TÉÔËÏÓ ÂÉÂËÉÏÕ: Κοιµήσου µαζί µου, µαµά! ÓÕÃÃÑÁÖÅΑÓ: Ράνια Μπουµπουρή EIÊÏÍÏÃÑÁÖÇÓÇ: Μάρω Αλεξάνδρου ΘΕΩΡΗΣΗ ÊÅÉÌÅÍÏÕ: Άννα Μαράντη ÇËÅÊÔÑÏÍÉÊÇ ÓÅËÉÄÏÐÏÉÇÓÇ: Ελένη Σταυροπούλου EÊÔÕÐÙÓÇ: Ι. Πέππας ΑΒΕΕ ÂÉÂËÉÏÄÅÓÉÁ: Κωνσταντίνα Παναγιώτου & ΣΙΑ Ο.Ε. Ράνια Μπουµπουρή, 2012 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá 2012 Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2012 ÉSBN 978-960-496-503-8 Τυπώθηκε σε 100% ανακυκλωµένο χαρτί. To ðáñüí Ýñãï ðíåõìáôéêþò éäéïêôçóßáò ðñïóôáôåýåôáé êáôü ôéò äéáôüîåéò ôïõ Åëëçíéêïý Íüìïõ (Í. 2121/1993 üðùò Ý åé ôñïðïðïéçèåß êáé éó ýåé óþìåñá) êáé ôéò äéåèíåßò óõìâüóåéò ðåñß ðíåõìáôéêþò éäéïêôçóßáò. Áðáãïñåýåôáé áðïëýôùò ç Üíåõ ãñáðôþò αäåίáò ôïõ åêäüôç êáôü ïðïéïνäþðïôå ôñüðï Þ ìýóï áíôéãñáöþ, öùôïáíáôýðùóç êáé åí ãýíåé áíáðáñáãùãþ, åêìßóèùóç Þ äáíåéóìüò, ìåôüöñáóç, äéáóêåõþ, áíáìåôüäïóç óôï êïéíü óå ïðïéáäþðïôå ìïñöþ (çëåêôñïíéêþ, ìç áíéêþ Þ Üëëç) êáé ç åí ãýíåé åêìåôüëëåõóç ôïõ óõíüëïõ Þ ìýñïõò ôïõ Ýñãïõ. ÅÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å. PSICHOGIOS PUBLICATIONS S.A. äñá: ÔáôïÀïõ 121 Head office: 121, Tatoiou Str. 144 52 Ìåôáìüñöùóç 144 52 Metamorfossi, Greece Âéâëéïðùëåßï: Ìáõñïìé Üëç 1 Bookstore: 1, Mavromichali Str. 106 79 ÁèÞíá 106 79 Áthens, Greece Ôçë.: 2102804800 Tel.: 2102804800 Telefax: 2102819550 Telefax: 2102819550 www.psichogios.gr www.psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr
Εικονογράφηση: Μάρω Αλεξάνδρου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ
Η ΡΑΝΙΑ ΜΠΟΥΜΠΟΥΡΗ γεννήθηκε στο Καρπενήσι το 1974. Στις πανελλαδικές εξετάσεις πέρασε πρώτη στο Τµήµα ηµοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας του Α.Π.Θ. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της αρίστευσε στα µαθήµατα λόγου και φιλοσοφίας, µε καθηγητές τους. Ν. Μαρωνίτη και Γ. Βώκο αντίστοιχα. Σύντοµα µετά την αποφοίτησή της στράφηκε επαγγελ- µατικά στο χώρο του βιβλίου^ είναι επιµελήτρια εκδόσεων και µεταφράστρια. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα βιβλία της Η ΟΜΟΡΦΟΤΕΡΗ ΛΑΜΠΑ Α ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, ΠΙΠΙΛΑ ΜΟΥ ΓΛΥΚΙΑ, ΤΟ ΣΚΙΟΥΡΑΚΙ ΠΟΥ ΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΦΑΕΙ, ΠΟΥΘΕΝΑ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΚΟΥΚΛΑ ΜΟΥ και ΣΤΟ ΓΙΟΓΙΟ ΜΕ ΤΗ ΓΙΑΓΙΑ, ενώ πρόκειται να εκδοθεί το βιβλίο της Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ Ο ΟΝΤΟΒΟΥΡΤΣΑΣ. Αγαπά να διευρύνει τους πνευµατικούς της ορίζοντες διαβάζοντας και ταξιδεύοντας. Απολαµβάνει να διευρύνει τους ψυχικούς της ορίζοντες παίζοντας και συζητώντας µε τα παιδιά της και µε όλα τα παιδιά.
Στη Δώρα, στον Νίκο και στον μπεμπούλη τους
Άνοιξη. Η νύχτα απλώθηκε αργά πάνω απ το δάσος. Όλα τα ζώα μαζεύτηκαν στις φωλιές τους^ οι λαγοί στα λαγούμια τους, οι λύκοι στις λυκοφωλιές, τα κουνάβια στις τρύπες των βράχων.
Ο Τίμος το αρκουδάκι ήταν από ώρα στο κρεβάτι. Η μαμά τού είχε μόλις διαβάσει το αγαπημένο του παραμύθι. Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα είπε, τον σκέπασε με την κουβερτούλα του και τον φίλησε απαλά στο μάγουλο. Καληνύχτα, μικρό μου. Όνειρα γλυκά! Κοιμήσου μαζί μου, μαμά! την παρακάλεσε ο Τίμος. Δε γίνεται, καρδούλα μου. Δεν τα έχουμε πει; Ο καθένας κοιμάται στο κρεβάτι του. Η μαμά και ο μπαμπάς στο δικό τους, το παιδί στο δικό του. Δε θέλω να είμαι μόνος μου. Μα δεν είσαι μόνος σου. Έχεις το χνουδωτό κουνελάκι σου για συντροφιά. Έλα, πάρ το και κοιμηθείτε αγκαλίτσα. Εντάξει; Ναι, μουρμούρισε ο Τίμος χωρίς να το πολυπιστεύει. 9
Δυο-τρεις ώρες αργότερα, ένας ήχος ακούστηκε στο σπιτικό των αρκούδων. Πλαφ! Κι ύστερα, άλλος ένας. Πλαφ, πλαφ! Τα βήματα του Τίμου, διστακτικά στην αρχή, πιο γρήγορα μετά, τον οδήγησαν στο κρεβάτι των γονιών του. Σκαρφάλωσε πάνω, χώθηκε κάτω από το πάπλωμα και βολεύτηκε ανάμεσά τους. Εκείνοι μισοξύπνησαν και κοιτάχτηκαν με νόημα. Πάλι τα ίδια Αφότου ξύπνησαν από τη χειμερία νάρκη, κάθε βράδυ η ίδια ιστορία. Ο Τίμος άφηνε το κρεβάτι του για να κοιμηθεί μαζί με τη μαμά και τον μπαμπά του.
Νωρίς την άλλη μέρα το πρωί, πέρασαν οι φίλοι του Τίμου να τον πάρουν για μια βόλτα^ ο Νικόλας και ο Κυριάκος. Ο Νικόλας ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερος από τον Τίμο, ο Κυριάκος ένα. Κι όπως περπατού- 12
σαν πλάι πλάι, θύμιζαν σκάλα. Νικόλας, Κυριάκος, Τίμος, κατέβαιναν τα σκαλιά. Τίμος, Κυριάκος, Νικόλας, ανέβαιναν.
Τι θα κάνουμε σήμερα; ρώτησε ο Τίμος. Θα πάμε στο ξέφωτο; Ή μήπως στο λόφο; είπε ο Κυριάκος. Όχι, σήμερα θα πάμε στο ποτάμι, ανακοίνωσε ο Νικόλας. Αφού έβρεξε χθες συμπλήρωσε και τους έκλεισε το μάτι. Ζήτωωω! φώναξαν οι φίλοι του με μια φωνή.
Όταν έβρεχε, το ποτάμι κατέβαζε ένα σωρό «θησαυρούς» από τα βουνά: ξύλα, πέτρες, κλαριά Πρώτης τάξεως υλικά για να παίξουν τα αρκουδάκια φτιάχνοντας κάστρα, μύλους, γεφύρια και ό,τι άλλο έβαζε ο νους τους. Κι ήταν τόση η λαχτάρα τους για παιχνίδι σήμερα, που δεν περιγράφεται.