ΗΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ της Ακαδημίας Αθηνών ΓΑΛΗΝΗ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΕΚΑΤΗ ΕΒΔΟΜΗ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ "ΕΣΤΙΑΣ,, Ι. Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α. Ε.

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΗΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ της Ακαδημίας Αθηνών ΓΑΛΗΝΗ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΕΚΑΤΗ ΕΒΔΟΜΗ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ "ΕΣΤΙΑΣ,, Ι. Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α. Ε."

Transcript

1

2 ΗΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ της Ακαδημίας Αθηνών ΓΑΛΗΝΗ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΕΚΑΤΗ ΕΒΔΟΜΗ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ "ΕΣΤΙΑΣ,, Ι. Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α. Ε.

3 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΤΗ ΕΚΔΟΣΗ, ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΔΕΚΑΤΗ Έλεγα πως για τη νέα τούτη έκδοση της ʺΓαλήνηςʺ δε θα χρειαζόταν καμιά αναθεώρηση του κειμένου της, καμιά επεξεργασία. Ύστερα από τόσες εκδόσεις, από τόσο δούλεμα κάθε φορά! Μα φαίνεται πως αυτό είναι ένας αγώνας, ένα πάθος που καταντά μαρτύριο, η αναζήτηση μιας τελικής μορφής, η τελείωση του ύφους. Είπαν πως το ύφος είναι ο άνθρωπος. Ωστόσο κάθε βιβλίο μας επιβάλλει κʹ ένα δικό του ύφος τέλος πάντων μια παραλλαγή. Κι αυτή ποτέ οριστική. Μονάχα με την έννοια της αέναης αναζήτησης που υπάρχει στην ανθρώπινη μοίρα θα μπορούσες να δεχτείς πως το ύφος ίσως είναι ο άνθρωπος. Τούτη η έκδοση της ʺΓαλήνηςʺ έχει ουσιαστικές μεταβολές από την πρώτη φυσικά μονάχα στη σύνθεση του λόγου, στο ρυθμό του. Και πάλι δε μπορώ να πω πως αυτό το κείμενο θα είναι το οριστικό. Βλέπω πως ποτέ δε θα πω στη ζωή μου παρόμοιο λόγο. * * * Οι δυο εκδόσεις της ʺΓαλήνηςʺ που έγιναν μες στην Κατοχή, το Μάιο και τον Αύγουστο του 1943, είχαν προλογιστεί με τα κείμενα που δημοσιεύονται πιο κάτω. Η λογοκρισία του κατακτητή είχε αφήσει με πολλή δυσκολία, και αφού επέβαλε μερικές φραστικές αλλαγές, να τυπωθούν οι σελίδες αυτές, προπάντων ο πρόλογος στην τρίτη έκδοση. Επειδή η ιστορία της ʺΓαλήνηςʺ και το πνεύμα της είναι συνδεμένα από τότε με τα κείμενα αυτά, γιʹ αυτό αναδημοσιεύονται και σε τούτη την έκδοση. Άνοιξη του 1971 Η. Β.

4 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ Είχα την ελπίδα πως η έκδοση αυτή θα γινόταν σε ειρηνικούς χρόνους. Αλλά η ʺΓαλήνηʺ φαίνεται πως ήταν προορισμένο να γράψει την ιστορία της μέσα σε πόλεμο. Η πρώτη έκδοσή της τυπώθηκε τις μέρες του Σεπτέμβρη του 1939, όταν άρχιζε το δράμα του κόσμου, και η τρίτη της έκδοση γίνεται τώρα, ενώ το δράμα ακόμα συνεχίζεται. Από μιαν άποψη το βιβλίο αυτό ζει την ιστορία του μέσα στο κλίμα που του πρέπει: μέσα στο κλίμα της πικρίας. Υπάρχει, φαίνεται, και για τα πράγματα μια μοίρα όχι μονάχα για τους ανθρώπους. Η τύχη ακόμα το ήθελε, το τελευταίο ελληνικό μυθιστόρημα που βγήκε όταν έκλεινε η περίοδος του μεσοπόλεμου να μην είναι ένα βιβλίο για τη χαρά του κόσμου. Έτσι οι σελίδες της ʺΓαλήνηςʺ δεν απιστούν στην ατμόσφαιρα της εποχής μας και στην ιστορία του τόπου μας. Δεν απιστούν και στην ιστορία των παιδικών μας χρόνων και της νιότης μας. Της νιότης μας... Σε ηλικία που τα παιδιά, αν τους έτυχε να γεννηθούν ευτυχισμένα και σε ευτυχισμένες εποχές, μαθαίνουν μόνο ό,τι ωραίο υπάρχει στη ζωή και παίζουν τα παιχνίδια τους, αποταμιεύοντας έτσι μέσα τους απόθεμα χαρά για τις δύσκολες μέρες που θα ʹρθουν όταν μεγαλώσουν, εμείς μαθαίναμε μόνο τι είναι λύπη και δάκρυα. Τίποτα δεν είναι πιο πικρό από ένα παιδάκι λυπημένο που σκέφτεται, έγραφε ένας μεγάλος μυθιστοριογράφος. Κʹ εμείς μαθαίναμε να σκεφτόμαστε πριν καλά καλά μάθουμε να εννοούμε ό,τι αισθανόμαστε. Συμφορές, ξεριζώματα και μεταναστεύσεις πληθυσμών, αναστατώσεις της οικονομικής ζωής των ανθρώπων, αναστατώσεις και συγκρούσεις των ιδεών, τραύματα ψυχικά, αυτά ήταν η νιότη μας. Και πλάι σʹ αυτά είναι το παρελθόν, είναι τα στρώματα της πικρίας του λαού αυτού απʹ τον οποίο ερχόμαστε. Κατοικούμε μια δύσκολη, αυχμηρή, ωστόσο πάντα πολυαγαπημένη γη. Οι θάλασσες του τόπου μας είναι φτωχές θάλασσες, κʹ η ζωή των ψαράδων μας είναι σκληρή ζωή. Δεν έχουμε τις ατέλειωτες πεδιάδες άλλων τόπων, δεν έχουμε τα μεγάλα δάση, δεν έχουμε την ευλογία του Θεού, που κάνει ελαφρότερο το μόχθο του ανθρώπου. Οι ελιές μας φυτρώνουν στους βράχους και στα γυμνά βουνά, κʹ είναι ποτισμένες περισσότερο με τα δάκρυά μας παρά με τη βροχή που στέλνουν τα σύννεφα. Οι αρχαίοι κάτοικοι του τόπου τούτου για να κάμουν ευμενείς τους θεούς απέναντί τους, για να τους κάμουν συναντιλήπτορες στις λύπες και στα βάσανά τους, τους κατέβασαν απʹ τον ουρανό στη γη: τους έβαλαν πάνω στον Όλυμπο. Γιατί είχαν τη σοφία να ξέρουν πως ο πόνος είναι αφηρημένη έννοια αν δεν τον έχεις δοκιμάσει, πως μόνο ό,τι άγγισες με τα χέρια σου και την καρδιά σου, μόνο ό,τι πλήρωσες με αίμα σου είναι γνώριμο και μπορεί να ʹβρει μέσα σου ηχώ. Έτσι οι κάτοικοι της Ελλάδας, όταν ζητούσαν απʹ το γείτονά τους, το Θεό του Ολύμπου, να τους στείλει βροχή, ξέραν πως κʹ εκείνος δοκιμαζότανε απʹ την ανομβρία, πως κʹ εκείνος καταλάβαινε τι θα πει να θέλει τούτη η δύσκολη γη νερό, και νερό να μη στέλνουν τα σύννεφα. Όταν τον παρακαλούσαν να στείλει άνεμο για να φουσκώσει τα πανιά των καϊκιών τους και για να βοηθήσει την καρποφορία των δέντρων τους, ξέραν πως έτσι να ʹκανε ο Θεός απʹ τα θρόνο του, θα ʹβλεπε τα σκληρά τους τα πρόσωπα να περιμένουν το έλεός του, πως αν αφουγκραζόταν θʹ άκουε τους χτύπους της καρδιάς τους. Έπειτα οι θεοί του Ολύμπου φύγανε και ήρθαν οι άνθρωποι, ήρθαν οι σκοτεινοί αιώνες των δεινών μας. Είμαστε ένας αληθινά πονεμένος, πολυβασανισμένος, πολυπικραμένος λαός. Έχουμε πίσω μας, έχουμε μέσα μας και μας παρακολουθούν αυτοί οι αιώνες της ανήκουστης οδύνης μας. Ο θάνατος στο λαό μας έγινε πρόσωπο οικείο. Οι μητέρες μας μέσα στʹ άλλα χρέη τους, μέσα στο χρέος νʹ αναστήσουν παιδιά και να τους μάθουν την αγάπη των εφέστιων θεών, παράδοση είχαν να ετοιμάζουν και να φυλάγουν στα σεντούκια τους τα νεκροσάβανα της οικογένειας. Το μεθύσι, που για άλλους λαούς είναι μέσο χαράς, για το δικό μας το λαό είναι σπουδή στο θεό της πικρίας. Με θολά σιωπηλά μάτια χορεύουμε και τραγουδούμε τραγούδια λυπητερά, τραγούδια όπου τα πουλιά και τα δέντρα και οι κορφές των βουνών γίνονται πλάσματα που μιλούν και μας παραστέκουν, γίνονται πλάσματα που επιτέλους μπορούμε να τους εμπιστευθούμε, αφού με τους ανθρώπους δεν το μπορούμε, γιατί οι

5 άνθρωποι μας πικράνανε. Από αυτή τη γη, από αυτή τη μοίρα ερχόμαστε. Από ένα τέτοιο κλίμα έρχεται και η ʺΓαλήνηʺ, ένα απʹ τα πικρά βιβλία της γενιάς μας. Όμως θέλω να πιστεύω πως, αν τα βιβλία αυτά δεν είναι βιβλία της χαράς, δεν είναι και βιβλία της απαισιοδοξίας. Δεν είναι διόλου. Η πικρία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των ζωντανών οργανισμών. Γιατί αυτοί ζητούν πολλά απʹ τη ζωή, και η ζωή τις περισσότερες φορές δίνει λίγα. Με τα λίγα μπορούν να ευτυχούν μόνο όσοι γέρασαν, σωματικά ή ψυχικά, επειδή αυτοί, μη έχοντας να περιμένουν τίποτα, είναι ευχαριστημένοι με τα ψίχουλα του δρόμου. Γιʹ αυτό και οι πικραμένοι άνθρωποι είναι στο βάθος οι πιο αισιόδοξοι: επειδή σʹ αυτούς έμεινε ακόμα το προνόμιο νʹ αγαπούν, να πιστεύουν στον άνθρωπο και στη ζωή, το προνόμιο να κυνηγούνε χίμαιρες. Αθήνα, Απρίλης Η. Β.

6 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΚΔΟΣΗ Στη μητέρα μας, το Αιγαίο, θα φυσούν σίγουρα κʹ εφέτος τα μελτέμια. Είναι ο καιρός τους. Τα κύματα, όπως πάντα, θα δέρνουν τους γυμνούς βράχους των νησιών, και στις ασέληνες νύχτες θα στεφανώνουν τον αφρό τους με άστρα. Σε κάποιο νησί του Αρχιπελάγου μας είναι ένας κόρφος. Λένε πως στο βυθό του αναπαύονται οι αρχαίες θαλασσινές θεότητες του Αιγαίου. Μια από αυτές τις νύχτες του καλοκαιριού θα ξυπνήσουν και θʹ ανεβούν στην επιφάνεια. Είναι ο καιρός τους. Θα πάνε ως το ακρογιάλι και θα ρωτήσουν τα γέρικα δέντρα, τις ελιές με τους τυραννισμένους κορμούς, να μάθουν αν τίποτα νέο υπάρχει απʹ την Ελλάδα, για τον Πάνα και για τους Σατύρους. Τα φύλλα θα σαλέψουν αλαφρά για νʹ αποκριθούν πως «Όχι. Τίποτα ακόμα.» «Άραγες θα ζουν;» θα ρωτήσουν πάλι οι πικραμένες θεότητες της θάλασσας. Κʹ οι ελιές που είναι βέβαιες γιʹ αυτό θα τις ησυχάσουν. «Ω! Πώς γίνεται να πεθάνουν;» Αθήνα, 25 Ιουλίου Η. Β.

7 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

8 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Ένα κοπάδι κυνηγημένοι πρόσφυγες της Ανατολής, καλοκαίρι του 1923, γυρεύουν τη νέα πατρίδα τους στην ερημιά της Αναβύσσου. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΥΤΗ αρχίζει τον Ιούλιο του Ανάβυσσος είναι ένα έρημο μέρος παραθαλάσσιο, στον κόρφο του Σαρωνικού, πάνω κάτω δέκα μίλια πριν απ' το Σούνιο. Κανένας δημόσιος δρόμος δε βγάζει σ' εκείνο το μέρος. Όλοι οι δρόμοι τραβούν πίσω απ' τους μικρούς λόφους που κλείνουν την άγονη γη του τόπου, όπου ο οδοιπόρος δε θα βρει δέντρο μήτε ένα. Σκίνα μονάχα βρίσκουνται, αγκάθια, βούρλα και άμμος. Χέρια ανθρώπου από πολλούς αιώνες δεν όργωσαν το χώμα, κι ο άμμος κ' η βροχή και ο ήλιος έκαμαν το έργο τους χωρίς τον ίδρο του ανθρώπου. Οι λόφοι προχωρούν ως χαμηλά στη θάλασσα, τη ζώνουν και κάνουν ένα φυσικό κόρφο που αφήνει ένα στενό πέρασμα κατά το πέλαγο. Μέσα από τούτο το πέρασμα τα τσακάλια, οι λαγοί κ' οι αγριομέλισσες βλέπουν στο βάθος τη γαλανή γραμμή της Πελοποννήσου, της Αίγινας και της Ύδρας, και ποιος ξέρει τι λένε συναμεταξύ τους γι' αυτούς τους μακρινούς τόπους. Ένα μονοπάτι μονάχα μπορεί να φέρει στην ακρογιαλιά της Αναβύσσου τον οδοιπόρο που έρχεται πίσω απ' τους λόφους. Το μονοπάτι τελειώνει στις αλυκές, μοναδικό σημάδι πως υπάρχει ζωή ανθρώπινη σ' εκείνη την ερημιά. Το χώμα έχει πολλή άργιλο, οι απανωτοί λόφοι κάνουν ρέματα και τραβούν τα σύννεφα, το αλάτι ξεραίνεται εύκολα στις "αυλές" κ' ύστερα γίνεται πυραμίδες, άσπρα και τραγικά μνημεία της σιωπής. Οι χωριάτες, που ζουν πίσω απ' τους λόφους, όταν η χρονιά είναι δύσκολη κ' οι βροχές δε βλογήσουν τα κλήματα στα Μεσόγεια, παίρνουν με τις φαμίλιες τους το μονοπάτι, γυρεύοντας να δουλέψουν στο αλάτι για να ζήσουν. Άλλοι βολεύουνται, άλλοι δε βρίσκουν σειρά γιατί τους προλάβανε από μέρη πιο πεινασμένα, άλλοι δεν αντέχουν στους πυρετούς που φέρνουν τα βαλτονέρια του μικρού κάμπου. Έτσι θα περάσει η γενιά τους, ύστερα θα 'ρθει άλλη γενιά, και όταν κ' εκείνη φύγει θα 'ρθει η νεώτερη, που θα πάρει σαν πεινάσει το ίδιο μονοπάτι για τη θάλασσα, ακολουθώντας τα βήματα των προγόνων. Έτσι έγινε αυτό το μονοπάτι, στέρεο έργο πεινασμένων ανθρώπων. ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 1923, ένα πρωί δε φυσούσε το μελτέμι, καθώς γίνεται τέτοιον καιρό στο Σαρωνικό. Σ' έναν απ' τους γυμνούς λόφους της Αναβύσσου δυο άνθρωποι σκάβαν μισόγυμνοι. Ο ίδρος έσταζε από πάνω τους. Κάτω, στο βάθος, η θάλασσα λαμποκοπούσε απ' τον ήλιο, η ατμόσφαιρα ήταν πυκνή και θολή. Και το φυλακισμένο νερό στις αλυκές, στις "αυλές", τόσο ακίνητο ήταν, που έδινε μονάχο του τη μορφή της ώρας και του τόπου. Κουράστηκα, λέει ο ένας απ' τους δυο ανθρώπους. Μ' αυτή τη ζέστη!... Ο άλλος σταματά να χτυπά τη γη. Κ' εγώ, Βασίλη, βαρέθηκα πια. Που θα πάει αυτό; Θα κάμουμε υπομονή, λέει ο πρώτος. Αν έχουμε τύχη, σωθήκαμε! Α, αν έχουμε τύχη! Όμως στο μεταξύ πεινάμε, τη στιγμή που οι άλλοι κει κάτω βγάζουν το ψωμί τους. Κ' έδειξε χαμηλά, την ακίνητη αλυκή.

9 Εγώ λέω, είπε πάλι ο ίδιος, να κατέβουμε κ' εμείς κατά κει. Βαρέθηκα! Μα ο άλλος δεν ήθελε να γονατίσει. Ένα μήνα τώρα σκάβουμε, και να τα παρατήσουμε έτσι σύξυλα; Κι όμως δε μπορεί: "Εδώ γύρω, μας είπε ο Πράσινος, πρέπει να βρεθεί το άγαλμα. "Κ' ύστερα, σα βρεθεί, ε... τότες... Δεν αποτέλειωσε τη σκέψη του, επειδή τόσες φορές είχαν μιλήσει για το ίδιο θέμα. Κ' είσαι σίγουρος, είπε ο άλλος, πως θα σου το πληρώσει στην τιμή του, ε; Θυμήσου τι έγινε με τη γυναίκα που είχαν βρει πριν από τρία χρόνια... Ναι, το θυμόταν τι είχε γίνει πριν από τρία χρόνια. Άλλοι χωριανοί την είχαν βρει, τότε, τη θαυμάσια κόρη με τα κλειστά βλέφαρα, διατηρημένη στοργικά απ' τη γη τρεις χιλιάδες χρόνια. Τους την πήρε, τότε, ο Πράσινος μ' ένα τίποτα. Μα, αν δεν ήταν πάλι αυτός, θα 'πρεπε να την παραδώσουν στην αρχή του τόπου, πάλι χωρίς τίποτα. Αργότερα μάθαν, απ' τις εφημερίδες, τι τεράστιο ποσό πήρε ο αρχαιοκάπηλος για να πουλήσει την κόρη που ταξίδεψε στην Αμερική. Αυτά λέγαν, όταν ο ένας, κοιτάζοντας κατά το βάθος, πρόσεξε ένα σύννεφο σκόνη που σηκωνόταν στο πιο μακρινό σημείο του μονοπατιού, εκεί που άγγιζε τους λόφους. Για κοίταξε! είπε ξαφνιασμένος. Τι να 'ναι; Κοπάδι γίδια θα 'ναι! Τι άλλο; Μα ο πρώτος δε συμφωνούσε. Δε γίνεται να 'ναι κοπάδι στο μονοπάτι πάνω τέτοια ώρα. Άνθρωποι θα 'ναι. Άνθρωποι εδώ; Και τόσοι πολλοί! Οι αλυκές είναι γεμάτες χέρια. Τι να κάμουν; Κι όμως, κοίταξε! Κοίταξε! Βάλαν τα χέρια τους αντήλιο και κοίταξαν. Το μεγάλο σύννεφο ολοένα ανέβαινε ψηλά, πλησίαζε. Ήταν σαν ύλη ζωντανή που τρύπωσε, με φόβο και με προφύλαξη, απ' το άνοιγμα των λόφων στο ακίνητο τοπίο και πορευόταν σιωπηλά στη μόνη φιλική διέξοδο του χώρου, κατά τη θάλασσα, με το σίγουρο ένστιχτο του ζώου. Θαρείς πως είναι στρατός! είπε πάλι ο ένας χωριάτης, ακόμα πιο πολύ ξαφνιασμένος. Μα όχι! διόρθωσε σε λίγο. Βλέπω γυναίκες και παιδιά. Κοιταχτήκαν μες στα μάτια φοβισμένοι. Τι γύρευε τόσος κόσμος, γυναίκες και παιδιά, στην ερημιά της Αναβύσσου; Μπας και χτύπησε πουθενά σεισμός τη γη και γκρεμίστηκαν τα χωριά, κ' οι άνθρωποι πήραν στην απελπισία τους το μονοπάτι για τη θάλασσα; Κατεβαίνουμε γλήγορα να δούμε! Κατεβαίνουμε!

10 Η ΜΑΚΡΙΝΗ ΛΙΤΑΝΕΙΑ ολοένα πλησιάζει. Το σύννεφο η σκόνη μακραίνει πιο πολύ μες στην πυκνή ατμόσφαιρα. Σιγά σιγά εξοικειώνεται, δένεται μαζί της και χάνεται μέσα της, με την ικανότητα της προσαρμογής που έχουν τα πράγματα του κόσμου τούτου. Όμως, κάτω απ' το σύννεφο η εξοικείωση δεν είναι εύκολη. Ένα κοπάδι γυναίκες, παιδιά και γέροντες βογκούν δυνατά, κυνηγημένοι απ' τον ήλιο, απ' τη στέρηση και απ' την εξάντληση του δρόμου. Στα πρόσωπα ο ίδρος, ζυμωμένος με τη σκόνη, στάζει σα λάσπη. Νέοι άντρες είναι λίγοι. Οι πιο πολλοί του κοπαδιού περπατούν ξυπόλητοι, κι όλοι σηκώνουν στον ώμο ένα φορτίο, ένα τσουβάλι γεμάτο ή έναν μπόγο. Αχ! Που μας στέλνουν να ζήσουμε! Που μας στέλνουν! τσίριζε δυνατά μια γυναίκα. Εδώ είναι έρημος! Έρημος! Τότε οι άλλες γυναίκες, με το σύνθημα το δοσμένο απ' τη μια, άρχισαν να ολολύζουν, όλες μαζί, και να καταριούνται τη μοίρα τους. Θα πεθάνουμε σ' αυτό τον άγριο τόπο! Θα πεθάνουμε, εμείς και τα παιδιά μας! Θα πεθάνουμε! Οι άντρες κ' οι γέροι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να πολεμήσουν τον πανικό. Καθένας πολεμούσε να ησυχάσει την πλαϊνή του γυναίκα, τη γυναίκα του, τη μητέρα του. Μα η απελπισία έτρεχε μες στον πηχτόν αγέρα, δύναμη γόνιμη σαν τη γύρη. Τίποτα!... ολόλυζαν. Τίποτα δε θα μας γλυτώσει! Εδώ θα μείνουμε!... Φώναζαν για ένα δέντρο. Να ήταν ένα δέντρο να ξαποστάσουν κάτω απ' τον ίσκιο του. Μα σ' όλη την άπλα του μικρού κάμπου μια γραμμή καν δε φαινόταν στυλωμένη κατά τον ουρανό. Μαύριζε μονάχα ο τόπος απ' τα σκίνα, που πάνω τους έτρεμε ο ήλιος. Το μαρτύριο του νερού ήρθε, τότε, στη δύσκολη ώρα. Όταν ξεκίνησαν απ' τα Καλύβια, το τελευταίο κατοικημένο μέρος της περιοχής, τους είχαν πει πως στο μονοπάτι απάνω θα βρουν δυο πηγάδια. Κ' ύστερα, κοντά στη θάλασσα, θα βρουν άλλο ένα. Είχαν βρει το πρώτο, ξεδίψασαν, και πήγαιναν για το άλλο. Η προσδοκία του μέρευε τη φοβερή δίψα, κ' επειδή ήταν μια προσδοκία, μέρευε λίγο την καρδιά τους με φως. Όταν, απ' την εμπροσθοφυλακή τους, τους πρώτους που βαδίζαν, ήρθε το άγγελμα: Είναι ξερό! Το πηγάδι είναι ξερό! Τότε, αδύναμοι πια να χτυπηθούν με τη μοίρα τους, καθήσαν όλοι μονομιάς καταγής, και το σύννεφο που σήκωναν τα ματωμένα ποδάρια σταμάτησε απάνω τους. Ένα βαρύ μουκανητό πέρασε μέσα απ' το κίτρινο τούτο πέπλο και προσπάθησε ν' ανέβει στο Θεό. Τι φταίξαμε! φωνάζανε. Τι φταίξαμε! Φωνάζαν. Ύστερα, σιγά, η φωνή τους αδυνάτισε, ίσαμε που έσβησε σε χαμηλά βογκητά. Τότε ακούστηκαν τα βήματα ενός συντρόφου τους, που είχε πάει μπροστά μονάχος και τώρα γύριζε πίσω φωνάζοντας: Σηκωθείτε! Σηκωθείτε! Η θάλασσα! Η θάλασσα! Που ήταν, λοιπόν, η θάλασσα! Ο πεσμένος όγκος σάλεψε μονομιάς σαν κύμα. Η ζεστή εικόνα το ανατάραξε, κ' ύστερα το κίνησε ορμητικά, με τη φοβερή δύναμη που έχουν οι λέξεις.

11 Σηκωθείτε! Σηκωθείτε! φώναζαν οι άντρες. Λίγο κουράγιο ακόμα! Φτάνουμε στη θάλασσα! Το σύννεφο, που είχε χαμηλώσει απάνω τους, έκαμε πάλι πανιά και κίνησε πάλι μαζί τους, ουράνιο πλοίο. Τρέχαν χαμηλά, στρίψαν ένα μικρό ύψωμα, όταν νέα φωνή, πιο ζεστή και πιο άγρια, σηκώθηκε να διαλυθεί μες στη σκόνη: Το αλάτι! Το αλάτι! Κοιτάξτε λοιπόν κει κάτω! Οι άσπρες κολόνες των αλυκών, ακίνητο και ανέκφραστο μνημείο, παίζαν με τη σιωπή του βάθους και με το φως. Τίποτα δεν μπορούσε να είναι πιο ακίνητο και πιο ανέκφραστο από αυτό στο ξερό τοπίο. Όμως για τους ανθρώπους τούτους οι κολόνες γίνονταν μονομιάς μαγεία, πλέαν πάνω στο κύμα και στα βουνά, πέρα, κατά τη μακρινή πατρίδα, εκεί όπου ίδιες κολόνες άσπριζαν, ίδιες σαν αυτές εδώ. Ήταν ένα ξαφνικό ανασάλεμα της μνήμης και της καρδιάς, ένα μακρινό μήνυμα απ' την εφέστια γη. Ας είσαι βλογημένος! φώναζαν στο Θεό. Τουλάχιστο είναι αυτό εκεί, και δείχναν το αλάτι. Πάνω στην ώρα φάνηκαν να σιμώνουν κ' οι δυο χωριάτες που έρχονταν απ' το λόφο. Ε, σεις! Σταθείτε μια στιγμή! φώναξαν στο κοπάδι. Στάθηκαν, βλέποντας άξαφνα ανθρώπους. Που πάτε; Ανάβυσσο δεν είναι δω; αποκρίθηκε μια φωνή. Εδώ ερχόμαστε! Τι είσαστε; Πρόσφυγες είμαστε. Και τι γυρεύετε σ' αυτά τα μέρη; Μας δώσαν τη γη! αποκρίθηκε η φωνή του κοπαδιού. Θα μείνουμε εδώ! Τη γη! Ποια γη; είπε ξαφνιασμένος ο ένας απ' τους χωριάτες. Εδώ φυτρώνουν μονάχα βούρλα, στον τόπο ετούτο. Κ' ύστερα: Θα πεθάνετε, τους λέει, εσείς και τα παιδιά σας! Θα πεθάνετε αν, στα σωστά, ερχόσαστε να μείνετε σ' αυτά τα μέρη! Μα το κοπάδι, κινημένο τώρα απ' το δράμα του αλατιού, κατέβαινε κιόλας χαμηλά, με τις δυνάμεις που του απόμεναν. Οι δυο χωριάτες στάθηκαν, κοιτάζοντας τη λιτανεία που χαμήλωνε. Τώρα; είπε τέλος ο ένας, που πρώτος άρχισε να συνεφέρνει απ' το ξάφνιασμα. Τώρα;... Λες, στα σωστά, να μείνουν; έκαμε ο άλλος.

12 Δεν τους είδες τι απελπισμένοι που ήταν; Θα μείνουν! Τότε, με τη βεβαιότητα αυτή, είδαν μονομιάς καθαρά που 'εβγαζε το νέο: Αν παίρναν τη γη οι πρόσφυγες, όλη τούτη η μυστική δουλειά, να παλεύουν για αρχαίους τάφους, χανόταν οριστικά. Α, την παλιοφάρα! βλαστήμησε ο ένας. Σίγουρα θα πάρουν και τα μέρη που σκάβουμε! Αν τύχει και μάθουν και το σκοπό μας, πρέπει να το περιμένουμε πως θα μας καταδώσουν. Και τώρα που ελπίζαμε... Πρέπει να ειδοποιήσουμε αυτόν! είπε ο άλλος. Θα φύγουμε απόψε!

13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Δυο καταμόναχοι άνθρωποι: μια γυναίκα, ένας άντρας. ΣΑΝ ΦΤΑΣΑΝΕ οι πρόσφυγες στην ακρογιαλιά, βρήκαν επιτέλους λίγα πεύκα. Τα είχε σπρώξει η άγονη θεότητα του τόπου χαμηλά, και φύτρωσαν στις ρίζες του μικρού βουνού που έκλεινε απ' τoo νοτιά τον κύκλο τους λόφους, κατεβαίνοντας στη θάλασσα. Βρήκαν και το γλυφό νερό ενός πηγαδιού. Ξεδίψασαν, ύστερα άπλωσαν τα κορμιά τους στον ίσκιο στα πεύκα και βογκούσαν ώρες πολλές, ίσαμε που σιγά σιγά σώπασαν. Έπεφτε γαλήνιο το βράδυ. Τα βουνά παίρναν καθαρές γραμμές κ' η θάλασσα ήταν ήμερη. Στο βάθος, μέσα απ' το πέλαγο, αναδύθηκε ένα μικρό νησί. Πώς να το λένε άραγες; ρώτησε ένας. Και τι σε νιάζει εσένα τ' όνομά του..., είπε πικρά ένας άλλος. Ξερότοπος θα 'ναι, σαν που είναι όλη τούτη η χώρα όπου θα πεθάνουμε. Μια γυναίκα αναστέναξε και κούνησε το κεφάλι της καταφατικά. Μα ένας γέρος, που καθόταν σιωπηλός, έφερε τη μόνη αντίδραση της πείρας: Ω, μη λες πικρά λόγια, γιε μου! Θα δεις που θα βγάλουμε νερό απ' τη γη, και καρπό απ' τη γη... Κινημένοι από παρόμοια αισθήματα, κοίταζαν να βρουν έναν τρόπο να μιλήσουν, και να μερέψουν την πίκρα αυτής της βραδιάς του Ιουλίου, δυο ακόμα άνθρωποι του κοπαδιού. Είχαν αποτραβηχτεί κάτω από ένα δέντρο, το πιο κοντινό στη θάλασσα, λίγο ξεκομένοι απ' τους άλλους. Ο άντρας θα ήταν γύρω στα εξήντα. Σ' ένα αδύνατο σώμα στηριζόταν ένα κάτασπρο κεφάλι με μεγάλα γαλανά μάτια. Η γυναίκα ήταν πολύ νέα σίγουρα θα μπορούσε να είναι κόρη του. Στο πρόσωπό της, μέσα σε σκοτεινό και τραχύ τόνο, ακινητούσε η κούραση σαν ωχρό φως. Και τα μάτια της, που μέναν στυλωμένα στο πέλαγο καθώς ακουμπούσε στον κορμό του δέντρου, μοιάζαν σα να παραμόνευαν ένα σκοτεινό εχτρό που έμελλε να ξεπεταχτεί εκεί, ενώπιος ενωπίω. Κοιτάζεις το νησί, Ειρήνη; ρώτησε ο άντρας δειλά, θέλοντας ν' ανοίξει κουβέντα. Δεν κινήθηκε το πρόσωπό της. Εξακολουθούσε να κοιτάζει στο βάθος. Θα 'ναι η Ύδρα, είπε πάλι ο άντρας. Κ' εκεί κάτω θα 'ναι η Πελοπόννησος. Κ' ευθύς αμέσως: Δε μπορεί, το νησί θα 'ναι η Ύδρα. Περίμενε μιαν απάντηση, μια λέξη. Κ' η κορφή εκείνη, πίσω απ' το άνοιγμα της θάλασσας, θα 'ναι η Αίγινα, συνέχισε το μονόλογό του. Βλέπεις γυρίζουμε, γυρίζουμε, μας τραβούνε τα νερά αυτά. Σ' όλο το Μεγάλο Πόλεμο πάλι διωγμένοι απ' τα μέρη τους, είχαν βρει καταφύγιο στην Αίγινα, απ' όπου παρακολούθησαν την καταστροφή το κόσμου. Ποιος να το 'λεγε πως, ύστερα από λίγα χρόνια, θα καταλήγανε πάλι μακριά απ' τον τόπο τους, όμως οριστικά πια, στην αντίπερα όχθη! Μας τραβούνε τα νερά αυτά..., είπε πάλι ο γιατρός Δημήτρης Βένης.

14 Η γυναίκα εξακολουθούσε να σωπαίνει. Μα μίλησε επιτέλους! Κ' ύστερα, χαμηλώνοντας τη φωνή: Υποφέρεις πολύ; τη ρώτησε. Σε παρακαλώ, Δημήτρη, μη με τυραννάς..., είπε και γύρισε τέλος τα μάτια της απάνω του. Μα σε ρωτώ, Ειρήνη, μήπως χρειάζεσαι τίποτα. Μήπως θα 'θελες να ξαπλώσεις; Θα φροντίσω εγώ. Ω, βέβαια! Θα φροντίσεις εσύ!... Θα φροντίσεις εσύ!... Η αγανάχτηση άστραψε στο ωχρό της πρόσωπο. Μα γιατί είσαι άδικη; προσπαθούσε ο άντρας να την κάμει να ηρεμήσει. Το είδες πια πως δε θα μπορούσαμε να ζήσουμε στην πόλη... Ένας γιατρός ξένος και άσημος, λέει, είναι πιο άοπλος κι απ' τον τελευταίο άνθρωπο στη γη. Θα πεθαίνανε από ασιτία και αξιοπρέπεια. Μα ακριβώς αυτό λέω για τη μοίρα μου! Πώς ήρθα εδώ για να πεθάνω από ασιτία και αξιοπρέπεια... Μην το λες! διαμαρτυρόταν ο Βένης. Θα δεις που θ' αλλάξει η ζωή μας εδώ. Θα ζήσουμε με τους ανθρώπους του τόπου μας και θα τους βοηθήσουμε, κι αυτοί δε θα μας αφήσουν. Άλλωστε, πρόσθεσε σε λίγο δισταχτικά, αυτό... αυτό είναι κ' ένας μικρός σκοπός... Γύρισε απότομα πάλι και τον κοίταξε σκληρά. Ω, πια, οι μικροί σκοποί σου! Βαρέθηκα πια να τους ακούω από τότε που ήρθα στο σπίτι σου. Βαρέθηκα! Ο Δημήτρης Βένης ολοένα προσπαθούσε, με τον ήμερο τρόπο του, να την κάμει να γίνει λογική. Τι φταίει εκείνος αν δε μπόρεσε, τι φταίει για τη δυστυχία τους; Πρόσφυγες είμαστε. Τι φταίω εγώ; της έλεγε. Η νύχτα κατέβαινε σιγά στους λόφους και στη θάλασσα. Οι φωνές του κοπαδιού, σκορπισμένου κάτω απ' τα δέντρα, άρχισαν να δυναμώνουν. Όλοι φρόντιζαν να βολευτούν για τον ύπνο της νύχτας. Εδώ κ' εκεί άναψαν φωτιές. Θα πάω να κοιτάξω για νερό, είπε ο γιατρός. Πήρε απ' το σάκκο τους ένα μικρό κανάτι και τράβηξε στο πηγάδι. Σα γύρισε, δε βρήκε τη γυναίκα του στο δέντρο. Φώναξε σιγανά, μπας κ' ήταν σε κανένα γειτονικό δέντρο. Ειρήνη! Ειρήνη!

15 Δεν ήρθε κατά δω, γιατρέ, αποκρίθηκε μια αντρική φωνή από κει κοντά. Πήγε κατά τη θάλασσα. Κ' ύστερα, η ίδια φωνή: Να σας βοηθήσω σε τίποτα; Όχι, δεν ήθελε τίποτα. Ο καθένας θα είχε να φροντίσει για τον εαυτό του. Κοίταξε γύρω γύρω τις φωτιές που είχαν ανάψει. "Αν ανάβαμε κ' εμείς; συλλογίστηκε ο Βένης. Σίγουρα οι νύχτες θα είναι υγρές." Μα πάλι είπε να περιμένει να γυρίσει η γυναίκα του. "Τι να γίνει κι αυτή η έρημη..., είπε πάλι μονάχος του. Είναι σκληρό, μα ποιος φταίει;" Άκουσε βήματα που πλησίαζαν. Τα γνώρισε. Εσύ είσαι; Εγώ. Έλα, έφερα νερό. Μπορούμε να φάμε λίγο, ό,τι έχουμε. Θέλεις ν' ανάψουμε φωτιά; Δε θέλω τίποτα, είπε κουρασμένα. Μια νύχτα είναι και θα περάσει, συμφώνησε κι ο γιατρός. Αύριο θα μας στείλουν σκηνές. Μα μπορεί να κάνει κρύο. Λοιπόν, λέω, αν θέλεις να μαζέψω κλαδιά για φωτιά. Θα ξαγρυπνήσω, είπε η γυναίκα. Δεν πειράζει. Όπως θέλεις... Η φωνή του έδειχνε πόσο κ' εκείνος ήταν τσακισμένος και πόση προσπάθεια έκανε για να βαστάξει την εξάντληση και την ταλαιπωρία. Τα άστρα πια είχαν βγει όλα. Φεγγάρι δεν είχε. Η νύχτα αναπαυόταν στους λόφους και στα μικρά κύματα. Τότε φάνηκε στο άνοιγμα του κόρφου, στο βάθος του πελάγου: Ήταν μια κατάφωτη πομπή, που περνούσε πάνω στα κύματα και στη νύχτα, αργά. Κοίταξε!... είπε πρώτη, σιγανά, η Ειρήνη Βένη. Κοίταξε κει κάτω! Ένα κατάφωτο βαπόρι ταξίδευε. Δεν είχε ακόμα χαθεί πίσω απ' τον κάβο, όταν ένα άλλο φάνηκε στο άνοιγμα του κόρφου. Κ'' ύστερα φάνηκε και άλλο, κι άλλο. Που να πάνε άραγες; είπε πάλι η γυναίκα, σα να μονολογούσε. Στις Κυκλάδες, ίσως. Φεύγουν τα βράδια απ' τον Πειραιά.

16 Ένα άλλο βαπόρι ήρθε, νέο στη λιτανεία. Ήταν πολύ μεγάλο, τα φώτα του λάμπανε δυνατά. Ο βουβός ήχος απ' τις μηχανές του ακουγόταν καθαρά και παράξενα. Αυτό θα πηγαίνει σίγουρα πιο μακριά... Μπορεί να πηγαίνει πιο μακριά. Και οι άλλοι άνθρωποι, όσοι δεν είχαν αποκοιμηθεί, την είδαν, άξαφνα, τη μαγεία του βάθους. Ακούγονταν μικρές φωνές κάτω απ' τα δέντρα: Δέστε κει κάτω! Δέστε κει κάτω! Πάμφωτη, αδυσώπητη και βέβαιη, η ζωή του κόσμου περνούσε και χανόταν στο υγρό βάθος. Κ' εδώ ήταν ένα κοπάδι ξεριζωμένοι άνθρωποι, που έπρεπε να δεθούν και να ριζώσουν, έπρεπε, με το τυφλό ένστιχτο του γερού φυτού. Τι παράξενη μορφή που ήταν η άλλη κει κάτω, αυτή που σάλευε και χανόταν!... Έσβηναν στο βάθος τα τελευταία φώτα, όταν ο Δημήτρης Βένης άκουσε το λυγμό της πλάι του. Έσκυψε απάνω της συγκινημένος. Μην κλαις, Ειρήνη, της είπε σιγανά. Ο Θεός δε θα μας αφήσει. Της πήρε το κεφάλι στα χέρια του με προσοχή και το απόθεσε στα γόνατά του. Δεν είναι τίποτα, του αποκρίθηκε, προσπαθώντας να συγκρατηθεί. Κ' ύστερα, σε λίγο: Κρυώνω, είπε πάλι, κ' έτρεμε. Ανήσυχος, τη σκέπασε με μια κουβέρτα ζάρωσε τα πόδια της, συμμαζώχτηκε. Φαίνεται πως αυτό της έκαμε καλό. Κρυώνεις ακόμα; τη ρώτησε σε λίγο. Δεν πήρε απάντηση. Θα κοιμήθηκε, συλλογίστηκε. Κοίταξε γύρω. Σχεδόν καμιά φωνή δεν ερχόταν απ' τα δέντρα, απ' το μέρος του κοπαδιού. Μονάχα μερικά βογκητά. Η δροσιά έπεφτε δυνατή, μα ο Δημήτρης Βένης είχε την αίσθηση πως το δέντρο που τους στέγαζε τους προστάτευε πολύ απ' τον κίνδυνο. Το κορμί αισθανόταν πως έξω από κει, απ' την προστασία του δέντρου, το σκοτάδι ήταν πυκνή και υγρή μάζα. Στο βάθος του κόρφου κανένα καράβι πια δεν ταξίδευε. Η λιτανεία είχε τελειώσει. Στον ουρανό μόνο, κατά το βοριά, αδιάφορη και βέβαιη ταξίδευε η Μεγάλη Άρκτος. Τότε ο Δημήτρης Βένης, ένας άνθρωπος εξήντα χρονώ του κόσμου τούτου, κάθησε κ' έφερε κει μπροστά του, στην υγρή νύχτα του Σαρωνικού, ένα ένα, τα χρόνια που είχαν περάσει, παράξενα καράβια που πλέαν μες στην ατμόσφαιρα σαν πουλιά.

17 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ Το μήνυμα της φωτιάς. ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΝΥΧΤΑ. Ψηλά απ' την κατασκήνωση του κοπαδιού, στο πιο μεγάλο βουνό της περιοχής, τον Προφήτη Ηλία, ένας γέροντας κοίταζε κατά τη θάλασσα. Το βουνό το κατοικούνε λίγες φαμίλιες σκηνίτες, βλάχοι. Τα κονάκια τους, καμωμένα με χώμα και θάμνα, δεν ξεχωρίζουν εύκολα, αφομοιωμένα με το χρώμα της γης. Όλο το χρόνο βοσκάνε εδώ τα κοπάδια τους, και μονάχα λίγους μήνες, το καλοκαίρι, τα ταξιδεύουν κατά την Πάρνηθα. Στο βουνό της Αναβύσσου, σαν έρθει η ώρα, θα θάψουν τους πεθαμένους τους να ξεκουραστούν, ίσαμε που να 'ρθει η ώρα των παιδιών τους και των παιδιών των παιδιών τους. Έτσι γίνεται από γενιά σε γενιά. Φορούνε ρούχα που τα υφαίνουν οι γυναίκες τους με μαλλί που τους το δίνουν τα ζωντανά τους, τρέφονται με το τυρί και το κρέας τους και με το σιτάρι που το σπέρνουν οι ίδιοι σε πλαγιές του βουνού που τις ξεχερσώσαν. Στα πρόσωπα και στις κινήσεις τους είναι σφραγισμένη η γαλήνη του βουνού, η στερεότητα των όγκων, η αδιατάραχτη μοίρα τους. Τη νύχτα του Ιουλίου του 1923 ένας απ' τους σκηνίτες, ένας γέροντας, καθόταν σ' ένα βράχο και κοίταζε τ' άστρα. Από κει πάνω φαίνεται, τη μέρα, όλος ο Σαρωνικός, οι Κάβο Κολόνες, το Σαν Τζώρτζη, η Αίγινα, το Μακρόνησο, η Ύδρα, τα καράβια που ταξιδεύουν. Και τη νύχτα, αν δε φαίνουνται τα νησιά κ' η θάλασσα κ' οι γραμμές, όμως υπάρχουν μες στη μνήμη σα γεγονός πιο βέβαιο. Είναι πιο ορατά. Ο γέροντας έμενε κυκλωμένος απ' το θόρυβο της γης, απ' τις πολλές μέρες που πέρασαν, απ' τις λίγες μέρες που του μέναν ίσαμε που να γυρίσει στη γη. Κοίταζε αδιάφορα χαμηλά, κατά την ακρογιαλιά της Αναβύσσου. Άξαφνα του φάνηκε πως ξεχώρισε κει κάτω μια φωτιά. Σε λίγο άναψε κι άλλη, ύστερα και άλλη, κι άλλη. Λάθος θα κάνω, είπε μοναχός του. Δε μπορεί να 'ναι τίποτα. Έτριψε τα μάτια με την παλάμη του. Μα οι φωτιές μέναν, ζωήρευαν, πάλι αδυνάτιζαν. Ω! έκαμε ξανά ο γέροντας, μη μπορώντας να καταλάβει. Τι να 'ναι;... Από τότε που ζούσε δε θυμόταν τέτοιο πράμα. Που και που ψαράδες που δούλευαν σε τράτες, ανάμεσα Κάβο Κολόνες και Φλέβες, άναβαν στη στεριά φωτιά και κάνανε την κακαβιά τους μα τόσο μικρή φωτιά μήτε καν φαινόταν από κει πάνω. Να είναι, άραγες, στρατός;... Μα το βρήκε, στη στιγμή, πως δε μπορούσε να ήταν. Τι γύρευε στρατός εκεί! Κι άξαφνα, στον ατάραχο άνθρωπο, τον τριγυρισμένο απ' την ερημιά και τη νύχτα, ήρθε μονομιάς σαν αστραπή και τον έσεισε ο φόβος. Ήρθε, λουφασμένος μες στο αίμα του, ο φόβος για τους ανθρώπους, απ' τα παμπάλαια χρόνια, όταν οι πειρατές ξεμπουκέρναν για να κουρσέψουν τις αλυκές και τις στάνες, στον καιρό των προγόνων του. Αιστάνθηκε τον εαυτό του αδύναμο σαν καλαμιά. Σηκώθηκε ολόρθος, έβαλε τις παλάμες πλάι στο στόμα του, σα χωνί, κι άρχισε να βελάζει μες στη νύχτα:

18 Έι! Έι! Έι! Το βουνό πήρε τη φωνή, τη χτύπησε στις πλαγιές και την κατέβασε απ' το πίσω μέρος, χαμηλά, στην άλλη πλαγιά, όπου ήταν ο γιος του κ' η φαμίλια του. Έι! Έι! Πέτροοοο! φώναξε πάλι, μ' όλη τη δύναμη, κι αφουγκράστηκε. Απ' την άλλη πλαγιά η φωνή δεν άργησε να 'ρθει. Ρωτούσε τι είναι. Έλα απάνω! του φώναξε ο γέρος. Έλα γλήγορα! Έπαθες τίποτα; Έλα να δεις! Περίμενε ίσαμε που να 'ρθει ο γιος του στην κορφή. Τι έπαθες, γέρο; του έκαμε πριν ακόμα πλησιάσει. Του έδειξε κάτω τις φωτιές. Τήρα! Ω! έκαμε το παλικάρι σαστισμένο. Τι να 'ναι; Δεν ξέρω τίποτα. Μα πρέπει να μάθουμε! Μα τι μπορεί να 'ναι; Τόσες φωτιές μια φορά καλό δε μπορεί να 'ναι. Κει κάτου είναι πολλοί! Τότε ο νέος άντρας προσπάθησε να σκεφτεί λογικά, να βρει δικαιολογία για να ησυχάσουν. Και πολλοί να 'ναι και λίγοι, εμάς τι μας νιάζει; Θα φύγουν. Όμως ο γέρος έφερνε μαζί του τη σοφία των χρόνων του. Λίγοι να 'ναι, δεν είναι. Πολλοί είναι. Για να 'ναι πολλοί και να 'ρθούν κατά δω, θα πει πως σκοπό έχουν και θα μείνουν. Αυτό το καταλαβαίνεις; Ω! το καταλάβαινε. Για κείνους και για τα κοπάδια τους, άλλοι άνθρωποι σε τούτη τη γη που τους έθρεφε θα ήταν η πιο μεγάλη συφορά. Ο νους του πήγε μια στιγμή αλλού. Λες να ήταν τίποτα πεινασμένοι που έρχονταν να δουλέψουν στο αλάτι; Μα, αν ήταν, θα τους είχαν μαντρώσει στα υπόστεγα στις αλυκές. Πρέπει να δώσουμε το μαντάτο και στ' άλλα κονάκια! είπε ο γέροντας. Απόψε κιόλας! Κείνη τη στιγμή μια άλλη φωνή ακούστηκε από πολύ βαθιά. Σώπασαν κι αφουγκράστηκαν. Σ' εκείνους φώναζαν απ' άλλο κονάκι. Έι! Έι! Είδατε φωτιές στην Ανάβυσσο;

19 Έι! Τις είδαμε! Τι είναι; Μηνύστε στα κονάκια παρακάτω! Μαζευτείτε την αυγή στον Προφήτη Ηλία! Μαζευτείτε την αυγή! Από πλαγιά σε πλαγιά η φωνή έφερε το μήνυμα της φωτιάς.

20 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ Η Ειρήνη Βένη, το παραμύθι της Ανατολής κʹ ένα aγριοπούλι. ΞΗΜΕΡΩΝΕ. Ήταν μια μέρα γαλήνια, απ' τις ατάραχες μέρες που ανατέλνουν σ' αυτό τον τόπο, σα να έχουν αποτραβηχτεί τα στοιχεία του κόσμου, ο αγέρας, τα σύννεφα. Στην κατασκήνωση του κοπαδιού άρχισαν οι πρώτοι θόρυβοι. Μιλούσαν εδώ κ' εκεί, σ' ένα δέντρο, σ' ένα άλλο ένα δυο παιδικές φωνές. Στο πεύκο που μείναν οι Βένηδες πλησίαζε με προφύλαξη μια γυναίκα. Η Ειρήνη Βένη κοιμόταν έχοντας ακουμπισμένο το κεφάλι στα πόδια του άντρα της, που είχε κιόλας ξυπνήσει, φαίνεται πως ο Βένης κρύωνε ακόμα στις πλάτες του είχε ρίξει μια κουβέρτα. Μόλις είδε τη γυναίκα να 'ρχεται κατά το μέρος τους, της έγνεψε να μην κάνει θόρυβο. Σιγά!... είπε, και της έδειξε τη γυναίκα του. Κοιμάται. Η ξένη γυναίκα ήρθε ακόμα πιο κοντά. Δε θέλετε τίποτα; τον ρώτησε. Όχι, τίποτα, Ελένη. Μα, αν θέλεις, έλα πιο ύστερα να τη βοηθήσεις. Απομακρύνθηκε αλαφροπατώντας, όπως ήρθε. Ήταν ξυπόλυτη, ντυμένη στα μαύρα, μια γυναίκα του λαού. Το στρογγυλό της πρόσωπο έδειχνε κατάχλωμο, και, μ' όλο που ήταν ακόμα νέα, ρυτίδες χάραζαν τα μάγουλά της και το μέτωπο. Στο δέντρο τους, όπου γύρισε, ένα κοριτσάκι καθισμένο βαστούσε ένα άλλο μωρό αποκοιμισμένο. Που είναι ο αδερφός σου; ρώτησε η Ελένη το κορίτσι. Δεν ξέρω, μητέρα. Θαρώ πάει στο γιαλό. Α, στο γιαλό! φώναξε θυμωμένα. Εκεί θα τον χάνουμε τώρα; Άιντε να τον φέρεις! Πήρε το μωρό απ' τα χέρια του κοριτσιού και το απόθεσε χάμω. Το σκέπασε. Μα, όταν το κοριτσάκι έκαμε να φύγει, το κράτησε. Άσε τον αδερφό σου να παίξει, Ζαμπέτα, είπε μετανιωμένη. Πήγαινε καλύτερα να φέρεις νερό. Η Ζαμπέτα είχε καθαρά γαλανά μάτια, ξανθά μαλλιά, πολύ βρώμικα ακόμα απ' τις σκόνες του ταξιδιού. Στο πρόσωπό της φαινόταν μια σοβαρότητα αφύσικη για την ηλικία της, και το μικρό σώμα έγερνε, σα να του πίεζε ένα βάρος τις πλάτες. Να πάω κ' εγώ, μητέρα, στο γιαλό; είπε παρακαλεστικά. Α, κ' εσύ στο γιαλό; Κόρη μου! εσύ θα βοηθήσεις τώρα εμένα! Δε με λυπάσαι; Κ' έβαλε στα χέρια της κόρης της το κανάτι.

21 Όταν το κοριτσάκι έφυγε, η γυναίκα έσκυψε κι άρχισε να καθαρίζει το μέρος απ' τις πέτρες. "Θα κρύωσε", λέει μονάχη της, και συλλογίζεται την Ειρήνη Βένη. "Καημένη Κυρία, λέει πάλι, είναι βαρύ για σένα." Είναι μονάχη και συλλογίζεται τη δυστυχία των άλλων, ίσως για να μπορεί να βρίσκει πιο λίγη τη δική της. "Κι αυτός τι φταίει; λέει για το Δημήτρη Βένη. Τόσο ήμερος και καλός άνθρωπος! Μόνο που δεν ήταν να ζήσουν μαζί οι δυο τους. Δεν ήταν στη μοίρα τους. Και τώρα που ήρθε το κακό..." Τη χώριζε την Ειρήνη Βένη απ' τους άλλους ανθρώπους του κοπαδιού ένα αδιαπέραστο τείχος: Ήταν, κάποτες, η φαμίλια της αρχόντοι. Αυτό έδινε στη σημερινή της πτώση στοιχεία της τραγωδίας, και ο χορός δεν πάσχει μονάχα στους τραγικούς. "Ω! κακόμοιρη Κυρία, μονολογούσε η απλή γυναίκα του λαού. Πικρή που ήταν η μοίρα σου!..." Κ' ενώ καθάριζε το δέντρο που ήταν η στέγη τους, έσκυβε στη γη και ξανάσκυβε, η δική της δυστυχία έφευγε με το αλαφρό αγεράκι που άρχισε να φυσά απ' το Σαρωνικό, για να μείνει, μόνη παρούσα, η δυστυχία της άλλης γυναίκας. Τη θυμόταν την Ειρήνη Βένη σαν ήταν μικρή, στην πατρίδα τους, το μεγάλο σπίτι τους με τον κήπο, το αμάξι, το "παϊτόνι", που τη βγάζαν το βράδυ περίπατο. Ο πατέρας της ήταν Πρόξενος της Αγγλίας είχε έναν Αράπη "καβάση", έναν άντρα ίσαμε κει πάνω, που καθόταν πάντα δίπλα στον αμαξά, στο παϊτόνι, με μια στολή φανταχτερή με χρυσά κουμπιά, όταν η μικρή Ειρήνη έβγαινε περίπατο. Ήταν εκπληχτικό, σαν παραμύθι, κάθε φορά το ταξίδι με τον Αράπη και με τη μικρή πριγκιπέσα που έβλεπε σοβαρά μέσα απ' τον κινούμενο θρόνο τα παιδιά, τις γυναίκες και τους ψαράδες του τόπου, που μαζεύονταν στο πέρασμά της να τη δουν. Προπάντων ο Αράπης ήταν το πιο επικό στοιχείο στον κύκλο του παραμυθιού. Οι γυναίκες τον μνημονεύαν στα παιδιά τους σα θέλαν να τα φοβερίσουν για να κοιμηθούν, και συναμεταξύ τους πάντα είχαν την απορία: "Πώς γίνεται, τόσο μικρό κι αδύνατο παιδί, η Ειρήνη και δεν τον φοβάται;" Τον βλέπαν να τη σηκώνει στα χέρια του για να την κατεβάσει απ' το αμάξι, εκείνη του παραδινόταν μ' εμπιστοσύνη και του τραβούσε το μουστάκι, ενώ αυτός γελούσε κι άφηνε τις δυο θαυμάσιες σειρές τα δόντια του ν' αστράφτουν. Όταν η μικρή Ειρήνη μεγάλωσε αρκετά, έλειπε όλο το χειμώνα στην πόλη, όπου πήγαινε να σπουδάσει, κοντά στη μεγαλύτερη αδερφή της, τη Μαρία, που έμενε παντρεμένη εκεί. Μονάχα το καλοκαίρι γύριζε, ντυμένη πάντα με άσπρο φόρεμα. Κι ο Αράπης τη σήκωνε και την έβγαζε απ' τη βάρκα στο μουράγιο, μπροστά στις γυναίκες του χωριού και στα παιδιά τους, που περίμεναν γύρω απ' το σεβάσμιο αντιπρόσωπο της Αυτού Βρετανικής Μεγαλειότητος. "Ποιο παλικάρι του τόπου μας μπορεί να πάρει η Ειρήνη σαν έρθει η ώρα της;" λέγαν οι γυναίκες, κι όλες συμφωνούσαν πως δεν είχε ο τόπος τους παλικάρι που να μπορούσε να σηκώσει τα μάτια του απάνω της. Κ' η ίδια μια μέρα είχε πει: "Για μένα θα 'ρθεί από μακριά, με το καράβι του, ένα αρχοντόπουλο και θα με πάρει να φύγουμε!" Μα η μοίρα ήρθε αμείλιχτη σ' εκείνο το σπίτι. Ο γερο Πρόξενος καταστράφηκε μονομιάς με κτηματικές εγγυήσεις που είχε δώσει μια χρονιά που η γη δεν έδωσε καρπό, το μεγάλο αρχοντικό και τα κτήματα πουλήθηκαν στους δανειστές, το παϊτόνι δεν είχε πια άλογα. Και μονάχα ο Αράπης έμεινε ν' ακολουθά, πεζός, τον κύριό του και τη μικρή Ειρήνη, σα βγαίναν να περπατήσουν μοναχοί σε μακρινούς περιπάτους, έξω απ' την πόλη. Τα δυο λιοντάρια του θυρεού, που ήταν στην πόρτα του σπιτιού τους, τα κατέβασαν απ' τη θέση τους. Κ' ένα χειμώνα, κάμποσα χρόνια πριν απ' τον πρώτο ευρωπαϊκό πόλεμο, ο γερο Πρόξενος, ταξιδεύοντας για τη Σμύρνη, χάθηκε με το μικρό καράβι που ναυάγησε. Έτσι, απ' όλον εκείνο το διάκοσμο του παραμυθιού δεν έμεινε στο τέλος παρά μονάχα ο Αράπης με τα χρυσά κουμπιά πάνω στη στολή με τα χρώματα, που είχαν ξεθωριάσει πια, γερασμένος, αμίλητος κ' έρημος να τριγυρνά στους μικρούς δρόμους, ίσαμε που τον πήρε η γη.

22 Τότε φάνηκε στη μικρή τους πόλη ο γιατρός, ο Δημήτρης Βένης. Πώς βρέθηκε εκεί; Ερχόταν απ' το εσωτερικό της Ανατολής, απ' τα Σπάρτα, έναν τόπο που μιλούνε όλο τούρκικα και καλλιεργούνε τριαντάφυλλα, μα όπου δεν έχει, λέει, θάλασσα. Ήταν πολύ πιο μεγάλος απ' την Ειρήνη. Είχε τα διπλά της χρόνια σα γύρεψε να την παντρευτεί. Είπαν, τότε, πως αυτή αρνήθηκε στην αρχή επίμονα, απελπισμένα, να πάει μ' έναν τόσο μεγάλο άνθρωπο που ήρθε από ξένο τόπο. Αυτό λοιπόν θα ήταν "το αρχοντόπουλο με το καράβι" των παιδικών χρόνων; Μα γύρω της δεν υπήρχε σωτηρία. Και τον ακολούθησε, τελικά, η μικρή Ειρήνη, το κοριτσάκι του παϊτονιού με τον Αράπη με τα χρυσά κουμπιά. Από τότε κλείστηκε στον εαυτό της, στριμώχτηκε, έγινε ξένη για όσους και για όλα. Απόφευγε τους ανθρώπους, μιλούσε σπάνια, και φανερά έδειχνε πως ήταν μια γυναίκα αφοσιωμένη στο σπίτι της, ευτυχισμένη και μόνη. Ήταν μια παγερή αντίδραση που έβρισκε η ταπεινωμένη περηφάνια της, ένας τρόπος να κρύψει τον πανικό της. Κι αυτή η προσπάθεια ήταν τόσο επίμονη, που σιγά σιγά την ξεμάκρυνε απ' τους ανθρώπους. "Φαντασμένη!" μουρμούριζαν από πίσω της οι γυναίκες του τόπου. Κ' εκείνη είχε συνηθίσει σιγά σιγά, όταν μάλιστα ήρθε το πρώτο και μοναδικό παιδί τους, είχε συνηθίσει στη μοίρα της. Με το Δημήτρη Βένη δεν είχαν κανένα κοινό σημείο να συμφωνήσουν. Μα της είχε δείξει εξαρχής τόση αφοσίωση, που κάποτε έφτασε, ανεπαίσθητα όσο τα χρόνια περνούσαν ν' αποκοιμίσει μέσα της την ταπείνωσή της. Συνήθισε σιγά σιγά στις φαντασίες αυτού του ξένου αδύναμου ανθρώπου, που όλο μεγάλα σχέδια οραματιζόταν και που θαύμαζε τη δύναμη, όπου την έβρισκε. "Ευρήκα αυτό! Είναι ολωσδιόλου νέο!" της έλεγε με στοργή. Κι άνοιγε μ' ευλάβεια το μικρό πακέτο, μια νέα βιογραφία του Μεγάλου Ναπολέοντα. "Α, α! του έκανε εκείνη ειρωνικά. Ο εις μίαν μόνην ώραν την γην παίξας, την γην χάσας εις του Βατερλώ την χώραν!" του έλεγε, θυμίζοντάς του ένα ανόητο, αγαπημένο του ποίημα. "Είναι ολωσδιόλου άγνωστοι σελίδες!" τη βεβαίωνε, χωρίς να προσέχει την ειρωνεία της. Και τη νύχτα ριχνόταν με πάθος στις άγνωστες σελίδες, όπου περνούσαν οι επικές μέρες του 19ου αιώνα, ενώ πλάι αναπαυόταν η νέα γυναίκα του. Εκείνη αποκοιμόταν τότε, και καμιά φορά, ξυπνώντας τρομαγμένη απ' το φως που αγρυπνούσε, τον έβρισκε απορροφημένο στο διάβασμα, με κατακόκκινα μάτια και με χλωμό απ' τη συγκίνηση πρόσωπο. "Μα δε θα κοιμηθείς επιτέλους; του έλεγε. Θα σε περιμένουν οι άρρωστοί σου το πρωί." "Ω, είναι φοβερό!..." της αποκρινόταν συγκινημένος, χωρίς να προσέχει τις συμβουλές της. "Οι μέρες στο Βράχο της Αγίας Ελένης..." Σε τέτοιες χειμωνιάτικες νύχτες αγρύπνιας τύχαινε, άξαφνα, να 'ρθούν και να χτυπήσουν την πόρτα του, ζητώντας τον για κανένα βαριά άρρωστο. Πεταγόταν τότε έξαλλος, να βγει έξω στη βροχή και στη θύελλα, να πάει σε βοήθεια του ανθρώπου, κυνηγημένος απ' τα οράματα της δύναμης, πιστεύοντας κι ο ίδιος πως έκανε κάτι πολύ δυνατό και πολύ έξοχο. Γύριζε ύστερα από ώρα στο σπίτι του βρεμένος, λασπωμένος, σχεδόν γεμάτος ευτυχία. "Φοβερός καιρός!" έλεγε στη γυναίκα του σ' έναν τόνο θριάμβου. Ή θύελλα μαίνεται έξω!" "Υπάρχει σωτηρία;" ρωτούσε εκείνη για τον άρρωστο, πιστεύοντας πως το ευχαριστημένο ύφος του είχε σχέση με τον ετοιμοθάνατο. "Δεν πιστεύω...", της έλεγε, αναγκασμένος ν' αλλάξει μονομιάς τόνο. "Αλλά... ως προς το δικό μου

23 χρέος... Επάλεψα και με τη θύελλα και με τας βουλάς του Υψίστου." Μια φορά μονάχα, μια φορά, παρουσιάστηκε επιτέλους η πιθανότητα να γίνει κάτι πολύ δυνατό στη ζωή του, να γραφτεί μια σελίδα επική: Στις πρώτες μέρες του Μεγάλου Πολέμου του 1914, πριν ξεπατριστούνε, μια φελούκα έφευγε απ' τη Χίο, απ' την πιο κοντινή ακρογιαλιά της, και περνούσε, τη νύχτα, έναν άντρα σε μια απόμερη λουρίδα του τόπου τους. Ο άντρας αυτός κατέβαινε στην πόλη, έβλεπε τους δημογέροντες κ' έπαιρνε τις πληροφορίες που του δίναν μυστικά. Ύστερα γύριζε στην Ελλάδα με τον ίδιο τρόπο. Ώσπου τον πιάσαν οι Τούρκοι αυτόν τον Έλληνα τη στιγμή που ξεμπαρκάριζε, πιάσαν και τα χαρτιά που είχε απάνω του. Τήν άλλη μέρα οι πρώτοι που ξύπνησαν στην πόλη είδαν τρία πτώματα που στριφογύριζαν αργά, κρεμασμένα απ' τα μεγάλα κλωνιά ενός πλάτανου. Ήταν και οι τρεις απ' τους γέροντες του τόπου που κυβερνούσαν την κοινότητα. Ένα χαρτί στα στήθια τους έγραφε την απόφαση που τους καταδίκαζε για προδότες. Ο Δημήτρης Βένης γύρισε κείνο το πρωί στο σπίτι του αμίλητος και βαρύς. Κλείστηκε στο δωμάτιό του κ' έμεινε μονάχος πολλές ώρες. Ήταν κι αυτός, τότε, ένας απ' τους δημογέροντες. Σα βγήκε απ' το δωμάτιο, η Ειρήνη τον κοίταξε κατάματα. "Βάλε ένα μαύρο φόρεμα, της είπε. Θα 'ρθεις μαζί μου." Είχε έναν παράξενο, επιταχτικό τόνο η φωνή του, ασυνήθιστο για το χαρακτήρα του. Την πήρε και κατέβηκαν στους κρεμασμένους. Πολύς κόσμος είχε μαζευτεί. Έβρεχε λίγο. Ο αγέρας ερχόταν ανοιχτά απ' το πέλαγο και κουνούσε τα κρεμασμένα κορμιά. "Φοβάσαι;" ρώτησε ο Βένης. Είχε γίνει κατάχλωμη. Ωστόσο έβαζε τα δυνατά της να κρατηθεί. "Όχι", αποκρίθηκε, κ' έσφιξε το χέρι του. Γύρισαν σωπαίνοντας στο σπίτι. "Πρέπει να το θυμάσαι αυτό για να φανείς γενναία. Για τούτο σ' έφερα", είπε πάλι ο Δημήτρης Βένης. "Θα το θυμάμαι." Πίστευε στην Ελλάδα, στα μεγάλα όνειρα του Γένους. Όλα τα παραμύθια που έλεγε στη μικρή Άννα, στο παιδί τους, πλέαν μες σ' αυτή τη μακρινή αγαπημένη Ελλάδα: πολύ γαλάζιο χρώμα, πολύ αίμα, ο αγέρας ανεμίζει τα μαλλιά ενός έφηβου που έρχεται από ξένο τόπο να σκοτωθεί στην ιερή γη, καλεσμένος απ' τη φωνή της, οι γυναίκες χορεύουν αγκαλιασμένες και γκρεμίζουνται, μια μια, μες στο βάραθρο. "Πάνε κι αυτοί για την Ελλάδα!...", μουρμούριζε για τους κρεμασμένους, μονάχος του, ενώ γύριζαν. "Απόψε να τους μελετάς μες στην προσευχή σου, Ειρήνη." Το άλλο βράδυ ο Δημήτρης Βένης πήγε στο σπίτι του πιο βαρύς και συλλογισμένος. Οι Τούρκοι δεν είχαν σταματήσει ν' ανακρίνουνε τον κόσμο για το περιστατικό. Πιάσαν και κάμποσες γυναίκες, για ν' αναγκάσουν τους άντρες τους να κάμουν ομολογίες. Ο Βένης ένιωθε γύρω του να σφίγγεται και να

24 στενεύει ο κύκλος. "Άκουσε Ειρήνη!" Την κοίταξε με τέτοιο τρόπο που η νέα γυναίκα άρχισε να τρέμει. "Δεν ξέρω, της είπε. Όμως, μπορεί να με πιάσουν κ' εμένα. Πρέπει να ετοιμαστούμε." Της έδωσε οδηγίες για τα ζητήματα του σπιτιού, της έδωσε τα κλειδιά του, της έδειξε τα χαρτιά. Η νύχτα είχε προχωρήσει πολύ. Τότε της είπε: "Μπορεί ύστερα από μένα να γυρέψουν να πάρουν κ' εσένα." Την κοίταξε επίμονα μες στα μάτια, με γαλήνη και με ασφάλεια. "Ξέρω πως θα φανείς γενναία ό,τι και να γίνει. Είσαι Ελληνίδα!" Του πήρε και του φίλησε τα χέρια, συγκινημένη, τρέμοντας ολάκερη. Ύστερα οι δυο Βένηδες αποτραβηχτήκαν στο δωμάτιό τους, χαμήλωσαν το φως κι άρχισαν να περιμένουν. Μα δεν ήρθε κανένας. Μήτε κείνη, μήτε την άλλη νύχτα. Δεν ήρθε κανείς. Και η επική σελίδα έμεινε άσπρη. Ωστόσο αυτό το επεισόδιο είχε κάμει το έργο του. Και ο καιρός που περνούσε πρόσθετε το δικό του, απόθετε ένα στρώμα στοργή στην περήφανη καρδιά της γυναίκας, την εξοικείωνε περισσότερο. Και θα μπορούσε να προβλέψει κανένας το τέλος, ένα ήσυχο τέλος στη ζωή τους, μια τελική συμφιλίωση και γαλήνη. Μα ήρθε το νέο μήνυμα του καιρού και ανατάραξε βίαια την ισορροπία που με τόσο κόπο είχε γίνει. Ο διωγμός των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής κ' ύστερα η καταστροφή της δε βρήκε μονάχα τ' αγαθά τους. Σ' αυτούς χτύπησε πιο βαθιά. Αποκάλυψε το κενό, το γύμνωσε, το έκαμε έρημο.... Και ο χορός διαιστάνθηκε το νέο έργο του καιρού. Σταμάτησε να βλέπει με οργή τη "φαντασμένη", έβλεπε πιο καθαρά το περήφανο ζώο που, χτυπημένο πάλι, έπεφτε στη λάσπη. "Ω! κακόμοιρη Κυρία! μονολογούσε η Ελένη, η απλή γυναίκα του λαού. Τι πικρή που ήταν η μοίρα σου!" Κοίταζε σιωπηλή το πεσμένο, κουβαριασμένο σώμα, που αναπαυόταν στη ρίζα του δέντρου τυραννισμένο και λερό. Το σώμα σάλεψε. Ο ήλιος είχε ανεβεί κάμποσο ψηλά. Η Ειρήνη άνοιξε τα μάτια της. Α, εσύ είσαι, Ελένη; Ήρθα, Κυρία, να σε βοηθήσω. Θα βράσω τώρα νερό, να πιεις λίγο χαμομήλι. Θα σου κάμει καλό. Ο γιατρός που είναι; ρώτησε πάλι, ενώ κοίταζε ν' ανάψει φωτιά με τα κλαδιά. Η Ειρήνη σήκωσε τους ώμους.

25 Θα έχει πάει στ' άλλα δέντρα μήπως τον χρειάζεται κανείς. Α, τι άγιος άνθρωπος, Κυρία!... λέει η άλλη με αληθινό αίσθημα. Να 'ρθεί μαζί μας και να μείνει σ' ετούτη την ερημιά! Ποιος άλλος θα το έκανε; Τι θα του χρωστούμε όλοι, εμείς και τα παιδιά μας!... Βέβαια δε θα το έκανε κανείς άλλος..., μουρμουρίζει η Ειρήνη εχτρικά, σα να το λέει μονάχα για τον εαυτό της. Αλλά μονομιάς καταλαβαίνει πως αρχίζει να εξομολογιέται, και σφίγγει τα χείλια της. Και το κορίτσι σας θα μένει όλο τον καιρό στην Αθήνα, τώρα; ρωτά πάλι η Ελένη. Θα μείνει όσο χρειάζεται, της απαντά ξερά. Η ανάμνηση του παιδιού της γράφει κει καθαρά τη μορφή του, μες στο γαλήνιο πρωινό της Αττικής, στο χώρο εκεί, ανάμεσα σε μια ξένη γυναίκα και στη μητέρα του: το σοβαρό πρόσωπο με το χρώμα του σταριού, τις μαύρες μπούκλες και τα φωτεινά μάτια. Α! Αυτό το κορίτσι είναι κόρη σου, Κυρία! λέει η Ελένη μ' έναν τόνο θαυμαστικό. Έτσι ίδια ήσουν κ' εσύ, παιδί, τότες με τον Αράπη... Η λέξη χτυπά απότομα. Η Ειρήνη Βένη γυρίζει και την κοιτάζει σκληρά: Σώπασε πια! Σώπασε! Η άλλη συμμαζεύεται φοβισμένη. Δεν ήθελα να πω τίποτα, Κυρία, δικαιολογήθηκε ταπεινά. Μονάχα μην πικραίνεσαι πια... Στο μεταξύ της είχε ετοιμάσει το ζεστό της. Έλα, Κυρία, πιες το, της λέει συμπονετικά. Θα σου κάμει καλό. Της μιλούσε με τον ίδιο σεβασμό, τη φώναζε "Κυρία", καθώς στην εποχή της ακμής τους, όταν τους υπηρετούσε. Είχε μεγαλώσει μέσα στο αρχοντικό του Πρόξενου ως τον καιρό που παντρεύτηκε το Φώτη Γλάρο, και ήταν τόσο απλή που δε σκέφτηκε να καταργήσει την απόσταση τώρα στην κοινή καταστροφή. Η Ειρήνη Βένη ήπιε το ζεστό. Της έκαμε αληθινά καλό... Σήκωσε το κεφάλι, είδε γύρω της. Στο βάθος του μικρού κόρφου, εκεί που άνοιγε, έστεκε κάτασπρο το ξωκκλησάκι ο Άι Νικόλας. Η ματιά της προχώρησε πιο εδώ, ακολουθώντας τη γραμμή του κόρφου. Είδε ένα πράσινο βουνό με πεύκα, που κατέβαιναν ίσαμε τη θάλασσα. Δεν ήταν ένα το βουνό. Ήταν τρεις απανωτοί λόφοι, ο ένας πίσω απ' τον άλλο, κ' έκλειναν τον τόπο απ' το μέρος του βοριά. "Να που υπάρχουν και δέντρα, ας είναι και μακριά." Η ματιά της στάθηκε επίμονα σ' εκείνο το σημείο. Επίμονα. Επίμονα. Η Ελένη, κινημένη κι αυτή απ' τη δύναμη της άλλης ματιάς, γυρίζει στο ίδιο σημείο να δει τι είναι. Τίποτα άλλο δεν ήταν απ' τα βουνά που κλείναν τον ορίζοντα. Μα τότε, άξαφνα, φάνηκε από κει ένα σημάδι στον ουρανό. Ένα πουλί. Ερχόταν πετώντας ψηλά, ολοένα πλησίαζε. Κοίταξε το πουλί..., μουρμούρισε η Ειρήνη σιγανά,, με τρομαγμένα μάτια. Μαύρο που είναι!...

26 Γεράκι θα 'ναι, Κυρία. Δεν είναι μαύρο. Κ' ύστερα, σα να συναισθανόταν το φόβο που έτρεμε μες στην άλλη ματιά: Ένα πουλί είναι. Δεν είναι τίποτα, είπε. Το γεράκι περνά αργά απ' την αλυκή, απ' τις κολόνες του αλατιού, έρχεται από πάνω τους, γράφει ένα μεγάλο κύκλο κ' ύστερα χάνεται πίσω απ' το βουνό που τους έσκεπε. Αχ! αναστέναξε η Ειρήνη Βένη με ανακούφιση. Τι μου φάνηκε; λέει σα να μιλά με τον εαυτό της. Ένα πουλί ήταν... Σηκώθηκε απάνω, τίναξε τα χέρια της. Σ' όλο το κορμί της ένιωθε ένα μούδιασμα. Ερχόταν ο Βένης. Α, μπράβο! της είπε, βλέποντάς τη σηκωμένη. Δεν αισθάνεσαι τίποτα. Ε; Όχι, δεν αισθάνομαι τίποτα. Εγώ γύρισα σ' όλα τα δέντρα. Όλοι είναι καλά. Πιστεύω κι ο τόπος να είναι καλός. Μονάχα φοβούμαι μήπως υπάρχουν έλη. Να μη φοβάσαι τίποτα, του λέει η γυναίκα του ξερά. Υπάρχουν ή δεν υπάρχουν, εδώ θα μείνουμε. Δεν πρόσεξε, ή έκαμε πως δεν πρόσεξε τον πικρό σαρκασμό της. Θα μείνουμε, βέβαια, και θα τα σκεπάσουμε αν υπάρχουν. Κ' εσύ, σίγουρα, θα 'σαι επικεφαλής στο ηρωικό έργο! Δεν είναι καλό αυτό που κάνεις, περιορίστηκε να της πει. Έμελλε να 'ρθουμε εδώ. Θα πρέπει να στεριώσουμε. Μα δεν αμφιβάλλω! Ίσα ίσα λέω: έμελλε να μη στεριώσουμε πουθενά αλλού εκτός από δω... Δε θέλησε να της πει τίποτα άλλο. Η Ελένη του έφερε λίγο ζεστό χαμομήλι. Εγώ θα φύγω τώρα, μα θα ξανάρθω, είπε. Ό,τι θέλετε, να με φωνάξετε. Έμειναν πάλι οι δυο τους μονάχοι. Θα κοιμηθούμε κι απόψε κάτω απ' το δέντρο; ρώτησε εκείνη αδιάφορα. Ο σταθερός τόνος που είχε στη φωνή του, όσο ήταν μπροστά τους η ξένη γυναίκα, υποχωρεί στο μόνιμο ταπεινό του ύφος. Μας έχουν δώσει το λόγο τους πως σήμερα θα 'ρθουν οι σκηνές με καΐκι. Δε μπορεί να μας γελάσουν. Ελπίζω να μην υποφέρεις κι απόψε, της είπε. ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ των προσφύγων έγινε μικρή κίνηση. Οι άνθρωποι σηκώνονταν όρθιοι, ο ένας

27 έδειχνε στον άλλο κατά το μέρος της μικρής χαράδρας που άνοιγε ανάμεσα στους δυο λόφους. Κοιτάξτε! Έρχουνται άνθρωποι! Ποιοι να 'ναι; Ήταν μια πομπή δεκαπέντε ίσαμε είκοσι βλάχοι, νέοι και γέροντες. Με τα λιοκαμένα πρόσωπα, όλα με μακριές γενειάδες, με τις κάπες τους και τις γκλίτσες στα χέρια, πλησίαζαν σιωπηλά, μ' επισημότητα, φιγούρες ερχόμενες από παμπάλαιους χρόνους. Το αργό περπάτημα και η σιωπή τους σκόρπισε μονομιάς ένα απροσδιόριστο αίσθημα φόβου στο κοπάδι των Φωκιανών. Όλοι μαζεύτηκαν ασυναίσθητα στο ίδιο μέρος, στο κέντρο της κατασκήνωσής τους. Σα να θέλαν να συγκεντρώσουν τη δύναμή τους. Ώρα καλή! είπε ο πρώτος βοσκός, ένας αψηλός γέροντας, ο πιο σεβάσμιος απ' όλους, ο ίδιος που ο αναγνώστης θυμάται, τη χτεσινή νύχτα, στην κορφή του βουνού. Ώρα καλή! είπε κ' έφερε ένα γύρο τη ματιά του. Από δεξιά κι από ζερβά κι από πίσω του στάθηκαν οι άλλοι οι δικοί του, οι βοσκοί, ακουμπώντας με τις μασχάλες στις γκλίτσες τους. Καλώς τους! αποκρίθηκαν πολλά στόματα οι πρόσφυγες. Τι είσαστε; είπε πάλι αργά ο γέροντας. Πρόσφυγες είμαστε! Πατρίδα μας ήταν οι Φώκες! Και τώρα πούθε ερχόσαστε; Ένα χρόνο περιπλανηθήκαμε στα μέρη της Πελοπόννησος κ' υποφέραμε πολύ. Τώρα μας δώσαν τη γη εδώ, για να μείνουμε. Ανάμεσα στις στερεωμένες γκλίτσες των βοσκών έγινε μικρή κίνηση. Μετακινήθηκαν, σάλεψαν λίγο, πάλι ησύχασαν. Κανένας δε μίλησε άλλος απ' το γέροντα. Σας δώσαν, είπες, τη γη αυτή; κ' η φωνή του άρχισε να γίνεται τραχιά. Ποιος σας την έδωσε; Ποια γη; Το Κράτος μας είπε: "Δική σας είναι η γη της Ανάβυσσος." Μας είπε να 'ρθουμε και να την πάρουμε! Σας είπε να 'ρθετε και να την πάρετε; Και που 'ναι τα κοπάδια σας, τα ζωντανά σας; Δεν έχουμε κοπάδια. Δεν είμαστε βοσκοί. Θα ξεχερσώσουμε τη γη, και θα φυτέψουμε αμπέλια, και θα σπείρουμε σιτάρι. Τι μιλάς, άνθρωπε, για σιτάρι και για αμπέλια που θα φυτέψετε σ' αυτή τη γη! φωνάζει έξαλλος ο γέροντας. Τήρα λοιπόν κατά κει! Σήκωσε το χέρι που βαστούσε το ραβδί του κ' έγραψε έναν κύκλο σ' όλο το μικρό κάμπο τον κλεισμένο απ' τους λόφους. Χωρίς να το θέλουν, όλα τα μάτια ακολούθησαν τον κύκλο, υποταγμένα στην προσταγή της χειρονομίας.

28 Από τότες που είμαστε εμείς εδώ, λέει η αυστηρή φωνή, κι από τότες που ήταν οι πατέρες μας, κ' οι πατέρες τους, σ' ετούτη τη γη μοναχά βούρλα και πουρνάρι βλασταίνουν, και τίποτ' άλλο δεν έζησε εδώ εξόν τα κοπάδια μας! Λοιπόν, για τι σιτάρι και για τι αμπέλια μου μιλάς! Είχε το βαρύ, το ακατάλυτο και ανελέητο των παμπάλαιων πραγμάτων, της μοίρας ή του θανάτου, η βαθιά φωνή που ερχόταν από μακρινούς χρόνους να υπερασπίσει τη γη τους απ' τους βάρβαρους. Μοναχά τα κοπάδια μας, σου είπα, κ' εμείς μπορούμε να κάμουμε στον έρημο τούτον τόπο, γιατί έτσι το βρήκαμε απ' τους γονιούς μας! Μοναχά εμείς μπορούμε να βαστάξουμε εδώ, γιατί μας φωνάζει το χώμα, αυτό κι όχι άλλο! Λοιπόν, τι γυρεύετε εσείς, φουκαράδες, στα μέρη μας; Έλεγε, έλεγε κ' η φωνή του έτρεμε, σα να προαισθανόταν πως η προσπάθεια ήταν μάταιη. Θα πεθάνετε στη δίψα! έλεγε. Πηγή νερό δε βρίσκεται εδώ. Κι αν σκάψετε βαθιά και βρείτε φλέβα, το νερό θα 'ναι γλυφό σα θάλασσα. Θα σας ρημάξουν οι πυρετοί, κι ο αγέρας κι ο άμμος. Αν γίνει και φυτρώσει σπαρτό, ο άμμος θα κάθεται απάνω στο φύλλο του και στον καρπό του και θα τον ξεραίνει. Πριν δείτε σοδειά, θα 'χετε πεθάνει, εσείς και τα παιδιά σας. Λοιπόν, φύγετε, σου λέω! Το επανάλαβε ξερά, άγρια, τραχιά: Φύγετε, είπα, από δω! Είπε, σώπασε, κι ακούμπησε το ραβδί του, κοιτάζοντας μες στα μάτια το κοπάδι τους Φωκιανούς. Ένα σούσουρο έγινε τότε ανάμεσα στους πρόσφυγες. Η φωνή του τόπου, που μιλοόσε μέσο του γέροντα, τα δεινά και το όραμα του θανάτου, φοβερού και βέβαιου, που έσυρε πάνω απ' τα κεφάλια τους, τους είχε μουδιάσει, σκόρπισε μέσα τους το φόβο, πυκνό σύννεφο σε γυμνό ουρανό. Στέκαν βουβοί, γυμνά δέντρα, γυμνές ρίζες που σαλεύουν στα τυφλά, μπλέκουν μες στον αγέρα τα πλοκάμια τους, τυραννισμένα και βίαια, γυρεύοντας, με το ένστιχτο των πραγμάτων, χώμα. Στέκαν, ίσαμε που το αγέρι του Σαρωνικού που φύσησε τράβηξε από πάνω τους το πνεύμα του πανικού. Τότε, το ίδιο άγρια, σκληρά, μ' όλες τις σκοτεινές δυνάμεις των κορμιών που γύρευαν πια ν' ακουμπήσουν στέρεα, στην αρχή μια φωνή, ύστερα άλλη, ύστερα όλες μαζί, γυναίκες και γερόντοι και άντρες του κοπαδιού, άρχισαν να ουρλιάζουν: Δε φεύγουμε από δω! Ποτές πια! Μας δώσαν τη γη και θα μείνουμε! Θα μείνουμε! Θα μείνουμε! Ο άνεμος πήρε τις φωνές και τις σκόρπισε, τις χτύπησε στις πλαγιές του βουνού και τις δυνάμωσε. Ένα σύννεφο άμμος σηκώθηκε και τους τύλιξε μέσα του. Αλάλαζαν και κουνούσαν τα χέρια τους ψηλά, μες στο θολό σύννεφο, θολοί σαν τέρατα του βυθού. Θα μείνουμε δω, κι ας πεθάνουμε! Θα μείνουμε πια, κι ας πεθάνουμε! Τότε ο θυμός που φούσκωνε ξέσπασε και στην άλλη μεριά, στους βλάχους. Ε, λοιπόν! φώναζε ο γέροντας, φώναζαν τώρα κ' οι άλλοι βοσκοί. Μείνετε, λοιπόν, και θα δούμε ποιος θα στεριώσει σ' αυτή τη γη! Θα σας χτυπήσουμε όπου σας βρούμε, θα σκοτώσουμε τα ζωντανά σας αν τύχει και κάμετε, θα πατήσουμε τα σπαρτά σας αν ριζώσουν! Χάρη ποτέ σας δε θα βρείτε σ' εμάς και στα παιδιά μας, ίσαμε που να ξεκληριστεί η φύτρα σας και να σβήσει! Είχαν χαθεί μες στη χαράδρα, απ' όπου είχαν έρθει, κι ακόμα ακούγονταν οι φοβερές φωνές τους.

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ (Αόρατος) ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Κάποτε στη γη γεννήθηκε το Όνειρο. Το όνομά του δεν ήταν έτσι, όμως επειδή συνεχώς ονειρευόταν, όλοι το φώναζαν Όνειρο. Δεν ήταν κάτι το σπουδαίο, ήταν σαν

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 «Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» (Φλώρινα - Μακεδονία Καύκασος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011

Διαβάστε περισσότερα

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο 4 Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο Σεβάχ. Για να δει τον κόσμο και να ζήσει περιπέτειες.

Διαβάστε περισσότερα

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα σαν κι αυτή μια νύχτα σαν κι αυτή θέλω να σου πω πόσο σ

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, μια γριά γυναίκα. Τ όνομά της ήταν Μαραλά. Κανένας δεν

Διαβάστε περισσότερα

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Ο Μικρός Πρίγκιπας έφτασε στη γη. Εκεί είδε μπροστά του την αλεπού. - Καλημέρα, - Καλημέρα, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, ενώ έψαχνε να βρει από πού ακουγόταν η

Διαβάστε περισσότερα

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος» Ο εγωιστής γίγαντας Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης «Αλέξανδρος Δελμούζος» 2010-2011 Κάθε απόγευμα μετά από το σχολείο τα παιδιά πήγαιναν για να παίξουν στον κήπο του γίγαντα.

Διαβάστε περισσότερα

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη υπάρχει ένα σπίτι με άσπρα παράθυρα. Μέσα σε αυτό θα βρούμε ένα χαρούμενο δωμάτιο, γεμάτο γέλια και φωνές, και δυο παιδιά που θέλω να σας γνωρίσω «Τάσι, αυτή η πιτζάμα σού

Διαβάστε περισσότερα

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Η γυναίκα με τα χέρια από φως ΛIΛH ΛAMΠPEΛΛH Σειρά: Κι αν σου μιλώ με Παραμύθια... Η γυναίκα με τα χέρια από φως Εφτά παραμύθια σχέσης από την προφορική παράδοση Τρεις τρίχες λύκου Ζούσε κάποτε, σ ένα μικρό χωριό, ένας άντρας και μια

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα

Διαβάστε περισσότερα

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 1 2 Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ'' 3 Τα λουλούδια χωρίς όνομα, τα έχει ο καθένας από μας, αλλά δεν το ξέρουμε. Δεν μας μαθαίνουν τίποτα και ψάχνουμε μόνοι μας άσκοπα να βρούμε κάτι, για να

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αλκιβιάδη Θεσσαλονίκη Υεβρουάριος 2015 [3] Παναγιώτα Παπαδημητρίου Αφιερωμένο στον πατέρα μου Αλκιβιάδη Copyright

Διαβάστε περισσότερα

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Κάθεται στο παράθυρο του δωματίου της και σκέφτεται, στεναχωρημένη τους παλιούς της φίλους και συμμαθητές.

Διαβάστε περισσότερα

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Εικόνες: Eύα Καραντινού Εικόνες: Eύα Καραντινού H Kοκκινοσκουφίτσα Mια φορά κι έναν καιρό, έμεναν σ ένα χωριουδάκι μια γυναίκα με το κοριτσάκι της, που φορούσε μια κόκκινη σκουφίτσα. Γι αυτό ο κόσμος την φώναζε Κοκκινοσκουφίτσα.

Διαβάστε περισσότερα

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Τα παραμύθια της τάξης μας! Τα παραμύθια της τάξης μας! ΟΙ λέξεις κλειδιά: Καρδιά, γοργόνα, ομορφιά, πυξίδα, χώρα, πεταλούδα, ανηφόρα, θάλασσα, φάλαινα Μας βοήθησαν να φτιάξουμε αυτά τα παραμύθια! «Χρυσαφένια χώρα» Μια φορά κι έναν

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας Ένα μωρό που το πέταξαν, γιατί κάποιος χρησμός έλεγε ότι μεγαλώνοντας θα σκοτώσει τον πατέρα του, έγινε μετά από χρόνια ο βασιλιάς της Θήβας, Οιδίποδας. Χωρίς να φταίει, έφερε καταστροφή, και το χειρότερο,

Διαβάστε περισσότερα

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Ο Ηλίας ανεβαίνει Ψηλά Ψηλότερα Κάθε Μάρτιο, σε μια Χώρα Κοντινή, γινόταν μια Γιορτή! Η Γιορτή των Χαρταετών. Για πρώτη φορά,

Διαβάστε περισσότερα

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό - Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό μου να παίξουμε; Αν θέλει, ναι. Προσπάθησε να μην

Διαβάστε περισσότερα

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν άνδρα που τον έλεγαν Ιωσήφ. Οι γονείς της, ο Ιωακείμ και

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 «Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» (Πόντος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» «Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ» ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1 ΘΑ ΣΟΥ ΠΩ τι πιστεύω για την εξαφάνιση, αλλά δώσε μου λίγο χρόνο. Όχι,

Διαβάστε περισσότερα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου Δύο Σε μια σπουδαία αρχαία πόλη που την έλεγαν Ουρούκ, ζούσε ένας νεαρός βασιλιάς, ο Γκιλγκαμές. Πατέρας του Γκιλγκαμές ήταν ο βασιλιάς Λουγκαλμπάντα και μητέρα του η

Διαβάστε περισσότερα

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ Μη µου µιλάς γι' αυτά που ξεχνάω Μη µε ρωτάς για καλά κρυµµένα µυστικά Και µε κοιτάς... και σε κοιτώ... Κι είναι η στιγµή που δεν µπορεί να βγεί απ' το µυαλό Φυσάει... Κι είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16 «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη Κεφάλαιο 5 Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη Έφτασε μια μισάνοιχτη πόρτα, ένα μικρό κενό στο χώρο και το χρόνο, σαν ένα ασήμαντο λάθος της Ιστορίας για να πέσει η Πόλη. Εκείνο

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ Θεατρικό από τον Πάνο Σακέλη ΠΑΝΟΣ ΣΑΚΕΛΗΣ / ΤΟ ΓΙΟΡΝΤΑΝΙ ΜΕ ΤΣΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ / 1 ΤΟ ΓΙΟΡΝΤΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΑ Πρόσωπα: ΜΕΣΗΛΙΚΑΣ ΑΝΤΡΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑ ΓΕΡΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Το παραμύθι της αγάπης

Το παραμύθι της αγάπης Το παραμύθι της αγάπης Μια φορά και ένα καιρό, μια βασίλισσα έφερε στον κόσμο ένα παιδί τόσο άσχημο που σχεδόν δεν έμοιαζε για άνθρωποs. Μια μάγισσα που βρέθηκε σιμά στη βασίλισσα την παρηγόρησε με τούτα

Διαβάστε περισσότερα

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή Αγγελική Δαρλάση Το παλιόπαιδο Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή σε όλους αυτούς που οραματίστηκαν έναν καλύτερο κόσμο και προσπαθούν για να γίνει, έστω και λίγο, καλύτερος 6 «Φτώχεια δεν είναι μόνο η έλλειψη

Διαβάστε περισσότερα

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους. ΕΙΝΑΙ ΑΤΥΧΙΑ ΝΑ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙΣ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Νούρου Εγώ Κουάμι ο αδερφός μου Ράζακ ένας φίλος που συναντήσαμε στον δρόμο Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για

Διαβάστε περισσότερα

«Η τύχη του άτυχου παλικαριού»

«Η τύχη του άτυχου παλικαριού» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #15 «Η τύχη του άτυχου παλικαριού» (Κοζάνη - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #15 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε

Διαβάστε περισσότερα

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μουσική..............................................11 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΓΧΟΡΔΟ Η αρχοντοπούλα κι ο ταξιδευτής........................15 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΡΟΥΣΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius Μάρτιος 2011 Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΡΟ-ΜΑΝΩΛΗ Πολύ παλιά, αιώνες πριν, ο Negru Voda, ο κυβερνήτης της Ρουμανίας, ήθελε να χτίσει ένα μοναστήρι

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις µικρές γοργόνες και ήταν πολύ ευτυχισµένος. Όµως, ήταν

Διαβάστε περισσότερα

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων Το τελευταίο όνειρο της γέρικης βελανιδιάς Κάπου σε κάποιο δάσος, εκεί στον λόφο που βρίσκονταν κοντά σε μια πλατιά

Διαβάστε περισσότερα

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία Πικρίδου-Λούκα. 2014 Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε

Διαβάστε περισσότερα

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης

Διαβάστε περισσότερα

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Πριν πολλά χρόνια, ζούσε σε μια πόλη της Ναζαρέτ μια νέα και καλή γυναίκα που την

Διαβάστε περισσότερα

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη.   γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό http://hallofpeople.com/gr/bio/roumi.php ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ Επιλεγμένα ποιήματα γλυκαίνει καθετί πικρό το χάλκινο γίνεται χρυσό το θολό κρασί γίνεται εκλεκτό ο κάθε πόνος γίνεται γιατρικό οι νεκροί θα αναστηθούν

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Γ Γυμνασίου οι μαθητές ήρθαν σε επαφή με ένα δείγμα ερωτικής ποίησης. Συγκεκριμένα διδάχτηκαν το ποίημα

Διαβάστε περισσότερα

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη Συγγραφέας Ραφαέλα Ρουσσάκη Εικονογράφηση Αμαλία Βεργετάκη Γεωργία Καμπιτάκη Γωγώ Μουλιανάκη Ζαίρα Γαραζανάκη Κατερίνα Τσατσαράκη Μαρία Κυρικλάκη Μαριτίνα Σταματάκη Φιλία Πανδερμαράκη Χριστίνα Κλωνάρη

Διαβάστε περισσότερα

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Αποστόλη Λαμπρινή (brines39@ymail.com) ΔΥΝΑΜΗ ΨΥΧΗΣ Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν. Θα σε χτυπάνε, θα σε πονάνε,

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37 Περιεχόμενα Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό............. 11 Αν έχεις τύχη..................................... 21 Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς............... 37 7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda:7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda

Διαβάστε περισσότερα

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7] A Πρώτες μου απορίες ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. Ο Λουκάς έγραφε σιωπηλά, τα φρύδια του σουφρωμένα, θυμωμένος ακόμα, ενώ ο Βρασίδας, με τα χέρια στις τσέπες, πήγαινε κι έρχουνταν, κάθουνταν και σηκώνουνταν,

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μπήκα στο χωριό, νύχτωνε πια, οι πόρτες όλες σφαλιχτές, μες στις αυλές τα σκυλιά μυρίστηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή Τζήκου Βασιλική Το δίλημμα της Λένιας 1 Παραμύθι πού έχω κάνει στο πρόγραμμα Αγωγής Υγείας που είχε τίτλο: «Γνωρίζω το σώμα μου, το αγαπώ και το φροντίζω» με την βοήθεια

Διαβάστε περισσότερα

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010 Έμπλεη ευγνωμοσύνης, με βαθιά

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ Στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Γ Γυμνασίου οι μαθητές ήρθαν σε επαφή με ένα δείγμα ερωτικής ποίησης. Συγκεκριμένα διδάχτηκαν το ποίημα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945) http://hallofpeople.com/gr/bio/saxtouris.php ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945) Ομορφιά Ράντισε την ασκήμια μ ομορφιά πήρε μια κιθάρα πήρε ένα ποτάμι πλάι πλάι Τραγουδώντας

Διαβάστε περισσότερα

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» 4 ος ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ 2015-2016 2 Ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» «Πρόσεχε τι πετάς, είναι η

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt - Ι - Αυτός είναι ένας ανάπηρος πριν όμως ήταν άνθρωπος. Κάθε παιδί, σαν ένας άνθρωπος. έρχεται, καθώς κάθε παιδί γεννιέται. Πήρε φροντίδα απ τη μητέρα του, ανάμεσα σε ήχους

Διαβάστε περισσότερα

Σαράντα από τις φράσεις που αποθησαυρίστηκαν μέσα από το έργο του Καζαντζάκη επίκαιρες κάθε φορά που τις διαβάζουμε:

Σαράντα από τις φράσεις που αποθησαυρίστηκαν μέσα από το έργο του Καζαντζάκη επίκαιρες κάθε φορά που τις διαβάζουμε: Σαράντα από τις φράσεις που αποθησαυρίστηκαν μέσα από το έργο του Καζαντζάκη επίκαιρες κάθε φορά που τις διαβάζουμε: 1. «Είπα στη μυγδαλιά: «Αδερφή, μίλησέ μου για το Θεό». Κι η μυγδαλιά άνθισε» 2. «Μια

Διαβάστε περισσότερα

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Κωνσταντίνα Τσαφαρά Αγαπημένο μου ημερολόγιο, Πάνε δέκα χρόνια που λείπει ο σύζυγός μου, ο Οδυσσέας. Τον γιο του τον άφησε μωρό και τώρα έχει γίνει πια ολόκληρος άντρας και

Διαβάστε περισσότερα

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη Οι πρώτες μου σκέψεις Ο Οδυσσέας έφυγε και τώρα είμαι μόνη μου. Πρέπει να τα έχω όλα υπό έλεγχο Όμως, με τους μνηστήρες στα πόδια μου δε μπορώ άλλο!!! Πρέπει κάτι να κάνω γιατί

Διαβάστε περισσότερα

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #39 «Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια» (Ρόδος Δωδεκάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #39 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε

Διαβάστε περισσότερα

Άξαφνα κατάλαβα τι συνέβαινε. Ήμουν καταμεσής ενός τεράστιου κάμπου Στον κάμπο υπήρχε πλήθος μεγάλο Οι πίσω σειρές του χάνονταν και δεν φαίνονταν.

Άξαφνα κατάλαβα τι συνέβαινε. Ήμουν καταμεσής ενός τεράστιου κάμπου Στον κάμπο υπήρχε πλήθος μεγάλο Οι πίσω σειρές του χάνονταν και δεν φαίνονταν. Άξαφνα κατάλαβα τι συνέβαινε. Ήμουν καταμεσής ενός τεράστιου κάμπου Στον κάμπο υπήρχε πλήθος μεγάλο Οι πίσω σειρές του χάνονταν και δεν φαίνονταν. Μα μπροστά διαγράφονταν αμείλικτα ένας γκρεμός τεράστιος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΡΟΛΟΙ: Αφηγητής 1(Όσους θέλει ο κάθε δάσκαλος) Αφηγητής 2 Αφηγητής 3 Παπα-Λάζαρος Παιδί 1 (Όσα θέλει ο κάθε δάσκαλος) Παιδί 2

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΡΟΛΟΙ: Αφηγητής 1(Όσους θέλει ο κάθε δάσκαλος) Αφηγητής 2 Αφηγητής 3 Παπα-Λάζαρος Παιδί 1 (Όσα θέλει ο κάθε δάσκαλος) Παιδί 2 ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΡΟΛΟΙ: 1. Αφηγητής 1(Όσους θέλει ο κάθε δάσκαλος) 2. Αφηγητής 2 3. Αφηγητής 3 4. Παπα-Λάζαρος 5. Παιδί 1 (Όσα θέλει ο κάθε δάσκαλος) 6. Παιδί 2 7. Παιδί 3 8. Παιδί 4 9. Παιδί 5 10. Μητέρα

Διαβάστε περισσότερα

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love) http://hallofpeople.com/gr.php?user=κοέν%20λέοναρντ ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ Στίχοι τραγουδιών του Από το http://lyricstranslate.com/el/leonard-cohen-lyrics.html (Ain t no cure for love) Σε αγαπούσα για πολύ, πολύ

Διαβάστε περισσότερα

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου Με αφορµή το εκαπενθήµερο Οδικής Ασφάλειας που διοργανώθηκε στο σχολείο µας µε θέµα «Μαθαίνω να περπατώ µε ασφάλεια στο δρόµο», τα παιδιά της Β 2 αποφάσισαν να

Διαβάστε περισσότερα

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. Γεννήθηκα πολύ μακριά. Δεν γνωρίζω ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους θυμάμαι. Το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό σαν ανάμνηση

Διαβάστε περισσότερα

ΣΟΦΟΚΛΈΟΥΣ ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ. Μετάφραση ΔΉΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ 2017

ΣΟΦΟΚΛΈΟΥΣ ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ. Μετάφραση ΔΉΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ 2017 ΣΟΦΟΚΛΈΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ Μετάφραση ΔΉΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ 2017 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ ΑΘΗΝΑ 2017 ΝΕΦΕΛΗ / ΘΕΑΤΡΟ / ΑΠΑΝΤΑ Δ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ Σοφοκλέους, Οιδίπους επί Κολωνώ, μετάφραση Δημήτρης Δημητριάδης Σχεδιασμός βιβλίου:

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε. ιστορίες της 17 ιστορίες της Πρωτοχρονιάς Παραμύθια: Βαλερί Κλες, Έμιλι-Ζιλί Σαρμπονιέ, Λόρα Μιγιό, Ροζέ-Πιερ Μπρεμό, Μονίκ Σκουαρσιαφικό, Καλουάν, Ιμπέρ Μασουρέλ, Ζαν Ταμπονί-Μισεράτσι, Πολ Νέισκενς,

Διαβάστε περισσότερα

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα Εκδόσεις Λευκή Σελίδα ΠΑΡΑΜΥΘΙ Κέλλυ Παντελίδη Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα Διορθώσεις: Ελένη Ζαφειρούλη Σελιδοποίηση: Γιάννης Χατζηχαραλάμπους Μακέτα εξωφύλλου:

Διαβάστε περισσότερα

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Ελάτε να ζήσουμε τα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά Χριστούγεννα (μέσα από ιστορίες και χριστουγεννιάτικα παιχνίδια) 1 Στόχοι: Μέσα από διάφορες

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά Στη γιαγιά Φωτούλα, που δεν πρόλαβε να το διαβάσει, γιατί έφυγε ξαφνικά για τη γειτονιά των αγγέλων. Και στον παππού Γιώργο, που την υποδέχτηκε εκεί ψηλά,

Διαβάστε περισσότερα

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις; ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις; ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ Μια χαρά είμαι. Εσύ; ΑΡΗΣ Κι εγώ πολύ καλά. Πάρα πολύ καλά! ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ Σε βλέπω

Διαβάστε περισσότερα

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος Ιστορίες που ζεις δυνατά Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος Στο τώρα Έχω δώσει τόσες υποσχέσεις που νομίζω ότι έχω χάσει το μέτρημα. Δεν είναι που λέω ψέματα όταν δεν τις τηρώ, είναι

Διαβάστε περισσότερα

Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών

Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα

Διαβάστε περισσότερα

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... Ο γιος του ψαρά κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... ια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ψαράς που δεν είχε παιδιά. Κάποια μέρα, εκεί που πήγαινε με

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ Α 1 2017-2018 6 ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου Περιλήψεις βιβλίων που έχουν διαβάσει τα παιδιά από τη σειρά «μικρές καληνύχτες». Η Τρίτη μάγισσα Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι Μου έκανε εντύπωση

Διαβάστε περισσότερα

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά σε μια μεγάλη πα ραλία με βουνά απαλής, λευκής άμμου, όπου μόνο τα σπίτια έχουν όνομα, ενώ οι δρόμοι όχι; Σε ένα από αυτά τα αξιαγάπητα σπίτια, με το όνομα Βαλκάρλος,

Διαβάστε περισσότερα

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα μακρινό ψαροχώρι, ένας ψαράς πήγαινε κάθε βράδυ στη θάλασσα και έριχνε τα δίχτυα του στο νερό. Όταν ο άνεμος φυσούσε από τη στεριά,

Διαβάστε περισσότερα

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: - "Η πρώτη απάντηση είναι 1821, η δεύτερη Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και η τρίτη δεν ξέρουμε ερευνάται

Διαβάστε περισσότερα

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα» Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1 «Εμείς, τα παιδιά της Ε1 τάξης, κάναμε μερικά έργα με θέμα τους πρόσφυγες, για να εκφράσουμε την αλληλεγγύη μας σ αυτούς τους κυνηγημένους ανθρώπους. Τους κυνηγάει ο πόλεμος

Διαβάστε περισσότερα

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω. 1 Εδώ και λίγες μέρες, ένα από τα πάνω δόντια μου κουνιόταν και εγώ το πείραζα με τη γλώσσα μου και μερικές φορές με πονούσε λίγο, αλλά συνέχιζα να το πειράζω. Κι έπειτα, χτες το μεσημέρι, την ώρα που

Διαβάστε περισσότερα

ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ 1 28Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940

ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ 1 28Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΜΕΡΑ Ευλογημένη τρεις φορές Του Οκτώβρη αυτή η μέρα, Που διώξανε τους Ιταλούς Απ την Ελλάδα πέρα. Ευλογημένος ο λαός που απάντησε το όχι ευλογημένος ο στρατός που με τη ξιφολόγχη, πάνω στην

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! Δ ΤΑΞΗ 3 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΙΣΩΝΙΑΣ ΣΕΣΚΛΟΥ Όλοι χρειαζόμαστε τη βοήθεια όλων Μια φορά κι έναν καιρό, μια

Διαβάστε περισσότερα

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΦΕΥΡΕΤΕΣ - ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ Αϊνστάιν Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης Περιεχόµενα Κεφάλαιο 1:...3 Κεφάλαιο

Διαβάστε περισσότερα

T: Έλενα Περικλέους

T: Έλενα Περικλέους T: 7000 0090 www.greendot.com.cy Έλενα Περικλέους Ο πρασινομπαλίτσας επιστρέφει... γιατί τα παραμύθια λένε πάντα την ΑΛΗΘΕΙΑ Συγγραφή: Έλενα Περικλέους Εποπτεία: Άρτεμις Παλαιογιάννη / Σάκης Θεοδοσίου

Διαβάστε περισσότερα

Λιουλης Χρήστος του Μελετίου, 8 ετών

Λιουλης Χρήστος του Μελετίου, 8 ετών Λιουλης Χρήστος του Μελετίου, 8 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα έμεναν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2013. Χρόνος: 1 ώρα. Οδηγίες

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2013. Χρόνος: 1 ώρα. Οδηγίες ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2013 ΤΑΞΗ Α ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟ 19/05/2013 Χρόνος: 1 ώρα Οδηγίες 1. Έλεγξε ότι το γραπτό που έχεις μπροστά σου αποτελείται από τις σελίδες 1-11. 2. Όλες τις

Διαβάστε περισσότερα

Η ιστορία του δάσους

Η ιστορία του δάσους 7 ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου, Τμήμα Γ 1 Η ιστορία του δάσους Ήτανε μια φορά ένας γέρος και μια γριά που ζούσανε ειρηνικά και ευτυχισμένα μέσα σ ένα καταπράσινο δάσος με θεόρατα δέντρα.. Μέσα σ αυτό ζούσανε

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού έπαιζε με την μπάλα του. Μετά από ένα δυνατό χτύπημα η μπάλα

Διαβάστε περισσότερα

Σταμελάκη Φωτεινή του Δημητρίου, 9 ετών

Σταμελάκη Φωτεινή του Δημητρίου, 9 ετών Σταμελάκη Φωτεινή του Δημητρίου, 9 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα έμεναν

Διαβάστε περισσότερα

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, 2013-2014 Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα Ο Ρίτσαρντ Ντέιβιντ Μπαχ γεννήθηκε στις 23 Ιουνίου 1936, στο Oak Park, του Illinois. Ξεκίνησε τις σπουδές του στο Long Beach

Διαβάστε περισσότερα

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Παναγιώτης Σκάρπας του Νικολάου, 13 ετών

Παναγιώτης Σκάρπας του Νικολάου, 13 ετών Παναγιώτης Σκάρπας του Νικολάου, 13 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: "ΕΛΕΝΗ" ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Α. ΚΕΙΜΕΝΟ: Β ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ στίχοι: 987-1098

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΕΛΕΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Α. ΚΕΙΜΕΝΟ: Β ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ στίχοι: 987-1098 ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: "ΕΛΕΝΗ" ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Α. ΚΕΙΜΕΝΟ: Β ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ στίχοι: 987-1098 ΕΛΕΝΗ: Ικέτισσα, ω! παρθένα, σου προσπέφτω και σε παρακαλώ απ της δυστυχίας

Διαβάστε περισσότερα

ταν ήμουνα μικρή, σαν κι εσάς και πιο μικρή, ο παππούς μου μου έλεγε παραμύθια για νεράιδες και μάγισσες, στοιχειωμένους πύργους, δράκους και ξωτικά. Εγώ φοβόμουν πολύ και τότε εκείνος μου έσφιγγε το χέρι

Διαβάστε περισσότερα

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Σκηνή 1 η Μουσική... ανοίγει η αυλαία σιγά σιγά... projector τοπίο με τις τέσσερις εποχές του χρόνου... στη σκηνή τέσσερις καρεκλίτσες, η καθεμία ζωγραφισμένη με την αντίστοιχη εποχή... Μπαίνει η πολύ

Διαβάστε περισσότερα

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος 14 Φτάνοντας λοιπόν ο Νικήτας σε μια από τις γειτονικές χώρες, εντυπωσιάστηκε από τον πλούτο και την ομορφιά της. Πολλά ποτάμια τη διέσχιζαν και πυκνά δάση κάλυπταν τα βουνά της, ενώ τα χωράφια ήταν εύφορα

Διαβάστε περισσότερα

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας χωριάτης κι ήτανε φτωχός. Είχε ένα γάιδαρο και λίγα τάλαρα. Εσκέφτηκε τότε να βάλει τα τάλαρα στην ουρά του γαϊδάρου και να πάει να τον πουλήσει στο παζάρι στην πόλη. Έτσι

Διαβάστε περισσότερα

Τσιαφούλης Λεωνίδας του Αριστείδη, 10 ετών

Τσιαφούλης Λεωνίδας του Αριστείδη, 10 ετών Τσιαφούλης Λεωνίδας του Αριστείδη, 10 ετών Γίνεται Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά; Του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Όταν έμαθα ότι για πρώτη φορά ο παππούς και η γιαγιά δεν θα έρχονταν να κάνουν Πάσχα μαζί μας, αλλά θα

Διαβάστε περισσότερα

Η πορεία προς την Ανάσταση...

Η πορεία προς την Ανάσταση... Η νύχτα της Ανάστασης Τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου χτυπούν χαρούμενα οι καμπάνες. Οι χριστιανοί φορούν τα γιορτινά τους και πηγαίνουν στην εκκλησία για να γιορτάσουν την Ανάσταση του Χριστού. Στα

Διαβάστε περισσότερα

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου Χρόνια ήρθαν, χρόνια πάνε, και στη ζούγκλα κάποτε, ζούσε ένα μικρό λιοντάρι, ο Λεωνίδας που όμως είχε μια μεγάλη οικογένεια. Ο μπαμπάς, η μαμά, οι θείοι και οι θείες, οι παππούδες

Διαβάστε περισσότερα

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: 2007-2008 Τάξη: Γ 3 Όνομα: Η μύτη μου είναι μεγάλη. Όχι μόνο μεγάλη, είναι και στραβή. Τα παιδιά στο νηπιαγωγείο με λένε Μυτόγκα. Μα η δασκάλα τα μαλώνει: Δεν

Διαβάστε περισσότερα

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης Το ημερολόγιο: «ημέρα της αποχώρησης Αγαπημένο μου

Διαβάστε περισσότερα