ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Διπλωματική Εργασία «ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΚΗΡΥΞΗΣ ΤΗΣ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ ΣΤΙΣ ΕΚΚΡΕΜΕΙΣ ΑΜΦΟΤΕΡΟΒΑΡΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ» Εισηγήτρια: ΙΩΑΝΝΑ Θ. ΑΡΑΒΙΑΔΗ ΑΜ: 2210 Επιβλέπων: Δρ. ΚΑΤΣΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Λέκτορας Κομοτηνή, 2016
DEMOCRITUS UNIVERSITY OF THRACE DEPARTMENT OF LAW GRADUATE COURSE DEPARTMENT OF TRADE AND LABOUR LAW Thesis «THE CONSEQUENCES OF BANKRUPTCY ON OUTSTANDING BILATERAL CONTRACTS» Writer: Araviadi Ioanna (I.D. 2210) Supervisor: Dr. Katsas Theodoros, Lecturer Komotini, December 2016 [2]
ΠΡΟΛΟΓΟΣ - ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Με την ολοκλήρωση εκπόνησης της παρούσας διπλωματικής εργασίας στο πλαίσιο Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στον τομέα του Εμπορικού και Εργασιακού Δικαίου, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα Δρ. Θεόδωρο Κατσά για την καθοδήγηση, τις πολύτιμες συμβουλές και παρατηρήσεις του, που συνέβαλαν στην ολοκλήρωση της παρούσας διπλωματικής εργασίας. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους γονείς μου, Θεολόγη και Λίλιαν, τα αδέρφια μου, Ρωμανό, Λέανδρο και Ορέστη, για τη ηθική συμπαράστασή τους καθ όλη τη διάρκεια των σπουδών μου τόσο στο προπτυχιακό όσο και στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα. [3]
ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΔΗΛΩΣΗ Δηλώνω ότι είμαι συγγραφέας αυτής της μεταπτυχιακής πτυχιακής εργασίας και ότι κάθε βοήθεια την οποία είχα για την προετοιμασία της, είναι πλήρως αναγνωρισμένη και αναφέρεται στην πτυχιακή εργασία. Επίσης, έχω αναφέρει τις όποιες πηγές από τις οποίες έκανα χρήση δεδομένων, ιδεών ή λέξεων, είτε αυτές αναφέρονται ακριβώς, είτε παραφρασμένες. Επίσης, βεβαιώνω ότι αυτή η μεταπτυχιακή εργασία προετοιμάστηκε από εμένα προσωπικά ειδικά για τις απαιτήσεις του προγράμματος σπουδών του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στον τομέα του Εμπορικού και Εργασιακού Δικαίου. Ιωάννα Αραβιάδη [4]
Πίνακας περιεχομένων ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 7 1 ο Κεφάλαιο: ΓΕΝΙΚΑ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΚΗΡΥΞΗΣ ΤΗΣ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ... 9 1.1.Ουσιαστικές συνέπειες της πτώχευσης... 9 1.1.1. Προσωπικής φύσης συνέπειες της πτώχευσης... 9 1.1.2. Περιουσιακής φύσης συνέπειες της πτώχευσης... 15 1.2. Συνέπειες δικονομικής φύσης... 20 1.3. Συνέπειες της πτώχευσης ως προς τους πτωχευτικούς πιστωτές... 21 1.4. Συνέπειες της πτώχευσης ως προς τις εκκρεμείς αμφοτεροβαρείς συμβάσεις... 22 Κεφάλαιο 2ο: ΕΚΚΡΕΜΕΙΣ ΑΜΦΟΤΕΡΟΒΑΡΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ... 24 2.1. Έννοια εκκρεμών αμφοτεροβαρών συμβάσεων... 24 2.2. Ο Γενικός Κανόνας: Αρχή διατήρησης της ισχύος των εκκρεμών αμφοτεροβαρών συμβάσεων... 28 2.2.1. Συμβάσεις υποκείμενες στην ευχέρεια του συνδίκου προς εκπλήρωση... 30 2.2.2. Συμβάσεις συναπτόμενες από τον σύνδικο... 39 Κεφάλαιο 3 ο : ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ ΤΗΝ ΙΣΧΥ ΤΟΥΣ... 41 3.1. Συμβάσεις διαρκούς χαρακτήρα... 41 3.2. Ενδεικτική απαρίθμηση μη λυόμενων συμβάσεων... 44 3.2.1. Ειδικότερα η μίσθωση εργασίας... 44 3.2.2. Ειδικότερα η σύμβαση έργου... 51 3.2.3. Η Σύμβαση μίσθωσης πράγματος... 58 Κεφάλαιο 4 ο : ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΛΥΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΤΩΧΕΥΣΗ... 60 4.1. Συμβάσεις προσωπικού χαρακτήρα... 60 4.1.1. Η κοινοκτημοσύνη... 63 4.1.2. Σύμβαση σύστασης προσωπικής εταιρείας... 64 4.1.3. Σύμβαση εντολής... 66 4.1.4. Σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού... 67 4.1.5. Σύμβαση ανοίγματος πίστωσης... 69 4.1.6. Σύμβαση έκδοσης... 70 4.1.7. Σχέση παραγγελίας... 71 4.1.8. Σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring)... 72 4.1.9. Σύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας... 73 4.1.10. Σύμβαση παροχής τεχνογνωσίας ή δικαιόχρησης (franchising)... 74 4.1.11. Σύμβαση τραπεζικής ενέγγυας πίστωσης... 75 [5]
4.1.12. Η σύµβαση κυριαρχικής επιρροής µεταξύ συνδεδεµένων επιχειρήσεων... 76 4.2. Λύση συνεπεία ρήτρας... 77 4.3. Σύμβάσεις ιδιατέρως ρυθμιζόμενες... 78 4.3.1. Ασφαλιστική σύμβαση... 78 4.3.2. Έκταξη... 80 4.3.3. Σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης... 81 4.3.4. Η εμπορική μίσθωση... 82 4.3.5. Η σύμβαση εργολαβίας δημόσιων, δημοτικών και κοινοτικών έργων... 85 4.3.6. Η σχέση ασφαλιστικού πράκτορα, μεσίτη ασφαλειών και ασφαλιστικού συμβούλου με ασφαλιστική επιχείρηση... 86 Κεφάλαιο 5 ο : ΕΙΔΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ... 87 5.1. Επιφύλαξη κυριότητας... 87 5.1.1. Πτώχευση του πωλητή... 89 5.1.2. Πτώχευση του αγοραστή... 92 5.2. Ο συμψηφισμός στην πτώχευση... 97 5.2.1. Περιορισμοί και απαγορεύσεις συμψηφισμού... 99 5.2.2. Δυνατότητα συνδίκου προς συμψηφισμό... 101 5.2.3. Συμψηφισμος για συναλλαγές σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα... 101 5.2.4. Συμψηφισμός απαιτήσεων από συστήματα διακανονισμού πληρωμών... 103 5.2.5. Συμψηφισμός στις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας.... 105 5.3. Η μεταβίβαση της συμβατικής σχέσης από το σύνδικο... 107 5.3.1. Τρόπος μεταβίβασης... 108 5.3.2. Προϋποθέσεις της μεταβίβασης... 109 5.3.3. Παράκαμψη της άρνησης συναίνεσης αντισυμβαλλομένου... 111 5.3.4. Αποτελέσματα της μεταβίβασης... 113 ΕΠΙΛΟΓΟΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 115 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ- ΠΗΓΕΣ... 116 [6]
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παρούσα Διπλωματική Εργασία έχει κύριο αντικείμενο μελέτης και έρευνας τις συνέπειες, οι οποίες επέρχονται με την κήρυξη της πτώχευσης και πώς αυτές επηρρεάζουν, κυρίως, τις εκκρεμείς αμφοτεροβαρείς συμβάσεις που συνήψε ο οφειλέτης. Επειδή, όμως, η κήρυξη της πτώχευσης προκαλεί μία σειρά συνεπειών, όχι μόνο στις συμβάσεις, κρίνεται σκόπιμο, για ευνόητους λόγους, μεθοδολογικούς και συστηματικούς, να γίνει, αρχικά, μια σύντομη αναφορά στα λοιπά αποτελέσματα της πτώχευσης, δηλαδή στις συνέπειές της στην προσωπική και περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη, στις δικονομικής φύσεως συνέπειες της πτώχευσης και στις συνέπειές της στις σχέσεις του οφειλέτη με τους πιστωτές. Γίνεται, λοιπόν, μία ανάλυση των προσωπικών συνεπειών της κύρηξης της πτώχευσης και πώς επηρρεάζουν τον οφειλέτη και στην συνέχεια, πραγματευόμαστε το ιδιαίτερα πρακτικό ζήτημα των συνεπειών της κήρυξης της πτώχευσης σε σχέση με την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη και την μεταχείριση της περιουσιάς του. Έπειτα, εξετάζονται οι δικονομικής φύσεως συνέπειες και οι συνέπειες στην σχέση του οφειλέτη με τους πτωχευτικούς πιστωτές. Απαραίτητη, φυσικά, είναι η αναλύση και οριοθέτηση της έννοια των εκκρεμών αμφοτεροβαρών συμβάσεων και μία εκτενής αναφορά στη βασική αρχή που διέπει την τύχη αυτής της κατηγορίας των συμβάσεων μετά την κήρυξη της πτώχευσης, δηλαδή την αρχή διατήρησης της ισχύος των εκκρεμών αμφοτεροβαρών συμβάσεων. Ακολουθεί η ενασχόληση με την έννοια και τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος επιλογής εκ μέρους του συνδίκου, καθώς και η αναφορά συμβάσεων μη λυόμενων με την κήρυξη της πτώχευσης. Εξίσου σημαντικό ζήτημα, το οποίο εξετάζεται στη παρούσα είναι οι συμβάσεις που λύονται με την κήρυξη της πτώχευσης, είτε λόγω του προσωπικού τους χαρακτήρα, είτε συνεπεία ρήτρας που προβλέπει τη λύση τους σε περίπτωση πτώχευσης ενός εκ των μερών και σε συμβάσεις, των οποίων η τύχη ρυθμίζεται από διατάξεις ειδικών νόμων. [7]
Τέλος, πραγματευόμαστε εκτενώς κάποια ειδικότερα ζητήματα που έχουν προβληματίσει τον Πτωχευτικό Νομοθέτη και για αυτό, άλλωστε, εισάγει ειδικές ρυθμίσεις, τα οποία αφορούν τις συνέπειες της πτώχευσης στην σύμβαση πώλησης με τη ρήτρα παρακράτησης της κυριότητας, τον συμψηφισμό στην πτώχευση και την δυνατότητα μεταβίβασης της συμβατικής σχέσης του οφειλέτη με πρωτοβουλία του συνδίκου. [8]
1 ο Κεφάλαιο: ΓΕΝΙΚΑ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΚΗΡΥΞΗΣ ΤΗΣ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ 1.1.Ουσιαστικές συνέπειες της πτώχευσης Οι συνέπειες που επέρχονται με την κήρυξη της πτώχευσης και αφορούν τον οφειλέτη, διακρίνονται σε συνέπειες προσωπικής φύσεως και σε συνέπειες περιουσιακής φύσεως. Οι δεύτερες εμφανίζουν μεγαλύτερη πρακτική και νομική σημασία, καθώς πολλές από τις προσωπικής φύσεως συνέπειες είτε έχουν καταργηθεί είτε έχουν ως στόχο την, τεχνικά και δομικά, καλύτερη και αποτελεσματικότερη πορεία της πτωχευτικής διαδικασίας. 1.1.1. Προσωπικής φύσης συνέπειες της πτώχευσης Πιο ειδικά, πλέον, ο ΠτΚ δεν περιλαμβάνει διατάξεις, οι οποίες επιτρέπουν την προσωπική κράτηση του οφειλέτη ως μέτρο αστυνομικής ή εξασφαλιστικης φύσεως, όπως προέβλεπε το αρθρ. 590 ΕΝ, ενώ έχουν καταργηθεί και οι μειωτικές κυρώσεις του αρθρ. 1 του ν. 635/1937, οι οποίες προέβλεπαν, μεταξύ άλλων, ότι ο οφειλέτης, μετά την κήρυξη της πτώχευσης, δεν είχε το δικαίωμα να ασκεί λειτούργημα διοικητικό ή δικαστικό, δημοτικού ή κοινοτικού υπαλλήλου, αλλά ούτε και το δικαίωμα να ασκεί δημόσιο δημόσιο λειτούργημα, όπως του επιτρόπου, του συνδίκου ή του δικηγόρου ή το δικαίωμα να ασκεί επάγγελμα υπαλλήλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή εμπορικό επάγγελμα. Εν συντομία, οι προσωπικής φύσεως συνέπειες που επηρεάζουν τον οφειλέτη είναι οι εξής: αρχικά, για λόγους προστασίας των τρίτων που έχουν συναλλαγεί ή συναλλάσσονται ή έχουν σκοπό να συναλλαγούν με τον οφειλέτη, προβλέπεται σε περίπτωση πτώχευσης ή διαδικασίας εξυγίανσης η καταχώρηση των στοιχείων του οφειλέτη σε δημόσιο βιβλίο, το Μητρώο Πτωχευσάντων, το οποίο τηρείται σε κάθε Πρωτοδικείο (8 παρ. 3 ΠτΚ). Γενικό Μητρώο των πτωχευσάντων όλης της επικράτειας τηρείται στο Πρωτοδικείο Αθηνών(8 παρ. 3 εδ. δ ΠτΚ). 1 1 Βλ. Ρόκα Κ.,ό.π., σελ. 113 [9]
Εκτός, λοιπόν, από την δικονομικής φύσεως δημοσίευση της απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων στο ΤΝ (πλέον, ΕΤΑΑ, Τομέας Νομικών), επιβάλλεται επιπλέον και η δημοσίευσή της, όπως και άλλων πράξεων της διαδικασίας, τόσο στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, που τηρείται με την επιμέλεια του κατά τόπον αρμόδιου εμπορικού και βιομηχανικού επιμελητηρίου, όσο και στο Μητρώο Πτωχευσάντων και στο Γενικό Μητρώο Πτωχευσάντων. Επιπλέον, ο oφειλέτης, ο οποίος κηρύχθηκε σε πτώχευση, και η επιτροπή πιστωτών, εφόσον υπάρχει, οφείλουν να υποβάλουν δήλωση στον γραμματέα των πτωχεύσεων του πτωχευτικού δικαστηρίου ορίζοντας με αυτήν ως αντίκλητο πρόσωπο, που κατοικεί στην έδρα του δικαστηρίου (άρθρ. 12 παρ. 1 ΠτΚ). Έτσι, όποιες επιδόσεις, κοινοποιήσεις, γνωστοποιήσεις ή ειδοποιήσεις πρέπει να γίνουν προς τον οφειλέτη και την επιτροπή πιστωτών, γίνονται πάντοτε εγγράφως στον νόμιμα ορισθέντα αντίκλητο (άρθρ. 12 παρ. 2 εδ α ΠτΚ.). Όπως αναφέρθηκε, ο νέος ΠτΚ δεν προβλέπει προσωπικής επαγγελματικής φύσεως στερήσεις σε βάρος του οφειλέτη φυσικού προσώπου. Σύμφωνα, όμως, με την γενικού χαρακτήρα διάταξη του άρθρου 15 του ΠτΚ, υπάρχουν ειδικές διατάξεις άλλων νομοθετημάτων που προβλέπουν τέτοιους περιορισμούς. Πρόκειται για προσωπικές επαγγελματικές ανικανότητες και εκπτώσεις που επέρχονται με μορφή κυρώσεων σε βάρος του οφειλέτη. 2 Οι κυρώσεις αυτές πλήττουν τον οφειλέτη με την κήρυξη της πτώχευσης και αφορούν μόνο αυτόν, χωρίς να μπορούν να επιβληθούν στους κληρονόμους του. Επίσης, δεν αίρονται ούτε με τη σύναψη σχεδίου αναδιοργάνωσης, ούτε με την ένωση των πιστωτών. 3 Έτσι, λοιπόν στον νέο ΠτΚ δεν απαντώνται συνέπειες, όπως εκείνες του α.ν. 635/1937. Σήμερα ο οφειλέτης δεν χάνει την ικανότητα να είναι έμπορος και η πτώχευσή του δεν αποκλείει την έναρξη νέας εμπορικής δραστηριότητας. 4 Ο νέος ΠτΚ δεν διαθέτει διάταξη που να προβλέπει την απώλεια της εμπορικής ιδιότητας εξαιτίας της κήρυξης του οφειλέτη σε πτώχευση. Κατά την κρατούσα, σήμερα, 2 Κατά Ferrara, Il fallimento, σελ. 258, πρόκειται για παρεπόμενες ποινές (pene accessorie), όχι προληπτικού χαρακτήρα. 3 Από Κοτσίρη Λ. (1994), Πτωχευτικό Δίκαιο, Αθήνα- Θεσσαλονίκη. Έκδόσεις Σάκκουλα.4 η έκδοση, σελ 185 επ. 4 Για το ζήτημα της εμπορικής ιδιότητας του πτωχεύσαντος υπό το προγενέστερο δίκαιο βλ. Περάκη, (1999), Γενικό Μέρος του ΕμπΔ., σελ. 279. [10]
άποψη, αυτή η σιωπηρή κατάργηση της εν λόγω συνέπειας από τον νέο νόμο, σηματοδοτεί την ανατροπή της παλαιότερα κρατούσας γνώμης. Αναλογιζόμενοι, επίσης, τον «κοινωνικό προσανατολισμό» του ΠτΚ και την «επιδιωκόμενη επιβίωση του οφειλέτη-πτωχού αντί της οριστικής του ισοπέδωσης», μπορούμε να καταλήξουμε πως ο οφειλέτης μπορεί να αποκτήσει εκ νέου την εμπορική ιδιότητα, να ασκήσει νέες εμπορικές πράξεις κατ επάγγελμα, εκκρεμούσης της πτωχευτικής διαδικασίας και προτού αποκατασταθεί, και συνεπώς, να διαθέτει εκ νέου πτωχευτική ικανότητα. Η αποδοχή της άποψης αυτής οδηγεί στην αποδοχή της δυνατότητας ύπαρξης συντρεχουσών πτωχεύσεων. 5 Ακόμα, η μη απώλεια της εμπορικής ιδιότητας, αφενός, και η ύπαρξη ελεύθερης μεταπτωχευτικής περιουσίας επιρρωνύει την άποψη ότι υπάρχει η δυνατότητα «συντρεχουσών πτωχεύσεων». Το ίδιο γινόταν δεκτό και στο προϊσχύσαν γερμανικό δίκαιο (ΚΟ) που δεχόταν, λόγω χωρισμού πτωχευτικής μεταπτωχευτικής περιουσίας, τη δυνατότητα δεύτερης πτώχευσης (Zweitkonkurs) ως προς τη νέα κτήση (Neuerwerb). 6 Επίσης, μπορεί να ιδρύσει εταιρεία με την μεταπτωχευτική του περιουσία 7, αλλά και να διοριστεί διαχειριστής εταιρείας, και αν είναι διορισμένος δεν χάνει την ιδιότητά του αυτή 8 (άλλη περίπτωση αν ο οφειλέτης είναι εταίρος και η εταιρεία λυθεί λόγω της πτώχευσης). 9 Συνοπτικά, ο οφειλέτης στερείται του δικαιώματος να ασκεί τα επαγγέλματα ή να έχει τις ιδιότητες: 10 α) Του ασφαλιστικού πράκτορα, του μεσίτη ασφαλίσεων και του ασφαλιστικού συμβούλου (άρθρα 7, 15 α, 17, ν. 1569/1985, όπως ισχύει μετά τον ν. 2170/1993), 5 Βλ. Περάκη Ε., ΕΕμπΔ 1983. 6 Έτσι, Κοτσίρης Λ., ό.π., σελ. 241. 7 Εταιρεία οποιασδήποτε μορφής και όχι μόνο κεφαλαιουχικής, όπως στο παρελθόν, βλ. Κομπίτογλου θ., ΞΔ, σελ. 1003. 8 Βλ. ήδη υπό το προϊσχύσαν δίκαιο Αργυριάδη, Αρμ. 1977, σελ. 666,- Μάζη, Εκπροσώπηση ΑΕ από άτομο που έχει πτωχεύσει, ΕΕμπΔ 1988, σελ. 169. ΑΠ 176/1974, ΕΕΝ 1974, σελ. 680,- ΕφΘεσ. 1531/1995, ΔΕΕ 1995, σελ. 1079. Κατ αντίθετη άποψη η πτώχευση επάγεται τη λήξη της θητείας του μέλους του δ.σ. λόγω της ΑΚ 726, Γεωργακόπουλος,(1974), Δίκαιον των εταιρειών III, σελ. 47. Για την πτώχευση διαχειριστή ΙΚΕ βλ. Αντωνόπουλο,(2012), Ιδιώτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία, σελ. 51. 9 Περάκης Ε., ό.π., σελ. 186. 10 Ψυχομάνης Δ. Σπύρος. (2012)., ό.π., σελ. 194 και του ιδίου, (2011), Πτωχευτικό Δίκαιο, Αθήνα- Θεσσαλονίκη, Δ εκδ., σελ. 188 επ. [11]
επειδή η μη κήρυξη της πτώχευσης αποτελεί προϋπόθεση του νόμου αυτού για την εγγραφή στο οικείο επιμελητήριο και προϋπόθεση, ταυτοχρόνως, για την άσκηση των εν λόγω επαγγελμάτων. β) Του γενικού διευθυντή ή του διευθύνοντα ή εντεταλμένου συμβούλου ή γενικού διευθυντή ή διευθυντή ή μέλους του ΔΣ ή νόμιμου αντιπροσώπου, κ.λ.π. ασφαλιστικής επιχείρησης (άρθρο 16 ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει), καθώς κατά το νόμο ο οφειλέτης δεν μπορεί να εκλεγεί ή να διορισθεί στις θέσεις αυτές. γ) Του μέλους του Δ.Σ., του διευθυντικού στελέχους και του μετόχου με ειδική συμμετοχή σε ΑΕΠΕΥ (άρθρα 16 και 17 ν. 3606/2007). Σε περίπτωση εκλογής ή διορισμού στις εν λόγω θέσεις προσώπων ή αποκτήσεως συμμετοχών από πρόσωπα, τα οποία έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αρνείται την χορήγηση άδειας λειτουργίας στην εταιρεία ή επιβάλλει την απομάκρυνση του μέλους της διοίκησης, που περιήλθε σε τέτοια κατάσταση, από την θέση του, ή ανακαλεί την άδεια της εταιρείας (άρθρ. 37 ν 3606/2007). δ) Ενός από τους κυριότερους μετόχους μιας υπό ίδρυση Εταιρείας Παροχής Πιστώσεων ή ενός από τα δύο τουλάχιστον υποδεικνυόμενα υπεύθυνα για την λειτουργία της εταιρείας πρόσωπα, καθώς για την χορήγηση άδειας συστάσεως της εταιρείας η Τράπεζα της Ελλάδος το θέτει ως προϋπόθεση (ΠΔ/ΤΕ 2485/31.01.2002). Το ίδιο ισχύει και για τα αντίστοιχα υπεύθυνα πρόσωπα ή τα πρόσωπα με ειδική συμμετοχή σε πιστωτικό ίδρυμα, προκειμένου να χορηγηθεί άδεια συστάσεως του πιστωτικού ιδρύματος από την Τράπεαα της Ελλάδος. Σύμφωνα με το άρθρο 7 του ν. 3601/2007, ορίζει πως τα εν λόγω πρόσωπα πρέπει να είναι αξιόπιστα ή, εν γένει, κατάλληλα να εξασφαλίσουν τη συνετή και χρηστή διοίκηση του πιστωτικού ιδρύματος. ε) Του μεσίτη Χρηματιστηριακών Εμπορευμάτων (άρθρ. 9 περ. β ν.δ. 2/10.11.1923). στ) Του χρηματιστηριακού εκπροσώπου και της ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρείας (άρθρ. 7 παρ. 3 και 4 παρ. 1 ν. 1806/1988). ζ) Του μεσίτη αστικών συμβάσεων (άρθρ. 2 παρ. 2 περ. δ π.δ 248/1993). Η πτώχευση έστω και αν δεν προβλέπεται ειδικά ως στέρηση σε ειδική διάταξη νόμου, θα έχει καθοριστική σημασία όπου ο νόμος απαιτεί αξιοπιστία και [12]
φερεγγυότητα προσώπων 11 (π.χ. μέλη ΑΕΕΧ ν. 3371/2005 άρθρ. 28, πρόσωπα υπεύθυνα για προσανατολισμό της δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος ν. 2076/92 άρθρ. 6 παρ. γ και 7 παρ. 1 α ). 12 Φυσικά, δεν παύει να ισχύει η αρχή της μη αναλογικής εφαρμογής τέτοιων ανικανοτήτων σε μη προβλεπόμενες ρητά στον νόμο περιπτώσεις, καθώς οι απαγορεύσεις ή κυρώσεις ειδικών νομοθετημάτων δεν μπορούν να επεκταθούν με αναλογία σε άλλες περιπτώσεις. 13 Έτσι εκείνος που πτώχευσε μπορεί να είναι π.χ. διαιτητής ή πραγματογνώμων και δεν χάνει την δικαιοπρακτική του ικανότητα. 14 Ακόμη ως συνέπεια εμφανίζεται η υποχρέωση του οφειλέτη να παραδίδει στον σύνδικο τα εμπορικά, επαγγελματικά και φορολογικά βιβλίά και στοιχεία που αφορούν στην επιχείρησή του. Σε συνδυασμό με το άρθρο 76 ΠτΚ. είναι υποχρεωμένος, επίσης, να παρέχει κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με τα εμπορικά βιβλία ή να καταθέσει ισολογισμό και γενικά να συμπράττει με τον σύνδικο όπου είναι αναγκαίο. Στα βιβλία αυτά, αν και κατά πάγια πρακτική ενταφιάζεται, ανήκει και το «ημερολόγιο», στο οποίο καταχωρίζονται και οι οικιακές δαπάνες και αποτελεί σημαντικότατο βοήθημα στην εξακρίβωση των αιτιών της πτώχευσης. Η μη παράδοση τους τιμωρείται ως χρεοκοπία (171 ΠτΚ). Επιπλέον, ο οφειλέτης έχει την υποχρέωση να παραδώσει στον σύνδικο κατάλογο με τους πιστωτές και το ύψος της απαίτησής τους (άρθρ. 89 παρ. 1 ΠτΚ). Ακόμα, 11 Βλ. ΣτΕ 1940/2010 για ανάκληση υπαγωγής επένδυσης στο ν. 1892/90 λόγω πτώχευσης και μη λειτουργίας της επιχείρησης παραγωγικά. Η διακρίβωση της οικονομικής κατάστασης του υποψηφίου προμηθευτή γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της διακήρυξης, ΣτΕ 2959/2010, Δημ. ΝΟΜΟΣ (533988). 12 Κοτσίρη Λ. (2011), ό.π., σελ. επ. 241 επ. 13 Βλ. Περάκη Ε., (2012), Πτωχευτικό Δίκαιο, 2 η έκδ., σελ. 187, - Κοτσίρης Λ., ό.π., σελ. 242. 14 Ο πτωχεύσας έχει ικανότητα για υιοθεσία ως μη στερούμενος της δικαιοπρακτικής ικανότητας, Εφ.Αθ. 1524/69, ΝοΒ 18, σελ. 336. Η πτώχευση διαχειριστή ΕΠΕ έχει ως συνέπεια τη λύση της εντολής που συνδέει αυτόν και το νομικό πρόσωπο, χωρίς να αποκλείεται ο επαναπροσδιορισμός του ως διαχειριστή με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, διότι η πτώχευση δεν επιφέρει στέρηση της ικανότητας προς δικαιοπραξία, ΑΠ 176/1974 ΕΕΔ κε, σελ. 575. Παύση εξουσίας εκκαθαριστή ΟΕ λόγω πτώχευσης του, ΕφΑθ. 10798/1987 ΝοΒ 1988, σελ. 366. Εταίρος που πτώχευσε δεν μπορεί να αναλάβει ως εκκαθαριστής, αλλ αντ αυτού αναλαμβάνει ο σύνδικος, ΕφΑθ. 4185/1988, ΕΕμπΔ 1988, σελ. 676. Ο πτωχεύσας ομόρρυθμος εταίρος δεν μπορεί να είναι εκκαθαριστής της ΟΕ που λύθηκε λόγω πτώχευσης του ομορρύθμου εταίρου, δεδομένου ότι στην εκκαθάριση της εταιρικής περιουσίας περιέχεται και διαχείριση ιδίων συμφερόντων των εταίρων που απαγορεύεται από το νόμο, ΕφΑθ. 2722/1990, ΕΕμπΔ 1991, σελ. 439. Ο πτωχεύσας έχει την ικανότητα τέλεσης εμπορικών πράξεων ως προς τη μεταπτωχετική περιουσία του και συνεπώς να συμμετέχει ως αφανής εταίρος σε αφανή εταιρεία ΕφΑθ. 363/1985, ΕΕμπΔ 1986, σελ. 528. Ο πτωχεύσας μπορεί να διορισθεί διαχειριστής ΟΕ ή ΕΕ και οι πράξεις του στα πλαίσια της σχετικής εξουσίας του δεσμεύουν την εταιρεία, έτσι ΕφΘεσ. 1531/1995 ΔΕΕ, 1995, σελ. 1079. Αυτή η λύση θεωρείται ορθή, εφόσον γίνει δεκτό ότι τρίτος μπορεί να είναι διαχειριστής προσωπικής εταιρείας. [13]
οφείλει να ενημερώνει και να συνεργάζεται με τον σύνδικο για όποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με την πτώχευση. Σύμφωνα με το άρθρο 62 παρ. 1 εδ α ΠτΚ, είναι υποχρεωμένος να εμφανιστεί εντός δύο ημερών ενώπιον του συνδίκου ή του εισηγητή δικαστή έπειτα από πρόσκλησή τους ( άρθρ. 76 παρ. 1,3 και 14 ΠτΚ). Γενικά, πάντως, ο νόμος παρέχει την εξουσία στο σύνδικο να ζητήσει από τον εισηγητή δικαστή την λήψη μέτρων εξαναγκασμού στην ενδεικνυόμενη σύμπραξη (άρθρ. 76 παρ. 3 ΠτΚ) και αντίστοιχα τον τελευταίο να διατάσσει τα αναγκαία, κατά την κρίση του, μέτρα, προς εξασφάλιση της πτωχευτικής περιουσίας και της σύμπραξής του στην πτωχευτική διαδικασία, αλλά και να επιβάλλει προς επίτευξη του ίδιου σκοπού, χρηματικές ποινές από 500 εως 2.000 ευρώ υπέρ του ΤΝ, εισπραττόμενες με βάση τον ΚΕΔΕ. 15 Το άρθρο 72 του ΠτΚ ορίζει οτι ο σύνδικος της πτώχευσης μπορεί να λαμβάνει γνώση των επιστολών, τηλεγραφημάτων, τηλεομοιοτυπωμάτων και μηνυμάτων μέσω Η/Υ (E-mail) που απευθύνονται προς τον οφειλέτη, εφόσον έχουν κατά την κρίση του σχέση με την πτώχευση. 16 Ο οφειλέτης, όμως, έχει το δικαίωμα να παρευρίσκεται κατά την αποσφράγιση, για τον λόγο αυτό ο σύνδικος υποχρεούται να τον προσκαλέσει δύο μέρες πριν την σκοπούμενη ενέργεια. Ο σύνδικος παραδίδει στον οφειλέτη όσες επιστολές, τηλεγραφήματα κ.λ.π. είναι άσχετα με την πτώχευση και δεν μπορούν να εισφέρουν καθ οιονδήποτε τρόπο σε αυτήν. 17 Το αν είναι σχετικά με την πτώχευση κρίνεται με βάση τον αποστολέα ή και το περιεχόμενο. Ακόμη, το τραπεζικό απόρρητο των λογαριασμών του οφειλέτη δεν ισχύει έναντι του συνδίκου. 18 Γίνεται δεκτό, και ορθά, πως ο οφειλέτης δικαιούται να λαμβάνει πληροφορίες από την τράπεζα αν τις απαιτήσει, αφού δεν παύει να είναι υποκείμενο της πτώχευσης. 19 15 Ψυχομάνης Δ. Σπύρος. (2012)., ό.π., σελ. 193. 16 Έτσι, Κοτσίρης Λ., ό.π., σελ. 236. 17 Αρχικά μεν, για τη συνταγματικότητα του προϊσχύσαντος άρθρου 561 ΕΝ, που προέβλεπε την άρση του απορρήτου της αλληλογραφίας, βλ. Τσάτσου Δ.,ΕΕΝ 22, σελ. 1098 και 24 σελ. 193, Μαγκάκης, Ποινικά Χρονικά, 1956, σελ. 429 Υπό το ισχύον, ωστόσο, Σύνταγμα, τέθηκε θέμα αντισυνταγματικότητας της σχετικής διάταξης του άρθρου 562 ΕΝ. Το ίδιο, συνεπώς θέμα τίθεται για το ομοίου περιεχομένου άρθρο 72 του νέου ΠτΚ, με βάση το άρθρο 19 παρ. 2 Συντ. Βλ. και Λιακόπουλου Θ., (1985), Το απόρρητο των επιστολών και τηλεγραφημάτων του πτωχεύσαντος εμπόρου, Ζητήματα εμπορικού δικαίου Ι, σελ. 475 επ. 18 Βλ. Κουτσούκης,(1994), Το απόρρητο στο ιδιωτικό δίκαιο, σελ. 270,- Καλαμίτση,(1993), Το απόρρητο των τραπεζικών καταθέσεων, σελ. 49. 19 Αντίθετα Κουτσούκης, ό.π., σελ. 271. [14]
Σημαντική εξακολουθεί να είανι η επιρροή της πτώχευσης στις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων, καθώς με την τελεσιδικία της απόφασης κήρυξης σε πτώχευση ενός εκ των συζύγων, λήγει το σύστημα κοινοκτημοσύνης, το οποίο, ενδεχομένως συμβατικά επιλέχτηκε από αυτούς. Τέλος, ανεφάρμοστες τυγχάνουν οι διατάξεις του ΑΚ, οι οποίες προέβλεπαν την έκπτωση από την γονική μέριμνα ή την παύση για τον οφειλέτη που κηρύσσονταν σε πτώχευση. Εξακολουθεί, ωστόσο, να αποτελεί λόγο δικαστικής αφαίρεσης της γονικής μέριμνας από τον γονέα που πτώχευσε, σε περίπτωση που συντρέχει κακή άσκηση αυτής λόγω παράβασης καθηκόντων, κατάχρησης λειτουργήματος ή αδυναμίας ανταπόκρισης, κατόπιν υποβολής αίτησης εκ μέρους του γονέα ή των πλησιεστέρων συγγενών ή του εισαγγελέα, και έκδοσης σχετικής απόφασης. Στο ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να οδηγήσει και η διαπίστωση την νομικής ή πραγματικής αδυναμίας άσκησης της γονικής μέριμνας εκ μέρους του γονέα που πτώχευσε, λόγω π.χ. φυγής του οφειλέτη στο εξωτερικό, φυλάκισης του λόγω δόλιας χρεωκοπίας, κ.α. 1.1.2. Περιουσιακής φύσης συνέπειες της πτώχευσης Η πιο σημαντική και βασική περιουσιακή συνέπεια της κήρυξης της πτώχευσης για τον οφειλέτη είναι η «πτωχευτική απαλλοτρίωση» 20 (άρθρ. 17 παρ. 1 ΠτΚ). «Πτωχευτική απαλλοτρίωση» είναι η κατάσταση στην οποία περιέρχεται ο οφειλέτης από την στιγμή που δημοσιεύεται στο ακροατήριο (ΚΠολΔ 304) η απόφαση που κηρύσσει την πτώχευσή του. Έτσι, με την πτώχευση ο οφειλέτης χάνει αυτοδικαίως τη διοίκηση της πτωχευτικής περιουσίας. 21 Η πτωχευτική απαλλοτρίωση δεν 20 Ο όρος αυτός αποδόθηκε από τον Ρόκα Κ., βλ. Πτωχευτικό Δίκαιο, σελ. 114,και έγινε ευρέως αποδεκτός, ώστε συμπεριελήφθη πλέον αυτούσιος στον νέο ΠτΚ. Έχουν χρησιμοποιηθεί και οι όροι «πτωχευτική δέσμευση» από τον Δυοβουνιώτη, βλ. Σύστημα πτωχευτικού δικαίου, σελ. 277, και «πτωχευτική κατάσχεση» από τον Πετιμεζά, βλ. Θεμελιώδεις έννοιαι του Πτωχ. Δ., σελ. 30. Οι όροι αυτοί γενικά τείνουν να αποδώσουν περισσότερο τη γενική ιδέα της συνέπειας αυτής παρά το νομικό της περιεχόμενο. 21 ΑΠ (Συμβ) 1503/1994. Ε.Εμπ.Δ. 1995, σελ. 304,- ΕφΠειρ. 317/1994, ΔΕΕ 1995,σελ. 286. Δεν πρόκειται για ανικανότητα ή απαγόρευση του πτωχεύσαντος,- Εφ.ΑΘ. 2841/1975, Αρμ. 1975, σελ. 610. [15]
αποξενώνει τον πτωχό από την περιουσία του, καθώς ο ίδιος εξακολουθεί να είναι κύριος της πτωχευτικής περιουσίας, και η διοίκηση μόνο περιέρχεται στον σύνδικο. 22 Συνέπεια της πτώχευσης είναι η πτωχευτική απαλλοτρίωση και η ανάληψη της διοίκησης της πτωχευτικής περιουσίας από το σύνδικο. Αυτή η συνέπεια, όμως, μπορεί να μην επέλθει, εάν το πτωχευτικό δικαστήριο κρίνει πως ο οφειλέτης μπορεί να διαχειριστεί προς το συμφέρον των πιστωτών την περιουσία του και του αναθέσει την διοίκηση στον ίδιο. Ο θεσμός της ανάθεσης της διοίκησης της περιουσίας στον ίδιο τον οφειλέτη προέρχεται από το αμερικάνικο πτωχευτικό δίκαιο, όπου υπάρχει το πρότυπο «ο οφειλέτης στην κατοχή» (debtor in possession) στο πλαίσιο της διαδικασίας αναδιάρθρωση του Chapter 11 U.S Bankruptcy Code. Η διαφορά του αμερικάνικου δικαίου είναι ότι η ανάθεση στον οφειλέτη αποβλέπει στην αναδιοργάνωση της επιχείρησης, ενώ στο δικό μας δικαιϊκό σύστημα (άρθρ. 18 ΠτΚ), αποβλέπει πάντοτε στο σκοπό της πτώχευσης όπως διατυπώνεται στο άρθρο 1 ΠτΚ, δηλαδή στη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών. Η λογική αυτού του θεσμού της «ανάθεσης στον οφειλέτη» βασίζεται στις γνώσεις και την πείρα του οφειλέτη για την συγκεκριμένη επιχειρηματική δραστηριότητα, προσόντα, τα οποία δεν διαθέτει συνήθως ο σύνδικος. Περαιτέρω, η πτωχευτική απαλλοτρίωση συνεπάγεται την ανενέργεια οποιασδήποτε δικαιοπραξίας η οποία καταρτίζεται από τον οφειλέτη κατά παράβαση της αρχής της πτωχευτικής απαλλοτρίωσης και υποχρέωσης διεξαγωγής των δικών που αφορούν την πτωχευτική περιουσία από τον σύνδικο, ο οποίος και μόνον νομιμοποιείται ενεργητικώς και παθητικώς. Η αρχή της ανενέργειας αφορά σε πράξεις του οφειλέτη ή προς αυτόν που γίνονται μετά την κήρυξη της πτώχευσης και αφορούν την πτωχευτική περιουσία (και όχι την μεταπτωχευτική περιουσία για την οποία ο οφειλέτης είναι απόλυτα ελεύθερος και υπεύθυνος για την διοίκηση της). Όταν αναφέρεται ο νόμος σε πράξεις εννοεί ευρύτερα οποιεσδήποτε δικαιοπραξίες ή 22 Έτσι Κοτσίρης Λ., ό.π., σελ. 245, όπου παραπέμπει σε Lent- Jauernig, Zwangsvollstreckungs- und Konkursrecht,Ein Studienbuch, σελ.141, κατά τον οποίο η πτωχευτική απαλλοτρίωση δέον να νοείται ως η αφαίρεση της ενάσκησης των διακαιωμάτων διάθεσης και διαχείρισης. Ο σύνδικος υποχρεούται να πάρει στην κατοχή του την πτωχευτική περιουσία εξαναγκαζόμενος άλλως κατά Gottwald, με εκτέλεση της πτωχευτικής απόφασης. [16]
πραξεις, που κατά τον νόμο έχουν έννομες συνέπειες και αποσκοπούν στην παραγωγή κάποιων εννόμων αποτελεσμάτων. Δηλαδή κάθε δικαιοπραξία υποσχετική ή εκποιητική, μονομερή ή σύμβαση, τις οιονεί δικαιοπραξίες και κάθε άλλη νομική πράξη, μπορεί να παραμείνει ανενεργή, εφόσον αποτελεί πράξη διοίκησης της πτωχευτικής περιουσίας. Οι πράξεις αυτές μπορούν να γίνουν είτε απο τον ίδιο τον οφειλέτη, είτε από τον νόμιμο αντιπρόσωπό του ή τον πληρεξούσιό του. Εάν ο οφειλέτης προβεί σε πράξη διαθέσεως χωρίς την συγκατάθεση του συνδίκου, επέρχονται άμεσα ορισμένες συνέπειες, οι οποίες είναι οι εξής: Η χρήζουσα εγκρίσεως, ανενεργός νομική πράξη είναι συντελεσμένη και δεσμευτική μόνο για τα μέρη της, δηλαδή τον οφειλέτη και τον τρίτο. 23 Η ανενεργός αυτή δικαιοπραξία καθίσταται ενεργός εξ υπαρχής (αναδρομικά), αν ακολουθήσει, σε οποιαδήποτε στιγμή της πτωχευτικής διαδικασίας, έγκρισή της εκ μέρους του συνδίκου. Εξαίρεση σε αυτό υπάρχει όταν η δικαιοπραξία συντελείται με μονομερή πράξη. Εάν συντελείται μία τέτοια δικαιοπραξία με απευθυντέα δήλωση βουλήσεως (π.χ. καταγγελία) η μονομερής δικαιοπραξία καθίσταται έγκυρη από της εγκρίσεως του συνδίκου (ex nunc), ενώ αν συντελείται με μη απευθυντέα δήλωση βουλήσεως (π.χ. προκήρυξη), η δικαιοπραξία είναι πάντοτε άκυρη.(επιχ. Από ΑΚ 232) Οι τρίτοι οι ομαδικοί κυρίως πιστωτές στρεφόμενοι κατά του συνδίκου μπορούν να αποκτούν με οποιονδήποτε τρόπο δικαιώματα στα στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας, τα οποία αφορά η ανενεργός δικαιοπραξία. Αν ο σύνδικος αρνηθεί - ρητά ή σιωπηρά - την έγκρισή του, η ανενεργός δικαιοπραξία καθίσταται εξ υπαρχής άκυρη. Σε αυτή την περίπτωση ο σύνδικος δικαιούται να ενεργήσει, όπως δικαιούται να ενεργήσει κάποιος όταν πάσχει μια δικαιοπραξία από απόλυτη ακυρότητα, π.χ. με διεκδικητική, αναγνωριστική ή άλλη αγωγή κατά του συμβληθέντα «ανενεργώς» με τον οφειλέτη. Για την ανενέργεια των πράξεων δεν ερευνάται η γνώση του αντισυμβαλλομένου ή ακόμα του οφειλέτη σχετικά με την πτώχευση. 24 Αυτό γιατί η ανενέργεια της πτώχευσης είναι νόμιμη συνέπεια της πτώχευσης 23 Έτσι, Δώρης Φ., στο Γεωργιάδη-Σταθόπουλο ΑΚ 238 αρ. 6. 24 Βλ. Περάκη Ε., ό.π., σελ. 153 με τις εκεί παραπομπές. [17]
ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υπαιτιότητα. 25 Οι αρχές αυτές αφορούν μόνο τον άμεσο αντισυμβαλλόμενο του οφειλέτη και όχι τον τρίτο. Σε περαιτέρω μεταφορά του αντικειμένου της πτωχευτικής περιουσίας από τον αντισυμβαλλόμενο προς κάποιον τρίτο, οι σχέσεις ομάδας και τρίτου ρυθμίζονται από τις διατάξεις του αστικού δικαίου (1036 ΑΚ). Η ανενέργεια, τέλος, δεν μπορεί να αφορά νομικές πράξεις του οφειλέτη που γίνονται για την αντιμετώπιση κατεπειγουσών περιπτώσεων, όταν ο σύνδικος αδρανεί, ενώ απειλείται βλάβη ή μείωση της πτωχευτικής περιουσίας.(17 παρ. 4 εδ. β ). 26 Ο νομοθέτης, ακόμη, με το άρθρο 16 παρ. 1 του ΠτΚ, προσπαθεί να οριοθετήσει την έννοια της πτωχευτικής περιουσίας και να την διαχωρίσει από την μεταπτωχευτική. Πτωχευτική περιουσία, λοιπόν, είναι η περιουσία που ανήκει 27 στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, δηλαδή κατά την ημέρα και ώρα της δημοσίευσης της απόφασης στο ακροατήριο, οπουδήποτε και αν βρίσκεται αυτή (συμφωνα με την αρχή της καθολικότητας είτε αυτή βρίσκεται στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό). Είναι γνωστό πως περιουσία 28 αποτελεί το σύνολο της ενεργητικής περιουσίας, με την έννοια του συνόλου των περιουσιακών δικαιωμάτων, δηλαδή των δικαιωμάτων που έχουν χρηματική αξία, εμπραγμάτων, ενοχικών, κ.λ.π. 29 Δεν συνιστούν, αντίθετα, «περιουσία» και δεν υπάγονται, βεβαίως,στην πτωχευτική απαλλοτρίωση, τα καθαρώς οικογενειακά δικαιώματα, η προσωπικότητα του πτωχού, η ικανότητά του για εργασία και τα προσωποπαγή περιουσιακά δικαιώματά του, όπως το δικαίωμα στο όνομα, προς αποδοχή ή αποποίηση κληρονομίας κ.λ.π. 25 Βλ Ρόκα, Πτωχ.Δ., σελ. 128, ΕφΑΘ. 297/1985 Αρμ. 1975, σελ. 272 σε περίπτωση ανάληψης και εκτέλεσης υποχρέωσης από το οφειλέτη σε βάρος πτωχευτικής περιουσίας παρέχεται ένσταση ακυρότητας υπέρ της ομάδας προτεινόμενη από τον σύνδικο, ουδέποτε απο τον οφειλέτη. 26 Βλ. πλείονα Περάκη Ε., ό.π., σελ. 154 επ. 27 Εφ.Θεσσαλ. 25/2010, ΕπολΔ 2010,σελ. 754, παράτ. Κατηφόρη Ν., σελ. 756, η πτωχευτική απαλλοτρίωση δεν εκτείνεται και στην περιουσία του νόμιμου εκπροσώπου ΑΕ, ενώ διατηρείται η αστική και ποινική ευθύνη του λόγω έκδοσης ακάλυπτης επιταγής. Για την έννοια του ανήκει βλ. Σωτηρόπουλο Γ., ό.π., σελ. 45. 28 Βλ γενικά Παπαντωνίου Ν., η εξέλιξη της έννοιας της περιουσίας εις το νεότερον Αστικόν Δίκαιον, ΕΕΝ 32, σελ. 793 επ. 29 Έτσι, Ροκας Κ., ό.π., σελ. 119 επ. Κοτσίρης Λ., ό.π., σελ. 251 επ.- ΕφΑθ. 6207/2001, ΕΕμπΔ 2002,σελ. 127. [18]
Η καταλαμβανόμενη από την πτωχευτική απαλλοτρίωση περιουσία του οφειλέτη περιλαμβάνει κάθε περιουσιακό στοιχείο, που έχει αποκτηθεί από αυτόν μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης στο ακροατήριο της απόφασης, που κηρύσσει την πτώχευση. Επ αυτού, όμως ισχύουν και κάποιες εξαιρέσεις, οι οποίες αναλύονται αμέσως παρακάτω. Τέλος, «οπουδήποτε» και αν ευρίσκεται η περιουσία του οφειλέτη (άρθρο 16 παρ.1 ΠτΚ), κατά ρητή επιταγή του νόμου, περιλαμβάνεται στην πτωχευτική περιουσία. Επομένως, η πτωχευτική απαλλοτρίωση άπτεται και της περιουσίας του πτωχού στην αλλοδαπή. Ο σύνδικος, δηλαδή, διοικεί και την τελευταία(έτσι,άρθρο 5 ν.3858/2010), εφόσον βέβαια η κήρυξη της πτώχευσης στην Ελλάδα αναγνωρίζεται και από το αλλαδαπό κράτος (βλ.ν.3858/2010 και Κανονισμό 1346/2010). Διαφορετικά, ο οφειλέτης οφείλει να παράσχει πληρεξουσιότητα στον σύνδικο, για την άσκηση των περιουσιακών δικαιωμάτων του στην αλλοδαπή, συνεργαζόμενος μαζί του (άρθρο 20 ΠτΚ). Αυτό που διακρίνει την πτωχευτική περιουσία, η οποία καταλαμβάνεται από την πτωχευτική απαλλοτρίωση, και την μεταπτωχευτική περιουσία, είναι τα χρονικά όρια μεταξύ τους, δηλαδή ο χρόνος κτήσης τους σε σχέση με την κήρυξη της πτώχευσης. Περιουσία που αποκτήθηκε από τον οφειλέτη μετά την κήρυξη της πτώχευσης είναι μεταπτωχευτική και διαφεύγει των συνεπειών της πτώχευσης, κυρίως, δηλαδή, της πτωχευτικής απαλλοτριώσεως. 30 Αυτή η περιουσία, λοιπόν, παραμένει ελεύθερη και αποτελεί νέα κτήση 31 (άρθρ. 16 παρ. 5 ΠτΚ). Εξαίρεση, σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ 5 εδ. 2 ΠτΚ, οι τόκοι και άλλες περιοδικές παροχές, καθώς και παρεπόμενες αξιώσεις ή δικαιώματα, και αν ακόμη γεννώνται μετά την κήρυξη της πτώχευσης, εφόσον προέρχονται από ενοχή ή κύριο δικαίωμα αντίστοιχα, που προϋπήρχε της πτώχευσης, αποτελούν στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας. Εκτός από τις ανωτέρω κατηγορίες περιουσίας, υπάρχει άλλη μία, η οποία έχει αποκτηθεί πριν την κήρυξη της πτώχευσης και η οποία διαφεύγει της πτωχευτικής 30 ΑΠ 553/1973, ΕΕμπΔ 1974,σελ. 96 επ.- ΕφΑθ. 2841/1975, ΕΕμπΔ 1976, σελ. 115 επ. 31 Έτσι, Κοτσίρης Λ., ό.π., σελ. 266 επ. [19]
απαλλοτριώσεως (άρθρ. 16 παρ. 2 ). Αυτή είναι η εξωπτωχευτική περιουσία και σε αυτήν περιλαμβάνονται, γενικά, σύμφωνα με το κοινό δικονομικό δίκαιο τα ακατάσχετα 32 και τα εξαιρούμενα στοιχεία με ειδικές διατάξεις νόμων. 1.2. Συνέπειες δικονομικής φύσης Πέραν των ουσιαστικών συνεπειών της πτώχευσης, όπως αυτές αναλύθηκαν παραπάνω και διαχωρίστηκαν σε προσωπικής και περιουσιακής φύσεως, η κήρυξη της πτώχευσης συνεπάγεται και δικονομικής φύσεως συνέπειες. Όπως ορίζει το άρθρο 17 παρ. 4 του ΠτΚ, από την κήρυξη της πτώχευσης, ο οφειλέτης δεν νομιμοποιείται παθητικά ή ενεργητικά σε διεξαγωγή των δικών που αφορούν στην πτωχευτική περουσία. Έχει μόνο το δικαίωμα άσκησης πρόσθετης παρέμβασης 33 στις σχετικές δίκες, που διεξάγει ο σύνδικος. 34 Κατ εξαίρεση, νομιμοποιείται σε περιπτώσεις κατεπειγούσης φύσεως, όταν είναι αναγκαία η λήψη μετρων για την προστασία της πτωχευτικής περιουσίας και ο σύνδικος αδρανεί. 35 Μπορεί οι ενέργειές του εν προκειμένω να είναι και εξώδικες. Επιπλέον, κατ εξαίρεση, νομιμοποιείται ο οφειλέτης σε διεξαγωγή δικών περί την πτωχευτική περιουσία και όταν του έχει ανατεθεί κατά το άρθρο 18 ΠτΚ η διοίκησή της χωρίς σχετικό περιορισμό. Επιπρόσθετα, για δίκες που αφορούν στην μεταπτωχευτική και εξωπτωχευτική περιουσία, όπως και δίκες από αδικοπραξία ή προσβολή της προσωπικότητας, που συντελέσθηκαν μετά την κήρυξη της πτώχευσης, νομιμοποιείται ενεργητικά και 32 Βλ. Ρόκας, Πτωχ. Δ., σελ. 126. Πρ.Σερρών 172/1964 ΕΕΔ ιστ 520 και σύμφ. Παράτ. Λιβιεράτου Ξ., σελ. 521 επ. όπου και αναφορά σε αντίθετη γνώμη Αναστασιάδη. 33 ΑΠ 1269/1995, ΕλλΔνη 1997, σελ. 839, - ΕφΑθ. 2205/1976, ΕΕμπΔ 1997, σελ. 309επ. 34 Ψυχομάνης Δ. Σπύρος, ό.π., σελ. 225 επ. 35 ΕφΠειρ. 477/1998, ΕΕμπΔ 1998, σελ. 830 επ. Δεν νομιμοποιείται, όμως, όταν ο σύνδικος δεν ενεργεί εκούσια, έχοντας ενημερώσει σχετικά τον εισηγητή ή προκύπτει τούτο άλλως πως. Βλ. επίσης, ΕφΑΘ. 10406/1997, ΕΕμπΔ. 1998, σελ. 368 επ. Κατά την ΑΠ 1615/2007, ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει μεν αγωγή, αν υπάρχει κίνδυνος παραγραφής της αξίωσης του και ο σύνδικος αδρανεί. Κατά την εκδίκαση όμως ο οφειλέτης είναι υποχρεωμένος να προσεπικαλέσει τον σύνδικο, που θα κρίνει αν πρέπει ή όχι να ασκήσει παρέμβαση. Αν δεν ασκήσει παρέμβαση, η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. (Μάλλον βεβιασμένη απόφαση, εσφαλμένη, αφού η αδράνεια του συνδίκου μπορεί να εκδηλώνεται και με τη μη άσκηση παρέμβασης.) [20]
παθητικά ο οφειλέτης. 36 Ακόμα, νομιμοποιείται και σε πρόσκληση και διεξαγωγή δικών στα διοικητικά δικαστήρια-ανεξαρτήτως της παράλληλης νομιμοποίησης του συνδίκου 37 - όταν η σχετική ειδική νομοθεσία του αναγνωρίζει το σχετικό δικαίωμα (προσφυγής, παράστασης, άσκησης ενδίκων μέσων). 38 Κατά τη διάρκεια της πτώχευσης τις εκκρεμείς δίκες που αφορούν την πτωχευτική περιουσία διεξάγει ο σύνδικος. Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, στο άρθρο 286 ορίζει πως σε περίπτωση αλλαγής του προσώπου (οφειλέτη ή συνδίκου), που διοικεί την πτωχευτική περιουσία, λόγω διάφορων υποκειμενικών ή αντικειμενικών λόγων, επέρχεται βίαια διακοπή της εκκρεμούσης δίκης, η οποία πάντως προϋποθέτει γνωστοποίηση του διακοπτικού λόγου στον αντίδικο από τα δικαιούμενα κατά τον νόμο πρόσωπα (άρθρ. 287 ΚΠολΔ.) 39 Με αυτόν τον τρόπο δίνεται στον σύνδικο μια περίοδος περίσκεψης, ώστε να αποφασίσει εάν συμφέρει σύμφωνα με τον σκοπό του πτωχευτικού δικαίου να συνεχίσει μια τέτοια δίκη ή όχι. Έτσι, ο σύνδικος υποκαθίσταται στην δικονομική θέση του οφειλέτη. 40 1.3. Συνέπειες της πτώχευσης ως προς τους πτωχευτικούς πιστωτές Ως πτωχευτικούς πιστωτές μπορούμε να ορίσουμε τους πιστωτές που δημιουργήθηκαν από τον οφειλέτη μέχρι την ημέρα που κηρύχθηκε η πτώχευση και διακρίνονται, σαφώς, από τους μεταπτωχευτικούς, οι οποίοι δημιουργήθηκαν από τον οφειλέτη μετά την κήρυξη της πτώχευσης, τους πιστωτές της ομάδας, οι οποίοι είναι οι πιστωτές που δημιουργήθηκαν από τον σύνδικο, από την δράση του κατά τη διάρκεια της πτώχευσης ως και ορισμένες κατηγορίες πιστωτών, των οποίων η αξίωση καθ υποκατάσταση έγινε υποχρέωση της ομάδας των πιστωτών και τους πιστωτές μειωμένης εξασφάλισης, οι οποίοι κατά συμφωνία που τελεί υπό 36 ΑΠ 1615/2007, ΧρΙΔ 2008, σελ. 557. 37 Ο σύνδικος νομιμοποιείται σε άσκηση προσφυγής και υποβολής πρότασης για διοικητική επίλυση της διαφοράς. Νομιμοποιείται, όμως και ο οφειλέτης σε περίπτωση αδράνειας και του κατεπείγοντος της υποθέσεως κατά την Γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους 302/2009, ΔΕΕ 2010, σελ. 1061. 38 Βλ. Κοτσίρη Λ., ό.π., σελ. 287 επ. 39 ΕφΘεσ. 112/1998, ΔΕΕ 1998, σελ. 293 επ. ΕφΑθ. 6215/1982, ΝοΒ 31, σελ. 68, - ΑΠ 1199/2010, Δημ. ΝΟΜΟΣ (528941) επανάληψη της διακοπείσας λόγω πτώχευσης δίκης, με την άσκηση έφεσης από τον σύνδικο κατά της πρωτόδικης απόφασης, δεν ενέχει «γνωστοποίηση» της διακοπής της δίκης. 40 Ρόκας Κ., ό.π., σελ. 136 ΠΠρΒολ. 20/2010. ΕΕμπΔ. 2010, σελ. 457 επ. [21]
ορισμένους όρους, δέχονται οι απαιτήσεις τους, σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, να ικανοποιηθούν μετά τις απαιτήσεις των ανέγγυων πιστωτών. Ειδικότερα, τώρα, ο πτωχευτικός πιστωτής έχει κατά την κήρυξη της πτώχευσης γεννημένη, ενοχικής φύσης και από την περιουσία του οφειλέτη εκπληρωτέα χρηματική απαίτηση. Μετά δε την κήρυξη της πτώχευσης οι πτωχευτικοί πιστωτές ενώνονται και οργανώνονται στην καλούμενη ομάδα πιστωτών, μία κοινωνία συμφερόντων, συμπτωματικη με ιδιάζουσα νομική δομή. Οι πιστωτές, ωστόσο, με την δημιουργία της ομάδας, διατηρούν τα ατομικά δικαιώματα, τα οποία αναγνωρίζει το πτωχευτικό δίκαιο, ενώ στερούνται κάποια άλλα. Οι συνέπειες της πτώχευσης αφορούν σε σημαντικές αλλοιώσεις των δικαιωμάτων των ανέγγυων και των γενικώς προνομοιούχων πιστωτών, οι οποίες συνίστανται στην άρση του δικαιώματος της ατομικής δίωξης του οφειλέτη, στην πλασματική λήξη των μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεών τους και στην παύση της τοκογονίας. Ειδικά για τους ενέγγυους πιστωτές, δηλαδή τους πιστωτές που εκτός από ενοχική αξίωση έχουν και εμπράγματη αξίωση (ενέχυρο ή υποθήκη) ή ειδικό προνόμιο επί συγκεκριμένου στοιχείου, δεν ισχύουν οι παραπάνω αλλοιώσεις στα δικαιώματα των ανέγγυων πιστωτών ως προς το εμπράγματο σκέλος των εξασφαλίσεων ή των προνομίων τους. 41 1.4. Συνέπειες της πτώχευσης ως προς τις εκκρεμείς αμφοτεροβαρείς συμβάσεις Κλείνοντας αυτή τη σύντομη αναφορά στις συνέπειες της πτώχευσης στην προσωπική και περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη και στις σχέσεις του οφειλέτη με τους πιστωτές του, στο αυτό σημείο πρέπει να επισημάνθει ότι αντικείμενο της παρούσας εργασίας αποτελούν οι συμβάσεις και οι συνέπειες που η πτώχευση ενός εκ των συμβαλλομένων μερών επιφέρει στην λειτουργία τους και στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών. Πρόκειται για ένα ιδιάζουσας σημασίας και χρησιμότητας ζήτημα με σημαντικές νομικές προεκτάσεις, καθώς, ως επί των 41 Για τις συνέπειες της πτώχευσης ως προς τους πτωχευτικούς πιστωτές βλ. Κοτσίρη Λ., Πτωχευτικό Δίκαιο, 7 η έκδ, 2008, σελ. 257 επ. [22]
πλείστων, η οικονομία είναι συναλλακτική και οι σχέσεις μεταξύ των προσώπων εδράζονται σε συμβατικά μορφώματα. Ως εκ τούτου η επέλευση ενός τόσο σημαντικού γεγονότος, όπως η κήρυξη της πτώχευσης, στο πρόσωπο ενός εκ των μερών μιας συμβατικής σχέσης επιφέρει σημαντικές συνέπειες στην εξέλιξη της, είτε αυτή είχε ήδη συναφθεί πριν από την κήρυξη της πτώχευσης και δεν είχε απλώς εκπληρωθεί τουλάχιστον από το ένα μέρος, πλήρως ή μερικώς, είτε συνήφθη κατόπιν της κήρυξης της πτώχευσης. Ωστόσο, βασικό αντικείμενο μελέτης της παρούσας εργασίας αποτελούν οι συνέπειες της πτώχευσης στις εκκρεμείς αμφοτεροβαρείς συμβάσεις, ο ορισμός των οποίων θα επιχειρηθεί να αποσαφινιστεί αμέσως παρακάτω. [23]
Κεφάλαιο 2ο: ΕΚΚΡΕΜΕΙΣ ΑΜΦΟΤΕΡΟΒΑΡΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 2.1. Έννοια εκκρεμών αμφοτεροβαρών συμβάσεων Πριν την διεξοδική ανάλυση των ρυθμίσεων του πτωχευτικού κώδικα θα πρέπει να οριοθετήθει η έννοια των «εκκρεμών αμφοτεροβαρών συμβάσεων». Αρχικά, η σύμβαση ορίζεται ως η γραπτή ή προφορική συμφωνία μεταξύ δύο τουλάχιστον προσώπων, αντισυμβαλλομένων, με την οποία τα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση για εκπλήρωση συγκεκριμένων υποχρεώσεων. Ως αμφοτεροβαρείς χαρακτηρίζονται οι συμβάσεις, οι οποίες δημιουργούν υποχρεώσεις και για τους δύο συμβαλλόμενους, οι οποίες τελούν σε πλήρη ανταλλακτική ισοτιμία και σε διαρκή πλοκή και αλληλεξάρτηση. 42 Η παροχή δηλαδή του ενός παριστάνει το αντάλλαγμα για την παροχή του άλλου, χωρίς να απαιτείται αυτές να είναι ισάξιες μεταξύ τους. Πρόκειται για μία αξίωση και ανταξίωση οι οποίες στηρίζονται στην ίδια νόμιμη αιτία και άλληλεξαρτώνται οργανικώς. 43 Έτσι, κάθε συμβαλλόμενος 44 σε μια αμφοτεροβαρή σύμβαση είναι ταυτόχρονα δανειστής και οφειλέτης του άλλου 45 Χαρακτηριστικά παραδείγματα αμφοτεροβαρών συμβάσεων είναι η σύμβαση πώλησης (άρθ. 513 επ. ΑΚ), η σύμβαση ανταλλαγής (άρθ. 573 ΑΚ), η μίσθωση πράγματος (άρθ. 574 επ. ΑΚ), η σύμβαση εργασίας (άρθ. 648 επ. ΑΚ), η σύμβαση έργου (άρθ. 681επ. ΑΚ), και γενικά κάθε σύμβαση κατά την έννοια του άρθρου 374 επ. ΑΚ. 46 Οι συμβάσεις που έχουν καταρτισθεί από τον οφειλέτη πριν από την κήρυξη της πτώχευσής του, αλλά και κατά τον χρόνο αυτό τα μέρη (το ένα ή το άλλο ή 42 Κορνηλάκης Π, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο, τομος II, 2012, σελ. 89, Παπαστερίου Δ./ Κλαβανίδου Δ. ο.π., σελ. 59. 43 Κοτσίρης Λ. ο.π.πτδ, σ.356 44 Με τον αντισυμβαλλόμενο εξομοιώνεται και ο καθολικός διαδοχός του. 45 Περάκης Ε., π.π. σ.290, Σπυριδάκης Ι., Πτωχευτικό δίκαιο, Θεωρητικοί προβληματισμοί και πρακτικές εφαρμογές, 2008, σ. 202 επ. 46 Προκειται για το πέμπτο κεφάλαιο του ενοχικού δικαίου όπου στα άρθρα 374-388 ΑΚ αποτυπώνονται οι βασικές αρχές για όλες τις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις. [24]
αμφότερα) δεν έχουν εκπληρώσει ή δεν έχουν εκπληρώσει πλήρως τις εξ αυτών υποχρεώσεις, ενδιαφέρουν την πτωχευτική διαδικασία ως ανεκπλήρωτες εν γένει συμβάσεις (άλλως, συμβάσεις εκκρεμείς ως προς την εκπλήρωση). Αν η εκκρεμότητα των συμβάσεων αυτών έγκειται στο γεγονός ότι ένα μόνο μέρος έχει εκπληρώσει την υποχρέωση που το βαρύνει, η εκπλήρωση ή μη της υποχρέωσης του άλλου μέρους και ο τρόπος εκπλήρωσης ρυθμίζεται από τις γενικές διατάξεις του ΠτΚ περί των συνεπειών της κήρυξης της πτώχευσης ως προς τον οφειλέτη και τους πιστωτές. Ως εκκρεμής 47 χαρακτηρίζεται η αμφοτεροβαρής σύμβαση στην οποία κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δεν εκπλήρωσε 48 πλήρως την παροχή που το βαρύνει 49. Αν, λοιπόν, κανένα από τα συμβληθέντα μέρη δεν έχει εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή δεν τις έχει εκπληρώσει πλήρως, κατά τον χρόνο κήρυξης της πτώχευσης του ενός, δημιουργείται μια ιδιόμορφη κατάσταση, την οποία ρυθμίζουν ειδικά τα άρθρα 28 36 ΠτΚ. 50 Πλήρης δε εκπλήρωση υφίσταται εφόσον ο oφειλέτης προχώρησε στην αναγκαία πράξη εκπλήρωσης και επήλθε το αποτέλεσμα της εκπλήρωσης, δηλαδή η παροχή καταβλήθηκε όπως είχε συμφωνηθεί. 51 Εάν δεν επήλθε το αποτέλεσμα της 47 Σύμφωνα με τον Ψυχομάνη ο τίτλος του κεφαλαίου του ΠτΚ που αναφέρεται σε εκκρεμείς αμφοτεροβαρείς συμβάσεις είναι παραπλανιτικός. Και αυτό διότι σύμφωνα με τη συνήθη νομική ορολογία «εκκρεμείς» είναι οι συμβάσεις των οποίων η ισχύς ή τα αποτελέσματα τους τους εξαρτώνται από κάποιο εξωτερικό γεγονός ή την παρέλευση κάποιας προθεσμίας, όπως συμβαίνει επί ελλείψεως πληρεξουσιότητας (αρθ. 229 ΑΚ), επί αναγκαίας συγκαταθέσεως τρίτου(αρθ. 236 ΑΚ), επί διαθέσεως από μη δικαιούχο (άρθ. 239 ΑΚ) καθώς και επί αναβλητικής αιρέσεως ή προθεσμίας (άρθ. 201, 210 ΑΚ). Συνεπώς επισημαίνει ότι ορθότερο θα ήταν να ονομάζονται «ανεκπλήρωτες» ή «εκκρεμείς ως προς την εκπλήρωση» και «εκατέρωθεν ανεκπλήρωτες συμβάσεις» στη θέση του αδόκιμου γενικού όρου «εκκρεμείς συμβάσεις» Βλ. και Ψυχομάνης Σ. ο.π., ΠτΔ, σ.292, Ψυχομάνης Σ. Μια πρώτη εξεταστική προσέγγιση στο προσχέδιο νόμου: «Πτωχευτικός Κώδικας», ΔΕΕ 2007, 289, Ομοίως Βλ. Περάκης Ε., ο.π., σ. 290 ο οποίος θεωρεί πιο έυστοχο τον όρο «ανεκπλήρωτες συμβάσεις». 48 Οι τρόποι εκπλήρωσης των ενοχών προβλέπονται από το νόμο στα άρθρα 416 επ. ΑΚ. Εκπλήρωση συνιστά ή με οποιονδήποτε τρόπο απόσβεση της ενοχής όπως είναι η καταβολή, η δόση αντί καταβολής, η δημόσια κατάθεση και ο συμψηφισμός. 49 Κοτσίρης Λ. ο.π.πτδ. σ.356, βλ. και Konkursordnung (KO) στο γερμανικό δίκαιο, όπου στην 17 γινόταν αναφορά στο δικαίωμα επιλογής του συνδίκου σε περίπτωση εκκρεμούς αμφοτεροβαρούς σύμβασης (zweiseitig), Peltzer M., German Insolvency laws, Konkurs und Vergleichsrecht, 1975, σελ. 34. 50 Για παράδειγμα σε μία «εκκρεμή» σύμβαση πώλησης ούτε ο πωλητής έχει παραδώσει το πράγμα, ούτε ο αγοραστής έχει καταβάλει (ολόκληρο) το τίμημα,ενώ, σε μία «εκκρεμή» σύμβαση έργου ούτε ο εργολάβος έχει ολοκληρώσει το έργο, ούτε ο εργοδότης έχει καταβάλει (ολόκληρη) την αμοιβή. 51 Βλ. Κοτσίρη Λ., ό.π., παρ. 3, σελ. 324-325, υπό 23. [25]
εκπλήρωσης, η σύμβαση θεωρείται ότι δεν έχει πλήρως εκπληρωθεί και άρα χωρεί το δικαίωμα επιλογής του συνδίκου κατ άρθρο 29 ΠτΚ. Για παράδειγμα στην εκποιητική δικαιοπραξία της μεταβίβασης κυριότητας ακινήτου, όταν έχει υπογραφεί το συμβολαιογραφικό έγγραφο, πλην όμως δεν έχει ακόμα μεταγραφεί, θεωρείται ότι δεν εκπληρώθηκε πλήρως η μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου. Επίσης, η μερική ή η ελαττωματική εκπλήρωση 52 της παροχής δεν αποτελεί πλήρη εκπληρωση. Ακόμη, και η μη εκπλήρωση παρεπόμενης παροχής, εφόσον δεν είναι επουσιώδης, εμποδίζει την αποδοχή πλήρους εκπλήρωσης. Οι συμβάσεις μπορεί να είναι εκκρεμείς για έναν από τους παρακάτω λόγους: α) Εάν κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δεν έχει εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις 53 ή εάν τη σύμβαση έχει εκπληρώσει εν όλω ή εν μέρει το ένα μόνο μέρος, δηλαδή ο οφειλέτης ή ο αντισυμβαλλόμενός του 54. Πρόκειται κατ ουσία για την περίπτωση που έστω ένα από τα μέρη δεν έχει εκπληρώσει πλήρως την παροχή του 55. β) εάν πρόκειται για αμφοτεροβαρή σύμβαση που έχει διάρκεια στο χρόνο, τότε από τη φύση της σύμβασης προκύπτει ότι μπορεί να λυθεί μόνο αν συντρέξει προς τούτο συμβατικός ή νόμιμος λόγος αφού οι παροχές εκπληρώνονται με συνεχή ενέργεια ή παράλειψη 56. Συνεπώς αυτές οι συμβάσεις θεωρούνται πάντα εκκρεμείς. 52 Σχετικά με την περίπτωση της ελαττωματικής παροχής (π.χ. ύπαρξη νομικών ελαττωμάτων στο πωληθέν πράγμα) βλ. Κοτσίρη Λ., ό.π., παρ. 3, σελ. 325, υπό 24, ο οποίος αναφέρει ότι «στην περιπτωση αυτή, εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος επιλέξει την άσκηση του δικαιώματος αποζημίωσης λόγω μη εκπλήρωσης, η προηγούμενη πλήρης διμερής σύμβαση μετατρέπεται σε μονομερή αξίωση αποζημίωσης και μάλιστα πτωχευτική και κατά συνέπεια παύει να υπάρχει η προϋπόθεση της αμφιμερούς σχέσης. Αντίθετα, θα εφαρμοστούν τα περί εκκρεμών αμφοτεροβαρών συμβάσεων σε περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος έχει ασκήσει το δικαίωμα της υπαναχώρησης, λόγω της εντεύθεν δημιουργούμενης διμερούς εκκαθαριστικής σχέσης». 53 Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για «εκατέρωθεν ανεκπλήρωτες αμφοτεροβαρείς συμβάσεις» σύμφωνα με την ορολογία που ακολουθεί ο Ψυχομάνης, βλ. Ψυχομάνης Σ. ο.π.,πτδ, σ.291 54 Στην περίπτωση αυτή πρόκειται «εκκρεμείς ως προς την εκπλήρωση αμφοτεροβαρείς συμβάσεις» σύμφωνα με την ορολογία που ακολουθεί ο Ψυχομάνης, βλ. Ψυχομάνης Σ. ο.π.,πτδ, σ.292 55 Όπως σωστά επισημαίνει ο Περάκης, η εκδοχή αυτή προσήκει στις λεγόμενες στιγμιαίες συμβάσεις, στις συμβάσεις δηλαδή που εκπληρώνονται και ολοκληρώνονται με τις αμοιβαίες παροχές και στις οποίες συνήθως ενδιαφέρει το αποτέλεσμα. Τέτοια παραδείγματα αποτελεί η σύμβαση πώλησης, μια σύμβαση έργου, μια εκδοτική σύμβαση κ.λ.π., Περάκης Ε., ο.π., σ.290 56 Τέτοιες συμβάσεις είναι λ.χ. η σύμβαση προμήθειας πρώτων υλών από τον οφειλέτη ή στον οφειλέτη σε σταθερή βάση ή η παροχή υπηρεσιών προς αυτόν. Επίσης, τέτοιες είναι οι μισθώσεις πραγμάτων, οι συμβάσεις εκμετάλλευσης δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας, η σύμβαση συνδρομής σε καλωδιακή ή δορυφορική τηλεόραση, η παροχή αγαθών κοινωνικής ωφέλειας (ηλεκτρικό ρεύμα, τηλέφωνο, νερό) οι συμβάσεις εργασίας κ.λ.π. Τέλος, με αυτές τις διαρκείς συμβάσεις εξομοιώνονται και οι συμβάσεις με τμηματικές παροχές. Βλ. Περάκης Ε. ο.π., σ.291 [26]
Σύμφωνα με τα προρρηθέντα, στην περίπτωση που έχει εκπληρώσει την παροχή του μόνο ο οφειλέτης, τότε ο δανειστής εάν δε συντρέχει περίπτωση πτωχευτικής ανάκλησης (άρθ. 41 επ. ΠτΚ) θα έχει τη δυνατότητα να κρατήσει την παροχή του οφειλέτη και να καταβάλει την παροχή του που θα αποτελεί κομμάτι της πτωχευτικής περιουσίας, διαφορετικά εάν δεν καταβάλει την παροχή του, ο σύνδικος θα ασκήσει εναντίον του τα δικαιώματα από τη σύμβαση απαιτώντας από αυτόν την εκπλήρωση σύμφωνα με το άρθρο 29 παρ.1 εδ.α. ΠτΚ 57. Από την άλλη πλευρά, σε περίπτωση που την παροχή έχει εκπληρώσει μόνο ο δανειστής, χωρίς να έχει εκπληρώσει την παροχή του ο οφειλέτης τότε η απαίτηση του δανειστή αποτελεί πτωχευτική απαίτηση και δικαιούται να διεκδικήσει το αντάλλαγμα συμμετέχοντας στην πτώχευση του οφειλέτη ως πτωχευτικός πιστωτής. 58 Αντίθετα, αν εκπλήρωσαν πλήρως 59 οι δύο συμβαλλόμενοι την παροχή τους τότε δεν πρόκειται για εκκρεμή αμφοτεροβαρή σύμβαση και συνεπώς δεν εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του ΠτΚ, με την επιφύλαξη εφαρμογής των άρθρων 41ε.π.ΠτΚ για την πτωχευτική ανάκληση, σε περίπτωση που οι σχετικές πράξεις έγιναν μέσα στην ύποπτη περίοδο και είναι επιζήμιες για την ομάδα των πιστωτών 60. Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί πως στην έννοια των εκκρεμών αμφοτεροβαρών συμβάσεων εμπίπτουν μόνο οι υποσχετικές συμβάσεις καθώς οι εκποιητικές από τη φύση τους δεν μπορούν να είναι εκκρεμείς, καθώς επιφέρουν άμεσα τα αποτελέσματά τους. Πράγματι, οι συμβάσεις αυτές είτε θα έχουν καταρτιστεί πριν από την κήρυξη της πτώχευσης είτε δεν θα έχουν καταρτιστεί καθόλου. Συνεπώς, οι συμβάσεις αυτές δε μένουν σε εκκρεμότητα ως προς την εκπλήρωση αλλά με αυτές μετατίθεται, 57 Κοτσίρης Λ., ο.π. ΠτΔ., σ.357. 58 Κοτσίρης Λ., ο.π. ΠτΔ., σ.357. 59 Πλήρη εκπλήρωση έχουμε στην περίπτωση που ο οφειλέτης προέβη σε πράξη εκπλήρωσης και επήλθε το αποτέλεσμα της εκπλήρωσης, δηλαδή πραγματοποιήθηκε η καταβολή της παροχής όπως είχε συμφωνηθεί. Διαφορετικά η σύμβαση δεν θεωρείται ότι έχει εκπληρωθεί πλήρως και τότε χωρεί το δικαίωμα επιλογής του συνδίκου (αρθ. 29 ΠτΚ) Βλ. σχετ. Κοτσίρης Λ. ο.π.πτδ. σ. 364-365. 60 Κοτσίρης Λ. ο.π., Πτ Δ., σ.357, Βλ. και απόσπασμα έκθεσης της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής σε Μαργαρίτη Μ. Ο νέος πτωχευτικός κώδικας, 2007, σ.35-36. [27]