 ), από ένα κάτω από το κάθε στήθος, από ένα στην περιοχή της μέσης αριστερά και δεξιά πάνω από τους γλουτούς, και ένα ζεύγος στην πλάτη, στο ύψος του στήθους. Το πιο σημαντικό εγχάρακτο στοιχείο, όμως, του ειδωλίου αυτού αποτυπώθηκε πάνω στον δεξιό γλουτό, ξεκινώντας από το μέσο περίπου του ηβικού τριγώνου και ακολουθώντας μια φορά καθοδική που, περιτρέχοντας τον δεξιό γλουτό, καταλήγει στην περιοχή της έδρας (Εικ. 28). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σώζονται σημαντικά ίχνη λευκής επίθετης ύλης, που γέμιζαν όλες τις εγχαράξεις, τονίζοντάς τες ακόμη περισσότερο, μέσω της αντίθεσης του λευκού με τη μαύρη επιφάνεια του ειδωλίου. Οι τρεις χαραγματικές ζώνες αναπτύσσονται με φορά από αριστερά προς τα δεξιά (κρίνοντας από το πλάτος της γραμμής των οριζόντιων εγχαράξεων και τη λέπτυνσή τους προς τα δεξιά) και με κλίση από πάνω προς τα κάτω (Εικ. 52). Οι ζώνες αυτές ορίζονται από 4 οριζόντιες παράλληλες ευθείες γραμμές. Αξίζει να επισημάνουμε ότι η ζώνη Α και η ζώνη Γ έχουν εμφανώς μικρότερο πλάτος από τη Β, που είναι η κεντρική ζώνη. Επιπλέον, η φορά χάραξης κυρίως των αριστερών γραμμών των τριγωνικών μοτίβων 75

77 αλλά και των διαγώνιων γραμμών που περιέχονται και στις τρεις ζώνες, συμπίπτει με τη βαθιά αυλάκωση που αποδίδει τη δεξιά πλευρά του ηβικού τριγώνου. Όπως σε όλα τα αγγεία με ζώνες που περιέχουν χαράγματα οι οποίες ορίζονται από ευθείες οριζόντιες γραμμές, έτσι και στο ειδώλιο αυτό πρώτα χαράχτηκαν οι ευθείες οριζόντιες γραμμές και έπειτα τα χαράγματα που αυτές περιέχουν. Δεν μπορούμε ωστόσο να πούμε αν ορίστηκαν πρώτα και οι τρεις ζώνες, και έπειτα έγιναν οι εγχαράξεις στο εσωτερικό τους, φαίνεται παρ όλα αυτά ότι αυτό είναι το πιο πιθανό. Παρατηρώντας το πλάτος και την ανάπτυξη των τεσσάρων οριζόντιων γραμμών στην εικόνα 52 (1 έως 4), και συνεπώς την ανάπτυξη των τριών ζωνών (Α, Β και Γ), βλέπουμε τα εξής: Όπως είπαμε πιο πάνω, οι ζώνες Α και Γ έχουν σαφώς μικρότερο πλάτος από τη Β. Οι ζώνες Β και Γ, όπως και τα περιεχόμενα χαράγματα, μεγαλώνουν σε πλάτος και σε μήκος πηγαίνοντας προς τα δεξιά. Αντίθετα, η ζώνη Α, πηγαίνοντας προς τα δεξιά, στενεύει και μειώνεται σε μήκος, και η οριζόντια γραμμή 1 που την ορίζει γίνεται ρηχότερη. Αντίστοιχα, οι περιεχόμενες διαγώνιες εγχαράξεις της μειώνονται σε μήκος και γίνονται πιο ρηχές (σχεδόν αδιόρατες) όσο προχωρούμε προς τα δεξιά. Επιπλέον, το πλάτος των τριών ζωνών φαίνεται ότι είναι επίσης συνάρτηση του περιεχόμενό τους, δηλαδή στις περιοχές των ζωνών που περιέχονται (Λ) το πλάτος της ζώνης αυξάνεται. Όσον αφορά τα χαράγματα που περικλείονται στις τρεις ζώνες Α, Β και Γ, μπορούμε να παρατηρήσουμε τα εξής: Στο αριστερό πέρας των τριών ζωνών Α, Β και Γ έχουμε τρεις διαγώνιες εγχαράξεις (α, β και γ), οι οποίες έχουν σημαντική απόσταση από τις υπόλοιπες που περιέχονται στις ζώνες, αλλά ωστόσο ακριβώς την ίδια φορά χάραξης. Οι γραμμές αυτές συγκριτικά με τις υπόλοιπες μονές γραμμές χαράχθηκαν με μια διαφορετική λογική, μιας και σε αντίθεση με τις γραμμές της ζώνης Α και της Γ, παρουσιάζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς τη σχέση τους και την επαφή με τις οριζόντιες γραμμές 1, 2, 3, 4. Επιπλέον, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι τρεις αυτές εγχαράξεις, λόγω της θέσης (στο αριστερό πέρας των τριών ζωνών) αλλά κυρίως λόγω της απόστασής τους από τις άλλες, θεωρούμε ότι παίζουν 76

78 διαφορετικό ρόλο από αυτές. Ακόμη, παρατηρώντας αυτές καθαυτές τις τρεις γραμμές, βλέπουμε ότι η πρώτη (από πάνω) εγχάραξη ξεκινά ακριβώς από την άκρη της γραμμής 1, εκτείνεται προς τα κάτω, ώστε το μήκος της μοιράζεται ανάμεσα στις δύο ζώνες, στην Α και στη Β. Με τον ίδιο τρόπο η δεύτερη εγχάραξη μοιράζεται ανάμεσα στις ζώνες Β και Γ, και ακουμπά οριακά τη γραμμή 2. Η τρίτη από τις τρεις εγχαράξεις που βρίσκονται στο αριστερό πέρας περιέχεται σαφώς ολόκληρη στη ζώνη Γ, χωρίς ωστόσο να τέμνει την οριζόντια γραμμή 4. Στη ζώνη Α χαράχτηκαν τρεις βαθιές διαγώνιες γραμμές και δύο σημαντικά ρηχότερες. Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι έχουν ακριβώς την ίδια φορά και τον ίδιο προσανατολισμό με τις γραμμές που περιγράψαμε παραπάνω, όπως και με τις αριστερές γραμμές που συνθέτουν τα (Λ) των άλλων δύο ζωνών. Οι γραμμές αυτές ξεπερνούν τη γραμμή 1 που ορίζει το πάνω μέρος της ζώνης Α. Στη ζώνη Β χαράχτηκαν 11 γραμμές, οι 10 από τις οποίες σχηματίζουν 5 εμφανή (Λ) ή 4 (Λ) και 1 (V) + 1 μονή γραμμή. Στη ζώνη Γ χαράχτηκαν 15 γραμμές, από τις οποίες οι 5 πρώτες από αριστερά είναι μονές διαγώνιες, ενώ οι υπόλοιπες 10 σχηματίζουν 5 ευδιάκριτα (Λ), τα οποία είναι ομαδοποιημένα στα δεξιά. Η υπόθεση που διατυπώσαμε στα υπόλοιπα τεχνουργήματα ότι ο αριθμός των χαραγμάτων δεν είναι τυχαίος αλλά ίσα ίσα ότι οι χαράκτες ήθελαν να απεικονίζουν αριθμητικές σχέσεις, ή καλύτερα να απεικονίζουν σύμβολα που εμπεριέχουν αριθμητικές σχέσεις και μάλιστα με σταθερά και συγκεκριμένα αποτελέσματα (π.χ. ο αριθμός 32 που εντοπίστηκε σε 3 αγγεία με πολλά όμοια χαρακτηριστικά), μας οδηγεί σε παρόμοιους συλλογισμούς και στην περίπτωση του ειδωλίου. Η περισσότερο περίπλοκη, μάλιστα, οργάνωση των χαραγμάτων με την τοποθέτησή τους σε τρεις ζώνες μάς δίνει τη δυνατότητα να ανιχνεύσουμε πιο σύνθετες μαθηματικές σχέσεις. Αρχικά πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η ζώνη Α αποτελείται από μονές γραμμές, η Β από διπλές γραμμές (Λ) και η Γ από μονές και διπλές. Μάλιστα οι μονές γραμμές και οι διπλές (ή Λ) των ζωνών Α και Β διατηρούν στη ζώνη Γ και την ίδια θέση (οι μονές της ζώνης Α χαράσσονται πρώτες στη ζώνη Γ και οι διπλές της Β δεύτερες) Η βασική αυτή παρατήρηση μας οδηγεί άμεσα σε μια προσθετική αριθμητική πράξη 77

79 που περιέχεται στη ζώνη Γ. Ωστόσο η πρόσθεση αυτή δεν είναι σωστή, μιας και: 6 γραμμές (Ζώνη Α) + 12 γραμμές (Ζώνη Β) = 16 (Ζώνη Γ) (;;). Συνεπώς καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως στο συγκεκριμένο αντικείμενο που φέρει τρεις χαραγματικές ζώνες εκτελούνται πιο σύνθετες μαθηματικές πράξεις συγκριτικά με το μικρογραφικό αγγείο Α, όπου είχαμε δύο χαραγματικές ζώνες. Συγκεκριμένα, θεωρούμε ότι οι γραμμές (α, β, γ) που χαράχτηκαν στο αριστερό πέρας των ζωνών λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο από τις υπόλοιπες, συνιστώντας, λόγω της θέσης και της απόστασής τους από αυτές, αφαιρούμενες (και όχι προστιθέμενες) μονάδες. Αξίζει να αναφέρουμε πως το σύμβολο, που συνίσταται σε οριζόντιες γραμμές που περιέχουν κυρίως τεθλασμένες αλλά και κατακόρυφες γραμμές, στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων αποτυπώνεται με τις δύο στενές του πλευρές να είναι «κλειστές» (καταλήγει σε λειτουργικά μέρη του αγγείου όπως χείλος, τροπίδωση, αποφύσεις βλ. σελ ) και μάλιστα σε μόνο δυο περιπτώσεις η περιεχόμενη τεθλασμένη γραμμή εμφανώς υπερβαίνει αυτά «τα όρια» (Εικ.49). Οι παραπάνω παρατηρήσεις θεωρούμε ότι καταδεικνύουν πως για τον νεολιθικό Δισπηλιώτη η αποτύπωση ( γραπτή και εγχάρακτη) του συμβόλου αρ.46 αναφορικά με το πέρας των δυο στενών πλευρών του περιέχει κάποιο ιδιαίτερο νόημα και το οποίο απεικονίζεται. Αξίζει να αναφέρουμε πως δεν υπάρχει ούτε μια περίπτωση τεχνουργήματος στο οποίο το σύμβολο αρ.46 να αποτυπώθηκε ελεύθερα ( με τις δυο στενές του πλευρές να μην εφάπτονται πουθενά). Είναι συνεπώς λογικό να υποθέσουμε πως η διαχείριση του πέρατος των δυο στενών πλευρών του συμβόλου αυτού έχει ένα σαφώς συνειδητό και απεικονήσιμο νόημα. Ακόμη παραπέρα νομίζουμε ότι με τα παραπάνω είναι προφανές ότι, για τον νεολιθικό Δισπηλιώτη, το σύμβολο που αποτελείται από δύο οριζόντιες γραμμές και περιέχει τεθλασμένες γραμμές, όταν το απεικονίζει, για κάποιο συγκεκριμένο και αυστηρό λόγο θέλει να ασφαλίζει τις άκρες του ή να τις προσαρτά σε συγκεκριμένα όρια. Για τους παραπάνω λόγους πιστεύουμε ότι στην περίπτωση του ειδωλίου που εξετάζουμε, όπου η τριπλή απεικόνιση αυτού συμβόλου σπάει ( οι τρεις κάθετες γραμμές α,β,γ στο αριστερό του πέρας-όριο δεν εφάπτονται σε και στις τέσσερεις οριζόντιες γραμμές 1,2,3,4 ) για πρώτη φορά (με βάση τα ως τώρα ευρήματα) και μάλιστα σε άμεση σχέση με την περιοχή του ηβικού τριγώνου, το σπάσιμο ή το άνοιγμα αυτό δεν μπορεί παρά να συνιστά μια αφαίρεση κάποιων 78

80 χαραγμάτων από το περιεχόμενό του (Εικ. 49). Επιπλέον αξίζει να παρατηρήσουμε πως ο νεολιθικός χαράκτης δεν αρκέστηκε στην χάραξη μιας κάθετης γραμμής στο αριστερό πέρας των ζωνών Α,Β,Γ αλλά τριών και απ τις οποίες οι δυο μάλιστα μοιράζονται στις ζώνες Β και Γ ( Εικ. 52). Εάν η υπόθεσή μας είναι σωστή, προκύπτουν οι εξής αριθμητικές σχέσεις και πράξεις: Ζώνη Α: -1+5=4 (το -1 είναι το τμήμα της γραμμής α που βρίσκεται στη ζώνη Α) Ζώνη Β: -2+11=9 (το -2 είναι το τμήμα της γραμμής α που βρίσκεται στη ζώνη Β και το τμήμα της γραμμής β που βρίσκεται στην ίδια ζώνη) Ζώνη Γ: -2+15=13 (το -2 είναι το τμήμα της γραμμής β που βρίσκεται στη ζώνη Γ και το τμήμα της γραμμής γ που βρίσκεται στην ίδια ζώνη) H ζώνη Γ απεικονίζει δηλαδή το αριθμητικό άθροισμα των ζωνών Α και Β, δηλαδή 4+9=13. Λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη τη σαφή διάκριση μεταξύ μονών γραμμών και (Λ), και θεωρώντας ότι το (Λ) ισούται με 2, η αριθμητική σχέση διατυπώνεται ως εξής: Ζώνη Α: -1+5=4 Ζώνη Β: -2+1+(5x2)=9 Ζώνη Γ: -2+5+(5x2)=13 Το συνολικό άθροισμα των γραμμών και των 3 ζωνών ισούται με =26 γραμμές. Επισημαίνουμε επίσης ότι στην περίπτωση του μικρογραφικού αγγείου Α μέσα από άλλου είδους απεικονίσεις χαραγμάτων χαράχτηκαν και πάλι 26 γραμμές. Αξίζει ίσως να παρατηρήσουμε ότι, αν μετρήσουμε όλες τις γραμμές των ζωνών (εκτός από τις αφαιρούμενες) παίρνουμε άθροισμα 31, που πλησιάζει πολύ τον αριθμό 32 που εντοπίσαμε σε τρία αγγεία, αλλά ωστόσο, με βάση την ακρίβεια των αριθμητικών μετρήσεων που καταγράψαμε παραπάνω, μας φαίνεται ανακριβές και άνευ ουσίας, εκτός και αν μας διαφεύγει κάτι, όπως το ότι οι νεολιθικοί ίσως να προσέθεταν και κάποια από τις γραμμές που αφαιρούνται σε μια υποθετική, για το συγκεκριμένο χαραγματικό σύνολο, συνολική πρόσθεση των γραμμών, ώστε να έβγαζαν άθροισμα 32. Βέβαια θα μπορούσαν να προσθέτουν και όλες τις γραμμές (και αφαιρούμενες τρεις) και να έπαιρναν τον αριθμό 34, ο οποίος να έχει κάποιο νόημα διαφορετικό από τον αριθμό 32 (που εντοπίσαμε στα τρία στενόλαιμα κλειστά αγγεία). 79

81 Όπως είδαμε, εκτός από τις γραμμές α, β και γ, οι οποίες δεν περιορίζονται ολόκληρες σε μία ζώνη, όλα τα υπόλοιπα χαράγματα περιέχονται αυστηρά σε μία ζώνη κάθε φορά. Επίσης, καθεμιά από τις γραμμές αυτές πατάει μόνο στην πάνω οριζόντια γραμμή της κάθε ζώνης, αφήνοντας τη ζώνη ανοιχτή, δηλαδή στην ουσία οι γραμμές α, β και γ δεν τέμνονται από καμία από τις οριζόντιες γραμμές 1, 2, 3 και 4. Αντίθετα, οι 5 μονές γραμμές της ζώνης Α προεκτείνονται πάνω από τη γραμμή 1, αφού φυσικά τέμνονται από αυτή, κάτι που δεν συμβαίνει με καμία άλλη γραμμή των τριών ζωνών. Η προέκταση αυτή, των 5 γραμμών της Ζώνης Α πάνω από τη γραμμή 1 ίσως απεικονίζει μια διαδικασία διπλασιασμού τους, και παραγωγής, με τον τρόπο αυτό, των (Λ) (= 2 γραμμές) που απεικονίζονται στη ζώνη Β και προστίθενται στη Ζώνη Γ. Ίσως με αυτό τον τρόπο ο χαράκτης δίνει έμφαση στον αριθμό 5, από τον οποίο παράγονται τα περιεχόμενα και των άλλων δυο ζωνών Β και Γ. Ως προς αυτό πρέπει να συμπληρώσουμε επίσης ότι οι γραμμές που αφαιρούνται είναι συνολικά 5. Τίθεται, επιπλέον, το ερώτημα αν ο διπλασιασμός των 5 μονών γραμμών της Ζώνης Α (5x2=10), που προεκτείνονται προς όλη την υπόλοιπη επιφάνεια του ειδωλίου, σχετίζεται με την χάραξη των 5 ζευγών καμπύλων γραμμών (5x2=10), που χαράσσονται σε όλο το υπόλοιπο ειδώλιο (εκτός των καθορισμένων ζωνών Α, Β, Γ), το οποίο ειδώλιο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί από μόνο του μία ολόκληρη ζώνη με καθορισμένα όρια (τη φυσική του ύπαρξη). Θα μπορούσε άραγε να είναι τυχαία, και μάλιστα στην επιφάνεια ενός ειδωλίου, η τοποθέτηση των τριών συγκεκριμένων ζωνών πάνω σε έναν γλουτό, με αφετηρία το μέσο της δεξιάς πλευράς του ηβικού τριγώνου στο ύψος του υπογαστρίου και κατάληξη (και μάλιστα με τον τρόπο που αναφέραμε, δηλαδή με τη λέπτυνση της πρώτης ζώνης και την πλάτυνση των άλλων δύο) στο μέσο της έδρας; Ως προς αυτό αξίζει να ξαναθυμηθούμε το ειδώλιο της ανδρικής μορφής που καλύπτει με τα χέρια του την περιοχή των γενετικών οργάνων και της έδρας του (Εικ. 26). Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε και την εγχάραξη-επισήμανση με ζεύγη χαραγμάτων συγκεκριμένων περιοχών και μερών του ειδωλίου που αναφέραμε πιο πάνω. 80

82 Σχηματοποιημένο ζωόμορφο ειδώλιο Το μακρόστενο αυτό τμήμα ειδωλίου έχει ύψος περίπου 4 εκ. και μέγιστο πλάτος λιγότερο από 2 εκ. Στη θέση του λαιμού μάλλον ή του στόματος ο ειδωλοπλάστης αποτύπωσε 4 εγχάρακτα (Λ). Αυτό που προκαλεί εντύπωση και που παρατηρήσαμε σε αρκετά ακόμη αντικείμενα που φέρουν χαράγματα είναι η αμφισημία ίσως, ή η πολυσημία, στον καθορισμό τουλάχιστον, αν όχι και της ανάγνωσης, του είδους των χαραγμάτων που ήθελε να αποδώσει ο χαράκτης. Δεν μπορούμε να τεκμηριώσουμε αν η πολυσημία αυτή είναι ακούσια ή απλά ανύπαρκτη. Έτσι, λοιπόν, το σύνολο αυτών των 4 (Λ) θα μπορούσε, στα δικά μας τουλάχιστον σημερινά μάτια, να ιδωθεί με τις εξής τουλάχιστον παραλλαγές (Εικ. 40): 2 ρόμβοι (χάραγμα αρ. 32) ή 4 αντωπά (Λ), ή εφαπτόμενα (W) και (Μ) (χαράγματα αρ. 22 και 8 αντίστοιχα). Αν στο σημείο αυτό συνυπολογίσουμε την καθολική (εκτός από 2 περιπτώσεις ειδωλίων, με έντονη όμως ρεαλιστική απόδοση) απουσία στόματος σε όλα τα ειδώλια και ανθρωπόμορφα αγγεία του νεολιθικού Δισπηλιού, και συνάμα αν υποθέσουμε ότι τα 4 (Λ) στο ειδώλιο που εξετάζουμε χαράσσονται όντως στην περιοχή του στόματος (ή εν είδει στόματος), τότε η παραπάνω πολυσημία φαίνεται λογική, μιας και πηγάζει, αν δεν ταυτίζεται, με ένα στόμα και πολλά διαφορετικά, αλλά ωστόσο συγκεκριμένα, λόγια. Τα παραπάνω καταγράφονται χωρίς να στοχεύουμε εξαρχής σε μια ερμηνευτική πρόταση, αλλά ως αποτέλεσμα της δυσκολίας που αντιμετωπίσαμε σε πολλές περιπτώσεις όσον αφορά τη σαφή διάκριση της μορφής του χαράγματος που θα καταγράφαμε. Υπάρχει πάντοτε και η πιο απλοϊκή ίσως εξήγηση που θα θεωρούσε τα ρομβοειδή αυτά χαράγματα ως απόδοση κάποιου περίαπτου τοποθετημένου στον λαιμό του ειδωλίου αυτού. Όσον αφορά τη μεθοδολογία που ακολουθήσαμε στην ανάλυση και παρουσίαση όλων των τεχνουργημάτων παραπάνω, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι σε κανένα σημείο της καταγραφής των αντικειμένων δεν ξεκινήσαμε να διαβάσουμε τα δεδομένα μέσα από το πρίσμα της αναζήτησης συγκεκριμένων αριθμών. Αντίθετα οι λεπτομερείς μορφολογικές παρατηρήσεις που κάναμε για τον τρόπο, τη σειρά και το είδος της χάραξης μας επέβαλε μια αριθμητική-υπολογιστική προσέγγιση, η οποία μάλιστα τις περισσότερες φορές είχε ως αποτέλεσμα-άθροισμα τους ίδιους αριθμούς (13, 26, 32). 81

83 Επιπλέον, θα θέλαμε στο σημείο αυτό να διαχωρίσουμε τη μέθοδο που ακολουθήσαμε από τη δομιστική ανάλυση, τονίζοντας τα εξής σημεία: Τα (Λ) και τα μισά (Λ) από τα οποία συντίθεται σχεδόν όλα τα χαράγματα του Δισπηλιού, σε καμιά περίπτωση, όπως θα φανεί και στις τελικές παρατηρήσεις μας, δεν τα θεωρήσαμε κενά νοήματος και αυθαίρετα (ως προς την επιλογή τους από τους νεολιθικούς Δισπηλιώτες) σύμβολα-σημαίνοντα κάποιων σημαινομένων. Στο ίδιο πλαίσιο, η μελέτη της δομής των χαραγμάτων ήταν απλά ένα μεθοδολογικό εργαλείο για να καταγράψουμε κάποιους εσωτερικούς οργανωτικούς κανόνες των χαραγματικών συνόλων, με απώτερο στόχο την προσέγγιση του περιεχομένου των χαραγμάτων ως μονάδων αλλά και ως τμημάτων μιας αλυσίδας πολιτισμικά νοηματοδοτημένης και με ακρίβεια καταγεγραμμένης. Σε καμιά περίπτωση δεν αποφασίσαμε αυθαίρετα να επιλέξουμε και να εστιάσουμε σε (Λ) και αριθμούς, παρά μόνο όταν αυτό επιβλήθηκε υποθέτουμε από την οργάνωση των ίδιων των χαραγμάτων και μάλιστα με ανιχνεύσιμη, σταθερή και επαναλαμβανόμενη ίσως (από την χαραγματική πράξη των νεολιθικών Δισπηλιωτών) αριθμητική μέθοδο και ακρίβεια (πρβ. Hodder & Hutson 2010:8788). Σε καμία περίπτωση δεν ενδιαφερθήκαμε για τον εντοπισμό βαθύτερων νοητικών δομών που προκαθορίζουν και επιβάλλουν (χωρίς τη συνειδητή και δραστική επιλογή και χρήση από τους νεολιθικούς Δισπηλιώτες) τη δομή, τη μορφή και τη λειτουργία των χαραγματικών συνόλων (Hodder & Hutson 2010:110, 112). Το βασικό ερώτημα γιατί οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες επέλεξαν τη συγκεκριμένη μορφή για τα χαράγματά τους (αλλά και τα υπόλοιπα διακοσμητικά-αφηγηματικά σύμβολα) και όχι κάποια άλλη, καθώς και το περιεχόμενό τους, μας προβλημάτισε και μας προβληματίζει ιδιαίτερα και μάλλον κλίνουμε προς την άποψη που θέλει την επιλογή των μορφών και των σχημάτων μιας νεολιθικής κοινότητας να αντηχεί τις σχέσεις της με το άμεσο φυσικό περιβάλλον της, και εν προκειμένω τη λίμνη (Χουρμουζιάδης 2002:254). Ως προς αυτή την ερμηνευτική υπόθεση θα παραθέσουμε κάποια επιπλέον επιχειρήματα στα Συμπεράσματα. Τέλος, με βάση τα παραπάνω, δεν αρνούμαστε τις όποιες οπτικές και ερμηνευτικές προδιαθέσεις μας, αλλά θέλουμε να διευκρινίσουμε ότι προσπαθήσαμε να τις 82

84 χρησιμοποιήσουμε διαλεκτικά με το αρχαιολογικό υλικό και όχι μονομερώς και με μια ψευδαίσθηση αντικειμενικότητας. 4.3 Οστέινα αντικείμενα Κεράτινη πόρπη με χαράγματα Το οστέινο αυτό αντικείμενο καταγράφηκε από τον Υφαντίδη, στην εργασία του για τα κοσμήματα του Δισπηλιού ως πόρπη (Υφαντίδης 2006:101). Πρόκειται στην ουσία για ένα άγκιστρο (Εικ. 29) που φέρει χαράγματα στις δύο κοίλες όψεις κοντά στο τελείωμα του ενεργού του άκρου. Στη μια πλευρά του χαράσσονται προφανώς 2 (Λ) (αν κρίνουμε από τη σημαντική μεταξύ τους απόσταση), χωρίς να αποκλείουμε ωστόσο την πρόθεση για εγχάραξη ενός (Μ) ή τη δυνατότητα ανάγνωσης ενός (Μ). Στην άλλη πλευρά με πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα από ό,τι πριν αποδόθηκε ένα χάραγμα σχήματος m (χάρ. αρ. 9). Όσον αφορά τις εγχαράξεις αυτές δεν κάνουμε λόγο για δύο ανεξάρτητα χαράγματα, μιας και, συγκρίνοντας την απόσταση ανάμεσα στις άκρες των γειτονικών αυτών (Λ) με τις αντίστοιχες στην άλλη πλευρά του αντικειμένου, με βεβαιότητα μπορούμε να μιλήσουμε για ένα χάραγμα σχήματος m (χάρ. Αρ. 9). 4.4 Πηλοκατασκευή και διάφορα άλλα πήλινα αντικείμενα Πηλοκατασκευή Πρόκειται στην ουσία για ένα σύνολο χονδροειδών αλλά με επίπεδες επιφάνειες πήλινων τμημάτων, τα οποία φέρουν πολλές προσμείξεις από άχυρα και πετραδάκια, και μάλιστα η εσωτερική τους επιφάνεια έχει ψηθεί σε αναγωγικές ενώ η εξωτερική σε οξειδωτικές συνθήκες. Δεν είναι σαφές αν η κατασκευή αυτή ήταν ενσωματωμένη σε κάποιο δάπεδο (Εικ. 50). Ωστόσο, το υλικό και η όλη κατασκευή της τη συνδέει άμεσα με το σύνολο των δομικών υλικών από το Δισπηλιό και μας κάνουν να πιστεύουμε ότι χαράγματα αποτυπώθηκαν και σε άλλα τμήματα δομικών, τα οποία είτε δεν διατηρήθηκαν είτε δεν εντοπίστηκαν κατά την έρευνα του υλικού αυτού. 83

85 Σφονδύλια Εντοπίσαμε τρία σφονδύλια που φέρουν ευδιάκριτα, αν και όχι τόσο χαρακτηριστικά, χαράγματα (Εικ. 51). Στο σφονδύλι γ χαράχτηκαν τρία ζεύγη από (Λ) (ή τρία χαράγματα αρ. 5), των οποίων οι κορυφές συγκλίνουν προς το κέντρο. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως υπάρχει και μια επιπλέον γραμμή σε άμεση σχέση με ένα από τα τρία χαράγματα. Στο σφονδύλι α αποδόθηκαν πιθανώς (αν και όχι με τόσο ακριβή και σαφή τρόπο) χαράγματα, αλλά με πολλές μικρές και αβαθείς εμπιέσεις. Αξίζει να αναφέρουμε εδώ πως σε πολλούς οικισμούς των Βαλκανίων ένα από τα συχνότερα ευρήματα με χαράγματα είναι τα σφονδύλια, γεγονός που δεν υφίσταται στο Δισπηλιό, παρ όλη την προσεκτική μελέτη του συνόλου των σφονδυλιών. 84

86 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Συνοψίζοντας ότι ειπώθηκε παραπάνω όσον αφορά τη σχέση χαραγματικής και διακοσμητικής πρακτικής, θα έλεγα ότι μπορούμε να εφαρμόσουμε κάποιους κανόνες ώστε να διακρίνουμε τα χαράγματα από τη διακόσμηση των τεχνουργημάτων, αν και σε μερικές περιπτώσεις τα όρια αυτής της διάκρισης είναι δυσδιάκριτα ή και ανύπαρκτα. Γενικά θα έλεγα ότι η διακοσμητική πρακτική συνίσταται στην επανάληψη μοτίβων με όρους κανονικότητας και συμμετρικής παράθεσης αυτών, ενώ στην απόδοση των στοιχείων της χαραγματικής πρακτικής υπάρχουν ασυνέχειες, ασυμμετρίες και εναλλαγή διαφορετικών μοτίβων. Επιπλέον, σε τελείως οπτικόαισθητηριακό επίπεδο, τα θέματα της διακόσμησης με μια πρώτη ματιά δημιουργούν την αίσθηση της αρμονίας, ενώ αυτά της χαραγματικής προκαλούν μια οπτική σύγχυση και δυσαρμονία. Επίσης, πρέπει να επισημάνω πως στα τεχνουργήματα του Δισπηλιού το είδος, η μορφή αλλά και η συντακτική δομή των χαραγμάτων και των διακοσμητικών μοτίβων παρουσιάζει αξιοσημείωτες ομοιότητες (εντοπίστηκαν κοινές ιδιότητες ανάμεσα στα χαράγματα και τη διακόσμηση, όπως η συνδετικότητα, η μεταβιβαστικότητα και η περιεκτικότητα σε ένα συγκεκριμένο και ιδιαίτερο σύμβολο που αποδίδεται τόσο με χάραξη όσο και με χρώμα). Μια ακόμη ιδιαιτερότητα στη διακόσμηση των αγγείων του Δισπηλιού (γραπτά λευκά θέματα σε μαύρη στιλβωμένη επιφάνεια) είναι το γεγονός πως, ενώ διακρίνονται εύκολα δύο βασικά διακοσμητικά-αφηγηματικά θέματα, αυτά παρουσιάζουν πολλές παραλλαγές στα επιμέρους διακοσμητικά τους στοιχεία, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που, αν δεν συγκολληθούν όλα τα όστρακα του κάθε αγγείου, είναι σχεδόν αδύνατο να προβλεφθεί με βεβαιότητα το διακοσμητικό θέμα. Όλα τα παραπάνω πιστεύω ότι υπαινίσσονται, αν δεν καταδεικνύουν, πως ο νεολιθικός Δισπηλιώτης, χαράσσοντας αλλά και διακοσμώντας τα τεχνουργήματα, πράγματι επικοινωνούσε-αφηγούνταν συγκεκριμένες (και με ατομικές-προσωπικές παραλλαγές) ιδέες, αντιλήψεις, κοσμοθεωρίες και νοήματα που σχετίζονταν, όπως επισήμανα, με τη λίμνη ως ευδιάκριτο όριο στην αναπαράσταση του κόσμου του. Οι αφηγήσεις αυτές είναι 85

87 άλλοτε περισσότερο εικονογραφικές και γενικευτικές και άλλοτε πιο συμβατικές και συγκεκριμένες. Σε αντιδιαστολή με τα παραπάνω, οι περισσότερες έρευνες των χαραγμάτων στα Βαλκάνια τα προσέγγισαν σε ένα πλαίσιο αποστειρωμένο από τοπικές πολιτισμικές ιδιαιτερότητες και ανασκαφικά συμφραζόμενα, στην προσπάθειά τους να απαντήσουν στο αν και σε ποιο βαθμό τα χαράγματα συνιστούν μια προϊστορική ευρωπαϊκή γραφή, η οποία πάντως σίγουρα εξυπηρετούσε τελετουργικές ανάγκες και πρακτικές. Επιστρέφοντας στη συνόψιση των συμπερασμάτων για τα χαράγματα του Δισπηλιού, θα παρατηρούσαμε τα εξής: Η χρονική-στρωματογραφική κατανομή των χαραγμάτων εντάσσεται απόλυτα στην κατώτερη-λιμναία φάση του οικισμού. Ακόμη και αν λάβουμε υπόψη τις ιδιαίτερες μεταποθετικές διαδικασίες στο λιμναίο Δισπηλιό (που σε κάποιες περιπτώσεις φτάνει σε κατακόρυφο άξονα τα 40 εκ., μιας και συγκολλήθηκαν όστρακα του ίδιου αγγείου με τέτοια απόκλιση διάστρωσης-απόθεσης), παρατηρούμε ότι η χαραγματική πρακτική και η διακοσμητική τεχνική που ήδη αναφέραμε εντάσσονται και συνυπάρχουν σε έναν συγκεκριμένο χρονικόπολιτισμικό ορίζοντα και έπειτα παύουν να υφίστανται ολοκληρωτικά, ενώ κάποιες άλλες παραδόσεις συνεχίζουν (για παράδειγμα, η κατασκευή υψηλόποδων φιαλών και οστέινων αγκιστριών). Το μεγαλύτερο μέρος των χαραγμάτων βρίσκεται πάνω σε αγγεία, έπειτα σε ειδώλια και σε πολύ μικρότερο βαθμό σε σφονδύλια, πήλινες πινακίδεςπερίαπτα, δομικά υλικά και οστέινα τεχνουργήματα. Μάλιστα, όταν πρόκειται για πήλινα αντικείμενα, η χάραξη γίνεται πριν την όπτηση (έχουμε μόνο τρεις περιπτώσεις χάραξης μετά την όπτηση και μάλιστα στις δυο από αυτές έγινε, κατά πάσα πιθανότητα, πάνω σε όστρακα και όχι σε ολόκληρα αγγεία). Το γεγονός αυτό πιστεύω πως καταδεικνύει ότι τα χαράγματα (ή και σύνολα χαραγμάτων σε αρκετές περιπτώσεις) ήταν εξαρχής βασικά συστατικά των τεχνουργημάτων που συλλειτουργούσαν με τον προορισμό, τα νοήματα και τη χρήση των αντικειμένων αυτών. 86

88 Όσον αφορά το είδος των χαραγμάτων, κατέγραψα 52 διαφορετικά χαράγματα, από τα οποία λιγότερα από τα μισά αποδόθηκαν μόνο μια φορά. Η συντριπτική πλειονότητα των χαραγμάτων έχει έντονα κοινά μορφολογικά χαρακτηριστικά. Έχουν γωνιώδη μορφή και μάλιστα προέρχονται από πολλαπλασιασμό ή αναστροφή ή προσθήκη κουκίδων και άλλων γραμμών στο σύμβολο (Λ), όπως φαίνεται ξεκάθαρα στους πίνακες 9α και 9β, χωρίς να υπονοώ ότι οι νεολιθικοί είχαν ως αρχετυπικό σύμβολο το (Λ) όταν χάρασσαν, αλλά αναφέρομαι στην συνολική εικόνα που παρουσιάζουν τα χαράγματα. Πρέπει επίσης να συμπληρώσω πως ένα σημαντικό σύνολο χαραγμάτων δεν καταγράφηκε μιας και αυτά αποδόθηκαν με τον τρόπο που ονόμασα «καλλιγραφικό-εικονιστικό» μιας και ήταν αδύνατη η απομόνωση και η διάκριση τους. Εντόπισα δύο ευδιάκριτους γενικούς τρόπους απόδοσης των χαραγμάτων, τον αυστηρά γεωμετρικό και τον καλλιγραφικό. Στον πρώτο τα χαράγματα έχουν συνήθως ευδιάκριτες αποστάσεις μεταξύ τους και αποδίδονται εύκολα αναγνωρίσιμα και γωνιώδη χαράγματα. Στον δεύτερο τρόπο τα χαράγματα συνωστίζονται, σε βαθμό που δεν αναγνωρίζονται με σαφήνεια τα όριά τους και επίσης υπάρχουν κάποιες ενδείξεις για τη χάραξη και εικονογραφικών σημείων που θυμίζουν έντονα ζώα, βέλη και φυτά. Παρατηρήθηκαν κάποιες συγκεκριμένες τάσεις, προτιμήσεις και εμμονές, που σχετίζονται με το είδος των χαραγμάτων και τα μέρη των ειδωλίων και των αγγείων που επιλέγουν να χαράξουν. Οι τάσεις αυτές είναι οι εξής: Οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες χάρασσαν κυρίως τετραποδικά, μικρογραφικά και μικρά σχετικά και κλειστά αγγεία. Όταν πρόκειται για μικρογραφικά αγγεία, στο σύνολο των περιπτώσεων αποδόθηκαν σύνολα χαραγμάτων που σε αρκετές περιπτώσεις καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειας του αγγείου (μάλιστα σε ένα από αυτά, το μικρότερο, τα χαράγματα σκεπάζουν όλη την επιφάνειά του, μέχρι και τον πυθμένα και το εσωτερικό του). Αντίθετα, όταν πρόκειται για μεγαλύτερα αγγεία, τα χαράγματα είναι μεμονωμένα, περιορισμένα σε είδος και αποδίδονται σε αρκετά ορατό σημείο της επιφάνειας του αγγείου (κοιλιά, λαβές, αποφύσεις, χείλος). 87

89 Μια ακόμη τάση, όταν πρόκειται για τετραποδικά αγγεία, είναι να αποδίδουν συγκεκριμένου είδους χαράγματα (μονά, διπλά και τριπλά γωνιώδη μοτίβαγαλόνια) πάνω στα πόδια ή στα σημεία ένωσής τους με το σώμα του αγγείου και τα οποία είναι ακριβώς ίδια και στα τέσσερα πόδια του αγγείου. Η τάση αυτή διευρύνεται και εντοπίζεται και στα πόδια των ειδωλίων, όπου όμως παρουσιάζει σημαντικά μεγαλύτερη ποικιλία κυρίως ως προς το είδος των χαραγμάτων. Η συνήθεια αυτή είναι πολύ χαρακτηριστική αλλά δυσερμήνευτη. Επιπλέον, δεν είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε με ποιο τρόπο και νόημα σχετίζεται ή όχι η χάραξη των ποδιών των ειδωλίων και των αγγείων. Οι παραπάνω παρατηρήσεις είναι πολύ σημαντικές, μιας και πιστεύω πως αποτελούν ενδείξεις για τον τρόπο χρήσης, το είδος του περιεχομένου και τις κοινωνικές νοηματοδοτήσεις των χαραγμάτων από τα νεολιθικά άτομα του Δισπηλιού. Θα τολμούσα να προτείνω πως τα σύνθετα και ποικίλα χαραγματικά σύνολα των μικρογραφικών αγγείων υπαινίσσονται (με τη χαμηλή-ελάχιστη ορατότητα των ίδιων των αντικειμένων αλλά και των χαραγμάτων που φέρουν) πως τόσο οι γραφείς όσο και οι αναγνώστες τους ήταν συγκεκριμένα πρόσωπα, και πως ένα μικρό μόνο μέρος των ατόμων της κοινότητας είχε πρόσβαση σε πιο σύνθετα χαραγματικά μηνύματα (τόσο στην αποτύπωση όσο και την κατανόησή τους). Συνακόλουθα, η πιο διευρυμένη χρήση (και μάλιστα με κάποιας μορφής τυποποίηση) μεμονωμένων χαραγμάτων στα τεχνουργήματα στηρίζει την παραπάνω πρόταση. Επιπλέον η επιλογή να αποτυπώνονται σύνθετα χαραγματικά σύνολα σε μικροκαμωμένα τεχνουργήματα (αγγεία, ειδώλια, πλακίδια) ίσως μαρτυρά, πέρα από το ότι τα μηνύματα που φέρουν μπορεί να απευθύνονται σε συγκεκριμένους αναγνώστες ή και συμφραζόμενα, αλλά ίσως και τη θέληση των γραφέων για την εύκολη αποθήκευση και μεταφορά πληροφοριών και νοημάτων. Όλα τα παραπάνω μάς οδηγούν να αναρωτηθούμε αν στο νεολιθικό Δισπηλιό υπήρχαν ή όχι και σε ποιο βαθμό ατομικά και συλλογικά νοήματα-μηνύματα και δράσεις που σχετίζονταν με ατομικά ή συλλογικά συμφραζόμενα. Αν στα παραπάνω συνυπολογίσουμε και τον καλλιγραφικό και συγκεχυμένο τρόπο απόδοσης των χαραγμάτων σε κάποια τεχνουργήματα, που τα καθιστά ακόμη πιο δυσανάγνωστα και προφανώς περισσότερο δυσνόητα, τότε είναι λογικό να σκεφτούμε πως τα χαράγματα 88

90 αποτελούν ένα σαφές μέσο για την διαπραγμάτευση της ατομικότητας ( αν όχι και της προσωπικότητας) και της συλλογικότητας. Θα μπορούσε άραγε η τυποποίηση στην απόδοση των χαραγμάτων να σχετίζεται αναγνωρίσιμα και αναγνώσιμα μηνύματα; Από με την συλλογικά άλλη και ευρέως τα σύνθετα και δυσανάγνωστα χαραγματικά σύνολα μήπως συνδέονται με την δράση μιας ιεραρχίας που διαχειρίζεται το σύνολο των μηνυμάτων που διαδίδονται καθώς και το ίδιο το περιεχόμενο και την ουσία ή τις ουσίες στις οποίες αυτά αναφέρονται; Τα παραπάνω ερωτήματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο αν συνυπολογίσουμε την μεγάλη ποικιλία των διακοσμητικών γραπτών θεμάτων στα αγγεία του Δισπηλιού ( ώστε να μπορούμε να κάνουμε λόγο και για προσωπικές αφηγήσεις και μηνύματα) τα οποία όμως ακολουθούν συγκεκριμένους κανόνες και γενικά τυποποιούνται σε δυο βασικούς εικονογραφικούς τύπους. Φαίνεται πως στο νεολιθικό Δισπηλιό τα όρια της δράσης της ατομικότητας και της συλλογικότητας δεν είναι απλά δυσδιάκριτα αλλά ίσως ρευστά και διαπραγματεύσιμα, τουλάχιστον κατά την γραπτή διακόσμηση των αγγείων και μάλιστα των μαύρων στιλβωμένων. Αντίθετα τα περιθώρια προσωπικής έκφρασης κατά την γραπτή διακόσμηση των υψηλόποδων φιαλών είναι πολύ πιο περιορισμένα. Ίσως δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός πως η κατασκευή αυτών των αγγείων παρουσιάζει μοναδική χρονική συνέχεια και διάρκεια ( μέχρι και στα ανώτερα στρώματα του οικισμού), ενώ η παραγωγή των μαύρων στιλβωμένων αγγείων αλλά και η άσκηση της χαραγματικής πρακτικής παύουν να υφίστανται ταυτόχρονα. Τα παραπάνω ερωτήματα σαφώς προϋποθέτουν την μελέτη των χαραγμάτων αλλά και της διακοσμητικής πρακτικής και από άλλους γειτονικούς και μακρινότερους οικισμούς ώστε αυτά να μελετηθούν τόσο σε κοινοτικό όσο και διακοινοτικό πλαίσιο και μάλιστα με συσχετισμούς ακόμη πιο σύνθετους και αλληλοδιαπλεκόμενους. Μήπως τελικά τα σύνθετα μηνύματα απευθύνονται σε διακοινοτικές ατομικότητες, ενώ τα τυποποιημένα σε κοινοτικές συλλογικότητες ; Η μήπως το αντίθετο; Εννοώ χωρίς καμία απολύτως λογοπαιγνιακή διάθεση πως τα σύνθετα μηνύματα ( και ευρύτερα η χαραγματική-γραπτή επικοινωνιακή δράση ) αν μελετηθούν σε διακοινοτικό επίπεδο ίσως μας δείξουν πως η δράση της ιεραρχίας ή ασφαλέστερα, μιας μειοψηφίας, της κάθε κοινότητας είχε και διακοινοτικό περιεχόμενο και αναφορά. Από την άλλη μεριά η απουσία σύνθετων μηνυμάτων σε 89

91 κάποιο οικισμό και η παρουσία μόνο τυποποιημένων μηνυμάτων θα μπορούσε να υποδηλώνει μια αυστηρότερη συλλογικότητα που εντάσσεσαι ή ελέγχεται από μια εξωκοινοτική ιεραρχία αναφορικά με την αντίληψη, τη συμμετοχή και τη διακίνηση μηνυμάτων και πληροφοριών. Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε με μεγάλη ασφάλεια, πως η μετάδοση και η καταγραφή σύνθετων μηνυμάτων στο νεολιθικό Δισπηλιό ήταν στα χέρια συγκεκριμένων και λίγων ατόμων, ενώ το σύνολο της κοινότητας είχε πρόσβαση τόσο στη καταγραφή όσο και την ανάγνωση, πολύ περιορισμένου αριθμού και συγκεκριμένου είδους συμβόλων του συνολικού επικοινωνιακού κώδικα στο νεολιθικό Δισπηλιό. Η πιο σημαντική ανακάλυψη πιστεύω πως ήταν η ανίχνευση αριθμητικώνυπολογιστικών πράξεων (πρόσθεση, αφαίρεση, διπλασιασμός, ίσως και διαίρεση), που ενυπάρχουν και υλοποιούνται μέσω και διά της χρήσης των χαραγμάτων, όταν αυτά αποδίδονται σε σύνολα. Ακόμη εντυπωσιακότερο είναι το γεγονός ότι κάποιοι από τους αριθμούς αυτούς (32, 13) επαναλαμβάνονται σε διαφορετικά τεχνουργήματα (μικρογραφικό αγγείο =; ειδώλιο) και μάλιστα μέσω διαφορετικών τρόπων. Ως προς αυτά είναι επίσης χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι περισσότεροι από τους αριθμούς αυτούς είναι πολλαπλάσια του 2 και σε μια περίπτωση του 5 (και μάλιστα το γεγονός αυτό πιστοποιείται σε σημαντικό βαθμό από τον τρόπο απόδοσης των χαραγμάτων, δηλαδή σε δυαδικά και πενταδικά σύνολα). Πρέπει να διευκρινίσω ότι τα χαράγματα φαίνεται ότι δεν χρησιμοποιούνται μονάχα ως μέσα μέτρησης κάποιων άλλων στοιχείων, τα οποία φυσικά δεν μπορούμε να ανιχνεύσουμε, αλλά και αυτά τα ίδια τα χαράγματα στον τρόπο που συντάσσονται εμπεριέχουν αριθμητικές πράξεις. Τι άραγε να μετρούσαν οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες; Τον χρόνο, τον χώρο,...; Ωστόσο, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ο βασικός τους στόχος δεν ήταν να καταγράψουν μια οποιαδήποτε μέτρηση, οποιουδήποτε είδους μέγεθος, αλλά συγκεκριμένες μετρήσεις ενός προφανώς συγκεκριμένου μεγέθους ή ιδέας. Συνεπώς, θα μπορούσαμε πια με αρκετά μεγάλη βεβαιότητα να πούμε πως δεν ξέρουμε αν οι νεολιθικοί Δισπηλιώτες τελικά έγραφαν, αλλά σίγουρα κατέγραφαν συγκεκριμένες ιδέες ή πράγματα. Ωστόσο πρέπει να επισημάνω πως δεν εντοπίστηκαν αριθμητικές αξίες σε όλα τα χαράγματα που μελέτησα, που σημαίνει πως δεν έχουμε να κάνουμε με ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο και με έναν μόνο τρόπο μετάδοσης μηνυμάτων. 90

92 Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι ο καλλιγραφικός χαραγματικός τρόπος σε αντίθεση με τον αριθμητικό-γεωμετρικό. Η άλλη σημαντική πιστεύω ανακάλυψη ήταν η απόπειρα για τον συσχετισμό της διακοσμητικής (λευκό σε μαύρο) και της χαραγματικής πρακτικής. Όταν για πρώτη φορά σκεφτήκαμε να μετρήσουμε τις γραμμές και τα Λ του μικρογραφικού αγγείου Α και στις δύο ζώνες (τη φαινομενικά αμιγώς διακοσμητική και την άλλη που αποτελείται από ευδιάκριτα σύμβολα), εντοπίσαμε μια ασφαλή, με κάποιες φυσικά προϋποθέσεις, γέφυρα ανάμεσα σε αυτό που μέχρι τότε η έρευνα στο Δισπηλιό θεωρούσε αμιγώς διακοσμητικό και στο άλλο (δηλαδή τα χαράγματα), το αμιγώς επικοινωνιακό. Πριν μετρήσουμε τα 13 Λ και τις 26 γραμμές, τόσο σε ένα αφαιρετικό σύστημα όσο και σε ένα διακοσμητικό (που τυχαίνει να συνυπάρχουν στο ίδιο αντικείμενο, το μικρογραφικό αγγείο Α, Εικ. 31, 35), θα λέγαμε θεωρητικά και υποθετικά πως η διακόσμηση δεν καλύπτει μονάχα αισθητικές ανάγκες αλλά και επικοινωνιακές. Φυσικά δεν προτείνουμε ότι σε κάθε αντικείμενο από το Δισπηλιό που φέρει στην επιφάνειά του χαρακτά ή ζωγραφιστά (Λ) (κυματοειδή μοτίβα) ή γραμμές ενυπάρχουν και αριθμητικοί υπολογισμοί, που συνδέονται με συγκεκριμένα μηνύματα και νοήματα. Απλά πιστεύουμε ότι εντοπίσαμε ένα νέο εργαλείο, ή καλύτερα ένα σημαντικό αναλυτικό μέγεθος, για να προσεγγίσουμε τις αφηγήσεις των διαφόρων συμβολικών συστημάτων (χαραγματική, διακοσμητική, ειδωλοπλαστική πρακτική) στο πλαίσιο του νεολιθικού Δισπηλιού. Είναι σημαντικό το ότι το αναλυτικό αυτό μέγεθος έχει τη δυνατότητα εφαρμογής στις μικρότερες δυνατές μονάδες (Λ ή /) των συστημάτων που αναφέραμε. Από εκεί και πέρα έμενε να αναρωτηθούμε και να διερευνήσουμε σε ποιο βαθμό η παραπάνω συσχέτιση γενικεύεται στα τεχνουργήματα, τι θα μπορούσε να σημαίνει, και με ποιες προϋποθέσεις γίνεται. Θα απαιτούσε ωστόσο πολύ κόπο να αρχίσουμε να μετράμε τα (Λ) των γραπτών αγγείων, ώστε να αποδειχθεί και στα γραπτά αγγεία η ύπαρξη μιας αριθμητικής λογικής και, επίσης, ο χώρος μιας μεταπτυχιακής εργασίας δεν μας το επέτρεπε. Επιπλέον, όπως ήδη αναφέρθηκε και στην αρχή των συμπερασμάτων, αυτό που κατά βάση συνδέει πιστότερα τη χαραγματική με τη διακοσμητική πρακτική, είναι η ύπαρξη, κατά την γνώμη μου, τριών κανόνων-ιδιοτήτων στην απόδοση ενός συγκεκριμένου χαράγματος =; ζωγραφικού μοτίβου. 91

93 Ήδη στην αρχή της παρούσας εργασίας προσπαθήσαμε να ξεκαθαρίσουμε ότι η ερμηνευτική προσέγγιση δεν αποτελεί αυτοσκοπό, ιδίως στο πλαίσιο μιας μεταπτυχιακής εργασίας καταγραφής ενός ιδιαίτερα δυσερμήνευτου υλικού, που ενέχει πολλούς παρερμηνευτικούς κινδύνους και πειρασμούς. Στην ουσία προσπαθήσαμε στο μέτρο του δυνατού ώστε η μέθοδός μας να είναι εξηγητική και όχι ερμηνευτική, να περιέχει δηλαδή κατά βάση εύστοχες και σε μεγάλο βαθμό παραδεκτές μορφολογικές (οπτικές) ενδείξεις-νοήματα, που στις περισσότερες περιπτώσεις συνδυάζονται με αριθμητικής ακρίβειας αναλύσεις, οι οποίες από τη μια μπορούν να ελεγχθούν άμεσα και από την άλλη δοκιμάζεται η εφαρμογή τους και σε τεχνουργήματα και πρακτικές που η παραδοσιακή έρευνα μελετά ανεξάρτητα ή τις συσχετίζει σε ένα υπερ-θεωρητικοποιημένο επίπεδο (χαραγματική διακοσμητική πρακτική, χάραξη χρήση χρώματος, ειδωλοπλαστική αγγειοπλαστική, πήλινα οστέινα αντικείμενα). Κλείνοντας την εργασία μας, νομίζουμε ότι είναι περιττό να επισημάνουμε πως τα χαράγματα δεν είναι μια ιδιότροπη και μοναδική συμβολική-επικοινωνιακή έκφραση των νεολιθικών Δισπηλιωτών αλλά υπάρχουν στα τεχνουργήματα όλων των νεολιθικών οικισμών του ελλαδικού χώρου (Θέρμη, Elezi 2014, Πιν. 3.33, Αυγή Καστοριάς, Dikili Tash, Ρεβένια Πιερίας, Γιαννιτσά, Διμήνι και Σέσκλο, Εικ. 60). Ωστόσο με μια βιαστική εξέταση κάποιων ευρημάτων από την Αυγή, τα Ρεβένια, τη Θέρμη, το Dikili Tash και τα Παλιάμπελα, φαίνεται ότι οι ποσότητες και οι ποιότητες των χαραγμάτων από το Δισπηλιό είναι πιο σημαντικές, εντάσσοντάς το στην ευρύτερη χαραγματική πρακτική των νεολιθικών Βαλκανίων. Παρ όλα αυτά αξίζει να αναφέρω πως στη Ρητίνη Πιερίας (κατόπιν της γενναιόδωρης κίνησης του κ. Μάνθου Μπέσιου, που μου έδειξε το υλικό) οι νεολιθικοί συνήθιζαν να χαράσσουν σύμβολα στην εξωτερική πλευρά του πυθμένα των αγγείων (πρακτική που σχεδόν απουσιάζει στο Δισπηλιό). Επιπλέον τα σύμβολα που χάρασσαν συνίστανται κατά βάση σε κυκλικά ή πολυγωνικά πλαίσια που περικλείουν ακανόνιστες και έκκεντρες γραμμές, αλλά και χαράξεις με τη μορφή ασύμμετρου πλέγματος. Αξιοσημείωτη και εντυπωσιακή και νομίζω όχι τυχαία είναι, επίσης, η περίπτωση της γραπτής κεραμικής των φάσεων 3-5 της Νεότερης Νεολιθικής (Vitelli 1999:138 πίν. 9) από το σπήλαιο Φράγχθι της Αργολίδας (τόσο η γραπτή τεχνική λευκό-γκρι σε μαύρη στιλβωμένη επιφάνεια, όσο και η χρήση 92

94 σκούρου σε ανοιχτόχρωμη επιφάνεια). Στα γραπτά αγγεία με τη χρήση λευκού-γκρι σε μαύρη επιφάνεια παρατηρούμε τόσο την αποτύπωση Λ (γαλονιών) και μάλιστα στα όρια της τροπίδωσης, όπως και στο Δισπηλιό (Εικ. 63b), όσο και την απόδοση του συμβόλου αρ.46 (στο οποίο αναφερθήκαμε εκτενώς στην εργασία μας) και το οποίο αποδόθηκε, όπως και στα δισπηλιώτικα αγγεία, συνδέοντας το χείλος και την τροπίδωση του αγγείου (παρόλο που η εσωτερική τεθλασμένη γραμμή του απεικονίζεται με κάπως διαφορετικό τρόπο, Εικ. 63 f, g). Όσον αφορά τη γραπτή «διακόσμηση» με τη χρήση σκούρου σε ανοιχτόχρωμη επιφάνεια (Εικ ) οι συσχετισμοί της κεραμικής του Φράγχθι με αυτή του Δισπηλιού είναι ακόμη πιο εντυπωσιακοί, μιας και εντοπίζονται και αριθμητικές πράξεις (ίσως και ταυτόσημες με του Δισπηλιού σε μια περίπτωση). Ειδικότερα αν παρατηρήσουμε τα γραπτά μοτίβα του αποσπασματικά σωζόμενου αγγείου της εικόνας 61 εύκολα συμπεραίνουμε πως οι γραπτές τεθλασμένες γραμμές ξεφεύγουν κατά πολύ από τη συνηθισμένη συμμετρική απόδοση διακοσμητικών μοτίβων, και επιπλέον βλέπουμε ότι οι γραμμές αυτές σχηματίζουν ανεξάρτητα και διαφορετικά ως προς τον αριθμό των γραμμών τους μοτίβα, τα οποία δεν επαναλαμβάνονται και μάλιστα αποδίδονται σε σαφώς οριοθετημένες ζώνες, οι οποίες αποτελούνται από μεγάλα και μικρά μοτίβα αντίστοιχα (Εικ. 61). Αν και σώζεται ένα μικρό μέρος του αγγείου, μπορούμε να ανιχνεύσουμε μια ευδιάκριτη αριθμητική-προσθετική-αναλυτική πράξη: αν μετρήσουμε τα Λ του μεσαίου τεθλασμένου μοτίβου που βρίσκεται στα αριστερά της λαβής και κάτω από τη γραπτή περιμετρική γραμμή που περνά μέσα από τη λαβή του αγγείου, θα δούμε ότι είναι 13 Λ και μισό. Ακριβώς κάτω από το σύμβολο αυτό βλέπουμε σε ευθεία διάταξη τρία αρκετά μικρότερα σύμβολα, τα οποία, μετρώντας από αριστερά προς τα δεξιά, αποτελούνται από 6 και μισό, 3 και μισό και 4 και μισό Λ αντίστοιχα, και τα οποία, αν τα προσθέσουμε, μας δίνουν άθροισμα 13. Αξίζει ίσως να θυμηθούμε πως και στο μικρογραφικό αγγείο Α του Δισπηλιού είχε αποδοθεί μια πανομοιότυπη (αν και εγχάρακτη) τεθλασμένη γραμμή που περιείχε 13 Λ και μισό. Πρέπει επιπλέον να επισημάνω πως στην περίπτωση της κεραμικής του Φράγχθι τα σύμβολα αποδίδονται κυρίως με χρώμα και όχι με χάραξη, πρακτική η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις όσον αφορά τις διχοτομήσεις: διακόσμηση αμιγώς συμβολική δράση, και χάραξη συμβόλων 93

95 γραπτή απεικόνιση συμβόλων. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνω πως, αν το μέγεθος ή τα μεγέθη (είδη, ποσότητες, αποστάσεις και διάρκειες, τα οποία όπως είδαμε ήταν συγκεκριμένα και σε αρκετές περιπτώσεις επαναλήψιμα), που καταγράφονταν σχετίζονταν αποκλειστικά και μόνο ή κατά βάση με πολιτισμικά συμφραζόμενα (π.χ. 13 πρόβατα στα πλαίσια ενός συγκεκριμένου και περιοδικού γεγονότος), τότε οι πιθανότητες και οι δυνατότητες ανίχνευσης του είδους των μετρήσεων από τον σύγχρονο ερευνητή περιορίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό και εναπόκειται αποκλειστικά στην εύρεση συγκεκριμένων ιδιαίτερων τεχνουργημάτων και συναφειών. Αν όμως (το οποίο το θεωρώ πιθανότερο, με βάση τα τεχνουργήματα που μελέτησα) οι νεολιθικοί κατέγραφαν αριθμούς που σχετίζονταν με φυσικά (φάσεις της σελήνης) ή και βιολογικά φαινόμενα (ο κύκλος της περιόδου της γυναίκας, ο οποίος αν και επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες ωστόσο έχει μια περιοδικότητα και κανονικότητα), η μέτρηση των οποίων παραμένει σχεδόν αμετάλλακτη μέχρι σήμερα, τότε ο προσδιορισμός του είδους των νεολιθικών μετρήσεων είναι σε μεγάλο βαθμό πιθανός και ίσως αποδείξιμος. Με τις τελικές μου θέσεις νομίζω ότι έγινε ξεκάθαρο για το πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη για τη μελέτη των προϊστορικών συμβόλων, με την ειδικότερη έννοια (σε αντίθεση με τη γενικότερη συζήτηση για τα σύμβολα και τους συμβολισμούς), μιας και οι ερμηνευτικές, αναλυτικές και εξηγητικές προοπτικές είναι ευρύτατες και πρωτόγνωρες. Ελπίζουμε πως η αρχαιολογική επιστημονική έρευνα, και ιδιαιτέρως η προϊστορική, που συνέστησε συγκεκριμένες κατηγορίες τεχνουργημάτων (κεραμική, σφονδύλια κτλ.) σιγά σιγά θα δώσει ερευνητική θέση και υπόσταση σε ευρήματα (με τη γενικότερη έννοια του όρου) που δεν κατέχουν αυτοτελή και αυτόνομη ουσία (με την ειδικότερη έννοια του όρου). 94

96 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αδαμίδου, Α Βλήματα σφεντόνας στη Νεολιθική Εποχή. Η περίπτωση του Δισπηλιού. Μεταπτ. εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Αληχανίδης, Σ Η νεολιθική στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Μεταπτυχιακή εργασία: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Αναγνώστου, Ι., Σ. Θωμαΐδου, Γ. Στρατούλη, Μ. Σωφρονίδου & Κ. Τουλούμης Ανασκαφή Δισπηλιού Καστοριάς. Το χρονολογικό πρόβλημα. Στο Το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και Θράκη, 7: Anderson, D. R Strands of System: The philosophy of Charles Peirce. West Lafayette: Purdue University Press. Andrescu, R.-R The Sign: Typology, Context, Meaning. Στο S. A. Lunca (επιμ.), Proceedings Signs and Symbol from Danube Neolithic and Eneolithic, May 18-20, 2008, International Symposium, The Danube Script, Neo-Eneolithic Writing in Southeastern Europe, Binford, L. R Archaeological Systematics and the Story of Cultural Process. American Antiquity 31(2): Βούλγαρη, Ε Η διακοσμητική κεραμική του Δισπηλιού: μια πρώτη προσέγγιση στην τέχνη της οικοσκευής. Επτάκυκλος 15, Κοινωνική σημασία της ατομικής έκφρασης και των διακοσμητικών θεμάτων στην εξέλιξη της νεολιθικής κεραμικής. Διδ. Διατρ. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Brukner, B Vinča Culture. Στο Signs of Civilization, Exhibition Catalogue, Novisad, David, N., J. Sterner & K. Gavua Why Pots are Decorated. Current Anthropology 29(3): De Marrais, E., L. J. Castillo & T. K. Earle Ideology, Materialization and Power Strategies. Current Anthropology 37(1): Dexter, M The Danube Script and the Old European Goddess. The Intersection Language, Archaeology and Religion. Journal of Archaeomythology 6:

97 Dumitrescu, Vl The Prehistory of Romanie: From the Earliest Times to 1000 BC. Στο M. Boardman et al. (επιμ.), The Cambridge Ancient History, Vol. III, Part 1, Eco, U A Theory of Semiotics. Bloomington: Indiana University Press, London: Macmillan. Elezi, G Κεραμική από τον νεολιθικό οικισμό στη Θέρμη Θεσσαλονίκης. Μεταπτυχιακή εργασία: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Elkins, J On Pictures and the Words that Fail Them. Cambridge: Cambridge University Press. Φακορέλλης, Γ. & Γ. Μανιάτης Αποτελέσματα χρονολόγησης δειγμάτων με τη μέθοδο του C-14. Στο Γ. Χουρμουζιάδης (επιμ.), Δισπηλιό 7500 χρόνια μετά, Θεσσαλονίκη: University Press, Garasanin, M The Stone Age in the Central Balkan Area. Στο M. Boardman et al. (επιμ.), The Cambridge Ancient History, Vol. III, Part 1, Gell, A Art and Agency. Oxford: Clarendon Press. Gimbutas, M The Goddesses and Gods of Old Europe. Myths and Cult Images. London: Thames & Hudson Ltd The Earth Fertility of Old Europe, Dialogues d histoire ancienne 13, The Language of the Goddess. London: Thames & Hudson The Living Goddess. London: University of California Press. Gosselain, O Materializing Identities: An African Perspective. Journal of Archaeological Method and Theories 7(3): Griffen, T Towards a Decipherment of Jela 1 and 2. Lacus Forum 30: Haarman, H Early Civilization and Literacy in Europe. An Inquiry into Cultural Contituity in the Mediterranean World. Berlin & New York: Mouton de Gruyter The Danube Script and Other Ancient Writing Systems: A Typology of Distinctive Features. Journal of Archaeomythology 4(1): Haarman, H. & H. Marler An Introduction to the Study of Danube Script. Journal of Archaeomythology 4(1):1-11. Hardin, M. A The Structure of Tarescan Pottery Painting. Στο D. K. Washburn (επιμ.), Structure and Cognition in Art, Cambridge: Cambridge University Press,

98 Hodder, I Theoretical Archaeology: A Reaction View. Στο I. Hodder (επιμ.), Symbolic and Structural Archaeology, Cambridge: Cambridge University Press, Theory and Practice in Archaeology. Taylor & Francis e-library Style of Historical Quality. Στο M. Conkey & C. Hastorf (επιμ.), The Uses of Style in Archaeology, Cambridge: Cambridge University Press, Hodder, I. & S. Hutson Διαβάζοντας το παρελθόν. (Μτφρ. Ν. Κούρκουλος) Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου. Θεοδωροπούλου, Τ Ο άνθρωπος και η λίμνη. Ψαράδες και ψαρέματα στο προϊστορικό Δισπηλιό. Ανάσκαμμα 2: Karkanas, P., K. Pavlopoulos, K. Kouli, M. Ntinou, G. Tsartsifou, X. Facorellis & Th. Tsourou Palaeoenvironments and Site Formation Processes at the Neolithic Lakeside Settlement of Dispilio Kastoria, Northern Greece. Geoarchaeology: An International Journal 26(1): Κωτσάκης, Κ Κεραμική τεχνολογία και κεραμική διαφοροποίηση. Προβλήματα της γραπτής κεραμικής της Μέσης Νεολιθικής Εποχής του Σέσκλου. Διδ. διατριβή. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Lazarovici, G Database for Signs and Symbols of Spiritual Life, Journal of Archaeomythology, 4(1), Lazarovici, M.-C Anthropomorphic Stattuettes from Kukuteni-Tripolje: Some Signs and Symbols, Documenta Prehistorica, 33: Romania. Leroi-Gourhan, A Το έργο και η ομιλία του ανθρώπου. Α Τεχνική και γλώσσα. Β Η μνήμη και οι ρυθμοί. (Μτφρ. Ά. Ελεφάντης). Αθήνα. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας. Luca, C. A., C. I. Suciu & A. Luca Incised Emulet from Turdas-Lunca Excavation. Στο S. A. Lunca (επιμ.), Proceedings Signs and Symbol from Danube Neolithic and Eneolithic, May 18-20, 2008, International Symposium, The Danube Script, NeoEneolithic Writing in Southeastern Europe, Μαραγκού, Χρ. χ.χ. Ενδείξεις για τις αρχές της αριθμητικής και της γραφής (Νεολιθική εποχή). proistoria.files.wordpress.com/2012/08/ cebcceb1cf81ceb1ceb3cebacebfcf85ceb3cf81ceb1cf86ceae.pdf. 97

99 McClure, S AMS 14C chronology and ceramic sequences of early farmers in the eastern Adriatic. Radiocarbon, Vol 56 Nr 3, 2014, p Merlini, M Semiotic Approaches to the Features of the Danube Script. Στο Documenta Prehistorica 2005, The Gradešnica Script Revisited. Στο Acta Terrae Septemcastrensis V, 25-77, University of Sibiu A Semiotic Matrix to Distinguish Between Decorations and Signs of Writing Employed by the Danube Civilization. Στο Acta Terrae Septemcastrensis VI, , University of Sibiu Challenging Some Myth about the Tartaria Tablets. Icons of the Danube Script. Journal of Archaeomythology 4: An Inquiry into Clues of Literacy and Copper Age Southeastern Europe. Στο Act Terrae Septemcastrensis VIII, , University of Sibiu Tartaria: A Ritual Grave to Consacrate a Novel Ancestor in a Neolithic Medium-Scale Community. Στο Acta Terrae Septemcastrensis X, , University of Sibiu.. χ.χ. How to Discerne Between Signs of the Danube Script and Symbols. %20symbols%20a.pdf. Merlini, M. et al Synchronizing the Lifcycle of the Sign Systems as a productive Cultural Wealth within the Trajectory of the Danube Civilization. European Association of Archaeologists Annual General Meeting 2008, Malt September %20Formative.pdf Milojcic, V South-Eastern Elements in the Prehistoric Civilisation of Serbia. Annual of the British School in Athens 44: Νανόγλου, Σ Η αναπαράσταση του ανθρώπου στη Θεσσαλία και τα Κεντρικά Βαλκάνια κατά τη Νεολιθική: Μορφολογικές διαφορές και τοπικές ταυτότητες. Στο Αρχαιολογικό έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας 2, τόμ. Ι, 31-39, Βόλος. 98

100 Νικάκης, Δ Εγχάρακτη κεραμική από το Δισπηλιό Καστοριάς. Μεταπτυχιακή εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Nikolov, V. & D. Karastoyanova Painted Pottery Ornamentation as a Communication System between Generations Based on Evidence from the Early and Middle Neolithic Layers at Tell Kazanda. Στο Nikolova L. (επιμ.), Early Symbolic Systems for Communication in Southeast Europe, τόμ. 1-2, British Archaeological Reports, International Series, τόμ. 1139, Nikolova, L The Balkans in Later Prehistory: Periodization, Chronology and Cultural Development in the Final Copper and Early Bronze Age (Forth and Third Millenia B.C.), BAR, Oxford Toward an Evolutionary Model of Gradual Development of Social Complexity among the Neolithic Pottery in the Balkans (Cultural-chronological and Culturalanthropological Problems.) Στο Societa Preistoria Protostoria Friuli V. G., Trieste, Quaderno 12, Παπαναστασίου, Γ Νεοελληνική ορθογραφία: ιστορία, θεωρία, εφαρμογή. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Peirce, C. S A Sketch of Logical Critics. Στο Peirce: Selected Philosophical Writings, τόμ. 2, Indiana University Press, Bloomington. Preucel, R. W Archaeological Semiotics. Blackwell Publishing Ltd, Oxford. Renfrew, C Symbol Before Concept: Material Engagement and the Early Development. Στο I. Hodder (επιμ.), Archaeological Theory Today, Oxford: Polity Press & Blackwell Publishers Ltd, Robb, J. E The Archaeology of Symbols. Annual Review of Anthropology 27, Roska, M Die Sammlung von Zsofia von Torma. Numistatisch-Archaeologischen Abteilung des Siebenburgischen Nationalmuseums Kolosvar (Cluz). Sackett, J Style and Ethnicity in Archaeology: The case for Isocheims. Στο M. Conkey & C. Hastorf (επιμ.). The Uses of Style in Archaeology.Cambridge: Cambridge University Press, Saussure, F. de Μαθήματα Αποστολόπουλος). Αθήνα. Παπαζήσης. 99 Γενικής Γλωσσολογίας. (Μτφρ. Φ.

101 Shanks, M. & Chr. Tilley Re-Constructing Archaeology. Theory and Practice. Oxford. Routledge. Starović, A Knowledge Owners Marks. Στο Signs of Civilization, Exhibition Catalogue, Novisad, If the Vinča Script once really existed, who could have written or read it?, Documenta Prehistorica 32, Σταυριδόπουλος, Γ. & Τ. Σιάνος Ο λίθινος περίβολος του Δισπηλιού. Ανάσκαμμα 4: Στρατούλη, Γ Νεολιθικά αγκίστρια από το Δισπηλιό. Ανάσκαμμα 3: Σωφρονίδου, Μ Η κεραμική. Βασικές παρατηρήσεις. Στο Γ. Χουρμουζιάδης (επιμ.), Δισπηλιό 7500 χρόνια μετά, Θεσσαλονίκη: University Press, Ο προϊστορικός λιμναίος οικισμός του Δισπηλιού Καστοριάς. Μια πρώτη εισαγωγή. Ανάσκαμμα 1:9-26. Thomas, J Time, Culture and Identity. London: Routledge Understanding the Neolithic. London: Routledge. Tilley, C Interpretative Archaeology. Oxford: Berd. Todorova, H Theoretical Archaeology: A Reaction View. Στο I. Hodder (επιμ.), Symbolic and Structural Archaeology. Cambridge: Cambridge University Press, Τσαρτσίδου, Γ Ανάλυση φυτολίθων από τα ιζήματα του Δισπηλιού. Αναζητώντας τις πρακτικές διοίκησης του προϊστορικού οικισμού. Ανάσκαμμα 4: Wiessner,J The Eneolithic Period in Bulgaria in the Fifth Millenium BC. BAR, Oxford. Winn, S. M. M Pre-writing in Southeastern Europe: The Sign System of the Vinča Culture ca B.C. Calgary, Alberta: Western Publishers. (online: The Danube (Old European) Script. Ritual Use of Signs in the Balkan-Danube Region c B.C. Journal of Archaeomythology 4(1): χ.χ. The Old European Script Further evidence. (online:

102 Υφαντίδης, Φ Τα κοσμήματα του νεολιθικού οικισμού Δισπηλιού Καστοριάς. Παραγωγή και χρήση μιας αισθητικής εργαλειοθήκης. Μεταπτ. εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Αντιγραφή και επικόλληση. Μια νεολιθική σφραγίδα. Ανάσκαμμα 4: Vitelli, K Franchthi Neolithic Pottery. Volume 2: The Later Neolithic Ceramic Phases 3 to 5. Bloominghton & Indianapolis: Indiana University Press. Vlassa, N Chronology of Neolithic in Transylvania in the Light of the Tartaria Settlements Stratigraphy. Dacia N. S. 7:485-94, fig Χατζητουλούσης, Σ Το ξύλο ως αρχαιολογικό υλικό στην προϊστορία. Το παράδειγμα του νεολιθικού οικισμού στο Δισπηλιό Καστοριάς. Διδ. διατριβή. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Χουρμουζιάδη, Α. & Τ. Γιαγκούλης Προβλήματα και μέθοδοι προσέγγισης του χώρου στο Δισπηλιό. Στο Γ. Χουρμουζιάδης (επιμ.), Δισπηλιό 7500 χρόνια μετά, Θεσσαλονίκη: University Press, Χουρμουζιάδης, Γ. Χ Πέρα από το χωράφι, τη λίμνη και το στάβλο. Στο Γ. Χουρμουζιάδης (επιμ.), Δισπηλιό 7500 χρόνια μετά, Θεσσαλονίκη: University Press, Η μικρογραφία του Δισπηλιού ή Με αφορμή τα νεολιθικά ειδώλια ενός λιμναίου οικισμού. Εγνατία 11,

103 Εικόνες Εικ.1 Εικ.2 102

104 Εικ.3 Εικ.4 103

105 Εικ.5 Εικ.6 104

106 Εικ.7 Εικ.8 105

107 Εικ.9 Εικ

108 Εικ.11 Εικ

109 Εικ.13 Εικ

110 Εικ.15 Εικ

111 Εικ

112 Εικ.19 Εικ

113 Εικ.21 Εικ

114 Εικ

115 Εικ.24 Εικ

116 Εικ.26 Εικ

117 Εικ.28 Εικ

118 Εικ

119 Εικ

120 Εικ.32 Εικ

121 Εικ.34 Εικ

122 Εικ.36 Εικ

123 Εικ.38 Εικ

124 Εικ.40 Διακοσμητικά σύμβολα και μοτίβα που απαντώνται και στην διακοσμητική και στην χαραγματική πρακτική. Εικ

125 Εικ.42 Εικ

126 Εικ.44 Εικ

127 Εικ.46 Εικ

128 Εικ.48 Εικ

129 Εικ.50 Εικ

130 Το χαραγματικό σύνολο του μαύρου ειδωλίου με επισήμανση των επιμέρους δομικών του στοιχείων. Εικ.52 Εικ

131 Εικ

132 Εικ.55 Εικ

133 Εικ.57 Εικ

134 Εικ. 59 Εικ

135 Εικ.61 Εικ

136 Εικ

137 Πίνακες Πίν.1 136

138 Χωρική κατανομή των ευρημάτων που φέρουν χαράγματα, στον ανατολικό τομέα της ανασκαφής. Πίν.2 137

139 Χωρική κατανομή των δυο τμημάτων ενός ειδωλίου. Πίν.3 Στρωματογραφική κατανομή των χαραγμάτων. Πίν.4 138

140 Η ποσότητα και το είδος των τεχνουργημάτων που φέρουν χαράγματα. Πίν.5 139

141 Τα είδη των αγγείων που φέρουν χαράγματα και η θέση τους πάνω σ αυτά. Πίν.6 140

142 Η συχνότητα εμφάνισης και το είδος των χαραγμάτων σε σχέση με λαβές, αποφύσεις και πόδια αγγείων και ειδωλίων Πίν.7 141

143 Το είδος και η συχνότητα εμφάνισης των χαραγμάτων στα διάφορα μέρη των ειδωλίων. Πίν.8 142

144 Όλα τα είδη των χαραγμάτων ανά κατηγορία τεχνουργήματος Πίν.9α 143

145 Όλα τα είδη των χαραγμάτων ανά κατηγορία τεχνουργήματος Πίν.9β 144

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1 Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1 Μια σύνοψη του Βιβλίου (ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ): Η πλειοψηφία θεωρεί πως η Νόηση είναι μια διεργασία που συμβαίνει στον ανθρώπινο εγκέφαλο.

Διαβάστε περισσότερα

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΙΑΤΣΑΣ' Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» Α. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Το θέμα του συνεδρίου, Ήέες πόλεις πάνω σε παλιές", είναι θέμα με πολλές

Διαβάστε περισσότερα

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Σχολή ΣΑΚΕ Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πρόγραμμα Σπουδών ΕΛΠΟΛ Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό Θεματική Ενότητα ΕΛΠ42

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1 ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΧΑΡΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΧΡΗΣΗ β. φιλιππακοπουλου 1 Αναλυτικό Πρόγραµµα 1. Εισαγωγή: Μια επιστηµονική προσέγγιση στη χαρτογραφική απεικόνιση και το χαρτογραφικό σχέδιο

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 4. Κοινωνική μέτρηση 4-1

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 4. Κοινωνική μέτρηση 4-1 Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα Earl Babbie Κεφάλαιο 4 Κοινωνική μέτρηση 4-1 Σύνοψη κεφαλαίου Μετρώντας οτιδήποτε υπάρχει Εννοιολόγηση Ορισμοί σε περιγραφικές και ερμηνευτικές μελέτες Επιλογές λειτουργικοποίησης

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών Dr. Anthony Montgomery Επίκουρος Καθηγητής Εκπαιδευτικής & Κοινωνικής Πολιτικής antmont@uom.gr Ποιός είναι ο σκοπός του μαθήματος μας? Στο τέλος του σημερινού μαθήματος,

Διαβάστε περισσότερα

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου Βασίλειος Κωτούλας vaskotoulas@sch.gr h=p://dipe.kar.sch.gr/grss Αρχαιολογικό Μουσείο Καρδίτσας Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου Η Δομή της εισήγησης 1 2 3 Δυο λόγια για Στόχοι των Ερευνητική

Διαβάστε περισσότερα

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος Τέχνη και Πρόθεση εμπρόθετη διαμεσολάβηση (agency): η ικανότητα ενός εμπρόθετου δράστη να δρα συνειδητή υποσυνείδητη

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα Earl Babbie Κεφάλαιο 12 Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων 12-1 Σύνοψη κεφαλαίου Σύνδεση θεωρίας και ανάλυσης Επεξεργασία ποιοτικών δεδομένων Προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή

Διαβάστε περισσότερα

Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση

Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση Κ. Χαλκιά Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών 2 Το διαδίκτυο: αποτελεί ένα νέο διδακτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016 ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016 ΚΕΘΕΑ Τομέας Έρευνας Η ποιοτική έρευνα επιχειρεί να περιγράψει, αναλύσει, κατανοήσει, ερμηνεύσει κοινωνικά φαινόμενα,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016 ΚΕΘΕΑ Τομέας Έρευνας Η ποιοτική έρευνα επιχειρεί να περιγράψει, αναλύσει, κατανοήσει, ερμηνεύσει κοινωνικά φαινόμενα,

Διαβάστε περισσότερα

Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 4. ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΕΜΦΑΣΗ

Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 4. ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΕΜΦΑΣΗ Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 4. ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΕΜΦΑΣΗ Στις πολύπλοκες συνθέσεις πολλά διαφορετικά στοιχεία χρησιμοποιούνται για την ιεράρχηση της σειράς παρατήρησης από τον θεατή. Ο καλλιτέχνης

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1 Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα Earl Babbie Κεφάλαιο 2 Έρευνα και θεωρία 2-1 Σύνοψη κεφαλαίου Μερικά παραδείγματα της κοινωνικής επιστήμης Επιστροφή σε δύο συστήματα λογικής Παραγωγική συγκρότηση θεωρίας

Διαβάστε περισσότερα

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα Το κείμενο αυτό είναι ένα απόσπασμα από το Κεφάλαιο 16: Ποιοτικές ερμηνευτικές μέθοδοι έρευνας στη φυσική αγωγή (σελ.341-364) του βιβλίου «Για μία καλύτερη φυσική αγωγή» (Παπαιωάννου, Α., Θεοδωράκης Ι.,

Διαβάστε περισσότερα

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων Νίκος Ναγόπουλος Για τη διεξαγωγή της κοινωνικής έρευνας χρησιμοποιούνται ποσοτικές ή/και ποιοτικές μέθοδοι που έχουν τις δικές τους τεχνικές και

Διαβάστε περισσότερα

Βασικοί κανόνες σύνθεσης στη φωτογραφία

Βασικοί κανόνες σύνθεσης στη φωτογραφία Βασικοί κανόνες σύνθεσης στη φωτογραφία Πάτρα, Δεκέμβρης 2012 Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στην τέχνη και την πληροφόρηση; Πώς μπορεί η φωτογραφία να είναι τέχνη, εάν είναι στενά συνδεδεμένη με την αυτόματη

Διαβάστε περισσότερα

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός; 1 α) H πραγματική ζωή κρύβει χαρά, αγάπη, στόχους, όνειρα, έρωτα, αλλά και πόνο, απογοήτευση, πίκρες, αγώνα. αν λείπουν όλα αυτά τα συναισθήματα και οι ανατροπές, αν χαθεί η καρδιά και η ψυχή, η ελευθερία,

Διαβάστε περισσότερα

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη (Επιφυλλίδα - Οπισθόφυλλο). ΜΙΑ ΣΥΝΟΨΗ Η κατανόηση της νοητικής διεργασίας και της νοητικής εξέλιξης στην πράξη απαιτεί τη συνεχή και σε βάθος αντίληψη τριών σημείων, τα οποία είναι και τα βασικά σημεία

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων Σύνοψη κεφαλαίου Σύνδεση θεωρίας και ανάλυσης Επεξεργασία ποιοτικών δεδομένων Δεοντολογία και ανάλυση ποιοτικών δεδομένων Αξιολογώντας την ποιότητα των ποιοτικών ερευνών Εισαγωγή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Τομέας Έρευνας ΚΕΘΕΑ Η ποιοτική έρευνα επιχειρεί να περιγράψει, αναλύσει, κατανοήσει, ερμηνεύσει κοινωνικά φαινόμενα, έννοιες ή συμπεριφορές επιχειρεί να απαντήσει το γιατί

Διαβάστε περισσότερα

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παιδική ηλικία είναι ένα ζήτημα για το οποίο η κοινωνιολογία έχει δείξει μεγάλο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως σήμερα βρίσκεται υπό εξέλιξη ένα πρόγραμμα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. Ανάλυση Ποιότικών Δεδομένων. Καθηγητής Α. Καρασαββόγλου Επίκουρος Καθηγητής Π. Δελιάς

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ. Ανάλυση Ποιότικών Δεδομένων. Καθηγητής Α. Καρασαββόγλου Επίκουρος Καθηγητής Π. Δελιάς ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ Ανάλυση Ποιότικών Δεδομένων Καθηγητής Α. Καρασαββόγλου Επίκουρος Καθηγητής Π. Δελιάς ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ποιοτική ανάλυση Η μη αριθμητική εξέταση και ερμηνεία παρατηρήσεων που σκοπό έχει να ανακαλύψει

Διαβάστε περισσότερα

Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015 Εκπαίδευση Ενηλίκων: Εμπειρίες και Δράσεις ΑΘΗΝΑ, Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015 Μάθηση και γνώση: μια συνεχής και καθοριστική αλληλοεπίδραση Αντώνης Λιοναράκης Στην παρουσίαση που θα ακολουθήσει θα μιλήσουμε

Διαβάστε περισσότερα

GEORGE BERKELEY ( )

GEORGE BERKELEY ( ) 42 GEORGE BERKELEY (1685-1753) «Ο βασικός σκοπός του Berkeley δεν ήταν να αμφισβητήσει την ύπαρξη των εξωτερικών αντικειμένων, αλλά να υποστηρίξει την άποψη ότι τα πνεύματα ήταν τα μόνα ανεξάρτητα όντα,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. Σπύρος Τσιπίδης. Περίληψη διατριβής ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Σπύρος Τσιπίδης Γεω - οπτικοποίηση χωρωχρονικών αρχαιολογικών δεδομένων Περίληψη διατριβής H παρούσα εργασία

Διαβάστε περισσότερα

παράγραφος Εκταση Περιεχόμενο Δομή Εξωτερικά στοιχεία 8-10 σειρές Ολοκληρωμένο νόημα Οργανωμένη και λογική Εμφανή και ευδιάκριτα

παράγραφος Εκταση Περιεχόμενο Δομή Εξωτερικά στοιχεία 8-10 σειρές Ολοκληρωμένο νόημα Οργανωμένη και λογική Εμφανή και ευδιάκριτα παράγραφος Εκταση 8-10 σειρές Περιεχόμενο Ολοκληρωμένο νόημα Δομή Οργανωμένη και λογική Εξωτερικά στοιχεία Εμφανή και ευδιάκριτα Δομή παραγράφου Θεματική περίοδος- πρόταση Βασικές λεπτομέρειες /σχόλια

Διαβάστε περισσότερα

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ, ΕΣΠΙ 1

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ, ΕΣΠΙ 1 ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ, ΕΣΠΙ 1 ΣΥΝΑΡΤΗΣΕΙΣ Η έννοια της συνάρτησης είναι θεμελιώδης στο λογισμό και διαπερνά όλους τους μαθηματικούς κλάδους. Για το φοιτητή είναι σημαντικό να κατανοήσει πλήρως αυτή

Διαβάστε περισσότερα

Γιώργος Κ. Ζαρίφης Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής. Ενότητα 9: Ομάδες Αναφοράς και Διάγνωση- Καταγραφή Αναγκών

Γιώργος Κ. Ζαρίφης Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής. Ενότητα 9: Ομάδες Αναφοράς και Διάγνωση- Καταγραφή Αναγκών ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση: Ζητήματα Οργάνωσης και Σχεδιασμού Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων με Στόχο την Ανάπτυξη και Βελτίωση

Διαβάστε περισσότερα

O μετασχηματισμός μιας «διαθεματικής» δραστηριότητας σε μαθηματική. Δέσποινα Πόταρη Πανεπιστήμιο Πατρών

O μετασχηματισμός μιας «διαθεματικής» δραστηριότητας σε μαθηματική. Δέσποινα Πόταρη Πανεπιστήμιο Πατρών O μετασχηματισμός μιας «διαθεματικής» δραστηριότητας σε μαθηματική Δέσποινα Πόταρη Πανεπιστήμιο Πατρών Η έννοια της δραστηριότητας Δραστηριότητα είναι κάθε ανθρώπινη δράση που έχει ένα κίνητρο και ένα

Διαβάστε περισσότερα

Δράση και Διακεκριμένη Επίδοση Σελίδα.1

Δράση και Διακεκριμένη Επίδοση Σελίδα.1 Δράση και Διακεκριμένη Επίδοση Σελίδα.1 (Επιφυλλίδα - Οπισθόφυλλο) Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ. Η δράση που έχει σχέση με τη διακεκριμένη επίδοση, την προοπτική και την αειφορία προκαλείται

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος ΙΑ119: Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Το μάθημα προφέρει μια συστηματική και

Διαβάστε περισσότερα

Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση, Δια βίου Μάθηση: Θεωρία και Πράξη

Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση, Δια βίου Μάθηση: Θεωρία και Πράξη ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση, Δια βίου Μάθηση: Θεωρία και Πράξη Ενότητα 1: Βασικές αρχές και χαρακτηριστικά Γιώργος Κ. Ζαρίφης Άδειες Χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας 1 Δρ. Αλέξανδρος Αποστολάκης Email: aapostolakis@staff.teicrete.gr Τηλ.: 2810379603 E-class μαθήματος: https://eclass.teicrete.gr/courses/pgrad_omm107/

Διαβάστε περισσότερα

DPSDbeyond: The font Σκέψεις, παρατηρήσεις, συμπεράσματα

DPSDbeyond: The font Σκέψεις, παρατηρήσεις, συμπεράσματα DPSDbeyond: The font Σκέψεις, παρατηρήσεις, συμπεράσματα Η διαδικασία που ακολουθήθηκε στο ολιγόωρο workshop εκείνου του Σαββάτου (12/11/2011) είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία 59 σχεδίων, ένα (ή και περισσότερα

Διαβάστε περισσότερα

Δόμηση ενός ερευνητικού προγράμματος

Δόμηση ενός ερευνητικού προγράμματος Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα Earl Babbie Κεφάλαιο 3 Δόμηση ενός ερευνητικού προγράμματος 3-1 Σύνοψη κεφαλαίου Τρεις σκοποί έρευνας Η λογική της νομοθετικής προσέγγισης Ικανές και αναγκαίες συνθήκες Μονάδες

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή Αγγελοπούλου. Επιβλέπων Καθηγητής: Μανώλης Πατηνιώτης

Κυριακή Αγγελοπούλου. Επιβλέπων Καθηγητής: Μανώλης Πατηνιώτης Κυριακή Αγγελοπούλου Επιβλέπων Καθηγητής: Μανώλης Πατηνιώτης Οι πρώτες προσπάθειες μελέτης του τρόπου επιστημονικής εργασίας έγιναν το 1970. Πραγματοποιήθηκαν μέσω της άμεσης παρατήρησης των επιστημόνων

Διαβάστε περισσότερα

Η οργάνωση της γνώσης ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ

Η οργάνωση της γνώσης ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ Η οργάνωση της γνώσης ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ Έννοιες και κατηγορίες Σημασιολογική μνήμη (Tulving) τα θεμελιώδη συστατικά στοιχεία της: Έννοιες: νοητικές αναπαραστάσεις που χρησιμοποιούνται σε διάφορες γνωστικές

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Δρ. Ζαφειριάδης Κυριάκος Οι ικανοί αναγνώστες χρησιμοποιούν πολλές στρατηγικές (συνδυάζουν την

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Δρ. Ζαφειριάδης Κυριάκος Οι ικανοί αναγνώστες χρησιμοποιούν πολλές στρατηγικές (συνδυάζουν την 1 ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Δρ. Ζαφειριάδης Κυριάκος Οι ικανοί αναγνώστες χρησιμοποιούν πολλές στρατηγικές (συνδυάζουν την παλαιότερη γνώση τους, σημειώνουν λεπτομέρειες, παρακολουθούν

Διαβάστε περισσότερα

Ερμηνευτική της Νεολιθικής Ειδωλοπλαστικής

Ερμηνευτική της Νεολιθικής Ειδωλοπλαστικής Ερμηνευτική της Νεολιθικής Ειδωλοπλαστικής ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΡΩΙΜΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΣΚΕΨΗ Οι τεράστια ανθρώπινη ικανότητα για μάθηση διακρίνει τον άνθρωπο από όλα τα άλλα γένη. Στην απώτερη Προϊστορία, η εξέλιξη της

Διαβάστε περισσότερα

Συντήρηση - Αποκατάσταση Επίπλων και Ξύλινων κατασκευών Δραστηριότητες Εργαστηρίου Δρ. Τσίποτας Δημήτριος

Συντήρηση - Αποκατάσταση Επίπλων και Ξύλινων κατασκευών Δραστηριότητες Εργαστηρίου Δρ. Τσίποτας Δημήτριος Ημερίδα, 23-5-2013 Αποθήκες Καρδιτσομαγούλας Ένα σύγχρονο «Κέντρο Πολιτισμού και Εκπαίδευσης» γεννιέται Συντήρηση - Αποκατάσταση Επίπλων και Ξύλινων κατασκευών Δραστηριότητες Εργαστηρίου Δρ. Τσίποτας Δημήτριος

Διαβάστε περισσότερα

µια λειτουργική προσέγγιση στην απεικόνιση του χάρτη σηµασιολογία και και σύνταξη των των χαρτογραφικών σηµάτων

µια λειτουργική προσέγγιση στην απεικόνιση του χάρτη σηµασιολογία και και σύνταξη των των χαρτογραφικών σηµάτων µια λειτουργική προσέγγιση στην απεικόνιση του χάρτη σηµασιολογία και και σύνταξη των των χαρτογραφικών σηµάτων όχηµα-σήµα Σε «λειτουργικό» επίπεδο ανάλυσης, τα σήµατα του χάρτη λειτουργούν ως µεσολαβητής

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ Σκοπός του έργου Σκοπός του έργου είναι: 1. η δημιουργία μιας on line εφαρμογής διαχείρισης ενός επιστημονικού λεξικού κοινωνικών όρων 2. η παραγωγή ενός ικανοποιητικού

Διαβάστε περισσότερα

Ιδιότητες και Τεχνικές Σύνταξης Επιστημονικού Κειμένου Σχολιασμός ερευνητικής πρότασης

Ιδιότητες και Τεχνικές Σύνταξης Επιστημονικού Κειμένου Σχολιασμός ερευνητικής πρότασης Ιδιότητες και Τεχνικές Σύνταξης Επιστημονικού Κειμένου Σχολιασμός ερευνητικής πρότασης Αναστασία Χριστοδούλου, Dr. Γεώργιος Δαμασκηνίδης Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας & Φιλολογίας Θεσσαλονίκη, 2015 Ιδιότητες

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΡΙΑ Α. ΔΡΑΚΑΚΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 6 ΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Ν.ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

ΜΑΡΙΑ Α. ΔΡΑΚΑΚΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 6 ΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ Ν.ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ «Διαχρονικές αξίες στην εκπαίδευση σε ένα περιβάλλον που αλλάζει μέσα από τον ανατρεπτικό οραματιστή καλλιτέχνη Γιάννη Γαΐτη» (Βιωματικό εργαστήριο με την αξιοποίηση του μοντέλου PERKINS) ΜΑΡΙΑ Α. ΔΡΑΚΑΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. 2 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ (Ι) ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ; Στο μάθημα «Κοινωνική Θεωρία της Γνώσης (I)» (όπως και στο (ΙΙ) που ακολουθεί) παρουσιάζονται

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΙΤΛΟΣ: «ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΗΘΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ» ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΣΚΡΕΚΑ ΝΑΤΑΛΙΑ, Β4 ΕΠΙΒΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΝΤΑΒΑΡΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016 17 Περιεχόμενα

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ Σελ.1 Μια σύνοψη του Βιβλίου (ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ): Υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ Νοημοσύνης και Λογικής. Λογική είναι οι γνώσεις και οι εμπειρίες από το παρελθόν. Η Λογική έχει σχέση με το μέρος εκείνο της

Διαβάστε περισσότερα

Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Επιμέλεια Καραβλίδης Αλέξανδρος. Πίνακας περιεχομένων

Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Επιμέλεια Καραβλίδης Αλέξανδρος. Πίνακας περιεχομένων Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Πίνακας περιεχομένων Τίτλος της έρευνας (title)... 2 Περιγραφή του προβλήματος (Statement of the problem)... 2 Περιγραφή του σκοπού της έρευνας (statement

Διαβάστε περισσότερα

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΑΞΗ: Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ, Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Μυκηναϊκός Πολιτισμός ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΚΑΛΛΙΑΔΟΥ ΜΑΡΙΑ ΘΕΜΑ: «Η καθημερινή ζωή στον Μυκηναϊκό Κόσμο» Οι μαθητές

Διαβάστε περισσότερα

Σύμβολα και σχεδιαστικά στοιχεία. Μάθημα 3

Σύμβολα και σχεδιαστικά στοιχεία. Μάθημα 3 Σύμβολα και σχεδιαστικά στοιχεία Μάθημα 3 Τα αρχιτεκτονικά σύμβολα αποτελούν μια διεθνή, συγκεκριμένη και απλή γλώσσα. Είναι προορισμένα να γίνονται κατανοητά από τον καθένα, ακόμα και από μη ειδικούς.

Διαβάστε περισσότερα

Γεώργιος Φίλιππας 23/8/2015

Γεώργιος Φίλιππας 23/8/2015 MACROWEB Προβλήματα Γεώργιος Φίλιππας 23/8/2015 Παραδείγματα Προβλημάτων. Πως ορίζεται η έννοια πρόβλημα; Από ποιους παράγοντες εξαρτάται η κατανόηση ενός προβλήματος; Τι εννοούμε λέγοντας χώρο ενός προβλήματος;

Διαβάστε περισσότερα

Επίπεδο Γ2. Χρήση γλώσσας (20 μονάδες) Διάρκεια: 30 λεπτά. Ερώτημα 1 (5 μονάδες)

Επίπεδο Γ2. Χρήση γλώσσας (20 μονάδες) Διάρκεια: 30 λεπτά. Ερώτημα 1 (5 μονάδες) Γ2 (20 μονάδες) Διάρκεια: 30 λεπτά Ερώτημα 1 (5 μονάδες) Ο φίλος σας έγραψε μία μελέτη σχετικά με τρόπους βελτίωσης της αναγνωστικής ικανότητας των μαθητών. Επειδή, όμως, είναι ξένος, κάνει ακόμη λάθη,

Διαβάστε περισσότερα

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας Dr. Anthony Montgomery Επίκουρος Καθηγητής Εκπαιδευτικής & Κοινωνικής Πολιτικής antmont@uom.gr Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας Αυτό το μάθημα

Διαβάστε περισσότερα

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός; 1α) H πραγματική ζωή κρύβει χαρά, αγάπη, στόχους, όνειρα, έρωτα, αλλά και πόνο, απογοήτευση, πίκρες, αγώνα. Aν λείπουν όλα αυτά τα συναισθήματα και οι ανατροπές, αν χαθεί η καρδιά και η ψυχή, η ελευθερία,

Διαβάστε περισσότερα

Α Φάση: :Εμείς και η γειτονιά μας. Α φ ά σ η. Α φάση: Εμείς και η γειτονιά μας 53

Α Φάση: :Εμείς και η γειτονιά μας. Α φ ά σ η. Α φάση: Εμείς και η γειτονιά μας 53 1 ο Δημοτικό Σχολείο Αμπελοκήπων Α Φάση: :Εμείς και η γειτονιά μας Α φάση: Εμείς και η γειτονιά μας 53 Οδηγίες για τις δραστηριότητες της Α φάσης Η βασισμένη στον τόπο εκπαίδευση, έχει ως αντικείμενο μελέτης

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες: Πρόταση Διδασκαλίας Ενότητα: Τάξη: 7 η - Τέχνη: Μια γλώσσα για όλους, σε όλες τις εποχές Γ Γυμνασίου Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος Α: Στόχοι Οι μαθητές/ τριες: Να

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού. Οργανωσιακή Κουλτούρα

Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού. Οργανωσιακή Κουλτούρα Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού Οργανωσιακή Κουλτούρα Οργανωσιακή Κουλτούρα, Εννοιολογικός Προσδιορισμός O Ο όρος Οργανωσιακή Κουλτούρα πρωτοεμφανίστηκε στην αμερικάνικη ακαδημαϊκή

Διαβάστε περισσότερα

Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά. Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά. Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Εισαγωγή Η χώρα μας απέκτησε Νέα Προγράμματα Σπουδών και Νέα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΩΝ Η/Υ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΩΝ Η/Υ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΩΝ Η/Υ ΜΕΡΛΙΑΟΥΝΤΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ, ΠΕ19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Αλγόριθμοι 3. Αλγόριθμοι 2 3. Αλγόριθμοι 3.1 Η έννοια του αλγορίθμου 3.2 Χαρακτηριστικά αλγορίθμου 3.3 Ανάλυση αλγορίθμων

Διαβάστε περισσότερα

Γλαύκη Γκότση, Δρ. Ιστορίας της Τέχνης

Γλαύκη Γκότση, Δρ. Ιστορίας της Τέχνης Γλαύκη Γκότση, Δρ. Ιστορίας της Τέχνης Γυναίκες καλλιτέχνες και δημόσιος χώρος στη σύγχρονη Ελλάδα: όροι και όρια μιας σχέσης Διάχυτη είναι στις μέρες μας η αντίληψη ότι πλέον οι αντιξοότητες, θεσμικές

Διαβάστε περισσότερα

Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά.

Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά. Γ. Οι μαθητές και τα Μαθηματικά. Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά. ΠΙΝΑΚΑΣ 55 Στάση

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ

ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ Χαρτογραφία Ι 1 ΟΡΙΣΜΟΙ Φαινόμενο: Ο,τιδήποτε υποπίπτει στην ανθρώπινη αντίληψη Γεωγραφικό (Γεωχωρικό ή χωρικό) φαινόμενο: Ο,τιδήποτε υποπίπτει στην ανθρώπινη αντίληψη

Διαβάστε περισσότερα

Θεοδωράκης, Γ., & Χασάνδρα, Μ. (2006). Θεσσαλονίκη. Εκδ. Χριστοδουλίδη

Θεοδωράκης, Γ., & Χασάνδρα, Μ. (2006). Θεσσαλονίκη. Εκδ. Χριστοδουλίδη Θεοδωράκης, Γ., & Χασάνδρα, Μ. (2006). Θεσσαλονίκη. Εκδ. Χριστοδουλίδη Μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία οι μαθητές δέχονται κυρίως γνώσεις που είτε τις απομνημονεύουν για ένα χρονικό διάστημα, είτε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ Μαθηματικά (Άλγεβρα - Γεωμετρία) Α ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ και Α, Β ΤΑΞΕΙΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Α ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ και Α ΤΑΞΗ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΕΠΑΛ ΚΕΝΤΡΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ

ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ ΣΥΝΘΕΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ ΤΙ ΡΩΤΑΜΕ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ; ΤΙ ΜΑΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ; ΠΩΣ ΜΑΣ ΤΟ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ; ΣΥΝΘΕΣΗ: Οργάνωση ενός συνόλου από επιμέρους στοιχεία σε μια ενιαία διάταξη Αρχική ιδέα σύνθεσης

Διαβάστε περισσότερα

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις ΠΡΟΛΟΓΟΣ Οι δυσκολίες μάθησης των παιδιών συνεχίζουν να απασχολούν όλους όσοι ασχολούνται με την ανάπτυξη των παιδιών και με την εκπαίδευση. Τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι, μέσα στην τάξη τους, βρίσκονται

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ Γ ΤΑΞΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ Γ ΤΑΞΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ Γ ΤΑΞΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ γνώση + ικανότητα επικοινωνίας χρήσιμη & απαραίτητη αποτελεσματικότητα στον επαγγελματικό χώρο αποτελεσματικότητα στις ανθρώπινες σχέσεις Περισσότερο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ (1724-1804)

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ (1724-1804) ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ - ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΙΟΘΕΩΡΙΑΣ ΤΟΥ 1 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ (1724-1804) (Η σύντομη περίληψη που ακολουθεί και η επιλογή των αποσπασμάτων από την πραγματεία του Καντ για την ανθρώπινη γνώση,

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ & ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΟΥ Το Διαδικαστικό Μοντέλο

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ & ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΟΥ Το Διαδικαστικό Μοντέλο ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» Τομέας Νέων Ελληνικών ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ & ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΟΥ Το Διαδικαστικό Μοντέλο Γιάννης Ι. Πασσάς, MEd ΑΘΗΝΑ, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2018 ΑΝΑΓΝΩΣΗ & ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ 2 ΑΝΑΓΝΩΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΟΤΗΤΑ 6 ΜΟΤΙΒΑ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΥ 2, 5 ΚΑΙ 10. Αρ2.7 Ανακαλύπτουν, διατυπώνουν και εφαρμόζουν τα κριτήρια διαιρετότητας του 2, 5 και του 10.

ΕΝΟΤΗΤΑ 6 ΜΟΤΙΒΑ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΥ 2, 5 ΚΑΙ 10. Αρ2.7 Ανακαλύπτουν, διατυπώνουν και εφαρμόζουν τα κριτήρια διαιρετότητας του 2, 5 και του 10. ΜΟΤΙΒΑ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΥ 2, 5 ΚΑΙ 10 ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΑΡΙΘΜΟΙ Διερεύνηση αριθμών Αρ1.7 Αναπαριστούν εναδικά κλάσματα ( 1, 1, 1, 1, 1 ) ενός συνόλου ή μιας επιφάνειας, 2 3 4 6 8 χρησιμοποιώντας αντικείμενα,

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση των δραστηριοτήτων κατά γνωστική απαίτηση

Ανάλυση των δραστηριοτήτων κατά γνωστική απαίτηση Ανάλυση των δραστηριοτήτων κατά γνωστική απαίτηση Πέρα όµως από την Γνωσιακή/Εννοιολογική ανάλυση της δοµής και του περιεχοµένου των σχολικών εγχειριδίων των Μαθηµατικών του Δηµοτικού ως προς τις έννοιες

Διαβάστε περισσότερα

Δομή και Περιεχόμενο

Δομή και Περιεχόμενο Υπουργείο Παιδείας & Πολιτισμού Διεύθυνση Δημοτικής Εκπαίδευσης Δομή και Περιεχόμενο Ομάδα Υποστήριξης Νέου Αναλυτικού Προγράμματος Εικαστικών Τεχνών Ιανουάριος 2013 Δομή ΝΑΠ Εικαστικών Τεχνών ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Σχεδιασμός Οικολογικού Διαμεσολαβητή για την εποπτεία και διαχείριση δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας

Σχεδιασμός Οικολογικού Διαμεσολαβητή για την εποπτεία και διαχείριση δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας Σχεδιασμός Οικολογικού Διαμεσολαβητή για την εποπτεία και διαχείριση δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας Σωτηρία Δριβάλου Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μονάδα Εργονομίας Συστήματα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας

Διαβάστε περισσότερα

Ο ρόλος της εικόνας στα μαθήματα των φυσικών επιστημών

Ο ρόλος της εικόνας στα μαθήματα των φυσικών επιστημών ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών Σχολή Επιστημών Αγωγής, ΠΤΔΕ Κατεύθυνση: Εκπαίδευση στις Φυσικές Επιστήμες Ο ρόλος της εικόνας στα μαθήματα των φυσικών επιστημών Μέρος

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα. ΜΟΔΙΠ Πανεπιστημίου Κρήτης Ερωτηματολόγιο 'Μερικές Διαφορικές Εξισώσεις' Ερωτηματολόγιο

Αποτελέσματα. ΜΟΔΙΠ Πανεπιστημίου Κρήτης Ερωτηματολόγιο 'Μερικές Διαφορικές Εξισώσεις' Ερωτηματολόγιο Αποτελέσματα Ερωτηματολόγιο 924632 Σύνολο εγγραφών σε αυτό το ερώτημα: 18 Σύνολο εγγραφών στο ερωτηματολόγιο: 18 Ποσοστό συνόλου: 100.00% σελίδα 1 / 44 Ομάδα: Ερωτηματολόγιο Ερώτηση: S0. Θέλετε να συμπληρώσετε

Διαβάστε περισσότερα

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 2 0 Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 2 0 Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 2 0 Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ 1 Y Π Ο Υ Ρ Γ Ε Ι Ο Π Α Ι Δ Ε Ι Α Σ Κ Α Ι Θ Ρ Η Σ Κ Ε Υ Μ Α Τ Ω Ν Κ Ε Ν Τ Ρ Ο Ε Λ Λ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΑΣΠΑΙΤΕ ΕΠΑΙΚ 2013-2014 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΜΑΥΡΙΚΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ «Ο ΕΝΣΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ-ΕΝΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ» ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ ΜΑΡΙΑ ΤΣΕΜΕΚΙΔΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΥΝΤΥΧΑΚΗΣ ΜΑΝΩΛΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης Αναπτυξιακή Ψυχολογία Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης Θέματα διάλεξης Η σημασία της αυτοαντίληψης Η φύση και το περιεχόμενο της αυτοαντίληψης Η ανάπτυξη της αυτοαντίληψης Παράγοντες

Διαβάστε περισσότερα

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές; ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ; τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές; ποια είναι η σχέση των πεποιθήσεών μας με την πραγματικότητα, για να είναι αληθείς και

Διαβάστε περισσότερα

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ. @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ. @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ @ Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης ί>ηγο^η 26 Επιστήμες της Αγωγής 26 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ ΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. Κύκλος Ζωής Εφαρμογών ΕΝΟΤΗΤΑ 2. Εφαρμογές Πληροφορικής. Διδακτικές ενότητες 5.1 Πρόβλημα και υπολογιστής 5.2 Ανάπτυξη εφαρμογών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. Κύκλος Ζωής Εφαρμογών ΕΝΟΤΗΤΑ 2. Εφαρμογές Πληροφορικής. Διδακτικές ενότητες 5.1 Πρόβλημα και υπολογιστής 5.2 Ανάπτυξη εφαρμογών 44 Διδακτικές ενότητες 5.1 Πρόβλημα και υπολογιστής 5.2 Ανάπτυξη εφαρμογών Διδακτικοί στόχοι Σκοπός του κεφαλαίου είναι οι μαθητές να κατανοήσουν τα βήματα που ακολουθούνται κατά την ανάπτυξη μιας εφαρμογής.

Διαβάστε περισσότερα

Προτιμήσεις εκπαιδευτικών στην επίλυση προβλημάτων με συμμετρία. Στόχος έρευνας

Προτιμήσεις εκπαιδευτικών στην επίλυση προβλημάτων με συμμετρία. Στόχος έρευνας Προτιμήσεις εκπαιδευτικών στην επίλυση προβλημάτων με συμμετρία Πουλιτσίδου Νιόβη- Χριστίνα Τζιρτζιγάνης Βασίλειος Φωκάς Δημήτριος Στόχος έρευνας Να διερευνηθούν οι παράγοντες, που επηρεάζουν την επιλογή

Διαβάστε περισσότερα

Διακριτά Μαθηματικά ΙΙ Χρήστος Νομικός Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2018 Χρήστος Νομικός ( Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Διακριτά

Διακριτά Μαθηματικά ΙΙ Χρήστος Νομικός Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2018 Χρήστος Νομικός ( Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Διακριτά Διακριτά Μαθηματικά ΙΙ Χρήστος Νομικός Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2018 Χρήστος Νομικός ( Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Διακριτά και Πληροφορικής Μαθηματικά Πανεπιστήμιο ΙΙ Ιωαννίνων

Διαβάστε περισσότερα

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1 Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1 Μια σύνοψη του Βιβλίου (ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ): Η πλειοψηφία θεωρεί ότι η Νόηση είναι μια διεργασία που συμβαίνει στο ανθρώπινο εγκέφαλο.

Διαβάστε περισσότερα

2 ο Σεμινάριο ΕΓΚΥΡΗ ΠΡΑΞΗ & ΣΥΝΟΧΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Δίκτυο σχολείων για τη μη-βία

2 ο Σεμινάριο ΕΓΚΥΡΗ ΠΡΑΞΗ & ΣΥΝΟΧΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Δίκτυο σχολείων για τη μη-βία 2 ο Σεμινάριο ΕΓΚΥΡΗ ΠΡΑΞΗ & ΣΥΝΟΧΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Δίκτυο σχολείων για τη μη-βία Α Μέρος: ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ Τα επίπεδα συνείδησης Ύπνος Μισοξύπνιο Αφύπνιση Ελάχιστη εργασία των εξωτερικών αισθήσεων Με εικόνες

Διαβάστε περισσότερα

Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο. Μαρία Παπαδοπούλου

Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο. Μαρία Παπαδοπούλου Γραμματισμός στο νηπιαγωγείο Μαρία Παπαδοπούλου ΠΩΣ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ; ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ Η διδακτέα ύλη αντιμετωπίζεται με «ακαδημαϊκό» τρόπο. Θεωρητική προσέγγιση

Διαβάστε περισσότερα

Λογιστική Θεωρία και Έρευνα

Λογιστική Θεωρία και Έρευνα Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα στη Λογιστική & Χρηματοοικονομική Master of Science (MSc) in Accounting and Finance ΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ Λογιστική Θεωρία και Έρευνα Εισαγωγή στη Λογιστική Έρευνα Η αναζήτηση της αλήθειας

Διαβάστε περισσότερα

Γνωστικό αντικείμενο του σεναρίου διδασκαλίας: Σύνδεση με ενότητες του Σχολικού Εγχειριδίου: Σύνδεση με άλλες γνωστικές περιοχές:

Γνωστικό αντικείμενο του σεναρίου διδασκαλίας: Σύνδεση με ενότητες του Σχολικού Εγχειριδίου: Σύνδεση με άλλες γνωστικές περιοχές: Αναζητώντας τεκμήρια μινωικού πολιτισμού στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου: Μια γέφυρα δημιουργίας ανάμεσα στο σχολικό εγχειρίδιο και στο έκθεμα (Ιστορία Α Γυμνασίου) Μαράκη Διονυσία Φιλόλογος Πειραματικού

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ» ΜΑΘΗΤΡΙΑ: ΠΡΙΑΜΗ ΒΑΓΙΑ, Β4 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΝΤΑΒΑΡΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2016 17 Περιεχόμενα ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 3 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (# 252) Ε ΕΞΑΜΗΝΟ 9 η ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ ΛΙΓΗ ΘΕΩΡΙΑ Στην προηγούμενη διάλεξη μάθαμε ότι υπάρχουν διάφορες μορφές έρευνας

Διαβάστε περισσότερα

9. Τοπογραφική σχεδίαση

9. Τοπογραφική σχεδίαση 9. Τοπογραφική σχεδίαση 9.1 Εισαγωγή Το κεφάλαιο αυτό εξετάζει τις παραμέτρους, μεθόδους και τεχνικές της τοπογραφικής σχεδίασης. Η προσέγγιση του κεφαλαίου γίνεται τόσο για την περίπτωση της συμβατικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΑΣΗ. Το άρθρο αυτό έχει ως σκοπό την παράθεση των αποτελεσμάτων πάνω σε μια έρευνα με τίτλο, οι ιδέες των παιδιών σχετικά με το

Διαβάστε περισσότερα

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας; Για τους γονείς και όχι μόνο από το Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας; Ακουστικός, οπτικός ή μήπως σφαιρικός; Ανακαλύψτε ποιος είναι ο μαθησιακός τύπος του παιδιού σας, δηλαδή με ποιο τρόπο μαθαίνει

Διαβάστε περισσότερα

Πρόγραμμα Σπουδών Εκπαίδευσης Παιδιών-Προφύγων Τάξεις Α+Β Δημοτικού

Πρόγραμμα Σπουδών Εκπαίδευσης Παιδιών-Προφύγων Τάξεις Α+Β Δημοτικού Πρόγραμμα Σπουδών Εκπαίδευσης Παιδιών-Προφύγων 2016-2017 Τάξεις Α+Β Δημοτικού Περιεχόμενα Στόχοι Πηγή Υλικού 1.1 Αριθμοί 1-1000 Γραφή, Ανάγνωση, Απαγγελία, Απαρίθμηση, Σύγκριση, Συμπλήρωση (κατά αύξουσα

Διαβάστε περισσότερα

710 -Μάθηση - Απόδοση

710 -Μάθηση - Απόδοση 710 -Μάθηση - Απόδοση Διάλεξη 6η Ποιοτική αξιολόγηση της Κινητικής Συμπεριφοράς Παρατήρηση III Η διάλεξη αυτή περιλαμβάνει: Διαδικασία της παρατήρησης & της αξιολόγησης Στόχοι και περιεχόμενο παρατήρησης

Διαβάστε περισσότερα

Ο 19ος αιώνας Είδαμε ότι πρώτοι ιστορικο-συγκριτικοί επιστήμονες είχαν στόχο να εξηγήσουν τις ομοιότητες που παρατηρούσαν ανάμεσα στις γλώσσες. Είδαμε

Ο 19ος αιώνας Είδαμε ότι πρώτοι ιστορικο-συγκριτικοί επιστήμονες είχαν στόχο να εξηγήσουν τις ομοιότητες που παρατηρούσαν ανάμεσα στις γλώσσες. Είδαμε Ο 19ος αιώνας Είδαμε ότι πρώτοι ιστορικο-συγκριτικοί επιστήμονες είχαν στόχο να εξηγήσουν τις ομοιότητες που παρατηρούσαν ανάμεσα στις γλώσσες. Είδαμε επίσης ότι η ομοιότητα βασικών λέξεων οδήγησε στην

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην επιστήμη και την επιστημονική μέθοδο

Εισαγωγή στην επιστήμη και την επιστημονική μέθοδο Εισαγωγή στην επιστήμη και την επιστημονική μέθοδο I. Τι είναι η επιστήμη; A. Ο στόχος της επιστήμης είναι να διερευνήσει και να κατανοήσει τον φυσικό κόσμο, για να εξηγήσει τα γεγονότα στο φυσικό κόσμο,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕ - 9900 ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

ΜΕ - 9900 ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΜΕ9900 ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Έρευνα και Συγγραφή Λέκτορας Διάλεξη

Διαβάστε περισσότερα

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους του Σταύρου Κοκκαλίδη Μαθηματικού Διευθυντή του Γυμνασίου Αρχαγγέλου Ρόδου-Εκπαιδευτή Στα προγράμματα Β Επιπέδου στις ΤΠΕ Ορισμός της έννοιας του σεναρίου.

Διαβάστε περισσότερα