Ο περί Πτώχευσης Νόµος (ΚΕΦ.5) Συνοπτικός τίτλος 1. Ο παρών Νόµος θα αναφέρεται ως ο περί Πτώχευσης Νόµος. Ερµηνεία 2. Στο Νόµο αυτό- απόφαση σηµαίνει συνηθισµένη απόφαση ασφαλισµένος πιστωτής σηµαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει υποθήκη, ενέχυρο, επιβάρυνση ή δικαίωµα επίσχεσης επί της περιουσίας του πιστωτή ή σε οποιοδήποτε µέρος αυτής, ως ασφάλεια για χρέος που οφείλεται σε αυτόν από χρεώστη γενικοί κανόνες περιλαµβάνουν τύπους δηµοσιευµένο σηµαίνει δηµοσιευµένο στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Δηµοκρατίας διαχειριστής σηµαίνει το διαχειριστή πτώχευσης περιουσίας οφειλέτη το Δικαστήριο σηµαίνει το Δικαστήριο που έχει πτωχευτική δικαιοδοσία βάσει του Νόµου αυτού ειδική α πόφαση σηµαίνει απόφαση που λαµβάνεται µε πλειοψηφία σε αριθµό και σε αξία των τριών τετάρτων των πιστωτών που παρίστανται, προσωπικά ή µε πληρεξούσιο αντιπρόσωπο, σε συνέλευση πιστωτών και ψηφίζουν στη λήψη της απόφασης εµπορεύµατα περιλαµβάνουν όλα τα προσωπικά αντικείµενα και κινητή περιουσία εντεταλµένος για την εκτέλεση δικαστικών ενταλµάτων περιλαµβάνει κάθε λειτουργό επιφορτισµένο µε την εκτέλεση ενταλµάτων ή άλλων δικογράφων ισχύουσα πράξη πτώχευσης σηµαίνει πράξη πτώχευσης που υφίσταται κατά την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης πτώχευσης βάσει της οποίας εκδίδεται το διάταγµα παραλαβής καθορισµένος σηµαίνει καθορισµένος από γενικούς κανόνες εντός της έννοιας του Νόµου αυτού περιουσία περιλαµβάνει χρήµατα, εµπορεύµατα, αγώγιµα δικαιώµατα, γη και περιουσία κάθε περιγραφής ανεξάρτητα αν είναι κινητή ή ακίνητη, ή αν βρίσκεται στην Κύπρο ή αλλού, επίσης υποχρεώσεις, δουλείες και κάθε είδους περιουσία, συµφέρον και όφελος, παρόν ή µελλοντικό, κεκτηµένο ή υπό αίρεση, που προκύπτει από ή είναι συναφές µε περιουσία όπως ορίζεται πιο πάνω συνηθισµένη απόφαση σηµαίνει απόφαση που λαµβάνεται µε πλειοψηφία σε αξία των πιστωτών που παρίστανται, προσωπικά ή µε πληρεξούσιο αντιπρόσωπο, σε συνέλευση πιστωτών και ψηφίζουν στη λήψη της απόφασης χρέος που δύναται να επαληθευτεί σε πτώχευση ή επαληθεύσιµο χρέος περιλαµβάνει κάθε χρέος ή υποχρέωση που καθίσταται επαληθεύσιµη σε πτώχευση βάσει του Νόµου αυτού. ΜΕΡΟΣ Ι ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Τι συνιστά πράξη πτώχευσης
3.-(1) Ο χρεώστης διαπράττει πράξη πτώχευσης σε καθεµιά από τις ακόλουθες περιπτώσεις: (α) αν στην Κύπρο ή αλλού προβαίνει σε µεταβίβαση ή εκχώρηση της περιουσίας του σε οποιοδήποτε πρόσωπο προς όφελος των πιστωτών του γενικά (β) αν στην Κύπρο ή αλλού προβαίνει σε δόλια µεταβίβαση, δωρεά, παράδοση ή µεταβίβαση της περιουσίας του ή οποιουδήποτε µέρους αυτής (γ) αν στην Κύπρο ή αλλού προβαίνει σε οποιαδήποτε παραχώρηση ή µεταβίβαση της περιουσίας του ή οποιουδήποτε µέρους αυτής, ή δ ηµιουργεί σε αυτή επιβάρυνση, η οποία σύµφωνα µε το Νόµο αυτό ή οποιοδήποτε άλλο Νόµο θα ήταν άκυρη ως δόλια προτίµηση αν ο χρεώστης κηρυσσόταν σε πτώχευση (δ) αν µε πρόθεση µαταίωσης ή καθυστέρησης της πληρωµής των πιστωτών του, κάνει οτιδήποτε από τα ακόλουθα, δηλαδή- (i) αναχωρεί ή προετοιµάζεται για αναχώρηση, εκτός Κύπρου ή ενώ βρίσκεται εκτός Κύπρου παραµένει εκτός Κύπρου ή (ii) εγκαταλείπει την κατοικία του ή µε άλλο τρόπο απουσιάζει ή (iii) παραµένει στην κατοικία του. (ε) αν διενεργήθηκε εναντίον τ ου εκτέλεση µε κατάσχεση των εµπορευµάτων του, µε διαδικασία αγωγής σε οποιοδήποτε Δικαστήριο, και τα κατασχεθέντα εµπορεύµατα είτε πωλήθηκαν είτε κρατούνται από τον εντεταλµένο για την εκτέλεση δικαστικών ενταλµάτων για είκοσι µια ηµέρες, νοουµένου ότι, α ν υποβλήθηκε αίτηση για δικαστική επίλυση της διαφοράς αναφορικά µε τα κατασχεθέντα εµπορεύµατα, ο χρόνος που παρήλθε µεταξύ της ηµεροµηνίας κατά την οποία η αίτηση υποβλήθηκε και της ηµ εροµηνίας κατά την οποία η διαδικασία της αίτησης οριστικά διευθετείται, ή εγκαταλείπεται, δεν θα λαµβάνεται υπόψη στον υπολογισµό της περιόδου των είκοσι µιας ηµερών (στ) αν καταθέσει στο Δικαστήριο δήλωση ανικανότητας του να πληρώσει τα χρέη του ή υποβάλει αίτηση για εκούσια πτώχευση (ζ) αν πιστωτής εξασφαλίζει εναντίον του τελεσίδικη απόφαση ή τελικό διάταγµα για οποιοδήποτε ποσό, και, ενώ δεν αναστάλθηκε η εκτέλεση της απόφασης ή του διατάγµατος, επέδωσε σε αυτόν στην Κύπρο ή αλλού µε άδεια του Δικαστηρίου, ειδοποίηση πτώχευσης βάσει του Νόµου αυτού και µέσα σε επτά ηµέρες µετά την επίδοση της ειδοποίησης σε αυτόν, σε περίπτωση που η επίδοση γίνεται στην Κύπρο και σε περίπτωση που η επίδοση γίνεται αλλού µέσα στον καθορισµένο από το διάταγµα που παρέχει την άδεια για επίδοση χρόνο, ο χρεώστης είτε συµµορφώνεται µε τις απαιτήσεις της ειδοποίησης, είτε ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι έχει ανταπαίτηση, δικαίωµα συµψηφισµού ή ανταγωγή η οποία εξισώνεται ή υπερβαίνει το ποσό του εξ αποφάσεως χρέους ή το ποσό που διατάχτηκε να πληρωθεί, και την οποία δεν ήταν δυνατό να προβάλει στην αγωγή ή τη διαδικασία στην οποία εξασφαλίστηκε η απόφαση ή το διάταγµα. Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατά τον εκάστοτε χρόνο νοµιµοποιείται να εκτελέσει τελεσίδικη απόφαση ή τελικό διάταγµα, θα θεωρείται ότι είναι πιστωτής που εξασφάλισε τελεσίδικη απόφαση ή τελικό διάταγµα (η) Αν, ενώ οφείλει σε πιστωτή χρέος που δύναται να επαληθευτεί σε πτώχευση παραλείπει να πληρώσει, ή να εξασφαλίσει ή να συµβιβάσει το χρέος αυτό, µέσα σε τέτοιο χρόνο που θα επιτραπεί από διάταγµα που εκδίδεται από το Δικαστήριο σε αίτηση του πιστωτή, νοουµένου πάντοτε ότι καµία τέτοια αίτηση δεν γίνεται δεκτή από το Δικαστήριο, εκτός αν επιδόθηκε προηγουµένως στο χρεώστη ειδοποίηση πτώχευσης που απαιτεί την πληρωµή του χρέους και έλαβε γνώση της αίτησης αυτής και κλήθηκε να δείξει λόγο εναντίον της ίδιας
(θ) αν παραδέχθηκε σε οποιοδήποτε από τους πιστωτές του ότι δεν δύναται να αντιµετωπίσει τις υποχρεώσεις του ή ότι ανέστειλε ή πρόκειται να αναστείλει την πληρωµή των χρεών του. (2) Στο Νόµο αυτό εκτός αν από το κείµενο προκύπτει διαφορετικά, ή έκφραση οφειλέτης περιλαµβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο κατά το χρόνο τέλεσης οποιασδήποτε πράξης πτώχευσης ή κατά το χρόνο που ανεχόταν την τέλεση της: (α) βρισκόταν προσωπικά στην Κύπρο ή (β) συνήθως διέµενε ή είχε τοπο διαµονής στην Κύπρο ή (γ) διεξήγαγε εργασίες στην Κύπρο προσωπικά ή µε αντιπρόσωπο ή διευθυντή ή (δ) ήταν µέλος οίκου ή συνεταιρισµού ο οποίος διεξήγε εργασίες στην Κύπρο. (3) Ειδοποίηση πτώχευσης µε βάση το Νόµο αυτό θα γίνεται κατά τον καθορισµένο τύπο και θα καλεί το χρεώστη να πληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος ή το ποσό που διατάχτηκε να πληρώσει σύµφωνα µε τους όρους της απόφασης ή του διατάγµατος, ή να εξασφαλίσει το χρέος ή να συµβιβάσει αυτό κατά τρόπο που να ικανοποιεί τον πιστωτή ή το Δικαστήριο, και να εκθέτει τις συνέπειες της µη συµµόρφωσης προς την ειδοποίηση και πρέπει να επιδίδεται κατά τον καθορισµένο τρόπο: Νοείται ότι ειδοποίηση πτώχευσης- (α) µπορεί να ορίζει αντιπρόσωπο που θα ενεργεί εκ µέρους του πιστωτή σχετικά µε οποιαδήποτε πληρωµή ή για οτιδήποτε άλλο που απαιτείται από την ειδοποίηση να γίνει προς τον πιστωτή ή να τελεστεί µε τρόπο που να ικανοποιεί τον πιστωτή (β) δεν θα ακυρώνεται εξαιτίας µόνο ότι το ποσό που ορίζεται στην ειδοποίηση ως το οφειλόµενο υπερβαίνει το ποσό που πραγµατικά οφείλεται, εκτός αν ο οφειλέτης µέσα στην προθεσµία που δόθηκε για πληρωµή δώσει ειδοποίηση στον πιστωτή ότι αµφισβητεί την εγκυρότητα της ειδοποίησης πτώχευσης µε βάση την ανακρίβεια αυτή, αλλά, αν ο οφειλέτης δεν δώσει τέτοια ειδοποίηση θα θεωρείται ότι έχει συµµορφωθεί µε την ειδοποίηση πτώχευσης αν µέσα στην προθεσµία που δόθηκε λαµβάνει τέτοια µέτρα τα οποία θα συνιστούσαν συµµόρφωση προς την ειδοποίηση αν το πραγµατικά οφειλόµενο ποσό οριζόταν ορθά σε αυτή. Διάταγµα Παραλαβής Δικαιοδοσία έκδοσης διατάγµατος παραλαβής 4. Τηρουµένων των πιο κάτω ορισµένων όρων, αν χρεώστης διαπράξει πράξη πτώχευσης το Δικαστήριο δύναται, κατόπι υποβολής αίτησης πτώχευσης είτε από τον πιστωτή είτε από το χρεώστη να εκδώσει διάταγµα, το οποίο στο Νόµο αυτό θα καλείται διάταγµα παραλαβής, για την προστασία της περιουσίας του χρεώστη. Όροι βάσει των οποίων πιστωτής δύναται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης 5.-(1) Πιστωτής δεν θα δικαιούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης εναντίον χρεώστη, εκτός αν- (α) το χρέος που οφείλεται από το χρεώστη προς τον αιτητή πιστωτή, ή, αν δύο ή περισσότεροι πιστωτές υποβάλλουν από κοινού την αίτηση, το συνολικό ποσό των χρεών που οφείλεται στους διάφορους αιτούντες πιστωτές συµποσούται σε πεντακόσιες λίρες, και, (β)το χρέος είναι εκκαθαρισµένο ποσό, πληρωτέο είτε αµ έσως είτε σε καθορισµένο µελλοντικό χρόνο, και (γ) η πράξη πτώχευσης στην οποία στηρίζεται η πτώχευση συνέβηκε µέσα σε τρεις µήνες πριν από την υποβολή της αίτησης, και
(δ) ο οφειλέτης κατοικεί στην Κύπρο ή, µέσα σε περίοδο ενός χρόνου πριν από την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης, είχε τη συνήθη διαµονή, ή είχε τόπο διαµονής ή τόπο εργασίας στην Κύπρο ή διεξήγαγε εργασίες στην Κύπρο προσωπικά, ή µε αντιπρόσωπο ή διευθυντή, ή είναι ή µέσα στην περίοδο που αναφέρθηκε ήταν µέλος οίκου ή συνεταιρισµού που διεξήγαγε εργασίες στην Κύπρο µέσω εταίρου ή εταίρων ή αντιπροσώπου ή διευθυντή. (2) Αν ο αιτητής πιστωτής είναι ασφαλισµένος πιστωτής, οφείλει στην αίτηση του είτε να δηλώσει ότι προτίθεται να παραιτηθεί από την ασφάλεια του προς όφελος των πιστωτών σε περίπτωση που ο χρεώστης κηρυχτεί σε πτώχευση, ή να δώση εκτίµηση της ασφάλειας του. Στην τελευταία περίπτωση µπορεί να γίνει δεκτός ως αιτητής πιστωτής στην έκταση του υπόλοιπου του προς αυτόν οφειλόµενου χρέους, που προκύπτει µετά την αφαίρεση της εκτιµηµένης αξίας, κατά τον ίδιο τρόπο ωσάν να ήταν µη ασφαλισµένος πιστωτής. Διαδικασία και διάταγµα σε αίτηση πιστωτή 6.-(1) Αίτηση πιστωτή θα βεβαιώνεται από ένορκο δήλωση του πιστωτή, ή από πρόσωπο για λογασιασµό του που γνωρίζει τα γεγονότα, και θα επιδίδεται κατά τον καθορισµένο τρόπο. (2) Κατά την ακρόαση της αίτησης, το Δικαστήριο θα απαιτεί απόδειξη του χρέους που οφείλεται προς τον αιτούντα πιστωτή, της επίδοσης της αίτησης, και της πράξης πτώχευσης, ή, αν στην αίτηση προβάλλεται ισχυρισµός για τέλεση περισσότερων από µιας πράξεις πτώχευσης, µιας από τις ισχυριζόµενες πράξεις πτώχευσης και το Δικαστήριο αν ικανοποιηθεί µε τέτοια απόδειξη, θα εκδίδει διάταγµα παραλαβής σύµφωνα µε την αίτηση. (3) Το Δικαστήριο δύναται να αναβάλλει την ακρόαση της αίτησης είτε µε όρους είτε χωρίς όρους, για εξασφάλιση περαιτέρω αποδεικτικών στοιχείων, ή για οποιαδήποτε άλλη νόµιµη αιτία ή δύναται να απορρίψει την αίτηση µε έξοδα ή χωρίς έξοδα, όπως το Δικαστήριο κρίνει δίκαιο. (4) Ό ταν η πράξη πτώχευσης στην οποία στηρίζεται η αίτηση είναι η µη συµµόρφωση προς ειδοποίηση πτώχευσης για πληρωµή, παροχή ασφάλειας ή συµβιβασµό του εξ αποφάσεως χρέους ή ποσού που διατάχθηκε να πληρωθεί, το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί ορθό, να αναστείλει ή απορρίψει την αίτηση µε τη δικαιολογία ότι εκκρεµεί έφεση εναντίον της απόφασης ή του διατάγµατος. (5) Αν η αίτηση στρέφεται εναντίον περισσότερων του ενός, το Δικαστήριο δύναται να απορρίψει την αίτηση αναφορικά µε ένα ή περισσότερους από αυτούς και να διατάξει όπως η υπόθεση συνεχισθεί εναντίον του άλλου ή των άλλων από αυτούς. (6) Όταν ο χρεώστης εµφανιστεί κατά την ακρόαση της αίτησης και αρνηθεί ότι οφείλει στον αιτητή, ή ότι οφείλει ποσό τέτοιο που θα νοµιµοποιούσε τον αιτητή στην υποβολή αίτησης πτώχευσης εναντίον του, το Δικαστήριο, µε την παροχή τέτοιας ασφάλειας (αν υπάρχει) την οποία το Δικαστήριο δυνατό να απαιτήσει για την πληρωµή στον αιτητή κάθε χρέους το οποίο µπορεί να αποδειχτεί εναντίον του σε νόµιµη διαδικασία, και των εξόδων για την απόδειξη του χρέους, δύναται αντί να απορρίψει την αίτηση, να αναστείλει κάθε διαδικασία που αφορά την αίτηση για όσο χρόνο δυνατό να απαιτηθεί για εκδίκαση του ζητήµατος αναφορικά µε το χρέος. (7) Όταν ο χρεώστης εµφανιστεί κατά την ακρόαση της αίτησης και αρνηθεί ότι οφείλει στον αιτητή ή αρνηθεί ότι οφείλει ποσό τέτοιο που θα νοµιµοποιούσε τον αιτητή στην υποβολή αίτησης πτώχευσης εναντίον του, το Δικαστήριο θα έχει δικαιοδοσία για την εκδίκαση του ζητήµατος αναφορικά µε το χρέος αυτό, τηρουµένου του δικαιώµατος έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου όπως προνοείται στο Νόµο αυτό και θα αναστέλλεται εν τω µεταξύ κάθε διαδικασία αναφορικά µε την αίτηση ενώ εκκρεµεί η έκβαση του αποτελέσµατος της δίκης αυτής. (8) Όταν η διαδικασία ανασταλεί, το Δικαστήριο δύναται, αν εξαιτίας της καθυστέρησης που προκλήθηκε από την αναστολή της διαδικασίας ή για οποιαδήποτε άλλη αιτία την οποία θεωρεί δίκαιη, να εκδώσει διάταγµα παραλαβής µε βάση την αίτηση κάποιου άλλου πιστωτή και θα απορρίψει, µε τέτοιους όρους τους οποίους θεωρεί δίκαιους, την αίτηση στην οποία η διαδικασία αναστάλθηκε όπως προαναφέρθηκε.
Η αίτηση πιστωτή δεν δύναται να αποσυρθεί 7. Αίτηση από πιστωτή, µετά την υποβολή της, δεν απορύρεται χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Αίτηση οφειλέτη 8.-(1) Χρεώστης δεν δύναται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης του, εκτός αν- (α) το συνολικό ποσό των χρεών του υπερβαίνει το ποσό των,5.000.-, και (β) τα χρέη αυτά, δεν είναι εξασφαλισµένα και αναφέρονται σε καθορισµένα ποσά που πρέπει να πληρωθούν αµέσως ή µέσα σε τακτή προθεσµία. (2) Η αίτηση του χρεώστη πρέπει να συνοδεύεται από ένορκο δήλωση του στην οποία να επισυνάπτεται κατάλογος των πιστωτών του µε τις διευθύνσεις τους και του ποσού που οφείλεται στον καθένα, την ηµεροµηνία κατά την οποία δηµιουργήθηκε το χρέος, καθώς επίσης και πλήρης περιγραφή της περιουσίας του. (3) Η αίτηση πρέπει να επιδοθεί σε όλους τους πιστωτές οι οποίοι αναφέρονται στον κατάλογο που επισυνάπτεται στην ένορκο δήλωση. (4) Κατά την ακρόαση της αίτησης το δικαστήριο δύναται κατά την απόλυτη κρίση του να εκδώσει διάταγµα παραλαβής εναντίον του χρεώστη ή να απορρίψει την αίτηση. (5) Αίτηση χρεώστη, µετά την υποβολή της, δεν αποσύρεται χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Αποτέλεσµα διατάγµατος παραλαβής 9.-(1) Με την έκδοση διατάγµατος παραλαβής, επίσηµος παραλήπτης θα καθίσταται παραλήπτης της περιουσίας του χρεώστη, και ακολούθως, εκτός όπως διατάσσεται από το Νόµο αυτό, κανένας πιστωτής στον οποίο ο χρεώστης οφείλει αναφορικά µε οποιοδήποτε χρέος που δύναται να επαληθευτεί σε πτώχευση, δε θα έχει οποιαδήποτε θεραπεία εναντίον της περιουσίας ή του προσώπου του χρεώστη σχετικά µε το χρέος ή θα εγείρει οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νόµιµη διαδικασία, εκτός κατόπι άδειας του Δικαστηρίου και µε τέτοιους όρους τους οποίους το Δικαστήριο δυνατό να επιβάλει. (2) Το άρθρο όµως αυτό δεν θα επηρεάζει την εξουσία ασφαλισµένου πιστωτή να εκποιήσει ή άλλως πως να χειριστεί την ασφάλεια του µε τον ίδιο τρόπο που θα εδικαιούτο να την εκποιήσει ή χειριστεί, αν το άρθρο αυτό δεν είχε θεσπιστεί. Εξουσία για διορισµό προσωρινού παραλήπτη 10. Το Δικαστήριο δύναται, αν αποδειχτεί ότι είναι αναγκαίο για την προστασία της περιουσίας του χρεώστη, οποτεδήποτε µετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης και προτού εκδοθεί διάταγµα παραλαβής, να διορίσει τον επίσηµο παραλήπτη ως π ροσωρινό παραλήπτη της περιουσίας του χρεώστη, ή οποιουδήποτε µέρος αυτής, µε εντολή όπως λάβει αµέσως κατοχή της περιουσίας ή µέρους αυτής. Εξουσία αναστολής εκκρεµής διαδικασίας 11.-(1) Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε µετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης, να αναστείλει οποιαδήποτε αγωγή, εκτέλεση ή άλλη νόµιµη διαδικασία εναντίον της περιουσίας ή του προσώπου του χρεώστη, και κάθε Δικαστήριο, στο οποίο εκκρεµεί διαδικασία εναντίον χρεώστη, δύναται κατόπι απόδειξης ότι η αίτηση πτώχευσης υποβλήθηκε από ή εναντίον του χρεώστη, είτε να αναστείλει τη διαδικασία είτε να επιτρέψει τη συνέχιση της µε τέτοιους όρους τους οποίους θεωρεί δίκαιους.
(2) Όταν το Δικαστήριο εκδίδει διάταγµα που αναστέλλει οποιαδήποτε αγωγή ή διαδικασία, ή αναστέλλει διαδικασίες γενικά, το διάταγµα αυτό δύναται να επιδοθεί µε την αποστολή αντιγράφου αυτού, σφραγισµένο µε τη σφραγίδα του Δικαστηρίου, µέσω του ταχυδροµείου στη διεύθυνση επίδοσης του ενάγοντα ή σε άλλο διάδικο που προωθεί τέτοια διαδικασία. Εξουσία για διορισµό ειδικού διαχειριστή 12.-(1) Ο επίσηµος παραλήπτης της περιουσίας χρεώστη, µετά από αίτηση οποιουδήποτε πιστωτή ή πιστωτών και αν ικανοποιείται ότι η φύση της περιουσίας ή των εργασιών του χρεώστη ή τα συµφέρονται των πιστωτών γενικά επιβάλλουν το διορισµό ειδικού διαχειριστή της περιουσίας ή των εργασιών άλλο από τον επίσηµο παραλήπτη, δύναται να διορίσει, τηρουµένης της έγκρισης του Δικαστηρίου, διαχειριστή της περιουσίας ή των εργασιών ο οποίος θα ενεργεί µέχρις ότου διοριστεί διαχειριστής, και µε τέτοιες εξουσίες (περιλαµβανοµένων οποιωνδήποτε εξουσιών παραλήπτη) που πιθανόν να ανατεθούν σε αυτόν από τον επίσηµο παραλήπτη. (2) Ο ειδικός διαχειριστής παρέχει τέτοια ασφάλεια και λογοδοτεί µε τέτοιο τρόπο όπως το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει. (3) Ο ειδικός διαχειριστής θα λαµβάνει τέτοια αµ οιβή η οποία θα ορίζεται από τους πιστωτές µε απόφαση που λαµβάνεται σε συνήθη συνέλευση η οποία θα υπόκειται στην έγκριση του Δικαστηρίου, ή σε περίπτωση έλλειψης τέτοιας απόφασης όπως το Δικαστήριο δυνατό να αποφασίζει. Δηµοσίευση διατάγµατος παραλαβής 13. Ειδοποίηση κάθε διατάγµατος παραλαβής η οποία θα αναγράφει το όνοµα, τη διεύθυνση και την περιγραφή του χρεώστη, την ηµεροµηνία και το Δικαστήριο από το οποίο εκδόθηκε το διάταγµα, και την ηµεροµηνία της αίτησης θα δηµοσιεύεται στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Δηµοκρατίας και θα δηµοσιεύεται σε δύο τοπικές εφηµερίδες, δηλαδή, µια από τις οποίες εκδίδεται στην Τουρκική και η άλλη στην Ελληνική γλώσσα κατά τον καθορισµένο τρόπο. Διαδικασία Μετά το Διάταγµα Πρώτη και άλλες συνελεύσεις των πιστωτών 14.-(1) Το συντοµότερο δυνατό µετά την έκδοση διατάγµατος παραλαβής εναντίον χρεώστη, θα συγκαλείται γενική συνέλευση των πιστωτών του (που αναφέρεται στο Νόµο αυτό ως η Πρώτη Συνέλευση των Πιστωτών) µε σκοπό να εξεταστεί κατά πόσο δύναται να γίνει αποδεκτή πρόταση συµβιβασµού ή σχέδιο διευθέτησης ή κατά πόσο είναι σκόπιµη η κήρυξη του χρεώστη σε πτώχευση, και γενικά για τον τρόπο µεταχείρισης, της περιουσίας του χρεώστη. (2) Σχετικά µε τη σύγκληση και διαδικασία στις συνελεύσεις των πιστωτών, πρέπει να τηρούνται οι κανονισµοί του Πρώτου Παραρτήµατος του Νόµου αυτού. Περιουσιακή κατάσταση του χρεώστη 15.-(1) Όταν εκδίδεται διάταγµα παραλαβής εναντίον χρεώστη, ο χρεώστης καταρτίζει και υποβάλλει στον επίσηµο παραλήπτη περιουσιακή κατάσταση και σε σχέση µε αυτή κατά τον καθορισµένο τύπο, η οποία βεβαιώνεται µε ένορκη δήλωση, και η οποία δείχνει τις λεπτοµέρειες του ενεργητικού, των χρεών και υποχρεώσεων του χρεώστη, τα ονόµατα, διευθύνσεις και επαγγέλµατα των πιστωτών του, τις ασφάλειες που κατέχονται από αυτούς αντίστοιχα, τις ηµεροµηνίες που οι εµπράγµατες ασφάλειες δόθηκαν αντίστοιχα και τέτοιες περαιτέρω ή άλλες πληροφορίες που δυνατό να καθοριστούν ή τις οποίες ο επίσηµος παραλήπτης δύναται να ζητήσει. (2) Περιουσιακή κατάσταση θα πρέπει να υποβάλλεται µέσα στις ακόλουθες προθεσµίες, δηλαδή: (α) αν το διάταγµα εκδίδεται κατόπι της αίτησης του χρεώστη, µέσα σε τρεις ηµέρες από την ηµεροµηνία έκδοσης του διατάγµατος
(β) αν το διάταγµα εκδίδεται κατόπι της αίτησης πιστωτή, µέσα σε επτά µέρες από την ηµεροµηνία έκδοσης του διατάγµατος. Το Δικαστήριο όµως δύναται να παρατείνει το χρόνο για ειδικούς λόγους σε κάθε περίπτωση. (3) Αν ο χρεώστης χωρίς εύλογη δικαιολογία παραλείψει να συµµορφωθεί µε τις απαιτήσεις του άρθρου αυτού, το Δικαστήριο δύναται, κατόπι αίτησης του επίσηµου παραλήπτη, ή οποιουδήποτε πιστωτή, να κηρύξει αυτόν σε πτώχευση. (4) Κάθε πρόσωπο που δηλώνει γραπτώς ότι ο ίδιος είναι πιστωτής του πτωχεύσαντα δύναται, προσωπικά ή µε αντιπρόσωπο, να επιθεωρεί την περιουσιακή κατάσταση σε εύλογο χρόνο και ν α λαµβάνει αντίγραφο αυτής ή απόσπασµα από αυτή, αλλά κάθε πρόσωπο που ψευδώς δηλώνει ότι ο ίδιος είναι πιστωτής θα είναι ένοχο περιφρόνησης Δικαστηρίου και θα τιµωρείται ανάλογα κατόπι αίτησης του διαχειριστή ή του επίσηµου παραλήπτη. Δηµόσια εξέταση χρεώστη Δηµόσια Εξέταση Χρεώστη 16.-(1) Όταν το Δικαστήριο εκδίδει διάταγµα παραλαβής, εκτός όπως προνοείται από το Νόµο αυτό, θα συνέρχεται σε δηµόσια συνεδρίαση σε ηµέρα που ορίζεται από το δικαστήριο, για την εξέταση του χρεώστη, και ο χρεώστης οφείλει να παραστεί σε αυτή και να εξεταστεί για τη διαγωγή, τις συναλλαγές και περιουσία του. (2) Η εξέταση πρέπει να γίνεται το ταχύτερο δυνατό µετά τη λήξη της προθεσµίας για την υποβολή της περιουσιακής κατάστασης του χρεώστη. (3) Το Δικαστήριο δύναται να αναβάλλει την εξέταση από καιρό σε καιρό. (4) Κάθε πιστωτής που υπέβαλε επαλήθευση, ή ο αντιπρόσωπος του που εξουσιοδοτήθηκε γραπτώς, δύναται, κατά τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, να υποβάλει ερωτήσεις στο χρεώστη αναφορικά µε τις υποθέσεις και τα αίτια της αποτυχίας του. (5) Ο επίσηµος παραλήπτης λαµβάνει µέρος στην εξέταση του χρεώστη, για το σκοπό δε αυτό, αν εξουσιοδοτηθεί ειδικά από το Δικαστήριο, δύναται να διορίζει δικηγόρο. (6) Αν διοριστεί διαχειριστής πριν από την περάτωση της εξέτασης, δύναται να λάβει µέρος σε αυτή. (7) Το Δικαστήριο δύναται να υποβάλει στο χρεώστη οποιεσδήποτε ερωτήσεις κρίνει σκόπιµες. (8) Ο χρεώστης εξετάζεται ενόρκως και είναι υποχρεωµένος να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που το Δικαστήριο υποβάλλει ή επιτρέπει να υποβληθούν σε αυτόν. Τέτοια πρακτικά της εξέτασης όπως το Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει ορθό θα κρατούνται γραπτώς και θα διαβάζονται στο χρεώστη και θα υπογράφονται από αυτόν ή σε περίπτωση αναλφάβητου χρεώστη θα πρέπει να θέσει στα πρακτικά το σηµείο του, και τα οποία, εκτός όπως προνοείται στο Νόµο αυτό θα δύνανται να χρησιµοποιηθούν ως µαρτυρία εναντίον του θα είναι δε τα πρακτικά αυτά επίσης διαθέσιµα σε οποιοδήποτε πιστωτή για επιθεώρηση σε εύλογο χρόνο. (9) Όταν το δικαστήριο είναι της γνώµης ότι οι υποθέσεις του χρεώστη ερευνήθηκαν ικανοποιητικά κηρύσσει µε διάταγµα το πέρας της εξέτασης τέτοιο όµως διάταγµα δεν εκδίδεται εκτός µετά την ηµέρα που ορίστηκε για την πρώτη συνέλευση των πιστωτών. (10) Όταν ο χρεώστης είναι φρενοβλαβής ή πάσχει από οποιαδήποτε πνευµατική ή σωµατική αναπηρία ή ανικανότητα που κατά τη γνώµη του δικαστηρίου τον καθιστά ανίκανο να παρίσταται στη δηµόσια εξέταση του, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγµα για τη µη διεξαγωγή της εξέτασης ή να διατάξει όπως ο χρεώστης εξεταστεί µε τέτοιους όρους, κατά τέτοιο τρόπο και σε τόπο που το Δικαστήριο θεωρεί σκόπιµο.
(11) Κατόπι αίτησης του Επίσηµου Παραλήπτη το Δικαστήριο δύναται να διατάξει όπως υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης µη διεξαχθεί δηµόσια εξέταση του χρεώστη αν κανένας χρήσιµος σκοπός δεν εξυπηρετείται. Σε τέτοια περίπτωση ο Επίσηµος Παραλήπτης επισυνάπτει στην αίτηση κατάθεση του χρεώστη η οποία αφορά τις υποθέσεις και την περιουσία του, καθώς επίσης οποιαδήποτε άλλα έγγραφα, προς ενηµέρωση των πιστωτών ή άλλων ενδιαφεροµένων προσώπων. Αν το Δικαστήριο κρίνει αυτό σκόπιµο, δύναται να διατάξει όπως ο χρεώστης ή οι πιστωτές, ή οποιοιδήποτε από αυτούς, παραστούν κατά την ακρόαση της αίτησης. Συµβιβασµός ή Σχέδιο Διευθέτησης Συµβιβασµοί και σχέδια διευθέτησης 17.-(1) Όταν χρεώστης προτίθεται να υποβάλει πρόταση για συµβιβασµό προς ικανοποίηση των χρεών του, ή πρόταση για σχέδιο διευθέτησης των υποθέσεων του πρέπει, µέσα σε τέσσερις ηµέρες από την κατάθεση της περιουσιακής του κατάστασης, ή µετέπειτα µέσα σε τέτοιο χρόνο ως ο επίσηµος παραλήπτης δύναται να καθορίσει, να υποβάλλει στον επίσηµο παραλήπτη γραπτή πρόταση µε την υπογραφή του ή για λογαριασµό του στην οποία να ενσωµατώνονται οι όροι του συµβιβασµού ή του σχεδίου τους οποίους επιθυµεί να θέσει υπόψη των πιστωτών του και να εκτίθενται λεπτοµέρειες προτεινόµενων εγγυητών ή εµπράγµατων ασφαλειών. (2) Σε τέτοια περίπτωση ο επίσηµος παραλήπτης οφείλει να συγκαλεί συνέλευση πιστωτών, προτού περατωθεί η δηµόσια εξέταση του χρεώστη και αποστέλλει σε κάθε πιστωτή, πριν από τη συνέλευση, αντίγραφο της πρότασης του χρεώστη µε έκθεση γι αυτή και αν κατά τη συνέλευση αποφασιστεί η αποδοχή της πρότασης αυτής µε πλειοψηφία σε αριθµό και σε αξία των τριών τετάρτων όλων των πιστωτών των οποίων τα χρέη τους επαληθεύτηκαν, η πρόταση θεωρείται ότι έγινε δεόντως αποδεκτή από τους πιστωτές και όταν εγκριθεί από το Δικαστήριο θα είναι δεσµευτική για όλους τους πιστωτές. (3) Κατά τη συνέλευση ο χρεώστης δύναται να τροποποιήσει τους όρους της πρότασης του, αν η τροποποίηση, κατά τη γνώµη του επίσηµου παραλήπτη, αποβλέπει στο να ωφελέσει το σύνολο των πιστωτών. (4) Οποιοσδήποτε πιστωτής που έχει επαληθεύσει το χρέος του δύναται να συµφωνήσει ή διαφωνήσει µε την πρόταση µε επιστολή, κατά τον καθορισµένο τύπο, η οποία απευθύνεται στον επίσηµο παραλήπτη µε τρόπο ώστε να παραληφθεί από αυτόν όχι αργότερα από την προηγούµενη ηµέρα της συνέλευσης, και συµφωνία ή διαφωνία ισχύει ωσάν ο πιστωτής να παραβρέθηκε και ψήφισε στη συνέλευση. (5) Ο χρεώστης ή ο επίσηµος παραλήπτης δύναται, µετά την αποδοχή της πρότασης από τους πιστωτές, να απευθυνθούν στο Δικαστήριο για έγκριση της αποδοχής, και ειδοποίηση για το χρόνο που ορίστηκε για ακρόαση της αίτησης πρέπει να επιδίδεται σε κάθε πιστωτή που επαλήθευσε το χρέος του. (6) Δεν γίνεται ακρόαση της αίτησης προτού περατωθεί η δηµόσια εξέταση του χρεώστη. Οποιοσδήποτε πιστωτής που επαλήθευσε το χρέος του δύναται να ακουστεί από το Δικαστήριο σε ένσταση εναντίον της αίτησης, ανεξάρτητα αν σε συνέλευση πιστωτών ψήφισε υπέρ της αποδοχής της πρότασης. (7) Για το σκοπό έγκρισης συµβιβασµού ή σχεδίου που προτάθηκε από συνοφειλέτες, το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί σκόπιµο, και µετά από έκθεση του επίσηµου παραλήπτη ότι είναι καλύτερα να ενεργήσει µε τον τρόπο αυτό, να εξαιρέσει από τη δηµόσια εξέταση ένα από τους συνοφειλέτες αν λόγω ασθένειας ή απουσίας από την Κύπρο κωλύεται αναπόφευκτα από το να παραστεί στην εξέταση. (8) Το Δικαστήριο, προτού εγκρίνει την πρόταση, πρέπει να ακούσει έκθεση του επίσηµου παραλήπτη ως προς τους όρους αυτής, και ως προς τη διαγωγή του χρεώστη και οποιεσδήποτε ενστάσεις που δυνατό να υποβληθούν από ή εκ µέρους οποιουδήποτε πιστωτή. (9) Αν το Δικαστήριο είναι της γνώµης ότι οι όροι της πρότασης δεν είναι εύλογοι, ή δεν υπολογίζεται να ικανοποιήσουν το σύνολο των πιστωτών, ή σε οποιαδήποτε περίπτωση κατά την οποία ζητείται
από το Δικαστήριο όταν ο χρεώστης κηρύχτηκε σε πτώχευση να αρνηθεί την αποκατάσταση, του το Δικαστήριο θα αρνηθεί να εγκρίνει την πρόταση. (10) Αν οποιαδήποτε γεγονότα αποδειχθούν µε την απόδειξη των οποίων το δικαστήριο θα ήταν υποχρεωµένο είτε να αρνηθεί, αναστείλει ή να θέσει όρους για την αποκατάσταση του χρεώστη αν κηρυσσόταν σε πτώχευση, το Δικαστήριο πρέπει να αρνηθεί να εγκρίνει την πρόταση, εκτός αν γίνεται πρόνοια για παροχή εύλογης ασφάλειας για την πληρωµή όχι λιγότερο από πέντε σελίνια στη λίρα για όλα τα επαληθεύσιµα µη ασφαλισµένα χρέη εναντίον της περιουσίας του χρεώστη. (11) Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση το Δικαστήριο δύναται είτε να εγκρίνει είτε να αρνηθεί να εγκρίνει την προταση. (12) Αν το Δικαστήριο εγκρίνει την πρόταση, η έγκριση, βεβαιώνεται µε τοποθέτηση της σφραγίδας του Δικαστηρίου στο έγγραφο που περιέχει τους όρους του προτεινόµενου συµβιβασµού ή σχεδίου, ή τους όρους που είναι ενσωµατωµένοι σε διάταγµα του Δικαστηρίου. (13) Ο συµβιβασµός ή σχέδιο που έγινε αποδεκτό και εγκρίθηκε σύµφωνα µε το άρθρο αυτό δεσµεύει όλους τους πιστωτές, όσον αφορά οποιαδήποτε χρέη που οφείλονται σε αυτούς από το χρεώστη και τα οποία δύνανται να επαληθετούν σε πτώχευση. (14) Πιστοποιητικό του επίσηµου παραλήπτη ότι συµβιβασµός ή σχέδιο έγινε δεόντως αποδεκτό και εγκρίθηκε, εφόσον δεν υπάρχει απάτη, είναι αναµφισβήτητο ως προς την εγκυρότητα του. (15) Μετά από αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόµενου προσώπου το Δικαστήριο δύναται να επιβάλει την εφαρµογή των προνοιών συµβιβασµού ή σχεδίου, βάσει του άρθρου αυτού και οποιαδήποτε παρακοή προς διάταγµα του δικαστηρίου που εκδόθηκε µε την αίτηση θα θεωρείται ως περιφρόνηση Δικαστηρίου. (16) Αν έγινε παράλειψη πληρωµής οποιασδήποτε δόσης που οφείλεται σύµφωνα µε το συµβιβασµό ή σχέδιο, ή αν φανεί στο Δικαστήριο, µετά από ικανοποιητική µαρτυρία, ότι ο συµβιβασµός ή το σχέδιο εξαιτίας νοµικών δυσχερειών ή για οποιαδήποτε επαρκή αιτία δεν µπορεί να εφαρµοστεί χωρίς αδικία ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση προς τους πιστωτές ή το χρεώστη, ή ότι η έγκριση του Δικαστηρίου εξασφαλίστηκε µε απάτη, το Δικαστήριο δύναται, αν τ ο κρίνει ορθό, µετά από αίτηση του επίσηµου παραλήπτη ή του διαχειριστή ή οποιουδήποτε πιστωτή, να κηρύξει το χρεώστη σε πτώχευση και να ακυρώσει το συµβιβασµό ή το σχέδιο, αλλά χωρίς να επηρεάζεται η εγκυρότητα οποιασδήποτε πώλησης, διάθεσης ή κανονικής π ληρωµής, ή πράξης που έγινε δεόντως, βάσει ή σύµφωνα µε το συµβιβασµό ή σχέδιο. Όταν χρεώστης κηρύσσεται σε πτώχευση βάσει του εδαφίου αυτού, οποιοδήποτε χρέος που δύναται κατά τα άλλα να επαληθευτεί, το οποίο συνάφθηκε πριν από την κήρυξη του χρεώστη σε πτώχευση θα επαληθεύεται στην πτώχευση. (17) Αν βάσει ή σύµφωνα µε το συµβιβασµό ή το σχέδιο διορίζεται διαχειριστής για να διαχειρίζεται την περιουσία του χρεώστη και να διευθύνει τις εργασίες του, ή για διανοµή του συµβιβασµού, το άρθρο 26 και το Μέρος V του Νόµου αυτού θα εφαρµόζονται ωσάν ο διαχειριστής ήταν διαχειριστής πτώχευσης και οι όροι πτώχευση, πτωχεύσας και διάταγµα κήρυξης σε πτώχευση περιλάµβαναν αντίστοιχα συµβιβασµό ή σχέδιο διευθέτησης, χρεώστη που ήλθε σε συµβιβασµό ή διευθέτηση, και διάταγµα που εγκρίνει το συµβιβασµό ή το σχέδιο. (18) Το Μέρος ΙΙΙ του Νόµου αυτού εφόσο η φύση της υπόθεσης ή οι όροι του συµβιβασµού ή της διευθέτησης το επιτρέπουν, εφαρµόζεται σε αυτούς, αποδίδοντας την ίδια ερµηνεία στις λέξεις διαχειριστής, πτώχευση, πτωχεύσας και διάταγµα κήρυξης σε πτώχευση όπως στο αµέσως προηγούµενο εδάφιο. (19) Δεν δύναται να εγκριθεί από το Δικαστήριο κανένας συµβιβασµός ή σχέδιο, που δεν προνοεί για την πληρωµή, κατά προτεραιότητα άλλων χρεών, των χρεών που διατάχτηκαν να πληρωθούν κατά τη διανοµή της περιουσίας του πτωχεύσαντα.
(20) Η αποδοχή από πιστωτή συµβιβασµού ή σχεδίου δεν απαλλάσσει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο µε βάση το Νόµο αυτό δεν θα απαλλασσόταν µε διάταγµα αποκατάστασης αν ο χρεώστης είχε κηρυχτεί σε πτώχευση. Αποτέλεσµα συµβιβασµού ή σχεδίου 18. Ανεξάρτητα από την αποδοχή και έγκριση συµβιβασµού ή σχεδίου, ο συµβιβασµός ή το σχέδιο αυτό δεν δεσµεύει οποιοδήποτε πιστωτή όσον αφορά χρέος ή υποχρέωση από την οποία, βάσει των διατάξεων του Νόµου αυτού, ο χρεώστης δεν θα απαλλασσόταν µε διάταγµα αποκατάστασης, εκτός αν ο πιστωτής αυτός συγκατατίθεται στο συµβιβασµό ή το σχέδιο. Κήρυξη Πτώχευσης Κήρυξη πτώχευσης όταν δεν έγινε αποδεκτός ή δεν εγκρίθηκε συµβιβασµός 19.-(1) Όταν εκδίδεται διάταγµα παραλαβής εναντίον χρεώστη, αν οι πιστωτές κατά την πρώτη συνέλευση ή σε οποιαδήποτε αναβολή αυτής µε συνήθη απόφαση τους αποφασίζουν την κήρυξη του χρεώστη σε πτώχευση, ή αν δεν ληφθεί καµιά απόφαση, ή αν οι πιστωτές δεν συνέλθουν ή αν δεν εγκριθεί συµβιβασµός ή σχέδιο σύµφωνα µε το Νόµο αυτό εντός δεκατεσσάρων ηµερών από την περάτωση της εξέτασης του χρεώστη ή εντός τέτοιας περαιτέρω προθεσµίας που το Δικαστήριο δυνατό να επιτρέψει, το Δικαστήριο κηρύσσει το χρεώστη σε πτώχευση και στη συνέχεια η περιουσία του πτωχεύσαντα διανέµεται µεταξύ των πιστωτών του και περιέρχεται στο διαχειριστή. (2) Ειδοποίηση κάθε διατάγµατος που κηρύσσει χρεώστη σε πτώχευση, η οποία αναγράφει το όνοµα, διεύθυνση και περιγραφή του πτωχεύσαντα, την ηµεροµηνία της κήρυξης της πτώχευσης και το Δικαστήριο από το οποίο έγινε η πτώχευση, δηµοσιεύεται στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Δηµοκρατίας και αγγέλλεται σε δύο τοπικές εφηµερίδες, δηλαδή, η µια από τις οποίες εκδίδεται στην Τουρκική και η άλλη στην Ελληνική γλώσσα, µε τον καθορισµένο τρόπο, και για το σκοπό του Νόµου αυτού η ηµεροµηνία του διατάγµατος θα είναι η ηµεροµηνία της κήρυξης της πτώχευσης. Διορισµός διαχειριστή 20.-(1) Όταν ο χρεώστης κηρύσσεται σε πτώχευση ή όταν οι πιστωτές του αποφάσισαν ότι αυτός πρέπει να κηρυχτεί σε πτώχευση, οι πιστωτές δύνανται µε συνήθη απόφαση τους να διορίσουν ικανό πρόσωπο ανεξάρτητα από το αν είναι πιστωτής ή όχι για πλήρωση της θέσης του διαχειριστή της περιουσίας του πτωχεύσαντα, ή δύνανται να αποφασίσουν όπως ο διορισµός διαχειριστή αφεθεί στην εποπτική επιτροπή που αναφέρεται πιο κάτω. (2) Πρόσωπο θεωρείται ότι δεν είναι ικανό να ενεργεί ως διαχειριστής περιουσίας πτωχεύσαντα όταν προηγουµένως παύθηκε από τη θέση διαχειριστή περιουσίας πτωχεύσαντα για κακή διαγωγή ή αµέλεια καθήκοντος. (3) Το πρόσωπο που διορίζεται µε τον τρόπο αυτό πρέπει να παράσχει ασφάλεια για τέτοιο ποσό που θα οριστεί από το Δικαστήριο, το δε Δικαστήριο αν ικανοποιηθεί µε την ασφάλεια, πιστοποιεί ότι ο διορισµός του έγινε κανονικά, εκτός αν ο χρεώστης ή ο πιστωτής ενίστανται στο διορισµό, και το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι ο διορισµός δεν έγινε καλή τη πίστει από πλειοψηφία σε αξία των πιστωτών που ψήφισαν, ή ότι το πρόσωπο που διορίστηκε δεν είναι ικανό να ενεργεί ως διαχειριστής, ή ότι ο δεσµός του ή η σχέση του µε τον πτωχεύσαντα ή την περιουσία του ή µε οποιοδήποτε πιστωτή καθιστά δύσκολο για αυτόν να ενεργεί µε αµεροληψία προς όφελος των πιστωτών γενικά. (4) Ο διορισµός του διαχειριστή ισχύει από την ηµεροµηνία του πιστοποιητικού. (5) Αν δεν διοριστεί από τους πιστωτές διαχειριστής µέσα σε τέσσερις εβδοµάδες από την ηµεροµηνία κήρυξης της πτώχευσης, ή στην περίπτωση που εκκρεµούν ακόµα διαπραγµατεύσεις για συµβιβασµό ή σχέδιο διευθέτησης µε την πάροδο των τεσσάρων εβδοµάδων, τότε εντός επτά ηµ ερών από το πέρας των διαπραγµατεύσεων αυτών µε την άρνηση των πιστωτών να αποδεχτούν, ή του Δικαστηρίου να εγκρίνει, το συµβιβασµό ή το σχέδιο διευθέτησης, ο επίσηµος παραλήπτης οφείλει να αναφέρει το θέµα στο Δικαστήριο και το Δικαστήριο δύναται να διορίσει κατάλληλο πρόσωπο ως διαχειριστή της
περιουσίας του πτωχεύσαντα ή δύναται να διατάξει τον επίσηµο παραλήπτη να ενεργεί ως διαχειριστής. (6) Όταν χρεώστης κηρυχτεί σε πτώχευση µετά τη σύγκληση της πρώτης συνέλευσης των πιστωτών και πριν από την κήρυξη της πτώχευσης δεν διοριστεί διαχειριστής, ο επίσηµος παραλήπτης συγκαλεί αµέσως συνέλευση των πιστωτών µε σκοπό το διορισµό διαχειριστή. Εποπτική επιτροπή 21.-(1) Οι πιστωτές που έχουν δικαίωµα ψήφου δύνανται στην πρώτη ή σε οποιαδήποτε µεταγενέστερη συνέλευση µε απόφαση τους να διορίσουν εποπτική επιτροπή για σκοπούς επίβλεψης της διαχείρισης της πτωχευτικής περιουσίας από το διαχειριστή. (2) Η εποπτική επιτροπή θα αποτελείται από όχι περισσότερα των πέντε και όχι λιγότερα των τριών προσώπων τα οποία κατέχουν το ένα ή το άλλο από τα πιο κάτω προσόντα- (α) το να είναι πιστωτής ή κάτοχος γενικού πληρεξουσίου εγγράφου από πιστωτή, νοουµένου ότι κανένας πιστωτής ή κάτοχος γενικής πληρεξουσιότητας ή γενικού πληρεξούσιου εγγράφου από πιστωτή δικαιούται να ενεργεί ως µέλος της εποπτικής επιτροπής µέχρις ότου ο πιστωτής επαληθεύσει το προς αυτόν χρέος και η επαλήθευση έγινε αποδεκτή ή (β) το να είναι πρόσωπο στο οποίο ο πιστωτής προτίθεται να δώσει γενική πληρεξουσιοδότηση ή γενικό πληρεξούσιο έγγραφο νοείται ότι δεν δικαιούται κανένα τέτοιο πρόσωπο να ενεργεί ως µέλος της εποπτικής επιτροπής µέχρις ότου εξασφαλίσει τέτοια πληρεξουσιοδότηση ή γενικό πληρεξούσιο και µέχρις ότου ο πιστωτής επαληθεύσει το προς αυτόν χρέος και η επαλήθευση γίνει αποδεκτή. (3) Η εποπτική επιτροπή συνεδριάζει σε τέτοια χρονικά διαστήµατα που η επιτροπή από καιρό σε καιρό ορίζει και σε περίπτωση που δεν ορίζεται τέτοιος χρόνος, µια τουλάχιστο φορά το µήνα και ο διαχειριστής ή οποιοδήποτε µέλος της επιτροπής δύναται επίσης να καλέσει συνεδρία της επιτροπής όπως και όταν θεωρεί αναγκαίο. (4) Η επιτροπή δύναται να ενεργεί µε πλειοψηφία των µελών της που παρευρίσκονται στη συνεδρία, αλλά δεν ενεργεί εκτός αν η πλειοψηφία της επιτροπής είναι παρούσα στη συνεδρία. (5) Οποιοδήποτε µέλος της επιτροπής δύναται να παραιτηθεί από τη θέση του µε γραπτή και υπογραµµένη δήλωση την οποία παραδίδει στο διαχειριστή. (6) Αν µέλος της επιτροπής πτωχεύσει ή προβεί σε συµβιβασµό ή διευθέτηση µε τους πιστωτές του ή απουσιάσει για πέντε συνεχείς συνεδρίες η θέση του κενώνεται. (7) Μέλος της επιστροπής δύναται να παυθεί µε συνήθη απόφαση η οποία λαµβάνεται σε οποιαδήποτε συνέλευση πιστωτών, για την οποία δόθηκε επταήµερη ειδοποίηση που αναφέρει το σκοπό της συνέλευσης. (8) Σε περίπτωση κένωσης θέσης µέλους της επιτροπής, ο διαχειριστής συγκαλεί αµέσως συνέλευση των πιστωτών µε σκοπό την πλήρωση της θέσης, η δε συνέλευση δύναται µε απόφαση της να διορίσει άλλον πιστωτή ή άλλο πρόσωπο, που νοµιµοποιείται όπως πιο πάνω, για την πλήρωση της θέσης. (9) Τα µέλη της επιτροπής που παραµένουν, νοουµένου ότι αυτά δεν θα είναι λιγότερα από δύο, δύνανται να ενεργούν ανεξάρτητα από οποιαδήποτε κένωση θέσης της επιτροπής, και όταν ο αριθµός των µελών της εποπτικής επιτροπής που υφίσταται εκάστοτε είναι µικρότερος των πέντε, οι πιστωτές δύνανται να αυξήσουν τον αριθµό ώστε αυτός να µην υπερβαίνει τους πέντε. (10) Αν δεν υπάρχει εποπτική επιτροπή, κάθε πράξη ή πράγµα ή οποιαδήποτε οδηγία ή άδεια η οποία µε βάση το νόµο αυτό επιτρέπεται ή απαιτείται να γίνεται ή να παρέχεται από την επιτροπή δύναται να γίνεται ή να δίνεται από το Δικαστήριο µε την αίτηση του διαχειριστή.
Εξουσία αποδοχής συµβιβασµού ή σχεδίου µετά την κήρυξη της πτώχευσης 22.-(1) Όταν χρεώστης κηρυχτεί σε πτώχευση, οι πιστωτές δύνανται αν το θεωρούν ορθό, οποτεδήποτε µετά την κήρυξη της πτώχευσης, µε πλειοψηφία σε αριθµό και σε αξία των τριών τετάρτων όλων των πιστωτών που επαλήθευσαν, να αποφασίσουν να αποδεχτούν την πρόταση συµβιβασµού για ικανοποίηση των χρεών που οφείλονται σε αυτούς βάσει της πτώχευσης ή σχεδίου διευθέτησης των υποθέσεων του πτωχεύσαντα και στη συνέχεια θα ακολουθείται η ίδια διαδικασία και θα προκύπτουν οι ίδιες συνέπειες όπως στην περίπτωση συµβιβασµού ή σχεδίου διευθέτησης που έγινε αποδεκτό πριν από την κήρυξη πτώχευσης. (2) Αν το Δικαστήριο εγκρίνει το συµβιβασµό ή σ χέδιο δύναται να εκδώσει διάταγµα µε το οποίο να ακυρώνει την πτώχευση και να παραχωρεί την περιουσία του πτωχεύσαντα σε αυτόν ή σε άλλο πρόσωπο που δυνατό, το Δικαστήριο να ορίσει και µε όρους και προϋποθέσεις που το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει. (3) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωµής οποιασδήποτε δόσης η οποία οφείλεται µε βάση το συµβιβασµό ή το σχέδιο, ή αν φανεί στο Δικαστήριο ότι ο συµβιβασµός ή το σχέδιο δεν δύναται να εφαρµοστεί χωρίς αδικία ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ή ότι η έγκριση του Δικαστηρίου λήφθηκε µε απάτη, το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρεί ορθό, µε αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόµενου, να κηρύξει το χρεώστη σε πτώχευση και να ακυρώσει το συµβιβασµό ή το σχέδιο, χωρίς όµως να επηρεάζεται η εγκυρότητα οποιασδήποτε πώλησης, διάθεσης ή πληρωµής ή πράξης που έγινε δεόντως, µε βάση ή σύµφωνα µε το συµβιβασµό ή το σχέδιο. Όταν χρεώστης κηρύσσεται σε πτώχευση µε βάση το εδάφιο αυτό, όλα τα χρέη, που δύνανται να επαληθευτούν κατά τα άλλα και τα οποία συνάφθηκαν πριν από την ηµεροµηνία της κήρυξης σε πτώχευση, θα πρέπει να επαληθευτούν στην πτώχευση. Καθήκοντα χρεώστη αναφορικά µε την αποκάλυψη και ρευστοποίηση της περιουσίας 23.-(1) Κάθε χρεώστης εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγµα παραλαβής θα πρέπει, εκτός αν κωλύεται λόγω ασθένειας ή άλλης επαρκούς αιτίας, να παρίσταται στην πρώτη συνέλευση των πιστωτών και να υπόκειται σε εξέταση και παρέχει τέτοιες πληροφορίες που η συνέλευση δυνατό να απαιτήσει. (2) Ο χρεώστης παρέχει τέτοια απογραφή της περιουσίας του, τέτοιο κατάλογο των πιστωτών και οφειλετών του καθώς και κατάλογο των χρεών που οφείλονται από αυτόν στους πιστωτές του και των χρεών που οφείλονται προς αυτόν από τους οφειλέτες του αντίστοιχα, υπόκειται σε εξέταση για την περιουσία ή τους πιστωτές του, παρίσται σε άλλες συνελεύσεις πιστωτών του, παρουσιάζεται σε τέτοια χρονικά διαστήµατα ενώπιον του επίσηµου παραλήπτη, του ειδικού διαχειριστή ή του διαχειριστή, εκτελεί πληρεξούσια, µεταβιβάσεις, συµβόλαια και έγγραφα και γενικά προβαίνει σε όλες τις ενέργειες σχετικά µε την περιουσία του και τη διανοµή, µεταξύ των πιστωτών του, του προϊόντος της ρευστοποίησης όπως δυνατόν εύλογα να απαιτηθεί από τον επίσηµο παραλήπτη, τον ειδικό διαχειριστή ή το διαχειριστή, ή δυνατό να καθοριστεί από γενικούς κανονισµούς, ή να διαταχτεί από το Δικαστήριο µε οποιοδήποτε ειδικό διάταγµα ή διατάγµατα που εκδίδονται αναφορικά µε συγκεκριµένη υπόθεση, ή εκδίδεται µετά από ειδική αίτηση του επίσηµου παραλήπτη, ειδικού διαχειριστή, διαχειριστή, ή οποιουδήποτε πιστωτή ή ενδιαφερόµενου προσώπου. (3) Όταν χρεώστης κηρυχτεί σε πτώχευση οφείλει να παρέχει κάθε δυνατή συνδροµή για την ρευστοποίηση της περιουσίας του και τη διανοµή του προϊόντος της ρευστοποίησης µεταξύ των πιστωτών του. (4) Αν χρεώστης εσκεµµένα παραλείπει να εκτελέσει τα καθήκοντα του που επιβάλλονται από το άρθρο αυτό ή να παραδώσει την κατοχή µέρους της περιουσίας του, η οποία µε βάση το Νόµο αυτό πρέπει να διανεµηθεί µεταξύ των πιστωτών του και η οποία εκάστοτε βρίσκεται στην κατοχή ή τον έλεγχο του, στον επίσηµο παραλήπτη ή το διαχειριστή, ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτηµένο από το Δικαστήριο για να λάβει κατοχή αυτής, ο χρεώστης, επιπρόσθετα µε οποιαδήποτε άλλη ποινή στην οποία δυνατό να υπόκειται, είναι ένοχος περιφρόνησης του Δικαστηρίου και δυνατό να τιµωρηθεί ανάλογα.
Σύλληψη χρεώστη κάτω από ορισµένες περιστάσεις 24.-(1) To Δικαστήριο δύναται, µε ένταλµα απευθυνόµενο σε οποιοδήποτε αστυνοµικό ή καθορισµένο λειτουργό του Δικαστηρίου, να προκαλέσει τη σύλληψη χρεώστη και την κατάσχεση οποιωνδήποτε βιβλίων, εγγράφων, χρηµάτων και αγαθών που βρίσκονται στην κατοχή του και την κράτηση του χρεώστη και τη φύλαξη των πιο πάνω, σε τόπο και για χρόνο που το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει, κάτω από τις ακόλουθες περιστάσεις: (α) αν, µετά την έκδοση ειδοποίησης πτώχευσης βάσει του Νόµου αυτού, ή µετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του φαίνεται στο Δικαστήριο ότι υπάρχει πιθανή αιτία να πιστεύει ότι είναι ένοχος οποιουδήποτε αδικήµατος που τιµωρείται µε βάση το Νόµο αυτό, ή ότι δραπέτευσε ή πρόκειται να δραπετεύσει για να αποφύγει την πληρωµή του χρέους, για το οποίο εκδόθηκε ειδοποίηση πτώχευσης, ή να αποφύγει επίδοση ειδοποίησης αίτησης πτώχευσης ή να αποφύγει να εµφανιστεί σε τέτοια αίτηση ή να αποφύγει να εξεταστεί αναφορικά µε τις υποθέσεις του, ή διαφορετικά να αποφύγει, καθυστερήσει ή να προκαλέσει δυσχέρειες σ τη διαδικασία πτώχευσης εναντίον του (β) αν, µετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης από ή εναντίον του, φαίνεται στο Δικαστήριο ότι υπάρχει πιθανή αιτία να πιστεύει ότι ο χρεώστης είναι έτοιµος να µετακινήσει τα εµπορεύµατα του µε σκοπό να παρακωλύσει ή καθυστερήσει τον επίσηµο παραλήπτη ή διαχειριστή από το να λάβουν κατοχή των εµπορευµάτων του, ή ότι υπάρχει πιθανή αιτία ώστε να πιστεύει ότι ο χρεώστης απόκρυψε ή πρόκειται να αποκρύψει ή καταστρέψει οποιαδήποτε από τα αγαθά του, ή βιβλία, έγγραφα ή γραπτά τα οποία µπορούσαν να χρησιµοποιηθούν από τους πιστωτές του στην πορεία της πτώχευσης του (γ) αν, µετά την επίδοση σε αυτόν αίτησης πτώχευσης, ή µετά την έκδοση διατάγµατος παραλαβής εναντίον του µετακινεί από την κατοχή του οποιαδήποτε αγαθά αξίας µεγαλύτερης των πέντε λιρών χωρίς την άδεια του επίσηµου παραλήπτη ή διαχειριστή (δ) αν, χωρίς την απόδειξη βάσιµης αιτίας, παραλείπει να παραστεί σε οποιαδήποτε εξέταση που διατάχτηκε από το Δικαστήριο: Νοείται ότι καµιά σύλληψη δεν είναι έγκυρη και νόµιµη µε βάση ειδοποίηση πτώχευσης εκτός αν πριν από ή κατά το χρόνο της σύλληψης του, επιδόθηκε στο χρεώστη η ειδοποίηση πτώχευσης. (2) Το Δικαστήριο δύναται, οποτεδήποτε µετά τη σύλληψη του χρεώστη, να διατάσσει την απόλυση του αφού ο χρεώστης παράσχει ασφάλεια που να ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι δεν θα εγκαταλείψει τη Δηµοκρατία χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. (3) Καµιά πληρωµή ή συµβιβασµός που έγινε ή ασφάλεια που παραχωρείται µετά τη σύλληψη που έγινε βάσει του άρθρου αυτού δεν εξαιρείται από τις διατάξεις του Νόµου αυτού οι οποίες αφορούν δόλιες προτιµήσεις. Επαναποστολή επιστολών χρεώστη σε άλλη διεύθυνση 25. Όταν εκδίδεται διάταγµα παραλαβής εναντίον χρεώστη, το Δικαστήριο µε αίτηση του επίσηµου παραλήπτη ή του διαχειριστή δύναται από καιρό σε καιρό να διατάξει όπως για τέτοιο χρονικό διάστηµα, που δεν υπερβαίνει τους τρεις µήνες όπως το Δικαστήριο κρίνει ορθό, ταχυδροµικές επιστολές, τηλεγραφήµατα και άλλα ταχυδροµικά δέµατα που εστάλησαν στο χρεώστη σε οποιοδήποτε µέρος, ή µέρη τα οποία αναφέρονται στο διάταγµα για επαναποστολή, αποστέλλονται εκ νέου, στέλλονται ή παραδίδονται από το Γενικό Διευθυντή των ταχυδροµικών υπηρεσιών ή τους λειτουργούς του οι οποίοι ενεργούν για αυτόν, προς τον επίσηµο παραλήπτη ή το διαχειριστή, ή άλλως πως όπως το Δικαστήριο διατάσσει, και τα ίδια θα γίνονται κατ ακολουθία. Η υπογραφή του επίσηµου παραλήπτη ή του διαχειριστή σε οποιαδήποτε χρηµατική επιταγή πληρωτέα στο χρεώστη θα αποτελεί επαρκή απαλλαγή αυτού. Έρευνα ως προς τη συµπεριφορά, συναλλαγές και την περιουσία χρεώστη
26.-(1) Το Δικαστήριο, δύναται, µε αίτηση του επίσηµου παραλήπτη ή του διαχειριστή, οποτεδήποτε µετά την έκδοση διατάγµατος παραλαβής εναντίον του χρεώστη, να καλέσει ενώπιον του το χρεώστη ή τη σύζυγο του, ή οποιοδήποτε πρόσωπο για το οποίο είναι γνωστό ή υπάρχει υποψία ότι έχει στην κατοχή του µέρος της πειρουσίας ή που ανήκουν στο χρεώστη ή που φέρεται να είναι υπόχρεο προς το χρεώστη, ή οφείλονται στο χρεώστη, ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο το δικαστήριο δυνατό να θεωρεί ικανό να παράσχει πληροφορίες σχετικά µε το χρεώστη, τις συναλλαγές ή την περιουσία του, και το Δικαστήριο δύναται να απαιτήσει από οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο να προσαγάγει οποιαδήποτε έγγραφα βρίσκονται στη φύλαξη ή στην εξουσία του τα οποία σχετίζονται µε το χρεώστη, τις συναλλαγές ή την περιουσία του. (2) Αν το πρόσωπο που κλήθηκε µε τον τρόπο αυτό µετά την προσφορά σε αυτό λογικού ποσού, αρνείται να εµφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου στο χρόνο που ορίστηκε, ή αρνείται να προσαγάγει οποιοδήποτε τέτοιο έγγραφο, χωρίς να υπάρχει νόµιµο κώλυµα που γνωστοποιείται και γίνεται αποδεκτό από το Δικαστήριο κατά το χρόνο της συνεδρίασης του, το Δικαστήριο δύναται, µε ένταλµα να διατάξει τη σύλληψη και προσαγωγή του για εξέταση. (3) To Δικαστήριο δύναται να εξετάσει ενόρκως, είτε προφορικά είτε µε γραπτό ερωτηµατολόγιο, κάθε πρόσωπο που προσάγεται µε τον τρόπο αυτό ενώπιον του σχετικά µε το χρεώστη, τις συναλλαγές ή την περιουσία του. (4) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την εξέταση του ενώπιον του Δικαστηρίου παραδεχτεί ότι οφείλει στο χρεώστη, το Δικαστήριο δύναται, µε αίτηση του επίσηµου παραλήπτη ή του διαχειριστή, να διατάξει το πρόσωπο αυτό όπως καταβάλει στον επίσηµο παραλήπτη ή το διαχειριστή, σε τέτοιο χρόνο και µε τέτοιο τρόπο που το Δικαστήριο θεωρεί κατάλληλο, το ποσό το οποίο παραδέχθηκε ότι οφείλει ή οποιοδήποτε µέρος αυτού, είτε για πλήρη εξόφληση ολόκληρου του υπό συζήτηση ποσού είτε όχι, όπως το Δικαστήριο θεωρεί σκόπιµο, µε έξοδα ή χωρίς έξοδα της εξέτασης. (5) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την εξέταση του ενώπιον του Δικαστήριου παραδεχθεί ό τι έχει στην κατοχή του οποιαδήποτε περιουσία που ανήκει στο χρεώστη, το Δικαστήριο µε αίτηση του επίσηµου παραλήπτη ή του διαχειριστή, δύναται να διατάξει το πρόσωπο αυτό όπως παραδώσει στον επίσηµο παραλήπτη ή το διαχειριστή την περιουσία αυτή ή οποιοδήποτε µέρος αυτής σε χρόνο και µε τρόπο και µε τέτοιους όρους που το Δικαστήριο δυνατό να θεωρεί δίκαιους. (6) Το Δικαστήριο δύναται, αν το κρίνει σκόπιµο, να διατάξει όπως πρόσωπο το οποίο αν βρισκόταν στην Κύπρο θα υπόκειτο σε προσαγωγή ενώπιον του µε βάση το άρθρο αυτό, εξεταστεί σε οποιοδήποτε άλλο µέρος εκτός της Κύπρου. Αποκατάσταση πτωχεύσαντα 27.-(1) Ο πτωχεύσας δύναται, οποτεδήποτε µετά την κήρυξη του σε πτώχευση, να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο, για έκδοση διατάγµατος αποκατάστασης του, το δε Δικαστήριο ορίζει ηµέρα για ακρόαση της αίτησης, αλλά η αίτηση δεν θα ακούεται προτού ολοκληρωθεί η δηµόσια εξέταση του πτωχεύσαντα. Η ακρόαση της αίτησης διεξάγεται σε δηµόσια συνεδρίαση του Δικαστηρίου, εκτός όταν το Δικαστήριο σύµφωνα µε κανονισµούς που εκδίδονται βάσει του Νόµου αυτού διατάξει διαφορετικά. (2) Κατά την ακρόαση της αίτησης το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει έκθεση του επίσηµου παραλήπτη ως προς τη διαγωγή και τις υποθέσεις του πτωχεύσαντα (περιλαµβανόµενης έκθεσης για τη διαγωγή του πτωχεύσαντα κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας) και δύναται είτε να εκδώσει είτε να αρνηθεί να εκδώσει απόλυτο διάταγµα αποκατάστασης, ή να αναστείλει την ισχύ του διατάγµατος για ορισµένο χρόνο, ή να εκδώσει διάταγµα αποκατάστασης µε όρους αναφορικά µε οποιεσδήποτε απολαβές ή εισοδήµατα τα οποία δυνατόν αργότερα να καταστούν οφειλόµενα στον πτωχεύσαντα, είτε σε σχέση µε τη µετέπειτα εξασφαλιζόµενη από αυτόν περιουσία: Νοείται ότι όταν ο πτωχεύσας διαπράξει πληµµέληµα βάσει του Νόµου αυτού, ή βάσει οποιουδήποτε νοµοθετήµατος που καταργήθηκε από το Νόµο αυτό, ή οποιοδήποτε άλλο πληµµέληµα που συνδέεται µε την πτώχευση του, ή οποιοδήποτε κακούργηµα σχετικό µε την πτώχευση του, ή όταν σε οποιαδήποτε περίπτωση αποδειχτεί οποιοδήποτε από τα γεγονότα που ακολουθούν, το Δικαστήριο πρέπει είτε:
(α) να αρνηθεί την αποκατάσταση, ή (β) να αναστείλει την αποκατάσταση για περίοδο που θεωρεί σκόπιµη, ή, (γ) να αναστείλει την αποκατάσταση µέχρι να καταβληθεί στους πιστωτές µέρισµα όχι µικρότερο από πεντακόσια µιλς στη λίρα (δ) να απαιτεί από τον πτωχεύσαντα ως όρο για την αποκατάσταση του να συναινέσει στη λήψη εναντίον του απόφασης από τον επίσηµο παραλήπτη ή το διαχειριστή για οποιοδήποτε υπόλοιπο ή µέρος του υπόλοιπου των χρεών που δύνανται να επαληθευθούν στην πτώχευση το οποίο κατά το χρόνο της αποκατάστασης δεν ικανοποιήθηκε, το δε υπόλοιπο αυτό ή το µέρος του υπόλοιπου των χρεών να καταβληθεί από τις µελλοντικές απολαβές ή από τη µετέπειτα εξασφαλιζόµενη περιουσία του πτωχεύσαντα µε τέτοιο τρόπο και τηρουµένων τέτοιων όρων που το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει αλλά δεν εκδίδεται διάταγµα εκτέλεσης της απόφασης χωρίς άδεια του Δικαστηρίου, η οποία άδεια δυνατό να δοθεί κατόπι απόδειξης ότι ο πτωχεύσας έχει αποκτήσει µετά την αποκατάσταση του περιουσία ή εισόδηµα διαθέσιµο για πληρωµή των χρεών του: Νοείται ότι, αν οποτεδήποτε µετά την ηµεροµηνία έκδοσης διατάγµατος βάσει του άρθρου αυτού, ο πτωχεύσας ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να δυνηθεί να συµµορφωθεί µε τους όρους του διατάγµατος, το Δικαστήριο δύναται να διαφοροποιήσει τους όρους του διατάγµατος, ή οποιουδήποτε υποκατάστατου διατάγµατος, µε τέτοιο τρόπο και µε τέτοιους όρους που δυνατό να θεωρεί σκόπιµους. (3) Τα γεγονότα που αναφέρονται πιο πάνω είναι: (α) ότι το ενεργητικό του πτωχεύσαντα δεν είναι αξίας ίσης προς πεντακόσια µιλς στη λίρα επί του ποσού των µη ασφαλισµένων υποχρεώσεων του, εκτός αν ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι το γεγονός ότι το ενεργητικό του δεν είναι αξίας ίσης προς πεντακόσια µιλς στη λίρα επί του ποσού των µη ασφαλισµένων υποχρεώσεων του οφείλεται σε περιστάσεις για τις οποίες δεν δύναται να θεωρηθεί δίκαια υπεύθυνος (β) ότι ο πτωχεύσας παρέλειψε να τηρήσει βιβλία λογαριασµών τα οποία είναι συνήθη και κατάλληλα στη διεξαγωγή των εργασιών του και τα οποία αποκαλύπτουν επαρκώς τις επαγγελµατικές του συναλλαγές και την οικονοµική κατάσταση µέσα στα τρία αµέσως προηγούµενα της πτώχευσης του χρόνια (γ) ότι ο πτωχεύσας εξακολούθησε να ασκεί εµπόριο γνωρίζοντας ότι είναι αφερέγγυος (δ) ότι ο πτωχεύσας σύναψε χρέος το οποίο δύναται να επαληθευτεί σε πτώχευση χωρίς να έχει κατά το χρόνο της σύναψης οποιαδήποτε εύλογη ή πιθανή προσδοκία (το βάρος απόδειξης φέρει ο πτωχεύσας) ότι θα ήταν ικανός να πληρώσει το χρέος (ε) ότι ο πτωχεύσας παρέλειψε να λογοδοτήσει ικανοποιητικά για οποιαδήποτε απώλεια ενεργητικού ή για οποιαδήποτε ανεπάρκεια του ενεργητικού να καλύψει τις υποχρεώσεις του (στ) ότι ο πτωχεύσας προκάλεσε ή συνέβαλε στην πτώχευση του µε βεβιασµένες και παρακινδυνευµένες κερδοσκοπικές ενέργειες, ή µε αλόγιστη σπατάλη για τη διαβίωση του, ή µε τυχερά παιγνίδια ή µε εγκληµατική αµέλεια στις επαγγελµατικές του υποθέσεις (ζ) ότι ο πτωχεύσας έχει υποβάλει οποιοδήποτε από τους πιστωτές του σε άσκοπη δαπάνη µε επιπόλαιη ή ενοχλητική υπεράσπιση σε αγωγή που εγέρθηκε κανονικά εναντίον του (η) ότι ο πτωχεύσας προκάλεσε ή συνέβαλε στην πτώχευση του µε το να υποστεί αλόγιστη δαπάνη εγείροντας οποιαδήποτε επιπόλαιη ή ενοχλητική αγωγή (θ) ότι ο πτωχεύσας, µέσα στους τρεις µήνες που προηγούνται της ηµεροµηνίας έκδοσης του διατάγµατος παραλαβής, ενώ ήταν ανίκανος να πληρώσει τα χρέη του όταν αυτά θα καθίσταντο απαιτητά, επέδειξε αδικαιολόγητη προτίµηση σε οποιοδήποτε από τους πιστωτές του