Ομιλία Δ.Λιντζέρη στη Διαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής 25-09-2013 Ο ΕΟΦ εκ του ιδρυτικού του νόμου Ν1316/83 έχει ως πρώτιστο σκοπό την προστασία και βελτίωση της δημόσιας υγείας καθώς και την εξασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος γενικότερα στον τομέα της παραγωγής και διακίνησης γενικά των προϊόντων της αρμοδιότητάς του και την ανάπτυξη των σχετικών εμποροβιομηχανικών επιχειρήσεων καθώς και τεχνολογίας και έρευνας. Οι σκοποί αυτοί καθορίζουν και τους στόχους του οργανισμού που είναι: Καλό προϊόν Επάρκεια Σωστή χρήση Ανάπτυξη του κλάδου Προσιτή τιμή Ολ αυτά βέβαια, προκειμένου να μην αποτελούν αόριστες γενικότητες αλλά να αποτελούν συγκεκριμένα και μετρήσιμα μεγέθη απαραίτητα για το σχεδιασμό και την προώθηση της πολιτικής του οργανισμού, υπάρχει ανάγκη να οριστούν συγκεκριμένοι ποσοτικοί και ποιοτικοί δείκτες μέτρησης. Και αυτό το τελευταίο κυρίες και κύριοι βουλευτές, οφείλει να εξασφαλίζεται από τον ΕΟΦ. Νομίζω αποτελεί και ένα γενικότερο στόχο σε όλες τις υπηρεσίες του κράτους προκειμένου να μπορεί να αξιολογηθεί 1
αντικειμενικά κάθε μια απ αυτές. Μόνο έτσι μπορούμε να μιλήσουμε για πραγμάτωση του δημοσίου συμφέροντος. Συνοπτικά ο ΕΟΦ : Αξιολογεί και εγκρίνει νέα ασφαλή και αποτελεσματικά προϊόντα. Παρακολουθεί την ποιότητα και ασφάλεια κατά την κυκλοφορία τους Ελέγχει την παραγωγή, τις κλινικές μελέτες και παρακολουθεί τη νομοθεσία όσον αφορά την παραγωγή, διακίνηση διάθεση εμπορία και διαφήμιση Αναπτύσσει και προωθεί την φαρμακευτική έρευνα Ενημερώνει τους επιστήμονες υγείας τους αρμόδιους φορείς και το λαό με χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα (ανθρώπινης και κτηνιατρικής χρήσης) και τα λοιπά προϊόντα αρμοδιότητάς του όπως είναι τα καλλυντικά, τα απολυμαντικά χώρου, τα προϊόντα ειδικής διατροφής και τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα. Τα έσοδα του οργανισμού προέρχονται από τα παράβολα και τις διαδικασίες έγκρισης φαρμακευτικών και λοιπών προϊόντων. Ακόμα υφίστανται έσοδα από ανταποδοτικά τέλη για όλα τα προϊόντα αρμοδιότητάς του. Τα έξοδα λειτουργίας του ΕΟΦ συμπεριλαμβανόμενης της μισθοδοσίας των υπαλλήλων του οργανισμού προέρχονται από τα 2
έσοδα του προανέφερα και δεν επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Στον ΕΟΦ ανήκουν και δύο θυγατρικές ανώνυμες εταιρείες του δημοσίου το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Τεχνολογίας και Έρευνας με κύρια δραστηριότητα την εισαγωγή και διακίνηση φαρμακευτικών προϊόντων εφόσον διαπιστώνονται ελλείψεις στην αγορά και Το Εθνικό Κέντρο Αξιολόγησης της ποιότητας και τεχνολογίας στην Υγεία που παρέχει πιστοποίηση συστημάτων ποιότητας, πιστοποίησης ιατροτεχνολογικών προϊόντων και εργαστηριακούς ελέγχους και δοκιμές. Το προσωπικό σήμερα αποτελείται από 160 εργαζόμενους. Ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία που επιχειρείται στη χώρα μας μια ουσιαστική αξιολόγηση όλων των δομών της δημόσιας διοίκησης, η στρατηγική ανατοποθέτηση του ΕΟΦ είναι επιβεβλημένη. Σήμερα ο ΕΟΦ καλείται να συμμετάσχει ουσιαστικά και αποφασιστικά στον εξορθολογισμό και την εξυγίανση στον τομέα του φαρμάκου αλλά και των λοιπών αντικειμένων της αρμοδιότητάς του. Πριν προχωρήσω στα περαιτέρω θα ήθελα να σας παραθέσω συγκεκριμένη μελέτη του 2011 που είναι η τελευταία επίσημη που υπάρχει. Η κατά κεφαλή φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα ήταν 810. Την ίδια χρονιά το αντίστοιχο ποσό στην Πολωνία ήταν 120. Η Σουηδία χώρα 3
πρότυπο για την παροχή υπηρεσιών υγείας είχε μόνον 380 κατά κεφαλή. Τη συγκεκριμένη χρονιά στη χώρα μας η φαρμακευτική δαπάνη έφτασε 8,4δις. Λαμβάνοντας υπόψη και τις διαφορές στον πληθυσμό η χώρα μας δαπάνησε 4,1δις περισσότερα από τη Σουηδία και 4,2δις περισσότερα από την Πορτογαλία. Η διαφορά αυτή των 4,2δις ισοδυναμεί με τη δόση από το ΔΝΤ που αναμένεται να εισπράξει η χώρα μας. Η φαρμακευτική λοιπόν δαπάνη είναι υπερδιπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Θα δώσω ακόμα ένα στοιχείο. Το 1998 η φαρμακευτική δαπάνη, δημόσια και ιδιωτική, ανήρχετο στο 1,6δις. 10 χρόνια αργότερα το 2009 στα 8,4δις και πέρυσι στα 5,9δις. Την ίδια χρονική περίοδο με στοιχεία του ΟΟΣΑ η χώρα μας είχε τη μικρότερη αύξηση στο προσδόκιμο επιβίωσης μαζί με την Ολλανδία απ όλες τις χώρες της Ευρώπης, μόνο 2 χρόνια. Τα λέω αυτά για να καταδείξω ότι το τρομακτικό ύψος αυτών των δαπανών δεν έχει καμία σχέση με την άρτια παροχή υπηρεσιών υγείας. Αντιθέτως υπονομεύει ευθέως το εθνικό σύστημα υγείας που σε περίοδο κρίσης, όπως αυτή που περνάμε, οφείλει να αποτελεί ασπίδα προστασίας για το δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό. Ο ΕΟΦ καλείται σήμερα να διαχειριστεί κρίσιμα ζητήματα που συνδέονται ευθέως με την προστασία της υγείας των πολιτών και να είναι συνεπής με τις δεσμεύσεις και υποχρεώσεις που απορρέουν από το μνημόνιο στον καίριο τομέα της φαρμακευτικής πολιτικής. Η διασφάλιση ποιοτικών υπηρεσιών υγείας δεν είναι ασύμβατη με τη δέσμευση της χώρας, η δημόσια δαπάνη για φάρμακα εξωνοσοκομειακής περίθαλψης να κατέλθει σε περίπου 2,371δις, ενώ αυτή της 4
ενδονοσοκομειακής 0,66δις. Με τελικό στόχο το 2014 να προσεγγίσει τα 2δις που είναι ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο εξορθολογισμός και η εξυγίανση του φαρμακευτικού κλάδου είναι μια εξαιρετικά κρίσιμη παράμετρος της γενικότερης αναμόρφωσης των υπηρεσιών υγείας, της προστασίας της υγείας του πολίτη, και δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι ανεξάρτητη μεταβλητή από τη γενικότερη δημοσιονομική εξυγίανση που έχει ανάγκη η χώρα. Ο ΕΟΦ, ως επιστημονική υποδομή στον καίριο τομέα του φαρμάκου, οφείλει να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις για την προστασία της υγείας των πολιτών. Οφείλουμε να δούμε τη χρησιμότητά του σε συνδυασμό με την περαιτέρω ενίσχυση του επιστημονικού έργου που επιτελεί. Η χρησιμότητά του υπερβαίνει τους αναγκαίους κανόνες αξιολόγησης, έγκρισης, ελέγχου, παρακολούθησης ελέγχων όλων των παραγόμενων φαρμακευτικών προϊόντων. Είναι συνυφασμένη και με την ενημέρωση των πολιτών για την ορθολογική χρήση των φαρμάκων, με την καλλιέργεια πολιτισμού πρόληψης και την καταπολέμηση της υπέρογκης δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης. Ακόμα ηχεί στα αυτιά μου η φράση με την οποία ξεκίνησε την ομιλία του ένας Γάλλος καθηγητής, σε ένα συνέδριο που είχα παρακολουθήσει στο εξωτερικό, «οι Έλληνες διατρέφονται με αντιβιοτικά», θέλοντας να δείξει την υπερβολική κατανάλωση κατά κεφαλήν αντιβιοτικών στη χώρα μας. Η φαρμακευτική πολιτική δεν υπαγορεύεται από τις ανάγκες των φαρμακευτικών εταιρειών, αλλά από τις ανάγκες των πολιτών, τόσο ως 5
προς την πρόληψη όσο και ως προς τη θεραπεία. Η παραδοχή αυτή πρέπει να λειτουργεί ως κομβικό σημείο. Δεν νοείται η ανάγκη κερδοφορίας των επιχειρήσεων να καθορίζει τις επιλογές μας, να επιβάλλει νέα προϊόντα, να διαιωνίζει περαιτέρω την πολυφαρμακία. Δεν μαχόμαστε το κέρδος, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να ανεχτούμε οι επιλογές της Πολιτείας για το φάρμακο, να καθορίζονται, να επηρεάζονται, να διαμορφώνονται με μοναδικό γνώμονα αυτόν. Ο κανόνας της προσφοράς και της ζήτησης στον τομέα του φαρμάκου οφείλει πρωτίστως να εξυπηρετεί την προστασία της υγείας, την πρόληψη των ασθενειών, την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών, την ορθολογική χρήση του φαρμάκου, την καταπολέμηση της πολυφαρμακίας και την αλόγιστη συνταγογράφηση. Το φάρμακο, όπως και άλλες παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας και πρόληψης, έχει τη δική του συμμετοχή και συνδρομή στις δημόσιες δαπάνες μιας χώρας. Σήμερα που σωστά έχουμε αναδείξει ως πρώτη προτεραιότητα τη δημοσιονομική εξυγίανση, καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και το μεγάλο πρόβλημα της φαρμακευτικής δαπάνης στην Ελλάδα. Θεωρώ κύριοι Βουλευτές ότι απαιτείται διακομματική συναίνεση και στήριξη σε αυτές τις πολιτικές. Δεν νοείται να περικόβουμε συντάξεις και μισθούς και οι δαπάνες για το φάρμακο να είναι ανεξέλεγκτες και να διευρύνουν συνεχώς την κερδοφορία όλων των εμπλεκόμενων συντελεστών. 6
Ο ενδελεχής έλεγχος, η αυστηρή αξιολόγηση, η συνεχής ενημέρωση ενέχουν τις προϋποθέσεις για την πιστή τήρηση των κανόνων της διαφάνειας, ως προς την έγκριση κα προώθηση των νέων φαρμακευτικών προϊόντων. Το ζήτημα της διαφάνειας είναι μείζονος σημασίας για τη λειτουργία, την αξιοπιστία και τη φερεγγυότητα του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων, ο οποίος οφείλει να δεσμεύεται στην αδιάλειπτη εφαρμογή των κανόνων και των διαδικασιών της πλήρους διαφάνειας. Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές μπορούμε και πρέπει ως χώρα να υλοποιήσουμε τους στόχους μας αναπτύσσοντας περαιτέρω το σύνολο των κινήτρων και υποχρεώσεων για όλους τους συμμετέχοντες στην αλυσίδα εφοδιασμού φαρμάκων συμπεριλαμβανομένων των παραγωγών, χονδρεμπόρων, αποθηκών, φαρμακείων, γιατρών και ασθενών. Με την ορθολογική και αποδοτική χρήση των φαρμάκων γενικότερα. Αναμφίβολα πρέπει να επιταθεί ο ποιοτικός έλεγχος, να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της καθυστέρησης στην έκδοση αδειών κυκλοφορίας, να εισαχθούν στην πράξη τα ιατρικά πρωτόκολλα, να βελτιωθεί και επεκταθεί η μηχανοργάνωση σε όλες τις δραστηριότητες του οργανισμού, να επιταθούν οι δράσεις εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας και βεβαίως να υπάρξει μείωση του κατακερματισμού των υπηρεσιών υγείας που αφορούν το φάρμακο με την υπαγωγή τους στον ΕΟΦ που άλλωστε αποτελεί και μνημονιακή υποχρέωση. Και επειδή πολύς λόγος γίνεται για τα γενόσημα φάρμακα τα οποία πρέπει να φτάσουν σε όγκο στο 60% των εξωνοσοκομειακών καλυπτόμενων φαρμάκων οφείλω να διευκρινίσω το εξής: 7
Όλα τα γενόσημα φάρμακα όπως και τα πρωτότυπα άλλωστε, προκειμένου να κυκλοφορήσουν περνούν από τις ίδιες διαδικασίες ελέγχου ποιότητας. Ως γνωστόν άδειες κυκλοφορίας εκδίδονται είτε κεντρικά από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό EMA είτε από αποκεντρωμένες αμοιβαίας αναγνώρισης είτε από τον ΕΟΦ. Οι προδιαγραφές και η όλη διαδικασία είναι η ίδια και υποχρεωτική με την νομοθεσία αναγνώρισης. Για περισσότερη ασφάλεια θα μπορούσε να διενεργείται συχνότερος έλεγχος, κάτι που είναι εφικτό και λόγω της ταινίας γνησιότητας που βοηθά στην ιχνηλασιμότητα του προϊόντος από την παρασκευή έως στη διάθεση στον ασθενή. Στόχος είναι η σωστή τιμολόγηση των φαρμάκων ώστε να παρέχεται στον ασθενή το σωστό φάρμακο στη σωστή τιμή. Το ζητούμενο της συνταγογράφησης των γενοσήμων είναι η μείωση της δαπάνης χωρίς καμία μείωση της ποιότητας του φαρμακευτικού προϊόντος. Και εδώ πραγματικά έχουμε πολλή δουλειά ώστε η διαφορά της τιμής ενός πρωτοτύπου με ένα γενόσημο να φτάσει στα ποσοστά της υπόλοιπης Ευρώπης που φτάνει σε ποσοστά 30%-80%. Ενώ στη χώρα μας σήμερα η διαφορά ενός πρωτοτύπου με ένα γενόσημο φτάνει το 10%. Η θεμελίωση μιας νέας φαρμακευτικής πολιτικής, τολμώ να πω, ότι συνιστά ζωτική ανάγκη για τους πολίτες, για τη χώρα για την οικονομία. Μπορεί και πρέπει κάλλιστα να είναι ένας νέος εθνικός στόχος, για την αναμόρφωση των δομών που συνδέονται με την παροχή υπηρεσιών υγείας και φαρμακευτικής αγωγής. 8