ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 69/27.1.2009 ΘΕΜΑ: Τροποποίηση της Πράξης ΣΝΠ 54/27.2.2004, όπως ισχύει, η οποία αφορά τα µέσα και διαδικασίες εφαρµογής της νοµισµατικής πολιτικής από την Τράπεζα της Ελλάδος Το ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, αφού έλαβε υπόψη: α) τα Άρθρα 2, 35α, και 55 του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, β) την Πράξη ΣΝΠ 54/27.2.2004 «Μέσα και διαδικασίες εφαρµογής της νοµισµατικής πολιτικής από την Τράπεζα της Ελλάδος», όπως έχει τροποποιηθεί µέχρι σήµερα (τελευταία σχετική η ΠΣΝΠ 68/27.11.2008), γ) την Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2000/7 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σχετικά µε τα µέσα και τις διαδικασίες νοµισµατικής πολιτικής του Ευρωσυστήµατος, όπως τροποποιήθηκε µε την Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2008/13 και την Κατεθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2009/1. δ) το Καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήµατος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ Να τροποποιήσει τις σχετικές διατάξεις της Πράξης ΣΝΠ 54/27.2.2004, όπως ισχύει, και να καθορίσει τα ακόλουθα: 1. Στο Κεφάλαιο ΙΙ, η παράγραφος Α.3.α.(i) αντικαθίσταται, ως εξής: «(i) οι πράξεις κύριας αναχρηµατοδότησης πραγµατοποιούνται µία φορά την εβδοµάδα, µε διάρκεια, κατά κανόνα, 7 ηµερών.».
2. Στο Κεφάλαιο V, παράγραφος Α.1, η αναφορά στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2008/18 συµπληρώνεται µε αναφορά στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2008/13. Από την 1 η Μαρτίου 2009, οι σχετικές αναφορές συµπληρώνονται µε αναφορά και στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2009/1. 3. Στο Κεφάλαιο V, παράγραφος Α.4, το δεύτερο σηµείο αντικαθίσταται, ως εξής: «- αναγγελία στον οφειλ της ενεχύρασης της δανειακής απαίτησης». 4. Στο Κεφάλαιο V, η παράγραφος Α.9 αντικαθίσταται, ως εξής: «9. Οι αντισυµβαλλόµενοι οφείλουν να µην παρέχουν ως ασφάλεια, ακόµη και εάν πληρούν τα κριτήρια καταλληλότητας, περιουσιακά στοιχεία τα οποία έχουν εκδώσει, χορηγήσει ή για τα οποία έχουν εγγυηθεί οι ίδιοι ή άλλα πρόσωπα µε τα οποία οι αντισυµβαλλόµενοι συνδέονται µε στενό οικονοµικό δεσµό. Για τους σκοπούς της παρούσας Πράξης, θεωρείται ότι υφίσταται στενός οικονοµικός δεσµός όταν ο αντισυµβαλλόµενος συνδέεται µε έναν εκδότη ή εγγυητή ή οφειλ αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων ως εκ του ότι: (i) ο αντισυµβαλλόµενος κατέχει άµεσα ή έµµεσα µέσω τρίτου ή τρίτων ποσοστό τουλάχιστον 20% του κεφαλαίου του εκδότη ή εγγυητή ή οφειλ ή (ii) ο εκδότης ή ο εγγυητής ή ο οφειλς κατέχει άµεσα ή έµµεσα µέσω τρίτου ή τρίτων τουλάχιστον 20% του κεφαλαίου του αντισυµβαλλοµένου ή (iii) ένα τρίτο πρόσωπο κατέχει συγχρόνως πάνω από 20% του κεφαλαίου του αντισυµβαλλοµένου και πάνω από 20% του κεφαλαίου του εκδότη ή εγγυητή ή οφειλ, είτε άµεσα είτε έµµεσα, µέσω ενός ή περισσότερων προσώπων.» 5. Στο Κεφάλαιο V, η παράγραφος Α.10 αντικαθίσταται, ως εξής: «10. Η προαναφερόµενη διάταξη δεν εφαρµόζεται: α) στους στενούς δεσµούς που τυχόν συνδέουν τον αντισυµβαλλόµενο µε τις δηµόσιες αρχές χωρών του Ευρωπαϊκού Οικονοµικού Χώρου ή στην περίπτωση κατά την οποία το χρεόγραφο είναι εγγυηµένο από αρχή του δηµοσίου τοµέα η οποία έχει το δικαίωµα επιβολής φόρων, β) στις καλυµµένες τραπεζικές οµολογίες που πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 22 παράγραφος 4 της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, όπως ισχύει, γ) σε περιπτώσεις στις οποίες τα χρεόγραφα προστατεύονται µε νοµικές διασφαλίσεις ανάλογες των προβλεποµένων στο εδάφιο (β) της παρούσας παραγράφου, όπως στην περίπτωση των µη εµπορεύσιµων χρεογράφων που είναι εξασφαλισµένα µε στεγαστικά δάνεια (Retail Mortgage-Backed Debt Instruments).» 6. Στο Κεφάλαιο V, µετά την παράγραφο Α.10, τίθεται νέα παράγραφος 11, των υπόλοιπων παραγράφων αναριθµουµένων αναλόγως, ως εξής: «11. Περαιτέρω, δεν γίνεται αποδεκτό ως ασφάλεια χρεόγραφο το οποίο προέρχεται από τιτλοποίηση απαιτήσεων (ABS), εάν ο αντισυµβαλλόµενος (ή κάποιο τρίτο 2
πρόσωπο µε το οποίο έχει στενό οικονοµικό δεσµό) προσφέρει (α) αντιστάθµιση συναλλαγµατικού κινδύνου για το εν λόγω χρεόγραφο µέσω σχετικής συµφωνίας αντιστάθµισης ( currency hedge transaction), την οποία συνάπτει µε τον εκδότη ή (β) υποστήριξη ρευστότητας για ποσοστό ίσο ή ανώτερο του 20% του ανεξόφλητου υπολοίπου του χρεογράφου. 7. Στο Κεφάλαιο V, παράγραφος Β.1, η αναφορά στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2008/18 συµπληρώνεται µε αναφορά στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2008/13. Από την 1 η Μαρτίου 2009, οι σχετικές αναφορές συµπληρώνονται µε αναφορά και στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2009/1. 8. Στο Κεφάλαιο V, παράγραφος Β.2, η αναφορά στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2006/12, Παράρτηµα Ι, Κεφάλαιο 6.3.4 αντικαθίσταται µε αναφορά στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2008/13. 9. Στο Κεφάλαιο V, η παράγραφος Β.6, αντικαθίσταται, ως εξής: «Η ελάχιστη απαιτούµενη διαβάθµιση αποδεκτού περιουσιακού στοιχείου ορίζεται σε BBB- ή ισοδύναµή της, για κάθε εµπορεύσιµο ή µη εµπορεύσιµο περιουσιακό στοιχείο, εξαιρουµένων των τίτλων που προέρχονται από τιτλοποίηση απαιτήσεων, για τους οποίους ως ελάχιστη απαιτούµενη διαβάθµιση παραµένει το A. Από την 1η Μαρτίου 2009, για τους τίτλους που προέρχονται από τιτλοποίηση απαιτήσεων και οι οποίοι εκδίδονται από την 1 η Μαρτίου 2009 και εφεξής, η ελάχιστη απαιτούµενη διαβάθµιση κατά την έκδοση ορίζεται σε AAA και η ελάχιστη απαιτούµενη διαβάθµιση κατά τη διάρκεια έως τη λήξη του τίτλου ορίζεται σε A.» 10. Στο Κεφάλαιο V, η υποσηµείωση 4 αντικαθίσταται, ως εξής: «Η διαβάθµιση Α ισούται µε τη διαβάθµιση µακροπρόθεσµου χρέους A- της Fitch και της S&P, την Α3 της Moody s ή την AL της DBRS. Η διαβάθµιση ΑΑΑ ισούται µε τη διαβάθµιση µακροπρόθεσµου χρέους ΑΑA της Fitch, της S&P και της DBRS ή την Aaa της Moody s». 11. Στο Κεφάλαιο V, η παράγραφος Β.9 αντικαθίσταται, ως εξής: «9. Η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί το δικαίωµα να αποφασίζει κατά πόσον µία έκδοση, ένας εκδότης ή οφειλς ή εγγυητής ικανοποιεί τα ελάχιστα απαιτούµενα κριτήρια ποιότητας, βάσει οποιουδήποτε συναφούς κατά την κρίση της στοιχείου ή πληροφορίας, και να απορρίπτει περιουσιακά στοιχεία, να θέτει όρια στη χρήση τους ως ασφαλειών ή και να επιβάλλει πρόσθετα µέτρα ελέγχου κινδύνων, εάν αυτό κατά την κρίση της απαιτείται, προκειµένου να εξασφαλίζεται επαρκής προστασία του Ευρωσυστήµατος από κινδύνους, σύµφωνα µε το Άρθρο 18.1 του Καταστατικού ΕΣΚΤ/ΕΚΤ. Αυτά τα µέτρα, συµπεριλαµβανοµένων των πρόσθετων µέτρων ελέγχου κινδύνων, µπορούν να εφαρµοστούν επίσης σε συγκεκριµένους αντισυµβαλλοµένους, ιδιαίτερα αν η πιστωτική ποιότητα του αντισυµβαλλοµένου εµφανίζει υψηλή συσχέτιση µε την πιστωτική ποιότητα των ασφαλειών τις οποίες προσκοµίζει ο 3
αντισυµβαλλόµενος στην Τράπεζα της Ελλάδος. Περιουσιακά στοιχεία τα οποία εκδίδουν ή για τα οποία εγγυώνται (α) πρόσωπα που υπόκεινται σε δέσµευση των κεφαλαίων τους ή και σε άλλα περιοριστικά της χρήσης των εν λόγω κεφαλαίων µέτρα επιβαλλόµενα από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή από Κράτος Μέλος σύµφωνα µε το άρθρο 60(2) της Συνθήκης, ή (β) πρόσωπα ως προς τα οποία το ιοικητικό Συµβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε την αναστολή του δικαιώµατος πρόσβασης ή τον αποκλεισµό από τις πράξεις ανοικτής αγοράς ή από τις πάγιες διευκολύνσεις του Ευρωσυστήµατος, δύναται να διαγράφονται από τη λίστα των αποδεκτών περιουσιακών στοιχείων.» 12. Στο Κεφάλαιο V, παράγραφος.1.α, τα εδάφια (i), (ii) και (iii) αντικαθίστανται ως εξής: «i) Για τον υπολογισµό της περικοπής, τα εµπορεύσιµα περιουσιακά στοιχεία κατανέµονται κατά φθίνοντα βαθµό ρευστότητας σε µία από τις πιο κάτω πέντε κατηγορίες 14 : ΠΙΝΑΚΑΣ 1 14 Γενικά, η ταξινόµηση του εκδότη καθορίζει την κατηγορία ρευστότητας. Ωστόσο, όλα τα χρεόγραφα που προέρχονται από τιτλοποίηση απαιτήσεων υπάγονται στην κατηγορία V, ανεξάρτητα από την ταξινόµηση του εκδότη. Τα καλυµµένα χρεόγραφα τύπου «Jumbo» υπάγονται στην κατηγορία ΙΙ, αντίθετα µε τα παραδοσιακά καλυµµένα τραπεζικά οµόλογα και τα λοιπά χρεόγραφα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύµατα, τα οποία υπάγονται στην κατηγορία ΙΙΙ και IV. 4
Κατηγορία Ι Κατηγορία ΙΙ Κατηγορία ΙΙΙ Κατηγορία ΙV Κατηγορία V κεντρικής κυβέρνησης τοπικών και περιφερειακών κυβερνήσεων Παραδοσιακά καλυµµένα τραπεζικά οµόλογα πιστωτικών ιδρυµάτων (µη καλυµµένα) προερχόµενα από τιτλοποίηση απαιτήσεων (α) εκδοθέντα από κεντρικές τράπεζες (β) Καλυµµένα τραπεζικά οµόλογα τύπου Jumbo (γ) εκδοθέντα από εταιρίες και άλλους εκδότες (δ) ειδικών φορέωνεκδοτών χρεογράφων υπερεθνικών οργανισµών (α) προερχόµενα από τιτλοποίηση απαιτήσεων υπάγονται στην κατηγορία ρευστότητας V, ανεξάρτητα από την ταξινόµηση του εκδότη. (β) Τα πιστοποιητικά χρέους που εκδίδονται εκάστοτε από την ΕΚΤ και τα χρεόγραφα που έχουν εκδοθεί από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες πριν από την υιοθση του ευρώ στα αντίστοιχα κράτη-µέλη υπάγονται στην κατηγορία ρευστότητας Ι. (γ) Περιλαµβάνονται αποκλειστικά και µόνο τίτλοι µε ποσό έκδοσης τουλάχιστον 1 δισεκ. ευρώ και για τους οποίους τουλάχιστον τρεις βασικοί διαπραγµατευτές αγοράς παρέχουν σε τακτική βάση τιµές αγοράς και πώλησης. (δ) Μόνο οι τίτλοι που εκδίδονται από εκδότες οι οποίοι έχουν ταξινοµηθεί από την ΕΚΤ ως "ειδικοί φορείςεκδότες χρεογράφων" περιλαµβάνονται στην κατηγορία ρευστότητας ΙΙ. Οι τίτλοι που εκδίδονται από άλλους ειδικούς φορείς-εκδότες χρεογράφων, περιλαµβάνονται στην κατηγορία ρευστότητας ΙΙΙ. ii) Με βάση τις ανωτέρω κατηγορίες ρευστότητας, τα ποσοστά περικοπών επί της αποτίµησης που εφαρµόζονται στα αποδεκτά εµπορεύσιµα περιουσιακά στοιχεία σταθερού και µηδενικού τοκοµεριδίου καθορίζονται κατά κλιµάκιο εναποµένουσας διάρκειας, ως ακολούθως 15 : 15 Οι ως άνω περικοπές εφαρµόζονται επίσης σε τίτλους µε ρήτρα τιµαρίθµου καθώς και σε τίτλους των οποίων το τοκοµερίδιο συναρτάται µε την πιστοληπτική διαβάθµιση του εκδότη. 5
ΠΙΝΑΚΑΣ 2 Εναποµένουσα διάρκεια Ποσοστά περικοπής για εµπορεύσιµα περιουσιακά στοιχεία ανά κατηγορία Κατηγορία Ι Κατηγορία ΙΙ Κατηγορία ΙΙΙ Κατηγορία IV Κατηγορία σταθερό µηδενικό τοκο- τοκο- µερίδιο µερίδιο σταθερό µηδενικό σταθερό µηδενικό σταθερό µηδενικό τοκο- τοκο- τοκο- τοκο- τοκο- τοκο- µερίδιο µερίδιο µερίδιο µερίδιο µερίδιο µερίδιο V 0-1 έτος 0,5% 0,5% 1% 1% 1,5% 1,5% 6,5% 6,5% 12% 1-3 1,5% 1,5% 2,5% 2,5% 3% 3% 8% 8% 12% 3-5 2,5% 3% 3,5% 4% 4,5% 5% 9,5% 10% 12% 5-7 3% 3,5% 4,5% 5% 5,5% 6% 10,5% 11% 12% 7-10 4% 4,5% 5,5% 6,5% 6,5% 8% 11,5% 13% 12% > 10 5,5% 8,5% 7,5% 12% 9% 15% 14% 20% 12% iii) Οι περικοπές επί της αποτίµησης που εφαρµόζονται στα αποδεκτά εµπορεύσιµα περιουσιακά στοιχεία µε αντιστρόφως κυµαινόµενο επιτόκιο είναι ίδιες για όλες τις κατηγορίες ρευστότητας Ι έως IV και έχουν ως εξής: Τα χρεόγραφα της Κατηγορίας V τα οποία αποτιµώνται θεωρητικά υπόκεινται σε πρόσθετη περικοπή. Η πρόσθετη περικοπή εφαρµόζεται επί της αξίας που προκύπτει από τη θεωρητική αποτίµηση και µειώνει την αξία κατά 5%. 6
ΠΙΝΑΚΑΣ 3 Ποσοστά περικοπής για εµπορεύσιµα περιουσιακά στοιχεία των κατηγοριών Ι έως IV µε αντιστρόφως κυµαινόµενο επιτόκιο Εναποµένουσα διάρκεια Ποσοστό περικοπής 0-1 έτος 2% 1-3 7% 3-5 10% 5-7 12% 7-10 17% > 10 25% 13. Στο Κεφάλαιο V, στο τέλος της παραγράφου.1.β.(i), τίθεται υποσηµείωση, ως εξής: «Οι περικοπές επί της αποτίµησης που εφαρµόζονται στις δανειακές απαιτήσεις σταθερού επιτοκίου εφαρµόζονται και τις δανειακές απαιτήσεις, των οποίων το επιτόκιο συνδέεται µε τον πληθωρισµό.». 14. Στο Κεφάλαιο V, µετά το τέλος της παραγράφου.2, προστίθεται παράγραφος 3, ως εξής: «3. Όρια ως προς τη χρήση µη καλυµµένων τραπεζικών οµολογιών Από την 1 η Μαρτίου 2009 και εφεξής, οι µη καλυµµένες τραπεζικές οµολογίες οι οποίες εκδίδονται από έναν εκδότη ή από ένα νοµικό πρόσωπο µε το οποίο ο εκδότης έχει στενό οικονοµικό δεσµό δύνανται να χρησιµοποιηθούν ως ασφάλειες από έναν αντισυµβαλλόµενο µόνο στο βαθµό που η αξία τους (µετά την εφαρµογή των περικοπών) δεν υπερβαίνει το 10% της αξίας των συνολικών ασφαλειών (µετά την εφαρµογή των περικοπών) τις οποίες έχει προσφέρει ο συγκεκριµένος αντισυµβαλλόµενος. Αυτός ο περιορισµός δεν εφαρµόζεται στις µη καλυµµένες τραπεζικές οµολογίες για τις οποίες εγγυάται αρχή του δηµοσίου τοµέα η οποία δικαιούται να επιβάλλει φόρους, ή αν η τρέχουσα αξία των µη καλυµµένων τραπεζικών οµολογιών που προσφέρθηκαν ως ασφάλειες από τον αντισυµβαλλόµενο δεν 7
υπερβαίνει τα EUR 50 εκατοµµύρια. Οι µη καλυµµένες τραπεζικές οµολογίες που είχαν ήδη προσφερθεί στο Ευρωσύστηµα ως ασφάλειες µέχρι την 20 η Ιανουαρίου 2009 δεν υπόκεινται στον ανωτέρω περιορισµό µέχρι την 1η Μαρτίου 2010. Σε περίπτωση συγχώνευσης µεταξύ δυο ή περισσότερων εκδοτών µη καλυµµένων τραπεζικών οµολογιών ή δηµιουργίας στενών οικονοµικών δεσµών µεταξύ εκδοτών, αυτοί οι εκδότες θεωρούνται ένας όµιλος, για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, µόνον ένα χρόνο µετά την ηµεροµηνία της συγχώνευσης ή της δηµιουργίας στενού οικονοµικού δεσµού». 15. Στο Κεφάλαιο V, η παράγραφος Ε.4 αντικαθίσταται, ως εξής: «4. Πέραν των µέτρων ελέγχου κινδύνων που προβλέπονται στις παραγράφους.1 και.2 του παρόντος Κεφαλαίου, η Τράπεζα της Ελλάδος, ενεργώντας σύµφωνα µε τις εκάστοτε ισχύουσες αποφάσεις και οδηγίες της ΕΚΤ, δύναται να επιβάλλει πρόσθετα µέτρα ελέγχου κινδύνων, και, ιδίως: α) να επιβάλλει αρχικά περιθώρια, τα οποία προσαυξάνουν κατά συγκεκριµένο ποσοστό επί του ποσού της χρηµατοδότησης την απαιτούµενη αξία των περιουσιακών στοιχείων που παρέχονται προς ασφάλεια, β) να επιβάλλει όρια στην αποδοχή περιουσιακών στοιχείων σε σχέση µε εκδότες, οφειλέτες ή εγγυητές, πέραν των προβλεποµένων στην παρούσα Πράξη σχετικά µε τις µη καλυµµένες τραπεζικές οµολογίες, γ) να απαιτεί πρόσθετες εγγυήσεις από οικονοµικά εύρωστους φορείς προκειµένου να δεχθεί ορισµένα περιουσιακά στοιχεία, δ) να αποκλείει περιουσιακά στοιχεία από τις πράξεις νοµισµατικής πολιτικής. Η Τράπεζα της Ελλάδος επιβάλλει τα πρόσθετα µέτρα ελέγχου κινδύνων και κατά συγκεκριµένων αντισυµβαλλοµένων, σύµφωνα µε τα ειδικότερα οριζόµενα στην παράγραφο Β.9 του παρόντος Κεφαλαίου.» 16. Στο Κεφάλαιο V, µετά την παράγραφο Ε.5, προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής: «6. Σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, κατά τα προβλεπόµενα στην Κατευθυντήρια Γραµµή ΕΚΤ/2008/13, η Τράπεζα της Ελλάδος, ενεργώντας σύµφωνα µε τις εκάστοτε ισχύουσες αποφάσεις και οδηγίες της ΕΚΤ, δύναται να αποδέχεται ως ασφάλεια για πράξεις νοµισµατικής πολιτικής και για την παροχή ενδοηµερήσιας πίστωσης, εµπορεύσιµα χρεόγραφα τα οποία εκδίδουν κεντρικές κυβερνήσεις χωρών της Οµάδας των έκα (G-10), εκτός ευρωζώνης, στο εθνικό τους νόµισµα.» 17. Στο Κεφάλαιο VI, στην παράγραφο Α.1.α., υπό τον τίτλο «Έκτακτες (ταχείες) δηµοπρασίες», η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται, ως εξής: 8
«Στις έκτακτες δηµοπρασίες µεσολαβεί κατά κανόνα χρονικό διάστηµα ενενήντα (90) λεπτών της ώρας από την ανακοίνωση του αποτελέσµατος της δηµοπρασίας µέχρι την επιβεβαίωση του αποτελέσµατος των επιτυχών προσφορών.». Η παρούσα Πράξη ισχύει από την 1η Φεβρουαρίου 2009, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στις επιµέρους διατάξεις της. Από τις διατάξεις της παρούσας Πράξης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισµού. Η Πράξη αυτή να δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος Β ). ΤΑ ΜΕΛΗ Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ Γεώργιος Προβόπουλος Π. Θωµόπουλος Ελ.Λουρή- ενδρινού Γ. ηµόπουλος Γ. Οικονόµου Ι. Παπαδάκης Ακριβές Αντίγραφο, Αθήνα, ιεύθυνση Χρηµατοοικονοµικών ραστηριοτήτων Ο ιευθυντής Ι. Κουρής 9