ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Ιουνίου 2003 *

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Ιουνίου 2003 *"

Transcript

1 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Ιουνίου 2003 * Στην υπόθεση C-112/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Oberlandesgericht Innsbruck (Αυστρία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ Eugen Schmidberger, Internationale Transporte und Planzüge και Republik Österreich, η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 30,34 και 36 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρων 28 ΕΚ, 29 ΕΚ και 30 ΕΚ), σε συνδυασμό με το άρθρο 5 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 10 ΕΚ), καθώς και ως προς τις προϋποθέσεις ευθύνης κράτους μέλους για τις ζημίες που προκλήθηκαν σε ιδιώτες από παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου, * Γλώασα διαδικασίας: η γερμανική. Ι

2 SCHMDBERGER ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, συγκείμενο από τους G. C Rodríguez Iglesias, Πρόεδρο, J.-P. Puissochet, M. Wathelet και R. Schintgen (εισηγητή), προέδρους τμήματος, C. Gulmann, D. Α. O. Edward, P. Jann, Β. Σκουρή, F. Macken, Ν. Colneric, S. von Bahr, J. N. Cunha Rodrigues και A. Rosas, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs γραμματέας: Η. Α. Rühi, κύριος υπάλληλος διοικήσεως, λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν: η Eugen Schmidberger, Internationale Transporte und Planzüge, εκπροσωπούμενη από τους K.-H. Plankel, Η. Mayrhofer και R. Schneider, Rechtsanwälte, η Republik Österreich, εκπροσωπούμενη από τον A. Riccabona, η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Η. Dossi, η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τη Ν. Δαφνιού και τον Γ. Καριψιάδη, η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον U. Leanza, επικουρούμενο από τον Ο. Fiumara, vice avvocato generale dello Stato, Ι-5695

3 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 η Κυβέρνηση των Κάτω Χωρών, εκπροσωπούμενη από τον Μ. Α. Fierstra, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον J. C Schieferer, έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου, αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Eugen Schmidberger, Internationale Transporte und Planzüge, εκπροσωπούμενης από τον δικηγόρο R. Schneider, της Republik Österreich, εκπροσωπούμενης από τον Α. Riccabona, της Αυστριακής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από τον Ε. Riedi, της Ελληνικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από τη Ν. Δαφνιού και τον Γ. Καριψιάδη, της Ιταλικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από τον Ο. Fiumara, της Ολλανδικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από την Η. G. Sevenster, της Φινλανδικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από την Τ. Pynnä, και της Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τους J. G Schieferer και J. Grunwald, κατά τη συνεδρίαση της 12ης Μαρτίου 2002, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 11ης Ιουλίου 2002, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Με διάταξη της 1ης Φεβρουαρίου 2000, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 24 Μαρτίου 2000, το Oberlandesgericht Innsbruck υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 234 Ι

4 SCHMIDBERGER ΕΚ, έξιπροδικαστικά ερωτήματα ως προςτην ερμηνεία των άρθρων 30,34 και 36 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρων 28 ΕΚ, 29 ΕΚ και 30 ΕΚ), σε συνδυασμό με το άρθρο 5 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 10 ΕΚ), καθώς και ως προς τις προϋποθέσεις ευθύνης κράτους μέλους για τις ζημίες που προκλήθηκαν σε ιδιώτες από παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου. 2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Eugen Schmidberger, Internationale Transporte und Planzüge (στο εξής: Schmidberger) και της Republik Österreich (στο εξής: Δημοκρατία της Αυστρίας) σχετικά με την έγκριση που χορηγήθηκε σιωπηρώς από τις αρμόδιες αρχές της Αυστρίας σε μια ένωση πολιτών, που έχει ως κύριο σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος, να διοργανώσει μια συγκέντρωση στον αυτοκινητόδρομο του Brenner, η οποία είχε ως συνέπεια τον πλήρη αποκλεισμό της κυκλοφορίας στον εν λόγω αυτοκινητόδρομο επί 30 περίπου ώρες. Το εθνικό νομικό πλαίσιο 3 Στην Αυστρία, το άρθρο 2 του Versammlungsgesetz (νόμου περί συναθροίσεων) του 1953, όπως τροποποιήθηκε στη συνέχεια (στο εξής: VslgG), προβλέπει τα εξής: «(1) Όποιος επιθυμεί να διοργανώσει μια δημόσια συγκέντρωση ή εν γένει μια συνάθροιση ανοικτή σε όλους, χωρίς περιορισμό των κλητευομένων επισκεπτών, πρέπει να το δηλώσει αυτό γραπτώς στις αρχές τουλάχιστον 24 ώρες πριν από την προτιθέμενη συγκέντρωση (άρθρο 16), αναφέροντας τον σκοπό, τον τόπο και τον χρόνο της συγκεντρώσεως. Το αργότερο 24 ώρες πριν από τον χρόνο της προτιθέμενης συγκεντρώσεως η δήλωση πρέπει να περιέλθει στις αρχές. I-5697

5 ΑΠΟΦΑΣΗ τη; ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 (2) Οι αρχές οφείλουν, κατόπιν αιτήσεως, να παράσχουν αμέσως βεβαίωση ως προς τη δήλωση. [...]» 4 Σύμφωνα με το άρθρο 6 του VslgG: «Συγκεντρώσεις, των οποίων ο σκοπός αντίκειται στους ποινικούς νόμους ή των οποίων η πραγματοποίηση θέτει σε κίνδυνο τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία, πρέπει να απαγορεύονται από τις αρμόδιες αρχές.» 5 Το άρθρο 16 του VslgG προβλέπει τα εξής: «Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, νοούνται, κατά γενικό κανόνα, ως "αρμόδια αρχή": a) οι υπηρεσίες της ομοσπονδιακής αστυνομίας στους χώρους που βρίσκονται εντός της κατά τόπο αρμοδιότητας τους b) η Sicherheitsdirektion [αστυνομική διεύθυνση ασφαλείας] στην έδρα του Landeshauptmann [αρχηγού της κυβερνήσεως του Land], όταν δεν υπάρχει στην έδρα αυτή καμία υπηρεσία της ομοσπονδιακής αστυνομίας [...] c) η Bezirksverwaltungsbehörde [περιφερειακή διοικητική αρχή] σε οποιονδήποτε άλλο χώρο.» Ι

6 SHMIDBERGER 6 Το άρθρο 42, παράγραφος 1, του Straßenverkehrosordnung (αυστριακού κώδικα οδικής κυκλοφορίας) του 1960, όπως τροποποιήθηκε οτη συνέχεια (στο εξής: StVO), απαγορεύει την κυκλοφορία των βαρέων φορτηγών οχημάτων που συνδέονται με ρυμουλκούμενα οχήματα τα Σάββατα από τις 15:00 έως τις 24:00, καθώς και τις Κυριακές και τις αργίες από τις 00:00 έως τις 22:00, όταν το μέγιστο συνολικό επιτρεπόμενο βάρος του βαρέος φορτηγού οχήματος ή του ρυμουλκούμενου οχήματος υπερβαίνει τους 3,5 τόνους. Ομοίως, σύμφωνα με την παράγραφο 2 της εν λόγω διατάξεως, κατά τις περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, απαγορεύεται η κυκλοφορία των βαρέων φορτηγών οχημάτων, των αρθρωτών οχημάτων και των ρυμουλκών τα οποία έχουν μέγιστο συνολικό επιτρεπόμενο βάρος πλέον των 7,5 τόνων. Προβλέπονται ορισμένες εξαιρέσεις, μεταξύ άλλων, για τη μεταφορά γάλακτος, τροφίμων που είναι εξαιρετικά αλλοιώσιμα ή ζώων προς σφαγή (εκτός από τη μεταφορά μεγαλόσωμων ζώων μέσω των αυτοκινητοδρόμων). 7 Σύμφωνα με το άρθρο 42, παράγραφος 6, του StVO, απαγορεύεται η κυκλοφορία των βαρέων φορτηγών οχημάτων με μέγιστο συνολικό επιτρεπόμενο βάρος μεγαλύτερο των 7,5 τόνων μεταξύ 22:00 και 5:00 η απαγόρευση αυτή δεν αφορά τα δρομολόγια που πραγματοποιούν, μεταξύ άλλων, τα οχήματα χαμηλού θορύβου. 8 Σύμφωνα με το άρθρο 45, παράγραφοι 2 επ., του StVO, παρεκκλίσεις που αφορούν τη χρήση των αυτοκινητοδρόμων μπορούν να γίνουν δεκτές κατόπιν ατομικής αιτήσεως και εφόσον συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις. 9 Το άρθρο 86 του StVO προβλέπει τα εξής: «Πορείες. Εφόσον υπάρχει πρόθεση χρησιμοποιήσεως δημοσίας οδού για τον σκοπό αυτό και με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων, οι διοργανωτές των υπαιθρίων συγκεντρώσεων, των δημοσίων ή τοπικών παρελάσεων, των λαϊκών εορτών, των πομπών ή άλλων παρεμφερών συγκεντρώσεων πρέπει να γνωστοποιούν μέσω δηλώσεως στις οικείες αρχές τη διενέργεια των ως άνω συγκεντρώσεων τρεις ημέρες πριν από τη διεξαγωγή τους. [...]» I-5699

7 ΑΠΟΦΑΣΗ τη; ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 Η υπόθεση της κύριας δίκης και ta προδικαστικά ερωτήματα 10 Από τη δικογραφία της υποθέσεως της κύριας δίκης προκύπτει ότι, στις 15 Μαΐου 1998, η ένωση Transitforum Austria Tirol, που έχει ως σκοπό την «προστασία του ζωτικού χώρου στην περιοχή των Άλπεων», ενημέρωσε την Bezirkshauptmannschaft Innsbruck, σύμφωνα με τα άρθρα 2 του VslgG και 86 του StVO, ότι επρόκειτο να πραγματοποιηθεί συγκέντρωση πολιτών στον αυτοκινητόδρομο του Brenner (Α 13) από την Παρασκευή 12 Ιουνίου 1998 στις 11:00 έως το Σάββατο 13 Ιουνίου 1998 στις 15:00, η οποία θα είχε ως συνέπεια ότι ο αυτοκινητόδρομος θα παρέμενε, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα, κλειστός για όλη την κυκλοφορία στο τμήμα μεταξύ του χώρου για ανάπαυση της Europabrücke και του τελωνείου του Schönberg (Αυστρία). 11 Αυθημερόν, ο πρόεδρος της ως άνω ενώσεως έδωσε συνέντευξη τύπου, κατόπιν της οποίας τα αυστριακά και γερμανικά μέσα μαζικής ενημερώσεως μετέδωσαν πληροφορίες σχετικά με τον αποκλεισμό του αυτοκινητοδρόμου του Brenner. Δεδομένου ότι ο αυστριακός και ο γερμανικός όμιλος αυτοκινητιστών επίσης ενημερώθηκαν, παρέσχον πρακτικές πληροφορίες προς τους χρήστες του αυτοκινητοδρόμου, υποδεικνύοντας ειδικότερα ότι έπρεπε να αποφευχθεί ο εν λόγω αυτοκινητόδρομος κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα. 12 Στις 21 Μαΐου 1998, η Bezirkshauptmannschaft ζήτησε από τη Sicherheitsdirektion für Tirol οδηγίες για την αναγγελθείσα συγκέντρωση. Στις 3 Ιουνίου 1998, ο Sicherheitsdirektor έδωσε εντολή να μην απαγορευθεί η εν λόγω συγκέντρωση. Στις 10 Ιουνίου 1998, πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση των μελών διαφόρων τοπικών αρχών με σκοπό να εξασφαλιστεί η εύρυθμη διεξαγωγή της εν λόγω συγκεντρώσεως. 13 Η Bezirkshauptmannschaft, θεωρώντας ότι η ως άνω συγκέντρωση ήταν επιτρεπτή βάσει του αυστριακού δικαίου, αποφάσισε να μην απαγορεύσει την εν λόγω συγκέντρωση, αλλά δεν εξέτασε αν με την απόφαση της θα μπορούσε να υπάρξει παράβαση του κοινοτικού δικαίου. Ι-5700 ι

8 SCHMIDBERGER 14 Η συγκέντρωση αυτή όντως πραγματοποιήθηκε στον προαναφερθέντα τόπο και κατά την προαναφερθείσα ημερομηνία. Κατά συνέπεια, τα βαρέα φορτηγά οχήματα τα οποία επρόκειτο να διέλθουν από τον αυτοκινητόδρομο του Brenner ακινητοποιήθηκαν την Παρασκευή 12 Ιουνίου 1998 από τις 9:00. Ο εν λόγω αυτοκινητόδρομος άνοιξε πάλι για την κυκλοφορία το Σάββατο 13 Ιουνίου 1998 περί τις 15:30, με την επιφύλαξη των ισχυουσών δυνάμει της αυστριακής νομοθεσίας απαγορεύσεων της κυκλοφορίας όσον αφορά τα φορτηγά οχήματα βάρους μεγαλύτερου των 7,5 τόνων για ορισμένες ώρες τα Σάββατα και τις Κυριακές. 15 Η Schmidberger είναι μια επιχείρηση διεθνών μεταφορών με έδρα το Rot an der Rot (Γερμανία), η οποία διαθέτει έξι βαρέα φορτηγά οχήματα «χαμηλής ηχορυπάνσεως και αιθαλορυπάνσεως» που συνδέονται με ρυμουλκούμενα οχήματα. Η κύρια δραστηριότητα της συνίσταται στη μεταφορά ξυλείας από τη Γερμανία στην Ιταλία και χάλυβα από την Ιταλία στη Γερμανία. Προς τούτο, τα βαρέα φορτηγά οχήματα της Schmidberger χρησιμοποιούν κυρίως τον αυτοκινητόδρομο του Brenner. 16 Η Schmidberger άσκησε αγωγή ενώπιον του Landesgericht Innsbruck (Αυστρία) με την οποία ζητεί να υποχρεωθεί η Δημοκρατία της Αυστρίας να της καταβάλει αποζημίωση ύψους αυστριακών σελινιών (ATS) για τον λόγο ότι εμποδίστηκε η διέλευση πέντε φορτηγών οχημάτων της ενάγουσας από τον αυτοκινητόδρομο του Brenner επί τέσσερις συναπτές ημέρες, λαμβανομένου υπόψη ότι, αφενός, η Πέμπτη 11 Ιουνίου 1998 ήταν αργία στην Αυστρία, ενώ οι επόμενες ημέρες, η 13η και η 14η Ιουνίου, συνέπιπταν με Σαββατοκύριακο, και ότι, αφετέρου, η αυστριακή ρύθμιση προβλέπει απαγόρευση της κυκλοφορίας των φορτηγών οχημάτων με βάρος μεγαλύτερο των 7,5 τόνων κατά το μεγαλύτερο μέρος κάθε Σαββατοκύριακου καθώς και κάθε αργίας. Ο αυτοκινητόδρομος αυτός αποτελεί τη μόνη διαμετακομιστική οδό από την οποία μπορούν να διέλθουν τα οχήματα της ενάγουσας μεταξύ της Γερμανίας και της Ιταλίας. Η μη απαγόρευση της συγκεντρώσεως και η έλλειψη παρεμβάσεως εκ μέρους των αυστριακών αρχών προκειμένου να εμποδίσουν τον αποκλεισμό του οδικού αυτού άξονα αποτελούν εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Το εν λόγω εμπόδιο, το οποίο δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από τα δικαιώματα όσον αφορά την ελευθερία εκφράσεως και την ελευθερία του συνέρχεσθαι των διαδηλωτών, παραβαίνει το κοινοτικό δίκαιο και είναι, κατά συνέπεια, ικανό να στοιχειοθετήσει ευθύνη του οικείου κράτους μέλους. Εν προκειμένω, η ζημία που υπέστη η Schmidberger έγκειται στην ακινητοποίηση των βαρέων φορτηγών οχημάτων της ( ATS), στα πάγια έξοδα που αφορούν τους οδηγούς των οχημάτων της (5 000 ATS) και στο διαφυγόν κέρδος που προκύπτει από τις μειώσεις της αμοιβής της εναγομένης που συμφωνήθηκαν με τους πελάτες της λόγω των σημαντικών καθυστερήσεων στη μεταφορά των εμπορευμάτων καθώς και λόγω μη εκτελέσεως έξι δρομολογίων μεταξύ της Γερμανίας και της Ιταλίας ( ATS). Ι-5701

9 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 17 Η Δημοκρατία της Αυστρίας ζήτησε την απόρριψη της ως άνω αγωγής, για τον λόγο ότι η απόφαση να μην απαγορευθεί η αναγγελθείσα συγκέντρωση ελήφθη κατόπιν ενδελεχούς εξετάσεως της πραγματικής καταστάσεως, ότι είχαν μεταδοθεί προηγουμένως πληροφορίες σχετικά με την ημερομηνία του αποκλεισμού του αυτοκινητοδρόμου του Brenner στην Αυστρία, στη Γερμανία καθώς και στην Ιταλία και ότι η εν λόγω συγκέντρωση δεν προκάλεσε σημαντικές κυκλοφοριακές συμφορήσεις ούτε κατά τη διάρκεια της έλαβαν χώρα άλλα επεισόδια. Το εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία που προκύπτει από μια διαδήλωση επιτρέπεται, εφόσον τα προσκόμματα που προκαλεί δεν είναι μόνιμα και σοβαρά. Η εκτίμηση των εν λόγω συμφερόντων πρέπει να κλίνει υπέρ της ελευθερίας εκφράσεως και της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, καθόσον τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι απαραβίαστα σε μια δημοκρατική κοινωνία. 18 Αφού διαπίστωσε ότι δεν αποδείχθηκε ούτε ότι τα φορτηγά οχήματα της Schmidberger έπρεπε να διέλθουν από τον αυτοκινητόδρομο του Brenner στις 12 και στις 13 Ιουνίου 1998 ούτε ότι δεν ήταν δυνατό η οικεία επιχείρηση, αφότου έλαβε γνώση της διοργανώσεως της συγκεντρώσεως, να τροποποιήσει τα δρομολόγια προκειμένου να αποφύγει τη ζημία, το Landesgericht Innsbruck, με απόφαση της 23ης Σεπτεμβρίου 1999, απέρριψε την αγωγή, για τον λόγο ότι η ως άνω εταιρία μεταφορών, αφενός, δεν πληροί τις προϋποθέσεις (που ανάγονται στο αυστριακό ουσιαστικό δίκαιο) σχετικά με το βάρος αποδείξεως της περιουσιακής ζημίας και, αφετέρου, παρέβη την υποχρέωση της (που ανάγεται στο αυστριακό δικονομικό δίκαιο) να εκθέσει όλα τα πραγματικά περιστατικά τα οποία θεμελιώνουν το αίτημα της αγωγής και τα οποία είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς. 19 Τότε, η Schmidberger άσκησε έφεση κατά της ως άνω αποφάσεως ενώπιον του Oberlandesgericht Innsbruck, το οποίο εκτιμά ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επιταγές του κοινοτικού δικαίου όταν επίμαχα είναι, όπως εν προκειμένω, δικαιώματα που θεμελιώνονται, τουλάχιστον εν μέρει, στο δίκαιο αυτό. 20 Συναφώς, έχει σημασία να καθοριστεί, πρώτον, αν η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, ενδεχομένως σε συνδυασμό με το άρθρο 5 της Συνθήκης, επιβάλλει σε κράτος μέλος να διασφαλίζει την ελεύθερη πρόσβαση στις σημαντικές διαμετακομιστικές οδούς και αν η υποχρέωση αυτή υπερισχύει των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως η ελευθερία εκφράσεως και η ελευθερία του συνέρχεσθαι, που διασφαλίζονται από τα άρθρα 10 και 11 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (στο εξής:εσδα). Ι

10 SCHMIDBERGER 21 Σε καταφατική περίπτωση, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, δεύτερον, αν η κατά τα ανωτέρω παράβαση του κοινοτικού δικαίου είναι αρκούντως κατάφωρη προκειμένου να στοιχειοθετήσει ευθύνη του κράτους. Ειδικότερα, ανακύπτουν ζητήματα ερμηνείας όσον αφορά τον προσδιορισμό του βαθμού ακριβείας και σαφήνειας των άρθρων 5 καθώς και 30,34 και 36 της Συνθήκης. 22 Εν προκειμένω, η ευθύνη του κράτους θα μπορούσε να θεμελιωθεί είτε λόγω πταίσματος του νομοθέτη δεδομένου ότι ο Αυστριακός νομοθέτης παρέλειψε να προσαρμόσει τη ρύθμιση σχετικά με την ελευθερία του συνέρχεσθαι στις υποχρεώσεις που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο και, ιδίως, από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων είτε λόγω διοικητικής παραβάσεως δεδομένου ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν, σύμφωνα με την υποχρέωση αγαστής συνεργασίας την οποία προβλέπει το άρθρο 5 της Συνθήκης, να ερμηνεύουν το εσωτερικό δίκαιο κατά τρόπο σύμφωνο προς τις επιταγές της Συνθήκης όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, αρκεί οι υποχρεώσεις αυτές που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο να έχουν άμεση εφαρμογή. 23 Το ως άνω δικαστήριο διερωτάται, τρίτον, ως προς τη φύση και την έκταση του δικαιώματος αποζημιώσεως λόγω ευθύνης του κράτους. Διερωτάται σε ποια κριτήρια αυστηρότητας πρέπει να ανταποκρίνεται η απόδειξη όσον αφορά την αιτία και το ύψος της ζημίας που προκύπτει από παράβαση του κοινοτικού δικαίου από νομοθετικά ή διοικητικά όργανα και ζητεί να πληροφορηθεί, ειδικότερα, αν δικαίωμα αποζημιώσεως υφίσταται και στην περίπτωση κατά την οποία το ύψος της ζημίας θα μπορούσε να αποδειχθεί μόνο μέσω κατ' αποκοπήν υπολογισμών. 24 Τέλος, το αιτούν δικαστήριο έχει αμφιβολίες όσον αφορά τις εθνικές προϋποθέσεις θεμελιώσεως του δικαιώματος αποζημιώσεως λόγω ευθύνης του κράτους. Διερωτάται αν οι αυστριακοί κανόνες σχετικά με το βάρος της αποδείξεως ως προς το αν συντρέχει ένα δικαίωμα και σχετικά με την υποχρέωση για πλήρη έκθεση των πραγματικών περιστατικών που είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς τηρούν τη νομολογιακή αρχή της αποτελεσματικότητας, στο μέτρο που τα δικαιώματα που θεμελιώνονται στο κοινοτικό δίκαιο δεν προσδιορίζονται πάντοτε εκ προοιμίου στο σύνολο τους και στο μέτρο που είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον Ι

11 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 ενάγοντα να εκθέσει με ακρίβεια όλα τα πραγματικά περιστατικά που απαιτούνται από την αυστριακή ρύθμιση. Έτσι, εν προκειμένω, δεν είναι σαφές ούτε αν συντρέχει δικαίωμα αποζημιώσεως ούτε ποια είναι η έκταση του, οπότε είναι αναγκαία η υποβολή αιτήσεως για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως. Πάντως, η συλλογιστική του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου είναι ικανή να καταστήσει δικαιώματα που θεμελιώνονται στο κοινοτικό δίκαιο ανενεργά, απορρίπτοντας την αγωγή βάσει αρχών του εθνικού δικαίου και παρακάμπτοντας για αυστηρώς τυπικούς λόγους τα σχετικά ζητήματα του κοινοτικού δικαίου. 25 Συνεπώς, το Oberlandesgericht Innsbruck, εκτιμώντας ότι η επίλυση της διαφοράς απαιτεί ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα: «1) Πρέπει οι αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων κατά την έννοια του άρθρου 28 ΕΚ (πρώην άρθρου 30 της Συνθήκης ΕΚ) επ. ή άλλες κοινοτικού δικαίου διατάξεις να ερμηνεύονται υπό την έννοια ότι κράτος μέλος υποχρεούται να μην περιορίζει ούτε να εμποδίζει σημαντικές οδούς διαμετακομίσεως, είτε εξάπαντος είτε τουλάχιστον όσο τούτο είναι δυνατό και μπορεί να ζητηθεί εντός των ορίων της λογικής, αυτό δε, μεταξύ άλλων, και με το να μην επιτρέπεται να εγκριθεί δηλωθείσα συγκέντρωση πολιτικού χαρακτήρα επί διαμετακομιστικής οδού ή τουλάχιστον να πρέπει αργότερα να διαλυθεί, αν ή μόλις αυτή μπορεί να λάβει χώρα και εκτός της διαμετακομιστικής οδού έχουσα παρόμοια επίδραση στο κοινό από απόψεως δημοσιότητας; 2) Αποτελεί επαρκώς σοβαρή παράβαση του κοινοτικού δικαίου, ώστε να θεμελιώνεται, σε περίπτωση που συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις, ευθύνη του κράτους μέλους σύμφωνα με τις αρχές του κοινοτικού δικαίου, το γεγονός ότι κράτος μέλος παρέλειψε να επισημάνει στις εθνικές διατάξεις του για το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και την ελευθερία του συνέρχεσθαι ότι, κατά τη στάθμιση μεταξύ της ελευθερίας του συνέρχεσθαι και του δημοσίου συμφέροντος, πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη οι αρχές του κοινοτικού δικαίου, κυρίως των θεμελιωδών ελευθεριών και, εν προκειμένω ειδικότερα, οι διατάξεις περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, αν για τον λόγο αυτό εγκρίνεται και πραγματοποιείται 28ωρη συγκέντρωση πολιτικού χαρακτήρα, Ι-5704

12 SCHMDBERGER λόγω της οποίας σε συνδυασμό με ήδη υφιστάμενη απαγόρευση λόγω γενικής εθνικής αργίας είναι κλειστή μία σημαντική για τις ενδοκοινοτικές μεταφορές εμπορευμάτων οδός επί τέσσερις ημέρες με σύντομη διακοπή ολίγων ωρών μεταξύ άλλων, για το μεγαλύτερο μέρος των μεταφορών με φορτηγά οχήματα; 3) Συνιστά επαρκώς σοβαρή παράβαση του κοινοτικού δικαίου, ώστε να θεμελιώνεται, σε περίπτωση που συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις, ευθύνη του κράτους μέλους σύμφωνα με τις αρχές του κοινοτικού δικαίου, η απόφαση εθνικής αρχής, σύμφωνα με την οποία οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, ειδικότερα περί της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων και περί της γενικής υποχρεώσεως αγαστής συνεργασίας του άρθρου 10 ΕΚ (πρώην άρθρου 5 της Συνθήκης ΕΚ), δεν απαγορεύουν 28ωρη συγκέντρωση πολιτικού χαρακτήρα, λόγω της οποίας σε συνδυασμό με ήδη υφιστάμενη απαγόρευση λόγω γενικής εθνικής αργίας είναι κλειστή μια σημαντική για τις ενδοκοινοτικές εμπορευματικές μεταφορές οδός επί τέσσερις ημέρες με σύντομη διακοπή ολίγων ωρών μεταξύ άλλων, για το μεγαλύτερο μέρος των μεταφορών με φορτηγά οχήματα, οπότε η συγκέντρωση αυτή δεν πρέπει να απαγορευθεί; 4) Πρέπει να θεωρούνται ανώτερης αξίας οι στόχοι μιας από τις αρχές εγκριθείσας συγκεντρώσεως πολιτικού χαρακτήρα, δηλαδή η επιδίωξη υγιεινού ζωτικού χώρου και η επισήμανση του κινδύνου για την υγεία του πληθυσμού λόγω των διαρκώς αυξανομένων διαμετακομιστικών μεταφορών με φορτηγά οχήματα, απ' ό,τι οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων κατά την έννοια του άρθρου 28 ΕΚ; 5) Υφίσταται ζημία που θεμελιώνει δικαίωμα αποζημιώσεως λόγω ευθύνης του κράτους μέλους όταν ο ζημιούμενος μπορεί μεν να αποδείξει ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση κέρδους, στην προκειμένη περίπτωση, επομένως, τη δυνατότητα εκτελέσεως διεθνών εμπορευματικών μεταφορών με φορτηγά οχήματα που εκμεταλλεύεται ο ίδιος αλλά τα οποία λόγω της 28ωρης συγκεντρώσεως παρέμειναν ακίνητα επί τέσσερις ημέρες, δεν μπορεί όμως να αποδείξει τη ζημία λόγω μη πραγματοποιήσεως συγκεκριμένης διαδρομής μεταφοράς; Ι

13 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 6) Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο τέταρτο ερώτημα: Πρέπει ή υποχρέωση αγαστής συνεργασίας των εθνικών αρχών, ειδικότερα των δικαστηρίων, κατά την έννοια του άρθρου 10 ΕΚ (πρώην άρθρου 5 της Συνθήκης ΕΚ), και η αρχή της αποτελεσματικότητας να λαμβάνονται υπόψη και να μην εφαρμόζονται επομένως εθνικοί κανόνες του ουσιαστικού ή του δικονομικού δικαίου που περιορίζουν τη δυνατότητα επικλήσεως δικαιωμάτων βάσει του κοινοτικού δικαίου, όπως εν προκειμένω του δικαιώματος αποζημιώσεως λόγω ευθύνης του κράτους, ενόσω δεν έχει καταστεί πλήρως σαφές το περιεχόμενο του βάσει του κοινοτικού δικαίου δικαιώματος, αφού δε επιληφθεί το Δικαστήριο στο πλαίοιο διαδικασίας για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο;» Επί του παραδεκτού 26 Η Δημοκρατία της Αυστρίας διατύπωσε αμφιβολίες όσον αφορά το παραδεκτό της παρούσας προδικαστικής παραπομπής, προβάλλοντας κατ' ουσίαν ότι τα ερωτήματα που υπέβαλε το Oberlandesgericht Innsbruck είναι αμιγώς υποθετικά και αλυσιτελή για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης. 27 Συγκεκριμένα, η αγωγή που άσκησε η Schmidberger, με την οποία τίθεται ζήτημα ευθύνης κράτους μέλους λόγω παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου, προϋποθέτει ότι η ως άνω εταιρία απέδειξε την ύπαρξη πραγματικής ζημίας που απορρέει από την προβαλλόμενη παράβαση. 28 Πάντως, η Schmidberger δεν απέδειξε, ενώπιον των δύο εθνικών δικαστηρίων που επελήφθησαν διαδοχικώς της διαφοράς της κύριας δίκης, την ύπαρξη συγκεκριμένης ζημίας στηρίζοντας με ακριβή στοιχεία τον ισχυρισμό ότι τα βαρέα I-5706

14 SCHMIDBERGER φορτηγά οχήματα της έπρεπε να διέλθουν από τον αυτοκινητόδρομο του Brenner, «ατά τον χρόνο διεξαγωγής της συγκεντρώσεως πολιτών που έλαβε χώρα στον εν λόγω αυτοκινητόδρομο, στο πλαίσιο της πραγματοποιήσεως μεταφορών μεταξύ της Γερμανίας και της Ιταλίας ούτε, ενδεχομένως, ότι τήρησε την υποχρέωση της να περιορίσει τη ζημία που ισχυρίζεται ότι υπέστη, διευκρινίζοντας τους λόγους για τους οποίους δεν μπορούσε να επιλέξει διαφορετική οδό από εκείνη που ήταν κλειστή. 29 Υπό τις συνθήκες αυτές, η απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα δεν είναι αναγκαία προκειμένου να παρασχεθεί στο αιτούν δικαστήριο η δυνατότητα να εκδώσει την απόφαση του ή, τουλάχιστον, η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως υποβλήθηκε πρόωρα, καθόσον τα σχετικά πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία δεν έχουν στοιχειοθετηθεί ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου. 3 0 Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η διαδικασία του άρθρου 234 ΕΚ είναι ένα μέσο για τη συνεργασία μεταξύ του Δικαστηρίου και των εθνικών δικαστηρίων, χάρη στο οποίο το Δικαστήριο παρέχει στα εθνικά δικαστήρια τα στοιχεία ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου που τους είναι αναγκαία για τη λύση των διαφορών επί των οποίων καλούνται να αποφανθούν (βλ., μεταξύ άλλων, τις αποφάσεις της 18ης Οκτωβρίου 1990, C-297/88 και C-197/89, Dzodzi, Συλλογή 1990, α , σκέψη 33 της 8ης Νοεμβρίου 1990, C-231/89, Gmurzynska-Bscher, Συλλογή 1990, σ , σκέψη 18 της 16ης Ιουλίου 1992, C-83/91, Meilicke, Συλλογή 1992, α , σκέψη 22, και της 17ης Σεπτεμβρίου 2002, C-413/99, Baumbast και R, Συλλογή 2002, σ , σκέψη 31). 31 Στο πλαίσιο της ως άνω συνεργασίας, απόκειται στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο έχει επιληφθεί της διαφοράς, είναι το μόνο που έχει άμεση γνώση των πραγματικών περιστατικών που έδωσαν λαβή για τη διαφορά αυτή και πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της εκδοθησομένης δικαστικής αποφάσεως, να εκτιμήσει, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της υποθέσεως, τόσο την ανάγκη εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως για να είναι σε θέση να εκδώσει την απόφαση του όσο και τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων που θέτει στο Δικαστήριο. Κατά συνέπεια, από τη στιγμή που τα ως άνω ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, το Δικαστήριο, κατ' αρχήν, οφείλει να αποφανθεί (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 15ης Δεκεμβρίου 1995, C-415/93, Bosman, Συλλογή 1995, σ , σκέψη 59 της 13ης Μαρτίου 2001, C-379/98, PreussenElektra, Συλλογή 2001, α , σκέψη 38 της 10ης Δεκεμβρίου 2002, C-153/00, Der Weduwe, Συλλογή 2002, σ , σκέψη 31, καθώς και της21ης Ιανουαρίου 2003, C-318/00, Bacardi-Martini και Cellier des Dauphins, Συλλογή 2002, σ , σκέψη 41). Ι-5707

15 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 32 Ωστόσο, το Δικαστήριο έχει κρίνει επίσης ότι, σε εξαιρετικές περιστάσεις, οφείλει να εξετάζει τις συνθήκες υπό τις οποίες του ζητήθηκε από το εθνικό δικαστήριο να εκδώσει προδικαστική απόφαση (βλ., στο ίδιο πνεύμα, την προαναφερθείσα απόφαση PreussenElektra, σκέψη 39). Συγκεκριμένα, το πνεύμα συνεργασίας που πρέπει να πρυτανεύει κατά τη λειτουργία της προδικαστικής παραπομπής συνεπάγεται ότι, από την πλευρά του, το εθνικό δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την αποστολή που έχει ανατεθεί στο Δικαστήριο, η οποία συνίσταται στο να συμβάλλει στην απονομή της δικαιοσύνης εντός των κρατών μελών και όχι να διατυπώνει συμβουλευτικές γνώμες επί γενικών ή υποθετικών ζητημάτων (προαναφερθείσες αποφάσεις Bosman, σκέψη 60, Der Weduwe, σκέψη 32, καθώς και Bacardi-Martini και Cellier des Dauphins, σκέψη 42). 33 Έτσι, το Δικαστήριο έχει εκτιμήσει ότι δεν μπορεί να αποφανθεί επί προδικαστικού ερωτήματος εθνικού δικαστηρίου όταν είναι πρόδηλον ότι η ερμηνεία ή η εκτίμηση του κύρους κοινοτικού κανόνα, που ζητούνται από το εθνικό δικαστήριο, δεν έχουν σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως ή ακόμη όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία για να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του τέθηκαν (βλ. τις προαναφερθείσες αποφάσεις Bosman, σκέψη 61, καθώς και Bacardi-Martini και CelÖer des Dauphins, σκέψη 43). 34 Εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι δεν είναι πρόδηλον ότι τα ερωτήματα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο εμπίπτουν σε μία από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η υπομνησθείσα στην προηγούμενη σκέψη νομολογία. 35 Συγκεκριμένα, η αγωγή της Schmidberger αποσκοπεί στο να υποχρεωθεί η Δημοκρατία της Αυστρίας να αποκαταστήσει τη ζημία που προκάλεσε στη Schmidberger η προβαλλόμενη παράβαση του κοινοτικού δικαίου, η οποία συνίσταται στο ότι οι αυστριακές αρχές δεν απαγόρευσαν συγκέντρωση πολιτών που είχε ως συνέπεια τον πλήρη αποκλεισμό της κυκλοφορίας στον αυτοκινητόδρομο του Brenner επί 30 περίπου ώρες αδιαλείπτως. Ι

16 SCHMIDBERGER 36 Συνεπώς, η υποβληθείσα από το αιτούν δικαστήριο αίτηση ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου εντάσσεται αναμφισβήτητα στο πλαίσιο υπαρκτής διαφοράς μεταξύ των διαδίκων της κύριας δίκης, η οποία ως εκ τούτου δεν μπορεί να θεωρηθεί υποθετική. 37 Κατά τα λοιπά, από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι το εθνικό δικαστήριο εξέθεσε, κατά τρόπο σαφή και λεπτομερειακό, τους λόγους για τους οποίους εκτιμά ότι για την επίλυση της διαφοράς επί της οποίας καλείται να αποφανθεί είναι αναγκαίο να υποβάλει στην κρίση του Δικαστηρίου διάφορα ζητήματα ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεταιτο ζήτημα σχετικά με τα στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη προκειμένου να αποδειχθεί αν υφίσταται η ζημία που ισχυρίζεται ότι υπέστη η Schmidberger. 38 Επιπλέον, από τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν τα κράτη μέλη σε απάντηση στην κοινοποίηση της διατάξεως περί παραπομπής και από τις παρατηρήσεις που κατέθεσε η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, απορρέει ότι τα πληροφοριακά στοιχεία που περιέχονται στην εν λόγω διάταξη παρέσχον σ' αυτά τη δυνατότητα να λάβουν λυσιτελώς θέση επί του συνόλου των ερωτημάτων που υπεβλήθησαν στο Δικαστήριο. 39 Πρέπει να προστεθεί ότι από το άρθρο 234, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ προκύπτει σαφώς ότι στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να αποφασίσει σε ποιο στάδιο της διαδικασίας πρέπει να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο (βλ. αποφάσεις της 10ης Μαρτίου 1981,36/80 και 71/80, Irish Creamery Milk Suppliers Association κ.λπ., Συλλογή 1981, σ. 735, σκέψη 5, και της 30ής Μαρτίου 2000, C-236/98, JämO, Συλλογή 2000, σ , σκέψη 30). 40 Είναι επίσης αναμφισβήτητο ότιτο αιτούν δικαστήριο προσδιόρισε σε επαρκή βαθμό τόσο το πραγματικό όσο και το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου υποβάλλει την αίτηση ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου και ότι παρέσχε στο Δικαστήριο όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για να μπορέσει το τελευταίο να δώσει χρήσιμη απάντηση στην εν λόγω αίτηση. I-5709

17 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 41 Εξάλλου, το αιτούν δικαστήριο ευλόγως ζητεί από το Δικαστήριο, αρχικώς, να προσδιορίσει το είδος των ζημιών που μπορούν να λαμβάνονται υπόψη, στο πλαίσιο της ευθύνης κράτους μέλους λόγω παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου εκ μέρους του κράτους μέλους αυτού και, ειδικότερα, καλεί το Δικαστήριο να διευκρινίσει το ζήτημα αν η αποζημίωση αποτελεί συνάρτηση μόνον της πραγματικής ζημίας ή αν καλύπτει και το διαφυγόν κέρδος που βασίζεται σε κατ' αποκοπήν υπολογισμούς, καθώς και το ζήτημα αν και σε ποια έκταση ο θιγόμενος πρέπει να προσπαθεί να αποφύγει ή να μειώσει τη ζημία αυτή, προτού το ως άνω δικαστήριο αποφανθεί επί των διαφόρων συγκεκριμένων αποδεικτικών στοιχείων που αναγνωρίζονται ως λυσιτελή από το Δικαστήριο στο πλαίσιο του υπολογισμού της ζημίας που πράγματι υπέστη η Schmidberger. 42 Τέλος, στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως λόγω ευθύνης κράτους μέλους, το αιτούν δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο όχι μόνο σχετικά με την προϋπόθεση που αφορά την ύπαρξη ζημίας και σχετικά με τις μορφές που μπορεί να λάβει η ζημία αυτή καθώς και όσον αφορά τα συναφή αποδεικτικά μέσα, αλλά θεωρεί επίσης αναγκαίο να υποβάλει πλείονα ερωτήματα όσον αφορά άλλες προϋποθέσεις στοιχειοθετήσεως της εν λόγω ευθύνης και, ειδικότερα, όσον αφορά τα ζητήματα αν η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης συμπεριφορά των εθνικών αρχών συνιστά παράβαση του κοινοτικού δικαίου και αν η παράβαση αυτή είναι ικανή να θεμελιώσει δικαίωμα αποζημιώσεως του θιγομένου. 43 Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, το Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί επί ερωτήματος προδήλως υποθετικού ή αλυσιτελούς για την απόφαση που καλείται να εκδώσει το αιτούν δικαστήριο. 44 Απεναντίας, από τις εν λόγω σκέψεις προκύπτει ότι τα ερωτήματα που υπέβαλε το ως άνω δικαστήριο ανταποκρίνονται σε αντικειμενική ανάγκη για την επίλυση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του, στο πλαίσιο της οποίας το δικαστήριο αυτό καλείται να εκδώσει απόφαση λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου, και ότι οι πληροφορίες που παρέσχε στο τελευταίο, ιδίως με τη διάταξη 'περί παραπομπής, επιτρέπουν στο Δικαστήριο να δώσει χρήσιμη απάντηση στα εν λόγω ερωτήματα. Ι-5710

18 SCHMDDBERGER 45 Κατά συνέπεια, η αίτηση του Oberlandesgericht Innsbruck για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή. Επί των προδικαστικών ερωτημάτων 46 Εκ προοιμίου, πρέπει να επισημανθεί ότι τα ερωτήματα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο θέτουν δύο προβλήματα τα οποία ναι μεν συνδέονται μεταξύ τους, πλην όμως είναι διαφορετικά. 47 Συγκεκριμένα, αφενός, το αιτούν δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο αν ο πλήρης αποκλεισμός του αυτοκινητοδρόμου του Brenner επί 30 περίπου ώρες αδιαλείπτως, ο οποίος έλαβε χώρα υπό συνθήκες όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, αποτελεί εμπόδιο ασυμβίβαστο με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και πρέπει, κατά συνέπεια, να θεωρηθεί ότι συνιστά παράβαση του κοινοτικού δικαίου. Αφετέρου, τα ερωτήματα αφορούν ειδικότερα τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη κράτους μέλους για ζημίες που προκλήθηκαν σε ιδιώτες λόγω παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου. 48 Όσον αφορά την τελευταία πτυχή, το αιτούν δικαστήριο ζητεί ειδικότερα διευκρινίσεις σχετικά με το ζήτημα αν και, ενδεχομένως, σε ποια έκταση, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της οποίας έχει επιληφθεί, η παράβαση του κοινοτικού δικαίου αν υποτεθεί αποδεδειγμένη είναι αρκούντως σοβαρή και πρόδηλη για να στοιχειοθετήσει ευθύνη του οικείου κράτους μέλους. Το αιτούν δικαστήριο ερωτά επίσης το Δικαστήριο σχετικά με τη φύση και τον τρόπο αποδείξεως της ζημίας που πρέπει να αποκατασταθεί. I-5711

19 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 49 Δεδομένου ότι, λογικά, η δεύτερη αυτή σειρά ερωτημάτων χρήζει εξετάσεως μόνο στην περίπτωση που δοθεί καταφατική απάντηση στην πρώτη ερώτηση, όπως αυτή διευκρινίζεται στην πρώτη περίοδο της σκέψεως 47 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει το Δικαστήριο να αποφανθεί, προηγουμένως, επί των διαφόρων ζητημάτων που εγείρονται στο πλαίσιο της εν λόγω ερωτήσεως, η οποία αποτελεί κατ' ουσίαν το αντικείμενο του πρώτου και του τετάρτου ερωτήματος. 50 Υπό το πρίσμα των στοιχείων που προκύπτουν από τη δικογραφία της υποθέσεως της κύριας δίκης, την οποία διαβίβασε το αιτούν δικαστήριο, καθώς και των γραπτών και προφορικών παρατηρήσεων που υποβλήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα εν λόγω ερωτήματα πρέπει να νοηθούν υπό την έννοια ότι αποσκοπούν στο να προσδιοριστεί αν το γεγονός ότι οι αρμόδιες αρχές κράτους μέλους δεν απαγόρευσαν συγκέντρωση πολιτών, η οποία στην ουσία είχε ως στόχο ένα οικολογικό ζήτημα και η οποία είχε ως συνέπεια τον πλήρη αποκλεισμό, επί 30 περίπου ώρες αδιαλείπτως, μιας σημαντικής συγκοινωνιακής οδού όπως ο αυτοκινητόδρομος του Brenner, αποτελεί αδικαιολόγητο εμπόδιο για τη θεμελιώδη αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων που διατυπώνεται στα άρθρα 30 και 34 της Συνθήκης, ερμηνευόμενα ενδεχομένως σε συνδυασμό με το άρθρο 5 αυτής. Επί της υπάρξεως εμποδίου στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων 51 Συναφώς, έχει σημασία να υπομνησθεί εκ προοιμίου ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων αποτελεί μια από τις θεμελιώδεις αρχές της Κοινότητας. 52 Έτσι, το άρθρο 3 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 3 ΕΚ), το οποίο έχει ενσωματωθεί στο πρώτο μέρος της Συνθήκης, υπό τον τίτλο «Αρχές», ορίζει στο στοιχείο γ' ότι, για τους σκοπούς του άρθρου 2 της Συνθήκης, η δράση της Κοινότητας περιλαμβάνει μια εσωτερική αγορά την οποία θα χαρακτηρίζει η εξάλειψη των εμποδίων, μεταξύ άλλων, στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων μεταξύ των κρατών μελών. Ι

20 SCHMIDBERGER 53 To άρθρο 7 Α της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 14 ΕΚ) ορίζει στο δεύτερο εδάφιο ότι η εσωτερική αγορά περιλαμβάνει ένα χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα, μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω Συνθήκης. 5 4 Η θεμελιώδης αυτή αρχή τίθεται σε εφαρμογή ιδίως με τα άρθρα 30 και 34 της Συνθήκης. 55 Ειδικότερα, το άρθρο 30 ορίζει ότι οι ποσοτικοί περιορισμοί επί των εισαγωγών, καθώς και όλα τα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος, απαγορεύονται μεταξύ των κρατών μελών. Ομοίως, το άρθρο 34 απαγορεύει τους ποσοτικούς περιορισμούς επί των εξαγωγών καθώς και όλα τα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος μεταξύ των κρατών μελών. 56 Κατά πάγια νομολογία που έχει διαμορφωθεί μετά την έκδοση της αποφάσεως της 11ης Ιουλίου 1974, 8/74, Dassonville (Συλλογή τόμος 1974, σ. 411, σκέψη 5), οι διατάξεις αυτές, ερμηνευόμενες εντός του πλαισίου στο οποίο εντάσσονται, έχουν την έννοια ότι σκοπούν στην εξάλειψη κάθε εμποδίου, αμέσου ή εμμέσου, πραγματικού ή εν δυνάμει, στη ροή των συναλλαγών εντός του ενδοκοινοτικού εμπορίου (βλ., υπ' αυτήν την έννοια, απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου 1997, C-265/95, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 1997, σ , σκέψη 29). 57 'Ετσι, το Δικαστήριο έκρινε ειδικότερα ότι το άρθρο 30 της Συνθήκης, το οποίο αποτελεί απαραίτητο μέσο για την υλοποίηση της αγοράς χωρίς εσωτερικά σύνορα, δεν απαγορεύει μόνον τα κρατικά μέτρα που, αυτά καθαυτά, εισάγουν περιορισμούς στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, αλλά έχει εφαρμογή και οσάκις ένα κράτος μέλος παραλείπει να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα για την αντιμετώπιση εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, τα οποία οφείλονται σε αιτίες μη κρατικής προελεύσεως (προαναφερθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Γαλλίας, σκέψη 30). I-5713

21 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 58 Πράγματι, το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος παραλείπει να ενεργήσει ή, ενδεχομένως, παραλείπει να λάβει επαρκή μέτρα για την αποτροπή εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, τα οποία δημιουργούνται ιδίως από ενέργειες ιδιωτών στο έδαφος του εις βάρος προϊόντων καταγωγής άλλων κρατών μελών, μπορεί να αποτελέσει εξίσου σοβαρό εμπόδιο για το ενδοκοινοτικό εμπόριο με μια θετική ενέργεια (προαναφερθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Γαλλίας, σκέψη 31). 59 Κατά συνέπεια, τα άρθρα 30 και 34 της Συνθήκης επιβάλλουν στα κράτη μέλη την υποχρέωση όχι μόνο να μη θεσπίζουν τα ίδια πράξεις ή να μην υιοθετούν συμπεριφορές που μπορεί να αποτελέσουν εμπόδιο στο εμπόριο, αλλά, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 της Συνθήκης, τους επιβάλλουν επίσης την υποχρέωση να λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο για να διασφαλίζουν στο έδαφος τους τον σεβασμό της θεμελιώδους αυτής ελευθερίας (προαναφερθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Γαλλίας, σκέψη 32). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο 5, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο κατάλληλο να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη Συνθήκη και να απέχουν από κάθε μέτρο που δύναται να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της εν λόγω Συνθήκης. 60 Λαμβανομένου υπόψη του θεμελιώδους ρόλου που διαδραματίζει η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων στο σύστημα της Κοινότητας και, ειδικότερα, για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η υποχρέωση που υπέχει κάθε κράτος μέλος να διασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων στο έδαφος του λαμβάνοντας τα αναγκαία και πρόσφορα μέτρα προκειμένου να εμποδίσει κάθε πρόσκομμα που οφείλεται σε πράξεις ιδιωτών επιβάλλεται χωρίς να χρειάζεται να γίνει διάκριση αναλόγως του αν οι πράξεις αυτές επηρεάζουν τις ροές εισαγωγής ή εξαγωγής ή απλώς τη διαμετακόμιση των εμπορευμάτων. 61 Συγκεκριμένα, από τη σκέψη 53 της προαναφερθείσας αποφάσεως Επιτροπή κατά Γαλλίας προκύπτει ότι η υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση αφορούσε όχι μόνον την εισαγωγή, αλλά και τη διαμετακόμκιη στη Γαλλία προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών. Ι

22 SCHMDBERGER 62 Συνεπώς, όσον αφορά μια κατάσταση όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, οι αρμόδιες εθνικές αρχές, όταν αντιμετωπίζουν εμπόδια στην πραγματική άσκηση μιας θεμελιώδους ελευθερίας την οποία καθιερώνει η Συνθήκη, όπως η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, και τα οποία εμπόδια οφείλονται σε ενέργειες ιδιωτών, οφείλουν να λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν την ελευθερία αυτή στο οικείο κράτος μέλος, έστω και αν, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, τα εμπορεύματα αυτά απλώς διαμετακομίζονται μέσω Αυστρίας για να διοχευτευτούν στην Ιταλία ή στη Γερμανία. 63 Πρέπει να προστεθεί ότι η εν λόγω υποχρέωση των κρατών μελών είναι ακόμη πιο ουσιώδης όταν πρόκειται για οδικό άξονα πρωτεύουσας σημασίας, όπως ο αυτοκινητόδρομος του Brenner, που αποτελεί μία από τις κύριες χερσαίες συγκοινωνιακές οδούς για το εμπόριο μεταξύ της Βόρειας Ευρώπης και του Βορρά της Ιταλίας. 64 Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι το γεγονός ότι οι αρμόδιες αρχές κράτους μέλους δεν απαγόρευσαν μια συγκέντρωση πολιτών που είχε ως συνέπεια τον πλήρη αποκλεισμό, επί 30 περίπου ώρες αδιαλείπτως, μιας σημαντικής συγκοινωνιακής οδού, όπως ο αυτοκινητόδρομος του Brenner, είναι ικανό να περιορίσει το ενδοκοινοτικό εμπόριο και πρέπει, κατά συνέπεια, να θεωρηθεί ότι συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό, κατ' αρχήν ασυμβίβαστο με τις υποχρεώσεις εκ του κοινοτικού δικαίου που απορρέουν από τα άρθρα 30 και 34 της Συνθήκης, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 αυτής, εκτός αν αυτή η έλλειψη απαγορεύσεως μπορεί να δικαιολογηθεί αντικειμενικώς. Επί της ενδεχομένης δικαιολογήσεως του εμποδίου 65 Στο πλαίσιο του τετάρτου ερωτήματος, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν ο σκοπός της συγκεντρώσεως της 12ης και της 13ης Ιουνίου 1998 με την οποία οι διαδηλωτές αποσκοπούσαν στο να επισύρουν την προσοχή του κοινού στην I-5715

23 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 απειλή που συνιστά για το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία η διαρκής αύξηση της κυκλοφορίας των βαρέων φορτηγών οχημάτων στον αυτοκινητόδρομο του Brenner, καθώς και στο να παρακινήσουν τις αρμόδιες αρχές να ενισχύσουν τα μέτρα για τη μείωση της κυκλοφορίας αυτής και της ρυπάνσεως που προκύπτει από αυτήν στη λίαν ευαίσθητη περιοχή των Άλπεων μπορεί να καταστήσει ανενεργούς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. 66 Ωστόσο, έστω και αν η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, ιδίως στην εν λόγω περιοχή, μπορεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να αποτελεί θεμιτό σκοπό γενικού συμφέροντος ικανό να δικαιολογήσει έναν περιορισμό των θεμελιωδών ελευθεριών που εγγυάται η Συνθήκη, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, πρέπει να επισημανθεί, όπως έπραξε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 54 των προτάσεων του, ότι οι ειδικοί στόχοι της εν λόγω συγκεντρώσεως δεν είναι, αυτοί καθαυτοί, καθοριστικοί στο πλαίσιο μιας αγωγής όπως αυτή που άσκησε η Schmidberger, με την οποία τίθεται ζήτημα ευθύνης κράτους μέλους λόγω της προβαλλόμενης παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου, η οποία παράβαση συνάγεται από το γεγονός ότι οι εθνικές αρχές δεν εμπόδισαν να τεθούν προσκόμματα στην κυκλοφορία στον αυτοκινητόδρομο του Brenner. 67 Συγκεκριμένα, για τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες μπορεί να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη κράτους μέλους και, ειδικότερα, όσον αφορά το ζήτημα αν το κράτος μέλος αυτό παρέβη το κοινοτικό δίκαιο, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνον η ενέργεια ή η παράλειψη που μπορεί να καταλογιστεί στο εν λόγω κράτος μέλος. 68 Εν προκειμένω, πρέπει κατά συνέπεια να ληφθεί υπόψη μόνον ο σκοπός που επιδίωκαν οι εθνικές αρχές με τη σιωπηρή απόφαση να επιτρέψουν την εν λόγω συγκέντρωση ή με τη μη απαγόρευση της συγκεντρώσεως αυτής. Ι

24 SCHMIDBERGER 69 Συναφώς, από τη δικογραφία της υποθέσεως της κύριας δίκης προκύπτει ότι οι αυστριακές αρχές έλαβαν υπόψη σκέψεις που συνδέονταν με τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων των διαδηλωτών όσον αφορά την ελευθερία εκφράσεως και την ελευθερία του συνέρχεσθαι, τα οποία καθιερώνονται και διασφαλίζονται από την ΕΣΔΑ και από το αυστριακό σύνταγμα. 70 Με τη διάταξη περί παραπομπής, το εθνικό δικαστήριο θέτει επίσης το ζήτημα αν η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, την οποία εγγυάται η Συνθήκη, υπερισχύει των εν λόγω θεμελιωδών δικαιωμάτων. 71 Συναφώς, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι, κατά πάγια νομολογία, τα θεμελιώδη δικαιώματα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των γενικών αρχών του δικαίου, την τήρηση των οποίων διασφαλίζει το Δικαστήριο, και, συναφώς, το Δικαστήριο εμπνέεται από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών και από τα στοιχεία που παρέχουν οι διεθνείς πράξεις περί προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, για τις οποίες έχουν συνεργαστεί ή στις οποίες έχουν προσχωρήσει τα κράτη μέλη. Η ΕΣΔΑ ενέχει συναφώς ιδιαίτερη σημασία (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 18ης Ιουνίου 1991, C-260/89, ΕΡΤ, Συλλογή 1991, σ. Ι-2925, σκέψη 41 της 6ης Μαρτίου 2001, C-274/99 Ρ, Connolly κατά Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ , σκέψη 37, και της 22ας Οκτωβρίου 2002, C-94/00, Roquette Frères, Συλλογή 2002, σ. Ι-9011, σκέψη 25). 72 Οι αρχές που θεσπίστηκαν με τη νομολογία αυτή επιβεβαιώθηκαν στο προοίμιο της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξεως και κατόπιν στο άρθρο ΣΤ, παράγραφος 2, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (προαναφερθείσα απόφαση Bosman, σκέψη 79). Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, «[η] 'Ενωση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950, και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου». Ι

25 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 73 Εξ αυτού έπεται ότι δεν μπορούν να γίνουν δεκτά στην Κοινότητα μέτρα ασυμβίβαστα με τον σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως αυτά αναγνωρίζονται με την ΕΣΔΑ (βλ., μεταξύ άλλων, προαναφερθείσα απόφαση ΕΡΤ, σκέψη 41, και απόφαση της 29ης Μαΐου 1997, C-299/95, Kremzow, Συλλογή 1997, σ , σκέψη 14). 74 Έτσι, δεδομένου ότι ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων δεσμεύει τόσο την Κοινότητα όσο και τα κράτη μέλη της, η προστασία των εν λόγω δικαιωμάτων αποτελεί θεμιτό συμφέρον ικανό να δικαιολογήσει, κατ' αρχήν, έναν περιορισμό των υποχρεώσεων που επιβάλλονται από το κοινοτικό δίκαιο, ακόμη και δυνάμει μιας θεμελιώδους ελευθερίας την οποία εγγυάται η Συνθήκη, όπως η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. 75 Επίσης, κατά πάγια νομολογία, όταν πρόκειται, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, για εθνική κατάσταση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, το Δικαστήριο, εφόσον επιληφθεί προδικαστικώς σχετικής υποθέσεως, υποχρεούται να παράσχει στα εθνικά δικαστήρια όλα τα ερμηνευτικά στοιχεία που είναι αναγκαία για να μπορέσουν αυτά να κρίνουν αν η κατάσταση αυτή συμβιβάζεται με τα θεμελιώδη δικαιώματα, για τον σεβασμό των οποίων μεριμνά το Δικαστήριο, όπως αυτά προκύπτουν ειδικότερα από την ΕΣΔΑ (βλ., υπ' αυτήν την έννοια, μεταξύ άλλων, απόφαση της 30ής Σεπτεμβρίου 1987,12/86, Demirel, Συλλογή 1987, σ. 3719, σκέψη 28). 76 Εν προκειμένω, οι εθνικές αρχές στηρίχθηκαν στην ανάγκη σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων τα οποία κατοχυρώνονται τόσο από την ΕΣΔΑ όσο και από το σύνταγμα του οικείου κράτους μέλους προκειμένου να καταστεί δυνατό να περιοριστεί μία από τις θεμελιώδεις ελευθερίες που καθιερώνει η Συνθήκη. 77 Η παρούσα υπόθεση θέτει το ζήτημα του αναγκαίου συγκερασμού μεταξύ των επιταγών της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Κοινότητα και εκείνων που απορρέουν από μια θεμελιώδη ελευθερία που καθιερώνει η Συνθήκη και, ειδικότερα, το ζήτημα του περιεχομένου, αντιστοίχως, της ελευθερίας εκφράσεως Ι

26 SCHMIDBERGER και της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, που κατοχυρώνονται από τα άρθρα 10 και 11 της ΕΣΔΑ, και της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, όταν οι πρώτες τυγχάνουν επικλήσεως ως λόγος δικαιολογήσεως ενός περιορισμού της δεύτερης. 78 Συναφώς, επιβάλλεται η παρατήρηση ότι, αφενός, η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων ναι μεν αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αρχές στο σύστημα της Συνθήκης, πλην όμως μπορεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να αποτελέσει αντικείμενο περιορισμών για τους λόγους που απαριθμούνται στο άρθρο 36 της Συνθήκης ή λόγω των επιτακτικών αναγκών γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζονται κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου που έχει διαμορφωθεί μετά την έκδοση της αποφάσεως της 20ής Φεβρουαρίου 1979,120/78, Rewe-Zentral, η οποία αποκαλείται «Cassis de Dijon» (Συλλογή τόμος 1979-Ι, σ. 321). 79 Αφετέρου, μολονότι τα επίμαχα στην υπόθεση της κύριας δίκης θεμελιώδη δικαιώματα αναγνωρίζονται ρητώς από την ΕΣΔΑ και αποτελούν βασικά θεμέλια μιας δημοκρατικής κοινωνίας, ωστόσο, από το ίδιο το γράμμα της παραγράφου 2 των άρθρων 10 και 11 της εν λόγω Συμβάσεως προκύπτει ότι η ελευθερία εκφράσεως και η ελευθερία του συνέρχεσθαι μπορούν επίσης να αποτελέσουν αντικείμενο ορισμένων περιορισμών που δικαιολογούνται από σκοπούς γενικού συμφέροντος, αρκεί οι παρεκκλίσεις αυτές να προβλέπονται από τον νόμο, να επιβάλλονται από έναν ή περισσότερους θεμιτούς σκοπούς που αριθμούνται στις εν λόγω διατάξεις και να είναι αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία, δηλαδή να δικαιολογούνται από επιτακτική κοινωνική ανάγκη και να είναι, ιδίως, ανάλογες προς τον θεμιτό σκοπό που επιδιώκεται (βλ., υπ' αυτήν την έννοια, αποφάσεις της 26ης Ιουνίου 1997, C-368/95, Familiapress, Συλλογή 1997, σ , σκέψη 26, και της 11ης Ιουλίου 2002, C-60/00, Carpenter, Συλλογή 2002, σ , σκέψη 42, καθώς και ΕΔΔΑ, απόφαση Stell κ.λπ. κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 23ης Σεπτεμβρίου 1998, Recueil des arrêts et décisions 1998-VΙΙ, 101). 80 Έτσι, τα δικαιώματα στην ελευθερία εκφράσεως και στην ελευθερία του συνέρχεσθαι ειρηνικώς, τα οποία κατοχυρώνονται από την ΕΣΔΑ, δεν αποτελούν σε αντίθεση με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται από την ίδια Σύμβαση, όπως το δικαίωμα κάθε προσώπου στη ζωή ή η απαγόρευση των βασανιστηρίων καθώς και των απάνθρωπων ή εξευτελιστικών ποινών ή μεταχειρίσεως, τα οποία δεν επιδέχονται κανένα περιορισμό απόλυτα προνόμια, αλλά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε σχέση με τη λειτουργία τους εντός της Ι-5719

27 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 κοινωνίας. Επομένως, μπορούν να επιβληθούν περιορισμοί στην άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων, αρκεί οι περιορισμοί αυτοί να εξυπηρετούν όντως σκοπούς γενικού συμφέροντος και να μην αποτελούν, σε σχέση με τον επιδιωκόμενο με τους εν λόγω περιορισμούς σκοπό, υπέρμετρη και απαράδεκτη παρέμβαση που θίγει την ίδια την υπόσταση των δικαιωμάτων που προστατεύονται (βλ., υπ' αυτήν την έννοια, αποφάσεις της 8ης Απριλίου 1992, C-62/90, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 1992, σ , σκέψη 23, και της 5ης Οκτωβρίου 1994, C-404/92 Ρ, Χ κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ , σκέψη 18). 81 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να σταθμιστούν τα συγκρουόμενα συμφέροντα και να καθοριστεί, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των περιστάσεων κάθε περιπτώσεως, αν εξασφαλίστηκε η προσήκουσα ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων αυτών. 82 Συναφώς, οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν ευρεία εξουσία εκτιμήσεως. Ωστόσο, πρέπει να εξακριβωθεί αν οι περιορισμοί του ενδοκοινοτικού εμπορίου είναι ανάλογοι προς τον θεμιτό σκοπό που επιδιώκεται, ήτοι, εν προκειμένω, προς την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. 83 Όσον αφορά την υπόθεση της κύριας δίκης, έχει σημασία να υπογραμμιστεί ευθύς εξ αρχής ότι οι περιστάσεις που τη χαρακτηρίζουν διακρίνονται σαφώς από την κατάσταση που υφίστατο στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προαναφερθείσα υπόθεση Επιτροπή κατά Γαλλίας, την οποία επικαλείται η Schmidberger ως σχετικό προηγούμενο στο πλαίσιο της αγωγής που άσκησε στην Αυστρία. 84 Συγκεκριμένα, σε σχέση με τα πραγματικά στοιχεία που έλαβε υπόψη το Δικαστήριο στις σκέψεις 38 έως 53 της προαναφερθείσας αποφάσεως Επιτροπή κατά Γαλλίας, πρέπει να επισημανθεί, πρώτον, ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης συγκέντρωση πολιτών έλαβε χώρα κατόπιν αιτήσεως για τη χορήγηση αδείας, υποβληθείσας βάσει του εθνικού δικαίου, και αφότου οι αρμόδιες αρχές αποφάσισαν να μην απαγορεύσουν την εν λόγω συγκέντρωση. Ι-5720

28 SCHMDBERGER 85 Δεύτερον, λόγω της παρουσίας των διαδηλωτών στον αυτοκινητόδρομο του Brenner, η οδική κυκλοφορία εμποδίστηκε σε μόνο μία διαδρομή, σε μόνο μία περίσταση και επί 30 περίπου ώρες. Επιπλέον, το εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων που προέκυψε από την εν λόγω συγκέντρωση είχε περιορισμένη σημασία σε σχέση τόσο με τη γεωγραφική έκταση όσο και με την εγγενή σοβαρότητα των διαταραχών που ήσαν επίμαχες στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προαναφερθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Γαλλίας. 86 Τρίτον, δεν αμφισβητείται ότι, με την εν λόγω συγκέντρωση, πολίτες άσκησαν τα θεμελιώδη δικαιώματα τους εκφράζοντας δημοσίως μια γνώμη την οποία θεωρούν σημαντική για τη συλλογική ζωή δεν αμφισβητείται επίσης ότι η ως άνω διαδήλωση δεν είχε ως αντικείμενο να εμποδίσει την ανταλλαγή εμπορευμάτων συγκεκριμένης φύσεως ή καταγωγής. Αντιθέτως, στην προαναφερθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Γαλλίας, ο σκοπός που επιδίωκαν οι διαδηλωτές ήταν σαφώς να εμποδίσουν την κυκλοφορία συγκεκριμένων προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών εκτός της Γαλλικής Δημοκρατίας, όχι μόνο μέσω προσκομμάτων στη μεταφορά των σχετικών εμπορευμάτων, αλλά και μέσω της καταστροφής τους κατά τη διοχέτευση ή τη διαμετακόμιση τους μέσω Γαλλίας, ακόμη και όταν αυτά ήδη βρίσκονταν στις προθήκες των καταστημάτων του οικείου κράτους μέλους. 87 Τέταρτον, πρέπει να υπομνησθεί ότι, εν προκειμένω, οι αρμόδιες αρχές είχαν λάβει διάφορα συνοδευτικά μέτρα και μέτρα πλαισιώσεως προκειμένου να περιορίσουν κατά το δυνατόν τις διαταραχές της οδικής κυκλοφορίας. Έτσι, μεταξύ άλλων, οι εν λόγω αρχές, συμπεριλαμβανομένων των δυνάμεων της αστυνομίας, οι διοργανωτές της διαδηλώσεως και διάφορες ενώσεις αυτοκινητιστών συνεργάστηκαν προκειμένου να διασφαλίσουν την εύρυθμη διεξαγωγή της συγκεντρώσεως. Αρκετά πριν από την ημερομηνία κατά την οποία θα ελάμβανε χώρα η ως άνω συγκέντρωση, είχε ξεκινήσει μια ευρεία εκστρατεία πληροφορήσεως από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως και τους συλλόγους αυτοκινητιστών, τόσο στην Αυστρία όσο και στις όμορες χώρες, και είχαν προβλεφθεί διάφορες παρακαμπτήριες οδοί, επίσης δε είχαν ενημερωθεί δεόντως οι ενδιαφερόμενοι επιχειρηματίες για τους περιορισμούς στην κυκλοφορία Ι

LEGAL INSIGHT Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ, ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΟΔΩΝ, Χρήστος Παρασκευόπουλος- Κόλιας LL.M., M.Sc.

LEGAL INSIGHT Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ, ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΟΔΩΝ, Χρήστος Παρασκευόπουλος- Κόλιας LL.M., M.Sc. LEGAL INSIGHT Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ, ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΟΔΩΝ, ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΜΕΛΙΩΔΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΤΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Η άποψη του Δικαστηρίου

Η άποψη του Δικαστηρίου ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 228 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ Η άποψη του Δικαστηρίου Επί του παραδεκτού της αιτήσεως γνωμοδοτήσεως 1 Η Ιρλανδική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Μαρτίου 2002 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Μη προσχώρηση εμπροθέσμως στη Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (Πράξη των Παρισίων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 * METALSA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 * Στην υπόθεση C-312/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του giudice per le indagini preliminari του Tribunale di Milano προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * SKATTEMINISTERIET/ HENRIKSEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * Στην υπόθεση 173/88, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του δανικού Højesteret προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 14. 4. 1994 ΥΠΟΘΕΣΗ C-389/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * Στην υπόθεση C-389/92, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State von België προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * UNITRON SCANDINAVIA και 3-S ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-275/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Klagenævnet for Udbud (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ'

Διαβάστε περισσότερα

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 28ης Απριλίου 2005 (*) «Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα» Στην υπόθεση C-104/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως

Διαβάστε περισσότερα

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001, κατ' DUYN ΚΑΤΑ HOME OFFICE ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 4ης Δεκεμβρίου 1974 Στην υπόθεση 41/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης ΕΟΚ, από την Chancery

Διαβάστε περισσότερα

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/> ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 8ης Ιουνίου 1971* Στην υπόθεση 78/70, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 24.11.1993 ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΣΘΕΙΣΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ C-267/91 και C-268/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-267/91 και C-268/91, που έχουν ως αντικείμενο

Διαβάστε περισσότερα

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 24ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1993 ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΗ ΚΑΤΑ BERNARD KECK ΚΑΙ DANIEL MITHOUARD ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNAL DE GRANDE INSTANCE DE STRASBOURG ΓΑΛΛΙΑ ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΣΘΕΙΣΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 7ης Ιουλίου 1976 Στην υπόθεση, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του PRETORE του Μιλάνου προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-541/99 και C-542/99, που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις του Giudice di pace di Viadana (Ιταλία) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 20ής Φεβρουαρίου 1979 * Στην υπόθεση 120/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hessisches Finanzgericht προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 21.7.2005 ΥΠΟΘΕΣΗ C-231/03 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 * Στην υπόθεση C-231/03, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του

Διαβάστε περισσότερα

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 6ης Ιουνίου 2002 (1) «Διάρκεια προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού - Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας - Εφαρμογή σε δικαίωμα δημιουργού

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * Στην υπόθεση C-85/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ελλάδα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 2. 2. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ 186/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 * Στην υπόθεση 186/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της επιτροπής αποζημιώσεως θυμάτων εγκλήματος του Tribunal de

Διαβάστε περισσότερα

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 120/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Φραγκφούρτης επί του Μάιν προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * CLUB-TOUR ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * Στην υπόθεση C-400/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal Judicial da Comarca do Porto (Πορτογαλία) προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

της 10ης Δεκεμβρίου 1968* ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Δεκεμβρίου 1968* Στην υπόθεση 7/68, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσφεύγουσα, εκπροσωπούμενη από τον νομικό της σύμβουλο Armando Toledano,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 * Στην υπόθεση C-231/94, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων Ανταγωνισμός Ελεγκτικές εξουσίες

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1302/2008, της Estelle Garnier, γαλλικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Compagnie des avoués près la Cour

Διαβάστε περισσότερα

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Απριλίου 1977* Στην υπόθεση 71/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 * TORFAEN BOROUGH COUNCIL/Β & Q PLC ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-145/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cwmbran Magistrates' Court του Ηνωμένου Βασιλείου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 * Στην υπόθεση C-39/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το tribunal administratif

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 26.10.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1374/2002, Αναφορά 1374/2002, του Πέτρου Τσελεπίδη, ελληνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος του «Συλλόγου Εισαγωγέων

Διαβάστε περισσότερα

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 131/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale του Τρέντο προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 12. 11. 1992 ΥΠΟΘΕΣΗ C-123/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 * Στην υπόθεση C-123/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesgerichtshof (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010 EL ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 30ής Απριλίου 2010 σχετικά µε σχέδιο νόµου για την αποκατάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης και την αντιµετώπιση της φοροδιαφυγής (CON/2010/36) Εισαγωγή και

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 * HANSA FLEISCH ERNST MUNDT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 * Στην υπόθεση C-156/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Schleswig-Holsteinisches Verwaltungsgericht (Ομοσπονδιακή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-108/98. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-108/98. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 9. 9. 1999 ΥΠΟΘΕΣΗ C-108/98 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-108/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale amministrativo regionale della

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 3. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-168/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * Στην υπόθεση C-168/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Amtsgericht Tübingen (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες, κατ' HAEGEMAN ΚΑΤΑ ΒΕΛΓΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 30ής Απριλίου 1974 Στην υπόθεση 181/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal de première instance των Βρυξελλών προς το Δικαστήριο, εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση κατ' CENTRAFARM ΚΑΤΑ WINTHROP ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 31ης Οκτωβρίου 1974 * Στην υπόθεση 16/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του HOGE RAAD των Κάτω Χωρών προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Οκτωβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Οκτωβρίου 2004 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Οκτωβρίου 2004 * Στην υπόθεση C-442/02, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 27.05.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0436/2012 του Mark Walker, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με την παροχή διασυνοριακού νομικού παραστάτη

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 * ÉGLISE DE SCIENTOLOGIE ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 * Στην υπόθεση C-54/99, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Conseil d'état (Γαλλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2002 * LEITNER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2002 * Στην υπόθεση C-168/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Landesgericht Linz (Αυστρία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 17.12.2016 L 344/83 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2295 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16ης Δεκεμβρίου 2016 για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * Στην υπόθεση C-333/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του γαλλικού Conseil d'état προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-322/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-322/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal du travail των Βρυξελλών

Διαβάστε περισσότερα

Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ

Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ κατ' WALRAVE κ.λπ. ΚΑΤΑ ASSOCIATION UNION CYCLISTE INTERNATIONALE κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 36/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Arrondissementsrechtbank

Διαβάστε περισσότερα

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE), ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 1ης Ιουνίου 2006 (*) «Δικαιώματα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα Οδηγία 93/83/ΕΟΚ Άρθρο 9, παράγραφος 2 Έκταση των εξουσιών μιας εταιρείας συλλογικής διαχειρίσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Στρασβούργο, 11.3.2014 COM(2014) 158 final ANNEXES 1 to 2 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 23.10.2003 ΥΠΟΘΕΣΗ C-408/01 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 * Στην υπόθεση C-408/01, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden (Κάτω Χώρες) προς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * Στην υπόθεση 45/86, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Peter Gilsdorf, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο

Διαβάστε περισσότερα

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 21ης Ιουνίου 1978 * Στην υπόθεση 150/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour de cassation της Γαλλίας (πρώτο πολιτικό τμήμα) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Ιουνίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Ιουνίου 2003 * DE DANSKE BILIMPORTØRER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 17ης Ιουνίου 2003 * Στην υπόθεση C-383/01, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Østre Landsret (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 17ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 17ης Μαρτίου 2005 * KRANEMANN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 17ης Μαρτίου 2005 * Στην υπόθεση C-109/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 * Στην υπόθεση C-518/99, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Bruxelles (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, βάσει του Πρωτοκόλλου της 3ης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 29. 6. 1995 ΥΠΟΘΕΣΗ C-391/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 * Στην υπόθεση C-391/92, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμένη αρχικά από τον R. Pellicer, μέλος της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 14. 3. 1991 ΥΠΟΘΕΣΗ C-361/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 * Στην υπόθεση C-361/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * TOLSMA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * Στην υπόθεση C-16/93, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Gerechtshof te Leeuwarden (Κάτω Χώρες) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ κατ' VAN BINSBERGEN ΚΑΤΑ BESTUUR VAN DE BEDR1JFSVERENIGING VOOR DE METAALNIJVERHEID ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Δεκεμβρίου 1974 * Στην υπόθεση 33/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale raad

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 12. 2. 1987 - ΥΠΟΘΕΣΗ 221/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * Στην υπόθεση 221/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jacques Delmoly, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ: Ανακοινώνεται ότι για τις πληροφορίες στον ηλεκτρονικό αυτό χώρο ισχύει παραίτηση από ευθύνη και δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 6ης Ιουνίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 6ης Ιουνίου 2000 * ANGONESE ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 6ης Ιουνίου 2000 * Στην υπόθεση C-281/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Pretore di Bolzano (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 16.12.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0171/2012, του Klaus Träger, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με διαφορετικές προθεσμίες παραγραφής στην

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ F. G. JACOBS της 11ης Ιουλίου

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ F. G. JACOBS της 11ης Ιουλίου ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ JACOBS ΥΠΟΘΕΣΗ C-112/00 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ F. G. JACOBS της 11ης Ιουλίου 2002 1 1. Η παρούσα αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Oberlandesgericht

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2003 * GARCIA AVELLO ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Οκτωβρίου 2003 * Στην υπόθεση C-148/02, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Conseil d'état (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, με

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 * NUSSBAUMER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 * Στην υπόθεση C-224/09, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Tribunale

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * HUMBLOT / DIRECTEUR DES SERVICES FISCAUX ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 * Στην υπόθεση 112/84, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de grande instance του Belfort, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΙΤΑΛΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 118/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Sergio Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 17ης Ιουνίου 1998 * Στην υπόθεση C-68/96, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale di Trento (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important Avis juridique important 31987L0344 Οδηγία 87/344/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1987 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την ασφάλιση νομικής προστασίας

Διαβάστε περισσότερα

REGINA ΚΑΤΑ THOMPSON κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

REGINA ΚΑΤΑ THOMPSON κ.λπ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 23ης Νοεμβρίου 1978* Στην υπόθεση 7/78, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Court of Appeal (Criminal Division) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 204-209 ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ P8_TA(206)0260 Επικύρωση και προσχώρηση στο πρωτόκολλο του 200 της σύμβασης επικινδύνων και επιβλαβών ουσιών με εξαίρεση τις πτυχές δικαστικής συνεργασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 14. 7. 1988 ΥΠΟΘΕΣΗ 254/87 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 * Στην υπόθεση 254/87, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de grande instance του Alençon προς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 22. 11. 2001 ΥΠΟΘΕΣΗ C-184/00 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στην υπόθεση C-184/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de première instance de Charleroi

Διαβάστε περισσότερα

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης κατ' ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 30.11.1976 21/76 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Νοεμβρίου 1976 * Στην υπόθεση 21/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του GERECHTSHOF (εφετείου) της Χάγης προς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 29ης Απριλίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 29ης Απριλίου 2004 * BJÖRNEKULLA FRUKTINDUSTRIER ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 29ης Απριλίου 2004 * Στην υπόθεση C-371/02, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Svea hovrätt (Σουηδία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 18. 3. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 24/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 1986 * Στην υπόθεση 24/85, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 13ης Μαρτίου 2003 Υπόθεση Τ-166/02 José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Υπάλληλοι - Απόφαση περί κινήσεως πειθαρχικής διαδικασίας

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, 25.2.2015 Ν. 23(Ι)/2015 23(Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΗΚΑΝ ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ YΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 11ης Οκτωβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 11ης Οκτωβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 11. 10. 2001 ΥΠΟΘΕΣΗ C-267/99 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 11ης Οκτωβρίου 2001 * Στην υπόθεση C-267/99, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal d'arrondissement de Luxembourg

Διαβάστε περισσότερα

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση Για μεγάλο χρονικό διάστημα, τη νομική βάση για τα θεμελιώδη δικαιώματα σε επίπεδο ΕΕ αποτελούσε ουσιαστικά η αναφορά που γίνεται από τις Συνθήκες στην

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3. 6. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 307/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * Στην υπόθεση 307/84, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Μαΐου 1998*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Μαΐου 1998* VΕRΕIN FÜR K0NSUMΕNTEN1NIORMATI0N ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Μαΐου 1998* Στην υπόθεση C-364/96, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bezirksgericht für Handelssachen Wien προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ιεχοντας υπόψη:

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ιεχοντας υπόψη: Οδηγία 89/105/ΕΟΚ του Συµβουλίου της 21ης εκεµβρίου 1988 σχετικά µε τη διαφάνεια των µέτρων που ρυθµίζουν τον καθορισµό των τιµών των φαρµάκων για ανθρώπινη χρήση και τη κάλυψη του κόστους των στα πλαίσια

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από την την PLAUMANN ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΟΚ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 1963* Στην υπόθεση 25/62, Plaumann & Co., Αμβούργο, εκπροσωπούμενη από την Harald Ditges, δικηγόρο Κολωνίας, με αντίκλητο στο

Διαβάστε περισσότερα

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Σεπτεμβρίου 2000 Υπόθεση Τ-259/97 Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Υπάλληλοι - Καθήκον πίστεως και αξιοπρεπούς ασκήσεως του

Διαβάστε περισσότερα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 12 Ιουνίου 2008 (OR. fr) 10010/08 225 COUR 25 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου 10010/08 DE/ap ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 * PRETORE DI SALÒ / X ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 14/86, που έχει ως αντικείμενο αίτηση της Pretura του Salò προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς κατ' ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Δεκεμβρίου 1976 * Στην υπόθεση 25/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του BUNDESGERICHTSHOF προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 20.02.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0082/2006, της κ. Julia Kelly, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με διακριτική μεταχείριση σε βάρος κατοίκων

Διαβάστε περισσότερα

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης 14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης Υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης στο Στρασβούργο

Διαβάστε περισσότερα

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

AMMINISTRAZIONE DELLE FINANZE DELLO STATO ΚΑΤΑ SIMMENTHAL ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 9ης Μαρτίου 1978 * Στην υπόθεση 106/77, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Pretore di Susa (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 30 Ιανουαρίου 2014 (04.02) (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2013/0268 (COD) SN 1316/14 LIMITE ΣΗΜΕΙΩΜΑ Θέμα: Κανονισμός (ΕΕ) αριθ..../20.. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ --------------------- Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. 2. Ερμηνεία. ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Οκτωβρίου 2003 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 92/100/ΕΟΚ - Δικαιώματα του δημιουργού - Αμοιβή των δημιουργών σε περίπτωση δημόσιου δανεισμού των λογοτεχνικών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Οκτωβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Οκτωβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 2.10. 1997 ΥΠΟΘΕΣΗ C-122/96 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Οκτωβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-122/96, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Oberster Gerichtshof (Αυστρία) προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*) ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*) «Οδηγία 92/51/ΕΟΚ Αναγνώριση διπλωμάτων Σπουδές σε εργαστήριο ελευθέρων σπουδών που δεν αναγνωρίζεται ως εκπαιδευτικό ίδρυμα από το κράτος

Διαβάστε περισσότερα