Κριτική παρουσίαση του βιβλίου του Ρ. Ντουόρκιν, Η Επικράτεια της Ζωής Δηµοσιεύτηκε στο Book s Journal, τεύχος 33 (Ιούλιος 2013) Στην τανία Άλιεν (1979), ο Ρίντλει Σκοτ αφηγείται τη φανταστική ιστορία της συνάντησης του πληρώµατος ενός διαστηµοπλοίου µε µια εντελώς ξένη µορφή ζωής. Η συνάντηση αποβαίνει µοιραία τόσο για το πλήρωµα, όσο και για το εξωγήινο πλάσµα, µε την εξαίρεση της Ρίπλει (Σιγκούρνι Γουίβερ). Δεν θα ήταν υπερβολικά παρακινδυνευµένο να ισχυριστούµε ότι στο Άλιεν ο Σκοτ κατορθώνει να αναπαραστήσει οπτικά βαθύτερες φαντασιώσεις και φόβους. Το διαστηµόπλοιο µετατρέπεται σε έναν απειλητικό κλειστοφοβικό χώρο στον οποίο συνυπάρχουν και συγκρούονται σε µια µάχη µέχρι θανάτου εντελώς ετερογενείς µορφές ζωής. Οι άνθρωποι, που συνοδεύονται από µια γάτα, εµφανίζονται εγκλωβισµένοι µεταξύ ενός εξωγήινου πλάσµατος και των φιλοδοξιών του εργοδότη τους, µιας απρόσωπης Εταιρείας, της οποίας τα συµφέροντα εκπροσωπεί ένα ανδροειδές (Ίαν Χολµ), µια ζωή ταυτόχρονα νοήµων και τεχνητή. Το ίδιο το εξωγήινο πλάσµα αντιπροσωπεύει τη ζωή ως απόλυτη ετερότητα και σε όλη της την αρχέγονη γυµνότητα. Το πλάσµα δεν έχει τίποτε το ανθρώπινο. Η εξελικτική του ιστορία χάνεται στα βάθη του σύµπαντος. Πρόκειται για µια ζωή ξένη και θανατηφόρα, η οποία δρα µε αποκλειστικό της κίνητρο την επιβίωση. Αν, όπως υποστηρίζει η κλασική κοινωνιολογία ξεκινώντας ήδη µε τον Ντυρκάιµ, η θεµελιακή ανθρώπινη στάση απέναντι στο ιερό είναι µια στάση αµφίσηµη, κινούµενη µεταξύ άκρατου θαυµασµού και απύθµενου φόβου, τότε η απειλητική ζωή του εξωγήινου πλάσµατος είναι, αυστηρά µιλώντας, µια ζωή ιερή. Και η πραγµατοποίηση της απόλυτης φαντασίωσης, δηλαδή της κυοφορίας και της γέννησης του πλάσµατος όχι από γυναίκα αλλά από άνδρα (Τζον Χαρτ), µετατρέπεται ταχύτατα στο αντίθετό της: σε έναν σκοτεινό γοτθικό εφιάλτη. Θα ήταν ασφαλώς προτιµότερο η κύηση της τερατώδους αυτής ζωής να είχε διακοπεί. Τα µοτίβα της ιερότητας και της αξίας της ζωής βρίσκονται στο επίκεντρο του σηµαντικού βιβλίου του Ρόναλντ Ντουόρκιν µε τίτλο «Η Επικράτεια της Ζωής». Το βιβλίο αυτό, ήδη από την πρώτη έκδοσή του το 1993, αποτέλεσε σταθµό στη δηµόσια συζήτηση για την άµβλωση και την ευθανασία στις ΗΠΑ. Φιλοδοξία εκπεφρασµένη του βιβλίου ήταν, ούτε λίγο ούτε πολύ, «(...) τόσο οι Αµερικάνοι όσο και οι πολίτες άλλων χωρών, όπου εκτιµάται πράγµατι η ελευθερία (...) να καταλήξουν σε µια συλλογική απόφαση (...) που όλες οι πλευρές θα είναι σε θέση να αποδεχθούν αξιοπρεπώς» (σελ.20-21). Αν λάβουµε υπόψη µας ότι η πολιτική και νοµική διαµάχη για την άµβλωση στις ΗΠΑ είναι, ακόµη και στις µέρες µας, µια δηµόσια διαµάχη έντονη που ενίοτε παίρνει ακραίες µορφές 1, αντιλαµβανόµαστε ότι η φιλοδοξία του 1 Αρκεί να θυµηθούµε ότι, 50 χρόνια µετά τη νοµιµοποίηση της άµβλωσης στις ΗΠΑ, υπάρχουν ακόµη «κοµάντο ενάντια στις αµβλώσεις» οι οποίοι επιτίθενται σε γιατρούς που τις διενεργούν. Τελευταίο τέτοιο κρούσµα η δολοφονία του George Tiller από τον Scott Roeder στο Κάνσας στις 31 Μαϊου του 2009.
βιβλίου είναι υψηλή. Το βιβλίο, πράγµατι, µας προτείνει έναν πρωτότυπο τρόπο να σκεφτόµαστε συστηµατικά τα ζητήµατα που θέτει η ηθική και πολιτική µεταχείριση της ανθρώπινης ζωής στα δυο της άκρα: πριν τη γέννηση και στο µεταίχµιο του θανάτου. Η επιχειρηµατολογία του Ντουόρκιν είναι πυκνή και περίπλοκη. Στις αναπτύξεις που ακολουθούν, θα περιοριστώ, για λόγους χώρου, στην κριτική παρουσίαση του επιχειρήµατός του Ντουόρκιν για το ζήτηµα της άµβλωσης, παραπέµποντας τον αναγνώστη που ενδιαφέρεται για το επιχείρηµα που αφορά στην ευθανασία απευθείας στο ίδιο το βιβλίο. Όπως είναι γνωστό, το εναρκτήριο λάκτισµα της αµερικάνικης νοµικής και πολιτικής διαµάχης για την άµβλωση είναι η ιστορική απόφαση Roe κατά Wade του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ του 1973. Στην απόφαση αυτή το Ανώτατο Δικαστήριο νοµολόγησε ότι το Οµοσπονδιακό Σύνταγµα προστατεύει το δικαίωµα της εγκύου να προχωρήσει σε άµβλωση κατά βούληση κατά τα πρώτα δύο τρίµηνα της κυήσεως. Όλοι οι πολιτειακοί νόµοι που απαγόρευαν την πρόσβαση στην άµβλωση κρίθηκαν αυτοµάτως αντισυνταγµατικοί. Έκτοτε, οι αµερικάνοι πολίτες χωρίστηκαν, εκόντες άκοντες, σε δύο εκ διαµέτρου αντίθετα στρατόπεδα. Από τη µια πλευρά, οι πολέµιοι της άµβλωσης, οι «υπέρ της ζωής» (pro-life), κινητοποιήθηκαν πολιτικά για να ανατρέψουν τη Roe, χρησιµοποιώντας κατά κόρον το επιχείρηµα ότι η αναγνώριση ενός συνταγµατικού δικαιώµατος στην άµβλωση είναι ταυτόσηµη µε την αναγνώριση ενός ηθικά αλλα και νοµικά αδιανόητου δικαιώµατος στην ανθρωποκτονία. Σύµφωνα µε τους υπέρ της ζωής, το έµβρυο είναι ένας πλήρης άνθρωπος, ο οποίος απλώς τυχαίνει να βρίσκεται στο πρώτο στάδιο της βιολογικής του ανάπτυξης. Τούτο δεν συνεπάγεται όµως ότι δεν απολαµβάνει, όπως όλοι, το θεµελιώδες δικαίωµα στη ζωή. Από την άλλη πλευρά, οι υπερασπιστές της Roe, οι «υπέρ της επιλογής» (pro-choice), ισχυρίστηκαν ότι το γυναικείο δικαίωµα στην άµβλωση είναι η ειδικότερη έκφανση ενός πιο γενικού δικαιώµατος σωµατικής αυτοδιάθεσης. Κατ αυτούς, το δικαίωµα στη σωµατική αυτοδιάθεση σαφώς επιτρέπει την διακοπή της βιολογικής ανάπτυξης µιας ανθρώπινης ζωής η οποία, στα πρώτα της τουλάχιστον στάδια, δεν είναι η ζωή µιας οντότητας µε δικαιώµατα και συµφέροντα. Δεδοµένου ότι το έµβρυο δεν έχει δικαίωµα στη ζωή, δεν βλάπτεται από την άµβλωση, ούτε µπορεί, εξάλλου, να δικαιολογηθεί περιορισµός στην αυτοδιάθεση του γυναικείου σώµατος. Υπό τις συνθήκες αυτές, η διαµάχη µεταξύ των υπέρ της ζωής και των υπέρ της επιλογής φαίνεται να επικεντρώνεται στο ερώτηµα αν το έµβρυο είναι πρόσωπο µε δικαιώµατα και συµφέροντα. Οι µεν φαίνεται να απαντούν θετικά, υποστηρίζοντας ότι το έµβρυο είναι, ιδίως, φορέας του δικαιώµατος στη ζωή, ενώ οι δε φαίνεται απλώς να αρνούνται την εν λόγω άποψη. Σε κάθε περίπτωση, δεν φαίνεται να υπάρχει έδαφος εύλογης συνεννόησης µεταξύ των δύο στρατοπέδων, αφού οι επιχειρηµατολογικές τους αφετηρίες είναι εκ διαµέτρου αντίθετες. Είτε το έµβρυο είναι πρόσωπο µε δικαιώµατα και συµφέροντα, είτε δεν είναι. Tertium non datur. Η, εκ πρώτης όψεως αγεφύρωτη, διαµάχη µεταξύ των υπέρ της ζωής και των υπέρ της επιλογής αποτελεί και την αφετηρία του επιχειρήµατος του Ντουόρκιν για
την άµβλωση. Η επιχειρηµατολογική στρατηγική του βασίζεται στην απόπειρα να ανιχνευθεί η ύπαρξη κοινού εδάφους µεταξύ των δύο αντιµαχόµενων στρατοπέδων. Προς τούτο, ο Ντουόρκιν ξεκινά «σωκρατικά» 2, επερωτώντας τη συνοχή των επιµέρους ηθικών διαισθήσεων και αντιδράσεων των συµµετεχόντων στη διαµάχη περί άµβλωσης. Στο πλαίσιο αυτό, τίθεται το εξής ερώτηµα: οι επιµέρους ηθικές πεποιθήσεις για την άµβλωση που έχουν οι υπέρ της ζωής και οι υπέρ της επιλογής εναρµονίζονται άραγε µε τη δηµόσια ρητορική για την υποτιθέµενη προσωπικότητα του εµβρύου ή την απουσία της; Η απάντηση που δίνει ο Ντουόρκιν είναι αρνητική. Το συµπέρασµά του θεµελιώνεται σε µια προσεκτικότερη εξέταση της δοµής των ηθικών διασθήσεων των δύο πλευρών. Από τη µια πλευρά, οι περισσότεροι υπέρ της ζωής δέχονται την άµβλωση υπό κάποιες έστω αυστηρές προϋποθέσεις, επί παραδείγµατι όταν απειλείται η ζωή ή η υγεία της εγκύου, ή σε περιπτώσεις βιασµών και αιµοµιξίας. Από την άλλη πλευρά, οι περισσότεροι υπέρ της επιλογής δέχονται ότι η άµβλωση µπορεί να είναι, υπό συγκεκριµένες περιστάσεις, ηθικά προβληµατική καίτοι πιστεύουν ότι το έµβρυο δεν είναι πρόσωπο µε συµφέροντα και δικαιώµατα. Αλλά αν το ηθικό πρόβληµα της άµβλωσης συγκεφαλαιωνόταν αποκλειστικά στο ερώτηµα των δικαιωµάτων και των συµφερόντων του εµβρύου, τότε οι µεν υπέρ της ζωής αντιφάσκουν δεχόµενοι ότι η ανθρωποκτονία είναι, υπό προϋποθέσεις, επιτρεπτή, ενώ οι υπέρ της επιλογής αδυνατούν να δικαιολογήσουν γιατί είναι ηθικά προβληµατικός ο τερµατισµός της ζωής ενός απλού «συνόλου κυττάρων» και, κυρίως, γιατί η άµβλωση είναι ηθικά διακριτή από την αντισύλληψη. Εποµένως, η δηµόσια ρητορική των δύο πλευρών δεν εναρµονίζεται µε τις ειδικότερες ηθικές τους διαισθήσεις περί αµβλώσεως. Υπάρχει, άραγε, κάποιος τρόπος να ερµηνεύσουµε τη διαφωνία περί την άµβλωση περισώζωντας τις ειδικότερες ηθικές διασθήσεις των συµµετεχόντων στο διάλογο; Ο Ντουόρκιν απαντά στο ερώτηµα αυτό θετικά και προτείνει µια νέα εννοιολόγηση της διαµάχης. Ισχυρίζεται ότι, αν πράγµατι βασιστούµε στις τρέχουσες ηθικές πεποιθήσεις για το επιτρεπτό ή µη της άµβλωσης, τότε θα διαπιστώσουµε ότι το ουσιαστικό διακύβευµα δεν µπορεί να εξαντλείται στο ερώτηµα αν το έµβρυο είναι πρόσωπο µε συµφέροντα και δικαιώµατα. Αν αυτό πράγµατι ήταν το κεντρικό ζήτηµα, τότε η επίλυση του προβλήµατος της άµβλωσης θα ήταν ευχερέστατη, µέσω της ανάδειξης των αντιφάσεων στις οποίες υποπίπτουν οι υπέρ της ζωής. Αλλά τα πράγµατα δεν είναι και τόσο απλά. Σύµφωνα µε τον Ντουόρκιν, η εξέταση των επιµέρους ηθικών διασθήσεων των συµµετεχόντων στη διαµάχη οδηγεί σε δύο συµπεράσµατα. Πρώτον, ελάχιστοι όντως πιστεύουν ότι τα έµβρυα είναι πρόσωπα µε δικαιώµατα και συµφέροντα. Δεύτερον, όµως, οι περισσότεροι επίσης πιστεόυν ότι η καταστροφή της ζωής των εµβρύων δεν είναι ηθικά αδιάφορη. Εποµένως, για να εξηγηθούν οι τρέχουσες ηθικές διαισθήσεις των συµµετεχόντων στη διαµάχη περί 2 Όπως εύστοχα παρατηρεί στην εισαγωγή του ο µεταφραστής του βιβλίου στα ελληνικά Φίλιππος Βασιλόγιαννης (σελ.15), ακολουθώντας, στο σηµείο αυτό, σχετική παλαιότερη επισήµανση του Tim Scanlon ( Partisan for Life, New York Review of Books της 15.07.1993, σελ.45).
αµβλώσεως πρέπει να υποτεθεί ότι η ανθρώπινη ζωή έχει αξία, η οποία δεν ανάγεται στην αξία της ζωής που έχουν τα πρόσωπα ως φορείς δικαιωµάτων και συµφερόντων. Στη βάση αυτού του ερµηνευτικού διαβήµατος, ο Ντουόρκιν χαράσσει µια νέα σηµαντική διάκριση µεταξύ της προσωπικής ή υποκειµενικής και της απρόσωπης ή εγγενούς αξίας της ανθρώπινης ζωής. Η υποκειµενική αξία της ανθρώπινης ζωής, κανονιστική βάση του συνταγµατικά κατοχυρωµένου δικαιώµατος στην ζωή, είναι η αξία που έχει η ζωή για το πρόσωπο που τη βιώνει «από τα µέσα». Η αξία αυτή συνδέεται άρρηκτα µε το γεγονός ότι το πρόσωπο έχει πεποιθήσεις, συµφέροντα και επιθυµίες, κυριότατα δε την επιθυµία και το συµφέρον να συνεχίσει να ζει. Κοντολογίς, πρόκειται για την αξία που έχει η ζωή των προσώπων στο µέτρο που αυτά είναι φορείς δικαιωµάτων και συµφερόντων. Αντίθετα µε την υποκειµενική αξία της ανθρώπινης ζωής, η απρόσωπη ή εγγενής αξία της ανθρώπινης ζωής είναι η αξία που έχει η βιολογική ανθρώπινη ζωή καθ εαυτήν. Η αξία αυτή είναι ανεξάρτητη από συµφέροντα και επιθυµίες. Πρόκειται για την αξία που έχει η ανθρώπινη ζωή απρόσωπα, απλώς και µόνο επειδή είναι ανθρώπινη ζωή. Υπό το ερµηνευτικό αυτό πρίσµα, µπορούµε να ανασυγκροτήσουµε «σωκρατικά» την επιχειρηµατολογία των αντιµαχόµενων στρατοπέδων υπό την έννοια ότι, καίτοι συµφωνούν ότι η ζωή των εµβρύων δεν έχει υποκειµενική αξία, δηλαδή ότι το έµβρυο δεν είναι πρόσωπο µε συµφέροντα και δικαιώµατα, εντούτοις διαφωνούν ως προς την καλύτερη ερµηνεία της εγγενούς αξίας της ζωής του εµβρύου, δηλαδή της αξίας που έχει η ανθρώπινη ζωή ανεξαρτήτως συµφερόντων και δικαιωµάτων. Αλλά τι ακριβώς είναι η εγγενής αξία της ανθρώπινης ζωής και ποιές µορφές µπορεί να πάρει η διαφωνία γύρω από αυτήν; Σύµφωνα µε τον Ντουόρκιν, κάτι µπορεί να έχει εγγενή αξία είτε υπό την έννοια ότι έχουµε λόγους να επιθυµούµε να το αυξήσουµε ασχέτως της ποσότητας που ήδη διαθέτουµε, είτε υπό την έννοια ότι, άπαξ και υφίσταται, το θεωρούµε απαραβίαστο. Η δεύτερη αυτή µορφή απόδοσης εγγενούς αξίας ταυτίζεται µε την έννοια του ιερού: «Το ειδοποιό γνώρισµα του ιερού, ως διακριτό από το αυξητικώς πολύτιµο, έγκειται στο ότι, επειδή και, εποµένως, από τη στιγµή που υπάρχει, είναι εγγενώς πολύτιµο. Είναι απαραβίαστο λόγω ακριβώς εκείνου που αναπαριστά ή ενσωµατώνει. Η αύξηση του πληθυσµού δεν είναι σηµαντική. Ωστόσο, από τη στιγµή που αρχίζει µια ανθρώπινη ζωή είναι πολύ σηµαντικό να ευδοκιµήσει και να µην εξανεµισθεί» (σελ. 121). Η διαµάχη για την άµβλωση, λοιπόν, πρέπει να ερµηνευθεί ως διαµάχη γύρω από το ποιός είναι ο καλύτερος τρόπος κατανόησης της ιερότητας της ανθρώπινης ζωής, δηλαδή της εγγενούς αξίας που έχει η ανθρώπινη ζωή από τη στιγµή που υφίσταται. Αυτό, κατά τον Ντουόρκιν, είναι το βαθύτερο αντικείµενο της διαφωνίας µεταξύ των υπέρ της ζωής και των υπέρ της επιλογής. Πού έγκειται, λοιπόν, ειδικότερα η διαφωνία; Ο Ντουόρκιν ισχυρίζεται ότι για να απαντήσουµε στο ερώτηµα αυτό, πρέπει να αναγνωρίσουµε, κατ αρχάς, ότι η ιερότητα της ανθρώπινης ζωής συνδέεται µε τον τρόπο που η ζωή αυτή προήλθε. Οι περισσότεροι φαίνεται να πιστεύουν ότι κάθε εξατοµικευµένη ανθρώπινη ζωή αποτελεί τη σύνθετη συνισταµένη δύο ειδών δηµιουργικών επενδύσεων. Από τη µια
πλευρά, η ζωή θεωρείται το προϊόν µιας θεϊκής ή φυσικής δηµιουργικής επένδυσης, η οποία δεν εξαρτάται από τον άνθρωπο και τη βούλησή του: «Κάθε ανθρώπινο πλάσµα, περιλαµβανοµένου του πλέον πρώιµου εµβρύου, αποτελεί θρίαµβο της θεϊκής ή εξελικτικής δηµιουργίας, η οποία πλάθει ένα σύνθετο, έλλογο ον, από, ούτως ειπείν, το µηδέν (...)» (σελ.133). Η µορφή αυτή δηµιουργικής επένδυσης αναπαρίσταται συνηθέστατα, στην ιουδαιοχριστιανική παράδοση, µέσω της εννοιολόγησης του ανθρώπου ως πλασθέντος κατ εικόνα και καθ οµοίωση ενός προσωπικού Θεού. Μπορεί, όµως, να παίρνει και εκκοσµικευµένες µορφές, που την ταυτίζουν, φερ ειπείν, µε το αποτέλεσµα µιας µακράς και θαυµαστής εξελικτικής διαδικασίας. Από την άλλη πλευρά, κάθε εξατοµικευµένη ανθρώπινη ζωή θεωρείται, παράλληλα, απότοκη µιας ανθρώπινης και εµπρόθετης δηµιουργικής επένδυσης, την οποία ο Ντουόρκιν µας καλεί να σκεφτούµε κατ αναλογία προς τη δηµιουργία ενός έργου τέχνης: «Για παράδειγµα, µια ώριµη γυναίκα µοιάζει, ως προς την προσωπικότητα, την κατάρτιση, τις ικανότητες, τα ενδιαφέροντα, τις φιλοδοξίες και τα συναισθήµατά της, µε ένα έργο τέχνης, διότι ως προς αυτές τις πτυχές της είναι απότοκος της ανθρώπινης δηµιουργικής διάνοιας (...)» (σελ.132-133). Η κατ αρχήν απαξία της άµβλωσης συνίσταται, λοιπόν, στο ότι η καταστροφή µιας ανθρώπινης ζωής συνιστά µαταίωση των δηµιουργικών θεϊκών/φυσικών και ανθρώπινων δηµιουργικών επενδύσεων. Η προκείµενη αυτή φαίνεται, εξάλλου, να γίνεται εξίσου αποδεκτή από τα δύο αντιµαχόµενα στρατόπεδα. Επιπλέον, κατά τον Ντουόρκιν, η ίδια εννοιολογική κατασκευή επιτρέπει και την καλύτερη κατανόηση της διαφωνίας µεταξύ των υπέρ της ζωής και των υπέρ της επιλογής. Η διαφωνία αυτή έχει να κάνει µε την προτεραιότητα που το κάθε αντιµαχόµενο στρατόπεδο αποδίδει σε κάθε µια από τις δύο πηγές της ιερότητας της ανθρώπινης ζωής. Έτσι, οι υπέρ της ζωής αποδίδουν προτεραιότητα στις θεϊκές ή φυσικές δηµιουργικές επενδύσεις, ενώ οι υπέρ της επιλογής ιεραρχούν ως σηµαντικότερες τις ανθρώπινες δηµιουργικές συµβολές. Καταλήγουν, λοιπόν, σε εκ διαµέτρου αντίθετα συµπεράσµατα όταν σταθµίζουν την ιερότητα της ζωής του εµβρύου µε το αγαθό της σωµατικής αυτοδιάθεσης της εγκύου. Στο σηµείο αυτό διαφαίνεται, κατά την άποψη του γράφοντος, και ένα από τα όρια της προσέγγισης του Ντουόρκιν. Στην «Επικράτεια της Ζωής», η ιερότητα της γυµνής ανθρώπινης ζωής 3 φαίνεται να είναι µονοσήµαντα συνυφασµένη µε την έννοια του απαραβίαστου. Και η έννοια αυτή έχει ως υπόστρωµα τη φαινοµενολογία του θαυµαστού, η οποία διανοίγει την προοπτική του δέους µπροστά στην ανθρώπινη ζωή ακόµη και σε όσους δεν πιστεύουν στην ύπαρξη ενός προσωπικού Θεού- Δηµιουργού. Όπως όµως προσπάθησα να δείξω µε αφορµή την ταινία Άλιεν, η προοπτική αυτή αντιστοιχεί µόνο στη µια από τις δύο πτυχές του ιερού. Η δεύτερη πτυχή, συχνά απωθηµένη, είναι αυτή του φόβου ή ακόµη και της φρίκης απέναντι σε µια ζωή που είναι τόσο αποµακρυσµένη από τα ανθρώπινα, ώστε να αντιµετωπίζεται ως ξένη ή και, οριακά, ως δυνάµει απειλητική. Κοντολογίς, το ιερό δεν είναι µόνο 3 Η πατρότητα της έκφρασης «γυµνή ζωή» ανήκει στον Giorgio Agamben. Εδώ τη χρησιµοποιώ υπό την έννοια µιας ζωής που είναι απλώς βιολογική χωρίς κανέναν άλλο προσδιορισµό.
θαυµαστό, αλλά και φοβερό. Και η γυµνή βιολογική ζωή είναι τόσο αποµακρυσµένη από τον ανθρώπινο βίο ώστε, ως ζωή simpliciter, να είναι δυνάµει αδιανόητη. Αν οι δύο αυτές πτυχές συγκροτούν από κοινού µια περίπλοκη φαινοµενολογία του ιερού σηµαδεµένη από την πρωταρχική του αµφισηµία, τότε η εννοιολόγηση του Ντουόρκιν παραλείπει να αναφερθεί σε µια σηµαντική όψη της ηθικής εµπειρίας της άµβλωσης, η οποία µπορεί ενδεχοµένως να εξηγήσει στάσεις που αντιµετωπίζουν το έµβρυο όχι ως ένα µικρό εν εξελίξει θαύµα, αλλά ως έναν απάνθρωπο εισβολέα. Σε κάθε πάντως περίπτωση, είναι σηµαντικό να τονιστεί ότι, µέχρι και το σηµείο αυτό, το επιχείρηµα του Ντουόρκιν αφορά στο αµιγώς ηθικό και όχι στο νοµικό πρόβληµα της άµβλωσης. Το ηθικό πρόβληµα της άµβλωσης σχετίζεται µε το σε τι έγκειται η αξία και η απαξία της άµβλωσης. Όπως είδαµε, ο Ντουόρκιν προτείνει µια σύνθετη απάντηση, η οποία βασίζεται σε µια θεωρία των δύο ειδών δηµιουργικών επενδύσεων οι οποίες συγκροτούν από κοινού τη βάση της ιερότητας της ανθρώπινης ζωής. Το νοµικό πρόβληµα της άµβλωσης, εντούτοις, είναι σχετικά διακριτό από το τελευταίο. Αν και συνδέεται µεν, όπως θα δούµε ευθύς αµέσως, µε το ηθικό πρόβληµα, επικεντρώνεται, ωστόσο, στο ειδικότερο ερώτηµα των όρων υπό τους οποίους είναι επιτρεπτή και δικαιολογηµένη η άσκηση κρατικού καταναγκασµού για την απαγόρευση της άµβλωσης. Το νοµικό πρόβληµα µπορεί να διατυπωθεί, µε όρους συνταγµατικού δικαίου, ως εξής: είναι συνταγµατικά επιτρεπτή η άσκηση καταναγκασµού στην έγκυο µε σκοπό τη διαφύλαξη της ζωής του εµβρύου; Και πώς πρέπει να σταθµιστεί το δικαίωµα σωµατικής αυτοδιάθεσης της εγκύου µε το «δικαίωµα στη ζωή» του εµβρύου; Ο Ντουόρκιν συνεισφέρει στην επίλυση του προβλήµατος αυτού µε διπλό τρόπο. Καταρχάς, χρησιµοποιεί τη διάκριση µεταξύ της προσωπικής και της εγγενούς αξίας της ανθρώπινης ζωής για να θεµελιώσει την άποψη ότι η απαγόρευση της άµβλωσης δεν µπορεί να αφορά στην προστασία των συµφερόντων και των δικαιωµάτων του εµβρύου. Ακολουθώντας την επιχειρηµατολογία που είχε ήδη αναπτύξει πρωτύτερα κατά την πραγµάτευση του ηθικού προβλήµατος της άµβλωσης, ισχυρίζεται ότι ελάχιστοι έχουν υποστηρίξει ότι το έµβρυο είναι πράγµατι υποκείµενο συνταγµατικών δικαιωµάτων µε status ίσο µε αυτό που απολαµβάνουν τα υπόλοιπα υποκείµενα. Έπεται ότι το κρίσιµο συνταγµατικό ερώτηµα δεν έχει να κάνει µε την αρχή της ισότητας και την απαγόρευση των ανθρωποκτονιών, αλλά σχετίζεται µε τους λόγους που δύναται να επικαλεστεί η πολιτική εξουσία για να προστατεύσει την ιερότητα της ανθρώπινης ζωής, δηλαδή την εγγενή της αξία. Στο σηµείο αυτό, ο Ντουόρκιν κάνει µια δεύτερη πρόταση συνταγµατικής κατάστρωσης του προβλήµατος της άµβλωσης. Δέχεται ότι µια πολιτική κοινότητα έχει κατ αρχήν την ευχέρεια να περιορίσει δικαιώµατα για να προστατεύσει εγγενείς αξίες όπως, επί παραδείγµατι, τοπία φυσικού κάλλους ή απειλούµενα είδη ζώων. Εποµένως, ο περιορισµός συνταγµατικών δικαιωµάτων για την προστασία της εγγενούς αξίας της ανθρώπινης ζωής είναι κατ αρχήν θεµιτός. Πώς, µπορεί, υπό τις συνθήκες αυτές, να δικαιολογηθεί ένα συνταγµατικό δικαίωµα στην άµβλωση; Η απάντηση του Ντουόρκιν βασίζεται σε µια εκδοχή της αρχής της θρησκευτικής
ελευθερίας. Στο µέτρο που αφορά στην ιερότητα της ανθρώπινης ζωής, το ζήτηµα της άµβλωσης είναι κατ ουσίαν θρησκευτικό. Τούτο σηµαίνει, λοιπόν, ότι πρέπει οι πολίτες να έχουν την ελευθερία να το αντιµετωπίσουν µε τη δέουσα σοβαρότητα και χωρίς η επιλογή τους να αποτελεί προϊόν εξωτερικού καταναγκασµού. Στο πλαίσιο αυτό, ο Ντουόρκιν προτείνει την εξής αρχή: «Οι πολιτείες δεν δικαιούται να περιστείλουν την ελευθερία, προκειµένου να προστατεύσουν µια εγγενή αξία, όταν ο αντίκτυπος για µια οµάδα πολιτών θα είναι ιδιαίτερα σοβαρός, η κοινότητα είναι σοβαρά διχασµένη ως προς το τί επιτάσσει ο σεβασµός προς αυτή την αξία και οι απόψεις των ατόµων για τη φύση της απηχούν ουσιωδώς θρησκευτικές αντιλήψεις που είναι θεµελιώδεις για τη συγκρότηση της ηθικής προσωπικότητας» (σελ. 230). Κατά τη γνώµη του, η αρχή αυτή µπορεί να αποτελέσει µια εύλογη βάση επίλυσης του νοµικού ζητήµατος της άµβλωσης µε τρόπο αποδεκτό µε αξιοπρέπεια από τις δύο αντιµαχόµενες πλευρές. Η κινητήρια φιλοδοξία του βιβλίου φαίνεται να έχει πραγµατωθεί. Ο θάνατος του Ντουόρκιν στις 14 Φλεβάρη του τρέχοντος έτους δεν διέκοψε µόνο µια θαυµαστή βιολογική ζωή, αλλά, κυρίως, έναν αξιοπρόσεκτο φιλοσοφικό βίο. Μια από τις πολλές αρετές της «Επικράτειας της Ζωής» έγκειται στο ότι µας προτρέπει ακριβώς να σκεφτούµε την παραπάνω διάκριση ζωής και βίου. Αλλά µας προτρέπει, επιπλέον, να σκεφτούµε και τη στενή τους συνύφανση. Σε αντίθεση, ίσως, µε τα διδάγµατα του Άλιεν, ενδέχεται η ζωή µας να µην µας είναι τόσο ξένη όσο ενίοτε την αισθανόµαστε.