ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΕΝΔΗΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΠΑΝΙΩΝ ΦΥΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΕΝΔΗΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΠΑΝΙΩΝ ΦΥΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ"

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ - ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΒΟΤΑΝΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΕΝΔΗΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΠΑΝΙΩΝ ΦΥΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΣΟΦΙΑ ΣΑΜΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Α.Μ.: 490 ΠΑΤΡΑ 2014

2 Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή 1. Πανωραία Αρτελάρη, Αναπλ. Καθηγήτρια, Τμήμα Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών. 2. Αργυρώ Λιβανίου-Τηνιακού, Επ. Καθηγήτρια, Τμήμα Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών. 3. Ουρανία Γεωργίου, Επ. Καθηγήτρια, Τμήμα Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών. 1

3 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Φθάνοντας στο τέλος των μεταπτυχιακών σπουδών και με την παράδοση της παρούσας εργασίας, θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τους ανθρώπους που συνέβαλαν στην ολοκλήρωσή της. Αρχικά, λοιπόν, ευχαριστώ πολύ την κ. Ρ. Αρτελάρη, Αναπλ. Καθηγήτρια του Τμήματος, που ανέλαβε την ευθύνη ως επιβλέπουσα της εργασίας. Εκτός αυτού, όμως, την ευχαριστώ για την άψογη συνεργασία και συνεννόηση, την υπομονή και τη βοήθειά της καθ όλη τη διάρκεια των σπουδών μου. Επίσης ευχαριστώ πολύ την κ. Α. Λιβανίου - Τηνιακού, Επ. Καθηγήτρια του Τμήματος για την καθοδήγησή της, τις διορθώσεις της και την ανεκτίμητη εμψύχωσή της σε δύσκολες περιόδους, καθώς και το τρίτο μέλος της Εξεταστικής Επιτροπής, κ. Ο. Γεωργίου, Επ. Καθηγήτρια του Τμήματος για το ενδιαφέρον και τα σχόλια της. Καθοριστική στην τελική παρουσίαση του κειμένου κρίνω τη συμβολή της κ. Ε. Π. Μπαρέκα, Λέκτορα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με τις λεπτομερείς διορθώσεις της και τα ακριβή σχόλιά της. Επιπλέον την ευχαριστώ για τη συνεχή διάθεση του πολύτιμου χρόνου της και τις συμβουλές της. Ιδιαίτερες όμως ευχαριστίες απευθύνονται στην κ. Γ. Καμάρη, Ομότιμη Καθηγήτρια του Τμήματος, γιατί αποτελεί την κινητήρια δύναμη πίσω από κάθε βήμα μου. Η προσφορά της σε μένα είναι ανεκτίμητη, με την παρουσία της ως πρότυπο, τη συνεχή παρακολούθηση της δουλειάς μου, τη διάθεση χρόνου και υλικού, τη συνοδεία της στις συλλογές, αλλά κυρίως για τις ευκαιρίες να ζήσω μοναδικές εμπειρίες, να γνωρίσω καταξιωμένους στον χώρο ανθρώπους και να ανοίξω τους ορίζοντές μου. Εξίσου και για τον κ. Δ. Φοίτο, Ομότιμο Καθηγητή του Τμήματος, του οποίου η αφοσίωση και η μεθοδικότητα αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση. Είναι τιμή μου που συνεργάστηκε καθημερινά μαζί μου, συζήτησε κρίσιμα θέματα της εργασίας μου και πρότεινε σημαντικά είδη προς μελέτη. Ιδιαίτερα ευγνώμων θα νιώθω πάντα και απέναντι στην Dr. S. Siljak Yakovlev, Directeur du Recherche au CNRS, η οποία με δέχθηκε στο εργαστήριο της, αναζωπύρωσε το πάθος μου για την Κυτταρολογία και μαζί με τις Flavia και Nour μου δίδαξαν τις τεχνικές της μοριακής Κυτταρογενετικής. Επιπλέον, ευχαριστώ τις συναδέλφους Ε. Λιβέρη και Μ. Τσακίρη που εκτός από το σπίτι τους κατά περιόδους, μοιράστηκαν μαζί μου τις τριβές της καθημερινότητας και αποτελούσαν διέξοδο από αυτήν. Και κλείνοντας, δεν υπάρχουν λόγια να εκφράσω προς την οικογένειά μου, τον Γιάννη και την Ελένη, μόνιμα στηρίγματά μου και συνοδοιπόροι, που με ανέχονται και με ενθαρρύνουν σε κάθε τρέλα! 2

4 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Δώδεκα ενδημικά και σπάνια στην Κεφαλονιά taxa μελετήθηκαν κυτταρολογικά. Εκτός από τον χρωμοσωματικό αριθμό και την ανάλυση του καρυοτύπου, δίνονται στοιχεία για τη μορφολογία και το ενδιαίτημα τους και επιχειρείται η αξιολόγηση της κατάστασης των πληθυσμών τους και η πρόταση μέτρων για την αειφορική διαχείριση και προστασία τους. Οι χρωμοσωματικοί δείκτες TCL και ACL δίνονται για πρώτη φορά σε κάθε taxon. Το Allium ionicum (ενδημικό των Ιονίων) μελετήθηκε πρώτη φορά από την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο. Ο χρωμοσωματικός αριθμός παραμένει σταθερός 2n = 16, αλλά οι καρυότυποι διαφέρουν μεταξύ τους και με την υπάρχουσα βιβλιογραφία στον αριθμό και το μέγεθος των δορυφόρων. Η Centaurea subciliaris subsp. subciliaris (ενδημικό των Ιονίων), με διπλοειδή (2n = 18) και τετραπλοειδή (2n = Β) άτομα, παρουσίασε διαφορά από προηγούμενες μελέτες στην παρουσία των Β-χρωμοσωμάτων. Για πρώτη φορά μελετήθηκε το μέγεθος του γονιδιώματος και των δύο βαθμών πλοειδίας. Το Cerastium candidissimum (ενδημικό Ελλάδας) έχει 2n = 36 χρωμοσώματα. Αυτή είναι η πρώτη μελέτη σε υλικό από την Κεφαλονιά και σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, η πρώτη δημοσίευση του καρυοτύπου και της μορφολογίας των χρωμοσωμάτων του είδους. Η Saponaria aenesia [στενότοπο ενδημικό Κεφαλονιάς και Κινδυνεύον (ΕΝ) ] έχει 2n = 2x = 28 χρωμοσώματα. Ο χρωμοσωματικός αριθμός και η μορφολογία του καρυοτύπου του είδους ήταν μέχρι σήμερα άγνωστα. Ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = 24 που βρέθηκε στο είδος Silene ionica (ενδημικό Ελλάδας) συμφωνεί με παλαιότερη εργασία, αλλά πληροφορίες για τον καρυότυπο παρουσιάζονται για πρώτη φορά. Η Sulla coronaria (μεσογειακό, σπάνιο στην Ελλάδα) έχει 2n = 16 χρωμοσώματα. Η φωτογραφία του καρυοτύπου δίνεται εδώ για πρώτη φορά. Η Scutellaria rupestris subsp. cephalonica [ενδημικό Κεφαλονιάς και Κινδυνεύον (ΕΝ) ] έχει 2n = 34 χρωμοσώματα. Τα αποτελέσματα συμφωνούν με προηγούμενες μελέτες. Οι χρωμοσωματικοί αριθμοί των Stachys parolinii (ενδημικό Ελλάδας, 2n = 34) και Thymus holosericeus (ενδημικό Ιονίων, 2n = 4x = 28) συμφωνούν με την υπάρχουσα βιβλιογραφία, αλλά οι μετρήσεις των χρωμοσωμάτων δίνονται για πρώτη φορά. Η Fritillaria messanensis subsp. gracilis (με Αδριατικο-Ιόνιο εξάπλωση) μελετήθηκε κυτταρολογικά και τα αποτελέσματα συμφωνούν με προηγούμενες μελέτες. Επιπλέον, μετρήθηκε για πρώτη φορά από την Ελλάδα το συνολικό ποσό του γονιδιώματός της και μελετήθηκε κυτταρογενετικά σε σύγκριση με τα υποείδη F. messanensis subsp. messanensis και F. messanensis subsp. sphaciotica με σήμανση των πλούσιων σε GC περιοχών με χρωμομυκίνη Α 3 και in situ υβριδοποίηση φθορισμού (FISH), για τον εντοπισμό 18S - 5.8S - 26S και 5S γονιδίων. Η 3

5 Fritillaria mutabilis (ενδημικό Ελλάδας) έχει 2n = 24 +1B χρωμοσώματα. Αυτή είναι η πρώτη κυτταρολογική μελέτη του είδους από την Κεφαλονιά και η πρώτη εκτίμηση του μεγέθους του γονιδιώματος του είδους. Τέλος, ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = 4x = 28 που βρέθηκε στο υποείδος Cymbalaria microcalyx subsp. minor (ενδημικό Ελλάδας) συμφωνεί με προηγούμενες αναφορές. Παρ όλα αυτά, δίνονται πρώτη φορά μετρήσεις των χρωμοσωμάτων. 4

6 ABSTRACT Twelve endemic and rare taxa of Kefalonia were karyologically examined. Apart from their chromosome numbers, karyomorphology and comments on the karyotype morphology, data are also given about their habitat and potential threats. Moreover, an attempt is being made to assess the conservation status of their populations and to suggest measures for their protection and sustainable management. For every taxon, the chromosome indicators TCL and ACL are given for the first time. Allium ionicum (endemic of the Ionian Islands) is studied for the first time from Kefalonia and Zakynthos. The chromosome number is always 2n = 16, but the kayotypes differ as far as the number and the size of the satellites are concerned. Centaurea subciliaris subsp. subciliaris (endemic of the Ionian Islands), with diploid (2n = 18) and tetraploid (2n = Β) individuals, showed difference comparing to previous refers regarding the presence of B- chromosomes. The DNA amount of the subspecies, for both diploid and tetraploid individuals, was counted for the first time. Cerastium candidissimum (Greek endemic) has 2n = 36 chromosomes. This is the first study for Kefalonia and first publication of the karyotype. Saponaria aenesia (endemic of Kefalonia, Endangered) has 2n = 28 chromosomes and this is the first report for the species. The chromosome number 2n = 24, found for Silene ionica (Greek endemic), agrees with previous studies. However, information about its karyotype is presented here for the first time. Sulla coronaria (Mediterranean, rare in Greece) has 2n = 16 chromosomes. The karyotype is given here for the first time. Scutellaria rupestris subsp. cephalonica (exclusive endemic taxon of Kefalonia, Endangered) has 2n = 34 chromosomes. Our results are in accordance with previous refers for the taxon. The chromosome numbers of Stachys parolinii (Greek endemic, 2n = 34) and Thymus holosericeus (endemic of the Ionian Islands, 2n = 4x = 28) agree with previous studies. The results for Fritillaria messanensis subsp. gracilis (Adriatic - Ionian distribution) with 2n = 24 +1B chromosomes, agree with previous publications. Moreover, the DNA amount of the taxon was estimated for the first time for material from Greece. The subspecies was also observed after CMΑ 3 and FISH to detect the 18S - 5.8S - 26S και 5S genes and compared with the other two subspecies, F. messanensis subsp. messanensis and F. messanensis subsp. sphaciotica. Fritillaria mutabilis (Greek endemic) has 2n = 24 chromosomes. This is the first study for Kefalonia and first estimation of the DNA amount for the species. Finally, the chromosome number 2n = 4x = 28, found for Cymbalaria microcalyx subsp. minor (Greek endemic), agrees with previous 5

7 research for the species from the island. The chromosomes were measured here for the first time. 6

8 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 3 ABSTRACT ΕΙΣΑΓΩΓΗ Περιγραφή περιοχής μελέτης Γεωγραφική θέση Γεωμορφολογία Γεωλογία Υδρολογία Κλιματικά Στοιχεία Γεωιστορία Τύποι βλάστησης Χλωρίδα Ενδημισμός Καθεστώς προστασίας ΒΙΟΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ALLIACEAE Allium ionicum Brullo & Tzanoud Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση Πληθυσμών Κίνδυνοι Προτεινόμενα Μέτρα Προστασίας ASTERACEAE Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Προτεινόμενα μέτρα προστασίας CARYOPHYLLACEAE Cerastium candidissimum Correns Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός

9 Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Saponaria aenesia Heldr Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Απειλές Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Silene ionica Halácsy Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Προτεινόμενα μέτρα προστασίας FABACEAE Sulla coronaria (L.) Medik. (=Hedysarum coronarium L.) Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Απειλές Προτεινόμενα μέτρα προστασίας LABIATAE Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Απειλές Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Stachys parolinii Vis Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Απειλές

10 Μέτρα προστασίας Thymus holosericeus Čelak Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Μέτρα προστασίας LILIACEAE Fritillaria messanensis Rafin. subsp. gracilis (Ebel) Rix Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Απειλές Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Fritillaria mutabilis Kamari Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Απειλές Προτεινόμενα μέτρα προστασίας SCROPHULARIACEAE Cymbalaria microcalyx (Boiss.) Wettst. subsp. minor (Cuf.) Greuter Μορφολογία Περίοδος ανθοφορίας Χρωμοσωματικός αριθμός Βιότοπος Γεωγραφική εξάπλωση Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Απειλές Προτεινόμενα μέτρα προστασίας ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΑ Μελέτη καρυοτύπου Πολυπλοειδία Κυτταρογενετική Πολυεπαναλαμβανόμενες αλληλουχίες DNA Ριβοσωμικό DNA (rdna) Μοριακή κυτταρογενετική και in situ υβριδοποίηση In situ υβριδοποίηση φθορισμού (FISH)

11 Μέγεθος γονιδιώματος (DNA amount) ΥΛΙΚΑ & ΜΕΘΟΔΟΙ Προκατεργασία υλικού Καρυομορφομετρική ανάλυση χρωμοσωμάτων Χρωμοσωματικές μετρήσεις Τεχνικές ζώνωσης για μοριακή κυτταρογενετική: Κυτταρομετρία ροής (flow cytometry) για τον προσδιορισμό της ποσότητας του γενετικού υλικού ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Allium ionicum Brullo & Tzanoud Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris Cerastium candidissimum Correns Saponaria aenesia Heldr Silene ionica Halácsy Sulla coronaria (L.) Medik. (=Hedysarum coronarium L.) Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet Stachys parolinii Vis Thymus holosericeus Čelak Fritillaria messanensis Rafin. subsp. gracilis (Ebel) Rix Κυτταρογενετική μελέτη Fritillaria mutabilis Kamari Cymbalaria microcalyx (Boiss.) Wettst. subsp. minor (Cuf.) Greuter ΣΥΝΟΨΗ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

12 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1. Περιγραφή περιοχής μελέτης Γεωγραφική θέση Η Κεφαλονιά βρίσκεται στο Ιόνιο Πέλαγος, βόρεια της Ζακύνθου, νότια της Λευκάδας και δυτικά της Ιθάκης (Εικ. 1). Πιο συγκεκριμένα, το νησί εκτείνεται σε γεωγραφικό πλάτος Ν και μήκος Ε (Εικ. 2). Έχει έκταση 781 km² περίπου και αποτελεί το ορεινότερο και μεγαλύτερο σε έκταση νησί των Επτανήσων, καθώς και το έκτο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας ( Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πληθυσμού (2011), το νησί αριθμεί περί τους κατοίκους ( Το όρος Αίνος αποτελεί το υψηλότερο όρος της Κεφαλονιάς, αλλά και της περιοχής του Ιονίου γενικότερα και η οροσειρά του καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της έκτασης του νησιού. Σημαντικότερες κορυφές αυτής είναι οι Μέγας Σωρός (1.628μ.), Αγία Δυνατή (1.131μ.), Ευμορφία (1.043μ.) και Κόκκινη Ράχη (1.078μ.). Ιδιαίτερα χαρακτηριστική, μάλιστα, είναι η παρουσία του δάσους ελάτης, Abies cephalonica Loudon, είδος για το οποίο ο Αίνος αποτελεί τον locus classicus. Το είδος συνιστά το κύριο στοιχείο της βλάστησης στα υψηλότερα υψόμετρα και τον κύριο λόγο ίδρυσης του Εθνικού Δρυμού, το Εικόνα 1: Χάρτης - Θέση της Κεφαλονιάς στο Ιόνιο Πέλαγος ( 11

13 Από τις πεδιάδες της Κεφαλονιάς σπουδαιότερες θεωρούνται αυτές της Κραναίας, της χερσονήσου Παλικής, του Αρακλείου και της Σάμης. Επίσης, πολλοί κόλποι και ακρωτήρια σχηματίζονται στις ακτές, με σημαντικότερους τους κόλπους της Σάμης, του Μύρτου, του Λουρδά, του Αθέρα, του Φισκάρδου, του Λιβαδιού και του Αργοστολίου και κυριότερα ακρωτήρια τα Μούντα, Κάπρος, Σαρακήνικο, Μύτικας, Κεντρί, βορεινό Δαφνούδι, Αθέρας, Ορθολίθια, Σκίζα, Γερογόμπος, Ακρωτήρι, Αγία Πελαγία, Λιάκας, Καστανάς κ.ά. ( Εικόνα 2: Χάρτης - Θέση της Κεφαλονιάς σε σχέση με τον υπόλοιπο Ελλαδικό χώρο ( Γεωμορφολογία Γεωλογία Η Κεφαλονιά, παρ ότι επιδεικνύει μια μεγάλη ακτογραμμή μήκους 310 km, με πολλούς, όπως προαναφέρθηκε, όρμους, κόλπους, ακρωτήρια, βραχώδεις και αμμώδεις παραλίες κυρίως χάρη στην έντονη τεκτονική δραστηριότητα και στα ασβεστολιθικά πετρώματα που διαβρώνονται από τα θαλάσσια κύματα είναι στο μεγαλύτερο μέρος της ορεινή (36,9%) και ημιορεινή (38,4%) (Καραγιάννη 2010). Οι μεγαλύτεροι ορεινοί όγκοι είναι οι οροσειρές του Αίνου (1.826 m) και του Ρουδίου (1.125 m), οι οποίες με κατεύθυνση ΒΔ προς ΝΑ διαιρούν το νησί σε ανατολικό και δυτικό. Το ανατολικό τμήμα χαρακτηρίζεται από ήπιες ακτές, ενώ το δυτικό από ιδιαίτερα βραχώδεις και απότομες (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 2006). Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό γνώρισμα της γεωμορφολογίας του νησιού είναι ότι οι άξονες των πεδιάδων, κοιλάδων, ορέων και ακτών ακολουθούν ορισμένες διευθύνεις. Οι διευθύνσεις 12

14 αυτές οφείλονται σε ρήγματα, τα οποία προκάλεσαν μεγάλες καταβυθίσεις και στην εκλεκτική διάβρωση των πετρωμάτων (Φοίτος & Damboldt 1985). Η κυριότερη διεύθυνση είναι η βορειοδυτική νοτιοανατολική, την οποία παρουσιάζει και ο Αίνος. Άλλα παραδείγματα τέτοιας κατεύθυνσης αποτελούν επίσης τα όρη Αυγό (929 m) ΝΑ της Σάμης και Άτρος (894 m) ΒΔ του Πόρου, τα βυθίσματα στην περιοχή Βαλσαμάτων Αγ. Γερασίμου και μεταξύ του όρμου Αγ. Ευφημίας και Μύρτου, καθώς και η κοιλάδα μεταξύ των βουνών Αυγού και Γιούπαρη (1.124 m). Δευτερεύουσα διεύθυνση είναι η κάθετη στην προαναφερθείσα κύρια, δηλαδή βορειοανατολική νοτιοδυτική, με ενδεικτικά παραδείγματα τις χαράδρες που διασχίζουν τον Αίνο, το όρος Αγ. Δυνατή (1.131 m) και τις ακτές ΝΑ της πεδιάδας της Κραναίας. Τέλος, τρίτη διεύθυνση είναι η βόρεια νότια, την οποία ακολουθούν τα όρη γύρω από τον Αθέρα και η δυτική ακτογραμμή (Φοίτος & Damboldt 1985). Εικόνα 3: Γεωλογικός χάρτης Κεφαλονιάς. Απεικόνιση της γραμμής διαχωρισμού μεταξύ της ζώνης των Παξών και της Αδρατικοϊόνιας ζώνης (Φραγκόπουλος 1960). 13

15 Όσον αφορά τη γεωλογική δομή της, η Κεφαλονιά ανήκει σε δύο γεωτεκτονικές ζώνες, τη ζώνη των Παξών και την Αδριατικοϊόνιο ζώνη. Το μεγαλύτερο μέρος του νησιού ανήκει στην πρώτη ζώνη, ενώ η δεύτερη περιλαμβάνει το τμήμα ανατολικά της γραμμής Σάμη Χαράκτιο Κατάρραχος Πάστρα (Τηνιακός, εις Φοίτος & Damboldt 1985). Η ζώνη των Παξών χαρακτηρίζεται από την παρουσία ανωκρητιδικών ασβεστολίθων με απολιθώματα ρουδιστών (εικ.4). Επάνω από αυτούς, εμφανίζονται ηωκαινικοί νουμουλιτοφόροι ασβεστόλιθοι, ενώ το Κρητιδικό εμφανίζεται μόνο στις περιοχές Ατσουπάδες και Άσσος, με δολομιτικούς ασβεστολίθους και δολομίτες. Κατά το Ολιγόκαινο δεν υπάρχουν ενδείξεις ιζηματογένεσης, ενώ μετά τη Σαβική ορογένεση ακολουθούν κροκαλοπαγή, αμμόμαργες, λατυποπαγή και γύψοι του Βουρδιγάλιου και της καμπής Μειόκαινου Πλειστόκαινου. Ακολουθούν παχύτατα στρώματα από κυανές πλαστικές μάργες, ακολουθούμενες από κίτρινες, οι οποίες εναλλάσσονται με αδρομερή κλαστικά υλικά (Τηνιακός, εις Φοίτος & Damboldt 1985, Φραγκόπουλος & Μαλεφάκης 1963). Η Αδριατικοϊόνιος ζώνη παρουσιάζει ένα παλαιότερο στρωματογραφικά σύμπλεγμα, το οποίο αποτελείται από εβαπορίτες, ασβεστολίθους και κερατολίθους. Το σύμπλεγμα αυτό φέρει πολλά ρήγματα και επικάθεται στη ζώνη των Παξών, συμβάλοντας έτσι στην τεκτονική του νησιού (Τηνιακός, εις Φοίτος & Damboldt, 1985, Φραγκόπουλος & Μαλεφάκης 1963). Υδρολογία Όπως προαναφέρθηκε στην προηγούμενη ενότητα, η Κεφαλονιά δομείται στο μεγαλύτερο μέρος της από ασβεστολίθους, οι οποίοι είναι έντονα διερρηγμένοι και αποκαρστωμένοι, και στο υπόλοιπο τμήμα της παρουσιάζει πρακτικά στεγανούς σχηματισμούς. Αυτή η εναλλαγή υδροπερατών υδροστεγανών πετρωμάτων προκαλεί την ανάπτυξη υδροφόρων οριζόντων, υπό πίεση. Λόγω της διαβρωτικής δράσης των υπόγειων υδάτων στους ασβεστολίθους, αλλά και της τεκτονικής δραστηριότητας, έχουν δημιουργηθεί έγκοιλα και δίοδοι, οι οποίες επικοινωνούν, στην πλειονότητά τους, με τη θάλασσα. Οι βροχοπτώσεις - κυμαινόμενες από έως χιλιοστά - είναι πλούσιες και εξασφαλίζουν υψηλή τροφοδοσία στον υδροφόρο ορίζοντα λόγω και του υψηλού συντελεστή κατείσδυσης στους ασβεστολίθους. Ως αποτέλεσμα, τα υπόγεια νερά εκτονώνονται πολύ εύκολα, τα υδραυλικά φορτία που αναπτύσσονται είναι πολύ μικρά και τα πηγαία νερά σπάνια (Μιμίδης & Κουμαντάκης 1990). 14

16 Εικόνα 4: Γεωλογικός χάρτης Κεφαλονιάς - Ιθάκης (Ξανθάκης από 15

17 Κλιματικά Στοιχεία Το κλίμα της Ελλάδας ανήκει γενικότερα στον μεσογειακό τύπο. Ειδικότερα στην Κεφαλονιά, το κλίμα χαρακτηρίζεται από τα θερμά άνυδρα καλοκαίρια και τους βροχερούς ήπιους χειμώνες. Η Κεφαλονιά, όπως και τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου, χαρακτηρίζεται από την παρουσία Ν και ΝΔ θερμών και ομβροφόρων ανέμων κατά τον χειμώνα, οι οποίοι έχουν ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση της ήπιας ψυχρής εποχής. Κατά το καλοκαίρι, αντίθετα, ασθενείς βόρειοι και ξηροί άνεμοι συμβάλλουν στην ξηρά και θερμή περίοδο (Μιχελές & Γαρτσώνη 1996). Υπαίτια γι αυτό τον υπότυπο μεσογειακού κλίματος κρίνεται η ορεογραφία της χώρας. Η Ελλάδα είναι κυρίως ορεινή και οι μεγαλύτερες οροσειρές, χάρη στη Β-ΒΔ προς Ν-ΝΑ διεύθυνσή τους, αποτελούν ένα φράγμα στους δυτικούς και πλήρεις υδρατμών ανέμους, επηρεάζοντας έτσι την κατανομή των βροχοπτώσεων και διαφοροποιώντας τις δυτικές περιοχές ως πιο υγρές από τις ανατολικές. Επακόλουθο της κατάστασης αυτής είναι βέβαια και η διαφοροποίηση της βλάστησης (Φοίτος & Καμάρη 2009). Για την περιγραφή του κλίματος χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία του σταθμού της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (Ε.Μ.Υ.), ο οποίος βρίσκεται στο Αργοστόλι, σε γεωγραφικό μήκος N και πλάτος E και υψόμετρο 25,28 m. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται με επιφύλαξη, δεδομένου ότι ο μοναδικός σταθμός δεν είναι σε θέση να δώσει πληροφορίες για το σύνολο του νησιού. α. Θερμοκρασία Όπως παρατηρείται στον Πίνακα 1 & Διάγραμμα 1, για το χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών , αλλά και στον Πίνακα 2 & Διάγραμμα 2 για το έτος 2012, η μέση μηνιαία θερμοκρασία παρουσιάζει απλή διακύμανση. Ελάχιστη μηνιαία θερμοκρασία παρουσιάζεται σταθερά κατά τον μήνα Ιανουάριο (Φεβρουάριο) και μέγιστη μηνιαία κατά τον Αύγουστο. Ακόμα όμως και η μέση θερμοκρασία του ψυχρότερου μήνα παραμένει σχετικά υψηλή, εξαιτίας της παρουσίας της θάλασσας ( 16

18 Πίνακας 1: Χαρακτηριστικά της θερμοκρασίας κατά τη διάρκεια του έτους ( ) ( Μήνας Ελάχιστη Μηνιαία Θερμοκρασία ( o C) Μέση Μηνιαία Θερμοκρασία ( o C) Μέγιστη Μηνιαία Θερμοκρασία ( o C) Ιανουάριος 8,5 11,5 14,3 Φεβρουάριος 8,5 11,5 14,3 Μάρτιος 9,5 12,9 15,9 Απρίλιος 11,4 15,2 18,2 Μάιος 14,7 19,4 22,5 Ιούνιος 18,1 23,3 26,4 Ιούλιος 20,2 25,5 28,6 Αύγουστος 20,9 25,9 29,3 Σεπτέμβριος 19 23,4 26,8 Οκτώβριος 16 19,7 23 Νοέμβριος 12,6 15,7 18,7 Δεκέμβριος 9,9 12,8 15,6 Διάγραμμα 1: Μέση Διακύμανση Θερμοκρασιών κατά τα έτη

19 Πίνακας 2:Μέση μηνιαία διακύμανση της θερμοκρασίας κατά το έτος 2012 ( Μήνας Ελάχιστη Μηνιαία Θερμοκρασία ( o C) Μέση Μηνιαία Θερμοκρασία ( o C) Μέγιστη Μηνιαία Θερμοκρασία ( o C) Ιανουάριος 7, Φεβρουάριος 7,3 10,3 13,3 Μάρτιος 10 17,6 25,1 Απρίλιος 13,6 16,3 19 Μάιος 16,2 19,5 22,9 Ιούνιος 20 24,6 29,2 Ιούλιος 23,2 27,6 31,9 Αύγουστος 22,9 27,8 32,5 Σεπτέμβριος 20,5 24,4 28,2 Οκτώβριος 18,3 21,7 25,2 Νοέμβριος 15,3 18,1 20,9 Δεκέμβριος 9,7 12,4 15,1 Διάγραμμα 2: Διαγραμματική απεικόνιση της διακύμανσης της μέσης μηνιαίας θερμοκρασίας κατά το έτος

20 β. Υγρασία Η σχετική υγρασία του αέρα παρουσιάζει μια αντίθετη διακύμανση από αυτή της θερμοκρασίας (Πίνακας 3 & Διάγραμμα 3). Πιο συγκεκριμένα, το ποσοστό της μειώνεται όσο προχωρούμε από το χειμώνα προς το καλοκαίρι, φθάνοντας στα κατώτερο επίπεδα κατά τον Ιούλιο (64,1 %). Από τον Αύγουστο και μετά παρατηρείται σταδιακή αύξησή της, με μέγιστες τιμές κατά τον μήνα Νοέμβριο (73,4 %) ( Παρ όλα αυτά, η διαφορά μεταξύ των δύο ακραίων τιμών είναι πολύ μικρή, κυρίως λόγω της συνεχούς παροχής υδρατμών από τη λιμνοθάλασσα του Κούταβου στο Αργοστόλι (Λασκαράτου-Λαδά 1973). γ. Βροχόπτωση Οι βροχοπτώσεις δεν παρουσιάζουν καμία ομοιομορφία κατά τη διάρκεια του έτους. Η μέση μηνιαία βροχόπτωση στο Αργοστόλι ακολουθεί την ίδια διακύμανση με τη σχετική υγρασία του αέρα (Πίνακας 4 & Διάγραμμα 4). Μέγιστη τιμή σημειώνεται κατά τον μήνα Νοέμβριο (155,4 mm) και ελάχιστη τον Ιούλιο (9,4 mm). Όσον αφορά τις συνολικές μέρες βροχής, ο Δεκέμβριος είναι ο υγρότερος μήνας του έτους (14,1 ημέρες), σε αντίθεση με τον Ιούλιο που παρουσιάζει μόνο 0,9 ημέρες. Γενικότερα, ο χειμώνας και το φθινόπωρο αποτελούν τις υγρές εποχές του χρόνου, ενώ οι βροχές κατά το καλοκαίρι είναι ελάχιστες ( δ. Ένταση ανέμου Όπως φαίνεται και στον Πίνακα 5, κύριο χαρακτηριστικό της διεύθυνσης των ανέμων είναι ότι από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάρτιο επικρατούν οι ΝΑ άνεμοι, με εξαίρεση τον Ιανουάριο, κατά τον οποίο σημειώνονται βόρειοι άνεμοι. Αντίθετα, οι ΒΔ άνεμοι επικρατούν κατά το διάστημα μεταξύ των μηνών Απριλίου - Σεπτεμβρίου. Όσον αφορά την έντασή τους, ισχυρότεροι άνεμοι σημειώνονται κατά τον Φεβρουάριο και ασθενέστεροι κατά τον Σεπτέμβριο (Διάγραμμα 5). ε. Νέφωση, δρόσος, χιόνι, χαλάζι, παγετός. Έντονη νέφωση παρατηρείται στην Κεφαλονιά κατά τον μήνα Οκτώβριο, η οποία συνεχίζεται μέχρι την κορύφωση της τον μήνα Δεκέμβριο, ενώ πιο αίθριοι αποδεικνύονται οι μήνες Ιούνιος και Σεπτέμβριος. 19

21 Πίνακας 3: Μέση μηνιαία υγρασία για τα έτη ( Μήνας Μέση Μηνιαία Υγρασία (%) Ιανουάριος 71,3 Φεβρουάριος 70 Μάρτιος 69,2 Απρίλιος 69,6 Μάιος 68,5 Ιούνιος 65,9 Ιούλιος 64,1 Αύγουστος 65,4 Σεπτέμβριος 67,8 Οκτώβριος 69,2 Νοέμβριος 73,4 Δεκέμβριος 73,1 Διάγραμμα 3: Διαγραμματική απεικόνιση της διακύμανσης της μέσης ποσοστιαίας υγρασίας κατά τα έτη

22 Πίνακας 4: Τιμές μέσης μηνιαίας βροχόπτωσης και συνολικών ημερών βροχής ( Μήνας Μέση Μηνιαία Βροχόπτωση (mm) Συνολικές Μέρες Βροχής Ιανουάριος 105,6 13,2 Φεβρουάριος 106,8 12,6 Μάρτιος 73,5 10,4 Απρίλιος 54,9 9,5 Μάιος 18,5 4,6 Ιούνιος 9,7 1,5 Ιούλιος 4,6 0,9 Αύγουστος 9,4 1,8 Σεπτέμβριος 37,2 4,3 Οκτώβριος 91,4 9,7 Νοέμβριος 155,4 12,9 Δεκέμβριος 132,8 14,1 Διάγραμμα 4: Παράλληλη διαγραμματική απεικόνιση της μέσης μηνιαίας βροχόπτωσης και του συνόλου των ημερών βροχής για τα έτη

23 Πίνακας 5: Μέση μηνιαία διεύθυνση και ένταση ανέμων στη διάρκεια των ετών ( Μήνας Μέση Μηνιαία Διεύθυνση Ανέμων Μέση Μηνιαία Ένταση Ανέμων (Kt) Ιανουάριος Β 6,9 Φεβρουάριος ΝΑ 7,3 Μάρτιος ΝΑ 7,1 Απρίλιος ΒΔ 6,5 Μάιος ΒΔ 6,2 Ιούνιος ΒΔ 6,2 Ιούλιος ΒΔ 6,3 Αύγουστος ΒΔ 5,8 Σεπτέμβριος ΒΔ 5,7 Οκτώβριος ΝΑ 6,1 Νοέμβριος ΝΑ 6,3 Δεκέμβριος ΝΑ 6,7 Διάγραμμα 5: Διακύμανση της μέσης μηνιαίας έντασης του ανέμου κατά τα έτη

24 Οι ημέρες της δρόσου είναι ελάχιστες και η παρουσία χιονιού σπάνια στην πόλη του Αργοστολίου. Δεν ισχύει το ίδιο όμως για τις ορεινές περιοχές του νησιού. Τέλος, το χαλάζι σημειώνεται κατά τους χειμερινούς μήνες, κυρίως τον Φεβρουάριο, ενώ ο παγετός είναι πολύ συχνός σε ορισμένες περιοχές (πχ. πεδιάδα Κραναίας και λεκάνη Βαλσαμάτων-Φραγκάτων) κατά τη διάρκεια του χειμώνα, τις πρωινές ώρες αίθριων ημερών. Χάρη στην επίδραση της μορφολογίας, ψυχρές μάζες, οι οποίες κατεβαίνουν από τα τριγύρω βουνά, παγιδεύονται και διαμορφώνουν ένα πιο ηπειρωτικού τύπου τοποκλίμα (Φοίτος & Damboldt 1985). Γεωιστορία Μέχρι το Κατώτερο Λιθανθρακοφόρο, η γη είχε τη μορφή δύο ηπειρωτικών μαζών, οι οποίες διαχωρίζονταν από μια λωρίδα θαλάσσης. Κατά το ανώτερο Λιθανθρακοφόρο, οι δύο μάζες ενώθηκαν, σχηματίζοντας την Παγγαία, η οποία περιβαλόταν από την Πανθάλασσα. Στο τέλος του Τριαδικού αρχές Ιουρασικού, οι λιθοσφαιρικές πλάκες μετακινήθηκαν λόγω τεκτονικών κινήσεων και η Παγγαία χωρίστηκε πάλι σε δύο μεγάλες ηπείρους, τη Λαυρασία στον Βορρά και τη Γκοντβάνα στον Νότο. Μεταξύ των δύο ηπείρων υπήρχε μια λωρίδα θαλάσσης, η Τηθύς (Schröder 1998). Ο Ελλαδικός χώρος βρισκόταν για εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια βυθισμένος στον πυθμένα της Τηθύος, όπου καθ όλη τη διάρκεια του Μεσοζωικού αιώνα συσσωρεύονταν ιζήματα. Έτσι, κατά το Ολιγόκαινο (πριν από 34 εκατομμύρια χρόνια περίπου), οι συνεχείς αναταράξεις είχαν ως αποτέλεσμα την ανοδική ώθηση και τον σχηματισμό της οροσειράς της Πίνδου, παράλληλα με την ανάδυση και των υπόλοιπων υψηλότερων οροσειρών των Ιμαλαΐων, Άλπεων, Καρπαθίων κ.α. Η ορογένεση συνεχίστηκε μέχρι τις αρχές Μειοκαίνου, ώστε δημιουργήθηκε μια πλατειά, ορεινή, χερσαία μάζα, η Αιγαιΐδα, η οποία καταλάμβανε ολόκληρο το Αιγαίο και εκτεινόταν μέχρι τη Μικρά Ασία και τα νότια της Κρήτης (Eικ. 5α). Η ανάδυση του ελλαδικού χώρου έγινε σταδιακά από την ανατολή προς τη δύση, επομένως τα Ιόνια νησιά αποκαλύφθηκαν τελευταία (Mountrakis 1986). Κατά το Τορτόνιο (πριν 15 εκατομμύρια χρόνια περίπου) σημειώθηκε θαλάσσια επίκλυση από τον νότο προς τον βορρά από τον χώρο της Τηθύος, η οποία δημιούργησε στην νοτιοαιγαιϊκή ήπειρο χερσονήσους και αργότερα νησιά. Τα Ιόνια, όμως, εξακολουθούσαν να είναι ενωμένα με την Αιγαΐδα. Στη διάρκεια του κατώτερου Τορτονίου (11-9 εκατομμύρια χρόνια), η Τηθύς εισχώρησε ακόμα βαθύτερα ώστε κάλυψε την Κέρκυρα, τη Λευκάδα, τις δυτικές ακτές της Ηπείρου και τα δυτικά τμήματα της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου (Eικ. 5β) (Dermitzakis 1990). 23

25 Στο τέλος του Μειοκαίνου, η Μεσόγειος απομονώθηκε από τον Ατλαντικό με το κλείσιμο του Γιβραλτάρ. Ως αποτέλεσμα, στα 1,5 εκατομμύριο έτη του Μεσσηνίου, η εξάτμιση των θαλάσσιων υδάτων ήταν μεγαλύτερη από την ποσότητα των υδάτων που εισέρρεαν σε αυτή από τους ποταμούς και έτσι η Μεσόγειος αποξηράνθηκε. Οι βροχοπτώσεις μειώθηκαν και η στάθμη της θάλασσας έπεσε (Greuter 1970, Turland & al. 1993). Πριν από 9-5 εκατομμύρια έτη (Τορτόνιο-Μεσήνιο) επανεμφανίστηκαν η Ζάκυνθος, η Κεφαλονιά και οι Παξοί και απεκόπησαν από την ηπειρωτική Ελλάδα (Eικ. 6α), ενώ πριν από 6-5,5 εκ. χρόνια (Μεσσήνιο) σημειώθηκε γεωγραφική σύνδεση μεταξύ μέρους των Ιονίων νήσων, μέρους της Δ. Ελλάδας και πολύ μικρού μέρους της Ιταλίας. Κατά τη διάρκεια του Πλειοκαίνου, σημειώθηκαν κι άλλες ανυψώσεις καταβυθίσεις της ηπειρωτικής μάζας, αφού το Γιβραλτάρ ξανάνοιξε και η στάθμη της θάλασσας ανέβηκε. Σ αυτή την περίοδο, τα νησιά του Ιονίου είχαν κατά ένα μέρος τη σημερινή μορφή τους, η Κρήτη και η Κάρπαθος απομονώθηκαν από την Πελοπόννησο (5 εκ. χρόνια πριν) και σχηματίστηκαν οι Κυκλάδες (2-3 εκ. χρόνια πριν). Κατά το κατώτερο Πλειστόκαινο ακολούθησε και η απομόνωση της Ρόδου από τη Μικρά Ασία. Όσον αφορά στην Κεφαλονιά, την Ιθάκη και τη Ζάκυνθο, τα τρία νησιά αποτελούσαν ένα ενιαίο νησί μέχρι πριν από χρόνια (Eικ. 6β). Κατά το κατώτερο Πλειστόκαινο ακολούθησαν οι παγετώδεις και μεσοπαγετώδεις περίοδοι. Πριν από περίπου χρόνια, κατά την τελευταία παγετώδη περίοδο, ο σχηματισμός μαζών πάγου προκάλεσε την πτώση της στάθμης της θάλασσας περίπου κατά 200 m (Ferentinos & al. 2012). Τα Ιόνια νησιά ενώθηκαν για άλλη μια φορά με την ηπειρωτική Ελλάδα και δημιούργησαν τη χερσόνησο της Στερεάς, η οποία αποτελείτο από την Ζάκυνθο, τη Λευκάδα και την Κεφαλονιά (Eικ. 7). Τελικά, τα Ιόνια νησιά απέκτησαν την τελική τους μορφή κατά το Ολόκαινο, στην μεταπαγετώδη εποχή, πριν από χρόνια. Η τήξη των πάγων οδήγησε στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας, με συνέπεια πολλά τμήματα στεριάς, που ένωναν τα νησιά μεταξύ τους και με την υπόλοιπη Ελλάδα, να καλυφθούν από νερό (Φοίτος & Καμάρη 2009). Ακόμα και με τη συνοπτική αυτή αναφορά στην παλαιογεωγραφία του ελλαδικού χώρου και ιδιαίτερα των Ιονίων Νήσων, είναι κατανοητός και προφανής ο ηπειρωτικός χαρακτήρας της Κεφαλονιάς, καθώς και η χλωριδική ομοιότητα που παρουσιάζει με τη Ζάκυνθο, τη Λευκάδα και την ηπειρωτική Ελλάδα. Η χλωρίδα και ο ενδημισμός του νησιού αναλύονται εκτενέστερα σε επόμενο υποκεφάλαιο. 24

26 α β Εικόνα 5: α) Ενιαία ήπειρος Αιγαιίς β) Ελλαδικός χώρος κατά το Τορτόνιο (από internet στον Καρακίτσο 2006). α β Εικόνα 6: α) Ελλαδικός χώρος πριν από 9-5 εκ. χρόνια β) Κατά το Πλειστόκαινο, πριν από περίπου χρόνια (από internet στον Καρακίτσο 2006). ). Εικόνα 7: Ο ελλαδικός χώρος πριν από χρόνια περίπου (από internet στον Καρακίτσο 2006). 25

27 1.2. Τύποι βλάστησης Παράγοντες, όπως αυτοί που έχουν ήδη περιγραφεί ανωτέρω, δηλαδή η γεωιστορία, το κλίμα και η γεωμορφολογία, σε συνδυασμό με την ανθρώπινη επίδραση και την υπάρχουσα χλωρίδα μιας περιοχής, καθορίζουν τη μορφή της βλάστησης. Ως αποτέλεσμα, σε μια ευρύτερη περιοχή μπορούν να διακριθούν ζώνες, ενίοτε και υποζώνες, βλάστησης, οι οποίες διαφοροποιούνται με βάση την οικολογική, χλωριδική και φυσιογνωμική τους σύνθεση. Κάθε μια αντιπροσωπεύει μια φυτοκοινωνική μονάδα με χαρακτηριστικά χλωριδικά στοιχεία (Φοίτος & Καμάρη 2009). Στην Ελλάδα μπορούν να διακριθούν πέντε ζώνες βλάστησης: i) Ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης, ii) Παραμεσογειακή ζώνη, iii) Ορεινή υπαλπική ζώνη, iv) Ζώνη των ψυχρόβιων Κωνοφόρων και v) Ανωδασική ζώνη υψηλών ορέων. Στην Κεφαλονιά, λόγω της διαφοράς υψομέτρου σε όλη την έκταση του νησιού, του ύψους των βροχοπτώσεων και της αυξημένης υγρασίας, μπορούν να διακριθούν η ευμεσογειακή και η ορεινή υπαλπική ζώνη (Ντάφης 1973, Lienau 1989). Πιο συγκεκριμένα : Eυμεσογειακή ζώνη βλαστήσεως (Quercetalia ilicis). Η ζώνη αυτή καταλαμβάνει κυρίως τις παραλιακές και γειτνιάζουσες ημιορεινές περιοχές. Πρόκειται για τον χώρο του Quercus ilex, ο οποίος έχει υποστεί τη μεγαλύτερη υποβάθμιση και την εντονότερη ανθρώπινη επίδραση. Χωρίζεται σε δύο υποζώνες: α) Yποζώνη Oleo Ceratonion (Ελιάς Χαρουπιάς): εδώ αναπτύσσονται κυρίως η αγριελιά (Olea europaea subsp. oleaster) και η χαρουπιά (Ceratonia siliqua). Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι άνω των 16 C και το ύψος των βροχοπτώσεων κυμαίνεται από mm. Έχει παρατεταμένη ξηρά περίοδο και εμφανίζεται κατά μήκος των ακτών της νότιας και ανατολικής Ελλάδας, από τον Παγασητικό κόλπο μέχρι την Κρήτη, στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου και σε μερικά μόνον του Ιονίου. β) Yποζώνη Quercion ilicis: με αντιπροσωπευτικό είδος το Quercus ilex, η μέση ετήσια θερμοκρασία κυμαίνεται από C και το ύψος της βροχόπτωσης στη δυτική Ελλάδα υπερβαίνει τα mm. Εμφανίζεται κυρίως στα νησιά του Ιονίου (Κεφαλονιά και Κέρκυρα), στην παραλιακή και ημιορεινή ζώνη της δυτικής και ανατολικής Ελλάδας, βόρεια του Πηλίου, αλλά και στις υγρές και ημιορεινές περιοχές της Κρήτης και των νησιών του Αιγαίου. Στη δυτική Ελλάδα, η υποζώνη παρατηρείται σε υψόμετρο από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι τα m και πάνω από την προηγούμενη υποζώνη Oleo Ceratonion. 26

28 Και οι δύο υποζώνες έχουν υποστεί πολύ έντονη επίδραση από την ανθρώπινη δραστηριότητα. Σύμφωνα με τους Partsch (1890) και Σάμιο (1908), το όρος Άτρος ήταν καλυμμένο παλαιότερα από πυκνό δάσος αείφυλλων σκληρόφυλλων ειδών, το οποίο όμως καταστράφηκε στο μεγαλύτερο μέρος του λόγω των αλλεπάλληλων εμπρησμών. Σήμερα, παραμένουν υπολείμματα του πυκνού εκείνου δάσους, με Quercus ilex και Q. coccifera που υπερβαίνουν τα 10 m, στο Άτρος, τον Αίνο κι το Ρούδι, σε υψόμετρο m. Oρεινή - υπαλπική ζώνη (Ζώνη δασών Οξυάς-Ελάτης και ορεινών μεσογειακών Κωνοφόρων): χαρακτηρίζεται από ψυχρή, υγρόφιλη, μεσευρωπαϊκή βλάστηση, με ορεινό μεσογειακό κλίμα, όπως στην κεντρική Ευρώπη. Ο χειμώνας είναι δριμύς με χιονοπτώσεις διάρκειας μερικών μηνών και το καλοκαίρι δροσερό. Οι βροχοπτώσεις είναι αυξημένες και κατανέμονται καθ όλη τη διάρκεια του έτους. Η ζώνη εμφανίζεται επάνω από την ευμεσογειακή και χωρίζεται σε δύο υποζώνες, την Abietion cephalonicae (υποζώνη των μεσογειακών ορεινών Κωνοφόρων) και την Fagion sylvaticae. Από τις δύο υποζώνες, μόνον η πρώτη εμφανίζεται στην Κεφαλονιά. Κυρίαρχο είδος της θεωρείται το ελληνικό ενδημικό Abies cephalonica, του οποίου locus classicus είναι ο Αίνος. Επίσης, χαρακτηριστικά της υποζώνης είναι και τα δάση Pinus nigra subsp. nigra. Σήμερα, η υποζώνη εκτείνεται στο νησί από το υψόμετρο 550 m, που είναι το χαμηλότερο όριο εμφάνισης του Abies cephalonica, έως τα m, στην κορυφή του Μέγα Σωρού του Αίνου. Τέλος, όσον αφορά τη μαύρη Πεύκη, παρατηρείται μια υπολειμματική παρουσία ατόμων εντός του δάσους της κεφαλληνιακής Ελάτης, στον Αίνο (Efthymiatou-Katsouni & Phitos 2011). 1.3 Χλωρίδα Η Κεφαλονιά, όπως έχει ήδη αναφερθεί, είναι ένα χερσογενές νησί, το οποίο αποχωρίστηκε από την υπόλοιπη Ελλάδα σχετικά πρόσφατα, πριν χρόνια, κατά το Ολόκαινο. Αναμενόμενη είναι λοιπόν η ομοιότητα της Κεφαλληνιακής χλωρίδας με αυτήν της ηπειρωτικής Ελλάδας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο μεγάλος αριθμός των ελληνικών ενδημικών που απαντώνται στην Κεφαλονιά και ο μικρός αριθμός των αποκλειστικών ενδημικών. Έντονη είναι βέβαια και η χλωριδική σύνδεση του νησιού με την Ιταλία και ιδιαίτερα με το όρος Γκάργκανο. Εκτός από τη νησιωτική απομόνωση, η πλούσια χλωρίδα της Κεφαλονιάς, ακόμα και σε σύγκριση με τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου, οφείλεται σε ένα σύνολο παραγόντων. Πιο συγκεκριμένα, υπαίτιοι μπορούν να θεωρηθούν το ορεινό ανάγλυφο του νησιού σε 27

29 συνδυασμό με τις πολυσχιδείς ακτές της, το υγρό κλίμα, τα δάση του Αίνου, οι βάλτοι και οι μικρολίμνες. Η μεγαλύτερη προσπάθεια εξερεύνησης αυτής της χλωρίδας έγινε το 1985 από τους Φοίτος & Damboldt, που δημοσίευσαν κατάλογο με taxa. Από τότε έχουν σημειωθεί κι άλλες απόπειρες με αποτέλεσμα την προσθήκη στον ήδη υπάρχοντα κατάλογο ακόμη 45 taxa από τη Flora Hellenica (Strid & Tan 1997, 2002), 21 από την Ευθυμιάτου-Κατσούνη (2006), 9 από τους Vladimirov & al. (2009) και 11 από την Καραγιάννη (2010). Τίποτα, βέβαια, δεν μπορεί να θεωρηθεί σταθερό, αφού, όπως όλοι οι συγγραφείς εκτιμούν, ο αριθμός των ειδών πρόκειται να αυξηθεί μελλοντικά με νέες έρευνες. Τα παραπάνω είδη ανήκουν σε 4 οικογένειες Πτεριδοφύτων, 2 οικογένειες Γυμνοσπέρμων, 81 οικογένειες Δικότυλων και 18 οικογένειες Μονοκότυλων φυτών (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 2012). Κυρίαρχη οικογένεια είναι τα Asteraceae (Compositae) με ποσοστό 11,09% και ακολουθούν οι οικογένειες Fabaceae (9,86%), Poaceae (9,76%), Caryophyllaceae (5,31%), και οι Orchidaceae και Brassicaceae (4,55%) (Καρακίτσος 2006). 1.4 Ενδημισμός Σε αντίθεση με την πλούσια χλωρίδα που παρουσιάζεται στην Κεφαλονιά, το ποσοστό του ενδημισμού, και ιδιαίτερα των αποκλειστικά ενδημικών ειδών του νησιού, είναι πολύ χαμηλό. Η Κεφαλονιά, όπως και τα υπόλοιπα Ιόνια νησιά, επιδεικνύει αυτόν τον μειωμένο ενδημισμό, ειδικά σε σύγκριση με τα νησιά της Κρήτης και της Καρπάθου, λόγω της πολύ πρόσφατης απομόνωσή της από την ηπειρωτική Ελλάδα. Η ενδημική χλωρίδα των Ιονίων νήσων αριθμεί 26 taxa, τα οποία υπάγονται σε 7 οικογένειες Δικοτύλων και 4 Μονοκοτύλων. Από αυτά, τα 16 φύονται και στην Κεφαλονιά (Πίν. 6). Επίσης, 60 ελληνικά ενδημικά taxa έχουν εντοπιστεί στην Κεφαλονιά (Πίν. 7), ενώ μόνο στον Εθνικό Δρυμό Αίνου φύονται τα 36 από αυτά. Όσον αφορά τα αποκλειστικά ενδημικά, 6 είδη και υποείδη είναι γνωστά μέχρι σήμερα μόνο από την Κεφαλονιά: i) Ajuga orientalis subsp. aenesia (Heldr.) Phitos & Damboldt: το είδος είναι γνωστό από πολλές θέσεις στην οροσειρά του Αίνου και του Ρουδίου, καθώς και από άλλες ορεινές περιοχές. Παρ ότι δεν έχει υπάρξει ακόμα μέχρι και σήμερα καμία σχετική αναφορά, οι Φοίτος & Damboldt (1985) είχαν διατυπώσει την άποψη ότι είναι πολύ πιθανή η ευρύτερη γεωγραφική εξάπλωση του είδους και πέραν της Ελλάδας. ii) Limonium cephalonicum Artelari: αποκλειστικώς ενδημικό είδος του νησιού, φύεται σε βραχώδεις παραθαλάσσιες θέσεις. 28

30 iii) Saponaria aenesia Heldr.: ενδημικό είδος του Αίνου, το οποίο φύεται σε πετρώδεις θέσεις μεταξύ m. iv) Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet: εμφανίζεται σε βραχώδεις και πετρώδεις, ασβεστολιθικές θέσεις επί του Αίνου, σε υψόμετρο m. v) Silene cephallenia Heldr. subsp. cephallenia: το υποείδος εντοπίζεται μόνο στην Κεφαλονιά, σε έναν περιορισμένο πληθυσμό, στους ασβεστολιθικούς κατακόρυφους βράχους στο φαράγγι του Πόρου. vi) Viola cephalonica Bornm.: το είδος προτιμά σχισμές ασβεστολιθικών βράχων και πετρώδεις θέσεις, σε υψόμετρα m. Απαντάται μόνο στο όρος Αίνος. Τα taxa Poa cephalonica H. Scholz και Limonium dambodtianum Artelari & Phitos είχαν αρχικά θεωρηθεί αποκλειστικά ενδημικά είδη της Κεφαλονιάς. Παρ όλα αυτά, το πρώτο εντοπίστηκε επίσης στην Κέρκυρα και τα Ιωάννινα, οπότε θεωρείται πλέον ελληνικό ενδημικό και το δεύτερο καταγράφηκε και στην Λευκάδα, άρα ανήκει στα ενδημικά του Ιονίου (Τρίγκου 2006). Εκτός όμως από τα αποκλειστικά ενδημικά taxa, πολλά είναι και τα ελληνικά ενδημικά taxa ή ενδημικά των Ιονίων νήσων που, όπως φαίνεται και από την ονοματολογία, περιγράφηκαν για πρώτη φορά από την Κεφαλονιά, η οποία συνεπώς αποτελεί γι αυτά τον locus classicus. Παραδείγματα αποτελούν τα Erysimum cephalonicum Polatschek, Astragalus sempervirens subsp. cephalonicus (C. Presl) Asch. & Graebn, Campanula garganica subsp. cephallenica (Feer) Hayek, Poa cephalonica H. Scholz και το Abies cephalonica Loudon. 29

31 Πίνακας 6: Ενδημικά taxa των Ιονίων Nήσων που απαντούν στην Κεφαλονιά. (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 2012). ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ ΤΑΧΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΖΑΚΥΝΘΟΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΙΘΑΚΗ ΛΕΥΚΑΔΑ ΚΕΡΚΥΡΑ ΠΑΞΟΙ- ΑΝΤΙΠΑΞΟΙ ΟΞΕΙΑ 1 Allium ionicum Tzanoud. & Brullo Alliaceae X X X X Ophrys cephalonica (B. & H. Baumann) J. Devillers - Terschuren & P. Devillers Ajuga orientalis L. subsp. aenesia (Heldr.) Phitos & Damboldt Campanula garganica Ten. subsp. cephallenica (Feer) Hayek Orchidaceae X X Lamiaceae X Campanulaceae X X X X 5 Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris Asteraceae X X 6 Cerastium illyricum Ard. subsp. illyricum Caryophyllaceae X X X 7 Galium mixtum Krendl Rubiaceae X X X X 8 Limonium cephalonicum Artelari Plumbaginaceae X 9 Limonium damboldtianum Phitos & Artelari Plumbaginaceae X X 10 Limonium ithacense Artelari Plumbaginaceae X X 11 Limonium saracinatum Artelari Plumbaginaceae X X X 12 Mentha pulegium L. subsp. cephalonica (H. Braun) Kokkini Lamiaceae X X 30

32 13 Saponaria aenesia Heldr. Caryophyllaceae X 14 Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Lamiaceae X Greuter & Burdet 15 Silene cephallenia Heldr. subsp. cephallenia Caryophyllaceae X 16 Stachys ionica Halácsy Lamiaceae X X X X X 17 Thymus holosericeus Celak. Lamiaceae X X 18 Viola cephalonica Bornm. Violaceae X Πίνακας 7: Ελληνικά ενδημικά taxa που απαντούν στην Κεφαλονιά (Ευθυμιάτου-Κατσούνη 2012). TAXA ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΕΝΔΗΜΙΚΟ 1 Allium callimischon Link subsp. callimischon Alliaceae Ελληνικό 2 Allium ionicum Tzanoud. & Brullo Alliaceae Ιονίων 3 Colchicum parlatoris Orph. Colchicaceae Ελληνικό 4 Colchicum sfikasianum Kit Tan & Iatrou Colchicaceae Ελληνικό 5 Crocus boryi Gay subsp. boryi Iridaceae Ελληνικό 6 Crocus hadriaticus Herbert subsp. hadriaticus Iridaceae Ελληνικό 7 Fritillaria mutabilis Kamari Liliaceae Ελληνικό 8 Ophrys cephalonica (B. & H. Baumann) J. Devillers - Terschuren & P. Devillers Orchidaceae Ιονίων 9 Ophrys gottfriediana Renz Orchidaceae Ελληνικό 10 Poa cephalonica H. Scholz Poaceae Ελληνικό 11 Scilla subnivalis (Hal.) Speta Liliaceae Ελληνικό 12 Abies cephalonica J.W. Loudon Pinaceae Ελληνικό 31

33 13 Ajuga orientalis L. subsp. aenesia (Heldr.) Phitos & Damboldt Lamiaceae Κεφαλονιάς 14 Anchusella variegata (L.) Lehm. Boraginaceae Ελληνικό 15 Arenaria guicciardii Heldr. ex Boiss. Caryophyllaceae Ελληνικό 16 Astragalus sempervirens Lam. subsp. cephalonicus (C. Presl) Asch. & Graebner Fabaceae Ελληνικό 17 Biarum tenuifolium (L.) subsp. abbreviatum (Schott) Boyce Araceae Ελληνικό 18 Campanula garganica Ten. subsp. cephallenica (Feer) Hayek Campanulaceae Ιονίων 19 Centaurea spruneri Boiss. & Heldr. subsp. guicciardii (Boiss.) Hayek Compositae Ελληνικό 20 Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris Matthäs Compositae Ιονίων 21 Cerastium candidissimum Correns Caryophyllaceae Ελληνικό 22 Cerastium illyricum Ard. subsp. brachiatum (Lonsing) Jalas Caryophyllaceae Ελληνικό 23 Cerastium illyricum Ard. subsp. illyricum Caryophyllaceae Ιονίων 24 Cymbalaria microcalyx (Boiss.) Wettst. & Prantl subsp. minor (Cuf.) Greuter Scrophulariaceae Ελληνικό 25 Delphinium hellenicum Pawl. Ranunculaceae Ελληνικό 26 Dianthus fruticosus L. subsp. occidentalis Runem. Caryophyllaceae Ελληνικό 27 Erysimum cephalonicum Polatschek Brassicaceae Ελληνικό 28 Galium circae Krendl Rubiaceae Ελληνικό 29 Galium mixtum Krendl Rubiaceae Ιονίων 30 Galium peloponnesiacum Ehrend. & Krendl Rubiaceae Ελληνικό 31 Geocaryum peloponesiacum Engstrand Apiaceae Ελληνικό 32 Heliotropium halacsyi Riedl Boraginaceae Ελληνικό 33 Heptaptera colladonioides Margot & Reuter Apiaceae Ελληνικό 34 Leontodon graecus Boiss. & Heldr. in Boiss. Compositae Ελληνικό 35 Limonium brevipetiolatum Artelari & Erben Plumbaginaceae Ελληνικό 36 Limonium cephalonicum Artelari Plumbaginaceae Κεφαλονιάς 37 Limonium damboldtianum Phitos & Artelari Plumbaginaceae Ιονίων 32

34 38 Limonium ithacense Artelari Plumbaginaceae Ιονίων 39 Limonium saracinatum Artelari Plumbaginaceae Ιονίων 40 Melilotus graecus (Boiss. & Spruner) Lassen Fabaceae Ελληνικό 41 Mentha pulegium L. subsp. cephalonica (H. Braun) Kokkini Lamiaceae Ιονίων 42 Paronychia albanica Chaudhri subsp. graeca Chaudhri Caryophyllaceae Ελληνικό 43 Petrorhagia fasciculata (Margot & Reuter) P.W. Ball & Heywood Caryophyllaceae Ελληνικό 44 Petrorhagia graminea (Sm.) P.W. Ball & Heywood Caryophyllaceae Ελληνικό 45 Saponaria aenesia Heldr. Caryophyllaceae Κεφαλονιάς 46 Scaligeria moreana Engstrand Apiaceae Ελληνικό 47 Scorzonera crocifolia Sm. Compositae Ελληνικό 48 Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet Lamiaceae Κεφαλονιάς 49 Sedum eriocarpum Sm. subsp. epiroticum (Bald.) 't Hart Crassulaceae Ελληνικό 50 Silene cephallenia Heldr. subsp. cephallenia Caryophyllaceae Κεφαλονιάς 51 Silene ionica Halácsy Caryophyllaceae Ελληνικό 52 Stachys ionica Halácsy Lamiaceae Ιονίων 53 Stachys parolinii Vis. Lamiaceae Ελληνικό 54 Teucrium halacsyanum Heldr. Lamiaceae Ελληνικό 55 Thymus holosericeus Čelak. Lamiaceae Ιονίων 56 Veronica chamaedrys L. subsp. chamaedryoides (Bory & Chaub.) M.A. Fischer Scrophulariaceae Ελληνικό 57 Veronica glauca Sibth. & Sm. subsp. peloponnesiaca (Boiss. & Orph.) Maire & Petitm. Scrophulariaceae Ελληνικό 58 Veronica sartoriana Boiss. & Heldr. Scrophulariaceae Ελληνικό 59 Viola cephalonica Bornm. Violaceae Κεφαλονιάς 60 Viola phitosiana Erben Violaceae Ελληνικό 33

35 1.5. Καθεστώς προστασίας Ήδη από το 1962, ο Αίνος αποτελεί Εθνικό Δρυμό, ο οποίος ιδρύθηκε με σκοπό την προστασία του εναπομείναντος δάσους κεφαλληνιακής Ελάτης (Abies cephalonica) και τη διαφύλαξή του από υβριδισμούς. Μέχρι σήμερα, ο εν λόγω Δρυμός συνιστά τον μικρότερο από τους δέκα Εθνικούς Δρυμούς της χώρας ( Παραμένοντας σε εθνικό επίπεδο, τέσσερις περιοχές έχουν χαρακτηριστεί ως Καταφύγια Άγριας Ζωής. Πιο συγκεκριμένα, Καταφύγια αποτελούν οι περιοχές: «Όρος Καστέλι Μπλωστή» (από το 1979), «Φαρσά Κουρουκλάτα Δαυγάτα Δειλινάτα» (από το 1990), «Όρος Άτρος» (από το 1992) και «Νεοχώρι - Κομιτάτα Καρυά» (από το 1996). Σε διεθνές επίπεδο, ο πυρήνας του Εθνικού Δρυμού Αίνου αποτελεί ένα από τα 16 Βιογενετικά Αποθέματα, ενώ έχει επίσης ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Ειδικών Ζωνών «Natura 2000» (Dafis & al. 1996). Εκτός, όμως, από την περιοχή του Εθνικού Δρυμού Αίνου, η οποία αναφέρεται με τον κωδικό GR και ανήκει στο δίκτυο Ειδικής Προστασίας Περιοχών (Special Protection Areas) της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, άλλες τέσσερις περιοχές της Κεφαλονιάς ανήκουν στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Ειδικών Ζωνών «Natura 2000» και είναι οι εξής: «η περιοχή του Καλού Όρους» με κωδικό GR , «η παράκτια θαλάσσια ζώνη από το Αργοστόλι έως τα Βλαχάτα και τον όρμο Μούντα» με κωδικό GR , «οι δυτικές ακτές Κεφαλονιάς Στενό Κεφαλονιάς» με κωδικό GR και τα όρη «Αίνος, Αγία Δυνατή και Καλόν Όρος» με κωδικό GR ( Eικ. 8) Τέλος, αναφέρεται ότι η βορειοανατολική ακτή της Ερίσσου έχει χαρακτηρισθεί περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλους (Καραγιάννη 2010).

36 GR GR GR GR GR Εικόνα 8: Προστατευόμενες περιοχές της Κεφαλονιάς ( 33

37 2. ΒΙΟΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν 12 φυτικά taxa της χλωρίδας της Κεφαλονιάς, τα οποία παρουσιάζονται στον Πίνακα 8, με την περιοχή συλλογής τους, την κατάσταση απειλής και την εξάπλωσή τους. Πίνακας 8: Μελετηθέντα taxa Taxa Περιοχή Συλλογής Κατάσταση Απειλής Εξάπλωση Allium ionicum Μιχάτα, Φαρακλάτα, Πόρος _ Ιόνια Centaurea subciliaris subsp. subciliaris Αίνος _ Ιόνια Cerastium candidissimum Αίνος _ Ελλάδα Saponaria aenesia Αίνος Κινδυνεύον ΕΝ (RDB) Κεφαλονιά Silene ionica Νεροφάγωμα - Μιχάτα _ Ελλάδα Sulla coronaria Λιμένια Πόρου Τρωτό VU Μεσόγειος Scutellaria rupestris subsp. cephalonica Ρούδι Κινδυνεύον ΕΝ (RDB) Κεφαλονιά Stachys parolinii Ρούδι _ Ελλάδα Thymus holosericeus Ρούδι _ Ιόνια Fritillaria messanensis subsp. gracilis Αργοστόλι Τρωτό VU Μεσόγειος Fritillaria mutabilis Ρούδι Τρωτό VU Ελλάδα Cymbalaria microcalyx subsp. minor Αίνος _ Ελλάδα 34

38 ALLIACEAE 1. Allium ionicum Brullo & Tzanoud. Willdenowia 24(1-2): (Εικ. 9, 10, & 11). Μορφολογία Βολβός ωοειδής, x 7-13 mm, που φέρει εσωτερικούς μεμβρανώδεις και υαλώδεις, φρέσκους χιτώνες και εξωτερικούς σκληρούς, χρώματος σκούρου καστανού. Βλαστός μονήρης, ύψους 7-25(-35) cm, ανερχόμενος, με τους τριχωτούς κολεούς των φύλλων να καλύπτουν το 1/3-1/2 του συνολικού μήκους του. Φύλλα 3-5, στενά, γραμμοειδή, τριχωτά (η άνω επιφάνεια σπανίως λεία), χωρίς προεξέχοντα μίσχο, πλάτους 1-1,5 mm. Σπάθη αποτελούμενη από δύο ελαφρώς άνισα μέρη, διμερής, βαλβίδες ελεύθερες, επιμήκης-λογχοειδής, με μήκος μικρότερο της ταξιανθίας. Ταξιανθία ημισφαιρική, με (7-)10-20(-45) άνθη ανθικοί ποδίσκοι άνισοι, μήκους (5- )7-15(-25) mm. Περιγόνιο υποκυλινδρικό, ελαφρά σταμνόμορφο. Τέπαλα επιμήκη μήκους 4-5(- 5,5) mm και πλάτους 1,5-2,2 mm, αμβλέα, λευκά-ρόδινα, με νεύρωση ιώδους χρώματος στη μέση. Στήμονες έγκλειστοι, προεξέχοντες των τεπάλων μόνο μετά την άνθηση, μήκους περίπου 1 mm, νήματα απλά, ενωμένα στη βάση τους με τα τέπαλα, ανθήρες κιτρινωποί μήκους περίπου 1 mm. Ωοθήκη ελλειψοειδής, 2,5-3 x 1,5 mm. Στύλος υπόλευκος. Κάψα τριγωνική, περίπου 4 x 4 mm, με τρεις βαλβίδες. Σπέρματα μαύρα (Brullo & Tzanoudakis 1994). Περίοδος ανθοφορίας: Μάιος Ιούλιος. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 16. Βιότοπος Το είδος αυτό απαντάται σε πετρώδη υποστρώματα, σε πλαγιές με φρύγανα ή ημιεγκαταλελειμμένους ελαιώνες. Γεωγραφική εξάπλωση Το Allium ionicum αποτελεί ενδημικό είδος των Ιονίων Νήσων και εντοπίζεται κυρίως στη Λευκάδα (όπου βρίσκεται ο locus classicus), την Ιθάκη, την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και τις Οξιές (Καμάρη & al. 1998). Επίσης, η παρουσία του έχει αναφερθεί και από τον Αστακό (Tzanoudakis 2000). 35

39 Κατάσταση Πληθυσμών Το είδος συλλέχθηκε από τρεις περιοχές στην Κεφαλονιά (Φαράγγι Πόρου, Μιχάτα, και μεταξύ των χωριών Φαρακλάτα και Δειλινάτα) και μια από την Ζάκυνθο (Μαριές). Σε όλες τις περιοχές της Κεφαλονιάς οι υποπληθυσμοί ήταν εύρωστοι, με πολυπληθέστερο όλων τον υποπληθυσμό που εντοπίστηκε στο χωριό Μιχάτα. Παρά τις προσπάθειες, δεν εντοπίστηκε πληθυσμός στο όρος Ρούδι. Τα άτομα που εντοπίστηκαν ήταν κυρίως σε περιφράξεις αγρών και σε ημι-εγκαταλελειμμένους ελαιώνες. Κίνδυνοι Προτεινόμενα Μέτρα Προστασίας Το είδος χρήζει ιδιαίτερης έρευνας για τον εντοπισμό των θέσεων εμφάνισής του στο νησί, καθώς και συστηματικής μελέτης για τις έντονες μορφολογικές διαφορές που παρουσιάζονται μεταξύ των ατόμων διαφορετικών πληθυσμών (αριθμός ανθέων ανά ταξιανθία, μήκος βλαστού, πυκνότητα τριχιδίων βλαστού). Παρότι οι υποπληθυσμοί που εντοπίστηκαν ήταν εύρωστοι, προτείνεται η παρακολούθηση του είδους, επειδή αποτελεί ενδημικό των νησιών του Ιονίου και ο βιότοπος του είναι ευάλωτος σε ανθρωπογενείς επιδράσεις. Εικόνα 9: Allium ionicum από τις Μαριές Ζακύνθου. Αριστερά: Άτομα στον φυσικό τους βιότοπο. Δεξιά: Καλλιεργημένα άτομα. 36

40 Εικόνα 10: Allium ionicum από τα Μιχάτα Κεφαλονιάς. Αριστερά: Στον βιότοπό του. Δεξιά: Καλλιεργημένα άτομα. Εικόνα 11: Allium ionicum από το φαράγγι του Πόρου Κεφαλονιάς. Άτομα στον φυσικό τους βιότοπο (αριστερά) και καλλιεργημένα (δεξιά). 37

41 ASTERACEAE 2. Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris Fl. Orient. (Boissier) 3: (Εικ. 12). Μορφολογία Πολυετές φυτό, βλαστοί πολυάριθμοι, διακλαδιζόμενοι, ύψους μέχρι 60(-80) cm. Φύλλα βάσης λυροειδή-πτεροειδή, με πλατιά, ωοειδή έως επιμήκη τμήματα, ακραίος λοβός μήκους έως 1/4 του συνολικού μήκους του ελάσματος του φύλλου. Φύλλα βλαστού μικρότερα των φύλλων βάσης, πλάτους έως 2(-2,5) cm, με στενότερα τμήματα. Κεφάλιο ωοειδές, μήκους σπανίως μεγαλύτερου των 13 mm. Σπέρματα τριγωνικά, επιμήκη, 3-3,1 x 1,2-1,7 mm, με γραμμώσεις, φαιά, με πάππο μήκους 1(-1,5) mm. Περίοδος ανθοφορίας: Ιούνιος Αύγουστος. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 2x = 18 & 2n = 4x = 36+1Β. Βιότοπος Το είδος φύεται σε ασβεστολιθικά υποστρώματα, πρανή οδών και εγκαταλελειμμένους αγρούς. Στην Κεφαλονιά, παρ όλο που οι περισσότεροι υποπληθυσμοί του εντοπίζονται σε υψόμετρο m, απαντάται στο όρος Αίνος μέχρι τα m, στην κορυφή της Χιονίστρας. Γεωγραφική εξάπλωση Από τους Καραμπλιάνη & Κωνσταντινίδη (2009) και την Matthäs (1976), έχει προταθεί ότι τα φυτά της Κεφαλονιάς και της Λευκάδας ανήκουν στο τυπικό υποείδος Centaurea subciliaris subsp. subciliaris, ενώ εκείνα από την Ακαρνανία (Στερεά Ελλάδα) στο υποείδος acarnanica Matthäs. Και τα δύο υποείδη θεωρούνται από τους παραπάνω συγγραφείς ενδημικά στις περιοχές εμφάνισής τους. Παρ όλα αυτά, στην ίδια εργασία τονίζεται ότι είναι απαραίτητη η αξιολόγηση των γνωρισμάτων που διαφοροποιούν τα δύο υποείδη για τη σταθερότητα και το γεωγραφικό πρότυπο που παρουσιάζουν. Σε αντίθεση, οι Greuter & Raab-Straube (2008), διέκριναν τα δύο υποείδη και τα χαρακτήρισαν ως δύο διαφορετικά είδη. Μάλιστα, ανέφεραν ως περιοχή εξάπλωσης της Centaurea subciliaris την Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Είναι επομένως εμφανές ότι είναι απαραίτητη περαιτέρω διεξοδική μελέτη γι αυτήν την ομάδα του γένους Centaurea. Στην Κεφαλονιά το είδος εμφανίζεται σε τρεις περιοχές: στα όρη Αίνος και Ρούδι και στα Βαλσαμάτα (Φοίτος & Damboldt 1985). 38

42 Κατάσταση πληθυσμών Η Centaurea subciliaris subsp. subciliaris απαντά στις βόρειες, αλλά και στις νοτιοδυτικές πλαγιές του όρους Αίνος και σχηματίζει ολιγάριθμες ομάδες ατόμων στα πρανή των δρόμων. Ευδοκιμεί, κυρίως, εντός του Εθνικού Δρυμού χάρη στην περίφραξη της περιοχής στην κορυφή της Χιονίστρας, η οποία προστατεύει το είδος από τη βόσκηση. Όσον αφορά την παρουσία του στο Ρούδι, παρουσιάζονται μικρές διασκορπισμένες συστάδες με βόρεια έκθεση, ενώ ένας πυκνός υποπληθυσμός του σχηματίζεται στην κορυφή Γιούπαρη. Τέλος, στην περιοχή των Ομαλών, ο υποπληθυσμός που απαντάται είναι πολύ περιορισμένος. Κίνδυνοι Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Οι υποπληθυσμοί του είδους στην Κεφαλονιά κινδυνεύουν από την έντονη βόσκηση και τη διαπλάτυνση των δρόμων. Επιπλέον, τόσο εντός όσο και εκτός των ορίων του Εθνικού Δρυμού, πολλά άτομα του είδους καταστρέφονται κατά τη θερινή περίοδο στα πλαίσια συντήρησης των αγροτικών και δασικών δρόμων. Επίσης, στη περιοχή των Ομαλών, όπου επικρατούν γεωργικές δραστηριότητες (ελαιώνες και αμπέλια), το είδος δέχεται πολύ έντονες ανθρωπογενείς επιδράσεις. Το taxon αυτό έχει ήδη προταθεί να χαρακτηρισθεί ως Kινδυνεύον (EN) λόγω του ότι πληρούνται τα κριτήρια Β1a, c(ii, iv)+2a, c(ii, iv) της ΙUCN (2001) (Καραγιάννη 2010). Ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η παρακολούθηση των πληθυσμών, ιδιαίτερα εκείνων που δεν προστατεύονται, με περίφραξη και η εξακολούθηση συλλογής σπερμάτων για την Τράπεζα Γενετικού Υλικού του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου. Εικόνα 12: Η Centaurea subciliaris subsp. subciliaris στον φυσικό της βιότοπο, στις νοτιοδυτικές 39 πλαγιές του όρους Αίνος και λεπτομέρεια της ταξιανθίας της (Φωτ.: Γ. Καμάρη).

43 CARYOPHYLLACEAE 3. Cerastium candidissimum Correns Oesterr. Bot. Z. 59: (Εικ. 13). Μορφολογία Πολυετές φυτό σε συστάδες, με ανορθωμένα έως όρθια ανθοφόρα στελέχη μήκους (5-)10-30 cm. Ολόκληρο το φυτό, συμπεριλαμβανομένων των σεπάλων, καλυμμένο με πυκνές, βραχείες, διακλαδιζόμενες, λευκές τρίχες. Φύλλα βλαστού άμισχα, μήκους (6-)12-22 mm, λογχοειδή, με ένα κεντρικό νεύρο. Ταξιανθία κόρυμβος, με 3-7 άνθη. Ποδίσκοι ευθείς, σχεδόν ορθοί. Βράκτια ευρέως ελλειπτικά, κυρτωμένα, αμβλέα, με μεμβρανώδη περιθώρια. Σέπαλα μήκους 4,5-6 mm, ελλειπτικά, αμβλέα. Πέταλα διαιρούμενα έως το 1/3, με εγκόλπωση στο επάνω μέρος, μακρύτερα των σεπάλων. Ωοθήκη λεία. Στύλοι 3. Kάψα διπλάσια του μήκους των σεπάλων, οδόντες ελαφρά καμπτόμενοι. Σπέρματα νεφροειδή, 1,5-2 x 1,5-1,8 mm, πορφυροκάστανα, με μεγάλες θηλές στη ραχιαία επιφάνεια. Περίοδος ανθοφορίας: Μάιος Ιούλιος. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 36. Βιότοπος Το Cerastium candidissimum εμφανίζεται σε βιοτόπους που περιλαμβάνουν ξηρές, βραχώδεις θέσεις, σε αλπικά λιβάδια και ξέφωτα δασών. Εντοπίζεται σε ποικιλία υψομέτρων (600-)1.000 έως m και προτιμά ασβεστολιθικά εδάφη. Γεωγραφική εξάπλωση Το είδος αυτό είναι ενδημικό της Ελλάδας και συναντάται στα όρη της νότιας και κεντρικής Ελλάδας, καθώς επίσης στην Κεφαλονιά και την Εύβοια (Strid 1986, 1997, Georghiou & Delipetrou 2010). Στην Κεφαλονιά εντοπίζεται μόνο στο όρος Αίνος, σε ανώτερα υψόμετρα, σε ολόκληρη την περιοχή της κορυφής της Χιονίστρας, αλλά και νότια σε κατακόρυφους δρόμους δίπλα στο δασικό δρόμο. 40

44 Κατάσταση πληθυσμών Στον Αίνο, οι υποπληθυσμοί του Cerastium candidissimum εμφανίζονται μεταξύ των υψομέτρων m. Το είδος είτε σχηματίζει ομάδες ολιγάριθμων ατόμων είτε εμφανίζεται μεμονωμένα. Σημαντικός αριθμός ατόμων φύεται σε μια περιοχή μικρής έκτασης, αλλά καταφύγιο βρίσκουν κυρίως στην περιφραγμένη περιοχή της Χιονίστρας, όπου είναι τοποθετημένοι και οι αναμεταδότες ραδιοτηλεοπτικών σημάτων. Κίνδυνοι Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Τα άτομα του είδους κινδυνεύουν κυρίως από την έντονη βόσκηση, ώστε μικρό ποσοστό τους καρποφορεί τελικά. Επίσης, μικρός αριθμός σπερμάτων προσβάλλεται από έντομα. Για το είδος αυτό προτείνεται η συνεχής παρακολούθηση, καθώς και η συλλογή σπερμάτων για την Τράπεζα Γενετικού Υλικού του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου. Λόγω της προαναφερθείσας περιορισμένης έκτασης εξάπλωσής του, το Cerastium candidissimum καθίσταται ευάλωτο σε οποιαδήποτε αλλαγή του βιοτόπου του. Εικόνα 13: Cerastium candidissimum στο όρος Αίνος και λεπτομέρεια του άνθους 41 (Φωτ.: Αρχείο Φ.Δ.Ε.Δ. Αίνου).

45 4. Saponaria aenesia Heldr. Atti Congr. Bot. Firenze: (1876) (Εικ. 14). Μορφολογία Μονοετής πόα με βλαστούς μονήρεις ή μερικούς, οι οποίοι είναι συνήθως κατακείμενοι με ανερχόμενο το ανώτερο μέρος τους, αραιώς διακλαδιζόμενοι, λείοι και σπανίως αραιώς τριχωτοί, με αδενώδεις τρίχες στην κορυφή τους. Τα κατώτερα φύλλα επιμήκως σπατουλοειδή, αντιλογχοειδή, αναδιπλούμενα, με κράσπεδα κυματοειδή, λεία, σπανίως με αραιό αδενώδες τρίχωμα. Ταξιανθία βοτρυοειδής, μερικές φορές αραιώς διακλαδιζόμενη. Ποδίσκοι βραχύτεροι από τον κάλυκα, αδενώδεις με τραχύ τρίχωμα, καμπτόμενοι απότομα προς τα κάτω κατά την καρποφορία. Κάλυκας μήκους 6-7 mm, επιμήκης, κυλινδρικός, αδενώδης με τραχύ τρίχωμα και βραχείς αμβλείς οδόντες. Έλασμα πετάλου μήκους 2,5-3 mm, ωχροπόρφυρο, ημικυκλικό, με δύο στεφανιαία τμήματα, απότομα στενούμενος σε γραμμοειδή όνυχα. Κάψα ωοειδής-σφαιρική, βραχύτερη από τον κάλυκα. Σπέρματα 1,8-2,2 mm, σφαιρικά- νεφροειδή, έντονα φυματώδη. Περίοδος ανθοφορίας: Απρίλιος Μάιος. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 28. Βιότοπος Το είδος αυτά προτιμά ορεινές, σκιαζόμενες ή μη, ασβεστολιθικές περιοχές σε υψόμετρο που κυμαίνεται από m. Εντοπίζεται σε μικρές ομάδες ατόμων σε παρυφές δασικών δρόμων ή χωματόδρομων και ορεινά βοσκοτόπια είτε με χαμηλή ποώδη βλάστηση είτε γυμνά και άδενδρα. Στη θέση Διάσελο του όρους Δάφνη, το είδος φύεται μέσα σε θύλακα χαμηλών θάμνων εξαιτίας της υπερβόσκησης (Κατσούνη & al. 2009α). Γεωγραφική εξάπλωση Η Saponaria aenesia αποτελεί στενότοπο ενδημικό είδος της Κεφαλονιάς. Απαντάται σε δύο θέσεις, εντός του Εθνικού Δρυμού και πλησίον της μονής Αγ. Γεράσιμου (Φοίτος & Damboldt 1985), ενώ πιο πρόσφατα εντοπίστηκε από την Ευθυμιάτου-Κατσούνη (2006) και στα όρη Μανολάτι (σε υψόμετρο 680 m), Δάφνη (σε υψόμετρο 800 m), Ευμορφία (σε υψόμετρο 910 m), Αγ. Δυνατή (σε υψόμετρο 900 m), Ρούδι (σε υψόμετρο 900 m) και Δάφνη Διλινάτων (σε υψόμετρο 800 m). Επίσης, στα πλαίσια του προγράμματος «Υποβοήθηση στην καταγραφή, παρακολούθηση και αειφόρο διαχείριση της χλωρίδας του Εθνικού Δρυμού Αίνου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής του Νομού Κεφαλονιάς-Ιθάκης» που υλοποιείται, στον Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού 42

46 Αίνου στα πλαίσια της μελέτης της βιοποικιλότητας, από την ομάδα του Παν/μιου Πατρών (Επ. Υπ. κ. A. Τηνιακού) καταγράφηκε ένας ακόμη υποπληθυσμός στη θέση Κισσός του όρους Αίνος. Τέλος, κατά την επίσκεψή μας στο νησί τον Ιούνιο του 2013, ανευρέθηκε και ένα μεμονωμένο άτομο στην τοποθεσία Νεροφάγωμα, η παρουσία του οποίου αποδίδεται σε υδάτινα ρεύματα που το παρέσυραν από τα ανώτερα επίπεδα του όρους Αίνου (Λιβανίου-Τηνιακού & al. 2012). Κατάσταση πληθυσμών Η Saponaria aenesia παρουσιάζεται αραιά και διάσπαρτα στις περισσότερες θέσεις. Δεν συγκροτεί μεγάλο ενιαίο πληθυσμό, αλλά εμφανίζεται συνήθως με 3-4 (-10) άτομα. Ο πληθυσμός που καταμετρήθηκε με τα περισσότερα άτομα ανήκει στη θέση Κισσός (163 άτομα), αλλά μεταξύ αυτών δεν σημειώθηκε κανένα ώριμο άτομο. Κίνδυνοι Απειλές Το είδος κινδυνεύει λόγω της καταστροφής του βιοτόπου του από την εντατική ή παράνομη βόσκηση, καθώς και από τις αλλεπάλληλες πυρκαγιές. Σε συνδυασμό με την προαναφερθείσα διακεκομμένη παρουσία, το είδος έχει ήδη προταθεί να χαρακτηρισθεί ως Κινδυνεύον (ΕΝ) σύμφωνα με τα κριτήρια Β2b(ii),c(ii), C1 και D της IUCN (2001). Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Οι περισσότερες θέσεις ευρέσεως του είδους είναι εκτός Εθνικού Δρυμού, σε βοσκοτόπια ή ιδιωτικές δασικές εκτάσεις, γι αυτό είναι δύσκολη η προστασία του στη φύση. Ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η συλλογή σπερμάτων για την ex situ διατήρησή του στην Τράπεζα Γενετικού Υλικού του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου. Επίσης, είναι απαραίτητη η συστηματική παρακολούθηση όλων των υποπληθυσμών του. Τέλος, με αφορμή και τα τελευταία αποτελέσματα του προγράμματος «Υποβοήθηση στην καταγραφή, παρακολούθηση και αειφόρο διαχείριση της χλωρίδας του Εθνικού Δρυμού Αίνου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής του Νομού Κεφαλονιάς- Ιθάκης» για την απουσία ώριμων ατόμων, κρίνεται αναγκαίος ο χαρακτηρισμός του είδους σε κρισιμότερη κατάσταση απειλής 43

47 Εικόνα 14: Η Saponaria aenesia στον φυσικό της βιότοπο, στο όρος Αίνος (επάνω) & λεπτομέρειες ανθους και καρπών από καλλιεργημένο άτομο (κάτω). 44

48 5. Silene ionica Halácsy Consp. Fl. Graec. 1(1): (Εικ. 15). Μορφολογία Πολυετές φυτό, με ξυλώδη βάση. Στελέχη ύψους cm, δισχιδώς διακλαδιζόμενα. Φύλλα βάσεως που σχηματίζουν ρόδακα, ωοειδή-κυκλικά με έντονες λευκές ποικιλοχρωμίες. Φύλλα βλαστού βρακτιόμορφα, λογχοειδή. Άνθη λίγα σε ακραία, ισχυρά ασύμμετρα διχάσια καταλήγοντα σε ένα άνθος. Ποδίσκοι μήκους 5-10 mm. Λέπια στεφάνης μικρά, μήκους έως 0,3 mm, λοβοί μήκους έως 2 mm. Στήμονες μακρύτεροι της στεφάνης. Κάψα μήκους 6-8 mm. Σπέρματα 1-1,2(-1,4) x 1,2-1,5(-1,8) mm, ερυθροκάστανα και καστανά-φαιά, με φυμάτια σε ημικυκλικές σειρές σε ολόκληρη την επιφάνεια, ± επίπεδα πλευρικώς, με αποστρογγυλωμένες έως αμβλείες τρόπιδες. Περίοδος ανθοφορίας: Μάιος Ιούλιος Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 24. Βιότοπος Στους βιοτόπους του είδους Silene ionica περιλαμβάνονται γυμνές πλαγιές με χαλαρά κροκκαλοπαγή, σε υψόμετρο m. Γεωγραφική εξάπλωση Το Silene ionica αποτελεί ελληνικό ενδημικό είδος, το οποίο απαντάται στη Στερεά Ελλάδα και την Κεφαλονιά (Φοίτος & Damboldt 1985, Greuter 1997, Georghiou & Delipetrou 2010). Στην Κεφαλονιά, σημειώνονται δύο υποπληθυσμοί, ένας στο όρος Αίνος και ένας στην περιοχή των Ομαλών (Αγ. Γεράσιμος). Πρόσφατα ανευρέθηκε ένας ακόμη υποπληθυσμός στην στην τοποθεσία Νεροφάγωμα στις ΝΔ πλαγιές του όρους Αίνος. Κατάσταση πληθυσμών Στις ΝΔ πλαγιές του όρους Αίνος, σε υψόμετρο 499 m, σχηματίζεται ένας ακμαίος πληθυσμός, στη θέση Νεροφάγωμα, ο οποίος προφανώς προέρχεται από τη μεταφορά σπερμάτων με υδροχωρία από υψηλότερα υψόμετρα. 45

49 Κίνδυνοι Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Ο πληθυσμός παρουσιάζει ελαφρά σημάδια προσβολής από έντομα. Παρ όλα αυτά προτείνεται η παρακολούθηση του πληθυσμού και του βιοτόπου του, επειδή το είδος παρουσιάζει γενικότερα περιορισμένη περιοχή εξάπλωσης, μόνο στην Κεφαλονιά και τη Στερεά Ελλάδα. Εικόνα 15: Βιότοπος του είδους Silene ionica στη θέση 'Νεροφάγωμα' (επάνω), νεαροί ρόδακες του είδους (αριστερά) και ώριμο άνθος (δεξιά). 46

50 FABACEAE 6. Sulla coronaria (L.) Medik. (=Hedysarum coronarium L.) Sp. Pl. 2: (Εικ. 16). Μορφολογία Πολυετές φυτό, μήκους cm, που φέρει τριχίδια. Ζεύγη φυλλαρίων 3-5, αρτιόληκτα, x mm, ελλειψοειδή έως ωοειδή-σφαιρικά, λεία ή σχεδόν λεία στην επάνω επιφάνεια, έντονα τριχωτά στην κάτω. Ταξιανθία βότρυς, πυκνός, με 10 έως 35 μασχαλιαία άνθη. Κάλυκας κωδωνοειδής, αραιά έως πυκνά τριχωτός, με πέντε οδόντες σχεδόν ίδιου μήκους μεταξύ τους και με τον σωλήνα. Στεφάνη mm, έντονα ερυθρή έως ερυθροϊώδης. Καρποί χέδρωπες, λίγο ή πολύ συμπιεσμένοι, πολύχωροι μέχρι 4(-8) τμήματα, φέροντες 2-4 μικρές άκανθες. Σπέρμα ένα σε κάθε τμήμα. Περίοδος ανθοφορίας: Μάιος Ιούνιος. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 16. Βιότοπος Στους βιοτόπους του είδους Sulla coronaria περιλαμβάνονται ασβεστολιθικά και αργιλώδη εδάφη, ξηροί μεσογειακοί θαμνώνες, ακαλλιέργητα λιβάδια και παράκτιες περιοχές από το ύψος της θάλασσας μέχρι τα m (Chrtkova-Zertova 1968). Γεωγραφική εξάπλωση Το είδος απαντάται στην ευρύτερη περιοχή της κεντρικής και δυτικής Μεσογείου ως αυτόχθον, αλλά και στην ανατολική ως εγκλιματισμένο νεόφυτο. Στην Ελλάδα ως αυτοφυές είναι γνωστό από την Κεφαλονιά και τη Ρόδο ( Κατάσταση πληθυσμών Στην Κεφαλονιά, εντοπίζεται ένας μόνο αυτοφυής πληθυσμός στο χωριό Λιμένια, μεταξύ Πόρου και Σκάλας. Σε επίσκεψη στο νησί κατά τον Ιούνιο του 2013, ο πληθυσμός εντοπίστηκε κατά πολύ μειωμένος και περιορισμένος, στη μια μόνο πλευρά του παράκτιου δρόμου. 47

51 Κίνδυνοι Απειλές Ο προαναφερθείς πληθυσμός βρέθηκε εξαιρετικά μειωμένος εξαιτίας έργων για την επισκευή και διαπλάτυνση του δρόμου. Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Το είδος δεν υπόκειται σε κανένα είδος προστασίας, ιδίως επειδή αποτελεί ένα εξαιρετικά κοινό είδος στην Ευρώπη, καλλιεργούμενο ως ζωοτροφή, καλλωπιστικό, χρήσιμο στη διατροφή του ανθρώπου και την ιατρική. Συμπεριλαμβάνεται δε στον Εθνικό κατάλογο Ποικιλιών Καλλιεργούμενων Φυτικών Ειδών της Χώρας και τον Κοινοτικό Κατάλογο των κρατών μελών της ΕΕ. Παρ όλα αυτά, κρίνεται σημαντική η παρακολούθησή του, επειδή συνιστά έναν από τους σπάνιους αυτοφυείς πληθυσμούς στην Ελλάδα. Επίσης, προτείνεται η συστηματική έρευνα για τον εντοπισμό άλλων πληθυσμών στο νησί. Εικόνα 16: Sulla coronaria από τα Λιμένια Κεφαλονιάς. Επάνω: Ταξιανθία και λεπτομέρεια του άνθους. 48 Κάτω: Φυσικός βιότοπος του είδους και ταξικαρπία.

52 LABIATAE 7. Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet Willdenowia 14: (Εικ. 17). Μορφολογία Πολυετής πόα με βλαστούς ανυψούμενους, μήκους έως 20 cm. Φύλλα βλαστού ωοειδή έως τριγωνικά με αραιώς δαντελωτά έως πριονωτά περιθώρια, μίσχος 4-7 mm, έλασμα x 8-12 mm. Κατώτερο μέρος του βλαστού χνοώδες με τρίχες σχεδόν κατακείμενες, ανώτερο τμήμα και ταξιανθία με τρίχες ορθές, μακρείς, μη αδενώδεις ανάμικτες με αδενώδεις. Μεσογονάτια διαστήματα ταξιανθίας 5-10 mm. Βράκτια ωοειδή-λογχοειδή 3-6 x 2-3 mm. Στεφάνη μήκους mm, το ανώτερο μέρος του σωλήνα και το ανώτερο χείλος ελαφρώς ρόδινα, η βάση του σωλήνα ημίλευκη, το κατώτερο χείλος ημίλευκο με ευδιάκριτη νεύρωση, χωρίς στίγματα. Σπέρματα 1,5-1,7 x 1 mm, ελλειψοειδή, καστανά, με ρηχά βοθρία σε ολόκληρη την επιφάνεια. Περιοχή ομφαλού ανοιχτή καστανή. Περίοδος ανθοφορίας: Τέλη Μαΐου Ιούλιος (Σεπτέμβριος). Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 34. Βιότοπος Το υποείδος φύεται σε ανοικτές, μη σκιερές, ασβεστολιθικές, βραχώδεις ή χαλικώδεις θέσεις, σε παρυφές οδών ή εντός συστάδων Abies cephalonica. Το υψόμετρο εμφάνισής του κυμαίνεται μεταξύ 805 και m. Γεωγραφική εξάπλωση Πρόκεται για ενδημικό taxon το οποίο εντοπίζεται αποκλειστικά στην Κεφαλονιά, στο όρος Αίνος και σε δύο μόνο περιορισμένες θέσεις της κορυφής Ρούδι. Ο Βλάχος (2006) ανέφερε την εμφάνιση της Scutellaria rupestris subsp. cephalonica στο όρος Μπούμιστος (Ακαρνανία). Παρ όλα αυτά, τα αντίστοιχα δείγματα, τα οποία βρίσκονται κατατεθημένα στο Βοτανικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Πατρών (UPA), εξετάσθηκαν εκ νέου. Εκτός του ότι οι ετικέτες δηλώνουν πως τα φυτά ανήκουν στο υποείδος Scutellaria rupestris subsp. parnassica, τα μορφολογικά γνωρίσματά τους επίσης δεν συμφωνούν με την περιγραφή του υποείδους Scutellaria rupestris subsp. cephalonica. 49

53 Κατάσταση πληθυσμών Το taxon εμφανίζεται σε αρκετές θέσεις εντός του Δρυμού. Παρ όλα αυτά, στην πλειοψηφία τους οι θέσεις αριθμούν εξαιρετικά λίγα άτομα. Ως κύριοι υποπληθυσμοί θεωρούνται οι θέσεις Αμπελάκι και Χιονίστρα. Σύμφωνα με τους Κατσούνη & al. (2009b), το υποείδος είχε παλαιότερα εντοπιστεί και στη θέση Κισσός. Σήμερα όμως ο συγκεκριμένος υποπληθυσμός έχει πλέον εξαφανισθεί. Κίνδυνοι Απειλές Οι υποπληθυσμοί της Scutellaria rupestris subsp. cephalonica κινδυνεύουν εξαιρετικά από την παράνομη βόσκηση και τις χωματουργικές εργασίες. Καθώς τα πρανή των δρόμων αποτελούν κύρια σημεία εμφάνισής του, το taxon απειλείται από ανθρώπινες παρεμβάσεις που σχετίζονται με τη διάνοιξη δρόμων και ιδιαίτερα από τα εκχιονιστικά μηχανήματα. Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Λόγω της υπερβόσκησης και των ενεργειών για τον καθαρισμό και τη συντήρηση των δρόμων, το υποείδος έχει χαρακτηρισθεί ως Κινδυνεύον με βάση τα κριτήρια B1a,b,c+2a,b,c και C1+2b της IUCN (2001). Σύμφωνα όμως με το πρόγραμμα «Υποβοήθηση στην καταγραφή, παρακολούθηση και αειφόρο διαχείριση της χλωρίδας του Εθνικού Δρυμού Αίνου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής του Νομού Κεφαλονιάς-Ιθάκης», προτείνεται ο χαρακτηρισμός του ως Κρισίμως Κινδυνεύον. Επίσης, κρίνεται απαραίτητη η συνέχιση της παρακολούθησης, η συλλογή σπερμάτων και η επανεισαγωγή αναπαραγόμενων ατόμων στους φυσικούς βιοτόπους. 50

54 Εικόνα 17: Scutellaria rupestris subsp. cephalonica στο όρος Αίνος (Φωτ.: Αρχείο Φ.Δ.Ε.Δ. Αίνου). 51

55 8. Stachys parolinii Vis. Mem. Reale Ist. Veneto Sci. i.: (1843) (Εικ. 18). Μορφολογία Πολυετές φυτό. Στελέχη όρθια ή ανορθούμενα με ισχυρά καμπτόμενες τρίχες. Φύλλα x 7-20 mm, λογχοειδή ή ελλειπτικά. Ταξιανθίες με 4-6 άνθη ανά σπόνδυλο. Κάλυκας 9-10 mm, πυκνά και ισχυρά τριχωτός, με βραχείες αδενώδεις τρίχες, με oδόντες ελαφρώς άνισους, οι ανώτεροι 2 περίπου ίσοι με τον σωλήνα. Στεφάνη με ανώτερο χείλος μήκους περίπου 4 mm και κατώτερο μήκους 9-10 mm. Σπέρματα 2-2,8 x 1,5-1,8 mm, ελλειψοειδή, κεραμιδόμορφα, καστανά. Περίοδος ανθοφορίας: Τέλος Απριλίου Ιούνιος (-Ιούλιος). Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 34. Βιότοπος Ο βιότοπος του Stachys parolinii περιλαμβάνει πλαγιές, πετρώδεις ή βραχώδεις, ασβεστολιθικές θέσεις σε μακκία ή φρύγανα, ελαιώνες και υψόμετρο που κυμαίνεται από 10 έως 900 m. Γεωγραφική εξάπλωση Πρόκειται για ελληνικό ενδημικό, το οποίο εξαπλώνεται σε Β. Πελοπόννησο, Ν. Στερεά Ελλάδα (μεταξύ Αντιρρίου και Μεσολογγίου, Ναύπακτο) και τα Ιόνια Νησιά (Κεφαλονιά, Λευκάδα) (Georghiou & Delipetrou 2010). Στην Κεφαλονιά, το είδος αυτό αναφέρεται από τους Φοίτος & Damboldt (1985) από πολλές κεντρικές θέσεις, αλλά και στα νοτιοανατολικά του νησιού, στον Πόρο. Κατάσταση πληθυσμών Όπως αναφέρεται από την Καραγιάννη (2010), τα άτομα του είδους εμφανίζονται μέσα στον Δρυμό σε ομάδες λιγοστών ή μερικών δεκάδων ατόμων. Κίνδυνοι Απειλές Ιδιαίτερα οι ταξικαρπίες του είδους Stachys parolinii αποτελούν πόλο έλξης των κτηνοτροφικών ζώων, με αποτέλεσμα το είδος να περιορίζεται στις κατακόρυφες βραχώδεις θέσεις, στις οποίες βρίσκει καταφύγιο από τη βόσκηση. 52

56 Μέτρα προστασίας Προτείνεται η προστασία του είδους και ο περιορισμός της βόσκησης με στόχο την εξάπλωσή του. Επίσης, σημαντική κρίνεται και η μελέτη για την οικολογία του είδους. Εικόνα 18: Βιότοπος του Stachys parolinii στο όρος Αίνος (επάνω) και λεπτομέρεια της ταξιανθίας (κάτω). 53

57 9. Thymus holosericeus Čelak Oesterr. Bot. Z. 37: 266. in obs (Εικ. 19 & 20). Μορφολογία Πολυετές φυτό, ύψους έως 10 cm, ξυλώδες στη βάση, σε συστάδες. Ανθοφόρα στελέχη ύψους 3-6 cm, με μεσογονάτια διαστήματα εμφανώς βραχύτερα των φύλλων, με λεπτές μαλακές όρθιες τρίχες. Φύλλα x 1,5-2 mm, στενά αντιλογχοειδή, οξύληκτα, συχνά με οδοντώσεις, θηλωτά. Ταξιανθία πυκνό, επίμηκες κεφάλιο. Βράκτια περίπου 9 x 4 mm, ωοειδή, οξύληκτα, ελαφρώς γλαυκοπράσινα. Κάλυκας 4-5 mm, σωλήνας περισσότερο ή λιγότερο κυλινδρικός, θηλωτός έως τριχωτός. Στεφάνη 7-9 mm, ρόδινη έως πορφυροϊώδης. Σπέρματα 1 x 0,8-1 mm, σφαιρικά, ερυθροκάστανα. Περίοδος ανθοφορίας: Ιούνιος αρχές Ιουλίου. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 28. Βιότοπος Το είδος Thymus holosericeus φύεται σε ανοικτές και πετρώδεις θέσεις ανάμεσα σε αραιή μακκία βλάστηση και φρύγανα. Στην Κεφαλονιά, όπως και τη Λευκάδα, οι πληθυσμοί εντοπίζονται σε υψόμετρα μεγαλύτερα των 800 m (Τρίγκου 2006). Γεωγραφική εξάπλωση Πρόκειται για ενδημικό είδος των Ιονίων Νήσων, το οποίο συγκεκριμένα εντοπίζεται στη Λευκάδα, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο) (Georghiou & Delipetrou 2010). Στην Κεφαλονιά έχουν αναφερθεί πέντε σημεία εμφάνισης του Thymus holosericeus. Συγκεκριμένα, απαντά στα όρη Αίνος, Ρούδι, Καλόν Όρος, Φάλαρη και στην περιοχή Άσσος (Φοίτος & Damboldt 1985). Κατάσταση πληθυσμών Κίνδυνοι Μικρό μέρος των υποπληθυσμών του είδους, εκείνο που εντοπίζεται στα πρανή των δρόμων, επηρεάζεται από τις εργασίες συντήρησης των δασικών οδών. Ευτυχώς, όμως, το είδος δεν φαίνεται να κινδυνεύει από τη βόσκηση, παρ όλο που φύεται σε περιοχή έντονης βόσκησης. 54

58 Μέτρα προστασίας Προτείνεται η παρακολούθηση του είδους και η προσπάθεια ανεύρεσής του και σε άγνωστες μέχρι σήμερα περιοχές. Παρ ότι δεν υπάρχει επιτακτική ανάγκη για προστασία, τα μέτρα προτείνονται επειδή πρόκειται για ενδημικό είδος με μεγάλη οικονομική αξία (καλλωπιστική, γεωργική, μαγειρική χρήση). Εικόνα 20: Άτομα του Thymus holosesriceus στο όρος Αίνος (Φωτ.: Αρχείο Φ.Δ.Ε.Δ. Αίνου). 55 Εικόνα 20: Thymus holosericeus σε ανθοφορία, στο όρος Αίνος (Φωτ.: Αρχείο Φ.Δ.Ε.Δ. Αίνου).

59 LILIACEAE 10. Fritillaria messanensis Rafin. subsp. gracilis (Ebel) Rix Desv. Journ. Bot. iv.: (Εικ. 21 & 22). Μορφολογία Βολβός σχεδόν σφαιρικός έως σφαιρικός, διαμέτρου μέχρι 2(-2,5) cm. Βλαστός ύψους μέχρι 60 cm, γλαυκοπράσινος. Φύλλα πλάτους (0,4-)0,6-0,8(-1) cm και μήκους 6-9(-13) cm, γλαυκοπράσινα, γραμμικά έως στενά λογχοειδή, συχνά σχεδόν όρθια, τα ανώτερα συνήθως κατ εναλλαγή. Άνθη μήκους 2,2-2,8(-3,3) cm, καμπανουλοειδή έως κυλινδρικά, καφέ έως σκούρα πορφυρά καστανά εξωτερικά, σπάνια με μωσαϊκό ή με αμυδρό μωσαϊκό, συνήθως χωρίς κιτρινοπράσινη φάσα, χρώματα απαλότερα στο εσωτερικό. Εξωτερικά τμήματα περιανθίου ωοειδή-λογχοειδή, συνήθως οξύληκτα, 2,2-4(-4,5) x (0,9-)1-1,6 cm εσωτερικά τμήματα περιάνθιου απεστρογγυλωμένα, πλάτους 1,2-1,9(-2,2) cm. Νεκτάρια πλάτους 0,4-0,6 cm και μήκους 0,5-0,8(-9) cm, ωοειδή, πράσινα έως καστανά-πράσινα, τοποθετημένα 0,4-0,5 cm πάνω από τη βάση των τεπάλων. Νήματα μέχρι 1(-1,3) cm, σπάνια θηλώδη. Στύλος 1-1,3 cm, 3-σχιδής κατά το 1/3 ή περισσότερο του μισού, λείος. Κάψουλα κυλινδρική, χωρίς πτερύγια. Περίοδος ανθοφορίας: Μάρτιος Απρίλιος. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 24. Βιότοπος Το υποείδος αυτό συναντάται σε πετρώδη, ασβεστολιθικά υποστρώματα, σε θαμνώνες, ελαιώνες, αλλά και ανοίγματα δασών, με το υψόμετρο να κυμαίνεται από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα υποαλπικά λιβάδια της Κεφαλονιάς. Γεωγραφική εξάπλωση Η Fritillaria messanensis subsp. gracilis παρουσιάζει μια καθαρά Αδριατικο-Ιόνιο εξάπλωση, αφού η παρουσία της έχει καταγραφεί στα Ιόνια Νησιά (Λευκάδα, Ιθάκη, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος), τη Στερεά Ελλάδα (Μπούμιστος), το Μαυροβούνιο (Μοντενέγκρο) και την Β. Αλβανία (Kamari 1991b, Κamari & Phitos 2006). 56

60 Κατάσταση πληθυσμών Το taxon αυτό απαντάται σε πολλά σημεία στο νησί της Κεφαλονιάς, στον Αίνο, το Ρούδι, αλλά και σε χαμηλότερα υψόμετρα στη Σάμη και το Αργοστόλι. Οι πληθυσμοί του είναι μικρού έως μεσαίου μεγέθους, κυρίως λόγω της αδυναμίας παραγωγής σπερμάτων, εξαιτίας της υπερβόσκησης του (τρώγονται κυρίως τα άνθη του, λόγω των νεκταρίων τα οποία φέρουν). Κίνδυνοι Απειλές Παρ ότι είναι αρκετά κοινό στο νησί, το υποείδος αποτελεί πόλο έλξης των κτηνοτροφικών ζώων και συνήθως τα άνθη δεν προλαβαίνουν να προχωρήσουν σε καρποφορία εξαιτίας της έντονης βόσκησης. Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Το υποείδος αυτό δεν υπόκειται σε κανένα μέτρο προστασίας. Παρ όλα αυτά, προτείνεται η συστηματική παρακολούθησή του και πιθανότατα και η περίφραξη του για την προστασία του από τα κτηνοτροφικά ζώα. Επίσης, προτείνεται η αλλαγή του status του, ώστε να συμπεριληφθεί στα προστατευόμενα είδη. Εικόνα 21: Καλλιεργημένο άτομο Fritillaria messanensis subsp. gracilis από την Κεφαλονιά. 57

61 Εικόνα 22: Fritillaria messanensis subsp. gracilis από την Κεφαλονιά, κοντά στο χωριό Φαρακλάτα (Φωτ.: Αρχείο Φ.Δ.Ε.Δ. Αίνου). 58

62 11. Fritillaria mutabilis Kamari Mountain Fl. Greece [Kamari in Strid & Tan (eds)] 2: (Εικ. 23 & 24). Μορφολογία Βολβός διαμέτρου μέχρι 1,5 cm. Βλαστός μέχρι 20 cm, λεπτός. Φύλλα 4-7(-9), πράσινα ή ανοιχτά πράσινα, όχι γλαυκά. Τα χαμηλότερα 3-7(-9) x 0,7-1,7(-2,4) cm, συνήθως αντίθετα ή σπάνια σχεδόν αντίθετα, λογχοειδή. Μεσαία συνήθως σχεδόν αντίθετα ή κατ εναλλαγήν. Ανώτερα 2-4(-6) x 0,2-0,5 cm, γραμμικά έως στενά λογχοειδή, συνήθως 1-2, σπάνια σε σπόνδυλο ανά 3. Άνθος (άνθη) 1(-2), ευρέως κωδωνοειδή, πορφυροειδή έως καστανά σκούρα, ευκρινώς ή ελαφρότερα στικτά εξωτερικά, ακόμα και στη φαρδιά πράσινη λωρίδα (φασκιά). Εξωτερικά τμήματα x 7-10(-13) mm, επιμήκη ή λογχοειδή, μυτερά ή αμβλεία. Εσωτερικά τμήματα πλάτους 10-14(-17) mm, αντωοειδή. Νεκτάρια 2-4(-6) x 1-2(-3) mm, τριγωνικά έως στενά ωοειδή, σε απόσταση 4-6 mm από τη βάση των τμημάτων, σκούρα καφέ ή πράσινα με καφέ βάση. Νήματα 7-12 mm, συνήθως ελαφρά και αραιά θηλώδη, μερικές φορές πιο πυκνά θηλώδη. Στύλος 7-10 mm, σχεδόν μέχρι την μέση διακλαδισμένος (3-fid), συνήθως ελαφρά και αραιά θηλώδης. Κάψα υποσφαιρική ως κυλινδρική, χωρίς πτερύγια, μήκους μέχρι 2,5 cm. Περίοδος ανθοφορίας: Απρίλιος - Ιούνιος ανάλογα με το υψόμετρο. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 24. Βιότοπος Το είδος προτιμά πετρώδεις πλαγιές με μακκία βλάστηση ή αλπικά, υποαλπικά λιβάδια και ξέφωτα δασών Abies cephalonica. Εμφανίζεται κυρίως σε ασβεστολιθικά, σχιστολιθικά και σπανιότερα οφιολιθικά υποστρώματα, σε υψόμετρο (400-) m (Kamari 1991a,b). Γεωγραφική εξάπλωση Η Fritillaria mutabilis είναι ελληνικό ενδημικό και φύεται στα όρη της Β. Πελοποννήσου, Στερεάς Ελλάδας, στη Ν. Πίνδο και τα Ιόνια Νησιά (Κεφαλονιά και Λευκάδα) (Georghiou & Delipetrou 2010). Στην Κεφαλονιά, η Fritillaria mutabilis εμφανίζεται σε τρεις θέσεις στο Ρούδι, συγκεκριμένα βόρεια και νότια της κορυφής Γιούπαρη και στη θέση Θέας και σε πέντε θέσεις στον Αίνο: στη Μονή Υπεραγίας Θεοτόκου Αγριλίων και στις ανατολικές και νοτιοανατολικές πλαγιές του Αίνου, στις θέσεις Ρίζα, Πράσινο Πορτόνι και στο Μονοπάτι Διγαλέτου-Μέγα Σωρού. 59

63 Κατάσταση πληθυσμών Το είδος αξιολογήθηκε πρόσφατα, ύστερα από παρακολούθηση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του προγράμματος Υποβοήθηση στην καταγραφή, παρακολούθηση και αειφόρο διαχείριση της χλωρίδας του Εθνικού Δρυμού Αίνου, αλλά και της ευρύτερης περιοχής του Νομού Κεφαλονιάς- Ιθάκης, ο μεγαλύτερος υποπληθυσμός βρίσκεται στη θέση Πράσινο Πορτόνι και αριθμεί 127 άτομα (Λιβανίου-Τηνιακού & al. 2012). Κίνδυνοι Απειλές Οι πληθυσμοί της Fritillaria mutabilis κινδυνεύουν εξαιρετικά από την έντονη βόσκηση. Σε επίσκεψή μας στον Αίνο κατά τον μήνα Ιούνιο του 2013, δεν ανευρέθηκε κανένα ανθισμένο, αλλά ούτε και με καρπούς άτομο. Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η εξακολούθηση της παρακολούθησης και καταγραφής του είδους. Επίσης, προτείνεται η περίφραξη του υποπληθυσμού που βρίσκεται στο Πράσινο Πορτόνι, ο οποίος αποτελεί και τον μεγαλύτερο όλων. Το μέτρο της περίφραξης έχει άλλωστε αποδειχθεί αποτελεσματικό σε ανάλογα προβλήματα βόσκησης. Τέλος, θεωρείται πως το είδος πληροί τα κατάλληλα κριτήρια της IUCN ώστε να χαρακτηρισθεί ως Κρισίμως Κινδυνεύον για την Κεφαλονιά. Στη Στερεά Ελλάδα (Βαρδούσια, Γκιώνα, Παρνασσός κ.λπ.) το είδος δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως Κρισίμως Κινδυνεύον, αλλά ως Τρωτό διότι εκεί ανθίζει πριν την άνοδο των αιγοπροβάτων. Εικόνα 23: Άτομα της Fritillaria mutabilis από το όρος Αίνος, στη θέση Πράσινο Πορτόνι και λεπτομέρεια του άνθους της (Φωτ.: Αρχείο Φ.Δ.Ε.Δ. Αίνου). 60

64 Εικόνα 24: Fritillaria mutabilis στο όρος Ρούδι, στη θέση Θέα (Φωτ.: Γ. Καμάρη). 61

65 SCROPHULARIACEAE 12. Cymbalaria microcalyx (Boiss.) Wettst. subsp. minor (Cuf.) Greuter Nat. Pflanzenfam. [Engler & Prantl] iv. 3b.: (Εικ. 25). Μορφολογία Στελέχη και φύλλα τριχωτά. Στελέχη μήκους έως 25 cm, μεσαία και ανώτερα μεσογονάτια διαστήματα περίπου άνισα. Φύλλα έως 10 x 15 mm, συνήθως κατ εναλλαγήν, νεφροειδή έως ημικυκλικά, ακέραια ή με 3(-5) λοβούς, οι οποίοι συνήθως είναι μικροί και αποστρογγυλωμένοι. Κάλυκας μήκους 1-2 mm, αραιώς τριχωτός έως σχεδόν λείος. Στεφάνη μήκους 9-13 mm, ιώδης με ελαφρώς κίτρινο χρώμα στο κάτω χείλος. Πλήκτρο μήκους 1,5-2 mm, σπανίως μακρύτερο του κάλυκα. Κάψα χνοώδης ή με μακριές εριώδεις τρίχες, μακρύτερη του κάλυκα. Σπέρματα σφαιρικά, μαύρα, (0,5-)0,7 x (0,5-)0,7 mm, κυψελωτά. Περίοδος ανθοφορίας: (Μάιος) Αρχές Ιουνίου Ιούλιος. Χρωμοσωματικός αριθμός: 2n = 28. Βιότοπος Το υποείδος αυτό φύεται σε σχισμές βράχων ή πετρώδεις θέσεις, σε σκιώδη σημεία και σε υψόμετρο από το επίπεδο της θαλάσσης μέχρι τα m. Στην Κεφαλονιά, άτομά του εμφανίζονται δίπλα στους δασικούς δρόμους ή εντός του δάσους Abies cephalonica. Γεωγραφική εξάπλωση Ελληνικό ενδημικό υποείδος, το οποίο απαντάται αποκλειστικά στη Δυτική Ελλάδα, δηλαδή στην Πελοπόννησο (Ερύμανθος και Κυλλήνη), στη Στερεά Ελλάδα (Μπούμιστος), στη Ν. Πίνδο και στα Ιόνια Νησιά (Κεφαλονιά, Λευκάδα) (Webb 1972, Τan & Iatrou 2001). Στην Κεφαλονιά, η Cymbalaria microcalyx subsp. minor εντοπίζεται σε δύο περιοχές, στη λίμνη Άβυθο και στον Αίνο (Φοίτος & Damboldt 1985). Κατάσταση πληθυσμών Εντός του Εθνικού Δρυμού, το υποείδος απαντά μεμονωμένα και διάσπαρτα άτομα σε σκιερές θέσεις στον Αίνο και σε δύο θέσεις στο Ρούδι. 62

66 Κίνδυνοι Απειλές Σε όσες από τις θέσεις η Cymbalaria microcalyx subsp. minor δεν προστατεύεται από τα κτηνοτροφικά ζώα και τον ανταγωνισμό άλλων φυτών, κινδυνεύει από την έντονη βόσκηση, ενώ σε μεγαλύτερα υψόμετρα παρατηρούνται και προσβολές εντόμων. Προτεινόμενα μέτρα προστασίας Κρίνεται απαραίτητη η παρακολούθηση του υποείδους, καθώς και η περαιτέρω έρευνα για τον εντοπισμό του και σε άλλες θέσεις του νησιού. Επιπλέον, προτείνεται η μελέτη του, ιδιαίτερα όσον αφορά τον τρόπο αναπαραγωγής του. Εικόνα 25: Cymbalaria microcalyx subsp. minor στο όρος Αίνος και λεπτομέρεια του άνθους της (Φωτ.: Γ. Καμάρη). 63

67 3. ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΑ 3.1. Μελέτη καρυοτύπου Η Κυτταρολογία είναι ένας κλάδος της Βιολογίας αφιερωμένος στη μελέτη του γενετικού υλικού και συγκεκριμένα, στη μορφή, την σύσταση και την λειτουργία του. Αποτελεί ένα πολύ σημαντικό εργαλείο στην ακριβέστερη διάκριση πολλών μορφολογικά δυσδιάκριτων taxa και βοηθά στην ερμηνεία των εξελικτικών, φυλογενετικών και βιογεωγραφικών σχέσεων μεταξύ τους. Ιδιαίτερα η μελέτη του καρυοτύπου μεταξύ ειδών του ίδιου γένους, μεταξύ γενών ή οικογενειών, μπορεί να διαλευκάνει και φαινόμενα υβριδισμού και πολυπλοειδίας. Το σύνολο των χρωμοσωμάτων ενός πυρήνα με τη συγκεκριμένη μορφολογία τους (φωτογραφία ή σχέδιο όπως αυτή φαίνεται στο Ο.Μ.) αποτελεί τον καρυότυπο. Πρόκειται για ένα συνήθως σταθερό γνώρισμα κάθε είδους, γι αυτό χαρακτηρίζεται ως «βιολογική ταυτότητα ενός οργανισμού». Ο καρυότυπος των περισσότερων οργανισμών είναι διπλοειδής (2n) και αποτελείται από δύο όμοιες απλοειδείς σειρές (n) χρωμοσωμάτων (μια σειρά από κάθε γονέα). Τα ανά δύο όμοια χρωμοσώματα ενός οργανισμού, τα οποία προέρχονται από τους δύο γαμέτες (μητρικό και πατρικό), καλούνται ομόλογα. Η παρουσία δευτερογενών περισφίξεων (secondary constrictions) είναι εκείνη που βοηθά στην αναγνώριση των ζευγών των ομόλογων χρωμοσωμάτων. Αυτές οι περισφίξεις είναι υπεύθυνες ενίοτε και για τη δημιουργία δορυφόρου (satellite), όταν προκαλούν την αποχώρηση ενός μικρού σφαιρικού τμήματος του χρωμοσώματος στην περιοχή του μεγάλου ή του μικρού βραχίονα. Τα χρωμοσώματα που φέρουν δορυφόρους ονομάζονται δορυφορικά ή SAT-χρωμοσώματα. Οι δευτερογενείς περισφίξεις των SAT-χρωμοσωμάτων (Sine Acido Thymonukleinico = χωρίς θυμoνουκλεινικό οξύ) αποτελούνται συνήθως από ετεροχρωματίνη και αποτελούν συχνά τις θέσεις σχηματισμού των οργανωτών των πυρηνίσκων. Μερικές φορές παρατηρείται η ύπαρξη ενός ή περισσότερων (1-8) μη ομόλογων χρωμοσωμάτων, τα υπεράριθμα ή Β-χρωμοσώματα, τα οποία είναι συχνά ετεροχρωματινικά και δεν μοιάζουν στην μορφολογία τους με τα υπόλοιπα χρωμοσώματα του καρυοτύπου. Ο αριθμός τους ποικίλει μεταξύ των taxa (μερικές φορές ακόμα και μέσα στο ίδιο το taxon ή το άτομο) και η εμφάνιση τους αποδίδεται συνήθως σε γεγονότα υβριδισμού μεταξύ διαφορετικών taxa. Παρ ότι η προέλευσή τους δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητή, θεωρείται ότι τα Β-χρωμοσώματα αποτελούν τμήματα των αυτοσωμάτων, αν και δεν αποτελούν ζεύγος με κανένα από αυτά (Jones & Rees 1982). Μια άλλη θεωρία για την προέλευση τους είναι ότι αποτελούν ένα ομόλογο τμήμα από μια παλαιότερη διασταύρωση με ένα πολύ συγγενικό είδος (Camacho & al. 2000). Τα Β- 64

68 χρωμοσώματα είναι συχνά παθητικά επιβλαβή για τον οργανισμό που τα φέρει, αφού προκαλούν ένα βαθμό στειρότητας, ο οποίος αυξάνεται όσο αυξάνεται και ο αριθμός τους. Η μορφολογία του καρυοτύπου καθορίζεται από τους δύο παράγοντες που καθορίζουν και τη μορφολογία των χρωμοσωμάτων, δηλαδή την αναλογία των βραχιόνων (r-index = l/s) και το σχετικό μήκος [R-length = % l+s/σn (l+s)/2]. Όταν τα χρωμοσώματα είναι περίπου ίδιου ή διαβαθμισμένου μεγέθους και τα χρωμοσώματα είναι μετακεντρικά (m) ή υπομετακεντρικά (sm) ή αναλογία και των δύο μορφών, τότε ο καρυότυπος καλείται συμμετρικός. Αντίθετα, ασύμμετρος χαρακτηρίζεται καρυότυπος που αποτελείται από χρωμoσώματα με έντονη μεταξύ τους διαφορά μεγέθους και μορφολογικά τα περισσότερα είναι ακροκεντρικά (st) ή υποτελοκεντρικά (t) ή αναλογία και των δύο. Γενικότερα, οι καρυότυποι των παλαιότερων φυλογενετικά taxa είναι συμμετρικοί, ενώ οι φυλογενετικά εξελιγμένοι φυτικοί οργανισμοί φέρουν ασύμμετρο καρυότυπο. Η ταξινόμηση όλων των χρωμοσωμάτων 2n ενός καρυότυπου σε σειρά μεγέθους, καλείται καρυόγραμμα. Η διαγραμματική απεικόνιση της απλοειδούς σειράς (n) ενός οργανισμού, που γίνεται από τη μέση τιμή πέντε τουλάχιστον μετρηθέντων καρυοτύπων (υπολογισμός r-index και R-length), αποτελεί το ιδιόγραμμα ενός taxon Πολυπλοειδία Ένα πολύ σύνηθες φαινόμενο στους φυτικούς οργανισμούς είναι αυτό της πολυπλοειδίας, το οποίο σημαίνει την οποιαδήποτε μεταβολής του χρωμοσωματικού αριθμού από τον κανονικό διπλοειδή χρωμοσωματικό αριθμό. Η πολυπλοειδία αποτελεί μια δυναμική διαδικασία, ιδιαίτερα σημαντική στην εξελικτική πορεία των φυτικών ειδών (Adams & Wendel 2005). Κατά κανόνα, τα πολυπλοειδή taxa είναι φυλογενετικά νεότερα των διπλοειδών ή με χαμηλότερο βαθμό πολυπλοειδίας προγόνων τους. Σύμφωνα με τους Soltis & Soltis (1999), το 70% περίπου των αγγειοσπέρμων και το 95% των πτεριδόφυτων έχουν υποστεί έναν ή περισσότερους πολυπλοειδισμούς. Οι οικογένειες με τα μεγαλύτερα ποσοστά είναι οι Compositae, Gramineae, Iridaceae, Rubiaceae, καθώς και πολλά καλλιεργούμενα φυτά με εμπορική αξία. Το φαινόμενο της πολυπλοειδίας μπορεί να προκύψει με τρεις τρόπους: α) Κατά την ενδομίτωση, μπορεί να παρουσιαστεί το αντίστοιχο φαινόμενο της ενδοπολυπλοειδίας, ιδιαίτερα σε ορισμένα εξειδικευμένα κύτταρα των οργανισμών, όπως το ενδοσπέρμιο, τα κύτταρα του τάπητα κ.ά. Το DNA διπλασιάζεται κανονικά, αλλά δεν δημιουργείται η πυρηνική άτρακτος και δεν διαλύεται η πυρηνική μεμβράνη, με αποτέλεσμα τη μη κανονική διαδικασία της μίτωσης (Ramsey & Schemske 1998). 65

69 β) Αποτροπή της δημιουργίας της μιτωτικής ατράκτου μπορεί να προκαλέσει η επίδραση εξωτερικών ή χημικών παραγόντων (π.χ. διάφορες ουσίες που καλούνται δηλητήρια της μιτώσεως). Ως αποτέλεσμα, δημιουργούνται πυρήνες με πολλαπλάσιο αριθμό χρωμοσωμάτων (Compton & al. 1996, Levan 1938). γ) Τέλος, φαινόμενα πολυπλοειδίας μπορούν να συμβούν κατά τη μη κανονική διαδικασία της μείωσης, σε οργανισμούς που αναπαράγονται εγγενώς (Ramsey & Schemske 1998). Η πολυπλοειδία μπορεί να διακριθεί σε: α) Ευπλοειδία: οι οργανισμοί φέρουν μια ή περισσότερες πλήρεις σειρές χρωμοσωμάτων επιπλέον των κανονικών n και 2n. Μπορεί να προέλθει από αυτοπλοειδία ή αλλοπλοειδία. Συχνότερη όλων είναι η τετραπλοειδία (Comai 2005). Κατά την αυτοπλοειδία, υπεύθυνη θεωρείται η τεχνητή επίδραση παραγόντων (υψηλές θερμοκρασίες, ακτινοβολίες, κυτταρροκαλλιέργεια, ιστοκαλλιέργεια, ορμόνες, χημικές ουσίες) μέσα σε έναν φυτικό πληθυσμό, ώστε όλα τα χρωμοσώματα του πολυπλεοιδούς οργανισμού να προέρχονται από έναν διπλοειδή πρόγονο (μονοφυλετική προέλευση). Μπορεί να είναι μερικές φορές και αποτέλεσμα της ενδομίτωσης, παρότι αυτή συμβαίνει συνήθως σε τμήματα, όργανα, κ.λπ. και σπανίως σε ολόκληρο τον οργανισμό. Η αυτοπλοειδία απαντάται στη φύση, αλλά Στην περίπτωση της αλλοπλοειδίας, τα χρωμοσώματα προέρχονται από διαφορετικά taxa, είναι διαφορετικά μεταξύ τους και όχι πλήρως ομόλογα (Singh 2003, Acquaah 2007, Ramsey & Schemske 1998) και ο πολυπλοειδής οργανισμός περιλαμβάνει πλέον δύο ή περισσότερα γονιδιώματα. Λόγω των μη ομόλογων ζευγών, τα οποία δεν σχηματίζουν ζεύγη κατά τη μείωση, τα υβρίδια πρώτης γενιάς είναι στείρα, ή έχουν μερική στειρότητα. Στον μετέπειτα όμως διπλασιασμό του γονιδιώματος του κάθε υβριδίου, τα χρωμοσώματα σχηματίζουν ζεύγη και ο οργανισμός που προκύπτει είναι μερικώς ή τελείως γόνιμος. β) Ανευπλοειδία: οι οργανισμοί φέρουν επανάληψη ενός μόνο μέρους και όχι ολόκληρης της σειράς των χρωμοσωμάτων. Η ανευπλοειδία θεωρείται παράγοντας ειδογένεσης και εξέλιξης των φυτικών οργανισμών (Πίνακας 9) (Acquaah 2007, Ramsey & Schemske 1998). γ) Δυσπλοειδία: το φαινόμενο κατά το οποίο, παρ ότι σημειώνεται αλλαγή στον αριθμό και τη μορφολογία των χρωμοσωμάτων στους καρυοτύπους συγγενικών ειδών ή εντός των ειδών, δεν υπάρχει αντίστοιχη αλλαγή στην ποσότητα του γενετικού υλικού. Για την δυσπλοειδία ευθύνεται το διάχυτο ή πολλαπλό κεντρομέρος ή η κάθετη διαίρεσή του (misdivision). Επίσης, παρατηρείται αύξηση ή μείωση του χρωμοσωματικού αριθμού από διάσπαση (fission) ή σύντηξη (fusion) χρωμοσωμάτων (αντίστοιχα Robertsonian fusion ή R-fission) (Μπαρέκα 2007). 66

70 Πίνακας 9: Είδη ανευπλοειδίας Ανευπλοειδία Χρωμοσωματικός αριθμός Τρισωμική ή Τρισωμία 2n + 1 Τετρασωμική ή Tετρασωμία 2n + 2 Διπλά Tρισωμική ή Διπλή Τρισωμία 2n Μονοσωμική ή Μονοσωμία 2n - 1 Μηδενοσωμική ή Μηδενοσωμία 2n - 2 Διπλά Mονοσωμική ή Διπλή Μονοσωμία 2n Κυτταρογενετική Πρόκειται για τον επιστημονικό κλάδο που συνδυάζει την κυτταρολογία (τη μελέτη των χρωμοσωμάτων) με τη γενετική (τη μελέτη της κληρονομικότητας) Αντικείμενα μελέτης του κλάδου αυτού αποτελούν η λειτουργία και κίνηση των χρωμοσωμάτων (κυτταρική διαίρεση), η ανάλυση καρυοτύπου και οι αλλαγές στη δομή και την συμπεριφορά των χρωμοσωμάτων, λόγω ανασυνδυασμού, μετατόπισης και έκφρασης γονιδίων. Κύριο εργαλείο της Κυτταρογενετικής αποτελούν οι διάφορες τεχνικές χρώσης. Γενικότερα, όμως, οι κυτταρογενετικές μελέτες έχουν συμβάλει ιδιαίτερα στη γνώση της βιολογίας, παρέχοντας στοιχεία για την ερμηνεία φαινομένων κληρονομικότητας, ταξινόμησης και φυλογένεσης, ενώ επιπροσθέτως προσφέρουν πληροφορίες για τη χαρτογράφηση των γονιδιωμάτων πολλών οργανισμών (Gill & Friebe 1998). Πολυεπαναλαμβανόμενες αλληλουχίες DNA Τα γονίδια στους ανώτερους ευκαρυωτικούς οργανισμούς, ενσωματωμένα στη χρωματίνη, αποτελούν ένα μικρό μέρος του γονιδιώματος και σε συνδυασμό με άλλους ρυθμιστικούς μηχανισμούς καθορίζουν τη λειτουργία του DNA. Το υπόλοιπο και μεγαλύτερο μέρος του DNA δεν κωδικοποιείται. Οι φυτικοί οργανισμοί, μάλιστα, φέρουν τη μεγαλύτερη ποσότητα μη κωδικοποιήσιμου γενετικού υλικού, συγκριτικά με άλλους οργανισμούς (Neves & al. 2005). 67

71 Το γεγονός ότι το γονιδίωμα των ανώτερων φυτών ποικίλλει μεταξύ διαφορετικών ειδών, ιδιαίτερα στο είδος και την ποσότητα, οδήγησε στην ανάπτυξη μοριακών τεχνικών, με τις οποίες έγινε αντιληπτό ότι το DNA των φυτικών χρωμοσωμάτων ενός μεγάλου αριθμού ειδών, μονοκοτύλων και δικοτύλων, περιλαμβάνει ένα γρήγορα ανασυνδυαζόμενο πολυεπαναλαμβανόμενο τμήμα, ένα αργά ανασυνδυαζόμενο μέσο επαναλαμβανόμενο τμήμα, αλλά και αλληλουχίες ενός αντιγράφου (Sharma & Raina 2005). Το επαναλαμβανόμενο DNA μπορεί να φέρει αντίγραφα αλληλουχιών, αποτελούμενα από δύο ή μερικές χιλιάδες νουκλεοτίδια, τα οποία μπορεί να συναντώνται από μερικές εκατοντάδες έως περισσότερες από ένα εκατομμύριο φορές. Οι αλληλουχίες αυτές μπορεί να είναι διάσπαρτες ή να εντοπίζονται σε συγκεκριμένες περιοχές, όλων ή συγκεκριμένων χρωμοσωμάτων. Στην πλειονότητά τους, οι διάσπαρτες επαναλαμβανόμενες αλληλουχίες δύνανται να μετακινηθούν, ενώ γενικότερα δεν κωδικοποιούν πρωτεΐνες. Οι πολυεπαναλαμβανόμενες αλληλουχίες περιλαμβάνουν ριβοσωμικό DNA και τελομερικές επαναλήψεις, οι οποίες περιγράφονται ως ειδικές κλάσεις επαναλαμβανόμενων αλληλουχιών με καλά καθορισμένες λειτουργίες. Οι επαναλαμβανόμενες αλληλουχίες που περιλαμβάνουν δορυφορικό DNA εντοπίζονται συνήθως σε χαρακτηριστικές χρωμοσωματικές θέσεις, όπως υποτελομερικές, κεντρομερικές και παρεμβαλόμενες χρωμοσωματικές περιοχές. Οι προαναφερθείσες οικογένειες αλληλουχιών είτε έχουν μια ευρεία κατανομή σε μια οικογένεια ή γένος φυτών, είτε είναι χαρακτηριστικές ενός είδους, γονιδιώματος ή χρωμοσώματος. Επίσης, είναι πιθανή η απόκτηση μεγάλης ποικιλότητας στην αλληλουχία και τον αριθμό των επαναλαμβανόμενων μονάδων σε μια εξελικτική χρονική κλίμακα. Γι αυτό και αποτελούν ένα σημαντικό εργαλείο σε ταξινομικές και φυλογενετικές μελέτες (Μπαρέκα 2007). Ριβοσωμικό DNA (rdna) Το ριβοσωμικό RNA (rrna) ρυθμίζει τη μεταγραφή, καταλύει την πρωτεϊνοσύνθεση και κωδικοποιείται από αλληλουχίες που περιλαμβάνουν μεταγραφόμενα και μη μεταγραφόμενα διαχωριστικά τμήματα Οι αλληλουχίες αυτές ονομάζονται ριβοσωμικό DNA (rdna). Τα ευκαρυωτικά ριβοσώματα περιέχουν τέσσερα διαφορετικά μόρια rrna, τα 18S, 5.8S, 26S, και 5S, τα οποία κωδικοποιούνται από πολυεπαναλαμβανόμενες αλληλουχίες. Το 18S - 5.8S - 26S rdna εντοπίζεται στις περιοχές οργανωτή του πυρηνίσκου (NOR = Nuclear Organizer Region), οι οποίες τις περισσότερες φορές βρίσκονται στις δευτερογενείς περισφίξεις των χρωμοσωμάτων. Το 5S rdna, στα ευκαρυωτικά κύτταρα, αποτελείται επίσης από επαναλαμβανόμενες αλληλουχίες, αλλά λιγότερων επαναλήψεων από το 18S - 5.8S - 26S 68

72 rdna. Οι δύο οικογένειες γονιδίων, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων, βρίσκονται σε διαφορετικές θέσεις στο γονιδίωμα (Leitch & Heslop-Harrison 1992). Η γνώση της οργάνωσης της δομικής ετεροχρωματίνης και των ριβοσωμικών γονιδίων έχει συμβάλει στην έρευνα κυτταρο-εξελικτικών θεμάτων και φυλογενετικών σχέσεων σε πολλά φυτικά είδη και αποδίδουν χρήσιμες πληροφορίες σε συστηματικές και εξελικτικές μελέτες (Zoldos & al. 1999). Μοριακή κυτταρογενετική και in situ υβριδοποίηση Η μοριακή κυτταρογενετική παρέχει νέες δυνατότητες στη μελέτη της εξέλιξης των χρωμοσωμάτων και της οργάνωσης του γονιδιώματος, συμβάλοντας και στον καλύτερο χαρακτηρισμό του καρυοτύπου. Με εξαιρετικό εργαλείο την in situ υβριδοποίηση, μπορεί επίσης να αποκαλυφθούν σχέσεις μεταξύ διαφορετικών ή συγγενικών taxa (Siljak-Yakovlev & al. 2014). Η DNA:DNA in situ υβριδοποίηση χρησιμοποιεί ένα σεσημασμένο DNA probe με σκοπό να εντοπίσει μια αλληλουχία-στόχο DNA σε ένα μικροσκοπικό παρασκεύασμα χρωμοσωμάτων, πυρήνων ή νηματίων DNA. Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατός ο προσδιορισμός της θέσης μιας αλληλουχίας DNA, η φυσική της χαρτογράφηση στο χρωμόσωμα και ο χαρακτηρισμός χρωμοσωμάτων ή χρωμοσωματικών τμημάτων (Heslop-Harrison 1991). Επιπλέον, με την DNA:DNA in situ υβριδοποίηση είναι δυνατή η απόδειξη χρωμοσωματικών αναδιατάξεων και αλλαγών στην αφθονία των αλληλουχιών, οι οποίες σχετίζονται με την εξέλιξη, την ανάπτυξη του οργανισμού ή και ασθένειες. Όσον αφορά την RNA in situ υβριδοποίηση, η μέθοδος χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στην αναπτυξιακή βιολογία, τη λειτουργικότητα του γονιδιώματος (functional genomics) και τη νευροβιολογία. Η μέθοδος αυτή βασίζεται αντίστοιχα στον εντοπισμό RNA αλληλουχιών και εξυπηρετεί τη μελέτη του τρόπου έκφρασης των γονιδίων στους ιστούς και την αφθονία του RNΑ (Μπαρέκα 2007). In situ υβριδοποίηση φθορισμού (FISH) Η in situ υβριδοποίηση φθορισμού (FISH) είναι μια εξαιρετικά αποτελεσματική τεχνική, η οποία αποσκοπεί στη χαρτογράφηση αλληλουχιών DNA και απαντά σε ερωτήματα σχετικά με την οργάνωση του γονιδιώματος και τη δομή των χρωμοσωμάτων. Συνεπώς, τα αποτελέσματα της τεχνικής μπορούν να οδηγήσουν σε συμπεράσματα για τις σχέσεις μεταξύ συγγενών ειδών 69

73 (Cerbah & al. 1998). Οι θέσεις των 18S - 5.8S - 26S και 5S αποδεδειγμένα αποτελούν πολύ καλό χρωμοσωματικό δείκτη για τη μελέτη της εξέλιξης πολλών φυτικών ειδών. Συγκριτικά με άλλες μεθόδους, ο εντοπισμός περιοχών που έχουν υβριδοποιηθεί με φθορισμό πλεονεκτεί στην ανάλυση και αντίθεση της εικόνας, την ταχύτητα και ασφάλεια του πειράματος, καθώς και στην δυνατότητα ταυτόχρονου εντοπισμού πολλών περιοχών στόχων (Devi & al. 2005). Μέγεθος γονιδιώματος (DNA amount) Το συνολικό ποσό του DNA που βρίσκεται στον πυρήνα ενός οργανισμού ονομάζεται μέγεθος του γονιδιώματος και μετράται σε picograms (pg; i.e., 1 x g) ή σε συνολικό αριθμό ζευγών βάσεων (megabase pairs Mbp, με 1 pg = 978 Mbp). Στους διπλοειδείς οργανισμούς, το μέγεθος του γονιδιώματος αναφέρεται με τον όρο C-value (Doležel & al. 2003). Η μέτρηση του μεγέθους του γονιδιώματος άρχισε να ερευνάται προτού καν γίνει γνωστή πλήρως η δομή του DNA, με το πρώτο φυτό υπό μελέτη να είναι το Lilium longiflorum, το 1951 (Ogur & al. 1951). Από τότε έχουν μετρηθεί τα μεγέθη των γονιδιωμάτων περισσότερων από ειδών (Bennett & Leitch 2012), τα αποτελέσματα των οποίων μπορούν να χρησιμοποιηθούν για πρακτικούς λόγους (π.χ. υπολογισμός κόστους ανάλυσης αλληλουχίας, υπολογισμός αριθμού κλώνων για τη δημιουργία BAC βιβλιοθηκών), αλλά και να προσφέρουν σημαντικές πληροφορίες σε πολλά βιολογικά πεδία, όπως στην εξέλιξη, συστηματική, οικολογία, φυτογεωγραφία, γενετική, κυτταρική και μοριακή βιολογία και αναπαραγωγή (Grime & Mowforth 1982, Ohri & Khoshoo 1986, Rees & Durrant 1986, Arumuganathan & Earle 1991, Costich & al. 1993, Price & Johnston 1996, Vekemans & al. 1996, Kron & al. 2007, Suda & al. 2007, Leus & al. 2009, Loureiro & al. 2010). Ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του γονιδιώματος των ανώτερων φυτών είναι η ποικιλότητα στο είδος και την ποσότητα του υλικού στον πυρήνα μεταξύ διαφορετικών ειδών. Η τιμή του 2C στα αγγειόσπερμα ποικίλλει από περίπου 0,05 picograms στην Cardamine amara έως 127,4 picograms στην Fritillaria assyriaca (Sharma & Raina 2005). Με το πέρασμα των χρόνων, έχουν εφευρεθεί πολλές μέθοδοι μέτρησης του γονιδιώματος στα φυτά (π.χ. Feulgen densitometry, reassociation kinetics). Παρ όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια, η κυτταρομετρία ροής (FCM) είναι η μέθοδος που κυριαρχεί, ιδιαίτερα χάρη στην ευκολία προετοιμασίας του υλικού και τα ακριβή αποτελέσματα που προσφέρει σχετικά με την ποσότητα του γονιδιώματος και τον βαθμό πλοειδίας (Pellicer & Leitch 2014). 70

74 Εν συντομία, η κυτταρομετρία ροής περιλαμβάνει τον τεμαχισμό φυτικού ιστού με σκοπό την απελευθέρωση πυρήνων και τον μετέπειτα χρωματισμό τους με φθορίζουσα χρωστική, η οποία μετράται καθώς οι πυρήνες διέρχονται από δέσμη φωτός. Όσο μεγαλύτερο το γονιδίωμα τόσο περισσότερη η χρωστική που συνδέεται σ αυτό (Pellicer & Leitch 2014). Η τεχνική βασίζεται στη γραμμική σχέση μεταξύ της ποσότητας του γενετικού υλικού και των σημάτων φθορισμού (Zoldos & al. 1998). 71

75 4. ΥΛΙΚΑ & ΜΕΘΟΔΟΙ Τα φυτά που χρησιμοποιήθηκαν για την κυτταρολογική μελέτη συλλέχθηκαν, μεταφέρθηκαν και καλλιεργήθηκαν στον ερευνητικό Βοτανικό Κήπο του Εργαστηρίου Βοτανικής, του Τμήματος Βιολογίας, του Πανεπιστημίου Πατρών. Αποξηραμένα δείγματα των taxa κατατέθηκαν στο Βοτανικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Πατρών (UPA). Από κάθε πληθυσμό διατηρήθηκαν σε καλλιέργεια 2-6 άτομα, με ένα ή σπανιότερα με περισσότερα άτομα σε κάθε γλάστρα, και σημειώθηκαν οι ημερομηνίες φύτευσής τους και οι περιοχές συλλογής τους. Η μελέτη των καρυοτύπων έγινε σε ημιμόνιμα παρασκευάσματα με τη βοήθεια της τεχνικής σύνθλιψης (squash technique) των Östergren & Heneen (1962). Σε κάθε taxon η τεχνική τροποποιήθηκε ανάλογα με την ιδιοσυστασία των χρωμοσωμάτων, ώστε να έχουμε όσον το δυνατόν καλύτερα αποτελέσματα (Καμάρη 1976, Constantinidis & al. 2002, Niketić & al. 2013). Προκατεργασία υλικού 1. Στην διάρκεια της έντονης βλαστητικής ανάπτυξης των φυτών, όπου και συμβαίνουν οι περισσότερες μιτωτικές διαιρέσεις των ακρορριζίων, συνελέγησαν ακρορρίζια μήκους 2-3 cm από τα καλλιεργημένα άτομα. Η συλλογή τους έγινε το πρωί (8:00-9:30 π.μ.), ώστε να έχουμε ακόμη μεγαλύτερο αριθμό μιτωτικών διαιρέσεων στα κύτταρα τους. 2. Για να παρεμποδιστεί ο σχηματισμός της μιτωτικής ατράκτου κατά την πυρηνική διαίρεση, έγινε προκατεργασία των ακρορριζίων σε διάλυμα 2Mm 8-υδροξυκινολίνης. Για τα είδη Allium ionicum, Fritillaria messanensis subsp. gracilis και Fritillaria mutabilis, που είναι φυτά με χρωμοσώματα μεγάλου μεγέθους, τα ακρορρίζια τοποθετήθηκαν σε μίγμα διαλυμάτων 1/1 v/v = 2Mm 8-υδροξυκινολίνης : 0,3% w/v κολχικίνης. Η προκατεργασία επίσης εξυπηρετεί την ευκρινέστερη διάκριση των θέσεων των πρωτογενών και των δευτερογενών περισφίξεων των χρωμοσωμάτων, την καλύτερη συσπείρωση και γενικά την ευκρινέστερη μορφοποίηση των χρωμοσωμάτων. 3. Τα ακρορρίζια παρέμειναν στα διαλύματα αυτά για 5-6 ώρες σε θερμοκρασία 4 C. 4. Στην συνέχεια, τα ακρορρίζια μεταφέρθηκαν σε διάλυμα Carnoy (απόλυτη αλκοόλη : παγόμορφο οξικό οξύ 3:1), όπου και παρέμειναν για 24 ώρες σε 4 C. Αυτό το στάδιο της κατεργασίας αποσκοπεί στη στερέωση των φάσεων της μίτωσης. 5. Ακολούθησε μεταφορά των ακρορριζίων σε διάλυμα αλκοόλης 70-75% και διατήρηση τους σε θερμοκρασία χαμηλή (-20 C), μέχρι το επόμενο στάδιο επεξεργασίας. 72

76 Καρυομορφομετρική ανάλυση χρωμοσωμάτων 1. Πριν την χρώση τους, τα ακρορρίζια υδρολύθηκαν σε υδατόλουτρο στους 60 C σε διάλυμα 1Ν HCl για min, ανάλογα με το είδος του φυτού. 2. Μετά το πέρας της υδρολύσεως, τα ακρορρίζια τοποθετήθηκαν στο αντιδραστήριο Feulgen (Feulgen's stain των Darlington & La Cour, 1969) και παρέμειναν σ' αυτό για 2-3 ώρες σε σκοτεινό μέρος. Το αντιδραστήριο αυτό βάφει επιλεκτικά το DNA κατά την διάρκεια μιας αντίδρασης στον πυρήνα με την δεσοξυριβόζη. Το κυτταρόπλασμα είναι αρνητικό στη χρώση Feulgen, ενώ η περιοχή της πρωτογενούς περίσφιξης χρωματίζεται αχνά. 3. Το ακραίο τμήμα των ακρορριζίων που αντιστοιχούσε στην περιοχή της μεριστωματικής ζώνης (όπου έχουμε πολλές μιτωτικές διαιρέσεις) και που είχε βαφεί καλά, αποκόπηκε και τοποθετήθηκε σε αντικειμενοφόρο πλάκα με μια σταγόνα οξικού οξέος 45%. Εκεί κατατεμαχίστηκε και καλύφθηκε με υάλινη καλυπτρίδα. Με διηθητικό χαρτί απομακρύνθηκε η περίσσεια του οξικού οξέος. Το ριζίδιο συνθλίφτηκε με μηχανικό τρόπο κάτω από στεγνό διηθητικό χαρτί που κάλυπτε την καλυπτρίδα. Ασκώντας ισχυρή μηχανική πίεση με τον αντίχειρα σε κατακόρυφη θέση, το υλικό προς παρατήρηση τοποθετήθηκε σε ένα οπτικό επίπεδο. Τα παρασκευάσματα παρατηρήθηκαν σε μικροσκόπιο Zeiss με καταδυτικό planapo φακό Χ40, Χ63 και Χ100, και η φωτογράφηση των καρυοτύπων έγινε σε AXIOPHOT Zeiss μικροσκόπιo. Για τη μελέτη της ανάλυσης της μορφολογίας των χρωμοσωμάτων παρατηρήθηκαν όσον το δυνατό περισσότεροι πυρήνες στο στάδιο της μετάφασης, με τον ίδιο περίπου βαθμό συσπείρωσης και με την ίδια πάντοτε κλίμακα (10 μm). Χρωμοσωματικές μετρήσεις Όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, η μορφολογία των χρωμοσωμάτων καθορίζεται από δύο παραμέτρους: i) Την αναλογία των βραχιόνων (r-index), η οποία ισούται με τον λόγο του μεγαλύτερου βραχίονα (l) προς τον μικρότερο (s) και καθορίζεται από τη θέση του κεντρομέρους (πρωτογενής περίσφιξη). Αναλόγως προκύπτει η μορφολογία των χρωμοσωμάτων, όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 10, κατωτέρω. r-index = l (μεγάλος βραχίονας) s (μικρός βραχίονας) 73

77 Πίνακας 10: Καθορισμός της μορφολογίας των χρωμοσωμάτων με βάση την αναλογία των βραχιόνων (Stebbins 1971, Καμάρη 1976). Συμβολισμός Ορολογία Θέση κεντρομέρους Αναλογία βραχιόνων (r-index = l/s) M, m Μετακεντρικό Μέση περιοχή 1,0-1,7 sm Υπομετακεντρικό Υπομέση περιοχή 1,7-3,0 st Ακροκεντρικό Υποτελική περιοχή 3,0-7,0 t Υποτελοκεντρικό Τελική περιοχή 7 - Τα Τελοκεντρικό Τελικό σημείο ii) Το σχετικό μήκος (Relative - length) των χρωμοσωμάτων που ισούται με το επί τις εκατό (%) ποσοστό της αναλογίας του μήκους κάθε ενός χρωμοσώματος (l+s) προς το συνολικό μήκος των χρωμοσωμάτων της απλοειδούς σειράς Σn (l+s)/2. R-length = % l + s Σn (l + s)/2 Κατά την κυτταρολογική μελέτη πραγματοποιήθηκε μέτρηση των χρωμοσωμάτων για την εξακρίβωση του χρωμοσωματικού αριθμού κάθε taxon και κατάταξη των χρωμοσωμάτων στις παραπάνω κατηγορίες (Πίν. 10), με βάση τη θέση της πρωτογενούς περίσφιξης (κεντρομέρος) και την αναλογία των βραχιόνων. Εκτός των ανωτέρω δεικτών, μελετήθηκαν επίσης για κάθε taxon το συνολικό μήκος όλων των χρωμοσωμάτων (TCL: Total Chromosome Length), καθώς και ο μέσος όρος του μήκους των χρωμοσωμάτων (ACL: Average Chromosome Length) (Ayodele 1999, Funamoto & Kondo 2012, Martin & al. 2011, Jee & Vijayavalli 1999, Kocygit & Bona 2013, Sharma & al. 2012). 74

78 Κατά τη μελέτη της αναλογίας των βραχιόνων και του σχετικού μήκους των χρωμοσωμάτων δεν λαμβάνεται υπόψη το μέγεθος του δορυφόρου, ούτε και η διαφορετική κάθε φορά απόστασή του από τον βραχίονα, όταν ο δορυφόρος είναι μικρός. Τεχνικές ζώνωσης για μοριακή κυτταρογενετική: Α) Προετοιμασία πρωτοπλαστών σύμφωνα με την τεχνική των Geber & Schweizer (1988) με ελάχιστες τροποιήσεις (Siljak-Yakovlev & al. 2014). 1. Πλύση των ακρορριζίων για τουλάχιστον 10 λεπτά σε 0,01 M citrate buffer ph = 4,6. 2. Μεταφορά των ακρορριζίων για λεπτά (ανάλογα με το είδος) στους 37 C σε μείγμα ενζύμων αποτελούμενο από 4% cellulace R10, 1 % pectolyase Y23 και 4% hemicellulace (Sigma Chemical Co) σε 0,05 Μ citrate buffer. 3. Τοποθέτηση του μεριστώματος σε αντικειμενοφόρο με μια σταγόνα φρέσκου οξικού οξέος 45%, σύνθλιψη και κάλυψη με υάλινη καλυπτρίδα. 4. Παραμονή των αντικειμενοφόρων για τουλάχιστον 24 ώρες στους -80 C. 5. Αφαίρεση των καλυπτρίδων σύμφωνα με τους Conger & Fairchild (1953) και παραμονή των αντικειμενοφόρων για να στεγνώσουν σε θερμοκρασία δωματίου για τουλάχιστον 24 ώρες. Β) Σήμανση των πλούσιων σε GC περιοχών με χρωμομυκίνη Α 3 σύμφωνα με τις τροποποιημένες τεχνικές των Schweizer (1976), Kondo & Hizume (1982) και των Siljak- Yakovlev & al. (2002). 1. Εμβάπτιση του υλικού σε Mac Ilvaine buffer + MgSO 4 ph = Στέγνωμα των αντικειμενοφόρων. Ακολούθησε τοποθέτηση μιας σταγόνας χρωμομυκίνης Α 3 και μεταφορά των αντικειμενοφόρων στο σκοτάδι για μια ώρα υπό συνθήκες υγρασίας. 3. Πλύση των αντικειμενοφόρων με Mac Ilvaine buffer ph = Επιχρωματισμός αντίθεσης των χρωμοσωμάτων με τη χρωστική πράσινο του μεθυλίου 0,1 % για 5-7 λεπτά στο σκοτάδι. 5. Πλύση των αντικειμενοφόρων με Mac Ilvaine buffer ph = 5,5. 6. Έπειτα από στέγνωμα των αντικειμενοφόρων, τοποθετήθηκε μια σταγόνα Citifluor και το υλικό καλύφθηκε με υάλινη καλυπτρίδα. 75

79 Γ) In situ υβριδοποίηση φθορισμού (FISH) σύμφωνα με την τεχνική του Heslop-Harrison (1991) με ελάχιστες τροποποιήσεις (Siljak-Yakovlev & al. 2002). 1. Πλύση των αντικειμενοφόρων σε σειρά διαλυμάτων αιθανόλης υπό ανάδευση σε θερμοκρασία δωματίου. Αλκοόλη 70% για 5 λεπτά. Αλκοόλη 90% για 5 λεπτά. Αλκοόλη 100% για 5 λεπτά. 2. Στέγνωμα των παρασκευασμάτων σε θερμοκρασία δωματίου. 3. Επεξεργασία RNAse 10 mg/ml αραιωμένη με διάλυμα 2xSSC σε αναλογία 1/100 για μια ώρα στους 37 C υπό συνθήκες υγρασίας. 4. Εις διπλούν πλύση παρασκευασμάτων με διάλυμα 2xSSC για πέντε λεπτά σε θερμοκρασία δωματίου υπό ανάδευση. 5. Πλύση με HCL 0,01N για 2 λεπτά σε θερμοκρασία δωματίου. 6. Επεξεργασία με pepsine (0,1 mg/ml σε 0,01 N HCl) υπό συνθήκες υγρασίας για 15 λεπτά στους 37 C. Ξέπλυμα με απεσταγμένο νερό για 2 λεπτά. 7. Διπλό ξέπλυμα των αντικειμενοφόρων σε διάλυμα 2xSSC με ανάδευση για 5 λεπτά σε θερμοκρασία δωματίου. 8. Επώαση σε παραφορμαλδεΰδη 4% ph=8 για 10 λεπτά σε θερμοκρασία δωματίου. 9. Ξέπλυμα των αντικειμενοφόρων σε διάλυμα 2xSSC με ανάδευση για 5 λεπτά σε θερμοκρασία δωματίου (δύο φορές). 10. Αφυδάτωση σε σειρά διαλυμάτων αιθανόλης σε θερμοκρασία δωματίου υπό ανάδευση. Αλκοόλη 70% για 5 λεπτά. Αλκοόλη 90% για 5 λεπτά. Αλκοόλη 100% για 5 λεπτά. 11. Στέγνωμα των παρασκευασμάτων σε θερμοκρασία δωματίου για 1,5 ώρα. 12. Παρασκευή του διαλύματος για μια διπλή in situ υβριδοποίηση ριβοσωμικού DNA. 76

80 Σύσταση διαλύματος διπλής υβριδοποίησης Τελική συγκέντρωση Ποσότητα ανά αντικειμενοφόρο Formamide 50%, ph = 7 25 μl DS (Dextrane-sulfate) 50% v/v 10 μl SDS (Sodium dodecyl sperm) 10% w/v 3 μl SP (Salmon sperm) 250 mg/ml 1,5 μl 20xSSC DNA 18S DNA 5S H 2 O Τελικός όγκος 5 μl 0,2 μl 0,5 μl qsp 50 μl 50 μl Η διπλή in situ υβριδοποίηση πραγματοποιήθηκε με δύο ριβοσωμικά DNA. To 45S rdna probe ήταν ένας κλώνος από τμήμα 4-kb EcoRI, περιλάμβανε τις αλληλουχίες 18S-5.8S-26S rdna από το είδος Arabidopsis thaliana και είχε σημανθεί με Cy3 fluorochrome (Amersham, Courtaboeuf, France). To 5S rdna probe ήταν ένα pta 794, clone το οποίο συμπεριλάμβανε ένα πλήρες τμήμα 410bp BamHI από σιτάρι (Triticum aestivum) και είχε σημανθεί με digoxigenin-11- dutp (Roche Diagnostics, Meylan, France). 13. Μετουσίωση του δείγματος για 10 λεπτά στους 70 C και κατόπιν άμεση τοποθέτηση στον πάγο για 5-7 λεπτά. 14. Υβριδοποίηση: - Τοποθετήθηκαν 50 μl του διαλύματος για την υβριδοποίηση σε κάθε παρασκεύασμα. - Τα παρασκευάσματα τοποθετήθηκαν σε κουτί και στη συνέχεια σε υδατόλουτρο στους 70 C για 10 λεπτά. - Το κουτί με τα παρασκευάσματα μεταφέρθηκε σε υδατόλουτρο στους 55 C για 5 λεπτά. - Οι αντικειμενοφόροι αφαιρέθηκαν από τα κουτιά και τοποθετήθηκαν για τουλάχιστον 16 ώρες στους 37 C υπό συνθήκες υγρασίας. 15. Μετά την πάροδο των 16 ωρών πραγματοποιήθηκαν πλύσεις των παρασκευασμάτων: - 2xSSC σε θερμοκρασία δωματίου υπό ανάδευση για 5 λεπτά. - 2xSSC στους 42 C σε υδατόλουτρο για 5 λεπτά, 2 φορές. - 0,1xSSC στους 42 C σε υδατόλουτρο για 5 λεπτά. - 2xSSC στους 42 C σε υδατόλουτρο για 5 λεπτά, 2 φορές. 77

81 - 4xSSCΤ στους 42 C σε υδατόλουτρο για 5 λεπτά. - 4xSSCΤ σε θερμοκρασία δωματίου υπό ανάδευση για 5 λεπτά. 16. Στέγνωμα των αντικειμενοφόρων σε θερμοκρασία δωματίου. 17. Επώαση με 5% BSA διαλυμένο σε 4xSSCΤ για 5 λεπτά σε θερμοκρασία δωματίου. 18. Εντοπισμός με anti-digoxigenin-fluorescein: - Τοποθέτηση διαλύματος 50 μl σε κάθε αντικειμενοφόρο. - Επώαση στους 37 C για μια ώρα σε υγρό περιβάλλον. 19 Πλύση αντικειμενοφόρων σε διάλυμα 4xSSCΤ σε θερμοκρασία δωματίου για πέντε λεπτά, 3 φορές, υπό ανάδευση. 20 Στέγνωμα των αντικειμενοφόρων και διατήρησή τους στο σκοτάδι. 21 Χρώση με DAPI και κάλυψη με υάλινη καλυπτρίδα. Τα παρασκευάσματα πρέπει να διατηρούνται στο ψυγείο χωρίς να έρχονται σε επαφή με το φως. Η παρατήρηση των παρασκευασμάτων πραγματοποιήθηκε με μικροσκόπιο epifluorescence Zeiss Axiophot (Zeiss, Oberkochen, Germany) με διάφορα φίλτρα. Για χρωμομυκίνη, φίλτρο no 7 (excitation nm, emission (εκπομπή) > 520 nm), για DAPI, φίλτρο no 01 (excitation 365 nm, emission > 397 nm), για τον εντοπισμό των 18S περιοχών, φίλτρο no 09 (excitation 490 nm, emission band pass 525 nm) και για τον εντοπισμό των 5S περιοχών, φίλτρο no 15 (excitation nm, emission band pass 580 nm). Η φωτογράφηση έγινε με ιδιαιτέρως ευαίσθητη charge-coupled device micromax camera (RETIGA 2000R, Princeton Instruments, Evry, France) συνδεόμενη με έναν image analyzer (Metavue,Evry, France). Κυτταρομετρία ροής (flow cytometry) για τον προσδιορισμό της ποσότητας του γενετικού υλικού. 1. Τμήματα νεαρών φύλλων μεγέθους περίπου 4 cm² συλλέχθηκαν και διατηρήθηκαν στους 4 C εντός υγρού απορροφητικού χαρτιού. Εναλλακτικά, στην περίπτωση της Centaurea subciliaris subsp. subciliaris χρησιμοποιήθηκαν ξηρά σπέρματα. 2. Το υλικό τοποθετήθηκε σε πλαστικά τρυβλία Petri και καλύφθηκε από 1 ml ρυθμιστικού διαλύματος Gif Nuclear Isolation buffer, το οποίο αποτελεί μια τροποποίηση του Galbraith buffer (Galbraith & al. 1983) με 0,1 % Triton, PVP 1%, metabisulfite και 10 µg/ml RNaseA (MOPS at 60 mm). Στην περίπτωση ύπαρξης σκουρόχρωμων ιστών στο μίγμα προστέθηκαν επίσης 5 µg/ml β-mercapto-ethanol. 3. Πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονος τεμαχισμός με νυστέρι του προς μελέτη υλικού, αλλά και του εσωτερικού προτύπου. Στην περίπτωση των Fritillaria mutabilis και Fritillaria 78

82 messanensis subsp. gracilis η σύγκριση έγινε με Triticum aestivum (2C = 30.9 pg, 43,7% GC, Marie & Brown 1993), ενώ για την Centaurea subciliaris subsp. subciliaris ως εσωτερικό πρότυπο χρησιμοποιήθηκε το είδος Solanum lycopersicum (2C = 1,99 pg, Marie & Brown 1993). 4. Οι πυρήνες φιλτραρίστηκαν με τη χρήση 50-μm nylon mesh φίλτρων, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν τα κυτταρικά υπόλοιπα. 5. Το πυρηνικό εναιώρημα που προέκυψε υπέστη χρώση με 100 mg/ml propidium iodide. 6. Τα δείγματα παρέμειναν στον πάγο για τουλάχιστον μισή ώρα πριν την μέτρηση. 7. Από κάθε είδος μελετήθηκαν τουλάχιστον 5 άτομα και ο αριθμός των πυρήνων που μετρήθηκαν ήταν Για την κυτταρομετρία χρησιμοποιήθηκε κυτταρόμετρο Partec CyFlow SL3 (Münster) με 532 nm laser 30 mw. 79

83 5. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΥΤΤΑΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Στα πλαίσια της ερευνητικής αυτής εργασίας πραγματοποιήθηκε κυτταρολογική και καρυομορφομετρική μελέτη των 12 taxa. Για κάθε taxon, εκτός από την εικόνα και τις πληροφορίες του καρυοτύπου, δίνονται όπου το μέγεθος των χρωμοσωμάτων το επιτρέπει, καρυογράμματα και ιδιογράμματα. Από τη μελέτη αυτή έχουν ήδη προκύψει δύο σχετικές δημοσιεύσεις (Samaropoulou & al. 2013a, b). Επίσης, σε ότι αφορά την καρυομορφομετρική μελέτη δίνονται για κάθε taxon το μήκος του μικρότερου και του μεγαλύτερου σε μέγεθος χρωμοσώματος, το συνολικό μήκος όλων των χρωμοσωμάτων του καρυοτύπου (TCL: Total Chromosome Length), καθώς και το μέσο μέγεθος των χρωμοσωμάτων (ACL: Average Chromosome Length). Επιπλέον, στα taxa Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris, Fritillaria messanensis Rafin. subsp. gracilis (Ebel) Rix και F. mutabilis Kamari πραγματοποιήθηκε επιπλέον μέτρηση του συνολικού ποσού του γονιδιώματος (DNA amount). Στην περίπτωση της Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris, η μέτρηση αυτή έγινε και σε διπλοειδή, αλλά και σε τετραπλοειδή άτομα. Τέλος, τα τρία υποείδη της Fritillaria messanensis Raf. [F. messanensis Raf. subsp. messanensis, F. messanensis subsp. gracilis (Ebel) Rix, και F. messanensis subsp. sphaciotica (Gand.) Kamari & Phitos] μελετήθηκαν κυτταρογενετικά με σκοπό τον εντοπισμό διαφορών στα πρότυπα ζωνώσεων μεταξύ των υποειδών. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε με σήμανση των πλούσιων σε GC περιοχών με χρωμομυκίνη Α 3 και in situ υβριδοποίηση φθορισμού (FISH) για τον εντοπισμό 18S - 5.8S - 26S και 5S γονιδίων και πλούσιων σε ετεροχρωματίνη περιοχών. Η μελέτη αυτή έγινε στο Εργαστήριο Laboratoire d Evolution et Systématique του Πανεπιστημίου του Παρισιού (Université Paris Sud XI) υπό την εποπτεία της Prof. S. Siljiak-Yakovlev κατά το χρονικό διάστημα 17/3/ /6/2014. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται συνοπτικά στον Πίνακα

84 Πίνακας 11: Συνοπτικός πίνακας αποτελεσμάτων κυτταρολογικής μελέτης. Είδος 2n Μέγεθος χρωμοσωμάτων min-max (μm) TCL (μm) ACL (μm) Ν 5S περιοχών Ν 18S περιοχών 2C (pg) Allium ionicum 16 7,94-11,84 153,38 9, Centaurea subciliaris subsp. subciliaris Centaurea subciliaris subsp. subciliaris Cerastium candidissimum 18 1,82-3,41 45,23 2,5-2, B 2,13-3,63 73,27 2, , ,8-1,8 55,23 1, Saponaria aenesia 28 1,47-2,19 49,79 1, Silene ionica 24 1,8-2,7 47,27 1, Sulla coronaria 16 1,36-2,27 25,68 1, Scutellaria rupestris subsp. cephalonica 34 0,45-1,36 34,77 1, Stachys parolinii 34 1,11-2,22 47,27 1, Thymus holosericeus 28 0,85-1,15 29,13 1, Fritillaria messanensis subsp. gracilis Fritillaria messanensis subsp. messanensis Fritillaria messanensis subsp. sphaciotica 24 10,5-18,9 308,45 12, , Fritillaria mutabilis 24 10,8-19,5 338,93 14, ,13 Cymbalaria microcalyx subsp. minor 28 1,33-2, ,

85 1. Allium ionicum Brullo & Tzanoud. 2n = 2x = 16 (Εικ. 26, 27 & 28). ΙοΙ: Κεφαλονιά: ΙοΙ: Ζάκυνθος: Πόρος, υψόμ. 40 m, 07 Ιουνίου 2013, Καμάρη, Σαμαροπούλου & Σπανού, cult. no SK47 (UPA). Μιχάτα, υψόμ. 40 m, 08 Ιουνίου 2013, Καμάρη, Σαμαροπούλου & Σπανού, cult. no SK52 (UPA). Φαρακλάτα, υψόμ. 260 m, 06 Ιουλίου 2013, Σπανού & Σαμαροπούλου, cult. no SK54 (UPA). Μαριές, υψόμ. 400 m, 08 Ιουνίου 2013, Καμάρη & Σαμαροπούλου, cult. no SK38 (UPA). Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, το είδος μέχρι σήμερα έχει μελετηθεί από τη Λευκάδα και την Ιθάκη (Brullo & Tzanoudakis1994, Kriemadi & al. 2002). Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας μελετήθηκε για πρώτη φορά από την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο (Samaropoulou & al. 2013a). Οι Brullo & Tzanoudakis (1994) ανέφεραν τον χρωμοσωματικό αριθμό 2n = 16 κατά την περιγραφή του είδους. Σύμφωνα με τους ανωτέρω συγγραφείς, ο καρυότυπός του χαρακτηρίζεται από 12m (μετακεντρικά) και 4sm (υπομετακεντρικά) χρωμοσώματα. Στον πληθυσμό της Λευκάδας το μεγαλύτερο σε μέγεθος ζεύγος μετακεντρικών και τα δύο υπομετακεντρικά ζεύγη χρωμοσωμάτων χαρακτηρίζονται από την παρουσία δορυφόρων. Ο καρυότυπος του πληθυσμού της Ιθάκης διαφέρει μόνο στην απουσία δορυφόρων από το μεγαλύτερο σε μέγεθος μετακεντρικό ζεύγος. Οι Kriemadi & al. (2002) αναφέρουν για διαφορετικό πληθυσμό της Λευκάδας τον ίδιο χρωμοσωματικό αριθμό 2n = 16, αλλά με μορφολογία καρυοτύπου 2n = 10m + 4m-SAT + 2sm- SAT = 16 χρωμοσώματα. Με βασικό χρωμοσωματικό αριθμό του γένους x = 8 (Löve & Löve 1974, Van Loon 1987), οι καρυότυποι των ατόμων των πληθυσμών που μελετήθηκαν από την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο χαρακτηρίζονται διπλοειδείς και συμμετρικοί, αποτελούμενοι κυρίως από μετακεντρικά χρωμοσώματα, ενώ διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τον αριθμό και τη μορφολογία των δορυφορικών χρωμοσωμάτων. Πιο συγκεκριμένα στην περιοχή μελέτης μας, ο καρυότυπος του υποπληθυσμού από το φαράγγι του Πόρου Κεφαλονιάς αποτελείται από 2n = 14m + 2sm-SAT = 16 χρωμοσώματα. Δορυφόροι παρατηρούνται στους μικρούς βραχίονες του τρίτου κατά σειρά μεγέθους ζεύγους ομόλογων χρωμοσωμάτων (Samaropoulou & al. 2013a). Ο καρυότυπος του είδους από τον υποπληθυσμό του χωριού Μιχάτα αποτελείται από 2n = 13m + 1m-SAT + 2sm = 16 χρωμοσώματα. Η διαφορά του από τον πληθυσμό του Πόρου έγκειται 82

86 στην απουσία δορυφόρων στο υπομετακεντρικό ζεύγος χρωμοσωμάτων και την παρουσία ενός μεγάλου σφαιρικού δορυφόρου στον μικρό βραχίονα ενός εκ των δύο ομολόγων χρωμοσωμάτων του μικρότερου σε μέγεθος μετακεντρικού ζεύγους. Ο ίδιος μεγάλος και σφαιρικός δορυφόρος παρουσιάζεται μονήρης και στον καρυότυπο ατόμων του πληθυσμού των Φαρακλάτων. Στα άτομα της Ζακύνθου, ο καρυότυπος είναι επίσης διπλοειδής, συμμετρικός, αποτελούμενος από 2n = 12m + 2m-SAT + 2sm = 16 χρωμοσώματα. Σ αυτή την περίπτωση, παρατηρήθηκε απουσία των μικρών δορυφόρων στο υπομετακεντρικό ζεύγος, αλλά παρουσία δύο σφαιρικών μεγάλων δορυφόρων και στα δύο χρωμοσώματα του δεύτερου μικρότερου σε μέγεθος μετακεντρικού ζεύγους. Σε ότι αφορά την καρυομορφομετρική ανάλυση, το μέγεθος των χρωμοσωμάτων κυμαίνεται από 7,94 έως 11,84 μm. Το συνολικό μήκος χρωμοσωμάτων (TCL) ισούται με 153,38 μm και το μέσο μέγεθός τους (ACL) με 9,2 μm. Για κάθε υποπληθυσμό ξεχωριστά, οι δείκτες έχουν ως εξής: για τα άτομα από το φαράγγι του Πόρου το μέγεθος των χρωμοσωμάτων κυμαίνεται από 7,7 έως 11,4 μm, το TCL είναι ίσον με 148,87 μm και το ACL με 9,32 μm. Για τα Μιχάτα το μικρότερο μέγεθος χρωμοσώματος ισοδυναμεί με 8,18 μm και το μεγαλύτερο με 12,27 μm, ο δείκτης TCL υπολογίστηκε στα 162,5 μm και ο ACL 10,14 μm. Το άτομα από τα Φαρακλάτα φέρουν χρωμοσώματα μεγέθους από 7,59 μm έως 11,48 μm, το συνολικό μήκος των χρωμοσωμάτων του καρυοτύπου είναι 147,75 μm και το ACL 9,26 μm. Τέλος, τα άτομα της Ζακύνθου έχουν χρωμοσώματα από 8,18 μm μέχρι 13,2 μm, το TCL ισούται με 160 μm και το μέσο μέγεθος των χρωμοσωμάτων 10 μm. 83

87 A B Γ Εικόνα 26: Καρυότυποι του Allium ionicum από: Α) το φαράγγι Πόρου Κεφαλονιάς, 2n = 16, Β) τα Μιχάτα Κεφαλονιάς, 2n = 16, Γ) τα Φαρακλάτα Κεφαλονιάς, 2n = 16, Δ) τις Μαριές Ζακύνθου, 2n = 16. Κλίμακα = 10 μm. Δ m m sm-sat m m m m m Εικόνα 28: Καρυόγραμμα του Allium ionicum από το φαράγγι του Πόρου Κεφαλονιάς, 2n = 16. Κλίμακα = 10 μm. m m m m sm m m m, m-sat Εικόνα 27: Καρυόγραμμα του Allium ionicum από τα Μιχάτα Κεφαλονιάς, 2n = 16. Κλίμακα = 10 μm. 84

88 2. Centaurea subciliaris Boiss. & Heldr. subsp. subciliaris 2n = 2x = 18 & 2n = 4x = Β (Εικ. 29 & 30). IοI: Κεφαλονιά: Αίνος, Χιονίστρα, υψόμ m, 16 Αυγούστου 2008, Καραγιάννη & Σαμαροπούλου, cult. no SK12 (UPA). Οι βασικοί χρωμοσωματικοί αριθμοί του γένους Centaurea είναι x = 8, 9, 10, 11, 17 (Van Loon 1987). Η Centaurea subciliaris ανήκει στην ομάδα των ειδών με βασικό αριθμό x = 9. Οι Phitos & Damboldt (1971) αναφέρουν ότι πληθυσμοί χαμηλότερων υψομέτρων έχουν τετραπλοειδείς καρυοτύπους με 2n = 4x = 36, B, ενώ σε υψηλότερα υψόμετρα υπάρχουν και διπλοειδείς και τετραπλοειδείς πληθυσμοί με 2n = 2x = 18+2Β και 2n = 36. Σύμφωνα με τους ανωτέρω συγγραφείς, οι υποπληθυσμοί δεν φέρουν μορφολογικές διαφορές μεταξύ τους. Στην παρούσα εργασία, ο πρώτος υποπληθυσμός του όρους Αίνους (υψ m) που μελετήθηκε, βρέθηκε τετραπλοειδής με 2n = 4x = 36+1Β (Εικ. 29). Ο καρυότυπος είναι συμμετρικός ως προς το μέγεθος και τη μορφολογία, αποτελούμενος από μετακεντρικά (m) και υπομετακεντρικά (sm) χρωμοσώματα, μεγέθους 2,13-3,63 μm. Επίσης, παρατηρήθηκε η παρουσία ενός Β-χρωμοσώματος, καθώς και δύο ζεύγη SAT-χρωμοσωμάτων. Δύο από τους τέσσερις δορυφόρους είναι ιδιαίτερα ευκρινείς και ευμεγέθεις, και η παρουσία τους ήταν σταθερή σε όλους τους καρυοτύπους που μελετήθηκαν. Το συνολικό μέγεθος χρωμοσωμάτων υπολογίσθηκε στα 73,27 μm και το μέσο μέγεθος αυτών 2,02 μm. Ο δεύτερος υποπληθυσμός από την κορυφή Χιονίστρα (1.600 m), έχει διπλοειδή καρυότυπο, με 2n = 2x = 18 χρωμοσώματα, μετακεντρικά (m) και υπομετακεντρικά (sm) και μεγέθους από 1,82-3,41 μm. Ο δείκτης TCL είναι ίσος με 45,23 μm και ο ACL με 2,5 μm. Όπως φαίνεται, το συνολικό μήκος των χρωμοσωμάτων των διπλοειδών ατόμων απέχει από το αναμενόμενο, αφού θα περιμέναμε να είναι το μισό από αυτό των τετραπλοειδών. Όμως, ανάλογα φαινόμενα διαφοράς στο μέγεθος των χρωμοσωμάτων παρατηρούνται συχνά στους πολυπλοειδείς καρυοτύπους (Kamari 1992). Στον διπλοειδή υποπληθυσμό παρατηρήθηκαν επίσης δύο ζεύγη SAT-χρωμοσωμάτων (Εικ. 30). Όσον αφορά την παρουσία των Β-χρωμοσωμάτων και σε σύγκριση με τα δεδομένα των Phitos & Damboldt (1971), οι οποίοι αναφέρουν ότι μόνον οι πληθυσμοί χαμηλότερων υψομέτρων φέρουν από 0-4 Β-χρωμοσώματα, ο δικός μας τετραπλοειδής πληθυσμός φέρει ένα Β- χρωμόσωμα. Αντίθετα, η αναφορά των ίδιων συγγραφέων για την παρουσία 2 Β-χρωμοσωμάτων στους διπλοειδείς πληθυσμούς δεν επαληθεύθηκε στον δικό μας διπλοειδή πληθυσμό. Στην εργασία αυτή μετρήθηκε για πρώτη φορά το μέγεθος του γονιδιώματος και για τους δύο βαθμούς πλοειδίας. Ο διπλοειδής πληθυσμός φέρει γενετικό υλικό μεγέθους 2,14 pg, ενώ ο 85

89 τετραπλοειδής 4,24 pg. Προκύπτει λοιπόν ότι ο τετραπλοειδής πληθυσμός φέρει γονιδίωμα διπλάσιου μεγέθους από τον διπλοειδή, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για μια πρόσφατη πολυπλοειδία (Kamari 1992). Εικόνα 29: Καρυότυπος της Centaurea subciliaris subsp. subciliaris από την κορυφή Χιονίστρα του Αίνου (1.596 m), 2n = 36+1B. - Κλίμακα = 10 μm. Εικόνα 30: Καρυότυπος της Centaurea subciliaris subsp. subciliaris από από την κορυφή Χιονίστρα (1.600 m) του Αίνου, με 2n = 18 χρωμοσώματα. - Κλίμακα = 10 μm. 86

90 3. Cerastium candidissimum Correns 2n = 4x = 36 (Εικ. 31). ΙοΙ: Κεφαλονιά: Αίνος, Χιονίστρα, υψόμ m, 12 Σεπτεμβρίου 2008, Καραγιάννη & Σαμαροπούλου, cult. no SK28 (UPA). Ο βασικός χρωμοσωματικός αριθμός του γένους είναι x = 9 (Van Loon 1987). Ο πληθυσμός που μελετήθηκε βρέθηκε τετραπλοειδής με 2n = 4x = 36 χρωμοσώματα. Ο αριθμός αυτός συμφωνεί με προηγούμενες αναφορές για υλικό από την Πελοπόννησο και συγκεκριμένα από τα όρη Πάρνωνα, Μαίναλο και Χελμό (Persson in Strid 1986). Για το είδος αυτό, έχει δοθεί επίσης ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = 18 από τον Ταΰγετο (Favarger 1969) και από καλλιεργημένο υλικό άγνωστης προέλευσης (Söliner 1954). Ο καρυότυπος είναι συμμετρικός και αποτελείται από μετακεντρικά (m) και υπομετακεντρικά (sm) χρωμοσώματα, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από 0,8 έως 1,8 μm. Ο δείκτης TCL ισούται με 55,23 μm και ο ACL με 1,55 μm. Στα πλαίσια της παρούσας μελέτης, ο χρωμοσωματικός αριθμός του είδους αυτού δόθηκε για πρώτη φορά από την Κεφαλονιά, καθώς επίσης για πρώτη φορά για το είδος δόθηκε η φωτογραφία του καρυοτύπου και η μορφολογία των χρωμοσωμάτων για τετραπλοειδή καρυότυπο. Τα δεδομένα αυτά έχουν ήδη δημοσιευθεί από τους Samaropoulou & al. (2013a). Εικόνα 31: Καρυότυπος του Cerastium candidissimum από την κορυφή Χιονίστρα του Αίνου, 2n = 36. Κλίμακα = 10 μm. 87

91 4. Saponaria aenesia Heldr. 2n = 2x = 28 (Εικ. 32). IoI: Κεφαλονιά: Αίνος, υψόμ m, 06 Ιουλίου 2008, Καραγιάννη & Σαμαροπούλου, cult. no SK15 (UPA). Ο βασικός χρωμοσωματικός αριθμός τους γένους είναι x = 14 (Van Loon 1987). Ο πληθυσμός που μελετήθηκε είναι διπλοειδής με 2n = 2x = 28 χρωμοσώματα. Ο καρυότυπός του είναι συμμετρικός με μετακεντρικά (m) κυρίως χρωμοσώματα, το μέγεθός των οποίων κυμαίνεται από 1,47 μέχρι 2,19 μm. Ο δείκτης TCL για το συνολικό μήκος των χρωμοσωμάτων είναι 49,79 μm και ο ACL για το μέσο μέγεθός τους 1,78 μm. Ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = 28 και η μορφολογία του καρυοτύπου αναφέρονται πρώτη φορά για το είδος αυτό στα πλαίσια της παρούσας μελέτης και έχουν ήδη δημοσιευθεί από τους Samaropoulou & al. (2013b). Για τη στενά συγγενική με τη Saponaria aenesia, S. calabrica Guss. (Κατσούνη & al. 2009α) δεν υπάρχει μέχρι σήμερα κανένα κυτταρολογικό δεδομένο. Εικόνα 32: Καρυότυπος του είδους Saponaria aenesia, από τον πληθυσμό του Αίνου, 2n = 28. Κλίμακα = 10 μm. 88

92 5. Silene ionica Halácsy 2n = 24 (Εικ. 33). ΙοΙ: Κεφαλονιά: ΝΔ πλαγιές του όρους Αίνος, στην θέση Νεροφάγωμα, υψόμ. 499 m, 08 Ιουνίου 2008, Καμάρη, Κατσούνη, Σαμαροπούλου & Σπανού, cult. no SK45 (UPA). Οι βασικοί χρωμοσωματικοί αριθμοί του γένους είναι x = 10 και x = 12 (Sheidai & al. 2008). Ο πληθυσμός που μελετήθηκε βρέθηκε διπλοειδής με 2n = 24 χρωμοσώματα. Ο αριθμός 2n = 24 έχει αναφερθεί για το είδος αυτό από τους Damboldt & Phitos (1970) και τους Chater & al. (1993). Ο καρυότυπος και η μορφολογία των χρωμοσωμάτων δίνονται εδώ για πρώτη φορά. Το είδος χαρακτηρίζεται από συμμετρικό καρυότυπο, με μικρά, κυρίως μετακεντρικά χρωμοσώματα, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από 1,8 έως 2,7 μm. Το συνολικό μέγεθος των χρωμοσωμάτων ισούται με 47,27 μm και το μέσο μέγεθός τους με 1,95 μm. Εικόνα 33: Καρυότυπος του Silene ionica από τη θέση Νεροφάγωμα, ΝΔ πλαγιές του Αίνου, 2n = 24. Κλίμακα = 10 μm. 89

93 6. Sulla coronaria (L.) Medik. (=Hedysarum coronarium L.) 2n = 2x =16 (Εικ. 34). ΙοΙ: Κεφαλονιά: Λιμένια Πόρου, υψόμ m, 07 Ιουνίου 2008, Καμάρη, Σαμαροπούλου & Σπανού, cult. no SK58 (UPA). Ο βασικός χρωμοσωματικός αριθμός του γένους είναι x = 8 (Goldblatt 1981). Ο καρυότυπος που μελετήθηκε είναι διπλοειδής, συμμετρικός αποτελούμενος από 2n = 16 κυρίως μετακεντρικά χρωμοσώματα μεγέθους από 2,27 έως 1,36 μm. Το TCL ισούται με 25,68 μm και το ACL με 1,59 μm. Χαρακτηριστικό του καρυοτύπου αυτού του είδους είναι η παρουσία ενός ζεύγους υπομετακεντρικών χρωμοσωμάτων, το οποίο φέρει μεγάλους, ευκρινείς σε όλες τις φάσεις, δορυφόρους στους μικρούς βραχίονες, το μέγεθος των οποίων είναι μεγαλύτερο από αυτό των μικρών βραχιόνων. Οι δορυφόροι αυτοί έχουν αναφερθεί και παλαιότερα στον πληθυσμό της Κεφαλονιάς (Kapasa & al. 2001). Για το είδος αυτό έχει αναφερθεί επίσης ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = 2x = 18 από την Αλγερία. Μάλιστα, οι δύο χρωμοσωματικοί αριθμοί συνυπάρχουν, συνηθέστερα σε πληθυσμούς μεγάλου υψομέτρου, δημιουργώντας ερωτήματα για την προέλευσή τους. Όσον αφορά τη μορφολογία τους, όλα τα χρωμοσώματα είναι μετακεντρικά, ενώ δεν γίνεται λόγος για την παρουσία δορυφόρων (Issolah & al. 2006). Το είδος αυτό έχει μελετηθεί στον παρελθόν τόσο από την Ελλάδα, όσο και από άλλες χώρες. Η φωτογραφία του καρυοτύπου όμως δίνεται εδώ για πρώτη φορά από την Ελλάδα. Ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = 16 συμφωνεί με μελέτες για υλικό από την Κεφαλονιά (Kapasa & al. 2001), την Αλγερία (Abdelguefri-Berrekia & al. 1986, Issolah & al. 2006), την Πορτογαλία (Fernandes & Santos 1975 και Fernandes & Queiros 1978) και την Ιταλία (Colombo & Trapani 1990, Falistocco & Maurelli 1990), αλλά και από υλικό άγνωστης προελεύσεως (Cenci & Falistocco 1992). Εικόνα 34: Καρυότυπος του Sulla coronariα από τα Λιμένια, 2n = Κλίμακα = 10 μm. 90

94 7. Scutellaria rupestris Boiss. & Heldr. subsp. cephalonica (Bornm.) Greuter & Burdet 2n = 2x = 34 (Εικ. 35). ΙοΙ: Κεφαλονιά: Όρος Ρούδι, υψόμ. 803 m, 11 Απριλίου 2013, Καραγιάννη & Σαμαροπούλου cult. no SK34 (UPA). Οι βασικοί χρωμασωματικοί αριθμοί του γένους είναι x = 8, 11, 17 (Van Loon 1987). Ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = 34 που μετρήθηκε στον πληθυσμό που μελετήθηκε συμφωνεί με προηγούμενες αναφορές για τo taxon αυτό από το όρος Αίνο από τους Dambodlt (1976), Phitos & Damboldt (1985) και Bothmer (1987). Ο καρυότυπος είναι διπλοειδής και συμμετρικός ως προς το μέγεθος των χρωμοσωμάτων, το οποίο κυμαίνεται από 0,45-1,36 μm. Οι δείκτες TCL και ACL υπολογίσθηκαν 34,77 μm και 1,05 μm αντίστοιχα. Η Scutellaria rupestris subsp. cephalonica (συνώνυμο της Scutellaria rubicunda subsp. cephalonica Rech. f.) ανήκει στο πολύμορφο είδος Scutellaria rupestris, το οποίο απασχόλησε ιδιαίτερα τον Bothmer (1987), αλλά και τους Greuter & Raus (1984). Σύμφωνα με τις εργασίες τους, το είδος διαχωρίστηκε από το υπόλοιπο Scutellaria rubicunda group και διαιρέθηκε σε οχτώ υποείδη, επτά από τα οποία είναι ενδημικά της Ελλάδας. Ήδη από το 1985, οι Phitos & Damboldt αναφέρουν ότι παρά την ποικιλομορφία των μορφολογικών χαρακτηριστικών τους, όλοι οι πληθυσμοί φέρουν σταθερά τον χρωμοσωματικό αριθμό 2n = 34. Εικόνα 35: Καρυότυπος του υποείδους Scutellaria rupestris subsp. cephalonica από το όρος Ρούδι με 2n = Κλίμακα = 10μm. 91

95 8. Stachys parolinii Vis. 2n = 2x = 34 (Εικ. 36). IoI: Κεφαλονιά: Ρούδι, υψόμ. 820 m, 01 Ιουλίου 2000, Καραγιάννη & Σαμαροπούλου, cult. no SK17 (UPA). Ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = 34 που βρέθηκε από τον πληθυσμό του όρους Ρούδι, συμφωνεί με παλαιότερη αναφορά για το είδος αυτό από την Κεφαλονιά από τους Baltisberger & Lenherr (1984). Οι βασικοί χρωμοσωματικοί αριθμοί του γένους είναι x = 8, 10, 17 (Van Loon 1987). Ο καρυότυπος είναι διπλοειδής, με 2n = 2x = 34 χρωμοσώματα και συμμετρικός ως προς το μέγεθος των χρωμοσωμάτων. Λόγω του μικρού μεγέθους τους, το οποίο κυμαίνεται από 1,11-2,22 μm, δεν ήταν εύκολη η διάκριση του κεντρομέρους και, συνεπώς, ο χαρακτηρισμός της μορφολογίας των χρωμοσωμάτων (Samaropoulou & al. 2013b). Το συνολικό μήκος των χρωμοσωμάτων του Stachys parolinii είναι ίσο με 47,27 μm και το μέσο μέγεθος τους με 1,38 μm. Εικόνα 36:Καρυότυπος του Stachys parolinii από το όρος Ρούδι, 2n = Κλίμακα = 10μm. 9. Thymus holosericeus Čelak 2n = 4x = 28 (Εικ. 37). IoI: Κεφαλονιά: Όρος Ρούδι, υψόμ. 873 m, 06 Αυγούστου 2008, Καραγιάννη & Σαμαροπούλου, cult. no SK9 (UPA). Σύμφωνα με τους Martonfi & Martonfiova (1996), ο βασικός χρωμοσωματικός αριθμός του γένους αυτού παραμένει ένα πρόβλημα. Πολλοί είναι οι συγγραφείς που υποστηρίζουν ότι οι 92

96 βασικοί αριθμοί είναι x = 6, 7, 9, 10, 15. Η Gogina (1990), όμως, παραθέτει την άποψη ότι ο βασικός αριθμός είναι x = 7, ενώ ο αριθμός x = 15 έχει προκύψει από τον συνδυασμό των απλοειδών γονιδιωμάτων x = 7 και x = 8. Ο χρωμοσωματικός αριθμός του Thymus holosericeus βρέθηκε τετραπλοειδής, 2n = 4x = 28. Το μέγεθος των χρωμοσωμάτων κυμαίνεται από 0,85 έως 1,15 μm, το μέσο μέγεθος τους είναι 1,04 και συνολικά το μήκος τους ισούται με 29,13. Εξαιτίας του μικρού αυτού μεγέθους είναι δύσκολος ο προσδιορισμός της μορφολογίας όλων των χρωμοσωμάτων. Ο καρυότυπος είναι συμμετρικός, με τα περισσότερα χρωμοσώματά του μετακεντρικά (Samaropoulou & al a). Τα αποτελέσματά μας συμφωνούν με αυτά του Damboldt (1976) ως προς τον χρωμοσωματικό αριθμό και τη μορφολογία του καρυοτύπου. Εικόνα 37:Καρυότυπος του Thymus holosericeus από το όρος Ρούδι, 2n = Κλίμακα = 10μm. 93

97 10. Fritillaria messanensis Rafin. subsp. gracilis (Ebel) Rix 2n = 24 (Εικ. 38 & 39). IoI: Κεφαλονιά: IoI: Ιθάκη: Αργοστόλι, στην θέση Φανάρι, υψόμ m, 15 Απριλίου 1975, Φοίτος & Καμάρη, cult. no SK48 (UPA). Άνω του χωρίου Βαθύ, υψόμ m, 15 Απριλίου 1972, Φοίτος & Hauser, cult. no SK47 (UPA). Η Fritillaria messanensis subsp. gracilis μελετήθηκε κυτταρολογικά από τον πληθυσμό της Κεφαλονιάς και κυτταρογενετικά από τον πληθυσμό της Ιθάκης. Ο πληθυσμός της Κεφαλονιάς βρέθηκε διπλοειδής με 2n = 2x = 24 χρωμοσώματα. Ο καρυότυπος είναι ασύμμετρος, αποτελούμενος από 2n = 2m + 2sm + 8st + 2st-SAT + 10t + 1B = 24 +1B χρωμοσώματα (Samaropoulou & al. 2013a). Τα αποτελέσματά μας συμφωνούν με προηγούμενες αναφορές από τους Kamari (1991b) και Kamari & Phitos (2006) από υλικό άλλων πληθυσμών των Ιονίων Νήσων (Ζάκυνθο, Κεφαλονιά, Ιθάκη, Λευκάδα). Ο ίδιος αριθμός, 2n = 24, έχει βρεθεί γενικότερα για το είδος, σε υλικό από την πρώην Γιουγκοσλαβία (Lovka 1975), την Ιταλία (Gori 1958) και αρκετούς άλλους ελληνικούς πληθυσμούς (Zaharof 1987, 1989, Kamari & Phitos 2006). Κατά την παρούσα μελέτη, παρατηρήθηκε σε ορισμένες φάσεις άλλο ένα, σχεδόν τελοκεντρικό, ζεύγος SAT-χρωμοσωμάτων, γεγονός που συμφωνεί με προηγούμενες αναφορές για τη συνήθη παρουσία δύο ή τριών δορυφόρων στο υποείδος αυτό (Kamari 1991b, Kamari & Phitos 2006). Επίσης, η παρουσία ενός B-χρωμοσώματος έχει παρατηρηθεί και στο παρελθόν σε υλικό της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου (Kamari 1991b, Kamari & Phitos 2006). Τα χρωμοσώματα κυμαίνονται σε μέγεθος από 10,5 έως 18,9 μm, ο δείκτης TCL είναι ίσος με 308,45 μm και ο ACL με 12,86 μm. Για το υποείδος αυτό πραγματοποιήθηκε επιπλέον και προσδιορισμός του μεγέθους του γονιδιώματος με κυτταρομετρία ροής. Η ποσότητα του γενετικού υλικού που βρέθηκε ήταν 101,02 pg. Σε προηγούμενη αναφορά από υλικό της Κροατίας (Siljak-Yakovlev & al. 2010, ως Fritillaria gracilis) δίνεται για το taxon αυτό μέγεθος γονιδιώματος ίσο με 95,99 pg. Παρατηρείται μια διαφορά της τάξης των περίπου 5 pg, η οποία όμως σε μεγάλα γονιδιώματα δεν θεωρείται τόσο σημαντική. Πρέπει να σημειωθεί ότι το γένος Fritillaria έχει το μεγαλύτερο γονιδίωμα από όλα σχεδόν τα ανώτερα φυτά (Sharma & Raina 2005). 94

98 Εικόνα 38: Καρυότυπος της Fritillaria messanensis subsp. gracilis από τo Φανάρι Αργοστολίου, 2n = Κλίμακα = 10μm. m sm st t t t st st - SAT st t st t Εικόνα 39: Καρυόγραμμα της Fritillaria messanensis subsp. gracilis από τo Φανάρι Αργοστολίου, 2n = 24. Κλίμακα = 10μm. 95

99 Κυτταρογενετική μελέτη Τα τρία υποείδη της Fritillaria messanensis Raf. (F. messanensis Raf. subsp. messanensis, F. messanensis subsp. gracilis (Ebel) Rix, F. messanensis subsp. sphaciotica (Gand.) Kamari & Phitos) μελετήθηκαν κυτταρογενετικά με σκοπό τον εντοπισμό διαφορών μεταξύ τους. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε με σήμανση των πλούσιων σε GC περιοχών με χρωμομυκίνη Α 3 και in situ υβριδοποίηση φθορισμού (FISH) για τον εντοπισμό 18S - 5.8S - 26S και 5S γονιδίων. Το υποείδος Fritillaria messanensis subsp. gracilis μελετήθηκε κυτταρογενετικά από πληθυσμό της Ιθάκης κοντά στο Βαθύ και συγκρίθηκε με άτομα των υποειδών Fritillaria messanensis subsp. messanensis από την Πελοπόννησο (Νομός Ηλείας, περιοχή Ηράκλειας) και Fritillaria messanensis subsp. sphaciotica από την Κρήτη (Νομός Ηρακλείου, Ψηλορείτης). Εικόνα 40: Χάρτης γεωγραφικής εξάπλωσης των τριών υποειδών της Fritillaria messanensis (Kamari & Phitos 2006). Οι Kamari & Phitos (2006) σε εκτενή μελέτη τους για το είδος αυτό παρατήρησαν μια διαφοροποίηση στην μορφολογία των καρυοτύπων, ιδιαίτερα όσον αφορά στον αριθμό και το σχήμα των δορυφόρων. Πιο συγκεκριμένα, ανέφεραν τις εξής κυτταρολογικές διαφορές μεταξύ των τριών υποειδών: η Fritillaria messanensis subsp. gracilis έφερε δύο ή τρεις δορυφόρους, καθώς και ένα Β-χρωμόσωμα σε κάποιους από τους υποπληθυσμούς της. Το υποείδος Fritillaria messanensis subsp. messanensis παρουσίαζε διαφορά μεταξύ των πληθυσμών του Νομού Ηλείας και αυτών της υπόλοιπης Πελοποννήσου, καθώς και του Ολύμπου. Στην πρώτη περίπτωση, του πληθυσμού της Ηλείας, ο καρυότυπος περιελάμβανε ένα μόνο υποτελοκεντρικό ζεύγος με 96

100 δορυφόρο και μια έντονη δευτερογενή περίσφιξη στον μικρό βραχίονα του υπομετακεντρικού ζεύγους, κοντά στο κεντρομέρος. Στην περίπτωση όμως του πληθυσμού μεταξύ Σπάρτης και Τρίπολης και αυτόν του Ολύμπου, δορυφόροι παρατηρήθηκαν σε δύο ζεύγη χρωμοσωμάτων, καθώς και ένα μικρό B-χρωμόσωμα, το οποίο ποίκιλε σε μέγεθος μεταξύ των ατόμων. Τέλος, για τη Fritillaria messanensis subsp. sphaciotica, οι συγγραφείς αναφέρουν επίσης την παρουσία δύο ζευγών χρωμοσωμάτων με δορυφόρους, οι οποίοι μάλιστα ήταν ευκρινείς σε όλες τις φάσεις. Οι δύο από αυτούς συχνά ήταν διπλοί, άνισου μεγέθους και συνδεδεμένοι με το υπόλοιπο χρωμόσωμα με χρωμόνημα. Επίσης, αναφέρεται η παρουσία πολλών δευτερογενών περισφίξεων στον μεγάλο βραχίονα των περισσότερων χρωμοσωμάτων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των τεχνικών ζώνωσης που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια της παρούσας μελέτης, ο καρυότυπος της Fritillaria messanensis subsp. gracilis, έφερε τέσσερα πράσινα σήματα, τα οποία αντιστοιχούν στις 5S DNA αλληλουχίες, δύο υποτελομερικά και δύο κεντρομερικά. Τα κόκκινα σήματα, τα οποία αντιστοιχούν στις 18S-5.8S-26S DNA αλληλουχίες, ήταν επίσης τέσσερα, όλα τελομερικά, στα χρωμοσώματα όπου παρατηρούνται και οι δορυφόροι. Έπειτα από χρώση με DAPI, παρατηρήθηκαν ζωνώσεις σε όλες τις κεντρομερικές περιοχές, εκτός από ένα ακροκεντρικό ζεύγος χρωμοσωμάτων. Επίσης, τρεις θέσεις DAPI παρουσιάστηκαν στο χρωμόσωμα με την υποτελομερική θέση 5S, μια στον μικρό βραχίονα, στην ίδια θέση με το ριβοσωμικό DNA και δύο στον μεγάλο βραχίονα. Ζώνη DAPI έφερε και ο μεγάλος βραχίονας του τελευταίου σε μέγεθος ζεύγους χρωμοσωμάτων. Σε ό,τι αφορά τη χρώση με χρωμομυκίνη, θετικές ήταν οι τελομερικές περιοχές, φέρουσες δορυφόρους και 18S DNA και η υποτελομερική περιοχή του 5S. Αρνητική στην χρωμομυκίνη αποδείχθηκε η κεντρομερική περιοχή του μετακεντρικού χρωμοσώματος (Εικ. 41Α & 42). Ο καρυότυπος της Fritillaria messanensis subsp. messanensis χαρακτηρίζεται επίσης από τέσσερις 5S DNA περιοχές, δύο τελομερικές και δύο κεντρομερικές. Οι 18S θέσεις όμως διέφεραν σε σύγκριση με το subsp. gracilis και ήταν μόνο δύο, τελομερικές και συνέπιπταν επίσης με το ζεύγος που φέρει τους δορυφόρους. Οι κεντρομερικές περιοχές, εκτός δύο χρωμοσωμάτων, ήταν επίσης θετικές στη χρώση DAPI. Άλλες θέσεις παρατηρήθηκαν στον μικρό βραχίονα του χρωμοσώματος με την κεντρομερική 5S περιοχή και τον μεγάλο βραχίονα του χρωμοσώματος με την υποτελομερική 5S θέση (Εικ. 41Β). Με τη χρωμομυκίνη, πλούσιες περιοχές σε GC βρέθηκαν η κεντρομερική 5S περιοχή, η υποτελομερική 5S θέση, η τελομερική 18S θέση με τον δορυφόρο και η τελομερική θέση του προτελευταίου σε μέγεθος χρωμοσώματος. Επίσης, αρνητικά στην CMA ήταν το κεντρομέρος του μετακεντρικού χρωμοσώματος και μια ζώνη στον μικρό βραχίονα, κάτω από την τελομερική 18S θέση. 97

101 Τέλος ο καρυότυπος της Fritillaria messanensis subsp. sphaciotica ήταν παρόμοιος με αυτόν της Fritillaria messanensis subsp. gracilis, με τέσσερις 5S DNA αλληλουχίες, δύο υποτελομερικές και δύο κεντρομερικές και τέσσερις τελομερικές με δορυφόρους 18S-5.8S-26S DNA αλληλουχίες. Παρ όλα αυτά, όλες οι κεντρομερικές περιοχές ήταν θετικές στη χρώση DAPI, ενώ επίσης παρουσιάστηκαν δύο ζωνώσεις στο χρωμόσωμα με το υποτελομερικό 5S DNA, μια στον μεγάλο βραχίονα και μια στον μικρό, η οποία συνέπιπτε με την 5S αλληλουχία. Επίσης δύο ήταν και οι θετικές θέσεις στο μικρότερο εκ των δύο χρωμοσωμάτων με 18S σήμανση, μια στον μεγάλο βραχίονα και μια στον μικρό, κοντά στο κεντρομέρος. Επιπλέον, διαφορά παρατηρήθηκε και στη χρώση της CMA, αφού ο καρυότυπος έφερε μόνο θετικές περιοχές, οι οποίες συνέπιπταν με τις 5S και 18S αλληλουχίες (Εικ. 41Γ & 43). Συνοψίζοντας, λοιπόν, εκ πρώτης όψεως οι καρυότυποι των Fritillaria messanensis subsp. gracilis και Fritillaria messanensis subsp. sphaciotica διέφεραν από αυτόν της Fritillaria messanensis subsp. messanensis στον αριθμό των 18S περιοχών, αφού στις πρώτες παρατηρήθηκαν τέσσερα κόκκινα σήματα και στην δεύτερη μόνο δύο σήματα. Και τα τρία υποείδη έφεραν τέσσερις 5S αλληλουχίες (δύο κεντρομερικές και δύο υποτελομερικές) και μια χαρακτηριστική ζώνη DAPI στον μεγάλο βραχίονα του ζεύγους χρωμοσωμάτων με την φθορίζουσα υποτελομερική 5S περιοχή. Οι υπόλοιπες φθορίζουσες περιοχές με DAPI ήταν χαρακτηριστικές κάθε υποείδους. Τέλος, στην πλειοψηφία τους τα χρωμοσώματα και των τριών υποειδών έφεραν ζώνες DAPI στην περιοχή του κεντρομέρους (Εικ. 44). Παρ όλο όμως που στους καρυοτύπους των υποειδών Fritillaria messanensis subsp. gracilis και F. messanensis subsp. sphaciotica παρατηρούνται ομοιότητες μετά την FISH, η χρωμομυκίνη επέδειξε διαφορά στις πλούσιες σε GC περιοχές, αφού για την F. messanensis subsp. gracilis παρατηρήθηκαν έξι σήματα, ενώ για τις F. messanensis subsp. sphaciotica και F. messanensis subsp. messanensis οχτώ. Τέλος, σχετικά με το μεγάλο μετακεντρικό χρωμόσωμα, μόνο στην F. messanensis subsp. sphaciotica δεν αποδείχθηκε αρνητικό στη χρωμομυκίνη (Εικ. 44). Συμπερασματικά, αυτή η πρώτη απόπειρα διάκρισης των υποειδών της Fritillaria messanensis με νέες κυτταρολογικές τεχνικές είχε ως αποτέλεσμα την παρατήρηση σημαντικών διαφορών στα πρότυπα ζωνώσεων των υποειδών, ενισχύοντας έτσι την αρχική διάκρισή τους με τη χρήση μόνο κλασσικών τεχνικών. Βέβαια, είναι απαραίτητη η συνέχιση της μελέτης με την παρατήρηση περισσότερων ατόμων και πληθυσμών, για τη διεξαγωγή ασφαλέστερων συμπερασμάτων. 98

102 Α Β Γ Εικόνα 41: Καρυότυποι με χρώση DAPI και FISH των: Α) Fritillaria messanensis subsp. gracilis. Β) F. messanensis subsp. messanensis και Γ) F. messanensis subsp. sphaciotica. - Κλίμακα = 10 μm. 99

103 Εικόνα 42 Καρυότυπος με χρώση CMA της Fritillaria messanensis subsp. gracilis. - Κλίμακα = 10 μm. Εικόνα 43: Καρυότυπος με χρώση CMA της Fritillaria messanensis subsp. sphaciotica. - Κλίμακα = 10 μm. 100

104 A DAPI DAPI negative 5S 18S-5.8S-26S CMA B Γ Εικόνα 44: Ιδιογράμματα με χρώσεις CMA & FISH των: Α) Fritillaria messanensis subsp. gracilis. Β) F. messanensis subsp. messanensis και Γ) F. messanensis subsp. sphaciotica. - Κλίμακα = 10μm. 101

105 11. Fritillaria mutabilis Kamari 2n = 24 (Εικ. 45 & 46). IoI: Κεφαλονιά: Όρος Ρούδι, κορυφή Γιούπαρη, υψόμ m, 01 Μαΐου 2008, Φοίτος & Καμάρη, cult. no SK83 (UPA). Ο υποπληθυσμός τους είδους αυτού από την κορυφή Γιούπαρη του όρους Ρούδι (1050 m) χαρακτηρίζεται από ασύμμετρο καρυότυπο ως προς τη μορφολογία των χρωμοσωμάτων με 2n = 2x = 2m + 2sm + 8st + 12t = 24 χρωμοσώματα. Το μέγεθος των χρωμοσωμάτων κυμαίνεται από 10,8-19,5 μm (Samaropoulou & al. 2013b). Το μήκος των χρωμοσωμάτων στο σύνολο τους ισούται με 338,93 μm και ο μέσος όρος μεγέθους κάθε χρωμοσώματος ισοδυναμεί με 14,13 μm. Τα αποτελέσματα αποτελούν τα πρώτα στοιχεία για το είδος από την Κεφαλονιά. Σε προηγούμενη μελέτη της F. mutabilis από τον Χελμό (Kamari 1991b) αναφέρεται ο χρωμοσωματικός αριθμός 2n = B, καθώς επίσης και η παρουσία ενός ακροκεντρικού ζεύγους SAT-χρωμοσωμάτων, τα οποία φέρουν πολύ μεγάλους και μακρούς δορυφόρους. Το μέγεθος του γονιδιώματος μετρήθηκε για πρώτη φορά για το είδος αυτό και ισούται με 99,13 pg. Παρότι η Fritillaria mutabilis ανήκει σε διαφορετικό group από την F. messanensis subsp. gracilis, από τη σύγκριση μεταξύ τους παρατηρείται ότι η πρώτη, αν και φέρει μεγαλύτερο δείκτη TCL, έχει ελαφρώς λιγότερη ποσότητα γονιδιώματος (Πίνακας 11). Εικόνα 45: Καρυότυπος της Fritillaria mutabilis από την κορυφή Γιούπαρη, του όρους Ρούδι, 2n = 24. Κλίμακα = 10μm. 102

106 Εικόνα 46: Καρυόγραμμα της Fritillaria mutabilis από την κορυφή Γιούπαρη, του όρους Ρούδι, 2n = Κλίμακα = 10μm. 12. Cymbalaria microcalyx (Boiss.) Wettst. subsp. minor (Cuf.) Greuter 2n = 4x = 28 (Εικ. 47). IoI: Κεφαλονιά: Όρος Αίνος, υψόμ m, 27 Ιουλίου 2008, Καραγιάννη & Σαμαροπούλου, cult. no SK25 (UPA). Ο βασικός χρωμοσωματικός αριθμός του γένους είναι x = 7 (Van Loon 1987). Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας, ο χρωμοσωματικός αριθμός είναι 2n = 4x = 28 και ο καρυότυπος τετραπλοειδής, συμμετρικός, αποτελούμενος από μετακεντρικά (m) και υπομετακεντρικά (sm) χρωμοσώματα, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από 1,33-2,67 μm (Samaropoulou & al. 2013b). Ο δείκτης TCL είναι ίσος με 57 μm και ο ACL με 2,07 μm. Ο χρωμοσωματικός αυτός αριθμός συμφωνεί με παλαιότερη αναφορά για το είδος, επίσης από την Κεφαλονιά, από τους Damboldt & Phitos (1971). 103

107 Εικόνα 47: Καρυότυπος του υποείδους Cymbalaria microcalyx subsp. minor, 2n = 28. Κλίμακα = 10 μm. 104

Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου

Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών E-mail: dkchrist@upatras.gr Τηλ.: 2610 997277 20 Αιγηίδα:

Διαβάστε περισσότερα

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ Το κλίμα της Ευρώπης Το κλίμα της Ευρώπης Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ και ΚΛΙΜΑ Καιρός: Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή, σε

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1)το γεωγραφικό πλάτος 2)την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3)το

Διαβάστε περισσότερα

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1 Το κλίμα της Ελλάδος Λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής της θέσης στη Μεσόγειο και του πλούσιου ανάγλυφου της, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από διάφορες κλιματικές ζώνες. Η Ελλάδα, συνολικής επιφάνειας 131.957

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων)

Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων) Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων) Η κυριαρχία των Αγγειοσπέρμων αρχίζει από το Mέσο Kρητιδικό (πριν 100 εκ. χρόνια) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Υπάρχουν περίπου 250.000 είδη Αγγειοσπέρμων.

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ E - Z

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ E - Z ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ E - Z ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ Ε - Z Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΥΤΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΥΤΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΥΤΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΦΥΤΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ Χωρολογία των φυτών Εξελικτική ή ιστορική φυτογεωγραφία Φυτοκοινωνιολογία Οικολογική φυτογεωγραφία Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΕΞΑΠΛΩΣΗΣ 1) Η ερμηνεία της περιοχής

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ E - Z

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ E - Z ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ E - Z ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ Ε - Z Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος

Διαβάστε περισσότερα

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα.

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα. Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα. Γεωργιάδης Χρήστος Λεγάκις Αναστάσιος Τομέας Ζωολογίας Θαλάσσιας Βιολογίας Τμήμα Βιολογίας

Διαβάστε περισσότερα

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι). Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά του νομού Ιωαννίνων είναι οι ψηλές επιμήκεις οροσειρές και οι στενές κοιλάδες. Το συγκεκριμένο μορφολογικό ανάγλυφο οφείλεται αφενός

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το γεωγραφικό πλάτος 2) την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3) το

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται ΜΑΘΗΜΑ 1 Π. Γ Κ Ι Ν Η Σ 1. Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται 2. Να μπορείς να δώσεις την σχετική γεωγραφική θέση ενός τόπου χρησιμοποιώντας τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ Οι επιμέρους μελέτες ανέδειξαν τον πλούτο των φυσικών πόρων που διαθέτει η χώρα μας αλλά και τους κινδύνους που απειλούν το φυσικό

Διαβάστε περισσότερα

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία iv. Παράκτια Γεωμορφολογία Η παράκτια ζώνη περιλαμβάνει, τόσο το υποθαλάσσιο τμήμα της ακτής, μέχρι το βάθος όπου τα ιζήματα υπόκεινται σε περιορισμένη μεταφορά εξαιτίας της δράσης των κυμάτων, όσο και

Διαβάστε περισσότερα

Βγήκαν τα Μερομήνια Δείτε τι καιρό θα έχουμε τον ερχόμενο χειμώνα

Βγήκαν τα Μερομήνια Δείτε τι καιρό θα έχουμε τον ερχόμενο χειμώνα Τα Μερομήνια ή Ημερομήνια είναι μια πανάρχαια μέθοδος πρόβλεψης του καιρού για ολόκληρο τον χρόνο. Η μέθοδος είναι πολύ απλή για όσους γνωρίζουν τα μερομήνια. Όσοι γνωρίζουν παρατηρούν τον καιρό του Αυγούστου

Διαβάστε περισσότερα

Φ.. ΧΕΛΜΟΥ-ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ Dr. ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΙΑΤΡΟΥ Καθηγητής ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Πρόεδρος Σ Φ Χελµού-Βουραϊκού Σύντοµο ιστορικό 1992 Πρόταση Ορειβατικού Συλλόγου Καλαβρύτων

Διαβάστε περισσότερα

Αθανασίου Έκτωρ, Ζαμπέτογλου Αθανάσιος, Μπογκντάνι Φίντο, Πάνος Δημήτριος, Παπαλεξίου Ευαγγελία Μαθητές Α Λυκείου, Αριστοτέλειο Κολλέγιο

Αθανασίου Έκτωρ, Ζαμπέτογλου Αθανάσιος, Μπογκντάνι Φίντο, Πάνος Δημήτριος, Παπαλεξίου Ευαγγελία Μαθητές Α Λυκείου, Αριστοτέλειο Κολλέγιο Αθανασίου Έκτωρ, Ζαμπέτογλου Αθανάσιος, Μπογκντάνι Φίντο, Πάνος Δημήτριος, Παπαλεξίου Ευαγγελία Μαθητές Α Λυκείου, Αριστοτέλειο Κολλέγιο Επιβλέπουσες Καθηγήτριες: Δρ. Κοκκίνου Ελένη Φυσικός Παπαχρήστου

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΝΔΗΜΙΚΑ. που πωλούνται (ανεξέλεγκτα) στο διαδίκτυο

ΦΥΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΝΔΗΜΙΚΑ. που πωλούνται (ανεξέλεγκτα) στο διαδίκτυο 0 ΕΝΔΗΜΙΚΑ ΦΥΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ που πωλούνται (ανεξέλεγκτα) στο διαδίκτυο Helichrysum sibthorpii Rouy (Compositae): Κινδυνεύον, προστατευόμενο από το Προεδρικό Διάταγμα 67/98 σε εθνικό επίπεδο και τη Σύμβαση

Διαβάστε περισσότερα

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει χαρακτηριστικά «Mare Mediterraneum» ως μεταξύ δύο ηπείρων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ 8.ΥΔΑΤΩΔΗ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα: Μετεωρολογία-Κλιματολογία. Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου 1 ΥΔΑΤΩΔΗ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ

Διαβάστε περισσότερα

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ): Μιχάλης Βραχνάκης Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΙ Θεσσαλίας ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 6 ΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Η ΓΗ ΚΑΙ Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΗΛΙΑΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3. ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

P L A N T - N E T C Y

P L A N T - N E T C Y P L A N T - N E T C Y Περιεχόμενα Εισαγωγή και στόχοι έργου 1 Μικρο-Αποθέματα Φυτών (ΜΑΦ) 1 Arabis kennedyae 2 Astragalus macrocarpus subsp. lefkarensis Centaurea akamantis 2 3 Ophrys kotschyi 4 Δημιουργία

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Ο Ελλαδικός χώρος µε την ευρεία γεωγραφική έννοια του όρου, έχει µια σύνθετη γεωλογικοτεκτονική

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΠΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σίνα 32, Αθήνα 106 72, τηλ.210-3617824, φαξ 210-3643476, e- mails: ellspe@otenet.gr & info@speleologicalsociety.gr website: www.speleologicalsociety.gr ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες Ωκεανοί Το νερό καλύπτει τα δύο τρίτα της γης και το 97% όλου του κόσµου υ και είναι κατοικία εκατοµµυρίων γοητευτικών πλασµάτων. Οι ωκεανοί δηµιουργήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκά Γεωπάρκα. Αγγελική Καμπάνη Βασιλική Καμπάνη Μαρία Καλέλλη Δέσποινα Πάνου

Ευρωπαϊκά Γεωπάρκα. Αγγελική Καμπάνη Βασιλική Καμπάνη Μαρία Καλέλλη Δέσποινα Πάνου Ευρωπαϊκά Γεωπάρκα Αγγελική Καμπάνη Βασιλική Καμπάνη Μαρία Καλέλλη Δέσποινα Πάνου Γεωπάρκο Ένα «Γεωπάρκο» είναι: μια περιοχή με καθορισμένα όρια, η οποία συνδυάζει μνημεία σημαντικής γεωλογικής αξίας καθώς

Διαβάστε περισσότερα

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ Β. Π. Γ. Π. Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χιλιόμετρα, ενώ με τα νησιά φτάνει τα 30,2

Διαβάστε περισσότερα

πανεπιστημιούπολη Καισαριανή Βύρωνας ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΗΠΟΥ Τοποθεσία Έτος ίδρυσης Έκταση Γεωγρ. Μήκος Γεωγρ. Πλάτος Υψόμετρο Προσανατολισμός Πέτρωμα Κατώτερη θερμοκρασία Ανώτερη θερμοκρασία Βροχόπτωση

Διαβάστε περισσότερα

Συντελεστές Χιονοσυγκράτησης

Συντελεστές Χιονοσυγκράτησης Συντελεστές Χιονοσυγκράτησης 1. Παγωμένη λίμνη και Κοίτες φυσικών ρευμάτων Παγωμένη λίμνη 0.5 και Κοίτες φυσικών ρευμάτων 3.0 2. Γυμνό έδαφος 1.0 και Γεωργικές περιοχές 0.9 Γυμνό έδαφος 1.0 και Γεωργικές

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου Παρουσίαση Γιώργος Σέκκες Καθηγητής Γεωγραφίας Λευκωσία 2017 Ερώτηση! Ποια η διάφορα µεταξύ του κλίµατος

Διαβάστε περισσότερα

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Κεφάλαιο 3 ο : Αποσάθρωση Εξωγενείς παράγοντες Ονοµάζονται εκείνοι οι παράγοντες που συντελούν στην καταστροφή του αναγλύφου Ο φυσικός τους χώρος είναι η επιφάνεια της γης. Έχουν σαν έδρα τους την ατµόσφαιρα

Διαβάστε περισσότερα

Η εξελικτική πορεία των φυτών

Η εξελικτική πορεία των φυτών ΓΕΩΒΟΤΑΝΙΚΗ Η εξελικτική πορεία των φυτών Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών E-mail: dkchrist@upatras.gr Τηλ.: 2610 997277 Για τη μελέτη της εξελικτικής πορείας των

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση και προστασία των ενδημικών, απειλουμένων και σπανίων φυτών του Εθνικού Δρυμού Αίνου, Κεφαλονιάς

Διαχείριση και προστασία των ενδημικών, απειλουμένων και σπανίων φυτών του Εθνικού Δρυμού Αίνου, Κεφαλονιάς ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Διαχείριση και προστασία των ενδημικών,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ» Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια: Αγγελάκη Ειρήνη Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Κιτικίδου Κυριακή

Διαβάστε περισσότερα

Υγρασία Θερμοκρασία Άνεμος Ηλιακή Ακτινοβολία. Κατακρημνίσματα

Υγρασία Θερμοκρασία Άνεμος Ηλιακή Ακτινοβολία. Κατακρημνίσματα Ζαΐμης Γεώργιος Υγρασία Θερμοκρασία Άνεμος Ηλιακή Ακτινοβολία Κατακρημνίσματα ΝΕΡΟ - Τρεις μορφές Υγρασία στην Ατμόσφαιρα Εξάτμιση και Διαπνοή Ελλάδα που περισσότερες βροχοπτώσεις και γιατί; Υγρασία

Διαβάστε περισσότερα

«Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία της Ελλάδος»

«Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία της Ελλάδος» «Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής στο περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία της Ελλάδος» Χρήστος Σ. Ζερεφός Ακαδημαïκός Ακαδημία Αθηνών 28 Νοεμβρίου 2017 Χωρίς την παρουσία των αερίων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ)

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ) ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ (ΛΑΚΜΟΣ) Θεσσαλονίκη 2011 Η απόφαση για μια αναγνωριστική αποστολή πάνω από το χωριό Χαλίκι, στο όρος Λάκμος ή Περιστέρι, πάρθηκε κατά τη διάρκεια της αποστολής του συλλόγου

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ. Κώστας Κουγιουμουτζής, M.Sc., Ph.D.

ΒΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ. Κώστας Κουγιουμουτζής, M.Sc., Ph.D. ΒΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ Κώστας Κουγιουμουτζής, M.Sc., Ph.D. Ενδημισμός Ενδημισμός Ποιος ο ορισμός του ενδημισμού; Ενδημισμός Ποιος ο ορισμός του ενδημισμού; Μια συστηματική μονάδα μπορεί να

Διαβάστε περισσότερα

Όταν τα υδροσταγονίδια ή παγοκρύσταλλοι ενός νέφους, ενώνονται μεταξύ τους ή μεγαλώνουν, τότε σχηματίζουν μεγαλύτερες υδροσταγόνες με βάρος που

Όταν τα υδροσταγονίδια ή παγοκρύσταλλοι ενός νέφους, ενώνονται μεταξύ τους ή μεγαλώνουν, τότε σχηματίζουν μεγαλύτερες υδροσταγόνες με βάρος που 5 Νέφη - Υετός 6.3 Βροχή Όταν τα υδροσταγονίδια ή παγοκρύσταλλοι ενός νέφους, ενώνονται μεταξύ τους ή μεγαλώνουν, τότε σχηματίζουν μεγαλύτερες υδροσταγόνες με βάρος που ξεπερνά την άνωση, με αποτέλεσμα

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν.

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν. Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν. 1 Που συμβαίνουν οι περισσότερες βροχοπτώσεις; Κυρίως στη θάλασσα. Και μάλιστα στο Ισημερινό. Είδαμε γιατί στο προηγούμενο μάθημα. Ρίξε μία ματιά.

Διαβάστε περισσότερα

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Οι οργανισμοί αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους σε πολλά επίπεδα στα πλαίσια ενός οικοσυστήματος Οι φυσικές

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ πηγή:nasa - Visible Earth ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Παγετώδης δράση Οι παγετώνες καλύπτουν σήµερα το 1/10 περίπου της γήινης επιφάνειας. Η δράση των παγετώνων, αποτέλεσε ένα σηµαντικό µορφογενετικό

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ

ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ Γεωγραφικά στοιχεία Ο Εθνικός Δρυμός Πίνδου, γνωστός και ως Βάλια Κάλντα βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσπρόσιτη περιοχή της οροσειράς της Πίνδου στα όρια μεταξύ των νομών Γρεβενών και

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΑΙΝΟΥ ΚΑΙ Ο ΦΟΡΕΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ

Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΑΙΝΟΥ ΚΑΙ Ο ΦΟΡΕΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΑΙΝΟΥ ΚΑΙ Ο ΦΟΡΕΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ Καμάρη Γεωργία 1, 2, Μήτσαινας Γεώργιος 1 & Ξανθάκης Μιχαήλ 2 1 Τμήμα Βιολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών, 26500 Πάτρα, kamari@upatras.gr; mitsain@upatras.gr

Διαβάστε περισσότερα

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος: Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ Τ μαθητ : Σχολικό Έτος: 1 ΜΑΘΗΜΑ 1, Οι έννοιες «γεωγραφική» και «σχετική» θέση 1. Με τη βοήθεια του χάρτη στη σελ.12, σημειώστε τις παρακάτω πόλεις στην

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ Γιάννης Λ. Τσιρογιάννης Γεωργικός Μηχανικός M.Sc., PhD Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΙ Ηπείρου Τμ. Τεχνολόγων Γεωπόνων Κατ. Ανθοκομίας Αρχιτεκτονικής Τοπίου ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ Κλιματική αλλαγή

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Ο βορράς είναι προσανατολισμένος προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Ας γνωρίσουμε τη γεωγραφία της Ελλάδας

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Ας γνωρίσουμε τη γεωγραφία της Ελλάδας Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Ας γνωρίσουμε τη γεωγραφία της Ελλάδας Ενότητα: Γεωγραφία (2 φύλλα εργασίας) Επίπεδο: Β1, Β2 Κοινό: αλλόγλωσσοι ενήλικες ιάρκεια: 4 ώρες (2 δίωρα) Υλικοτεχνική υποδομή: Για τον διδάσκοντα:

Διαβάστε περισσότερα

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΑΙΡΙΚΑ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΟ 2018

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΑΙΡΙΚΑ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΟ 2018 1 ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΑΙΡΙΚΑ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΟ 2018 Στην παρούσα έκθεση δελτίο περιγράφονται τα σημαντικά καιρικά και κλιματικά φαινόμενα στην Ελλάδα κατά το 2018. Παρουσιάζονται με γραφικά

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ Η Ευρώπη είναι ήπειρος κυρίως πεδινή, χωρίς έντονο ανάγλυφο. Τα 2/3 της ηπείρου είναι πεδινές εκτάσεις. Έχει το χαμηλότερο μέσο υψόμετρο από την επιφάνεια

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την έκτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω για τη γη» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την έκτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω για τη γη» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την έκτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω για τη γη» του ΟΕΔΒ) Α ακτογραμμή Η γραμμή που σχηματίζουν οι ακτές μιας περιοχής. 25 ανάγλυφο της γης Η μορφή της γης με τις οροσειρές, τις

Διαβάστε περισσότερα

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ 1 ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Μάθημα 1: Οι έννοιες και θέση 1. Τι ονομάζεται σχετική θέση ενός τόπου; Να δοθεί ένα παράδειγμα. Πότε ο προσδιορισμός της σχετικής θέσης

Διαβάστε περισσότερα

Μέγιστη θερµοκρασία. Ελάχιστη. Μέση. Υετός

Μέγιστη θερµοκρασία. Ελάχιστη. Μέση. Υετός Μέγιστη Ελάχιστη Μέση Υετός Ηλιοφάνεια Ο Σεπτέµβρης µας έδωσε την πραγµατική εικόνα του Φθινοπώρου που είναι αρκετά σπάνια τα τελευταία χρόνια τουλάχιστον για την Κεντρική και Νότια Ελλάδα. Είχε σηµαντικές

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΜΟΥ

Ο ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΜΟΥ Ο ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΜΟΥ Το σχολείο μας έχει τον μετεωρολογικό σταθμό 613EU DAVIS WIRELESS VANTAGE PRO2 WITH FAN ASPIRATION. Ο ασύρματος Vantage Pro2 είναι με κλωβό προστασίας και ανεμιστηράκι

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Ο.ΑΝ.Α.Κ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Σ.Ν. ΠΑΡΙΤΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2001

Διαβάστε περισσότερα

Ενδημισμός και ενδημικά φυτά

Ενδημισμός και ενδημικά φυτά Ενδημισμός και ενδημικά φυτά Το Αιγαίο πέλαγος θεωρείται εργαστήρι βιοποικιλότητας λόγω της πολύπλοκης παλαιογεωγραφίας, της γεωμορφολογίας και της θέσης του στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων αλλά και λόγω

Διαβάστε περισσότερα

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία Ταξιδεύουμε στην ηπειρωτική Ελλάδα, χρησιμοποιώντας διαφορετικά

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2.1 Ωκεανοί και Θάλασσες. Σύµφωνα µε τη ιεθνή Υδρογραφική Υπηρεσία (International Hydrographic Bureau, 1953) ως το 1999 θεωρούντο µόνο τρεις ωκεανοί: Ο Ατλαντικός, ο Ειρηνικός

Διαβάστε περισσότερα

Οικολογικό περιβάλλον της ελιάς Γεωγραφικό πλάτος

Οικολογικό περιβάλλον της ελιάς Γεωγραφικό πλάτος Οικολογικό περιβάλλον της ελιάς Κλίμα Γεωγραφικό πλάτος μεταξύ 30 ο και 45 ο, τροπικές περιοχές (ισημερινός) αναπτύσσεται αλλά δεν καρποφορεί λόγω έλλειψης ψύχους για διαφοροποίηση ανθοφόρων οφθαλμών ή

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου

ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΑΕΡΑ ΚΑΙ ΕΔΑΦΟΥΣ ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου 3. ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΑΕΡΑ ΚΑΙ ΕΔΑΦΟΥΣ

Διαβάστε περισσότερα

"ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΩΝ ΦΡΥΓΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ"

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΩΝ ΦΡΥΓΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ "ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΩΝ ΦΡΥΓΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ" Δρ. Νικόλαος Α. Θεοδωρίδης ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΔΑΣΩΝ & ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα;

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα; ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ 1 ο (Μονάδες 3,3) 1. Ποια είναι η διοικητική ιεραρχία των πόλεων στην Ελλάδα; Πως λέγεται ο διοικητής του κάθε διοικητικού τομέα; 2. Ποιους γεωλογικούς αιώνες περιλαμβάνει η γεωλογική

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΖΙΖΑΝΙΩΝ 23. Κοινή πόα (Poa annua, Poaceae)

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΖΙΖΑΝΙΩΝ 23. Κοινή πόα (Poa annua, Poaceae) ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΖΙΖΑΝΙΩΝ 23 Κοινή πόα (Poa annua, Poaceae) Η κοινή πόα είναι ετήσιο, φθινοπωρινό ή εαρινό, µονοκοτυλήδονο φυτό µε όρθια έκφυση και µε µήκος καλαµιού µέχρι 30 cm. Αναπαράγεται µε

Διαβάστε περισσότερα

Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας

Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας Ακραία Κλιματικά Φαινόμενα και Κλιματική Αλλαγή: Η περίπτωση της Ελλάδας Χρήστος Σ. Ζερεφός Ακαδημαϊκός Μουσείο Κως, 20 Μαΐου Ακρόπολης, 2016 31 Οκτωβρίου 2018 Το πανόραμα των Αθηνών από των Λόφο των Νυμφών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες ΑΣΚΗΣΗ Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες Για πιο λόγο είναι η σχέση είναι Θετική ή Αρνητική (δικαιολογήστε

Διαβάστε περισσότερα

2. Τι ονομάζομε μετεωρολογικά φαινόμενα, μετεωρολογικά στοιχεία, κλιματολογικά στοιχεία αναφέρατε παραδείγματα.

2. Τι ονομάζομε μετεωρολογικά φαινόμενα, μετεωρολογικά στοιχεία, κλιματολογικά στοιχεία αναφέρατε παραδείγματα. ΘΕΜΑΤΑ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΑΣ-ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ 1. Διευκρινίστε τις έννοιες «καιρός» και «κλίμα» 2. Τι ονομάζομε μετεωρολογικά φαινόμενα, μετεωρολογικά στοιχεία, κλιματολογικά στοιχεία αναφέρατε παραδείγματα. 3. Ποιοι

Διαβάστε περισσότερα

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα Περιγραφή Η εκβολή του όρμου Λεύκα βρίσκεται περίπου 5 χιλιόμετρα βόρεια του οικισμού Αρνάς (ή Άρνη) στην Άνδρο. Πρόκειται για εκβολή ρύακα σχεδόν μόνιμης ροής, που τροφοδοτεί

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΜΑΚΡΑΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΜΑΚΡΑΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΤΟΜΕΑΣ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΜΑΚΡΑΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Εμμανουέλα Ιακωβίδου Επιβλέπων

Διαβάστε περισσότερα

Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές

Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές Οι λίμνες στις τέσσερις εποχές Λίμνη Κερκίνη Το πρόβλημα της λίμνης Κερκίνης εντοπίζεται στο νερό, στη διαχείριση του νερού. Η μεγάλη διακύμανση της στάθμης του νερού επηρεάζει διάφορα σπάνια είδη που

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΖΙΖΑΝΙΩΝ 8. Χαµοµήλι (Chamomilla recutita, Asteraceae)

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΖΙΖΑΝΙΩΝ 8. Χαµοµήλι (Chamomilla recutita, Asteraceae) ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΖΙΖΑΝΙΩΝ 8 Χαµοµήλι (Chamomilla recutita, Asteraceae) Το χαµοµήλι είναι ετήσιο, χειµερινό, δικοτυλήδονο φυτό µε όρθια έκφυση και φθάνει µέχρι το ύψος των 60 cm. Αναπαράγεται µε σπόρους

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΕΜΠΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΕΜΠΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Θεσσαλίας Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Τ.Ε. Λάρισας Π.Μ.Σ. «Σύγχρονες Τεχνολογίες Έργων Διαχείρισης Περιβάλλοντος» ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΟ: ''Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα. απαιτούμενης στάθμης/παροχής υδάτινων σωμάτων''

ΕΡΓΟ: ''Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα. απαιτούμενης στάθμης/παροχής υδάτινων σωμάτων'' ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΟ: ''Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα απαιτούμενης στάθμης/παροχής υδάτινων σωμάτων'' Π3.1_Ανάλυση

Διαβάστε περισσότερα

Ευτυχίας-Νίκης Ευθυμιάτου-Κατσούνη

Ευτυχίας-Νίκης Ευθυμιάτου-Κατσούνη ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Ευτυχίας-Νίκης Ευθυμιάτου-Κατσούνη ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

Τι είναι ο κατακόρυφος διαμελισμός;

Τι είναι ο κατακόρυφος διαμελισμός; ΟΡΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ Τι είναι ο κατακόρυφος διαμελισμός; Διαμελισμός Κατακόρυφος είναι: Τα βουνά, οι πεδιάδες, οι λόφοι, οι κοιλάδες, τα φαράγγια και γενικά το ανάγλυφο μιας περιοχής. Άλπεις Οι Άλπεις είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ A - D Επιτροπή Έκδοσης: Δημήτριος Φοίτος, Θεοφάνης Κωνσταντινίδης & Γεωργία Καμάρη Επιμέλεια κειμένων: Πέπη Μπαρέκα ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών Μεταβατικά ύδατα (transitional waters) σύµφωνα µε την Οδηγία Πλαίσιο για τα

Διαβάστε περισσότερα

LIFE PINUS Η δομημένη προσέγγιση για την αποκατάσταση των καμένων δασών μαύρης πεύκης

LIFE PINUS Η δομημένη προσέγγιση για την αποκατάσταση των καμένων δασών μαύρης πεύκης LIFE PINUS Η δομημένη προσέγγιση για την αποκατάσταση των καμένων δασών μαύρης πεύκης Τα δάση μαύρης πεύκης στην Ευρώπη, την Ελλάδα και τον Πάρνωνα Pinus nigra subsp. nigra var. caramanica Στην Ελλάδα

Διαβάστε περισσότερα

Oι Κατηγορίες Κλιμάτων :

Oι Κατηγορίες Κλιμάτων : ΚΛΙΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ Oι Κατηγορίες Κλιμάτων : Κατηγορία Α : Τροπικά κλίματα Στην πρώτη κατηγορία, που συμβολίζεται με το κεφαλαίο Α, εντάσσονται όλοι οι τύποι του Τροπικού κλίματος. Κοινό χαρακτηριστικό

Διαβάστε περισσότερα

ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΜΠΑΝΙΕΡΑ; (Σεπτέμβριος 2012)

ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΜΠΑΝΙΕΡΑ; (Σεπτέμβριος 2012) ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΜΠΑΝΙΕΡΑ; (Σεπτέμβριος 2012) Συγγραφέας: ΛΑΛΙΝΑ ΦΑΦΟΥΤΗ Ακούμε ότι η μέση θερμοκρασία του πλανήτη ανεβαίνει και, όταν φθάνει το καλοκαίρι και ζούμε τους όλο και εντονότερους καύσωνες,

Διαβάστε περισσότερα

LIFE08 NAT/CY/ Δράση Γ.5: Εμπλουτισμός των πληθυσμών των υπό μελέτη ειδών

LIFE08 NAT/CY/ Δράση Γ.5: Εμπλουτισμός των πληθυσμών των υπό μελέτη ειδών LIFE08 NAT/CY/000453 Δράση Γ.5: Εμπλουτισμός των πληθυσμών των υπό μελέτη ειδών Παραδοτέο: Έκθεση για τον Εμπλουτισμό των Πληθυσμών των Υπό Μελέτη Ειδών PLANT-NET CY Ιούνιος 2013 Περιεχόμενα I. Εισαγωγή...

Διαβάστε περισσότερα

Ε λ Νίνιο (El Niño) ονοµάζεται το θερµό βόρειο θαλάσσιο ρεύµα που εµφανίζεται στις ακτές του Περού και του Ισηµερινού, αντικαθιστώντας το ψυχρό νότιο ρεύµα Humboldt. Με κλιµατικούς όρους αποτελει µέρος

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντικά Συστήματα

Περιβαλλοντικά Συστήματα Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 10: Μεγαδιαπλάσεις Χερσαία Οικοσυστήματα Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών Αντιρρύπανσης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

Μελέτη για την Ένταση και τη Διεύθυνση των Ανέμων στη Θαλάσσια Περιοχή της Μεσογείου.

Μελέτη για την Ένταση και τη Διεύθυνση των Ανέμων στη Θαλάσσια Περιοχή της Μεσογείου. Μελέτη για την Ένταση και τη Διεύθυνση των Ανέμων στη Θαλάσσια Περιοχή της Μεσογείου. Στο πλαίσιο του προγράμματος INTERRREG IIIb/WERMED (Weatherrouting dans la Méditerranée Occidentale) το Εθνικό Αστεροσκοπείο

Διαβάστε περισσότερα

ΛΥΣΕΙΣ Υδρολογικός Κύκλος

ΛΥΣΕΙΣ Υδρολογικός Κύκλος ΛΥΣΕΙΣ Υδρολογικός Κύκλος Κατακρημνίσματα: Στερεή Μορφή ΧΙΟΝΙ και Υγρή Βροχή ΣΥΓΡΑΤΗΣΗ: πάνω σε φυτά και επιφάνεια εδάφους - ΧΙΟΝΙ ΔΙΗΘΗΣΗ: Βροχή είναι υγρό. Περισσότερο στην αρχή. ΧΙΟΝΙ Παγωμένο έδαφος.

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη Οι υδρίτες (εικ. 1) είναι χημικές ενώσεις που ανήκουν στους κλειθρίτες, δηλαδή

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟ GOOGLE EARTH: Η ΕΥΡΩΠΗ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟ GOOGLE EARTH: Η ΕΥΡΩΠΗ 1 ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟ GOOGLE EARTH: Η ΕΥΡΩΠΗ ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΑΘΗΤΗ Κώστας Κύρος ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1 1. Ανοίξτε το λογισμικό Google Earth και προσπαθήστε να εντοπίσετε τη θέση της Ευρώπης στη Γη. Κατόπιν για να

Διαβάστε περισσότερα

Τελική Αναφορά της Κατάστασης Διατήρησης της Μεσογειακής Φώκιας Monachus monachus στη Νήσο Γυάρο Περίληψη

Τελική Αναφορά της Κατάστασης Διατήρησης της Μεσογειακής Φώκιας Monachus monachus στη Νήσο Γυάρο Περίληψη Τελική Αναφορά της Κατάστασης Διατήρησης της Μεσογειακής Φώκιας Monachus monachus στη Νήσο Γυάρο Περίληψη ΙΟΥΝΙΟΣ 2018 Τελική Έκθεση Για την Κατάσταση της Μεσογειακής φώκιας στη νήσο Γυάρο Περίληψη Σελίδα

Διαβάστε περισσότερα