Φαρμακείας κατὰ τῆς μητρυιᾶς

Σχετικά έγγραφα
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἀκούω δ αὐτόν, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἐπὶ τοῦτον τὸν λόγον τρέψεσθαι, ὡς

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Αριστοτέλους Πολιτικά, Θ 2, 1 4)

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 3)

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 15 ΜΑΪΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Μ.ΤΕΤΑΡΤΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

2o ΘΕΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

Ενότητα 9 η Οι νόμοι επισκέπτονται το Σωκράτη στη φυλακή

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΘΕΜΑ 1o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο Πλάτωνος Πρωταγόρας (323Α-Ε)

1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο. Πλάτωνος Πρωταγόρας, (324 Α-C).

44 Χρόνια Φροντιστήρια Μέσης Εκπαίδευσης

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους Πολιτικά Θ 2.1-4

1 ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΗΣ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Α. «Ἐπεί δ ἡ πόλις τῶν συγκειµένων τοῖς ἀπό συµβόλων κοινωνοῦσι»:να µεταφράσετε το απόσπασµα που σας δίνεται. Μονάδες 10 Β. Να γράψετε σ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. 1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο. Πλάτωνος Πρωταγόρας, 322Α-323Α.

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2014 ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Διδαγμένο κείμενο Ἀριστοτέλους Πολιτικά (Θ2, 1-4)

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Και θα γίνει κατά τις έσχατες μέρες να εκχύσω ( αποστείλω ) το Πνεύμα σε κάθε άνθρωπο.

Η Αγία Σοφία και οι κόρες της Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη

ΓΡΑΠΣΗ ΕΞΕΣΑΗ ΣΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ B ΛΤΚΕΙΟΤ ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΑΝΑΣΟΛΙΜΟΤ ΑΝΘΡΩΠΙΣΙΚΩΝ ΠΟΤΔΩΝ AΔΙΔΑΚΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ιδαγμένο κείμενο Πλάτωνος Πρωταγόρας 324A C

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Λυσίου Ὑπὲρ Μαντιθέου ( 6-8)

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Ο. ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΝΟΥ

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

Η απρόσωπη σύνταξη στα ν.ε. Απρόσωπα ρήματα είναι : α) τα ρήματα που σχηματίζονται μόνο στο γ' ενικό πρόσωπο: πρέπει, πρόκειται, επείγει κ.ά.

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2011

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ. καί ὑπερενεγκόντες ναῦς ἀποκομίζονται: κύρια πρόταση ἀποκομίζονται: ρήμα

Περὶ Εἰρήνης Λόγος ή Συµµαχικὸς Προοίµιο (απόσπασµα)

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Πλάτωνος Πρωταγόρας 323C-324Α

Δειγματική Διδασκαλία του αδίδακτου αρχαιοελληνικού κειμένου στη Β Λυκείου με διαγραμματική παρουσίαση και χρήση της τεχνολογίας

AΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 3 Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ β ΛΥΚΕΙΟΥ

Athanasius Alexandrinus - Magnus - Epistula ad Palladium

Η φιλοσοφία και οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι

ΘΟΥΚΥ Ι Η ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 36

Το αντικείμενο [τα βασικά]

ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλης Ηθικά Νικομάχεια (Β6, 9-13 και 519b)

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ και Δ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

ΘΕΜΑ 2o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ (Β1, 1-4) Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς,


ΕΝΟΤΗΤΑ 6 Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΞΗΜΕΡΩΝΕΙ.

Απρόσωπο ρήμα. Μπιλανάκη Ελευθερία

ιδαγμένο κείμενο Πλάτωνος Πρωταγόρας 322b6-323a3

ƆƧʽƧƤƭƵƱ ƭƨʽ ƨưʊ ƌʊƶƭƶƨƣƨʊƶ ƍƴƵƱƲƬƿƯ Ɖ 115 ƐƱƯʷƧƨƳ 20 ƈ1.ƥ. ɦƮƤƥƱƯ ɢ ƱƮƠ ƱƶƯ ɢƭơƲƶưƤƯ ƨʅʈʊư

ΘΕΜΑ 61ο Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 9-11

King s College London

Το παραμύθι της αγάπης

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΛΕΙΟ

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ» Σάββατο, 17 Μαΐου 2014

Αρχαία Ελληνικά ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἐπειδὴ πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Πλάτων, Πολιτεία 615C-616Α Αρδιαίος ο τύραννος

Ποια μετοχή λέγεται επιρρηματική; Επιρρηματική λέγεται η μετοχή που χρησιμοποιείται για να εκφράσει επιρρηματικές

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α. Από το κείμενο που σας δίνεται να μεταφράσετε το απόσπασμα: «Οὐ γὰρ ταὐτὰ πάντες ὑπολαμβάνουσι τὸν μετέχοντα μὴ βάναυσον».

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

Διδαγμένο κείμενο Πλάτωνος Πρωταγόρας (322a-d)

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Α ΓΥΜΝΑΙΟΥ

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Πολιτικά (Γ1, 1-2, 3-4/6/12) Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

ΚΕΙΜΕΝΟ: Υπερείδης, Επιτάφιος, 23-26

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ἀριστοτέλους, Ἠθικὰ Νικομάχεια Β 6, 9-13

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ

Α. Διδαγμένο κείμενο : Ηθικά Νικομάχεια Αριστοτέλους ( Β1, 5-7 & 7-8 )

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Στοργή και Αντιπαλότητα ΜΑΡΙΑ ΦΑΒΑ - ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΡΑΠΟΓΛΟΥ - ΕΙΡΗΝΗ ΛΕΝΕΤΗ

Α. Διδαγμένο κείμενο : Πολιτικά Αριστοτέλους ( Α2,15-16) &( Γ1, 1-2/3-4/6/12 )

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΥ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ

πρῶτον μὲν τοῦτον τὸν λόγον ἀναλάβωμεν ὃν σὺ λέγεις περὶ τῶν δοξῶν μέν congr. cmpl. subj. bep. bij bijzinskern

ΘΕΜΑ 481ο: Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, 2, 4,

ΚΕΙΜΕΝΑ. Α. Το τέχνασμα του Θεμιστοκλή

«Η λύση του Γόρδιου Δεσμού» αρχαία ελληνικά Α Γυμνασίου ενότητα 7

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια (Β1, 1-3 και Β6, 1-4)

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. Ολιγόλεπτη γραπτή δοκιµασία στην Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραµµατεία (15 )

Η Παύλεια Θεολογία. Χριστολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία

Ποιος φταίει; (Κυριακή του Τυφλού)

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Β ΓΥΜΝΑΙΟΥ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ (ΑΓΝΩΣΤΟ)

Σε μια περίοδο ή ημιπερίοδο σύνθετου λόγου οι προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με τρεις τρόπους:

Ημερομηνία: Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016 Διάρκεια Εξέτασης: 3 ώρες ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

Επιλέγω τα συναισθήματα που βιώνω, και αποφασίζω για τον στόχο που θέλω να πετύχω.

Transcript:

~ Φαρμακείας κατὰ τῆς μητρυιᾶς Ἀντιφῶν ο Ῥαμνούσιος Πρωτότυπο κείμενο και μετάφραση Μετάφραση από τον Μαρκούλη Παντελή

Α Μέρος Πρωτότυπο Κείμενο 2

~ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΕΙΜΕΝΟ~ [1] νέος μὲν καὶ ἄπειρος δικῶν ἔγωγε ἔτι, δεινῶς δὲ καὶ ἀπόρως ἔχει μοι περὶ τοῦ πράγματος, ὦ ἄνδρες, τοῦτο μὲν εἰ ἐπισκήψαντος τοῦ πατρὸς ἐπεξελθεῖν τοῖς αὑτοῦ φονεῦσι μὴ ἐπέξειμι, τοῦτο δὲ εἰ ἐπεξιόντι ἀναγκαίως ἔχει οἷς ἥκιστα ἐχρῆν ἐν διαφορᾷ καταστῆναι, ἀδελφοῖς ὁμοπατρίοις καὶ μητρὶ ἀδελφῶν. [2] ἡ γὰρ τύχη καὶ αὐτοὶ οὗτοι ἠνάγκασαν ἐμοὶ πρὸς τούτους αὐτοὺς τὸν ἀγῶνα καταστῆναι, οὓς εἰκὸς ἦν τῷ μὲν τεθνεῶτι τιμωροὺς γενέσθαι, τῷ δ ἐπεξιόντι βοηθούς. νῦν δὲ τούτων τἀναντία γεγένηται: αὐτοὶ γὰρ οὗτοι καθεστᾶσιν ἀντίδικοι καὶ φονῆς, ὡς καὶ ἐγὼ καὶ ἡ γραφὴ λέγει. [3] δέομαι δ ὑμῶν, ὦ ἄνδρες, ἐὰν ἐπιδείξω ἐξ ἐπιβουλῆς καὶ προβουλῆς τὴν τούτων μητέρα φονέα οὖσαν τοῦ ἡμετέρου πατρός, καὶ μὴ ἅπαξ ἀλλὰ καὶ πολλάκις ἤδη ληφθεῖσαν τὸν θάνατον τὸν ἐκείνου ἐπ αὐτοφώρῳ μηχανωμένην, τιμωρῆσαι πρῶτον μὲν τοῖς νόμοις τοῖς ὑμετέροις, οὓς παρὰ τῶν θεῶν καὶ τῶν προγόνων διαδεξάμενοι κατὰ τὸ αὐτὸ ἐκείνοις περὶ τῆς καταψηφίσεως δικάζετε, δεύτερον δ ἐκείνῳ τῷ τεθνηκότι, καὶ ἅμα ἐμοὶ μόνῳ ἀπολελειμμένῳ βοηθῆσαι. [4] ὑμεῖς γάρ μοι ἀναγκαῖοι. οὓς γὰρ ἐχρῆν τῷ μὲν τεθνεῶτι τιμωροὺς γενέσθαι, ἐμοὶ δὲ βοηθούς, οὗτοι τοῦ μὲν τεθνεῶτος φονῆς γεγένηνται, ἐμοὶ δ ἀντίδικοι καθεστᾶσι. πρὸς τίνας οὖν ἔλθῃ τις βοηθούς, ἢ ποῖ τὴν καταφυγὴν ποιήσεται ἄλλοθι ἢ πρὸς ὑμᾶς καὶ τὸ δίκαιον; [5] θαυμάζω δ ἔγωγε καὶ τοῦ ἀδελφοῦ, ἥντινά ποτε γνώμην ἔχων ἀντίδικος καθέστηκε πρὸς ἐμέ, καὶ εἰ νομίζει τοῦτο εὐσέβειαν εἶναι, τὸ τὴν μητέρα μὴ προδοῦναι. ἐγὼ δ ἡγοῦμαι πολὺ ἀνοσιώτερον εἶναι ἀφεῖναι τοῦ τεθνεῶτος τὴν τιμωρίαν, ἄλλως τε καὶ τοῦ μὲν ἐκ προβουλῆς ἀκουσίως ἀποθανόντος, τῆς δὲ ἑκουσίως ἐκ προνοίας ἀποκτεινάσης. [6] καὶ οὐ τοῦτό γ ἐρεῖ, ὡς εὖ οἶδεν ὅτι οὐκ ἀπέκτεινεν ἡ μήτηρ αὐτοῦ τὸν πατέρα τὸν ἡμέτερον: ἐν οἷς μὲν γὰρ αὐτῷ ἐξουσία ἦν σαφῶς εἰδέναι παρὰ τῆς βασάνου, οὐκ ἠθέλησεν: 3

ἐν οἷς δ οὐκ ἦν πυθέσθαι, τοῦτ αὐτὸ προὐθυμήθη. καίτοι αὐτὸ τοῦτο ἐχρῆν, ὃ καὶ ἐγὼ προὐκαλούμην, προθυμηθῆναι, ὅπως τὸ πραχθὲν ᾖ ἀληθῶς ἐπεξελθεῖν. [7] μὴ γὰρ ὁμολογούντων τῶν ἀνδραπόδων οὗτός τ εὖ εἰδὼς ἂν ἀπελογεῖτο καὶ ἀντέσπευδε πρὸς ἐμέ, καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ ἀπήλλακτο ἂν ταύτης τῆς αἰτίας. ὅπου δὲ μὴ ἠθέλησεν ἔλεγχον ποιήσασθαι τῶν πεπραγμένων, πῶς περί γ ὧν οὐκ ἠθέλησε πυθέσθαι, ἐγχωρεῖ αὐτῷ περὶ τούτων εἰδέναι; [πῶς οὖν περὶ τούτων, ὦ δικάζοντες, αὐτὸν εἰκὸς εἰδέναι, ὧν γε τὴν ἀλήθειαν οὐκ εἴληφε;] [8] τί ποτε ἀπολογήσεσθαι μέλλει μοι; ἐκ μὲν γὰρ τῆς τῶν ἀνδραπόδων βασάνου εὖ ᾔδει ὅτι οὐχ οἷόν τ ἦν αὐτῇ σωθῆναι, ἐν δὲ τῷ μὴ βασανισθῆναι ἡγεῖτο τὴν σωτηρίαν εἶναι: τὰ γὰρ γενόμενα ἐν τούτῳ ἀφανισθῆναι ᾠήθησαν. πῶς οὖν εὔορκα ἀντομωμοκὼς ἔσται φάσκων εὖ εἰδέναι, ὃς οὐκ ἠθέλησε σαφῶς πυθέσθαι ἐμοῦ ἐθέλοντος τῇ δικαιοτάτῃ βασάνῳ χρήσασθαι περὶ τούτου τοῦ πράγματος; [9] τοῦτο μὲν γὰρ ἠθέλησα μὲν τὰ τούτων ἀνδράποδα βασανίσαι, ἃ συνῄδει καὶ πρότερον τὴν γυναῖκα ταύτην, μητέρα δὲ τούτων, τῷ πατρὶ τῷ ἡμετέρῳ θάνατον μηχανωμένην φαρμάκοις, καὶ τὸν πατέρα εἰληφότα ἐπ αὐτοφώρῳ, ταύτην τε οὐκ οὖσαν ἄπαρνον, πλὴν οὐκ ἐπὶ θανάτῳ φάσκουσαν διδόναι ἀλλ ἐπὶ φίλτροις. [10] διὰ οὖν ταῦτα ἐγὼ βάσανον τοιαύτην ἠθέλησα ποιήσασθαι περὶ αὐτῶν, γράψας ἐν γραμματείῳ ἃ ἐπαιτιῶμαι τὴν γυναῖκα ταύτην. βασανιστὰς δὲ αὐτοὺς τούτους ἐκέλευον γίγνεσθαι ἐμοῦ παρόντος, ἵνα μὴ ἀναγκαζόμενοι ἃ ἐγὼ ἐπερωτῴην λέγοιεν ἀλλ ἐξήρκει μοι τοῖς ἐν τῷ γραμματείῳ χρῆσθαι: καὶ αὐτό μοι τοῦτο τεκμήριον δίκαιον γενέσθαι, ὅτι ὀρθῶς καὶ δικαίως μετέρχομαι τὸν φονέα τοῦ πατρός εἰ δὲ ἄπαρνοι γίγνοιντο ἢ λέγοιεν μὴ ὁμολογούμενα, <ἡ βάσανος> ἀναγκάζοι τὰ γεγονότα κατηγορεῖν: αὕτη γὰρ καὶ τοὺς τὰ ψευδῆ παρεσκευασμένους λέγειν τἀληθῆ κατηγορεῖν ποιήσει. [11] καίτοι εὖ οἶδά γ, εἰ οὗτοι πρὸς ἐμὲ ἐλθόντες, ἐπειδὴ τάχιστα αὐτοῖς ἀπηγγέλθη ὅτι ἐπεξίοιμι τοῦ πατρὸς τὸν φονέα, ἠθέλησαν τὰ ἀνδράποδα ἃ ἦν αὐτοῖς παραδοῦναι, ἐγὼ δὲ μὴ ἠθέλησα παραλαβεῖν, αὐτὰ ἂν ταῦτα μέγιστα τεκμήρια παρείχοντο ὡς οὐκ ἔνοχοί εἰσι τῷ φόνῳ. νῦν δ, ἐγὼ γάρ εἰμι τοῦτο μὲν ὁ θέλων αὐτὸς βασανιστὴς γενέσθαι, τοῦτο δὲ τούτους 4

αὐτοὺς κελεύων ἀντ ἐμοῦ βασανίσαι, ἐμοὶ δήπου εἰκὸς ταὐτὰ ταῦτα τεκμήρια εἶναι ὡς εἰσὶν ἔνοχοι τῷ φόνῳ. [12] εἰ γὰρ τούτων ἐθελόντων διδόναι εἰς βάσανον ἐγὼ μὴ ἐδεξάμην, τούτοις ἂν ἦν ταῦτα τεκμήρια. τὸ αὐτὸ οὖν τοῦτο καὶ ἐμοὶ γενέσθω, εἴπερ ἐμοῦ θέλοντος ἔλεγχον λαβεῖν τοῦ πράγματος αὐτοὶ μὴ ἠθέλησαν δοῦναι. δεινὸν δ ἔμοιγε δοκεῖ εἶναι, εἰ ὑμᾶς μὲν ζητοῦσιν αἰτεῖσθαι ὅπως αὐτῶν μὴ καταψηφίσησθε, αὐτοὶ δὲ σφίσιν αὐτοῖς οὐκ ἠξίωσαν δικασταὶ γενέσθαι δόντες βασανίσαι τὰ αὑτῶν ἀνδράποδα. [13]περὶ μὲν οὖν τούτων οὐκ ἄδηλον ὅτι αὐτοὶ ἔφευγον τῶν πραχθέντων τὴν σαφήνειαν πυθέσθαι: ᾔδεσαν γὰρ οἰκεῖον σφίσι τὸ κακὸν ἀναφανησόμενον, ὥστε σιωπώμενον καὶ ἀβασάνιστον αὐτὸ ἐᾶσαι ἐβουλήθησαν. ἀλλ οὐχ ὑμεῖς γε, ὦ ἄνδρες, ἔγωγ εὖ οἶδα, ἀλλὰ σαφὲς ποιήσετε. ταῦτα μὲν οὖν μέχρι τούτου: περὶ δὲ τῶν γενομένων πειράσομαι ὑμῖν διηγήσασθαι τὴν ἀλήθειαν: δίκη δὲ κυβερνήσειεν. [14] ὑπερῷόν τι ἦν τῆς ἡμετέρας οἰκίας, ὃ εἶχε Φιλόνεως ὁπότ ἐν ἄστει διατρίβοι, ἀνὴρ καλός τε κἀγαθὸς καὶ φίλος τῷ ἡμετέρῳ πατρί: καὶ ἦν αὐτῷ παλλακή, ἣν ὁ Φιλόνεως ἐπὶ πορνεῖον ἔμελλε καταστῆσαι. ταύτην οὖν [πυθομένη] ἡ μήτηρ τοῦ ἀδελφοῦ ἐποιήσατο φίλην. [15] αἰσθομένη δ ὅτι ἀδικεῖσθαι ἔμελλεν ὑπὸ τοῦ Φιλόνεω, μεταπέμπεται, καὶ ἐπειδὴ ἦλθεν, ἔλεξεν αὐτῇ ὅτι καὶ αὐτὴ ἀδικοῖτο ὑπὸ τοῦ πατρὸς τοῦ ἡμετέρου: εἰ οὖν ἐθέλει πείθεσθαι, ἔφη ἱκανὴ εἶναι ἐκείνῃ τε τὸν Φιλόνεων φίλον ποιῆσαι καὶ αὑτῇ τὸν ἐμὸν πατέρα, εἶναι φάσκουσα αὑτῆς μὲν τοῦτο εὕρημα, ἐκείνης δ ὑπηρέτημα. [16] ἠρώτα οὖν αὐτὴν εἰ ἐθελήσει διακονῆσαί οἱ, καὶ ἣ ὑπέσχετο τάχιστα, ὡς οἶμαι. μετὰ ταῦτα ἔτυχε τῷ Φιλόνεῳ ἐν Πειραιεῖ ὄντα ἱερὰ Διὶ Κτησίῳ, ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐμὸς εἰς Νάξον πλεῖν ἔμελλεν. κάλλιστον οὖν ἐδόκει εἶναι τῷ Φιλόνεῳ τῆς αὐτῆς ὁδοῦ ἅμα μὲν προπέμψαι εἰς τὸν Πειραιᾶ τὸν πατέρα τὸν ἐμὸν φίλον ὄντα ἑαυτῷ, ἅμα δὲ θύσαντα τὰ ἱερὰ ἑστιᾶσαι ἐκεῖνον. [17] ἡ οὖν παλλακὴ τοῦ Φιλόνεω ἠκολούθει τῆς θυσίας ἕνεκεν. καὶ ἐπειδὴ ἦσαν ἐν τῷ Πειραιεῖ, οἷον εἰκός, ἔθυεν. καὶ ἐπειδὴ αὐτῷ ἐτέθυτο τὰ ἱερά, ἐντεῦθεν ἐβουλεύετο ἡ 5

ἄνθρωπος ὅπως ἂν αὐτοῖς τὸ φάρμακον δοίη, πότερα πρὸ δείπνου ἢ ἀπὸ δείπνου. ἔδοξεν οὖν αὐτῇ βουλευομένῃ βέλτιον εἶναι μετὰ δεῖπνον δοῦναι, τῆς Κλυταιμνήστρας ταύτης [τῆς τούτου μητρὸς] ταῖς ὑποθήκαις ἅμα διακονοῦσαν. [18] καὶ τὰ μὲν ἄλλα μακρότερος ἂν εἴη λόγος περὶ τοῦ δείπνου ἐμοί τε διηγήσασθαι ὑμῖν τ ἀκοῦσαι: ἀλλὰ πειράσομαι τὰ λοιπὰ ὡς ἐν βραχυτάτοις ὑμῖν διηγήσασθαι, ὡς γεγένηται ἡ δόσις τοῦ φαρμάκου.ἐπειδὴ γὰρ ἐδεδειπνήκεσαν, οἷον εἰκός, ὁ μὲν θύων Διὶ Κτησίῳ κἀκεῖνον ὑποδεχόμενος, ὁ δ ἐκπλεῖν τε μέλλων καὶ παρ ἀνδρὶ ἑταίρῳ αὑτοῦ δειπνῶν, σπονδάς τ ἐποιοῦντο καὶ λιβανωτὸν ὑπὲρ αὑτῶν ἐπετίθεσαν. [19] ἡ δὲ παλλακὴ τοῦ Φιλόνεω τὴν σπονδὴν ἅμα ἐγχέουσα ἐκείνοις εὐχομένοις ἃ οὐκ ἔμελλε τελεῖσθαι, ὦ ἄνδρες, ἐνέχει τὸ φάρμακον. καὶ ἅμα οἰομένη δεξιὸν ποιεῖν πλέον δίδωσι τῷ Φιλόνεῳ, ἴσως < ὡς>, εἰ δοίη πλέον, μᾶλλον φιλησομένη ὑπὸ τοῦ Φιλόνεω: οὔπω γὰρ ᾔδει ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς τῆς ἐμῆς ἐξαπατωμένη, πρὶν ἐν τῷ κακῷ ἤδη ἦν: τῷ δὲ πατρὶ τῷ ἡμετέρῳ ἔλασσον ἐνέχει. [20] καὶ ἐκεῖνοι ἐπειδὴ ἀπέσπεισαν, τὸν ἑαυτῶν φονέα μεταχειριζόμενοι ἐκπίνουσιν ὑστάτην πόσιν. ὁ μὲν οὖν Φιλόνεως εὐθέως παραχρῆμα ἀποθνῄσκει, ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἡμέτερος εἰς νόσον ἐμπίπτει, ἐξ ἧς καὶ ἀπώλετο εἰκοσταῖος. ἀνθ ὧν ἡ μὲν διακονήσασα καὶ χειρουργήσασα ἔχει τὰ ἐπίχειρα ὧν ἀξία ἦν, οὐδὲν αἰτία οὖσα τῷ γὰρ δημοκοίνῳ τροχισθεῖσα παρεδόθη, ἡ δ αἰτία τε ἤδη καὶ ἐνθυμηθεῖσα ἕξει, ἐὰν ὑμεῖς τε καὶ οἱ θεοὶ θέλωσιν. [21] σκέψασθε οὖν ὅσῳ δικαιότερα ὑμῶν δεήσομαι ἐγὼ ἢ ὁ ἀδελφός. ἐγὼ μέν γε τῷ τεθνεῶτι ὑμᾶς κελεύω καὶ τῷ ἠδικημένῳ τὸν ἀΐδιον χρόνον τιμωροὺς γενέσθαι: οὗτος δὲ τοῦ μὲν τεθνεῶτος πέρι οὐδὲν ὑμᾶς αἰτήσεται, ὃς ἄξιος καὶ ἐλέου καὶ βοηθείας καὶ τιμωρίας παρ ὑμῶν τυχεῖν, ἀθέως καὶ ἀκλεῶς πρὸ τῆς εἱμαρμένης ὑφ ὧν ἥκιστα ἐχρῆν τὸν βίον ἐκλιπών, [22] ὑπὲρ δὲ τῆς ἀποκτεινάσης δεήσεται ἀθέμιτα καὶ ἀνόσια καὶ ἀτέλεστα καὶ ἀνήκουστα καὶ θεοῖς καὶ ὑμῖν, δεόμενος ὑμῶν <μὴ τιμωρῆσαι> ἃ αὐτὴ ἑαυτὴν οὐκ ἔπεισε μὴ κακοτεχνῆσαι. ὑμεῖς δ οὐ τῶν ἀποκτεινάντων ἐστὲ βοηθοί, ἀλλὰ τῶν ἐκ προνοίας ἀποθνῃσκόντων, καὶ ταῦτα ὑφ ὧν ἥκιστα ἐχρῆν αὐτοὺς ἀποθνῄσκειν. ἤδη οὖν ἐν ὑμῖν ἐστι τοῦτ ὀρθῶς διαγνῶναι, ὃ καὶ ποιήσατε. 6

[23] δεήσεται δ ὑμῶν οὗτος μὲν ὑπὲρ τῆς μητρὸς τῆς αὑτοῦ ζώσης, τῆς ἐκεῖνον διαχρησαμένης ἀβούλως τε καὶ ἀθέως, ὅπως δίκην μὴ δῷ, ἂν ὑμᾶς πείθῃ, ὧν ἠδίκηκεν: ἐγὼ δ ὑμᾶς ὑπὲρ τοῦ πατρὸς τοὐμοῦ τεθνεῶτος αἰτοῦμαι, ὅπως παντὶ τρόπῳ δῷ: ὑμεῖς δέ, ὅπως διδῶσι δίκην οἱ ἀδικοῦντες, τούτου γε ἕνεκα καὶ δικασταὶ ἐγένεσθε καὶ ἐκλήθητε. [24] καὶ ἐγὼ μὲν ἐπεξέρχομαι [λέγων], ἵνα δῷ δίκην ὧν ἠδίκηκε καὶ τιμωρήσω τῷ τε πατρὶ τῷ ἡμετέρῳ καὶ τοῖς νόμοις τοῖς ὑμετέροις: ταύτῃ καὶ ἄξιόν μοι βοηθῆσαι ὑμᾶς ἅπαντας, εἰ ἀληθῆ λέγω: οὗτος δὲ τἀναντία, ὅπως ἡ τοὺς νόμους παριδοῦσα μὴ δῷ δίκην ὧν ἠδίκηκε, ταύτῃ βοηθὸς καθέστηκε. [25] καίτοι πότερον δικαιότερον τὸν ἐκ προνοίας ἀποκτείναντα δοῦναι δίκην ἢ μή; καὶ πότερον δεῖ οἰκτεῖραι μᾶλλον τὸν τεθνεῶτα ἢ τὴν ἀποκτείνασαν; ἐγὼ μὲν οἶμαι τὸν τεθνεῶτα: καὶ γὰρ <ἂν> δικαιότερον καὶ ὁσιώτερον καὶ πρὸς θεῶν καὶ πρὸς ἀνθρώπων γίγνοιτο ὑμῖν. ἤδη οὖν ἐγὼ ἀξιῶ, ὥσπερ κἀκεῖνον ἀνελεημόνως καὶ ἀνοικτίστως αὕτη ἀπώλεσεν, οὕτω καὶ αὐτήν ταύτην ἀπολέσθαι ὑπό τε ὑμῶν καὶ τοῦ δικαίου. [26] ἡ μὲν γὰρ ἑκουσίως καὶ βουλεύσασα τὸν θάνατον <ἀπέκτεινεν>, ὁ δ ἀκουσίως καὶ βιαίως ἀπέθανε. πῶς γὰρ οὐ βιαίως ἀπέθανεν, ὦ ἄνδρες; ὅς γ ἐκπλεῖν ἔμελλεν ἐκ τῆς γῆς τῆσδε, παρά τε ἀνδρὶ φίλῳ αὑτοῦ εἱστιᾶτο: ἡ δὲ πέμψασα τὸ φάρμακον καὶ κελεύσασα ἐκείνῳ δοῦναι πιεῖν ἀπέκτεινεν ἡμῶν τὸν πατέρα. πῶς οὖν ταύτην ἐλεεῖν ἄξιόν ἐστιν ἢ αἰδοῦς τυγχάνειν παρ ὑμῶν ἢ ἄλλου του; ἥτις αὐτὴ οὐκ ἠξίωσεν ἐλεῆσαι τὸν ἑαυτῆς ἄνδρα, ἀλλ ἀνοσίως καὶ αἰσχρῶς ἀπώλεσεν. [27] οὕτω δέ τοι καὶ ἐλεεῖν ἐπὶ τοῖς ἀκουσίοις παθήμασι μᾶλλον προσήκει ἢ τοῖς ἑκουσίοις καὶ ἐκ προνοίας ἀδικήμασι καὶ ἁμαρτήμασι. καὶ ὥσπερ ἐκεῖνον αὕτη οὔτε θεοὺς οὔθ ἥρωας οὔτ ἀνθρώπους αἰσχυνθεῖσα οὐδὲ δείσασ ἀπώλεσεν, οὕτω καὶ αὐτὴ ὑφ ὑμῶν καὶ τοῦ δικαίου ἀπολομένη, καὶ μὴ τυχοῦσα μήτ αἰδοῦς μήτ ἐλέου μήτ αἰσχύνης μηδεμιᾶς παρ ὑμῶν, τῆς δικαιοτάτης ἂν τύχοι τιμωρίας. 7

[28] θαυμάζω δὲ ἔγωγε τῆς τόλμης τοῦ ἀδελφοῦ καὶ τῆς διανοίας, τὸ διομόσασθαι ὑπὲρ τῆς μητρὸς εὖ εἰδέναι μὴ πεποιηκυῖαν ταῦτα. πῶς γὰρ ἄν τις εὖ εἰδείη οἷς μὴ παρεγένετο αὐτός; οὐ γὰρ δήπου μαρτύρων γ ἐναντίον οἱ ἐπιβουλεύοντες τοὺς θανάτους τοῖς πέλας μηχανῶνταί τε καὶ παρασκευάζουσιν, ἀλλ ὡς μάλιστα δύνανται λαθραιότατα καὶ ὡς ἀνθρώπων μηδένα εἰδέναι: [29] οἱ δ ἐπιβουλευόμενοι οὐδὲν ἴσασι, πρίν γ ἤδη ἐν αὐτῷ ὦσι τῷ κακῷ καὶ γιγνώσκωσι τὸν ὄλεθρον ἐν ᾧ εἰσί. τότε δέ, ἐὰν μὲν δύνωνται καὶ φθάνωσι πρὶν ἀποθανεῖν, καὶ φίλους καὶ ἀναγκαίους τοὺς σφετέρους <αὐτῶν> καλοῦσι καὶ μαρτύρονται, καὶ λέγουσιν αὐτοῖς ὑφ ὧν ἀπόλλυνται, καὶ ἐπισκήπτουσι τιμωρῆσαι σφίσιν αὐτοῖς ἠδικημένοις: [30] ἃ κἀμοὶ παιδὶ ὄντι ὁ πατήρ, τὴν ἀθλίαν καὶ τελευταίαν νόσον νοσῶν, ἐπέσκηπτεν. ἐὰν δὲ τούτων ἁμαρτάνωσι, γράμματα γράφουσι, καὶ οἰκέτας τοὺς σφετέρους αὐτῶν ἐπικαλοῦνται μάρτυρας, καὶ δηλοῦσιν ὑφ ὧν ἀπόλλυνται. κἀκεῖνος ἐμοὶ νέῳ ἔτι ὄντι ταῦτα ἐδήλωσε καὶ ἐπέστειλεν, ὦ ἄνδρες, οὐ τοῖς ἑαυτοῦ δούλοις. [31] ἐμοὶ μὲν οὖν διήγηται καὶ βεβοήθηται τῷ τεθνεῶτι καὶ τῷ νόμῳ: ἐν ὑμῖν δ ἐστὶ σκοπεῖν τὰ λοιπὰ πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς καὶ δικάζειν τὰ δίκαια. οἶμαι δὲ καὶ τοῖς θεοῖς τοῖς κάτω μέλειν οἳ ἠδίκηνται. 8

Β Μέρος Μετάφραση Αρχαίου Ελληνικού Κειμένου Μαρκούλης Παντελής 9

~ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ~ [1] Εγώ, νέος και άπειρος ακόμη από δίκες, βρίσκομαι σε μία δύσκολη και αμήχανη θέση, κύριοι δικαστές, από την μία, επειδή θα έρθω σε κατά μέτωπο σύγκρουση με τη θέληση του πατέρα μου για την τιμωρία των ίδιων του των φονιάδων, και από την άλλη, όμως, επειδή θα αντιδικήσω με τους τελευταίους ανθρώπους που θα έπρεπε να το κάνω, δηλαδή με τα αδέλφια μου και τη μητέρα τους, εάν τελικά στραφώ εναντίον τους. [2] Γιατί η τύχη και αυτοί οι ίδιοι με ανάγκασαν να βρεθώ αντιμέτωπος τους στο δικαστήριο, ενώ θα ήταν φυσικό να ζητήσουν εκδίκηση για τον νεκρό και να συμπαρασταθούν στον κατήγορο. Τώρα, όμως, έχει συμβεί ακριβώς το αντίθετο : αυτοί, δηλαδή, οι ίδιοι είναι και αντίδικοι και οι υπαίτιοι για τον φόνο, όπως άλλωστε υποστηρίζω και εγώ αλλά και η έγγραφη καταγγελία. [3] Σας παρακαλώ, λοιπόν, κύριοι δικαστές, εάν αποδείξω ότι η μητέρα τους δολοφόνησε τον πατέρα μας έχοντας σχεδιάσει τον φόνο του επιχειρώντας να του προκαλέσει κακό, και ότι όχι μία μόνο φορά αλλά επανειλημμένως έχει συλληφθεί επ' αυτοφώρω να σχεδιάζει τον θάνατο εκείνου, πρωταρχικά να τους τιμωρήσετε εφαρμόζοντας τους νόμους σας, τους οποίους παραλάβατε από τους θεούς και τους προγόνους και τώρα δικάζετε όμοια με εκείνους για την καταδίκη των φονιάδων, και επίσης, για χάρη εκείνου του νεκρού, να βοηθήσετε εμένα, που έμεινα ορφανός. [4] Σας έχω,βέβαια, ανάγκη, αφού αυτοί που θα έπρεπε να ζητήσουν εκδίκηση για τον νεκρό και να μου συμπαρασταθούν, τώρα είναι υπεύθυνοι για τον φόνο και βρίσκονται απέναντι μου. Που θα πήγαινε κανείς για βοήθεια ή σε ποιο άλλο μέρος θα έπρεπε να καταφύγει παρά σε εσάς και τη δικαιοσύνη; 10

[5] Απορώ,όμως, εγώ τουλάχιστον με τον αδερφό μου,με ποια λογική είναι αντίδικος μου και νομίζει ότι αποτελεί τιμή αυτό, δηλαδή το να μην προδίδει τη μητέρα του. Εγώ νομίζω ότι είναι πολύ πιο προσβλητικό για τους θεούς να μην τιμωρηθεί ο δράστης της δολοφονίας, αφού ο πατέρας μου από την μία πλευρά πέθανε χωρίς τη θέληση του πέφτοντας στην παγίδα της, και επειδή αυτή,από την άλλη, τον σκότωσε με τη θέληση της καταστρώνοντας σχέδιο. [6] Και φυσικά δεν θα παραδεχθεί αυτό, ότι, δηλαδή, γνώριζε καλά ότι η μητέρα του δεν σκότωσε τον πατέρα μας. Γιατί, όταν μπορούσε να μάθει την αλήθεια, αυτός δεν το επεχείρησε. Όταν ήταν αδύνατον να μάθει κάτι, τότε προθυμοποιούνταν να το κάνει. Και έπρεπε να κάνει αυτό βέβαια για το οποίο ο ίδιος τον προέτρεπα για να μπορούμε να έχουμε μια καθαρή εικόνα των όσων συνέβαιναν. [7] Γιατί,αν οι δούλοι δεν ομολογούσαν, και αυτός θα απολογούταν και θα με κατηγορούσε με αδιάσειστα στοιχεία και η μητέρα του θα απαλλασσόταν από την κατηγορία. Πως είναι δυνατόν, όμως, να είναι βέβαιος για πράγματα τα οποία δεν θέλησε να μάθει, για τα οποία δεν θέλησε να κάνει κανέναν έλεγχο. Πώς, λοιπόν, είναι δυνατόν να γνωρίζει πράγματα, κύριοι δικαστές, για τα οποία ποτέ δεν έμαθε την αλήθεια ; [8] Γιατί τέλος πάντων πρόκειται να απολογηθώ; Γιατί γνώριζε ότι,αν οι δούλοι ανακρίνονταν, δεν ήταν δυνατό να σωθεί η μητέρα του και θεωρούσε ότι η σωτηρία ήταν δυνατή εάν οι δούλοι δεν ανακρίνονταν. Γιατί, όσα θα ομολογούσαν οι δούλοι κατά τη διάρκεια της ανάκρισης πίστεψαν ότι θα χάνονταν. Πώς λοιπόν τώρα θα έχει τηρήσει τον όρκο που έδωσε στην αρχή της δίκης, λέγοντας ότι γνωρίζει την αλήθεια αυτός, ο οποίος δεν θέλησε να την μάθει, παρά το γεγονός ότι εγώ ήθελα να διεξαχθεί μία αμερόληπτη ανάκριση για αυτήν την υπόθεση ; [9] Για αυτό βέβαια θέλησα να οδηγήσω τους δούλους των αντιδίκων μου σε ανάκριση, επειδή, δηλαδή, γνώριζαν καλά ότι και νωρίτερα αυτή η γυναίκα, η μητέρα των αντιδίκων μου, σχεδίαζε τον θάνατο του πατέρα μου με δηλητήρια και ότι ο πατέρας μας την έπιασε επ' αυτοφώρω όταν ετοίμαζε αυτά τα σχέδια. Γνώριζαν, επίσης, ότι αυτή δεν αρνήθηκε ότι 11

σχεδίαζε να κάνει κάτι, λέγοντας,όμως, ότι το φάρμακο δεν θα το έδινε με σκοπό τον θάνατο του πατέρα αλλά για να επανακτήσει την αγάπη του. [10] Για τους λόγους αυτούς, λοιπόν, θέλησα να ανακριθούν για τα γεγονότα αυτά κατά τέτοιον τρόπο οι δούλοι, αφού πρώτα ανέφερα σε έγγραφη καταγγελία αυτά για τα οποία την κατηγορώ. Και τους πρότεινα οι ίδιοι να τους ανακρίνουν παρουσία εμού, για να μην αναγκαστούν οι δούλοι να απαντήσουν σε αυτά που ο ίδιος τους ρωτούσα. Αντίθετα,μου αρκούσε να απαντήσουν σε όσα είχα αναφέρει στην έγγραφη καταγγελία. Και το ίδιο αυτό το γεγονός είναι δίκαιο να αναγνωριστεί ως απόδειξη, ότι με σωστό και δίκαιο τρόπο αναζητώ τον φονιά του πατέρα μου εάν βέβαια οι δούλοι αρνούνταν ή δεν ομολογούσαν, η ανάκριση με χρήση βίας αναγκάζει κάποιον να ομολογήσει τα γεγονότα αυτή, δηλαδή, ακόμη και αυτούς που έχουν σχεδιάσει να ψευδομαρτυρήσουν τους αναγκάζει να πουν την αλήθεια. [11] Και όμως, γνωρίζω με βεβαιότητα ότι σε περίπτωση που στο άκουσμα της πρόθεσης μου να οδηγήσω στο δικαστήριο τον φονιά του πατέρα μου, εμφανίζονταν μπροστά μου και προθυμοποιούνταν να μου παραδώσουν τους δούλους τους και εγώ δεν δεχόμουν να τους πάρω, αυτό θα αποδείκνυε ότι δεν είναι ένοχοι για τον φόνο. Αρχικά, όμως, εγώ ήθελα να διενεργήσω ο ίδιος την ανάκριση και αργότερα τους πρότεινα να το κάνουν αυτοί οι ίδιοι αντί για εμένα, μα το αρνήθηκαν. Για χάρη μου, λοιπόν, αυτό είναι φυσικό να αναγνωριστεί ως απόδειξη για την ενοχή τους. [12] Βέβαια, εάν, ενώ ήταν πρόθυμοι να μου παραχωρήσουν τους δούλους για την διενέργεια της ανάκρισης, εγώ δεν το δεχόμουν, αυτό θα ήταν απόδειξη της αθωότητας τους. Ας αναγνωριστεί, λοιπόν, σε εμένα αυτό το ίδιο, εάν βέβαια, ενώ ήθελα να γίνει ανάκριση, αυτοί δεν θέλησαν να μου τους παραχωρήσουν. Μου φαίνεται, όμως, φοβερό, που ζητούν να μην τους καταδικάσετε, αυτοί που δεν θέλησαν να γίνουν οι ίδιοι δικαστές παραχωρώντας τους δούλους για ανάκριση. [13] Είναι φανερό, λοιπόν, ότι αυτοί απέφευγαν να μάθουν την αλήθεια για αυτά τα γεγονότα. Γιατί γνώριζαν πως θα αποδεικνυόταν ότι η δολοφονία έγινε από κάποιον της 12

οικογενείας τους, με αποτέλεσμα να το κρύψουν και να μην διεξάγουν καμία έρευνα για το έγκλημα. Αλλά εσείς,βέβαια, δεν θα το κάνετε αυτό, κύριοι δικαστές. Γνωρίζω εγώ,τουλάχιστον, καλά ότι θα αποκαλύψετε την αλήθεια. Αυτά,λοιπόν, μέχρι στιγμής είχα να πω. Τώρα, θα προσπαθήσω να σας εκθέσω την αλήθεια για όσα συνέβησαν. Και η δικαιοσύνη ας είναι οδηγός μου. [14] Στο σπίτι μας υπήρχε μια σοφίτα, την οποία είχε στην κατοχή του και έμενε εκεί,όποτε επισκεπτόταν την Αθήνα, ο Φιλόνεος, ένας καλός άνθρωπος και φίλος του πατέρα μας. Είχε μαζί του μία παλλακίδα, την οποία προόριζε για έναν οίκο ανοχής. Η μητέρα του αδελφού μου, λοιπόν, μόλις άκουσε για αυτήν, την έκανε φίλη. [15] Επειδή αντιλήφθηκε ότι την παλλακίδα επρόκειτο να την εκμεταλλευτεί ο Φιλόνεος, την κάλεσε κοντά της και όταν αυτή ήρθε της είπε ότι και ίδια αδικούνταν από τον πατέρα μας. Και της είπε ότι,αν ήταν πρόθυμη να κάνει όσα της έλεγε, από την μία, θα την βοηθούσε να επανακτήσει την αγάπη του Φιλόνεου και, από την άλλη, η ίδια θα κέρδιζε ξανά την αγάπη του πατέρα μου. Και είπε πως είχε αυτή καταστρώσει το σχέδιο και ότι η παλλακίδα θα το εκτελούσε. [16] Την ρώτησε,λοιπόν, αν ήθελε να την βοηθήσει και εκείνη,υποθέτω, της απάντησε καταφατικά. Μετά από αυτά, ο Φιλόνεος τύγχανε να τελεί μία θυσία προς τον Δία, τον προστάτη του νοικοκυριού, στην περιοχή του Πειραιά ενώ,παράλληλα, ο πατέρας μου σκόπευε να ταξιδέψει στη Νάξο. Φάνηκε, λοιπόν, στον Φιλόνεο εξαιρετική ιδέα να συνοδέψει τον πατέρα μου και φίλο του μέχρι τον Πειραιά, και, αφού τελέσει την θυσία, να γευματίσει με εκείνον. [17] Έτσι, η ερρωμένη του Φιλονέου τον ακολούθησε για να είναι και αυτή παρούσα κατά τη διάρκεια της θυσίας. Και, όταν έφτασαν στον Πειραιά, όπως ήταν φυσικό, άρχισε η θυσία. Και όταν η τελετή τελείωσε, τότε, η γυναίκα άρχισε να σκέφτεται διαρκώς το πως θα μπορούσε να τους δώσει το δηλητήριο και το πότε, πριν ή μετά το δείπνο. Και, αφού σκέφθηκε, της φάνηκε καλύτερο να τους το δώσει μετά το δείπνο, ακολουθώντας τις εντολές αυτής εδώ της Κλυταιμνήστρας ( της μητέρας του). 13

[18] Θα έπαιρνε πολύ χρόνο τόσο για να σας εξιστορήσω και όσο και για να ακούσετε τις λεπτομέρειες του δείπνου. Θα προσπαθήσω, όμως, να σας περιγράψω όσο πιο σύντομα μπορώ τα υπόλοιπα, δηλαδή το πως δόθηκε το δηλητήριο. Αφού είχαν δειπνήσει, όπως είναι φυσικό για έναν ο οποίος είχε προσφέρει θυσία στον Κτήσιο Δία και που φιλοξενούσε άνθρωπο στο σπίτι του και για κάποιον ο οποίος επρόκειτο να ταξιδέψει και δειπνούσε μαζί με κάποιον άλλον, έκαναν προπόσεις και έκαιγαν λιβάνι για να κερδίσουν την εύνοια των θεών. [19] Και η ερωμένη του Φιλονέου βάζοντας κρασί στα ποτήρια τους για τις προπόσεις, ενώ εκείνοι έκαναν ευχές οι οποίες ποτέ δεν πραγματοποιήθηκαν, κύριοι δικαστές έριχνε μαζί και το δηλητήριο. Πιστεύοντας ότι είναι καλό, έδωσε μεγαλύτερη ποσότητα δηλητηρίου στον Φιλόνεο, νομίζοντας πως έτσι θα του γινόταν περισσότερο αγαπητή. Και δεν κατάλαβε ότι η μητριά μου την εξαπατούσε, παρά μόνο όταν συνέβη η συμφορά. Στον πατέρα μας έδωσε μικρότερη ποσότητα. [20] Και εκείνοι, αφού τελείωσαν με τις προπόσεις, κρατώντας στα χέρια τους τον ίδιο τους τον φονιά, ήπιαν το τελευταίο τους ποτό. Ο Φιλόνεος, λοιπόν, πέθανε ακαριαία ενώ ο πατέρας μας αρρώστησε και πέθανε είκοσι μέρες μετά. Για αυτές της τις πράξεις, η βοηθός και εκτελεστής της δολοφονίας τιμωρήθηκε όπως της άρμοζε- δηλαδή αφού την βασάνισαν με τον τροχό παραδόθηκε στον δήμιο-, αν και δεν ήταν η ίδια υπεύθυνη. Και αυτή που είναι υπεύθυνη και σχεδίασε τον φόνο θα τιμωρηθεί όπως της αξίζει, εάν και εσείς και οι θεοί το θέλουν. [21] Λάβετε υπόψιν σας, λοιπόν, κατά πόσο πιο δίκαιο θα είναι το αίτημα μου απ' ότι αυτό του αδελφού μου. Εγώ, από την μία, σας παρακαλώ για χάριν του νεκρού και του αδικημένου να πάρετε εκδίκηση μια για πάντα. Αυτός, από την άλλη, δεν θα σας ζητήσει τίποτα όσον αφορά τον νεκρό, ο οποίος αξίζει να κερδίσει και την συμπόνια σας και την βοήθεια σας και την εκδίκηση, αφού έχασε τη ζωή του από εκείνους, που καθόλου δεν θα έπρεπε να το κάνουν, άδοξα και ανόσια νωρίτερα από τον χρόνο που η μοίρα πρόσταζε. 14

[22] Θα σας ζητήσει εκ μέρους της φόνισσας πράγματα μη αρεστά και προσβλητικά προς τους θεούς και μη υλοποιήσιμα και ανήκουστα τόσο για εσάς όσο και για τους θεούς, παρακαλώντας σας να μην την τιμωρήσετε για αυτά που ίδια η φόνισσα δεν συγκρατήθηκε ώστε να μην τα υλοποιήσει. Εσείς, όμως, δεν είστε σύμμαχοι των αυτοχείρων του φόνου αλλά αυτών που έχασαν τη ζωή τους εκ προμελέτης και από ανθρώπους που θα έπρεπε να ήταν οι τελευταίοι που θα έκαναν κάτι τέτοιο. Ήδ, λοιπόν, εξαρτάται από εσάς να λάβετε την ορθή απόφαση. Κάντε το. [23] Αυτός θα σας ζητήσει εκ μέρους της μητέρας που είναι εν ζωή, εκείνης που σκότωσε τον πατέρα μας απερίσκεπτα και ατιμωτικά προς τους θεούς, να μην τιμωρηθεί εκείνη για τα αδικήματα που διέπραξε, εάν βεβαίως κατορθώσει και σας πείσει. Εγώ,αντιθέτως, σας ζητώ εκ μέρους του δικού μου πατέρα,που έχει πεθάνει, με κάθε τρόπο να τιμωρήσετε αυτήν τη γυναίκα. Εσείς για τον σκοπό αυτό γίνατε και οριστήκατε δικαστές, για να τιμωρούνται, δηλαδή, οι αδικούντες. [24] Και εγώ τους κατηγορώ, για να τιμωρηθεί για όσα αδικήματα έχει πράξει και για να λάβω εκδίκηση και για τον πατέρα μας αλλά και για τους νόμους σας. Έτσι, αξίζει όλοι εσείς ανεξαιρέτως να με βοηθήσετε, εάν λέω την αλήθεια. Αντίθετα, αυτός ανέλαβε να την υπερασπιστεί, για να μην τιμωρηθεί για όσα αδικήματα έχει διαπράξει αυτή η παραβάτης των νόμων. [25] Και πραγματικά, ποιο από τα δύο είναι δικαιότερο να τιμωρηθεί ο δράστης της προσχεδιασμένου φόνου ή όχι; και ποιον από τους δυο πρέπει να συμπονούμε περισσότερο, τον νεκρό ή τη φόνισσα; Εγώ, βέβαια, νομίζω τον νεκρό γιατί, έτσι και εσείς θα φανείτε πιο δίκαιοι και πιο αρεστοί και στους θεούς και στους ανθρώπους. Εγώ, λοιπόν, έχω την αξίωση, όπως η ίδια και εκείνον σκότωσε ανελέητα και χωρίς κανέναν οίκτο, κατά τον ίδιο τρόπο και αυτή να καταστραφεί από εσάς και από τη δικαιοσύνη. [26] Διότι αυτή,από τη μία πλευρά, με την θέληση της,αφού κατέστρωσε το σχέδιο του φόνου, τον σκότωσε, εκείνος,από την άλλη, με βίαιο τρόπο και χωρίς τη θέληση του πέθανε. Γιατί πώς δεν βρήκε βίαιο θάνατο, κύριοι δικαστές ; Αυτός που επρόκειτο να πλεύσει από 15

αυτά εδώ τα εδάφη, αυτός που δείπνησε μαζί με έναν φίλο του ; Εκείνη,αφού έστειλε το δηλητήριο με την ερρωμένη του Φιλονέου και της έδωσε εντολή το δώσει στον πατέρα μας για να το πιει, τον σκότωσε. Πώς, λοιπόν, αξίζει να την λυπάστε ή να της δείχνετε σεβασμό εσείς ή οιοσδήποτε άλλος; Αυτής που η ίδια δεν θεώρησε καλό να λυπηθεί τον άντρα της, αλλά με ανόσιο και ντροπιαστικό τρόπο τον σκότωσε. [27] Είναι περισσότερο ταιριαστό να δείχνετε τέτοιο έλεος σε όσους από αμέλεια έπραξαν κάποιο αδίκημα παρά σε αυτούς που με πρόθεση και με σχέδιο έπραξαν κάποια αδικία ή προέβησαν σε παράβαση. Και όπως, βέβαια, η ίδια χωρίς να σεβαστεί και να φοβηθεί ούτε τους θεούς ούτε τους ήρωες ούτε τους συνανθρώπους, της σκότωσε εκείνον, έτσι, εάν και η ίδια καταστραφεί από εσάς και τη δικαιοσύνη και αν δεν της δείξετε καθόλου οίκτο καθόλου σεβασμό και καθόλου έλεος, μπορεί να τιμωρηθεί με τον πιο δίκαιο τρόπο. [28] Απορώ εγώ τουλάχιστον με την τόλμη του αδελφού μου και την πρόθεση του να ορκιστεί εκ μέρους της μητέρας του ότι γνωρίζει καλά πως αυτή δεν διέπραξε τον φόνο. Γιατί, πώς θα μπορούσε κανείς να έχει ξεκάθαρη άποψη για γεγονότα στα οποία ο ίδιος δεν ήταν παρών ; Διότι, όσοι σχεδιάζουν τους φόνους των κοντινών τους ανθρώπων, δεν κάνουν σχέδια ούτε και προετοιμάζονται μπροστά σε άλλους, αλλά δρουν υπό την μέγιστη δυνατή μυστικότητα και κατά τέτοιον τρόπο ώστε κανένας να μην το γνωρίζει. [29] Αντίθετα, τα θύματα τους δεν γνωρίζουν τίποτα, παρά αφού ορθωθεί μπροστά τους η συμφορά και αντιληφθούν την επερχόμενη καταστροφή τους. Τότε, εάν μπορούν και προλάβουν, πριν πεθάνουν, καλούν τους φίλους και τους συγγενείς τους και τους αποκαλύπτουν από ποιους έχουν καταστραφεί και τους εξουσιοδοτούν ώστε να λάβουν εκδίκηση για χάριν τους, που άδικα χάθηκαν. [30] Αυτές τις εντολές έδωσε και σε εμένα, παιδί ακόμη, ο πατέρας μου, όταν η άθλια και τελευταία αρρώστια τον κατέβαλε. Εάν δεν μπορέσουν να κάνουν έτσι, συντάσσουν έγγραφες καταγγελίες και εξουσιοδοτούν τους δούλους τους ως μάρτυρες και αναφέρουν ποιοι είναι οι φονιάδες τους. Και εκείνος αυτά τα εκμυστηρεύτηκε και τα πρόσταξε σε εμένα και όχι στους δούλους του, παρά το γεγονός ότι ήμουν ακόμη νεαρός. 16

[31] Εγώ, λοιπόν, όσα είχα να διηγηθώ, τα διηγήθηκα και εκτέλεσα το καθήκον μου τόσο απέναντι στον νεκρό όσο και απέναντι στον νόμο έγκειται σε εσάς να εξετάσετε τα υπόλοιπα κατά συνείδηση και να λάβετε την δίκαιη απόφαση. Νομίζω ότι και οι θεοί έχουν έγνοια για όσους έχουν αδικηθεί. Μαρκούλης Παντελής 17