Η κατάσταση του πληθυσμού της βίδρας (Lutra lutra) στις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα



Σχετικά έγγραφα
ΜΙΑ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΕΚΚΛΗΣΗ

οιωνός #49 Παρακολουθώντας τα ταξίδια της Νανόχηνας >Κουκουβάγιες > αφιέρωμα: Ε λ λ η ν ι κ ή Ο ρ ν ι θ ο λ ο γ ι κ ή Ε τ α ι ρ ε ί α

Η Ζωή Μας με τις Δασικές Πυρκαγιές: Η Άποψη της Επιστήμης

Βόρειες Κυκλάδες. θαλάσσιο καταφύγιο ζωής.

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

ΒΙΩΣΙΜΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΕ ΟΡΕΙΝΗ ΠΕΡΙΟΧΗ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΡΥΑΣ

ECO choros. ΠΡΟΤΥΠΟΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ Κιμμέρια Ξάνθης ΔΙΔΑΣΚΩΝ ΟΜΆΔΑ ΕΡΓΑΣΊΑΣ

εσµεύσεις χωρίς εφαρµογή: η περιβαλλοντική νοµοθεσία στην Ελλάδα

Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Διατροφή και τις Διατροφικές Διαταραχές

Κεφάλαιο V: Μεθοδολογία για την Εκστρατεία Procura +

Η ανάπτυξη φραγµάτων µετά την Οδηγία Πλαίσιο για τα Νερά της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2000/60/ΕΚ)

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ - ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

Τα 50 Κορυφαία (TOP 50) Φυτά των Νησιών της Μεσογείου

Αξιολόγηση υπόγειου χώρου στάθμευσης με μεθόδους περιβαλλοντικής οικονομίας

Αλατωση. Μ. Ianetta N. Colonna. Σειρα Φυλλαδιων: B Aριθμος: 3

ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΡΆΣΙΝΕΣ ΘΈΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΊΑΣ ΜΙΑ ΒΙΏΣΙΜΗ ΔΙΈΞΟΔΟΣ ΑΠΌ ΤΗΝ ΚΡΊΣΗ

Χωροταξικός σχεδιασμός και εδαφικές - διοικητικές δομές: Ζητήματα χωρικής διακυβέρνησης σε τοπική κλίμακα

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

είκτες Αειφόρου Ανάπτυξης: Η συµβολή τους και οι διεθνείς τάσεις

Σχέδιο ιαχείρισης Λίµνης Παµβώτιδας Ιωαννίνων

Μια αγορά που αναζητά νέες λύσεις

Προγραµµατική Περίοδος Επιχειρησιακό Πρόγραµµα. Τίτλος: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ - ΑΕΙΦΟΡΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ Κωδικός Ε.Π.: 1 CCI: 2007GR161PO005 ΕΠΙΣΗΜΗ ΥΠΟΒΟΛΗ

Διερεύνηση των αντιλήψεων και στάσεων των μαθητών του ΕΠΑΛ Νάξου σε σχέση με το αιολικό πάρκο της περιοχής τους

Η μη τυπική εκπαίδευση στην υπηρεσία της Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη: Το παράδειγμα του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης

Βοσκές και Βοσκότοποι

Αξιολόγηση της Σχέσης Κόστους Αποτελεσματικότητας των Πολιτικών Ελέγχου της Παράτυπης Μετανάστευσης στην Ελλάδα

ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Transcript:

Η κατάσταση του πληθυσμού της βίδρας (Lutra lutra) στις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα ΤΕΛΙΚΟΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ (ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2012 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2012) Ιανουάριος 2013, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΜΕΤΑΛΛΙΚΟΥ ΝΕΡΟΥ ΑΥΡΑ Σημείωση για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας Ολόκληρη ή τμήματα της αναφοράς αυτής είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν μόνο κατόπιν άδειας από τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ. Τα επιστημονικά δεδομένα της αναφοράς είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν μόνο κατόπιν γραπτής άδειας από τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ είναι μια ελληνική, μη κερδοσκοπική εταιρία που ιδρύθηκε το 1992 και δραστηριοποιείται για την προστασία της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος με δράσεις έρευνας πεδίου, επιστημονικής μελέτης, ευαισθητοποίησης κοινού, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και εθελοντισμού για την προστασία της άγριας ζωής, την ενίσχυση της βιοποικιλότητας και της αειφορίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ υλοποιεί συστηματικά εδώ και χρόνια ερευνητικά προγράμματα με στόχο κυρίως τη διατήρηση των πληθυσμών των μεγάλων σαρκοφάγων αλλά και τη συνετή διαχείριση των βιοτόπων τους. Στα πλαίσια των δράσεων αυτών, ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ ξεκίνησε το 2010 μια ερευνητική προσπάθεια με στόχο να μελετήσει σε βάθος, ένα από τα πιο απειλούμενα και ταυτοχρόνως λιγότερο γνωστά θηλαστικά της Ελλάδας, την Ευρασιατική βίδρα (Lutra lutra). Η παρούσα αναφορά αποτελεί τον συνολικό, τελικό απολογισμό της ερευνητικής αυτής δράσης του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ, η οποία κατά το τελικό έτος πραγματοποίησής της έλαβε την ευγενική υποστήριξη του φυσικού μεταλλικού νερού ΑΥΡΑ. Η ερευνητική δράση αυτή είχε ως στόχο την αξιολόγηση της υφιστάμενης κατάστασης του πληθυσμού της βίδρας στις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα, στον νομό Φλώρινας στη δυτική Μακεδονία. Αλέξανδρος Α. Καραμανλίδης, Δρ. Βιολόγος 2

Η παρούσα Έκθεση συντάχθηκε από τον: Αλέξανδρο Α. Καραμανλίδη, Δρ. Βιολόγος Για την υλοποίηση του έργου και τη συλλογή όλων των απαραίτητων δεδομένων συνεργάστηκαν οι παρακάτω ερευνητές (με αλφαβητική σειρά): Χριστάκης Ευαγγέλου, M.Sc. Δασολόγος Αλέξανδρος Α. Καραμανλίδης, Δρ. Βιολόγος Λάμπρος Κραμποκούκης, Βιολόγος Γιώργος Παπακώστας, Ειδικός δασικής προστασίας Κώστας Στεφανίδης, Ομάδα Άμεσης Επέμβασης ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ Karen Hornigold, Βιολόγος Lorenzo Quaglietta, Δρ. Βιολόγος Βιβλιογραφική αναφορά: Καραμανλίδης, Α.Α. (Συντ.) 2012. Η κατάσταση του πληθυσμού της βίδρας (Lutra lutra) στις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα. Τελικός απολογισμός ερευνητικής δράσης με την υποστήριξη του φυσικού μεταλλικού νερού ΑΥΡΑ (Ιανουάριος - Δεκέμβριος 2012). ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ. Θεσσαλονίκη, Ιανουάριος 2013. 1-19. 3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ...7 Περιοχή μελέτης...7 Συλλογή δεδομένων...7 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ...10 ΣΥΖΗΤΗΣΗ...13 ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ...14 ΔΡΑΣΕΙΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ...16 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ...16 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 17 4

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΧΑΡΤΩΝ Χάρτης 1: Χάρτης του νομού Φλώρινας, όπου παρουσιάζονται οι λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα. Οι μαύρες κουκίδες αντιπροσωπεύουν περιοχές στις οποίες βρέθηκαν έμμεσες ενδείξεις παρουσίας βίδρας, ενώ οι αριθμοί υποδεικνύουν τις τοποθεσίες στις οποίες τοποθετήθηκαν το 2012 αυτόματα συστήματα καταγραφής κίνησης για τη μελέτη της βίδρας... 9 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΓΡΑΦΗΜΑΤΩΝ Γράφημα 1: Σχετική συχνότητα παρουσίας (relative frequency of occurrence (RFO) διαφόρων τροφικών πηγών της Ευρασιατικής βίδρας ανάλογα με το μήνα δειγματοληψίας. Οι αριθμοί σε παρένθεση παρουσιάζουν τον αριθμό των περιττωμάτων που αναλύθηκαν.11 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΙΝΑΚΩΝ Πίνακας 1: Σχετική συχνότητα παρουσίας τροφικών πηγών στο διαιτολόγιο της Ευρασιατικής βίδρας ανάλογα με τις περιοχές και τα έτη δειγματοληψίας.... 11 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΙΚΟΝΩΝ Εικόνα 1: Φωτογραφίες από τις καταγραφές των αυτόματων συστημάτων καταγραφής κίνησης α) ενήλικη βίδρα που κολυμπάει β) ενήλικη βίδρα στη λίμνη Χειμαδίτιδα γ) ενήλικη βίδρα που μαρκάρει την περιοχή της δ) ενήλικη θηλυκή βίδρα μαζί με τα τρία μικρά της....12 5

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στο παρελθόν, η Ευρασιατική βίδρα (Lutra lutra Linnaeus, 1758) θεωρούταν ένα από τα πιο διαδεδομένα θηλαστικά της Παλεαρκτικής (Corbet 1978). Τα τελευταία 40 χρόνια όμως οι πληθυσμοί του είδους έχουν μειωθεί σημαντικά, με αποτέλεσμα η βίδρα να εξαφανιστεί από πολλές χώρες της Ευρώπης (Roobitaille and Laurence 2002), και να εκφράζονται έντονες ανησυχίες για την επιβίωση του είδους στις περισσότερες από τις υπόλοιπες (Macdonald and Mason 1994). Λαμβάνοντας υπόψη την αρνητική αυτή εξέλιξη και στοχεύοντας στην αποτελεσματική προστασία του είδους, πολλές χώρες έχουν ξεκινήσει εντατικά προγράμματα αποκατάστασης και επανεισαγωγής πληθυσμών βίδρας [π.χ. Ισπανία (Ferrando et al. 2008), Ολλανδία (Koelewijn et al. 2010; Seignobosc et al. 2011)], ενώ οι περισσότερες χώρες στην Ευρώπη έχουν καθιερώσει συστηματικές δράσεις επιστημονικής παρακολούθησης και διαχείρισης των πληθυσμών τους [π.χ. Γαλλία (Roobitaille and Laurence 2002), Ιταλία (Prigioni et al. 2007), Ουγγαρία (Heltai et al. 2012), Πολωνία (Kloskowski 2010), Σουηδία (Yom-Tov et al. 2010), Τσεχία (Adamek et al. 2003)]. Οι προσπάθειες αυτές έχουν ως αποτέλεσμα την ανάκαμψη των πληθυσμών της βίδρας σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Kranz 2000). Η Ευρασιατική βίδρα θεωρείται ευρέως διαδεδομένη στην Ελλάδα και απαντάται στο ηπειρωτικό τμήμα της χώρας και σε μερικά νησιά (Macdonald and Mason 1982; Macdonald and Mason 1985; Gaethlich 1988; Macdonald and Mason 1994; Ruiz-Olmo 2006). Παρά το εύρος της κατανομής, η βίδρα απειλείται από την εκτεταμένη αλλοίωση και καταστροφή του βιότοπού της, από την αυξανόμενη χρήση χημικών στις αγροτικές καλλιέργειες και την μόλυνση των υδάτινων πόρων, που έχουν οδηγήσει στην κατάτμηση των πληθυσμών του είδους στη χώρα μας (Galanaki and Gaethlich 2009). Η Ευρασιατική βίδρα θεωρείται πλέον είδος απειλούμενο στην Ελλάδα (Galanaki and Gaethlich 2009) και προστατεύεται από τη διεθνή (π.χ., Σύμβαση CITES), ευρωπαϊκή (π.χ., Κοινοτική οδηγία των Οικοτόπων, Σύμβαση της Βέρνης) και εθνική νομοθεσία (π.χ., προεδρικό διάταγμα 67/1981). Αν και το είδος απειλείται και προστατεύεται θεσμικά, η ελληνική πολιτεία δεν έχει προχωρήσει μέχρι σήμερα στην καθιέρωση συστηματικών δράσεων επιστημονικής παρακολούθησης και διαχείρισης, ακόμα και σε τοπικό επίπεδο, της βίδρας στη χώρα μας. Η συλλογή βασικών επιστημονικών δεδομένων σχετικά με τη βιολογία και την οικολογία της βίδρας, που θα προωθήσουν την αποτελεσματική διαχείρισή της, θεωρούνται από τις βασικές προτεραιότητες για την αποτελεσματική προστασία του είδους στη χώρα μας (Galanaki and Gaethlich 2009). 6

Αναλογιζόμενοι την απειλούμενη κατάσταση της βίδρας στην Ελλάδα και την έλλειψη βασικών πληροφοριών σχετικά με τη βιολογία και οικολογία του είδους ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ ξεκίνησε το 2010 συστηματικές δράσεις μελέτης της βίδρας στις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα στον νομό Φλώρινας στη δυτική Μακεδονία. Στόχος της έρευνας ήταν η μελέτη της χωρικής και χρονικής παρουσίας της βίδρας στην περιοχή μελέτης καθώς επίσης και η συλλογή βασικών πληροφοριών σχετικά με το διαιτολόγιο και τα πρότυπα κίνησής της. Τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάζονται σε συνάρτηση με τα λιγοστά επιστημονικά δεδομένα για το είδος και τις βασικές προτεραιότητες για την αποτελεσματική διαχείριση και προστασία του στην Ελλάδα. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ Περιοχή μελέτης Η μελέτη πραγματοποιήθηκε στις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα (N 40º 36, E 21º 33 ) στη δυτική Μακεδονία (Χάρτης 1). Η λίμνη Ζάζαρη βρίσκεται σε υψόμετρο 602 μέτρα, έχει μέσο βάθος 4.6 μ και έκταση περίπου 1.85 χλμ 2. Η λίμνη Χειμαδίτιδα βρίσκεται αντίστοιχα σε υψόμετρο 593 μ, έχει μέσο βάθος 1 μ και έκταση 10.8 χλμ 2. Οι δύο λίμνες επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω ενός καναλιού μήκους 2 χλμ. και ανήκουν στο οικολογικό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Natura 2000 (Κωδικός περιοχής GR 134005). Παρά τη νομική τους προστασία, αυτή τη στιγμή δεν εφαρμόζονται στην περιοχή συντονισμένες δράσεις διαχείρισης και προστασίας, με αποτέλεσμα οι λίμνες να απειλούνται από την έντονη ανθρώπινη παρουσία (δηλ., την ανεξέλεγκτη χρήση υδάτινων πόρων για άρδευση και τις παράνομες αλιευτικές, κτηνοτροφικές και κυνηγετικές δραστηριότητες). Συλλογή δεδομένων Η μελέτη της κατάστασης του πληθυσμού της βίδρας στις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας τρεις διαφορετικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις: η μελέτη της παρουσίας του είδους έγινε μέσω της καταγραφής έμμεσων βιοδηλωτικών ενδείξεων, η τροφική μελέτη με την ανάλυση περιττωμάτων, ενώ η μελέτη της παρουσίας και των προτύπων κίνησης έγινε με τη χρήση αυτόματων συστημάτων καταγραφής κίνησης. Η συλλογή επιστημονικών δεδομένων πραγματοποιήθηκε το διάστημα Ιουλίου - Δεκεμβρίου τα έτη 2010, 2011 και 2012. Οι μήνες αυτοί επιλέχθηκαν καθώς ήταν οι 7

μοναδικοί κατά τους οποίους η στάθμη του νερού των λιμνών ήταν αρκετά χαμηλή ώστε να είναι εφικτές πεζές δειγματοληψίες. Η παρουσία της βίδρας στην περιοχή μελέτης διαπιστώθηκε μέσω της καταγραφής έμμεσων ενδείξεων παρουσίας, όπως ίχνη και περιττώματα (Mason and Macdonald 1986; Reuther et al. 2000). Στη λίμνη Ζάζαρη έγιναν δειγματοληψίες περιμετρικά της λίμνης, ενώ στη λίμνη Χειμαδίτιδα οι δειγματοληψίες επικεντρώθηκαν στο βόρειο κομμάτι της λίμνης, σε δύο τμήματα της, μήκους 800 μ η κάθε μία. Η ευρύτερη περιοχή αυτή επιλέχτηκε και για την τοποθέτηση των αυτομάτων συστημάτων καταγραφής κίνησης καθώς ήταν η μοναδική προσιτή περιοχή χωρίς έντονη ανθρώπινη παρουσία. Το έτος 2010 οι δειγματοληψίες για την καταγραφή της παρουσίας του είδους έγιναν σε τακτά χρονικά διαστήματα μίας εβδομάδας, ενώ τα έτη 2011 και 2012 οι δειγματοληψίες γίνονταν ευκαιριακά, με στόχο απλά την επιβεβαίωση της συνεχιζόμενης παρουσίας της βίδρας στα ήδη διαπιστευμένα σημεία παρουσίας του είδους. Πληροφορίες σχετικά με τις διατροφικές συνήθειες του είδους συλλέχθηκαν μέσω της ανάλυσης περιττωμάτων σύμφωνα με τη μεθοδολογία που έχει περιγραφεί από τους (Conroy et al. 2005). Στα πλαίσια της παρούσας μελέτης οι υποψήφιες τροφικές πηγές κατηγοριοποιήθηκαν ως εξής: αμφίβια, ασπόνδυλα, ερπετά, πτηνά, ψάρια και θηλαστικά. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης παρουσιάζονται ως σχετική συχνότητα παρουσίας [δηλ. ο ποσοστιαίος αριθμός παρουσίας μιας συγκεκριμένης τροφικής πηγής επί του συνολικού αριθμού όλων των τροφικών πηγών; relative frequency of occurrence (RFO)]. Η παρουσία της βίδρας και τα πρότυπα κίνησής της μελετήθηκαν το 2012 στη λίμνη Χειμαδίτιδα με τη χρήση αυτόματων συστημάτων καταγραφής κίνησης. Οκτώ υπέρυθρες κάμερες (LTL Acorn 5210A), οι οποίες χρησιμοποιούν την τεχνολογία low-glow flash χρησιμοποιήθηκαν για την 24ωρη παρακολούθηση πέντε διαφορετικών τοποθεσιών (βλ. Χάρτη 1) και την καταγραφή βίντεο. Η δραστηριότητα των ζώων κατηγοριοποιήθηκε ως εξής: πρωινή (δηλ. 05:00-12:59), απογευματινή (δηλ. 13:00-20:59) και βραδινή (δηλ. 21:00-04:59). Στη συγκεκριμένη περίπτωση η χρήση και των τριών μεθόδων ταυτόχρονα είναι αυτή που επέτρεψε τη διαμόρφωση της συνολικής εικόνας της κατάστασης του απειλούμενου αυτού είδους στην περιοχή μελέτης. 8

Χάρτης 1: Χάρτης του νομού Φλώρινας, όπου παρουσιάζονται οι λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα. Οι μαύρες κουκίδες αντιπροσωπεύουν περιοχές στις οποίες βρέθηκαν έμμεσες ενδείξεις παρουσίας βίδρας, ενώ οι αριθμοί υποδεικνύουν τις τοποθεσίες στις οποίες τοποθετήθηκαν το 2012 αυτόματα συστήματα καταγραφής κίνησης για τη μελέτη της βίδρας. 9

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Από το 2010-2012 καταγράφηκαν συνολικά 414 βιοδηλωτικές ενδείξεις στην περιοχή μελέτης [περιττώματα N: 408 - ίχνη N: 6; (Ζάζαρη: 2010 N: 70; 2011 N: 10; 2012 N: 10 - Χειμαδίτιδα 2010 N: 268; 2011 N: 46; 2012 N: 10)]. Στη λίμνη Ζάζαρη οι βιοδηλωτικές ενδείξεις καταγράφηκαν κυρίως πάνω σε πέτρες (52%), λάσπη (11%) και χόρτα (8%) κατά μήκος της συνολικής περιμέτρου της λίμνης. Στη λίμνη Χειμαδίτιδα οι βιοδηλωτικές ενδείξεις βρέθηκαν κυρίως πάνω σε βράχους (87%) στο βόρειο τμήμα της λίμνης (βλ. Χάρτη 1). Βιοδηλωτικές ενδείξεις της παρουσίας της βίδρας καταγράφηκαν σε όλους τους μήνες των δειγματοληψιών (Ιούλιο - Δεκέμβριο) και κατά τη συνολική διάρκεια της περιόδου μελέτης (2010-2012). Η μελέτη των τροφικών συνηθειών της βίδρας στην περιοχή μελέτης πραγματοποιήθηκε με την ανάλυση 132 περιττωμάτων [(Περιοχές μελέτης: Ζάζαρη: 2010 N: 20, 2011 N: 10; Χειμαδίτιδα: 2010 N: 57, 2011: N: 45); (Μήνες δειγματοληψίας: Ιούλιος: 6, Αύγουστος: 12, Σεπτέμβριος: 56, Οκτώβριος: 43, Νοέμβριος: 13, Δεκέμβριος: 2)]. Η σχετική συχνότητα παρουσίας ήταν η ακόλουθη: Αμφίβια: 29%, Πτηνά: 26%, Ψάρια: 39%, Ασπόνδυλα: 1%, Θηλαστικά: 3%, Ερπετά: 2%. Οι συνολικές σχετικές συχνότητες παρουσίας ανάλογα με την περιοχή (δηλ., λίμνη Ζάζαρη ή Χειμαδίτιδα), το έτος (δηλ., 2010, 2011) και το μήνα δειγματοληψίας (δηλ., Ιούλιο, Αύγουστο, Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο) παρουσιάζονται στον Πίνακα 1 και το Γράφημα 1. Δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των σχετικών συχνοτήτων παρουσίας τροφικών πηγών από τις δύο διαφορετικές δειγματοληπτικές περιοχές (Wilcoxon's signed ranks test Z: -0.211, p= 0.833) και από τα δύο έτη δειγματοληψίας (Wilcoxon's signed ranks test Z: -0.135, p= 0.893). Οι σχετικές συχνότητες παρουσίας ανάλογα με το μήνα δειγματοληψίας έδειξαν μια σταδιακή αύξηση του ποσοστού των πτηνών στο σύνολο της τροφής και μία ταυτόχρονη μείωση του αντίστοιχου ποσοστού των ψαριών και των αμφίβιων. 10

Πίνακας 1: Σχετικές συχνότητες παρουσίας τροφικών πηγών στο διαιτολόγιο της Ευρασιατικής βίδρας ανάλογα με τις περιοχές και τα έτη δειγματοληψίας. Ζάζαρη (N: 30) Χειμαδίτιδα (N: 102) 2010 (N: 77) 2011 (N: 55) Aμφίβια 29 29 25 36 Πτηνά 30 25 31 18 Ψάρια 41 39 39 39 Ασπόνδυλα 0 1 1 1 Θηλαστικά 0 4 4 2 Ερπετά 0 2 0 4 Γράφημα 1: Σχετικές συχνότητες παρουσίας (relative frequency of occurrence (RFO) διαφόρων τροφικών πηγών της Ευρασιατικής βίδρας ανάλογα με το μήνα δειγματοληψίας. Οι αριθμοί σε παρένθεση παρουσιάζουν τον αριθμό των περιττωμάτων που αναλύθηκαν. 11

Τα οκτώ αυτόματα συστήματα καταγραφής κίνησης λειτούργησαν για 9360 ώρες και κατέγραψαν την παρουσία βίδρας σε 17 περιπτώσεις. Όλες οι καταγραφές βίδρας έγιναν το βράδυ στις θέσεις δειγματοληψίας 1 και 2 (βλ. Χάρτη 1) και αφορούσαν το λιγότερο σε πέντε διαφορετικά άτομα (1 ενήλικο αρσενικό, 1 ενήλικο θηλυκό και τρία νεαρά άτομα) (Εικόνα 1). Οι αυτόματες κάμερες κατέγραψαν συμπεριφορά μαρκαρίσματος σε τρεις περιπτώσεις ενώ κατέγραψαν επίσης αλεπούδες (Vulpes vulpes, N: 103), λύκους (Canis lupus, N: 3), αρκούδες (Ursus arctus, N: 2), πετροκούναβα (Martes foina, N: 3), μία αγριόγατα (Felis silvestris) και ένα αμερικάνικο μινκ (Mustela vison). Εικόνα 1: Φωτογραφίες από τις καταγραφές των αυτόματων συστημάτων καταγραφής κίνησης α) ενήλικη βίδρα που κολυμπάει β) ενήλικη βίδρα στη λίμνη Χειμαδίτιδα γ) ενήλικη βίδρα που μαρκάρει την περιοχή της δ) ενήλικη θηλυκή βίδρα μαζί με τα τρία μικρά της. 12

ΣΥΖΗΤΗΣΗ Η Ευρασιατική βίδρα αποτελεί σημαντικό μέλος της βιοποικιλότητας των υδάτινων οικοσυστημάτων καθώς κατέχει τη θέση του ανώτερου θηρευτή στην τροφική αλυσίδα των Ευρωπαϊκών γλυκών νερών (Almeida et al. 2012). Εξαιτίας της σημαντικής οικολογικής της λειτουργίας και της αξίας της ως είδος προτεραιότητας στην προστασία υδάτινων οικοσυστημάτων (Saavedra and Sargatal 1998), συστηματικές δράσεις έχουν ξεκινήσει στην Ευρώπη με στόχο τη μελέτη και προστασία της βίδρας (Randi et al. 2003; Mucci et al. 2010; Cianfrani et al. 2011). Στην Ελλάδα όμως το είδος έχει περάσει σχεδόν απαρατήρητο από την επιστημονική κοινότητα. Ενδεικτικό της κατάστασης αυτής είναι το γεγονός ότι μόλις επτά επιστημονικές εργασίες έχουν δημοσιευθεί, η πλειοψηφία των οποίων πριν από περισσότερο από μια δεκαετία (Macdonald and Mason 1982; Macdonald and Mason 1985; Delaki 1988; Gaethlich 1988; Gémillet 1993; Gourvelou et al. 2000; Ruiz-Olmo 2006)]. Ακριβείς πληροφορίες σχετικά με την παρουσία και την κατανομή ενός είδους είναι σημαντικές για τον σχεδιασμό αποτελεσματικών δράσεων προστασίας (Rondinini et al. 2006). Οι πληροφορίες που υπάρχουν σχετικά με την παρουσία και κατανομή της βίδρας στην Ελλάδα δεν είναι δυστυχώς επίκαιρες. Η παρουσία του είδους έχει καταγραφεί στη βόρειο-ανατολική (Macdonald and Mason 1985) και δυτική Ελλάδα (Gaethlich 1988), και στην Κέρκυρα (Ruiz-Olmo 2006). Στην μελέτη τους στη βόρεια Ελλάδα οι Macdonald και Mason (1982) δεν συμπεριέλαβαν τις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης, στην περιοχή των δύο λιμνών διαβιεί μόνιμα ένας πληθυσμός της Ευρασιατικής βίδρας που περιλαμβάνει το λιγότερο πέντε διαφορετικά άτομα. Παρόλο που η παρουσία της βίδρας στη λίμνη Χειμαδίτιδα καταγράφηκε μόνο στο βόρειο τμήμα της λίμνης που ήταν προσβάσιμο σε πεζούς, προφορικές πληροφορίες από ψαράδες της περιοχής αναφέρουν την ύπαρξη του είδους και στο νότιο τμήμα της λίμνης. Η λεπτομερής κατανόηση των διατροφικών συνηθειών της βίδρας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την σωστή κατανόηση των απειλών για το είδος στην Ευρώπη (Carss 1995). Τα αποτελέσματα των τροφικών αναλύσεων της παρούσας μελέτης είναι σε συμφωνία με τα αποτελέσματα μιας πιο αναλυτικής διατροφικής μελέτης στην ίδια περιοχή. Η αυξημένη παρουσία πτηνών στο διαιτολόγιο της βίδρας στην περιοχή από τον Ιούλιο και μετά σχετίζεται με την σταδιακή ολοκλήρωση της αναπαραγωγικής περιόδου των παρυδάτιων πουλιών και την αυξημένη παρουσία νεοσσών, οι οποίοι αποτελούν ευκολότερη λεία (Bousbouras et al. 2012). Η αυξημένη παρουσία πτηνών στο διαιτολόγιο της βίδρας είναι και η σημαντική διαφορά με τις άλλες μελέτες διατροφικής συμπεριφοράς 13

για το είδος από άλλες περιοχές της Ελλάδας (Delaki 1988; Gourvelou et al. 2000; Ruiz- Olmo 2006) και με τη γενικότερη μικρή παρουσία πτηνών στο διαιτολόγιο της βίδρας στην Ευρώπη γενικότερα (Kemenes and Nechay 1990; Georgiev 2006; Sales-Luis et al. 2007). Τα αποτελέσματα αυτά είναι σε συμφωνία με την παραδοχή ότι η βίδρα είναι ένας ευκαιριακός θηρευτής (Copp and Roche 2003), η δίαιτα της οποίας στη Μεσόγειο είναι ιδιαίτερα ποικίλη (Clavero et al. 2003). Η μελέτη των προτύπων κίνησης είναι σημαντική για τον καθορισμό σημαντικών περιοχών για την προστασία του είδους και για τη διαμόρφωση αποτελεσματικών στρατηγικών προστασίας του (Beja 1996). Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι στην περιοχή αυτή της βορειο- δυτικής Ελλάδας, όπως και στις περισσότερες άλλες μεσογειακές χώρες [π.χ., Πορτογαλία (Beja 1996; Quaglietta et al. 2012); Ισραήλ (Guter et al. 2008)], οι βίδρες είναι κατά κύριο λόγο νυχτόβιες. ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Η αποτελεσματική διαχείριση και προστασία της βίδρας σε εθνικό επίπεδο προϋποθέτει την ύπαρξη ενός πρωτοκόλλου μελέτης για το είδος το οποίο έχει δοκιμαστεί και λειτουργήσει στην πράξη (Heltai et al. 2012). Η παρούσα μελέτη χρησιμοποίησε με επιτυχία τρεις διαφορετικές μεθοδολογίες (δηλ., καταγραφή βιοδηλωτικών ενδείξεων, ανάλυση περιττωμάτων, χρήση αυτόματων συστημάτων καταγραφής κίνησης) στην πρώτη συστηματική και μακρόχρονη μελέτη της βίδρας στην Ελλάδα. Η μεθοδολογία της καταγραφή έμμεσων ενδείξεων παρουσίας αποδείχθηκε κατάλληλη στην ανίχνευση της παρουσίας του είδους στην περιοχή και για το λόγο αυτό αντίστοιχες δειγματοληψίες θα έπρεπε να γίνουν και στην υπόλοιπη Ελλάδα, ώστε να επικαιροποιηθεί ο χάρτης της κατανομής του είδους στη χώρα. Περιττώματα που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της καταγραφής των βιοδηλωτικών ενδείξεων μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη λεπτομερή κατανόηση των τροφικών συνηθειών της βίδρας στην Ελλάδα και στην ταυτοποίηση τυχόν απειλών για το είδος (Carss 1995). Οπτικές επαφές έχουν χρησιμοποιηθεί συχνά για την επιστημονική παρακολούθηση του είδους (Ruiz-Olmo et al. 2001), η μεθοδολογία όμως αυτή προϋποθέτει ότι οι βίδρες είναι σε κάποιο βαθμό ημερόβιες. Με δεδομένο λοιπόν ότι οι βίδρες στην περιοχή μελέτης μας και πιθανώς σε ολόκληρη την Ελλάδα είναι νυχτόβιες, η χρήση αυτόματων συστημάτων καταγραφής κίνησης φαντάζει ως μια αξιόπιστη λύση για 14

την επιστημονική παρακολούθηση και τη μελέτη των προτύπων κίνησης του είδους. Παρόλο που η συγκεκριμένη μεθοδολογία έχει χρησιμοποιηθεί σπάνια στη μελέτη αυτού του ημι-υδρόβιου θηλαστικού (Garcia de Leaniz et al. 2006), τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δείχνουν ότι η χρήση αυτόματων συστημάτων καταγραφής κίνησης μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στη λεπτομερή κατανόηση των προτύπων κίνησης του είδους. Τα πλεονεκτήματα της συγκεκριμένης μεθοδολογίας είναι ότι είναι απολύτως μηπαρεμβατική, ενώ ταυτόχρονα τα αποτελέσματά της προσφέρονται ιδιαιτέρως για χρήση στην περιβαλλοντική ενημέρωση και ευαισθητοποίηση (Hönigsfeld-Adamič and Smole 2011). Παρόλο που η παρούσα μελέτη δεν στόχευσε στη μελέτη των απειλών για τη βίδρα στην περιοχή, οι επιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας στο είδος και το βιότοπό του ήταν εμφανείς. Η ανεξέλεγκτη άρδευση για τη συντήρηση των παρακείμενων χωραφιών και η αυξημένη βόσκηση της παρυδάτιας βλάστησης είχαν κατά τους καλοκαιρινούς μήνες αρνητικές επιπτώσεις στο βιότοπο της βίδρας. Η ενεργητική προστασία των εναπομεινάντων πληθυσμών βίδρας στην Ελλάδα θα πρέπει να συνδυαστεί με την ενεργητική προστασία του βιότοπού της, ιδιαίτερα σε αγροτικές περιοχές (Marcelli et al. 2012). Επίσης, η ορθή διαχείριση των υδάτινων πόρων, ειδικά σε περιοχές της Μεσογείου με έντονη καλοκαιρινή ξηρασία, θα παίξει σημαντικό ρόλο στην αποτελεσματική προστασία του είδους (Quaglietta 2011). Τέλος, δύο από τις πιο σημαντικές απειλές για τη βίδρα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η μόλυνση των υδάτων και η θνησιμότητα από τροχαία ατυχήματα (Hauer et al. 2002; Boscher et al. 2010; Christensen et al. 2010) θα πρέπει να μελετηθούν περισσότερο σε βάθος στη χώρας μας. Πληροφορίες από το Εθνικό Παρατηρητήριο Τροχαίων Ατυχημάτων Άγριας Πανίδας δείχνουν ότι το είδος εμπλέκεται συχνά σε θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα (Ε.Πα.Τ.Α.Α.Π. 2012). Η συλλογή των απαραίτητων πληροφοριών σχετικά με βασικές βιολογικές παραμέτρους και τις απειλές για τη βίδρα θα πρέπει να οδηγήσουν στη διαμόρφωση ενός Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τη Βίδρα, όμοιο με αυτά που ισχύουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Loy et al. 2010) και το οποίο θα εξασφαλίσει τη σωστή διαχείριση και προστασία και μακροπρόθεσμα τη βιωσιμότητα της βίδρας στην Ελλάδα. 15

ΔΡΑΣΕΙΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ Μια επιλογή των πιο ωραίων βίντεο από τα αυτόματα συστήματα καταγραφής κίνησης θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Οι δράσεις στο πεδίο πραγματοποιήθηκαν με τη βοήθεια των εθελοντών του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ. Ευχαριστούμε θερμά τους J. Delalonde, M. Donadieu, N. McMahon και E. Nenot. Μέρος της έρευνας υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος "Κάποια δάση έχουν τη δική τους αύρα" του φυσικού μεταλλικού νερού ΑΥΡΑ. 16

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Adamek Z, Kortan D, Lepic P, Andreji J (2003) Impacts of otter (Lutra lutra L.) predation on fishponds: A study of fish remains at ponds in the Czech Republic. Aquaculture International 11:389-396 Almeida D, Copp GH, Masson L, Miranda R, Murai M, Sayer CD (2012) Changes in the diet of a recovering Eurasian otter population between the 1970s and 2010. Aquatic Conservation-Marine and Freshwater Ecosystems 22:26-35 Beja PR (1996) Temporal and spatial patterns of rest-site use by four female otters Lutra lutra along the south-west coast of Portugal. Journal of Zoology 239:741-753 Boscher A, Gobert S, Guignard C, Ziebel J, L'hoste L, Gutleb AC, Cauchie HM, Hoffmann L, Schmidt G (2010) Chemical contaminants in fish species from rivers in the North of Luxembourg: Potential impact on the Eurasian otter (Lutra lutra). Chemosphere 78:785-792. doi:10.1016/j.chemosphere.2009.12.024 Bousbouras D, Georgiadis L, Alonso S, Phirriard C, Ruiz Ruiz C, Aubin E (2012) Investigation of the feeding habits of otters in lakes of western Macedonia. Page 130, in Ecological research in Greece: Tendencies, challenges, applications. Hellenic Ecological Society Athens, Greece Carss DN (1995) Foraging behaviour and feeding ecology of the otter Lutra lutra: a selective review. Hystrix 7:179-194 Christensen H, Heggberget TM, Gutleb AC (2010) Polychlorinated Biphenyls and Reproductive Performance in Otters From the Norwegian Coast. Archives of Environmental Contamination and Toxicology 59:652-660 Cianfrani C, Le Lay G, Maiorano L, Satizabal HF, Loy A, Guisan A (2011) Adapting global conservation strategies to climate change at the European scale: The otter as a flagship species. Biological Conservation 144:2068-2080 Clavero M, Prenda J, Delibes M (2003) Trophic diversity of the otter (Lutra lutra L.) in temperate and Mediterranean freshwater habitats. Journal of Biogeography 30:761-769 Conroy JWH, Watt J, Webb JB, Jones AM (2005) A guide to the identification of prey remains in otter spraint. The Mammal Society, London, U.K. Copp GH, Roche K (2003) Range and diet of Eurasian otters Lutra lutra (L.) in the catchment of the River Lee (south-east England) since re-introduction. Aquatic Conservation-Marine and Freshwater Ecosystems 13:65-76. doi: 10.1002/aqc.561 Corbet GB (1978) The Mammals of the Palaearctic region: a taxonomic review. British Museum (Natural History), London Delaki E-E, Kotzageorgis, G., Vassiliki, I. And Stamopoulos, A. (1988) A Study of Otters in Lake Mikri Prespa, Greece. IUCN Otter Specialist Group Bulletin 3:12-16 Ferrando A, Lecis R, Domingo-Roura X, Ponsa M (2008) Genetic diversity and individual identification of reintroduced otters (Lutra lutra) in north-eastern Spain by DNA genotyping of spraints. Conservation Genetics 9:129-139. doi: 10.1007/s10592-007-9315-1 Gaethlich M (1988) Otters in Western Greece and Corfu. IUCN Otter Specialist Group Bulletin 3:17-23 Galanaki A, Gaethlich M (2009) Lutra lutra (Linnaeus, 1758). Pages 380-382 in A. Legakis and P. Maragou, editors. Red Data Book of the Threatened Animal Species of Greece. Hellenic Zoological Society, Athens. Garcia De Leaniz C, Forman DW, Davies S, Thomson A (2006) Non-intrusive monitoring of otters (Lutra lutra) using infrared technology. Journal of Zoology 270:577-584 Gémillet X (1993) Field survey of Lutra lutra on Corfu Island (Greece). IUCN Otter Specialist Group Bulletin 8:39-42 Georgiev DG (2006) Diet of the otter Lutra lutra in different habitats of southeastern Bulgaria. IUCN Otter Specialist Group Bulletin 23 Gourvelou E, Papageorgiou N, Neophytou C (2000) Diet of the otter Lutra lutra in lake Kerkini and stream Milli-Aggistro, Greece. Acta Theriologica 45:35-44 Guter A, Dolev A, Saitz D, Kronfeld-Schor N (2008) Using videotaping to validate the use of spraints as an index of Eurasian otter (Lutra lutra) activity. Ecological Indicators 8:462-465 Hauer S, Ansorge H, Zinke O (2002) Reproductive performance of otters Lutra lutra (Linnaeus, 1758) in Eastern Germany: low reproduction in a long-term strategy. Biological Journal of the Linnean Society 77:329-340 17

Heltai M, Bauer-Haáz É, Lehoczki R, Lanszki J (2012) Changes in the occurrence and population trend of the Eurasian otter (Lutra lutra) in Hungary between 1990 and 2006. North-Western Journal of Zoology 8:112-118 Hönigsfeld-Adamič M, Smole J (2011) Phototraps as a Non-Invasive Method of Monitoring Otters (Lutra lutra): What can we Expect? IUCN Otter Specialist Group Bulletin 28A:60-69 Kemenes I, Nechay G (1990) The Food of Otters Lutra-Lutra in Different Habitats in Hungary. Acta Theriologica 35:17-24 Kloskowski J (2010) Human-wildlife conflicts at pond fisheries in eastern Poland: perceptions and management of wildlife damage. European Journal of Wildlife Research:1-10. doi: 10.1007/s10344-010-0426-5 Koelewijn HP, Pérez-Haro M, Jansman HaH, Boerwinkel MC, Bovenschen J, Lammertsma DR, Niewold FJJ, Kuiters AT (2010) The reintroduction of the Eurasian otter (Lutra lutra) into the Netherlands: hidden life revealed by noninvasive genetic monitoring. Conservation Genetics 11:601-614. doi: 10.1007/s10592-010-0051-6 Kranz A (2000) Otters (Lutra lutra) increasing in Central Europe: from the threat of extinction to locally perceived overpopulation? Mammalia 64:357-368 Loy A, Boitani L, Bonesi L, Canu A, Di Croce A, Fiorentino PL, Genovesi P, Mattei L, Panzacchi M, Prigioni C, Randi E, Reggiani G (2010) The Italian Action Plan for the endangered Eurasian otter Lutra lutra. Hystrix 21:19-33 Macdonald DW, Mason CF (1994) Status and conservation needs of the otter (Lutra lutra) in the western Palaearctic. Nature and Environment 67:1-54 Macdonald SM, Mason CF (1982) Otters in Greece. Oryx 16:240-244. doi:dx.doi.org/10.1017/s0030605300017464 Macdonald SM, Mason CF (1985) Otters, their habitat and conservation in Northeast Greece. Biological Conservation 31:191-210 Marcelli M, Polednik L, Polednikova K, Fusillo R (2012) Land use drivers of species re-expansion: inferring colonization dynamics in Eurasian otters. Diversity and Distributions 18:1001-1012. doi:10.1111/j.1472-4642.2012.00898.x Mason CF, Macdonald SM (1986) Otters. Ecology and Conservation. Cambridge University Press Mucci N, Arrendal J, Ansorge H, Bailey M, Bodner M, Delibes M, Ferrando A, Fournier P, Fournier C, Godoy JA, Hajkova P, Hauer S, Heggberget TM, Heidecke D, Kirjavainen H, Krueger H-H, Kvaloy K, Lafontaine L, Lanszki J, Lemarchand C, Liukko U-M, Loeschcke V, Ludwig G, Madsen AB, Mercier L, Ozolins J, Paunovic M, Pertoldi C, Piriz A, Prigioni C, Santos-Reis M, Luis TS, Stjernberg T, Schmid H, Suchentrunk F, Teubner J, Tornberg R, Zinke O, Randi E (2010) Genetic diversity and landscape genetic structure of otter (Lutra lutra) populations in Europe. Conservation Genetics 11:583-599. doi:10.1007/s10592-010-0054-3 Prigioni C, Balestrieri A, Remonti L (2007) Decline and recovery in otter Lutra lutra populations in Italy. Mammal Review 37:71-79. doi: 10.1111/j.1365-2907.2007.00105.x Quaglietta L (2011) Ecology and behaviour of the Eurasian otter (Lutra lutra) in a Mediterranean area (Alentejo, Portugal). PhD thesis. Università degli Studi di Roma La Sapienza Quaglietta L, Martins BH, De Jongh A, Mira A, Boitani L (2012) A low-cost GPS GSM/GPRS Telemetry System: Performance in stationary field tests and preliminary data on wild otters (Lutra lutra). PLOS One 7:e29235. doi:10.1371/journal.pone.0029235.g001 Randi E, Davoli F, Pierpaoli M, Pertoldi C, Madsen AB, Loeschcke V (2003) Genetic structure in otter (Lutra lutra) populations in Europe: implications for conservation. Animal Conservation 6:93-100. doi:10.1017/s1367943002004000 Reuther C, Dolch D, Green R, Jahrl J, Jefferies D, Krekemeyer A, Kucerova M, Madsen AB, Romanowski J, Roche K, Ruiz-Olmo J, Teubner J, Trindade A (2000) Surveying and monitoring distribution and population trends of the Eurasian otter (Lutra lutra). Guidelines and evaluation of the Standard Method for Surveys as recommended by the European Section of the IUCN/SSC Otter Specialist Group. Habitat 12:1-148 Rondinini C, Wilson KA, Boitani L, Grantham H, Possingham HP (2006) Tradeoffs of different types of species occurrence data for use in systematic conservation planning. Ecology Letters 9:1136-1145 Roobitaille JF, Laurence S (2002) Otter, Lutra lutra, occurrence in Europe and in France in relation to landscape characteristics. Animal Conservation 5:337-344. doi:10.1017/s1367943002004109 Ruiz-Olmo J, Saavedra D, Jimenez J (2001) Testing the surveys and visual and track censuses of Eurasian otters (Lutra lutra). Journal of Zoology 253:359-369 18

Ruiz-Olmo J (2006) The otter (Lutra lutra L.) on Corfu Island (Greece): situation in 2006. IUCN Otter Specialist Group Bulletin 23:16-24 Saavedra D, Sargatal J (1998) Reintroduction of the otter (Lutra lutra) in Northeast Spain (Girona Province). Galemys 10:191-199 Sales-Luis T, Pedroso NM, Santos-Reis M (2007) Prey availability and diet of the Eurasian otter (Lutra lutra) on a large reservoir and associated tributaries. Canadian Journal of Zoology-Revue Canadienne De Zoologie 85:1125-1135 Seignobosc M, Hemerik L, Koelewijn HP (2011) A Demo-genetic analysis of a small reintroduced carnivore population: the otter (Lutra lutra) in The Netherlands. International Journal of Ecology 2011. doi:10.1155/2011/870853 Yom-Tov Y, Roos A, Mortensen P, Wiig O, Yom-Tov S, Heggberget TM (2010) Recent changes in body size of the eurasian otter Lutra lutra in Sweden. Ambio 39:496-503 19