ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν"

Transcript

1 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΥΔΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΟΡΩΝΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑ «ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ» ΧΑΝΙΩΝ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν Μηνύματα εκ τοῦ Λόγου ΕΚΔΟΣΗ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΧΑΝΙΩΝ «Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ» ΧΑΝΙΑ 2014 [1]

2 Τό παρόν πόνημα ἀφιερώνεται σέ ὅσους ἀγάπησαν τόν Λόγον τοῦ Θεοῦ καί ἀφιερώνουν τήν ζωήν τους στό νά Τόν ἀκοῦνε καί νά Τόν ὑπακοῦνε. [2]

3 Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν. Πάντα δι' αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν. Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν. (Ἰωάν. Α' 1-5) [3]

4 ΠΡΟΛΟΓΟΣ «Ποῦ σοφός; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας» (Α Κορ. α 20) Μόλις ξεκινήσεις νὰ μιλήσεις γιὰ τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, γίνεται ἕνας ξεσηκωμὸς στὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τῶν ἀνθρώπων. Χίλιοι λόγοι ἀνθρώπινοι ξεπηδοῦν καὶ ζητοῦν τὴν ἐπιβολὴ καὶ ἐπικράτησή τους. Διώκεται ἀπὸ τοὺς ἰσχυρούς, πολεμεῖται ἀπὸ τοὺς σοφούς, δεσμεύεται μὲ φανατισμὸ καὶ γίνεται μία ἀνελέητη προσπάθεια γιὰ τὸν παραγκωνισμό Του. Μάταιος καὶ ἄχαρος ὁ ἀγώνας προερχόμενος ἀπὸ τὸν λόγον τοῦ πρόσκαιρου τούτου κόσμου. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπαλά, ἤρεμα καὶ ἁπλά, χωρὶς σύγκρουση, χωρὶς ἐπιβολὴ κινεῖται καὶ ὑπῆρξε τὸ θαῦμα ὅλων τῶν αἰώνων. Συνεχῶς προστίθενται νέες μαρτυρίες γιὰ τὴν ἀκατάλυτη δύναμη τῶν Γραφῶν. Ὅπου εἰσέρχεται, διαμορφώνει ἀνώτερο πολιτισμὸ καὶ ἐμπνέει γιὰ τὴν ζωὴ τῆς ἁγιότητος. Τὸν 18 ο αἰώνα ὁ Βολταῖρος ἔκανε ἕνα δεινὸ ἀγώνα ἐναντίον τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Εἶχε διατυπώσει ὅτι τὸ πολὺ μετὰ ἑκατὸ χρόνια δὲν θὰ ὑπῆρχε ἄνθρωπος ποὺ νὰ διαβάζει τὴν Ἁγία [4]

5 Γραφή. Πολὺ πρὶν περάσουν τὰ ἑκατὸ χρόνια ἡ Ἁγία Γραφὴ ἀπέκτησε καταπληκτικὴ κυκλοφορία. Μεταφράστηκε σὲ πάρα πολλὲς γλῶσσες καὶ διαλέκτους καὶ ἀποδείχθηκε ὁ ἀλάνθαστος ὁδηγὸς λαῶν καὶ προσώπων. Τὰ συγγράματα τοῦ Βολταίρου ξεχάστηκαν καὶ τὸ κτήριο στὸ ὁποῖο ἔμενε καὶ ἔγραφε, μεταβλήθηκε σὲ ἀποθήκη Ἁγίων Γραφῶν. Τοποθετήθηκε δὲ ἡ ἐξῆς ἐπιγραφή: «Πᾶσα σὰρξ ὡς χόρτος καὶ πᾶσα δόξα ἀνθρώπου ὡς ἄνθος χόρτου Ὁ Λόγος ὅμως τοῦ Κυρίου μένει εὶς τὸν αἰῶνα» (Α Πέτρ. α 24-25). Προσπαθοῦντες νὰ κάνουμε τὴν πιὸ ἐλάχιστη προσπάθεια γιὰ τὸ ἅπλωμα καὶ τὴν ἐπικράτηση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἐκτυπώνουμε τὸ παρὸν πόνημα καὶ τὸ παραδίδουμε στοὺς ἀνθρώπους. Εὐχόμεθα ἡ «μωρία» ποὺ περιέχει νὰ ἐμπνεύσει καρδιὲς γιὰ τὶς ὑψηλότερες ἀναζητήσεις. «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ θέλουσι παρέλεθει, οἱ δὲ λόγοι μου δὲν θέλουσι παρέλθει» (Ματθ. κδ 35) Ἐκ τοῦ Χριστιανικοῦ Συλλόγου Χανίων «Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος» [5]

6 IHΣOYΣ Ἰησοῦς Xριστός! Yἱός Θεοῦ καί Kύριος. Ἰησοῦς Xριστός! Θεός Ἀληθινός καί Πλάστης. Ἰησοῦς Xριστός! Ὁ Λόγος, ἡ Ἀλήθεια, ἡ Zωή. Ἰησοῦς Xριστός! Ὁδός, Πηγή καί Φῶς. Ἰησοῦς Xριστός! Ἀγάπη Σταυρική. Ἰησοῦς Xριστός! Ἀνάσταση, Θανάτου Nικητής. Ἰησοῦς Xριστός! Ἂκρα Tαπείνωση, Ἀνθρώπου Yἱός. Ἰησοῦς Xριστός! Tό πᾶν σέ κάθε Ὕπαρξη τῆς Γῆς. Ἰησοῦς Xριστός! Ὁ Aὐτός καί Σήμερον καί Xθές. καί εἰς τούς αἰώνας AMHN [6]

7 ΜΕΡΟΣ Α ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΑ [7]

8 XΡΙΣΤΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ Γῆ θὰ περάσουν, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια ποὺ ἔφερε ὁ Χριστὸς στὴν ἀνθρωπότητα δὲν θὰ χαθεῖ καὶ δὲν θὰ ἀλλάξει οὔτε ἕνα γράμμα, οὔτε ἕνας τόνος. Οἱ πολιτισμοὶ καὶ οἱ κοινωνίες ἐξελίσσονται ἀλλὰ ἡ ἀλήθεια, οἱ ἐντολὲς τοῦ Κυρίου θὰ παραμένουν ὁ αἰώνιος ὁδηγὸς τῆς ἀληθινῆς ζωῆς καὶ σωτηρίας. Ἀρκεῖ νὰ ἑρμηνεύονται καὶ νὰ βιώνονται σωστά. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀποστολὴ καὶ τὸ ἔργο τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως καὶ ζωῆς. Μεγάλη πληγὴ τῆς Χριστιανοσύνης εἶναι ἡ διάσπασή της σὲ αἱρέσεις καὶ σχίσματα, τὰ ὁποῖα δημιουργοῦν μίση καὶ ἔχθρα θανάσιμη, πολὺ μεγαλύτερη καὶ ἀπὸ αὐτὴ τῶν ἀλλοθρήσκων. Πότε ἡ ἀνθρωπότητα στὸ σύνολό της θὰ ζήσει σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ; Πότε ὁ κόσμος θὰ λυτρωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀπιστία, τὴν πλάνη, τὴν ἁμαρτία; Τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ δῶρα τοῦ Δημιουργοῦ περνοῦν στὴν ἐξουσία καὶ τὴν διάθεση τοῦ κακοῦ. Ἀόρατες καὶ σκοτεινὲς δυνάμεις καὶ οἱ ἐπὶ τῆς Γῆς βοηθοὶ καὶ συνεργάτες των ἐπαναλαμβάνουν ἀδιάκοπα τὴν δαιμονικὴ παρότρυνση: «Πάντα ταῦτα σοι δώσω ἐὰν πεσὼν προσκυνήσεις με» (Ματθ. δ 9). Καὶ ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται. Μεγάλο μέρος τῆς κοινωνίας ἀποτελεῖται ἀπὸ ἀπίστους, ἀσεβεῖς καὶ διῶκτες. Εἶναι οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ, ξένοι πρὸς τὴν διαδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, τὴν ἁγία χριστιανικὴ ζωή, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν σωτηρία. «Ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Ἰωάνν. ε 19). Ἀγνοεῖ τὸν Δημιουργό, τὸν Εὐεργέτη, τὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτή. Προτιμᾶ μία παρανοημένη ἐλευθερία ἐγωισμοῦ καὶ ἀσύνετης ζωῆς. Εἶναι αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουν ἀπελευθέρωση, σπάσιμο κάθε ἱεροῦ δεσμοῦ καθήκοντος καὶ συνετῆς ἁγίας ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἐχθρὸς τοῦ ἑαυτοῦ του, ἔτσι ὅπως ἡ φύση του ὑποτάχθηκε στὴν ματαιότητα, τὴν ἁμαρτία, τὴν ἀποστασία ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν κακία του ἀντιστρατεύεται στὸν Θεό. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ [8]

9 βλάψει τὸν ἄνθρωπο ὅσο ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός του. Ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ ἀσέβεια τὸν ἀποξενώνουν ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη. Μεγάλη ἡ εὐθύνη τῶν γονέων. Ἡ χριστιανικὴ ἀνατροφὴ εἶναι τὸ πρώτιστο καθῆκον τῶν γονέων. Συνήθως ὅμως αὐτὸ ποὺ παρατηρεῖται στὰ χρόνια μας εἶναι ἡ ἀμέλεια καὶ ἀδιαφορία νὰ μορφώσουν ἠθικὰ καὶ χριστιανικὰ τὰ παιδιά τους, «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Ἴσως προσφέρουν ὅλοι τὰ ἐν τῷ πολιτισμῷ καὶ κόσμῳ τούτῳ ὑπάρχοντα. Γι αὐτὸ ἀπουσιάζουν ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν παιδιῶν ἡ Χάρις καὶ ἡ εὐλογία τῆς διαπλάσεως καὶ μορφώσεως σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τὸ γνώρισμα τῆς ἀληθινῆς πίστεως ὅπως τὴν παρέδωκε ὁ Κύριος, τὴν διέδωσαν οἱ Ἀπόστολοι, τὴν ἐδίδαξαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τὴν διετράνωσε καὶ τὴν διεφύλαξε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Μόνον ὁ Ὀρθόδοξος Πατριάρχης μπόρεσε κι ἐφέτος νὰ βγάλει τὸ Ἅγιον Φῶς ἀπὸ τὸν Πανάγιο Τάφο τοῦ Χριστοῦ, τὸ Ἅγιον Φῶς, ὅπως κατέρχεται ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Μία μεγάλη μαρτυρία τοῦ Θεοῦ πρὸς ὅλα τὰ δόγματα, ὅτι τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα κατέχει τὴν Ἀλήθεια. Ὅμως, τὸν ἀτίμητο αὐτὸ θησαυρὸ ἐπιβουλεύονται πολύμορφοι ἐχθροί. Νὰ εὐχόμαστε σ αὐτὴν τὴν τόσο ταραγμένη ἐποχή ἀρνήσεως, πλάνης καὶ ἀσέβειας. [9]

10 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΠΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΣ Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ τεχνολογικὸς πολιτισμὸς ποὺ σήμερα ζοῦμε ἔχει φέρει πολλὲς ἀλλαγὲς στὴν ζωή μας. Θὰ ἐντοπίσουμε μία μόνο: Πῶς ἡ Έκκλησία κινεῖται στὴν ποιμαντικὴ διακονία της, ὥστε νὰ βοηθεῖται ὁ πιστὸς λαὸς καὶ νὰ ἐπιτελεῖται τὸ ὅλο ποιμαντικὸ ἔργο της. Ἡ τηλεόραση, τὸ τηλέφωνο, τὸ αὐτοκίνητο καὶ γενικὰ ἡ μηχανὴ ἔφεραν στὸν ἄνθρωπο τὴν ταχύτητα τῆς ζωῆς καὶ ταυτόχρονα τὴν ἀποξένωση τῶν ἀνθρώπων. Σήμερα μὲ τὸ τηλέφωνο γίνεται ἡ ἐπικοινωνία ἀκόμα καὶ στὶς γειτονιὲς τῶν χωριῶν. Σήμερα μὲ τὴν τηλεόραση βλέπουμε τα γεγονότα καὶ δὲν χρειάζεται νὰ κατεβοῦμε στὴν πλατεία τοῦ χωριοῦ νὰ ἀκούσουμε τὶ συμβαίνει στὸν κόσμο. Σήμερα μὲ τὸ αὐτοκίνητό μας κάνουμε τὴν ἐργασία μας, πηγαίνουμε στὴν διασκέδασή μας, στὴν ἐπίσκεψή μας καὶ κανεὶς δὲν τὸ γνωρίζει. Ὅλα γίνονται ἀπρόσωπα, ἰδιωτικά, ἀποξενωμένα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶναι συγγενεῖς μας, γείτονές μας ἢ συγχωριανοί μας. Ἂς κάνουμε σύγκριση μὲ παλαιότερα χρόνια καὶ θὰ δοῦμε πόσο μᾶς ἔφερναν σὲ συνάντηση τότε, ὅλα ὅσα εἴχαμε νὰ κάνουμε. Σήμερα καὶ τὰ καφενεῖα ἄδειασαν καὶ ἡ πλατεία τοῦ χωριοῦ - τόπος συνάντησης, ἐπικοινωνίας καὶ ἐνότητος -ἐρημώνει μὲ λιγοστοὺς ἀπόμαχους. Τὸ ἐρώτημα εἶναι: Τὶ θὰ μᾶς ἐνώσει καὶ πάλι; Τὶ θὰ δώσει τὴν ἐπικοινωνία στοὺς χωριανοὺς μεταξύ των καὶ πῶς ἡ ζωή μας δὲν θὰ εἶναι ἀποξένωση ἀλλὰ σύνδεση καὶ περιχώρηση τῆς ζωῆς τοῦ ἑνὸς μὲ τοῦ ἄλλου; Αὐτὸ ἐξ ἄλλου σημαίνει κοινωνία. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει καὶ πάλι τὸ παρόν της. Ἒχει καὶ πάλι τὶς ἀπαντήσεις της μὲ τὶς συγκεκριμένες λύσεις στὸ πρόβλημα. Τὸ Μέγα καὶ Ἐξαίσιο εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία. Ὅπου Λειτουργία, ἐκεῖ καὶ συνάντηση, ἐπικοινωνία καὶ μάλιστα στὸ ἐπίπεδο τῆς Θ. Κοινωνίας. Ἐκεῖ λειτουργούμαστε καὶ λειτουργοῦμε σωστά, σὲ σχέσεις ἀδελφικές, ἀνθρώπινες, σωστές. [10]

11 Σὲ σχέσεις ἀγάπης μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ἑνότητα ποὺ διακρίνονται στὴν ζεστασιὰ τῆς προσφορᾶς, τῆς κενώσεως, τῆς θυσίας. Ἐκεῖ σὲ μία προέκταση διαμορφώνεται ὁ πρὶν καὶ μετὰ τὴν Λειτουργία χρόνος μας, ὁ ὁποῖος συνεχίζει νὰ εἶναι μὲ εὐλογία καὶ χάρη, γιὰ νὰ χαριτώνονται ἔτσι οἱ άποφάσεις μας, νὰ εἶναι καὶ νὰ γίνονται μόνο οἱ θεάρεστες καὶ καλὲς καὶ νὰ ζοῦμε τὴν ἀνάπαυση τῆς ἐσωτερικῆς γαλήνης καὶ ἰσορροπίας. Σὲ κάθε ἐνορία, ὁ ἑκάστοτε Ἅγιος στὸν ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένος ὁ ἐνοριακὸς ἱερὸς ναός, περικαλλὴς καὶ μεγαλόπρεπος ἐν τῷ μέσῳ τῶν σπιτιῶν μας, στὰ πόδια μας, πόλος ἕλξεως πνευματικός, ὁδηγὸς καὶ προστάτης μᾶς ἐνώνει τὴν χριστιανικὴ ἑνότητα. Μᾶς διακρατεῖ καὶ κυβερνᾶ πνευματικά, ὥστε ἐλπιδοφόρα νὰ ὑπάρχουμε ὅλοι μαζί. Ὅ,τι κι ἂν φέρνουν οἱ καιροὶ τῆ τεχνολογίας. Ὅσο κι ἂν ἀποξενώνουν καὶ ἀπομακρύνουν. Ὅσο κι ἂν δημιουργοῦν αἰσθήματα μοναξιᾶς, θλίψεως, ἀπογοητεύσεων καὶ ἄγχους. Ὅσο κι ἂν χάνεται ἡ ἁπλὴ ζωὴ καὶ ἔρχεται ἡ σύγχυση ἐκ τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν. [11]

12 Τὰ διάφορα συστήματα χωρὶς Θεό, συστήματα ὑλοφροσύνης τῆς μωρᾶς, σύγχρονα μέσα ἐπιστρατεύουν ἐξοντωτικά, κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ προπαγάνδες καὶ πολεμικές, ἐκτρέπονται σὲ σκληρὰ βασανιστήρια καὶ μαρτυρικοὺς θανάτους κατὰ τῶν πιστῶν. Σχέδια διαβόητα πενταετῆ, κι ὕστερα, δὲν θὰ εἴχαμε τάχα Ἐκκλησία. Ἀλλ ὅμως ἀτελέσφορα κὰι μωρὰ ἔρχονται ὅλα νὰ ἀποδειχθοῦν. Ὑλοφροσύνη δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ συμμάχησαν σὲ μιὰ συνομωσία, ἀνίερη γιὰ τὸν Θεόν. Μάταια ὅμως πάντοτε, νικῶνται θὰ νικῶνται. «Ἐξῆλθεν ὁ Χριστὸς νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. ς 2) Σ Αὐτὸν ὁ θρίαμβος ὁ τελικός, μὰ καὶ αἰώνια παντοτινός. Ἅγ. Νεκτάριος, 05/01/2008 [12]

13 ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Ἡ Ἐκκλησία δὲν παύει ποτὲ ἀπὸ τὸ νὰ Λειτουργεῖ, τουτέστιν νὰ τελεῖ τὶς Εὐχαριστιακὲς Συνάξεις εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ πιστοῦ λαοῦ, τῆς ἐκ τοῦ Χριστοῦ προερχομένης. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι Πολιτισμὸς καὶ Παράδοση Ἱερὴ τοῦ Ἑλληνικοῦ Ὀρθοδόξου Γένους μας. Ἔχει τὸν κορμὸ τοῦ Λόγου καὶ τὸν κορμὸ τῆς μεταβολῆς τῶν Τιμίων Δώρων σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ διὰ τῆς καθόδου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἂς ἐπιχειρήσουμε νὰ ἀναφερθοῦμε στὸ τὶ εἶναι Ἐκκλησία, τὶ εἶναι παραδόσεις καὶ πολιτισμὸς καὶ ποιὸς εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας μέσα στὸν πολιτισμό μας. Ἐκκλησία εἶναι τὸ ἅγιο καθίδρυμα ποὺ ἔχει θεμελιωθεῖ ἀπὸ τὸν Χριστὸ γιὰ τὴν σωτηρία καὶ ἁγιότητα τῶν ἀνθρώπων. Ἡ λέξη Ἐκκλησία στὴν Ἁγία Γραφὴ ἔχει πολλὲς σημασίες καὶ πολλὲς ὀνομασίες. Κατ ἀρχὴν στὴν Καινὴ Διαθήκη ἐννοεῖται ἡ ἀνώτατη ἱεραρχία καὶ ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ἐθεμελίωσε ὁ Χριστὸς σ ἕνα τόπο, μὲ τὸ πλῆθος τῶν βαπτισμένων ὀρθοδόξων Χριστιανῶν στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἀνώτατη Ἱεραρχία εἶναι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ διάδοχοί των ἐπίσκοποι, ἱερεῖς, διάκονοι. Ὁ Χριστὸς τὴν ἐτοποθέτησε, ὅταν εἶπε στοὺς Ἀποστόλους Του: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με» (Λουκ. ι 16), καὶ αὐτὸ ποὺ ἀναφέρεται στὸ κατὰ Ἰωάννην: «Καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ Πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς» (κ 21). Ἡ Ἐκκλησία ἀπαρτίζεται ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ εἶναι βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἀκολουθοῦν τὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ σύνολο τῶν πιστῶν Χριστιανῶν, ποιμένες καὶ ποίμνιο. Ὑπάρχουν δὲ πολλὲς μαρτυρίες στὴν Ἁγία Γραφὴ πάνω σ αὐτό. Ἀναφέρουμε δύο: «Οὕτως οἱ πολλοὶ ἕν σῶμα ἐσμεν ἐν Χριστῷ, ὁ δὲ καθ εἷς ἀλλήλων μέλη» (Ρωμ. ιβ 4-5). «Αὐτὸ τὸ σῶμα εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἐνῶ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ κεφαλή της» ( Κολ. α 18 & 24). [13]

14 Ἐκκλησία ἐννοοῦμε ἀκόμη καὶ τὸ οἰκοδόμημα ποὺ στεγάζει τὸν τόπο προσκυνήσεως στὸν ὁποῖο μαζευόμαστε. Ἐννοοῦμε τὸν ἅγιο τόπο ποὺ προορίζεται γιὰ τὴν δημόσια λατρεία, ὅπως ἦταν ὁ ναὸς τῆς Π. Διαθήκης. Ὁ Χριστὸς ὡς παιδὶ ἀκόμα ἐτίμησε τὸν ἅγιο αὐτὸ τόπο ὡς τὸν ἀληθινὸ τόπο προσκυνήσεως, διότι στὴν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν ἦλθε μὲ τοὺς γονεῖς Του νὰ προσκυνήσει στὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ὀνόμασε «ὁ Οἶκος μου» καὶ κάθε ἡμέρα ἐδίδασκε τὸν λαὸ σ αὐτήν. Μὲ τὴν ἴδια ἔννοια τὴν εὑρίσκουμε στὰ ἔργα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, στὶς Πράξεις καὶ στὴν Α πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή. Ἐπίσης, στὴν Ἐκκλησία ἀποδίδονται καὶ ἄλλα ὀνόματα, τὰ ὁποῖα βρίσκει κανεὶς στὴν Ἁγία Γραφή. Ὀνομάζεται: «Θεοῦ γεώργιον», «Νύμφη Χριστοῦ», «Ἐκκλησία ὁσίων», «Συναγωγὴ εὐθέων», «Ἐκκλησία πρωτοτόκων», «Ποίμνιο Χριστοῦ», «Χρυσῆ λυχνία» κ.τ.λ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία, διότι μόνο μία ὁ Σωτὴρ ἐθεμελίωσε. Μία εἶναι ἡ κεφαλή της, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, κι αὐτὴ ὀνομάζεται ἁγία, διότι ἁγία εἶναι ἡ κεφαλή της καὶ σ αὐτὴν κατοικεῖ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Οἱ ἁμαρτωλοὶ ποὺ ὑπάρχουν στὴν Ἐκκλησία δὲν προσβάλλουν τὴν ἁγιότητά της. Ἡ ἀποστολή της εἶναι ἀκριβῶς αὐτή: νὰ προσφέρει τὴν ἁγιότητά της στοὺς ἁμαρτωλοὺς ποὺ μετανοοῦν. Ὁ Χριστὸς παρομοιάζει τὴν Ἐκκλησία Του μὲ τὸ χωράφι ποὺ περιέχει σιτάρι καὶ ζιζάνια καὶ μὲ δίχτυ ποὺ συλλαμβάνει ψάρια καλὰ καὶ ἄχρηστα. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι λέμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι Καθολικὴ καὶ Ἀποστολική. Μὲ τὴν λέξη Καθολικὴ έννοοῦμε ὅτι ἔχει σκοπὸ νὰ διαδοθεῖ σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, περιλαμβάνοντας τοὺς Χριστιανοὺς ὅλων τῶν τόπων, τῶν ἐποχῶν, τῶν λαῶν. Ὁ Χριστὸς εἶπε: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη»(ματθ. κη 19). Ἀκομη, λέγεται Καθολική ἡ Ἐκκλησία, διότι ἠ διδασκαλία της εἶναι ὁλόκληρη ἡ πραγματικὴ Ἀλήθεια ποὺ διαδόθηκε ἀπὸ τὸν Χριστὸ στοὺς Ἀποστόλους καὶ δι αὐτῶν στὸν κόσμο. Ἡ αἵρεση κατέχει μέρος μόνο τῆς Ἀληθείας. Ὀνομάζεται δὲ ἡ Ἐκκλησία Ἀποστολική, διότι θεμελιώθηκε διὰ τῶν Ἀποστόλων ἀπὸ τὸν Χριστό. Διοργανώθηκε ἀπὸ τοὺς [14]

15 Ἀποστόλους. Τὰ δὲ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ Ὁποῖο κατῆλθε στοὺς Ἀποστόλους διὰ τῆς ἀποστολικῆς χάριτος καὶ διαδοχῆς διοχετεύονται σήμερα στὴν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία χωρίζεται σὲ δύο μέρη παρὰ το ὅτι εἶναι μία. Στὴν θριαμβεύουσα καὶ στρατευομένη. Στὴν ὁρατὴ ἢ τῶν ζώντων καὶ τὴν ἀόρατη ἢ τῶν κεκοιμημένων. Ἡ ὁρατὴ εἶναι ἡ στρατευομένη, διότι τὰ μέλη της εὑρίσκονται ἀκόμη στὸν ἀγώνα τῆς παρούσης ζωῆς. Ἐνῶ ἀόρατη εἶναι ἡ θριαμβεύουσα, διότι τὰ μέλη της ἐνίκησαν τὶς δυνάμεις τοῦ ἐχθροῦ καὶ μετέβησαν στὸν οὐράνιο κόσμο. Ἑπομένως, ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι μία ποὺ ἔχει τοὺς ζῶντας στὴν Γῆ καὶ τοὺς κεκοιμημένους στὸν Οὐρανό, οἱ ὁποῖοι δοξάζουν τὸν Θεὸ καὶ προσεύχονται γιὰ τὴν σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου. Ἡ καλύτερη συμβουλὴ γιὰ τὸν κάθε ἕνα ποὺ θὰ ἤθελε νὰ γνωριστεῖ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἴδια μὲ αὐτὴν ποὺ ἔδωσε ὁ Φίλιππος στὸν Ναθαναήλ: «Ἔρχου καὶ ἴδε» (Ἰωάνν. α 46). Ὅπου, λοιπόν, ὑπάρχει μάζεμα πιστῶν καὶ τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐκεῖ καὶ ἡ Ἐκκλησία. Δὲν θὰ μποροῦσε ὅμως νὰ τελεῖται ἡ Θ. Εὐχαριστία ἐὰν δὲν εἴχαμε τὴν ἔκχυση τοῦ Παναγίου Πνεύματος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Αὐτὸ τὸ Πανάγιον Πνεῦμα ὁδηγεῖ εἰς πᾶσαν τὴν Ἀλήθειαν. Ὅπως προαναφέρθηκε, ἐντολὴ τοῦ Κυρίου μας ἦταν καὶ τὸ «πορευθέντες εὶς πάντα τὰ ἔθνη». Αὐτὸ ξεκίνησαν νὰ πράξουν οἱ Ἀπόστολοι με πρῶτο ἔθνος τὸ ἑλληνικό, τοῦ ὁποίου ὁ περίφημος ἀρχαῖος πολιτισμός εἶχε ἐξαπλωθεῖ διὰ τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου στὸν τότε γνωστὸ κόσμο. Ἦταν οἱ περίφημοι ἑλληνιστικοὶ χρόνοι. Ἱδρύονται Ἐκκλησίες μὲ κόπους καὶ μαρτύρια, γιὰ νὰ ἔλθει ἡ εὐλογημένη στιγμὴ που κάθε χωριὸ καὶ ἐκκλησία-ἐνορία, κάθε γειτονιὰ πόλεως καὶ ἐκκλησία καὶ κάθε πλαγιά, κορυφὴ ἢ κάμπος τῆς ὑπαίθρου καὶ ἕνα ἐξωκκλήσι, ποὺ σημαίνει εὐχαριστιακὸ μάζεμα τοῦ λαοῦ καὶ πανηγύρι στὴν λαογραφικὴ καὶ κοινωνική του μορφή. Ἀπὸ τὴν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχει ἡ Θ. Λειτουργία, ἡ ὁποία σιγὰ-σιγὰ διαμορφώνεται στὴν τελική της μορφὴ τὸν 3ο αἰώνα. Ἔτσι λοιπὸν ἀπὸ τὸν 3ο αἰώνα μέχρι σήμερα τελεῖται ἡ [15]

16 ἴδια Θ. Λειτουργία, κάθε Κυριακὴ καὶ σὲ κάθε ἑορτὴ καὶ πανήγυρη. Γραμμένη στὴν γλῶσσα ποὺ τὴν ἀκοῦμε καὶ τὴν ξέρουμε γιὰ χρόνια ἀποτελεῖ μία μεγάλη παράδοση καὶ πολιτισμικὸ γίγνεσθαι, διότι ἡ συμμετοχὴ σ αὐτὴν τοῦ λαοῦ μας, ρυθμίζει τὴν πρὸ καὶ μετὰ τὴν Θ. Λειτουργία ζωή του. Ρυθμίζει τὸ ἦθος του, τὶς πράξεις του, τὸν πολιτισμό του, τὰ ἔθιμά του καὶ γενικὰ ὁλόκληρη τὴν κοινωνικὴ ζωή του. Διακρίνοντας τοὺς αἰῶνες, τὴν Ἱστορία, τοὺς ναοὺς μὲ τὶς ἐνορίες, τὰ μοναστήρια, τὰ προσκυνήματα στὰ ὁποῖα συρρέουν κατὰ χιλιάδες ὁ λαός μας θὰ λέγαμε ἀπερίφραστα ὅτι ἡ Ἑλλάδα μας εἶναι ἡ λειτουργημένη χώρα. Ἕνας πολιτισμὸς γεννιέται μὲ τὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος συγκεντρώνεται γύρω ἀπὸ τὸν κάθε ἱερὸ ναό. Ἡ ἀρχιτεκτονική, ἡ ζωγραφική, ἡ μουσική, ἡ ξυλογλυπτική, ἡ μικροτεχνία, ἡ χρυσοχοΐα, ἡ φιλοσοφία ποὺ ἔγινε θεολογία, ἡ ποίηση ποὺ ἔγινε ὑμνογραφία, ἡ ρητορικὴ ποὺ ἔγινε ὁμιλιτικὴ ἐπὶ τῶν δογμάτων καὶ τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶναι τόσο ὄμορφο νὰ διακρίνει κανεὶς ὅτι ἡ μουσικὴ τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε καὶ ἡ μουσικὴ τοῦ λαοῦ μας μὲ τὸ δημοτικὸ τραγούδι, τὸ ριζιτικο, τὸν συρτό, τὸν πεντοζάλη. Πολλὲς φορὲς ὁ ψάλτης τοῦ χωριοῦ ἦταν καὶ ὁ τραγουδιστὴς καὶ ὁ ὀργανοπαίχτης τοῦ χωριοῦ. Εἶναι σπουδαῖο νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅτι τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὴν ὄμορφη, μέσα σε πλαίσια ἠθικὰ καὶ σεβασμοῦ, διασκέδαση τοῦ λαοῦ μας. Εἶναι ἡ βάπτιση, εἶναι ὁ γάμος. Γίνονται τραπέζια πλούσια, χορεύουμε καὶ τραγουδοῦμε, διότι ἕνας ἄνθρωπος γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας ποὺ σημαίνει εἶναι νεοφώτιστος καὶ ὡς φωτισμένος, μυρωμένος μπορεῖ νὰ τύχει τῆς σωτηρίας. Γίνονται τραπέζια καὶ χοροὶ, διότι ἐπίσης δύο ἄνθρωποι ἐνώνονται ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ, ὑπόσχονται πίστη καὶ ἀφοσίωση, γεννιέται ἡ οἰκογένεια, ἡ κατ οἶκον Ἐκκλησία, τὸ μικρότερο κύτταρο τῆς κοινωνίας. Καὶ ἂν οἱ οἰκογένειες εἶναι ὑγιεῖς, ὅλη ἡ κοινωνία ἔχει ὑγεία. Ἀλλὰ μήπως καὶ οἱ ἱερὲς Πανηγύρεις τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν εἶναι τὰ πανηγύρια τοῦ λαοῦ μας; Ἐδῶ οἱ Χριστιανοὶ στήνουμε χορό, παλαιότερα ἔξω ἀπὸ τὶς Ἐκκλησίες μας, διότι ἔτσι [16]

17 χαιρόμαστε, διὰ τὸν λόγο ὅτι στὴν Ἐκκλησία μας ἔχουμε ἀκόμη ἕνα ἅγιο εὑρισκόμενο κοντὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ πρεσβεύοντα ὑπὲρ ἡμῶν. Ἔτσι ἐνσαρκώνεται ἡ πνευματικὴ ζωή. Κάθε μία ὑλικὴ ἀπασχόληση παίρνει πνευματικὴ ὑπόσταση. Δὲν χωρίζεται ἡ κοσμικὴ ζωὴ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωή. Τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα εἶναι λειτουργικὰ καὶ ἡ ἀγωγή, τὸ ἦθος, ἡ παιδεία μας εἶναι τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἄξονας στὴν Παράδοση εἶναι ὁ Θεάνθρωπος. Τὸ κέντρο κάθε χωριοῦ ὁ ναός. Ὅλη ἡ ἐνορία, ὅλο τὸ χωριὸ μία οἰκογένεια, ἡ Ἐκκλησία. Ἡ ζωή μας ὅλη προέρχεται, στεγάζεται καὶ εὐλογεῖται ἀπὸ αὐτήν. Στὴν γέννα τοῦ ἀνθρώπου, τὴν βάφτιση, τὸν γάμο, μέχρι τὸ ἐξόδιο. Ὅλα ἔχουν ἕνα προσωπικὸ χαρακτήρα, σέβονται τὸν ἄνθρωπο καὶ δημιουργοῦν πρόσωπα, ὄχι ἄτομα ἢ ἀριθμούς. Παίρνει ὄνομα ὁ ἄνθρωπος μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ὁ κάθε ἕνας εἶναι μία ἀξία ἄλλου ἐπιπέδου ποὺ ξεφεύγει ἀπὸ τὶς μετρήσεις, τοὺς ἐλέγχους καὶ τὶς κρίσεις τὶς ἀνθρώπινες. Ἀπὸ τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἀρδεύεται ὅλη ἡ ζωή, εὐλογεῖται κάθε ἐκδήλωση. Μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ κείμενά της συναντοῦμε ἐπίσης τὴν μεγάλη πολιτιστικὴ κληρονομιὰ καὶ παράδοση τῆς γλώσσας μας. Ἀκοῦμε τὴν γλῶσσα τοῦ Ὀμήρου στοὺς ἰαμβικοὺς κανόνες τὴν ἀττικὴ καὶ τὴν «κοινὴ» στὴν ὑμνολογία καὶ τὴν πατερικὴ θεολογία τὴν βυζαντινὴ σὲ μεταγενέστερους συγγραφεῖς τὴν νεότερη στὸν συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου. Δὲν ἔχουμε τὴν αἴσθηση ὅτι μαθαίνουμε γλῶσσα, ἀλλὰ πιὸ πολὺ ὅτι ἀρδεύουμε ἕνα ποτάμι ποὺ κυλᾶ μέσα ἀπὸ χιλιετίες. Δὲν εἶναι ἄνευ σπουδαιότητος ὁ λόγος ὅτι «ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ θεματοφύλακας τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας». Ὑπάρχουν ὡστόσο στὶς ἡμέρες μας κάποια ἐρωτήματα. Μποροῦμε σήμερα νὰ μιλήσουμε γιὰ ἤθη καὶ ἔθιμα τοῦ χωριοῦ, τοῦ νησιοῦ, τῆς ἐπαρχίας ὅπως παλιά; Δὲν ἀλλοιώνονται ὅλα; Δὲν προχωροῦμε τώρα σὲ μία νέα ἀγωγή, κοινὴ γλῶσσα, ἤθη, ἔθιμα ποὺ δίδονται ἕτοιμα μὲ νεωτερισμοὺς καὶ ρεύματα πολιτιστικὰ καὶ πολιτικὰ ποὺ ἔρχονται ἀπὸ κάποια κέντρα; [17]

18 Σὲ κάθε χωριὸ καὶ κάθε γειτονιὰ τῶν πόλεων βρίσκουμε πλέον φροντιστήρια ξένων γλωσσῶν, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ τὸ μάθημα τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν τείνει νὰ ὑποβαθμίζεται. Μονοτονικὰ καὶ ἀτονικὰ συστήματα εἰσάγονται, τὰ δὲ λάθη τῶν νέων ποὺ γράφουν τὴν Ἑλληνικὴ πληθαίνουν καὶ πολλάκις δὲν διορθώνονται. Ὁ τεχνικὸς πολιτισμός, ἡ βιομηχανικὴ ἀνάπτυξη, τὰ μεγάλα ἀστικὰ κέντρα, τὰ μέσα ἐνημερώσεως (τηλεόραση, τύπος, διαδίκτυο), ὁ τουρισμός, ἡ εὔκολη μετακίνηση ἀνθρώπων, ἡ διακίνηση ἰδεῶν καὶ ἐμπορευμάτων δὲν μᾶς φέρνουν σὲ νέες συνθῆκες ζωῆς ποὺ μᾶς κόπτουν ἀπὸ τὴν παράδοση καὶ τὸν πολιτισμό μας; Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἔχει ἄμεση σχέση ὁ χῶρος ποὺ ζεῖ κάποιος μὲ τὴν ἀγωγὴ ποὺ παίρνει. Καὶ ἀντίστροφα, ἡ πνευματικὴ καλλιέργεια καὶ τὸ ἐπίπεδο τῆς παιδείας καὶ τῆς ἀγωγῆς φανερώνονται μὲ τὸ πῶς διαμορφώνει κανεὶς τὸν χῶρο τῆς ζωῆς του, τὰ σπίτια καὶ τὶς πόλεις. Πῶς στοὺς 4 αἰῶνες τῆς Τουρκοκρατίας ἄντεξε ὁ λαός, ἡ πίστη του, ἡ συνείδησή του; Ποῦ βρίσκεται σήμερα αὐτὴ ἡ πίστη τοῦ λαοῦ ποὺ βλάστησε ἀπὸ τὰ σπλάχνα του τὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο, τὰ δημοτικὰ τραγούδια, ποὺ ἔπλασε τὴν Ἁγιὰ Σοφιὰ καὶ τὶς αἰγαιοπελαγίτικες ἐκκλησίες; Αὐτὰ εἶναι ἐρωτήματα σοβαρὰ στὰ ὁποῖα δὲν καλούμαστε τώρα νὰ ἀπαντήσουμε. Αὐτὸ ποὺ ἀντιμετωπίζουμε εἶναι τὸ πρόβλημα. Τὶ θὰ κάνουμε; Ὁ πολιτισμός μας ἀνέτειλε ἐκ τοῦ «τάφου». «Ἐκ τάφου ὀμβρήσαντος Χριστοῦ ἐν ᾧ στερεούμεθα». Πολλὲς δοκιμασίες καταλυτικὲς ποικίλων μορφῶν καὶ εἰδῶν πέρασαν ἀπὸ πάνω του, ὅμως δὲν ξεριζώνεται εὔκολα, ἀλλὰ θεριεύει. Εἶναι ἡλίου φαεινότερον ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία διατηρεῖται ἡ συνέχεια τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς κι αὐτὴ ἡ διατήρηση δίδει καὶ τὴν ἐγγύηση γιὰ τὴν σωστὴ ἀντιμετώπιση τῶν ἐπερχομένων. Ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ κιβωτὸς ποὺ ἔσωσε ἀνέκαθεν τὸ Γένος μας. Αὐτὴ καὶ τώρα θὰ τὸ σώσει μαζὶ μὲ ὅλο τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴν γλῶσσα του. Μέσα στὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁ ἀρχαῖος πολιτισμὸς ζεῖ καὶ ὑπάρχει μεταμορφωμένος, [18]

19 ἐνῶ συντηρεῖται τὸ ἦθος καὶ τὸ φρόνημα τοῦ ἀληθινοῦ Νεοέλληνα. Τὸ φιλότιμο, ἡ παλληκαριὰ τοῦ σημερινοῦ Ἕλληνα ἀποκτοῦν νόημα κὰι δύναμη ζωῆς. Ὅσο ὑπάρχουν πατρο-κοσμᾶς, Μακρυγιάννης, Νικόδημος Ἁγιορείτης, Παπαδιαμάντης, Κόντογλου, στοὺς ὁποίους ἄς ἀνατρέξουμε, τὸ πνεῦμα τῆς παραδόσεώς μας δὲν παραχαράσσεται. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοὺς ἔθρεψε καὶ βλάστησαν καὶ ἄλλοι θὰ βλαστήσουν. Ἄς μὴ χάσουν τὴν εὐκαιρία οἱ νέοι μας νὰ κεντρισθοῦν στὸ δέντρο ποὺ ἀνήκουν τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεώς μας. Μὴ φοβούμεθα! Ὁ Χριστὸς λέγει: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος καὶ ὁ Ζῶν καὶ εἶμαι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων» (Ἀποκάλ. α 18). Τὸ μέλλον ἀνήκει σ Αὐτὸν ποὺ ἀνίσταται ἐκ τοῦ Τάφου. Ὁ Πολιτισμὸς καὶ οἱ Παραδόσεις μας εἶναι στοιχεῖα Ἐκκλησιαστικά Χριστοκεντρικά. Ἄρα ἀναδύονται ἐκ τοῦ Τάφου ἄτρωτα, γεμάτα ἀπὸ τὸ Ἄδυτον Φῶς. [19]

20 ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ Ἕνα ἄκρως σπουδαῖο θέμα ποὺ πρέπει βαθειὰ νὰ μᾶς προβληματίζει ὡς πρόσωπα, ὡς οἰκογένειες, ὡς Ἐκκλησία ἀλλὰ καὶ ὡς κοινωνία εἶναι ἡ Ἑνότητα. Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν ἐπιστολή του πρὸς τοὺς Ρωμαίους (η 10): «Ὁ δὲ Θεός δώῃ ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν». Ἡ βαρύτερη συνέπεια τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ διάσπαση, ὁ χωρισμός, τὸ κομμάτιασμα, ἡ διακοπὴ σχέσεων στὸν χῶρο τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ καὶ στὴν σχέση του μὲ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο, καθὼς καὶ ἡ τοποθέτησή του σὲ σχέση μὲ τὴν μεταφυσικὴ ἀναζήτησή του. Ἀντίθετα, ἕνας ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους καρποὺς τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας ποὺ ἐπετέλεσε ὁ Χριστὸς καὶ τὸ ὁποῖο ἔργο ἄφησε νὰ συνεχίσει ἡ Ἐκκλησία Του εἶναι ὁ σύνδεσμος, ἡ ἀγάπη, ἡ συνεργασία, ἡ ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων. Θὰ λέγαμε ἀπερίφραστα ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως καὶ τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι «ἵνα τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ τὰ διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἕν» (Ἰωάνν. ι 52). Τὸ κεντρικό, λοιπόν, πρόσωπο τῆς ἑνότητος εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτὸς εἶναι ὁ μεγάλος μαγνήτης ποὺ ἑλκύει κοντά Του τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἔτσι ἑνώνονται μεταξύ των. Διότι ὅσο περισσότερο οἱ ἄνθρωποι πλησιάζουν, ἀποδέχονται, ἀκολουθοῦν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ προσεγγίζουν τὸν Σωτήρα των, τόσο περισσότερο πλησιάζουν καὶ μεταξύ τους, αἴρονται οἱ διαφορές τους καὶ ἀποκαθίσταται ὁ σύνδεσμος καὶ ἡ ἑνότητα. Συνεπῶς, ἑνότητα εἶναι ἡ ἕνωση τῶν ἀνθρώπων, ἡ συμφιλίωση τῶν ἀνθρώπων, ἡ σχέση ἀγάπης μεταξύ των εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς ποὺ χαράχτηκε ἀπὸ Αὐτόν. Ἑπομένως, τίθεται ἀμέσως τὸ θέμα τῆς πίστεώς μας στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἴμαστε ἄνθρωποι ποὺ ἔχουμε τὴν ὀρθὴ πίστη σ Αὐτὸν ἢ ὄχι; Ἂν ναί, τότε ξεκινᾶμε νὰ ἔχουμε καὶ νὰ ζοῦμε τὴν ἑνότητα. Ἂν ὄχι, τότε συμβαίνει πράγματι τὸ τραγικό: ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ζεῖ χωρὶς τὸν Χριστό, ὁ [20]

21 Ὁποῖος εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, χάνει τὴν ψυχική του ἑνότητα καὶ συνακόλουθα παύει νὰ ἔχει τὴν ἐσωτερικὴ ἁρμονία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει τὴν ὀρθὴ πίστη, ἔχει ὁπωσδήποτε ψυχολογικὰ προβλήματα, τὰ ὁποῖα τὸν καθιστοῦν δυστυχισμένο. Ἔχοντας τὴν ὀρθὴ πίστη ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται ἐναντίον τῆς ἁμαρτωλότητος, ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, διότι γνωρίζει πολὺ καλὰ ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι αὐτὴ ποὺ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ χωρὶς Θεὸ εἶναι συχνὰ καὶ ὑποδουλωμένος στὴν ἁμαρτία, στερεῖται τὸν θεῖο φωτισμό, τὴν Θεία Χάρη καὶ εἶναι φυσικὸ μὲ τὶς φτωχικές του δυνάμεις νὰ ὑποκύπτει στοὺς πειρασμοὺς τῆς ἁμαρτίας. Ἑπομένως, ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ διαίρεση καὶ ἀλλοτρίωση τοῦ ἀνθρώπου. Διχάζεται ὁ ἐσωτερικός του κόσμος. Ἡ δὲ συνείδησή του δὲν τὸν ἀφήνει ἥσυχο παρὰ τὸ ὅτι εἶναι φθαρμένη καὶ σκοτισμένη. Δὲν μπορεῖ νὰ κάνει σωστὴ ἱεράρχηση τῶν ἀξιῶν. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀξιολογεῖ ὀρθὰ τὰ πράγματα καὶ τὶς καταστάσεις. Βρίσκεται σὲ μία σύγχυση ἐννοιῶν, σὲ σύγκρουση καθηκόντων καὶ κυρίως βρίσκεται κάτω ἀπὸ θεωρίες καὶ φιλοσοφίες ἀνθρώπων, ἐνῶ τοῦ λείπει ἡ θεώρηση τοῦ κόσμου κάτω ἀπὸ τὴν βουλὴ καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης, ὅταν λείπει ἡ πίστη, λείπει καὶ ἡ ἐλπίδα, γι αὐτὸ εἶναι ἀνήσυχος γιὰ τὸ μέλλον του, τὸ ὁποῖο φοβᾶται. Κομματιάζεται ἡ ψυχή του, διότι δὲν βλέπει τὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή του καὶ τὴν εὐτυχία του τὴν ἐξαρτᾶ ἀπὸ διαφόρους παράγοντες, γι αὐτὸ πολλὲς φορὲς διαψεύδεται στοὺς ὑπολογισμούς του, ὁπότε ἡ ψυχή του ὄχι ἁπλῶς διαιρεῖται, κομματιάζεται, ἀλλὰ καὶ πληγώνεται. Ἀφύσικο, λοιπόν, τὸ κλίμα μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀποπνικτικὸ καὶ τὴν ψυχὴ ποὺ ζεῖ μέσα σ αὐτὸ τὴν διασποῦν, τὴν συμπνίγουν καὶ τὴν διαστρέφουν τὰ πάθη. Ὁ ἄνθρωπος χάνει τὸ «γνῶθι σαὐτόν», διότι ὁ ἐγωισμὸς τὸν ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Δηλαδὴ δὲν ἔχει ἐπικοινωνία μὲ τὸν πραγματικὸ ἑαυτό του. Νὰ πῶς δημιουργοῦνται οἱ ψυχολογικὲς διαταραχές, οἱ ὁποῖες ὅταν μεγαλώσουν γίνονται νευρώσεις ἢ ἀκόμη [21]

22 χειρότερα ψυχώσεις ποὺ ὁδηγοῦν μέχρι τὴν τέλεια διάσπαση τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν γνωρίζει οὔτε τὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, μὲ τὸ ὁποῖο φεύγει ἡ ἐνοχὴ καὶ ἀποκαθίσταται ἡ ἐσωτερικὴ γαλήνη. Βρίσκεται, λοιπόν, σὲ πόλεμο μὲ τὸν ἑαυτό του, διότι ἔχει χάσει τὴν ἑνότητα. Ὅμως, ὁ πιστὸς καὶ σωστὰ θρησκευόμενος ἄνθρωπος εἶναι ἀπαλλαγμένος απὸ ὅλες αὐτὲς τὶς καταστάσεις, διότι ἔχει τὴν ἑνότητα μὲ τὸν Θεό, εἶναι ἑνωμένος μαζί Του, μὲ τὸν Θεὸ τῆς Ἀληθείας, τῆς δυνάμεως καὶ τῆς ἀγάπης. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ πιστὸς βιώνει τὴν μαρτυρία τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν βάση τῆς ἑνότητος καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κινεῖται σὲ θεωρητικὰ πλαίσια, ἀλλὰ εἶναι πράξη αὐταπαρνήσεως καὶ θυσίας. Ζεῖ ὁ πιστὸς τὴν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, τὸ ὁποῖο ἔχει τὴν ἀνακαινιστικὴ δύναμη στὸν κόσμο. Ἡ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἡ κοινωνία τῶν μυστηρίων φέρουν τὴν ἑνότητα πρωτίστως στὸ προσωπικὸ ἐπίπεδο. Ἡ θέση καὶ ἡ ἀποστολὴ τοῦ κάθε Χριστιανοῦ στὸν κόσμο εἶναι ἰδιαίτερα οὐσιαστικὴ καὶ ὑπεύθυνη. Εἶναι νὰ καλλιεργεῖ τὴν ἑνότητα στὸν ἑαυτό του κι ἔτσι νὰ φροντίζεται ἡ ἑνότητα ὅλου τοῦ κόσμου. Γιὰ τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο ἡ ἑνότητα εἶναι μία οὐτοπία καὶ ὀδυνηρὴ ἀπραγματοποίητη προσπάθεια. Ἀντιθέτως, οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας αἰσθάνονται βαθειὰ μέσα τους τὴν ἑνότητα, διότι ζοῦν ὡς πρόσωπα καὶ βλέπουν πρόσωπα σὲ σχέση μὲ τὸν κόσμο ποὺ ζεῖ τὴν αὐτονομημένη ἀτομικότητα. Δηλαδὴ ἀπὸ πρόσωπα οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει ἄτομα. Ὅσο λοιπὸν ἐξαγιάζεται κανείς, τόσο ζεῖ τὴν πραγματικὴ ἑνότητα τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Ἡ ἑνότητα ταυτίζεται μὲ τὴν καινή ζωὴ ποὺ μᾶς λέγει τὸ Εὐαγγέλιο. Στὴν ζωὴ τῶν Ἁγίων φανερώνονται τὰ γνωρίσματα τοῦ καινοῦ ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου ὡς ἐμπειρικὴ πραγματικότητα. Οἱ Ἅγιοι ζοῦν μέσα στὸν κόσμο γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ὑποτάσσουν τὸ θέλημά τους στὸ θέλημά Του. Ἡ ἐπισήμανση αὐτῆς τῆς ἀλήθειας εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὴ γιὰ τὸν σύγχρονο καὶ ἐπαναστατημένο ἄνθρωπο. Ἡ ἐσωτερικὴ κρίση, ἡ ταπείνωση, ἡ [22]

23 ταραχὴ καὶ ἡ ἀμφιβολία δημιουργοῦν στὴν ἐποχή μας μία ἰδιάζουσα κατάσταση ποὺ ἀπαιτεῖ αὐθεντικὰ στηρίγματα καὶ ὑπεύθυνη ἀντιμετώπιση. Ὁ ἄνθρωπος σήμερα ζεῖ ἐντονότερα τὸ πρόβλημα τῆς ἐσωτερικῆς του ἑνότητος, διότι κάνει τὴν κακὴ χρήση τῆς ἐλευθερίας του. Ἡ ἀναφορὰ στοὺς ἁγίους εἶναι ἰδιαίτερα πολύτιμη. Μίμηση τῶν ἁγίων σημαίνει βαδίζω στὰ ἴχνη των καὶ οἰκειώνομαι στὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, ἀποκτῶ ὁμοήθεια Χριστοῦ καὶ ἐπανευρίσκω τὴν ἑνότητα τῆς προσωπικότητός μου. «Τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους». Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάνει στὸν κάθε ἕνα προσιτὴ τὴν ἀνακαίνιση ποὺ πραγματοποιήθηκε ἐν Χριστῷ. Ὅπου δὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ καὶ ἡ ἑνότητα. Ὅπου, ὅμως, ὑπάρχει ὁ ἀλλοτριωμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ ἄνθρωπος, ἐκεῖ καὶ ἡ ζωὴ τῶν αἰσθήσεων καὶ τῆς ἀναγκαιότητος. Ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν δύναμη νὰ λυτρωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀναγκαιότητα τοῦ κτιστοῦ κόσμου καὶ νὰ προχωρήσει ἐλεύθερα στὴν ἑνότητα μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ στὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προτρέπει στὴν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολή του «στὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» (δ 3). Πραγματικά, χρειάζεται μία ἀδιάκοπη φροντίδα γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἑνότητος ποὺ μυσταγωγεῖ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐντασσόμενος, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος στὴν προοπτικὴ ποὺ τοῦ προσφέρει ὁ Θεὸς καὶ ἀνασυνδεόμενος μαζί Του κατορθώνει νὰ καταξιώσει τὴν ὕπαρξή του. [23]

24 Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ Ποιὰ εἶναι ἡ φωνὴ τῆς ἐνορίας ἀνὰ τοὺς αἰῶνες; Πολλοὶ ἄνθρωποι ἦλθαν καὶ παρῆλθαν. Κάθε ἄνθρωπος μία ἱστορία, ἕνας χαρακτήρας, μία ἄποψη, μία νοοτροπία. Διάφοροι κατακτητές: Ἀραβοκρατία, Ἐνετοκρατία, Τουρκοκρατία. Ἡ ἐνορία μὲ τὴν φωνή της ἀνάμεσα σὲ ὅλους αὐτούς. Πότε ἐλεύθερη, πότε πολεμουμένη, πότε σταυρωμένη, ἀεὶ διαμένουσα. Μία φωνὴ ἀγάπης, πόνου, ἀγωνίας, κραυγῆς ἢ καὶ σιωπῆς. Μία φωνὴ ποὺ ἦταν ἀνάλογη μὲ τὶς συνθῆκες τῆς ζωῆς τῶν ἄνθρώπων, μὲ τὴν προσωπικότητα κάθε ἑνὸς ξεχωριστά, ἀλλὰ ποὺ ποτὲ δὲν ἀλλοίωνε τὸ μήνυμα ποὺ ὁ Θεὸς ἔφερε στὴν Γῆ. Ἡ ἐνορία καὶ σήμερα ὑπάρχει. Ποιὰ εἶναι ἡ σημερινὴ φωνή της καὶ πόσοι ἐκ τῶν χριστιανῶν ἀνθρώπων της στρέφονται πρὸς αὐτήν, πόσοι γυρίζουν τὴν πλάτη ἢ ἴσως πόσοι εἶναι πολέμιοι; Ἡ ἐνορία κάνει κάτι ἁπλὸ καὶ μέγιστο: Λειτουργεῖ! Θεία Λειτουργία σημαίνει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἀνάμεσά μας. Σημαίνει Μυστικὸς Δεῖπνος. Στὸν πρῶτο Μυστικὸ Δεῖπνο μετεῖχαν οἱ δώδεκα ἀπόστολοι. Τώρα μποροῦν νὰ εἶναι μέτοχοι ὅλοι οἱ Χριστιανοί. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὴν Οἰκουμένη ἐσαγήνευσε. Ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος ἄλλαξε ὅλο τὸν κόσμο. Ἔκανε μία μεγάλη ἐπανάσταση κοινωνική. «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θήλυ πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. η 28). Μέσα στὸν ἴδιο χῶρο, τὸν ἱερὸ ναό, βλέπεις τὸ μωρό, τὸ παιδί, τὸν ἔφηβο, τὸν νέο, τὸν ἄνδρα, τὴν γυναίκα, τὸν γέρο, αὐτὸν ποὺ ἔχει πολλά, ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει τίποτα, τὸν σπουδαῖο, τὸν γραμματισμένο, τὸν ἄσημο, τὸν ἀγράμματο. Ὅλοι, ὅσο διαβαθμισμένοι κι ἂν εἴμαστε μέσα στὴν μικρὴ κοινωνία μας, μπροστὰ στὸν Θεὸ εἴμαστε ἴσοι καὶ δὲν ἔχουμε νὰ παρουσιάσουμε, εἰ μὴ μόνον τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτόν μας, τὴν [24]

25 ἀδυναμία μας ἐνώπιον τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι χορηγὸς τῶν ἐπιγείων καὶ τῶν ἐπουρανίων ἀγαθῶν. Ἐκ τοῦ τρόπου ζωῆς τῶν Χριστιανῶν ἀναδύεται καὶ ὑπάρχει ἕνας πολιτισμός, ὁ ὁποῖος εἶναι βασισμένος στὴν χριστιανικὴ ἀγάπη. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σιγὰ-σιγὰ πότισε τὴν ἀνθρωπότητα καὶ θεράπευσε τρομερὲς πληγὲς ποὺ τὴν μάστιζαν γιὰ χρόνια. Σήμερα, λοιπόν, ἡ ἐνορία ὑπάρχει σὲ μία κοινωνία τεχνολογική, καταναλωτική, ὑλιστική. Μία κοινωνία ποὺ δὲν τὴν ἐνδιαφέρουν τὰ πνευματικά θέματα καὶ μάλιστα τέτοια ποὺ συζητοῦσαν σὲ ἄλλους αἰῶνες στὴν αγορὰ καὶ στὸ πεζοδρόμιο. Θέματα δηλαδὴ δογματικά, θέματα Ἱερῶν Κανόνων, ζητήματα πίστεως καὶ ἀνάλυση μυστηρίων. Τὰ ἔθιμα, ὁ τύπος, τὸ κοινωνικὸ γεγονὸς παρέμειναν καὶ κρατοῦν τοὺς ἀνθρώπους σὲ μία σύνδεση μὲ τὴν ἐνορία. Ἡ οὐσία, ἡ ἀναζήτηση τοῦ Οὐρανοῦ, ἡ ἀγαπητικὴ σχέση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του εἶναι σὲ ὑπολειτουργία μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ψάχνεις, προκειμένου νὰ συναντήσεις τὴν γνήσια χριστιανικὴ ζωὴ καὶ συνείδηση. Ἑπομένως, σήμερα ἡ ἐνορία καὶ πάλι κρατάει τὸν Σταυρό της. Δὲν ζεῖ σὲ κατακόμβες, ἀλλὰ εὔκολα μπορεῖ νὰ συναντήσει τὴν ἀδιαφορία, τὴν ἀμέλεια, τὴν εἰρωνία, τὴν περιφρόνηση, τὴν ἄρνηση ἢ τὴν καταπάτηση ἁπλῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων της. Πρὶν ἀπὸ 60 χρόνια σὲ μία καθολικὴ συμμετοχὴ τοῦ χωριοῦ ἢ τῆς συνοικίας στὶς πόλεις ἀνεγείροντο περικαλεῖς Ἱεροὶ Ναοί. Σήμερα σὲ θέματα συντηρήσεων ἐξωκκλησίων, παρεκκλησίων, ἀκόμη καὶ ἐνοριακῶν ναῶν συναντῶνται δυσκολίες καὶ ἀρκετὰ ἐμπόδια στὸ νὰ προχωρήσουν οἱ ἐργασίες. Πρὶν ἀπὸ 20 ἕως καὶ 10 χρόνια εἴχαμε ποσοστὸ συμμετοχῆς στὸ μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας 30%. Τώρα ἔχει κατέβει στὸ 17%. Ἡ ἀναζήτηση μειώνεται, οἱ ἄλλες ἰδεολογίες καὶ ἀπόψεις ἰσχυροποιοῦνται. Πάντα ὅμως ἴδιες, γνωστὲς στὴν Ἐκκλησία, στὶς ὁποῖες ἔχουν δοθεῖ οἱ ἀπαντήσεις οἱ κατάλληλες, οἱ καθαρές, οἱ ἁγιοπνευματικές. [25]

26 Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἐκκλησία πονᾶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὅσο πονᾶ ἡ μάννα τὸ παιδί της καὶ νοιάζεται γι αὐτό. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἐκκλησία εὔχεται, προσεύχεται, περιμένει, ἀγωνιᾶ, σωπαίνει μὲ πόνο βαθύ. Ζητεῖ τὴν εὐκαιρία νὰ εἰσχωρεῖ ἡ Χάρις, ἡ ὁποία «τὰ ἀσθενῆ θεραπεύει καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῖ». Δὲν ἀδιαφορεῖ, δὲν ἀπογοητεύεται, προχωρεῖ. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα. Εἶναι θεανθρώπινος ὀργανισμός. Ἀγαπᾶ θυσιαστικὰ χωρὶς νὰ περιμένει τὴν πληρωμή. Ἀγαπᾶ, διότι ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι τὸ εἶναι της εἶναι Ἀγάπη. Μᾶς βλέπει ὅλους στὸ βλέμμα μας, στὴν ψυχή μας καὶ περιμένει τὴν κίνηση τοῦ ἑνὸς βήματος, γιὰ να τρέξει τὰ ἐνενηνταεννιά. Ὁ Ἰησοῦς πάνω στὸν Σταυρὸ λέγει «διψῶ». Διψάει γιὰ τὸ βλέμμα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀγάπης, ποὺ στὸ ὄνομά της ἀποδέχτηκε τὸ πάθος. Σ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, μὰ καὶ στὶς μικρές μας κοινωνίες, λέει: «Δός μοι πιεῖν». Αὐτὴ εἶναι ἡ φωνὴ τῆς ἐνορίας σήμερα. Εἶναι ἡ φωνὴ τοῦ διψασμένου καὶ κοπιασμένου ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία Χριστοῦ στὸ καταμεσήμερο. Ἂν Τοῦ δώσουμε ἐμεῖς τὸ νερὸ τῆς ἐμπιστοσύνης μας, θὰ μᾶς δώσει «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν», γιὰ νὰ μὴ διψάσουμε εἰς τὸν αἰῶνα. Εἶναι ἡ φωνὴ «διψῶ» τοῦ σταυρωμένου Ἰησοῦ πάνω στὸν σταυρό, τὸν Ὁποῖον ἂν δὲν ποτίσουμε ξύδι, ἔχει νὰ μᾶς χαρίσει διὰ τοῦ θανάτου Του τὸν θησαυρὸ τῆς νίκης κατὰ τοῦ θανάτου. [26]

27 ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ Ἐὰν κάποιος εἰσέλθει σὲ μία αἴθουσα μεγάλη καὶ πρέπει νὰ περπατήσει σ αὐτὴν, ἀλλὰ ὑπάρχει σκοτάδι τέλειο, σὲ τὶ αἰσθήματα καὶ ἀγωνία θὰ βρίσκεται; Ἂν κάποιο χέρι τοῦ ἀνάψει τὸ φῶς καὶ ἀντικρύσει τὸν χῶρο, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ κινηθεῖ καὶ νὰ ξέρει ποῦ βρίσκεται, τὶ χαρὰ θὰ τὸν πλημμυρίσει; Ἡ κατήχηση διαφωτίζει. Βγαίνεις ἀπὸ τὸ σκότάδι, γνωρίζεις αὐτὸ ποὺ δὲν βλέπεις. Ξέρεις τὴν Ἀλήθεια, διακρίνεις τὸ ψέμα. Ὲὰν κάποιος ἔχει ὑπ ὄψιν του ἕνα τόπο στὸν ὁποῖο θὰ ἤθελε νὰ βρεθεῖ, ἀλλὰ δὲν ξέρει πῶς, ἐὰν δὲν γνωρίζει τὸν δρόμο καὶ κάποιος τοῦ τὸν ὑποδείξει καὶ μάλιστα τὸν εὐθὺ καὶ καθαρὸ καὶ τὸν ἐνημερώσει καὶ πλέον ξέρει πῶς νὰ κινηθεῖ, τὶ τὸ ὡραιότερο καὶ ὠφελιμότερο γιὰ τὸν ἀναζητητή. Ἡ Κατήχηση εἶναι ἡ ἐνημέρωση, εἶναι ἡ γνώση τοῦ Δρόμου γιὰ τὸ βάδισμα πρὸς τὸν Οὐρανό. Ἀπὸ ὅλες τὶς γνώσεις τὶς ἐπίγειες ὑπερτερεῖ τούτη ἡ γνώση. Διότι ἡ ζωὴ τῆς Γῆς παρέρχεται καὶ μᾶς ἀναμένει ἡ Οὐράνια πραγματικότητα καὶ ζωὴ εἴτε θέλουμε εἴτε ὄχι. Εἴτε πιστεύουμε εἴτε δὲν πιστεύουμε. Ἡ ὠφέλεια, λοιπόν, ἀπὸ τὴν κατήχηση εἶναι ἀνεκίμητη. Κι ενῶ προσφέρεται δωρεάν, ὑπάρχει προκατάληψη, ἀδιαφορία, περιφρόνηση, δίδεται προτεραιότητα σὲ ἐπίγειες ἀσχολίες. «Ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον» (Λουκ. ιδ 18). Ἔχω ἀθλοπαιδιές, φροντιστήρια, κοσμικὲς ὀργανώσεις, γιορτές, χορούς, ἔξοδο κ.λπ. Ὑπάρχει καὶ χλευασμὸς καὶ κατάκριση. Ἀκόμη δὲ καὶ ἂν ὑπάρξει ἄνθηση σὲ κάποιο κατηχητικό, νὰ ὁ πόλεμος καὶ νὰ ἡ συκοφαντία. Πολλά, λοιπόν, τὰ ἐμπόδια ἕνεκα τῶν ὁποίων μαραίνεται καὶ ξηραίνεται τὸ δένδρο τῆς Κατηχήσεως. Ἐκτὸς ὅμως τῶν ἐξωτερικῶν ἐμποδίων ὑπάρχουν καὶ τὰ ἐσωτερικά, τὰ ὁποῖα ἀνάγονται στὴν πνευματικὴ κατάσταση τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου, τῶν κατηχητῶν. Ὁ κατηχητὴς πρέπει νὰ εἶναι ἄνθρωπος καθαρῆς καὶ γνήσιας χριστιανικῆς ζωῆς. Διότι ἡ θρησκευτικότητα δὲν ἐπιβάλλεται, ἀλλὰ ἐμπνέεται. Στὸν [27]

28 κατηχούμενο ἀπὸ ὅλα τὰ λόγια ποὺ θὰ διδάξουμε, θὰ περάσουν μόνο ὅσα ἐμεῖς ζοῦμε. Ἱερὰ Κατήχησις κατὰ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο «εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, διὰ τῆς ὁποίας ὁ κατηχούμενος (παῖς) χριστιανὸς ἐκδιδάσκεται τὰς δογματικὰς καὶ ἠθικὰς ἀληθείας τοῦ Χριστιανισμοῦ». «Οἱ πηγὲς τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας εἶναι οἱ Ἱερὲς Γραφὲς της Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, καθὼς καὶ ἡ Ἰερὰ Παράδοση, οἱ ὁποῖες ἐγράφησαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Προφήτας καὶ τοὺς Ἀποστόλους διὰ τῆς ἐπιπνοίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιός μας: «Διὰ τῆς Κατηχήσεως ἡ Ἐκκλησία ζητεῖ νὰ διδάξῃ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀναδείξῃ τοὺς δεχομένους αὐτὴν σταθεροὺς καὶ ἀκλονήτους. Διδάσκεται ὁ Χριστιανὸς νὰ πιστεύῃ ἐν ἐπιγνώσει καὶ ἐν πληροφορίᾳ τῆς καρδίας, νὰ διατελῇ ἕτοιμος εἰς ἀπολογίαν πρὸς πάντα ζητοῦντα λόγον τῆς πίστεώς του». 1 Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ὅτι ὅταν ὁ κατηχητὴς ξεκινᾶ νὰ διδάσκει, ἔχει στὸν νοῦ του πῶς θὰ διακρίνει τὶς Ἀλήθειες τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὲς νὰ τὶς περάσει στοὺς κατηχουμένους. Π.χ. περὶ τῆς Ἐκκλησίας, περὶ τῆς δικαιοσύνης, περὶ τῆς ἁμαρτίας, περὶ τῆς Λατρείας, περὶ τῶν Μυστηρίων, περὶ ἀθανασίας, περὶ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, περὶ τῶν Ἁγίων, περὶ τῶν αἱρέσεων καὶ πλῆθος ἄλλων θεμάτων μὲ τρόπο ἁπλὸ καὶ σαφῆ, στὰ μέτρα τῶν γνώσεων καὶ τῶν ἀντιλήψεων τῶν κατηχουμένων χωρὶς ἀλλοίωση τῶν Ἀληθειῶν. Ἐπὶ πλέον δὲ ὁ κατηχητὴς ἔχει ὡς στόχο νὰ ἐμφυσήσει πίστη σὲ αὐτὲς τὶς Ἀλήθειες. Ὁ κατηχούμενος πρέπει νὰ γίνει πιστός νὰ εἶναι βέβαιος γιὰ τὶς διδασκαλίες τῆς κατηχήσεως, νὰ ἀντλεῖ μέσα ἀπὸ αὐτὲς τὸν τρόπο τῆς ζωῆς του καὶ νὰ βεβαιώνεται ἐπίσης ἀπὸ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τοῦ κατηχητῆ του, ὅπως προαναφέρθηκε. 1 Ἁγ. Νεκταρίου, Ἱερὰ Κατήχησις. Σελ. 1, 32 [28]

29 Ὁ κατηχητὴς ἀναγεννᾶ, γι αὐτὸ καὶ γινεται πρότυπο, ὥστε νὰ ἀκολουθήσουν οἱ μαθητές του. Πρέπει οἱ μαθητὲς νὰ βλέπουν τὶς Ἀλήθειες νὰ παίρνουν σάρκα καὶ ὀστὰ στὸ πρόσωπο τοῦ κατηχητῆ κι ἔτσι νὰ ἀκολουθοῦν, διανοίγοντες πνευματικὴ σχέση μαζί του. Δηλαδὴ ἡ ὅλη προσπάθεια πρέπει νὰ εἶναι ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ὁλοκάθαρα νὰ διδάσκεται διὰ τοῦ καταλλήλου τρόπου Λόγος εἰς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Ὁποῖο θὰ φωτίζει καὶ θὰ ὁδηγεῖ. Ὁ κατηχούμενος θὰ ἀντιλαμβάνεται ὅτι εἶναι ἕνας θησαυρὸς ἀνεκτίμητος ἡ πίστη καὶ δὲν πρέπει νὰ τὸν χάσει. Ὅσες σειρῆνες κι ἂν βοοῦν γύρω του ἐκ τῶν τοῦ κόσμου τερπνῶν καὶ σπουδαίων, πρώτη θέση θὰ ἔχει τὸ Εὐαγγέλιο, ἡ πίστη σ αὐτό, ὁ Χριστὸς καὶ ὁ δρόμος ποὺ χάραξε γιὰ ἐμᾶς. Εἶναι ὄντως δύσκολο, διότι τὸ δέλεαρ τοῦ κόσμου εἶναι ἰσχυρὸ καὶ κινεῖται μέσα ἀπὸ ἀπαραίτητα ἐνδιαφέροντα καὶ παιδαγωγικὲς δραστηριότητες, στὶς ὁποῖες ἐξ ἀνάγκης πρέπει νὰ στρέφεται καθένας. Ἂς μὴ γελιόμαστε. Στὸν κόσμο διεξάγεται πεισματώδης μάχη, ποιὸς θὰ νικήσει καὶ θὰ κατακτήσει τὶς νέες ψυχές. Ὅποιος κερδίσει τὴν νεότητα, κερδίζει τὸ μέλλον. Ὁ Σατανᾶς μαίνεται καὶ χρησιμοποιεῖ ὅλα τὰ μέσα. Ἡ Ἐκκλησία ἀσφαλῶς καὶ ἐν πάση περιπτώσει κάθε ἐνορία πρέπει νὰ εἶναι πρωτοπόρος, γιὰ νὰ κερδηθεῖ ἡ σύγχρονη νεότητα ὑπὲρ τοῦ καλοῦ. Ἡ κατήχηση εἶναι σπορά. Ὁ γεωργὸς σπείρει πάντα. Κάθε χρόνο. Καὶ δὲν ἀπελπίζεται ἀπὸ τὴν ἀποτυχία μιᾶς χρονιᾶς. Ἔχει τὴν ἐλπίδα πὼς ὅ,τι ἔχασε τὸ ἕνα ἔτος θὰ τὸ κερδίσει τὸ ἑπόμενο. Ἀπὸ ὅλες τὶς παιδαγωγικὲς μεθόδους, τῶν ὁποίων δὲν ἀμφισβητεῖται ἡ ἀξία, ἀνώτερη εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ αἰχμαλωτίζει καὶ σώζει ψυχές. Εἶναι μακάριος ὁ κατηχητὴς, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θείας Χάριτος ἀνάπτει στὶς καρδιὲς τῶν κατηχουμένων τὸ θεϊκὸ πῦρ. Ὅσοι ποταμοὶ ἀνομίας καὶ νὰ ὑπάρχουν στὴν συνέχεια, δὲν θὰ ἔχουν τὴν δύναμη νὰ τὸ κατασβέσουν. Τὰ ἐμπόδια ποτὲ δὲν πρέπει νὰ φέρουν τὴν ἀπογοήτευση. Ὅπου ὑπῆρξε κατηχητὴς μὲ πίστη βαθειά, μὲ ἀγάπη γιὰ τὸ ἔργο [29]

30 του, ἐκεῖ τὰ ἐμπόδια νικήθηκαν κὰι τὸ κατηχητικὸ προόδευσε. Κι ἂς μὴ λησμονοῦμε. Οἱ νέοι ποὺ σήμερα κατηχοῦμε, αὔριο θὰ εἶναι ἄνδρες καὶ γυναῖκες μὲ βαθύτατες θρησκευτικὲς πεποιθήσεις, οἱ ὁποῖοι ἀκόμη κι ἂν εἶναι λίγοι, θὰ εἶναι ἑνωτικὰ φῶτα πίστεως καὶ ἀρετῆς μέσα σὲ ἕνα κόσμο ποὺ συνεχῶς ἀλλοτριώνεται στὶς ἀξίες. Τὰ Κατηχητικὰ Σχολεῖα εἶναι φυτώρια κὰι λειτουργοῦν μὲ τὰ χέρια τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου καὶ καθὼς ἀναπτύσσονται, γίνονται εὐώδη ἄνθη ἢ δένδρα μεγάλα μὲ καρποὺς ὠφέλιμους. Πάντως χρειάζεται προσοχὴ στὸν τρόπο προσεγγίσεως. Ὁ ἐρχομὸς τοῦ Χριστοῦ ἦταν «ἐν κενώσει». «Ἐκένωσεν ἑαυτόν» (Φιλιππ. β 7). Δὲν ἦλθε μὲ τὴν θεϊκή Του λάμψη, γιατὶ κανένας δὲν θὰ ἄντεχε νὰ τὸν ἀτενίσει. Συγκατέβηκε στὴν ἀνθρώπινη φύση. Ἔγινε ἕνα μὲ τὸν ἄνθρωπο. Κάτι παρόμοιο κάνει καὶ ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὁ κατηχητής. Μία κένωση, ἕνα ἄδειασμα, μία συγκατάβαση. Κατεβαίνει στὸ ἐπίπεδο τῶν ἀνθρώπων, στὸ ἐπίπεδο τῶν παιδιῶν. Μόνο προσοχὴ μήπως στὴν προσπάθεια νὰ πλησιάσουμε τὸν κόσμο, νὰ γίνουμε κοινωνικοὶ καὶ νὰ δείξουμε κατανόηση, συμβιβαζόμαστε σὲ θέματα ποὺ πρέπει νὰ εἴμαστε ἀσυμβίβαστοι, συσχηματιζόμαστε καὶ συγκοινωνοῦμε «τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους» (Ἐφεσ. ε 11). Πολλοὶ νέοι γυρίζουν ἔξω ἕτοιμοι νὰ πέσουν στὸ στόμα τοῦ λύκου, νὰ γίνουν ἄπιστοι καὶ ἕρμαιοι τῶν παθῶν τους. Ἐκεῖ ποὺ βρίσκονται, ὅπου κι ἂν εἶναι, ἀναμένουν τὴν χειραγωγία, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ γίνει ἀπὸ μᾶς. Νὰ γίνουμε οἱ νυμφαγωγοὶ ποὺ θὰ τοὺς ὁδηγήσουμε στὸν Νυμφίο Χριστό. Νὰ γίνουμε οἱ ὁδοδεῖκτες ποὺ θὰ τοὺς ὁδηγήσουμε στὸν Οὐρανό. Καὶ νὰ ἔχουμε τὸ ἐξῆς πλεονἐκτημα ὑπ ὄψιν μας. Οἱ ἄνθρωποι σήμερα ἑνώθηκαν τηλεφωνικῶς, ὁδικῶς, τηλεοπτικῶς, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι προσέγγιση ἐξωτερικὴ καὶ ὄχι ψυχικὴ καὶ πνευματική. Ψυχικὰ εἶναι κουμπωμένοι καὶ ἀλληλοϋποβλέπονται ἔχοντες τὸν ἀνταγωνισμὸ καὶ τὶς ἀπόψεις ποὺ τοὺς χωρίζουν. Αἰσθάνονται τὸ «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω» (Ἰωάνν. ε 7). Δὲν τοὺς [30]

31 πλησιάζει κανεὶς ἄδολα, ἁπλά, διακριτικά, ἀληθινά, ἀγαπητικά. Ὅλοι εἰσχωροῦν, διότι κάτι θέλουν νὰ κλεψουν. Ἐμεῖς θέλουμε νὰ δώσουμε τὴν Ἀλήθεια, τὸν Χριστό, τὴν σωτηρία, τὴν λύτρωση, τὴν χαρὰ καὶ εἰρήνη στὴν ψυχή τους. Γεμάτος ὁ κόσμος ἀπὸ «ὁδηγητὲς» ποὺ παρουσιάζονται ὡς συμπαραστάτες τῆς νεολαίας. Ὁδηγοῦν ὅμως στὴν πλάνη, τὴν ἁμαρτία, στὸν λανθασμένο δρόμο χρησιμοποιώντας σαγηνευτικὰ θέλγητρα. Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε κατηχοῦσα ἀπευθύνεται μὲ στοργὴ, ἀλλὰ καὶ δύναμη καθοδηγοῦσα «ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων». Πάντοτε χρειάζεται ὁδηγὸς γιὰ τὴν ἀνεύρεση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ μάγοι ὁδηγήθηκαν ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ ἀστέρι. Οἱ βοσκοὶ ἀπὸ τὸν ἄγγελο ποὺ τοὺς καθοδήγησε στὴν ἀνεύρεσή Του. Ὁ Χριστὸς ἀποτελεῖ τὴν μοναδικὴ ἐλπίδα στὸν κόσμο. Χρειάζεται ἡ παρουσία τῆς κατήχησης νὰ γνωστοποιεῖ καὶ νὰ καθοδηγεῖ, γιὰ νὰ μὴ χάνουν οἱ ἄνθρωποι τὸν προσανατολισμό τους. Ἰδιαίτερα ἡ καθοδήγηση ἀφορᾶ στὴν τρυφερὴ παιδικὴ ἡλικία καὶ στὴν προβληματικὴ νεανικὴ ἡλικία. Τὸ χρέος, λοιπόν, μεγάλο καὶ ἡ προσπάθεια ἀσφαλῶς ὀφείλουμε νὰ εἶναι μὲ ζῆλο καὶ ἐνθουσιασμό. Ἀκόμη καὶ ὁ πιὸ μικρὸς καὶ νέος κατηχητής, ἀφοῦ μεταδίδει τὸν ἀγνὸ καὶ καθαρὸ λόγο τοῦ Θεοῦ κρατᾶ τὴν δάδα τῆς Κατηχήσεως καὶ προσκαλεῖ στὸ «δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός». Παίρνει στὸ στόμα του τοὺς μαργαρίτες τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς μεταδίδει σὲ παιδικὲς καὶ νεανικὲς ψυχές. Πρῶτος κατηχητής, ἂς μὴ ξεχνᾶμε, εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ Αὐτοῦ τὸ ἔργο συνεχίζουμε. Ἀλλὰ χρειάζεται νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅτι γιὰ νὰ φυτεύσουμε πρέπει νὰ ξεχερσέψουμε τὸ χωράφι, νὰ τὸ ὀργώσουμε καὶ μετὰ νὰ γίνει ἡ σπορά. Αὐτὸ τὸ ξεχέρσωμα εἶναι σκληρὴ δουλειά. Πρῶτα, πρέπει νὰ σβήσουμε ἐκεῖνα ποὺ ἔχουν γραφεῖ γιὰ νὰ καταγράψουμε. Αὐτὸ τὸ ξερίζωμα ὄχι ἄψυχων δενδρυλλίων, ἀλλὰ ζωντανῶν παθῶν, ὁπωσδήποτε ἔχει ἀντίδραση καὶ ἀντίσταση. Αὐτὸ τὸ σβήσιμο ἰδεῶν, ποὺ πολλὲς φορὲς ἔχει [31]

32 ποτίσει, δύσκολα ἐξαλείφεται. Μετὰ ὅμως ἀπὸ τὸ σβήσιμο ἡ καταγραφὴ εἶναι εὔκολη καὶ ἁπλώνεται σὲ ὅλο τὸν ψυχικὸ κόσμο. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε τὸ τοῦ Ἀποστόλου Παῦλου: «Τὶς κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος» (Β Κορ. ς 14-16). Παρελθέτω κόσμος καὶ ἐλθέτω Χάρις. Πρέπει νὰ φύγουν τὰ κοσμικὰ φρονήματα, γιὰ νὰ ἔλθει ἡ Χάρις νὰ δώσει τὸ χριστιανικὸ φρόνημα. Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ νὰ στείλει τὴν φωτιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἂς παρακαλοῦμε νὰ ἀνάψει φλόγα στὴν καρδιά μας τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ νὰ ἔχουμε τὴν δύναμη νὰ πυρακτώνουμε καὶ τὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν μας. Νὰ φανερώνουμε πὼς ὁ Χριστὸς ζεῖ καὶ βασιλεύει στὴν ἐποχή μας καὶ δημιουργεῖ ὄχι ὑποπροοδευτικὲς ὐπάρξεις, ἀλλὰ μοντέρνα, προοδευτικὰ καὶ ζωντανὰ παιδιά, ζωντανοὺς νέους καὶ ζωντανὲς ὑπάρξεις. Αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ μᾶς φωτίζει νὰ βρίσκουμε νέους τρόπους προσεγγίσεως τῶν νέων. Νὰ μερικοί: - Νὰ μιλήσουμε τὴν γλῶσσα τῶν παιδιῶν. Ἡ γλῶσσα δὲν εἶναι σκοπός. Εἶναι μέσο. Στὴν Πεντηκοστὴ «ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ» (Πράξ. β 6). - Νὰ ἐναρμονισθοῦμε στὴν συχνότητα τῶν παιδιῶν. Ἄλλη ἡ δική μας καὶ ἄλλη τῶν παιδιῶν καὶ ἐπέρχεται σύγχυση. - Νὰ ξεφεύγουμε ἀπὸ τὰ καλούπια τῆς κατηχήσεως κάποτεκάποτε, μὲ προσοχὴ βέβαια καὶ σύνεση, γιὰ νὰ μὴν ἐκτραποῦμε ἀπὸ τὸν σκοπό μας. - Νὰ πορευθοῦμε στοὺς χώρους, ὅπου συνάζονται τὰ παιδιά. Στὰ σχολεῖα, στοὺς τόπους τῶν παιγνιδιῶν κλπ. - Νὰ ὑπάρχει πολλὴ ἀγάπη. Ἀγάπη Χριστοκεντρική, διότι ἀκτινοβολεῖ καὶ ἁλιεύει. - Νὰ δίδουμε εὐκαιρίες ἀγνῆς ψυχαγωγίας, καθὼς καὶ εὐκαιρίες νὰ ἐκδηλώνουν τὴν πρωτοβουλία τους καὶ τὰ ταλέντα τους. - Νὰ ρίχνουμε συνθήματα μὲ λόγο καὶ ἔντυπα ἀπαντητικὰ στὸν σύγχρονο κόσμο καὶ στὶς ἁμαρτωλὲς προκλήσεις του. - Κυρίως δὲ ἐμεῖς νὰ πλησιάζουμε μὲ πίστη τὸν Χριστό. Μὲ προσευχή, μὲ ταπείνωση, μὲ Ἐξομολόγηση καὶ μὲ ἰερὸ δέος τὸ [32]

33 Ποτήριο τῆς Θείας Κοινωνίας. «Ἐγγίσατε τῷ Θεῷ καὶ ἐγγιεῖ ὑμῖν» (Ἰακ. δ 8). Τότε θὰ ἔχουμε τὴν δύναμη καὶ θὰ βρίσκουμε τὸν τρόπο νὰ προσεγγίζουμε ψυχές. Μαγνητισμένοι ἐμεῖς ἀπὸ τὸν Θεῖο Μαγνήτη θὰ μαγνητίζουμε τοὺς κατηχουμένους μας. Ἂς εὐχόμαστε ἡ Χάρις πλουσία νὰ ἐπέρχεται, νὰ φωτίζει καὶ νὰ ἐνθουσιάζει, ὥστε κάθε κατηχητικὴ χρονιὰ νὰ εἶναι ἀποτελεσματική, προσοδοφόρα καὶ καρποφόρα. [33]

34 ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ Ὑπάρχουν πολλὲς ἀνάγκες στὸν ἄνθρωπο. Ἂν τὶς χωρίσουμε, θὰ δοῦμε ὅτι εἶναι πνευματικὲς καὶ ὑλικές. Ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων δίνει προτεραιότητα στὶς ὑλικές. Ὅμως, οἱ πνευματικὲς δὲν ὑστεροῦν τῶν ὑλικῶν καὶ θὰ μποροῦσαν νὰ ἔχουν τὴν προτεραιότητα κι ἂν ὄχι νὰ εἶναι ὑπέρτερες, τουλάχιστον νὰ εἶναι ἰσάξιες. Βασικὸ στοιχεῖο τῆς οἰκοδομῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ πνευματικὴ τροφοδοσία καὶ μάλιστα ὄχι ὁποιαδήποτε ἀλλὰ αὐτὴ ποὺ ὁρίζει τὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία διατηρεῖ καὶ φυλάσσει τὸν ἄνθρωπο πάντα ἀληθινὸ καὶ ἀκέραιο. Εἰ δὲ μή, χάνει τὸν προορισμό του, ποὺ σημαίνει ὅτι πορεύεται σὲ μία ζωὴ χωρὶς νόημα ἀχρηστευμένη. Πνευματικὲς ἀνάγκες προσδιορισμένες σωστὰ σημαίνει τροφοδοσία ψυχῆς. Σημαίνει τροφὴ στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Διότι ὁ ἄνθρωπος ἔχει καὶ σῶμα καὶ ψυχή. Εἶναι πλασμένος ἐκ τῆς ὑλικῆς δημιουργίας, ἀλλ ὅμως ἔχει καὶ τὴν ζῶσα ψυχή, ἡ ὁποία ἀναζητεῖ τὴν τροφή της καὶ αὐτὴ ὅπως τὸ σῶμα, ἐὰν δὲ δὲν τὴν ἔχει, πεθαίνει. Στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο (Ϛ 51) ὁ Χριστὸς λέγει: «Ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν, ὁ ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καταβάς. Ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. Ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μοῦ ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς». Ἐδῶ πλέον ὑπονοεῖται τὸ μέγα μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, διὰ μέσου τῆς ὁποίας ὁ πιστὸς τρέφει τὴν ψυχή του, τὴν ζωογονεῖ ἐκ τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅπου Θεία Εὐχαριστία, ἐκεῖ καὶ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ζεῖ ἐν τῇ Εὐχαριστίᾳ καὶ διὰ τῆς Εὐχαριστίας. Ἡ δὲ συγκεκριμένη μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ ναός, ὅπου τελεῖται ἡ Εὐχαριστία καὶ στὸν ὁποῖο ναὸ ὁ πιστὸς λαός ἔχει χαρίσει τὸ ὄνομά της. Σαφῶς ἡ Παράδοσή μας εἶναι βαθύτατα λειτουργική. Τὴν Θεία Λειτουργία δὲν τὴν βλέπουμε σὰν μέσο Χάριτος, μιᾶς χάριτος ἀφηρημένης καὶ ἀνεξάρτητης ἀπὸ τὴν Χριστολογία, [34]

35 ἀλλὰ ὡς αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ὡς ἄρτον ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καταβάντα, ὁ Ὁποῖος τρέφει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου εἰς τὸν αἰῶνα. Τοῦ χαρίζει δηλαδὴ τὴν αἰωνιότητα. Αὐτὸ ἐπίσης ἐννοεῖ ὅτι ὁ Χριστὸς σώζει τὸν ἄνθρωπο καὶ διὰ τοῦ ἑαυτοῦ Του τὸν συμφιλιώνει καὶ μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα Του καὶ τὸν ἀναφἐρει εἰς Αὐτόν. Βασικὸς χαρακτήρας τῆς Θ.Λειτουργίας εἶναι ὅτι ἔχουμε μία σύναξη καὶ πράξη μέσα στὴν ὁποία ἀνακεφαλαιώνεται καὶ βιώνεται τὸ ὅλο μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἔχοντας αὐτὲς τὶς σκέψεις καὶ εὑρισκόμενοι στὶς Θ. Λειτουργίες ποὺ τελοῦνται στοὺς ναούς μας ἀποκαλύπτεται πλέον ἐνὠπιόν μας μία ἰδιάζουσα θεώρηση τοῦ κόσμου καὶ ὅλης τῆς ἱστορίας του, αὐτὴν ποὺ περιέχει ἡ πίστη μας στὴν πλέον αυθεντικὴ ἐκδήλωσή της. Ἑπομένως, ὑπάρχει μία ἀνάγκη πνευματική, πρώτη καὶ βασική, ἡ ὁποία προσφέρεται μέσα στὴν Θ. Λειτουργία. Ἀτυχῶς πολλοὶ καὶ ἐκ τῶν Χριστιανῶν οὔτε κὰν τὸ ὑποψιάζονται καὶ πολὺ περισσότερο δὲν τὸ ζοῦν ὡς ἀνάγκη. Ὅμως, ἡ Θ. Λειτουργία δρᾶ μυστικὰ στὴν ψυχὴ τοῦ πιστοῦ καὶ συντελεῖ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Ἁγ. Πνεύματος στὴν μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἕνωσή του μὲ τὸν Χριστό. Αὐτὴ ἡ συνένωση θὰ πεῖ μετατροπὴ τοῦ φθαρτοῦ ἀνθρώπου σὲ ἄφθαρτο τοῦ ὑπὸ τὴν ἀπειλὴ τοῦ θανάτου ἀνθρώπου σὲ ἀθάνατο τοῦ πεπερασμένου σὲ αἰώνιο. Ἡ Θ. Λειτουργία εἶναι πορεία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν συνάντηση τοῦ Θεοῦ, τὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ, τὴν κοινωνία τοῦ Θεοῦ. Ἀναντικατάστατη, ἀπαραίτητη καὶ μοναδικὴ ἡ ὥρα τῆς Θ. Λειτουργίας. Ἔτσι, ἐπεβλήθη ἡ καθιέρωσή της ἀπὸ τὴν Ἀποστολικὴ ἐποχή. Σὲ ὅλες τὶς ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας κύριος τρόπος ἑορτασμοῦ εἶναι ἡ τέλεση τῆς Θ. Λειτουργίας. Ἀλλὰ ἰδιαιτέρως ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς, ἡ «μία τῶν σαββάτων», ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἔχει ὡς ἀρχή της τὴν τέλεση τῆς Θ. Λειτουργίας. «Αὕτη ἡ ἡμέρα ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» (Ψαλμ. ριζ 24). [35]

36 Οἱ Χριστιανοὶ πολὺ τιμοῦσαν τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς. Οὐδείς, ἐκτὸς ἀπολύτου ἀνάγκης, ἀπουσίαζε ἐκ τῆς ἱερᾶς συνάξεως. Σήμερα πόσο ἀλλάζουν τὰ πράγματα καὶ ἕνα μικρὸ ποσοστὸ μετέχει τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Ὁ Μέγας Κωνσταντίνος καὶ στὴν συνέχεια ὅλοι οἱ εὐσεβεῖς αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου ὅρισαν τὴν Κυριακὴ ἐπίσημη ἡμέρα τοῦ κράτους. Τὴν Κυριακὴ ἀπαγορεύονταν τὰ κυνήγια, τὰ ἱπποδρόμια, τὰ θέατρα καὶ ἔκλειναν τὰ σχολεῖα καὶ τὰ δικαστήρια. Ἡ τέταρτη ἐκ τῶν δέκα ἐντολῶν λέγει ὁλοκάθαρα: «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου τῇ δὲ ἡμέρα τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου». Στὸ βιβλίο ἐπίσης τῆς Γενέσεως γράφει ὅτι ὁ Θεὸς σὲ ἕξι ἡμέρες δημιούργησε τὸ σύμπαν, κάτι ποὺ προκαλεῖ θαυμασμὸ σὲ κάθε λογικὸ ἄνθρωπο, τὴν δὲ ἑβδόμη ἔγινε ἡ κατάπαυση τῆς Δημιουργίας. Ὁ ἄνθρωπος ὡς κορωνίδα τῆς Δημιουργίας, ὡς ἱερέας αὐτῆς καὶ συνδημιουργὸς τοῦ Θεοῦ, καλεῖται νὰ μιμηθεῖ τὸν μεγάλο Δημιουργό. Πρέπει τὴν ἑβδόμη ἡμέρα τοῦ Σαββάτου κατὰ τὴν Π. Διαθήκη καὶ πρώτη τῆς Κυριακῆς κατὰ τὴν Κ. Διαθήκη νὰ παύει νὰ ἑργάζεται καὶ νὰ συχνάζει σὲ ἱεροὺς τόπους λατρείας. Ἐκεῖ, στοὺς ναούς, μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας πρέπει ὄχι μόνο νὰ δοξολογεῖ τὸν Θεό γιὰ τὴν ἔξοχη Δημιουργία τοῦ παντός, τῆς ὁποίας τὰ διάφορα ἀγαθὰ ἀπολαμβάνει, ἀλλὰ καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστεῖ, γιατὶ ἔδωσε καὶ στὸν ἴδιο δυνάμεις νὰ ἐργασθεῖ ἕξι ἡμέρες. Διότι χωρὶς τὴν Θεία Βοήθεια τὶ μπορεῖ νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος; Ὁ ἐκκλησιασμός, λοιπόν, εἶναι ὑποχρεωτικὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο μὲ χριστιανικὴ συναίσθηση. Στὴν ἐποχὴ τοῦ Μ. Βασιλείου στὴν Καισάρεια, ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ προτοῦ νὰ πάνε στὴν δουλειά τους πηγαίνανε στὴν ἐκκλησία κι ἔτσι μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ἄρχιζαν τὴν ἐργασία τους. Ὁ ἐκκλησιασμὸς γινόταν ἀπαραίτητα καὶ δὲν τοὺς ἐμπόδιζε σὲ τίποτα. Σήμερα οἱ Χριστιανοὶ ἔχουν πάμπολλα προσκόμματα: δουλειά, ξεκούραση ἢ διασκεδάσεις. Εἶναι ἐμφανὲς ὅτι δὲν ἀγαποῦμε τὸν Θεὸ ὅπως πρέπει, διότι ἂν Τὸν ἀγαπούσαμε, θὰ τρέχαμε στοὺς ναοὺς μὲ εὐχαρίστηση καὶ διάθεση πολλή, [36]

37 προκειμένου ἰδιαιτέρως γιὰ τὸ ἱερὸ μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Ὁ βασιλιᾶς καὶ προφήτης Δαυὶδ ἔλεγε: «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν Δυνάμεων. Ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εὶς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. πγ 1). Εἶναι βασικὴ παιδαγωγικὴ ἀνάγκη τοῦ ἀληθινοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ. Ἡ ὥρα τοῦ ἐκκλησιασμοῦ εἶναι ἡ ἔξοδος τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν χρόνο καὶ ἡ εἴσοδός του στὴν ὀγδόη ἡμέρα, στὸν μέλλοντα κόσμο, στὰ ἔσχατα. Δὲν εἶναι ἁπλῶς καθῆκον, ἀλλὰ εἶναι πνευματικὴ ἀνάγκη τῆς φύσεώς του. Παρέχει τὴν ἱερότερη καὶ ὡραιότερη παιδαγωγικὴ ἐμπειρία. Γιὰ τὸ τώρα, γιὰ τὸ αὔριο, γιὰ πάντα. Ὥρα πραγματικότητος!! Ἐνώπιον τοῦ αἰωνίου καὶ τοῦ μοναδικοῦ παιδαγωγοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Ὁποῖο κοινωνεῖ ὁ πιστός. Εἶναι ἡ ἀνάγκη τῆς πιστῆς καρδιᾶς καὶ ὑπάρξεως, ἡ ὁποία τροφοδοτεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Εἶναι ἡ ἄμεση ἐπικοινωνία καὶ κοινωνία μαζί Του. Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι τὸ κέντρο καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Εἶναι ἡ καρδιά του. Χωρὶς αὐτὴν ὁ χριστιανὸς παύει νὰ ζεῖ. Σιγὰ-σιγὰ παύει νὰ ἔχει πνευματικὴ ζωή, νεκρώνεται. Αὐτὴ ἡ νέκρωση εἶναι σήμερα ἐκτεταμένη γύρω μας. Γι αὐτὸ καὶ τὰ τόσα κακὰ καὶ ἡ τόση ἀσυναρτησία λόγων καὶ πράξεων. Ἀδιαφορία στὸν ἐκκλησιασμὸ μὲ τὴν Θεία Λειτουργία, ἀποχὴ ἀπ αὐτὴν σημαίνει πνευματικὴ ἀποδυνάμωση τοῦ ἀνθρώπου, ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη, ἄρα πορεία τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἔρημο καὶ τὸ χάος καὶ ἂς φαίνεται ἰκανὸς στὰ πράγματα τοῦ κόσμου. Στὸν 8ο κανόνα τῆς Ϛ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καταγράφεται ὅτι ἀπουσία ἀναιτίως ἀπὸ τὸν ἐκκλησιασμὸ ἐπὶ τρεῖς συνεχεῖς Κυριακὲς ἐθεωρεῖτο στοιχεῖο βαρυτάτου παραπτώματος, μὲ συνέπεια τὴν ἀποκοπὴ τοῦ χριστιανοῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ ὥρα τοῦ Ἐκκλησιασμοῦ εἶναι ἡ ὥρα τῆς εἰκόνας τῆς Οἰκογένειας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀδελφότητος τῶν ἀνθρώπων στὴν συγκεκριμένη καὶ ὁρατὴ μορφή της στὸν κόσμο αὐτό. Οἱ «ἀλειτούργητοι» στὴν παράδοση τοῦ ὀρθόδοξου λαοῦ μας ἦταν πρόσωπα ποὺ δὲν ἐνέπνεαν ἐμπιστοσύνη, ποὺ δὲν ἔχαιραν [37]

38 ἐκτιμήσεως, τὰ ὁποῖα τὰ ἔβλεπαν μὲ ἐπιφύλαξη μέσα στὶς ἐνορίες μας καὶ στὸν λαό μας. Ἂς μὴ παρατάξουμε «προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις». Δικαιολογίες συνήθως προβάλλονται ἀπὸ ἐκείνους ποὺ δὲν ἔχουν κρίση καὶ λογικὴ σωστή. Τοὺς λείπει ἡ Ὀρθόδοξη ἀγωγή. Χρειαζόμαστε σήμερα νὰ ξαναβροῦμε τὴν οὐσία τῆς ὑπάρξεώς μας καὶ ἡ ὥρα τοῦ Ἐκκλησιασμοῦ, ἡ ὥρα τῆς Θ. Λειτουργίας εἶναι μοναδικὴ εὐκαιρία. Εἶναι ὥρα εἰρηνεύσεως καὶ γαλήνης. Ὁ λειτουργημένος ἄνθρωπος λειτουργεῖ καλὰ στὴν ζωή του. Ἔχει τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ξέρει νὰ ἀντιμετωπίσει κάθε δυσκολία στὴν ζωή, διότι φωτίζεται. Ἀποκτᾶ διάκριση σὲ κάθε θέμα ποὺ τοῦ προκύπτει. Ἔχει ὑπομονή, σύνεση, φρόνηση. Πάνω στὴν Θ. Λειτουργία στηρίζονται ὅλα τὰ ἄλλα τῆς ζωῆς μας. Νοηματοδοτοῦνται καὶ γίνονται λειτουργία μετὰ τὴν Λειτουργία. Μεταγγίζεται ἡ εὐλογία καὶ ἡ ζεστασιά της στὶς ἑπόμενες ἡμέρες μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προεκτείνεται στὸ ἔργο καὶ τὶς πράξεις τοῦ ἀνθρώπου. Κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὄρος τῆς Λειτουργικῆς ἐμπειρίας οἱ ὑπάρξεις μας σκιρτῶσες ἀναφωνοῦν: «Εἴδομεν τὸ Φῶς τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες αὕτη γάρ ἡμᾶς ἔσωσεν». [38]

39 ΠΕΡΙ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ Χειροτονία εἶναι ἕνα ἱερὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας διὰ τοῦ ὁποίου δίδεται ἡ ἱερωσύνη. Ἱερωσύνη εἶναι «ἡ ἁλλοίωσις τῆς Δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου», ποὺ σημαίνει αὐτὴ καθ ἑαυτὴ ἡ Θεότης διὰ τῆς ἁλλοιώσεώς Της ἐπικάθεται στὸν ὑποψήφιο γιὰ τὴν ἱερωσύνη καὶ τὸν καθιστᾶ ἱερωμένο. Ἱερωμένος εἶναι «ὁ διάκονος τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ». Εἶναι ἡ πόλις ἡ ἐπάνω ὄρους κειμένη. Εἶναι ἕνα Χερουβεὶμ ποὺ κυκλώνει τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ποὺ παρατείνεται ἀδιάκοπα πάνω στὴν Γῆ. Εἶναι τὸ καντήλι ποὺ καίει ἄσβεστο στὸν λυχνοστάτη. Λέγει ὁ Ἅγ. Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης: «Ἅπτει λύχνον ὁ Θεὸς τὸν ἱερέα καὶ τίθησιν αὐτὸν ἐπὶ τῆς Αὐτοῦ Φωτοφόρου καθέδρας». «Φωτοφόρος καθέδρα» εἶναι ἡ ἐνορία τοῦ ἱερέα, ἡ ὁποία ἁγιάζεται καὶ σώζεται διὰ τοῦ Ἱερωμένου. Ἑπομένως δὲν εἶναι ἁπλὸς ἄνθρωπος ὁ ἱερέας. Εἶναι ἕνα σκεῦος ἐξαγιασμένο, τοποθετημένο μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων καὶ ἐνώνει τὰ διεστῶτα. Εἶναι ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς Γῆς. Εἶναι ἐκεῖνος διὰ τοῦ ὁποίου ἐκφράζει τὴν Θεία Χάρη Του ὁ Θεός. Πόσο μεγάλη ἡ ἀξία τοῦ ἱερωμένου! Ἀλλὰ καὶ πόση ἡ συναίσθηση τῆς εὐθύνης του, ὥστε σὲ κάθε βῆμα καὶ σκέψη νὰ ἀναλύει καὶ νὰ κρατᾶ καὶ νὰ ἐνεργεῖ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα θὰ ἐνεργοῦσε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἡ ἱερωσύνη τῶν ἱερωμένων εἶναι ἡ ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ. Ἄρα ὁ πραγματικὸς ἱερωμένος εἶναι ὁ Χριστός, ὁ αἰώνιος ἱερεὺς κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ. Μὲ τὴν ἱερωσύνη ὁ Κύριος ἐπιτελεῖ ἔργα μεγάλα καὶ σωτηριώδη, καθαρίζει καὶ ἁγιάζει τὰ λογικὰ πλάσματά Του, τὴν φύση, τὰ ζῶα, ὅλα τὰ στοιχεῖα. Μὲ τὸν ἱερέα ὁ Χριστὸς πηγαίνει στοὺς πονεμένους, σὲ ὅσους βρίσκονται μακριά Του, προσφέρεται θυσία, ἀγαπάει καὶ συμπονεῖ τοὺς ἁμαρτωλοὺς «ὑπὲρ ὧν ἀπέθανε». Ἀπαλάσσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τοὺς δαίμονες, τοὺς ἀναγεννᾶ, τοὺς ἐνισχύει. Ὁ ἱερέας εἶναι «καταδικασμένος» νὰ εἶναι πάνω ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα. Δὲν ἀνήκει στὸν ἑαυτό του οὔτε στοὺς οἰκείους του ἀλλὰ στὸν [39]

40 Χριστὸ καὶ σὲ ὅσους τοῦ ἐμπιστεύτηκε Ἐκεῖνος. Γιὰ τὸν ἱερέα δὲν ὑπάρχουν προσφιλεῖς καὶ ἀντιπαθητικοί, γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι, συγγενεῖς καὶ ξένοι. Ὅλοι ἔχουν τὰ αὐτὰ χαρακτηριστικά. Τὰ σημάδια τοῦ σφαγιασθέντος Ἀρνίου. Εἶναι ὁ λειτουργός! Σὰν ἄλλος Μωυσῆς ὑψώνει τὰ χέρια του καὶ γίνεται ἡ γέφυρα μέσω τῆς ὁποίας κατεβαίνει στοὺς πιστοὺς ἡ ἁγιαστικὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ γέφυρα διὰ τῆς ὁποίας ἀνεβαίνουν στὸν Οὐρανὸ «οἱ Υἱοὶ τῆς Βασιλείας». Ὁ ναὸς ποὺ εἶναι ὁ «Οἶκος τοῦ Κυρίου» μετατρέπεται καὶ σὲ δικό του σπίτι, τροφή του «ὁ ἄρτος τῆς Ζωῆς» καὶ παρέα του οἱ στρατιὲς τῶν ὁσίων καὶ τῶν ἀγγέλων. Αὐτὸ εἶναι τὸ κλίμα του, τὸ ὀξυγόνο του, ἡ ζωή του. Κάθε ἱερέα ὁ Θεὸς εἶναι ποὺ τὸν ὑψώνει στὸ μέγα τῆς Ἱερωσύνης ὑπούργημα καὶ τὸν ὁρίζει ὑπεύθυνο στὴν καθέδρα μιᾶς ἐνορίας. Ἐκεῖνος τὸ θέλει, Ἐκεῖνος τὸ διαλέγει, διότι ἡ χειροτονία εἶναι ὑπόθεση Θεοῦ. Ξεκινώντας τὴν ἐγκαθίδρυση τῆς Ἐκκλησίας στὴν Γῆ ὁ Χριστὸς διαλέγει στὴν ἀρχὴ τῆς δημόσιας δράσης Του τοὺς Ἀποστόλους. Σ αὐτοὺς θὰ μεταδώσει τὴν Ἱερωσύνη Του μὲ ὅλες τὶς ἐξουσίες, γιὰ νὰ ἐπιτελοῦν τὸ ἴδιο ἔργο ποὺ Αὐτὸς ξεκίνησε νὰ ἐπιτελεῖ. Ὁ Χριστὸς συνεχίζει νὰ καλεῖ καὶ νὰ ἐκλέγει καὶ τοὺς σημερινοὺς ἀποστόλους - ἱερωμένους, συνεχιστὲς τοῦ Θείου ἔργου. Κάθε ἱερέας δέχθηκε τὴν πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν ἀκολούθησε. Τοῦ δάνεισε τὸν ἑαυτό του, Τοῦ ἀφιερώθηκε καὶ Τὸν διακονεῖ πιστὰ καὶ ἀφοσιωμένα σηκώνονοτας τὸν σταυρὸ ὄχι μόνο τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ καὶ τῶν ψυχῶν ποὺ θὰ τοῦ ἐμπιστευθεῖ ἡ Ἐκκλησία μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὴν σωτηρία αὐτῶν. Μεγάλος ὁ Σταυρός, δύσκολο τὸ ἀνέβασμα. Ὅμως, πλάι στέκει καὶ εὐλογεῖ κάθε τίμιο βῆμα ὁ Χριστός. Ἐνισχύει καὶ στερεώνει. Διαφυλάττει ἀπὸ τὶς κακοτοπιὲς καὶ ὅταν ἔρθει τὸ πλήρωμα τοῦ καιροῦ δίδει τὸν στέφανο τῆς ἐπιβράβευσης. Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὅτι δὲν ἀνέδειξε ὁ Κύριος μεσίτες καὶ ἱερουργοὺς τῶν μυστηρίων ἁγίους ἀγγέλους ποὺ εἶναι φωτεινοὶ καὶ δυνατοί, ἀλλὰ ἔκανε ἱερουργοὺς ἀνθρώπους μέσα ἀπὸ τὸν λαὸ μὲ ἀδυναμίες. Γι αὐτὸ εἶναι [40]

41 συγκαταβατικοὶ στὶς ἀδυναμίες τοῦ λαοῦ καὶ τὰ λάθη. Ὁ π.ἰωάννης τῆς Κροστάνδης πάλι λέγει ὅτι ἡ θαρραλέα πεποίθηση στὴν χάρη τῆς ἱερωσύνης μπορεῖ νὰ ἀποκτηθεῖ μὲ σκληρὸ ἀγώνα πνευματικό. Πολὺ σύντομα καὶ μὲ λίγη διάκριση μπορεὶ ὁ ἱερωμένος νὰ καταλάβει μὲ ποιὸν ἀρχίζει τὸν πνευματικό του πόλεμο. Ἀντίπαλος εἶναι ἕνας δυνατός, πονηρός, ἄγρυπνος ἐχθρός, γεμάτος κακία, φωτιὰ τοῦ ἅδου κι ἐπιθυμία γιὰ καταστροφή. Εἶναι ὁ ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου. Ὁ ἐχθρὸς αὐτὸς νικιέται μὲ ὅπλο τὴν πίστη, τὴν προσευχή, τὴν μετάνοια, τὴν κοινωνία τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Κι ὅταν ἡ μάχη ἀρχίσει ὁ μαχόμενος ἀντιλαμβάνεται τὴν ἀξία ποὺ ἔχουν ἡ εἰλικρινὴς πίστη, ἡ προσευχή, ἡ πεποίθηση στὸν Θεό, ἡ ὑπομονή, ἡ προσευχή, ἡ εὐθύτητα τοῦ πνεύματος, ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, ἡ ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἱερέας κρατάει στὰ χέρια του μία μοναδική, ἄκαμπτη καὶ ὑπεράνθρωπη ἐξουσία. Εἶναι ἡ ἐξουσία «τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν». Ὁ Θεὸς συνεργάζεται μαζί του καὶ ἐπικυρώνει τὶς ἐνέργειές του. «Ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν, ἀφίενται αὐτοῖς. Ἄν τινων κρατεῖτε, κεκράτεινται» (Ἰωάνν. κ 23). Τοῦ ἔχει ἀνατεθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ ἡ φροντίδα τοῦ ἰδεωδεστέρου ποιμνίου τοῦ σύμπαντος ποὺ εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ πιστεύουν στὸν Θεό. Καὶ «ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αύτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (Ἰωάνν. ι 11). Θέτει δὲ τὴν ψυχή του, «ἵνα λάβῃ αὐτήν». «Ὃς δ ἂν ἀπολέσει τὴν ψυχὴν αὐτοῦ» διὰ τὸν Χριστὸν «εὑρήσει αὐτήν» (Μάρκ. η 35). Ἢ ὅπως λέγει κάπου ἀλλοῦ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ηὐχόμην γὰρ αὐτὸς ἐγὼ ἀνάθεμα εἶναι ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου» (Ρωμ. θ 3). Αὐτὸ εἶναι τὸ μέγεθος τῆς αὐτοθυσίας τοῦ ποιμένος, ἡ συναίσθηση τῆς εὐθύνης καὶ τὸ ταπεινὸ φρόνημα. Ἔτσι, μία ἀπὸ τὶς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις τῆς ποιμαντικῆς εἶναι ἡ γνώση τῆς ἑνότητος μεταξὺ τοῦ ἱερωμένου ἀπὸ τὴν μιὰ καὶ τῆς ἀνθρωπότητος, καὶ ἰδιαίτερα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ὅλοι εἴμαστε ἕνα σῶμα καὶ ἂς ἐνθαρρύνουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο στὴν ἐφαρμογὴ τῆς ἀγάπης καὶ στὴν ἐκτέλεση τῶν καλῶν ἔργων. [41]

42 Τὰ ποιμενικά καθήκοντα τοῦ ἱερωμένου χωρίζονται βασικὰ σὲ τρεῖς τομεῖς. Ὁ πρῶτος καὶ σημαντικότερος εἶναι ἡ ἰκανοποίηση τῶν πνευματικῶν ἀναγκῶν τῶν ἐνοριτῶν του. Ἡ τροφοδοσία τους μὲ τὸν Λόγο καὶ τὴν ἁγιαστικὴ Χάρη τῶν Μυστηρίων. Ὁ ἱερέας μεταβάλλει τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο σὲ Ἄχραντο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ ἰδίου τοῦ Θεανθρώπου. Τελεῖ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου, τὸν ὁποῖο κάνει τίμιο καὶ τὴν κοίτη ἀμίαντο. Λύνει τὶς ἁμαρτίες, θεραπεύει τὶς ἀσθένειες. Προσεύχεται γιὰ τὴν κάθαρση, τὸν ἐξαγιασμὸ καὶ τὴν πμευματικὴ ἀναγέννηση τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει μεγάλος, γιατὶ κατοικεῖ ὁ Θεὸς μέσα του. Ὅμως, τὰ πάθη του τὸν δυσκολεύουν εὑρισκόμενα πλεγμένα στὴν ἐπιφάνεια τῆς καρδιᾶς του. Κι ἔρχεται ὁ ἰατρεύων τὶς ψυχὲς διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ ἱερωμένος νὰ μετατρέψει τὰ πάθη, τὴν ἀδυναμία σὲ δύναμη. Ἡ σωτηρία τῶν Χριστιανῶν βρίσκεται στὰ χέρια τῶν ἱερέων. Αὐτὸ εἶναι τὸ δυσβάσταχτο χρέος τους: νὰ ἑτοιμάζουν ψυχὲς γιὰ τὸν Παράδεισο. Ὁ δεύτερος τομέας εἶναι ἡ παρηγοριὰ τῶν θλιβομένων ἡ ἐνίσχυση αὐτῶν ποὺ ἀπελπίζονται ἡ ἐνεργητικὴ συμπαράσταση τοῦ ἱερέα στὶς ἀντιξοότητες τῶν ἐνοριτῶν του ἡ παρουσία του σὲ σπίτια ποὺ τὰ βρῆκε ἡ ἀρρώστια ἢ ὁ θάνατος ἢ ἡ διάλυση. Αὐτὸ ἀποτελεῖ μία ἀνεκτίμητη προσφορά. Ἀλλὰ αὐτό, θὰ λέγαμε, εἶναι τὸ εὔκολο. Τὸ δυσκολότερο εἶναι νὰ θεωροῦν οἱ ἄνθρωποι τὸν ἱερέα ἄξιο νὰ τοῦ ἐμπιστευθοῦν τὸν ἀφανέρωτο πόνο τους, τὰ ἀτομικὰ καὶ οἰκογενειακά τους προβλήματα. Ἐδῶ ὁ ἱερέας πλέον γίνεται αὐτὸ ποὺ ὅλοι τὸν ἀποκαλοῦν: ὁ πατέρας. Ὁ τρίτος, τέλος, τομέας εἶναι ἡ ἱεραποστολή. Δὲν χρειάζεται κανεὶς νὰ βρεθεῖ στὴν Ἀφρική, γιὰ νὰ γίνει ἱεραπόστολος. Ὅπως ἐπίσης δὲν χρειάζονται περισσὰ κηρύγματα, γιὰ νὰ γίνεται ἱεραποστολή. Περισσότερο ἀποτελεσματικὴ εἶναι ἡ ἱεραποστολὴ τοῦ βίου. Ἡ ἐντελῶς ξεχωριστή ἐμφάνιση τοῦ ἱερέα τὸν κάνει διακριτὸ σὲ ὅλους. Ὅπου καὶ νὰ βρεθεῖ εἴτε θέλει εἴτε δὲν θέλει, περνάει τὴν μαρτυρία τοῦ χριστιανικοῦ φρονήματος. Καμμιά του ἐνέργεια δὲν περνάει ἀπαρατήρητη. [42]

43 Στὴν σημερινὴ κοινωνία τὰ πράγματα ἀντιστράφηκαν. Ἡ χριστιανικότητα κατάντησε κληρονομική. Ἡ ἰδιότητα τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὑπόθεση χαρτιῶν καὶ ὄχι οὐσίας. Τέτοιοι, λοιπόν, εἶναι στὸ σύνολό τους οἱ «χριστιανοί». Αὐτὸ τὸ χέρσο χωράφι καλεῖται ὁ ἱερέας νὰ καλλιεργήσει. Αὐτὴν τὴν ἄμορφη μᾶζα καλεῖται νὰ σμιλέψει. Τοῦτο τὸ ἔργο εἶναι ὑπόθεση πέρα γιὰ πέρα ἱεραποστολική. Τὸ ἑκάστοτε ποίμνιο μιᾶς ἐνορίας γνωρίζει τὸ ἔργο τοῦ ἱερέως ἐν μέρει, ὄχι σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις του. Γνωρίζουν αὐτὸ ποὺ φαίνεται. Ὅμως, ὑπάρχει καὶ αὐτὸ ποὺ γνωρίζουν μόνο τὸ πετραχήλι του καὶ ὁ Θεός. Εἶναι κρυφὸ τὸ ἔργο τοῦ ἱερέως, ὅταν κινεῖται στὴν φιλανθρωπία ἢ ὅταν κινεῖται στὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως. Τὸ δὲ φανερὸ ἔργο τοῦ ἱερέως, ποὺ εἶναι οἱ λειτουργίες καὶ ἡ τέλεση τῶν ἄλλων μυστηρίων καὶ ἀκολουθιῶν, τὰ κατηχητικὰ σχολεῖα κ.ἄ. σφραγίζουν τὴν πορεία τῆς διακονίας του. Οἱ τιμὲς τῶν ἀνθρώπων εἶναι μηδαμινές. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶπε: «Τὸν ἀγώνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος» (Β Τιμ. δ 7). [43]

44 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ Μέσα ἀπὸ τὸν τίτλο τῆς εἰσηγήσεως αὐτῆς προκύπτουν δύο βαθειὰ νοήματα πάνω στὰ ὁποῖα θὰ προσπαθήσουμε νὰ έντοπίσουμε τὸ θέμα μας καὶ νὰ κάνουμε ἀνάλυση. Τὸ ἕνα βαθὺ νόημα προέρχεται ἀπὸ τὴν λέξη καὶ ὅρο «πνευματικός» τὸ ἄλλο ἀπὸ τὴν λέξη καὶ ὅρο «κατάρτιση». Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὸ προνόμιο ὡς πλάσμα Θεοῦ νὰ μετέχει τῆς ὑλικῆς καὶ πνευματικῆς Δημιουργίας νὰ εἶναι ὑλικὸς καὶ πνευματικός. Αὐτὸ τὸ προνόμιο δὲν τὸ ἔχουν οἱ ἄγγελοι, οἱ ὁποῖοι δὲν μετέχουν τῆς ὑλικῆς δημιουργίας. Εἶναι μόνο πνεύματα. Ὡς πρὸς τοῦτο ὁ ἄνθρωπος ἔχει μία προνομιακὴ θέση. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Ὡς ἄνθρωπος εἶναι ὕλη καὶ πνεῦμα. Στὴν παροῦσα ζωή Του νίκησε τὴν ἁμαρτἰα, γεύθηκε τὸν θάνατο, ἀνεστήθη καὶ ἡ ὑλική Του ὑπόσταση ἔγινε τῆς προπτωτικῆς καταστάσεως. Εἶναι ἡ ὕλη στὴν ἀνεστημένη Της μορφή. Μετὰ τὴν Ἀνάληψή Του ὁ Χριστὸς κάθισε δεξιὰ τῆς μεγαλοσύνης τοῦ Πατρός Του. Αὐτὸ εἶναι ἡ μεγάλη τιμὴ τῆς ὕλης, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶναι φτιαγμένο τὸ ἀνθρώπινο σῶμα: νὰ κάθεται στὴν ἀνεστημένη της μορφὴ δεξιὰ τοῦ Πατρός. Κάθε ἄνθρωπος καλεῖται νὰ ἀκολουθήσει τὸν Χριστό. Ἔχει νὰ πράξει τὰ τοῦ Χριστοῦ πεπραγμένα. Νὰ γευθεῖ σταυρὸ καὶ νὰ ἀπολαύσει Ἀνάσταση. Πνευματικὸς γίνεται ἕνας ἄνθρωπος ὅταν ἀγωνίζεται νὰ ἀναστήσει τὴν ὕλη ἀπὸ τὴν ὁποία εἶναι φτιαγμένο τὸ σῶμά του, τὸ ἴδιο τὸ σῶμά του καὶ σαφέστατα καὶ τὸ πνεῦμά του, τὴν ψυχή του, ἡ ὁποία βρίσκεται στὸ σῶμα του. Ὅσο περισσότερο ὑποτάσσει τὴν ὕλη στὸ πνεῦμά του καὶ ὅλα μαζὶ στὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τόσο πιὸ πνευματικὸς εἶναι. Ἂν ἔπαυε νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὴν ὕλη, θὰ τὴν θανάτωνε, κάτι ποὺ θὰ ὁδηγοῦσε σὲ θάνατο καὶ τὸ πνεῦμα. Πάντα πρέπει νὰ ἀσχολεῖται μαζί της μὲ τρόπο ὥστε νὰ τὴν συντηρεῖ καὶ ταυτόχρονα νὰ τὴν καταπαύει στὶς ἐπιθυμίες. Ἔτσι, νὰ γίνει νικήτρια τῶν παθῶν καὶ ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. [44]

45 Αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ γίνει πνευματικὸς γνωρίζει ὅτι «τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής» (Ματθ. κς 41). Γι αὐτὸ ἀσχολεῖται μὲ τὴν σάρκα, μὲ τὴν ὕλη, προκειμένου νὰ τὴν θεραπεύσει. Ἑπομένως, θὰ λέγαμε ὅτι πνευματικὸς εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος εἶναι ὑλικὸς ἄνθρωπος κατὰ τὸν σωστὸ τρόπο δηλαδὴ δαμάζει, ἐξουσιάζει, κατευθύνει μὲ τὸ πνεῦμά του τὴν ὕλη. Ὡς Χριστιανοὶ κάνουμε τὸ σῶμα μας μέλος στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Κάνοντας σύγκριση τοῦ σώματός μας μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ βλέπουμε τὴν διαφορὰ καὶ ταυτόχρονα τὸν δρόμο τῆς πορείας, ὥστε τὸ σῶμα μας τὸ ὑλικὸ νὰ μοιάσει στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι δὲ βασικὸ νὰ δοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ μᾶς δώσει τὴν θεραπεία τῆς ὕλης, χρησιμοποιεῖ ὕλη καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ Σῶμα Του καὶ τὸ Αἷμα Του, μὲ τὰ ὑλικὰ μέσα τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὅσο ὑποτάσσεται ἡ ὕλη, τὸ σῶμα μας, τόσο ἀναπτύσσεται, τρέφεται, ζωογονεῖται καὶ τὸ πνεῦμα μας, ἡ ψυχή μας. Στὸν διαλεκτικὸ ὑλισμό, ὡς κοινωνικὸ σύστημα καὶ ἰδέα, ἀλλὰ κυρίως στὴν ὑλόφρονα ἐποχή μας κάλλιστα θὰ δίδαμε τὴν ἀπάντηση ὡς Χριστιανοὶ ὅτι κινούμαστε ὑλικὰ καθημερινά, ἀλλὰ μὲ τέτοιο τρόπο ὥστε νὰ ἀναστήσουμε τὸ σῶμα μας. Καὶ ὄχι μόνο τὸ σῶμα μας ὡς ὕλη θὰ ἀναστηθεῖ, ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ Κτίση ὡς ὑλικὴ ποὺ εἶναι συναναστενάζουσα ἐκ τῆς πτώσεώς μας. Καὶ αὐτή, διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ὡς πρώτου ἐκ τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅλων ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν άκολουθούντων ἀναστημένων, συναναστήνεται καὶ χαίρει. Ἄρα εἴμαστε ὑλικότεροι τῶν ὑλοφρονούντων ὑλιστῶν, διότι μὲ τὴν στάση μας εὐεργετοῦμε τὸ σῶμα μας, ἀλλὰ καὶ ὅλη τὴν Κτίση. Αὐτός, λοιπόν, εἶναι ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος μὲ τὴν γενικὴ ἔννοια, ἔτσι ὅπως χρειάζεται καὶ πρέπει νὰ εἶναι κάθε ἕνας Χριστιανός. Ὅμως, ἐξειδικεύουμε τὸ θέμα καὶ σταματᾶμε στὸν πνευματικὸ ὡς ἱερέα καὶ πατέρα. Ὑπὸ αὐτὴν τὴν ἔννοια πνευματικὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴν ἐξουσία «τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν τὰς ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ». Εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος γεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους στὸν Οὐρανό. Σεβόμαστε μία γυναίκα, ἡ ὁποία εἶναι μάννα, διότι σ αὐτὸ τὸν κόσμο γέννησε παιδιά. Λέμε ὅτι εἶναι ὑψηλὴ καὶ σπουδαία ἡ ἀποστολή της καὶ εἶναι. Πόσο ὅμως [45]

46 ἀνώτερο εἶναι νὰ γεννηθοῦν ἄνθρωποι μέσα στὸν Οὐρανό! Ἐκεῖ ὅπου εἶναι ἡ αἰωνιότητα, ἡ ἀφθαρσία καὶ ἡ ἄρρητος εὐφροσύνη καὶ ἀγαλλίαση. Ἄρα ὕψιστο εἶναι τὸ ἔργο τοῦ πνευματικοῦ πατρός. Γιὰ νὰ γεννήσει, ὅμως, ἀνθρώπους στὸν Οὐρανό, θὰ πρέπει νὰ ἔχει γνώση τοῦ Οὐρανοῦ καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ ἕνα σκέλος τῆς κατάρτισης τοῦ πνευματικοῦ πατρός. Τὰ οὐράνια πράγματα πρέπει νὰ ἀποτελοῦν τὴν πρώτη ἔρευνά του, τὴν κύρια ἐνασχόλησή του, τὴν ἐπιστήμη τὴν ὁποία θὰ σπουδάζει. Ἔτσι, ἀποκτᾶ ἐμπειρία. Σχετίζεται ἄμεσα καὶ ἄρρηκτα μὲ τὸν Χριστό. Ἀναζωπυρώνει τὴν φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἔχει λάβει στὴν Βάπτιση καὶ τὴν Χειροτονία του. Δὲν τὴν ἀφήνει νὰ σβήσει. Αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δίδει τὰ χαρίσματα. Ἕνα ἐξ αὐτῶν, τὸ ἀπαραίτητο γιὰ τὶς ἐπεμβάσεις του στὶς ψυχές, εἶναι ἡ διάκριση. Αὐτὴ ἡ ἀρετὴ τὸν καθιστᾶ ἔξυπνο. Ἀντιλαμβάνεται πρώτα τὸν ἑαυτόν του. Ἀνοίγονται τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του, ταπεινώνεται, συντρίβεται. Ἡ ταπείνωση γεννᾶ τὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι βασικὸ κριτήριο πρὸς τὸν ἐξομολογούμενο. Διάκριση καὶ ἀγάπη χρησιμοποιοῦνται ὡς χειρουργικὰ νυστέρια καὶ βοηθοῦν τὴν γέννα τῆς ψυχῆς στὸν Οὐρανό. Ἐὰν ὁ Πνευματικὸς δὲν ἔχει ἁπλῶς ἐμπειρία Χάριτος, ἀλλὰ εἶναι δοχεῖο Χάριτος, τότε ἔχουμε τὰ ἄριστα ἀποτελέσματα. Τότε ἔχουμε τὸν Ἅγιο. Τότε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὁμιλεῖ διὰ τοῦ Πνευματικοῦ σὲ ὅσα χρειάζεται ὁ ἐξομολογούμενος, ἀκόμη καὶ τότε ποὺ ὁ Πνευματικὸς δὲν ἔχει ἐνημέρωση καθόλου ἐπὶ τῶν ζητημάτων τοῦ ἐξομολογουμένου. Στὴν περίπτωση τοῦ Ἁγίου οὐδεμία ἄλλη κατάρτιση χρειάζεται, διότι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα πληροφορεῖ γιὰ ὅλα. Εἶναι ἡ ὡραιότερη τῶν περιπτώσεων, αὐτὴ ποὺ βοηθᾶ ἀποτελεσματικὰ καὶ λυσιτελῶς. Ὅμως, εἶναι αὐτὴ ἡ ὁποία εἶναι σπάνια. Ὅποιος εἶχε ποτὲ Ἅγιο ὡς πνευματικὸ πατέρα, μπορεῖ νὰ ὁμολογήσει πόσο ἔχει βοηθηθεῖ. Μὲ πόση ἄνεση σταματοῦσαν οἱ συντεχνίες τοῦ διαβόλου καὶ ὁ τάραχος τῶν παθῶν. Δὲν ὑπάρχει συγκλονιστικότερο σὲ μία ψυχὴ ἀπὸ τὸ νὰ συναντήσει στὸν δρόμο της καὶ νὰ ἔχει ὡς πνευματικὸ πατέρα Ἅγιο. Διότι οἱ Ἅγιοι [46]

47 ὄχι μόνο γεννοῦν στὸν Οὐρανὸ σωσμένους, ἀλλὰ γεννοῦν ἁγίους στὸν παρόντα κόσμο, σωσμένους καὶ ἁγίους στὸν Οὐρανό. Ὁ Ἅγιος Πνευματικὸς δὲν ἔχει ἁπλῶς διάκριση, ἀλλὰ ἔχει διόραση καὶ προόραση, χαρίσματα ποὺ ἄμεσα καὶ ἀποφασιστικὰ ἐνεργοῦν στὸν ἐξομολογούμενο καὶ τὸν καθαρίζουν. Σὲ ὅλες τὶς ἄλλες περιπτώσεις τῶν πνευματικῶν θὰ πρέπει παράλληλα μὲ τὴν ὅποια ἐμπειρία Χάριτος νὰ ὑπάρχει καὶ ἡ σπουδὴ στὰ Ἐκκλησιαστικὰ γράμματα, καθὼς καὶ ἡ θύραθεν γνώση. Στὰ μὲν Ἐκκλησιαστικὰ γράμματα ὁ πνευματικὸς πρέπει νὰ εἶναι μελετητὴς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἔχει γνώσεις Θεολογικές, ὅσον ἀφορᾶ τὴν πίστη μας νὰ γνωρίζει τὰ Δόγματα καὶ φύλαξη τῆς πίστεως να γνωρίζει καὶ τοὺς κανόνες, γιὰ νὰ ξέρει στὰ παραπτώματα πῶς θὰ κινηθεῖ. Καλὸ εἶναι νὰ γνωρίζει συναξάρια Ἁγίων ὡς παράδειγμα στὸν ἐξομολογούμενο νὰ τοῦ ἀρέσουν οἱ ἀκολουθίες καὶ νὰ ἑρμηνεύει τὰ ὡραῖα ποιητικὰ κείμενα τῶν βιβλίων τοῦ ἀναλογίου (τὸ Τυπικό, τὸ Πηδάλιο, τὸ Εὐχολόγιο μὲ τὶς Εὐχές). Στὴν δὲ θύραθεν γνώση, ὀφείλει ὁ Πνευματικὸς νὰ γνωρίζει ἐγκυκλοπαιδικὰ Ἱστορία, Ψυχολογία, Κοινωνιολογία, Παιδαγωγικά, Στοιχεῖα Ἰατρικῆς, Οἰκονομικὰ καὶ σὲ κάθε θέμα τοῦ ἐξομολογουμένου νὰ ἔχει ἔστω μικρὴ γνώση. Ὅλα αὐτὰ βοηθοῦν, ὥστε εὐκολότερα νὰ προσεγγίσει τὸν ἐξομολογούμενο στὰ προβλήματα καὶ τὰ ένδιαφέροντά του προκειμένου νὰ τὸν κερδίσει. [47]

48 ΠΕΡΙ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ Μὲ τὴν λέξη Ἁγία Γραφὴ ἐννοοῦμε τὸ σύνολο τῶν ἱερῶν βιβλίων ποὺ γράφτηκαν μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σ ἕνα χρονικὸ διάστημα περίπου ἐτῶν. Δηλαδὴ ἀπὸ τοῦ Μωυσέως, χρόνια π.χ., μέχρι τοῦ συγγραφέως τῆς Ἀποκαλύψεως, 100 χρόνια μ.χ. Κάθε Χριστιανὸς ἔχει ἀνάγκη νὰ διαβάζει τὴν Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ ἑρμηνεύει καὶ νὰ διδάσκει τοὺς λόγους τῶν Γραφῶν. Τὸ δικαίωμα αὐτὸ τὸ ἔχει μόνο ἡ Ἐκκλησία διὰ τοῦ ἱεροῦ κλήρου καὶ τῶν θεολόγων της, ποὺ εἶναι ἄνθρωποι κατηρτισμένοι καὶ γνῶστες τῆς ἀληθινῆς Πίστεως. Ὁ Χριστὸς ἔδωσε τὸ χάρισμα τῆς διδασκαλίας στοὺς Ἀποστόλους Του καὶ ὄχι στὰ πλήθη (Ματθ. κη 20). Αὐτοὶ ἐστάλησαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ διδάξουν καὶ νὰ τελέσουν τὰ Μυστήρια. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπίσης λέγει: «Πῶς δὲ κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι»; (Ρωμ. ι 15). Καὶ βέβαια οἱ διδάσκαλοι δὲν μποροῦν νὰ διδάξουν ὅ,τι θέλουν αὐτοί, άλλὰ αὐτὸ ποὺ διδάσκει πάντοτε ἡ Ἐκκλησία. Διδάσκουν πάντοτε ἐξ ὀνόματος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, γίνεται διάκριση μεταξὺ ποιμένος καὶ ποιμνίου, διδασκάλου κὰι διδασκομένων. Δὲν ἔχει καθένας τὴν διανοητικὴ ἰκανότητα καὶ τὴν ἀπαιτούμενη Θεία Χάρη, γιὰ νὰ ἑρμηνεύσει σωστὰ τὶς Ἁγίες Γραφές. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος στὴν Β Ἐπιστολή του λέγει (γ 6): «Ὑπάρχουν κάποια δυσνόητα, τὰ ὁποῖα οἱ ἀμαθεῖς καὶ οἱ ἀστήρικτοι στρεβλοῦσιν (διαστρεβλώνουν), ὄπως καὶ τὶς ὑπόλοιπες γραφές, πρὸς ἀπώλεια αὐτῶν». Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι σὰν ἕνα πηγάδι πολὺ βαθὺ καὶ σ αὐτὸ περιέχεται ἡ ἄπειρη σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν κάποιος διψασμένος ἔλθει στὸ πηγάδι καὶ πιεῖ ὅλο τὸ νερό, θὰ πνιγεῖ μέσα σ αὐτὸ. Ἐὰν ὅμως θὰ βγάλει μὲ ἕνα κουβᾶ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ θὰ πιεῖ μὲ ἕνα ποτήρι, δὲν ὑπάρχει φόβος νὰ πνιγεῖ. Ποιὸς ἄνθρωπος εἶναι τρελὸς νὰ πέσει σὲ τέτοιο βάθος νεροῦ χωρὶς νὰ ξέρει νὰ κολυμπᾶ; [48]

49 Οἱ Πατέρες, ἐπίσης, λέγουν ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι «κόκκαλο» καὶ κανεὶς δὲν θὰ τολμήσει μὲ τὰ δόντια τοῦ «γάλακτος» ποὺ ἔχει νὰ σπάσει τὰ δυνατὰ κόκκαλα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, διότι θὰ συντρίψει τὰ δικά του. «Γινώσκεις ἃ ἀναγινώσκεις;» (Πράξ. η 30), ρώτησε ὁ Φίλιππος τὸν Αἰθίοπα εὐνοῦχο τῆς βασίλισσας Κανδάκης. «Πῶς γὰρ ἂν δυναίμην, ἐὰν μὴ τὶς ὁδηγήσει με» (ὅ.π. 31); Πῶς νὰ μπορέσω, ἐὰν κάποιος δὲν μὲ καθοδηγήσει; Δὲν πρέπει, λοιπόν, νὰ ἑρμηνεύει καὶ νὰ διδάσκει κανεὶς κατὰ τὴν ἀντίληψη ποὺ ἔχει, διότι θὰ πλανηθεῖ. Ἡ Ἁγία Γραφὴ κατανοεῖται καὶ ἐξηγεῖται μὲ τρεῖς τρόπους: 1) Μὲ τὴν κατὰ γράμμα ἔννοια (ὀνοματική, γραμματική, ρηματική, ἱστορική) 2) μὲ τὴν ἀλληγορικὴ ἢ μεταφορική ἔννοια, ποὺ εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν προηγούμενη καὶ 3) μὲ την πνευματική. Οἱ ἁπλουστεροι στὶς γνώσεις ἀναπαύονται μὲ τὴν πρώτη ἔννοια, κατὰ τὸ γράμμα τῆς Γραφῆς. Οἱ μετρίας μορφώσεως εἰσχωροῦν μὲ σύνεση στὴν οὐσία τῶν Γραφῶν, ἐνῶ οἱ μεγάλης μορφώσεως καὶ ἀξιωμένοι τῆς Θείας Χάριτος ἐξηγοῦν τὶς ἔννοιες τῶν Γραφῶν κατὰ βάθος. Σημειώνεται ἐδῶ ὅτι μορφωμένος δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ γνωρίζει τὴν σοφία τοῦ κόσμου τούτου, διότι ἡ Γραφὴ λέγει: «Ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω» (Ἠσ. κθ 14). «Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου»; (Α Κορ. ιδ 20). Διότι ὁ Χριστὸς ὅλα τὰ περὶ Γραφῶν τὰ ἀπέκρυψε ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν καὶ τὰ ἀπεκάλυψε στὰ νήπια (Ματθ. ια 25). Καὶ μία ἐρώτηση, γιὰ νὰ τελειώσουμε. Σώζει ἡ Ἁγία Γραφή; Ὄχι!!! Ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ὁποία πηγάζει. Ἡ δὲ Ἐκκλησία ποὺ εἶναι ὁ παρατεινόμενος Χριστὸς σώζει. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Σωτήρ. Ἐκτὸς Ἐκκλησίας, λοιπόν, ἡ Ἁγία Γραφὴ γίνεται ὄργανο δυστυχῶς τοῦ διαβόλου, γι αὐτὸ ἔχουμε τὶς τόσες αἱρέσεις. [49]

50 Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ [50] «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. ια 28) Ἐνῶ ὁ Χριστὸς δίδασκε τὸν λαὸ λόγο Ἀληθείας καὶ Χάριτος, ἐνῶ θεῖα νοήματα παρουσίαζε στοὺς ἀνθρώπους δίδοντας σ αὐτοὺς τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν γνώση, κάποια γυναίκα ἀνεφώνησε μακαρισμοὺς πρὸς τὸν Ἰησοῦ. «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας» (Λουκ. ια 27). Προφανῶς ἔμεινε ἔκθαμβη ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Προφανῶς τὴν σαγήνευσαν, τὴν ἀλλοίωσαν καὶ ξέσπασε λέγοντας αὐτὸν τὸν μακαρισμό. Ὁ Χριστὸς τῆς δίδει ἀπάντηση ποὺ ἀποτελεῖ ἕνα ὡραιότατο μήνυμα πρὸς ὅλους μας. Σ αὐτὴν θὰ ἦταν ὠφέλιμο νὰ σταματούσαμε καὶ νὰ σχολιάσουμε. «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν». (Λουκ. ια 28). Εἶναι εὐλογημένοι ὅσοι ἀκούουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ κι ὄχι μόνο ἁπλῶς τὸν ἀκούουν, ἀλλὰ τὸν ἔχουν ὡς ἕνα ἀκριβὸ θησαυρό. Τὸν ἀγαποῦν, τὸν προσέχουν, τὸν ἀκολουθοῦν. Τὸν κάνουν πράξη στὴν ζωή τους μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴ πράττουν αὐτὸ ποὺ ὁ δικός τους λόγος τοὺς λέγει, ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ τοὺς λέγει ὁ Θεϊκὸς Λόγος. Εἶναι καλὸ νὰ καταλάβουμε ὅτι τὰ πάντα ἔχουν λόγο: Ὁ Θεός, ἡ Δημιουργία, ὁ ἄνθρωπος. Ἂν παρατηρήσουμε κάθε πράγμα στὴν Δημιουργία ἔχει τὸν λόγο του. Ὅλα ὁ Θεὸς τὰ ἐποίησε καλὰ «λίαν» ὥστε νὰ σοῦ λέγουν τὸν λόγο τῆς ὕπαρξής τους. Μία λεμονιὰ π.χ. σοῦ λέγει: «Βρίσκομαι ἐδῶ, γιὰ νὰ ἀποφέρω τὸν καρπό μου». Μία καρέκλα σοῦ λέγει: «Ὑπάρχω, γιὰ νὰ κάθεται ἕνας ἄνθρωπος". Κάθε ἄνθρωπος ἰδιαίτερα, ὁ ὁποῖος εἶναι προικισμένος μὲ λογική, ἔχει τὸν λόγο του. Αὐτὸν ποὺ σκέφτεται καὶ αὐτὸν ποὺ προσφέρει. Ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο τὴν ἐλευθερία. Τοῦ

51 ἔδωσε τὸ αὐτεξούσιο. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐξουσιάζει τὸν ἑαυτόν του. Ἔχει νὰ ἐπιλέξει, νὰ διαλέξει μὲ βάση τὴν λογικὴ καὶ τὸν λόγο του πρὸς τὰ ποῦ θὰ πορεύεται. Ὁ Θεὸς, ἐπίσης, ἔχει τὸν Λόγο Του. Εἶναι ὁ ἐνυπόστατος, ἄναρχα γεννηθεὶς ὑπὸ τοῦ Πατρός, Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Στὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ ἀναπαύεται τὸ ἐκπορευόμενον ἐκ τοῦ Πατρὸς Ἅγιον Πνεῦμα. Ἄρα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἐφ ὅσον τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἀναπαύεται σ Αὐτόν, ἔχει πᾶσαν τὴν Θεία Γνώση καὶ Σοφία. Μέσα στὸν Παράδεισο ὁ ἄνθρωπος ἔχοντας σχέση μὲ τὸν Θεὸ πλούτιζε τὴν γνώση του κι ἐδίδετο Σοφία στὸν λόγο του. Ἕως ὅτου ἦλθε ἡ στιγμὴ τῆς πλάνης ἐκ τοῦ λόγου τοῦ διαβόλου κι ἐπέλεξε ὄχι Λόγον Θεοῦ, ἀλλὰ λόγον διαβόλου. Αὐτὸ ἔφερε τὴν πτώση, τὴν ἔξωση ἐκ τοῦ Παραδείσου γιὰ τὴν ἐξορία στὴν Γῆ, τὴν διαστρέβλωση στὴν λογικὴ καὶ τὸν λόγο του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴ γινώσκει τὸν προορισμό του καὶ κὰν τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Σ αὐτὴν τὴν κατάσταση τοῦ σκότους, τῆς ἔλλειψης Γνώσεως ἐπὶ τῆς πορείας «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ἰωάνν. α 14). Ὁ Λόγος σαρκώθηκε, πῆρε σάρκα καὶ ὀστὰ ἀνθρώπινα, ἔμεινε μεταξύ μας, περπάτησε ἀνάμεσά μας, μπορούσαμε νὰ Τὸν βλέπουμε καὶ νὰ Τὸν ἀκοῦμε καὶ εἴδαμε τὴν δόξα Του. Μία δόξα ποὺ ἔχει ἕνας μονογενὴς Υἱὸς ἀπὸ τὸν Πατέρα Του, γεμάτος Χάρη, Ἀλήθεια. Γεμάτος ἀπὸ ὅλη τὴν Σοφία καὶ τὴν Θεία Γνώση. Ἡ ὠφέλεια στὸν ἄνθρωπο μεγίστη καὶ σπουδαιοτάτη. Ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ ἐνσαρκωμένου Λόγου ἀκούγονται «ρήματα ζωῆς αἰωνίου» (Ἰωάνν. ς 68). Λόγια ἁπλά, ποὺ ἔχουν μέσα τους δύναμη καὶ ζωή. Λόγια μὲ τὴν παντοδύναμη Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ζωὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πέσει στὴν καλοπροαίρετη καὶ ἀγαθὴ ψυχὴ κάποιου ἀνθρώπου, τὴν μεταμορφώνει. Τὴν μεταβάλλει, τὴν ἀναγεννᾶ καὶ φέρει πλούσιο τὸν καρπὸ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσέβειας. Θαύματα κάνει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Τὰ θαύματα τῆς μετανοίας καὶ ἀνορθώσεως τῶν ἀνθρώπων. Τὸν ἄπιστο τὸν [51]

52 κάνει πιστό. Τὸν σὲ ἀγνωσία καὶ παραπλάνηση ἄνθρωπο, τὸν κάνει γνώστη τοῦ ὑψηλοῦ προορισμοῦ του. Τὸν ἐσκοτισμένο σὲ λογικὴ καὶ φθαρμένο λόγο τοῦ ἀνθρώπου τρέπει σὲ φωτισμένο γνώστη τῶν μυστηρίων τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. «Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. η 10). Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἐμβαθύνει στὴν ἐπιστημονικὴ γνώση, τόσο περισσότερο συναισθάνεται καὶ ὁμολογεῖ τὸ μέγεθος τῆς ἀγνοίας του.ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ὡς Σοφία καὶ Γνώση διανοίγει ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων τὸν κόσμο τῆς αἰωνιότητος καὶ προμηθεύει σ αὐτοὺς τὴν σωτηρία. «Ἀπὸ Θεοῦ ἐλήλυθε διδάσκαλος» (Ἰωάνν.γ 2). Αὐτὸν ἀσφαλῶς ἂν προσέξουμε οἱ κουρασμένοι ὁδοιπόροι τῆς παρούσης ζωῆς, θεία καὶ οὐράνια πνοὴ θὰ ἀναζωογονήσει τὴν πονεμένη καὶ θλιμμένη μας καρδιά.θὰ ὑπάρξει ἐμψύχωση. Θὰ ὑπάρξει συνειδητοποίηση στὸν ἐσωτερικό μας κόσμο, τὸ πόσο χαλασμένο λόγο ἔχουμε καὶ πόσο φωτισμὸ χρειαζόμαστε. Θὰ νοιώσουμε ἀνακαίνιση καὶ ἀναπτέρωση τέτοια ποὺ ἀδυνατεῖ κάθε ἐπίγεια γνώση νὰ μᾶς προσφέρει. Καὶ ὁ σοφότερος καὶ νοημονέστερος ἄνθρωπος βρίσκει ἀσφαλῆ ὁδηγὸ ἀκούοντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. «Τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν ἀγώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν νυνὶ δὲ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ» (Κολοσσ. α 26). Δοξάζουμε τὸν Θεό, διότι ἔχουμε τὸν Λόγον Του. ΑΜΗΝ [52]

53 ΚΗΡΥΓΜΑ ΘΕΙΟΥ ΛΟΓΟΥ Θὰ ἐπιχειρήσουμε νὰ θέσουμε δύο προβληματισμοὺς ἀνατρέχοντας σὲ ἀντίστοιχα ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα. Ὁ ἕνας ἐκ τῆς φράσεως: «Φίλιππος δὲ κατελθὼν εἰς τὴν πόλιν τῆς Σαμαρείας ἐκήρυσσεν αὐτοῖς τὸν Χριστόν, προσεῖχον δὲ οἱ ἄλλοι τοῖς λεγομένοις ὑπὸ τοῦ Φιλίππου ὁμοθυμαδὸν ἐν τῷ ἀκούειν αὐτούς» (Πράξ. η 5-6). Ὁ δὲ ἄλλος ἐκ τῆς φράσεως: «Διὰ τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τῶν Ἀποστόλων δίδοται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον» (Πράξ. η 18). Ὁ πρῶτος, λοιπόν, προβληματισμός, τὸ κήρυγμα! Ὁ δεύτερος, ἡ μετάδοση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Ὁ Φίλιππος ἦταν Ἀπόστολος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐξέρχεται στὴν Ἀποστολὴ τὴν ὁποία ἐκλήθη κάνοντας κυρίως καὶ οὐσιαστικῶς αὐτὰ τὰ δύο: κήρυγμα καὶ μετάδοση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Διὰ τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς, ἐκ τοῦ μυστηρίου τῆς χειροτονίας σημερινοὶ ἀπόστολοι εἶναι οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ ἐκ τῶν ἐπισκόπων κανονικῶς χειροτοθητέντες πρεσβύτεροι. Ἰδού, λοιπόν, τὸ κύριο καὶ οὐσιαστικὸ καὶ σήμερα στὴν Ἐκκλησία: τὸ κήρυγμα καὶ ἡ μετάδοση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ τὰ δύο στὴν Εὐχαριστιακὴ σύναξη. Ὅπου Θεία Εὐχαριστία, ἐκεῖ καὶ Ἐκκλησία. Δὲν νοεῖται Ἐκκλησία ἄνευ Θείας καὶ Ἱερᾶς Λειτουργίας. Γι αὐτὸ καὶ τὸ κήρυγμα, ἡ ἑρμηνεία τοῦ Λόγου, τὸ Εὐαγγέλιο, τοποθετεῖται στὴν Θεία Λειτουργία, δηλαδὴ στὴν Ἐκκλησία. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸ Εὐαγγέλιο ἁρπάζεται ἀπὸ τὸν διάβολο κι ἔχουμε τὴν παρερμηνεία, τὴν αἵρεση. Σὲ δύο κορμούς, σὲ δύο τομεῖς χωρίζεται ἡ Θεία Λειτουργία. Ὁ πρῶτος μέχρι τὴν ἀνάγνωση τῶν ἀναγνωσμάτων. Ἀφορᾶ, δηλαδή, τὸν Λόγο, τὸ κήρυγμα. Ὑπάρχει καὶ ἡ εἰδικὴ εὐχή, ἐπίκληση τῆς Θείας Χάριτος: «Ἔλλαμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν τὸ τῆς Σῆς Θεογνωσίας ἀκήρατον Φῶς καὶ τοὺς τῆς διανοίας ὀφθαλμοὺς διάνοιξον εἰς τὴν τῶν Εὐαγγελικῶν Σου κηρυγμάτων κατανόησιν». Ἡ κατανόηση [53]

54 τοῦ κηρύγματος ἐπέρχεται, ἐὰν διανοιχθοῦν οἱ ὀφθαλμοὶ τῆς διανοίας μας διὰ τοῦ Φωτισμοῦ ἐκ τῆς Θείας Χάριτος. Ὁ δὲ δεύτερος κορμὸς εἶναι ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἡ διὰ Αὐτοῦ μεταβολὴ τῶν Τιμίων Δώρων σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα καὶ κατόπιν ἡ μετάδοση στὸν λαό. Τὸ κήρυγμα, λέγει ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, εἶναι «πρὸς διάδοσιν τοῦ Θείου Λόγου, πρὸς στερέωσιν τῆς πίστεως, πρὸς εὐόδωσιν τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, πρὸς ἀποκατάστασιν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς» (Γνῶθι σαὐτόν 35, σ ). Ἂν δὲν γνωρίσεις κάτι, πῶς νὰ τὸ ἀκολουθήσεις; Χρειάζεται γνώση τῆς πίστεως, ἡ ὁποία διὰ τοῦ κηρύγματος, διὰ τῆς ενασχολήσεως εἰς τὸν Θεῖον Λόγον ἀποκτᾶται. Τὸ ἔργο ἁπλώνεται διὰ τοῦ κηρύγματος καὶ αὐξάνει. Ἔχουμε, δηλαδή, πραγματικὴ χριστιανικὴ ζωή. Καὶ ὅσο ἡ χριστιανικὴ ζωὴ ἐπιτυγχάνεται στὴν ουσιαστική της διάσταση τόσο περισσότερο βασιλεύει ὁ Θεὸς ἐπὶ τῆς Γῆς. Ὁ μακαριστὸς π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν ἔλεγε μὲ κάποιο παράπονο: «Καθ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς Θ. Λειτουργίας ἡ θέση τῶν κληρικῶν εἶναι στὸ Ἱερὸ Βῆμα. Δὲν ἦταν ὅμως ἔτσι. Τὸ πλησίασμα στὴν Ἁγία Τράπεζα γινόταν στὴν Λειτουργία τῶν Πιστῶν. Δηλαδὴ στὸν καθαγιασμὸ τῶν Τιμίων Δώρων, στὴν Εὐχαριστία. Τὴν ὑπόλοιπη ὥρα ἡ θέση τοῦ Ἱεροῦ κλήρου ἦταν στὸ «βῆμα» στὴν μέση τοῦ Ναοῦ. Ἡ Θεία Λατρεία εἶχε δύο «κέντρα». Τὸ ἕνα στὴν Σύναξη καὶ τὸ ἄλλο στὴν Ἁγία Τράπεζα. Τὸ πρῶτο κέντρο τῆς Λειτουργίας ἦταν ἡ ἀκρόαση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τοῦ κηρύγματος καὶ τὸ δεύτερο, τὸ Εὐχαριστιακὸ Τραπέζι. Σήμερα τὸ πρῶτο κέντρο ἔχει κάπως ἀτονήσει». Λησμονοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι «τὸ Εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας μας» (Ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας). Τὸ κήρυγμα εἶναι χάρισμα ἁγιοπνευματικό, εἶναι διακονία ἐμπεπιστευμένη στὴν Ἐκκλησία. Δὲν εἶναι κήρυγμα ἐπὶ τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλὰ κήρυγμα τοῦ ἰδίου τοῦ Εὐαγγελίου. Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ἡμεῖς δὲ οὐ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἵνα εἰδῶμεν τὰ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν, ἃ καὶ λαλοῦμεν οὐκ ἐν διδακτοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ ἐν διδακτοῖς Πνεύματος Ἁγίου» [54]

55 (Α Κορινθ. β 12). Τὸ κήρυγμα δὲν λαμβάνει τὸ πνεῦμα τὸ ἐμπνεόμενο ἀπὸ τὴν σοφία τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀλλὰ λαμβάνει τὸ χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ Ὁποῖο μᾶς δόθηκε γιὰ νὰ γνωρίσουμε ἐκεῖνα ποὺ χαρίστηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ σ ἐμᾶς. Ὅλοι, λοιπόν, οἱ σύγχρονοι Ἀπόστολοι, Ἐπίσκοποι καὶ πρεσβύτεροι ἔχουμε τοῦτο ὡς βασικὸ χρέος. Νὰ ἐπιτελέσουμε τὸ «μαθητεύσαντες». Ἴσως ὄχι σὲ πάντα τὰ ἔθνη, ἀλλὰ ἐξάπαντος στὸν χῶρο ποὺ μᾶς ἀνετέθη ἐκ τῆς Ἐκκλησίας: ἐπισκοπὴ ἢ ἐνορία. Ὁ Χριστὸς ἀπεκαλεῖτο «ῥαββί», δηλαδὴ Διδάσκαλος. Οἱ διάδοχοί Του εἶναι καὶ ὀφείλουν νὰ εἶναι διδάσκαλοι τοῦ Εὐαγγελίου. Μὰ καὶ ὁ πιστὸς λαὸς ἔχει τὴν θέση τοῦ διδασκομένου παράλληλα μὲ τοῦ ἁγιαζομένου καὶ τοῦ λατρεύοντος τὸν Θεό. Ἂς προχωρήσουμε καὶ στὸν εξῆς δεύτερο προβληματισμό, τὴν μετάδοση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐγκαθιδρύει τὴν Ἐκκλησία στὴν Γῆ. Ὅλο συγκροτεῖ τὸν θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ἄνευ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ Ἐκκλησία δὲν θὰ ἦταν Ἐκκλησία. Θὰ ἦταν ἕνας λαὸς ἑνωμένος κάτω ἀπὸ μία κοσμικὴ ἰδεολογία μὲ ἀρχὴ καὶ τέλος. Τώρα τὸ Ἁγιον Πνεῦμα τὴν καθιστᾶ Θεανθρώπινο Ὀργανισμό, τὸν ὁποῖο καμμία δύναμη ἐπίγεια ἢ καταχθόνια δύναται νὰ ἀνατρέψει. «Πύλαι Ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. ις 18). Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἁγιάζει τοὺς πιστούς. Τοὺς συγχωρεῖ, τοὺς χαριτώνει, τοὺς καθαρίζει, τοὺς φωτίζει, τοὺς χαροποιεῖ, τοὺς εἰρηνεύει, τοὺς ἀγαθοποιεῖ, τοὺς κάνει ἁπλοὺς καὶ πράους. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἑνώνεται μαζί τους. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη πληρότητα καὶ ὡραιότερη κατάσταση ἀπὸ ἐκείνη κατὰ τὴν ὁποία ἐμφορεῖσαι ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται καὶ καθάρσει ὑψοῦται, λαμπρύνεται» (Ἀναβαθμοί). Ὅμως προσοχή! Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν τὸ παίρνει ὁ πιστὸς μόνος του. Ὑπάρχει στὴν Ἐκκλησία καὶ τοῦ τὸ δίδει ἡ Έκκλησία. Δὲν ἔχουμε αὐτοσωτηρία, διότι ἔτσι πέφτουμε στὸν Προτεσταντισμό, ἀλλὰ ἔχουμε Χριστοσωτηρία, δηλαδὴ [55]

56 Ἐκκλησιοσωτηρία. Ὁ Χριστὸς σώζει. Ἡ Ἐκκλησία σώζει μὲ τὸ νὰ μεταδίδει σ ἐμᾶς τῆν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Χριστὸς ἐξέλεξε τοὺς Ἀποστόλους διὰ τὸ ἔργο Του. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὴν Πεντηκοστή, τὴν στιγμὴ τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας στὴν Γῆ, κατῆλθε στοὺς Ἀποστόλους καὶ ἐξ αὐτῶν γίνεται ἡ μετάδοση. Αὐτοὶ γίνονται οἱ φορεῖς Του, οἱ ἀγωγοί Του καὶ αὐτὸ συνεχίζεται ἕως τῆς σήμερον καὶ θὰ συνεχίζεται, ἐφ ὅσον τὸ θέλει ὁ Χριστὸς καὶ θὰ μεταδίδεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὲκ τῶν σημερινῶν καὶ αὐριανῶν Ἀποστόλων διαδόχων, ἐπισκόπων καὶ πρεσβυτέρων. Ἐκ τοῦ Ἰησοῦ ὁλοκάθαρα ἔχει τεθεῖ ἀνεξίτηλη ἡ σφραγίδα τῆς Ἀποστολικῆς αὐθεντίας καὶ ἡ Ἐκκλησία βιώνει μοναδικὰ τὴν ἀποστολικὴ διαδοχή, δηλαδὴ τὴν διαδοχικὴ ὕπαρξη τὼν ἀποστόλων στὴν ἱστορικὴ διάρκεια. Διαβάζουμε στὸ κατὰ Ἰωάννην (ιε 16): «Οὐχ ὑμεῖς μὲ ἐξελέξασθε, ἀλλ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς καὶ ἔθηκα ὑμᾶς, ἵνα ὑμεῖς ὑπάγητε καὶ καρπὸν φέρητε καὶ ὁ καρπὸς ὑμῶν μένῃ» Εἶναι λόγος τοῦ Χριστοῦ στοὺς Ἀποστόλους, ὁ ὁποῖος καταδεικνύει ὅτι ἡ Ἀποστολική, ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία ἕλκει τὴν θεία καὶ ἱερὰ καταγωγή της στὸν Ἰησοῦ, ὁ Ὁποῖος καὶ τοὺς ἐγκατέστησε στὸ ὑψηλό Του ἔργο τῆς μεταδόσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ἵνα καρπὸν φέρουν», ἵνα δηλ. ἐξαγιάζονται οἱ θέλοντες νὰ πιστεύουν καὶ νὰ ἀκολουθοῦν τὸν Χριστό. Στὸ μυστήριο τοῦ Ἀποστόλου, στὸ μυστήριο οὐσιαστικὰ τῆς ἱερωσύνης, κάθε ἱερὴ σύναξη ἀνυψώνεται καὶ μεταβάλλει τὴν ἀτμόσφαιρα σὲ πιστὸ ἀντίκτυπο ἐκείνου τῆς Πεντηκοστῆς. Ὑψίστη δωρεά! Κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μετάδοση στοὺς πιστούς. «Ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν Φώτων». Ἕνα ἀνθρώπινο σκῆνος, ἕνας ἀπόστολος, ἕνας ἱερωμένος, γίνεται ὑπηρέτης τῆς Θείας Οἰκονομίας, ὑπηρέτης τοῦ Μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ. Καὶ γίνεται γι αὐτοὺς ποὺ ἐπιζητοῦν καὶ θέλουν καὶ πρόκειται νὰ κληρονομήσουν τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μακάρι σ ὅλους μας ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας νὰ μὴ μᾶς συνεπαίρνει ὁ λογισμός μας, ἀλλὰ ταπεινὰ φρονοῦντες νὰ ζοῦμε καὶ νὰ τοποθετούμεθα ἐκκλησιολογικά. ΑΜΗΝ [56]

57 [57]

58 Η «ΚΑΡΔΙΑ»ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ (Παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου) Ἡ περίφημη παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου ἀποτελεὶ πολύτιμο καὶ ἀνεκτίμητο κεφάλαιο, γι αὐτὸ καὶ δίκαια ὀνομάσθηκε «καρδιὰ τοὺ Εὐαγγελίου». Ἡ ἱστορία σὲ ὅλους μας γνωστή. Ὑπάρχει ἕνας πατέρας μὲ τὴν οἰκογένειά του. Ἔχει μία περιουσία τὰ ἀγαθὰ τῆς ὁποίας γεύονται ἡ οἰκογένειά του καὶ οἱ μίσθιοί του. Εἶναι ὅμως καὶ ἕνας γιὸς ποὺ ἐπαναστατεῖ. Ἔχει δικαίωμα νὰ τὸ κάνει. Δὲν θέλει τὴν οἰκογενειακὴ θαλπωρή, τὴν οἰκογενειακὴ ἐπικοινωνία καὶ συνεργασία κὰι ζητᾶ τὴν ἀποκοπὴ ἀπὸ αὐτήν. Ὁ πατέρας τοῦ δίδει τὸ μερίδιό του κι ἐκεῖνος φεύγει γιὰ νὰ ζήσει τὴν ζωὴ ποὺ θέλει. Ὅμως, κάτι λείπει σ αὐτὸν καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀξιοποιήσει τὴν περιουσία του. Δὲν ἔχει πεῖρα ζωῆς. Δὲν ἔχει τὴν γνώση τῆς δουλειᾶς, δὲν ἔχει ὑπευθυνότητα στὶς ἐνέργειές του καὶ χρειάζεται κάποιος νὰ τὸν βοηθᾶ καὶ νὰ τὸν κατευθύνει. Τὸ πρόσωπο αὐτὸ εἶναι ὁ πατέρας του. Δὲν τὸν ἔχει ὅμως. Τὸν ἀρνήθηκε μὲ τὴν ἀπόφασή του νὰ φύγει. Μοιραία, λοιπόν, χάνεται ἡ περιουσία, σπαταλεῖται σὲ κάθε εἴδους ἀσωτία κι ἒπειδὴ πρέπει κάτι νὰ κάνει, βρίσκεται νὰ βόσκει χοίρους. Αὐτὸ εἶναι τὸ κατώτερο στάδιο ποὺ μποροῦσε νὰ φθάσει. Σ αὐτὸ τὸ ἔσχατο στάδιο βρίσκει τὸν χρόνο νὰ σκεφθεῖ, νὰ ἀναλογισθεῖ τὴν πορεία τῆς ζωῆς του. Νὰ καταλάβει ὅτι ἡ ζωὴ ποὺ εἶχε στὸν πατέρα του ἦταν ἡ ὀμορφότερη ποὺ εἶχε ποτὲ περάσει. Δὲν ὑπῆρξε ποτὲ καμμιὰ ὀμορφότερη. Πόσο θὰ ἤθελε νὰ εἶναι πάλι πίσω κι ἂς ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς μισθίους, τοὺς ὑπηρέτες τοῦ πατέρα του δηλαδή! Ἂς μεταφερθοῦμε στὴν σημερινὴ πορεία τοῦ ἀνθρώπου, ἂς ἀντιπαραθέσουμε τὴν περίπτωση καὶ ἂς δοῦμε κατὰ πόσον ἀποτελεῖ καίριο πρόβλημα. Ὅλος ὁ κόσμος εἴμαστε μία κοινωνία. Ἔχουμε κάποιον Δημιουργὸ καὶ Πατέρα καὶ κατευθυντή. [58]

59 Ὑπάρχουν τὰ ἀγαθὰ τῆς κοινωνίας, ὑλικὰ καὶ πνευματικά, ποὺ ὅλοι μποροῦμε νὰ γευόμαστε. Κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς ἀρνοῦνται τὴν κοινωνία. Παρακούουν τὸ θέλημα τοῦ Πατρὸς γιὰ ἀγάπη μὲ οὐσιαστικὴ πρόοδο, γιὰ σύσφιγξη τῶν σχέσεων τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους καὶ πρὸς τὸν Θεό. Ἔτσι, ἐπιλέγουν τὸν δρόμο τῆς ἀποσύνθεσης, τῆς ἀσωτίας, τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἰδιοτέλειας, τῆς προσωπικῆς τους ἰκανοποίησης κλείνοντας τὰ πάντα στὸν ἐγωκεντρισμό τους. Μποροῦν νὰ κάνουν μία τέτοια ἐπανάσταση. Μποροῦν γιατὶ εἶναι ἐλεύθεροι. Ὅμως, αὐτὸ εἶναι ὁ ὄλεθρος, ἡ καταστροφή. Αὐτὸ εἶναι ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ δρόμος γιὰ τὴν σωτηρία ὑπάρχει. Εἶναι γνωστὸς ἀπὸ τὸν ἄσωτο γιό, ὁ ὁποῖος μόλις σκέφτεται πὼς ὑπάρχει ὁ πατέρας ξεκινᾶ γιὰ νὰ ἐπιστρέψει καὶ νὰ τοῦ ζητήσει νὰ τὸν δεχθεῖ. Καὶ ὁ πατέρας τὸν δέχεται μέσα ἀπὸ συγκατάβαση καὶ ἀγάπη καὶ προστάζει νὰ γίνει χαρά, πανηγύρι, νὰ στρωθεῖ τραπέζι μὲ σιτευτὸ μοσχάρι, γιατὶ στὸ σπίτι του ἀπὸ κάποιον θάνατο ὑπῆρξε ἀνάσταση. Ὅλα φτιάχνουν μέσα ἀπὸ τὴν μακροθυμία ἀπὸ τὴν μιὰ καὶ τὴν μετάνοια ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ἄλλαγμα τῆς νόησης στοὺς ἄσωτους τῆς κοινωνίας μας κι ἒνῶ προχωροῦμε πρὸς τὴν καταστροφή, ἐπανερχόμαστε στὸν δρόμο ποὺ χάραξε ὁ Χριστὸς καὶ καλεῖ ὅλους νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε, γιὰ νὰ ἐπέλθει ἡ σωτηρία προσωπικὴ καὶ κοινωνική. Ἡ δύναμη τῆς ἁμαρτίας ἔχει ἀνοίξει ἕνα χάσμα κι ἔχει κόψει τὶς γέφυρες ἐπαφῆς στὶς σχέσεις μας μὲ τὸν Θεό. Μᾶς στοιχίζει μὲ ἄγχος καὶ ἀγωνία καὶ ἀτελείωτο πόνο. Τίποτα ἄλλο δὲν φταίει ἀπὸ τὴν σκέψη τοῦ ἀνθρώπου στὸ νὰ ὑψώσει μεγαλουργικὰ τὸν ἐγωκεντρισμό του καὶ νὰ καταπατήσει κάθε ἕνα ποὺ θὰ τὸν πειράξει. Ποῦ προχωροῦμε ἄραγε; Ἠθικὸς ξεπεσμός, πόλεμοι, ἐκμετάλλευση, πυρηνικοὶ ἐξοπλισμοί. Τὶ ζητᾶ ὁ Θεὸς; Νὰ σκεφθοῦμε ὅπως ὁ ἄσωτος, ἂν καὶ ἦταν στὸ κατώτερο στάδιο τῆς ἀσωτίας. Ἐπιστροφὴ πρὸς τὸν Πατέρα. Φωτισμὸ ἀπὸ πνεῦμα, ὄχι δαιμόνιο, ἀλλὰ θεϊκό, Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ δίνει τὴν Γνώση καὶ τὴν [59]

60 Σοφία τῆς μετάνοιας. Καὶ τότε χαρὰ μεγάλη στὸν Οὐρανό, χαρὰ μεγάλη σ ἐμᾶς ποὺ καθαροὶ θὰ ντυθοῦμε μὲ πορφύρα καὶ θὰ καθίσουμε στὸ στρογγυλὸ τραπέζι ὄχι γιὰ νὰ ἀποφασίσουμε μοιρασιὰ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ κοινωνήσουμε φιλίας καὶ ἀγάπης, πολιτισμοῦ κὰι ἀνθρωπιᾶς, προόδου καὶ δοξολογίας. Ὅμως, μεταξὺ τῶν ἀσώτων καὶ τοῦ Πατέρα τῆς κοινωνίας μας ὑπάρχουν καὶ κάποιοι πρεσβύτεροι ἀδελφοὶ ποὺ βρίσκονται τυπικὰ κοντὰ στὸν Πατέρα, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ εἶναι πολὺ μακριά Του. Κι ἐνῶ ἔχουμε τοὺς ἀσώτους νὰ σώζονται, ἔχουμε ἀπὸ τὴν ἄλλη τοὺς πρεσβύτερους νὰ ζηλεύουν, νὰ λυποῦνται γιὰ τὴν χαρὰ αὐτὴ καὶ νὰ μὴ θέλουν νὰ συμμετέχουν. Ἔχουν προσηλωθεῖ στὰ ἐξωτερικά. Στὸ νὰ κάνουν δηλαδὴ τυπικὰ κάποιο καθῆκον καὶ οὐσιαστικὰ νὰ χάνουν τὸ αἴσθημα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀδελφικότητας. Προσέχοντας συνεχῶς τὴν ἀσωτεία τοῦ ἀδελφοῦ του ὁ μεγαλύτερος ἀδελφὸς δὲν κατάλαβε τὴν δική του ἀσωτεία καὶ τὴν ἀνάγκη ἐπιστροφῆς του πρὸς τὸν πατέρα. Καὶ νὰ τὶ γίνεται στὴν κοινωνία μὲ κάποιους κοινωνικοὺς θεσμούς. Ὑπάρχουν γιὰ νὰ διευκολύνουν τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἀσώτων δῆθεν καὶ δὲν ἀνταποκρίνονται στὴν ἀποστολή τους. Ἔτσι, ἔχουμε τὴν οἰκογένεια ποὺ ὀφείλει νὰ βγάλει χρηστοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ οἱ μοντερνισμοὶ ἀπὸ τὴν μιὰ καὶ ἡ ἔλλειψη ἀγάπης ἀπ τὴν ἄλλη δίνουν ἀνθρώπους ἀνίκανους νὰ παραλάβουν τὴν σκυτάλη τῆς κοινωνίας. Ἢ μπορεῖ νὰ εἶναι οἱ κρατικοὶ θεσμοὶ ποὺ ἀντὶ γιὰ πρόοδο καὶ σωτηρία νὰ θεωροῦν τὸ Εὐαγγέλιο αἰσχύνη καὶ νὰ κινοῦνται μέσα στὴν ὑλιστικὴ ἀτομοκρατία. Ὁπότε τὸ ἐρώτημα εἶναι: Ποιὸς εἶναι στὴν οὐσία ὁ ἄσωτος; Αὐτὸς ποὺ καταλαβαίνει τὴν κατάστασή του καὶ ζητεῖ νὰ ἐπιστρέψει ἢ ἐκείνοι ποὺ ἀποτελοῦν οὐσιαστικὰ ἐμπόδια σ αὐτὴν τὴν ἐπιστροφή; Ἂν εἶναι κάτι ποὺ χρειάζεται πρώτιστα ἡ κοινωνία μας, εἶναι νὰ ξαναγίνουν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ - Πατέρα ὅλοι οἱ πρεσβύτεροι ἀδελφοί, γιὰ νὰ μποροῦν καὶ οἱ «ἄσωτοι» νὰ ἐπιστρέφουν. [60]

61 [61]

62 ΠΩΣ ΘΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ [62] «Τὶ ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;» (Λουκ. ιη 18) Μία ἐρώτηση ἑνὸς ἄρχοντα πρὸς τὸν Χριστό μας. Τὶ νὰ πράξω, γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή, τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Μία ἐρώτηση ποὺ ὅλους λίγο-πολὺ μᾶς ἔχει προβληματίσει στὴν προσπάθειά μας νὰ ἀναζητήσουμε τὸν Θεό. Κάτι πρέπει νὰ κάνουμε, κάπως πρέπει νὰ φερθοῦμε, μία ὁδὸ πρέπει νὰ ἀκολουθήσουμε, ποὺ θὰ μᾶς φέρει σὲ ἕνα ἄλλο στάδιο ζωῆς ποὺ νὰ εἶναι ἡ πραγματικὴ ζωὴ καὶ ποὺ βαθειὰ μέσα μας ψάχνουμε, ἀναζητοῦμε. Ποιὰ εἶναι ὅμως αὐτὴ ἡ πραγματικὴ ζωή, ἡ αἰώνια ζωή; Εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πῶς μποροῦμε ὅμως νὰ ἐννοήσουμε τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔτσι ποὺ νὰ τὴν τοποθετήσουμε σὲ κάποιο χῶρο μπροστά μας καὶ βάζοντάς την ὡς στόχο, νὰ πράξουμε τὰ ἀνάλογα ποὺ θὰ μᾶς μπάσουν μέσα στὸν χῶρο της; Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», μᾶς λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης (ιη 36). Δὲν εἶναι ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο. Δὲν εἶναι γήινη, δὲν εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, δὲν εἶναι καρπὸς τῆς θέλησής μας, ἡ ὁποία εἶναι φθαρτὴ καὶ ἁμαρτωλή. Γι αὐτὸ καὶ δὲν ταυτίζεται με κάποιον περιγραπτὸ χῶρο. Δὲν εἶναι μέγεθος στατικό. Βρίσκεται πάνω καὶ πέρα ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινο θεσμό, διότι εἶναι Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ Θεία καὶ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, δηλαδὴ Οὐράνια. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρίσκεται ἐκεῖ ποὺ γίνεται ἀπόλυτα δεκτὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ ποὺ βασιλεύει ὁ Θεὸς μὲ τὸν Λόγο καὶ τὸ θέλημά Του. Ἡ ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στὸν δυναμικὸ έκεῖνο χῶρο, ὅπου δοξάζεται ὁ Τριαδικὸς Θεὸς τὸν πολιτογραφεῖ στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Λέγει ὁ Χριστὸς κατ ἀρχὴν στὸν ἄρχοντα ποὺ θέλει νὰ μάθει τὶ θὰ κάνει γιὰ νὰ εἶναι μέσα στὴν αἰώνια ζωή: «Τήρησον

63 τὰς ἐντολάς» (Ματθ. ιθ 17), ἐννοώντας ὅλες τὶς ἐντολὲς ὅπως διατυπώθηκαν στὴν ἀποκάλυψή Του στὴν Ἁγία Γραφή. Μὴ μοιχεύσεις, μὴ φονεύσεις, μὴ κλέψεις, μὴ ψευδομαρτυρήσεις. Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. Τηρεῖ ὅμως ὁ ἄρχοντας τὶς ἐντολὲς ἀπὸ μικρός, ἀλλὰ αἰώνια ζωὴ δὲν βλέπει, βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν καταλαβαίνει. Διερωτᾶται, λοιπόν, κανείς. Οἱ ἐντολὲς ποὺ μᾶς ἔχει δώσει ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς κι ἐμεῖς τὶς ἐφαρμόζουμε δὲν μᾶς κάνουν μετόχους τῆς Βασιλείας Του; Τὶ συμβαίνει; Τὶ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὸ «ἐφαρμόζουμε ἐντολὲς Θεοῦ,» ποὺ μπαίνει ἐμπόδιο στὸν δυναμικὸ χῶρο τῆς συνεχοῦς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ; «Ἔτι ἕν σοι λείπει» (Λουκ. ι 22). Ἕνα πράγμα σoῦ λείπει ἀκόμα, λέγει ὁ Κύριος. Αὐτὸ ποὺ λείπει ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ σκοπὸς γιὰ τὸν ὁποῖο τὶς τηροῦμε, εἶναι ἡ πραγματική μας διάθεση, τὴν ὁποία ἔχουμε ὅταν δὲν μοιχεύουμε, δὲν κλέβουμε, δὲν ψευδομαρτυροῦμε κ.λπ. Ἂν ἐμεῖς πράττουμε τὶς ἐντολὲς καὶ θέλουμε τὴν δικαίωση, δικαίωση δὲν θὰ ἔρθει. Ἐὰν ὑψώνεται τὸ ἐγώ μας, ὁ φαρισαϊσμὸς τῆς προσωπικότητάς μας, δὲν θὰ κοινωνήσουμε τῆς Οὐράνιας Βασιλείας, γιατὶ δὲν ἐνδιαφερόμαστε νὰ ἐλεήσουμε, γιὰ νὰ τύχουμε τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ εἴμαστε καλοί στὰ μάτια τῶν ἄλλων. Ἐὰν τιμοῦμε τοὺς γονεῖς μας, γιὰ νὰ μᾶς ποῦν «μπράβο» οἱ γνωρίζοντές μας, ἔχουμε ἕνα μεγάλο ἠθικὸ γκρέμισμα, ποὺ ὄχι, δὲν μᾶς βάζει στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μᾶς ρίχνει σὲ μεγίστη πλάνη καὶ ὁ Δαίμονας εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κατευθύνει τὶς πράξεις μας. Τὸ ἴδιο μὲ τὴν νηστεία. Ἐδῶ παραγγέλνει ὁ Κύριος πὼς ὄχι μόνο δὲν πρέπει νὰ φαινόμαστε ὅτι νηστεύουμε, ἀλλὰ τὸν ἑαυτό μας τὸν καταβεβλημένο ἀπὸ τὴν νηστεία νὰ φτιάχνουμε ἔτσι ποὺ νὰ μὴ δημιουργεῖται καὶ ὑποψία περὶ τῆς καλῆς αὐτῆς πράξεώς μας. Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Τελώνη καὶ τὸν Φαρισαῖο. Ὁ μὲν Φαρισαῖος γύρευε πληρωμὴ γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ νόμου πρὸς τὸν Θεὸ κι Ἐκεῖνος δὲν τὸν δικαίωσε. Δὲν τὸν ἔκαμε μέτοχο τῆς Βασιλείας Του. Δὲν ἔφυγε ὁ Φαρισαῖος ἀπὸ τὸν Ναὸ λυτρωμένος, [63]

64 ἀναπαυμένος, κοινωνὸς τοῦ θελήματος τοῦ Κυρίου. Ὁ δὲ Τελώνης ἀφανέστατα σὲ μία γωνιὰ ζητεῖ ἔλεος καὶ κοινωνία Θεοῦ κι Ἐκεῖνος τὸν ἀγκαλιάζει βάζοντάς τον στὴν Βασιλεία Του. Θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ἀναφέρει τόσα ἄλλα πράγματα ποὺ λέγει ὁ Κύριος θέλοντας νὰ τονίσει τὸ ὁλοκληρωτικὸ δόσιμο τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό, τὴν βαθειὰ συναίσθηση στὴν τήρηση κάθε ἐντολῆς. Ὅταν ὑπάρχει αὐτό, δὲν ζεῖ κανεὶς γιὰ τὸν ἑαυτό του, ζεῖ μόνο γιὰ τὸν συνάνθρωπό του. Συνεχῶς προσφέρει πνευματικά, συμπαραστέκεται ἠθικά, ἀλλὰ καὶ δίνει ὑλικά. Δὲν μπορεῖ ἕνας πλούσιος νὰ εἶναι μέτοχος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἂν δὲν χειρισθεῖ καλὰ τὰ πλούτη του ἂν δὲν καταλάβει πὼς δὲν ἀνήκουν σ αὐτόν, διότι γυμνοὶ ἤρθαμε καὶ γυμνοὶ θὰ φύγουμε, ἂλλὰ ὅτι τοῦ ἔχουν δοθεῖ παρὰ Θεῷ, γιὰ νὰ εἶναι μία προσφορὰ πρὸς τὸν συνάνθρωπό του. Συνεχὴς καὶ ὁλοκληρωτικὴ προσφορὰ στὸν καθένα ποὺ ἔχει τὴν ἀνάγκη ἀγαθῶν. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἕνα καὶ σπουδαιότατο ποὺ λείπει ἀπὸ τὸν ἄρχοντα ποὺ ἔθεσε τὸ ἐρώτημα στὸν Χριστό. Μὲ ἀφορμὴ αὐτὸ τὸ περιστατικὸ τοῦ Εὐαγγελίου ἂς σκεφθοῦμε ποιὸ κοινωνικὸ ἢ πολιτικὸ σύστημα εἶναι ἐκεῖνο ποὺ θὰ ἐδραιωθεῖ στὴν Γῆ μας καὶ θὰ δώσει τὴν τελειότητα ποὺ δίνει τὸ μήνυμα τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς; Τηροῦμε τὶς ἐντολές, ἔχουμε βαθειὰ συναίσθηση στὴν τήρηση καθεμιᾶς ἀπὸ αὐτὲς ξεχωριστὰ καταρρίπτοντας τὸ ἐγώ μας καὶ γινόμαστε μία ἀναμμένη λαμπάδα ποὺ καῖμε γιὰ τὸν ἄλλο πρὸς Δόξαν τοῦ Θεοῦ. Τονίζεται ἰδιαίτερα ὁ πλούσιος ἐδῶ, γιατὶ ἔχει μεγάλη εὐκολία στὴν ζωὴ καὶ δύσκολα τὴν ἀπαρνιέται. Δὲν θὰ βρεθεῖ στὴν Βασιλεία του Θεοῦ, στὴν αἰώνια ζωή, ἂν δὲν δώσει τὰ ἀγαθά του σ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἀνάγκη. Αὐτὸ καὶ μόνο ἂν δὲν πράξει, γκρεμίζει ὅλη τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν ποὺ ἔχει κάνει. Ἂς προσέξουμε τὸ χαρακτηριστικότατο σημεῖο τῆς παρομοίωσης τοῦ Χριστοῦ: «Εὐκολότερο εἶναι νὰ περάσει ἡ κάμηλος (καραβόσχοινο) ἀπὸ τὴν τρύπα μιᾶς βελόνας παρὰ ὁ πλούσιος στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. ιθ 24). Ἐὰν λοιπὸν ξεχάσω τὸν ἑαυτό μου, κόψω τοὺς δεσμούς μου μὲ τὸ σπίτι, τὴν οἰκογένεια, ὄχι παρατώντας τους, ἀλλὰ βάζοντας [64]

65 πάνω ἀπ ὅλα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, θὰ ἔχω ἀπολαβὴ ὄχι μόνο στὴν μεταθανάτια ζωή, ἀλλὰ καὶ στὴν παροῦσα. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή, δὲν εἶναι μόνο πέρα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή, ἀλλὰ καὶ μέσα σ αὐτήν, προσωπικὰ καὶ βαθειὰ μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ καθενός μας, ποὺ εἶναι ἕνας ὁλόκληρος κόσμος. Αὐτὸς ὁ κόσμος ὁ προσωπικός, ἀλλὰ καὶ συνολικός, θὰ λυτρωθεῖ, θὰ φύγει ἀπὸ τὴν μοντέρνα ἀρρώστια τοῦ ἄγχους, τῶν ψυχικῶν διαταραχῶν ποὺ εἶναι δείγματα ὅτι εἴμαστε ἔξω ἀπὸ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, θὰ παύσει νὰ παίρνει ὑπνωτικὰ γιὰ νὰ ἡσυχάσει, διότι θὰ εἶναι μέσα στὴν ἡσυχία τοῦ Θεοῦ, μέσα στὴν γαλήνη, τὴν ἀνάπαυση ποὺ δίνει ἡ πρόγευση τῆς κοινωνίας μας μέσα στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ νόημα τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς λειτουργικῆς της ζωῆς, τῶν λατρευτικῶν συνάξεων, τῆς ἀγάπης τῶν μελῶν, τῆς Κοινωνίας τῆς Θείας Εὐχαριστίας: αὐταπάρνηση καὶ ὁλοκληρωτικὸ δόσιμο γιὰ νὰ βρεθοῦμε ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωὴ στὴν αἰώνια. Γένοιτο. [65]

66 Ἀνοίγει ἐνώπιόν μας δρόμον φωτεινὸν ὁ Κύριός μας, ὁ Χριστός. Μᾶς φέρνει ἐνώπιόν μας δρόμον εὐγενῆ, τέλειον, θεῖον. Τὸ γνώρισμά Του ὄχι ὁ ὑπολογισμός, μὰ ἡ ἀγάπη δίχως ἀξιώσεις, δίχως ἀπαίτηση κι ἀνταποδόσεις. Νὰ κάμνομε μὲ ἀγάπη τὸ καλό, μὲ ἄσβεστο προθυμία καλοσύνης. Ὄχι σὲ κύκλο μόνον, τὸν στενόν, σ ἀνθρώπους ποὺ μᾶς ἐξυπηρετοῦν, ἀλλὰ ἀνεξαιρέτως, σ ὅλους. Σ αὐτοὺς ποὺ δὲν μᾶς ἔκαναν ποτὲ καλόν, οὔτε καὶ εἰς τὸ μέλλον πρόκειται νὰ ἀνταποδώσουν. Κι ἀκόμη κάτι πιὸ ὑψηλόν. Ἀγάπη ποὺ περιλαμβάνει τοὺς ἐχθρούς μας. Αὐτοὺς ποὺ ἔκαμαν κακὸ σὲ μᾶς καὶ πάλι ἂν τοὺς δοθεῖ εὐκαιρία θὰ μᾶς βλάψουν. Αὐτὸς ὁ δρόμος μας ὁ χριστιανικός. Αὐτὸς μὲ μιὰ καρδιὰ γεμάτη. Ἅγ. Νεκτάριος, 05/01/2008 [66]

67 ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ Ὅσα ἀναφερθοῦν παρακάτω σχετικὰ μὲ τὴν προσευχὴ εἶναι πράγματα πολὺ ὑψηλὰ, ἀλλὰ πτωχὰ σὲ προσωπικὰ βιώματα. Ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει δεῖ τὸ θεῖο Φῶς, δὲν ἔχει ἴσως δικαίωμα νὰ διδάσκει τὰ θεῖα στοὺς ἄλλους. Ὅμως, θὰ γίνει προσπάθεια νὰ μεταφερθοῦμε σὲ ἐκείνους ποὺ βίωσαν, ἔγιναν πηγὲς Χάριτι Θεοῦ καὶ ἀνέβλυσαν, γιὰ νὰ δροσίσουν τὶς διψασμένες ψυχὲς τοῦ πεπτωκότος ἀνθρωπίνου γένους. Προσευχὴ εἶναι ἡ συνδιάλεξη τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Εἶναι ἡ συνομιλία μὲ τὸν Κύριο τῶν ὅλων. Ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος καταφέρει νὰ ἔχει συνομιλία μὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς κρατοῦντες τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας τῆς Γῆς, θεωρεῖται σπουδαῖος, προνομιοῦχος καὶ θαυμαστός. Τὶ νὰ ποῦμε γιὰ ἐκεῖνον ποὺ ἀξιώνεται νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἀνώτερος ἀσύγκριτα ἀπὸ κάθε ἕνα ποὺ φέρει ὁποιαδήποτε ἐξουσία τοῦ πρόσκαιρου τούτου κόσμου! Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ Κύριος τῶν Κυρίων καὶ ὁ Βασιλεὺς τῶν Βασιλευόντων. Τίποτε δὲν εἶναι τῆς προσευχῆς οὔτε ἴσο πρὸς αὐτήν. Κανένας, ὅση κοσμικὴ δόξα κι ἂν ἔχει, δὲν εἶναι τόσο λαμπρὸς ὅσο λαμπρὸς εἶναι ὁ προσευχόμενος ἄνθρωπος. Διότι λαμπρύνεται διὰ τῆς συνομιλίας του μὲ τὸν Θεό. Εἶναι ἐντυπωσιακὸ καὶ πολὺ τιμητικὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο νὰ ὑπάρχουν οἱ Οὐράνιες Δυνάμεις τῶν Σεραφεὶμ καὶ τῶν Χερουβεὶμ καὶ ὅλες οἱ ἄλλες Δυνάμεις καὶ ὁ ἀδύνατος ἄνθρωπος νὰ μπορεῖ μὲ πολὺ θάρρος νὰ ἐμφανισθεῖ πρὸ τοῦ Βασιλέως τῶν Δυνάμεων καὶ νὰ συνομιλεῖ μετ Αὐτοῦ. Δὲν εἶναι μόνο μεγάλη ἡ τιμή, ἀλλὰ καὶ ἡ ὠφέλεια εἶναι μεγίστη. Διότι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ὑψώνει τὰ χέρια του στὸν οὐρανὸ καὶ ἀρχίζει νὰ προσεύχεται, ἀπομακρύνεται ἀμέσως ἀπὸ τὰ έγκόσμια καὶ μεταφέρεται στὴν μέλλουσα ζωή. Ἔτσι, ἂν μέσα του βράζει θυμός, καταπραΰνεται. Ἂν καίει κάποια ἐπιθυμία κακή, σβήνεται. Ἂν τὸν λειώνει ὁ φθόνος, εὔκολα ἀποβάλλεται. Ὅπως, λοιπόν, ὅταν προβάλλουν οἱ ἀκτίνες τοῦ ἥλιου στὸν [67]

68 ὁρίζοντα, φεύγουν τὰ ἄγρια ζῶα καὶ μπαίνουν στὶς φωλιές τους, ἔτσι καὶ ἡ προσευχή, ὅταν προβάλλει ἀπὸ τὰ χείλη μας, ὅλα τὰ ἄλογα καὶ θηριώδη τῆς ψυχῆς πάθη τρέπονται σὲ φυγή, ἂν βέβαια προσευχόμαστε μὲ ζέση, προσοχὴ καὶ νηφαλιότητα. Καὶ ὄχι μόνο τὰ πάθη, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ὁ διάβολος, ἂν εἶναι παρών, ἀπομακρύνεται καὶ γίνεται ἄφαντος. Δὲν ὑπάρχουν μακαριότεροι ἄνθρωποι ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν πιάσει ἐπαφὴ μὲ τὸν Οὐράνιο Σταθμὸ καὶ εἶναι δικτυωμένοι μὲ εὐλάβεια μὲ τὸν Θεό. Ὅπως δὲν ὑπάρχουν πιὸ δυστυχισμένοι ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔκοψαν τὴν ἐπαφή τους μὲ τὸν Θεὸ καὶ γυρίζουν ζαλισμένοι τὸν κόσμο, γιὰ νὰ ξεχάσουν λίγο τὸ πολύ τους ἄγχος καὶ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας ποὺ ζοῦν μέσα τους. Τὰ μωρὰ εἶναι ἐξυπνότερα, διότι τρέχουν στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάννας τους καὶ θηλάζουν καὶ χορταίνουν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν στοργή, ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς μεγάλους ποὺ ἀποφεύγουμε τὴν ἔνωσή μας μὲ τὸν Θεὸ διὰ τῆς προσευχῆς, τὴν ὁποία θεωροῦμε ἀγγαρεία πολλὲς φορές. Μὲ τὴν προσευχὴ δίδουμε μία μάχαιρα στὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος πολεμᾶ καὶ νικᾶ γιὰ μᾶς. Δὲν λαμβάνουμε δὲ ὅ,τι ζητήσαμε μόνο, ἀλλὰ ὅ,τι ἄλλο καλό. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔταξε νὰ μᾶς κάνει κοινωνοὺς τῶν χαρίτων Του καὶ νὰ μᾶς δώσει τὸ Πνεῦμα Του, ἂν μὲ πίστη καὶ καρτερία τὸ ζητᾶμε. Διότι μᾶς λέγει στὸ κατὰ Λουκᾶ: «πόσῳ μᾶλλον ὁ Πατὴρ ὁ ἐξ Οὐρανοῦ δώσει Πνεῦμα Ἅγιον τοῖς αἰτοῦσιν Αὐτόν;» (Λουκ. ια 13). Λέγει ἐπίσης καὶ στὸ κατὰ Ματθαῖον: «Καὶ πάντα ὅσα ἂν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες λήψεσθε» (Ματθ. κα 22). Στὴν προσευχὴ βοηθοῦν πολὺ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ὕμνοι καὶ τὰ προσευχητάρια. Ὅμως, ὅταν προσευχόμαστε, διαπιστώνουμε πὼς ἡ προσοχή μας διασπᾶται καὶ διάφοροι λογισμοὶ ἀπασχολοῦν τὴν ψυχή. Ὅσο περισσότερο ἀγωνιζόμαστε νὰ συγκρατήσουμε τὸν νοῦ, τόσο καὶ ἡ προσευχὴ γίνεται περισσότερο καθαρή. Ἡ ψυχικὴ ἀτμόσφαιρα δὲν καθαρίζεται τελείως, ἂν δὲν ἀνάψει ἡ πνευματικὴ φλόγα. Αὐτὴ εἶναι δῶρο τῆς Θείας Χάριτος. Ὅταν ἀνάψει, τότε ἡ ἀκατάσχετη φλυαρία τῶν λογισμῶν σταματᾶ. Ἕως ἐδῶ φθάνει κανεὶς μὲ τὴν δική του [68]

69 προσπάθεια. Ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα ἡ Θεία Χάρις ἐπεμβαίνει περισσότερο δραστικά. Ὑπάρχουν δύο στάδια προσευχῆς. Στὸ πρῶτο ἡ ψυχὴ τὰ αἰσθάνεται καὶ τὰ διακρίνει ὅλα. Βλέπει γύρω της, νοιώθει τὴν κατάστασή της, κυβερνᾶ τὸν ἑαυτό της, μπορεῖ ἀκόμη καὶ νὰ διακόψει τὴν ἐπίσκεψη τῆς Χάριτος τοῦ πνεύματος τῆς προσευχῆς. Στὸ δεύτερο στάδιο, καθὼς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ ἰδιαίτερα ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, ἔχουμε μία ἐντελῶς διαφορετικὴ κατάσταση. Χαρακτηρίζεται σὰν ἔκσταση ἢ σὰν ἁρπαγή. Ἡ ψυχὴ μεθυσμένη ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη παύει νὰ αἰσθάνεται τὰ γήινα καὶ τὰ αἰσθητά. Ἀδυνατεῖ νὰ ἐλέγχει τὸν ἑαυτό της καὶ νὰ ἐπηρεάζει τὴν κατάσταση στὴν ὁποία βρίσκεται. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σ αὐτὴν τὴν κατάσταση «ἀνῆλθε ἕως τρίτου οὐρανοῦ» καὶ οἱ Ἅγιοι Προφῆτες σ αὐτὴν τὴν κατάσταση μετέφεραν τὶς βουλὲς τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, δὲν πρέπει ποτὲ νὰ προσευχόμαστε βιαστικά. Χρειάζεται νὰ ἔχουμε ἔντονη συμμετοχὴ τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Βασικὴ προϋπόθεση εἶναι ἡ μετάνοια. «Καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει» (Ψαλμ. ν ). Σὲ κάθε προσευχὴ πρέπει νὰ θυμόμαστε τὶς ἁμαρτίες στὶς ὁποῖες ἔχουμε πέσει. Κάθε ἀναφορὰ τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι πραγματικὴ προσευχή. Ἐὰν καθὼς ἐργαζόμαστε, ἐνθυμούμαστε τὸν Θεόν, αὐτὸ ἀποτελεῖ προσευχή. Ὁ Μ. Βασίλειος ὑποβάλλει τὸ ἐρώτημα: «Πῶς οἱ ἀπόστολοι μποροῦσαν νὰ προσεύχονται ἀδειάλειπτα»; Καὶ δίνει τὴν ἀπάντηση: «Σ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τους εἶχαν τὴν σκέψη τους στὸν Θεὸ καὶ ζοῦσαν διαρκῶς ἀφοσιωμένοι σ Αὐτόν. Αὐτὴ ἡ ἐσωτερική τους διάθεση ἀποτελοῦσε ἀδιάλειπτη προσευχή». Ἐμεῖς ποὺ ζοῦμε μέσα στὸν κόσμο πρέπει ἀφ ἑνὸς νὰ ἀπομακρύνουμε άπὸ τὴν καρδιά μας κάθε ἁμαρτωλὸ λογισμὸ καὶ ἀφ ἑτέρου νὰ ἀφιερώνουμε στὸν Θεὸ ὅλες μας τὶς δραστηριότητες. Αὐτὴ ἡ ἀναφορὰ στὸν Θεὸ μετατρέπει κάθε πράξη σὲ προσευχή. Ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅτι τὸ αἷμα τοῦ [69]

70 Ἄβελ βοᾶ πρὸς τὸν Θεό. Κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ τὰ ἔργα ποὺ ἀφιερώνονται στὸν Θεὸ βοοῦν πρὸς Αὐτόν. Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος στὸν «Περὶ Προσευχῆς» λόγον του λέγει ἕνα περίφημο ὁρισμὸ τῆς προσευχῆς: «Προσευχὴ ὡς πρὸς τὴν ποιότητά της εἶναι συνουσία καὶ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ὡς πρὸς τὴν ἐνέργειά της εἶναι: σύσταση καὶ διατήρηση τοῦ κόσμου συμφιλίωση μὲ τὸν Θεό μητέρα τῶν δακρύων συγχώρηση τῶν ἁμαρτημάτων γέφυρα ποὺ σώζει ἀπὸ τοὺς πειρασμούς τοῖχος ποὺ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὶς θλίψεις συντριβὴ τῶν πολέμων ἔργο τῶν Ἀγγέλων τροφὴ ὅλων τῶν Ἀσωμάτων ἡ μελλοντικὴ εὐφροσύνη ἐργασία ποὺ δὲν τελειώνει πηγὴ τῶν ἀρετῶν πρόξενος τῶν Χαρισμάτων ἀφανὴς πρόοδος - τροφὴ τῆς ψυχῆς φωτισμὸς τοῦ νοῦ πέλεκυς ποὺ κτυπᾶ τὴν ἀπόγνωση ἀπόδειξη τῆς ἐλπίδας διάλυση τῆς λύπης πλοῦτος τῶν μοναχῶν - θησαυρὸς τῶν ἡσυχαστῶν μείωση τοῦ θυμοῦ καθρέπτης τῆς πνευματικῆς προόδου ἀποκάλυψη μελλοντικῶν πραγμάτων σημάδι τῆς πνευματικῆς δόξας ποὺ ἔχει κανείς. Γιὰ νὰ μάθουμε νὰ προσευχόμαστε πρέπει νὰ ἔχουμε δικό μας κανόνα προσευχῆς. Πράγμα ποὺ σημαίνει πὼς καθορίζουμε κανονικὲς ὧρες γιὰ προσευχὴ καὶ ταυτόχρονη ἀνάγνωση συγκεκριμένων προσευχῶν. Ἡ κανονικότητα εἶναι πιὸ σημαντικὴ ἀπὸ τῶν ἀριθμὸ τῶν προσευχῶν. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι μερικὲς φορὲς ἡ καρδιά μας μοιάζει μὲ ἕνα τζάκι ποὺ δὲν ἔχει [70]

71 ἀνάψει γιὰ πολὺ καιρὸ καὶ πρέπει νὰ καοῦν πολλὰ ξύλα γιὰ νὰ ζεστάνει. Πολὺ βοηθάει γιὰ τὴν καθαρὴ προσευχὴ ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν κοσμικὸ θόρυβο καὶ ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ἀκόμη ἀνθρώπους καὶ ἂν εἶναι δυνατὸ νὰ εἶναι κανεὶς μόνος του. Διότι ὅταν εἶναι κανεὶς μόνος του, ἡ ψυχὴ κινεῖται ἄνετα καὶ ξεσπάει ἡ καρδιὰ στὸν Θεὸ μὲ εὐλάβεια καὶ σκάει σιγὰ-σιγὰ τὸ σκληρό της τσόφλι καὶ τὸ διώχνει καὶ μετὰ συγκινεῖται, ὄχι μόνο ὅταν σκέφτεται τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ ὅταν τὸ ὄνομά Του ἀκούσει. «Σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸ ταμιεῖον καὶ κλείσεις τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ» (Ματθ. ς 6-7). Ὁ Θεὸς ἀκούει τὶς προσευχὲς ὅλων. Ἀκούει τῶν ἁμαρτωλῶν ποὺ μετανοοῦν καὶ χαίρεται καὶ ἀκούει ἐπίσης καὶ τὶς προσευχὲς τῶν δικαίων. «Πολὺ ἰσχύει ἡ δέησις δικαίου ἐνεργουμένη» (Ἰακ. ε 16). Ἡ Π. Διαθήκη εἶναι γεμάτη ἀπὸ παραδείγματα προσευχῆς δικαίων ποὺ παρακάλεσαν τὸν Θεὸ καὶ εἰσακούσθηκαν γιὰ συγκεκριμένα περιστατικά. Ὁ προφήτης Ἠλίας «μὲ προσευχὴ παρεκάλεσε τὸν Θεὸ νὰ μὴ βρέξει καὶ δὲν ἔβρεξε γιὰ τρία χρόνια κι ἕξι μῆνες. Καὶ πάλι προσευχήθηκε καὶ ὁ οὐρανὸς ἔβρεξε καὶ ἡ γῆ ἔδωκε πλούσια τοὺς καρπούς της». Ὁ Ἐλισσαῖος ἀνέστησε τὸ παιδὶ τῆς Σωμανίτιδος μὲ προσευχή. Ὁ προφήτης Δανιὴλ μὲ προσευχὴ ἔφραξε τὰ στόματα τῶν λεόντων. Οἱ τρεῖς παῖδες μέσα στὴν κάμινο μὲ προσευχὴ ἔσβησαν τὴν δύναμη τῆς φωτιᾶς. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες συμφωνοῦν ὅτι μαζὶ μὲ τὴν προσευχὴ εἶναι ἀπαραίτητη καὶ ἡ προσοχή, δηλαδὴ ἡ Νήψη. Ὅπως ὅποιος γεννηθεῖ τυφλὸς δὲν βλέπει τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, ἔτσι καὶ ὅποιος δὲν περπατάει μὲ τὸ φῶς τῆς νήψεως δὲν βλέπει σ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο τὴν Θεϊκὴ Χάρη οὔτε καὶ μπορεῖ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ πονηρὰ καὶ μισητὰ ἔργα καὶ λόγια καὶ ἔγνοιες. Καὶ ὅπως εἶναι ἀδύνατη ἡ ζωὴ στὴν Γῆ χωρὶς τροφή, ἔτσι καὶ χωρὶς προφύλαξη, προσοχὴ καὶ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς δὲν μπορεῖ ἡ ψυχὴ νὰ ἀποκτήσει χαρίσματα πνευματικὰ καὶ νὰ ἀρέσει στὸν Θεό. [71]

72 Νήψη καὶ προσευχὴ ἀποτελοῦν τὰ βασικότερα θεμέλια κάθε πνευματικῆς οἰκοδομῆς. Νήψη καὶ προσευχὴ μποροῦν νὰ γίνουν τὸ γενικὸ στρατηγικὸ πλαίσιο τῆς πολεμικῆς τέχνης ὅλων τῶν Χριστιανῶν. «Ἐν οὐδενὶ ἄλλῳ ἡ σωτηρία ἡμῶν εἰ μὴ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Πράξ. δ 12). Τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ εἶναι λυτρωτικό, ὅταν τὸ προφέρουμε μὲ πόθο, συντριβή καὶ στεναγμὸ ἐσωτερικό. Ἂς προσευχόμαστε, λοιπόν, μὲ ἁπλότητα καὶ εἰρήνη. Ἤρεμα καὶ ἁπλά. Ὅπως πνέει καὶ ἡ αὔρα. Ὅπως ἀναπνέουμε. Ἂς συγκεντρώνουμε ὅλα μας τὰ αἰσθήματα, ὁλόκληρη τὴν θέλησή μας γύρω ἀπὸ τὸ ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ἂς ἀφήνουμε τὸ ὄνομά Του νὰ διεισδύει στὴν ψυχή μας διὰ τῆς μικρότερης ἀλλὰ ὁλόκληρης προσευχῆς: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους» «οὐ γάρ ἐστιν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς ἰσχυρότερον ὅπλον» (Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος). Δὲν μποροῦμε νὰ ὀνομαζόμαστε Χριστιανοί, ὅταν δὲν προσευχόμαστε συχνά. [72]

73 ΜΕΡΟΣ Β ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ [73]

74 Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ Πολλὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι μπαίνουν στὴν διαδικασία τῆς πραγματοποίησης ἑνὸς ταξιδίου. Ἀσφαλῶς ὅταν ταξιδεύουν, γνωρίζουν τὸν προορισμό τους. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶναι ἕνα πνευματικὸ ταξίδι μὲ προορισμὸ τὸ Πάσχα, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν. Ἡ σπουδαία αὐτὴ περίοδος τοῦ χριστιανικοῦ ὀρθοδόξου τυπικοῦ εἶναι ἐπίσης ἕνα σχολεῖο. Εἶναι ἕνα σχολεῖο μετανοίας. Κάθε Χριστιανὸς ἔχει καθῆκον νὰ μπαίνει κάθε χρόνο σὲ αὐτὸ τὸ σχολεῖο προκειμένου νὰ ἐμβαθύνει τὴν πίστη του, νὰ τὴν ἐπανεκτιμήσει καὶ νὰ ἀλλάξει τὴν ζωή του διὰ τῆς μετανοίας. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὁτι ἡ πρώτη λέξη τοῦ Χριστοῦ ἦταν «μετανοεῖτε»! Μετάνοια ἑπομένως εἶναι ἡ ἀρχὴ ἀλλὰ καὶ ἡ ἀτμόσφαιρα μέσα στὴν ὁποία βιώνεται ἡ χριστιανικὴ ζωή. Ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο λέγει: Διάλεξε τὸν στενὸ δρόμο, ἀγωνίσου καὶ ὑπόφερε, διότι μόνον αὐτὸς εἶναι ποὺ θὰ σὲ ὁδηγήσει στὴν μόνη καὶ ἀληθινὴ εὐτυχία. Ἂν ἡ Ἐκκλησία δὲν βοηθήσει, πῶς μποροῦμε νὰ κάνουμε αὐτὴν τὴν φοβερὴ ἐκλογή; Ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι μία ἐμφάνιση τῆς Ἐκκλησίας μὲ μία χείρα βοηθείας ποὺ ἁπλώνεται σ ἐμᾶς, ὥστε νὰ δεχθοῦμε τὸ Πάσχα, ὄχι σὰν μία ἁπλὴ εὐκαιρία νὰ φᾶμε, νὰ πιοῦμε, νὰ ἀναπαυτοῦμε, ἀλλὰ νὰ ἐννοήσουμε τὸ τέλος τῆς «παλαιᾶς» ζωῆς καὶ τὴν εἴσοδό μας στὴν «νέα». Μέσα στὴν Σαρακοστὴ καλεῖται ὁ κάθε ἕνας προσωπικὰ νὰ κάνει τὴν προσωπική του διάβαση. Καλούμαστε νὰ κάνουμε τὴν ἀργὴ ἀλλὰ ἐπίμονη προσπάθεια γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ στὸ βάπτισμά μας, κατὰ τὸ ὁποῖο ἀνεδύθημεν ἐκ τῆς κολυμβήθρας εἰς τὴν «καινήν» (νέα) ζωήν. Ἐπειδή, ἂν καὶ εἴμαστε βαπτισμένοι, [74]

75 ἐκεῖνο ποὺ συνεχῶς προδίδουμε καὶ χάνουμε εἶναι αὐτὸ ποὺ λάβαμε τὴν ὥρα τῆς βαπτίσεώς μας. Κάθε χρόνο ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ καὶ τὸ Πάσχα εἶναι μία ἀκόμη φορὰ ἡ ἀνακάλυψη καὶ ἡ συνειδητοποίηση ὅτι διὰ τοῦ βαπτίσματος περάσαμε ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν Ἀνάσταση. Μέσα, λοιπόν, στὴν χαρμολύπη τῆς Σαρακοστῆς βλέπουμε μακριά, ἴσως πολὺ μακριά, τὸν προορισμό. Αὐτὴ ἡ αἴσθηση τοῦ προορισμοῦ δίδει καὶ τὴν πρόγευση τῆς χαρᾶς τῆς Λαμπρῆς. Μπορεῖ νὰ περπατᾶμε σὲ νύχτα, ἀλλὰ μυστικὰ καὶ ἀκτινοβόλα, αὐγὴ φαίνεται νὰ λάμπει στὸν ὁρίζοντα. Ἔτσι, καταλαβαίνουμε ὅτι τὸ Πάσχα εἶναι κάτι πολὺ περισσότερο ἀπὸ μία γιορτή, πολὺ πέρα ἀπὸ μία ἐτήσια ἀνάμνηση ἑνὸς γεγονότος ποὺ πέρασε. Κάθε ἕνας ποὺ τὸ ζεῖ, τὸ ξέρει. Τὶ ξέρει; «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἄδου τὴν καθαίρεσιν ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν» (Καν. Ἀναστ.). [75]

76 ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ Ο ΛΟΓΟΣ Ἕνα πολὺ ὡραῖο θέμα ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς ἀπασχολήσει κατὰ τὴν ὡραία καὶ εὐλογημένη περίοδο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς εἶναι ὁ προβληματισμός μας ἐπὶ τῆς ψυχῆς. Ὁ Χριστὸς θυσιάστηκε, γιὰ νὰ σώσει τὶς ψυχές μας. Θυσία σταυρική. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλάσμα τοῦ Θεοῦ. «Χοῦν λαβὼν ἐκ τῆς γῆς», χῶμα παίρνοντας ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Ἂν τὰ πράγματα ἔμεναν ὡς ἐδῶ, ὁ ἄνθρωπος θὰ ἦταν ἕνα ἀντικείμενο, ἕνα πράγμα καὶ μόνον. Ἕνα χωματένιο πράγμα, ἄριστο βέβαια στὴν τεχνικὴ ὄψη. Ὅμως, ὁ Θεὸς προχώρησε. Ἐνεφύσησε σ αὐτὸν «πνοὴν ζῶσαν». Ἔχοντας αὐτὴν τὴν ζῶσα θεϊκὴ πνοὴ ὁ ἄνθρωπος παύει νὰ εἶναι ἁπλῶς νεκρὸ χῶμα, παύει νὰ εἶναι ἁπλῶς ἕνα πράγμα μὲ ὡραία καὶ ὑψηλὴ καλλιτεχνία καὶ ἀποκτᾶ πνεῦμα. Ἀποκτᾶ ὀντότητα, ὕπαρξη πνευματική, ζωὴ ἐκ τῆς πνοῆς. Διότι ἡ πνοὴ τοῦ ζῶντος Θεοῦ εἶναι ζῶσα ἀσφαλῶς πνοή. Εἶναι, θὰ λέγαμε, κομμάτι Θεοῦ. Καὶ ὁ Θεὸς εἶναι Πνεῦμα. Ἄρα καὶ ἡ πνοή Του εἶναι πνευματικὴ ὀντότητα. Τὸ πλάσμα-ἄνθρωπος, τὸ χῶμα- ἄνθρωπος ἔχει πιὰ πνοή. Ἡ πνοὴ ἔχει ζωή. Ἄρα πνεῦμα ποὺ ζεῖ. Ἡ ρίζα τῶν λέξεων «πνοὴ» καὶ «πνέω» εἶναι στὸ Πνεῦμα. Τὸ Πνεῦμα πνεῖ. Τὸ Πνεῦμα πνέει. Πνεῦμα, λοιπόν, ὁ Θεός, πνεῦμα ἐκ τὴς πνοῆς Του καὶ στὸν ἄνθρωπο. Ἐὰν εἴχαμε στὸν ἄνθρωπο ἐκ τῆς «ζώσης πνοῆς» μόνο τὸ «ζῶσα», αὐτὸ θὰ ἐσήμαινε ὅτι ὁ ἄνθρωπος θὰ εἶχε μόνο ζωή. Δηλαδὴ θὰ ἦταν ζῶο ὅπως ὅλα τὰ ζωντανά. Ἔχει ὅμως ζῶσα πνοὴ ἐκ τοῦ Πνεύματος, ἄρα ἔχει ζωὴ μὲ πνεῦμα. Τὸ πνεῦμα τὸ ξέρουμε ἐπίσης καὶ ὡς ψυχή. Ἡ λέξη «ψύχω» ἐκ τῆς ὁποίας προέρχεται ἡ ψυχὴ σημαίνει δύο πράγματα: α) ψύχω = ζωοποιῶ, ἐξ οὗ καὶ ἡ ζωὴ καὶ β) ψύχω = φυσῶ, ἐξ οὗ [76]

77 πνεῦμα. 2 Ἄρα ὅταν λέμε ψυχή συμπεριλαμβάνονται καὶ τὸ ζῶσα καὶ τὸ πνοὴ καὶ τὸ ζωὴ καὶ τὸ πνεῦμα. Λέγει ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὰ «Δογματικὰ ἔπη» περὶ ψυχῆς: «Ἡ ψυχὴ εἶναι πνοὴ τοῦ Θεοῦ καὶ δέχθηκε σύντροφό της ὅ,τι ἔδωσε ὁ Θεὸς νὰ τὴν συντροφεύει», δηλαδὴ τὸ σῶμα. Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς λέγει ἐπίσης ἕνα ὁρισμὸ περὶ τῆς ψυχῆς: «Ψυχὴ εἶναι οὐσία ζῶσα, ἁπλή, ἀσώματη, ἀόρατη κατὰ τὴν φύση στὰ σωματικά μας μάτια, λογικὴ καὶ νοερή, ἀσχημάτιστη. Ἐνῶ χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο τὸ σῶμα καὶ παρέχει ζωὴ καὶ αὔξηση καὶ αἴσθηση καὶ γέννηση, χωρὶς νὰ ἔχει ἀλλοῦ νοῦ στὴν περιοχή της, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἴδια καθαρή, αὐτεξούσια, θελητική, ἐνεργητική, τρεπτή, δηλαδὴ ἐθελότρεπτη εἶναι καὶ κτιστή, ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ τὰ ἔχει πάρει κατὰ φύσιν ἀπὸ τὸν Δημιουργό της, ἀπ ὅπου πῆρε τὸ εἶναι κατὰ φύσιν» ( Ἔκδοσις ἀκριβὴς Ὀρθ. Πίστεως). Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, ἀπροκάλυπτα μποροῦμε νὰ ὁμολογοῦμε ὅτι εἶναι σῶμα καὶ ψυχή. Δὲν τὰ λέγει ὅλα αὐτὰ μόνο ἡ Δογματικὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν τὰ λέγει μόνο ἡ Ἁγία Γραφή. Τὸ παρατηροῦν ὅλα τὰ θρησκεύματα καὶ ὅλα τὰ φιλοσοφικὰ ἐρευνήματα καὶ τὸ δηλώνουν μὲ τὸν δικό τους τρόπο. Ὅλα λέγουν ὅτι στὸν ἄνθρωπο ἔχουμε ὕπαρξη πνευματικῆς οὐσίας. Ἔχουν δὲ καὶ μία πολὺ ὡραία παρατήρηση: Τὸ σῶμα συνίσταται ἐκ τῶν κυττάρων. Στὰ κύτταρα παρατηρεῖται μία ἀέναος καύση καὶ ἀνανέωση. Παρ ὅλη αὐτὴ τὴν σωματική μας ἀλλοίωση, καύση καὶ θρέψη τὸ ἐγώ μας μένει ἀναλλοίωτο. Ἡ ψυχή μας ἀνάλυση καὶ σύνθεση δὲν γνωρίζει. Ἀγαπᾶ ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο ὡς πλάσμα Του καὶ τὸ ἀγαπᾶ περισσότερο ὡς πνοὴ ζῶσά Του. Ἀγαπᾶ καὶ ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεὸ ὡς Δημιουργό του καὶ τὸν ἀναζητᾶ ὡς βρέφος τὴν μητέρα του, 2 Μέγα Ἐτυμολογικόν, Ἄννας Νοταρᾶ [77]

78 τῆς ὁποίας εἶναι σπλάγχνο. Ἡ ἰσχυρότερη ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι αὐτὴ ἡ πρὸς τὸν Θεό. Στὸν χῶρο τῆς καρδιᾶς τὸ συναίσθημα ποὺ καταλαμβάνει τὸν μεγαλύτερο χῶρο εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, ἀκόμη καὶ τότε ποὺ δὲν Τὸν γνωρίζει ἢ Τὸν διώκει. Ἡ δὲ λέξη ἄνθρωπος σημαίνει ἄνω θρώσκω, δηλ. τὰ ἄνω, τὰ θεϊκὰ κοιτάζω καὶ πρὸς αὐτὰ θέλω νὰ πορεύομαι. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρισκόταν ἐντὸς τοῦ Παραδείσου, ἡ ψυχή του ἐνατένιζε τὸν Θεό. Ὅμως, μετὰ τὴν πτώση ἔχασε τὴν θέα τοῦ πνευματικοῦ κόσμου, διότι ἔκλεισε ὁ Παράδεισος καὶ ἔχασε τὴν θέα τοῦ Δημιουργοῦ. Βρέθηκε στὸ σκοτάδι τὸ ἐκ τῆς ἀπομακρύνσεως ἐκ τοῦ Θεοῦ στὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ψυχή, ἁμαρτωλὴ οὖσα, εἶναι μὴ βλέπουσα. Εὑρισκόμενη στὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου σύρει τὸ σῶμα, σὲ ὅποια κατεύθυνση βρίσκεται. Καὶ τότε, ὅταν βρισκόταν ἐντὸς τοῦ Παραδείσου, καὶ τώρα ἐκτὸς τοῦ Παραδείσου. Ἀποτελεὶ τὴν προσωπικότητα αὐτὴ καθ ἑαυτὴν τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ψυχὴ ἀντιλαμβάνεται καὶ νοεῖ τὰ ἑαυτῆς καὶ τὰ περὶ ἑαυτῆς. Μεταχειρίζεται τὰ σωματικὰ αἰσθητήρια καὶ φέρει ἀπ ἔξω γνώσεις καὶ παραστάσεις, τὰ ἐναποθέτει δὲ στὸ ταμεῖο τῆς μνήμης, τὸ ὁποῖο τὸ ἔχει ὡς ἕνα θησαυροφυλάκιο. Ὅποτε δέ, θέλει νὰ κάμει χρήση, ἀνακαλεῖ τὶς εἰκόνες καὶ τὶς γνώσεις. Ἄλλοτε συγκρίνει, συναρμόζει, συνθέτει καὶ παράγει νέα διανοήματα. Ἄλλοτε στολίζει τὶς γνώσεις αὐτὲς καὶ τὶς εἰκόνες μὲ τὴν φαντασία καὶ δημιουργεῖ τὰ καλλιτεχνήματα τῆς Ἀρχιτεκτονικῆς, τῆς Ζωγραφικῆς, τῆς Γλυπτικῆς, τῆς Ποιήσεως ἢ τῆς Μουσικῆς. Ἡ ψυχὴ δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὸν ὑλικὸ κόσμο. Δὲν ἔχει καμμία συγγένεια. Δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ κάποιοι ἐπιστημονικὰ σκεπτόμενοι θέλουν νὰ ὁρίσουν. Δηλαδὴ ἐνέργεια τοῦ αἵματος, τῶν νεύρων, τοῦ ἐγκεφάλου, τῆς σαρκὸς γενικά. Εἶναι πνοὴ οὐράνια, μονάδα νοερή, εἶναι εἰκόνα τῆς Τριλαμποῦς Θεότητος. [78]

79 Ἐντὸς τοῦ Παραδείσου, ὅταν ὁ Ἀδὰμ ἦταν ἀκόμη μόνο στὸ σῶμα «νωπός», προσέβλεπε στοὺς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι διέσχιζαν ἀστραπηδὸν τὸ στερέωμα καὶ εἶχε τὸν πόθο να κινεῖται ὅπως αὐτοί. Κάποια στιγμὴ εἶδε ὅτι μποροῦσε καὶ αὐτὸς νὰ κάνει τὸ ἴδιο καὶ νόμισε ὅτι τὸν μετέφεραν τὰ Χερουβείμ, ἀλλὰ τὰ Χερουβεὶμ τὸν πληροφόρησαν ὅτι ο Θεῖος Πλάστης ἔβαλε ἐντὸς αὐτοῦ ἕναν ἄγγελο τῆς αὐτῆς οὐσίας μὲ τοὺς ἄλλους ἀγγέλους. Εἶναι ἡ πνευματικὴ ψυχή. Αὐτή, ἂν καὶ ἐντὸς τῆς ὕλης δεσμευμένη, τὸν βοηθοῦσε νὰ ἐνεργεῖ ὡς καὶ οἱ ἄγγελοι. Δὲν ἔχει ἐμπόδιο τὴν ἀπόσταση. Ὄχι μόνο νοεῖ καὶ κρίνει, ὄχι μόνο θυμᾶται καὶ φαντάζεται, ἀλλὰ καὶ αἰσθάνεται. Ἡ ψυχὴ προσκολλᾶται καὶ ἀγαπᾶ, ζητεῖ τὴν εὐτυχία της καὶ τὴν εὐτυχία τῶν ὁμοίων της. Ἀπὸ ἐδῶ ἀναφύεται ὡς κοινωνικότητα ἡ φιλία, ἡ συμπάθεια, ἡ λύπη, τὸ φίλτρο τοῦ ἔρωτος καὶ τῆς συζυγίας, τῆς εὐσέβειας, τῆς πατρότητος, τῆς ἀδελφότητος. Ὑποφέρει μακρὰν τοῦ Θεοῦ μὴ βλέπουσα τὸ ἄκτιστον θεῖο Φῶς καὶ ἀνέρχεται, γιὰ νὰ Τὸν λατρεύσει, νὰ Τὸν δοξολογήσει, νὰ Τὸν κηρύξει, νὰ Τὸν ποθήσει ἕως τῆς ἑνώσεως μαζί Του πάσῃ θυσίᾳ. Ὅλα αὐτὰ τὰ πράττει ἡ ψυχὴ αὐτοπροαίρετα. Ἐλεύθερα ἐκλέγουσα τὸν δρόμο της, ὄχι σὰν μηχάνημα ἑτεροκίνητο ἢ σὰν ζῶο κινούμενο ἀπὸ ἔνστικτο. Ἐπιλέγει τὸν Θεὸ ἢ Τὸν ἀπορρίπτει. Ἡ ψυχὴ κινεῖται πάντα ἐμπρός. Ἔχει τὴν δύναμη τῆς προόδου, τῆς ἐφευρεύσεως. Γι αὐτὸ ὁλοένα ἀνακαλύπτει, ὑποτάσσει τοὺς φυσικοὺς νόμους καὶ δημιουργεῖ ὅλα αὐτὰ τὰ θαυμαστὰ τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας. Ἐκτὸς ὅλων τῶν ἀνωτέρω ὑπερκοσμίων ἰδιοτήτων, μὲ τὶς ὁποῖες ἔχει προικισθεῖ ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸν Θεό, ἔχει καὶ τὴν ἀθανασία. Γιὰ τὸν λόγο ὅτι εἶναι πνοὴ ζῶσα τοῦ Πλαστουργοῦ ἔχει τρία χαρακτηριστικά: «Ἀσύνθετος, μονοειδὴς καὶ ἀεικίνητος». Δηλαδὴ δὲν μπορεῖς νὰ τὴν ἀποσυνθέσεις καὶ νὰ τὴν [79]

80 φθείρεις. Δὲν μπορεῖς νὰ τὴν μοιράσεις στὰ δύο. Δὲν μπορεῖς νὰ τὴν ὑποβάλεις σὲ μία στάση. Ἂς λάβουμε ὑπ ὄψιν μας ὁλόκληρη τὴν Γῆ, τὰ κράτη, τοὺς θρόνους, τὶς πόλεις, τὰ χρήματα, τὰ κοσμήματα, τὰ κειμήλια, τὸν ἥλιο, τὰ ἄστρα, τοὺς γαλαξίες. Ὅλα ὑπόκεινται στὴν φθορά, παλαιώνουν καὶ θὰ ἔλθει ἡ μέρα νὰ ἐκλείψουν. Δύο παραμένουν ἄθικτα καὶ αἰώνια. Ὁ Θεὸς καὶ ἡ κάθε ψυχή, ἡ ὁποία εἶναι εἰκόνα Θεοῦ, πνοὴ Θεοῦ. Γι αὐτὸ καὶ ἡ μία ψυχὴ εἶναι πολυτιμότερη ὅλου τοῦ κόσμου. Ἔχει τὴν ἀθανασία. Ὁ Χριστὸς εὑρισκόμενος στὸν κόσμο ὡς Μεσσίας καὶ Θεάνθρωπος ποτὲ δὲν παρέταξε συλλογισμοὺς καὶ ἀποδείξεις περὶ τῆς ὑπάρξεως τῆς ψυχῆς. Γι Αὐτὸν ἡ ὕπαρξη τῆς ψυχῆς στὸν ἄνθρωπο εἶναι ἕνα ἀξίωμα ἀνεπίδεκτο συζητήσεως. Ποτὲ δὲν σπατάλησε λόγους ποὺ νὰ πιστοποιοῦν τὴν ἄυλη ψυχή. Ἀντιθέτως μιλοῦσε πάντα γιὰ τὴν ὑπεροχή της καὶ τὴν ἀξία της: «Τὶ δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μαρκ. η 37). «Τὶ γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσει τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθεῖ τὴν ψυχὴν αυτόῦ;» (Μαρκ. η 36). Ὁ Ἅγ. Νεκτάριος σὲ μία μελέτη του ἐπὶ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου λέγει χαρακτηριστικά: «Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὂν λογικόν, ἀνώτερον τοῦ ὑλικοῦ κόσμου καὶ ἑπομένως ὂν πνευματικόν, φέρον ἐν ἑαυτῷ δύναμιν ἑτέραν τῆς ὕλης, διότι ἡ ὕλη δὲν δύναται νὰ εἶναι καὶ πνεῦμα, εἶναι ἄρα ὂν λογικὸν καὶ πνευματικὸν καὶ ἔχει ψυχὴν λογικήν». «Ἡ λογικὴ ψυχὴ ἡ ἐν τῷ ἀνθρώπῳ εἶναι ἡ ἐξυψοῦσα αὐτὸν καὶ ἀναδεικνύουσα ἡγεμόνα καὶ κυριάρχην, ἐπὶ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου». 3 Καταλαβαίνουμε ὅλοι μας μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὶ ἀξία ἔχουμε. Καταλαβαίνουμε ὅτι ἔχουμε ψυχὴ ἐνοικοῦσα στὸ σῶμα μας, τὸ 3 Ἁγ. Νεκταρίου, Ἅπαντα, Τόμ. Α, σελ [80]

81 ὁποῖο κινεῖται ἀναλόγως μὲ τὸ πῶς ἡ ψυχή μας τὸ ἐπιλέγει ὅτι ἡ ψυχή μας ἀξίζει περισσότερο ἀπ ὅλο τὸν κόσμο. Ἕνας ἄνθρωπος καὶ μόνο εἶναι κυριότερος ὅλου τοῦ κόσμου, ὁ δὲ κόσμος ὑποδεέστερος. Πῶς μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε κακὸ ἢ νὰ πράττουμε κακὸ σὲ μία ψυχή; Ἡ ἀξία τῆς ψυχῆς ἀνεκτίμητη, ἄρα καὶ τὸ ὅποιο κακὸ κάνουμε σὲ μία ψυχὴ εἶναι ἀνυπολόγιστο. Οἱ σκέψεις αὐτὲς μᾶς κάνουν νὰ συνειδητοποιοῦμε ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ συμπεριφορά μας γιὰ κάθε ἄνθρωπο, ἐφ ὅσον εἶναι ψυχοσωματικὸ ὄν ἐφ ὅσον εἶναι εἰκόνα τοῦ Ζῶντος Θεοῦ. Τὶ ἔκανε ὁ Χριστὸς γιὰ τὸ φθαρτὸ ἀριστούργημά Του; Ἐπώλησε τρόπον τινὰ τὸν ἑαυτόν Του, γιὰ νὰ ἐξαγοράσει τὸν ἄνθρωπο. Μὲ τὸ Αἷμα Του ἐζωογόνησε τὴν καχεκτικὴ ψυχή. Διότι ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου ἐκ τοῦ Παραδείσου ἔκανε τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου νὰ ὁδεύει πρὸς τὸ κακὸ ἀντὶ πρὸς τὸν Θεόν. Ἀπέκτησε ροπὴ, ὅπως λέμε, πρὸς τὸ κακό. Ἂν παρατηρήσουμε τὴν Α Πέτρου ἐπιστολή, βλέπουμε τὸν Πέτρο νὰ βοᾶ πρὸς τοὺς μαθητές του: «Οὐ φθαρτοῖς, ἀργυρίῳ ἢ χρυσίῳ ἐλυτρώθητε ἐκ τῆς ματαίας ὑμῶν ἀναστροφῆς πατροπαραδότου, ἀλλὰ τιμίῳ αἵματι ὡς ἀμνοῦ ἀμώμου καὶ ἀσπίλου Χριστοῦ» (Α Πέτρ. α 18). Μᾶς δείχνει ὁ Πέτρος τὴν ἀφοσίωση τοῦ Τεχνίτου πρὸς τὸ έργόχειρό Του τὴν θεϊκὴ στοργὴ πρὸς τὴν εἰκόνα Του, ἡ ὁποία ἦταν θαμμένη κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια. Μᾶς δείχνει τὴν μεγάλη συγκατάβαση τοῦ Ἀπείρου Θεοῦ, γιὰ νὰ δείξει ὅτι ἄπειρη ἀξία ἔχει καὶ ἡ ψυχή. Καὶ συνεχίζει ὁ Ἀπ. Πέτρος: «Τὰς ψυχὰς ὑμῶν ἠγνικότες ἐν τῇ ὑπακοῇ τῆς ἀληθείας, διὰ Πνεύματος εἰς φιλαδελφίαν ἀνυπόκριτον» (Α Πέτρ. α 22). Σκοπός μας πρέπει νὰ εἶναι ὁ ἐξαγνισμὸς τῆς ψυχῆς. Πῶς; Μὲ τὴν ὑπακοὴ στὴν Ἀλήθεια καὶ τὴν ἀγάπη σὲ κάθε μία ἄλλη ψυχὴ συνανθρώπου. Τὸ ἀμύθητο τίμημα γιὰ τὴν ἐξαγορὰ τῆς ψυχῆς εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός. Εἶναι [81]

82 τραγικὸ νὰ πωλοῦμε τὴν ψυχή μας στὰ φρύγανα τοῦ κόσμου τούτου, ὅταν ὁ Χριστὸς μία ψυχὴ τὴν τοποθετεῖ τόσο ψηλὰ ὅσο τὸν ἑαυτό Του. Εἶναι σημαντικὸ νὰ ξεκαθαρίσουμε ὅτι ὅταν ἡ ψυχὴ βρεθεῖ κοντὰ στὸν Δημιουργό Της, ἔχει τὴν ὑγεία της. Σὲ ἄλλους δρόμους εἶναι χαμένη καὶ ἄρρωστη. Στὰ χρόνια μας ἔχουν πολλὴ διάδοση οἱ ἐπιστῆμες τῆς Ψυχολογίας καὶ τῆς Ψυχιατρικῆς. Καὶ οἱ δύο αὐτὲς ἐπιστῆμες δὲν ἔχουν ἕνα ὁρισμὸ περὶ ψυχῆς. Ἡ Ψυχιατρικὴ ὁμολογεῖ ὅτι ἡ ὀνομασία της εἶναι ὅρος ἀτυχής, διότι προσδιορίζει τὴν ἔρευνά της στὸ νευρικὸ σύστημα ἢ σὲ ἀρρωστημένο ἐγκέφαλο, ἄρα ἀσχολεῖται μὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ σῶμα. Δὲν προσπαθεῖ κὰν νὰ μπεῖ σὲ ἄλλους χώρους, ἐννοοῦμε πνευματικούς, διότι δὲν τοὺς ξέρει. Ἡ Ψυχολογία πάλι παρατηρεῖ συμπεριφορές. Π.χ. ἕνα παιδὶ εἶναι νευρικὸ στὸ σχολεῖο, διότι οἱ γονεῖς χώρισαν. Εἶναι μία παρατήρηση τοῦ πῶς έκφέρεται ἡ ψυχή. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ μετὰ κάθε ψυχολόγος ἀκολουθεῖ μία μεθοδολογία προσωπικὴ καὶ προτείνονται λύσεις κοσμικῶν τοποθετήσεων καὶ προτάσεων. Ἡ ψυχὴ ἐπιφανειακὰ ἀνακουφίζεται καὶ οὐσιαστικὰ δὲν λυτρώνεται. Ἢ ἐνῶ βρίσκεται στὸ ἕνα πρόβλημα, γιὰ νὰ τὸ ἀποδιώξει, ἐπιλέγει ἕνα ἄλλο ζήτημα, μὲ τὸ ὁποῖο προσωρινὰ ξεδίδει, ὡς λέμε, καὶ σὲ λίγο θὰ ἔχουν ἐμφανισθεῖ καὶ τὰ δύο ὡς προβλήματα ὑπαρκτὰ στὴν ψυχὴ μὲ πίεση καὶ θλίψη. Στὴν Ἐκκλησία μας, ἡ ὁποία λέγεται καὶ θεραπευτήριο τῶν ψυχῶν μὲ τὴν κυριολεξία τοῦ ὅρου, ἔχουμε τὴν Ποιμαντικὴ Ψυχολογία. Εἶναι τὸ πλησίασμα τῆς Ἐκκλησίας μὲ ὅλους τοὺς τρόπους διαποίμανσης: Λατρεία Θεοῦ, Μυστήρια, προσευχή, κοινωνικὲς σχέσεις αλλὰ πνευματικές, ἀδελφικές, κυρίως δὲ ἡ ποιμαντικὴ θεραπευτικὴ διὰ τῆς Ἐξομολογήσεως. Ἐδῶ ὑπάρχουν τρεῖς βοήθειες: [82]

83 Πρῶτον, ἡ ψυχολογικὴ ἐκτόνωση καὶ τὸ ἄδειασμα τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου. Διότι λέγονται ὅσα ὑπάρχουν καὶ ἔχουμε. Ἄρα βγαίνουν ἀπὸ μέσα καὶ ἐξωτερικεύονται, διασκορποῦνται. Δὲν εἶναι μέσα πιά, πάνω στὴν ψυχὴ καὶ νὰ τὴν βασανίζουν. Ὅσο δὲ καλύτερα ὁμολογοῦνται, μὲ εἰλικρίνεια, εὐθύνη, ταπείνωση, καὶ τίποτα σὲ ἀπόκρυψη, τόσο καλύτερα. Δεύτερον, ἡ ἀνθρώπινη συμπαράσταση, κατανόηση, ποτὲ ἔλεγχος καὶ κρίση ἐκ τοῦ Πνευματικοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι πατέρας καὶ ἀδελφός. Τηρεῖ δὲ πλήρη σεβασμὸ καὶ ἐχεμύθεια σὲ κάθε ἀνθρώπινη ψυχὴ ὡς προσωπικό της θέμα. Δίδει ἐπίσης τὴν συμβουλή του ὡς ἄνθρωπος, πάντα μέσα στὰ πλαίσια τῆς Ἐκκλησιολογικῆς τοποθετήσεως. Καὶ τρίτον, ἔρχεται ὁ Θεὸς πάνω ἀπ ὅλα μὲ τὴν Θεία Χάρη Του, ἡ ὁποία «τὰ ἀσθενῆ θεραπεύει καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῖ». Σβήνει τὴν ἁμαρτία, ἀναγεννᾶ τὴν ψυχή, ἀνασυγκροτεῖ τὶς δυνάμεις της καὶ ἀναλόγως μὲ τὴν μετάνοια, δίδει θεραπεία. Ἡ ψυχὴ ἐλευθερώνεται, χαίρεται, κινεῖται ἄνετα, ξεθολώνει. Λέγει ὁ Ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς γιὰ τὶς κινήσεις τῆς ψυχῆς: Εἶναι οἱ ὁριζόντιες καὶ ἡ κάθετη. Στὶς ὁριζόντιες κινήσεις ἡ ψυχὴ κινεῖται σὲ ἐγκόσμιες ὑποθέσεις. Ἀπὸ αὐτὲς ἄλλες ἔχουν ἁμαρτία, ἄλλες δὲν ἔχουν. Αὐτὲς ποὺ ἔχουν ἁμαρτία συνθλίβουν τὴν ψυχή. Τὴν ταράζουν, τὴν σκοτίζουν, τὴν παραμορφώνουν. Αὐτὲς ποὺ δὲν ἔχουν ἁμαρτία ὡς ἕνα σημεῖο δὲν ἐνοχλοῦν. Ὅταν περάσεις τὸ σημεῖο-ὅριο, διαφορετικὸ σὲ κάθε ψυχή, ἀρχίζει ἡ κούραση, ἡ πίεση, ἡ στεναχώρια. Ἡ κάθετη κίνηση εἶναι αὐτὴ πρὸς τὸν Θεό. Αὐτὴ ἡ κίνηση θεραπεύει τὴν ψυχὴ οὐσιαστικά. Εἶναι κίνηση ἀπέραντη, διότι ἀπέραντος εἶναι ὁ Θεός. Περιέχει στάσεις, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἔκσταση, ποὺ σημαίνει στάση μέσα στὸν Θεό. Κινεῖται ἀπὸ δόξαν εἰς δόξαν ἢ σταματᾶ ἔχοντας τὴν ἀνέκφραστη ἀπόλαυση τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ. [83]

84 Νὰ σκεφθοῦμε ὅτι ἡ ἀνθρώπινη ψυχοθεραπευτικὴ κάνει στὴν ψυχὴ ὁριζόντιες κινήσεις καὶ προσπαθεῖ μὲ αὐτὲς νὰ δώσει λύσεις στὴν ψυχὴ καὶ θεραπεία. Εἶναι πράγματι διαφυγὴ ἀπὸ τὴν μία ὁριζόντια κίνηση καὶ τοποθέτηση τῆς ψυχῆς σὲ μία ἄλλη καὶ τελικὰ ὅλες μαζὶ ὑπάρχουν καὶ καταβάλλουν τὴν ψυχή. Μέσα στὴν Ἐκκλησία δίδεται ἡ κάθετη κίνηση τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ἡ μόνη θεραπευτική. Ἡ νηπτικὴ Θεολογία μᾶς ἐντοπὶζει δύο δυνάμεις ποὺ ἔχει φυτεύσει ὁ Θεὸς στὴν ψυχή. Ἡ μία δύναμη εἶναι ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ ἄλλη ὁ θυμός. Μὲ τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀναζητεῖ τὸν Θεὸ καὶ νὰ πορεύεται συνεχῶς πρὸς Αὐτὸν θέλοντας νὰ ἐνωθεῖ μαζί Του. Μὲ τὸν θυμὸ δὲ νὰ ἀντιστέκεται στὸν διάβολο καὶ τὴν ἁμαρτία μὲ σθένος, μὲ δύναμη καὶ ἀποφασιστικὸ τρόπο. Ἡ διαστρέβλωση αὐτῶν τῶν δύο δυνάμεων, ἡ κακὴ χρήση των, ἐπιφέρουν τὴν ἀσθένεια στὴν ψυχὴ καὶ σαφῶς τὴν ἀπομάκρυνση άπὸ τὸν Θεό. Ἀνατρέπεται ἡ ὀμαλὴ λειτουργία της καὶ δημιουργοῦνται τὰ πάθη. Πάθη εἶναι οἱ ἁμαρτωλὲς καταστάσεις τῆς ψυχῆς ποὺ ἐνεργοποιοῦνται, ὅταν πράττονται ἁμαρτίες. Ἀντιθέτως, ἀπάθεια εἶναι ἡ ἀποστροφὴ ἀπὸ τὰ πονηρὰ καὶ ἡ ἐπιστροφὴ πρὸς τὰ καλά. Βιώνεται ὡς ἔνθεο πάθος. Εἶναι ἡ ἀγάπη ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καὶ ἰσχύος (Λουκ. ις 27). Γιὰ νὰ τηρηθεῖ αὐτό, ἀσφαλῶς δὲν πρέπει ἡ ψυχὴ νὰ εἶναι διασκορπισμένη στὰ αἰσθητά. Χρειάζεται δηλαδὴ ἡ ἀρετὴ τῆς ταπείνωσης, ὅπου ὁ ἄνθρωπος παύεται ἐκ τῶν δικαιωμάτων του, ἐλευθερώνεται ἡ ψυχὴ καὶ καρποφορεῖ πνευματικά. Στὴν κατάσταση αὐτὴ οἱ προσβολὲς τοῦ πονηροῦ ὄχι μόνο δὲν εὐδοκιμοῦν, ἀλλὰ ἐξουδετερώνονται παντελῶς καὶ ἀφανίζονται τὰ πάθη καὶ ἀφθονεῖ ἡ καρποφορία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ψυχὴ εὑρύνεται, ἀγκαλιάζει τὸν κόσμο ὅλο, διότι ἐνώνεται μὲ τὸν Θεό. Εἶναι ὅλη Χάρη καὶ ὑγεία ἀληθινή. Καὶ βέβαια αὐτὴ ἡ πνευματικὴ ὑγεία τῆς ψυχῆς μεταφέρεται καὶ στὸ σῶμα. Διότι τὸ [84]

85 σῶμα μετέχει στὴν ἀνακαινιστικὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Λέγει ὁ Ἀββᾶς Θαλάσσιος: «Ἡ τῆς ψυχῆς (ὑγεία), κάθαρσις παθῶν ἐστι ἀπαλλαγή» καὶ «ψυχή ἐστι (ὑγιής), καθαρὰ ἡ τὸν Θεὸν ἀγαπῶσα». Ἂς κλείσουμε τὸ κεφάλαιο αὐτὸ περὶ τῆς ψυχῆς μὲ ἕνα ἁπλὸ λόγο: Προσοχὴ στὴν ψυχή μας! Ἂς εἶναι ἐκεῖ στραμμένο τὸ ἐνδιαφέρον μας. Δὲν πρέπει κάτι ἄλλο νὰ εἶναι πιὸ πολύτιμο ἀπὸ αὐτήν. Χρειάζεται σπουδὴ καὶ ἐκγρήγορση. Ὑπάρχουν γύρω μας ὑλικὸς καὶ ἀκανθώδης βίος, κρημνοὶ καὶ βόρβορος, ἄτοπα τοῦ αἰῶνος τούτου. Ἔχουμε Χριστὸν Σωτήρα! Καὶ οἱ ψυχὲς ποὺ ὁδηγοῦνται ἀπὸ Αὐτὸν σώζονται, διότι βρίσκονται στὰ Οὐράνια. «Ἄγονται αἱ ἁγίαι ψυχαὶ καὶ ὁδηγοῦνται ὑπὸ τοῦ ἡνιοχοῦντος Πνεύματος τοῦ Χριστοῦ ἐν οὐρανίοις λογισμοῖς» «Ἐν τούτοις ἐστὶν ἡ αἰώνιος ζωὴ της ψυχῆς» (Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος). [85]

86 Τρέχε γιὰ τὸν Θεόν! Ἐκεῖ ὁ στόχος, ἡ πορεία. Τρέχε γιὰ τὸν Χριστόν! Αὐτὸς ἡ σωτηρία. Νὰ μὴ σὲ μέλλει γιὰ τοὺς ἄλλους. Ἂν ὀνειδίζουν κι ἂν συκοφαντοῦν. Ἐὰν ὑβρίζουν κι ἀτιμάζουν τὸ ὄνομά σου ἀπὸ παντοῦ. Καὶ ἂν ὅλη ἡ Κτίση ἀσχολεῖται μετὰ σοῦ καὶ λέγει λόγια ἐναντίον. Νὰ μὴ σὲ μέλλει, βλέπε τὸν Χριστὸν καὶ πῶς Αὐτὸς θὰ σὲ βαθμολογήσει. Τὶ λόγο λέγει Αὐτὸς γιὰ σὲ καὶ ποῦ σὲ κατατάσσει. Αὐτὴν τὴν θέση πού χει Αὐτὸς γιὰ σέ, πρόσεξε νὰ πετύχεις. Αἰώνια νὰ ζήσεις. Ἅγ. Γεράσιμος, 02/06/2008 [86]

87 ΝΗΣΤΕΙΑ ΕΝΑΣ ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΟΣ ΘΕΣΜΟΣ Ἡ περίοδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι μία περίοδος μετανοίας, ἐντονότερης προσευχῆς, μὲ περισσότερες Ἀκολουθίες, μία περίοδος πένθους καὶ νηστείας, γιὰ νὰ δεχθοῦμε στὴν συνέχεια τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ μας. Ἂς στρέψουμε λίγο τὴν προσοχή μας πάνω στὸ θέμα τῆς νηστείας. Ἂς ξεκινήσουμε ἀναφερόμενοι στὸ γεγονὸς ὅτι κανένας θεσμὸς δὲν ἔχει τόσο παρεξηγηθεῖ ἀπὸ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο, ὁσο ὁ θεσμὸς τῆς νηστείας. Εἶναι πολλοὶ ποὺ τὸν θεωροῦν ξεπερασμένο καὶ ἀποκαλοῦν «σκοταδιστὲς» ἐκείνους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ αὐτὸν. Ὅμως: Τίποτα δὲν ὑπηρετεῖ καλύτερα τὸν ἄνθρωπο ὡς ψυχοσωματικὴ ὀντότητα ὅσο ἡ νηστεία. Συντελεῖ στὴν ὑγεία καὶ τὴν μακροζωία τοῦ ἀνθρώπου. Ἂν ποῦμε στὸν σημερινὸ ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος διακρίνεται γιὰ τὸ ὑπερκριτικὸ καὶ ὠφελιμιστικὸ πνεῦμα του ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἴσως δὲν τὸν πείσουμε. Κι ὅμως εἶναι, ἀφοῦ ἀναφέρεται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ στὴν Καινῆ Διαθήκη. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς νήστεψε σαράντα ἡμέρες στὴν ἔρημο, Τὸν άκολούθησαν οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Συζητήθηκε δὲ καὶ στὶς Συνόδους τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖες καὶ τὴν θέσπισαν. Ὁ Χριστὸς λέγει στὸ Εὐαγγέλιό Του: «Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Ματθ. ιζ 21), ἀναφερόμενος στὸν διάβολο. «Ὅταν νηστεύητε μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί» (ὅ.π. ς 16). Ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας λέγει: «Νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, οὐράνια χαρίσματα λαβών». Ὁ Μέγας Βασίλειος στὰ Ἀσκητικά του ἀναφέρει: «Ἐγκράτεια γαστρὸς ἀρίστη ἡ ἑκάστῳ μετρουμένη πρὸς τὴν τοῦ σώματος δύναμιν». Εἶναι ἄριστη ἡ ἐγκράτεια τῆς κοιλιᾶς μας, [87]

88 λέγει, ἡ ὁποία ἔχει ἀνάλογο ἀντίκτυπο στὴν ὑγεία μας. Καὶ πλῆθος ἄλλων γραφικῶν καὶ πατερικῶν χωρίων θὰ μπορούσαμε νὰ ἀναφέρουμε, γιὰ νὰ τεκμηριώσουμε τὸν θεσμὸ τῆς νηστείας. Ἀλλὰ ἂς μείνουμε σ αὐτά. Ἡ κατάκτηση τῆς ἀρετῆς εἶναι κυρίως θέμα αὐτοκυριαρχίας γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα τὸν σημερινό, ποὺ γέμισε μὲ ἀπολαύσεις καὶ εὐκολίες τὴν ζωή του. Γιὰ νὰ νικήσει κανεὶς τὸ κακὸ πρέπει πρῶτα τὸν ἑαυτό του νὰ νικήσει. Ὁ πιὸ σίγουρος δρόμος γιὰ νὰ φθάσουμε στὴν αὐτοκυριαρχία εἶναι τῆς νηστείας ὁ ἀνήφορος. Ἀπὸ τὴν τροφὴ θὰ ἀρχίσει κανείς, ἀπὸ τὴν γευστικὴ ἀπόλαυση, γιὰ νὰ προχωρήσει σὲ ἄλλα ὑψηλότερα καὶ μεγαλύτερα. Ἡ νηστεία γίνεται χειρουργικὸ νυστέρι στὰ χέρια τοῦ Χριστιανοῦ ποὺ μὲ αὐτὸ κόβει καὶ πετᾶ κάθε κακία ἀπὸ τὴν καρδιά του. Καὶ βέβαια, γιὰ νὰ ἔχει τοῦτα τὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα στὴν ψυχὴ ἡ νηστεία, πρέπει νὰ μὴ μείνει μόνο στὸ φαγητό. Πρέπει νὰ ἔχει χριστιανικὸ βάθος καὶ πλάτος. Λέγει πάλι ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία εἶναι μεγάλος θησαυρός, ἐπαναλαμβάνοντας λόγια τοῦ Μ. Βασιλείου: «Ἀληθῶς νηστεία ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους καὶ ἐπιορκίας». Δὲν εἶναι μία τέτοια νηστεία καταναγκασμός. Εἶναι ἐλεύθερη ἐκλογὴ καὶ γίνεται μὲ εὐχαρίστηση. Ὅσοι ἔχουν σωματικὴ ἀσθένεια, μποροῦν νὰ ἀθετήσουν τὴν νηστεία τροφῆς, ὅμως δὲν πρέπει νὰ ἀθετήσουν ποτὲ τὴν νηστεία θυμοῦ, ψεύδους, καταλαλιᾶς, ἐπιορκίας, ἐγκράτειας γλώσσης καὶ γενικῶς ὅλων ἐκείνων ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὸν θυμὸ καὶ τὴν ἐπιθυμία [88]

89 Η ΚΥΡΑ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ [89]

90 ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ Μία ὀνομασία ποὺ δίδουμε στὴν Μ. Τεσσαρακοστὴ εἶναι «στάδιο τῶν ἀρετῶν». Εἶναι ἕνα στάδιο στὸ ὁποῖο καλούμαστε νὰ ἀγωνιστοῦμε ἀθλούμενοι, μὲ συγκεκριμένες ἐπιτυχίες καὶ στόχους, νὰ ἀποκτήσουμε ἀρετές. Ἂν π.χ. εἶμαι ἐπιρρεπὴς στὸ ψέμα, καλοῦμαι νὰ ἀγωνιστῶ, ἐλέγχοντας τὸν ἑαυτό μου καὶ παρατηρώντας τον μὲ προσοχὴ νὰ τοῦ ἐπιβάλλω τὴν ἀλήθεια. Γιὰ νὰ στεφθεῖ ὁ ἀγώνας μὲ ἐπιτυχία, χρειάζονται οἱ δικές μου δυνάμεις (ἔστω ἡ συγκατάθεση) καὶ ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὁ ἀγώνας αὐτὸς εἶναι μεγάλος καὶ χρειάζεται ἀποφασιστικότητα καὶ γενναιότητα. Μετὰ ὅμως ἀπὸ προσπάθεια πολλὴ ἔρχεται ἡ κατάκτηση τῆς ἀρετῆς. Ὅταν κατακτήσουμε τὶς ἀρετές, ζοῦμε ἐνάρετα, εἰρηνεύουμε καὶ ἀναπαυόμαστε. Ὅμως, ὑπάρχει μία ἀρετὴ, ἡ ὁποία δὲν θέλει κόπο μόνο μέχρι νὰ τὴν ἀποκτήσεις, ἀλλὰ θέλει κόπο μέχρι τὴν τελευταία μας ἀναπνοή. Μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς μας. Αὐτὴ ἡ μεγάλη ἀρετὴ εἶναι ἡ ΠΡΟΣΕΥΧΗ. Εἶναι μακάριος ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος πέτυχε τὴν ἀδιάσπαστη, ἀδιάλειπτη, καθαρή, μέχρι τὴν ὥρα τῆς ἀναχώρησής του ἐκ τοῦ κόσμου τούτου προσευχή. Διότι ἡ καθαρὴ προσευχὴ εἶναι ἡ μυστικὴ ἕνωση τοῦ πήλινου πλάσματος μὲ τὸν Ποιητὴ Οὐρανοῦ καὶ Γῆς. Ἡ Μ. Τεσσαρακοστὴ εἶναι μία εὐκαιρία. Μία εὐκαιρία ὥστε νὰ ἀναζητήσουμε στὸν ἑαυτό μας τὶ προσευχὴ κάνει, πόσο καὶ πῶς προσεύχεται. Ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὡς μοναχὸς τοῦ Ἁγ. Ὄρους εἰς τοῦτο ἐβίαζε περισσότερο τὸν ἑαυτόν του μένων κατὰ μόνας: Στὴν προσευχή. Διότι στὸ τέλος καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὴ ἐπιμονὴ καὶ κόπο χρόνου ἀρκετοῦ, τοῦ ἔδωσε τὴν ἐμπειρία τῆς ἑνώσεώς του [90]

91 μὲ τὸν Θεό. Ἀργότερα, ὅταν ἀνέλαβε Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἰδιαίτερη βαρύτητα ἔδιδε στὴν διαδασκαλία τῶν Χριστιανῶν περὶ τῆς προσευχῆς. Μάλιστα δὲ τοὺς διέδωσε τὸ ἱερὸ κομβοσχοίνιο καὶ τοὺς προέτρεπε στὸ νὰ ἀγωνίζονται σὲ αὐτὴν τὴν μεγάλη ἀρετὴ λέγοντας τὴν μικρότερη ἀλλὰ ὁλόκληρη εὐχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό». Καὶ πράγματι οἱ Χριστιανοὶ τότε τῆς Θεσσαλονίκης, τὸ ποίμνιό του, προσεύχονταν κάνοντας χρήση τοῦ κομβοσχοινίου λέγοντας τὴν εὐχή. Πολὺ μισεῖ ὁ διάβολος τὴν προσευχή. Διὰ τοῦτο, ὅπου τὴν δεῖ νὰ ἀρχίζει, ἀμέσως, μὰ ἀμέσως, ζητεῖ τρόπους νὰ τὴν σταματήσει. Τὸν ἐνοχλεῖ ἀφάνταστα ὁ διάλογος τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Γι αὐτὸ κάθε προσευχόμενος ἔχει διάσπαση τοῦ νοῦ. Δηλαδὴ ἐνῶ ὁ νοῦς διὰ τῆς προσευχῆς ἀνάγεται νοερῶς στὸν Τριαδικὸ Θεὸ ἢ στὴν Παναγία μας ἢ στοὺς Ἀγγέλους καὶ Ἁγίους, γιὰ νὰ πρεσβεύσουν περὶ τῆς σωτηρίας μας, πάραυτα διὰ τοῦ διαβόλου διασπᾶται καὶ ἀνατρέχει σὲ ἄλλες σκέψεις ἀπὸ ἁμαρτωλὲς ἕως τὶς πλέον φυσικὲς καὶ ἀγαθές. Μάλιστα δε, ὅταν ὁ νοῦς ἀνατρέχει στὶς καλὲς σκέψεις, δικαιολογοῦμε τὸν ἑαυτό μας ὅτι καλῶς πράττει καὶ ἔχει χρέος νὰ τὶς ἔχει αὐτὲς τὶς σκέψεις. Ὅμως, δὲν εἶναι τῆς ὥρας καὶ γι αυτό, ἐὰν θέλουμε να συνεχίσουμε τὴν προσευχή - καὶ πρέπει νὰ θέλουμε - χρειάζεται ἐπίπονος ἀγώνας ὥστε ὁ νοῦς νὰ βρεθεῖ κολλημένος στὸν Θεό. «Ὁ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι μετ Αὐτοῦ». Τὸ πνεῦμα δηλαδὴ τὸ δικό μας στὴν προσευχὴ πρέπει νὰ εἶναι κολλημένο στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τὰ δύο Πνεύματα νὰ ἐνωθοῦν καὶ νὰ γίνουν ἕνα. Τοῦτο ὄντως ἔχει πολλὴ δυσκολία ἐκ τῶν πολλῶν πειρασμῶν, οἱ ὁποῖοι διεγείρονται καὶ ζητοῦν νὰ ἀποφέρουν τὸ σταμάτημα. Πάντως ἐὰν γρηγορήσουμε, ὁ διάβολος ἀπομακρύνεται. Γι αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς λέγει: «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ [91]

92 εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν. Τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής» (Ματθ. κς 41). Ὁ προσευχόμενος κρατεῖ τὸν πειρασμὸ, θὰ λέγαμε, σὲ ἀπόσταση καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ νὰ πλησιάζει, ὥστε νὰ φέρει σύγχυση καὶ άναστάτωση. Εἶναι ὄντως μεγίστη ἡ προσπάθεια γιὰ τὴν περισυλλογὴ τῆς προσευχῆς, ὅσο μεγίστη εἶναι καὶ ἡ ὠφέλεια ἐκ τῆς συγκέντρωσης τοῦ νοῦ στὸν Θεό. Ὅσο ἐπιχειρεῖ κανεὶς αὐτὴν τὴν προσπάθεια, τόσο ἀντιλαμβάνεται καὶ ποιοὶ εἶναι οἱ πειρασμοί. Τοὺς διακρίνει καλὰ καὶ ξέρει στὴν συνέχεια ποῦ ὁδηγοῦν καὶ τὶ θὰ έπιφέρουν. Ἀντιλαμβάνεται ἐπὶ πλέον ποιὲς εἶναι οἱ ἀδυναμίες ποὺ ἔχει ὡς ἄνθρωπος, ποῦ εἶναι δηλαδὴ τρωτὸς καὶ εὐάλωτος, ὅπου καὶ εὔκολα οἱ πειρασμοὶ μποροῦν νὰ πειράξουν καὶ νὰ εἰσχωρήσουν. Χρειάζεται ἔνθεος ζῆλος καὶ ἔρωτας, ὁ ὁποῖος ὅταν δυναμώνει ὁδηγεῖ τὸν ἐραστὴ νὰ ἐπιθυμεῖ τὰ Οὐράνια στὸν ὑπέρτατο βαθμὸ καὶ κάνει τὴν καρδιά του νὰ φλέγεται προκειμένου νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν ἀγαπημένο Θεό. Αὐτὸ κατακαίει σὰν φρύγανα τοὺς πειρασμούς, οἱ ὁποῖοι ὅσο ἰσχυροὶ κι ἂν εἶναι, δὲν μποροῦν νὰ εἰσχωρήσουν. Ὅσο φυσικοὶ κι ἀπαραίτητοι τάχα παρουσιάζονται, γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴν παρουσία τους, δὲν ἔχουν δύναμη νὰ τεκμηριώσουν τὶς σοφιστεῖες τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀπέρχονται, διότι δὲν ἀντέχουν. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ ὡραία αὐτὴ κατάσταση τοῦ προσευχομένου, τὸ νὰ κινεῖται δηλαδὴ ἀπερίσκεπτα ὁ ἀνθρώπινος νοῦς μέσα στὴν Χάρη, προϋποθέτει βία. Δὲν ἀγαποῦμε τὸν Θεό. Χρειάζεται βία γιὰ νὰ Τὸν ἀντιληφθοῦμε καὶ πάλι βία νὰ ὠθήσουμε τὸν νοῦ μας, καθὼς κι ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή μας πρὸς τὸ νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Θεό. Γι αὐτὸ λέγει ὁ Χριστὸς ὅτι «οἱ βιασταὶ ἁρπάζουσιν τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. ια 12). Ὅταν «ἁρπάξεις» τὸν Θεό, «ἁρπάζεις» ἀσφαλῶς τὴν Βασιλεία Του καὶ τὴν κληρονομεῖς. [92]

93 Εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ διαπράττει ἁμαρτίες καὶ στὴν συνεχεια νὰ ἔχει τὴν δύναμη νὰ προσεύχεται; Ὅπου ὑπάρχει ἡ ἁμαρτία, ὑπάρχει ἀσφαλῶς καὶ ὁ διάβολος. Ὑπάρχει κι ἕνα μεσότοιχο μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ Θεοῦ. Μόλις ἀρχίσει μία τέτοια προσευχή, ὁ διάβολος ὡς ἐξουσίαν ἔχων ἐκ τῆς ἁμαρτίας εὔκολα εἰσέρχεται καὶ δημιουργεῖ ἐμπόδια. Τὸ σημεῖο τῆς ὕπαρξής μας, τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς, τὸ ὁποῖο ἁμαρτάνει, τὸ ἐξουσιάζει. Τὸ κινεῖ αὐτὸς κατὰ πῶς τοῦ ἀρέσει καὶ ἀφ ἑνὸς ἐμποδίζει τὴν προσευχή, ἡ ὁποία καὶ ἂν γίνει, γίνεται μὲ ταχύτητα, ὥστε νὰ τελειώσει γρήγορα καὶ μὲ πολλοὺς περισπασμοὺς καὶ ἀφ ἑτέρου ὁδηγεῖ τὰ πράγματα στὴν ἐπανάληψη τῆς ἁμαρτίας. Ἔτσι, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐξομολόγηση μὲ θάρρος, εἰλικρίνεια, εὐθύτητα καὶ καθαρότητα ὥστε ὅσο καθαρότεροι εἴμαστε ἐκ τῆς συγχωρήσεως τοῦ Θεοῦ, τόσο εὐκολότερα ἔχουμε τὴν δύναμη καὶ δυνατότητα νὰ προσευχόμαστε. Δὲν ἔχει δηλαδὴ σημεῖα ὁ διάβολος στὰ ὁποῖα νὰ ἔχει κυριότητα παρὰ τὸ ὅτι δὲν σταματᾶ οὔτως ἢ ἄλλως τὰ πειράγματά του προκειμένου νὰ κερδίσει ἔδαφος στὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ ἐξουσιάζει ἐκμεταλλευόμενος πάντα τὸν χαρακτήρα μας καὶ τὶς ἀδυναμίες μας. Ὡς ἄνθρωποι εἶναι γεγονὸς ὅτι ἔχουμε ἁμαρτωλότητα. Ἀκόμη καὶ τότε ποὺ θὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸ ἐξομολογητήριο καὶ ἔχουμε ὁμολογήσει τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ἔχουμε πάρει ἄφεση. Ἡ ἁμαρτωλότητα αὐτὴ εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν πεπτωκυῖα φύση μας. Εἴμαστε ἐκτὸς Παραδείσου. Ὑπάρχει μία παρὰ φύσιν κατάσταση στὸν ἑαυτό μας, δηλαδὴ ἡ ροπὴ πρὸς τὸ κακό. Τὸ ζήτημα πάντα εἶναι πῶς θὰ ἔλθουμε στὴν φυσική μας κατάσταση, στὴν πνευματικὴ δηλαδὴ ἐκείνη θέση νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ τὸν Θεό. [93]

94 Οἱ Ἅγιοι εἶναι νικητὲς τῆς ἁμαρτίας, ἐξολοθρευτὲς τῆς ἁμαρτωλότητος, ἑνωμένοι μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἑπομένως ἀδιαλείπτως καὶ ἀπερισπάστως προσευχόμενοι καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ φυσικὴ κατάσταση. Δὲν ὑπάρχουν πιὰ λογισμοὶ, ὥστε ὁ νοῦς νὰ στραφεῖ σὲ κάτι ἄλλο, ὅσο ὡραῖο κι ἂν εἶναι. Τίποτα δὲν εἶναι ἀνταλλαγμένο μὲ τὴν ὡραιότητα τῆς Θεότητος, ποὺ ἀσφαλίζει στὴν Ζωὴ ἄνευ τέλους καὶ τὴν ἄρρητη εὐφροσύνη καὶ ἡδονὴ ἐκ τῆς δράσεως τοῦ κάλους τῆς Θεότητος. Εἶναι γεγονὸς πάντως ὅτι ἔχουμε τὴν δυνατότητα τῆς προσευχῆς ἐκ τῆς θέσεως τῆς ἁμαρτωλότητός μας, διότι ὁ Θεὸς μᾶς ἀναζητεῖ ἕνεκα τῆς φιλανθρωπίας Του. Ἀγαπᾶ καὶ ψάχνει τὸν ἀπολολώτα ἄνθρωπο, ὁπότε ἡ προσευχή μας εἶναι ἀπάντηση στὴν δική Του φωνή, καθὼς μᾶς ψάχνει ἀπάντηση στὸ δικό Του κάλεσμα. Δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ ὀρθώσουμε δέηση, νὰ στρέψουμε τὸν νοῦ μας σὲ διάλογο μὲ τὸν Θεό, νὰ ἑνώσουμε τὸ πνεῦμα μας μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἂν πρωτίστως ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς δὲν εἶχε τὴν δική Του προσοχὴ καὶ ἀναζήτηση στὴν δική μας ἀπομάκρυνση ἀπὸ κοντά Του, στὴν δική μας χαμένη θέση. Ἂς μὴ ποῦμε, λοιπόν, ποτὲ ὅτι δὲν εἴμαστε ἄξιοι νὰ προσευχηθοῦμε, ἐπειδὴ εἴμαστε ἁμαρτωλοί. Ἂς μὴν ποῦμε: «Πῶς ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς θὰ διαλεχθῶ μὲ τὸν Θεό»; «Δέχεται ὁ Θεὸς νὰ διαλαγεῖ, νὰ μιλήσει μαζί μου»; Πάντα ὁ Θεὸς εἶναι ἀνοιχτὸς πρὸς ἐμᾶς ὅση ἁμαρτωλότητα κι ἂν ἔχουμε. Οἱ συνάνθρωποί μας, ἂν κάτι τοὺς κάνουμε, δὲν εἶναι ἀνοιχτοὶ πρὸς ἐμᾶς, ἀλλὰ ὁ Θεός, καὶ στὸ κατώτερο στάδιο τῆς ἀσωτίας νὰ εἴμαστε, μᾶς ἀναζητεῖ, μᾶς ἀναμένει μὲ ἀνοιχτὴ τὴν θύρα τοῦ ἐλέους Του. Ὑπάρχουν τρία εἴδη προσευχῆς: Εἶναι τῆς δοξολογίας, τῆς εὐχαριστίας καὶ τῆς παράκλησης, τῆς αἴτησης. Στὴν δοξολογία διακρίνουμε τὰ θαυμαστὰ καὶ μεγάλα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Προξενεῖται θαυμασμὸς στὴν ψυχή μας γιὰ τὴν [94]

95 μεγαλειότητα, γιὰ τὴν δύναμη, γιὰ τὴν σοφία, γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία Του. Αὐτὸς ὁ θαυμασμὸς μᾶς φέρνει στὴν ἔκφραση λόγων δοξολογίας εἴτε δικά μας αὐτοσχέδια εἴτε συγκεκριμένων δοξολογικῶν προσευχῶν τῆς Ἐκκλησίας. Χρειάζεται συγκεκεριμένη στάση, ὥστε νὰ διακρίνουμε τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ. Ἂν δὲν πάρουμε αὐτὴν τὴν στάση, διακρίνουμε ἴσως μεγαλεῖα καὶ ἐξυπνάδες δικές μας καὶ τῆς ἐπιστήμης τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ὄχι τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσευχὴ τῆς εὐχαριστίας ἐκφράζει τὴν εὐγνωμοσύνη μας πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ ὅλες τὶς εὐεργεσίες ποὺ μᾶς παρέχει. Ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ δὲν σταματᾶ ἀπὸ τὸ νὰ προνοεῖ σὲ ὅ,τι χρειαζόμαστε ὑλικὰ καὶ πνευματικά. Βλέπει ὁ Θεὸς πρὶν ἀκόμη σκεφθοῦμε ἐκεῖνο ποὺ θὰ χρειαστοῦμε, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸ μεριμνᾶ. Ἡ προσευχὴ τῆς εὐχαριστίας εἶναι καὶ ὁ στοιχειώδης τρόπος εὐγένειας καὶ καλῆς στάσεως καὶ συμπεριφορᾶς ποὺ δείχνουμε καὶ ὁ ἕνας ἄνθρωπος πρὸς τὸν ἄλλο, ἔστω καὶ γιὰ τὴν μικρότερη εὐεργεσία. Ἐὰν κάποιος σοῦ προσφέρει ἕνα ποτήρι νερό, λέγεις εὐχαριστῶ. Πολλῷ μᾶλλον πρὸς τὸν Θεό, στὸν Ὁποῖον ὀφείλουμε τὰ πάντα. Χρειάζεται ἀσφαλῶς ἡ εὐχαριστιακὴ προσευχή. Ἰδιαιτέρως δὲ χρειάζεται εὐχαριστία γιὰ τὴν ἄφατη κένωση τοῦ Θεοῦ ὥστε νὰ γίνει ἄνθρωπος καὶ νὰ σταυρωθεῖ, γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὸ κράτος τοῦ κακοῦ καὶ νὰ μᾶς δωρίσει τὴν Οὐράνιο Βασιλεία Του. Ὑπάρχει ὅμως καὶ μία πλευρὰ τῆς εὐχαριστιακῆς προσευχῆς ποὺ περιέχει δυσκολία. Ὁ Χριστὸς λέγει νὰ σηκώσουμε τὸν σταυρό μας, ὅπως τὸν σήκωσε κι Αὐτός. Καθὼς ἔχουμε νὰ σηκώσουμε τὸν σταυρό μας, ἀντιμετωπίζουμε δυσκολίες. Κάποιοι μᾶς ἀδικοῦν, μᾶς σταυρώνουν, μᾶς ἀγνοοῦν, [95]

96 μᾶς περιφρονοῦν, μᾶς συκοφαντοῦν. Ὅ,τι δηλαδὴ καὶ στὸν Χριστό. Εἶναι πράγματι πολὺ δύσκολο νὰ προσεύχεσαι στὸν Θεὸ καὶ νὰ ζητεῖς ἔλεος κι εὐλογία, καλὸ καὶ ἀγαθὸ γιὰ ἐκείνους ποὺ εἶναι ἐχθροί σου καὶ νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ ποὺ ἐπέτρεψε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ Τὸν τιμήσεις δείχνοντας τὴν ὑπομονή σου καὶ τὴν ταπείνωσή σου. Μέσα σ αὐτὴν τὴν προσευχὴ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ρέει περισσότερο καὶ πλουσιοπάροχα ἀμοίβει. Δοξάζει τὸν προσευχόμενο, τὸν ὑψώνει καὶ τὸν θεωρεῖ δικό Της, ἐνῶ ὁ προσευχόμενος περνάει στὴν Θεία Γνώση. Ἀρχίζει νὰ γνωρίζει τὸν Θεὸ «καθὼς δεῖ εἶναι». Ὑπάρχει, τέλος, ἡ προσευχὴ τῆς αἴτησης, τῆς παράκλησης. Ἐδῶ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ τὸ Θεῖον Ἔλεός Του. Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ τὰ περιλαμβάνει ὅλα, ὑλικὰ καὶ πνευματικά, ἐπίγεια καὶ ἐπουράνια, ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια. Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε τὸ μεγάλο δικαίωμα, ὥστε στὴν προσευχή μας νὰ παρακαλοῦμε: «Αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν πᾶς γὰρ ὁ αἰτὼν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται» (Ματθ. ζ 7, 8). Ὅλα τὰ καλὰ ὁ Θεὸς θέλει νὰ μᾶς τὰ δώσει. Ἀκόμη καὶ αὐτὰ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀρκεῖ νὰ μὴ στέκονται ἐμπόδιο στὴν σωτηρία μας. Διότι, ἂν μᾶς ἄκουγε ὁ Θεὸς σὲ κάτι ποὺ δὲν βοηθᾶ τὴν σωτηρία μας καὶ τὸ ἔδιδε, θὰ σήμαινε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θέλει τὴν ἀνάστασή μας ἀπὸ τὸν ἅδη καὶ τὸ κέρδος τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἀλλὰ τὴν καταδίκη μας στὸν θάνατο. Ἑπομένως, καλῶς πράττει ὁ Θεός, ὅταν δὲν μᾶς ἀκούει γιὰ αἰτήματα λογικὰ σ ἐμᾶς, παράλογα ὅμως σ Ἐκεῖνον ποὺ βλέπει καλὰ καὶ πραγματικά, διότι δὲν ἐπιφέρουν τὸ εὐλογημένο τοῦ ἐπαναπατρισμοῦ στὸν Παράδεισο. Τὴν προσευχὴ τὴν διακρίνουμε στὴν ἀτομικὴ καὶ τὴν ὁμαδική. Εἶναι ἄριστο νὰ προσεύχεσαι κατὰ μόνας στὸ ταμιεῖον [96]

97 σου. Εἶναι ἄριστο νὰ διαλέγεσαι μὲ τὸν Θεὸ στὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά σου ὡς καὶ ἡ καρδιὰ ἀκατάπαυστα κτυπᾶ, γιὰ νὰ δίδει ζωὴ στὸ σῶμα. Ἡ προσευχή αὐτὴ μεταμορφώνει. Ἀπεκδύει τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ ἐνδύει μὲ τὸν νέο. Εἶναι μία ἀρετή, ἡ ὁποία γίνεται πρόξενος ὅλων τῶν ἄλλων ἀρετῶν. Ὅμως, ὑπάρχει καὶ ἡ προσευχὴ μὲ συνανθρώπους μας ἀπὸ ἕνα ἕως πολλούς. Εἶναι ἡ ὁμαδικὴ προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Τελεῖται κυρίως στοὺς ναοὺς μὲ τὴν τυπικὴ διάταξη τῆς Ἐκκλησίας καὶ μὲ ἀποκορύφωμα τὴν Θεία Λειτουργία. Ἡ Θ. Λειτουργία εἶναι ἡ ἰσχυρότερη προσευχή. Τὸ κέντρο, ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ κατάληξη κάθε προσευχῆς, ἐφ ὅσον κατὰ τὴν Θ. Εὐχαριστία ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος μεταβάλλονται σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ. Αὐτὸν ποὺ ἐν τῇ προσευχῇ ψάχνουμε, Τὸν ἔχουμε ἐνώπιόν μας στὴν Θ. Λειτουργία. Ὁ Χριστὸς κατὰ τὴν Θ.Λειτουργία μᾶς ἑνώνει καὶ μᾶς ἀδελφοποιεῖ, μᾶς ἀναφέρει δὲ στὴν Ἁγία Ἀναφορὰ στὸν Πατέρα Του, μᾶς χαρίζει δηλαδὴ τὸν Οὐρανό. Ἀρκεῖ ἡ παρουσία μας καὶ ἡ ἐσωτερικὴ συγκατάθεση. Τὰ ὑπόλοιπα, Χριστοῦ τὸ δῶρον. Ἄνευ δικῆς μας πράξεως καὶ ἰδιαίτερης προσπάθειας. Γι αὐτὸ Χριστὸς καὶ Θ. Λειτουργία συμβαδίζουν, Ἐκκλησία καὶ Λειτουργία ταυτίζονται. Ἡ νηστεία, μᾶς λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, βοηθᾶ πάρα πολὺ τὴν προσευχὴ στὸ νὰ γίνεται μὲ ἄνεση καὶ περισσότερη προσήλωση. Αὐτός, λέγει, «ποὺ προσεύχεται καὶ νηστεύει, ἔχει διπλὰ φτερά. Πιὸ ἐλαφριὰ μάλιστα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἄνεμο καὶ ὑψώνουν στὰ Οὐράνια». Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἀποφυγὴ τῆς τρυφηλῆς ζωῆς. Τότε ὑψώνονται τὰ χέρια καὶ προσελκύουν τὸν Θεὸ πολὺ πιὸ εὔκολα. Εἰσακούγεται δὲ ὁ προσευχόμενος στὰ αἰτήματα τὰ ὁποῖα ὑποβάλλει. Λέγει ὁ γέροντας Ἐφραὶμ ὁ Φιλοθεΐτης ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι «σὰν μία ἀξίνα, ἡ ὁποία καταρρίπτει τὰ μεγάλα δένδρα [97]

98 κτυπώντας τὴν ρίζα τους. Καὶ ὅταν ξανακτυπηθεῖ ἡ ρίζα, δὲν ξαναφυτρώνουν». 4 Κτυπᾶ δηλαδὴ ἡ προσευχὴ τὰ πάθη καὶ τὰ ξεριζώνει. Διότι ὁ ἐμπαθὴς ἄνθρωπος οὐδεμία ἀρετὴ μπορεῖ νὰ ἀναπτύξει. Ὅλες τὶς καταπνίγει. Ἀντιθέτως ὅσο νικῶνται τὰ πάθη, οἱ ἀρετὲς φυτρώνουν καὶ καθὼς εἶναι ἀλληλένδετες, δὲν μένει καμμία χωρὶς ἀνάπτυξη. Πόση μεγάλη εὐλογία μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς νὰ μποροῦμε νὰ συνδιαλεγόμαστε μαζί Του! Τὶ θὰ συνέβαινε σ ἐμᾶς, ἂν δὲν μᾶς δεχόταν ὁ Θεὸς νὰ Τοῦ ἀναφερόμαστε; Ἀσφαλῶς ἡ καταστροφή. Ἡ προσωπικὴ καὶ ἡ τοῦ συνόλου τῶν ἀνθρώπων. Τώρα οἱ προσευχὲς τῶν προσευχομένων στηρίζουν κι ἐκείνους ποὺ δὲν προσεύχονται, ἀρνοῦνται νὰ μιλοῦν μὲ τὸν Θεὸ καὶ στέκονται μακράν Του. Λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μεταξὺ πολλῶν ἄλλων περὶ τῆς προσευχῆς: «Ἡ προσευχὴ εἶναι ὁ φωτισμὸς τῆς ψυχῆς. Ἀληθὴς ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ Ὑπερπηδᾶ τὰ κτίσματα, διασχίζει νοερῶς τὸν ἀέρα, πορεύεται πάνω ἀπὸ τὸν ἀέρα, διασχίζει τὸ σύνολο τῶν ἀστέρων, ἀνοίγει τὶς πύλες τοῦ Οὐρανοῦ, ξεπερνᾶ τοὺς ἀγγέλους, ὑπερβαίνει τοὺς Θρόνους καὶ τὶς Κυριότητες, διαβαίνει τὰ Χερουβεὶμ κι ἀφοῦ διέλθει ὑπεράνω ὅλης τῆς κτιστῆς φύσεως, ἔρχεται πλησίον τῆς ἀπροσίτου Τριάδος Χαροποιεῖ τὴν καρδιά. Ἀναπαύει τὴν ψυχή Στολίζει τὸν ἄνθρωπο μὲ ὅλα τὰ ἀγαθά, σὰν κάποιο πέπλο στολισμένο μὲ ὅλες τὶς ἀρετὲς ποὺ περιτυλίγει τὴν ψυχή». Ὁ δὲ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος στὸν Λόγο του περὶ Προσευχῆς λέγει κι αὐτὸς μεταξὺ ἄλλων: «Μὴν ἀναχωρήσεις ἀπὸ τὴν προσευχή σου, πρὶν δεῖς νὰ σταματοῦν σύμφωνα μὲ τὴν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ τὸ Πῦρ (τῆς Χάριτος) καὶ τὸ ὕδωρ τῶν 4 Τέχνη τῆς σωτηρίας (ιζ ὁμιλία) [98]

99 δακρύων». 5 Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο: «Ὅποιος κρατᾶ στὰ χέρια του τὸ ραβδὶ τῆς προσευχῆς, δὲν πρόκειται νὰ σκοντάψει. Ἀλλὰ κι ἂν ἀκόμη σκοντάψει, δὲν θὰ πέσει ἐντελῶς. Διότι ἡ προσευχὴ εἶναι ἕνας εὐσεβὴς τύραννος τοῦ Θεοῦ». 6 5 Κλίμαξ, κη Λόγος 51 6 Κλίμαξ, κη Λόγος 59 [99]

100 Γιατὶ πολὺς ὁ λόγος καὶ πυκνὸς στὴν Διαθήκη τὴν Καινὴ περὶ τῆς μετανοίας; Γιατὶ ὁ Πρόδρομος μὲ τὰ κηρύγματα τὰ φλογερὰ ἔλεγε «Μετανοεῖτε»; Γιατὶ ὁ Χριστός μας «ἤρξατο καὶ λέγειν καὶ κηρύσσειν, μετανοεῖτε»; Γιατὶ οἱ Ἀπόστολοι ἀπ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέχρι τὴν ἐκδημία των στὴν οἰκουμένη περιέφεραν κήρυγμα μετανοίας; Γιατὶ ὁ Παῦλος πρὸς τοὺς ἐθνικούς, γραμματισμένους καὶ ἀγραμμάτους, πρὸς τοὺς Ἑβραίους, στοὺς σοφοὺς τῶν Ἀθηνῶν, «πᾶσι ἀνθρώποις παραγγέλλει πανταχοῦ μετανοεῖν»; (Πρ. ιζ 30). [100] Μὰ κι οἱ Πατέρες μας, μεταγενέστεροι καὶ παλιοί, συχνὰ-πυκνὰ λόγον συγγράφουν καὶ μιλοῦν περὶ τῆς μετανοίας. Γιατὶ χωρὶς αὐτὴν καθίσταται ματαία ἡ λυτρωτικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, κατάκλειστες τοῦ Παραδείσου οἱ πύλες. Ἅγ. Νεκτάριος, 05/01/2008

101 H EN METANOIΑ EΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ Τὸ καίριο αὐτὸ θέμα ἀποτελεῖ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ μία ζωὴ γνήσια ὀρθόδοξη χριστιανική. Εἶναι θέμα ζωῆς (ζωῆς Χριστοῦ, ζωῆς Παραδείσου, ζωῆς σωσμένης) καὶ θανάτου (κόλασης). Γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι ἡ μετάνοια ἦταν τὸ περιεχόμενο τοῦ κηρύγματος τοῦ Τιμίου Προδρόμου: «Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γὰρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Ματθ. γ 2). Ἀλλὰ καὶ τοῦ Σωτῆρος Xριστοῦ μας ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ κηρύγματος ἦταν: «Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν: μετανοεῖτε, ἤγγικεν γὰρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (ὅ.π. δ 17). Προϋπόθεση, λοιπόν, γιὰ νὰ δεχθεῖ ὁ ἄνθρωπος τὴν Βασιλεία καὶ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ μετάνοια. Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι κάτι τὸ στατικό, ἀλλὰ μία δυναμικὴ φορὰ πρὸς τὸν Θεό καὶ γι αὐτὸ δὲν λέγει «μετανοήσατε», ἀλλὰ «μετανοεῖτε». Ὁ Χριστιανός, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ δέχεται τὸν Χριστὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιό Του, πρέπει νὰ ζεῖ σὲ μία διαρκῆ κατάσταση μετανοίας. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἄποψη ἡ μετάνοια γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους εἶναι στάση ζωῆς. Γι αὐτὸ μιλοῦμε περὶ ζωῆς μετανοίας καὶ ὄχι ἁπλῶς περὶ στιγμῶν μετανοίας. Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο καλὸ εἶναι νὰ θυμηθοῦμε τὴν διαφορά μας μὲ τοὺς Προτεστάντες καὶ μὲ ὅλους τοὺς Εὐαγγελικοὺς καὶ Πεντηκοστιανούς, οἱ ὁποῖοι κατὰ καιροὺς ἐξαπολύουν ἐπιθέσεις ἐναντίον ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων καὶ οἱ ὁποῖοι πιστεύουν ὅτι ἅπαξ καὶ μετενόησε κανεὶς καὶ δέχθηκε τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς προσωπικὸ σωτήρα εἶναι σεσωσμένος καὶ δικαιωμένος. Δὲν ἀρκεῖ ὅμως. Γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ εὐσέβεια ἡ μετάνοια εἶναι ὑπόθεση ἀγῶνος μέχι τὸ τέλος τῆς ζωῆς μας, μέχρι τελευταίας ἀναπνοῆς. Πόθος τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι νὰ ἔχει «καρδίαν [101]

102 συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην» ἀπὸ τὴν μετάνοια. Εἶναι χαρακτηριστικὸ τοῦ βίου τῶν Ἁγίων μας, οἱ ὁποῖοι παρὰ τὸ ὅτι ἔχουν φθάσει τόσο κοντὰ στὸν Θεό, δὲν παύουν νὰ ἔχουν αὐτὸ τὸ διαρκὲς πνεῦμα μετανοίας. Βλέπουμε πατέρες ποὺ ἔλειωσαν στὴν ἄσκηση καὶ τὴν μετάνοια, ὅταν φθάνει ἡ τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς τους νὰ λέγουν: «Ἄφησέ με, Κύριε, νὰ ζήσω λίγο ἀκόμη, γιὰ νὰ μετανοήσω», ἐνῶ δὲν ἔκαναν τίποτε ἄλλο στὴν ζωή τους παρὰ νὰ κλαίουν καὶ νὰ μετανοοῦν. Ἀλλὰ καὶ στὴν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, στὰ ἱερὰ κείμενά της, στὴν ὑμνολογία καὶ στὶς εὐχές της βλέπουμε ὅτι οἱ ἱεροὶ συγγραφεῖς θέτουν ὡς ἀναγκαία προϋπόθεση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς τὴν μετάνοια. Στὴν διάρκεια τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς θὰ ψάλλουμε τὸν Μεγάλο Κανόνα: «Ἡμάρτομεν, ἠνομήσαμεν, ἠδικήσαμεν ἐνώπιόν Σου». Στὴν Θ. Λειτουργία δὲ ὁ ἱερέας προσφέρει θυσία «ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων». Ἄρα λοιπὸν ἡ στάση τοῦ Χριστιανοῦ ἔναντι τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε στάση μετανοίας. Ὁ μετανοῶν ἄνθρωπος πονᾶ καὶ ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ δρόμος του εἶναι λανθασμένος, ὅτι ἐναντιώθηκε στὸν Κύριο καὶ Δημιουργό του, ὅτι Τὸν λύπησε καὶ ζητεῖ μὲ εἰλικρίνεια νὰ ἀφήσει τὸν δικό του δρόμο, ὁ ὁποῖος εἶναι λανθασμένος καὶ νὰ υἱοθετήσει τὸν δρόμο του Κυρίου του. Ἀναγνωρίζει μὲ τήν μετάνοιά του ὅτι ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι κατὰ φύσιν κατάσταση, ἀλλὰ παρὰ φύσιν, ὅτι δὲν εἶναι ὑγεία, ἀλλὰ ἀρρώστια, ὁτι μὲ τὴν ἁμαρτία χωρίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τελικὰ κάνει τὸ θέλημα τοῦ διαβόλου. Στοιχεῖο τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας εἶναι ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν λειτουργῶν της, ποὺ προϋποθέτει τὴν ταπείνωση. Χωρὶς ἀληθινὴ ταπείνωση δὲν ὑπάρχει μετάνοια. Δὲν χαρακτηρίζεται κάθε ἐξομολόγηση ἀπὸ μετάνοια καὶ ταπείνωση, ἀλλὰ μόνο ἡ [102]

103 ἐξομολόγηση ποὺ γίνεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Διότι πολλὲς φορὲς νοιώθουμε τὴν ἀνάγκη νὰ ποῦμε τὶς ἁμαρτίες μας σὲ πρόσωπα, στὰ ὁποῖα ἔχουμε κάποια ἐμπιστοσύνη ἢ στὸν ψυχίατρο, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἐξομολόγηση δὲν γίνεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Μόνο ἡ ἐξομολόγηση με τὴν ὁποία φέρουμε τὴν ἁμαρτία μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας βασίζεται σὲ μία πραγματικὴ ταπείνωση. Δὲν μποροῦμε ποτὲ νὰ χωρίσουμε τὸν Θεὸ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Μὲ τὴν ἐξομολόγηση στὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν λειτουργό της ὁ ἐξομολογούμενος ταπεινώνεται οὐσιαστικά. Δέχεται ὅτι ἡ ἁμαρτία του δὲν εἶναι μία ὑπόθεση ἀτομική, ἀλλὰ ἀφορᾶ Θεὸ καὶ Ἐκκλησία καὶ ὅτι ὀφείλει νὰ κάνει ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς θεσμούς της. Λέγουν μερικοί: «Τὶ χρειάζεται νὰ πάω για ἐξομολόγηση στὸν ἱερέα; Τὸ λέγω κατ εὐθείαν στὸν Θεό». Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ὅμως ποὺ θὰ δεχθοῦμε ὅτι διὰ τοῦ ἱερέως θὰ συγχωρηθοῦμε, ἔρχεται ταπείνωση στὴν ψυχή μας, κάνουμε ὑπακοὴ στὸν Χριστὸ καὶ στὴν Ἐκκλησία Του, ποὺ θέλουν διὰ τῶν ἱερέων νὰ δίδεται ἡ ἄφεση τὼν ἁμαρτιῶν καὶ ὄχι μὲ ἀτομικὴ σχέση μὲ τὸν Θεό, ὅπως κάνουν οἱ Προτεστάντες. Ἀποδεχόμαστε ἔτσι τὴν Ἐκκλησιαστικὴ καὶ ὄχι τὴν ἀτομικὴ σωτηρία, ποὺ σημαίνει ὅτι δὲν σωζόμαστε ἀτομικά, ἀλλὰ μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἀποδεχόμαστε ὅτι ὁ Θεὸς μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας Του μᾶς συγχωρεῖ καὶ μᾶς θεραπεύει ὅτι ὅταν φανερώνουμε τὴν ἀσθένεια καὶ εἶναι γνωστὴ στὸν γιατρό, ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ ἐπέμβει γιὰ τὴν θεραπεία μας ὅτι δὲν μπορεῖ μόνος του ὁ ἄνθρωπος νὰ λυτρωθεῖ καὶ ὅτι ὁ λειτουργὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἄνθρωπος κι αὐτὸς περικείμενος ἀσθένεια, μπορεῖ νὰ βοηθήσει τὸν πιστὸ νὰ συγχωρηθεῖ καὶ νὰ βρεῖ τὸν δρόμο του γιὰ τὸν Θεό. Ἐὰν γνωστοποιήσουμε στὴν Ἐκκλησία τὰ νοσήματα τῆς ψυχῆς μας, [103]

104 ἐπεμβαίνει ὁ Θεὸς ὡς ἰατρὸς διὰ τῆς ἱερωσύνης, διὰ μυστηρίου καὶ θεραπεύει τὴν ψυχή. Ὅλα αὐτὰ προϋποθέτουν ταπείνωση καὶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ τὰ δεχθεῖ ὄντως ταπεινώνεται καὶ κάνει ἕνα βῆμα ἀποφασιστικὸ στὴν χριστιανικὴ ζωή. Συντελεῖται μία ὑπέρβαση τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ θάνατος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος κλείνεται στὰ ὅρια τοῦ ἑαυτοῦ του δὲν μπορεῖ νὰ ἑνωθεῖ ἀληθινὰ οὔτε μὲ τὸν Θεὸ οὔτε μὲ τὴν Ἐκκλησία. Ἔχει κέντρο τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν Θεό. Ἔτσι, λοιπόν, μὲ τὴν ἐξομολόγηση καταφέρνουμε ἕνα πολὺ σοβαρὸ πλῆγμα κατὰ τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ. Γι αὐτὸ δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ ποῦμε ὅτι ἡ γνήσια χριστιανικὴ ζωὴ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Χριστιανὸς θὰ ἀρχίσει νὰ ἐξομολογεῖται μὲ μετάνοια. Ἀπὸ τότε ἀρχίζει νὰ ταπεινώνεται οὐσιαστικὰ καὶ ἀπὸ τότε ἀρχίζει νὰ ἔχει μία οὐσιαστικὴ σχέση μὲ τὴν κοινωνία καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς του μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἡ ἐν μετανοίᾳ ἐξομολόγησις δὲν εἶναι κάτι ποὺ ἁπλῶς βοηθεῖ τοὺς χριστιανούς, ἀλλὰ εἶναι ὅρος καὶ προϋπόθεση ἀπαραίτητη τῆς σωτηρίας μας. Οἱ βαπτιζόμενοι ἀπὸ τὸν Τίμιο Πρόδρομο στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου ἐξομολογοῦντο τὶς ἁμαρτίες των. Ὁ ἄσωτος υἱὸς μετὰ τὴν ἐπιστροφή του ἐξομολογήθηκε ἐνώπιον τοῦ πατρός του. Ὁ τελώνης ἐπίσης έξομολογήθηκε μὲ μετάνοια. Ὁ δὲ Κύριος ἔδωσε στοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, καὶ δι αὐτῶν στοὺς διαδόχους των, τὴν ἐξουσία τοῦ «δεσμεῖν καὶ λύειν» τὶς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ. Ἡ Ἐκκλησία διὰ μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως πάντοτε δεχόταν τοὺς μετανοοῦντες. Μάλιστα ἡ ὑποδοχή, ἡ οἰκονομία καὶ ἡ ἀποκατάσταση τῶν μετανοούντων καὶ ὄχι ἦταν ἀνέκαθεν καθῆκον καὶ δικαίωμα τῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι καὶ καλοῦν ὡς [104]

105 βοηθούς των τοὺς κατάλληλους πρεσβυτέρους, τοὺς ὁποίους χειροθετοῦν πνευματικούς. Στὰ κοινόβια μοναστήρια ὑπάρχει ἡ προσπάθεια ἡ ἐξομολόγηση νὰ εἶναι καθημερινή, ὥστε ποτὲ ὁ μοναχὸς νὰ μὴν ἔχει κάτι ποὺ θὰ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεό, τὸν Γέροντά του καὶ ὅλη τὴν ἀδελφότητα. Αὺτὸ εἶναι δεῖγμα τῆς σημασίας ποὺ δίδει ἡ Ἐκκλησία στὸ μυστήριο τῆς ἐν μετανοίᾳ ἐξομολογήσεως. Ἡ ἐν μετανοίᾳ ἐξομολόγησις σώζει τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ συγχρόνως καὶ τὸν ἀναπαύει. Τὸν ἀναπαύει, ἀλλὰ συγχρόνως τὸν ἐλευθερώνει ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἐνοχῆς. Ἡ ἁμαρτία ὅσο καὶ ἂν θέλουμε νὰ κρυφτοῦμε ἀπέναντί της δημιουργεῖ ἐνοχή, ἡ ὁποία βασανίζει τὸν ἄνθρωπο. Μὲ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας φανερώνεται στὸν ἄνθρωπο ἡ ἄπειρη συγχωροῦσα ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μία στιγμὴ ποὺ καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος ποὺ ἐξομολογεῖται καὶ ὁ πνευματικὸς ποὺ ἐξομολογεῖ ζοῦν συγκλονιστικὰ τὸ πόσο ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο. Καὶ πῶς μέσα στὴν φοβερή του πτώση καὶ ἁμαρτωλότητα ὁ Οὐράνιος Πατὴρ τὸν ἐναγκαλίζεται, τὸν κατασπάζεται, τοῦ φορεῖ τὸ δακτυλίδι τῆς υἱοθεσίας καὶ θυσιάζει γιὰ χάρη του τὸν μόσχο τὸν σιτευτό. Οὐδέποτε ὁ ἄνθρωπος εἶναι τόσο προσφιλὴς στὸν Θεό, ὅσο ὅταν ἐξομολογεῖται ἐν μετανοίᾳ. Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ τὸ αἰσθάνεται ὁ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος καὶ ὁ Πνευματικὸς καὶ χαίρονται. Γι αὐτὸ στὴν ἐξομολόγηση δὲν ὠφελεῖται μόνο ὁ ἐξομολογούμενος, ἀλλὰ καὶ ὁ ἐξομολόγος, ὁ ὁποῖος σὲ κάθε ἐξομολόγηση ἔχει τὴν εὐκαιρία ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ τοποθετηθεῖ καλύτερα ἀπέναντί Του. Βοηθεῖ ἡ ἐξομολόγηση νὰ ἀνοιχθεῖ ὁ ἐξομολογούμενος ἴσως γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ζωή του σὲ πρόσωπο ἄξιο τῆς ἐμπιστοσύνης του. [105]

106 Πηγαίνουν ἄνθρωποι στὸ ἐξομολογητάρι, οἱ ὁποῖοι βασανίζονται ἀπὸ ἕνα λογισμὸ ποὺ τοὺς ἀπασχολεῖ χρόνια καὶ ποὺ δὲν τόλμησαν νὰ τὸν ποῦν σὲ κανένα καὶ τοὺς κάνει τὴν ζωὴ μαρτυρική. Ἔρχεται ὥρα ποὺ ἀνοίγονται στὸν Πνευματικό, διότι ἔχουν ἐμπιστοσύνη ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος ποὺ μπορεῖ νὰ τοὺς ἀκούσει καὶ νὰ τοῦ ποῦν αὐτὸ ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ποῦν σὲ κανένα ἄλλον. Καμμιὰ φορὰ οὔτε καὶ στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους ἔχουν τὸ θάρρος νὰ τὸ ὁμολογήσουν. Φανταζόμαστε ὅλοι μετὰ ἀπὸ μία τέτοια ἐξομολόγηση τὶ ἀνάπαυση ἔρχεται στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Μέσα στὴν ἐξομολόγηση ἀνοίγεται μία πνευματικὴ σχέση τοῦ Πνευματικοῦ μὲ τὸν ἐξομολογούμενο. Στοὺς ρωμαιοκαθολικοὺς ἡ ἐξομολόγηση γίνεται σὰν μία δίκη, μὲ τρόπο νομικιστικό. Γι αὐτὸ τὴν κάνουν μέσα σὲ εἰδικὰ κιβώτιαδωμάτια, ὅπου οἱ ἐξομολογούμενοι εἶναι ἀθέατοι ἀπὸ τὸν πνευματικό. Αὐτὸ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία εἶναι ἀδιανόητο, διότι καταστρέφει τὴν προσωπικὴ σχέση τῶν πιστῶν, ἡ ὁποία φανερώνεται ἰδιαίτερα στὴν διάρκεια τῆς ἐξομολογήσεως. Ὁ Πνευματικὸς εἶναι πατέρας, εἶναι ἀδελφός, ὁ ὁποῖος δέχεται, ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό, πονᾶ μαζί του, ὅπως βλέπουμε στοὺς βίους τῶν χαρισματούχων καὶ ἁγίων πνευματικῶν Γερόντων τῆς Ἐκκλησίας μας. «Κλαίειν μετὰ κλαιόντων καὶ χαίρειν μετὰ χαιρόντων». Διὰ τῆς ἐξομολογήσεως ὁ Χριστιανὀς δὲν αἰσθάνεται πνευματικὰ ὀρφανός. Ἔχει βρεῖ πνευματικὸ πατέρα κατ εἰκόνα τοῦ Οὐρανίου Πατρός. Ὁ Ἀπ. Παῦλος λέγει: «Ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ οὐ πολλοὺς πατέρας ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ Εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα» (Α Κορ. δ 15). Πρέπει νὰ μᾶς γεννᾶ κάποιος στὴν Ἐκκλησία πνευματικά. Αὐτὴ ἡ σχέση πνευματικοῦ πατρὸς καὶ ἐξομολογουμένου εἶναι σωτήρια γιὰ τὸν [106]

107 Χριστιανό, διότι ἡ ψυχὴ διὰ μέσου αὐτῆς τῆς σχέσεως ὁδηγεῖται στὸν Θεό. Ἡ ἐξομολόγηση ἀναπαύει τὸν ἄνθρωπο, διότι τὸν βοηθεῖ νὰ περάσει τὴν κρίση πρὸ τῆς Κρίσεως. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία εἶναι δοσμένη ἀπὸ τὸν Θεό, θὰ ἔλθει ὁπωσδήποτε ὁ καιρὸς νὰ σταθεῖ καὶ νὰ κριθεῖ ἐνώπιόν Του. Μᾶς λέγουν οἱ ἅγιοι Πατέρες καὶ οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ φέρνει τὸν ἑαυτό του στὴν ἐξομολόγηση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ κρίνεται ἤδη πρὸ τῆς Κρίσεως. Γι αὐτό, ὅταν πάει κανεὶς νὰ ἐξομολογηθεῖ, ἔχει ἕνα φόβο, μία ντροπὴ καὶ μία δυσκολία νὰ μιλήσει μὲ ἄνοιγμα τῆς καρδιᾶς του, διότι αἰσθάνεται ὅτι στέκεται μπροστὰ στὸ κριτήριο τοῦ Θεοῦ. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, κρινόμενος ὁ ἄνθρωπος πρὸ τῆς Κρίσεως, ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Ἔτσι, μπορεῖ νὰ ἐλπίζει καὶ νὰ εἰρηνεύει μέσα του ὅτι θὰ παραστεῖ στὸ βῆμα τοῦ Κριτοῦ ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὸ βάρος ποὺ θὰ αἰσθανόταν, ἂν δὲν εἶχε. Γι αὐτὸ ὁ πειράζων τὸν ἄνθρωπο καὶ ἀντιστεκόμενος στὴν σωτηρία του διάβολος μᾶς βάζει τόσα ἐμπόδια νὰ μὴν ἐξομολογηθοῦμε. Ἀκριβῶς ἐπειδὴ τόσο πολὺ μᾶς βοηθεῖ ἡ ἐξομολόγηση. Μὲ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας ὁ Θεὸς μὲ τὴν Χάρη Του δίνει τέλος στὴν ἁμαρτία μας. Ἂν δὲν ἐξομολογηθοῦμε, ἡ ἁμαρτία μας θὰ μᾶς συνοδεύει στὴν αἰωνιότητα, ἐνῶ ἂν ἐξομολογηθοῦμε, θὰ μᾶς συγχωρηθεῖ, θὰ ἀπαλειφθεῖ καὶ θὰ μᾶς συνοδεύει μόνο τὸ καλὸ ποὺ κάνουμε καὶ ὄχι τὸ κακό. Τὶ μεγάλη παρηγοριὰ κι ἐλπίδα!! Νὰ ξέρουμε ὅλοι ποὺ καθημερινὰ ἁμαρτάνουμε ὅτι ὁ Θεὸς σβήνει ἀπὸ ἀγάπη τὸ κακὸ ποὺ κάνουμε, ἐὰν εἰλικρινὰ μετανοοῦμε καὶ ἀφήνει νὰ μᾶς συνοδεύει μόνο τὸ καλό. Πόση ἀλήθεια εἶναι ἡ συγκατάβαση καὶ ἡ πατρικὴ άγάπη τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο!!! [107]

108 Ἐπειδὴ δέ, λαμβάνει τέλος τὸ κακὸ μετὰ τὴν ἐξομολόγηση καὶ δὲν μᾶς συνοδεύει πλέον, οἱ δαιμονισμένοι φανερώνουν τὶς ἁμαρτίες τῶν μὴ ἐξομολογηθέντων ἀνθρώπων, ποτὲ ὅμως ὅσων ἔχουν έξομολογηθεῖ (ἱστορίες ἐκ τοῦ Γεροντικοῦ). Αὐτὸ εἶναι ἀπόδειξη ὅτι ὁ Θεὸς σβήνει πραγματικὰ διὰ τῆς ἐν μετανοίᾳ ἐξομολογήσεως τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Μὲ τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας καὶ Ἐξομολογήσεως ἡ Ἐκκλησία προσφέρει ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες στὸν ἄνθρωπο καὶ ἰδιαίτερα στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο. Εἰρηνεύει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεό, μὲ τὸν συνάνθρωπό του καὶ μὲ τὸν ἑαυτό του. Ἐὰν μπορούσαμε νὰ δοῦμε ὅσους ἀνθρώπους ἐξομολογοῦνται - καὶ εἶναι πολλοί - πῶς μπαίνουν στὸ έξομολογητήριο καὶ πῶς βγαίνουν καὶ πόση εἰρήνη Θεοῦ ἔρχεται στὶς ψυχές τους, θὰ διαπιστώναμε ἀληθινὰ ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ μεγαλύτερη εἰρηνευτικὴ δύναμη τοῦ κόσμου χωρὶς νὰ κάνει θόρυβο καὶ χωρὶς νὰ προβάλλει τὸ εἰρηνευτικό της ἔργο. Δὲν ὑπάρχει Πνευματικὸς ποὺ ὅταν ἔλθει κάποιος νὰ ἐξομολογηθεῖ δὲν θὰ τὸν ρωτήσει: «Ἔχεις εἰρήνη μὲ τὸν συνάνθρωπό σου; Ἔχεις ἀγάπη μὲ ὅλους; Μήπως ἔχεις καμμιὰ κακία; Κάποια ψυχρότητα; Κάποια ἀντίθεση, κάτι ποὺ σὲ χωρίζει ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς σου, ἀπὸ τοὺς γείτονές σου, ἀπὸ τοὺς φίλους σου, τοὺς συνανθρώπους σου»; Τὶς περισσότερες φορὲς κάτι θὰ ὑπάρχει καὶ ὁ ἄνθρωπος θὰ πάρει Χάρη καὶ δύναμη καὶ καθοδήγηση νὰ ξεπεράσει τὴν δυσκολία του, νὰ εἰρηνεύσει, νὰ συγχωρήσει καὶ νὰ προχωρήσει στὴν εἰρηνικὴ ἐν Χριστῷ κατάσταση τῆς ψυχῆς. Ἀκόμη, τὸ μυστήριο αὐτὸ βοηθεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ ξεπεράσει καὶ νὰ ἀντιμετωπίσει φοβερὲς καταστάσεις καὶ ἀδιέξοδα, ὅπως οἰκογενειακὲς τραγωδίες, αὐτοκτονίες, μέχρι καὶ ἀνίατες ἀσθένειες. Εἶναι θεανθρώπινη ἡ λειτουργία τοῦ μυστηρίου, ὅπως εἶναι ὅλος ὁ θεσμὸς τῆς Ἐκκλησίας. [108]

109 Ὁ Πνευματικὸς δὲν κάνει τίποτα μόνος, μὲ τὶς δικές του δυνάμεις. Ὅταν στηριχθεῖ στὴν πεῖρα του καῖ στὴν γνώση του μόνος, θὰ ἀποτύχει. Ἡ στάση ἔναντι τοῦ ἐξομολογουμένου θὰ εἶναι ἀνθρωποκεντρική καὶ θὰ ἀποκλείει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Πνευματικὸς προσφέρει ὅ,τι μπορεῖ ἀνθρωπίνως, ἀλλὰ ὁ Θεὸς τελειώνει καὶ χαριτώνει. Εἶναι μεγάλος ὁ ἀγώνας τῶν Πνευματικῶν στὰ ἐξομολογητάρια, γιὰ νὰ συμμετάσχουν στὸν πόνο τῶν Χριστιανῶν. Ὁμολογοῦν οἱ Πνευματικοὶ ὅτι κουραστικότερο ἔργο τοῦ ἱερέως δὲν ὑπάρχει. Πρέπει νὰ ζήσουν μὲ τὸν ἄνθρωπο, νὰ πονέσουν μαζί του, νὰ αἰσθανθοῦν τὴν ἁμαρτωλότητά του, νὰ κάνουν τὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου δικό τους πρόβλημα. Γι αὐτὸ πολλοὶ Πνευματικοὶ ἔχουν πάθει φθορὰ τῆς ὑγείας τους ἀπὸ τὴν θυσιαστικὴ προσφορά τους στὸ μυστήριο. Ὅμως, ὑπάρχουν μερικὲς δυσκολίες στὰ σημερινά μας παιδιὰ νὰ πλησιάσουν τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας. Οἱ σημερινοὶ νέοι δυσκολεύονται γενικὰ νὰ πλησιάσουν τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς κληρικούς, διότι καλλιεργεῖται μία προκατάληψη κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία σήμερα χλευάζεται, συκοφαντεῖται, διαβάλλεται στὰ μάτια τοῦ κόσμου καὶ τῆς νεολαίας καὶ ὅποιοι νέοι θὰ ἐκδηλώσουν τὴν πίστη τους, θὰ γίνουν ἀντικείμενα εἰρωνίας. Πῶς τὰ παιδιά μας, τὰ ὁποῖα ποτίζονται ἀπὸ ἕνα ἀρρωστημένο πνεῦμα ἐγωκεντρισμοῦ μέσα ἀπὸ τὶς τηλεοράσεις, τὰ βίντεο, θὰ μπορέσουν νᾶ μποῦν στὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο εἶναι ἐντελῶς ἀντίθετο; Ἔπειτα ὑπάρχει ἡ προβολὴ τῆς διαφθορᾶς, ἡ ὁποῖα ἀμβλύνει τὴν ἠθικὴ συνείδηση. Ὅταν τὰ παιδιὰ βλέπουν ἀπὸ μικρὰ αὐτὰ ποὺ βλέπουν, ἡ συνείδησή τους ἀμβλύνεται. Παύουν νὰ θεωροῦν τὸ κακὸ ὡς κακὸ ἢ ὅσο εἶναι κακό. Ἔτσι ἐξηγεῖται καὶ ἡ αὔξηση τῆς ἐγκληματικότητας. [109]

110 Ὁ ἄνθρωπος στὴν Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ φθάσει τὴν ὕψιστη δυνατότητα τῆς ὑπάρξεώς του, τὴν Θέωση. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος νὰ εἶναι ἐρωτευμένος μὲ τὸν Θεό. Ὁ θεῖος ἔρως, λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀνάγκη τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Οὐράνιες ἐμπειρίες προσφέρει ἡ Χάρη τοῦ Χριστοῦ στοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς ποὺ καλῶς ἀγωνίζονται. Δὲν χρειάζεται νὰ ἀναζητοῦμε ἀλλοῦ λυτρωτικὲς ἐμπειρίες καὶ νὰ ματαιοπονοῦμε. Ἂς καταφύγουμε στὴν ἐν μετανοίᾳ ἐξομολόγηση, γιὰ νὰ ἀναπαύσουμε τὶς κουρασμένες ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου ψυχές μας. [110]

111 ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ Μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ζοῦμε στὸν κόσμο τοῦτο καὶ προσπαθοῦμε νὰ νικήσουμε τὸν κόσμο νὰ ἀρνηθοῦμε τὸ κοσμικὸ πνεῦμα καὶ φρόνημα ἀποκτώντας τὸ Ἐκκλησιαστικό. Ζοῦμε ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας ὡς Χριστιανοὶ καὶ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν γνήσια χριστιανική, ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση. Πάντα διὰ τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς λέγει: «Θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰωάνν. ις 33). Ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου διαρκεῖ δέκα ὁλόκληρες ἑβδομάδες, ἐκ τῶν ὁποίων οἱ ἑπτὰ εἶναι ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Πολλοὶ τὴν βλέπουν σὰν ἕνα πνευματικὸ ταξίδι, σὰν μία πορεία μὲ προορισμὸ τὸ Πάσχα. Ἄλλοι τὴν βλέπουν σὰν ἕνα στάδιο ἀθλήσεως. Σημασία ἔχει ὅτι εἴτε κανεὶς ὁδοιπορεῖ εἴτε ἀθλεῖται, καταβάλλει κόπο. Κουράζεται, κοπιάζει θέλοντας κάτι νὰ βγάλει. Ἂν περπατᾶ, νὰ φθάσει στὸν προορισμό του, ἂν γυμνάζεται, νὰ ἔχει τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ γυμνασμένου, τοῦ δυνατότερου, ὥστε νὰ μπορέσει νὰ ἔχει καλύτερη ἐπίδοση στὸ ἄθλημά του. Τὸ κλίμα ἑπομένως τῆς Μ.Τεσσαρακοστῆς, ἀγώνας ἀγώνας πνευματικός, ἀγώνας μετανοίας. Κόπος στὴν πνευματικὴ πορεία πρὸς τὸ Πάσχα. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς συνοδεύει καὶ μᾶς παρακολουθεῖ βοηθώντας μας. Μᾶς βοηθεῖ ὅπως πάντα μὲ τὰ μυστήρια ἀλλὰ καὶ μὲ μία διαφορετικὴ ἀτμόσφαιρα τῶν ἰδιαίτερων ἀκολουθιῶν: Μεγάλο Ἀπόδειπνο, Προηγιασμένες Λειτουργίες, Χαιρετισμοὶ στὴν Παναγία, κατανυκτικοὶ Ἑσπερινοί, ὕμνοι καὶ τροπάρια ἀπὸ τὸ Τριώδιο, τὸ ἰδιαίτερο βιβλίο στὰ ἀναλόγια γιὰ τοῦτες τὶς ἡμέρες. Μία διαφορετικὴ ἀτμόσφαιρα ἀκόμη καὶ στὸ ντύσιμο τῶν ναῶν καὶ τῶν ἱερέων μὲ τὰ μελανὰ ἄμφια. [111]

112 Μὲ ὅλους αὐτοὺς τοὺς τρόπους ἡ Ἐκκλησία μᾶς βοηθεῖ νὰ ἔλθουμε σὲ κατάνυξη. Δηλαδὴ προσπαθεὶ νὰ μᾶς κάνει μία νύξη νὰ μᾶς κεντήσει, νὰ μᾶς σκουντήσει, νὰ μᾶς ὠθήσει σὲ συναίσθηση νὰ ἀρχίσουμε νὰ αἰσθανόμαστε κάποια συναισθήματα μὲ ὅσα συμβαίνουν γύρω μας. Μέσα ἀπὸ τὴν κατάνυξη τῶν ἀκολουθιῶν νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν χαρμολύπη, δηλαδὴ θλίψη γιὰ τὴν ἐξορία μας ἐκ τοῦ Παραδείσου, συναίσθηση τῆς καταστροφῆς ποὺ ἔχουμε κάνει στὴν ζωή μας. Ταυτόχρονα δὲ, νὰ αἰσθανθοῦμε μία χαρὰ γιὰ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Δὲν μᾶς ἐγκατέλειψε ὁ Θεός. «Ἦλθεν ζητεῖσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός». Ἦλθε ὁ Θεὸς ὡς μακρόθυμος καὶ πολυεύσπλαγχνος νὰ συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ μᾶς χαρίσει σωτηρία. Ἔτσι, βιώνοντας τὴν κατάνυξη μὲ τὴν χαρμολύπη γινόμαστε στὸ τέλος ἀνάλαφροι καὶ εἰρηνικοί. Προχωροῦμε στὴν πορεία μας ἀτενίζοντας τὸ ἀναστάσιμο προσωπικό μας τέλος. Βέβαια, ἡ πορεία καὶ ἡ ἄθληση, ὅπως προαναφέρθηκε, ἔχει τὸν κόπο. Μάλιστα δὲ στὸ μέσον παντὸς κοπιαστικοῦ ἔργου ἀναφαίνεται τὸ μέγεθος τῆς δυσκολίας. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ἕνα κανόνα. Διότι στὸ μέσον εὑρισκόμενοι ὁ κόπος φέρει μία ἀδυναμία, ἡ δὲ ἀδυναμία τὸ ὑπόλοιπον ἥμισυ μᾶς τὸ παρουσιάζει δυσκολότερο ἀπὸ ὅτι τὴν ἀρχὴ ποὺ βλέπαμε τὸ ὅλον. Γι αὐτὸ ὑπάρχουν πολλοὶ ποὺ τὰ ἐγκαταλείπουν. Χαλαρώνουν, ἀμελοῦν καὶ στρέφονται πρὸς ἄλλη κατεύθυνση μὲ ἀδιαφορία. Ἔτσι, εὑρισκόμενοι καὶ στὸ μέσον τῆς Σαρακοστῆς ἡ δυσκολία εἶναι αὐξημένη. Χρειαζόμαστε βοήθεια. Ἄλλὰ ἂς ἔχουμε θάρρος. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδει δύο κραταιά, δύο ἰσχυρὰ βοηθήματα. Τὸ ἕνα εἶναι ὁ Πανάγιος Σταυρὸς ποὺ σήμερα προβάλλεται στὸ κέντρο τῶν ναῶν. Ὁ Πανάγιος Σταυρὸς εἶναι τοῦ κόσμου ἡ χαρά, εἶναι ἡ δύναμη τῶν πιστῶν, ἡ ἐλπίδα τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ τὸ στήριγμα τῶν δικαίων. [112]

113 Τὸ δεύτερο βοήθημα εἶναι ἡ Δεσποτικὴ φωνὴ τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς τῆς Γ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν ποὺ μᾶς προσκαλεῖ «ἵνα ἄρωμεν τὸν σταυρὸν ἡμῶν» καὶ νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν καλοῦντα ἡμᾶς Ἰησοῦν Χριστόν. Φωνὴ ποὺ στάζει στὴν καρδιά μας τὴν δύναμη τῆς Θείας Χάριτος κι ἔτσι πρόθυμα ἐκτελοῦμε τὸ καθῆκον τῆς πορείας στὸ πνευματικὸ ταξίδι τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς. Ἂς στρέψουμε, ἑπομένως, ὅλη μας τὴν προσοχὴ καὶ ὅλο μας τὸ εἶναι στὸν Τίμιο Σταυρό. Ἂς τὸν προσέξουμε μὲ τὴν καρδιά μας. Διότι ὅ,τι γνωρίζει ἡ καρδιά μας γίνεται βίωμα καὶ ὅ,τι εἶναι βίωμα τὸ γνωρίζουμε καλύτερα ἀπὸ κάθε τι ἄλλο. «Οὐδεὶς ποτὲ κατηλλάγη τῷ Θεῷ χωρὶς τῆς τοῦ Σταυροῦ δυνάμεως» (Ε.Π.Ε. Γρ.Παλ., τ.9, σελ. 283). Ποτὲ κανένας καὶ ἀπὸ τὰ πρὸ Χριστοῦ χρόνια δὲν βρέθηκε σὲ συμφιλίωση μὲ τὸν Θεὸ χωρὶς τὴν δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Γι αὐτὸ ἔχουμε προτυπώσεις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει σὲ ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι πρὶν τὸν Χριστὸ ἀκολούθησαν τὸν Θεό. «Πρὸ τοῦ τὸν Σταυρὸν παγῆναι Σταυρὸς ἦν ὁ σώζων» (Ε.Π.Ε. Γρ.Παλ., τ.9, σελ. 304). Πρὶν νὰ στηθεῖ ὁ Σταυρὸς στὸν Γολγοθᾶ μὲ τὸν Ἰησοῦν Ἐσταυρωμένο, πάλι ὁ Σταυρὸς ἦταν ποὺ ἔσωζε. Ὅταν ἀκούει ὁ Ἀβραὰμ τὸ «ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου, δεῦρο εἰς γῆν ἣν ἄν σοι δείξω» (Γεν. ιβ 1), ἀκούει λόγο ποὺ φέρει μέσα του τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. Διότι γιὰ ἐκεῖνον ποὺ φεύγει ἀγύριστα ἀπὸ τὴν πατρίδα του ἢ φεύγει ἀπὸ τὸν κόσμο, διότι τὸν ἀπαρνιέται, σημαίνει πὼς ὁ κόσμος νεκρώθηκε καὶ καταργήθηκε κι αὐτὸ εἶναι Σταυρός. Ὁ Ἀπ. Παῦλος τὸ λέγει: «Ἐμοὶ ὁ κόσμος ἐσταύρωται» (Γαλ. ς 14). Μυστήριο, λοιπόν, τοῦ Σταυροῦ πρῶτον εἶναι ὅταν κανεὶς ἀφήνει τὸ κοσμικὸ φρόνημα καὶ διαχωρίζεται ἀπὸ ὅλους ἐκείνους συγγενεῖς καὶ μὴ οἱ ὁποῖοι ἐμποδίζουν στὴν ζωὴ τῆς εὐσεβείας. Ὅταν δηλαδὴ ἀγωνίζεται νὰ καθαρίσει τὸν μέσα ἄνθρωπο, [113]

114 ἐξετάζει τὸν ἐντός ἡμῶν κρυμμένο θησαυρό, τὴν μέσα μας εὑρισκομένη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τότε σταυρώνεται γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὰ πάθη. «Πνεύματι περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ μὴ τελέσητε» (Γαλ. ε 16). Ὁ Ἰσαὰκ ὑπάκουσε στὸν πατέρα του Ἀβραὰμ νὰ θυσιασθεῖ, ἔγινε ὑπήκοος, ὅπως ὁ Χριστός, μέχρι θανάτου καὶ συμβολίζει τὸν Χριστό. Τελικῶς τὸ κριάρι πῆρε τὴν θέση του καὶ σφαγιάσθηκε ὡς ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ. Τὸ φυτὸ στὸ ὁποῖο ἦταν δεμένο τὸ κριάρι εἶχε τὸ μυστήριο τοῦ τύπου τοῦ Σταυροῦ. Ἑβραϊκὰ τὸ φυτὸ αὐτὸ λέγεται Σαβέκ, δηλαδὴ φυτὸ ἀφέσεως, ὅπως ὁ Σταυρὸς λέγεται ξύλον ζωῆς καὶ σωτηρίας. Γιὰ νὰ ὑπάρξει σωτηρία προϋποτίθεται ἡ ἄφεση. Στὸν Ἰακώβ, τὸν υἱὸ τοῦ Ἰσαάκ, ἐνεργοῦσε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, διότι «ξύλον γὰρ καὶ ὕδατι τὰ ποίμνια ἑαυτῷ ἐπλήθυνε» (Ε.Π.Ε. Γρηγ. Παλ., τόμ. 9, σελ. 294). Αὔξησε τὰ ποίμνιά του μὲ ξύλα καὶ νερό. Τὸ ξύλο προετύπωνε τὸ σταυρικὸ ξύλο καὶ τὸ νερὸ τὸ θεῖο βάπτισμα ποὺ περικλείει μέσα του τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. «Ὅτε δὲ Ἰακὼβ πρὸς τὸ ἄκρον τῆς ράβδου προσεκύνει καὶ ὅτε τοὺς ἐγγόνους εὐλόγει, ἐναλλὰξ τὰς χεῖρας θεὶς τὸν Σταυροῦ τύπον ἔτι σαφέστερον ὑπέφηνεν» (Ε.Π.Ε. Γρ. Παλ., τόμ. 9, σελ. 296). Ὅταν προσκυνοῦσε ὁ Ἰακὼβ τὴν ράβδο του μέχρι τήν ἄκρη καὶ εὐλογοῦσε τὰ ἐγγόνια του κάνοντας τὰ χέρια του ἐναλλάξ, ὑπεδήλωνε καθαρότερα τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ (Γεν. μη 9-20). Στὴν περίπτωση τοῦ Μωυσῆ ἀναδεικνύεται ὁ τύπος καὶ τὸ σχῆμα ἀκόμη τοῦ Σταυροῦ, καθὼς καὶ ἡ σωτηρία δι αὐτοῦ τοῦ τύπου. Διότι ἔστησε ὄρθια τὴν ράβδο του καὶ στάθηκε μπροστά της ἁπλώνοντας τὰ χέρια του καὶ σχηματίζοντας ἔτσι τὸν ἑαυτό του σταυρικῶς ἐπάνω στὴν ράβδο κατετρόπωσε ἀμέσως τὸν Ἀμαλὴκ μὲ αὐτὸ τὸ θέαμα (Ἔξ. ιζ 8). [114]

115 Ἐπίσης, σὲ ἄλλη περίπτωση, ὅταν τὰ φίδια δάγκωναν τοὺς Ἰσραηλίτες καὶ πέθαιναν, ὁ Μωυσῆς ἔστησε τὸν χάλκινο ὄφι πλάγια πάνω σὲ κοντάρι σημαίας ἀναστηλώνοντας ἔτσι τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ καὶ παρήγγειλε στοὺς δαγκωμένους ἀπὸ φίδια Ἰσραηλίτες νὰ βλέπουν πρὸς αὐτὸν κι ἐθεραπεύοντο. Ἂς μὴ ξεχνοῦμε καὶ κατὰ τὴν ἀναχώρηση τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο στὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα: «Σταυρὸν χαράξας Μωσῆς ἐπ εὐθείας ῥάβδου τὴν Ἐρυθρὰν διέτεμε» (Καταβασίες Σταυροῦ). Ἔτσι πέρασαν τὴν Ἐρυθρά, οἰ δὲ Αἰγύπτιοι ποὺ τοὺς ἀκολουθοῦσαν γιὰ νὰ τοὺς ἐπιστρέψουν, μὴ προλαβαίνοντας νὰ περάσουν ἀπέναντι, διότι τὰ νερὰ ἐπανῆλθαν μετὰ τὴν διάβαση τῶν Ἰσραηλιτῶν, πνίγηκαν. Ὅλοι οἱ κριτές, οἱ προφῆτες, ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυὶ μέχρι τὸν Δαυὶδ καὶ οἱ μετὰ ἀπ αὐτὸν «τῷ μυστηρίῳ τοῦ σταυροῦ ἐνεργούμενοι» (Ε.Π.Ε. Γρηγ. Παλ., τόμ. 9, σελ. 302) ἀνέκοψαν ποταμούς, σταμάτησαν τὸν ἥλιο. Κατεδάφισαν πόλεις ἀσεβῶν ἔγιναν νικηφόροι στὸν πόλεμο, «ἔσβησαν δύναμη πυρός, ἔσφαξαν στόματα λεόντων, ἤλεγξαν βασιλεῖς», καθὼς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἑβρ., ια 32-40). Ἰσχύει πράγματι αὐτὸ ποὺ λέγει στοὺς Κορινθίους ὅτι «ὁ Λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ, τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστιν» (Α Κορ. α 18). Γι αὐτοὺς ποὺ νικῶνται καὶ ἀφανίζονται, διότι τὰ ἔργα τους εἶναι σκοτεινὰ καὶ ἀντίθετα εἶναι μωρία ὁ Σταυρός, ἐνῶ γι αὐτοὺς ποὺ σώζονται γιὰ τὴν καθαρή τους ζωὴ εἶναι δύναμη Θεοῦ. Ἀλλὰ ἂς ἀφήσουμε τὴν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης κι ἂς ἔλθουμε στὴν Καινὴ Διαθήκη. Στὰ χρόνια ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ τὸ Εὐαγγέλιό Του. Ὁ Χριστὸς εἶναι Ἐσταυρωμένος καὶ Ἀναστημένος. Αὐτὸς εἶναι ὁ Σταυροφόρος, διότι διὰ τοῦ Σταυροῦ Του σηκώνει ὅλων τῶν ἀνθρώπων (τῶν πρὸ Χριστοῦ, [115]

116 μετὰ Χριστὸν καὶ ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων) τὶς ἁμαρτίες. Εἶναι ὁ βαρύτερος ὅλων καὶ λυτρωτικὸς σὲ ὅλους μας. Ἐπάνω του διενεργήθη ἡ μεγαλύτερη μάχη τῶν αἰώνων. Συγκρούονται ὅλες οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους μὲ τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, οἱ ὁποῖες πρὸς στιγμὴν πίστεψαν ὅτι νίκησαν καὶ θανάτωσαν τὸν Θεό. Ἄπαγε τῆς πλάνης. Διότι ἤγειρεν τὸν Ἰησοῦν ὁ Πατήρ Του διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Ὁ πατὴρ τῆς δόξης» (Ἐφεσ. α 15) «κατὰ τὴν ἐνέργειαν τοῦ κράτους τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ἣν ἐνήργησεν ἐν τῷ Χριστῷ ἐγείρας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν» (Ἐφεσ. α 19-20). «Τὸ Πνεῦμα τοῦ ἐγείραντος Ἰησοῦν ἐκ νεκρῶν»(ρωμ. η 11). Οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους ἔπαθαν τὴν πανωλεθρία τους στὴν μάχη αὐτή. Ἀναστήνεται ὁ Θεάνθρωπος καὶ ἀναστήνεται ἡ ἀνθρώπινη φύση (ὁ ἄνθρωπος) στὴν ὑπόστασή Του τὴν θεανθρώπινη. Ὁ Σταυρὸς διέλυσε τὸ κράτος τοῦ θανάτου καὶ προβάλλεται ὡς ἡ μοναδικὴ ἀπάντηση στὴν προαιώνια ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου γιὰ ζωὴ καὶ ἀθανασία. Ἐπιλέγοντας Χριστό, ἐπιλέγουμε σταυρό. Ἐπιλέγοντας σταυρό, ἐπιλέγουμε θυσία, ἀλλὰ ταυτόχρονα νίκη ἔναντι τοῦ διαβόλου, νίκη ἔναντι τοῦ θανάτου. «Τὸ δὲ ἀκολουθεῖν Χριστῷ δηλοῖ τὸ ζῆν κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον αὐτοῦ, πᾶσαν ἀρετὴν καὶ εὐσέβειαν ἐνδεικνυμένους τὸ δὲ τὸν θέλοντα ἀκολουθεῖν ἀπαρνήσασθαι ἑαυτὸν καὶ αἴρειν τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» (Γρηγ. Παλ. τόμ. 9, σελ. 306). Ὅταν ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστό, ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιό Του παρουσιάζοντας κάθε ἀρετὴ καὶ εὐσέβεια. Κι ὅταν σηκώνει κανεὶς τὸν σταυρό του, σημαίνει ὅτι δὲν λυπᾶται τὸν ἑαυτό του, ὅταν τὸ ἀπαιτεῖ ὁ καιρός, ἀλλὰ εἶναι ἕτοιμος καὶ γιὰ θάνατο ὑπὲρ τῆς ἀρετῆς, ὑπὲρ τῆς Ἀληθείας, ὑπὲρ τῆς πίστεως. Εἶναι πράγματι ἀντιφατικὸ καὶ παράξενο νὰ πρέπει γιὰ νὰ κερδίσεις τὸν ἑαυτόν σου νὰ ἀπαρνηθεῖς τὸν ἑαυτόν σου γιὰ νὰ [116]

117 γίνεις ἄξιος τὴς ἀθανασίας, νὰ εἶσαι ἕτοιμος πρὸς θάνατον. Στὴν πνευματικὴ ὅμως γλῶσσα τοῦ Εὐαγγελίου παρουσιάζει πλήρη ἁρμονία καὶ βαθὺ νόημα. «Ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ Ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν» (Μάρκ. η 34). -Σταυρὸ ἀναλαμβάνουν οἱ γονεῖς προκειμένου νὰ συγκροτήσουν καὶ νὰ ὁδηγήσουν τὸ σκάφος τῆς οἰκογενείας στὰ ἐπικίνδυνα ρεύματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ἰδιαιτέρως σημερα ποὺ οἱ οἰκογένειες κλονίζονται. -Σταυρὸ ἔχουν ὅσοι μαστίζονται ἀπὸ ἀσθένειες, δοκιμάζουν στερήσεις καὶ πόνο στὴν ζωή. -Σταυρὸ ἔχουν ὅσοι περιφρονοῦνται, διώκονται, χλευάζονται, συκοφαντοῦνται γιὰ τὰ ἱερὰ καὶ ἅγια τῆς πίστεώς μας. Ὅσοι κρατοῦν τὸ ἦθος, τὴν τιμιότητα, τὴν καθαρὴ καὶ ἀνεπίληπτη ζωή. Εἶναι οἱ σταυροφόροι στὸν ἀνήφορο τοῦ Γολγοθᾶ παραμένοντας μὲ τὴν βεβαιότητα ὅτι μετὰ τὴν τρικυμία θὰ ἐπέλθει ἡ πολυπόθητη γαλήνη. «Τὸ ἀνενέργητον γενέσθαι τὸν ἄνθρωπον πρὸς πᾶν τὸ ἀπαρέσκον Θεῷ» (Γρηγ. Παλ. τόμ. 9, σελ. 311). Τὸ νὰ καταστεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀδρανὴς πρὸς κάθε τὶ ποὺ δὲν ἀρέσει στὸν Θεό, αὐτὸ εἶναι σταύρωση. Θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε ἐπίσης ὅτι ὁ Σταυρὸς εἶναι ἕνα σημεῖο ὑπαρκτό, τὸ ὁποῖο ἔχει ζωὴ καὶ δύναμη. Ὅπως δηλαδὴ τὰ πνεύματα τῶν ἑορταζομένων Ἁγίων ζοῦν καὶ κινοῦνται ἐντὸς τοῦ Οὐρανοῦ, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ ζεῖ καὶ ὑπάρχει καὶ συμβοηθεῖ τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτὸ πιστοὺς στοὺς κινδύνους καὶ στὶς δυσχέρειες τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Εἶναι σημεῖο παγκόσμιο, διότι λέγουν οἱ Πατέρες ὅτι ὁ ὀμφαλὸς τῆς Δημιουργίας ἔχει σχῆμα σταυρικό. Ἡ δὲ τετράκτινος ἀνάπτυξή του καταλήγει στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα καὶ [117]

118 μᾶς φτιάχνεται ἔτσι νοερὰ ἕνας γιγαντιαῖος Σταυρὸς φύλακας πάσης τῆς Οἰκουμένης. Παράλληλα, ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ κόσμημα, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, τόσο τοῦ Ναοῦ (ἐπὶ τοῦ τέμπλου, τοῦ Ἁγίου Βήματος, τοῦ καμπαναριοῦ, τοῦ τρούλλου τοῦ ὁποίου δεσπόζει), ὅσο καὶ τοῦ λαοῦ, τὸν ὁποῖον συναντιλαμβάνεται καὶ προστατεύει. Κανένα ἀπὸ τὰ μυστήριά μας δὲν γίνεται χωρὶς τὴν σημείωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Καμμία εὐλογία καὶ εἰρήνευση δὲν δίδεται ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς χωρὶς αὐτοῦ. -Ὁ Σταυρὸς ὑποδέχεται τὸν ἄνθρωπο κατὰ τὴν εἴσοδό του στὸν στίβο τῆς παρούσης ζωῆς. -Σταυροειδῶς ραντίζεται δι ἐλαίου τὸ ὕδωρ τῆς κολυμβήθρας ἐντὸς τοῦ ὁποίου βαπτίζεται ὁ νεοφώτιστος. -Σταυροειδῶς χρίεται διὰ τοῦ Μύρου τοῦ χρίσματος λαμβάνων τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. -Σταυρὸς κρεμᾶται στὰ στήθη τῶν πιστῶν. -Σταυρὸν σημειώνουμε στὸν ἑαυτό μας, ὅταν ἀρχίζουμε ἢ τελειώνουμε τὴν ἐργασία μας, ὅταν θὰ φᾶμε, ὅταν πᾶμε γιὰ ὕπνο, ὅταν προσευχόμαστε ἢ ὅταν βλέπουμε τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ στοὺς ἐγκατεσπαρμένους Ναούς. Ὁ Σταυρὸς εἶναι παρὼν σὲ κάθε ἔκφανση τῆς ζωῆς μας μὲ τὴν οὐσιαστική του παρουσία. Ὁ Ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς λέγει ὅτι ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι μία ἁπλὴ παράβαση ἑνὸς νόμου, ἀλλὰ ἡ ἀνώμαλη κίνηση τῶν φυσικῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς. Ἀντὶ νὰ κινεῖται ὁ ἄνθρωπος ἀδιάλειπτα πρὸς τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ τῆς θεώσεως, κινεῖται πρὸς τὰ αἰσθητὰ ἀγαθά. Αὐτὴ ἡ ἀνώμαλη κίνηση εἶναι μία διασπαστικὴ ἐνέργεια. Διασπάστηκε ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Θεό, ποὺ εἶναι τὸ Φῶς καὶ ἡ Ζωή. Διασπάστηκαν οἱ ἄνθρωποι μεταξύ τους. Ὁ ἄλλος φταίει πάντα. Διασπάστηκε ὁ ἄνθρωπος ἐσωτερικά. Ἄλλα σκέπτεται ὁ [118]

119 νοῦς, ἄλλα ἡ καρδιὰ ἐπιθυμεῖ καὶ ἄλλα πράττει ἡ βούληση τοῦ ἀνθρώπου. Ἀφοῦ χάθηκε τὸ κέντρο, ὁ Θεός, ὅλες οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς ἀποδιοργανώθηκαν. Διασπάστηκε ἐπίσης ὁ σύνδεσμος μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς φύσεως. Ἐναντιώθηκε ἡ φύση πρὸς τὸν ἄνθρωπο, διότι ὁ ἄνθρωπος δὲν τὴν συνέδεσε μὲ τὸν Θεό. Διασπάστηκε, ἐπίσης, ἡ φύση ἀπὸ τὸν Θεό, διότι βρέθηκε σὲ πτώση, ὑποτεταγμένη καὶ δούλη τοῦ θανάτου. Ὅλες αὐτὲς τὶς διασπάσεις ἕνωσε ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Ψάλλει ἡ Ἐκκλησία: «Ἥπλωσας τὰς παλάμας (ἐπὶ Σταυροῦ) καὶ ἥνωσας τὰ τὸ πρὶν διεστῶτα». Ὁ δὲ Ἅγ. Κύριλλος Ἱεροσολύμων λέγει: «Ἐγηγερμένου τοῦ σημείου, τουτέστιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, γέγονεν ἄφεσις τῶν ἐν αἰχμαλωσίᾳ, συνδρομὴ πρὸς ὁμοψυχίαν, σπουδὴ πρὸς ὁμόνοιαν καὶ ὁμοπιστίαν τῶν πάλαι διηρημένων». Τὸ ξύλο, λοιπόν, τοῦ Σταυροῦ ἔγινε ἡ ἀρχὴ τῆς ἑνότητας καὶ ἀφθαρσίας ὅλης τῆς φύσεως. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἐπιστρέφει ὁ ἄνθρωπος στὸν Θεὸ καὶ ἑνώνεται μαζί Του. Ἐνδύεται τὸ Φῶς καὶ ἀποκτᾶ ζωή. «Ἐπὶ Σταυροῦ τὰς ἄχράντους Σου χεῖρας ἐξέτεινας ἐπισυνάγων πάντα τὰ ἔθνη», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἑνώνεται ὁ ἄνθρωπος ἐσωτερικά. Ὁ νοῦς, ἡ ἐπιθυμία, ἡ καρδιὰ τηροῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Παύουν οἱ ψυχικὲς συγκρούσεις. Διὰ τοῦ Σταυροῦ οἱ Ἅγιοι ὑπηρετοῦνται ἀπὸ τὰ ἄγρια θηρία καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ βασιλεύς, ἡ κορωνίδα τῆς Δημιουργίας. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ὅλη ἡ Κτίση ἐπιστρέφει στὸν Θεό. Διὰ τοῦ Σταυροῦ, τέλος, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἀδελφοὶ μεταξύ τους καὶ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Τίμιος Σταυρὸς εἶναι ἡ ἑνότητα ὅλων, διότι δι αύτοῦ κατατροποῦται τὸ μόνο διασπαστικὸ στοιχεῖο, ἡ ἁμαρτία, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ τῆς ἁμαρτίας, ὁ διάβολος. [119]

120 «Διᾶ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ». Δίκαια καὶ πάνσοφα ἡ Ἐκκλησία στὸν κόπο τῆς Μ. Σαρακοστῆς προβάλλει τὸν Τίμιο Σταυρὸ νὰ τὸν προσκυνήσουμε. Διότι οἱ δυνάμεις ποὺ χρειάζονται προκειμένου νὰ συνεχίσουμε τὸ πνευματικὸ ταξίδι ὄντως ἀντλοῦνται. Αἱματωμένος καθὼς εἶναι ὁ Σταυρὸς μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ μέγιστο ἀντάλλαγμα ποὺ δόθηκε ὡς λύτρο γιὰ τὴν ψυχή μας. Ἂς μὴ παραλειψουμε νὰ τὸν προσκυνήσουμε μὲ τὴν πρέπουσα εὐλάβεια, μὲ τὸν βαθύτατο σεβασμό, μὲ τὴν πλήρη κατάνυξη καὶ συναίσθηση ὅτι εἶναι ἡ Σωτηρία μας. Ἔτσι, θὰ νοιώσουμε τὴν ἐνίσχυσή του καὶ θὰ προχωρήσουμε μὲ θάρρος τὴν ἄσκηση ποὺ ἀρχίσαμε ἀτενίζοντας μὲ αἰσιοδοξία καὶ ἐλπίδα τὸ Πάσχα, τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ καὶ πάντων ἡμῶν. ΑΜΗΝ [120]

121 ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΝΟΝΟΣ Ἐνῶ ὁδεύουμε τῆν Μ. Τεσσαρακοστὴ καὶ βρισκόμαστε στὰ μέσα τῆς Τετάρτης Ἑβδομάδος, ἡ Ἐκκλησία μας τοποθετεῖ ἐνδιάμεσα τῆς ἀκολουθίας τοῦ Μικροῦ Ἀποδείπνου τὸν Μεγάλο Κανόνα. Διανύοντας τὴν Μ. Τεσσαρακοστὴ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ σκεφτόμαστε ὅτι βρισκόμαστε σὲ ἕνα στάδιο σὰν αὐτὰ τῶν ἀθλητῶν καὶ ἀγωνιζόμαστε νὰ κερδίσουμε τὸ ἔπαθλο τῆς καλῆς μας ἀπόδοσης ὡς πνευματικοὶ ἀθλητὲς τῆς πίστεως. Καλούμαστε νὰ λάβουμε μέρος στὸν καλὸ ἀγώνα τῆς ταπείνωσης καὶ μετανοίας. Δύο ἀγωνίσματα ποὺ χρειάζονται τὰ κατάλληλα ἐρεθίσματα προκειμένου νὰ ἀποφασίσουμε νὰ λάβουμε μέρος ἐνασχολούμενοι μὲ αὐτά. Τὰ κατάλληλα ἐρεθίσματα ποὺ μᾶς δίδει ἡ Μ. Τεσσαρακοστὴ εἶναι οἱ ἀκολουθίες. Τὸ Μεγάλο Ἀπόδειπνο μὲ τὸ «Κύριε τῶν Δυνάμεων», οἱ προηγιασμένες κατανυκτικὲς Θ. Λειτουργίες, τὸ Θεοτοκάριον τῆς Παναγίας μας, τὸ Ψαλτήρι, ἡ προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὅλοι οἱ ὕμνοι τοῦ Τριωδίου καὶ αὐτὸς ἰδιαίτερα ὁ ὕμνος τοῦ Μεγάλου Κανόνος. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐρεθίσματα μᾶς φέρνουν σὲ περισυλλογή, σὲ βαθὺ προβληματισμὸ γύρω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, τὴν πορεία τῆς ζωῆς μας, τὴν ψυχή μας, τὶς ἁμαρτίες μας. Ἰδιαίτερα ὁ Μ. Κανόνας τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης εἶναι ἕνας θρῆνος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς γιὰ τὴν πτώση ποὺ ἔχει ὑποστεῖ, γιὰ τὶς ἁμαρτίες ποὺ γεύεται, γιὰ τὴν ροπὴ πρὸς τὸ ἀντίθετο τῆς σωτηρίας. Ὁ Ἅγ. Ἀνδρέας μὲ μία μοναδικὴ ἔμπνευση, τέχνη καὶ γνώση καταπιάνεται μὲ τὰ μεγάλα βιβλικὰ θέματα: Ἀδάμ, Εὔα, Παράδεισος, Πτώση, Πατριάρχες, Νῶε μὲ τὸν κατακλυσμό, Δαυίδ, χώρα τῆς Ἐπαγγελίας καὶ τελικὰ Χριστὸς [121]

122 καὶ Ἐκκλησία. Παρουσιάζει τῆν συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν, τὴν μετάνοια καὶ τὴν ὁμολογία. Ὅλα δὲ αὐτὰ τὰ γεγονότα τὰ παρουσιάζει ὡς γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ κάθε ἑνὸς ἀνθρώπου. Καθὼς καὶ οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ παρουσιάζονται καὶ ἀποβλέπουν στὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν σωτηρία του. Βλέπει κανεὶς τὴν τραγωδία τῆς ἁμαρτίας ὡς προσωπική του τραγωδία. Ὑπάρχουν οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους καὶ ὁ Θεὸς καὶ ἡ μεγάλη πάλη του κάθε ἑνὸς ἀπὸ ἐμᾶς προκειμένου νὰ νικήσουμε ἢ καλύτερα νὰ μετανοήσουμε, διότι βρισκόμαστε στὴν πλευρὰ τοῦ σκότους κι ἔτσι νὰ ἐνταχθοῦμε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Μεγάλος Κανόνας εἶναι ἕνα ἰσχυρὸ ἐρέθισμα μέσα στὴν Σαρακοστὴ προκειμένου νὰ ἔλθουμε σὲ συναίσθηση καὶ νὰ ἀποκτήσουμε μία νέα ἀντίληψη τῆς πορείας μας σ αὐτὸν τὸν κόσμο. Μᾶς δίδει ἕνα νέο φρόνημα. Σχηματίζει μέσα μας τὸ ποιὸς εἶναι ὁ λόγος τῆς παρουσίας μας σ αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ ποιὸς πρέπει νὰ εἶναι ὁ στόχος τῶν ἐπιδιώξεών μας. Δυστυχῶς ὁ πολιτισμὸς στὸν ὁποῖο ζοῦμε μᾶς σερβίρει διάφορες ἀντιλήψεις γιὰ τὸν κόσμο, στὴν πραγματικότητα δὲ δὲν περιλαμβάνει τὴν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας. Ζοῦμε σ ἕνα πολιτισμὸ ποὺ δὲν ἀρνεῖται ἀνοιχτὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ εἶναι κατ ἐξοχὴν ὑλιστικός. Σκέπτεται γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μόνο σὲ σχέση μὲ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ἀγνοεῖ τὴν μεταφυσικὴ κλήση. Δύσκολο ἑπομένως καὶ στὸν ἐξομολογούμενο χριστιανὸ νὰ συναντήσει μετάνοια, διότι ζεῖ μὲ τὶς δεδομένες ἀντιλήψεις τῆς σύγχρονης πραγματικότητας, ἀντίθετες πρὸς τὸ πνεῦμα, τὸ ὁποῖο ὁ Ἅγ. Ἀνδρέας μᾶς παρουσιάζει διὰ τοῦ Μ. Κανόνος. Καὶ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς λύπης γιὰ τὴν ἁμαρτία. Μιᾶς λύπης ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸ ἔσχατο βάθος τῆς συνείδησης τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁδηγεῖ στὴν ἐπιθυμία γιὰ ἐπιστροφὴ καὶ παράδοση στὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. [122]

123 Ἴσως θὰ πρέπει νὰ εἰσάγουμε τὸν ὅρο πνευματικὸς πολιτισμός, νὰ διερευνήσουμε καὶ νὰ διακρίνουμε ὅτι οἱ σημερινὲς κοινωνίες εἶναι πολὺ χαμηλά. Ὁ Μεγάλος Κανόνας ἐπανορθώνει μέσα μας βασικὰ πνευματικὰ πλαίσια καὶ μᾶς προκαλεῖ σὲ μία ἐντελῶς διαφορετικὴ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ζωῆς του, τῶν σκοπῶν του, τοῦ πολιτισμοῦ του. Ἡ Μεγάλη Τεσαρακοστὴ εἶναι ἕνα πνευματικὸ ταξίδι. Μᾶς πάει ἀπὸ μία πνευματικὴ κατάσταση σὲ μία ἄλλη. Μᾶς πάει ἀπὸ τὴν ἐφάμαρτη ζωὴ στὴν μετάνοια. Ἡ μετάνοια εἶναι ἡ μόνη δυνατότητα προσέγγισης στὴν νέα ζωή, ἡ ὁποία μᾶς κάνει μετόχους στὴν νέα (καινή) κτίση. [123]

124 [124] ΜΕΡΟΣ Γ ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΕΟΡΤΕΣ

125 ΤΟ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟ (ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ) «Ἐκ μὲν γυναικὸς ἦλθεν, εἰς Εὔας χάριν ἐκ Παρθένου δέ καὶ γὰρ πατρὸς μόνου τὸ πρῶτον, ἄζυξ ἀζύγων». Γρηγ. Θεολόγος Μέσα στὸν κύκλο τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας ξεχωριστὴ θέση κατέχουν αὐτὲς τοῦ Δωδεκαημέρου δηλαδὴ ἀπὸ τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων μέχρι τὰ Θεοφάνεια στὶς 6 τοῦ Γενάρη. Οἱ πιὸ πολλοὶ ξέρουμε καὶ ἑορτάζουμε τρεῖς ἀπὸ αὐτὲς σὰν πιὸ ἐπίσημα: Τὰ Χριστούγεννα, τὴν Πρωτοχρονιά, τὰ Φῶτα. Ὅμως λαμπρύνουν τὸ Δωδεκαήμερο καὶ οἱ ἑορτὲς τῶν Ἁγίου Στεφάνου, Μ. Βασιλείου, Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, Σύναξη τῆς Θεοτόκου, Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος καὶ ἄλλες. Μάλιστα ἂν δοῦμε καὶ τὰ προεόρτια καὶ μεθεόρτια μὲ τὰ ὁποῖα περιστοιχίζεται τὸ Δωδεκαήμερο, τὸ βλέπουμε νὰ ἁπλώνεται σὲ 25 ἡμέρες: Κυριακὴ [125]

126 τῶν Προπατόρων, Κυριακὴ πρὸ Χριστοῦ Γεννήσεως καὶ Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα. Αὐτὸς ὁ κύκλος τῶν ἑορτῶν, ὅπως τὸν ξέρουμε σήμερα, σχηματίσθηκε μέσα στὸν διάβα τῶν αἰώνων ἀνάλογα μὲ τὶς λατρειακὲς καὶ ἄλλες ἐκκλησιαστικὲς ἀνάγκες τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ζωῆς. Τὸ Δωδεκαήμερο ἢ καὶ Δωδεκάμερο δημιούργησε τὴν δική του πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα, ἡ ὁποία χρωματίζεται πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν ἑορταστικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Θεοφανείων, δηλαδὴ τῆς Βαπτίσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ ἡ κυκλικὴ ἑορταστικὴ ροὴ τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας ἁγιάζει τὴν θρησκευτική μας ὑπόσταση καὶ προχωρεῖ μέσα στὸν χρόνο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία πορεύεται μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρὸς τὸν τελικὸ σκοπὸ ποὺ εἶναι ἡ συντέλεια τῶν αἰώνων καὶ ἡ συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ στὴν Δευτέρα Παρουσία. Το Δωδεκαήμερο εἶναι ὅρος λαογραφικός. Δὲν τὸν χρησιμοποιοῦμε μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι χριστιανικοὶ λαοί. Ἐπειδὴ ὑπάρχει γιορταστικὴ συνέχεια, ἔχουμε διακοπὴ ἐργασίας καὶ καθιερώθηκαν διάφορες συνήθειες καὶ ἔθιμα σὲ οἰκογενειακὸ καὶ κοινωνικὸ ἐπίπεδο, τὰ ὁποῖα πλουτίζουν αὐτὲς τὶς ἡμέρες καὶ φθάνουν ἀπὸ τὰ διάφορα φαγητά, γλυκίσματα, δῶρα, κάλαντα, εὐχές, στολισμένα δένδρα καὶ πολύχρωμους φωτισμοὺς μέχρι τὸν δεισιδαιμονικὸ φόβο γιὰ παράξενα ὄντα μὲ τὶς φαντασιώσεις τῶν καλικαντζάρων, καθὼς καὶ τὸ ἄνοιγμα τῆς τύχης. Ἀκόμη καὶ τώρα ποὺ ζοῦμε σὲ μία ἐποχὴ μοντέρνα καὶ μηχανικὴ ποὺ στηρίζεται περισσότερο στὴν λογική, τὸ ὑποσυνείδητό μας κρατᾶ, ἔστω καὶ ἀλλοιωμένα, αὐτὰ τὰ ἔθιμα καὶ τὶς δεισιδαιμονίες καὶ αὐτὸ μᾶς δίδει ἀκόμη ἕνα δέσιμο μὲ τὴν [126]

127 Ἱστορία μας. Ἰδιαιτέρως δέ, ὅταν αὐτὸ τὸ ἔθιμο εἶναι σπιτικό, ἀνθρώπινο, καλλιτεχνικό, μᾶς δίνει χαρὰ νὰ τὸ συνεχίζουμε. Ἐμεῖς οἱ παλιότεροι ὀφείλουμε νὰ κάνουμε περιγραφὲς τῶν ἐθίμων στοὺς νέους, γιὰ νὰ ξαναζωντανεύονται μὲ γνώση τὰ πατροπαράδοτα. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι τὰ ἔθιμα τοῦ λαοῦ μας ἔχουν ἦθος ὀρθόδοξο χριστιανικό. Παράδειγμα: Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔχει κάτι τὸ θαυμαστὸ γιὰ τὸν λαό. Εἶναι τὸ μεγάλο γεγονός, τὸ οποῖο κάνει τὴν παραμονὴ τοὺς Οὐρανοὺς νὰ ἀνοίγουν. Κι ἅμα δεῖς ν ἀνοίγουν τὰ Οὐράνια, ὅ,τι εὐχὴ πεῖς θὰ πιάσει. Ὅ,τι ζητήσεις θὰ γίνει, ἀρκεῖ νὰ προφθάσεις, γιατὶ ὅλα γίνονται σὰν ἀστραπή, τόσο γρήγορα καὶ οὔτε προφθαίνεις καλὰ-καλὰ νὰ τὸ καταλάβεις. Ὡστόσο αὐτὴ ἡ πίστη κάνει πολλοὺς νὰ ξαγρυπνοῦν ὡς τὰ μεσάνυχτα, γιὰ νὰ προφθάσουν τὴν θεϊκὴ λάμψη καὶ νὰ προφέρουν τὴν εὐχή τους. Ἢ τὸ ἄλλο μὲ τό χριστόψωμο: Τὸ χριστόψωμο κατέχει τὴν πρώτη θέση στὸ στρωμένο τραπέζι καὶ πρὶν ἀρχίσει τὸ φαγητὸ τὸ ὑψώνουν λέγοντας τρεῖς φορές: «Χριστὸς γεννᾶται στὸν κόσμο». 7 Ὁ λαός μας, ζυμωμένος μὲ τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα καὶ ἦθος, ὅποτε βρισκόταν στὴν ἐκκλησιά, ὅποτε ἦταν στὴν δουλειά, ὅποτε διασκέδαζε, ὅποτε ἔγραφε, πάντα μὲ τὰ ἴδια αἰσθήματα, πάντα μὲ τὴν ἴδια καρδιὰ ἐκινεῖτο, μὲ ἀποτέλεσμα ὅλα νὰ ἀποπνέουν μιὰ Χάρη. Γράφει π.χ. ὁ Παπαδιαμάντης γιὰ τὸν ψάλτη στὸ νησί του: «Ὁ ἀγαθὸς γέρων ἦτο ἔτι τοῦ ἀμιμήτου ἐκείνου τύπου τῶν ψαλτῶν, ὧν τὸ γένος ἐξέλιπε δυστυχῶς σήμερον. Ἔψαλλε κακῶς μὲν ἀλλ εὐλαβῶς καὶ μετ αίσθήματος. Τίποτε δὲν ἔλεγε ὀρθῶς, οὔτε 7 Χριστουγεννιάτικα καὶ τῶν γιορτῶν, Δημ. Σ. Λουκάτου [127]

128 μουσικῶς οὔτε γραμματικῶς. Ἀλλὰ προτιμωτέρα ἡ ἀμάθεια τῆς δοκισησοφίας» 8 Γράφει ἐπίσης γιὰ τὸν ἱερέα: «Ἁλλ ὅτε ὁ ἱερεὺς ἐξελθὼν ἔψαλλε τὸ Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός, τότε αἱ μορφαὶ τῶν ἁγίων ἐφάνησαν ὡς νὰ ἐφαιδρύνθησαν εἰς τοὺς τοίχους. Ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἀκαταπαύστως ἐκεῖ καὶ ἐσείσθη ὁ ναὸς ὅλος ἀπὸ τὴν βροντώδη φωνὴν τοῦ παπα-φραγκούλη μετὰ πάθους ψάλλοντος: Δόξα ἐν ὑψίστοις λέγοντες Τῷ σήμερον ἐν σπηλαίῳ τεχθέντι, καὶ οἱ ἄγγελοι οἱ ζωγραφιστοί, οἱ περικυκλοῦντες τὸν Παντοκράτορα ἄνω εἰς τὸν θόλον, ἔτειναν τό οὗς ἀναγνωρίσαντες οἰκεῖον αὐτοῖς τὸν ὕμνον». 9 Φαίνονται ὁλοκάθαρα ἡ πίστη καὶ ἡ ἁπλότητα ποὺ ἑνώνουν ἐν συνηδείσει καὶ βιωματικὰ τὰ οὐράνια μὲ τὰ ἐπίγεια. Δὲν ἐμποδίζει ἡ ἀμάθεια. Χρειάζεται μόνο ἡ χριστιανικὴ ὀρθόδοξη ζωὴ σὲ ὅλο της τὸ μῆκος καὶ τὸ πλάτος. Νὰ τὶ λέγει ὁ Κόντογλου: «Μοναχὰ ὁ ὀρθόδοξος χριστιανὸς γιορτάζει τὰ Χριστούγεννα πνευματικά, κι ἀπ τὴν ψυχή του περνᾶνε ἁγιασμένα αἰσθήματα ποὺ τὴν ζεσταίνουνε μὲ κάποια θέρμη παράδοξη ποὺ ἔρχεται ἀπὸ ἕνα ἄλλο κόσμο, τὴν θέρμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατὰ τὸν ἀναβαθμὸ ποὺ λέγει: «Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται καὶ καθάρσει ὑψοῦται, λαμπρύνεται τῇ τριαδικῇ μονάδι ἱεροκρυφίως». 10 Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι «διὰ πίστεως γὰρ περιπατοῦμεν οὐ διὰ εἴδους». Ὅσοι πίστεψαν ὅτι μὲ τὶς γνώσεις μποροῦν νὰ φθάσουν στὴν πίστη πῆραν δρόμο λαθεμένο. Ἡ 8 Στὸν Χριστὸ στὸ Κάστρο, Ἀλ. Παπαδιαμάντη 9 ὅ. π. 10 Ἁγιασμένες μέρες [128]

129 γνώση πάντα ἐπιτυγχάνεται χρησιμοποιώντας τὸ λογικό. Ἀλλ ὅμως ἀπ τὸ λογικὸ προέρχεται καὶ ἡ ἀμφιβολία γιὰ τὴν ἀλήθεια. Ἡ πίστη ζητᾶ ἕνα φρόνημα μόνο καθαρὸ καὶ ἁπλό. Δηλαδὴ νὰ στέκεσαι μακριὰ ἀπὸ κάθε πανουργία. 11 Τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ ἐξιχνιάζονται ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ γίνονται δεκτὰ μόνο στοὺς ἁπλοὺς καὶ καθαρούς. Βγῆκε, λέγει ὁ Φώτης Κόντογλου, ὁ Ἅγιος Βασίλης μετὰ τὰ Χριστούγεννα τὴν βόλτα του, πῆρε τὸ ραβδί του καὶ γύριζε σ ὅλα τὰ χωριὰ καὶ τὶς πολιτεῖες νὰ δεῖ ποιὸς θὰ τὸν γιορτάσει μὲ καθαρὴ καρδιά. Χτυποῦσε πόρτες μὰ δὲν τοῦ ἄνοιγαν, «ἐπειδὴ τὸν πήρανε γιὰ διακονιάρη». Κι ἔφευγε πικραμένος. Τελικῶς ἔφθασε σὲ μιὰ ραχούλα κι ἀπὸ κάτω της ἤτανε μιὰ στρούγκα τρυπωμένη. Ὁ Ἅγιος Βασίλης μπῆκε στὴν στάνη καὶ χτύπησε μὲ τὸ ραβδί του τὴν πόρτα τῆς καλύβας. Τοῦ ἄνοιξε ἕνας νέος βοσκός, ὁ Γιάννης ὁ Μπαρμπάκος, ἄνθρωπος ἀθῶος καὶ ἀπελέκητος. Πρὶν καλὰ-καλὰ τὸν ἰδεῖ, τοῦ εἶπε: «Ἔλα μέσα, καλημέρα καὶ καλὴ χρονιά». Τὸν εἶδε γέρο σεβάσμιο καὶ τοῦ φίλησε τὸ χέρι. Ἔβαλε ξύλα στὴν φωτιὰ καὶ φεγγοβόλησε τὸ καλύβι σὰν νά τανε παλάτι. Κάνανε ἀκολουθία μαζὶ καὶ εὐλόγησε ὁ Ἅγιος τὸν βοσκὸ μὲ τὴν γυναίκα του καὶ τὸ παιδί του. Φάγανε μαζί, κόψανε καὶ τὴν πίτα κι ὅταν συζητοῦσαν, ρωτᾶ ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Πές μου, γέροντα ποὺ ξέρεις γράμματα σὲ ποιὰ παλάτια ἄραγες πῆγε ἀπόψε ὁ Ἅγιος Βασίλης; Οἱ ἀρχόντοι κι οἱ βασιλιάδες τὶ ἁμαρτίες νά χουνε; Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ εἴμαστεν ἁμαρτωλοὶ, ἐπειδὴς ἡ φτώχεια μᾶς κάνει νὰ κολαζόμαστε». 11 Φ. Κόντογλου, Χριστιανισμὸς καὶ Φιλοσοφία [129]

130 Κι ὁ Ἅγιος Βασίλης δάκρυσε. Σηκώθηκε καὶ εἶπε τὴν εὐχή: «Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι ὁ δοῦλος σου Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς, ἐστὶν ἄξιος καὶ ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην του εἰσέλθῃς. Ὅτι νήπιος ὑπάρχει καὶ τὰ μυστήριά Σου τοῖς νηπίοις ἀποκαλύπτεται». 12 Φαίνεται, νομίζω, ὁλοκάθαρα ἡ τεράστια διαφορὰ τῆς κοσμικῆς σκέψης ἐπὶ τῶν ἑορτῶν τοῦ Δωδεκαημέρου ποὺ ἐμεῖς οἱ συγχρονισμένοι ἔχουμε ἀποκτήσει σὲ σχέση μὲ τὸ πραγματικὸ χριστιανικὸ ἦθος τῆς ἱστορίας τοῦ γένους μας. Λέγει ὁ Ντοστογιέφσκυ στὸν μέγα Ἱεροεξεταστή: «Ἐσὺ δὲν πᾶς νὰ λὲς ὅ,τι θέλεις μέσα στὸ Εὐαγγέλιο! Ἐμεῖς φθιάξαμε ἕνα Χριστιανισμὸ βολικό, λογικό, ἕνα σύστημα σὰν ὅλα τὰ συστήματα ποὺ κάνουνε οἱ ἄνθρωποι. Τὶ ἦρθες πάλι στὸν κόσμο νὰ μᾶς χαλάσεις ξανὰ ὅ,τι κάναμε; Νὰ ξέρεις λοιπὸν πὼς θὰ δώσω προσταγὴ αὔριο νὰ σὲ κάψουνε κι ἐσένα ἐν ὀνοματί σου!» 13 Βολικὸς καὶ λογικὸς πράγματι θέλουμε νὰ εἶναι ὁ Χριστιανισμός. Νὰ ἔρχεται τὸ Εὐαγγέλιο στὰ μέτρα τὰ ἀνθρώπινα μὲ τὶς ἐμπάθειες. Στὰ μέτρα διαφόρων συμφερόντων μας, τῶν ἐγωισμῶν μας ἀλλὰ καὶ τῶν ἐπιθυμιῶν μας. Ἀντὶ ἐμεῖς ὡς ἄνθρωποι νὰ κάνουμε τὴν προσπάθεια, τὴν ἄσκηση, τὴν βία ἡ ὁποία θὰ μὰς ἀνεβάσει στὰ μέτρα καὶ τὸ ἐπίπεδο τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔτσι εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Παραδέχεται μὲ τὴν ταπείνωση. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀρθρώσει λόγο στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Τὶ νὰ πεῖ τὸ ἀτελὲς στὸν Τέλειο; Τὶ νὰ πεῖ ἡ σκέψη ἑνὸς πεπερασμένου ἀνθρωπίνου νοῦ ἐνώπιον τοῦ Θεϊκοῦ Νοῦ, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ὅσες κι ἂν εἶναι οἱ γνώσεις τοῦ ἀνθρώπου ἀσφαλῶς μειονεκτοῦν στὴν Θεία Γνώση. 12 Φ. Κόντογλου, Γιάννης ὁ Βλογημένος 13 Φ. Ντοστογιέφσκυ, Ἱεροεξεταστής [130]

131 Σημασία λοιπὸν ἔχει νὰ γίνει κανεὶς πνευματικὸς ἄνθρωπος. Δηλαδὴ νὰ ὑποτάξει τὸ πνεῦμα του στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ νὰ σκέφτεται καὶ νὰ ἐνεργεῖ ὄχι ὡς θὰ τὸν ὁδηγοῦσε ὁ νοῦς του ἀλλὰ ὡς θὰ τὸν ὁδηγοῦσε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ τοῦτο σημαίνει εὐαισθησία συναίσθησης τῆς μηδαμινότητος καὶ ἀναξιότητος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὄχι μόνον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ καὶ ἐνώπιον ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἅγιος βλέπει τὸν ἑαυτόν του ἁμαρτωλὸ καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους ἁγίους ὅλους μὲ ἐπιείκεια, τὸν ἑαυτόν του μὲ αὐστηρότητα. Ὁ κόσμος λέγει ὅτι αὐτὸς ποὺ ἔχει τελειώσει Πανεπιστήμια καὶ μεταπτυχιακὰ εἶναι πνευματικὸς ἄνθρωπος. Νὰ πῶς περιγράφει τὸν πνευματικὸ ἄνθρωπο ὁ Κόντογλου: «Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κάποια ἰδιαίτερη ψυχικὴ εὐαισθησία καὶ καθαρότητα, ποὺ τὸν κάνουν νὰ ὑποφέρει γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα σὰν νὰ εἶναι ἐκεῖνος ὁ φταίχτης γιὰ τὶς ἀδυναμίες τους καὶ γιὰ τὰ στραβὰ ποὺ γίνονται στὸν κόσμο». 14 Τὸ μάθημα τῆς ταπείνωσης τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος γεννιέται σὲ μία φάτνη ὡς ἄνθρωπος, εἶναι μέγα. Χρειάζεται πνευματικοὺς ἀνθρώπους γιὰ νὰ τὸ κατανοήσουν. Χρειάζεται ἀνθρώπους ποὺ εἶναι συνεχιστὲς τοῦ πνεύματος τῆς φυλῆς μας καὶ κρατοῦν στὴν καρδιά τους ἄσβεστο τὸ ἦθος τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Κωφεύουν δὲ σὲ ὅλους ἐκείνους τοὺς ἐκσυγχρονισμούς, οἱ ὁποῖοι θέλουν νὰ τὸ ἀνατρέψουν, γιὰ νὰ φέρουν τὸ ἦθος τῆς ἐκκοσμίκευσης, τῆς ἰσοπέδωσης, τῆς μηδενικῆς εὐαισθησίας στὰ ἱερὰ καὶ ὅσια. Αὐτοὺς ποὺ θέλουν ἕνα Δωδεκαήμερο ξερό, στεγνό, χωρὶς Χριστὸ μὲ τὰ πανανθρώπινα μηνύματά του. Μόνον μὲ βιτρίνες, φῶτα, ἐπιφανειακὲς ἐκδηλώσεις, χωρὶς τὴν οὐσία καὶ τὸ βαθὺ περιεχόμενο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ. 14 Φ. Κόντογλου, Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος καὶ τὸ χαροποιὸν πένθος [131]

132 Ὁ λαός μας λέγει: «Χριστὸς γεννᾶται τὸ φῶς ἀξαίνει καὶ τὸ σκοτεινὸ μαραίνει». 15 Φῶς κατέφθασε στὴν Γῆ. Ὄχι αὐτὸ μὲ τὰ πολλὰ λαμπιόνια. Φῶς ποὺ τὸ σκοτάδι τὸ μαραίνει. Τὸ Εὐαγγέλιο τὸ λέγει μὲ διαφορετικὴ ἔκφραση:«ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα». 16 Ἰδιαίτερα ἡ φυλή μας, τὸ ἑλληνικὸ γένος, τὸ πῆρε αὐτὸ τὸ μέγα Φῶς διοχετεύοντάς Το σὲ ὅλα τὰ φῶτα τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος μὲ ἀποτέλεσμα νὰ λάμψει ἐκείνη ὁλόκληρη ἀπὸ τὸ νέο φῶς τοῦ Χριστιανισμοῦ. Συγκινήθηκε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὴν στάση τοῦ γένους μας, ἔλεγε ὁ γέρων Παΐσιος, γι αὐτὸ καὶ οἱ Ἑβραῖοι ποὺ τὸν σταύρωσαν δὲν εἶναι πιὰ ὁ περιούσιος λαός, ἀλλὰ οἱ Ἕλληνες. Αὐτοὶ τὸν κράτησαν, αὐτοὶ τὸν διέδωσαν. Αὐτοὶ εἴκοσι αἰῶνες τώρα, ὅσα κι ἄν προσπάθησαν νὰ ὑπεισέλθουν τὰ ἀπέβαλαν μὲ τὴν σταθερὴ πίστη τους: διωγμούς, αἱρέσεις, κατακτητές. Διωγμοὶ ἀπὸ ἐξουσιάζοντες βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνες, μὲ σφοδρότητα καὶ μανία, μὲ μαρτύρια ἐξωφρενικά, μὲ τόσο αἷμα ποὺ εἶναι ποτάμι ὁλόκληρο. Αἱρέσεις, μὲ διαννοούμενους διαστρεβλωτὲς τοῦ Εὐαγγελίου, στελέχη τῆς Ἐκκλησίας πολλάκις, τοὺς ὁποίους ὅμως ἡ ἁγιότητα τοὺς κατετρόπωσε. Ξεσηκώθηκαν οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους χρησιμοποιώντας ὅλα τά μέσα: τὴν κοσμικὴ δύναμη, τὴν ἀνθρώπινη γνώση, τὰ ἀπάνθρωπα σκληρὰ μαρτύρια, τὴν πονηριά, τὸ ψέμα. 15 Δημ. Λουκάτου, Χριστουγεννιάτικα καὶ τῶν γιορτῶν 16 Ματθ. δ 16 [132]

133 Ἂς θυμηθοῦμε τὴν Δύση μὲ τὸν καθολοκισμό, ὁ ὁποῖος θέλησε νὰ μᾶς περισώσει ἀπὸ τὴν εἰσβολὴ τῶν Μουσουλμάνων Τούρκων τὸν 14 ον αἰῶνα μὲ τὴν προϋπόθεση τῆς ὑποταγῆς μας σ αὐτούς. Ἤθελαν νὰ ἀλλάξουν τὸ φρόνημά μας καὶ νὰ ὑποταχθοῦμε στοὺς καθολικοὺς ἀσπαζόμενοι τὸν πάπα. Ἂς θυμηθοῦμε τὰ τετρακόσια χρόνια τῆς σκλαβιᾶς νὰ μᾶς κτυποῦν οἱ Τοῦρκοι σὲ καίρια σημεῖα, ἄμεσα στὶς περιουσίες καὶ ἔμμεσα στὴν πίστη. Μᾶς ἔκαναν ἀμαθεῖς καὶ θεόφτωχους. Πλῆθος καὶ οἱ νεομάρτυρες. Τὸ γένος μας ἄντεξε στὴν πίστη του, διότι τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὰ ὀρθόδοξα μηνύματα ποὺ προέρχονται ἀπ αὐτὸ ἀναπαύουν καὶ τὸν ἀγράμματο καὶ τὸν μεγάλο μορφωμένο σκεπτικιστή. Ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ μεγάλου ἀναλφάβητου καθηγητοῦ τῆς ἐρήμου Ἁγ. Ἀντωνίου, ὁ ὁποῖος ρώτησε φιλοσόφους τῆς ἐποχῆς του: Τι προηγεῖται; Ὁ νοῦς ἢ τὰ γράμματα; Ὁ νοῦς, ἦταν ἡ ἀπάντηση τῶν φιλοσόφων. Ἐὰν ἔχεις νοῦ, δὲν χρειάζεσαι γράμματα, ἀπάντησε ὁ Μέγας Ἀντώνιος. 17 Αὐτοί, λοιπόν, οἱ Ἕλληνες παρὰ τοὺς χαλεποὺς χρόνους τῆς νέας πολιτιστικῆς πραγματικότητος τῆς ἐκ τῆς Δύσεως προερχομένης, κρατοῦν καὶ προχωροῦν μὲ τὰ μηνύματα τῆς Φάτνης. «Στὸν λαόν μας», ἔλεγε ὁ Κόντογλου, «ὑπάρχει ἄσβεστο τὸ βλογημένο καντηλάκι τῆς ἀγάπης, καὶ σὰν παρουσιαστεῖ ἀφορμή, μονομιᾶς ἀνάβει καὶ γίνεται μία πανηγυρικὴ φωτοχυσία». 18 Αὐτὸ τὸ ἦθος ἔχει ἡ φυλή μας ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων μέχρι καὶ σήμερα. Μέσα στὰ ἄλλα φῶτα ποὺ δημιούργησε ἢ 17 Γεροντικὸν Θηβαΐδος 18 Φ. Κόντογλου, Δίψα τῆς ἀγάπης, χάρισμα ἑλληνικοῦ λαοῦ [133]

134 δέχτηκε ἢ δέχεται, ἀναζητεῖ τὸ πραγματικὸ Φῶς, τὸ ὁποῖο μόλις ἀντικρύζει ἐξ αἰτίας μιᾶς ἀφορμῆς ποὺ θὰ δοθεῖ, τρέχει ἀμέσως σ αὐτό. Διότι ὁ λαός μας ἔχει ὄντως τὴν ἀγάπη, ὡς παρατηρεῖ ὁ Κόντογλου. Εἶναι, λέγει, τὸ «τίμιο ξύλο» ποὺ κρύβει ὁ χαρακτήρας του. 19 Βλέπουμε τὸν λαό μας στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα αὐτὸ τὸ πραγματικὸ Φῶς νὰ τὸ περιμένει καὶ νὰ τὸ προφητεύει στὴν Βυζαντινὴ νὰ μεγαλουργεῖ στὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς νὰ κρατιέται ἀπ Αὐτὸ καὶ νὰ δημιουργεῖ πολιτισμό, καίτοι σκλάβος, καὶ στὰ σύγχρονα χρόνια τῆς ἀλλοτρίωσης τῶν ἀξιῶν νὰ ἀντέχει μέσα ἀπὸ πνευματικὲς κοιτίδες καὶ φωτεινὲς προσωπικότητες, οἱ ὁποῖες ἀναγεννοῦν τὸν λαό. Ἰδοὺ τὶ εἶχε πεῖ ὁ Σόλων στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ: «Κάποια ἡμέρα στὴν διαιρεμένη ἀνθρωπότητα ἡ ἄσαρκη θεότης θὰ φέρει ἀλλαγὴ ἀπὸ τὰ πάθη. Ὁ ἔνσαρκος αὐτὸς θεὸς θα κρεμασθεῖ ἀπὸ ἀχάριστο λαὸ καὶ θὰ ὑποστεῖ ἐκούσια ὅλα τὰ πάθη». 20 Μία προφητεία ἀκριβέστατη μὲ ὅλο τὸ θεολογικὸ περιεχόμενο. «Διαιρεμένη ἀνθρωπότητα» εἶναι διότι ὁ διάβολος διαβάλλει, διαιρεῖ. Ἀφοῦ ὑπεισῆλθε στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἔριξε στὴν ἁμαρτία, πέτυχε νὰ μᾶς ἔχει διαιρεμένους κι ἔτσι βασιλεύει. «Ἡ ἄσαρκη θεότητα». Ὄντως ὁ Θεὸς εἶναι πνεῦμα. «Θὰ λάβει σάρκα». Ἀκριβῶς ἡ ἐνανθρώπηση. Ὁ Χριστὸς λαμβάνει τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση καὶ φύση ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαριὰμ ἐκ τῆς ὁποίας γεννιέται. «Θὰ ὑποστεῖ ἐκούσια ὅλα τὰ πάθη ἀπὸ τὸν ἀχάριστο λαό». Ἐδῶ φαίνεται ἡ σταυρικὴ θυσία, τὸ πάθος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. 19 ὅ. π. 20 Περιοδικὸ «Ποιμαντικὸ Διαδίκτυο» Ἱ. Ν. Ἁγ. Γερασίμου [134]

135 Ποιὰ ἡ διαφορὰ ἀπὸ τὴν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα, ὁ ὁποῖος μᾶς λέγει: «Ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος»; 21 Ὁ Πλάτων στὸ ἔργο του «Πολιτεία» ἀναφέρεται στὸν Μεσσία Χριστὸ καὶ τὸν ὀνομάζει «Σωτήρα», «Θεό», καὶ «Υἱὸ τοῦ Θεοῦ» ἀπὸ τὸν Ὁποῖο ἐπρόκειτο νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου πνευματικἠ σχέση. 22 Ἂν θέλουμε νἀ δοῦμε καὶ τὸν Βιργίλιο, βλέπουμε ὁλοκάθαρα νὰ προφητεύει: «Ὅσο τῆς προαιωνίου ὕβρεως κατάλοιπα μένουν ἀκόμη, ὅσο ὁ πόλεμος, ἡ ἐκμετάλλευση των λαῶν καὶ τὸ κακὸ βασανίζουν τὸν κόσμο, τόσο πιὸ πολὺ οἱ καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων θὰ προσμένουν τὸ Θεῖον Βρέφος». 23 Ἡ κατεύθυνση τῆς προφητείας εἶναι κατ εὐθείαν εἰς τὴν Βηθλεέμ. Εἰς τὸ μεγάλο γεγονὸς τὸ ὁποῖον ἔλαβε χώρα ἐκεῖ, στὸ σπήλαιο καὶ τὴν Φάτνη. Μέσα ἀπὸ ἕνα σταῦλο τῶν ἀλόγων ζώων. Δὲν ἔρχονται αὐτὰ τὰ μηνύματα ἀπὸ μέγαρα αὐτοκρατορικὰ καὶ παλάτια, ἀλλὰ ἀπὸ ἕνα σταῦλο. Ἐκεῖ ἐτέχθη ὁ Σωτήρ. Ἐνεδύθη τὴν ἀνθρώπινη σάρκα ὁ Λόγος, γιὰ νὰ ἐξαϋλώσει ἐμᾶς. Κατέβη ὁ Θεὸς στὴν Γῆ, γιὰ νὰ ἀνεβάσει ἐμᾶς στὸν Οὐρανό. Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου εἶναι ἡ μεγάλη προϋπόθεση γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἐκ τῆς φάτνης τοῦ σταύλου λοιπὸν μᾶς ἀπευθύνονται μηνύματα εἰρήνης, ἀγάπης, ἀδελφοσύνης, ἀλληλεγγύης, ταπεινότητος, ἁπλότητος, ἀνθρωπισμοῦ, παρηγοριᾶς, ἐλπίδος, χαρᾶς, καλοσύνης, σωφροσύνης καὶ ἄλλα. 21 Πρ. Ἠσαΐας, Κεφ. θ, 6 22 Περιοδικὸ «Ποιμαντικὸ Διαδίκτυο»Ἱ. Ν. Ἁγ. Γερασίμου 23 Περιοδικὸ «Ποιμαντικὸ Διαδίκτυο»Ἱ. Ν. Ἁγ. Γερασίμου, Βιργίλιος 41 π.χ. [135]

136 Πῶς θὰ μποροῦσε ἀλλοιῶς νὰ ὑπάρξει εἰρήνευση στὶς σχέσεις μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων; Πῶς θὰ μποροῦσε νὰ γκρεμισθεῖ τὸ «μεσότοιχον τῆς ἔχθρας» καὶ ν ἀνοιχθεῖ πάλιν ὁ Παράδεισος διὰ τὸν ανθρωπο, ἐὰν ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μὲ τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον Του δὲν ὑλοποιοῦσε τὀ σχέδιον τῆς ἐνανθρωπήσεως; Πῶς θὰ ἐρχόταν ἀγάπη στοὺς ἀνθρώπους, ἐὰν ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι ὅλος ἀγάπη, δὲν ἔπαιρνε σάρκα ἀπὸ τὴν σάρκα μας νὰ γίνει ἄνθρωπος καὶ νὰ ἑνώσει τοὺς ἀνθρώπους μαζί Του καὶ νὰ τοὺς ἀδελφοποιήσει; Νὰ ἡμερέψουν καὶ νὰ γαληνέψουν οἱ ἄνθρωποι στὴν γαλήνη καὶ πραότητα τοῦ Θεοῦ, μακριὰ ἀπὸ τὸ κράτος τοῦ διαβόλου, τὸ κράτος τῆς ταραχῆς, τῆς σύγχυσης καὶ τῆς κόλασης; Χρειάζεται πράγματι ὁ ἄνθρωπος νὰ ἔχει τὴν πνευματικὴ εὐαισθησία καὶ γενναιότητα, ὡς εἴδαμε νὰ λέγει ὁ Κόντογλου, γιὰ νὰ πάρει αὐτὰ τὰ μηνύματα. Διότι ὁ ὑλικὸς ἄνθρωπος νομίζει πὼς γίνεται εὐτυχισμένος μὲ τὸ νὰ παίρνει ἀπὸ τὸν ἄλλο, ἐνῶ ὁ πνευματικὸς γίνεται εὐτυχισμένος μὲ τὸ νὰ δίνει ὅσο πιὸ πολλὰ μπορεῖ στὸν ἄλλο. Αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ ἔκανε καὶ κάνει ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν σωτηρία μας. Ἑαυτὸν ἐκένωσε καὶ «κενώνει». Ὅλος ἀδειάζει, ὅλος προσφέρεται, δίδεται στὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ τὸν σώσει λαβὼν δούλου μορφήν. Γενόμενος ἄνθρωπος. Αὐτός, ὁ ἀληθινὸς Θεός. Ἐπτώχευσε, γιὰ νὰ πλουτίσει ἐμᾶς. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τὸ λέγει ὡς ἐξῆς: «Κατάπληξη μὲ γεμίζει τὸ θαῦμα! Παιδὶ βλέπω τὸν προαιώνιο Θεό. Σὲ φάτνη ἀναπαύεται Αὐτὸς ποὺ ἔχει θρόνο τὸν Οὐρανό» Ἰ. Χρυσοστόμου, Χριστὸς γεννᾶται [136]

137 Χριστούγεννα!! Ἡ ἀφετηρία καὶ ἡ μεγάλη γιορτὴ τῆς Χριστιανοσύνης. Γενέθλια τῆς ἴδιας τῆς θρησκείας μας. Ἀπὸ τὴν νύχτα αὐτὴ κι ἔπειτα μετροῦμε τὰ χρόνια τῆς Ἱστορίας μας. Ὁ Ρωμανὸς ὁ Μελωδὸς ἐξυμνεῖ τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς μὲ τὸ ποιητικότατο ὑμνογραφικὸ κοντάκιο, λέγοντας γιὰ τὴν Παρθένο ποὺ τίκτει ἕνα ὑπερούσιο παιδί, σὲ ταπεινὸ σπήλαιο, ποὺ ἀπὸ πάνω Του συγκεντρώνονται ἐκπρόσωποι τῆς Δημιουργίας: Ἄγγελοι, ποιμένες, ἄδολα ζῶα, ἀστέρια καὶ πεζοπόροι Σοφοί Χριστούγεννα καὶ Φῶτα, ἑορτάζοντο πρῶτα μαζὶ στὶς 6 Ἰανουαρίου σὰν πρώτη ἡμέρα τῆς μεσσιανικῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καὶ αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ πρωτοχρονιὰ γιὰ τοὺς Χριστιανούς, ὅταν οἱ ἰσχυροὶ εἰδωλολάτρες ἄρχιζαν τὸν χρόνο τους τὴν 1 η Ἰανουαρίου. Στὶς 25 Δεκεμβρίου, κοντὰ στὀ χειμερινὸ ἡλιοστάσιο, ἐγιόρταζαν οἱ εἰδωλολάτρες καὶ τὰ γενέθλια τοῦ θεοῦ Ἡλίου ποὺ οἱ Χριστιανοὶ δὲν τὸν ἀνέχοντο. Χώρισαν λοιπὸν τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ πρῶτοι οἱ Δυτικοὶ στὰ μέσα τοῦ 4 ου αἰῶνος, σὲ Γέννηση στὶς 25 Δεκεμβρίου καὶ Βάπτιση στὶς 6 Ἰανουαρίου καὶ ἐκύκλωσαν ἔτσι τὴν εἰδωλολατρικὴ Πρωτοχρονιά, ποὺ τῆς ἔδωσαν ἐπίσης τὸ χριστιανικὸ περιεχόμενο τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ. Τὴν βραδυὰ τῶν Χριστουγέννων στὴν ἑλληνική μας παράδοση ἔχουμε σπιτικὴ συγκέντρωση μὲ ἔθιμα μεγαλόπρεπα καὶ ἐστιακά. Ἡ ἄσβηστη φωτιὰ τῆς ἐστίας, τὸ τζάκι ποὺ ἀνάβεται μὲ ζευγαρωμένα κούτσουρα, κρατᾶ ὅλο τὸ Δωδεκαήμερο καὶ εἶναι τόπος θαλπωρῆς καὶ οἰκογενειακῆς σύσφιγξης. Πρὶν ξημερώσει ἀκόμη, σημαίνουν οἱ καμπάνες γιὰ τὸν πρωινὸ Ὄρθρο στὴν ἐκκλησιὰ καὶ τὴν Θεία Λειτουργία, «διὰ νὰ ἴδωμεν ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός» καὶ νὰ προσκυνήσουμε. Τὸ μεσημέρι στρώνεται τὸ χριστουγεννιάτικο τραπέζι μὲ ὅ,τι πιὸ [137]

138 πλουσιοπάροχο καὶ καλομαγειρεμένο μποροῦν νὰ διαθέσουν τὰ σπιτικά. Δοξάζεται ὁ ἐρχομὸς τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀνατολὴ τοῦ ἡλίου τῆς Δικαιοσύνης, δοξάζεται καὶ ἡ ἐστία τῆς οἰκογενειακῆς συνέχειας. Εἶναι οἱ μεγάλες ἡμέρες, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς οἰκογενειακῆς ἑνότητος, ἡ ὁποία εἶναι τόσο ἀναγκαία στὴν σημερινὴ πραγματικότητα. Εἶναι ἐνδιαφέρον μὲ τὸν χριστουγεννιάτικο ἑορτασμό, ποὺ ἔχει τὴν σύνθεσή του μὲ ὅλες τὶς ἑορτὲς τοῦ Δωδεκαημέρου, νὰ σκεφθοῦμε τὴν οἰκογένεια στὴν ἑνότητά της καὶ τὸ γένος μας στὴν διατήρησή του, κάτω ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Παράδοσή του στὸ ἦθος τῶν ὀρθοδόξων βιωμάτων. Ὁ κίνδυνος εἶναι ὁρατός. Ὁρατὸς στὸν τρόπο ποὺ κινούμεθα πρὸς τὴν Ἐκκλησία θέλοντας νὰ ἐκκοσμικευόμεθα. Δηλαδὴ νὰ εἴμεθα ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ οὐχὶ προσευχόμενοι καὶ μὲ οὐσιαστικὴ μετοχὴ στὰ λυτρωτικὰ μέσα της. Ὁρατὸς στὴν οἰκογένεια ποὺ ταλανίζεται καὶ χάνει τὴν ἐστία. Χάνει τὸ σημεῖο ἀναφορᾶς γιὰ τὴν ἀλληλοΰπαρξη τῶν μελῶν της. Ὁρατὸς γιὰ τὸ ἔθνος ποὺ βομβαρδίζεται ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ καὶ ἀμερικανικὴ προβολὴ τῶν βιομηχανοποιημένων καὶ ἐμπορικῶν ἑορτῶν τοῦ Δωδεκαημέρου. Βέβαια, εἶναι πίστη ὅτι τὰ «Ἑλληνικὰ Χριστούγεννα» - καὶ ἑρμηνεύοντας τὸν ὅρο «Ἑλληνικά» περνᾶμε στὸν ὅρο «Ὀρθόδοξα», στὴν πλατύτερη ἐθιμικὴ ἀλλὰ καὶ οὐσιαστικὴ βάση τους - κρατᾶνε γερά. Τὰ συντηρεῖ καὶ τὰ συνέχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ ἂν δέχονται χτυπήματα, δὲν ἀποκάνουν ἀλλὰ εἰσχωροῦν σὲ κατάλληλες στιγμὲς καὶ εὐκαιρίες, ἐκεῖ ὅπου δίδεται μία ἀφορμή. Ὅσο κρατᾶ τὴν ἁγιαστούρα του ὁ παπὰς καὶ βγαίνει νὰ φωτίζει, οἱ καλικάντζαροι θὰ φεύγουν. Μπορεῖ νὰ σκαρφαλώνουν [138]

139 στὶς καμινάδες, ν ἀναστατώνουν κάθε σπίτι, νὰ τραβολογοῦν τοὺς διαβάτες, ν ἀχολογοῦν στὰ σοκάκια τῆς πατρίδας μας, ἀλλὰ χαράζει ἡ αὐγὴ καὶ ἀκούγονται τὰ ποδοβολητά τους νὰ ξαναγυρίζουν πανικόβλητοι κάτω στὴν Γῆ. Ὁ Χριστὸς ἁγιάζει τὸν κόσμο. Ὁ ἁγιασμὸς ἁγιάζει τὸν κόσμο. Ὅσο ὑπάρχουν βουτηχτάδες στὰ παγωμένα νερὰ γιὰ νὰ πιάσουν τὸν Σταυρό, νὰ τὸν σηκώσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν αὐτοὶ καὶ ὁ λαός, ὅ,τι μόλυνση πάει νὰ εἰσχωρήσει, θὰ θεραπεύεται καὶ θὰ ἀποκτᾶ δύναμη καὶ ἀξία. Ὁ πολιτισμός μας εἶναι ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καἰ γι αὐτὸ δὲν θὰ φθαρεῖ στὶς νέες πολυπολιτισμικὲς καταστάσεις, ὅπως τὶς ὀνομάζουν. Τὸ Φῶς ποὺ πήγασε ἀπὸ τὴν Βηθλεὲμ τὸ κρατοῦν οἱ Ἕλληνες. Τὰ μηνύματα τῆς Φάτνης δὲν ὑπόκεινται σὲ ἀλλοτριώσεις. Ὅσο ὑπάρχουν, καὶ θὰ ὑπάρχουν ἐς ἀεί, θὰ ὑπάρχουν καὶ ἀποδέκτες. Ἡ φυλή μας δὲν θὰ παύσει νὰ συγκινεῖ τὸν Θεό. Τὸν Θεὸ ποὺ «ἐγεννήθη ἐν πενιχρῷ Σπηλαίῳ, περιετμήθη, ἐβαπτίσθη, ἐδίδαξε, ἐκοπίασε, ἐπείνασε, ἐδίψησε καὶ τέλος ἐπὶ Σταυροῦ ὅλον Του τὸ Αἷμα ἐξέχεε ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν». «Ὁμολογοῦμεν τὴν χάριν, κηρύττομεν τὸ ἔλεος, οὐ κρύπτομεν τὰς εὐεργεσίας». Εἶναι καλότυχοι ὅσοι ἔκοψαν κάθε ἐλπίδα ἀπὸ τοῦτο τὸν κατάμαυρο κόσμο καὶ πήγανε κοντὰ στον Χριστό, ὁ Ὁποῖος κείτεται στὴν Φάτνη μαζὶ μὲ τὸ ἀθῶο βόδι καὶ τὸ ἥμερο γαϊδουράκι. Σ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι εἶναι λίγοι καὶ καταφρονεμένοι δόθηκε ἡ Βασιλεία Φ. Κόντογλου, Ἁγιασμένες μέρες [139]

140 «Ἔθνη τὰ πρόσθεν τῇ φθορᾷ βεβυσμένα, ὄλεθρον ἄρδην δυσμενῶς πεφευγότα, ὑψοῦτε χεῖρας σὺν κροτοῖς ἐφυμνίοις μόνο σέβοντα Χριστὸν ὡς εὐεργέτην ἐν τοῖς καθ ἡμᾶς συμπαθῶς ἀφιγμένου». 26 Ὦ ἔθνη, ποὺ ἤσαστε πρὶν βουτηγμένα στὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατο καὶ ποὺ ξεφύγατε ὁλότελα ἀπὸ τὴν καταστροφὴ τοῦ πονηροῦ διαβόλου, ὑψώσατε τὰ χέρια σας μὲ χαρὰ καὶ μὲ ἀγαλλίαση λατρεύοντας μονάχα τὀν Χριστό, τὸν εὐεργέτη σας ποὺ ἦλθε στὸν κόσμο μας ἀπὸ συμπόνεση, γιὰ νὰ μᾶς σώσει. 26 Δ Ὠδὴ Ἰαμβ. Κανόνος Χριστουγέννων [140]

141 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Καινὴ Διαθήκη 2. Ἁγιασμένες μέρες, Φ. Κόντογλου 3. Το βλογημένο μαντρί, Φ. Κόντογλου 4. Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος καὶ τὸ χαροποιὸν πένθος, Φ. Κόντογλου 5. Χριστιανισμὸς καὶ Φιλοσοφία, Φ. Κόντογλου 6. Στὸν Χριστὸ στὸ Κάστρο, Ἀλ. Παπαδιαμάντη 7. Χριστουγεννιάτικα καὶ τῶν γιορτῶν, Δ. Σ. Λουκάτου 8. Μηνύματα ἀπ τὴν Φάτνη, Ἀρχ. Θεολόγου Παρασκευαΐδου 9. Λαογραφικὸν ἡμερολόγιον, Αἰκ. Τσοτάκου-Καρβέλη 10. Ἑορτὲς τῶν Χριστουγέννων, Ἀρχ. Ναυκρατίου Τσουλκανάκη 11. Περιοδικὸν «Ποιμαντικὸν Διαδίκτυον» Ἱ. Ν. Ἁγ. Γερασίμου, Χριστούγεννα Ἰωάνν. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία ἐπὶ Χριστουγέννων 13. Ἱεροεξεταστής, Φ. Ντοστογιέφσκυ [141]

142 ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 25 Δεκεμβρίου Ἐὰν κάποιος κρατήσει στὰ χέρια του τὴν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ξεκινήσει νὰ τὴν μελετᾶ, κρίνοντας τὰ γεγονότα ποὺ ἔχουν συμβεῖ (ἐπαναστάσεις, πολέμους, ἥρωες, κοινωνικὲς μεταβολὲς καὶ μεταρρυθμίσεις, ἀνακατατάξεις ἐθνῶν κ.λπ.), δὲν θὰ βρεῖ συγκλονιστικότερο καὶ σημαντικότερο γεγονὸς ἀπὸ τὸ ὅτι ὁ Θεὸς χρησιμοποιώντας τὴν ἀνθρώπινη σάρκα εἰσέρχεται στὴν Ἱστορία. Ὁ Ἄχρονος εἰσέρχεται μέσα στὸν κτιστὸ χρόνο. Ὁ Ἄναρχος εἰσέρχεται σὲ μία ἀρχὴ τῆς Ἱστορίας καὶ τοῦ παρόνοτος βίου. Ὁ Ἀχώρητος καὶ πανταχοῦ παρὼν χωρεῖται σὲ συγκεκριμένο χῶρο τῆς Γῆς καὶ σὲ συγκεκριμένη χρονικὴ περίοδο τῶν αἰώνων. Γράφει Ἱστορία: τὴν Ἱστορία τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων τῆς Λυτρώσεως τῶν ἀνθρώπων ἐκ τῆς τοῦ Ἅδου τυραννίδος. Γι αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸν σημαντικότερο σταθμὸ στὴν Ἱστορία. Μοιράζει τὴν Ἱστορία στὰ δύο: τὴν πρὸ Χριστοῦ Ἱστορία, στὴν οποία ὁ ἄνθρωπος εἶναι καταδικασμένος στὸ ἀδιέξοδο τοῦ σκότους καὶ τοῦ θανάτου καὶ τὴν μετὰ Χριστὸν Ἱστορία, στὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στὸ Φῶς τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς αἰωνιότητος, ἐφ ὅσον βεβαίως πιστεύσει καὶ ἀκολουθήσει τὸν Χριστό. Ὅλοι οἱ σεσωσμένοι, ὅλοι οἱ Ἅγιοι δέχθηκαν τὸν Χριστό, δέχθηκαν τὸ Φῶς Του στὴν Ἱστορία εἰσερχομένου, τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Δεχόμενοι τὶς ἀκτίνες τοῦ ἀκτίστου Φωτός Του μεταμορφώθηκαν κι ἔγιναν ἀπὸ ἐπίγειοι Οὐράνιοι, ἀπὸ φθαρτοὶ ἄφθαρτοι, ἀπὸ πρόσκαιροι αἰώνιοι. [142]

143 Ἀπέκτησαν τὴν Θεία Χάρη καὶ χαριτώθηκαν. Δὲν εἶναι ὅμως μόνο χαριτωμένοι ἀλλὰ καὶ χαριτόβρυτοι. Μεταδίδουν Χάρη σ αὐτοὺς ποὺ τὸ ζητοῦν. Εἶναι ἰσχυροὶ μεσίτες, ἀποτελεσματικοὶ πρεσβευτὲς ὡς παρρησίαν ἔχοντες γιὰ τὴν δική μας χαρίτωση, γιὰ τὴν δική μας σωτηρία. Σὲ πανηγυρικοὺς τόνους καὶ ὑψηλοὺς ὑμνεῖ τὸ μέγα γεγονὸς τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἡ δὲ Ἐκκλησία ψάλλει μαζί του στὶς καταβασίες: «Χριστὸς γεννᾶται δοξάσατε Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν ἀπαντήσατε Χριστὸς ἐπὶ γῆς ὑψώθητε». Σ αὐτὴν τὴν τελευταία φράση τοῦ πανηγυρικοῦ τριπτύχου τονίζεται καὶ ὑπογραμμίζεται ἡ κοσμοσωτήριος παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς Γῆς. Χριστὸς ἐπὶ Γῆς - ἂς ἐμβαθύνουμε σ αὐτὴν τὴν σημασία. Ἔχουμε συνηθίσει νὰ σκεπτόμαστε τὸν Θεὸ ὡς «κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ». Τὸ λέμε καθημερινῶς στὴν προσευχή μας «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Γι αὐτὸ εἶναι ἐκπληκτικὸ τὸ γεγονὸς «Χριστὸς ἐπὶ Γῆς». Κι ὅμως δὲν ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μακριὰ ἀπὸ τὴν Γῆ ὁ Θεός. Ὅταν ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἐγκατέστησε στὸν Παράδεισο, ἐπὶ τῆς Γῆς ἦταν αὐτὸς ὁ Παράδεισος καὶ καθημερινῶς οἱ πρωτόπλαστοι εὑρίσκοντο σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν Πλάστη καὶ Δημιουργό. Αἰσθάνονταν δὲ μεγίστη χαρὰ καὶ εὐτυχία ἐκ τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ πλησίον των. Ἀλλὰ μεσολάβησε ἡ ἁμαρτία. Καὶ ἁμαρτωλὸς πλέον ὁ ἄνθρωπος, φταίχτης καὶ ἔνοχος, ἄκουσε τὸν Θεὸ «περιπατοῦντα ἐν τῷ Παραδείσῳ τὸ δειλινόν» καὶ φοβήθηκε καὶ κρύφτηκε. Δὲν εἶχε παρρησία νὰ παρουσιαστεῖ ἐνώπιόν Του. [143]

144 Ὁ Θεὸς ἀπὸ τότε ἦταν σὲ ἀπόσταση ἀπὸ τὸν ἀποστάτη ἄνθρωπο. Ὁ Θεὸς ἐν τῷ οὐρανῷ στὴν χώρα τῆς ἁγιότητος καὶ τῆς μακαριότητος καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐπὶ τῆς Γῆς, «εἰς τὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος» γευόμενος «τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας» (Ρωμ.ς 23). Παρὰ ταῦτα «οὔτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν» (Ἰωάνν. γ 16), καὶ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς κατέβη ἐπὶ τῆς Γῆς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γενόμενος ἄνθρωπος, ἵνα σώσῃ τὸν ἄνθρωπον. «Ὁμοίῳ τὸ ὅμοιον καλέσας» (Ἀκάθιστος Ὕμνος), «Χριστὸς ἐνηνθρώπισεν ἱνα τὸν ἄνθρωπον θεοποιήσῃ» (Μ. Ἀθανάσιος). Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει ἕνα παράδειγμα γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὶ σημαίνει Χριστὸς ἐπὶ Γῆς. Πῶς θὰ ἀνταποκριθοῦμε σ αὐτὴν τὴν ἄκρα συγκατάβαση; Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἔστελνε καὶ στέλνει πολλὰ πράγματα ἀπὸ τὸν Οὐρανό. Στέλνει τὸν ἥλιο ποὺ μᾶς φωτίζει. Στέλνει τὴν βροχὴ ποὺ μᾶς δροσίζει καὶ καρποφορεῖ ἡ γῆ. Στέλνει τὴν εὐλογία, ὅπως ἦταν τὸ μάννα. Στέλνει ἁγίους καὶ προφῆτες. Ὅλα φανταζόταν ὁ ἄνθρωπος ὅτι θὰ τοῦ τὰ ἔστελνε ὁ Θεός. Δὲν φανταζόταν ὅτι θὰ τοῦ ἔστελνε καὶ αὐτὸ ποὺ ἦταν ἀποκλειστικὰ δικό Του, τῆς οὐσίας Του: ὅτι θὰ τοῦ ἔστελνε τὸν μονογενῆ Του Υἱό. Μοναδικὸ τὸ γεγονός. Μοναδικὴ καὶ ἡ άγάπη. Μοναδικὸς καὶ ὁ τρόπος τῆς ἐξυμνήσεώς Του. Τραγουδῆστε! μας προτρέπει ἡ Ἐκκλησία. «Ἅσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ καὶ ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατε λαοὶ ὅτι δεδόξασται» (Καταβασία Χριστουγέννων). Ἔγινε ἄνθρωπος ἀπὸ ἄνθρωπο, ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία. Ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ὡς ἄνθρωπος ἔχει τὸ γενεαλογικό Του δένδρο. Εἶναι ὑποτεταγμένος στὸν ἀνθρώπινο νόμο καὶ ἔχει τοὺς προγόνους Του. Ὡς Θεὸς εἶναι ἀγενεαλόγητος, «μήτε ἀρχὴν ἔχων μήτε τέλος». [144]

145 Ἰησοῦς!!! Τὸ ὄνομα τοῦ ἡλίου ποὺ ἀνέτειλε στὴν Βηθλεὲμ καὶ δὲν θὰ δύσει ποτέ. Πόσοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν ποὺ δίνουν τὴν άγάπη καὶ τὴν λατρεία τους σὲ ὀνόματα τῶν τρανῶν τῆς Γῆς, σὲ ὀνόματα πολιτικῶν, ποδοσφαιριστῶν, ἠθοποιῶν, τραγουδιστῶν. Ὅλα αὐτὰ τὰ ὀνόματα εἶναι ἀστέρια ποὺ δύουν γρήγορα καὶ μπαίνουν στὸ χρονοντούλαπο τῆς Ἱστορίας. Ὅσο καὶ ἂν οἱ προβολεῖς τῆς ἐπικαιρότητος, ὅσο καὶ ἂν οἱ κάμερες τῆς τηλεοράσεως εἶναι στραμμένες σὲ πρόσωπα ποὺ τὰ θαυμάζουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι, σὲ λίγα χρόνια θὰ ἔχουν λησμονηθεῖ. Ἕνα ὄνομα εἶναι ὁ ἥλιος ὁ ἄδυτος καὶ ὁ ἀνέσπερος ἕνα ὄνομα θὰ μένει στὸν αἰῶνα: τὸ ὄνομα Ἰησοῦς Χριστός. «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον, ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺ αἰῶνας». Λέγεται ὅτι ὁ ἥλιος, ὁ ὁποῖος διανύει τὴν οὐράνια τροχιά του πόσον θὰ ἐξέπληττε, ἐὰν ὑποτεθεῖ ὅτι κατήρχετο καὶ ἐκινεῖτο ἐπὶ τῆς Γῆς!!! Πολὺ περισσότερο ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, προκαλεῖ τὸν θαυμασμὸ καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη μας, ἐλθὼν ὡς Θεάνθρωπος ἐπὶ τῆς Γῆς. Ἰησοῦς σημαίνει Σωτήρας. «Καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν»(ματθ. α 21). Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ κανένας ἄλλος δὲν εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι. Ψευδοσωτῆρες πολλοί Σωτήρας ἕνας: ὁ Ἰησοῦς. Σωτῆρες σὲ διαφόρους πολέμους πολλοί Σωτήρας στὸν πόλεμο κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ θανάτου ἕνας καὶ μοναδικός: ὁ Ἰησοῦς. Σωτῆρες ἰατροὶ σὲ διάφορες ἀρρώστιες πολλοί Σωτήρας γιατρὸς στὴν ἀγιάτρευτη ἀρρώστια τῆς ἁμαρτίας ἕνας καὶ μόνο: ὁ Ἰησοῦς. Ἕνας καὶ μόνο χαρίζει τὸ φάρμακο νὰ μὴν πεθάνουμε ποτέ, νὰ ζήσουμε αἰώνια: ὁ Ἰησοῦς. Μᾶς ἀγάπησε καὶ γι αὐτὸ ἔγινε ἀνθρωποφόρος. Μᾶς προσέλαβε καὶ μᾶς ἔσωσε. Ἂς γίνουμε ἐμεῖς Θεοφόροι καὶ Χριστοφόροι. Νὰ γίνει ὁ Ἰησοῦς ἡ ἀγάπη μας καὶ ὁ ἔρωτάς μας. [145]

146 Νὰ θέλουμε νὰ κουβεντιάζουμε μαζί Του στὴν προσευχή. Νὰ αἰσθανόμαστε τὴν ἀνάγκη νὰ μιλᾶμε γι Αὐτὸν καὶ νὰ Τὸν ὁμολογοῦμε. Νὰ καίει μέσα μας ὁ πόθος νὰ Τὸν συνανατήσουμε στὴν ἐπίγεια βασιλεία Του (τὴν Ἐκκλησία τὴν στρατευομένη), ἀλλὰ καὶ βεβαίως στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, τὴν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία. Ἀμήν. [146]

147 ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ 6 Ἰανουαρίου «Ἐπεφάνη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος» (Ματθ. γ 13-17) Χαρμόσυνη ἡ ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων. Ἔρχεται ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ Φωνή. Ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατρός. Ἡ φωνὴ ἡ ὁποία μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι ἡ εὐδοκία γίνεται ἔργο γίνεται πράξη. Ὁ Οὐρανὸς ἄνοιξε. Δὲν εἶναι πλέον κλειστός. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν δυνατότητα τῆς σωτηρίας. Εὐφροσύνη καὶ ἀγαλλίαση στὴν Κτίση ὁλόκληρη. Πανήγυρη καὶ χαρὰ στὸν ταλαιπωρημένο ἐκτὸς Παραδείσου ἄνθρωπο. Ἐπιφάνεια καὶ Θεοφάνεια μᾶς καταδεικνύουν τὴν μεγάλη εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ. Θεοφάνεια εἶναι ἡ βεβαιότητα τοῦ ὑπαρκτοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀπιστία ἀνατρέπεται καὶ ἡ ἀθεΐα χάνει παντελῶς κάθε στήριγμα καὶ ψευδῆ ἀπόδειξη. Ὑπάρχει Θεός. Θεὸς Τριαδικός. Θεὸς Δημιουργὸς καὶ Πλάστης. Θεὸς Ἀληθινός, ὁ Ὁποῖος ἂν καὶ προδωμένος ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο οὐ παύει νὰ μεριμνᾶ. Σχεδιάζει τὴν σωτηρία. Εὐδοκεῖ τὸ σταμάτημα τῆς καταστροφῆς, ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο, δὲν καταδικάζει, δὲν κλείνει διὰ παντὸς τὶς Πῦλες τοῦ Οὐρανοῦ. Ὁ Πρόδρομος μᾶς παρουσιάζει τὸν Μεσσία: «Μέσος ἡμῶν ἕστηκεν» (Ίωάνν. α 26). «Αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρί» (Ματθ. γ 11). Ἀργότερα ὁ Πέτρος Τὸν ἀναγνωρίζει: «Σὺ εἶ ὁ Χριστός, ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Ματθ. ις 13). Οἱ ἄνθρωποι ἀρχίζουν νά Τὸν ἀκολουθοῦν. Τὸν πιστεύουν καὶ ἐναποθέτουν τὶς ἐλπίδες τους. Ὅμως, ὁ Θεὸς Πατέρας δὲν ἀφήνει νὰ ὑπάρχουν μόνο οἱ ἀνθρώπινες μαρτυρίες. Ἔρχεται τὴν ἡμέρα τῆς Βαπτίσεως τοῦ [147]

148 Χριστοῦ νὰ μᾶς δώσει καὶ τὴν δική Του Οὐράνια γνωστοποίηση. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι Ἐπιφάνεια. Εἶναι ἡ φανέρωση, ἡ παρουσίαση τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο ὡς Θεοῦ, ὡς Μεσσία. Εἶναι ἡ οὐράνια πιστοποίηση, ἡ ἐγκυρότερη ἀπὸ ὅλες τὶς ἀνθρώπινες. «Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς ἐν ᾧ ηὐδόκησα» (Ματθ. γ 17). Φωνὴ λοιπὸν ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ μὲ βαρυσήμαντη διακήρυξη περὶ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ Πατρὸς ἐπεφάνη ἡ σωτήριος. Ἀξιοπρόσεκτες εἶναι οἱ συνέπειες αὐτῆς τῆς διακήρυξης. Ἡ πρώτη συνέπεια εἶναι ὅτι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων ὑπάρχει μόνο στὸ ὄνομα τοῦ Ίησοῦ Χριστοῦ. Ἔξω ἀπὸ τὸν Χριστό, χωρὶς τὸν Χριστὸ μάταια κανεὶς προσπαθεῖ. Πολλοὶ παραγνωρίζουν τὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Τὸν δέχονται ὡς ἕνα μεγάλο ἄνθρωπο. Λάθος τραγικό! Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Οὐκ ἔστι ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία» (Πράξ. δ 12). Ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ σώσει. Μόνο ὁ Θεός. Ἐὰν ὁ Χριστὸς λοιπὸν ἦταν μόνο ἄνθρωπος, πῶς θὰ ἔκανε τὴν Θεϊκὴ πράξη, νὰ ἑνώσει τὰ διεστῶτα; Πῶς θὰ σήκωνε τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν ὅλων τῶν ἀνθρώπων; Ἑπομένως, ἡ σωτηρία μας ἔχει ὡς βασικὴ προϋπόθεση τὸν οὐσιαστικό μας δεσμὸ μὲ τὸν Χριστό. Εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ὀργανικὴ διασύνδεσή μας μαζί Του. Μία δεύτερη συνέπεια εἶναι νὰ ξέρουμε ὡς χριστιανοὶ ὅτι οἱ προσευχές μας ἔχουν θέση καὶ τόπο, ὅταν γίνονται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς ἄνοιξε τὴν άγκαλιά Του καὶ μᾶς δέχεται ὅλους ὅσους Τὸν πιστεύομε καὶ Τὸν ἀκολουθοῦμε. Μᾶς κάνει ἀδελφούς Του. Εἶναι ὁ πρῶτος ἐκ τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς Πατέρας δέχεται τὸν Υἱό Του τὸν μονογενῆ καὶ στὸ πρόσωπό Του δέχεται ὅλους ὅσους ὁ Υἱός Του Τοῦ παρουσιάζει. [148]

149 Ἑπομένως, οἱ προσευχές μας πρέπει νὰ ὁδεύουν στὸν Χριστὸ καὶ διὰ τοῦ Υἱοῦ στὸν Πατέρα Θεό. Ἢ μπορεῖ νὰ εἶναι στὴν Παναγία καὶ σὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους, γιὰ νὰ μεταφερθοῦν στὸν Σωτήρα Χριστό, διὰ τοῦ Ὁποίου ἐκ τοῦ Θεοῦ Πατρὸς ἔρχονται ἅπασες οἱ ἀπαντήσεις πρὸς τὸ συμφέρον. Διότι «πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν Φώτων». Μία τρίτη συνέπεια εἶναι ὅτι ἡ ὀργανικὴ καὶ οὐσιαστικὴ σύνδεσή μας μὲ τὸν Χριστό γίνεται διὰ τῶν μυστηρίων. Μὲ τὸ μυστήριο τῆς Βαπτίσεως γινόμαστε ἕνα μέλος στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Στὴν συνέχεια ἀγωνιζόμαστε νὰ διατηρήσουμε ὑγιῆ τὸν ἑαυτόν μας ὡς μέλος διὰ τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως. Εἴμαστε δὲ πλήρως ἑνωμένοι μὲ τὸν Χριστὸ μὲ τὴν Θεία Κοινωνία. «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάνν. ς 54). Ὅσοι μένουν, ἑπομένως, μακρὰν τῆς Θείας Κοινωνίας βλάπτονται θανατηφόρα. Μία τέταρτη συνέπεια εἶναι ὅτι τὰ μυστήρια ὑπάρχουν καὶ γίνονται στὴν Ἐκκλησία. Τὴν Ἐκκλησία τὴν ἵδρυσε ὁ Χριστός. Ὅποιος ἀρνεῖται τὴν Ἐκκλησία, δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι γνωρίζει τὸν Χριστὸ καὶ εἶναι σὲ σχέση μαζί Του. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ὁ Χριστὸς δὲν σώζει. Ἂν κάποιον θέλει νὰ τὸν σώσει, τὸν ὁδηγεῖ στὴν Ἐκκλησία Του. Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Παῦλο. Ὅταν τοῦ παρουσιάστηκε ὁ Χριστὸς στὸν δρόμο γιὰ τὴν Δαμασκό μετὰ ἀπὸ ὅ,τι ὑπῆρξε ἐκεῖ μὲ τὸ «Σαούλ, Σαούλ, τὶ μὲ διώκεις;» καὶ ὁ Παῦλος ἔχασε τὸ φῶς του, τὸν ἔστειλε στὸν Ἀνανία, γιὰ νὰ τὸν βαπτίσει. Δηλαδὴ νὰ τὸν ἐντάξει στὴν Ἐκκλησία. Ἂς πηγαίνουμε, λοιπόν, στὴν Ἐκκλησία. Ἂς ἀκολουθοῦμε τὴν δοκιμασμένη πορεία της. Ὁ Θεὸς εὐδόκησε διὰ τοῦ Υἱοῦ Του ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἔλθει «ἡ Χάρις ἡ σωτήριος». ΑΜΗΝ. [149]

150 [150]

151 Ἄχαρη ἡ ζωὴ καὶ πληκτική, μονότονη, ἀποκαρδιωτικὴ χωρὶς τὸ ζωογόνον Φῶς. Ὄντως τὸ σκοτάδι, καταθλιπτικόν. Ὠφέλιμο κι εὐχάριστο, χαροποιὸ τὸ Φῶς. Στὰ ἔμψυχα καὶ ἄψυχα τὸ κάλλος δίδει καὶ τὴν ἁρμονίαν. Τὰ χρώματα στὴν ποικιλία τους αὐτὸ συνθέτει. Ἀκόμη ὅμως πιὸ πολὺ χρήσιμο κι ἀπαραίτητον εἶναι τὸ Φῶς τοῦ Ἰησοῦ. Θερμαίνει καὶ φωτίζει τὶς ψυχές. Διότι καταθλίβονται, βυθίζονται στὸ σκότος τοῦ θανάτου. Ἔξω ἀπ τὸ φῶς τοῦ Ἰησοῦ σκοτάδι πλάνης, δεισιδαιμονίας. Σύγχυση τῶν αἱρέσεων, προλήψεων, καὶ τῶν ρευμάτων οἱ συγκρούσεις. Στὸν ἄνθρωπο χωρὶς Χριστό, θλίψη, στενοχωρία, ἄγχος καὶ θόλωση τοῦ νοῦ. Ὁ ἥλιος τῆς Ἀλήθειας πάντως ἔχει ἀνατείλει. Ἅγ. Νεκτάριος,05/01/2008 [151]

152 ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ 2 Φεβρουαρίου «Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον» (Λουκ. β 34). Παρὰ τὸ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι βρέφος «τὸν νόμον ἐκπληροῖ». Τὴν 8 η ἡμέρα περιτέμνεται. Τὴν δὲ τεσσαρακοστὴ «ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ». Ὁ τοκετός, ἡ γέννα, εἶναι μία ἁγία πράξη. Ὅμως, κατὰ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη περιέχει τὸ στοιχεῖο τοῦ μολυσμοῦ. Ἔτσι λοιπόν, ἡ γυναίκα σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν γέννα πηγαίνει στὸν Ναὸ καὶ παίρνει τὴν εὐχὴ τοῦ καθαρισμοῦ, τοῦ Σαραντισμοῦ. Ἡ συνήθεια αὐτὴ ἔχει συνεχισθεῖ καὶ στὴν Έκκλησία καὶ εἶναι εὐκαιρία εὐχῆς πρὸς τὴν μητέρα καὶ εἰσέλευση, εἴσοδος τοῦ βρέφους γιὰ πρώτη φορὰ στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ. «Εἰσελεύσομαι, Κύριε, εἰς τὸν Ἅγιον Οἶκον Σου καὶ προσκυνήσω πρὸς Ναὸν τὸν Ἅγιόν Σου», λέγει μεταξὺ ἄλλων ὁ ἱερεὺς ἐξ ὀνόματος τοῦ βρέφους. Καθὼς καὶ τὸ «εκκλησιάζεται ὁ/ἡ δοῦλος/δούλη τοῦ Θεοῦ». Εἶναι δηλαδὴ ὁ πρῶτος ἐκκλησιασμὸς τοῦ βρέφους καὶ ἡ πρώτη του προσκύνηση στὸν Θεό. Σαφῶς εἶναι μία στιγμὴ σταθμός, ποὺ εἶναι ἡ ἀφετηρία γιὰ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ πορεία τοῦ ἀνθρώπου ποὺ μόλις ξεκινάει τὴν ζωή του σ αὐτὸν τὸν κόσμο. Στρεφόμαστε ὅμως κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς αὐτῆς στὸν ἱερέα Συμεὼν τὸν δίκαιο, ὁ ὁποῖος κρατεῖ στὴν ἀγκαλιά του τὸ Θεῖο Βρέφος. «Τὸν Ἱερὸν ἡ ἱερὰ Παρθένος προσεκόμισεν ἐν Ἱερῷ τῷ ἱερεῖ», μᾶς λέγει ὁ μελωδός. Ἀντιλαμβανόμαστε τὸν πρεσβύτη Συμεὼν νὰ ἔχει μία καρδιὰ πλημμυρισμένη ἀπὸ ἀγαλλίαση. Διότι [152]

153 τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ Ὁποῖο κατοικεῖ μέσα του τὸν πληροφορεῖ, τοῦ γνωστοποιεῖ Ποιὸν κρατοῦν οἱ γηραιοὶ βραχίονές του. Κι ἐνῶ εἶναι πλημμυρισμένος ἀπὸ ἀγαλλίαση, τὸ στόμα του ἀρθρώνει λόγους προφητικούς. «Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον» (Λουκ. β 34). Ἀκριβῶς Αὐτὸς εἶναι ὁ Ιησοῦς Χριστὸς διὰ παντός. Ὅπως Τὸν ὅρισε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ διὰ στόματος Συμεὼν τοῦ δικαίου. Εἶναι τὸ «σημεῖον τὸ ἀντιλεγόμενον» γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν γενεῶν, ὅλων τῶν ἐποχῶν, ὅλων τῶν αἰώνων. Μία στήλη φωτεινὴ ἡ προσωπικότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἑλκύει τὴν προσοχὴ ὅλων. Ὅλοι παίρνουν θέση ἀπέναντί Του. Ἀνάλογα δὲ μὲ τὴν στάση ποὺ παίρνουν χωρίζονται σὲ δύο παρατάξεις. Σ αὐτοὺς ποὺ Τοῦ ἀνήκουν καὶ σ αὐτοὺς ποὺ δὲν Τοῦ ἀνήκουν.ὅλοι δὲ ὅσοι δὲν Τοῦ ἀνήκουν, γίνονται πολέμιοί Του. Διότι λέγει ὁ ἴδιος: «Ὁ μὴ ὢν μετ ἐμοῦ κατ ἐμοῦ ἐστίν» (Ματθ. ιβ 30). Θέση οὐδέτερου καὶ τάχα ἀμέτοχου δὲν ὑπάρχει, ὅπως συμβαίνει σὲ διάφορα ζητήματα ἀνθρώπινα. Αὐτὴ ἡ οὐδετερότητα εἶναι οὐσιαστικὰ ἄρνηση. Ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος ἔχει κινηθεῖ καὶ κινεῖται γύρω ἀπὸ τὸν ἄξονα Χριστός. Μεγάλες προσωπικότητες τῆς Ἱστορίας, ἀπλοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ λαοὶ ὁλόκληροι παίρνουν θέση, χαράζουν γραμμή, ἐκφράζονται καὶ ἐκδηλώνονται ἀνάλογα μὲ τὸ πιστεύω τους καὶ τὴν παράδοσή τους στὸν Νόμο τοῦ Χριστοῦ. Ἀποκτοῦν ἰδανικά, θυσιάζονται, γίνονται πιστοὶ στρατιῶτες τῆς Βασιλείας Του ἢ νομοθετοῦν κατὰ τῆς Ἐκκλησίας Του, φιλοσοφοῦν κατὰ τοῦ Εὐαγγελικοῦ Λόγου Του, ἔτσι ὥστε ἡ μετὰ Χριστὸν Ἱστορία περιέχει ποικίλα γεγονότα μὲ χριστιανικότητα ἢ μὴ χριστιανικότητα τῆς ζωῆς προσώπων καὶ κοινωνιῶν. [153]

154 Ἐνθυμούμαστε ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο κατὰ τὴν ἐπίγεια ζωὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ ὑποβάλλεται τὸ ἐρώτημα: «Τὶς ἄρα οὗτός ἐστιν»; (Μάρκ. δ 41). Ποιὸς λοιπὸν εἶναι αὐτὸς ὁ Χριστός; Ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ὑποβάλλει τὸ ἐρώτημα στοὺς μαθητές Του: «Τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι»; (Ματθ. ις 1). Καὶ οἱ μαθητὲς δίνουν τὴν ἀπάντηση: «Οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν Βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἱερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν»(ματθ. ις 14). Καὶ ὁ Χριστὸς συνεχίζει: «Ὑμεῖς δὲ τίνα μὲ λέγετε εἶναι»; Σεῖς οἱ μαθητές μου, ποιὸς λέτε ὅτι εἶμαι; Καὶ τότε ὁ Πέτρος λέγει τὴν περίφημη ὁμολογία: «Σὺ εἶ ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Ματθ. ιδ 16). Τὸ ἴδιο ἐρώτημα θὰ μπορούσαμε νὰ ὑποβάλουμε στοὺς σημερινοὺς ἀνθρώπους καὶ πράγματι, πόσες διαφορετικὲς ἀπαντήσεις θὰ παίρναμε; Ἀλλὰ τὸ ἴδιο ἐρώτημα μποροῦμε νὰ ὑποβάλλουμε στὸν ἑαυτό μας. Εἴμαστε Χριστιανοί. Ξεχειλίζει ἀπὸ μέσα μας ἡ ἴδια ὁμολογία μὲ αὐτὴν τοῦ Πέτρου ἢ ὑπάρχουν σπέρματα δυσκολίας καὶ ἀμφιβολίας; Γεγονὸς πάντως εἶναι ὅτι «σχίσμα ἐγένετο ἐν τῷ ὄχλῳ δι αὐτόν» (Ἰωάνν. ζ 43). Σχίσμα ἐξακολουθεῖ καὶ σήμερα νὰ γίνεται ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ σχίσμα περιέχει δύο καταστάσεις γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ μία εἶναι ἡ πτώση καὶ ἡ ἄλλη ἡ Ἀνάσταση. Ὅλοι ὅσοι βρίσκονται μακρὰν τοῦ Χριστοῦ εἶναι σὲ πτώση. Μηδὲ ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν ποὺ Τὸν πιστεύουμε ἐξαιρουμένων. Ὅταν εἴμαστε μακριά Του, ἐπειδὴ εἰσέρχεται ἡ ἁμαρτία, βρισκόμαστε σὲ πτώση. Ὅλος μας δὲ ὁ χριστιανικὸς ἀγώνας εἶναι νὰ σηκωθοῦμε ἀπὸ τὶς πτώσεις. Δηλαδὴ νὰ νικήσουμε τὴν ἁμαρτία. Ἡ δὲ Ἀνάσταση εἶναι ἡ κατάσταση τοῦ καινοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ στάση ποὺ δὲν περιέχει πτώσεις, διότι νικήθηκε ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος καὶ ὑπάρχει ὁ νέος, ὁ καινούργιος [154]

155 ὁ εὑρισκόμενος ὄχι ἁπλῶς μὲ τὸν Χριστό, ἀλλὰ ὁ ἐνωμένος μὲ τὸν Χριστό, δηλαδὴ ὁ κατὰ Χάριν θεωμένος. Θὰ πρέπει νὰ εἴμαστε προσεκτικοί, διότι εἶπε ὁ Χριστὸς ὅτι : «Οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου φρονιμώτεροι ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς τῆς Βασιλείας εἰς τὴν γενεὰν τὴν ἑαυτῶν εἰσι» (Λουκ. ις 8). Δηλαδὴ οἱ ἀπιστοῦντες καὶ ὑλοφρονοῦντες ἔχουν τὴν ἐξυπνάδα νὰ κινοῦνται στὰ τῆς ἀπιστίας τους καὶ τῶν ὑλικῶν καὶ κοσμικῶν πραγμάτων. Ἐνῶ ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, οἱ υἱοὶ τῆς Βασιλείας Του παρουσιάζουμε ἀσυνέπεια. Πιστεύουμε στὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ μᾶς τέρπουν καὶ στρεφόμαστε πρὸς τὴν ὕλη. Ὁ Χριστὸς εἶναι «ἡ ζωὴ καὶ ἡ Ἀνάστασις». Νὰ εὐχηθοῦμε νὰ μὴ χάσομε τὴν Ἀνάστασή μας, ποὺ σημαίνει τὴν αἰώνια ζωὴ στὴν Βασιλεία Του. [155]

156 ΑΝΑΛΗΨΗ Σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του ὁ Χριστὸς παραμένει στὴν Γῆ. Παρουσιάζεται στοὺς μαθητές Του, ἀλλὰ καὶ σὲ πολλοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Διαβεβαιώνει τὴν Ἀνάστασή Του. Οἱ μαθητὲς εἶναι πιὰ σίγουροι ὅτι ὁ Διδάσκαλός τους εἶναι θριαμβευτής. Εἶναι ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου. Ὅλα ὅσα προεῖπε εἶναι ἀληθῆ, διότι ἰδοὺ πάντα ἐγένοντο κατὰ γράμμα. Πέρα ὅμως ἀπὸ τὴν ἐπικύρωση τῆς Ἀναστάσεώς Του ὁ Χριστὸς διεκπεραιώνει καὶ ἄλλη μία μεγάλη ἀποστολὴ στὶς σαράντα ἐπὶ τῆς Γῆς ἡμέρες Του. Αὐτὸς μὲν θὰ ἀναχωρήσει, ἀλλὰ θὰ ἐγκαθιδρυθεῖ ἡ Ἐκκλησία Του στὴν Γῆ. Θὰ εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν στὴν Γῆ. Εἶναι ἡ στρατευομένη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸν προθάλαμο καὶ τὸ προπαιδευτικὸ στάδιο «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων» (Ἐφεσ. δ 12). Προπαρασκευάζει αὐτὲς τὶς σαράντα ἡμέρες ὁ Χριστὸς πάντα τὰ πρὸς συγκρότηση τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ στελέχη, τὴν διδαχὴ καὶ τὰ μέσα τῆς Χάριτος. Τὰ στελέχη, δηλαδὴ τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς χειροτονεῖ. «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον» τοὺς εἶπε, ἀφοῦ ἐνεφύσησε σ αὐτούς. Τοὺς ἔδωσε τὴν ἐξουσία νὰ συγχωροῦν τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. «Ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατεῖτε κεκράτεινται» (Ἰωάνν. κ 22-25). Εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως ποὺ θὰ μποροῦν νὰ τελοῦν. «Ποίμαινε τὰ πρόβατά μου» (Ἰωάνν. κα 16), λέγει στὸν Πέτρο, καθὼς καὶ «μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη» (Ματθ. κα 19), λέγει στοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς καθιστᾶ ποιμένες καὶ διδασκάλους. «Βαπτίζοντες αὐτούς» (Ματθ. κη 19) καὶ τοὺς παραδίδει τὸ [156]

157 μυστήριο τῆς Βαπτίσεως. Ἤδη τοὺς ἔχει παραδώσει ἀπὸ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο τὴν Θεία Εὐχαριστία. «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν» (Λουκ. κβ 19). Εἶναι τὸ μυστήριο τῆς Θείας Λειτουργίας, τὸ ὁποῖο ὅπου τελεῖται ἔχουμε καὶ τὴν σύναξη καὶ συγκρότηση τῆς Ἐκκλησίας. «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ» ( Ἰωάνν. ς 56). Πρέπει πλέον οἱ πιστοί Του νὰ κοινωνοῦν τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του. Νὰ εἶναι ἐνωμένοι γύρω ἀπὸ τὴν Εὐχαριστιακὴ Τράπεζα. Ὑπόσχεται τὴν ἔλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πατρός μου ἐφ ὑμᾶς» (Λουκ. κδ 49). Αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ καθοδηγεῖ πλέον τὴν Ἐκκλησία καὶ ἕνα-ἕνα τοὺς πιστοὺς εἰς πᾶσαν τὴν Ἀλήθειαν. Ὅλα ἐτοῦτα τὰ ζητήματα ὁ Χριστὸς τακτοποιεῖ καὶ ξεκαθαρίζει στὶς σαράντα ἡμέρες τῆς παραμονῆς Του στὴν Γῆ μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του. Καὶ λέγει ἀκόμη στοὺς μαθητές Του: «Καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλὴμ ἕως τοῦ ἐνδύσασθαι δύναμιν ἐξ ὕψους» (Λουκ. κδ 49). Τώρα μὲ τὴν ἀναχώρησή μου καθίστε καὶ περιμένετε στὰ Ἱεροσόλυμα. Μέχρι νὰ ἔλθει ἡ ἐξ ὕψους δύναμη, γιὰ νὰ ἀρχίσετε τὸ ἔργο τὸ ὁποῖο σᾶς παρέδωσα νὰ ἀναλάβετε. Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ὁ Χριστὸς πῆρε τοὺς μαθητές Του καὶ πῆγαν ἔξω στὴν Βηθανία. «Ἕστη ἐν μέσῳ αὐτῶν». Στάθηκε ἀνάμεσά τους. Στάθηκε μέσα στὴν καρδιά τους. Γέμισε ὅλο τὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τους. Τὰ λόγια Του συγκλονίζουν τὶς ψυχές τους. Ὁμιλεῖ πλέον ὡς Λυτρωτής. Σὰν ἥλιος ἀνάμεσα σ αὐτοὺς ἡ μορφή Του, μορφὴ τοῦ Σωτῆρος. Τὸν γνώριζαν καταδιωκόμενο. Τώρα εἶναι θριαμβευτής, ἀναστημένος. Τὸν ἀκούουν νὰ λέγει: «Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν τῷ Οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς» (Ματθ. κη 18). Ἔχει κάθε ἐξουσία. Εἶναι Αὐτὸς ἀπὸ τὸν Ὁποῖο ἐξαρτῶνται τὰ πάντα, ἐνῶ αὐτοὶ εἶναι οἱ δικοί Του μαθητές Του συνεχιστές Του. [157]

158 «Καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ Πατὴρ κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς» (Ἰωάνν. κ 21). Αὐτὸ τὸ «καθὼς» ὁρίζει ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ὁ Χριστὸς μεταδίδει σ αὐτούς. Ὁρίζει ὅτι τοὺς καθιστᾶ Ἀποστόλους ὅτι τοὺς ὑψώνει μὲ τεράστια καὶ μοναδικὴ οὐράνια δύναμη, γιὰ νὰ προχωρήσουν «ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. ι 16). Ὁ Χριστός, ὅταν ἐμφανίζεται ἀνάμεσά τους, τοὺς εὐλογεῖ καὶ τοὺς προσφέρει αὐτὸ ποὺ φέρνει ἡ Ἀνάστασή Του: «Εἰρήνη ὑμῖν» (Λουκ. κδ 37). Τώρα πλέον μποροῦμε νὰ εἰρηνεύσουμε στὶς σχέσεις μας μὲ τὸν Θεό. Τὸ μεσότοιχον τῆς ἔχθρας ἔπεσε. Ὁ Παράδεισος ἄνοιξε. Μποροῦμε νὰ εἰρηνεύουμε μεταξύ μας καὶ μέσα μας. Ἡ «ἐπὶ γῆς εἰρήνη» ὡς ἔργο ποὺ ἦταν νὰ γίνει ἐπὶ τῆς Γῆς, μὲ τὴν Ἀνάσταση ἐτελειώθη, ἀποπερατώθη. Καὶ ἰδοὺ πλέον ὁ Χριστὸς «ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτοὺς ἀνεφέρετο εἰς τὸν Οὐρανόν» (Λουκ. κδ 51). Αὐτὴ ἡ εὐλογία φέρνει τὴν χαρά. Παρὰ τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς φεύγει, οἱ Ἀπόστολοι γεμίζουν ἀπὸ χαρὰ καὶ εἰρήνη ἐξ αἰτίας τῆς εὐλογίας Αὐτὴν την εὐλογία κι ἐμεῖς χρειαζόμαστε, γιὰ νὰ εἴμαστε χαρούμενοι. Αὐτὴ ἡ εὐλογία ὁδήγησε τοὺς μαθητὲς «ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεόν» (Ματθ. κδ 50). Αὐτὴ ἡ εὐλογία μᾶς μεταποιεῖ «μετὰ χαρᾶς μεγάλης» καὶ μᾶς ὁδηγεῖ κι ἐμᾶς στὴν Ἐκκλησία καὶ μέσα στοὺς ὕμνους νὰ δοξολογοῦμε τὸν Θεό. Ἡ νίκη εἶναι γεγονός. Ἡ ἀνθρώπινη φύση στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἐπανῆλθε στὸν Παράδεισο κι ἐκάθησε δεξιὰ τῆς μεγαλωσύνης τοῦ Πατρός. Ὁ Χριστὸς εἶναι μαζί μας μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. [158]

159 [159]

160 ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΕΠΙΦΟΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ «Ἁγίῳ Πνεύματι ἀναβλύζει τὰ τῆς Χάριτος ῥεῖθρα ἀρδεύοντα ἅπασαν τὴν κτίσιν πρὸς ζωογονίαν» (Παρακλ. Ἀναβαθμοί) «Καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου» (Πράξ. β 4) Τὸ μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο λάβαμε τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τὸ «ΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ» ἑορτάζει ὡς τὴν πρώτη ἡμέρα τῆς ἱδρύσεώς της ἅπασα ἡ Ἐκκλησία. Τὸ Ἅγ. Πνεῦμα δὲν ἵδρυσε μόνο τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ τὴν κυβερνᾶ καὶ τὴν κατευθύνει ἀοράτως. Ἀποτελεῖ τὴν ζωοποιὸ δύναμη καὶ τὴν ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δημιουργεῖ τὴν πνευματικὴ συγγένεια τῶν πιστῶν μελῶν της. Ἐκεῖνο ἀναγεννᾶ καὶ καταρτίζει καὶ ἁγιάζει τοὺς πιστούς. Ἡ Ἐκκλησία μας συνιστᾶ τὴν περίοδο μεταξὺ Ἀναστάσεως καὶ Πεντηκοστῆς νὰ μελετοῦμε τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, διότι ὅπως τὰ Εὐαγγέλια ἱστοροῦν τὸν βίο καὶ τὴν δράση τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι καὶ οἱ Πράξεις περιγράφουν τὴν ζωὴ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ σκιαγραφοῦν τὴν δράση καὶ τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀκριβῶς ὅπως ἐπιφοιτᾶ στὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ συγκροτεῖ στὸν θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ παρατείνει στοὺς αἰῶνες. Μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνευματος ὁ Πέτρος ἔλεγξε τοὺς σταυρωτὲς Ἰουδαίους καὶ ὁδήγησε στὴν πίστη χιλιάδες ἀνθρώπους. Μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνευματος κήρυξαν ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι, ἔγραψαν οἱ Εὐαγγελιστές, βγῆκε ἡ πίστη ἀπὸ [160]

161 τὰ στενὰ ὅρια τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καὶ ἐξαπλώθηκε στὰ πέρατα τοῦ κόσμου. «Καθάπερ φερομένης πνοῆς βιαίας» (Πράξεις β 2) κατῆλθε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κι ἐκάθησε ὡς πύρινη φλόγα στοὺς Ἀποστόλους. Ἀπὸ τότε τὰ πάντα ἄλλαξαν. Φωτίστηκαν οἱ ψυχές τους, εὐρύνθηκε τὸ πνεῦμα τους καὶ ὅλοι ἐνωμένοι εἶδαν νὰ διαγράφεται μπροστά τους ἡ παγκόσμια ἱεραποστολή τους. Ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ δεχθοῦν αὐτὴν τὴν φλόγα στὸ ὑπερῶο τῆς καρδιᾶς τους δυναμώνουν, σοφίζονται, γίνονται λαμπάδες ὁλόφλογες τοῦ Παρακλήτου καὶ μεταφέρουν τὴν φλόγα τῆς πίστεως καὶ τῆς Ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ μέσα στὰ σκοτάδια τοῦ κόσμου. Τὸ μυστήριο τοῦ Χριστιανισμοῦ εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Πατρός, ἡ αὐτουργία τοῦ Χριστοῦ στὸ ἔργο ποὺ ἐτέλεσε, ἀλλὰ καὶ ἡ συνεργεία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἰδίως δὲ ἡ ζωὴ ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας», εἶναι ἡ προσευχὴ ποὺ ἔχουν προφέρει τὰ χείλη ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων. Τὴν ἴδια προσευχή, ἡ ὁποία εἶναι ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπαναλαμβάνει ἡ Ἐκκλησία μας σὲ πλεῖστες ἀκολουθίες καὶ παρακαλεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ σκηνώσει «ἐν ἡμῖν» καὶ μὲ τὸν ἐσωτερικὸ καθαρμὸ τῆς ψυχῆς νὰ μᾶς χαρίσει τὴν σωτηρία. Στὸ ἴδιο ὑπερῶο στὸ ὁποῖο εἶχε παραδώσει ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο ἔστειλε πενήντα ἡμέρες μετὰ τὴν Ἀνάσταση τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπληρώνοντας τὴν ὑπόσχεσή Του: «Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ Παράκλητος, ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ Πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, ὃ παρὰ τοῦ Πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ» (Ἰωάνν. ιε 26). Ἡ παρουσία τοῦ Ἀναστημένου Ἰησοῦ Χριστοῦ θὰ συνεχίζεται πλέον ἐν μέσῳ τῶν μαθητῶν καὶ τῶν νέων τέκνων Του διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν ἱερὸ θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας. [161]

162 Εἶναι μία νέα πραγματικότητα στοὺς μαθητές, οἱ ὁποῖοι καταλαμβάνονται ἀπὸ ἱερὸ δέος καὶ ἀπορία ἐνώπιον τοῦ βάρους τῆς εὐθύνης τοῦ μεγάλου ἔργου τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ πνοὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος γίνεται ἐσωτερικὴ παρόρμηση γιὰ τὴν μεγάλη ἐκκίνηση. Οἱ πύρινες γλῶσσες διὰ τῶν Ἀποστόλων διαγράφουν τὴν ἔντονη πορεία τους μέσῳ τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου. Οἱ λόγοι τῶν Πατέρων μας, ἡ δογματικὴ πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὑμνωδία, μᾶς δίνουν ἐκφραστικὰ μέσα, γιὰ νὰ άκουσθεῖ μέχρι τὸν Οὐρανὸ ὅτι «πάντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, βρύει προφητείας, ἱερέας τελειοῖ, ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξεν, ἁλιεῖς θεολόγους ἀνέδειξεν, ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας». Ἐξεχύθη, λοιπόν, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς Ἀποστόλους καὶ σὲ ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὡς νέα μεγίστη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴν τὴν πλημμύρα τῆς Θείας Ἀγάπης ἔχουμε χρέος νὰ συναισθανόμαστε οἱ Χριστιανοί, γιὰ νὰ σταθεροποιοῦμε τὴν σχέση μας μὲ τὸν Θεό. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι μία δύναμη, μία ἰδιότητα ἢ μία ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλά, ὅπως σαφῶς διατυπώνουν οἱ Πατέρες στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, εἶναι τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἶναι τὸ Κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ συμπροσκυνούμενον σὺν Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ. Καθοδηγεῖ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ κάθε ἕνα πιστὸ χωριστὰ «εἰς πᾶσαν τὴν Ἀλήθειαν». Τελειοῖ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας. Ὁ Μ. Βασίλειος λέγει τὸ παράδειγμα: Ὁ ἥλιος εἶναι ὁ Πατέρας, οἱ ἀκτίνες εἶναι ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Φῶς ποὺ φωτίζει εἶναι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Καὶ ὅπως τὸ Φῶς τὸ ἐκ τοῦ ἡλίου προερχόμενο ὑπάρχει γιὰ κάθε ἄνθρωπο προσωπικὰ καὶ δὲν μειώνεται γιὰ τὸν λόγο ὅτι ὑπάρχει στοὺς ἄλλους, ἔτσι καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα προσωπικὰ ὑπάρχει γιὰ τὸν καθένα μας. [162]

163 «Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται καὶ καθάρσει ὑψοῦται, λαμπρύνεται» (Ἀναβαθμ. δ ἤχου), ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας. Ὁ Μ. Ἀθανάσιος λέγει ὅτι ὁ Πατὴρ εἶναι ἡ Πηγή, ὁ Υἱὸς εἶναι ὁ Ποταμὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τὸ πινόμενο νερό. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐνεργεῖ ἐκ μέρους καὶ τῶν δύο ἄλλων Θείων Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Χορηγεῖ τὸν φωτισμό, τὸ θάρρος καὶ τὴν δύναμη στοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἀρχίσουν τὸν Εὐαγγελισμὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ καλέσουν «πάντα τὰ ἔθνη» στὴν σωτηρία. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν Ἐνανθρώπησή Του καὶ τὴν Θυσία τοῦ Σταυροῦ ἔγινε αἰτία τῆς Ἀπολυτρώσεως, εἶναι ἡ κύρια πηγὴ τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως ἐνῶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον χορηγεῖ στοὺς ἀνθρώπους τοὺς καρποὺς τῆς Ἀπολυτρώσεως καὶ κατεργάζεται στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ λύτρωση θὰ γίνει προσωπικὴ τοῦ καθενός. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶναι ἡ κύρια πηγὴ τῆς Χάριτος, τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Τὸ Ἁγιο Πνεῦμα βαπτίζει. Αὐτὸ χαρίζει ζωὴ καὶ δίνει πνοὴ στὴν ψυχή. Αὐτὸ διαιρεῖ καὶ μοιράζει τὰ Χαρίσματα. Τὸ βάπτισμα τοῦ καθενὸς γίνεται «ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» καὶ ἡ πνευματικὴ ἀναγέννηση συντελεῖται «ἐξ ὕδατος καὶ πνεύματος». Μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή του: «Ἀλλὰ ἀπελούσασθε, ἀλλὰ ἡγιάσθητε, ἀλλὰ ἐδικαιώθητε ἐν τῷ ὀνόματι Κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν Πνεύματι τοῦ Θεοῦ», ποὺ σημαίνει «τῇ μετοχῇ τοῦ Ἁγίου Πνεῦματος». Αὐτὸ ἁγιάζει, οἰκοδομεῖ καὶ κατευθύνει τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ ἐπιτελεῖ ὅλα τὰ μυστήρια καὶ μένει σ αὐτά, γιὰ νὰ ἁγιάζει τοὺς προσερχομένους. Χωρὶς Αὐτὸ δὲν θὰ εἴχαμε ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐπέλθει ἐπάνω μας ὁ ἁγιασμός δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει Θ. Κοινωνία καὶ νὰ γευτοῦμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν θὰ εἴχαμε ἱερεῖς, γιατὶ δὲν θὰ [163]

164 ἦταν δυνατὸν νὰ γίνουν καὶ αὐτὲς οἱ χειροτονίες χωρὶς τὴν δική Του ἐπιφοίτηση. Ἡ πραγματικὴ ἐλευθερία ὑπάρχει ἐκεῖ ὅπου πνέει καὶ γίνεται δεκτὴ ἡ αὔρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι «οὗ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία» (Κορ. Β γ 17). Ὅλες οἱ ἀρετές, ἡ ἁγιότητα εἶναι καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ εἶναι: ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ καλοσύνη, ἡ ἀγαθοσύνη, ἡ πίστη, ἡ πραότητα, ἡ ἐγκράτεια, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀλήθεια. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στὶς δύσκολες, σκοτεινὲς στιγμὲς τῆς ζωῆς μας, ὅταν ἡ ψυχὴ ἔχει καλυφθεῖ ἀπὸ τὰ νέφη τῶν δοκιμασιῶν, τῶν ἀμφιβολιῶν καὶ τῶν ἀδυναμιῶν, «ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ.η 26). Στὶς ὧρες τῆς προσευχῆς μᾶς συμπαραστέκει. Καὶ τότε ὁ προσευχόμενος πιστὸς αἰσθάνεται ἕνα στεναγμὸ ἀνακουφίσεως ἅγιο, ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὰ ὕψη σὰν δροσερὴ πνοὴ νὰ ἀνασηκώσει τὴν πτωχὴ καρδιά του, νὰ θερμάνει τὴν πίστη του καὶ νὰ ἀναζωογονεῖ τὴν ἐλπίδα του. Εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἰδιαίτερα αἰσθητὴ γίνεται ἡ παρουσία τοῦ Αγίου Πνεύματος σ αὐτοὺς ποὺ μὲ πόθο ἀληθινὸ καὶ ἐπίμονα Τὸ ἐπιζητοῦν νὰ κατέλθει καὶ νὰ «σκηνώσει» μέσα τους. Ἐπίσης, αὐτοὶ ποὺ αἰσθάνονται τὶς ἀδυναμίες των καὶ ἀγωνίζονται νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ αὐτές, ἔχουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀκούραστο συμπαραστάτη καὶ ἀκαταμάχητη προστασία. «Ἡ ἐλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον», προσεύχεται ὁ ἀγωνιζόμενος πιστός. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάνει τὴν καρδιά μας δεκτικὴ στὸν σπόρο τοῦ Θείου Λόγου καὶ ἰκανοποιεῖ κάθε μεταφυσικὴ δίψα γιὰ δικαιοσύνη, ἀγάπη, εἰρήνη. Κατὰ τὸν Ἅγιο Ν. Καβάσιλα εἶναι ὁ μοχλὸς τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς. Εἶναι ἡ ψυχὴ τῆς ψυχῆς μας. [164]

165 Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι «πηγὴ Θείας Σοφίας καὶ γνώσεως καὶ συνέσεως πνευματικῆς, ἀγαθόν, εὐθές, νοερόν, ἡγεμονεῦον», «διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθὼς βούλεται» (Α Κορ. ιβ 2). Δηλαδὴ ἐκεῖνος ποὺ λαμβάνει τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γεμίζει μὲ Θεῖο Φῶς, βρίσκει τὴν Ἀλήθεια, γνωρίζει τὸ θεῖο Θέλημα, γιὰ νὰ πορεύεται σύμφωνα μὲ αὐτό. Γίνεται πνευματικὸς ἄνθρωπος ποὺ λατρεύει τὸν Δημιουργό του «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ». Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ὡς φωτίζον μᾶς διδάσκει τὶ καὶ πῶς νὰ προσευχόμαστε. Ὡς ἁγιάζον διεγείρει τὴν πρέπουσα διάθεση γιὰ προσευχή, ὡς Πνευμα παρακλήσεως κατασιγάζει τοὺς φόβους, ἀπομακρύνει κάθε ἀποθάρρυνση καὶ ἀναπτερώνει τὶς ἐλπίδες μας, ὥστε νὰ προσευχόμαστε μὲ ζέση καὶ προθυμία. Λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐνισχύει καὶ φωτίζει τοὺς διωκομένους καὶ τοὺς διδάσκει τὶ θὰ ἀπολογοῦνται, ὅταν θὰ ἄγονται εἰς κριτήρια. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων λέγει ὅτι «βλέπει τὸν λογισμὸ καὶ τὴν συνείδηση ἡμῶν καὶ τὶ λαλοῦμεν καὶ τὶ νοοῦμεν. Ἀλλὰ καὶ τῶν Ἀγγέλων ἐπιστάτης καὶ διδάσκαλος καὶ ἁγιοποιός ἐστιν ὁ Παράκλητος». Λέγεται Παράκλητος «διὰ τὸ παρακαλεῖν καὶ παραμυθεῖσθαι καὶ συναντιλαμβάνεσθαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν». Ὅταν κάποιος ἔχει κάτι πολύτιμο, τὸ προσέχει νὰ μὴν τὸ χάσει. Ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ Τὸ ἔχουμε ἀπὸ τὴν Βάπτισή μας. Ἡ ἀγνότητα, ἡ ταπείνωση καὶ ἡ προσευχὴ δημιουργοῦν στὴν ψυχή, ἰδιαιτέρως κατάλληλες συνθῆκες γιὰ τὴν παραμονὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σ αὐτήν. Ἀντίθετα, ὁ ἐγωισμὸς καὶ τὰ σαρκικὰ παραπτώματα ἐμποδίζουν τὶς ἐνέργειές Του καὶ τὴν καρποφορία Του στὴν ζωή μας. Νὰ τὸ ἐκζητοῦμε ἐπίμονα στὶς προσευχές μας. Νὰ ἑτοιμάζουμε τὸ δοχεῖο τῆς ψυχῆς μας, γιὰ νὰ γίνεται ὅλο καὶ πιὸ κατάλληλος ὁ χῶρος διαμονῆς Του. Νὰ συνδαυλίζουμε τὴν ἱερή Του φλόγα μὲ τὴν ἱερὴ μελέτη. [165]

166 Ἀπαραίτητη ἡ συμμετοχή μας στὰ Ἱερὰ Μυστήρια ποὺ θὰ μᾶς κρατάει συνδεδεμένους μὲ τὴν ὑπερφυσικὴ αὐτὴ «φλέβα ζωῆς», τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Γιὰ νὰ ξεδιψάσουμε, δὲν φθάνει νὰ γνωρίζουμε ἁπλῶς τὴν πηγὴ τοῦ νεροῦ, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸ πιοῦμε χορταστικά, νὰ ἀπορροφηθεῖ ἀπὸ τὸν ὀργανισμό μας καὶ νὰ ζωογονήσει καὶ τὸ τελευταῖο μας κύτταρο. Ἔτσι καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πρέπει νὰ διεισδύσει καὶ στὴν τελευταία γωνιὰ τῆς σκέψης μας καὶ τῶν αἰσθημάτων μας, νὰ ἐπηρεάσει ὅλη τὴν πνευματική μας ὕπαρξη. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κατάφερε νὰ φέρει εἰς πέρας τὴν γιγάντια ἀποστολή του, μόνο διότι συμπορευόταν δεμένος μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Μᾶς λέγει ὁ ἴδιος: «Ἰδοὺ ἐγὼ δεδεμένος τῷ Πνεύματι πορεύομαι» (Πράξ. κ 22). Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἄλλος τρόπος μυστικὸς καὶ ἀθέατος, κατὰ τὸν ὁποῖο τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐνεργεῖ στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας χωρὶς τὸν ἦχο τῆς βιαίας πνοῆς ἢ τὴν φλόγα τῆς πύρινης γλώσσας. Ὅταν ἔτσι ἐνεργεῖ καὶ σ ἐμᾶς, τότε ἔχουμε βρεῖ τὸν δρόμο γιὰ τὴν ἀναγέννηση καὶ τὴν σωτηρία μας. Ἡ ἐνιαία Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καθὼς σκορπιέται παντοῦ, παραμένει πάντοτε ἡ ἴδια, ἀλλὰ φέρνει διάφορα ἀποτελέσματα ἀνάλογα μὲ τὴν δεκτικότητα τοῦ καθενὸς καὶ τὴν ἀνάγκη ποὺ ὑπάρχει. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει ὅτι τὸ Ἁγιο Πνεῦμα «ἐμᾶς τοὺς πήλινους ἀνθρώπους μᾶς μεταβάλλει σὲ χρυσοὺς» καὶ μᾶς δίνει ἀξία, τὴν αἰώνια ἀξία μας. Ὁ δὲ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος λέγει ὅτι «ἡ ψυχή μας εἴτε ἁμαρτήσει εἴτε ὄχι χωρὶς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι νεκρή. Δὲν μπορεῖ καθόλου νὰ ζήσει τὴν αἰώνια ζωή». Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἀπόστολος τοῦ σκλαβωμένου ἀγράμματου τότε γένους μας, συνιστᾶ ἕνα ἁπλὸ καὶ πρακτικὸ τρόπο, γιὰ νὰ ἔχουν οἱ Χριστιανοὶ μία οὐσιαστικὴ σχέση μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ δι Αὐτοῦ μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα: «Νὰ [166]

167 ἐξομολογεῖσθε καθαρά, νὰ μεταλαμβάνετε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων μὲ φόβο καὶ εὐλάβεια καὶ τότε θὰ σᾶς φωτίζει ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τόσο, ποὺ θὰ καταλαβαίνετε τὰ Μυστήρια». Σήμερα ὡς Χριστιανοὶ περνοῦμε μία σκληρὴ δοκιμασία. Ζοῦμε σὲ μία κοινωνία, ἡ ὁποία εἶναι ἀντιπνευματικὴ καὶ συχνὰ πνευματομάχος. Ζοῦμε τὸν ἀπερίσκεπτο εὐτελισμὸ στὶς ἀξίες. Ζοῦμε σ ἕνα κόσμο μεθυσμενο καὶ παράλυτο ποὺ παραπατεῖ καὶ παραπαίει ἀπὸ τὶς ἀναθυμιάσεις τῶν παθῶν καὶ τῆς ἀκολασίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ταμιοῦχος τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ Ὁποῖο εἶναι τὸ μεγαλύτερο Δῶρο τοῦ Θεοῦ. Διότι εἶναι ἡ θεία ἀπαρχή, ἡ θεία μετοχὴ καὶ ὁ ἀρραβώνας τῆς θείας κληρονομιᾶς μας. «Σκοπὸς τῆς ζωῆς ἡ ἀπόκτησή Του», λέγει ὁ ὅσιος Σεραφεὶμ τοὺ Σάρωφ καὶ βεβαίως ἡ διατήρησή του. «Τὸ Πνεῦμα μὴ σβέννυτε» (Α Θεσσαλ. ε 19), λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ δι Αὐτοῦ ἡ Ἁγία Τριὰς ἀπευθύνονται στὸν καθένα μας χρησιμοποιώντας, βέβαια, ξεχωριστὴ γλῶσσα, ἰδιαίτερο τρόπο. Σὲ ἄλλους μιλάει μὲ τὸ πῦρ τῶν θλίψεων, τὶς ἀστραπὲς τῶν δοκιμασιῶν καὶ σὲ ἄλλους μὲ τὴν αὔρα τῶν Δωρεῶν Του. Σημασία ἔχει νὰ δεχθοῦμε τὴν ἐπίσκεψη καὶ τὴν πρόσκλησή Του. Χωρὶς Ἅγιο Πνεῦμα οἱ ψυχικὲς δυνάμεις παραλύουν καὶ ἀτονοῦν γιὰ κάθε καλό. Εἶναι ὅπως ὁ κόσμος χωρὶς ἥλιο καὶ τὸ σῶμα χωρὶς ψυχή. Ἡ ἀνθρώπινη καρδιὰ εἶναι πλασμένη νὰ γίνει θρόνος τοῦ Θεοῦ, ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλὰ καὶ στὸ βαθὺ σκοτάδι τῆς κοινωνίας μόνο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νὰ ἀνάψει τὸ Φῶς τῆς Ἀλήθειας, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς δικαιοσύνης. Οἱ ἄνθρωποι χωρὶς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ζοῦν στὰ ἔργα τοῦ σκότους μὲ τὰ συμφέροντα, τοὺς ἐγωισμούς, τὶς κακίες, τὶς ἀνηθικότητες ποὺ κατατυραννοῦν τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ στὴν κοινωνία, λοιπόν, προσφέρει τὴν [167]

168 λύτρωση, ἀλλὰ σέβεται τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Προσκαλεῖ, ἀλλὰ δὲν βιάζει. Στὴν σύγχρονη παντοκρατορία τῆς ὕλης ὁ ἀντιπερισπασμὸς τοῦ Πνεύματος εἶναι τὸ κατ ἐξοχὴν αἴτημα τῶν καιρῶν καὶ ἡ παρουσία τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου ἡ ἐπίμονη ἀναζήτησή μας. Σ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς μας, στὸν καθημερινὸ ἀγώνα, στὴν ἐργασία καὶ τὴν οἰκογένεια, στὶς συντροφιὲς καὶ τὴν ὥρα ποὺ εἴμαστε μόνοι στὸ ταμιεῖον μας, στὴν ἐπιτυχία κὰι τὴν ἀποτυχία, στὶς λύπες καὶ τὶς χαρὲς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ Πνεῦμα ἅγιο. Γιὰ τοῦτο ἡ Ἅγία Γραφὴ συνιστᾶ: «Πνεύματι ἄγεσθε» (Γαλ. ε 18) «Πνεύματι περιπατεῖτε» (Γαλ. ε 16) «Τὸ Πνεῦμα μὴ σβέννυτε» (Α Θεσσ. ε 19) Ἂς μὴν ἀποκάνουμε καὶ μὴν πτοούμεθα, διότι στὸν πνευματικὸ πόλεμο ποὺ ἔχουμε ἡ τελευταία νίκη εἶναι τοῦ Ἀρνίου καὶ ὄχι τῶν λύκων τοῦ Οὐρανοῦ καὶ ὄχι τοῦ Ἅδου τῶν ἁγίων καὶ ὄχι τῶν ἀπίστων. Στὴν Κυριακὴ Προσευχὴ λέμε «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου». Αὐτὸς ὁ Παράκλητος νὰ βασιλεύει σὲ κάθε ἕνα προσωπικὰ καὶ στὴν κοινωνία μας. ΑΜΗΝ [168]

169 Ζωήν, πνοὴν καὶ πάντα τὰ παρέχει ὁ Θεός, ὁ κατοικῶν ἐν Οὐρανοῖς. Εἶναι διὰ παντὸς μὲ μέριμνα διὰ τὴν σωτηρίαν. Τὸ Πνεῦμα Παρακλήσεως εὶς τὰς ψυχάς μας στέλλει, νὰ φωτισθεῖ ὁ νοῦς, καθὼς τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ. Τῆς θείας αἴγλης του τὸ φάος νὰ διαυγάσει, ὁλόκληρον τὸν νοητο-κτιστὸν ἄνθρωπον, τὸ ἀπολωλός. Τὸ Πνεῦμα Παρακλήσεως ζητεῖ, νὰ πορωθεῖ ἡ ὅλη μας καρδιά, - νά ναι «καιόμενη» - σὰν τοῦ Λουκᾶ καὶ τοῦ Κλεόπα. Καὶ νὰ σκιρτήσει ἁπαλά, στοῦ Θείου Ἔρωτος τοὺς κτύπους. Ὡραία ἡ κατάσταση αὐτὴ ποὺ κάνει τὸν παλαιόν μας ἄνθρωπον εἰς τέλος νὰ διαφθαρεῖ. Δάκρυα δὲ νὰ τρέχουν ὡς πηγή, ρέουσα γλυκασμοῦ. Ἅγ. Γεράσιμος, 02/06/2008 [169]

170 ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ 6 Αὐγούστου «Παραλαμβάνει τὸν Πέτρον καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἀναφέρει αὐτοὺς εἰς ὄρος ὑψηλὸν κατ ἰδίαν καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν» (Ματθ. ιζ 1-4) «Λάμψον καὶ ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς τὸ φῶς Σου τὸ ἀΐδιον» (Ἀπολυτ. Μεταμορφ.) Μὲ τὴν ὁλόλαμπρη αὐτὴ ἑορτὴ μᾶς μεταφέρει ἡ Ἐκκλησία μας στὸ ὄρος Θαβὼρ νὰ ζήσουμε κι ἐμεῖς μαζὶ μὲ τοὺς τρεῖς μαθητές, Πέτρο, Ἰάκωβο καὶ Ἰωάννη, τὴν μεγάλη ἐμπειρία τοῦ Θαβωρείου Φωτός. «Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Υἱός, Φῶς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα φωταγωγοῦν πᾶσαν κτίσιν». Φῶς εἶναι ἡ Θεότης. Φῶς εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα ποὺ φωτίζει καὶ ἁγιάζει. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς παρουσιάζει τὴν δόξα Του, τόση δόξα, ὅση μποροῦσαν νὰ ἀτενίσουν οἱ μαθητὲς θαμπωμένοι καὶ πεσμένοι στὸ ἔδαφος. Ἔκπληκτοι μὲ μία οὐράνια εὐφροσύνη στὴ καρδιά τους, ὥστε νὰ μὴ θέλουν πλέον νὰ ἐπιστρέψουν στὴν ζωὴ τῆς καθημερινότητας, ἀναφωνοῦν: «Καλὸν ἐστι ἡμᾶς ὧδε εἶναι» (Ματθ. ιζ 4). Καλὸ εἶναι νὰ μείνουμε ἐδῶ διὰ παντός, ζῶντες τὴν μεγάλη ἐσωτερικὴ πληρότητα ἐκ τῆς συμμετοχῆς στὸ ἀπαστράπτον Φῶς τοῦ Μεταμορφωμένου Χριστοῦ. Καθὼς κι ἐμεῖς ζοῦμε ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, συνειδητοποιοῦμε τὸ ἀτελεύτητο παρόν της καὶ κατανοοῦμε ὅτι σήμερα ὁ Χριστός καὶ γιὰ ἐμᾶς μεταμορφώνεται. Τὸ Φῶς Του τὸ ἀΐδιο ἀκτινοβολεῖ σὲ ὅλους ἐμᾶς. [170]

171 Πάρα πολὺ ὡραία ἡ λέξη «μεταμόρφωση». Εἶναι μία χαρούμενη λέξη. Ἀντηχεῖ μέσα στὴν ψυχὴ μὲ μεγάλη λαμπρότητα. Θαρρεῖς περιέχει κι αὐτὴ ἕνα φῶς. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ Θεϊκὸ Φῶς τοῦ Ἰησοῦ. Στὸν κόσμο αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονται γιὰ τὴν μόρφωση. Κι αὐτὸ εἶναι ἕνα ἐπίτευγμα. Εἶναι ἡ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ὁ πλουτισμὸς στὶς γνώσεις. Εἶναι οἱ σπουδὲς στὰ Γράμματα μὲ τὶς διάφορες ἐπιστῆμες. Εἶναι ἡ εὐγένεια καὶ ὁ καλὸς τρόπος. Κάποιοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ξεφεύγουν. Βρίσκονται στὴν παραμόρφωση. Χάνουν τὸν δρόμο τους, σκοτίζονται. Ἀκολουθοῦν μία πορεία, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἀνοδική. Δὲν εἶναι κἄν ἀνθρώπινη. Χάνουν κάθε ἦθος καὶ ζωὴ συνέπειας. Γίνονται παράσιτα στὴν κοινωνία, διότι ζοῦν τὴν παραμόρφωση. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς «μετεμορφώθη». Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι Θεάνθρωπος. Εἶναι τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος. Εἶναι «διπλοῦς εἰς τὴν φύσιν ἀλλ εἷς εἰς τὴν ὑπόστασιν». Ἔχει προσλάβει τὴν ἀνθρώπινη φύση, Αὐτός, ὁ κατὰ φύσιν Θεός ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γιατὶ ἄραγε τοῦτο τὸ ὑψηλὸ θεϊκὸ διακόνημα; Ἔτσι «εὐδόκησε» ὁ Θεὸς Πατέρας, ὑπήκουσεν κατὰ πάντα καὶ ἕως θανάτου ὁ Υἱὸς καὶ συνεργεῖ τὸ Πανάγιον Πνεῦμα. Γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρωπίνου γένους. Ἄκρα ἡ συγκατάβαση, θεία ἡ Οἰκονομία. Ἔτσι, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς στὴν ἀνθρώπινη φύση ποὺ ἔχει προσλάβει μεταδίδει τὶς θεῖες καὶ Θεϊκὲς Δωρεές. Εἶναι ἀθάνατος ὁ Θεός; Δίδεται ἀθανασία στὸν ἄνθρωπο. Δίδεται αἰωνιότητα. Εἶναι ἄφθαρτος ὁ Θεός; Δἰδεται ἀφθαρσία στὸν ἄνθρωπο. Εἶναι Θεὸς ὁ Θεός; Δίδεται κατὰ Χάριν θεότητα καὶ στὸν ἄνθρωπο. Ἔχουμε ἔτσι Θεό, τὸν κατὰ φύσιν Θεὸ ἀπὸ τὴν μιὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἔχουμε ἄνθρωπο τὸν κατὰ φύσιν, ἀλλὰ θεὸν γενόμενον [171]

172 κατὰ τὴν Χάρη ἐκ τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς μετεμορφώθη κι ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἡ ἀνθρώπινη φύση δέχεται τὸ θεϊκὸ Φῶς καὶ μεταμορφοῦται, διότι ὁ Θεὸς εἶναι Φῶς. Αὐτὸ τὸ Φῶς δεχόμενη ἡ παραμορφωμένη ἢ ἔστω καὶ μορφωμένη ἀνθρώπινη φύση ἀνυψοῦται, φωταγωγεῖται, ἀπαστράπτει καταλευκωμένη καὶ εἰσάγεται στὴν Μεταμόρφωση. Εἶναι τὸ ὕψιστο δῶρο τοῦ Θεανθρώπου στὸν ἄνθρωπο ἂν ὁ ἄνθρωπος στὸν κόσμο αὐτὸ βάζει στόχους ὑψηλοὺς καὶ ἐπιδιώξεις ἂν κάνει τεράστιες προσπάθειες γιὰ νὰ ἐπιτύχει σὲ διάφορα ἐπιστημονικὰ ἐπιτεύγματα, τὰ ὁποῖα ἔχουν ὠφέλεια στὴν παροῦσα διαβίωσή του. Ἀλήθεια ποιὸς στόχος, ποιὰ ἀνακάλυψη, ποιὰ ἐπίτευξη ἔχει τὴν δύναμη νὰ ὑπερβεῖ τὴν δωρεὰν δοθεῖσα Μεταμόρφωση; Πόσοι ἐκ τῶν ἀνθρώπων ὅλων τῶν γενεῶν ἐπάνω στὸν πλανήτη μας ἔχουν γνωρίσει καὶ συνειδητοποιοῦν ὅτι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς μᾶς χαρίζει τὴν Μεταμόρφωση; Ὁ κόσμος εἶναι ἕνα σκοτεινό, ψυχρὸ καὶ τρομακτικὸ μέρος. Εἶναι ἕνα σκοτάδι ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ διαλυθεῖ μὲ τὸ φυσικὸ φῶς τοῦ ἥλιου. Ὑπάρχει ὁ πόνος, ἡ λύπη, ὁ στεναγμός. Ἡ ζωὴ ξεχύνεται ἀμείλικτα καὶ ἀδυσώπητα πρὸς τὸν θάνατο. Πρὸς τὸν ἀφανισμὸ καὶ τὴν μοναξιὰ τοῦ Ἅδου. Ὅλα ὑποφέρουν στὸν ἀνελέητο νόμο τῆς ἁμαρτίας, τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ θανάτου. Ἔρχεται ὁ Θεάνθρωπος, γιὰ νὰ μᾶς πεῖ ὅτι αὐτὸ δὲν εἶναι ἡ ἀληθινὴ ζωή. Τὸ βασίλειο τοῦ σκότους δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ δημιούργησε ὁ Θεός. Ὁ Θεὸς ἔχει τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν στὴν ὁποίαν «οὐκ ἔσται τέλος». Ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς θεραπεύει, ζωοποιεῖ, μεταμορφώνει τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ τοῦ χαρίσει τὴν Βασιλεία Του κι ἐκεῖ ὡς βασιλιὰς ὁ ἄνθρωπος νὰ συμβασιλεύει μετὰ τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος διὰ τοῦ Θεανθρώπου ἔχει ἕνα νικητήριο ἑορτασμό, διότι τοῦ ἀποκαλύπτονται ἡ Δόξα καὶ τὸ Φῶς, στὰ [172]

173 ὁποῖα ἔχει κληθεῖ νὰ συμμετάσχει πρὸ τῶν αἰώνων. Παρ ὅλα αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀκοῦμε, δὲν καταλαβαίνουμε, δὲν πιστεύουμε. Χρειάζεται πίστη, ἀγάπη καὶ ἀποδοχή, τὰ ὁποῖα κρούουν τὴν ἐλευθερία. Ἡ Ἐκκλησία μας δὲν εἶναι παρὰ μία συνεχὴς χαρούμενη ἐπανάληψη τῆς Μεταμορφώσεως. Κάνει κλήση καὶ ἔκκληση γιὰ συμμετοχὴ στὸ ἀΐδιον Φῶς σὲ ὅλους μας προσωπικά. Γιὰ νὰ κορέσει τὴν ἀνθρώπινη δίψα γιὰ φωτισμό. Γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὴν Μεταμόρφωση. Τὸ Θεῖο Φῶς διαπερνᾶ ὅλο τὸν κόσμο. Ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Ποιὰ ἡ σχέση μας μαζί Του; Ἔρχεται ἔστω καὶ μία ἀκτίνα Του νὰ ἀκουμπήσει τὴν καρδιά μας καὶ νὰ νοιώσουμε τὴν καλὴ ἀλλοίωση στὶς ὑπάρξεις μας; Ἔρχεται ἡ Λάμψη Του στὸ πρόσωπό μας, γιὰ νὰ μᾶς φωτίσει, νὰ ἀλλάξει τὸν νοῦ μας, νὰ μετανοοῦμε; Ἔρχεται ἡ ἀΐδιότητά Του στὴν καρδιά μας, γιὰ νὰ ἀλλάξει τοὺς χτύπους της καὶ νὰ χτυπᾶ τοὺς παλμοὺς τῆς ἀγάπης πρὸς πάντα ἄνθρωπο, ἰδιαιτέρως δὲ γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας; Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἑορτάζουμε συναγμένοι τὴν Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος: γιὰ νὰ ἀτενίσουμε, νὰ ὑποδεχθοῦμε, νὰ λαμπρυνθοῦμε, νὰ λουσθοῦμε στὸ Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, στὸ ἄκτιστο Φῶς τῆς Θεότητος. Αὐτὸ τὸ Φῶς εἶναι «πῦρ καταναλίσκον», «πηγὴ ἀγαθότητος», «θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν», «Θεὸς καὶ θεοποιοῦν», διανομέας τῶν ποικίλων δωρεῶν καὶ χαρισμάτων. Ἁγιάζει, καθαίρει, παρηγορεῖ, ἐνισχύει, εἰρηνεύει καὶ «γαληνόμορφον ἐκτελεῖ τὴν καρδιά». Εἶναι ἀμέθεκτο στὴν οὐσία Του, διότι εἶναι ὁ Θεός, ἀλλὰ μεθεκτὸ στὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Του. Καθιστᾶ τὸν χοϊκὸ ἄνθρωπο θεοφόρο καὶ ἀληθινὰ πνευματικό. Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Ὅπως τὰ λαμπρὰ καὶ διαφανῆ σώματα, ὅταν πέσει πάνω τους μία ἡλιακὴ ἀκτίνα γίνονται [173]

174 περιλαμπῆ καὶ ἀπαστράπτουν ἀφ ἑαυτῶν ἄλλην ἀκτινοβολία, ἔτσι καὶ οἱ πνευματοφόρες ψυχές, ὅταν ἐλλαμφθοῦν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ οἱ ἴδιες γίνονται πνευματικὲς καὶ σὲ ἄλλους ἐξαποστέλλουν τὴν Χάρη». Ὅλοι οἱ Ἅγιοί μας εἶναι ἅγιοι, διότι τὸ ἄκτιστο Φῶς κατεσκήνωσε ἐν αὐτοῖς. Ἔτσι, ἔγιναν οἱ ἀναμμένες λαμπάδες. Ὄχι ἁπλῶς λαμπαδηφόροι. Οἱ ἴδιοι ἔγιναν φλόγα καὶ μποροῦν νὰ φωτίζουν «τοὺς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένους» μὲ τὸ πραγματικό, ἐνυπόστατο, ἄκτιστο καὶ ἀνέσπερο Φῶς τῆς τρισηλίου Θεότητος. Τὸ Φῶς αὐτὸ δὲν εἶναι οὔτε σύμβολο οὔτε τύπος οὔτε ἰδέα. Ὅλα τὰ φῶτα τοῦ κόσμου τούτου, καὶ αὐτὸ τὸ ἡλιακό, συντρίβονται κι ἐκμηδενίζονται μπροστά Του. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι «ὁ ἥλιος ἐσκοτίσθη», ὅταν ὁ Χριστός, τὸ Φῶς τοῦ κόσμου, ἄφηνε ὡς ἄνθρωπος τὴν τελευταία Του πνοὴ ἐπάνω στὸν Σταυρό. Ἀλλὰ καὶ ὁ θάνατος δειλιᾶ καὶ νικᾶται στὴν θέα τοῦ Χριστοῦ, διότι «ἐκ τοῦ τάφου ὡραῖος δικαιοσύνης ἡμῖν ἔλαμψεν ἥλιος». Εἶναι τὸ ἱλαρὸν Φῶς, τὸ Ἅγιον Φως ποὺ ρέει ἐκ τοῦ τάφου τοῦ Χριστοῦ κάθε χρόνο, ἀναβλύζει καὶ μᾶς διαβεβαιώνει τὴν Ἀνάσταση. Ὁ Ἀναστὰς Χριστὸς εἶναι καὶ ὁ μεταμορφωθεὶς Χριστός. Δὲν εἶναι ἰδέα, ἀλλὰ εἶναι Ἀλήθεια καὶ Ζωὴ καὶ Φῶς. Μετὰ Χριστὸν διέπεται ἡ Ἱστορία, ὁ Πολιτισμὸς καὶ ἡ Παράδοσή μας μέσα σ αὐτὸ τὸ ἀνέσπερο Φῶς, ὅπου ἀναχωνευτήκαμε καὶ ἀποβάλαμε τὸν «παλαιὸ ἄνθρωπο», δηλαδὴ ὅλα τὰ εἰδωλολατρικὰ στοιχεῖα μας, κι ἐκπληρώθηκε ὁ πόθος μας γιὰ τὴν ἀναζήτηση καὶ γνώση τῆς Ἀλήθειας. Δυστυχῶς κάποιοι «διαφωτιστές», παλαιοὶ καὶ σύγχρονοι, ἐπιμένουν νὰ ἀποκόψουν τὸ γένος μας ἀπὸ τὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοση καὶ νὰ μᾶς συνδέσουν ἀπ εὐθείας μὲ τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα. Ἄξια ἡ προσπάθεια τῶν ἀρχαίων, ἀλλὰ πῶς νὰ [174]

175 στρεφόμαστε ἐπὶ τὸ «ἔλαττον», ἀφοῦ ἔχομε διὰ τοῦ Ἀκτίστου Φωτὸς «μεῖζον»; Ἂς λάμψει μέσα μας, λοιπόν, τὸ Φῶς τοῦ Μεταμορφωμένου Χριστοῦ κι ἂς τὸ προβάλουμε τοῦτο τὸ Φῶς ὡς τὴν μόνη ἐλπίδα στὴν παραπαίουσα σύγχρονη κοινωνία. Ἂς τὸ προβάλουμε ὡς μόνη λύση τῶν προβλημάτων καὶ τῶν ἀδιεξόδων κι ἂς μὴ ζητοῦμε φῶτα «τῆς πεπτωκυίας σκηνῆς καὶ ξηρανθείσης πηγῆς τῆς ἀρχαίας εἰδωλολατρίας»(βαρθολομ.). [175]

176 ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ 14 Σεπτεμβρίου Τὴν παγκόσμια ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας κάθε 14 τοῦ Σεπτεμβρίου. Αὐτὴν τὴν ἡμερομηνία τὸν 6ο αἰ. ὁ Ἡράκλειος, αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου, πανηγυρικὰ ὕψωσε τὸν Τίμιο Σταυρὸ ἐπὶ τοῦ Γολγοθᾶ. Πρὶν ἀπὸ τὸν Ἡράκλειο τὸν εἶχε ὑψώσει τὸν 3ο αἰ. ὁ αὐτοκράτορας Κωνσταντίνος μὲ τὴν μητέρα του Ἑλένη, ἡ ὁποία ὅπως ξέρουμε εἶχε ἀξιωθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ τὸν βρεῖ μετὰ ἀπὸ ἔρευνα καὶ προσευχὴ πολλὴ ἐκεῖ ὅπου ἦταν μὲ τὰ χρόνια θαμμένος. Πρὶν ὅμως ἀπὸ τὶς δύο αὐτὲς ὑψώσεις ὁ Τίμιος Σταυρὸς ὑψώθηκε ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους καὶ πάνω σ αὐτὸν ἦταν ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν Ὕψωση, στὴν ὁποία ὑπάρχει ἡ θυσία τοῦ Θεανθρώπου νικιέται ὅλη ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου καὶ τὸ ἀτιμωτικὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ ἔγινε τίμιο μὲ μία διὰ παντὸς ἀνίκητη δύναμη κατὰ τοῦ ἀρχεκάκου ἐχθροῦ. Ἔκτοτε ἡ Ἐκκλησία τὸν ὑψώνει σὲ κάθε ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε ἄλλη ἑορτὴ καὶ ἁγιαστικὴ πράξη καὶ προβάλλει ἔτσι τὸν Τίμιο Σταυρό, διότι διὰ τῆς δυνάμεώς του εὐλογεῖ, ἐνισχύει, ἁγιάζει, προστατεύει τοὺς χριστιανοὺς καὶ ποιεῖ ὅλα τὰ Μυστήρια. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πόση σημασία ἔχει γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ ὅλους μας τοὺς χριστιανοὺς ὁ Τίμιος Σταυρὸς καὶ ὁ σχηματισμός του στὴν ζωή μας, ἐπάνω μας καὶ γύρω μας. Μπορεῖ ὅμως ἡ Ἐκκλησία νὰ ὑψώνει καὶ νὰ ἁγιάζει μὲ τὸν Τίμιο Σταυρό, ἀλλὰ χρειάζεται ταυτόχρονα καὶ κάθε χριστιανός, ἐπίσης νὰ τὸν ὑψώνει μὲ πίστη καὶ χαρά. Καὶ πῶς νοεῖται αὐτὴ ἡ ὕψωση; Μὲ πολλοὺς τρόπους. Αὐτὸ τὸ «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ [176]

177 καθ ἡμέραν καὶ ἀκολουθείτω μοι» περιλαμβάνει πολλὰ εἴδη ἄρσεων σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο. Ὑψώνω τὸν Τίμιο Σταυρὸ σημαίνει πρῶτον ὅτι φανερώνω, προβάλλω ἐνώπιον ἀνθρώπων καὶ Θεοῦ τὸν Σταυρὸ καὶ τὸν τιμῶ, διότι εἶναι Τίμιος. Ἔχει τιμὴ καὶ ἀξίζει τιμή. Ἔχει καὶ ἀξίζει νὰ τιμᾶται περισσότερο ἀπὸ κάθε τὶ ἄλλο, μιᾶς καὶ συμβολίζει τὴν θυσία τοῦ Ἀτιμήτου. Ἔτσι, μὲ τὴν τιμὴ ποὺ τοῦ ἐπιδεικνύουμε, ἐκφράζουμε τὴν εὐχαριστία καὶ εὐγνωμοσύνη μας πρὸς Αὐτόν. Ἐπίσης, ὅταν ὑψώνω τὸ χέρι μου γιὰ νὰ σχηματίσω τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ ἐπάνω μου, τὸν ὁμολογῶ, τὸν φανερώνω, τὸν προβάλλω, τὸν τιμῶ καὶ ἐξαιτοῦμαι τὴν δύναμη τῆς προστασίας του. Αὐτὴ εἶναι μία σπουδαία Ὕψωση ποὺ καλούμαστε νὰ κάνουμε ὅλοι οἱ χριστιανοὶ σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς μας, γιὰ νὰ τὴν ἁγιάζουμε. Ἔτσι μαστίζονται οἱ δαίμονες, κατακαίονται καὶ χαίρει ὁ ἄγγελός μας. Αὐτὸ εἶναι στοιχειῶδες καθῆκον κάθε χριστιανοῦ, ἀλλὰ καὶ βαθειὰ οὐσιαστικό. Οἱ παλαιότεροι χριστιανοὶ ὕψωναν αὐτὴν τὴν ἁπλὴ στοιχειώδη ὕψωση τακτικά, κανονικὰ καὶ μὲ παρρησία. Πολλοὶ εἶναι σήμερα ποὺ κοιμοῦνται, σηκώνονται, τρώγουν, πίνουν, ἀπολαμβάνουν τὰ ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν κάνουν ἕνα σταυρό, γιὰ νὰ εκδηλώσουν εὐγνωμοσύνη. Καὶ ἂν καμμιὰ φορὰ κάμουν, γίνεται ἢ τυπικὰ καὶ ἀσυναίσθητα ἢ ἀπὸ αἴσθημα φόβου. Ὄχι ἀπὸ ἀγάπη καὶ τιμή. Ἄλλοι δὲν κάνουν κανονικὸ Σταυρό. Παραποιοῦν τὸ σχῆμα του καὶ εἶναι πράγματι θλιβερό, διότι ἀποβαίνει σὲ ἐμπαιγμὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ. Ἄλλοι πάλι αἰσθάνονται ντροπὴ μπροστὰ σὲ ἄλλους νὰ ὑψώσουν τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ νὰ τὸν σχηματίσουν ἐπάνω τους, [177]

178 ἰδιαιτέρως ὅταν διέρχονται πρὸ ἱεροῦ Ναοῦ. Τοὺς τρομοκρατεῖ ἡ ἰδέα ὅτι οἱ ἄλλοι ἴσως μειδιάσουν καὶ περιπαίξουν. Ἀλλ ὅμως εἶναι ὁμολογία ὡς προαναφέρθηκε καὶ ὀφείλουμε νὰ τὸν καθιστοῦμε φανερὸ ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων διακηρύττοντάς τον. Ὁ Χριστὸς δὲν ντράπηκε γυμνὸς νὰ ἀνέλθει στὸν Σταυρὸ κι ἐμεῖς ἀποφεύγουμε νὰ κάνουμε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ; Πραγματικὰ εἶναι ἄρνηση ὅμοια μὲ αὐτὴν τοῦ Πέτρου, ὁ ὁποῖος μπροστὰ σὲ ἄλλους ἀνθρώπους εἶπε «δὲν γνωρίζω τὸν ἄνθρωπο», ἐννοώντας τὸν Χριστό. Ὡς χριστιανοὶ εἴμαστε τέκνα τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς μᾶς ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ κληρονομήσουμε τὴν Βασιλεία Του. Ἡ Βασιλεία Του δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου εἶναι τῶν Οὐρανῶν. Ἂς μὴν ἐπηρεαζόμαστε, λοιπόν, ἐκ τοῦ κόσμου τούτου καὶ ἐκ τῆς γνώμης τοῦ κόσμου τούτου. Ὁ κόσμος βαίνει καταστροφικά. Ἂς ἀκοῦμε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἂς ἀκολουθοῦμε τὴν Πίστη τῶν Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι κρατοῦσαν τὸν Σταυρὸ στὸ χέρι καὶ ἐγίνοντο θαύματα στὴν ζωή των. Καὶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία διὰ τοῦ Σταυροῦ θαυματουργεῖ. Μᾶς παραδίδει δὲ αὐτὸν τὸν Σταυρὸ στὴν προσωπική μας ζωὴ ὡς καθῆκον, ἵνα ἄρομε κι ἐμεῖς τὸν σταυρό μας ἀκολουθοῦντες τὸν Χριστό, καὶ ὡς προστασία, διότι ἀποτελεῖ ὅπλο ἀήττητο κατὰ τοῦ μισανθρώπου ἐχθροῦ ἕνα ὄπλο εἰρήνης, γαλήνης ἐσωτερικῆς καὶ σωτηρίας. Ἂς μὴν καυχώμαστε γιὰ τίποτα ἄλλο ὡς καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»(Γαλ. ς 14). [178]

179 [179]

180 ΜΕΡΟΣ Δ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟ [180]

181 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Μοναδικὸς ὁ ρόλος τῆς Παναγίας μας. Εἶναι ἡ Θεογεννήτρια. Μᾶς δημιουργεῖ ἕνα βαθὺ δέος καὶ θαυμασμὸ πρὸς τὸ πάνσεπτο καὶ ἱερότατο πρόσωπό της. «Ἐπὶ σοὶ χαίρει πᾶσα ἡ κτίσις» ἀκοῦμε τὸν ὑμνογράφο, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει τὴν ἀπαράμιλλη πραγματικότητα. Ὅλη ἡ κτίσις χαίρει ἐκ τῆς ἄσημης κόρης τῆς Ναζαρέτ. Δὲν ἔχει δοθεῖ ὑπερβολικὴ προσοχὴ στὴν Παναγία. Δὲν ἔχουμε μία διογκωμένη καὶ ὑπερβολικὴ προσκύνηση. Ἀντιθέτως, διὰ τοῦ τρόπου ποὺ ἐκφράζεται ἡ Ἐκκλησία μας μὲ τοὺς πιστοὺς τῆς ἀποδίδεται ἡ γνήσια σημασία καὶ τὸ ἀληθινὸ περιεχόμενο τῆς ἔννοιας ὅτι ἡ Παναγία εἶναι ἡ «ἔμψυχος Κιβωτὸς τοῦ Θεοῦ», ὁ «Λογικὸς Παράδεισος», ὁ «Ἡγιασμένος Ναός», τὸ «Παρθενικὸν καύχημα». Δὲν πρόκειται, λοιπόν, γιὰ πρόληψη καὶ γιὰ λαϊκὴ ἐθιμοτυπικὴ πράξη, ἀλλὰ γιὰ ἔκφραση οὐσιαστικῆς συνείδησης ἀπὸ τὴν μία τοῦ πιστοῦ λαοῦ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μιᾶς ἀνθρώπινης ὕπαρξης Κεχαριτωμένης καὶ Ὑπεραγιασμένης καὶ ἀπὸ αὐτοῦ τοῦ συστήματος τῶν ἀγγέλων ἀκόμη. «Χαῖρε τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις». Δάκρυα ἡ Εὔα ἐξ αἰτίας τῆς ἀπομάκρυνσής της ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Δάκρυα ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Δάκρυα τρέχουν στὰ μάτια μας γιὰ τὸν πόνο καὶ τὸν κόπο τῆς ζωῆς. «Ποία τρυφὴ τοῦ βίου διαμένει ἀμέτοχος λύπης»; Σὲ κάθε πλευρὰ τῆς ἀνθρώπινης διαβίωσης ὑπάρχουν δάκρυα. Ὅσο καὶ ἂν εἶναι ἀνθόσπαρτος ὁ βίος σὲ ἕνα ἄνθρωπο δὲν παύει νὰ περιέχει τὸν στεναγμό. Πόσα ἀπὸ τὰ σχέδια τοῦ ἀνθρώπου πραγματοποιοῦνται; Πόσες εἶναι οἱ ἐπιτυχίες καὶ πόσα τὰ ἀδιέξοδα; Πόσα τὰ βάσανα; Πόση ἡ ἐμπειρία τοῦ πόνου καὶ τῆς λύπης; [181]

182 Σ αὐτὸν τὸν κόσμο τῶν δακρύων ἔρχεται ἡ πάνσεπτη προσωπικότητα τῆς Παναγίας μας καὶ μᾶς προσφέρει ἕνα Οὐράνιο Δῶρο, τὸ ὁποῖο μᾶς δίδει τὴν λύτρωση τὸ Δῶρο ποὺ «καινουργεῖ τὴν κτίσιν» τὸ Δῶρο ποὺ εἶναι ὁ «ὁδηγὸς στοὺς πλανωμένους» τὸ Δῶρο ποὺ «λύει τὴν κατάραν» καὶ φέρνει τὴν εὐλογία. Ὄχι πιὰ ἄλλα δάκρυα. Τώρα πλέον «τὰ Οὐράνια συναγάλλονται τῇ γῇ». Οὐρανὸς καὶ Γῆ συνυπάρχουν. Ἡ Γῆ μπολιάζεται ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ καὶ Οὐρανοποιεῖται. Τὰ ἄνω ἔρχονται κάτω καὶ τὰ κάτω εἰσέρχονται εἰς τὰ Ἄνω. Αὐτὸ τὸ Δῶρο ποὺ μᾶς προσέφερε ἡ Παναγία μας «μελίζεται καὶ διαμερίζεται», προσφέρεται καὶ οὐδέποτε διαιρεῖται ἢ δαπανᾶται. Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ μυστικὴ χαρὰ ὃλων ὅσα κάνει ἡ Ἐκκλησία μας σ αὐτὸν τὸν κόσμο. Γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας κινεῖται καὶ συγκροτεῖται ὡς θεσμὸς ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στὴν πνευματικὴ σύγχυση ποὺ χαρακτηρίζει τὴν ἐποχή μας χρειάζεται μία ἀνανέωση μὲ σκοπὸ τὴν ἐνατένιση καὶ τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δὲν θὰ ὑπῆρχε Ἐκκλησία, ἂν δὲν εἴχαμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δὲν θὰ ἐξαγιάζονταν οἱ ἄνθρωποι, ἂν δὲν εἴχαμε μὲ τρόπο μυστηριακὸ τὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ πρώτη καὶ πληρέστερη ἀποκάλυψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὸ ἅγιο Πνεῦμα παρουσιάζει σ ἐμᾶς τὴν Παναγία καὶ ἡ Παναγία μὲ ἕνα μοναδικὸ τρόπο ἀποκαλύπτει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σ ἐμᾶς. Ἡ ἱστορία τῆς Παναγίας στὸ Εὐαγγέλιο ἀρχίζει μὲ τὴν προσωπική της Πεντηκοστή: «Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ». Ἀπὸ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἀρχίζουμε νὰ καταλαβαίνουμε κάτι γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τὴν Παναγία. Ἡ Παναγία φιλοξενεῖ τὸν Χριστό, ὁ δὲ Χριστὸς εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἄρα ὅλη ἡ Ἐκκλησία εἶναι σὲ μία ὀργανικὴ πνευματικὴ σχέση μαζί της. Ἂν ἐπίσης ἀναφέρουμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας κι ἐμεῖς μέλη Του, [182]

183 καταλαβαίνουμε τὴν μοναδικὴ καὶ οὐσιαστική σχέση μας μὲ τὴν Παναγία. Γι αὐτὸ στὴν Λειτουργικὴ Παράδοση ὑπάρχουν τόσες ἑορτὲς καὶ τόσοι ὕμνοι πρὸς τιμήν της. Εἶναι, λοιπόν, ταυτισμένη ἡ Παναγία μας μὲ τὴν Ἐκκλησία. Δὲν ἐκπροσωπεῖ μόνο τὴν γυναίκα, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἀνταπόκριση ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας στὸ κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστὸς ἀναφέρεται ὡς ὁ νέος Ἀδάμ, ἐνῶ ἡ Παναγία ἀναφέρεται ὡς ἡ νέα Εὔα. Εἶναι ἡ καρδιὰ τῆς Νέας Δημιουργίας καὶ ἡ ἐκπλήρωση τοῦ μστηρίου τῆς Ἀγάπης. Εἶναι τὸ ἔλεος καὶ ἡ φροντίδα, ἡ μεσίτρια καὶ ὑπέρμαχος. Δὲν κρίνει, ἀλλὰ συμπαθεῖ τοὺς πάντες. Ὡς γνωστὸν ἡ Παναγία μας ἔχει λάβει διάφορες προσωνυμίες ἀπὸ τὸν πιστὸ λαό μας ποὺ εξαρτῶνται: 1. Ἀπὸ τὸν τόπο ὅπου βρίσκεται ὁ ναὸς ὁ ἀφιερωμένος σ ἐκείνην: Π.χ. Καλυβιανή, Προυσσιώτισσα, Μεγαλόχαρη τῆς Τήνου, Σουμελᾶ, Μεγαλοσπηλιώτισσα κ.λπ. 2. Ἀπὸ τὴν θέση τοῦ ναοῦ: Π.χ. Μαλεβῆ, Ἀθηνιώτισσα, Ἀργυροκαστρίτισσα, Βατοπεδινή, Ἀμπελοκήπισσα κ.λπ. 3. Ἀπὸ τὸν τρόπο κατασκευῆς τοῦ ναοῦ: Π.χ. Τρουλωτή, Θολοσκέπαστη, Σπηλαιώτισσα, Κρεμαστή, Μολυβδοσκέπαστη κ.λπ. 4. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς γιορτῆς της: Π.χ. Πολυσπορίτισσα, Ἀποσοδειᾶς, Μυλιαργούσα, Δεκαπεντούσα, Φλεβαριανὴ κ.λπ. 5. Ἀπὸ τὴν παράσταση στὴν εἰκόνα της: Π.χ. Δεομένη, Πλατυτέρα, Γλυκοφιλοῦσα, Γαλακτοτροφοῦσα, Εὐαγγελίστρια κ.λπ. 6. Ἀπὸ τὰ ἐκφραστικὰ τοῦ ἐπαίνου καὶ τοῦ θαυμασμοῦ ἢ σεβασμοῦ πρὸς αὐτήν: Π.χ. Κυρά, Παντάνασσα, Χρυσοπηγή, Ἀγγελόκτιστη, Ἡλιόκαλλη, Δέσποινα κ.λπ. 7. Ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα μὲ τὰ ὁποῖα συνδέθηκε: Π.χ. Στρατηγός, Ξεσκλαβώστρα, Πορταΐτισσα, Χιλιάρμενος κ.λπ. [183]

184 Μὲ τὴν ἑνότητα αὐτὴ διακονοῦμε τὴν Παναγία. Αὐτὴν ποὺ εἶναι Θεοτόκος, διότι συνέδραμε προσφέροντας τὰ σπλάγχνα της κι ἐτελέσθη τὸ μέγα μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Κάνουμε ἕνα διακόνημα πρὸς τὴν Ἀειπάρθενο κόρη τῆς Ναζαρέτ, ἡ ὁποία ὑπῆρξε ἡ ζωντανὴ ἀχειροποίητη σκηνὴ τοῦ Θεοῦ, καθὼς καὶ ἡ κιβωτὸς τοῦ «ἄρτου τῆς ζωῆς τοῦ καταπεμφθέντος ἐξ οὐρανῶν» (Ἰωάνν. ς 32-33). Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης λέγει: «Σκιρτάτω ἡ σύμπασα φύσις τὰ τῆς ἀφθαρσίας νάματα μυστικῶς ἐκ τῆς παρθενικῆς πηγῆς ἀρυωμένη καὶ τοῦ θανατηφόρου δίψους ἀποπαύουσα» (ΕΠΕ Φιλοκ. τόμ. 18, σελ. 68). Ὅλη ἡ κτίση σκιρτᾶ, ἀγάλλεται, πανηγυρίζει, καθὼς ἀντλεῖ νάματα ἀφθαρσίας ἀπὸ τὴν Παναγία μας καὶ καταπαύευται ἡ θανητηφόρα δίψα. Εἶναι πράγματι ἡ γεύση αὐτῆς τῆς ζωῆς θάνατος δηλαδὴ φθαρτότητα, ματαιότητα, πεπερασμένη πραγματικότητα. Τρέχει ὁ ἄνθρωπος σ αὐτὴν μὲ πολλὴ δίψα, ἀλλὰ ὁ θάνατος στέκει δίπλα καὶ καραδοκεῖ. Ἐκ τῆς Παναγίας μας ὅμως πηγάζει ἡ ἀφθαρσία, ἡ αἰωνιότητα, ἡ Ζωή ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Ἑπομένως, γιὰ τὸ ὅτι ἔχουμε τὴν Παναγία καμμιὰ ἄλλη ἐκδήλωση δὲν ταιριάζει ἐκτὸς τῶν σκιρτημάτων χαρᾶς καὶ τοῦ ἀτελείωτου πανηγυριοῦ. Βέβαια, ὑπάρχουν καὶ οἱ δύσπιστοι γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπό της τὸ Πανάγιο. Ὑπάρχουν ἐκείνοι, οἱ ὁποῖοι δὲν δέχονται ὅτι εἶναι ἡ «Θεὸν ἀσπόρως κυήσασα» ὅτι εἶναι ἡ πρὸ καὶ μετὰ τὸν τόκον Παρθένος. Καθὼς ὅμως λέγει ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Θεὸς οὖν ἐστι ἄρα ἐνανθρωπήσας, ὁ ἐκ Μαρίας τεχθείς, τῶν θείων ἡμῖν Γραφῶν τοῦτο, διὰ πολλῶν ἀποδείξεων ἐναργῶς ἐμφαινουσῶν. Θεοτόκος δὲ πάντως καὶ αὕτη ἡ καλλιπάρθενος κἂν οὗτοι μὴ βούλωνται» (ΕΠΕ Κύριλλ. Ἀλεξ. Τόμ. 10, σελ. 508). [184]

185 Ὁ Χριστὸς εἶναι Θεὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, ἀφοῦ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Μαρία, πράγμα ποὺ μᾶς τὸ ἐμφανίζουν μὲ σαφήνεια οἱ Ἅγιες Γραφὲς μὲ πολλὲς ἀποδείξεις. Καὶ βέβαια εἶναι Θεοτόκος αὐτὴ ἡ καλλιπάρθενος κόρη, ἔστω κι ἂν οἱ δύσπιστοι δὲν τὸ θέλουν. Εὐχόμαστε ὅλοι ὅσοι τὴν εὐλαβοῦνται καὶ μὲ πίστη τὴν ἐπικαλοῦνται νὰ βροῦν λύση στὰ ἐπίγειά τους ζητήματα, ἀλλὰ καὶ νὰ μὴ στερηθοῦν τὰ οὐράνια, διότι καθὼς γνωρίζουμε, Αὐτὴν ἔχουμε ἰσχυρὴ μεσίτρια πρὸς τὸν οἰκτίρμονα Θεό. «Ὦ, Παρθενομήτωρ! Δέξαιο καμοῦ τοῦ ἀναξίου σου οἰκέτου τὴν κατὰ δύναμιν πρόσρρησιν. Σθένει τε τῶν πρεσβειῶν σου στήριξον ἐμὲ καὶ τῇ ἀνατεθειμένῃ ποίμνῃ» (ΕΠΕ Φιλ. τ. 18, σ. 78). [185]

186 ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 8 Σεπτεμβρίου «Ἡ στείρα τίκτει τὴν Θεοτόκον καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ὑμῶν» Στὸν ἄνθρωπο ἐδόθη τὸ χάρισμα τῆς συνδημιουργίας. Δημιουργὸς ὁ Θεός. Συνδημιουργὸς ὁ ἄνθρωπος, ὅπου ὁ Θεὸς εὐλογεῖ. Ἂν ἀναιρέσει τὴν εὐλογία Του ὁ Θεός, τότε ὁ ἄνθρωπος στερεῖται τοῦ ὑψηλοῦ αὐτοῦ χαρίσματος. Ὁ ἄνθρωπος πολλὲς φορὲς μπερδεύεται, διότι ἀγνοεῖ τὸν παράγοντα Θεό. Τότε αὐτὸ ποὺ εἶναι καὶ πράττει ὁ Θεός, νομίζει ὅτι τὸ ἔχει αὐτὸς ὡς ἄνθρωπος ἢ ὅτι ὡς δεδομένο ἢ ὡς ἐξελικτικὸ ἢ ἐκ συμπτώσεως ἔχει παρουσιασθεῖ. Εἶναι μεγάλη εὐλογία νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος γονιός νὰ γίνεται συμμέτοχος, συνδημιουργὸς στὴν δημιουργία ἑνὸς νέου ἀνθρώπου. Ἀλλὰ πράγματι αὐτὸ τὸ ἔχει εὐλογήσει ὁ Θεός. Ἂν ἀρθεῖ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γίνει γονιός. Ἐξ ἄλλου σὲ κάθε σύλληψη ἀνθρώπου ὁ ἄνθρωπος συμβάλλει καὶ ὁ Θεὸς εἶναι παρὼν καὶ τοποθετεῖ τὴν ψυχή. Ἂν δὲν τοποθετηθεῖ ἡ ψυχή, τὸ πνεῦμα, πῶς θὰ ζωογονηθεῖ ἡ ὕλη; Ξέρουμε πὼς ὅταν ἀναχωρήσει ἡ ψυχή, τὸ σῶμα εἶναι νεκρό. Ὑπάρχουν πολλοι γονεῖς ποὺ θὰ ἤθελαν τὸ χάρισμα ἑνὸς παιδιοῦ. Δὲν τὸ ἔχουν. Ὁ Θεὸς ξέρει τὸ γιατί. Αὐτὸς τὸ ἐπιτρέπει καὶ ἀσφαλῶς κάπου ἀποβλέπει. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, στὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, ἐὰν δὲν εἶχες παιδιά, ἐθεωρεῖτο ντροπή. Ἦταν μία κατάρα Θεοῦ. Οἱ ἄτεκνοι μέσα στὴν κοινωνία ἦταν θλιμμένοι, ντροπιασμένοι, ἄνευ εὐλογίας Θεοῦ, παρείσακτοι. Ὁ Ἰωακεὶμ μὲ τὴν Ἄννα ἦταν ἕνα ἀνδρόγυνο τὸ ὁποῖο ζοῦσε στὸν ὀνειδισμὸ τῆς στειρότητος, τῆς ἀτεκνίας. Ἦταν σὲ προχωρημένη ἡλικία. Ὅλα ἔδειχναν ἀπὸ φυσικῆς πλευρᾶς ὅτι θὰ τελειώσει ἡ ζωή τους χωρὶς τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ φύγει τὸ ὄνειδος. [186]

187 Ἀλλ ὅμως, ἡ προσευχὴ τοῦ εὐλογημένου ἀνδρογύνου δὲν σταματοῦσε. Ἤθελαν νὰ ξεφύγουν τῆς κατάρας. Προσευχὴ νὰ ἀποκτήσουν παιδί, προσευχὴ νὰ ἀφιερώσουν τὸ παιδί στὸν Θεό νὰ τὸ ἀποκτήσουν καὶ νὰ τὸ ἐπιστρέψουν ὡς δῶρο εὐχαριστίας καὶ εὐγνωμοσύνης. Ἔτσι, γεννιέται ὁ καρπὸς τῆς πολλῆς προσευχῆς: ἡ Παναγία. Ἡ ἐκ κοιλίας μητρὸς ἀφιερωμένη στὸν Θεό. Εὐτυχεῖς ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, διότι ἀπέκτησαν παιδί. Εὐτυχέστεροι ὅλων τῶν γονέων, διότι τὸ παιδὶ αύτό, ὁ καρπὸς τῆς προσευχῆς, ἡ ἀφιερωμένη τοῦ Θεοῦ, γίνεται ἡ πάνω ἀπ ὅλους τοὺς Ἁγίους Ἁγία: ἡ Παν-αγία. Εἶναι μακάριοι ὅλοι οἱ γονεῖς ποὺ ἔχουν καλὰ παιδιά. Εἶναι μακαριώτεροι αὐτοὶ ποὺ γέννησαν παιδιά, τὰ ὁποῖα ἔγιναν ἅγιοι. Καὶ ἀκόμη πιὸ πολὺ μακάριοι ὁ Ἰαωκεὶμ καὶ ἡ Ἄννα. «Ὦ μακαρία δυάς ὑμεῖς πάντων τῶν γεννητόρων ὑπερεπηδήθητε, ὅτι τὴν τῆς κτίσεως πάσης ὑπερέχουσαν ἐβλαστήσατε» (δοξολογία 9 ης Σεπτεμβρ.). Ξεπέρασαν ὅλους τοὺς γεννήτορες, διότι ἐβλάστησαν αὐτὴν ποὺ ὑπερέχει ὅλης τῆς Κτίσεως. Ἂν ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος μιᾶς ζυγαριᾶς τοποθετήσουμε τὴν Παναγία καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο ὅλη τὴν Κτίση, τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς Ἁγίους καὶ τὰ ἄστρα, ἡ ζυγαριὰ θὰ γείρει πρὸς τὸ μέρος τῆς Θεοτόκου. Ἂν ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος, εἶναι διότι βρέθηκε ἡ Παρθένος Μαρία. Ὅπως τὸ δένδρο ὑπάρχει γιὰ τὸν καρπό, ἔτσι καὶ ἡ Κτίση ὁλόκληρη ὑπάρχει γιὰ τὸν καρπὸ ποὺ γέννησε, δηλαδὴ τὴν Θεοτόκο. Ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι ὑποχρεωμένη στοὺς Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα γιὰ τὸ δῶρο ποὺ προσέφεραν στὴν ἀνθρωπότητα: Μᾶς ἔδωσαν τὴν Μαρία Θεοτόκο. Κάθε μητέρα ποὺ γεννάει παιδὶ γίνεται πύλη τῆς ζωῆς. Ὁ προφήτης Ἰεζεκιὴλ εἶδε μία πύλη κατὰ τὴν Ἀνατολή, ἡ ὁποία ἦταν κλεισμένη γιὰ πάντα. Ποτὲ δὲν ἄνοιξε. Κανένας δὲν πέρασε [187]

188 ποτέ. Πέρασε μόνο ἕνας χωρὶς νὰ ἀνοίξει ἡ πύλη. Αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστὸς ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παναγία χωρὶς νὰ παύσει ἡ παρθενία τῆς Παναγίας. Ἡ Παναγία ἔμεινε ἀειπάρθενος. «Καὶ εἶπε ὁ Κύριος πρός με. Ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, οὐδεὶς οὐ μὴ διέλθει δι αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ είσελεύσεται δι αὐτῆς» (Ἰεζεκιὴλ μγ 28-29). Γιὰ νὰ κατασκευαστεῖ αὐτὴ ἡ πύλη, γιὰ νὰ γεννηθεῖ ἡ Θεοτόκος, ἄνοιξαν θαυματουργικὰ οἱ στειρωτικὲς πύλες τῆς Θεοπρομήτορος Ἄννης. «Σήμερον στειρωτικαὶ πύλαι ἀνοίγονται καὶ πύλη παρθενικὴ θεία προέρχεται» (στίχ. Ἑσπερ. 8 ης Σεπτ.). Χαρὰ στὴν Οἰκουμένη, διότι «σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ προοίμιον». Ξεκινάει διὰ τῆς Γεννήσεως τῆς Παναγίας τὸ μεγάλο κεφάλαιο τῆς σωτηρίας μας. Ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ μὲ τὴν παντοδυναμία Του καὶ ὁ ἄνθρωπος συνεργεῖ μὲ τὴν θέλησή του. Ὁ Θεὸς προσφέρει τὴν ἀγάπη Του καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀποδέχεται μὲ τὴν πίστη του. Προαιώνιος ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία μας. [188]

189 ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 21 Νοεμβρίου «Ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολύτιμος παστὰς καὶ παρθένος σήμερον εἰσάγεται ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Κυρίου» (Κοντάκιον) «Ἐκ γυναικὸς ἐρρύει τὰ κρείττονα», ἦταν ἡ ἀπάντηση τῆς Κασσιανῆς πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Θεόφιλο, ὅταν τὴν προκάλεσε λέγοντάς της ὅτι «ἐκ γυναικὸς ἐρρύει τὰ φαῦλα». Ἰδοὺ ἡ Παναγία μας, ἡ ὁποία ἐκπροσωπεῖ τὸ γυναικεῖο φύλο σὲ ὕψιστη τιμή. Ἡ ἀγνὴ κόρη τῆς Ναζαρέτ, ἡ θεόπαις Μαριάμ, ἀνοίγει τὴν πύλη ποὺ ὁδηγοῦσε στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἦταν τὸ τρίτο τμῆμα τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολομῶντος. Ἐκεῖ μέσα εὑρίσκονταν, ὅπως μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος, οἱ πλάκες τοῦ Μωυσῆ μὲ τὶς δέκα ἐντολές, ἡ στάμνα μὲ τὸ μάννα, ἡ ράβδος ἡ βλαστήσασα τοῦ Ἀαρών, ἡ ἑπτάφωτος λυχνία, τὸ χρυσοῦν θυμιατήριον. Αὐτὰ ἦταν τὰ ἱερώτερα στοιχεῖα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὸν Ἰσραήλ. Οὐδεὶς εἰσέρχετο ἐντὸς τοῦ ἱερωτάτου αὐτοῦ χώρου, εἰ μὴ μόνον ὁ Ἀρχιερεὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἅπαξ τοῦ ἔτους, γιὰ νὰ προσφέρει θυσία στὸν Θεό, ὥστε νὰ ἐξιλεωθοῦν οἱ Ἰσραηλίτες ἐκ τῶν ἁμαρτιῶν τους. Αὐτὴ ἡ πύλη ἡ ἱερωτάτη ἄνοιξε γιὰ Ἐκείνη ποὺ ὑπῆρξε «ἡ πύλη ἡ ἀδιόδευτος». Καὶ καθὼς ἀνοίγει ἡ πύλη τῶν Ἁγίων, ἀνοίγει καὶ ἡ πύλη τῆς σωτηρίας γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὑψίστη τιμὴ στὸν ἄνθρωπο, ὑψίστη τιμὴ πρὸς τὴν γυναίκα γιὰ κάθε ἐνάρετη καὶ εὐσεβῆ γυναίκα. Ὁ Χριστιανισμός, ἡ Ἐκκλησία στὸ πρόσωπο κάθε ἁγίας, ἀλλὰ καὶ κάθε καλῆς Χριστιανῆς, ἀνυψώνει τὴν γυναίκα, ἡ ὁποία [189]

190 βρισκόταν στὸ περιθώριο ὡς νὰ μὴν ἦταν ἄνθρωπος. Κι ἐνῶ πρὶν ἀπὸ δύο χιλιάδες χρόνια ὁ Θεὸς ἄνοιξε γιὰ τὴν γυναίκα τὴν πιὸ τιμημένη πόρτα, ποὺ οὔτε οἱ ἄνδρες δὲν περνοῦσαν, δυστυχῶς πέρασαν αἰῶνες γιὰ νὰ ἀνοίξουν τὰ συστήματα τοῦ κόσμου πόρτες στὴν γυναίκα: Τὴν πόρτα τῆς μορφώσεως, τὴν πόρτα τῆς ψήφου, τὴν πόρτα τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, τὴν πόρτα τῆς ἰσοτιμίας μὲ τὸν ἄνδρα. Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου τοποθετεῖ τὴν γυναίκα σὲ μεγάλο ὕψος. Μέσα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἡ Παναγία μας ἑτοιμάζεται νὰ διακονήσει, νὰ ὑπηρετήσει τὸ συγκλονιστικότερο γεγονὸς τῆς ἱστορίας τοῦ ἀνθρώπου: νὰ διακονήσει τὸ μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ. Ἰδού, λοιπόν, τὰ κρείττονα, τὰ μέγιστα καὶ ἀνεπανάληπτα, τὰ ἐκ τῆς Παναγίας μας προερχόμενα. Ἡ προσφορὰ τοῦ μεγίστου Δώρου στὴν ἀνθρωπότητα: τοῦ Δώρου τοῦ Μεσσίου Χριστοῦ, τοῦ Σωτῆρος καὶ Λυτρωτοῦ. Προϋπόθεση τῆς μεγάλης διακονίας ἡ ἀφιέρωση. «Ὡς τριετίζουσα δάμαλις» προσφέρεται στὸν Ναό. Εἶναι ἡ προσφορὰ τῶν γονέων της Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννας, ἡ ὁποία συνοδεύεται μὲ τὴν ὑποταγὴ τῆς μικρῆς Μαριὰμ στὸ σχέδιο τῶν γονέων ποὺ εἶναι τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀφιέρωση στὸν Θεὸ εἶναι ἕνα μεγάλο γεγονός. Ὁ ἀφιερωμένος γίνεται μεσίτης καὶ διὰ τῆς προσευχῆς του εὐεργετεῖ τὸν ἄνθρωπο. Ὅσο περισσότερο κανεὶς παραδίδεται στὸν Θεό, τόσο ἁγιάζεται κι ἕνας ἅγιος πάντα εἶναι σπουδαῖο δῶρο γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα. Οὐδεὶς εὐεργετεῑ τὸ ἀνθρώπινο γένος σὲ τόσο μέγεθος καὶ οὐσιαστικότητα, ὅσο ὁ ἅγιος. Χρειαζόμαστε ἀφιερωμένους, συνειδητὰ παραδομένους στὸν Θεό, μιμητὲς τῆς Παναγίας μας, οἱ ὁποῖοι θὰ προσελκύουν τὴν Χάρη, θὰ τὴν μεταφέρουν στὴν Γῆ ἐξαγιάζοντας τὴν Κτίση ὁλόκληρη καὶ τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ. Ἰδιαιτέρως ἂν ἡ ἀφιέρωση [190]

191 ἔχει τὴν ἱερωσύνη, τότε πράγματι δι αὐτῆς ἐνσαρκώνεται τὸ μυστήριον τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στὴν Γῆ. Πολλὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι ἀρνοῦνται νὰ δώσουν τὰ παιδιά τους στὴν ἀφιέρωση. Ἐπαναστατοῦν, δαιμονίζονται, δημιουργοῦν ἐμπόδια, ἐνῶ ἐκεῖνα αἰσθάνονται τὴν οὐράνια κλήση καὶ τὴν δική τους ἐσωτερικη παρόρμηση. Ἀλήθεια, ἐὰν ὁ Θεὸς συγκινεῖται καὶ εὐαρεστεῖται μὲ ἕνα πρόσφορο ποὺ θὰ φέρουμε στὸν Ναό, πόσο ἀλήθεια χαροποιεῖται, ἐὰν δίδουμε τὴν συγκατάθεσή μας, ὥστε τὰ παιδιά μας νὰ προσφέρονται σ Αὐτόν; Μακάριοι γονεῖς ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, ποὺ προσέφεραν τὴν μικρή τους κόρη Μαριάμ. Μακάριοι καὶ οἱ γονεῖς ἐκεῖνοι ποὺ ἀφιερώνουν στὴν Ἐκκλησία τὰ τέκνα τους. Αὐτὰ τὰ τέκνα εἶναι «ἱερὰ θησαυρίσματα» διὰ τῶν ὁποίων δοξάζεται ὁ Θεός. Εἰσάγονται στὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ γίνονται ἔμψυχοι Ναοί, ὅπου σκηνώνει ἡ Χάρις, γιὰ νὰ μεταδίδεται στὴν συνέχεια. Μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου ἑορτάζουμε τὴν ἐκλεχθεῖσα καὶ ἀφιερωθεῖσα στὸν Θεὸ Παναγία μας, ἑορτάζουμε καὶ ὅλη τὴν στρατειὰ τῶν ἀφιερωμένων στὸν Θεό. [191]

192 ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 25 Μαρτίου «Εὐαγγελίζου γῆ χαρὰν μεγάλη αἰνεῖτε οὐρανοὶ Θεοῦ τὴν δόξαν» Ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ σκορπίζει χαρὰ μεγάλη σὲ ὅλους τοὺς Ἕλληνες. Χαρὰ μεγάλη καὶ σὲ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ὅταν ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, τοῦ χάρισε τὸ δῶρο τῆς Ἐλευθερίας. Χρησιμοποιώντας την ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ταχθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ γίνει συν-θεὸς κατὰ χάριν ἢ μπορεῖ νὰ διαλέξει δρόμο μακρὰν τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνει σκλάβος τῶν παθῶν του καὶ τῆς ἁμαρτίας. Χαρὰ μεγάλη γιὰ δύο ἐξαίσια θαύματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν ἐλευθερία καὶ προκαλοῦν θαυμασμό. Τὸ ἕνα, θαῦμα γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος τὸ ἄλλο, θαῦμα γιὰ τὸ ἑλληνικὸ γένος. Ἡ ἐλευθερία ὡς ὄνειρο γίνεται πραγματικότητα. Ἡ ἐλευθερία ὡς προσδοκία σαρκώνεται, θεμελιώνεται καὶ οἰκοδομεῖται σὲ οἰκοδομὴ στέρεη. Ἄγγελος φέρνει τὸ μήνυμα τοῦ λυτρωμοῦ πρὸς τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ὁ Θεὸς βάζει τὴν ὑπογραφή Του, - κατὰ τὸν Κολοκοτρώνη - γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος. Εἶναι σημαντικὸ νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι τὸ μεγάλο ἀγαθὸ τῆς Ἐλευθερίας δὲν μετριέται μὲ τὸν πήχυ τῆς λογικῆς. Προσκρούει ἄμεσα μὲ αὐτὴν καὶ ἀνέρχεται σὲ ὑπερφυσικὸ γεγονὀς. Εὐαγγελισμός, εἶναι ἡ καλὴ ἀναγγελία στὸν κόσμο ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν θὰ εἶναι πιὰ σκλάβος στὸν Ἅδη. Ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος. Ὁ θάνατος νικιέται. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἀθάνατος. Εἶναι ἕνα μυστήριο. Εἶναι «τὸ ἀπ αἰῶνος ἀπόκρυφον καὶ ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον». Ὑπέρλογο γεγονὸς ποὺ τὸ ἀκουμπάει ἡ [192]

193 πίστη στὸν Χριστὸ καὶ στὴν πανάσπιλο ἁπλὴ κόρη τῆς Ναζαρέτ, τὴν ἀειπάρθενο Μαρία, ἡ ὁποία προσείλκυσε τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ὑπακοή της. Ἦταν πρόθυμη νὰ ἐκτελέσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ τὸ θέλημα ποὺ στὴν ἀνθρώπινη λογικὴ εἶναι παράδοξο. «Εὗρε Χάριν παρὰ τῷ Θεῷ» ἡ Παρθένος Μαρία, διότι, μέσα σ ἕνα διεφθαρμένο κόσμο, αὐτὴ ἦταν ὁ πεντακάθαρος κρύσταλλος, τὸ κρίνο τὸ πάλλευκο. Πάνω στὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας τοῦ ἀρχαίου κόσμου φύτρωσε ἡ Παναγία σὰν ἕνα λουλούδι μὲ τὴν ἀπερίγραπτη ὀμορφιά τῆς ἀγγελικῆς ἀγνότητος. Δὲν εἶναι τυχαῖος ὁ λόγος τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ: «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη Μαρία»! Ἂν ὁ διάβολος ὑπηρέτησε καὶ ἐφάρμοσε πονηρὰ τὸ σχέδιό του γιὰ τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ διηκόνησε τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀνόρθωση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄσαρκος σαρκώνεται. Ὁ Ἄναρχος ἄρχεται. Ὁ Θεὸς ἑνώνεται μὲ τὸν ἄνθρωπο. Ὁ Οὐρανὸς προσεγγίζει τὴν Γῆ. Ὁ Ὑμνογράφος μᾶς λέγει: «Σήμερον χαρᾶς εὐαγγέλια!...ὦ! Μυστήριον! Ὁ τρόπος τῆς κενώσεως ἄγνωστος, ὁ τρόπος τῆς συλλήψεως ἄφραστος». Στὰ τῆς πίστεώς μας ἡ προφητευμένη προσδοκία παίρνει σάρκα καὶ ὀστά. Ἀκριβῶς τὸ ἴδιο καὶ στὰ τῆς πατρίδος μας, μία ἄλλη προφητεία ξεκινάει τὴν πραγματοποίησή της: «Πάλι μὲ χρόνους μὲ καιροὺς, πάλι δικά μας θά ναι». Τετρακόσια χρόνια ὁ Ἕλληνας ἦταν ραγιάς, μὲ κεφάλι σκυφτό. Μία νύχτα μὲ ἀτελείωτο μάκρος, γεμάτη αἵματα, μὲ βόγγο καὶ θρῆνο. Ὅμως, ἐναπόθετε τὸν ἑαυτόν του στὴν πίστη τοῦ ὑπέρλογου, ὅτι ἡ Ἐλευθερία ἡ πολυπόθητη κάποτε θὰ ἐπέστρεφε στὸν ρημαγμένο τόπο. Πῶς νὰ τὸ χωρέσει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ὅτι δὲν ἔπαυσε ἡ πίστη καὶ ἡ ἐλπίδα παρὰ τὸ ὅτι ὁ Μοριᾶς π.χ. ἀπόμεινε μὲ Ἕλληνες. Τὸ Γένος μας σταυρώθηκε ἐπὶ αἰῶνες ὥσπου νὰ φθάσει στὴν ποθητὴ Ἀνάσταση. [193]

194 Ὅσο κι ἂν προσπαθοῦν ἱστορικοί, ὑλιστὲς ἢ καὶ ἄθεοι ἐντελῶς νὰ βροῦν παράγοντες ποὺ συνετέλεσαν γιὰ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἡ Ἑλλάδα μετὰ ἀπὸ 400 χρόνια, τὸ γεγονὸς τοῦ ξεσηκωμοῦ τῆς 25 ης Μαρτίου 1821 εἶναι ἕνα μυστήριο, διότι ξεπερνᾶ τὰ ὅρια τῆς λογικῆς. Χαρακτηριστικὸς ὁ πασίγνωστος λόγος: «Γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη τὴν ἁγία καὶ τῆς πατρίδος τὴν ἐλευθερία». Ἂς καυχῶνται ἄλλοι γιὰ δυνάμεις καὶ ὑπερδυνάμεις. Ἂς μιλοῦν γιὰ ἰσχυρὲς συμμαχίες καὶ ἐξοπλισμούς. Ἡ Ἑλλάδα στηρίχτηκε στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν δική της ἀμετάκλητη ἀπόφαση: «Ἐλευθερία ἢ θάνατος». Αὐτὸ εἶναι ἡ κίνηση ὑπὲρ τῆς λογικῆς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν κατάκτηση τοῦ ὑπερβατικοῦ, τὸ ὁποῖο ἐν προκειμένῳ εἶναι ἡ ἐλευθερία. Ὁ ποιτὴς Παλαμᾶς ἐμπνέεται ἀπὸ τὸν ξεσηκωμὸ τῆς ἑλληνικῆς ψυχῆς καὶ λέγει τὸ χαρακτηριστικό: «Αὐτὸν τὸν λόγο θὰ σᾶς πῶ, δὲν λέω ἄλλο κανένα, μεθῦστε μὲ τ ἀθἀνατο κρασὶ τοῦ Εἰκοσιένα». Βλέπει κανεὶς τὸ κρασὶ τῆς ἀπόφασης καὶ τὴν μέθη τοῦ ἡρωισμοῦ. Παρόμοια καὶ γιὰ τὴν ἐλευθερία ἐκ τῶν παθῶν ποὺ λέγει ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ ὁποία Ἐλευθερία ὁδηγεῖ στὴν ἁγιότητα, χρειάζεται αὐτὸ ποὺ λέγουν οἰ Πατέρες: «ἡ Οὐράνιος μέθη». Εἶναι ἡ ἔκσταση ἀπὸ τὸ κρασὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὰ Οὐράνια. Εἶναι ἡ βαθειὰ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ. Θὰ πρέπει νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅλοι οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες ὅτι περπατοῦμε σὲ γῆ ἡρωοτόκο καὶ ἁγιοτόκο. Μία γῆ μὲ κόκκαλα ἡρώων καὶ μαρτύρων μία γῆ στὴν ὁποία ἀνθοβολεῖ τὸ ἄνθος τῆς Ἐλευθερίας αὐτῆς τῆς πατρίδος μας ἀλλὰ καὶ τῆς ψυχῆς μας. Γι αὐτὸ στὴν μεγάλη αὐτὴ ἑορτὴ καὶ ἐπέτειο ἀπερίφραστα μπορούμε νὰ λέμε: Χαρεῖτε ὡς Ἕλληνες! Χαρεῖτε καὶ ὡς Χριστιανοί! [194]

195 Χαρεῖτε καὶ δοξολογεῖστε! Ἀδούλωτοι στὸ σῶμα, ἀδούλωτοι στὸ φρόνημα, ἀδούλωτοι στὴν ψυχή. [195]

196 ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ: Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ 2 Φεβρουαρίου Γιατὶ ἡ Παναγία Παρθένος ἦλθε στὸν Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων κατὰ τὴν Ὑπαπαντή; Ἡ Παναγία γέννησε ἀσπόρως καὶ ἀρρύπως, ὑπερφυσικά, χωρὶς ἴχνος μολυσμοῦ. Εἶναι πανάμωμος καὶ Ἀειπάρθενος. Ἦλθε ὅμως στὸν Ναὸ γιὰ λόγους ὑπακοῆς στὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Μᾶς διδάσκει, λοιπόν, ὅτι δὲν χωρεῖ ἐπιλογὴ στὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἡ μητρότητα εἶναι θέμα ὑπακοῆς στὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀποτελεῖ δὲ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὴν γυναίκα. Παρὰ τὸ ὅτι ἡ Παναγία εἶναι ἡ «εὐλογημένη ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας της», ἔρχεται στὸν Ναὸ γιὰ τὴν εὐλογία. Ὁ πρεσβύτης Συμεὼν παίρνει στὰ χέρια του τὸν εὐλογημένο καρπὸ καὶ «εὐλόγησεν αὐτούς» (Λουκ. β 34). Οἱ νέες κοπέλες πρέπει νὰ διδαχθοῦν πρὶν πανδρευθοῦν ὅτι ἡ μητρότητα εἶναι μία λειτουργία. Παραπονοῦνται οἱ γυναῖκες, διότι ἔχουν ἀποκλεισθεῖ ἀπὸ τὴν ἱερωσύνη. Ἀλλὰ ἡ γυναίκα εἶναι ἱέρεια, ποὺ ἱερουργεῖ ἕνα μεγάλο μυστήριο, τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς. Ὁ ἄνδρας καὶ ἡ γυναίκα εἶναι ἰσότιμοι, ἀλλὰ γιὰ ἄλλο ἔργο εἶναι ὁ ἄνδρας καὶ γιὰ ἄλλο ἔργο εἶναι ἡ γυναίκα, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ἡ μητρότητα εἶναι ὑψίστη λειτουργία μὲ λειτουργὸ τὴν μητέρα. Γιὰ νὰ γίνει λειτουργία, ἀπαιτεῖται πρόσφορο. Καὶ τὸ πρόσφορο ζυμώνεται μὲ εὐλάβεια καὶ προσευχὴ μέσα σὲ καθαρὸ χῶρο. Στὴν λειτουργία τῆς μητρότητος τὸ πρόσφορο εἶναι τὸ παιδί. Τὸ νέο παιδὶ ζυμώνεται μέσα στὸν χῶρο τῆς γυναικείας μήτρας. Γιὰ νὰ ζυμωθεῖ ἕνας νέος ἄνθρωπος, χρειάζονται τὸ προζύμι τῆς συζυγικῆς ἀγάπης, ἡ ὑπομονὴ της μητέρας καὶ ἡ [196]

197 τέχνη. Ἡ τέχνη δὲν εἶναι ἀνθρώπινη. Πρόκειται γιὰ θαῦμα τοῦ Θεοῦ. Τὸ παιδὶ εἶναι ἀπὸ τὰ ὡραιότερα δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἡ μητρότητα εἶναι λειτουργία ποὺ δὲν διακόπτεται. Φαντάζεσθε μία λειτουργία νὰ ἀρχίσει καὶ κάπου στὸ μέσον νὰ τὴν σταματήσει ὁ ἱερέας καὶ νὰ ἀρνεῖται νὰ συνεχίσει; Ἢ νὰ πάρει τὰ Τίμια Δῶρα καὶ νὰ τὰ πετάξει στὰ σκουπίδια; Ἀσφαλῶς ὄχι, ποτέ! Ἡ ἱερουργὸς τοῦ μυστηρίου τῆς ζωῆς μητέρα πολλὲς φορὲς ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὸ σατανικὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου διακόπτει τὸ θαῦμα τῆς παιδοποιίας στὴν μέση καὶ τὸ καταστρέφει. Καταστρέφει τὸ ἱερὸ παιδικὸ πρόσφορο ποὺ ζυμώνεται στὴν μήτρα της. Ἡ Χριστιανὴ μητέρα δὲν γεννᾶ ἀπλῶς ἕνα παιδί, ἀλλὰ ἕνα μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Στὴν κούνια τῶν μικρῶν παιδιῶν κρύβεται τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητος. Ἡ μητέρα κρατάει στὰ χέρια της τὶς τύχες τοῦ κόσμου. Δὲν πρέπει νὰ βλέπει τὸ παιδὶ ὡς σῶμα, ἀλλὰ ὡς πνεῦμα. Δυστυχῶς τὰ παιδιὰ τρέφονται σωματικῶς, ἀναπτύσσονται διανοητικῶς, ὅμως παραμένουν ἀτροφικὰ πνευματικῶς. Κάθε παιδὶ εἶναι προσφορὰ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν Θεό. Ὑπάρχουν γονεῖς ποὺ ἐμποδίζουν τὰ παιδιά τους νὰ πηγαίνουν στὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἄλλοι ποὺ τὰ ἐμποδίζουν νὰ ἀφιερωθοῦν στὸν Θεό. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «προσφέρων καὶ προσφερόμενος». Ἡ μητέρα πρέπει πάντα νὰ εἶναι ἡ προσφέρουσα καὶ προσφερομένη. Πράγματι εἶναι ἡ σταυρωμένη ὔπαρξη ποὺ πολλὲς φορὲς τὰ χέρια τῶν παιδιῶν της τὴν καρφώνουν πάνω στὸν σταυρὸ τῆς ὀδύνης καὶ τοῦ πόνου. Δοκιμάζει τὴν ἀχαριστία σὰν πληρωμὴ τῆς ἀγάπης της. Εἶναι ἡ καρδιὰ ποὺ ξέρει μόνο ν ἀγαπᾶ. Εἶναι τὸ μυστήριο τῆς ἀγάπης. [197]

198 ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 15 Αὐγούστου «Τῇ ἐνδόξῳ κοιμήσει σου, οὐρανοὶ ἐπαγάλλονται πᾶσα γῆ δὲ εὐφραίνεται» Ἐπιστέγασμα ὅλων τῶν θεομητορικῶν ἑορτῶν εἶναι αὐτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Σὲ αὐτὴν τὴν μεγάλη ἑορτὴ στρέφεται ἡ σκέψη μας σὲ ἕνα ὄνομα ποὺ περικλείει ἕνα βαθὺ καὶ μεγάλο περιεχόμενο. Εἶναι τὸ ὄνομα ΠΑΝΑΓΙΑ!!! Προσδιορίζει τὸν ἐκπληκτικὸ καὶ μοναδικὸ ἄνθρωπο γυναίκα, ποὺ κατέστη ἁγιωτέρα ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, τιμιωτέρα καὶ ἐνδοξωτέρα τῶν ἀγγέλων, πλατυτέρα καὶ εὑρυχωροτέρα τῶν Οὐρανῶν. Στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος εἶναι ἡ μοναδικὴ γυναίκα, γιὰ τὴν ὁποία ἦταν γνωστὰ ἀπὸ τοὺς Προφῆτες ὁ βίος, ἡ καταγωγή της καὶ ἡ ἀποστολή της ἀιῶνες πρὶν ἀπὸ τὴν γέννησή της. Θὰ πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ πρώτη μετὰ τὸν Ἕνα Τριαδικὸ Θεό. Εἶναι τὸ καύχημα τοῦ γυναικείου κόσμου καὶ ἡ κορυφαία ὕπαρξη ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος. Ὁ ἄνθρωπος καυχᾶται γιὰ τὰ ἐπιτεύγματα τῆς Ἐπιστήμης. Δὲν ὑπάρχουν ὅμως μόνο τὰ ἐπιστημονικὰ ἐπιτεύγματα. Ὑπάρχουν καὶ τὰ πνευματικά. Διὰ τῆς συνδρομῆς τοῦ Οὐρανοῦ τὰ πνευματικὰ ἐπιτεύγματα ὑπερέχουν τῶν ἐπιστημονικῶν. Ἡ δὲ Παναγία μας εἶναι τὸ μεγαλύτερο πνευματικὸ ἐπίτευγμα τῆς Γῆς. Λόγου χαριν ἡ κατάκτηση τῆς σελήνης ἔδειξε ποῦ μποροῦμε νὰ φθάσουμε διὰ τῶν γνώσεων καὶ τῆς ἐπιστήμης. Ἡ Παναγία ἔδειξε ποὺ μποροῦμε νὰ φθάσουμε διὰ τῆς ἁγιότητος. Ἡ ἁγιότητα στὸν ἄνθρωπο ὑπερέχει ὅλων τῶν ὑπολοίπων. Κάποια μέρα ἡ Ἐπιστήμη θὰ παρέλθει, ἡ σελήνη [198]

199 ἐπίσης, ἀλλὰ οἱ ἅγιοι ὑπάρχουν καὶ θὰ ὑπάρχουν γιὰ πάντα, ἀφοῦ ὄχι μόνο στὴν σελήνη δὲν ἔφθασαν, ἀλλὰ στὸν Οὐρανὸ ἔχουν εἰσέλθει. Αἰῶνες ὁ Θεὸς περίμενε νὰ παρουσιασθεῖ στὸν κόσμο ἡ Παναγία, γιὰ νὰ ἐνσαρκωθεῖ ὁ Χριστός. Σὲ κανένα ἄλλο πλάσμα δὲν ἐφαρμόζεται τόσο τὸ «κατ εἰκόνα καὶ καθ ὁμοίωσιν» ὅσο στὴν Παναγία. Ὑπῆρξε τὸ ἀγνότερο καὶ ἁγιώτερο πλάσμα τῆς Γῆς καὶ τοῦ Οὐρανοῦ. Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης χρησιμοποιεῖ τὴν ἔκφραση ὅτι εἶναι ἡ «μετὰ Θεὸν θεός» (κατὰ χάριν). Τόσο μεγάλη εἶναι ἡ Παναγία!! Στὴν ἔξοδο τῆς Θεοτόκου ἀπὸ τὴν ζωὴ ὁμιλοῦμε περὶ Κοιμήσεως καὶ στὴν Κοίμησή της ὁμιλοῦμε περὶ ζωῆς. «Μετέστη πρὸς τὴν Ζωὴν ἡ μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς Ζωῆς». Ἡ Ἁγία Ἐκκλησία μας τὴν ἡμέρα αὐτὴ ψάλλει ἐξαίσιους ὕμνους πρὸς τὸ Πάνσεπτο Πρόσωπο τῆς Ὑπερευλογημένης Μητρὸς τοῦ Κυρίου. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς καὶ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Μελωδὸς θὰ λέγαμε ὅτι συναγωνίζονται σὲ ὑψηλοὺς τόνους καὶ σὲ λυρικὲς ἐξάρσεις προκειμένου νὰ γράψουν ὕμνους στὴν ἀειμακάριστη Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Ἔτσι λοιπόν, ὅλοι ἐμεῖς οἱ πιστοὶ «τὴν Θεοτόκον καὶ Μητέρα τοῦ Φωτὸς ἐν ὕμνοις τιμῶντες μεγαλύνομεν». Δὲν εἶναι πένθιμο τὸ γεγονὸς τῆς ἐξόδου τῆς Παναγίας μας ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο. Διὰ τοῦτο δὲν ψάλλουμε σὲ πένθιμο τόνο, ἀλλὰ σὲ ἑορταστικὸ καὶ μάλιστα ἡ ἑορτὴ προσλαμβάνει χαρακτήρα μεγάλης πανηγύρεως. Ἡ Κοίμηση τῆς Παναγίας μας εἶναι τὸ Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ. Πεποίθηση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι «νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι ὲν τῇ Παρθένῳ καὶ Ἀχράντῳ Μαρίᾳ». Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ «μετὰ τόκον Παρθένος καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα». Εἶναι ἀνώτερα τῆς φυσικῆς τάξεως ὅλα ὅσα συνέβησαν στὴν σεπτή της προσωπικότητα. [199]

200 Ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου εἶναι ἔνδοξη. Ἐπετέλεσε στὸ ἄκρο τὴν ὕψιστη ἀποστολὴ τὴν ὁποία ἀνέλαβε: τὴν ἀποστολὴ νὰ διακονήσει τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος ἀναλάβει νὰ διεκπεραιώσει μία ἀποστολή κοινωνική, ἐθνικὴ καὶ ἐν πάσει περιπτώσει ἀνθρώπινη, ὑποβάλει δὲ τὸν ἑαυτόν του σὲ θυσία, οἱ ἄνθρωποι τὸν δοξάζουν. Ἡ Ἱστορία τὸν ἀποκαλεῖ ἥρωα. Στὴν περίπτωση τῆς Παναγίας μας ἔχουμε τὸ μοναδικὸ πρόσωπο ἀνάμεσα σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν γενεῶν, τὸ ὁποῖο κάνει τὸ μεγάλο βῆμα νὰ σταματήσει μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων καὶ νὰ γκρεμίσει τὸ «μεσότοιχον τῆς ἔχθρας». Ἑτερόδοξοι στοχαστὲς μὲ παράνομη αὐθαιρεσία ἀρνήθηκαν τὴν Παναγία ἢ μὲ ἀρρωστημένο εὐσεβισμὸ τὴν παραποίησαν. Ἔχουμε λοπὸν ὑποτίμηση ἢ καὶ ὑπερτίμηση τοῦ ὀνόματός της. Μεταξὺ ὅμως τῶν δύο ἐμεῖς διακρίνουμε τὴν Ὀρθόδοξη τιμὴ πρὸς τὴν Παναγία μας. Ὑπῆρξε καὶ αὐτὴ ὡς ἄνθρωπος φυσικὸς κληρονόμος τῆς ἀδαμιαίας φύσεως κι ὅμως εἵλκυσε τὴν συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν μεγάλη ἀρετὴ τῆς ταπείνωσης. Αὐτὴ ἡ πρωτοφανὴς ταπείνωση κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο δὲν ἔμενε μόνο ριζωμένη στὸ βάθος τῆς καρδιᾶς της, ἀλλὰ ἀνέβλυζε καὶ πλημμύριζε καὶ στὸ πανάμωμο σῶμα της, στὶς κινήσεις, στὴν ἐνδυμασία, στὰ ἔργα καὶ τά λόγια της. Εἶναι ἡ στὸν Θεὸ ἀφιερωθεῖσα ὅσο κανένας ἄλλος. Εὐαρέστησε τὸν Θεὸ μὲ τὴν μεγίστη καθαρότητά της, μὲ τὴν ἀπόλυτη ὑπακοή της στὸ θέλημά Του. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀναφέρει ὅτι ἡ Παναγία ὑπερέβαλε ἀκόμη καὶ τοὺς ἀγγέλους στὴν καθαρότητα. Ἡ Θεοτόκος ἦταν ἐντελῶς ξένη πρὸς τὴν ἁμαρτία. Ὅλη ἡ ζωή της ἦταν μία διαρκὴς δοξολογία. Στὸ πάνσεπτο πρόσωπό της παθαίνει πανωλεθρία ὁ διάβολος. Εἶναι ἡ «ἄσπιλος», ἡ «ἀμόλυντος», ἡ «πάναγνος», ἡ [200]

201 «καθαρωτέρα λαμπηδόνων ἡλιακῶν». Αὐτὴν ἀνέμενε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ γεννηθεῖ. Εἶναι «ἡ πρὸ τῶν αἰώνων ἐκλεχθεῖσα» γιὰ νὰ ὑλοποιηθεῖ ἡ εὐδοκία τοῦ Πατρός. Τὶ ἔκανε τὴν Παναγία μας νὰ μὴν ἀρνηθεῖ τὴν ὑψηλὴ διακονία ποὺ τῆς ζήτησε ὁ Θεός; Ἡ ἀγάπη της γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Θεοτόκος εἶναι ἡ ἀγαπήσασα τὸν κόσμον καὶ τὸν ἄνθρωπο ὡς οὐδεὶς τῶν ἀνθρώπων. Εἶχε πλήρη ἐπίγνωση καὶ ἀντίληψη γιὰ τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου. Διέκρινε ἐπακριβῶς τὴν κατάσταση τοῦ Παραδείσου ἀλλὰ καὶ τῆς ἐξορίας. Ἤξερε τόσο τὸ μεγαλεῖο ποὺ εἶχε ὁ ἄνθρωπος στὸν Οὐρανό, ὅσο καὶ τὴν ἁμαρτία ποὺ τὸν τριγύριζε στὴν Γῆ. Ἔβλεπε τὸν θάνατο καὶ τὴν ζωή. Πονοῦσε καὶ δεόταν γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Δεόταν γιὰ τὴν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στὴν πορεία τοῦ κόσμου. Καὶ ἰδοὺ ὁ Θεός, ἐπεμβαίνει δι αύτῆς. «Οὐρανοὶ ἐπαγάλλονται»! Ὁ Θεὸς ποὺ σέβεται τὴν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων, βρῆκε ἄνθρωπο, ἐλευθέρως κινούμενο, νὰ συνδράμει ἐπὶ τοῦ σχεδίου! «Πᾶσα ἡ γῆ εὐφραίνεται»! Οἱ ἄνθρωποι ἀνασύρονται ἐκ τῆς πτώσεως, ἀνορθώνονται, βρίσκονται στὴν ἀνοιχτὴ ὁδὸ πρὸς τὸν ἀνοιχτὸ Παράδεισο. Ἑνώνονται μὲ τὸν Θεό. Χαίρει ὁ Θεὸς στὴν ὑλοποίηση. Χαίρει ὅλος ὁ Οὐρανός. Χαίρουν οἱ ἄνθρωποι εὑρισκόμενοι ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ Φῶς, ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν Ζωή. Χαίρει ἅπασα ἡ μέχρι τώρα Κτίση. Ἡ πάνσεπτος κόρη τῆς Ναζαρὲτ τέλεσε τὸ ἔργο της, πέτυχε τὴν ἰκεσία καὶ προσδοκία της καὶ ἀναχωρεῖ ἀναπαυμένη καὶ χαρούμενη. Σύμφωνα μὲ τὴν Παράδοση, ὅταν ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ τὴν καλέσει στὰ Οὐράνια σκηνώματα, ἔστειλε τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριὴλ τρεῖς ἡμέρες νωρίτερα στὰ Ἱεροσόλυμα στὸ σπίτι ὅπου διέμενε ἡ Παναγία μόλις εἶχε ἐπιστρέψει ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ [201]

202 Χριστοῦ, ὅπου εἶχε πάει κατὰ τὴν συνήθειά της, νὰ θυμιάσει καὶ νὰ προσευχηθεῖ. Στὸ ἄκουσμα τῆς ἀγγελίας ἐπληρώθη χαρᾶς καὶ άνεχώρησε στὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ. Καθὼς ἀνέβαινε, ἔσκυβαν τὰ δένδρα καὶ τὴν προσκυνοῦσαν. Ὅταν ἐπέστρεψε στὸ σπίτι, ἄναψε τὰ φῶτα, φώναξε τὶς γνωστές της καὶ ἀνακοίνωσε τὴν εἴδηση. Ὑπῆρξε ἕνα κλίμα συγκίνησης καὶ δακρύων. Τὴν παρακαλοῦσαν νὰ μὴν τὶς λησμονήσει στὴν δόξα τοῦ Οὐρανοῦ, ἐνῶ ἡ Παναγία τὶς παρηγοροῦσε καὶ ὑπέσχετο ὅτι θὰ εἶναι πάντα κοντά τους. Μετὰ τὴν ἑτοιμασία τοῦ σπιτιοῦ ἔγινε ἕνας δυνατὸς σεισμὸς κι ἕνα σύννεφο σκέπασε τὸν λόφο ποὺ βρισκόταν τὸ σπίτι τῆς Παναγίας. Τότε πάνω στὰ σύννεφα, ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης ἔφθασαν οἱ Ἀπόστολοι κι ἔκπληκτοι ἐπληροφοροῦντο τὴν ἀναχώρηση τῆς Θεοτόκου. Τὴν παρακαλοῦσαν νὰ μὴν τοὺς ἐγκαταλείψει. Ἐκείνη τοὺς παραμύθησε, τοὺς εὐλόγησε καὶ ὅταν ἦλθε ἡ στιγμή, ἤρεμα παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή της στὰ χέρια τοῦ Υἱοῦ της. Οἱ Ἀπόστολοι εὐτρέπισαν τὸ σῶμα καὶ τὸ ἐκήδευσαν μὲ ἐγκώμια καὶ ὕμνους στὸ χωριὸ Γεθσημανῆ. Στὸν δρόμο ἕνας ἀσεβὴς Ἰουδαῖος θέλησε νὰ χλευάσει τὸ ἱερὸ Λείψανο, ἀλλὰ καθὼς ἀκούμπησε τὸ ἱερὸ σινδόνι ἄγγελος ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ μὲ πύρινο ξίφος τοῦ ἔκοψε τὰ χέρια καὶ μόνο ὅταν μετενόησε, τότε θαυματουργικὰ συγκολλήθηκαν πάλι. Παρατηροῦντες τὴν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου βλέπουμε ὅτι ὁλόκληρη ἡ Κτίση συμμετέχει στὸ μεγάλο αὐτὸ γεγονός. Ἄγγελοι, ἄνθρωποι, Οὐρανός, Γῆ, βουνά, νέφη, ἀέρας. Ἄνδρες καὶ γυναῖκες, πρεσβύτεροι μετὰ νεωτέρων προπέμπουν χαίροντες τὸ «μέγα θαῦμα, τῆς οἰκουμένης, τὴν ἀειπάρθενον θεομήτορα». Οἱ ἄγγελοι προπέμπουν τὸ θεοδόχο σῶμα καὶ ἀναγγέλουν κατὰ τὴν [202]

203 ἄνοδό τους τὴν ἄφιξη τῆς θεόπαιδος μὲ τὸ παράγγελμα: «Ἄρατε πύλας καὶ ταύτην ὑπερκοσμίως ὑποδέξασθε τὴν τοῦ ἀενάου φωτὸς Μητέρα». Ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες οἰ Ἀπόστολοι ἀνέπεμπαν δεήσεις καὶ θυμιάματα στὴν Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Τὴν τρίτη ἡμέρα μετὰ τὴν ἐπιστροφή τους στὸ σπίτι ἦλθε ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ἀπὸ τὶς Ἰνδίες, ὁ ὁποῖος κατ οἰκονομία ἀπουσίαζε τῆς κηδείας. Καθὼς ἔφθασε στὰ Ἱεροσόλυμα εἶδε τὴν Παναγία ἀνερχόμενη στὸν Οὐρανό. Στὴν ἐρώτησή του «ποῦ ὑπάγεις;» ἡ Παναγία τοῦ ἔριξε ὡς εὑλογία τὴν ζώνη της. Μετὰ ὅλοι μαζὶ καὶ ὁ Θωμᾶς πῆγαν ξανὰ στὸν Τάφο, γιὰ νὰ διαπιστώσουν ὅτι τὸ σῶμα τῆς Παναγίας δὲν ὑπῆρχε πιὰ ἐκεῖ. «Τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησε, ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν», δηλαδὴ τὸ θεοδόχο σῶμα της μετεφέρθη στὸν Οὐρανό, ὅπου εἶχε προπορευθεῖ ἡ ἁγία ψυχή της καὶ ὅπου τώρα ἀπολαμβάνει τὴν ἐσχατολογικὴ ἀφθαρσία τῆς αἰωνιότητος. Συμβασιλεύει μὲ τὸν Υἱόν Της στοὺς Οὐρανούς. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν τιμητικὴ θέση συμπαρίσταται δυναμικὰ στὸ ἀνθρώπινο γένος. «Πεποικιλμένη τῇ θείᾳ δόξῃ» πλέον ἐνώπιον τοῦ θρόνου τῆς Θεότητος ὑψώνει χέρια ἰκεσίας γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Μεσιτεύει μὲ τῖς σωστικὲς πρεσβείες Της καὶ διαπορθμεύει σ ὅλους τὶς θεϊκὲς δωρεές, ἐπηρεάζοντας τὶς βουλὲς τοῦ Υἱοῦ Της. Ἔτσι, ἡ Παναγία ἐμφανίζεται ὡς «ταχεία σκέπη καὶ βοήθεια» σὲ κάθε ἀνάγκη. Τὴν ζωὴ τῆς Παναγίας μας μόνο μέσα στὸν ἁγιοπνευματικὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μποροῦμε νὰ τὴν κατανοήσουμε. Εἶναι ἡ πανένδοξη, ἡ πανυπερευλογημένη, ἡ Παναγία, ἡ πανάχραντος, ἡ Θεοτόκος, ἡ Ἀειπάρθενος. Σ αὐτὴν χρωστᾶμε τὴν ἔλευση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἀπὸ αὐτὴν ξεκινάει ἡ Λύτρωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἀπὸ αὐτὴν ξεκινᾶ ἡ μεγάλη νίκη, ὁ θρίαμβος τῆς Ἀναστάσεως. [203]

204 Ποιὰ εὐγνωμοσύνη; Ποιὰ εὐχαριστία μποροῦμε νὰ προσφέρουμε; «Τί σοι δῶρον προσάξω τῆς εὐχαριστίας, ἀνθ ὧνπερ ἀπήλαυσα». Ἀδυνατοῦμε πράγματι, διότι βρισκόμαστε ἀπὸ θέσεως ἁμαρτωλότητος. Ὅ,τι κι ἂν προσφέρουμε δὲν θὰ φθάσει ποτὲ στὸ ὕψος τῆς δικῆς Της Δωρεᾶς μιᾶς Δωρεᾶς ἡ ὁποία δὲν θὰ σταματήσει νὰ εἶναι ζῶσα ἀνάμεσά μας μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. Τὸ ἔργο της συνεχίζεται, διότι ἡ ἴδια σωστικὰ πρεσβεύει καὶ ὁ Υἱός της καὶ Σωτήρας μας παρατείνεται εἰς τοὺς αἰῶνας. Προσωπικὰ καὶ συνολικὰ ἐνδιαφέρεται καὶ ἐπιβλέπει τὸν κόσμο, τὴν Ἐκκλησία, τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ «Κυρία τῶν Ἀγγέλων», «ἡ Πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν», «τῶν θλιβομένων ἡ χαρά, τῶν ἀδικουμένων ἡ προστάτις, τῶν πενομένων ἡ τροφή, τῶν ξένων ἡ παράκλησις, ἠ βακτηρία τῶν τυφλῶν, τῶν ἀσθενούντων ἡ ἐπίσκεψις, τῶν καταπονουμένων ἡ σκέπη, τῶν ὀρφανῶν ἡ βοηθός». Κινούμεθα ἄνετα καὶ προχωροῦμε στὴν ζωὴ τῶν δυσκολιῶν χωρὶς νὰ τὰ χάνουμε, χωρὶς νὰ άπογοητευόμαστε, χωρὶς νὰ ἀπελπιζόμαστε. Μόνο τίμια ἀγωνιζόμαστε καὶ ἐλπίζουμε. Ἔχουμε τὴν Παναγία μας, τὴν ἐλπίδα μας. «Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς σὲ ἀνατίθημι». Ἔχουμε τὴν Παναγία Μάννα μας, Μητέρα ὅλων μας. Ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος καὶ μᾶς ἔκανε ἀδελφούς Του υἱοθετημένους στὸν Πατέρα Του. Γι αὐτὸ τὸν Θεὸ τολμοῦμε καὶ λέγουμε Πατέρα μας, ἀλλὰ τὴν Μητέρα Του, μητέρα μας. Εἶναι ἀκόμη μάννα μας ἡ Παναγία, διότι ἀνεγέννησε τὴν ἀνθρωπότητα. Ἔσωζε, σώζει καὶ θὰ σώζει ἐκείνους ποὺ μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα καὶ ἀγάπη τὴν παρακαλοῦν στὶς ἀσθένειες καὶ τὶς θλίψεις τῆς ζωῆς. [204]

205 [205]

206 XAΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ Ἀπευθύνουμε καθημερινὰ στὶς νυχθημερὸν ἀκολουθίες τοῦ Τυπικοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας πρὸς τὴν Παναγία μας ὕμνους. Ὡραιότεροι ὅλων ὅμως, ὑμνογραφικὰ καὶ μουσικολογικά, εἶναι ἴσως οἱ Χαιρετισμοί, ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος: ἕνα λυρικὸ λατρευτικὸ ποίημα ἀφιερωμένο στὴν Παναγία μας ἀπὸ τοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους. Ἡ Ἐκκλησία μας τοποθετεῖ τοὺς Χαιρετισμοὺς μέσα στὸ πένθιμο κλίμα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὡς μία χαρμόσυνη κι ἐλπιδοφόρο παρουσία. Ἐπὶ Σεργίου Πατριάρχου καὶ Ἡρακλείου αὐτοκράτορος ἐψάλη στὴν Ὑπέρμαχο Στρατηγὸ Θεοτόκο, στὴν Παναγία τῶν Βλαχερνῶν, μετὰ ἀπὸ ἀνέλπιστη νίκη τῶν Βυζαντινῶν κατὰ τῶν ἐχθρῶν Ἀβάρων ποὺ πολιορκοῦσαν τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἔκτοτε ἔγινε ὄχι μόνο ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἔθνους μας, γι αὐτὸ μὲ εὐλάβεια πολλὴ τρέχουμε οἱ Χριστιανοὶ κάθε χρόνο αὐτὲς τὶς ἡμέρες προκειμένου νὰ τοὺς ἀπευθύνουμε τιμητικὰ στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. «Χαῖρε»! Εἶναι ἡ λέξη μὲ τὴν ὁποία ἀρχίζει τὸν Εὐαγγελισμὸ ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ πρὸς τὴν κεχαριτωμένη Παρθένο τῆς Ναζαρέτ. Ἐκπληκτικὸ τὸ μήνυμα τοῦ Ἀρχαγγέλου: «Ἰδοὺ συλλήψει ἐν γαστρὶ καὶ τέξει υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» Μὲ θεία δύναμη ἔχουμε νίκη τῶν φυσικῶν νόμων: «Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι» στὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας μας. Ἔχουμε τὴν ὑπεράνθρωπη ἁγιότητα καὶ δι αὐτῆς ὑπερφυσικὴ γέννηση τοῦ σαρκωθέντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ διότι δὲν εἶναι τίποτα ἀδύνατο στὸν Θεό, «ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα». «Χαῖρε»! Εἶναι τὸ ἀλλεπάλληλο προσφώνημα τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου πρὸς τὴν Θεοτόκο. Αὐτὸ τὸ «χαῖρε» ὡς ούράνιο μήνυμα [206]

207 χαρᾶς εὐδοκεῖ καὶ ἀπευθύνει ὁ Θεὸς διὰ τῆς Θεοτόκου πρὸς κάθε ἄνθρωπο προσευχόμενο στὸν Χριστό. Ἐπαγγέλεται ὁ Θεὸς σ ἐμᾶς τὴν χαρὰ διὰ τοῦ υἱοῦ τῆς Παρθένου. Και γι αὐτὸ ψάλλουμε πρὸς αὐτήν: «Χαῖρε, δι ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει». Πολλοὶ θέλησαν νὰ ὑποστηρίξουν ὅτι δῆθεν οἱ ἀκολουθοῦντες τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ φυγαδεύουν τὴν χαρὰ ἀπὸ τὴν ζωή τους. Ψέμα. Μεγάλο ψέμα. Ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο συμβαίνει. Μόνο δηλαδὴ μέσα στὰ χριστιανικὰ πλαίσια ὑπάρχει ἡ ἀληθινὴ χαρά. Τὸ ὑπόσχεται τὸ Εὐαγγέλιο ἀπ ἀρχῆς μέχρι τέλους. Τὸ πρῶτο ἐκεῖνο «χαῖρε» τοῦ Εὐαγγελισμοῦ διαδέχεται ἄλλο εὐαγγελικὸ μήνυμα κατὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς ποιμένες - καὶ πρὸς τὸν κόσμο ὅλο - «εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην ἥτις ἐστὶ παντὶ τῷ λαῷ» (Λουκ. β 10-11). Τὴν παραμονὴ τῆς Σταυρώσεώς Του ὁ Χριστὸς ἀπευθύνεται στοὺς μαθητές Του: «Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν, ἵνα ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ ἐν ὑμῖν μείνῃ καὶ ἡ χαρὰ ὑμῶν πληρωθῇ». Πολὺ περισσότερο ὅμως χαροποιὸ εἶναι τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεώς Του. Ἐκφραστικότατη ἡ προσφώνησή Του πρὸς τὶς μυροφόρες καὶ τοὺς μαθητές: «Χαίρετε» (Ματθ. κη 9). Ὁ Ἅγιος Παῦλος συνεχίζει στὸν ἴδιο τόνο: «Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε, πάλιν ἐρῶ χαίρετε» (Φιλιππ. δ 4). Ἡ χριστιανικὴ ζωή, λοιπόν, εἶναι ζωὴ χαρᾶς. Εἶναι σὲ δυσφήμιση καὶ πλάνη τὸ ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι τάχα κατήφεια καὶ ἀποστέρηση πάσης χαρᾶς. Ἐπικρατεῖ σύγχυση στοὺς ἀνθρώπους. Ταυτίζουν τὴν ἁμαρτία καὶ τὶς ἀθέμιτες ἀπολαύσεις μὲ τὴν χαρά. Μὴ μᾶς ξεγελάει ἡ ἁμαρτία, ὅταν στὴν ἀρχὴ εἶναι γλυκειὰ καὶ φαίνεται ὅτι ὑπόσχεται χαρά. Παρουσιάζεται ἑλκυστική, ὡς τέρψη, ὡς ψυχαγωγία. Ὅμως, τελικὰ τὰ «ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας [207]

208 θάνατος» (Ρωμ. ς 23). Ἡ ἀγνότητα καὶ ἡ καλοσύνη ἔχουν ἀληθινὴ γεύση χαρᾶς. Καὶ ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ φέρει τὸ πλήρωμα τῆς χαρᾶς. Δι αὐτῆς ὄντως «ἡ χαρὰ ἐκλάμψει». Μία ἰδιαίτερη χάρη ἔχουν οἱ Χαιρετισμοὶ τῆς Παναγίας ὡς ἀκολουθία, ἔτσι ὅπως ψάλλονται στὴν διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Γι αὐτὸ καὶ εἶναι ἀθρόα ἡ προσέλευση τῶν πιστῶν. Παρὰ ταῦτα μέσα στὴν ἔξαρση τῶν ὕμνων μας ἀκούγεται ὁ λόγος μας. «Ποίοις πνευματικοῖς ἄσμασιν ἀνυμνήσωμέν σε, Παναγία»; Ποιὰ ἄσματα μποροῦμε νὰ βροῦμε νὰ ἀποδίδουν τὴν ἀξία τῆς τιμῆς, ἡ ὁποία ἀνήκει στὴν Παναγία; Ἔκπληκτοι τὴν ὀνομάζουμε «Πανύμνητον» μητέρα. Ἄξιο ὅμως παρατήρησης εἶναι ὅτι αὐτὴ ἡ εὐλογημένη θρησκευτικὴ σύναξη πρὸς τιμὴν τῆς Παναγίας μας ἔχει ὡς αἰτία ἀπαρχῆς τῆς ὕπαρξής της ἐθνικὸ λόγο. Ἔχει ὡς λόγο νίκη τοῦ Γένους μας κατὰ βαρβάρων λαῶν ποὺ θέλησαν νὰ μᾶς κατακτήσουν. Ἦταν οἱ Πέρσες, οἱ Ἄβαροι καὶ οἱ Σλάβοι. Εἶναι ἕνα ξέσπασμα, ἕνα πανηγύρι, μία χαρὰ γιὰ τὴν νίκη ποὺ μᾶς χάρισε ἠ Παναγία κατὰ τῶν ἀλλοεθνῶν. Ἔτσι εἶναι ἡ Ἱστορία μας. Ἀπὸ τὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (3 ο αι.) μὲ τὸ «ἐν τούτῳ νίκα» ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ, ἡ παρουσία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέσα στὸ ἔθνος μας, εἶναι ἡ πηγὴ ἄντλησης τῶν δυνάμεων ἐκείνων, οἱ ὁποῖες διακυβερνοῦν τὸ Γένος, τοῦ δίδουν πρόοδο, πολιτισμὸ καὶ ἄνοδο τέτοια, ὥστε ἡ Ἑλλάδα ὡς ἑλληνοβυζαντινὴ χριστιανικὴ παρουσία νὰ εἶναι ἡ πρώτη δύναμη στὸν κόσμο γιὰ περίπου χρόνια: πολιτιστικά, οἰκονομικά, στρατιωτικά. Μία δύναμη ποὺ εἶναι Φῶς γιὰ τοὺς ἄλλους λαούς, ποὺ ἄλλοι μὲν ἐξ αὐτῶν φωτίζονται καὶ ἀφομοιώνονται πολιτισμικὰ, ἐνῶ ἄλλοι ζητοῦν τὴν κατάκτησή της. Εἶναι ἡ ἐποχὴ ποὺ οἱ γιορτὲς τῆς Πίστεως γίνονται γιορτὲς τῆς Πατρίδας. Ἀλλὰ καὶ οἱ γιορτὲς τῆς Πατρίδας μας μυρώνονται ἀπὸ τὸ θυμίαμα τῆς [208]

209 Ἐκκλησίας. Ἔτσι λοιπὸν καὶ ἡ ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν εἶναι πρόσκληση τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης μας. Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος μὲ τοὺς Χαιρετισμοὺς εἶναι ἡ θρησκευτικὴ ἐκδήλωση μὲ ἐθνικὸ χαρακτήρα. Μεταφερόμαστε στὴν Ἁγιὰ Σοφιά, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλες τὶς ἐκκλησιὲς τῆς βυζαντινῆς ἐποχῆς καὶ βλέπουμε πῶς ἔνοιωθαν οἱ Ἕλληνες μὲ τοὺς Χαιρετισμούς. «Χαῖρε δι ἧς ἐγείρονται τρόπαια». «Χαῖρε δι ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι». Διὰ τῆς Παναγίας ἔρχονται τρόπαια. Ἔρχονται νίκες. Οἱ ἐχθροὶ γιὰ τὸ γένος καταπίπτουσι. Εἶναι ἕνα τραγούδι, λοιπόν, λευτεριᾶς κι ἐλπίδας. Εἶναι μία προσευχὴ κι ἕνα διάγγελμα ἀποφασιστικὸ πρὸς τοὺς ἐχθρούς. Ἔχουμε τὴν ὑπέρμαχο Στρατηγό, ἡ ὁποία ἀφοῦ εἶναι ὑπέρμαχος, θὰ δώσει σὲ κάθε μάχη ποὺ τυχὸν προκύψει νικηφόρο ἀποτέλεσμα. Στὴν διάρκεια της τουρκικῆς σκλαβιᾶς, στὰ χρόνια τῆς δουλείας, ἦταν γιὰ τοὺς ραγιάδες Ἕλληνες ὁ ἐθνικὸς ὕμνος τῆς ἐλπίδας γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Γένους ἀπὸ τὴν Παναγία μας. Θὰ πρέπει ἀσφαλῶς νὰ μὴν ξεχνοῦμε τὴν Ἱστορία μας καὶ ὅτι ὡς λαὸς ὑπήρξαμε κατὰ καιροὺς κατὰ πάντα ὑποδουλωμένοι. Μόνη ἐλεύθερη ἡ ψυχή μας, ἡ ὁποία ἔπλεκε ὕμνους, ἐγκώμια, ἔφτιαχνε πολιτισμὸ καὶ τέτοιο ποὺ προσέδιδε μαρτυρία καὶ ταυτότητα ὕπαρξης ἐθνικῆς. «Χαῖρε ἀπογεννῶσα Λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις». Κι ἔτσι οἱ αἰχμάλωτοι Ἕλληνες προσέβλεπαν στὴν Λύτρωση τῆς Λευτεριᾶς διὰ τοῦ Λυτρωτοῦ ποὺ γέννησε ἡ Κεχαριτωμένη. Σύμβολο ἑπομένως ἡ Παναγία μας, ἀλλὰ καὶ πηγὴ τῆς ἐλευθερίας τοῦ Γένους. Κάθε φορὰ ποὺ ἀνιστόρητα ἐπιχειροῦμε ἀποσύνδεση τοῦ ἔθνους ἀπὸ τὸ περίγραμμα τῆς Ὀρθοδόξου συνειδήσεως ἐν ὀνόματι ἐκσυγχρονισμῶν, ὁδηγοῦμε τὰ πράγματα στὴν [209]

210 ἁλλοίωση τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας. Ἡ Ἑλλάδα πάντοτε μέσα στὴν Ἰστορία, ἀκόμη καὶ τότε ποὺ δὲν γνώριζε τὴν Ὀρθοδοξία, στὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πολιτισμό, ἤλπιζε στὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. «Χαῖρε αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας»! Πέρα ὅμως ἀπὸ τὸ ἐθνικὸ νόημα τῶν Χαιρετισμῶν ὑπάρχει καὶ τὸ καθαρὰ χριστιανικό, τὸ Ἐκκλησιολογικό. Ὁ Χριστιανὸς ἀποζητᾶ τὸν ἐρχομὸ τῆς μυστικῆς ἡμέρας. Οἱ ἡμέρες ποὺ διερχόμαστε ἔχουν ἀρχὴ καὶ τέλος. Εἶναι πονηρές, κοπιαστικές. Περιέχουν ταλαιπωρία, θλίψη καὶ ἐλάχιστη χαρά. Διὰ τῆς Παναγίας μας ξεχύνεται στὸν ἄνθρωπο τὸ Φῶς τῆς ἄδυτης ἡμέρας. Αὐτῆς ποὺ δὲν θὰ ἔχει Δύση. Θὰ εἶναι μία ἀτελεύτητη ἡμέρα, ὅπου βασιλεύει ἡ ζωή. Ἡ Ἐκκλησία μας στοχάζεται πάνω στὸ ἱερὸ Πρόσωπο τῆς Ἀειπαρθένου καὶ βλέπει νὰ ἀποκαλύπτεται σ ἐμᾶς ἠ λύση στὸ μυστήριο τοῦ θανάτου. Ὁ τρόμος τοῦ θανάτου, ἡ κάθοδος στὴν μοναξιὰ τοῦ τάφου, ἡ διάλυση τοῦ σώματος, τὸ σκοτάδι τοῦ ἀγνώστου παίρνουν τὴν διάσταση τοῦ χαρμόσυνου, τοῦ αἰώνιου, τῆς εἰσόδου μας στὸ ἄδυτο Φῶς τῆς μυστικῆς ἡμέρας. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀπελπίζεται πλέον, διότι δὲν χάνεται. Δὲν ἐξαφανίζεται. Δὲν κυριεύεται ἀπὸ τὴν σκοτοδίνη τοῦ θανάτου. Διὰ τῆς Παναγίας «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν καὶ Ἅδου τὴν καθαίρεσιν». Ὅταν πεθαίνουμε, ἔρχεται ἡ θριαμβεύουσα ζωή. Ὁ θάνατος ἀκτινοβολεῖ τὴν αἰωνιότητα. Δὲν εἶναι λύπη, ἀλλὰ χαρά. Δὲν εἶναι ἦττα, ἀλλὰ νίκη. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, τὴν χρεωστική μας θέση πρὸς τὴν Παναγία. Ποίοις ὄντως πνευματικοῖς ἄσμασιν ἀνυμνήσωμεν αὐτήν, ἡ ὁποία εὐαγγελίζεται γιὰ τὸν ἄνθρωπο μόνο εὐεργεσίες; Ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσορρήμων κατάπληκτος ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο τῆς Θεοτόκου προκαλεῖ τὸν πιστὸ νὰ ἐρευνήσει καὶ νὰ [210]

211 βρεῖ παρόμοια θαυμαστὴ ὕπαρξη: «Οὐδὲν ἐν βίῳ οἷον ἡ Θεοτόκος Μαρία. Περίελθε, ὦ ἄνθρωπε, πᾶσαν τὴν κτίσιν τῷ λογισμῷ καὶ βλέπε εἰ ἐστὶν ἴσον ἢ μεῖζον τῆς Ἁγίας Θεοτόκου Παρθένου». Ἡ Παναγία μας ἔλαβε δύναμη ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ πραγματοποιήσει στὴν Γῆ σὰν Μάννα ἐκεῖνο ποὺ ὁ Θεὸς σὰν Πατέρας ἔκανε στὸν Οὐρανό. Ὁ Θεὸς γέννησε τὸν Υἱόν Του στὸν Ούρανό. Ἡ Παναγία γέννησε τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ στὴν Γῆ. Ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Παναγία ἀνέπλασε τὸ ἀνθρώπινο γένος διὰ τοῦ Υἱοῦ της. Ἔχοντας μία τέτοια δύναμη ἡ Θεοτόκος μεταδίδει σὲ ὅλους μας τὶς θεϊκὲς δωρέες, μεσιτεύει μὲ σωστικὲς πρεσβεῖες κι ἐπηρεάζει τὶς βουλὲς τοῦ Υἱοῦ της. [211]

212 Α ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ «Χαῖρε, δι ἦς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει» Οἱ ἄνθρωποι βρισκόμαστε μέσα στὴν θλίψη τοῦ κόσμου. Πολεμούμαστε ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ κοσμοκράτορος τοῦ αἰῶνος τούτου. Πολλὲς φορὲς χάνουμε τὸ κουράγιο μας, διότι δὲν ἀντέχουμε τὸν πόλεμο. Βλέπουμε τὴν ἦττα νὰ εἶναι βέβαιη, διότι ἀπὸ τὴν μία εἶναι οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις τοῦ παμφάγου ἅδη. Κι ἐνῶ συμβαίνουν αὐτὰ ἀπηχεῖ ὁ Λόγος τοῦ Εὐαγγελίου: «Ἰδοὺ γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην» (Λουκ. β 10). «Καὶ χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς ἀρεῖ ἀφ ὑμῶν» (Ἰωάνν. ις 22). Ἡ χαρὰ εἶναι ἐκ τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος εἰς τοῦτο ἦλθε, γιὰ νὰ εἶναι ὁ νικητὴς τοῦ σκοτεινοῦ ἅδη. «Ποῦ σου ἅδη τὸ κέντρον; Ἀνέστη Χριστὸς καὶ πεπτώκασι δαίμονες» (Κατηχητ. Λόγ. Ἰωάνν. Χρυσοστ.). Δὲν εἴμαστε μόνοι μας στὸν πόλεμο. Χαρὰ μεγάλη, διότι ἦλθε ἡ ἰσχυρή, ἡ ἀνίκητη δύναμη τοῦ Θεοῦ, διὰ τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ Του, ἡ ὁποία κάνει γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους τὸν πόλεμο καὶ νικᾶ. Καταπατεῖ τὸν θάνατο καὶ καταργεῖ τὸ κράτος τοῦ διαβόλου. Μέσα στὴν ἀπελπισία ἦλθε ἡ ἐλπίδα. Μέσα στὴν θλίψη ἦλθε ἡ χαρά. Δὲν ἔχουν ἐξουσία οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις. Καταργήθηκαν. Ἦλθε Φῶς κι ἐφώτισε τὰ σύμπαντα. «Οἱ κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου, Φῶς λάμψει ἐφ ἡμᾶς». Διότι ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας. Διὰ ποίου, ὅμως, ἐξέλαμψε ἡ Χαρὰ στὸν κόσμο; Ποιὸς ἦταν ἡ αἰτία ὥστε ὁ κόσμος νὰ γεμίσει ἀπὸ τὴν χαρὰ τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ; Ποιὸς ἦταν αὐτὸς ποὺ ἕνωσε τὰ διεστῶτα; Ἀνθρώπους καὶ [212]

213 Θεό; Εἶναι σαφέστατα ἡ Ὑπερευλογημένη Θεοτόκος Μαρία. «Αὔτη τὸ μεσότοιχον τῆς ἔχθρας καθελοῦσα, εἰρήνην ἀντισῆξεν καὶ τὸ Βασίλειον ἠνέωξεν». Ἔριξε τὸν τοῖχο ποὺ χώριζε τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸν Θεό, εἰρήνευσε τὰ πράγματα καὶ ἄνοιξε τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ποὺ ἦταν κλειστή. Ἀπὸ τὴν μία πλέον ὁ Ἅδης κλειστὸς καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ Βασιλεία ἀνοιχτή. Ἀπὸ τὴν μία τὸ σκοτάδι ἐξαφανισμένο καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ Φῶς ὁλόλαμπρο. Ἀπὸ τὴν μία ἡ λύπη τετελειωμένη καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη «ἡ Χαρὰ ἡμῶν πεπληρωμένη». Πῶς νὰ μὴν ψάλλουμε; Πῶς νὰ μὴν ὑμνοῦμε καὶ νὰ δοξολογοῦμε τὴν ἀνεξιχνίαστη ἀγαθοτητα; Τὴν μεγίστη ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία; Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ αἰτία τῆς Χαρᾶς. Ἐὰν κανεὶς προστρέχει σ αὐτὴν χαριτώνεται. Τὸ ὑποβάλλουμε ἐξ ἄλλου: «Χαρᾶς αἰτία, χαρίτωσον ἡμῶν τὸν λογισμόν». Αὐτὸς δὲν εἶναι ὁ ἀγώνας μας; Νὰ ἔχουμε σταθερό, καθαρό, χαριτωμένο ἡγεμόνα λογισμό, ὁ ὁποῖος θὰ μᾶς κατευθύνει σωστά; Ἡ Παναγία μας, ἡ πρόξενος τῆς Χαρᾶς, μπορεῖ νὰ μᾶς τὸν δώσει, διότι αὐτὴ ἀπαύστως ἐπισκιάζει τοὺς πιστούς. Ἀπαύστως! Ἀκόμη καὶ τότε ποὺ ἐμεῖς δὲν τὴν ἐπικαλούμαστε, αὐτὴ μᾶς ἐπισκιάζει. Πόση ἡ ἀγάπη της γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος! Γι αὐτὸ ἐξ ἄλλου δέχθηκε νὰ διακονήσει τὸ μεγάλο αὐτὸ μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ μόνη καὶ μοναδικὴ ἄνθρωπος γυναίκα (πρὸς τιμὴν ὅλων τῶν γυναικῶν), ἡ ὁποία γίνεται ὑπήκοος στὸν Θεὸ κατὰ πάντα. Ἐνθυμούμαστε τό: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτο μοι κατὰ τὸ ρῆμα Σου». Ἀλλὰ ὄχι μόνο τὸν λογισμὸ τῆς ὑποβάλλουμε νὰ μᾶς χαριτώσει, ἀλλὰ καὶ τὴν καρδιά. Διότι μέσα στὴν καρδιά μας τελεσιουργεῖται τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας. «Οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ εἶναι μακάριοι, διότι ὄψονται τὸν Θεό». Δὲν βλέπουμε τὸν Θεό, διότι ἔχουμε ἀκάθαρτη καρδιά. [213]

214 Κι ἀκόμη ἂς μὴ ξεχνᾶμε τὸ ὅτι ἡ «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ἡμῶν ἐστί». Μέσα στὴν καρδιά μας εἶναι ἐγκλωβισμένος ὁ Θεὸς ἀπὸ τὰ πάθη μας, τὰ ὁποῖα τὴν ἔχουν περιπεπλεγμένη. Λέμε, λοιπόν, στὴν Παναγία μας: «Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν πλήρωσον Παρθένε ἡ τῆς Χαρᾶς δεξαμένη τὸ πλήρωμα τῆς ἁμαρτίας τὴν λύπην ἐξαφανίσασα». Ἰδοὺ τὸ μυστήριο τῆς νίκης κατὰ τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων στὸ προσωπικὸ ἐπίπεδο, ὅπως διενεργεῖται μὲ τὴν παρέμβαση τῆς Παναγίας. Αὐτὴ ποὺ ἔχει δεχθεῖ τὸ πλήρωμα τῆς Χαρᾶς, τὸν Χριστὸ δηλαδή, Τὸν προσφέρει. Ὅ,τι εἶναι γεμάτο ξεχειλίζει, τρέχει, ποτίζει. Σὲ μᾶς μπορεῖ νὰ δώσει αὐτὴν τὴν Χαρὰ καὶ νὰ γεμίσει καὶ ἡ δική μας καρδιά νὰ ποτισθεῖ, νὰ ξεδιψάσει νὰ ἐξαφανισθεῖ κάθε λύπη, θλίψη, ἀπελπισία τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων ποὺ μᾶς ὁδηγοῦν στὴν ἁμαρτία. Διὰ τῆς Θεοτόκου ἀεὶ χαιρόμεθα. [214]

215 Β ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ «Ἤκουσαν οἱ ποιμένες τῶν ἀγγέλων ὑμνούντων τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν» Στρέφουμε στὸ τέμπλο τοῦ ναοῦ δεξιὰ τοῦ Κυρίου μας τὸ βλέμμα μας καὶ τὴν ἀτενίζουμε. Κοιτάζουμε στὴν κεντρικὴ θέση τῆς Πλατυτέρας, ὅπου εἶναι ὡς γέφυρα καὶ ἑνώνει τὴν Γῆ μὲ τὸν Οὐρανό. Ἀντικρύζουμε στὸ προσκυνητάρι τὴν θεόλαμπρη ἀνθρώπινη φύση. Τὴν μειλίχια, ὁλοκληρωτικὰ δοσμένη στὴν Θεότητα, τὴν ὁποία διηκόνησε στὸ μέγα μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως καὶ τὴν προσκυνοῦμε ὡς Μητέρα τοῦ Φωτὸς καὶ τὴν τιμοῦμε ἐν ὕμνοις. Ἡ χριστιανικὴ ψυχὴ παγκοσμίως καὶ πανορθοδόξως δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ μεγαλύνει, νὰ ἀγάλλεται, νὰ μνημονεύει καὶ νὰ σκέπτεται μὲ βαθὺ στοχασμὸ ἐνώπιον τῆς Παναγίας Μάννας μας. Μιᾶς Μάννας ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Μιᾶς Μάννας τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Σήμερα ποὺ τὸ πνεῦμα τῶν ἀνθρώπων ἀλλοτριώνεται, συνεχῶς ἀλλάζει πρὸς τὴν ἐκκοσμίκευση, ἀδιάκοπα τὰ τοῦ κόσμου μεριμνᾶ καὶ τὰ Οὐράνια δὲν θέλει νὰ τὰ ἔχει στὴν ἐνασχόλησή του εἴτε διότι δὲν τά πιστεύει εἴτε διότι ἀδιαφορεῖ εἴτε διότι ἔχει ἀπορροφηθεῖ στὶς μέριμνες καὶ τὶς ἀπολαύσεις τῶν εὐκολιῶν τοῦ πολιτισμοῦ καὶ σὲ μέριμνες ἐπιστήμης. Σήμερα καὶ πάλι περισσότερο ἀπὸ παλαιότερα χρειάζεται ἀνάνηψη. Χρειάζεται νὰ στραφοῦμε στὴν ἁπλότητα τῶν ποιμένων ἐκείνων ποὺ τὴν νύχτα τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ ἀγρυπνοῦντες γιὰ τὸ ποίμνιό τους ἤ ἐλαφρῶς κοιμώμενοι, διότι δὲν εἶχαν θερμάνσεις καὶ μαλακὰ κρεβάτια, σὲ ἑτοιμότητα γιὰ τυχὸν κλέφτες καὶ λύκους «ἤκουσαν τῶν ἀγγέλων ὑμνούντων» καὶ [215]

216 ἔζησαν ἐπίσκεψη ἀγγέλου νὰ τοὺς εὐαγγελίζει. «Ἰδοὺ γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτὴρ ὅς ἐστι Χριστός». Ἔχουμε τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Παναγίας μας ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ, ἀλλὰ ἔχουμε καὶ εὐαγγελισμὸ τῶν ποιμένων κατὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ ἄγγελο. Τὶ εἶχε καὶ ἔχει ἡ Παναγία μας, τὶ ἔχουν οἱ ποιμένες; Ἡ μὲν Παναγία μας εἶναι ἡ ἄσπιλος, ἡ ἀμόλυντος, ἡ καθαρὰ καὶ ἄμωμος καὶ σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε οὐδεὶς τῶν ἀνθρώπων ὅλων τῶν γενεῶν νὰ ἔχει βρεθεῖ. Καὶ διὰ τοῦτο Παν-αγία. Εὗρε λοιπὸν «Χάριν παρὰ Κυρίου». Αὐτὴ μὲν «βοσκίζει εἰς τὴν γαστέρα της τὸν ἀμνὸν τοῦ Θεοῦ», ὁ δὲ Χριστὸς ὡς βοσκηθεὶς ἐξ αὐτῆς οὐδὲν αἴτημά της παραβλέπει, διότι διὰ παντὸς χρεωστεῖ σ αὐτήν. Οἱ δὲ ποιμένες εἶχαν τὴν ἁπλότητα. Ὦ, μακαρία ἁπλότης ποὺ καταστρέφεις τὴν ὑπερηφάνεια, τὴν καχυποψία, τὴν ἀντιλογία, τὴν λογικοφροσύνη τοῦ διαβόλου καὶ φέρνεις τὴν ἀταραξία τῆς ψυχῆς καὶ τὴν ἐσωτερικὴ ἀκεραιότητα! Σ αὐτὴν χρειάζεται ν ἀνανήψουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας, διότι ὁ Εὐαγγελισμὸς «ἔσται παντὶ τῷ λαῷ». Καὶ μαζὶ μὲ τὴν ἄχραντη Παναγία μας, ἡ ὁποία εὐαγγελίζεται γιὰ νὰ ἔχει τὸ διακόνημα τῆς κυοφορίας τοῦ ἀμνοῦ, μαζὶ καὶ μὲ τοὺς ποιμένες, οἱ ὁποῖοι εὐαγγελίζονται, διότι «ἐτέχθη σωτήρ», κι ἐμεῖς πρέπει νὰ ἔχουμε τὸν προσωπικό μας Εὐαγγελισμό, ὅτι ἐκ τῆς Παρθένου Μητρὸς ἐτέχθη ἀμνὸς καὶ ποιμένας. Ἀμνὸς ἄμωμος, ὁ Ὅποῖος «ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη, ἄφωνος ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτόν», ὡς λέγει ὁ Προφήτης Ἠσαΐας καὶ διὰ τοῦ Τιμίου Αὐτοῦ Αἵματος ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ. «Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ», ὡς λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου». Ταυτόχρονα δὲ καὶ «ὁ καλὸς ποιμήν», ὁ ὁποῖος «τίθησιν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τῶν προβάτων». Γι αὐτὸ χαιρετίζουμε τὴν Παναγία μας καὶ τὴν προσκυνοῦμε, διότι [216]

217 μᾶς χάρισε ἀμνὸ ποὺ σφαγιάζεται. Ὄχι ἐσφαγιάσθη, ἀλλὰ σφαγιάζεται σὲ κάθε Θεία Λειτουργία καὶ μᾶς λέγει το: «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες», διότι εἶναι «ὑπὲρ ἡμῶν ἐκχυνόμενον καὶ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Γι αὐτὸ τὴν προσκυνοῦμε καὶ τῆς ἀπευθύνουμε τὸ «Χαῖρε». Διότι μᾶς χάρισε τὸν Ποιμένα. Οἱ ποιμένες εὐγγελίσθησαν καὶ προσκύνησαν τὸν Ποιμένα. Εἰς τοῦτο κι ἐμεῖς καλούμαστε. Νὰ εὐαγγελισθοῦμε καὶ νὰ ἀποδεχθοῦμε τὸν Ποιμένα. Ὁ Χριστὸς ἀντικρύζει τὸν λαὸ μὲ παράπονο «ὡς πρόβατα ἐρριμένα μὴ ἔχοντα ποιμένα». Τὰ πρόβατα ποὺ δὲν ἔχουν ποιμένα ἁρπάζονται ἀπὸ τοὺς λύκους καὶ ἀπὸ τοὺς κλέφτες. Γι αὐτὸ καὶ λέγει τὸ «πατάξω τὸν ποιμένα καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα». Τὸ γνωρίζει ὁ διάβολος, γι αὐτὸ δημιουργεῖ σκάνδαλα, ὥστε νὰ πατάσσονται οἱ ποιμένες καὶ νὰ διασκορποῦνται τὰ πρόβατα, νὰ μὴ σώζονται δηλαδή. Ἂς μὴ λησμονοῦμε ὅτι μὲ συκοφαντίες καὶ σκάνδαλα συνελήφθη ὁ ἀρχιποιμένας Χριστὸς καὶ τὰ πρόβατα ἀπὸ «Ὠσαννά!» στὴν μία ἡμέρα, τὴν ἄλλη ἄρχισαν τὸ «Σταύρωσον αὐτόν»! Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ μοῖρα ὅλων τῶν ποιμένων-ἱερωμένων ὅλων τῶν ἐποχῶν: νὰ διώκονται, νὰ διαβάλλονται, γιὰ νὰ χωρίζει ὁ διάβολος τὸ ποίμνιο ἀπὸ τὸν ποιμένα καὶ νὰ μὴν ἐπέρχεται ἡ σωτηρία. Ἀλλὰ ἄς μὴ φοβούμαστε διότι τὴν διαβολὴ καὶ τὸ σκάνδαλο ὁ Θεὸς τὰ χρησιμοποιεῖ καὶ τὰ βγάζει σὲ καλό. Ὅπως καὶ ἡ λύπη τῆς Σταυρώσεως στὴν χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως μετεβλήθη. Ὅπως καὶ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου οἱ συκοφαντίες, οἱ ὁποῖες τὸν διέσυραν τόσο, ὥστε νὰ μὴν ἀξιωθεῖ ὡς Μητροπολίτης μιᾶς Μητροπόλεως καὶ συγκεκριμένου δικοῦ του ποιμνίου, μετεβλήθησαν σὲ Χάρη, ὥστε χιλιάδες ἄνθρωποι ποὺ προσφεύγουν στὶς πρεσβεῖες του νὰ σώζονται. Ἂς προσκυνοῦμε, λοιπόν, τὴν Παναγία μας, διότι δι αὐτῆς ἔχουμε τὴν ἔνσαρκον τοῦ Χριστοῦ παρουσία. [217]

218 [218]

219 Γ ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ «Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις Χαῖρε, ἀπογεννῶσα Λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις» Ἐὰν κανεὶς εἶναι πλανεμένος σημαίνει ὅτι ζεῖ στὸ ψέμα. Χρειάζεται τὴν Ἀλήθεια. Ἐὰν ἐπίσης κανεὶς εἶναι αἰχμάλωτος σημαίνει ὅτι ζεῖ στὴν σκλαβιά. Στερεῖται τὴν ἐλευθερία του. Σὲ κάθε ἐποχή, σὲ κάθε κοινωνία ἀνθρώπων ὁ κεντρικὸς στόχος τῶν ἰδανικῶν εἶναι ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ ἀλήθεια. Ἡ Ἀλήθεια ἐλευθερώνει ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ἐλευθερία. Φωτίζει ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ τὸν ἀποπροσανατολισμό. Διότι ἡ πλάνη εἶναι ἕνα μαῦρο φάσμα, ἕνα καρκίνωμα, τὸ ὁποῖο ὁδηγεῖ στὸν θάνατο. Εἶναι ἡ ἀρρώστια τοῦ θανάτου. Σὲ πλάνη βρισκόταν ὁ ἄνθρωπος ἀμέσως μετὰ τὴν πτώση του. Ὅσο κι ἂν ἔψαχνε ὁδηγό, δὲν ὑπῆρχε, ἀλλὰ καὶ τὸ σκοτάδι δὲν ἐπέτρεπε νὰ ὁδηγηθεῖ ξανὰ στὸν Παράδεισο. Γι αὐτὸ προχωροῦσε ἀπὸ πλάνη σὲ πλάνη. Ἀπὸ τὴν θεοποίηση στοιχείων τῆς φύσεως μέχρι φανταστικὲς κατασκηνώσεις θεῶν στὰ μέτρα τῆς φιλοσοφίας του καὶ τῆς πεπερασμένης του διάνοιας. Ὅσο κι ἂν προσπαθοῦσε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴν πλάνη ἄθελά του ἔπεφτε ἀπὸ τὸν ἕνα χαμένο δρόμο στὸν ἄλλο. Γι αὐτὸ καὶ ἦταν «ὁ λαὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει». Χαμένη ἡ Ἀλήθεια χρειαζόταν ὁδηγό, γιὰ νὰ ὁδηγήσει σ αὐτήν. Ἀλλὰ ἂν δὲν ἔχεις τὴν Ἀλήθεια δὲν μπορεῖς νὰ ἔχεις ἐλευθερία. «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθεια καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς». Τὸ ψέμα περιέχει τὴν σκλαβιά. Γίνεται κανεὶς σκλάβος τοῦ ψέματος. Ἄρα χωρὶς ἐλευθερία. Αἰχμάλωτος. Τὴν ἐλευθερία τὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο ἀμέσως μετὰ ποὺ τὸν ἔπλασε, ὡς μέγα δῶρο. Καὶ ἐλεύθερος εἶναι κανείς, ὅταν [219]

220 κινεῖται στὰ φυσικὰ δεδομένα τοῦ Θεοῦ στὰ ὁποῖα ἐπλάσθη. Ὅταν δηλαδὴ γίνεται δοῦλος τοῦ Θεοῦ, δοῦλος τοῦ καλοῦ, ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὸ κακό. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ἔπεσε στὸ κακό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παύσει νὰ δουλεύει τὰ τοῦ Θεοῦ. Ἄρα δοῦλος τῆς ἁμαρτίας. Δοῦλος καὶ σκλάβος στὰ ἔργα καὶ τὸ κράτος τοῦ διαβόλου. Ἀποτέλεσμα καὶ ἡ ἄλλη μορφὴ σκλαβιᾶς. Αὐτὴ ποὺ ὁ ἕνας ἄνθρωπος κάνει γιὰ τὸν ἄλλο. Αὐτὴ ποὺ μία κοινωνικὴ τάξη κάνει γιὰ τὴν ἄλλη. Αὐτὴ ποὺ ἕνα ἔθνος κάνει γιὰ ἕνα ἄλλο. Ἀγῶνες καὶ γιὰ τὴν μία ἐλευθερία ἀπὸ τὸν δυνάστη διάβολο, ἀγῶνες καὶ γιὰ τὴν ἄλλη ἐλευθερία τὴν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Πόθος καὶ πάθος καὶ θυσίες. Ποτάμι τὸ αἷμα ἔχει χυθεῖ γιὰ τὴν ἀπόκτηση καὶ διασφάλισή της. Διεκδίκηση δικαιωμάτων χωρὶς τελειωμό. Ποῦ εἶναι πραγματικὰ ὁ Ἐλευθερωτής; Ποῦ εἶναι ὁ Λυτρωτής; «Τῇ ἐλευθερίᾳ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε». Αὐτὸς ποὺ μπορεῖ νὰ δώσει ἐλευθερία εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος αὐτὸς πρωτίστως εἶναι ἐλεύθερος. Εἶναι ἀδύνατον οἱ ὑπάρχοντες δοῦλοι τῆς φθορᾶς, δοῦλοι τῶν παθῶν, δοῦλοι τοῦ κακοῦ, δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας νὰ δώσουν ἐλευθερία. Ὁ Χριστὸς εἶναι Λυτρωτής, διότι εἶναι Θεός. Εἶναι Θεάνθρωπος. Εἶναι ὁ νικητὴς τοῦ θανάτου. Εἶναι ὁ νικητὴς τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας. Δὲν ὑπόκειται στὴν φθορὰ καὶ τὰ πάθη. Εἶναι ὁ ὁδηγὸς τῆς Ἀλήθειας. Ἡ Ἀλήθεια. Εἶναι ἡ ὁδός, ἡ Ζωὴ στοὺς αἰχμαλώτους. Ἡ δὲ Παναγία μας εἶναι ἡ «κυοφοροῦσα» καὶ «ἀπογεννῶσα» τὸν ὁδηγὸν καὶ Λυτρωτὴν στοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶναι αἰχμάλωτοι καὶ πλανεμένοι. Ἀσφαλῶς, λοιπόν, τῆς ἀνήκουν εὐχαριστήρια, τῆς ἀνήκουν ἐφύμνια, τῆς ἀνήκει χαιρετισμός. Αὐτὸς ποὺ διὰ τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου τῆς προσφέρουμε. Στὶς [220]

221 Παρασκευὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀλλὰ καὶ κάθε μέρα. «Ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ὠδὰς ἂν προσφέρωμεν, οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον». Τίποτα δὲν ἀντιπροσφέρει στὴν μεγάλη της προσφορά κανένα δῶρο μας στὴν μεγάλη της δωρεά. Ἡ Παναγία μας διεφύλαξε κατὰ τρόπο λαμπρὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση της ἀνόθευτη ἀπὸ κάθε τι ξένο. Κανένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν ἦταν «καθαρὸς ἀπὸ ρύπου», ὅπως λέγει ὁ προφήτης. Αὐτὴ χωρὶς νὰ ἔχει γιὰ πόλη της τὸν Οὐρανό, «χωρὶς νὰ ἔχει γεννηθεῖ ἀπὸ τὰ Οὐράνια, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν Γῆ, ἀπὸ αὐτὸ τὸ γένος τὸ πεσμένο, μόνη αὐτὴ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἀντιστάθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὡς τὸ τέλος σὲ κάθε κακία» (Νικολ. Καβάσιλα, Ἡ Θεομήτωρ). Θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ρωτήσει. Πῶς μπόρεσε; Διότι δὲν τὴν δημιούργησε ὁ Θεὸς κατὰ τέτοιον τρόπο, ὥστε νὰ ζεῖ ἀναγκαστικὰ μὲ αὐτὸν τὸν πάναγνο τρόπο ζωῆς. Ἡ Ἀειπάρθενος νίκησε τὴν πρωτάκουστη καὶ θαυμαστὴ αὐτὴ νίκη χρησιμοποιώντας τὸν ἑαυτό της καὶ τὰ ὅπλα ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς. Ἔτσι, «ἡ Πανάμωμη μὲ τὰ φυσικὰ χαρίσματα καὶ τὴν ἀξιοποίησή τους, ἡ ἴδια ἔπλεξε στὸν ἑαυτό της αὐτὸ τὸ στεφάνι» (αὐτόθι). Τίποτα δὲν ἐμπόδισε τὸν Θεὸ νὰ κατέλθει καὶ νὰ σκηνώσει μέσα της μόλις χρειάστηκε. Πρὶν ἀπὸ τὴν Παρθένο σὲ ποιὸν ἄλλον ἄνθρωπο ὁ Θεὸς ἀπηύθυνε «Χαῖρε»; Σὲ κανένα. Καὶ ἂν ὁ Θεὸς τὴν χαιρετάει καὶ τὴν μακαρίζει, πόσο κι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πρέπει νὰ τῆς ἀπευθύνουμε χαιρετισμούς, ποὺ εὐεργετηθήκαμε ἀπὸ ΑΥΤΗΝ; Τῆς χρωστοῦμε τὴν ἐλευθερία μας. Τῆς χρωστοῦμε τὴν καθοδήγηση γιὰ νὰ ἐπιστρέψουμε στὸν Παράδεισο, τὸν ὁποῖον ἄνοιξε ὁ Υἱός της μετὰ τὴν συμφιλίωση ποὺ μᾶς ἔφερε μὲ τὸν Θεό. [221]

222 [222]

223 Δ ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ «Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε» Μέσα στὴν Ἐκκλησία μας μιλοῦμε, ἀναλύουμε, ἀλλὰ κυρίως καλούμαστε νὰ βιώσουμε αὐτὸ ποὺ λέμε πνευματικὴ ζωή. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ εἶναι ἡ ζωή μας ἐν τῷ Χριστῷ. Δηλαδὴ ἡ ἴδια ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ζωὴ τῆς πνευματικῆς σαρκός Του, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἕνας θησαυρὸς τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ παρθενία καὶ ἡ ἀγνότης. Ἐκεῖνος ποὺ ζεῖ παρθενικὰ γίνεται ἀγνός. Κι ἐκεῖνος ποὺ ζεῖ ἀγνὰ τηρεῖ παρθενία. Ἡ παρθενία εἶναι τὸ ίδεῶδες τοῦ μοναχισμοῦ. Ὑπόσχεση τῶν μοναχῶν εἶναι νὰ ζοῦν ἐν παρθενίᾳ. Ὅμως, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μιλᾶ καὶ γιὰ τὴν Παρθενία μέσα στὸ μυστήριο τοῦ γάμου. Ἐκείνοι ποὺ διατηροῦν τὴν κοίτη τοῦ γάμου ἀμόλυντη καὶ ἀμίαντη ζοῦν κι αὐτοὶ ἐν παρθενίᾳ. Παρὰ τὸ ὅτι ἀποκτοῦν παιδιά, λογίζονται παρθένοι καὶ στεφανώνονται μὲ τὸ στεφάνι τῆς παρθενίας. Ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ Ἀειπάρθενος. Εἶναι τὸ ἐγκαλώπισμα τῆς παρθενίας. Εἶναι ἡ ἀμόλυντος παστὰς τοῦ Λόγου. Τὸ ἀσάλευτον τεῖχος τῆς παρθενίας. Εἶναι ἡ λευκὴ περιστερά. Εἶναι ἡ πάναγνη. Γι αὐτὸ καὶ τὸ Πανάγιον Πνεῦμα «ἐπελεύσεται» σ αὐτὴν καὶ ἡ Δύναμη τοῦ Κυρίου τὴν ἐπισκιάζει. Ἡ ἀγνὴ καὶ παρθενικὴ ζωὴ προσελκύει τὸ Πανάγιον Πνεῦμα, τὸ Ὁποῖον μεταποιεῖ σὲ σκεῦος κάθε ἀγνὸ ἄνθρωπο. [223]

224 Κόρη τῆς Ναζαρέτ! Σεμνὴ καὶ ταπεινή. Μοναδικὴ ἐκπρόσωπος τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Σκεῦος τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ἀπέβης ἐκλεκτόν. Κατέστησες τὸν ἑαυτόν Σου ΑΞΙΟΝ, τῆς εἰδικῆς ἐνέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κόρη σεμνὴ καὶ ταπεινὴ τῆς Ναζαρέτ! Ἀμέτρητο τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, γονάτισε καὶ γονατίζει ἐμπρός Σου. Γιορτάζουν μ ἀγαλλίαση τὴν Μάννα τοῦ Φωτὸς τὴν Μάννα. Σκιρτοῦν ἀπὸ χαρὰ στὸν Εὐαγγελισμό Σου. Καὶ ψάλλουν ὕμνους ἐξοδίους στὴν Μετάστασή Σου. Μύριοι ναοὶ ἀνὰ τὸν κόσμον στ ὄνομά Σου. Μικροί, ἀπέριττοι ἢ μεγαλοπρεπεῖς, καθεδρικοὶ ἢ ταπεινὰ ἐρημοκκλήσια Σὲ τιμοῦν. Κόρη ἀγνή, σεμνὴ καὶ ταπεινή! Πόσα θυμιάματα, πόσα ἀναθήματα στὴν Χάρη Σου! Στὴν μητρική Σου ἀγάπη καταφεύγουμε. Ὧρες εὐγνωμοσύνης! Ὧρες θλίψης! Ὧρες τοῦ πάσχοντος! Ἀπ τὸ προσκέφαλο τοῦ ἀσθενοῦς. Αὐθόρμητη καὶ καρδιακὴ ἀκούγεται ἡ ἐπίκληση Γλυκειά μου Παναγία! Πάνσεμνη κόρη, πάναγνη τῆς Ναζαρέτ. [224]

225 [225]

226 ΣΤΟΝ ΑΚΑΘΙΣΤΟ ΥΜΝΟ Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος καθιερώθηκε κατὰ τρόπο ἐπίσημο καὶ πανηγυρικὸ στὶς Ἐκκλησίες μας τὸν 6 ο αἰ. Τότε μὲ τὴν νίκη τῶν Βυζαντινῶν ἐναντίον τῶν Ἀβάρων καὶ τῶν Περσῶν, παρὰ τὸ ὅτι ὁ αὐτοκράτορας Ἡράκλειος ἀπουσίαζε μὲ τὰ στρατεύματά του γιὰ κάποια πολεμικὴ ἐπιχείρηση, οἱ ἀνθρώπινες ἐλπίδες γιὰ νίκη ἦταν ἀνύπαρκτες. Γι αὐτὸ κατέφυγαν στὴν Παναγία μας καὶ διὰ τοῦ Πατριάρχου Σεργίου ἔκαναν δεήσεις πρὸς τὴν Παναγία, καθὼς καὶ λιτανεύσεις γύρω ἀπὸ τὰ τείχη, ὅπου ἦταν οἱ λίγοι μαχητές. Ξαφνικὰ ἕνας φοβερὸς ἀνεμοστρόβιλος κατέστρεψε τὸν στόλο τῶν Περσῶν καὶ τῶν Ἀβάρων κι ἔτσι ἀναγκάσθηκαν νὰ λύσουν τὴν πολιορκία καὶ νὰ φύγουν ἄπρακτοι. Τὸ θαῦμα τῆς Παναγίας ἦταν ὁλοφάνερο. Ὁ τύπος τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου λέγεται Κοντάκιον. Ἕως τὸν 9 ο αἰ. οἱ ὕμνοι ἦταν Κοντάκια. Κυριότερος ἐκπρόσωπος τῶν Κοντακίων ἦταν ὁ Ρωμανὸς ὁ Μελωδός, ὁ ὁποῖος ἔγραψε περὶ τὰ χίλια Κοντάκια. Ἀπὸ τὸν 9 ο αἰ. καὶ μετὰ ἐμφανίζεται ὁ ἄλλος τύπος τῶν ὕμνων, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Κανόνας. Ὁ Κανόνας ἐπεκράτησε στὶς Ἀκολουθίες καὶ ὅπως γνωρίζουμε εἶναι σειρὲς τροπαρίων μὲ τὶς ἐννέα ὠδές. Τὸ Κοντάκιο περιέχει τὸ Προοίμιον, τοὺς οἴκους καὶ τὸ ἐφύμνιον. Στὴν περίπτωση τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου ἔχουμε ὡς Προοίμιον: «Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει», τὸ ὁποῖο εἶναι κὰι τὸ πρῶτο καὶ ἀρχαιότερο. Ἀργότερα καὶ προφανῶς μετὰ τὴν νίκη πρὸς τοὺς Ἀβάρους ἐγράφη καὶ τὸ δεύτερο, τὸ ὁποῖο εἶναι: «Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ». Μετὰ τὸ Προοίμιον ὑπάρχουν οἱ 24 οἶκοι, ἕνας γιὰ κάθε γράμμα τῆς ἀλφαβήτου, ἐνῶ ὑπάρχουν καὶ δύο ἐφύμνια, τὰ ὁποῖα εἶναι τὸ «Χαῖρε νύμφη ἀνύμφευτε», καθὼς καὶ τὸ [226]

227 «Ἀλληλούια». Τὰ ἐφύμνια λέγονται ἐναλλὰξ καὶ ἀρχικὰ τὰ ἐπανελάμβανε ὁ λαός. Τὸ ὄνομα «Κοντάκιον» ὀφείλεται στὸ κοντὸ ξύλο, ὅπου τυλιγόταν τὸ χαρτί, ἡ μεμβράνη τότε, τὸ ὁποῖο περιεῖχε τὸν ὕμνο. Ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου ψάλλεται τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τμηματικὰ σὲ τέσσερις στάσεις καὶ ὅλη μαζὶ τὴν πέμπτη Παρασκευή. Στὴν Ἀκολουθία αὐτὴ τὸν 9 ο αἰ. συμπεριελήφθη καὶ Κανόνας. Ἔτσι, ἔχουμε τὸ Κοντάκιο καὶ τὸν Κανόνα μαζί. Ὁ Κανόνας ἀποτελεῖται ἀπὸ 37 τροπάρια κι ἔχει 8 ὠδές. Εἶναι δὲ ποίημα τοῦ Ἰωσὴφ τῆς Σικελίας. Ὁ Κανόνας αὐτὸς εἶναι πανηγυρικότατος, ὡραιότατος, ποιητικὸ ἀριστούργημα. Εἶναι χαρακτηριστικὰ τὰ κοσμητικὰ ἐπίθετα πρὸς τὴν Παναγία: «ἀγνείας θησαύρισμα», «παλάτιον τοῦ μόνου Βασιλέως», «Φωτὸς κατοικητήριον», «πυρίμορφον ὄχημα», «ἄφλεκτος βάτος», «ράβδος μυστική», «στύλος πύρινος», «ὕψος ἄρρητον», «ἀκατανόητον βάθος», «ἔμψυχος Παράδεισος», «ἱλαστήριον τοῦ κόσμου» καὶ ἄλλα. Ἡ εἰκόνα στὴν ὁποία ἀπεδόθη ἡ νίκη τῶν Βυζαντινῶν καὶ τὴν ὁποία περιόδευσε ὁ Πατριάρχης Σέργιος στὰ τείχη τῆς Πόλεως καὶ στὴν ὁποία ἔψαλαν στὴν συνέχεια ὅλοι μαζὶ τὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο, βρίσκεται σήμερα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Διονυσίου. Δωρήθηκε τὸ 1375 στὸν κτήτορα τῆς Μονῆς ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἀλέξιο Κομνηνὸ Γ. Εἶναι μικρὴ φορητὴ εἰκόνα ἀπὸ κηρομαστίχη μὲ ἀλλοιωμένα τὰ χαρακτηρηστικὰ ἐξ αἰτίας τοῦ χρόνου, ἡ ὁποία ὅμως εἶναι θαυματουργὴ καὶ πολλὲς φορὲς ἔχει ἀναβλύσει μύρο. Βρίσκεται ἐντὸς τοῦ Καθολικοῦ, ἀλλὰ σὲ ξεχωριστὸ Παρεκκλήσιο, ποὺ πανηγυρίζει κάθε χρόνο τὸ Σάββατο τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου. Κάποτε, τὸν 16 ο αἰ., τὴν ἔκλεψαν πειρατές. Στὴν ἀναχώρησή τους ἔπιασε φουρτούνα. Θυμήθηκαν τὴν εἰκόνα, τὴν ὁποία εἶχαν κλείσει σὲ ἕνα μπαοῦλο. Ὁ καπετάνιος πῆγε καὶ τὴν πῆρε. Ἡ ἁγία εἰκόνα βρισκόταν λουσμένη σὲ εὐωδέστατο μύρο, τὸ ὁποῖο [227]

228 ἕρρεε συνεχῶς. Ἀποφάσισαν τὴν ἐπιστροφή της, ἐνῶ ὁ ἄνεμος ἀμέσως κόπασε. Ὅλοι οἱ κουρσάροι ἔγιναν Χριστιανοί, ἐνῶ οἱ περισσότεροι ἔμειναν στὸ μοναστήρι καὶ ἔγιναν μοναχοί. Πάμπολλα τὰ θαύματα ποὺ ἔχει κάνει ἡ Παναγία μας διὰ μέσου αὐτῆς τῆς εἰκόνας της καὶ ποὺ συνεχίζει νὰ κάνει. Ὁλοφάνερα ὅμως καταδεικνύει ἡ Παναγία μας ὅτι εἶναι τὸ «ἱλαστήριον» τοῦ κόσμου. Ἱλαστήριο ἦταν τὸ σκέπασμα τῆς Κιβωτοῦ τῆς Διαθήκης. Πάνω σ αὐτὸ τὸ Ἱλαστήριο ὁ Θεὸς φανέρωνε τὸν ἑαυτό του καὶ μιλοῦσε στὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό. Πάνω στὸ Ἱλαστήριο ράντιζαν μὲ τὸ αἷμα τῶν θυσιαζομένων ζώων, γιὰ νὰ ἐξιλεωθοῦν οἱ ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ. Ἡ Παναγία μας ὀνομάζεται ἱλαστήριον, διότι α) μέσῳ αὐτῆς φανερώθηκε ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς μίλησε καὶ β) μὲ τὸ Αἷμα ποὺ πῆρε ὀ Κύριος ἀπὸ ἐκείνην ἔγινε θυσία γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Ἔγινε ἱλαστήριον γιὰ ἐμᾶς. Τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μᾶς καθαρίζει ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. «Αὐτὸς ἱλασμός ἐστι περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν» (Α Ἰωάνν. α 7 καὶ β 2). Ἡ Παναγία μας εἶναι Χαριτωμένη. Ἔλαβε ὡς Μητέρα τοῦ Χριστοῦ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄνθρωπο εὐλογίες καὶ Χάριτες. Εἶναι Κεχαριτωμένη. Παρὰ ταῦτα μ ὅλο ποὺ εἶχε ὅλο τὸ πλήρωμα τῶν Χαρίτων δὲν ἐπέτρεψε στὸν ἑαυτό της νὰ δεχθεῖ λογισμοὺς ὑπερηφανείας. Π.χ. δὲν μίλησε, ὡς λέγουν οἱ Πατέρες, ποτὲ στὸν Ἰωσὴφ γιὰ τὴν Χάρη ποὺ βρῆκε στὸν Εὐαγγελισμὸ μὲ κίνδυνο νὰ νομισθεῖ κλεψίγαμος καὶ νὰ ὁδηγηθεῖ σὲ λιθοβολισμό. Ἂν καὶ εἶχε στὴν γαστέρα της τὸν Δημιουργὸ τῶν πάντων, δὲν φούσκωνε ἀπὸ ἔπαρση μήτε κόμπαζε. Ὅταν ὁ νοῦς στοχάζεται τὴν ταπείνωση τῆς Παναγίας, ἀπορεῖ!! Ἂς τὴν προσκυνοῦμε καὶ ἂς παρακαλοῦμε νὰ γίνεται γιὰ ἐμᾶς λιμάνι καὶ ὁρμητήριο στὸ πέλαγος τῶν θλίψεων καὶ στὰ σκάνδαλα τοῦ πολεμήτορος. [228]

229 ΜΕΡΟΣ Ε ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΓΙΩΝ [229]

230 ΠΕΡΙ ΑΓΙΩΝ Μία πολὺ σημαντικὴ παραγγελία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἡ ὁποία δὲν ἔχει ἁπλῶς ἠθικὸ ἐνδιαφέρον, ἀλλὰ οὐσιαστικό, εἶναι τὸ «Ἅγιοι γίγνεσθε, ὅτι ἅγιος εἰμι» (Α Πέτρ. α 16). Ὁ μόνος Ἅγιος εἶναι ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος ἀναπαύεται στοὺς Ἁγίους, «ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος». Δὲν μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ κατοικήσει, νὰ ἐνοικήσει εἰ μὴ μόνον στοὺς Ἁγίους. Τὶ σημαίνει ὅμως Ἁγιος; Πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ ἁγιάσει; Ἐδῶ θὰ χρειαζόταν νὰ ἔχουμε μπροστά μας τὸν Συναξαριστὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ βιβλίο δηλαδὴ ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖται ἀπὸ 12 τόμους καὶ γράφει γιὰ κάθε ἡμέρα τοὺς ἁγίους ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει, καθὼς ἐπίσης καὶ ποιὰ εἶναι ἡ ζωή των. «Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου». «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων» (Ματθ. ε 14, 16). Ἔτσι εἶπε ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιό Του γιὰ ὅλους ἐκείνους ποὺ Τὸν ἀκολούθησαν καὶ Τὸν ἀκολουθοῦν. Ἔτσι, ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἔλλαμψαν ἐν τῷ κόσμῳ. Ὑπάρχουν τὰ φυσικὰ καὶ ὁρώμενα πράγματα. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ τὰ ἀόρατα καὶ ὑπερφυσικά, τὰ ὁποῖα ἀποσιωπῶνται καὶ ἀποκρύπτονται. Βλέποντες τὰ ὁρατὰ μὲ προσοχὴ ἀνακαλύπτουμε, διακρίνουμε τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, τὶς ὁποῖες συνειδητοποιοῦντες ἀνάγεται ἡ διάνοιά μας πρὸς τὸ Θεῖον ὕψος. Ἀρχίζουμε πλέον νὰ θεωροῦμε μὲ τοὺς νοεροὺς ὀφθαλμοὺς τὸν κατ οὐσίαν Ἀθεώρητον καὶ Ἀόρατον, παρὰ τὰ ἐμπόδια ἀπὸ τὴν ὁρμὴ τῆς φύσεως. Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ξέφυγαν ἀπὸ τὰ στενὰ ὅρια τῆς κτιστῆς φύσεως καὶ ἔνοιωσαν νὰ συναρπάζονται ἀπὸ τὰ [230]

231 κρυπτόμενα μὲν ἀλλὰ ἀληθινότατα καὶ πράγματι ὑπαρκτά. Οἱ ἄθλοι τους, τὰ ἀνδραγαθήματά τους ὑπῆρξαν τόσο ὑπερφυῆ, ὥστε νὰ ἐκπλήττουν ὅλους ἐμᾶς ποὺ δὲν ἐννοοῦμε νὰ ἀφήσουμε καὶ λίγο τὰ γήινα καὶ νὰ φτερουγίσουμε στὰ οὐράνια. Ἐξ ἄλλου, ὅλοι οἱ Ἅγιοι διὰ τῆς ζωῆς των εἶχαν πατρίδα τὴν Γῆ καὶ τὰ ἐπίγεια καὶ ζοῦσαν ὅπως ὅλοι μας. Ὅμως, καταφρονοῦσαν τὰ χαμερπῆ καὶ ἁμαρτωλὰ καὶ σπούδαζαν νὰ φθάσουν τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, τὴν νοητὴ Σιών. Ἐκεῖ γάρ ἐστι ἦχος ἑορταζόντων καὶ ἡδονὴ ἄφραστος καὶ ἀπέραντος. Στὰ σεπτὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων μας ἑνώνονται πλέον τὰ ὁρατὰ μὲ τὰ ἀόρατα. Συμφιλιοῦνται ἀδιάσπαστα τὰ γήινα καὶ κτιστά, τὰ φυσικὰ καὶ φθαρτὰ μὲ τὰ Οὐράνια καὶ Ἄκτιστα. Μὲ τὰ ὑπερφυσικὰ καὶ ἄφθαρτα. Ἐμεῖς μὲ εὐλάβεια ἑορτάζουμε τὸν θρίαμβο. Μὲ πόθο παρακαλοῦμε γιὰ τὰ αἰώνια. Ὁμολογοῦμε τὴν ἀδυναμία μας μπροστὰ στὴν ὑπερ-ἄνθρωπη ἄθληση. Συνειδητοποιοῦμε τὴν ἀσθένειά μας κι ἀνευφημοῦμε τοὺς στεφανίτες καὶ ἐνδόξους ἁγίους μας. Διαφέρει ἡ τροπόσφαιρα τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν δική μας ἀτμόσφαιρα. Ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ἴσως εἶναι σιωπή. Κι ὅμως αὐτὴ ἡ σιωπηρὴ αὔρα τῆς Θείας Παρουσίας εἶναι ὁ ἄντίλαλος. Ὁ πιστὸς λόγος φέρει τὸν θεϊκὸ ἀντίλογο. Συνήθως διατάσσουν οἱ ἄνθρωποι. Ποτὲ ὁ Θεός. Εἶναι ἐλεύθερα τὰ πλάσματά Του νὰ Τὸν ἀρνηθοῦν, νὰ Τὸν ἀπορρίψουν, νὰ γίνουν πιστοὶ ποὺ εἶναι οὐσιαστικὰ ἄπιστοι. Στὴν ὑπέρβαση τῆς λογικῆς συναντοῦμε τὴν πίστη. Καὶ ἡ πίστη στὴν τελευταία της ἀνάλυση εἶναι ἡ προσφερόμενη ἀγάπη. Τὶ ἄλλο εἶναι τὸ μαρτύριο; Αὐτὴν τὴν πίστη τῶν μαρτύρων διατρανώνει καὶ διαλαλεῖ ἡ Ἐκκλησία στὴν μνήμη των. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ποὺ ὑπῆρξε μεγάλος ἐγκωμιαστὴς τῶν μαρτύρων ἐρωτᾶ: «Ποιὰ εἶναι ἡ καλύτερη τιμὴ γιὰ ἕνα [231]

232 μάρτυρα»; Καὶ ἀμέσως δίδει τὴν ἀπάντηση: «Τιμὴ μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος». «Ἐμιμήσω μάρτυρα; Ἐζήλωσας αὐτοῦ τὴν ἀρετήν; Ἔδραμες κατ ἴχνος αὐτοῦ τῆς φιλοσοφίας»; Τὶ εἶναι προτιμότερο; Νὰ στολίσουμε τὴν εἰκόνα ἑνὸς ἁγίου μὲ λουλούδια ἢ νὰ γίνουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἀντίγραφα τῆς μυροβόλου εἰκόνας του; Ἂν περιορισθοῦμε στὸν στολισμὸ τῆς εἰκόνας του καὶ τοῦ ναοῦ του, καλὸ ἔργο ὁπωσδήποτε θὰ κάνουμε, ἀλλὰ μόνο γιὰ μία ἡμέρα. Ἂν ὅμως στολίσουμε την ζωή μας μὲ τὴν μίμηση τῆς ζωῆς τῶν ἁγίων, τότε τελοῦμε καθημερινὰ τὴν μνήμη τους. Οἱ μάρτυρες μὲ τὸν ἑκούσιο μαρτυρικό τους θάνατο συμπάσχουν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ συσταυρώνονται. Καὶ ἀφοῦ συμπάσχουν, ἄρα καὶ συνδοξάζονται στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ὅπως ὁ ἀθλητὴς μὲ τοὺς ἀγῶνες καὶ τὸν ἀντίπαλο παίρνει τὸ βραβεῖο, ἔτσι καὶ οἰ μάρτυρες εἶναι «οἱ καλῶς ἀθλήσαντες καὶ στεφανωθέντες». Βεβαίως, ἡ κοινωνία, ὁ κόσμος δὲν τιμᾶ τοὺς ἠθικοὺς καὶ τίμιους ἀγωνιστές. Ὁ σοφὸς Σολωμὼν ἔλεγε ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἀποκαλοῦν «δύσχρηστον» τὸν ἐνάρετο κὰι δίκαιο, διότι μὲ τὸ παράδειγμά του ἐλέγχει τοὺς κακούς. Πάντως ὡς Χριστιανοὶ ποὺ εἴμαστε δὲν δικαιολογοῦνται λιποταξίες ἀπὸ τὸ χριστιανικὸ χρέος. Οἱ χριστιανικὲς ἀρχὲς πρέπει νὰ κρατηθοῦν ψηλὰ καὶ νὰ μὴν ὑποσταλοῦν ποτέ. Τὸ χριστιανικὸ φρόνημα παρ ὅλη τὴν πάλη πρὸς τὸ κοσμικὸ πνεῦμα οὐ παύεται τοῦ καλοῦ ἀγῶνος. Εἴθε τὸ παράδειγμα τῶν ἁγίων μας φωτιζόμενο ἀπὸ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ νὰ ὁδηγεῖ πολλοὺς πρὸς τὴν «στενὴν καὶ τεθλιμμένην ὁδόν», ἀλλὰ τὴν «ἀπάγουσαν εἰς τὴν ζωήν». [232]

233 [233]

234 ΙΕΡΕΣ ΠΑΡΑΚΛΗΣΕΙΣ «Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἡμῶν» Ὑπάρχουν τρία εἴδη προσευχῶν: ἡ Παράκληση, ἡ Δοξολογία καὶ ἡ Εὐχαριστία. Στὴν Παράκληση ὑμνώντας τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους Του Τὸν παρακαλοῦμε νὰ δώσει ἔλεος. Ἄνευ ἐλέους σωτηρία δὲν ὑπάρχει. Οἱ Ἅγιοι μεσιτεύουν ὡς ἔχοντες παρρησία πρὸς τὸν Κύριο νὰ ἔχουμε ἱλασμὸ τῶν πταισμάτων καὶ τὸ θεῖον ἔλεος. Ἀπολαμβάνοντες τὸ θεῖο ἔλεος ἔχουμε δύο καλά. Πρῶτον, τὸ κέρδος τῆς αἰωνιότητος κὰι δεύτερον, στὸν παρόντα κόσμο προστασία, σκέπη, διέξοδο στὰ πάσης φύσεως ἀδιέξοδα τῆς ζωῆς. Μία ἱερὰ Παράκληση τελουμένη μὲ πίστη, μὲ εὐλάβεια γιὰ ἕνα ὁποιοδήποτε αἴτημα ἔχει ὁπωσδήποτε ἀπάντηση. Ἔχουμε περιπτώσεις ἀνιάτων ἀσθενῶν, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν καλὰ κατόπιν Ἱερᾶς Παρακλήσεως. Ἔχουμε περιπτώσεις προστασίας καὶ φύλαξης ἀνθρώπων ἀπὸ ἀτυχήματα, ἀπὸ καταστάσεις μπερδεμένες καὶ δύσκολες καὶ τὰ ἀποτελέσματα ἐκ τῆς Παρακλήσεως εἶναι ὄντως πρὸς κατάπληξιν ὅλων. Θὰ μπορούσαμε νὰ ἀναφέρουμε πάμπολλα περιστατικά. Μάννα ποὺ ἀρρώσταιναν τὰ παιδιά της κατέβαζε τὸν πυρετό τους μὲ τὴν Παράκληση στὴν Παναγία. Στὸν Ἅγιο Νεκτάριο στὴν Αἴγινα εἶναι πολλὰ τὰ θαύματα ποὺ συνέβησαν καὶ συμβαίνουν κατὰ τὴν διάρκεια ποὺ ἔψάλλετο ἡ Παράκληση. Στὰ τελευταῖα χρόνια παραλυτικὸς σηκώθηκε τὴν στιγμὴ ἀκριβῶς ποὺ ἐψάλλετο Παράκληση. Ἀφάνταστη ἄνευ ὑπερβολὴς εἶναι ἡ δύναμη τῆς Παρακλήσεως. Πέρα ὅμως ἀπὸ τὰ συγκεκριμένα περιστατικά, κάθε Παράκληση ποὺ τελεῖται ἀποτελεῖ μία πνευματικὴ ἐπένδυση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καταγράφεται στὸν Οὐρανό. Ὑπάρχουν, [234]

235 λοιπόν, καταγεγραμμένες ὅλες αὐτὲς οἱ χιλιάδες Παρακλήσεις, ὅπως θὰ ὑπῆρχε γιὰ παράδειγμα τὸ μαζεμένο νερὸ σὲ μία μεγάλη δεξαμενή, ἡ ὁποία εἶναι ἕτοιμη μόλις παραστεῖ ἀνάγκη νὰ τὴν ἀνοίξεις καὶ νὰ ποτίσεις διψασμένα χωράφια. Ἂν παραστεῖ ἀνάγκη, νὰ εἴμαστε σίγουροι ὅτι ὑπάρχει στὸν Οὐρανὸ κατάθεση ἐλέους καὶ προστασίας γιὰ ὅλους μας ἕνεκα τῶν Παρακλήσεων καὶ τῶν μνημονευμάτων σ αὐτὲς «ὑπὲρ ὑγείας, σωτηρίας, θείας βοηθείας». Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας λέγουν ὅτι ἔχει μεγάλη σημασία στὴν ζωή μας νὰ διατηρήσουμε ἐπὶ καθημερινῆς βάσεως συνάντηση μὲ τὴν Θεία Χάρη. Αὐτὴ ἡ συνάντηση, ὅταν γίνεται ἀνελιπῶς, χωρὶς νὰ ξεχνοῦμε τὸ ραντεβοῦ μας ἔχει τεράστιες δυνάμεις καὶ δυνατότητες. Αὐτὴ ἡ συνάντηση εἶναι μία πράξη ποὺ φέρνει τὸ βίωμα καὶ ἀποτελεῖ μία στάση. Δὲν περιστοιχιζόμαστε μόνο ἀπὸ ὁρατὰ πράγματα, ἀλλὰ εἴμαστε βουτηγμένοι μέσα σὲ ἀόρατα καὶ εἴμαστε διαποτισμένοι ἀπὸ αὐτά. Ὁ ἀόρατος κόσμος εἶναι ἡ ὕψιστη καὶ κορυφαία πραγματικότητα καὶ ἡ ἐσώτατή μας ἀλήθεια. Στὰ γεωμετρικὰ μεγέθη δὲν ὑπάρχει ἐσωτερικότητα. Τὰ ὅριά τους εἶναι πεπερασμένα. Ὁ κόσμος τέτοιων μορφῶν εἶναι δυνατὸν νὰ πολλαπλασιασθεῖ, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἐπεκταθεῖ σὲ βάθος. Εἶναι ἀνοιχτὴ στὸ μὴ ὁρατό. Ὄχι στὸ μὴ ὁρατὸ τῆς ψυχολογίας τοῦ βάθους, ἀλλὰ στὸ ἄπειρο μὴ ὁρατό, στὸν δημιουργικὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ, στὸν Θεὸ τὸν ἴδιο. Οἱ ἱερὲς Παρακλήσεις μας ρυθμίζουν μία τριπλὴ σχέση. Τὴν σχέση ἀνάμεσα στὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁρατὸ κόσμο καὶ τὸ ἀόρατο ἄγνωστο μὲν, ἀποκαλυπτόμενο ὅμως διὰ μέσου τούτων τῶν ἱερῶν πράξεων. Εἶναι θλιβερὸ νὰ εἴμαστε τυφλοὶ καὶ νὰ μὴ μποροῦμε νὰ ζήσουμε τὴν πληρότητα τῆς κλήσεώς μας καὶ νὰ παγιδευόμαστε μέσα στὰ στενὰ ὅριά μας. Οἱ ἱερὲς Παρακλήσεις [235]

236 δίδουν βιώματα οὐράνιας ἐμπειρίας καὶ χαρίζουν μία νέα θεώρηση τοῦ κόσμου. Σὲ στιγμὲς δοκιμασίας τῆς ἑλληνικῆς ὀρθοδόξου φυλῆς μας ἐτελοῦντο ἀκαταπαύστως ἱερὲς Παρακλήσεις γιὰ τὴν ἐπίκληση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν προστασία ἀπὸ κάθε κακό, κυρίως ἐκ τοῦ πολέμου καὶ κατακτητῶν ἀσεβῶν προερχόμενο. Παρακλήσεις ἀπευθυνόμενες στὴν Παναγία καὶ τόσους Ἁγίους ποὺ ἔχουμε προστάτες καὶ πολιούχους κατὰ τόπους μὲ ἱστορίες ἀγάπης καὶ θαυμάτων. Τοὺς ἐμπιστευόμαστε, τοὺς γνωρίζουμε καὶ μαζευόμαστε γύρω τους. Καθορίζουμε ἔτσι τὸ ἦθος μας καὶ γράφουμε τὸν Πολιτισμό μας, ὁ ὁποῖος ἐμπνέεται ἀπὸ τὰ ὀρθόδοξα ίδεώδη τῆς Πίστεώς μας, τῆς πίστεως τῶν πατέρων μας. Αὐτὸς ὁ πολιτισμὸς μᾶς ὠθεῖ νὰ ἀνάβουμε καντήλι, νὰ καῖμε θυμίαμα καὶ νὰ ζυμώνουμε πρόσφορο. Αὐτὸς ὁ πολιτισμὸς μᾶς ὠθεῖ νὰ κάνουμε τὸν σταυρό μας στρέφοντας ἔτσι νοῦ καὶ καρδιὰ στὸν Θεό. Ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ἕνας μεγάλος μεταξὺ τῶν μεγάλων ἢ ἕνα μεγάλο μέγεθος ἂνάμεσα στὰ ἄλλα, εἶναι Μοναδικός. Ὄχι ἐπειδὴ εἶναι ὁ «ἐξυπνότερος» ἢ ὁ δυναμικότερος, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶναι ὁ Θεάνθρωπος. Ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι κουβαλητὴς μιᾶς ἰδέας ἢ ἑνὸς συστήματος. Εἶναι «ἡ Ζωὴ καὶ ἡ Ἀλήθεια». Αὐτὸν τὸν πολιτισμὸ τῆς Ζωῆς καὶ τῆς Ἀληθείας κρατᾶμε στὰ χέρια μας. Τὸν πολιτισμὸ ποὺ ὑπάρχει μὲ τὸν Ἱερὸ Ναὸ στὴν μέση καὶ γύρω ἀπὸ αὐτὸν νὰ ζεῖ, νὰ κινεῖται, νὰ δρᾶ καὶ νὰ δημιουργεῖ ὁ λαός. Κάθε μία ὑλικὴ ἀπασχόληση παίρνει πνευματικὴ ὑπόσταση. Δὲν χωρίζεται ἡ καθημερινὴ ζωὴ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωή. Τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα εἶναι λειτουργικά. Ἡ ἀγωγὴ καὶ τὸ ἦθος εἶναι τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχει μία Ἱστορία στὸ Γεροντικό: «Κάποιος ἀσκητὴς συναντᾶ στὰ βουνὰ κάποιον ἄλλον ἀσκητὴ καὶ ἀρχίζουν μία [236]

237 συζήτηση, στὴν διάρκεια τῆς ὁποίας ἐντυπωσιασμένος ὁ ἐπισκέπτης ρωτᾶ τὸν συνομιλητή του. Γέροντα, ποιὸς σὲ δίδαξε νὰ παρακαλεῖς ἀδιάκοπα τὸν Θεό; Δὲν θὰ τὸ ἔλεγα στὸν καθένα, ἀλλὰ σ ἐσένα θὰ τὸ πῶ, πὼς ἀληθινὰ ἦταν οἱ δαίμονες, ἀπάντησε ὁ ἀσκητής». Σ ἐμᾶς ποιὸς ἔδωσε τὴν ἀφορμὴ τῶν ἱερῶν Παρακλήσεων; Οἱ ποικίλοι πειρασμοὶ τῆς καθημερινῆς ζωῆς πολὺ συχνά. Στὴν ζωή μας δὲν θὰ παύσουμε ποτὲ νὰ ἔχουμε πειρασμούς ποὺ νὰ μᾶς ἀνασταστώνουν. Ἂς κάνουμε, λοιπόν, αὐτοὺς τοὺς πειρασμοὺς αἰτίες γιὰ Παράκληση στὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους Του. Ἂς θυμηθοῦμε ἐπίσης τὴν θύελλα στὴν θάλασσα τῆς Τιβεριάδος. Ὁ Χριστὸς καὶ οἱ μαθητές Του ἔχουν ξανοιχθεῖ στὰ βαθειά. Ἐνῶ ὁ Χριστὸς κοιμᾶται, ξεσηκώνεται μία κατιγίδα. Τὰ κύματα εἶναι τεράστια καὶ οἱ ἄνεμοι τοὺς κλυδωνίζουν. Ὁ θάνατος παραμονεύει. Τὶ νὰ κάνουν; Τὶ ἄλλο; Ἀπευθύνονται στὸν Χριστό. «Κύριε, σῶσον ἡμᾶς, ἀπολλύμεθα» (Ματθ. η 25). Ὁ Κύριος ξυπνᾶ, εἰσακούει τὴν Παράκληση τῶν μαθητῶν, στρέφεται πρὸς τὴν θάλασσα καὶ μὲ ἕνα Λόγο Του σταματᾶ τὴν θύελλα. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ θύελλες συχνὰ μποροῦν νὰ πλησιάζουν τὴν ζωή μας. Μία Παράκληση δὲν εἶναι παρὰ ὁ ἴδιος ὁ λόγος τῶν μαθητῶν: «Κύριε, σῶσον ἡμᾶς ἀπολλύμεθα». Καὶ ὁ Χριστὸς θὰ δώσει νὰ ἔρθει σ ἐμᾶς τὸ προσωπικὸ γαλήνεμα. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Ἰησοῦ Χριστῷ» (Φιλιππ. Δ 13). Τὰ πάντα μᾶς εἶναι μπορετὰ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ Παρακλήσεις δὲν εἶναι μία δραστηριότητα. Ἡ κινητήρια δύναμή τους εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι τὸ ἴδιο τὸ «εἶναι» ἐκείνων ποὺ τὴν τελοῦν καὶ ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα τους, τὸ Ὁποῖο τὰ πάντα πληροῖ καὶ τὰ ὁδηγεῖ στὴν ὁλοκλήρωσή τους. [237]

238 ΣΥΝΑΞΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΜΕΙΖΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΩΝ 7 Ἰανουαρίου Νὰ ἐγκωμιάσουμε τὸν Ἰωάννη Πρόδρομο καὶ Βαπτιστή; Ἀλλὰ πῶς; Μόνο τὸ ἐγκώμιο τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νὰ ἐπαναλάβουμε. Ἐνῶ ὁ Ἰωάννης βρισκόταν μέσα στὴν φυλακή καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀκόνιζαν τὰ σπαθιά τους νὰ τοῦ κόψουν τὸ κεφάλι, ὁ Θεάνθρωπος τοῦ πλέκει τὸ ὡραιότερο στεφάνι. Τὸν ὀνομάζει προφήτη. Καὶ κάτι παραπάνω. Τὸν ὀνομάζει «περισσότερον προφήτου»: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ» (Ματθ. ια 11). Τὸν ὀνομάζει ἀνώτερο καὶ μεγαλύτερο ἀπ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ μέχρι τότε εἶχαν γεννηθεῖ. Ὅταν ἔχουμε, λοιπόν, τέτοιο ἐγκώμιο ἀπὸ τὸ ἀψευδὲς στόμα τοῦ Κυρίου, τὶ μποροῦν νὰ προσθέσουν τὰ δικά μας ἐγκώμια; Οἱ ἄλλοι προφῆτες προφήτευσαν μόνο. Ὁ Ἰωάννης καὶ προφήτευσε καὶ προφητεύθηκε. Τὸν προφήτευσαν ὁ Προφήτης Μαλαχίας καὶ ὁ Προφήτης Ἡσαΐας. Δὲν πρόλαβε νὰ γνωρίσει τὴν κακία καὶ τὴν πονηρία. Πρὶν νὰ γνωρίσει ὅτι ὑπάρχει κακό, εἶχε ἤδη κάνει τὴν μεγάλη ἐκλογή. Εἶχε ἐκλέξει τὴν ἁγιότητα τῆς ἀληθείας. Ἦταν ἔνσαρκος ἄγγελος. Τὸν προφήτευσε ὁ Ἄγγελος Γαβριήλ, ὅταν ἀπεστάλη στὸν Ζαχαρία νὰ εὐαγγελισθεῖ τὴν θαυμαστὴ γέννηση τοῦ Ἰωάννου. Ὁ ἕνας ἄγγελος μιλάει προφητικὰ γιὰ τὸν ἄλλο ἄγγελο. Τὸν ὀνομάζει «μέγα»: «Ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου» (Λουκ. α 15). Οἱ ἄνθρωποι δίνουν τὸν τίτλο τοῦ μεγάλου σὲ ὅσους [238]

239 διαπρέπουν στὸν στίβο τοῦ πολέμου, τῆς ἐπιστήμης ἢ τῶν γραμμάτων. Ὁ ἄγγελος, ὅμως, δίδει τὸν τίτλο τοῦ μεγάλου σ ἕνα ἐρημίτη. Σ ἐκεῖνον ποὺ διέπρεψε στὸν στίβο τῆς ἁγιότητος. Τὸν προφήτευσε καὶ ὁ πατέρας του, ὁ ἱερεὺς Ζαχαρίας καὶ εἶπε τὸ γνωστὸ ποὺ ἔχει γραφεῖ στὸ κατὰ Λουκᾶ Εὐαγγέλιο: «Καὶ σύ, παιδίον, προφήτης ὑψίστου κληθήσῃ προπορεύσῃ γὰρ πρὸ προσώπου Κυρίου, ἑτοιμάσαι ὁδοὺς αὐτοῦ (Λουκ. α 76). Ὅλοι οἱ προφῆτες μίλησαν μὲ τὸ στόμα τους στὸ προφητικὸ ἔργο ποὺ έκλήθησαν, ὥριμοι ἄνδρες. Ὁ Ἰωάννης πρωτομίλησε μὲ τὴν ἐμβρυακή του γλῶσσα. Ὅταν ἡ Παρθένος Μαρία μετὰ τὸν Εὐαγγελισμὸ ἀνέβηκε στὴν ὀρεινὴ Ἰουδαία νὰ ἀναγγείλει τὸ πρωτοφανὲς καὶ μοναδικὸ γεγονὸς ποὺ τῆς συνέβη στὴν ἐξαδέλφη της Ἐλισάβετ, τὸ κυοφορούμενο βρέφος μέσα στὴν κοιλιά τῆς Ἒλισάβετ, ὁ Ἰωάννης, σκίρτησε ἀπὸ χαρά: «Ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὧτα μου ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου» (Λουκ. 1, 44). Πρόκειται γιὰ τὴν πρώτη συνάντηση τοῦ Ἰωάννου μὲ τὸν Χριστό. Ἔτσι, προφήτευσε ὁ Ἰωάννης μέσα ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάννας του μὲ τὴν χαρούμενη ἐκείνη ἐμβρυακὴ κίνηση. Ὁ Ἰωάννης ἔγινε ἐρημίτης. Σπάνιο τὸ ἄνθος τῆς παρθενίας στὸν ἀρχαῖο κόσμο. Τέτοιο ἄνθος ἦταν ὁ Ἰωάννης. Βγῆκε, ὅμως, ἀπὸ τὴν ἔρημο, ὅταν χρειάστηκε νὰ κηρύξει τὴν μετάνοια. Ἔτσι γίνεται στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ἐρημώνεται ἡ κοινωνία ἀπὸ ἀγάπη καὶ ἁγιότητα, τότε οἱ ἐρημίτες ἐποικίζουν τὶς πόλεις, γιὰ νὰ φέρουν τὴν ἁγιότητα καὶ τὴν ἀγάπη. Σήμερα θὰ λέγαμε ὅτι ἡ πολυάνθρωπη κοινωνία εἶναι μία ἔρημος. Μόνο ἅγιοι μποροῦν νὰ τὴν ζωντανέψουν καὶ νὰ τὴν ξανακάνουν κοινωνία. Οἱ ἅγιοι μοσχοβολοῦν. Ὅταν τὰ λουλούδια τοῦ κήπου μαραίνονται, τότε τὰ λουλούδια τῆς ἐρήμου παραμένουν γιὰ νὰ μοσχοβολοῦν. Αὐτὰ μᾶς χρειάζονται. [239]

240 Ὁ Ἰωάννης, λοιπόν, ἔγινε πρόδρομος τῶν ἐρημιτῶν καὶ τῶν ἀσκητῶν, πρόδρομος ὅμως καὶ τῶν ἱεραποστόλων καὶ τῆς κοινωνικῆς ἐργασίας. «Μείζων τῶν προφητῶν» ὁ Ἰωάννης. Μικροὶ ἐμεῖς κι ὅμως μποροῦμε νὰ γίνουμε μεγάλοι, ἂν διακονήσουμε σωστὰ καὶ πιστὰ τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ ἂν παίξουμε προδρομικὸ ρόλο στὴν σύγχρονη ἐποχή. Γιὰ ν ἀνοίξει ὁ δρόμος. Ὁ Θεὸς ἔχει τοὺς Χριστιανοὺς στὸν κόσμο, γιὰ ν ἀνοίγουν δρόμο στοὺς ἄλλους δρόμο πρὸς τὸν Σωτήρα Χριστό. [240]

241 ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ 30 Ἰανουαρίου Ἡ Γῆ ἔχει τὸν οὐρανό της. Ὁ οὐρανὸς, ἂν τὸν κοιτάξουμε τὴν νύχτα, ἔχει τὰ ἀστέρια ποὺ εἶναι φωστῆρες τοῦ ούρανοῦ. Φωτίζουν καὶ ὀμορφαίνουν τὸ οὐράνιο στερέωμα. Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει κι αὐτὴ τὸν δικό της νοητὸ Οὐρανό, τὸ δικό της στερέωμα. Αὐτὸ τὸ νοητὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχει τοὺς φωστῆρες, τὰ ἀστέρια ποὺ λαμπρύνουν μὲ τὸν φωτισμὸ καὶ τὸ κάλλος των τὴν Ἐκκλησία. Μέσα σ αὐτοὺς τοὺς ἀστέρες ἔχουμε τοὺς «τρεῖς μεγίστους φωστῆρες τῆς Τρισηλίου Θεότητος», οἱ ὀποῖοι σελαγίζουν στὸν πρῶτο βαθμό, στὸ πρῶτο μέγεθος. Αὐτοὶ εἶναι ὁ Βασίλειος ὁ Μέγας, ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ «χρυσορρήμων εἰς τὴν γλῶτταν». «Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν». Σὲ παγκόσμια κλίμακα καὶ σὲ ἀλλεπάλληλες γενεὲς κυριαρχεῖ ἡ αὐθεντικὴ τους διδασκαλία. Ὁ λόγος των ἔχει κύρος οἰκουμενικό. Ὄχι μόνο ἐξαπλώθηκε ἀνὰ τὸν κόσμο καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας, ἀλλὰ τὰ συγγράματά των ἀποτελοῦν τὴν ἐγγύηση τῆς γνήσιας καὶ ἀνόθευτης Ὀρθόδοξης διδασκαλίας. Οἱ τρεῖς Πατέρες ὑπῆρξαν εἰρηνικοὶ καὶ εἰρηνοποιοί. Ὅταν λέμε ὄτι ὑπῆρξαν εἰρηνικοί, δὲν ἐννοοῦμε ὅτι δὲν θύμωσαν ποτέ. Ὄχι. Εἰρηνικὸς εἶναι κυρίως ὁ πολεμικός. Ὅποιος πολεμάει τὸν διάβολο καὶ τὴν ἁμαρτία, αὐτὸς ἔχει εἰρήνη μὲ τὸν Θεό. Ὅποιος πολεμᾶει τοὺς ἐχθροὺς τῆς Πίστεως, αὐτὸς εἶναι εἰρηνευμένος ἐσωτερικά. Πολέμησαν οἱ Πατέρες καὶ οἱ τρεῖς, ἀλλὰ καὶ πολεμήθηκαν. Τοὺς πολέμησαν οἰ ἐχθροὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, οἱ ἱερατικοὶ καὶ οἱ [241]

242 διεφθαρμένοι. Τὸν εὐαίσθητο Γρηγόριο τὸν ἐξανάγκασαν σὲ παραίτηση ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Τὸν γενναῖο Βασίλειο τὸν ἀπείλησαν μὲ ἐξορία καὶ μὲ θάνατο. Τὸν ἀτρόμητο Χρυσόστομο κατόρθωσαν νὰ τὸν ἐκθρονίσουν καὶ νὰ τὸν ἐξορίσουν. Ὅμως, μέσα στοὺς ἀγῶνες τους οι Πατέρες διατηροῦν τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη, ὅπως ἡ θάλασσα μαίνεται μὲν στὴν ἐπιφάνεια ταραγμένη, ἀλλὰ στὰ βάθη της βασιλεύει γαλήνη μεγάλη. Οἱ τρεῖς ἱεράρχες ἔχουν θέση στὴν Ἐκκλησία ἀντίστοιχη μὲ τὶς δύο πτυχὲς τοῦ ἔργου των. Λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης: «Ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο» (Ἰωάνν. α 17). Αὐτὲς ἦταν οἱ δύο πτυχὲς τοῦ ἔργου των: α) ἡ Ἀλήθεια καὶ β) ἡ Χάρις. Ἀλήθεια εἶναι τὸ Χριστιανικὸ κήρυγμα. Ὁ «φθόγγος», τὰ «ῥήματα» αὐτῶν, ἑρμήνευαν τὸν αἰώνιο Λόγο τοῦ Κυρίου. Καὶ ἀπεθησαύρισαν τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου! Παραμένουν δὲ αἰώνιες πηγὲς διαφωτίσεως γιὰ κάθε ζήτημα ποὺ ἀφορᾶ τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου. Ὁ σύγχρονος κόσμος ἔχει τὰ φῶτα του, τὴν ἐπιστήμη του, τὴν σοφία του καὶ τὰ μέσα τῆς οἰκουμενικῆς ἐπικοινωνίας καὶ ἐπαφῆς. Ἀλλὰ χωρὶς χριστιανικὴ ἀντίληψη τῶν πραγμάτων θὰ παραπαίει καὶ θὰ ὑποφέρει. Ἡ μόνη οἰκουμενικὴ γλῶσσα πραγματικῆς συναντήσεως καὶ συνεννοήσεως εἶναι ὁ «φθόγγος» (ὁ Λόγος) τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος καὶ τὰ «ῥήματα» (τὰ λόγια) τῶν ἀθανάτων καὶ ἀκραιφνῶν (λεπτομερειακῶν) διερμηνέων αὐτοῦ τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Αὐτὴ ἡ διαφώτιση μᾶς ἀπασχολεῖ ἄραγε κι ἐμᾶς σοβαρά ; Ἡ Χάρις δόθηκε διὰ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν μὲ τὴν ἱερωσύνη των. Ὡς «καλοὶ οἰκονόμοι» τῶν Μυστηρίων διακονοῦσαν καὶ διὰ τῆς λειτουργικῆς καὶ ἐν γένει μυστηριακῆς καὶ λατρευτικῆς ζωῆς [242]

243 τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχουμε δὲ Λειτουργία Μεγάλου Βασιλείου καὶ Λειτουργία Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ποιὸς ὁ βαθμὸς τοῦ δικοῦ μας ἐνδιαφέροντος γιὰ τὴν λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας; Γιὰ τὰ Μυστήρια καὶ τὰ συναφῆ θρησκευτικά μας καθήκοντα; Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὑπάρχουν πολλοὶ ἀπρόθυμοι, ἀμελεῖς καὶ ἀδιάφοροι. Μήπως ὅμως ἔτσι «διώκουμε τὸν ἁγιασμὸν οὗ χωρίς, οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον»; (Ἑβρ. ιβ 14). Εἴθε μὲ περισσότερο ζῆλο γιὰ τὴν Χάρη καὶ τὴν Ἀλήθεια τοῦ Κυρίου νὰ μαρτυρεῖται καὶ ἀπὸ μᾶς, «εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν». [243]

244 ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ 10 Φεβρουαρίου Δύο στεφάνια ἔχει στὸ κεφάλι του ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος. Ἔχει τὸ στεφάνι τῆς ἱερωσύνης καὶ τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Ἔχει καὶ ἄλλα στεφάνια, ὅπως εἶναι τῆς σεμνότητος, τῆς πίστεως, τῆς ἁγίας ζωῆς, τῆς εὐσεβείας, ἀλλὰ ὅμως αὐτὰ τὰ δύο πρῶτα τὸν χαρακτηρίζουν ἰδιαίτερα. Γι αὐτὸ λέγεται ἱερομάρτυς. Ἱερεὺς καὶ μάρτυς καὶ τὰ δύο εἶναι τόσο λαμπρὰ ὅσο ὁ ἀκάνθινος στέφανος τοῦ Χριστοῦ μας. Ἀπὸ τὸν πόνο στὸ στέμμα. Τὰ χρόνια ποὺ ἔζησε ὁ Ἅγ. Χαράλαμπος ἦσαν χρόνια διωγμοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ἂν τὸ νὰ εἶναι κανεὶς Χριστιανὸς ἁπλὸς ἦταν σταυρὸς μία φορά, τὸ νὰ εἶναι κανεὶς λειτουργὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἱερεύς, ἐπίσκοπος ἦταν σταυρὸς δέκα φορές. Ἱερεύς, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος. Πολλὲς φορὲς τέλεσε τὴν Θεία Λειτουργία. Ἀλλ ἦλθε ἡ στιγμὴ ποὺ τέλεσε τὴν ὡραιότερη λειτουργία τῆς ζωῆς του. Καὶ ὡραιότερη λειτουργία τῆς ζωῆς του ἦταν τὸ μαρτύριό του. Στὶς ἄλλες λειτουργίες προσέφερε στὸν λαὸ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Στὴν λειτουργία τοῦ μαρτυρίου του προσέφερε στὸν Χριστὸ τὸ δικό του αἷμα. Βεβαίως, ἡ προσφορὰ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν προσφορὰ ὁποιουδήποτε ἄλλου αἵματος. Τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι Θεανθρώπινο, λυτρωτικό, καθαρτικό. Ἀλλὰ γιὰ ἕνα λειτουργὸ ἡ τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ἡ προσφορὰ τοῦ Αἵματος δὲν στοιχίζει. Τὸ νὰ προσφέρει, ὅμως, τὸ δικό του αἷμα βασανιζόμενος καὶ θυσιαζόμενος στοιχίζει πολύ. Γι αὐτὸ ἡ ἱερουργία τοῦ μαρτυρίου, μὲ τελετουργὸ πάντοτε τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀξίζει περισσότερο. [244]

245 Ἂν κάνει ἕνας ἱερέας χίλιες λειτουργίες, μόνο γι αὐτὸ δὲν ἐξασφαλίζει τὸ εἰσιτήριο γιὰ τὸν Παράδεισο. Ἡ λειτουργία τοῦ μαρτυρίου γίνεται ὑπὲρ Ἐκείνου ποὺ τέλεσε τὴν Λειτουργία τοῦ Γολγοθᾶ. Ἡ ὀδύνη τοῦ μαρτυρίου προκαλεῖ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος βρίσκεται μέσα στὴν φυλακὴ καὶ γράφει γιὰ χαρά: «Χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου» (Κολοσσ. α 24). Εἶναι χάρισμα αὐτὴ ἡ χαρὰ καὶ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῶν ἁγἰων. Δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ φθάσουν στὴν στιγμὴ τοῦ τελικοῦ μαρτυρίου, ἂν δὲν σκιρτοῦσαν ἀπὸ χαρά. Αὐτὸ εἶναι μοναδικὸ στὸ εἶδος του θαῦμα. Αὐτὴν τὴν χαρὰ στὸ μαρτύριο εἶχε καὶ ὁ Ἅγ. Χαράλαμπος. Αὐτὸ φανερώνει καὶ τὸ ὄνομά του: χαρὰ καὶ λάμψη χαρὰ καὶ λαμπρότητα. Δηλαδὴ μὲ χαρὰ ὁδηγεῖτο στὴν λαμπρότητα τοῦ μαρτυρίου. Μὲ τὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑπάρξει ἑκούσιο καὶ χαρούμενο μαρτύριο. Μόνο μὲ τὴν δύναμη τῆς Θείας Χάριτος ἐξηγεῖται. Χαριτωμένοι, λοιπόν, ὅλοι οἱ μάρτυρες. Χαριτωμένος μάρτυρας καὶ ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε: «Ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλ. α 29). Ἡ Χάρις κάνει τοὺς Χριστιανοὺς ἐνῶ πονᾶνε, νὰ χαίρουν ἐνῶ εἶναι δεμένοι στὴν φυλακὴ μὲ ἀλυσίδες, νὰ αἰσθάνονται ἀπελεύθεροι τοῦ Χριστοῦ. Ἂς φαντασθοῦμε κάποιον στὸν ὀποῖον χάρισαν πολύτιμο θησαυρό, ποὺ ὅμως βρίσκεται πολὺ ψηλὰ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὸν φθάσει. Χαρούμενος εἶναι ποὺ τοῦ χάρισαν τὸν θησαυρό, ἀλλὰ πιὸ χαρούμενος θὰ εἶναι ὅταν τοῦ χαρίσουν καὶ τὴν σκάλα, γιὰ νὰ ἀνεβεῖ καὶ νὰ φθάσει τὸν θησαυρό. Εἶναι ἡ σκάλα ἡ πιὸ σταθερὴ καὶ σίγουρη, γιὰ νὰ ἀνεβεῖ κανεὶς στὸν οὐρανὸ καὶ νὰ κληρονομήσει τὰ άποθησαυρισμένα γιὰ τοὺς πιστοὺς ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴν τὴν σκάλα χρησιμοποίησε ὁ Ἅγ. Χαράλαμπος καὶ ἀνέβηκε στὸν [245]

246 Οὐρανό. Ἀξίζει νὰ ὑποστεῖ κανεὶς πρόσκαιρο πόνο γιὰ αἰώνιο θρόνο τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Ἡ χαρὰ τοῦ Ἁγ. Χαραλάμπους ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα γιὰ την χαρά μας. Καὶ στὶς μεγαλύτερες θλίψεις ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε χαρούμενοι. Ὅταν ξυλοκοπήθηκαν στὸ συνέδριο τῶν Ἰουδαίων οἱ Ἀπόστολοι, βγῆκαν ἔξω καὶ χαίρονταν, διότι ἀξιώθηκαν νὰ ὑποστοῦν τὰ πρῶτα μαρτύρια γιὰ τὸν Χριστό: «Οἱ μὲν οὖν ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπὸ προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι» (Πράξ. ε 41). Εἴθε ἡ ζωὴ τῶν Ἁγίων μας καὶ ἰδιαιτέρως τῶν μαρτύρων μας νὰ ἀποτελέσει παράδειγμα πρὸς μίμηση ὅλων μας, γιὰ νὰ αἰσθανόμαστε χαρὰ καὶ ἀγωνιστικότητα στὸ καθημερινὸ μαρτύριο τῆς συνειδήσεως στὸ ὁποῖο καλούμαστε νὰ εἴμαστε μέτοχοι. [246]

247 ΑΓΙΟΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ 23 Φεβρουαρίου Ὅταν ἦταν ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, βρισκόταν καὶ ὁ Πολύκαρπος στὴν Σμύρνη. Ἔχουμε κάποιες ἐπιστολὲς ποὺ ἔγραψε ὁ Ἰγνάτιος ὁ Ἀντιοχείας κατὰ τὴν διάρκεια τῶν περιοδεύσεών του στὶς Ἐκκλησίες τὶς τότε. Ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐπιστολὲς φαίνεται ὅτι γράφοντας καὶ στὸν Πολύκαρπο ἀπὸ τὴν Τροία δὲν συμβουλεύει οὔτε ἀναφέρει κάποια παραίνεση γιὰ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του, ὅπως κάνει μὲ τοὺς ἄλλους Ἐπισκόπους. Αὐτὸ εἶναι μία μαρτυρία στὸ ὅτι εἶχε νὰ κάνει μὲ ἕνα ὥριμο, εὐσυνείδητο, ἀλλὰ καὶ πέρα γιὰ πέρα ἔμπειρο πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις Ἐπίσκοπο. Ὁ Ἅγ. Εἰρηναῖος ὑπῆρξε μαθητής του καὶ μᾶς βεβαιωνει ὅτι ὁ Πολύκαρπος μαθήτευσε στοὺς Ἀποστόλους καὶ εἰδικότερα στὸν Ἰωάννη. Συναναστράφηκε πρῶτα μὲ αὐτοὺς καὶ στὴν συνέχεια τοποθετήθηκε στὴν Ἐκκλησία τῆς Σμύρνης ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, ὅπως μᾶς μαρτυρεῖ ὁ ἱστορικὸς Τερτυλλιανός. Δὲν εἶναι γνωστό, ἀλλὰ εἶναι πολὺ πιθανὸ ὁ Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυψή του νὰ ἔννοεῖ σὰν ἄγγελο Σμύρνης τὸν Πολύκαρπο, τὸν ὁποῖο καὶ ἐπαινεῖ γιὰ τὴν δράση του πρὸς ὅλους τοὺς τομεῖς, ἀλλὰ τοῦ δίνει καὶ θάρρος μὲ τὸ «μηδὲν φοβοῦ ἃ μέλλεις παθεῖν». Ἀπὸ τὸν Ἅγ. Ἱερώνυμο ἔχουμε τὴν ἐξῆς μαρτυρία: «Τotius Asiae princeps», ποὺ σημαίνει ἡγεμόνας τῆς Ἀσίας κατὰ ὅλα, κατὰ πάντα. Μαρτυρεῖται, λοιπόν, ἀπὸ πολλὲς πλευρὲς τόσο πλούσια, ὥστε νὰ φαίνεται ὅτι εἶχε κάποια ἐπηυξημένα καθήκοντα. Ὅταν διέρχεται ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Ἰγνάτιος ὁ Ἀντιοχείας, ὁ Ἅγ. Πολύκαρπος φαίνεται σὰν ὁ συντονιστὴς ὅλων τῶν ἐπαφῶν τοῦ Ἀντιοχείας μὲ [247]

248 τὶς ἄλλες Ἐκκλησίες καὶ τὴν Ἀντιόχεια. Ἔτσι, ὁ Ἰγνάτιος τὸν ξεχωρίζει καὶ μὲ ἐπιστολὴ (ποὺ σώζεται ἀκόμη) τοῦ ἐκφράζει τὴν χαρὰ γιὰ τὴν στερεότητα τῆς πίστεώς του. Ἕνα ἄλλο σημεῖο ποὺ μᾶς τὸν χαρακτηρίζει συντονιστὴ τοῦ Ἰγνατίου στὶς ἐπαφές του μὲ τὶς Ἐκκλησίες εἶναι τὸ ἐξῆς: Ὅταν διέρχεται ὁ Ἰγνάτιος ἀπὸ τοὺς Φιλίππους, παρακαλεῖται ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ Χριστιανοὺς νὰ τοὺς παράσχει κάποιες ὁδηγίες καὶ συμβουλὲς ἔγγραφες, ἀλλὰ γιὰ ἄγνωστο λόγο αὐτὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἰκανοποιήσει τὴν ἐπιθυμία των. Τοὺς πληροφόρησε, ὅμως, ὅτι μποροῦσαν νὰ διαβάσουν ἐπιστολὲς μὲ τέτοιο περιεχόμενο ποὺ ἀπευθύνει στὶς Ἐκκλησίες τῆς Ἀσίας. Οἱ Φιλιππήσιοι τότε ἀπευθύνονται στὸν Πολύκαρπο, ὁ ὁποῖος ἔχει σχηματισμένη συλλογὴ ἀπὸ τὶς διαθέσιμες ἐπιστολὲς τοῦ Ἰγνατίου κι ἐκεῖνος τοὺς στέλνει ἀντίγραφα, ἀλλὰ καὶ δική του ἐπιστολή. Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο παρατηροῦμε τὸ ἔργο ποὺ γινόταν στὴν Ἐκκλησία τότε μὲ τὶς ἐπιστολές. Εἶχε μία μεγάλη βαρύτητα, γιατὶ δὲν ὑπῆρχαν τρόποι, γιὰ νὰ γαλουχηθοῦν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί. Ἔτσι, βλέπουμε ἀκόμη πιὸ πρὶν ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο τὸν Ἅγιο Πολύκαρπο νὰ γαλουχεῖ μὲ τὶς ἐπιστολὲς ποὺ ἔχουν τὴν Σοφία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι αὐτὸ κι ἐμεῖς σήμερα τὶς ἔχουμε συμπεριλάβει στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ τρεφόμαστε πνευματικὰ ἀπὸ αὐτές. Ὁ Εἰρηναῖος γράφοντας πρὸς τὸν Φλωρίνο μεταδίδει τὶς ἐντυπώσεις του ἀπὸ τὴν δραστηριότητα τοῦ Πολυκάρπου: «Διελέγετο ὁ μακάριος Πολύκαρπος καὶ τὰς προόδους αὐτοῦ καὶ τὰς εἰσόδους καὶ τὸν χαρακτῆρα τοῦ βίου καὶ τὴν τοῦ σώματος ἰδέαν καὶ τὰς διαλέξεις ἃς ἐποιεῖτο πρὸς τὸ πλῆθος καὶ τὴν μετὰ τῶν λοιπῶν τῶν ἑωρακότων τὸν Κύριον καὶ ὡς [248]

249 ἀπεμνημόνευε τοὺς λόγους αὐτοῦ καὶ περὶ τοῦ Κυρίου τίνα ἦν ἃ παρ ἐκείνων ἀκηκόει καὶ περὶ τῶν δυνάμεων αὐτοῦ καὶ περὶ τῆς διδασκαλίας ὡς παρὰ αὐτοπτῶν τῆς ζωῆς τοῦ Λόγου παραλειφὼς ὁ Πολύκαρπος ἀπήγγειλε πάντα σύμφωνα ταῖς Γραφαῖς». Ὁ Εὐσεβείας στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία του ἐμφανίζει τὸν «ἀποστολικὸν ἐκεῖνον πρεσβύτερον ὡς γνησιώτατον ἐκπρόσωπον τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας εἰς τὴν Ἀσίαν, παραδίδοντα ὅ,τι παρέλαβε ἀπὸ τῶν Ἀποστόλων». «Περὶ τούτου μαρτυροῦσιν αἱ κατὰ τὴν Ἀσίαν Ἐκκλησίαι πᾶσαι». Πάλι κατὰ τὸν Εἰρηναῖο, ὁ Πολύκαρπος ἐπέστρεφε πολλοὺς «ἀπὸ τὰς αἱρέσεις τοῦ Οὐαλεντίνου καὶ τοῦ Μαρκίωνος εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ». Ὁ Μαρκίων ἦταν παιδὶ Ἐπισκόπου, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ πατέρας του τὸν ἐξεδίωξε ἕνεκα τῶν αἱρετικῶν του φρονημάτων. Ἦταν πλοιοκτήτης καὶ ὡς ἐκ τούτου μὲ τὰ χρήματα ποὺ εἶχε προσπαθοῦσε νὰ εἰσαγάγει τὸν αὐστηρὸ καὶ ἀμείλικτο νόμο τῆς παρερμηνείας τῶν Ἁγίων Γραφῶν. Ἐξέλεγε αὐθαίρετα τοὺς ἐκλεκτούς του καὶ ἐξῄτει ὑπακοή. Ἔλεγε ὅτι ὑπάρχει Θεὸς διαρχικός, ποὺ σημαίνει ὅτι ὑπάρχει Θεὸς καλὸς καὶ Θεὸς κακός. Μάλιστα δὲ ὁ κακὸς Θεὸς δημιούργησε τὸν κόσμο αὐτὸ ποὺ ἔχει καὶ τὶς θλίψεις. Ὁ Χριστός, ἔλεγε, στὸν Δημιουργὸ δὲν ὄφειλε τίποτα. Γι αὐτὸ και γεννήθηκε ὅπως οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρωποι. Εἶχε φαινόμενο σῶμα, ἦταν φάντασμα καὶ φαινόταν ὅτι ἦταν ἄνθρωπος. Ἔμοιαζε μὲ τοὺς γνωστικοὺς στὰ ἐξῆς σημεῖα: α) ἀντιιουδαϊσμό, β) δοκητισμό, γ) ἀσκητισμό. Ὑπάρχει τὸ ἐξῆς ἐπεισόδιο ποὺ καταγράφει ὁ Εἰρηναῖος ἀναφερόμενος στὴν στάση τοῦ Πολυκάρπου ἔναντι τοῦ Μαρκίωνος. Ὅπως ὁ Ἰωάννης (ὁ δάσκαλός του) ἄλλοτε εἰσερχόμενος σὲ κάποιο δημόσιο λουτρὸ τῆς Ἐφέσου καὶ [249]

250 βλέποντας μέσα τὸν αἱρετικὸ Κήρινθο εἶπε: «Ἂς φύγουμε μήπως πέσει ὁλόκληρο τὸ κτίριο τῶν λουτρῶν, ἀφοῦ βρίσκεται μέσα σ αὐτὸ ὁ ἐχθρὸς τῆς ἀλήθειας Κήρινθος». Ἔτσι κι ὁ Πολύκαρπος, ὅταν κάποτε τὸν πλησίασε ὁ Μαρκίων καὶ τοῦ εἶπε: «Ἐπιγίνωσκε ἡμᾶς» (ἐννοώντας δηλαδὴ ὅτι του ζητοῦσε νὰ ἀναγνωρίσει τὸν Μαρκίωνα καὶ τοὺς ὀπαδοῦς του), ἐκεῖνος τοῦς ἀπάντησε: «Ἐπιγινώσκω, ἐπιγινώσκω τὸν πρωτότοκον τοῦ Σατανᾶ». Ἕνα ἄλλο ἐπεισόδιο ποὺ ἀνάγεται στὴν γεροντική του ἡλικία εἶναι τὸ ἀκόλουθο. Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἑόρταζαν τὸ Πάσχα τὴν 14 η τοῦ μηνὸς Νισὰν, ὅποια μέρα κι ἂν ἔπεφτε τοῦτο. Ἦταν, δηλαδή, γιὰ ἐκείνους ἀκίνητη ἑορτή. Ἀντίθετα, οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες ἀρκοῦντο στὸν ἑορτασμὸ τῆς κάθε Κυριακῆς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, τονίζοντας ἰδιαίτερα τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν ἐαρινὴ πανσέληνο. Ἕνεκα τῆς διαφορᾶς αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης τηροῦσε μία αὐστηρὴ στάση ἔναντι τῶν Μικρασιατῶν. Παρά, λοιπόν, τὸ ὅτι ἦταν γέρων ὁ Πολύκαρπος πῆγε, γιὰ νὰ διευθετήσει τὸ ζήτημα. Φαίνονται κι ἐδῶ οἱ πέραν τῆς Ἐπισκοπῆς του δικαιοδοσίες ποὺ εἶχε ἕνεκα τῆς φρονιμότητας, τῆς σύνεσης ἀλλὰ καὶ τῆς δυναμικότητάς του. Μαζὶ μὲ αὐτὸ τὸ ζήτημα εἶχε νὰ ἐπιλύσει καὶ κάποια δευτερεύουσας σημασίας. Τὸ ζήτημα δὲν διευθετήθηκε, ὅπως περιγράφει ὁ Εἰρηναῖος, ὅμως συνέβη τὸ ἐξῆς σημαντικό. Σταμάτησε νὰ ὑπάρχει ἡ αὐστηρὴ στάση τοῦ τότε Ρώμης Ἀνικήτου καὶ «ἀπεχωρίσθησαν ἀλλήλως εἰρηνικῶς». Χώρισαν, δηλαδή, ξεκάθαροι, μὲ εἰρήνη καὶ ἀγάπη. Δὲν μποροῦσαν νὰ πείσουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σήμαινε ὅτι ἔπρεπε νὰ ἔχουν σχέσεις μίσους καὶ κακίας [250]

251 μεταξύ των καὶ κατὰ συνέπεια οἱ Ἐκκλησίες Ρώμης καὶ Μικρᾶς Ἀσίας. Ἔτσι, λειτούργησαν μαζί, κοινώνησαν ἑαυτοῖς καὶ ἀσπαζόμενοι ἀπεχώρισαν. Ἡ εἰρήνη, λοιπόν, στὶς Ἐκκλησίες ἀποκαταστάθηκε. Αὐτὸ συνέβη τὴν ἄνοιξη τοῦ 155. Ὁ μὲν Ἀνίκητος Ρώμης ἦταν λίγο μόνο μετὰ τὴν ἄνοδό του στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο, ὁ δὲ Πολύκαρπος, ὅπως προαναφέρθηκε, ἦταν ὑπέργηρος. Ἴσως ἀπὸ ὲδῶ θὰ μποροῦσε νὰ ἐξαχθεῖ ὅτι ὁ ἔμπειρος καὶ ἁγιασμένος γέροντας Πολύκαρπος μπόρεσε νὰ ὁδηγήσει τὸν νέο ἀκόμη, μόλις ἀνεβασμένο στὸν θρόνο Ρώμης Ἀνίκητο στὶς εἰρηνικὲς σχέσεις τῶν Ἐκκλησιῶν. Μετὰ τὴν Ρώμη, παρὰ τὸ ὅτι ἐπιστρέφει ὑπέργηρος στὴν Σμύρνη, συνεχίζει τὴν δράση του μὲ πολλὴ ἐπιτυχία, ὥστε νὰ προκαλέσει ἀντίδραση τῶν Ἐθνικῶν. Στὸ μαρτυρολόγιό του ἀναφέρεται: «Οὗτός ἐστιν ὁ τῆς Ἀσίας διδάσκαλος, ὁ πατὴρ ὢν Χριστιανῶν, ὁ τῶν ἡμετέρων θεῶν καθαιρέτης, ὁ πολλοὺς διδάσκων μὴ θύειν μηδὲ προσκυνεῖν». Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ δοῦμε, πρὶν ἀναφερθοῦμε στὸ τέλος του, γιὰ τὸ πῶς δροῦσε ἔναντι τῶν Ἐθνικῶν (εἰδωλολατρῶν) καὶ τῶν αἱρετικῶν ἐν γένει. Ἂν σταματήσουμε σὲ ἕνα χωρίο κάποιας Ἐπιστολῆς του, θὰ θαυμάσουμε τὴν άκλόνητη θέση του καὶ τὸ ἀπὸ ποῦ κινεῖται καὶ δραστηριοποιεῖται. «Ὁ ἀρνούμενος τὴν ἐν σαρκὶ ἔλευσιν τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἀντίχριστος καὶ ὁ ἀρνούμενος τὴν Ἀνάστασιν καὶ κρίσιν εἶναι πρωτότοκος τοῦ Σατανᾶ». Ἔχουμε μία μαρτυρία τοῦ Ἁγίου, τὴν ὁποία ὑπηρέτησε μέχρι τὸν θάνατό του. Μία μαρτυρία στὴν Σάρκωση, τὴν Σταύρωση, τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν μέλλουσα κρίση. Δὲν κάνει τίποτε ἄλλο σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ παρὰ νὰ γίνεται μάρτυρας σὲ αὐτὸ τὸ γεγονός. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι κάθε [251]

252 τὶ ἄλλο ὄχι ἁπλὰ δὲν τὸν κλονίζει στὴν πίστη του, ἀλλὰ τοῦ δίνει τὴν εὐκαιρία νὰ μιλήσει, νὰ διαμαρτυρήσει ἀκόμη περισσότερο, ἀκόμη μὲ μεγαλύτερη στερεότητα τὴν πίστη του σ αὐτὸ τὸ γεγονός. Οἱ ἐθνικοὶ ἦταν τότε σὲ ἀκμή. Τὰ εἴδωλα λατρεύονταν ἀπὸ τοὺς περισσότερους. Οἱ Αἱρετικοὶ παρὰ τὰ λίγα χρόνια τῆς Ἐγκαθίδρυσης τῆς Ἐκκλησίας στὴν Γῆ ἀπὸ τὸν Χριστὸ ἔχουν ἐμφανισθεῖ καὶ κάνουν ὅπως πάντα μεγαλύτερο κακὸ στὴν Ἐκκλησία. Ὅμως, ἐκεῖνος οὔτε πτοεῖται στὴν δύναμή των μπροστά, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀφήνει νὰ κερδίσουν ἔδαφος συνεχίζοντας νὰ ἁπλώνουν τὰ πλοκάμια τους καὶ νὰ πλανεύουν τὸν κόσμο. Γίνεται διδάσκαλος καὶ νουθετεῖ καὶ στηρίζει τοὺ Χριστιανοὺς νὰ μὴ δειλιάσουν καὶ ταυτόχρονα διακηρύττει καὶ διδάσκει τοὺς ἄλλους τοὺς μὴ Χριστιανοὺς νὰ μὴ θυσιάζουν καὶ νὰ μὴ προσκυνοῦν (τὰ εἴδωλα). Ἔτσι, φαίνεται ἡ πατρικὴ ἀγάπη πρὸς ἐκείνους ποὺ ἔχουν παραστρατήσει καὶ βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὸν Χριστό. Φαίνεται ἡ δύναμη καὶ ἡ φλόγα ποὺ ἔχει μπεῖ μέσα του κάνοντάς τον νὰ μὴ ζεῖ αὐτὸς ὁ ἴδιος ἀλλὰ Ἐκεῖνος στὸν Ὁποῖον πιστεύει νὰ ἀντλεῖ τὴν σιγουριά, τὸ θάρρος, τὴν τόλμη δραστηριοποιούμενος ὄχι μόνο στὴν Σμύρνη, ἀλλὰ καὶ πρὸς ὅλες τὶς Ἐκκλησίες τὶς τότε μεταδίδοντας τὴν ἴδια Πνοὴ καὶ τὴν ἴδια Χάρη ποὺ εἶχε λάβει. Καθόλου δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι στὰ ἐνενήντα του χρόνια βρίσκεται στὴν Ρώμη μὲ τὰ μέσα ἐπικοινωνίας τῆς τότε ἐποχῆς θέλοντας νὰ διευθετήσει τὶς σχέσεις τῶν Ἐκκλησιῶν. Καὶ πετυχαίνει εἰρήνη καὶ κοινωνία τῶν Ἐκκλησιῶν ἐν τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι. [252]

253 Πρέπει νὰ διακρίνουμε καὶ νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι ὁ Θεὸς τὸν κρατᾶ μέχρι τὰ ἐνενηνταπέντε τόσα χρόνια τῆς ζωῆς του (πάντα ἐνεργὰ καὶ γεμάτα δραστηριότητα) γιὰ ὠφέλεια τῆς Ἐκκλησίας γιὰ ἄνοδο καὶ ἐξάπλωση τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ ἐπιστροφὴ πλανημένων καὶ γιὰ ἐξαγνισμὸ καὶ ἁγιασμὸ τῶν ψυχῶν τῶν Χριστιανῶν. Ὅμως, ἔρχεται καὶ ἡ στιγμὴ ποὺ πρέπει νὰ κορυφωθεῖ τὸ ἔργο του. Ὅλα του τὰ ἔργα εἶναι καλά, ὠφέλιμα καὶ ἁγιασμένα. Ἀλλὰ τὸ τελευταῖο ποὺ ἔρχεται νὰ γίνει θὰ τὸν σκεπάζει μὲ τὸ στεφάνι τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τὸ μαρτύριό του.ὁ ἴδιος τὸ γνωρίζει λίγες μέρες πρίν, μετὰ ἀπὸ Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ σὲ μία ὀπτασία τῆς προσευχῆς ποὺ ἔκανε. Εἶδε, λοιπόν, τὸ προσκέφαλό του νὰ καίγεται καὶ εἶπε στοὺς γνωστούς του ὅτι θὰ τὸν ἔβλεπαν νὰ καίγεται ζωντανό. Οἱ Ἐθνικοὶ τὸν ζητοῦσαν. Ἀφορμὴ εἶχε δοθεῖ ἀπὸ ἕνδεκα Φιλαδελφεῖς, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν στὴν Σμύρνη. Τὸ πλῆθος ἀπὸ τὴν μιὰ θαυμάζει τὴν γενναιότητά τους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη φανατίζεται θέλοντας νὰ ἐξολοθρεύσει κι ἄλλους Χριστιανούς. Γιὰ νὰ κάμει δὲ μεγαλύτερο κακὸ στὸν Χριστιανισμό, ζητεῖ νὰ θανατωθεῖ ὁ Πολύκαρπος ποὺ ἦταν ὁ Ἐπίσκοπος τῶν Χριστιανῶν. Ἡ ἀντίδραση ποὺ εἶχε προκληθεῖ στοὺς Ἐθνικοὺς μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς δραστηριότητες τοῦ Ποκλυκάρπου ἦταν μεγάλη. Αὐτὸς κατόπιν προτροπῆς καὶ παρακλήσεως ἄλλων κατέφυγε γαλήνιος καὶ ἤρεμος σὲ μία ἀγροικία (οἰκία σὲ ἀγρόκτημα). Ἕνας ὑπηρέτης, ὅμως, πιέσθηκε ἀπὸ στρατιῶτες καὶ εἶπε ποῦ βρισκόταν ὁ Πολύκαρπος καὶ αὐτοὶ ἔτρεξαν νὰ τὸν συλλάβουν. Τὸν βρῆκαν μὲ ἕνα γαλήνιο καὶ λάμπον πρόσωπο νὰ τοὺς καλοδέχεται. Ζήτησε παράταση δύο ὡρῶν καὶ προσευχήθηκε. Οἱ [253]

254 στρατιῶτες (πολλοὶ ἀπὸ αὐτούς) διερωτήθησαν μετανοιώνοντας ποὺ ἦλθαν νὰ συλλάβουν ἕνα ἀγαθὸ γέροντα. Ὅμως, δὲν μποροῦσαν νὰ κάνουν διαφορετικὰ καὶ τὸν πήρανε στὸ στάδιο τῆς πόλης, ὅπου ἦταν μαζεμένο τὸ πλῆθος. Τὸ πλῆθος μὲ τὸν φανατισμό του ζητοῦσε νὰ τὸν ρίξουν στὰ θηρία. Ὁ ἀνθύπατος, ὅμως, δὲν ἦλθε γιὰ δύο λόγους: α) γιὰ νὰ μὴ μείνουν τὰ κόκκαλά του καὶ τὰ προσκυνοῦν οἰ Χριστιανοί, β) γιατὶ εἶχε προσφερθεῖ τέτοιο θέαμα στὸν λαὸ τὶς προηγούμενες μέρες. Ἔτσι, πρόσταξε νὰ τὸν κάψουν. Ἄναψαν φωτιὰ καὶ τὸν ἔριξαν μέσα. Ὅμως, οἱ φλόγες σχημάτισαν μία καμάρα γύρω ἀπὸ τὸ σῶμα του καὶ δὲν καιγόταν. Ὁ ἀνθύπατος διέταξε ἕνα στρατιώτη νὰ τὸν τελειώσει μὲ ἕνα ξίφος καὶ στὴν συνέχεια κάηκε τὸ νεκρὸ σῶμα του. Οἱ Χριστιανοὶ συνέλεξαν ὅτι μπόρεσαν ἀπὸ τὸ καμένο σῶμα του. Κάνοντας μία ἀνακεφαλαίωση τοῦ μαρτυρίου του μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅ,τι λέγει τὸ μαρτυρολόγιό του: «Συνελήφθη ὑπὸ Ἡρώδου, ἐπὶ ἀρχιερέως Φιλίππου Τραλλιανοῦ, ἀνθυπατεύοντος Στατίου Κοδράτου, βασιλεύοντος δὲ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ Κυρίου. Ἦταν ἡμέρα Σάββατο, ὥρα ὀγδόη καὶ περὶ τὸ ἔτος 160». Καὶ μὲ αὐτὸ ἔχουμε μία ἱστορικὴ ἀπόδειξη τοῦ μαρτυρίου του. Ὅλα αὐτὰ μᾶς φανερώνουν πῶς μαρτυρεῖται τὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ Πολύκαρπος αὐτὴν τὴν ὥρα περίμενε, γιὰ νὰ παραδοθεῖ καὶ ὁ ἴδιος κάνοντας ὅ,τι εἶχε κάμει καὶ ὁ Κύριος, ὥστε νὰ τὸν μιμηθοῦμε μὴ ἔχοντας σκοπὸ μόνο τὸν ἑαυτό μας ἀλλὰ καὶ τοὺς συνανθρώπους μας. Αὐτὸ εἶναι τὸ γνώρισμα τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης. Ὑπῆρξε, λοιπόν, μακάριος καὶ γενναῖος, γιατὶ ἔπεσε πιστὸς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἐναντιώθηκε σὲ κανένα, ἀλλὰ προσευχόταν γι [254]

255 αὐτοὺς ποὺ τὸν σκότωναν. Ὁ ἀνθύπατος θέλησε νὰ τοῦ ἀλλάξει τὴν πίστη. Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ μακάριος δὲν δείλιασε μπροστὰ στὸν ἐκπρόσωπο τῆς Ἐξουσίας καὶ τὸ μαινόμενο πλῆθος ἐναντίον του, νὰ γίνει μάρτυρας τῆς Ἀλήθειας, μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος κάνοντας λίγες στιγμὲς ὑπομονή, μπορεῖ τώρα νὰ ἀναπαύεται αἰώνια κοντὰ στὸν Χριστὸ ποὺ τόσο ἀγάπησε. Ἡ φωτιὰ ποὺ τὸν ρίξανε τὸν σεβάστηκε καὶ δὲν τὸν ἔκαψε. Ἀντίθετα, τὸν δρόσιζε, ὅπως αλλοτε τοὺς 3 παῖδες ἐν καμίνῳ. Ἔτσι κι ἐμεῖς παίρνουμε ἕνα πάρα πολὺ μεγάλο μήνυμα ἀπὸ τὸν μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ Πολύκαρπο. Ὡς βαπτισμένοι Χριστιανοὶ νὰ νοιώθουμε πὼς ἔχουμε ὁλόκληρη τὴν Ἀλήθεια στὰ χέρια μας, νὰ τὸ πιστέψουμε βαθειὰ καὶ νὰ μὴ δειλιάζουμε νὰ διακηρύττουμε τὴν πίστη μας ὁπουδήποτε. Αὐτὸ θὰ μᾶς δώσει τὸ ἀληθινὸ στεφάνι καὶ τὴν ἀληθινὴ δόξα. Νὰ μὴ τὰ χάνουμε ἀπὸ τοὺς κάθε εἴδους ἐνάντιους τῆς Ὀρθοδοξίας παρὰ ἁπλὰ καὶ ἤρεμα καὶ προσευχόμενοι γι αὐτοὺς νὰ παραμένουμε σταθεροὶ σ αὐτὸ ποὺ εἴμαστε. Αὐτός ὁ μάρτυρας Πολύκαρπος ἦταν ὁ γνήσιος καὶ ἀληθινὸς μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς ἄλλους χθεσινοὺς καὶ σημερινοὺς αἱρετικοὺς ποὺ θέλουν νὰ ὀνομάζονται μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἢ τοῦ Χριστοῦ. Οἱ μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ σὰν τὸν Ἅγιο Πολύκαρπο μαρτυροῦν μὲ τὸ αἷμα τους καὶ τὴν ζωή τους τὴν μαρτυρία τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τῆς μίας Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας δείχνοντάς μας ὅτι αὐτὸ ποὺ πίστευαν καὶ ζοῦσαν ἦταν ἡ Ἀλήθεια καὶ ὄχι τὸ ψέμα καὶ ἡ πλάνη. Γι αὐτὴν τὴν Ἀλήθεια καὶ μαρτύρησαν ἀφήνοντάς μας νὰ καταλάβουμε ποῦ βρίσκεται ἠ Ἀλήθεια, ποιὰ εἶναι ἡ Ἀλήθεια καὶ ποιὸς ἔχει τὴν Ἀλήθεια, τὴν ὁποία χρειάζεται νὰ ζήσουμε καὶ νὰ [255]

256 μαρτυρήσουμε μὲ λόγια, μὲ ἔργα καὶ μὲ τὴν μαρτυρία τῆς ζωῆς μας. Εὐχόμαστε, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος Ἐπίσκοπος Σμύρνης νὰ εἶναι προστάτης, συμπαραστάτης καὶ πρεσβευτὴς γιὰ ὅλους μας καὶ νὰ μᾶς δίδει τὴν φώτιση γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση μὲ ὀρθόδοξο τρόπο τῶν σημερινῶν Αἱρέσεων καὶ Αἱρετικῶν, ἐνῶ τὸν παρακαλοῦμε νὰ πρεσβεύει ἀπὸ τὸ ἐπουράνιο Θυσιαστήριο γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν πεπλανημένων στὶς τάξεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καὶ νὰ φυλάγει στὸ μέλλον τὸν τόπο μας ἀπὸ τὴν εἰσβολὴ κάθε αἱρέσεως. ΑΜΗΝ [256]

257 ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ 23 Ἀπριλίου Ἡ ἄνοιξη εἶναι ἡ Ἀνάσταση. Σὲ ἀνοιξιάτικη περίοδο συνέβη τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως, τὸ συγκλονιστικότερο γεγονὸς τῆς παγκοσμίου Ἱστορίας. Εἶναι ἡ πιὸ κατάλληλη περίοδος. Τότε ποὺ ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ χειμώνα ἀνασταίνεται ὁ Χριστός, ἡ καινὴ κτίση, ἡ νέα ζωή. Τότε ποὺ ἀπὸ τὴν νεκρὴ φύση ἀνθοῦν τὰ λουλούδια, τότε καὶ ἀπὸ τὸν τάφο ἄνθισε ὁ Χριστός, ποὺ εἶναι τὸ εὐωδέστατο λουλούδι. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἄνοιξη. Εἶναι τὸ ἄνοιγμα μιᾶς νέας ζωῆς. Ὁ δρόμος πρὸς τὸν Οὐρανὸ ἦταν κλειστός. Ἄνοιξε μὲ τὴν Ἀνάσταση. Κλειστὰ ἦταν τὰ σύνορα ἀνάμεσα στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν Θεό. Ἄνοιξαν μὲ τὴν Ἀνάσταση. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ἀτενίζει πλέον ἀνοικτοὺς τοὺς Οὐρανούς. Λουλούδια τῆς Ἀναστάσεως εἶναι οἰ μάρτυρες τῆς Πίστεως. Ἂν δὲν ἦταν ἡ Ἀνάσταση, δὲν θὰ ὑπῆρχαν μάρτυρες. «Εἰ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ἡμῶν» (Α Κορ. α 17), λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Χωρὶς Ἀνάσταση θὰ εἴχαμε μάταιη πίστη. Ἡ Ἐκκλησία μας, θριαμβεύουσα καὶ στρατευομένη, εἶναι ὁ κῆπος τῆς Ἀναστάσεως. Ἐδῶ μοσχοβολοῦν κάθε εἴδους λουλούδια. Ἰδιαίτερα ξεχωρίζουν σκορπώντας ἄρωμα οἱ μεγαλομάρτυρες. Τέτοιο λουλούδι ἀναστάσιμο εἶναι ὁ Ἅγιος Γεώργιος. Πάντα ἡ μνήμη του τιμᾶται σὲ ἀναστάσιμη περίοδο. Ὅταν συμπίπτει μὲ [257]

258 τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα ἢ τὴν ἡμέρα τοῦ Πάσχα, ἑορτάζεται ἀμέσως τὴν ἐπαύριο τῆς Ἀναστάσεως, Δευτέρα Διακαινησίμου. Μὲ ὕμνους καὶ φράσεις ἐγκωμιαστικές στὸ ἀναστάσιμο κλίμα τιμοῦμε τὸν Μεγαλομάρτυρα Χριστοῦ, τὸν μέγα προστάτη καὶ βοηθὸ τοῦ χριστιανικοῦ γένους, τὸν ἕτοιμο ἀκροατὴ τῶν ἐπικαλουμένων αὐτόν, τὸν Τροπαιφόρο Γεώργιο, ποὺ ἔχυσε τὸ αἷμα του γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ Χριστὸς τὸν δόξασε σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες. Ὑπάρχει μία κατηγορία - συκοφαντία πρὸς τὴν Ἐκκλησία: ὅτι εἶναι καταφύγιο γερόντων. Ἡ Ἐκκλησία ἀπαντᾶ ὅτι ἀσφαλῶς εἶναι καὶ γιὰ τοὺς γέροντες, ἐφ ὅσον εἶναι καθολική. Μέσα σ αὐτὴν δηλαδὴ ἑνώνονται ὅλες οἱ ἡλικίες, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. «Νεώτεροι μετὰ πρεσβυτέρων αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου» (Ψαλμ. ρμη ). Ἀλλὰ ἂν ὑπάρχει μία ἡλικία ποὺ ἑλκύεται καὶ ἠλεκτρίζεται ἀπὸ τὸν Χριστό, εἶναι ἡ νεανικὴ ἡλικία. Ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι τὸ κρασὶ ποὺ ἐνθουσιάζει τοὺς νέους, ὅσο κι ἂν φαίνεται παράξενο στὴν ἐποχή μας τὴν δύσκολη. Νέοι εἶναι οἱ περισσότεροι ἅγιοι. Ἀπόδειξη ὁ μόλις εἰκοσιεννέα ἐτῶν Ἅγιος Γεώργιος. Ἔχει γίνει ὁ Αἰώνιος Νέος ποὺ μὲ εἰλικρινῆ καὶ ὄχι δημαγωγικὰ συνθήματα ἐξεγείρει τοὺς νέους σὲ ἀγῶνες ἱερούς. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἄστραπτε τῆς Οὐρανίου καὶ θεϊκῆς Χάριτος κι ἔδειχνε λαμπρὰ σημεῖα καὶ γνωρίσματα μὲ ἀνατροφὴ καθαρὴ καὶ ἀμόλυντη μακριὰ ἀπὸ τὴν δυσωδία τῆς εἰδωλολατρίας. [258]

259 Εἶχε γονεῖς Χριστιανούς, μάλιστα δὲ τὸν πατέρα του μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ μητέρα του, μία εὐσεβεστάτη Χριστιανή, τὸν στερέωσε στὴν πίστη μεταδίδοντάς του τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. «Ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου» (Ψαλμ. ρι ). Ἔτσι, ὁ Γεώργιος ἔγινε σοφὸς μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προβιβάζεται στὴν κατὰ Χριστὸν ἡλικία κι ἕνας κατάλογος τῶν ἀρετῶν νὰ διαγράφεται στὴν προσωπικότητά του. Χρόνια δύσκολα τότε γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Χρόνια κατά τὰ ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ζοῦσε κι ἐκινεῖτο ἐν κρυπτῷ. Οἱ κατακόμβες ἦταν οἱ τόποι συναντήσεως καὶ λατρείας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Διοκλητιανός, ὁ πιὸ ἄγριος καὶ σκληρὸς διώκτης τῆς Χριστιανοσύνης, κρατοῦσε τὰ σκῆπτρα τῆς Ρωμαϊκῆς Βασιλείας. Σκοτεινὸς στὸ ἦθος του, σκοτεινότερος στὸν νοῦ του, φίλος τῶν εἰδώλων κι ἐχθρὸς τῶν Χριστιανῶν ὑπερβαίνων πάντας στὴν θηριωδία καὶ σκληρότητα. Ἐξεπλάγη ὁ τύραννος, ὅταν μὲ παρρησία ἐνώπιον πάντων ὁ μεγαλομάρτυς Γεώργιος ὁμολόγησε τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς Θεὸ ἀνεστημένο, Σωτήρα τοῦ κόσμου καὶ δικό του Κύριο καὶ Δεσπότη. Ἐξεπλάγη κι ἐθαύμασε. Διὰ τοῦτο ἔκρυψε τὸν θυμό του κάνοντας προσπάθειες νὰ ἀποτρέψει τὸν Γεώργιο ἀπὸ τὴν πίστη του. Εἰς μάτην. Καὶ πάλι λαμβάνει ὁμολογία πίστεως καὶ ἐπὶ πλέον ὅτι εἰς οὐδὲν λογίζεται τὰ δεινὰ καὶ ἀλγεινὰ κολαστήρια καὶ βασανιστήρια γιὰ τὴν Χάριν Αὐτοῦ. [259]

260 Εἶπε δὲ ἀκόμη ὁ ἅγιος πρὸς τὸν βασιλέα: «Οἱ τιμὲς καὶ οἱ δόξες τῆς βασιλείας καλὲς καὶ λαμπρὲς εἶναι κι εὐπρέπεια δίδουν σ αὐτοὺς ποὺ τὶς ἔχουν, ὅταν δὲν ἀπομακρύνουν καὶ δὲν ἀποχωρίζουν ἀπὸ τὸν Δεσπότη τῆς Κτίσεως. Εἰ δὲ μὴ γίνονται ἀτιμώτερες, βδελυκτώτερες και ἀπὸ αὐτὲς τὶς κοπριές». Ἔτσι, ὁ ἅγιος παρέδωσε τὸν ἑαυτόν του στὰ φρικτὰ καὶ φοβερὰ βασανιστήρια. Δὲν ὑπάρχουν λόγια νὰ ἐκφράσουμε τὴν ὑπεράνθρωπη γενναιότητα καὶ καρτερία ποὺ ἐπέδειξε ὁ Ἅγιος. Τὸν κτύπησαν μὲ κοντάρια ποὺ λύγισαν σὰν κερὶ χωρὶς νὰ τὸν κεντήσουν. Τὸν φυλάκισαν σὲ ὑγρὴ σκοτεινὴ φυλακὴ μὲ δεμένα πόδια ξαπλωμένο μὲ μία μεγάλη πέτρα ἐπάνω του. Τὸν ἔδεσαν σὲ ἕνα μεγάλο τροχὸ καὶ καθὼς τὸν γυρνοῦσαν, τὸ σῶμα του περνοῦσε ἐπάνω ἀπὸ ἕνα τραπέζι, πάνω στὸ ὁποῖο εἶχαν στερεώσει λεπίδες καὶ καρφιὰ ποὺ τοῦ ξέσχιζαν τὶς σάρκες. Ἀκόμη, τὸν ἔριξαν σὲ ἕνα λάκκο μὲ ἀσβέστη ποὺ ἔσβηναν. Τὸν ἔβαλαν νὰ περπατήσει φορώντας παπούτσια ποὺ εἶχαν πάτους μὲ καρφιὰ καὶ μάλιστα πυρακτωμένα. Τὸν ράβδισαν μὲ βούνευρα. Τὸν ἔβαλαν νὰ πιεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἰσχυρὰ δηλητήρια. Ἀπὸ ὅλα τὰ μαρτύρια γλύτωνε μὲ τὴν ἐπέμβαση τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ. Πίστεψαν πάρα πολλοὶ ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ μαρτυρίου του. Χίλιοι στρατιῶτες μαζεμένοι ποὺ μαρτύρησαν κι ἐκεῖνοι. Δύο χιλίαρχοι, ὁ Ἀνατόλιος καὶ ὁ Πρωτολέων. Ὁ μάγος ποὺ ἔφτιαξε τὸ δηλητήριο ποὺ τὸν πότισαν. Ὡς καὶ ἡ γυναίκα τοῦ [260]

261 αὐτοκράτορα, ἡ Ἀλεξάνδρα, ἡ ὁποία πεθαίνει φυλακισμένη γιὰ τὸν Θεὸ τοῦ Γεωργίου. Τὸ πρωὶ τῆς 23 ης Ἀπριλίου τοῦ 303 μ.χ. διὰ ξίφους κόβεται ἡ ἁγία κεφαλὴ τοῦ τρυφεροῦ Μεγαλομάρτυρα καὶ τὸ ἀγνὸ αἷμα του ποτίζει τὸ ἀνοιξιάτικο χορτάρι τῆς Γῆς, ἐνῶ ἡ ψυχή του φτερουγίζει στοὺς Οὐρανοὺς δίπλα στὸν Ἰησοῦ ποὺ τόσο ἀγάπησε. Εἶναι ὁ δημοφιλέστερος ἐκ τῶν ἁγίων καὶ γι αὐτὸ τὸ ὄνομά του εἶναι πάντοτε στὴν σκέψη τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Τὸν ἀποκαλοῦμε «Τροπαιοφόρο» καὶ εἶναι πράγματι θαυμαστὰ τὰ τρόπαια τῆς νίκης του: τρόπαια νίκης κατὰ τῶν πιέσεων ποὺ τοῦ ἀσκήθηκαν, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Ἀναστάντα Χριστό, νίκης κατὰ τῶν δελεαστικῶν πειρασμῶν τῆς ὡραίας νεότητός του, τοῦ ἀφθόνου χρήματος, τοῦ στρατιωτικοῦ ἀξιώματος νίκης κατὰ τῶν βασάνων, κατὰ τῶν φρικτῶν μαρτυρίων καὶ κατ αὐτοῦ τοῦ θανάτου, τὸν ὁποῖο ἀντιμετώπισε μὲ ἀξιοθαύμαστο ἡρωισμό, διότι ἦταν ὀπαδὸς Ἐκείνου, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, Ὅστις ἔπαθε καὶ ἀνέστη ἐκ τοῦ τάφου, γιὰ νὰ ὁδηγήσει στὴν ἀθανασία τοὺς τροπαιοφόρους κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανἀτου. Ἰδοὺ λοιπὸν γιατὶ ἁρμόζει ἄριστα ἡ πανύγηρη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου μέσα στὰ ἀναστάσιμα πλαίσια, στὸ ροδοστέφανο τῆς Ἀναστάσεως καὶ τὸ φωτοστέφανο τῆς ἁγιότητός του. Οἱ μάρτυρες, μᾶς λέγει ὁ ὑμνογράφος, εἶναι «τὰ μυρίπνοα ἄνθη τοῦ Παραδείσου». Ἡ Γῆ εἶναι τὸ φυτώριο. Τὰ ἄνθη καὶ τὰ δενδρύλλια [261]

262 δὲν παραμένουν γιὰ πάντα στὸ φυτώριο. Ἔρχεται ἡ στιγμὴ ποὺ μεταφυτεύονται στὴν μόνιμη θέση τους, στὸν πραγματικὸ κῆπο. Τὸ ἴδιο συμβαίνει μὲ τοὺς μάρτυρες. Μὲ τὸ μαρτύριό τους μεταφυτεύονται ἀσφαλῶς ἀπὸ τὸ φυτώριο τῆς Γῆς στὸν κῆπο τοῦ Παραδείσου Ὁ Ἅγ. Γεώργιος ἀπετέλεσε καὶ ἀποτελεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ ἐμᾶς ἐκεῖνο ποὺ λέγει τὸ ὄνομά του: γ ε ω ρ γ ό ς. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει τὸν κάθε Χριστιανὸ Θεοῦ «γεώργιον», δηλαδὴ χωράφι. Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὑπῆρξε ἐκλεκτὸ γεώργιο τοῦ Θεοῦ. Ὑπῆρξε χωράφι ἐκλεκτό, ὅπου ἔπεσε καὶ καρποφόρησε ὁ σπόρος τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὅ σπόρος τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Κι ὕστερα ἀπὸ γεώργιο ἔγινε γεωργός. Ἀπὸ χωράφι ἔγινε σπορέας. Εὐλογημένος σπόρος ἡ μαρτυρία του, ἡ ὁμολογία του. Τρισευλογημένος σπόρος εἶναι τὸ αἷμα του. Τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων εἶναι ἡ ὡραιότερη σπορὰ κάτω στὴν Γῆ. Λέγει τὸ Κοντάκιό του: «Γεωργηθεὶς ὑπὸ Θεοῦ ἀνεδείχθης τῆς εὐσεβείας γεωργὸς τιμιώτατος, συλλέξας τὰ δράγματα τῶν ἀρετῶν σεαυτοῦ». Ἂς ἀφήσουμε τὸν μεγάλο Γεωργό, ὅπως γεώργησε τὸν Ἅγιο Γεώργιο νὰ γεωργήσει καὶ τὴν ψυχή μας. Νὰ σπείρει τὸν Λόγο Του τὸν σπόρο τῆς Ἀναστάσεώς Του. Νὰ ζήσουμε τὴν αἰώνια ἄνοιξη τῆς Ἀναστάσεως. [262]

263 [263]

264 ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ 12 ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 30 Ἰουνίου Στὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Α πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολῆς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει: «Τὸ μωρὸ τοῦ Θεοῦ εἶναι σοφότερο ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερο πάντων τῶν ἀνθρώπων». Οἱ λίγοι νικοῦν τοὺς πολλούς. Ποιὸς νίκησε καὶ ποιοὺς νίκησε; Ἡ ὁμάδα τῶν Δώδεκα. Ἂν οἱ ποδοσφαιρικὲς ὁμάδες ἔχουν ἕνδεκα παῖκτες, ἡ ὁμάδα τοῦ Χριστοῦ ἔχει δώδεκα ἀθλητές. Καὶ ἂν μία ὁμάδα γνωρίζει ἦττες καὶ ἰσοπαλίες, ἡ ὁμάδα τοῦ Χριστοῦ εἶχε μόνο νίκες καὶ θριάμβους. Ἀγωνίσθηκε στὸ στάδιο ὁλόκληρης τῆς Οἰκουμένης. Καὶ δὲν εἶχε γιὰ θεατὲς μερικὲς χιλιάδες, ἀλλὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο ὅλη τὴν Γῆ καὶ ὅλο τὸν Οὐρανό. Εἶναι οἱ Δώδεκα Ἀπόστολοι. Νίκησαν οἱ δώδεκα τὰ ἑκατομμύρια. Νίκησαν οἱ ἀγράμματοι ψαράδες τῆς Γαλιλαίας τοὺς σοφοὺς καὶ δυνατούς, τοὺς ἐπισήμους καὶ τοὺς πλουσίους. Πόσους ὀπαδοὺς ἀπέκτησε ὁ Πλάτων π.χ.; Λίγους μαθητὲς μόνο. Πόσους πιστοὺς ἀπέκτησαν οἱ Ἀπόστολοι; Ἑκατομμύρια. Πόσοι θυσιάστηκαν γιὰ τὶς φιλοσοφικὲς θεωρίες; Κανένας. Πόσοι θυσιάστηκαν γιὰ τὴν πίστη τῶν Ἀποστόλων ἑκούσια; Ἑκατομμύρια εἶναι οἱ μάρτυρες. Ἡ Ἐκκλησία μας λέγεται Ἀποστολική. Ἔτσι ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας. Εἶναι Ἀποστολική, διότι εἶναι θεμελιωμένη «ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν Ἀποστόλων». Ὁ Χριστὸς εἶναι [264]

265 «ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος» καὶ οἱ Ἀπόστολοι οἱ θεμέλιοι τῆς ὁρατῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ τῆς «ἄνω πόλεως», «τῆς νέας Ἱερουσαλήμ». Ἂν θέλουμε νὰ δοῦμε ἂν μία Ἐκκλησία εἶναι γνήσια, δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ, θὰ τὸ καταλάβουμε ἀπὸ δύο πράγματα: α) ἀπὸ τὴν Ἀποστολικὴ διδασκαλία της καὶ β) ἀπὸ τὴν Ἀποστολικὴ διαδοχή της. Ἡ Ἀποστολικὴ διδασκαλία εἶναι σὰν ἕνα ποτάμι. Κυλᾶ χωρὶς διακοπὴ δύο χιλιάδες χρόνια τὸ νερό του καὶ ποτίζει τὴν Οἰκουμένη. Εἶναι τὰ ἴδια κρυστάλλινα, πεντακάθαρα νερά. Ἐκεῖνα ποὺ σήμερα πιστεύουμε ἐμεῖς, ξεπηδοῦν ἀπὸ τὴν πηγὴ τῶν Ἀποστόλων. Ὅσα σήμερα πιστεύει ἡ Ἐκκλησία τὰ πίστευε καὶ ἡ Ἐκκλησία τῶν χρόνων τῶν Ἀποστόλων. Ἡ Ἀποστολικὴ διαδοχή, φαντασθεῖτε το, εἶναι σὰν τὴν ἀλυσίδα ἀπὸ τὴν ὁποία κρεμοῦμε ἕνα πολυέλαιο γιὰ νὰ μᾶς φωτίζει. Ἂν σπάσει κάποιος κρίκος, ὁ πολυέλαιος πέφτει. Οἱ κρίκοι τῆς Ἀποστολικῆς διαδοχῆς εἶναι οἱ φέροντες τὴν ἱερωσύνη, δηλαδὴ οἱ κληρικοί. Ἂν ἀπὸ ἐπίσκοπο σὲ ἐπίσκοπο φθάνουμε στοὺς Ἀποστόλους, τότε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι κληρικὸς τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν κάπου ὑπάρχει κενό, τότε ὁ πολυέλαιος ἔπεσε καὶ φῶς δὲν ἔχουμε. Ἡ τέλεση τῶν Μυστηρίων ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν Ἀποστολικὴ διαδοχή. Ὅμως, δὲν ἀρκεῖ νὰ καυχόμαστε γιὰ τὴν Ἀποστολικότητα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὀφείλουμε νὰ γίνουμε ἀποστολικοὶ καὶ οἱ σημερινοὶ Χριστιανοί. Οἱ Ἀποστολοι ἦταν δώδεκα. Ἐμεῖς εἴμαστε χιλιάδες καὶ ἑκατομμύρια. Οἱ Ἀπόστολοι ἄλλαξαν τὸν κόσμο. Ἐμεῖς ἀλλάζουμε ἀπὸ τὸν κόσμο. Οἱ Ἀπόστολοι ζητοῦν μιμητὲς καὶ συνεχιστές. Ἂς μὴ ξεχνοῦμε δὲ τὸ ὅπλο διὰ τοῦ ὁποίου [265]

266 νίκησαν. Εἶναι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ποὺ ὅπως λέγει ἡ ὑμνολογία μας: Πάντα χορηγεῖ: Βρύει προφητείας, ἱερεῖς τελειοῖ, ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξεν, ἁλιεῖς θεολόγους ἀνέδειξεν, ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας. [266]

267 ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ 17 Ἰουλίου Ἡ Ἐκκλησία μας παρουσιάζει τὴν Ἀγία Μαρίνα ὡς ἄνθρωπο ποὺ χαίρεται, γιορτάζει καὶ πανηγυρίζει ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Ἐν ὀνόματι δὲ τῆς Χαρᾶς καὶ τῆς πανηγύρεως ἀρνεῖται κάθε ἐγκόσμια χαρμονή, γιὰ νὰ καταστεῖ μάρτυρας Χάριτος χοροβατοῦσα ἐν ταῖς σκηναῖς τοῦ Δωροδότου τῆς ἑορτῆς. Στὴν ἀπειλὴ τοῦ θανάτου της ἐπαγγέλεται ζωή. Εἶναι ἕνα ἁπλὸ κοριτσόπουλο ποὺ ἐμπνέει, διδάσκει, κατηχεῖ, καθοδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο. Δεκαεπτὰ ὁλόκληρους αἰῶνες εἶναι θρονιασμένη στὴν Ὀρθόδοξη Ἱστορία μας. Τὶ κι ἂν τὴν γέννησαν ἄπιστοι γονεῖς; Τὶ κι ἂν τὴν ἔθρεψε κακόπιστο περιβάλλον; Ὅπου ὑπάρχει διάθεση, ὁ Χριστὸς ἀποκαλύπτεται. Ἡ πρόσκληση τοῦ Θεοῦ συνεργάζεται μὲ τὴν ἐσωτερικὴ κλίση. Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀόρατη Χάρις τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος χρησιμοποιεῖ τὰ ὄργανά Του. Μιὰ ἁπλὴ γυναίκα ἀρκεῖ νὰ ἐμπνεύσει, νὰ διδάξει, νὰ καθοδηγήσει ἕνα ἄνθρωπο. Αὐτὴ κατηχεῖ. Αὐτὴ ἑτοιμάζει. Ποιόν; Τὴν κόρη τοῦ εἰδωλολάτρη ἱερέα. Μὲ αὐτὴν τὴν προετοιμασία προσέρχεται στὸ χριστιανικὸ βάπτισμα. Στὸ Φῶς, στὴν Ἀλήθεια. Στὸν Χριστιανισμό. Τρέφεται μὲ τὰ διδάγματά του τόσο, ὅσο χρειαζόταν νὰ γίνει μάρτυρας πίστεως. Εἶναι ὁμολογουμένως «μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα». Ἡ Ἁγ. Μαρίνα ἔλαμψε ἐν τῷ κόσμῳ. Ἔζησε στὰ δύσκολα χρόνια τῶν διωγμῶν ἐκ Ρωμαίων βασιλέων. Δοκιμάσθηκε στὴν πίστη της διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου. Πέρασε φρικτὰ βασανιστἠρια, γιὰ νὰ λάμψει στὸ Οὐράνιο στερέωμα καὶ νὰ ἀποκτήσει ἕνα ὄνομα τέτοιο ποὺ ὁ χρόνος νὰ μὴν εἶνα ἰκανὸς νὰ τὸ παραγράψει. Ἀντιθέτως, τὸ ὄνομα τῆς Αγ. Μαρίνας διαχρονικὰ προβάλλεται στοὺς ἀνθρώπους ποὺ προστρέχουν στὴν Χάρη της καὶ ζητοῦν [267]

268 πρωτίστως μεσιτεία γιὰ τὴν σωτηρία τους, ἀλλὰ καὶ ἐπίλυση πολλῶν καὶ διαφόρων προβλημάτων ἐπιγείων, ἰδιαιτέρως δὲ αὐτὸ τῆς ὑγείας. Καὶ πράγματι βρίσκουν ἀνταπόκριση, διότι ἡ Ἁγία Μαρίνα εἰσακούει καὶ μεσιτεύει. Εἰσακούει καὶ θεραπεύει. Εἰσακούει καὶ θαυματουργεῖ σὲ ἀμέτρητα θαύματα. Γι αὐτὸ εἶναι καὶ πολὺ λαοφιλής. Χιλιάδες οἱ προσκυνητὲς συρρέουν νὰ γιορτάσουν τὴν μνήμη της τιμῶντες τὴν εὐεργέτιδά των, τιμῶντες τὴν Ἁγία, μεγάλη μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ. Παρθένος καὶ μάρτυς ἡ Ἁγία Μαρίνα. Νεάνιδα κόρη, ἔφηβος 15χρονη μὲ γενναία ψυχή, μὲ τόλμη ἡρωικὴ κι ἐνθουσιαμὸ ἐφηβικὸ προδίδει ὅλη τὴν ὕπαρξή της στὸν Χριστό. Ἂς τὴν προσέξουμε ὅλοι στὴν σταθερὴ καὶ θυσιαστικὴ στάση της, ἰδιαιτέρως ὅμως ἂς τὴν προσέξουν οἱ νέοι μας καὶ εἰδικότερα οἱ ἔφηβοι. Οἱ νέοι μας ποὺ ψάχνουν καὶ ἀναζητοῦν τὰ ὡραῖα καὶ ὑψηλὰ τῆς ζωῆς. Ἂς ἐννοήσουν ὅτι τὰ σπουδαῖα δὲν βρίσκονται στὴν ἀχαλίνωτη ζωή. Δὲν βρίσκονται στοὺς τεχνητοὺς τρόπους εὐφροσύνης. Δὲν βρίσκονται στὰ ἄξαλλα ἢ ξέφρενα. Τὰ σπουδαῖα καὶ ὑψηλὰ βρίσκονται στὴν θυσία, τὴν ἁγιότητα, τὴν Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴν ἐν γένει ζωὴ τῆς ἀπόκτησης τῶν ἀρετῶν. Ἰδοὺ ἡ νεάνις κόρη Ἁγ. Μαρίνα πρότυπο τῶν νέων καὶ τῶν νεανίδων. «Σὲ νυμφίε μου ποθῶ καὶ σὲ ζητοῦσα ἀθλῶ καὶ συσταυροῦμαι καὶ συνθάπτομαι τῷ βαπτισμῷ σου καὶ θνήσκω ὑπὲρ σοῦ, ἵνα καὶ ζήσω ἐν σοί». Αὐτὸ εἶχε καταλάβει καλὰ ἡ Ἁγία Μαρίνα καὶ τὸ ἔκανε πράξη. «Θνήσκω», πεθαίνω γιὰ Σένα, Χριστέ μου, ἢ ζῶ μαρτυρώντας πάντα τὴν πίστη μου σ Ἐσένα κι ἔτσι θὰ ζήσω αἰώνια. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει: «Μᾶλλον ἐστὶ ζῆσαι τὸ ἀποθανεῖν». Ὁ κατὰ Χριστὸν θάνατος εἶναι πέρασμα στὴν Ζωή. Ἀντιθέτως, ζωὴ χωρὶς Χριστὸ εἶναι θάνατος εἴτε ἐδῶ εἴτε στὸν [268]

269 ἄλλο κόσμο. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε τὸ περίφημο: «Ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιππ. α 21). Αὐτὸ εἶναι τὸ χριστιανικὸ ἰδεῶδες, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ ἀληθινὴ πραγματικότητα. Αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς θαρροῦμε βασίλεμα εἶναι γλυκοχάραμα αὐγῆς. Ἀντὶ νὰ ἔρθει ἡ νύχτα, ξημερώνει μία μέρα ποὺ εἶναι ἀβράδιαστη. Ἑπομένως, «μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία πιστεύετε εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς έμὲ πιστεύετε» (Ἰωάνν. ιδ 1). Ἂς μὴ ταράζεται ἡ καρδιά μας μὲ τὰ μάταια τοῦ κόσμου. Νὰ πιστεύουμε στὸν Χριστό, νὰ χαιρόμαστε, νὰ ἑορτάζουμε καὶ νὰ πανηγυρίζουμε μὲ τὴν βεβαιότητα τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς ὡς ἀκριβῶς ἔπραξε καὶ ἡ Ἁγία Μαρίνα. Προσκυνώντας τὴν εἰκόνα τῆς ἁγίας ἂς κάνουμε σύγκριση τῆς ζωῆς της μὲ τὴν ζωή μας. Νὰ δοῦμε τὴν εἰδωλολατρικὴ ἐποχή της καὶ πῶς ἀντετάχθη. Νὰ δοῦμε τὸν εὐδαιμονιστικὸ αἰώνα μας καὶ πόσο ἐμεῖς ὡς Χριστιανοὶ ἀντιστεκόμαστε ἔχοντας φρόνημα καθαρὸ καὶ ζωὴ ἁγία. Νὰ δοῦμε τὴν πίστη της καὶ τὴν σιγουριά της γιὰ τὸν Νυμφίο Χριστὸ καὶ νὰ διακρίνουμε τὴν δική μας πίστη καὶ σιγουριὰ στὸ πάνσεπτο πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Μὲ οὐράνιο πόθο διακατείχετο ἡ Ἁγ. Μαρίνα καὶ ἀθλοῦσε ὑπὲρ τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ. Ἂς προσπαθήσουμε νὰ τῆς δώσουμε μία ὑπόσχεση. Χριστιανὴ ἁπλὴ ἐκείνη. Χριστιανοὶ κι ἐμεῖς. Ἂς προσπαθήσουμε νὰ τὴν μιμηθοῦμε στὴν ἐνάρετη ζωὴ καὶ τὴν πίστη της. Αὐτὸ εἶναι τὸ ὡραιότερο προσκύνημα καὶ τὸ ὡραιότερο κερὶ ἢ λαμπάδα ποὺ θὰ τῆς ἀνάψουμε. Τὶ κι ἂν τὴν τιμοῦμε, ὅταν ἡ ζωή μας δὲν ὁμοιάζει μὲ τὴν δική της; Τὶ κι ἂν ἀνάπτουμε κεριὰ καὶ λαμπάδες κι ἔχουμε προσφορὲς καὶ ἀρτοκλασίες, ἂν δὲν προσπαθοῦμε νὰ κάνουμε τὸν καλὸ ἀγώνα τῆς εὐσεβείας, τὸν ὁποῖο καὶ ἡ Ἁγία ἀγωνίσθηκε; Ἔτσι, θὰ μπορέσουμε κι ἐμεῖς νὰ καταπατήσουμε τὸν ἀόρατο ἐχθρὸ καὶ νὰ ἀποκτήσουμε ἐξουσία καὶ δύναμη ἀπέναντί [269]

270 του. Διότι αὐτὸς ὁ «μισόκαλος» καὶ «μισάνθρωπος» διάβολος βασανίζει τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ μὲ τὶς συντεχνίες του τὸ ὁδηγεῖ στὴν ἁμαρτία κὰι τὴν κόλαση ποὺ ἑτοιμάζει. Ἡ Ἁγία Μαρίνα νίκησε στερρῶς καὶ κατετρόπωσε παντελῶς τὰ μηχανήματα τοῦ ἀρχεκάκου ἐχθροῦ διὰ τῆς σταθερῆς καὶ ἀμετακίνητης πορείας της ἐπὶ τῆς χριστιανικῆς ὁδοῦ, τῆς ὁδοῦ τοῦ Εὐαγγελίου. Λέγει ἕνας ὕμνος πρὸς τὴν Ἁγία: «Σταθερὰν τὴν γνώμην κεκτημένη, σταθερῶς τοὺς ἄθλους ἐκαρτέρεις καὶ στέμμασι νικητικοῖς, ἐστέφθης μελωδοῦσα». Μὲ οὐράνιο νικητικὸ στέμμα στέφεται ἡ ἁγία καὶ τέτοιο περιμένει κι ἐμᾶς, ἐὰν ἔχουμε σταθερὰ τὴν γνώμη τῆς χριστιανικῆς μας ἰδιότητος καὶ σταθερὰ ὑπομένουμε τὸν πόνο καὶ τὸν κόπο τῆς προσκαίρου ζωῆς. Δὲν θὰ μᾶς συνοδεύσουν οἱ δόξες, δὲν θὰ ἔχουμε μαζί μας τὰ πλούτη τῆς Γῆς. Μόνοι μας «ἐνώπιος ἐνωπίῳ» θὰ ἔχουμε τὴν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος ἀπολογία. [270]

271 ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 26 Ἰουλίου «Τὸν ὡραιότατον Χριστὸν ἀγαπήσασα καὶ δι ἀγνείας τὴν ψυχὴν ὡραΐσασα» Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ εἶναι σὰν τὸ δένδρο τὸ καταπράσινο, τὸ φυτεμένο στὶς ὁλόδροσες πηγές, σὰν τὸ δένδρο τὸ καταπράσινο ποὺ δίνει ὁλόγλυκους καρπούς. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ καρποφορεῖ στὴν ζωή του πνευματικοὺς καρπούς. Αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἰκανοὶ νὰ ἰκανοποιήσουν τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ καὶ νὰ γλυκάνουν τὴν κοινωνία. Τὸ ἔργο του εἶναι ἔργο ψυχικῆς ὠφελείας καὶ σωτηρίας. Εὐτυχισμένοι ὅσοι κατάλαβαν τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ νὰ τοὺς δίνει δύναμη, νὰ τοὺς γεμίζει τὴν ψυχὴ μὲ εἰρήνη καὶ χαρά. Καταλαβαίνουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ νὰ γίνονται πραγματικότητα στὸν ἑαυτό τους. «Ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ οὗτος φέρει καρπὸν πολύ» (Ἰωάνν. ιε 5). Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ δεῖ ὁ ἄνθρωπος αὐτὴ τὴν ἐξαιρετικὴ πραγματικότητα μέσα στὴν ψυχή του οὔτε φωτιά οὔτε μάχαιρα οὔτε διωγμὸς οὔτε θάνατος εἶναι ἰκανὰ νὰ τὸν χωρίσουν ἀπὸ τὸν Χριστό, τὸν Σωτήρα του. Χίλιες φορὲς μᾶς ἔδωσαν τοῦτο τὸ δίδαγμα οἱ Μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸ ἴδιο δίδαγμα μᾶς προβάλλει ἡ Ἁγία Ὁσιοπαρθενομάρτυς Παρασκευή. Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ ἔχει: α) τὸ κάλλος τῆς ὁσιότητος, β) τὸ κάλλος τῆς παρθενίας, γ) τὸ κάλλος τῆς μάρτυρος. Εἶναι μία καλλονὴ τριπλοστεφανωμένη, «ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Κυρίου χοροβατοῦσα σεμνή», καθὼς λέγει ὁ ὑμνωδός. Εἶναι ἡ καλλονή, ἡ σεμνὴ καὶ παρθένος ποὺ χορεύει στὰ οὐράνια δώματα, στὴν αὐλὴ τοῦ Κυρίου στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Διότι ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλός. Ἔχει ψυχὴ καὶ σῶμα. Κι [271]

272 ὅπως ὑπάρχει σῶμα καὶ ψυχή, ἔτσι ὑπάρχει σωματικὸ κάλλος καὶ ψυχικὸ κάλλος. Ἔτσι ὑπάρχει σωματικὸς χορὸς καὶ πνευματικὸς χορός. Χορεύει τὸ σῶμα, ἀλλὰ χορεύει καὶ ἡ ψυχή. Ἡ Ἁγ. Παρασκευὴ ἦταν μία νέα κοπέλα. Τὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι στολισμένο μὲ πλῆθος τέτοιες κοπέλες: Αἰκατερίνα, Βαρβάρα, Μαρίνα, Εὐφημία, Εἰρήνη, Χριστίνα καὶ τόσες ἄλλες παρθενομάρτυρες ποὺ ἦσαν νεαρὲς ὑπάρξεις, στὴν ἐφηβικὴ καὶ νεανικὴ ἡλικία. Ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι τὸ χαμομήλι γιὰ τοὺς γέρους, εἶναι τὸ κρασὶ ποὺ ἐνθουσιάζει τοὺς νέους. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι τὸ καταφύγιο τῶν γερόντων. Εἶναι κυρίως ὁ στίβος καὶ τὸ στάδιο ποὺ ἀγωνίζονται καὶ ἀθλοῦνται οἱ νέοι. Ἡ Ἁγ. Παρασκευὴ ἦταν ἡ νέα καὶ ὄμορφη κοπέλα. Καὶ ἦταν ὄμορφη, γιατὶ ἦταν ἀγνή. Ἡ ἀγνότητα ἔχει τοῦτο τὸ καλό. Βάζει στὸ πρόσωπο τοῦ νέου καὶ τῆς νέας τὴν σφραγίδα τῆς ὀμορφιᾶς. Ἡ ἁμαρτία τοῦ πρώτου ἀνθρώπου ἀσχήμυνε κατὰ πολὺ τὴν ὄμορφη φύση. Ἂν δὲν ἦταν ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου, ὁπωσδήποτε θὰ ἦταν ὡραιότερη ἡ φύση. Δὲν θὰ εἶχε ἀσχήμιες καὶ ἀγριότητες. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἁμαρτία κάθε ἀνθρώπου ἀσχημαίνει κατὰ πολὺ καὶ τὴν ἐξωτερική του ὄψη. Πέρα, ὅμως, ἀπὸ τὸ κάλλος τοῦ σώματος ποὺ ὁ χρόνος μαραίνει, εἶναι τὸ κάλλος τῆς ψυχῆς. Τὸ μὲν κάλλος τοῦ σώματος καταλήγει στὰ γυμνὰ ὀστά, τὸ δὲ κάλλος τῆς ψυχῆς ὅμως μένει ἄθικτο καὶ αἰώνιο. Ἦταν, λοιπόν, ἡ Ἁγ. Παρασκευὴ ὡραῖος ἄνθρωπος, γιατὶ κυρίως εἶχε ὡραία ψυχή. Οἱ γονεῖς της τὴν ἀνέθρεψαν «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Φρόντισαν ὡς γονεῖς γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς κόρης των, ἀλλὰ καὶ πιὸ πολὺ γιὰ τὴν χριστιανική της μόρφωση καὶ ψυχική της καλλιέργεια, γιὰ τὰ στολίδια τῆς ἀρετῆς, τὰ μόνα σταθερὰ καὶ ἀναφαίρετα. Πολὺ σύντομα ἔμεινε ὀρφανή παίρνοντας δύο παρακαταθῆκες ἀπὸ τοὺς γονεῖς της. Ἀπὸ μὲν τὸν πατέρα της, τὴν εὐχὴ νὰ πάρει [272]

273 τὸ στεφάνι τοῦ μάρτυρος. Ἀπὸ δὲ τὴν μητέρα της, εὐχὴ καὶ εὐλογία, ὥστε νὰ μὴ βλέπει ἄλλο τι στὴν ζωή της, εἰ μὴ μόνον Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον. Θαυμάζουμε τὶς Σπαρτιάτισσες μητέρες, οἱ ὁποῖες ἔλεγαν τὸ «τὰν ἢ ἐπὶ τᾶς» στὰ παιδιά των. Πῶς νὰ μὴ θαυμάσουμε τοὺς Χριστιανοὺς ἐκείνους ποὺ παραδίνουν τὸν ἑαυτό τους στὸν Χριστό, παραδίδουν δὲ καὶ ἀφιερώνουν καὶ τὰ παιδιά των στὸ θέλημά Του μὲ ἕνα φοβερὸ πόθο, τὴν κατάκτηση τῆς Αἰωνίου Βασιλείας καὶ Ἁγιότητος. Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἁγιάζει τοὺς ἀνθρώπους «ὁλοτελεῖς». Ἡ ἀληθινὴ ζωὴ ὑπάρχει μόνο κοντὰ στὸν Θεὸ ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς. Ὁ κτιστὸς ἄνθρωπος ζεῖ τὴν ἀληθινὴ ζωὴ μετέχοντας στὴν ἄκτιστη ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος ὡς κτιστὸς εἶναι ταυτόχρονα τρεπτὸς καὶ φθαρτός, ἐνῶ ὁ Θεὸς ὡς ἄκτιστος εἶναι ἄφθαρτος καὶ ἄτρεπτος. Ὁ τρεπτὸς καὶ φθαρτὸς ἄνθρωπος εἴτε κατευθύνεται πρὸς τὸ μηδέν εἴτε ἐπιστρέφει πρὸς τὸν Θεό. Εἴτε βυθίζεται στὴν αἰώνια ζωὴ εἴτε βυθίζεται στὸν αἰώνιο θάνατο. Καὶ δὲν βρίσκει ὁ ἄνθρωπος τὴν αἰώνια ζωή, ἂν δὲν ἐπιστρέψει στὸν Θεὸ καὶ δὲν συνδεθεῖ ἡ κτιστή του φύση μὲ τὴν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν σύνδεση αὐτὴ πραγματοποιεῖται καὶ ἡ ὑπέρβαση τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει ἐξ ἄλλου καὶ ἡ συμμετοχὴ τοῦ άνθρώπου στὸν θάνατο καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ποὺ γίνεται μὲ τὰ μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καὶ τῆς Θείας Εὐχαριστίας. «Ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάνν. γ 3). Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ἀναγέννησή του λυτρώνεται ἀπὸ τὴν παρὰ φύσιν κατάσταση στὴν ὁποία τὸν ὁδήγησε ἡ πτώση, ἐπανέρχεται στὴν κατὰ φύσιν καὶ ἀποκτᾶ τὴν δυνατότητα νὰ ἐπιτύχει τὴν ὑπὲρ φύσιν κατάσταση, δηλαδὴ τὴν ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν θέωση. [273]

274 Ἀπόλυτα ξεκαθαρισμένη ἡ Ἁγία Παρασκευὴ μὲ τὴν νουθεσία καὶ παρακαταθήκη τῶν γονέων της ἔζησε μόνο γιὰ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Μὲ τὴν περιουσία της γλύκανε τὸν ἀνθρώπινο πόνο. Κι αὐτή, ἀφιερωμένη στὴν ὑπηρεσία τοῦ Εὐαγγελίου, γύριζε πόλεις καὶ χωριὰ φέρνοντας ψυχὲς κοντὰ στὸν Χριστό. Τὸ κήρυγμά της σαγήνευε, συγκλόνιζε ψυχὲς καὶ μὲ τὸν λόγο της «προσετίθετο ὄχλος ἰκανὸς τῷ Κυρίῳ». Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν μεγάλων διωγμῶν (120 μ.χ.). Τὸ ἱεραποστολικό της ἔργο κατηγγέλθη στὸν ἴδιο τὸν αὐτοκράτορα Ἀντωνίνο. Καὶ αὐτὸς θαύμασε τὴν πίστη καὶ τὴν σοφία της, ὅμως διέταξε τὸ μαρτύριό της. Δύο φορὲς μαρτύρησε. Στὸ πρῶτο μαρτύριο ἐπὶ Ἀντωνίνου, παρὰ τὰ μαρτύρια της ἔμεινε σώα καὶ ἀβλαβής. Ἀφέθη δὲ ἐλεύθερη, διότι θεράπευσε τὸν τυφλωθέντα ἕνεκα τοῦ μαρτυρίου της αὐτοκράτορα Ἀντωνίνο. Στὸ δεύτερο δὲ μαρτύριό της ἐπὶ αὐτοκράτορος Μάρκου Αὐρηλίου μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια διὰ ξίφους ἐτελειώθη στὴν Ρώμη ἀπὸ ὅπου καταγόταν, ἀλλὰ καὶ ἀνετράφη καὶ ἔδρασε. Ὁμολογουμένως γιὰ ἐκείνους ποὺ ἀγαποῦν μὲ ὅλη τὴν ψυχή των τὸν Χριστὸ δὲν ὑπάρχει καμμία δύναμη νὰ τοὺς χωρίσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του. Εἶναι αύτὸ ποὺ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του: «Οὔτε θάνατος οὔτε ζωή δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν». Πόσοι ἄνθρωποι δὲν ἐκάμφθησαν καὶ ὐπέκυψαν στὴν ἁμαρτία, διότι φοβήθηκαν τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο. Ἄλλοι φοβήθηκαν τὸ σχόλιο καὶ τὶς εἰρωνίες τῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι χαρακτηρίζουν ὡς καθυστερημένους καὶ ὀπισθοδρομικοὺς αὐτοὺς ποὺ βαδίζουν στὸν δρόμο τῆς ἠθικῆς, τοὺς θρησκεύοντες καὶ ἀκολουθοῦντες τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἄλλοι φοβοῦνται ὅτι ἐὰν δὲν χρησιμοποιήσουν τὸ ψεῦδος, τὴν ἀδικία καὶ τὴν ἁμαρτία ἐν γένει, δὲν εἶναι τάχα δυνατὸν νὰ [274]

275 εὐδοκιμήσουν στὸ ἐπάγγελμά τους. Λησμονοῦν ὅτι ὑπεράνω πάντων εἶναι ὁ Θεός. Καὶ ἄλλοι φοβοῦνται τὴν ἀντίδραση καὶ τὸν πόλεμο τὸν ὁποῖο ἕνας δίκαιος καὶ ἔντιμος ἄνθρωπος θὰ συναντήσει ἐκ μέρους τῶν κακῶν καὶ παρανόμων. «Οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζεῖν διωχθήσονται» (Τιμ. γ 12). Εἴθε τὸ μαρτυρικὸ καὶ ἡρωικὸ παράδειγμα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς νὰ στηρίζει ὅλους μας στὸν δρόμο τοῦ χριστιανικοῦ καθήκοντος πάντοτε. Καὶ σὲ εὔκολες καὶ σὲ δύσκολες συνθῆκες, γιὰ νὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ ἐπαναλαμβάνουμε ὅτι: «Οὔτε θάνατος οὔτε ζωή δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. η 38-39). [275]

276 ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ 29 Αὐγούστου Τὸν Πρόδρομο Ἰωάννη, τὸν κήρυκα τῆς μετανοίας, τὸν Βαπτιστὴ τοῦ Σωτῆρος, τὸν Ἄγγελο καὶ Προφήτη ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας. «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου μου» (Μάρκ. α 2 & Μαλαχ. γ 1). Ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ἕνας ἄγγελος ἄγγελος μὲ δύο ἔννοιες. Πρῶτον, ἔζησε ἀγγελική, ὁσιακὴ ζωή. Ἦταν ἕνας ἔνσαρκος ἐπίγειος ἄγγελος. Ἡ ζωή του ἦταν στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, ὅπου ἔζησε μὲ σωφροσύνη μία ζωὴ ἀσκήσεως, κακουχίας τοῦ σώματος, ἐντελῶς μόνος, μὲ πλήρη ἀφιέρωση στὸν Θεό. Περιφρονοῦσε τὰ γήινα καὶ ἀποζητοῦσε μὲ ζέση πίστεως καὶ ἐπιμονὴ φλογερὴ τὰ Οὐράνια. Ἔζησε τὴν παρθενικὴ ζωή, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ἡ ζωὴ τῶν ἀγγέλων. Μόνη στάση ζωῆς γιὰ ἐκεῖνον ἡ νυχθημερὸν μνήμη Θεοῦ. Ἡ προσευχὴ στὸν Θεὸ ἦταν ἡ συνεχὴς ἀπασχόλησή του. Ὅ,τι ἀκριβῶς κάνουν καὶ οἱ ἄγγελοι στὸν Οὐρανό, ἔκανε ἐκεῖνος στὴν Γῆ. Εἶναι ὅσιος, διότι ἔζησε ἀσκητικά, μοναχικά. Παρέβλεψε τὸ σῶμα του ζώντας μὲ λίγη καὶ ἁπλὴ τροφή, «ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριο», κι ἐνδύετο ἕνα ἁπλὸ χιτώνα ἀπὸ «τρίχας καμήλου καὶ μίαν ζώνην δερματίνην» στὴν μέση του. Εἶναι ἕνα ὑπόδειγμα ἀσκητοῦ, τὸ ὁποῖο ὅλη ἡ στρατιὰ τῶν ἀσκητῶν παρακολουθεῖ καὶ προσπαθεῖ νὰ μιμηθεῖ στὸν ἀγώνα ἀφιερώσεως στὸν Θεὸ ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἔχει. Δεύτερον, εἶναι ἄγγελος μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀναγγελίας στὸν κόσμο γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Τὸν Ἰωάννη διάλεξε ὁ Θεὸς ἀπὸ πρὶν τὴν γέννησή του. Ἦταν πράγματι θεόσταλτος. [276]

277 Στὸν πατέρα του ἱερέα Ζαχαρία εἶχε πεῖ ὁ Ἄγγελος ποὺ ἀνήγγειλε τὴν γέννησή του, «ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον Κυρίου» (Λουκ. α 15). Τὸ ἔργο τοῦ Ἰωάννη ὑπῆρξε μέγα ὄντως. Ἐκήρυττε μετάνοια στὸν λαό, ὁ ὁποῖος ἤρχετο νὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ καὶ νὰ ἀκούσει τὸν φλογερὸ λόγο του καὶ τὸν προετοίμαζε νὰ δεχθεῖ τὸν Σωτήρα. Στὸν Ἰωάννη ἀναφερόταν ὁ Προφήτης Ἡσαΐας, ὅταν εἶπε: «Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ». Ἔλεγε ὁ Ἰωάννης: «Ποιήσατε καρποὺς ἀξίους μετανοίας» (Ματθ. γ 8), «πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπό, ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται» (Ματθ. γ 10). Ἔλεγε ἐπίσης ὁ Ἰωάννης: «Ἔρχεται ὁ ἰσχυρώτερός μου ὀπίσω μου, οὗ οὐκ εἰμὶ ἰκανὸς κύψας λῦσαι τὸν ἰμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ» (Μάρκ. α 7). Κάνει τὴν μεγάλη σύσταση. Συστήνει στοὺς ἀνθρώπους τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ. Ἀξιώθηκε νὰ δείξει καὶ νὰ ὑποδείξει τὸν Χριστό. «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰωάνν. α 29). Ὁ Ἰωάννης εἶναι μάρτυρας τῆς ἀληθείας, διότι πάντα ἔλεγε τὴν ἀλήθεια στὸν λαὸ καὶ διότι ὑποδεικνύει αὐτὴν καθ ἑαυτὴν τὴν Ἀλήθεια ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Ἀλλὰ καὶ γιὰ ἕνα ἀκόμη λόγο εἶναι μάρτυς Ἀληθείας, διότι ἡ ἴδια ἡ Ἀλήθεια, ὁ Χριστός, τὸ ἐπιβεβαιώνει. Ποιὸ ἐγκώμιο καὶ ποιὰ διαπίστωση δική μας μπορεῖ νὰ εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ αὐτὴν τοῦ Ἰησοῦ: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ» (Ματθ. ια 11). Ἕνας τέτοιος δυνατὸς καὶ θεόσταλτος ἄνδρας δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ὑπολογίζει κίνδυνο καὶ θάνατο. Γι αὐτὸ δὲν δίσταζε νὰ εἶναι ἐλεγκτὴς τῆς παρανομίας. Ἔλεγχε τὸν ἀνήθικο βασιλιὰ Ἡρώδη ἀδιαφορώντας στὸ τὶ ὀργὴ θὰ ἐπέσυρε αὐτὸ στὸν ἑαυτόν [277]

278 του. «Οὐκ ἔξεστί σοι» (Μάρκ. ς 18). Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ ἔχεις σχέση μὲ τὴν γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ σου. Αὐτὸς ὁ ἔλεγχος φώλιασε τὸ μίσος στὴν Ἡρωδιάδα καὶ ζητοῦσε τὴν ἐξόντωσή του. Τὸ μίσος εἶναι ἕνα πάθος ποὺ τυφλώνει τὸν ἄνθρωπο. Μαυρίζει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν βλέπει κανένα καλὸ γιὰ τὸν ἄλλο. Χρειάζεται προσοχὴ γιὰ νὰ μὴ φθάσει κανεὶς σ αὐτὸ τὸ πάθος. Χρειάζεται ἡ κατάλληλη ἐκγρήγορση. Ἡ Ἡρωδιάδα μὲ τὰ λόγια τοῦ Ἰωάννη θὰ ἔπρεπε νὰ μετανοήσει, ν ἀλλάξει ζωή, νὰ σταματήσει τὴν ἁμαρτία, ὅμως αὐτὴ ἐπιλέγει τὴν φιλαυτία της καὶ στρέφεται ἐναντίον του μὲ μίσος. Δὲν ἡσυχάζει μέχρι νὰ ἐπιτύχει νὰ κλείσει γιὰ πάντα τὸ στόμα τῆς ἀληθείας τοῦ Ἰωάννη. Ὁ Πρόδρομος Ἰωάννης ἔχει καὶ τοὺς τίτλους «Προφήτης» καὶ «Βαπτιστής». Δὲν εἶναι ἁπλὴ ὑπόθεση ἡ προφητεία. Προφητεία σημαίνει ὁτι μπορεῖ νὰ λέγεις γιὰ κάτι πρὶν νὰ συμβεῖ. Νὰ προγνωρίζεις, νὰ προβλέπεις, νὰ προλέγεις. Ὅμως, τὸ μέλλον δὲν τὸ γνωρίζει κανείς, μόνο ὁ Θεός. Γιὰ νὰ μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ προλέγει τὸ μέλλον, σημαίνει ὅτι εἶναι σκεῦος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰωάννης ἦταν ἕνεκα τῆς πλήρους ἀφιερώσεώς του στὸν Θεό, ἕνα ὄργανο, ἕνα σκεῦος τοῦ Θεοῦ. Τὸν χρησιμοποίησε ὁ Θεός, γιὰ νὰ προγνωρίσει στοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ προδρομίσει τὸν Χριστό. Καὶ ἀφοῦ εἶναι προφήτης, μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ Πρόδρομος. Μάλιστα δὲ καὶ «μείζων τῶν προφητῶν». Εἶναι ὁ μεγαλυτερος προφήτης ἀπ ὅλους τοὺς ἄλλους ποὺ προϋπῆρξαν. Ἐπίσης, ἀξιώθηκε νὰ βαπτίσει τὸν Χριστό. Βάπτιζε τὸν λαὸ μὲ τὸ βάπτισμα τῆς Μετανοίας, βάπτισε καὶ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ γίνει ἡ φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Μία συγκλονιστικὴ στιγμή, ὁπότε γνωστοποιεῖται στοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν χάσει [278]

279 τὸν Θεὸ καὶ δὲν Τὸν γνωρίζουν. Καὶ αὐτὸ γίνεται στὴν στιγμὴ τῆς ὑψηλῆς αὐτῆς διακονίας τοῦ Προδρόμου νὰ βαπτίζει τὸν Χριστό. Πόση πράγματι ἡ εὐλογία ποὺ ἐδέχθη! Εἶναι ὁ Βαπτιστής, ὁ Προφήτης, ὁ Πρόδρομος. Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἰδιαίτερη τιμὴ στὸ σεπτὸ πρόσωπό του. Μετὰ ἀπὸ τὴν ὑψηλὴ θέση τῆς Παναγίας μας ἀκολουθεῖ ἡ θέση τοῦ Ἰωάννου. Μετὰ τὴν Παναγιότητα τῆς Θεοτόκου, ἡ Ἁγιότητα τοῦ Προδρόμου. Χαρακτηρηστικὴ εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς Δεήσεως ὅπου στὴν μέση εἶναι ὁ Χριστός, δεξιὰ τοῦ Χριστοῦ ἡ Παναγία καὶ ἀριστερὰ τοῦ Χριστοῦ ὁ Πρόδρομος. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς ναούς μας. Σὲ ὅλα τὰ τέμπλα τῶν ἐκκλησιῶν ὑπάρχει ἡ εἰκόνα τοῦ Προδρόμου ἀριστερὰ τοῦ Χριστοῦ. Σὲ κάθε Θεία Λειτουργία ὁ ἱερέας, ὅταν παίρνει ὅπως λέμε καιρό, γιὰ νὰ τελέσει τὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας προσκυνᾶ καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ Προδρόμου ζητώντας τὴν μεσιτεία του γιὰ ἐνίσχυση. Ἀκόμη, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ὁρισμένες ἑορτές του σύλληψη, γέννηση, ἀποτομὴ τῆς κεφαλῆς, εὕρεση τῆς Ἁγίας Κάρας του, ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ὁρίσει μία ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος νὰ τοῦ εἶναι ἀφιερωμένη. Κάθε Τρίτη στὸ βιβλίο τῆς Παρακλητικῆς ὑπάρχουν ὕμνοι, τροπάρια, τὰ ὁποῖα λέγονται στὴν χάρη του πρὸς τιμήν του. Τέτοια εἶναι ἡ τιμὴ τῆς Ἐκκλησίας μας πρὸς τὸ πρόσωπό του. Ἡ Ἀσκητική φωτεινὴ μορφή του ζεῖ πάντα ἀνάμεσά μας, πρεσβεύει γιὰ ἐμᾶς καὶ μᾶς ἀπευθύνει πάντα τὸ ἴδιο κήρυγμα, τὸ κήρυγμα τῆς μετανοίας. Ἑτοιμάζει καὶ σήμερα τὸν δρόμο τῆς ψυχῆς μας, γιὰ νὰ δεχθοῦμε μέσα σ αὐτὴν τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Ἡ φωνή του φλογερὴ καὶ ἀπαλὴ ζητᾶ νὰ ξεριζωθοῦν τὰ βατόκλαδα καὶ τὰ ἀγκάθια τῆς ἁμαρτίας. Νὰ χαμηλώσουν τὰ βουνὰ τοῦ ἐγωισμοῦ. [279]

280 «Μετανοεῖτε Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ ἤγγικε γὰρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». ΑΜΗΝ [280]

281 ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ 26 Σεπτεμβρίου Ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος, ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, εἶναι ὁ φίλος καὶ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁ μαθητὴς τῆς ἀγάπης. Εἶναι ὁ Θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ συγγραφέας τῆς Ἀποκαλύψεως. Εἶναι καταπληκτικὸς ὅταν τὸν διαβάζεις στὸ Εὐαγγέλιό του, διότι βλέπεις ὁλοκάθαρα ὅτι θεολογεῖ. Καὶ ὅταν λέμε Θεολογία, ἐννοοῦμε ὅλη τὴν περὶ τοῦ Θεοῦ ἀλήθεια. Ἡ Ἐκκλησία στὴν ἀπονομὴ τοῦ τίτλου τοῦ θεολόγου ὑπῆρξε φειδωλή. Μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν χιλιάδες ἀπόφοιτοι τῶν θεολογικῶν σχολῶν καὶ νὰ λέγονται θεολόγοι, ἀλλ ὅμως ἡ Ἐκκλησία τὸν τίτλο τοῦ Θεολόγου τὸν ἀπένειμε μόνο σὲ τρία πρόσωπα: στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο, στὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, καὶ στὸν Συμεὼν τὸν νέο Θεολόγο. Ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ πρῶτος καὶ μέγιστος. Καὶ σὲ ποιὰ σχολὴ σπούδασε; Στὴν Σχολὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τῆς Πεντηκοστῆς ἐνέπνευσε πλουσιοπάροχα τὸν Ἰωάννη τὸν ψαρά, τὸν υἱὸ τοῦ Ζεβεδαίου, νὰ γράψει τὸ Εὐαγγέλιό του, τὸ ὁποῖο εἶναι τὸ φιλοσοφικότερο καὶ θεολογικότερο βιβλίο τοῦ κόσμου, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴν Ἀποκάλυψη, βιβλίο τὸ ὁποῖο εἶναι ἀνερμήνευτο. Ὅπως τὸ Ἅγιο Πνεῦμα πῆρε ἄλλοτε τὸν Μωϋσῆ καὶ τὸν ὁδήγησε βαθειὰ στὴν Δημιουργία καὶ εἶδε πῶς ἔγινε ὁ κόσμος, ἔτσι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο πῆρε στὰ φτερὰ τῆς Θεολογίας τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν ἀνέβασε ψηλά, πολὺ ψηλὰ καὶ εἶδε τὴν ἄναρχο ἀρχὴ τοῦ Θεοῦ καὶ εἶδε τὴν ἄχρονο γέννηση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα. Γι αὐτὸ ξεκινάει τὸ Εὐαγγέλιό του μὲ τὸ: «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος» [281]

282 (Ἰωάνν. α 1). Ὁ Ἰωάννης θεμελιώνει τὸ Εὐαγγέλιό του στὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ θεμέλιο τῆς πίστεώς μας. Καὶ τὸ θεμέλιο αὐτό εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός. Εἶναι ὁ Θεὸς Λόγος. Δίπλα στὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη οἱ ἁγιογράφοι ζωγραφίζουν ἕνα ἀετό, γιὰ νὰ δείξουν ὅτι ὅπως ὁ ἀετός, βασιλιᾶς τῶν πουλιῶν, πετᾶ ψηλά, ἔτσι καὶ ὁ Ἰωάννης πέταξε ψηλά, εἰσῆλθε στὸν γνόφο τῆς Θεότητος κι ἔγινε ὁ «θεατὴς τῶν ἀρρήτων ἀποκαλύψεων καὶ ὁ ἑρμηνευτὴς τῶν ἄνω τοῦ Θεοῦ μυστηρίων» (Προσ. Ἑσπερινοῦ). Ἡ καρδιὰ τοῦ θεολόγου Ἰωάννη κτυπᾶ ἀγάπη. «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί» (Ἰωάνν. δ 8). Ἡ καρδιὰ τοῦ Κυρίου μας εἶναι πάντοτε ἀγάπη. Ἀδιάκριτη καὶ ἀνιδιοτελής. Ἡ παρρησία τῆς ἀγάπης ἐλέγχει τὴν τόλμη καὶ τοῦ τολμηρότερου ἀνθρώπου. Γι αὐτὸ γίνεται ὁ ἐπιστήθιος φίλος καὶ ἠγαπημένος τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ εὐαίσθητη καρδιὰ τοῦ Ἰωάννη ταράσσεται καὶ φλέγεται κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ στὸν Γολγοθᾶ τὴν ὥρα ποὺ ὁ Χριστὸς ἔδιδε μὲ τὴν θυσία Του τὴν μεγαλύτερη μάχη τῶν αἰώνων. Ἐκείνη τὴν στιγμὴ λαμβάνει τὴν σφραγίδα τῆς υἱότητος, τῆς φροντίδας, δηλαδὴ καὶ μέριμνας τῆς Παναγίας Μητέρας μας. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας στὴν μανιακὴ ἐπίθεση τῆς ἀπιστίας ἰδιαιτέρως συμβουλεύονται τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου. Ἐφοδιάζονται ἀπὸ αὐτὸ καὶ μάχονται ἐναντίον τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τῆς πειρατίας τῶν αἱρέσεων. Ὁ Ἰωάννης παίρνει ἀπὸ τοὺς πρώτους τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως. Τρέχει σὰν νεότερος «τάχιον τοῦ Πέτρου» (Ἰωάνν. κ 4) καὶ βλέπει τὸ ἄδειο μνῆμα τοῦ Χριστοῦ. Ἄρχισε τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ κάνει πλῆθος θαυμάτων. Συλλαμβάνεται ἀπὸ τὶς πρῶτες ἡμέρες τῆς Ἀποστολικῆς του δράσεως καὶ δηλώνει φανερὰ καὶ ξάστερα πὼς δὲν μπορεῖ νὰ μὴν κηρύττει «ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ οἱ ὀφθαλμοὶ ἡμῶν εἶδον καὶ ὃ αἱ χεῖραι ἡμῶν ἐψηλάφησαν». Ἔχει μία θεία καὶ πολυσύνθετη ἀκτινοβολία ἡ πανσεβέστατη μορφὴ τοῦ Ἰωάννου. Ἀκτινοβολία ἁγιότητος, [282]

283 πίστεως, αγάπης δράσεως, σοφίας, ἀρετῆς, λόγων καὶ ἔργων. Γι αὐτὸ καὶ ἐξαιρετικὴ ἡ θέση του μεταξὺ τῶν Ἀποστόλων. Εἶναι «ὁ μαθητὴς ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς». Ὄχι χαριστικῶς καὶ προνομιακῶς, ὅπως συμβαίνει μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ ὑπάρχουν οἱ εὐνοούμενοι καὶ προνομιοῦχοι. Ὁ Ἰωάννης κέρδισε καὶ κατέκτησε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεανθώπου μὲ τὴν προσωπική του διάθεση καὶ τὴν ὁλόψυχη ἀφοσίωσή του. Στὶς 26 Σεπτεμβρίου ἑορτάζεται ἡ μετάτασή του. Τὸ σῶμα του, ὅπως καὶ τῆς Παναγίας, ὁ Χριστὸς τὸ πῆρε στὸν Οὐρανό. Στὸν τάφο του βρῆκαν μόνο σκόνη. Καὶ μνημονεύουμε τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς «τὴν σύναξη τῆς ἁγίας κόνεως τῆς ἀναπεμπομένης ἐκ τοῦ τάφου τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ἤγουν τοῦ μάννα». Ὁ Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ βρίσκεται στὸν Οὐρανό. Ἐδῶ ἔχουμε τὶς ἰδέες του ὅπως εἶναι καταγεγραμμένες στὸ Εὐαγγέλιό του, στὶς τρεῖς καθολικὲς Ἐπιστολές του καὶ στὴν Ἀποκάλυψη. Εἶναι πάντα ἐπίκαιρες καὶ ἀποτελοῦν «καινὴ διδαχή». Μὴ μείνουμε ἔξω τοῦ πνεύματός του, τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου. [283]

284 ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΑΘΗΝΩΝ 7 Ὀκτωβρίου Ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας είναι τὰ «μυρίπνοα ἄνθη» τοῦ Παραδείσου. Ὅταν ἀκουμπᾶς ἕνα ἅγιο, ἀκουμπᾶς τὸν Παράδεισο. Γεύεσαι αὐτὸ ποὺ εἶναι κρυμμένο στὴν καρδιά του: τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ ἅγιος εἶναι «ὁ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἄνθρωπος». Ὁ «ἀναγεννημένος», ὁ «καινὸς ἄνθρωπος». Ξεφεύγει ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης παρατήρησης, εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸ συνηθισμένο καὶ λογικό. Οἱ ἅγιοι ἀναγνωρίζονται μόνο ἀπὸ ἁγίους μὲ τοὺς ὁποίους ἔχουν κοινὰ βιώματα. Ὁ Ἅγ. Ἱερόθεος εἶναι μία μορφή, ἡ ὁποία ἀλιεύεται ἀπὸ τὸν Ἀπ. Παῦλο κατὰ τὸ διάστημα τῆς παραμονῆς του στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν. Στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἀναφέρεται ἡ ἐξῆς φράση: «Τινὲς δὲ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καὶ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καὶ γυνὴ ὀνόματι Δάμαρις καὶ ἕτεροι σὺν αὐτοῖς» (Πράξ. ιζ 34). Μέσα στὸ «ἐν οἷς» καὶ στὸ «ἕτεροι σὺν αὐτοῖς» συμπεριλαμβάνεται προφανῶς καὶ τὸ ὄνομα τοῦ μακαρίου Ἱεροθέου. Ὁ Ἅγ. Διονύσιος ὀ Ἀρεοπαγίτης στὰ «Μυστικά συγγράματά» του παρουσιάζει τὸν Ἅγ. Ἱερόθεο ὡς μαθητὴ τοῦ Παύλου καὶ δικό του διδάσκαλο. Ὁ Ἀπ. Παῦλος πρὶν ἀπὸ τὴν γνωστὴ σ ἐμᾶς ὁμιλία του στὸν Ἄρειο Πάγο συζητοῦσε στὴν συναγωγὴ μὲ τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς θεοσεβεῖς καὶ καθημερινῶς στὴν ἀγορὰ μὲ ἐκείνους ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ. «Διελέγετο μὲν οὖν ἐν τῇ συναγωγῇ τοῖς Ἰουδαίοις καὶ τοῖς σεβομένοις καὶ ἐν τῇ ἀγορᾷ κατὰ πᾶσαν ἡμέραν πρὸς τοὺς παρατυγχάνοντας» (Πράξ. ιζ, 17-18). «Ἐπιλαβόμενοι τε αὐτοῦ ἐπὶ τὸν Ἄρειον Πάγον ἤγαγον» (Πράξ. ιζ 19). Τὸν πῆραν λοιπόν καὶ τὸν ἔφεραν στὸν Ἄρειο Πάγο, γιὰ νὰ [284]

285 ἔχουν λόγο ἐξ αὐτοῦ προφανῶς ἐπισημότερο καὶ βαρύτερο. Ὁ Ἅγ. Ἱερόθεος εἶναι πολὺ πιθανὸ νὰ πίστευσε πρὶν ἀπὸ τὴν ὁμιλία τοῦ Παύλου στὸν Ἄρειο Πάγο. Ὅπως καὶ νὰ ἔχουν τὰ γεγονότα γνωρίζουμε ἀπὸ τὰ συγγράματα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ὅτι ὁ τελευταῖος «θεωρεῖ τὸν ἀθεώρητο βυθὸ τῆς Οὐρανίου γνώσεως». Εἶναι «πάνσοφος, ἱεροφάντης, θεσπέσιος ὑφηγητὴς καὶ μύστης καὶ θεωρὸς τῶν ἀλήπτων». Διδάσκαλος, ὅμως, τοῦ Ἁγίου Διονυσίου εἶναι ὁ Ἅγιος Ἱερόθεος, ὁ ἐξαίρετος μυσταγωγὸς καὶ θεόληπτος ἄνθρωπος. Ὁ Ἁγιος Ἱερόθεος δίδαξε τὸν Ἅγιο Διονύσιο κι ἐκεῖνος βίωσε καὶ συνέγραψε μὲ τρόπο ἐκτενῆ. Τὸ περιεχόμενο, λοιπόν, αὐτῶν τῶν θαυμασίων συγγραμάτων περισσότερο στηρίζεται στὴν μορφὴ τοῦ Ἁγίου Ἱεροθέου καὶ λιγότερο στὸν Ἅγιο Διονύσιο (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος, Ἅγιος Ἱερόθεος σελ. 24). Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία τοῦ Ἁγίου παρουσιάζονται στὸν Συναξαριστὴ καὶ εἶναι παρμένα ἀπὸ τὸ Βασιλειανὸ Μηνολόγιο. Ἀπὸ τὸ συναξάρι, λοιπόν, ἐξάγονται τὰ ἀκόλουθα: Πρῶτον, ὅτι ὁ Ἅγ. Ἱερόθεος «ὑπῆρξε εἷς τῶν ἐννέα βουλευτῶν ἐν Ἀθήναις τῇ πόλει». Κατεῖχε μία ὑψηλὴ θέση στὴν ἀθηναϊκὴ κοινωνία. Κάτι ποὺ σημαίνει γνώση, κατάρτιση, σοφία. Ἄνθρωπος χαρισμάτων, ἰκανότητας καὶ ἐπιβολῆς στοὺς ἀνθρώπους. Ἐπίσης, ἦταν ὁ διδάσκαλος τοῦ Ἁγίου Διονυσίου καὶ τοῦ μετέδωσε τὴν παράδοση. Ὁ ἴδιος διδάχθηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν καὶ διέπρεψε κατὰ πάντα μεταξὺ τῶν Ἀποστόλων. Αὐτὸ εἶναι ἔνδειξη ὅτι ὑπῆρξε ἕνας μεγάλος ἱεράρχης μὲ πλούσια δράση ποιμαντικὴ καὶ ζῆλο ἱεραποστολικό. Ἀκόμη, πληροφορούμαστε ἀπὸ τὸ συναξάρι του ὅτι παρευρέθη στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου «συμπλέκων καὶ ψάλλων» ἐξοδίους ὕμνους. Συνέθεσε καὶ ὁ ἴδιος ὕμνους κι ἔψαλε μαζὶ μὲ τοὺς Ἀποστόλους γιὰ τὴν Ἀειπάρθενον Θεοτόκον. [285]

286 Ὁ Ἅγιος Ἱερόθεος ἔζησε ὁσίως καὶ εὐσεβῶς καὶ διὰ τοῦτο ἀξιώθηκε πολλῶν χαρισμάτων. Τρόφιμος στὴν ἀρχὴ τῆς σοφίας τοῦ αἰῶνος τούτου, στὴν συνέχεια ἀπεδείχθη ἔνθεος ἐραστὴς τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐκηρύττετο ἀπὸ τὸν Ἀπ. Παῦλο. Λέγει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος ὅτι τὴν ψυχή του κατελάμπρυνε «ὁ φωτοειδέστατος Χριστοῦ ἔρως καὶ θειότατος». Γι αὐτὸ καὶ ἀπέκτησε τὸν χαρισματικὸ φωτισμό, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τὴν δυνατότητα νὰ διασαφηνίζει τὶς κεκρυμμένες ἀλήθειες τῶν Θείων Γραφῶν. Μὲ τὸν πόθο τῆς Θείας Ἀγάπης ἀγωνίστηκε ἐναντίον τῶν παθῶν. Νέκρωσε μὲ τὴν δύναμη τῆς Θείας Χάριτος «ἅπαντα τὰ ἐν τῇ γῇ» καὶ ἀπέκτησε τὴν ὡραία αὐτὴ κατάσταση στὴν ὁποία βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ὑψώνεται πάνω ἀπὸ κάθε ἐπίγειο καὶ ἀπὸ ὅλη τὴν Κτίση. Ἀπέκτησε, δηλαδή, τὴν ἀπάθεια. Ως Ἐπίσκοπος τῶν Ἀθηνῶν ἀκτινοβολοῦσε τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ στὸ ποίμνιό του. «Ἐτέθη λύχνος ἐπὶ τὴν λυχνίαν». Ὁ Ἅγ. Διονύσιος χρησιμοποιεῖ γι αὐτὸν ἐξέχουσες φράσεις καὶ ἄφθονα ἐπίθετα, μὲ τὰ ὁποῖα καταδεικνύεται ὅτι κόσμησε τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ἡ θεία σοφία τοῦ Αγ. Ἱεροθέου ἦταν φανερή, γι αὐτὸ καὶ πολλοὶ ἦταν ποὺ πήγαιναν κοντά του, γιὰ νὰ αἰσθανθοῦν τὴν Οὐράνια γαλήνη ποὺ ἔτρεχε ἀπο τὴν πηγὴ τῆς Σοφίας καὶ τὴν βρύση τῆς Θεολογίας. Ὅ Ἅγ. Διονύσιος γραφει γι αὐτόν: «Ὑπερεῖχεν ἀπὸ τοὺς περισσοτέρους τῶν ἱερῶν διδασκάλων καὶ ὡς πρὸς τὴν χρονικὴ διάρκεια τῆς ἐνασχολήσεως μὲ αὐτὰ καὶ ὡς πρὸς τὴν καθαρότητα τοῦ νοῦ και ὡς πρὸς τὴν ἀκρίβεια τῶν ἀποδείξεων καὶ ὡς πρὸς τὴν λοιπὴ διαπραγμάτευση τῶν ἱερῶν λόγων, ὥστε δὲν θὰ ἠδυνάμεθα ποτὲ νὰ ἐπιχειρήσουμε νὰ ἀτενίσουμε τέτοιο μεγάλο ἥλιο». 27 Καὶ 27 Μigne, τόμ. 3 ος, σελ. 681 C [286]

287 συνεχίζει σὲ ἄλλο σημεῖο: «Ὑπῆρξε καὶ διδάσκαλος καὶ φίλος καὶ ἀπὸ τοὺς λόγους του ὁποίου μετὰ τὸν θεῖον Παῦλον ἡμεῖς ἐλάβομεν τὴν στοιχειώδη κατήχησιν». 28 Ὡς ὑμνολόγος τοῦ δίδεται ἀφορμὴ στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου νὰ ἐκδηλωθεῖ τὸ χάρισμά του. Στὴν «θέα τοῦ ζωαρχικοῦ καὶ θεοδόχου σώματος βρισκόταν σὲ τέτοια κατάσταση, ὥστε ἐγινώσκετο καὶ οὐκ ἐγινώσκετο καὶ ἦν διαπρέπων ἐνώπιον τῶν Ἀποστόλων κατὰ πάντα». Οἱ ὕμνοι ποὺ συνέγραψε προξένησαν μεγάλη ἐντύπωση καὶ διεδόθησαν ἴσως καὶ σὲ ἄλλες τοπικὲς Ἐκκλησίες. Εἶναι κρῖμα ποὺ δὲν γνωρίζουμε τὴν ἐξέλιξή τους. Δὲν ἀποκλείεται ὅμως αὐτοὶ οἱ ὕμνοι διαδοθέντες ἀπὸ στόμα σὲ στόμα νὰ συμπεριελήφθησαν στὴν ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς τῆς Παναγίας μας καὶ κάποιοι ὕμνοι ἀπὸ τὴν ἀκολουθία ἢ καὶ φράσεις ἁπλὲς νὰ ἕλκουν τὴν καταγωγή τους ἀπὸ τὸν θεῖο ὑμνολόγο Ἱερόθεο. Ὅλα τὰ χαρίσματα ποὺ ἔχουμε ὡς φυσικά, ἐὰν προσφερθοῦν στὸν Θεό, μετατρέπονται σὲ πνευματικά. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὰ ἀλλοιώνει, καθὼς καὶ ὅλες τὶς ἐσωτερικὲς δυνάμεις. Στὴν φυσικὴ κατάσταση καὶ τὰ εὐγενέστερα δὲν εἶναι ἀπηλλαγμένα του ἁμαρτωλοῦ μώμου μὲ κίνδυνο νὰ διολισθήσουν στὴν ἁμαρτία, ἁγιαζόμενα ὅμως διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνονται ἀρετὲς ταπεινώσεως, κατανύξεως, πένθους, δακρύων, ἀρᾶς, ἀγάπης, θείου ἔρωτος. Αὐτὴ ἡ θαυμάσια σύζευξη τῶν φυσικῶν χαρισμάτων καὶ τῶν ὑπερφυσικῶν ἐνεργημάτων φαίνεται στὴν περίπτωση τοῦ Αγίου Ἱεροθέου. Ὁ Ἅγιος Ἱερόθεος ἐκτὸς ἀπὸ ὑμνολόγος ὑπῆρξε καὶ συγγραφέας. Μικρὰ τμήματα τῶν ἔργων του συμπεριελήφθησαν 28 Ὅ.π., σελ. 684 B-D [287]

288 στὰ γνωστὰ θεολογικὰ συγγράματά του τὰ ὀνομαζόμενα «Θεολογικαὶ στοιχειώσεις» καὶ «Ἐρωτικοὶ ὕμνοι». Γιὰ τὸ τέλος τῆς ζωῆς του στὸν παρόντα κόσμο καὶ τὴν εἴσοδό του εἰς τὰς αἰωνίους μονὰς δὲν ἔχουμε πολλὰ στοιχεῖα. Ἔζησε στὴν Ἀθήνα καὶ «τὸν ὅλον τῆς ζωῆς αὐτοῦ χρόνον ἐβίωσε ἐν εὐλαβείᾳ καὶ ἀρετῇ». Στὸν κατάλογο περὶ τῶν Ἐπισκόπων Ἀθηνῶν φέρεται ὅτι πέθανε τὸ μ.χ. Καὶ σὲ ἄλλο κατάλογο ἀναφέρεται ὅτι ἐκοιμήθη ὲπὶ Νέρωνος. Ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους, δὲν πέθανε, ἀλλὰ ἀπηλλάγη ἀπὸ τὸν θάνατο. Πέθανε ἐπάνω του ὁ θάνατος. Μὲ τὴν ἱερὴ ἀποδημία του ἀποκτᾶ τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς, τὸ πλήρωμα τῆς χαρᾶς. Κάθε πιστὸς στὴν παροῦσα ζωὴ δέχεται τὸν ἀρραβώνα μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ κληρονομήσει τὰ αἰώνια ἀγαθά. «Τὴν συμφωνηθεῖσαν προῖκαν» τὴν ἀποκτᾶ μετὰ τὸν γάμον, μετὰ δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ἔξοδον ἀπὸ τὸν παρόντα βίο. Αὐτοῦ ἁγίαις πρεσβείαις ἐλέησον ὑμᾶς. [288]

289 ΑΒΡΑΑΜ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΤΟ ΡΕΚΟΡ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ! 9 Ὀκτωβρίου Ὁ Πατριάρχης Ἀβραὰμ κατέχει τὸ ρεκὸρ τῆς πίστεως. Ὁ Ἀβραὰμ εἶναι ὁ γενάρχης τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σὲ πολλὲς ἐπιστολὲς ἀναφέρει καὶ ἐγκωμιάζει τὴν πίστη τοῦ Ἀβραάμ, πίστη ποὺ μεταφράζεται σὲ ὑπακοὴ πλήρη καὶ θυσία ὑπέρλογη. Καμμιὰ ἀντίρρηση δὲν φέρνει στὸν Θεό. Θὰ ἀναφέρουμε τρία συγκεκριμένα γεγονότα μέσα στὰ ὁποῖα φαίνεται τὸ μέγεθος τῆς πίστεως τοῦ Ἀβραάμ. Πρῶτον: Στὸ βιβλίο «Γένεσις» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, κεφ. 12, στίχος 1, ἀναφέρεται: «Φύγε ἀπὸ τὴν γῆν σου, ἀπὸ τὸν οἶκον τοῦ πατέρα σου καὶ πήγαινε σὲ γῆ, τὴν ὁποίαν θὰ σοῦ δείξω». Αὐτὰ εἶναι λόγια τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν Ἀβραάμ. Ὁ δὲ Ἀβραὰμ εἶναι τακτοποιημένος μὲ πολλὴ περιουσία σὲ ὡραῖο μέρος μὲ ἀνθρώπους ἀγαπημένους γύρω του καὶ καὶ «στὰ καλὰ καθούμενα» τοῦ ζητεῖται νὰ μεταναστεύσει σὲ ἄγνωστο τόπο. Θὰ μποροῦσε νὰ φέρει ἀντιρρήσεις ἡ λογικὴ τοῦ Ἀβραάμ καὶ νὰ πεῖ: - Κύριε, καλὰ βρίσκομαι ὲδῶ στὴν Χαρράν. Γιατὶ νὰ ξεσπιτωθῶ; Ποῦ νὰ ἀφήσω τοὺς συγγενεῖς μου; Καὶ γιατὶ δὲν μοῦ λέγεις ποῦ θὰ πάω; Τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτά. Ἡ λογική του ἀκολουθεῖ τὴν πίστη. Ἐμπόδια πολλὰ συναντᾶ στὴν μετακίνησή του, ἀλλὰ τὰ ὑπερπηδᾶ μὲ τὸ ἄλμα τῆς πίστεως. Εἶναι θαυμαστὸ νὰ βλέπεις γέροντα ἄνθρωπο νὰ ἀλλάζει τόπο καὶ τρόπο ζωῆς. Δεύτερον: Γράφει παρακάτω στὴν Γένεση, κεφ. 17 καὶ στίχο 5: «Καὶ θὰ φτιάξω μία συμφωνία ἀνάμεσα σ ἐσένα καὶ σ ἐμένα καὶ θὰ κάνεις πολλοὺς ἀπογόνους. Καὶ θὰ γίνεις πατέρας πολλῶν [289]

290 ἐθνῶν καὶ δὲν θὰ σὲ λέγουν πλέον Ἄβραμ, ἀλλὰ Ἀβραάμ, διότι σὲ ἔχω προορίσει πατέρα πολλῶν ἐθνῶν». Πάλι ἡ λογικὴ τοῦ Ἀβραὰμ ἔπρεπε νὰ ἀντιδράσει. Διότι πῶς νὰ ἀποκτήσει παιδί; Εἶναι 99 χρονῶν. Ἡ γυναίκα του ἐπίσης γριά. Ἀλλὰ καὶ νέα νὰ ἦταν, ἦταν στείρα. Πῶς νὰ γίνει αὐτὸ ποὺ παίρνει ὡς εἴδηση ὁ Ἄβραάμ; Δὲν στηρίζεται σὲ φυσικοὺς νόμους. Ὅμως, πάνω ἀπὸ τὴν λογικὴ εἶναι ἡ πίστη, ποὺ στηρίζεται στὸ θαῦμα. Καὶ τὸν φυσικὸ νόμο καὶ τὸ θαῦμα ὁ Θεὸς τὰ δίδει. Γιατὶ νὰ θεωροῦμε πιθανὸ τὸν φυσικὸ νόμο καὶ νὰ μὴ θεωροῦμε βέβαιο τὸ θαῦμα; Βεβαιώνει ὁ Θεός; Τὸ θαῦμα θὰ γίνει. Παράλογο στὰ αὐτιὰ τῶν ἀνθρώπων, λογικὸ στὰ αὐτιὰ τοῦ Ἀβραάμ. Τρίτον: Λίγο παρακάτω στὸ κεφάλαιο 22, στίχο 2, ἡ Γένεση συνεχίζει: «Ἀβραάμ, πᾶρε τὸν υἱόν σου τὸν ἀγαπητόν, τὸν ὁποῖον ἀγάπησες, τὸν Ἰσαὰκ καὶ πήγαινε στὸ βουνὸ κι ἐκεῖ νὰ τὸν θυσιάσεις». Ὁ Ἀβραὰμ ἀπέκτησε τὸν Ἰσαὰκ σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. Τώρα ὅμως ὁ Θεὸς τοῦ ζητεῖ νὰ τὸν σφαγιάσει. Ὄντως ἀντίθετο πρὸς τὴν λογική. Ἂν ἐπρόκειτο νὰ τὸν σφάξω, τὶ μοῦ τὸν ἔδινες; Σὺ ὁ Θεὸς θέλεις νὰ κάνω τέτοια ἐγκληματικὴ πράξη; Καὶ πῶς θὰ ἐκπληρωθοῦν οἱ ὑποσχέσεις Σου, οἱ ἐπαγγελίες Σου; Δὲν ἀντέχουν τὰ πατρικά μου σπλάχνα. Αὐτὸ θὰ ἔλεγε ὁ κάθε ἄνθρωπος μὲ τὴν ψυχρὴ λογική του. Ὅμως, ὁ Ἀβραὰμ κι ὲδῶ σπάει τὸ παγκόσμιο ρεκὸρ τῆς πίστεως, γιὰ νὰ γίνει ἱερουργὸς τῆς πίστεως. Γιὰ τὸν Ἀβραὰμ δὲν ὑπάρχει ἴδιον θέλημα. Ὑπάρχει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Πίστεψε καὶ ὑπάκουσε. Ἕτοιμος!! Μὲ τὸ μαχαίρι στὸ ὑψωμένο χέρι, γιὰ νὰ σφάξει τὸ παιδί του. Ἀλλ ἐκείνη τὴν ὥρα ἀγγελικὸ χἐρι ἁρπάζει τὸ δικό του. Ἡ πίστη του δοκιμάστηκε. Λίγο πιὸ πέρα ἦταν ἕνα κριάρι γιὰ τὴν θυσία. Αὐτὸς ἦταν ὁ Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος σώθηκε ὄχι μὲ τὰ ἔργα τοῦ Νόμου, ἀλλὰ μὲ τὴν πίστη στὴν ἐπαγγελία τοῦ Θεοῦ. Μία πίστη μὲ μηδὲν ἀμφιβολία καὶ χωρὶς καμμιὰ χαραμάδα ὀλιγοπιστίας. [290]

291 «Τοῦτον (τὸν Ἀβραὰμ) καὶ ἡμεῖς μιμησώμεθα», μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. [291]

292 [292] ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΣ ΤΟΥ 20 ου ΑΙΩΝΑ 9 Νοεμβρίου Τὶ εἶναι νέκταρ; Τὸ γλυκύτερο πρᾶγμα στὸν κόσμο, τὸ γλυκύτερο μέλι. Νέκταρ γλυκύτατο ἦταν ἡ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου. Πολυκύμαντη. Πέρασε ἀπὸ πολλὰ μέρη. Ξεκίνησε ἀπὸ τὴν Σηλυβρία τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, ὅπου γεννήθηκε τὸ Πέρασε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁπου δούλεψε σὰν φτωχόπαιδο. Ἔφθασε στὴν Χίο, ὅπου γιὰ μερικὰ χρόνια δίδαξε ὡς διδάσκαλος σ ἕνα χωριό, ὅπου καὶ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀπὸ Ἀναστάσιος (τὸ κοσμικό του ὄνομα) ὀνομάσθηκε Λάζαρος. Στὴν Χίο χειροτονήθηκε διάκονος καὶ ἀπὸ Λάζαρος ἔγινε Νεκτάριος. Ἀπὸ τὴν Χίο ἦλθε στὴν Ἀθήνα καὶ τελείωσε σὲ μεγάλη ἡλικία τὸ Γυμνάσιο. Ἀπὸ τὴν Ἀθήνα βρέθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου τὸν ἀγάπησε ὁ Πατριάρχης Σωφρόνιος ὀ Δ καὶ τὸν ἔστειλε μὲ δικά του χρήματα νὰ σπουδάσει στὴν Ἀθήνα στὴν Θεολογικὴ Σχολή. Ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ξαναγυρίζει στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου χειροτονεῖται πρεσβύτερος, ἱερεὺς σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν. Τρία χρόνια ὑπηρέτησε ὡς ἱερεὺς, ἀρχιμανδρίτης στο Κάιρο. Σέ ἡλικία 43 ἐτῶν, στὴν Ἀλεξάνδρεια χειροτονεῖται ἐπίσκοπος χωρὶς νὰ τὸ θέλει, ὅπως ἄλλοτε ἀκούσια ἔγινε ἐπίσκοποςστὴν ἴδια πόλη καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια πηγαίνει στὸ Κάιρο ξανά ὅπου δούλεψε ὡς Πατριαρχικὸς Ἐπίτροπος καὶ ἀνακαίνισε τὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἀπὸ τὸ Κάιρο κυνηγημένος ἀπὸ τὸν θρησκευτικὸ φθόνο, τὸν χειρότερο δηλαδὴ φθόνο, καταφεύγει στὴν Ἀθήνα. Ἀπὸ τὴν Ἀθήνα πηγαίνει στὴν Εὔβοια, ὅπου περιοδεύει τὰ χωριὰ καὶ κηρύσσει ὡς ἱεροκήρυκας. Στὴν συνέχεια πηγαίνει στὴν Φθιώτιδα καὶ Φωκίδα. Ἀνεβαίνει ὅλα τὰ βουνὰ καὶ σὰν ἄλλος Ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλὸς εὐαγγελίζεται τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἀπὸ ἐκεῖ ἔρχεται στὴν Ριζάρειο Σχολή, ὄπου γιὰ 13 χρόνια προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του ὡς διευθυντής. Ἀπὸ τὴν Ριζάρειο

293 καταφεύγει στὴν Αἴγινα, ὅπου ἱδρύει τῆν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ περνάει σκληραγωγούμενος καὶ ἀσκητεύοντας τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ἐπιγείου ζωῆς του. Τὸν πίκραναν πολλοί. Δὲν πίκρανε κανένα. Γλυκυτάτη ἡ μορφή του. Γλυκυτάτη ἡ προσευχή του. Εἶναι ἅγιος θαυματουργός. Πάρα πολλὰ τὰ θαύματα ποὺ ἔχει κάνει σὲ ἀνθρώπους μὲ ποικίλες ἀσθένειες. Τὸ μοναστήρι τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὄπου ἀσκήτευσε τὰ τελευταῖα χρόνια του καὶ ὅπου βρίσκεται τὸ ἱερό του λείψανο ὡς μεγάλος θησαυρός, ἔχει γίνει ἱερὸ προσκύνημα. Χιλιάδες προσκυνητὲς καταφθάνουν νὰ προσκυνήσουν τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου καὶ νὰ τοῦ ζητήσουν νὰ μεσιτεύσει γιὰ κάποιο πρόβλημά των. Τὸ νὰ θεραπευθεῖ, ὅμως, τὸ σῶμα εἶναι μὲν ἕνα θαῦμα, ἀλλὰ μικρό. Μέγιστο θαῦμα εἶναι νὰ θεραπευθεῖ ἡ ψυχή. Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος θεραπεύει κυρίως ψυχές. Καὶ οἱ ψυχὲς, ὅταν διδαχθοῦν καὶ κατηχηθοῦν, ὅταν πιστεύσουν στὸν Χριστὸ καὶ λυτρωθοῦν ἀπὸ τὰ πάθη, τότε ζοῦν τὴν αἰώνια δόξα τοῦ Οὐρανοῦ. Σπουδαῖος θεολόγος καὶ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας ὁ Ἅγιος Νεκτάριος. Ἔγραψε δεκάδες συγγράματα θεολογικά, δογματικά, πνευματικά, ἱστορικά, ἁγιογραφικά καὶ ἑρμηνευτικά. Εἶναι ἀπὸ τοὺς τελευταίους κρίκους τῆς χρυσῆς ἀλυσίδας τῶν μεγάλων Πατέρων καὶ διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας. Γλυκαίνει ὁ Ἅγιος τὶς πονεμένες ψυχὲς ποὺ προστρέχουν στὴν χάρη του. Οἱ Ἅγιοι εἶναι τὰ σκαλοπάτια ποὺ χρησιμοποιοῦμε, γιὰ ν ἀνεβοῦμε ψηλότερα καὶ νὰ δοῦμε τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Νὰ κάνουμε τὴν εὐχὴ ὁ Ἄγιος Νεκτάριος νὰ εἶναι ἕνα σκαλοπάτι ποὺ μὲ τὶς πρεσβεῖες του θὰ μᾶς ὠθήσει σὲ ὐψηλὰ ἀνεβάσματα. Νὰ φωτίσει τὴν νέα γενιά, τὰ παιδιά μας, τοὺς νέους μας νὰ πιστεύσουν στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Τότε μία νέα κοινωνία θὰ ἀνατείλει, μία κοινωνία λουσμένη στὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ. [293]

294 [294]

295 ΜΕΡΟΣ ΣΤ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ [295]

296 ΚΑΝΩΝ ΙΚΕΤΗΡΙΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ Ήχος β. Ωδή α. Έν βυθώ κατέστρωσε. Ἰησοῦ γλυκύτατε Χριστέ, Ἰησοῦ μακρόθυμε, τὰ τῆς ψυχῆς μου θεράπευσον τραύματα, Ἰησοῦ, καὶ γλύκανον τὴν καρδίαν μου, πολυέλεε, δέομαι, Ἰησοῦ σωτήρ μου, ἵνα μεγαλύνω σε σωζόμενος. Ἰησοῦ γλυκύτατε Χριστέ, Ἰησοῦ, διάνοιξον τῆς μετανοίας μοι πύλας, φιλάνθρωπε Ἰησοῦ, καὶ δέξαι μέ σοι προσπίπτοντα καὶ θερμῶς ἐξαιτούμενον, Ἰησοῦ σωτήρ μου, τῶν πλημμελημάτων τὴν συγχώρησιν. Ἰησοῦ γλυκύτατε Χριστέ, Ἰησοῦ, ἐξάρπασον ἐκ τῆς χειρὸς τοῦ δολίου Βελίαρ με, Ἰησοῦ, καὶ ποίησον δεξιὸν κἀμὲ παραστάτην τῆς δόξης σου, Ἰησοῦ Χριστέ μου, μοίρας εὐωνύμου λυτρωσάμενος. Θεοτοκίον. Ἰησοῦν γεννήσασα Θεόν, Δέσποινα, δυσώπησον ὑπὲρ ἀχρείων ἱκετῶν, πανάχραντε, ὅπως τῆς κολάσεως ταῖς πρεσβείαις σου λυτρωθῶμεν, ἀμόλυντε, οἱ μεμολυσμένοι, δόξης ἀϊδίου ἀπολαύσαντες. Ωδή γ. Ἐν πέτρᾳ με τῆς πίστεως. Εἰσάκουσον, φιλάνθρωπε Ἰησοῦ μου, τοῦ δούλου σου βοῶντος ἐν κατανύξει, καὶ ῥῦσαι, Ἰησοῦ μου, τῆς καταδίκης καὶ τῆς κολάσεως, μόνε μακρόθυμε, Ἰησοῦ γλυκύτατε πολυέλεε. Ὑπόδεξαι τὸν δοῦλον σου, Ἰησοῦ μου, προσπίπτοντα σὺν άκρυσιν, Ἰησοῦ μου, καὶ σῶσον, Ἰησοῦ μου, μετανοοῦντα καὶ τῆς γεέννης με, Δέσποτα, λύτρωσαι, Ἰησοῦ γλυκύτατε πολυέλεε. [296]

297 Τὸν χρόνον, Ἰησοῦ μου, ὃν δέδωκάς μοι, εἰς πάθη ἐδαπάνησα, Ἰησοῦ μου, διό με, Ἰησοῦ μου, μὴ ἀπορρίψῃς, ἀλλ ἀνακάλεσαι, δέομαι,δέσποτα Ἰησοῦ γλυκύτατε, καὶ διάσωσον. Θεοτοκίον. Παρθένε, ἡ τεκοῦσα τὸν Ἰησοῦν μου, ἱκέτευε ρυσθῆναι με τῆς γεέννης, ἡ μόνη προστασία τῶν θλιβομένων, θεοχαρίτωτε, καὶ καταξίωσον τῆς ζωῆς, πανάμωμε, τῆς ἀγήρω με. Κάθισμα. Ήχος α. Τὸν τάφον σου Σωτήρ. Σωτήρ μου Ἰησοῦ, ὁ τὸν ἄσωτον σώσας,σωτήρ μου Ἰησοῦ, ὁ δεξάμενος πόρνην,κἀμὲ νῦν ἐλέησον, Ἰησοῦ πολυέλεε, σῶσον, οἴκτειρον, ὦ Ἰησοῦ εὐεργέτα, ὥσπερ ὤκτειρας τὸν Μανασσήν, Ἰησοῦ μου, ὡς μόνος φιλάνθρωπος. Ωδή δ. Ἐλήλυθας ἐκ παρθένου. Θεράπευσον, Ἰησοῦ μου, ψυχῆς μου τὰ τραύματα, Ἰησοῦ μου, δέομαι, καὶ τῆς χειρός με ἐξάρπασον, Ἰησοῦ μου εὔσπλαγχνε, τοῦ ψυχοφθόρου Βελίαρ καὶ διάσωσον. Ἡμάρτησα, Ἰησοῦ μου γλυκύτατε εὔσπλαγχνε, Ἰησοῦ μου, σῶσον με τὸν προσφυγόντα τῇ σκέπῃ σου, Ἰησοῦ μακρόθυμε, καὶ βασιλείας τῆς σῆς μὲ καταξίωσον. Οὐχ ἥμαρτεν, Ἰησοῦ μου, οὐδείς, ὥσπερ ἥμαρτον ἐγὼ ὁ ταλαίπωρος, νῦν δὲ προσπίπτω δεόμενος, Ἰησοῦ μου, σῶσον με καὶ τὴν ζωήν, Ἰησοῦ μου, κληροδότησον. Θεοτοκίον. Πανύμνητε, Ἰησοῦν ἡ γεννήσασα Κύριον, αὐτὸν καθικέτευε τοῦ λυτρωθῆναι κολάσεως πάντας τοὺς ὑμνοῦντας σε καὶ Θεοτόκον κυρίως ὀνομάζοντας. [297]

298 Ωδή ε. Ὁ φωτισμὸς τῶν ἐν σκότει. Σὺ φωτισμός, Ἰησοῦ μου, νοός μου, σὺ σωτηρία τῆς πεγνωσμένης ψυχῆς μου, Σῶτερ, σύ, Ἰησοῦ μου, τῆς κολάσεως ῥῦσαι καὶ γεέννης ἐμὲ κραυγάζοντα, Σῶσον, Ἰησοῦ μου Χριστέ με τὸν ἄθλιον. Ὁλοσχερῶς, Ἰησοῦ μου, πρὸς πάθη τῆς ἀτιμίας καταβεβλημένος, ἤδη κραυγάζω, Σύ, Ἰησοῦ μου, βοηθείας μοι χεῖρα καταπέμψας ἔκσπασον κράζοντα, Σῶσον, Ἰησοῦ μου Χριστέ με τὸν ἄθλιον. Βέβηλον νοῦν, Ἰησοῦ, περιφέρων ἀναβοῶ σοί, Κάθαρον τοῦ ρύπου με τῶν πταισμάτων καὶ λύτρωσαί με τὸν εἰς βάθη κακίας ἐξ ἀγνωσίας κατολισθήσαντα, Σῶτερ Ἰησοῦ μου, καὶ σῶσον με δέομαι. Θεοτοκίον. Τὸν Ἰησοῦν ἡ γεννήσασα, Κόρη Θεογεννῆτορ, τοῦτον ἐκδυσώπει σωθῆναι πάντας τοὺς ὀρθοδόξους, μοναστὰς καὶ μιγάδας, καὶ γεέννης ῥυσθῆναι κράζοντας, Πλήν σου προστασίαν βεβαίαν οὐκ ἔγνωμεν. Ωδή ς. Ἐν ἀβύσσῳ πταισμάτων. Ἰησοῦ μου Χριστὲ πολυέλεε, ἐξομολογούμενον δέξαι με, Δέσποτα, ὦ Ἰησοῦ, καὶ σῶσον με καὶ φθορᾶς, Ἰησοῦ με ἐξάρπασον. Ἰησοῦ μου, οὐ γέγονεν ἕτερος ἄσωτος οὐδείς, ὡς ἐγὼ ὁ ταλαίπωρος, ὦ Ἰησοῦ φιλάνθρωπε, ἀλλὰ σὺ Ἰησοῦ με διάσωσον. [298]

299 Ἰησοῦ μου, καὶ πόρνην καὶ ἄσωτον καὶ τὸν Μανασσὴν καὶ τελώνην νενίκηκα, ὦ Ἰησοῦ μου, πάθεσι, καὶ ληστὴν, Ἰησοῦ, Νινευΐτας τε. Θεοτοκίον. Ἰησοῦν τὸν Χριστόν μου κυήσασα, ἄχραντε Παρθένε, ἡ μόνη ἀμόλυντος, μεμολυσμένον ὄντα με, πρεσβειῶν σου ὑσσώπῳ νῦν κάθαρον. Κοντάκιον. Ήχος δ. Ἐπεφάνης σήμερον. Ἰησοῦ γλυκύτατε, τὸ φῶς τοῦ κόσμου, τῆς ψυχῆς μου φώτισον τοὺς ὀφθαλμούς, Υἱὲ Θεοῦ, τῇ θεαυγεῖ σου λαμπρότητι, ἵνα ὑμνῶ σε τὸ φῶς τὸ ἀνέσπερον. Ωδή ζ. Εἰκόνος χρυσῆς. Χριστὲ Ἰησοῦ, οὐδεὶς ἥμαρτεν ἐν γῇ ἐκ τοῦ αἰῶνος, ὦ Ἰησοῦ μου, ὥσπερ ἥμαρτον ἐγὼ ὁ τάλας καὶ ἄσωτος, ὅθεν, Ἰησοῦ μου, βοῶ σοι, Μελωδούντα με οἴκτειρον, Εὐλογητὸς εἶ ὁ Θεὸς ὁ τῶν πατέρων ἡμῶν. Χριστὲ Ἰησοῦ, ἐν τῷ φόβῳ σου, βοῶ, καθήλωσόν με, ὦ Ἰησοῦ μου, καὶ κυβέρνησον νῦν πρὸς λιμένα τὸν εὔδιον, ὅπως, Ἰησοῦ μου οἰκτίρμον, μελωδῶ σοι σωζόμενος, Εὐλογητὸς εἶ ὁ Θεὸς ὁ τῶν πατέρων ἠμῶν. Χριστὲ Ἰησοῦ, μυριάκις ὑπεσχέθην σοι ὁ τάλας, ὦ Ἰησοῦ μου, τὴν μετάνοιαν, ἄλλ ἐψευσάμην ὁ ἄθλιος, ὅθεν, Ἰησοῦ μου, βοῶ σοι, Τὴν ἀναίσθητον μένουσαν ψυχήν μου φώτισον, Χριστέ, ὁ τῶν πατέρων Θεός. Θεοτοκίον. [299]

300 Χριστὸν Ἰησοῦν ἡ γεννήσασα φρικτῶς καὶ ὑπὲρ φύσιν, αὐτὸν δυσώπει, παναμώμητε, τὰ παρὰ φύσιν μου πταίσματα πάντα συγχωρῆσαι μοι, Κόρη, ἵνα κράζω σωζόμενος, Εὐλογημένη ἡ Θεὸν σαρκὶ κυήσασα. Ωδή η. Τὸν ἐν καμίνῳ τοῦ πυρός. Σέ, Ἰησοῦ μου, δυσωπῶ, ὡς τὴν πόρνην, Ἰησοῦ μου, ἐλυτρώσω τῶν πολλῶν ἐγκλημάτων, οὕτω κἀμέ, Ἰησοῦ Χριστέ μου, λύτρωσαι καὶ κάθαρον τὴν ῥερυπωμένην ψυχήν μου, Ἰησοῦ μου. Καθυποκύψας, Ἰησοῦ, ταὶς ἀλόγοις ἠδοναῖς ἄλογος ὤφθην καὶ τοῖς κτήνεσιν ὄντως, ὦ Ἰησοῦ μου, οἰκτρῶς ὁ τάλας, Σῶτερ, ἀφωμοίωμαι, ὅθεν Ἰησοῦ με τῆς ἀλογίας ῥῦσαι. Περιπεσῶν, ὦ Ἰησοῦ, φυχοφθόροις ἐν λησταῖς ἀπεγυμνώθην τὴν στολήν, Ἰησοῦ μου, τὴν θεοΰφαντον νῦν, καὶ κεῖμαι μώλωψι κατάστικτος, ἔλαιον, Χριστέ μου, ἐπίχεε καὶ οἶνον. Θεοτοκίον. Τὸν Ἰησοῦν μου καὶ Θεὸν ἡ βαστάσασα Χριστὸν ἀνερμηνεύτως, Θεοτόκε Μαρία, τοῦτον δυσώπει ἀεὶ κινδύνων σώζεσθαι τοὺς δούλους σου καὶ τοὺς ὑμνητάς σου, ἀπείρανδρε Παρθένε. Ωδή θ. Τὸν ἐκ Θεοῦ Θεὸν Λόγον. Τὸν Μανασσήν, Ἰησοῦ μου, τὸν τελώνην, τὴν πόρνην, τὸν ἄσωτον, οἰκτίρμον Ἰησοῦ, καὶ τὸν ληστὴν ὑπερβέβηκα, Ἰησοῦ μου, ἐν ἔργοις αἰσχίστοις καὶ ἀτόποις, Ἰησοῦ, ἀλλὰ σύ, Ἰησοῦ μου, προφθάσας με διάσωσον. Τοὺς ἐξ Ἀδάμ, Ἰησοῦ μου, ἁμαρτήσαντας πάντας, πρὸ νόμου καὶ ἓν νόμῳ, Ἰησοῦ, καὶ μετὰ νόμον ὁ ἄθλιος, Ἰησοῦ μου, καὶ χάριν, νενίκηκα τοῖς πάθεσιν οἰκτρῶς, ἀλλὰ σύ, Ἰησοῦ μου, τοῖς κρίμασί σου σῶσον με. [300]

301 Μὴ χωρισθῶ, Ἰησοῦ μου, τῆς ἀφράστου σου δόξης, μὴ τύχω τῆς μερίδος, Ἰησοῦ, τῆς εὐωνύμου, γλυκύτατε Ἰησοῦ, ἀλλὰ σύ με τοῖς δεξιοῖς προβάτοις σου, Χριστὲ Ἰησοῦ μου, συντάξας, ἀνάπαυσον ὡς εὔσπλαγχνος. Θεοτοκίον. Τὸν Ἰησοῦν, Θεοτόκε, ὃν ἐβάστασας μόνη, ἀπείρανδρε Παρθένε Μαριάμ, τοῦτον, ἁγνή, ἐξιλέωσαι, ὡς Υἱόν σου καὶ Κτίστην, ῥυσθῆναι τοὺς προστρέχοντας εἰς σὲ πειρασμῶν καὶ κινδύνων καὶ τοῦ πυρὸς τοῦ μέλλοντος. Στιχηρὰ προσόμοια. Τοῦ αὐτοῦ. Ήχος πλ. δ. Όλην αποθέμενοι. Ἰησοῦ γλυκύτατε, ψυχῆς ἐμῆς θυμηδία, Ἰησοῦ, ἡ κάθαρσις τοῦ νοός μου, Δέσποτα πολυέλεε, Ἰησοῦ, σῶσον με, Ἰησοῦ σωτήρ μου, Ἰησοῦ μου παντοδύναμε, μὴ καταλίπῃς με Σῶτερ Ἰησοῦ με ἐλέησον καὶ λύτρωσαι κολάσεως πάσης, Ἰησοῦ, καὶ ἀξίωσον τῆς τῶν σωζομένων μερίδος, Ἰησοῦ, καὶ τῷ χορῷ τῶν ἐκλεκτῶν σου μὲ σύνταξον, Ἰησοῦ φιλάνθρωπε. Ἰησοῦ γλυκύτατε, τῶν ἀποστόλων ἡ δόξα, Ἰησοῦ μου, καύχημα τῶν μαρτύρων, Δέσποτα παντοδύναμε Ἰησοῦ, σῶσον με, Ἰησοῦ σωτήρ μου, Ἰησοῦ μου ὡραιότατε, τὸν σοὶ προστρέχοντα, Σῶτερ Ἰησοῦ με ἐλέησον, πρεσβείαις τῆς τεκούσης σε, πάντων, Ἰησοῦ, τῶν ἁγίων σου, προφητῶν τε πάντων, σωτήρ μου Ἰησοῦ, καὶ τῆς τρυφῆς τοῦ παραδείσου ἀξίωσον, Ἰησοῦ φιλάνθρωπε. Δόξα. Ἰησοῦ γλυκύτατε, τῶν μοναζόντων τὸ κλέος, Ἰησοῦ μακρόθυμε, ἀσκητῶν ἐντρύφημα καὶ καλλώπισμα, Ἰησοῦ, σῶσον με, Ἰησοῦ σωτήρ μου, Ἰησοῦ μου ὑπεράγαθε, χειρὸς ἐξάρπασον, Σῶτερ Ἰησοῦ μου, τοῦ δράκοντος, καὶ τούτου τῶν παγίδων νῦν, Σῶτερ Ἰησοῦ, ἐλευθέρωσον, λάκκου κατωτάτου, σωτήρ μου Ἰησοῦ, ἀναγαγών, καὶ δεξιοῖς συναρίθμησον, Ἰησοῦ, προβάτοις με. [301]

302 [302] Καὶ νῦν. Θεοτοκίον. Μὴ καταπιστεύσῃς μὲ ἀνθρωπίνη προστασία, Παναγία Δέσποινα, ἀλλὰ δέξαι δέησιν τοῦ ἰκέτου σου, θλίψις γὰρ ἔχει με,φέρειν οὐ δύναμαι τῶν δαιμόνων τὰ τοξεύματα, σκέπην οὐ κέκτημαι, οὐδὲ ποῦ προσφύγω ὁ ἄθλιος πάντοθεν πολεμούμενος, καὶ παραμυθίαν οὐκ ἔχω πλήν σου. Δέσποινα τοῦ κόσμου, ἐλπὶς καὶ προστασία τῶν πιστῶν, μή μου παρίδῃς τὴν δέησιν, τὸ συμφέρον ποίησον. Εὐχὴ εἰς τὸν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Δέσποτα Χριστὲ ὁ Θεός, ὁ τοῖς πάθεσί σου τὰ πάθη μου θεραπεύσας καὶ τοῖς τραύμασί σου τὰ τραύματά μου ἰατρεύσας, χάρισαί μοι τῷ πολλὰ σοι πταίσαντι δάκρυα κατανύξεως, συγκέρασόν μου τὸ σῶμα ἀπὸ ὀσμῆς τοῦ ζωοποιοῦ Σώματός σου, καὶ γλύκανόν μου τὴν ψυχὴν τῷ σῷ τιμίῳ Αἵματι ἀπὸ τῆς πικρίας, ἣν με ὁ ἀντίδικος ἐπότισεν. Ὕψωσον τὸν νοῦν μου πρὸς σέ, κάτω ἑλκυσθέντα, καὶ ἀνάγαγέ με ἀπὸ τοῦ χάσματος τῆς ἀπωλείας, ὅτι οὐκ ἔχω μετάνοιαν, οὐκ ἔχω κατάνυξιν, οὐκ ἔχω δάκρυον παρακλητικόν, τὰ ἐπανάγοντα τὰ τέκνα πρὸς τὴν ἰδὶαν κληρονομίαν. Ἐσκότισμαι τὸν νοῦν ἐν τοῖς βιωτικοῖς πάθεσι καὶ οὐκ ἰσχύω ἀτενίσαι πρὸς σὲ ἐν ὀδύνῃ, οὐ δύναμαι θερμανθῆναι τοῖς δάκρυσι τῆς πρὸς σὲ ἀγάπης. Ἀλλά, Δέσποτα Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, δώρησαί μοι μετάνοιαν ὁλόκληρον καὶ καρδίαν ἐπίπονον εἰς ἀναζήτησίν σου, χάρισαι μοι τὴν χάριν σου καὶ ἀνακαίνισον ἐν ἐμοὶ τᾶς μορφὰς τῆς σῆς εἰκόνος. Κατέλιπόν σε, μὴ μὲ ἐγκαταλίπῃς, ἔξελθε εἰς ἀναζήτησίν μου, ἐπανάγαγέ με πρὸς τὴν νομήν σου, συναρίθμησόν με τοῖς προβάτοις τῆς ἐκλεκτῆς σου ποίμνης καὶ διάθρεψόν με σὺν αὐτοῖς ἐκ τῆς χλόης τῶν θείων σου μυστηρίων, πρεσβείαις τῆς πανάγνου Μητρός σου καὶ πάντων τῶν ἁγίων σου. (Ποίημα Θεοκτίστου Μοναχοῦ του Στουδίτου) Τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου γενέσθω!!!

303 [303]

304 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 4 ΜΕΡΟΣ Α ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΑ 7 XΡΙΣΤΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ 8 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΠΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΣ 10 ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ 13 ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ 20 Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ 24 ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ 27 ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ 34 ΠΕΡΙ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ 39 ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ 44 ΠΕΡΙ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ 48 Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ 50 ΚΗΡΥΓΜΑ ΘΕΙΟΥ ΛΟΓΟΥ 53 Η «ΚΑΡΔΙΑ»ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ 58 ΠΩΣ ΘΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ 62 ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ 67 ΜΕΡΟΣ Β ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ 73 Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ 74 ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ Ο ΛΟΓΟΣ 76 ΝΗΣΤΕΙΑ ΕΝΑΣ ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΟΣ ΘΕΣΜΟΣ 87 ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ 90 H EN METANOIΑ EΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ 101 ΚΥΡΙΑΚΗ Γ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ 111 ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΝΟΝΟΣ 121 [304]

305 ΜΕΡΟΣ Γ ΔΕΣΠΟΤΙΚΕΣ ΕΟΡΤΕΣ 124 ΤΟ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟ 125 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 141 ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 142 ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ 147 ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ 152 ΑΝΑΛΗΨΗ 156 ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ 160 ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ 170 ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ 176 ΜΕΡΟΣ Δ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟ 180 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 181 ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 186 ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 189 ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 192 ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ: Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ 196 ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 198 XAΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ 206 Α ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ 212 Β ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ 215 Γ ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ 219 Δ ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ 223 ΣΤΟΝ ΑΚΑΘΙΣΤΟ ΥΜΝΟ 226 ΜΕΡΟΣ Ε ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΓΙΩΝ 229 ΠΕΡΙ ΑΓΙΩΝ 230 ΙΕΡΕΣ ΠΑΡΑΚΛΗΣΕΙΣ 234 ΣΥΝΑΞΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ 238 [305]

306 ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ 241 ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ 244 ΑΓΙΟΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ 247 ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ 257 ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ 12 ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 264 ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ 267 ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 271 ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ 276 ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ 281 ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΑΘΗΝΩΝ 284 ΑΒΡΑΑΜ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ 289 ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ 292 ΜΕΡΟΣ ΣΤ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 295 ΚΑΝΩΝ ΙΚΕΤΗΡΙΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ 296 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 304 [306]

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ἤ 01ο (01-52) 01-05 Ὁ Λόγος εἶναι Θεὸς καὶ ημιουργὸς τῶν πάντων Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα καὶ ἦταν Θεὸς ὁ Λόγος. Αὐτὸς ἦταν στὴν ἀρχὴ μαζὶ μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα.

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν). Μήνας Μάρτιος 4 Μαρτίου 2018. Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν). Μάρκ. 2, 1-12 «...ἰδών δέ ὁ Ἰησοῦς τήν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν). 25 Φεβρουαρίου 2018. Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν). Ἰωάν. 1, στίχ. 44 52. «Ἔρχου καί ἴδε» (Ἰωάν. 1, 47). Μία ἀπό τίς μεγαλύτερες ἀγωνίες τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά θέλει νά μιλήσει,

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019. 44 Μήνας Μάρτιος 2019. Κυριακή 3 Μαρτίου 2019. Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω. Ματθ. 25, 31 46. «...δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου» (Ματθ.

Διαβάστε περισσότερα

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά 13η Κυριακή Λουκᾶ (Λκ. 18, 18 27) 26 Νοεμβρίου 2017 «...πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καί διάδος πτωχοῖς,...καί δεῦρο ἀκολούθει μοι» Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά μάθει τόν τρόπο τῆς σωτηρίας

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας): ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ 99. Παρ ότι η δεύτερη ευχή είναι συγκροτημένη με το προοίμιό της, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με άλλα προοίμια, ιδιαίτερα με εκείνα που σε περίληψη περιγράφουν το Μυστήριο της Σωτηρίας,

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019. 39 Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019. Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων Μτθ. 10, 32 33, 37 38, καί 19, 27 30. «ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι τί ἄρα ἔσται ἡμῖν;» (Μτθ. 19,

Διαβάστε περισσότερα

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής.

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής. ΜΑΘΗΜΑ 15 Ο ΣΥΝΑΓΜΕΝΟΙ ΣΤΗ Θ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ Να συμπληρώσετε την παρακάτω πρόταση επιλέγοντας τη σωστή απάντηση, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, από τις φράσεις α, β, γ, δ. Να τεκμηριώσετε με συντομία

Διαβάστε περισσότερα

Ο Τριαδικός Θεός: οι γιορτές της Πεντηκοστής και του Αγίου Πνεύματος. Διδ. Εν. 14

Ο Τριαδικός Θεός: οι γιορτές της Πεντηκοστής και του Αγίου Πνεύματος. Διδ. Εν. 14 Ο Τριαδικός Θεός: οι γιορτές της Πεντηκοστής και του Αγίου Πνεύματος Διδ. Εν. 14 Σαράντα ημέρες μετά το Πάσχα η Εκκλησία μας γιορτάζει την Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς Με την Ανάληψη, επισφραγίζεται

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ. Μήνας Ἀπρίλιος 15 Ἀπριλίου 2018. Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ. Ἰωάν. 20, 19 31. Κυριακή τοῦ Ἀντίπασχα σήμερα καί ἐδῶ καί μία ἑβδομάδα εἰσήλθαμε στήν πιό χαρούμενη περίοδο τοῦ ἔτους, στήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου.

Διαβάστε περισσότερα

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Δελφῶν καί Μιαούλη) Τηλ:2310-828989. Ἡ Θεία Κοινωνία.

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Δελφῶν καί Μιαούλη) Τηλ:2310-828989. Ἡ Θεία Κοινωνία. ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Δελφῶν καί Μιαούλη) Τηλ:2310-828989 Ἡ Θεία Κοινωνία κατ οἶκον Θεσσαλονίκη 2008 Κάποιοι συσχετίζουν κάκιστα τὴν παρουσία τοῦ ἱερέως στό

Διαβάστε περισσότερα

1. Η «Λειτουργία των πιστών» αφορά μόνο τους βαπτισμένους χριστιανούς. 4. Στη Θεία Λειτουργία οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό να έχουν ειρηνικό θάνατο.

1. Η «Λειτουργία των πιστών» αφορά μόνο τους βαπτισμένους χριστιανούς. 4. Στη Θεία Λειτουργία οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό να έχουν ειρηνικό θάνατο. ΜΑΘΗΜΑ 23 ο ΤΟ ΒΑΘΥΤΕΡΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ Να συμπληρώσετε την παρακάτω πρόταση επιλέγοντας τη σωστή απάντηση, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, από τις φράσεις α, β, γ, δ. Να τεκμηριώσετε

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019. 69 Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019. Κυριακή ΣΤ Ματθαίου Μτθ. 9, 1 8. «...ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας...» (Μτθ. 9, 6) Πάντοτε ὁ λόγος περί ἐξουσίας εἶναι ἐπίκαιρος, διότι οἱ ἄνθρωποι

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη σωστή απάντηση, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, από τις αντίστοιχες φράσεις α, β,

Διαβάστε περισσότερα

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ)

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ) 15/03/2019 11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ) / Νέοι και Εκκλησία Κατά την Κυριακὴ 10 Μαρτίου 2019 καὶ ὥρα 10:45 π.μ. (ἀμέσως μετὰ τὴν Θεία Λειτουργία) πραγματοποιήθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Παρόμοια νὰ σκεφθῇς ὅτι καὶ ἕνας ποὺ στέκεται κοντὰ σὲ μία μεγάλη πυρκαϊά, διατηρεῖ τὴν θερμότητα γιὰ πολὺ καιρὸ καὶ μετὰ τὴν ἀπομάκρυνσί του ἀπὸ τὴν φωτιά. Άραγε ἀπὸ ποιὰ ἄρρητη εὐωδία φιλανθρωπίας, ἀπὸ

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 29η Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Β Λουκᾶ).

Κυριακή 29η Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Β Λουκᾶ). 21 Κυριακή 29η Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Β Λουκᾶ). Λκ. 6, 31 36. «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν» Λκ. 6, 35. Ἀπ ὅλα τά λόγια καί τίς διδασκαλίες τοῦ Ἰησοῦ αὐτός ὁ λόγος Του φαντάζει ὡς ὁ πιό δύσκολος. Ἡ ἀγάπη

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019.

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019. 55 Κυριακή 17 Μαρτίου 2019. Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν, Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἰω. 11, 42 55. Δέν ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας γιά κάποιο πρόσωπο. Σήμερα τό πανηγύρι στήθηκε γι αὐτή τήν ἴδια τήν πίστη μας.

Διαβάστε περισσότερα

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979)

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979) 5 Μαρτίου 2019 Το μυστήριο της ζωής Θρησκεία / Θεολογία Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979) Η ζωή πάνω στη γη έλκει την καταγωγή της από τον ουρανό η ζωή του ανθρώπου έλκει την καταγωγή της από τον Θεό. Τα

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019.

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019. 25 Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019. 17η Κυριακή τοῦ Ματθαίου Ματθ. 15, 21 28. «ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον» (Ματθ. 15, 23). Μέ τό περιστατικό τῆς Χαναναίας πλουτίζει τή σημερινή ἡμέρα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία,

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα: «Περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀναδόχου εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος».

Θέμα: «Περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀναδόχου εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος». ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ὑπ ἀριθμ. 18 Πρὸς Ἅπαντας τοὺς Ἐφημερίους τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Θέμα: «Περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀναδόχου εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος». Ἀγαπητοὶ Πατέρες, Ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι παρατηρεῖται

Διαβάστε περισσότερα

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ 2014 Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή «Αυτός σήκωσε τις αμαρτίες μας με το ίδιο Του το σώμα στο σταυρό, για να πεθάνουμε κι εμείς ως προς την αμαρτία και να

Διαβάστε περισσότερα

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1 Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1 α) Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο. 107. Ο Κύριος να είναι μαζί σας. Και με το πνεύμα σου. ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο. Ακολουθεί το

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

Κυριακή 5 Μαΐου 2019. 1 Μέρος Γ, Μάιος Αὔγουστος 2019 Μήνας Μάιος Κυριακή 5 Μαΐου 2019. Κυριακή τοῦ Θωμᾶ Ἰω. 20, 19 31. Χριστός Ἀνέστη! Εἶναι τό μήνυμα καί τό τραγούδι τῆς ἐλπίδας καί τῆς χαρᾶς, πού παιανίζει ἀπό τό λαμπροφόρο

Διαβάστε περισσότερα

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός ΜΑΘΗΜΑ 2 Ο ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη σωστή απάντηση από τις αντίστοιχες φράσεις α, β, γ. 1. Ο χώρος τέλεσης

Διαβάστε περισσότερα

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου. ΜΑΘΗΜΑ 22 ο ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ Θ.ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα με την ιστορία της αρχαίας Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό κάθε

Διαβάστε περισσότερα

Ὁ χορτασμός τῶν πεντακισχιλίων

Ὁ χορτασμός τῶν πεντακισχιλίων ΜΑΘΗΜΑ 25ο Λκ 9,10-17 Ὁ χορτασμός τῶν πεντακισχιλίων Ἔχετε κάνει ποτέ πικνίκ στήν ὕπαιθρο; Στίς ἐκδρομές πού κάνετε μέ τό σχολεῖο ἴσως θά εἴχατε τήν εὐκαιρία νά καθίσετε καταγῆς στό χλωρό χορτάρι καί ν

Διαβάστε περισσότερα

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 25 εκεμβριου 2017 ἀριθμ. πρωτ. : 877 ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ Πρὸς τοὺς εὐλαβεῖς Ἱερεῖς καὶ τοὺς εὐσεβεῖς Χριστιανοὺς τῆς καθ ἡμᾶς Θεοσώστου

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

Κυριακή 19 Μαΐου 2019. 14 Κυριακή 19 Μαΐου 2019. Κυριακή τοῦ παραλύτου Ἰω. 5, 1 15. «... μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ ἴδε ὑγιὴς γέγονας μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται» (Ἰω. 5, 14).

Διαβάστε περισσότερα

Τι είναι το Άγιο Πνεύμα. Διδ. Εν. 8

Τι είναι το Άγιο Πνεύμα. Διδ. Εν. 8 Τι είναι το Άγιο Πνεύμα Διδ. Εν. 8 Κεντρικό γεγονός στη ζωή της Εκκλησίας Το Άγιο Πνεύμα επιφοίτησε στους αποστόλους και παραμένει στην Εκκλησία ως Παράκλητος, για να καθοδηγεί τους πιστούς «Εἰς πᾶσαν

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 30 Ἰουνίου 2019.

Κυριακή 30 Ἰουνίου 2019. 45 Κυριακή 30 Ἰουνίου 2019. Κυριακή Β Ματθαίου Σύναξις τῶν ἁγίων ἐνδόξων 12 ἀποστόλων Μτθ. 9, 36 καί 10, 1 8. Εἶναι ἄδικο οἱ κατώτεροι καί οἱ μέτριοι νά ὁμιλοῦν γιά τούς ἀρίστους καί τούς τελείους. Ἐντούτοις

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 14 Ἰουλίου 2019.

Κυριακή 14 Ἰουλίου 2019. 56 Κυριακή 14 Ἰουλίου 2019. Κυριακή Δ Ματθαίου, τῶν ἁγίων καί θεοφόρων πατέρων τῆς ἐν Χαλκηδόνι Δ Οἰκουμενικῆς Συνόδου Μτθ. 5, 14 19. «ὅς δ ἄν ποιήσῃ καί διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019.

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019. 24 Μήνας Ἰούνιος Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019. Κυριακή τοῦ τυφλοῦ Ἰω. 9, 1 38. Σήμερα ἡ Ἐκκλησία θέλει νά μᾶς δώσει νά καταλάβουμε ὅτι ὁ Χριστός, ὡς τέλειος Θεός, εἶναι ὁ Μέγας Δημιουργός τοῦ σύμπαντος. Ἡ δημιουργική

Διαβάστε περισσότερα

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν).

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν). ΜΑΘΗΜΑ 25 Ο ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν). ΣΤΗΛΗ Α ΣΤΗΛΗ Β α. «Κατ οίκον εκκλησία» 1.

Διαβάστε περισσότερα

(Θ. Λειτουργία Ἰωάννου Χρυσοστόμου)

(Θ. Λειτουργία Ἰωάννου Χρυσοστόμου) Οἱ πιστοὶ ὑπὲρ τῶν κατηχουμένων δεηθῶμεν. Ἵνα ὁ Κύριος αὐτοὺς ἐλεήσῃ. Κατηχήσῃ αὐτοὺς τὸν λόγον τῆς ἀληθείας. Ἀποκαλύψῃ αὐτοῖς τὸ εὐαγγέλιον τῆς δικαιοσύνης. Ἑνώσῃ αὐτοὺς τῇ ἁγίᾳ αὐτοῦ καθολικῇ καὶ ἀποστολικῇ

Διαβάστε περισσότερα

Μέτρο για όλα ο άνθρωπος; (Μέρος 2o)

Μέτρο για όλα ο άνθρωπος; (Μέρος 2o) 31 Ιανουαρίου 2015 Μέτρο για όλα ο άνθρωπος; (Μέρος 2o) / Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός ( 2009) Αν και το πρόβλημα του καλού και του κακού είναι το πιο δύσκολο και βασανιστικό για την ανθρώπινη ζωή και συνείδηση,

Διαβάστε περισσότερα

Αι ιστορικαί χειροτονίαι των Γ.ΟΧ. υπό του αειμνήστου Επισκόπου Βρεσθένης κυρού Ματθαίου του Α’ το έτος 1948

Αι ιστορικαί χειροτονίαι  των Γ.ΟΧ. υπό  του αειμνήστου Επισκόπου Βρεσθένης κυρού Ματθαίου του Α’ το έτος 1948 188 Η ΑΓΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΕΣΤΙΝ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ, Η ΑΠΟ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΚΟΣΜΟΥ, (Αγιος Νεκταριος) Η ΜΙΑ, ΑΓΙΑ, ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ εἶναι

Διαβάστε περισσότερα

Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα. με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό κάθε πρότασης τη

Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα. με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό κάθε πρότασης τη ΜΑΘΗΜΑ 3 Ο Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΓΚΑΙΝΙΑΖΕΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΛΑΤΡΕΙΑ Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό κάθε πρότασης τη

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015 ἀριθμ. πρωτ.: 181.- ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ 12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ Πρὸς τὸν ἱερὸ Κλῆρο καὶ τὸν εὐσεβῆ Λαὸ τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Διαβάστε περισσότερα

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012 EISGCGSEIS OQHODONGS EIJOMOKOCIAS EISGCGSG Dò «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Εἰσηγητής: +Θεοφ. Ἐπίσκοπος Μεθώνης κ. Ἀμβρόσιος, Ἱστορικὸς Τέχνης Στὸ πλαίσιο τῆς Ἔκθεσης

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Γ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Γ Κυριακή τῶν Νηστειῶν). 11 Μαρτίου 2018. Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Γ Κυριακή τῶν Νηστειῶν). Μάρκου 8, 34 9, 1. Ἡμέρα πανεπίσημη σήμερα ἄγει ἡ Ἐκκλησία μας. Ἡμέρα πού ὑψώνεται μπροστά στά ἑκατομμύρια τῶν ὀρθοδόξων

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τήν Κυριακήν μετά τά Φῶτα.

Εἰς τήν Κυριακήν μετά τά Φῶτα. 14 Ἰανουαρίου 2018. Εἰς τήν Κυριακήν μετά τά Φῶτα. Ματθ. 4, 12 17 «ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» (Ματθ. 4, 16). Ὁ Λυτρωτής,

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 14 Ἀπριλίου 2019.

Κυριακή 14 Ἀπριλίου 2019. 75 Κυριακή 14 Ἀπριλίου 2019. 5η Κυριακή τῶν Νηστειῶν (Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας). Μρκ. 10, 32 45. Σήμερα, λίγες ἡμέρες πρίν ἀπό τά φρικτά Πάθη τοῦ Κυρίου, ἡ κοινή μητέρα, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία προβάλλει μία μεγάλη

Διαβάστε περισσότερα

Συναγμένοι στη Θεία Ευχαριστία: Η ουσία της Εκκλησίας. Διδ. Εν. 15

Συναγμένοι στη Θεία Ευχαριστία: Η ουσία της Εκκλησίας. Διδ. Εν. 15 Συναγμένοι στη Θεία Ευχαριστία: Η ουσία της Εκκλησίας Διδ. Εν. 15 α) Η εξάπλωση της Εκκλησίας Μετά την Πεντηκοστή, η νέα πραγματικότητα που δημιουργείται στον κόσμο, η Εκκλησία, ζει και κινείται σε μια

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 18 Αὐγούστου 2019.

Κυριακή 18 Αὐγούστου 2019. 84 Κυριακή 18 Αὐγούστου 2019. Κυριακή μετά τήν ἐορτήν, Θ Ματθαίου Μτθ. 14, 22 34. 27). «θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι μὴ φοβεῖσθε» (Μτθ. 14, Ἐντυπωσιακό τό θαῦμα πού παρακολουθοῦμε σήμερα. Γιά μία φορά ἀκόμη φαίνεται

Διαβάστε περισσότερα

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_10296 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_10296 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1 Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_10296 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1 α) Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5 επιλέγοντας τη σωστή απάντηση, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας,

Διαβάστε περισσότερα

(άγιο μύρο / τριήμερη / ολόλευκα / κολυμβήθρας / κατάδυση) «Στο χρίσμα, ο ιερέας χρίει τον.. σ όλα τα μέρη του σώματός του με

(άγιο μύρο / τριήμερη / ολόλευκα / κολυμβήθρας / κατάδυση) «Στο χρίσμα, ο ιερέας χρίει τον.. σ όλα τα μέρη του σώματός του με ΜΑΘΗΜΑ 21 Ο ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΜΑΤΟΣ Να ξαναγράψετε το κείμενο που ακολουθεί συμπληρώνοντας τα κενά με τις κατάλληλες λέξεις ή φράσεις που δίνονται στην παρένθεση. Σε κάθε κενό αντιστοιχεί

Διαβάστε περισσότερα

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν Χριστούγεννα 2013 Ἀρ. Πρωτ. 1157 Πρός τό Χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε. Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ,

Διαβάστε περισσότερα

Την περασμένη Κυριακή αρχίσαμε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή με το Γάμο της Κανά, όπου το νερό μετατράπηκε σε κρασί.

Την περασμένη Κυριακή αρχίσαμε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή με το Γάμο της Κανά, όπου το νερό μετατράπηκε σε κρασί. Την περασμένη Κυριακή αρχίσαμε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή με το Γάμο της Κανά, όπου το νερό μετατράπηκε σε κρασί. Το θαύμα αυτό μας δείχνει ότι η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η περίοδος για αλλαγή στον άνθρωπο.

Διαβάστε περισσότερα

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38) Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38) ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ (Διασκευή ομιλίας στον Γυμνότοπο την 1/6/2003) 1. Το δράμα του σκοταδιού Σήμερα το Ευαγγέλιο μας μίλησε για έναν «τυφλό εκ

Διαβάστε περισσότερα

Να ξαναγράψετε το κείμενο που ακολουθεί συμπληρώνοντας τα κενά με τις

Να ξαναγράψετε το κείμενο που ακολουθεί συμπληρώνοντας τα κενά με τις ΜΑΘΗΜΑ 8 Ο ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ: Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Να ξαναγράψετε το κείμενο που ακολουθεί συμπληρώνοντας τα κενά με τις κατάλληλες λέξεις που δίνονται στην παρένθεση. Σε κάθε κενό αντιστοιχεί

Διαβάστε περισσότερα

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας ΑΠΟΛΛΩΝΕΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ Μάρτιος 2/3/2017 Παράκληση, 18:00 3/3,10/3,17/3,24/3 Χαιρετισμοί, 19:15 31/3/2017 Ἀκάθιστος 19:15 Ὕμνος Ἀπρίλιος: 6/4/2017 Παράκληση,

Διαβάστε περισσότερα

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας ΑΠΟΛΛΩΝΕΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ Μάρτιος: 1/3/2018 Παράκληση 18:00 2/3,9/3,16/3 Χαιρετισμοί 19:15 /3/2018 Ἀκάθ. Ὕμνος 19:15 Ἀπρίλιος: 12/4/2018 Παράκληση 18:00 21/4/2018

Διαβάστε περισσότερα

Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα

Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα 6η Κυριακή Λουκᾶ (Λκ. 8, 27 39) 22 Ὀκτωβρίου 2017 «Τί ἐμοί καί σοί, Ἰησοῦ υἱέ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή μέ βασανίσῃς» Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα στήν εὐαγγελική περικοπή.

Διαβάστε περισσότερα

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή Δομήνικος Θεοτοκόπουλος: Ο Άγιος Πέτρος μετανοών (1600) «Αυτός σήκωσε τις αμαρτίες μας με το ίδιο Του το σώμα στο σταυρό, για

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τόν Ἅγιον Ἰωάννην τόν Πρόδρομον.

Εἰς τόν Ἅγιον Ἰωάννην τόν Πρόδρομον. Μήνας Ἰανουάριος 7 Ἰανουαρίου 2018. Εἰς τόν Ἅγιον Ἰωάννην τόν Πρόδρομον. Μεγάλη καί ἐπίσημη ἡμέρα εἶναι σήμερα γιά τήν Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ἀμέσως μετά ἀπό τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων. Μπροστά στά πλήθη

Διαβάστε περισσότερα

Παραμονή Χριστουγέννων φέτος ἡ Κυριακή πρό τῆς

Παραμονή Χριστουγέννων φέτος ἡ Κυριακή πρό τῆς Κυριακή πρό τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως (Μτθ. 1, 1 25) 24 Δεκεμβρίου 2017 «...ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Εμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ ἡμῶν ὁ Θεός»

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 10 Μαρτίου 2019.

Κυριακή 10 Μαρτίου 2019. 50 Κυριακή 10 Μαρτίου 2019. Κυριακή τῆς Τυρινῆς. «...Τό στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται...» (Ἰδιόμελον τῶν Αἴνων, πλ. α ). Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἀρχίζει καί πάλι φέτος ἡ μεγάλη καί εὐλογημένη περίοδος τῆς Ἁγίας

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019.

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019. 38 Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019. Κυριακή τοῦ Ἀσώτου. Λουκᾶ 15: 11 32. Σήμερα δέν ἀκούσαμε ἁπλῶς μία Εὐαγγελική περικοπή. Σήμερα ἀκούσαμε αὐτό τοῦτο τό ἴδιο τό Εὐαγγέλιο. Χωρίς ὑπερβολή μποροῦμε νά ποῦμε

Διαβάστε περισσότερα

Να ιεραρχήσετε τα παρακάτω στάδια από τις φάσεις της θείας οικονομίας

Να ιεραρχήσετε τα παρακάτω στάδια από τις φάσεις της θείας οικονομίας ΜΑΘΗΜΑ 7 Ο Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Να ιεραρχήσετε τα παρακάτω στάδια από τις φάσεις της θείας οικονομίας σύμφωνα με τη χρονική σειρά που πραγματοποιήθηκαν: 1. Προαναγγελία του Μεσσία

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 27 Ἰανουαρίου 2019

Κυριακή 27 Ἰανουαρίου 2019 14 Κυριακή 27 Ἰανουαρίου 2019 15η Κυριακή τοῦ Λουκᾶ. Λουκᾶ 19, 1 10 «...καί σπεύσας κατέβη» (Λκ. 19, 6) Ὁ μικρόσωμος Ζακχαῖος σήμερα παρουσιάζεται μέσ ἀπό τήν εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε ὡς ἕνας γίγαντας

Διαβάστε περισσότερα

Μητρ. Δημητριάδος: Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική

Μητρ. Δημητριάδος: Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική 28/12/2018 Μητρ. Δημητριάδος: Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική Μητροπολιτικό Έργο / Ι.Μ. Δημητριάδος και Αλμυρού Σκέψεις στην ανατολή του νέου χρόνου Σκέψεις καρδιάς κατέθεσε ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος

Διαβάστε περισσότερα

Θεία Λειτουργία. Ο λαός προσφέρει τα δώρα Συμμετέχει ενεργητικά Αντιφωνική ψαλμωδία. Δρώμενο: Η αναπαράσταση της ζωής του Χριστού

Θεία Λειτουργία. Ο λαός προσφέρει τα δώρα Συμμετέχει ενεργητικά Αντιφωνική ψαλμωδία. Δρώμενο: Η αναπαράσταση της ζωής του Χριστού Θεία Λειτουργία Δρώμενο: Η αναπαράσταση της ζωής του Χριστού Ο λαός προσφέρει τα δώρα Συμμετέχει ενεργητικά Αντιφωνική ψαλμωδία Σήμερα είναι σχεδόν παθητικός θεατής Όρθρος : ακολουθία προετοιμασίας Δοξολογία

Διαβάστε περισσότερα

πανέτοιμος για να έλθει είναι πολύ πρόθυμος και έτοιμος κάθε στιγμή με ευχαρίστηση, με χαρά, με καλή διάθεση, να έλθει να επισκιάσει και να βοηθήσει

πανέτοιμος για να έλθει είναι πολύ πρόθυμος και έτοιμος κάθε στιγμή με ευχαρίστηση, με χαρά, με καλή διάθεση, να έλθει να επισκιάσει και να βοηθήσει Κύριε των Δυνάμεων «Κύριε των δυνάμεων μεθ ημών γενού». Πώς ο Κύριος θα είναι μαζί μας. Ο Χριστός είναι δύναμη. «Κύριε των δυνάμεων μεθ ημών γενού». Άραγε τί θέλουν να πουν αυτά τα λόγια; Κάτι καλό όμως

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναῒτου, συγγραφέως τῆς Κλίμακος. (Δ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναῒτου, συγγραφέως τῆς Κλίμακος. (Δ Κυριακή τῶν Νηστειῶν). 18 Μαρτίου 2018. Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναῒτου, συγγραφέως τῆς Κλίμακος. (Δ Κυριακή τῶν Νηστειῶν). Μάρκ. 9, 17-31 «Τοῦτο τό γένος ἐν οὐδενί δύναται ἐξελθεῖν εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ»

Διαβάστε περισσότερα

Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1. Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος. «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας

Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1. Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος. «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1 Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας Σεπτέμβριος 2017 Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 2 Ἀφιέρωμα

Διαβάστε περισσότερα

Αγάπη: όχι ευκαιρία για καλή πράξη, αλλά

Αγάπη: όχι ευκαιρία για καλή πράξη, αλλά Αγάπη: όχι ευκαιρία για καλή πράξη, αλλά π. Αλέξανδρου Σμέμαν Η επόμενη Κυριακή ονομάζεται Κυριακή της Απόκρεω γιατί στη διάρκεια της εβδομάδας που ακολουθεί αρχίζει μια περιορισμένη νηστεία αποχή κρέατος»

Διαβάστε περισσότερα

Παντί τῷ πληρώματι τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀττικῆς καί Βοιωτίας.

Παντί τῷ πληρώματι τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀττικῆς καί Βοιωτίας. Ἀναγνωσθήτω ἐπ Ἐκκλησία Παντί τῷ πληρώματι τῆς καθ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀττικῆς καί Βοιωτίας. Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί. «Ὁ Χριστός μεθ ἡμῶν καί οὐδείς καθ ἡμῶν» Μέ αἴσθημα εὐθύνης καί πικρίας ἀναλογιζόμενος

Διαβάστε περισσότερα

Σε παρακαλούμε, λοιπόν, Κύριε: το ίδιο Πανάγιο Πνεύμα ας ευδοκήσει να αγιάσει τα δώρα αυτά, 118. Ενώνει τα χέρια, τα επιθέτει στα Δώρα και λέει:

Σε παρακαλούμε, λοιπόν, Κύριε: το ίδιο Πανάγιο Πνεύμα ας ευδοκήσει να αγιάσει τα δώρα αυτά, 118. Ενώνει τα χέρια, τα επιθέτει στα Δώρα και λέει: ΤΕΤΑΡΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ 116. Το προοίμιο της παρακάτω Ευχαριστιακής ευχής δεν επιτρέπεται να αντικατασταθεί με άλλο, διότι συνολικά παρουσιάζει σε περίληψη την ιστορία της σωτηρίας μας. Ο Κύριος να είναι μαζί

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΚΟΙΝΟ 1 Η αποκατάσταση των πάντων διά του Ιησού Χριστού

ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΚΟΙΝΟ 1 Η αποκατάσταση των πάντων διά του Ιησού Χριστού ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΚΟΙΝΟ 1 Η αποκατάσταση των πάντων διά του Ιησού Χριστού 72. Το προοίμιο που ακολουθεί χρησιμοποιείται στις Λειτουργίες που είτε δεν Θεέ παντοδύναμε και αιώνιε, Δι αυτού ευδόκησες να αποκαταστήσεις

Διαβάστε περισσότερα

Κατωτέρου Κατηχητικού Ιεραποστολικού Έτους Συνάντηση 1: Σαββατοκύριακο 13 και : Η αποστολή των δώδεκα μαθητών

Κατωτέρου Κατηχητικού Ιεραποστολικού Έτους Συνάντηση 1: Σαββατοκύριακο 13 και : Η αποστολή των δώδεκα μαθητών Κατωτέρου Κατηχητικού Ιεραποστολικού Έτους 2012-2013 Συνάντηση 1 Σαββατοκύριακο 13 και 14.10.2012 Η αποστολή των δώδεκα μαθητών στον κόσμο (Ματθ. 10, 1-31) τι σημαίνει αληθινός χριστιανός- ποια είναι η

Διαβάστε περισσότερα

Σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς

Σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς Σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς...ἡ ὀρθόδοξη εἰκόνα εἶναι καρπός τῆς ἀποκαλυπτικῆς ἐμπειρίας τῶν θεουμένων ἁγίων. Εἶναι γνωστόν ὅτι οἱ ἅγιοι, ὅταν φθάνουν στήν θέωση καί τήν θεωρία τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, μετέχουν

Διαβάστε περισσότερα

Η Παύλεια Θεολογία. Χριστολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία

Η Παύλεια Θεολογία. Χριστολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Η Χριστολογία Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Τά δύο βιβλία τοῦ Θεοῦ

Τά δύο βιβλία τοῦ Θεοῦ ΜΑΘΗΜΑ 1ο Γένεσις 1,1-2,7 Τά δύο βιβλία τοῦ Θεοῦ Ὡς ἀφόρμηση θά μπορούσαμε νά ἑτοιμάσουμε μιά ἔκθεση φωτογραφίας ἤ μιά προβολή μέ τοπία πού θυμίζουν τίς καλοκαιρινές διακοπές καί μέ ἄλλες εἰκόνες πού παρουσιάζουν

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 12 Μαΐου 2019.

Κυριακή 12 Μαΐου 2019. 8 Κυριακή 12 Μαΐου 2019. Κυριακή τῶν μυροφόρων Μρκ. 15, 43 16, 8. Οἱ μεγάλες ἀποφάσεις, τά μεγάλα ἐμπόδια, οἱ μεγάλες νίκες. Αὐτός θά μποροῦσε νά εἶναι ἕνας καλός τίτλος γιά τή σημερινή Κυριακή. Ἡ Ἐκκλησία

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑTA ΓΙΑ ΜΕΡΟΣ Δ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ V ΜΑΘΗΜΑ 171. Ο Θεός είναι µόνο και µόνο Αγάπη και εποµένως το ίδιο είµαι κι Εγώ.

ΜΑΘΗΜΑTA ΓΙΑ ΜΕΡΟΣ Δ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ V ΜΑΘΗΜΑ 171. Ο Θεός είναι µόνο και µόνο Αγάπη και εποµένως το ίδιο είµαι κι Εγώ. ΜΑΘΗΜΑTA ΓΙΑ ΜΕΡΟΣ Δ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ V ΜΑΘΗΜΑ 171 Ο Θεός είναι µόνο και µόνο Αγάπη και εποµένως το ίδιο είµαι κι Εγώ. Ι. (151) Όλα τα πράγµατα είναι αντίλαλοι της Φωνής του Θεού. 2 Ο Θεός είναι µόνο και µόνο

Διαβάστε περισσότερα

«ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ»

«ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ» ÄÉÌÇÍÉÁÉÁ ÅÊÄÏÓÇ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ÉÅÑÁ ÌÇÔÑÏÐÏËÉÓ ÈÅÓÓÁËÏÍÉÊÇÓ ÉÅÑÏÓ ÍÁÏÓ ÌÅÔÁÌÏÑÖÙÓÅÙÓ ÔÏÕ ÓÙÔÇÑÏÓ ΔΕΛΦΩΝ -ΜΙΟΥΛΗ ΤΗΛ.: 2310 828 989 «ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ» ΕΤΟΣ ΣΤ ΠΑΣΧΑ 2013 www.inmetamorfoseos.gr

Διαβάστε περισσότερα

Το κήρυγμα και τα θαύματα του Χριστού μέσα από τη λατρεία. Διδ. Εν. 9

Το κήρυγμα και τα θαύματα του Χριστού μέσα από τη λατρεία. Διδ. Εν. 9 Το κήρυγμα και τα θαύματα του Χριστού μέσα από τη λατρεία Διδ. Εν. 9 Γιορτάζοντας τα γεγονότα της ζωής του Τα σπουδαιότερα γεγονότα της ζωής του Κυρίου μας είναι αποτυπωμένα στις ακίνητες Δεσποτικές γιορτές

Διαβάστε περισσότερα

1) Μες τους κάμπους τ αγγελούδια ύμνους ουράνιους σκορπούν κι από τα γλυκά τραγούδια όλα τριγύρω αχολογούν. Gloria in excelsis Deo!

1) Μες τους κάμπους τ αγγελούδια ύμνους ουράνιους σκορπούν κι από τα γλυκά τραγούδια όλα τριγύρω αχολογούν. Gloria in excelsis Deo! Σε παρακαλούμε, Κύριε, χάρη στη μεσιτεία της Αειπαρθένου Θεοτόκου Μαρίας και του Αγίου Ιωσήφ, να διατηρείς σταθερά τις οικογένειές μας στην αγάπη και στην ειρήνη σου. Από αγνή Παρθένο, μια νύχτα μυστική

Διαβάστε περισσότερα

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο 31 Ιανουαρίου 2019 Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο / Επικαιρότητα Όταν ο άνθρωπος έχει ειρήνη μέσα του και βεβαιωθεί η ψυχή του ότι όντως

Διαβάστε περισσότερα

Πανήγυρη Αγίου Γεωργίου 2016

Πανήγυρη Αγίου Γεωργίου 2016 1 Πανήγυρη Αγίου Γεωργίου 2016 Αγαπητοί μου Αδελφοί, λίγες ημέρες μετά από τη λαμπρή πανήγυρη της Ανάστασης του Κυρίου, πλημμυρισμένοι από πνευματική χαρά εορτάζουμε σήμερα τον Μεγαλομάρτυρα Άγιο Γεώργιο,

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τήν Κυριακήν τῶν Μυροφόρων.

Εἰς τήν Κυριακήν τῶν Μυροφόρων. 22 Ἀπριλίου 2018 Εἰς τήν Κυριακήν τῶν Μυροφόρων. Μαρκ 15, 43 16, 8 «...καί ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ὁ λίθος ἀποκεκύλισται, ἦν γάρ μέγας σφόδρα» (Μάρκ. 16, 4). Κυριακή τῶν Μυροφόρων σήμερα καί τά μηνύματα

Διαβάστε περισσότερα

Η Ουράνια Γλώσσα. (The heavenly language)

Η Ουράνια Γλώσσα. (The heavenly language) Η Ουράνια Γλώσσα (The heavenly language) 'Εχετε ταξιδέψει ποτέ σε μιά χώρα, όπου η γλώσσα είναι διαφορετική από τη δική σας; Μπορεί να μάθετε λίγο τη γλώσσα και ακόμα να είστε σε θέση να καταλαβαίνετε

Διαβάστε περισσότερα

Τζιορντάνο Μπρούνο

Τζιορντάνο Μπρούνο http://hallofpeople.com/gr/bio/bruno.php Τζιορντάνο Μπρούνο Αποσπάσματα από έργα του (Την εποχή που εκκλησία και επιστήμη θεωρούσε υποδεέστερο το γυναικείο φύλο, ο Μπρούνο έγραψε): Εξετάστε λίγο την αλήθεια,

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΑΛΛΟΘΡΗΣΚΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΔΟΞΟΙ ΟΜΑΔΑ Β : Νεκταρία Πρωτόπαππα Λουκία Κουτρομάνου Κωνσταντίνα Κούλια Αλέξης Κραβαρίτης

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΑΛΛΟΘΡΗΣΚΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΔΟΞΟΙ ΟΜΑΔΑ Β : Νεκταρία Πρωτόπαππα Λουκία Κουτρομάνου Κωνσταντίνα Κούλια Αλέξης Κραβαρίτης ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΑΛΛΟΘΡΗΣΚΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΔΟΞΟΙ ΟΜΑΔΑ Β : Νεκταρία Πρωτόπαππα Λουκία Κουτρομάνου Κωνσταντίνα Κούλια Αλέξης Κραβαρίτης ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Χριστιανισμός και Αλλόδοξοι Η παραβολή του Καλού Σαμαρείτη Η Χριστιανική

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ

ΑΣΚΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ ΑΣΚΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ π. Ἰωάννου Ζόζουλακ Κοσμήτορος τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Πρέσοβ Σλοβακίας Ἔχουμε συνηθίσει ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ ἐνεργοῦμε μὲ μηχανικὸ τρόπο, νὰ

Διαβάστε περισσότερα

Εκεί όπου όντως ήθελε ο Θεός

Εκεί όπου όντως ήθελε ο Θεός 13/02/2019 Εκεί όπου όντως ήθελε ο Θεός Πατριαρχεία / Πατριαρχείο Αλεξανδρείας Του π. Πολυκάρπου Αγιαννανίτη Ὅπου διακονεῖ κανεὶς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, ἐκεῖ βρίσκει τὴ χαρὰ καὶ τὴν ἀνάπαυσή του.

Διαβάστε περισσότερα

παρακαλώ! ... ένα βιβλίο με μήνυμα

παρακαλώ! ... ένα βιβλίο με μήνυμα παρακαλώ!... ένα βιβλίο με μήνυμα Ένα μήνυμα πού δίνει απάντηση στο βασικό ερώτημα ποιος είναι ο σκοπός της ζωής. Ένα μήνυμα πού ανταποκρίνεται σε κάθε ερωτηματικό και αμφιβολία σου. Η βίβλος μας φανερώνει

Διαβάστε περισσότερα

Κυριακή 20 Ἰανουαρίου 2019.

Κυριακή 20 Ἰανουαρίου 2019. 6 Κυριακή 20 Ἰανουαρίου 2019. 12η Κυριακή τοῦ Λουκᾶ. Λουκᾶ 17, 11-19. «Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς». (Λκ. 17, 13) Δέν θά σταθοῦμε στή μεγάλη εὐεργεσία πού ἔκανε ὁ Κύριος στούς δέκα λεπρούς. Οὔτε στήν

Διαβάστε περισσότερα

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἀσώτου.

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἀσώτου. Μήνας Φεβρουάριος 4 Φεβρουαρίου 2018. Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἀσώτου. Λουκᾶ 15, 11 32. «...ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς» (Λουκᾶ 15, 11). Μεγάλη ἀμηχανία αἰσθάνεται κάποιος, ὅταν πρέπει νά ἀγγίξει τή σημερινή

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία και Θεολογία των Εκκλησιαστικών Ύμνων

Ιστορία και Θεολογία των Εκκλησιαστικών Ύμνων Ιστορία και Θεολογία των Εκκλησιαστικών Ύμνων : Θέματα Θεολογίας των εκκλησιαστικών ύμνων Γεώργιος Φίλιας Θεολογική Σχολή Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας Θέματα Θεολογίας των εκκλησιαστικών ύμνων (Α) Η Χριστολογία

Διαβάστε περισσότερα

Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου

Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου Λίγο καιρό πρίν ἀπό τό πάθος Του, ὁ Κύριος, ἀφοῦ παρέλαβε τούς τρεῖς προκρίτους μαθητές, τόν Πέτρο, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη, ἀνέβηκε στό ὄρος Θαβώρ καί ἐκεῖ, ἐνώπιον αὐτῶν μεταμορφώθηκε.

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 12: Ο ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 12: Ο ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ Ενότητα 12: Ο ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Ἡ πιστή Ρούθ (Χριστούγεννα)

Ἡ πιστή Ρούθ (Χριστούγεννα) ΜΑΘΗΜΑ 13ο Ἐπίκαιρο Ἡ πιστή Ρούθ (Χριστούγεννα) Τί ὄμορφα πού εἶναι ὅλα στολισμένα γύρω μας, παιδιά! Οἱ δρόμοι, τά σπίτια, τά καταστήματα... Καί καθώς ἀπολαμβάνουμε ὅλα αὐτά τά στολίδια καί τή χριστουγεννιάτικη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το Άγιο Πνεύμα και Πνευματικότητα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το Άγιο Πνεύμα και Πνευματικότητα ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το Άγιο Πνεύμα και Πνευματικότητα Όλοι λίγο πολύ έχουμε ακούσει τα λόγια: «Σε βαπτίζω στο όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» είτε έχουμε βαπτιστεί είτε όχι (δείτε Ματθ. 28/κη

Διαβάστε περισσότερα

Λίγα λόγια για την προσευχή με το κομποσχοίνι.

Λίγα λόγια για την προσευχή με το κομποσχοίνι. Λίγα λόγια για την προσευχή με το κομποσχοίνι. Το κομποσχοίνι είναι φτιαγμένο για να κάνουμε προσευχή. Δεν είναι διακοσμητικό, ούτε κάτι μαγικό. Είναι όπλο ιερό, μας υπενθυμίζει την προσευχή την οποία

Διαβάστε περισσότερα

Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law Applications' Application Server ἔκδοση 3.x (Rel 1.1-6ος 2009) 1

Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law Applications' Application Server ἔκδοση 3.x (Rel 1.1-6ος 2009) 1 Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law Applications' Application Server ἔκδοση 3.x (Rel 1.1-6ος 2009) 1 Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law3 Application Server ὅτι ἀναφέρεται ἐδῶ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκτελεσθεῖ δικτυακά, δηλ. ἀπὸ ἄλλον

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ!

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ! ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ! (There is only one God) Πού μπορείς να πάς ώστε να απομακρυνθείς από το Θεό; Ο Θεός γεμίζει κάθετόπο και χρόνο. Δεν υπάρχει τόπος χωρίς να είναι εκεί ο Θεός. Ο Θεός μίλησε μέσα

Διαβάστε περισσότερα

Φανερωμένη Η εορτή της Παναγίας Φανερωμένης μας συγκεντρώνει και μας φέρνει σήμερα εδώ. Σήμερα εορτάζει η Παναγία, η μητέρα μας, η Ελπίδα

Φανερωμένη Η εορτή της Παναγίας Φανερωμένης μας συγκεντρώνει και μας φέρνει σήμερα εδώ. Σήμερα εορτάζει η Παναγία, η μητέρα μας, η Ελπίδα Φανερωμένη 2017.09.24 Η εορτή της Παναγίας Φανερωμένης μας συγκεντρώνει και μας φέρνει σήμερα εδώ. Σήμερα εορτάζει η Παναγία, η μητέρα μας, η Ελπίδα μας και εμείς οι χριστιανοί της Σύρου, αλλά και ευλαβείς

Διαβάστε περισσότερα