ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ 6-11-2016 ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α. Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι αυτούς τους λόγους και οι άλλοι και οι Αθηναίοι, όταν γίνεται λόγος για (θέμα σχετικό με) την οικοδομική τέχνη ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα, νομίζουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να δίνουν συμβουλή, και αν κάποιος που είναι έξω από τους λίγους, επιχειρεί να δίνει συμβουλές, δεν τον δέχονται, όπως εσύ λες -δικαιολογημένα, όπως λέω εγώ- όταν όμως έρχονται να συμβουλεύσουν για ζητήματα πολιτικής αρετής, η οποία πρέπει να διέπεται ολόκληρη από δικαιοσύνη και σωφροσύνη, εύλογα (δίκαια) δέχονται κάθε άνδρα με το σκεπτικό ότι ταιριάζει στον καθένα, βέβαια, να έχει μερίδιο σ αυτή την αρετή, διαφορετικά δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν πόλεις. Αυτή, Σωκράτη, είναι η αιτία αυτού του πράγματος. Και για να μη νομίζεις ότι εξαπατάσαι, πάρε πάλι το εξής ως απόδειξη ότι πραγματικά όλοι οι άνθρωποι θεωρούν πως κάθε άνδρας συμμετέχει και στη δικαιοσύνη και στην άλλη πολιτική αρετή: δηλαδή στις άλλες ικανότητες (αρετές), όπως ακριβώς εσύ λες, αν κάποιος ισχυρίζεται ότι είναι καλός αυλητής ή (καλός) σε οποιαδήποτε άλλη τέχνη, στην οποία δεν είναι, τον περιγελούν ή εξοργίζονται εναντίον του, και οι συγγενείς πλησιάζοντάς τον, τον συμβουλεύουν σαν να είναι τρελός Β1. αἰδώς: η αρχαιοελληνική αυτή λέξη δεν μπορεί να αποδοθεί με μια μόνο νεοελληνική λέξη, καθώς έχει ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις και περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό συναισθημάτων. Θα μπορούσαμε να πούμε γενικά ότι με τον όρο «αἰδώς» εννοούμε την ντροπή, την ταπείνωση που νιώθει ένας άνθρωπος, όταν συμπεριφέρεται με τρόπο που αντιβαίνει στους άγραφους (αλλά και γραπτούς) κώδικες ηθικής συμπεριφοράς. Επίσης, στον όρο «αἰδώς» εμπεριέχεται και το αίσθημα της σεμνότητας, της ταπείνωσης, όπως και αυτό του σεβασμού προς τους άλλους ανθρώπους. Τέλος, ο σεβασμός δεν περιορίζεται μόνο απέναντι στους άλλους, αλλά νοείται και ως αυτοσεβασμός. Δηλαδή, ο άνθρωπος κυριεύεται από το συναίσθημα της αἰδούς, όταν οι πράξεις του μειώνουν τον ίδιο, τον ρίχνουν στα μάτια και τη συνείδηση των άλλων, όταν αυτοταπεινώνεται. Όλος ο λαμπρός αρχαιοελληνικός πολιτισμός είναι «πολιτισμός ντροπής», δηλαδή χτισμένος πάνω σε τέτοιες αξίες και ιδανικά, που καθιστούν την αἰδώ, την ντροπή, ως το πλέον αποφευκτέο συναίσθημα το οποίο μπορεί να νιώσει κανείς. Αμέτρητα είναι τα παραδείγματα στα οποία η τιμή, ο αυτοσεβασμός, η φήμη του ονόματος υπήρξαν τα κίνητρα πράξεων που αποσκοπούσαν στην αποφυγή της αἰδούς. Ο Έκτορας τρέμει πολύ περισσότερο μη χαρακτηριστεί δειλός, παρά τον ίδιο το θάνατο. Ο Θουκυδίδης αναφερει για τους Αθηναίους ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που θέλουν να διαφύγουν είναι να τους πουν δειλούς. Ο Αίας, όταν Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 1
κυριεύεται από αἰδώ, ντροπή, επειδή ταπεινώθηκε στα μάτια των άλλων πολεμιστών, αυτοκτονεί. δίκη: το συναίσθημα της δικαιοσύνης, η έμφυτη αντίληψη του δίκαιου και του άδικου, ο σεβασμός των γραπτών νόμων και των δικαιωμάτων των συνανθρώπων μας, καθώς και οι ενέργειες για την αποκατάσταση αυτών των δικαιωμάτων, όταν καταστρατηγούνται από κάποιον η δίκη δηλαδή θα μπορούσε να ταυτιστεί με την έμφυτη αντίληψη για το δίκαιο, το σωστό, το νόμιμο. Μονάδες 8 Β2. Αποδεικτέα θέση: «Ἵνα δὲ μὴ οἴῃ ἀπατᾶσθαι... λαβὲ τεκμήριον». Η φράση αυτή αποτελεί την αποδεικτέα θέση για την καθολικότητα της αρετής, ότι όλοι δηλαδή οι άνθρωποι έχουν μερίδιο σ αυτή. Ο Πρωταγόρας για να αποδείξει τη θέση του για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής προβαίνει στη συγκριτική εξέταση δύο παραδειγμάτων από την αθηναϊκή κοινωνία. Το πρώτο αναφέρεται στη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στους ειδικούς σε έναν τεχνικό τομέα, εδώ σε έναν αυλητή, και το δεύτερο στη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στον πολίτη και στη σχέση του με τη δικαιοσύνη. Η διαφορετική στάση της κοινής γνώμης στη μια και στην άλλη περίπτωση είναι για τον Πρωταγόρα επαρκής λόγος για να πείσει τον Σωκράτη και το ακροατήριό του για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής. Τα παραδείγματα που τεκμηριώνουν την αποδεικτέα θέση: 1ο παράδειγμα: «Ἐν γὰρ ταῖς ἄλλαις ἀρεταῖς... ὡς μαινόμενον». Η αρετή, εδώ, δεν έχει ηθικό περιεχόμενο, αλλά αποδίδει την ικανότητα και τις γνώσεις σε έναν ειδικό τομέα. Η κοινή γνώμη των Αθηναίων, απορρίπτει αυστηρά όποιον ισχυρίζεται ότι έχει ειδικές γνώσεις, ενώ δεν έχει, δηλαδή όποιον δεν διαθέτει τη στοιχειώδη αυτογνωσία για το τι γνωρίζει και τι όχι. Όσον αφορά, λοιπόν, την ικανότητα ή τις γνώσεις σε κάποια τέχνη, επαινείται το να λέει κανείς την αλήθεια. Διαφορετικά, καταδικάζεται στη συνείδηση της κοινής γνώμης. 2ο παράδειγμα: «ἐν δὲ δικαιοσύνῃ καὶ... ἐνταῦθα μανίαν». Αντίθετα, όσον αφορά τη δικαιοσύνη (και την πολιτική αρετή γενικότερα), θεωρείται σωστό το να λένε όλοι ότι είναι δίκαιοι, ακόμα κι αν δεν είναι. Η κοινή γνώμη αποδέχεται ότι ο καθένας είτε είναι δίκαιος είτε όχι πρέπει να υποστηρίζει ότι είναι ή να φαίνεται δίκαιος. Όποιος αποκλίνει από τη στάση αυτή, δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτός ως μέλος της κοινωνίας. Φαίνεται εδραιωμένη η αντίληψη ότι η κοινωνική συνύπαρξη των ανθρώπων δεν συμφωνεί με την αδικία, η οποία απειλεί με διάσπαση τη συνοχή της κοινωνίας, και ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που τουλάχιστον δεν καταφάσκει στη δικαιοσύνη. Το να ομολογεί κάποιος δημόσια την αλήθεια, ότι δηλαδή είναι άδικος, θεωρείται παραφροσύνη, διότι: θα υποστεί ποινές και θα αμαυρωθεί η δημόσια εικόνα του. Μονάδες 15 Β3. ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις: σ αυτό το σημείο ο Πρωταγόρας φαίνεται ότι δέχεται πως η πολιτική ιδιότητα είναι ειδοποιό γνώρισμα του ανθρώπου και απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι δεκτός στην πολιτική κοινωνία. Όταν και ακόμη και το ελάχιστο της κατάφασης στην έννοια του δικαίου λείπει από κάποιον, ο άνθρωπος αυτός δεν μπορεί να συγκαταλέγεται Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 2
ανάμεσα στους ανθρώπους, γιατί υστερεί και αποτελεί απειλή για τους ιδρυτικούς σκοπούς της πολιτικής κοινωνίας. Έτσι, σ αυτή την ενότητα προτείνεται αυτός να μη συγκαταλέγεται μεταξύ των ανθρώπων, δηλαδή να εξορίζεται και να του στερούνται τα πολιτικά του δικαιώματα. Από την άλλη, στην 4 η ενότητα είχε προταθεί από τον Δία η θανατική ποινή («κτείνειν ὡς νόσον πόλεως»). Ίσως η ποινή του Πρωταγόρα να φαίνεται ηπιότερη σε σχέση με αυτή που επιβάλλει ο Δίας έχουν όμως και οι δύο τον ίδιο σκοπό: να οδηγήσουν τους ανθρώπους στην αρετή. Έτσι, προβάλλεται ο παιδευτικός ρόλος των νόμων. Αν, βέβαια, λάβουμε υπόψη μας τη σημασία που έχει η πόλη και η συμμετοχή του πολίτη στα κοινά την εποχή αυτή, καταλαβαίνουμε πως η ποινή που αναφέρει ο Πρωταγόρας είναι ισάξια ή και αυστηρότερη από αυτή που προτείνεται από τον Δία. Μονάδες 7 Β4. Σχολικό βιβλίο σελ. 49: «Τα θέματα του Πρωταγόρα...ο καθένας από τους συνομιλητές». Β5. παροχή: ἔχων ιστορία: εἰδῶσιν δειλός: δείσας εξήγηση: ἡγοῦνται κατάληψη: λαβὲ όλεθρος: ἀπόλοιτο προφητεία: ἔφη ποίηση: προσποιούμενον μάντης: μαίνεσθαι σύνθεση: θές ΤΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΠΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 3
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ (ΑΔΙΔΑΚΤΟ) Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ ΤΜΗΜΑΤΑ) 6/11/2016 Α. ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Αλλά, νομίζω, αυτοί που θεσπίζουν νόμους είναι οι αδύναμοι άνθρωποι και η πλειοψηφία. Σύμφωνα λοιπόν με τους ίδιους και το συμφέρον τους, και νομοθετούν και επαινούν και κατηγορούν εκφοβίζοντας τους πιο ισχυρούς ανθρώπους και όσους είναι σε θέση να πλεονεκτούν, για να μην έχουν περισσότερα από αυτούς, λένε πως τάχα είναι αισχρό και άδικο το να υπερέχει κανείς και πως αυτό είναι η αδικία, δηλαδή το να επιδιώκει κανείς να έχει περισσότερα από τους άλλους. Γιατί αυτοί, νομίζω, είναι ευχαριστημένοι αν έχουν ίσα δικαιώματα (ενν. με τους δυνατούς), ενώ είναι κατώτεροι. Γι' αυτούς τους λόγους λοιπόν κατά συνθήκη θεωρείται αισχρό και άδικο αυτό, το να επιδιώκει δηλαδή κανείς να έχει περισσότερα από τους πολλούς, και ονομάζουν αυτό αδικία. Όμως, νομίζω, η ίδια η φύση αποδεικνύει αυτό, ότι δηλαδή είναι δίκαιο να υπερέχει ο καλύτερος έναντι του χειρότερου και ο πιο δυνατός έναντι του πιο αδύνατου. Β. τοῦ ἀσθενοῦς/ τὸν ἀσθενῆ, πολύ, τούτων, ταῖς φύσεσι(ν), τὸν ἀγαθὸν/ τὸν ἄριστον, ἕξειν καὶ σχήσειν, εἰπέ, ἐζητοῦμεν, ἐσοίμεθα, τιθῶνται. Γα. οἱ ἀσθενεῖς: ομοιόπτωτος επιθετικός προσδιορισμός στο «ἄνθρωποί». τῶν ἀνθρώπων: ετερόπτωτος προσδιορισμός, ως γενική συγκριτική στο επίθετο «ἐρρωμενεστέρους». τὸ ζητεῖν: έναρθρο απαρέμφατο σε θέση επεξήγησης στο «τοῦτό». ἀδικεῖν: κατηγορούμενο στο αντικείμενο «αὐτὸ» μέσω του ρήματος «καλοῦσιν». τὸν ἀμείνω: υποκείμενο στο απαρέμφατο «ἔχειν», ετεροπροσωπία. Γβ. Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 1
«ἵνα μὴ αὐτῶν πλέον ἔχωσιν»: δευτερεύουσα επιρρηματική τελική πρόταση, εισάγεται με τον τελικό σύνδεσμο ἵνα, εκφέρεται με υποτακτική (ἔχωσιν) που δηλώνει σκοπό επιδιωκόμενο και λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού στο «ἔχειν». «ὅτι δίκαιόν ἐστιν τὸν ἀμείνω τοῦ ἀδυνατωτέρου»: δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση, εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο ὅτι που δηλώνει αντικειμενική γνώμη, εκφέρεται με οριστική (ἐστιν) που δηλώνει το πραγματικό και λειτουργεί ως επεξήγηση στο «αὐτό». ΤΙΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ: ΒΑΒΟΥΡΑ ΜΑΡΙΑ ΓΙΑΝΝΗΛΕΡ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑ ΕΙΡΗΝΗ Φροντιστήρια ΣΥΣΤΗΜΑ Σελίδα 2