ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ Σελίδα 4 από 9 ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Α. Από το κείμενο που σας δίνεται να μεταφράσετε το απόσπασμα: «Λέγω δὲ τοῦ μὲν πράγματος ἀλλὰ τὸ πρὸς ἡμᾶς». «Και ονομάζω μέσον σε σχέση με το πράγμα, αυτό που απέχει εξίσου από καθένα από τα δύο άκρα (του), το οποίο είναι ένα και το ίδιο για όλους, ενώ (μέσον) σε σχέση με εμάς, αυτό που δεν είναι ούτε πάρα πολύ ούτε πολύ λίγο και αυτό δεν είναι ένα, ούτε το ίδιο για όλους. Για παράδειγμα, εάν τα δέκα είναι πολλά και τα δύο λίγα, μέσο σε σχέση με το πράγμα παίρνουν (ή: θεωρούν) το έξι γιατί αυτό υπερέχει και υπερέχεται κατά τον ίδιο αριθμό μονάδων και αυτό είναι μέσον σύμφωνα με τις διδασκαλίες της αριθμητικής. Το μέσον όμως σε σχέση με εμάς δεν πρέπει να το προσδιορίζουμε έτσι γιατί, αν για κάποιον είναι πολύ το φαγητό των δέκα μνων και λίγο των δύο, ο προπονητής δεν θα ορίσει έξι μερίδες γιατί και αυτή η ποσότητα ίσως είναι μεγάλη γι αυτόν που θα την πάρει ή μικρή δηλαδή για ένα Μίλωνα είναι μικρή, ενώ γι αυτόν που αρχίζει τις γυμναστικές ασκήσεις, μεγάλη. Το ίδιο ισχύει και στο τρέξιμο και στην πάλη. Έτσι λοιπόν κάθε ειδικός αποφεύγει την υπερβολή και την έλλειψη, και επιζητεί το μέσον και αυτό επιλέγει και το μέσον όχι σε σχέση με το πράγμα αλλά με εμάς». Β1. «Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη ἂν εἴη στοχαστική»: να καταγράψετε το συλλογισμό του Αριστοτέλη στο παραπάνω απόσπασμα. Ο Αριστοτέλης συνεχίζει την επιστημονική του αναζήτηση προκειμένου να διατυπώσει έναν πλήρη ορισμό της ηθικής αρετής. Εφαρμόζοντας, λοιπόν, τη μέθοδο ορισμού, που ο ίδιος είχε υποδείξει στο έργο του Τοπικά, έχει προσδιορίσει το προσεχές γένος της οριστέας έννοιας αποδεικνύοντας ότι ανήκει στις ἕξεις και τώρα προχωρά στον εντοπισμό της ειδοποιούς διαφοράς που θα διαφοροποιήσει την ηθική αρετή από τις υπόλοιπες ἕξεις. Αυτή είναι η υποκειμενική μεσότητα, που στο προηγούμενο απόσπασμα διαφοροποιήθηκε από την αντικειμενική. Ο Νοῦς, λοιπόν, - κατά τον Πλάτωνα - επιχειρεί να αποδείξει μέσω ενός υποθετικού συλλογισμού ότι η αναζήτηση της υποκειμενικής, της «πρὸς ἡμᾶς» μεσότητας, αποτελεί επιδίωξη όχι μόνο των επιστημών ή τεχνών αλλά και της ηθικής αρετής. Ο συλλογισμός αυτός αποτελείται από δύο προκείμενες προτάσεις και ένα συμπέρασμα που συνάγεται με βάση αυτές. Κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα (επιστήμη, τέχνη ή επάγγελμα, άθλημα ή αγώνισμα) δημιουργεί άρτια έργα και κατακτά ή έστω προσεγγίζει- την τελειότητα στοχεύοντας στη μεσότητα και
κατευθύνοντας προς αυτή τα δημιουργήματά της («Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη οὕτω τὸ ἔργον εὖ ἐπιτελεῖ, πρὸς τὸ μέσον βλέπουσα καὶ εἰς τοῦτο ἄγουσα τὰ ἔργα»). Η αρετή είναι, όπως και η φύση, αξιολογικά ανώτερη και ακριβέστερη από οποιαδήποτε ανθρώπινη δραστηριότητα ή δημιουργία -κάτι που σημαίνει ότι και τα δικά της έργα είναι άρτια και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό απ ό, τι τα αντίστοιχα κάθε τέχνης ή επιστήμης («ἡ δ ἀρετὴ πάσης τέχνης ἀκριβεστέρα καὶ ἀμείνων ἐστὶν ὥσπερ καὶ ἡ φύσις»). Επομένως, η αρετή θα πρέπει να στοχεύει και αυτή στο μέσον, να επιδιώκει τη μεσότητα και φυσικά να την πραγματώνει σε μεγαλύτερο βαθμό απ ότι κάθε τέχνη ή επιστήμη («τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική»). Η χρήση της δυνητικής ευκτικής στο συμπέρασμα οφείλεται κυρίως στην πρόθεση του Αριστοτέλη να μην παρουσιάσει την άποψή του ως τη μόνη σωστή ή ως κατ ανάγκη σωστή, αλλά ως ενδεχόμενα ορθή, αναγνωρίζοντας πως μπορεί να υπάρξουν και άλλες που θα διαθέτουν ανάλογα τεκμήρια εγκυρότητας. Εξάλλου, δεν έχει ακόμα αποδείξει πλήρως την ορθότητα της συγκεκριμένης θέσης του, για να την υποστηρίξει ανεπιφύλακτα. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε μια άλλη πραγματεία του ο Αριστοτέλης, τα Ηθικά Ευδήμεια, παραθέτει έναν πλήρη κατάλογο ανθρώπινων ιδιοτήτων ὑπογραφήν τον αποκαλεί ο ίδιος- που συνιστούν είτε υπερβολές και ελλείψεις (κακίες) είτε (αρετές). Ενδεικτικά αναφέρει ότι μεσότητα αποτελεί το δίκαιον ενώ έλλειψη είναι η ζημία και υπερβολή το κέρδος, μεσότητα είναι επίσης η καρτερία ενώ έλλειψη συνιστά η κακοπάθεια και υπερβολή η τρυφερότητα. Προκειμένου να στηρίξει τον παραπάνω συλλογισμό ο δάσκαλος του Αλεξάνδρου παραθέτει μάλιστα και μια πρόσθετη τεκμηρίωση για κάθε προκείμενη. Αποδεικνύει λοιπόν ότι η μεσότητα είναι ο στόχος κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας με το επιλογικό σχόλιο που προβαίνει κανείς για τα άρτια έργα. Υποστηρίζει, δηλαδή, ότι αν από ένα ολοκληρωμένο έργο επιχειρήσει κανείς να αφαιρέσει ή να προσθέσει κάτι, τότε θα διαταραχθεί ή θα υπονομευθεί η τελειότητα της κατασκευής. Άρα το έργο θα καταστραφεί λόγω ή έλλειψης ή υπερβολής, ενώ με τη μεσότητα διασφαλίζεται η τελειότητά του («ὅθεν μεσότητος σῳζούσης»). Μάλιστα εμποτισμένος και από την θεωρία των Πυθαγορείων και από τη βασική αρχή του αρχαίου ελληνικού τρόπου ζωής θεωρεί πως η επιδίωξη κάθε αξιόλογου δημιουργού ή τεχνίτη είναι η μεσότητα, δηλαδή το μέτρο, η αρμονία («, οἱ δ ἀγαθοὶ τεχνῖται, ὡς λέγομεν, πρὸς τοῦτο βλέποντες ἐργάζονται»). Όσο για την αξιολογική υπεροχή της αρετής από τη φύση και την τέχνη, ο Σταγειρίτης φιλόσοφος θεωρεί ότι τα δημιουργήματα της φύσεως φέρουν μέσα τους την ἀρχήν κινήσεως τους, δηλαδή μεταβάλλονται και εξελίσσονται από μόνα τους μέχρι να οδηγηθούν στην τελείωσή τους ή, αλλιώς, μέχρι να προσλάβουν την τελική και ολοκληρωμένη μορφή τους. Αντίθετα, τα έργα κάθε τέχνης ή επιστήμης παραμένουν στατικά και αμετάβλητα, ενώ την τελική μορφή που θα πάρουν τη δίνει ο εκάστοτε τεχνίτης. Επιπροσθέτως, ό,τι δημιουργεί ο άνθρωπος αποτελεί απομίμηση της φυσικής δημιουργίας και κατά συνέπεια, είναι ατελέστερο από το πρότυπό του. Ο Αριστοτέλης θεωρεί επίσης ότι και η αρετή είναι ανώτερη από την τέχνη, αφού διαπλάθει, διαμορφώνει τον χαρακτήρα Σελίδα 5 από 9
του ανθρώπου, που αποτελεί το ανώτερο ποιοτικά δημιούργημα της φύσεως. Πάντως, τόσο η τέχνη όσο και η αρετή και η φύση έχουν, κατά τον Αριστοτέλη, ένα κοινό χαρακτηριστικό, το οποίο είναι η μορφοπλαστική ή μορφοποιητική τους δύναμη, δηλαδή η δυνατότητα τους να δημιουργούν μορφές. Β2. Στις προφορικές διδασκαλίες του Αριστοτέλη είναι εμφανής η χρήση παραδειγμάτων. Αφού τα εντοπίσετε στο πρωτότυπο κείμενο που σας δίνεται, να αναφερθείτε στη λειτουργικότητά τους, καθώς και γενικότερα στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αριστοτελικού λόγου. Αναφορικά με τη χρήση παραδειγμάτων από τον Αριστοτέλη, ο γνωστός αριστοτελιστής Ingemar Düring επισημαίνει ότι «η αριστοτελική τελεολογία είναι θεμελιωμένη στο εμπειρικό δεδομένο ότι από ένα βελανίδι γεννιέται μια βελανιδιά» και ότι «η πολιτική του θεωρία αναπτύχθηκε από τους διαλογισμούς του σχετικά με τη ζωή στο πλαίσιο ενός νοικοκυριού». Ο ίδιος μελετητής προσθέτει ότι «συχνά ένα μόνο εμπειρικό δεδομένο μπορεί να είναι γι αυτόν ικανοποιητική βάση για να προχωρήσει σε μια θεωρία με συνέπειες μεγάλης σημασίας. Ο Αριστοτέλης συνηθίζει να ενισχύει την εγκυρότητα των φιλοσοφικών του θέσεων επιστρατεύοντας απλά δεδομένα της καθημερινής εμπειρίας (παραδείγματα), προσιτά στον κοινό νου και οικεία στο μαθητή ή στον αναγνώστη («ἀριθμητικὴν, γυμνασίων, τεχνῖται»). Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι τα σωζόμενα έργα του Αριστοτέλη αποτελούσαν τις προσωπικές ιδιόχειρες σημειώσεις του κατά την περίοδο κυρίως της διδασκαλίας του στο Λύκειο με τις οποίες υποβοηθούσε τη μνήμη του κατά την παράδοση των μαθημάτων. Μάλιστα πολλές φορές κάνει μνεία σε δραστηριότητες ή λειτουργίες που αφορούν το σύνολο των ανθρώπων και χρησιμοποιεί πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, καθώς περιλαμβάνει και τον εαυτό του («πρὸς ἡμᾶς»). Αντίθετα, όταν αναφέρεται σε δεξιότητες ή δραστηριότητες που ασκούνται από μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, χρησιμοποιεί τρίτο πληθυντικό αποστασιοποιούμενος από αυτές («ἐργάζονται»). Στα παραπάνω αποσπάσματα προκειμένου να καταστήσει πιο εύληπτη και σαφή τη θέση του προσκομίζει κατά την προσφιλή του συνήθεια, απλά παραδείγματα από την καθημερινή εμπειρία. Αρχικά, για να καταδείξει την ύπαρξη δύο ειδών «μεσότητας», αναφέρει ένα ευθύγραμμο τμήμα, με το οποίο επιβεβαιώνει την αντικειμενική μεσότητα («Οἷον εἰ τὰ δέκα κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν ἀναλογίαν») και την ημερήσια σίτιση αθλητών, ανάμεσά σε αυτούς και το Μίλωνα, για να παρουσιάσει με ενάργεια την υποκειμενική μεσότητα («Μίλωνι μὲν γὰρ ὀλίγον, τῷ δὲ ἀρχομένῳ τῶν γυμνασίων πολύ. Ὁμοίως ἐπὶ δρόμου καὶ πάλης.»). Όσο για το δεύτερο απόσπασμα, ο φιλόσοφος τεκμηριώνει τη θέση του, ότι δηλαδή κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα προσεγγίζει την τελειότητα με τη μεσότητα, παραθέτοντας δύο αποδεικτικά στοιχεία. Αφενός καταγράφει το καθολικό επιλογικό σχόλιο για ένα Σελίδα 6 από 9
ολοκληρωμένο έργο, ότι η πρόσθεση ή η αφαίρεση οποιουδήποτε στοιχείου θα κατέστρεφε το έργο και αφετέρου την επιδίωξη κάθε αξιόλογου δημιουργού ή τεχνίτη που είναι η μεσότητα, το μέτρο, η αρμονία («ὅθεν εἰώθασιν ἐργάζονται»). Χαρακτηριστική μάλιστα στο δεύτερο απόσπασμα είναι η χρήση δυνητικής ευκτικής και όχι οριστικής για να εκφράσει τη θέση ότι η αρετή θα μπορούσε να στοχεύει στο μέσον («τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική.»). Η συγκεκριμένη έγκλιση φανερώνει κάτι πιθανό ή δυνατό να συμβεί ή να ισχύει στο παρόν και στο μέλλον. Γίνεται λοιπόν φανερό ότι η χρήση της στο συμπέρασμα οφείλεται κυρίως στην πρόθεση του Αριστοτέλη να μην παρουσιάσει την άποψή του ως τη μόνη σωστή ή ως κατ ανάγκη σωστή, αλλά ως ενδεχόμενα ορθή, αναγνωρίζοντας πως μπορεί να υπάρξουν και άλλες που θα διαθέτουν ανάλογα τεκμήρια εγκυρότητας. Εξάλλου, δεν έχει ακόμα αποδείξει πλήρως την ορθότητα της συγκεκριμένης θέσης του, για να την υποστηρίξει ανεπιφύλακτα. Η έκφραση αυτή μαρτυρά την ποιότητα του χαρακτήρα του Αριστοτέλη, την αντιδογματική και απροκατάληπτη σκέψη του, τη μετριοπάθεια και τη διαλλακτικότητα του ως ανθρώπου, στοχαστή και επιστήμονα. Φανερώνει ακόμη, την ωριμότητα και την ηρεμία που τον χαρακτηρίζουν σε αυτήν την πολύ γόνιμη περίοδο της πνευματικής και συγγραφικής του δραστηριότητας σε αυτά τα δώδεκα χρόνια πριν εγκαταλείψει οριστικά την Αθήνα. Η επιστημονική και θετική του ψυχοσύνθεση, η οποία γονιμοποιήθηκε από τον Εύδοξο από την Κνίδο αποτυπώνεται και σε άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του λόγου του. Δεν είναι τυχαίο ότι θεωρείται ο δημιουργός του επιστημονικού λόγου. Εκφράζεται λιτά, με σαφήνεια και απόλυτη διαύγεια, εύστοχα, καίρια και απέριττα, με φράσεις σύντομες και σφιχτοδεμένες που στοχεύουν στην ακριβολογία. Αποφεύγει τις σπάνιες εξεζητημένες φράσεις ή τις ποιητικές εκφράσεις που αντίκεινται στη λογοκρατούμενη ιδιοσυγκρασία του και με σχεδόν απλοϊκό λεξιλόγιο καθιστά αντιληπτές σύνθετες φιλοσοφικές έννοιες ακόμα και σε άτομα που δε διαθέτουν ανώτερη μόρφωση («Λέγω δὲ μήτε ἐλλείπει»). Αναπτύσσει κοφτές προτάσεις και τις συνδέει παρατακτικά ενώ φροντίζει να παραλείπει τις ευκόλως εννοούμενες από τα συμφραζόμενα λέξεις. Ο ελλειπτικός λόγος, η επαγωγική ή και παραγωγική συλλογιστική πορεία, η διαρκής ανακεφαλαίωση πριν την εισαγωγή νέων θέσεων και τα απλά παραδείγματα συμβάλλουν στην πλήρη κατανόηση των θεωριών του από τους μαθητές και τους αναγνώστες του. Αν λοιπόν «το ύφος είναι ο άνθρωπος», τότε τα υφολογικά στοιχεία του λόγου του παραπέμπουν σε ένα στοχαστή εμπειρικό, που αφορμά και αναζητά το ρεαλιστικό και πρακτικό, που λογικοποιεί το περιβάλλον του και που διαπνέεται από την ιδέα πως η ηθική αρετή όχι μόνο δεν ανήκει στη σφαίρα του υπερβατικού και του εξωκοσμικού αλλά είναι εφικτή από όλους τους ανθρώπους, εφόσον συνιστά απλώς αυτοπροαίρετη τέλεση αγαθών πράξεων. Σελίδα 7 από 9
Β3. Ποιος είναι ο αριστοτελικός ορισμός για την εὐδαιμονία και ποιες οι προϋποθέσεις για την κατάκτησή της; Βλ. σχολικό βιβλίο, σελ. 152 : «Όλες αυτές οι ιδέες του ενδιαφέροντος αυτού θέματος.» Β4. Να βρείτε με ποιες λέξεις του πρωτότυπου κειμένου παρουσιάζουν ετυμολογική συγγένεια οι παρακάτω (γράψτε τουλάχιστον μία): εδώδιμος, ύπαρχος, τροχιά, σύνθημα, σχολή. εδώδιμος: φαγεῖν ύπαρχος: ἀρχομένῳ τροχιά: δρόμου σύνθημα: προσθεῖναι σχολή: συνεχεῖ, ἀπέχον, ὑπερέχει, ὑπερέχεται, ἔχουσιν ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Γ1. Να μεταφράσετε το κείμενο που σας δίνεται. Πρέπει λοιπόν να θεωρείτε ότι όλες ανεξαιρέτως οι δημόσιες δίκες είναι σπουδαίες, προπαντός όμως αυτή για την οποία τώρα πρόκειται να αποφασίσετε. Γιατί όταν δικάζετε τις μηνύσεις για παράνομες προτάσεις, αυτό μόνο διορθώνετε και αυτήν την πράξη εμποδίζετε, σε πόσο βαθμό δηλαδή πρόκειται να βλάψει το ψήφισμα την πόλη η παρούσα όμως δίκη δεν προστατεύει ένα μικρό μέρος των συμφερόντων της πόλης ούτε θα είναι για λίγο χρόνο, αλλά (είναι) για όλη την πατρίδα και στον αιώνα τον άπαντα θα αφήσει στους μεταγενέστερους αξέχαστη την απόφασή σας. Γιατί τόσο φοβερό είναι το αδίκημα που έχει γίνει και τόσο μεγάλο μέγεθος έχει, ώστε ούτε κατηγορία ούτε τιμωρία αντάξια είναι ενδεχόμενο να βρει κανείς, ούτε να έχει οριστεί με τους νόμους τιμωρία αντάξια των αδικημάτων. Γ2α) Να σχηματίσετε τους τύπους που ζητούνται: ἅπαντας : γενική ενικού και πληθυντικού στο γένος που βρίσκεται: ἅπαντος, ἁπάντων πρᾶξιν: κλητική ενικού και δοτική πληθυντικού: ὦ πρᾶξι, ταῖς πράξεσι(ν) ὀλίγον: ο ίδιος τύπος στους άλλους βαθμούς: μείονα και μείω / ὀλίγιστον Σελίδα 8 από 9
τῆς πατρίδος: αιτιατική ενικού και πληθυντικού: τὴν πατρίδα / τὰς πατρίδας τηλικοῦτον: η ίδια πτώση στα άλλα γένη: τηλικοῦτον / τηλικαύτην β) Να σχηματίσετε τους τύπους που ζητούνται για καθένα από τους παρακάτω ρηματικούς τύπους: φέρειν : β πληθυντικό ευκτικής μέλλοντα και αορίστου β : οἴσοιτε / ἐνέγκοιτε ἐπανορθοῦτε : β ενικό οριστικής και προστακτικής ενεστώτα: ἐπανορθοῖς / ἐπανόρθου ἐνεστηκὼς : γ ενικό υποτακτικής ενεστώτα και αορίστου β : ἐνίστηται / ἐνστῇ συνέχει: β ενικό οριστικής παρατατικού και υπερσυντελίκου: συνεῖχες, συνεσχήκεις εὑρεῖν: ο ίδιος τύπος σε ενεστώτα και παρακείμενο: εὑρίσκειν, ε(η)ὑρηκέναι Γ3. α) Να αναγνωρίσετε συντακτικά τους ακόλουθους όρους: τὴν ψῆφον, τῶν τῆς πόλεως, ὅλης, τὸ γεγενημένον, εὑρεῖν. τὴν ψῆφον: αντικείμενο του απαρεμφάτου φέρειν τῶν τῆς πόλεως: γενική διαιρετική στο μέρος ὅλης: κατηγορηματικός προσδιορισμός στο πατρίδος τὸ γεγενημένον: επιθετική μετοχή ως επιθετικός προσδιορισμός στο ἀδίκημα εὑρεῖν: τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο του απροσώπου ἐνδέχεσθαι β)«ὅταν μὲν γὰρ τὰς τῶν παρανόμων γραφὰς δικάζητε, τοῦτο μόνον ἐπανορθοῦτε καὶ ταύτην τὴν πρᾶξιν κωλύετε»: να βρείτε και αναγνωρίσετε τον υποθετικό λόγο του παραπάνω αποσπάσματος και να τον μετατρέψετε έτσι ώστε να δηλώνει την απλή σκέψη του λέγοντος. Υπόθεση: Ὅταν δικάζητε (υποτακτική) Απόδοση: ἐπανορθοῦτε, κωλύετε (οριστική ενεστώτα) Δηλώνει: αόριστη επανάληψη σε παρόν και μέλλον, λανθάνων, σύνθετος στην απόδοση Μετατροπή στην απλή σκέψη του λέγοντος Υπόθεση: εἰ δικάζοιτε (ευκτική) Απόδοση: ἐπανορθοῦτε, κωλύετε (οριστική ενεστώτα) Σελίδα 9 από 9