ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Μ.Β.Α. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Μ.Β.Α. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ"

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Μ.Β.Α. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: «Εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών και Άμεσες Ξένες Επενδύσεις στην τουρκική οικονομία από το 1980 έως το 2010» ΕΚΠΟΝΗΣΗ: ΓΡΟΥΜΠΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ (Α.Μ. 196) ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Κ ος ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Επίκουρος Καθηγητής ΠΑΤΡΑ, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2013

2 Εικόνα εξωφύλλου: Από το βιβλίο: The Political Economy of Turkey, Zulkuf Aydin, Pluto Press 1

3 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ Μ.Β.Α. «ΝΕΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: «Εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών και Άμεσες Ξένες Επενδύσεις στην τουρκική οικονομία από το 1980 έως το 2010» ΕΚΠΟΝΗΣΗ: ΓΡΟΥΜΠΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ (Α.Μ. 196) ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Κ ος ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Επίκουρος Καθηγητής ΕΓΚΡΙΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΙΜΕΛΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΝ η ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ Οικονομάκης Γεώργιος Ανδρουλάκης Γεώργιος Μαρούδας Λεωνίδας Επίκουρος Καθηγητής Επίκουρος Καθηγητής Καθηγητής ΠΑΤΡΑ, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ

4 Περίληψη Τις τελευταίες δεκαετίες μεγάλο ενδιαφέρον συγκεντρώνει ο τρόπος και ο ρυθμός με τον οποίο οι διάφορες αναπτυσσόμενες χώρες εντάσσονται στην παγκόσμια οικονομία. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες λαμβάνει μέρος η ενσωμάτωση αυτή ιδιαίτερα από το 1980 και μετά, περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων, την απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου, τη διεθνοποίηση της παραγωγής και την άρση των περιορισμών επί των διεθνών ροών κεφαλαίου. Ένα εργαλείο στη διαδικασία ενσωμάτωσης πολλών χωρών στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα είναι οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ), καθώς αποτελούν ένα μηχανισμό ροής κεφαλαίων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Η έρευνα γύρω από τους λόγους και τις μορφές που πραγματοποιούνται οι ΑΞΕ έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου των ανεπτυγμένων χωρών επιλέγει πλέον τη συγκεκριμένη μορφή επένδυσης, ενώ όλο και περισσότερες χώρες βλέπουν τις ΑΞΕ ως βασικό μοχλό οικονομικής ανάπτυξης. Η ένταξη των χωρών αυτών στην παγκόσμια οικονομία σε πολλές περιπτώσεις συνοδεύεται από σειρά βίαιων οικονομικών κρίσεων, όπως έγινε φανερό τη δεκαετία του 90. Επιπλέον, πολλές χώρες αντιμετωπίζουν διευρυνόμενα εμπορικά ελλείμματα, καθώς και ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, παρά την αύξηση σε αυτές των εισροών ΑΞΕ. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί και η Τουρκία. Στην παρούσα εργασία θα προσπαθήσουμε στη βάση του ιστορικού και θεωρητικού πλαισίου, να εντοπιστούν οι μακροοικονομικές μεταβολές που έχουν επιδράσει στην πορεία της διεθνούς θέσης της Τουρκίας ως αποδέκτη ΑΞΕ, αλλά και οι ενδεχόμενες επιπτώσεις των πραγματοποιούμενων ΑΞΕ στα μακροοικονομικά μεγέθη της Τουρκίας την περίοδο Η παρούσα εργασία αποτελείται από επτά κεφάλαια. Στο πρώτο (1 ο ) κεφάλαιο γίνεται μια σύντομη αναφορά στην επιστήμη της Μακροοικονομικής και στη γενικότερη σημασία της. Επίσης, παρουσιάζεται το ιστορικό πλαίσιο ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας από την ίδρυση του τουρκικού κράτους το Η παρουσίαση αυτή κρίνεται σκόπιμη καθώς οι τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις σε μια χώρα, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτικές και οικονομικές επιλογές που έχουν γίνει ιστορικά και στον τρόπο με τον οποίο οι επιλογές αυτές έχουν συμβάλλει διαχρονικά στη συσσώρευση κεφαλαίου. Στο δεύτερο (2 ο ) κεφάλαιο παρατίθεται το 3

5 θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο θα βασιστούμε για την ερμηνεία των εμπειρικών δεδομένων. Στο τρίτο (3 ο ) κεφάλαιο παρουσιάζονται βασικά μακροοικονομικά μεγέθη της τουρκικής οικονομίας και γίνεται μια πρώτη προσπάθεια ερμηνείας τους σε σχέση με τις ΑΞΕ. Στο τέταρτο (4 ο ) κεφάλαιο γίνεται η βασική εμπειρική αποτύπωση της εξέλιξης των ΑΞΕ στην τουρκική οικονομία και ακολουθούν αντίστοιχες ερμηνευτικές διαπιστώσεις. Στο πέμπτο (5 ο ) κεφάλαιο πραγματοποιείται μια περεταίρω διερεύνηση των ΑΞΕ σε συνδυασμό με τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις της Τουρκίας. Στο έκτο (6 ο ) κεφάλαιο πραγματοποιείται διερεύνηση των ΑΞΕ σε συνδυασμό με το εξωτερικό εμπόριο της τουρκικής οικονομίας. Στο έβδομο (7 ο ) κεφάλαιο γίνεται μια σύντομη σύνοψη της σχετικής βιβλιογραφίας και ένας σχολιασμός της στη βάση των ευρημάτων της παρούσας εργασίας. Τέλος, στο όγδοο (8 ο ) κεφάλαιο παρουσιάζονται τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από την παρούσα εργασία. 4

6 Περιεχόμενα Κεφάλαιο 1 Εισαγωγή Μακροοικονομική Το ιστορικό πλαίσιο Τα πρώτα χρόνια του νέου τουρκικού κράτους Η περίοδος της παγκόσμιας κρίσης του Προσπάθειες φιλελευθεροποίησης της οικονομίας και οι πρώτες ΑΞΕ Τα πρώτα αποτελέσματα της φιλελευθεροποίησης Η περίοδος κυριαρχίας της σχεδιασμένης οικονομίας ( ) Οι εξελίξεις τη δεκαετία του Οι εξελίξεις τη δεκαετία του Οι εξελίξεις τη δεκαετία του Σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση...23 Κεφάλαιο 2 Το θεωρητικό πλαίσιο Βασικές κατηγορίες ΑΞΕ, εμπορικό ισοζύγιο και κεφαλαιακή κερδοφορία ΑΞΕ στις αναπτυγμένες χώρες, μισθοί και παραγωγικότητα της εργασίας Ο ανταγωνισμός για την εγχώρια αγορά και τα μέτρα προστασίας από τον ανταγωνισμό Πρώτες ύλες, χαμηλοί μισθοί και ΑΞΕ Οικονομίες συγκέντρωσης και οικονομικές ενοποιήσεις Εισοδηματική ελαστικότητα ζήτησης, δομή εξαγωγών-εισαγωγών και εμπορικό ισοζύγιο Άλλες μακροοικονομικές μεταβλητές που πιθανόν συνδέονται με τις ΑΞΕ ΑΕΠ και ΑΞΕ Πληθωρισμός και ΑΞΕ Ανεργία και ΑΞΕ Ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών και ΑΞΕ Κεφάλαιο 3 Βασικά μακροοικονομικά μεγέθη στην Τουρκία: εμπειρική αποτύπωση και πρώτες ερμηνευτικές διαπιστώσεις ΑΕΠ, ΑΞΕ και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών..51 5

7 3.2 Πληθωρισμός και ΑΞΕ Ανεργία και ΑΞΕ Οικονομίες συγκέντρωσης και ΑΞΕ Συναλλαγματική ισοτιμία και ΑΞΕ Κεφάλαιο 4 ΑΞΕ στην Τουρκία: βασική εμπειρική αποτύπωση και ερμηνευτικές διαπιστώσεις ΑΞΕ στην τουρκική οικονομία Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ Εισροές ΑΞΕ Εμπορικοί εταίροι και προέλευση ΑΞΕ Κλαδική κατανομή των ΑΞΕ και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών Κλαδική κατανομή ΑΞΕ ΑΞΕ και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών...78 Κεφάλαιο 5 ΑΞΕ στην Τουρκία: περεταίρω διερεύνηση Η διεθνής θέση και ένταξη της Τουρκίας στην παγκόσμια οικονομία την εξεταζόμενη περίοδο και οι πραγματοποιούμενες ΑΞΕ Εξαγωγές και εισαγωγές αγαθών Εξαγωγές και εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας και δομή εξαγωγών και εισαγωγών Το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας Κεφάλαιο 6 ΑΞΕ και εξωτερικό εμπόριο της Τουρκίας: μια ποσοτική διερεύνηση ΑΞΕ, εμπορικό ισοζύγιο και εξαγωγές - εισαγωγές στην τουρκική οικονομία ΑΞΕ και εμπορικό ισοζύγιο της Τουρκίας ΑΞΕ και εξαγωγές - εισαγωγές στην Τουρκία.95 Κεφάλαιο 7 Σύνοψη σχετικής βιβλιογραφίας και σχολιασμός στη βάση των ευρημάτων μας...98 Κεφάλαιο 8 Συμπεράσματα Βιβλιογραφία

8 1. Εισαγωγή 1.1 Μακροοικονομική Στο σημερινό ολοένα και πιο σύνθετο περιβάλλον της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, του συνεχώς αυξανόμενου ανταγωνισμού σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, μεταξύ των σημαντικότερων θεμάτων που απασχολούν όλους όσους μετέχουν με οποιονδήποτε τρόπο στην οικονομική ζωή, είναι εκείνα που αναφέρονται στη λειτουργία των οικονομιών και στα προβλήματα που συνδέονται με αυτή. Οι διεθνείς οικονομικές σχέσεις, η οικονομική ύφεση, ο πληθωρισμός, η ανεργία, τα δημοσιονομικά ελλείμματα, οι μεταβολές των επιτοκίων και των συναλλαγματικών ισοτιμιών και άλλα παρόμοια θέματα που χαρακτηρίζονται ως μακροοικονομικά, αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν τη ζωή και την ευημερία όλων των οικονομικών μονάδων -ατόμων και επιχειρήσεων- και βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος σε όλες τις σύγχρονες κοινωνίες (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 33). Η Μακροοικονομική είναι η επιστήμη που έχει ως αντικείμενο τη μελέτη θεμάτων που σχετίζονται με τη λειτουργία μιας οικονομίας ως συνόλου. Ο τρόπος προσδιορισμού των συνολικών μεγεθών της οικονομίας και οι σχέσεις μεταξύ τους, τα προβλήματα που δημιουργούνται κατά τη τη λειτουργία των οικονομιών, τα μέτρα πολιτικής που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποφυγή ή το μετριασμό των προβλημάτων αυτών, οι σχέσεις μιας οικονομίας με τις άλλες οικονομίες του κόσμου και οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους, αποτελούν ορισμένα από τα κύρια θέματα που εξετάζονται στη Μακροοικονομική (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 33). Ένας σημαντικός στόχος της Μακροοικονομικής είναι η ανάλυση των αιτιών που προκαλούν μεταβολές στα οικονομικά μεγέθη, των μέτρων πολιτικής που μπορεί να χρησιμοποιηθούν και των συνεπειών τους. Στη Μακροοικονομική οι θεωρίες προχωρούν από κοινού με τις οικονομικές εξελίξεις, καθώς σε κάθε εποχή οι θεωρίες προσαρμόζονται ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις τρέχουσες μακροοικονομικές εξελίξεις (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 34). Στη μακροοικονομική ανάλυση εξετάζεται ο προσδιορισμός του συνολικού προϊόντος και εισοδήματος, της συνολικής απασχόλησης, της συνολικής κατανάλωσης και επένδυσης, του γενικού επιπέδου των τιμών και άλλων συνολικών μεγεθών, ενώ στη μικροοικονομική εξετάζονται ο προσδιορισμός της ποσότητας και της τιμής του προϊόντος που παράγεται από μια επιχείρηση ή έναν κλάδο, η ζήτηση 7

9 για ένα προϊόν ή για έναν παραγωγικό συντελεστή και άλλα παρόμοια μεγέθη που αφορούν στις επιμέρους μονάδες μέσα στην οικονομία. Πολλές από τις σχέσεις που εξετάζονται στη μακροοικονομική στηρίζονται στη μικροοικονομική ανάλυση. Στην περίπτωση όμως αυτή θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιομορφίες που παρουσιάζονται όταν αθροίζονται τα επιμέρους μεγέθη για να εξαχθεί ένα συνολικό μέγεθος (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 34-35). Η σχετική καθυστέρηση στην ανάπτυξη της μακροοικονομικής ως ιδιαίτερου κλάδου της οικονομικής, οφειλόταν στην άποψη των κλασικών και αργότερα των νεο-κλασικών οικονομολόγων, ότι αν σε μια οικονομία οι αγορές λειτουργούν ελεύθερα και ανταγωνιστικά, χωρίς κρατικές ή άλλες παρεμβάσεις, αναπτύσσεται αυτομάτως τάση για ισορροπία της οικονομίας με πλήρη απασχόληση (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 39-42). Έντονη κριτική κατά της παραπάνω άποψης έγινε κατά το δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα κυρίως από τον Karl Marx ( ), ο οποίος υποστήριξε ότι τα οικονομικά προβλήματα των καπιταλιστικών οικονομιών είναι εγγενή στο σύστημα λειτουργίας τους και, επομένως, αναπόφευκτα διογκώνονται συνεχώς, δημιουργώντας τις πιθανές δομικές προϋποθέσεις για την καταστροφή τελικώς του καπιταλιστικού συστήματος (Μηλιός κ.ά. 2005: μέρος IV). Η πίστη των οικονομολόγων ότι η οικονομία έτεινε αυτόματα να ισορροπήσει στο επίπεδο πλήρους απασχόλησης άρχισε να δοκιμάζεται κυρίως από τις αρχές του εικοστού αιώνα, όταν στις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες παρουσιάστηκαν κατά καιρούς περίοδοι με παρατεταμένη ανεργία, ενώ ο πραγματικός κλονισμός ήρθε από την ύφεση που ακολούθησε την μεγάλη οικονομική κρίση του Τα θεμέλια της σύγχρονης μακροοικονομικής έθεσε ο John Maynard Keynes ( ), ο οποίος με τη- δημοσίευση του βιβλίου «Γενική θεωρία απασχόλησης, τόκου και χρήματος» το 1936, προσπάθησε να δώσει μια νέα εξήγηση για τον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας και το πρόβλημα της ανεργίας (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 39-42). Η μέτρηση των μακροοικονομικών μεγεθών εξυπηρετεί πολλούς και σημαντικούς σκοπούς. Πρώτον και κύριο, με τη μέτρηση αυτή παρέχεται πολύτιμη πληροφόρηση στους υπεύθυνους για την άσκηση της οικονομικής πολιτικής μιας χώρας, στις διοικήσεις των επιχειρήσεων και σε όλα τα άτομα που ασκούν οποιασδήποτε μορφής οικονομική δραστηριότητα. Δεδομένου ότι τα μέτρα οικονομικής πολιτικής έχουν στόχο τη βελτίωση των αποτελεσμάτων από τη λειτουργία της οικονομίας, είναι απαραίτητο να παρακολουθούνται τα μακροοικονομικά μεγέθη με συχνές μετρήσεις, ώστε να εντοπίζονται εγκαίρως τα 8

10 προβλήματα και να διαμορφώνονται τα κατάλληλα μέτρα πολιτικής. Η πληροφόρηση για την πορεία των μακροοικονομικών μεγεθών είναι απαραίτητη και για τις διοικήσεις των επιχειρήσεων, καθώς και για όλες τις οικονομικές μονάδες, γιατί τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τις εξελίξεις στα μακροοικονομικά μεγέθη. Στο σύγχρονο περίπλοκο οικονομικό περιβάλλον η πληροφόρηση αυτή αποτελεί ιδιαίτερα χρήσιμο στοιχείο στη λήψη αποφάσεων σε μικροοικονομικό επίπεδο (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 63). 1.2 Το ιστορικό πλαίσιο Τα πρώτα χρόνια του νέου τουρκικού κράτους Το τουρκικό κράτος αναδύθηκε από τις στάχτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η οποία κατέρρευσε ως επακόλουθο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, έπειτα από μια μακρά περίοδο παρακμής κάτω από ευρωπαϊκή επιρροή. Το νεοσύστατο τουρκικό κράτος (1923) αντιμετώπιζε το δύσκολο έργο ανοικοδόμησης της οικονομίας, η οποία ήταν σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμένη λόγω της ενσωμάτωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα ως ανοικτή αγορά και πηγή πρώτων υλών (Avcioglu 1968, Keyder 1981, Yerasimos 1975 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 26). Οι κυρίαρχες τάξεις στην κατά βάση αγροτική οικονομία την περίοδο της σύστασης του νέου τουρκικού κράτους, ήταν οι έμποροι και οι γαιοκτήμονες. Καθώς στην οικονομία επικρατούσε η εξαγωγή κυρίως αγροτικών προϊόντων και η εισαγωγή βιομηχανικών, η γεωργία ήταν το κύριο πεδίο ενσωμάτωσης στην παγκόσμια οικονομία (Keyder 1981 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 26). Η επιρροή των εμπόρων και των γαιοκτημόνων σε θέματα πολιτικής ήταν αρκετά εμφανής την περίοδο μεταξύ της ίδρυσης του τουρκικού κράτους το 1923 και του 1930, κατά τη διάρκεια της οποίας ελήφθησαν πάρα πολλά μέτρα για την εμπορευματοποίηση και την αύξηση της παραγωγικότητας του αγροτικού τομέα. Επιπλέον, το κράτος ξεκινά τις προσπάθειες εκβιομηχάνισης της χώρας μέσω κοινοπραξιών με ξένες εταιρείες για την προσέλκυση ξένου κεφαλαίου, αλλά και με την ίδρυση κρατικών οικονομικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα μετά την κρίση του Την περίοδο μετά τη μεγάλη ύφεση του 30 ακολουθήθηκαν κατά κύριο λόγο πολιτικές υποκατάστασης των εισαγωγών με την κατασκευή μεγάλης κλίμακας κρατικών βιομηχανικών μονάδων, με τη λογική όμως της συμπλήρωσης και όχι αντικατάστασης των ιδιωτικών (Aydin 2005: 26). Στη 9

11 δεκαετία του 30 άρχισε να εφαρμόζεται και το σύστημα των πενταετών προγραμμάτων ανάπτυξης, διαδικασία η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα (Κωνσταντινίδης 2009: 72) Η περίοδος της παγκόσμιας κρίσης του 1929 Η παγκόσμια οικονομική ύφεση της περιόδου προσέφερε την ευκαιρία υιοθέτησης πιο εσωστρεφών στρατηγικών ανάπτυξης. Η μικρή σχετικά εξωτερική πολιτική επιρροή που υπήρχε τη συγκεκριμένη περίοδο επέτρεψε τη δημιουργία βιομηχανιών υποκατάστασης εισαγωγών στους τομείς κλωστοϋφαντουργίας, ζάχαρης, τσιμέντου, χαρτιού, εξόρυξης μετάλλων κ.ά. Μέσω του σημαντικού εσωτερικού δανεισμού και της φορολόγησης το κράτος πέρα από τη ραχοκοκαλιά της τουρκικής βιομηχανίας των επόμενων χρόνων, κατάφερε να αναπτύξει και τις απαιτούμενες εγκαταστάσεις υποδομών και μεταφοράς (Aydin 2005: 26). Ο στόχος των πρώτων πενταετών προγραμμάτων ήταν η απεξάρτηση της χώρας από τις εισαγωγές έτοιμων, τελικών προϊόντων και η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αυτάρκειά της από τη διεθνή αγορά. Όμως η προσπάθεια της Τουρκίας για τη μείωση του ελλείματος του εμπορικού ισοζυγίου την οδήγησε σε εξάρτηση των εξαγωγών της από τη γερμανική αγορά, η οποία το 1939 καταλήγει να απορροφά με συνθήκες εμπράγματης οικονομίας ή μη το 85% των εξαγώγιμων προϊόντων της (Κωνσταντινίδης 2009: 72). Το 1939 παρατηρείται διπλασιασμός του ακαθάριστου βιομηχανικού προϊόντος της Τουρκίας, ποσοστό σημαντικό εφόσον ο μέσος όρος αύξησής του σε διεθνές επίπεδο βρίσκεται στο 20% περίπου. Την ίδια περίοδο εδραιώνονται τα σημερινά οικονομικά συγκροτήματα της Τουρκίας όπως οι Koc, Cukurova, Sabanci κ.ά. με επίκεντρο την ελαφριά βιομηχανία και κυρίως την κλωστοϋφαντουργία, την επεξεργασία βάμβακος και τον τομέα των τροφίμων. Φαίνεται πως τη λύση στην αναζήτηση κεφαλαίου αλλά και της ανάληψης επιχειρηματικών πρωτοβουλιών που απαιτούνταν για μια ισόρροπη ανάπτυξη την παρείχε εκείνη την εποχή η πρώην Σοβιετική Ένωση, της οποίας το οικονομικό σύστημα της προγραμματισμένης και κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας άντεξε στις πιέσεις που προκλήθηκαν από την κρίση του καπιταλισμού το Η Τουρκία υιοθέτησε κατά γράμμα τις σοβιετικές οικονομικές υποδείξεις και πρακτικές και κάποιες φορές υπερέβη το σοβιετικό παράδειγμα, αναπτύσσοντας παράλληλα στενές οικονομικοπολιτικές επαφές με τη Σοβιετική Ρωσία. Ο θάνατος του Κεμάλ Ατατούρκ το 1938 και η ισχυροποίηση του 10

12 Ισμέτ Ινονού θα είχαν ως πιθανότατο αποτέλεσμα την κλιμάκωση του κρατισμού, εάν και εφόσον δε μεσολαβούσε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος (Κωνσταντινίδης 2009: 73) Προσπάθειες φιλελευθεροποίησης της οικονομίας και οι πρώτες ΑΞΕ Αμέσως μετά τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η Τουρκία βρέθηκε αντιμέτωπη με το δίλημμα του πώς να συμβιβάσει τις στρατηγικές υποκατάστασης των εισαγωγών που είχε ακολουθήσει τις προηγούμενες δεκαετίες στη βιομηχανία, με τις πιέσεις που πλέον είχαν αρχίσει να ασκούν οι «σχεδιαστές» εκείνη την εποχή της νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων για φιλελευθεροποίηση του διεθνούς εμπορίου (κατά κύριο λόγο οι Η.Π.Α.). Για τις επόμενες τέσσερις σχεδόν δεκαετίες η Τουρκία αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στη προσπάθεια διατήρησης μιας σχετικής ανεξαρτησίας στη βιομηχανική της ανάπτυξη και της περεταίρω ολοκλήρωσης με την παγκόσμια οικονομία μέσω της φιλελευθεροποίησης (Aydin 2005: 28). Τη δεκαετία του 1950 πραγματοποιήθηκαν κάποια βήματα προς την κατεύθυνση ολοκλήρωσης της Τουρκίας με την παγκόσμια οικονομία. Η Τουρκία παρότι δε συμμετείχε ενεργά στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο επωφελήθηκε της οικονομικής βοήθειας που παρείχαν κυρίως οι ΗΠΑ για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης. Την περίοδο αυτή είναι και που η Τουρκία εντάσσεται σε διάφορους διεθνείς οργανισμούς και συμφωνίες, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα, ο ΟΟΣΑ και η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου. Με τις εξελίξεις αυτές η Τουρκία άρχισε να απομακρύνεται από τις εσωστρεφείς οικονομικές πολιτικές που είχε ακολουθήσει την περίοδο πριν το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένας επιπλέον λόγος που η Τουρκία οδηγήθηκε σε αυτή την αλλαγή στρατηγικής ήταν και η θέληση των μεγάλων εγχώριων οικονομικών συγκροτημάτων για πρόσβαση σε διεθνή κεφάλαια μέσω της φιλελευθεροποίησης της οικονομίας. Καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 50 οι κυβερνήσεις παραμέρισαν τις πολιτικές εκβιομηχάνισης που είχαν ακολουθηθεί μέχρι τότε, εισάγοντας μέτρα φιλελευθεροποίησης της οικονομίας και δίνοντας έμφαση κυρίως στην αγροτική ανάπτυξη ακολουθώντας τις συμβουλές της Παγκόσμιας Τράπεζας και των ΗΠΑ. Παρά τη συμμετοχή όμως σε διεθνείς συμφωνίες όπως η Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου, η Τουρκία εξακολουθούσε να εφαρμόζει μέτρα προστατευτικής πολιτικής με την ανοχή κυρίως των ΗΠΑ, οι οποίες θεωρούσαν την Τουρκία ως έναν πολύ σημαντικό σύμμαχο στην ευρύτερη περιοχή της τότε Σοβιετικής Ένωσης (Aydin 2005: 29). 11

13 1.2.4 Τα πρώτα αποτελέσματα της φιλελευθεροποίησης Η φιλευθεροποίηση της τουρκικής οικονομίας που ξεκίνησε το 1950 είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των παραγωγικών επενδύσεων, την αύξηση των εμπορικών πιστώσεων και των πιστώσεων εισαγωγής με αποτέλεσμα την αύξηση των εισαγωγών. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις την περίοδο αυτή κατευθύνονταν σε πολύ συγκεκριμένους τομείς και γίνονταν συνήθως σε συνεργασία με τούρκους επενδυτές. Τη δεκαετία του 50 είναι που εισέρχονται στην Τουρκία σε κοινοπραξία με τούρκους επιχειρηματίες γνωστές πολυεθνικές εταιρείες όπως οι General Electric, AEG, Pirelli, Unilever, Mobil, BP και Shell. Τη δεκαετία του 50 επίσης είναι που για πρώτη φορά η Τουρκία ζητά τη βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αφορμή στάθηκε η χρηματοοικονομική κρίση που ξέσπασε το (Aydin 2005: 32). Με δεδομένο ότι οι εξαγωγές της Τουρκίας αποτελούνταν από προϊόντα κυρίως χαμηλής τεχνολογίας (κλωστοϋφαντουργίας, καπνού και ξηρών καρπών), ενώ οι εισαγωγές αποτελούνταν σε μεγάλο ποσοστό από βιομηχανικά προϊόντα, η φιλευθεροποίηση του εμπορίου είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των χρεών που προορίζονταν για την εξυπηρέτηση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου. Η ανικανότητα να αποπληρωθούν τα χρέη προκάλεσε κρίση εμπιστοσύνης, η οποία με τη σειρά της μείωσε τις διαθέσιμες πιστώσεις από το εξωτερικό που ήταν απαραίτητες για τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Το αποτέλεσμα ήταν η Τουρκία να καταφύγει για δανεισμό στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεχόμενη το πρώτο σταθεροποιητικό πρόγραμμα το 1958 (Aydin 2005: 32). Οι σπασμωδικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 50, οι οποίες αμφιταλαντεύονταν μεταξύ κρατικής παρέμβασης και φιλελευθεροποίησης στην οικονομία υπό την εποπτεία του Δ.Ν.Τ. και τελικά προκάλεσαν οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση στα τέλη της δεκαετίας, οδήγησαν σε στρατιωτικό πραξικόπημα το 1960 (Aydin 2005: 34) Η περίοδος κυριαρχίας της σχεδιασμένης οικονομίας ( ) Η άνοδος στην εξουσία των στρατιωτικών σηματοδότησε τη μεταστροφή πολιτικής σε μια κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία. Παρόλα αυτά η διάθεση έναντι του ιδιωτικού τομέα παρέμεινε υποστηρικτική καθότι όπως και τις δεκαετίες του 30 και του 40, ο ιδιωτικός τομέας αντιμετωπιζόταν ως συμπληρωματικός και όχι ως ανταγωνιστικός του κρατικού (Barkey 1990, Onis 1992a όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 34). Τα τρία διαδοχικά πενταετή προγράμματα ανάπτυξης ( ,

14 και ) είχαν ως αποτέλεσμα μια γρήγορη και σχετικά σταθερή οικονομική ανάπτυξη. Οι κρατικές επιχειρήσεις έπαιζαν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στους τομείς όπου δε μπορούσαν να ανταπεξέλθουν οι ιδιωτικές, ενώ παράλληλα το κράτος παρείχε πολλά κίνητρα στις ιδιωτικές για να επενδύσουν (Aydin 2005: 34). Κύριο χαρακτηριστικό της οικονομικής πολιτικής των δεκαετιών ήταν η υποκατάσταση των εισαγωγών. Οι κρατικές επενδύσεις ξεπερνούσαν το 50% του συνόλου των επενδύσεων, ενώ παράλληλα εφαρμόζονταν μέτρα ελέγχου του εμπορίου και της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Βασικός στόχος αυτής της εσωστρεφούς οικονομικής πολιτικής ήταν η ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς. Η σχετική αποσύνδεση από την παγκόσμια οικονομία τη συγκεκριμένη περίοδο φαίνεται και από το γεγονός ότι οι λόγοι των εξαγωγών και των εισαγωγών προς το ΑΕΠ παρέμεναν στο 4.5% και 6% αντίστοιχα (Aydin 2005: 35). Την περίοδο αυτή είναι που ιδρύονται και οι πρώτες τουρκικές αυτοκινητοβιομηχανίες όπως η TOFAS, η Ο.Υ.Α.Κ. και η OTOSAN, οι οποίες αρχικά συναρμολογούσαν οχήματα για λογαριασμό ξένων εταιρειών όπως η FIAT, η Renault και η FORD, ενώ στη συνέχεια πέρασαν στην κατασκευή και οχημάτων τουρκικής επωνυμίας (Κωνσταντινίδης 2009: 131). Ενώ οι πολιτικές υποκατάστασης των εισαγωγών είχαν κάνει την εμφάνισή τους από το 1930, η πραγματική ώθησή τους ήρθε τη δεκαετία του 60 (Berksoy 1982, Boratav 1974 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 35). Η περίοδος μεταξύ 1930 και 1980 χαρακτηριζόταν από την ολοένα και μεγαλύτερη συμμετοχή του κρατικού τομέα στην οικονομία, με τις προσπάθειες να επικεντρώνονται στην εσωτερική βιομηχανική ανάπτυξη (inward-oriented industrialisation). Η κρατική παρέμβαση περιελάμβανε σε μεγάλο βαθμό μέτρα προστασίας και ενίσχυσης των εγχώριων βιομηχανικών κλάδων έναντι των αντίστοιχων ξένων, τόσο με την παροχή φθηνών προϊόντων και υπηρεσιών μέσω των κρατικών οικονομικών επιχειρήσεων, όσο και με το κατάλληλο βιομηχανικό νομοθετικό πλαίσιο (Erdilek 1986, Gulalp 1980 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 35). Παρόλα αυτά, η αυξανόμενη ανάγκη για προϊόντα υψηλής τεχνολογίας καθώς και άλλων μορφών μη εγχώριων εισροών που χρειάζονταν στα πλαίσια εκβιομηχάνισης της οικονομίας, σε συνδυασμό με την εξαγωγή κατά βάση προϊόντων χαμηλής τεχνολογίας, επιβάρυναν σταδιακά το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, με αποτέλεσμα οι πολιτικές στα πλαίσια υποκατάστασης των εισαγωγών να οδηγήσουν τελικά σε οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του

15 Μεγάλο ρόλο σε αυτό έπαιξε το γεγονός ότι οι Τούρκοι επιχειρηματίες καθόλη την περίοδο της εφαρμοζόμενης πολιτικής υποκατάστασης των εισαγωγών και των μέτρων προστατευτισμού που τη συνόδευαν, στηρίζονταν σχεδόν εξ ολοκλήρου στη μεταφορά κεφαλαίων από το κράτος στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να κάνουν χρήση της δικής τους αποταμίευσης για επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες οι οποίες θα καθιστούσαν τις επιχειρήσεις τους πιο ανταγωνιστικές στην παγκόσμια αγορά (Bulutoglu 1967, Onis και Riedel 1993 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 36). Η οικονομική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 70 συνοδεύτηκε από σοβαρή πολιτικο-κοινωνική κρίση η οποία κατέληξε σε νέο στρατιωτικό πραξικόπημα το 1980, αφού προηγουμένως (1979) είχε υπογραφεί συμφωνία για εκ νέου οικονομική βοήθεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι ένας από τους βασικούς λόγους που οδήγησε στη συγκεκριμένη οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, ήταν η συνεχής ανάγκη κεφαλαίων για την υποστήριξη της βιομηχανίας τόσο του κρατικού όσο και του ιδιωτικού τομέα, η οποία καλυπτόταν κυρίως μέσω εξωτερικού δανεισμού, κάτι το οποίο όμως υπονόμευε ουσιαστικά τον κεντρικό στόχο της πολιτικής υποκατάστασης των εισαγωγών, δηλαδή της μείωσης της εξάρτησης από εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης (Celasun και Rodrik 1989, Kepenek και Yenturk 1994, Tekeli και Ilkin 1993 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 41) Οι εξελίξεις τη δεκαετία του 1980 Το πραξικόπημα του 1980 θεωρείται από πολλούς σημείο καμπής στην πορεία της Τουρκίας ως προς την ενσωμάτωσή της στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Με τη συγκατάβαση του στρατού η νέα κυβέρνηση υπογράφει νέα συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το αμέσως επόμενο πενταετές πρόγραμμα ανάπτυξης στο σχεδιασμό του οποίου είχε άμεση ανάμειξη η Παγκόσμια Τράπεζα, είχε ως ξεκάθαρο στόχο τη δημιουργία ελεύθερης αγοράς με έμφαση στις ιδιωτικοποιήσεις, την απορρύθμιση και την περιστολή των κρατικών δαπανών. Άλλοι βασικοί στόχοι ήταν η απελευθέρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα και του εμπορίου, καθώς και η ελεύθερη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Προκειμένου να αυξηθεί η εξαγωγική δυνατότητα της οικονομίας, ελήφθησαν μέτρα περιστολής της εγχώριας ζήτησης μέσω μιας πολιτικής λιτότητας στους μισθούς και του αυστηρού ελέγχου των τιμών των αγροτικών προϊόντων (Aydin 2005: 44). 14

16 Επίσης, από το 1980 ακολουθήθηκε πολιτική υψηλών επιτοκίων με στόχο την αύξηση της αποταμίευσης, η οποία όμως λόγω των χαμηλών μισθών παρέμεινε σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η πολιτική των υψηλών επιτοκίων είχε όμως αρνητικό αντίκτυπο και στις επενδύσεις στο χώρο της βιομηχανίας αφού το κόστος δανεισμού έγινε απαγορευτικό, ενώ πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις έκλεισαν καθώς δεν κατάφεραν να ανταπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις (Senses 1994 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 45). Τη δεκαετία του 80 γενικά παρατηρήθηκε μια μεταστροφή των τούρκων επιχειρηματιών από το βιομηχανικό στο χρηματοπιστωτικό τομέα και στον τομέα των υπηρεσιών για επενδύσεις. Παράλληλα και σύμφωνα με τις επιταγές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το κράτος από το 1980 και μετά έπαψε να επενδύει στο βιομηχανικό τομέα. Παρά τη μείωση των παραγωγικών επενδύσεων οι εξαγωγές καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 80 σημείωσαν μια σταθερή αύξηση, η οποία όμως αποδίδεται στην επαναενεργοποίηση της υπάρχουσας ανεκμετάλλευτης δυναμικότητας του βιομηχανικού τομέα και όχι στην περεταίρω ανάπτυξή του. Άλλοι λόγοι που οδήγησαν σε αύξηση των εξαγωγών τη δεκαετία του 80 ήταν οι επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές που σχετίζονταν με την εξαγωγική δραστηριότητα, καθώς και η συνεχής υποτίμηση της τουρκικής λίρας σε συνδυασμό με τη μειωμένη εγχώρια ζήτηση (Aydin 2005: 46). Από την άλλη, η απελευθέρωση του εμπορίου μετά το 1980 είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των εισαγωγών σε καταναλωτικά προϊόντα, μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό, γεγονός το οποίο υποδηλώνει έναν βιομηχανικό τομέα που γίνεται ολοένα και πιο εξαρτημένος σε επίπεδο τεχνολογίας και εισροών. Η αύξηση δηλαδή της εξαγωγικής ικανότητας του βιομηχανικού τομέα επιτεύχθηκε παράλληλα και μέσω της αυξανόμενης διασύνδεσης με βιομηχανικούς κλάδους του εξωτερικού, τόσο σε επίπεδο τεχνολογίας όσο και σε επίπεδο εισροών. Στην μετά το 1980 περίοδο η ολοκλήρωση της τουρκικής οικονομίας με το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα έχει εντατικοποιηθεί μέσω του διεθνούς εμπορίου (Onis 1992: 497 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 48). Κατά το τέλος της δεκαετίας του 80 και κατόπιν πιέσεων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο η Τουρκία άρχισε να μειώνει τις επιδοτήσεις για τις εξαγωγικές δραστηριότητες. Ένα από τα αποτελέσματα αυτού ήταν πολλοί επιχειρηματίες να αποσύρουν τα κεφάλαιά τους από το βιομηχανικό τομέα και να στραφούν σε άλλους πιο επικερδείς τομείς όπως ο τουρισμός και τα ακίνητα. Οι λιγοστές επενδύσεις που 15

17 γίνονται στην τεχνολογική καινοτομία δεν επιφέρουν κάποια διαφοροποίηση στα εξαγώγιμα προϊόντα του βιομηχανικού τομέα, οι προσπάθειες του οποίου γίνονται κυρίως προς την κατεύθυνση βελτίωσης των ήδη υπαρχόντων βιομηχανικών μονάδων (Krueger και Aktan 1992: , Onis 1992b, Senses 1990 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 52). Η ραγδαία εξέλιξη των αγορών χρήματος και κεφαλαίου στην Τουρκία είχε ως έμμεσο συνακόλουθο την πτώση του μεριδίου του αγροτικού τομέα στο συνολικό μέγεθος των σταθερών επενδύσεων κεφαλαίου από 9% την περίοδο στο 4% το 1994 (Κωνσταντινίδης 2009: 201). Το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980 επέφερε και μεγάλες αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας. Δια νόμου απαγορεύτηκαν οι δραστηριότητες στα εργατικά σωματεία, ενώ όσες από αυτές συνεχίστηκαν, αντιμετωπίστηκαν βίαια. Με το σύνταγμα που επιβλήθηκε το 1982, τα δικαιώματα της εργατικής τάξης επανήλθαν στα επίπεδα της δεκαετίας του (Yalman 2001: όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 53). Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο της δεκαετίας του 80 ήταν η χρηματιστικοποίηση της οικονομίας ή με άλλα λόγια η εξάπλωση της χρηματοπιστωτικής σφαίρας. Το τουρκικό βιομηχανικό κεφάλαιο άρχισε σταδιακά να μετατοπίζεται προς το χρηματοπιστωτικό τομέα καθώς τα περιθώρια κέρδους στη βιομηχανία είχαν μικρύνει (λόγω της πολιτικής υψηλών επιτοκίων όπως αναφέρθηκε νωρίτερα από το 1980 και μετά), ενώ παράλληλα τα κρατικά ομόλογα προσέφεραν πολύ καλύτερες αποδόσεις, με πολλά επιχειρηματικά συγκροτήματα μάλιστα να ιδρύουν δικές τους τράπεζες. Είναι η εποχή που ο χρηματοπιστωτικός τομέας ισχυροποιεί κατά πολύ τη θέση του στην τουρκική οικονομία, η οποία αρχίζει να εξαρτάται όλο και περισσότερο από επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Αυτό με τη σειρά του αυξάνει την εξάρτηση της οικονομίας από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές και επομένως την ευαισθησία της στις διαταράξεις του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος (Ekinci 1996, Yeldan 2001a όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 113). Το 1989 με κρατικό διάταγμα απελευθερώνεται πλήρως ο χρηματοπιστωτικός τομέας, ένα ακόμη μέτρο που υπαγορεύτηκε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Παγκόσμια Τράπεζα. Η μεγάλη εισροή βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων από το 1989 μέχρι το 1994 οδήγησε σε ισχυροποίηση της τουρκικής λίρας, καθιστώντας ακριβότερες τις εξαγωγές έναντι των εισαγωγών με αποτέλεσμα την επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου (Boratav 2000: 6, 24 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 115). Η χρηματοδότηση των ελλειμάτων μετά το 1989 έγινε κυρίως μέσω των διεθνών 16

18 κεφαλαιαγορών, ενώ η απελευθέρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα επέτρεψε την περεταίρω μεγέθυνσή του σε βάρος του βιομηχανικού, καθώς οι παραγωγικές επενδύσεις παρέμειναν πολύ χαμηλές. Αυτό οφείλεται κατά ένα μέρος και στο γεγονός ότι το διεθνές και εγχώριο κεφάλαιο στο διάστημα αυτό προτιμά την επένδυση στα υψηλής απόδοσης κρατικά ομόλογα που προσφέρει η κυβέρνηση (Aydin 2005: 115) Οι εξελίξεις τη δεκαετία του 1990 Η κρίση του 1994 οφείλεται κυρίως στην αύξηση των καθαρά κερδοσκοπικών επενδύσεων σε βάρος των παραγωγικών, με παράλληλη ανάπτυξη που στηρίχθηκε στο βραχυπρόθεσμο δανεισμό και σε μια φιλολαϊκή πολιτική αύξησης των μισθών χωρίς αντίκρυσμα προς το τέλος της δεκαετίας του 80. Ειδικότερα, η αυξημένη εγχώρια ζήτηση σε συνδυασμό με την απουσία επενδύσεων στην παραγωγή, οδήγησε σε αύξηση των εισαγωγών η οποία χειροτέρεψε το ήδη αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η αύξηση των κρατικών εξόδων και τα μειωμένα φορολογικά έσοδα αναγκάζουν την κυβέρνηση να καταφύγει σε εκτεταμένο δανεισμό από το χρηματοπιστωτικό και βιομηχανικό κεφάλαιο, οι υποχρεώσεις πλέον προς το οποίο δεν επιτρέπουν τη διοχέτευση κεφαλαίων του κρατικού προϋπολογισμού σε παραγωγικές επενδύσεις (Aydin 2005: 116). Το 1993 η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε αρκετά άσχημο σημείο. Πρώτον, δεν παράγεται αρκετό εισόδημα ώστε να χρηματοδοτηθούν οι ολοένα και αυξανόμενες κρατικές δαπάνες και δεύτερον, το διευρυνόμενο έλλειμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών οδήγησε τους δύο κύριους οίκους αξιολόγησης της εποχής, τη Standard and Poor s και τη Moody s, στο να υποβαθμίσουν την πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας. Άμεσα ακολούθησε η διαρροή μεγάλων ποσοτήτων βραχυπρόθεσμου κεφαλαίου από τη χώρα, προκαλώντας περεταίρω επιδείνωση στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Η κυβέρνηση τελικά τον Απρίλιο του 1994 αποφάσισε να εφαρμόσει, σε συνεργασία με το Δ.Ν.Τ., ένα σταθεροποιητικό πρόγραμμα, το οποίο έδινε έμφαση κυρίως στη μείωση των κρατικών δαπανών μέσω της μείωσης των μισθών (Aydin 2005: 117). Αποτέλεσμα του σταθεροποιητικού προγράμματος ήταν η εργατική τάξη να χάσει μεγάλο μέρος των εισοδημάτων της σε σχέση με τη δεκαετία του 80 και τις αρχές της δεκαετίας του 90. Σε αντίθεση, μεγάλο μέρος της βιομηχανικής αστικής τάξης κατάφερε να διατηρήσει τα ποσοστά κέρδους μέσω των εξαγωγών ή/και 17

19 επενδύοντας για άλλη μια φορά στη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Σύμφωνα με το Βιομηχανικό Επιμελητήριο της Κωνσταντινούπολης, το μερίδιο των μηεπιχειρησιακών κερδών (δηλαδή ουσιαστικά τα κέρδη από τον χρηματοπιστωτικό τομέα) ως προς τα συνολικά κέρδη των 500 μεγαλύτερων βιομηχανικών επιχειρήσεων στην Τουρκία, αυξήθηκε από 33.3% το 1990, σε 54.6% το Ενώ δηλαδή το ποσοστό κέρδους των μεγαλύτερων επιχειρήσεων δεν επηρεάστηκε από την κρίση, η συνεισφορά τους στην πραγματική οικονομία μειώθηκε (Aydin 2005: 118). Παρότι το πρώτο διάστημα μετά την εφαρμογή του σταθεροποιητικού προγράμματος παρατηρήθηκε κάποια βελτίωση στα μακροιοκονομικά της χώρας, όπως μείωση του κρατικού ελλείμματος και αύξηση των εξαγωγών (κυρίως λόγω της υποτίμησης της λίρας), το 1996 η εκ νέου εισροή βραχυπρόθεσμων κερδοσκοπικών κεφαλαίων στη χώρα, οδήγησε στην ανατίμηση της λίρας και σε νέα αύξηση των εισαγωγών επιδεινώνοντας για άλλη μια φορά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Ένα άλλο όμως σημαντικό πρόβλημα που δε μετριάστηκε ούτε με την εφαρμογή του σταθεροποιητικού προγράμματος, ήταν αυτό του υψηλού πληθωρισμού ο οποίος στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 90 έφτανε σε ρυθμούς το 100% (Aydin 2005: 119). Την περίοδο αυτή και συγκεκριμένα το 1995 υπογράφεται η τελωνειακή ένωση με την ΕΕ, κίνηση που θεωρείται ορόσημο για την ενσωμάτωση της Τουρκίας στο διεθνές εμπόριο, η οποία καλύπτει όλα τα βιομηχανικά και τα κατεργασμένα γεωργικά προϊόντα. Σταδιακά και μέχρι το 1999 για τα παραπάνω προϊόντα, καταργούνται όλοι οι δασμοί και τα λοιπά μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος. Η κατάργηση της δασμολογικής προστασίας, πέραν των άλλων, οδήγησε στην αναδιάρθρωση ορισμένων τομέων της τουρκικής βιομηχανίας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπου οι τουρκικές επιχειρήσεις ενσωματώθηκαν περισσότερο στον παγκόσμιο παραγωγικό ιστό. Ωστόσο, παρατηρώντας τα εμπορικά μεγέθη της Τουρκίας, διαπιστώνεται διαχρονικά ένα μεταβλητό εμπορικό έλλειμμα ως προς την ΕΕ (Κωνσταντινίδης 2009: 260). Μετά από μια σειρά αποτυχημένων προσπαθειών να ελέγξει τον πληθωρισμό, η τουρκική κυβέρνηση απευθύνθηκε διαδοχικά το 1998 και το 1999 στο Δ.Ν.Τ., με στόχο να μειωθεί ο πληθωρισμός σε μονοψήφια νούμερα μέχρι το τέλος του Ο τρόπος που επιλέχθηκε για άλλη μια φορά ήταν η λιτότητα και ο περιορισμός των δημόσιων δαπανών. Ταυτόχρονα, τέθηκε σε εφαρμογή νέο προγράμμα αποκρατικοποιήσεων με παράλληλες μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό σύστημα, 18

20 στον αγροτικό και στο χρηματοπιστωτικό τομέα. Το πρόγραμμα ήταν ιδιαίτερα φιλόδοξο καθώς στόχευε να λύσει δομικά προβλήματα δεκαετιών μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Το πρόγραμμα επίσης περιελάμβανε την άσκηση από την Κεντρική Τράπεζα μιας μορφής σταθεροποιημένης συναλλαγματικής ισοτιμίας, με στόχο τη μείωση των κερδοσκοπικών επιθέσεων εναντίον του εθνικού νομίσματος (Aydin 2005: 119). Ένα άλλο μέτρο που υιοθετήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα αποσκοπώντας στην τόνωση των επενδύσεων ήταν η σχετική μείωση των επιτοκίων, χωρίς όμως τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Το βιομηχανικό κεφάλαιο είχε προ πολλού στρέψει το ενδιαφέρον του σε επενδύσεις πέραν της παραγωγής και δε φαινόταν διατεθειμένο να αλλάξει προσανατολισμό. Μια επίπτωση όμως παρόλα αυτά της μείωσης των επιτοκίων και της ταυτόχρονης ισχυροποίησης της τουρκικής λίρας, ήταν η εκρηκτική αύξηση των εισαγωγών σε καταναλωτικά αγαθά. Για άλλη μια φορά δηλαδή η ανισορροπία μεταξύ εγχώριας ζήτησης και παραγωγής οδήγησε στην επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Όπως και άλλες φορές στο παρελθόν, εξαιτίας αυτής της εξέλιξης, μεγάλα ποσά βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων εξείλθαν από τη χώρα προκαλώντας κρίση ρευστότητας στην πραγματική οικονομία (Aydin 2005: 121). Η τουρκική οικονομία την περίοδο μετά το 1998 είχε και δύο σημαντικές εξωγενείς πηγές αστάθειας να αντιμετωπίσει. Οι σοβαρές οικονομικές κρίσεις του 1997 στην Νοτιοανατολική Ασία και του 1998 στη Ρωσία, επέδρασαν αρνητικά στα επιτόκια δανεισμού από τις διεθνείς χρηματαγορές και άλλων οικονομιών, μεταξύ των οποίων ήταν και η Τουρκία, δημιουργώντας σημαντικά προβλήματα χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας. Η περίπτωση της Ρωσίας μάλιστα είχε ακόμη πιο άμεσα αρνητικά αποτελέσματα στην τουρκική οικονομία, καθώς η Ρωσία την εποχή εκείνη απορροφούσε ένα αξιόλογο μέρος των τουρκικών εξαγωγών. Επιπλέον, το 1999 σημειώθηκαν μεγάλης έντασης καταστροφικοί σεισμοί στην Τουρκία πλήττοντας την ευρύτερη περιοχή του Μαρμαρά, μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες και βιομηχανικές περιοχές της Τουρκίας. Η συνακόλουθη μείωση της εγχώριας παραγωγής επηρέασε αρνητικά τόσο την ανάπτυξη του ΑΕΠ, όσο και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (Miller 2006: ). Το 2001 ήταν μια χρονιά που το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σημείωσε πτώση κατά 7% και η οποία συνοδεύτηκε από μείωση της συνολικής παραγωγής, αυξημένες χρεωκοπίες επιχειρήσεων, διευρυνόμενη ανεργία και αυξανόμενο δημόσιο χρέος, ενώ 19

21 τα επιτόκια δανεισμού λόγω της γενικότερης κρίσης ρευστότητας στην οικονομία εκτινάχθηκαν στο 105% (Aydin 2005: 123) Οι εξελίξεις τη δεκαετία του 2000 Υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις όσον αφορά στα αίτια της κρίσης του 2001, της μεγαλύτερης ίσως στην ιστορία της τουρκικής οικονομίας. Ο Boratav ισχυρίζεται ότι αυτή προκλήθηκε κυρίως λόγω του προγράμματος αποπληθωρισμού που ξεκίνησε το 1999 και του τρόπου με τον οποίο υλοποιήθηκε (Boratav 2001: 106 όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 121). Ο Yeldan θεωρεί πως το πρόγραμμα αποπληθωρισμού υπήρξε σε ένα βαθμό επιτυχημένο, ειδικά όσον αφορά στη σταθεροποίηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, στο νομισματικό έλεγχο και στους στόχους της δημοσιονομικής πολιτικής. Σύμφωνα όμως με τον ίδιο, ενώ η ασθενής εποπτεία του τραπεζικού συστήματος, η αυξημένη διαφθορά και τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα έπαιξαν ένα ρόλο στο ξέσπασμα της κρίσης, η σημαντικότερη αιτία ήταν η γενικότερη αστάθεια της τουρκικής οικονομίας, η οποία είχε προκύψει εξ αιτίας της ελεύθερης εισόδου και εξόδου χρηματιστικού κεφαλαίου, το οποίο χαρακτηρίζεται από υπερβολική κινητικότητα και παράλληλα είναι ισχυρά υποκείμενο στην «ψυχολογία της αγέλης» (Yeldan 2001b: όπως παρατίθεται στο Aydin 2005: 122). Το Μάϊο του 2001 η κυβέρνηση ξεκινά σε συνεργασία με το Δ.Ν.Τ. νέο πρόγραμμα με το όνομα «Ισχυρότερη Τουρκική Οικονομία» ( Stronger Turkish Economy ), με στόχο να ξεπεραστεί η κρίση, αλλά και να αναδιαρθρωθεί η οικονομία κατά τρόπο που να αποτρέπει παρόμοιες κρίσεις στο μέλλον. Η ύπαρξη και μόνο του προγράμματος θεωρήθηκε απόδειξη της αδυναμίας των μέχρι τότε εφαρμοζόμενων οικονομικών πολιτικών στο να διασφαλίσουν τη σταθερότητα της οικονομίας. Το νέο πρόγραμμα θα έδινε έμφαση στην ανάκτηση της αξιοπιστίας της τουρκικής οικονομίας μέσα από την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, τη μείωση της εγχώριας ζήτησης μέσω περιοριστικής μισθολογικής πολιτικής, τις περεταίρω ιδιωτικοποιήσεις και την επαναφορά της ελεύθερης διακύμανσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Στο πρόγραμμα υπάρχει για άλλη μια φορά όμως έλλειψη σχεδιασμού όσον αφορά στην ανάπτυξη της παραγωγικής ικανότητας της τουρκικής οικονομίας μέσω επενδύσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά της μακροπρόθεσμα. Οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης στα χρόνια μετά την κρίση του 2001 σύμφωνα με τον Aydin, οφείλονται κυρίως στη συνέχιση 20

22 του εξωτερικού και εσωτερικού δανεισμού της τουρκικής οικονομίας, ο οποίος παρέμεινε δυνατός λόγω της επέκτασης του χρηματοπιστωτικού τομέα και όχι χάρη στην πραγματοποίηση επενδύσεων σε παραγωγικούς τομείς της οικονομίας (Aydin 2005: ). Παρόλο που από το 1980 το κράτος είχε σταδιακά περιορίσει το ρόλο που έπαιζε στην οικονομία με βάση και τις κατευθύνσεις των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα, οι ΑΞΕ που αναμένονταν λόγω της φιλελευθεροποίησης της τουρκικής οικονομίας όχι μόνο δεν είχαν σημειώσει κάποια αξιόλογη σταθερή αύξηση, αλλά και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000 το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ επί του παγκοσμίου συνόλου, έβαινε μειούμενο. Με στόχο την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, το 2003 το τουρκικό κοινοβούλιο ψήφισε τον Ν περί άμεσων ξένων επενδύσεων, αντικαθιστώντας τον αντίστοιχο νόμο που ίσχυε από το 1954 και ο οποίος μετέβαλλε ριζικά το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιο, απλοποιώντας σημαντικά τις γραφειοκρατικές διαδικασίες και καταργώντας διάφορα αντικίνητρα όπως την προϋπόθεση εισαγωγής ποσού $ ανά αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο για συμμετοχή του σε εταιρεία στην Τουρκία, την υποχρεωτική λήψη διοικητικής άδειας για την πραγματοποίηση μιας επένδυσης κ.ά. Ο νέος νόμος προβλέπει μεταξύ άλλων, ίση μεταχείριση εγχώριων και αλλοδαπών επενδυτών, απεριόριστα ποσοστά συμμετοχής των εταίρων, ελεύθερη μεταφορά των κερδών, μερισμάτων, αμοιβών και άλλων δικαιωμάτων, επαναπατρισμό του ξένου κεφαλαίου, καθώς και δικαιώματα απόκτησης ακίνητης περιουσίας με όρους αντίστοιχους με αυτούς που ισχύουν για τους τούρκους πολίτες. Παράλληλα με τον νέο επενδυτικό νόμο εισάγονται και συμπληρωματικές διατάξεις που αφορούν σε επιπλέον επενδυτικά κίνητρα, όπως η απαλλαγή τελωνειακών δασμών και φόρων για την εισαγωγή μηχανολογικού εξοπλισμού, οχημάτων και γενικά πάγιου εξοπλισμού, απαλλαγή ΦΠΑ για εισαγωγή ή αγορά μηχανολογικού εξοπλισμού και διάθεση πιστώσεων εκ του προϋπολογισμού υπό μορφή δανείων για επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη, σε ζώνες Τεχνολογικής Ανάπτυξης ή Τεχνολογικά Πάρκα (Undersecretariat of Treaury General Directorate of Foreign Investment). Ουσιαστικά, η νομοθεσία που αφορά στις άμεσες ξένες επενδύσεις στην Τουρκία μετά το 2003, απελευθερώνει ακόμη περισσότερο το ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών και σε συνδυασμό με την τελωνειακή ένωση που 21

23 ισχύει με την ΕΕ από το 1995, δημιουργεί ένα καθεστώς ελεύθερης διακίνησης αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων με το μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Τουρκίας, που δεν είναι άλλος από την ΕΕ (Mesanza R.-Gonzalez C. 2009: 198). Παράλληλα, από το 1999 η Τουρκία είναι και επίσημα υποψήφια χώρα για προσχώρηση στην ΕΕ (EUROPA «Η πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης»). Η τουρκική οικονομία την περίοδο μετά το 2002 γενικώς χαρακτηρίζεται από υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης συγκριτικά με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, με εξαίρεση το έτος 2009 οπότε και υπήρξε αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ -4.83%, το οποίο κατά βάση αποδίδεται στην αλληλεπίδραση της τουρκικής με την παγκόσμια οικονομία την περίοδο της κρίσης του Το 2008 λαμβάνει τέλος η χρηματοδότηση από το Δ.Ν.Τ. στα πλαίσια διαδοχικών προγραμμάτων που είχαν ξεκινήσει από το 1998, μια περίοδο κατά την οποία το Δ.Ν.Τ. είχε άμεση ανάμιξη στη μακροοικονομική διαχείριση της τουρκικής οικονομίας και περιελάμβανε μεταξύ άλλων εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις και περεταίρω εμβάθυνση των σχέσεων με την παγκόσμια οικονομία (Yeldan E. 2008: 2). Σύμφωνα με τον Yeldan (2008: 2) οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που ακολούθησαν την κρίση του , χρηματοδοτήθηκαν κυρίως μέσω βραχυπρόθεσμου ξένου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου το οποίο εισέρευσε χάρη στα εγχώρια υψηλά επιτόκια. Η συνακόλουθη ισχυροποίηση της τουρκικής λίρας οδήγησε σε αύξηση των εισαγωγών, με αποτέλεσμα το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ως προς το ΑΕΠ, να κυμανθεί στα επίπεδα του 6% το διάστημα Ένα άλλο χαρακτηριστικό της περιόδου μετά το 2001, είναι η αυξανόμενη ανεργία που συνοδεύει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, η υπερπληθώρα φθηνών έτοιμων εισαγώγιμων προϊόντων οδήγησαν στον περιορισμό της εγχώριας παραγωγής με τις ανάλογες επιπτώσεις στην απασχόληση (Yeldan E. 2008: 2). Το 2003 εκλέγεται πρωθυπουργός ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν η κυβέρνηση του οποίου καταφέρνει εκμεταλλευόμενη και το νέο νομοθετικό πλαίσιο που αφορά στις άμεσες ξένες επενδύσεις, να προσελκύσει μεγάλο όγκο άμεσων ξένων επενδύσεων, οι περισσότερες εκ των οποίων γίνονται με τη μορφή συγχωνεύσεων και εξαγορών εγχώριων κρατικών και ιδιωτικών εταιρειών. Παράλληλα, συνεχίζεται η άντληση επιπλέον κεφαλαίων από τις διεθνείς χρηματαγορές. Από το 2003 η κυβέρνηση της Τουρκίας εφαρμόζει σταθερά περιοριστική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική με στόχο τη διατήρηση της αξιοπιστίας της τουρκικής οικονομίας στα μάτια των 22

24 διεθνών επενδυτών, από τα κεφάλαια των οποίων κατά ένα μεγάλο μέρος εξαρτάται η λειτουργία της τουρκικής οικονομίας (Yeldan E. 2008: 3-4) Σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση Οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ε.Ε. χρονολογούνται επίσημα από το 1963 και συγκεκριμένα από την υπογραφή της σχετικής Συμφωνίας Σύνδεσης με την Κοινότητα (συμφωνία της Άγκυρας). Η συμφωνία υπογράφεται με σκοπό την εγκαθίδρυση τελωνειακής ένωσης μεταξύ Τουρκίας και της τότε Ε.Ο.Κ. και τη μεταγενέστερη προσχώρηση της Τουρκίας στην Κοινότητα. Υπογράφεται επίσης ένα πρώτο χρηματοδοτικό πρωτόκολλο. Το 1970 υπογράφονται στις Βρυξέλλες το Πρόσθετο πρωτόκολλο και το δεύτερο χρηματοδοτικό πρωτόκολλο, τα οποία προετοιμάζουν το έδαφος για την εγκαθίδρυση της τελωνειακής ένωσης. Το 1987 η Τουρκία υποβάλει αίτηση πλήρους ένταξης στην Ε.Ο.Κ. Το 1995 το Συμβούλιο Σύνδεσης Τουρκίας Ε.Ε. οριστικοποιεί τη συμφωνία εγκαθίδρυσης τελωνειακής ένωσης μεταξύ της Τουρκίας και της Ε.Ε., ενώ το 1999 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι αναγνωρίζει την Τουρκία ως υποψήφια χώρα για προσχώρηση στην Ε.Ε. επί ίσης βάσης με άλλες υποψήφιες χώρες (EUROPA «Η πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης») Η τελωνειακή ένωση με την Ε.Ε. θεωρείται ορόσημο στην ενσωμάτωση της Τουρκίας στο διεθνές εμπόριο, ενώ καλύπτει μόνο βιομηχανικά και κατεργασμένα αγροτικά προϊόντα. Η τελωνειακή ένωση απελευθερώνει τη διακίνηση όλων των προϊόντων (πλην των γεωργικών) τα οποία παράγονται στην Ε.Ε. ή στην Τουρκία και προβλέπει την κατάργηση των τελωνειακών δασμών, των φορολογικών επιβαρύνσεων ισοδύναμου αποτελέσματος και τους ποσοτικούς περιορισμούς επί των εισαγωγών και εξαγωγών μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών. Η Τουρκία επιπλέον υιοθετεί τους συντελεστές Κοινού Δασμολογίου για τις εισαγωγές από τρίτες χώρες (Πατελίδα Σ. 2006: 20-22). Σταδιακά, από το 1996 έως τα τέλη της δεκαετίας του 90, καταργούνται σχεδόν εξ ολοκλήρου οι δυνατότητες εμπορικής προστατευτικής πολιτικής ανάμεσα στην Τουρκία και στην Ε.Ε. (Κωνσταντινίδης 2009: 260) 23

25 2. Το θεωρητικό πλαίσιο 2.1 Βασικές κατηγορίες ΑΞΕ, εμπορικό ισοζύγιο και κεφαλαιακή κερδοφορία 1 Η κύρια ερμηνευτική παράμετρος της επιλογής του κεφαλαίου να επενδύσει σε μια χώρα (με τη μορφή ΑΞΕ) είναι η απόκτηση ενός πρόσθετου κέρδους. Ο στόχος της πρόσθετης καπιταλιστικής κερδοφορίας βρίσκεται στη βάση ιδιαίτερων κινήτρων κίνησης του κεφαλαίου που υπηρετούνται μέσα από διαφορετικές κατηγορίες ΑΞΕ. Ανάλογα με τον προσανατολισμό, τη στόχευση και τα επιμέρους κίνητρά τους, οι ΑΞΕ μπορούν να διακριθούν στις παρακάτω βασικές κατηγορίες: 1. ΑΞΕ για παραγωγή προϊόντων για την εγχώρια αγορά σε υποκατάσταση της εξαγωγής εμπορευμάτων του επενδυτή ή ισοδύναμα σε υποκατάσταση της εισαγωγής εμπορευμάτων στη χώρα αποδέκτη των ΑΞΕ ( local suppliers / horizontal investment / market-seeking FDI). Τα βασικά κίνητρα για τις ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας θεωρείται ότι αφορούν στη μείωση των κοστών προσφοράς του προϊόντος στην εγχώρια αγορά, είτε τα κόστη αυτά οφείλονται σε μέτρα προστατευτικής πολιτικής, δηλαδή στην επιβολή δασμών επί των εισαγόμενων προϊόντων, ή στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, είτε αφορούν στα κόστη μεταφοράς των εμπορευμάτων. Εφόσον το μέγεθος της αγοράς, ceteris paribus, συναρτάται θετικά με οικονομίες κλίμακας όπου η μείωση του μέσου κόστους παραγωγής συνεπάγεται την αύξηση της κεφαλαιακής κερδοφορίας, προκύπτει ότι όσο μεγαλύτερη είναι η αγορά τόσο περισσότερο ενθαρρύνονται οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας. Στα επιχειρήματα που αφορούν στα κίνητρα αυτής της ερμηνευτικής κατεύθυνσης μπορούν να προστεθούν η καλύτερη ικανοποίηση των απαιτήσεων service και τεχνικής υποστήριξης που συνεπάγεται η επιτόπια παραγωγή αντί της εισαγωγής εμπορευμάτων και η ευχερέστερη προσαρμογή της επιτόπιας παραγωγής έναντι της εισαγωγής εμπορευμάτων στις ιδιομορφίες κάθε εθνικής αγοράς και στις μεταβολές της. Επομένως, ceteris paribus, οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας αναμένεται να βελτιώσουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη. 2. ΑΞΕ για παραγωγή προϊόντων για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά ( bridgehead/export platform investment / vertical investment / production costminimizing / raw material-seeking FDI). Εδώ εντάσσονται οι προσανατολισμένες 1 Η ανάλυση της παραγράφου αυτής βασίζεται σε Οικονομάκης κ.ά. (υ.δ.) 24

26 στα κόστη θεωρίες για τις ΑΞΕ ή οι θεωρίες μετακίνησης/μετατόπισης της παραγωγής για λόγους κόστους. Οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας έπονται μετάθεση μέρους της αλυσίδας παραγωγής σε μέρη χαμηλού κόστους. Τα βασικά κίνητρα για τις ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας θεωρείται ότι αφορούν στη μείωση του κόστους των εισροών της διαδικασίας παραγωγής: εργασία (χαμηλή μισθοί), πρώτες ύλες, πρόσβαση σε κάποιες εξωτερικότητες (π.χ. δέσμες ΑΞΕ σε μια τοποθεσία). Στην περίπτωση των ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας ενώ πάλι θα πρέπει να συνυπολογιστεί ο παράγοντας κόστος μεταφοράς και η γειτνίαση με τις χώρες-αγορές, το μέγεθος της αγοράς της χώρας αποδέκτη των ΑΞΕ δε φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο. Υπό προϋποθέσεις που αφορούν κατά ένα μεγάλο μέρος στις εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις της χώρας αποδέκτη των ΑΞΕ και αυτή η κατηγορία ΑΞΕ, ceteris paribus, σχετίζεται θετικά με το βελτιούμενο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη των ΑΞΕ. 3. ΑΞΕ που διευκολύνουν την εισαγωγή προϊόντων του ξένου επενδυτή ( marketexploring FDI distributors ) ή ΑΞΕ δημιουργίας δικτύων διανομής για την εξαγωγή εγχώριων προϊόντων σε μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά. Στην πρώτη εκδοχή αυτής της κατηγορίας οι ΑΞΕ αποσκοπούν στην κάλυψη της εσωτερικής ζήτησης (όπως στην πρώτη κατηγορία ΑΞΕ), ωστόσο με την εισαγωγή και όχι εγχώρια παραγωγή των προϊόντων/υπηρεσιών του επενδυτή. Στη δεύτερη εκδοχή αυτής της κατηγορίας οι ΑΞΕ αποσκοπούν στην κάλυψη της ζήτησης σε άλλες χώρες (πέραν της χώρας υποδοχής των ΑΞΕ), με προϊόντα όμως που παράγονται στη χώρα υποδοχής. Ενώ στην πρώτη εκδοχή αυτής της κατηγορίας οι ΑΞΕ, ceteris paribus, σχετίζονται αρνητικά με το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη, στη δεύτερη εκδοχή η επίδραση των ΑΞΕ επί του εμπορικού ισοζυγίου κατά ένα μεγάλο μέρος εξαρτάται από τις εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις της χώρας αποδέκτη των ΑΞΕ. Και στη μία και στην άλλη εκδοχή αυτής της κατηγορίας ΑΞΕ σε κάθε περίπτωση σε διάκριση από τις δύο πρώτες κατηγορίες ΑΞΕ, έχουμε επένδυση στην εμπορική σφαίρα και όχι στην παραγωγή. 4. ΑΞΕ στους κλάδους (πλην εμπορίου) μη-εμπορεύσιμων αγαθών για εγχώρια παραγωγή. Οι κλάδοι των μη-εμπορεύσιμων αγαθών είναι: Ενέργεια, Κατασκευές, Μεταφορά, Αποθήκευση και Επικοινωνίες, Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο και Λοιπές Υπηρεσίες. Πλην των ΑΞΕ σε εμπορικά δίκτυα διανομής (ΑΞΕ στην εμπορική σφαίρα και τις ευρύτερες υπηρεσίες που την υπηρετούν τρίτη κατηγορία 25

27 ΑΞΕ), το ξένο κεφάλαιο κατευθύνεται και προς κλάδους μη-εμπορεύσιμων αγαθών μιας εγχώριας αγοράς για εγχώρια παραγωγή, με στόχο την κερδοφορία. Πρόκειται για ΑΞΕ που είναι προσανατολισμένες στην παραγωγή εντός της χώρας αποδέκτη ΑΞΕ, ωστόσο δεν υποκαθιστούν εισαγωγές προϊόντων από τη χώρα προέλευσης των ΑΞΕ. Επιπλέον δεν προωθούν ευθέως και άμεσα εισαγωγές ή εξαγωγές προϊόντων (όπως οι ΑΞΕ της τρίτης κατηγορίας). Η υπερπήδηση μέτρων προστατευτικής πολιτικής όπως είναι η επιβολή δασμών ή η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος δεν παίζει εδώ κάποιο ρόλο, σε αντίθεση με την πρώτη κατηγορία ΑΞΕ. Επίσης, ούτε η γεωγραφική απόσταση συνιστά κίνητρο, εφόσον τα κόστη μεταφοράς εμπορευμάτων δεν αφορούν σε τέτοιου είδους αγαθά. Το μέγεθος ωστόσο της αγοράς, ceteris paribus, μπορεί να διαδραματίζει ρόλο και στην κατηγορία αυτή, στο βαθμό συμβολής του στη μείωση του μέσου κόστους παραγωγής και άρα στην κεφαλαιακή κερδοφορία. Το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να επιφέρει και το χαμηλό κόστος εισροών της παραγωγικής διαδικασίας: εργασία (χαμηλοί μισθοί), πρώτες ύλες, πρόσβαση σε κάποιες εξωτερικότητες, της χώρας υποδοχής των ΑΞΕ. Επομένως, στη βάση του ότι η κατηγορία αυτή δεν προωθεί άμεσα εισαγωγές ή εξαγωγές προϊόντων, μπορούμε να πούμε ότι οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας δε συνδέονται άμεσα με το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη των ΑΞΕ. 5. ΑΞΕ που κατευθύνονται στη χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση. Αυτές οι ΑΞΕ δε συνδέονται άμεσα με την παραγωγή ή την εμπορική σφαίρα, αλλά είναι συμπληρωματικές εκείνων που πραγματοποιούνται στην παραγωγή ή την εμπορική σφαίρα ή αποτελούν δίαυλο αξιοποίησης επενδυτικών ευκαιριών στο εσωτερικό της χώρας αποδέκτη (π.χ. ακίνητη περιουσία, κατασκευές, εμπόριο) ή φορέα ενίσχυσης της εγχώριας κατανάλωσης, με στόχο και εδώ την κερδοφορία. Από την άποψη των παραπάνω κινήτρων, οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας έχουν ασαφή επίπτωση επί του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας αποδέκτη. Στις τρεις επομένως από τις 5 βασικές κατηγορίες, οι ΑΞΕ διασυνδέονται άμεσα με το εξωτερικό εμπόριο. Στην πρώτη κατηγορία οι ΑΞΕ υποκαθιστούν εισαγωγές στη χώρα αποδέκτη. Στη δεύτερη, οι ΑΞΕ λειτουργούν συμπληρωματικά προς το εμπόριο (Iammarino and Pitelis όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.), καθώς δημιουργούν εξαγωγές στη χώρα αποδέκτη ΑΞΕ. Επομένως, για όλα τα άλλα σταθερά, φαίνεται πως οι δύο πρώτες κατηγορίες ΑΞΕ βελτιώνουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη. Υπάρχει ωστόσο το ενδεχόμενο οι αυξημένες ΑΞΕ και 26

28 των δύο αυτών κατηγοριών, να προκαλούν αύξηση των εισαγωγών λόγω του εξαγωγικού προσανατολισμού των ξένων βιομηχανιών και στην προμήθεια των ενδιάμεσων εισροών, εφόσον διασυνδέονται ασθενώς οι κλάδοι όπου συγκεντρώνεται η ξένη επενδυτική δραστηριότητα με τις λοιπές κλαδικές δραστηριότητες στο εσωτερικό της οικονομίας (Γιαννίτσης 1983: 353). Αν δεχτούμε ότι οι κύριοι κλάδοι εξαγωγής εμπορευμάτων μιας χώρας είναι, ceteris paribus, οι σχετικά πιο παραγωγικοί της κλάδοι έναντι των διεθνών κλαδικών ανταγωνιστών τότε, από τη δομή εξαγωγών-εισαγωγών μιας χώρας θα μπορούσε να πιθανολογηθεί και η κατεύθυνση των κλαδικών-παραγωγικών διασυνδέσεων. Μια δομή όπου στις εξαγωγές έχουν αυξημένο ειδικό βάρος τα προϊόντα των πρωτογενών δραστηριοτήτων και γενικότερα κυριαρχούν προϊόντα σχετικά χαμηλής τεχνολογίας παραγωγής, ενώ στις εισαγωγές κυριαρχούν προϊόντα σχετικά υψηλής τεχνολογίας παραγωγής, αντιστοιχεί πιθανόν σε μια οικονομία στην οποία οι πιο παραγωγικοίεξαγωγικοί της κλάδοι διασυνδέονται κυρίως με τεχνολογικά προηγμένους κλάδους άλλων χωρών, κατά τεκμήριο υψηλότερης οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου εξαρτώμενοι από υψηλής τεχνολογίας εισαγόμενες εισροές παραγωγής. Επομένως, μπορεί να έχουμε στην περίπτωση αυτή ένα εξωστρεφές οικονομικό μοντέλο, δηλαδή ασθενείς σχετικά εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις και υψηλές σχετικά διασυνδέσεις των εγχώριων κλάδων με κλάδους του εξωτερικού (Οικονομάκης κ.ά : 259). Εννοείται ότι οι ΑΞΕ της τρίτης κατηγορίας επιβαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη εάν προωθούν εισαγωγές προϊόντων του ξένου επενδυτή και το αντίστροφο εάν προωθούν εξαγωγές εγχώριων προϊόντων. Οι ΑΞΕ της τέταρτης κατηγορίας αν και δε διασυνδέονται άμεσα με το εξωτερικό εμπόριο, έμμεσα θα μπορούσαν να παίξουν κάποιο ρόλο στο μέτρο που γίνεται χρήση εισαγόμενων εισροών στην παραγωγική διαδικασία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πιο πάνω κατηγοριοποίηση είναι ενδεικτική και πως σε πολλές περιπτώσεις τα κίνητρα των ΑΞΕ είναι σύνθετα, αναγόμενα ταυτόχρονα σε πάνω από μία κατηγορίες. Σε κάθε περίπτωση όμως, στόχος του κεφαλαίου που προχωράει σε ΑΞΕ σε μία χώρα, είναι η αύξηση της κερδοφορίας του. Δεδομένης της ισχυρής αλληλοσυσχέτισης εξαγωγών εμπορευμάτων και κεφαλαίων (με τη μορφή ΑΞΕ) που επισημάναμε για τις τρεις από τις πέντε κατηγορίες ΑΞΕ, προκύπτει ότι κοινή βάση εξαγωγών εμπορευμάτων και κεφαλαίων είναι η καπιταλιστική κερδοφορία. 27

29 2.2 ΑΞΕ στις αναπτυγμένες χώρες, μισθοί και παραγωγικότητα της εργασίας 2 Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του πίνακα 1 για την περίοδο , η υπόθεση ΑΞΕ είναι κατά βάση υπόθεση των αναπτυγμένων οικονομιών τόσο ως προς το σκέλος προέλευση, όσο και ως προς το σκέλος κατεύθυνση. Πίνακας 1: Ροές και συσσωρευμένος όγκος Άμεσων Ξένων Επενδύσεων Εισροές (σε εκατομμύρια $) Κόσμος (1) Αναπτυγμένες χώρες (2) % (2)/(1) 86,13% 74,58% 83,16% 64,90% 81,25% 63,49% 47,26% Εκροές (σε εκατομμύρια $) Κόσμος (1) Αναπτυγμένες χώρες (2) % (2)/(1) 93,81% 93,61% 95,07% 84,49% 88,72% 83,48% 68,18% Συσσωρευμένος όγκος Εισροών (σε εκατομμύρια $) Κόσμος (1) Αναπτυγμένες χώρες (2) % (2)/(1) 57,46% 62,14% 75,07% 75,02% 75,89% 74,18% 64,76% Συσσωρευμένος όγκος Εκροών (σε εκατομμύρια $) Κόσμος (1) Αναπτυγμένες χώρες (2) % (2)/(1) 86,87% 90,40% 92,99% 91,20% 88,95% 87,86% 82,17% Πηγή: UNCTAD Πιο συγκεκριμένα: Το μεγαλύτερο μέρος των εισροών ΑΞΕ, για την περίοδο , κατευθύνεται προς τις αναπτυγμένες χώρες, με ποσοστά που κυμαίνονται από 86% περίπου έως περίπου 47% για το Για την περίοδο , ο κύριος όγκος των εκροών ΑΞΕ προέρχεται από τις αναπτυγμένες χώρες, με ποσοστά που κυμαίνονται από 94% περίπου έως περίπου 71%. Αναφορικά με το συσσωρευμένο όγκο εισροών στις αναπτυγμένες χώρες, αυτός κυμαίνεται σε ποσοστά άνω του 60% για σχεδόν ολόκληρη την περίοδο , με την εξαίρεση του 1980, όπου το ποσοστό ήταν στο 57% περίπου. Στο συσσωρευμένο όγκο εκροών τα ποσοστά για τις αναπτυγμένες χώρες κινούνται για την περίοδο σε επίπεδα άνω του 82%. 2 Η ανάλυση της παραγράφου αυτής βασίζεται σε Οικονομάκης κ.ά. (υ.δ.) 28

30 Γνωρίζουμε ότι «οι μισθοί ακολουθούν λιγότερο ή περισσότερο την εξέλιξη της παραγωγικότητας της εργασίας», έτσι που «αυξήθηκαν σε κάθε χώρα ακολουθώντας λιγότερο ή περισσότερο την παραγωγικότητα» (Krugman και Obstfeld όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Δεδομένης της υψηλότερης παραγωγικότητας της εργασίας στις αναπτυγμένες χώρες, φαίνεται ότι το κεφάλαιο επιλέγει πρωτίστως να επενδύσει σε μια ομάδα χωρών υψηλότερων μισθών, ή σε ισοδύναμη διατύπωση το κεφάλαιο δεν ελκύεται πρωτίστως από τους χαμηλούς μισθούς. Παρά τους υψηλότερους μισθούς στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, η υψηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας σε αυτές οδηγεί σε υψηλότερο ποσοστό κέρδους έλκοντας τις διεθνείς ροές κεφαλαίου. Ως προς την κατηγορία των ΑΞΕ που πραγματοποιούνται κατά βάση στις χώρες με υψηλούς μισθούς, αυτή, σύμφωνα με τον Busch, αφορά στην πρώτη κατηγορία, δηλαδή στις «προσανατολισμένες στην αγορά άμεσες επενδύσεις» σε υποκατάσταση της εξαγωγής εμπορευμάτων. Στη βάση αυτή, ο Busch αμφισβητεί τη σπουδαιότητα του κινήτρου χαμηλοί μισθοί για την πραγματοποίηση των ΑΞΕ, την οποία υποστηρίζουν οι θεωρίες περί μετατόπισης της παραγωγής. «Η ανεπάρκεια της θεωρίας περί μετατόπισης της παραγωγής έγκειται ιδίως στο ότι θεωρεί ως αποφασιστικό παράγοντα για την ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης τα κόστη για ανειδίκευτη εργασία. Ωστόσο, για τους σημαντικότερους βιομηχανικούς κλάδους των ανεπτυγμένων χωρών (κλάδοι έντασης ανθρώπινου κεφαλαίου) πολύ καθοριστικότερες μεταβλητές ανταγωνισμού αποτελούν παράγοντες όπως η υψηλά ειδικευμένη εργατική δύναμη, η πρόσβαση σε κέντρα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, η δυνατότητα χρήσης άρτιου επικοινωνιακού δικτύου και η ύπαρξη ειδικευμένων επιχειρήσεων για παροχή συμβουλών για επισκευές και συντήρηση. Συγκρινόμενοι με αυτούς τους παράγοντες που συνδέονται με τον τόπο παραγωγής, οι μισθοί των ανειδίκευτων εργατών έχουν δευτερεύουσα σημασία» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Αυτό για το οποίο γράφει ο Busch δεν είναι παρά πρώτον, η συγκρότηση ενός παραγωγικού για το κεφάλαιο «συλλογικού εργαζόμενου» (υψηλά ειδικευμένη εργατική δύναμη) και δεύτερον, οι εξωτερικότητες ή εξωτερικές οικονομίες ως, αλληλοσυνδεόμενες, προϋποθέσεις υψηλής παραγωγικότητας της εργασίας (και έτσι αύξησης της κεφαλαιακής κερδοφορίας) και επομένως κίνητρο για ΑΞΕ. Όσον αφορά ειδικότερα στις εξωτερικότητες (π.χ. δέσμες ΑΞΕ σε μια τοποθεσία που συναρτώνται με την πρόσβαση σε κέντρα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, τη 29

31 δυνατότητα χρήσης άρτιου επικοινωνιακού δικτύου και την ύπαρξη ειδικευμένων επιχειρήσεων για παροχή συμβουλών), θα πρέπει επομένως να διασαφηνίσουμε ότι δεν συνδέονται αποκλειστικά με τις ΑΞΕ για παραγωγή για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά αποτελώντας κίνητρό τους: μείωση του κόστους των εισροών της διαδικασίας παραγωγής, μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Συνεπώς, δεν εντάσσονται ερμηνευτικά μόνο στη δεύτερη κατηγορία ΑΞΕ. Αποτελούν ταυτόχρονα και κίνητρο των προσανατολισμένων στην εγχώρια αγορά ΑΞΕ (πρώτη και τέταρτη κατηγορία), εφόσον σε κάθε περίπτωση η βασική συνθήκη των επενδυτικών επιλογών του κεφαλαίου είναι η αυξημένη κερδοφορία. Στο ζήτημα των εξωτερικών οικονομιών θα επιστρέψουμε και στη συνέχεια. Πέραν αυτών, οι διεθνείς διαφορές στο επίπεδο του μισθού μπορούν να παίξουν ρόλο όσον αφορά στις επενδυτικές επιλογές του κεφαλαίου (όπως υποστηρίζουν οι θεωρίες περί μετατόπισης της παραγωγής) μόνο για χώρες με συγκρίσιμα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας. Οι χαμηλοί μισθοί μπορούν να αποτελέσουν παράγοντα κερδοφορίας για το κεφάλαιο, και υπό αυτήν την έννοια κίνητρο για ΑΞΕ σε μια χώρα, εφόσον η παραγωγικότητα της εργασίας στη χώρα αυτή είναι σε τέτοια επίπεδα που να μην εξανεμίζεται το πλεονέκτημα του σχετικά χαμηλότερου εργατικού κόστους ή με άλλη διατύπωση, όταν η διαφορά των μισθών δεν (υπέρ)αντισταθμίζεται από διαφορές στην παραγωγικότητα της εργασίας 3. Υπό την έννοια αυτών των προϋποθέσεων οι μισθοί πράγματι δεν μπορούν, αποσυνδεδεμένα από την παραγωγικότητα της εργασίας, να θεωρηθούν ως ένα αυτοτελές κίνητρο για ΑΞΕ εντασσόμενο ειδικά στη δεύτερη κατηγορία ΑΞΕ. Το ξένο κεφάλαιο, ceteris paribus, μπορεί να επιλέξει την επένδυσή του σε μια χώρα όπου οι χαμηλοί μισθοί εν σχέσει προς την παραγωγικότητα της εργασίας του προσφέρουν ένα πρόσθετο κέρδος, ανεξάρτητα από τον παραγωγικό προσανατολισμό και τη στόχευση των επενδύσεών του. 3 Η σχέση μισθών - παραγωγικότητας της εργασίας εκφράζει τη σχέση εργατικού κόστους και «ποιότητας» της εργασίας και συμπυκνώνεται στο κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Ανασκοπώντας εμπειρικές έρευνες πάνω στην ειδική σημασία του ύψους του εργατικού κόστους έναντι της «ποιότητας» της εργασίας η μελέτη του Lim προτείνει αυτήν την τελευταία μεταβλητή (κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος) ως τον καλύτερο ενδείκτη των σχετικών επενδυτικών αποφάσεων. Σε πραγματικούς όρους πρόκειται για το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας, το οποίο και θα διερευνήσουμε στη συνέχεια της ανάλυσης αναφορικά με την τουρκική οικονομία. 30

32 Ειδικότερα, σε κλαδικό επίπεδο, για δεδομένους τους μισθούς, η υψηλή κλαδική παραγωγικότητα της εργασίας αποτελεί παράγοντα έλξης των ΑΞΕ σε έναν παραγωγικό κλάδο. Δηλαδή, για δεδομένους τους μισθούς, το ξένο κεφάλαιο τείνει να επενδύεται σε χώρες υψηλής παραγωγικότητας της εργασίας, και για δεδομένη τη μέση παραγωγικότητα της εργασίας μιας χώρας σε κλάδους υψηλής παραγωγικότητας της εργασίας εντός αυτής. 2.3 Ο ανταγωνισμός για την εγχώρια αγορά και τα μέτρα προστασίας από τον ανταγωνισμό 4 Μεταξύ των βασικών κινήτρων της πρώτης κατηγορίας ΑΞΕ αναφέρθηκαν οι δασμοί επί των εισαγομένων προϊόντων και η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Η διεθνοποίηση του κεφαλαίου διαπλέκεται και συνυπάρχει με την ύπαρξη των εθνικών κρατών, και εθνικών οικονομιών, διαφορετικού επιπέδου ανάπτυξης. Η χρήση μέσων εμπορικής προστατευτικής πολιτικής (όπως οι δασμοί ή/και οι ποσοστώσεις επί των εισαγόμενων αγαθών) 5 ή εθνικών-συναλλαγματικών φραγμών έχει ως αποτέλεσμα να διατηρούνται ανάμεσα στις χώρες (και ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες) σημαντικές διαφορές στα επίπεδα της παραγωγικότητας της εργασίας (διαφορές πολύ μεγαλύτερες από εκείνες που μπορούν να εντοπιστούν στο εσωτερικό μιας χώρας). Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η αιτία της αλληλοσυσχέτισης εξαγωγών εμπορευμάτων και κεφαλαίων. Πιο συγκεκριμένα για τη σημασία των εθνικών-συναλλαγματικών φραγμών, στη βάση της θεωρίας του Busch για «την τροποποίηση του νόμου της αξίας στην παγκόσμια αγορά» προκύπτει: 6 Στο διεθνές κλαδικό επίπεδο η εξίσωση της ζήτησης και της προσφοράς διαμορφώνει τη διεθνή αγοραία τιμή (ως τιμή που καθορίζεται από τους μέσους διεθνείς όρους αυτής της σφαίρας παραγωγής). Το πιο παραγωγικό εθνικό κλαδικό κεφάλαιο πωλώντας στην ενιαία διεθνή αγοραία τιμή είναι σε θέση να πραγματοποιεί 4 Η ανάλυση της παραγράφου αυτής βασίζεται σε Οικονομάκης κ.ά. (υ.δ.) 5 Κατά τους Μηλιό και Ιωακείμογλου η σημασία της προστασίας με δασμολογικά και μη δασμολογικά μέτρα είναι ήσσονος σημασία, στη βάση του εμπειρικού δεδομένου ότι «οι άμεσες επενδύσεις αναπτύσσονται κυρίως σε μια ιστορική περίοδο φιλελευθεροποίησης του διεθνούς εμπορίου». 6 Το «θεώρημα για την τροποποίηση του νόμου της αξίας στην παγκόσμια αγορά» του K. Busch, εντάσσεται στα πλαίσια των προσανατολισμένων στην αγορά θεωριών για τις ΑΞΕ. 31

33 ένα πρόσθετο κέρδος. Από την άποψη του συνόλου των εθνικών κεφαλαίων (των κεφαλαίων μιας χώρας), η (σχετικά) περισσότερο αναπτυγμένη χώρα μπορεί λοιπόν να πραγματοποιεί στην παγκόσμια αγορά ένα πρόσθετο κέρδος. 7 Τα πρόσθετα αυτά κέρδη επιτρέπουν στη συνέχεια τη συμπίεση της τιμής ενός ομοιογενούς προϊόντος κάτω από το μέσο διεθνές επίπεδο (αν και πάνω από το εθνικό) με αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης για τα προϊόντα της περισσότερο αναπτυγμένης χώρας (κυριαρχία των πιο αναπτυγμένων χωρών στο διεθνές εμπόριο). Η ύπαρξη των εθνικών νομισμάτων (και συνακόλουθα των συναλλαγματικών ισοτιμιών ανάμεσά τους) έχει ως αποτέλεσμα να διατηρούνται ανάμεσα στις χώρες σημαντικές διαφορές στα επίπεδα της παραγωγικότητας της εργασίας. Για δεδομένη τη συναλλαγματική ισοτιμία, η αυξημένη ζήτηση για τα προϊόντα μιας πιο αναπτυγμένης χώρας οδηγεί σε (αυξανόμενο) πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιό της και σε αυξημένη ζήτηση για το συνάλλαγμά της. Ταυτόχρονα η (σχετικά) λιγότερο αναπτυγμένη χώρα αντιμετωπίζει (διευρυνόμενο) έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο και αυξημένη προσφορά συναλλάγματος. Σε ένα σύστημα ελεύθερα κυμαινόμενων τιμών συναλλάγματος, σύντομα το αποτέλεσμα θα είναι η υποτίμηση του νομίσματος της λιγότερο αναπτυγμένης χώρας και η αντίστοιχη ανατίμηση του νομίσματος της περισσότερο αναπτυγμένης. Η μεταβολή αυτή των συναλλαγματικών ισοτιμιών καθιστώντας σχετικά ακριβότερα τα εισαγόμενα προϊόντα της περισσότερο αναπτυγμένης χώρας (και αντιστοίχως σχετικά φθηνότερα της λιγότερο αναπτυγμένης) συρρικνώνει ή εξαλείφει το πλεονέκτημα παραγωγικότητας του πιο αναπτυγμένου κλαδικού εθνικού κεφαλαίου, περιορίζοντας ή/και εξαφανίζοντας τα πρόσθετα κέρδη που πραγματοποιούσε έναντι των λιγότερο αναπτυγμένων διεθνών ανταγωνιστών που παράγουν με χαμηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας, επιτρέποντας, κατά συνέπεια, την αναπαραγωγή του λιγότερο παραγωγικού εθνικού κεφαλαίου. Το γεγονός ότι το πιο παραγωγικό εθνικό κλαδικό κεφάλαιο χάνει τη δυνατότητα να πραγματοποιεί πρόσθετα κέρδη μέσω της εξαγωγής εμπορευμάτων στην παγκόσμια αγορά το οδηγεί να επενδύσει άμεσα στο εξωτερικό, με σκοπό ακριβώς τη διατήρηση των πρόσθετων κερδών. 7 Όπως ο Μαρξ έδειξε, στην περίπτωση δυο χωρών με διαφορετικά επίπεδα μέσης παραγωγικότητας στην κάθε μία απ αυτές, το μεταξύ τους εξωτερικό εμπόριο θα έχει ως αποτέλεσμα ένα πρόσθετο κέρδος για την περισσότερο αναπτυγμένη χώρα. 32

34 Όπως επισημαίνει ο Μηλιός, «καθώς το ποσοστό κέρδους σε μια λιγότερο αναπτυγμένη βιομηχανική χώρα είναι συνήθως υψηλότερο, διανοίγεται η δυνατότητα για το κεφάλαιο με την υψηλότερη παραγωγικότητα εργασίας να υπερπηδήσει τους εθνικούς-συναλλαγματικούς φραγμούς και να διατηρήσει τα πρόσθετα κέρδη του μέσα από την άμεση επένδυση στη λιγότερο αναπτυγμένη βιομηχανική χώρα. Πρόκειται για μια κεφαλαιακή κίνηση με ανοικτά επιθετικό χαρακτήρα: Εξασφάλιση ενός πρόσθετου κέρδους» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Σε ανάλογη κατεύθυνση λειτουργεί η εμπορική προστατευτική πολιτική. Με την εφαρμογή μέτρων εμπορικής προστατευτικής πολιτικής οι τιμές των εισαγόμενων αγαθών αυξάνονται. Αυτή η πολιτική καθίσταται αναγκαία για την προστασία λιγότερο παραγωγικών εγχώριων (εθνικών) κλαδικών κεφαλαίων, απέναντι σε πιο παραγωγικούς διεθνείς ανταγωνιστές. Η εμπορική προστατευτική πολιτική αποσκοπεί, επομένως, στην αφαίρεση από το πιο παραγωγικό ξένο κλαδικό κεφάλαιο των πρόσθετων κερδών που μπορεί να λαμβάνει (για ένα ομοιογενές προϊόν) το οποίο πωλείται σε μια ενιαία διεθνή αγοραία τιμή. Μέσω της άμεσης επένδυσης το ξένο κεφάλαιο παράγει μέσα στην εγχώρια αγορά υπερπηδώντας τη δασμολογική προστασία. Ανεξάρτητα του κινήτρου (εθνικοί-συναλλαγματικοί φραγμοί ή εμπορική προστατευτική πολιτική) μια τέτοια διαδικασία υποκατάστασης των εισαγωγών στη χώρα αποδέκτη ΑΞΕ (ή μετατροπής των εξαγωγών εμπορευμάτων σε εξαγωγές κεφαλαίου για τη χώρα που πραγματοποιεί ΑΞΕ), ceteris paribus, μπορεί να συγκροτεί μια δυναμική διαδικασία εξωτερικοτήτων. Επομένως, οι εξωτερικές οικονομίες όχι μόνο δεν συνδέονται ειδικά με τις ΑΞΕ για παραγωγή για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια, όπως ήδη σημειώσαμε, αλλά και αποτελούν και αποτέλεσμα των ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας. Αυτή ωστόσο η κατεύθυνση ερμηνείας των ΑΞΕ εδράζεται σε μια βασική προϋπόθεση: Η χώρα που δέχεται τις ΑΞΕ πρέπει να παράγει η ίδια εκείνα τα προϊόντα των οποίων η εισαγωγή υποκαθίσταται από τις ΑΞΕ, και μάλιστα σε ένα σχετικά υψηλό επίπεδο παραγωγικότητας της εργασίας υψηλότερο, ακόμα και, από τον εθνικό μέσο όρο. 8 Διαφορετικά δεν τίθεται ούτε ζήτημα προστασίας από το 8 Αυτό το τελευταίο έχει ειδικές συνέπειες για την περίπτωση της προστασίας μέσω της συναλλαγματικής υποτίμησης: «Επειδή οι συναλλαγματικές ισοτιμίες αντικατοπτρίζουν το μέσο επίπεδο παραγωγικότητας ενός έθνους, οι κλάδοι της λιγότερο αναπτυγμένης χώρας που παράγουνε με ένα επίπεδο παραγωγικότητας πάνω από το μέσο, μπορούν μέσα από τη συναλλαγματική 33

35 διεθνή ανταγωνισμό (μέτρα εμπορικής προστατευτικής πολιτικής, υποτίμηση του νομίσματος) ούτε ζήτημα εισροών ΑΞΕ για την παράκαμψη της προστασίας. Έτσι, «είναι προφανές ότι η θεωρία της τροποποίησης του νόμου της αξίας στην παγκόσμια αγορά δεν αφορά την περίπτωση του διαφοροποιημένου διεθνούς εμπορίου, που δημιουργείται μεταξύ χωρών με ριζικά διαφορετικές παραγωγικές δομές» (Μηλιός και Ιωακείμογλου, όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Επομένως, υπό την οπτική της θεωρίας της τροποποίησης του νόμου της αξίας στην παγκόσμια αγορά, ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας πραγματοποιούνται μεταξύ χωρών με μη-ριζικά διαφορετικές παραγωγικές δομές, άρα και μη-ριζικά διαφορετικές δομές διεθνούς εμπορίου. Επιπρόσθετα, ωστόσο, προϋποτίθεται και ότι το ξένο κλαδικό κεφάλαιο επενδυόμενο στο εσωτερικό μιας άλλης χώρας μπορεί να παράγει αυτά τα (και εγχώρια παραγόμενα) προϊόντα σχετικά υψηλής παραγωγικότητας με υψηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας έναντι του εγχώριου κλαδικού κεφαλαίου. Όπως σημειώνει ο Busch, στην περίπτωση μεγάλων διαφορών παραγωγικότητας «τα λιγότερο αναπτυγμένα κράτη μπορούν μεν να συναγωνιστούν στο εξωτερικό εμπόριο» τα πιο αναπτυγμένα, «αλλά δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν άμεσα επενδύσεις, δεδομένου ότι η παραγωγή στο εξωτερικό δεν θα ήταν ανταγωνιστική». Στη βάση αυτή ο ίδιος ερμηνεύει τις δυτικοευρωπαϊκές και ιαπωνικές άμεσες επενδύσεις στις ΗΠΑ. «Μόνο όταν τα κυρίαρχα κράτη της ΕΚ [Ευρωπαϊκής Κοινότητας] και η Ιαπωνία άρχισαν να προσεγγίζουν το γενικό επίπεδο ανάπτυξης των ΗΠΑ η παραγωγή στις ΗΠΑ ήταν για τις χώρες αυτές δυνατή και κερδοφόρα» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Όπως επίσης υποστηρίζει ο Busch, «[μ]ε βάση τις προσανατολισμένες στα κόστη θεωρίες των άμεσων επενδύσεων δεν μπορεί να ερμηνευτεί ούτε η μείωση των επενδύσεων στις χώρες του τρίτου κόσμου από τις αρχές της δεκαετίας του 60, ούτε η αυξανόμενη σημασία των ΗΠΑ χώρας με υψηλούς μισθούς ως τόπου πραγματοποίησης άμεσων επενδύσεων εκ μέρους της Ιαπωνίας και των οικονομικά κυρίαρχων χωρών της ΕΚ στις δεκαετίες 70 και 80, ούτε και η τάση για σταυροειδείς επενδύσεις ανάμεσα στις μεγαλύτερες βιομηχανικές χώρες. Μη διακρίνοντας τη στενή σχέση μεταξύ εξαγωγής εμπορευμάτων και παραγωγής στο προστασία, να επεκταθούν εις βάρος των ανταγωνιστών τους στην παγκόσμια αγορά, πράγμα που τους καθιστά ιδιαίτερα ελκυστικούς για τα κεφάλαια των περισσότερο αναπτυγμένων χωρών». 34

36 εξωτερικό, οι προσανατολισμένες στα κόστη θεωρίες δεν μπορούν επίσης να αναλύσουν ικανοποιητικά ούτε και τις άμεσες επενδύσεις των βιομηχανικών χωρών σε υπανάπτυκτες χώρες» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Για τις τελευταίες ο Busch σημειώνει: «τα κίνητρα για άμεσες επενδύσεις σε αναπτυσσόμενες χώρες έχουν δείξει ότι οι επενδύσεις που προσανατολίζονται στην εσωτερική αγορά έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία από τις επενδύσεις κεφαλαίων που είναι προσανατολισμένες στα κόστη» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Όπως υποστηρίζει ο Μηλιός, οι ΑΞΕ στη μεταποιητική βιομηχανία του Τρίτου Κόσμου έχουν ως «αφετηρία» τους υψηλούς δασμούς «που επέβαλαν οι κυβερνήσεις των χωρών του Τρίτου Κόσμου, με τις πολιτικές υποκατάστασης των εισαγωγών που ακολουθούσαν» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Σύμφωνα επομένως με την προβληματική Busch, ο κύριος όγκος των ΑΞΕ έχει τον χαρακτήρα επενδύσεων για παραγωγή προϊόντων για την εγχώρια αγορά σε υποκατάσταση της εξαγωγής εμπορευμάτων και, αντίστοιχα, ερμηνεύεται από τις προσανατολισμένες στην αγορά θεωρίες για τις ΑΞΕ. Στα πλαίσια αυτής της θεωρητικής κατεύθυνσης, και ειδικότερα της ερμηνείας του «ποιοι ανταγωνιστές της παγκόσμιας αγοράς έχουν την ικανότητα να πραγματοποιούν άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό και για ποιους είναι ιδιαίτερα επικερδής αυτή η στρατηγική», εντάσσονται και οι ερμηνείες του «κύκλου προϊόντος» του Vernon και της «εκλεκτικής θεωρίας του Dunning. Βασικός πυρήνας της θεωρίας του Vernon είναι ότι οι ΑΞΕ αντικαθιστώντας τις εξαγωγές προϊόντων με εξαγωγές κεφαλαίων «εξασφαλίζουν στο στάδιο ωρίμανσης του προϊόντος τις εξαγωγικές αγορές, τις οποίες είχε κατακτήσει η τεχνολογικά προηγμένη χώρα (ΗΠΑ) κατά το πρωτοποριακό στάδιο του προϊόντος», από την παραγωγή των ντόπιων παραγωγών. Όπως υποστηρίζει ο Busch, η θεωρία του Vernon, «ανταποκρίνεται στις συνθήκες της δεκαετίας του 60 όταν οι ΗΠΑ ήταν η βασική κεφαλαιοεξαγωγική χώρα», αλλά έκτοτε χάνει τη σημασία της. Η θεωρία του Dunning αναλύει τα πλεονεκτήματα που πρέπει να εξασφαλίζουν οι εξαγωγικές επιχειρήσεις, προκειμένου να εμπλακούν σε μια ξένη παραγωγική διαδικασία, έναντι της διαζευκτικής επιλογής της εξαγωγής των προϊόντων τους, σε τρεις παράγοντες: Ownership, location and internalization specific advantages. Ο πρώτος παράγοντας αναφέρεται στα ανταγωνιστικά - ιδιοκτησιακά πλεονεκτήματα (παραγωγικότητας) που μπορεί να διαθέτει μια επιχείρηση λόγω τεχνολογικών καινοτομιών, μάνατζμεντ, μάρκετινγκ κ.λπ. στη βάση των οποίων και επιλέγει την άμεση επένδυση στο 35

37 εξωτερικό. Ο δεύτερος αναφέρεται στα μειωμένα κόστη (εργασίας, πρώτων υλών κ.λπ.) που θα διασφαλίσει η επιχείρηση στη χώρα που θα πραγματοποιήσει την άμεση επένδυση, έναντι των κοστών στη χώρα προέλευσης της επιχείρησης, και τα οποία την οδηγούν στο να επιλέξει την άμεση επένδυση αντί της εξαγωγής εμπορευμάτων. Υπό την έννοια αυτή εδώ δεν πρόκειται για την περίπτωση μετακίνησης της παραγωγής σε χώρες χαμηλού κόστους (δεύτερη κατηγορία ΑΞΕ). Πέραν αυτού, όπως επισημάνθηκε, σε πολλές περιπτώσεις τα κίνητρα των ΑΞΕ είναι σύνθετα, αναγόμενα ταυτόχρονα σε περισσότερες της μιας κατηγορίες. Τέλος, ο τρίτος παράγοντας αναφέρεται σε πλεονεκτήματα εσωτερίκευσης που καθιστούν συμφέρουσα την άμεση επένδυση έναντι της εκχώρησης για παράδειγμα μιας πατέντας σε ξένο ανταγωνιστή. Ο Busch υποστηρίζει ότι με τη θεωρία αυτή «μπορεί να ερμηνευτεί τόσο το προβάδισμα των ΗΠΑ στις εξαγωγές κεφαλαίων κατά τις δεκαετίες του 50 και 60 όσο και η τάση για σταυροειδείς επενδύσεις στις δεκαετίες του 70 και 80». Η κριτική του Busch αφορά πρώτον, στο ότι «δεν λαμβάνονται υπόψη οι νομισματικές δομές» και δεύτερον, ότι «παραγνωρίζεται το γενικό πλεονέκτημα της παραγωγής στο εξωτερικό έναντι της εξαγωγής προϊόντων σε ό,τι αφορά την εξασφάλιση και διεύρυνση αγορών του εξωτερικού» 9 (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι οι προσανατολισμένες στην αγορά θεωρίες για τις ΑΞΕ (και ειδικότερα η θεωρία του Busch), δεν μπορούν να δώσουν κάποια 9 Η θεωρία της «εταιρικής ολοκλήρωσης» εντοπίζει τους συντελούμενους από τη δεκαετία του 70 και πολύ περισσότερο του 80 μετασχηματισμούς στη διεθνοποίηση του κεφαλαίου στην ανάπτυξη των διεθνικών επιχειρήσεων (ΔΕΕ). «Με την εσωτερικοποίηση της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων σε διεθνή κλίμακα, το αποκορύφωμα του καπιταλιστικού συστήματος, δηλαδή η διεθνική επιχείρηση, έχει εξελιχθεί σε θεσμό που, το μέγεθος των εσωτερικών λειτουργιών του, αναιρεί τα θεμέλια του πλουραλισμού πάνω στα οποία έχει στηριχτεί το σύστημα της αγοράς» (Βαΐτσος 1982: 43). Στη βάση αυτής της προσέγγισης υποστηρίζεται «ότι το εμπόριο και οι επενδύσεις δεν είναι καθόλου εναλλακτικές μορφές συμμετοχής στις διεθνείς συναλλαγές, αλλά είναι ένα και το αυτό. Πιο συγκεκριμένα, οι επενδύσεις στην αλλοδαπή είναι εμπόριο μιας ειδικής μορφής: δηλ. εσωτερικοποιημένο εμπόριο» (Βαΐτσος 1982: 39). Κριτική της προσέγγισης αυτής ασκείται από το Μηλιό (1985: 60-62), ο οποίος επισημαίνει ότι στη θεωρία της «εταιρικής ολοκλήρωσης» τα πάντα καθορίζονται από τον εσωτερικό εταιρικό «σχεδιασμό» και τις εταιρικές «επιλογές». Καθώς αγνοούνται οι παράγοντες που «υπαγορεύουν στην κεφαλαιοκρατική τάξη τις επιλογές της όπως π.χ. η έννοια... του ποσοστού κέρδους», δεν μπορούν να προσεγγιστούν οι «νομοτέλειες της μεταπολεμικής διεθνοποίησης του κεφαλαίου». 36

38 απάντηση για την τέταρτη κατηγορία ΑΞΕ, που επίσης αφορά εγχώρια παραγωγή για την εγχώρια αγορά, καθώς, όπως επισημάναμε, στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει υποκατάσταση των εξαγωγών εμπορευμάτων με εξαγωγές κεφαλαίου. 2.4 Πρώτες ύλες, χαμηλοί μισθοί και ΑΞΕ 10 Βασικό κίνητρο για τις ΑΞΕ που στοχεύουν στην παραγωγή προϊόντων για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά θεωρείται, όπως έχει αναφερθεί, η μείωση του κόστους των εισροών της διαδικασίας παραγωγής: μισθοί, πρώτες ύλες. Ιδιαίτερη σημασία έχουν εδώ οι ΑΞΕ για την εκμετάλλευση πρώτων υλών. ΑΞΕ κυρίως για εκμετάλλευση πρώτων υλών εισρέουν κατά βάση σε περιφερειακές χώρες, του Τρίτου Κόσμου. Πρόκειται για τις χώρες «που λειτουργούν ως αγροτικά εξαρτήματα και προμηθευτές πρώτων υλών για τις μητροπόλεις ή για τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες». Σε ορισμένες από αυτές τις οικονομίες «δεσπόζει μια εξορυκτική βιομηχανία με ιδιαίτερη βαρύτητα για την παγκόσμια αγορά, όπως π.χ. οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες». Οι χώρες αυτές εμπίπτουν στο «εξωστρεφές» 11 μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης. Ο Αμίν στη βάση δεδομένων κίνησης του αμερικανικού κεφαλαίου για τη δεκαετία του 1960 υποστηρίζει «ότι οι περισσότερες αμερικανικές βιομηχανίες στην Ευρώπη παράγουν για την ευρωπαϊκή αγορά ( ) ενώ στην περιφέρεια οι περισσότερες ξένες βιομηχανίες προορίζονται για την εξωτερική αγορά (κατεργασία μεταλλευμάτων πριν την εξαγωγή)» και επομένως «ο κύριος όγκος των κεφαλαίων του κέντρου, που έχουν επενδυθεί στην περιφέρεια, αφορά στις εξαγωγικές δραστηριότητες (ορυχεία, πετρέλαιο, πρώτη κατεργασία μεταλλευμάτων), κατά δεύτερο λόγο στις τριτογενείς δραστηριότητες που συνδέονται με τις εξαγωγές, και, συμπληρωματικά, στη βιομηχανία που προορίζεται για την ντόπια αγορά» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). 10 Η ανάλυση της παραγράφου αυτής βασίζεται σε Οικονομάκης κ.ά. (υ.δ.) 11 Μια οικονομία χαρακτηρίζεται ως «εξωστρεφής» αν «αποτελείται από μόρια που σχετικά παρατίθενται το ένα πλάι στο άλλο, δεν είναι ενσωματωμένα, ενώ η πυκνότητα των ροών των εξωτερικών ανταλλαγών αυτών των μορίων είναι πολύ μεγαλύτερη των εσωτερικών ανταλλαγών». Αντιθέτως, μια «εσωστρεφής» οικονομία «αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύνολο που χαρακτηρίζεται από μια πολύ πυκνή ροή εσωτερικών ανταλλαγών, ενώ η ροή των εξωτερικών ανταλλαγών των μορίων που συνθέτουν αυτό το σύνολο είναι συνολικά περιθωριακή ως προς τη ροή των εσωτερικών ανταλλαγών» 37

39 Επομένως, σε αντίθεση προς την άποψη Busch, σύμφωνα με την οποία ο κύριος όγκος των ΑΞΕ, και στις αναπτυγμένες και στις αναπτυσσόμενες χώρες, έχει το χαρακτήρα επενδύσεων για παραγωγή προϊόντων για την εγχώρια αγορά που υποκαθιστούν εισαγωγές στη χώρα αποδέκτη και αντίστοιχα ερμηνεύεται από τις προσανατολισμένες στην αγορά θεωρίες για τις ΑΞΕ, ο Αμίν βλέπει μια «διχοτόμηση» στην κίνηση του ξένου κεφαλαίου για άμεση επένδυση. Οι μεν ΑΞΕ στις αναπτυγμένες χώρες πράγματι κατευθύνονται στην εσωτερική αγορά, αλλά, αντιθέτως, οι ΑΞΕ προς τις περιφερειακές (αναπτυσσόμενες) χώρες αφορούν κυρίως την παραγωγή για την εξωτερική αγορά, και μόνο συμπληρωματικά την εσωτερική αγορά (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Ως προς τη σημασία του παράγοντα χαμηλοί μισθοί στη «μετατόπιση» επιχειρήσεων ο Μηλιός σημειώνει ότι «[π]εριπτώσεις μετατόπισης επιχειρήσεων έντασης εργασίας σε περιοχές χαμηλών μισθών αφορούν περιορισμένους βιομηχανικούς κλάδους και μερικές νεο-εκβιομηχανιζόμενες χώρες». Και εδώ προϋποτίθεται ότι η παραγωγικότητα της εργασίας δεν είναι τόσο χαμηλή που να εξανεμίζει το όφελος των χαμηλών μισθών (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). 2.5 Οικονομίες συγκέντρωσης και οικονομικές ενοποιήσεις 12 Μεταξύ των βασικών κινήτρων της πρώτης κατηγορίας ΑΞΕ αναφέρθηκαν οι δασμοί επί των εισαγομένων προϊόντων και η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Τι καθορίζει ωστόσο τις ροές ΑΞΕ ανάμεσα σε χώρες που έχουν σχηματίσει μια τελωνειακή ή/και νομισματική ένωση (η οποία και προϋποθέτει ελευθερία κινήσεων εμπορευμάτων, κεφαλαίων και εργατικού δυναμικού); Στην περίπτωση αυτή για τις συναλλαγές ανάμεσα σε αυτές τις χώρες δεν μπορούν να τεθούν «εθνικοί φραγμοί», είτε με τη μορφή μεταβολής των συναλλαγματικών ισοτιμιών είτε με τη μορφή μέτρων εμπορικής προστατευτικής πολιτικής. Επομένως, η υπερπήδηση αυτών των φραγμών δεν αποτελεί κίνητρο για ΑΞΕ και συνακόλουθα, ως προς το σκέλος αυτών των κινήτρων, οι προσανατολισμένες στην αγορά θεωρίες για τις ΑΞΕ (και ειδικότερα η θεωρία του Busch), δεν μπορούν να δώσουν κάποια απάντηση, όπως και στην περίπτωση των ΑΞΕ σε κλάδους μη-εμπορεύσιμων αγαθών. 12 Η ανάλυση της παραγράφου αυτής βασίζεται σε Οικονομάκης κ.ά. (υ.δ.) 38

40 Δίνει όμως μια απάντηση η σχέση μισθών - παραγωγικότητας της εργασίας, εάν προσθέσουμε την εύλογη υπόθεση της στην πράξη περιορισμένης μετακίνησης του εργατικού δυναμικού μεταξύ των χωρών. Για δεδομένη την παραγωγικότητα της εργασίας, ceteris paribus, όσο πιο χαμηλοί είναι οι μισθοί τόσο περισσότερο θα προσελκύονται ΑΞΕ. Πέραν αυτού, απαιτείται για μια τέτοια περίπτωση, στην οποία εύκολα μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Οικονομική Νομισματική Ένωση (ΕΕ - ΟΝΕ), μια παραπέρα διερεύνηση. Στο επίκεντρο αυτής της διερεύνησης βρίσκεται η σημασία των «οικονομιών συγκέντρωσης» στην πραγματοποίηση ΑΞΕ, οι οποίες δεν είναι παρά εξωτερικές οικονομίες συνδεόμενες με τη χωρική συγκέντρωση οικονομικών δραστηριοτήτων. Σύμφωνα με τους Krugman και Obstfeld, σε συνθήκες τελωνιακής και νομισματικής ένωσης, όπως αυτής που εξελίσσεται στην Ευρώπη «αυτό που τώρα εμφανίζεται ως διεθνείς οικονομικές σχέσεις» δεν θα είναι παρά «περιφερειακές οικονομικές σχέσεις». Αν η χώρα λειτουργεί πλέον ως περιφέρεια (εντός μιας ευρύτερης ένωσης), αναμένεται να προκληθούν σημαντικότατες διαφοροποιήσεις στη δομή της εξειδίκευσης δεδομένου ότι «οι εθνικές αγορές είναι πολύ πιο ολοκληρωμένες από τις διεθνείς αγορές», ενώ «οι περιφέρειες στο εσωτερικό μιας χώρας εμφανίζουν την τάση μιας μεγαλύτερης εξειδίκευσης» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Αν η χώρα-περιφέρεια τείνει να εξειδικευτεί τι θα καθορίσει την εξειδίκευσή της; Η εξειδίκευση θα καθοριστεί πρωτίστως από τις λεγόμενες «οικονομίες συγκέντρωσης». Η ουσία αυτών των οικονομιών συνίσταται στο ότι: «Η περιοχή με τις περισσότερες επιχειρήσεις και, επομένως, με τη μεγαλύτερη αγορά θα προσελκύσει επιχειρήσεις ενισχύοντας ακόμη περισσότερο το πλεονέκτημα του μεγέθους της αγοράς της, και ούτω καθεξής». Πρόκειται για μια «κυκλική διαδικασία της σωρευτικής αιτιότητας» η οποία μπορεί να οδηγήσει σε «πόλους» συγκέντρωσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Οι Κrugman και Obstfeld διευκρινίζουν: «Υπάρχει μια ομοιότητα ανάμεσα στην περίπτωση της σωρευτικής αιτιότητας και των εξωτερικών οικονομιών ως πηγής εξειδίκευσης Πράγματι, τα αποτελέσματα του μεγέθους της αγοράς είναι στην πραγματικότητα ένα είδος εξωτερικών οικονομιών που ενισχύονται από άλλες εξωτερικές οικονομίες, όπως πλεονεκτήματα από τη διάχυση των γνώσεων, από τη μεγάλη αγορά εργασίας, και ούτω καθεξής. Οι εξωτερικές οικονομίες που συνδέονται 39

41 με τη συγκέντρωση των πόρων ή της βιομηχανίας σ ένα συγκεκριμένο τόπο, διαδραματίζουν έναν κρίσιμο ρόλο στην περιφερειακή και αστική οικονομική, και έχουν μια ειδική ονομασία: οικονομίες συγκέντρωσης» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Πρέπει ωστόσο εδώ να σημειωθεί και ότι: οι «ενδο-περιφερειακές άμεσες ξένες επενδύσεις» (ενδο-περιφερειακές στα πλαίσια οικονομικών ολοκληρώσεων, όπως της ΕΕ) πιθανόν να μειωθούν ως προς κάποιους προορισμούς (ιδίως αυτούς που δεν εμφανίζουν οικονομίες συγκέντρωσης) καθόσον «μια μείωση στους ενδοπεριφερειακούς φραγμούς ( ) μπορεί να μειώσει τις άμεσες ξένες επενδύσεις εκείνες που κινητοποιούνται εκ της δασμολογικής προστασίας και μπορεί ακόμα και να επισπεύσει τον επαναπατρισμό των υφιστάμενων άμεσων ξένων επενδυτικών περιουσιακών στοιχειών στις μητρικές χώρες των πολυεθνικών επιχειρήσεων». Η διαπίστωση αυτή έρχεται να ενισχύσει την ιδιαίτερη βαρύτητα των οικονομιών συγκέντρωσης στις κεφαλαιακές κινήσεις μεταξύ των κρατών-μελών μιας ενιαίας αγοράς. Οι οικονομίες όμως συγκέντρωσης εντός μιας ενιαίας αγοράς δεν λειτουργούν μόνο ως παράγοντας προσέλκυσης έναντι του κεφαλαίου των κρατών-μελών της αλλά δημιουργούν ταυτόχρονα συνθήκες προσέλκυσης του κεφαλαίου εκ κρατών μημελών επειδή επιτρέπουν μια αυξημένη κεφαλαιακή κερδοφορία. Στο ενδιαφέρον άρθρο του σχετικά με τις επιπτώσεις της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στις αμερικάνικες και ιαπωνικές άμεσες επενδύσεις στην ΕΕ ο Kim επισκοπώντας τη σχετική βιβλιογραφία σημειώνει σχετικά μεταξύ άλλων: Οι ΑΞΕ εντός της ενιαίας αγοράς από πολυεθνικές επιχειρήσεις κρατών μη-μελών κατευθύνονται σε λίγους επιλεγμένους τόπους εγκατάστασης (εκείνους που εξασφαλίζουν χαμηλότερο κόστος), εκμεταλλευόμενες τις οικονομίες κλίμακας που προσφέρει η παραγωγή για την ολοκληρωμένη αγορά. Αναφέρονται πέντε βασικοί λόγοι βιομηχανικής συγκέντρωσης σε συγκεκριμένους τόπους εντός της Ευρώπης: «1) υψηλά επίπεδα R&D εν σχέσει προς τις πωλήσεις, 2) τεχνολογικώς προηγμένα ενδιάμεσα προϊόντα, 3) υψηλό επίπεδο διαφοροποίησης των προϊόντων, 4) προϊόντα ευαίσθητα στην πληροφορία, 5) χαμηλό κόστος ενδο-επιχειρησιακής συναλλαγής» (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α. υ.δ.). Στη βάση της προηγηθείσας ανάλυσης προκύπτει επομένως ότι: Οι οικονομίες συγκέντρωσης λειτουργούν ως κίνητρο για ΑΞΕ προς πολλές κατευθύνσεις. Ιδίως σε ένα περιβάλλον απουσίας «εθνικών φραγμών», ή 40

42 αναφορικά με κλάδους μη-εμπορεύσιμων αγαθών, οι οικονομίες συγκέντρωσης μπορούν να αποτελέσουν αυτοτελές κίνητρο έλξης του ξένου κεφαλαίου. Το ξένο κεφάλαιο, ceteris paribus θα τείνει να επενδυθεί στους τόπους ή εστίες (πολλές φορές δημιουργημένες από «τυχαία ιστορικά περιστατικά») που συμπυκνώνουν σε χωρικό επίπεδο, και εν πολλοίς τείνουν να αναπαράγουν, ένα σύνολο κοινωνικο-οικονομικών πλεονεκτημάτων (ειδικευμένοι προμηθευτές, συγκεντρωμένη αγορά εργασίας, ευκολότερη διάχυση γνώσεων κ.λπ.) που επιτρέπουν μια υψηλότερη κερδοφορία στη βάση αλληλοδιαπλεκόμενων τοπικών εξωτερικών οικονομικών κλίμακας ή οικονομιών συγκέντρωσης οι οποίες αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας. Οι οικονομίες συγκέντρωσης σχετίζονται θετικά με το μέγεθος της αγοράς μιας χώρας. 2.6 Εισοδηματική ελαστικότητα ζήτησης, δομή εξαγωγών-εισαγωγών και εμπορικό ισοζύγιο 13 Το ύψος της εισοδηματικής ελαστικότητας ζήτησης ενός προϊόντος μαζικής παραγωγής συναρτάται συνήθως θετικά με την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου υπό την οποία αυτό παράγεται, ενώ η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου συναρτάται θετικά με το επίπεδο ανάπτυξης της τεχνολογίας και η «άνοδος στην οργανική σύνθεση του κεφαλαίου συμβαδίζει με την αύξηση στην παραγωγικότητα της εργασίας». Επομένως, τα προϊόντα σχετικά χαμηλότερης (υψηλότερης) εισοδηματικής ελαστικότητας ζήτησης είναι κυρίως προϊόντα σχετικά χαμηλότερης (υψηλότερης) τεχνολογίας, οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου και παραγωγικότητας της εργασίας. Αλλά, «η ανισότητα των οργανικών συνθέσεων... είναι ένα αποτέλεσμα της ανισότητας ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων» ανάμεσα στις διάφορες χώρες. Επομένως, οι διαφορετικές εισοδηματικές ελαστικότητες ζήτησης εξαγόμενωνεισαγόμενων εμπορευμάτων αντανακλούν το διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στις διάφορες χώρες. Αυτό το διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης αποτυπώνεται στους επιδεινούμενους όρους εμπορίου σε βάρος των λιγότερο αναπτυγμένων οικονομιών και μπορεί να σημαίνει μεταφορές αξίας, που δημιουργείται στις λιγότερο 13 Η ανάλυση της παραγράφου αυτής βασίζεται σε Οικονομάκης κ.ά. (2011) 41

43 αναπτυγμένες οικονομίες, προς τις πιο αναπτυγμένες, μέσω της εμπορευματικής ανταλλαγής (Οικονομάκης όπ.π.). Αναφερόμενος στις διακλαδικές «μεταφορές αξίας» μεταξύ κεφαλαίων άνισης οργανικής σύνθεσης ο Μπετελέμ γράφει: «Στην περίπτωση της άνισης οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου κλάδων ανάμεσα στους οποίους κυκλοφορούν προϊόντα, γίνονται τέτοιες μεταφορές προς το συμφέρον των κλάδων με υψηλότερη οργανική σύνθεση». Σε διεθνές επίπεδο, πρόκειται «για την άνιση ανταλλαγή» σε βάρος «των ασθενέστερων οικονομικά χωρών» με τη λιγότερο υψωμένη οργανική σύνθεση των κεφαλαίων. Το ειδικότερο ζήτημα εδώ αφορά στην κατεύθυνση των ενδιάμεσων εισροών για την παραγωγή του προϊόντος μιας οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση, και ανεξαρτήτως της ανισότητας των οργανικών συνθέσεων κεφαλαίου, αν οι διακλαδικές δια-συνδέσεις είναι περιορισμένες εντός μιας χώρας και «πολλά από τα στάδια της βιομηχανικής επεξεργασίας μεταφέρονται στο εξωτερικό», τότε «τα επιταχυντικά και πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα των συνδέσεων», δηλαδή οι μεταβολές που προκαλεί μια μοναδιαία μεταβολή της παραγωγής ενός κλάδου στην παραγωγή των υπολοίπων, και επομένως στο συνολικό προϊόν της οικονομίας, «δεν τροφοδοτούν στην πραγματικότητα τη διαδικασία συσσώρευσης κεφαλαίου» της χώρας αυτής, αλλά άλλων χωρών, των αναπτυγμένων οικονομικά καπιταλιστικών «μητροπόλεων». Για το Φωτόπουλο, η ανάπτυξη ειδικότερα της μεγάλης βιομηχανίας «έχει ένα σωρευτικό αποτέλεσμα στην αναπτυξιακή διαδικασία εξαιτίας του υψηλού βαθμού αλληλεξάρτησης μεταξύ βιομηχανιών». Αντιθέτως, «όσο περισσότερο η οικονομία μιας χώρας εξαρτάται από πρωτογενείς δραστηριότητες (π.χ. γεωργία) ή από δραστηριότητες που απευθύνονται αποκλειστικά στην τελική ζήτηση (π.χ. τουρισμός) τόσο μικρότερος είναι ο βαθμός αλληλεξάρτησης μεταξύ των διάφορων παραγωγικών κλάδων». Εδώ βρισκόμαστε στο ερώτημα του εξωστρεφούς ή εσωστρεφούς χαρακτήρα της οικονομικής ανάπτυξης. Μια οικονομία χαρακτηρίζεται ως «εξωστρεφής» αν «αποτελείται από μόρια που σχετικά παρατίθενται το ένα πλάι στο άλλο, δεν είναι ενσωματωμένα, ενώ η πυκνότητα των ροών των εξωτερικών ανταλλαγών αυτών των μορίων είναι πολύ μεγαλύτερη των εσωτερικών ανταλλαγών». Αντιθέτως, μια «εσωστρεφής» οικονομία «αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύνολο που χαρακτηρίζεται από μια πολύ πυκνή ροή εσωτερικών ανταλλαγών, ενώ η ροή των εξωτερικών ανταλλαγών των μορίων που συνθέτουν αυτό το σύνολο είναι συνολικά περιθωριακή 42

44 ως προς τη ροή των εσωτερικών ανταλλαγών». Σε ανάλογη κατεύθυνση ο Μουζέλης υποστηρίζει ότι «το κρίσιμο θέμα... είναι ο τρόπος διάρθρωσης που συνδέει τους δυναμικούς και υψηλά παραγωγικούς τομείς της οικονομίας ( ) με τους τεχνολογικά καθυστερημένους». Μια αναπτυγμένη οικονομία είναι μια οικονομία που χαρακτηρίζεται από «δεσμούς οργανικής συμπληρωματικότητας» ανάμεσα στους διάφορους παραγωγικούς κλάδους. Στη βάση των παραπάνω, αν δεχτούμε ότι οι κύριοι κλάδοι εξαγωγής εμπορευμάτων μιας χώρας είναι, ceteris paribus, οι σχετικά πιο παραγωγικοί της κλάδοι έναντι των διεθνών κλαδικών ανταγωνιστών, τότε, από τη δομή εξαγωγώνεισαγωγών μιας χώρας θα μπορούσε να πιθανολογηθεί και η κατεύθυνση των κλαδικών-παραγωγικών διασυνδέσεων. Μια δομή όπου στις εξαγωγές έχουν αυξημένο ειδικό βάρος τα προϊόντα των πρωτογενών δραστηριοτήτων και γενικότερα κυριαρχούν προϊόντα σχετικά χαμηλής τεχνολογίας παραγωγής, ενώ στις εισαγωγές κυριαρχούν προϊόντα σχετικά υψηλής τεχνολογίας παραγωγής, αντιστοιχεί πιθανόν σε μια οικονομία στην οποία οι πιο παραγωγικοί-εξαγωγικοί της κλάδοι διασυνδέονται κυρίως με τεχνολογικά προηγμένους κλάδους άλλων χωρών, κατά τεκμήριο υψηλότερης οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου εξαρτώμενοι από υψηλής τεχνολογίας εισαγόμενες εισροές παραγωγής. Επομένως, μπορεί να έχουμε στην περίπτωση αυτή ένα εξωστρεφές οικονομικό μοντέλο, δηλαδή ασθενείς σχετικά εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις και υψηλές σχετικά διασυνδέσεις των εγχώριων κλάδων με κλάδους του εξωτερικού. 2.7 Άλλες μακροοικονομικές μεταβλητές που πιθανόν συνδέονται με τις ΑΞΕ ΑΕΠ και ΑΞΕ Ο σημαντικότερος μακροοικονομικός δείκτης όσον αφορά στη μακροχρόνια ανάπτυξη μιας χώρας, θεωρείται πως είναι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκφρασμένο μάλιστα σε «ισοτιμία αγοραστικής δύναμης» (Purchasing Power Parity PPP). Με τον όρο αυτό είναι γνωστή η θεωρία που συνδέει το επίπεδο του πληθωρισμού των διαφόρων χωρών με τη συναλλαγματική ισοτιμία των νομισμάτων τους. Σύμφωνα με τη θεωρία της ισοτιμίας της αγοραστικής δύναμης, η τιμή ενός αγαθού παραμένει η ίδια σε δύο χώρες και αντανακλά τη συναλλαγματική ισοτιμία των νομισμάτων τους. Επομένως, η σχέση PPP δείχνει ότι στο μακροχρόνιο ορίζοντα η αλλαγή της συναλλαγματικής ισοτιμίας των νομισμάτων δύο χωρών ισούται με τη διαφορά στο 43

45 επίπεδο πληθωρισμού τους. Με άλλα λόγια, τα εθνικά νομίσματα χωρών με υψηλό ρυθμό πληθωρισμού θα έχουν την τάση να υποτιμώνται (Samuelson Nordhaus 2010: 369 & 552). Ένας λόγος που η εφαρμογή της ισοτιμίας της αγοραστικής δύναμης στη μέτρηση του ΑΕΠ είναι σημαντικός, είναι επειδή η απλή εφαρμογή των τρεχουσών συναλλαγματικών ισοτιμιών για τη μετατροπή του ΑΕΠ των διαφόρων χωρών σε ένα νόμισμα αναφοράς όπως είναι για παράδειγμα το δολάριο, τείνει να υποεκτιμά την επίδοση χωρών χαμηλότερου εισοδήματος. Αυτή η υποεκτίμηση οφείλεται στο γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος του προϊόντος σε αυτές τις χώρες προέρχεται από παραγωγικές δραστηριότητες έντασης εργασίας, το κόστος της οποίας σε αυτές τις χώρες είναι πολύ χαμηλό (Samuelson Nordhaus 2010: 553). Η μετατροπή των παραγωγικών συντελεστών σε προϊόν, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κατανάλωση ή για αύξηση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού (επένδυση), αποτελεί την κυριότερη λειτουργία κάθε οικονομίας (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 65-72). Η λογιστική για τον υπολογισμό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος μιας οικονομίας γίνεται με τη βοήθεια των εθνικών λογαριασμών και βρίσκεται με βάση την ακόλουθη σχέση: ΑΕΠ = C + I + G + (E-M) όπου: C = δαπάνες για κατανάλωση I = δαπάνες για επένδυση G = δαπάνες του δημοσίου για αγορά αγαθών και υπηρεσιών ή για επένδυση Ε = εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών Μ = εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών Οι κυριότεροι παράγοντες του ΑΕΠ όπως γίνεται φανερό είναι η κατανάλωση και η επένδυση, είτε αυτή προέρχεται από τον ιδιωτικό είτε από το δημόσιο τομέα. Σε βραχυχρόνιο επίπεδο η συνολική κατανάλωση μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγής και μέσω αυτής σε αύξηση της απασχόλησης. Σε μακροχρόνιο επίπεδο η συνολική επένδυση είναι ένας καθοριστικός παράγοντας όσον αφορά στη διατήρηση ή/και διεύρυνση της παραγωγής και άρα της απασχόλησης, τόσο λόγω της αύξησης της κατανάλωσης που συνοδεύει τις διάφορες επενδυτικές κινήσεις, όσο και λόγω της αύξησης του συσσωρευμένου κεφαλαιουχικού εξοπλισμού (Samuelson Nordhaus 2010: ). Είναι σημαντικό να ξεκαθαριστεί πως για τον υπολογισμό του ΑΕΠ 44

46 δε λαμβάνονται υπόψη οι χρηματοοικονομικές επενδύσεις, καθώς οι συναλλαγές αυτές δεν αντιπροσωπεύουν παραγωγή. Το κόστος όμως για τη διεξαγωγή των συναλλαγών αυτών (π.χ. προμήθειες κλπ) θεωρείται ως δαπάνη για την αγορά υπηρεσιών και περιλαμβάνεται στο εγχώριο προϊόν (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 71). Από τη σχέση που δίνει το ΑΕΠ γίνεται επίσης φανερό ότι ενώ οι εξαγωγές επιδρούν θετικά στην παραγωγή, στην απασχόληση και στο εισόδημα μιας οικονομίας, οι εισαγωγές. οι οποίες αποτελούν διαρροή αγοραστικής δύναμης στο εξωτερικό, έχουν αρνητικές επιδράσεις στη ζήτηση για το εγχώριο προϊόν και άρα στην απασχόληση. Αν η αξία των εξαγωγών μιας χώρας είναι μεγαλύτερη από την αξία των εισαγωγών, σημαίνει ότι κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο οι κάτοικοί της κατανάλωσαν και επένδυσαν συνολικά λιγότερο από αυτό που θα μπορούσαν και έτσι απέκτησαν απαιτήσεις ή άλλα περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό, τα οποία τους επιτρέπουν να καταναλώσουν περισσότερο στο μέλλον. Το αντίθετο συμβαίνει αν η αξία των εισαγωγών είναι μεγαλύτερη από την αξία των εξαγωγών (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: ). Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις ως τμήμα των δαπανών για επένδυση, σύμφωνα με πολλούς, αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης στο σύγχρονο παγκόσμιο περιβάλλον. Επιπλέον, οι ΑΞΕ αποτελούν ένα μηχανισμό ροής κεφαλαίων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία και τις τελευταίες δεκαετίες ο ρόλος που διαδραματίζουν στην οικονομική μεγέθυνση των χωρών είναι αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας. Ενώ η δυνητική επίδραση των ΑΞΕ στην οικονομική ανάπτυξη, ιδιαίτερα των αναπτυσσόμενων χωρών, απασχολεί εδώ και χρόνια τους οικονομικούς μελετητές, δύο είναι τα βασικά ερωτήματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Πρώτον, το ποιοι είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν την εισροή ΑΞΕ σε μια χώρα και εφόσον προσδιοριστούν, πώς μια χώρα υποδοχής μπορεί να δράσει στην κατεύθυνση προσέλκυσης ΑΞΕ. Δεύτερον, το κατά πόσο οι ΑΞΕ πράγματι συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη ή αν μακροπρόθεσμα τελικά υπονομεύουν την ανάπτυξη των χωρών υποδοχής, γεννώντας ή/και ενισχύοντας διάφορες εσωτερικές αντιφάσεις και στρεβλώσεις. Ιδιαίτερα το δεύτερο ερώτημα έχει αποτελέσει πεδίο σημαντικής αντιπαράθεσης μεταξύ οικονομολόγων από τη μια μεριά που υποστηρίζουν το ρόλο των ΑΞΕ στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού των αναπτυσσόμενων χωρών και από την άλλη αυτών που θεωρούν πως η δράση των πολυεθνικών επιχειρήσεων, στηριζόμενη στην τεχνολογική και χρηματοοικονομική 45

47 κυριαρχία των πλούσιων χωρών, διαιωνίζει την υπανάπτυξη της «περιφέρειας» και αποτρέπει την αυτοδύναμη οικονομική μεγέθυνση και οικονομική πρόοδο των αναπτυσσόμενων χωρών (Tsai P.L. 1994: 138). Διάφορες θεωρίες έχουν αναπτυχθεί ήδη από τη δεκαετία του 1960 προκειμένου να εξηγήσουν τις ΑΞΕ. Οι θεωρίες αυτές αναφέρουν έναν αριθμό προσδιοριστικών παραγόντων οι οποίοι θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν τις ροές των ΑΞΕ, τόσο μικροοικονομικούς όσο και μακροοικονομικούς. Η μικροοικονομική διάσταση περιλαμβάνει παράγοντες εγγενείς στην επιχείρηση αυτή καθεαυτή, όπως λ.χ. τα ιδιοκτησιακά πλεονεκτήματα, η διαφοροποίηση του προϊόντος ή της υπηρεσίας, η μείωση του κόστους παραγωγής ή λειτουργίας και οι οικονομίες κλίμακας. Αντιθέτως, η μακροοικονομική διάσταση εμπεριέχει παράγοντες που αφορούν στο σύνολο της οικονομίας μιας χώρας, όπως για παράδειγμα ο πραγματικός κατά κεφαλήν ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ, ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού, το ποσοστό ανεργίας, η πολιτική σταθερότητα, οι κίνδυνοι της εκάστοτε χώρας και το μέγεθος της αγοράς (Νομικού Ε. 2012: 38). Θεωρώντας ότι η οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας υποδοχής και οι εισροές ΑΞΕ έχουν σχέση αιτίου-αποτελέσματος, το μεγαλύτερο μέρος των μελετητών συμφωνεί πως ο ρυθμός ανάπτυξης σχετίζεται λιγότερο ή περισσότερο θετικά με την πραγματοποίηση ΑΞΕ σε μια χώρα. Αυτό υποστηρίζεται με βάση την υπόθεση κυρίως ότι οι ραγδαία αναπτυσσόμενες οικονομίες παρέχουν σχετικά καλύτερες ευκαιρίες αναφορικά με την πραγματοποίηση κερδών σε σύγκριση με αυτές που αναπτύσσονται με πιο αργούς ρυθμούς (Νομικού Ε. 2012: 40) Πληθωρισμός και ΑΞΕ Η σχέση του πληθωρισμού με την πραγματοποίηση ΑΞΕ, αλλά κυρίως η σχέση του με την οικονομική ανάπτυξη, είναι αντικείμενο σημαντικής θεωρητικής και εμπειρικής έρευνας εδώ και δεκαετίες. Με βάση τις πρώτες θεωρίες που αναπτύχθηκαν, κυρίως γύρω από την καμπύλη Philips, ο πληθωρισμός τείνει να έχει γενικά μια αρνητική σχέση με το ποσοστό ανεργίας, δηλαδή η μείωση του πληθωρισμού σε μια οικονομία συνδέεται με ορισμένη αύξηση της ανεργίας και, συνεπώς, με ορισμένη μείωση του ΑΕΠ (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 569). Θεωρώντας επομένως, σύμφωνα με πολλούς μελετητές, ότι ο ρυθμός ανάπτυξης συνδέεται θετικά με την προσέλκυση ΑΞΕ σε μια οικονομία, η μείωση του 46

48 πληθωρισμού με βάση την ανάλυση καμπύλης Philips, θα συνδέεται με μια μείωση των εισροών ΑΞΕ. Αντίστροφα και στην ίδια θεωρητική βάση, με την εφαρμογή των κατάλληλων οικονομικών πολιτικών, μια οικονομία θα μπορούσε να επιτύχει αύξηση στο ρυθμό ανάπτυξης και άρα να προσελκύσει ΑΞΕ, αλλά με τίμημα έναν αυξημένο ρυθμό πληθωρισμού. Δε συμφωνούν όλοι όμως με τη θεώρηση ότι ο πληθωρισμός, μέχρι ένα βαθμό τουλάχιστον, μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη. Πολλοί ισχυρίζονται και στηρίζουν με βάση εμπειρικά δεδομένα ότι ο αυξημένος πληθωρισμός επιβαρύνει την οικονομική ανάπτυξη και επομένως τις εισροές ΑΞΕ σε μια οικονομία (AHN Y.S., ADJI S.S., WILLETT T.D. 1998: 95). Ο Wong (2005: 91) ισχυρίζεται πως η αύξηση του ρυθμού του πληθωρισμού οδηγεί σε μείωση των εισροών ΑΞΕ, στη βάση του ότι ο αυξημένος πληθωρισμός συνδέεται με αυξημένα κόστη παραγωγής, παραθέτοντας και αντίστοιχα εμπειρικά δεδομένα. Σύμφωνα μάλιστα με το «Κέντρο Μελετών και Ερευνών για την Παγκόσμια Ανάπτυξη» (Centre d' Etudes et de Recherches sur le Developpement International C.E.R.D.I.) η προσπάθεια τιθάσευσης του πληθωρισμού μέσω στοχευμένων προγραμμάτων από τις κεντρικές τράπεζες των κρατών, οδηγεί στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, λόγω της σταθεροποίησης που φέρνει στο μακροοικονομικό περιβάλλον ο χαμηλός ρυθμός πληθωρισμού. Ένα μέρος της βιβλιογραφίας που αναφέρεται στις ΑΞΕ διαχωρίζει τους παράγοντες που επηρεάζουν τις ΑΞΕ σε δύο κύριες κατηγορίες: τους εξωτερικούς (push) παράγοντες και τους εγχώριους (pull) παράγοντες. Οι εξωτερικοί παράγοντες έχουν να κάνουν με τις οικονομικές συνθήκες των ανεπτυγμένων χωρών και αντικατοπτρίζουν σε γενικές γραμμές το κόστος ευκαιρίας επένδυσης σε αυτές. Οι εγχώριοι παράγοντες αφορούν στις μακροοικονομικές συνθήκες και το θεσμικό περιβάλλον στις χώρες υποδοχής. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη μελέτη, τα στοχευμένα προγράμματα ελέγχου του πληθωρισμού συνδέονται με τους εγχώριους παράγοντες προσέλκυσης ΑΞΕ στη βάση του ότι επηρεάζουν τις εγχώριες μακροοικονομικές συνθήκες. Συγκεκριμένα, θεωρείται πως προσδίδουν αξιοπιστία στην κεντρική τράπεζα της χώρας που τα εφαρμόζει, ενώ ταυτόχρονα παρέχουν στον ιδιωτικό τομέα και στις κεφαλαιαγορές ένα πιο ξεκάθαρο και σταθερό πλαίσιο, βάσει του οποίου μπορούν να αποφασίσουν για μακροπρόθεσμες επενδυτικές κινήσεις. Αυτό γιατί με έναν ελεγχόμενο πληθωρισμό, οι αναμενόμενες μελλοντικές χρηματοροές που λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων θεωρούνται λιγότερο αβέβαιες. Ειδικά όσον 47

49 αφορά στις αναπτυσσόμενες χώρες, η εμπιστοσύνη που τρέφουν οι επενδυτές στη σταθερότητα των μακροοικονομικών τους, παίζει σημαντικό ρόλο στην κατεύθυνση άμεσων ξένων επενδύσεων, οι οποίες εξ ορισμού εμπεριέχουν μεγαλύτερο αρχικό κόστος και απαιτούν μακρόχρονη δέσμευση στον τόπο εγκατάστασης. Άρα στη βάση των παραπάνω, ο πληθωρισμός αναμένεται θεωρητικά να συνδέεται αρνητικά με την εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων (C.E.R.D.I. 2012: 3-5). Υπάρχουν όμως και εμπειρικές έρευνες που αμφισβητούν τις θετικές επιδράσεις του στοχευμένου ελέγχου του πληθωρισμού στην προσέλκυση ΑΞΕ. Πρόσφατη έρευνα των Brito και Bystedt (2010, όπως παρατίθεται στο C.E.R.D.I. 2012: 3-5), έδειξε πως η προσπάθεια μείωσης του πληθωρισμού σε αναπτυσσόμενες χώρες οδήγησε σε πτώση του ρυθμού ανάπτυξης, ο οποίος σύμφωνα με τα όσα αναφέραμε νωρίτερα θεωρείται πως επηρεάζει την πραγματοποίηση ΑΞΕ σε μια οικονομία. Επιπλέον, από θεωρητικής πλευράς διατυπώνεται ο ισχυρισμός πως ο αυστηρός έλεγχος του πληθωρισμού μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και αυτό με τη σειρά του, λόγω μειωμένων προσδοκώμενων κερδών από τους επενδυτές, να δράσει αποτρεπτικά για την πραγματοποίηση ΑΞΕ. Υπάρχουν δηλαδή αντικρουόμενες θεωρίες και εμπειρικά δεδομένα, όσον αφορά στο πώς ο πληθωρισμός επηρεάζει την πραγματοποίηση ΑΞΕ σε μια οικονομία Ανεργία και ΑΞΕ Η επίδραση που ασκεί το ποσοστό ανεργίας στην κατεύθυνση προσέλκυσης ΑΞΕ σε μια χώρα υποδοχής δεν είναι θεωρητικά ξεκάθαρη. Από τη μια πλευρά, το ποσοστό ανεργίας υποδηλώνει ένα δυνητικό (και ενδεχομένως φθηνό) εργατικό δυναμικό και ως εκ τούτου, η υψηλότερη ανεργία που υφίσταται σε μια χώρα υποδοχής, είναι περισσότερο πιθανόν να σχετίζεται θετικά με τις εισροές ΑΞΕ. Από την άλλη πλευρά, αναμένεται μια αρνητική επίδραση του ποσοστού ανεργίας σχετικά με τις εισροές ΑΞΕ, δεδομένου ότι η υψηλή ανεργία, κατά βάση, συνδέεται συνήθως με εσωτερική οικονομική αστάθεια (Νομικού Ε. 2012: 42). Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο όμως ίσως, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, είναι η επίδραση που ασκεί η εισροή ΑΞΕ στο ποσοστό ανεργίας μιας χώρας υποδοχής, καθώς όλο και περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες βλέπουν τις ΑΞΕ ως μοχλό οικονομικής ανάπτυξης. Με βάση τη μέχρι τώρα σχετική βιβλιογραφία, τα αποτελέσματα της εισροής ΑΞΕ στο ποσοστό ανεργίας μιας χώρας 48

50 υποδοχής είναι αμφιλεγόμενα. Τα αποτελέσματα μπορεί να διαφοροποιούνται ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας υποδοχής και τη μορφή με την οποία πραγματοποιούνται οι ΑΞΕ. Είναι γενικά αποδεκτό πάντως πως οι ΑΞΕ που γίνονται μέσω νέων ιδρύσεων (Greenfield investments), αναμένεται να έχουν ένα θετικό αντίκτυπο στην απασχόληση, ενώ οι ΑΞΕ που γίνονται μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών (Mergers & Acquisitions), αναμένεται να έχουν μηδενική ή ακόμα και αρνητική επίδραση στην απασχόληση, ειδικά στους κλάδους της οικονομίας που αυτές πραγματοποιούνται. Το αν οι συγχωνεύσεις και εξαγορές θα έχουν θετική ή αρνητική μακροχρόνια επίδραση στο συνολικό ποσοστό ανεργίας, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις της οικονομίας της χώρας υποδοχής (Hisarciklilar M., Karakas D., Asici A. 2009: 9, 24) Ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών και ΑΞΕ Στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, το οποίο αναφέρεται και ως ισοζύγιο πληρωμών, καταγράφονται οι συναλλαγές μιας χώρας με όλες τις άλλες χώρες του κόσμου κατά τη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου. Τέτοιου είδους συναλλαγές είναι οι εισαγωγές και οι εξαγωγές εμπορευμάτων, η αγορά και διάθεση υπηρεσιών και οι εισροές και εκροές κεφαλαίων για βραχυχρόνια ή μακροχρόνια τοποθέτηση ή για μεταβιβαστικές πληρωμές. Οι συναλλαγές αυτές δημιουργούν υποχρεώσεις ή απαιτήσεις της χώρας για εξαγωγή ή εισαγωγή συναλλάγματος, αντιστοίχως. Οι εισαγωγές εμπορευμάτων, η αγορά υπηρεσιών καθώς και οι εκροές κεφαλαίων και μεταβιβαστικών πληρωμών, δημιουργούν υποχρεώσεις, ενώ οι εξαγωγές εμπορευμάτων, η διάθεση υπηρεσιών καθώς και οι εισροές κεφαλαίων και μεταβιβαστικών πληρωμών δημιουργούν απαιτήσεις της χώρας σε ξένο συνάλλαγμα (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 647). Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να διευκρινιστεί ότι όταν γίνεται λόγος για εξαγωγές υπηρεσιών, ένα μεγάλο μέρος τους περιλαμβάνει υπηρεσίες που προσφέρονται σε ξένους στον τόπο παραγωγής των εν λόγω υπηρεσιών, χωρίς να γίνεται μεταφορά στην ξένη χώρα (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 647). Η έννοια του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών είναι διαφορετική από την έννοια του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και του εμπορικού ισοζυγίου. Στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών περιλαμβάνονται οι εξαγωγές και εισαγωγές εμπορευμάτων, οι υπηρεσίες που διατίθενται στο εξωτερικό ή αγοράζονται από το 49

51 εξωτερικό και οι μονομερείς εισοδηματικές μεταβιβάσεις, ενώ στο εμπορικό ισοζύγιο περιλαμβάνονται οι εξαγωγές και οι εισαγωγές μόνον εμπορευμάτων (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 648).. Αν η αξία των εισαγωγών εμπορευμάτων σε μια χώρα είναι μεγαλύτερη από την αξία των εξαγωγών της, το εμπορικό ισοζύγιό της θα παρουσιάζει έλλειμμα, το οποίο έλλειμμα είναι δυνατόν να καλύπτεται από πλεόνασμα στα άλλα ισοζύγια. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία για μια χώρα είναι το υπόλοιπο του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και όχι του εμπορικού ισοζυγίου ή άλλων επιμέρους ισοζυγίων (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 648). Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αποτελεί το ένα από τα δύο βασικά ισοζύγια του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών. Το άλλο βασικό ισοζύγιο είναι το ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών, στο οποίο καταγράφονται οι εισροές και οι εκροές κεφαλαίων για μακροχρόνια ή βραχυχρόνια τοποθέτηση, επένδυση σε πάγια στοιχεία κλπ. Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις συγκεκριμένα, καταγράφονται στο ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: ). Το υπόλοιπο του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αντιπροσωπεύει την καθαρή επένδυση μιας χώρας στο εξωτερικό, η οποία μπορεί να είναι θετική ή αρνητική. Το απόλυτο μέγεθος του υπολοίπου αυτού πρέπει να ισούται με το απόλυτο μέγεθος του υπολοίπου του ισοζυγίου χρηματοοικονομικών συναλλαγών, δηλαδή του αθροίσματος του υπολοίπου του ισοζυγίου κίνησης κεφαλαίων και της μεταβολής της ποσότητας των συναλλαγματικών διαθεσίμων. Όταν υπάρχει έλλειμμα ή πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, αυτό αντιστοιχίζεται από ισόποσο θετικό ή αρνητικό υπόλοιπο στο ισοζύγιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 648). Ένα επιδεινούμενο εμπορικό ισοζύγιο που με τη σειρά του επηρεάζει αρνητικά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μιας χώρας, μπορεί να οδηγήσει την κυβέρνηση στο να λάβει μέτρα προς την κατεύθυνση προσέλκυσης ΑΞΕ, με στόχο πέρα από τη χρηματοδότηση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, τη μακροπρόθεσμη βελτίωσή του. Για να συμβεί το τελευταίο όμως, θα πρέπει οι ΑΞΕ να κατευθυνθούν και σε κλάδους εμπορεύσιμων αγαθών. Διάφορες εμπειρικές μελέτες έχουν δείξει ότι σε πολλές χώρες οι επιδεινούμενοι όροι εμπορίου ακολουθούνται από περιόδους αύξησης των εισροών ΑΞΕ (Tsai P.L. 1994: 152). 50

52 3. Βασικά μακροοικονομικά μεγέθη στην Τουρκία: εμπειρική αποτύπωση και πρώτες ερμηνευτικές διαπιστώσεις 3.1 ΑΕΠ, ΑΞΕ και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών Στον πίνακα 2 και στα ακόλουθα γραφήματα απεικονίζονται το συνολικό και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ τα οποία μετρώνται σε σταθερές τιμές και συναλλαγματικές ισοτιμίες αμερικάνικου δολαρίου (έτος βάσης = 2005), εκφρασμένα σε ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης (PPP), ο ρυθμός ανάπτυξης του συνολικού και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ (έτος βάσης = 2005), καθώς και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Τουρκία για τη χρονική περίοδο Πίνακας 2: ΑΕΠ και ΑΕΠ κατά κεφαλήν σε σταθερές τιμές και PPP (2005), ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών / ΑΕΠ ΑΕΠ (εκατομ. $)* Ρυθμός ΑΕΠ κ.κ. ΑΕΠ ($)* Ρυθμός κ.κ. ΑΕΠ Ι.Τ.Σ./ΑΕΠ (%) ,45% ,60% -3,69% ,86% ,47% -2,03% ,56% ,17% -1,10% ,97% ,55% -2,32% ,71% ,34% -1,78% ,24% ,05% -1,12% ,01% ,90% -1,44% ,48% ,45% -0,69% ,12% ,30% 1,31% ,25% ,49% 0,65% ,26% ,38% -1,30% ,93% ,79% 0,12% ,98% ,20% -0,46% ,04% ,24% -2,65% ,46% ,01% 1,50% ,19% ,46% -1,03% ,01% ,29% -1,00% ,53% ,83% -1,03% ,09% ,49% 0,74% ,37% ,83% -0,37% ,77% ,21% -3,72% ,70% ,04% 1,92% ,16% ,70% -0,27% ,27% ,85% -2,48% ,36% ,90% -3,68% ,40% ,96% -4,62% ,89% ,47% -6,07% ,67% ,28% -5,94% ,66% ,66% -5,69% 51

53 ,83% ,05% -2,18% ,01% ,65% -6,35% Πηγή: UNCTAD (*OECD) Στο παραπάνω γράφημα διακρίνονται οι μειώσεις στο κατά κεφαλήν εισόδημα που συνόδευσαν τις χρονιές των κρίσεων του 1994, του και του

54 Στον πίνακα 3 δίνεται ο μέσος όρος των ετήσιων ρυθμών ανάπτυξης του συνολικού και του κατά κεφαλήν τουρκικού ΑΕΠ, ανά πενταετία από το 1980 έως το Από τη διαφορά ανάμεσα στο ρυθμό ανάπτυξης του συνολικού και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, γίνεται φανερό πως ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ είναι μικρότερος από το ρυθμό αύξησης του πληθυσμού. Πίνακας 3: Μέσος όρος ετήσιων ρυθμών ανάπτυξης (Έτος βάσης=2005) Έτη Συνολικό ΑΕΠ (%) 3,53 4,62 3,75 4,29 4,37 4,13 Κατά κεφαλήν ΑΕΠ (%) 1,19 2,64 2,00 2,65 2,92 2,77 Πηγή: UNCTAD Στον πίνακα 4 παρουσιάζεται η συνεισφορά (%) των επιμέρους γενικών κλάδων της τουρκικής οικονομίας (γεωργία, βιομηχανία, υπηρεσίες) στην ανάπτυξη του τουρκικού ΑΕΠ την περίοδο

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ Μελέτη του ΔΝΤ για 17 χώρες του ΟΑΣΑ επισημαίνει ότι για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης του πρωτογενούς πλεονάσματος, το ΑΕΠ μειώνεται κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες και

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 8 η Μελετη «Εξελιξεις και Τασεις της Αγορας»

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 8 η Μελετη «Εξελιξεις και Τασεις της Αγορας» ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 8 η Μελετη «Εξελιξεις και Τασεις της Αγορας» Το βασικό συμπέρασμα: Η επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων μετά την ανακήρυξη του δημοψηφίσματος στο τέλος του Ιουνίου διέκοψε την ασθενική

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» Εισαγωγή: Η 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» εκπονήθηκε από το Κέντρο Στήριξης Επιχειρηματικότητας του Δήμου Αθηναίων τον Ιούλιο

Διαβάστε περισσότερα

Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012

Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012 Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012 Ιστορική κρίση της αγοράς εργασίας ύψος της ανεργίας χωρίς ιστορικό προηγούμενο (22.6%) πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Πρόλογος... 11 Εισαγωγή... 13

Πρόλογος... 11 Εισαγωγή... 13 Περιεχόμενα Πρόλογος... 11 Εισαγωγή... 13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Οι διεθνείς συναλλαγές και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα... 17 Ι. Η αρχή των συγκριτικών πλεονεκτημάτων... 17 Α. Κόστος εργασίας και εξειδικεύσεις...

Διαβάστε περισσότερα

Επιδράσεις ΑΞΕ & Μέτρα Προσέλκυσης. Χρυσοβαλάντου Μήλλιου Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Επιδράσεις ΑΞΕ & Μέτρα Προσέλκυσης. Χρυσοβαλάντου Μήλλιου Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Επιδράσεις ΑΞΕ & Μέτρα Προσέλκυσης Χρυσοβαλάντου Μήλλιου Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών 1. Επιδράσεις στη Χώρα Υποδοχής Μισθοί Σύμφωνα με τις περισσότερες εμπειρικές μελέτες oι ΠΕ προσφέρουν στην χώρα

Διαβάστε περισσότερα

Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων. Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς:

Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων. Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς: Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς: 1) Το πρώτο σύστημα είναι η καπιταλιστική οικονομία ή οικονομία της αγοράς:

Διαβάστε περισσότερα

Οι αιτίες του χρέους των χωρών της περιφέρειας: Συμμετοχή στην ΟΝΕ και ελλείμματα του ιδιωτικού τομέα

Οι αιτίες του χρέους των χωρών της περιφέρειας: Συμμετοχή στην ΟΝΕ και ελλείμματα του ιδιωτικού τομέα ΣΥΝΟΨΗ 21 ΣΥΝΟΨΗ Οι αιτίες του χρέους των χωρών της περιφέρειας: Συμμετοχή στην ΟΝΕ και ελλείμματα του ιδιωτικού τομέα 1. Η αναταραχή στην Ευρωζώνη οφείλεται στην παγκόσμια κρίση χρηματιστικοποίησης η

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα 1 Αντικείµενο Διεθνούς Μακροοικονοµικής Η διεθνής µακροοικονοµική

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Πρόλογος Ευχαριστίες Βιογραφικά συγγραφέων ΜΕΡΟΣ 1 Εισαγωγή 1 Η οικονομική επιστήμη και η οικονομία 1.1 Πώς αντιμετωπίζουν οι οικονομολόγοι τις επιλογές 1.2 Τα οικονομικά ζητήματα 1.3 Σπανιότητα και ανταγωνιστική

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Μακροοικονομική Θεωρία Υπόδειγμα IS/LM Στο υπόδειγμα IS/LM εξετάζονται

Διαβάστε περισσότερα

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Σύντομος πίνακας περιεχομένων Σύντομος πίνακας περιεχομένων Πρόλογος 19 Οδηγός περιήγησης 25 Πλαίσια 28 Ευχαριστίες της ενδέκατης αγγλικής έκδοσης 35 Βιογραφικά συγγραφέων 36 ΜΕΡΟΣ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 37 1 Η οικονομική επιστήμη και η οικονομία

Διαβάστε περισσότερα

Η Ελληνική Οικονομία στο Διεθνές Οικονομικό σύστημα Σημειώσεις

Η Ελληνική Οικονομία στο Διεθνές Οικονομικό σύστημα Σημειώσεις Η Ελληνική Οικονομία στο Διεθνές Οικονομικό σύστημα Σημειώσεις Ακαδημαϊκό Έτος: 2018-2019 [Γ' εξάμηνο - Χειμερινό] Διδάσκων: Δημήτριος Σιδέρης Α. Το υπόδειγμα Συναθροιστικής Ζήτησης και Συναθροιστικής

Διαβάστε περισσότερα

Βασικά Χαρακτηριστικά

Βασικά Χαρακτηριστικά Βασικά Χαρακτηριστικά Η οικονομία της Κύπρου μπορεί να χαρακτηριστεί, γενικά, ως μικρή, ανοικτή και δυναμική, με τις υπηρεσίες να αποτελούν την κινητήριο δύναμή της. Με την προσχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΒΑΝΙΑ Οικονομία & Εξωτερικό Εμπόριο

ΑΛΒΑΝΙΑ Οικονομία & Εξωτερικό Εμπόριο ΑΛΒΑΝΙΑ Οικονομία & Εξωτερικό Εμπόριο Ιανουάριος Σεπτέμβριος 2008 Υπεύθυνος Έκδοσης: Χρήστος Φαρµάκης-Συµβουλος ΟΕΥ Α Επιµέλεια:Σπυρίδων Οικονόµου, Γραµµατέας ΟΕΥ Α - Sonila-Sofia Kisi Πρεσβεία της Ελλάδας

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 1.1. Γενικά... 21 1.2. Η σχέση της οικονομικής με τις άλλες κοινωνικές επιστήμες... 26 1.3. Οικονομική Περιγραφή και Ανάλυση...

Διαβάστε περισσότερα

Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας

Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας Περιεχόμενα Κεφαλαίου Η έννοια του Ισοζυγίου Πληρωμών Τα επιμέρους ισοζύγια του Ισοζυγίου Πληρωμών Η διαχείριση του ελλείμματος στο Ισοζύγιο Πληρωμών Η «Ολλανδική

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις

Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις μήμα Οικονομικής Επιστήμης Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις Ενότητα: Α.Ξ.Ε. και ανταγωνιστικότητα Διδάσκων: Δημήτρης Γιακούλας Ορισμός ανταγωνιστικότητας Σύμφωνα με τους κλασικούς οικονομολόγους

Διαβάστε περισσότερα

Διεθνής Οικονομική. Paul Krugman Maurice Obsfeld

Διεθνής Οικονομική. Paul Krugman Maurice Obsfeld Paul Krugman Maurice Obsfeld Διεθνής Οικονομική Κεφάλαιο 21 Η Διεθνής Αγορά Κεφαλαίου και τα κέρδη από το Εμπόριο Διεθνής Τραπεζική Λειτουργία και Διεθνής Κεφαλαιαγορά Φιλίππου Ευαγγελία Α.Μ. 1207 Μ069

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών Μακρο-οικονομική: Εισαγωγή στην Μακροοικονομία Διδάσκων: Μποζίνης Η. Αθανάσιος Οικονομική παγκοσμιοποίηση και άνιση ανάπτυξη Οικονομική

Διαβάστε περισσότερα

Εάν το ποσοστό υποχρεωτικών καταθέσεων είναι 25% και υπάρξει μια αρχική κατάθεση όψεως 2.000 σε μια εμπορική Τράπεζα, τότε η μέγιστη ρευστότητα που μπορεί να δημιουργηθεί από αυτή την κατάθεση είναι: Α.

Διαβάστε περισσότερα

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Σύντομος πίνακας περιεχομένων Σύντομος πίνακας περιεχομένων Πρόλογος 15 Οδηγός περιήγησης 21 Πλαίσια 24 Ευχαριστίες της ενδέκατης αγγλικής έκδοσης 27 Βιογραφικά συγγραφέων 28 ΜΕΡΟΣ 4 ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ 29 15 Εισαγωγή στη μακροοικονομική

Διαβάστε περισσότερα

51. Στο σημείο Α του παρακάτω διαγράμματος IS-LM υπάρχει: r LM Α IS α. ισορροπία στις αγορές αγαθών και χρήματος. β. ισορροπία στην αγορά αγαθών και υπερβάλλουσα προσφορά στην αγορά χρήματος. γ. ισορροπία

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Το ισοζύγιο πληρωμών Το ισοζύγιο πληρωμών (Balance of Payments) μιας

Διαβάστε περισσότερα

SEE Economic Review, Αύγουστος 2012 Recoupling Fast. Περίληψη στα Ελληνικά

SEE Economic Review, Αύγουστος 2012 Recoupling Fast. Περίληψη στα Ελληνικά SEE Economic Review, Αύγουστος 2012 Recoupling Fast Περίληψη στα Ελληνικά Αν ποτέ υπήρχε ένα επιχείρημα που υποστηρίζει την αποσύνδεση των αναδυόμενων οικονομιών από τις αναπτυγμένες χώρες, σίγουρα αυτό

Διαβάστε περισσότερα

Έλλειµµα

Έλλειµµα ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ ΤΙΡΑΝΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΡΕΧΟΥΣΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΑΛΒΑΝΙΑΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 2010-2011 Σηµαντική αύξηση του δηµοσίου χρέους και επιδείνωση του ισοζυγίου

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ 1. Οι επενδύσεις σε μια κλειστή οικονομία χρηματοδοτούνται από: α. το σύνολο των αποταμιεύσεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. β. μόνο τις ιδιωτικές αποταμιεύσεις.

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Πρόλογος...21 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Εισαγωγικές Έννοιες... 25 1.1 Η Οικονομική Επιστήμη και οι Σχολές Οικονομικής

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ 152 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III Η εκ των προτέρων αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του 3 ου ΚΠΣ µπορεί να πραγµατοποιηθεί µε τρόπους οι οποίοι

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Σταθεροποιητική πολιτική Πολιτική για τη σταθεροποίηση του προϊόντος

Διαβάστε περισσότερα

Μακροοικονομική. Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική. Αναπτύχθηκε ως ξεχωριστός κλάδος: Γιατί μελετάμε ακόμη την. Μακροοικονομική Θεωρία και

Μακροοικονομική. Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική. Αναπτύχθηκε ως ξεχωριστός κλάδος: Γιατί μελετάμε ακόμη την. Μακροοικονομική Θεωρία και Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική Εισαγωγή: με τι ασχολείται Ποια είναι η θέση της μακροοικονομικής σήμερα; Χρησιμότητα - γιατί μελετάμε την μακροοικονομική θεωρία; Εξέλιξη θεωρίας και σχέση με την πολιτική

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ. Δελτίο Οικονομικών και Εμπορικών Πληροφοριών.

ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ. Δελτίο Οικονομικών και Εμπορικών Πληροφοριών. ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΚΥΡΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ Δελτίο Οικονομικών και Εμπορικών Πληροφοριών Oκτώβριος 2012 Eξωτερικό Επιδείνωση εμπόριο εμπορικών Τουρκίας σχέσεων ( Σεπτέμβριος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ 1 ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 218 Χορηγός: 8 Νοεμβρίου 218 2 Το ΙΟΒΕ διεξάγει κάθε μήνα από το 1981 Έρευνες

Διαβάστε περισσότερα

Δελτίο τύπου. Το 2016 η ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας

Δελτίο τύπου. Το 2016 η ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας Δελτίο τύπου Λευκωσία, 13 Μαρτίου 2015 Το 2016 η ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας Αναθεωρούνται οι προβλέψεις της ΕΥ για την πορεία του κυπριακού ΑΕΠ το 2015 από αύξηση 0,3% σε μείωση 0,4%. Για το 2016

Διαβάστε περισσότερα

Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης

Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης Περιεχόμενα Κεφαλαίου Έννοια και Στάδια Νομισματικής Ενοποίησης. Τα προσδοκώμενα αποτελέσματα της Νομισματικής Ενοποίησης. Η Διαδικασία της Μετάβασης προς τη Νομισματική

Διαβάστε περισσότερα

Η δυναμική στο Εμπορικό Ισοζύγιο κατά την κρίση και οι συνθήκες για ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο

Η δυναμική στο Εμπορικό Ισοζύγιο κατά την κρίση και οι συνθήκες για ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο Η δυναμική στο Εμπορικό Ισοζύγιο κατά την κρίση και οι συνθήκες για ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο 28.5.2014 Των Νικόλαου Βέττα, Καθηγητή Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και Γενικού Διευθυντή Ιδρύματος

Διαβάστε περισσότερα

IMF Survey. Ο μεταρρυθμισμένος δανεισμός του ΝΤ λειτούργησε καλά στην κρίση

IMF Survey. Ο μεταρρυθμισμένος δανεισμός του ΝΤ λειτούργησε καλά στην κρίση IMF Survey ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΝΤ Ο μεταρρυθμισμένος δανεισμός του ΝΤ λειτούργησε καλά στην κρίση Τμήμα στρατηγικής, πολιτικής και επανεξέτασης του ΝΤ 28 Σεπτεμβρίου 2009 Η στήριξη του ΔΝΤ επέτρεψε

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019/0000(INI)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019/0000(INI) Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019-2024 Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής 2019/0000(INI) 19.8.2019 ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με τις οικονομικές πολιτικές της ζώνης του ευρώ (2019/0000(INI)) Επιτροπή

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ Χωρίζεται σε δύο μεγάλες περιοχές: -ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ -ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Η συμπεριφορά της οικονομικής μονάδας (καταναλωτής, νοικοκυριό, επιχείρηση, αγορά). Εξετάζει θέματα

Διαβάστε περισσότερα

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών B1. Ποια από τις παρακάτω πολιτικές θα αυξήσει το επιτόκιο ισορροπίας και θα μειώσει το εισόδημα ισορροπίας; A. Η Κεντρική τράπεζα πωλεί κρατικά ομόλογα, μέσω πράξεων ανοικτής

Διαβάστε περισσότερα

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ 1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ Το διάγραμμα κυκλικής ροής της οικονομίας (κεφ. 3, σελ. 100 Mankiw) Εισόδημα Υ Ιδιωτική αποταμίευση S Αγορά συντελεστών Αγορά χρήματος Πληρωμές συντελεστών

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική.! Καθ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική.! Καθ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική! Καθ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Αντικείμενο Διεθνούς Μακροοικονομικής Η διεθνής μακροοικονομική ασχολείται με το προσδιορισμό των βασικών μακροοικονομικών

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικά Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2017

Οικονομικά Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2017 Οικονομικά Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2017 Date : 27-07-2017 Το πρώτο εξάμηνο του έτους συνεχίστηκε η άνοδος αποτελεσμάτων του Ομίλου ΤΙΤΑΝ. Ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών ανήλθε σε 773,8 εκ., παρουσιάζοντας

Διαβάστε περισσότερα

Μελέτη McKinsey Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά Προσδιορίζοντας το νέο Μοντέλο Ανάπτυξης της Ελλάδας. Μάρκος Ολλανδέζος Επιστημονικός Δ/ντης ΠΕΦ

Μελέτη McKinsey Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά Προσδιορίζοντας το νέο Μοντέλο Ανάπτυξης της Ελλάδας. Μάρκος Ολλανδέζος Επιστημονικός Δ/ντης ΠΕΦ Μελέτη McKinsey Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά Προσδιορίζοντας το νέο Μοντέλο Ανάπτυξης της Ελλάδας Μάρκος Ολλανδέζος Επιστημονικός Δ/ντης ΠΕΦ Ταυτότητα της μελέτης Στοιχεία της μελέτης Γραφείο της McKinsey

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ. Φορολογική Πολιτική και Οικονομική Ανάπτυξη

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ. Φορολογική Πολιτική και Οικονομική Ανάπτυξη ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ Φορολογική Πολιτική και Οικονομική Ανάπτυξη Στόχος μαθήματος Κατανόηση των τρόπων με τους οποίους η φορολογική πολιτική μπορεί να επηρεάσει την ευημερία μιας κοινωνίας

Διαβάστε περισσότερα

Το Υπόδειγμα Mundell Fleming και Dornbusch

Το Υπόδειγμα Mundell Fleming και Dornbusch Το Υπόδειγμα Mundell Fleming και Dornbusch Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης Το Υπόδειγμα Mundell Fleming Το υπόδειγμα Mundell Fleming αποτελεί επί δεκαετίες τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται ένα μεγάλο μέρος

Διαβάστε περισσότερα

Ίδρυµα Οικονοµικών & Βιοµηχανικών Ερευνών. Τριµηνιαία Έκθεση για την Ελληνική Οικονοµία 01-2012

Ίδρυµα Οικονοµικών & Βιοµηχανικών Ερευνών. Τριµηνιαία Έκθεση για την Ελληνική Οικονοµία 01-2012 Ίδρυµα Οικονοµικών & Βιοµηχανικών Ερευνών Τριµηνιαία Έκθεση για την Ελληνική Οικονοµία 01-2012 Το διεθνές περιβάλλον επιδεινώνεται 2011 Νέα επιβράδυνση ανάπτυξης παγκόσµιας οικονοµίας στο δ τρίµηνο του

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος... 9

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος... 9 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος... 9 ΜΕΡΟΣ Ι ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ... 27 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ...29 1.1. Εισαγωγή...30 1.2. Βασικές Έννοιες και Ορισμοί... 30 1.2.1. Οικονομικά

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 7 η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 7 η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 7 η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» Εισαγωγή: Η 7η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» εκπονήθηκε από το Κέντρο Στήριξης Επιχειρηματικότητας του Δήμου Αθηναίων τον Οκτώβριο

Διαβάστε περισσότερα

Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ

Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Διεθνής Οικονομική 1. Διεθνές εμπόριο, Διεθνής Εμπορική Πολιτική και Διεθνείς Εμπορικές Συμφωνίες και Θεσμοί 2. Μακροοικονομική Ανοικτών

Διαβάστε περισσότερα

Μελέτη McKinsey Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά. Επιστημονικός Δ/ντης ΠΕΦ

Μελέτη McKinsey Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά. Επιστημονικός Δ/ντης ΠΕΦ Μελέτη McKinsey Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά Προσδιορίζοντας το νέο Μοντέλο Ανάπτυξης της Ελλάδας Μάρκος Ολλανδέζος Επιστημονικός Δ/ντης ΠΕΦ Ταυτότητα της μελέτης Στοιχεία τηςμελέτης Γραφείο της McKinsey

Διαβάστε περισσότερα

Μακροοικονομικές προβλέψεις για την κυπριακή οικονομία

Μακροοικονομικές προβλέψεις για την κυπριακή οικονομία Μακροοικονομικές προβλέψεις για την κυπριακή οικονομία Οι μακροοικονομικές προβλέψεις για την ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας έχουν αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα κάτω τόσο για το 2012 όσο και για το

Διαβάστε περισσότερα

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ;

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ; Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ; Καθώς έχουν περάσει, από το 2008 οπότε και ξέσπασε η μεγαλύτερη καπιταλιστική κρίση μετά την κρίση του 1929, οι πάντες σχεδόν συμπεριφέρονται σαν να έχει ξεπεραστεί η κρίση

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. κ. ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ Ο.Κ.Ε. ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. κ. ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ Ο.Κ.Ε. ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. κ. ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ Ο.Κ.Ε. ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΛΙΑΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΩΣ ΣΥΝΙΣΤΩΣΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ» ΠΕΜΠΤΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ;

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ; ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ; Πως λειτουργεί/ δομείται ένα οικονομικό σύστημα; Ισχυρό παρεμβατικό κράτος ή ισχυρός ιδιωτικός τομέας; Ποια η δυνατότητα του να αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 25 Κεφάλαιο 1 ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ 27 Κεφάλαιο 2 ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ 43 Κεφάλαιο 3 ΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΔΕΟ34 Μακροοικονομική Θεωρία

ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΔΕΟ34 Μακροοικονομική Θεωρία 1 ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΔΕΟ34 Μακροοικονομική Θεωρία Mάθημα 6 : To ισοζύγιο πληρωμών Ισοζύγιο πληρωμών Το ισοζύγιο πληρωμών περιλαμβάνει το 1. Εμπορικό ισοζύγιο 2. Ισοζύγιο άδηλων συναλλαγών 3. Ισοζύγιο Κίνησης Κεφαλαίων

Διαβάστε περισσότερα

Η επικαιρότητα. της μελέτης. Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Υποχώρηση διεθνούς ζήτησης για τουριστικές υπηρεσίες

Η επικαιρότητα. της μελέτης. Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Υποχώρηση διεθνούς ζήτησης για τουριστικές υπηρεσίες Η επικαιρότητα Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της μελέτης 0 Υποχώρηση διεθνούς ζήτησης για τουριστικές υπηρεσίες Συνέχιση της διαρθρωτικής κρίσης του κυπριακού τουρισμού Υιοθέτηση του ευρώ Έλλειμμα στο

Διαβάστε περισσότερα

Λευκωσία, 10 Ιουλίου 2015. Frank Hoffer, Bureau for Workers Activities

Λευκωσία, 10 Ιουλίου 2015. Frank Hoffer, Bureau for Workers Activities Μηχανισμός καθορισμού των μισθών στην προσδοκόμενη επανενωμένη Κύπρο Οι οικονομικές επιπτώσεις των ελάχιστων μισθών και της συλλογικής διαπραγμάτευσης : Ένα αμφισβητούμενο πεδίο Λευκωσία, 10 Ιουλίου 2015

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 5. Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία

Κεφάλαιο 5. Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία Κεφάλαιο 5 Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία Περίγραμμα κεφαλαίου Ισοζύγιο Πληρωμών Ισορροπία της αγοράς αγαθών σε μια ανοικτή οικονομία Αποταμίευση και επένδυση σε μια μικρή ανοικτή οικονομία

Διαβάστε περισσότερα

Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2013 και η Ελλάδα

Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2013 και η Ελλάδα Βασικές διαπιστώσεις Μέρος Πρώτο Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2013 και η Ελλάδα Η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα παρέμεινε ασθενής και επιβραδύνθηκε περαιτέρω το 2013 (2,9% από 3,2% το

Διαβάστε περισσότερα

Ο Βραχυχρόνιος Προσδιορισμός του Ισοζυγίου Πληρωμών

Ο Βραχυχρόνιος Προσδιορισμός του Ισοζυγίου Πληρωμών Ο Βραχυχρόνιος Προσδιορισμός του Ισοζυγίου Πληρωμών Η Σχέση μεταξύ Βραχυχρόνιας Εσωτερικής και Εξωτερικής Ισορροπίας, και το Καθεστώς των Συναλλαγματικών Ισοτιμιών Εσωτερική και Εξωτερική Ισορροπία Η εσωτερική

Διαβάστε περισσότερα

Οικονοµική κρίση Ιστορική αναδροµή

Οικονοµική κρίση Ιστορική αναδροµή Οικονοµική κρίση Ιστορική αναδροµή Ηχώραμαςβρίσκεταιωςγνωστόνστομέσονμιας δεινής οικονομικής κρίσης. Βέβαια δεν είναι η πρώτη φορά, ούτεγιατηνελλάδα, αλλάούτεκαιγιατην παγκόσμια οικονομία. Με συντομία

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 1 Οκτώβριος 2010 1. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 1 Η ελληνική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις τις τελευταίες δεκαετίες. Κύρια χαρακτηριστικά της κρίσης

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΡΟΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΞΕΝΕΣ ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ (ΞΑΕ) (Foreign Direct Investment, FDI)

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΡΟΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΞΕΝΕΣ ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ (ΞΑΕ) (Foreign Direct Investment, FDI) ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΡΟΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΞΕΝΕΣ ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ (ΞΑΕ) (Foreign Direct Investment, FDI) Οι ροές των ΞΑΕ καταγράφονται στο ισοζύγιο πληρωμών (ΙΠ) των χωρών υποδοχής. Διαφ. 11 Τα στοιχεία όμως του ΙΠ δεν

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2011 Μάθημα: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Ημερομηνία και ώρα εξέτασης: ευτέρα, 6 Ιουνίου 2011

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ O Υπουργός Οικονομικών ανακοίνωσε στην

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Ισοζύγιο Πληρωμών & Συναλλαγματική ισοτιμία. 2 Ο εξάμηνο Χημικών Μηχανικών

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Ισοζύγιο Πληρωμών & Συναλλαγματική ισοτιμία. 2 Ο εξάμηνο Χημικών Μηχανικών ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ 2 Ο εξάμηνο Χημικών Μηχανικών Γιάννης Καλογήρου, Καθηγητής ΕΜΠ Άγγελος Τσακανίκας, Επ. Καθηγητής ΕΜΠ Ισοζύγιο Πληρωμών & Συναλλαγματική ισοτιμία Άδεια Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΒΑΝΙΑ Οικονομία & Εξωτερικό Εμπόριο

ΑΛΒΑΝΙΑ Οικονομία & Εξωτερικό Εμπόριο ΑΛΒΑΝΙΑ Οικονομία & Εξωτερικό Εμπόριο A Εξάμηνο 2008 Υπεύθυνος Έκδοσης: Χρήστος Φαρµάκης-Συµβουλος ΟΕΥ Α Επιµέλεια:Σπυρίδων Οικονόµου, Γραµµατέας ΟΕΥ Α - Sonila-Sofia Kisi Πρεσβεία της Ελλάδας Γραφείο

Διαβάστε περισσότερα

Η Θεωρία της Εμπορικής Πολιτικής

Η Θεωρία της Εμπορικής Πολιτικής Η Θεωρία της Εμπορικής Πολιτικής Περιεχόμενα Κεφαλαίου Α. Το Περιεχόμενο της Εμπορικής Πολιτικής Οι Δασμοί στις Εισαγωγές Τα μη Δασμολογικά Μέσα Προστασίας Β. Προστατευτισμός ή Ελεύθερο Εμπόριο Τα βασικά

Διαβάστε περισσότερα

10. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΩΝ ΠΕ

10. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΩΝ ΠΕ 10. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΩΝ ΠΕ Όπως είδαµε στην Ενότητα 9, οι ΑΞΕ µπορούν να έχουν πολλές θετικές επιδράσεις στις χώρες υποδοχής τους. Οι αναµενόµενες αυτές θετικές επιδράσεις τους οδηγούν συχνά στην

Διαβάστε περισσότερα

Διεθνείς Επενδύσεις & Διεθνές Εμπόριο

Διεθνείς Επενδύσεις & Διεθνές Εμπόριο Διεθνείς Επενδύσεις & Διεθνές Εμπόριο Ενότητα 1: Εισαγωγή: Η διεθνοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας Το ισοζύγιο πληρωμών και τα επιμέρους συστατικά του Γεώργιος Μιχαλόπουλος Άδειες Χρήσης Το παρόν

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ) Η μελέτη έχει ως στόχο να εκτιμήσει το

Διαβάστε περισσότερα

Επισκόπηση Αλβανικής Οικονομίας 2008

Επισκόπηση Αλβανικής Οικονομίας 2008 Επισκόπηση Αλβανικής Οικονομίας 2008 Υπεύθυνος Έκδοσης: Χρήστος Φαρµάκης-Συµβουλος ΟΕΥ Α Επιµέλεια:Σπυρίδων Οικονόµου, Γραµµατέας ΟΕΥ Α - Sonila-Sofia Kisi Πρεσβεία της Ελλάδας Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών

Διαβάστε περισσότερα

«Η αγορά Εργασίας σε Κρίση»

«Η αγορά Εργασίας σε Κρίση» «Η αγορά Εργασίας σε Κρίση» Θέμα: «Εξελίξεις και προοπτικές στην Ανταγωνιστικότητα» Παναγιώτης Πετράκης Καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών, ΕΚΠΑ 9 Ιουλίου 2012 1 Περιεχόμενα Διάλεξης 1. Η εξέλιξη

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL)

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL) ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL) 1. Κατά τους οικονομολόγους ποιο από τα παρακάτω είναι ένας παραγωγικός συντελεστής; I. Μια κοινή μετοχή μιας εταιρείας υπολογιστών. II. Ένα εταιρικό ομόλογο μιας πετρελαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου Η χρησιμότητα του μαθήματος Η κατανόηση του «σκηνικού» πίσω από τη διαμόρφωση της

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών Στις παρακάτω 10 ερωτήσεις, να γράψετε τον αριθμό της κάθε ερώτησης στην εργασία σας και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση. Η κάθε σωστή απάντηση

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ. Ο Πληθωρισμός και οι κεντρικές τράπεζες. Ισμήνη Πάττα Περίληψη, 2 ου μισού του κεφ. 12 ΑΜ 1207/Μ:070

ΠΕΡΙΛΗΨΗ. Ο Πληθωρισμός και οι κεντρικές τράπεζες. Ισμήνη Πάττα Περίληψη, 2 ου μισού του κεφ. 12 ΑΜ 1207/Μ:070 ΠΕΡΙΛΗΨΗ (2 ου μέρους κεφαλαίου 12 ( από το 12.4. και μετά, του βιβλίου Οικονομική για Επιχειρησιακές Σπουδές, του D. Mc Aleese) Ο Πληθωρισμός και οι κεντρικές τράπεζες Βασικά Σημεία : *Κεντρικές Τράπεζες,

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 17 Νοεµβρίου 2010 ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ Προτάσεις του ΣΕΒ σε σχέση µε την οικονοµική κατάσταση και την ανάγκη να επανέλθει η χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά Α. Η κατάσταση της οικονοµίας σήµερα 1. Η χωρίς

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΙΛΙΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. ΑΘΗΝΑ 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2009 «Ο

ΟΜΙΛΙΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. ΑΘΗΝΑ 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2009 «Ο ΟΜΙΛΙΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Ο.Κ.Ε. ΑΘΗΝΑ 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2009 «Ο ρόλος του χρηματοπιστωτικού συστήματος για την έξοδο από την κρίση και η συμβολή του για μακροχρόνια οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη»

Διαβάστε περισσότερα

Δομή του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα Σύνθεση και διάρκεια λήξης

Δομή του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα Σύνθεση και διάρκεια λήξης Δομή του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα Σύνθεση και διάρκεια λήξης Στην Ελλάδα η μη ρεαλιστική πρόβλεψη του ταμειακού ελλείμματος κατά το έτος 2009, εξαιτίας της υπερεκτίμησης των εσόδων και της αύξησης των

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΚΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΝΙΚΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΣΕΒ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΘΗΝΑ 23/4/2018

ΤΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΚΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΝΙΚΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΣΕΒ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΘΗΝΑ 23/4/2018 ΤΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΚΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2008-2017 ΝΙΚΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΣΕΒ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΘΗΝΑ 23/4/2018 1 Γιατί το επενδυτικό κενό έχει τόση σημασία στην Ελλάδα σήμερα;

Διαβάστε περισσότερα

26. Υποθέστε ότι μια οικονομία περιγράφεται από τις ακόλουθες συναρτήσεις κατανάλωσης, επενδύσεων, φορολογίας και δημοσίων δαπανών αντίστοιχα: C = 2000 +0,8d, I = 500 14r, T = 0,1, και G = 300. Επιπρόσθετα,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Σ/Λ & Πολλαπλής Επιλογής Αντικείμενο μελέτης της μακροοικονομίας είναι (μεταξύ άλλων) η:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Σ/Λ & Πολλαπλής Επιλογής Αντικείμενο μελέτης της μακροοικονομίας είναι (μεταξύ άλλων) η: ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο Σ/Λ & Πολλαπλής Επιλογής 2.1 1. Η συνολική παραγωγή μιας χώρας μελετάται από τη μικροοικονομία. 2. Η φθορά που υφίσταται ο κεφαλαιουχικός εξοπλισμός στην πορεία του χρόνου, αποτιμημένη σε

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της. Σύστασης για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της. Σύστασης για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 2.3.2015 COM(2015) 99 final ANNEX 1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της Σύστασης για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Εισαγωγή... 13

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Εισαγωγή... 13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή....................................................................... 13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: Εθνικοί Λογαριασμοί.......................................... 15 1.1 Εισοδηματικό Κύκλωμα...................................................

Διαβάστε περισσότερα

Ερώτηση Α.1 (α) (β) www.arnos.gr info@arnos.co.gr

Ερώτηση Α.1 (α) (β) www.arnos.gr info@arnos.co.gr Ερώτηση Α.1 Σε μια κλειστή οικονομία οι αγορές αγαθών και χρήματος βρίσκονται σε ταυτόχρονη ισορροπία (υπόδειγμα IS-LM). Να περιγράψετε και να δείξετε διαγραμματικά το πώς θα επηρεάσει την ισορροπία των

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ Οι εµπειρογνώµονες του Ευρωσυστήµατος κατάρτισαν προβολές για τις µακροοικονοµικές εξελίξεις στη ζώνη του ευρώ, µε βάση

Διαβάστε περισσότερα

του ΑΔΑΜΙΔΗ ΙΩΑΝΝΗ,ΑΡ.ΜΗΤΡΩΟΥ :AUD115 Επιβλέπων Καθηγητής: Λαζαρίδης Ιωάννης Θεσσαλονίκη, 2016

του ΑΔΑΜΙΔΗ ΙΩΑΝΝΗ,ΑΡ.ΜΗΤΡΩΟΥ :AUD115 Επιβλέπων Καθηγητής: Λαζαρίδης Ιωάννης Θεσσαλονίκη, 2016 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΣΤΙΣ ΕΞΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΔΙΕΘΝΩΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: H ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ του ΑΔΑΜΙΔΗ ΙΩΑΝΝΗ,ΑΡ.ΜΗΤΡΩΟΥ :AUD115

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ Oι συναλλαγές μιας χώρας με τον υπόλοιπο κόσμο, συμπεριλαμβανομένων τόσο των εμπορικών όσο και των χρηματοοικονομικών ροών, καταγράφονται στο ισοζύγιο διεθνών πληρωμών. Oι συναλλαγές

Διαβάστε περισσότερα

Μακροοικονομικές Προβλέψεις για την Κυπριακή Οικονομία

Μακροοικονομικές Προβλέψεις για την Κυπριακή Οικονομία Μακροοικονομικές Προβλέψεις για την Κυπριακή Οικονομία Υποθέσεις εργασίας Οι μακροοικονομικές προβλέψεις για την Κύπρο βασίζονται στις κοινές υποθέσεις εργασίας του Ευρωσυστήματος για μεγέθη που αφορούν

Διαβάστε περισσότερα

3.2 Ισοζύγιο πληρωµών

3.2 Ισοζύγιο πληρωµών 3 Ισοζύγιο πληρωµών 3.1 Εισαγωγή ιεθνή οικονοµία Ύφεση στην Γερµανία οικονοµίες του Ευρώ Αυξηση των αµερικανικών επιτοκίων διεθνή επιτόκια και δολάριο($) Χρηµατοοικονοµική κρίση στην Ασία Ανοιχτή οικονοµία

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Π.Μ.Σ. ΔΕΣ ερωτήματα στο μάθημα ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ από το βιβλίο των PAUL R. KRUGMAN & «ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Θεωρία και Πολιτική» MAURICE

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες

Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες Μυρτώ - Σμαρώ Γιαλαμά Α.Μ.: 1207 Μ 075 Διεθνής Πολιτική Οικονομία Μάθημα: Γεωπολιτική των Κεφαλαιαγορών Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες 1. Τι είναι η παγκόσμια αγορά συναλλάγματος;

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ 16 ΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ 16 ΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΜΣ: ΔΙΕΘΝΩΝ & ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 12/11/2008 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: ΓΑΖΩΝΑΣ ΘΩΜΑΣ / ΜΟΥΤΖΟΥΡΗ ΕΛΕΝΗ Α.Μ: 1207Μ065

Διαβάστε περισσότερα

EL Ενωµένη στην πολυµορφία EL B8-0655/1. Τροπολογία

EL Ενωµένη στην πολυµορφία EL B8-0655/1. Τροπολογία 6.7.2015 B8-0655/1 1 Αιτιολογική σκέψη Ε Ε. λαµβάνοντας υπόψη ότι, στον απόηχο της χρηµατοπιστωτικής κρίσης, τα θεσµικά όργανα της ΕΕ θέσπισαν µια σειρά από νοµοθετικές πράξεις που αποσκοπούν στην πρόληψη

Διαβάστε περισσότερα

Ευχαριστίες του εκδότη Πρόλογος [Mέρος 1] Εισαγωγή

Ευχαριστίες του εκδότη Πρόλογος [Mέρος 1] Εισαγωγή Πίνακας περιεχομένων Ευχαριστίες του εκδότη.................................................... 13 Πρόλογος............................................................... 15 [Mέρος 1] Εισαγωγή ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Μακροχρόνια οικονομική μεγέθυνση Οι χώρες εμφανίζουν μεγέθυνση με πολύ

Διαβάστε περισσότερα

7. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα: Μια ιστορική ανασκόπηση

7. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα: Μια ιστορική ανασκόπηση 7. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα: Μια ιστορική ανασκόπηση 1. Το σύστημα του Bretton Woods: 1944 1973 2. Επιχειρήματα υπέρ των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών 3. Η πραγματική εμπειρία σχετικά με

Διαβάστε περισσότερα