ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΕΝΟΠΟΙΕΙ, ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΕΙ ΝΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1988 ΚΑΙ 199Ο ΜΕΡΟΣ Ι. - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Συνοπτικός τίτλος 1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Διαγνωστικών και Κλινικών Εργαστηρίων (Εγγραφή, Λειτουργία και Έλεγχος) Νόμος του 2008. Ερμηνεία 2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο- «άδεια λειτουργίας» σημαίνει την άδεια που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 6 του παρόντος νόμου «αδειούχο εργαστήριο» σημαίνει κάθε διαγνωστικό ή κλινικό εργαστήριο για το οποίο έχει εκδοθεί και βρίσκεται σε ισχύ άδεια λειτουργίας «Αρχείο» σημαίνει το Αρχείο των προσοντούχων να διευθύνουν κλινικά εργαστήρια και το οποίο τηρείται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9 του παρόντος νόμου «βασικοί τομείς εργαστηριακής ειδικότητας» σημαίνει τις ειδικότητες αιματολογίας, βιοχημείας, μικροβιολογίας και ανοσολογίας «Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία «Διαγνωστικό εργαστήριο» σημαίνει το εργαστήριο, στο οποίο γίνονται δεκτοί ασθενείς προς εξέταση βιολογικών υλικών, μέσα στα πλαίσια άσκησης διαγνωστικής εργαστηριακής εξέτασης. «Διευθυντής διαγνωστικού εργαστηρίου βιολογικού υλικού» σημαίνει τον ειδικό ιατρό ο οποίος είναι υπεύθυνος για την επιστημονική και τεχνική λειτουργία εγγεγραμμένου διαγνωστικού εργαστηρίου βιολογικών υλικών «Διευθυντής κλινικού εργαστηρίου» σημαίνει πρόσωπο που κατέχει τα προσόνται που καθορίζει το άρθρο 8 του παρόντος νόμου και το οποίο είναι υπεύθυνο για την επιστημονική και τεχνική λειτουργία εγγεγραμμένου κλινικού εργαστηρίου «Εγγεγραμμένος Διευθυντής» σημαίνει είτε τον ιατρό βιοπαθολόγο, μικροβιολόγο που διευθύνουν διαγνωστικό εργαστήριο ή των προσοντούχων να διευθύνουν κλινικό εργαστήριο που είναι εγγεγραμμένο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου «εντεταλμένος επιθεωρητής» σημαίνει κάθε δυνάμει του άρθρου του παρόντος νόμου εξουσιοδοτημένο λειτουργό του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ο οποίος ασκεί καθήκοντα και εξουσίες για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου
Κεφ 250 και τροποποιητικοί νόμοι του 1959 έως 2004 «Εφορος» σημαίνει το Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας και περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται από αυτόν για να ενεργεί για όλους ή οποιοδήποτε από τους σκοπούς του παρόντος νόμου «Ιατρός Βιοπαθολόγος ή Μικροβιολόγος» σημαίνει ιατρό εγγεγραμμένο δυνάμει των περί εγγραφής Ιατρών Νόμων, στον οποίο έχει αναγνωριστεί από το Ιατρικό Συμβούλιο, δυνάμει των περί Ιατρών (Ειδικά Προσόντα) Κανονισμών του 2003 και 2004, η κατοχή ειδικότητας στην Ιατρική Βιοπαθολογία ή Μικροβιολογία. «Ιατρικό Συμβούλιο» σημαίνει το Συμβούλιο που καθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 3 των περί Εγγραφής Ιατρών Νόμων «κλινικό εργαστήριο» σημαίνει οποιοδήποτε υποστατικό ή χώρο που χρησιμοποιείται για τη διεξαγωγή εξετάσεων βιολογικών δειγμάτων με τη χρήση χημικών, βιοχημικών, φυσικοχημικών, μικροσκοπικών, ανοσοβιολογικών ή ραδιοανοσοβιολογικών μεθόδων ή οποιωνδήποτε άλλων συναφών εξετάσεων, ως ήθελαν καθορισθεί με Κανονισμούς, με σκοπό τη συλλογή πληροφοριών για την πρόληψη, διάγνωση ή παρακολούθηση ασθενών, «Κράτος Μέλος» σημαίνει «Μητρώο» σημαίνει το Μητρώο Εγγραφής Διαγνωστικών και Κλινικών εργαστηρίων που τηρείται από τον Εφορο δυνάμει του άρθρου 7 «Πρόεδρος» σημαίνει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου «Συμβούλιο» σημαίνει το Συμβούλιο Κλινικών Εργαστηρίων που καθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 4 «Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Υγείας Σκοπός ΜΕΡΟΣ II. - ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ 3. Σκοπός του νόμου είναι η ρύθμιση της εγγραφής και λειτουργίας των διαγνωστικών και κλινικών εργαστηρίων. Νοείται ότι, ο παρών νόμος δε ρυθμίζει την εγγραφή και λειτουργία εργαστηρίων που προσφέρουν εργαστηριακές δοκιμασίες περιορισμένου και εξειδικευμένου πεδίου και αφορούν συγκεκριμένο βιοϊατρικό αντικείμενο Συμβούλιο Κλινικών Εργαστηρίων 4. (1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ιδρύεται «Συμβούλιον Κλινικών Εργαστηρίων», το οποίο είναι αρμόδιο για την εγγραφή στο Αρχείο των προσοντούχων να διευθύνουν Κλινικό εργαστήριο. (2) Το Συμβούλιο είναι επταμελές και απαρτίζεται από έξι εξειδικευμένους επιστήμονες σε θέματα κλινικών εργαστηρίων και ένα εγγεγραμμένο ιατρό. (3) Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο για τριετή θητεία, κατόπιν πρότασης του Υπουργού, ο οποίος συνεννοείται προς τούτο με τις συναφείς επαγγελματικές οργανώσεις ή συλλόγους.
Κένωση θέσης 5. (1) Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο κενωθεί η θέση του Προέδρου ή οποιουδήποτε άλλου μέλους στο Συμβούλιο, ή κενωθείσα θέση πληρούται το συντομότερο με νέο διορισμό, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 3, για την εναπομένουσα περίοδο της θητείας του Συμβουλίου. Νοείται ότι, ο Πρόεδρος ή οποιοδήποτε άλλο μέλος μπορεί, οποτεδήποτε πριν από τη λήξη της θητείας του, να υποβάλει γραπτώς την παραίτηση του προς τον Υπουργό. (2) Το Συμβούλιο συνεδριάζει νόμιμα παρά την ύπαρξη οποιασδήποτε κενής θέσης, πλην εκείνης του Προέδρου, εφόσον ο αριθμός των εναπομενόντων μελών δεν είναι μικρότερος του απαιτούμενου αριθμού απαρτίας για τις συνεδριάσεις αυτού Συνεδριάσεις Συμβουλίου 6. (1) Το Συμβούλιο συνέρχεται σε τόπο και χρόνο που καθορίζει ο Πρόεδρος, σε συνεννόηση με τα υπόλοιπα μέλη, οποιαδήποτε δε τέσσερα μέλη παρόντα στη συνεδρίαση αποτελούν απαρτία: Νοείται ότι ο Πρόεδρος συγκαλεί συνεδρίαση του Συμβουλίου οποτεδήποτε το ζητήσουν γραπτώς τρία τουλάχιστον μέλη. (2) Των συνεδριάσεων του Συμβουλίου προεδρεύει ο Πρόεδρος και σε περίπτωση απουσίας αυτού τα παρόντα μέλη εκλέγουν από αυτά Προεδρεύοντα της συνεδρίασης, κατά την οποία ο τοιουτρόπως εκλεγείς Προεδρεύων έχει όλες τις εξουσίες και εκτελεί όλα τα καθήκοντα του Προέδρου. (3) Νόμιμα συγκαλούμενη συνεδρίαση του Συμβουλίου στην οποία υπάρχει απαρτία είναι ικανή να διεκπεραιώνει οποιαδήποτε εργασία του Συμβουλίου και έχει και ασκεί κάθε εξουσία, αρμοδιότητα ή καθήκον που ανατίθεται σ' αυτό από τον παρόντα Νόμο. (4) Οι αποφάσεις του Συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων στην συνεδρίαση μελών και σε περίπτωση ισοψηφίας ο Πρόεδρος ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο Προεδρεύων, διαθέτει δεύτερη ή νικώσα ψήφο. Αποχή από τη ψηφοφορία θεωρείται αρνητική ψήφος. (5) Κατά τις συνεδριάσεις ο Πρόεδρος μεριμνά για την τήρηση των πρακτικών. Τα πρακτικά εγκρίνονται από το Συμβούλιο σε επόμενη συνεδρίαση του, υπογράφονται από τον Πρόεδρο και αμέσως μόλις υπογραφούν γίνονται δεκτά σε οποιαδήποτε δικαστική ή άλλη διαδικασία ως μαρτυρία χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω απόδειξη. (6) Ο Έφορος δύναται να παρίσταται κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου και να εκφέρει τις απόψεις του επί των συζητημένων θεμάτων, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Εγγραφή και Λειτουργία Διαγνωστικών και Κλινικών Εργαστηρίων ΜΕΡΟΣ III.- ΕΓΓΡΑΦΗ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ 7. (1) Με την επιφύλαξη των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 38 του παρόντος νόμου, δεν επιτρέπεται σε πρόσωπο να λειτουργεί στη Δημοκρατία, οποιοδήποτε διαγνωστικό ή κλινικό εργαστήριο, εκτός εάν το εργαστήριο αυτό εγγραφεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος νόμου και εκδοθεί σχετικά με αυτό άδεια λειτουργίας που προνοείται από το εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου. (2) Διαγνωστικό ή κλινικό εργαστήριο εγγράφεται από το Συμβούλιο μετά από αίτηση που υποβάλλεται στον Έφορο, για συγκεκριμένο υποστατικό και στον καθορισμένο από τον παρόντα νόμο, τύπο
(3) Ο Έφορος μπορεί, με γραπτή ειδοποίηση προς τον αιτητή, να ζητήσει από αυτόν να του παράσχει γραπτώς, μέσα σε τέτοια λογική προθεσμία που θα καθορίζεται στην ειδοποίηση, τέτοια περαιτέρω στοιχεία και πληροφορίες τα οποία θεωρεί αναγκαία για την εξέταση και έγκριση της αίτησης. Μητρώο 8. (1) Ο Έφορος καταρτίζει και τηρεί Μητρώο, το οποίο θα αποτελείται απο δύο Μέρη, ένα στο οποίο εγγραφει κάθε διαγνωστικό εργαστήριο και ένα δεύτερο στο οποίο θα εγγράφει κάθε κλινικό εργαστήριο, που έχει εξασφαλίσει άδεια λειτουργίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος νόμου. Στο Μητρώο καταχωρούνται το όνομα του αδειούχου εργαστηρίου, το όνομα προσοντούχου να διευθύνει κλινικό εργαστήριο, ή το όνομα του διευθυντή διαγνωστικού εργαστηρίου, ανάλογα με την περίπτωση, και τα προσόντα του (2) Αντίγραφο του Μητρώου, όπως αυτό ενημερώνεται εκάστοτε από τον Έφορο, δημοσιεύεται υπογεγραμμένο από τον Έφορο στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας κατά τον Ιανουάριο εκάστου έτους. Σε περίπτωση που εκδίδεται άδεια λειτουργίας μετά τη δημοσίευση του Μητρώου αυτή η άδεια αποτελεί επαρκή απόδειξη του περιεχομένου της για οποιαδήποτε χρήση. Γενικές υποχρεώσεις 9.(1) Κάθε αδειούχο εργαστήριο που λειτουργεί στη Δημοκρατία έχει υποχρέωση συνεχούς και πιστής συμμόρφωσης με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών, καθώς και προς τις εκάστοτε οδηγίες του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή και ερμηνεία των διατάξεων του παρόντος νόμου (3) Κάθε αδειούχο εργαστήριο οφείλει να διαθέτει τους κατάλληλους χώρους και εξοπλισμό σύμφωνα με Κανονισμούς ώστε να διασφαλίζεται η υγεία του προσωπικού και των ασθενών και η επιστημονική αρτιότητα διεξαγωγής των αναλύσεων Αρχείο Προσοντούχων να διευθύνουν κλινικό εργαστήριο 10. (1) Εγγράφεται στο Αρχείο προσοντούχων να διευθύνουν κλινικό εργαστήριο πρόσωπο το οποίο ικανοποιεί το Συμβούλιο ότι κατέχει τα ακόλουθα προσόντα ή ιδιότητες κατά την ημέρα υποβολής της σχετικής αίτησης, (α) Είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή κατά την ημέρα της υποβολής της αίτησης του είναι σύζυγος ή τέκνο πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας και έχει τη συνήθη διαμονή του στην Κύπρο ή είναι πολίτης κράτους μέλους (β) έχει συμπληρώσει το 21ον έτος της ηλικίας του και γ) έχει λευκό ποινικό μητρώο και (γ) (ι) είναι κάτοχος πανεπιστημιακού πτυχίου ή άλλου ισοδύναμου διπλώματος στη Βιοιατρική Επιστήμη, Βιοχημεία, Μικροβιολογία, Ανοσοβιολογία, Αιματολογία, ή άλλο συναφή βιοιατρικό κλάδο, ως ήθελε καθοριστεί από το Συμβούλιο, αναγνωρισμένο από το Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥΣΑΤΣ) και
(ιι) είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου που αποκτήθηκε μετά από εξετάσεις σε δύο τουλάχιστο ειδικότητες του κλινικού εργαστηρίου, διαφορετικές εκείνης του πανεπιστημιακού πτυχίου, και (ιιι) έχει πραγματοποιήσει πρακτική εξάσκηση σε κλινικό εργαστήριο αναγνωρισμένου πανεπιστημιακού νοσοκομειακού ιδρύματος διάρκειας τουλάχιστο 2 ετών, η οποία περιλαμβάνει επαρκή κλινική άσκηση στον τομέα του πανεπιστημιακού πτυχίου. Νοείται ότι, αν ο κύκλος σπουδών που οδηγεί στην απόκτηση του τίτλου εκπαίδευσης, είναι διάρκειας τριών ετών, η πρακτική εξάσκηση θα πρέπει να είναι διάρκειας τουλάχιστο τριών ετών. Νοείται περαιτέρω ότι, αν το βασικό πτυχίο εμπίπτει στον τομέα των βιοϊατρικών επιστημών ή στην ιατρική τεχνολογία, τρίτος τομέας μπορεί να θεωρείται ο τομέας του βασικού πτυχίου. 11. Με την επιφύλαξη του άρθρου 12 του παρόντος νόμου, αδειούχο εργαστήριο δικαιούται να εγγραφεί και να παραμείνει εγγεγραμμένο στο Μητρώο, για όσο χρόνο αυτό πληροί ή συμμορφώνεται με τους ακόλουθους όρους ή προϋποθέσεις:- (α) λειτουργεί κάτω από τη διεύθυνση ενός τουλάχιστον ιατρού βιοπαθολόγου ή μικροβιολόγου ή άλλου προσοντούχου να διευθύνει κλινικό εργαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12, (β) είναι σε θέση να διεξάγει αναλύσεις τουλάχιστον σε όλους τους βασικούς τομείς της εργαστηριακής ειδικότητας (γ) διαθέτει εξοπλισμό, κατάλληλους και επαρκείς χώρους, όπως καθορίζονται με Κανονισμούς, ώστε να διασφαλίζεται η επιστημονική αρτιότητα διεξαγωγής των αναλύσεων και η υγεία του προσωπικού και των ασθενών, καθώς και (δ) ικανοποιεί από κάθε άλλη άποψη τις κτιριολογικές και άλλες απαιτήσεις και προδιαγραφές, όπως αυτές εκάστοτε καθορίζονται με Κανονισμούς. 12. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Έφορος προβαίνει, ανάλογα με την περίπτωση, στη διαγραφή από το Μητρώο ή στην ακύρωση ή διόρθωση οποιασδήποτε εγγραφής όταν: α) ο Διευθυντής αδειούχου εργαστηρίου υποβάλλει γραπτώς στον Έφορο αίτηση για τη διαγραφή ή διόρθωση της εγγραφής του αδειούχου εργαστηρίου β) η εγγραφή έγινε εσφαλμένα ή εξασφαλίστηκε κατόπιν δόλου ή ψευδών ή ανακριβών δηλώσεων ή παραστάσεων οποιουδήποτε προσώπου γ) έπαυσε να υπάρχει ή να πληρούται οποιαδήποτε ιδιότητα, προσόν, όρος ή προϋπόθεση, η ύπαρξη ή κατοχή των οποίων είναι απαραίτητη για την εγγραφή ή παραμονή στο Μητρώο, δ) οποιοδήποτε αδειούχο εργαστήριο έχει τερματίσει τη λειτουργία του ή έχει αποβιώσει ο μόνος εγγεγραμμένος Διευθυντής του ή αυτός έχει αποχωρήσει από τη θέση του Διευθυντή, χωρίς να ληφθεί πρόνοια για νόμιμη αντικατάσταση του από άλλο εγγεγραμμένο Διευθυντή
(ε) ο μόνος Διευθυντής αδειούχου εργαστηρίου βρεθεί ένοχος πειθαρχικού παραπτώματος και στερηθεί του δικαιώματος να διευθύνει διαγνωστικό ή κλινικό εργαστήριο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος νόμου (στ) από το περιεχόμενο της αξιολόγησης των περιοδικών εκθέσεων που υποβάλλονται δυνάμει του εδαφίου (1)(α) του άρθρου 21 προκύπτει ότι η επιτελούμενη στο αδειούχο εργαστήριο εργασία και γενικά η λειτουργία αυτού δεν είναι κατά την κρίση του Εφόρου, ικανοποιητικού επιπέδου. (2) Ο Έφορος, πριν προχωρήσει στην έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου για διαγραφή ή ακύρωση οποιασδήποτε άδειας λειτουργίας για οποιοδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (γ) και (στ) του εδαφίου, (1), οφείλει να κοινοποιεί γραπτή ειδοποίηση της πρόθεσης του αυτής σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο και να παρέχει σ' αυτό την ευκαιρία να υποβάλει γραπτώς μέσα σε σαράντα πέντε ημέρες, όλες τις σχετικές ενστάσεις ή παραστάσεις τις οποίες αυτό επιθυμεί να υποβάλει (3) Όταν διαγράφεται από το Μητρώο αδειούχο εργαστήριο για οποιοδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (ε), ή (στ), ο εγγεγραμμένος Διευθυντής του δεν δικαιούται να ζητήσει την επανεγγραφή του με βάση τον παρόντα νόμο για τόση χρονική περίοδο όπως το Συμβούλιο, με την ευκαιρία της διαγραφής, ήθελε καθορίσει. (4) Σε περίπτωση οποιασδήποτε αίτησης επανέκδοσης άδειας λειτουργίας αδειούχου εργαστηρίου θα ισχύει και ακολουθείται η αυτή διαδικασία όπως και για την αρχική άδεια. Νοείται ότι κανένα πρόσωπο δεν επιτρέπεται να εγκριθεί και καταχωρηθεί στο Μητρώο ως Διευθυντής για περισσότερα του ενός αδειούχα εργαστήρια ΜΕΡΟΣ ΙV. - ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ Διεύθυνση και ευθύνη διαγνωστικών και κλινικών εργαστηρίων. 13. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κάθε αδειούχο εργαστήριο οφείλει να τελεί κατά πάντα χρόνο υπό τη διεύθυνση, έλεγχο και εποπτεία του εγγεγραμμένου Διευθυντή του, ο οποίος θα είναι υπεύθυνος για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών στο οικείο αδειούχο εργαστήρι. (2) Οταν για την εγγραφή στο Μητρώο ενός αδειούχου εργαστηρίου έχουν κατονομασθεί και εγγραφεί περισσότεροι του ενός Διευθυντές, οι εν λόγω Διευθυντές για τη λειτουργία του αδειούχου εργαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ευθύνονται αλληλέγγυα. Ονομα αδειούχου εργαστηρίου. 13. (1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου σε ισχύ νόμου, κάθε αδειούχο εργαστήριο οφείλει να έχει και να διεξάγει τις εργασίες του κάτω από το δικό του όνομα, με το οποίο έχει εγκριθεί και καταχωρηθεί στο Μητρώο. Νοείται ότι ο Έφορος δύναται, κατά την εξέταση της αίτησης εγγραφής, να μην αποδεχθεί οποιοδήποτε όνομα το οποίο, κατά την κρίση του, θα ήταν ανάρμοστο ή
παραπλανητικό ως προς την εξειδίκευση ή δυναμικότητα του, ή το οποίο ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση με οποιοδήποτε άλλο σε λειτουργία αδειούχο εργαστήριο. (2) Το δικαίωμα κυριότητας επί του ονόματος και της χρήσης αυτού στη Δημοκρατία ανήκει στον ιδιοκτήτη ή τους ιδιοκτήτες του αδειούχου εργαστηρίου, είναι αδιαίρετο και δύναται να μεταβιβάζεται μόνο με την ταυτόχρονη μεταβίβαση της επιχείρησης του αδειούχου εργαστηρίου. Σε περίπτωση διακοπής ή αναστολής της λειτουργίας αυτού, ο κύριος του ονόματος διατηρεί το δικαίωμά του επί του ονόματος για μια τριετία, μέσα στην οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει το όνομα αυτό και πάλιν για το ίδιο κλινικό εργαστήριο ή, κατόπιν έγκρισης του Εφόρου, για άλλο ιδιωτικό κλινικό εργαστήριο παρόμοιας δυναμικότητας ή εξειδίκευσης (3) Το όνομα του ιδιωτικού κλινικού εργαστηρίου πρέπει να εκτίθεται ή προβάλλεται σε περίοπτο μέρος της εξωτερικής εισόδου του κλινικού εργαστηρίου και στη γλώσσα με την οποία τούτο έχει εγκριθεί και καταχωρηθεί στο Μητρώο. Εργασίες έναντι αμοιβής 14. (1) Κάθε αδειούχο εργαστήριο δικαιούται να διεξάγει, έναντι λογικής αμοιβής, αναλύσεις σε όλους τους βασικούς τομείς της εργαστηριακής ειδικότητας, για τους οποίους κρίθηκε αδειούχο.. (2) Για το σκοπό αυτό ο Διευθυντής εκάστου αδειούχου εργαστηρίου υπέχει ευθύνη και υποχρέωση να διασφαλίζει ότι το εργαστήριο, το οποίο διευθύνει, εφόσον χρησιμοποιεί προσωπικό, αυτό πρέπει να είναι κατάλληλα στελεχωμένο με προσοντούχο επιστημονικό ή άλλο προσωπικό όπως ήθελε καθοριστεί με Κανονισμούς. Προσωπικό 15. Κάθε Διευθυντής αδειούχου εργαστηρίου έχει υποχρέωση να γνωστοποιεί στον Εφορο το όνομα, τη διεύθυνση και τα ακαδημαϊκά ή άλλα προσόντα του προσωπικού που απασχολείται στο εργαστήριο, όπως καθορίζεται με Κανονισμούς συνοδευόμενα με τα αναγκαία αποδεικτικά ή πιστοποιητικά, ευθύς μετά την πρόσληψή, απόλυση ή άλλη αλλαγή στη σύνθεσή του προσωπικού.του εν λόγω εργαστηρίου. Παράνομη άσκηση ιατρικής 16. Η διάγνωση ασθένειας, με βάση τα αποτελέσματα εργαστηριακής εξέτασης, από Διευθυντή ή μέλος του προσωπικού αδειούχου εργαστηρίου, ο οποίος δεν είναι εγγεγραμμένος ιατρός, συνιστά παράνομη άσκηση ιατρικής. Παραπομπή. 17. Σε κανένα εγγεγραμμένο κλινικό εργαστήριο δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε εργαστηριακή εξέταση ασθενούς, εκτός αν τη διενέργεια αυτής ζητεί ιατρός ή εκτός αν πρόκειται για εξέταση, η οποία θέλει εξαιρεθεί του περιορισμού αυτού σύμφωνα με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
Λήψη αίματος. 18. (1) Λήψη αίματος ασθενούς γίνεται από το Διευθυντή ή άλλο μέλος του προσωπικού, που έχει εξουσιοδοτηθεί από το Συμβούλιο ότι διαθέτει τα καθορισμένα για το σκοπό αυτό προσόντα και/ή πείρα. (2) Η λήψη αίματος ασθενούς διενεργείται πάντοτε στους χώρους του κλινικού εργαστηρίου και περιορίζεται στην αναγκαία για τη ζητούμενη εργαστηριακή εξέταση ποσότητα. Νοείται ότι σε περίπτωση ασθενή που αδυνατεί λόγω της ασθένειάς του να προσέλθει στο κλινικό εργαστήριο για την αναγκαία αιμοληψία, επιτρέπει η λήψη αίματος στον τόπο όπου βρίσκεται, νοουμένου ότι την αιμοληψία διενεργεί πρόσωπο το οποίο είναι προσοντούχο σύμφωνα με το εδάφιο (1). Αποτελέσματα εξετάσεων να υπογράφονται από το Διευθυντή. 19. Τα αποτελέσματα εργαστηριακής εξέτασης σε αδειούχο εργαστήριο παραδίδονται μόνο αν αυτά φέρουν την υπογραφή του Διευθυντή αυτού. Συμμετοχή Διευθυντή σε Προγράμματα ποιοτικού ελέχου. 20. (1) Ο Διευθυντής εκάστου αδειούχου εργαστηρίου έχει υποχρέωση: (α) να προβαίνει σε τακτικό εσωτερικό έλεγχο σύμφωνα με τις απαιτήσεις και προδιαγραφές του εξοπλισμού που διαθέτει και (β) οσάκις καλείται από τον Έφορο, να συμμετέχει σε προγράμματα ελέγχου αναγνωρισμένων σωμάτων όπως καθορίζει με γνωστοποίηση ο Έφορος με σκοπό την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων αυτού. (2) Τα αποτελέσματα του ποιοτικού ελέγχου κοινοποιούνται στο στον Έφορο. Νοείται ότι, αυτά θα τηρούνται απόρρητα και δε θα γνωστοποιούνται. Υποβολή περιοδικών εκθέσεων. 21. (1) Ο Διευθυντής αδειούχου εργαστηρίου οφείλει να υποβάλλει, στον Έφορο, περιοδικές εκθέσεις κατά τέτοια χρονικά διαστήματα, τύπο και περιεχόμενο, όπως ο Έφορος ήθελε καθορίσει με σχετική εγκύκλιό του αναφορικά με:- α) τις διεξαγόμενες αναλύσεις για επιδημιολογικούς, στατιστικούς ή άλλους παρεμφερείς σκοπούς, β) το προσωπικό του εργαστηρίου που εκτελεί τις εργαστηριακές εξετάσεις, τα προσόντα αυτού, καθώς και οποιεσδήποτε τυχόν αλλαγές αυτών: (2) Η δυνάμει του εδαφίου 1(α) υποχρέωση με κανένα τρόπο δεν μπορεί να εκληφθεί ότι επιτρέπει την αποκάλυψη των ονομάτων των προσώπων που προσφεύγουν σε εργαστηριακές εξετάσεις ή των ασθενειών από τις οποίες πάσχουν. Προβολή ή διαφήμιση κλινικών εργαστηρίων. Κεφ. 250 30 του 1959 30 του 1961 53 του 1961 79 του 1968
114 του 1968 14 του 1974 18 του 1979 72 του 1991 112(Ι) του 1996. του 2004 22. (1) Η προβολή ή διαφήμιση αδειούχου εργαστηρίου, καθώς και του Διευθυντή ή του επιστημονικού προσωπικού αυτού αποτελεί ευθύνη του Διευθυντή και διέπεται, τηρουμένων των αναλογιών, από τις διατάξεις του άρθρου 22 του περί εγγραφής Ιατρών Νόμου. (2) Οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1) θεωρείται ως επονείδιστη διαγωγή από επαγγελματική άποψη και συνεπάγεται πειθαρχική δίωξη και τιμωρία σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους VI του παρόντος Νόμου. ΜΕΡΟΣ V - ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΚΛΙΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Διορισμός Εντεταλμένων Επιθεωρητών 23. (1) Ο Έφορος δύναται να εξουσιοδοτεί ως εντεταλμένους επιθεωρητές για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών τόσους λειτουργούς του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας όπως αυτός θεωρεί αναγκαίο, ώστε: (α) να του υποβάλλει εισηγήσεις και εκθέσεις και να τον συμβουλεύει για θέματα χορήγησης, ακύρωσης, ανάκλησης ή αναστολής αδειών λειτουργίας αδειούχων νοσηλευτηρίων. (β) ασκεί έλεγχο και εποπτεία σε κάθε αδειούχο εργαστήριο που λειτουργεί στην Κυπριακή Δημοκρατία, με σκοπό τη διασφάλιση συνεχούς συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών Νοείται ότι κάθε ενεταλμένος λειτουργός δύναται για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων τους να εισέρχεται σε κάθε αδειούχο εργαστήριο για να επιθεωρήσει τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό των εργαστηρίων ως στο άρθρο και όποτε του ζητηθεί από τον Έφορο, (γ) να αναφέρει στον Έφορο κάθε περίπτωση παράβασης οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών και να του συμβουλεύει για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την περίπτωση και (δ) οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα του αναθέσει ο Έφορος. (2) Εντεταλμένος λειτουργός ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του λαμβάνει γνώση οποιασδήποτε πληροφορίας ή στοιχείου δεν επιτρέπεται να τα αποκαλύπτει σε τρίτους, εκτός για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή στα πλαίσια οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας. 24. (1) Ο ή εντεταλμένος λειτουργός δύναται, κατά πάντα εύλογο χρόνο και αφού επιδείξει το αποδεικτικό της ιδιότητας του, να ασκεί τις ακόλουθες εξουσίες (α) να εισέρχεται για σκοπούς διαπίστωσης της διάπραξης οποιουδήποτε αδικήματος κατά τον παρόντα Νόμο, σε οποιοδήποτε υποστατικό ή χώρο, εκτός από χώρο ο οποίος χρησιμοποιείται ως κατοικία, για τον οποίο έχει εύλογη υποψία ότι χρησιμοποιείται ή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως διαγνωστικό εργαστήριο ή
κλινικό εργαστήριο κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών (β) να εισέρχεται σε οποιοδήποτε αδειούχο εργαστήριο με σκοπό την άσκηση ετήσιου ή έκτακτου ελέγχου ή επιθεώρησης, για να διαπιστωθεί κατά πόσο τηρούνται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών (2) Ο εντεταλμένος λειτουργός ο οποίος εισέρχεται σε υποστατικό ή άλλο χώρο δυνάμει του εδαφίου (1) μπορεί να έχει μαζί του τέτοια άλλα πρόσωπα και τέτοιο εξοπλισμό όπως αυτός κρίνει αναγκαίο και σε περίπτωση που εύλογα πιστεύει ότο στο χώρο αυτό έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε αδίκημα κατά τον παρόντα Νόμο, έχει εξουσία να κατάσχει και συλλέξει τέτοια αποδεικτικά στοιχεία που εύλογα πιστεύει ότι θα χρειαστούν σε μελλοντική ποινική δίωξη για το αδίκημα αυτό (3) Ο Διευθυντής του αδειούχου εργαστηρίου ή οποιοδήποτε άλλο υπεύθυνο κατά τη δεδομένη στιγμή πρόσωπο, στο οποίο διεξάγεται έλεγχος και επιθεώρηση, δυνάμει του παρόντος άρθρου, οφείλει να μεριμνά ώστε να παρέχεται κάθε δυνατή διευκόλυνση στον εντεταλμένο λειτουργό για την ταχεία και απρόσκοπτη διεκπεραίωση της επιθεώρησης. Γενικό Ποινικό Αδίκημα. 25. Κάθε πρόσωπο το οποίο, αυτοπροσώπως ή μέσω υπαλλήλου ή άλλου αντιπροσώπου- α) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε επιτακτική ή απαγορευτική διάταξη του παρόντος Νόμου, ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών, ή β) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε διάταγμα δυνάμει του άρθρου 28 ή με οποιοδήποτε όρο άδειας ή έγκρισης δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή γ) εσκεμμένα παρακωλύει, παρεμποδίζει ή παρενοχλεί τον Επιθεωρητή κατά την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου εξουσιών ή καθηκότνων του, (δ) προβάλλει ή διαφημίζει διαγνωστικό ή κλινικό εργαστήριο το οποίο δεν είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του άρθρου 6 του παρόντος νόμου είναι ένοχο αδικήματος και υπόκεινται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπεραβαίνει του έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές και σε περίπτωση συνεχιζόμενης παράβασης, σε περαιτέρω χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εικοσιπέντε λίρες για κάθε μέρα κατά την οποία συνεχίζεται η διάπραξη του αδικήματος. Εξειδικευμένα αδικήματα. 26. Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο- α) με ψευδείς παραστάσεις ή δόλιες ενέργειες επιτυγχάνει ή αποπειράται να επιτύχει την εγγραφή στο Μητρώο οποιουδήποτε διαγνωστικού ή κλινικού εργαστηρίου ή του προσώπου του Διευθυντή αυτού, ή β) εμφανίζεται ή προβάλλεται, ενώ γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει ότι δεν έχει τέτοιο δικαίωμα, ως καταχωρημένος Διευθυντής αδειούχου εργαστηρίου ή χρησιμοποιεί ή αποπειράται να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε άλλο τίτλο, όνομα, χαρακτηριστικό ή προσθήκη με την οποία εύλογα μπορεί να συναχθεί τέτοιο συμπέρασμα, ή
γ) ασκεί το επάγγελμα του Διευθυντή αδειούχου εργαστηρίου κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή κατά παράβαση πειθαρχικής ποινής που του επεβλήθη αρμοδίως, ή δ) προβάλλει ή διαφημίζει οποιοδήποτε διαγνωστικό ή κλινικό εργαστήριο το οποίο δεν είναι εγγεγραμμένο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου,είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές και, σε περίπτωση συνεχιζόμενης παράβασης, σε περαιτέρω χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα λίρες για κάθε μέρα κατά την οποία συνεχίζεται η διάπραξη του αδικήματος. Άσκηση ποινικής δίωξης. 27. Δεν ασκείται ποινική δίωξη για οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, εκτός κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. ΜΕΡΟΣ VI- ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Πειθαρχικό Συμβούλιο. 28. (1) Συνιστάται Πειθαρχικό Συμβούλιο για άσκηση πειθαρχικής εξουσίας σε διευθυντές αδειούχων κλινικών εργαστηρίων. (2) Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτελείται από πέντε Διευθυντές αδειούχων Κλινικών εργαστηρίων, τους οποίους ορίζει το Συμβούλιο σε συνεννόηση με τις κυριότερες επιστημονικές και επαγγελματικές οργανώσεις αυτών. (3) Ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου επιλέγεται μεταξύ προσώπων που διευθύνουν αδειούχο εργαστήριο για δέκα τουλάχιστον χρόνια τα δε άλλα μέλη από πρόσωπα που διευθύνουν τέτοιο εργαστήριο για τουλάχιστον επτά. (4) Σε περίπτωση απουσίας του Προέδρου τα παρόντα μέλη επιλέγουν τον Προεδρεύοντα. (5) Η θητεία των μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι τριετής: Νοείται ότι, τα μέλη των οποίων η θητεία έληξε θα εξακολουθούν να ασκούν το λειτούργημα τους προς το σκοπό της συμπλήρωσης οποιασδήποτε πειθαρχικής διαδικασίας, η οποία άρχισε πριν από τη λήξη της θητείας τους. (6) Ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ή το μέλος που ασκεί καθήκοντα προέδρου και δύο άλλα μέλη αυτού αποτελούν απαρτία. (7) Οι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία, σε περίπτωση δε ισοψηφίας ο Πρόεδρος έχει τη νικώσα ψήφο. Πειθαρχικά παραπτώματα. 29. (1) Κάθε Διευθυντής διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα και υπόκειται σε πειθαρχική δίωξη ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου αν- α) διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα β) κατά την κρίση του Πειθαρχικού Συμβουλίου έχει επιδείξει, κατά την άσκηση του επαγγέλματος, διαγωγή επονείδιστη ή ασυμβίβαστη με το επάγγελμα του ή
γ) έχει προβεί ή παραλείψει να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια κατά τρόπο που αποτελεί ή ισοδυναμεί με παράβαση οποιουδήποτε από τα καθήκοντα ήτις υποχρεώσεις του Διευθυντή. (2) Για του σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «καθήκοντα ή υποχρεώσεις Διευθυντή» περιλαμβάνει κάθε καθήκον ή υποχρέωση που επιβάλλεται στους Διευθυντές ιδιωτικών κλινικών εργαστηρίων από ή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών ή οποιασδήποτε άλλης σε ισχύ νομοθετικής διάταξης. Νοείται ότι τυχόν Ερευνα πειθαρχικών παραπτωμάτων. 30. (1) Όταν καταγγελθεί στον Έφορο ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο περιέλθει στην αντίληψη του ότι οποιοσδήποτε Διευθυντής εγγεγραμμένου κλινικού εργαστηρίου δυνατόν να έχει διαπράξει πειθαρχικό παράπτωμα από τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 33, τότε ο Έφορος μεριμνά και διορίζει κατάλληλο πρόσωπο ως ερευνώντα λειτουργό για να διεξάγει έρευνα σύμφωνα με τα επόμενα εδάφια. (2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευνα το ταχύτερο και κατά τη διεξαγωγή της έρευνας έχει εξουσία να ακούσει οποιουσδήποτε μάρτυρες ή να λάβει γραπτές καταθέσεις ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία από οποιοδήποτε πρόσωπο και κάθε πρόσωπο οφείλει να δώσει κάθε πληροφορία που έχει περιέλθει σε γνώση του αναφορικά με τα γεγονότα της υπόθεσης. (3) Διευθυντής εναντίον του οποίου διεξάγεται πειθαρχική έρευνα δικαιούται να γνωρίζει την εναντίον του υπόθεση, παρέχεται δε σ' αυτόν η ευκαιρία να δώσει τη δική του εκδοχή εντός της ταχθείσας προθεσμίας, αφού λάβει αντίγραφα των καταθέσεων και των μαρτυριών. Νοείται ότι οποιαδήποτε καταγγελία για ενδεχόμενη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος από Διευθυντή διαγνωστικού εργαστηρίου ερευνάται τηρουμένων των διατάξεων του περι Ιατρών (Σύλλογοι Πειθαρχία και Ταμείο Συντάξεων) Νόμου. Πειθαρχική διαδικασία. 31. (1) Μέσα σε δύο εβδομάδες από την ημερομηνία από την οποία το Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει στα χέρια του το κατηγορητήριο,α μεριμνά όπως εκδοθεί και επιδοθεί στον κατηγορούμενο σχετική κλήση, στην οποία καθορίζεται η μέρα και ώρα της ακρόασης της υπόθεσης. (2) Η εκδίκαση της υπόθεσης από το Πειθαρχικό Συμβούλιο διεξάγεται, τηρουμένων των αναλογιών, με τον ίδιο τρόπο που διεξάγεται η ακρόαση ποινικής υπόθεσης που εκδικάζεται συνοπτικά: Νοείται ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει εξουσία να αποδεχτεί οποιαδήποτε μαρτυρία, έστω και αν αυτή δε γίνεται δεκτή σε ποινική διαδικασία. (3) Το Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει εξουσία να - (α) απαιτεί την προσέλευση του προσώπου που έχει καταγγελθεί, (β) καλεί μάρτυρες και ν απαιτεί την προσέλευσή τους, ή (γ) απαιτεί την προσαγωγή κάθε εγγράφου που σχετίζεται με την κατηγορία, σύμφωνα με τη διαδικασία που τηρείται στις δίκες που διεξάγονται συνοπτικά. (4) Κάθε απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να υπογράφεται από τον Πρόεδρο και τα μέλη του.
Πειθαρχικές ποινές. 32. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το Πειθαρχικό Συμβούλιο με την απόφασή του μπορεί είτε να βρει τον καταγγελλόμενο Διευθυντή ένοχο όλων ή οποιωνδήποτε από τα πειθαρχικά παραπτώματα για τα οποία κατηγορείται και να του επιβάλει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πειθαρχικές ποινές: (α) προφορική ή γραπτή επίπληξη, (β) καταβολή χρηματικού προστίμου που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες, (γ) αναστολή του δικαιώματος άσκησης του επαγγέλματος του Διευθυντή κλινικού εργαστηρίου για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δυο χρόνια, (δ) διαγραφή του ονόματός Διευθυντή από το Μητρώο. (2) Για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα δεν επιβάλλονται περισσότερες από μια πειθαρχικές ποινές: Νοείται ότι η ποινή της επίπληξης μπορεί να επιβληθεί μαζί με οποιαδήποτε άλλη ποινή που προβλέπεται στο εδάφιο (1). (3) Σε περίπτωση διαγραφής του ονόματος Διευθυντή από το Μητρώο ως αποτέλεσμα πειθαρχικής ποινής που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, το διαγραφόμενο πρόσωπο στερείται του δικαιώματος επανακαταχώρησης ως Διευθυντής για τόση χρονική περίοδο, όπως το Πειθαρχικό Συμβούλιο ήθελε καθορίσει με την απόφαση για διαγραφή. (4) Το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί να διατάξει την πληρωμή των εξόδων της πειθαρχικής διαδικασίας. Σχέση ποινικής και πειθαρχική δίωξη. 33. (1) Οταν ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον Διευθυντή αδειούχου κλινικού εργαστηρίου, καμιά πειθαρχική δίωξη δεν επιτρέπεται να ασκηθεί ή συνεχιστεί εναντίον του για λόγους που σχετίζονται με την ποινική δίωξη μέχρις ότου αυτή πάρει οριστικό τέλος. (2) Διευθυντής, που διώκεται για ποινικό αδίκημα και που τελικά αθωώνεται, δεν επιτρέπεται να διωχθεί πειθαρχικά για την ίδια κατηγορία, μπορεί όμως να διωχθεί για πειθαρχικό παράπτωμα που προκύπτει από τη διαγωγή του, η οποία σχετίζεται με την ποινική δίωξη, αλλά δεν εγείρει το ίδιο επίδικο θέμα όπως εκείνο της κατηγορίας κατά την ποινική δίωξη. ΜΕΡΟΣ VII. - ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Ταμείο του Συμβουλίου. 34. (1) Το Συμβούλιο διατηρεί ταμείο, καλούμενο Ταμείο Κλινικών Εργαστηρίων, στο οποίο κατατίθενται όλα τα έσοδα και λοιποί πόροι αυτού και από το οποίο καταβάλλονται όλες οι δαπάνες λειτουργίας αυτού. (2) Τηρουμένων οποιωνδήποτε σχετικών με το Ταμείο Κανονισμών δυνάμει του παρόντος Νόμου, το Συμβούλιο μεριμνά και διαχειρίζεται το Ταμείο κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται ή κατά το δυνατό μεγαλύτερη οικονομική αυτάρκεια και αυτοχρηματοδότησή του. ΜΕΡΟΣ VIII - ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Εκδοση Κανονισμών 35. (1) Το Συμβούλιο δύναται, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει Κανονισμούς για τον καθορισμό κάθε θέματος, το οποίο
χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού, καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου. (2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί αυτοί μπορούν να προβλέπουν για όλα ή οποιαδήποτε από τα ακόλουθα θέματα:- α) για τον καθορισμό των προσόντων που πρέπει να κατέχουν οποιαδήποτε πρόσωπα που απασχολούνται στα ιδιωτικά κλινικά εργαστήρια, β) για τον καθορισμό των ελάχιστων κτιριακών ανέσεων και του εξοπλισμού των ιδιωτικών κλινικών εργαστηρίων, γ) για τον καθορισμό οποιουδήποτε συμπληρωματικού θέματος που αφορά οποιαδήποτε δυνάμει του παρόντος Νόμου αίτηση, εξέταση, εγγραφή στο Μητρώο ή έκδοση πιστοποιητικού ή άδειας καθώς και του αντίστοιχου καταβλητέου τέλους, δ) για τον καθορισμό των εργαστηριακών εξετάσεων, οι οποίες επιτρέπεται να διενεργούνται από τα κλινικά εργαστήρια χωρίς παραπομπή του ασθενή από ιατρό, ε) για τον καθορισμό των μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται για την προστασία του προσωπικού και του περιβάλλοντος από τους κινδύνους που συνεπάγεται οι εργασίες των κλινικών εργαστηρίων, στ) τους ειδικότερους κανόνες δεοντολογίας που πρέπει να τηρούνται από τους Διευθυντές κλινικών εργαστηρίων κατά την άσκηση του επαγγέλματος. (3) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς έγκριση. Ειδοποιήσεις και γνωστοποιήσεις. 36. Οταν, κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών, επιτρέπεται η επίδοση οποιωνδήποτε ειδοποιήσεων ή γνωστοποιήσεων με συστημένη επιστολή, η εν λόγω ειδοποίηση ή γνωστοποίηση θεωρείται προσηκόντως γενομένη αν αποσταλεί στην τρέχουσα διεύθυνση του προσώπου προς το οποίο απευθύνεται και θα τεκμαίρεται, εκτός αν αποδειχθεί το αντίθετο, ότι αυτή έχει ληφθεί τρεις ημέρες μετά την ταχυδρόμηση της. Καταργήσεις και επιφυλάξεις. 132 του 1988 98 του 1990 37. (1) Οι περί Εγγραφής και Λειτουργίας Κλινικών Εργαστηρίων Νόμοι του 1988 έως 2004 καταργούνται. (2) Ανεξάρτητα από την κατάργηση των περί Εγγραφής και Λειτουργίας Κλινικών Εργαστηρίων Νόμων του 1988 έως 2004 (στο εξής αναφερόμενοι ως οι καταργηθέντες νόμοι)- α) οποιοιδήποτε κανονισμοί, διατάγματα ή άλλες κανονιστικές πράξεις, που έγιναν ή εκδόθηκαν δυνάμει των καταργηθέντων νόμων και που ίσχυαν αμέσως πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρούνται ότι έγιναν ή εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου και θα συνεχίσουν να ισχύουν, εκτός στην έκταση που αντιφάσκουν με τον παρόντα Νόμο, μέχρις ότου τροποποιηθούν ή αντικατασταθούν.
β) οποιαδήποτε εγγραφή κλινικού εργαστηρίου, πιστοποιητικό εγγραφής ή άδεια που έγινε ή εκδόθηκε δυνάμει των καταργηθέντων νόμων και που ήταν έγκυρη και ισχυρή αμέσως πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου θα θεωρείται, τηρουμένων οποιωνδήποτε περιορισμών ως προς τους τομείς εργασιών, ότι έγινε ή εκδόθηκε δυνάμει των αντίστοιχων διατάξεων του παρόντος Νόμου και θα συνεχίσει να είναι έγκυρη και ισχυρή, εκτός αν και μέχρις ότου ακυρωθεί, ανασταλεί ή λήξει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου. γ) τηρουμένων των αναγκαίων συμπληρώσεων ή διορθώσεων, το Μητρώο Κλινικών Εργαστηρίων, το οποίο ετηρείτο δυνάμει των καταργηθέντων νόμων, θα λογίζεται ότι αποτελεί μέρος του Μητρώου που θα τηρείται από τον Έφορο δυνάμει του παρόντος Νόμου. δ) δικαιώματα, υποχρεώσεις ή απαιτήσεις του δυνάμει των καταργηθέντων νόμων τηρούμενου Ταμείου περιέρχονται, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου, στο προβλεπόμενο από το άρθρο 38 Ταμείο, το οποίο καθίσταται αυτοδικαίως δικαιούχος ή οφειλέτης αυτών, ανάλογα με την περίπτωση. Μεταβατικές διατάξεις για υφιστάμενα κλινικά εργαστήρια. 38. (1) Κλινικά εργαστήρια, τα οποία ήσαν εγγεγραμμένα και λειτουργούσαν κατά την αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου και τα οποία, λόγω οποιουδήποτε υφιστάμενου περιορισμού ως προς τους βασικούς τομείς εργαστηριακής ειδικότητας τους, δεν μπορούν να εγγραφούν στο Μητρώο δυνάμει του παρόντος Νόμου, δύναται να συνεχίσουν να λειτουργούν ως αδειούχα εργαστήρια μόνο του εγκεκριμένου τομέα ή τομέων εργαστηριακής ειδικότητας τους, νοουμένου ότι αυτά θα αναγράφουν ευκρινώς στις πινακίδες τους και σε κάθε άλλη ειδοποίηση ή γνωστοποίηση, που εκθέτουν ή δημοσιεύουν, τον εγκεκριμένο τομέα ή τομείς εργαστηριακής ειδικότητας τους. (2) Για σκοπούς ελέγχου της τήρησης της πιο πάνω υποχρέωσης, ο Εφορος έχει καθήκον να διερευνήσει το δυνάμει των καταργηθέντων Μητρώο και να καταρτίσει το ταχύτερο ξεχωριστό κατάλογο όλων των αδειούχων εργαστηρίων περιορισμένης εργαστηριακής ειδικότητας, τον οποίο θα κοινοποιήσει στον Υπουργό για την άσκηση του προσήκοντος ελέγχου. Εναρξη Ισχύος. 39. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από τέτοια ημερομηνία την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε καθορίσει με γνωστοποίηση του στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας. /μζ 40. Τίποτε από όσα διαλαμβάνει ο παρών Νόμος τυγχάνει -εφαρμογής, επηρεάζει ή ερμηνεύεται με τρόπο που να επηρεάζει υπηρεσίες της Δημοκρατίας. (nom.klin.erg.) 27