ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ 2013 Γ Λυκείου Θεωρητική Κατεύθυνση ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Απαντήσεις Α1. Λησμόνησες πάλι, είπα εγώ, φίλε μου, ότι μέλημα του νόμου δεν είναι αυτό, πώς δηλαδή μια κοινωνική ομάδα μέσα στην πόλη θα ζει υπερβολικά ευτυχισμένη αλλά αναζητεί να βρει τρόπο να πραγματοποιηθεί αυτό για όλη την πόλη, συνδέοντας αρμονικά τους πολίτες μεταξύ τους με την πειθώ και τον εξαναγκασμό, κάνοντάς τους να μεταδίδουν ο ένας στον άλλον την ωφέλεια την οποία ο καθένας ξεχωριστά μπορεί να προσφέρει στο σύνολο και δημιουργώντας ο ίδιος τέτοιους άνδρες μέσα στην πόλη με σκοπό όχι να τους αφήνει να τραβά ο καθένας όπου του αρέσει, αλλά για να τους χρησιμοποιεί ο ίδιος για το δέσιμο της πόλης σε μία ενότητα. (Αν ξεκινήσουμε) από την εκπαίδευση που παρέχεται σήμερα η έρευνά μας θα βρεθεί αντιμέτωπη με μεγάλη σύγχυση και δεν είναι καθόλου φανερό αν η παιδεία πρέπει να προσφέρει αυτά που είναι χρήσιμα για τη ζωή ή αυτά που οδηγούν στην αρετή ή τα περιττά (διότι όλες αυτές οι απόψεις έχουν βρει κάποιους υποστηρικτές). Και για όσα (οδηγούν) στην αρετή δεν υπάρχει καμία απολύτως συμφωνία (γιατί καταρχήν δεν έχουν την ίδια γνώμη για την αρετή όλοι αυτοί που την τιμούν, ώστε είναι φυσικό να έχουν διαφορετικές γνώμες και ως προς την άσκηση αυτής) 1
Β1. Είναι κοινή πεποίθηση των αρχαίων πως ο νόμος αποτελεί την ύψιστη αρχή της πόλης στην οποία όλοι, άρχοντες και αρχόμενοι, οφείλουν τυφλή υπακοή, προκειμένου να εξασφαλιστεί η κοινωνική συνοχή και προκοπή. Ο νόμος, το επινόημα των «καλών, παλαιών νομοθετών», έχει ως σκοπό την ευδαιμονία όλων των πολιτών και όχι την εξυπηρέτηση των συμφερόντων μιας κάστας. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, αν δηλαδή ο νόμος υπηρετούσε τους λίγους, θα αποπροσανατολιζόταν το σύνολο με αποτέλεσμα τη διάσπαση της ενότητας της πόλης και τη δημιουργία συγκρούσεων. Ο νόμος, λοιπόν, ενώνει τους πολίτες σε ένα αρμονικό σύνολο, «συναρμόττων», εξασφαλίζοντας την ειρηνική συνύπαρξη στο εσωτερικό της πόλης και οδηγώντας στην ευημερία. Εμφυσά στους πολίτες κοινωνική συνείδηση «ποιῶν μεταδιδόναι ἀλλήλοις τῆς ὠφελίας ἥν ἄν ἕκαστοι τό κοινόν δυνατοί ὦσιν ὠφελεῖν», αλληλεγγύη, ώστε προσφέροντας ο καθένας ό,τι αναλογεί στις ικανότητές του να κατοχυρώνονται η δικαιοσύνη, η συνεργασία και επομένως η περιστολή των αντικοινωνικών εκδηλώσεων. Επιπλέον δημιουργεί ολοκληρωμένες προσωπικότητες «ἐμποιῶν τοιούτους ἄνδρας ἐν τῇ πόλει», παρέχοντάς τους ορθή αγωγή, εκπαιδεύοντάς τους έτσι ώστε να τους χρησιμοποιεί συστηματικά για να διασφαλιστούν η κοινωνική ευρυθμία και ευημερία «ἵνα καταχρῆται αὐτός αὐτοῖς ἐπί τόν σύνδεσμον τῆς πόλεως». Επειδή ο νόμος είναι φορέας, χορηγός της αγωγής στους πολίτες και αποσκοπεί στην ευδαιμονία της πόλης στο σύνολό της, επιβάλλει την πειθαρχία και την τάξη στην πολιτεία όπως διαφαίνεται στο χωρίο «και όταν πια φύγουν...στην ευθεία» του αποσπάσματος γ, μαθαίνοντας τους πολίτες να ζουν με κανόνες και όχι να αυτενεργούν θέτοντας έτσι σε κίνδυνο την κοινωνική γαλήνη. Περιφρουρεί την επιτυχία του έργου του, την κοινωνική ηρεμία και ευτυχία, προφυλάσσοντας το νέο άνθρωπο από παραβάσεις και εκτροπές. Τον βάζει να βαδίζει τον «ίσιο δρόμο» επιβάλλοντάς του ποινές, τις ευθύνες, που θα τον επαναφέρουν 2
στην ευθεία γραμμή όταν εκδηλώσει παραβατική συμπεριφορά. Καταλήγοντας ο νόμος κατέχει τον κυρίαρχο ρόλο στην πολιτεία ως παιδαγωγός, εμψυχωτής, ρυθμιστής της τάξης. Ο νόμος περιστέλλει τις ατομικιστικές τάσεις του ανθρώπου, την απληστία, το φθόνο, τη μισαλλοδοξία, δένει τα άτομα μεταξύ τους με φιλία, εμφυσώντας τους τα συναισθήματα της φιλαλληλίας, της συνεργασίας, της ανοχής, εξασφαλίζοντας έτσι την κοινωνική αρμονία. Τηρεί τη γαλήνη στην πόλη και επιβάλλει ποινές στους παραβάτες όχι για να τους εκδικηθεί αλλά για να τους μετατρέψει σε λειτουργικούς, χρηστούς, παιδευμένους, ολοκληρωμένους πολίτες που θα συμβάλλουν και αυτοί με τη σειρά τους στην ευδαιμονία όλων. Β2. Ένα επίκαιρο ερώτημα τίθεται από τον Αριστοτέλη στο απόσπασμα γ και αφορά στο χαρακτήρα της παρεχόμενης στους νέους παιδείας. Πρέπει αυτός να είναι ωφελιμιστικός αποσκοπώντας στην πρόσληψη γνώσεων πρακτικών για μια καλύτερη ζωή «τα χρήσιμα πρός τόν βίον»; Ή πρέπει να είναι ηθικοπλαστικός αποβλέποντας στη διάπλαση αρτιωμένων-ενάρετων χαρακτήρων «τά τείνοντα πρός τήν ἀρετήν»; Ή τέλος οφείλει να είναι γνωσιοκρατικός με αποτέλεσμα οι νέοι να γίνονται αποδέκτες γνώσεων που απλά εμπλουτίζουν το γνωστικό τους πεδίο χωρίς να βρίσκουν πρακτική εφαρμογή στη ζωή (η γνώση για τη γνώση) «τά περιττά»; Η παιδεία πρέπει να προσανατολίζεται, όπως επεσήμαινε σε άλλο χωρίο, στη διαμόρφωση ήθους τέτοιου που θα θωρακίσει το υπάρχον πολίτευμα και θα βοηθήσει στην επίτευξη του σκοπού της πολιτείας που είναι η αυτάρκεια και η ευδαιμονία του συνόλου. Γι αυτό άλλωστε η παιδεία πρέπει να είναι υπόθεση αποκλειστική του δημοσίου, της πόλης. Ηθικοπλαστικός λοιπόν πρέπει να είναι ο χαρακτήρας της παρεχόμενης παιδείας, αφού θα αποσκοπεί στην ηθική διαπαιδαγώγηση και στον ψυχικό εξευγενισμό του νέου ανθρώπου. 3
Η παραπάνω θέση αποτελεί το βασικό άξονα, το σημείο αναφοράς της σκέψης όχι μόνο του φιλοσόφου αλλά και του σοφιστή Πρωταγόρα όπως φαίνεται στο χωρίο «στην πραγματικότητα...να γίνει παρόμοιος» του αποσπάσματος γ. Εκεί ο συνομιλητής του Σωκράτη καταγράφοντας τις βαθμίδες εκπαίδευσης στην Αθήνα επιβεβαιώνει πως όλοι οι φορείς της παιδείας και στην παιδική ηλικία(γονείς, παραμάνα) και στη σχολική περίοδο (δάσκαλος, κιθαριστής, παιδοτρίβης) αλλά και στην ενηλικίωση (πολιτεία, κοινωνία) αποβλέπουν στην ευκοσμία των νέων ανθρώπων, στη σφυρηλάτηση χρηστών χαρακτήρων, στην καλλιέργεια ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων. Τα μέσα που χρησιμοποιούν για να επιτύχουν το σκοπό τους οι φορείς της παιδείας είναι ανάλογα με την ηλικία στην οποία απευθύνονται. Όταν τα παιδιά είναι μικρά δέχονται τις συμβουλές, τις νουθεσίες των γονέων και της παραμάνας για να ξεχωρίζουν το καλό από το κακό, το δίκαιο από το άδικο, το ορθό από το επονείδιστο. Στην περίπτωση που τα παιδιά δεν υπακούουν υφίστανται χτυπήματα. Στο σχολείο οι δάσκαλοι φροντίζουν με τις επισημάνσεις τους και την προβολή υγιών προτύπων μέσα από την αποστήθιση ποιημάτων που τους επιβάλλουν, να τα βοηθήσουν να αναπτύξουν αρχές, αξίες διαχρονικές και αδιαμφισβήτητες όπως το δίκαιο, η ανδρεία, η ευγένεια της ψυχής. Πιστοποιείται επομένως ο ηθικοπλαστικός χαρακτήρας που πρέπει να έχει η παρεχόμενη στους νέους παιδεία και υπογραμμίζεται και από το φιλόσοφο και από το σοφιστή πως μόνο μέσα από την ανάπτυξη της νόησης και την καλλιέργεια του ήθους των νέων θα επέλθει η κοινωνική ευημερία. Β3. Σχολικό εγχειρίδιο σελ: 41-42 «Μετά την επιστροφή του...και άλλοι σημαντικοί φιλόσοφοι της ελληνιστικής εποχής» και σελ :140 «Η σημασία της Ακαδημίας βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός...επιδρώντας θετικά ο ένας στον άλλον». Β4. αναληθής: ἐπελάθου ένεση: ἀφιῇ υπόδημα: σύνδεσμον 4
ανασχηματισμός: μετέχειν επικός: ὁμολογούμενον, ευλόγως Γ1. Αφού ο Αλκιβιάδης κατάλαβε (αυτά), πείθει πάλι τον Ένδιο και τους άλλους εφόρους να μην αναβάλουν από φόβο την αποστολή πλοίων, λέγοντας ότι θα προφτάσουν να πλεύσουν πριν οι Χίοι πληροφορηθούν την καταστροφή των πλοίων, και ότι αυτός ο ίδιος, όταν φτάσει στην Ιωνία, εύκολα θα πείσει τις πόλεις να αποστατήσουν, εξηγώντας (σε αυτές) την αδυναμία των Αθηναίων και την προθυμία των Λακεδαμονίων γιατί (έλεγε ότι ) θα φανεί πιο πιστευτός από τους άλλους. Και στον ίδιο τον Ένδιο έλεγε ιδιαιτέρως πως ήταν σπουδαίο με τη μεσολάβηση εκείνου (του Αλκιβιάδη ) να κινήσει σε αποστασία την Ιωνία και να κάνει το βασιλιά (των Περσών) σύμμαχο των Λακεδαιμονίων και να μην ανήκει το κατόρθωμα αυτό στον Άγη γιατί έτυχε ο ίδιος (ο Αλκιβιάδης ) να έχει (πολιτικές) διαφορές με τον Άγη. Και αυτός (ο Αλκιβιάδης), αφού έπεισε και τους άλλους εφόρους και τον Ένδιο, απέπλευσε με τα πέντε πλοία μαζί με τον Χαλκιδέα, το Λακεδαιμόνιο, και έπλεαν (όσο μπορούσαν ) πιο γρήγορα. Γ2 οἱ πλοῖ ῥᾷον-ῥᾷστα τοῖς ἀγωνίσμασι ταῦτα τάχει γνόντων, γνώτωσαν ἀφεστηκέναι, ἀφεστάναι πέφανσαι,πέφηνας ἀναγάγοιτο ἐπλεῖτε Γ3α. πλεύσαντες: κατηγορηματική μετοχή από το φθήσονται, αναφέρεται στο υποκείμενο του ρήματος (οὗτοι) 5
Χίους: υποκείμενο στο απαρέμφατο αἰσθέσθαι ἀφίστασθαι: αντικείμενο στο ρήμα πείσει, τελικό απαρέμφατο, υποκείμενο στο ἀφίστασθαι το πόλεις λόγω ετεροπροσωπίας τῶν Ἀθηναίων: ετερόπτωτος προσδιορισμός, γενική υποκειμενική στο ἀσθένειαν ταῖς ναυσί: επιρρηματικός προσδιορισμός, δοτική της συνοδείας στο ἀνήγετο πιστότερος:κατηγορούμενο στο υποκείμενο οὗτος του ρήματος που εννοείται ἔλεγε από το φανεῖσθαι Γ3β. Υπόθεση: ἤν προσβάλῃ Απόδοση: ὅτι...πείσει Έχουμε πλαγιασμένο υποθετικό λόγο αφού η απόδοση είναι μία ειδική πρόταση. Πρέπει να τρέψουμε πρώτα την πλαγιασμένη απόδοση σε ευθύ λόγο: θα γίνει κύρια πρόταση κρίσεως όπου θα παραμείνει η οριστική μέλλοντα. Επομένως ο νέος υποθετικός λόγος θα έχει τη μορφή: Υπόθεση: ἤν προσβάλῃ/ ἤν προσβάλω Απόδοση: πείσει/ πείσω Είναι λοιπόν υποθετικός λόγος που δηλώνει το προσδοκώμενο Όταν μετατραπεί στο μη πραγματικό θα έχει τη μορφή Υπόθεση: εἰ προσέβαλε Απόδοση: ἔπιθε ἄν/ἔπεισε ἄν Γ3γ. Γνούς δέ ὁ Ἀλκιβιάδης ἔπειθε/ἔπεισε/ἐπεπείκει αὖθις Ἔνδιον καί τούς ἄλλους ἐφόρους μή ἀποκνῆσαι τόν πλοῡν, λέγων ὅτι φθήσοιντό τε πλεύσαντες πρίν τήν τῶν νεῶν ξυμφοράν Χίους αἰσθέσθαι, καί αὐτός ὅτι, εἰ προσβάλοι Ἰωνίᾳ, ῥᾳδίως πείσοι τάς πόλεις ἀφίστασθαι, τήν τῶν Ἀθηναίων ἀσθένειαν λέγων καί τήν τῶν Λακεδαιμονίων προθυμίαν 6