Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Καβάλας Σχολή Τεχνολογικών Εφαρμογών Τμήμα Μηχανολογίας ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Λυμπεράκης Δημήτριος Α.Μ. : 3119 Εττιβλέπων : Βασίλης Λιόγκας, Μηχανολόγος Μηχανικός MSc Καβάλα, Μάιος 2006
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στην σημερινή εποχή λόγω της μεγάλης ενεργειακής εξάρτησης από το πετρέλαιο και των βλαβερών συνεπειών του στο φυσικό περιβάλλον, όλο και περισσότερο αναπτύσσεται η χρήση του φυσικού αερίου. Τα οφέλη από την αντικατάσταση του πετρελαίου με φυσικό αέριο είναι πολλαπλά, κυρίως οικονομικής φύσεως, εξαιτίας της ελαχιστοποίησης του κόστους ενέργειας και περιβαλλοντικής, λόγω της μείωσης της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με ρητά διατυπωμένες παγκόσμιες και Ευρωπαϊκές Συνθήκες οδήγησαν την Ελλάδα να αναλάβει ενεργό ρόλο για την προώθηση και επέκταση του φυσικού αερίου. Ήδη μία μεγάλη δημόσια επιχείρηση παροχής αερίου (ΔΕΠΑ) έχει αναλάβει την διάθεση και παροχή σε τέσσερις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Βόλο) στον οικιακό τομέα μέσω των θυγατρικών τις εταιριών παροχής αερίου (ΕΠΑ Αττικής, Θεσσαλονίκης, Θεσσαλίας) και σε πολλές βιομηχανίες στη Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλία, ανατολική Στερεά Ελλάδα, με στόχο τα επόμενα χρόνια την εξάπλωση του δικτύου σε όλη την Ελλάδα, στον οικιακό και βιομηχανικό τομέα. ΓΓ αυτούς τους λόγους τα επόμενα χρόνια θα ζητηθεί από εμάς τους νέους τεχνολόγους μηχανολόγους να υποστηρίξουμε τεχνικά πολλές από τις εφαρμογές της καύσης του φυσικού αερίου. Αυτή ήταν και η αιτία που επέλεξα σαν θέμα της πτυχιακής μου εργασίας τους λέβητες κεντρικής θέρμανσης κτιρίων με φυσικό αέριο. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στον υπεύθυνο καθηγητή της πτυχιακής μου εργασίας κ. Βασίλειο Λιόγκα, χωρίς την ανεκτίμητη βοήθεια του οποίου, η περάτωση της εργασίας αυτής θα ήταν αδύνατη. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τον επίσημο αντιπρόσωπο της BUDERUS HELLAS του Νομού Ξάνθης κ. Μπατζάκη Χρήστο για την πολύτιμη συμβολή του, την οικογένειά μου για την αμέριστη συμπαράστασή τους και τέλος την Καραπαντζίδου Γεωργία για την αξιόλογη βοήθειά της όλο αυτό το διάστημα.
Η παραγωγή θερμικής ενέργειας που είναι απαραίτητη για τη θέρμανση κτιρίων και τη λειτουργία εγκαταστάσεων κεντρικής θέρμανσης πραγματοποιείται συνήθως σε ειδικούς χώρους, τα λεβητοστάσια. Για να επιτευχθεί όμως η επιθυμητή θερμοκρασία στους χώρους ενός κτιρίου, πρέπει να εξασφαλιστεί κατάλληλη πηγή θερμότητας και σύστημα μεταφοράς της στα κατάλληλα σημεία. Ο συνηθέστερος τρόπος παραγωγής θερμότητας είναι η καύση στερεών, υγρών ή αερίων καυσίμων στον λέβητα (ή τους λέβητες) κάθε εγκαταστάσεως. Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία ασχολείται κυρίως με λέβητες κεντρικής θέρμανσης κτιρίων με φυσικό αέριο. Επίσης αναλύονται το φυσικό αέριο το οποίο διατίθεται στις μέρες μας από τη ΔΕΠΑ και οι καυστήρες αερίων τους οποίους σε ένα σύστημα λέβητα-καυστήρα δεν μπορούμε να τους παραλείψουμε. Η παρούσα εργασία αποτελείται συνολικά από πέντε κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο αναφέρονται κάποιοι από τους ορισμούς που έχουν αποδοθεί για τα λεβητοστάσια σύμφωνα με τον Γ.Ο.Κ. (Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό) και ειδικότερα τον Κτιριοδομικό Κανονισμό του ΥΠΕΧΩΔΕ. Εκτός από τους ορισμούς αναφέρονται διάφορες διατάξεις και προδιαγραφές οι οποίες πρέπει να διέπουν τα λεβητοστάσια και γενικά τις εγκαταστάσεις κεντρικών θερμάνσεων κτιρίων. Ακόμη γίνεται αναφορά σε συνθήκες ασφαλείας λεβητοστασίων. Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται αρχικά μία διάκριση των λεβήτων και στη συνέχεια γίνονται πλήρης αναφορές για την κάθε κατηγορία ξεχωριστά με περιγραφές, εικόνες και τεχνικά χαρακτηριστικά. Στο ίδιο κεφάλαιο υπάρχουν συγκριτικά στοιχεία, πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της κάθε κατηγορίας. Στο τέλος του κεφαλαίου αναφέρονται οι πληροφορίες που πρέπει να υπάρχουν στους λέβητες κεντρικών θερμάνσεων. Το τρίτο κεφάλαιο ασχολείται με τις διατάξεις ασφαλείας που πρέπει να υπάρχουν για τους λέβητες καύσης αέριου. Τις προδιαγραφές δηλαδή και τα εξαρτήματα τα οποία συνδέονται πριν από το λέβητα. Στο τέταρτο κεφάλαιο αναφέρονται διάφοροι ορισμοί για το φυσικό αέριο και δίνονται πίνακες με την τυπική σύσταση του φυσικού αερίου καθώς επίσης και διάφορες ιδιότητες των αερίων και μετατροπές μονάδων. Στο τέλος του κεφαλαίου γίνεται αναφορά σε πλεονεκτήματα της καύσης του φυσικού αερίου. Όλα τα στοιχεία είναι σύμφωνα με τη ΔΕΠΑ (Δημόσια Επιχείρηση Παροχής Αερίου). Στο πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στους καυστήρες αέριων καυσίμων και ειδικότερα του φυσικού αερίου. Γίνεται πλήρη αναφορά σε στοιχεία, τεχνικά χαρακτηρίστηκα και εξαρτήματα των καυστήρων. Επίσης αναφέρονται οι διαδικασίες για τη σωστή εκλογή του κατάλληλου καυστήρα αερίου. Τέλος οι πληροφορίες που πρέπει να υπάρχουν σε κάθε καυστήρα αερίου.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος Εισαγωγή Σελίδα 1 2 1. Λεβητοστάσια 4 1.1. Ειδικά για το λεβητοστάσιο σύμφωνα με τον Κτιριοδομικό Κανονισμό του ΥΠΕΧΩΔΕ 5 1.2. Εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης 8 1.3. Διατάξεις ασφαλείας λεβητοστασίων 9 1.4. Καττνοδόχος 13 1.5. Σωληνώσεις 15 1.6. Μετάδοση της θερμότητας 16 1.7. Σύστημα αυτόματου ελέγχου 17 1.8. Αεραγωγοί 17 2. Διάκριση των λεβήτων 18 2.1. Χυτοσίδηροί λέβητες 19 2.2. Χαλύβδινοι λέβητες 25 2.3. Λέβητες καύσης αερίου με ατμοσφαιρικούς καυστήρες 27 2.4. Λέβητες φλογοσωλήνων και αεριαυλών 31 2.5. Λέβητες "εναλλασσόμενης" καύσεως 33 2.6. Λέβητες "ατομικής" Θερμάνσεως 34 2.7. "Σήμανση"του λέβητα 35 2.7.1. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ 35 2.7.2. ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 35 2.7.3. ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 36 3. Διατάξεις ασφαλείας 37 4. Φυσικό αέριο 39 4.1. Γενικά 39 4.2. Τυπική σύσταση φυσικού αερίου 40 4.3. Ιδιότητες αερίων 40 4.4. Χρήσεις του φυσικού αερίου 43 5. Καυστήρες αερίων 44 5.1. Η καύση στους καυστήρες αερίου 45 5.2. Καυστήρες αερίου με φλόγα διαχύσεως 47 5.3. Πιεστικοί καυστήρες αερίου 48 5.4. Εκλογή καυστήρα αερίου 53 5.5. Έναυση καυστήρα αερίου 56 5.6. Καυστήρες διπλής και μεικτής λειτουργίας 57 5.7. "Σήμανση" καυστήρων 57 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 58(cd) ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 58
1. ΛΕΒΗΤΟΣΤΑΣΙΑ Σχήμα 1 (εξώφυλλο): Ολική διάταξη μιας εγκατάστασης θέρμανσης με λέβητα καύσης αερίου (Όλες οι διατάξεις της καύσης αερίου απαιτούν την έγκριαη της αρμόδιας υπηρεσίας επίβλεψης οικοδομικών έργων και της αρμόδιας επιχείρησης τροφοδοσίας αερίου).
1.1. Ειδικά για το λεβητοστάσιο σύμφωνα με τον Κτιριοδομικό Κανονισμό του ΥΠΕΧΩΔΕ 1.1.1. Εγκατάσταση θέρμανσης ενός κτιρίου είναι το σύνολο των συσκευών, κατασκευών, μηχανισμών κ.λ.π. που απαιτούνται για την προσθήκη θερμικής ενέργειας στους διαφόρους χώρους του κτιρίου, με σκοπό να καλύψει τις θερμικές απώλειες προς το περιβάλλον και να διατηρήσει τη θερμοκρασία των χώρων του κτιρίου στα επιθυμητά επίπεδα άνεσης. 1.1.2. Οι εγκαταστάσεις θέρμανσης κατατάσσονται σε κατηγορίες, ανάλογα με διάφορα κριτήρια. Με κριτήριο: Α) τη θέση της πηγής παροχής θερμικής ενέργειας μέσα σε ένα κτίριο, έχουμε: α ) τοπικές θερμάνσεις β ) κεντρικές θερμάνσεις γ ) περιφερειακές θερμάνσεις πόλης (τηλεθερμάνσεις). Β) την πηγή παροχής θερμικής ενέργειας, έχουμε: α ) θερμάνσεις με στερεά καύσιμα β ) θερμάνσεις με υγρά καύσιμα γ ) θερμάνσεις με αέρια καύσιμα δ ) θερμάνσεις με ηλεκτρική ενέργεια ε ) θερμάνσεις με αντλία θερμότητας ζ ) θερμάνσεις με ηλιακή ενέργεια Γ) το φορέα της θερμικής ενέργειας έχουμε: α ) θερμάνσεις με νερό (θερμό και υπέρθερμο). β ) θερμάνσεις με ατμό (χαμηλής και ψηλής πίεσης). γ ) θερμάνσεις με αέρα Δ) τον τρόπο μετάδοσης της θερμικής ενέργειας στο χώρο έχουμε: α ) θερμάνσεις με ακτινοβολία θερμότητας
β ) θερμάνσεις με μεταβίβαση θερμότητας γ ) συνδυασμό των δύο παραπάνω. 1.1.3, Ανεξάρτητα από το σύστημα θέρμανσης που θα επιλεγεί για να καλύψει τις ανάγκες των χώρων κτιρίου, όλη η εγκατάσταση θέρμανσης θα πρέπει να υπολογίζεται, κατασκευάζεται και λειτουργεί με τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται: Α) η ασφάλεια των ατόμων που τη χρησιμοποιούν, καθώς και η ασφάλεια του κτιρίου και των γειτονικών ιδιοκτησιών, όπου είναι εγκατεστημένη. Β) η άνεση των χρηστών της εγκατάστασης. Γ) η επάρκεια και η ορθή και απρόσκοπτη λειτουργία της εγκατάστασης, σε συνδυασμό με την ελαχιστοποίηση του κόστους λειτουργίας της. Δ) κατά το δυνατό, η αυτόματη λειτουργία της και να λαμβάνονται τα απαραίτητα κάθε φορά μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας. Το σύστημα παροχής θερμότητας υπολογίζεται με βάση τις ολικές θερμικές απώλειες του κτιρίου. Ο υπολογισμός των θερμικών απωλειών του κτιρίου γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον κανονισμό θερμομόνωσης (π. δ. 1.6.1979 ΦΕΚ 362Δ) όπως εκάστοτε ισχύει. 1.1.4, Τα υλικά, οι συσκευές ή εξαρτήματα και οι αυτοματισμοί που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή της εγκατάστασης της θέρμανσης θα πρέπει να είναι κατάλληλα για τη χρήση που προορίζονται, άριστης ποιότητας και εφοδιασμένα με αντίστοιχη έγκριση καταλληλότητας. Ο τρόπος κατασκευής των εγκαταστάσεων και η ποιότητα των υλικών, καθώς και συστάσεις και οδηγίες καθορίζονται από τις εγκεκριμένες τεχνικές οδηγίες. 1.1.5, Η ενσωμάτωση στοιχείων της εγκατάστασης θέρμανσης στο φέροντα οργανισμό απαγορεύεται. Ενσωμάτωση αυτών στα μη φέροντα μέρη της οικοδομής πρέπει να αποφεύγεται, στις περιπτώσεις όμως που είναι αναπόφευκτη, επιτρέπεται εφόσον: Α) πιθανή βλάβη του κτιρίου ή της εγκατάστασης θέρμανσης από σεισμό ή άλλη αιτία δεν θα επιφέρει αχρηστία στην εγκατάσταση θέρμανσης ή βλάβη στην οικοδομή και γενικά η αποκατάσταση των βλαβών να είναι σχετικά εύκολη, σύντομη και οικονομική. Β) δεν δημιουργούνται κακοτεχνίες και αντιαισθητικές κατασκευές. Γ) εξασφαλίζονται ελεύθερη συστολή - διαστολή των σωληνώσεων και έντεχνα τελειώματα. Δ) τα ενσωματωμένα υλικά είναι κατάλληλα σύμφωνα με τις σχετικές προδιαγραφές και την τεχνική εμπειρία και δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Η στήριξη και η διέλευση των στοιχείων των εγκαταστάσεων θέρμανσης επιτρέπεται στα φέροντα και μη τμήματα της οικοδομής, εφόσον έχει γίνει σχετική πρόβλεψη από τη στατική και αντισεισμική μελέτη και εφαρμόζονται οι παραπάνω διατάξεις Α) Β) Γ) Δ) της παρούσας υποπαραγράφου. Εάν δεν έχει γίνει σχετική πρόβλεψη στην στατική και αντισεισμική μελέτη είναι δυνατόν να επιτραπούν διελεύσεις και στηρίξεις σε φέροντα ή μη τμήματα της οικοδομής, εάν δεν ελαττώνεται κάτω από τα επιτρεπτά όρια η φέρουσα ικανότητα και αντοχή αυτών, μετά από έγγραφη βεβαίωση του επιβλέποντα τις στατικές εργασίες μηχανικού, εφαρμοζομένων και πάλι των διατάξεων Α) Β) Γ) Δ) της παρούσας υποπαραγράφου. 1.1.6, Εφόσον οι κλιματολογικές συνθήκες το απαιτούν, η εγκατάσταση θέρμανσης πρέπει να κατασκευάζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής προστασία από τον παγετό, για όλα τα τμήματα της εγκατάστασης. 1.1.7, Η εγκατάσταση πρέπει να είναι υπολογισμένη και κατασκευασμένη κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μη δημιουργείται θόρυβος κατά τη λειτουργία ούτε να διευκολύνεται η μετάδοση του θορύβου. Σε χώρους με ειδικές απαιτήσεις στάθμης θορύβου, πρέπει να λαμβάνονται ειδικά μέτρα. Επίσης μέτρα πρέπει να λαμβάνονται και σε χώρους με πηγές θορύβου (π.χ. λεβητοστάσια), ώστε να μη δημιουργείται ενόχληση σε παρακείμενους χώρους.
1.2. Εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης Α) Εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης ενός κτιρίου ή τμήματός του είναι το σύνολο των συσκευών, κατασκευών, μηχανισμών κ.λ.π. που παραλαμβάνουν θερμική ενέργεια από μια πηγή μέσω ενός φορέα μεταφοράς θερμότητας (θερμαντικού μέσου) και την κατανέμουν στους διάφορους χώρους του κτιρίου ή τμήματός του, προκειμένου να καλύψουν τις θερμικές απώλειες αυτών και να διατηρήσουν τη θερμοκρασία τους σε επιθυμητά επίπεδα. Β) Η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης περιλαμβάνει το σύστημα παραγωγής του θερμαντικού μέσου, το σύστημα διανομής και μεταφοράς του θερμαντικού μέσου, το σύστημα μετάδοσης της θερμότητας στο χώρο και το σύστημα ελέγχου και αυτοματισμού της εγκατάστασης. Η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης υπολογίζεται και κατασκευάζεται με τρόπο, ώστε να εξασφαλίζει την επιθυμητή θερμοκρασιακή άνεση στους επιμέρους χώρους του κτιρίου, την ασφάλεια των χρηστών και την οικονομική και απρόσκοπτη λειτουργία της. Για τον υπολογισμό της εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης των κτιρίων εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στα γενικά περί εγκαταστάσεων θέρμανσης. Γ) Οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης πρέπει να πληρούν τα αναφερόμενα στις υποπαραγράφους 1.1.3., 1.1.4., 1.1.5., 1.1.6. και 1.1.7. της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Ειδικότερα για τις κεντρικές θερμάνσεις εφαρμόζονται: - οι διατάξεις της ΤΟΤΕΕ 2421/1986, μέρος 1 δίκτυα που εγκρίθηκε με την ΕΗΙ/596/22.1.1988 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 67/Β) και μέρος 2 λεβητοστάσια (ΦΕΚ 177/Β/1988) - τα πρότυπα: ΕΛΟΤ 234 (βαθμός απόδοσης λεβήτων) ΕΛΟΤ 352 (εξοπλισμός ασφάλειας) ΕΛΟΤ 810 (εγκατάσταση ασφάλειας) - η απόφαση 30322/1170/1983 (ΦΕΚ 364/Β) του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων "Σύσταση Κλιμακίων Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος - ΚΕΠΠΕ Κεντρικής Θέρμανσης" καθώς και - η 54678/1986 (ΦΕΚ 938/Β) κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας "Ρύθμιση θεμάτων σχετικών με τις σταθερές εστίες καύσης για τη θέρμανση κτιρίων και νερού" ή άλλες διατάξεις που τροποποιούν τα παραπάνω.
Δ) To σύστημα παραγωγής του θερμαντικού μέσου μιας εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης περιλαμβάνει όλες τις απαραίτητες συσκευές, διατάξεις, κατασκευές, μηχανισμούς κ.λ.π. που είναι απαραίτητες για την ανύψωση της θερμοκρασίας του θερμαντικού μέσου (θέρμανσή του). Η θέρμανση του μέσου μπορεί να γίνει είτε με άμεσο τρόπο με απευθείας πρόσδωση ενέργειας στο θερμαντικό μέσο, που προέρχεται από καύση σε εστία μιας καύσιμης ύλης από ηλεκτρική ενέργεια κ.λ.π., είτε με έμμεσο τρόπο, δηλαδή τη θέρμανσή του με ένα άλλο θερμαντικό μέσο ψηλότερης θερμοκρασίας (νερό, ατμό κ.λ.π.) 1.3. Διατάξεις ασφαλείας λεβητοστασίων Α) Εάν σε ένα κτίριο ή χώρο υπάρχει εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης με συνολική θερμική ισχύ 45 KW και άνω και το θερμαντικό μέσο θερμαίνεται απευθείας (άμεσα), τότε το συγκρότημα παραγωγής του θερμαντικού μέσου πρέπει να τοποθετείται σε ιδιαίτερο χώρο, καλούμενο λεβητοστάσιο. Στο λεβητοστάσιο τοποθετούνται ένας ή περισσότεροι λέβnτεc παραγωγής θερμού νερού (θερμοκρασίας μέχρι 110 C) ή ατμού πίεσης μέχρι 0,5 bar ή θερμού αέρα (αερολέβητες) ή ατμογεννήτριες συνολικής θερμικής ισχύος 25 KW και άνω και τα στοιγεία 0iavou0c (προσαγωγής και επιστροφής) του θερμαντικού μέσου, το σύστηυα ποοσανωνήε καυσίυου ή παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και το σύστηυα απαvωvήc των καυσαερίων. Β) Η θέση του λεβητοστασίου στο κτίριο προσδιορίζεται σε συνάρτηση με τη θέση της καττνοδόχου, με τη δυνατότητα προσαγωγής των καυσίμων, τη δυνατότητα αερισμού του χώρου του λεβητοστασίου και με την κατάλληλη διάταξη των απαιτούμενων σωληνώσεων και την ανάγκη προστασίας του κτιρίου από τους θορύβους που προκαλούνται στο χώρο λεβητοστασίου. Απαγορεύεται το λεβητοστάσιο να έχει οποιοδήποτε άνοιγμα προς κλιμακοστάσιο (άνοιγμα κουφώματος, αεραγωγό, γρίλιες κ.λ.π.). Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται πόρτα, που είναι αναγκαία για την πρόσβαση προς αυτό, εφόσον έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: - Είναι στο σύνολό της σιδερένια και όπου έχει λαμαρίνα το πάχος της είναι 1,5 mm - Δεν έχει γρίλιες ή οποιοδήποτε άλλο άνοιγμα. - Εφάπτεται σε πατούρες της κάσας σε πλάτος τουλάχιστον 25mm - Έχει μηχανισμό επαναφοράς στην κλειστή θέση. Εναλλακτικά, η πόρτα αυτή αρκεί να έχει δείκτη πυραντίστασης τουλάχιστον μισής ώρας, όπως προκύπτει από πιστοποιητικό αναγνωρισμένου εργαστηρίου.
Γ) To μέγεθος του λεβητοστασίου προσδιορίζεται σε συνάρτηση με τον αριθμό και τις διαστάσεις των λεβήτων που θα εγκατασταθούν σ' αυτό. Κατά τον προσδιορισμό του μεγέθους του λεβητοστασίου, πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια, ώστε να υπάρχει και ο αναγκαίος ελεύθερος χώρος για τη λειτουργία και τη συντήρηση των λεβήτων, χωρίς απαίτηση ανακατασκευής τοίχων ή ανοιγμάτων. Η διάταξη των λεβήτων μέσα στο λεβητοστάσιο πρέπει να είναι τέτοια, ώστε για κάθε λέβητα να εξασφαλίζονται τα εξής: - Η οριζόντια απόσταση μεταξύ της πλευράς του λέβητα που είναι το άνοιγμα της εστίας και του απέναντι τοίχου του λεβητοστασίου πρέπει να είναι ίση με το μήκος του λέβητα συν 1 πι, αλλά τουλάχιστο 1,50 m στο σύνολο, για λέβητες μέχρι 300 KW (258000 Real), και τουλάχιστο 2 ιπ, για λέβητες πάνω από 300 KW. (IkW = 860kcal/h) - Η οριζόντια απόσταση μεταξύ της πλευράς του λέβητα που βρίσκεται η έξοδος των καυσαερίων και του απέναντι τοίχου του λεβητοστασίου ή της απέναντι πλευράς της καπνοδόχου πρέπει να είναι ίση με το μισό της απόστασης, όπως αυτή ορίζεται προηγουμένως. Εφόσον υπάρχουν δύο ή περισσότεροι αγωγοί καυσαερίων, η απόσταση αυτή αυξάνει ανάλογα με τον αριθμό τους. Σε περίπτωση που παρεμβάλλεται κάποια συσκευή μεταξύ της εξόδου των καυσαερίων από το λέβητα και της καπνοδόχου (π.χ. καπνοσυλλέκτης), θα πρέπει να υπάρχει ελεύθερη απόσταση γύρω από αυτή τουλάχιστον 0,60 m - Η οριζόντια απόσταση μεταξύ των άλλων πλευρών του λέβητα και των τοίχων του λεβητοστασίου πρέπει να είναι τουλάχιστο 0,60 m Το ίδιο μέγεθος (0,60 m) ισχύει και για τη μεταξύ δύο λεβήτων απόσταση. - Το ελεύθερο ύψος του λεβητοστασίου, μεταξύ δαπέδου και οροφής ή μεταξύ δαπέδου και κάτω παρειάς τυχόν υπάρχουσας δοκού, πρέπει να είναι τουλάχιστον: (ί) 2,20 m για λέβητες ολικής εγκατεστημένης θερμικής ισχύος μέχρι 70 KW (60000 kcal/h). (ϋ) 2,40 m για λέβητες θερμικής ισχύος από 70 KW έως 230 KW. (ίϋ) 3 m για λέβητες θερμικής ισχύος άνω των 230 KW (200000 kcal/h). Τα παραπάνω ελάχιστα όρια προκειμένου περί αερολεβήτων προσαυξάνονται κατά 0,50 m Τα παραπάνω ελάχιστα απαιτούμενα ελεύθερα ύψη αυξάνονται για να εξασφαλίσουν ελεύθερο ύψος μεταξύ του λέβητα και της οροφής 0,80 m ή μεταξύ απαραίτητων σωληνώσεων και οροφής 0,50 m
Δ) To λεβητοστάσιο πρέπει κατά το δυνατό να εξαερίζεται ομοιόμορφα. Απαγορεύεται η ύπαρξη τεχνητού αερισμού του λεβητοστασίου. - Για τον αερισμό λεβητοστασίου πρέπει να υπάρχουν δύο ανοίγματα επικοινωνίας με το ύπαιθρο, κατ' ευθείαν ή μέσω σηράγγων: το ένα για την προσαγωγή του αέρα (αερισμός) και το άλλο για την απαγωγή του αέρα (εξαερισμός). - Το άνοιγμα προσαγωγής αέρα πρέπει να βρίσκεται κοντά στο δάπεδο του λεβητοστασίου. Η ελεύθερη διατομή του, στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται υγρά ή στερεά καύσιμα, πρέπει να είναι τουλάχιστο ίση με το 50 % της ελεύθερης διατομής της καττνοδόχου του λεβητοστασίου. - Στην περίπτωση χρήσης αερίων καυσίμων, η ελεύθερη διατομή του ανοίγματος υπολογίζεται σε 6 οιπ^ ανά 1 KW εγκατάστασης θερμικής ισχύος, αλλά όχι μικρότερη από 300 οπι^ Το άνοιγμα απαγωγής, ανεξάρτητα από το είδος του καυσίμου, πρέπει να έχει ελεύθερη διατομή τουλάχιστον ίση με το 25 % της ελεύθερης διατομής της καττνοδόχου του λεβητοστασίου και όχι μικρότερη από 200 οπι^. Για την περίπτωση χρήσης αερίων καυσίμων τα ανοίγματα προσαγωγής και απαγωγής πρέπει να βρίσκονται στην ίδια πλευρά και σε εξωτερικό τοίχο. - Η έξοδος των ανοιγμάτων αερισμού, εξαερισμού ή των σηράγγων πρέπει να απέχει τουλάχιστο 0,50 πι από οποιοδήποτε άνοιγμα άλλων χώρων παραμονής κοινού. Όταν χρησιμοποιούνται σήραγγες, πρέπει να έχουν διατομή κατά 150 % μεγαλύτερη της διατομής του ανοίγματος και στάθμη πυθμένα 0,30 m κάτω από το άνοιγμα αερισμού, ώστε να είναι δυνατός ο καθαρισμός της σήραγγας. - Ανοίγματα παρά το ύπαιθρο που βρίσκονται κοντά σε χώρους με κυκλοφορία και χαμηλότερα από 2 m από το κατάστρωμα πρέπει να προστατεύονται με ανθεκτικά κιγκλιδώματα. - Για την περίπτωση χώρων που υπάρχουν λέβητες συνολικής ισχύος κάτω των 25 KW, τα παραπάνω δεν είναι μεν υποχρεωτικά, συνιστάται όμως να εφαρμόζονται κατά το δυνατό. Ε) Τα λεβητοστάσια και οι χώροι που συνδέονται με την εγκατάσταση θέρμανσης πρέπει να αποτελούν σαφώς ξεχωριστό χώρο εντός ή εκτός του υπόλοιπου οικοδομικού όγκου και να περιβάλλονται από τοίχους. - Η επικοινωνία του λεβητοστασίου με το κτίριο πρέπει να γίνεται με διάδρομο ή άλλο χώρο μικρής κυκλοφορίας ατόμων μη κατοικήσιμο. - Το λεβητοστάσιο δεν πρέπει να επικοινωνεί άμεσα με χώρους διαρκούς παραμονής ανθρώπων. - Οι πλευρικοί τοίχοι, το δάπεδο και η οροφή του λεβητοστασίου πρέπει να κατασκευάζονται από υλικά άκαυστα και ανθεκτικά σε υψηλές θερμοκρασίες.
Κατά την επίχριση των τοίχων αυτών, λαμβάνεται μέριμνα για το κλείσιμο των πόρων, ώστε να εξασφαλίζουν αεροστεγανότητα, - Η χρήση υλικών για διάφορες συμπληρωματικές εργασίες (π.χ. ηχομόνωση), επιτρέπεται, εφόσον τα υλικά αυτά είναι άκαυστα. - Το δάπεδο του λεβητοστασίου πρέπει να έχει λεία, μη απορροφητική επιφάνεια. Οι δίοδοι των σωληνώσεων από το λεβητοστάσιο δια μέσου τοίχων, οροφής ή δαπέδων πρέπει να είναι αεροστεγώς κατασκευασμένες, ώστε να μην υπάρχει διαρροή αερίων σε άλλους χώρους. - Στο λεβητοστάσιο πρέπει να υπάρχει παροχή ψυχρού νερού. - Το λεβητοστάσιο πρέπει να έχει αποχέτευση δαπέδου. Η σύνδεση του συστήματος αποχέτευσης του λεβητοστασίου με τον κεντρικό αποχετευτικό αγωγό πρέπει να γίνει σύμφωνα με τους ισχύοντες σχετικούς κανονισμούς και με τρόπο, ώστε να αποι^είεται διαρροή καυσίμου στο δίκτυο αποχέτευσης του κτιρίου. - Το λεβητοστάσιο πρέπει να είναι εφοδιασμένο με όλα τα απαραίτητα μέσα πυρανίχνευσης και πυροπροστασίας, όπως ορίζεται από τις σχετικές διατάξεις. ΣΤ) Οι πόρτες του λεβητοστασίου πρέπει να είναι μεταλλικές, να ανοίγουν προς τα έξω, να έχουν μηχανισμό επαναφοράς στην κλειστή θέση και να κλειδώνουν ασφαλώς. Κλειδί της πόρτας του λεβητοστασίου θα βρίσκεται μόνιμα κοντά στην πόρτα. Το λεβητοστάσιο πρέπει να έχει τουλάχιστο ένα άνοιγμα που να βλέπει κατ ευθείαν ή μέσω σήραγγας στον περιβάλλοντα χώρο. Η καθαρή επιφάνεια του ανοίγματος, πρέπει να είναι ίση με το 1/12 της επιφάνειας του χώρου του λεβητοστασίου. Λεβητοστάσια συνολικής θερμικής ισχύος πάνω από 300 KW (250000 kcal/h) πρέπει να έχουν δύο εξόδους και, εάν είναι δυνατό, η μία απέναντι στην άλλη. Η μία εκ των εξόδων πρέπει να οδηγεί στον περιβάλλοντα χώρο κατ' ευθείαν ή μέσω σήραγγας ικανών διαστάσεων, για την εύκολη και ασφαλή διέλευση ανθρώπων. Σαν έξοδος μπορεί να θεωρηθεί και το παραπάνω άνοιγμα, αν έχει κατάλληλες διαστάσεις και φέρει μέσα και έξω κατάλληλη μόνιμη εγκατάσταση (π.χ. μεταλλικές βαθμίδες) για τη διέλευση ανθρώπων.
1.4 Καπνοδόχος A) Θεωρείται το σύνολο των δομικών ή άλλων στοιχείων που εξασφαλίζουν την απαγωγή των καυσαερίων στον αέρα. Β) Κάθε λέβητας πρέπει να έχει ιδιαίτερη καττνοδόχο. Επιτρέπεται η σύνδεση περισσότερων λεβήτων στην ίδια καττνοδόχο, εάν η απαγωγή των καυσαερίων γίνεται με μηχανικά μέσα. Στην περίπτωση χρήσης αερίων καυσίμων, επιτρέπεται η σύνδεση δύο ή περισσότερων λεβήτων στην ίδια καττνοδόχο. Η καττνοδόχος πρέπει να κατασκευάζεται από ανθεκτικά και άκαυστα υλικά και να έχει δείκτη πυραντίστασης όχι μικρότερο από δύο ώρες. Η καττνοδόχος πρέπει να στηρίζεται με ασφάλεια σε όλη τη διαδρομή της πάνω σε τοίχο, δάπεδο ή στο έδαφος. Γ) Η κατασκευή της καττνοδόχου πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να εξασφαλίζεται: - Η ομαλή ροή καυσαερίων σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας. - Η στεγανότητα των τοιχωμάτων, ώστε να μη διαφεύγουν αέρια. - Η αντοχή στα φορτία που δέχεται. - Η αντοχή σε συνθήκες που δημιουργούνται από τυχόν ανάφλεξη αποθέσεων στο εσωτερικό των καττνοδόχων. - Η αντοχή τους σε χημικές προσβολές που προκαλούνται από τα προϊόντα της καύσης. - Η θερμική μόνωση, ώστε η θερμοκρασία εξωτερικής επιφάνειας να είναι κάτω των 50 C στη βάση της καπνοδόχου, ανεξάρτητα αν αυτή είναι προσιτή ή όχι. Δ) Τα εσωτερικά τοιχώματα της καττνοδόχου πρέπει να είναι λεία χωρίς ρωγμές και διαβρώσεις. Σε εσωτερικές καττνοδόχους πρέπει να εξασφαλίζεται η ελεύθερη διαστολή αυτής. Η καττνοδόχος πρέπει να βρίσκεται κατά το δυνατό στο εσωτερικό του κτιρίου και να εξέρχεται στο υψηλότερο σημείο αυτού. Στη διαδρομή της καττνοδόχου πρέπει να αποφεύγονται οι καμπές. Η σύνδεση του οριζόντιου τμήματος της καττνοδόχου με το κατακόρυφο τμήμα της πρέπει να γίνεται υπό γωνία τουλάχιστο 100 μοιρών. Η ελεύθερη διατομή της καττνοδόχου πρέπει να είναι κατά το δυνατό ή κυκλική ή ορθογώνια και να διατηρείται σταθερή καθ' όλη τη διαδρομή της. Απαγορεύεται για οποιοδήποτε λόγο μεταβολή της διατομής της καττνοδόχου. Σε ορθογώνιες διατομές καττνοδόχων η σχέση πλευρών πρέπει να είναι το πολύ 1/1,5. Ο υπολογισμός της διατομής καττνοδόχου γίνεται σύμφωνα με το αντίστοιχο πρότυπο ΕΛΟΤ 447.
Ε) Η καπνοδόχος πρέπει να καταλήγει τουλάχιστον 1 πι από το σημείο εξόδου της, 0,70 πι από οποιαδήποτε ακμή κτιρίου που βρίσκεται σε ακτίνα μικρότερη των 3 πι από αυτή και 1,50 πι από καύσιμα υλικά. Σε περίπτωση που υπάρχουν ανοίγματα που βρίσκονται ψηλότερα από την απόληξη της καττνοδόχου και σε οριζόντια απόσταση μικρότερη των 10 πι από αυτήν και η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ενόχληση από την εκπομπή καυσαερίων, μπορεί να επιβάλει την ανύψωση της καττνοδόχου ή να διατάξει άλλα μέτρα για τον περιορισμό της ενόχλησης σε ανεκτά όρια. ΣΤ) Για κάθε καττνοδόχο προβλέπεται άνοιγμα καθαρισμού στη βάση της που να κλείνει ερμητικά. Προ του ανοίγματος αυτού πρέπει να υπάρχει ελεύθερος χώρος τουλάχιστον 1 πι^. Σε περίπτωση που υπάρχει οριζόντιο τμήμα της καττνοδόχου κάτω από το έδαφος, πρέπει να ληφθεί ειδική πρόνοια, ώστε να παραμένει αυτό ξηρό και απρόσβλητο από τυχόν διαρροές υπόγειων ή βρόχινων νερών. Στο τμήμα αυτό της καττνοδόχου πρέπει να υπάρχουν ειδικά ανοίγματα επιθεώρησης και καθαρισμού που να κλείνουν στεγανά με χυτοσιδηρά καλύμματα. Ζ) Καττναγωγός είναι η διάταξη που συνδέει το λέβητα με την καττνοδόχο. Ο καπναγωγός πρέπει να είναι θερμικά μονωμένος. Μπορεί να κατασκευαστεί από τούβλα κτιστός, από τσιμέντο ή από χαλυβδοελάσματα πάχους τουλάχιστο 3 ιτιπι για καπναγωγό διατομής μεγαλύτερης των 500 cm^. Εάν μεταξύ του λέβητα και της καττνοδόχου δεν παρεμβάλλεται καπνοσυλλέκτης, πρέπει: - να ανέρχεται με κλίση 15 % τουλάχιστο εάν είναι μεταλλικός. - να έχει διατομή κατά 20 % μεγαλύτερη της διατομής της αντίστοιχης καττνοδόχου και να ανέρχεται με κλίση 1 % τουλάχιστο αν είναι κτιστός. Σε περίπτωση χρήσης ελαφρού πετρελαίου ( diesel) στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, απαγορεύεται η εγκατάσταση ειδικών συσκευών συγκράτησης αιθάλης (καττνοσυλλέκτες).
Η) Για λέβητες θερμικής ισχύος κάτω των 25 KW (20000 kcal/h), όταν τοποθετούνται μέσα στις κατοικίες, εφαρμόζονται οι διατάξεις της ΤΟΤΕΕ 2421/1986 μέρος 2. Για την περίπτωση χρήσης μεταλλικών σωλήνων (μπουριά) για την απαγωγή καυσαερίων, η κατασκευαστική διαμόρφωση του τελικού τμήματος της καττνοδόχου που βρίσκεται έξω από το κτίριο πρέπει να είναι τέτοια, ώστε: - να υπάρχει κατάλληλη υψομετρική διαφορά για να εξασφαλίζεται ο απαιτούμενος ελκυσμός (ελάχιστη απόσταση του σημείου εξόδου των καυσαερίων από το λέβητα 1,50 πι) - το εξωτερικό οριζόντιο τμήμα έχει το κατά το δυνατό ελάχιστο μήκος και σταματά από εξωτερικό τοίχο σε απόσταση μικρότερη από το τριπλάσιο της διαμέτρου του σωλήνα. - το τελικό σημείο εξόδου των καυσαερίων είναι προστατευμένο με ειδικό εξάρτημα. Σε περίπτωση που υπάρχουν ανοίγματα που βρίσκονται ψηλότερα από την απόληξη της καττνοδόχου και σε οριζόντια απόσταση μικρότερη των 6 m από αυτήν και η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ενόχληση από την εκπομπή καυσαερίων, μπορεί να επιβάλει την ανύψωση ή να διατάξει άλλα μέτρα για τον περιορισμό της ενόχλησης σε ανεκτά όρια. 1.5 Σωληνώσεις Α) Οι σωληνώσεις της εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης τοποθετούνται με τρόπο, ώστε να εναρμονίζονται με την οικοδομική κατασκευή. Τα δίκτυα σωληνώσεων πρέπει να πληρούν τα αναφερόμενα στις υποπαραγράφους (1.1.5.), (1.1.6.), (1.1.7.) της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Β) Κατά την κατασκευή του δικτύου σωληνώσεων της εγκατάστασης θέρμανσης, απαγορεύονται οι ενώσεις σωλήνων μέσα στο σώμα των τοίχων, καθώς και των δαπέδων. Όπου οι σωληνώσεις διέρχονται από οικοδομικά στοιχεία (π.χ. δάπεδα, τοίχους, οροφές κλπ.) πρέπει να τοποθετούνται μέσα σε δακτυλίους διέλευσης. Οι δακτύλιοι αυτοί πρέπει να έχουν κατάλληλη διάμετρο, ώστε να επιτρέπονται μικρομετακινήσεις των σωληνώσεων κατά τις θερμικές διαστολές χωρίς να προκαλούνται βλάβες. Η διέλευση σωληνώσεων από τα παραπάνω οικοδομικά στοιχεία πρέπει να εξασφαλίζει αντοχή σε πυρκαγιά τέτοια, ώστε να μη μειώνεται η αντοχή των στοιχείων που διαπερνούν οι σωληνώσεις. Τα εξαρτήματα στήριξης, έδρασης και ανάρτησης σωλήνων πρέπει να είναι κατασκευασμένα από μέταλλο ίδιας σύνθεσης με το σωλήνα που στηρίζουν, ώστε να αποφεύγεται η ηλεκτροχημική διάβρωση.
1.6 Μετάδοση της θερμότητας Το σύστημα μετάδοσης της θερμότητας στους διάφορους χώρους περιλαμβάνει τις απαραίτητες συσκευές, κατασκευές, μηχανισμούς κλπ. που απαιτούνται για την πρόσδωση της θερμικής ενέργειας στους χώρους. Α) Η πρόσδωση της θερμικής ενέργειας μπορεί να γίνει είτε με άμεσο τρόπο, δηλαδή προσαγωγή θερμού αέρα στο χώρο, είτε με έμμεσο τρόπο, δηλαδή με προσαγωγή ενός θερμαντικού μέσου σε μία συσκευή, διάταξη (θερμαντικά σώματα, μονάδες ανεμιστήρα στοιχείου κλπ.), μέσα στο χώρο, η οποία διαθέτει επιφάνεια εναλλαγής θερμότητας και αποδίδει τη θερμότητα είτε με ακτινοβολία (θερμαντικά σώματα) είτε με μεταβίβαση στον αέρα του χώρου (μονάδες ανεμιστήρα στοιχείου) είτε και με τα δύο. Β) Ανεξάρτητα από το είδος της θερμαινόμενης επιφάνειας που θα χρησιμοποιηθεί για θέρμανση χώρου, θα πρέπει η σχεδίαση, ο υπολογισμός και η κατασκευή να γίνει με τρόπο, ώστε να επιτυγχάνεται ομοιόμορφη κατανομή θερμότητας στο θερμαινόμενο χώρο και να δημιουργούνται συνθήκες ευεξίας στους ανθρώπους που παραμένουν σε αυτόν. Γ) Σε περίπτωση χρησιμοποίησης του θερμαντικού μέσου σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 95 0, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για την προστασία προσώπων από τυχαία επαφή που μπορεί να προκαλέσει ατυχήματα. Δ) Για όλα τα εξαρτήματα του συστήματος μετάδοσης της θερμότητας, ισχύουν τα αναφερόμενα στις υποπαραγράφους (1.1,4.)(1.1.5)(1.1.6)(1.1.7) της παρ. 1 Ε) Στην περίπτωση της θέρμανσης επιφανειών, ειδική μέριμνα πρέπει να δοθεί στην ενσωμάτωση των συστημάτων μετάδοσης στα οικοδομικά στοιχεία. Τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν πρέπει να έχουν χρόνο ζωής αντίστοιχο της οικοδομικής κατασκευής. Η υέση θερμοκρασία της επιφάνειας θέρμανσης δεν πρέπει να ξεπερνά τους 35 C προκειμένου για οροφή και τους 28 C προκειμένου για δάπεδα. Ο υπολογισμός της θέρμανσης επιφανειών (οροφής ή δαπέδου) πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την οδηγία ΤΟΤΕΕ 2421/1986 μέρος 1.
1.7 Σύστημα αυτόματου ελέγχου Σε κάθε κτίριο ή χώρο που θερμαίνεται με κεντρική θέρμανση, πρέπει να περιλαμβάνεται στην εγκατάσταση σύστημα ελέγχου και αυτοματισμού είτε κεντρικό είτε τοπικό, ώστε να επιτυγχάνεται εξοικονόμηση ενέργειας σε συνδυασμό με την άνεση των χρηστών του κτιρίου. Το σύστημα ελέγχου και αυτοματισμού πρέπει να είναι κατά τέτοιο τρόπο σχεδιασμένο και κατασκευασμένο, ώστε να μπορεί να διατηρεί τη θερμοκρασία των χώρων +2 C με 3 C από την επιθυμητή θερμοκρασία του χώρου, όπως καθορίζεται από τον κανονισμό θερμομόνωσης για κάθε χώρο. 1.8 Αεραγωγοί Α) Για τους αεραγωγούς ισχύουν επίσης τα αναφερόμενα στην υποπαράγραφο (1.1.5) Β) Οι αεραγωγοί πρέπει να είναι κατασκευασμένοι από κατάλληλα υλικά, όπως σίδηρο, χάλυβα, αλουμίνιο, σκυρόδεμα, φυσικούς ή τεχνητούς λίθους, άργιλο και αμιαντοτσιμέντο. Επίσης πρέπει να είναι στεγανοί σε όλη τους τη διαδρομή και να μην έχουν άλλα ανοίγματα, εκτός από αυτά που απαιτούνται για τη σωστή λειτουργία και συντήρηση του συστήματος. Επίσης, πρέπει να λαμβάνεται ειδική μέριμνα και μέτρα, ώστε να μη μεταδίδεται δια μέσου των αεραγωγών θόρυβος που να είναι πάνω από τα ανεκτά όρια, είτε αυτός προέρχεται από τη λειτουργία μηχανημάτων είτε από χώρους μέσα από τους οποίους διέρχεται ο αεραγωγός. Γ) Για τους αεραγωγούς ισχύουν επίσης τα αναφερόμενα στην 2423/1986 ΤΟΤΕΕ κλιματισμού που εγκρίθηκε με την απόφαση ΕΗ1/0/119/7.3.1988 (ΦΕΚ 177/Β/1988).
2. Διάκριση των λεβήτων Υπάρχει μεγάλη ποικιλία λεβήτων ανάλογα με το υλικό κατασκευής τους, τη μορφή του θαλάμου καύσεως και το χρησιμοποιούμενο καύσιμο, το μέγεθός τους, τη διαδρομή των καυσαερίων, τη διαμόρφωση του υδροθαλάμου, ειδικά κατασκευαστικά και λειτουργικά στοιχεία κ.ά. Ειδικότερα: Ανάλογα με το υλικό κατασκευής τους οι λέβητες διακρίνονται σε χυτοσιδηρούς (ή μαντεμένιους) και χαλύβδινους. Στα εμπορικά έντυπα μάλιστα, το πρώτο στοιχείο που δηλώνουν οι κατασκευαστές είναι ακριβώς το υλικό κατασκευής του φλογοθαλάμου του λέβητα, γιατί αυτό καθορίζει μια σειρά από άλλα σημαντικά χαρακτηριστικά του (π.χ. το βάρος). Ανάλογα με τον τύπο κατασκευής διακρίνονται σε: λέβητες καύσης κωκ, με καυστήρες καύσης αερίου, με καυστήρες καύσης πετρελαίου, υδροθερμαντήρες ανακυι^οφορίας καύσης αερίου, λέβητες με παρασκευαστήρα νερού χρήσης ή χωρίς παρασκευαστήρα. Ανάλογα με το καύσιμο ή τα καύσιμα για τα οποία προορίζονται οι λέβητες, προκύπτει ειδική διαμόρφωση του θαλάμου καύσεως, ενώ τα λειτουργικά του στοιχεία επηρεάζονται σημαντικά από το είδος (στερεό, υγρό, αέριο) και τη θερμική απόδοση (θερμογόνος δύναμη του καυσίμου), αλλά και από τα αναμενόμενα κατάλοιπα της καύσεως, την ποσότητα, το είδος και τη θερμοκρασία των καυσαερίων. Ανάλογα με τη θερμική τους ισχύ, που βρίσκεται σε σχετική αναλογία και με τις γεωμετρικές τους διαστάσεις, οι λέβητες χωρίζονται σε κατηγορίες. Η θερμική ισχύς του λέβητα καθορίζεται (με βάση αυστηρά πρότυπα) σε kw ή kcal/h. Η Τ.Ο.ΤΕΕ/2 με κριτήριο την ισχύ, διακρίνει τους λέβητες σε: Α. Μικρούς Λέβητες, όταν η θερμική ισχύς τους είναι κατώτερη των 60 kw (52.000 kcal/h). Β. Μεσαίου μεγέθους Λέβητες, όταν η θερμική τους ισχύς κυμαίνεται από 60 έως 350 kw (50.000-300.000 kcal/h). C. Μεγάλους Λέβητες, όταν η θερμική τους ισχύς είναι μεγαλύτερη των 350 kw (300.000 kcal/h). Σε πολλές περιπτώσεις το "μέγεθος" ή η θερμική ισχύς των λεβήτων, αναφέρεται σε τετραγωνικά μέτρα (πι2) θερμαινόμενης επιφάνειας (επιφάνειας συναλλαγής με το θερμό νερό). Σ' αυτές τις περιπτώσεις, σε συνδυασμό με τον βαθμό αποδόσεως και την παραδοχή ότι κάθε 1 θερμαινόμενης επιφάνειας αποδίδει 10.000 kcal, προκύπτει η θερμική ισχύς. Λέβητας π.χ. θερμαινόμενης επιφάνειας 5πι^ και βαθμού αποδόσεως 92%, αποδίδει θερμική ισχύ: 5 X 0,92 X 10.000 = 46.000 kcal/h.
Με αφετηρία τον φορέα της θερμότητας, οι λέβητες διακρίνονται σε λέβητες θερμού νερού υψηλών ή χαμηλών θερμοκρασιών, ατμού χαμηλής πιέσεως και ατμού υψηλής πιέσεως. Ανάλογα με τον αριθμό των αερίων σε ; λέβητες καύσης ενός αερίου, πολλών αερίων και λέβητες για όλα τα αέρια. Ανάλογα με το είδος του αερίου : φωταέριο, φυσικό αέριο, υγραέριο. Ανάλογα με τον τρόπο ελκυσμού σε : λέβητες με ατμοσφαιρικούς καυστήρες (φυσικός ελκυσμός), λέβητες αερίου για φυσικό ελκυσμός ή υπερπίεση. Ανάλογα με το φορέα θερμότητας σε : λέβητες θερμού νερού, καυτού νερού και ατμολέβητες. Ανάλογα με την πίεση του αερίου σε : λέβητες για αέριο υψηλής πίεσης και αέρια χαμηλής πίεσης. 2.1. Χυτοσίδηροι λέβητες Σχήμα 2.1.1. : Εξωτερική όψη χυτοσιδήρων λεβήτων κατάλληλων για εγκαταστάσεις πετρελαίου ή αερίου για θερμικές ισχύς από 45 kw (38700 kcal/h) μέχρι 1200 kw (1000000 kcal/h). Οι χυτοσίδηροι λέβητες κατασκευάζονται από συναρμολογημένα χυτά τεμάχια, τα οποία συναρμολογούνται με αυστηρές προδιαγραφές και σχηματίζουν τον στεγανό υδροθάλαμο και τον χώρο καύσεως. Πριν από αρκετά χρόνια, όλοι οι λέβητες ήταν χυτοσίδηροι. Με τη βελτίωση της ποιότητος των ελασμάτων από χάλυβα, των συγκολλήσεων και γενικά της τεχνολογίας διαμορφώσεως ελασμάτων χάλυβα, φάνηκε προς
στιγμήν ότι οι χυτοσίδηροί λέβητες θα υποκατασταθούν πλήρως από τους χαλύβδινους. Σήμερα μπορεί να λεχθεί ότι υπάρχει μια σχετική ισορροπία και ένας σκληρός ανταγωνισμός. Οι κατασκευαστές κάθε κατηγορίας, προβάλλουν πλήθος πλεονεκτημάτων των κατασκευών τους και επισημαίνουν αδυναμίες της άλλης πλευράς. Η αλήθεια είναι ότι κάθε κατηγορία παρουσιάζει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, των οποίων η αξιολόγηση διαφέρει από περίπτωση σε περίπτωση. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου εμφανώς είναι ενδεδειγμένη η χρησιμοποίηση χυτοσιδηρού λέβητα ή αντίστροφα, όπως υπάρχουν και περιπτώσεις όπου η επιλογή μπορεί να αφεθεί στις υποκειμενικές προτιμήσεις του μελετητή ή του χρήστη. Τα κύρια πλεονεκτήματα τα οποία προβάλλουν οι κατασκευαστές χυτοσιδηρών λεβήτων, είναι: Υψηλή αντοχή στη διάβρωση, με συνακόλουθο μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Συγκροτούνται από απλά στοιχεία, των οποίων η συναρμολόγηση μπορεί να γίνει μέσα στο λεβητοστάσιο. Με τον τρόπο αυτό απλοποιούνται σημαντικά τα προβλήματα μεταφοράς και διαδρομής μέχρι την τελική θέση που θα εγκατασταθούν. Όσον αφορά στη μεταφορά, είναι αυτονόητο ότι η μεταφορά μεγάλου μεγέθους και βάρους μονάδων (όπως είναι σχεδόν πάντοτε οι λέβητες), συνεπάγεται σημαντικό κόστος φορτοεκφορτώσεων. Το σημαντικότερο και συχνότερα εμφανιζόμενο πρόβλημα όμως, είναι η μεταφορά του λέβητα μέσα στο λεβητοστάσιο. Οι διαθέσιμες διαδρομές (διάδρομος, ανοίγματα κλπ.), είναι συνήθως ανεπαρκών διαστάσεων, ακόμη και όταν μοναδικό πρόβλημα είναι ο όγκος και όχι το βάρος. Ακόμη όμως και στις περιπτώσεις που θα μεταφερθεί ο λέβητας στον χώρο του λεβητοστασίου πριν κτιστούν οι τελικοί τοίχοι (στα "μπετά"), παραμένει το πρόβλημα στην περίπτωση που χρειαστεί επισκευή ή αντικατάσταση του λέβητα. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που προτιμώνται γενικώς οι λυόμενοι λέβητες, τουλάχιστον σε λεβητοστάσια αστικών κτιρίων. Επιτρέπουν την αντικατάσταση φθαρμένων ή κατεστραμμένων τμημάτων, με σχετικά εύκολο τρόπο. Επιτρέπουν αυξομείωση (εντός ορίων) της θερμικής τους ισχύος, με την προσθήκη (ή αφαίρεση) όμοιων στοιχείων.
Στα κύρια μειονεκτήματα των χυτοσιδήρων λεβήτων αναφέρονται: Η σχετικά υψηλή τιμή που προκύπτει τόσο από τη μέθοδο κατασκευής τους, όσο και από την αυξημένη ποσότητα σιδήρου ο οποίος απαιτείται για την κατασκευή τους. Το αυξημένο βάρος τους, σε σύγκριση με χαλύβδινους λέβητες της αυτής θερμικής ισχύος. Η ευθραυστότητα των στοιχείων τους (ευπάθεια στις κρούσεις και τις απότομες τοπικές θερμοκρασιακές διαφοροποιήσεις). Η αδυναμία επισκευής τεμαχίων που παρουσιάζουν διαρροή, γιατί δεν είναι δυνατή η προσθήκη υλικών ή τεμαχίων με συγκόλληση. Κάθε φθαρμένο στοιχείο πρέπει να αντικατασταθεί με νέο, ακριβώς όμοιο (πράγμα όχι ιδιαίτερα απλό για λέβητες παλαιούς και μοντέλα που δεν κατασκευάζονται πλέον). Μεγάλοι κατασκευαστές χυτοσιδηρών λεβήτων, σε έντυπα που υπογράφουν κορυφαίοι Μηχανικοί - στελέχη τους, υπεραμύνονται με πάθος, αλλά και σοβαρά επιχειρήματα, των πλεονεκτημάτων των χυτοσιδηρών λεβήτων. Η "Buderus" π.χ., αναφερόμενη στα πλεονεκτήματα των χυτοσιδηρών λεβήτων, έναντι των χαλύβδινων, αναφέρει: Προσαγωτή λέβητα Παροχή κρύου Επιστροφή ^ λέβητα ^ Ψ επιστροφής 3. Διαδρομή καυσαερίων 2. Διαδρομή καυσαερίων 1. Διαδρομή καυσαερίων Σχήμα 2.1.2. : Χυτοσίδηρος λέβητας τριπλής διαδρομής καυσαερίων και με τεχνολογία Thermostream για την αποτροπή δημιουργίας συμπυκνωμάτων στο εσωτερικό του λέβητα.
α) Τεχνολογία Thermostream Κατά την έναρξη της λειτουργίας τους, όλοι οι λέβητες ανεξαρτήτως κατασκευαστή / προέλευσης / μάρκας / μοντέλου δημιουργούν συμπυκνώματα από τα καυσαέρια τα οποία διαβρώνουν και σταδιακά καταστρέφουν τον λέβητα. Για την αποφυγή της δημιουργίας τέτοιων συμπυκνωμάτων είναι απαραίτητη η διατήρηση μιας ελάχιστης θερμοκρασίας νερού στον λέβητα. Η τεχνολογία Thermostream, μια καινοτομία της Buderus, εξασφαλίζει την άνοδο της θερμοκρασίας με την ανάμιξη του ζεστού νερού προσαγωγής και κρύου νερού επιστροφής στο εσωτερικό του λέβητα. Έτσι, καταργείται η ανάγκη για επιπρόσθετα εξαρτήματα στην εγκατάσταση όπως π.χ. τετράοδες ρυθμιστικές βάνες. Το υλικό από το οποίο κατασκευάζονται οι λέβητες είναι ένα ειδικό κράμα χυτοσιδήρου GL180M, δημιουργία της Buderus, το οποίο είναι ανθεκτικό στης θερμικές καταπονήσεις, εξασφαλίζοντας αυξημένη αντοχή στη διάβρωση από οξέα και παρέχει τη μεγαλύτερη δυνατή οικονομία και ασφάλεια λειτουργίας. β) Έχουν μεγάλη ανθεκτικότητα στις διαβρώσεις χημικών ουσιών: Από παλαιά είναι γνωστή η μεγάλη ανθεκτικότητα του χυτοσίδηρου - σε αντίθεση με τον χάλυβα - στις διαβρώσεις διαφόρων χημικών ενώσεων. Τούτο οφείλεται κυρίως στο επιφανειακό στρώμα χυτοσίδηρου που σχηματίζεται κατά τη χύτευση. Το στρώμα αυτό - εφ' όσον παραμείνει ακατέργαστο - έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε πυρίτιο (Si), στο οποίο και οφείλει την πολύ μεγάλη του ανθεκτικότητα στις προσβολές των διαφόρων χημικών ενώσεων. Οι ενώσεις αυτές (ενώσεις θείου, αζώτου καθώς και διάφορα άλατα), σχηματίζονται κατά την υγροποίηση των καυσαερίων, είτε εντός του λέβητα - όταν λειτουργεί σε χαμηλές (οικονομικές) θερμοκρασίες - είτε εκτός, από τις υγροποιήσεις ακατάλληλων καττνοδόχων (παλαιές κατασκευές μεγάλων διαστάσεων, αμόνωτες κλπ.). Οι ενώσεις αυτές προκαλούν σημαντικές διαβρώσεις σε πολλά σημεία του λέβητα και κυρίως στις πολλές κολλήσεις των χαλύβδινων λεβήτων, με αποτέλεσμα τη ραγδαία συντόμευση της ζωής τους. Ούτε και οι ανοξείδωτοι θάλαμοι μερικών χαλύβδινων λεβήτων παρέχουν επαρκή προστασία στο σύνολο του λέβητα. Δεν προστατεύουν τις κολλήσεις και το πίσω μέρος του λέβητα. Χημικές ενώσεις όπως τριχλωραιθυλένιο, τετραχλωραιθυλένιο, οξείδια τον θείου, διάφορα σπρέι με θειούχα και χλωριούχα οξείδια του άνθρακα κλπ., που απαντώνται σε περιοχές όπου ευρίσκονται σχετικά εργοστάσια, βιοτεχνίες, κομμωτήρια κλπ., προσβάλλουν και τον ανοξείδωτο χάλυβα.
γ) Σωστή διαμόρφωση του θαλάμου καύσεως Ο χυτοσίδηρος (μαντέμι) επιτρέπει, σε αντίθεση με τον χάλυβα, τη διαμόρφωση του εσωτερικού χώρου καύσεως σύμφωνα με τις απαιτήσεις της θερμοδυναμικής. Πέραν αυτού, καθιστά δυνατή την κατασκευή του λέβητα σε στοιχεία (φέτες) συναρμολογούμενα. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται κλιμάκωση των θερμικών αποδόσεων, αντίστοιχη των θερμικών απαιτήσεων (αύξηση των θερμικών αποδόσεων με την προσθήκη νέων στοιχείων). Σε σπάνιες περιπτώσεις φθοράς, δεν αχρηστεύεται ολόκληρος ο λέβητας. Αλλάζει μόνο το φθαρμένο στοιχείο. Σχήμα 2.1.3.: Χυτοσίδηρό στοιχεία λέβητα για καύση υπερπίεσης. 1. Περιοχή της υδραυλικής αποσύνδεσης της προσαγωγής και επιστροφής 2. Θέρμανση νερού επιστροφής 3. 2 Διαδρομή ί. 3'' Διαδρομή 5. Θερμό νερό προς την προσαγωγή 6. Αγωγός τροφοδοσίας νερού επιστροφής 7. Οδηγός διέλευσης νερού 8. Θερμό νερό λέβητα 9. Θάλαμος καύσης Σχήμα 2.1.4.: Αριστερά; Στοιχείο λέβητα Δεξιά: Διαδρομή καυσαερίων.
δ) Εύκολη μεταφορά και τοττοθέτηση Οι χυτοσίδηροί λέβητες μεταφέρονται εύκολα σε στοιχεία και τοττοθετούνται επίσης πολύ εύκολα και στα πιο δύσκολα λεβητοστάσια, γιατί μπορούν να συναρμολογηθούν επί τόπου. ε) Είναι ανθεκτικότεροι στη θερμική καταπόνηση Ο χυτοσίδηρος είναι ανθεκτικότερος από τον χάλυβα στις θερμικές καταπονήσεις, γιατί ο συντελεστής θερμικής διαστολής του είναι μικρότερος εκείνου του χάλυβα. Λόγω της πολύ υψηλής θερμοκρασίας στον φλογοθάλαμο, παρατηρούνται στους χαλύβδινους λέβητες, πέραν της επιφανειακής φθοράς και φαινόμενα παραμορφώσεως των χαλύβδινων ελασμάτων. ζ) Έχουν διάρκεια ζωής μεγαλύτερη Ένας κοινός μαντεμένιος λέβητας, ζει συνήθως τριπλάσιο έως τετραπλάσιο χρόνο από έναν καλό χαλύβδινο. Τα ανωτέρω ουσιαστικά πλεονεκτήματα, εξηγούν σαφώς το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των θερμαντικών εγκαταστάσεων σήμερα, αποτελείται από χυτοσιδηρούς λέβητες. Όπως φαίνεται και από τις φωτογραφίες και τα σχέδια, είναι εντυπωσιακή η ποικιλία των χυτοσιδηρών στοιχείων αλλά και των υπολοίπων κατασκευαστικών τεμαχίων και εξαρτημάτων που συναποτελούν κάθε λέβητα. Είναι ακόμη αξιοσημείωτο ότι κάθε κατασκευαστής, επιχειρεί να καλύψει κάπσιο κενό και να ικανοποιήσει ανάγκες της αγοράς. Είναι π.χ. σύνηθες το φαινόμενο, την τελική επιλογή του λέβητα που θα χρησιμοποιηθεί, να καθορίζουν οι ειδικές διαστάσεις του (ή μία από αυτές), ή το βάρος του, ή το είδος του καυστήρα που συνεονάζεται ικανοποιητικά. Ειδικά η τελευταία αναφορά έχει σημαντική βαρύτητα και πρέπει πάντοτε να εξετάζονται τα βασικά χαρακτηριστικά του λέβητα σε ευθεία συνάρτηση με τον καυστήρα. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί, ότι οι εντυπωσιακοί βαθμοί αποδόσεως, ανταποκρίνονται σε εργαστηριακές συνθήκες λειτουργίας. Προϋποθέτουν δηλαδή καύσιμα καλής ποιότητας, σωστές ρυθμίσεις, καλή κατάσταση και ικανοπσιητική καθαρότητα των επιφανειών που μετέχουν στη συναλλαγή θερμότητας και ικανοποιητική φόρτιση του λέβητα. ΓΓ αυτό σε κάθε περίπτωση η εκλογή του λέβητα ή των συνεργαζομένων λεβήτων, πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη τις συνήθεις φορτίσεις, όπως και τη δυνατότητα ικανοποιητικών ρυθμίσεων και συντηρήσεως. Οι σοβαροί κατασκευαστές σε κάθε περίπτωση, έστω με "μικρά γράμματα", αναφέρουν στα έντυπά τους τις συνθήκες ικανοποιητικής λειτουργίας, όπως και τη διαδικασία ρυθμίσεων και συντηρήσεως. Οι σύγχρονοι λέβητες διαθέτουν ηλεκτρικούς ή ηλεκτρονικούς πίνακες ελέγχου και συχνά αυτοματισμούς, έως και προγράμματα λειτουργίας. Σε μικρούς λέβητες, των οποίων οι χειρισμοί γίνονται από μη τεχνικούς, είναι συχνά υπερβολή και μάλλον προβληματική η απαίτηση για πολύπλοκους
χειρισμούς και ρυθμίσεις. Αντίθετα, σε ττεριπτώσεις εγκαταστάσεων που γίνεται, έστω, μηνιαίος έλεγχος από εξειδικευμένους τεχνικούς, τα συστήματα αυτά μπορούν να επιτύχουν βελτίωση των συνθηκών ανέσεως, με ταυτόχρονη μείωση της καταναλώσεως και μειωμένη ρύπανση του περιβάλλοντος. Συχνά οι λέβητες συνοδεύονται ή φέρουν ενσωματωμένο θερμοδοχείο ζεστού νερού χρήσεως (boiler). Στο θερμοδοχείο αυτό, προσάγεται (σε κλειστό κύκλωμα μορφής οφιοειδούς σωλήνα, σερπαντίνας εναλλάκτη) ζεστό νερό από τον λέβητα και ταυτόχρονα διοχετεύεται νερό από το δίκτυο πόλεως. Τις ενδιαφέρουσες αυτές κατασκευές θα εξετάσουμε μαζί με τους χαλύβδινους λέβητες. 2.2 Χαλύβδινοι λέβητες Σχήμα 2.2.1.: Διμεταλλικοί λέβητες από μαντέμι για χαμηλές θερμοκρασίες με κάτω όριο 40 C. Ισχύς15...63Κνν Οι χαλύβδινοι λέβητες κατασκευάζονται με συγκόλληση προδιαμορφωμένων ελασμάτων και συνήθως παραδίδονται σε έτοιμα ενιαία τεμάχια. Οι μεγαλύτερες μονάδες χαλύβδινων λεβήτων, παραδίδονται και σε τεμάχια τα οποία συγκολλούνται μέσα στο λεβητοστάσιο. Ανάλογα με τη μορφή του φλογοθαλάμου και του υδροθαλάμου, επομένως και της διαδρομής των καυσαερίων, οι χαλύβδινοι λέβητες διακρίνονται σε αεριαυλωτούς και υδραυλωτούς. Εάν δηλαδή τα καυσαέρια οδεύουν προς την καττνοδόχο μέσα σε αυλούς (σωλήνες) που περιβάλλονται από νερό (βρίσκονται στον υδροθάλαμο), πρόκειται για αεριαυλωτούς λέβητες. Εάν μέσα από τους αυλούς κυκλοφορεί το νερό και γύρω από τους αυλούς κινούνται τα καυσαέρια, πρόκειται για υδραυλωτούς λέβητες.
Σχήμα 2.2.2. : Χαλύβδινος λέβητας ζεστού νερού ή ατμού τριπλής διαδρομής καυσαερίων για πίεση λειτουργίας έως και 16 bar. ίσχύς 1860 kw - 5900 kw Οι χαλύβδινοι λέβητες πλεονεκτούν σημαντικά στην περίπτωση λειτουργίας με υψηλότερες πιέσεις και υψηλές θερμοκρασίες. Ακόμη όμως και σε μικρά μεγέθη, διατίθενται εξαιρετικά επιτυχημένοι χαλύβδινοι λέβητες, κυρίως γιατί ο χάλυβας εξασφαλίζει διαμορφώσεις, που δεν επιτυγχάνονται με τη χύτευση. Ο χάλυβας γενικά επιτρέπει μεγαλύτερες καταπονήσεις από τον χυτοσίδηρο και αφήνει ευρύτερα περιθώρια για λειτουργικά σφάλματα (π.χ. τροφοδότηση με κρύο νερό ή και προς στιγμήν έλλειψη νερού). Το μεγαλύτερο μειονέκτημα των χαλύβδινων λεβήτων είναι ότι πρόκειται για ενιαίες κατασκευές και σπάνια αποτελούνται από στοιχεία που μπορεί να συνδεθούν επί τόπου, μέσα στο λεβητοστάσιο. Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει να υπάρχει δίοδος που να επιτρέπει την είσοδο και έξοδό τους από το λεβητοστάσιο (που δεν υπάρχει σε όλες τις περιπτώσεις). Γενικότερα η διαμόρφωσή τους είναι κυλινδρική, σε όρθια μορφή για τις μικρές κατασκευές και οριζόντια για τις μεγαλύτερες. Και εδώ υπάρχουν διάφορες διαμορφώσεις, κάθε μία από τις οποίες έχει τα δικά της πλεονεκτήματα. Σαν ειδική κατασκευή αναφέρουμε τον χαλύβδινο λέβητα πετρελαίου με καυστήρα στην οροφή και αναστροφή των καττναερίων στο κάτω μέρος. Η δεύτερη διαδρομή αποτελείται από αεριαυλούς, που οδηγούν τα καττναέρια στον συγκεντρωτικό καττναγωγό του άνω μέρους και από εκεί στην καπνοδόχο.
2.3 Λέβητες καύσης αερίου με ατμοσφαιρικούς καυστήρες Σχήμα 2.3.1 : Λέβητας με καύση αερίου από ατμοσφαιρικό καυστήρα τοποθετημένος στο πάτωμα. Αυτοί οι λέβητες (όρθιου τύττου) είναι αποκλειστικά κατασκευασμένοι για την καύση αερίου και λαμβάνονται υπόψη οι ιδιοτροπίες της καύσης του αερίου. Οι ατμοσφαιρικοί καυστήρες αποτελούνται από σωλήνες με πολυάριθμες μεμονωμένες φλόγες, είναι απλοί, ασφαλείς στην λειτουργία, φτηνοί και φτωχοί σε θορύβους. Ειδικά χαρακτηριστικά είναι: Ο κατάλληλος χώρος καύσης με ελάχιστη αντίσταση από πλευράς καυσαερίων. Οι μεγάλες δευτερεύουσες θερμαντικές επιφάνειες με πτερύγια και συστοιχία ελασμάτων στις διαδρομές των καυσαερίων, για τη μεγέθυνση της θερμαντικής επιφάνειας και τη μεταφορά θερμότητας. Η μικρή ποσότητα νερού, τα ανθεκτικά υλικά στη διάβρωση και η δυνατότητα μεταλλαγής στα διάφορα αέρια. Κατασκευάζονται τόσο από χυτοσίδηρο όσο και από χάλυβα. Ο χυτοσίδηρος είναι ανθεκτικός στη διάβρωση από το νερό εφίδρωσης που δημιουργείται στην αναθέρμανση. Πολλοί τύποι κατασκευής προσφέρονται εντελώς συναρμολογημένα με όλους τους εξοπλισμούς, τα όργανα ρύθμισης
και ασφάλειας, ακόμη και με κυκλοφορητή και δοχείο διαστολής όπως π.χ. στο (σχήμα 2.3.2.) συλλέκτης καυσαερίω ν Σχήμα 2.3.2 : Αριστερά : Ειδικός λέβητας αερίου από χυτοσίδηρο (Buderus-Loganagas 04.1) Ισχύς 12...29 kw. Δεξιά : Επιδαπέδιοι λέβητες χαμηλών θερμοκρασιών από ειδικό μαντέμι, με ατμοσφαιρικό καυστήρα προανάμιξης ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ισχύς 17...88 kw. Σχήμα 2.3.3.: Τεχνολογία Thermostream; το κρύο νερό της επιστροφής αναμειγνύεται με το ζεστό νερό τής προσαγωγής. Με αυτόν τον τρόπο αποτρέπεται η δημιουργία συμπυκνωμάτων στο εσωτερικό του λέβητα. Δεξιά : Ατμοσφαιρικός λέβητας αερίου. Ισχύς 150...375kW. Η ασφάλεια ροής που σύμφωνα με το DIN 4756 είναι απαραίτητη, έχει προορισμό να κρατήσει τον καυστήρα ανέπαφο από τις διακυμάνσεις ελκυσμού, γιατί αλλιώς μπορεί να δημιουργηθεί μέσα στον λέβητα CO και να διαρρεύσει στον χώρο θέρμανσης.
Σχήμα 2.3.4 ; Διατάξεις ασφάλειας ροής σε λέβητες καύσης αερίου, Αριστερά : πάνω απαγωγή καυσαερίων, Δεξιά : κάτω απαγωγή καυσαερίων Αντί της ασφάλειας ροής μπορεί μέχρι ισχύς 50 kw να χρησιμοποιηθεί ένας επιτηρητής ροής. Αυτό είναι ένα ηλεκτρικό αισθητήριο της θερμοκρασίας στο κάτω μέρος της θυρίδας εξόδου των καυσαερίων, που ανταποκρίνεται στη στασιμότητα ή την επιφανειακή ροή των καυσαερίων και διακόπτει τον καυστήρα. Θερμοκρασία διακοπής 60...80 C Λέβητες μέχρι περίπου 100 kw λειτουργούν κατά κανόνα ημιαυτόματα. Σ αυτούς ανάβει στον καυστήρα μία φλόγα προσανάμματος με το χέρι, συνήθως διαμέσου ενός πιεζοαναφλεκτήρα, που καίει διαρκώς. Ο κύριος διακόπτης του αερίου ανοίγει ή κλείνει σε εξάρτηση από το ρυθμιστικό μέγεθος (θερμοκρασία ή πίεση ατμού στον λέβητα). Μεγαλύτεροι λέβητες λειτουργούν εντελώς αυτόματα με ψωτοηλεκτρική επιτήρηση φλόγας, καθώς επίσης και με βαθμώτη λειτουργία. Ανάλογα με την θερμοκρασία του λέβητα ρυθμίζεται η δημιουργία της φλόγας προσανάμματος με το άνοιγμα ή το κλείσιμο του διακόπτη εκκίνησης και του κύριου διακόπτη του αερίου, με έναν αυτοματισμό ανάφλεξης. Τελευταία κατασκευάζονται για ισχύς μέχρι 1 MW συγκροτήματα όμοια με λέβητες, με ατμοσφαιρικούς καυστήρες. Λειτουργούν με ολισθαίνουσα ρύθμιση θερμοκρασίας, αλλά η δημιουργία νερού εφίδρωσης απαιτεί την λήψη ιδιαίτερων μέτρων. Ιδιαίτερα πλεονεκτική είναι η έλλειψη θορύβων. Η καταπόνηση της θερμαντικής επιφάνειας ανέρχεται περίπου σε 15... 18 kw/πι^. Παράδειγμα : (Εικόνα 2.3) Εικόνα 2.3 : Ειδικός λέβητας αερίου από χυτοσίδηρο με ατμοαφαιρικό καυστήρα. Ονομαστική ισχύς ως 423 kw. Αριστερά : όψη. Δεξιά : στοιχείο του λέβητα