«Οι αισθήσεις και η κοινή αίσθηση στον Αριστοτέλη»



Σχετικά έγγραφα
Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

ΚΕΙΜΕΝΑ Ι 1. 1 Τα κείμενα που ακολουθούν συνοδεύουν και υποβοηθούν τη μελέτη των αντίστοιχων

Αισθητική φιλοσοφία της τέχνης και του ωραίου

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Ενότητα σώματος και ψυχής κατά τον Max Scheler

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

GEORGE BERKELEY ( )

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ενότητα 12η (Α 2, 5-6) - Ο άνθρωπος είναι «ζ?ον πολιτικ?ν»

Η ιστορία της παιδικής συμπεριφοράς γεννιέται από την συνύφανση αυτών των δύο γραμμών (Vygotsky 1930/ 1978, σελ. 46).

ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΝΟΝΑΣ

EΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Είναι τα πράγματα όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας;

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Τι θα προτιμούσατε; Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32) 25/4/2012. Διάλεξη 5 Όραση και οπτική αντίληψη. Πέτρος Ρούσσος. Να περιγράψετε τι βλέπετε στην εικόνα;

Η ζωή και ο Θάνατος στο Υλικό Σύμπαν

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

Οι αισθήσεις και η τέχνη του Είναι

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Τι μαθησιακός τύπος είναι το παιδί σας;

ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΥΤΕΡΑ 2 ΙΟΥΝΙΟΥ2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

Θωμάς ο Ακινάτης. Το μεταφυσικό σύστημα του Ακινάτη. ( μ.χ.)

Προβολές στον Αριστοτελικό Συλλογισμὸ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 5: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: III

ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ Απαντήσεις

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2014 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Βιολογική εξήγηση των δυσκολιών στην ανθρώπινη επικοινωνία - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγ

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

18/11/ η ΠΑΡΑΔΟΣΗ. Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ (Κονστρουκτιβιστική προσέγγιση)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΣΤΟ

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Μεταγνωστικές διεργασίες και αυτο-ρύθμιση

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

4. Η τέχνη στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του Χέγκελ για την ιστορία

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΓΟΥΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗΣ Β3 (υπεύθυνη καθηγήτρια :Ελένη Μαργαρίτου)

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

«Η προτεραιότητα της ενέργειας στο Θ8 των Μετά τα Φυσικά του Αριστοτέλη»

Γεωργική Εκπαίδευση. Θεματική ενότητα 9 1/2. Όνομα καθηγητή: Αλέξανδρος Κουτσούρης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης

ΒΙΟΗΘΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2015 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ. Αριστοτέλη «Πολιτικά»

Αναπτυξιακή Ψυχολογία

DAVID HUME ( ) «Δεν αντίκειται στο λόγο να προτιμήσω την καταστροφή του κόσμου από το να γδάρω το δάχτυλό μου» 28

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου. Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 9: Η σχέση μεταξύ νόμου και ελευθερίας. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο. Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων ΚΑΖΑΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ, ΠΕ09 ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 6: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: IV

Φιλοσοφική Ανθρωπολογία

ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

1. Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην εκπαιδευτική διαδικασία

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΟΜΟΓΕΝΩΝ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 5/9/2017

Διδαγμένο κείμενο. Ἀριστοτέλους Πολιτικά (Α1,1/Γ1,2/Γ1,3-4/6/12)

Πέραν της θεωρίας του Piaget. Κ. Παπαδοπούλου ΕΚΠΑ/ΤΕΑΠΗ

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

31ο Μάθημα ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

ΟΠΤΙΚΟΚΙΝΗΤΙΚO ΣYΣΤΗΜΑ. Αθανασιάδης Στάθης φυσικοθεραπευτής NDT

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 2017

Τι είναι οι αξίες και ποια η σχέση τους με την εκπαίδευση; Σε τι διαφέρουν από τις στάσεις και τις πεποιθήσεις; Πώς ταξινομούνται οι αξίες;

Αισθητική. Ενότητα 8: Καντ ΙΙ: Προσδιορισμός των καλαισθητικών κρίσεων κατά το ποσόν, την αναφορά και τον τρόπο. Όνομα Καθηγητή : Αικατερίνη Καλέρη

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΙΝΗΤΡΩΝ. Θεματική Ενότητα 4: Η ψυχαναλυτική θεωρία των κινήτρων

ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ Γ ΤΑΞΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Τα τέσσερα αίτια και η Ψυχή

Το ζήτημα της πλάνης στο Σοφιστή του Πλάτωνα

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

710 -Μάθηση - Απόδοση

Παιδαγωγικά. Ενότητα A: Διασάφηση βασικών παιδαγωγικών εννοιών. Ζαχαρούλα Σμυρναίου Σχολή Φιλοσοφίας Τμήμα Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη

710 -Μάθηση - Απόδοση

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Η εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ / ΜΥΤΙΛΗΝΗ Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης / Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ «Οι αισθήσεις και η κοινή αίσθηση στον Αριστοτέλη» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΗ Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: κ. Δ. Σφενδόνη - Μέντζου Θεσσαλονίκη, 2008

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΠΡΟΛΟΓΟΣ... σελ. 3 2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... σελ. 6 3. Η ΓΕΝΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΙΣΘΗΣΗΣ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ σελ. 10 3.1 Οι αισθήσεις, «δυνάμει» και «εν ενεργεία».. σελ. 10 3.2 Οι λειτουργίες της ψυχής.. σελ. 18 3.3 Η αντιληπτική δραστηριότητα.. σελ. 22 3.4 Η γνωστική διαδικασία σελ. 29 4. Η ΚΟΙΝΗ ΑΙΣΘΗΣΗ σελ. 34 4.1 Κοινή αίσθηση και ιδιαίτερα αισθητά.. σελ. 34 4.2 Αισθητήρια όργανα.. σελ. 44 5. Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΙΣΘΗΣΗΣ. σελ. 63 5.1 Αισθητηριακή αντίληψη και γνώση σελ. 63 5.2 Έμμεση και άμεση αισθητηριακή αντίληψη σελ. 70 6. ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ σελ. 77 7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ σελ. 79 2

1. ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η ψυχολογία του Αριστοτέλη προκαλεί έναν έντονο θαυμασμό γι αυτόν το στοχαστή της αρχαιότητας, ο οποίος συνέβαλε στη μετάβαση της ψυχολογίας από το επίπεδο της μεταφυσικής, στο επίπεδο της επιστήμης. Αυτό που γοητεύει ακόμη περισσότερο είναι, ότι ως ένας κατεξοχήν συστηματικός φιλόσοφος ενέταξε την ψυχολογία του στο γενικό πλαίσιο της φιλοσοφίας του, εφαρμόζοντας και στο πρόβλημα της ψυχής το Αριστοτελικό σχήμα της εντελέχειας και της δυνάμεως, της μορφής και της ύλης, ως μία βάση για την κατανόηση και την ερμηνεία όλων των ψυχολογικών φαινομένων. Η μετάβαση από τη «δυνάμει» στην «ἐν ἐνεργείᾳ» κατάσταση σηματοδοτεί την πραγμάτωση του όντος, την πρόσληψη δηλαδή της μορφής του. Η ψυχή για τον Αριστοτέλη σύμφωνα μ αυτό το σχήμα, αποτελεί «τὴν πρώτη ἐντελέχεια σώματος φυσικοῦ ὀργανικοῦ», το οποίο έχει μόνο «δυνάμει» ζωή και πραγματώνεται όταν προσλάβει τη μορφή του, δηλαδή την ψυχή. Έτσι, η μορφή αποτελεί ταυτόχρονα το ποιητικό και το τελικό αίτιο του όντος. Η ψυχολογία του Αριστοτέλη δεν μπορεί να ταυτιστεί μ αυτό που σήμερα ονομάζουμε ψυχολογία και ιδιαίτερα με την πειραματική ψυχολογία που στηρίζεται σε στατιστικές μελέτες. Η Αριστοτελική ψυχολογία είναι μία έννοια πολύ ευρύτερη και σχετίζεται κατά πολύ με τον κλάδο της φιλοσοφίας του πνεύματος. Είναι, όμως, πολύ κοντά στο πνεύμα με το οποίο εργάζεται η σύγχρονη ψυχολογία και οι θεωρίες για τη φύση και την ουσία της ψυχής. Η θεωρία για την αίσθηση και την κοινή αίσθηση, διεγείρουν ακόμη και σήμερα το επιστημονικό ενδιαφέρον. 3

Γενικώς, η τοποθέτηση του Αριστοτέλη παραπέμπει στη θεωρία του επιστημονικού ρεαλισμού, διότι προϋποθέτει ότι το καθολικό είναι πραγματικό και δεν είναι μία κατασκευή του νου ή μία σύμβαση. Είναι σαφές, βέβαια, ότι η θεωρία του Αριστοτέλη για την αίσθηση δεν απολαμβάνει γενικής αποδοχής. Έτσι, το θέμα τυγχάνει και μίας σύγχρονης προσέγγισης, με στόχο περισσότερο να αναδειχθεί ένα ρεαλιστικό μοντέλο για τη θεωρία της αισθητηριακής αντίληψης και παράλληλα να γίνει μία μικρή αναφορά σε κάποιες θεωρίες που διαφοροποιούνται απ αυτή τη θέση. Σκοπός της έρευνας αυτής, είναι να εντοπιστούν οι θεωρίες και οι απόψεις του Αριστοτέλη και να αναδειχθεί η διαδικασία της αίσθησης ως μία εσωτερική διαδικασία, που μας φέρνει σε επαφή με τις επιμέρους καταστάσεις και με την ταυτόχρονη δράση πολλών λειτουργιών που σχετίζονται με την αίσθηση (φαντασία, μνήμη), που με τη βοήθεια του νου «περνάμε» στη σύλληψη του καθολικού, δηλαδή στη βέβαιη γνώση των πραγμάτων. Αυτή η τοποθέτηση του Αριστοτέλη, παραπέμπει στη θεωρία του επιστημονικού ρεαλισμού, διότι προϋποθέτει ότι το καθολικό είναι πραγματικό και δεν είναι µία κατασκευή του νου ή µία σύμβαση. Είναι σαφές βέβαια, ότι η θεωρία του Αριστοτέλη για την αίσθηση δεν απολαμβάνει γενικής αποδοχής και αυτό είναι απαραίτητο να το θίξουμε. Έτσι, το θέμα τυγχάνει και μιας σύγχρονης προσέγγισης µε στόχο περισσότερο να αναδειχθεί ένα ρεαλιστικό μοντέλο για τη θεωρία της αισθητηριακής αντίληψης και παραπλήσια να γίνει µία μικρή μνεία σε κάποιες θεωρίες που διαφοροποιούνται απ' αυτή τη θέση. Τελειώνοντας, εκφράζω τις θερμές µου ευχαριστίες στην επιβλέπουσα καθηγήτρια κ. Δήμητρα Σφενδόνη-Μέντζου, για τη δυνατότητα που µου έδωσε να συμμετάσχω στο μεταπτυχιακό κύκλο 4

σπουδών, για τα κίνητρα και τη στήριξη που µου παρείχε, καθώς και για την πολύτιμη καθοδήγησή της, εκφράζοντας πάντα τη διάθεση να βοηθήσει και να προτείνει λύσεις. 5

2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ψυχολογία του Αριστοτέλη, η οποία ως επί το πλείστον αναπτύσσεται στο έργο του «Περὶ Ψυχῆς» και στα «Μικρὰ Φυσικά», αναφέρεται στη φύση της ψυχής και στις λειτουργίες της, εφαρμόζοντας το δυναμικό σχήμα της «δυνάμει» και «ἐν ἐνεργείᾳ» κατάστασης, που χαρακτηρίζει όλη τη φιλοσοφία του. Μέσα σ αυτό το πλαίσιο, το σώμα έχει «δυνάμει» ζωή και περνάει στην «ἐν ἐνεργείᾳ» κατάσταση του, στην πραγμάτωση δηλαδή των λειτουργιών του ως σώμα με ζωή, μόνο όταν προσλάβει την ουσιαστική του μορφή, δηλαδή την ψυχή. Η ψυχή, επομένως, ορίζεται ως «ἡ πρώτη ἐντελέχεια σώματος φυσικοῦ ὀργανικοῦ». Σ αυτήν οφείλεται η θρεπτική ικανότητα, η ικανότητα της αίσθησης, η νοητική ικανότητα, καθώς και η ικανότητα για κίνηση. Εἰ δή τι κοινὸν ἐπὶ πάσης ψυχῆς δεῖ λέγειν, εἴη ἂν ἐντελέχεια ἡ πρώτη σώματος φυσικοῦ ὀργανικοῦ. (Περὶ Ψυχῆς, 412b 4 5) Όλα αυτά αποτελούν τα μέρη της ψυχής, που ενώ διαφέρουν από τη μια πλευρά σχετικά με τη λειτουργία τους, από την άλλη είναι ενωμένα σε μια ιεραρχική σειρά, που έχει ως βάση της τη θρεπτική ικανότητα και ως κορυφή της τη νοητική. Η μία ικανότητα προϋποθέτει την άλλη καθώς ανεβαίνουμε στην ιεραρχική σειρά και όλες μαζί είναι ενωμένες σ ένα 6

σύνολο, το οποίο λειτουργεί αρμονικά. Ο Αριστοτέλης παρατηρεί ότι, μόνο ο νους μπορεί να χωρίζεται από τις άλλες ικανότητες της ψυχής. 1 Η δυνατότητα μετατρέπεται σε εντελέχεια και η ικανότητα για αίσθηση πραγματώνεται, ενεργοποιώντας μια διαδικασία αλληλεπίδρασης μεταξύ της αίσθησης και του αισθητού. Αυτή η διαδικασία δεν περιορίζεται μόνο στον εντοπισμό των αισθητών στην ψυχή, αλλά έχει μια πιο πολύπλοκη δομή, η οποία παραπέμπει σ ένα ανώτερο επίπεδο και επιτρέπει την παραγωγή γνώσης. Η κοινή αίσθηση, η διανοητική ικανότητα, η φαντασία και η αίσθηση των ίδιων των αισθητών, διαδραματίζουν ένα ξεχωριστό και ταυτόχρονα ενωτικό ρόλο. Το έργο τους είναι απαραίτητο για την αίσθηση των εξωτερικών αντικειμένων ως μερών, που συνιστούν το σύνολο του φυσικού κόσμου, για τη διατήρηση των «αισθημάτων» με τη μορφή εικόνων (φαντασμάτων) και τελικά για την έναρξη της γνωσιακής διαδικασίας, που ανήκει σ ένα ανώτερο επίπεδο, στο οποίο συμμετέχει και ο νους. Η αδυναμία να υπάρξει η μία χωριστά από την άλλη και η ενότητα που χαρακτηρίζει τις λειτουργίες της ψυχής, δεν σημαίνει αναγκαστικά και ταύτισή τους. Έτσι, η αίσθηση διαφέρει και από τη σκέψη και από τη φαντασία. Χωρίς αίσθηση, όμως, δεν υπάρχει φαντασία και χωρίς φαντασία δεν υπάρχει σκέψη. Η φαντασία βρίσκεται ανάμεσα στην αίσθηση και τη νόηση και αποτελεί μια κίνηση που ενώνει την αισθητική με τη νοητική ψυχή. Θεωρείται ως μία «αναπαραστατική δύναμη» που οδηγεί σε μία διεργασία, η οποία έχει ως αποτέλεσμα το σχηματισμό «αναπαραστατικής εικόνας» ή φαντάσματος σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Η νοητική ικανότητα της ψυχής κατανοεί τις μορφές χάρη σ αυτές τις εικόνες και πραγματώνεται κατά την ουσία της, καθώς περνάει από την 1 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 413b 25-27 7

καθαρή δυνατότητα στην εντελέχεια, δηλαδή στην ενέργεια της σκέψης. Ο Αριστοτέλης, τονίζοντας τη σπουδαιότητα του ρόλου της φαντασίας στη νοητική λειτουργία αναφέρει ότι «οὐδέποτε νοεῖ ἄνευ φαντάσματος ἡ ψυχή». 2 Σημαντικό ρόλο στη λειτουργία της μνήμης και στη δημιουργία των ονείρων, κατέχει η φαντασία. Το περιεχόμενο και των δύο αυτών καταστάσεων αποτελείται από «φαντάσματα», τα οποία είναι σαν τα αισθήματα. Με τη δύναμη της φαντασίας τα αισθήματα, που είναι προϊόντα της αισθητηριακής αντίληψης, παραμένουν και εξαιτίας της κοινής αίσθησης μας δίνουν σύνθετες εικόνες. Μία τέτοια σύνθετη εικόνα, η οποία περιέχει στοιχεία προερχόμενα από την αισθητηριακή αντίληψη, ονομάζεται φάντασμα. Ἡ φαντασία ἂν εἲη κίνησης ὑπὸ τῆς αἰσθήσεως τῆς κατ ἐνέργειαν γιγνομἐνη. Ἐπεὶ δ ἡ ὂψις μάλιστα αἰσθησίς ἐστι, καὶ τὀ ὂνομα ἀπὸ τοῦ φάους εἴληφεν, ὃτι ἂνευ φωτὸς οὐκ ἒστιν ἰδεῖν. Καὶ διὰ τὸ ἐμμένειν καὶ ὁμοίας εἶναι ταῖς αἰσθήσεισι (Περὶ Ψυχῆς, 429a 31 35) Στην διαδικασία σχηματισμού ενός ονείρου, που δρα κατά τη διάρκεια του ύπνου, τα φαντάσματα αυτά, μας οδηγούν σε κατάσταση ονείρου. Σχηματοποιούνται σε μνημονικές εικόνες και διασώζονται ως πληροφορίες που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον και ενισχύουν τη διαδικασία της γνώσης, με τη βοήθεια της μνήμης. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η φαντασία αποτελεί το συνδετικό κρίκο που ενώνει όχι μόνο 2 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 431a 17 8

την αίσθηση με τη νόηση, αλλά και την αίσθηση με τη μνήμη και τα όνειρα. Η λειτουργία της αίσθησης παρέχει τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στην οντότητα του κόσμου και μας εφοδιάζει με όλες τις πληροφορίες που έχουμε τη δυνατότητα να αντλήσουμε απ αυτόν. Για τον Αριστοτέλη η φυσική πραγματικότητα υπάρχει ανεξάρτητα από μας και η γνωριμία μας μ αυτήν γίνεται απευθείας μέσω των αισθήσεων. Γίνεται έτσι φανερό ότι δεν υπάρχει κανένα πράγμα χωριστό, έξω από τα αισθητά μεγέθη. Με τις αισθήσεις γνωρίζουμε το καθ ἔκαστον, το οποίο όμως περιέχει και το καθολικό. Έτσι, μέσα από τις μερικές παρατηρήσεις αποκτούμε την γνώση του καθολικού, δηλαδή τη γνώση του όλου. Η θεωρία του ρεαλισμού σε γενικές γραμμές υποστηρίζει, ότι ο κόσμος που μας περιβάλλει και οι ιδιότητές του, υπάρχουν ανεξάρτητα από τις νοητικές διεργασίες κάποιου. Η θεωρία αυτή έρχεται σε αντιπαράθεση με άλλες θεωρίες που τοποθετούνται με διαφορετικό τρόπο απέναντι στον κόσμο και οι οποίες, είτε αρνούνται την ανεξάρτητη ύπαρξή του, είτε αρνούνται ότι υπάρχει έτσι όπως φαίνεται. 9

3. Η ΓΕΝΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΙΣΘΗΣΗΣ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ 3.1 Οι αισθήσεις, «δυνάμει» και «ἐν ἐνεργείᾳ» Η αίσθηση αποτελεί μία από τις ικανότητες της ψυχής, η λειτουργία της οποίας προϋποθέτει τη δράση των προηγούμενων λειτουργιών, 3 ή αποτελεί προϋπόθεση για τη λειτουργία άλλων ικανοτήτων της ψυχής. 4 Έτσι, η ικανότητα για αίσθηση, μπορεί να κατανοηθεί μόνο ως μία λειτουργία της ψυχής, όπου τα μέρη της ψυχής δεν μπορούν να χωριστούν το ένα από το άλλο. Ἀλλ οὐδὲν ἧττον ἐν ἑκατέρῳ τῶ μορίων ᾃπαντ ἐνυπάρχει τὰ μόρια τῆς ψυχῆς, καὶ ὁμοειδεῖς εἰσὶν ἀλλήλαις καὶ τῇ ὅλῃ, ἀλλήλων μὲν ὡς οὐ χωριστὰ ὂντα, τῆς δ ὅλης ψυχῆς ὡς διαιρετῆς οὒσης. Ἔοικε δὲ καὶ ἡ ἐν τοῖς φυτοῖς ἀρχὴ ψυχή τις εἶναι μόνης γὰρ ταύτης 3 Ο Αριστοτέλης αναφέρει στο Περὶ Ψυχῆς, 413a 30-33: «Το θρεπτικό είναι δυνατό να υπάρχει χωρισμένο από τις άλλες ικανότητες της ψυχής, ενώ οι άλλες είναι αδύνατο να χωρίζονται από αυτό στα θνητά όντα» 4 Κατά τον Αριστοτέλη, «Ο νους δε νοεί τα εξωτερικά πράγματα χωρίς την αίσθηση»: «Ἀλλ οὐ νοητά, οὐδὲ νοεῖ ὁ νοῦς τὰ ἐκτὸς μὴ μετʹ αἰσθήσεως», (Περὶ Αἰσθήσεως καὶ Αἰσθητῶν, 445b 20-21) 10

κοινωνεῖ καί ζώα καὶ φυτά καὶ αὓτη μὲν χωρίζεται τῆς αἰσθητικῆς ἀρχῆς, αἲσθησιν δ οὐθὲν ἂνευ ταύτης, ἒχει. (Περὶ Ψυχῆς, 411b 24 31) Η πραγματικότητα του φυσικού κόσμου που μας περιβάλλει είναι δεδομένη για τον Αριστοτέλη και η παρατήρηση αυτού του κόσμου, καθώς και η γνωριμία μας με τις ατομικές περιπτώσεις γίνεται μέσω των αισθήσεων, η λειτουργία των οποίων υπακούει, επίσης, στο νόμο της φυσικής αναγκαιότητας που καθορίζει τον τρόπο συμπεριφοράς των όντων. Η πραγματικότητα του κόσμου υπάρχει ανεξάρτητα από το υποκείμενο της αίσθησης, και επομένως, ο κόσμος υπάρχει ακόμη κι αν δεν γίνει ποτέ αισθητός, ή αντιληπτός από κάποιον. Ως μία πραγματικότητα τα μέρη από τα οποία αποτελείται ο κόσμος, έχουν σχήμα, μέγεθος, αριθμό, θέση, κίνηση ή ηρεμία. Η κίνηση του υλικού κόσμου γίνεται χάρη στη δράση των φυσικών ικανοτήτων και προκύπτει από τη σχέση του είδους και της ύλης. 5 Στο δυναμικό σχήμα της «δυνάμει» και της «ενεργεία» πραγματικότητας του Αριστοτέλη, η κίνηση 6 είναι «το πέρασμα από το δυνάμει στο ἐν ἐνεργείᾳ». Πρόκειται, δηλαδή, για μία εσωτερική κίνηση, η οποία εκφράζεται ως μία μετάβαση από τη «δυνάμει» κατάσταση, στην «ενεργεία» κατάσταση. 7 5 Βλ. Peter K. Machamer and Robert G. Turnbull, Studies in Perception, interrelations in the History of Philosophy and Science, Ohio State University Press: Columbus, p. 6 6 Ο Eftichios Bitsakis αναφέρει: «Ο Αριστοτέλης εισάγει την κατηγορία της εντελέχειας ως την αρχή της κίνησης και της μεταβολής... Η κίνηση είναι η εντελέχεια του δυνάμει κινητού να γίνει ενεργεία κινητό. Έτσι, η εντελέχεια είναι μία δυναμική αρχή που ανταποκρίνεται στις εσωτερικές δυνατότητες της ύλης». Επισημαίνει επίσης, ότι η εντελέχεια δεν είναι μόνο μία δυναμική αρχή αλλά και μία τελολογική αρχή, διότι η ύλη είναι μία δυναμικότητα που περνάει στην εν ενεργεία κατάσταση, εξαιτίας της εσωτερικής της σκοπιμότητας. Eftichios Bitsakis, "The Potential and the Real: From Aristotle to Modern Physics", Aristotle and Contemporary Science, edited by D. Sfendoni-Mentzou, vol. 11, New York: Peter Lang, 2000, σελ.186. Βλ και Φυσ.202a 8-1Ο και Μετ. 1049b 9-11. 7 Zeller Nestle, Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας, Μετάφραση Χ. Θεοδωρίδη, Αθήνα 2000, 8

Ο Αριστοτέλης λέγοντας, κίνηση, 8 εννοεί γενικά κάθε μεταβολή 9 και αριθμεί τέσσερα είδη κίνησης: τη γένεση και τη φθορά, την αύξηση και την ελάττωση, την «αλλοίωση» 10 (μετασχηματισμός ενός σώματος σε ένα άλλο) και την τοπική κίνηση. Ένα είδος κίνησης είναι για τον Αριστοτέλη και η αίσθηση και συγκεκριμένα είναι κάποια αλλοίωση, 11 η οποία προκύπτει μέσω κίνησης και με το πάθος: Ἠ δ αἲσθησις ἐν τῷ κινεῖσθαί τε καὶ πάσχειν συμβαίνει, καθάπερ εἴρηται δοκεῖ γὰρ ἀλλοίωσίς τις εἶναι. (Περὶ Ψυχῆς, 416b 33 34) Η αίσθηση ορίζεται από τον Αριστοτέλη ως ένα είδος αλλοίωσης, γιατί η αλλοίωση έχει την έννοια της μεταβολής σε σχέση με την ποιότητα και έτσι διαχωρίζεται από τη μεταβολή σε σχέση με την ποσότητα, ή τον τόπο. Επομένως, το να έχει ένα υποκείμενο την αισθητηριακή ικανότητα, σημαίνει να έχει την ικανότητα να υπόκειται σ ένα είδος μεταβολής όσον αφορά τις ιδιότητες του (ποιότητα) και όχι, όσον αφορά το μέγεθος του, ή τη κίνησή του στο χώρο. 12 Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι, όταν χρησιμοποιούμε τον όρο αλλοίωση για την αίσθηση, δεν εννοούμε μια απλή μεταβολή μιας σελ. 225. Αναφέρει σχετικά με το «κινοῦν» και το «κινούμενον»: «Το «κινοῦν» μπορεί να είναι μονάχα το ενεργεία, το είδος, ενώ το κινούμενον μονάχα το δυνάμει, η ύλη. Εκείνο ενεργεί σ αυτήν με το να την ερεθίζει για να κινηθεί και να γίνει πραγματικότητα, να πάρει, δηλαδή, το από πριν ορισμένο είδος της». «Γιατί η ύλη έχει σύμφωνα με τη φύση της μια λαχτάρα για το είδος σαν το αγαθό και θείο που είναι». (Φυσ. Ι 192a 16, ΙΙ 192b 18, Μετ. Α 1072b 3). 8 Η Δήμητρα Σφενδόνη - Μέντζου, επισημαίνει ότι αυτή η μετάβαση αναδεικνύει την ύλη ως την «πηγή και την κινητήρια δύναμη του γίγνεσθαι της φύσης», «ως το εσωτερικό ιδιάζον χαρακτηριστικό της φύσης». Δήμητρα Σφενδόνη - Μέντζου, Αριστοτελική Φιλοσοφία και Σύγχρονη Φυσική, σελ.49. 9 Zeller Nestle, ο.π., σελ. 228 10 Περὶ Ψυχῆς, 416b 35. 11 Περὶ Ψυχῆς, 415b 25. 12 Βλ. Stephen Everson, Perception, Clarendon Press Oxford 1997, p. 56 9

κατάστασης στο αντίθετο της, αλλά την πραγμάτωση μιας δυνάμει καταστάσεως, «την πρόοδο ενός πράγματος προς την κανονική από τη φύση του κατάσταση» 13. Η κατάσταση αυτή είναι η πραγμάτωση της ίδιας της φύσης του, είναι η εντελέχειά του. Η αντίθετη κατάσταση, που μας παραπέμπει από τη «δυνάμει» κατάσταση στη στέρηση, οδηγεί στην απώλεια. Έτσι, παρατηρούμε ότι ο Αριστοτέλης διακρίνει δύο είδη «αλλοίωσης». 14 Μ αυτόν τον τρόπο, η «αλλοίωση» διακρίνεται σε δύο αντίθετα: στη στέρηση ή στη θετική απόκτηση, στη στέρηση π.χ. της επιστήμης ή την απόκτησή της. Αυτή η διάκριση ανάμεσα στα δύο είδη αλλοίωσης, αποδεικνύει αυτό που είπε ο Αριστοτέλης, ότι η αίσθηση οφείλεται σε ένα «κινεῖσθαί τε καὶ πάσχειν». 15 Γι αυτό, άλλωστε, υπήρχαν εξαρχής το αισθητήριο όργανο και η αισθητική ικανότητα στον ανθρώπινο οργανισμό. Για να ενεργοποιηθεί η αίσθηση, θα πρέπει να υπάρξουν τα εξωτερικά αντικείμενα. 16 Το γεγονός αυτό αποδεικνύει, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ότι η ικανότητα για αίσθηση δεν είναι εντελέχεια, αλλά μόνο δυνατότητα. Ο Αριστοτέλης αναλύει την έννοια του ρήματος αισθάνομαι κι αποδίδει σε αυτό δύο σημασίες: εκείνο που έχει τη δυνατότητα να ακούει ή να βλέπει και εκείνο που είναι σε εντελέχεια και ενεργεί άμεσα. Αναλόγως, επισημαίνει ότι και την αίσθηση θα πρέπει να την εννοούμε με δύο σημασίες: με την έννοια της αίσθησης σε δυνατότητα και με την έννοια της αίσθησης σε εντελέχεια. 17 13 Βλ. Β. Τατάκης, Αριστοτέλης, Περὶ Ψυχῆς, Εισαγωγή, Μετάφραση, Σχόλια (Υποσημείωση 107), σελ. 145. 14 Περὶ Ψυχῆς, 417b 14-16. 15 Περὶ Ψυχῆς, 416b 33. 16 Η αίσθηση δηλ. γίνεται εντελέχεια από πράγματα που έρχονται απ έξω. Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 417b 20, «ὃτι τοῦ μὲν τὰ ποιητικὰ τῆς ἐνεργείας ἒξωθεν, τὸ ὁρατὸν καὶ τὸ ἀκουστόν, ὁμοίως δὲ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν αἰσθητῶν». 17 Παράφρ. των χωρίων του Περὶ Ψυχῆς, 417a 5-14. 10

Το υποκείμενο κατέχει την ικανότητα της αίσθησης από τη στιγμή της γέννησής του. Για να φτάσει η αίσθηση σε εντελέχεια απαιτείται ένα ερέθισμα, το οποίο θα καταστήσει τις αισθήσεις ενεργές. Άρα, το γεγονός της αισθητηριακής αντίληψης δεν συνίσταται μόνο στην ικανότητα της αίσθησης που προϋπάρχει στον άνθρωπο, αλλά και στην κτήση και στην άσκηση της ικανότητας αυτής. Μία διαδικασία που προϋποθέτει την κατοχή της ικανότητας της αίσθησης και την ύπαρξη του αισθητού, 18 χάρη στο οποίο το υποκείμενο θα ασκήσει αυτή την ικανότητα, η οποία από δυνατότητα θα γίνει εντελέχεια. 19 Γίνεται φανερό, ότι δημιουργείται μία αιτιώδης σχέση μεταξύ του δυνάμει αντιληπτού και της δυνάμει αντιληπτικής ικανότητας, η οποία είναι απαραίτητη για να «ξεκινήσει» η διαδικασία της αισθητηριακής αντίληψης. 20 Ταυτόχρονα, όμως, διακρίνεται ο κόσμος των αισθητών, που συνιστά τη φυσική πραγματικότητα από την αντιληπτική ικανότητα. Αυτού του είδους η ανομοιότητα όμως, επιτρέπει το «πάσχειν». 21 Η αισθητηριακή αντίληψη παρουσιάζεται έτσι ως ένα είδος «αφομοίωσης» 22 προς το αντικείμενο, το οποίο έγινε αντιληπτό: 18 Περὶ Ψυχῆς, 417b 25-26. 19 Πρβλ. Ingemar During, Ο Αριστοτέλης, Παρουσίαση και Ερμηνεία της Σκέψης του, Μετάφραση Α. Γεωργίου - Κατσιβέλα, Β' Έκδοση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1999, σελ.396. 20 Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί µόνο τον όρο αίσθηση και δεν κάνει λόγο για αντίληψη. Ο όρος αίσθηση, όμως, που χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης είναι ευρύτερος της έννοιας που έχει σήμερα και περιλαμβάνει και την έννοια της αντιληπτικής διαδικασίας. 21 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 418a 5-6 και Περὶ Ψυχῆς, 417a 21. Ο Stephen Everson παρατηρεί, ότι (κατά µία κυριολεκτική ερμηνεία του κειμένου) το να γίνει το αισθητήριο όργανο όμοιο µε το αντικείμενο της αντίληψης σημαίνει να αποκτήσει αυτό µία ιδιότητα του αντικειμένου, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως µία προδιάθεση να παράγει ένα είδος αισθητηριακής αντίληψης. Stepηen Everson, Perception, Clarendon Press - Oxford 1997, ρ. 58 & 59. 22 Ο Ingemar During, χαρακτηρίζει έτσι τη διαδικασία της αισθητηριακής αντίληψης και παρατηρεί ότι η αφομοίωση αυτή δεν νοείται κατ αυτόν τον τρόπο που την εννοεί ο Ross, ώστε το μάτι, για παράδειγμα να γίνεται πράσινο, όταν βλέπει πράσινο. Ingemar During, Ο Αριστοτέλης, Παρουσίαση και Ερμηνεία της Σκέψης του, ο.π., σελ.396. 11

Ἡ μὲν αἰσθησίς ἐστι τὸ δεκτικὸν τῶν αἰσθητῶν εἰδῶν ἂνευ τῆς ὓλης, οἷον ὁ κηρὸς τοῦ δακτυλίου ἂνευ τοῦ σιδήρου καὶ τοῦ χρυσοῦ δέχεται τὸ σημεῖον, λαμβάνει δὲ τὸ χρυσοῦν ἢ τὸ χαλκοῦν σημεῖον, ἀλλ οὐχ ᾗ χρυσὸς ἢ χαλκός. 23 (Περὶ Ψυχῆς, 424a 17 21) Κατά την έκφραση του Αριστοτέλη, η αίσθηση «πάσχει» ή ενεργοποιείται από τα αισθητά που έχουν χρώμα, γεύση ή ήχο, αλλά δεν «πάσχει» απ αυτά ως πράγματα, παρά μόνο από την ποιότητα και τη μορφή τους. Ὁμοίως δὲ καὶ ἡ αἲσθησις ἑκάστου ὑπὸ τοῦ ἒχοντος χρῶμα ἢ χυμόν ἢ ψόφον πάσχει, ἀλλ οὐχ ᾗ ἕκαστον ἐκείνων λέγεται, ἀλλ ᾗ τοιονδί, καὶ κατὰ τὸν λόγον. (Περὶ Ψυχῆς, 424a 21 24) Γι αυτό, η αισθητηριακή αντίληψη διακρίνεται από τη θρέψη, γιατί ενώ στη θρέψη η ύλη της τροφής αφομοιώνεται, η αντίληψη δέχεται τη μορφή χωρίς την ύλη. Κατά τον Αριστοτέλη, η ιδιότητα που χαρακτηρίζει την αισθητηριακή αντίληψη να δέχεται κατά τη διάρκεια της ενεργοποίησής της τις αντιληπτικές μορφές χωρίς την ύλη είναι η ικανότητα που εδρεύει στο 23 «Είναι εκείνο που δέχεται τις αισθητές μορφές χωρίς την ύλη, όπως το κερί δέχεται το αποτύπωμα του δαχτυλιδιού χωρίς το σίδερο ή το χρυσάφι παίρνει την χρυσή ή την χάλκινη σφραγίδα, αλλά όχι σαν χρυσάφι ή χαλκό». 12

πρώτο αισθητήριο όργανο, το οποίο είναι η καρδιά. 24 Επομένως, αισθητήριο όργανο είναι αυτό που κατέχει αυτή την ικανότητα και αισθητό είναι αυτό που η μορφή του μπορεί να γίνει αποδεκτή από το αντίστοιχο αισθητήριο όργανο. 25 Παρατηρούμε, ότι υπάρχει μία αιτιώδης σχέση ανάμεσα στην ικανότητα για αίσθηση και στο αισθητήριο όργανο και στο αισθητό. Για την καλύτερη κατανόηση αυτής της αισθητηριακής αντιληπτικής διαδικασίας, θα πρέπει να αναλυθούν λεπτομερέστερα αυτοί οι παράγοντες. 24 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 424a 24-25. 25 Βλ. Stephen Everson, Perception, Clarendon Press Oxford 1997, p. 58. 13

3.2 Οι λειτουργίες της ψυχής Ο Αριστοτέλης, ξεκινώντας από την παρατήρηση του κόσμου, προσπαθεί να εξηγήσει εκτός από τα φυσικά και βιολογικά φαινόμενα και τα ψυχικά φαινόμενα και προβλήματα, τα οποία απασχόλησαν και άλλους φιλοσόφους. Συνδέει τις ατομικές περιπτώσεις του εμπειρικού κόσμου με τις αισθήσεις, ώστε μέσα από το ατομικό να φτάσουμε στο καθολικό, σ αυτό, δηλαδή, που είναι καθαρότερο και σαφέστερο, σ αυτό που ισχύει για όλους. 26 Ἐπεὶ δʹ ἐκ τῶν ἀσαφῶν μὲν φανερωτέρων δὲ γίνεται τὸ σαφὲς καὶ κατὰ τὸν λόγον γνωριμώτερον, πειρατέον πάλιν οὕτω γʹ ἐπελθεῖν περὶ αὐτῆς. (Περὶ Ψυχῆς, 413a 11 13) Οι θέσεις του σχετικά με αυτά τα φαινόμενα, αναπτύσσονται μέσα στο πλαίσιο των οντολογικών ζευγών, ύλης και μορφής, δύναμης και ενέργειας και της φύσης και της ζωής, στη βάση των οποίων ερμηνεύεται η έννοια της μεταβολής και των αίτιων της. Ο Αριστοτέλης παρατηρεί ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τίποτα αν δεν γνωρίσουμε τα αίτιά του και ότι τίποτα δεν μπορεί να σταθεί μόνο του και κανένα γεγονός δεν συμβαίνει, χωρίς να συνδέεται με κάποιο άλλο. Έτσι, προκύπτουν τέσσερα είδη αίτιων: το υλικό, το μορφικό, το ποιητικό και το τελικό, τα οποία είναι αναγκαία για την παραγωγή οποιουδήποτε αποτελέσματος. 27 26 Βλ. και Φυσ. 184a22 κ.ε. 27 «Χρειάζεται να αναζητήσουμε και τα τέσσερα αίτια σε κάθε περίπτωση για να μπορέσουμε να έχουμε μία ολοκληρωμένη εξήγηση ενός πράγματος. Η άποψη αυτή συνδέεται άμεσα με τη βασική θέση της Αριστοτελικής Φιλοσοφίας, ότι ύλη και μορφή συνδέονται 14

Το πρώτο αίτιο είναι το τελικό, 28 γιατί το «δυνάμει ον» πραγματώνεται όταν προσλάβει τη μορφή του και γίνεται «ενεργεία ον» ή εντελέχεια. 29 Άρα, η μορφή είναι την ίδια στιγμή το ποιητικό και το τελικό αίτιο του όντος. 30 Αυτή η θεώρηση επιτρέπει στον Αριστοτέλη να δει σ ολόκληρο το σύμπαν, καθώς και στην ψυχή, ένα τέλος, ένα σκοπό. 31 Σύμφωνα με αυτή την αρχή, «ο σκοπός κάθε γένεσης είναι η ανάπτυξη της δυνατότητας σε ἐν ἐνεργείᾳ πραγματικότητα, η πραγμάτωση του είδους στην ύλη». 32 Από όλα αυτά προκύπτει, ότι ο Αριστοτέλης τάσσεται υπέρ της τελολογικής ερμηνείας των φαινομένων, ενάντια σε άλλες ερμηνείες άλλων φιλοσόφων. Σ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το έργο του Περὶ Ψυχῆς, όπου το οντολογικό ζεύγος ύλη μορφή, σηματοδοτεί τη σχέση σώματος ψυχής. Η ψυχή χαρακτηρίζεται ως η μορφή του σώματος και το σώμα ως η ύλη της ψυχής. 33 Οι έννοιες της μορφής και της ύλης αναπτύσσονται στη γενική θεωρία του Αριστοτέλη περί των αίτιων. άμεσα». Δήμητρα Σφενδόνη - Mέντζoυ, Αριστοτελική Φυσική Φιλοσοφία και Σύγχρονη Φυσική, σελ. 38. 28 Βλ. Δήμητρα Σφενδόνη - Μέντζου, Αριστοτελική Φυσική Φιλοσοφία και Σύγχρονη Φυσική, αυτόθι, σελ. 39: «Η τελική αιτιότητα είναι αυτή που καθορίζει το μορφικό αίτιο, το τί ᾖν εἶναι και κατά συνέπεια καθορίζει όλη τη φύση, μέσα στην οποία υπάρχουν εγγενή αίτια». Βλ. και Φυσικά. 199a 32-35. 29 Κάθε ουσία εμπεριέχει την τάση για δημιουργία, η δε μετάβαση από το δυνάμει στο ενεργεία είδος είναι ο σκοπός της δημιουργίας, ο οποίος ονομάζεται εντελέχεια: Φυσικά,201a 10-11, «ἡ τοῦ δυνάμει ὂντος ἐντελέχεια, ἡ τοιοῦτον, κίνησίς ἐστίν». Για την κατανόηση των οντολογικών ζευγών δύναμις - ενέργεια, ύλη - μορφή, πάνω στα οποία στήριξε ο Αριστοτέλης τη θεωρία του για το γίγνεσθαι του φυσικού κόσμου, Βλ. Δήμητρα Σφενδόνη Μέντζσυ, αυτόθι, σελ. 47 48 και το άρθρο της ιδίας που αναφέρεται στην Αριστοτελική πρώτη ύλη: «What is Matter for Aristotle: "Α Clothes - Horse or a Dynamic Element in Nature?" στο Aristotle and Contemporary Science, edited by D.Sfendoni - Mentzou, νοl. ΙΙ, New York: Peter Lang, 2000, σελ. 237-263. 30 Αριστοτέλης, Περὶ Ψυχῆς, Εισαγωγή, Μετάφραση, Σχόλια, Β. Tατάκης, Ι. Ζαχαρόπουλος, σελ.6. 31 «Η φύση αναζητά το τέλος. Κατά συνέπεια, η εξέλιξη είναι τελολογική: το τελικό στάδιο θα είναι η τέλεια μορφή, το άυλο είδος». Eftichios Bitsakis, "The Potential and the Real: From Aristotle to Modern Physics", Aristotle and Contemporary Science, edited by D. Sfendoni- Mentzou, νοl. II New York: Peter Lang, 2000, σελ.186. 32 Zeller NestIe, Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας, Μετάφραση Χ. Θεοδωρίδη, Αθήνα 2000, σελ.229. 33 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 414a 16-20. 15

ἡ ψυχὴ δὲ τοῦτο ᾧ ζῶμεν καὶ αἰσθανόμεθα καὶ διανοούμεθα πρώτως ὥστε λόγος τις ἂν εἴη καὶ εἶδος, ἀλλʹ οὐχ ὕλη καὶ τὸ ὑποκείμενον. (Περὶ Ψυχῆς, 414a 13 15) 34 Έτσι, όταν θέλουμε να εξηγήσουμε τι μπορούμε να γνωρίζουμε π.χ. για ένα χάλκινο άγαλμα, αναζητάμε τα εξής αίτια: την ύλη του αγάλματος, τη δομή του ή τη μορφή του, τον υπεύθυνο που ενεργεί για να φέρει την ύλη σ αυτή τη μορφή και τον σκοπό για τον οποίο πήρε η ύλη αυτή τη μορφή. Τα τέσσερα αίτια ισχύουν στην εξήγηση όλων των φύσει όντων, όχι όμως σε όλα τα πράγματα (π.χ. γεωμετρικά σχήματα). Ο άνθρωπος, για παράδειγμα, έχει ύλη το σώμα του, μορφή την ψυχή του, ποιητικό αίτιο τους γονείς του και τελικό αίτιο την λειτουργία του ως τέτοιου είδους ον. 35 Ο Αριστοτέλης θεωρεί, ότι η μορφή είναι η πραγματικότητα (εντελέχεια) 36 του σώματος. Έτσι, ένα κομμάτι χαλκού γίνεται άγαλμα, μόνο όταν πάρει ένα συγκεκριμένο σχήμα αγάλματος. Συνεπώς, η ύλη κλείνει μέσα της «δυνάμει» κάποια μορφή, μέχρι να γίνει μία «ἐν ἐνεργείᾳ» ατομική ουσία. 37 Ορίζει, λοιπόν, ο Αριστοτέλης την ψυχή ως την πρώτη εντελέχεια ενός οργανικού σώματος, διευκρινίζοντας ότι η ψυχή είναι ουσία ως μορφή 34 «Επειδή η ψυχή είναι κατά κυριολεξία εκείνο με το οποίο ζούμε και αισθανόμαστε και σκεπτόμαστε, καταλήγουμε στο συμπέρασμα, ότι και η ψυχή είναι έννοια, μορφή, και όχι ύλη και το υποκείμενο». 35 Stanford Encyclopedia of Philosophy, Aristotle s Psychology, (ηλεκτρονική σελίδα), σελ. 5. 36 Ο W.D. Ross σημειώνει: «η ψυχή είναι η πρώτη εντελέχεια του φυσικού σώματος, ενώ η άσκηση της λειτουργίας του αποτελεί τη δεύτερη ή πληρέστερη εντελέχειά του» και παρακάτω συμπληρώνει: «διακρίνουμε την πρώτη εντελέχεια, την ψυχή, από τη δεύτερη εντελέχεια, την εγρήγορση, όπως ακριβώς διακρίνουμε την ουσία του πέλεκυ από την πραγματική τμήση και την ικανότητα της όρασης από την πραγματική όραση», Αριστοτέλης, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σσ. 192, 193. 37 Stanford Encyclopedia of Philosophy, Aristotle s Psychology, σελ. 3-4. 16

(τὸ εἶδος) 38 κι επομένως, είναι εκείνο που ένα σώμα ήτανε να είναι. 39 Παίρνοντας για παράδειγμα τον πέλεκυ, εξηγεί ότι η ουσία του θα ήταν να είναι πέλεκυς κι αυτό θα ήταν και η ψυχή του. Αν, όμως, η ψυχή ήταν χωριστά από τον πέλεκυ, τότε δεν θα ήταν πια πέλεκυς. 40 Συνεπώς, η ψυχή είναι η αρχή της ζωής ενός φυσικού σώματος κι η δύναμη που το κινεί. Οὐ γὰρ τοιούτου σώματος τὸ τι ἦν εἶναι καὶ ὸ λόγος ἡ ψυχή, ἀλλὰ φυσικοῦ τοιουδί ἔχοντος ἀρχὴν κινήσεως καὶ στάσεως ἐν ἑαυτῷ. (Περὶ Ψυχῆς, 412b 17 18) Όλα κατευθύνονται από την ψυχή και τις ενέργειες της. Η δυνατότητα για ζωή, αλλά και η πραγματικότητα της ζωής ενός όντος, καθορίζεται από τη στέρηση ή την ύπαρξη της ψυχής. Ἔστι δὲ οὐ τὸ ἀποβεβληκὸς τὴν ψυχὴν τὸ δυνάμει ὄν ὣστε ζῆν, ἀλλὰ τὸ ἒχον τὸ δὲ σπέρμα καὶ ὁ καρπὸς τὸ δυνάμει τοιονδὶ σῶμα. (Περὶ Ψυχῆς, 412b 25 27) Το δυναμικό Αριστοτελικό σχήμα της εντελέχειας και της δυνάμεως, αν το εφαρμόσουμε στο πρόβλημα της ψυχής, βλέπουμε ότι ταυτίζει στην ουσία την ψυχή με το στοιχείο της ζωής. Κάθε ύλη που υπάρχει στη φύση, έχει μία συγκεκριμένη δυνατότητα και η ύλη έχει μέσα της την δυνατότητα 38 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 412b 4. 39 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 412b 11. 40 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 412b 12-14. 17

ν αποκτήσει ζωή και να γίνει έτσι ένας οργανισμός. Η μορφή, το είδος ή η εντελέχεια αυτής της ύλης, είναι η ζωική της υπόσταση, είναι δηλαδή η ψυχή: Καὶ οὐχ ὥσπερ οἱ πρότερον εἰς σῶμα ἐνήρμοζον αὐτήν, οὐθὲν προσδιoρίζοντες ἐν τίνι καὶ πoίῳ, καίπερ oὐδὲ φαινομένου τοῦ τυχόντος δέχεσθαι τὸ τυχόν. οὕτω δὲ γίνεται καὶ κατὰ λόγον ἑκάστου γὰρ ἡ ἐντελέχεια ἐν τῷ δυνάμει ὑπάρχοντι καὶ τῇ οἰκείᾳ ὕλῃ πέφυκεν ἐγγίνεσθαι. (Περὶ Ψυχῆς, 414a 24 29) 41 Μέσα από όλα αυτά αναδεικνύεται η αδιαχώριστη σχέση μεταξύ ψυχής και σώματος, 42 κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τους προγενέστερους του Αριστοτέλη, οι οποίοι αναφέρονται μόνο στη φύση της ψυχής. Ενώ, για το σώμα, το οποίο θα υποδεχτεί την ψυχή, δεν αναφέρουν τίποτα, σαν να μπορούσε οποιαδήποτε ψυχή να «φορέσει» οποιοδήποτε σώμα, κάτι που δεν ισχύει, γιατί φαίνεται πως κάθε σώμα έχει τη δική του ουσία, τη δική του μορφή. Κάθε ψυχή πρέπει να έχει το δικό της σώμα, υποστηρίζει ο Αριστοτέλης. Καὶ τὸ μὲν κινεῖται τὸ δὲ κινεῖ, τούτων δʹ οὐθέν ὑπάρχει πρὸς ἄλληλα τoῖς τυχοῦσιν. Οἱ δὲ μόνον ἐπιχειροῦσι 41 «Το οποιοδήποτε πράγμα δεν δέχεται το οτιδήποτε, γιατί η εντελέχεια κάθε πράγματος είναι φυσικό να δημιουργείται μέσα σε εκείνο που έχει την δυνατότητα να γίνει αυτό το πράγμα και μέσα στην κατάλληλη ύλη. Η ψυχή, λοιπόν, είναι μία εντελέχεια και ουσιώδης μορφή εκείνου που έχει την δυνατότητα να φτάσει σε αυτήν την εντελέχεια». 42 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 413a 3. 18

λέγειν ποῖόν τι ἡ ψυχή, περὶ δὲ τοῦ δεξομένου σώματος οὐθὲν ἒτι προσδιορίζουσιν, ὥσπερ ἐνδεχόμενον κατὰ τοὺς Πυθαγορικοὺς μύθους τὴν τυχοῦσαν ψυχὴν εἰς τὸ τυχόν ἐνδύεσθαι σῶμα δοκεῖ γὰρ ἕκαστον ἴδιον ἔχειν εἶδος καὶ μορφήν. (Περὶ Ψυχῆς, 407b 20 26) Διαπιστώνει, βέβαια, ο Αριστοτέλης ότι η ψυχή δεν χωρίζεται από το σώμα, 43 κι εκφράζει μία αμφιβολία μόνο για κάποιο μέρος της ψυχής (υπονοώντας το νου), που δεν είναι εντελέχεια κανενός σώματος. 44 Τα άλλα, όμως, μέρη της ψυχής είναι φανερό ότι δεν είναι χωριστά το ένα από το άλλο, όπως υποστηρίζουν μερικοί. Είναι φανερό, επίσης, ότι λογικά διαφέρουν. Είναι άλλη η ικανότητα για την αίσθηση και άλλη η ικανότητα να διατυπώνεις μία γνώμη, αφού το αισθάνομαι είναι άλλο από το εκφέρω γνώμη. Περὶ δὲ τοῦ νoῦ καὶ τῆς θεωρητικῆς δυνάμεως oὐδέν πω φανερόν, ἀλλʹ ἔοικε ψυχῆς γένoς ἕτερoν εἶναι, καὶ τοῦτο μόνον ἐνδέχεται χωρίζεσθαι. (Περὶ Ψυχῆς, 413b 27 29) Ο Αριστοτέλης αναπτύσσει την ψυχολογική του θεωρία, βασιζόμενος στις ικανότητες της ψυχής, δίνοντας κι άλλες πτυχές της ψυχής και των λειτουργιών της, καθώς σκοπός του Αριστοτέλη δεν είναι να μας δώσει έναν ορισμό της ψυχής, αλλά να κατανοήσουμε τη φύση της ψυχής και την ουσία της, κι όλες τις ιδιότητες που έχουν την ψυχή ως υποκείμενό τους. 43 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 403a 6-8. 44 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 413a 5-9. 19

Ἔστι γὰρ οἷον ἀρχὴ τῶν ζῴων. ἐπιζητοῦμεν δὲ θεωρῆσαι καὶ γνῶναι τήν τε φύσιν αὐτῆς καὶ τήν οὐσίαν, εἶθ ὅσα συμβέβηκε περὶ αὐτήν. (Περὶ Ψυχῆς, 402a 7 9) Ξεκινώντας ο Αριστοτέλης από ένα γενικό προσδιορισμό της ψυχής, προχωράει από τα πιο ασαφή (που είναι πιο φανερά για μας), στο σαφές και λογικά πιο γνώριμο. Για να προσδιορίσει τις κύριες ικανότητες της ψυχής και τις λειτουργίες της και τις δυνάμεις της, προχωράει σε μία συγκεκριμένη παρουσίαση. Τις τοποθετεί σε μία ιεραρχική σειρά, όπου κάθε μία από αυτές τις δυνάμεις, προϋποθέτει τις προηγούμενες, όχι όμως και τις επόμενες. Αυτό συμβαίνει επειδή σ αυτή την ιεραρχική σειρά, το κατώτερο είναι πάντα προσανατολισμένο προς το ανώτερο και ως τέτοιο ερμηνεύεται από το ανώτερο. Στην κορυφή αυτού του σχήματος είναι ο νους και στη βάση η ανάγκη για τροφή. Ένα ον, για παράδειγμα, που έχει την αίσθηση, έχει και την ανάγκη για τροφή. Το αντίθετο δεν συμβαίνει. Πιο συγκεκριμένα αναφέρει ο Αριστοτέλης τις εξής λειτουργίες της ψυχής: τη γνώση, την αίσθηση, τη γνώμη, την επιθυμία, τη βούληση, την προσπάθεια, την τοπική κίνηση, την αύξηση, την ωρίμανση και τη φθορά. 45 Αυτές οι ικανότητες αποτελούν κριτήριο διάκρισης στο βαθμό που κατέχουν μία ικανότητα ή όχι, καθώς δεν χαρακτηρίζουν στο σύνολό τους όλα τα είδη ύπαρξης. Έτσι, άλλα όντα έχουν όλες τις ικανότητες της ψυχής, άλλα έχουν μόνο μερικές κι άλλα έχουν μόνο μία. Το έμψυχο, για παράδειγμα, ξεχωρίζει από το άψυχο ως προς την κίνηση και την αίσθηση. 46 Στα φυτά υπάρχει μόνο η θρεπτική ικανότητα, ενώ σε άλλα όντα υπάρχει 45 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 411a 27-30 και 411b 2-3 και 414a 29-33. 46 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 403b 27-29. 20

και η ικανότητα για αίσθηση κι επομένως η ικανότητα για ορέξεις 47. Στα ζώα, ο Αριστοτέλης τονίζει ότι έχουν μία τουλάχιστον αίσθηση, την αφή. Όποιο ον έχει αίσθηση, έχει και ηδονή και λύπη καθώς και το ευάρεστο και το δυσάρεστο, κι όποια όντα έχουν αυτά, έχουν και επιθυμία, γιατί επιθυμία είναι το ευάρεστο. 48 Επομένως, η έννοια της ψυχής θα πρέπει να μελετάται σε σχέση με το είδος της ψυχής του κάθε όντος, που περιέχει ως μορφή του το σύνολο των λειτουργιών που ταιριάζουν στη φύση του και τη δυνατότητα ενεργοποίησης των «δυνάμει» ικανοτήτων, έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί ο σκοπός της δημιουργίας, κι όχι ως ένα σχήμα μέσα στο οποίο θα χωράει κάθε περίπτωση. Σ αυτό το τελεολογικό κοσμοείδωλο του Αριστοτέλη, εντάσσεται η διδασκαλία του για την ψυχή και για την κάθε λειτουργία της, που αποτελούν, όπως κι ο φυσικός κόσμος, μία δεδομένη πραγματικότητα. Ο Ingemar During λέει ότι «μέσα σ αυτό το εννοιολογικό πλαίσιο, κάθε λειτουργία της ψυχής έχει ένα σκοπό και είναι μέσο για έναν ανώτερο σκοπό. Αν ένα ζώο έχει τέτοια κατασκευή, ώστε να χρειάζεται ορισμένη ψυχική λειτουργία για να μπορέσει να ζήσει και να διαιωνίσει το είδος, η φύση δίνει στο ζώο αυτή την ψυχική λειτουργία». 49 Αυτή η θεώρηση της ψυχής και των λειτουργιών της μέσα στο πλαίσιο της αρχής των τεσσάρων αίτιων, που ορίζουν ότι η μορφή καθορίζει τη φύση της οντότητας και ότι το τελικό αίτιο δείχνει τι είναι προορισμένο να κάνει ένα συγκεκριμένο ον, φανερώνει ένα είδος αιτιώδους δομής. Σ αυτή τη συνάφεια και οι λειτουργίες της ψυχής θεωρούνται σκόπιμες λειτουργίες. 50 47 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 414a 29-31 και 414a 33-35. 48 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 414b 2-6. 49 Ingemar During, Ο Αριστοτέλης, Παρουσίαση και Ερμηνεία της Σκέψης του, Μετάφραση Α. Γεωργίου - Κατσιβέλα, Β' Έκδοση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1999, σελ. 410. 50 Βλ. Michael V. Wedin, Mind and Imagination in Aristotle, Yale University Press, New Haven and London, σσ. 9-12. 21

3.3 Η αντιληπτική δραστηριότητα Στην συνέχεια θα αναλυθεί ο τρόπος µε τον οποίο διενεργείται µια εσωτερική διαδικασία, η οποία δεν περιορίζεται απλά στο «αισθάνεσθαι», όπως αυτό έχει περιγραφεί, αλλά περιλαμβάνει και το «σκέπτεσθαι» και οδηγεί στο σχηματισμό καθολικών εννοιών. Αυτή τη διαδικασία που ενώνει την αισθητική και τη νοητική ικανότητα και οδηγεί στο σχηματισμό της γνώσης, την ονομάζουμε αντιληπτική δραστηριότητα. Στα κείμενά του ο Αριστοτέλης, δεν κάνει λόγο για αντίληψη, ή για αντιληπτική δραστηριότητα. Η θεωρία του, όμως, περί αισθήσεως, δεν έχει τη στενή έννοια που αποδίδουμε εμείς σήμερα στον όρο αίσθηση. Είναι ευρύτερη και ταυτίζεται µε µία πολύπλοκη δραστηριότητα συνθέσεων και ταξινομήσεων που εντάσσεται μέσα στο πλαίσιο της τελολογικής ερμηνείας του Αριστοτέλη και οδηγεί από τα καθέκαστα (τα επιμέρους αντικείμενα) στα καθολικά. Έτσι, σύμφωνα με αυτό το τελολογικό μοντέλο, ο φυσικός κόσμος παρουσιάζεται ως µία διαρκής μετάβαση από το «δυνάµει», στο «ενεργεία» ον, δηλαδή από την ύλη στη μορφή. Κάθε ον ξεχωριστά, αλλά και ο κόσμος στο σύνολο του, εφόσον είναι ένα "ένυλο είδος", φέρει μέσα του την τάση για πραγμάτωση του, ώστε να φτάσει στο είδος του έτσι σχηματίζεται η ατομική ουσία. Αποτελεί µία κίνηση των όντων από τη «δυνάµει» κατάσταση στην «εν ενεργεία» κατάσταση, η οποία ταυτίζεται µε την πραγμάτωση του είναι τους. Όπως λέει ο Αριστοτέλης, η ψυχή που είναι εντελέχεια για το σώμα 51, έχει ως εντελέχεια τη νοητική εγρήγορση, την κατεξοχήν ενεργητική της κατάσταση, η οποία της εξασφαλίζει τη σύνδεσή της με τα 51 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 412a 27-28. 22

όντα και της δίνει τη δυνατότητα να προσεγγίζει τη θεία νόηση. Στο πλαίσιο αυτής της ενεργοποίησης, που συνιστά ενεργοποίηση αισθητηρίων οργάνων (αισθητών όντων) και ενεργοποίηση του νου (νοητών ειδών), συντελείται η διαδικασία της γνώσης (γνωσιακή διαδικασία). Η όλη διαδικασία της γνώσης, ταυτίζεται με την αντιληπτική δραστηριότητα, η οποία για τον Αριστοτέλη αποτελεί κάτι περισσότερο από την είσοδο ερεθισμάτων και το διαχωρισμό και την αναγνώριση των ιδιαίτερων αισθητών, όπως ο ήχος, το χρώμα, η οσμή κ.α.. Είναι μία πιο πολύπλοκη δραστηριότητα, με την οποία πραγματοποιούνται ταξινομήσεις και συνθέσεις των αισθητηριακών εντυπώσεων, σ ένα ανώτερο επίπεδο αφηρημένης γνώσης. Επομένως, η Αριστοτελική "αντίληψη" περιλαμβάνει μια δραστηριότητα με δύο φάσεις: α) "αισθάνεσθαι" ή αισθητηριακή αντίληψη και β) γνωσιακές δραστηριότητες του νου, που καταλήγουν σε ανωτέρου επιπέδου εννοιολογικές συνθέσεις. 52 Στην φάση του αισθάνεσθαι έχουμε να κάνουμε με την αλληλεπίδραση μεταξύ των αισθητών και των αισθητηριακών οργάνων κι έπειτα με την πρόσληψη των ποιοτήτων, που είναι σε θέση να αντιληφθούν τα αισθητήρια όργανα. Σχηματοποιούνται έτσι, οι αντιληπτικές εικόνες, τα αισθήματα, τα οποία αποτελούν απλές αισθητηριακές εντυπώσεις. 53 Μέχρι αυτό το σημείο, έχουμε τη φάση της αισθητηριακής αντίληψης, μιας «πρωτογενούς αίσθησης», η οποία, όπως, μας διαβεβαιώνει ο Αριστοτέλης, είναι πάντοτε αληθινή, με την έννοια ότι μας πληροφορεί για τον κόσμο, όπως πραγματικά αυτός είναι. Στη συνέχεια θα αρχίσει η δεύτερη φάση, δηλαδή οι γνωσιακές 52 Δ.Ζ. Ανδριόπουλος, «Αρχαία Ελληνική Γνωσιοθεωρία», (μετ. Στ. Δημόπουλος), Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 112. 53 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 432a 9: «Τὰ γὰρ φαντάσματα ὣσπερ αἰσθήματα ἐστι, πλὴν ἂνευ ὓλης». 23

δραστηριότητες του νου, όπου, χάρη στην κοινή αίσθηση, αυτές οι αντιληπτικές εικόνες σώζονται και συνενώνονται, δίνοντας στη συνέχεια σύνθετες αντιληπτικές εικόνες με συνέπεια ν αποκτήσουν αναπαραστατική δύναμη. Αποκτούν, δηλαδή, τη δυνατότητα να παρατείνουν την ύπαρξη τους ως σύνθετες αντιληπτικές εικόνες 54. Έτσι, μ αυτόν τον τρόπο η κοινή αίσθηση γίνεται ένας συνδετικός κρίκος, που ενώνει την αίσθηση με τη φαντασία και τη νόηση και ανοίγει το δρόμο για μια πολύπλοκη διαδικασία συνθέσεων, ταξινομήσεων και γενικεύσεων, που ταυτίζεται μ αυτό που ονομάζουμε αντιληπτική δραστηριότητα και θεωρείται απαραίτητη για την ενεργοποίηση της γνώσης. Ὁτὲ δὲ τoῖς ἐν τῇ ψυχῇ φαντάσμασιν ἢ νοήμασιν, ὥσπερ ὁρῶν, λογίζεται καὶ βουλεύεται τὰ μέλλοντα πρὸς τὰ παρόντα (Περὶ Ψυχῆς, 431b 6 8) Η πρώτη φάση του αισθάνεσθαι, επιτυγχάνεται χάρη σε μια αμοιβαία ενεργοποίηση ανάμεσα στις αισθήσεις και τα αισθητά, «κατά την οποία τα έξωθεν ποιητικά (τὸ ὁρατὸν καὶ τὸ ἀκουστὸν), συνεγείρονται μαζί με το αισθητήριο, το οποίο υποδέχεται και σώζει συνάμα το είδος του αισθητού χωρίς την ύλη του 55 Κ. Μιχαηλίδης, Δ.Ζ. Ανδριόπουλος, «Αριστοτέλης», όπως χωρίς την ύλη, το σίδερο, το κερί δέχεται το αποτύπωμα του δακτυλιδιού». 56 Έτσι, μέσα από αυτή την κοινή ενεργοποίηση, καθίσταται δυνατή η μετάβαση από μια κατάσταση «δυνάμει», σε μια κατάσταση «εν ενεργεία», 54 Ingemar During, Ο Αριστοτέλης, Παρουσίαση και Ερμηνεία της Σκέψης του, Μετάφραση Α. Γεωργίου - Κατσιβέλα, Β' Έκδοση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1999, σελ. 402. 55 Κ. Μιχαηλίδης, Δ.Ζ. Ανδριόπουλος, (Οντολογία, Γνωσιοθεωρία, Ηθική, Πολιτική Φιλοσοφία), 1997, σελ. 114. 56 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 424a 15-25. 24

από μια κατάσταση μη πραγματώσεως του είναι τους, σε μια κατάσταση ανάδειξης αυτού που τελικά είναι. Για παράδειγμα, ο τοίχος είναι δυνάμει άσπρος κι έχει τη δύναμη να ειδωθεί ως άσπρος. Η δύναμη της όρασης μπορεί διαμέσου των ματιών να δει αυτήν τη λευκότητα. Το «δυνάµει» λευκό του τοίχου και η «δυνάµει» λευκότητα της ενέργειας της όρασης, ενεργοποιούνται σε µια μόνη διαδικασία, στο να γίνει αντιληπτή η λευκότητα του τοίχου. 57 Η ενέργεια της αίσθησης ή της αντίληψης, ενώ υπάρχει «δυνάµει» 58 στον οργανισμό δεν είναι ενεργή, έως ότου ενεργοποιηθεί από κάποιο αισθητό αντικείμενο. 59 Όλη η διαδικασία της αισθητηριακής αντίληψης, οφείλεται σε ένα διαρκές "κινείσθαι" και "πάσχειν". Οι αισθήσεις είναι δηλαδή παθητικοί δέκτες, οι οποίοι για να ενεργοποιηθούν χρειάζονται ένα ερέθισμα απ έξω. 60 Ο J. H. Randall τονίζει ότι, αφού πραγματοποιηθεί η ενεργοποίηση των αισθήσεων, η αίσθηση ως λειτουργία του αισθητηρίου οργάνου γίνεται όμοια µε το αισθητό αντικείμενο. Η αισθητική ποιότητα την οποία το αντικείμενο κατέχει «δυνάµει», γίνεται «εν ενεργεία» στην λειτουργία του αισθητηρίου οργάνου. 61 Τα αισθητά, μολονότι έχουν άμεση σχέση µε το αισθητήριο όργανο, οντολογικά έχουν µία ημι-υπόσταση, μία ημι-αυτονομία, καθώς είναι 57 John Herman Randall Jr., Aristotle, Columbia University Press (New York and London), p. 82. 58 Ο Αριστοτέλης προς διασάφηση του όρου "δυνάμει", λέει: "... ὃτι οὐχ ἀπλοῦ ὂντος τοῦ δυνάμει λεγομένου, ἀλλὰ τοῦ μὲν ὣσπερ ἂν εἲποιμεν τὸν παῖδα δύνασθαι στρατηγεῖν, τοῦ δὲ ὡς τὸν ἐν ἡλικίᾳ ὃντα, oὓτως ἒχει τὸ αἰσθητικόν" («δεν είναι απλό το λεγόμενο "δυνάμει", αλλά άλλοτε φανερώνει δυνατότητα όπως όταν λέμε ότι το παιδί μπορεί να γίνει στρατηγός, άλλοτε δύναμη, όπως όταν λέμε ότι ο ενήλικος μπορεί να στρατηγεί, έτσι ώστε να εννοήσουμε και την αισθητική δύναμη»). Περὶ Ψυχῆς, 417b 30 32 59 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 417b 20-21, «... ὃτι τοῦ μὲν τὰ ποιητικὰ τῆς ἐνεργείας ἒξωθεν, τὸ ὁρατὸν καὶ τὸ ἀκουστὸν, όμοίως δὲ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν αἰσθητῶν» (τα αντικείμενα που προκαλούν την "ενεργεία" ύπαρξη του αισθητικού είναι εξωτερικά δηλ. το ορατό και το ακουστό αντικείμενο, όπως γενικά όλα τα αισθητά). 60 Ingemar During, Ο Αριστοτέλης, παρουσίαση κι ερμηνεία της σκέψης του, ο.π. σελ. 395. 61 John Herman Randall Jr., Aristotle, ο.π., σελ. 81. «This power exists potentially in the organism, until it is set in the environment, same aistheton. Then the sense (the aisthesis) conceived as the functioning of the sense organ, (to aistheterion), becomes like the sense object. The sense quality, which the object potentially possesses becomes actual in the sensing of the sense organ». 25

οντότητες που παρεμβάλλονται μεταξύ του αντικειμένου και του αισθητήριου οργάνου. Τα αισθητά είναι για τον Αριστοτέλη οι αισθητές μορφές των αντικειμένων χωριστά από την ύλη τους, που πρέπει να θεωρούνται ως ερεθίσματα, µε τα οποία αρχίζει το «αισθάνεσθαι», δηλαδή η διαδικασία της αίσθησης στο αισθητήριο όργανο. Αἰσθητήριον δὲ πρῶτον ἐν ᾧ ἡ τοιαύτη δύναμις. ἔστι μὲν οὖν ταὐτόν, τὸ δʹ εἶναι ἕτερον μέγεθος μὲν γὰρ ἄν τι εἴη τὸ αἰσθανόμενον, οὐ μὴν τὸ γε αἰσθητικῷ εἶναι οὐδʹ ἡ αἰσθησις μέγεθός ἐστιν, ἀλλὰ λόγος τις καὶ δύναμις ἐκείνου. (Περὶ Ψυχῆς, 424a 25 30) Αν δεν δράσει, όμως, μεσολαβητικά κάποιο µέσο, ο ρόλος των αισθητών ειδών (ο διαμεσολαβητικός) δεν λειτουργεί, κι επομένως δεν καθιστά δυνατή την επαφή του αισθητηρίου οργάνου µε το αντικείμενο. Στην όραση, την ακοή και την όσφρηση, το µέσο είναι µια ορισμένη ιδιότητα του αέρα ή του νερού, δηλαδή η διαφάνεια και η αγωγιμότητα, ενώ στη γεύση και την αφή, το µέσο είναι η σάρκα. 62 Στην περίπτωση της οράσεως, η αισθητή φανέρωση δεν ενεργοποιείται χωρίς τη βοήθεια του φωτός. Η δράση όμως του φωτός προϋποθέτει µια διαφάνεια, 63 η οποία είναι το μεταξύ του αισθητηρίου οργάνου και του αισθητού, ενώ το φως είναι η εντελέχεια αυτής της διαφάνειας. Τα όντα, αλλά και όλα τα όργανα 62 Ingemar During, ο.π., σελ. 397. 63 John Herman Randall, Jr., Aristotle, ο.π., σελ. 86, «Υπάρχει η διαφάνεια που βρίσκεται στο ενδιάμεσο, η οποία είναι δυνάμει φως και η οποία γίνεται ἐν ἐνεργείᾳ φως, όταν ο ήλιος ή η φωτιά μεταδώσει κίνηση σ αυτό. Αυτή η κίνηση του ενδιάμεσου διαφανούς, όταν ενεργοποιείται ως φως, µε τη σειρά του ενεργοποιεί το χρώμα του τοίχου, το οποίο είναι ένα είδος "δεύτερου φωτός", ώστε να γίνει ορατό από το µάτι». 26

που διαθέτει η ψυχή, αναζητούν την ενεργοποίηση του φωτός για να περάσουν από την αφάνεια στη φανέρωση της μορφής, από µία «δυνάμει» σε µία «ἐν ἐνεργείᾳ» αίσθηση. 64 Έτσι, ολοκληρώνεται η πρώτη φάση της Αριστοτελικής "αντίληψης", η φάση δηλαδή του αισθάνεσθαι, ή αλλιώς η αισθητηριακή δραστηριότητα, η οποία καταλήγει σ αυτό που ο Αριστοτέλης ονομάζει «ίδια», δηλαδή ιδιαίτερα αισθητά. Ἀλλ ἐκάστη γε κρίνει περὶ τούτων, καὶ οὐκ ἀπατᾶται ὅτι χρῶμα οὐδ ὅτι ψόφος, ἀλλὰ τί τὸ κεχρωσμένον ἢ ποῦ, ἢ τί τὸ ψοφοῦν ἥ ποῦ. (Περὶ Ψυχῆς, 418a 16 18) Η δεύτερη φάση της Αριστοτελικής "αντίληψης", η οποία οδηγεί στη σύλληψη των καθολικών εννοιών, μπορεί κάλλιστα να ταυτισθεί µε το «σκέπτεσθαι». 65 Σ αυτή τη φάση, υπάρχει μία διάκριση των αισθητηριακών εντυπώσεων, όπως επίσης και μία ταξινόμησή τους ανάλογα µε τις μεταξύ τους διαφορές και ομοιότητες, καθώς και με τις ομοιότητες και διαφορές μεταξύ αυτών και των παλαιότερων εντυπώσεων, που έχουν ήδη εδραιωθεί από παλαιότερες εμπειρίες. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τη λέξη «φάντασμα», για να εννοήσει την εικόνα που δημιουργείται μέσα μας με την βοήθεια της φαντασίας. 66 Η αναγνώριση, η διάκριση, η ταξινόμηση και η περαιτέρω σύνθεση του αισθητηριακού 64 Κ. Μιχαηλίδης, Δ.Ζ. Ανδριόπουλος, ο.π., σελ. 415. 65 Η Δ. Σφενδόνη - Μέντζου επισημαίνει, ότι για τον Αριστοτέλη η βέβαιη γνώση των πραγμάτων παρέχεται από το νου. Ενώ, όμως, τα πρώτα αίτια προηγούνται, η γνώση τους έπεται της γνώσης αυτών που βρίσκονται πιο κοντά στην εμπειρία. Δ. Σφενδόνη - Μέντζου, Αριστοτελική Φυσική Φιλοσοφία και Σύγχρονη Φυσική, ο.π., σελ.27. 66 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 428a 1: «Ἡ φαντασία καθ ἣν λέγομεν φάντασμά τι ἡμῖν γίγνεσθαι». Ο Αριστοτέλης με τη λέξη φάντασμα εννοεί την εικόνα που δημιουργείται μέσα μας με την βοήθεια της φαντασίας. 27

υλικού, προϋποθέτει σαφώς την αναγωγή σ' ένα ανώτερο επίπεδο σκέψης, το οποίο χαρακτηρίζεται από μία λειτουργία αφαιρετικής διαδικασίας. Από αυτή τη δραστηριότητα προκύπτουν κάποια αποτελέσματα, τα οποία είναι ο σχηματισμός νέων απλών εννοιών ή η ένταξη νέων αισθητηριακών δεδομένων σε παλιές εικόνες παραστάσεων (φαντάσματα), συνθέσεις ή ακόμη και ανασυνθέσεις που καταλήγουν σε πιο σύνθετες εικόνες (φαντάσματα) ή σε πιο γενικές έννοιες. Μέσα από αλληλεπίδραση και ενεργοποίηση των αισθητηριακών οργάνων και ταξινόμηση των αδιαμόρφωτων ερεθισμάτων και την ένταξή τους και την τελική ενσωμάτωση τους στα φαντάσματα και στις καθολικές έννοιες, περνάμε από τα καθέκαστα 67 (τα παρατηρούμενα επιμέρους αντικείμενα), τα οποία αποτελούν αντικείμενο της ενεργής αισθήσεως, στα καθολικά. Έτσι, παρατηρούμε ότι πραγματοποιείται µία «ανοδική κίνηση». Τοῦτο δὲ μὴ ὡς ἐν ἐκείνῃ τῆς κινήσεως οὔσης, ἀλλ ὁτὲ μὲν μέχρι ἐκείνῃς, ὁτὲ δ ἀπ ἐκείνῃς, οἷον ἡ μὲναἰσθησις ἁπὸ τωνδί, ἡ δ ἀνάμνησις άπ ἐκείνῃς ἐπὶ τὰς ἐν τοῖς αἰσθητηρίοις κινήσεις ἢ μονάς. (Περὶ Ψυχῆς, 408b 16 19) Αυτή η ανοδική κίνηση οδηγεί από την είσοδο των ερεθισμάτων, σε µια κατάσταση εξομοιώσεως δυο "ανόμοιων" παραγόντων και στον σχηματισμό γενικών εννοιών, ορίζοντας έτσι την Αριστοτελική "αντίληψη" ως κάτι µη στατικό, ως µία ενεργητική διαδικασία. 68 67 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 417b 23: «Αἵτιον δ ὅτι τῶν καθ ἕκαστον ἡ κατ ἐνέργειαν αἵσθησις». 68 Σύμφωνα µε την ερμηνεία του Ανδριόπουλου, υπάρχουν δύο παράγοντες: αυτός που "δρα" και αυτός που "υφίσταται την επίδραση". Αυτοί οι παράγοντες πριν και κατά τη διάρκεια της αλληλεπίδρασής τους είναι "ανόμοιοι" αλλά μόλις η διαδικασία 28

3.4 Η γνωσιακή διαδικασία στον Αριστοτέλη Η παρουσίαση της Αριστοτελικής "αντίληψης", έτσι όπως την προσδιορίσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, οδηγεί στο εύλογο συμπέρασμα, ότι οι αισθήσεις είναι τα «παράθυρα», µέσω των οποίων, ο νους γνωρίζει τον εξωτερικό κόσμο. Όταν το αισθητήριο όργανο της κάθε αίσθησης ξεχωριστά, δέχεται κάποια επίδραση ενός πράγματος από τον εξωτερικό κόσμο, δημιουργεί εντυπώσεις διαφόρων ειδών, από τις οποίες σχηματίζεται η εμπειρία µας. Το πως αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και η εικόνα που έχουμε για τον κόσμο, εξαρτάται από τις εμπειρίες µας γι αυτόν, µέσω των αισθήσεών µας. Επομένως, για τον Αριστοτέλη, η γνώση αρχίζει από την εμπειρία. 69 Η γνωριμία μας με τον κόσμο, μέσω των αισθήσεων και η αποτύπωση των αισθητών ειδών στην ψυχή μας, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, αποτελεί την αρχή της γνωσιακής διαδικασίας, η οποία όμως δεν εξαντλείται σ αυτό το στάδιο. Απαιτείται η συνδρομή κι άλλων ψυχικών λειτουργιών, καθώς και της νοητικής λειτουργίας, για να φτάσουμε από τη γνώση των επιμέρους καταστάσεων, στη γνώση του καθόλου. Η εμπειρία είναι βέβαια, απαραίτητη για την έναρξη της γνωσιακής διαδικασίας, αλλά με τη βοήθεια του νου, θα φτάσουμε στη γνώση του καθόλου. Τα αισθητά είδη για τον Αριστοτέλη, ή αλλιώς τα εμπειρικά δεδομένα, αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση της γνωσιακής διαδικασίας. Ο αλληλεπίδρασης ολοκληρωθεί και τα ερεθίσματα αφού υποστούν τη σχετική επεξεργασία ενταχθούν και ενσωματωθούν στα φαντάσματα και στις καθολικές έννοιες τότε οι δύο αυτοί παράγοντες εξομοιώνονται περνούν από την "ανομοιότητα" στην "ομοιότητα". Βλ. Δηµ. Ζ. Ανδριόπουλου, Αρχαία Ελληνική Γνωσιοθεωρία, ο.π., σελ. 116. 69 Βλ. Περὶ Οὐρανοῦ, 306a 17 18 και Ἀναλυτικὰ Πρότερα, 130, 46a 17 22. 29

Σταγειρίτης φιλόσοφος δέχεται τόσο την ύπαρξή τους, όσο και το γνωσιολογικό τους ρόλο. Γι αυτόν, η αίσθηση αποτελεί τον αποδέκτη της μορφής των αισθητών αντικειμένων, χωρίς την παρουσία ύλης και παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην όλη γνωστική διαδικασία. ἡ μὲν αἲσθησις ἐστί τὸ δεκτικὸν τῶν αἰσθητῶν εἰδῶν ἂνευ τῆς ὓλης. (Περὶ Ψυχῆς, 424a 17 18) Αυτό που γνωρίζουμε, είναι οι µη υλικές μορφές των φυσικών αντικειμένων. Οι μορφές αυτές αποτυπώνονται στην αίσθηση, όπως ακριβώς αποτυπώνεται η μορφή των φυσικών αντικειμένων πάνω σ ένα κερί. 70 Πρόκειται για ένα περίγραμμα, το οποίο απλώς αναπαριστά το φυσικό αντικείμενο. Η αποτύπωση αυτών των μορφών μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί την αφετηρία της διαδικασίας του "αισθάνεσθαι". Ο Αριστοτέλης, πάλι στο Περὶ Ψυχῆς, γράφει για την ύπαρξη των αισθητών ειδών ότι «η αίσθηση είναι το είδος των αισθητών ειδών» 71 και σε άλλο χωρίο της ίδιας πραγματείας υποστηρίζει, ότι τα αντικείμενα της σκέψης (τα νοητά είδη) υπάρχουν μέσα στα αισθητά είδη: Τὰ αἰσθητὰ κεχωρισμένα, ἐν τοῖς αἰσθητοῖς τὰ νοητά ἐστι, τὰ τε ἐν ἀφαιρέσει λεγόμενα καὶ ὅσα ταῶν αἰσθητῶν ἕξεις καὶ πάθη. (Περὶ Ψυχῆς, 432a 4 7) 70 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 424a 18-22. 71 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 432a 2-3. 30

Ταξινομεί δε ο Αριστοτέλης τα αισθητά είδη σε δύο κατηγορίες: τα ἵδια αἰσθητὰ (ιδιαίτερα) και τὰ κοινὰ αἰσθητὰ, µία διαίρεση, η οποία αντιστοιχεί στους τρόπους αντίληψης των ποικίλων αισθητηρίων οργάνων. 72 Τα ἵδια αἰσθητὰ είναι το χρώμα, ο ήχος, η οσμή και τα οπτικά δεδομένα, ενώ τὰ κοινὰ αἰσθητὰ είναι η κίνηση, η στάση, το σχήμα, το μέγεθος, ο αριθμός κι η ενότητα. 73 Τα αισθητά είδη, είναι ό,τι αντιλαμβάνεται αισθητηριακά το υποκείμενο. Η γένεσή τους οφείλεται στην ενεργοποίηση δύο παραγόντων: στο υποκείμενο της αντίληψης και στις δυνάμεις του φυσικού αντικειμένου. Η διάρκεια της ύπαρξής τους όμως, είναι πολύ σύντομη. Διαρκεί όσο διαρκεί η δραστηριότητα του "αισθάνεσθαι". Χωρίς την παρουσία τους και τον ενδιάμεσο ρόλο τους, δεν υφίσταται η πραγμάτωση της αντιληπτικής πράξης. Τα αισθητηριακά δεδομένα είναι αναγκαίοι όροι για την έναρξη της γνωσιακής διαδικασίας. 74 Καὶ διὰ τοῦτο οὕτε μὴ αἰσθανόμενος μηδὲν οὐδὲν ἂν μάθοι οὐδὲ ξυνίοι. Ὅταν τε θεωρῇ, ἀνάγκη ἅμα φαντάσματι θεωρεῖν τὰ γὰρ φαντάσματα ὥσπερ αἰσθήματά ἐστι, πλὴν ἂνευ. (Περὶ Ψυχῆς, 432a 8 10) Τα αισθητά είδη αποτυπώνονται στην ανθρώπινη συνείδηση, η οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή είναι κενή (δεν υπάρχει γνωστικό περιεχόμενο). Είναι όπως ένας πίνακας, πάνω στον οποίο τίποτα δεν είναι γραμμένο σε 72 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 426b 8-10. 73 Βλ. Περὶ Ψυχῆς, 425a 14-16, 418a 14-20 και 418a 24-25. 74 Βλ. και Περὶ Ψυχῆς, 428b 11-17. 31