179 ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΑ του σεβ. Ιωάννη Σπιτέρη ΤΟ ΤΕΛΙΚΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Εισαγωγή Σήµερα παρατηρούµε κάτι το περίεργο: Ενώ ο µαρξισµός κατέχεται από µία έντονη εσχατολογική ένταση, οι χριστιανοί έχουν τόσο πολύ αστικοποιηθεί, ώστε έχουν σχεδόν ξεχάσει το «ου γαρ έχοµεν ώδε, µένουσαν πόλιν, αλλά την µέλλουσαν επιζητούµεν» (Εβρ. 13,14). Το µέλλον δεν επηρεάζει πια το παρόν. Ο µαρξισµός θεωρεί τον κόσµο σαν ιστορία που ανοίγεται προς ένα διαφορετικό µέλλον, που ο άνθρωπος περιµένει σαν οριστικό ξεπέρασµα της αλλοτρίωσης και του απάνθρωπου παρόντος. Αυτό το µέλλον είναι υποχρεωµένος να πραγµατοποιήσει ο άνθρωπος και η κοινωνία µε την ιστορική επαναστατική πράξη. Με την ελπίδα αυτού του µέλλοντος ο µαρξιστής πρέπει ήδη να ενεργεί στο παρόν. Βέβαια, εδώ πρόκειται για µία ελπίδα που αγνοεί κάθε υπερβατικότητα της ιστορίας. Αντίθετα, η χριστιανική θεολογία των περασµένων αιώνων, «ριζωµένη» σε µία µονοµερή ατοµικιστική πνευµατική αντίληψη, αντέταξε το «έσχατον» του ανθρώπου και του κόσµου µπροστά στην παρούσα ιστορία του. Αφαιρούσε κάθε αξία και σπουδαιότητα σ ό,τι δεν ήταν «αιώνιο», και κατά συνέπεια η χριστιανική πνευµατικότητα εµπνεόταν από τη «Fuga mundi» (από τη φυγή των του κόσµου). Η χριστιανική ελπίδα ερχόταν σε αντίθεση-αντίφαση κατά της επίγειας ελπίδας. Μία τέτοια πνευµατικότητα θεωρείται σήµερα από πολλούς σαν επικίνδυνη λοξοδρόµηση από τα ενδιαφέροντα αυτού του κόσµου και της ιστορίας του. Η κοπιαστική ανθρώπινη εργασία και πρόοδος, µήπως δεν µας παρουσιάζει και εµπεριέχει πράγµατι αξία για τη χριστιανική πνευµατικότητα, πίστη και ζωή; Επιπλέον δε, η επανάσταση για την απελευθέρωση του ανθρώπου από κάθε µορφή δουλείας θα πρέπει να γίνει στο περιθώριο της χριστιανικής πίστης; Ευτυχώς, σήµερα η θεολογία έχει καταλάβει ότι η γήινη-επίγεια εσχατολογία δεν είναι ασυµβίβαστη µε τη χριστιανική διδασκαλία και εσχατολογία του «υπερπέραν». Η µία προϋποθέτει την άλλη, η δε παρούσα ιστορία είναι η πρώτη ύλη µε την οποία δηµιουργείται το υπερπέραν µας. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΒΑΣΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑΣ. Η βασική εικόνα που µεταχειρίστηκε ο Χριστός για να αναγγείλει το ένδοξο µέλλον του ανθρώπου, είναι η εικόνα της «Βασιλείας του Θεού». Οι πρώτες λέξεις του Χριστού που αναφέρονται στο Ευαγγέλιο έχουν ως εξής: «Οι καιροί συµπληρώθηκαν, η Βασιλεία του Θεού πλησιάζει. Μετανοείτε και πιστεύετε στο Ευαγγέλιο» (Μαρ. 1,15). Η Βασιλεία του Θεού θα παραµείνει το κεντρικό θέµα του κηρύγµατος του Χριστού. Η θεολογία προσπαθεί να παρουσιάσει και σήµερα µ αυτή την εικόνα την πίστη της Εκκλησίας γύρω από το µέλλον του ανθρώπου.
180 Α) Τι είναι η Βασιλεία του Θεού; Η Βασιλεία του Θεού, σαν υπόσχεση στο Λαό του Ισραήλ και που ανήγγειλε ο Χριστός, είναι η τελική και οριστική νίκη του Θεού εναντίον των εχθρών του ανθρώπου: Αµαρτία, κακό, αδικία, καταπίεση, πόνος και θάνατος. Είναι η εξουσία του Λόγου του Θεού πάνω στην ιστορία του ανθρώπου. Είναι η είσοδος του ανθρώπου στη νέα γη και στους καινούργιους ουρανούς. Ο Χριστός κήρυξε τον ερχοµό της Βασιλείας. Μέσω του Χριστού, ο Θεός εγκαινίασε ήδη αυτή τη Βασιλεία στην Ιστορία µας. Με τη ζωή του ο Χριστός πραγµατοποίησε «από τώρα-πρόωρα» τον ερχοµό της Βασιλείας. Πράγµατι, µε την Ανάστασή του, νικήθηκε ήδη ο θάνατος και έγινε φανερός ο ένδοξος προορισµός του ανθρώπου. Στο τέλος των καιρών ο Χριστός θα επανέλθει να εγκαταστήσει οριστικά και φανερά την ένδοξη Βασιλεία. Η έκφραση του Χριστού: «Η Βασιλεία του Θεού πλησιάζει» σηµαίνει ότι η νίκη του Θεού πάνω στο κακό έχει ήδη εγκαινιαστεί για το Λαό του και ότι ο καινούργιος «αιώνας» άρχισε ήδη να ενεργεί στο παρόν. Η µέλλουσα Βασιλεία του Θεού πλησιάζει ελευθερώνοντας τον άνθρωπο από την αµαρτία και την αδικία και τον ετοιµάζει για µία συµφιλιωµένη ανθρωπότητα. Β) Με τι δεν πρέπει να ταυτιστεί η Βασιλεία του Θεού; * Όχι µε τον παράδεισο (ουρανό). Ο Χριστός ανήγγειλε τον ερχοµό της Βασιλείας του Θεού µε τρόπο ώστε να ξεπερνάει τη διαφορά µεταξύ ουρανού και γης. Ουρανός και γη είναι «διαστηµικές» έννοιες. Ο Χριστός µιλάει για «νέους καιρούς». Η Αγία Γραφή αναφέρεται στους «νέους ουρανούς και στη νέα γη» (Α Πε. 3,13. Απ. 2,1). Η µέλλουσα νίκη του Χριστού πάνω στο κακό θα πραγµατοποιηθεί και στην ιστορία. Υπερβαίνει όµως και ξεπερνά την ιστορία. Αν ταυτίσουµε τη Βασιλεία του Θεού µε τον παράδεισο, ξεχνάµε ότι η γη και η ιστορία είναι ο χώρος όπου ο Θεός συναντά τους ανθρώπους και µετατρέπει την προσωπική και κοινωνική τους ζωή. Η ταύτιση της Βασιλείας του Θεού µε τον παράδεισο είχε σαν αποτέλεσµα µία µονοµερή πνευµατοποίηση των υποσχέσεων του Θεού στον άνθρωπο. * Όχι µε την προσωπική σωτηρία. Ο Ιησούς ανήγγειλε τον ερχοµό της Βασιλείας µε τρόπο που ξεπερνάει τη διαφορά µεταξύ προσώπου και κοινωνίας. Η µέλλουσα Βασιλεία, σαν σωτηρία, αφορά όλα τα πρόσωπα των διαφόρων θρησκευτικών και πολιτικών κοινωνιών. Όλες οι κοινωνικές δοµές θα ξαναδηµιουργηθούν. Με το να ταυτίσουν το Μήνυµα της Βασιλείας µε την προσωπική σωτηρία, οι χριστιανοί είχαν συχνά ξεχάσει ότι οι υποσχέσεις του Θεού αφορούν και την τροποποίηση της κοινωνίας. Για τον Ιησού, η σωτηρία δεν είναι µία προσωπική υπόθεση, αλλά κοινωνική και «δηµόσια». Η ταύτιση της Βασιλείας µε την προσωπική σωτηρία περιορίζει τις υποσχέσεις του Θεού σε µία προσωπική υπόθεση. * Όχι µε την αθανασία της ψυχής. Ο Ιησούς ανήγγειλε τη Βασιλεία σε τρόπο που ξεπερνάει τη διαφορά µεταξύ ψυχής και σώµατος. Η σωτηρία αφορά όλο τον άνθρωπο: Το σώµα του, την κοινωνική του ύπαρξη, το θάνατό του. Με το να ταυτίσουν τη Βασιλεία µε τη σωτηρία της ψυχής, οι χριστιανοί είχαν ξεχάσει ότι οι υποσχέσεις του Θεού µεταµορφώνουν την ιστορική ύπαρξη του ανθρώπου, σε όλες τις διαστάσεις του. Γ) Η Βασιλεία του Θεού ταυτίζεται µε την «αιώνια ζωή». Ο ερχοµός του Θεού «εν δόξη» (που άρχισε ήδη µεταξύ µας και που ωστόσο παραµένει µελλοντικός), στα πρώτα τρία Ευαγγέλια ονοµάζεται «Βασιλεία» (Ματθ. Μαρ. Λουκ.). Στο τέταρτο Ευαγγέλιο ονοµάζεται «ζωή αιώνια», η δε εικόνα της Βασιλείας, µας λέει ότι, η µεγάλη νίκη του Θεού, αν και µελλοντική, βρίσκεται σε δράση ήδη από τώρα. Η εικόνα της «αιώνιας ζωής», µας λέει ότι, ήδη από τώρα ζούµε
181 µία ζωή που µας υπερβαίνει και µας σπρώχνει εµπρός για να πραγµατοποιήσουµε το πεπρωµένο µας. Μας βοηθά να ξεπερνάµε κάθε εµπόδιο και να καταλάβουµε πως ο Θεός δεν θα µας αφήσει να πεθάνουµε χωρίς να αναστηθούµε. ) Οι γλωσσικές εκφράσεις της µέλλουσας Βασιλείας. Η ένδοξη Βασιλεία που έρχεται είναι λοιπόν η νίκη του Θεού ενάντια στο κακό, σε κάθε µορφή και φάση του. Οι υποσχέσεις του Θεού αφορούν το ένδοξο µέλλον του ανθρώπου µετά το θάνατο. Αυτό το µέλλον όµως θα πραγµατοποιηθεί υπό συνθήκες εντελώς άγνωστες σ εµάς, συνθήκες που µας ξεπερνούν και µας υπερβαίνουν. Έτσι, αν και πιστεύουµε στη µέλλουσα πραγµατικότητα, δεν µπορούµε να πούµε πολλά πράγµατα γύρω απ αυτή. Μπορούµε όµως να µιλήσουµε για τις επιπτώσεις της µέλλουσας Βασιλείας στο σήµερα του ανθρώπου. Όταν µιλάµε για παράδεισο, κόλαση, καθαρτήριο, κρίση του Θεού κ.λ.π. αναφερόµαστε κυρίως στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται τώρα ο άνθρωπος, εν σχέσει µε την κατάσταση της µέλλουσας πραγµατικότητας, στην οποία πιστεύουµε, χωρίς όµως να έχουµε τις κατάλληλες γλωσσικές εκφράσεις για να την αποδώσουµε. Ο ίδιος ο Χριστός, µιλώντας για την έσχατη πραγµατικότητα του ανθρώπου και του κόσµου, µεταχειρίζεται εικόνες της αποκαλυπτικής λογοτεχνίας της εποχής του. Ο Ιησούς, µε το κήρυγµά του γύρω από τη Βασιλεία, δεν θέλει να µας δώσει ένα «ρεπορτάζ» περί αυτών που θα συµβούν, αλλά θέλει να διεγείρει την πίστη µας την ενεργητική, δραστήρια και ισχυρή παρουσία του Θεού στη ζωή µας, υπό µορφή κρίσεως και νέας ζωής, ενώ µας οδηγεί συγχρόνως προς την τελική και οριστική νίκη εναντίον όλων των εχθρών της ζωής, του ανθρώπου και του κόσµου. Η επιθυµία του χριστιανού λοιπόν πρέπει να είναι όχι τόσο να καταλάβει πως θα είναι το υπερπέραν, για το οποίο η Αγία Γραφή δεν άφησε καµία πληροφορία, αλλά να συλλάβει το βασικό µήνυµα της Βασιλείας, το φως που φωτίζει το παρόν για το µέλλον και που χαράζει µία νέα προοπτική στην ανθρώπινη ιστορία. Κάτω από το φως όλων αυτών που έχουµε αναφέρει ως τώρα, µπορούµε να αντιµετωπίσουµε πιο συγκεκριµένα τις τελευταίες -τις έσχατες- πραγµατικότητες του ανθρώπου. Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ. Μιλώντας για το θάνατο, ο κόσµος εννοεί το χωρισµό της ψυχής από το σώµα. Αυτή η αντίληψη προέρχεται από την ελληνική φιλοσοφία και όχι από την Αγία Γραφή. Η Γραφή αγνοεί εντελώς στον άνθρωπο διαχωρισµό ψυχής και σώµατος. Η ελληνική φιλοσοφική ανθρωπολογία βασίζεται στην πεποίθηση πως στον άνθρωπο υπάρχουν, σαν αµάλγαµα, δύο ουσίες, που είναι όµως βασικά ξένες µεταξύ τους, ουσίες από τις οποίες η µία, το σώµα, είναι προορισµένη να αποσυντεθεί, ενώ η άλλη, η ψυχή, είναι εκ φύσεως αθάνατη, και γι αυτό το λόγο, βάσει µίας εσωτερικής της δύναµης, ανεξάρτητα από κάθε άλλο πλάσµα, εξακολουθεί να υπάρχει και µετά το θάνατο. Η Αγία Γραφή έχει σαν δεδοµένο την αχώριστη ενότητα του ανθρώπου. Ο άνθρωπος, κατά την Αγία Γραφή, δεν συνίσταται από δύο ανεξάρτητα µέρη, που είναι ξεχωριστά µεταξύ τους, αλλά είναι ένα ολόκληρο και ακέραιο πλάσµα. Έτσι π.χ. η Γραφή δεν αναφέρει καµία λέξη για να καθορίσει µονάχα το σώµα χωρισµένο και διακεκριµένο από την ψυχή. Όταν δεν µιλάει για την ψυχή εννοεί πάντα ολόκληρο τον άνθρωπο που υπάρχει όπως είναι µε το σώµα του επίσης. Κατά συνέπεια, όταν µιλάµε για θάνατο δεν µπορούµε να τον θεωρήσουµε σαν χωρισµό της ψυχής από το σώµα, σαν ένα ατύχηµα που συµβαίνει µονάχα στο σώµα. Ο θάνατος αφορά όλο τον άνθρωπο και όχι µόνο το σώµα. Τι σηµαίνει λοιπόν ο θάνατος; Σηµαίνει πως ο άνθρωπος παύει να βρίσκεται σε σχέση µ αυτό τον κόσµο. Είναι η κατάσταση της απόλυτης «µη-σχέσης» µ αυτόν τον κόσµο, η αρχή µίας κατάστασης
182 εντελώς διαφορετικής. Με το θάνατο τελειώνει η µοναδική ιστορία του κάθε ανθρώπου και αρχίζει η οριστικότητά του. Εάν ο θάνατος αφορά ολόκληρο τον άνθρωπο, σαν άνθρωπο και όχι µονάχα το σώµα του, αυτό δεν σηµαίνει πως µε το θάνατο ο άνθρωπος εκµηδενίζεται. Εµείς οι χριστιανοί πιστεύουµε πως ο άνθρωπος, στην απόλυτη ή αχώριστη µοναδικότητά του, µαζί µε την προσωπική και κοινωνική του ιστορία, είναι για πάντα ασφαλισµένος από την εκµηδένιση. Αυτή την οριστική ασφάλεια του ανθρώπου ονοµάζουµε «ανάσταση των νεκρών». Η ανάσταση δεν αφορά µονάχα ένα µέρος του ανθρώπου (του σώµατος) αλλά ολόκληρο τον άνθρωπο. Η Γραφή και το χριστιανικό δόγµα δεν µιλούν για µία ανάσταση των σωµάτων, αλλά των «νεκρών». Η ανάσταση αφορά τον άνθρωπο σαν άνθρωπο, δηλαδή ότι αποτελεί το εγώ του, αυτό που τον ξεχωρίζει από όλους τους άλλους ανθρώπους και τον καθιστά «πρόσωπο» εµπλουτισµένο µε ξεχωριστές ικανότητες, ιδιότητες, εσωτερικό πλούτο και εµπειρία. Με άλλα λόγια, δεν πρόκειται για µία «βιολογική» ανάσταση αυτού του σώµατος που µας χρειάζεται σαν µέσο για να ανήκουµε σ αυτό τον κόσµο. Αναστηµένος θα είναι ο άνθρωπος ολόκληρος σε µία νέα µορφή σώµατος που θα είναι σύµφωνη µε την καινούργια κατάσταση, µε την οποία εισάγεται στον κόσµο της οριστικότητας την οποία όµως εµείς δεν γνωρίζουµε. Αυτή η µορφή «επιβίωσης» µε την ανάσταση που αφορά ολόκληρο τον άνθρωπο σαν πρόσωπο, είναι ένα δώρο του Θεού εν Χριστώ. Η επιβίωση του ανθρώπου δεν προέρχεται από καµία εσωτερική του ικανότητα, αλλά είναι «διαλογική». Προέρχεται δηλαδή από τη σχέση που ο Θεός έχει µαζί µας. Τον άνθρωπο δεν µπορεί να τον καταβροχθίσει η µη-ύπαρξη, γιατί ο Θεός της ζωής «εγνώρισε» τον άνθρωπο, τον κάλεσε µε το όνοµά του, τον αγάπησε µε την αιώνια αγάπη του. Εάν κάθε αγάπη επιθυµεί να παραµείνει αιώνια, η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο, όχι µόνο το επιθυµεί, αλλά µπορεί να το πραγµατοποιήσει, και το πραγµατοποιεί. Ακριβώς γι αυτό το λόγο, επειδή η αιώνια επιβίωση του ανθρώπου είναι δώρο του Θεού και όχι εσωτερική ικανότητα-αναγκαιότητα της ανθρώπινης δοµής, δεν µιλάµε για αθανασία του ανθρώπου, αλλά για ανάσταση των νεκρών. Έχοντας έτσι τα πράγµατα, παύει να έχει απόλυτη σηµασία η ερώτηση «πότε θα αναστηθούµε;». Στον Θεό δεν υπάρχει ένα πριν και ένα µετά. Όσο όµως µας αφορά εµάς, που ζούµε µέσα στο χρόνο, µπορούµε να πούµε πως η ανάσταση πραγµατοποιείται µε το θάνατο. Έτσι µπορούµε να καταλάβουµε τι σηµαίνει «ο θάνατος είναι η είσοδος στην αιώνια ζωή». Εποµένως, αν η ανάσταση των νεκρών πραγµατοποιείται για τον καθένα από εµάς µε το θάνατό του, αναπηδάει αυτόµατα το ερώτηµα «τι σηµασία έχει η δευτέρα παρουσία;», τι σηµαίνει «εσχάτη ηµέρα» για την οποία µιλάει η Γραφή; Πρόκειται ακριβώς για την ολοκλήρωση-τελειοποίηση της Βασιλείας του Θεού, Βασιλεία στην οποία ήδη έχοµε αναφερθεί. Η σωτηρία του ανθρώπου και η ανάστασή του δεν είναι γεγονότα «ιδιωτικής φύσεως» αλλά αφορούν και τη σχέση µας µε την κοινότητα. Θα έλθει µία τελευταία ηµέρα, στην οποία το πεπρωµένο του ανθρώπου θα τελειοποιηθεί ακόµη περισσότερο γιατί το πεπρωµένο όλης της ανθρωπότητας θα έχει φθάσει στην πλήρη ωριµότητα. Ο χριστιανός πιστεύει στο Χριστό, και γι αυτό πιστεύει στο µέλλον του κόσµου και όχι µονάχα στο δικό του µέλλον. Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Η κρίση του Θεού δεν είναι κάτι που θα συµβεί µονάχα στο «τέλος του κόσµου». Η Βασιλεία του Θεού, εφ όσον είναι η νίκη πάνω στο κακό, σηµαίνει και µία διαρκή κρίση ενάντια σε κάθε µορφή του κακού. Αυτή η κρίση αποκαλύπτει στους ανθρώπους τη σοβαρότητα του κακού και τις καταστρεπτικές του δυνάµεις που
183 ενεργούν στην κοινωνία. Έτσι, αυτή η κρίση προδιαθέτει τον άνθρωπο για την µετάνοια. εν αφορά µονάχα τα άτοµα, αλλά και τις διάφορες κοινωνίες σαν κοινωνίες, µη εξαιρουµένης και της Εκκλησίας. Όσον αφορά τα άτοµα, αυτή η κρίση δεν έρχεται µετά το θάνατο, αλλά είναι σε πλήρη δράση ήδη από τώρα, καταγγέλλοντας ότι δεν είναι σύµφωνο µε τη Βασιλεία του Θεού και καλώντας τον άνθρωπο να συνεργαστεί για τη Βασιλεία. Η κρίση αυτή του Θεού δεν είναι διαφορετική από τη χάρη του, που µας δείχνει την ανεπάρκεια των πράξεών µας. Υπάρχει όµως πάντα ο κίνδυνος να σκληρύνουµε την καρδιά µας στο κάλεσµα του Θεού. Τότε η κρίση του Θεού αντί να είναι κρίση ζωής µετατρέπεται από µας τους ίδιους σε κρίση Θανάτου, σε κόλαση, δηλαδή σε αποκλεισµό του εαυτού µας από την αγάπη του Θεού. Τι σηµασία έχει λοιπόν αυτό που απαγγέλλουµε στο Πιστεύω; Το «και πάλιν ερχόµενον (Τον Χριστόν) κρίναι ζώντας και νεκρούς» σηµαίνει ότι η αδικία του κόσµου δεν θα έχει την τελευταία λέξη, ότι θα υπάρξει ένα τελευταίο και οριστικό «εφετείο», ώστε η δικαιοσύνη του Θεού να πάρει τη θέση που της ανήκει. Τότε δηλαδή η Βασιλεία θα φθάσει στην πληρότητά της. ΠΑΡΑ ΕΙΣΟΣ - ΚΟΛΑΣΗ - ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ. Όλα όσα µέχρι τώρα έχουµε αναφέρει µας φωτίζουν για να καταλάβουµε τι εννοούµε µε τις λέξεις παράδεισος, κόλαση, καθαρτήριο. Όπως αναφέραµε, η Θεία Αποκάλυψη δεν µας περιγράφει λεπτοµερώς το µέλλον µας. Μεταχειρίζεται µόνον εικόνες όπως: ένα γαµήλιο γεύµα, τη φωτιά, το σκοτάδι, τη φθορά, (σκουλήκια). εν πρέπει ωστόσο να ταυτίζουµε τις εικόνες µε την πραγµατικότητα στην οποία αναφέρονται. Η πραγµατικότητα αυτή είναι η Βασιλεία του Θεού η οποία είναι ένα µήνυµα που αναφέρεται τόσο στο παρόν όσο και στο µέλλον. α) Παράδεισος: Ο παράδεισος είναι η νίκη του Θεού πάνω στο κακό και την αµαρτία, νίκη παρούσα ήδη σ αυτό τον κόσµο, που θα πραγµατοποιηθεί όµως πλήρως στην συντέλεια των καιρών. Σ αυτή την νίκη παίρνει κάθε άνθρωπος µέρος, ήδη από τώρα εφ όσον δεν αποκλείει τον εαυτό του από την αυτοεπικοινωνία του Θεού. Τότε κατέχει από τώρα την αιώνια ζωή, που θα φθάσει στην τελειότητά της µε το θάνατο, µετά το θάνατο, µε την προσωπική ανάσταση και κυρίως µε την τελική αποκατάσταση της δικαιοσύνης. Ο Παράδεισος εγκαινιάστηκε µε την ανάσταση του Χριστού, όχι βέβαια σαν τόπος, αλλά σαν κατάσταση, που όχι µονάχα υπάρχει, αλλά που έχει και µία ακριβή ηµεροµηνία: Το πρωί της ανάστασης. Έτσι ο «παράδεισος» συνίσταται ουσιαστικά στο να είµαστε µε το Χριστό και σαν το Χριστό, στο να εισαχθούµε «εν Χριστώ» όχι στην πλήρη και φανερή µόνο κοινωνία µε το Θεό, αλλά και µε όλο τον κόσµο, µε τα αδέλφια µας και µε τον εαυτό µας. Είναι ο καρπός της πορείας του ανθρώπου που στηρίζεται στο Χριστό. Είναι η ωριµότητα της αγάπης του Χριστού για µας, όπως θα τη ζήσουµε τότε. Ο Παράδεισος δεν είναι όπως έγραφε η Σιµόν ντε Μπωβουάρ «το βασίλειο της ανίας, που είναι πιο θλιβερή από κάθε κόλαση». Ούτε και η αιώνια ανάπαυση, όπως λέµε συνήθως, αλλά η κατοχή της πληρότητας της ζωής. Όσοι ζουν σ αυτή τη νέα κατάσταση δεν είναι ξεκοµµένοι από την επίγεια περιπέτεια. Έστω και αν έχουν φθάσει στο λιµάνι της ευτυχίας, ωστόσο η καρδιά τους, όπως η καρδιά του Χριστού, αντανακλά όλο το δράµα και την αγωνία των ανθρώπων. Όλοι αυτοί που είναι µε το Χριστό, δηλαδή οι άγιοι, γνωστοί ή άγνωστοι, αγαπούν, ελπίζουν, υποφέρουν µε όλα τα αδέλφια τους, που βρίσκονται ακόµα «εν πορεία», µέχρις ότου η ανθρωπότητα ολόκληρη φθάσει στον προορισµό της.
184 Γι αυτό µπορούµε να καταλάβουµε ότι είναι δυνατό να προσευχόµαστε τα αδέλφια µας που µας έχουν προηγηθεί στη Βασιλεία και που εµείς τα ονοµάζουµε αγίους. Η ευλάβεια για τους αγίους δεν είναι τίποτε άλλο από την παρηγορητική επικοινωνία µε τα αδέλφια που έχουν φθάσει στο λιµάνι και που ωστόσο παλεύουν µε εµάς, δίπλα µας και για µας. β) Κόλαση: Ακόµα µία φορά, πρέπει να το επαναλάβουµε και εδώ ότι όσα αναφέρει η Γραφή για την άλλη ζωή, και προ πάντων γι αυτό που εµείς ονοµάζουµε «κόλαση», δεν είναι ένα ρεπορτάζ για κάτι που θα συµβεί σε µία ορισµένη στιγµή στο µέλλον, αλλά πρέπει να το εννοήσουµε σαν αποκάλυψη της κατάστασης στην οποία ο άνθρωπος βρίσκεται αληθινά τώρα. Η κόλαση λοιπόν είναι το χάος από το οποίο µας έσωσε η χάρη του Θεού. Χάος όµως στο οποίο µπορούµε να ξαναπέσουµε, γιατί υπάρχει πάντα η δυνατότητα να γίνουµε εντελώς κουφοί στο κάλεσµα και στο λόγο του Θεού, και έτσι να µην µπορούµε πια να δεχτούµε την προσφορά αγάπης και ευσπλαχνίας του. Αυτή η θλιβερή πραγµατικότητα µπορεί να αρχίσει από τώρα και να έχει επεκτάσεις και στο µέλλον. Τότε πρόκειται για τη Βασιλεία του Αντίχριστου. Η κόλαση λοιπόν είναι η οριστικότητα του κακού, η µη κοινωνία µε το Θεό, που προέρχεται από την πλήρη και ελεύθερη αποκοπή από το Χριστό και από τα αδέλφια µας. Η κόλαση είναι αµετάκλητη αποτυχία του ανθρώπου, που στη θέση του Θεού διάλεξε ένα είδωλο. Η κόλαση δεν είναι µία «τιµωρία» που ο Θεός επιβάλλει στον αµαρτωλό. Η κόλαση δεν είναι έργο του Θεού. Αντίθετα, ο ίδιος ο Θεός «αγωνίζεται» για να µην πραγµατοποιηθεί η δυνατότητα της κόλασης για κανένα άνθρωπο, µέχρι το σηµείο να θυσιάσει τον ίδιο το γιο του. Ο σταυρός είναι η πιο ριζική και ενδεικτική αντίθεση του Θεού στην κόλαση. Η κόλαση παραµένει πάντα σαν τροµερή δυνατότητα, σαν συνέχεια της σκλήρυνσης του ανθρώπου στο κακό. Η κόλαση πραγµατοποιείται µέσα στον άνθρωπο. Όµως κανένας δεν µπορεί να πει αν η κόλαση (δυνατότητα ή πραγµατικότητα) πραγµατοποιήθηκε ποτέ, έστω και σε ένα µόνο άνθρωπο. Ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι. Το απολυτρωτικό έργο του Χριστού αφορά όλους τους ανθρώπους. Η ευσπλαχνία του Θεού δεν έχει όρια. Κάθε φορά που µιλάµε για τη δυνατότητα της κόλασης, πρέπει πάντα να έχουµε υπόψη αυτές τις βασικές αλήθειες του χριστιανισµού. Ένα πράγµα πάντως είναι βέβαιο: Ο φόβος της κόλασης δεν δηµιουργεί τις προϋποθέσεις για µία γνήσια χριστιανική ζωή, διότι, µονάχα µία ελεύθερη αγάπη είναι αποδεκτή από το Θεό της αγάπης. Γ) Το καθαρτήριο: Ο άνθρωπος αλλάζει και ωριµάζει συνεχώς, περνώντας από διάφορες µεταµορφώσεις, µερικές φορές οδυνηρές, που ο Θεός στην ευσπλαχνία του δηµιουργεί σ αυτόν. Ο δρόµος του Θεού περνάει µέσω πολλών αλλαγών που αγγίζουν βαθιά την ύπαρξη του ανθρώπου. Αυτή η αλλαγή, η µεταµόρφωση, η κάθαρση, αφορά το παρόν και το µέλλον και ονοµάζεται «Καθαρτήριο». Η προέκταση του καθαρτηρίου, στο µέλλον, δεν έχει µόνο το σκοπό µίας περαιτέρω κάθαρσης του ανθρώπου, αλλά και την τελειοποίηση όλων εκείνων των πνευµατικών αξιών που έµειναν ηµιτελείς και ανακατεµένες µε τα ανθρώπινα κίνητρα. Επειδή δε η τελειοποίηση, η ωρίµανση και η κάθαρση του ανθρώπου, τόσο εδώ όσο και στην άλλη ζωή έχουν κοινωνικό χαρακτήρα, γίνονται δηλαδή, µε τη συνεργασία των αδελφών, µπορούµε να καταλάβουµε τη σηµασία και την αξία της προσευχής και της προσφοράς της επίγειας κοινότητας για τους νεκρούς. Η κάθαρση του ανθρώπου στην άλλη ζωή γίνεται «εκτός» χώρου και χρόνου. Είναι λοιπόν αδύνατο να µάθουµε πόσο διαρκεί. Ο θάνατος και η άµεση ενόραση του Θεού δηµιουργούν ήδη τις προϋποθέσεις γι αυτή την κάθαρση-τελειοποίηση του ανθρώπου, δηλαδή για το καθαρτήριό του.
185 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Οι επιπτώσεις της Βασιλείας του Θεού στο σήµερα του ανθρώπου. Επειδή η Βασιλεία είναι η τελική νίκη του Θεού ενάντια στο κακό, σε όλες τις µορφές του κακού και όχι µόνο στην προσωπική ζωή του ανθρώπου, αλλά και στην κοινωνική, τότε ο χριστιανός πρέπει ήδη µε την προσωπική και την κοινωνική του δράση να εγκαινιάσει από τώρα µία «πρόωρη» πραγµατοποίηση της Βασιλείας. Έτσι, προσπαθώντας να µετατρέψει προς το καλύτερο τις κοινωνικές δοµές, θα φέρει πιο κοντά του τη Βασιλεία. Εξάλλου, αν πιστεύει στο ένδοξο µέλλον του ανθρώπου, όσο δοκιµασµένη και αν είναι η ζωή του, ξέρει ότι τελικά η νικηφόρα χάρη του Θεού θα εισβάλει στον κόσµο αυτό. Ο χριστιανός θεωρεί την προσωπική του ιστορία σαν τον χώρο όπου πραγµατοποιείται ο νικηφόρος ερχοµός του Κυρίου, έστω και αν ο θάνατος τον περιµένει, έστω κι αν καταρρεύσει ο κόσµος, αυτός µένει αφοσιωµένος στο Μήνυµα της Βασιλείας. Πιστεύει πως οι δοκιµασίες τον κάνουν πιο άνθρωπο και τον φέρνουν πιο κοντά στην εικόνα του Χριστού. Η αρετή της ζωντανής ελπίδας γίνεται έτσι η ατµόσφαιρα µέσα στην οποία ζει το σήµερα, για το προσωπικό και το παγκόσµιο καθαρό Αύριο του Ανθρώπου εν Θεώ.