Μέτρηση και ιαχείριση Κινδύνου µε τη Χρήση Μοντέλων Στοχαστικής Μεταβλητότητας

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Μέτρηση και ιαχείριση Κινδύνου µε τη Χρήση Μοντέλων Στοχαστικής Μεταβλητότητας"

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Πρόγραµµα Μεταπτυχιακών Σπουδών Αναλογιστική Επιστήµη και ιοικητική Κινδύνου Μέτρηση και ιαχείριση Κινδύνου µε τη Χρήση Μοντέλων Στοχαστικής Μεταβλητότητας ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ούναβη Βασιλική Επιβλέπων καθηγητής: Σ. Βρόντος Αθήνα, 2011

2 Ευχαριστίες Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερµά τον καθηγητή µου κ. Βρόντο για την πολύτιµη καθοδήγησή του, χωρίς την οποία δε θα ήταν δυνατή η εκπόνηση της παρούσας διπλωµατικής εργασίας. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω την αδερφή µου Κατερίνα για τη στήριξή της. 2

3 Περίληψη Στην τρέχουσα οικονοµική συγκυρία, η κεφαλαιακή επάρκεια αποτελεί ένα από τα πια σηµαντικά ζητήµατα για ένα χρηµατοπιστωτικό οργανισµό ή µια ασφαλιστική επιχείρηση, όσο αναφορά την επιβίωσή τους και τη συµµόρφωση µε το κανονιστικό πλαίσιο. Για τον υπολογισµό της κεφαλαιακής επάρκειας, πρέπει να υπολογιστούν οι επιµέρους κίνδυνοι που αντιµετωπίζει µια επιχείρηση µε κατάλληλες µεθόδους. Ο κίνδυνος αγοράς αφορά τον κίνδυνο αποµείωσης της αξίας ενός χαρτοφυλακίου, εξαιτίας αλλαγών στην αξία οικονοµικών παραγόντων, όπως η ισοτιµία, τα επιτόκια, οι τιµές των εµπορευµάτων και οι τιµές των µετοχών. Η ποσοτικοποίηση του κινδύνου αγοράς γίνεται µε χρήση µέτρων κινδύνου όπως η αξία σε κίνδυνο (Value at Risk) ή η αναµενόµενη απώλεια (Expected Shortfall). Η παρούσα εργασία εξετάζει τη µέτρηση της αξίας σε κίνδυνο χρησιµοποιώντας για τη µοντελοποίηση της µεταβλητότητας των αποδόσεων, µοντέλα στοχαστικής µεταβλητότητας που έχουν προταθεί στη βιβλιογραφία και γίνεται σύγκριση µε τα αυτοπαλίνδροµα µοντέλα τύπου ARCH, GARCH,. Γίνεται εφαρµογή σε χρονοσειρές αποδόσεων για τους δείκτες FTSE100, DAX, CAC40, Dow Jones Industrial Average, S&P 500. Η καταλληλότητα των µοντέλων ελέγχεται µε backtesting σύµφωνα µε τα τεστ των Kupiec και Christoffersen. Η εφαρµογή γίνεται στα πρόγραµµατα R και e-views. 3

4 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Κεφάλαιο Ανάγκη για διαχείριση κινδύνου Μέτρα κινδύνου Αξία σε κίνδυνο (Value at risk) Μέθοδος ιστορικής προσοµοίωσης Μέθοδος διακύµανσης συνδιακύµανσης (Variance Covariance) Προσοµοίωση Monte Carlo Extreme value theory RiskMetrics Συνεπή µέτρα κινδύνου Αναµενόµενη απώλεια (Expected Shortfall) Εκ των υστέρων έλεγχος (Backtesting) Ορισµός µεταβλητότητας Ιδιότητες µεταβλητότητας Βαριές ουρές (Heavy Tails) Συσσώρευση της µεταβλητότητας (volatility clustering) Επιστροφή στο µέσο (mean reversion) Μόχλευση (leverage effect) Ροή πληροφοριών και µεταβλητότητα Ιστορική αναδροµή...20 Κεφάλαιο

5 2.1 Μοντέλο ARCH Μοντέλο GARCH Πλεονεκτήµατα και µειονεκτήµατα µοντέλων ARCH, GARCH Μοντέλο Integrated GARCH (I-GARCH) Μοντέλο Exponential GARCH (E-GARCH) Μοντέλο GJR GARCH Μοντέλο GARCH in mean (GARCH-M)...30 Κεφάλαιο Στοχαστικές διαδικασίες Κίνηση Brown Μοντέλο τιµών µετοχών ιαδικασία Itȏ Λύση στοχαστικής διαφορικής εξίσωσης SDE Στοχαστική µεταβλητότητα Γεωµετρική κίνηση Brown Επανερχόµενη στο µέσο Gaussian διαδικασία Επανερχόµενη στο µέσο τετραγωνική διαδικασία Επανερχόµενη στο µέσο λογαριθµική διαδικασία Μοντέλο Heston Μοντέλο Taylor...49 Κεφάλαιο Εφαρµογή είκτης Dow Jones Industrial Average (DJI)

6 4.3 είκτης DAX είκτης CAC40 (FCHI) είκτης FTSE100 (FTSE) είκτης S&P 500 (GSPC) Συµπεράσµατα Βιβλιογραφία

7 Κεφάλαιο Ανάγκη για διαχείριση κινδύνου Ως διαχείριση κινδύνου µπορεί να ορισθεί η επιλογή του τύπου και επιπέδου κινδύνου που µια επιχείρηση είναι διατεθειµένη να αναλάβει στα πλαίσια του αντικειµένου δραστηριότητάς της και του εποπτικού πλαισίου. Το εποπτικό πλαίσιο για τα χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα ενσωµατώνεται στο κείµενο της Βασιλείας II ενώ για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις στο Solvency I. Σκοπός τους είναι να θεσπίσουν ενιαίους κανόνες ώστε να υπάρχει η απαραίτητη κεφαλαιακή επάρκεια για την διασφάλιση των καταθετών και των ασφαλισµένων σε περιόδους κρίσης. Η Βασιλεία II στηρίζεται σε τρεις πυλώνες (Basel Committee on Banking Supervision [2006]). Ο πρώτος πυλώνας αναφέρεται στη διατήρηση των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων που υπολογίζονται για τον πιστωτικό κίνδυνο, τον κίνδυνο αγοράς και τον λειτουργικό κίνδυνο που αντιµετωπίζει ένα χρηµατοπιστωτικό ίδρυµα. Προτείνονται συγκεκριµένες µέθοδοι για τη µέτρηση κάθε κατηγορίας κινδύνου. Για τον κίνδυνο αγοράς προτείνεται η µέθοδος Value at Risk που περιγράφεται παρακάτω. Ο δεύτερος πυλώνας αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο του πρώτου πυλώνα και δίνει ένα πλαίσιο διαχείρισης των υπολειπόµενων κινδύνων. Ο τρίτος πυλώνας έχει να κάνει µε την αναφορά στην εποπτική αρχή και τη δηµοσιοποίηση στο ευρύ κοινό των πληροφοριών ώστε να µπορεί να αξιολογηθεί το επίπεδο ανάληψης κινδύνου κάθε χρηµατοπιστωτικού ιδρύµατος. Στο Solvency Ι o πρώτος πυλώνας αναφέρεται στις ποσοτικές απαιτήσεις. Ο δεύτερος πυλώνας στις ποιοτικές απαιτήσεις και στη διαδικασία εποπτικής αξιολόγησης και ο τρίτος πυλώνας στην αναφορά στην εποπτική αρχή και δηµοσιοποίηση των πληροφοριών όπως στη Βασιλεία II (European Commission,Insurance and Pensions [2005]). Η ανάγκη για διαχείριση κινδύνου προέκυψε από την αυξηµένη µεταβλητότητα των χρηµατοοικονοµικών αγορών από τη δεκαετία του 70. Το 1971, το σύστηµα σταθερής συναλλαγµατικής ισοτιµίας κατέρρευσε και οδήγησε σε µεταβλητές ισοτιµίες. Άλλο ενδεικτικό παράδειγµα είναι η κατάρρευση του χρηµατιστηρίου των ΗΠΑ το

8 Ο κίνδυνος πηγάζει από την αβεβαιότητα σχετικά µε µελλοντικά έσοδα, ισοτιµίες, επιτόκια, τιµές χρηµατοοικονοµικών µέσων και εµπορευµάτων, µακροοικονοµικές µεταβλητές, πιστωτικά, λειτουργικά και συστηµικά γεγονότα κ.α. Η διαχείριση κινδύνου µειώνει τη µεταβλητότητα της αξίας της επιχείρησης ή των ταµειακών ροών. Στην ουσία η επιχείρηση θυσιάζει ορισµένα κεφάλαια στο παρόν ώστε να µειώσει την αβεβαιότητα των µελλοντικών ροών. Με σκοπό την αντιστάθµιση κινδύνου έχουν αναπτυχθεί σύνθετα προϊόντα όπως πιστωτικά και χρηµατοοικονοµικά παράγωγα. Tο πρώτο βήµα για µια επιχείρηση είναι η αναγνώριση των κίνδυνων που αντιµετωπίζει. Στη συνέχεια πρέπει να µετρηθεί ο κίνδυνος και να εκτιµηθούν οι συνέπειές του µε κατάλληλα χρηµατοοικονοµικά εργαλεία. Ανάλογα µε τις µετρήσεις πρέπει να διαµορφωθεί µια στρατηγική διαχείρισης κινδύνου, µε αποφυγή, µεταφορά (ασφάλιση), διακράτηση ή περιορισµό του κάθε κινδύνου. Τέλος πρέπει να µετρηθεί η αποτελεσµατικότητα των παραπάνω στρατηγικών. Οι επιχειρήσεις είναι εκτεθειµένες σε διάφορα είδη κινδύνων που µπορούν συνοπτικά να ταξινοµηθούν σε επιχειρηµατικούς, σε µη επιχειρηµατικούς κινδύνους και σε χρηµατοοικονοµικούς κινδύνους. Οι επιχειρηµατικοί κίνδυνοι έχουν να κάνουν µε τη λειτουργία της επιχείρησης και περιλαµβάνουν την τεχνολογική καινοτοµία, το σχεδιασµό και προβολή του προϊόντος, τη µόχλευση, την έκθεση σε µακροοικονοµικούς κινδύνους που προκύπτουν από τους οικονοµικούς κύκλους. Οι µη επιχειρηµατικοί κίνδυνοι είναι δύσκολο να ελεγχθούν από τις επιχειρήσεις και περιλαµβάνουν τους κινδύνους που προκαλούνται από αλλαγές στην οικονοµία ή στο πολιτικό περιβάλλον. Οι χρηµατοοικονοµικοί κίνδυνοι προέρχονται από τη µεταβλητότητα των αγορών και είναι αυτοί που κυρίως πρέπει να διαχειριστούν οι χρηµατοοικονοµικοί οργανισµοί. Οι βασικότερες κατηγορίες χρηµατοοικονοµικών κινδύνων είναι οι εξής : κίνδυνος αγοράς, πιστωτικός κίνδυνος, λειτουργικός κίνδυνος, κίνδυνος ρευστότητας, πολιτικός κίνδυνος, κίνδυνος χώρας, κίνδυνος φήµης. Μεταξύ των διαφορετικών κατηγοριών συχνά υπάρχει συσχέτιση γι αυτό οι επιχειρήσεις προσανατολίζονται πλέον σε ευρεία για την επιχείρηση διαχείριση κινδύνου (enterprise wide risk management). Ο χρηµατοοικονοµικός κίνδυνος και κυρίως ο κίνδυνος αγοράς µπορεί να διαχειριστεί µε σύγχρονες µεθόδους που έχουν προταθεί στη βιβλιογραφία και 8

9 περιγράφονται παρακάτω ούτως ώστε η αβεβαιότητα να οδηγήσει σε λήψη σωστών επενδυτικών αποφάσεων παρά σε µη αναµενόµενες απώλειες. Για περισσότερα µπορεί κανείς να δει Crouhy et al. [2006], Jorion [2007]. 1.2 Μέτρα κινδύνου Αξία σε κίνδυνο (Value at risk) Σύµφωνα µε τους Tsay [2005] και Jorion [2007], το Value at risk σαν µέτρο κινδύνου εφαρµόζεται ευρέως λόγω της απλότητας του για τη µέτρηση κυρίως του κινδύνου αγοράς, ενώ µπορεί να επεκταθεί και σε άλλες κατηγορίες κινδύνων. Πλεονεκτεί σαν µέτρο κινδύνου σε σύγκριση µε τη µεταβλητότητα επειδή λαµβάνει υπόψη µόνο τις αρνητικές και όχι τις θετικές αποκλίσεις. Άρχισε να χρησιµοποιείται στα πλαίσια της ανάγκης για εποπτικό έλεγχο και για διαχείριση των χρηµατοοικονοµικών κινδύνων εξαιτίας της χρεοκοπίας στις αρχές του 90 εταιρειών όπως η Barings, Metallgesellschaft, Orange Country κ.ά. Η χρήση του θεσµοθετήθηκε στο κείµενο της Βασιλείας και του Solvency για τη µέτρηση του κινδύνου των χρηµατοπιστωτικών ιδρυµάτων και των ασφαλιστικών εταιρειών. Η αξία σε κίνδυνο ορίζεται ως η µέγιστη δυνητική ζηµία από µία χρηµατοοικονοµική θέση κατά τη διάρκεια συγκεκριµένης περιόδου και για δεδοµένο διάστηµα εµπιστοσύνης. Για µία θέση αγοράς αποτυπώνεται ως εξής: p = Pr [ V( k) VaR] = F k (VaR),όπου θα συµβολίσουµε µε p δεδοµένο επίπεδο σηµαντικότητας (0.01 βάσει της Βασιλείας II), k δεδοµένη χρονική περίοδος, (10 ηµέρες διαπραγµάτευσης βάσει της Βασιλείας II), V(k) τη µεταβολή στην αξία του χαρτοφυλακίου σε χρονικό διάστηµα [t, t+k] και την αθροιστική συνάρτηση κατανοµής της V(k) Η αξία σε κίνδυνο σε αυτήν την περίπτωση έχει αρνητικό πρόσηµο. Για παράδειγµα έστω ότι για χαρτοφυλάκιο αξίας το VaR είναι Τότε για θέση αγοράς, η πιθανότητα να έχουµε ζηµία µεγαλύτερη σε απόλυτη τιµή από είναι p. Αντίστοιχα για θέση πώλησης: p = Pr [ V( k) VaR] = 1-F k (VaR) Σε αυτή την περίπτωση το VaR έχει θετικό πρόσηµο για να δείχνει ζηµιά. 9

10 Για παράδειγµα έστω ότι για χαρτοφυλάκιο αξίας το VaR είναι Τότε για θέση πώλησης, η πιθανότητα να έχουµε ζηµία µεγαλύτερη από είναι p. Παρακάτω περιγράφονται συνοπτικά διαφορετικές µέθοδοι υπολογισµού του VaR, ακολουθώντας τους Linsmeier and Pearson [1996], Jorion [2007] και Tsay [2005] Μέθοδος ιστορικής προσοµοίωσης Είναι µια µη παραµετρική µέθοδος που δεν προϋποθέτει συγκεκριµένη κατανοµή αποδόσεων παρά µόνο σταθερή κατανοµή για την υπό εξέταση περίοδο. Βασίζεται σε ιστορικά δεδοµένα. Η κατανοµή κερδών ζηµιών δηµιουργείται εφαρµόζοντας στο τρέχον χαρτοφυλάκιο τις ιστορικές αλλαγές στις τιµές κατά τη διάρκεια των προηγούµενων n περιόδων. Τα βάρη των περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν το χαρτοφυλάκιο είναι τα τρέχοντα. Υπολογίζουµε τις ποσοστιαίες αλλαγές στις ιστορικές τιµές ούτως ώστε να δηµιουργήσουµε ένα υποθετικό χαρτοφυλάκιο σαν να συνέβαιναν αντίστοιχες αλλαγές στο σηµερινό χαρτοφυλάκιο που αποτιµάται σε τιµές αγοράς. Χρησιµοποιείται το εµπειρικό ποσοστηµόριο για να εκτιµηθεί το θεωρητικό ποσοστηµόριο των αποδόσεων. Εάν n είναι ο αριθµός των παρατηρήσεων των αποδόσεων του δείγµατος σε αύξουσα σειρά, και p το διάστηµα εµπιστοσύνης, τότε το εµπειρικό ποσοστηµόριο ισούται µε r (np). Σε περίπτωση που np δεν είναι ακέραιος γίνεται παρεµβολή. Η αξία σε κίνδυνο ισούται µε r (np) επί τη σηµερινή µας θέση. Η παραπάνω µέθοδος είναι απλή στη χρήση όµως το αποτέλεσµα εξαρτάται άµεσα από τα δεδοµένα που αποτελούν το δείγµα.σε περίπτωση που λάβουµε υπόψη πιο µικρό διάστηµα, µπορεί κάποιο σηµαντικό γεγονός να παραλείπεται. Για πιο µεγάλα διαστήµατα, κάποια γεγονότα ίσως δεν έχουν πλέον σηµασία. Ένα µειονέκτηµα της µεθόδου είναι ότι όλες οι παρατηρήσεις, όσο µακρινές και να είναι έχουν την ίδια βαρύτητα. Επίσης εάν εισερχόµαστε σε περίοδο µεγαλύτερης διακύµανσης, η αξία σε κίνδυνο υποεκτιµάται Μέθοδος διακύµανσης συνδιακύµανσης (Variance Covariance) Είναι παραµετρική µέθοδος υπολογισµού του VaR και υποθέτει κανονική κατανοµή για τις αποδόσεις. Αρχικά υπολογίζουµε την τυπική απόκλιση βάσει των ιστορικών αποδόσεων για συγκεκριµένο δείγµα. Η συνολική τυπική απόκλιση του 10

11 χαρτοφυλακίου εξαρτάται από την τυπική απόκλιση των επιµέρους περιουσιακών στοιχείων, τη συσχέτισή τους και τα βάρη τους στο χαρτοφυλάκιο. Το VaR υπολογίζεται ως συνάρτηση της τυπικής απόκλισης βάσει των ιδιοτήτων της κανονικής κατανοµής. VaR=-Value of portfolio*σ port *α* Όπου σ port η τυπική απόκλιση του χαρτοφυλακίου, η περίοδος υπολογισµού του VaR σε ηµέρες (συνήθως 1 ηµέρα), α σταθερά (ποσοστηµόριο κανονικής κατανοµής), µε α=2.326 για διάστηµα εµπιστοσύνης 99% και α=1.645 για διάστηµα εµπιστοσύνης 95% Προσοµοίωση Monte Carlo Η µέθοδος αυτή µοιάζει µε την ιστορική προσοµοίωση. Η βασική διαφορά είναι ότι χρησιµοποιείται µια στατιστική κατανοµή που θεωρείται ότι προσεγγίζει τις πιθανές αποδόσεις. Η στατιστική κατανοµή που θα επιλεγεί συνήθως βασίζεται στις ιστορικές αποδόσεις. Στη συνέχεια βάσει αυτής της κατανοµής γίνεται προσοµοίωση από χιλιάδες υποθετικές αλλαγές στις τιµές και υπολογίζονται οι υποθετικές αποδόσεις του χαρτοφυλακίου. Το VaR προσδιορίζεται εν συνεχεία όπως στη µέθοδο ιστορικής προσοµοίωσης. Η µέθοδος αυτή είναι πιο δύσκολη υπολογιστικά, όµως µπορεί να χρησιµοποιηθεί για τη διαχείριση περισσότερων ειδών κινδύνων καθώς ενσωµατώνει και το «πέρασµα του χρόνου» Extreme value theory Η µέθοδος αυτή µελετά τη συµπεριφορά της κατανοµής στις ουρές και εφαρµόζεται ευρέως στην αξιολόγηση καταστροφικών γεγονότων. Υποθέτουµε ότι οι αποδόσεις είναι ανεξάρτητες και ισόνοµες και έχουν συνάρτηση κατανοµής F. Χωρίζουµε το δείγµα σε g υποσύνολα µε n παρατηρήσεις το καθένα. Μελετάµε την ελάχιστη αποδόση, κάθε υποσυνόλου, δηλαδή την αριστερή ουρά της κατανοµής, διότι σχετίζεται µε τον υπολογισµό του VaR. Η µέθοδος βασίζεται στην επέκταση του Κ.Ο.Θ. για το δειγµατικό ελάχιστο (θεώρηµα Fisher-Tippet). Αν υπάρχουν ακολουθίες > 0, R., και µια µη εκφυλισµένη κατανοµή G ώστε η κατανοµή του κανονικοποιηµένου ελαχίστου,,, να συγκλίνει για µεγάλο δείγµα σε κάποια κατανοµή G, τότε η G 11

12 ανήκει σε συγκεκριµένη παραµετρική οικογένεια κατανοµών GEV(Generalised Extreme Value Distribution), η οποία περιλαµβάνει τις Frechet, Weibull ή Gumbel. Η κατανοµή G θα είναι της µορφής = 1 ά 0 1 ά = 0 Για x< 1 εάν <0 και x> 1 εάν > 0 Η παράµετρος αναφέρεται ως η παράµετρος σχήµατος που καθορίζει το µέγεθος της ουράς της κατανοµής. Η παράµετρος είναι η παράµετρος θέσης και η η παράµετρος κλίµακας. Οι παράµετροι στη συνέχεια εκτιµώνται µε παραµετρικές ή µη παραµετρικές µεθόδους. Αντικαθιστώντας x=( r- / υπολογίζουµε το ποσοστηµόριο της GEV κατανοµής για δεδοµένη πιθανότητα p και βρίσκουµε την αξία σε κίνδυνο VaR. = 1 [ 1 ] ά 0 + ln[ 1 ] ά = 0 H ΕVT υπερτερεί έναντι των άλλων µεθόδων οι οποίες υποεκτιµούν την αξία σε κίνδυνο για µεγάλα διαστήµατα εµπιστοσύνης RiskMetrics H J.P. Morgan ανέπτυξε τη RiskMetrics µέθοδο για τον υπολογισµό του VaR. Υποθέτει ότι οι αποδόσεις δεδοµένης της πληροφορίας τη χρονική στιγµή t-1 ακολουθούν την τυπική κανονική κατανοµή. ~, ) όπου ο υπό συνθήκη µέσος και η υπό συνθήκη διακύµανση των αποδόσεων. Η υπό συνθήκη διακύµανση ακολουθεί το IGARCH(1,1) µοντέλο που περιγράφεται στο 2 ο κεφάλαιο. Η αξία σε κίνδυνο VaR υπολογίζεται χρησιµοποιώντας τις ιδιότητες της κανονικής κατανοµής. Για επίπεδο εµπιστοσύνης 0.01, VaR=- 2.33*σ t * θέση Η αξία σε κίνδυνο για ορίζοντα k περιόδων, υπολογίζεται ως εξής : = Η µέθοδος είναι απλή στη χρήση, όµως το µοντέλο που χρησιµοποιείται µπορεί να µην ταιριάζει στα δεδοµένα. H Αξία σε κίνδυνο υπολογίζεται εναλλακτικά χρησιµοποιώντας τα µοντέλα τύπου Garch ή SV που περιγράφονται στα επόµενα κεφάλαια. 12

13 1.2.2 Συνεπή µέτρα κινδύνου Σύµφωνα µε τους Artzner et al. [1999] ένα συνεπές µέτρο κινδύνου πρέπει να πληροί κάποιες προϋποθέσεις: Θεωρούµε ένα σύνολο V από πραγµατικές τυχαίες µεταβλητές. Μια συνάρτηση ρ : V R καλείται συνεπές µέτρο κινδύνου εάν είναι : Α) µονότονη (monotonous) : X ϵv, X 0 ρ(x) 0, Β) υποπροσθετική (sub-additive) : X,Y,X+Y ϵ V p(x + Y) ρ(χ) + ρ(υ), Γ) θετικά οµογενής (positively homogenous) : X ϵ V, h > 0, h X ϵ V p(hx)= hρ(χ) ) µεταφραστικά αναλλοίωτη (translation invariant) : X ϵ V, α ϵ R ρ(χ+α) = ρ(χ)-α Το VaR δεν είναι συνεπές µέτρο κινδύνου επειδή ικανοποιεί την δεύτερη ιδιότητα µόνο για την κανονική ή ελλειπτική κατανοµή. Για ένα συνεπές µέτρο κινδύνου, ο συνολικός κίνδυνος ενός χαρτοφυλακίου θα είναι µικρότερος από το µερικό άθροισµα των υποσυνόλων που το αποτελούν, χάρη στη διαφοροποίηση. Το VaR δεν απεικονίζει εάν το χαρτοφυλάκιο είναι καλά διαφοροποιηµένο ενώ µπορεί ακόµα και να αυξάνεται η αξία σε κίνδυνο λόγω της διαφοροποίησης. Αντίστοιχα, για τον πιστωτικό κίνδυνο, δεν απεικονίζει τον κίνδυνο συγκέντρωσης. Το γεγονός αυτό µπορεί να οδηγήσει σε εσφαλµένα συµπεράσµατα για τη συνολική έκθεση της επιχείρησης Αναµενόµενη απώλεια (Expected Shortfall) Tο VaR µας πληροφορεί για την αξία σε κίνδυνο στο α% των περιπτώσεων, αλλά όχι για την αναµενόµενη απώλεια στην περίπτωση που η αξία υπερβεί το VaR. Επίσης δεν είναι συνεπές µέτρο κινδύνου όπως είδαµε παραπάνω. Με σκοπό να καλύψει αυτές τις αδυναµίες προτάθηκε στη βιβλιογραφία το µέτρο κινδύνου Expected shortfall. Εναλλακτικά ονοµάζεται υπό συνθήκη αξία σε κίνδυνο Conditional Value at Risk (CVAR) Αναφέρεται στο εµβαδό της ουράς της κατανοµής, δηλαδή µας πληροφορεί για το πόσο µεγάλη θα είναι η απώλεια δεδοµένου ότι έχει ξεπεράσει την τιµή του VaR. Σύµφωνα µε τους Acerbi and Tasche [2002] για διακριτές κατανοµές ορίζεται ως εξής : 13

14 Έστω Χ είναι µια τυχαία µεταβλητή που δείχνει το κέρδος και τη ζηµιά ενός χαρτοφυλακίου σε συγκεκριµένο χρονικό ορίζοντα Τ, και α είναι ένα προκαθορισµένο επίπεδο σηµαντικότητας. Η αναµενόµενη απώλεια του χαρτοφυλακίου τότε ορίζεται ως = 1 [ 1 ] και για συνεχείς κατανοµές = [ ] = [ ] [ ] = 1 Όπου q(α) είναι το α ποσοστηµόριο της τ.µ. Χ. (Yamai and Yoshiba [2002]) 1.3 Εκ των υστέρων έλεγχος (Backtesting) Ο εκ των υστέρων των υποδειγµάτων που χρησιµοποιήσαµε για την εκτίµηση του VaR ή του ES είναι απαραίτητος ώστε να µεγιστοποιήσουµε την πιθανότητα ότι το υπόδειγµά µας µετράει σωστά τον κίνδυνο. Στο backtesting συγκρίνουµε τις εκ των προτέρων προβλέψεις µας µε τις πραγµατοποιηθείσες ζηµιές ή κέρδη του χαρτοφυλακίου. Εάν υπάρχει απόκλιση πρέπει να επανεξεταστούν οι υποθέσεις, οι παράµετροι και τα µοντέλα που χρησιµοποιήθηκαν. Για το VaR όταν το υπόδειγµά µας είναι επαρκές, οι παρατηρήσεις που είναι εκτός της αξίας σε κίνδυνο, καθορίζονται από το διάστηµα εµπιστοσύνης. Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότερες παρατηρήσεις από τις αναµενόµενες, υποεκτιµάται ο κίνδυνος, ενώ στην αντίθετη περίπτωση δεσµεύονται περισσότερα κεφάλαια από ότι πρέπει. Για δεδοµένο διάστηµα εµπιστοσύνης p, oρίζουµε ως ποσοστό αποτυχίας το πηλίκο του αριθµού των παρατηρήσεων Χ που η πραγµατική ζηµιά υπερέβη το VaR της προηγούµενης ηµέρας, προς τον αριθµό των συνολικών παρατηρήσεων Τ. Όσο αυξάνεται το δείγµα, το ποσοστό αποτυχίας πρέπει να προσεγγίζει το p. Η µέθοδος 14

15 είναι µη παραµετρική γιατί δεν υποθέτουµε συγκεκριµένη κατανοµή για τις αποδόσεις. Ο αριθµός των παραβιάσεων δεν είναι προβλέψιµος άρα κατανέµεται στο χρόνο σαν µια µεταβλητή Bernoulli(p). = = 1 Η αναµενόµενη τιµή του x είναι = και η διακύµανση = 1. Ο Kupiec [1995] χρησιµοποίησε έναν έλεγχο λόγου πιθανοφάνειας (LR uc -likelihood ratio unconditional coverage) για να ελέγξει εάν ο αριθµός των παραβιάσεων είναι αποδεκτός. Το διάστηµα εµπιστοσύνης για το τεστ καθορίζεται από την επιλογή µεταξύ δύο τύπου σφαλµάτων, να απορρίψουµε ένα σωστό µοντέλο (σφάλµα τύπου I) ή να µην απορρίψουµε ένα λάθος µοντέλο (σφάλµα τύπου II) και µπορεί να είναι διαφορετικό από το επίπεδο εµπιστοσύνης που ορίσαµε για τον υπολογισµό του VaR. Εξετάζουµε τη µηδενική υπόθεση Η 0 : = έναντι της εναλλακτικής Η 1 :. = 2 ln[1 ] + 2ln [1 ] Το τεστ ακολουθεί ασυµπτωτικά τη χ 2 κατανοµή µε ένα βαθµό ελευθερίας. Για δεδοµένο διάστηµα εµπιστοσύνης, απορρίπτουµε τη µηδενική υπόθεση εάν η τιµή είναι µεγαλύτερη από την κριτική τιµή που προκύπτει από τη χ 2 κατανοµή. Ένα σύστηµα επικύρωσης µοντέλων πρέπει να λαµβάνει υπόψη εάν ο αριθµός των παραβιάσεων αυξάνεται σε µια συγκεκριµένη χρονική περίοδο. Το τεστ του Christoffersen [1998] επεκτείνει τη στατιστική, προσδιορίζοντας ότι οι παραβιάσεις πρέπει να είναι σειριακά ανεξάρτητες. Ορίζουµε ως τον αριθµό των ηµερών µε το ενδεχόµενο j να ακολουθεί το i, όπου i,j=0 αν συµβαίνει παραβίαση και i,j =1 αλλιώς. Ορίζουµε ως π i την πιθανότητα παρατήρησης µιας παραβίασης. = 2 ln1 + 2ln [1 1 ] Ο πρώτος όρος δείχνει τη µεγιστοποίηση της πιθανότητας κάτω από την υπόθεση ότι οι παραβιάσεις είναι ανεξάρτητες στις ηµέρες, π=π 0 =π 1 =(Τ 01 +Τ 11 )/Τ. Ο δεύτερος όρος είναι η µεγιστοποίηση της πιθανότητας για τα παρατηρούµενα δεδοµένα. Το συνδυασµένο στατιστικό τεστ για την υπό συνθήκη κάλυψη (conditional coverage) ακολουθεί ασυµπτωτικά τη χ 2 κατανοµή µε δύο βαθµούς ελευθερίας. = + 15

16 Σύµφωνα µε τη Βασιλεία (Basel Committee on Banking Supervision [1996]), το backtesting είναι κριτήριο για να επικυρωθεί ένα εσωτερικό µοντέλο. Ο χρονικός ορίζοντας πρέπει να είναι µικρός ώστε να είναι επαρκής ο αριθµός των παρατηρήσεων στις ουρές για µελέτη, και για να µετριάζεται η επιρροή από τις αλλαγές στη σύνθεση του χαρτοφυλακίου. Επίσης το διάστηµα εµπιστοσύνης δεν πρέπει να είναι πολύ µεγάλο για να µην µειώνεται η ισχύς του ελέγχου. Η Επιτροπή της Βασιλείας, έχει καταλήξει σε διάστηµα εµπιστοσύνης 99% και χρονικό ορίζοντα 1 ηµέρας. Επίσης µε σκοπό να αξιολογήσει τα µοντέλα κάθε τράπεζας έχει ορίσει 3 ζώνες (πράσινη, κίτρινη, κόκκινη) ανάλογα µε το πόσες τιµές υπερέβησαν το VaR. Για δείγµα 250 παρατηρήσεων, εάν ο αριθµός των παραβιάσεων είναι 0-4, το µοντέλο ανήκει στην πράσινη ζώνη, 5-9 στην κίτρινη ζώνη και περισσότερες ή ίσες µε 10, στην κόκκινη ζώνη. Εάν τα µοντέλα ανήκουν στην κίτρινη ή κόκκινη ζώνη αυξάνει τον πολλαπλασιαστή κεφαλαιακής επάρκειας που εφαρµόζεται στα εσωτερικά µοντέλα. Για το µέτρο Expected shortfall, όταν παραβιάζεται το VaR, η αναµενόµενη τιµή της απόκλισης θα είναι ίση µε. Άρα µπορούµε να κάνουµε backtesting, ελέγχοντας εάν το διάνυσµα εξηγεί την απόκλιση της πραγµατοποιηθείσας ζηµιάς,, από την αναµενόµενη ζηµιά τις ηµέρες που έχει υπερβεί την αξία σε κίνδυνο,, = + +, για t+1 όταν, < µε την υπόθεση ότι ο όρος σφάλµατος είναι ανεξάρτητος του. Οι παρατηρήσεις που το VaR δεν έχει παραβιαστεί εξαιρούνται από το δείγµα. Για να ελέγξουµε τη µηδενική υπόθεση ότι δηλαδή το µοντέλο κινδύνου από το οποίο έγιναν οι προβλέψεις της αναµενόµενης ζηµιάς (ES) χρησιµοποιεί βέλτιστα όλες τις πληροφορίες ( =0) και ότι δεν παραβιάζεται ( =0), ελέγχουµε από κοινού ότι = =0. Για περισσότερα µπορεί κανείς να δει Jorion [2007], Christoffersen [2003]. 1.4 Ορισµός µεταβλητότητας Η µεταβλητότητα είναι το απλούστερο µέσο µέτρησης του κινδύνου ή της αβεβαιότητας ενός χρηµατοοικονοµικού µέσου. Ανήκει στα απόλυτα µέτρα κινδύνου. 16

17 Ορίζεται ως η ετησιοποιηµένη τυπική απόκλιση ή διακύµανση των συνεχώς ανατοκιζόµενων αποδόσεων ενός χρηµατοοικονοµικού µέσου. Η τυπική απόκλιση υπολογίζεται από ένα τυχαίο δείγµα παρατηρήσεων ως εξής : = 1 1 Όπου είναι η µέση απόδοση. Ακολουθώντας τον Alexander [1998], η ετησιοποιηµένη µεταβλητότητα σε ποσοστό µπορεί να υπολογιστεί από τον παρακάτω τύπο : = 100 % Όπου n είναι ο αριθµός των παρατηρήσεων ανά έτος και η τυπική απόκλιση των αποδόσεων για ένα συγκεκριµένο χρονικό ορίζοντα. Η χρήση της µεταβλητότητας σαν ένα από τα απλά µέτρα κινδύνου µας δίνει µια πρώτη εικόνα της διακύµανσης των αποδόσεων. Ένα από τα µειονεκτήµατα είναι ότι λαµβάνει υπόψη και τις θετικές αποκλίσεις και όχι µόνο τις αρνητικές τιµές που µας ενδιαφέρουν διότι αυτές είναι που επιφέρουν ζηµίες. Ένα µοντέλο µεταβλητότητας πρέπει να είναι ικανό να προβλέψει τη µεταβλητότητα. Μια καλή µελλοντική εκτίµηση της µεταβλητότητας βοηθάει στη λήψη επενδυτικών αποφάσεων και στη δηµιουργία βέλτιστου χαρτοφυλακίου σε όρους απόδοσης κινδύνου, ανάλογα µε το επενδυτικό προφίλ κάθε επενδυτή ή µε τον κίνδυνο που µπορεί να αναλάβει ένας διαχειριστής χαρτοφυλακίου. Τέτοιες προβλέψεις σύµφωνα µε τους Poon and Granger [2003], βρίσκουν επίσης εφαρµογή στην τιµολόγηση παράγωγων προϊόντων, στη διαχείριση κινδύνου (VaR), στην κατανοµή των περιουσιακών στοιχείων, στη χάραξη νοµισµατικής πολιτικής. Η µεταβλητότητα είναι το βασικό στοιχείο στην τιµολόγηση παράγωγων προϊόντων. Για να τιµολογήσουµε ένα παράγωγο χρειάζεται να γνωρίζουµε τη µεταβλητότητα του υποκείµενου τίτλου µέχρι την ηµεροµηνία εξάσκησης. Χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα και ασφαλιστικές εταιρείες σύµφωνα µε το θεσµικό πλαίσιο της Βασιλείας και του Solvency αντίστοιχα πρέπει να υπολογίσουν τα αποθεµατικά τους κεφάλαια σύµφωνα µε τη µέθοδο αξίας σε κίνδυνο (VaR). Για την εκτίµηση αυτή χρειάζεται πρόβλεψη της µεταβλητότητας της υπό εξέτασης αξίας. Επιπλέον η µεταβλητότητα των χρηµατοοικονοµικών αγορών έχει αντίκτυπο στην οικονοµία ως σύνολο, καθώς συνδέεται µε την ψυχολογία του επενδυτή. Σαν 17

18 αποτέλεσµα η Κεντρική Τράπεζα της Αµερικής λαµβάνει υπόψη τη µεταβλητότητα µετοχών, οµολόγων, συναλλάγµατος και εµπορευµάτων κατά τη χάραξη νοµισµατικής πολιτικής. 1.5 Ιδιότητες µεταβλητότητας Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της µεταβλητότητας των µετοχών (Tsay [2005]), είναι ότι δεν είναι άµεσα παρατηρήσιµη. Η µεταβλητότητα των µετοχών µπορεί να διαχωριστεί σε ενδοσυνεδριακή και ηµερήσια. Για παράδειγµα, η ενδοσυνεδριακή µεταβλητότητα δεν είναι άµεσα παρατηρήσιµη από τα ηµερήσια δεδοµένα των αποδόσεων, επειδή υπάρχει µόνο µια παρατήρηση για κάθε διαπραγµάτευση. Εάν είναι διαθέσιµα δεδοµένα υψηλής συχνότητας, θα µπορούσαµε να εκτιµήσουµε την ενδοσυνεδριακή µεταβλητότητα. Η µεταβλητότητα έχει τις παρακάτω ιδιότητες που είναι εµφανείς στις χρηµατοοικονοµικές χρονοσειρές όπως περιγράφονται από τους Engle and Patton [2001], Psychoyios et al. [2003] Βαριές ουρές (Heavy Tails) Από τις αρχές της δεκαετίας του 60 πολλές εµπειρικές µελέτες Mandelbrot [1963], Fama [1965], Blattberg- Gonedes [1974], Kon [1984] έχουν δείξει ότι η πιθανότητα ότι ακραία γεγονότα θα συµβούν είναι πολύ µεγαλύτερη από την αντίστοιχη πιθανότητα που υπολογίζεται µε την κανονική κατανοµή. Oι αποδόσεις των διαφόρων χρεογράφων ακολουθούν λεπτόκυρτες κατανοµές, όπου υπάρχει µεγαλύτερη κύρτωση από την κανονική κατανοµή και µεγαλύτερη µάζα πιθανότητας στις ουρές (παχιές ουρές) Συσσώρευση της µεταβλητότητας (volatility clustering) Η µεταβλητότητα µπορεί να είναι παρατεταµένα υψηλή σε κάποιες περιόδους ενώ παρατεταµένα χαµηλή σε άλλες. Aποδείχθηκε εµπειρικά από τους Μandelbrot [1963] και Fama [1965] ότι περίοδοι από υψηλή (χαµηλή) µεταβλητότητα ακολουθούνται από περιόδους µε υψηλή (χαµηλή) µεταβλητότητα. Σε κάθε περίπτωση η µετάβαση από τη µία περίοδο στην άλλη είναι απρόβλεπτη. Η συσσώρευση µεταβλητότητας υπονοεί την ύπαρξη αυτοσυσχέτισης στις αλλαγές του επιπέδου µεταβλητότητας. Επίσης είναι ένα δείγµα ετεροσκεδαστικότητας. Τα µοντέλα ARGH, GARCH και 18

19 στοχαστικής µεταβλητότητας εµφανίστηκαν για να ενσωµατώσουν αυτήν την ιδιότητα Επιστροφή στο µέσο (mean reversion) Η µεταβλητότητα δεν είναι άπειρη, έχει ένα συγκεκριµένο εύρος. Επίσης εξελίσσεται στο χρόνο µε ένα συνεχή τρόπο- τα άλµατα είναι σπάνια. Εµπειρικές µελέτες έχουν δείξει ότι αµφιταλαντεύεται γύρω από µια σταθερή τιµή, ένα µακροχρόνιο µέσο. Μακροπρόθεσµες προβλέψεις της µεταβλητότητας θα συγκλίνουν σε αυτό το «κανονικό» επίπεδο µεταβλητότητας ανεξαρτήτως πότε έγιναν. ιαφωνίες υπάρχουν τόσο ως προς ποιο είναι αυτό το κανονικό επίπεδο, όσο και ως το αν αυτό παραµένει σταθερό στο πέρασµα του χρόνου, ή µεταβάλλεται καθώς οι συνθήκες της αγοράς αλλάζουν Μόχλευση (leverage effect) H µεταβλητότητα φαίνεται να αντιδρά διαφορετικά σε µεγάλη άνοδο από ότι σε µεγάλη πτώση τιµών, φαινόµενο γνωστό ως µόχλευση. Υπάρχει αρνητική σχέση µεταξύ µεταβλητότητας και αποδόσεων. Η θεωρία του Sharpe [1964], το Capital Asset Pricing Model (CAPM), υποστηρίζει ότι οι αναµενόµενες αποδόσεις πέφτουν όταν αυξάνεται η µεταβλητότητα. Η ασυµµετρία αυτή µπορεί να οριστεί και σαν ασφάλιστρο κινδύνου. Μια µείωση στις τιµές των µετοχών µιας εταιρείας αυξάνει το δείκτη δανειακής επιβάρυνσης της εταιρείας άρα αυξάνει τον κίνδυνο όπως µετριέται από τη µεταβλητότητα (Christie [1982]). Αύξηση της µεταβλητότητας οδηγεί στη µείωση της ζήτησης για µετοχές λόγω της αποστροφής στον κίνδυνο. Η ασυµµετρία της µεταβλητότητας (Volatility smile) αναφέρεται ως η συνάρτηση της τεκµαρτής µεταβλητότητας και της τιµής εξάσκησης ενός δικαιώµατος προαίρεσης. Τα δικαιώµατα προαίρεσης εντός του χρηµατικού ισοδύναµου (in the money) ή εκτός αυτού (out of the money) τείνουν να έχουν µεγαλύτερη τεκµαρτή µεταβλητότητα από ότι τα δικαιώµατα στο χρηµατικό ισοδύναµο (at the money) ειδικά στις αγορές συναλλάγµατος. Η αρνητική ασυµµετρία της µεταβλητότητας οφείλεται στο γεγονός ότι οι επενδυτές αποστρέφονται στον κίνδυνο Ροή πληροφοριών και µεταβλητότητα 19

20 Η ροή των πληροφοριών δεν είναι σταθερή στο χρόνο. O Clark [1973] ανέπτυξε ένα πρώιµο µοντέλο στοχαστικής µεταβλητότητας όπου συνέδεσε τις αποδόσεις των χρηµατοοικονοµικών µέσων µε τη γνωστοποίηση νέων πληροφοριών. Η µεταβλητότητα είναι µεγαλύτερη στις περιόδους διαπραγµάτευσης παρά στις περιόδους µη διαπραγµάτευσης. Επιπλέον είναι µεγαλύτερη µετά από αργίες και Σαββατοκύριακα. Αυτό οδήγησε στη χρήση ηµερών διαπραγµάτευσης παρά ηµερολογιακών ηµερών στην ανάλυση των δεδοµένων. Μελέτες έδειξαν ότι η µεταβλητότητα αυξάνεται τις ηµεροµηνίες ανακοίνωσης µερισµατικών αποδόσεων και µακροοικονοµικών δεδοµένων (Cornell [1978], Harvey and Huang [1991, 1992]). Επίσης στην περίπτωση των µετοχών, αυξάνεται ανάλογα µε τον όγκο συναλλαγών, σχηµατίζοντας ένα σχήµα V κατά τη διάρκεια µιας ηµέρας διαπραγµάτευσης, λόγω του αυξηµένου όγκου συναλλαγών κατά το άνοιγµα και το κλείσιµο της συνεδρίασης (Harris [1986]). Λόγω της παγκοσµιοποίησης των αγορών υπάρχει χρονική υστέρηση της αύξησης της µεταβλητότητας µεταξύ των αγορών διαφορετικών χωρών. Η µεταβλητότητα των χρεογράφων διαφέρει σηµαντικά.μια εξήγηση γι αυτό, σύµφωνα µε τον Engle [2004], συνδέεται µε τη βαρύτητα και τη ροή των νέων πληροφοριών σχετικά µε διαφορετικά χρηµατοοικονοµικά µέσα. Ανάλογα µε το µέγεθος µιας εταιρείας και τον κλάδο στον οποίο ανήκει, υπάρχει διαφορετική επίδραση µιας πληροφορίας στην απόδοση της µετοχής της. Για παράδειγµα στην πρόσφατη εγχώρια δηµοσιονοµική κρίση, πληροφορίες που δηµοσιεύονται σε σχέση µε το κρατικό χρέος αυξάνουν περισσότερο τη µεταβλητότητα των µετοχών του τραπεζικού κλάδου. Εταιρίες µικρής κεφαλαιοποίησης και µεγέθους επηρεάζονται περισσότερο από ένα εταιρικό γεγονός καθώς µπορεί να καθορίσει την πορεία της εταιρείας και τα µελλοντικά της κέρδη. Αυτές οι ιδιότητες της µεταβλητότητας παίζουν σηµαντικό ρόλο στην ανάπτυξη µοντέλων µεταβλητότητας καθώς πρέπει να ενσωµατώνονται σε αυτά. 1.6 Ιστορική αναδροµή Οι Markowitz [1952] και Tobin [1958] ήταν οι πρώτοι οι οποίοι συνέδεσαν τον κίνδυνο µε τη διακύµανση της αξίας ενός χαρτοφυλακίου και ανέπτυξαν τη θεωρία για µεγιστοποίηση της απόδοσης µε την ανάληψη του µικρότερου δυνατού κινδύνου. 20

21 Ο Sharpe [1964] ανέπτυξε το Capital Asset Pricing Model (CAPM), το οποίο δείχνει τη φυσική σχέση µεταξύ αναµενόµενης απόδοσης και διακύµανσης σε µια αποτελεσµατική αγορά µε επενδυτές που αποστρέφονται τον κίνδυνο. Το CAPM βασίζεται στη µη ρεαλιστική υπόθεση ότι οι αποδόσεις του χαρτοφυλακίου ακολουθούν πολυµεταβλητή κανονική κατανοµή. Όµως εµπειρικές κατανοµές αποδόσεων εµφάνιζαν παχιές ουρές που θα µπορούσαν καλύτερα να εξηγηθούν από τη στοχαστική φύση της µεταβλητότητας. Για τη µέτρηση της µεταβλητότητας αναπτύχθηκαν µοντέλα που χρησιµοποιούν ιστορικά δεδοµένα. Το µοντέλο τυχαίου περίπατου (random walk model) χρησιµοποιεί την τυπική απόκλιση τη χρονική στιγµή t-1, ως πρόβλεψη της τυπικής απόκλισης τη χρονική στιγµή t,. Εν συνεχεία αναπτύχθηκαν µέθοδοι όπως ιστορικού µέσου όρου (Historical Average), και εκθετικής εξοµάλυνσης (Exponential Smoothing), οι οποίες χρησιµοποιούν όλες τις ιστορικές τυπικές αποκλίσεις. Επίσης αναπτύχθηκαν οι µέθοδοι του κινητού µέσου όρου (Moving Average) και εκθετικού σταθµισµένου κινητού µέσου όρου (Exponentially Weighted Moving Average- EWMA), όπου χρησιµοποιούνται µόνο οι τελευταίες παρατηρήσεις. Οι δύο εκθετικές µέθοδοι δίνουν µεγαλύτερη βαρύτητα στις πιο πρόσφατες παρατηρήσεις. Το µοντέλο ARMA λαµβάνει υπόψη και τα σφάλµατα από της προηγούµενες προβλέψεις, (Poon and Granger [2003]). O Εngle [1982] εισήγαγε το αυτοπαλίνδροµο ετεροσκεδαστικό µοντέλο υπό όρους ARCH και πήρε το νόµπελ στα Οικονοµικά.Εν συνεχεία ο Bollerslev [1986] γενίκευσε το αυστηρά αυτοπαλίνδροµο µοντέλο ARCH σε ένα αυτοπαλίνδροµο µοντέλο κινητού µέσου όρου GARCH. Tα EGARCH (Exponential GARCH) (Nelson [1991]) και TGARCH (Threshold GARCH)µοντέλα επεκτείνουν το GARCH µοντέλο ενσωµατώνοντας την ιδιότητα µόχλευσης της µεταβλητότητας και το Μ-GARCH εισάγει ένα ασφάλιστρο κινδύνου στη συνάρτηση των αποδόσεων. Το 1973 αναπτύχθηκε το µοντέλο των Black and Scholes. Στην αγορά παραγώγων εάν κάποιος θεωρήσει ότι οι τιµές καθορίζονται από αυτό το µοντέλο, θα χρησιµοποιούσε την αγοραία τιµή για να εξάγει την τεκµαρτή µεταβλητότητα (implied volatility). Το µοντέλο αυτό έχει επικριθεί στη βιβλιογραφία επειδή βασίζεται σε υποθέσεις που δεν ισχύουν στην πράξη. Συγκεκριµένα η τεκµαρτή µεταβλητότητα εξάγεται βασιζόµενη στην υπόθεση ότι το υποκείµενο περιουσιακό 21

22 στοιχείο ακολουθεί γεωµετρική κίνηση Brown. H τεκµαρτή µεταβλητότητα θα µπορούσε να είναι διαφορετική από την πραγµατική µεταβλητότητα. Εµπειρικά δεδοµένα έχουν δείξει ότι η τεκµαρτή µεταβλητότητα της απόδοσης ενός περιουσιακού στοιχείου τείνει να είναι µεγαλύτερη από ότι αν χρησιµοποιoύσαµε ένα µοντέλο µεταβλητότητας τύπου GARCH. Αυτό µπορεί να οφείλεται στο ασφάλιστρο κινδύνου για τη µεταβλητότητα ή στον τρόπο που υπολογίζονται οι ηµερήσιες αποδόσεις. Εµπειρικές έρευνες, βλέπε Bollerslev et al. [1994] έδειξαν ότι η µεταβλητότητα τείνει να αλλάζει στοχαστικά στο χρόνο, αντίθετα µε το µοντέλο των Black and Scholes που βασίζεται στην υπόθεση σταθερής µεταβλητότητας. Oι Hull and White [1987], ο Wiggins [1987] και ο Scott [1987] επέκτειναν το µοντέλο των Βlack and Scholes εισάγοντας την έννοια της στοχαστικής µεταβλητότητας. Ο Heston [1993] προτείνει ένα στοχαστικό υπόδειγµα µεταβλητότητας, που δεν βασίζεται στο υπόδειγµα των Black and Scholes, και το οποίο παρέχει µια λύση κλειστής µορφής για την τιµή ενός δικαιώµατος αγοράς Ευρωπαϊκού τύπου, όταν η υποκείµενη αξία συσχετίζεται µε τη µεταβλητότητα, ενώ, επιπλέον προσαρµόζει το υπόδειγµά του για να λαµβάνει υπόψη του στοχαστικά επιτόκια. Η βασική ιδέα πίσω από τη µελέτη της µεταβλητότητας είναι ότι η σειρά {rt} των λογαριθµικών αποδόσεων είναι είτε σειριακά ασυσχέτιστη ή µε µικρής τάξης σειριακή συσχέτιση, αλλά είναι µία εξαρτώµενη σειρά. Ο τρόπος µε τον οποίο η µεταβλητότητα εξελίσσεται στο χρόνο διαχωρίζει τα µοντέλα που χρησιµοποιούνται. Τα υπό συνθήκη ετεροσκεδαστικά µοντέλα (Conditional heteroscedastic models) κατατάσσονται σε δύο γενικές κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία χρησιµοποιείται µια συγκεκριµένη συνάρτηση για να περιγράψει την εξέλιξη της µεταβλητότητας στο χρόνο ενώ στη δεύτερη κατηγορία χρησιµοποιείται µια στοχαστική διαφορική εξίσωση. Τα µοντέλα τύπου GARCH, ARCH που θα αναπτύξουµε στο δεύτερο κεφάλαιο ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, ενώ τα µοντέλα στοχαστικής µεταβλητότητας που θα αναπτύξουµε στο τρίτο κεφάλαιο ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία. 22

23 Κεφάλαιο Μοντέλο ARCH Αυτοπαλίνδροµο υπό συνθήκη ετεροσκεδαστικό (autoregressive conditionally heteroscedastic ) Το πρώτο µοντέλο που συστηµατικά µελετάει τη µεταβλητότητα είναι το ARCH του Engle [1982]. Η ιδέα στην οποία βασίζεται είναι ότι ο διαταρακτικός όρος a t της απόδοσης ενός περιουσιακού στοιχείου είναι σειριακά ασυσχέτιστος αλλά εξαρτώµενος. Η εξάρτηση αυτή µπορεί να περιγραφεί από µια τετραγωνική συνάρτηση των προηγούµενων τιµών του (ετεροσκεδαστικότητα). = + = + = + +, > 0, 0 όπου ορίζουµε ως διαταρακτικό όρο τη νέα πληροφορία που είναι διαθέσιµη στο χρόνο t της χρονοσειράς και ως µια ακολουθία ανεξάρτητων και ισόνοµων (IID) µεταβλητών µε µέσο µηδέν και διακύµανση 1. Συνήθως υποθέτουµε ότι ακολουθεί την τυπική κανονική κατανοµή, την τυποποιηµένη Student-t κατανοµή ή την generalized error distribution. Ορίζουµε ως την υπό συνθήκη διακύµανση (conditional variance) του διαταρακτικού όρου. Το πιο απλό ARCH µοντέλο, το ARCH (1) περιγράφεται ως εξής : = = +, > 0, 0 Ιδιότητες Σε ένα ARCH (1) µοντέλο οι µονές ροπές είναι µηδέν λόγω συµµετρίας και οι ζυγές ροπές υπολογίζονται από το παρακάτω θεώρηµα: Για έναν ακέραιο αριθµό r, η 2r ροπή σε ένα ARCH (1) µοντέλο µε > 0, 0, υπάρχει αν και µόνο αν 2 1)<1 Το θεώρηµα µπορεί να γενικευτεί για ένα ARCH p τάξεως ως εξής : 23

24 Μια γραµµική ARCH (p) διαδικασία, µε > 0, 0, είναι στάσιµη ως προς τον πίνακα διασπορών συνδιασπορών αν και µόνο αν η συνδεδεµένη χαρακτηριστική εξίσωση έχει όλες τις ρίζες έξω από το µοναδιαίο κύκλο. Η στάσιµη διακύµανση δίνεται τότε από τον τύπο Var( = Η µέση τιµή του διαταρακτικού όρου είναι µηδέν = [ ] = [ ] = 0 Λόγω στασιµότητας του διαταρακτικού όρου ο µέσος ισούται µε µηδέν = 0 και η διακύµανση είναι σταθερή στο χρόνο = = = = [ = + = + Άρα η διακύµανση του διαταρακτικού όρου ισούται µε = 1 Για να είναι θετική η διακύµανση πρέπει 0 < 1 Εάν θέλουµε να µελετήσουµε τη συµπεριφορά του στις ουρές πρέπει να είναι πεπερασµένη η τέταρτη ροπή και να ισχύει στασιµότητα τέταρτης τάξεως. Στην περίπτωση αυτή υποθέτουµε κάποιους επιπλέον περιορισµούς για το. = , < 1 3 [ ] = > 3 Η κύρτωση του είναι µεγαλύτερη του 3 άρα υπάρχει ένδειξη για δεδοµένα µε πιο βαριές ουρές από ότι η κανονική κατανοµή. Εκτίµηση Για την εκτίµηση των υποδειγµάτων ARCH χρησιµοποιούµε τη µέθοδο της µέγιστης πιθανοφάνειας (MLE). Η εκτίµηση είναι µη γραµµική, αλλά οι εκτιµήσεις που προκύπτουν είναι ασυµπτωτικά αποτελεσµατικές. Προβλέψεις 24

25 Οι προβλέψεις σε ένα ARCH µοντέλο προκύπτουν αναδροµικά ως εξής (Tsay [2005]): Για 2 περιόδους µετά 1 = = Για k περιόδους µετά = +, όπου σ k i = a εάν k-i Μοντέλο GARCH Γενικευµένο αυτοπαλίνδροµο υπό συνθήκη ετεροσκεδαστικό (generalized autoregressive conditionally heteroscedastic) O Bollerslev [1986] επέκτεινε το µοντέλο του Engle εισάγοντας επιπλέον εξάρτηση από υστερήσεις παλαιότερων διακυµάνσεων σ µοντέλο ARCH υψηλής τάξης για να περιγράψει τη χρονοσειρά. = + =, µε αποτέλεσµα να µη χρειάζεται = + + > 0, 0, 0, Ορίζουµε ως µια ακολουθία ανεξάρτητων και ισόνοµων (IID) µεταβλητών µε µέσο µηδέν και διακύµανση 1. Όπως και στο µοντέλο ARCH υποθέτουµε ότι ακολουθεί την τυπική κανονική κατανοµή, την τυποποιηµένη Student-t κατανοµή ή την generalized error distribution. Στην περίπτωση που = 0 βλέπουµε ότι το µοντέλο GARCH υπάγεται σε ARCH. Το πρώτης τάξεως GARCH (1,1) περιγράφεται ως εξής : = + = +, > 0, 0, 0 Ιδιότητες To GARCH (p,q) µοντέλο είναι ασθενώς στάσιµο µε = 0 25

26 =, 1 +, και, = 0, για t s εάν και µόνο αν + < 1 Η διακύµανση του είναι πεπερασµένη ενώ η υπό συνθήκη διακύµανση εξελίσσεται στο χρόνο. Εάν θέλουµε να µελετήσουµε τη συµπεριφορά του GARCH (1,1) στις ουρές πρέπει να είναι πεπερασµένη η τέταρτη ροπή και να ισχύει στασιµότητα τέταρτης τάξεως. Στην περίπτωση αυτή εάν > 0 τότε [ ] = 3 [1 + ] > 3 Άρα η GARCH(1,1) διαδικασία είναι λεπτόκυρτη όπως και η ARCH (1) προηγουµένως. Εκτίµηση Για την εκτίµηση των υποδειγµάτων GARCH χρησιµοποιούµε τη µέθοδο της µέγιστης πιθανοφάνειας (MLE). Προβλέψεις Οι προβλέψεις σε ένα GARCH (1,1), µοντέλο προκύπτουν αναδροµικά ως εξής (Tsay [2005]): = = + + Όπου ο βέλτιστος εκτιµητής της υπό συνθήκης διακύµανσης ορίζοντα πρόβλεψης k είναι η υπό συνθήκη µέση τιµή, E t ( = για Για 2 περιόδους µετά, αντικαθιστώντας στην εξίσωση του GARCH 1,1 = έχουµε : Για t= h+1 = ) = ) 26

27 Αφού = ( και 1 = 0 η πρόβλεψη για 2 περιόδους µετά θα είναι Για k περιόδους µετά Αποδεικνύεται ότι 2 = σ k = + + 1, k>1 σ k = Όπου 1 είναι γνωστό στο χρόνο h. Αντικαθιστώντας Έχουµε = =, + < 1, = Βλέπουµε ότι όταν η περίοδος πρόβλεψης k, η πρόβλεψη της υπό συνθήκη διακύµανσης τείνει στη διακύµανση. 2.3 Πλεονεκτήµατα και µειονεκτήµατα µοντέλων ARCH, GARCH Ακολουθώντας τον Tsay [2005], τo GARCH όπως και το ARCH µοντέλο ενσωµατώνουν την ιδιότητα της συσσώρευσης της µεταβλητότητας. Στο απλό GARCH (1,1) µοντέλο παρατηρούµε ότι υψηλό α ή σ προκαλούν υψηλό σ άρα πιθανώς και το επόµενο α να είναι υψηλό. Επίσης λόγω κύρτωσης µεγαλύτερης της κανονικής κατανοµής προσαρµόζονται στις βαριές ουρές που συνήθως παρατηρούνται στις χρονοσειρές των χρηµατοοικονοµικών αποδόσεων. Περιγράφουν τη συµπεριφορά της υπό συνθήκης διακύµανσης αλλά δεν εξηγούν περαιτέρω τον λόγο που κινείται µε αυτόν τον τρόπο στις χρηµατοοικονοµικές χρονοσειρές. Σε ένα ARCH (1) µοντέλο στην περίπτωση που είναι πεπερασµένη η τέταρτη ροπή της χρονοσειράς ο όρος περιορίζεται µεταξύ [0,1/3]. Ο περιορισµός γίνεται πιο περίπλοκος για µεγαλύτερης τάξης µοντέλα, µε αποτέλεσµα να µειώνεται η ικανότητα ARCH µοντέλων να συλλάβουν την υπερβάλλουσα κύρτωση. 27

28 Επίσης εµπειρικές έρευνες έχουν δείξει ότι η συµπεριφορά στις ουρές ενός GARCH µοντέλου είναι περιορισµένη, ακόµα και εάν η ακολουθία ε t ακολουθεί τυποποιηµένη student-t κατανοµή. Επιπλέον περιορισµοί που τίθενται στα παραπάνω µοντέλα για τη θετικότητα των παραµέτρων, περιορίζουν τη συµπεριφορά της υπό συνθήκη διακύµανσης. Στα παραπάνω µοντέλα λόγω των τετραγωνικών τιµών στη συνάρτηση, δεν λαµβάνεται υπόψη η ιδιότητα της µόχλευσης όπου αρνητικές αποδόσεις επηρεάζουν περισσότερο τη µεταβλητότητα από ότι θετικές. ηλαδή λαµβάνεται υπόψη µόνο το µέγεθος και όχι το πρόσηµο από µη αναµενόµενες υπερβάλλουσες αποδόσεις( καλές άσχηµες νέες πληροφορίες.) Επίσης ερευνητές µε πρώτο τον Black [1976] έχουν βρει ότι υπάρχει αρνητική συσχέτιση µεταξύ της µεταβλητότητας τρεχουσών και µελλοντικών αποδόσεων, χαρακτηριστικό το οποίο εξ ορισµού δεν περιλαµβάνεται στα παραπάνω µοντέλα. Επίσης είναι δύσκολο να προσδιοριστεί εάν οι παρελθοντικές πληροφορίες επιδρούν για πάντα και σε ποιο βαθµό στην υπό συνθήκη διακύµανση, χαρακτηριστικό το οποίο είναι σηµαντικό γιατί θα προσέδιδε ένα επιπλέον ασφάλιστρο κινδύνου λόγω µεταβλητότητας σε µακροχρόνιες επενδύσεις. (Nelson [1991]) Για να αντιπαρέλθουν τα παραπάνω µειονεκτήµατα και να περιγράψουν καλύτερα τις χρονοσειρές των χρηµατοοικονοµικών αποδόσεων προτάθηκαν στη βιβλιογραφία επεκτάσεις των µοντέλων, κάποιες από τις οποίες περιγράφονται παρακάτω. Για περισσότερες επεκτάσεις δες Bollerslev [2007]. 2.4 Μοντέλο Integrated GARCH ( I-GARCH) Οι Engle and Bollerslev [1986] εισήγαγαν µια ειδική περίπτωση GARCH µοντέλου όπου η επίδραση των νέων πληροφοριών στη διακύµανση είναι διαρκής. = + = = + + > 0, 0, 0, και πολυώνυµο + max, ρίζες εκτός του µοναδιαίου κύκλου. = 1, το οποίο έχει > 0 µοναδιαίες ρίζες και 28

29 Το IGARCH µοντέλο έχει την ιδιότητα ότι προβλέψεις της υπό συνθήκης διακύµανσης πολλών περιόδων µετά, δεν συγκλίνουν στη µη δεσµευµένη διακύµανση. Στην περίπτωση του IGARCH (1,1) = Εάν δεν υπάρχει σταθερός όρος = 0, βλέπουµε ότι = H υπό συνθήκη διακύµανση k περιόδους στο µέλλον είναι ίδια µε την υπό συνθήκη διακύµανση µία περίοδο µετά. Εάν υπάρχει σταθερός όρος, = + Παρόλο που η επίδραση της υπό συνθήκης διακύµανσης µία περίοδο µετά µειώνεται µε την πάροδο του χρόνου, η επίδρασή της είναι διαρκής. Το IGARCH (1,1) χωρίς σταθερό όρο χρησιµοποιείται για τον υπολογισµό της αξίας σε κίνδυνο VaR από τα πρότυπα RiskMetrics. 2.5 Μοντέλο Exponential GARCH ( E-GARCH) O Nelson [1991] πρότεινε το E-GARCH µοντέλο, το οποίο επιτρέπει να επιδρούν ασύµµετρα στη µεταβλητότητα αρνητικές και θετικές αποδόσεις και δεν θέτει περιορισµό να είναι θετικές οι παράµετροι του µοντέλου. = ln = Όπου µια σταθερά, τελεστής υστερήσεων έτσι ώστε =, 1-, 1+ πολυώνυµα που δεν έχουν κοινές ρίζες και όλες οι ρίζες βρίσκονται έξω από το µοναδιαίο κύκλο. = + [ ] + εάν 0 = εάν < 0 Η και [ ] είναι iid τυχαίες ακολουθίες µε µέσο µηδέν. Στην πρώτη περίπτωση η είναι γραµµική µε κλίση + και στη δεύτερη είναι γραµµική µε κλίση. Η σταθερά είναι η παράµετρος της µόχλευσης. Εποµένως η επιτρέπει στην υπό συνθήκη διακύµανση να αντιδρά µη συµµετρικά σε αύξηση και µείωση της τιµής του χρηµατοοικονοµικού αγαθού. 29

30 Η σταθερά δείχνει το µέγεθος της επίδρασης της µη αναµενόµενης πληροφορίας [ ]. 2.6 Μοντέλο GJR GARCH Ένα άλλο µοντέλο που επιτρέπει ασυµµετρία της επίδρασης των αποδόσεων στη µεταβλητότητα, είναι το GJR των Glosten et al. [1993]. Παρόµοια συνάρτηση χρησιµοποιείται στο T-GARCH του Zakoian [1994] και στο A-GARCH του Engle [1990]. = + = < 0 + > 0, 0, 0, Από το µοντέλο βλέπουµε ότι θετικές τιµές του όρου επιδρούν κατά στη συνάρτηση, ενώ αρνητικές τιµές έχουν µεγαλύτερη επίδραση. 2.7 Μοντέλο GARCH in mean (GARCH-M) Oι Bollerslev et al. [1988] πρότειναν το GARCH M ως στατιστική εφαρµογή του διαχρονικού CAPM. Εισάγουν την εξάρτηση από την υπό συνθήκη διακύµανση και στην εξίσωση της απόδοσης ενός περιουσιακού στοιχείου. = + + = = + + > 0, 0, 0, Η σταθερά θα µπορούσε να αντικατοπτρίζει τη διαφορετική φορολογική µεταχείριση ή διάρκεια ενός περιουσιακού στοιχείου. H σταθερά, είναι το ασφάλιστρο κινδύνου για την επένδυση σε ένα αγαθό. Για ένα θετικό ασφάλιστρο κινδύνου, η απόδοση του αγαθού σχετίζεται θετικά µε τη µεταβλητότητά του. 30

31 Κεφάλαιο Στοχαστικές διαδικασίες Μια µεταβλητή της οποίας η αξία αλλάζει στο χρόνο µε αβέβαιο τρόπο ακολουθεί στοχαστική διαδικασία. Μια στοχαστική διαδικασία µπορεί να είναι συνεχής ή διακριτή. Σε µια συνεχή στοχαστική διαδικασία η υποκείµενη µεταβλητή µπορεί να πάρει οποιαδήποτε τιµή σε ένα συγκεκριµένο εύρος. Μια στοχαστική διαδικασία σύµφωνα µε τον Γιαννακόπουλο [2003], ορίζεται ως µια παραµετρισµένη συλλογή τυχαίων µεταβλητών { Χ t } t ϵ T οι οποίες ορίζονται σε ένα χώρο πιθανοτήτων ( Ω, F, P ) και παίρνουν τιµές στο R d. Μια στοχαστική διαδικασία εξαρτάται από δύο µεταβλητές την t και την ω. Αν θεωρήσουµε σταθερό το t ϵ T, έχουµε µια τυχαία µεταβλητή ω Χ t (ω) ; ω ϵ Ω Αν θεωρήσουµε σταθερό το ω ϵ Ω θεωρούµε τη συνάρτηση t Χ t (ω) ; t ϵ T, η οποία ονοµάζεται τροχιά της Χ t Κίνηση Brown H κίνηση Brown (ή Wiener) είναι µια από τις πιο σηµαντικές στοχαστικές διαδικασίες. Σύµφωνα µε το θεώρηµα του Levy κάθε διαδικασία Wiener W t που σχετίζεται µε ένα σετ πληροφοριών I t είναι µια κίνηση Brown. Είναι µια συνεχής στοχαστική διαδικασία και χρησιµοποιείται όταν συµβαίνουν συνηθισµένα γεγονότα, ενώ ακραία γεγονότα συµβαίνουν σπάνια, ανάλογα µε τις πιθανότητες στις ουρές µιας κανονικής κατανοµής. Συνηθισµένα γεγονότα συµβαίνουν όταν υπάρχει συνέχεια στις τιµές για ένα πολύ µικρό χρονικό διάστηµα h 0, ενώ όταν συµβαίνουν ακραία γεγονότα υπάρχουν άλµατα και τότε χρησιµοποιούνται άλλες διαδικασίες όπως η Poisson διαδικασία που δεν είναι συνεχής. Η κίνηση Brown ορίζεται ως εξής (Νeftci [2000]): Μια τυχαία διαδικασία B t, t ϵ[0,t], είναι κίνηση Brown εάν: 31

32 a) H B t έχει στάσιµες, ανεξάρτητες προσαυξήσεις: Αν t 0 < t 1 <...< t n τότε,,, - ανεξάρτητες. b) Η Β t είναι συνεχής στο t c) Oι µεταβολές B t -B s ακολουθούν κανονική κατανοµή µε µέσο µηδέν και διακύµανση t s δηλαδή (B t -B s ) ~ N(0, t s ) d) Β 0 =s. Στην περίπτωση που η διαδικασία ξεκινάει από το µηδέν, B 0 =0, τότε έχουµε την τυπική κίνηση Brown. H αναµενόµενη τιµή µιας συνάρτησης της κίνησης Brown Β 0 =s υπολογίζεται ως εξής: [ ] = Η κίνηση Brown έχει την ιδιότητα Markov και την ισχυρή ιδιότητα Markov.Αυτή η ιδιότητα διευκολύνει τον υπολογισµό της τιµής ορισµένων παραγώγων όπως των εξωτικών παραγώγων. H ιδιότητα Markov σηµαίνει ότι για 0, η - είναι µια κίνηση Brown η οποία επηρεάζεται µόνο από την αρχική τιµή B s και όχι από τις πληροφορίες πριν τη χρονική στιγµή s, δηλαδή ξεχνάει το παρελθόν. [ ] = [ ], Η δεσµευµένη µέση τιµή συνάρτησης της κίνησης Brown τη χρονική στιγµή t, µε δέσµευση (τη σ- άλγεβρα που ενσωµατώνει την πληροφορία για το πώς κινήθηκε η κίνηση Brown µέχρι τη χρονική στιγµή ), ισούται µε την αναµενόµενη τιµή µιας συνάρτησης της κίνησης Brown που ξεκινάει τη χρονική στιγµή και έχει διάρκεια. Η ισχυρή ιδιότητα Markov συνεπάγεται ότι η ιδιότητα Markov ισχύει και για µια ειδική κατηγορία των τυχαίων χρόνων, τους χρόνους στάσης. Η κίνηση Brown έχει επίσης την ιδιότητα ότι η τετραγωνική της µεταβολή στο διάστηµα[0, ] είναι ίση µε και η µεταβολή της είναι άπειρη. Η παράγωγός της για 0 δεν ορίζεται. 32

33 Για την κίνηση Brown ισχύει η παρακάτω σχέση γνωστή ως νόµος του επαναλαµβανόµενου λογαρίθµου : 2 = 1 Για περισσότερα µπορεί κανείς να δει Γιαννακόπουλος [2003] Μοντέλο τιµών µετοχών Έστω η τιµή της µετοχής S και t ο χρόνος. (βλέπε HULL [2002]). Αν η S ακολουθεί ανέλιξη Wiener τότε η µεταβολή ΔS σε ένα µικρό χρονικό διάστηµα t θα είναι =, όπου ε~ν(0,1) και στο όριο t 0, = Οι µεταβολές S µεταξύ δύο διαστηµάτων t είναι ανεξάρτητες λόγω της ιδιότητας a της κίνησης Brown. Συνεπάγεται ότι η µεταβολή S ακολουθεί κανονική κατανοµή µε µέσο µηδέν, τυπική απόκλιση και διακύµανση t. Άρα η S ακολουθεί διαδικασία Markov. Θεωρούµε µεταβολή = για χρονικό διάστηµα Τ. Όπου Τ είναι το άθροισµα της µεταβολής της τιµής για N µικρά χρονικά διαστήµατα µήκους t. = = Από τις ιδιότητες της ανέλιξης Wiener, είναι ανεξάρτητα µεταξύ τους άρα η µεταβολή ακολουθεί κανονική κατανοµή µε µέσο 0, διακύµανση =, και τυπική απόκλιση. Η βασική ανέλιξη Wiener που χρησιµοποιήθηκε παραπάνω έχει ποσοστό µετατόπισης ίσο µε µηδέν και ποσοστό διακύµανσης ίσο µε 1. Αυτό σηµαίνει ότι η αναµενόµενη τιµή της µετοχής για κάθε µελλοντική στιγµή ισούται µε την παρούσα τιµή. Το ποσοστό διακύµανσης ίσο µε ένα, σηµαίνει ότι η διακύµανση της µεταβολής της τιµής σε ένα διάστηµα T, ισούται µε T. 33

34 Για τις τιµές των µετοχών τα παραπάνω δεν ισχύουν στην πράξη. Συγκεκριµένα οι επενδυτές προσδοκούν αναµενόµενη απόδοση µεγαλύτερη του µηδενός σαν αντάλλαγµα για τον κίνδυνο που αναλαµβάνουν. Επιπλέον η διακύµανση κάθε µετοχής είναι διαφορετική ανάλογα µε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και όχι ίση µε τη µονάδα. Η γενικευµένη ανέλιξη Wiener έχει αναµενόµενο ποσοστό µετατόπισης ίσο µε α και ποσοστό διακύµανσης ίσο µε b, όπου α και b είναι σταθερές. Εάν παραλείψουµε το δεύτερο όρο τότε = + (3.1) = = Ολοκληρώνοντας = +, όπου η αρχική τιµή της µετοχής και το ποσοστό µετατόπισης στο χρόνο Τ. Ο δεύτερος όρος προσδίδει µεταβλητότητα στην τιµή της µετοχής και ισούται b φορές µια διαδικασία Wiener,που έχει τυπική απόκλιση ίση µε τη µονάδα. Εάν διακριτοποιήσουµε την εξίσωση (3.1), = + όπου ε~ Ν ( 0,1) Η αναµενόµενη µεταβολή της τιµής ισούται µε µηδέν και η διακύµανση ισούται µε. Στο παραπάνω µοντέλο της γενικευµένης ανέλιξης Wiener, υποθέσαµε σταθερό ποσοστό µετατόπισης α. Η αναµενόµενη απόδοση της µετοχής όµως είναι ανεξάρτητη από την τιµή της µετοχής. Υποθέτουµε αναµενόµενο ποσοστό µετατόπισης ίσο µε. Εάν η µεταβλητότητα της µετοχής είναι ίση µε µηδέν, = Και στο όριο 0 = = Ολοκληρώνοντας µεταξύ µηδέν και Τ έχουµε = 34

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Value at Risk (VaR) και Expected Shortfall

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Value at Risk (VaR) και Expected Shortfall ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Value at Risk (VaR) και Expected Shortfall Ορισμός του VaR VaR, Value at Risk, Αξία σε Κίνδυνο. Η JP Morgan εισήγαγε την χρήση του. Μας δίνει σε ένα μόνο νούμερο, την

Διαβάστε περισσότερα

Ειδικά Θέματα Διαχείρισης Κινδύνου. Μεταβλητότητα (Volatility)

Ειδικά Θέματα Διαχείρισης Κινδύνου. Μεταβλητότητα (Volatility) Ειδικά Θέματα Διαχείρισης Κινδύνου Μεταβλητότητα (Volatility) Σημασία της μέτρησης της μεταβλητότητας Σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή ένα χρημ/κό ίδρυμα είναι εκτεθειμένο σε έναν μεγάλο αριθμό μεταβλητών

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Συσχέτιση (Correlation) - Copulas

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Συσχέτιση (Correlation) - Copulas ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Συσχέτιση (Correlation) - Copulas Σημασία της μέτρησης της συσχέτισης Έστω μία εταιρεία που είναι εκτεθειμένη σε δύο μεταβλητές της αγοράς. Πιθανή αύξηση των 2 μεταβλητών

Διαβάστε περισσότερα

Παράρτηµα 3 Εξισώσεις Διαφορών και Στοχαστικές Διαδικασίες

Παράρτηµα 3 Εξισώσεις Διαφορών και Στοχαστικές Διαδικασίες Γιώργος Αλογοσκούφης, Θέµατα Δυναµικής Μακροοικονοµικής, Αθήνα 0 Παράρτηµα 3 Εξισώσεις Διαφορών και Στοχαστικές Διαδικασίες Στο παράρτηµα αυτό εξετάζουµε τις ιδιότητες και τους τρόπους επίλυσης των εξισώσεων

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Credit Value at Risk

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Credit Value at Risk ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Credit Value at Risk Credit Value at Risk: Εισαγωγή To Credit Value at Risk είναι μία βασική μέτρηση για τον καθορισμό των εποπτικών κεφαλαίων και των κεφαλαίων που η

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Ακαδ. Έτος 07-08 Διδάσκων: Βασίλης ΚΟΥΤΡΑΣ Επικ. Καθηγητής v.koutras@fme.aegea.gr Τηλ: 7035468 Θα μελετήσουμε

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) 1 γ Ποιος είναι ο αριθμητικός μέσος όρος ενός δείγματος ετησίων αποδόσεων μιας μετοχής, της οποίας

Διαβάστε περισσότερα

Χρονικές σειρές 5 Ο μάθημα: Γραμμικά στοχαστικά μοντέλα (1) Αυτοπαλίνδρομα μοντέλα Εαρινό εξάμηνο Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ

Χρονικές σειρές 5 Ο μάθημα: Γραμμικά στοχαστικά μοντέλα (1) Αυτοπαλίνδρομα μοντέλα Εαρινό εξάμηνο Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ Χρονικές σειρές 5 Ο μάθημα: Γραμμικά στοχαστικά μοντέλα (1) Αυτοπαλίνδρομα μοντέλα Εαρινό εξάμηνο 2018-2019 Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ Διδάσκουσα: Αγγελική Παπάνα Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Πολυτεχνική σχολή,

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) 1. Ποιος είναι ο αριθμητικός μέσος όρος ενός δείγματος ετησίων αποδόσεων μιας μετοχής, της οποίας

Διαβάστε περισσότερα

Εισόδημα Κατανάλωση 1500 500 1600 600 1300 450 1100 400 600 250 700 275 900 300 800 352 850 400 1100 500

Εισόδημα Κατανάλωση 1500 500 1600 600 1300 450 1100 400 600 250 700 275 900 300 800 352 850 400 1100 500 Εισόδημα Κατανάλωση 1500 500 1600 600 1300 450 1100 400 600 250 700 275 900 300 800 352 850 400 1100 500 Πληθυσμός Δείγμα Δείγμα Δείγμα Ο ρόλος της Οικονομετρίας Οικονομική Θεωρία Διατύπωση της

Διαβάστε περισσότερα

ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΕΙΡΩΝ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ

ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΕΙΡΩΝ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΕΙΡΩΝ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ απόκλιση από την κανονικότητα µπορεί να σηµαίνει Ύπαρξη θετικής ή αρνητικής ασυµµετρίας Ύπαρξη λεπτοκύρτωσης, δηλαδή παρουσία ακραίων τιµών που δεν είναι συµβατές

Διαβάστε περισσότερα

Χρονικές σειρές 2 Ο μάθημα: Εισαγωγή στις χρονοσειρές

Χρονικές σειρές 2 Ο μάθημα: Εισαγωγή στις χρονοσειρές Χρονικές σειρές 2 Ο μάθημα: Εισαγωγή στις χρονοσειρές Εαρινό εξάμηνο 2018-2019 μήμα Μαθηματικών ΑΠΘ Διδάσκουσα: Αγγελική Παπάνα Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Πολυτεχνική σχολή, Α.Π.Θ. & Οικονομικό μήμα, Πανεπιστήμιο

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Οικονομετρία 6.1 Ετεροσκεδαστικότητα: Εισαγωγή Συχνά, η υπόθεση της σταθερής διακύμανσης των όρων σφάλματος,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΜΣ στην Αναλογιστική Επιστήμη και Διοικητική Κινδύνου. Πιστωτικός Κίνδυνος. Διάλεξη 4: Υποδείγματα πιστωτικού κινδύνου. The Merton's Structural Model

ΠΜΣ στην Αναλογιστική Επιστήμη και Διοικητική Κινδύνου. Πιστωτικός Κίνδυνος. Διάλεξη 4: Υποδείγματα πιστωτικού κινδύνου. The Merton's Structural Model ΠΜΣ στην Αναλογιστική Επιστήμη και Διοικητική Κινδύνου Πιστωτικός Κίνδυνος Διάλεξη 4: Υποδείγματα πιστωτικού κινδύνου The Merton's Structural Model Μιχάλης Ανθρωπέλος anthropel@unipigr http://webxrhunipigr/faculty/anthropelos

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Βασικές έννοιες

ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Βασικές έννοιες ΜΑΘΗΜΑ 3ο Βασικές έννοιες Εισαγωγή Βασικές έννοιες Ένας από τους βασικότερους σκοπούς της ανάλυσης των χρονικών σειρών είναι η διενέργεια των προβλέψεων. Στα υποδείγματα αυτά η τρέχουσα τιμή μιας οικονομικής

Διαβάστε περισσότερα

Είδαµε στο προηγούµενο κεφάλαιο ότι, όταν τα δεδοµένα που χρησιµοποιούνται σε ένα υπόδειγµα, δεν προέρχονται από στάσιµες χρονικές σειρές έχουµε το

Είδαµε στο προηγούµενο κεφάλαιο ότι, όταν τα δεδοµένα που χρησιµοποιούνται σε ένα υπόδειγµα, δεν προέρχονται από στάσιµες χρονικές σειρές έχουµε το ΜΑΘΗΜΑ 9ο ΣΥΝΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ (Έννοιες, Ορισµοί) Είδαµε στο προηγούµενο κεφάλαιο ότι, όταν τα δεδοµένα που χρησιµοποιούνται σε ένα υπόδειγµα, δεν προέρχονται από στάσιµες χρονικές σειρές έχουµε το πρόβληµα της

Διαβάστε περισσότερα

Αξιολόγηση Επενδύσεων

Αξιολόγηση Επενδύσεων Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη για το CAPM Δράκος και Καραθανάσης Κεφάλαιο 18 Εαρινό Εξάμηνο 2018 1 Οι Κύριες Υποθέσεις του Υποδείγματος CAPM Το CAPM (Capital Asset Pricing Model-Υπόδειγμα Αποτίμησης Κεφαλαιακών(Περιουσιακών)

Διαβάστε περισσότερα

Είδη Μεταβλητών. κλίµακα µέτρησης

Είδη Μεταβλητών. κλίµακα µέτρησης ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Κεφάλαιο 1 Εισαγωγικές Έννοιες 19 1.1 1.2 1.3 1.4 1.5 1.6 1.7 Η Μεταβλητότητα Η Στατιστική Ανάλυση Η Στατιστική και οι Εφαρµοσµένες Επιστήµες Στατιστικός Πληθυσµός και Δείγµα Το στατιστικό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Ακαδ. Έτος 06-07 Διδάσκων: Βασίλης ΚΟΥΤΡΑΣ Επικ. Καθηγητής v.koutra@fme.aegea.gr Τηλ: 7035468 Θα μελετήσουμε

Διαβάστε περισσότερα

Χ. Εμμανουηλίδης, 1

Χ. Εμμανουηλίδης, 1 Εφαρμοσμένη Στατιστική Έρευνα Απλό Γραμμικό Υπόδειγμα AΠΛΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΥΠΟ ΕΙΓΜΑ Δρ. Χρήστος Εμμανουηλίδης Αν. Καθηγητής Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Εφαρμοσμένη Στατιστική, Τμήμα Ο.Ε. ΑΠΘ Χ. Εμμανουηλίδης,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. H πηγή επιχειρησιακών βιβλίων

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. H πηγή επιχειρησιακών βιβλίων i ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σας παρουσιάζουµε τα περιεχόµενα του βιβλίου, τα οποία καλύπτουν πλήρως τα θέµατα Ανάλυσης Επενδύσεων και ιαχείρισης Χαρτοφυλακίου Πρόλογος Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή 1.1 Η επενδυτική διαδικασία

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

ΘΕΩΡΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΠΛΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ Συντελεστής συσχέτισης (εκτιμητής Person: r, Y ( ( Y Y xy ( ( Y Y x y, όπου r, Y (ισχυρή θετική γραμμική συσχέτιση όταν, ισχυρή αρνητική

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστική για Πολιτικούς Μηχανικούς Λυμένες ασκήσεις μέρους Β

Στατιστική για Πολιτικούς Μηχανικούς Λυμένες ασκήσεις μέρους Β Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Στατιστική για Πολιτικούς Μηχανικούς Λυμένες ασκήσεις μέρους Β Κουγιουμτζής Δημήτρης Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 4 Άδειες Χρήσης Το παρόν

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδος μέγιστης πιθανοφάνειας

Μέθοδος μέγιστης πιθανοφάνειας Μέθοδος μέγιστης πιθανοφάνειας Αν x =,,, παρατηρήσεις των Χ =,,,, τότε έχουμε διαθέσιμο ένα δείγμα Χ={Χ, =,,,} της κατανομής F μεγέθους με από κοινού σ.κ. της Χ f x f x Ορισμός : Θεωρούμε ένα τυχαίο δείγμα

Διαβάστε περισσότερα

Πρόγραμμα Σπουδών: Διοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ 41 Αγορές Χρήματος & Κεφαλαίου. Ακαδημαϊκό έτος:

Πρόγραμμα Σπουδών: Διοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ 41 Αγορές Χρήματος & Κεφαλαίου. Ακαδημαϊκό έτος: Πρόγραμμα Σπουδών: Διοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ 41 Αγορές Χρήματος & Κεφαλαίου Ακαδημαϊκό έτος: 2017 2018 Ασκήσεις 3 ης ΟΣΣ Άσκηση 1 η. Έστω οι προσδοκώμενες αποδόσεις και ο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. ΜΑΘΗΜΑ 5ο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. ΜΑΘΗΜΑ 5ο ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΜΑΘΗΜΑ 5ο Μοναδιαία ρίζα Είδαμε προηγουμένως πως ο έλεγχος της στασιμότητας μιας χρονικής σειράς μπορεί να γίνει με τη συνάρτηση αυτοσυσχέτισης.

Διαβάστε περισσότερα

MANAGEMENT OF FINANCIAL INSTITUTIONS

MANAGEMENT OF FINANCIAL INSTITUTIONS MAAGEMET OF FIACIAL ISTITUTIOS ΔΙΑΛΕΞΗ: «ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΑΓΟΡΑΣ» (MARKET RISK) Πανεπιστήμιο Πειραιώς Τμήμα Χρηματοοικονομικής Καθηγητής Γκίκας Χαρδούβελης ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Κίνδυνος Αγοράς και Επενδυτικό Χαρτοφυλάκιο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ Ακαδ. Έτος 06-07 Διδάσκων: Βασίλης ΚΟΥΤΡΑΣ Λέκτορας v.kouras@fm.aga.gr Τηλ: 7035468 Κίνηση

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Β μέρος: Ετεροσκεδαστικότητα. Παπάνα Αγγελική

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ. Β μέρος: Ετεροσκεδαστικότητα. Παπάνα Αγγελική ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ Ενότητα 10: Οικονομετρικά προβλήματα: Παραβίαση των υποθέσεων Β μέρος: Ετεροσκεδαστικότητα Παπάνα Αγγελική Μεταδιδακτορική ερευνήτρια, ΑΠΘ E-mail: angeliki.papana@gmail.com, agpapana@auth.gr

Διαβάστε περισσότερα

Μαθηµατικό Παράρτηµα 5 Επίλυση Υποδειγµάτων µε Ορθολογικές Προσδοκίες

Μαθηµατικό Παράρτηµα 5 Επίλυση Υποδειγµάτων µε Ορθολογικές Προσδοκίες Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναµική Μακροοικονοµική, Αθήνα 2015 Μαθηµατικό Παράρτηµα 5 Επίλυση Υποδειγµάτων µε Ορθολογικές Προσδοκίες Στο παράρτηµα αυτό εξετάζουµε τις ιδιότητες και τις µεθόδους επίλυσης υποδειγµάτων

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ II ΗΜΗΤΡΙΟΣ ΘΩΜΑΚΟΣ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ II ΗΜΗΤΡΙΟΣ ΘΩΜΑΚΟΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ II ΗΜΗΤΡΙΟΣ ΘΩΜΑΚΟΣ Ερώτηση : Εξηγείστε τη διαφορά µεταξύ του συντελεστή προσδιορισµού και του προσαρµοσµένου συντελεστή προσδιορισµού. Πώς µπορεί να χρησιµοποιηθεί

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ Κεφάλαιο 2

ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ Κεφάλαιο 2 013 [Κεφάλαιο ] ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑ Κεφάλαιο Μάθημα Εαρινού Εξάμηνου 01-013 M.E. OE0300 Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης [Οικονομετρία 01-013] Μαρί-Νοέλ

Διαβάστε περισσότερα

A2. ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ-ΚΛΙΣΗ-ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ

A2. ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ-ΚΛΙΣΗ-ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ A. ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ-ΚΛΙΣΗ-ΜΟΝΟΤΟΝΙΑ d df() = f() = f (), = d d.κλίση ευθείας.μεταβολές 3.(Οριακός) ρυθµός µεταβολής ή παράγωγος 4.Παράγωγοι βασικών συναρτήσεων 5. Κανόνες παραγώγισης 6.Αλυσωτή παράγωγος 7.Μονοτονία

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Π E Ρ IEXOMENA Πρόλογος... xiii ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ Ε ΟΜΕΝΩΝ 1.1 Εισαγωγή... 3 1.2 Ορισµός και αντικείµενο της στατιστικής... 3

Διαβάστε περισσότερα

Επαναληπτικές Ερωτήσεις για Οικονοµετρία 2

Επαναληπτικές Ερωτήσεις για Οικονοµετρία 2 Επαναληπτικές Ερωτήσεις για Οικονοµετρία 2 Κεφάλαιο 8 1) Τι είναι ετεροσκεδαστικότητα και τι είδους προβλήµατα παρουσιάζονται; ( 2, 4, σελίδες 370-372). 2) Γράψτε τον τύπο της διακύµανσης της κλίσης όταν

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΕΓΧΟΙ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ & ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

ΕΛΕΓΧΟΙ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ & ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΛΕΓΧΟΙ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ & ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ Μετά από την εκτίµηση των παραµέτρων ενός προσοµοιώµατος, πρέπει να ελέγχουµε την αλήθεια της υποθέσεως που κάναµε. Είναι ορθή η υπόθεση που κάναµε? Βεβαίως συνήθως υπάρχουν

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ Ακαδ. Έτος 06-07 Διδάσκων: Βασίλης ΚΟΥΤΡΑΣ Λέκτορας v.outras@fme.aegean.gr Τηλ: 7035468 σ-άλγεβρα

Διαβάστε περισσότερα

Χρονικές σειρές 10 Ο μάθημα: Μη στάσιμα μοντέλα ARIMA Μεθοδολογία Box-Jenkins Εαρινό εξάμηνο Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ

Χρονικές σειρές 10 Ο μάθημα: Μη στάσιμα μοντέλα ARIMA Μεθοδολογία Box-Jenkins Εαρινό εξάμηνο Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ Χρονικές σειρές 10 Ο μάθημα: Μη στάσιμα μοντέλα ARIMA Μεθοδολογία Box-Jenkins Εαρινό εξάμηνο 2018-2019 Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ Διδάσκουσα: Αγγελική Παπάνα Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Πολυτεχνική σχολή, Α.Π.Θ.

Διαβάστε περισσότερα

1. Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ αυτοπαλίνδρομων υποδειγμάτων (AR) και υποδειγμάτων κινητού μέσου (MA);

1. Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ αυτοπαλίνδρομων υποδειγμάτων (AR) και υποδειγμάτων κινητού μέσου (MA); Ερωτήσεις: 1. Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ αυτοπαλίνδρομων υποδειγμάτων (AR) και υποδειγμάτων κινητού μέσου (MA); Στα αυτοπαλίνδρομα υποδείγματα η τρέχουσα τιμή της y είναι συνάρτηση p υστερήσεων της

Διαβάστε περισσότερα

3. ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΚΑΤΑΝΟΜΩΝ

3. ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΚΑΤΑΝΟΜΩΝ 20 3. ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΚΑΤΑΝΟΜΩΝ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΤΙΜΗΣ Μια πολύ σηµαντική έννοια στη θεωρία πιθανοτήτων και τη στατιστική είναι η έννοια της µαθηµατικής ελπίδας ή αναµενόµενης τιµής ή µέσης τιµής µιας τυχαίας

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ MSc Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής

ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ MSc Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ MSc Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής ΑΥΤΟΣΥΣΧΕΤΙΣΗ Στις βασικές υποθέσεις των γραμμικών υποδειγμάτων (απλών και πολλαπλών), υποθέτουμε ότι δεν υπάρχει αυτοσυσχέτιση (autocorrelation

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΒΛΕΨΗΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΜΕ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΒΛΕΨΗΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΜΕ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΡΟΒΛΕΨΗΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΜΕ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

Χρονολογικές Σειρές (Time Series) Lecture notes Φ.Κουντούρη 2008

Χρονολογικές Σειρές (Time Series) Lecture notes Φ.Κουντούρη 2008 Χρονολογικές Σειρές (Time Series) Lecture notes Φ.Κουντούρη 2008 1 Τύποι Οικονομικών Δεδομένων Τα οικονομικά δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την εξέταση οικονομικών φαινομένων μπορεί να έχουν τις ακόλουθες

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Οικονομετρία 4.1 Πολλαπλό Γραμμικό Υπόδειγμα Παλινδρόμησης Γενικεύοντας τη διμεταβλητή (Y, X) συνάρτηση

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Όνομα: Επίθετο: Ημερομηνία: //017 Πρωί: x Απόγευμα: Θεματική ενότητα: Ποσοτικοποίηση και Αναλογιστική Διαχείριση των Κινδύνων και Φερεγγυότητα ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ! 1/10 1. Για ποια από τα παρακάτω έχει καθήκον

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΜΕ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΧΡΟΝΟΣΕΙΡΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΜΕ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΧΡΟΝΟΣΕΙΡΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΜΕ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΧΡΟΝΟΣΕΙΡΩΝ 6. Εισαγωγή 6. Μονομεταβλητές προβλέψεις Βέλτιστη πρόβλεψη και Θεώρημα βέλτιστης πρόβλεψης Διαστήματα εμπιστοσύνης 6.3 Εφαρμογές A. MILIONIS KEF. 6 08 BEA

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστική Συμπερασματολογία

Στατιστική Συμπερασματολογία Στατιστική Συμπερασματολογία Διαφάνειες 1 ου κεφαλαίου Βιβλίο: Κολυβά Μαχαίρα, Φ. & Χατζόπουλος Στ. Α. (2016). Μαθηματική Στατιστική, Έλεγχοι Υποθέσεων. [ηλεκτρ. βιβλ.] Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 8. Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 8. Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΑΤΡΑΣ Εργαστήριο Λήψης Αποφάσεων & Επιχειρησιακού Προγραμματισμού Καθηγητής Ι. Μητρόπουλος ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 8 Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων

Κεφάλαιο 8 Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων Κεφάλαιο 8 Συνεχείς Κατανομές Πιθανοτήτων Copyright 2009 Cengage Learning 8.1 Συναρτήσεις Πυκνότητας Πιθανοτήτων Αντίθετα με τη διακριτή τυχαία μεταβλητή που μελετήσαμε στο Κεφάλαιο 7, μια συνεχής τυχαία

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Μεταπτυχιακό Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής

ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Μεταπτυχιακό Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Μεταπτυχιακό Τραπεζικής & Χρηματοοικονομικής Υποθέσεις του Απλού γραμμικού υποδείγματος της Παλινδρόμησης Η μεταβλητή ε t (διαταρακτικός όρος) είναι τυχαία μεταβλητή με μέσο όρο

Διαβάστε περισσότερα

( p) (1) (2) ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Α.Α.Δράκος

( p) (1) (2) ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Α.Α.Δράκος ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑ ΣΤΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ Δράκος 4-5 4.) ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ 4.. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

Επιλογή επενδύσεων κάτω από αβεβαιότητα

Επιλογή επενδύσεων κάτω από αβεβαιότητα Επιλογή επενδύσεων κάτω από αβεβαιότητα Στατιστικά κριτήρια επιλογής υποδειγμάτων Παράδειγμα Θεωρήστε τον παρακάτω πίνακα ο οποίος δίνει τις ροές επενδυτικών σχεδίων λήξης μιας περιόδου στο μέλλον, όταν

Διαβάστε περισσότερα

1.4 Λύσεις αντιστρόφων προβλημάτων.

1.4 Λύσεις αντιστρόφων προβλημάτων. .4 Λύσεις αντιστρόφων προβλημάτων. Ο τρόπος παρουσίασης της λύσης ενός αντίστροφου προβλήµατος µπορεί να διαφέρει ανάλογα µε τη «φιλοσοφία» επίλυσης που ακολουθείται και τη δυνατότητα παροχής πρόσθετης

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστική Ι. Ενότητα 9: Κατανομή t-έλεγχος Υποθέσεων. Δρ. Γεώργιος Κοντέος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Γρεβενών

Στατιστική Ι. Ενότητα 9: Κατανομή t-έλεγχος Υποθέσεων. Δρ. Γεώργιος Κοντέος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Γρεβενών Στατιστική Ι Ενότητα 9: Κατανομή t-έλεγχος Υποθέσεων Δρ. Γεώργιος Κοντέος Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Γρεβενών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για

Διαβάστε περισσότερα

1. Εισαγωγή Ο έλεγχος υποθέσεων αναφέρεται στις ιδιότητες µιας άγνωστης παραµέτρους του πληθυσµού: Ο κατηγορούµενος είναι αθώος

1. Εισαγωγή Ο έλεγχος υποθέσεων αναφέρεται στις ιδιότητες µιας άγνωστης παραµέτρους του πληθυσµού: Ο κατηγορούµενος είναι αθώος Έλεγχοι Υποθέσεων 1. Εισαγωγή Ο έλεγχος υποθέσεων αναφέρεται στις ιδιότητες µιας άγνωστης παραµέτρους του πληθυσµού: Ο κατηγορούµενος είναι αθώος µ = 100 Κάθε υπόθεση συνοδεύεται από µια εναλλακτική: Ο

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Οικονομετρία 5.1 Αυτοσυσχέτιση: Εισαγωγή Συχνά, η υπόθεση της μη αυτοσυσχέτισης ή σειριακής συσχέτισης

Διαβάστε περισσότερα

Επενδυτικός κίνδυνος

Επενδυτικός κίνδυνος Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευση και ια Βίου Μάθηση Πρόγραμμα ια Βίου Μάθησης ΑΕΙ για την Επικαιροποίηση Γνώσεων Αποφοίτων ΑΕΙ: Σύγχρονες Εξελίξεις στις Θαλάσσιες Κατασκευές Α.Π.Θ. Πολυτεχνείο Κρήτης

Διαβάστε περισσότερα

2.6 ΟΡΙΑ ΑΝΟΧΗΣ. πληθυσµού µε πιθανότητα τουλάχιστον ίση µε 100(1 α)%. Το. X ονοµάζεται κάτω όριο ανοχής ενώ το πάνω όριο ανοχής.

2.6 ΟΡΙΑ ΑΝΟΧΗΣ. πληθυσµού µε πιθανότητα τουλάχιστον ίση µε 100(1 α)%. Το. X ονοµάζεται κάτω όριο ανοχής ενώ το πάνω όριο ανοχής. 2.6 ΟΡΙΑ ΑΝΟΧΗΣ Το διάστηµα εµπιστοσύνης παρέχει µία εκτίµηση µιας άγνωστης παραµέτρου µε την µορφή διαστήµατος και ένα συγκεκριµένο βαθµό εµπιστοσύνης ότι το διάστηµα αυτό, µε τον τρόπο που κατασκευάσθηκε,

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστική. Εκτιμητική

Στατιστική. Εκτιμητική Στατιστική Εκτιμητική Χατζόπουλος Σταύρος 28/2/2018 και 01 /03/2018 Εισαγωγή Το αντικείμενο της Στατιστικής είναι η εξαγωγή συμπερασμάτων που αφορούν τον πληθυσμό ή το φαινόμενο που μελετάμε, με τη βοήθεια

Διαβάστε περισσότερα

HMY 429: Εισαγωγή στην Επεξεργασία Ψηφιακών. Χρόνου (Ι)

HMY 429: Εισαγωγή στην Επεξεργασία Ψηφιακών. Χρόνου (Ι) HMY 429: Εισαγωγή στην Επεξεργασία Ψηφιακών Σημάτων Διάλεξη 5: Στοχαστικά/Τυχαία Σήματα Διακριτού Διάλεξη 5: Στοχαστικά/Τυχαία Σήματα Διακριτού Χρόνου (Ι) Στοχαστικά σήματα Στα προηγούμενα: Ντετερμινιστικά

Διαβάστε περισσότερα

Τεχνικές Προβλέψεων Αυτοπαλινδρομικά Μοντέλα Κινητού Μέσου Όρου (ARIMA)

Τεχνικές Προβλέψεων Αυτοπαλινδρομικά Μοντέλα Κινητού Μέσου Όρου (ARIMA) ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ Μονάδα Προβλέψεων & Στρατηγικής Forecasting & Strategy Unit Τεχνικές Προβλέψεων Αυτοπαλινδρομικά Μοντέλα Κινητού Μέσου

Διαβάστε περισσότερα

Ανάλυση Δεδοµένων µε χρήση του Στατιστικού Πακέτου R

Ανάλυση Δεδοµένων µε χρήση του Στατιστικού Πακέτου R Ανάλυση Δεδοµένων µε χρήση του Στατιστικού Πακέτου R, Επίκουρος Καθηγητής, Τοµέας Μαθηµατικών, Σχολή Εφαρµοσµένων Μαθηµατικών και Φυσικών Επιστηµών, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Περιεχόµενα Εισαγωγή στη

Διαβάστε περισσότερα

Ανασκόπηση θεωρίας ελαχίστων τετραγώνων και βέλτιστης εκτίμησης παραμέτρων

Ανασκόπηση θεωρίας ελαχίστων τετραγώνων και βέλτιστης εκτίμησης παραμέτρων Τοπογραφικά Δίκτυα και Υπολογισμοί 5 ο εξάμηνο, Ακαδημαϊκό Έτος 2016-2017 Ανασκόπηση θεωρίας ελαχίστων τετραγώνων και βέλτιστης εκτίμησης παραμέτρων Χριστόφορος Κωτσάκης Τμήμα Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών

Διαβάστε περισσότερα

4.1 Ζήτηση για Ασφάλιση. Πλήρη κάλυψη.

4.1 Ζήτηση για Ασφάλιση. Πλήρη κάλυψη. 4. Ζήτηση για Ασφάλιση. Πλήρη κάλυψη. Η αγορά ασφαλιστικών συµφωνιών είναι µία ιδιαίτερη περίπτωση αγοράς δικαιωµάτων. Αντικείµενο της αγοράς αυτής είναι να δώσει την ευκαιρία µεταβίβασης εισοδήµατος από

Διαβάστε περισσότερα

3. ΣΕΙΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ

3. ΣΕΙΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ 3. ΣΕΙΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ Πρόβλημα: Ένας ραδιοφωνικός σταθμός ενδιαφέρεται να κάνει μια ανάλυση για τους πελάτες του που διαφημίζονται σ αυτόν για να εξετάσει την ποσοστιαία μεταβολή των πωλήσεων

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Τεχνολόγων Γεωπόνων-Κατεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας Εφαρμοσμένη Στατιστική Μάθημα 4 ο :Τυχαίες μεταβλητές Διδάσκουσα: Κοντογιάννη Αριστούλα

Τμήμα Τεχνολόγων Γεωπόνων-Κατεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας Εφαρμοσμένη Στατιστική Μάθημα 4 ο :Τυχαίες μεταβλητές Διδάσκουσα: Κοντογιάννη Αριστούλα Τμήμα Τεχνολόγων Γεωπόνων-Κατεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας Εφαρμοσμένη Στατιστική Μάθημα 4 ο :Τυχαίες μεταβλητές Διδάσκουσα: Κοντογιάννη Αριστούλα Ορισμός τυχαίας μεταβλητής Τυχαία μεταβλητή λέγεται η συνάρτηση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ Ενότητα 6: «ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ» ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τμήμα ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό

Διαβάστε περισσότερα

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΠΑΛΙΝ ΡΟΜΗΣΗ

ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΠΑΛΙΝ ΡΟΜΗΣΗ ΓΡΑΜΜΙΚΗ ΠΑΛΙΝ ΡΟΜΗΣΗ ιαφάνειες για το µάθηµα Information Management ΑθανάσιοςΝ. Σταµούλης 1 ΠΗΓΗ Κονδύλης Ε. (1999) Στατιστικές τεχνικές διοίκησης επιχειρήσεων, Interbooks 2 1 Γραµµική παλινδρόµηση Είναι

Διαβάστε περισσότερα

Ανασκόπηση θεωρίας ελαχίστων τετραγώνων και βέλτιστης εκτίμησης παραμέτρων

Ανασκόπηση θεωρίας ελαχίστων τετραγώνων και βέλτιστης εκτίμησης παραμέτρων Τοπογραφικά Δίκτυα και Υπολογισμοί 5 ο εξάμηνο, Ακαδημαϊκό Έτος 2017-2018 Ανασκόπηση θεωρίας ελαχίστων τετραγώνων και βέλτιστης εκτίμησης παραμέτρων Χριστόφορος Κωτσάκης Τμήμα Αγρονόμων και Τοπογράφων

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΘΕ: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΉ Ι (ΠΛΗ 12) ΛΥΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΘΕ: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΉ Ι (ΠΛΗ 12) ΛΥΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3 ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΘΕ: ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΉ Ι (ΠΛΗ ) ΛΥΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Άσκηση. ( µον.). Έστω z ο µιγαδικός αριθµός z i, µε, R. (α) ίνεται η εξίσωση: z

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 4 ο. Μοναδιαία ρίζα

ΜΑΘΗΜΑ 4 ο. Μοναδιαία ρίζα ΜΑΘΗΜΑ 4 ο Μοναδιαία ρίζα Είδαμε προηγουμένως πως ο έλεγχος της στασιμότητας μιας χρονικής σειράς μπορεί να γίνει με τη συνάρτηση αυτοσυσχέτισης. Ένας άλλος τρόπος που χρησιμοποιείται ευρύτατα στην ανάλυση

Διαβάστε περισσότερα

Συσχέτιση μεταξύ δύο συνόλων δεδομένων

Συσχέτιση μεταξύ δύο συνόλων δεδομένων Διαγράμματα διασποράς (scattergrams) Συσχέτιση μεταξύ δύο συνόλων δεδομένων Η οπτική απεικόνιση δύο συνόλων δεδομένων μπορεί να αποκαλύψει με παραστατικό τρόπο πιθανές τάσεις και μεταξύ τους συσχετίσεις,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ 13

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ 13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ 13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ 20 2.1 Αβεβαιότητα, Τυχαία Διαδικασία, και Συναφείς Έννοιες 20 2.1.1 Αβεβαιότητα

Διαβάστε περισσότερα

Στασιμότητα χρονοσειρών Νόθα αποτελέσματα-spurious regression Ο έλεγχος στασιμότητας είναι απαραίτητος ώστε η στοχαστική ανάλυση να οδηγεί σε ασφαλή

Στασιμότητα χρονοσειρών Νόθα αποτελέσματα-spurious regression Ο έλεγχος στασιμότητας είναι απαραίτητος ώστε η στοχαστική ανάλυση να οδηγεί σε ασφαλή Χρονικές σειρές 12 Ο μάθημα: Έλεγχοι στασιμότητας ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ: Εκτίμηση παραμέτρων γραμμικών μοντέλων Συνάρτηση μερικής αυτοσυσχέτισης Εαρινό εξάμηνο 2018-2019 Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ Διδάσκουσα: Αγγελική

Διαβάστε περισσότερα

cov(x, Y ) = E[(X E[X]) (Y E[Y ])] cov(x, Y ) = E[X Y ] E[X] E[Y ]

cov(x, Y ) = E[(X E[X]) (Y E[Y ])] cov(x, Y ) = E[X Y ] E[X] E[Y ] Πανεπιστήµιο Κρήτης - Τµήµα Επιστήµης Υπολογιστών ΗΥ-317: Εφαρµοσµένες Στοχαστικές ιαδικασίες-εαρινό Εξάµηνο 2016 ιδάσκων : Π. Τσακαλίδης Συνδιασπορά - Συσχέτιση Τυχαίων Μεταβλητών Επιµέλεια : Κωνσταντίνα

Διαβάστε περισσότερα

Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων

Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων Η Νέα Κλασσική Θεώρηση των Οικονομικών Διακυμάνσεων Οικονομικές Διακυμάνσεις Οι οικονομίες ανέκαθεν υπόκειντο σε κυκλικές διακυμάνσεις. Σε ορισμένες περιόδους η παραγωγή και η απασχόληση αυξάνονται με

Διαβάστε περισσότερα

3. Κατανομές πιθανότητας

3. Κατανομές πιθανότητας 3. Κατανομές πιθανότητας Τυχαία Μεταβλητή Τυχαία μεταβλητή (τ.μ.) (X) είναι μια συνάρτηση που σε κάθε σημείο (ω) ενός δειγματικού χώρου (Ω) αντιστοιχεί έναν πραγματικό αριθμό. Ω ω X (ω ) R Διακριτή τ.μ.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ F3W.PR09 Όνομα: Επίθετο: Ημερομηνία: //07 Πρωί: Απόγευμα: x Θεματική ενότητα: Ποσοτικοποίηση και Αναλογιστική Διαχείριση των Κινδύνων και Φερεγγυότητα ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ! F3W.PR09 /5 F3W.PR09 Θέμα α) Ποια η

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Όνομα: Επίθετο: Ημερομηνία: 7/07/207 Πρωί: Απόγευμα: Θεματική ενότητα: Αρχές Αναλογιστικής Προτυποποίησης, Κατασκευή και Αξιολόγηση Αναλογιστικών Προτύπων. Οι αναλογιστές μιας εταιρείας μοντελοποιούν την

Διαβάστε περισσότερα

Απλή Γραμμική Παλινδρόμηση και Συσχέτιση 19/5/2017

Απλή Γραμμική Παλινδρόμηση και Συσχέτιση 19/5/2017 Απλή Γραμμική Παλινδρόμηση και Συσχέτιση 2 Εισαγωγή Η ανάλυση παλινδρόμησης περιλαμβάνει το σύνολο των μεθόδων της στατιστικής που αναφέρονται σε ποσοτικές σχέσεις μεταξύ μεταβλητών Πρότυπα παλινδρόμησης

Διαβάστε περισσότερα

Συνολοκλήρωση και μηχανισμός διόρθωσης σφάλματος

Συνολοκλήρωση και μηχανισμός διόρθωσης σφάλματος ΜΑΘΗΜΑ 10 ο Συνολοκλήρωση και μηχανισμός διόρθωσης σφάλματος Η μέθοδος της συνολοκλήρωσης είναι ένας τρόπος με τον οποίο μπορούμε να εκτιμήσουμε τη μακροχρόνια σχέση ισορροπίας που υπάρχει μεταξύ δύο ή

Διαβάστε περισσότερα

Παράγωγα προϊόντα ονομάζονται εκείνα τα οποία παράγονται από πρωτογενείς στοιχειώδους τίτλους όπως μετοχές, δείκτες μετοχών, πετρέλαιο, χρυσός, πατάτες, καλαμπόκι, κλπ. Τα είδη των παραγώγων προϊόντων

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα της Ενότητας. Συνεχείς Τυχαίες Μεταβλητές. Συνεχείς Κατανομές Πιθανότητας. Συνεχείς Κατανομές Πιθανότητας.

Περιεχόμενα της Ενότητας. Συνεχείς Τυχαίες Μεταβλητές. Συνεχείς Κατανομές Πιθανότητας. Συνεχείς Κατανομές Πιθανότητας. Περιεχόμενα της Ενότητας Στατιστική Ι Ενότητα 5: Συνεχείς Κατανομές Πιθανότητας Δρ. Χρήστος Εμμανουηλίδης Επίκουρος Καθηγητής Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Συνεχείς Τυχαίες Μεταβλητές. Συνεχείς

Διαβάστε περισσότερα

H τιμολόγηση των δικαιωμάτων με το υπόδειγμα Black Scholes

H τιμολόγηση των δικαιωμάτων με το υπόδειγμα Black Scholes TΟΜΟΣ Γ - ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ Μάθημα 19 H τιμολόγηση των δικαιωμάτων με το υπόδειγμα Black Scholes Στην προηγούμενη ενότητα είδαμε ορισμένα από τα χαρακτηριστικά των δικαιωμάτων χρησιμοποιώντας τις τιμές των δικαιωμάτων

Διαβάστε περισσότερα

Αγορές Χρήματος και Κεφαλαίου. Θεωρία Αποτελεσματικών Αγορών (Επανάληψη) Μεταπτυχιακό στην Οικονομική Επιστήμη ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ

Αγορές Χρήματος και Κεφαλαίου. Θεωρία Αποτελεσματικών Αγορών (Επανάληψη) Μεταπτυχιακό στην Οικονομική Επιστήμη ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ Αγορές Χρήματος και Κεφαλαίου Θεωρία Αποτελεσματικών Αγορών (Επανάληψη) Μεταπτυχιακό στην Οικονομική Επιστήμη ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ Κατερίνα Κύρτσου Σελίδα-1 Υποθέσεις Δεν υπάρχει κόστος συναλλαγών Δεν

Διαβάστε περισσότερα

Ονοµατεπώνυµο : Σίσκου Σταµατίνα Ειρήνη. Υπεύθυνοςκαθηγητής: ΑναστάσιοςΒ. Κάτος. Θεσσαλονίκη, Ιανουάριος 2010

Ονοµατεπώνυµο : Σίσκου Σταµατίνα Ειρήνη. Υπεύθυνοςκαθηγητής: ΑναστάσιοςΒ. Κάτος. Θεσσαλονίκη, Ιανουάριος 2010 Π.Μ.Σ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Ο προσδιορισµός του επιπέδου της ιδιωτικής κατανάλωσης, των επενδύσεων και των συνολικών εισαγωγών. Mία εµπειρική µελέτη για την Νορβηγία, την

Διαβάστε περισσότερα

ΠΜΣ στην Αναλογιστική Επιστήμη και Διοικητική Κινδύνου. Πιστωτικός Κίνδυνος. Διάλεξη 2: Pricing Defaultable Assets. Μιχάλης Ανθρωπέλος

ΠΜΣ στην Αναλογιστική Επιστήμη και Διοικητική Κινδύνου. Πιστωτικός Κίνδυνος. Διάλεξη 2: Pricing Defaultable Assets. Μιχάλης Ανθρωπέλος ΠΜΣ στην Αναλογιστική Επιστήμη και Διοικητική Κινδύνου Πιστωτικός Κίνδυνος Διάλεξη 2: Pricing Defaultable Assets Μιχάλης Ανθρωπέλος anthropel@unipi.gr http://web.xrh.unipi.gr/faculty/anthropelos Μιχάλης

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ Σε αντίθεση με την διακριτή τυχαία μεταβλητή, μία συνεχής τυχαία μεταβλητή παίρνει μη-αριθμήσιμο (συνεχές) πλήθος τιμών. Δεν μπορούμε να καταγράψουμε το σύνολο των τιμών

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΓΟΡΑΣ ΜΕ ΜΕΤΡΑ VALUE AT RISK ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΕ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΜΕΤΟΧΩΝ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΣΤΙΣ ΗΠΑ ΚΟΥΜΠΑΣ Ι.

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΓΟΡΑΣ ΜΕ ΜΕΤΡΑ VALUE AT RISK ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΕ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΜΕΤΟΧΩΝ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΣΤΙΣ ΗΠΑ ΚΟΥΜΠΑΣ Ι. ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ «ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ σε ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ και την ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» ΤΙΤΛΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Επίλυση Υποδειγμάτων με Ορθολογικές Προσδοκίες. Το Πρωτοβάθμιο και Δευτεροβάθμιο Υπόδειγμα

Επίλυση Υποδειγμάτων με Ορθολογικές Προσδοκίες. Το Πρωτοβάθμιο και Δευτεροβάθμιο Υπόδειγμα Επίλυση Υποδειγμάτων με Ορθολογικές Προσδοκίες Το Πρωτοβάθμιο και Δευτεροβάθμιο Υπόδειγμα Καθηγητής Γιώργος Αλογοσκούφης, Δυναμική Μακροοικονομική, 2014 Ορισμός των Ορθολογικών Προσδοκιών για Μία Περίοδο

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση Υδατικών Πόρων

Διαχείριση Υδατικών Πόρων Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Διαχείριση Υδατικών Πόρων Γ.. Τσακίρης Μάθημα 3 ο Λεκάνη απορροής Υπάρχουσα κατάσταση Σενάριο 1: Μέσες υδρολογικές συνθήκες Σενάριο : Δυσμενείς υδρολογικές συνθήκες Μελλοντική

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΟ31 Θεωρία Κεφαλαιαγοράς και υποδείγματα αποτίμησης κεφαλαιακών περιουσιακών στοιχείων

ΔΕΟ31 Θεωρία Κεφαλαιαγοράς και υποδείγματα αποτίμησης κεφαλαιακών περιουσιακών στοιχείων ΔΕΟ31 Θεωρία Κεφαλαιαγοράς και υποδείγματα αποτίμησης κεφαλαιακών περιουσιακών στοιχείων 1.1 Θεωρία Κεφαλαιαγοράς Η θεωρία κεφαλαιαγοράς αποτελεί τη συνέχεια της θεωρίας χαρτοφυλακίου. Στη θεωρία χαρτοφυλακίου

Διαβάστε περισσότερα

Μηχανική ΙI Ροή στο χώρο των φάσεων, θεώρηµα Liouville

Μηχανική ΙI Ροή στο χώρο των φάσεων, θεώρηµα Liouville Τµήµα Π. Ιωάννου & Θ. Αποστολάτου 16/5/2000 Μηχανική ΙI Ροή στο χώρο των φάσεων, θεώρηµα Liouville Στη Χαµιλτονιανή θεώρηση η κατάσταση του συστήµατος προσδιορίζεται κάθε στιγµή από ένα και µόνο σηµείο

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστική είναι το σύνολο των μεθόδων και θεωριών που εφαρμόζονται σε αριθμητικά δεδομένα προκειμένου να ληφθεί κάποια απόφαση σε συνθήκες

Στατιστική είναι το σύνολο των μεθόδων και θεωριών που εφαρμόζονται σε αριθμητικά δεδομένα προκειμένου να ληφθεί κάποια απόφαση σε συνθήκες Ορισμός Στατιστική είναι το σύνολο των μεθόδων και θεωριών που εφαρμόζονται σε αριθμητικά δεδομένα προκειμένου να ληφθεί κάποια απόφαση σε συνθήκες αβεβαιότητας. Βασικές έννοιες Η μελέτη ενός πληθυσμού

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V. Οι χρηµατοοικονοµικές εξελίξεις που διαδραµατίστηκαν κατά την 8 η

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V. Οι χρηµατοοικονοµικές εξελίξεις που διαδραµατίστηκαν κατά την 8 η ΚΕΦΑΛΑΙΟ V ΚΑΘΟΛΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι χρηµατοοικονοµικές εξελίξεις που διαδραµατίστηκαν κατά την 8 η δεκαετία του προηγούµενου αιώνα αποτέλεσαν την απαρχή µιας νέας εποχής στην αντιµετώπιση του

Διαβάστε περισσότερα

9. Παλινδρόμηση και Συσχέτιση

9. Παλινδρόμηση και Συσχέτιση 9. Παλινδρόμηση και Συσχέτιση Παλινδρόμηση και Συσχέτιση Υπάρχει σχέση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες μεταβλητές; Αν ναι, ποια είναι αυτή η σχέση; Πως μπορεί αυτή η σχέση να χρησιμοποιηθεί για να προβλέψουμε

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ. Παπάνα Αγγελική

ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ. Παπάνα Αγγελική ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ 7o Μάθημα: Απλή παλινδρόμηση (ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ) Παπάνα Αγγελική Μεταδιδακτορική ερευνήτρια, ΑΠΘ & ΠΑΜΑΚ E-mail: angeliki.papana@gmail.com, agpapana@auth.gr Webpage: http://users.auth.gr/agpapana

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗ ΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΣΤΗ ΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Α εξεταστική περίοδος χειµερινού εξαµήνου 4-5 ιάρκεια εξέτασης ώρες και 45 λεπτά Θέµατα Θέµα (α) Τα υποδείγµατα που χρησιµοποιούνται στην οικονοµική θεωρία ονοµάζονται ντετερµινιστικά ενώ τα οικονοµετρικά

Διαβάστε περισσότερα

Σηµειώσεις στις σειρές

Σηµειώσεις στις σειρές . ΟΡΙΣΜΟΙ - ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ Σηµειώσεις στις σειρές Στην Ενότητα αυτή παρουσιάζουµε τις βασικές-απαραίτητες έννοιες για την µελέτη των σειρών πραγµατικών αριθµών και των εφαρµογών τους. Έτσι, δίνονται συστηµατικά

Διαβάστε περισσότερα

Πολλαπλή παλινδρόµηση. Μάθηµα 3 ο

Πολλαπλή παλινδρόµηση. Μάθηµα 3 ο Πολλαπλή παλινδρόµηση Μάθηµα 3 ο Πολλαπλή παλινδρόµηση (Multivariate regression ) Η συµπεριφορά των περισσότερων οικονοµικών µεταβλητών είναι συνάρτηση όχι µιας αλλά πολλών µεταβλητών Y = f ( X, X 2, X

Διαβάστε περισσότερα