Προστασία του Οπλισµένου Σκυροδέµατος µε Οργανικές Επικαλύψεις Γ. Μπατής, Καθηγητής, Τοµέας Επιστήµης και Τεχνικής των Υλικών, Σχολή Χηµικών Μηχανικών ΕΜΠ Ε. Ρακαντά, Χ. Σπερέζη, Μ. Κουµαντάκης, Χηµικός Μηχανικός, Τοµέας Επιστήµης και Τεχνικής των Υλικών, Σχολή Χηµικών Μηχανικών ΕΜΠ Κ.Κ. Σίδερης, Πολιτικός Μηχανικός, Εργαστήριο οµικών Υλικών, Τµήµα Πολιτικών Μηχανικών, ΠΘ Λέξεις κλειδιά: Οργανικές Επικαλύψεις, ιάβρωση, Σκυρόδεµα ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Ο πλέον συνηθισµένος τρόπος προστασίας υλικών από τις επιδράσεις του περιβάλλοντος είναι η χρήση οργανικών επικαλύψεων. Το ίδιο ισχύει και για το οπλισµένο σκυρόδεµα. Οι οργανικές επικαλύψεις µπορούν να χρησιµοποιηθούν για την παρεµπόδιση της εισόδου του νερού, διοξειδίου του άνθρακα, οξυγόνου και χλωριόντων στους πόρους του σκυροδέµατος, προστατεύοντας τόσο τον οπλισµό όσο και το σκυρόδεµα. Στην εργασία αυτή εξετάζονται δέκα οργανικές επικαλύψεις Ελληνικής παραγωγής ως προς την προστατευτική τους επίδραση στο οπλισµένο σκυρόδεµα. Ο έλεγχος της προστατευτικής ικανότητας τους έχει ελεγχθεί ως προς τα εξής: την υδατοπερατότητα, την διαπερατότητα σε υδρατµούς και την ενανθράκωση σε θάλαµο επιταχυνόµενης ενανθράκωσης. Από τις µέχρι τώρα µετρήσεις και µε την σύγκριση αναλόγων χρωµάτων από την διεθνή βιβλιογραφία προκύπτει ότι η Ελληνική βιοµηχανία µπορεί να παράγει χρώµατα για την επικάλυψη σκυροδέµατος τα οποία δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα υπάρχοντα στην διεθνή αγορά. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Στην γενική περίπτωση το σκυρόδεµα αποτελεί ένα προστατευτικό περιβάλλον του σιδηροπλισµού (Broomfield, 1997, Nuernberger 1991) για δύο λόγους:! Το υδατικό διάλυµα των πόρων του σκυροδέµατος είναι έντονα αλκαλικό εξαιτίας της υδρασβέστου, προϊόν της αντίδρασης σκλήρυνσης του τσιµέντου, µε ph µεταξύ 12,5 και 13,9. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο χάλυβας καλύπτεται επιφανειακά από ένα παθητικό στρώµα οξειδίων σιδήρου που παρεµποδίζει την διάβρωσή του. Η διάβρωση του χάλυβα περιορίζεται στην συντήρηση του παθητικού αυτού στρώµατος, δράση εξαιρετικά αργή, που πρακτικά µπορεί να αγνοηθεί.! Το σκυρόδεµα αποτελεί ένα φυσικό εµπόδιο στην επαφή του οπλισµού µε τα διάφορα διαβρωτικά συστατικά του περιβάλλοντος (όπως οξυγόνο, διοξείδιο του άνθρακα, διοξείδιο του θείου κ.λ.π.) και άλλες ουσίες που βοηθούν την διάβρωση (όπως χλωριόντα). Με την πάροδο του χρόνου το σκυρόδεµα µπορεί να χάσει την προστατευτική του ικανότητα π.χ. λόγω ενανθράκωσης δηλ. αντίδρασης του διοξειδίου του άνθρακα µε το υδροξείδιο του ασβεστίου, 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 1
το ph µπορεί να αποκτήσει τιµές χαµηλότερες του 9, οπότε ο χάλυβας µεταπηδά από την παθητική στην ενεργή κατάσταση και η διάβρωση του οπλισµού αρχίζει (Μπατής, Τεταγιώτη 23). Ένας άλλος λόγος για την διάβρωση του οπλισµού είναι η παρουσία των χλωριόντων. Τα χλωριόντα διαπερνούν το παθητικό στρώµα των οξειδίων και προκαλούν διάβρωση µε βελονισµούς (Μπατής Γ., Τεταγιώτη. 24). Για να αρχίσει η διαβρωτική δράση των χλωριόντων αυτά πρέπει να υπερβούν µία ορισµένη τιµή, η οποία συνήθως εκφράζεται σε γραµµάρια χλωριόντων ανά 1 γραµµάρια τσιµέντου. Η διάβρωση του οπλισµού στο σκυρόδεµα είναι µία ηλεκτροχηµική δράση, που λαµβάνει χώρα κάτω από ορισµένες προϋποθέσεις. Η ηλεκτροχηµική δράση απαιτεί την ύπαρξη ανόδου, καθόδου και ηλεκτρολύτου µέσω του οποίου διακινούνται τα ιόντα. Η διεξαγωγή των ηλεκτροχηµικών δράσεων πραγµατοποιείται στην διεπιφάνεια µετάλλου-ηλεκτρολύτη και ακολουθεί η µετακίνηση των ιόντων µέσω του ηλεκτρολύτη. Είναι φανερό ότι εάν το νερό, τα χλωριόντα και το διοξείδιο του άνθρακα δεν µπορέσουν να εισέλθουν στο εσωτερικό του σκυροδέµατος τότε δεν υπάρχει φόβος για διάβρωση του οπλισµού. Το σκυρόδεµα όµως όπως και όλες οι κονίες είναι ένα πορώδες υλικό. Η χρήση οργανικών επικαλύψεων (χρωµάτων, βερνικιών) στην επιφάνεια του σκυροδέµατος σε πάχος µερικών εκατοντάδων µικρών, µπορεί να παρεµποδίσει την είσοδο των ουσιών αυτών στους πόρους του σκυροδέµατος. Η πιο συνηθισµένη µέθοδος παρεµπόδισης των ουσιών αυτών στο σκυρόδεµα στην πράξη, είναι η χρησιµοποίηση των οργανικών επικαλύψεων (Μπατής Γ., Πανταζοπούλου Π., 1999). Από την άλλη πλευρά το σκυρόδεµα ανταλλάσσει υγρασία µε την ατµόσφαιρα και οι οργανικές επικαλύψεις πρέπει να επιτρέπουν την διέλευση υδρατµών. Γενικά οι οργανικές επικαλύψεις που εφαρµόζονται στο σκυρόδεµα (Μπατής Γ., Πανταζοπούλου Π., 1997) πρέπει να έχουν τις ακόλουθες ιδιότητες: Μικρή διαπερατότητα σε νερό. Αυξηµένη διαπερατότητα σε υδρατµούς. Καλή πρόσφυση στην επιφάνεια του σκυροδέµατος ακόµη και όταν η επιφάνεια του σκυροδέµατος είναι υγρή. Αντοχή στην αλκαλικότητα του σκυροδέµατος. Μικρή διαπερατότητα στο διοξείδιο του άνθρακα, το διοξείδιο του θείου και το οξυγόνο. Στην εργασία αυτή εξετάζονται οι ιδιότητες της υδατοπερατότητας, ατµοπερατότητας και διαπερατότητας σε διοξείδιο του άνθρακα σε µια σειρά από χρώµατα που διατίθενται στην ελληνική αγορά. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟ ΟΙ. Προκειµένου να µελετηθεί η ενανθράκωση κατασκευάσθηκαν δοκίµια κονιάµατος κυλινδρικά διαµέτρου 4 cm και ύψους 1 cm. Η αναλογία τσιµέντου / νερό / άµµος ήταν 1 /,6 / 3. Η χηµική σύσταση του τσιµέντου (τύπου ΙΙ 32,5) αναφέρεται στον πίνακα 1. Η άµµος που χρησιµοποιήθηκε για τα δοκίµια τύπου 1 ήταν θραυστή λατοµείου ασβεστοανθρακικής βάσης. Η κοκκοµετρία της δίνεται στο πίνακα 2. Για τα δοκίµια τύπου 2 χρησιµοποιήθηκε λεπτή κίσσηρη (αδρανές που είναι ελαφροβαρές) µε διάµετρο κόκκων κάτω από 5 mm. Το νερό που χρησιµοποιήθηκε ήταν της 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 2
Πολυτεχειούπολης Ζωγράφου, που είναι κατάλληλο για παρασκευή σκυροδέµατος σύµφωνα µε το ΕΛΟΤ 452. Πίνακας 1. Χηµική Σύσταση (%) τσιµέντου Portland (OPC) τύπου ΙΙ35 SiO 2 Al 2 O 3 Fe 2 O 3 CaO MgO K 2 O Na 2 O SO 3 CaO (f) LOI 2,67 4,99 3,18 63,6 2,73,37,29 2,414 2,41 2,52 Πίνακας 2. Κοκκοµετρική ανάλυση χρησιµοποιούµενης άµµου. 4mm<d 2mm<d<4mm 1mm<d<2mm 5µm<d<1mm 25µm<d<5µm d<25µm 2,8% 3,6% 26,43% 14,22% 9,42% 16,53% Τα χρώµατα που χρησιµοποιήθηκαν στην εργασία αυτή ήσαν: Α: πλαστικό χρώµα εσωτερικής χρήσης, διασπορά στυρενοακρυλικών ρητινών µε στερεά 59-63 %. Β: ακρυλικό τσιµεντόχρωµα νερου, διασπορά ακρυλικών ρητινών, στερεά 65-71 % Γ: ελαστοµερές στεγανοποιητικό χρώµα οριζοντίων εξωτερικών επιφανειών, στερεά 59-61% : ακρυλικό χρώµα εξωτερικής χρήσης, ακρυλική διασπορά, στερεά 59-63 %. Ε: ελαστοµερές στεγανωτικό χρώµα εξωτερικών επιφανειών, διασπορά ακρυλικών ρητινών, στερεά 63-67 %. Ζ: χρώµα εξωτερικών επιφανειών, σιλικονούχα ακρυλική διασπορά, στερεά 63-66 % Η: πλαστικό χρώµα, ρητίνες συµπολυµερισµού πολυβινυλίου και ακρυλικών ρητινών, στερεά 62-65 %. Θ: ακρυλικό χρώµα εξωτερικής χρήσης, διασπορά ακρυλικών ρητινών, στερεά 58-62 %. Ι: τσιµεντόχρωµα διαλύτη για εξωτερικές επιφάνειες, συµπολυµερισµός στυρενίου µε ακρυλικές ρητίνες, στερεά 65-71 %. Κ: µε το σύµβολο αυτό χαρακτηρίζονται τα δοκίµια χωρίς καµιά οργανική επικάλυψη, δηλαδή δοκίµια κονιάµατος χωρίς χρώµα. Στα δοκίµια µε τα χρώµατα αυτά µετρήθηκαν η διαπερατότητα σε ατµούς µε βάση το πρότυπο DIN-ΕΝ 7783-2 σε δοκίµια κονιάµατος. Επίσης µετρήθηκε η διαπερατότητα σε νερό µε βάση το πρότυπο DIN- ΕΝ 162-3 Coating materials and coating systems for exterior masonry and concrete. Επίσης δοκίµια όλων των κατηγοριών τοποθετήθηκαν στο θάλαµο επιταχυνόµενης ενανθράκωσης µε σχετική υγρασία RH 68-73%, θερµοκρασία T=2±2 o C και συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα CO 2 :1%. Μετά από 6 εβδοµάδες έκθεση των δοκιµίων στον θάλαµο µετρήθηκαν τα βάθη ενανθράκωσης: Σε όλες τις περιπτώσεις τα δοκίµια µετά την έκθεσή τους στο περιβάλλον θραύστηκαν και το βάθος ενανθράκωσης µετρήθηκε µε χρήση του δείκτη φαινολοφθαλεϊνη (ΒRΕ 1981). 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 3
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - ΣΥΖΗΤΗΣΗ Στο σχήµα 1 δίνονται τα αποτελέσµατα του ρυθµού διαπερατότητας νερού των χρωµάτων. Όσο χαµηλότερος είναι ο ρυθµός υδατοπερατότητας τόσο καλύτερα το χρώµα προστατεύει το σκυρόδεµα. Ας σηµειωθεί ότι όταν µία κατασκευή από οπλισµένο σκυρόδεµα ευρίσκεται σε παραθαλάσσια περιοχή τα χλωριόντα µεταφέρονται στο εσωτερικό του σκυροδέµατος κυρίως µε το νερό. Εποµένως η όσο το δυνατόν µικρότερη µεταφορά νερού δίνει µεγαλύτερη προστασία. Από την άποψη αυτή τα χρώµατα Α, Γ και Ι έχουν την καλύτερη συµπεριφορά. Τα χρώµατα αυτά σύµφωνα µε το ΕΝ 162-1 χαρακτηρίζονται ως χαµηλής υδατοπερατότητας (ρυθµός υδατοπερατότητας <,1 kg/m 2.h,5- ) ενώ τα υπόλοιπα χρώµατα χαρακτηρίζονται ως µέτριας υδατοπερατότητας. Ρυθµος υδατ. [kg/(m^2).h^1/2)],5,45,4,35,3,25,2,15,1,5 Α Β Γ Ε Ζ Η Θ Ι Κ ΕΙ ΟΣ ΧΡΩΜΑΤΟΣ ΡΥΘΜΟΣ Υ ΑΤΟΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑΣ [kg/(m^2).(h^1/2)] Σχήµα 1. Οι ρυθµοί υδατοπερατότητας των χρωµάτων. Ισοδ. πάχος αέρα (m) 2 18 16 14 12 1 8 6 4 2 EΝΑΝΘΡΑΚΩΣΗ, Ισοδύναµο πάχος αέρα (m) Α Β Γ Ε Ζ Η Θ Ι Κ ΕΙ ΟΣ ΧΡΩΜΑΤΟΣ Σχήµα 2. Ισοδύναµο πάχος αέρα των διαφόρων χρωµάτων. 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 4
Στο σχήµα 2 δίνεται το ισοδύναµο πάχος αέρα των χρωµάτων. Ισοδύναµο πάχος αέρα µίας οργανικής επικάλυψης είναι το πάχος στατικού στρώµατος αέρα που έχει κάτω από τις ίδιες συνθήκες την ίδια διαπερατότητα σε διοξείδιο του άνθρακα µε αυτήν της επικάλυψης. Όσο το πάχος του αέρα είναι µεγαλύτερο τόσο καλύτερα προστατεύει το χρώµα το σκυρόδεµα από ενανθράκωση. Από την άποψη αυτή τα χρώµατα Α, Β, Γ και έχουν την καλύτερη προστατευτική επίδραση. Στο σχήµα 3 δίνονται οι ρυθµοί υδρατµοπερατότητας των χρωµάτων. Όσο η υδρατµοπερατότητα των χρωµάτων είναι µεγαλύτερη τόσο λιγοστεύει η πιθανότητα να εµφανίσουν αποκολλήσεις λόγω της εξάτµισης του νερού από την ηλιακή ακτινοβολία ιδιαίτερα τις πρωινές ώρες. Από την άποψη αυτή τα χρώµατα Α, Ε και Θ είναι προτιµότερα. Τα χρώµατα αυτά σύµφωνα µε το ΕΝ 162-1 χαρακτηρίζονται υψηλής υδρατµοπερατότητας (ρυθµός υδρατµοπερατότητας >15 g/d.m 2 ). Υδρατµοπερατότητα (g/d.m^2) 6 5 4 3 2 1 ΡΥΘΜΟΣ Υ ΡΑΤΜΟΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑΣ [g/d.m^2] Α Β Γ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Είδος χρωµάτων Σχήµα 3. Οι ρυθµοί υδρατµοπερατότητας των χρωµάτων. Στο σχήµα 4 συσχετίζεται ο ρυθµός υδατοπερατότητας µε τον ρυθµό υδρατµοπερατότητας. Από το σχήµα αυτό φαίνεται ότι οι δύο ρυθµοί συµβαδίζουν. Όµως για τις ανάγκες της προστασίας του σκυροδέµατος ζητάµε υψηλή υδρατµοπερατότητα αλλά χαµηλή υδατοπερατότητα. 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 5
Υδατοπερατότητα (kg/m^2.h^,5).5.45.4.35.3.25.2.15.1.5 1 2 3 4 5 6 Υδρατµοπερατότητα (g/d.m^2) Σχήµα 4. Συσχετισµός ρυθµού υδατοπερατότητας µε ρυθµό Υδρατµοπερατότητας Στο σχήµα 5 συσχετίζεται το ισοδύναµο πάχος αέρα µε την υδρατµοπερατότητα. Η προστασία του σκυροδέµατος απαιτεί υψηλή τιµή ισοδύναµου πάχους αέρα και ταυτόχρονα υψηλή υδρατµοπερατότητα. Όµως το σχήµα 5 µας υποδηλώνει ότι αυτό δεν είναι γενικά δυνατό. Έτσι πρέπει να αρκεστούµε σε υψηλό ισοδύναµο πάχος αέρα και µέτρια υδρατµοπερατότητα. Ισοδύναµο πάχος αέρα (m) 2 18 16 14 12 1 8 6 4 2 1 2 3 4 5 6 Υδρατµοπερατότητα (g/d.m^2) Σχήµα 5. Συσχετισµός µεταξύ Ενανθράκωσης και Υδρατµοπερατότητας. Για να γίνει φανερή η δυνατότητα προστασίας των οργανικών επικαλύψεων στην ενανθράκωση παρατίθεται στο Σχήµα 6 διάγραµµα της προβλεπόµενης πορείας της ενανθράκωσης για το ακάλυπτο κονίαµα, το κονίαµα καλυµµένο µε την οργανική επικάλυψη µε την µικρότερη αντίσταση (µικρότερο ισοδύναµο πάχος αέρα) για την ενανθράκωση και για το κονίαµα καλυµµένο µε την οργανική επικάλυψη µε την µεγαλύτερη αντίσταση (µεγαλύτερο ισοδύναµο 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 6
πάχος αέρα) στην ενανθράκωση. Η διαδικασία για την µετατροπή του ισοδύναµου πάχους αέρα σε χρονική εξέλιξη του βάθους ενανθράκωσης έχει ήδη αναφερθεί σε προηγούµενη εργασία ( Μπατής Γ. κ. α.25). 3 25 Βάθος ενανθράκωσης (mm) 2 15 1 5 5 1 15 2 25 3 35 4 45 5 Χρόνος (έτη) Σχήµα 6. Πορεία Ενανθράκωσης του κονιάµατος χωρίς οργανική επικάλυψη, µε την µικρότερη αντίσταση στην ενανθράκωση και µε την µεγαλύτερη αντίσταση στην ενανθράκωση οργανική επικάλυψη. Από το σχήµα 6 είναι φανερό ότι το κονίαµα ακάλυπτο θα είχε βάθος ενανθράκωσης 2 cm, δηλαδή την συνηθισµένη επικάλυψη στον οπλισµό σε συµβατικές κατασκευές, σε περίπου 35 χρόνια. Εάν καλυφθεί από την οργανική επικάλυψη της µικρότερης αντίστασης στην ενανθράκωση θα έχει το ίδιο βάθος ενανθράκωσης στα 46 περίπου χρόνια. Εάν τέλος καλυφθεί µε την οργανική επικάλυψη µε την µεγαλύτερη αντίσταση στην ενανθράκωση τότε το βάθος ενανθράκωσης στα 5 χρόνια, την τεχνική διάρκεια ζωής σύµφωνα µε τον Ευρωκώδικα 1, θα είναι 1 cm. Βέβαια στο σχήµα 6 δεν έχει ληφθεί υπόψη η αποικοδόµηση του χρώµατος από την ηλιακή ακτινοβολία, η οποία εξαρτάται από το είδος της ρητίνης του χρώµατος, το είδος και την ποσότητα απορροφητών υπεριώδους ακτινοβολίας καθώς και το είδος των περιεχοµένων πιγµέντων. Εάν όµως υπάρχει επαναβαφή κάθε 7-1 χρόνια τότε οι καµπύλες του σχήµατος 6 είναι περίπου αληθείς. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Από τις υπάρχουσες µετρήσεις προκύπτει ότι: # Τα χρησιµοποιηθέντα χρώµατα όσον αφορά την υδατοπερατότητα, την υδρατµοπερατότητα και την ενανθράκωση συµπεριφέρονται όπως και τα αντίστοιχα χρώµατα εισαγωγής. 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 7
# Η αντίσταση τους στην ενανθράκωση όπως αυτή προσδιορίστηκε στον θάλαµο επιταχυνόµενης ενανθράκωσης είναι ικανοποιητική. # Ανάλογα τις κλιµατολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή ενός κτηρίου µπορεί να γίνει κατάλληλη επιλογή χρώµατος, ώστε να έχουµε ικανοποιητικές συνθήκες ανθεκτικότητας µε το µικρότερο δυνατό κόστος. Η λήψη µακροχρονίων µετρήσεων θα βοηθήσει ώστε να ληφθεί υπόψη και ο παράγων της υπεριώδους ακτινοβολίας και στην επαλήθευση των τριών πρώτων συµπερασµάτων στο πεδίο. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Atis C. D., Accelerated carbonation and testing of concrete made with fly ash, Construction and Builfing materials, 17, 23, pp 147-152. Al-Khaiat H., Fattuhi N., Carbonation of concrete exposed to hot and arid climate, Joyrnal of materials in civil engineering, April, 22, pp 97-17. Batis G., Rakanta E., Theodoridis B., Sideris K.K., Psomas K., Barbari X., Influence on N,N - Dimethylaminoethanol corrosion inhibitor on carbonation and chloride-induced corrosion of steel, Seventh CANMET/ACI International Conference on Superplasticizers abd other Chemical Admixtures in Concrete, Berlin, Germany, 23, pp 469-475. Broomfield, Corrosion of steel in concrete understanding, investigation and repair, E & FN SPON, UK (1997). Ch. Malami, V. Kaloidas, G. Batis, N. Kouloumbi, Carbonation and porosity of mortar specimens with pozzolanic and hydraylic cement admixtures, Cement and Concrete Research, Vol. 24, No 8, 1994, pp1444-1454. Goni S., Guerrero A., Accelerated carbonation of Friedel s salt in calcium aluminate cement paste, Cement and Concrete Research, 33, 23, pp 21-26. Μπατής Γ., Πανταζοπούλου Π., 1997, «Συγκριτική εξέταση της ανθεκτικότητας οπλισµένου σκυροδέµατος µε ανόργανες και οργανικές επικαλύψεις», 6 ο Συµπόσιο Χρωµάτων, 8-9 Μαΐου 1997, Αθήνα, σελ. 11-112. Μπατής Γ., Πανταζοπούλου Π., 1999, «Συγκριτική εξέταση της ανθεκτικότητας οπλισµένου σκυροδέµατος µε επικαλύψεις και αναστολείς διάβρωσης», 7 ο Συµπόσιο Χρωµάτων, 13-14 Μαΐου 1999, Αθήνα, σελ. 71-88. Μπατής Γ., Τεταγιώτη.,23 «Η ενανθράκωση του σκυροδέµατος», Σκυρόδεµα, Τεύχος 8, Οκτώβριος 23, σελ. 4-12. Μπατής Γ., Τεταγιώτη., 24, «Η επίδραση των χλωριόντων στη διάβρωση του οπλισµού», Σκυρόδεµα, Τεύχος 7, Φεβρουάριος 24, σελ. 1-18. 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 8
Μπατής Γ., Ρακαντά Ε., Ντάφλου Ε., Χατόγλου Ε., Παπαγεωργίου Ε., Κ. Κ. Σίδερης, 25, «Συµβολή στην µελέτη της προστασίας του σκυροδέµατος από ενανθράκωση µε οργανικές επικαλύψεις», Σκυρόδεµα, Τεύχος 1, σελ. 52-58. Nuemberger U., Korrosionsschutz im Massivbau, Expert Verlag, 1991, pp 2-23. Χρονόπουλος Μ., Σπανός Χ., «Κατασκευές Ω.Σ. και περιβαλλοντικές δράσεις», 1 ο Ελληνικό Συνέδριο Σκυροδέµατος, Ρόδος, 1991, σελ. 114-123. Steffens A., Dinkler D., Ahrens H., 22, Modeling carbonation for corrosion risk prediction of concrete structures, Cement and Concrete Research, 32, 22, pp 935-941. 15ο Συνέδριο Σκυροδέματος, ΤΕΕ, ΕΤΕΚ, Αλεξανδρούπολη, 25-27 Οκτωβρίου, 26 9