ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΣΤΕ 2010

Σχετικά έγγραφα
ΣΤΕ 2693/2018 [ΝΟΜΙΜΗ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΙΣΧΥΟΣ Α.Ε.Π.Ο. ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΙΠΠΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ ΑΘΗΝΩΝ]

ΣτΕ 1178/2010 [«Σφράγιση» αυθαίρετης χρήσης σε αδόμητο οικόπεδο στην Κηφισιά]

TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ

ΣτΕ 1377/2016 [Εξαίρεση από την κατεδάφιση οικοδομής μετά την ακύρωση της οικοδομικής άδειας]

ΣτΕ 2701/2012 [Παράνομη η βάσει αντισυνταγματικών διατάξεων ανάκληση οικοδομικής άδειας για την κατασκευή πολυκαταστήματος παιχνιδιών]

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΑΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΓΙΑ ΤΟ Ε.Π.Χ.Σ.Α.Α. ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΣτΕ 150/2018 [Παράνομη απόρριψη αίτησης για έγκριση κατά παρέκκλιση χρήσης τουριστικού καταλύματος στο παραδοσιακό τμήμα του Ναυπλίου]

ΣτΕ 1411/2016 [Παράνομη λειτουργία βιοτεχνικής εγκατάστασης χαμηλής όχλησης στην Αντίπαρο]

Σχολιασμός απόφασης 893/2004 Ε Τμήμα. Α. Ιστορικό

Χωρικός Σχεδιασμός Βιώσιμη ανάπτυξη. Η πολεοδομική μεταρρύθμιση στα πλαίσια του ν. 4269/2014 όπως αντικαταστάθηκε με το ν.

(Α` ΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Αριθµός 406/2003 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Ε

Τα ΕΧΣ ως εργαλεία προσέλκυσης επενδύσεων, αστικής ανάπλασης και περιβαλλοντικής προστασίας (ν. 4269/14 όπως τροποποιήθηκε με τον ν.

ΣτΕ 2134/2014 [ΥΑ για την παράταση αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών στην περιοχή του Δήμου Καλαμαριάς]

ΣτΕ 2935/2012 [Παράνομη σφράγιση και χαρακτηρισμός ως αυθαίρετης της χρήσης καταστήματος πώλησης στερεοφωνικών αυτοκινήτων στη Ν.

ΣτΕ 677/2018 [Η εγκατάσταση bake off συνιστά κατάστημα και όχι επαγγελματικό εργαστήρι]

ΣτΕ 238/2018 [Παράνομη σημειακή τροποποίηση ρυμοτομικού σχεδίου]

ΣτΕ 846/2018 [Παράνομες άδεια μηχανολογικής εγκατάστασης και άδεια δόμησης μονάδας στη Σαντορίνη]

ΣτΕ 571/2012 [Μη νόμιμο το ΓΠΣ του οικισμού Νέων Στύρων Ευβοίας]

ΣτΕ 2582/2016 [Μη επιβολή με ΓΠΣ προσδιορισμένου πολεοδομικού βάρους σε ακίνητο εκτός σχεδίου]

ΣτΕ 3179/2009 Θέμα:[Καθορισμός χρήσεων και όρων δόμησης σε εκτός σχεδίου περιοχή εντός της ΖΟΕ Ν. Αττικής]

ΣΤΕ 1653/2018 [ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΜΗ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΤΟΙΜΟΥ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑΤΟΣ]

ΠΔ 06-//1987 (ΠΔ ΦΕΚ Δ ): Χρήσεις γης.κατηγορίες-περιεχόμενο (72319) Κατά εξουσιοδότηση Εκδοθέντα και Εφαρμοστικά Νομοθετήματα 9

προηγουμένων δεσμεύσεων του ακινήτου να υπολογίζεται υπέρ του τελευταίου ιδιοκτήτη (βλ. ΣΕ 2544/2005 επτ.). Εξ άλλου, από τον συνδυασμό των ανωτέρω

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ

94/ ) προστασίας και αξιοποίησης

Βασικά ζητήματα αδειοδότησης των επιχειρήσεων για τη συμμετοχή τους και την υλοποίηση του έργου τους στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ

ΣτΕ 2302/2016 [Έγκριση παρέκκλισης χωρίς προηγούμενη οριοθέτηση παρακείμενου ρέματος]

ΣτΕ 1792/2009 Θέμα : [Κατασκευή σε κτίριο κατοικίας β υπογείου, μη προσμετρώμενου στον σ.δ. κατοικίας, για στάθμευση αυτοκινήτων]

ΣτΕ 1138/2018 [Παράνομη η τρίτη αναστολή χορήγησης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών στην περιοχή του υγροτόπου της Ψάθας]

ΣτΕ 1360/2010 [Νόμιμη περιβαλλοντική αδειοδότηση μονάδας χαμηλής όχλησης στη ζώνη των 500μ. από οικισμό μη προϋφιστάμενο του 1923]

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ **************

ΣτΕ 1483/2015 [Εκθεση αυτοψίας λόγω αυθαίρετης αλλαγής χρήσης]

ΣτΕ 1718/2012. Βασικές σκέψεις

ΣτΕ 2915/2012 [Ακύρωση δασικής διάταξης για απαγόρευση της θήρας στο «Δέλτα Εβρου»]

Αριθµός 2169/2006 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Ε

ΣτΕ 1456/2018 [Παράνομη ΑΕΠΟ για ανέγερση ξενοδοχειακής μονάδας σε γήπεδο για το οποίο δεν βεβαιώνονται οι προϋποθέσεις οικοδομησιμότητας]

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα

ΣτΕ 935/2016 [Αδειοδότηση ξενοδοχείου κατά παράβαση του καθεστώτος χρήσεων γης]

ΣτΕ 273/2016 [Χαρακτηρισμός οδού από όργανα Ο.Τ.Α]

ΣτΕ 1112/2017 [Έναρξη προθεσμίας αιτήσεως ακυρώσεως κατά ΑΕΠΟ μετά το ν. 4014/2011]

ΣτΕ 1727/2012 [Παράνομη ανοικοδόμηση άρτιου εντός σχεδίου ακινήτου στο Χαϊδάρι χωρίς πρόσωπο σε οδό]

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΣτΕ 2054/2018 [Λόγω επιγενόμενης ταυτοποίησης αυθαίρετων κτισμάτων καταργείται η δίκη της αιτήσεως ακυρώσεως κατά πράξης εξαίρεσης από την κατεδάφιση]

ΣτΕ 2696/2016 [Αδειοδότηση διαλυτηρίου οχημάτων στις Θεσπιές Βοιωτίας]


ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤYO

ΣτΕ 569/2018 [Εκδίκαση και εν μέρει αποδοχή προσφυγής κατά ΥΑ καθορισμού ανταλλάγματος χρήσης για παραχωρηθέντα τμήματα αιγιαλού και παραλίας]


ΣτΕ 851/2016 [ Υπολογισμός αξίας ακινήτου για επιβολή εισφοράς σε χρήμα]

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ & ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΕΝΙΚΑ Ν.3325/2005 «Ίδρυση. και λειτουργία βιοµηχανικών και βιοτεχνικών

Ανασκόπηση της Νομολογίας ΣτΕ για τα ειδικά πλαίσια χωροταξικού σχεδιασμού

Z.K. (m) -1- Αριθμός 4763/2014

ΣτΕ 931/2017 [Κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών εντός δάσους]

ΤΕΕ ΤΜΗΜΑ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΗΜΕΡΙΔΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΝΕΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΣΕ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΚΕΡΚΥΡΑ 20/4/2013

ΣΤΕ 376/2019 [ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΟΡΙΟΓΡΑΜΜΗΣ ΑΙΓΙΑΛΟΥ-ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΣΤΟ ΚΑΒΟΥΡΙ]

Συμβούλιο της Επικρατείας (Ολομέλεια) Απόφαση υπ αριθμόν 983/2012

Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία. Ορισμένα στοιχεία. Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων

ΣτΕ 632/2012 [Αναστολή έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών επί τροποποίησης κανονιστικών όρων και περιορισμών δόμησης]

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 6/1987 Φ.Ε.Κ. Δ 166/ Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης

Περίληψη. Πρόεδρος: K. Μενουδάκος Εισηγητής: Ν. Ρόζος Δικηγόροι: Σπ. Φλογαΐτης, Αρ. Φρατζέσκου, Σπ. Βλαχόπουλος. Βασικές σκέψεις

Π.Δ. ΤΗΣ 23.2/ (ΦΕΚ 166 Δ ) Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης.

ΣτΕ 2472/2016 [Παράνομη αδειοδότηση μονάδας παραγωγής έτοιμου σκυροδέματος της Ν. Κιμώλου]

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 20/01/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ολ ΣτΕ 1264/ Επειδή, παραδεκτώς παρεμβαίνει για την απόκρουση της κρινομένης αιτήσεως η δικαιούχος των αδειών εταιρεία "...".

Σύλλογο Οικιστών Ιπποκρατείου Πολιτείας

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση]

ΣτΕ 673/2017 [Μη ύπαρξη νομολογίας ως προς τον εύλογο χρόνο διατήρησης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ & ΚΟΙΝ. ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΝΣΚ 304/2015 [ΧΡΗΣΗ ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΠΙΠΛΩΜΕΝΩΝ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΛΑΚΑ]

Φορολογικό Δίκαιο. Η αρχή της φορολογιής ισότητας. Α. Τσουρουφλής

ΣτΕ 242/2017 [Παράνομη οικοδομική άδεια για δημιουργία χώρου πολιτιστικών δραστηριοτήτων]

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθµός 1531/2005 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Ε

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 1358/2010 [Νόμιμη οικοδομική άδεια για την ανέγερση εγκατάστασης χαμηλής όχλησης στη ζώνη 500 μ. περιμετρικά οικισμού, μη προϋφιστάμενου του 1923]

ΠΔ/ (ΦΕΚ-166/Δ/6-3-87) Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης.

Ν.4014/2011 (ΦΕΚΑ 209) ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΣ

ΣτΕ 2107/2010 [Παράνομη ανάκληση απόφασης για χαρακτηρισμό μνημείου]

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα,

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 941/2016 [Νόμιμη αδειοδότηση εργαστηρίου χαμηλής όχλησης]

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ (Τ.Π.Σ.Ε.) ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Έχοντας υπόψη τις διατάξεις:

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ Ολ. 1761/2019 [Έγκριση Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης Ελληνικού Αγίου Κοσμά]

H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΟ ΕΙ ΙΚΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΑΠΕ : ΜΑΡΤΙΟΣ 2007

Για την εφαρμογή του ο Ν. 3468/2006 διαμορφώθηκε πρωτόγνωρο σε φύση και έκταση κανονιστικό πλαίσιο όπως περιγράφεται κατωτέρω.

Αριθμ. 484/36/Φ.15-17/01/ Καθορισμός, κλιμάκωση και διαδικα. άρθρου 29 παρ. 8 του Ν. 3982/2011 (ΦΕΚ Α 143)

Transcript:

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΣΤΕ 2010 Περιεχόμενα - ΣτΕ Ολ. 3218/2010 [Ανέγερση εγκατάστασης χαμηλής όχλησης σε απόσταση 500 μ. από οικισμό προϋφιστάμενο του 1923]. - ΣτΕ Ολ. 3920/2010 [Περιβαλλοντική αδειοδότηση τουριστικού οικισμού κατά παράβαση κατευθύνσεων του οικείου Περιφερειακού Πλαισίου Χ.Σ.Α.Α. και χωρίς σχεδιασμό σε επίπεδο χρήσεων γης]. - Επιτροπή Αναστολών ΣτΕ 141/2010 [Διακοπή έργων στον Αχελώο]. ΣτΕ Ολ. 3218/2010 [Aνέγερση εγκατάστασης χαμηλής όχλησης σε απόσταση 500 μ. από οικισμό προϋφιστάμενο του 1923] Πρόεδρος: Παναγιώτης Πικραμμένος Εισηγητής: Αγγ. Θεοφιλοπούλου Δικηγόροι: Χρ. Βαρδάκα, Ευθ. Τσάκα Η ανέγερση οχλουσών εγκαταστάσεων σε απόσταση 500 μέτρων από οικισμούς 1 / 79

προϋφιστάμενους της 16.8.1923 απαγορευόταν από τις πολεοδομικές διατάξεις καθ ολοκληρία για όλες τις κατηγορίες αυτών, αλλά με νεότερη ρύθμιση της νομοθεσίας για την ίδρυση και λειτουργία βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων επιτρέπεται η δυνατότητα αυτή για τις εγκαταστάσεις χαμηλής όχλησης. Η ρύθμιση όμως αυτή αντίκειται στην συνταγματική επιταγή του άρθρου 24 Συντ., κατά το μέτρο που εισάγει ρύθμιση η οποία επιφέρει επιδείνωση του οικιστικού περιβάλλοντος. Εντούτοις, μπορεί να επιτρέπεται και μέσα στους οικισμούς προ της 16.8.1923 και σε απόσταση 500 μ. από αυτούς η ανέγερση χαμηλής όχλησης εγκαταστάσεων που είναι συμβατές με το χαρακτήρα του οικισμού, εφόσον έχει προηγουμένως οριοθετηθεί. Βασικές σκέψεις 2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση: α) της 8256/27.9.2005 αποφάσεως του Νομάρχη Κορινθίας, με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την εγκατάσταση και λειτουργία μονάδας παραγωγής και εμφιάλωσης οίνου στον οικισμό του Αγίου Βασιλείου του Δήμου Τενέας, β) της από 6.10.2005 θεώρησης από τη Διεύθυνση Βιομηχανίας της Ν.Α. Κορινθίας της Φ.14.2/1458/3.10.2005 ειδικής δήλωσης του Κ. Κ. για απαλλαγή του από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας για την παραπάνω μονάδα και γ) της 20759/23.12.2005 απόφασης της Γενικής Γραμματέως Περιφέρειας Πελοποννήσου, με την οποία απορρίφθηκε η από 26.10.2005 προσφυγή της Μ. και του Α. Τ. κατά της παραπάνω θεώρησης. 3. Επειδή, η υπόθεση είχε αρχικώς εισαχθεί ενώπιον του Ε Τμήματος με επταμελή σύνθεση, το οποίο, με την 3189/2009 απόφασή του, αφού απέρριψε εν μέρει 2 / 79

την αίτηση ως εκπρόθεσμη, κατά το μέρος που στρεφόταν κατά της 8256/27.9.2005 αποφάσεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων του Νομάρχη Κορινθίας, δέχθηκε την ασκηθείσα από τον Κ. Κ. παρέμβαση κατά το μέρος αυτό και κατά τα λοιπά έκρινε ότι, ενόψει της σπουδαιότητας του ανακύψαντος ζητήματος, αν οι διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 1 εδ. γ και 39 παρ. 1 εδ. β του ν. 3325/2005 είναι σύμφωνες προς το Σύνταγμα, η υπόθεση έπρεπε να παραπεμφθεί προς επίλυση του ως άνω ζητήματος στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 5 του Συντάγματος, ενώπιον της οποίας, επομένως, νομίμως ήδη εισάγεται η υπόθεση. 4. Επειδή, με τον Α.Ν. 2520/1940 (ΦΕΚ 273Α ) ορίζεται στο άρθρο 1 ότι «1. Προς προστασίαν της δημοσίας υγείας εν γένει επιτρέπεται η έκδοσις υγειονομικών διατάξεων, ων η εκτέλεσις δύναται να ανατίθεται εις αστυνομικά, υγειονομικά ή άλλα δημόσια όργανα. 2. Τα δι υγειονομικών διατάξεων επιβαλλόμενα μέτρα θέλουσιν αποβλέπει ιδίως εις την υγιεινήν εν γένει και καθαριότητα... εργοστασίων, καταστημάτων,... την από υγιεινής απόψεως καταλληλότητα των προς βρώσιν τροφίμων...» και στο άρθρο 2 παρ. 1, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 παρ. 2 του Ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160 Α ), ότι «Τις υγειονομικές διατάξεις που προβλέπονται στο προηγούμενο άρθρο εκδίδει ο Υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Στις περιπτώσεις που οι διατάξεις αυτές αφορούν και την προστασία του περιβάλλοντος, συνυπογράφονται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων». Βάσει της ως άνω εξουσιοδοτικής διάταξης εκδόθηκε η απόφαση Α16/ 8577/1983 του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας «Υγειονομικός έλεγχος των αδειών ιδρύσεως και λειτουργίας των εγκαταστάσεων επιχειρήσεων υγειονομικού ενδιαφέροντος»(φεκ 526 Β ), στο άρθρο 5 της οποίας ορίζεται ότι «1. Καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος» είναι τα καταστήματα, στα οποία γίνεται παρασκευή ή και διάθεση σε πελάτες (καθισμένους, όρθιους, περαστικούς) φαγητών ή γλυκισμάτων ή οποιουδήποτε άλλου παρασκευάσματος τροφίμων ή ποτών ή αποθήκευση ή συντήρηση ή εμπορία κάθε είδους τροφίμων ή ποτών, καθώς και τα καταστήματα προσφοράς υπηρεσιών εξαιτίας των οποίων μπορεί να προκληθεί βλάβη στη δημόσια υγεία, όπως αναλυτικά αναφέρονται στην παρούσα και στις άλλες Υγειονομικές Διατάξεις. 2. «Εργαστήρια ή εργοστάσια υγειονομικού ενδιαφέροντος» είναι τα εργαστήρια ή εργοστάσια, στα οποία γίνεται παρασκευή, επεξεργασία, συσκευασία κ.λπ., χειρισμοί τροφίμων και ποτών, χωρίς όμως απευθείας διάθεση των προϊόντων τους στο Καταναλωτικό Κοινό, καθώς και τα εργαστήρια ή εργοστάσια χάρτινων ή πλαστικών ή από οποιοδήποτε άλλο υλικό 3 / 79

παρασκευαζόμενων ειδών, τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για μια μόνο φορά ως περιέκτες τροφίμων ή ποτών ή ως μέσα ατομικής υγιεινής, όπως αναλυτικά αναφέρονται στην παρούσα και στις άλλες Υγειονομικές Διατάξεις». Περαιτέρω, στο άρθρο 6 της πιο πάνω αποφάσεως ορίζεται ότι «1. Για τη ίδρυση και λειτουργία καταστήματος ή εργαστηρίου ή εργοστασίου υγειονομικού ενδιαφέροντος απαιτείται άδεια της οικείας Αστυνομικής Αρχής, χορηγούμενη με σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής ή, αν δεν προβλέπεται από τον Νόμο τέτοια Επιτροπή, της αρμόδιας Υγειονομικής Υπηρεσίας, ότι πληρούνται οι όροι των σχετικών Υγειονομικών Διατάξεων. 2. Εξαιρούνται από την υποχρέωση αποκτήσεως της ανωτέρω άδειας της Αστυνομικής Αρχής Επίσης εξαιρούνται από την υποχρέωση αποκτήσεως της ανωτέρω άδειας τα εργαστήρια και εργοστάσια οινοπνευματωδών ποτών 3. Αν από ειδικές διατάξεις Νόμου ή Δ/γματος προβλέπεται η χορήγηση άδειας λειτουργίας καταστήματος ή εργαστηρίου ή εργοστασίου υγειονομικού ενδιαφέροντος από άλλον Κρατικό Φορέα, χωρίς την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής ή της οικείας Υγειονομικής Υπηρεσίας, ο ενδιαφερόμενος οφείλει να αποκτήσει την άδεια της παρ. 1 του παρόντος άρθρου πριν από την άδεια, που προβλέπουν οι ανωτέρω ειδικές διατάξεις. Η παράγραφος αυτή δεν εφαρμόζεται στα εργαστήρια και εργοστάσια του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου». Τέλος, στο άρθρο 52 της πιο πάνω αποφάσεως, υπό τον τίτλο «Εργαστήρια τροφίμων και ποτών», καθορίζονται οι προϋποθέσεις λειτουργίας, από υγειονομική άποψη, των εν λόγω εργαστηρίων. Εξάλλου, στο άρθρο 2 παρ. 1 περ. β του Ν. 3325/2005 (ΦΕΚ 68 Α ) ορίζεται ότι κατά την έννοια του νόμου αυτού νοούνται ως επαγγελματικά εργαστήρια οι τεχνοοικονομικές μονάδες, οι οποίες με μηχανικά, χημικά ή άλλα μέσα διαφοροποιούν τη μορφή ή την ιδιότητα πρώτων υλών ή προϊόντων, προκειμένου αυτά να καταστούν κατάλληλα για χρήση και των οποίων η εγκατεστημένη κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα 22 KW ή η θερμική τα 50 KW, στο δε άρθρο 5 παρ. 1 του ίδιου νόμου προβλέπεται ότι «Απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και με άδεια λειτουργίας τα επαγγελματικά εργαστήρια χαμηλής όχλησης της περιπτώσεως β της παρ. 1 του άρθρου 2 καθώς και οι πάσης φύσεως ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών χαμηλής όχλησης που δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του άρθρου 3 και διαθέτουν μηχανολογικό εξοπλισμό με κινητήρια ισχύ μέχρι 22 KW και θερμική ισχύ μέχρι 50 KW Για την έναρξη λειτουργίας των μονάδων αυτών υποβάλλεται στην Αδειοδοτούσα Αρχή ειδική δήλωση, η οποία συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά που θα καθοριστούν με την υπουργική απόφαση που αναφέρεται στην παρ. 5 του άρθρου αυτού. Η κατάθεση της 4 / 79

δήλωσης βεβαιώνεται σε αντίγραφο από την Αδειοδοτούσα Αρχή, το οποίο υποχρεούται να τηρεί ο φορέας». Μεταξύ δε των δικαιολογητικών που απαιτούνται για τη θεώρηση της ειδικής δήλωσης και τη χορήγηση βεβαιώσεων που προβλέπονται στις ανωτέρω διατάξεις του ν.3325/2005 για τις μονάδες που απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας περιλαμβάνεται, σύμφωνα με το άρθρο 1 της εκδοθείσης κατ εξουσιοδότηση του άρθρου 5 παρ. 5 του νόμου αυτού, Φ15/οικ.7816/616/14.4.2005 αποφάσεως του Υπουργού Ανάπτυξης (Β 542), η έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Προβλέπεται δε στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου 1 αυτής της αποφάσεως ότι «μετά τη συγκέντρωση των εγκρίσεων κ.λπ. ή άλλως μετά την άπρακτη παρέλευση των προβλεπομένων προθεσμιών, η αδειοδοτούσα αρχή διενεργεί αυτοψία και θεωρεί την ειδική δήλωση Στη περίπτωση μονάδων υγειονομικού ενδιαφέροντος, τίθεται ο όρος «Απαραίτητη προϋπόθεση για τη λειτουργία της μονάδας είναι ο εφοδιασμός της με βεβαίωση καταλληλότητας από την αρμόδια υγειονομική υπηρεσία» και η αδειοδοτούσα αρχή κοινοποιεί αντίγραφο της θεωρημένης ειδικής δήλωσης στην αρμόδια υγειονομική υπηρεσία». Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 1650/1986 (Α 160), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 3010/2002 (Α 91) και της κατ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσης κ.υ.α. 15393/2332/2002 «Κατάταξη δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 1650/86, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 3010/2002 «Εναρμόνιση του Ν. 1650/86 με τις οδηγίες 97/11/ΕΕ και 96/61/ΕΕ κ.ά. (Α 91)» (Β 1022/5.8.2002), η δραστηριότητα παραγωγής κρασιού υπάγεται στην 9η ομάδα «Βιομηχανικές Εγκαταστάσεις», ΕΣΥΕ 159.3 και εφόσον η δυναμικότητα της εγκατάστασης ως προς το παραγόμενο προϊόν είναι μικρότερη από 2000 τόνους κατ έτος, στην κατηγορία δεύτερη, υποκατηγορία 4η. Εξάλλου, κατά την κ.υ.α. 13727/724/24.7.2003 «Αντιστοίχηση των κατηγοριών των βιομηχανικών και βιοτεχνικών δραστηριοτήτων με τους βαθμούς όχλησης που αναφέρονται στα πολεοδομικά διατάγματα» (Β 1087/5. 8.2003), η δραστηριότητα αυτή, εφόσον η δυναμικότητα της σχετικής εγκατάστασης δεν υπερβαίνει την προαναφερομένη, ανήκει στις δραστηριότητες χαμηλής όχλησης. 5. Επειδή, εξ άλλου, ο Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας που κυρώθηκε με το Π.Δ. 410/1995 (ΦΕΚ 231 Α ) και ίσχυε κατά την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων, ορίζει στο άρθρο 24 παρ. 1 περ. ιθ όπως η περίπτωση αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 παρ. 2 του Ν. 2946/ 2001 (ΦΕΚ 224 Α ), ότι στην 5 / 79

αρμοδιότητα των Δήμων και Κοινοτήτων ανήκουν «η χορήγηση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας όλων των καταστημάτων και επιχειρήσεων, οι όροι λειτουργίας των οποίων καθορίζονται από υγειονομικές διατάξεις». Στην παρ. δε 9 του άρθρου 4 του προαναφερομένου Ν. 3325/2005, όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε κατά την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων, προβλέπεται ότι «Στις μονάδες οι οποίες υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και του άρθρου 41 (περιπτώσεις ιθ και κζ ) του Ν. 2218/1994 (ΦΕΚ 90 Α ), όπως αυτές κωδικοποιήθηκαν με το Π.Δ. 410/1995 (ΦΕΚ 231 Α ), χορηγείται μία μόνο άδεια αποκλειστικά από την Αδειοδοτούσα Αρχή. Ειδικότερα στα εργοστάσια, στα εργαστήρια και τις αποθήκες που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και του άρθρου 52 της υγειονομικής διάταξης ΑΙβ/ 8577/83 (ΦΕΚ 526 Β ), η πιο πάνω άδεια χορηγείται με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υπηρεσίας Υγείας». Τέλος, με την παρ. 4 του άρθρου 29 του Ν. 2721/1999 (Α 112) προστέθηκε στο άρθρο 1 του Ν. 1406/1983 (Α 182) παράγραφος 3, σύμφωνα με την οποία στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται, εκδικαζόμενες ως διαφορές ουσίας, και οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά : «α) τη χορήγηση ή την ανάκληση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας και την επιβολή κυρώσεων κατά τη λειτουργία καταστημάτων και εργαστηρίων υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και των επιχειρήσεων που εξομοιούνται με αυτά, περιλαμβανομένων και των διαφορών που προκαλούνται από πράξεις, οι οποίες εκδίδονται κατ εφαρμογή της νομοθεσίας περί μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποτελούν προϋπόθεση για τη χορήγηση των ανωτέρω αδειών». 6. Επειδή, κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, ερμηνευόμενης σε συνδυασμό με τις παρατιθέμενες στην τρίτη σκέψη διατάξεις, ιδίως δε εκείνη του άρθρου 5 της Υγειονομικής Διατάξεως Α1β/8577/ 1983, ως «επιχειρήσεις που εξομοιούνται με καταστήματα και επιχειρήσεις υγειονομικού ενδιαφέροντος», οι πράξεις χορηγήσεως αδειών ιδρύσεως και λειτουργίας των οποίων υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, νοούνται οι επιχειρήσεις οι οποίες όχι μόνο έχουν το ίδιο ή παρόμοιο αντικείμενο δραστηριότητας με αυτό των καταστημάτων και εργαστηρίων υγειονομικού ενδιαφέροντος, όπως οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με την παρασκευή, επεξεργασία, συσκευασία, διακίνηση και λοιπούς χειρισμούς προϊόντων τα οποία θέτουν, περαιτέρω, στη διάθεση καταστημάτων ή εργαστηρίων υγειονομικού ενδιαφέροντος, αλλά, επί πλέον, διέπονται, όσον αφορά στην ίδρυση και στη λειτουργία τους, από διατάξεις, εντασσόμενες προεχόντως στην 6 / 79

υγειονομική νομοθεσία. Επομένως, δεν εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή επιχειρήσεις, για την ίδρυση και λειτουργία των οποίων απαιτείται αδειοδότηση προβλεπόμενη από άλλες διατάξεις που δεν εντάσσονται στην υγειονομική αλλά σε άλλες νομοθεσίες, όπως η βιομηχανική, η πολεοδομική και η νομοθεσία περί προστασίας του περιβάλλοντος. Ειδικότερα, δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω κατηγορία επιχειρήσεις για την ίδρυση των οποίων εν όψει των σοβαρών επιπτώσεων που συνεπάγεται για το φυσικό και οικιστικό περιβάλλον η ίδρυση και λειτουργία τους, λόγω του χαρακτήρα ή του μεγέθους των εγκαταστάσεών τους, ή λόγω της παραγωγής αποβλήτων, ή εκπομπών, ακολουθείται διακεκριμένο στάδιο περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως, κατά το οποίο εκδίδονται πράξεις και, συγκεκριμένα, πράξεις προέγκρισης χωροθετήσεως, έγκρισης περιβαλλοντικών όρων που υπάγονται με αίτηση ακυρώσεως στην αρμοδιότητα του Ε Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεδομένου, άλλωστε, ότι με την υπαγωγή στο ίδιο δικαστήριο των συναφών διαφορών, που αφορούν στην ίδρυση και στη λειτουργία των εν λόγω μονάδων, εξασφαλίζεται ενιαία κρίση της υποθέσεως και επιτυγχάνεται οικονομία της δίκης (ΣτΕ 601/2008 Ολ.). 7. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη, δηλαδή η από 6.10.2005 θεώρηση από τη Διεύθυνση Βιομηχανίας της Ν.Α. Κορινθίας της Φ.14.2/1458/3.10.2005 ειδικής δήλωσης του Κ. Κ. για απαλλαγή του από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας για τη μονάδα παραγωγής και εμφιάλωσης οίνου κινητήριας ισχύος 21,62 ΚW, έχει εκδοθεί κατ εφαρμογήν των διατάξεων του Ν. 3325/2005 και ειδικότερα του προαναφερόμενου άρθρου 5 παρ. 1, σύμφωνα με το οποίο απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και με άδεια λειτουργίας τα επαγγελματικά εργαστήρια χαμηλής όχλησης. Προηγήθηκαν της ως άνω θεώρησης οι από 29.9.2005 και 4.10.2005 αυτοψίες από μηχανικούς του Τεχνικού Τμήματος της Δ/νσης Βιομηχανίας της Ν.Α. Κορινθίας κατά τις οποίες διαπιστώθηκε ο χαρακτήρας της επίμαχης μονάδας ως επαγγελματικού εργαστηρίου κατά την έννοια του ανωτέρω νόμου (βλ. έγγραφα Φ14.2/29. 9.2005 και Φ14.2/4.10.2005 του ως άνω Τμήματος). Μεταξύ δε των δικαιολογητικών που συνυποβλήθηκαν για την έγκριση της απαλλαγής από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης της επίδικης μονάδας είναι και η συμπροσβαλλόμενη 8256/27.9.2005 πράξη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων αυτής. Σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην προηγούμενη σκέψη, η επίμαχη μονάδα παραγωγής και εμφιάλωσης κρασιού είναι μεν εργαστήριο υγειονομικού ενδιαφέροντος, οι προϋποθέσεις λειτουργίας του οποίου, από υγειονομική άποψη, 7 / 79

καθορίζονται στο άρθρο 52 της Α16/ 8577/1983 Υγειονομικής Διάταξης, δεδομένου, όμως, ότι η ως άνω απαλλαγή από την υποχρέωση εφοδιασμού της με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χορηγήθηκε κατ εφαρμογήν της βιομηχανικής νομοθεσίας και ειδικότερα του άρθρου 5 του Ν. 3325/2005 από τα αρμόδια για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής όργανα της Διοικήσεως, προηγήθηκε δε αυτής στάδιο περιβαλλοντικής αδειοδότησης, η ένδικη διαφορά που ανακύπτει από την προσβολή της πράξης θεώρησης της Δ/νσης Βιομηχανίας της Ν.Α. Κορινθίας και της απόφασης της Γενικής Γραμματέως Περιφέρειας Πελοποννήσου, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή των αιτούντων κατά της πράξεως αυτής δεν αποτελεί διαφορά ουσίας υπαγόμενη, κατ άρθρο 29 παρ. 4 του Ν. 2721/1999, στην αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων, αλλά διαφορά ακυρωτική, υπαγόμενη στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο οποίο επομένως, νομίμως εισάγεται προς εκδίκαση. 8. Επειδή, οι αιτούντες, φερόμενοι ως κάτοικοι του οικισμού Αγίου Βασιλείου του Δήμου Τενέας Νομού Κορινθίας, o οποίος ευρίσκεται πλησίον των επιδίκων εγκαταστάσεων, με έννομο συμφέρον ασκούν την κρινόμενη αίτηση (βλ. ΣτΕ 2610/2005). 9. Επειδή, παραδεκτώς παρεμβαίνει υπέρ του κύρους των προσβαλλομένων πράξεων ο Κ. Κ., κατόπιν αιτήσεως του οποίου εκδόθηκαν οι πράξεις αυτές. 10. Επειδή, με το άρθρο 9 παρ. 1 του από 2/13-3-1981 π.δ/τος "περί των ληπτέων υπ όψιν στοιχείων και του τρόπου καθορισμού των ορίων των προ της 16-8-1923 υφισταμένων οικισμών των στερουμένων εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου ως και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών" (ΦΕΚ 138 Δ ), είχε απαγορευθεί η ανέγερση οχλουσών επαγγελματικών βιομηχανικών ή βιοτεχνικών εγκαταστάσεων, εντός των ορίων των οικισμών αυτών, καθώς και αυτών σε απόσταση τουλάχιστον 500 μέτρων περιμετρικώς των καθοριζομένων ορίων τους. Στη συνέχεια, με το άρθρο 7 παρ. 3 του από 24-4/3-5-1985 π.δ/τος με τίτλο "τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της Χώρας μέχρι 2.000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους" (ΦΕΚ 181 Δ ) ορίσθηκε ότι, εντός των ορίων των οικισμών και εντός κύκλου ακτίνας 800 μ. από το κέντρο των παραλιακών, τουριστικών, περιαστικών, δυναμικών και αξιολόγων συνεκτικών οικισμών, απαγορεύεται η ανέγερση ή και η επέκταση 8 / 79

βιοτεχνικών ή βιομηχανικών εγκαταστάσεων μέσης και υψηλής οχλήσεως, ως κέντρο δε του οικισμού ορίσθηκε με το άρθρο 4 του π.δ/τος αυτού, το πρωτεύον κέντρο του, το οποίο συγκεντρώνει τις κύριες κοινωνικές λειτουργίες, όπως πλατεία, εκκλησία, σχολείο, κοινοτικό κατάστημα, εμπορικές εγκαταστάσεις. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 2, 3 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του ιδίου π.δ/τος, η διάκριση και κατάταξη των οικισμών σε κατηγορίες, τα όρια των οικισμών και η αρτιότητα των γηπέδων, καθορίζονται με απόφαση του οικείου Νομάρχη, κατά δε το άρθρο 9 παρ. 1 αυτού, από τη δημοσίευση της νομαρχιακής απόφασης καθορισμού των ορίων των οικισμών, κατάταξης τους σε κατηγορίες και προσδιορισμού της αρτιότητας των γηπέδων δεν εφαρμόζονται, πλην των άλλων, και οι διατάξεις του ανωτέρω από 2-3-1981 π.δ/τος. Η ως άνω όμως διάταξη του άρθρου 7 παρ. 3 του από 24-4/3-5-1985 π.δ/τος, είναι ανίσχυρη, όπως κρίθηκε με την 4996/88 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, διότι επιφέρει, σε σύγκριση με την κανονιστική ρύθμιση του διατάγματος του έτους 1981, επιδείνωση στο οικιστικό περιβάλλον, κατά παράβαση του άρθρου 24 παρ. 2 του Συντάγματος. Ακολούθησε, τέλος, το νεότερο από 25-4/16-5-1989 π.δ/γμα με τίτλο "Τροποποίηση του από 24-4-1985 Π.Δ/τος "Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της Χώρας μέχρι 2.000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους (Δ 181)" (ΦΕΚ 293 Δ ), με το άρθρο 1 παρ. 4 του οποίου αντικαταστάθηκε η κριθείσα ανίσχυρη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 7 του διατάγματος του έτους 1985 ως εξής: «3. Απαγορεύεται η ανέγερση βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων μέσης και υψηλής όχλησης εντός των εγκεκριμένων ορίων των οικισμών και εντός ζώνης που εκτείνεται περιμετρικά του οικισμού και σε απόσταση 500 μ. από τα όρια του οικισμού, όπως αυτά ισχύουν...». Και η νεότερη αυτή κανονιστική ρύθμιση, όπως έχει ήδη κριθεί (ΣτΕ 2133/2002, βλ. και 646/1995, 2769/1998), επιφέρει, όμως, σε σχέση με εκείνη του διατάγματος του 1981, επιδείνωση στο οικιστικό περιβάλλον, κατά παράβαση της συνταγματικής επιταγής του άρθρου 24 παρ. 2 του Συντάγματος διότι εξαιρεί από τη θεσπιζόμενη απαγόρευση τις εγκαταστάσεις χαμηλής οχλήσεως και συνεπώς, και η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 4 του από 25-4/16-5-1989 π.δ/τος δεν θεσπίσθηκε νομίμως και είναι ανίσχυρη. 11. Επειδή με την απόφαση 2133/2002 του Συμβουλίου της Επικρατείας έγινε δεκτή αίτηση ακυρώσεως της και ήδη αιτούσας Μ. Τ. και ακυρώθηκαν η Φ.14/261/12.5.1999 άδεια του Νομάρχη Κορινθίας για κτιριακή και μηχανολογική εγκατάσταση οινοποιείου από τον παρεμβαίνοντα στον Αγ. Βασίλειο Κορινθίας, η 9 / 79

Φ.14/1199/5.10.1999 άδεια της Διεύθυνσης Βιομηχανίας Κορινθίας, για τη λειτουργία του οινοποιείου, η 13179/13.10.1999 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφερείας Πελοποννήσου, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της πρώτης αιτούσας κατά των ανωτέρω αδειών και η Φ.18/2028/1695/20.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Ανάπτυξης, με τις οποίες απορρίφθηκαν προσφυγές της ιδίας κατά της αποφάσεως του Γ.Γ.Π. Πελοποννήσου, με τη σκέψη αφενός ότι ο Αγιος Βασίλειος Κορινθίας, όπου ευρίσκεται το επίδικο οινοποιείο με μηχανολογική εγκατάσταση κινητηρίου δυνάμεως 96,40 ΗΡ, καθώς και η κατοικία της αιτούσας, αποτελεί οικισμό προϋφιστάμενο του 1923, ο οποίος οριοθετήθηκε με την 6400/12.12.1985 απόφαση του Νομάρχη Κορινθίας και για τον οποίο έχει εφαρμογή και το από 3.5.85 π.δ/γμα (Δ 181) για οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, αλλά οι διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 3 του από 24.4/3.5.1985 π.δ/τος και 1 παρ. 4 του από 25.4/16.5.1989 π.δ/τος, δυνάμει των οποίων είναι επιτρεπτή η λειτουργία βιοτεχνικών εγκαταστάσεων χαμηλής οχλήσεως σε οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, είναι ανίσχυρες, ως συνεπαγόμενες επιδείνωση του οικιστικού περιβάλλοντος κατά παράβαση του Συντάγματος και αφετέρου ότι η απαγόρευση που θεσπίζεται με την εφαρμοστέα εν προκειμένω διάταξη του άρθρου 9 παρ. 1 του από 2.3.1981 π.δ/τος δεσμεύει και τις αρχές, στις οποίες ανήκει η χορήγηση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας των βιομηχανικών ή βιοτεχνικών εγκαταστάσεων. 12. Επειδή, κατά το άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 3325/2005, στις διατάξεις του υπάγονται, μεταξύ άλλων, οι βιομηχανικές και βιοτεχνικές μονάδες, καθώς και τα επαγγελματικά εργαστήρια που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 περ. β του νόμου αυτού, η οποία παρατίθεται στην τρίτη σκέψη. Με το άρθρο 4 παρ. 1 του ίδιου νόμου ορίστηκε ότι για την εγκατάσταση ή την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό των δραστηριοτήτων του ως άνω νόμου απαιτείται, με την επιφύλαξη του άρθρου 5, άδεια εγκατάστασης, με την παράγραφο 1 δε του τελευταίου αυτού άρθρου η οποία παρατίθεται στην τρίτη σκέψη, προβλέπεται η απαλλαγή από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και με άδεια λειτουργίας των επαγγελματικών εργαστηρίων χαμηλής όχλησης της περίπτωσης β του ως άνω άρθρου 2. Περαιτέρω, με το άρθρο 6 παρ. 1 περ. γ, του παραπάνω νόμου, επετράπη «σε περιοχές εντός οικισμών προϋφισταμένων της 16.8.1923, σύμφωνα με το Π.Δ. 2/13.3.1981 (ΦΕΚ 138 Δ ), η εγκατάσταση μόνο επαγγελματικών εργαστηρίων και αποθηκών της παρ. 1γ του άρθρου 2, που διαθέτουν για τη λειτουργία τους μηχανολογικό εξοπλισμό του οποίου η κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα είκοσι δύο (22) KW ή η θερμική τα 10 / 79

πενήντα (50) KW, εφόσον οι πιο πάνω δραστηριότητες ανήκουν στη χαμηλή όχληση. Σε απόσταση 500 μέτρων από τα όρια των πιο πάνω οικισμών επιτρέπεται η εγκατάσταση δραστηριοτήτων χαμηλής όχλησης». Τέλος, με το άρθρο 39 παρ. 1 περ. β του ως άνω νόμου καταργήθηκε η παρ. 1 του άρθρου 9 του από 2.3.1981 π.δ/τος (Δ 138), όπως είχε αντικατασταθεί με το από 5.5.1984 π.δ/γμα (Δ 341). 13. Επειδή, από την αντιπαραβολή της, ήδη καταργηθείσας με το άρθρο 39 παρ. 1β του ν. 3325/2005, διατάξεως του άρθρου 9 παρ. 1 του από 2/13.3.1981 π.δ/τος (Δ 138) προς τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 εδ. γ του ν. 3325/2005 προκύπτει ότι, ενώ με το ως άνω διάταγμα απαγορευόταν η ανέγερση οχλουσών εν γένει εγκαταστάσεων, ανεξάρτητα από το βαθμό οχλήσεως, δηλαδή και των εγκαταστάσεων χαμηλής οχλήσεως, μέσα στους οικισμούς τους υφισταμένους προ της 16.8.1923 και σε απόσταση 500 μέτρων περιμετρικώς των ορίων αυτών, με την ως άνω διάταξη του ν. 3325/2005 επετράπη η εγκατάσταση εντός των οικισμών αυτών επαγγελματικών εργαστηρίων χαμηλής όχλησης, κινητήριας ισχύος μέχρι 22 KW ή θερμικής ισχύος μέχρι 50 KW και η εγκατάσταση των λοιπών δραστηριοτήτων χαμηλής όχλησης σε απόσταση 500 μέτρων από τα όρια τους. Δεδομένου, όμως, ότι, όπως έχει παγίως κριθεί (Σ.τ.Ε. 10/88, 1159/89, 645/1995, 2769/1998 κ.ά,) από το άρθρο 24 του Συντάγματος, επιβάλλονται ως κριτήρια για τη χωροταξική αναδιάρθρωση της χώρας, την ανάπτυξη και την πολεοδόμηση των οικιστικών περιοχών η εξυπηρέτηση της λειτουργικότητας και ανάπτυξης των οικισμών και η εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών όρων διαβιώσεως, με τη λήψη των κατάλληλων μέτρων για την αναβάθμιση του οικιστικού περιβάλλοντος και, πάντως, δεν επιτρέπονται ρυθμίσεις και μέτρα που συνεπάγονται επιδείνωση αυτού, η νέα ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 1 εδ. γ του ν.3325/2005 συνεπαγομένη επιβάρυνση των ανωτέρω οικισμών από την άποψη χρήσης των ακινήτων επιφέρει επιδείνωση του οικιστικού περιβάλλοντος, κατά παράβαση της ως άνω συνταγματικής επιταγής. Εξυπακούεται όμως ότι με τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία εργαλεία χωροταξικού σχεδιασμού μπορούν μετά την οριοθέτησή τους να επιτραπούν και μέσα στους οικισμούς τους υφιστάμενους προ της 16.8.1923 καθώς και σε απόσταση 500 μέτρων περιμετρικώς των ορίων αυτών χρήσεις χαμηλής όχλησης που είναι συμβατές με το χαρακτήρα του οικισμού. Κατά τη γνώμη όμως του Αντιπροέδρου Ν. Σακελλαρίου και του Συμβούλου Δ. Αλεξανδρή στους ως άνω οικισμούς δεν μπορεί να επιτραπεί δια του χωροταξικού σχεδιασμού η ανέγερση οχλουσών εν γένει εγκαταστάσεων, ανεξάρτητα από το βαθμό οχλήσεως. 11 / 79

14. Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 εδ. γ του ν. 3325/2005 είναι ανίσχυρη ως αντισυνταγματική, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τους αιτούντες. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει και να ακυρωθούν η από 6.10.2005 θεώρηση από τη Διεύθυνση Βιομηχανίας της Ν.Α. Κορινθίας της Φ.14.2/1458/3.10.2005 ειδικής δήλωσης του παρεμβαίνοντος για απαλλαγή του από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας της επίδικης μονάδας και η 20759/23.12.2005 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Περιφέρειας Πελοποννήσου, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή των αιτούντων κατά της ως άνω θεώρησης, να απορριφθεί κατά το μέρος αυτό η ασκηθείσα παρέμβαση, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως. ΣτΕ Ολ. 3920/2010 [Περιβαλλοντική αδειοδότηση τουριστικού οικισμού κατά παράβαση κατευθύνσεων του οικείου Περιφερειακού Πλαισίου Χ.Σ.Α.Α. και χωρίς σχεδιασμό σε επίπεδο χρήσεων γης] Πρόεδρος: Γ. Παναγιωτόπουλος Εισηγητής: Αικ. Χριστοφορίδου Με την Σ.τ.Ε. 3920/2010 (Ολομ.) ακυρώθηκε Κ.Υ.Α. με την οποία εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για την ανάπτυξη εκτάσεως στην Κρήτη με χωροθέτηση τουριστικών συγκροτημάτων. Η πράξη ακυρώθηκε διότι αφενός δεν προηγήθηκε χωροταξικός σχεδιασμός δευτέρου επιπέδου αλλά έγινε απευθείας εφαρμογή διατάξεων και χρήση διαδικασιών του τρίτου σταδίου της ατομικής αδειοδοτήσεως 12 / 79

και αφετέρου παραβιάστηκαν οι κατευθύνσεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χ.Σ.Α.Α. Κρήτης (α επιπέδου σχεδιασμός) που προβλέπουν για την περιοχή ήπια τουριστική εκμετάλλευση. Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή κρίθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής: Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης (5.2.2007) είχε εν πάση περιπτώσει ήδη εγκριθεί το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της Κρήτης (Β 1486/2003) και, συνεπώς, υπήρχε χωροταξικός σχεδιασμός της συγκεκριμένης Περιφέρειας, έχοντας προηγουμένως κρίνει ότι ο προηγούμενος χωροταξικός σχεδιασμός δεν συνιστά αναγκαία προϋπόθεση της πραγματοποίησης έργων οικονομικής ανάπτυξης, τα οποία συνεπάγονται σοβαρές επεμβάσεις στο περιβάλλον. Συγκεκριμένα, ούτε το Σύνταγμα και η κοινή νομοθεσία (ν. 2742/1999 και ν. 1650/1986), ούτε και το κοινοτικό δίκαιο, τάσσουν ως αναγκαία προϋπόθεση, για την ανάπτυξη οποιασδήποτε σημαντικής παραγωγικής δραστηριότητας, είτε γενικώς είτε ειδικώς στον τομέα του τουρισμού, η ανάπτυξη του οποίου, ως ζωτικής σημασίας για την εθνική οικονομία, συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος, την προηγούμενη ένταξή της σε χωροταξικό σχέδιο, γενικό, περιφερειακό ή ειδικό πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού κατά τους ορισμούς του ν. 2742/1999, χωρίς τούτο, δηλαδή η έλλειψη προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού, να συνιστά έλλειμμα ουσιαστικής προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Ειδικότερα, κατά την πάγια νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, το Σύνταγμα (άρθρα 24, 79 παρ. 8 και 106) δεν απαγορεύει την πραγματοποίηση σημαντικών έργων οικονομικής ανάπτυξης της Χώρας, εάν αυτά δεν έχουν προβλεφθεί σε χωροταξικό σχέδιο. Όπως, συγκεκριμένα, κρίθηκε με τις αποφάσεις της Ολομέλειας 4576/1977, 4498/1998 και 3478/2000, κατά το Σύνταγμα, και ειδικότερα τις ως άνω διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 και 2, με τις οποίες άλλωστε δεν τάσσεται προθεσμία στο νομοθέτη για την ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού της Χώρας, καθώς και των άρθρων του 79 παρ. 8 και 106 παρ. 1, η πραγματοποίηση των πάσης φύσεως έργων οικονομικής ανάπτυξης, τα οποία συνεπάγονται σοβαρές επεμβάσεις στο περιβάλλον, όπως είναι η εκτέλεση έργων υποδομών, βιομηχανικών ή άλλων εγκαταστάσεων παραγωγικών δραστηριοτήτων, όπως είναι και οι τουριστικές, καθώς και η κατάρτιση και έγκριση των διαφόρων πολεοδομικών σχεδίων, ή άλλων σχεδίων χρήσεων γης, τα οποία, ως κατ εξοχήν ρυθμίσεις που επιτρέπουν παντός είδους σημαντικές επεμβάσεις στο χώρο, πρέπει να εναρμονίζονται προς τις επιλογές ή τις κατευθύνσεις του 13 / 79

χωροταξικού σχεδιασμού (βλ. άρθρο 9 του ν. 2742/1999), δεν προϋποθέτουν την προηγούμενη ένταξή τους σε χωροταξικό σχέδιο. Σε πλήρη αρμονία με την ανωτέρω νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (Σ.τ.Ε. 4576/1977 και 4498/1998), στην οποία προφανώς στηρίχθηκε ο κοινός νομοθέτης, ο ν. 2742/1999 ορίζει στο άρθρο 9 παρ. 1 εδάφιο δεύτερο ότι, έως την έγκριση των ανωτέρω πλαισίων χωροταξικού σχεδιασμού, χωρίς δηλαδή χρονικό περιορισμό, αφού αντίστοιχη χρονική δέσμευση δεν επιβάλλεται από το άρθρο 24 του Συντάγματος, η έγκριση των ρυθμιστικών σχεδίων, των γενικών πολεοδομικών σχεδίων και λοιπών σχεδίων χρήσεων γης, καθώς και η έκδοση άλλων κανονιστικών και «ατομικών πράξεων», με τις οποίες επιχειρείται ρύθμιση του χώρου, γίνεται μετά από συνεκτίμηση των διαθέσιμων στοιχείων του ευρύτερου χωροταξικού σχεδιασμού και ιδίως αυτών που απορρέουν από υφιστάμενες ή υπό εξέλιξη μελέτες χωροταξικού χαρακτήρα. Η ανωτέρω πάγια νομολογία επιβεβαιώνεται με τις μεταγενέστερες αποφάσεις 1569/2005, 705 και 2489/2006 της Ολομέλειας του Δικαστηρίου, με τις οποίες κρίνεται ότι, σύμφωνα με τις ως άνω συνταγματικές διατάξεις, «Ουσιώδης όρος για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι τα ολοκληρωμένα χωροταξικά σχέδια..», γίνεται, όμως, δεκτό ότι έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας εγκρίσεως των χωροταξικών σχεδίων είναι ανεκτός ο μερικός, χωρικός ή τομεακός σχεδιασμός και προγραμματισμός (όπως ο καθορισμός λατομικής περιοχής και ο καθορισμός ζώνης ανάπτυξης παραγωγικών δραστηριοτήτων, κατά το άρθρο 24 του ν. 1650/1986). Εξ άλλου, ούτε το κοινοτικό δίκαιο, πρωτογενές (βλ. ιδίως άρθρα 2 και 174 πρώην 130Ρ της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση) και παράγωγο (Οδηγίες 85/337/ΕΟΚ και 2001/42/ΕΚ), τάσσουν γενικώς ως προϋπόθεση για την πραγματοποίηση έργων, δημόσιων ή ιδιωτικών, που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, τα έργα αυτά να είναι ήδη ενταγμένα σε χωροταξικό σχέδιο. Πάντως, όπως έκρινε περαιτέρω το Δικαστήριο, η επιβαλλόμενη, από το Σύνταγμα και τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος εξασφαλίζεται πλήρως, τόσο σε επίπεδο κανόνων εθνικού, όσο και σε επίπεδο κανόνων παράγωγου κοινοτικού δικαίου. Πρόκειται για τις γενικές ρυθμίσεις του ν. 1650/1986, όπως ισχύει, των Οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 2001/42/ΕΚ και των βάσει αυτών κανονιστικών διατάξεων, με τις οποίες, όπως έχει κριθεί από την Ολομέλεια (ΣτΕ 3478/2000, Ολ. σκ. 9, κ.άλ.), διασφαλίζεται η τήρηση της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης και, γενικότερα, των ορισμών του Συντάγματος και της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τους οποίους καθιερώνεται, επίσης, η αρχή της προληπτικής δράσης στον τομέα του περιβάλλοντος. Με βάση τις ρυθμίσεις 14 / 79

αυτές (κοινοτικές και εθνικές) εκτελέσθηκαν από το 1990 και εφεξής όλα τα μεγάλα έργα της Χώρας, χωρίς να έχει προηγηθεί χωροταξικός σχεδιασμός είτε εθνικός, είτε περιφερειακός, ο οποίος ολοκληρώθηκε, με τη διαμόρφωση των σχετικών πολιτικών επιλογών του νομοθέτη, το έτος 2008, με την έγκριση από τη Βουλή του Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Εξ άλλου, δεν είναι βεβαίως νοητό να θεωρηθεί ότι η τήρηση των κανόνων του πρωτογενούς και του παράγωγου κοινοτικού δικαίου, που δεν επιβάλλουν γενικώς την προηγούμενη ένταξη σε χωροταξικό σχέδιο έργου, που ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, ως προϋπόθεση για την πραγματοποίησή του, δεν διασφαλίζει πλήρη και αποτελεσματική για το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον προστασία. Ακολούθως, το Δικαστήριο έκρινε, ερμηνεύοντας, σε συνδυασμό με τις επιταγές του άρθρου 24 του Συντάγματος και μεταξύ τους, τις οικείες διατάξεις του ν. 2742/1999 για τον χωροταξικό σχεδιασμό (άρθρα 2 παρ. 1 και 2, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12 και 18 παρ. 5), του ν. 2508/1997 για τον πολεοδομικό σχεδιασμό (άρθρα 1 παρ. 3, 4 παρ. 3, 24 και 5), του ν. 3010/2002 για την προστασία του περιβάλλοντος (άρθρα 3 παρ. 1 και 2, 4 παρ. 1 εδ. α και δ, παρ. 6 εδ. β και στ και 6) και της Κ.Υ.Α. ΗΠ 15393/2332/5.8.2002, της Κ.Υ.Α. 107017/28.8.2006, με την οποία μεταφέρθηκε στο εσωτερικό δίκαιο η Οδηγία 2001/42/ΕΚ (άρθρο 10 παρ. 4), όπως και των διατάξεων του άρθρου 4 παρ. 6 του ν. 1650/1986, πριν την αντικατάστασή τους από το ν. 3010/2002 και πριν τη συμπλήρωσή τους με τις μη εφαρμοστέες, ως κριθείσες αντισυνταγματικές (Σ.τ.Ε. Ολ. 2489/2006), διατάξεις των άρθρων 18 του ν. 2732/1999 και 18 παρ. 4 του ν. 2742/1999 και του άρθρου 4 της προϊσχύσασας Κ.Υ.Α. 69269/5387/24.10.1990, ότι η πραγματοποίηση έργων ανάπτυξης παραγωγικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων είναι επιτρεπτή μόνον σε περιοχές, οι οποίες εκ των προτέρων και με βάση νόμιμα κριτήρια έχουν καθορισθεί ως περιοχές, προοριζόμενες για την ανάπτυξη των εν λόγω συγκεκριμένων δραστηριοτήτων. Τούτο ισχύει, ιδίως, προκειμένου περί σύνθετων και ειδικών έργων μεγάλης κλίμακας, τα οποία, λόγω της φύσεως των εγκαταστάσεων και του είδους και της εντάσεως της λειτουργίας τους, έχουν σημαντικές και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στο φυσικό, πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον της αντίστοιχης περιοχής. Ο καθορισμός των ανωτέρω περιοχών πρέπει να γίνεται με την έγκριση των νομίμως προβλεπομένων, κατά περίπτωση, σχεδίων χωρικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, όπως είναι, ιδίως, τα Γ.Π.Σ., τα Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π., οι Ζ.Ο.Ε., οι ΠΕ.Ρ.ΠΟ., οι Π.Ο.Α.Π.Δ., οι Π.Ο.Τ.Α., οι Π.ΕΧ.Π. κ.λπ. Μετά δε την έγκριση των Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (Π.Π.Χ.Σ.Α.Α.), τα οποία, κατά ρητή πρόβλεψη του ν. 2742/1999 15 / 79

(άρθρο 18 παρ. 5), έχουν εγκριθεί κατά την πρώτη εφαρμογή του, χωρίς την ύπαρξη εγκεκριμένου Γενικού Χωροταξικού Πλαισίου, τα ανωτέρω σχέδια, με τα οποία προβλέπονται οι επιτρεπόμενες ανά περιοχή χρήσεις γης και οι λοιποί όροι, δια των οποίων καθίσταται κατάλληλη περιοχή για την υποδοχή συγκεκριμένων δραστηριοτήτων, πρέπει να εκπονούνται εντός του πλαισίου του οικείου Π.Π.Χ.Σ.Α.Α. και να είναι σύμφωνα με τις κατευθύνσεις και προτάσεις αυτού, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται, μέσω της βαθμιαίας εξειδίκευσης των ως άνω προβλεπομένων κριτηρίων στα διαδοχικά στάδια του χωροταξικού σχεδιασμού, η τήρηση των γενικών επιλογών του, αλλά και να επιτυγχάνεται η συνεκτική διαχείριση του χώρου με τη λειτουργική ολοκλήρωση των χωροταξικών πλαισίων, ώστε η ανάπτυξη που επιδιώκεται με την πραγμάτωση παραγωγικής δραστηριότητας να παραμένει στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Κατά συνέπεια, δεν είναι νόμιμη η έκδοση διοικητικών πράξεων, με τις οποίες καθορίζεται θέση συγκεκριμένης παραγωγικής δραστηριότητας κατά παράλειψη του προσήκοντος επιπέδου χωροταξικού ή πολεοδομικού σχεδιασμού, πριν δηλαδή εγκριθεί για την περιοχή το προβλεπόμενο από την κείμενη νομοθεσία οικείο σχέδιο χρήσεων γης. Τούτο δε ανεξαρτήτως των εφαρμοζομένων επί μέρους μεγεθών και χαρακτηριστικών του έργου, ως και του εύρους, της πληρότητας και της επιστημονικής επάρκειας των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που συνοδεύουν τη σημειακή αυτή χωροθέτηση, διότι αυτές εκπονούνται και αφορούν στο τελικό επίπεδο εφαρμογής, δηλαδή πραγματώσεως του έργου και δεν δύνανται να υποκαταστήσουν το τυχόν ελλείπον ενδιάμεσο και κρίσιμο, κατά τα ανωτέρω, στάδιο χωροταξικού σχεδιασμού. Το Δικαστήριο δέχθηκε, περαιτέρω, ότι με την Τ/3522/9.7.1998 (Β 822) κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., η οποία εκδόθηκε δυνάμει της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 και με την οποία εγκρίθηκε η 500309/22.4.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα του ΕΟΤ, με τίτλο «Γενικές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής για τη δημιουργία Περιοχών Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης» ορίζονται, στην πραγματικότητα, οι προδιαγραφές των Π.Ο.Τ.Α., ως προς την χάραξη της τουριστικής πολιτικής, καθώς και (ομοφώνως) ότι, όπως συνάγεται από τις γενικές και ειδικές κατευθύνσεις, καθώς και προτάσεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της Κρήτης, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες, κατά περίπτωση, διαγραμμίσεις και απεικονίσεις των οικείων χαρτών, η ευρύτερη περιοχή, στην οποία σχεδιάζεται ν αναπτυχθεί το επίδικο έργο (ανατολική ακτή, από Σητεία, βόρεια, έως Άμπελο, νότια), προτείνεται μεν ως περιοχή, στην οποία δύναται, κατ αρχήν, ν αναζητηθούν εκτάσεις, προσφερόμενες προς ήπια 16 / 79

τουριστική ανάπτυξη, όπου αυτό κριθεί απόλυτα αναγκαίο, εν όψει όμως της διαπιστωμένης φέρουσας ικανότητας φυσικού και πολιτιστικού κεφαλαίου της ζώνης αυτής, η εν λόγω περιοχή δεν προτείνεται, πάντως, να αναπτυχθεί μέσω Π.Ο.Α.Δ.Π ή Π.Ε.Χ.Π ή σχεδίων αντίστοιχης προς τις Π.Ο.Α.Δ.Π στοχεύσεως. Τούτο δε διότι οι σχετικές κατευθύνσεις και ειδικότερες προτάσεις περιορίζονται στις βόρειες και νότιες ακτές της Κρήτης, που είναι ανεπτυγμένες τουριστικά και όπου για την ποιοτική αναβάθμιση ή την πρόβλεψη νέων τουριστικών εγκαταστάσεων προτείνεται, συγκεκριμένα, ως μέσο εφαρμογής τούτων, η ενεργοποίηση του άρθρου 29 ν. 2545/1997 (Π.Ο.Τ.Α). Αντίθετα, απουσιάζουν αντίστοιχες προτάσεις (δηλαδή έγκριση Π.Ο.Α.Δ.Π, Π.Ο.Τ.Α) για το ανατολικό τμήμα του νησιού και, ειδικότερα, για τη ζώνη όπου αναπτύσσεται το επίδικο έργο, όπως, άλλωστε, απουσιάζουν αντίστοιχες κατευθύνσεις και προτάσεις για το δυτικό τμήμα. Εν τέλει, το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη το μέγεθος και τα χαρακτηριστικά του επίμαχου έργου, την περιβαλλοντική ευαισθησία της περιοχής χωροθετήσεώς του (εντός των ορίων Τόπου Κοινοτικής Σημασίας της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, του οποίου καταλαμβάνει το 19% της επιφανείας, Ζώνης Ειδικής Προστασίας της Οδηγίας 79/407/ΕΟΚ, της οποίας καταλαμβάνει το 52% της επιφανείας, σε απόσταση 1.500 μ. από το κηρυγμένο ως αισθητικό δάσος φοινικόδασος του Βάι, που αποτελεί το δεσπόζον προστατευτέο στοιχείο της περιοχής Natura), τις προβλέψεις της εκπονηθείσας για τον Τ.Κ.Σ. Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης και του Ειδικού Διαχειριστικού Σχεδίου, τις κατευθύνσεις και προτάσεις των σχεδίων (εγκεκριμένων: Π.Π.Χ.Σ.Α.Α. Κρήτης και μη: υπό εκπόνηση Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. του Δήμου Ιτάνου και υπό κατάρτιση Ειδικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό) που ελήφθησαν υπόψη από τη Διοίκηση κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, καθώς και τις διατάξεις περί εκτός σχεδίου δομήσεως (π.δ. από 20.1.1988 και από 30.6.1991, για τη δόμηση των εκτός ρυμοτομικών σχεδίων και εκτός οικισμών γηπέδων και για την ανέγερση τουριστικών εγκαταστάσεων εκτός σχεδίων πόλεως και εκτός ορίων οικισμών, μεταξύ άλλων, της νήσου Κρήτης, αντιστοίχως) κατ επίκληση των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, έκρινε, κατά πλειοψηφία, κατ αποδοχή σχετικών λόγων ακυρώσεως, ότι η πράξη αυτή είναι ακυρωτέα ως μη νόμιμη, με τις εξής ειδικότερες σκέψεις: Τα επίμαχα έργα (εγκαταστάσεις και υποδομές) αποτελούν ένα σύνθετο έργο μεγάλης κλίμακας, το οποίο έχει το χαρακτήρα τουριστικού οικισμού με ιδία συνοχή και οργάνωση, που αποσκοπεί στην ολοκληρωμένη τουριστική ανάπτυξη της περιοχής, καθιστώντας αυτήν ολοκληρωμένο τουριστικό προορισμό, με την πραγμάτωση μεγάλου επενδυτικού σχεδίου και με τα ειδικότερα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που προβλέπονται από το θεσμό των Π.Ο.Τ.Α. και τις διατάξεις του 17 / 79

τουριστικού νόμου. Με την προσβαλλόμενη απόφαση εγκρίνονται περιβαλλοντικοί όροι για το ως άνω περιγραφόμενο σύστημα έργων και δραστηριοτήτων που αποτελεί το τρίτο και τελικό στάδιο εξειδίκευσης του χωροταξικού σχεδιασμού και ανήκει, ως εκ τούτου, στο επίπεδο εφαρμογής αυτού, το οποίο οφείλει να ερείδεται σε χωροταξικό σχεδιασμό δευτέρου (κατωτέρου) επιπέδου, είτε γενικού (Γ.Π.Σ., Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. κ.λπ.) είτε, εάν αυτός ελλείπει, εξιδιασμένου (Π.Ο.Α.Π.Δ., Π.Ο.Τ.Α. κ.λπ.). Οι ως άνω δε μηχανισμοί εφαρμογής οφείλουν να κινούνται εντός των πλαισίων των εγκεκριμένων χωροταξικών σχεδίων, τα οποία αποτελούν τα μέσα χωροταξικού σχεδιασμού πρώτου επιπέδου να τηρούν δε τους όρους και περιορισμούς που περιλαμβάνονται στις κατευθύνσεις και προτάσεις αυτών, εξειδικεύοντας και εφαρμόζοντάς τους, μέσω προβλέψεως κυρίως συγκεκριμένων χρήσεων γης και συναφών όρων ρυθμίσεως του χώρου κατά περιοχή. Στην προκείμενη περίπτωση όμως το εγκεκριμένο Περιφερειακό Πλαίσιο Κρήτης περιέχει συγκεκριμένες ειδικές κατευθύνσεις και προτάσεις για την επίμαχη περιοχή, οι οποίες επιβάλλουν τη χωροταξική της μεταχείριση ως φυσικού και πολιτιστικού κεφαλαίου, αλλά και ως παράκτιου χώρου, με προσεκτικό σχεδιασμό της μείζονος χωρικής ενότητας και κύρια κατεύθυνσή του την προστασία και ανάδειξη της κληρονομιάς, με εξαίρεση ήπιες τουριστικές χρήσεις, όπου αυτό κρίνεται απολύτως αναγκαίο. Οι ειδικές αυτές κατευθύνσεις χρήζουν εξειδίκευσης από κατάλληλες χωροταξικές ρυθμίσεις του δευτέρου επιπέδου χωροταξικού σχεδιασμού, η θέσπιση των οποίων προϋποθέτει ειδική και τεκμηριωμένη έρευνα, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι υφίσταται σχετική ανάγκη και να προσδιορισθεί ο βέλτιστος τρόπος ικανοποιήσεώς της, με πρόβλεψη των ανεκτών, ενόψει των συνθηκών της περιοχής, χρήσεων γης, καθώς και των λοιπών αναγκαίων όρων και περιορισμών (έντασης χρήσεων, προστατευτικών μέτρων κ.λπ.), ώστε να πραγματωθούν οι κατευθύνσεις και προτάσεις του Περιφερειακού Πλαισίου. Οι υποχρεωτικές αυτές ρυθμίσεις του κατώτερου χωροταξικού σχεδιασμού, ως εκ της φύσεώς τους και του ειδικού προστατευτικού σκοπού, τον οποίον οφείλουν να υπηρετούν, θέτουν εκποδών την εφαρμογή, στην επίμαχη περιοχή, των γενικών και παγίων διατάξεων περί εκτός σχεδίου δόμησης, η οποία, ούτως ή άλλως, αφορά μεμονωμένη δόμηση κύριων μόνον ξενοδοχειακών καταλυμάτων (άρθρο 173 Κ.Β.Π.Ν.), όχι δε συνδυασμένες χρήσεις, οι οποίες απαιτούν χωροταξικό σχεδιασμό σε διαδοχικά επίπεδα εφαρμογής. Όμως οι αναγκαίες αυτές ρυθμίσεις, οι οποίες οφείλουν να εξειδικεύουν τα ληπτέα μέτρα προστασίας και ανάδειξης του φυσικού και πολιτιστικού κεφαλαίου της περιοχής και τις προδιαγραφές της επιτρεπόμενης τουριστικής ανάπτυξης, αποτελώντας, έτσι, το αναγκαίο νόμιμο έρεισμα για την 18 / 79

έκδοση ατομικών πράξεων περιβαλλοντικής ή άλλης αδειοδοτήσεως, δεν έχουν θεσπισθεί εν προκειμένω. Σε κάθε περίπτωση δε οι ρυθμίσεις αυτές δεν θα μπορούσαν να επιτρέπουν την ολοκληρωμένη τουριστική ανάπτυξη της περιοχής τύπου Π.Ο.Τ.Α. Τούτο δε διότι, η τελευταία αποτελεί σύνθετο έργο που δημιουργείται εξαρχής, ώστε να συνιστά πλήρες και αυτόνομο τουριστικό συγκρότημα και συνεπάγεται εκτεταμένες επεμβάσεις σε εκτός σχεδίου εκτενείς, ενιαίες και αξιόλογες περιβαλλοντικά περιοχές, πραγματοποιούμενο με το συνδυασμό χρήσεων γης Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων, αντίστοιχων με τις επιμέρους εγκαταστάσεις και υποδομές που το συναποτελούν (ξενοδοχεία, παραθεριστικές κατοικίες, δυνάμενες, περαιτέρω, να πωλούνται ή να εκμισθώνονται μακροχρονίως, συνεδριακά κέντρα, γήπεδα γκόλφ, εμπορικά κέντρα και καταστήματα, εμπορικά εκθεσιακά κέντρα, κέντρα εστίασης και αναψυχής κ.λπ.). Τέτοιας μορφής τουριστική ανάπτυξη όμως, ούτε ήπια είναι, ούτε περιλαμβάνεται στις κατευθύνσεις και προτάσεις του Περιφερειακού Πλαισίου Κρήτης, το οποίο, προτείνοντας Π.Ο.Τ.Α. για την ποιοτική αναβάθμιση των τουριστικών παράκτιων περιοχών της βόρειας και νότιας ακτής του νησιού, αποκλείει τη μορφή αυτή εντατικής τουριστικής εκμετάλλευσης της ανατολικής παράκτιας και ευαίσθητης περιβαλλοντικά ενότητας, όπου χωροθετείται το επίμαχο έργο. Τούτο δε διότι η εν λόγω μορφή τουριστικής ανάπτυξης συνεπάγεται οικιστική ενεργοποίηση άθικτων εκτός σχεδίου εκτάσεων, οι οποίες, ανεξαρτήτως του ποσοστού δομήσεως και εκμεταλλεύσεώς τους έναντι της συνολικής ευρύτερης περιοχής και εκτός των υποδομών που πρέπει να αποκτήσουν το πρώτον προς το σκοπό αυτόν, καθίστανται, επί μονίμου βάσεως, υποδοχείς μεγάλου αριθμού ανθρώπων που θα διαμένουν, διακινούνται, εργάζονται και χρησιμοποιούν αυτές. Με τα δεδομένα αυτά, η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία αποφασίζεται και επιτρέπεται, καθ υποκατάσταση του δευτέρου επιπέδου χωροταξικού σχεδιασμού και κατά παράβαση, πάντως, των κατευθύνσεων και προτάσεων του Π.Π.Σ.Χ.Α.Α. (α επιπέδου), η πραγματοποίηση του επίμαχου έργου με απευθείας εφαρμογή των διατάξεων και χρήση των διαδικασιών της περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεώς του, που εντάσσονται στο τρίτο και τελευταίο στάδιο της ατομικής αδειοδοτήσεως, στη φάση της πραγματώσεώς του, είναι μη νόμιμη. Η διττή αυτή πλημμέλεια δεν δύναται να θεραπευθεί, προσδίδοντας νόμιμο έρεισμα στην προσβαλλόμενη πράξη, με τη συνεκτίμηση των κατευθύνσεων του, υπό εκπόνηση, Ειδικού Πλαισίου για τον Τουρισμό, στην οποία προέβη η Διοίκηση, με την έννοια ότι οι κατευθύνσεις αυτές δύνανται να τροποποιούν, ερμηνεύουν ή συμπληρώνουν τις αντίθετες κατευθύνσεις και προτάσεις του εγκεκριμένου Περιφερειακού Πλαισίου. Διότι, πέραν του γεγονότος 19 / 79

ότι το Ειδικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό δεν ήταν, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, εγκεκριμένο, πάντως, οι επιλογές και κατευθύνσεις του Ειδικού Πλαισίου τούτου λαμβάνονται κατά νόμο υπόψη και εφαρμόζονται (προκειμένου να εναρμονισθούν προς αυτές τα κατωτέρου επιπέδου σχέδια χωρικού σχεδιασμού) μόνον όταν ελλείπουν τα Περιφερειακά Πλαίσια, όχι δε αντιστρόφως, όπως συμβαίνει εν προκειμένω (άρθρο 9 παρ. 1 ν. 2742/1999). Εξ άλλου, οι θετικές, σχετικά με το επίμαχο έργο, προβλέψεις του υπό εκπόνηση Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. του Δήμου Ιτάνου δεν μπορούν να παράσχουν νόμιμο έρεισμα στην προσβαλλόμενη πράξη, προεχόντως διότι το σχέδιο αυτό δεν έχει εγκριθεί, ώστε να αποκτήσει νομικά δεσμευτικό χαρακτήρα, ευρισκόμενο δε στο στάδιο της μελέτης, αποτελεί σύνολο συμπερασμάτων και προτάσεων, που είναι άδηλο αν και υπό ποιό τελικώς κανονιστικό περιεχόμενο θα εγκριθούν. Τέλος, οι πλημμέλειες που καθιστούν την προσβαλλομένη πράξη μη νόμιμη, αναγόμενες σε έλλειψη προαπαιτούμενων νομίμων προϋποθέσεων, που έπρεπε να συντρέχουν για την έκδοσή της, δεν είναι θεραπεύσιμες μέσω των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών που προσδίδουν στο έργο οι περιβαλλοντικές μελέτες, στις οποίες βασίσθηκε η εν λόγω ατομική αδειοδότησή του στο τελευταίο στάδιο εφαρμογής (ολοκληρωμένος σχεδιασμός της περιοχής, με πραγματοποίηση ήπιων μεγεθών σε συνδυασμό με θετικές επιπτώσεις στην προστασία του φυσικού και πολιτιστικού κεφαλαίου και την εθνική οικονομία, μέτρα διαχείρισης της περιοχής ελέγχου του φορέως κ.λπ.). Τούτο δε διότι, οι μελέτες αυτές αφορούν στο τελευταίο επίπεδο πραγματώσεως του έργου και, συνεπώς, δεν δύνανται να υποκαταστήσουν το ελλείπον και κρίσιμο στάδιο του κατώτερου χωρικού σχεδιασμού, δια του οποίου και μόνο εξειδικεύονται επιτρεπτώς, από πλευράς επιτρεπομένων χρήσεων γης και λοιπών συναφών παραμέτρων, οι κατευθύνσεις και προτάσεις του Περιφερειακού Πλαισίου για τη συγκεκριμένη περιοχή. Με τις σκέψεις αυτές, το Δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμους ισχυρισμούς των παρεμβαινόντων, σύμφωνα με τους οποίους το επίμαχο έργο πραγματούται σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Περιφερειακού Πλαισίου (σε συνδυασμό και με τα λοιπά υπό εκπόνηση σχέδια), που προβλέπει τη τουριστική χρήση (γενικώς) για τη περιοχή, πραγματώνοντας, περαιτέρω, τις επιλογές του για ήπια τουριστική ανάπτυξη, όπου είναι αναγκαίο, μέσω των περιβαλλοντικών και λοιπών επιστημονικών μελετών που εκπονήθηκαν και του σχεδιασμού του έργου, που προβλέπει ήπια μεγέθη, εντοπισμένη μικρής κλίμακας δόμηση και άλλους όρους και περιορισμούς δόμησης που είναι ηπιότεροι απ αυτούς που επιτρέπονται από τις εφαρμοστέες, κατά την αντίληψη των παρεμβαινόντων, διατάξεις της εκτός σχεδίου δόμησης. 20 / 79

Βασικές σκέψεις 2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία εισάγεται ενώπιον της Ολομελείας του Δικαστηρίου, με την από 17.5.2007 πράξη του Προέδρου, λόγω μείζονος σπουδαιότητας, κατά το άρθρο 14 παρ. 2 περ. α του π.δ. 18/1989 (Α 8), ζητείται η ακύρωση της 163381/564/5.2.2007 κοινής απόφασης των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Τουριστικής Ανάπτυξης, Πολιτισμού και Εμπορικής Ναυτιλίας, με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι «για την ολοκληρωμένη τουριστική ανάπτυξη της έκτασης του ιδρύματος «Παναγία η Ακρωτηριανή» στην περιοχή Κάβο Σίδερο, Ν. Λασιθίου Κρήτης, με φορέα υλοποίησης του έργου (φορέας αντισυμβαλλόμενος του ιδρύματος και παραχωρησιούχος χρήσης γης για την τουριστική ανάπτυξη και εκμετάλλευση) την εταιρεία «L». Ειδικότερα, το επίμαχο έργο αναπτύσσεται στο βορειοανατολικό άκρο της Κρήτης σε έκταση επιφάνειας περίπου 25.000.000 τ.μ., που είναι εντεταγμένη στο κοινοτικό δίκτυο «NATURA 2000», εντός της οποίας χωροθετούνται 6 τουριστικά συγκροτήματα χωριά, μεγίστης συνολικής δυναμικότητας 7.000 κλινών. Η ευρύτερη έκταση επιφανείας 30.000 στρεμμάτων, εξαιρουμένης εκτάσεως 250 στρεμμάτων που καταλαμβάνει το Φοινικόδασος «Βάι», αναγνωρίσθηκε ότι ανήκει κατά κυριότητα στην Ιερά Μονή Τοπλού Σητείας, με την 330/1999 αμετάκλητη απόφαση του Εφετείου Κρήτης, μετά από αναπομπή της υπόθεσης από τον Άρειο Πάγο με την 1550/1998 απόφασή του, επί της από 12.2.1985 αγωγής της Ιεράς Μονής κατά του Ελληνικού Δημοσίου ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λασιθίου. Ενόσω ήταν εκκρεμής η παραπάνω διαφορά σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής, η Ιερά Μονή Τοπλού, με το υπ αριθμ. 8689/7.12.1991 δωρητήριο συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Σητείας Βικτωρίας συζ. Γεωργίου Κουνελάκη Κουτσοδόντη, δώρισε στο υπό σύσταση «Ίδρυμα Παναγία η Ακρωτηριανή», μέρος της παραπάνω εκτάσεως επιφανείας 25.913 στρεμμάτων για την εκπλήρωση των σκοπών του. Ακολούθως, με το από 27.5.1992 π.δ. (Β 395/9.6.1992) εγκρίθηκε η σύσταση του κοινωφελούς Εκκλησιαστικού Ιδρύματος με την επωνυμία «Ίδρυμα Παναγία Ακρωτηριανή» από τον Μητροπολίτη Ιεράς Μητροπόλεως Ιεραπύτνης και Σητείας, με την υπ αριθμ. 8688/7.12.1991 πράξη 21 / 79