σκέψεις 74-78) μετά από τους αμυντικούς ισχυρισμούς της Ελληνικής Κυβέρνησης (σκέψεις 68-73).



Σχετικά έγγραφα
Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων από την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018

της δίωξης ή στην αθώωση.

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αρ. 291/2016 Παραβίαση εργατικής νομοθεσίας

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αθήνα 2 Οκτωβρίου 2009 Αρ. Πρωτ /7501/1166/Α0014 ΠΟΛ.1133

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΘΕΜΑ: ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΟΝΟΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ ΤΟΥ Τ.Σ.Α.Υ.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 7 Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων

ΝΟΜΟΣ 4305/14 - ΦΕΚ Α 237 ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ)

Τα δημόσια έσοδα (συνέχεια)

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα Αριθμός απόφασης: 6647 Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 23/06/2017 Αριθμός απόφασης: 3512 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 23/06/2017 Αριθμός απόφασης: 3516 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ V ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το προς επίλυση πρόβλημα Η διαχρονική νομοθετική προσπάθεια αντιμετώπισής του... 6 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο ΝΟΜΟΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ιατάξεις της παρ. 3 & 4 του άρθρου 18 του Ν.3522/2006

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

4. Ποιοι δεν μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία; Στη διαδικασία δεν μπορούν να υπαχθούν:

TΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΘΗΚΗ. Στο σ.ν.

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ ΑΜΕΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΝΑ ΣΤΑΛΕΙ ΚΑΙ ΜΕ Ε-ΜΑIL - ΤΗΛΕΟΜΟΙΟΤΥΠΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Προς τους κκ. στρατιωτικούς ε.α.,ενημέρωση επί θεμάτων της απασχόλησης των συνταξιούχων

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

- οφειλές που αφορούν συμπληρωματικές χρεώσεις εκ των υστέρων επί τελωνειακών παραστατικών

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα Αριθμός απόφασης: 3174

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα 13/03/2017

Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η νέα ρύθμιση του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β του ΚΔΔ (άρ. 17 του ν. 4446/2016)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΕΤΟΣ 2013 / ΤΕΥΧΟΣ 10

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αθήνα, 14 Νοεμβρίου 2017 ΠΟΛ:1172. ΠΡΟΣ Ως Π.Δ.

Αρθρο 51. Ρύθμιση οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 2582/2016 [Μη επιβολή με ΓΠΣ προσδιορισμένου πολεοδομικού βάρους σε ακίνητο εκτός σχεδίου]

ΕΙΔΗΣΕΙΣ Η ECON ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ. Σας ενημερώνει και σας υπενθυμίζει Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΗ. Στις 12 δόσεις και οι μη ληξιπρόθεσμες οφειλές

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 27/01/2017. Αριθμός απόφασης: 862

ΕΠΙΛΥΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΙΑΦΟΡΩΝ - ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α 170).

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΟΛ /10/2007 Published on TaxExperts (

ΣΤΕ 2693/2018 [ΝΟΜΙΜΗ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΙΣΧΥΟΣ Α.Ε.Π.Ο. ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΙΠΠΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ ΑΘΗΝΩΝ]

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 2134/2014 [ΥΑ για την παράταση αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών στην περιοχή του Δήμου Καλαμαριάς]

ΠΟΛ 1080 (ΦΕΚ 628/Β/ )

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα 09/06/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Καλλιθέα,

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Του Ν. 4257/ Άρθρο 50

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 23/06/2017 Αριθμός απόφασης: 3527

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ειδικά θέματα και λεπτομέρειες εφαρμογής της ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών στη φορολογική διοίκηση του Ν. 4321/2015 (ΦΕΚ 32 Α / ).

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΘΩΙΔΗΣ Π ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ τηλ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47 / 2013

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Transcript:

Η μετάλλαξη της απαγόρευσης αναγκαστικής εργασίας σε υποχρέωση ρύθμισης (του χρόνου και του τρόπου εξόφλησης) χρέους προς το Δημόσιο, από τη σκοπιά των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας: η άδικη καταδίκη της Ελλάδας στην απόφαση Χήτος του ΕΔΔΑ Τον Ιούνιο του 2015, το ΕΔΔΑ καταδίκασε την Ελλάδα στην υπόθεση Χήτος, για παραβίαση του κανόνα που απαγορεύει την αναγκαστική εργασία (άρ. 4 παρ. 2 της ΕΣΔΑ). Η καταδίκη δεν προήλθε από την επιβολή στον αιτούντα υποχρέωσης στρατιωτικής υπηρεσίας ορισμένης διάρκειας και πληρωμής αντίστοιχου ποσού, λόγω πρόωρης εξόδου του από το στράτευμα ή λόγω του ύψους του καταλογισθέντος σε αυτόν ποσού, αλλά στηρίζεται στην ακόλουθη κρίση: Υποχρεώνοντας τον αιτούντα να πληρώσει αμέσως το [καταλογισθέν σε βάρος του, συνεπεία της πρόωρης αποχώρησής του από το στράτευμα] ποσό των 109.527 ευρώ, προσαυξημένο σε 112.155,69 ευρώ λόγω τόκων, οι αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες του επέβαλαν ένα δυσανάλογο βάρος. Πρόκειται για κρίση η οποία, όπως θα αναλύσω στη συνέχεια, αφενός, παραγνωρίζει τη θεμελιώδη αρχή της επικουρικότητας, όσον αφορά το παραδεκτό της σχετικής αιτίασης και, αφετέρου, ενέχει εσφαλμένη εφαρμογή της αρχής της δίκαιης ισορροπίας, ενόψει του νομικού και πραγματικού πλαισίου της διαπιστωθείσας παραβατικής συμπεριφοράς των ελληνικών αρχών. Η απόφαση αφορούσε έναν (πρώην) στρατιωτικό ιατρό αναισθησιολόγο και την υποχρέωσή του να παραμείνει στην υπηρεσία για το προβλεπόμενο στο νόμο χρονικό διάστημα, υπολογιζόμενο με βάση τα έτη εκπαίδευσής του ως ιατρού, ή, εναλλακτικά, να πληρώσει το οριζόμενο στο νόμο χρηματικό ποσό (βασικός μισθός του κατεχόμενου βαθμού, που πολλαπλασιάζεται με τον αριθμό των μηνών του υπόλοιπου χρόνου υποχρεωτικής υπηρεσίας), σε περίπτωση πρόωρης αποχώρησής του από το στράτευμα. Η υπόθεση, όπως περιγράφεται στην απόφαση του ΕΔΔΑ, μπορεί να συνοψισθεί ως ακολούθως: Το 1986, ο αιτών ενεγράφη στη Σχολή Αξιωματικών Στρατού- Κλάδος Ιατρών. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στην Ιατρική Σχολή Θεσσαλονίκης, λάμβανε μισθό και δικαιούνταν κοινωνικών παροχών από το Δημόσιο. Με την αποφοίτησή του, τον Ιούνιο του 1993, έγινε Ανθυπολογαχός - Ιατρός και, σύμφωνα με το νόμο που ίσχυε εκείνη την εποχή (ν.δ. 1400/1973), έπρεπε να υπηρετήσει στο Στρατό για χρόνο τριπλάσιο του χρόνου σπουδών του, αλλά, με το ν. 3257/2004, μειώθηκε το υποχρεωτικό διάστημα παραμονής στο στρατό στο διπλάσιο του χρόνου φοίτησης (δηλαδή, σε 12 έτη). Στη συνέχεια έκανε ιατρική ειδικότητα για πέντε έτη, πρώτα για ένα χρόνο σε στρατιωτικό νοσοκομείο (1996-1997) και, μετά, για τέσσερα χρόνια σε μη στρατιωτικό νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης (1997-2001), λαμβάνοντας κανονικά το μισθό του ως στρατιωτικού. Το χρονικό αυτό διάστημα της πενταετίας προστέθηκε, κατά το νόμο, σε εκείνο που έπρεπε να υπηρετήσει και το οποίο, επομένως, αυξήθηκε σε 17 έτη συνολικά. Τον Ιανουάριο του 2006 ο αιτών παραιτήθηκε από τη θέση του ως Συνταγματάρχη Αναισθησιολόγου. Η οικονομική υπηρεσία του Στρατού εξέδωσε το Μάιο του 2007 πράξη, κατ εφαρμογή του ως άνω ν. 3257/2004, σύμφωνα με την οποία ο αιτών θα έπρεπε να είχε παραμείνει στο στράτευμα για άλλα 9 έτη και 4 μήνες και υπολόγισε σε 106.900 ευρώ το ποσό αποζημίωσης που έπρεπε να πληρώσει λόγω της πρόωρης αποχώρησής του. Τον Ιούνιο του 2007, ο αιτών προσέφυγε με έφεση στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο του χορήγησε αναστολή εκτέλεσης της παραπάνω πράξης, αλλά με απόφασή του, το Φεβρουάριο του 2009, 1

απέρριψε την έφεση. Στις αρχές Μαρτίου 2009, ο αιτών άσκησε αίτηση αναιρέσεως στην Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Πρόεδρος του οποίου διέταξε στις 17 Μαρτίου 2009 την αναστολή εκτέλεσης της ως άνω καταλογιστικής πράξης. Η διαταγή αυτή επιβεβαιώθηκε με απόφαση της Ολομέλειας του Οκτωβρίου 2009. Στο μεταξύ, στις 18 Μαρτίου και στις 9 Απριλίου 2009, η αρμόδια Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης κάλεσε τον αιτούντα να πληρώσει το καταλογισθέν ποσό των 106.900 ευρώ, μαζί με τέλος χαρτοσήμου (2.139 ευρώ) και εισφορά υπέρ ΟΓΑ (428 ευρώ). Περαιτέρω, στις 10 Μαΐου 2010, η Διεύθυνση Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομικών ενημέρωσε τον αιτούντα ότι, λόγω της μη εμπρόθεσμης καταβολής της παραπάνω οφειλής του, είχε επιβαρυνθεί με τόκους, ύψους 13.143 ευρώ, αλλά εάν εξοφλούσε το χρέος έως τις 31 Μαΐου 2010, θα πετύχαινε έκπτωση 80% ως προς τους οφειλόμενους τόκους. Κατόπιν τούτου, στις 26 Μαΐου 2010, ο αιτών πλήρωσε στην Δ.Ο.Υ. το ποσό των 112.155 ευρώ. Ακολούθησε η 3230/2011 απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η προαναφερόμενη αίτηση αναίρεσης, αφού κρίθηκε ότι η πενταετής περίοδος ειδίκευσης του αιτούντος έπρεπε να ληφθεί υπόψη ως χρόνος πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας του. Συνεπεία της απόφασης αυτής, το οφειλόμενο από τον αιτούντα ποσό μειώθηκε από το αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με απόφαση του Δεκεμβρίου 2013, περίπου στο ποσό των 50.000 ευρώ. Ακολούθως, το Μάρτιο 2014, το Δημόσιο επέστρεψε στον αιτούντα το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό των 60.000 ευρώ περίπου. Με την προσφυγή του στο ΕΔΔΑ, ο αιτών προέβαλε παραβίαση του άρ. 4 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, υποστηρίζοντας ότι (α) δεν ήταν θεμιτή η επιβολή σε βάρος του της υποχρέωσης να υπηρετήσει για ορισμένο χρονικό διάστημα, μετά το πέρας της εκπαίδευσής του, και, κατ ακολουθίαν, της επίδικης υποχρέωσης πληρωμής χρηματικού ποσού, λόγω μη εκπλήρωσης της ανωτέρω πρώτης υποχρέωσης, (β) το ποσό που του καταλογίσθηκε ήταν υπέρμετρο και (γ) δεν του δόθηκε η δυνατότητα να πληρώσει το επίδικο ποσό τμηματικά και εξαναγκάθηκε να το εξοφλήσει, στο σύνολό του, πριν από τις 31.5.2010, προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του συνόλου των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. 1 To ΕΔΔΑ απέρριψε την πρώτη από τις προπαρατεθείσες αιτιάσεις, με την ακόλουθη επιχειρηματολογία: (i) όταν επέλεξε την καριέρα του στρατιωτικού ιατρού, ο αιτών γνώριζε ότι υπείχε υποχρέωση παραμονής στο στράτευμα για ορισμένο χρονικό διάστημα (το οποίο, άλλωστε, μειώθηκε ουσιωδώς με τον εφαρμοσθέντα στην περίπτωσή του νόμο 3257/2004), έναντι της πραγματοποίησης των σπουδών του με δαπάνες του κράτους και της χορήγησης από αυτό μισθού και κοινωνικών παροχών, (ii) η επίμαχη υποχρεωτική υπηρεσία των επαγγελματιών στρατιωτικών, η οποία διακρίνεται σαφώς από την υποχρεωτική θητεία των στρατευσίμων, είναι συνυφασμένη με την αποστολή που τους ανατίθεται, (iii) ο καθορισμός της χρονικής διάρκειας της υποχρέωσης αυτής και των όρων πρόωρης παύσης της στρατιωτικής υπηρεσίας ανήκει στο περιθώριο εκτίμησης του κράτους, (iv) το εύλογο συμφέρον του κράτους (α) στην απόδοση της επένδυσής του για τις σπουδές του στρατιωτικού, (β) στην επαρκή στελέχωση του στρατού για ικανό χρόνο, σε σχέση με τις ανάγκες του και (γ) στην αποτροπή ξαφνικών, πρόωρων και 1 Η απόφαση πρωτοτυπεί αδικαιολόγητα, αναφέροντας τους λόγους της προσφυγής (στις σκέψεις 74-78) μετά από τους αμυντικούς ισχυρισμούς της Ελληνικής Κυβέρνησης (σκέψεις 68-73). 2

μαζικών αποχωρήσεων, που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την άμυνα της χώρας, δικαιολογεί την απαγόρευση εξόδου από το στράτευμα για ορισμένο χρονικό διάστημα και την εξάρτησή της από την πληρωμή αποζημίωσης, προς κάλυψη των δαπανών του κράτους για τη διαβίωση και εκπαίδευση του εξερχόμενου, κατά το χρόνο που αυτός εκπαιδευόταν και ελάμβανε μισθό και κοινωνικές παροχές, (v) διαμέσου του στρατού, ο αιτών σπούδασε ιατρική και απέκτησε την ειδικότητα του αναισθησιολόγου, καταλαμβάνοντας μάλιστα υπεράριθη θέση ειδικευόμενου σε μη στρατιωτικό δημόσιο νοσοκομείο, λόγω της ιδιότητάς του ως στρατιωτικού, (vi) από την έναρξη ισχύος του ν. 3257/2004, οι στρατιωτικοί ιατροί μπορούσαν να ασκούν ιδιωτικά την ιατρική, εκτός του ωραρίου εργασίας τους στο στρατό, (vii) ο αιτών δεν υποχρεώθηκε να παραμείνει στο στρατό, αλλά να πληρώσει το προβλεπόμενο ποσό, λόγω της πρόωρης αποχώρησής του, (viii) δεδομένου ότι οι στρατιωτικοί ιατροί έχουν κατά τις σπουδές τους και την ειδίκευσή τους προνόμια, που δεν έχουν οι πολίτες φοιτητές ιατρικής και ιατροί, όπως η εξασφαλισμένη θέση εργασίας και η λήψη μισθού, η υποχρέωσή τους να πληρώσουν, σε περίπτωση πρόωρης αποχώρησής τους, ορισμένο ποσό προς αποζημίωση του κράτους έναντι των δαπανών στις οποίες υποβλήθηκε για την εκπαίδευσή τους, δικαιολογείται πλήρως και, επομένως, η προβλεπόμενη εξαγορά υπόλοιπου χρόνου υποχρεωτικής υπηρεσίας δεν δημιουργεί καταρχήν ζήτημα αναλογικότητας, στο πλαίσιο του άρ. 4 παρ. 2 της ΕΣΔΑ. Σε σχέση με την παραπάνω επιχειρηματολογία του ΕΔΔΑ, η οποία παρίσταται εύλογη και πειστική, θεωρώ σκόπιμες δύο παρατηρήσεις. Πρώτον, το ζήτημα που είχε να κρίνει, εν προκειμένω, το ΕΔΔΑ (θεμιτό καταλογισμού χρηματικού ποσού, λόγω αποχώρησης από το στράτευμα πριν από τη συμπλήρωση του οριζόμενου χρόνου υποχρεωτικής υπηρεσίας) δεν ταυτίζεται με εκείνο που έταμε η απόφαση ΣτΕ 1571/2010 επταμ., σύμφωνα με την οποία η προβλεπόμενη από το άρθρο 64, παρ. 1 και 17, του ν.δ. 1400/1973 υποχρέωση των στρατιωτικών υπαλλήλων να παραμείνουν στο στράτευμα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (τριπλάσιο του χρόνου σπουδών) χωρίς να μπορούν να παραιτηθούν όταν τυχόν το θελήσουν (πράγμα που δεν συνέβη στην περίπτωση του Χήτου, που παραιτήθηκε και έφυγε από το στρατό), είναι αντίθετη προς το άρ. 1 παρ. 2 του κυρωθέντος με το ν. 1426/1984 Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη (ν. 1426/1984). Πάντως, από το ανωτέρω σκεπτικό της απόφασης Χήτος (ιδίως, από την υπ αριθμ. 94 σκέψη της) συνάγεται ότι είναι, καταρχήν, επιτρεπτή η επιβολή στους στρατιωτικούς υποχρέωσης παραμονής στο στράτευμα για κάποιο χρόνο, μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής τους, αλλά ανακύπτει ζήτημα αναλογικότητας αναφορικά με τη διάρκεια του εν λόγω χρονικού διαστήματος 2. Δεύτερον, ο σκοπός του επίμαχου καταλογιστικού μέτρου, ενόψει του οποίου εξετάζεται η αναλογικότητά του στην εκάστοτε υπόθεση, συνίσταται, τουλάχιστον προεχόντως, στην αποζημίωση του κράτους για τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε, στο πλαίσιο της εκπαίδευσης του καταλογισθέντος ως στρατιωτικού ιατρού, στο μέτρο που η οικεία επένδυσή του δεν απέδωσε σε εύλογο - κατά την κρίση του νομοθέτη - βαθμό. Στη 2 Στην απόφαση του ΕΔΔΑ (σκέψη 48) μνημονεύεται και πράξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικής Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, σύμφωνα με την οποία συνάδει προς το άρ. 1 παρ. 2 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη η διάταξη του ν. 3257/2004 που ορίζει ότι ο χρόνος υποχρεωτικής υπηρεσίας στο στρατό είναι ο διπλάσιος του χρόνου εκπαίδευσης πανεπιστημιακού επιπέδου. 3

συλλογιστική του ΕΔΔΑ φαίνεται, ωστόσο, να υφέρπει και ένας δεύτερος σκοπός, ο οποίος είναι, κατά τη γνώμη μου, εξίσου θεμιτός και σημαντικός: η διατήρηση των βασικών μεγεθών του σχεδιασμού στελέχωσης του στρατεύματος, προς κάλυψη των αναγκών του, και η αποτροπή συναφών κινδύνων για την εθνική άμυνα, μέσω της θέσπισης κατάλληλου οικονομικού αντικίνητρου πρόωρης αποχώρησης από το στρατό. Το δεύτερο αυτό στοιχείο δεν αξιοποιήθηκε, πάντως, στην υπαγωγή, πιθανώς διότι θεωρήθηκε ότι δεν χρειαζόταν εν προκειμένω, ενόψει της αναλογίας μεταξύ του επίδικου ποσού και των μισθών του αιτούντος κατά τα έτη εκπαίδευσής του. Περαιτέρω, το ΕΔΔΑ, αφού σημείωσε ότι οι όροι της εξαγοράς του υπόλοιπου χρόνου υποχρεωτικής στρατιωτικής υπηρεσίας ενδέχεται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να οδηγούν να ανατροπή της ισορροπίας που πρέπει να υπάρχει μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και των δικαιωμάτων του στρατιωτικού, απέρριψε την προβληθείσα αιτίαση για παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, λόγω του ύψους του επίδικου ποσού. Η κρίση αυτή στηρίχθηκε στο ότι (α) ναι μεν η επίδικη διοικητική πράξη της 26.5.2007 όριζε το χρονικό διάστημα της εναπομένουσας στρατιωτικής υπηρεσίας του αιτούντος σε 9 έτη και 4 μήνες και το οφειλόμενο ποσό σε 106.900 ευρώ, αλλά, κατόπιν των αποφάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το ως άνω χρονικό διάστημα μειώθηκε κατά πέντε έτη (χρόνος απόκτησης ιατρικής ειδικότητας) και, συνακόλουθα, το ύψος του καταλογισθέντος ποσού ανήλθε τελικώς σε 49.978 ευρώ, (β) ο αιτών, κατά την εκπαίδευσή του, συμπεριλαμβανομένης της πενταετίας της ειδίκευσής του, είχε απολαβές μεταξύ 87.000 και 91.500 ευρώ, όπως δέχθηκαν αμφότεροι οι διάδικοι, (γ) το τελικώς καταλογισθέν ποσό ήταν μικρότερο των δύο τρίτων του εν λόγω ποσού απολαβών και, συνεπώς, δεν μπορούσε να θεωρηθεί παράλογο ( déraisonnable ). Η αιτιολογία της παραπάνω κρίσης του ΕΔΔΑ, κατά τη γνώμη μου, παρουσιάζει κενό στη λογική της, που θα έπρεπε να έχει καλυφθεί με αντίστοιχη εξήγηση, και παράλληλα θα μπορούσε να έχει θεμελιωθεί καλύτερα, κατ εκτίμηση κι άλλων στοιχείων της υπόθεσης. Το κενό δημιουργείται από την παράλειψη εξήγησης της λήψης υπόψη από το ΕΔΔΑ και των απολαβών κατά την πενταετία της ειδίκευσης, η οποία όμως, είχε αφαιρεθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατ επίκληση της αρχής της αναλογικότητας, από το υπόλοιπο του χρόνου υποχρεωτικής στρατιωτικής υπηρεσίας. Νομίζω ότι η οικεία έλλειψη συνοχής στο σκεπτικό του ΕΔΔΑ είναι φαινομένη και όχι πραγματική, καθώς μπορεί να δικαιολογηθεί από το ότι, για την εξέταση του υπερβολικού του ύψους του καταλογισθέντος ποσού, ως παράγοντα που ασκεί επιρροή στην αναλογικότητα της επίδικης επέμβασης στην εργασιακή ελευθερία του αιτούντος, κρίσιμη δεν είναι η κατά το εθνικό δίκαιο μέθοδος υπολογισμού του ποσού της εξαγοράς, η οποία επομένως δεν δεσμεύει το ΕΔΔΑ κατά τη διενέργεια της σχετικής κρίσης, αλλά η ύπαρξη μιας κατά προσέγγιση αναλογικής σχέσης μεταξύ του ποσού αυτού και των προαναφερόμενων σκοπών για τους οποίους καταλογίζεται. Στο πλαίσιο αυτό, έχουν σημασία και είναι ληπτέα υπόψη όχι μόνο τα στοιχεία της αναλογίας (μεταξύ καταλογισθέντος ποσού και απολαβών κατά το χρονικό διάστημα της εκπαίδευσης) στην οποία αναφέρθηκε το ΕΔΔΑ, αλλά και άλλα ουσιώδη δεδομένα της υπόθεσης, όπως είναι, αφενός, η αναλογία μεταξύ του συνολικού χρόνου σπουδών και ειδίκευσης (εν προκειμένω, περίπου 12 έτη) και του χρόνου της υπηρεσίας στο στράτευμα πέραν της εκπαίδευσης (περίπου 7 ½ έτη, δηλαδή περίπου 62% του χρόνου εκπαίδευσης) και, αφετέρου, οι άλλες 4

(αποτιμητές σε χρήμα) παροχές που απολάμβανε ο αιτών, κατά το χρόνο της εκπαίδευσής του, όπως τροφή, στέγη και κοινωνική ασφάλιση. Τα στοιχεία αυτά, εκτιμώμενα στο σύνολό τους, σε συνδυασμό με τους προαναφερόμενους σκοπούς του επίδικου μέτρου και του (ευρέος) περιθωρίου εκτίμησης που διέθετε συναφώς το ελληνικό κράτος, επιρρωνύουν το συμπέρασμα ότι το ύψος του καταλογισθέντος ποσού δεν ήταν υπερβολικό. Μολαταύτα, το ΕΔΔΑ εντόπισε τελικά παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, κατ αποδοχή της τρίτης αιτίασης του Χήτου, που αφορούσε στον τρόπο εξόφλησης της επίμαχης οφειλής του (μη χορήγηση της δυνατότητας τμηματικής καταβολής και εξαναγκασμός του σε ολική εξόφληση το 2010). Για να καταλήξει στη διαπίστωση της εν λόγω παραβίασης (και, κατ ακολουθίαν, σε παράβαση του άρ. 4 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, από την άποψη αυτή), το ΕΔΔΑ έλαβε υπόψη του και δέχθηκε ότι (α) το Ελεγκτικό Συνέδριο ανέστειλε το 2009 την εκτέλεση της οικείας καταλογιστικής πράξης, αρχικά με προσωρινή διαταγή του Προέδρου του (17.3.2009) και, στη συνέχεια, με απόφαση σχηματισμού της Ολομελείας του (21.10.2009), (β) παρά την ως άνω χορηγηθείσα αναστολή εκτέλεσης, η Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης κάλεσε τον αιτούντα, στις 18.3.2009 και στις 9.4.2009, να πληρώσει την οφειλή του 3, περαιτέρω, δε, στις 10.5.2010, το Υπουργείο Οικονομικών τον ενημέρωσε ότι βαρυνόταν και με τόκους υπερημερίας 4, συνολικού ύψους 13.143 ευρώ, το οποίο όμως θα μειωνόταν κατά 80%, εφόσον εξοφλούσε την οφειλή του μέχρι τις 31.5.2010, (γ) ενώ ο νόμος προέβλεπε δυνατότητα τμηματικής εξόφλησης του χρέους, αυτή δεν μνημονευόταν στην καταλογιστική πράξη του 2007, όπως θα έπρεπε, (δ) ενόψει των ανωτέρω συνθηκών, ο αιτών υποχρεώθηκε να ενεργήσει υπό καθεστώς εξαναγκασμού από τις αρχές, οι οποίες επέμειναν να εκτελέσουν την καταλογιστική πράξη του 2007, παρά τη δεσμευτική αναστολή εκτέλεσής της από το Ελεγκτικό Συνέδριο, (ε) συνεπώς, υποχρεώνοντας τον αιτούντα να πληρώσει αμέσως το επίμαχο ποσό των 109.527 ευρώ, προσαυξημένο σε 112.155,69 ευρώ λόγω τόκων, οι αρμόδιες διοικητικές αρχές του επέβαλαν ένα δυσανάλογο βάρος. Η ανωτέρω κρίση του ΕΔΔΑ πάσχει και, δη, από διάφορες απόψεις. Πρώτον, εξηνέχθη κατά παραγνώριση της (κατά το άρ. 35 παρ. 1 της ΕΣΔΑ) αρχής της επικουρικότητας 5 και του συναφούς αμυντικού ισχυρισμού της Ελληνικής Κυβέρνησης ότι ο αιτών είχε τη δυνατότητα να υποβάλει στη Διοίκηση αίτημα τμηματικής εξόφλησης του χρέους. Πράγματι, από το πραγματικό της υπόθεσης, όπως περιγράφεται στην απόφαση του ΕΔΔΑ, δεν προκύπτει ούτε ότι ο αιτών διατύπωσε κάποιο αίτημα ή παράπονο στη Διοίκηση, αναφορικά με το ζήτημα της τμηματικής εξόφλησης, ούτε ότι προέβαλε σχετική νομική πλημμέλεια της επίμαχης καταλογιστικής πράξης με την έφεση που άσκησε ενώπιον του 3 Στην απόφαση του ΕΔΔΑ δεν διευκρινίζεται η ακριβής φύση των δύο επίμαχων πράξεων της Δ.Ο.Υ. και το ειδικότερο περιεχόμενό τους. Πιθανολογώ ότι μία τουλάχιστον από αυτές είχε το χαρακτήρα ατομικής ειδοποίησης και οι παρατηρήσεις μου στηρίζονται στην εκδοχή αυτή. 4 Μολονότι στην απόφαση γίνεται λόγος περί τόκων, μάλλον επρόκειτο για τις προβλεπόμενες στο άρθρο 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, που έχουν το χαρακτήρα κύρωσης (βλ. ΣτΕ 1538/2015 επταμ.) και ανέρχονται σε 1% της κύριας οφειλής, για κάθε μήνα καθυστέρησης εξόφλησής της. 5 Αναφορικά με το περιεχόμενο της αρχής αυτής, βλ. το δημοσιευμένο στο παρόν site άρθρο μου (Ιουλίου 2015) «Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η αχίλλειος πτέρνα της απόφασης Καπετάνιος του ΕΔΔΑ: οι θεμελιώδεις αρχές της επικουρικότητας του ελέγχου του ΕΔΔΑ και της δικονομικής αυτονομίας των κρατών μελών». 5

Ελεγκτικού Συνεδρίου ή με κάποιο άλλο ένδικο βοήθημα. Παράλληλα δεν προκύπτει ότι άσκησε ένδικη προσφυγή (όπως η ανακοπή) κατά των προαναφερόμενων πράξεων των ετών 2009 και 2010 των αρμόδιων για την είσπραξη της οφειλής υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, με τις οποίες ισχυρίσθηκε ότι εξαναγκάσθηκε παρανόμως να προβεί σε ολοσχερή εξόφληση του χρέους του, το 2010. Επομένως, η οικεία αιτίαση ήταν οπωσδήποτε απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω παράλειψης εξάντλησης των εσωτερικών μέσων θεραπείας της προβαλλόμενης παράβασης. Ανεξαρτήτως τούτου, ο συλλογισμός του ΕΔΔΑ, στον οποίο ερείδεται η αποδοχή του βασίμου της αιτίασης, δεν είναι πειστικός, για τους ακόλουθους λόγους: (1) Η γενεσιουργός του χρέους αιτία προέκυψε τον Ιανουάριο του 2006, με την παραίτηση του αιτούντος από το στράτευμα, και το σχετικό ποσό καταλογίσθηκε με πράξη εκδοθείσα το Μάιο του 2007. Από τα χρονικά αυτά σημεία, μέχρι το Μάιο του 2010, ο αιτών δεν πλήρωσε τίποτα, προς εξόφληση της οφειλής του ούτε προκύπτει ότι ελήφθη σε βάρος του οποιοδήποτε μέτρο αναγκαστικής εκτέλεσης, προφανώς ενόψει και της αναστολής εκτέλεσης που του χορήγησε το Ελεγκτικό Συνέδριο αρχικά το 2007 και, στη συνέχεια, το 2009. Επομένως, ο αιτών ούτε πλήρωσε ούτε υποχρεώθηκε να πληρώσει, εν όλω ή εν μέρει, το καταλογισθέν ποσό αμέσως μετά από την έκδοση της καταλογιστικής πράξης, αλλά προέβη στην εξόφληση πολύ αργότερα και αφού είχε μεσολαβήσει η απόφαση Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία απορρίφθηκε η σχετική έφεσή του. (2) Με την έκδοση της ως άνω απορριπτικής απόφασης, η επίδικη καταλογιστική πράξη οριστικοποιήθηκε, ως νόμιμος τίτλος, ικανός να στηρίξει τη διοικητική εκτέλεση 6. Η αναστολή εκτέλεσης της πράξης αυτής, που χορηγήθηκε στη συνέχεια από το Ελεγκτικό Συνέδριο 7, αφορούσε την εκτέλεση και όχι την ισχύ της πράξης 8. Επομένως, απαγόρευε τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του αιτούντος, προς είσπραξη της οφειλής, αλλά δεν επηρέασε την ύπαρξή της και δεν ισοδυναμούσε με προσωρινή ακύρωσή της, όπως φαίνεται να υπολαμβάνει το ΕΔΔΑ. Συνακόλουθα (και εφόσον δεν προκύπτει ότι δόθηκε λόγω πρόδηλης βασιμότητας του οικείου ενδίκου μέσου ή/και πρόδηλης παρανομίας της επίδικης καταλογιστικής πράξης), η αναστολή δεν απαγόρευε την έκδοση ατομικής ειδοποίησης, βάσει οικείας ταμειακής βεβαίωσης του χρέους, η οποία η οποία ναι μεν εκκινεί τη 6 Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 2 και 4 του του ΚΕΔΕ και των άρθρων 217 παρ. 1 και 224 παρ. 4 του ΚΔΔ, ερμηνευόμενων σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, η άσκηση προσφυγής (ή έφεσης στο Ελεγκτικό Συνέδριο) κατά της καταλογιστικής πράξης καθώς και η προθεσμία άσκησής της δεν επιτρέπει ή αναστέλλει την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης (πρβλ. λ.χ. ΣτΕ 2104/2014, ΣτΕ Ολομ. 2281/2000), διότι με την ανακοπή κατά της ατομικής ειδοποίησης δεν μπορούν να προβληθούν και να εξεταστούν λόγοι κατά του νόμιμου τίτλου (δηλαδή, της καταλογιστικής πράξης), εφόσον προβλέπεται κατ αυτού ένδικη προσφυγή ουσίας, όπως είναι η έφεση στο Ελεγκτικό Συνέδριο (βλ. λ.χ. ΕλΣυν 2519/2010). Ο δικαιολογητικός λόγος του παραπάνω περιορισμού παύει με την έκδοση απορριπτικής απόφασης επί της ασκηθείσας προσφυγής / έφεσης, μετά από την οποία οριστικοποιείται ο νόμιμος τίτλος και η Διοίκηση μπορεί να προχωρήσει στην εκτέλεση (βλ. σχετικά και Δημ. Τομαράς, Η αναγκαστική είσπραξη δημοσίων εσόδων κατά τον ΚΕΔΕ, Νομική Βιβλιοθήκη 2011, σελ. 10). 7 Υποθέτω ότι η αναστολή δόθηκε λόγω πιθανολόγησης βλάβης του αιτούντος και όχι λόγω πρόδηλης βασιμότητας του ενδίκου μέσου ή/και πρόδηλης παρανομίας της καταλογιστικής πράξης, που είχε κριθεί νόμιμη με την απόφαση του Τμήματος. 8 Πρβλ. ΣτΕ 2164/2012 επταμ.. 6

διαδικασία της διοικητικής εκτέλεσης, αλλά, αυτή μόνη, δεν συνιστά μέτρο εκτέλεσης και δεν προκαλεί κάποια δυσχερώς επανορθώσιμη ζημία στον οφειλέτη, ούτε, περαιτέρω, εμπόδιζε τον καταλογισμό πρόσθετων επιβαρύνσεων, λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής 9. Ενόψει των προηγουμένων, δεν τεκμηριώνεται η κρίση του ΕΔΔΑ ότι οι αρμόδιες διοικητικές αρχές, με τις πράξεις που κοινοποίησαν στον αιτούντα το 2009 και το 2010, δεν έλαβαν υπόψη τους και παρέκαμψαν την χορηγηθείσα από το Ελεγκτικό Συνέδριο αναστολή εκτέλεσης της καταλογιστικής πράξης. (3) Επιπρόσθετα, δεν είναι δικαιολογημένη η συναφής κρίση του ΕΔΔΑ ότι οι αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Οικονομικών υποχρέωσαν τον αιτούντα να προβεί αμέσως σε καταβολή του καταλογισθέντος ποσού. Καταρχάς, ο αιτών δεν προέβη στην εξόφληση αμέσως μετά από τη λήψη των σχετικών πράξεων- ειδοποιήσεων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., το Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2009, αλλά πολύ αργότερα, το Μάιο του 2010. Ο εξαναγκασμός φαίνεται λοιπόν ότι παρήχθη, κατά την εκτίμηση του ΕΔΔΑ, από την πληροφόρηση που έλαβε ο αιτών, το Μάιο του 2010, ότι, λόγω της μη καταβολής της οφειλής κατά το δωδεκάμηνο που είχε διαρρεύσει στο μεταξύ (κατόπιν των ειδοποιήσεων που είχε λάβει το 2009), το χρέος είχε επιβαρυνθεί με τόκους/προσαυξήσεις καθυστέρησης, συνολικού ύψους περίπου 13.000 ευρώ, το οποίο, όμως, θα μειωνόταν κατά 80%, εφόσον εξοφλούσε την οφειλή του μέχρι τις 31.5.2010. Όπως βασίμως ισχυρίσθηκε το Ελληνικό Δημόσιο ενώπιον του ΕΔΔΑ, ο αιτών δεν είχε, κατά το νόμο, υποχρέωση ολικής ή μερικής εξόφλησης της οφειλής του, αλλά μπορούσε να αναμείνει την απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επί της αιτήσεως αναιρέσεως που είχε υποβάλει. Επομένως, ο αιτών, εξοφλώντας την οφειλή του το Μάιο του 2010, ναι μεν συμμορφώθηκε προς νόμιμη υποχρέωσή του (πληρωμής του χρέους), αλλά την υποχρέωσή του αυτή είχε τη δυνατότητα να εκπληρώσει αργότερα, μετά την έκδοση αμετάκλητης απόφασης από το Ελεγκτικό Συνέδριο και αναλόγως με την έκβαση της δίκης. Από το πραγματικό της υπόθεσης, ουδόλως προκύπτει ότι το Δημόσιο επέβαλε στον αιτούντα την άμεση εξόφληση της οφειλής, λαμβάνοντας σε βάρος του αναγκαστικά μέτρα εκτέλεσης ή προειδοποιώντας τον για την επικείμενη λήψη τέτοιων μέτρων, σε περίπτωση που δεν πλήρωνε αμέσως τα οφειλόμενα. 9 Πρβλ., ιδίως, ΣτΕ 1538/2015, με την οποία κρίθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: [ ] ναι μεν η ταμειακή βεβαίωση αποτελεί κατά νόμο, την πρώτη πράξη της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως κατά του ιδιώτη για χρέη προς το Δημόσιο, δεν συνεπάγεται όμως για τον ιδιώτη διάδικο, αυτή και μόνη, ζημία δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκιμήσεως του σχετικού ενδίκου βοηθήματος. Η ταμειακή βεβαίωση του χρέους έχει, κατά βάση, ως έννομη συνέπεια ότι το οικείο χρέος καθίσταται ληξιπρόθεσμο και αρχίζει η επιβολή προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής. Με δεδομένο δε ότι ο υπό ευρεία έννοια νόμιμος τίτλος έχει ανασταλεί, δεν είναι επιτρεπτή η λήψη αναγκαστικών μέτρων (αναγκαστικής εκτελέσεως) εις βάρος του ιδιώτη εκ μέρους του Δημοσίου για την είσπραξη του χρέους αυτού. [ ] Σε περίπτωση δε που ο οφειλέτης δικαιωθεί επί της ουσίας στη δίκη επί της προσφυγής, δεν θα χρειασθεί να καταβάλει ούτε τις προσαυξήσεις, οι οποίες θα συνακυρωθούν μαζί με τον υπό ευρεία έννοια νόμιμο τίτλο. Αντιθέτως, εάν ο οφειλέτης ηττηθεί, το Δημόσιο δεν θα ζημιωθεί κατά το ποσόν των προσαυξήσεων, τις οποίες θα είχε αποφύγει ο οφειλέτης εάν δεν είχε προηγηθεί η ταμειακή βεβαίωση του χρέους. Συνεπώς, με την [ ] διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 74 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος [που ορίζει ότι η αναστολή που χορηγείται κατά τον ΚΔΔ δεν αποκλείει την ολοκλήρωση της διαδικασίας βεβαίωσης και ταμειακώς του 25% του αμφισβητούμενου φόρου, προστίμου κ.λπ.] δεν παραβιάζεται το δικαίωμα δικαστικής προστασίας και η υποχρέωση της Διοικήσεως σε συμμόρφωση προς τις δικαστικές αποφάσεις παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας [ ]. 7

Επομένως, ο αιτών δεν ενήργησε υπό καθεστώς διοικητικού καταναγκασμού, όπως αναφέρεται στην απόφαση του ΕΔΔΑ, αλλά απλώς υπό καθεστώς πίεσης, η οποία δημιουργήθηκε από την οφειλή τόκων/προσαυξήσεων καθυστέρησης πληρωμής του ληξιπρόθεσμου χρέους του και της δυνατότητάς του να επιλέξει μεταξύ της άμεσης εξόφλησης του χρέους του, έναντι διαγραφής μεγάλου ποσοστού (80%) των σχετικών προσαυξήσεων (δηλαδή, περίπου 10.500 ευρώ) και της μη πληρωμής μέχρι την έκδοση της απόφασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με ανάληψη του κινδύνου απώλειας της παραπάνω απαλλαγής (μείωσης των προσαυξήσεων) και παράλληλης επιβάρυνσης με πρόσθετες επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εάν η απόφαση ήταν απορριπτική. Λαμβανομένου υπόψη του ιδιαίτερα σημαντικού και επιτακτικού χαρακτήρα του δημοσίου συμφέροντος για άμεση είσπραξη ληξιπρόσθεσμων χρεών προς το Κράτος, που έχουν επιβεβαιωθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, η άσκηση τέτοιας πίεσης στον οφειλέτη του Δημοσίου είναι γενικά θεμιτή και, τουλάχιστον καταρχήν, συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας. Άλλωστε, ο αιτών δεν παραπονέθηκε με ένδικο βοήθημα ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων αλλά ούτε και με την προσφυγή του στο ΕΔΔΑ για τη νομιμότητα (από την άποψη της αρχής της αναλογικότητας) των επίμαχων τόκων/προσαυξήσεων ούτε προκύπτει ότι προέβαλε και, δη, κατά τρόπο ορισμένο και τεκμηριωμένο, ότι η εξόφληση του χρέους το 2010 του προκάλεσε οικονομική ασφυξία και του αποστέρησε τους αναγκαίους πόρους διαβίωσης, ενόψει της εν γένει οικονομικής και περιουσιακής του κατάστασης. (4) Απομένει το επιχείρημα του ΕΔΔΑ ότι, παρά την ύπαρξη νομοθετικών διατάξεων, σύμφωνα με τις οποίες, όπως ερμηνεύονταν από το ΝΣΚ (γνωμοδότηση 120/2002), το χρέος μπορούσε να εξοφληθεί τμηματικά, η δυνατότητα αυτή δεν αναφερόταν, όπως θα έπρεπε, στην καταλογιστική πράξη. Το ανωτέρω επιχείρημα, ανεξαρτήτως του ότι δεν προσδιορίζει τη νομική βάση της υποχρέωσης τέτοιας αναφοράς, μου φαίνεται ότι ταιριάζει περισσότερο σε έλεγχο κακοδιοίκησης από Ombudsman, παρά σε δικαιοδοτικό έλεγχο νομιμότητας, και δεν γίνεται ευχερώς αντιληπτό ως προς τη συμβολή του στη θεμελίωση του συμπεράσματος περί επιβολής δυσανάλογου βάρους στον αιτούντα. Το σχετικό παράπονο του αιτούντος ήταν ότι οι διοικητικές αρχές δεν του προσέφεραν ποτέ τη δυνατότητα τμηματικής καταβολής, όχι ότι δεν ενημερώθηκε από τη Διοίκηση για την ύπαρξη τέτοιας δυνατότητας, την παροχή της οποίας, άλλωστε, δεν εμποδίσθηκε να ζητήσει. Πράγματι, εάν θεωρούσε ότι είχε δικαίωμα τμηματικής καταβολής, έπρεπε, όπως ισχυρίσθηκε το Δημόσιο, να υποβάλει σχετικό αίτημα στη Διοίκηση, αναφέροντας και τεκμηριώνοντας τα στοιχεία της προσωπικής- οικογενειακής και οικονομικής- περιουσιακής κατάστασής του, που μπορούσαν να δικαιολογήσουν, κατά το νόμο, τη χορήγηση του σχετικού (μη αυτόματου, αλλά παρεχόμενου υπό προϋποθέσεις, σύμφωνα και με την προαναφερόμενη γνωμοδότηση του ΝΣΚ) προνομίου. Εξάλλου, υπενθυμίζεται (βλ. ανωτέρω υπό στοιχ. 1) ότι για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα, μετά την παραίτησή του και την έκδοση της επίδικης καταλογιστικής πράξης, ο αιτών δεν πλήρωσε κανένα ποσό ούτε προκύπτει ότι του επιβλήθηκαν τόκοι/προσαυξήσεις, λόγω μη εξόφλησης κατά την περίοδο αυτή, που κατ ουσίαν λειτούργησε ως περίοδος χάριτος σε σχέση με την καταβολή της οφειλής. Τέλος, στο μέτρο που το ως άνω παράπονο του αιτούντος είχε την έννοια ότι η προσφορά που του έκανε το Υπουργείο Οικονομικών το 2010 έπρεπε να περιλαμβάνει, εκτός από τη μείωση κατά 80% 8

των πρόσθετων επιβαρύνσεων υπερημερίας, και τη δυνατότητα τμηματικής καταβολής του χρέους, οπωσδήποτε δεν ευσταθεί, διότι η εν λόγω απαλλαγή του χορηγήθηκε ως κίνητρο και αντιστάθμισμα για την άμεση εξόφληση του συνόλου της οφειλής. Συνοψίζοντας, θα έλεγα ότι η καταδίκη της Ελλάδας για παραβίαση του άρθρου 4 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, με το προεκτεθέν σκεπτικό, μπορεί να παραλληλιστεί με γκολ κυνηγού που ξεκίνησε από εμφανή θέση off- side και, στη συνέχεια, έκανε και foul στον αμυντικό, που προσπάθησε να τον σταματήσει. Από θέση off- side, γιατί το ΕΔΔΑ, παρακάμπτοντας τη διάταξη του άρθρου 35 παρ. 1 της ΕΣΔΑ ασχολήθηκε με ζητήματα που ο αιτών δεν είχε εγείρει, όπως θα έπρεπε, ενώπιον των αρμόδιων εθνικών (διοικητικών και δικαιοδοτικών) αρχών. Περαιτέρω, μη έχοντας την υπόθεση εκκαθαρισμένη από τον εθνικό δικαστή, αναφορικά με τα ζητήματα αυτά και, ιδίως, με τους εφαρμοστέους κανόνες του ελληνικού δικαίου, το ΕΔΔΑ υπέπεσε σε foul (λόγω νομικής πλάνης) ως προς τις εξουσίες και τις υποχρεώσεις της ελληνικής Διοίκησης, στο πλαίσιο της είσπραξης της επίδικης οφειλής. Βέβαια για την παραβίαση της εστίας μπορεί να φταίει κάπως και το στήσιμο της άμυνας (της Ελλάδας), αλλά το γκολ παραμένει άδικο. Μήπως θα έπρεπε στην περίπτωση αυτή όπως και στην Καπετάνιος, που είναι επίσης (εν μέρει) προβληματική, όπως υποστήριξα στο προηγούμενο άρθρο μου, να ζητηθεί άμεσα official review από το σχηματισμό μείζονας σύνθεσης του ΕΔΔΑ; Ιούλιος 2015 Ι. Δημητρακόπουλος Πάρεδρος ΣτΕ 9