(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Σχετικά έγγραφα
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/534 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1 Γενικές οδηγίες και για τα δύο υποδείγματα. Συμβάσεις χρήσης προσήμου

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 120/2 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

ECB-PUBLIC ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 4ης Απριλίου 2017

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1. Στο τέλος του άρθρου 1 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: (*) ΕΕ L 275 της , σ. 39.» 2. Στο άρθρο 2 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ECB-PUBLIC ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΓΡΑΜΜΗ (ΕΕ) [ΕΤΟΣ/[XX*]] ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της [ημέρα Μήνας] 2016

Μεταβατική περίοδος για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9. Πρόταση κανονισμού (COM(2016)0850 C8-0158/ /0360B(COD))

ECB-PUBLIC ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της [ημέρα Μήνας ΕΤΟΣ]

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 154/

L 355/60 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

DGG 1B EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 1 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en) 2016/0360 B (COD) 2016/0360 (COD) PE-CONS 59/17 EF 266 ECOFIN 915 CCG 31 CODEC 1756

Κατευθυντήριες γραμμές

Επισκόπηση των εναλλακτικών επιλογών και διακριτικών ευχερειών που ορίζονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Κατευθυντήριες γραμμές

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

9480/17 ΜΜ/σα/ΜΙΠ DGG 1C

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2017) 149 final.

02012R1011 EL

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο C(2017) 5959 final.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΚΤ-ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΙΜΟ. Προς: Τα διοικητικά στελέχη των σημαντικών τραπεζών. Φρανκφούρτη, 28 Ιουλίου 2017

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κατευθυντήριες γραμμές

ECB-PUBLIC ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/[XX*] ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 24ης Απριλίου 2017

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 157/ Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, αφού έλαβε υπόψη:

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κατευθυντήριες γραμμές

L 305/6 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ,

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

PE-CONS 36/16 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Στρασβούργο, 14 Σεπτεμβρίου 2016 (OR. en) PE-CONS 36/ /0279 (COD) LEX 1688 STATIS 54 COMPET 437 UD 173 CODEC 1115

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4347, 13/7/2012

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την υποβολή στοιχείων για τους σκοπούς της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

PE-CONS 23/1/16 REV 1 EL

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Κατευθυντήριες γραμμές ΕΑΤ. σχετικά με τη συγκριτική αξιολόγηση των αποδοχών EBA/GL/2012/4

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην. πρόταση για Απόφαση του Συμβουλίου

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1361/2014 της Επιτροπής

L 21/10 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Κατευθυντήριες γραμμές ΕΑΤ. σχετικά με τη συγκέντρωση δεδομένων όσον αφορά υψηλά αμειβόμενα πρόσωπα EBA/GL/2012/5

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Συνεδρίαση 114/

L 346/42 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Κατευθυντήριες γραμμές

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 105/

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Κατευθυντήριες γραμμές

Κατευθυντήριες γραμμές

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 114/

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αντιμετώπιση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, περιλαμβανομένων των συμμετοχών

Δημόσια διαβούλευση November 2015

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή των τμημάτων Γ.6 και Γ.7 του παραρτήματος 1 της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID II)

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Απρίλιος Γενικές οδηγίες και για τα δύο υποδείγματα 1. Συμβάσεις χρήσης προσήμου. Έλεγχοι ποιότητας των δεδομένων

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4359, (Ι)/2012

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

P7_TA(2014)0226 Στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τρίτες χώρες (ανάθεση κατ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων) ***I

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Transcript:

19.9.2017 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 240/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/1538 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 25ης Αυγούστου 2017 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/534 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση (ΕΚΤ/2017/25) ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων ( 1 ), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 3, το άρθρο 6 παράγραφος 2, το άρθρο 6 παράγραφος 5 στοιχείο δ) και το άρθρο 10, Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Απριλίου 2014, που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ) (ΕΚΤ/2014/17) ( 2 ), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 1, το άρθρο 140 και το άρθρο 141 παράγραφος 1, Έχοντας υπόψη τη δημόσια διαβούλευση που διεξήχθη βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/534 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ/2015/13) ( 3 ) θεσπίζει υποχρεώσεις των εποπτευόμενων οντοτήτων να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στις εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ). (2) Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/534 (ΕΚΤ/2015/13) οι εποπτευόμενες οντότητες υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση βάσει των υποδειγμάτων που έχει καταρτίσει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) και που ορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής ( 4 ). (3) Τον Ιούλιο του 2014 ο Οργανισμός Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (ΟΔΛΠ) δημοσίευσε το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 «Χρηματοοικονομικά Μέσα» (εφεξής «9»), το οποίο θα αντικαταστήσει το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 39 «Χρηματοοικονομικά Μέσα: Αναγνώριση και Επιμέτρηση», ήτοι το ισχύον πρότυπο πληροφόρησης για τα χρηματοοικονομικά μέσα. (4) Το 9 είχε ενσωματωθεί στο δίκαιο της Ένωσης με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/2067 της Επιτροπής ( 5 ). ( 1 ) ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63. ( 2 ) ΕΕ L 141 της 14.5.2014, σ. 1. ( 3 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2015/534 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 17ης Μαρτίου 2015, για την υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση (ΕΚΤ/2015/13) (ΕΕ L 86 της 31.3.2015, σ. 13). ( 4 ) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2014, για τη θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά την υποβολή εποπτικών αναφορών από τα ιδρύματα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 191 της 28.6.2014, σ. 1). ( 5 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/2067 της Επιτροπής, της 22ας Νοεμβρίου 2016, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΕΕ L 323 της 29.11.2016, σ. 1).

L 240/2 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 19.9.2017 (5) Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διατάξεις του 9, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τροποποιήθηκε από τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2017/1443 της Επιτροπής ( 1 ). Οι τροποποιήσεις περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, αλλαγές στα υποδείγματα και τις οδηγίες που αφορούν την υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση. (6) Καθίσταται αναγκαία η ευθυγράμμιση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/534 (ΕΚΤ/2015/13) με το τροποποιημένο λογιστικό πλαίσιο και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2017/1443. Επίσης, στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/534 (ΕΚΤ/2015/13) θα πρέπει να γίνουν και ορισμένες ελάσσονες τροποποιήσεις νομοτεχνικού και ορολογικού χαρακτήρα. (7) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/534 (ΕΚΤ/2015/13) θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφοι 7 και 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Τροποποιήσεις Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/534 (ΕΚΤ/2015/13) τροποποιείται ως εξής: (1) Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 1 Αντικείμενο και γενικές αρχές 1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει υποχρεώσεις που αφορούν την υποβολή, στις ΕΑΑ, εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση από: α) σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν διεθνή λογιστικά πρότυπα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 β) σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην των αναφερομένων στο στοιχείο α), τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ σε ενοποιημένη βάση γ) σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα σε ατομική βάση και σημαντικά υποκαταστήματα δ) σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα όσον αφορά θυγατρικές οι οποίες λειτουργούν σε μη συμμετέχον κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα ε) λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν διεθνή λογιστικά πρότυπα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 στ) λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην των αναφερομένων στο στοιχείο ε), τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ σε ενοποιημένη βάση ζ) λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα σε ατομική βάση και λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα. 2. Κατ εξαίρεση από τα άρθρα 7 και 14, πιστωτικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγηθεί απαλλαγή από την εφαρμογή των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας σε ατομική βάση σύμφωνα με το άρθρο 7 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση σε ατομική βάση δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων που δεν υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση σε ατομική βάση δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ όλα τα καθοριζόμενα στο παράρτημα III ή IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 υποδείγματα που συλλέγουν σε σχέση με τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα. 3. Σε περίπτωση που αρμόδιες αρχές, περιλαμβανομένης της ΕΚΤ, απαιτούν από τα ιδρύματα να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο δεύτερο έως τέταρτο μέρος και στο έκτο έως όγδοο μέρος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στον τίτλο VII της οδηγίας 2013/36/ΕΕ σε υποενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα εν λόγω ιδρύματα συμμορφώνονται και σε υποενοποιημένη βάση με τις υποχρεώσεις του παρόντος κανονισμού σε ενοποιημένη βάση. ( 1 ) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/1443 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2017, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής για τη θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά την υποβολή εποπτικών αναφορών από τα ιδρύματα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 213 της 17.8.2017, σ. 1).

19.9.2017 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 240/3 3α. Σε περίπτωση εφαρμογής της μεθόδου της μερικής ενοποίησης από μητρικά ιδρύματα, δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα εν λόγω ιδρύματα συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις του παρόντος κανονισμού σε ατομική βάση, εφαρμόζοντας μόνο τη μέθοδο μερικής ενοποίησης. 4. Οι ΕΑΑ και/ή οι εθνικές κεντρικές τράπεζες μπορούν να χρησιμοποιούν τα δεδομένα που συλλέγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό για τυχόν άλλες εργασίες. 5. Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τα λογιστικά πρότυπα που εφαρμόζουν οι εποπτευόμενες οντότητες στους ενοποιημένους ή ετήσιους λογαριασμούς τους και δεν μεταβάλλει τα λογιστικά πρότυπα που εφαρμόζονται για την υποβολή εποπτικών αναφορών. Δεδομένου ότι οι εποπτευόμενες οντότητες εφαρμόζουν διαφορετικά λογιστικά πρότυπα, υποβάλλονται μόνο πληροφορίες σχετικά με τους κανόνες αποτίμησης, περιλαμβανομένων των μεθόδων αποτίμησης των ζημιών πιστωτικού κινδύνου, που ισχύουν στο πλαίσιο των οικείων λογιστικών προτύπων και εφαρμόζονται από τις αντίστοιχες εποπτευόμενες οντότητες σε ατομική ή ενοποιημένη βάση. Για τους σκοπούς αυτούς, προβλέπονται ειδικά υποδείγματα υποβολής αναφορών για τις εποπτευόμενες οντότητες που εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ. Τα σημεία δεδομένων των υποδειγμάτων που δεν είναι εφαρμοστέα στις αντίστοιχες εποπτευόμενες οντότητες δεν χρειάζεται να υποβάλλονται. 6. Σημαντικά και λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα μπορούν να υποβάλλουν στις οικείες ΕΑΑ τις πληροφορίες που απαιτούνται από εκείνα βάσει του παρόντος κανονισμού μέσω του πιστωτικού ιδρύματος από το οποίο ιδρύθηκαν.». (2) Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής: α) το σημείο 3 διαγράφεται β) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία 6 έως 9: «6) σημαντικό πιστωτικό ίδρυμα : πιστωτικό ίδρυμα το οποίο έχει την ιδιότητα σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας 7) λιγότερο σημαντικό πιστωτικό ίδρυμα : πιστωτικό ίδρυμα το οποίο δεν έχει την ιδιότητα σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας 8) σημαντικό υποκατάστημα : υποκατάστημα το οποίο έχει την ιδιότητα σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας η οποία δεν ανήκει σε εποπτευόμενο όμιλο και ιδρύεται σε συμμετέχον κράτος μέλος από πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί σε μη συμμετέχον κράτος μέλος 9) λιγότερο σημαντικό υποκατάστημα : υποκατάστημα το οποίο δεν έχει την ιδιότητα σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας η οποία δεν ανήκει σε εποπτευόμενο όμιλο και ιδρύεται σε συμμετέχον κράτος μέλος από πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί σε μη συμμετέχον κράτος μέλος.». (3) Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 3 Μεταβολή ιδιότητας εποπτευόμενης οντότητας 1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μία εποπτευόμενη οντότητα χαρακτηρίζεται ως σημαντική δώδεκα μήνες αφότου της κοινοποιηθεί απόφαση κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 45 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17). Η οντότητα υποβάλλει πληροφορίες σύμφωνα με τον τίτλο II του παρόντος κανονισμού ως σημαντική εποπτευόμενη οντότητα κατά την ημερομηνία αναφοράς της πρώτης υποβολής αναφορών μετά τον χαρακτηρισμό της ως σημαντικής. 2. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μία εποπτευόμενη οντότητα χαρακτηρίζεται ως λιγότερο σημαντική αφότου της κοινοποιηθεί απόφαση κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 46 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17). Στη συνέχεια αρχίζει να υποβάλλει πληροφορίες σύμφωνα με τον τίτλο III του παρόντος κανονισμού.». (4) Η επικεφαλίδα του τίτλου II αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΤΙΤΛΟΣ II ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΣΕ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ».

L 240/4 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 19.9.2017 (5) Το κεφάλαιο I του τίτλου II αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ I Υποβολή αναφορών σε ενοποιημένη βάση Άρθρο 4 Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ενοποιημένη βάση και ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και αποστολής για σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 Σύμφωνα με το άρθρο 99 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 2, 3 και 10 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 σε ενοποιημένη βάση. Άρθρο 5 Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ενοποιημένη βάση και ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και αποστολής για σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ εθνικά λογιστικά πλαίσια σε ενοποιημένη βάση Σύμφωνα με το άρθρο 99 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων του άρθρου 4, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ σε ενοποιημένη βάση, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση σε ενοποιημένη βάση κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 2, 3 και 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.». (6) Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου II του τίτλου II αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ II Υποβολή αναφορών σε ατομική βάση». (7) Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 6 Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ατομική βάσηγια πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και για σημαντικά υποκαταστήματα 1. Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και εφαρμόζουν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, είτε επειδή καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα τα οποία προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός είτε επειδή εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση. Η παρούσα διάταξη ισχύει και για τα σημαντικά υποκαταστήματα. 2. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 1 περιλαμβάνει τις πληροφορίες του άρθρου 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014, καθώς και αυτές που καθορίζονται στο υπόδειγμα 40.1 του παραρτήματος III του ίδιου κανονισμού, πραγματοποιείται δε με τη συχνότητα που προβλέπει το εν λόγω άρθρο. 3. Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παραγράφου 1, τα οποία δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ. Η παρούσα διάταξη ισχύει και για τα σημαντικά υποκαταστήματα. 4. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 3 περιλαμβάνει τις πληροφορίες του άρθρου 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014, καθώς και αυτές που καθορίζονται στο υπόδειγμα 40.1 του παραρτήματος IV του ίδιου κανονισμού, πραγματοποιείται δε με τη συχνότητα που προβλέπει το εν λόγω άρθρο. 5. Οι πληροφορίες των παραγράφων 2 και 4 ανωτέρω περιλαμβάνουν αποκλειστικά πληροφορίες σχετικά με: α) στοιχεία ενεργητικού, υποχρεώσεις, μετοχικό κεφάλαιο, έσοδα και έξοδα που αναγνωρίζονται από την εποπτευόμενη οντότητα βάσει των εφαρμοστέων λογιστικών προτύπων β) ανοίγματα και δραστηριότητες εκτός ισολογισμού όπου συμμετέχει η εποπτευόμενη οντότητα γ) συναλλαγές που εκτελεί η εποπτευόμενη οντότητα, πλην των αναφερόμενων στα στοιχεία α) και β)

19.9.2017 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 240/5 δ) κανόνες αποτίμησης, περιλαμβανομένων των μεθόδων αποτίμησης των ζημιών πιστωτικού κινδύνου, που ισχύουν δυνάμει των εφαρμοστέων λογιστικών προτύπων και εφαρμόζονται από την εποπτευόμενη οντότητα. 6. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τις πληροφορίες των παραγράφων 2 και 4 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου εθνικού πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες και εξυπηρετεί σκοπούς πέραν των εποπτικών, για παράδειγμα στατιστικούς. 7. Κατ εξαίρεση από τις παραγράφους 2 και 4, τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο υποβάλλουν τις πληροφορίες που καθορίζονται στα υποδείγματα 17.1, 17.2 και 17.3 των παραρτημάτων III και IV, καθώς και στο υπόδειγμα 40.2 των παραρτημάτων III και IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014, μόνον εφόσον καταρτίζουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις. 8. Κατ εξαίρεση από τις παραγράφους 2 και 4, τα σημαντικά υποκαταστήματα δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν τις πληροφορίες που καθορίζονται στα υποδείγματα 17.1, 17.2 και 17.3 των παραρτημάτων III και IV, καθώς και στα υποδείγματα 40.1 και 40.2 των παραρτημάτων III και IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.». (8) Ο τίτλος του άρθρου 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 7 Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ατομική βάσηγια πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο». (9) Το άρθρο 7 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, είτε επειδή καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα τα οποία προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός είτε επειδή εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών από τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περιλαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες τις οποίες προβλέπει το παράρτημα I.». (10) Το άρθρο 7 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3. Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παραγράφου 1, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ και ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ.». (11) Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 8 Ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και ημερομηνίες αποστολήςγια σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και σημαντικά υποκαταστήματα 1. Οι ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών για τις πληροφορίες των άρθρων 6 και 7 που αφορούν σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και σημαντικά υποκαταστήματα είναι οι εξής: α) τριμηνιαίες αναφορές: 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου β) εξαμηνιαίες αναφορές: 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου γ) ετήσιες αναφορές: 31 Δεκεμβρίου. 2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών. 3. Κατ εξαίρεση από τις παραγράφους 1 και 2, εφόσον επιτρέπεται σε σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους με βάση λογιστικό έτος που αποκλίνει από το ημερολογιακό έτος, οι ΕΑΑ μπορούν να προσαρμόζουν τις ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών με βάση το τέλος του λογιστικού έτους. Οι προσαρμοσμένες ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών είναι τρεις, έξι, εννέα και δώδεκα μήνες από την έναρξη του λογιστικού έτους. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του λογιστικού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών.

L 240/6 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 19.9.2017 4. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τις πληροφορίες που αφορούν σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και σημαντικά υποκαταστήματα σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 έως το πέρας των εργασιών κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες αποστολής: α) για σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και σημαντικά υποκαταστήματα, τη δέκατη εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 β) για σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, την 25η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014. 5. Οι ΕΑΑ αποφασίζουν πότε τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και τα σημαντικά υποκαταστήματα υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση ώστε οι ίδιες να είναι σε θέση να τηρούν τις προαναφερθείσες προθεσμίες.». (12) Το κεφάλαιο III του τίτλου II αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ III Υποβολή αναφορών από σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας Άρθρο 9 Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορώναπό σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας 1. Οι εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας υποβάλλονται ως ακολούθως: α) Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν σε ενοποιημένη βάση δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, περιλαμβανομένων και αυτών που εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, διασφαλίζουν ότι οι εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του παραρτήματος II υποβάλλονται στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014. β) Σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην των αναφερομένων στο στοιχείο α), τα οποία εφαρμόζουν βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ εθνικά λογιστικά πλαίσια σε ενοποιημένη βάση, διασφαλίζουν ότι οι εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παραρτήματος II υποβάλλονται στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014. 1α. Στην περίπτωση περισσότερων του ενός πιστωτικών ιδρυμάτων εντός εποπτευόμενου ομίλου τα οποία εφαρμόζουν απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας σε ενοποιημένη βάση, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο όσον αφορά το πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος και στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης. 2. Κατ εξαίρεση από την παράγραφο 1, δεν υποβάλλονται χρηματοοικονομικές πληροφορίες που αφορούν θυγατρικές των οποίων η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ. Για τον σκοπό αυτόν, η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού προσδιορίζεται βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τα ανωτέρω, προσδιορίζεται με βάση τους πιο πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς, στην περίπτωση δε που αυτοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική λογιστική νομοθεσία. 3. Οι πληροφορίες υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 από την επόμενη ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών για τις τριμηνιαίες αναφορές, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού της θυγατρικής υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τέσσερις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών. Δεν απαιτείται η υποβολή αναφορών κατά την παράγραφο 1 από την επόμενη ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών για τις τριμηνιαίες αναφορές, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού της θυγατρικής δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τρεις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών.

19.9.2017 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 240/7 Άρθρο 10 Ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και ημερομηνίες αποστολήςόσον αφορά την υποβολή αναφορών από σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα για θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας 1. Οι πληροφορίες του άρθρου 9 συλλέγονται με βάση τις ίδιες ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών όπως και οι εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες για τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που υποβάλλουν αναφορές σε ενοποιημένη βάση. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του λογιστικού έτους που χρησιμοποιείται για την υποβολή χρηματοοικονομικών πληροφοριών έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών. 2. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τις πληροφορίες που αφορούν θυγατρικές εγκατεστημένες στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας σύμφωνα με το άρθρο 9 έως το πέρας των εργασιών της 25ης εργάσιμης ημέρας από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014. 3. Οι ΕΑΑ αποφασίζουν πότε τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση, ούτως ώστε οι ίδιες να είναι σε θέση να τηρούν τις προαναφερθείσες προθεσμίες.». (13) Η επικεφαλίδα του τίτλου III αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΤΙΤΛΟΣ III ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΣΕ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ». (14) Το κεφάλαιο I του τίτλου III αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ I Υποβολή αναφορών σε ενοποιημένη βάση Άρθρο 11 Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ενοποιημένη βάσηγια λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα 1. Λιγότερο σημαντικά ιδρύματα που εφαρμόζουν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 για την υποβολή εποπτικών αναφορών σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ενοποιημένη βάση. 2. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 1 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περιλαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες οι οποίες προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παραρτήματος I. 3. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος III του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν. 4. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παραγράφου 1, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ σε ενοποιημένη βάση, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ενοποιημένη βάση. Η εν λόγω υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περιλαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες οι οποίες προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παραρτήματος I. 5. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν. 6. Κατ εξαίρεση από τις παραγράφους 4 και 5, η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα των οποίων τα στοιχεία ενεργητικού έχουν συνολική αξία, σε ενοποιημένη βάση, που δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ περιλαμβάνει τις πληροφορίες του παραρτήματος III, ως ελάχιστες κοινές πληροφορίες, αντί των πληροφοριών της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Για τον σκοπό αυτόν, η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη βάση προσδιορίζεται βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τα ανωτέρω, προσδιορίζεται με βάση τους πιο πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς, στην περίπτωση δε που αυτοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ενοποιημένους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική λογιστική νομοθεσία.

L 240/8 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 19.9.2017 7. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 από την επόμενη ημερομηνία αναφοράς για τις τριμηνιαίες αναφορές, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερου σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος υπερβαίνει, σε ενοποιημένη βάση, τα 3 δισεκατ. ευρώ, για τέσσερις συνεχόμενες ημερομηνίας αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 6, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος δεν υπερβαίνει, σε ενοποιημένη βάση, τα 3 δισεκατ. ευρώ, για τρεις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών. 8. Οι πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 4, 5, και 6 υποβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού. 9. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τις πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 4, 5 και 6 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες και εξυπηρετεί σκοπούς πέραν των εποπτικών, για παράδειγμα στατιστικούς. Άρθρο 12 Ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και ημερομηνίες αποστολήςγια λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα 1. Οι ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών για τις πληροφορίες που υποβάλλονται από λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα σε ενοποιημένη βάση και προβλέπονται στο άρθρο 11 είναι οι εξής: α) τριμηνιαίες αναφορές: 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου β) εξαμηνιαίες αναφορές: 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου γ) ετήσιες αναφορές: 31 Δεκεμβρίου. 2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών. 3. Κατ εξαίρεση από τις παραγράφους 1 και 2, εφόσον επιτρέπεται από τις ΕΑΑ σε λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να υποβάλλουν σε ενοποιημένη βάση εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση με βάση λογιστικό έτος που αποκλίνει από το ημερολογιακό έτος, οι ΕΑΑ μπορούν να προσαρμόζουν τις ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών με βάση το τέλος του λογιστικού έτους. Οι προσαρμοσμένες ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών είναι τρεις, έξι, εννέα και δώδεκα μήνες από την έναρξη του λογιστικού έτους. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του λογιστικού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών. 4. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τις πληροφορίες του άρθρου 11 έως το πέρας των εργασιών κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες αποστολής: α) για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχον κράτος μέλος και υποβάλλουν αναφορές στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης, την 25η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 β) για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που υποβάλλουν αναφορές σε ενοποιημένη βάση, πλην εκείνων που αναφέρονται στο στοιχείο α), την 35η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στο άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014. 5. Οι ΕΑΑ αποφασίζουν πότε τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση, ούτως ώστε οι ίδιες να είναι σε θέση να τηρούν τις προαναφερθείσες προθεσμίες.». (15) Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου II του τίτλου III αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ Υποβολή αναφορών σε ατομική βάση». (16) Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 13 Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ατομική βάση για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο και για λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα

19.9.2017 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 240/9 1. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, είτε επειδή καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός είτε επειδή εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και δεν ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση. Η παρούσα διάταξη ισχύει και για λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα. 2. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 1 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περιλαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παραρτήματος I. 3. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος III του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν. 4. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παραγράφου 1, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ και δεν ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ. Η παρούσα διάταξη ισχύει και για λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα. 5. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 4 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περιλαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παραρτήματος I. 6. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν. 7. Οι παράγραφοι 2, 3, 5 και 6 υπόκεινται στις ακόλουθες εξαιρέσεις: α) η υποβολή εποπτικών αναφορών σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση όσον αφορά λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα των οποίων τα στοιχεία ενεργητικού έχουν συνολική αξία έως και 3 δισεκατ. ευρώ περιλαμβάνει τις πληροφορίες του παραρτήματος III, ως ελάχιστες κοινές πληροφορίες, αντί των πληροφοριών των παραγράφων 2, 3, 5 ή 6 β) τα λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα δεν υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού τους δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ. 8. Για τους σκοπούς της παραγράφου 7, η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού του λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος και του λιγότερο σημαντικού υποκαταστήματος προσδιορίζεται βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τα ανωτέρω, προσδιορίζεται με βάση τους πιο πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς, στην περίπτωση δε που αυτοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική λογιστική νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού υποκαταστήματος δεν μπορεί να προσδιοριστεί βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας, προσδιορίζεται με βάση τα στατιστικά στοιχεία που υποβάλλονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1071/2013 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (*). 9. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και τα λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3, 5 και 6 από την επόμενη ημερομηνία αναφοράς για τις τριμηνιαίες αναφορές, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος ή λιγότερο σημαντικού υποκαταστήματος υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τέσσερις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και τα λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 7 εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος ή λιγότερο σημαντικού υποκαταστήματος δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τρεις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών. 10. Οι πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 5, 6 και 7 υποβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού.

L 240/10 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 19.9.2017 11. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τις πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 5, 6 και 7 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου εθνικού πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες και εξυπηρετεί και σκοπούς πέραν των εποπτικών, για παράδειγμα στατιστικούς. (*) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1071/2013 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 24ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΚΤ/2013/33) (ΕΕ L 297 της 7.11.2013, σ. 1).»; (17) Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 14 Μορφότυπος και συχνότητα υποβολής αναφορών σε ατομική βάσηγια πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο 1. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που εφαρμόζουν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, είτε επειδή καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός είτε επειδή εφαρμόζουν τα εν λόγω πρότυπα για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και ανήκουν σε λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ σε ατομική βάση. 2. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 1 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 9 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περιλαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες τις οποίες προβλέπει το παράρτημα II. 3. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος III του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν. 4. Λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, πλην εκείνων της παραγράφου 1, τα οποία εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ και ανήκουν σε λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση στην οικεία ΕΑΑ. 5. Η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών κατά την παράγραφο 4 πραγματοποιείται με τη συχνότητα που προβλέπει το άρθρο 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και περιλαμβάνει τις ελάχιστες κοινές πληροφορίες που προβλέπει το παράρτημα II. 6. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τυχόν πρόσθετα υποδείγματα του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 τα οποία συλλέγουν. Οι ΕΑΑ ανακοινώνουν στην ΕΚΤ εκ των προτέρων τυχόν πρόσθετα υποδείγματα που προτίθενται να διαβιβάσουν. 7. Κατ εξαίρεση από τις παραγράφους 2, 3, 5 και 6 η υποβολή εποπτικών χρηματοοικονομικών αναφορών από λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα των οποίων τα στοιχεία ενεργητικού έχουν συνολική αξία έως και 3 δισεκατ. ευρώ περιλαμβάνει τις πληροφορίες του παραρτήματος III. Για τον σκοπό αυτόν, η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού του λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος προσδιορίζεται βάσει των αναφορών που υποβάλλονται για τους σκοπούς της προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος δεν μπορεί να προσδιοριστεί κατά τα ανωτέρω, προσδιορίζεται με βάση τους πιο πρόσφατους ελεγμένους ετήσιους λογαριασμούς, στην περίπτωση δε που αυτοί δεν είναι διαθέσιμοι, με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς που καταρτίζονται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική λογιστική νομοθεσία. 8. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3, 5 και 6 από την επόμενη ημερομηνία αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τέσσερις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών. Τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα αρχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 7, εφόσον η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικού πιστωτικού ιδρύματος δεν υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ για τρεις συνεχόμενες ημερομηνίες αναφοράς για την υποβολή τριμηνιαίων αναφορών. 9. Οι πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 5, 6 και 7 υποβάλλονται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού. 10. Οι ΕΑΑ μπορούν να συλλέγουν τις πληροφορίες των παραγράφων 2, 3, 5, 6 και 7 που υποβάλλονται στην ΕΚΤ ως τμήμα ενός ευρύτερου εθνικού πλαισίου υποβολής αναφορών το οποίο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, περιλαμβάνει επιπλέον εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες και σκοπούς πέραν των εποπτικών, για παράδειγμα στατιστικούς.».

19.9.2017 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 240/11 (18) Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 15 Ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών και αποστολής για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα 1. Οι ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών για τις πληροφορίες των άρθρων 13 και 14 που αφορούν λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα είναι οι εξής: α) τριμηνιαίες αναφορές: 31 Μαρτίου, 30 Ιουνίου, 30 Σεπτεμβρίου και 31 Δεκεμβρίου β) εξαμηνιαίες αναφορές: 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου γ) ετήσιες αναφορές: 31 Δεκεμβρίου. 2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών. 3. Κατ εξαίρεση από τις παραγράφους 1 και 2, εφόσον επιτρέπεται από τις ΕΑΑ σε λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση με βάση λογιστικό έτος που αποκλίνει από το ημερολογιακό έτος, οι ΕΑΑ μπορούν να προσαρμόζουν τις ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών με βάση το τέλος του λογιστικού έτους. Οι προσαρμοσμένες ημερομηνίες αναφοράς υποβολής αναφορών είναι τρεις, έξι, εννέα και δώδεκα μήνες από την έναρξη του λογιστικού έτους. Τα στοιχεία που αναφέρονται σε ορισμένη περίοδο υποβάλλονται σωρευτικά από την πρώτη ημέρα του λογιστικού έτους έως την ημερομηνία αναφοράς υποβολής αναφορών. 4. Οι ΕΑΑ υποβάλλουν στην ΕΚΤ τις προβλεπόμενες στα άρθρα 13 και 14 εποπτικές χρηματοοικονομικές πληροφορίες που αφορούν λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα έως το πέρας των εργασιών κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες αποστολής: α) για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο και για λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα, την 25η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014 β) για λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο, την 35η εργάσιμη ημέρα από τις ημερομηνίες αποστολής που αναφέρονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014. 5. Οι ΕΑΑ αποφασίζουν πότε τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα και τα λιγότερο σημαντικά υποκαταστήματα υποχρεούνται να υποβάλλουν εποπτικές αναφορές σχετικά με χρηματοοικονομική πληροφόρηση ώστε οι ίδιες να είναι σε θέση να τηρούν τις προαναφερθείσες προθεσμίες.». (19) Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 17 Γλώσσα προγραμματισμού για τη διαβίβαση πληροφοριών από τις εθνικές αρμόδιες αρχές στην ΕΚΤ Οι ΕΑΑ διαβιβάζουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τη σχετική ταξινόμηση βάση του extensible Business Reporting Language, προκειμένου να διασφαλίζεται ομοιόμορφος τεχνικός μορφότυπος για την ανταλλαγή δεδομένων. Προς τον σκοπό αυτόν, οι ΕΑΑ ακολουθούν τις προδιαγραφές που προβλέπονται στο άρθρο 6 της απόφασης ΕΚΤ/2014/29.». (20) Το άρθρο 18 διαγράφεται. (21) Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 19 Μεταβατικές διατάξεις 1. Στην περίπτωση που λιγότερο σημαντική εποπτευόμενη οντότητα καταστεί σημαντική πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018, χαρακτηρίζεται σημαντική εποπτευόμενη οντότητα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού 18 μήνες αφότου της κοινοποιηθεί απόφαση κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 45 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17).

L 240/12 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 19.9.2017 2. Στην περίπτωση που η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού λιγότερο σημαντικής εποπτευόμενης οντότητας, σε ατομική ή ενοποιημένη βάση, υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018, η εν λόγω οντότητα αρχίζει την υποβολή αναφορών σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού την ημερομηνία αναφοράς της πρώτης υποβολής αναφορών μετά την παρέλευση τουλάχιστον 18 μηνών από την υπέρβαση του ορίου. 3. Σε περίπτωση που η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού θυγατρικής εγκατεστημένης στην επικράτεια μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας υπερβαίνει τα 3 δισεκατ. ευρώ πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018, οι πληροφορίες υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 κατά την ημερομηνία αναφοράς της πρώτης υποβολής αναφορών μετά την παρέλευση τουλάχιστον 18 μηνών από την υπέρβαση του ορίου.». (22) Τα παραρτήματα I και II τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα I του παρόντος κανονισμού. (23) Το παράρτημα IV αντικαθίσταται από το παράρτημα II του παρόντος κανονισμού. (24) Το παράρτημα V αντικαθίσταται από το παράρτημα III του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 2 Τελικές διατάξεις 1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Όσον αφορά εποπτευόμενες οντότητες που εφαρμόζουν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, περιλαμβανομένων εκείνων που εφαρμόζουν για την υποβολή εποπτικών αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ο παρών κανονισμός αρχίζει να εφαρμόζεται από την ημερομηνία αναφοράς της πρώτης υποβολής αναφορών του οικείου οικονομικού έτους που έπεται της 31ης Δεκεμβρίου 2017. 3. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες που εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ από την 1η Ιανουαρίου 2018. 4. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε λιγότερο σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες που εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ από την 1η Ιανουαρίου 2018. 5. Παρά τα ανωτέρω, κατόπιν αιτήματος ΕΑΑ, η ΕΚΤ μπορεί να αποφασίζει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σε λιγότερο σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες που εφαρμόζουν εθνικά λογιστικά πλαίσια βάσει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ και είναι εγκατεστημένες στο κράτος μέλος της συγκεκριμένης ΕΑΑ από την 1η Ιανουαρίου 2019, εφόσον το οικείο εθνικό λογιστικό πλαίσιο δεν είναι συμβατό με τα. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες. Φρανκφούρτη, 25 Αυγούστου 2017. Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ Mario DRAGHI

19.9.2017 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 240/13 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I Τα παραρτήματα I και II του κανονισμού (ΕΕ) 2015/534 (ΕΚΤ/2015/13) τροποποιούνται ως εξής: 1. Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής: α) στις παραγράφους 1 και 2 διαγράφονται οι λέξεις «τους εποπτευόμενους ομίλους και» β) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α: «2α. Κατ εξαίρεση από την παράγραφο 2, κάθε ΕΑΑ μπορεί να αποφασίσει ότι οι οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και είναι εγκατεστημένες στο κράτος μέλος της υποβάλλουν: α) τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 9.1 ή τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 9.1.1 του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 β) τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 11.1 ή τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 11.2 του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 γ) τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 12.0 ή τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 12.1 του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014 και δ) τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 16.3 ή τις πληροφορίες που καθορίζονται στο υπόδειγμα 16.4 του παραρτήματος IV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 680/2014.» γ) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «4. Τα υποδείγματα 17.1, 17.2 και 17.3 των πινάκων 1 και 2 αφορούν μόνο πιστωτικά ιδρύματα που υποβάλλουν αναφορές σε ενοποιημένη βάση. Το υπόδειγμα 40.1 στους πίνακες 1 και 2 αφορούν πιστωτικά ιδρύματα που υποβάλλουν αναφορές σε ενοποιημένη βάση και πιστωτικά ιδρύματα που δεν ανήκουν σε όμιλο και υποβάλλουν αναφορές σε ατομική βάση» δ) οι πίνακες 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «Πίνακας 1 Αριθμός υπο-δείγματος Ονομασία του υποδείγματος ή της ομάδας υποδειγμάτων ΜΕΡΟΣ 1 [ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ] Ισολογισμός [Κατάσταση οικονομικής θέσης] 1.1 Ισολογισμός: στοιχεία ενεργητικού 1.2 Ισολογισμός: υποχρεώσεις 1.3 Ισολογισμός: μετοχικό κεφάλαιο 2 Κατάσταση αποτελεσμάτων Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου 4.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού διακρατούμενα για διαπραγμάτευση 4.2.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού μη εμπορικής χρήσης επιμετρούμενα υποχρεωτικά στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων 4.2.2 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού που αναγνωρίζονται στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων 4.3.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού στην εύλογη αξία μέσω των λοιπών συνολικών εσόδων 4.4.1 Ανάλυση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού ανά μέσο και ανά τομέα αντισυμβαλλομένου: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού στο αποσβεσμένο κόστος