6. ΤΕΛΙΚΗ ΙΑΘΕΣΗ ΤΑΦΗ Γενικά

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "6. ΤΕΛΙΚΗ ΙΑΘΕΣΗ ΤΑΦΗ. 6.1. Γενικά"

Transcript

1 6. ΤΕΛΙΚΗ ΙΑΘΕΣΗ ΤΑΦΗ 6.1. Γενικά Είναι γεγονός ότι ανέκαθεν ο τελικός αποδέκτης των υπολειµµάτων της κατανάλωσης και των καταλοίπων της παραγωγικής διαδικασίας υπήρξε το περιβάλλον. Στις παλιότερες κοινωνίες τα υπολείµµατα της παραγωγής και της κατανάλωσης αγαθών ήταν ένα µέρος του βιολογικού κύκλου της φύσης. Η ανεξέλεγκτη διάθεση των απορριµµάτων ήταν µία ιδανική λύση αφού η φύση είχε τη δυνατότητα να τα ανακυκλώνει. Αντίθετα στις σηµερινές κοινωνίες η κατάσταση έχει µεταβληθεί δραµατικά. Όπως συµβαίνει συνήθως, οι σύγχρονες κοινωνίες, βρίσκοντας βολική τη µέθοδο της ανεξέλεγκτης διάθεσης των απορριµµάτων, παραγνώρισαν το γεγονός ότι οι ποσότητες των απορριµµάτων αλλά και η ποιοτική τους σύσταση, έχουν ξεπεράσει τις ικανότητες της φύσης για αυτοκαθαρισµό, µε αποτέλεσµα την ανατροπή της επικρατούσας οικολογικής ισορροπίας. Στα πλαίσια αυτά, η εδαφική διάθεση αποτελεί τον παραδοσιακότερο τρόπο αντιµετώπισης, ο οποίο καλείται να ανταποκριθεί Τρόποι εδαφικής διάθεσης 1. Ανεξέλεγκτη διάθεση-απόρριψη («παράνοµοι» χώροι διάθεσης): ιάθεση απορριµµάτων από µικρούς δήµους και κοινότητες σε συγκεκριµένους χώρους, χωρίς να λαµβάνεται κανένα µέτρο υγειονοµικής ταφής. Ανεξέλεγκτη καύση, χωρίς να λαµβάνεται κανένα µέτρο για τη µόλυνση του περιβάλλοντος και τους κινδύνους πυρκαγιών. ιάθεση-απόρριψη από ιδιώτες κοντά σε χώρους υγειονοµικής ταφής. ιάθεση-απόρριψη βιοµηχανικών αποβλήτων σε ανεξέλεγκτους χώρους. Εγκατάλειψη απορριµµάτων από εκδροµείς. 2. Ηµιελεγχόµενη διάθεση: Βρίσκεται ποιοτικά µεταξύ ανεξέλεγκτης και ελεγχόµενης. ηµιουργία κάποιου συγκεκριµένου χώρου διάθεσης, στον οποίο γίνεται µία επικάλυψη των απορριµµάτων και τηρούνται κάποια στοιχειώδη µέτρα ελέγχου. Τα προβλήµατα και οι κίνδυνοι που υπάρχουν στην ανεξέλεγκτη διάθεση εµφανίζονται και εδώ αλλά µε µικρότερη οξύτητα. Ύπαρξη συνήθως καλής πρόθεσης εκ µέρους των αρµοδίων, η οποία όµως δεν είναι αρκετή για να λύσει το πρόβληµα. Χαρακτηρίζονται ως «νόµιµοι» χώροι διάθεσης γιατί συνήθως λειτουργούν υπό την εποπτεία της ΤΑ. 3. Υγειονοµική ταφή (ελεγχόµενη διάθεση): Η πλέον ικανοποιητική και εγκεκριµένη λύση διάθεσης των απορριµµάτων στη φύση, σύµφωνα µε τις παγκόσµιες προδιαγραφές προστασίας ανθρώπινης υγείας και περιβάλλοντος καθώς και µε τη διεθνή νοµοθεσία. Ταυτόχρονα αποτελεί µία οικονοµική λύση διάθεσης των απορριµµάτων. Η υγειονοµική Ταφή ΑπορριµµάτωνΤΑ συντελείται στους ΧΥΤΑ. 173

2 Στη βιβλιογραφία και στην καθηµερινότητα οι ανεξέλεγκτοι και ηµιελεγχόµενοι χώροι διάθεσης απορριµµάτων ονοµάζονται κοινώς χωµατερές ή σκουπιδότοποι ιάθεση απορριµµάτων στην Ελλάδα Ο τρόπος διάθεσης των απορριµµάτων στην Ελλάδα σήµερα, προκαλεί σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον ενώ µπορεί να αποτελέσει και κίνδυνο για τη δηµόσια υγεία. Η κύρια πρακτική διάθεσης που εφαρµοζόταν µέχρι πρόσφατα, και σε ένα βαθµό εξακολουθεί να εφαρµόζεται είναι η εξής: Σε χιλιάδες χωριά και πόλεις γίνεται ανεξέλεγκτη ή ηµιελεγχόµενη απόρριψη απορριµµάτων σε ανοικτούς χώρους, χαράδρες και ρέµατα, µε βασικό, αν όχι µοναδικό, κριτήριο την πραγµατοποίηση αυτής της απόρριψης µακριά από κατοικηµένες περιοχές. Το φαινόµενο της βόσκησης ζώων σε τέτοιους χώρους είναι δυστυχώς πολύ συνηθισµένο. Επίσης υπάρχουν ακόµη εκατοντάδες εγκεκριµένοι χώροι οι οποίοι στο µεγαλύτερο ποσοστό τους δεν πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και της δηµόσιας υγείας. Το πρόβληµα µε τη Α δεν αφορά µόνο στις παράνοµες ανεξέλεγκτες χωµατερές, αλλά ακόµα και στους οργανωµένους ΧΥΤΑ, αφού σε µεγάλο ποσοστό οι ΧΥΤΑ λειτουργούν ανεπαρκώς, κυρίως λόγω ελλιπούς τεχνικής κατάρτισης του προσωπικού, αλλά και σκόπιµης παραβίασης των κανόνων λειτουργίας τους. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια παρατηρείται µια σηµαντική στροφή στη νοµοθεσία, τις κατευθύνσεις και την πρακτική διαχείρισης των ΣΑ. Η ορθολογική διαχείριση των αποβλήτων έχει αναδειχθεί σε µία από τις βασικές προτεραιότητες της εθνικής περιβαλλοντικής πολιτικής, η οποία έχει υιοθετήσει τις βασικές αρχές της αειφόρου διαχείρισης: µείωση, επαναχρησιµοποίηση, ανακύκλωση και ασφαλής διάθεση. Έχει ξεκινήσει λοιπόν µια µεγάλη προσπάθεια κλεισίµατος και αποκατάστασης των παλαιών χωµατερών και δηµιουργίας νέων ΧΥΤΑ, οι οποίοι θα πληρούν τις πιο σύγχρονες προδιαγραφές. Οι ΧΥΤΑ που κατασκευάζονται σήµερα στην Ελλάδα είναι εξοπλισµένοι µε σύγχρονα συστήµατα συλλογής και επεξεργασίας των στραγγισµάτων και του βιοαερίου Προβλήµατα τελικής διάθεσης Τα πιο σηµαντικά προβλήµατα που σχετίζονται µε την ταφή απορριµµάτων είναι η παραγωγή στραγγισµάτων (διασταλλαζόντων) και βιοαερίου ιασταλλάζοντα Τα διασταλλάζοντα είναι υγρά που δηµιουργούνται από την αποσύνθεση του οργανικού µέρους των απορριµµάτων και από τη διείσδυση στη µάζα τους των νερών της βροχής. Κατά την πορεία των υγρών µέσα από τη µάζα των απορριµµάτων διαλύονται και παρασύρονται διάφοροι ρύποι. Αν τα στραγγίσµατα διαφύγουν στο περιβάλλον µπορούν να µολύνουν επιφανειακά και υπόγεια νερά. Οι ρυπαντές που απελευθερώνονται από τα απορρίµµατα µε διάφορες φυσικοχηµικές και βιολογικές διαδικασίες περνούν µέσα στο νερό και το επιβαρύνουν µε οργανικά και ανόργανα υλικά Σύσταση διασταλλαζόντων Τα κυριότερα ρυπαντικά συστατικά των διασταλλαζόντων είναι: Ανόργανα κατιόντα όπως ασβέστιο (Ca ++ ), µαγνήσιο (Mg ++ ), νάτριο (Na + ), κάλιο (K + ), αµµώνιο (NH 4 + ), σίδηρος (Fe ++ ), µαγγάνιο (Mn ++ ) 174

3 Ανόργανα ανιόντα όπως χλωριόντα (Cl - ), θειικά (SO -- 4 ) και όξινα ανθρακικά (HCO - 3 ). Βαρέα µέταλλα όπως: κάδµιο (Cd), ψευδάργυρος (Zn), µόλυβδος (Pb), χαλκός (Cu), νικέλιο (Ni) και κοβάλτιο (Co). Οργανικά υλικά εκφρασµένα ως BOD και COD. Ειδικά οργανικά υλικά (συνήθως περιεκτικότητας µικρότερης της 0,1 mg/l) όπως αρωµατικοί υδρογονάνθρακες, φαινόλες και χλωριωµένες αλειφατικές ενώσεις. ιάφορα άλλα συστατικά όπως βορικά, θειούχα, αρσενικικά και ελαιώδη (δευτερεύουσα σηµασία). Υδράργυρος και βάριο (δευτερεύουσα σηµασία) Παράγοντες που επηρεάζουν τη σύσταση των διασταλλαζόντων Για να εκτιµηθούν οι επιπτώσεις των διασταλλαζόντων στο περιβάλλον αλλά και να προταθούν τρόποι επεξεργασίας τους είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί και να µελετηθεί η ποιοτική σύσταση τους. Παρακάτω αναφέρονται οι κυριότεροι παράγοντες τη σύσταση των διασταλλαζόντων: Ηλικία χώρου διάθεσης. Αρχικά η αποικοδόµηση των οργανικών ουσιών γίνεται κάτω από αερόβιες συνθήκες (οξυγενής φάση). Οι συνθήκες όµως σε πολύ µικρό χρονικό διάστηµα µεταβάλλονται σε αναερόβιες (µεθανογενής φάση) εξαιτίας της εξάντλησης του οξυγόνου. Το κύριο µέρος των οργανικών ουσιών αποκοδοµείται κάτω από αναερόβιες συνθήκες. Τα διασταλλάζοντα που παράγονται από ένα νεαρό χώρο διάθεσης (2 ετών) χαρακτηρίζεται από µεγάλες συγκεντρώσεις οργανικών οξέων, αµµωνίας και συνολικών διαλυτών στερεών. Όσο η ηλικία του χώρου διάθεσης µεγαλώνει, το µεγαλύτερο µέρος των οργανικών ουσιών αποικοδοµείται και εποµένως το οργανικό µέρος των οργανικών ουσιών ελαττώνεται. Εκτός όµως από τα οργανικά συστατικά µε το χρόνο µειώνονται και οι συγκεντρώσεις των ανόργανων ουσιών. Πιο σπουδαίος παράγοντας για την ποιοτική µελέτη των διασταλλαζόντων είναι η µεταβολή της συγκέντρωσης των οργανικών ουσιών (εκφρασµένες ως BOD και ως COD) κατά το πέρασµα από την οξυγενή φάση στη µεθανογενή. Η οξυγενής φάση χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκέντρωση οργανικών ουσιών, µε τιµή λόγου BOD5/COD: 0,4 και χαµηλή τιµή ph, παρουσία µεθανίου και παραγωγή αερίου. Μετά το πέρασµα στη µεθανογενή φάση η συγκέντρωση του µεθανίου και η τιµή του ph είναι υψηλές αλλά το BOD5 και η τιµή του λόγου το BOD5/COD ελαττώνεται κάτω από την τιµή 0,1 µε αποτέλεσµα ασήµαντη βιοαποικοδόµηση του οργανικού φορτίου. Τα διασταλλάζοντα τότε θεωρούνται σταθεροποιηµένα. Ύψος χώρου διάθεσης. Αύξηση του ύψους του χώρου διάθεσης ή αύξηση της πυκνότητας των απορριµµάτων έχει σαν αποτέλεσµα την καθυστέρηση της βιοαποικοδόµησης γιατί παρεµποδίζεται η διείσδυση του νερού στα απορρίµµατα. Τα διασταλλάζοντα έχουν µειωµένο ρυπαντικό φορτίο αλλά παράγονται για µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα. Αύξηση όµως του ποσοστού υγρασίας των απορριµµάτων έχει σαν αποτέλεσµα την αύξηση του ρυπαντικού φορτίου. Με την αύξηση των βροχοπτώσεων επέρχεται µείωση του ρυπαντικού φορτίου λόγω της αραίωσης. Θερµοκρασία. Αύξηση της θερµοκρασίας επιταχύνει τη βιοαποικοδόµηση και εποµένως την αύξηση του ρυπαντικού φορτίου (µεγαλύτερη τιµή BOD). Εκποµπή αερίων από το χώρο διάθεσης. Τα οργανικά οξέα προέρχονται από την αποικοδόµηση άλλων πιο σύνθετων οξέων. Τα οξέα αυτά εµπλέκονται σε παραπέρα αντιδράσεις παράγοντας αέρια ή αποπλύνονται από το χώρο διάθεσης αυξάνοντας έτσι το 175

4 BOD5 των διασταλλαζόντων. Εποµένως όσο αυξάνει η εκποµπή αερίων από το χώρο διάθεση τόσο µειώνεται το οργανικό φορτίο των διασταλλαζόντων. Προεπεξεργασία απορριµµάτων. Τα διασταλλάζοντα που παράγονται από τεµαχισµένα απορρίµµατα έχουν υψηλότερες τιµές BOD5 και COD από τα διασταλλάζοντα που προέρχονται από τα ακατέργαστα απορρίµµατα, επειδή αυξάνεται η επιφάνεια των απορριµµάτων µε αποτέλεσµα τη γρήγορη βιοαποικοδόµηση. Είδος και ηλικία απορριµµάτων. Κλιµατολογικές συνθήκες. Υδρογεωλογία εδάφους. Τρόπο διάθεσης των απορριµµάτων Χαρακτηρισµός και επεξεργασία στραγγισµάτων που έχουν σταθεροποιηθεί µε ανακυκλοφορία Τα στραγγίσµατα που παράγονται κατά την όξινη φάση χαρακτηρίζονται από υψηλές τιµές των οργανικών ρύπων, ένα µεγάλο µέρος από τους οποίους αποτελείται από πτητικά λιπαρά οξέα. Επειδή τα λιπαρά οξέα βιοαποικοδοµούνται εύκολα, ο λόγος BOD:COD κατά τη φάση αυτή είναι περίπου 0,4 0,5 ή και υψηλότερος. Στην υψηλή συγκέντρωση των πτητικών οξέων οφείλεται το όξινο ph. Το όξινο περιβάλλον δηµιουργεί τις συνθήκες για αυξηµένες συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων στα στραγγίσµατα. Κατά τη µεθανογενή φάση αποικοδόµησης, µεθανογενή βακτηρίδια καταναλώνουν τα λιπαρά οξέα και ελαττώνουν το οργανικό φορτίο των στραγγισµάτων. Ο οργανικός άνθρακας που παραµένει µετά τη βιοαποικοδόµηση αυτή οφείλεται σε ουσίες µεγάλου µοριακού βάρους και χαµηλής βιοαποικοδοµησιµότητας. Ο λόγος BOD:COD ελαττώνεται σε τιµές 0,1 0,3 (ή και χαµηλότερες) και το ph ανέρχεται στο 7 ή υψηλότερα. Οι µέθοδοι επεξεργασίας των στραγγισµάτων είναι βιολογικές ή φυσικοχηµικές. Εάν τα στραγγίσµατα χαρακτηρίζονται από υψηλό ποσοστό βιοαποικοδοµήσιµου οργανικού φορτίου, ή αντίστοιχα υψηλό λόγο BOD:COD, τότε οι βιολογικές µέθοδοι (αερόβιες ή αναερόβιες) είναι οι πιο κατάλληλες. Εάν τα στραγγίσµατα έχουν σταθεροποιηθεί βιολογικά, περαιτέρω επεξεργασία είναι εφικτή µόνο µε φυσικο-χηµικές µεθόδους. Μία εναλλακτική µέθοδος επεξεργασίας περιλαµβάνει την ανακυκλοφορία των στραγγισµάτων στο χώρο διάθεσης των απορριµµάτων. Τα ανακυκλωµένα στραγγίσµατα υφίστανται βιολογική επεξεργασία από τους µικροοργανισµούς που εµπεριέχονται στη µάζα των απορριµµάτων. Παρά το γεγονός ότι η µέθοδος αυτή εµφανίζει σηµαντικά πλεονεκτήµατα για χώρες όπως η Ελλάδα (απλή στην εφαρµογή, χαµηλά ποσοστά βροχοπτώσεων), υπάρχει σηµαντικό κενό τόσο στην απόδοση της µεθόδου αυτής, όσο και στη δυνατότητα πλήρους επεξεργασίας των σταθεροποιηµένων στραγγισµάτων Βιοαέριο Κατά την αποσύνθεση των οργανικών υλικών στο χώρο ταφής, απουσία οξυγόνου, εκλύονται διάφορα αέρια που χαρακτηρίζονται συνολικά ως βιοαέριο. Το βιοαέριο αποτελείται κυρίως από µονοξείδιο του άνθρακα και µεθάνιο σε ίσες περίπου αναλογίες, ενώ σε µικρές ποσότητες περιλαµβάνει αµµωνία, διοξείδιο του άνθρακα, υδρογόνο, υδρόθειο, άζωτο και οξυγόνο (Πίνακας 23). Η ανεξέλεγκτη παραγωγή βιοαερίου µπορεί να προκαλέσει έκρηξη και πυρκαγιά, ενώ το µεθάνιο συνεισφέρει σηµαντικά στο φαινόµενο του θερµοκηπίου. Αντίθετα, αν συγκεντρωθεί µε κατάλληλα συστήµατα, το βιοαέριο µπορεί να χρησιµοποιηθεί για την παραγωγή ενέργειας από τα απορρίµµατα. Η παραγωγή βιοαερίου σε χώρους διάθεσης απορριµµάτων δηµιουργεί προβλήµατα στην ανάκτηση του χώρου, τα οποία σχετίζονται µε τις κατασκευές και την υπάρχουσα βλάστηση. 176

5 Το µεθάνιο είναι εκρηκτικό αέριο σε ατµοσφαιρικές συγκεντρώσεις 5-15% κ.ο., έτσι αν συσσωρευτεί σε κτίρια, υπάρχει κίνδυνος έκρηξης. Γενικά το βιοαέριο προκαλεί: Ασφυξία στα φυτά. Πιθανές εκρήξεις. Οσµές. Επικίνδυνες εκποµπές. Ρωγµές στο έδαφος. Επιπλέον, η µετανάστευση του αποτελεί και το σηµαντικότερο κίνδυνο. Πίνακας 23. Ενδεικτική σύσταση βιοαερίου (Μανωλέας, 1986). Συστατικά Περιεκτικότητα [% κ.ο.] CH CO N O 2 0,1-1 H 2 0-0,2 NH 3 0,1-1 CO 0-0,2 H 2 S 0-0, Επιπτώσεις ανεξέλεγκτης και ηµιελεγχόµενης διάθεσης Η διατάραξη της ισορροπίας του οικοσυστήµατος είναι αναπόφευκτη σε µια περιοχή που «φιλοξενεί» ένα χώρο διάθεσης απορριµµάτων και µάλιστα η διαταραχή αυτή επεκτείνεται σε µεγάλη έκταση γύρω από αυτόν. Η διατάραξη της ισορροπίας καθορίζεται από τους εξής παράγοντες: Μεταβολή του ανάγλυφου της περιοχής. Κάλυψη και απόκρυψη των φυσικών χαρακτηριστικών, όπως η βλάστηση και η διατάραξη του φυσικού αποστραγγιστικού δικτύου. Αισθητική υποβάθµιση του τοπίου. Η ανεξέλεγκτη απόρριψη πρέπει να αντιµετωπίζεται σαν πρόβληµα: (α) δηµόσιας υγείας και επιδηµιολογίας, (β) προστασίας του περιβάλλοντος και (γ) διαπαιδαγώγησης µιας υπεύθυνης συµπεριφοράς του κοινού στο περιβάλλον και την προστασία της φύσης. Οι πιο σηµαντικές αρνητικές επιπτώσεις της διάθεσης των απορριµµάτων σε χωµατερές είναι οι παρακάτω: Μολύνονται οι επιφανειακοί και υπόγειοι υδροφόροι ορίζοντες (Τα υγρά που προκύπτουν από τη διήθηση των αποβλήτων που βρίσκονται υπό αποσύνθεση καταλήγουν σε βαθύτερα στρώµατα του εδάφους και απειλούν τα µελλοντικά αποθέµατα νερού) Ρυπαίνονται τεράστιες περιοχές, οι ακτές και οι θάλασσες. Ρύπανση ατµόσφαιρας από τυχόν καύση και δυσοσµίες των απορριµµάτων. 177

6 Ανεξέλεγκτη δηµιουργία και απελευθέρωση µέσα στην ατµόσφαιρα νοσηρών αερίων τα οποία συµβάλλουν στην αύξηση της θερµοκρασίας του πλανήτη Τίθεται σε κίνδυνο η δηµόσια υγεία (µετάδοση ασθενειών). Κινδυνεύει άµεσα η χερσαία και η θαλάσσια πανίδα πολλών περιοχών. Υποβαθµίζεται αισθητικά το τοπίο. Η αποσύνθεση των οργανικών αποβλήτων µπορεί να διαρκέσει πολλές δεκαετίες. Υφίσταται αρνητικές επιδράσεις ο τουρισµός. Κίνδυνοι εκρήξεων. Πρόκληση πυρκαγιών (συχνά µέσα ή κοντά σε δασικές εκτάσεις) σε ποσοστό 10% περίπου. Οι χωµατερές καταλαµβάνουν µεγάλων εκτάσεων πολύτιµο χώρο που είναι αναγκαίος για τις κοινότητες 6.6. Αποκατάσταση ανεξέλεγκτων-ηµιελεγχόµενων χώρων διάθεσης στην Ελληνική επικράτεια - Τεχνικές και πρακτικές Τα µέτρα για την αποκατάσταση χωρίζονται ανάλογα µε τις επείγουσες ανάγκες σε βραχυπρόθεσµα, µεσοπρόθεσµα, µακροπρόθεσµα. Τα έργα αποκατάστασης είναι απαραίτητα για την προστασία του περιβάλλοντος και για την άρση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που οφείλονται στην ύπαρξη ενός χώρου διάθεσης. Αντικείµενο της µελέτης αποκατάστασης ενός ανεξέλεγκτου χώρου διάθεσης αποτελεί η αντιµετώπιση των προβληµάτων που προκαλούνται από αυτό το χώρο και η επανένταξη του στη γύρω περιοχή. Τα έργα αφορούν είτε ολόκληρη την έκταση του χώρου ή τµήµατα όπου έχει ολοκληρωθεί η απόθεση των απορριµµάτων. Σχηµατικά, τα έργα αποκατάστασης και τα αναµενόµενα αποτελέσµατα από την εφαρµογή τους παρουσιάζονται στον Πίνακα 24. Πίνακας 24. Προτεινόµενα έργα αποκατάστασης (Φραντζής κ.ά., 2000). ΕΡΓΟ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Επικαλύψεις διαµορφώσεις Συλλογή του βιοαερίου ιαχείριση στραγγισµάτων Τελική κάλυψη Αποστραγγιστικό σύστηµα Φυτεύσεις ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΡΑΣΗΣ ηµιουργία νέου ανάγλυφου Αισθητική αναβάθµιση χώρου Έλεγχος οσµών Προστασία νέων φυτεύσεων Έλεγχος ρύπανσης υπόγειων υδάτων Προστασία επιφανειακών υδάτων Παρεµπόδιση εισόδου υδάτων στα απορρίµµατα ιαµόρφωση εδάφους για φυτεύσεις Έλεγχος όµβριων υδάτων Προστασία χώρου ταφής Αισθητική αναβάθµιση ιαµόρφωση νέων χρήσεων Ο σχεδιασµός της αποκατάστασης ενός χώρου διάθεσης αποτελεί σύνθετο έργο που απαιτεί την ενασχόληση µεγάλου φάσµατος επιστηµονικών ειδικοτήτων για την εξασφάλιση της επιτυχίας του. Θεωρείται σηµαντικό, το σχέδιο αποκατάστασης να συνδυάζει τις 178

7 περιβαλλοντικές και τις ευρύτερες ανάγκες της περιοχής, ενώ ταυτόχρονα να δίνει µεγάλη σηµασία στο κόστος κατασκευής των προτεινόµενων έργων. Η αποκατάσταση δηλαδή πρέπει να επιτυγχάνεται µε τεχνικές παρέµβασης τεχνικά απλές, οικονοµικά εφικτές και κυρίως περιβαλλοντικά αποτελεσµατικές Τρόποι αποκατάστασης χώρων διάθεσης Η αποκατάσταση µπορεί να πραγµατοποιηθεί µε δύο τρόπους βασικά: Αποµάκρυνση των απορριµµάτων (εξυγίανση) και διαµόρφωση του χώρου (ανάκτηση) εφαρµόσιµη σε µικρού µεγέθους ανεξέλεγκτους και ηµιελεγχόµενους χώρους διάθεσης. Σε αυτήν την περίπτωση επιδιώκεται η πλήρης επαναφορά του περιβάλλοντος στην αρχική του κατάσταση. ιαµόρφωση (ανάκτηση) του χώρου πάνω από τον όγκο των απορριµµάτων εφαρµόσιµη σε µεγάλου µεγέθους ανεξέλεγκτους και ηµιελεγχόµενους χώρους διάθεσης. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στα εξής: Στην απαιτούµενη επιφάνεια και τη µορφή που θα πάρει, ανάλογα µε την περιοχή. Στο είδος και τις ποσότητες των προς εναπόθεση απορριµµάτων. Στα µέτρα προστασίας του περιβάλλοντος. Στην προσπέλαση και την καταλληλότητα του δρόµου που διασυνδέει το χώρο διάθεσης µε το εξωτερικό δίκτυο. Στα έργα υποδοµής και τα απαιτούµενα έξοδα κατασκευής και λειτουργίας του χώρου. Στη δυνατότητα διαχείρισης του χώρου από τον υπεύθυνο φορέα. Σχεδιάζοντας την αποκατάσταση ενός χώρου διάθεσης, είναι απολύτως απαραίτητη η καταγραφή του ιστορικού των συνθηκών και εν γένει της συµπεριφοράς της, όπως: Η φύση του χώρου πριν αναπτυχθεί ο χώρος διάθεσης Το είδος των απορριφθέντων υλικών και η θέση τους µέσα στη χωµατερή Τα στάδια διαµόρφωσης του χώρου (εάν έχει υπάρξει), το σχήµα και το µέγεθος του. Ο τρόπος ταφής των υλικών (εάν πραγµατοποιείται ταφή), π.χ. συµπίεση, διαπερατότητα, οµοιογένεια. Η ύπαρξη περιοχών αστάθειας για πιθανές κατασκευές στο χώρο. Η µελέτη της γεωλογίας και υδρολογίας της περιοχής. Τα περιεχόµενα του σχεδίου αποκατάστασης εξαρτώνται σε µεγάλο βαθµό από τις νέες χρήσεις του χώρου, λαµβάνοντας φυσικά υπόψη τις αναµενόµενες διεργασίες που γίνονται µέσα στη µάζα των απορριµµάτων, τις καθιζήσεις και την παραγωγή βιοαερίου και στραγγισµάτων Στόχοι της αποκατάστασης χώρων διάθεσης Ως γενικοί στόχοι της αποκατάστασης µπορούν να αναφερθούν: Η διαµόρφωση ενός οπτικά αποδεκτού ανάγλυφου Η δηµιουργία νέων χρήσεων γης Η δηµιουργία κατάλληλου περιβάλλοντος για τη χλωρίδα και την πανίδα στο νέο ισορροπηµένο οικοσύστηµα Η οικονοµικότερη επαναφορά από τη νέα χρήση 179

8 Η αντιµετώπιση των διεργασιών µέσα στο χώρο διάθεσης Η λύση που θα προσφέρεται δε θα είναι απλά η απόκρυψη των απορριµµάτων, αλλά η δηµιουργία αισθητικής στο χώρο µε στόχο: Οπτική αναβάθµιση του τοπίου. Οπτική βελτίωση της περιµέτρου του χώρου. Βελτίωση της περιβαλλοντικής του συµπεριφοράς. Εξασφάλιση της σωστής λειτουργίας του Παράµετροι αποκατάστασης χώρων διάθεσης Ανάγλυφο - Εξοµάλυνση του υπάρχοντος απορριµµατικού Συντίθεται από τις ακόλουθες παρεµβάσεις: Αποκλεισµός όλων των πιθανών σηµείων πρόσβασης οχηµάτων στο χώρο, ώστε να αποκλειστούν οι ανεξέλεγκτες απορρίψεις. ιαµόρφωση πύλης εισόδου από συγκεκριµένο σηµείο για τον έλεγχο των εισερχόµενων φορτίων (σε περίπτωση που µέρος του χώρου θα εξακολουθήσει να δέχεται απορρίµµατα). Εκτέλεση χωµατουργικών εργασιών εξοµάλυνσης του ανάγλυφου σύµφωνα µε την εκπονούµενη για αυτό το σκοπό µελέτη. Κατάλληλα είναι χονδρόκοκκα και λεπτόκοκκα υλικά εκσκαφών (d<cm). Αποδεκτά είναι και αδρανή υλικά κατεδάφισης (αποκλειόµενων των στοιχείων σκυροδέµατος), σε αναλογία όχι µεγαλύτερη του 20% των υλικών εκσκαφής. Μέσο πάχος στρώσης 1,5 m περίπου. Σε πολλές περιπτώσεις οι νέες χρήσεις του χώρου δεν είναι εκ των προτέρων σαφείς, οπότε ο σχεδιασµός του στοχεύει στη δηµιουργία ενός ανάγλυφου που επιτρέπει ευελιξία στην επιλογή νέων χρήσεων. Μέχρι να ληφθεί η τελική απόφαση για την οριστική χρήση του χώρου, µπορεί να προκριθεί η φύτευση γρασιδιού µε στόχο τη βελτίωση των χωµάτων, διατηρώντας, επιπλέον, το ανάγλυφο για µελλοντικές λύσεις. Οι βασικοί παράγοντες που αναλύονται σε σχέση µε τις νέες χρήσεις είναι: Ο ενδεχόµενος σχηµατισµός χωµάτων. Το υδατικό ισοζύγιο για τη διατήρηση υγρασίας στα χώµατα. Οι προσανατολισµοί, ώστε να περιορίζονται οι λιγότερο φωτεινοί χώροι σε απότοµα και στενότερα πρανή. Οι κλίσεις των πρανών να περιορίζονται στο 1:10, ενώ για χώρους αναψυχής να φτάνουν το 1:60. Για να επιτευχθεί ενιαία και αισθητικά ικανοποιητική λύση, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα µορφολογικά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος ανάγλυφου, ώστε να µη διακρίνεται η αποκαταστηµένη έκταση, όταν αυτή αρχίζει να «ωριµάζει». Η νέα µορφολογία πρέπει να συγχωνεύεται µε την υφιστάµενη στα όρια του χώρου, ενώ µέσα σε αυτόν να ταιριάζει µε την ιδιαίτερη τοπογραφία της περιοχής. Στόχος είναι η επίτευξη ενός αναβαθµισµένου αισθητικά αποτελέσµατος βασισµένου σε ισχυρή τεχνική υποδοµή. Στο σχεδιασµό καθορίζονται οι τελικές υψοµετρικές καµπύλες του χώρου, λαµβάνοντας υπόψη την υφιστάµενη κατάσταση της ευρύτερης περιοχής του χώρου διάθεσης και τις 180

9 προτεινόµενες τελικές του χρήσεις. Σηµαντικό στοιχείο που πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη στον καθορισµό των τελικών ισοϋψών είναι οι µακροχρόνιες καθιζήσεις (ενιαίες και διαφορικές) του χώρου διάθεσης. Οι κύριοι όροι τελικής διαµόρφωσης είναι η ανάµειξη του χώρου µε τη γειτονική γη και η διευκόλυνση της φυσικής απορροής των οµβρίων. Κατά τον τρόπο αυτό, σχεδιάζεται αρχικά το αποστραγγιστικό σύστηµα και µετά εφαρµόζεται η τελική τοπογραφία σε αυτό, αντί να σχεδιαστεί εξαρχής η τελική διαµόρφωση µε την ελπίδα ότι τελικά θα αποστραγγίζει την περιοχή, γεγονός που πολλές φορές είναι αδύνατο να συµβεί. Η γνώση της τοπογραφίας και του συστήµατος φυσικής παροχέτευσης των οµβρίων αποτελούν σηµαντικό τµήµα ενός τέτοιου σχεδιασµού. Οι απόψεις αποκλίνουν σχετικά µε τις απαιτούµενες κλίσεις. Ορισµένοι προτείνουν οι κλίσεις να φθάνουν το 1:33, ενώ άλλοι προτείνουν 1:66 (όταν υπάρχουν σωληνώσεις µε κλίσεις 1:33 1:100). Φθίνουσα πορεία των κλίσεων συνεπάγεται την ύπαρξη προβληµάτων από ανοµοιογενείς καθιζήσεις. Η τελική µορφή των πρανών φαίνεται στην Εικόνα 76 και πρέπει να υιοθετείται ώστε να µη δηµιουργούνται προβλήµατα διάβρωσης. Εικόνα 76. Τελική µορφή πρανών. Νέες χρήσεις Η αξιολόγηση των νέων χρήσεων, σε συνδυασµό µε τις επιθυµητές δραστηριότητες, τις ευκαιρίες, τις δυνατότητες και τα εµπόδια καθορίζουν το γενικό σχέδιο χρήσεων, η βασική αντίληψη του οποίου περιλαµβάνει. Εξυπηρέτηση όσων χρήσεων γης είναι δυνατές κάτω από ένα περιβαλλοντικά ασφαλές και αισθητικά αναβαθµισµένο τρόπο. Παροχή δυνατοτήτων στο κοινό για ανοικτούς χώρους, πράσινο, κ.λπ. Γενικά οι νέες χρήσεις, τις οποίες περιλαµβάνει ένα σχέδιο αποκατάστασης περιλαµβάνουν: Φυτεύσεις / καλλιέργειες: Όπου η προτεινόµενη χρήση απαιτεί κάποιας µορφής επαναβλάστηση, το σχέδιο πρέπει να αξιολογεί την ποιότητα των χωµάτων που υπάρχουν στην περιοχή και τα οποία θα χρησιµοποιηθούν στο χώρο. Για εκείνους τους χώρους στους οποίους δεν υπάρχουν χώµατα, το σχέδιο πρέπει να υποδεικνύει την τοποθεσία και τον τρόπο µε τον οποίο θα αποκτηθούν τα χώµατα ή άλλα υλικά. Επίσης, θα περιγράφει τις ποσότητες των αναγκαίων χωµάτων, την αποστράγγιση τους, τα σχέδια φύτευσης τους και την ολοκλήρωση της αποκατάστασης στο ευρύτερο ανάγλυφο. Παράλληλα, το σχέδιο λαµβάνει υπόψη τους υφιστάµενους φυσικούς περιορισµούς και το κόστος. 181

10 Κατασκευές: Η δυσκολία εξεύρεσης γης κοντά σε κατοικηµένες περιοχές αυξάνει την πίεση για την επαναφορά παλαιών χώρων διάθεσης σε τέτοιες χρήσεις. Χώροι διάθεσης που έχουν σταµατήσει πρόσφατα να δέχονται απορρίµµατα, παρουσιάζουν µεγαλύτερα προβλήµατα για κατασκευές σε σχέση µε παλαιότερους. Άλλα στοιχεία που αξιολογούνται για την επιλογή της τελικής χρήσης είναι: Το είδος των απορριµµάτων: Σηµαντικό στοιχείο αποτελεί η ποσότητα του βιοαποδοµήσιµου υλικού. Η οµοιογένεια των απορριµµάτων είναι σηµαντική, όπως επίσης η χηµική τους σύσταση. Ο βαθµός συµπίεσης των απορριµµάτων: Το µεγάλο βάθος αποτελεί αιτία µεγαλύτερων δυσκολιών, κύρια όσον αφορά την πιθανότητα ανοµοιογενών καθιζήσεων. Η ηλικία των απορριµµάτων: Απορρίµµατα µικρής ηλικίας δηµιουργούν φτωχό έδαφος για θεµελιώσεις γιατί το υλικό διαθέτει άσχηµα γεωτεχνικά χαρακτηριστικά. Ο χώρος πρέπει να έχει σταµατήσει να δέχεται απορρίµµατα τουλάχιστον πριν µια δεκαετία. Τελική κάλυψη Πρωταρχικός ίσως στόχος των έργων αποκατάστασης ενός χώρου διάθεσης απορριµµάτων είναι η ελαχιστοποίηση της ποσότητας των οµβρίων που εισέρχονται στο χώρο, µε: Τοποθέτηση κάλυψης χαµηλής περατότητας. Αύξηση της επιφανειακής απορροής. Η επιφάνεια του χώρου διάθεσης πρέπει να είναι θολωτή για να ενθαρρύνεται η επιφανειακή απορροή. Μετά την τοποθέτηση, η κάλυψη capping πρέπει επίσης να προστατεύεται µε επιφανειακή χωµατοκάλυψη, στην οποία να γίνονται κατάλληλα οι φυτεύσεις µε τρόπο ώστε να παρεµποδίζεται η εισροή υδάτων και να ευνοείται η απώλεια νερού µέσω της εξατµισοδιαπνοής. Υλικά τα οποία χρησιµοποιούνται για την τελική επικάλυψη είναι: Φυσικά επιστρωτικά υλικά. Μίγµατα άµµου µε µπεντονίτη. Συνθετικά υλικά (membrane liners). Κατά την κατασκευή της κάλυψης πρέπει να προβλέπονται έργα για τη συλλογή των στραγγισµάτων και του βιοαερίου, η συλλογή του οποίου διευκολύνεται µε τη στεγάνωση της τελικής επιφάνειας. Για να παραµένει η κάλυψη αποτελεσµατική πρέπει να προστατεύεται από τις κινήσεις µηχανηµάτων στην επιφάνεια του χώρου, από ξήρανση και ρηγµατώσεις, από τη διείσδυση των ριζικών συστηµάτων των δέντρων που έχουν φυτευτεί, από διάβρωση, κ.λπ. Τέλος, η κάλυψη δε διαβρώνεται όταν η επιφάνεια του χώρου είναι ήδη φυτεµένη. Οι παράµετροι που επηρεάζουν την απορροή είναι η δοµή των χωµάτων, η συµπίεση, οι κλίσεις και οι σχεδιαζόµενες χρήσεις γης. Η κάλυψη είναι αποτελεσµατική όταν διακόπτει αποτελεσµατικά την υδραυλική επικοινωνία της υγρασίας που περιέχεται στο χώρο διάθεσης και αυτής που υπάρχει στη νέα δηµιουργούµενη επιφάνεια. Η λόγω τριχοειδών φαινοµένων προς τα άνω κίνηση των στραγγισµάτων πρέπει να παρεµποδίζεται. Επίσης να συνεκτιµάται η ανάγκη δηµιουργίας «ουδέτερης ζώνης-buffer zone» µεταξύ του οικοσυστήµατος του χώρου διάθεσης και του υπό δηµιουργία νέου οικοσυστήµατος στο χώρο. 182

11 Το δίκτυο αποστράγγισης Το δίκτυο αποστράγγισης του χώρου έχει στόχο την αµεσότερη παροχέτευση των οµβρίων, την αποφυγή διάβρωσης του εδάφους και την αποφυγή λιµναζόντων υδάτων στην επιφάνεια του χώρου. Εξαρτάται δε από παράγοντες όπως: Η ποσότητα και η ένταση των βροχοπτώσεων Η διαπερατότητα των χωµάτων Η ύπαρξη ή όχι διαπερατής τελικής στρώσης. Η ύπαρξη βλάστησης και ο τύπος της. Οι κλίσεις των διαµορφωµένων πρανών. Ανάλογα µε την τοπογραφία του κάθε χώρου, κατασκευάζεται σε συνδυασµό ανάχωµα και τάφρος, για να αποτρέπεται η είσοδος των οµβρίων της ευρύτερης λεκάνης απορροής στο απορριµµατικό ανάγλυφο και να επιτρέπεται εκατέρωθεν του χώρου, όπου θα κατασκευαστούν ανοιχτά χαντάκια ή τάφροι απαγωγής των οµβρίων. Για να εξασφαλιστεί η ελεγχόµενη απορροή των οµβρίων πάνω στο απορριµµατικό ανάγλυφο, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι τοπικές διαβρώσεις και η κατείσδυση τους στη µάζα των απορριµµάτων, διαµορφώνονται πάνω στη στεγανωτική στρώση ανοικτά αβαθή αυλάκια µε ειδικά συµπιεσµένο πυθµένα, µε ήπια κατά µήκος κλίση (π.χ. 10%) που θα οδηγούν τα όµβρια στα δύο εκατέρωθεν του απορριµµατικού ανάγλυφου χαντάκια απαγωγής των οµβρίων. Τα ως άνω αβαθή αυλάκια διατάσσονται περίπου παράλληλα µεταξύ τους σε πραγµατικές αποστάσεις 15 έως 30 m ανάλογα µε τις κλίσεις του ανάγλυφου (εντονότερη κλίση συνεπάγεται µικρότερη απόσταση). Το ενδεχόµενο επένδυσης του πυθµένα των παραπάνω αυλακιών αντιµετωπίζεται κατά περίπτωση. Η κλίση των πρανών αποτελεί πολύ σηµαντικό παράγοντα για την αποστράγγιση του χώρου. Λιµνάζοντα νερά εµφανίζονται όταν η διαπερατότητα της τελικής κάλυψης είναι περιορισµένη ή όταν η ένταση των βροχοπτώσεων ξεπερνά το συντελεστή διαπερατότητας των χωµάτων που την αποτελούν. Τα προβλήµατα αποστράγγισης επιλύονται όταν το τελικό σχήµα του χώρου πάρει τη µορφή θόλου. Με τον τρόπο αυτό, τα όµβρια εκτρέπονται µέσω περιφερειακών τάφρων. Σηµαντικό στοιχείο σχεδιασµού αποτελεί η σωστή διαστασιολόγηση του συστήµατος αποστράγγισης, βασισµένη σε δεδοµένα βρωχοπτώσεων δεκαετίας. Η αποµάκρυνση των οµβρίων µπορεί να υποβοηθείται και από συστήµατα σωληνώσεων, τα οποία τοποθετούνται ευκολότερα και είναι αποτελεσµατικά για ήδη διαµορφωµένες κλίσεις. Οι χρήσεις του χώρου µετά την αποκατάσταση υποδεικνύουν τις ανάγκες αποστράγγισης. Η καλή αποστράγγιση της περιοχής, σε συνδυασµό µε την τελική επικάλυψη, βοηθά: Στη µείωση των υδάτων που εισέρχονται στα απορρίµµατα Στη µείωση της ποσότητας των παραγόµενων στραγγισµάτων και Στην αποφυγή διάβρωσης των πρανών του χώρου. ιαχείριση στραγγισµάτων Ο στόχος σχετικά µε τα παραγόµενα στραγγίσµατα ενός χώρου διάθεσης, είναι η ελαχιστοποίηση της παραγωγής τους, η ελεγχόµενη συλλογή τους και η µετέπειτα επεξεργασία τους. Κατά την αποκατάσταση του χώρου και µετά το τέλος της, προκρίνονται µέτρα που στόχο έχουν να µην επιτρέπουν την είσοδο των υδάτων τόσο κατά τη διάρκεια λειτουργίας του χώρου διάθεσης όσο και στη συνέχεια. 183

12 Για την εκπλήρωση των αναγκών επεξεργασίας των στραγγισµάτων προκρίνονται τεχνικές που λόγω κόστους και απλότητας προσφέρουν επιθυµητές λύσεις στο πρόβληµα. Ως τέτοιες αναφέρονται η επιτόπου επεξεργασία, η συλλογή και µεταφορά των στραγγισµάτων σε µονάδα βιολογικού καθαρισµού και η επανακυκλοφορία τους στη µάζα των απορριµµάτων. Η τελευταία λύση κρίνεται σαν η απλούστερη και αποτελεσµατικότερη σε πολλές περιπτώσεις. Εντοπίζονται µετά την εξοµάλυνση, τα σηµεία όπου παρουσιάζονται πλευροδιηθήµατα και έναρξη επιφανειακής ροής στραγγισµάτων. ηµιουργούνται σηµειακά (τοπικοί λάκκοι) ή γραµµικά στοιχεία (τάφροι) συλλογής και κατείσδυσης των πλευροδιηθηµάτων στο εσωτερικό του απορριµµατικού ανάγλυφου. Τα στοιχεία αυτά γεµίζουν µε λιθοσύντριµµα και επικαλύπτονται µε εδαφικό υλικό. Στο ήδη διαµορφωµένο µε φυσικό τρόπο σηµείο επιφανειακής εκβολής των στραγγισµάτων από το απορριµµατικό ανάγλυφο µπορεί να κατασκευαστεί δεξαµενή συλλογής των στραγγισµάτων και φρεάτιο ή φρεάτια ασφαλούς (έναντι παρείσφρησης λεπτόκοκκων υλικών) επανατροπής, µε αντλία και αγωγό. Στο απορριµµατικό ανάγλυφο διαµορφώνονται (κατά κανόνα «χιαστί» ή «εν παραλλήλω»), τάφροι έγχυσης και κατείσδυσης των αντλούµενων στραγγισµάτων στη µάζα των απορριµµάτων ή υφίστανται επεξεργασία και διατίθενται στον αποδέκτη ή µεταφέρονται σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυµάτων σχεδιασµένη κατάλληλα και για αυτό το σκοπό. Πάνω στο ανάγλυφο που έχει ήδη εξοµαλυνθεί, κατασκευάζεται συµπιεσµένη στρώση εδαφικού υλικού χαµηλής ή πολύ χαµηλής διαπερατότητας. Η τεχνική της ανακυκλοφορίας των στραγγισµάτων µέσα στη µάζα των απορριµµάτων αποτελεί µία πρακτική διαχείρισης των στραγγισµάτων, ιδιαίτερα διαδεδοµένη σε χώρους διάθεσης απορριµµάτων µικρής και µεσαίας κλίµακας. Με την τεχνική της ανακυκλοφορίας, µειώνεται τόσο η ποσότητα των στραγγισµάτων λόγω εξάτµισης όσο και το ρυπαντικό φορτίο λόγω της βιολογικής (κύρια αναερόβιας) και φυσικό - χηµικής δράσης µέσα στη µάζα των απορριµµάτων. Σε ευνοϊκές κλιµατολογικές συνθήκες, (χαµηλών βροχοπτώσεων, υψηλών θερµοκρασιών), η τεχνική της ανακυκλοφορίας µπορεί να αποτελέσει µία ολοκληρωµένη λύση στη Α. Το όλο σύστηµα αποτελείται από µία στεγανή δεξαµενή προσωρινής αποθήκευσης στην οποία συγκεντρώνονται τα στραγγίσµατα, το αντλιοστάσιο (συνήθως υποβρύχιες αντλίες τοποθετηµένες εντός της δεξαµενής) και τέλος το δίκτυο σωληνώσεων για την ανακυκλοφορία των στραγγισµάτων σε περισσότερα του ενός σηµεία επάνω στη µάζα των απορριµµάτων σε κατάλληλα διαµορφωµένες τάφρους διαστάσεων συνήθως 10 m Χ 4 m. Το πρόγραµµα της ανακυκλοφορίας ρυθµίζεται σύµφωνα µε τις κλιµατολογικές συνθήκες προκειµένου να αξιοποιηθεί πλήρως η εξάτµιση των υγρών. Τα παραγόµενα στραγγίσµατα εκτιµώνται σε ετήσια βάση στο 15-20% της µέσης ετήσιας βροχόπτωσης, µε την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχουν απορροές οµβρίων προς το χώρο ούτε εισροές υπόγειων υδάτων. Ακριβείς ποσοτικές προσεγγίσεις µπορούν να γίνουν µε την κατάστρωση υδατικών ισοζυγίων στο χώρο διάθεσης. Κρίσιµο στοιχείο στο σχεδιασµό του συστήµατος ανακυκλοφορίας είναι η διαστασιολόγηση της δεξαµενής προσωρινής αποθήκευσης. Ο σχεδιασµός γίνεται µε βάση τη µέγιστη µηνιαία βροχόπτωση και χωρητικότητα για παραµονή στραγγισµάτων στη δεξαµενή της τάξης των 10 ηµερών. ιαχείριση του βιοαερίου Σε ανεξέλεγκτους χώρους διάθεσης που έχουν υποστεί ευρείας έκτασης αυτανάφλεξη πρέπει να αποφεύγεται η κατασκευή έργων σύλληψης και απαγωγής του βιοαερίου επειδή αυτά λειτουργούν, ή κάποια στιγµή θα λειτουργήσουν ως συστήµατα οξυγόνωσης και αναζωπύρωσης τυχαίων εστιών καύσης. Σε περίπτωση που δεν παρατηρούνται συµπτώµατα αυτανάφλεξης, ή σε περίπτωση που αυτή εκτιµάται ως ελεγχόµενη και περιορισµένη, συνίσταται η απαγωγή του βιοαερίου να γίνεται µε περιορισµένο αριθµό «γεωτρήσεων» ή «παραθύρων» που θα διανοιχτούν στη µάζα των απορριµµάτων των τελευταίων στρωµάτων. Το βιοαέριο θα εξέρχεται µε φυσικό ελκυσµό, θα καίγεται επί τόπου ή σε κεντρικό σηµείο του 184

13 χώρου µε ειδική διάταξη (ιδιοκατασκευή) που θα επιτρέπει την επίτευξη της καύσης στη µεγαλύτερη δυνατή θερµοκρασία. Το αέριο του χώρου διάθεσης, όπως και τα στραγγίσµατα πρέπει να αντιµετωπίζονται τεχνικά. Ανεξέλεγκτες εκποµπές είναι επικίνδυνες και δεν επιτρέπουν «ήπια» αποκατάσταση του χώρου εξαιτίας της καταστροφής της βλάστησης. Σε µικρούς χώρους διάθεσης προτείνονται παθητικά συστήµατα εκτόνωσης του παραγόµενου βιοαερίου. Σε µεγαλύτερους χώρους είναι αποδοτικότερα τα ενεργητικά συστήµατα. Σηµαντική συµβολή στον προσδιορισµό του ρυθµού παραγωγής και της σύνθεσης του αντλούµενου βιοαερίου έχει η «δοκιµή άντλησης» που προηγείται κάθε προσπάθειας αξιοποίησης του. Με τη δοκιµή άντλησης προσεγγίζονται οι «ιδανικές» συνθήκες, όπως πίεση, απόσταση φρεατίων άντλησης και παροχή κάτω από τις οποίες θα γίνει ο σχεδιασµός του δικτύου άντλησης του βιοαερίου. Επίσης µε βάση τα αποτελέσµατα των δοκιµών άντλησης, διαστασιολογείται όλο το σύστηµα ανάκτησης και η πιθανή εγκατάσταση αξιοποίησης του αντλούµενου βιοαερίου. Αντιµετώπιση των καθιζήσεων Η καθίζηση είναι αναπόφευκτη σε χώρους που δέχονται βιοαποδοµήσιµα υλικά, χρειάζεται δε να προβλεφθεί και να αντιµετωπιστεί αποτελεσµατικά. Συχνά, µετά την αποκατάσταση των χώρων διάθεσης απορριµµάτων, αυτοί δίνονται για κατασκευή χώρων άθλησης, δρόµων, χώρων αναψυχής, για την επιτυχία των οποίων είναι αναγκαία η πρόβλεψη των χαρακτηριστικών και της συνολικής καθίζησης και να εξασφαλιστεί ότι θα γίνει κατά το δυνατόν οµοιόµορφα. Οι µεγαλύτεροι κίνδυνοι από τις καθιζήσεις οφείλονται στην ανοµοιογένεια τους, τη διαφορική καθίζηση λόγω της µη οµοιόµορφης ταφής, στη συµπίεση και το είδος των απορριµµάτων. Η εµπειρία δείχνει ότι τα απορρίµµατα µε συµπίεση 0,6 ton/m 3 καθιζάνουν έως 20%, ενώ όταν η συµπίεση φθάνει τους 1,2 ton/m 3, η καθίζηση φθάνει στο 10% (ή λιγότερο) του συνολικού βάθους του χώρου διάθεσης. Η αερόβια και αναερόβια αποσύνθεση του βιοαποδοµήσιµου κλάσµατος των απορριµµάτων αποτελεί αιτία καθίζησης. Η διαδικασία αυτή προκαλεί τη σµίκρυνση του µεγέθους των συστατικών των απορριµµάτων, µε συνέπεια τα µικρότερα σωµατίδια να γεµίζουν τους κενούς χώρους και να προκαλείται καθίζηση. Στις περισσότερες περιπτώσεις η καθίζηση λαµβάνει χώρα µέσα σε 10 χρόνια, µπορεί όµως να µην ολοκληρωθεί σε συνολική περίοδο 30 ετών. Η καλύτερη µέθοδος για την πρόβλεψη της µελλοντικής καθίζησης είναι να οργανωθεί µια δοκιµαστική περιοχή, η οποία να παρακολουθείται τακτικά. Φυτεύσεις Πάνω στη στεγανωτική επιφάνεια διαστρώνεται σε µία στρώση χώµα κατάλληλο για τη φυσική ανάπτυξη πρασίνου σε στρώση cm. εν επικαλύπτονται βέβαια οι πυθµένες των αβαθών αυλακιών απορροής των οµβρίων. Η εκδήλωση και ανάπτυξη του πρασίνου συνίσταται να αφεθεί στις φυσικές διαδικασίες, σε περίπτωση που επιδιώκεται µία τεχνικά ασφαλής, οικολογικά ήπια και χωρίς πρόσθετο οικονοµικό κόστος φυσική επανένταξη του χώρου στη χλωρίδα και πανίδα της περιοχής. Όταν σαν χρήσεις προτείνονται οι φυτεύσεις και η βλάστηση του χώρου, καθορίζονται τα είδη των φυτεµάτων (γρασίδι, δέντρα, φυσική βλάστηση) µε ιδιαίτερη έµφαση στο ριζικό τους σύστηµα και τη µετέπειτα συντήρηση τους. 185

14 Η µεθοδολογία που αναπτύσσεται βασίζεται στη θεώρηση της επανεγκατάστασης της βλάστησης στο «εδαφικό» στρώµα επικάλυψης των απορριµµάτων ως «φαινοµένου πρωτογενούς φυτικής διαδοχής». Με δεδοµένα ότι το µέγιστο των εδαφοβιολογικών διαδικασιών πραγµατοποιείται στα πρώτα 50 cm του εδάφους, ότι το στρώµα αυτό υποστηρίζει τη θρέψη των φυτών, καθώς και ότι βάθος 1-5 m είναι πολύ σηµαντικό για τη συγκράτηση του νερού και την αποστράγγιση του, η απουσία οργανωµένης δοµής του εδαφικού στρώµατος επηρεάζει σηµαντικά τις οικοφυσιολογικές διαδικασίες θρέψης των φυτών. Όσον αφορά την έλλειψη πολλαπλασιαστικού υλικού, η περίπτωση του χώρου διάθεσης είναι περίπλοκη. Χωρίς αµφιβολία, τα εδαφικά υλικά που προέρχονται από φυσικούς σχηµατισµούς πρέπει να θεωρηθούν ως φορείς σπερµάτων. Στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο σχεδιασµό είναι το οικοσύστηµα της ευρύτερης περιοχής και ο τρόπος µε τον οποίο αυτό επιδρά στον υπό αποκατάσταση χώρο. Είδη φυτεύσεων που µπορεί να εγκατασταθούν σε ένα χώρο, στον οποίο έχουν προηγηθεί έργα αποκατάστασης, είναι: Γρασίδι: Το µίγµα των σπόρων γρασιδιού που θα φυτευτεί ποικίλει ανάλογα µε τη χρήση του χώρου, είναι όµως θετική η ανάµειξη του σε αναλογίες µεγαλύτερες από αυτές που εφαρµόζονται στη γεωργία δηλ. αναλογία 45 kg / στρέµµα. Η επαναφορά σε χοτρολιβαδική µορφή είναι η προοπτική που συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες για επιτυχή αποκατάσταση. Το γρασίδι είναι πιο ανθεκτικό σε µεγάλες κλίσεις και απορροές από άλλα είδη, η δε δοµή των ριζών του βοηθά στη σταθεροποίηση και βελτίωση της δοµής των χωµάτων. έντρα: Κρίσιµοι παράγοντες είναι η ποιότητα και τα είδη των προς σπορά δενδρυλλίων, η τεχνική φύτευσης και η φροντίδα, που περιλαµβάνει την προσθήκη λιπασµάτων και τον έλεγχο των ζιζανίων. Τα δέντρα αναπτύσσονται ικανοποιητικά όταν το βάθος της κάλυψης είναι αρκετό και παρέχει ανάλογη υγρασία, τα απορρίµµατα όµως λόγω της φύσης τους µπορεί να δηµιουργήσουν αφιλόξενο περιβάλλον για το ριζικό τους σύστηµα. Τα περισσότερα δέντρα επιζούν ικανοποιητικά σε µεγάλη ποικιλία χωµάτων, όµως για ph < 4,5 µπορεί να είναι απαραίτητη η προσθήκη άσβεστου. Από την εµπειρία πάντως φαίνεται ότι η φύτευση µικρών δέντρων αυξάνει σηµαντικά την πιθανότητα επιβίωσης. Φυσική επαναφύτευση για κοινή χρήση: Η φυσική επαναφύτευση δηµιουργεί µια περιοχή «εξοχής» για όσους µένουν µέσα στην αστική ζώνη. Οι θερµοκρασίες που αναπτύσσονται στη διάρκεια της αερόβιας αποικοδόµησης είναι υψηλές ξεπερνώντας για µικρό διάστηµα τους 60 ο C και αποτελούν περιοριστικό παράγοντα για την ανάπτυξη των φυτών. Η φυτοκάλυψη τότε µπορεί να αρχίσει µόνον όταν η αποικοδόµηση τείνει προς την ολοκλήρωση της. Ο απαιτούµενος χρόνος συνήθως δεν ξεπερνά τους δώδεκα µήνες, αν και έχουν µετρηθεί θερµοκρασίες 45 ο C για χρονικό διάστηµα τριών ετών. Η διάστρωση του χώµατος πρέπει να πραγµατοποιηθεί όπως φαίνεται στην Εικόνα 77, ώστε να αποφευχθεί η συµπίεση του. Η φυτοκάλυψη πρέπει να γίνει αµέσως µετά τη διάστρωση ώστε να αποφευχθεί η διάβρωση. Το γεγονός αυτό σε συνδυασµό µε το ότι η πιο κατάλληλη εποχή φύτευσης είναι το φθινόπωρο και (κυρίως) η άνοιξη, οδηγεί στην ανάγκη τελικής διάστρωσης του χώµατος αυτές τις εποχές. Επειδή θα είναι απίθανο το χώµα που θα εξασφαλιστεί για την τελική επίστρωση να είναι βιολογικά ενεργό, θεωρούνται απαραίτητες κάποιες παρεµβάσεις βελτίωσης των οικολογικών του χαρακτηριστικών, κυρίως όσον αφορά το οργανικό υλικό, τα θρεπτικά συστατικά και την εδαφοπανίδα. Έτσι, σε πρώτη φάση ενδείκνυται η χρήση ετήσιων ποωδών µέσω των οποίων θα επιτευχθεί η αναγκαία βελτίωση των βιολογικών του εδάφους. Πριν ξεκινήσει η φύτευση ή η σπορά, πρέπει να προετοιµαστεί το έδαφος και όταν αυτό είναι συµπιεσµένο φροντίζουµε για φρεζάρισµα. Όταν προβλέπουµε σπορά ποωδών απαιτείται το 186

15 όργωµα όλης της επιφάνειας, συνήθως µέχρι βάθους 20 cm. Στη συνέχεια, το έδαφος αφήνεται να καθιζάνει για λίγες µέρες και ακολουθεί η σπορά. Εικόνα 77. Τρόπος τοποθέτησης τελευταίας στρώσης εδάφους (Φραντζής κ.ά., 2000). Ευνοϊκός είναι ο εµπλουτισµός του εδάφους µε νεκρά φυτικά τµήµατα. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται µείωση της εξάτµισης, ευνοϊκότερες συνθήκες υγρασίας και αερισµού, σταθεροποίηση του εδάφους, ευνοϊκότερες συνθήκες φύτρωσης και τόνωση των βιολογικών διεργασιών στο έδαφος. Οι παραπάνω ευνοϊκές επιδράσεις (και µάλιστα σε µεγαλύτερο βαθµό) επιτυγχάνονται µε τη χρησιµοποίηση κοµπόστ. Η επιλογή των ειδών εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η χρησιµοποίηση αγρωστωδών σε µεγάλη κλίµακα πρέπει να αποφεύγεται γιατί ευνοούν την ανάπτυξη τρωκτικών, αποικοδοµούνται δύσκολα και δηµιουργούν (λόγω συσσώρευσης ξηρής φυτικής µάζας) κινδύνους πυρκαγιών. Η σπορά των αγρωστωδών θεωρείται σκόπιµη σε συνδυασµό µε ψυχανθή για να εµπλουτισθεί το έδαφος µε άζωτο 14 gr/m 2 ανά έτος. Μερικά είδη που µπορούν να χρησιµοποιηθούν είναι τριφύλλι, αγριοτριφύλλι, λούπινα, µελίλωτος. Με τη χρησιµοποίηση σπόρων από αυτοφυή είδη επιλέγουµε εκείνα για τα οποία η ενδοειδική επιλογή έχει εν µέρει ολοκληρωθεί και κατά συνέπεια έχουµε σπόρους από άτοµα φυτών που είναι προσαρµοσµένα στις εκάστοτε συνθήκες. Για τη σπορά απαιτούνται σπόροι σε αναλογία g/m 2, ο δε χρόνος σποράς εξαρτάται από τα είδη, συνήθως γίνεται το φθινόπωρο ή στις αρχές της άνοιξης. Αφού τα ποώδη ολοκληρώσουν τον κύκλο ανάπτυξης τους, ακολουθεί φρεζάρισµα του εδάφους χωρίς την αποµάκρυνση των νεκρών φυτικών τµηµάτων εδάφους (όταν η στρώση που δηµιουργείται είναι πολύ πυκνή αφαιρούµε κάποιες ποσότητες) τα οποία αφήνονται στο έδαφος για να τονωθεί η εποικοδοµητική του δραστηριότητα. Αν πάντως θέλουµε γρήγορη και κατά το δυνατόν πλήρη φυτοκάλυψη, δε θα µπορέσουµε να αποφύγουµε τη λίπανση. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αποκαθιστάται η εδαφική ισορροπία µεταξύ εποικοδοµητικής δραστηριότητας και φυτικών αναγκών, µε διακοπή της λίπανσης, διαφορετικά θα υπάρξει δραστική µείωση της παραγωγικότητας των φυτών. Τα ξυλώδη φυτεύονται σε απόσταση 1 m µεταξύ τους. Πριν τη φύτευση, ο χώρος πρέπει να καθαριστεί από άλλα φυτά για να µη δηµιουργηθούν προβλήµατα σκίασης. Η πιο κατάλληλη εποχή φύτευσης για τα µεσογειακά είδη είναι το φθινόπωρο. Η φύτευση στα πρανή γίνεται σε αυλάκια που σκάβονται σε απόσταση 1 m µεταξύ τους και πλάγια προς τα πρανή, σε γωνία 15 ο. Με αυτόν τον τρόπο αξιοποιούνται καλύτερα τα νερά των βροχών, ενώ µειώνεται ο κίνδυνος διάβρωσης. Το έδαφος που περισσεύει από το σκάψιµο των αυλακιών αφήνεται κατάντι τους. Ο τρόπος αυτός βοηθάει στις πρώτες φυτεύσεις, πρέπει όµως στη συνέχεια να επιδιώξουµε κάποια φυσικότερη µορφή στη µορφή διάταξης των φυτών. Για την επιλογή των ειδών ξεκινάµε αρχικά από την υπάρχουσα και την εν δυνάµει βλάστηση της ευρύτερης περιοχής, για την οποία µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε τις ζώνες βλάστησης όπως έχουν διεθνώς περιγραφεί. Η παραπάνω προεργασία είναι ιδιαίτερα σηµαντική για να 187

16 καταγραφούν τα είδη, που συνιστούν σε κανονικές συνθήκες, τη χλωρίδα της περιοχής. Θα προτιµηθούν αείφυλλα είδη γιατί όπως ήδη αναφέραµε, επιδρούν στη µείωση των διασταλλαζόντων. Στην περίπτωση φύτευσης φυλλοβόλων θα ληφθεί µέριµνα για την ύπαρξη ενός ποώδους και / ή θαµνώδους υποορόφου. Εκτός από τα προηγούµενα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη ότι κάθε χώρος εµφανίζει τις δικές του ιδιοµορφίες και κάθε φύτευση είναι εν µέρει πειραµατική. Κατά συνέπεια πρέπει να υπάρχει συνεχής έλεγχος ώστε να υποβοηθούµε τα είδη να αντεπεξέρχονται στις τοπικές συνθήκες. Στην Εικόνα 78 παρουσιάζεται ο τρόπος διαµόρφωσης των χώρων φύτευσης. (α) Εικόνα 78. (β) ιαµόρφωση χώρων φύτευσης. Μεταφροντίδα Η µεταφροντίδα του χώρου, απαραίτητη προϋπόθεση για την ολοκλήρωση του στόχου της ήπιας αποκατάστασης µε φυσική επανένταξη ενός ανεξέλεγκτου χώρου διάθεσης συνίσταται στις ακόλουθες ενέργειες (Ζήνδρος, 1998): 1. Παρακολούθηση κατά τακτά χρονικά διαστήµατα της µηχανικής συµπεριφοράς του αναπλασθέντος ανάγλυφου και ιδιαίτερα: ιαφορικών καθιζήσεων. 188

17 Οριζόντιων µετατοπίσεων. Τοπικών διαβρώσεων. Ρηγµατώσεων 2. Τακτική επιθεώρηση ή /και συντήρηση των επιµέρους έργων και εγκαταστάσεων: Των περιµετρικών χαντακιών ή τάφρων παροχέτευσης των οµβρίων από πιθανή έµφραξη τους. Των αβαθών αυλακιών (απορροής των οµβρίων του απορριµµατικού ανάγλυφου) από διάβρωση, έµφραξη, ανάπτυξη βλάστησης, τοπική καθίζηση. Των στοιχείων φυσικής κατείσδησης των στραγγισµάτων. Ενδεχόµενη εµφάνιση πλευροδιηθηµάτων πρέπει να αντιµετωπίζεται άµεσα µε επιτόπου διοχέτευση τους στο εσωτερικό του χώρου. Του συστήµατος διαχείρισης των στραγγισµάτων, µε έµφαση στη λειτουργική κατάσταση των αντλιών στα φρεάτια τροφοδοσίας των αντλιών και στην παροχετευτικότητα των τάφρων κατείσδησης των στραγγισµάτων. Των γεωτρήσεων απαγωγής και των διατάξεων συνεχούς καύσης του βιοαερίου. 3. Παρακολούθηση και όταν χρειάζεται προστασία αλλά και υποστήριξη της φυσικής διαδικασίας φυτοκάλυψης του χώρου. 4. Προστασία του χώρου έναντι ανεπιθύµητων ανθρωπογενών παρεµβάσεων όπως: Απόρριψη απορριµµάτων. Καταπάτηση εκτάσεων. Ανάπτυξη παράνοµων επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων. Παράνοµο κυνήγι. Περιβαλλοντικός έλεγχος Ενέργειες περιβαλλοντικού ελέγχου που κρίνονται τεχνικά και οικονοµικά εφικτές είναι οι παρακάτω (Ζήνδρος, 1998): ιαχρονική παρακολούθηση και αξιολόγηση βασικών φυσικοχηµικών παραµέτρων των στραγγισµάτων και της ποσότητας τους. ιαχρονική παρακολούθηση και αξιολόγηση βασικών φυσικοχηµικών παραµέτρων των νερών του πλησιέστερου κατάντι επηρεαζόµενου σηµείου υδροληψίας. ιαχρονική παρακολούθηση και αξιολόγηση βασικών παραµέτρων του παραγόµενου βιοαερίου και της εκτιµώµενης ποσότητας του, εφόσον υφίσταται το σχετικό δίκτυο. Για τους παραπάνω σκοπούς απαιτείται εγκαθίδρυση συστήµατος παρακολούθησης (φρεάτια παρακολούθησης), µηχανισµός ελέγχου συστήµατος παρακολούθησης τόσο των στραγγισµάτων όσο και του βιοαερίου. Ο οποιοσδήποτε προτεινόµενος σχεδιασµός ανάπλασης του χώρου πρέπει να ανταποκρίνεται στα µέτρα προστασίας του περιβάλλοντος αλλά και να είναι σύµφωνος µε το γενικότερο χωροταξικό σχεδιασµό. Περιβαλλοντικές επιπτώσεις Ρύπανση οικοτόπων βιοτόπων: Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση των λιµνών Λαγκαδά και Βόλβης. Οι λίµνες αυτές περιβάλλονται από πληθώρα τέτοιων χώρων, ενώ το ίδιο διαπιστώθηκε και µε ορισµένες κοίτες ποταµών σε πολλούς Νοµούς της χώρας µας. Τα επιφανειακά εκπλύµατα από τους χώρους κατέληγαν µε µεγάλη ευκολία στις λίµνες, περαιτέρω επιβάρυνση προκαλείτο λόγω της ρύπανσης του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα και της επαφής των λιµνών µε αυτόν, ενώ η 189

18 γενικότερη προκαλούµενη περιβαλλοντική υποβάθµιση είχε πολύπλευρη επίπτωση σε αυτές λόγω της άµεσης γειτνίασης. Ρύπανση υπόγειων και επιφανειακών υδάτων: Χηµικά, εντοµοκτόνα και άλλα ρυπογόνα και συχνά τοξικά συστατικά των παραγόµενων στους χώρους αυτούς διασταλλαζόντων υγρών εκπλύονται στον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα µε αποτέλεσµα φαινόµενα µεγάλης ρύπανσης στη γύρω περιοχή, η οποία µπορούσε να επηρεάσει υπάρχουσες γεωτρήσεις και καλλιέργειες. Εκποµπή αναθυµιάσεων και οσµών: Η αναερόβια ζύµωση που λαµβάνει χώρα στα απορρίµµατα, προκαλεί εκποµπές βιοαερίου µε πολυδιάστατες επιπτώσεις (φαινόµενο θερµοκηπίου, τοπική ρύπανση και υποβάθµιση από οσµές, κίνδυνος εκρήξεων). Ανοικτή καύση απορριµµάτων: Λαµβάνει χώρα µε αυτανάφλεξη του παραγόµενου βιοαερίου ή και επίτηδες (για λόγους µείωσης όγκου των προς χωµατοκάλυψη απορριµµάτων και περιορισµού του κινδύνου αυτανάφλεξης) και προκαλεί σηµαντική αέρια ρύπανση (µε αξιοσηµείωτη την πιθανότητα παραγωγής και εκποµπής ακόµη και τοξικών αέριων ρύπων, όπως οι πολυχλωριωµένες διβενζο-διοξίνες και φουράνια) αλλά και κίνδυνο πυρκαγιών ιδιαίτερα το καλοκαίρι, λόγω της συχνής γειτνίασης µε δάση και λοιπές περιοχές πρασίνου. Απουσία περίφραξης: Οι περισσότεροι τέτοιοι χώροι στερούνται έτσι οποιασδήποτε δυνατότητας ελέγχου. Προκύπτουν ως εκ τούτου µεγάλοι κίνδυνοι µόλυνσης παιδιών και άλλων ατόµων, όπως επίσης και ζώων, µε πρόσθετο κίνδυνο αυτόν της εισόδου τοξικών ουσιών στην τροφική αλυσίδα. Ακόµη, δεν περιορίζεται η διασπορά απορριµµάτων στη γύρω περιοχή Ανάλυση παλαιών χώρων διάθεσης Εύφλεκτα αέρια Οι κίνδυνοι που εγκυµονούν για τους κατοίκους και τους εργαζόµενους από τα εύφλεκτα και εκρηκτικά αέρια µείγµατα είναι γνωστοί εδώ και περισσότερο από ένα αιώνα, από τις αποθέσεις άνθρακα κοντά στην επιφάνεια. Παρατηρώντας ότι αέρια από παλιούς χώρους διάθεσης περιέχουν έως και 80% κ.ο. µεθάνιο, ενώ ο κίνδυνος έκρηξης υπάρχει ήδη από το 4% κ.ο., είναι καθαρά θέµα τύχης ότι εκρήξεις ως τώρα έχουν συµβεί παρά κυρίως σε κατασκευές εταιρειών που βρίσκονται σε αυτούς τους χώρους. Επιπλέον, υποβόσκουσες πυρκαγιές σε χώρους διάθεσης προκαλούν τη δηµιουργία και την εκποµπή τοξικών αερίων ακόµα και από αβλαβή απορριφθέντα υλικά. Αυτό το φαινόµενο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για τους κατοίκους και το περιβάλλον (Spillman et al., 2000). Τοξικά αέρια Η σύσταση των τοξικών και καρκινογόνων αερίων που εκπέµπονται σε σύγχρονους χώρους διάθεσης είναι γνωστή. Λιγότερο γνωστό είναι το γεγονός ότι οι φυσικές τοξίνες που προέρχονται από την αποσύνθεση των φυσικών οργανικών συστατικών µπορεί να είναι πολύ πιο τοξικές για τους ανθρώπους από ότι αυτές που προέρχονται από σύνθετες ουσίες. Επίσης δεν είναι γνωστό το γεγονός ότι η συνδυασµένη δράση των διαφόρων τοξικών ουσιών µπορεί να είναι έως και 10 φορές µεγαλύτερη σε σχέση µε τη µεµονωµένη δράση της κάθε τοξικής ουσίας. Τραυµατισµοί ακόµα και θάνατοι συµβαίνουν πολύ πιο συχνά από ότι καταγράφονται στις στατιστικές. Τα υπάρχουσα ισχύοντα µέτρα προστασίας του προσωπικού σε ένα χώρο διάθεσης απορριµµάτων, ιδιαιτέρως κατά τη διάρκεια εργασιών στο χώρο απόθεσης, είναι 190

19 ανεπαρκή σύµφωνα µε τις εργασιακές συνθήκες που ισχύουν στην πράξη. Συχνά ακόµα και σε περιπτώσεις όπου σύµφωνα µε τη χηµική ανάλυση του αερίου δεν αναµένεται τοξική επίδραση, παρ όλα αυτά γίνεται τελικά διάγνωση της. Κάθε χώρος διάθεσης απορριµµάτων χωρίς κάλυψη της βάσης, χωρίς συγκέντρωση στραγγισµάτων, χωρίς επεξεργασία αερίου και χωρίς κάλυψη επιφάνειας θα πρέπει να χαρακτηριστεί ως µολυσµένο έδαφος, επειδή ακόµα και αν απουσιάζει η καύση, παράγονται µεθάνιο, τοξικά και καρκινογόνα αέρια, όπως επίσης και µολυσµένα ύδατα. Επίσης θα πρέπει να σηµειωθεί ότι στο χώρο διάθεσης των απορριµµάτων περιέχονται πολλά πολύτιµα υλικά όπως πλαστικό, µέταλλα, χαλίκια, υφάσµατα, ξύλο, χώµα κ.λπ. Όµως δεν θα πρέπει να παραλείπεται ότι, ακόµα και στους χώρους διάθεσης που διαθέτουν καλύµµατα βάσης και επιφάνειας καθώς και συστήµατα συλλογής στραγγισµάτων, τελικά δεν αποτρέπεται µακροπρόθεσµα η απελευθέρωση αερίων και στραγγισµάτων στην ατµόσφαιρα και στα υπόγεια ύδατα αντίστοιχα (Spillman et al., 2000) Λύσεις για τους χώρους ηµιελεγχόµενης και ανεξέλεγκτης διάθεσης Τα προβλήµατα που προκύπτουν από τους πρώην και υφιστάµενους χώρους ηµιελεγχόµενης και ανεξέλεγκτης διάθεσης απορριµµάτων µπορούν να λυθούν µε διάφορες µεθόδους, οι σπουδαιότερες από τις οποίες είναι: Η δαπανηρή επικάλυψη όλων των χώρων διάθεσης απορριµµάτων και η µακροπρόθεσµη παρακολούθηση τους για πολλά ακόµα χρόνια, επειδή υπάρχει µία περίοδος στην οποία ο χώρος διάθεσης θα εξακολουθεί να παράγει αέρια και στραγγίσµατα. Σταθεροποίηση των ρύπων που βρίσκονται στο εσωτερικό της χωµατερής και των ρύπων που έχουν εναποτεθεί και έχουν ήδη µολύνει το έδαφος. Εξουδετέρωση (εξυγίανση) των ρύπων είτε µε τη µετατροπή τους σε µη τοξικές ουσίες ή µε την αποµάκρυνσή τους µέσω βιολογικών, θερµικών, φυσικών ή και χηµικών επεξεργασιών. Εκσκαφή (εξόρυξη) του χώρου διάθεσης και του ρυπασµένου εδάφους και αν είναι απαραίτητο- επεξεργασία καθαρισµού των υπόγειων υδάτων 6.9. Εξυγίανση χώρου διάθεσης Η σταθεροποίηση των ρύπων πολλές φορές συγχέεται µε την εξουδετέρωση τους. Εποµένως και οι δύο διαδικασίες αναφέρονται συνολικά ως εξυγίανση του χώρου διάθεσης. Η εξυγίανση του χώρου επιβάλλεται πριν από οποιαδήποτε αποκατάσταση του. Μέθοδοι εξυγίανσης Εξυγίανση εδάφους επιτόπου στο χώρο (in situ): Βιοεξυγίανση: εισαγωγή αέρα και θρεπτικών στοιχείων ακολουθούµενη από εξαγωγή. Βιοοξυγόνωση: επεξεργασία µε φρεάτια οξυγόνωσης υποστηριζόµενα από τεχνικές θέρµανσης, πλαστικό κάλυµµα, εισαγωγή οξυγόνου, θρεπτικών στοιχείων και υγρασίας. Θερµική επεξεργασία: εισαγωγή νερού και εξαγωγή του εµπλουτισµένου υγρού, σε συνδυασµό µε εξαγωγή αερίου χαµηλής πίεσης, θερµική επεξεργασία. Φυτοεξυγίανση: χρήση διαφόρων φυτών, χρήση λιπασµάτων εδάφους, ρύθµιση ph. 191

20 Εξαγωγή ατµού: κατακόρυφα φρεάτια εξαγωγής, οριζόντια φρεάτια εισαγωγής, διαχωρισµός ατµού και αερίου, επεξεργασία και των δύο κλασµάτων, συνδυασµός µε εξαγωγή αερίου χαµηλής πίεσης. Εξυγίανση εδάφους εκτός του χώρου (ex situ): ιήθηση οξέων: φυσικός διαχωρισµός ακολουθούµενος από διήθηση µε ένα ασθενές ή ισχυρό οξύ. Κοµποστοποίηση. Καύση: µηχανική και φυσική προεπεξεργασία, σύστηµα καθαρισµού αερίου, χρήση τέφρας ως υλικού. Βιοεξυγίανση παχύρρευστης φάσης: αποσύνθεση βλαβερών συστατικών µε τη βοήθεια φυσικών µικροβιολογικών πληθυσµών, βιοαντιδραστήρων και µονάδων ύγρανσης. Πλύση εδάφους: επιλεκτική εκσκαφή µε χρήση ακτινών Χ, κοσκίνισµα, διαχωρισµός, επίπλευση αφρού. Απορρόφηση θερµότητας: προεπεξεργασία εδαφών, επεξεργασία αερίων µε βιοφίλτρα ή καυστήρα. Εξυγίανση υπόγειων υδάτων: Ψεκασµός αέρα: εισαγωγή αποστειρωµένου αέρα. Βιοεξυγίανση (επιτόπου): στο εξαγόµενο νερό παρέχεται οξυγόνο, θρεπτικά στοιχεία, βακτήρια και ένζυµα προτού εισαχθεί ξανά. Πρέπει να σηµειωθεί ότι οι παραπάνω µέθοδοι εξυγίανσης βρίσκουν εφαρµογή γενικά σε οποιαδήποτε περίπτωση µόλυνσης εδαφών. Αυτό σηµαίνει ότι µόνο κάποιες από αυτές τις µεθόδους έχουν εφαρµοστεί για την εξυγίανση ανεξέλεγκτων και ηµιελεγχόµενων χώρων διάθεσης απορριµµάτων. Οι περισσότερες εφαρµόζονται προς το παρόν τουλάχιστο για την εξυγίανση περιοχών που έχουν πληγεί από εξαιρετικά επικίνδυνες ουσίες. Τέτοιες περιπτώσεις είναι ραδιενεργά απόβλητα, δραστικές δηλητηριώδεις χηµικές ουσίες, πετρελαιοειδή και γενικώς καύσιµα, απόβλητα στρατιωτικών και χηµικών εγκαταστάσεων. Επειδή ακριβώς δεν υπάρχει εφαρµογή τους σε χώρους διάθεσης αστικών απορριµµάτων, δε θα αναλυθούν περαιτέρω. Οι παραπάνω φυσικές, χηµικές, βιολογικές µέθοδοι εξυγίανσης συνδυάζονται και συνθέτουν τις διάφορες τεχνικές που έχουν τυποποιηθεί και αναπτυχθεί από κάποιες εταιρείες σε επιχειρήσεις αποκατάστασης χώρων διάθεσης απορριµµάτων. Οι ακόλουθες τεχνικές µπορούν να ακολουθηθούν και από εξόρυξη των χώρων διάθεσης Τεχνικές σταθεροποίησης Οι σηµαντικότερες τεχνικές σταθεροποίησης είναι συνοπτικά: Αναερόβια. Αερόβια σταθεροποίηση στο χώρο διάθεσης (in situ). Biopuster. Smell Well Αναερόβια σταθεροποίηση ιεθνώς οι χώροι διάθεσης στερεών δηµοτικών απορριµµάτων βιώνουν τις συνέπειες των συµβατικών τεχνικών διάθεσης, µέσω των αναερόβιων συνθηκών που δηµιουργούνται στα ενταφιασµένα απορρίµµατα. Υπό αναερόβιες συνθήκες πραγµατοποιείται βραδεία 192