1 Α1. ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 11/06/2018 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ - Δικό μας, λοιπόν, έργο, είπα εγώ, δηλαδή των ιδρυτών της πόλης (είναι) να εξαναγκάσουμε τις εξαιρετικές φύσεις να φτάσουν στο μάθημα, το οποίο είπαμε προηγουμένως ότι είναι το σπουδαιότερο, δηλαδή να δουν το αγαθό και να ανέβουν εκείνη την ανηφορική οδό, και όταν, έχοντας ανεβεί, δουν αρκετά, να μην τους επιτρέπουμε αυτό που τώρα επιτρέπεται. - Ποιο δηλαδή; - Το να μένουν εκεί, είπα εγώ, και να μη θέλουν να κατεβαίνουν πάλι κοντά σε εκείνους τους δεσμώτες ούτε να συμμετέχουν στους κόπους και τις τιμές μαζί με αυτούς, είτε είναι ταπεινότερες είτε σπουδαιότερες. Β1. Ο Σωκράτης στο συγκεκριμένο χωρίο που περιλαμβάνει τις φράσεις "ἀφικέσθαι πρός το μάθημα ὃ ἐν τῷ πρόσθεν ἒφαμεν εἶναι μέγιστον", "ἰδεῖν τέ τό ἀγαθόν", "ἀναβῆναι ἐκείνη τήν ἀνάβασιν" ορίζει τι πρέπει να γίνει για την καλύτερη λειτουργία της πόλης: πρέπει οι οικιστές να αναγκάσουν τις εξαιρετικές προσωπικότητες να φτάσουν στο σημαντικότερο μάθημα, στην ύψιστη γνώση, τη γνώση του αγαθού. Σχετικά με το μέγιστον μάθημα, είναι η γνώση, η θέαση του Αγαθού. Ο Πλάτωνας δεν έδωσε στο έργο του μια σαφή ερμηνεία γι αυτόν τον όρο που είναι από τους σημαντικότερους στο φιλοσοφικό του σύστημα παρά αρκείται σε ορισμένους υπαινιγμούς. Γι'αυτό ήδη
2 από την αρχαιότητα το "Πλάτωνος ἀγαθόν" ήταν παροιμιακή έκφραση για κάτι το ασαφές και το σκοτεινό. Στο Διγενή Λαέρτιο διαβάζουμε:"ἧτον οἶδα τοῦτ ἐγώ, ὦ δέσποτ' ἢ το Πλάτωνος ἀγαθόν" (προφανώς μιλά κάποιος δούλος και λέει στον κύριό του: αυτό το πράγμα το γνωρίζω λιγότερο απ'ότι γνωρίζω το Αγαθόν του Πλάτωνα). Ωστόσο μπορούμε να πούμε ότι το Αγαθό είναι: 1. το "εἶναι" καί ό,τι διατηρεί το "εἶναι". Δηλαδή η βαθύτερη ουσία των όντων. Όχι το "φαίνεσθαι" αλλά το "εἶναι". 2. Η τάξη, η οργάνωση και η ενότητα που διαπερνά και συνέχει την πολλαπλότητα. Δηλαδή είναι η οργάνωση, η ομορφιά, αυτό που επιτρέπει την ύπαρξη τάξης και συνοχής ανάμεσα στα διαφορετικά. 3. Ό,τι παρέχει την αλήθεια και την επιστήμη. Είναι το φως, το μέσο που παρέχει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να ξεφύγει από την πλάνη και να κατακτήσει την αλήθεια. 4. Η ύψιστη αρχή και η πηγή του όντος και της γνώσης. Με τη φράση "'ἀναβῆναι ἐκείνην τήν ἀνάβασιν" ο Σωκράτης επιστρέφει στην αλληγορία του σπηλαίου και χαρακτηρίζει την πορεία προς το Αγαθόν ως την ανάβαση από τα βάθη του σπηλαίου, την έξοδο προς το φως και τελικά τη θέαση του ύψιστου Αγαθού. Υπάρχει δυνατότητα κατάκτησης του Αγαθού. Δεν είναι κάτι το απλησίαστο, το ανέφικτο. Αντίθετα, με τη συνδρομή της παιδείας είναι δυνατόν οι εξαιρετικές φύσεις να το προσεγγίζουν ("ἀφικέσθαι"), να το αντικρίσουν,όχι βέβαια με τις αισθήσεις αλλά με τη νόηση ("ἰδεῖν"), και να το κατακτήσουν. Η διαδικασία βέβαια δεν είναι εύκολη. Απαιτείται κοπιώδης προσπάθεια, συνεχής και δύσκολος αγώνας. Είναι ανηφορικός και τραχύς ο δρόμος προς την κατάκτηση του Αγαθού (η επανάληψη της λέξης ανάβαση στο χωρίο:ἀναβῆναι, ἀνάβασιν, ἀναβάντες, υπογραμμίζει τη δυσκολία). Η γνώση λοιπόν του Αγαθού είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να αναλάβει κάποιος τη διακυβέρνηση της πολιτείας. Κατάλληλος γι' αυτό το ρόλο είναι μόνο όποιος λάβει το μέγιστο μάθημα.
3 Β2. Ο Σωκράτης στο συγκεκριμένο χωρίο αιτιολογεί την πρότασή του που διατύπωσε προηγουμένως σχετικά με τη στάση που πρέπει να τηρήσουν οι "οἰκισταί" απέναντι στις "βελτίστας φύσεις" ("ἡμέτερον δή ἒργον,... ἐπιτρέπεται"). Σύμφωνα με την αιτιολόγηση λοιπόν αυτής της πρότασης το ζητούμενο δεν είναι η ευδαιμονία κάποιων πολιτών, αλλά η ευδαιμονία του συνόλου της πόλης. Ο Σωκράτης έτσι φαίνεται να υποτάσσει το ατομικό συμφέρον στο συλλογιστικό. Απώτερος στόχος είναι η ευτυχία της πόλης και όχι μιας ομάδας ανθρώπων που ζουν σ' αυτή. Εδώ πρέπει να προσέξουμε ότι, όταν ο Σωκράτης αναφέρεται στο τι πρέπει να συμβαίνει στην πόλη, λέει ότι πρόκειται για επιταγές του νόμου. Όποιος στόχος τίθεται μέσα στο πλαίσιο της πόλης αποτελεί διαταγή του νόμου κι εδώ φανερώνεται η μεγάλη σημασία που έδινε ο Σωκράτης στη τήρηση των νόμων. Και στο συγκεκριμένο λοιπόν χωρίο προτάσσει πάλι το νόμο, προσωποποιημένο. Αυτός ορίζει και όλοι οφείλουν να πειθαρχούν. Ο σκοπός λοιπόν του νόμου, σύμφωνα με το Σωκράτη, είναι η ευημερία όλου του κοινωνικού συνόλου και όχι μιας τάξης. Ειδικότερα, ο σκοπός του νόμου είναι: α. Να αποβλέπει στην ευδαιμονία του κοινωνικού συνόλου, παρέχοντας υπηρεσίες σε όλο το κοινωνικό σύνολο και όχι μόνο σε κάποια τάξη ("ἐν ὃλῃ.. ἐγγενέσθαι"). β. Να επιτυγχάνει την αρμονική συνύρπαξη των πολιτών. Να συνεργάζονται δηλαδή γόνιμα συγκροτώντας ένα σύνολο και να μην υπάρχουν εχθρικές διαθέσεις ανάμεσα στις τρεις τάξεις ("συναρμόττων τούς πολίτας") γ. Να καλλιεργεί κλίμα συνεργασίας μεταξύ των πολιτών. Να αναπτύσσει την αλληλεγγύη και να διαμορφώνει συλλογική συνείδηση έτσι ώστε κάθε πολίτης ξεχωριστά να ωφελεί, όσο μπορεί, τους συμπολίτες του ("μεταδιδόναι... ὠφελεῖν"). δ. Να διαπλάθει πολίτες με συνείδηση ότι δεν μπορούν να πράττουν ό,τι θέλουν αλλά ότι έχουν ένα συγκεκριμένο ρόλο μέσα στην πόλη με
4 σκοπό την εύρυθμη λειτουργία της και την ευδαιμονία των πολιτών (" ἐμποῖων... βούλεται"). Τα μέσα που χρησιμοποιεί ο νόμος για να επιτύχει όλα τα παραπάνω, σύμφωνα με το Σωκράτη, είναι η πειθώ και η ανάγκη (=βία). Σχετικά με την πειθώ ο Πλάτωνας θεωρεί ότι ο νόμος θα πρέπει να πείθει τους πολίτες να συμμορφώνονται με τις επιταγές του. Δηλαδή πρωταρχικό ζητούμενο είναι οι πολίτες να μην εξαναγκάζονται αλλά συνειδητά να ακολουθούν το νόμο. Αυτό βέβαια απαιτεί αγωγή, κοινωνική συνείδηση και ηθική διαπαιδαγώγηση των πολιτών που θα τους επιτρέψει να υπακούουν στους νόμους χωρίς άσκηση πίεσης. Σχετικά με την ανάγκη (=βία) βλέπουμε ότι ο Πλάτωνας δεν περιορίζεται μόνο στην πειθώ αλλά αποδέχεται ως μέσο διαμόρφωσης πολιτών, συμμορφωμένων με το νόμο, τη βία. Στους "Νόμους" ο Πλάτωνας λέει ότι ο άριστος νομοθέτης συνδυάζει την πειθώ με τη βία, η οποία αφορά τον "ἂπειρον παιδείας ὂχλον". Συμπερασματικά,λοιπόν, όχι απλώς υιοθετεί και τους δύο τρόπους αλλά ορίζει και τις περιπτώσεις όπου ο καθένας πρέπει να εφαρμόζεται. Β3. 1. Κέφαλο 2. τον χορό 3. εκδιώχθηκε κακήν κακώς από το νησί. 4. επωμίζονται στρατιωτικά και διοικητικά καθήκοντα. 5. Τυραννίδα Β4. α. ἀφικέσθαι - ανικανοποίητος εἶπον - ρήμα ἰδεῖν - ιδέα μεταδιδόναι - παράδοση
5 β. Ο σύγχρονος άνθρωπος επιδίδεται στο κυνήγι των υλικών αγαθών. Ένας έντονος πόνος στο στομάχι τον οδήγησε στα επείγοντα περιστατικά του νοσοκομείου. Η Ελλάδα βρίσκεται εγκλωβισμένη σε ένα φαύλο κύκλο αντιπαράθεσης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων εν μέσω κρίσιμων διαπραγματεύσεων με τους δανειστές. Γ1. Η ρητορική βρίσκεται σε αναλογική σχέση με τη διαλεκτική: και οι δυο τους, δηλαδή, ασχολούνται με τέτοια θέματα που, κατά κάποιο τρόπο, αποτελούν μέρος των γνώσεων όλων των ανθρώπων και δεν ανήκουν στο περιεχόμενο καμιάς διακριτής επιστήμης. Αυτός είναι και ο λόγος που όλοι, με κάποιον τρόπο/λίγο πολύ, συμμετέχουν και στις δύο. Όλοι, πράγματι, ως έναν βαθμό, δοκιμάζουν και να κρίνουν και να υποστηρίζουν ένα επιχείρημα και να υπερασπίζονται τον εαυτό τους και να γίνονται κατήγοροι. Μόνο που οι περισσότεροι άνθρωποι τα κάνουν όλα αυτά άλλοι τυχαία/στην τύχη/απροσχεδίαστα, ενώ άλλοι από συνήθεια που την απέκτησαν με άσκηση/ως αποτέλεσμα άσκησης. Επειδή, όμως, και οι δύο αυτοί τρόποι είναι δυνατοί, είναι φανερό ότι όλοι οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν αυτά και με την εφαρμογή μιας ορισμένης μεθόδου. Μπορούμε, πράγματι, να ψάξουμε με το μυαλό μας και να βρούμε για ποιο λόγο κάποιοι πετυχαίνουν ενεργώντας από συνήθεια και άλλοι ενεργώντας στην τύχη όλοι τότε θα βρεθούμε σύμφωνοι ότι αυτού του είδους η διερεύνηση είναι το έργο μιας τέχνης. Λεξιλόγιο 1. ἀντίστροφος: ανάλογη. 2. ἀφωρισμένης: (εδώ) διακριτή. 3. ἀμφοῖν: γενική δυϊκού αριθμού του ἄμφω: και οι δύο. 4. ὑπέχω λόγον: λογοδοτώ, εδώ: υποστηρίζω ένα επιχείρημα 5. ἐγχειρέω - ῶ: προσπαθώ, επιχειρώ, δοκιμάζω. 6. εἰκῇ: τυχαία, χωρίς σχέδιο. 7. ἀπὸ ἕξεως: ως αποτέλεσμα άσκησης. 8. ἐνδέχεται: είναι δυνατόν, ενδέχεται.
9. ὁδῷ: (εδώ) τρόπος, μέθοδος. 6 Γ2.α. α) ἀφωρισμένης: το τρίτο πρόσωπο ενικού αριθμού στην οριστική του παθητικού αορίστου. ἀφωρίσθη β) ὑπέχειν: το δεύτερο πρόσωπο ενικού αριθμού στην προστακτική του αορίστου β στην ίδια φωνή. ὑπόσχες γ) πολλῶν: τη δοτική πληθυντικού αριθμού του θηλυκού γένους στον υπερθετικό βαθμό. πλείσταις δ) δρῶσιν: τη γενική πληθυντικού αριθμού του αρσενικού γένους της Γ2.β. μετοχής ενεστώτα στην ίδια φωνή. δρώντων «τὸ δὲ τοιοῦτον ἤδη πάντες ἂν ὁμολογήσαιεν τέχνης ἔργον εἶναι» «τὰ δὲ τοιαῦτα ἤδη πᾶς ἂν ὁμολογήσαι/ὁμολογήσειε τεχνῶν ἔργα εἶναι» Γ3.α. α) τῇ διαλεκτικῇ: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, δοτική αντικειμενική στο «ἀντίστροφος». β) ἐξετάζειν: τελικό απαρέμφατο, αντικείμενο στο ρήμα «ἐγχειροῦσι», ταυτοπροσωπία (κοινό υποκείμενο: «πάντες»). γ) θεωρεῖν: τελικό απαρέμφατο, υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα «ἐνδέχεται». δ) ἔργον: κατηγορούμενο μέσω του συνδετικού ρηματικού τύπου «εἶναι» στο υποκείμενο «τὸ δὲ τοιοῦτον». Γ3.β. «Ἐπεὶ δ ἀμφοτέρως ἐνδέχεται»: Δευτερεύουσα επιρρηματική αιτιολογική πρόταση. Εκφέρεται με οριστική που δηλώνει το πραγματικό.
7 Γ3.γ. «Τῶν μὲν πολλῶν οἱ μὲν εἰκῇ ταῦτα δρῶσιν, οἱ δὲ διὰ συνήθειαν ἀπὸ ἕξεως»: Τῶν μὲν πολλῶν: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, γενική διαιρετική στα «οἱ μὲν», «οἱ δὲ». εἰκῇ: δοτικοφανές επίρρημα, λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου στο ρήμα «δρῶσιν». ταῦτα: σύστοιχο αντικείμενο στο ρήμα «δρῶσιν». διὰ συνήθειαν: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας στο εννοούμενο ρήμα «δρῶσιν».