Κυπριακό Ζήτηµα, 1960-1974: Στροφή στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων ΜΑΡΙΑ-ΕΛΕΝΗ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΟΥΡΕΛΟΣ



Σχετικά έγγραφα
Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ: ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ Κυπριακό Ζήτηµα, 1960-1974: Στροφή στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων ΜΑΡΙΑ-ΕΛΕΝΗ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΟΥΡΕΛΟΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2014 1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ: ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ Κυπριακό Ζήτηµα, 1960-1974: Στροφή στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων ΜΑΡΙΑ-ΕΛΕΝΗ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΟΥΡΕΛΟΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2014 2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Προλογικό σηµείωµα σ. 4 2. Εισαγωγή σ. 5 α. Η δεκαετία του 1950 σ. 5 β. Στροφή στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων σ. 11 3. Η διαµόρφωση του εξωτερικού σ. 18 προσανατολισµού της Κυπριακής Δηµοκρατίας α. Εσωτερικές διαφωνίες σ. 31 4. Η Πρώτη Διάσκεψη Κορυφής σ. 39 των Αδεσµεύτων Χωρών 5. Η πορεία προς την Δεύτερη σ. 47 Διάσκεψη Κορυφής των Αδεσµεύτων Χωρών α. 1961-63, Η εξωτερική πολιτική της σ. 49 Κύπρου και η πορεία προς τις ενδοκοινοτικές συγκρούσεις β. Η κρίση του 1963-1964 και η εµπλοκή του ΟΗΕ στο Κυπριακό ζήτηµα γ. Η δεύτερη προσφυγή στο Συµβούλιο Ασφαλείας και ο ρόλος της Μόσχας στην αδέσµευτη πολιτική του Μακαρίου 6. Από την Δεύτερη Διάσκεψη Κορυφής των Αδεσµεύτων Χωρών µέχρι την κρίση του Νοεµβρίου 1967 α. Προσπάθειες εξισορρόπησης Η κρίση του Νοεµβρίου 1967 σ. 65 σ. 75 σ. 82 σ. 101 7. Ιανουάριος 1968 Οκτώβριος σ. 118 1970: Η Κύπρος ως Αδέσµευτο κράτος 8. Επίµετρο σ. 132 9. Επίλογος σ. 145 10. Παράρτηµα σ. 148 11. Βιβλιογραφία σ. 161 3

1. Προλογικό σηµείωµα Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η περιγραφή της εµπλοκής της νεοσύστατης Κυπριακής Δηµοκρατίας στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων και η αναζήτηση των αιτίων και των αποτελεσµάτων αυτής. Η απόρριψη του αιτήµατος της Κύπρου να ενταχθεί στην Ατλαντική Συµµαχία οδήγησε την Κυπριακή ηγεσία στην απόφαση να ενταχθεί ενεργά στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων. Κατά την περίοδο που εξετάζεται, 1960-1974, δίνεται έµφαση στα γεγονότα εκείνα όπου εντοπίζεται ανάµειξη των Αδεσµεύτων Χωρών, καθώς και σε όσα εντοπίζονται ενέργειες της κυπριακής ηγεσίας που πηγάζουν από την αδέσµευτη πολιτική της στάση. Ο Μακάριος συµµετείχε προσωπικά σε όλες τις Συνόδους Κορυφής του Κινήµατος, εκτιµώντας πως κάτι τέτοιο καθιστούσε τον ίδιο αλλά και το Κυπριακό ζήτηµα διεθνώς γνωστό. Η ισορροπία που προσπαθεί να διατηρήσει ο Κύπριος Πρόεδρος µεταξύ Ανατολής και Δύσης καθιστά το πολιτικό του παιχνίδι τολµηρό και δύσκολο και ίσως ακατόρθωτο χωρίς τη συµµετοχή της χώρας στην οµάδα των Αδεσµεύτων Κρατών. Η υποστήριξη που προσφέρουν τα κράτη του Κινήµατος στον ΟΗΕ και ιδίως στην Γενική Συνέλευση, αποτελεί µια από τις κυριότερες πηγές ισχύος για τον Μακάριο σε διεθνές επίπεδο. Κατά τις αλλεπάλληλες κρίσεις της περιόδου, µε αποκορύφωµα την κρίση του 1974, η υποστήριξη, ή µη, των Αδεσµεύτων θα παίξει σηµαντικό ρόλο στην έκβασή τους. Το παρόν πόνηµα στηρίζεται τόσο σε πρωτογενείς όσο και σε δευτερογενείς πηγές. Στις πρωτογενείς πηγές περιλαµβάνονται ανέκδοτα αρχεία των Κρατικών Αρχείων Κύπρου, εκδεδοµένα αρχεία που ανήκουν στην Βιβλιοθήκη Μακαρίου Γ (Λευκωσία), ηλεκτρονικά αρχεία των Ηνωµένων Εθνών και του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών (Λευκωσία) καθώς και ο Τύπος της εποχής. Στις δευτερογενείς πηγές περιλαµβάνονται βιβλία και άρθρα που έχουν γραφτεί γενικότερα για το ζήτηµα. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως το επιβλέποντα καθηγητή µου, κ. Ι. Μουρέλο, για την αµέριστη υποστήριξη και την καθοδήγησή του καθ όλη τη διάρκεια εκπόνησης της παρούσας εργασίας. Επιπλέον, θα ήθελα να ευχαριστήσω το προσωπικό τόσο των Κρατικών Αρχείων Κύπρου όσο και της Βιβλιοθήκης Μακαρίου Γ στη Λευκωσία για την βοήθεια και διευκόλυνση που µου προσέφεραν κατά τη διάρκεια της έρευνάς µου. Μαρία-Ελένη Λουδοβίκου Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 2014 4

2. Εισαγωγή α. Η δεκαετία του 1950 Τον Δεκέµβριο του 1966, και ενώ το νεοσύστατο Κυπριακό κράτος είχε ήδη απειλήσει να ανατρέψει ανεπανόρθωτα την Ψυχροπολεµική ισορροπία, που πάση θυσία πάσχιζαν να διατηρήσουν οι πρωταγωνιστές τις διεθνούς πολιτικής σκηνής, ο Βρετανός Ύπατος Αρµοστής στην Κύπρο Hunt έγραφε για τον αδιαµφισβήτητο πρωταγωνιστή του Κυπριακού δράµατος: Ο Μακάριος διαθέτει τις πνευµατικές ικανότητες, που του επιτρέπουν να αφήσει το στίγµα του σε µια χώρα µε εκατονταπλάσιο πληθυσµό. Το µυαλό του είναι καθαρό και εύστροφο. Είναι καλός ψυχολόγος και, παρόλο που ορισµένες φορές δεν µπορεί να κρύψει κάποιο ίχνος υπεροψίας, χειρίζεται καλά τους ανθρώπους [...]. 1 Μια προσωπικότητα που είχε µέσα [της] το χάρισµα της επιβίωσης, και την είχε εξασφαλίσει επανειληµµένα µε γοργές αποφάσεις, ελιγµούς, εξυπνάδα, διορατικότητα και κυνισµό, που ήταν από τους λίγους αρχηγούς κρατών [...] που είχε µυαλό, [...] και θάρρος, [...] και αίσθηση του χιούµορ, ανεξαρτησία σκέψης και µια αξιοπρέπεια σχεδόν βασιλική, 2 δεν θα µπορούσε παρά να αφήσει ανεξίτηλο το στίγµα της στην ταραχώδη πορεία της νήσου. Αναγνωρισµένος ως η πιο εξέχουσα πολιτική µορφή της Κύπρου από τις 20 Οκτωβρίου 1950, µε την εκλογή του ως Αρχιεπισκόπου και Εθνάρχη, µέχρι και το θάνατό του το 1977, ο Μακάριος υπήρξε µια ισχυρότατη προσωπικότητα, µε αµφιλεγόµενα ίσως για αρκετούς κίνητρα και σκοπούς στην όλη πορεία του ζητήµατος. Για τους Κύπριους υποστηρικτές του ήταν ο χαρισµατικός ηγέτης, ο ένας και µοναδικός που θα µπορούσε να οδηγήσει την Κύπρο στην εκπλήρωση των εθνικών της πόθων. Για τους διεθνείς αντιπάλους του ήταν ένας πανούργος, επιτήδειος και επικίνδυνα ευφυής ιερωµένος, ο οποίος είχε καταφέρει να συγκεντρώσει στα χέρια του την εκκλησιαστική και πολιτική εξουσία του κράτους του σχήµα δύσκολα αποδεκτό στις Δυτικές κοινωνίες καθιστώντας την Κύπρο ένα δύσκολο πιόνι στην παγκόσµια σκακιέρα. Προκειµένου κανείς να κατανοήσει τη στροφή, ενός κατά τ' άλλα µάλλον Δυτικού προσανατολισµού κράτους, προς το Κίνηµα των Αδεσµεύτων, θα πρέπει αναπόφευκτα να ανατρέξει έστω και εν συντοµία στην δεκαετία όπου το φαινόµενο κατά βάση εµφανίζεται, στη δεκαετία του 1950. Η εµφάνιση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, κατά κόσµον Μιχαήλ Μούσκου, στην πολιτική σκηνή συνοδεύτηκε από την ανάληψη ενός ρόλου και µιας αποστολής που αντλούσε χαρακτηριστικά από τον 19ο 1 William Mallinson, Κύπρος: Μια ιστορική προοπτική. Ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και στην Ευρώπη: Πόλεμος ή Ειρήνη, Αθήνα 2005, σ. 140. 2 Οριάνα Φαλάτσι, Συνάντηση με την ιστορία, Αθήνα 1976, σ. 524. 5

αι. 3 Για τις επόµενες τρεις σχεδόν δεκαετίες θα ήταν ο εκλεγµένος, ανώτατος πολιτικός και θρησκευτικός άνδρας, ο οποίος θα έπαιζε ένα, βυζαντινού τύπου, ευφυές και σκληρό διπλωµατικό παιχνίδι, έναντι εξίσου ευφυών και σκληρών αντιπάλων. Σε πολιτικό επίπεδο, η δεκαετία του 1950 χαρακτηρίζεται κυρίως από τις προσπάθειες των Ελλήνων της Κύπρου να αποσείσουν την Βρετανική αποικιακή κυριαρχία και να ενωθούν µε τη µητέρα-πατρίδα. Στις προσπάθειές τους αυτές συνάντησαν διάφορες στάσεις και αντιδράσεις, θετικές και αρνητικές, από άµεσα και έµµεσα ενδιαφερόµενα µέρη, οι οποίες σε καθοριστικό βαθµό έδωσαν σχήµα στη διεθνή διπλωµατική στάση του Κύπριου ηγέτη και του µελλοντικού Κυπριακού κράτους. Καθένα από τα άµεσα εµπλεκόµενα κράτη, ήτοι η Ελλάδα, η Μ. Βρετανία και, από ένα σηµείο και έπειτα, η Τουρκία, καθώς και τα έµµεσα, όπως οι Ηνωµένες Πολιτείες Αµερικής και η Σοβιετική Ένωση, αντιµετώπισαν το Κυπριακό ζήτηµα στα πλαίσια της ευρύτερης εξωτερικής αλλά και εσωτερικής πολιτικής τους. Η πίεση της κοινής γνώµης, η εσωτερική πολιτική και οικονοµική αστάθεια ή σταθερότητα, τα ευρύτερα γεωπολιτικά και στρατηγικά συµφέροντα, η συµµετοχή σε οργανισµούς και συµµαχίες, οι διµερείς σχέσεις µεταξύ των αλλά και µε τρίτους, το Ψυχροπολεµικό κλίµα και το σφοδρό κύµα αποαποικιοποίησης, ήταν από τα βασικά στοιχεία που όρισαν τα πλαίσια µέσα στα οποία κινήθηκε κάθε µέρος. Η εµπλοκή πλείστων εξωτερικών παραγόντων συντέλεσε στη διαµόρφωση της ιδιάζουσας φύσης του Κυπριακού ζητήµατος καθώς και, όπως υποστηρίζεται, στην αναπόφευκτη διεθνοποίησή του µέσω των Ηνωµένων Εθνών. 4 Η Ελλάδα, ως µητέρα-πατρίδα της πλειοψηφίας των κατοίκων του νησιού, είχε δηλώσει την επίσηµη υποστήριξή της προς το Κυπριακό ζήτηµα ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1940, γεγονός που µπορεί να αιτιολογηθεί από τη σχετική ελευθερία κινήσεων που είχε αρχίσει να προσφέρει στη χώρα η σταδιακή οικονοµική απόσυρση των Βρετανών. 5 Τη βάση της ελληνικής πολιτικής µέχρι το 1953, όµως, αποτελούσε η αρχή πως το Κυπριακό ήταν καθαρά ένα ζήτηµα προς επίλυση µεταξύ των δυο άµεσα ενδιαφερόµενων κρατών, ήτοι της Μεγάλης Βρετανίας και της Ελλάδας. Μέχρι τα µέσα του 1953 οι ελληνικές κυβερνήσεις θεωρούσαν πως, το να εργάζονται προς την κατεύθυνση του να αποτρέψουν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο από το να διεθνοποιήσει το ζήτηµα προσφεύγοντας στα Ηνωµένα Έθνη, θα συνέβαλλε σε µια συµφερότερη λύση του Κυπριακού φυσικά η πολιτική αυτή δεν σήµαινε την αδιαφορία των ελληνικών κυβερνήσεων για το Κυπριακό. 6 Ως αποτέλεσµα, όµως, της σταθερά 3 Joseph S. Joseph, The International Power Broker: A Critical View of the Foreign Policy of Archbishop Makarios, στο Mediterranean Quarterly, vol. 3, no 2, Spring 1992, σ. 18. 4 Μ. Ιωάννου, «Η τριακονταετής θητεία του Κυπριακού στα Ηνωμένα Έθνη», στο Η νέα διεθνής τάξη, Η Ελλάδα, η Τουρκία και το Κυπριακό Πρόβλημα, Αθήνα 1993, σ. 367. 5 Claude Nicolet, United States Policy Towards Cyprus, 1954-1974: Removing the Greek- Turkish Bone of Contention, Zürich 2000, σ. 31, 39-40. 6 ό. π., σ. 40. Αλέξης Ηρακλείδης, Κυπριακό: Σύγκρουση και επίλυση, Αθήνα 2005, σ. 40. 6

αρνητικής στάσης της Μ. Βρετανίας να δεχτεί την ύπαρξη Κυπριακού ζητήµατος, της απόρριψης των προτεινόµενων Ελληνικών σχεδίων επίλυσης και επεισοδίων όπως το περίφηµο επεισόδιο του 1953 µεταξύ των οµολόγων Eden και Παπάγου, 7 ο Αλέξης Κύρου, εκπρόσωπος της Ελλάδας στα Ηνωµένα Έθνη δήλωνε πως είχε ληφθεί οριστική απόφαση πως [η Ελλάδα] θα έφερνε το ζήτηµα της Ένωσης στην επόµενη συνεδρίαση των Ην. Εθνών σε περίπτωση που η Μ. Βρετανία διατηρούσε την αδιάλλακτη στάση της. 8 Υποστηρίζεται πως το επεισόδιο Eden-Παπάγου αποτέλεσε την σπίθα που πυροδότησε την επίσηµη διεθνοποίηση του Κυπριακού ζητήµατος µέσω των Ελληνικών προσφυγών στα Ηνωµένα Έθνη, εκ µέρους της Κύπρου ως µη ανεξάρτητου κράτους προκειµένου να δοθεί στον κυπριακό λαό το δικαίωµα της αυτοδιάθεσης. Οι προσφυγές ξεπέρασαν την µία και το ζήτηµα κατά το δεύτερο µισό της δεκαετίας κινήθηκε στα πλαίσια διαδοχικών διεθνοποιήσεων και αποδιεθνοποιήσεων ως αποτέλεσµα της δράσης των συµµετεχόντων µερών. Στις προσπάθειες που κατέβαλλε η Ελλάδα στον ΟΗΕ, επιδίωκε την υποστήριξη των Δυτικών χωρών-µελών του ΝΑΤΟ, των υπερπόντιων Νατοϊκών κρατών (ΗΠΑ, Καναδάς), καθώς και µελών της Κοινοπολιτείας όπως η Αυστραλία και η Ν. Ζηλανδία. Απέκλειε, προφανώς, την υποστήριξη του Ανατολικού Μπλοκ ενώ δεν επιδίωκε µε ιδιαίτερο ζήλο την υποστήριξη των Αφρο-ασιατικών πρόσφατα απο-αποικιοποιηµένων χωρών. 9 Παρά την αισιοδοξία που περιέβαλλε αρχικά τις ελληνικές προσφυγές στον ΟΗΕ περί γρήγορου παραµερισµού του Βρετανικού παράγοντα, µε αποτέλεσµα τον παραµερισµό και του Τουρκικού παράγοντα 10 - η επιλογή συµµάχων στον αγώνα υπέρ του Κυπριακού ζητήµατος είναι αποκαλυπτική της θέσης ενός σχετικά αδύναµου κράτους όπως η Ελλάδα των αρχών της δεκαετίας του 1950, η οποία δεν µπορούσε παρά να είναι σαφώς προκαθορισµένη µέσα στα πλαίσια ενός οργανισµού που αντανακλούσε τον παγκόσµιο συσχετισµό δυνάµεων. Παρά το γεγονός αυτό, όµως, η Ελλάδα, προσδίδοντας µεγάλη σηµασία στο ρόλο του ΟΗΕ, θεωρώντας ότι ο 7 Evanthis Hatzivassiliou, Britain and the International Status of Cyprus, 1955-1959, Minneapolis 1997, σ. 12. 8 C. Nicolet, United States Policy, σ. 41. Α. Ηρακλείδης, Κυπριακό..., σ. 61: Ο Αλέξης Κύρου, κυπριακής καταγωγής, τότε ΥΠΕΞ, είχε πείσει τον Έλληνα πρωθυπουργό Παπάγο ότι μόνο έτσι θα πιέζονταν οι Βρετανοί. 9 Α. Ξυδής, «Το ψυχολογικό πλέγμα», στο Α. Γ. Ξυδής, Σ. Λιναρδάτος, Κ. Χατζηαργύρης, Ο Μακάριος και οι σύμμαχοί του, Αθήνα 1972, σ. 25: «Το 1955 οι οδηγίες του Υπουργείου Εξωτερικών προς τους Έλληνες Πρέσβεις ήταν να επιδιώξουν την υποστήριξη των χωρών όπου ήταν διαπιστευμένοι, ή να προδιαθέσουν και να κατατοπίσουν φιλικά τις Πρεσβείες όλων των χωρών στην κάθε πρωτεύουσα για το ελληνικό αίτημα, εκτός από τις χώρες του παραπετάσματος, των οποίων η υποστήριξη δεν ήταν επιθυμητή και των Αφρο- ασιατικών χωρών των οποίων η υποστήριξη δεν ήταν ανάγκη να επιδιωχθή με πολύ ζήλο». 10 Η άποψη αυτή κυριαρχούσε διότι από το 1953 υπήρχαν πληροφορίες, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Economist, ότι το Αγγλικό Υπουργείο Εξωτερικών ενθάρρυνε την Άγκυρα να δείξει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το Κυπριακό. Όμως είναι γεγονός ότι όσο η Ελλάδα αναμειγνυόταν στο Κυπριακό τόσο γινόταν εντονότερο και το ενδιαφέρον της Τουρκίας γι αυτό. Γ. Κρανιδιώτης, Το κυπριακό, σ. 382. 7

παγκόσµιος οργανισµός θα έβλεπε ποιός είχε το δίκιο µε το µέρος του και θα τασσόταν αναφανδόν υπέρ της ελληνικής θέσης, 11 έδειχνε αρχικά να µην συνειδητοποιεί ίσως πως τα Ηνωµένα Έθνη ως οργανισµός, δεν µπορούσαν να µεταβάλλουν τον υφιστάµενο συσχετισµό δυνάµεων, αλλά ούτε και να αντιµετωπίσουν τα πρακτικά προβλήµατα που απέρρεαν από την πρακτική της διεθνοποίησης, δρώντας ως ένα ανώτατο παγκόσµιο δικαστήριο της διεθνούς κοινής γνώµης. 12 Η Ελλάδα, παρά τις πιέσεις που δεχόταν από τις αρχές τις δεκαετίας από τον Μακάριο και τους Ελλαδικούς κύκλους που τον υποστήριζαν, ήταν δύσκολο να επιτύχει τον εκβιασµό µιας λύσης του Κυπριακού µέσω της διεθνοποίησής του, δεδοµένου ότι οι τεραστίων διαστάσεων δυνάµεις που ενεργοποιήθηκαν ευθύς αµέσως διαµορφώνοντας µια εξαιρετικά περίπλοκη διεργασία ανταγωνισµού ισχύος, 13 ήταν υπεράνω κάθε δυνατότητας χειρισµού εκ µέρους των ελληνικών κυβερνήσεων. Επιπλέον, µια διαδικασία όπως αυτή της διεθνοποίησης απαιτούσε σίγουρα την ύπαρξη περιθωρίων ευελιξίας που η Ελλάδα δεν διέθετε - βασικοί παράγοντες που συνέβαλλαν στη διαµόρφωση στενών πλαισίων δράσης για την ελληνική πολιτική ήταν η συµµετοχή της στο ΝΑΤΟ, η οικονοµική της εξάρτηση από τις ΗΠΑ, η γεωστρατηγική της θέση καθώς και η αδυναµία ανάπτυξης σχέσεων µε χώρες µη δυτικού προσανατολισµού εξαιτίας των εµφυλιακών εµπειριών της χώρας. 14 Έτσι, η κυριότερη συνειδητοποίηση του Μακαρίου, κατά το πρώτο µισό της δεκαετίας του 1950, ήταν πως, για τη λύση του εθνικού προβλήµατος της πατρίδας του, δεν µπορούσε να περιµένει αποτελεσµατική βοήθεια από τις ψήφους των χωρών στις οποίες βασικά υπολόγιζε η Ελλάδα, και, άρα, από την στήριξη της Ελλάδας στα πλαίσια του ΟΗΕ, καθότι εκ των πραγµάτων δεν µπορούσε να ασκήσει σηµαντικές πιέσεις προς την κατεύθυνση που επιθυµούσε ο Μακάριος κατεύθυνση που θα αναλυθεί παρακάτω. 15 Κατά το β' µισό της δεκαετίας του 1950, όµως, οι περιφερειακές εξελίξεις και η ανανέωση της ελληνικής πολιτικής σκηνής, ανέδειξαν µια νέα τάση, πιο 'ρεαλιστική', στην αντιµετώπιση του Κυπριακού ζητήµατος. Η τάση αυτή είχε µεν ως βάση της την προσήλωση στον Δυτικό κόσµο, αλλά συγχρόνως και µια ευρεία αναµόρφωση της 11 Α. Ηρακλείδης, Κυπριακό..., σ. 43. 12 Δόμνα Βισβίζη Δοντά, Ιστορία του μεταπολεμικού κόσμου, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 310. Ευάνθης Χατζηβασιλείου, Στρατηγικές του Κυπριακού, Η δεκαετία του 1950, Αθήνα 2005, σ. 105, 309. 13 Ε. Χατζηβασιλείου, Στρατηγικές..., σ. 285. Α. Ηρακλείδης, Κυπριακό..., σ. 40. 14 Ε. Χατζηβασιλείου, Στρατηγικές..., σ. 302. Επιπλέον, σ. 296: θα ήταν καλό να σημειωθεί πως, κατά τη διάρκεια της κρίσης του Σουέζ το 1956, η Ελλάδα είχε ταχθεί στο πλευρό της Νασσερικής Αιγύπτου, τόσο για να προστατέψει την Ελληνική κοινότητα της Αιγύπτου, όσο και για να εξασφαλίσει την υποστήριξη των Αραβικών χωρών στον ΟΗΕ για το Κυπριακό. Η κίνηση αυτή όμως δεν ήταν σε καμία περίπτωση επαρκής προκειμένου να αλλάξει το συσχετισμό δυνάμεων υπέρ του Κυπριακού. Το Κυπριακό ήταν και παρέμεινε ένα ζήτημα που εξαρτώνταν από τις περιφερειακές Μεσανατολικές και ευρύτερες Ψυχροπολεμικές εξελίξεις και τις συνακόλουθες ισορροπίες ισχύος. Επιπλέον, για μια κατατοπιστική περιγραφή της στάσης της Ελλάδας βλ. Παντελής Τερλεξής, Διπλωματία και πολιτική του Κυπριακού, Αθήνα 1971, σ. 335-347. 15 Μιλτιάδης Χριστοδούλου, Η πορεία μιας εποχής: Η Ελλάδα, η Κυπριακή Ηγεσία και το Κυπριακό πρόβλημα, Αθήνα 1987, σ. 113. 8

ελληνικής εξωτερικής πολιτικής (πχ το άνοιγµα προς τις αραβικές χώρες, την αύξηση των εµπορικών συναλλαγών µε το Ανατολικό Μπλοκ, κ.ά.). Στους στόχους αυτής της πολιτικής συµπεριλαµβάνονταν οι προσπάθειες για αντίδραση στις πολιτικές πιέσεις που δηµιουργούσαν οι εξελίξεις στο Κυπριακό, καθώς και η προσπάθεια του να αποτραπεί συσσώρευση αντιπάλων στα πλαίσια της ύψιστης ανάγκης για ασφάλεια λόγω Ψυχρού Πολέµου. 16 Ο δεύτερος καθοριστικός παράγοντας, η Μεγάλη Βρετανία της δεκαετίας του 1950, ήταν η κλονιζόµενη αυτοκρατορική δύναµη που, σε πείσµα των συνεχιζόµενων στρατηγικών απωλειών της, αγωνιζόταν να διατηρήσει το status της Μεγάλης Δύναµης. Οι ευρύτερες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, σε αντίθεση µε όσα πίστευαν η Ελλάδα, η Κύπρος και οι πρόσφατα αποαποικιοποιηµένοι υποστηρικτές της, ωθούσαν τη Μ. Βρετανία σε µεγαλύτερη αποφασιστικότητα να διατηρήσει την Κύπρο µε κάθε κόστος. 17 Η απώλεια της βάσης του Σουέζ και η µεταφορά του βρετανικού στρατηγείου Μέσης Ανατολής στην Κύπρο, κατέστησε την τελευταία απαραίτητη βάση ισχύος της Βρετανίας στη Μέση Ανατολή. Η Κύπρος έπρεπε πάση θυσία να παραµείνει υπό βρετανικό έλεγχο ως απόδειξη της αποφασιστικότητας της αποικιοκρατικής δύναµης να διατηρήσει το ρόλο της ως καθοριστικού παράγοντα στη Μέση Ανατολή. 18 Υπό το πρίσµα αυτό θα µπορούσε ίσως, λοιπόν, να λεχθεί ότι η συγκυρία δεν ήταν ευνοϊκή για την Κύπρο. Η υποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από περιοχές όπου διακυβεύονταν άµεσα ή έµµεσα οικονοµικά και πολιτικά συµφέροντά της δηµιουργούσαν εντάσεις στην εσωτερική πολιτική σκηνή της χώρας, µε αποτέλεσµα να καθίσταται δυσκολότερη η διαχείριση του Κυπριακού ζητήµατος. Εκ των υστέρων έγινε αντιληπτό πως εξαιτίας της βρετανικής πολιτικής δυσκαµψίας σπαταλήθηκε πολύτιµος χρόνος και ζωτικότητα, λόγω της δυσκολίας, ή και άρνησης, να αντιµετωπισθεί ρεαλιστικά το Κυπριακό αίτηµα για αυτοδιάθεση-ένωση, ενώ θα µπορούσαν κάλλιστα να είχαν διατεθεί προκειµένου να επιτευχθεί µια Ελληνοτουρκική συνεννόηση, δεδοµένων των προσπαθειών διατήρησης καλών σχέσεων των δυο χωρών που εξελίσσονταν από το 1930. Μια πιθανή Ελληνο-τουρκική συνεννόηση, παρόµοια µε αυτή που τελικά επιχειρήθηκε µε τις συµφωνίες Ζυρίχης -Λονδίνου, ίσως να εξασφάλιζε µια σχετική σταθερότητα στην περιοχή και, ως εκ τούτου, την ειρηνική συνεργασία των δυο κοινοτήτων µεταξύ τους και µε τη Βρετανία, συνεργασία απαραίτητη για τη λειτουργία στρατιωτικών βάσεων στο νησί το οποίο αποτελούσε και το κύριο ενδιαφέρον της Βρετανίας στην Κύπρο. 19 16 Ε. Χατζηβασιλείου, Στρατηγικές, σ. 306-307, 312-314. Θα πρέπει να διαχωριστεί ίσως εδώ η έννοια του «ρεαλισμού» από την έννοια του «ενδοτισμού». Δεν πρέπει να παραγκωνίζεται το γεγονός πως αυτές οι κυβερνήσεις απέρριψαν τρία σχέδια στη σειρά (Σύνταγμα Radcliff, σχέδιο Foot και σχέδιο Macmillan) επειδή έκριναν ότι δεν προωθούσαν το εθνικό συμφέρον. 17 ό. π., σ. 291. C. Nicolet, United States Policy, σ. 42. 18 Ε. Hatzivassiliou, Intelligence, Defence and Diplomacy, σ. 149. 19 Robert Stephens, Cyprus, A Place of Arms, London, 1966, σ. 131-132. 9

Από το 1954, µετά την ανεπιτυχή ελληνική προσπάθεια υιοθέτησης ψηφίσµατος υπέρ της Κύπρου στον ΟΗΕ, η Βρετανία φοβόταν πάνω απ' όλα τη διεθνοποίηση της διαφοράς και [...] [επιζητούσε] την υποστήριξη της αµερικανικής κυβέρνησης προκειµένου να εξασφαλίσει ότι το Κυπριακό δεν θα περιλαµβανόταν στην ηµερήσια διάταξη του Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών. 20 Το Συντηρητικό Κόµµα εκτιµούσε πως µια υποχώρηση της Βρετανίας στο Κυπριακό ζήτηµα θα ήταν δείγµα αδυναµίας όχι µόνο προς τους εσωτερικούς αντιπάλους του αλλά και προς τους Μεσανατολικούς συµµάχους της χώρας. 21 Αν και γνώριζε πως η Βρετανία ήταν ακόµα ισχυρή στον ΟΗΕ, γνώριζε επίσης πως η µόνη δυνατότητα ενίσχυσης της ολοένα αποδυναµούµενης επιρροής της ήταν η εξασφάλιση της Αµερικανικής υποστήριξης. Η ήττα της Βρετανίας στο Σουέζ είχε εκθέσει παγκοσµίως την αδυναµία της δείχνοντας πως πλέον δεν µπορούσε να δράσει χωρίς τη συναίνεση, αν όχι την πλήρη υποστήριξη των ΗΠΑ. Δεν ήταν ως εκ τούτου επιθυµητό να φανεί πως η αυτοκρατορία τρέκλιζε και το Λονδίνο βρισκόταν σε άτακτη υποχώρηση. 22 Την άκαµπτη πολιτική της κυβέρνησης Eden διαδέχθηκε η επίσης συντηρητική κυβέρνηση Macmillan (1957-1963), η οποία, όµως, αν µη τι άλλο, εφήρµοσε µε περισσότερο ρεαλισµό µια πολιτική ευθυγράµµισης µε τις ΗΠΑ ως αναγνώριση των ορίων της Βρετανικής ισχύος. Η προσπάθεια να συρθεί η Αµερική στο Κυπριακό βασίστηκε κυρίως στην επίκληση της Αµερικανο-βρετανικής ειδικής σχέσης (special relationship), η οποία ήταν µια, καθαρά µη συναισθηµατική, σχέση µε στόχο την προώθηση αµοιβαίων συµφερόντων. 23 20 Ioannis Stefanidis, Isle of Discord, Λονδίνο 1999. Η πολιτική αυτή της Μ. Βρετανίας είχε οδηγήσει την ελληνική πλευρά σε μεγάλη απογοήτευση καθώς η τελευταία δεν επιθυμούσε να καταστεί το Κυπριακό αιτία εκτράχυνσης των ελληνοβρετανικών σχέσεων. 21 R. Stephens, Cyprus, A Place of Arms, σ. 137. 22 Α. Ηρακλείδης, Κυπριακό, σ. 240. 23 C. Nicolet, United States Policy, σ. 26. Ενδεικτικά παρατίθεται απόσπασμα της επιστολής που απηύθυνε ο Harold Macmillan στον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών J. F. Dulles στις 19 Σεπτεμβρίου 1955 ζητώντας να αποφευχθεί η συμπερίληψη του Κυπριακού στην ημερήσια διάταξη του ΟΗΕ: «( ) Πρέπει να σας ζητήσω να χρησιμοποιήσετε την τεράστια επιρροή σας ώστε το συγκεκριμένο θέμα να μην συμπεριληφθεί. Προς το παρόν οι ενδείξεις που έχουμε είναι ότι οι ψήφοι είναι μοιρασμένες και ότι η στάση των ΗΠΑ θα είναι κατά πάσα πιθανότητα αποφασιστικής σημασίας. Συνεργαζόμενοι αρμονικά, θα μπορούσαμε, πιστεύω, να εμποδίσουμε την περαιτέρω συζήτηση αυτού του ενοχλητικού προβλήματος σε ένα κλίμα που βρίθει τέτοιων εκρηκτικών πιθανοτήτων.» W. Mallinson, Κύπρος: Μια ιστορική προοπτική, σ. 107. 10

β. Στροφή στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων Αυτό που πραγµατικά ίσως συνέβαλε περισσότερο από όλα στην διαµόρφωση του αδιεξόδου που χαρακτηρίζει ακόµη και σήµερα το Κυπριακό ζήτηµα, είναι το γεγονός πως δεν τέθηκε ποτέ στις πραγµατικές του διαστάσεις ή, καλύτερα, δεν έγινε ποτέ δυνατόν να τεθεί στις πραγµατικές διαστάσεις του. Αντιθέτως, αντιµετωπιζόταν συνήθως µέσα από το πρίσµα των σχέσεων των µεγάλων δυνάµεων και των στρατηγικών τους συµφερόντων, κάτι που τελικά παραµόρφωνε την ουσία του προβλήµατος. 24 Η φύση του ήταν και είναι πραγµατικά ιδιάζουσα. Κατά την δεκαετία του 1950 ενεπλάκησαν ταυτόχρονα δυο µορφές διενέξεων και αγώνων: ο αντιαποικιακός αγώνας κατά των Βρετανών από τη µια και ο αγώνας της ένωσης µε την µητέρα-πατρίδα από την άλλη. Επιπλέον, το ιδιάζον στην περίπτωση του Κυπριακού ήταν ο απίστευτα µεγάλος αριθµός εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων τοπικών και διεθνών, κρατών, γεωγραφικών χαρακτηριστικών, πολιτικών και στρατηγικών συγκυριών που επέδρασαν προκειµένου να σχηµατιστεί αυτό που σήµερα αποκαλούµε Κυπριακό ζήτηµα. Σηµαντικότατο κοµµάτι των παραγόντων αυτών αποτέλεσε και η εξωτερική πολιτική που ασκήθηκε από την Κυπριακή κυβέρνηση κατά τη διάρκεια των ετών 1960-1974. Το γεγονός ότι η Κύπρος κατά τη δεκαετία του 1950 αποτελούσε, µεταξύ άλλων, µια βρετανική αποικία σε πορεία αποαποικιοποίησης έδωσε τη δυνατότητα στον Εθνάρχη Μακάριο να εκµεταλλευθεί την ανάδυση του λεγόµενου Τρίτου Κόσµου, ο οποίος αποτελούνταν ως επί το πλείστον από πρώην αποικίες που µόλις είχαν αποκτήσει την ανεξαρτησία τους. Η στροφή, ως εκ τούτου, του Μακαρίου προς το στρατόπεδο των Αδεσµεύτων δεν ήταν µια πολιτική κίνηση που ακολούθησε την ίδρυση της ανεξάρτητης Κυπριακής Δηµοκρατίας το 1960, αλλά ήταν µια διαδικασία που είχε ξεκινήσει ήδη από τα µέσα της δεκαετίας του 1950, όταν ο αντιαποικιακός κόσµος είχε αρχίσει να οργανώνεται προκειµένου να χρησιµοποιήσει τις δυνάµεις του σε µια συλλογική προσπάθεια εναντίον των αποικιακών δυνάµεων. Πιο συγκεκριµένα, θα µπορούσε να ειπωθεί πως Μακάριος είχε τρόπον τινά προεξαγγείλει την πολιτική αυτή από τις 28 Ιουνίου 1953 όταν κατά τη διάρκεια οµιλίας του µπροστά στα συγκεντρωµένα πλήθη στο Ι. Ναό Φανερωµένης στη Λευκωσία δήλωσε πως στην προσπάθειά µας να αποκτήσουµε την ελευθερία µας θα απλώσουµε και τα δυο µας χέρια, και το αριστερό και το δεξί, προκειµένου να λάβουµε βοήθεια και από την Ανατολή και από τη Δύση. 25 24 Βαγγέλης Κουφουδάκης, Κύπρος, Ένα πρόβλημα με ιστορική προοπτική, Αθήνα 2008, σ. 179. 25 J. Joseph, The International Power Broker, σ. 19. Θα ήταν ίσως σημαντικό να σημειωθεί πως η συγκεκριμένη φράση εντοπίζεται σε διαφορετικές πηγές. Π.χ. στο Σταύρος Παντελής, Η Νέα Ιστορία της Κύπρου, Λονδίνο 1984, σ. 275, στο Stanley Mayes, Makarios: A Biography, New York 1981, σ. 52 και στο Thomas W. Adams, AKEL: The Communist Party of Cyprus, California 1971, σ. 116-117. Στην τελευταία πηγή παρουσιάζεται το σχόλιο ότι είναι δύσκολο να διαπιστωθεί η γνησιότητα της πληροφορίας. Πάντως, οι μετέπειτα κινήσεις του Μακαρίου μπορούν να επιβεβαιώσουν πως αυτή όντως ήταν η πολιτική πορεία που ακολούθησε μέχρι το τέλος της ζωής του. 11

Για να γίνει καλύτερα κατανοητή η έλξη που άσκησε στον Μακάριο το Κίνηµα των Αδεσµεύτων θα ήταν καλό να γίνει µια σύντοµη αναφορά σε αυτό. To Κίνηµα των Αδεσµεύτων µαζί µε τον Συνασπισµό των 77 (Group of 77, 1964) αποτέλεσαν από την δεκαετία του 1960 την ραχοκοκαλιά του Τρίτου Κόσµου. 26 Μετά τις αποτυχηµένες προσπάθειες επανασύγκλησης συνεδρίων Αφρο-ασιατικών χωρών, ως συνέχεια αυτού που συνήλθε στην Bandung της Ινδονησίας το 1955 µε πρωτοβουλία του Ινδονήσιου πρωθυπουργού Ali Sastroamidjojo, ο Τίτο έθεσε µια νέα βάση στην πολιτική οργάνωση και συσπείρωση του Τρίτου Κόσµου: την αρχή της αδέσµευτης πολιτικής. Υποστήριξε πως η αλληλεγγύη των χωρών δεν θα έπρεπε να βασίζεται σε γεωγραφικά κριτήρια συνταγή που άλλωστε πέτυχε µόνο µια φορά, στην Bandung, και έκτοτε συνέβαλλε όλο και περισσότερο στον κατακερµατισµό των χωρών του Τρίτου Κόσµου αλλά στην έννοια της πολιτικής δέσµευσης σε συγκεκριµένες αρχές. 27 Καθώς ο ίδιος ο Τίτο ακολουθούσε ήδη µια πολιτική αποστασιοποίησης από τα δυο µπλοκ, έβλεπε στην οµάδα των κρατών της Bandung µια δύναµη που θα µπορούσε να διοχετευθεί σε έναν αγώνα κατά του διπολικού συστήµατος. Εκµεταλλευόµενος την όξυνση του Ψυχροπολεµικού κλίµατος κατά τα έτη 1960-61 (κατάρρευση των συνοµιλιών για το επεισόδιο U-2, η αυξηµένη ένταση γύρω από το Γερµανικό ζήτηµα, επεµβάσεις σε χώρες όπως το Λάος και το Κονγκό, κρίση της Κούβας, κλπ) ο Τίτο υποστήριξε πως, η µόνη ζωτική αρχή που θα µπορούσε να ενώσει τα κράτη του Τρίτου Κόσµου ήταν η άρνηση της ένταξης στο επικυρίαρχο διπολικό σύστηµα, το οποίο περιόριζε και απειλούσε την ύπαρξη και την έκφραση των αναπτυσσόµενων χωρών. 28 Στην προσπάθεια του να συσπειρώσει τα αναπτυσσόµενα κράτη συγκαλώντας ένα συνέδριο αδέσµευτων χωρών, προσέγγισε κατά πρώτο λόγο τον Νάσσερ επιδιώκοντας να τον πείσει για την καταλληλότητα των περιστάσεων. Ο Νάσσερ, ο δεύτερος ιδρυτής του Κινήµατος, ήταν µια από της κυρίαρχες πολιτικές προσωπικότητες στο συνέδριο της Bandung και ήταν ήδη πεπεισµένος ότι η Αίγυπτος επρόκειτο να παίξει σηµαίνοντα ρόλο στην ανάδειξη της ουδετεροφιλίας ως στρατηγικής σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής. Επιπλέον, µετά την κρίση στο Σουέζ το 1956 είχε αναδειχθεί σε κεντρικό παράγοντα των εξελίξεων µεταξύ των αναπτυσσόµενων χωρών και µοιραζόταν τις ίδιες ιδέες µε το ισχυρό άνδρα της Ινδίας Jawaharlal Nehru. 29 Τον Ιούνιο του 1961, στην προπαρασκευαστική συνάντηση Τίτο και Νάσσερ στο Κάιρο προσδιορίστηκε το σύνολο των κριτηρίων που όριζαν την έννοια της αδέσµευτης πολιτικής. Σύµφωνα µε τον ορισµό που προέκυψε στο Κάιρο, ως αδέσµευτα κράτη χαρακτηρίζονταν εκείνα τα οποία 26 Robert A. Mortimer, The Third World Coalition in International Politics, Colorado 1984, σ. 2. 27 R. Mortimer, The Third World Coalition, σ. 11-12. 28 Άλλωστε, η εσωτερική πολιτική αστάθεια που επικρατούσε στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών του «Τρίτου Κόσμου» και η οποία μπορούσε να ανατρέψει πλήρως το χαρακτήρα της εξωτερικής πολιτικής ενός κράτους εν μια νυκτί, περιόριζε σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα πολιτικής συσπείρωσης και ανάπτυξης ενιαίας στρατηγικής εκ μέρους των κρατών αυτών. Lawrence W. Martin, Neutralism and Nonalignment, σ. xii- xiii. 29 R. Mortimer, The Third World Coalition, σ. 9. 12

σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής ακολουθούσαν τις αρχές της εθνικής ανεξαρτησίας βασιζόµενης στην ειρηνική συνύπαρξη, προσέφεραν υποστήριξη σε εθνικά απελευθερωτικά κινήµατα και απείχαν από τους πολυµερείς στρατιωτικούς συνασπισµούς (ΝΑΤΟ, Σύµφωνο της Βαρσοβίας, CENTO, SΕATO) 30 και από τη σύναψη διµερών συµµαχιών µε τις υπερδυνάµεις. Από το 1949 έως το 1955 ο Μακάριος προέβη σε µια σειρά ταξιδιών µε σκοπό την εξεύρεση υποστήριξης για το Κυπριακό ζήτηµα. Μεταξύ άλλων προέβη στις ΗΠΑ (όπου το 1952 είχαν ήδη δηµιουργηθεί αρκετές Επιτροπές Δικαιοσύνης για την Κύπρο και η Κυπριακή Οµοσπονδία της Αµερικής είχε αναπτύξει σηµαντική δραστηριότητα για την ενίσχυση του Κυπριακού Αγώνα), στην Αίγυπτο, στη Συρία, στο Λίβανο και στην Άπω Ανατολή. Σε αυτή τη φάση της ζωής του είναι πιθανόν να διαµορφώθηκαν οι πολιτικές τάσεις που εκδηλώθηκαν λίγο αργότερα, καθώς οι περιοχές αυτές βρίσκονταν στο επίκεντρο της αντιαποικιακής δίνης που είχε ξεσηκωθεί. 31 Τον Απρίλιο του 1955 ο Μακάριος συµµετείχε ως παρατηρητής στη Διάσκεψη των Αφρο-ασιατικών χωρών στην Bandung 32 της Ινδονησίας. Παρακάµπτοντας ανθρώπους ακόµα και του στενού του περιβάλλοντος (π.χ. Ζήνων Ρωσσίδης) που διεκήρυτταν πως το Κυπριακό δεν αποτελούσε αποικιακό ζήτηµα, δήλωνε κατά την αναχώρησή του από τη Διάσκεψη πως «η καταδίκη του αποικιακού πνεύµατος περιλαµβάνει αναγκαίως και την Κύπρον. Το αποικιακόν πνεύµα εις την φυγήν του από την Ασίαν και την Αφρικήν δεν πρέπει να εύρη καταφύγιον εις την Κύπρον». 33 Με τη συµµετοχή του στην Διάσκεψη της Bandung ο Κύπριος Εθνάρχης έδωσε ένα νέο προσανατολισµό στο Κυπριακό ζήτηµα, εντάσσοντάς το στη σφαίρα του αντιαποικιακού αγώνα. Η κίνηση αυτή χαρακτηρίζεται από πολλούς ως ένα από τα σηµαντικότερα επιτεύγµατα του Μακαρίου κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. 34 Έχοντας την εµπειρία της Bandung και, παράλληλα, παρακολουθώντας στενά όλη την πορεία των, Ελλαδικών κυρίως, προσπαθειών προώθησης του Κυπριακού στα Ηνωµένα Έθνη, ο Μακάριος σταδιακά συνειδητοποιούσε πως θα ήταν δύσκολη µια επιτυχής πορεία του ζητήµατος στον ΟΗΕ αν δεν εξασφαλιζόταν και η υποστήριξη των Αφρο-ασιατικών κρατών που είχαν πρόσφατα αποκτήσει την ανεξαρτησία τους. Η αριθµητική τους υπεροχή θα έδινε πολύ µεγαλύτερες πιθανότητες υιοθέτησης ψηφισµάτων που θα αποδέσµευαν το Κυπριακό από τα στενά ενδοσυµµαχικά όρια του ΝΑΤΟ και ως εκ τούτου µεγαλύτερες πιθανότητες προώθησης λύσεων που θα λάµβαναν υπόψη σε ικανοποιητικό βαθµό την θέληση των κατοίκων του νησιού. 35 Αν και σε γενικές γραµµές καθ όλη την πορεία της Ελληνικής προσπάθειας στον Διεθνή 30 CENTO: Central Treaty Organization, SEATO: Southeast Asia Treaty Organization. 31 Σ. Παντελής, Η Νέα Ιστορία, σ. 272-273. 32 Οι όροι συμμετοχής ήταν αυστηροί και απαράβατοι. Μέρος μπορούσαν να λάβουν μόνο ανεξάρτητα Αφρικανικά και Ασιατικά κράτη. Βλ. R. Mortimer, The Third World Coalition, σ. 7-8. 33 Μ. Χριστοδούλου, Η πορεία μιας εποχής, σ. 113. 34 J. Joseph, The International Power Broker, σ. 18. 35 Α. Ξυδής, «Το ψυχολογικό πλέγμα», σ. 24-25. 13

Οργανισµό εξέφραζε ικανοποίηση για τους χειρισµούς του ζητήµατος εκ µέρους της Ελλάδας, ο Μακάριος δεν έπαυε να αντιµετωπίζει µε πολύ σκεπτικισµό τη συνέχεια του όλου θέµατος, µπροστά µάλιστα στις σαφείς αντιθέσεις που ενυπήρχαν στην επίσηµη ελληνική πολιτική, που, ενώ διεκδικούσε την αυτοδιάθεση της Κύπρου, βρισκόταν δεσµευµένη µε συνθήκες και υποχρεώσεις έναντι εκείνων που ήθελαν τη διατήρηση του αποικιακού καθεστώτος[...]. 36 Ο Μακάριος είχε τον ρεαλισµό να συνειδητοποιήσει πως διαχειριζόταν ένα ζήτηµα που δεν του άφηνε την πολυτέλεια να παραβλέψει κάποια επιλογή διεξόδου. Από τη δεκαετία του 1950, εφόσον έφερε το θέµα µέσω της Ελλάδας στον ΟΗΕ, έπρεπε να βρει και τους κατάλληλους συµµάχους προκειµένου να τελεσφορήσει η πολιτική των προσφυγών. Με άλλα λόγια, δεν έπρεπε να αφεθεί καµιά εκδοχή πολιτικού προσανατολισµού ανεκµετάλλευτη. Έτσι, πιθανότατα πηγαίνει στη Bandung προς αναζήτηση συµµάχων και όχι λόγω ενός εκ πεποιθήσεως αντιδυτικού προσανατολισµού. Αντιθέτως, από την αρχή του αγώνα για αυτοδιάθεση-ένωση, ο Μακάριος δεν θεωρούσε καθόλου δεδοµένο το ότι θα παρέµενε έξω από το Δυτικό στρατόπεδο. Ένα από τα στοιχεία που επιβεβαιώνουν τη στάση αυτή είναι η δήλωση του Μακαρίου το 1959 πως αν ήταν για το συµφέρον της Κύπρου δεν θα δίσταζε να κάνει κινήσεις ώστε το νησί να προσχωρήσει στο ΝΑΤΟ. Το 1957, η Ινδία, ιδρυτικό µέλος του Κινήµατος, πρότεινε την ανεξαρτησία της Κύπρου. Η διστακτικότητα και η επιφυλακτικότητα µε την οποία αντιµετώπιζαν οι Αδέσµευτοι το αίτηµα της αυτοδιάθεσης το οποίο στην ουσία αποτελούσε γι αυτούς συγκάλυψη του αιτήµατος της ένωσης αποτελούσε σοβαρό λόγο για την αποτυχία των ελληνικών προσφυγών να συγκεντρώσουν µια καθαρή και άνετη πλειοψηφία (2/3 στην ολοµέλεια της Γενικής Συνέλευσης), η οποία θα στήριζε µε µια απόφασή της τη γενική έστω αρχή της αυτοδιάθεσης. Ο εκπρόσωπος της Ινδίας Κρίσνα Μένον επιδίωξε να παρακάµψει το αδιέξοδο προτείνοντας την υποβολή σχεδίου αποφάσεως µε αντικείµενο όχι πλέον την αυτοδιάθεση-ένωση αλλά την ανεξαρτησία. Είναι γνωστό πως στις 21 Ιουλίου 1957 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στην Ελευθερία της Κύπρου πως θα δεχόταν την εκδοχή της ανεξαρτησίας. Παρ όλ' αυτά, τον Δεκέµβριο αρνήθηκε κατηγορηµατικά να συνταχθεί µε την Ελληνική κυβέρνηση προκειµένου να δεχθούν από κοινού την πρόταση του Μένον. 37 Η απόρριψη της Ινδικής πρότασης ερχόταν σε αντίθεση µε τις προσπάθειες του Μακαρίου να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν ευρύτερη υποστήριξη του Κυπριακού ζητήµατος. Πώς θα µπορούσε λοιπόν να αιτιολογηθεί; Ένας από τους λόγους θα µπορούσε να αναζητηθεί και στην γενικότερη στάση του Μακαρίου να αποφεύγει οποιουδήποτε είδους πολιτική ή οικονοµική δέσµευση από χώρες ή συνασπισµούς µια πολιτική που θα αναλυθεί εκτενώς 36 Μ. Χριστοδούλου, Η Πορεία μιας εποχής, σ. 113. Για το ζήτημα βλ. παραπάνω, υποσημείωση 14. 37 Μ. Αλεξανδράκης, Β. Θεοδωρόπουλος, Ε. Λαγάκος, Το Κυπριακό 1950-1974, Μια ενδοσκόπηση, Αθήνα 1987, σ. 25-26. Η ελληνική κυβέρνηση τελικά ασπάσθηκε την άποψη του Μακαρίου λόγω της γραμμής κοινού μετώπου και ζήτησε από τον Μένον να μην προχωρήσει στην υποβολή του συγκεκριμένου σχεδίου. 14

παρακάτω. Αποδεχόµενος, λοιπόν, την πρόταση Μένον θα εξαρτούσε ίσως την εξέλιξη του ζητήµατος από το Κίνηµα των Αδεσµεύτων, ένα κίνηµα το οποίο βρισκόταν στις αρχές του και για το οποίο, αν µη τι άλλο, µπορεί να διατηρούσε ακόµη τις επιφυλάξεις του. 38 Θα µπορούσε να ειπωθεί, λοιπόν, ίσως, ότι το πιο πιθανό σενάριο θα µπορούσε να είναι το ότι, µε την εµφάνιση µιας πρώτης οργανωµένης µορφής δράσης εκ µέρους των πρώην αποικιών, ο Μακάριος εντόπισε µια δυνητική οµάδα υποστήριξης του Κυπριακού κινήµατος, εφόσον η Κύπρος, πέρα από κοµµάτι του αλύτρωτου ελληνισµού, δεν έπαυε να είναι µια βρετανική αποικία που επιζητούσε την αποµάκρυνση των αποικιοκρατών. Το αντιαποικιακό κίνηµα ήταν ένα κίνηµα στο οποίο η Κύπρος µπορούσε αντικειµενικά να ενταχθεί. Από τη στιγµή που το ζήτηµα είχε ξεφύγει από τα στενά όρια του νησιού και ο πόθος των Ελληνοκυπρίων για ένωση µε τη µητέραπατρίδα, όσο δίκαιος και αν ήταν, δεν θα µπορούσε να συγκινήσει ιδιαίτερα την κοινή γνώµη καθώς τέτοιου είδους σχήµατα στον 20ο αιώνα θύµιζαν µάλλον προσάρτηση εκ µέρους του ισχυρότερου, παρά ηθεληµένη ένωση - ήταν αναγκαίο να βολιδοσκοπηθεί κάθε ευκαιρία που ανοιγόταν. Η θέση του Μακαρίου σίγουρα δεν ήταν εύκολη. Χρειαζόταν αναµφισβήτητα δεξιοτεχνία και διορατικότητα προκειµένου να διατηρηθούν οι ισορροπίες και να επιτευχθούν χειροπιαστά αποτελέσµατα. Θα ήταν εδώ ίσως σκόπιµο να παρατεθούν κάποια γενικά χαρακτηριστικά της εξωτερικής πολιτικής που διαµόρφωσε σταδιακά ο Μακάριος από το 1960 και εξής. Ως νεόκοπη Δηµοκρατία η Κύπρος διέθετε περιορισµένη πολιτική επιρροή σε επίπεδο διεθνών σχέσεων, ένα δεδοµένο που ο Μακάριος αναγνώριζε πλήρως. Για το λόγο αυτό απέφευγε να εµπλακεί σε διαµάχες και αντιδικίες µεταξύ τρίτων, για παράδειγµα στο Αραβοϊσραηλινό, το οποίο µάλιστα εξελισσόταν σε µικρή ακτίνα από το νεοϊδρυθέν κράτος, καθώς µια ανάµειξη πιθανώς θα µείωνε το πολιτικό κύρος της χώρας και επιπλέον θα µπορούσε να επιφέρει πολλαπλές αρνητικές συνέπειες στη σχέση της µε τις υπερδυνάµεις και τους ήδη εµπλεκόµενους στο ζήτηµα πλείστους παράγοντες. 39 Το γεγονός ότι δεν ενεπλάκη η Κύπρος στις περίπλοκες υποθέσεις του αραβικού εθνικισµού, τις ενδο-ισλαµικές αντιπαραθέσεις και τις αραβοϊσραηλινές αντιπαλότητες έκανε το νησί ένα ασφαλές ουδέτερο έδαφος όσον αφορά τις πολεµικές αντιπαραθέσεις που αποτελούσαν µάστιγα για αυτή την πετρελαιοπαραγωγό περιοχή του κόσµου. 40 Λόγω της περιορισµένης πολιτικής επιρροής της Κυπριακής Δηµοκρατίας ο Μακάριος επέλεξε να αναπτύξει µια πολιτική εξόδου της χώρας στο επίπεδο της διεθνούς/παγκόσµιας συνεργασίας, πολιτική που εξυπηρετούσε τον πρωταρχικό σκοπό 38 Ο πιο σημαντικός λόγος για τον οποίο ο Μακάριος απέρριψε την Ινδική πρόταση ήταν το γεγονός ότι ο Κρίσνα Μένον ουσιαστικά έθεσε ως βάση του επιχειρήματός του την ύπαρξη ξεχωριστού Κυπριακού έθνους, κάτι το οποίο πιθανότατα έβρισκε πλήρως αντίθετο τον ίδιο αλλά και όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Βλ. Παντελής Τερλεξής, Διπλωματία και πολιτική, σ. 202-204. 39 R.P. Barston, «The Foreign Policy of Cyprus», στο The Other Powers: Studies in the Foreign Policies of Small States, σ. 186-187. 40 Ιωσήφ Ιωσήφ, Κυπριακό πρόβλημα και διεθνής πολιτική, σ. 131-132. 15

ίδρυσης της Δηµοκρατίας, ήτοι την διατήρηση της ανεξαρτησίας, της εδαφικής κυριαρχίας και της ασφάλειάς της. Το άνοιγµα αυτό του Μακαρίου στόχευε συνάµα στο να αναδείξει την Κύπρο σε ένα κράτος/παράγοντα που θα συνέβαλλε ενεργά στη µείωση των διεθνών συγκρούσεων και ανταγωνισµών και στην καλλιέργεια διεθνούς πνεύµατος συνεργασίας. Η τάση αυτή, η ανάληψη δηλαδή κατευναστικού και ειρηνοποιητικού ρόλου εκ µέρους κρατών µε περιορισµένη διεθνή πολιτική ισχύ, είχε εµφανιστεί µε πιο οργανωµένη µορφή το 1955 µε το Συνέδριο στην Bandung της Ινδονησίας. Επιπλέον, ο Μακάριος έκανε πολλαπλές επίσηµες επισκέψεις σε ξένες χώρες. Ξεκινώντας το 1949 µε µια επίσκεψη στην Ελλάδα ως επίσκοπος, εγκαινίασε µια µεγάλη σειρά από ταξίδια που τον έφεραν στις µισές χώρες του κόσµου. 41 Τα συνεχή του ταξίδια έδειχναν µια αίσθηση ασφάλειας που είχε για την πολιτική του θέση καθώς και το ότι έδινε πολύ µεγάλη σηµασία στην έννοια της δηµοσιότητας και έδειχνε να έχει συνειδητοποιήσει την αξία της. 42 Την συνειδητοποίηση της αξίας της δηµοσιότητας αποδεικνύουν και οι πολυάριθµες συνεντεύξεις που παραχώρησε κατά τη διάρκεια της πολιτικής του ζωής ο Μακάριος. Επιπλέον, ουσιαστικό ρόλο στη διαµόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της Κύπρου έπαιξε η αρχή αποφυγής µονοµερούς οικονοµικής εξάρτησης καθότι αυτή, αναπόφευκτα, θα επέφερε και πολιτική. Παραδείγµατος χάριν, όταν το 1963 µετά τις διακοινοτικές αναταραχές η Αµερική περιόρισε δραστικά την οικονοµική βοήθεια προς το νησί (µέχρι τον Ιούνιο του 1963 η συνολική βοήθεια προς την Κυπριακή Δηµοκρατία σε µορφή δανείων, επιχορηγήσεων και παροχής σιτηρών είχε φθάσει τα 20 εκατοµµύρια δολάρια), ο Μακάριος στράφηκε άµεσα σε διεθνείς φορείς, όπως προγράµµατα των Ηνωµένων Εθνών (UN Development Program και UN Special Fund), και διεθνείς τράπεζες και οργανώσεις (IBRD, ILO, FAO, Unesco, Συµβούλιο της Ευρώπης, κλπ.). 43 Λόγω του ότι η εξωτερική πολιτική των ασθενέστερων χωρών εξαρτάτο από τις επιλογές των ισχυρότερων και αυτό κατοχυρωνόταν, τις περισσότερες φορές, µε ένα πλέγµα στρατιωτικών και οικονοµικών σχέσεων µεταξύ τους, ο Μακάριος, µετά την απόρριψη της επιθυµίας της Κύπρου να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, έκρινε προτιµότερη την αποφυγή δηµιουργίας ενός τέτοιου πλέγµατος προκειµένου να έχει δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής. 44 Είναι σηµαντικό το ότι η προσπάθεια οικονοµικής ανάπτυξης και απόκτησης πλήρους ελέγχου των πλουτοπαραγωγικών πηγών µιας χώρας προκειµένου να µπορεί να υφίσταται ως αδέσµευτη, ήταν κοινός τόπος µεταξύ των Αδεσµεύτων χωρών. 45 Καθ όλη τη διάρκεια που εξετάζεται, η Κύπρος διατήρησε οικονοµικούς δεσµούς και µε τη Σοβιετική Ένωση κατά βάση εµπορικούς ως αποτέλεσµα της παραπάνω τακτικής. Όλο αυτό ήταν µέρος της πολιτικής σκέψης και νοοτροπίας του Μακαρίου: η αποφυγή δέσµευσης σε επίπεδο είτε πολιτικό είτε 41 Σπύρος Παντελής, Η Νέα Ιστορία της Κύπρου, εκδόσεις Ι. Φλώρος, σ. 272-273. 42 R.P. Barston, «Τhe Foreign Policy of Cyprus», σ. 188. 43 R.P. Barston, «The Foreign Policy of Cyprus», σ. 198-199. 44 Γιάννος Κρανιδιώτης, Το κυπριακό πρόβλημα, 1960-1974, Αθήνα 1984, σ. 14. 45 R. Mortimer, The Third World coalition, σ. 26. 16

οικονοµικό και η αποφυγή ένταξης σε οποιοδήποτε στρατιωτικό µπλοκ. Ήταν µια νοοτροπία την οποία ο Αρχιεπίσκοπος δεν δίστασε να διακηρύξει ανοιχτά από την αρχή της πολιτικής του πορείας. Πολλές και ποικίλες απόψεις έχουν διατυπωθεί για την επιλογή του Μακαρίου να εντάξει την Κύπρο στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων, αποφεύγοντας ξεκάθαρα να δώσει έναν σαφή Δυτικό ή Ανατολικό προσανατολισµό στο κράτος του. Η εκµετάλλευση του Ψυχροπολεµικού κλίµατος διαµάχης µεταξύ των δυο υπερδυνάµεων ήταν αναµφίβολα ένα δελεαστικό πεδίο δράσης για τον νέο αρχηγό κράτους. Ο τελευταίος, αν µη τι άλλο, είχε να αντιµετωπίσει το βασικό πρόβληµα της διακυβέρνησης ενός κράτους σε γεωστρατηγική θέση ύψιστης σηµασίας, χωρίς όµως να του παρέχεται η δυνατότητα ανεµπόδιστης άσκησης εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής σύµφωνα µε τα κριτήρια και τον προσανατολισµό που θα επιθυµούσε ο ίδιος οποιαδήποτε αλλαγή στα συµφωνηθέντα θα επέφερε επέµβαση των Εγγυητριών Δυνάµεων. Με βάση µελέτες που έχουν γίνει πάνω σε Αµερικανικά και Βρετανικά αρχεία είναι γνωστό πως ο Μακάριος, όντας ενταγµένος επίσηµα στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων, δεν απέκλειε το ενδεχόµενο συνεργασίας µε οποιαδήποτε πλευρά (Ανατολή ή Δύση) αρκεί να αποκλειόταν ο ασφυκτικός εναγκαλισµός της Δηµοκρατίας µε συνέπειες που η Κυπριακή κυβέρνηση δεν θα µπορούσε να ελέγξει. Την υπονόµευση της επιβολής µιας λύσης στα πλαίσια της Δυτικής Συµµαχίας κατά τη δεκαετία του 1950, λόγω της διεθνοποίησης του προβλήµατος µέσω του Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών, ακολούθησε η σύναψη των Συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου το 1959 µεταξύ Ελλάδας, Μ. Βρετανίας και Τουρκίας η οποία, ήδη από το 1955, αποτελούσε πλέον, µοιραία, έναν εξίσου καθοριστικό παράγοντα στην εξέλιξη του ζητήµατος. 17

3. Η διαµόρφωση του εξωτερικού προσανατολισµού της Κυπριακής Δηµοκρατίας Θεµελιώδης αρχή στις σύγχρονες διεθνείς σχέσεις είναι η αµφίδροµη σχέση µεταξύ της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής ενός κράτους: η εσωτερική πολιτική επηρεάζεται σε µεγάλο βαθµό από τους εκάστοτε εξωτερικούς παράγοντες, ενώ, όπως το τοποθετεί ο Ιωσήφ Ιωσήφ στο έργο του Κυπριακό Πρόβληµα και Διεθνής Πολιτική, η διεθνής πολιτική περιστρέφεται κυρίως γύρω από ανταγωνιστικές εθνικές πολιτικές και διεθνοποιηµένα εσωτερικά ζητήµατα 46. Ο συγγραφέας αναπτύσσει τον συλλογισµό του υποστηρίζοντας πως, σ' αυτή την αλληλεπίδραση εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων σε ένα σύγχρονο κράτος, κεντρικό ρόλο µπορούν να παίξουν οι ανοιχτές εθνοτικές διαµάχες [οι οποίες] υποσκάπτουν την ενότητα ενός κράτους ως διεθνούς παράγοντα και ως µονάδας ανάλυσης, αναδεικνύοντας έτσι τις εθνοτικές οµάδες σε σηµαντικούς παράγοντες της διεθνούς πολιτικής 47. Τα παραπάνω συµπεράσµατα µπορούν να θέσουν την διαδικασία που έλαβε χώρα στην Κυπριακή Δηµοκρατία από τη στιγµή της ίδρυσής της µέχρι και το καλοκαίρι του 1974 σε ένα διαχειρίσιµο πλαίσιο σε βαθµό ικανοποιητικό, διότι είναι γεγονός το ότι το Κυπριακό υπήρξε, όπως ήδη αναφέρθηκε, αποτέλεσµα της συνισταµένης διαφορετικών ειδών προβληµάτων στη βάση, όµως, των οποίων υπήρχε συνήθως η διακοινοτική/εθνοτική διαµάχη: υπήρξε πρόβληµα αποαποικιοποίησης και αυτοδιάθεσης αρχικά, κατόπιν πήρε τη µορφή διακοινοτικής διαµάχης και απελευθερωτικού αγώνα, αργότερα εξελίχθηκε σε διαφορά µεταξύ κρατών και τελικά αναδείχθηκε σε µείζον διεθνές ζήτηµα στρατηγικής ασφάλειας 48. Το πλαίσιο της παρούσας εργασίας επιβάλλει την ενασχόληση µε την εξωτερική και εσωτερική πολιτική της Κύπρου στο βαθµό που αυτό συµβάλλει στην προσπάθεια σκιαγράφησης της εµπλοκής της νήσου στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων. Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, η αποφυγή δηµιουργίας πολιτικών, οικονοµικών και στρατιωτικών σχέσεων πλήρους εξάρτησης µε άλλα κράτη ή συνασπισµούς ήταν βασικό στοιχείο της πολιτικής του Μακαρίου. Προκειµένου η χώρα να αποκτήσει και να διατηρήσει ένα σεβαστό επίπεδο ελευθερίας πολιτικών κινήσεων, λαµβανοµένων υπόψη των Συνθηκών ίδρυσης του κράτους, η Κυπριακή κυβέρνηση όχι χωρίς εµπόδια, όπως θα δούµε παρακάτω έκρινε πως ήταν προς όφελός της η επίσηµη πλέον υιοθέτηση της αδέσµευτης γραµµής που είχε ακολουθηθεί από την Εθναρχία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Θα πρέπει εδώ να σηµειωθεί µια σηµαντική παράµετρος που υποστηρίζει την άποψη πως ο Μακάριος δεν στράφηκε στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων λόγω αντιδυτικού φρονήµατος αλλά, αντιθέτως, λόγω των περιστάσεων που συνάντησε όταν έκανε φανερές τις προθέσεις του για µια νατοϊκή Κύπρο. Ο Αρχιεπίσκοπος επιχείρησε να εντάξει το νησί στην Ατλαντική Συµµαχία θεωρώντας την κίνηση αυτή ως συµφέρουσα 46 Ιωσήφ Σ. Ιωσήφ, Κυπριακό Πρόβλημα και Διεθνής Πολιτική, Αθήνα 2000, σ. 18 47 Ιωσήφ Σ. Ιωσήφ, όπ. π., σ. 22. 48 Α. Ηρακλείδης, Κυπριακό..., σ.17. 18

για το µέλλον του νησιού. Μάλιστα, όπως αναφέρεται στα πρακτικά της σύσκεψης που συγκλήθηκε στην οικία του Κωνσταντίνου Καραµανλή στις παραµονές της Συνδιάσκεψης της Ζυρίχης, παρουσία του Μακαρίου: όταν αναφέρθηκε από τον Έλληνα πρωθυπουργό η πιθανότητα να ενταχθεί η Κύπρος στο ΝΑΤΟ, ο Μακάριος δήλωσε πως θα «ήτο προς το απόλυτο συµφέρον των Κυπρίων το να συµµετάσχη η ανεξάρτητος Κύπρος εις την αµυντικήν συµµαχίαν του ΝΑΤΟ». 49 Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής, ο Μακάριος µετά την ίδρυση της Δηµοκρατίας έκανε βολιδοσκοπήσεις για ένταξη στο ΝΑΤΟ, αλλά συνάντησε τη διστακτική στάση της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ. Κατά τον Μιλτιάδη Χριστοδούλου, ο Αρχιεπίσκοπος επιθυµούσε να δει την Κύπρο ενταγµένη στον δυτικό κόσµο διότι πίστευε πως η γεωγραφική και στρατηγική θέση της Κύπρου καθώς και η ιστορία, οι παραδόσεις και ο πολιτισµός της την καθιστούσαν αναπόσπαστο κοµµάτι του κόσµου αυτού. Επιπλέον, πίστευε πως τα προβλήµατα που δηµιουργούσε στο νησί το καθεστώς της εγγυηµένης ανεξαρτησίας µπορούσαν να αντιµετωπισθούν πιο αποτελεσµατικά µε την προσέγγιση και συνεργασία µε τη Δύση. Άρα, η πιθανότητα ένταξης στο Δυτικό στρατόπεδο αποτελούσε µια ρεαλιστική προοπτική για το νέο κράτος. 50 Γνωστό είναι, παράλληλα, το ότι υπήρχε η Συµφωνία Κυρίων µεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, στα πλαίσια των τελικών πράξεων Ζυρίχης και Λονδίνου, µε την οποία τον Φεβρουάριο του 1959 οι δυο χώρες είχαν συµφωνήσει να κάνουν ό,τι µπορούν προκειµένου η Κύπρος να ενταχθεί στην Ατλαντική Συµµαχία και προκειµένου να απαγορευθεί η κοµµουνιστική δραστηριότητα στο νησί. 51 Ως εκ τούτου, µε την εγκαθίδρυση της Δηµοκρατίας και την άµεση ανάγκη να καθοριστεί ο εξωτερικός προσανατολισµός της χώρας, ο Αρχιεπίσκοπος, όπως αποκάλυψε ο ίδιος σε σεµινάριο που πραγµατοποιήθηκε στην Κύπρο στις 3-6 Ιουνίου 1976, 52 αφού βολιδοσκόπησε του Αµερικανούς ιθύνοντες για το κατά πόσο ήταν επιθυµητή µια ένταξη του νησιού στο ΝΑΤΟ και έλαβε αρνητική απάντηση, πήρε την οριστική απόφαση να εντάξει επίσηµα τη χώρα στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων. Οι ΗΠΑ εξέφρασαν απροθυµία στην ιδέα µιας Κύπρου-συµµάχου στο ΝΑΤΟ, για τέσσερις βασικούς λόγους: πρώτον, για τις ΗΠΑ η Κύπρος δεν είχε αποκτήσει ακόµη τη σπουδαιότητα που θα δούµε στα µέσα της δεκαετίας του 1960 και, καθώς ο Μακάριος θεωρούνταν ως ο σταθεροποιητικός παράγοντας που επαρκούσε προκειµένου να µην παρεκκλίνει το νησί προς την κοµµουνιστικοποίηση, δεν ήταν ζωτικά απαραίτητη µια 49 Μιλτιάδης Χριστοδούλου, Η πορεία μιας εποχής, Η Ελλάδα, η Κυπριακή Ηγεσία και το Κυπριακό Πρόβλημα, Αθήνα 1987, σ. 319. 50 Χαράλαμπος Τσαρδανίδης, Η Κυπριακή εξωτερική πολιτική: 1960-1974, 2006 (στο http://el.wikipedia.org/κυπριακό_πρόβλημα), σ. 3 Μ. Χριστοδούλου, Η Πορεία..., σ. 319. 51 Farid Mirbagheri, Cyprus and International Peacemaking, London 1998, σ. 32. 52 Σεμινάριο στο οποίο ο Μακάριος ανέλυσε την εξωτερική του πολιτική και τη θέση του απέναντι στο ΝΑΤΟ. Κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου αποκάλυψε τις κινήσεις που είχε κάνει προς του Αμερικανούς, την αρνητική τους στάση και την τελική του απόφαση για μια Αδέσμευτη Κύπρο. Ο Μιλτιάδης Χριστοδούλου ήταν παρών κατά την ενημέρωση ως Διευθυντής του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών και ως Εκπρόσωπος του Προέδρου της Δημοκρατίας. Βλ. Μ. Χριστοδούλου, Η Πορεία..., σ. 319. 19

νατοϊκή Κύπρος. 53 Κατά δεύτερο λόγο, στο νησί υπήρχαν ήδη οι βρετανικές κυρίαρχες βάσεις οι οποίες εξυπηρετούσαν επαρκώς τα συµφέροντα της Δύσης. Επιπλέον, οι ΗΠΑ θεωρούσαν πως η ένταξη ενός κράτους, του οποίου η κρατική συγκρότηση ήταν επισφαλής, παρά την ύπαρξη των Συµφωνιών, η οικονοµική κατάσταση ρευστή, και η στρατιωτική οργάνωση και το στρατιωτικό δυναµικό ανύπαρκτα, δεν εξυπηρετούσε τους σκοπούς της Συµµαχίας. Τέλος, ο παράγοντας Μακάριος, µε τις διπλωµατικές τακτικές που ακολουθούσε, καθώς και η ύπαρξη του νοµιµοποιηµένου ισχυρού κοµµουνιστικού κόµµατος ΑΚΕΛ στην Κυπριακή πολιτική σκηνή, ήταν πολύ πιθανό για τις ΗΠΑ να δηµιουργούν προβλήµατα και να δυσχεραίνουν τη λήψη αποφάσεων εντός της Συµµαχίας. 54 Εκτός από τις Ηνωµένες Πολιτείες, και η πρώην αποικιακή δύναµη από την πλευρά της αντιµετώπισε µε επιφύλαξη την πιθανότητα ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ κυρίως διότι σκόπευε να χρησιµοποιήσει τις κυρίαρχες βάσεις της πέρα από τα πλαίσια των υποχρεώσεών της εντός της Ατλαντικής Συµµαχίας. 55 Έτσι, µε τις δυο αυτές δυνάµεις να αντίκεινται σε µια Κύπρο-µέλος του ΝΑΤΟ, ο Μακάριος επέλεξε έναν προσανατολισµό που έδειχνε πως µπορούσε να προσφέρει σοβαρά οφέλη στη νεαρή Δηµοκρατία. Άξιο προσοχής είναι το γεγονός πως ο Μακάριος δεν θεωρούσε ασυµβίβαστη την υιοθέτηση µιας αδέσµευτης πολιτικής µε τα ιδεώδη της Δύσης. 56 Η οπτική αυτή επιβεβαιώθηκε όταν, τον Ιούνιο του 1962, λίγο πριν από την επίσηµη επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου στις ΗΠΑ, ο τελευταίος είχε ζητήσει από τον διευθυντή του Κυπριακού Πρακτορείου ειδήσεων, Μιλτιάδη Χριστοδούλου, να πλησιάσει τον Αµερικανό πρέσβη και να προσπαθήσει να καταλάβει ποιά ήταν η θέση της κυβέρνησής του ως προς την ένταξη της Κύπρου στο Κίνηµα των Αδεσµεύτων. Ο Frazer Wilkins, τότε πρέσβης των ΗΠΑ στην Κύπρο, δήλωσε πως ο ίδιος «χαιρέτιζε µε ικανοποίηση την πολιτική του νεαρού κυπριακού κράτους, [...] την ένταξη της Κύπρου στα Ηνωµένα Έθνη, την Κοινοπολιτεία, το Συµβούλιο της Ευρώπης και σε άλλους διεθνείς οργανισµούς» 57 και συµπλήρωσε πως «οι ΗΠΑ ούτε ήθελαν, ούτε επιδίωκαν την ένταξη της Κύπρου στη στρατιωτική συµµαχία του ΝΑΤΟ, µιας µικρής χώρας που τίποτε το ουσιαστικό δεν είχε να προσφέρει στη στρατιωτική οργάνωση και το στρατιωτικό δυναµικό της Συµµαχίας». 58 Εποµένως, οι ΗΠΑ δεν θεωρούσαν επικίνδυνη µια αδέσµευτη Κύπρο, καθώς δεν θεωρούσαν το Κίνηµα των Αδεσµεύτων στο ξεκίνηµά του έναν αποσταθεροποιητικό παράγοντα στην παγκόσµια πολιτική σκηνή. 59 53 C. Nicolet, United States Policy, σ. 163-164. 54 C. Nicolet, United States Policy, σ. 290. 55 Χ. Τσαρδανίδης, Η Κυπριακή εξωτερική..., σ. 3-4. 56 Μ. Χριστοδούλου, Η Πορεία..., σ. 319. 57 Η Κύπρος έγινε μέλος του ΟΗΕ στις 11 Σεπτεμβρίου 1960, μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης στις 25 Μαΐου 1961 και μέλος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας στις 15 Φεβρουαρίου 1961. Γ. Κρανιδιώτης, Το Κυπριακό πρόβλημα, 1960-1974, Αθήνα 1984,σ. 35. 58 Αυτόθι. 59 Ο Μακάριος, επιπλέον, ακολουθώντας συνετά μια πολιτική εξισορρόπησης, δεν διέκοψε τους δεσμούς με τις ΗΠΑ, επιτρέποντας σιωπηρά να διατηρήσουν τους μεγάλης εμβέλειας κατασκοπευτικούς σταθμούς που είχαν από τον καιρό της αγγλοκρατίας και οι οποίοι λειτούργησαν ανενόχλητοι μέχρι την 20