ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΚΑΤ ΑΡΘΡΟ 57 ΚΠΔ - ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΚΑΤ ΑΡΘΡΟ 57 ΚΠΔ - ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΚΑΤ ΑΡΘΡΟ 57 ΚΠΔ - ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΚΥΡΙΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΙΩΑΝΝΑ Π. ΚΑΝΟΓΛΟΥ (ΑΜ ) ΕΞΕΤΑΖΟΝΤΕΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: ΚΑΛΦΕΛΗΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΛΑΜΠΡΟΣ ΠΑΠΑΔΑΜΑΚΗΣ ΑΔΑΜ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

2 Περιεχόμενα ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... 4 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 6 Ι. Η ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΚΑΙ Η ΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ NE BIS IN IDEM ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΧΩΡΟ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ... 8 II. ΣΚΟΠΟΣ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ Ο σκοπός κατοχύρωσης του δεδικασμένου Η νομική φύση του δεδικασμένου Οι διακρίσεις του δεδικασμένου ΙΙΙ. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ Ταυτότητα προσώπου Αμετάκλητη απόφαση Ταυτότητα πράξης Εισαγωγικές παρατηρήσεις Η ταυτότητα της δικονομικής πράξης σύμφωνα με τη νομολογία του ΕΔΔΑ Συμβολή στην προσπάθεια ερμηνείας της δικονομικής πράξης Η έννοια της «ταυτότητας της πράξης» στην ελληνική έννομη τάξη Θεωρητική και νομολογιακή προσέγγιση Ειδικά ζητήματα ταυτότητας της πράξης Σε περιπτώσεις συρροής Ειδικά το πρόβλημα στην αληθινή κατ ιδέα συρροή Ένας ιδιαίτερος προβληματισμός φαινομενικής συρροής Στο κατ εξακολούθηση έγκλημα Το ζήτημα του διαρκούς εγκλήματος Το ζήτημα της ταυτότητας του παθόντος Το δεδικασμένο και η μεταβολή της κατηγορίας Η μεταβολή της κατηγορίας στο ελληνικό ποινικό δικονομικό σύστημα

3 4.2. Η έκταση του δεδικασμένου σε συνάρτηση με τη μεταβολή της κατηγορίας Συμπεράσματα ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ ΒΑΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

4 ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠ άρ./άρθ. Αρμ ΑρχΝμλ Βλ. Βουλ ΔΕΚ ΕΔΔΑ ΕΕ ΕΣΔΑ Εισ./Εισαγγ. επ. Εφ ΚΠΔ ΚΠολΔ ΜΟΔ ΝοΒ Ν./ν. ό.α.π. ό.π. π.δ. ΠοινΔικ ΠΚ Πλημμ ΠοινΛογ ΠοινΧρ. ΣΕΣΣ Συμβ Άρειος Πάγος άρθρο Αρμενόπουλος Αρχείο Νομολογίας βλέπε Βούλευμα Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ευρωπαϊκή Ένωση Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Εισαγγελέας επόμενα Εφετείο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Νομικό Βήμα νόμος όπως ακριβώς παραπάνω όπως παραπάνω προεδρικό διάταγμα Ποινική Δικαιοσύνη Ποινικός Κώδικας Πλημμελειοδικείο Ποινικός Λόγος Ποινικά Χρονικά Σύμβαση Εφαρμογής Συμφωνίας Σένγκεν Συμβούλιο 4

5 Συντ./Σ. ΣχΚΠΔ ΣχΠΚ Τριμ ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ Υπερ. Σύνταγμα Σχέδιον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας Σχέδιον Ποινικού Κώδικος Τριμελές Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ Υπεράσπιση 5

6 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ανά χείρας εργασία επιχειρεί να εντοπίσει και να αναδείξει τα κυριότερα δικονομικά ζητήματα που προκύπτουν από τη θεμελίωση του δεδικασμένου κατ άρθρο 57 ΚΠΔ, ιδίως σε σχέση με την έννοια της ταυτότητας της πράξης ως προϋπόθεσης θεμελίωσης του δεδικασμένου. Αρχικά, γίνεται μια συνοπτική παράθεση των βασικότερων κειμένων υπερνομοθετικής ισχύος που κατοχυρώνουν την αρχή ne bis in idem, ως βασικών πηγών του θεσμού του δεδικασμένου, και προβάλλονται οι θεωρητικές και νομολογιακές προσπάθειες ερμηνείας της παραπάνω αρχής, κυρίως ως προς την έκτασή της. Στη συνέχεια, εξετάζονται οι σκοποί κατοχύρωσης του θεσμού του δεδικασμένου, αναδεικνύεται η λειτουργία του ως αρνητική δικονομική προϋπόθεση για τη διεξαγωγή της δίκης και παρατίθενται οι διακρίσεις του σε τυπικό ουσιαστικό, μερικό ολικό και απόλυτο - σχετικό. Ακολουθεί η μελέτη των προϋποθέσεων θεμελίωσης του δεδικασμένου κατ άρθρο 57 ΚΠΔ, και συγκεκριμένα, η μελέτη της ταυτότητας του προσώπου, της αμετάκλητης απόφασης και της ταυτότητας της πράξης. Ουσιαστικά, γίνεται μια προσπάθεια οριοθέτησης του πεδίου εφαρμογής του δεδικασμένου, μέσα από την αυτοτελή παράθεση επιμέρους περιπτώσεων κατά τις οποίες καταφάσκεται η συνδρομή των τριών παραπάνω προϋποθέσεων. Ειδικότερα, εξετάζεται η έννοια της ταυτότητας του προσώπου του κατηγορουμένου, καθώς και οι περιπτώσεις αμετάκλητων αποφάσεων που παράγουν έννομες συνέπειες δεδικασμένου. Σχετικά με την ταυτότητα της πράξης, που είναι η κυριότερη προβληματική της παρούσας, γίνεται, αρχικά, μια συνοπτική αναφορά των βασικότερων αποφάσεων της νομολογίας του ΕΔΔΑ, που ασχολήθηκαν κυρίως με την ερμηνεία του όρου «παράβαση» του άρθρου 4 παρ. 1 του 7 ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, στο οποίο προβλέπεται η κατοχύρωση της αρχής ne bis in idem. Έπεται η παράθεση των απόψεων της ελληνικής θεωρίας και νομολογίας σχετικά με την έννοια της ταυτότητας της πράξης, μέσα από τις οποίες προκύπτει ο ορισμός της δικονομικής πράξης ως σύνολο ενέργειας ή παράλειψης και φυσικού αποτελέσματος, και αποτυπώνεται η έννοια της ταυτότητας πράξης ως ταυτότητα πραγματικών περιστατικών. 6

7 Ακολουθεί η μελέτη ειδικών προβληματικών σχετικά με την ταυτότητα της πράξης στις περιπτώσεις: της αληθινής κατ ιδέα συρροής, της φαινομενικής συρροής, του κατ εξακολούθηση εγκλήματος, του διαρκούς εγκλήματος και της ταυτότητας του παθόντος. Κατά την εξέταση των παραπάνω επιμέρους περιπτώσεων, επιχειρείται ο εντοπισμός των βασικότερων προβληματικών, η παράθεση των θεωρητικών και νομολογιακών απόψεων που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς και η αντιμετώπισή τους με τρόπο δογματικό και δικαιοπολιτικά συνεπή. Τέλος, γίνεται μια συσχέτιση του θεσμού του δεδικασμένου με αυτόν της επιτρεπτής ή όχι μεταβολής της κατηγορίας, πράγμα που αποβλέπει στον ορθότερο προσδιορισμό της ταυτότητας τη πράξης, στο μέτρο που είναι διακριτή μια αλληλεπίδραση των δύο θεσμών, που στοχεύουν στην προστασία των δικαιωμάτων του κατηγορουμένους. Ενόψει των υπεράριθμων ποινικών διώξεων οι οποίες, σε ολοένα και συχνότερες περιπτώσεις, λαμβάνουν ευρωπαϊκές και διεθνείς εκτάσεις, κρίνεται απολύτως απαραίτητη η ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του δεδικασμένου, ιδίως ως προς τον όρο της ταυτότητας της πράξης, ως ουσιώδη προϋπόθεση συνδρομής του. Η ερμηνεία αυτή θα πρέπει να γίνει με γνώμονα τις επιταγές των σύγχρονων διεθνών κειμένων υπερνομοθετικής ισχύος, αποβλέποντας, πρωτίστως, στην προάσπιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου. 7

8 Ι. Η ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΚΑΙ Η ΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ NE BIS IN IDEM ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΧΩΡΟ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ Ο θεσμός του δεδικασμένου πηγάζει από την θεμελιώδη αρχή του Ποινικού Δικονομικού Δικαίου ne bis in idem, η οποία απαγορεύει να διώκεται ή να δικάζεται κανείς δύο φορές για τις ίδιες πράξεις, πραγματικά περιστατικά ή συμπεριφορές. Ουσιαστικά, το νόημα της παραπάνω αρχής περικλείεται στη φράση «ουχί δις επί τω αυτώ» 1, εισάγοντας την άπαξ εκδίκαση 2 που επιτάσσει τον αποκλεισμό επανάκρισης μιας υπόθεσης που έχει ήδη κριθεί αμετακλήτως σε προγενέστερη δίκη 3. Η αρχή της ne bis in idem, που εγγυάται τη φιλελεύθερη λειτουργία του Ποινικού Δικαίου, επιδιώκοντας την προστασία ατομικών δικαιωμάτων, αποτυπώνεται σε θεμελιώδη κείμενα υπερνομοθετικής ισχύος, και ιδίως σε πληθώρα διεθνών Συμβάσεων και Συμφωνιών που διαμορφώνουν την ευρωπαϊκή αλλά και τη διεθνή έννομη τάξη. Πιο συγκεκριμένα, η παραπάνω αρχή κατοχυρώνεται με το άρθρο 4 παρ. 1 του 7 ου Πρωτόκολλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), σύμφωνα με το οποίο «κανένας δεν μπορεί να διωχθεί ή να καταδικαστεί ποινικά από τα δικαστήρια του ίδιου κράτους για μια παράβαση για την οποία ήδη αθωώθηκε ή καταδικάστηκε σύμφωνα με το νόμο και την ποινική δικονομία του κράτους αυτού». Το παραπάνω διεθνές κείμενο κυρώθηκε, και επομένως ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο, με τους Ν. 1705/1987. Επιπλέον, η αρχή ne bis in idem θεμελιώνεται με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του Ανθρώπου που ορίζει ότι «κανείς δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται για ένα αδίκημα για το οποίο έχει απαλλαγεί ή καταδικαστεί με οριστική απόφαση σύμφωνα με το δίκαιο και την ποινική δικονομία κάθε χώρας». To διεθνές αυτό κείμενο, που υιοθετήθηκε από την Γενική 1 Βλ. Μπουρμά Γ., σε Μαργαρίτη Λ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ άρθρο, Τόμος Πρώτος, εκδ. 2010, 263 και ΠλημμΑθ 687/2005, ΠοινΧρ 2005, Κονταξή Αθ. Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Δ έκδοση, Βλ. Κονταξή Αθ., ό.π.,

9 Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις και κυρώθηκε στην Ελλάδα με το Ν. 2462/1997, επιβάλλει την υποχρέωση στα Συμβαλλόμενα κράτη να δημιουργήσουν, με βάση το Σύνταγμά τους και τις διατάξεις του Συμφώνου, τις απαραίτητες προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν τη λήψη μέτρων νομοθετικού ή άλλου χαρακτήρα, εξασφαλίζοντας έτσι την προστασία των δικαιωμάτων που απορρέουν από το Προσύμφωνο. Στην ελληνική έννομη τάξη δημιουργήθηκε έντονη διχογνωμία σχετικά με την διακρατική έκταση της αρχής που παράγεται από το άρθρο 14 παρ. 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του Ανθρώπου. Μέχρι το 2002, η νομολογιακή σύγχυση ήταν εμφανής: από τη μια, υπάρχουν νομολογιακές εκφορές 4 που δέχτηκαν ότι η παραπάνω διάταξη ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη κατά το άρθρο 28 παρ. 1 Συντ., αποτελεί εσωτερικό δίκαιο, υπερισχύει έναντι κάθε αντίθετης διάταξης και, επομένως, κάθε απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου αποτελεί δεδικασμένο για την Ελλάδα από την άλλη, εκδόθηκαν και αντίθετες αποφάσεις 5 του Ακυρωτικού μας, οι οποίες, επιχειρώντας να προσδιορίσουν την έννοια του άρθρου 14 παρ. 7 του Συμφώνου, δέχτηκαν ότι, σύμφωνα με αυτό, κανένας δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται από τα δικαστήρια του ίδιου κράτους, πράγμα που σημαίνει ότι το δεδικασμένο που κατοχυρώνεται διέπει μόνον την εσωτερική έννομη τάξη κάθε συμβαλλόμενου κράτους. Συνεπώς, και η έκταση της αρχής θα έπρεπε να περιορίζεται εντός των ορίων των εθνικών εννόμων τάξεων. Το ζήτημα παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την υπ αριθ. 559/2002 απόφαση ΑΠ 6. Τελικά, εκδόθηκε η υπ αριθ. 7/2002 ΟλΑΠ 7, με βάση την οποία επικράτησε τελικά στη νομολογία η άποψη ότι το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων καθιερώνει την αρχή ως κανόνα δεσμευτικό σε εθνικά πλαίσια. Τούτη η θέση στηρίχτηκε στο ίδιο το γράμμα της διάταξης του διεθνούς κειμένου, σύμφωνα με την οποία «κανείς δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται για ένα αδίκημα για το οποίο έχει απαλλαγεί ή καταδικαστεί με οριστική απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το δίκαιο στην ποινική δικονομία κάθε χώρας». Σύμφωνα με 4 ΑΠ 1426/1998, ΠοινΔικ. 1999, 16, 1574/1999 ΕφΑθ, ΠοινΔικ 2000, 238, ΑΠ 86/2001, ΠοινΧρ 2001, ΑΠ 887/2001, ΠοινΔικ 2001, ΠοινΧρ 2002, ΠοινΔικ 2002, 841 9

10 την παραπάνω νομολογιακή θέση, τούτη η διατύπωση προδήλως σημαίνει ότι κανένας δεν δικάζεται ούτε και τιμωρείται για την ίδια πράξη από τα δικαστήρια κάθε επιμέρους συμβαλλόμενης χώρας, δηλαδή του ίδιου κράτους, συνεπώς, η επιταγή της παραπάνω διάταξης, όπως επίσης και η παρόμοια διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του 7 ου Πρωτόκολλου της ΕΣΔΑ, αναφέρονται σε δέσμευση αποφάσεων εντός της εσωτερικής έννομης τάξης. Σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, η αρχή ne bis in idem αναγνωρίζεται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως, η οποία κυρώθηκε στην Ελλάδα με το Ν. 4165/1961, και ρητά ορίζει στο άρθρο 9 ότι «δεν παρέχεται έκδοσις οσάκις το καταζητούμενο άτομο εκδικάσθη ήδη οριστικώς υπό των αρμοδίων αρχών του μέρους παρ ου ζητείται η έκδοσις, δια την πράξιν ή τας πράξεις δι ας ζητείται αυτήν». Επιπλέον, μια μορφή Ευρωπαϊκού ne bis in idem προβλεπόταν ήδη από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί διαβιβάσεως των ποινικών διαδικασιών του 1972, αλλά και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί διεθνούς ισχύος των ποινικών αποφάσεων, που υπεγράφη το Μάιο του 1970 και στο άρθρο 53 προβλέπει ότι ένα πρόσωπο που δικάστηκε τελεσίδικα σε ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να διωχθεί για τις ίδιες πράξεις σε άλλο Ευρωπαϊκό κράτος, υπό τον όρο ότι η ποινή, εάν επιβλήθηκε, εκτίθηκε ή παρεγράφη ή έπαυσε η εκτέλεσή της λόγω απονομής χάριτος, με την εξαίρεση ότι η κατ αρχήν απαγόρευση κάθε νέας δίωξης δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά των κρατών στο έδαφος των οποίων διαπράχθηκε ή θεωρείται ότι διαπράχθηκε η παράβαση και δεν εφαρμόζεται όταν έχει ζημιωθεί από την παράβαση αυτή το δημόσιο συμφέρον του κράτους υπό την ευρεία έννοια 8. Επιπρόσθετα ευρωπαϊκά συμβατικά κείμενα που περιλαμβάνουν προβλέψεις σχετικά με την υπό κρίση αρχή είναι: η Σύμβαση για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των συναφών με αυτήν Πρωτοκόλλων, που υπογράφηκε την και κυρώθηκε από τη χώρα μας με το Ν. 2803/2000 αλλά και η Σύμβαση για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται οι υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υπογράφηκε την και η οποία κυρώθηκε στη χώρα μας με το Ν. 2802/ Βλ. Συλίκου Γ., Η αντίθεση του άρθρου 9 παρ. 2 ΠΚ προς την «αρχή του δεδικασμένου» ως «γενική αρχή του Δικαίου διεθνώς παραδεδεγμένη», ΠοινΔικ 1998,

11 Στις υπογράφηκε ανάμεσα σε πέντε κράτη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Βέλγιο, Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Λουξεμβούργο) στην κωμόπολη Σένγκεν του Λουξεμβούργου η Συμφωνία Σένγκεν, η οποία είχε ως στόχο την προοδευτική κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, την καθιέρωση της ελεύθερης κυκλοφορίας για όλα τα πρόσωπα που ανήκαν στα συμβεβλημένα κράτη-μέλη, αλλά και την αστυνομική και δικαστική συνεργασία. Στις υπεγράφη εκ νέου στο Σένγκεν η Σύμβαση Εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν (ΣΕΣΣ) που συμπλήρωνε και εξειδίκευε την αρχική Συμφωνία. Η Ελλάδα κύρωσε και ενσωμάτωσε στο εθνικό της δίκαιο την παραπάνω Συμφωνία με το Ν. 2514/1997. Σύμφωνα με το άρθρο 54 της ΣΕΣΣ «όποιος καταδικάστηκε αμετάκλητα από ένα συμβαλλόμενο μέρος δεν μπορεί να διωχθεί από ένα άλλο συμβαλλόμενο μέρος για τα ίδια πραγματικά περιστατικά, υπό τον όρο όμως ότι, σε περίπτωση καταδίκης, η ποινή έχει ήδη εκτιθεί ή εκτίεται ή δεν μπορεί πλέον να εκτιθεί σύμφωνα με τους νόμους του συμβαλλόμενου μέρους που επέβαλε την καταδίκη». Όπως υποστηρίχτηκε από μερίδα της θεωρίας 9, με την παραπάνω διάταξη κατοχυρώνεται το δεδικασμένο ως «γενική αρχή δικαίου» και δημιουργείται ένα κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για την αμοιβαία αναγνώριση του δεδικασμένου των αλλοδαπών αποφάσεων. Μάλιστα, για ορισμένους συγγραφείς 10, οι ρυθμίσεις της Συνθήκη Σένγκεν, και ιδίως το άρθρο 54, αποτελούν το πρώτο σημαντικό διεθνές συμβατικό κείμενο καθιέρωσης ενός διεθνούς ne bis in idem. Ωστόσο, στο αμέσως επόμενο άρθρο της Συμφωνίας, δηλαδή στο άρθρο 55, αναγνωρίζεται η δυνατότητα των κρατών μελών να διατυπώσουν επιφυλάξεις μη δέσμευσης από το δεδικασμένο αμετάκλητων αλλοδαπών ποινικών αποφάσεων. Πιο συγκεκριμένα, όπως ρητά αποτυπώνεται στο ως άνω άρθρο «ένα συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, κατά το χρόνο κυρώσεως, αποδοχής ή έγκρισης της παρούσας Συμβάσεως, να δηλώσει ότι δεν δεσμεύεται από το άρθρο 54 σε μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις: 9 Συλίκου Γ., Η αντίθεση του άρθρου 9 παρ. 2 ΠΚ προς την «αρχή του δεδικασμένου» ως «γενική αρχή Δικαίου διεθνώς παραδεδεγμένη» ΠοινΔικ 5/1998, Κιούπη Δ., Το ευρωπαϊκό δεδικασμένο κατά το άρθρο 54 της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν, ΠοινΛογ 3/2003,

12 α. όταν τα πραγματικά περιστατικά τα οποία έλαβε υπόψη της η αλλοδαπή δικαστική απόφαση, έλαβαν χώρα είτε εν όλω είτε εν μέρει στο έδαφός του, στην τελευταία όμως αυτή περίπτωση η εξαίρεση αυτή δεν εφαρμόζεται, αν τα πραγματικά αυτά περιστατικά τελέσθηκαν εν μέρει στο έδαφος του συμβαλλομένου μέρους, όπου εκδόθηκε η δικαστική απόφαση. β. όταν τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία έλαβε υπόψη η αλλοδαπή δικαστική απόφαση, συνιστούν αξιόποινη πράξη κατά της ασφάλειας του κράτους ή εναντίον άλλων εξίσου ουσιαστικών συμφερόντων αυτού του συμβαλλόμενου μέρους. γ. όταν τα πραγματικά περιστατικά τα οποία έλαβε υπόψη η αλλοδαπή δικαστική απόφαση διαπράχτηκαν από δημόσιο υπάλληλο αυτού του συμβαλλόμενου μέρους, κατά παράβαση των υπηρεσιακών του καθηκόντων». Η Ελλάδα ανήκε στα κράτη μέλη που, εφαρμόζοντας το άρθρο 55 της Σύμβασης Σένγκεν, υιοθέτησε μέτρα μη δέσμευσης από το άρθρο 54. Ειδικότερα, με το Ν. 2514/1997, ο έλληνας νομοθέτης εξαίρεσε από την εφαρμογή της αρχής όλες τις απαριθμούμενες στο άρθρο 8 ΠΚ αξιόποινες πράξεις 11, καθώς και εκείνες τις πράξεις α) που έλαβαν χώρα ολικά ή μερικά στο έδαφος της ελληνικής επικράτειας, β) που θίγουν τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας ή ουσιαστικά συμφέροντα της χώρας και γ) που συνιστούν εγκλήματα για τα οποία διεθνείς συμβάσεις προβλέπουν την εφαρμογή των ελληνικών ποινικών νόμων. Το ζήτημα που απασχόλησε ιδιαίτερα την ελληνική θεωρία, αφορά την εξαιρετική περίπτωση των αξιόποινων πράξεων διακίνησης ναρκωτικών. Ειδικότερα, η επιφύλαξη αυτή κρίθηκε 12, ορθά κατά την άποψη της παρούσας, ως υπέρμετρη και υπερβαίνουσα το θεμιτό πλαίσιο εξαιρέσεων που θεσπίστηκαν με το άρθρο 55 της ΣΕΣΣ. Μάλιστα, όπως ορθά διατυπώθηκε, η συγκεκριμένη επιφύλαξη ουδεμία σχέση 11 Βλ. Αναγνωστόπουλου Ηλ., Ne bis in idem στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας, ΠοινΧρ 2010, 797, Παπαχαραλάμπους Χ., Η αρχή ne bis in idem, η συμφωνία Schengen και τα άρθρα 8 και 9 ΠΚ, ΠοινΔικ 1999, Βλ. Αναγνωστόπουλου Ηλ. ό.π. 797, βλ. και Συλίκου Γ., Η αντίθεση του άρθρου 9 παρ. 2 ΠΚ προς την «αρχή του δεδικασμένου» ως «γενική αρχή του Δικαίου διεθνώς παραδεδεγμένη», ΠοινΔικ 5/1998, 406 επ. όπου ο συγγραφέας αναδεικνύει το ανενεργό και ανίσχυρο της δήλωσης μη δέσμευσης από την αρχή του δεδικασμένου των ποινικών αποφάσεων των κρατών μελών της ευρωπαϊκής ένωσης ως προς το έγκλημα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών καθώς προσκρούει στη διάταξη του άρθρου 36 παρ. 2 στοιχ α περιπτ. iv της Ενιαίας Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών του 1961 επί των ναρκωτικών που κυρώθηκε στην Ελλάδα με το νδ 1105/20.1/

13 έχει με την διαφύλαξη ουσιωδών συμφερόντων του ελληνικού κράτους, αλλά επιδιώκει την επιβολή των ημεδαπών τιμωρητικών αντιλήψεων σε άλλα κράτη της ΕΕ 13. Παρά τις παραπάνω ορθές θεωρητικές επισημάνσεις και επικρίσεις, η ελληνική νομολογία 14 συνέχιζε να εφαρμόζει την παραπάνω επιφύλαξη, διατηρώντας τις πολλαπλές ποινικές διώξεις του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη διακίνησης ναρκωτικών ουσιών. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι, πάντως, το γεγονός ότι, ακόμα και μετά την Συνθήκη του Σένγκεν, διατηρήθηκαν επιφυλάξεις σχετικά με την διακρατική έκταση της αρχής της ne bis in idem, ιδίως σε συνάρτηση με το άρθρο 14 παρ. 7 του Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του Ανθρώπου. Ενδεικτικά, αναφέρεται η θέση του Μυλωνόπουλου 15, σύμφωνα με την οποία οι επιταγές του άρθρου 14 παρ. 7 του Συμφώνου δεσμεύουν μόνον στα πλαίσια του εσωτερικού δικαίου, χωρίς να εμποδίζεται η ποινική δίωξη στην ημεδαπή, αν υπάρχει αμετάκλητη αλλοδαπή καταδικαστική απόφαση. Μάλιστα, ο παραπάνω συγγραφέας, επεσήμανε ότι 16, ούτε στο πλαίσιο της ΕΕ ή του Συμβουλίου της Ευρώπης ερμηνεύτηκε ποτέ η αρχή ως κανόνας που περιλαμβάνει αλλοδαπές ποινικές αποφάσεις, τονίζοντας, ότι, όπου αυτό τούτο ήταν επιθυμητό, ρητά θεσπίστηκε ρύθμιση, όπως είναι αυτή της διάταξης του άρθρου 54 της Συνθήκης του Σένγκεν. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και ο Ζύγουρας 17, που εξέφρασε τη άποψη ότι η αρχή ne bis in idem θεσπίζεται μόνο σε εθνικά πλαίσια και οι αλλοδαπές ποινικές αποφάσεις δεν παράγουν δεδικασμένο, βάσει της διάταξης του άρθρου 14 παρ. 7 του Συμφώνου, πράγμα που ενισχύεται και από το ν. 2154/1997 (κύρωση Συμφωνίας Σένγκεν), και ειδικότερα από το άρθρο 55, με το οποίο η Ελλάδα δήλωσε την μη δέσμευσή της από αλλοδαπές ποινικές αποφάσεις για ορισμένα εγκλήματα. 13 Βλ. Αναγνωστόπουλου Ηλ., ό.π., Βλ. ενδεικτικά: ΑΠ 249/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 15 Μυλωνόπουλου Χρ., Η αρχή ne bis in idem κατά το άρθρο 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, ΠοινΛογ. 2001, 1165 επ 16 Μυλωνόπουλου Χρ., Η αρχή ne bis in idem κατά το άρθρο 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, ΠοινΛογ. 2001, Ζύγουρα Α., Το διεθνές σύμφωνο δια τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και η αρχή του δεδικασμένου, Υπερ. 1999,

14 Τέλος, αξίζει να αναφερθεί και η θέση του Παπαχαραλάμπους 18, ο οποίος δέχτηκε μεν μια διεύρυνση της αρχής σε υπερεθνικό επίπεδο, ωστόσο επεσήμανε ότι, ως προς το Σύμφωνο του ΟΗΕ, η Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου απεφάνθη υπέρ της σύνδεσης της αρχής με τη lex fori. Συμπερασματικά, για τον παραπάνω συγγραφέα, η διάταξη του άρθρου 54 της Συνθήκης Σένγκεν συνιστά lex imperfecta 19 κατά το μέρος που αποκλίνει από τα άρθρα 8 και 9 ΠΚ, και δεν παρακωλύει την άσκηση ποινικής δίωξης στην Ελλάδα. Φυσικά, διατυπώθηκαν και απολύτως αντίθετες με τις παραπάνω απόψεις, σύμφωνα με τις οποίες, η αρχή ne bis in idem απέκτησε διακρατική ισχύ και υπερεθνικό χαρακτήρα μετά την υπογραφή της Συμφωνίας του Σένγκεν. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η θέση του Συλίκου 20, ο οποίος υποστήριξε ότι με τις ρυθμίσεις του Πρωτοκόλλου, το δεδικασμένο θεσμοθετήθηκε ως γενική αρχή του δικαίου που διέπει κάθε δικαιοκρατική έννομη τάξη, συνεπώς ισχύει και εφαρμόζεται και στην έννομη τάξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως ολοκληρωμένης έννομης τάξης. Περαιτέρω, ο Σπινέλλης κάνει λόγο για υπερ-εθνική ισχύ της αρχής στον ευρωπαϊκό χώρο, βασίζοντας την ευρεία έκτασή της σε συμβάσεις όπως τη Συμφωνία Σένγκεν και ιδίως τα άρθρα 54-58, αλλά και τη Σύμβαση της για την καταπολέμησης της δωροδοκίας υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης 21. Επίσης, ο ίδιος συγγραφέας κάνει λόγο και υπερ-εθνική ισχύ της αρχής σε παγκόσμιο επίπεδο, η οποία πηγάζει από κείμενα όπως αυτό του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, επισημαίνοντας όμως ότι η έκταση του δεδικασμένου που απορρέει από τέτοια κείμενα εξαρτάται πολλές φορές και από τη δικαιοδοσία των διεθνών ή εθνικών δικαστηρίων που είναι κάθε φορά αρμόδια να δικάσουν 22. Εξάλλου, όπως ορθά υποστηρίχτηκε 23, ο κατηγορούμενος έχει ανάγκη να διασφαλίσει, και σε υπερεθνικό πια επίπεδο, το συμφέρον του ότι δεν θα υποβληθεί 7 ου 18 Παπαχαραλάμπους Χ., Η αρχή ne bis in idem, η Συμφωνία Schengen και τα άρθρα 8 και 9 ΠΚ, ΠοινΔικ 1999, 852 επ. 19 Παπαχαραλάμπους Χ., ό.π., Συλίκου Γ., Η αντίθεση το άρθρου 9 παρ. 2 ΠΚ προς την «αρχή του δεδικασμένου» ως «γενική αρχή του Δικαίου διεθνώς παραδεδεγμένη», ΠοινΔικ 4/1998, Σπινέλλη Δ., Υπερεθνική ισχύς της αρχής ne bis in idem, ΠοινΧρ 2004, Σπινέλλη Δ., ό.π Τζανεττή Α., Η ταυτότητα της πράξης στο άρθρο 54 ΣΕΣΣ. Ένα πρόβλημα χωρίς ιδανική λύση;, ΠοινΧρ. 2008,

15 στη δικαιοδοσία περισσότερων κρατών για την ίδια πράξη. Για το λόγο αυτό, καθίστανται ανεκτά σφάλματα και παραλείψεις της εκάστοτε αμετάκλητης ποινικής απόφασης που έχει εκδοθεί από ένα κράτος μέλος για μια πράξη, και, παράλληλα, το κάθε συμβαλλόμενο με τη Σύμβαση Σένγκεν κράτος μέλος υποχρεούται σε αυτοπεριορισμό της εθνικής κυριαρχίας του, αφού η αναγνώριση μιας αμετάκλητης αλλοδαπής ποινικής απόφασης συνεπάγεται την υποχώρηση από την εφαρμογή των εθνικών διατάξεων 24. Όπως προκύπτει από όσα προαναφέρθηκαν, η αρχή ne bis in idem αποτυπώνεται σε πληθώρα ευρωπαϊκών αλλά και διεθνών συμβατικών νομοθετικών κειμένων, με ουσιωδέστερες τις ρυθμίσεις των άρθρων της ΣΕΣΣ. Ωστόσο, παρά τις τόσες ευρωπαϊκές προσπάθειες, δεν υπήρχε αμοιβαία υπερεθνική αναγνώριση της αρχής από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Δεδομένης, μάλιστα, της διαφορετικότητας των νομικών καθεστώτων των κρατών μελών, η κάθε εθνική έννομη τάξη ερμήνευε τελικά την αρχή με διαφορετικό τρόπο, θέτοντας μάλιστα και επιφυλάξεις σχετικά με τη δέσμευσή τους από αυτή. Η σύγχυση σχετικά με την διεθνή αναγνώριση της αρχής εμφαίνεται άλλωστε και από την προαναφερθείσα διχογνωμία που κυριάρχησε στην ελληνική επιστήμη σχετικά με την έκτασή της. Τελικά, στις υπογράφηκε η Συνθήκη της Λισαβόνας «για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας», η οποία κυρώθηκε στην Ελλάδα με το ν. 3671/2008 και ισχύει από την στο ελληνικό εσωτερικό δίκαιο. Σε γενικές γραμμές, η Συνθήκη της Λισαβόνας επέφερε ουσιαστικές και καθοριστικές επιδράσεις, ιδίως στο χώρο της δικαστικής και αστυνομικής συνεργασίας των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, με τη Συνθήκη αυτή τροποποιήθηκε ο Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, μεταξύ άλλων, και το άρθρο 6 παρ. 1 της παραπάνω Συνθήκης, το οποίο, μετά την αντικατάστασή του, ορίζει ότι «Η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στο Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 7 ης Δεκεμβρίου του 2007, ο οποίος έχει το ίδιο νομικό κύρος 24 Βλ. Τζανεττή Α., ο.π., 779επ. 15

16 με τη Συνθήκη». Με βάση την παραπάνω πρόβλεψη, όλες οι διατάξεις των δύο Συνθηκών της Ένωσης και του Χάρτη έχουν άμεση εφαρμογή στις εσωτερικές έννομες τάξεις, υπερέχοντας των εθνικών διατάξεων των κρατών μελών. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 50 του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζεται ότι «κανείς δεν διώκεται ούτε τιμωρείται ποινικά για αδίκημα για το οποίο έχει ήδη αθωωθεί ή καταδικαστεί εντός της Ένωσης με οριστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου σύμφωνα με το νόμο». Από το συνδυασμό, λοιπόν, των δύο παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι η αρχή ne bis in idem δεν έχει απλώς διακρατική αρχή ως δικονομική αρχή, αλλά αναγνωρίζεται πια ως θεμελιώδες δικαίωμα του Ευρωπαίου πολίτη 25. Με βάση, επομένως, την απόλυτη διατύπωση της διάταξης του άρθρου 50 του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία, όχι μόνο δεν αφήνει περιθώρια για διαφορετική ερμηνεία, αλλά δεν περιλαμβάνει και στο γράμμα της καμία δυνητική εξαίρεση από τη διακρατική ισχύ της αρχής, υποστηρίχτηκε 26 ότι οι δηλώσεις-επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν από τα κράτη μέλη κατ άρθρο 55 της ΣΕΣΣ είναι πλέον ανίσχυρες έναντι των λοιπών κρατών μελών. Ο Άρειος Πάγος, με αφορμή μια υπόθεση νέας δίωξης και καταδίκης κατηγορουμένου στην Ελλάδα για πράξεις διακίνησης ναρκωτικών, για τις οποίες είχε καταδικαστεί στην Ολλανδία, παρέπεμψε με την υπ αριθ. 1568/2010 απόφασή του 27 το παραπάνω ζήτημα στην Ολομέλεια του Ακυρωτικού ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος. Τελικά, με την υπ αριθ. 1/2011 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου 28, έγινε δεκτό και στην ελληνική νομολογία ότι, με βάση το άρθρο 50 του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αρχή ne bis in idem κατοχυρώθηκε ως θεμελιώδης αρχή της Ένωσης. Περαιτέρω, η Ολομέλεια του Άρειου Πάγου δέχτηκε πως οι τυχόν γενόμενες επιφυλάξεις-δηλώσεις των κρατών μελών κατ εφαρμογή του άρθρου 55 της Σύμβασης για τη Συμφωνία Σένγκεν, δεν έχουν πια ισχύ, διότι στο άρθρο 50 του Χάρτη της Λισσαβόνας δεν προβλέπονται 25 Αναγνωστόπουλου Ηλ., Ne bis in idem στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας, ΠοινΧρ., 2010, Αναγνωστόπουλου Ηλ. ό.π., Αρμ. 2011, ΠοινΔικ 2011, 667. Οι ίδιες παραδοχές επαναλαμβάνονται και στην υπ αριθ. 1/2012 ΓνωμΕισΑΠ, ΠοινΧρον 2012, 126, ΠοινΔικ 2012,

17 δυνητικές εξαιρέσεις από τη διακρατική αρχή της ne bis in idem, ανάλογες με αυτές του άρθρου 55 Συνθήκης Σένγκεν, ενόψει και της αδιάστικτης διατύπωσης του άρθρου 50 του Χάρτη. Μάλιστα, η ως άνω απόφαση της Ολομέλειας του ΑΠ επισημαίνει ότι, ακόμα και αν εσφαλμένα δεχτεί κανείς την ισχύ των παραπάνω επιφυλάξεων, τότε θα πρέπει να λάβει υπόψη του το άρθρο 52 του Χάρτη σύμφωνα με το οποίο «κάθε περιορισμός στην άσκηση δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται στον παρόντα Χάρτη πρέπει να προβλέπεται από το νόμο και να σέβεται το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών. Τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, περιορισμοί επιτρέπονται να επιβάλλονται μόνο εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων». Με τις παραπάνω παραδοχές, που κατοχυρώθηκαν στην ελληνική νομολογία, ο Άρειος Πάγος προσάρμοσε την ελληνική έννομη τάξη με τις απαιτήσεις της σύγχρονης ευρωπαϊκής πραγματικότητας, ερμηνεύοντας με τρόπο ορθό και ανθρωποκεντρικό τις ευρωπαϊκές συμβατικές διατάξεις, επιβάλλοντας τον αποκλεισμό της διπλής δίωξης του κατηγορουμένου για την ίδια πράξη, που στοχεύει στην προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Την παραπάνω θέση ακολουθεί πια στην πλειοψηφία της και η ελληνική θεωρία 29, χωρίς όμως να λείπουν οι επιφυλάξεις 30. Αφού αναλύθηκε συνοπτικά η καθιέρωση της αρχής ne bis in idem ιδίως σε ευρωπαϊκό πλαίσιο και η ερμηνεία της στην ελληνική έννομη τάξη, θα επιχειρηθεί στο κύριο μέρος της παρούσας η ερμηνεία και ανάλυση της δικονομικής διάταξης του 29 Αναγνωστόπουλου Ηλ., ό.π., 799, Ζημιανίτη Δ., Πολιτικές και προοπτικές του ευρωπαϊκού χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης για το διάστημα , ΠοινΔικ 2010, 349, Καϊάφα- Γκμπάντι Μ., Κοινές δικονομικές αρχές ως βάση μιας διακρατικής ποινικής καταστολής, ΠοινΧρ 2007, Βλ. σε Μυλωνόπουλου Χρ., Το ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Η ουσιαστική νομιμοποίηση του Ευρωπαϊκού Ποινικού Δικαίου και η σημασία της ποινικής δογματικής για τη διαμόρφωσή του, ΠοινΧρ. 2011, 81 επ., όπου ο συγγραφέας επισημαίνει ότι η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων προκαλεί πολλές λογικές αντινομίες και οδηγεί σε μια «ιδιόρρυθμη εξωεδαφικότητα του λιγότερο ευνοϊκού για τα ατομικά δικαιώματα αποδεικτικού συστήματος», εξαναγκάζοντας την κάθε εθνική έννομη τάξη να αναγνωρίσει τους εκάστοτε ελάχιστους κανόνες Ποινικής Δικονομίας που προέρχονται από οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων είναι μεν ένας επιθυμητός στόχος όχι όμως έναντι κάθε τιμήματος, σελ

18 άρθρου 57 ΚΠΔ που κατοχυρώνει το δεδικασμένο ως αρχή του ελληνικού δικονομικού δικαίου, με παράθεση προβληματικών που σχετίζονται με τις προϋποθέσεις συνδρομής του και κυρίως με την ερμηνεία της ταυτότητας της πράξης. 18

19 II. ΣΚΟΠΟΣ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ 1. Ο σκοπός κατοχύρωσης του δεδικασμένου Σύμφωνα με το άρθρο 57 ΚΠΔ «αν κάποιος έχει καταδικαστεί αμετάκλητα ή αθωωθεί ή έχει πάψει ποινική δίωξη εναντίον του, δεν μπορεί να ασκηθεί και πάλι εις βάρος του δίωξη για την ίδια πράξη, ακόμη και αν δοθεί σ αυτήν διαφορετικός χαρακτηρισμός». Η διάταξη αυτή θεσπίστηκε στην προσπάθεια εναρμόνισης του εθνικού δικαίου με την διεθνή έννομη τάξη, η οποία όπως προαναφέρθηκε, κατοχυρώνει σε θεμελιώδη νομοθετικά κείμενα την αρχή της ne bis in idem, δηλαδή την αρχή της άπαξ εκδίκασης. Η κατοχύρωση του δεδικασμένου σε κάθε ποινικό δικονομικό σύστημα εγγυάται την ασφάλεια δικαίου. Κατ αρχάς, διασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη 31, αφού τερματίζει την ποινική διαδικασία, εμποδίζοντας τη νέα ποινική δίκη σε βάρος του κατηγορουμένου για την ίδια πράξη, για την οποία έχει αμετάκλητα δικαστεί. Με τον τρόπο αυτό, φυσικά, το δεδικασμένο εξασφαλίζει και το σεβασμό της αξιοπρέπειας του κατηγορουμένου, ο οποίος δεν μπορεί να εκτίθεται διαρκώς στην ίδια κατηγορία, ούτε φυσικά να καταδικάζεται περισσότερες φορές για μια πράξη που έχει ήδη κριθεί 32. Εξάλλου, η ποινική δίκη χαρακτηρίζεται από μια συγκεκριμένη αλληλουχία διαδικαστικών πράξεων, που στοχεύουν στην έκδοση και εκτέλεση μιας αμετάκλητης δικαστικής απόφασης. Πέραν τούτου, ο θεσμός αυτός κατοχυρώνει το κύρος της δικαστικής αρχής, αφού επικυρώνει την ισχύ της αμετάκλητης δικαστικής απόφασης (και άρα δικαστικής κρίσης), η οποία μπορεί να εμπεριέχει νομικά, αλλά και ουσιαστικά λάθη, δημιουργώντας έτσι ένα αμάχητο νομικό τεκμήριο ορθότητας της αμετάκλητης 31 Ανδρουλάκη Ν., Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, 2012, 37, Παπαδαμάκη Α., Ποινική Δικονομία, 2012, 9, Κονταξή Αθ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Δ έκδ., 576, Καρρά Α., Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, 4 η εκδ., Κιούπη Δ., Το ευρωπαϊκό δεδικασμένο κατά το άρθρο 54 της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν, ΠοινΛογ 3/2003,

20 δικαστικής απόφασης 33. Τούτη η λειτουργία του δεδικασμένου αποτελεί κάμψη της αναζήτησης της ουσιαστικής αλήθειας, η οποία είναι πρωταρχικός σκοπός της ποινικής δίκης, όμως ακριβώς σε αυτό το σημείο έγκειται η εξασφάλιση του δικαίου και η παγίωση της κοινωνικής ειρήνης και τάξης 34. Εξάλλου, η κατοχύρωση του δεδικασμένου αποτρέπει τον κίνδυνο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, ο οποίος είναι υπαρκτός σε περίπτωση διαιώνισης της ποινικής διαδικασίας και δυνατότητας εκδίκασης της ίδιας πράξης για περισσότερες φορές. Με βάση το ισχύον ποινικό δικονομικό σύστημα, μετά την έκδοση της ποινικής απόφασης, προβλέπεται η δυνατότητα άσκησης ενδίκων μέσων, που προσδίδουν κάποιο σφάλμα (νομικό ή ουσιαστικό) στην απόφαση, και είναι πιθανό να μεταβάλλουν μια ορθή απόφαση σε εσφαλμένη ή και το αντίστροφο. Μετά την άσκηση των προβλεπόμενων στο νόμο ενδίκων μέσων, η απόφαση καθίσταται αμετάκλητη, και λαμβάνεται ως ορθή, ακόμα και αν εμπεριέχει νομικά ή ουσιαστικά σφάλματα. Σε αυτό, άλλωστε, συμβάλλει και η πρόβλεψη ορισμένων «βοηθητικών τύπων δεδικασμένου» 35, όπως είναι οι τυπικές προϋποθέσεις παραδεκτού των ενδίκων μέσων. Επομένως, όπως αναλύθηκε παραπάνω, η επιλογή του διεθνούς αλλά και του κάθε εθνικού νομοθέτη να κατοχυρώσει το θεσμό του δεδικασμένου κρίνεται ορθή, στο μέτρο που τούτη η επιλογή διασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη, την ελευθερία του πολίτη, το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και την αποτροπή του κινδύνου έκδοσης αντιφατικών ποινικών αποφάσεων. 33 Βλ. Μπουρμά Γ., σε Μαργαρίτη Λ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ άρθρο, Τόμος Πρώτος, 2010, 267, βλ. και Τζανεττή Α., Το μερικό δεδικασμένο, 10, όπου γίνεται λόγος για «πλάσμα αλήθειας». 34 Βλ. Κονταξή Αθ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Δ έκδ., Παπαδαμάκη Α., Ποινική Δικονομία, Θεωρία Πράξη Νομολογία, ΣΤ εκδ., 9 20

21 2. Η νομική φύση του δεδικασμένου Στο ελληνικό ποινικό δικονομικό δίκαιο, το ζήτημα της φύσης του κατοχυρωμένου θεσμού του δεδικασμένου υπάγεται στο γενικότερο ζήτημα διάκρισης των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου από τις δικονομικές προϋποθέσεις της ποινικής δίωξης. Σχετικά με τη συγκεκριμένη διάκριση, η οποία έχει αποτελέσει αντικείμενο έντονης θεωρητικής συζήτησης, βασικό ερώτημα που έχει τεθεί είναι αν η επιβολή της ποινής εξαρτάται από τη συνδρομή του εξεταζόμενου στοιχείου, ακόμα και αν υποτεθεί ότι η ποινή μπορεί να επιβληθεί χωρίς δίκη 36. Αν απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι καταφατική, τότε το υπό κρίση στοιχείο έχει ουσιαστικό χαρακτήρα. Σε αντίθετη περίπτωση, πρόκειται για στοιχείο δικονομικού χαρακτήρα. Ομόφωνα η θεωρία 37 υποστηρίζει ότι το δεδικασμένο συνιστά αρνητική προϋπόθεση της ποινικής δίκης, αφού αν κανείς υποθέσει ότι ελλείπει η ποινική δίκη, το δεδικασμένο καθόλου δεν θα επηρέαζε το αξιόποινο της πράξης και την επιβολή της ποινής. Την ίδια κατεύθυνση ακολουθεί και η νομολογία 38, η οποία παγίως δέχεται το δεδικασμένο ως παράγοντα που εμποδίζει την άσκηση της ποινικής δίωξης. Άλλωστε, και το γράμμα του νόμου διαχωρίζει τις δύο αυτές κατηγορίες ανάλογα με τις συνέπειές τους, προβλέποντας ότι η συνδρομή των λόγων εξάλειψης του αξιοποίνου επιφέρουν την οριστική παύση της ποινικής δίωξης (370 β ΚΠΔ), ενώ η ύπαρξη του δεδικασμένου οδηγεί, όπως θα αναλυθεί παρακάτω, στην κήρυξη της ποινικής δίωξης ως απαράδεκτης. 36 Βλ. Μαργαρίτη Λ. σε Μαργαρίτη Λ. Παρασκευόπουλου Ν., Ποινολογία, ζ εκδ., Μαργαρίτη Λ., Ποινολογία, 2005, 186, Κονταξή Αθ., ό.π., 580, Μπουρόπουλου Α., Το ποινικόν δεδικασμένον, 285, Καρρά Αρ., Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, 4 η εκδ., 298, Ανδρουλάκη Ν., Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, 4 η εκδ Βλ. ενδεικτικά ΑΠ 1570/2002, ΠοινΛογ 2002,

22 3. Οι διακρίσεις του δεδικασμένου Σύμφωνα με τους σκοπούς του δεδικασμένου, που αναλύθηκαν παραπάνω, η επιστήμη διακρίνει εννοιολογικά το δεδικασμένο σε ορισμένες κατηγορίες. Βασική είναι η θεωρητική διάκριση του δεδικασμένου σε τυπικό και ουσιαστικό 39. Ως τυπικό δεδικασμένο χαρακτηρίζεται εκείνη η πτυχή του θεσμού που οδηγεί στην τελειωτική περάτωση της εκκρεμούς ποινικής δίκης, με την εξάντληση της δυνατότητας άσκησης ενδίκων μέσων 40. Πρακτικά, το τυπικό δεδικασμένο οδηγεί: α) στην τελειωτική περάτωση της δίκης, β) στην εκτελεστότητα της απόφασης, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή είναι καταδικαστική και περιέχει κύρια ποινή 41, η οποία δεν αναστέλλεται και γ) στην καταγραφή του αμετάκλητου βουλεύματος και της αμετάκλητης απόφασης στο ποινικό μητρώο 42. Συνέπεια του τυπικού δεδικασμένου αποτελεί το ουσιαστικό δεδικασμένο, το οποίο αφορά στην επίδραση του περιεχομένου μιας αμετάκλητης ποινικής απόφασης στην έκβαση τυχόν νέας ποινικής δίωξης για την ίδια πράξη. Το ουσιαστικό δεδικασμένο εκδηλώνεται και επενεργεί θετικά αλλά και αρνητικά. Πιο συγκεκριμένα, η θετική λειτουργία του ουσιαστικού δεδικασμένου έγκειται στο ότι, μετά την έκδοση της αμετάκλητης απόφασης, κανείς δεν μπορεί να επικαλεστεί τυχόν σφάλμα της, με αποτέλεσμα να δημιουργείται, όπως προαναφέρθηκε, ένα αμάχητο τεκμήριο ορθότητας της αμετάκλητης απόφασης 43, ένα πλάσμα αλήθειας που δεν επιτρέπει την εκ νέου προσβολή της απόφασης με ένδικο μέσο 44, 45. Ως αρνητική λειτουργία του 39 Βλ. γενικά για τη συγκεκριμένη διάκριση σε: Μπούρμα Γ., σε Μαργαρίτη Λ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ άρθρο, 2 η εκδ., 277 επ., Τζαννετή Α., Το μερικό δεδικασμένο στην ποινική δίκη, 9 επ., Κονταξή Αθ. Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Δ εκδ., Κονταξή Αθ., ό.π., 580, Μπούρμα Γ., ό.π., 277 επ. 41 Κονταξη Αθ., ό.π. 580 και Μπουρμά Γ., σε Μαργαρίτη Λ., ό.π., 278. Ο Μπουρόπουλος κάνει λόγο για θετική ενέργεια του δεδικασμένου που καθιστά την απόφαση εκτελεστή βλ. Μπουρόπουλου Α., Το ποινικόν δεδικασμένον, ΠοινΧρ 1956, Παπαδόπουλου Φ., Το δεδικασμένο γενικά και ειδικότερα στην κατ ιδέα συρροή εγκλημάτων, Επιστημονική Επετηρίδα Αρμενόπουλου, 1985, 63 υποσημ Βλ. Μπούρμα Γ., σε Μαργαρίτη Λ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ άρθρο, Τόμος Πρώτος, 2 η εκδ., Μπουρόπουλου Α., ό.π.,

23 ουσιαστικού δεδικασμένου νοείται η αποτροπή κάθε μεταγενέστερης ποινικής δίωξης του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη 46. Ο προσδιορισμός του περιεχομένου και της έκτασης του ουσιαστικού δεδικασμένου απασχόλησε έντονα τη θεωρία, με αποτέλεσμα να εκφραστούν ορισμένες θέσεις κριτικές κυρίως σχετικά με τη θετική λειτουργία του δεδικασμένου. Έτσι, ο Δέδες 47 υποστήριξε ότι η έννοια της θετικής λειτουργίας του ουσιαστικού δεδικασμένου έγκειται στην επίδραση που έχει η απόφαση επί της ουσίας, όταν ανακύπτει ζήτημα αλήθειας των πραγματικών περιστατικών που έχουν κριθεί. Σύμφωνα με τον Ανδρουλάκη 48, ως θετική λειτουργία του δεδικασμένου νοείται η δεσμευτική επιρροή που ασκείται σε μια ποινική δίκη (άλλου κατηγορουμένου) από την αμετάκλητη κρίση μιας απόφασης, αναφέροντας ως παράδειγμα τις προβλέψεις των άρθρων 59 ΚΠΔ και 366 παρ. 2 ΠΚ. Συγκεκριμένα, ο παραπάνω θεωρητικός υποστήριξε ότι η μοναδική περίπτωση καθετικής δεσμευτικής δύναμης αμετάκλητης ποινικής απόφασης είναι αυτή που προβλέπεται στο άρθρο 366 παρ. 2 ΚΠΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 59 ΚΠΔ 49. Σύμφωνα με τις δύο παραπάνω διατάξεις, στην περίπτωση, δυσφήμισης ή συκοφαντικής δυσφήμισης για γεγονός που συνιστά αξιόποινη πράξη για την οποία ασκήθηκε ποινικής δίωξη, αναστέλλεται η δίκη για τη δυσφήμιση εώς ότου περατωθεί η δίκη για την αξιόποινη πράξη στην οποία αφορά. Στην προκειμένη περίπτωση ο Ανδρουλάκης αντιμετωπίζει με πολλές επιφυλάξεις την εγκαθίδρυση ενός αμάχητου τεκμηρίου ενοχής κατά παρέκκλιση της αρχής της ηθικής απόδειξης και της ουσιαστικής αλήθειας 50. Από την άλλη, έχουν διατυπωθεί και ορισμένες αντιρρήσεις σχετικά με την παραπάνω λειτουργία του ουσιαστικού δεδικασμένου, κυρίως από τον Κονταξή 51. Συγκεκριμένα, έχει επισημανθεί ότι το δεδικασμένο δεν δεσμεύει το δικαστή σε μια 45 Παρά την κατοχύρωση της αμετάκλητης απόφασης με την επίδραση του ουσιαστικού δεδικασμένου, ο ποινικός δικονομικός νομοθέτης έχει προβλέψει ορισμένες κάμψεις του παραπάνω κανόνα, όπως είναι η καθιέρωση του θεσμού της επανάληψης της διαδικασίας όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 525 ΚΠΔ. 46 Τζαννετή Α., Το μερικό δεδικασμένο στην ποινική δίκη, Ανδρουλάκη Ν., Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, 3 η εκδ., 182, υποσημ Ανδρουλάκη Ν., ο.α.π. 49 Ανδρουλάκη Ν., Το τεκμήριο ψεύδους του άρθρου 366 παρ. 2 ΠΚ και η δίκαιη δίκη, ΠοινΧρ 2004, Βλ. Ανδρουλάκη Ν., ό.α.π., Κονταξή Αθ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Δ εκδ.,

24 άλλη ποινική δίκη, αφού δεν νοείται δεδικασμένο για τα πραγματικά περιστατικά, αλλά για την αυξημένη αποδεικτική δύναμη του εγγράφου της δικαστικής απόφασης ως προς τα γεγονότα που διαπιστώνονται στην ελάσσονα πρόταση ως αληθή ή αναληθή. Περαιτέρω, το τυπικό δεδικασμένο διακρίνεται σε ολικό ή απολύτως τυπικό, σχετικώς τυπικό και μερικώς τυπικό. Το ολικώς τυπικό δεδικασμένο συντρέχει όταν η απόφαση δεν μπορεί πλέον να προσβληθεί από κανένα νομιμοποιούμενο πρόσωπο (ούτε και από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου) και ως προς κανένα μέρος της. Ως σχετικώς τυπικό χαρακτηρίζεται το δεδικασμένο, όταν, από το σύνολο των προσώπων που νομιμοποιούνται να ασκήσουν ένδικο μέσο, ορισμένα δεν μπορούν πια να προσβάλλουν την απόφαση, ενώ υπάρχει αυτή η δυνατότητα από ορισμένα άλλα πρόσωπα πχ από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Τέλος, το μερικώς τυπικό δεδικασμένο καταδεικνύει τις περιπτώσεις όπου ένα σκέλος της απόφασης δεν μπορεί πια να προσβληθεί από κανένα νομιμοποιούμενο πρόσωπο, ενώ αντίθετα, η δυνατότητα αυτή υφίσταται για άλλο σκέλος της απόφασης. Η τελευταία ιδιαίτερη περίπτωση του τυπικού δεδικασμένου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα των ενδίκων μέσων, αφού το τελευταίο εξαρτάται άμεσα από το ποια κεφάλαια της απόφασης προσβάλλονται με το ένδικο μέσο και, συνεπώς, ποια κεφάλαια μεταβιβάζονται προς κρίση στο ανώτερο δικαστήριο. Πέρα από τις παραπάνω διακρίσεις, έχει εκφραστεί και η διάκριση του μερικού δεδικασμένου σε κάθετο και οριζόντιο, με κριτήριο τον αριθμό των πράξεων για τις οποίες αποφαίνεται η προσβληθείσα απόφαση 52. Συγκεκριμένα, αν η απόφαση αποφαίνεται για περισσότερες πράξεις, το δεδικασμένο που παράγεται από το εν μέρει αμετάκλητο κεφάλαιο της απόφασης, που αποφαίνεται για ορισμένη από τις συνεκδικασθείσες πράξεις, αποκαλείται κάθετο μερικό δεδικασμένο. Ο κατηγορούμενος δηλαδή ασκεί το ένδικο μέσο μόνον για ένα από τα συρρέοντα εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε. Αντίθετα, το οριζόντιο μερικό δεδικασμένο παράγεται με την εν μέρει μόνο προσβολή ορισμένου κεφαλαίου της απόφασης, η οποία έχει ως αντικείμενο μία μόνο πράξη. Σε τούτη την περίπτωση, το ένδικο μέσο προσβάλλει ένα μόνο σκέλος της απόφασης ως προς ένα ή περισσότερα εγκλήματα πχ προσβάλλει μόνον το σκέλος της ποινής. 52 Βλ. Τζανεττή Α., Το μερικό δεδικασμένο στην ποινική δίκη, 9 24

25 Σχετικά με την ύπαρξη μερικού δεδικασμένου, ένα ζήτημα που απασχόλησε έντονα τη θεωρία είναι αν το μετ αναίρεση δικάζον δικαστήριο δεσμεύεται ή όχι από το περιεχόμενο της απόφασης του Αρείου Πάγου που έκανε δεκτή την αναίρεση. Ουσιαστικά, το ερώτημα που τέθηκε είναι αν παράγεται μερικό δεδικασμένο από τις παραδοχές της αρεοπαγιτικής απόφασης που δέχτηκε αίτηση αναίρεσης για το δικαστήριο της παραπομπής αποφαινόμενη για νομικά ζητήματα 53. Κατ αρχάς, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 4 του ν. 3810/1957 «αι αποφάσεις της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου και των Τμημάτων δεσμεύουν τα επιλαμβαυόμενα της αυτής υποθέσεως δικαστήρια ως προς τα υπ αυτών επιλυθέντα νομικά ζητήματα». Η πλειοψηφία της θεωρίας 54 εξέλαβε την παραπάνω ρύθμιση ως περιλαμβάνουσα τόσο την πολιτική όσο και την ποινική διαδικασία. Ωστόσο, διατυπώθηκαν και αντίθετες απόψεις 55, σύμφωνα με τις οποίες το δικαστήριο της παραπομπής δεν δεσμεύεται από την απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αποφαίνεται για νομικό ζήτημα, δίνοντας λύση, αφού το παραπάνω άρθρο δεν εφαρμόζεται στην ποινική δίκη. Μάλιστα, και η νομολογία 56 κινήθηκε προς την κατεύθυνση της μη δέσμευσης του δικαστηρίου της παραπομπής από τις παραδοχές του Αρείου Πάγου επί νομικών ζητημάτων. Φυσικά, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι η παραπάνω ρύθμιση εφαρμόζεται και στις ποινικές υποθέσεις που φτάνουν στον Άρειο Πάγο. Η αντίθετη άποψη, όπως ορθά παρατηρήθηκε 57, οδηγεί στην υποβάθμιση του ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου σε ένα απλό γνωμοδοτικό όργανο, προκαλεί νομολογιακή σύγχυση και διόλου δεν συμβάλλει στην ορθή ερμηνεία του ποινικού νόμου. Τέλος, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί και να διευκρινιστεί η διάκριση του ίδιου του δεδικασμένου από το θεσμό της εκκρεμοδικίας. Σε αντίθεση με το θεσμό του 53 Στο χώρο του Ποινικού Δικονομικού Δικαίου, σε αντίθεση με το χώρο της Πολιτικής Δικονομίας, όπου υφίσταται η διάταξη του άρθρου 580 παρ. 4 ΚΠολΔ, το συγκεκριμένο ζήτημα δίχασε θεωρία και νομολογία ήδη από την προϊσχύσασας Ποινική Δικονομία, όπου δεν υπήρχε καμία ρητή πρόβλεψη. Κατά τη διάρκεια των προπαρασκευαστικών εργασιών συντάξεως του ισχύοντος κώδικα, διατυπώθηκε η διάταξη του άρθρου 533 του ΣχΚΠΔ 1934, το οποίο προέβλεπε ότι το δικαστήριο της παραπομπής «δεσμεύεται μόνον εκ της υπό του Αρείου Πάγου δοθήσεις λύσεως επί παντός νομικού ζητήματος». Ωστόσο, η παραπάνω ρύθμιση διαγράφηκε κατά την αναθεώρηση του Σχεδίου το 1940, βλ. Μαργαρίτη Λ., Δικαστήριο παραπομπής και δέσμευσή του από την αναιρετική απόφαση, ΠοινΔικ 3/2012, 237 επ. 54 Βλ. Καρρά Αργ. Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, 2011, 982, Βουρλιώτη Χ., σε Μαργαρίτη Λ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ άρθρο, Τόμος Δεύτερος, 2011, Ρίκου Ε., Η διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου της παραπομπής (μετ αναίρεσιν) κατά τον Κ.Ποιν.Δικ. ΠοινΧρ 1982, Βλ. ΑΠ 605/1994, ΠοινΧρ 1994, 740, ΑΠ 223/1996, ΠοινΧρ 1996, Μαργαρίτη Λ., ό.π., 241, Βουρλιώτη Χ., ό.π.,

26 δεδικασμένου, ο οποίος θεμελιώνεται με ρητή πρόβλεψη του νομοθέτη στο άρθρο 57 ΚΠΔ, δεν υπάρχει καμία ρητή νομοθετική πρόβλεψη που να καθιερώνει την εκκρεμοδικία. Παγίως, όμως, η νομολογία 58 αναγνωρίζει την εκκρεμοδικία ως αρνητική της δίκης προϋπόθεση, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 57, 125 και 132 ΚΠΔ. Κατά συνέπεια, με την αναγνώριση της εκκρεμοδικίας, εμποδίζεται η άσκηση νέας (δεύτερης) ποινικής δίωξης και η πρόοδος της σχετικής διαδικασίας κατά του ίδιου προσώπου, για πράξη για την οποία έχει ήδη ασκηθεί προγενέστερη ποινική δίωξη. Έτσι, δεύτερη διαδικασία κατά του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη με την άσκηση δεύτερης ποινικής δίωξης είναι απαράδεκτη, αφού το ανεπίτρεπτο της ποινικής δίωξης σε περίπτωση εκκρεμοδικίας, έχει την έννοια ότι είναι ανεπίτρεπτη η παράλληλη διεξαγωγή δύο ποινικών διαδικασιών για την ίδια πράξη, που λογίζεται ως idem factum και όχι ως idem crimen 59. Με βάση, λοιπόν, όσα προαναφέρθηκαν, προκύπτει ότι η εκκρεμοδικία ενεργοποιείται με την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του ίδιου κατηγορούμενου για την ίδια πράξη για την οποία έχει ήδη ασκηθεί προγενέστερη ποινική δίωξη, χωρίς όμως να έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση, η οποία συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνδρομή του δεδικασμένου. Οι δύο παραπάνω θεσμοί διαφέρουν ως προς την παραπάνω διαδικαστική προϋπόθεση, ωστόσο συνεπάγονται το ίδιο έννομο αποτέλεσμα, καθώς η συνδρομή τους οδηγεί στην κήρυξη της ποινικής δίωξης ως απαράδεκτης. Έχοντας, λοιπόν, μελετήσει τη φύση του δεδικασμένου και αναπτύξει τις διακρίσεις του, μπορεί κανείς να εξετάσει στη συνέχεια τους βασικούς όρους που απαιτούνται από το νόμο για τη θεμελίωση του. Είναι αυτονόητο ότι η παραπάνω αναλύσεις είναι απαραίτητες για να μπορέσει κανείς να κατανοήσει τις προβληματικές που θα αναπτυχθούν παρακάτω, αφού πληθώρα ζητημάτων που θα προκύψουν από την παράθεση των προϋποθέσεων του δεδικασμένου σχετίζονται ή απορρέουν από τις παραπάνω θεματικές. Στην επόμενη ενότητα θα εξεταστούν οι τρεις βασικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη συνδρομή του δεδικασμένου, και πιο συγκεκριμένα: α) η ταυτότητα 58 Ενδεικτικά: ΑΠ 116/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1203/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 59 Βλ. επί λέξει παραδοχές στην ΟλΑΠ 1/2011, ΠοινΔικ 2011,

27 προσώπου, β) η ταυτότητα πράξης και γ) η αμετάκλητη απόφαση και οι περιπτώσεις βουλευμάτων που παράγουν δεδικασμένο. 27

28 ΙΙΙ. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ 1. Ταυτότητα προσώπου Σύμφωνα με το άρθρο 57 ΚΠΔ «Αν κάποιος έχει καταδικαστεί αμετάκλητα ή αθωωθεί ή έχει πάψει η ποινική δίωξη εναντίον του, δεν μπορεί να ασκηθεί και πάλι εις βάρος του δίωξη για την ίδια πράξη, ακόμα και αν δοθεί σ αυτή διαφορετικός χαρακτηρισμός». Όπως προκύπτει από την παραπάνω διάταξη, οι τρεις προϋποθέσεις που στοιχειοθετούν το δεδικασμένο και παγίως απαιτούνται και από τη νομολογία 60 για την αποδοχή της συνδρομής του είναι: α) η ταυτότητα προσώπου, β) η ταυτότητα πράξης και γ) η αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Ως ταυτότητα προσώπου νοείται η ταύτιση του προσώπου του κατηγορούμενου είτε αυτός έχει καταδικαστεί είτε έχει αθωωθεί. Τούτο σημαίνει πως θα πρέπει το πρόσωπο του κατηγορουμένου να είναι το ίδιο στην υπό κρίση ποινική δίκη και σε άλλη προγενέστερη δίκη για την ίδια πράξη που έχει κριθεί αμετάκλητα. Όπως γίνεται δεκτό από τη θεωρία 61 και τη νομολογία 62 κρίσιμο στοιχείο είναι η φυσική υπόσταση του κατηγορουμένου, ανεξάρτητα αν αυτός καταγγέλθηκε με ψευδές ή λάθος όνομα, ή αν έχουν μεταβληθεί χαρακτηριστικά στοιχεία του. Από τις παραπάνω παραδοχές προκύπτει κατ αρχάς ότι, σε περίπτωση συμμετοχής περισσότερων προσώπων στην τέλεση μιας εγκληματικής πράξης, το δεδικασμένο που παράγεται από την αμετάκλητη απόφαση αφορά μόνο στον συμμέτοχο που δικάστηκε και καταδικάστηκε αμετάκλητα με την απόφαση και όχι στους τυχόν άλλους συμμέτοχους οι οποίοι διώκονται με μεταγενέστερη ποινική δίωξη 63. Με την 60 Βλ. ενδεικτικά: ΑΠ 71/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 492/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 201/2010 ΠοινΔικ 2010, 1261, ΠοινΧρ. 2011, 45, ΑΠ 1/2007 ΠοινΧρ ΝΖ, Βλ. Μπουρμά Γ., σε Μαργαρίτη Λ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ άρθρο, Τόμος Πρώτος, 2 η εκδ., 279 Κονταξή Αθ., Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Συνδυασμός θεωρίας και πράξης, ΑΠ 422/2012, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 276/2007, ΝοΒ 2008, 1589, ΑΠ 858/2004, ΠοινΔικ 2004, ΑΠ 318/1992, ΑΠ 46/1999, ΠοινΔικ 1999,

29 ίδια λογική, υποστηρίχθηκε ότι η αμετάκλητη αθώωση ενός προσώπου για μια πράξη, η οποία τελικά κρίθηκε ως μη αξιόποινη, δεν εμποδίζει τη μεταγενέστερη έκδοση καταδικαστικής απόφασης για τον μη καταδικασθέντα συμμέτοχο 64. Η ίδια θέση διατυπώθηκε και από τη νομολογία του Ακυρωτικού μας και των δικαστηρίων της ουσίας. Ενδεικτικά, στην ΑΠ 1504/ γίνεται δεκτό ότι «αμετάκλητη καταδίκη ή αθώωση ενός αυτουργού δεν παράγει δεδικασμένο υπέρ άλλου που κατηγορείται ως συναυτουργός». Ωστόσο, οι παραπάνω νομολογιακές παραδοχές και σκέψεις, δημιουργούν έρεισμα για επιπλέον προβληματισμούς. Είναι σαφές ότι η αμετάκλητη καταδίκη ενός συναυτουργού δεν παράγει δεδικασμένο για τον δεύτερο συναυτουργό που δικάζεται σε μεταγενέστερη ποινική δίκη για την ίδια πράξη. Αυτό, άλλωστε, επιτάσσει αρχικά το άρθρο 6 παρ. 1 εδ. α της ΕΣΔΑ αλλά και το άρθρο 20 παρ. 1 Συντ., που κατοχυρώνουν το δικαίωμα δίκαιης διεξαγωγής της δίκης για κάθε πολίτη και, μεταξύ άλλων, διασφαλίζουν τη διεξαγωγή της δίκης με την τήρηση όλων των προβλεπόμενων από τις ισχύουσες διατάξεις δικαιωμάτων των διαδίκων και υποχρεώσεων των οργάνων απονομής δικαιοσύνης. Επιπλέον, το ίδιο άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ κατοχυρώνει το τεκμήριο της αθωότητας, μια από τις πιο θεμελιώδεις αρχές του ποινικού δικονομικού δικαίου, σύμφωνα με την οποία κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για μία πράξη είναι αθώο γι αυτήν μέχρι να αποδειχτεί η ενοχή του. Συνεπώς, σε κάθε περίπτωση, κι αν ακόμα υπάρχει προηγούμενη αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση συναυτουργού για την ίδια πράξη, ο συμμέτοχος που δικάζεται σε μεταγενέστερη ποινική δίκη για την ίδια πράξη, αντιμετωπίζεται σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας ως αθώος και η ενοχή του χρήζει απόδειξης. Αυτονόητα, η αμετάκλητη απαλλαγή συναυτουργού για λόγο που αφορά αποκλειστικά το πρόσωπό του όπως πχ υπαναχώρηση από απόπειρα ή η έμπρακτη μετάνοια, δεν μπορεί να παράγει δεδικασμένο για τον μεταγενέστερα δικαζόμενο για την ίδια πράξη συναυτουργό. Η παραπάνω απόφαση μπορεί μόνο ελεύθερα να συνεκτιμηθεί για τη νέα δικαστική κρίση, στα πλαίσια της αρχής της ηθικής απόδειξης που διαπνέει το ποινικό δικονομικό μας δίκαιο κατ άρθρο 177 ΚΠΔ. 64 Δεδε Χρ., Το αντικείμενον της ποινικής δίκης, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 29

της δίωξης ή στην αθώωση.

της δίωξης ή στην αθώωση. Το τεκμήριο της αθωότητας μετά την αθώωση - Η επεκτατική εφαρμογή του τεκμηρίου αθωότητας στο πλαίσιο της διοικητικής δίκης ------------------------------ Το τεκμήριο της αθωότητας, όπως διατυπώθηκε στο

Διαβάστε περισσότερα

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας «Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1.Εισαγωγή. 2. Σχέση της πειθαρχικής διαδικασίας με

Διαβάστε περισσότερα

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Πρόλογος...V Πίνακας περιεχομένων...ix Συντομογραφίες... XV ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ 1. Προσδιορισμός προστασίας άρθρου 6 Ε.Σ.Δ.Α. στις ποινικές υποθέσεις... 4 1.1. Προϋποθέσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ» ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ» Όπως αναφέρεται στην από 19 Οκτωβρίου 2010, προς την Βουλή των Ελλήνων, Έκθεση της Ειδικής Μόνιμης

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ I. Η σημασία της δικονομικής πράξης...1 II. Η ανισόπεδη λειτουργία της δικονομικής πράξης στη μεταβολή της κατηγορίας και στο δεδικασμένο...2

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 76/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 76/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 07-06-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3990/07-06-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 76/2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΤΟ ΞΕΠΛΥΜΑ ΒΡΟΜΙΚΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΩΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 1. Εισαγωγή...5 2. Η επιρροή του αμερικανικού

Διαβάστε περισσότερα

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο εργασία 1η σχεδιαγραµµα 1)εισαγωγή:έννοια γενικών συνταγµατικών αρχών 2)ειδικότερα, η απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος α)έννοια β)καθιέρωση της αρχής γ)εκταση εφαρµογής και σχέση α.25παρ3σ και 281 ΑΚ

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ ι i ιι Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΕΜΗΝΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΑ Ο ΕΣΑΓΈΛΕΥΣ ΤΟΥ ΑΡΕΟΥ ΠΑΓΟΥ ΤΜΗΜΑ ΔIΟΚΗΤιΚΟ ΤΗΛ. 2106411526 ΦΑΞ 2106411523 Αριθ. Πρωτ.: 1071 Αριθμός Γνωμοδότησης: 3/13 ΠΡΟΣ το Υπουργείο Οlκονομικών- Γενική

Διαβάστε περισσότερα

Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η νέα ρύθμιση του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β του ΚΔΔ (άρ. 17 του ν. 4446/2016)

Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η νέα ρύθμιση του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β του ΚΔΔ (άρ. 17 του ν. 4446/2016) Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η νέα ρύθμιση του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β του ΚΔΔ (άρ. 17 του ν. 4446/2016) Ι. Εισαγωγή Με το άρθρο 17 του ν. 4446/2016 (Α 240/22.12.2016 έναρξη ισχύος του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)» ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Στο σχέδιο νόμου «Προσαρμογή των διατάξεων του εσωτερικού δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)» Με

Διαβάστε περισσότερα

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών Σχολή Νοµικών, Οικονοµικών και Πολιτικών Επιστηµών Τµήµα Νοµικής, Τοµέας ηµοσίου ικαίου Μεταπτυχιακό ίπλωµα ηµοσίου ικαίου Μάθηµα : Συνταγµατικό ίκαιο Καθηγητής:

Διαβάστε περισσότερα

Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της 30.3.2015 Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου

Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της 30.3.2015 Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της 30.3.2015 Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου Η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής του ηπιότερου νόμου περί φορολογικών κυρώσεων Ι. Δημητρακόπουλος Πάρεδρος Συμβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου Αγγελική Γ. Πιτσελά, Αν. Καθηγήτρια Εγκληματολογίας- Σωφρονιστικής Άδειες Χρήσης Το παρόν

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ: «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί Τίτλος Μαθήματος: Κωδικός Μαθήματος: Ποινική ικονομία II LLB407 Κατηγορία Μαθήματος: (Υποχρεωτικό/Επιλεγόμενο) Επίπεδο Μαθήματος: (Πρώτου, δεύτερου ή τρίτου κύκλου) Έτος Σπουδών: Τετράμηνο προσφοράς 6

Διαβάστε περισσότερα

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ vii ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Eισαγωγή-Η έννοια της Ποινικής Δικονομίας... 1 2. Η πρακτική σημασία της διάκρισης μεταξύ ποινικού δικαίου και ποινικής δικονομίας... 3 ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ 1. Οι πηγές της Ποινικής

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη 1. Η πολιτική αγωγή στην ελληνική ποινική δίκη... 1 2. Νομική φύση της πολιτικής αγωγής Ο μικτός χαρακτήρας της... 6 2.1. Η βλάβη που

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 24-12-2013 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/24-12-2013 Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος,

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων 29.11.2013 2013/0255(APP) ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0297(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0297(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 11.4.2012 2011/0297(COD) ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής σχετικά με την

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014 ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014 Κεφάλαιο πρώτο: ΙΙ. Η διοίκηση, ΙΙΙ. Το διοικητικό δίκαιο (σελ. 16 25) Σκοπός των ως

Διαβάστε περισσότερα

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( 597917) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( 597917) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) 669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( 597917) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Δικαίωμα για παροχή έννομης προστασίας κατά το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ. Εννοια και περιεχόμενο. Θέσπιση από τον κοινό νομοθέτη περιορισμών και προϋποθέσεων

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, 25.2.2015 Ν. 23(Ι)/2015 23(Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΗΚΑΝ ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ YΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.» Από τη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση με την επωνυμία «ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.» τέθηκαν υπόψη μου το εξής περιστατικά: Οκτώ (8) από τα είκοσι ένα (21) μέλη του Δ.Σ., το

Διαβάστε περισσότερα

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας Πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και

Διαβάστε περισσότερα

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη Σύνοψη περιεχομένων Συντομογραφίες... XVII Γενική βιβλιογραφία... XXIII Ι. Ελληνικό διοικητικό δικονομικό δίκαιο... XXIII ΙΙ. Αλλοδαπό διοικητικό δικονομικό δίκαιο...xxviii Παραπομπές στην νομοθεσία και

Διαβάστε περισσότερα

Σελίδα 1 από 5. Τ

Σελίδα 1 από 5. Τ Σελίδα 1 από 5 ΔΕΟ 10 ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ- ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΤΟΜΟΙ Α & Α1 & Β ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ 1. Τι είναι κράτος; Κράτος: είναι η διαρκής σε νομικό πρόσωπο οργάνωση λαού

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 02-06-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3866/02-06-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ Θέµα:

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ Αριθµ. Απόφ.: 882/2007 ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ Το ικαστήριο που συγκροτήθηκε από τους ικαστές: 1. ΠΑΠΑ ΑΚΑΚΗ Νικόλαο, Στρατιωτικό

Διαβάστε περισσότερα

κτικού μέσου ως αυτοτελής προσβολή ατομικού δικαιώματος

κτικού μέσου ως αυτοτελής προσβολή ατομικού δικαιώματος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Προλογικό σημείωμα Ελισάβετ Πούλου... 9 Πρόλογος... 13 Συντομογραφίες... 15 Εισαγωγή... 19 I. Δικαίωμα πληροφοριακής αυτοδιάθεσης και δικαιοδοτική λειτουργία... 19 II. Το νομοθετικό πλαίσιο

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 14.12.2016 COM(2016) 798 final 2016/0399 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την προσαρμογή διαφόρων νομικών πράξεων στον τομέα της

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015 ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015 «1. Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στο δίκαιο ΕΕ

Εισαγωγή στο δίκαιο ΕΕ Μεταπτυχιακό ΔΕΟΣ (Οκτώβριος 2015) Γ. Καρύδης Εισαγωγή στο δίκαιο ΕΕ 1 η και 2 η Διάλεξη : Βασικά σημεία Ι. Ορισμοί Ιστορικά στοιχεία Ορισμός Δικαίου ΕΕ : Σύστημα κανόνων νομικά δεσμευτικών που διέπουν

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 15.6.2015 COM(2015) 292 final 2015/0131 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.» ----------. ---------- Άρθρο 1 Δικαιούμενοι στην άσκηση

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ 25.6.2013 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 179/9 III (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 28ης Μαΐου 2013 αναφορικά με πρόταση οδηγίας

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14 /2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 10-03-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1706/10-03-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 14 /2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 13 η : Δικαίωμα δικαστικής προστασίας Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Ποινική ικονομία I. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Ποινική ικονομία I. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί Τίτλος Μαθήματος: Κωδικός Μαθήματος: Ποινική ικονομία I LLB406 Κατηγορία Μαθήματος: (Υποχρεωτικό/Επιλεγόμενο) Επίπεδο Μαθήματος: (Πρώτου, δεύτερου ή τρίτου κύκλου) Έτος Σπουδών: Τετράμηνο προσφοράς 5 Μαθήματος:

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΩΝ Η ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ. Ιωάννης Ελ. Κοϊμτζόγλου. Δικηγόρος, Δ.Ν.

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΩΝ Η ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ. Ιωάννης Ελ. Κοϊμτζόγλου. Δικηγόρος, Δ.Ν. ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΩΝ Η ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ Ιωάννης Ελ. Κοϊμτζόγλου Δικηγόρος, Δ.Ν. Αθήνα Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών 24.2.2016 1. Η θεματική «ακυρωτική

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : Γεώργιος Κ. Πατρίκιος, Δικηγόρος, Μ.Δ.Ε., Υπ. Δ.Ν ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΟΚΙΜΩΝ ΣΗΜΑΙΟΦΟΡΩΝ ΛΙΜΕΝΙΚΟΥ 2011 ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α) Πηγες Διοικητικου Δικαιου Ως πηγή διοικητικού

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 27-02-2014 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/27-02-2014 Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος, στην

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΕΤΟΣ: 2009-2010 ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου ΠΟΡΙΣΜΑ (Ν. 3094/2003 Συνήγορος του Πολίτη και άλλες διατάξεις, Άρθρο 3 5) ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου Συνήγορος του Πολίτη: Ανδρέας

Διαβάστε περισσότερα

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΕΡΩΤΗΜΑ Ερωτάται αν αν είναι στα πλαίσια ή όχι του Συντάγματος η εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 139 του Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών με την έκδοση της προβλεπόμενης Υπουργικής

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2011 Αθήνα, 06.04.2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2371/06.04.2011 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ 1-3 115 23 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: 210-6475601 FAX: 210-6475628 Α Π Ο Φ Α Σ

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 12 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 12 /2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 25-02-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1417/25-02-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 12 /2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 30/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 30/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 31-03-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2270/31-03-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 30/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στο

Διαβάστε περισσότερα

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα:

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα: Νοµική Υπηρεσία ΣΑΤΕ Σταµάτης Σ. Σταµόπουλος, ικηγόρος, Νοµικός Σύµβουλος ΣΑΤΕ Αθήνα, 23.3.2013 ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ ΘΕΜΑ: Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 31.03.2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2249/31.03.2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στο

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 4.5.2015 COM(2015) 193 final 2015/0100 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου

Διαβάστε περισσότερα

9664/19 ΘΚ/μκρ 1 JAI.2

9664/19 ΘΚ/μκρ 1 JAI.2 Βρυξέλλες, 27 Μαΐου 2019 (OR. en) 9664/19 ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Προεδρία Συμβούλιο αριθ. προηγ. εγγρ.: 9296/19 Αριθ. εγγρ. Επιτρ.: 6110/19 ADD1 Θέμα: JAI 575 COPEN 233 CYBER 180 DROIPEN 88 JAIEX

Διαβάστε περισσότερα

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση Για μεγάλο χρονικό διάστημα, τη νομική βάση για τα θεμελιώδη δικαιώματα σε επίπεδο ΕΕ αποτελούσε ουσιαστικά η αναφορά που γίνεται από τις Συνθήκες στην

Διαβάστε περισσότερα

09. Ποινικό Δίκαιο & Ποινική Δικονομία

09. Ποινικό Δίκαιο & Ποινική Δικονομία 09. Ποινικό Δίκαιο & Ποινική Δικονομία Α.Μ. ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ/ΟΥΣΑ 7340010917027 Ο Ν.3500/06 για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας Επικ. Καθηγητής Ν. Δημητράτος 7340010918001 Η επίδραση

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25 /2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 05-04-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2362/05-04-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 25 /2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Ο Νόμος 1608/1950 περί καταχραστών δημοσίου χρήματος

Ο Νόμος 1608/1950 περί καταχραστών δημοσίου χρήματος Ο Νόμος 1608/1950 περί καταχραστών δημοσίου χρήματος του Θεόδωρου Π. Μαντά Ο N. 1608/1950 ανατρέπει την ισορροπία ολόκληρου του ποινικού (ουσιαστικού και oικονομικού) μας συστήματος. Και τούτο διότι: α)

Διαβάστε περισσότερα

Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ

Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ Προεδρεύων ο κ. Κ. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ, αντιπρόεδρος Εισηγητής ο κ. Θ. ΛΑΦΑΖΑΝΟΣ, αρεοπαγίτης Δικηγόροι οι κ.κ. Γ. Τσιπινιάς, Ι. Αποστολίδης Επιταγή. Αθλητισμός. Ακυρότητα. Είναι άκυρη

Διαβάστε περισσότερα

Εφαρμογές δημοσίου δικαίου Αικατερίνη Ηλιάδου Διοικητικές κυρώσεις «Ne bis in idem»

Εφαρμογές δημοσίου δικαίου Αικατερίνη Ηλιάδου Διοικητικές κυρώσεις «Ne bis in idem» Εφαρμογές δημοσίου δικαίου 04.05.2017 Αικατερίνη Ηλιάδου Διοικητικές κυρώσεις «Ne bis in idem» Κεντρικό ζήτημα Εφαρμογή της αρχής ne bis in idem σε σχέση με διοικητικές κυρώσεις και τις ποινικές διαδικασίες

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD) DROIPEN 139 COPEN 223 CODEC 2357 ΣΗΜΕΙΩΜΑ της: Προεδρίας προς: το Συμβούλιο αριθ.

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5069/20/07/2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων από την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018

Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων από την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018 Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018 Στο παρόν άρθρο µου δεν θα ασχοληθώ µε κάποιο συγκεκριµένο νοµικό ζήτηµα, αλλά

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5066/20/07/2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 8.6.2011 SEC(2011) 687 τελικό ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην Πρόταση Ο ΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 1. Ο συγκρητικός χαρακτήρας του 14 ου κεφαλαίου του Δεύτερου βιβλίου του ΠΚ...1 2. Η ατελής αναγνώριση και προστασία κοινωνικών εννόμων αγαθών στην νεοελληνική πραγματικότητα...3

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1381/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1381/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2014 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 27-02-2014 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1381/27-02-2014 Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2014 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος, στην

Διαβάστε περισσότερα

Πίνακας νομοθετικών μεταβολών*

Πίνακας νομοθετικών μεταβολών* ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Η 18η έκδοση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, στην σειρά Κώδικες Τσέπης, κατέστη αναγκαία μετά τις νομοθετικές μεταβολές που επήλθαν στο κείμενό του με τους νόμους 4509/2017 («Μέτρα θεραπείας

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής» Β ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3318/

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3318/ Αθήνα, 13-05-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3318/13-05-2011 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ 1-3 115 23 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: 210-6475601 FAX: 210-6475628 Α Π Ο Φ Α Σ

Διαβάστε περισσότερα

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 112 I Έκδοση στην ελληνική γλώσσα Νομοθεσία 62o έτος 26 Απριλίου 2019 Περιεχόμενα II Μη νομοθετικές πράξεις ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ Απόφαση της

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο έκθεσης Alexandra Thein (PE v01-00)

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο έκθεσης Alexandra Thein (PE v01-00) ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 2011/0059(CNS) 24.9.2012 ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 108-120 Σχέδιο έκθεσης Alexandra Thein (PE494.578v01-00) σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο

Διαβάστε περισσότερα

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 3: Ποινικό Αγγελική Γ. Πιτσελά, Αν. Καθηγήτρια Εγκληματολογίας- Σωφρονιστικής Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται

Διαβάστε περισσότερα

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά µε την προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά το ποινικό δίκαιο (2010/2310(INI))

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά µε την προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά το ποινικό δίκαιο (2010/2310(INI)) P7_TA(2012)0208 Προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά το ποινικό δίκαιο Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά µε την προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά το ποινικό δίκαιο (2010/2310(INI)) Το

Διαβάστε περισσότερα

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 6 η : Αρχή της αναλογικότητας Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ 4.11.2016 L 297/1 I (Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2016/1919 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 26ης Οκτωβρίου 2016 σχετικά με τη δικαστική αρωγή για υπόπτους και κατηγορουμένους

Διαβάστε περισσότερα

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4430, 21.2.2014 Ν. 18(Ι)/2014 18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ Προοίμιο. Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ: L. 280, 26.10.2010,

Διαβάστε περισσότερα

14598/12 ΔΛ/γομ 1 DG D 2B

14598/12 ΔΛ/γομ 1 DG D 2B ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ TΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 17 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14598/12 Διοργανικός φάκελος: 2011/0297 (COD) DROIPEN 135 EF 219 ECOFIN 824 CODEC 2301 ΣΗΜΕΙΩΜΑ της: Προεδρίας προς: το Συμβούλιο

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5067/20-07-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία Δικαστήρια Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μια συνταγματική δημοκρατία βασισμένη στις αρχές της νομιμότητας, της ύπαρξης

Διαβάστε περισσότερα

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος Πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής από δασική έκταση και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης του διοικουμένου: παρατηρήσεις επί της απόφασης 27/2012 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου Administrative eviction act

Διαβάστε περισσότερα

TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ

TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ Συγγραφέας: ΜΑΡΙΑ ΦΛΩΡΟΥ 1. Mε αίτηση ακυρώσεως που ασκήθηκε τον Οκτώβριο του 2009 ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας επιδιώχθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους

Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους Θέμα 1 ο (κληρώθηκε) Ο ευρωπαϊκός και διεθνής νομικός πολιτισμός αναγνωρίζουν

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en) 9116/19 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: JAI 490 COPEN 200 CYBER 153 DROIPEN 79 JAIEX 75 ENFOPOL 229 DAPIX 177 EJUSTICE 63 MI 420 TECOM

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4587/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2016

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4587/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2016 Αθήνα, 20-07-2016 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4587/20-07-2016 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2016 H Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε στην έδρα της στις 08-04-2016,

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 96/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 96/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5065/20-07-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 96/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Στρασβούργο, 11.3.2014 COM(2014) 158 final ANNEXES 1 to 2 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3920, 12/11/2004 Ο ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΕΡΕΥΝΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3920, 12/11/2004 Ο ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΕΡΕΥΝΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004 Ο ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΕΡΕΥΝΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004 Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο- «Απόφαση-Πλαίσιο του Συμβουλίου της 13 ης Ιουνίου 2002 σχετικά με τις Κοινές

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2010

Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2010 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5063/20-07-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2010 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 105/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 105/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20.7.2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5073/20-07-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 105/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

Ο περί Καταστολής του Εγκλήματος (Ελεγχόμενη Παράδοση και Άλλες Ειδικές Διατάξεις) Νόμος του 1995 (3(I)/1995) Συνοπτικός τίτλος

Ο περί Καταστολής του Εγκλήματος (Ελεγχόμενη Παράδοση και Άλλες Ειδικές Διατάξεις) Νόμος του 1995 (3(I)/1995) Συνοπτικός τίτλος Ο περί Καταστολής του Εγκλήματος (Ελεγχόμενη Παράδοση και Άλλες Ειδικές Διατάξεις) Νόμος του 1995 (3(I)/1995) Συνοπτικός τίτλος 1. Ο περί Καταστολής του Εγκλήματος (Ελεγχόμενη Παράδοση και Άλλες Ειδικές

Διαβάστε περισσότερα

Εθνική νομοθεσία και τεχνική εναρμόνιση με δίκαιο ΕΕ

Εθνική νομοθεσία και τεχνική εναρμόνιση με δίκαιο ΕΕ Εθνική νομοθεσία και τεχνική εναρμόνιση με δίκαιο ΕΕ Κ Ο Ι Ν Η Ε Κ Δ Η Λ Ω Σ Η ΕΕΧ- Ε Λ Ο Τ «Π Ρ Ο Τ Υ Π Α Γ Ι Α Τ Η Ν Τ Ε Χ Ν Ι Κ Η Ε Ν Α Ρ Μ Ο Ν Ι Σ Η» Α Θ Η Ν Α, 2 2-3 - 2 0 1 7 Μ Α Ρ Ι Α Ν Ν Α Κ Ω

Διαβάστε περισσότερα

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος Εισαγωγή στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο Α εξάμηνο 2015/2016 Ν. Κανελλοπούλου Αναπλ. Καθηγ. Συνταγματικού Δικαίου Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/2008 Διάγραμμα του

Διαβάστε περισσότερα

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999 ΟλΑΠ 18/1999 Παροχή δικηγορικών υπηρεσιών. Ευθύνη δικηγόρου για ζημία πελάτη. - Η παροχή δικηγορικών υπηρεσιών δεν υπάγεται στο ν. 2251/1994. Η ευθύνη των δικηγόρων για ζημία που προκλήθηκε κατά την παροχή

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 28.11.2014 COM(2014) 715 final 2014/0339 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την κατάργηση ορισμένων πράξεων στον τομέα της αστυνομικής

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 149/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 149/2011 Αθήνα, 11-11-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7501/11-11-2011 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ 1-3 115 23 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: 210-6475601 FAX: 210-6475628 Α Π Ο Φ Α Σ

Διαβάστε περισσότερα

* Εκτέλεση αλλοδαπών ποινικών αποφάσεων στην Ελλάδα

* Εκτέλεση αλλοδαπών ποινικών αποφάσεων στην Ελλάδα * Εκτέλεση αλλοδαπών ποινικών αποφάσεων στην Ελλάδα Σταμάτης Δασκαλόπουλος Εισαγγελέας Εφετών -------------------------------- Με την εισήγηση αυτή επιχειρείται να αναλυθεί το νομικό-θεσμικό πλαίσιο της

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 320/40 ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/1996 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Δεκεμβρίου 2018 για τη θέσπιση εσωτερικών κανόνων σχετικά με την παροχή πληροφοριών στα υποκείμενα των δεδομένων και τον περιορισμό ορισμένων δικαιωμάτων

Διαβάστε περισσότερα

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου Ο συνταγματικός θεσμός της συλλογικής αυτονομίας (Εισήγηση στην ημερίδα "Κλαδικές Συλλογικές

Διαβάστε περισσότερα