Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download ""

Transcript

1

2

3 Περιεχόμενα Καφές με Ούλεν... 7 Καφές με φύκια Καφές με πρόσφορα Καφές στιγμιαίος και εξακολουθητικός Καφές και τσιγάρα Καφές με κάρι και σάρι Καφές της παρηγοριάς Καφές ναι και όχι Καφές μονός Καφές διπλός Ντεκαφεϊνέ

4

5 Καφές με Ούλεν Αθήνα, 1985 Κανονικά θα έπρεπε να πει στη μικρή ότι δεν ψαχουλεύουμε στα ξένα συρτάρια, δεν είναι σωστό. Αλλά πότε είχε νοιαστεί η Ελένη γι αυτό που θεωρούσαν οι άλλοι σωστό και λάθος για να νοιαστεί τώρα στα γεράματα; Είχε τρομερή αδυναμία στην εγγονή της και αν και την έβλεπε μόνο δυο τρεις μήνες τον χρόνο, δεν ήταν από εκείνες τις γιαγιάδες που δεν χαλάνε χατίρι. Για το συρτάρι όμως δεν έλεγε κουβέντα ήθελε να μάθει το παιδί το παρελθόν του, να γνωρίσει την ιστορία της οικογένειας. Και επειδή η μικρή έμενε για λίγο μόνο στην Ελλάδα κάθε καλοκαίρι, ένα συρτάρι γεμάτο θησαυρούς ήταν το ιδανικό ταχύρρυθμο μάθημα για να ανακαλύψει τις ρίζες της. Τα χεράκια του παιδιού βουτούσαν στο συρτάρι και ξέθαβαν διάφορα αταίριαστα μεταξύ τους αντικείμενα. Έναν παλιό αναπτήρα καλυμμένο με φίλντισι, που θα ταίριαζε σε λεπτεπίλεπτα χέρια μιας άλλης εποχής, μια ξεφτισμένη δερμάτινη ταμπακιέρα στο χρώμα της άμμου, ένα κακόγουστο πορσελάνινο μπιμπελό από μπομπονιέρα, βίους αγίων με ταλαιπωρημένες γωνίες και μισοσκισμένα εξώφυλλα. Αυτή ήταν η ζωή της Ελένης, αριστοκρατικό παρελθόν, μικροα- 7

6 στικό παρόν. Και το μέλλον; Α, το μέλλον το έβλεπε μπροστά της να ανακατεύει τα συρτάρια της και το λάτρευε. Την έλεγαν Ιωάννα, ήταν πέντε χρονών και μόνιμη κάτοικος Σικάγου, όπως και οι γονείς της. Την προηγούμενη βδομάδα, σκαρφαλωμένη σε μια καρέκλα, η Ιωάννα είχε ανακαλύψει στο ντουλαπάκι του μπάνιου ένα μαύρο μολύβι ματιών τόσο ξυσμένο, που μετά βίας πιανόταν, και ένα βούτυρο κακάο σε σκούρο βυσσινί χρώμα. «Μη μου τα πάρεις», την είχε παρακαλέσει η Ελένη. Πάλι θα τη στραβοκοίταζε η φαρμακοποιός αν αγόραζε βούτυρο κακάο με χρώμα στην ηλικία της, χήρα γυναίκα. Και της Ελένης δεν της άρεσε καθόλου να της υπενθυμίζουν πώς πρέπει να φέρεται. Η Ιωάννα ξαφνιάστηκε ακούγοντας τον ικετευτικό τόνο στη φωνή της γιαγιάς της κανείς δεν την είχε παρακαλέσει ποτέ για τίποτα στα πέντε χρόνια της ζωής της. Έκλεισε το ντουλαπάκι χωρίς να μιλήσει και ένιωσε για πρώτη φορά τι πάει να πει μεγαλοψυχία. Και συνενοχή. Με μάτια περίεργα και χέρια πρόθυμα να καταδύονται ξανά και ξανά στο συρτάρι, η Ιωάννα έβγαλε με κόπο ένα βαρύ, μεταλλικό ξυπνητήρι με ένα κίτρινο καναρίνι που κάποτε κουνιόταν στον ρυθμό των δευτερολέπτων. Τώρα στεκόταν ακίνητο, έχοντας μάλλον πεθάνει από την τρομάρα του κάποιο πρωί στις εφτά ακριβώς από το εκκωφαντικό, μεταλλικό ντριν. Εκείνη την ώρα ξυπνούσε ο μακαρίτης ο άντρας της Ελένης για να πάει στη δουλειά του. Από χρόνια βυθισμένος στον αιώνιο ύπνο, είχε αφήσει το καναρίνι άνεργο, το ξυπνητήρι σιωπηλό και τη γυναίκα του βαθιά θλιμμένη. Η Ελένη μπήκε στην κουζίνα για να φτιάξει καφέ. Από το παράθυρο πάνω από τον μαρμάρινο χαμηλό νεροχύτη έριξε 8

7 μια ματιά στο ρολόι των εποχών, τη ροδιά της έδειχνε καλοκαίρι. Όταν οι καρποί θα άρχιζαν να κοκκινίζουν, παίρνοντας το ζεστό κόκκινο χρώμα που μόνο οι ροδιές ξέρουν να φτιάχνουν, η Ιωάννα θα βρισκόταν ήδη στην Αμερική. Έδιωξε τη σκέψη βιαστικά από το μυαλό της, είχε τουλάχιστον έναν μήνα ακόμα για να ευχαριστηθεί το εγγόνι της. Ανακάτεψε τον καφέ στο μπρίκι. Ένιωσε ευγνωμοσύνη για το δυνατό άρωμα που πλημμύρισε την κουζίνα. Ο καφές πάντα έφερνε στο μυαλό της εικόνες. Η σκέψη της ταξίδεψε σε ένα χάρτινο σακουλάκι με καφέ. Ήταν είκοσι χρονών τότε. Το κρατούσε κοντά στο πρόσωπό της και μύριζε το πολύτιμο περιεχόμενό του. Κι εκείνος στεκόταν απέναντί της στο παντοπωλείο της Μονεμβάσιας. Το τράβηγμα στη φούστα της την προσγείωσε απότομα στο παρόν, στην πεντακάθαρη και προσεχτικά τακτοποιημένη κουζίνα της. «Θέλω κι εγώ καφέ», είπε η Ιωάννα. «Καφέ εσύ; Δεν κάνει, κορίτσι μου, είσαι μικρό παιδάκι. Δεν πίνουν τα παιδάκια καφέ.» Αμέσως στα χείλη της Ιωάννας σχηματίστηκε ένα ανάποδο χαμόγελο. Έτσι το έλεγε η Ελένη. Ένα χαμόγελο που κοιτούσε προς το πάτωμα και όχι προς το ταβάνι, όπως όλα τα κανονικά χαμόγελα του κόσμου. Ακόμα κι όταν νευρίαζε ή όταν στεναχωριόταν η Ιωάννα, έδειχνε χαριτωμένη. Τα καστανά μπουκλάκια της χοροπηδούσαν με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με τις διαθέσεις της, σαν μικρά ελατήρια που μάζευαν μέσα τους όλες τις χαρές, τους ενθουσιασμούς και τις μικροστεναχώριες ενός πεντάχρονου και τις εκτίνασσαν γύρω από το πρόσωπό της με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά. Και ποια είμαι εγώ που θα της στερήσω τον καφέ, αναρωτήθηκε η Ελένη κρυφογελώντας. 9

8 Έβγαλε ένα δεύτερο φλιτζάνι από το γαλάζιο ντουλάπι με τα σερβίτσια. Μετάγγισε δύο κουταλιές στο φλιτζάνι της Ιωάννας και το γέμισε ως επάνω με νερό βρύσης. «Βάζεις νερό!» της είπε με παράπονο η Ιωάννα. «Σου φτιάχνω έναν ειδικό καφέ για παιδάκια. Καφέ με Ούλεν. Αν και τώρα πρέπει να τη λέω ΕΥΔΑΠ.» Δεν της άρεσαν οι αλλαγές της Ελένης. Προτιμούσε τις ονομασίες που της θύμιζαν τις παλιές, καλές εποχές. Τότε που έφτιαχνε καφέ για δύο. Ή και για τέσσερις, όταν μεγάλωσαν τα παιδιά της. Έβγαλε από το ντουλάπι ένα κουτί με μακρόστενα μπισκότα και τα έδωσε στην Ιωάννα για να τα βουτήξει στον καφέ της. «Το Ούλεν κάνει τον καφέ πιο ελαφρύ, για να τον αντέχει το στομαχάκι σου. Θα έρθει μια μέρα όμως που θα είσαι αρκετά μεγάλη για να δοκιμάσεις κανονικό, δυνατό καφέ. Κι από εκείνη τη στιγμή δεν θα μπορέσεις να ξαναπιείς καφέ με Ούλεν, γιατί θα σου φαίνεται νερωμένος κι άνοστος. Να χεις γερό στομάχι στη ζωή σου, παιδί μου. Και να διαλέγεις τις αληθινές γεύσεις, τα δυνατά αρώματα, κι ας σου πέφτουν βαριά καμιά φορά.» Χρειάστηκε να περάσουν πάνω από είκοσι χρόνια για να καταλάβει η Ιωάννα τι εννοούσε η Ελένη. 10

9 Καφές με φύκια Μονεμβασιά, 1950 Ο Ανδρέας καθόταν σε μια πέτρα και ζωγράφιζε. Μπροστά του ο σκούρος όγκος της Μονεμβάσιας ίσα που ξεχώριζε από τη θάλασσα και τον ουρανό. Είχε ελάχιστα λεπτά κάθε μέρα στη διάθεσή του και ήταν οι μόνες στιγμές που τον έπειθαν ότι αξίζει τον κόπο να ζει, κι ας μην ήταν το φως ιδανικό για έναν ζωγράφο. Σηκωνόταν την ώρα που όλο το κάστρο κοιμόταν ακόμα, έπαιρνε τα πινέλα του και πήγαινε να ζήσει τα λίγα λεπτά της ελευθερίας του πότε δω και πότε κει, πάντα σε μικρή απόσταση από το παντοπωλείο του κυρ Αλέκου, όπου θα έπιανε δουλειά λίγο αργότερα. Χαλάλι το ξύπνημα, το κρύο, το πέρασμα μέσα απ τις αραχνιασμένες στοές, υγρές και κρύες, απάτητες εδώ και χρόνια. Οι γιαγιάδες της Μονεμβάσιας πάντα έλεγαν ότι κάτω από το κάστρο υπάρχουν μυστικά περάσματα, αλλά ε- λάχιστοι ήξεραν τις εισόδους. Το κάστρο είχε πολιορκηθεί πολλές φορές και κανένας κάτοικος που χε τα λογικά του δεν θα περίμενε να σωθεί από τη μόνη έμβαση, τη στενή λωρίδα γης που συνδέει τη Μονεμβάσια με τη στεριά, όταν ερχόταν ο εχθρός. Ίσως να μην έδωσαν τυχαία αυτό το ό- νομα στον βράχο, ίσως να είναι ένα αστείο που ενώνει τους 11

10 κατοίκους του ανά τους αιώνες, ένας τρόπος για να χλευάσουν τους πολιορκητές, που άλλοτε έρχονταν φορώντας χλαμύδες και άλλοτε στολές με σβάστικες, βέβαιοι ότι αυτό το παράξενο νησί έχει μόνο ένα σημείο επαφής με τον υπόλοιπο κόσμο, τον πραγματικό. Ο Ανδρέας είχε ανακαλύψει τυχαία την είσοδο του λαβυρίνθου. Στην αρχή άφηνε πίσω του παλιά πινέλα για να βρίσκει τον δρόμο. Ύστερα από λίγο καιρό ήξερε όλες τις στοές απ έξω κι ανακατωτά. Άρχισε να τις αγαπάει γιατί του χάριζαν την ελευθερία του, του επέτρεπαν να ξεφεύγει όποτε ζόριζαν τα πράγματα επάνω. Κι εκείνος τις τιμούσε: εμπιστευόταν στα κρύα τοιχώματά τους τα έργα του. Στο πίσω μέρος του παντοπωλείου βρισκόταν το στρώμα που κοιμόταν. Στις στοές όμως βρισκόταν το κανονικό του σπίτι. Οι πρώτες ακτίνες άρχιζαν να πέφτουν στον βράχο. Πάνω στην ώρα, σκέφτηκε ο Ανδρέας καθώς έβαζε την τελευταία του πινελιά. Μάζεψε βιαστικά τα πράγματά του μέσα σ ένα παλιό σακί κι άρχισε να κατηφορίζει προς την είσοδο της σπηλιάς. Άναψε μια μικρή λάμπα πετρελαίου και διέσχισε γρήγορα τους υγρούς διαδρόμους. Κάπου κοντά στην έξοδο είχε ανακαλύψει ένα κοίλωμα με ένα μικρό ά- νοιγμα στο πάνω μέρος. Το λιγοστό φως που έμπαινε απ αυτόν τον μικροσκοπικό φεγγίτη ήταν αρκετό για να διώχνει την πολλή υγρασία και να προστατεύει τα έργα του από τις στάλες της δροσιάς. Άπλωσε προσεχτικά το τελευταίο του δημιούργημα για να στεγνώσει. Τούτη τη φορά είχε ζωγραφίσει αυτό που έβλεπε μπροστά του. Ήταν τόσο στεναχωρημένος, που δεν ήθελε να αφήσει τη φαντασία του ελεύθερη. Θα του έπαιζε άσχημο παιχνίδι. Θα τον πρόδιδε, γιατί θα έφερνε ολοζώντανη μπροστά του την εικόνα της Ελένης. Ο βράχος της Μονεμβάσιας είχε σκούρο μαύρο χρώμα στη ζωγραφιά του, 12

11 πιο σκοτεινό κι από τη νύχτα, γιατί ο Ανδρέας πονούσε. Είχε ακούσει τις φήμες και ήξερε ότι σε λίγο καιρό όλα θα τέλειωναν. Θα την έχανε για πάντα, κι ας την είχε ζωγραφίσει με χίλιους διαφορετικούς τρόπους. Κοντοστάθηκε μπροστά σε ένα πορτρέτο της προσεχτικά στερεωμένο στο τοίχωμα της στοάς λίγο πιο πέρα. Το φως τρύπωνε με όλο και μεγαλύτερο θράσος στο μυστικό πέρασμα. Ο Ανδρέας μάζεψε το κουράγιο του και άρχισε να περπατάει προς την έξοδο του λαβυρίνθου, το παλιό πηγάδι στην εσωτερική αυλή του παντοπωλείου. Η κυρα-καλλιόπη παραμέρισε το κεντητό κουρτινάκι. Είχε πιάσει κίνηση κάπου μακριά με την άκρη του εξασκημένου ματιού της. Ήταν ο Ανδρέας που άνοιγε το παντοπωλείο. Από το σπίτι της η Καλλιόπη επόπτευε όλο το κάστρο. Ξυπνούσε κάθε μέρα πολύ πρωί, είχε δουλειές να κάνει. Έτσι πίστευε. Αργόσχολη ήταν, ας ήταν καλά η κόρη της η Βασιλικούλα που είχε αναλάβει τα πάντα. Ο άντρας της είχε πεθάνει προ πολλού και ο γιος της ο Γιώργης είχε βρει δουλειά στην Αθήνα. Άρεσε πολύ στην Καλλιόπη να χώνει τη μύτη της στις ζωές των άλλων και ένιωθε ότι η μέρα δεν είχε αρκετές ώρες για να τα προλαβαίνει όλα. Ήξερε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες κάθε σημαντικό κι ασήμαντο γεγονός της ζωής των κατοίκων του κάστρου. Δεν ήταν τυχαία η καλύτερη προξενήτρα της περιοχής. Όχι τόσο χάρη στη νοσηρή της περιέργεια και την εκπληκτική για την ηλικία της μνήμη, που πολλοί θα εύχονταν να χάσει για να κοιμούνται ήσυχοι. Μπορούσε να μαντέψει ποια ζευγάρια θα στέριωναν, έτσι που ήξερε τα χούγια ό- λων. Ο πραγματικός λόγος όμως που κανένα προξενιό της δεν διαλυόταν ήταν άλλος: ήξερε να εκβιάζει με ένοχα μυστικά όσους είχαν την ατυχία να σταθούν εμπόδιο στα σχέ- 13

12 διά της. Με απειλές, πάντα προσεχτικά κρυμμένες πίσω από γλυκόλογα, και μια γερή δόση ψεύτικης οικειότητας, «Δικοί μου άνθρωποι είστε, εγώ τι έχω να κερδίσω, για το καλό του παιδιού νοιάζομαι», τους ανάγκαζε να μένουν πετρωμένοι στις θέσεις που όριζε εκείνη. Ποιος πατέρας τολμούσε να μη δώσει τη μοναχοκόρη του όταν η Καλλιόπη άφηνε να εννοηθεί ότι θα μάθαιναν όλοι για τα τρία παιδιά που είχε σπείρει στο κάστρο; Άντε μετά να τα βάλεις με τις τρεις μητέρες των νόθων, τη γυναίκα σου, τους τρεις απατημένους συζύγους, τα τέσσερα παιδιά σου και την Καλλιόπη μαζί. Το μισό κάστρο δηλαδή. Κι έτσι η Καλλιόπη όριζε τις τύχες των ανθρώπων. Και όχι για το κατιτίς που πάντα της άφηναν οι ικανοποιημένοι γαμπροί. Η μεγαλύτερη ανταμοιβή της ήταν η αίσθηση ότι κανόνιζε τις ζωές των άλλων. Το κάστρο στα πόδια της είχε μετατραπεί σε μια τεράστια κεκλιμένη σκακιέρα, κι εκείνη στην κορυφή ηδονιζόταν νιώθοντας η παντοδύναμη βασίλισσά του. Πριν λίγο καιρό ένας πλούσιος έμπορος από τη Σπάρτη είχε δει την Ελένη σε ένα πανηγύρι και είχε αποφασίσει να την παντρευτεί. Δεν ήθελε προίκα. Κι αυτή τη φορά το δώρο που θα άφηνε στην Καλλιόπη για τις υπηρεσίες της δεν θα ήταν ένα απλό φιλοδώρημα. Η Καλλιόπη δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να πείσει τον πατέρα της Ελένης να δώσει την κόρη του. Ας το έπαιζαν αριστοκράτες, εκείνη ήξερε καλά ότι είχαν χάσει εδώ και χρόνια όλη τους την περιουσία. Ο Διονύσης, ο πατέρας της Ελένης, έδινε όλο και συχνότερα λίγα κέρματα στα παιδιά της γειτονιάς για να κουβαλήσουν μέχρι την είσοδο του κάστρου κάποιο παλιό σκαλιστό έπιπλο. Τα έστελνε σ έναν τεχνίτη στους Μολάους να τα γυαλίσει, έτσι έλεγε, αλλά η Καλλιόπη δεν είχε δει ποτέ το κάρο να κάνει την αντίθετη διαδρομή. Ο αριστοκρατικός 14

13 αέρας της οικογένειας, η άνεσή τους, ήταν όλα θέατρο. Είχαν διώξει από καιρό όλες τις υπηρέτριες και έτρεχε από δω κι από κει η Ελένη για τις εξωτερικές δουλειές, με τη μητέρα της να επιμένει ότι την αφήνει να πηγαινοέρχεται «για να παίρνει το παιδί τον αέρα του». Σήμερα όμως όλα θα άλλαζαν: θα ερχόταν ο γαμπρός να γνωρίσει τους γονείς της και να δει από κοντά τη μέλλουσα σύζυγό του. Το παντοπωλείο του Αλέκου βρισκόταν κοντά στην κεντρική πλατεία. Ο Αλέκος είχε μαζέψει τον Ανδρέα από τον δρόμο όταν πέθανε η μάνα του μόλις δύο χρόνια μετά τον πατέρα του. Το σπίτι τους ήταν δίπλα στο παντοπωλείο κι έ- τσι βολεύτηκαν όλοι. Ο Αλέκος απέκτησε μια πολύ εξυπηρετική αποθήκη και ο Ανδρέας ένα πιάτο φαΐ και ένα μέρος να κοιμάται. Ο Αλέκος ένιωθε πολύ περήφανος για τον εαυτό του που έκανε τέτοιο ψυχικό. Πρώτα απ όλα έσωσε τον μικρό απ το σχολείο. Πάντα πίστευε ότι τα γράμματα είναι για τους βλάκες και το σχολείο το χρειάζονται μόνο όσοι θέλουν οδηγίες για να κάνουν κάτι στη ζωή τους. Ο Αλέκος τα ήξερε όλα και φυσικά δεν είχε μπει στον κόπο να τελειώσει το δημοτικό. Τι παραπάνω θα του μάθαιναν οι δάσκαλοι; Όταν ανακοίνωσε στον Ανδρέα ότι δεν χρειαζόταν να ξαναπάει στο σχολείο, αυτό το αχάριστο άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Του έδωσε ένα χέρι ξύλο γιατί οι άντρες δεν κλαίνε, αλλά και για να μάθει να λέει ευχαριστώ όταν του κάνουν χάρες. Στο κάτω κάτω εκείνος θα ήταν υπεύθυνος για το μεγάλωμά του από δω κι εμπρός. Πού ακούστηκε αγόρι δέκα χρονών να πλαντάζει στο κλάμα επειδή δεν θα ξαναπατήσει στο βρομοσχολείο, αντί να χαίρεται που θα είναι ελεύθερο να κάνει ό,τι του καπνίσει; Ή σχεδόν ό,τι του καπνίσει. Γιατί ως το βράδυ που έκλεινε το μαγαζί, όλο και 15

14 κάποια δουλίτσα θα έκανε. Κακό πράγμα η αεργία, το έλεγε κι ο παπάς. Είχαν περάσει αρκετά χρόνια από τότε και το είχε μετανιώσει πολλές φορές που τον μάζεψε. Παράξενο παιδί. Καχεκτικό, αφηρημένο, με μια φάτσα που δεν ήξερες αν σε κοροϊδεύει ή σε ευγνωμονεί. Το χειρότερο ήταν ότι τον κοψοχόλιαζε. Τα μεσημέρια του καλοκαιριού που ο Αλέκος λαγοκοιμόταν στο πίσω μέρος του μαγαζιού, ακουμπώντας στον πέτρινο τοίχο για να δροσιστεί από την αφόρητη ζέστη και την υγρασία του κάστρου, άνοιγε τα μάτια του και τον έβλεπε ξαφνικά μπροστά του. Ούτε που καταλάβαινε πότε άνοιγε και πότε έκλεινε η πόρτα ούτε που άκουγε τα βήματά του, τίποτα. Τον έβλεπε, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, φάντη μπαστούνι μπροστά του και πεταγόταν ως το ταβάνι. Ή όταν το βραδάκι ο Αλέκος καθόταν έξω από το μαγαζί του έχοντας στείλει τον Ανδρέα να κάνει τα τελευταία θελήματα της μέρας και χάζευε τον κόσμο που περνούσε από την πλατεία, ξαφνικά άκουγε τη φωνή του από το πίσω μέρος του μαγαζιού. Ο Αλέκος έξυνε κάθε μέρα το κεφάλι του απορημένος, δεν μπορούσε να καταλάβει πότε προλάβαινε και έμπαινε στο παντοπωλείο ο μικρός χωρίς να περάσει από μπροστά του. Αλλά σε ποιον να τολμήσει να το πει; Θα του έλεγαν ότι ξεκούτιανε και μετά θα άρχιζαν οι φήμες ότι κλέβει στο ζύγι γιατί τα έχει χάσει. Που έκλεβε στο ζύγι, όχι επειδή τα είχε χάσει, αλλά επειδή «οι άλλοι ή- ταν ηλίθιοι και δεν τον έπαιρναν χαμπάρι». Εκείνη τη μέρα τουλάχιστον ήταν σίγουρος ότι ο Ανδρέας δεν θα τον τρόμαζε. Τον είχε βάλει απ το πρωί να μεταφέρει σακιά από την είσοδο του κάστρου ως το παντοπωλείο. Ο Ανδρέας πηγαινοερχόταν φορτωμένος και ο Αλέκος φρόντιζε να του βάζει τις φωνές κάθε φορά που έ- μπαινε στο παντοπωλείο, για να μη χάνει τον ρυθμό. 16

15 Με το που είδε τον Ανδρέα να μπαίνει κατάκοπος στο μαγαζί με το σακί στον ώμο, ο Αλέκος σηκώθηκε εκνευρισμένος, έβαλε τα χέρια του στη μέση και έγειρε προς τα πίσω για να ισορροπήσει το βάρος του τεράστιου σωσίβιου λίπους, που πλέον δεν συμμαζευόταν κάτω από την κάποτε λευκή ποδιά του, σε μια μάταιη προσπάθεια να φανεί επιβλητικός κι αγέρωχος. «Τελείωνε, έχουμε κι άλλες δουλειές. Κοτζάμ άντρας, δέκα ώρες να κουβαλήσεις δυο σακιά.» Ο Ανδρέας πήγε να του πει ότι τα σακιά ήταν πάνω από είκοσι και ότι αν δοκίμαζε να κουβαλήσει εκείνος έστω και ένα, θα του έπεφτε η μέση. Όμως δεν είπε τίποτα. Άφησε το σακί που κουβαλούσε σε μιαν άκρη κι έφυγε για να φέρει το επόμενο. Η Ελένη περπατούσε με το βλέμμα καρφωμένο στις πέτρες. Κοντοστάθηκε με τον φόβο ότι η καρδιά της ακουγόταν μέχρι έξω. Ίσιωσε διακριτικά τη φούστα της και έβαλε το χέρι στο μέτωπό της, τάχα να μην την τυφλώνει ο ήλιος. Στην πραγματικότητα ήθελε να σιγουρευτεί ότι οι μπούκλες της ήταν στη θέση τους. Της φάνηκαν εντάξει και συνέχισε να προχωράει προς το παντοπωλείο. Ένιωθε ότι την παρακολουθούσαν πίσω από τα ξύλινα παντζούρια. Βλέμματα καρφωμένα πάνω της, που θα γίνονταν λέξεις. Με λίγη φαντασία και πολλή κακεντρέχεια θα δημιουργούσαν μια ι- στορία για εκείνη, ίσως κακότεχνη και άκομψη, αλλά ήξερε η Ελένη ότι όταν δίνεις αφορμές σε έναν τόσο μικρό τόπο, καθένας θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα να λέει τα δικά του. Δεν της άρεσε της Ελένης αυτό, την έπνιγε. Γι αυτό και δεν μιλούσε ποτέ για τους άλλους. Ούτε είχε πολλά πολλά μαζί τους μια καλημέρα, μια καληνύχτα κι ένα χρόνια πολλά. Ο μόνος άνθρωπος στο κάστρο με τον οποίο μπορούσε 17

16 να μιλήσει ανοιχτά, χωρίς να φοβάται μην την παρεξηγήσει ή μήπως μεταφέρει τα λόγια της διαστρεβλωμένα, ήταν η καλύτερή της φίλη, η Βασιλική. Οι κάτοικοι του κάστρου, που ήταν περήφανοι για τον τόπο τους και αντιμετώπιζαν με συγκατάβαση όποιον δεν είχε την τύχη να μένει εκεί, πίστευαν ότι η Ελένη απλώς φερόταν όπως όλα τα κορίτσια με τη δική της αριστοκρατική καταγωγή, με απόλυτα δικαιολογημένη υπεροψία. Η Ελένη ήξερε ότι ο πατέρας της είχε καταφέρει να χάσει στα χαρτιά τα ελάχιστα περιουσιακά στοιχεία που είχαν απομείνει στην οικογένεια μετά την Κατοχή. Παλιά, όταν είχαν ακόμα χρήματα, δεν την άφηναν να βγαίνει καθόλου απ το σπίτι. Τώρα ήταν η ίδια υπεύθυνη για την προστασία του καλού της ονόματος, αφού δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος στο σπίτι να κάνει τις εξωτερικές δουλειές. Οι υπηρέτριες είχαν απομακρυνθεί μία μία με τη βοήθεια του ξάδερφου Σταύρου, ο οποίος φρόντιζε να τους βρίσκει δουλειές σε καλά σπίτια της Αθήνας, με μοναδικό όρο να μη μιλήσουν για την οικονομική καταστροφή της οικογένειας, κάτι που θα ήταν όλεθρος για ένα σπίτι που είχε κορίτσι της παντρειάς. Όμως η Ελένη δεν στεναχωριόταν καθόλου που έπρεπε να τρέχει από δω κι από κει. Το αντίθετο. Περίμενε πώς και πώς να τους τελειώσει ο καφές για να πάει στο παντοπωλείο. Πήρε βαθιά ανάσα και μπήκε στο μαγαζί του κυρ Αλέκου κρατώντας την αναπνοή της σαν να έπεφτε στο νερό από ψηλά. Κοίταξε γύρω της τις προθήκες, τα ράφια, τον πάγκο. Ο Ανδρέας δεν ήταν εκεί. Προσπάθησε να κρύψει την απογοήτευσή της. «Καλημέρα, κυρ Αλέκο. Έτοιμα τα πράγματα της μητέρας μου;» 18

17 «Καλώς το Ελενάκι. Στάσου να δω. Αλεύρι, φακή. Και καφέ μού είχε παραγγείλει η μάνα σου. Πού είναι ο καφές; Ανδρέα! Πάλι εξαφανίστηκε αυτός ο βλάκας;» Το πρόσωπο της Ελένης έλαμψε κι εκείνη προσπάθησε να το σκοτεινιάσει αμέσως για να μην προδοθεί. Ο Ανδρέας ήρθε βιαστικά από το πίσω μέρος του μαγαζιού. Κοντοστάθηκε όταν την είδε και βλέποντας ότι ο Αλέκος ήταν σκυμμένος πάνω από το πανέρι με τα πράγματα της Ελένης, της χαμογέλασε. Η Ελένη κοίταξε αμέσως τις μύτες των παπουτσιών της. «Βάλε στο κορίτσι σαράντα δράμια καφέ.» Το βλέμμα του Αλέκου στάθηκε στην Ελένη. Ο Ανδρέας εκνευρίστηκε, αλλά προσπάθησε να μην το δείξει. Αυτό έ- λειπε τώρα, να γλυκοκοιτάζει ο Αλέκος την Ελένη. Την Ελένη του. Αλλά ακριβώς εκείνη τη στιγμή μια ασπρόμαυρη γάτα έκανε το λάθος να μπει στο μαγαζί, κι αυτό ήταν αρκετό για να αρπάξει ο Αλέκος το σκουπόξυλο και να την κυνηγήσει με λύσσα μέχρι έξω. Του είχε μείνει από την Κατοχή αυτό το χούι. Τότε μάζευε γύρω του τους Γερμανούς σαν γάτες και μισούσε τις γάτες όπως τους Γερμανούς, γιατί κάπου έπρεπε να βγάζει κι εκείνος το άχτι του. Η κακούργα η γάτα έφυγε τρέχοντας κι ο Αλέκος έμεινε με το σκουπόξυλο στο χέρι σαν αγριεμένος φρουρός μπροστά στην ξύλινη πόρτα του μαγαζιού του, μουρμουρίζοντας με σφιγμένα δόντια και περιμένοντας την επόμενη λάθος κίνηση του α- σπρόμαυρου χαδιάρη εχθρού. Ο Ανδρέας πήρε ένα σακουλάκι κι άρχισε να το γεμίζει με καφέ. Η Ελένη αμήχανη έκανε ότι χαζεύει τις χρωματιστές κορδέλες δίπλα στις κουβαρίστρες και στα τσιμπιδάκια. Δεν κατάλαβε πότε βρέθηκε ο Ανδρέας πίσω της και ξαφνιάστηκε όταν τον είδε τόσο κοντά της με ανοιχτό το σακουλάκι. Της έκανε νόημα να μυρίσει τον φρεσκοκομμένο 19

18 καφέ. Πάντα τη μεθούσε αυτή η μυρωδιά και θα συνέχιζε να τη μεθάει ως το τέλος της ζωής της. Έκλεισε τα μάτια, άφησε τη μυρωδιά του καφέ να κατακλύσει τη μύτη και τα πνευμόνια της και του χαμογέλασε με λαμπερά μάτια. Ο Ανδρέας τέντωσε το χέρι του που πάντα είχε πάνω ξεραμένα χρώματα για να πιάσει μια γαλάζια κορδέλα. Την πλησίασε στο μάγουλό της Ελένης. Με το μάτι του ζωγράφου προσπαθούσε να βρει ποιο χρώμα τής ταίριαζε καλύτερα. Η Ελένη ξέχασε να αναπνεύσει για μια στιγμή. Όχι, το γαλάζιο δεν ήταν σωστό. Ο Ανδρέας διάλεξε μια άλλη κορδέλα σε ανοιχτό πράσινο χρώμα, που πήγαινε καλύτερα με τα μάτια της. Έκλεισε το σακουλάκι του καφέ σφίγγοντάς το με την κορδέλα και δένοντας έναν μεγάλο, γυαλιστερό φιόγκο. Έβαλε τον καφέ στο πανέρι ακριβώς τη στιγμή που ο Αλέκος ξανάμπαινε στο μαγαζί εκτοξεύοντας κατάρες και βρισιές για τις γάτες του κάστρου. Η Ελένη τούς ευχαρίστησε και τους δύο βιαστικά, πήρε το πανέρι κι έφυγε. Όταν ξανακούστηκαν βήματα έξω από το παντοπωλείο λίγη ώρα μετά, ο Ανδρέας ευχήθηκε να έχει ξεχάσει κάτι η Ελένη, αλλά ήταν η κυρα-καλλιόπη με την κόρη της τη Βασιλική. Η Καλλιόπη πήρε βαθιά ανάσα και τα είπε όλα μονορούφι, όπως το συνήθιζε. Σαν να φοβόταν ότι οι άλλοι κατά βάθος δεν ήθελαν ν ακούσουν αυτά που είχε να πει, οπότε κι εκείνη δεν τους έδινε την ευκαιρία να τη διακόψουν. «Καλημέρα, Αλέκο, τι κάνεις; Βιαζόμαστε πάρα πολύ σήμερα, έρχεται ο Ευάγγελος από τη Σπάρτη για την Ελένη του Διονύση. Καλός άνθρωπος και πλούσιος, πολλά λεφτά σού λέει. Και χωράφια. Τυχερή η Ελενίτσα μας, βασίλισσα θα την έχει. Ανδρέα, παιδί μου, χλωμό σε βλέπω, δεν τρως;» Κι εκεί σταμάτησε για να πάρει ανάσα, αλλά δεν πρόλαβε να συνεχίσει. 20

19 Ο Ανδρέας ξαφνιάστηκε. Είχε ακούσει για το προξενιό, δεν περίμενε όμως ότι θα γίνονταν όλα τόσο γρήγορα. Ούτε που κατάλαβε πώς του έφυγε το τσουβάλι από τα χέρια. Χιλιάδες ρεβίθια ξεχύθηκαν στο πάτωμα κι άρχισαν να κυλούν προς όλες τις κατευθύνσεις. Γλιστρούσαν κάτω από τις προθήκες, χοροπηδούσαν πάνω στα παπούτσια της κυρα-καλλιόπης, έβγαιναν απ την πόρτα. Ο Αλέκος φαινόταν έτοιμος να εκραγεί, η Καλλιόπη περιορίστηκε σε ένα αργόσυρτο, απαξιωτικό «Τς, τς, τς» και η Βασιλική γούρλωσε τα μάτια τρομοκρατημένη κι έτρεξε να βοηθήσει τον Ανδρέα να μαζέψει τα ρεβίθια. «Σιγά, βλάκα. Μια δουλειά σωστή δεν μπορείς να κάνεις. Τι σε κρατάω εδώ δεν ξέρω.» Γύρισε απολογητικά προς την Καλλιόπη: «Ζαβό είναι, αλλά τι να τον κάνω. Άμα τον διώξω, θα ψοφήσει. Χριστιανοί είμαστε. Τι με κοιτάς έτσι, ρε; Τράβα να ξεφορτώσεις τα σακιά, που θα με στραβοκοιτάξεις κιόλας. Χαζεύει, όλο χαζεύει, Καλλιόπη μου. Κουνήσου! Θα έρθουν οι ξένοι άνθρωποι και θα έχουμε ακόμα τα σακιά πεταμένα στην είσοδο.» Αν ήταν στο χέρι του Ανδρέα, θα στοίβαζε εκατοντάδες σακιά το ένα πάνω στο άλλο, να μην μπορέσει να μπει κανείς στο κάστρο απ τη μεγάλη πέτρινη πύλη, όμως έσκυψε το κεφάλι κι έκανε αυτό που του έλεγε ο Αλέκος. Λίγες ώρες αργότερα η Καλλιόπη με τον Διονύση, τον πατέρα της Ελένης, και μερικούς περίεργους περαστικούς υποδέχτηκαν τον Ευάγγελο. Μετά τις χαιρετούρες περπάτησαν όλοι μαζί ως το σπίτι. Ο Ευάγγελος ήταν ένας αυστηρός άνθρωπος, που το σοβαρό του ύφος τον έκανε να φαίνεται ακόμα μεγαλύτερος από την ηλικία του. Ο Διονύσης αναρωτήθηκε για μια στιγμή μήπως έκαναν λάθος που του έδιναν 21

20 την Ελένη. Παιδί ήταν ακόμα. Μετά θυμήθηκε τα χρέη του και έδιωξε βιαστικά τις σκέψεις απ το μυαλό του. Τουλάχιστον η κόρη του θα έμπαινε σε καλό σπίτι και δεν θα πεινούσε ποτέ. Και στο κάτω κάτω αν έδιωχνε αυτόν τον γαμπρό, ποιος του έλεγε ότι θα ερχόταν άλλος που θα δεχόταν την Ελένη χωρίς προίκα; Κλεισμένη στο σπίτι η Ελένη έβραζε από θυμό. Της το είχαν πει την τελευταία στιγμή. Διαμαρτυρήθηκε, έκλαψε, φώναξε, αλλά δεν την άκουγε κανείς. Ήξερε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να αποτρέψει το κακό. Η μητέρα της άνοιξε την πόρτα και καλωσόρισε τον γαμπρό. Εκείνη πάλι ούτε που γύρισε να τον κοιτάξει. Έδωσε ξερά το χέρι της για να τον χαιρετήσει. Η μάνα της βιάστηκε να κουκουλώσει την αμήχανη στιγμή λέγοντας να περάσουν στη μεγάλη σάλα. Όταν την έστειλαν στην κουζίνα για να φτιάξει καφέ και να αποδείξει στον Ευάγγελο πόσο άξια νοικοκυρά ήταν, πήγε ευχαρίστως. Όχι επειδή ανυπομονούσε να τον εντυπωσιάσει με τη νοικοκυροσύνη της, όπως περίμεναν όλοι από εκείνη, αλλά επειδή ένιωθε ευγνωμοσύνη που δεν θα έβλεπε κανέναν μπροστά της για λίγο. «Είδες το κορίτσι μας; Και καφεδάκι από τα χεράκια της θα πιεις, Ευάγγελε», είπε η Καλλιόπη, πολύ ευχαριστημένη που όλα πήγαιναν ρολόι. Ο Ανδρέας, που περνούσε εκείνη την ώρα κάτω από το σπίτι με το σακί στον ώμο, άκουσε την Καλλιόπη και ένιωσε το αίμα του να βράζει. Χίλιες σκέψεις περνούσαν απ το μυαλό του. Δηλαδή το πρωί που ήρθε στο παντοπωλείο, η Ελένη ήξερε ότι σήμερα θα έδιναν λόγο; Πώς μπόρεσε να του το κάνει αυτό; Γιατί ήρθε ειδικά σήμερα; Είχε ακόμα ζωντανή την εικόνα της μπροστά του, μύριζε τη μυρωδιά του σαπουνιού στα μαλλιά της, άκουγε τον ήχο της φωνής 22

21 της πεντακάθαρα. Ένιωσε να του ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. Το πρωί είχε αισθανθεί ευτυχισμένος και τώρα διαλυόταν. Μακάρι να μην την ξανάβλεπε ποτέ. Ποτέ. Στην κουζίνα η Ελένη πηγαινοερχόταν χωρίς να κάνει τίποτα. Όταν άνοιξε η πόρτα και μπήκε μέσα η μάνα της, αγέρωχη και σοβαρή όπως πάντα, η Ελένη αναθάρρησε. Σκέφτηκε ότι ίσως εκείνη θα την καταλάβαινε, δεν θα σκεφτόταν μόνο τα λεφτά, σαν τον πατέρα της. «Μη με παντρέψετε μ αυτόν. Δεν θέλω να πάω στη Σπάρτη.» Η Αλεξάνδρα πήρε βιαστικά μια ποδιά και την έδεσε σφιχτά στη μέση της κόρης της κόβοντας την αναπνοή της. «Τελείωνε με τον καφέ. Μη μας κάνεις ρεζίλι», της είπε ψυχρά. Το ύφος της δεν αποκάλυπτε ποτέ τι σκεφτόταν. Η Α- λεξάνδρα είχε περάσει πολλά και είχε μάθει να ελέγχει κάθε ανεπαίσθητη σύσπαση στο πρόσωπό της, για να μη δίνει στους άλλους την ικανοποίηση να καταλαβαίνουν τι περνάει απ το μυαλό της. Ανέκφραστη ξαναγύρισε βιαστικά στη σάλα. Από το παράθυρο της κουζίνας η Ελένη είδε τον Ανδρέα να προσπερνάει το σπίτι τους κουβαλώντας ένα σακί. «Ανδρέα!» φώναξε. Έκλεισε απότομα το στόμα της με το χέρι συνειδητοποιώντας ότι μάλλον θα την είχαν ακούσει μέσα. Εκείνος την κοίταξε παγερά. Κούνησε το κεφάλι με περιφρόνηση και συνέχισε να προχωράει. Η Ελένη ένιωσε το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι της και το πρόσωπό της να καίει. Δεν δάκρυσε. Δεν έκλαψε. Δεν είπε τίποτα. Μόνο τα μάτια της σκοτείνιασαν επικίνδυνα. Με μια αστραπιαία κίνηση άρπαξε το μπρίκι και πήδηξε απ το παράθυρο, στον δρόμο. Άρχισε να κατηφορίζει σαν τρελή προς τη θάλασσα. 23

22 Τα πόδια της ίσα που ακουμπούσαν στις πέτρες. Σχεδόν πετούσε. Πέρασε σαν σίφουνας δίπλα από τον Ανδρέα ρίχνοντάς του μια δυνατή σπρωξιά για να ανοίξει δρόμο. Και γιατί την είχε εκνευρίσει. Ο Ανδρέας για μια στιγμή δεν κατάλαβε τι γινόταν. Κοντοστάθηκε. Μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι το πλάσμα που έτρεχε σαν δαιμονισμένο μπροστά του ήταν η Ελένη, εκείνη είχε ήδη εξαφανιστεί. Προσπάθησε να την ακολουθήσει, αλλά με το σακί δεν ήταν εύκολο. Τα δρομάκια του κάστρου ήταν λαβύρινθος, δεν την έβλεπε πια. Η Ελένη συνέχισε να τρέχει μ όλη της τη δύναμη, αποφεύγοντας τους περαστικούς. Έφτασε στο Πορτέλο. Εκεί τα τείχη άνοιγαν και μπορούσε να φτάσει ως τη θάλασσα. Στάθηκε πάνω στον πλατύ βράχο, έσκυψε και γέμισε το μπρίκι με νερό. Είχε αέρα εκείνη τη μέρα. Ο βράχος γλιστρούσε και σταγόνες πετάγονταν πάνω της. Ένα δυνατό κύμα έβρεξε για τα καλά την άκρη της φούστας της, αλλά η Ελένη ούτε που το πήρε είδηση μες στη σύγχυσή της. Ούτε τον Ανδρέα πήρε είδηση, που παρακολουθούσε ψηλά από τα τείχη τις κινήσεις της και προσπαθούσε να καταλάβει τι στα κομμάτια κάνει. Έφτασε στην κουζίνα κατακόκκινη και λαχανιασμένη. Ακριβώς τη στιγμή που έβαζε το μπρίκι στο καμινέτο με καφέ και ζάχαρη, ξαναμπήκε η Αλεξάνδρα στην κουζίνα. «Τι κάνεις τόση ώρα; Πού είναι ο καφές;» «Σε μισό λεπτό θα είναι έτοιμος.» Η Αλεξάνδρα την κοίταξε καχύποπτα. Κάτι δεν της πήγαινε καλά. Της έστρωσε τα μαλλιά βιαστικά. Ήθελε η κόρη της να είναι τέλεια σήμερα. Αμάν πια αυτές οι μπούκλες της, δεν μπορούσε αυτό το κορίτσι να έχει ίσια μαλλιά; Διαρκώς αχτένιστη φαινόταν. 24

23 Η Ελένη ακούμπησε προσεχτικά στον δίσκο τον καφέ, ένα πιατάκι με γλυκό του κουταλιού και ένα κρυστάλλινο ποτήρι με νερό. Έσφιξε τις άκρες του δίσκου στην προσπάθειά της να σταματήσουν τα χέρια της να τρέμουν, τον σήκωσε στο ύψος των αγκώνων της και ακολούθησε τη μητέρα της στη σάλα. Σέρβιρε τον καφέ στον Ευάγγελο χωρίς να τον κοιτάζει, εισπράττοντας χαμόγελα επιδοκιμασίας από τους παρισταμένους. «Τι σεμνό κορίτσι. Και τόσο όμορφο.» Έκανε μερικά βήματα πίσω και στηρίχτηκε με την πλάτη στον τοίχο. Οι αρθρώσεις των δαχτύλων της είχαν γίνει κάτασπρες έτσι που έσφιγγε με δύναμη τις γροθιές της. Κοιτούσε έντονα το πάτωμα και περίμενε. Η έκρηξη δεν άργησε. Ο Ευάγγελος ήπιε μια γουλιά και η έκφρασή του άλλαξε. Γούρλωσε τα μάτια και κοίταξε την Ελένη, που είχε ακόμα το βλέμμα καρφωμένο στο πάτωμα. Μετά είδε τη φούστα της που είχε βραχεί και τα κατάλαβε όλα. «Εγώ τέτοια προσβολή δεν την ανέχομαι!» φώναξε και χτύπησε με τη γροθιά του τον δίσκο, που εκτοξεύθηκε στον αέρα. Φλιτζάνι, πιατάκι, γλυκό, νερό, ποτήρι, όλα πετάχτηκαν ως το ταβάνι κι έπεσαν με δύναμη στο πάτωμα σπάζοντας σε χίλια κομμάτια. Η Ελένη δεν κουνήθηκε από τη θέση της. Η κυρα-καλλιόπη έμεινε με το στόμα ανοιχτό, οι γονείς της Ελένης κοιτούσαν κερωμένοι μια την κόρη τους και μια τον Ευάγγελο. Εκείνος σηκώθηκε κατακόκκινος και πετάχτηκε έξαλλος ως την πόρτα. Ο Ανδρέας στεκόταν ακόμα κάτω από το παράθυρό τους. Άκουσε τις φωνές και για μια στιγμή σκέφτηκε να μπει στο σπίτι, αλλά δεν πρόλαβε, γιατί την ίδια στιγμή 25

24 βγήκε φουριόζος ο Ευάγγελος και παραλίγο να πέσει πάνω του. Ο Ανδρέας κρύφτηκε στη γωνία. Άκουσε τον Διονύση να ουρλιάζει «Τι έκανες;» στην κόρη του. Άκουσε και τον ξερό ήχο ενός δυνατού χαστουκιού και μετά το ποδοβολητό της Ελένης που ανέβαινε στο δωμάτιό της. Η Καλλιόπη σταμάτησε τον Ευάγγελο λίγο πιο κάτω, προσπάθησε να του εξηγήσει, αλλά τι να του εξηγήσει που ούτε κι εκείνη δεν κατάλαβε τι είχε συμβεί. Η Ελένη στάθηκε στο παράθυρο του δωματίου της και κρυφοκοίταξε πίσω απ το κουρτινάκι. Το μάγουλό της ή- ταν κατακόκκινο απ το χαστούκι. Εκείνη όμως έδειχνε ήρεμη, ανακουφισμένη και στεναχωρημένη ταυτόχρονα, αλλά ήρεμη. Είδε την Καλλιόπη να παρακαλάει τον Ευάγγελο να την ακούσει. Είχε γραπωθεί απ το μανίκι του και σχεδόν σερνόταν στις πέτρες στην προσπάθειά της να ακολουθήσει το βήμα του. Εκείνος σταμάτησε απότομα, την έσπρωξε με δύναμη πέρα και συνέχισε να περπατάει αποφασιστικά προς την έξοδο του κάστρου. Ένα πικρό χαμόγελο μισοφάνηκε στο πρόσωπο της Ελένης. Μεγάλο το τίμημα, αλλά είχε γλιτώσει. Μετά είδε τον Ανδρέα. Πηγαινοερχόταν ανήσυχος και κοιτούσε προς το σπίτι. Η Ελένη έσπρωξε το μισάνοιχτο ξύλινο παραθυρόφυλλο πολύ προσεχτικά, για να μην τρίξει. Ο Ανδρέας, κρυμμένος στις σκιές, την κοίταζε ταραγμένος. Δεν πρόλαβε να του μιλήσει. Άκουσε βήματα, απομακρύνθηκε απ το παράθυρο βιαστικά και κάθισε στην άκρη του κρεβατιού της. Η Αλεξάνδρα μπήκε στο δωμάτιο, άνοιξε τη βαριά, ξύλινη ντουλάπα και άρχισε να πετάει τα ρούχα της κόρης της στο κρεβάτι. Η Ελένη πήγε να διαμαρτυρηθεί, αλλά εκείνη την έκοψε με μια απότομη κίνηση του χεριού της. Δεν ήθελε ν ακούσει κουβέντα. Δεν τη θεωρούσε κόρη της πια. 26

25 «Μάζεψε τα πράγματά σου. Θα φύγεις το συντομότερο για την Αθήνα. Θα ειδοποιήσουμε τον ξάδερφό σου να έρθει να σε πάρει. Ο καημένος ο Σταύρος θα ταξιδέψει τόσες ώρες για χάρη σου» «Δεν θέλω να φύγω», τόλμησε να πει η Ελένη. «Αυτά να τα σκεφτόσουν πριν μας κάνεις ρεζίλι. Βούιξε το κάστρο με τα καμώματά σου. Να φύγεις για να το ξεχάσουν. Όσο σε βλέπουν, θα έχουν να λένε», είπε η Αλεξάνδρα και συνέχισε να αδειάζει βίαια την ντουλάπα. Η Ελένη δάκρυσε. Πήγε προς το παράθυρο. Αυτή τη φορά ο Αλέκος είχε πιάσει από τον γιακά τον Ανδρέα και του φώναζε. Εκείνος, απελπισμένος, έριχνε κλεφτές ματιές προς το σπίτι. Ο Αλέκος τέντωσε το χέρι δείχνοντάς του τον δρόμο για το παντοπωλείο κι εκείνος κατέβασε ηττημένος το κεφάλι. Εντάξει, σκεφτόταν από μέσα του, κέρδισες. Τα είχε όμως οργανώσει όλα στο μυαλό του. Θα περίμενε λίγες μέρες. Δεν έπρεπε να κάνει βιαστικές κινήσεις για να μην τα τινάξει όλα στον αέρα. Το πρώτο πράγμα που του πέρασε από το μυαλό ήταν να πάει αργά το βράδυ στο σπίτι της Ελένης και να βρει έναν τρόπο να την πάρει μαζί του, να φύγουν. Μετά σκέφτηκε ότι αυτό θα ήταν πολύ επικίνδυνο γιατί εκείνο το βράδυ δεν θα κοιμόταν κανείς η οικογένεια της Ελένης από τη σύγχυση και οι υπόλοιποι κάτοικοι του κάστρου από την έξαψη και την ταραχή τους. Δεν συνέβαιναν κάθε μέρα αυτά στον τόπο τους. Γενιές ολόκληρες θα είχαν να λένε για το προξενιό της Ελένης. Ποιος ξέρει πόσα χρόνια μετά θα θυμόταν ο κόσμος τη σκανταλιά της. Οπότε ο Ανδρέας σκέφτηκε να περιμένει λίγο, κι ας ή- θελε να μπει στο σπίτι εκείνη τη στιγμή, ν αρπάξει την Ελένη απ το χέρι και να μην αφήσει ποτέ κανέναν να της ξανακάνει κακό. Το επόμενο βράδυ, όταν θα κοιμούνταν όλοι, θα 27

26 έβρισκε τρόπο να το σκάσουν μαζί. Δεν ήξερε τι θα έκαναν μετά το πιο δύσκολο ήταν να φύγουν απ το κάστρο χωρίς να τους πάρουν είδηση. Η Ελένη πάλι, κλεισμένη στο δωμάτιό της, είχε απελπιστεί. Ο Ανδρέας δεν ήξερε ότι ήθελαν να τη διώξουν. Όταν θα ανακάλυπτε ότι την έστειλαν στην Αθήνα, θα ήταν πια πολύ αργά. Έπρεπε να βρει έναν τρόπο να του μιλήσει, να τον ειδοποιήσει. Σκεφτόταν όλη νύχτα. Ήξερε ότι δεν είχε πολύ χρόνο και καθόλου ελευθερία κινήσεων. Και μετά της ήρθε μια ιδέα Ο Σταύρος έφτασε στο κάστρο χάραμα. Είχε ζητήσει άδεια απ τον προϊστάμενό του, τον Νικόλα. Του είχε πει ότι ήταν οικογενειακή ανάγκη κι εκείνος είχε δείξει κατανόηση. Έ- φτασε με την ψυχή στο στόμα στο λιμάνι. Ευτυχώς πρόλαβε το πλοίο για τη Μονεμβάσια την τελευταία στιγμή. Όλα έπρεπε να γίνουν πολύ γρήγορα. Ήταν κατάκοπος απ το ταξίδι. Πέρασε την πέτρινη πύλη και κοίταξε γύρω του το σκηνικό των παιδικών του χρόνων. Ο πρώτος κάτοικος του κάστρου που έτρεξε καταπάνω του και του έκανε χαρές ήταν ο σκύλος του παιδικού του φίλου, του Γιώργη. Τον χάιδεψε αφηρημένος και κοίταξε ψηλά τα παράθυρα των πέτρινων σπιτιών ψάχνοντας για σημάδια ζωής. Δεν κυκλοφορούσε ακόμα κόσμος έξω, αλλά έπιανες την ένταση στον αέρα. Κατευθύνθηκε προς το σπίτι της θείας του. Χτύπησε την πόρτα σιγανά. Η Αλεξάνδρα τού άνοιξε αμέσως. Όλα ήταν έτοιμα. Στην είσοδο του σπιτιού, έτοιμο να εγκαταλείψει το πατρικό σπίτι μαζί με την ιδιοκτήτριά του, βρισκόταν ένα μπαούλο υπερβολικά μεγάλο για τα λιγοστά υπάρχοντα της Ελένης. «Πού είναι η Ελένη;» ρώτησε. «Καλύτερα να φύγουμε πριν ξυπνήσουν οι άλλοι.» 28

27 Ο Διονύσης τούς πλησίασε με βήμα βαρύ. Ήταν άυπνος και πολύ, μα πάρα πολύ θυμωμένος. Όσο περνούσαν οι ώ- ρες, η οργή του ξεχείλιζε αντί να καταλαγιάζει. Ένιωθε να πνίγεται. Από τα χρέη, από την κριτική των άλλων, από την προδοσία της κόρης του, από τον τεράστιο ιστό που είχε πλέξει μόνος του. Άλλες φορές το κουκούλι γύρω του φάνταζε οικείο και βολικό. άλλες έβλεπε την αράχνη να έρχεται καταπάνω του τραντάζοντας τις κλωστές, έτοιμη να τον καταβροχθίσει έτσι ακινητοποιημένο και παγωμένο απ τον φόβο και την ντροπή που ένιωθε, για τη φτώχεια, τις αποτυχίες και την αδυναμία του. Ένιωσε μια τεράστια πίεση να του συντρίβει το στήθος. Ο μεγάλος του φόβος ήταν μην πάθει κάτι πριν προλάβει να δώσει μια λύση, πριν ξεπληρώσει τα χρέη του. Γιατί αν πέθαινε, η αλήθεια θα μαθευόταν, κι εκείνος θα έμενε στη μνήμη όλων σαν ένας άχρηστος ακαμάτης, που κατάφερε να εξαφανίσει την τεράστια περιουσία της όμορφης γυναίκας του και πέθανε αφήνοντας δυο θηλυκά μόνα τους να παλεύουν με τα τεράστια χρέη. Αυτό θα ήταν άδικο. Δεν ή- ταν τέτοιος άνθρωπος ο Διονύσης. Θα έβρισκε μια λύση. Τώρα ήταν επείγον να απομακρύνει την Ελένη. «Να τη φέρεις πίσω νύφη, αλλιώς να μην ξαναπατήσει στο κάστρο», είπε στον Σταύρο. «Πού είναι αυτό το κορίτσι επιτέλους;» Η Αλεξάνδρα μάζευε βιαστικά κάποια τελευταία πράγματα της κόρης της. «Έχει ξυπνήσει από νωρίς. Εδώ ήταν πριν. Κάτι θα ξέχασε. Πάω να τη φέρω.» Ο Διονύσης με τον Σταύρο σήκωσαν το μπαούλο και βγήκαν έξω. Σάστισαν βλέποντας την Ελένη να κάθεται στο πεζούλι και να τους περιμένει. Ήταν κατακόκκινη και ξέπνοη και κατέβαλλε μεγάλη προσπάθεια να κρύψει το λαχάνιασμά της. Είχε τρέξει όσο πιο γρήγορα μπορούσε, αλλά 29

28 τα είχε καταφέρει. Τώρα ήταν έτοιμη για το μεγάλο ταξίδι ως την Αθήνα. Η Αλεξάνδρα βγήκε απ το σπίτι έντρομη. «Δεν είναι στο δωμάτιο Ελένη! Από πού κατέβηκες;» «Δεν έχουμε χρόνο για κουβέντες. Φεύγουμε», είπε ο Διονύσης. Η Ελένη σηκώθηκε, καλωσόρισε τον Σταύρο κατεβάζοντας ανεπαίσθητα το κεφάλι και άρχισε να περπατάει μαζί με τους άλλους. Δεν μιλούσε κανείς. Είδαν από μακριά τη Βασιλική να έρχεται προς το μέρος τους για να αποχαιρετήσει την Ελένη. Ήταν βουρκωμένη. Θα της έλειπε πολύ η φίλη της, και το χειρότερο ήταν ότι δεν ήξερε πότε ή αν θα την ξανάβλεπε. Την απόλυτη ησυχία του κάστρου διέκοψε ένας δυνατός θόρυβος από ένα μεταλλικό καπάκι που έκλεισε με πάταγο. Γύρισαν όλοι και κοίταξαν το πηγάδι που μόλις είχαν προσπεράσει. Η Βασιλική και η Ελένη πάγωσαν. Είχαν προλάβει να δουν ποιος κρυβόταν εκεί. Ο Διονύσης έκανε να πλησιάσει για να δει τι συμβαίνει. Η Βασιλική κοίταξε με γουρλωμένα μάτια την Ελένη. Χωρίς να το πολυσκεφτεί, όρμησε στην αγκαλιά της φωνάζοντας και κλαίγοντας, κάνοντας ό,τι μπορούσε για να τραβήξει την προσοχή των άλλων. Το κόλπο έπιασε. Η Αλεξάνδρα, ο Διονύσης και ο Σταύρος πανικοβλήθηκαν με την ξαφνική φασαρία. «Πάψτε πια! Θέλετε να βγουν όλοι έξω;» ψιθύρισε ο Διονύσης αυστηρά και τάχυνε το βήμα του πηγαίνοντας προς την πέτρινη πύλη. Τα δύο κορίτσια κοιτάχτηκαν. Η Ελένη προσπάθησε να πει κάτι στη Βασιλική, αλλά ο Διονύσης δεν αστειευόταν. Άρπαξε την κόρη του απ το μπράτσο αναγκάζοντας τα δύο κορίτσια να αποχαιρετιστούν από μακριά. Ο Ανδρέας είχε ξυπνήσει από το γάβγισμα του σκύλου που υποδέχτηκε τον Σταύρο. Είχε ανοίξει σιγά σιγά το ξύλινο 30

29 παντζούρι του παντοπωλείου. Ευχόταν να μην τρίξει και ξυπνήσει ο Αλέκος στον πάνω όροφο. Όταν είδε τον Σταύρο να περπατάει σκυφτός ως το σπίτι της Ελένης, κατάλαβε αμέσως για ποιο λόγο είχε έρθει. Έβαλε στα γρήγορα το παντελόνι και το πουκάμισό του. Τη στιγμή που πήγαινε να ανοίξει την πόρτα, άκουσε βήματα να πλησιάζουν και έμεινε ακίνητος κρατώντας την αναπνοή του. Κάποιος είχε ξυπνήσει και θα τον έβλεπε αν άνοιγε την πόρτα. Δεν γινόταν να μείνει εκεί, δεν είχε καιρό για χάσιμο. Έβαλε δύο σακιά κάτω απ τα σκεπάσματά του, να μην καταλάβει αμέσως ο Α- λέκος ότι έλειπε, αν τύχαινε να κατέβει κάτω, και μπήκε βιαστικά στις στοές απ το πηγάδι. Αν περίμενε ένα δευτερόλεπτο ακόμα, θα ανακάλυπτε ότι πίσω από την κλειστή πόρτα στεκόταν η Ελένη. Η Ελένη δίστασε για μια στιγμή. Γρατζούνισε απαλά την πόρτα για να μην ξυπνήσει τον Αλέκο. Σιωπή. Χτύπησε διακριτικά το ξύλο με την παλάμη της. Πάλι τίποτα. Την έ- πιασε απελπισία. Δεν είχε άλλο χρόνο. Έβγαλε από την τσέπη της ένα κομμάτι από την πράσινη κορδέλα. Το έσπρωξε κάτω από την πόρτα και έφυγε τρέχοντας. Όση ώρα η Ελένη περπατούσε με τους γονείς της και τον Σταύρο ως την είσοδο του κάστρου, ο Ανδρέας έτρεχε μέσα στις στοές με όλη του τη δύναμη. Όταν επιτέλους βγήκε ξέπνοος στην απέναντι πλευρά, κρύφτηκε πίσω από τους θάμνους για να μην τον δουν. Έμεινε να παρακολουθεί από μακριά το κάρο που έπαιρνε μακριά του την Ελένη να χτυπιέται στον κακοτράχαλο δρόμο. Αυτό ήταν, όλα είχαν τελειώσει. Με βαριά καρδιά γύρισε στο παντοπωλείο. Ανέβηκε απ το πηγάδι της εσωτερικής αυλής, άνοιξε τη βαριά πόρτα από μέσα και τότε είδε το κορδελάκι πράσινο, γυαλιστερό και αμήχανο, στο κατώφλι του παντοπωλείου. 31

30

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Κάθεται στο παράθυρο του δωματίου της και σκέφτεται, στεναχωρημένη τους παλιούς της φίλους και συμμαθητές.

Διαβάστε περισσότερα

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο 4 Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο Σεβάχ. Για να δει τον κόσμο και να ζήσει περιπέτειες.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ (Αόρατος) ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Κάποτε στη γη γεννήθηκε το Όνειρο. Το όνομά του δεν ήταν έτσι, όμως επειδή συνεχώς ονειρευόταν, όλοι το φώναζαν Όνειρο. Δεν ήταν κάτι το σπουδαίο, ήταν σαν

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 «Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» (Φλώρινα - Μακεδονία Καύκασος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011

Διαβάστε περισσότερα

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή Αγγελική Δαρλάση Το παλιόπαιδο Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή σε όλους αυτούς που οραματίστηκαν έναν καλύτερο κόσμο και προσπαθούν για να γίνει, έστω και λίγο, καλύτερος 6 «Φτώχεια δεν είναι μόνο η έλλειψη

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 «Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» (Πόντος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη διαβάζω ιστορίες Αποστολή Κρυμμένος Θησαυρός Λίνα Σωτηροπούλου Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Το δώρο της γιαγιάς Μόλις χτύπησε το ξυπνητήρι, με έπιασε πανικός. Δεν μπορούσα να καταλάβω για ποιον

Διαβάστε περισσότερα

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Εικόνες: Eύα Καραντινού Εικόνες: Eύα Καραντινού H Kοκκινοσκουφίτσα Mια φορά κι έναν καιρό, έμεναν σ ένα χωριουδάκι μια γυναίκα με το κοριτσάκι της, που φορούσε μια κόκκινη σκουφίτσα. Γι αυτό ο κόσμος την φώναζε Κοκκινοσκουφίτσα.

Διαβάστε περισσότερα

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος» Ο εγωιστής γίγαντας Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης «Αλέξανδρος Δελμούζος» 2010-2011 Κάθε απόγευμα μετά από το σχολείο τα παιδιά πήγαιναν για να παίξουν στον κήπο του γίγαντα.

Διαβάστε περισσότερα

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα. 1. Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα. Καιρό είχες να ρθεις, Κλουζ, μου είπε ο κύριος Κολχάαζε, ανοιγοκλείνοντας το ψαλίδι του επικίνδυνα κοντά στο αριστερό μου αυτί. Εγώ τα αγαπώ τ αυτιά μου. Γι αυτό

Διαβάστε περισσότερα

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω. 1 Εδώ και λίγες μέρες, ένα από τα πάνω δόντια μου κουνιόταν και εγώ το πείραζα με τη γλώσσα μου και μερικές φορές με πονούσε λίγο, αλλά συνέχιζα να το πειράζω. Κι έπειτα, χτες το μεσημέρι, την ώρα που

Διαβάστε περισσότερα

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό - Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό μου να παίξουμε; Αν θέλει, ναι. Προσπάθησε να μην

Διαβάστε περισσότερα

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ * Αυτά τα τελευταία μην τα δένουμε και κόμπο όμως. Δυστυχώς... ΥΠΟΘΕΣΗ: ΚΛΕΜΜΕΝΑ ΒΡΑΒΕΙΑ (ΚΑΙ ΚΛΕΜΜΕΝΑ ΦΙΛΙΑ)* Εικόνες: Λέλα Στρούτση ΑΘΗΝΑ Τετάρτη, 7.00 το πρωί Το φως ήταν λιγοστό.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα κόκκινο μπαλόνι σε έναν παιδότοπο. Ήταν μόνο του και παρόλο που τα παιδάκια έπαιζαν μαζί του, δεν είχε κανέναν φίλο που να είναι σαν κι αυτό. Όλη

Διαβάστε περισσότερα

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης

Διαβάστε περισσότερα

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη υπάρχει ένα σπίτι με άσπρα παράθυρα. Μέσα σε αυτό θα βρούμε ένα χαρούμενο δωμάτιο, γεμάτο γέλια και φωνές, και δυο παιδιά που θέλω να σας γνωρίσω «Τάσι, αυτή η πιτζάμα σού

Διαβάστε περισσότερα

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» «Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1 ΘΑ ΣΟΥ ΠΩ τι πιστεύω για την εξαφάνιση, αλλά δώσε μου λίγο χρόνο. Όχι,

Διαβάστε περισσότερα

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή Τζήκου Βασιλική Το δίλημμα της Λένιας 1 Παραμύθι πού έχω κάνει στο πρόγραμμα Αγωγής Υγείας που είχε τίτλο: «Γνωρίζω το σώμα μου, το αγαπώ και το φροντίζω» με την βοήθεια

Διαβάστε περισσότερα

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά 1 Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά με τη μουσούδα μου στο πρόσωπό της, τόσο όσο χρειαζόταν

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο Χαρίδημος. Τις μέρες τους τις περνούσαν βαρετά και μονότονα

Διαβάστε περισσότερα

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Ο Μικρός Πρίγκιπας έφτασε στη γη. Εκεί είδε μπροστά του την αλεπού. - Καλημέρα, - Καλημέρα, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, ενώ έψαχνε να βρει από πού ακουγόταν η

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ 11ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗΣ Α ΤΑΞΗ 2014-2015 Το κυνήγι του χαμένου θησαυρού Τα παιδιά χωρίζονται σε 3 ή 4 ομάδες. Ο αρχηγός κρύβει κάποιον θησαυρό. Όλες οι ομάδες διαβάζουν

Διαβάστε περισσότερα

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου. Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου. Ζητήστε του την Κοκκινοσκουφίτσα... δεν την ξέρει, τη Σταχτοπούτα ούτε αυτή την ξέρει, τη Μικρή Γοργόνα ή το λύκο και τα τρία γουρουνάκια

Διαβάστε περισσότερα

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα σαν κι αυτή μια νύχτα σαν κι αυτή θέλω να σου πω πόσο σ

Διαβάστε περισσότερα

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: 2007-2008 Τάξη: Γ 3 Όνομα: Η μύτη μου είναι μεγάλη. Όχι μόνο μεγάλη, είναι και στραβή. Τα παιδιά στο νηπιαγωγείο με λένε Μυτόγκα. Μα η δασκάλα τα μαλώνει: Δεν

Διαβάστε περισσότερα

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ Μη µου µιλάς γι' αυτά που ξεχνάω Μη µε ρωτάς για καλά κρυµµένα µυστικά Και µε κοιτάς... και σε κοιτώ... Κι είναι η στιγµή που δεν µπορεί να βγεί απ' το µυαλό Φυσάει... Κι είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. Γεννήθηκα πολύ μακριά. Δεν γνωρίζω ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους θυμάμαι. Το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό σαν ανάμνηση

Διαβάστε περισσότερα

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Η γυναίκα με τα χέρια από φως ΛIΛH ΛAMΠPEΛΛH Σειρά: Κι αν σου μιλώ με Παραμύθια... Η γυναίκα με τα χέρια από φως Εφτά παραμύθια σχέσης από την προφορική παράδοση Τρεις τρίχες λύκου Ζούσε κάποτε, σ ένα μικρό χωριό, ένας άντρας και μια

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ Παιδικό δωμάτιο Κάπου στην Αθήνα ΑΓΟΡΙ Ένα αγόρι ξανθό, με μάτια που αστράφτουν, στεκόταν όρθιο μπροστά στη βιβλιοθήκη του. Το αγόρι σήκωσε το βλέμμα του ψηλά. Ήξερε τι έψαχνε.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Γ Γυμνασίου οι μαθητές ήρθαν σε επαφή με ένα δείγμα ερωτικής ποίησης. Συγκεκριμένα διδάχτηκαν το ποίημα

Διαβάστε περισσότερα

Το παραμύθι της αγάπης

Το παραμύθι της αγάπης Το παραμύθι της αγάπης Μια φορά και ένα καιρό, μια βασίλισσα έφερε στον κόσμο ένα παιδί τόσο άσχημο που σχεδόν δεν έμοιαζε για άνθρωποs. Μια μάγισσα που βρέθηκε σιμά στη βασίλισσα την παρηγόρησε με τούτα

Διαβάστε περισσότερα

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία Πικρίδου-Λούκα. 2014 Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε. ιστορίες της 17 ιστορίες της Πρωτοχρονιάς Παραμύθια: Βαλερί Κλες, Έμιλι-Ζιλί Σαρμπονιέ, Λόρα Μιγιό, Ροζέ-Πιερ Μπρεμό, Μονίκ Σκουαρσιαφικό, Καλουάν, Ιμπέρ Μασουρέλ, Ζαν Ταμπονί-Μισεράτσι, Πολ Νέισκενς,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» 4 ος ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ 2015-2016 2 Ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» «Πρόσεχε τι πετάς, είναι η

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Δύο Σε μια σπουδαία αρχαία πόλη που την έλεγαν Ουρούκ, ζούσε ένας νεαρός βασιλιάς, ο Γκιλγκαμές. Πατέρας του Γκιλγκαμές ήταν ο βασιλιάς Λουγκαλμπάντα και μητέρα του η

Διαβάστε περισσότερα

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Αποστόλη Λαμπρινή (brines39@ymail.com) ΔΥΝΑΜΗ ΨΥΧΗΣ Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Θα σε χτυπάνε, θα σε πονάνε,

Διαβάστε περισσότερα

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς A...Τα αισθήματα και η ενεργεία που δημιουργήθηκαν μέσα μου ήταν μοναδικά. Μέσα στο γαλάζιο αυτό αυγό, ένιωσα άτρωτος, γεμάτος χαρά και αυτοπεποίθηση.

Διαβάστε περισσότερα

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ 1η Σελίδα Η Γιώτα θα πάει για πρώτη φορά κατασκήνωση. Φαντάζεται πως θα περάσει πολύ άσχημα μακριά από τους γονείς και τα παιχνίδια της για μια ολόκληρη εβδομάδα. Αγχώνεσαι ή νοιώθεις άβολα όταν είσαι

Διαβάστε περισσότερα

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Τέσσερα ΜΠΡΟΜΠΝΤΙΝΓΚΝΑΓΚ Έπειτα από το ταξίδι του στη μικροσκοπική χώρα των Λιλλιπούτειων, ο Γκιούλλιβερ έμεινε στο σπίτι με τη γυναίκα του και τα παιδιά του αλλά πριν περάσουν

Διαβάστε περισσότερα

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! Δ ΤΑΞΗ 3 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΙΣΩΝΙΑΣ ΣΕΣΚΛΟΥ Όλοι χρειαζόμαστε τη βοήθεια όλων Μια φορά κι έναν καιρό, μια

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 [3] Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αφιερωμένο στον πατέρα μου Αλκιβιάδη Copyright

Διαβάστε περισσότερα

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Χρόνια ήρθαν, χρόνια πάνε, και στη ζούγκλα κάποτε, ζούσε ένα μικρό λιοντάρι, ο Λεωνίδας που όμως είχε μια μεγάλη οικογένεια. Ο μπαμπάς, η μαμά, οι θείοι και οι θείες, οι παππούδες

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ. ΣΤΡΑΓΓιΣΜΑ ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ. ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ, ΠΟΥ ΕΣΥ Κι Η ΑΔΕΛΦΗ ΣΟΥ ΛΕιΠΑΤΕ, ΤΗΣ ΤΑ 'ΠΑ ΟΛΑ. ΜΕ ΑΚΟΥΓΕ ΣΟΒΑΡΗ.

Διαβάστε περισσότερα

Καλλιόπη Παπάζογλου του Δημητρίου, 12 ετών

Καλλιόπη Παπάζογλου του Δημητρίου, 12 ετών Καλλιόπη Παπάζογλου του Δημητρίου, 12 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Νηπιαγωγείο Νέα Δημιουργία Ιούνιος, 2014

Νηπιαγωγείο Νέα Δημιουργία Ιούνιος, 2014 Νηπιαγωγείο Νέα Δημιουργία Ιούνιος, 2014 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα ολοστρόγγυλο σαν σφαίρα καρπούζι, φορτωμένο μαζί με άλλα καρπούζια πάνωπάνω στην καρότσα ενός αγροτικού αυτοκινήτου. Ο αγρότης πήγαινε

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Όμιλος Λογοτεχνίας 2 ο Πειραματικό Δημοτικό Σχολείο Ιωαννίνων Σχ. Έτος 2017-18 ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Υπεύθυνη εκπαιδευτικός: Αγγελική Χειλάκη- ΠΕ70 «ΤΟ ΑΣΧΗΜΟΠΑΠΟ»

Διαβάστε περισσότερα

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης. Εκμυστηρεύσεις Πετρίδης Σωτήρης Email: sotospetridis@yahoo.gr 1 1.ΕΚΚΛΗΣΙΑ/ΕΣΩΤ-ΝΥΧΤΑ Η εκκλησία είναι κλειστή και ο µόνος φωτισµός που υπάρχει είναι από τα κεριά. Στα στασίδια δεν υπάρχει κόσµος. Ένας

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Γ Γυμνασίου οι μαθητές ήρθαν σε επαφή με ένα δείγμα ερωτικής ποίησης. Συγκεκριμένα διδάχτηκαν το ποίημα

Διαβάστε περισσότερα

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης του 8ου Δημοτικού Σχολείου Σερρών 2013-2014 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βάτραχος που τον έλεγαν "Φρογκ" και πήγαινε στην 5η Δημοτικού.

Διαβάστε περισσότερα

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Αμέσως έβγαλα το κινητό από τη θήκη και έστειλα μήνυμα στο κινητό της μαμάς πού

Διαβάστε περισσότερα

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια Αναστασία Τζαβάρα Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια Μέσα σε μια πολιτεία δεινοσαύρων μπορείς να βρεις μεγαλόσωμους δεινόσαυρους με ουρές μακριές σαν σωλήνες, αστραφτερά

Διαβάστε περισσότερα

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Κωνσταντίνα Τσαφαρά Αγαπημένο μου ημερολόγιο, Πάνε δέκα χρόνια που λείπει ο σύζυγός μου, ο Οδυσσέας. Τον γιο του τον άφησε μωρό και τώρα έχει γίνει πια ολόκληρος άντρας και

Διαβάστε περισσότερα

Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών

Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΑΤΡΙΚΟ:ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΑΥΓΟ

ΘΕΑΤΡΙΚΟ:ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΑΥΓΟ ΘΕΑΤΡΙΚΟ:ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΑΥΓΟ Α ΣΚΗΝΗ: (Αυγό+κότα) ΑΥΓΟ: Γεια σας, εγώ είμαι ο Μήτσος. Ζω σ αυτό το κοτέτσι σαν όλα τα αυγά. Βαρέθηκα όμως να μαι συνέχεια εδώ. Θέλω να γνωρίσω όλον τον κόσμο. Γι αυτό σκέφτομαι

Διαβάστε περισσότερα

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο

Διαβάστε περισσότερα

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη... Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη... τον Δάσκαλο μου, Γιώργο Καραθάνο την Μητέρα μου Καλλιόπη και τον γιο μου Ηλία-Μάριο... Ευχαριστώ! 6 ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ

Διαβάστε περισσότερα

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος 14 Φτάνοντας λοιπόν ο Νικήτας σε μια από τις γειτονικές χώρες, εντυπωσιάστηκε από τον πλούτο και την ομορφιά της. Πολλά ποτάμια τη διέσχιζαν και πυκνά δάση κάλυπταν τα βουνά της, ενώ τα χωράφια ήταν εύφορα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά Στη γιαγιά Φωτούλα, που δεν πρόλαβε να το διαβάσει, γιατί έφυγε ξαφνικά για τη γειτονιά των αγγέλων. Και στον παππού Γιώργο, που την υποδέχτηκε εκεί ψηλά,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ Α 1 2017-2018 6 ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου Περιλήψεις βιβλίων που έχουν διαβάσει τα παιδιά από τη σειρά «μικρές καληνύχτες». Η Τρίτη μάγισσα Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι Μου έκανε εντύπωση

Διαβάστε περισσότερα

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 1 2 Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 3 Τα λουλούδια χωρίς όνομα, τα έχει ο καθένας από μας, αλλά δεν το ξέρουμε. Δεν μας μαθαίνουν τίποτα και ψάχνουμε μόνοι μας άσκοπα να βρούμε κάτι, για να

Διαβάστε περισσότερα

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική Πόλεμος για το νερό Συγγραφική ομάδα Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική 3 ο Δημοτικό Σχολείο Ωραιοκάστρου Τάξη ΣΤ1 Θεσσαλονίκη 2006 ΠΟΛΕΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΡΟ Άκουγα

Διαβάστε περισσότερα

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Ο Ηλίας ανεβαίνει Ψηλά Ψηλότερα Κάθε Μάρτιο, σε μια Χώρα Κοντινή, γινόταν μια Γιορτή! Η Γιορτή των Χαρταετών. Για πρώτη φορά,

Διαβάστε περισσότερα

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ το Δημοτικό η δασκάλα λέει στους μαθητές της: -Παιδιά, ελάτε να κάνουμε ένα τεστ εξυπνάδας! Ριχάρδο, πες μου ποιο είναι αυτό το ζωάκι: Περπατά στα κεραμίδια, έχει μουστάκι, κάνει νιάου και αλλά έχει και

Διαβάστε περισσότερα

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο: «ημέρα της αποχώρησης Αγαπημένο μου

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ g Μια ιστορία για µικρούς και µεγάλους ένα παραµύθι τεχνολογίας και ζαχαροπλαστικής. ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ Μια ιστορία της. Λίνα ΣΤΑΡ!!! Τ.Ε.Ε. ΕΙ ΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΥΡΟΥ Μαθήτρια: Λίνα Βαρβαρήγου (Λίνα

Διαβάστε περισσότερα

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός ΠΑΡΑΞΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ Ένα παραμύθι για τη διαφορετικότητα, για μικρούς αλλά και για μεγάλους (αυτισμός) Τα παιδιά είναι ελεύθερα να ζωγραφίσουν τις παρακάτω σελίδες όπως αυτά αισθάνονται... Μαρία Κωνσταντινοπούλου

Διαβάστε περισσότερα

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι. ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΙΑΣ ΠΑΡΕΑΣ ΠΑΙΔΙΩΝ Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι. Αμέσως χάρηκαν πολύ, αλλά κι απογοητεύτηκαν ταυτόχρονα όταν έμαθαν ότι θα ήταν ένα

Διαβάστε περισσότερα

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας χωριάτης κι ήτανε φτωχός. Είχε ένα γάιδαρο και λίγα τάλαρα. Εσκέφτηκε τότε να βάλει τα τάλαρα στην ουρά του γαϊδάρου και να πάει να τον πουλήσει στο παζάρι στην πόλη. Έτσι

Διαβάστε περισσότερα

Οπως μαλλον θα ξερετε, εγώ κι ο αδερφός μου

Οπως μαλλον θα ξερετε, εγώ κι ο αδερφός μου Σχολικές διακοπές Οπως μαλλον θα ξερετε, εγώ κι ο αδερφός μου δεν είμαστε αυτό που θα έλεγε κανείς συνηθισμένοι. Κατ αρχάς, είμαστε φαντάσματα. θα έχετε ακούσει βέβαια τι τρομακτικά πράγματα λένε για κάποιους

Διαβάστε περισσότερα

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ»

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ» 2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ» Δεν είχε καλά χαράξει και η κυρία Μαίρη άνοιξε το μαγαζί. Πέταξε τα

Διαβάστε περισσότερα

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις; ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις; ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ Μια χαρά είμαι. Εσύ; ΑΡΗΣ Κι εγώ πολύ καλά. Πάρα πολύ καλά! ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ Σε βλέπω

Διαβάστε περισσότερα

ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ

ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ Ζούσε κάποτε στο Αρέτσο ένας πλούσιος που τον έλεγαν Τοφάνο και είχε πάρει για γυναίκα του μια ωραιότατη νέα που την λέγανε Μαργαρίτα και που χωρίς να ξέρει το γιατί,

Διαβάστε περισσότερα

Σακιδη Δανάη του Αλέξανδρου, 13 ετών

Σακιδη Δανάη του Αλέξανδρου, 13 ετών Σακιδη Δανάη του Αλέξανδρου, 13 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37 Περιεχόμενα Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό............. 11 Αν έχεις τύχη..................................... 21 Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς............... 37 7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda:7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού έπαιζε με την μπάλα του. Μετά από ένα δυνατό χτύπημα η μπάλα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις. Α ομάδα ΕΡΓΑΣΙΕΣ 1. Η συγγραφέας του βιβλίου μοιράζεται μαζί μας πτυχές της ζωής κάποιων παιδιών, άλλοτε ευχάριστες και άλλοτε δυσάρεστες. α) Ποια πιστεύεις ότι είναι τα μηνύματα που θέλει να περάσει μέσα

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 6 : Η μάχη της Ουάσιγκτον (Μέρος ΙΙI) Η μυστηριώδης γυναίκα! Το κόκκινο του θανάτου;

Κεφάλαιο 6 : Η μάχη της Ουάσιγκτον (Μέρος ΙΙI) Η μυστηριώδης γυναίκα! Το κόκκινο του θανάτου; Κεφάλαιο 6 : Η μάχη της Ουάσιγκτον (Μέρος ΙΙI) Η μυστηριώδης γυναίκα! Το κόκκινο του θανάτου; Λίγα λεπτά αργότερα βρεθήκαμε σε μια παλιά αποθήκη. Η νύχτα φαινόταν ατελείωτη. Κανείς δεν κυκλοφορούσε. Τα

Διαβάστε περισσότερα

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Τα παραμύθια της τάξης μας! Τα παραμύθια της τάξης μας! ΟΙ λέξεις κλειδιά: Καρδιά, γοργόνα, ομορφιά, πυξίδα, χώρα, πεταλούδα, ανηφόρα, θάλασσα, φάλαινα Μας βοήθησαν να φτιάξουμε αυτά τα παραμύθια! «Χρυσαφένια χώρα» Μια φορά κι έναν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ - Α,α,α,α,α,α,α! ούρλιαξε η Νεφέλη - Τρομερό! συμπλήρωσε η Καλλιόπη - Ω, Θεέ μου! αναφώνησα εγώ - Απίστευτα τέλειο! είπε η Ειρήνη και όλες την κοιτάξαμε λες και είπε

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt - Ι - Αυτός είναι ένας ανάπηρος πριν όμως ήταν άνθρωπος. Κάθε παιδί, σαν ένας άνθρωπος. έρχεται, καθώς κάθε παιδί γεννιέται. Πήρε φροντίδα απ τη μητέρα του, ανάμεσα σε ήχους

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, μια γριά γυναίκα. Τ όνομά της ήταν Μαραλά. Κανένας δεν

Διαβάστε περισσότερα

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε! 20 Χειμώνας σε μια πλατεία. Χιονίζει σιωπηλά. Την ησυχία του τοπίου διαταράσσουν φωνές και γέλια παιδιών. Μπαίνουν στη σκηνή τρία παιδιά: τα δίδυμα, ο Θανούλης και ο Φανούλης, και η αδελφή τους η Μαριάννα.

Διαβάστε περισσότερα

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους. ΕΙΝΑΙ ΑΤΥΧΙΑ ΝΑ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙΣ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Νούρου Εγώ Κουάμι ο αδερφός μου Ράζακ ένας φίλος που συναντήσαμε στον δρόμο Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β ΗΜ/ΝΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ Σεπτέμβριος Αφόρμηση: ίνω στα παιδιά σε χαρτόνι φωτοτυπημένη μια σβούρα και τους

Διαβάστε περισσότερα

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ Βάζει η δασκάλα εργασία για το σπίτι, να ρωτήσουν πως γεννιούνται τα παιδιά. - Μαμά, μαμά, λέει ο Σοτός μόλις πήγε σπίτι, η δασκάλα μας είπε να σας ρωτήσουμε πως γεννιούνται τα παιδιά. - Δεν μπορώ τώρα,

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μπήκα στο χωριό, νύχτωνε πια, οι πόρτες όλες σφαλιχτές, μες στις αυλές τα σκυλιά μυρίστηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα Ρόμπερτ Μανσκ Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου Κάποτε υπήρχε μια όμορφη πριγκίπισσα που ονομαζόταν Ελισάβετ Ζούσε σε ένα κάστρο και είχε ακριβά ρούχα πριγκίπισσας Επρόκειτο

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΕΓΓΟΝΟΣ: Παππού, γιατί προτιμάς να βάζεις κανέλα και όχι κύμινο στα σουτζουκάκια; ΠΑΠΠΟΥΣ: Το κύμινο είναι κομματάκι δυνατό. Κάνει τους ανθρώπους να κλείνονται

Διαβάστε περισσότερα

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα. Τ ην πρώτη μέρα, την είδα να χαμογελάει. Ήθελα αμέσως να τη γνωρίσω. Ήμουν σίγουρη ότι δεν θα τη γνώριζα. Δεν ήμουν ικανή να την πλησιάσω. Πάντα περίμενα τους άλλους να το κάνουν και ποτέ δεν ερχόταν κανείς.

Διαβάστε περισσότερα

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα της Εβελίνας Στο τέλος κάθε χρόνου, η παλιά μου γυμνάστρια, οργανώνει μια γιορτή με χορούς, παραδοσιακούς και μοντέρνους. Κάθε χρονιά, το θέμα της γιορτής είναι διαφορετικό. (π.χ.

Διαβάστε περισσότερα

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ! Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό τέλος. Κρέμομαι στο χείλος ενός γκρεμού από τις άκρες των σπασμένων μου νυχιών. Το μόνο πράγμα που βρίσκεται ανάμεσα σ εμένα

Διαβάστε περισσότερα

Ανδρέας Αρματάς Φραντσέσκα Ασσιρέλλι

Ανδρέας Αρματάς Φραντσέσκα Ασσιρέλλι Ανδρέας Αρματάς Φραντσέσκα Ασσιρέλλι Η Λελέκα δεν είναι μόνη Πολλά παιδιά ταλαιπωρούνται από φοβίες και νιώθουν ανήμπορα να τις αντιμετωπίσουν. Υπάρχουν όμως και πολλά παιδιά που ξεπερνούν τελικά τους

Διαβάστε περισσότερα

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία Βασίλης Τερζόπουλος Ο Ηλίας ζει παρέα με τον σκύλο του τον Ρούντολφ και δουλεύει στο ταχυδρομείο της πόλης του. Όταν μεγάλωσε, όμως, πήρε μια σημαντική απόφαση και κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς βρίσκεται

Διαβάστε περισσότερα

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Ιωάννα Κυρίτση Η μπουγάδα του Αι-Βασίλη Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Σήμερα ο Αϊ-Βασίλης ξυπνά απ τα χαράματα. Έξι μόνο μέρες μένουν ως την παραμονή της Πρωτοχρονιάς κι ένα σωρό δουλειές τον

Διαβάστε περισσότερα