ΠΡΟΛΟΓΟΣ Β ΤΟΜΟΥ Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου προβαίνουμε στὴν ἔκ δοσι καὶ τοῦ Β τόμου τοῦ ἔργου τοῦ μακαριστοῦ Γέ ροντος π. Εὐσεβίου Βίττη, «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ δι καίου καὶ πολυάθλου Ἰώβ». Στὸν Α τόμο τοῦ ἔργου εἴδαμε τὴν προσωπικότη τα τοῦ δικαίου Ἰώβ, ὅπως περιγράφεται στὸ ἱερὸ κείμενο τῆς Π. Διαθήκης, μὲ ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ ἐκεῖνα ποὺ τὸν ἐκοσμοῦσαν καὶ τὸν ἔκαναν ἄξιο νὰ ἐπαινεθῇ ὄχι ἀπὸ ἀνθρώπους ἀλλὰ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Ἡ ἀνάλυσις τῶν σχετικῶν στίχων τοῦ ἱεροῦ κειμέ νου ἀπὸ τὸν π. Εὐσέβιο ἀποκαλύπτει στὸν εὐ λα βῆ ἀ ναγνώστη τοῦ βιβλίου τὴν θεοφιλῆ ψυχὴ τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος, ὁ ὁποῖος ἀντλῶν ἐκ τῶν προσω πικῶν ἐμπόνων ἀγώνων του νὰ τηρήσῃ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολὲς ἀρδεύει μὲ τὰ γλυκύρροα νάματα τοῦ Πνεύματος τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο, δείχνοντάς του πῶς πρέπει νὰ ζῇ καθημερινά, ἂν θέλῃ νὰ ἀνέβῃ στὸ ὕψος τῆς ἁγιότητος. Ὁ π. Εὐσέβιος ὡς «ποιήσας» εἶναι ἄξιος καὶ νὰ «διδάξῃ» ἀπλανῶς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὸν ἴδιο γλαφυρὸ τρόπο περιγράφεται καὶ ἡ οἰκογενειακὴ ζωὴ τοῦ δικαίου Ἰώβ. Στὸ σημεῖο αὐτὸ
10 Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Ἰὼβ ὁ μακαριστὸς π. Εὐσέβιος βρίσκει τὴν εὐκαιρία νὰ ὑ ποδείξῃ τὶς θεμελιώδεις ἀρχὲς τῆς Χριστιανικῆς οἰκο γενείας, ποὺ εἶναι θεμελιωμένη ἐπάνω στὴν «Πέτρα», τὸν Χριστό, καὶ τὴν ὁποία κανένας χείμαρ ρος καὶ καμμία καταιγίδα δὲν μπορεῖ νὰ κρημνίσῃ. Ἰ- διαί τερα τονίζεται ἡ πίστις, ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ εὐλά βεια τοῦ Ἰώβ, ποὺ ὡς πατέρας φρόντιζε συνεχῶς νὰ ζητᾷ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ εὐλογῇ τὰ παιδιά του καὶ νὰ συγ χωρῇ τὰ ἑκούσια καὶ ἀκούσια ἁμαρτήματά τους. Στὴν συνέχεια παρουσιάζεται καὶ τὸ εὐρύτατο κοι νωνικὸ ἔργο τοῦ Ἰώβ, ποὺ ἀποτελοῦσε ἀπαύγασμα καὶ ἀκτινοβολία τῆς εὐλογημένης καὶ χα ρι τωμέ νης προσωπικότητός του. Τὴν ὁλοφώτεινη ὅμως αὐτὴ ζωὴ τοῦ Ἰὼβ ἐφθόνησε ὁ πονηρός, ὁ ὁποῖος παραχωρεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ πειράξῃ μὲ βαρύτατες δοκιμασίες τὸν Δί καιο. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ μακαριστὸς Γέροντας π. Εὐ σέ βιος περιγράφει πολὺ παραστατικὰ τὴν πο νη ρία καὶ κα κία τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος μὲ τὰ ποι κί λα τε χνάσμα τά του προσπαθεῖ νὰ κάνῃ τοὺς ἀν θρώ πους νὰ ἁμαρ τήσουν, εἰδικώτερα δὲ στὴν περί πτω σι τοῦ Ἰ- ὼβ προσ παθεῖ νὰ ἀποδείξῃ ὅτι ἡ εὐσέ βειά του ἦταν ψεύ τικη καὶ ὅτι ἀγαποῦσε τὸν Θεὸ συμφε ρον το λο γικά, ἐπειδὴ κέρδιζε ἀπὸ αὐτὸν πλού σια ὑλικὰ ἀ γα θά. Ὅμως ἡ τελικὴ ἔκβασις τῶν πραγμάτων διέ ψευ σε
Πρόλογος 11 τὸν διάβολο καὶ ἀπέδειξε τὸν Ἰὼβ γνήσιο καὶ πι στὸ λά τρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀγαποῦσε τὸν Θεὸν «αὐ τὸν καθ ἑαυτὸν καὶ οὐχὶ διὰ τὰ δῶρα του». Ὁ Α τόμος τοῦ ἔργου τελειώνει μὲ τὴν θρηνητικὴ κραυγὴ τοῦ Ἰώβ, ὁ ὁποῖος κείμενος ἐπάνω σὲ ἕνα σωρὸ σκουπιδιῶν καὶ κοπριᾶς καὶ κατάστικτος ἀπὸ τὰ δύσοσμα ἕλκη τῆς λέπρας δέχεται τὴν ἐπίσκεψι τριῶν ἐπιφανῶν φίλων του. Ὡς ἄνθρωπος ἀδύναμος καὶ φρικτότατα πάσχων ἀφήνει νὰ ξεφύγῃ ἀπὸ τὸ στόμα του τὸ πικρὸ παράπονό του, χωρὶς ὅμως νὰ διακόψῃ οὔτε καὶ κατὰ τὸ ἐλάχιστο τὴν ἀγαπητική του σχέσι μὲ τὸν Θεὸ οὔτε νὰ ξεστομίσῃ λόγια βλάσφημα. Tὰ κεφάλαια ποὺ ὁ μακαριστὸς π. Εὐσέβιος ἀ- να λύει στὸν Β τόμο ἀποτελοῦν τὴν καρδιὰ τοῦ θεοπνεύστου βιβλίου τοῦ «Ἰώβ». Ἡ συζήτησις τοῦ Ἰὼβ μὲ τοὺς τρεῖς φίλους του, ποὺ ἦλθαν μὲ σκοπὸ νὰ τὸν παρηγορήσουν, ἐξελίσσεται τελικὰ σὲ μία ὀξεῖα ἀντι παράθεσι μεταξύ τους γιὰ τὸ νόημα τοῦ πόνου καὶ τῶν θλίψεων στὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Οἱ φίλοι τοῦ Ἰὼβ θεωροῦν ὅτι πίσω ἀπὸ τὴν βαρειὰ δοκιμασία του κρύβονται κάποιες κρυφὲς ἁμαρτίες καὶ ὅτι ὁ πόνος ποὺ βιώνει ἀποτελεῖ τὴν δικαία τιμωρία τοῦ Θεοῦ γι αὐτές. Ὅμως τελικὰ ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ἄποψις αὐτὴ δὲν εὐσταθεῖ ἀπόλυτα, διότι πολλὲς φορὲς καὶ οἱ δίκαιοι δοκιμάζονται πάρα πολύ. Εἶναι
12 Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Ἰὼβ προφανὲς ὅτι ὁ δίκαιος Ἰὼβ ἀποτελεῖ προτύπωσι τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ ὁ μόνος ἀναμάρτητος, πόνεσε πολύ, ὑπέμεινε φρικτὰ μαρτύρια καὶ τὸν ἐπώδυνο καὶ ἀτιμωτικὸ σταυρικὸ θάνατο. Ὁ διάλογος τοῦ Ἰὼβ μὲ τοὺς φίλους του μέσα ἀπὸ τὴν χαρισματικὴ φωνὴ τοῦ π. Εὐσεβίου, ποὺ ἀναλύ ει τοὺς διαλόγους αὐτούς, δίνει τὴν θεόπνευστη ἀ πάν τησι σὲ πλῆθος ἀγωνιωδῶν ἐρωτημάτων τοῦ ἀν θρώ που κάθε ἐποχῆς, ὅπως καὶ τῆς δικῆς μας. Ἀναφέρουμε κάποια ἀπὸ αὐτά: Τί σημασία ἔχει ὁ πόνος γιὰ τὴν ζωή μας; Γιατί νὰ ὑποφέρουν οἱ δίκαιοι; Ἄραγε οἱ δοκιμασίες εἶναι ἡ θεϊκὴ τιμωρία τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων; Γιατί οἱ δίκαιοι νὰ ὑποφέ ρουν καὶ οἱ ἄδικοι καὶ ἄνομοι νὰ εὐημεροῦν; Πῶς εἶ ναι δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ εἶναι δίκαιος τὴν στιγμὴ ποὺ ἀφή νει τοὺς δικαίους νὰ πάσχουν; Πῶς συμβαδίζει ἡ ἀγά πη τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν δικαιοσύνη του; Γιατί πολλὲς φο ρὲς ὁ Θεὸς σιωπᾶ, ἀκόμη καὶ ὅταν μὲ πίστη καὶ εἰλι κρί νεια τὸν παρακαλοῦμε; Μήπως ἡ σιωπὴ τοῦ Θεοῦ στὰ αἰτήματά μας δείχνει τὴν περιφρόνησι καὶ ἀποστροφή του σὲ μᾶς; Μήπως ὁ Θεὸς εἶναι ἄδικος κρι τής μας, ἐχθρός μας, βασανιστής μας καὶ σκληρὸς τι μω ρός μας, ὅταν μᾶς ἀφήνῃ νὰ ὑποφέρουμε, χωρὶς νὰ ἔ χουμε διαπράξει σοβαρὲς ἁμαρτίες; Ὑπάρ χει πρά γματι ἡ θεία Πρόνοια ἢ εἴμαστε ἕρμαια τῆς
Πρόλογος 13 τύχης; Γιατί ὁ Θεὸς συχνὰ δὲν ἀφαιρεῖ τὶς δοκιμασίες μας, ἂν καὶ ἐμεῖς εἰλικρινὰ μετανοοῦμε; Εἶναι δυνα τὸν ὁ Θεὸς νὰ ἀδιαφορῇ γιὰ τὸ πιὸ τέλειο δημιούρ γη μά του, τὸν ἄνθρωπο, ἀφήνοντάς το νὰ καταστρέ φεται ἀπὸ τὶς ὀδυνηρὲς περιστάσεις τῆς ζωῆς; Ἡ ὕπαρ ξις δυστυχίας σὲ κάποιον ἀποτελεῖ πάντοτε ἀ πό δειξι τῆς ἁμαρτωλότητός του; Ποιά εἶναι ἡ σωστὴ προσ έγγισις τοῦ πάσχοντος ἀπὸ τοὺς ὑγιεῖς; Για τί ὁ Θεὸς τοποθέτησε τὸν ἄνθρωπο μέσα στὴν παν έμ μορφη Δημιουργία; Πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ προσεγ γίσῃ τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεως; Τί εἶναι πο λυ τι μότερο γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἡ κοινωνία του μὲ τὸν Θεὸ ἢ ἡ κατοχὴ πλήθους ὑλικῶν ἀγαθῶν;... Ὁ ἀναγνώστης, ποὺ προσεκτικὰ θὰ ἐγκύψῃ στὸ βιβλίο αὐτό, θὰ διαπιστώσῃ πολὺ σύντομα τὴν πλουσία καὶ βαθεῖα χρῆσι τῶν ἁγιογραφικῶν χωρίων ἀ πὸ τὸν μακαριστὸ Γέροντα καὶ θὰ αἰσθανθῇ τὴν καρ δία του «καιομένη» ἀπὸ τὸν ἔρωτα τῶν θείων λόγων. Ἀκόμη θὰ ἐγκεντρισθῇ στὸν φιλόθεο καὶ θεο λογικὸ νοῦ τοῦ π. Εὐσεβίου, ὁ ὁποῖος μὲ πολὺ συ χνὲς ἀναφορὲς κατευθύνει τὸν ἀναγνώστη στὴν ἐπι πό θησι τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν. Ἡ καρδιὰ τοῦ ὅλου ἔργου εὑρίσκεται στοὺς στίχους 25-27 τοῦ ιθ κεφαλαίου, ὅπου ἔχουμε μία πολὺ σημαντικὴ ἁγιογραφικὴ ἀναφορὰ στὴν μετὰ θάνατον ζωὴ καὶ στὴν ἀνάστασι τῶν σωμάτων μας.
14 Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Ἰὼβ Ὁ μακάριος Ἰὼβ καθὼς προχωρεῖ στὸν διάλογό του μὲ τοὺς φίλους του, ἄν καὶ στὴν ἀρχὴ πικραί νεται ἀπὸ τὶς ἀδιάκριτες τοποθετήσεις τους, συνειδητοποιεῖ ὅλο καὶ περισσότερο ὅτι τὰ βάσανά του δὲν ὀφείλονται στὴν περιφρόνησι καὶ ἐχθρότητα τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ σὲ κάποιο ὑπερφυὲς καὶ μυστικὸ σχέδιό του, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἄπειρο ἀγαθότητά του καὶ τὸ ὁποῖο θὰ τοῦ ἀποκαλύψῃ στὸν κα τάλληλο και ρό. Γι αὐτὸ καὶ παρὰ τὴν παράτασι τοῦ μαρ τυρί ου του παραμένει σταθερὰ προσηλωμένος στὴν ἐ πι θυ μία του νὰ τηρῇ ἀπαρέγκλιτα τὸ ἅγιο θέ λη μα τοῦ Θεοῦ, ἀποδεικνύοντας γιὰ ἄλλη μιὰ φο ρὰ τὴν γνή σια θεοσέβειά του καὶ τὴν εἰλικρινῆ καὶ ἀνιδιοτελῆ του σχέσι μὲ τὸν Θεό. Εὐχαριστοῦμε τὸν Ἅγιο Θεό, ποὺ μᾶς ἀξιώνει νὰ προβοῦμε καὶ στὴν ἔκδοσι τοῦ Β τόμου, ὁ ὁποῖος εἶναι πολὺ σημαντικὸς γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους. Ὁ Καθηγούμενος τῆς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου Ἀρχιμ. Γεώργιος