Μιτά απού καμπόσις μέρις τα είπι η δάσκαλους να ξιπαραχώσουν καναδυό κουκόσις για να δουν αν σάπ'σαν ή αν έδουσαν.

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Μιτά απού καμπόσις μέρις τα είπι η δάσκαλους να ξιπαραχώσουν καναδυό κουκόσις για να δουν αν σάπ'σαν ή αν έδουσαν."

Transcript

1 Άλλ(η) τιμουρία; Κλείσιμου στου υπόγειου απ' του σχουλείου. Ένα σκουτεινό μέρους κάτ' απ' του σανιδένιου πάτουμα τσι αίθουσας. Ανοιούσι η δάσκαλους νια μικρή πουρτούλα κι έσπρουχνι τσι τιμουρημέν(οι) μέσα. Ένα μέτρου ύψους είχι ως του νταβάν(ι), χώμα καταή κι γιμάτους πουντικνιές η τόπους, λαχταρνούσις μαναχά μι την ιδέα: «τιμουρία στου υπόγειου!» Έλιγαν τα πιδιά πως η Αλπούς, οχ(ι) μαναχά δεν την σκιάζουνταν αυτήνια την τιμουρία στου υπόγειου, αλλά που κι που χώνουνταν μαναχός τ' μέσα κι κάθουνταν ικεί μι τσι ώρις! Του γιατί, του έμαθάμαν αργότιρα κι ξικαρδίσκαμαν στου γέλιου σα μας του'παν. Η Αλπούς βρήκι μία χαραμάδα στα σανίδια στου νταβάν(ι). Τα σανίδια αυτά ήταν του πάτουμα απ' την πέμπτ(η) τάξ(η). Ακουλώντας ικεί στη χαραμάδα το'να μάτι τ' γκουρλουμένου κι κλειώντας τ'άλλου, έγλιπι μεσ' στην αίθουσα. Τι έγλιπι; Άμα στέκουνταν τυχιρός κι απιρνούσι κάνα κουρίτσ(ι) απού παν', έγλιπι τα μπούτια ως του κιλουτάκ(ι)! Τουν καλάρισι αυτό του μπανιστήρ(ι), αλλά ήθιλι μιτά να δει κι τα κιλουτάκια απ' τα μιγαλίτιρα τα κουρίτσια. Χώθ'κι στου βαθους στου υπόγειου μεσ' στα σκουτάδια, δίχους να νοιάζιτι για πουντίκια κι μπουρμπούνια κι μ'ένα σουιά έβγαλι έναν ρόζου απού νια σανίδα στου πάτουμα στην έκτ(η) τάξ(η). Μιτά, μέρα παρά μέρα ούλου αυτός βρίσκουνταν για τιμουρία στου υπόγειου! Απόμ'νι δεν απόμ'νι στην ίδια ταξ(η), καρφάκ(ι) δεν τουν καίουνταν!

2 Οι κουκόσις του Παυλάκου Η δάσκαλους η Πάσχους είχι τα πιδιά, τα μία χρουνιά μικρότιρα απ' τη μένα. Η Κώτσιους του Κατέρ(η), η Χρήστους του Τέττα, η Βασίλ'ς του Γατή, η Λάμπρης του Μέγα, η Γιώργους του Γιαταγάνα, η Γιώργους του Λάσδα, η Χρυσάκους του Γιανακό, η Κουστάκ'ς του Γιδαράκου, η Θουμάς του Λιάκου, η Θρασύβουλους του Μπάγιου κ'ένα κάρου ακόμα ουνόματα, τα πιρισσότιρα μι τα παρατσούκλια τ'ς, «Τουρίστας», «Αλ Καπόνι», «Ζέρβας», «Γάτα», χώρια μιτά τα κουρίτσια. Η Έφη του Σπανού, η Παρασκιβή του Σδρόλια, η Αθηνά του Κατέρ(η), η Λεν(η) του Βάλλα, η Φούλα του Θέου, η Κατιρίνα του Χαντζιάρα κι άλλα πουλλά. Ίφιρι νια μέρα ένα τρουβά κουκόσις να τσι φ'τέψουν τα πιδιά στου χώμα, για να μάθουν τα πως η σπόρους γένιτι δέντρου! Ιμείς αυτό του πείραμα το'κανάμαν μ'ένα φασούλ(ι) π'όπους μας είπι η δάσκαλους του κανουνικό τ' το'νουμα είνι «φασίολος ο κοινός!» Τα πιδιά τώρα απ' την τάξ(η) του δάσκαλου του Πάσχου, έσκαψαν γουρνούλις πίσου απ' του σχουλείου κα τη μιριά του Κουρκόντζιαλου κι παράχουσαν απού μία κουκόσια σι κάθι τρύπα. Μιτά απού καμπόσις μέρις τα είπι η δάσκαλους να ξιπαραχώσουν καναδυό κουκόσις για να δουν αν σάπ'σαν ή αν έδουσαν. Σκάβουν στη νια μιριά, σκάβουν κα την αλλ'νή, δίπλα, παραδίπλα, τίπουτα ντιπ, τζίφους! Καλνάν κι μας να βουηθήσουμι, σκάβουμι παραπέρα, παραδώθι, παρακείθι, π'θινά κουκόσις, ούδι μία για φόλους! Ειδουποιάμι του δάσκαλου! Έφτασι αυτός φουρτσάτους να δει απού κουντά. Ματασκαλνάμι ιμείς τα χώματα, αλλά δε βρέθ'κι κουκόσια ούτι για ιλιάτσ(ι)! Άφανις ούλις! -«Ού ρι θάμα τουν θαμάτουν!» -«Θάμα, θάμα!» φώναζαν τα πιδιά. -«Αν ήταν τέτοια τα θάματα βρε γκαφάλια.» μουρμούρ'σι η Πάσχους ινώ μας άρπαζι έναν-έναν απ' τ'αφτί. -«Λέγε, ποιος έφαγε τα καρύδια; Την αλήθεια!» -«Ώι, δε ξέρου γω!» -«Ποιος ξέρει; Η θκεια η Μαλάμου; Μαρτύρα!» Μουγγαμάρα, άχνα δεν έβγανι κάνας. Πέσαν καμπόσις σβουριχτές κι ανάπουδις φάπις, μιταξύ «δικαίων και αδίκων», ως απ' βγήκαν κάτις μιτριμένις μι του τσιγκέλ(ι) κουβέντις κι ως συνήθους του βάρους έπισι στουν Αλ Καπόνι, απού'νταν πρώτους στσι αλιμούρις. 'Κείνουν τουν κιρό ότις ζαβουλιά κι παλαβουμάρα γένουνταν κι δε πιάνουνταν στα πράσα η αίτιους, στου τέλους φουρτώνουνταν ούλα στουν Αλ Καπόνι. Του γκόλ'σαν αυτό του κουτσάκ(ι) κι λουγουδουτούσι η έρμους αράδα!

3 Η Αλ Καπόνι ήταν απού'νταν σαρδανάπαλους, κράταγι όμους κι του στόμα τ' ντιπ κλειστό, φιρμουάρ! Την έκανι δηλαδή, δεν την έκανι τη παγαπουντιά, δε μαρτύραγι τίπουτα. Τάφους! Μούτους ντιπ, όχ(ι) μαναφούν'κους, να τα φουρτών(ει) σι αλλ'νούς. -«Ιί, σώθ'κις τώρα. Αυτός η μουσχιός καρτιράς να κρίν(ει); Μι του βίντζιου. κι πάλι δε τα βγάν(ει)!» του παραδέχουνταν ούλ(οι) αυτό. Στην παρέα τ' η Αλ Καπόνι ήταν πέρα για πέρα μπισαλής, ούτι αμούργαστους, ούτι αχόρταγους, αλλά απλουχέρ'ς μι του παραπάν στη μοιρασιά. Ένα θκο τ', δυο στουν άλλουν έδουνι απ' τα μουφ'σμένα. Τίπουτα δεν άφ'νι αμέραγου για πάρτι τ'. Πανταέξυπνου πιδί, τζιμάν(ι), τη φέξ(η) απ' τα μάτια σ'έπιρνι η μπαγάσας, καλίγουνι τουν ψύλλου άμα ήθιλι. Στου σχουλείου όμους ήταν ντιπ γκρας, δεν ανοιούσι βιβλίου για να μη φύγουν έλιγι απού μέσα τα γράμματα, σκράπας, τα φόρτουνι ούλα στουν κόκουρα, γρι δε χαμπάρ'ζι απού προυσθέσεις κι αφιρέσεις στουν πίνακα, αλλά του ανιξήγητου ήταν ότις στου τριανταένα, στα χαρτιά, κέρδαγι ούλουένα, μιτρώντας μι τα δάχ'λα κι λουγαριάζουντας αστραπή! «Ουχτώ κι 'φτα δικαπέντι κ' έξ(ι) εικουσιένα κι παπάς τριανταένα! Στάξτι τα!» Απόμ'νι δεν απόμ'νι στην ίδια τάξ(η), πινταρούλα τσακ'στή δεν τουν ένοιαζι! -«Σιγά τα λάχανα!..» έλιγι, «.στα παπάρια μ'!» «Που θα φτάσ(ει) αφνή η ακαριπιά τ' άμα μιγαλώσ(ει) αυτό του πιδί, π'ότ(ι) του κουπών(ει) φκιάν(ει);!» θαμαίνουνταν η κόσμους. Αυτός όμους του χαβά τ'. Έκουβι η γκλάβα τ', κι δε λουγάριαζι καέναν. Πρώτα συνουιένταν μι του μυαλό τ' κ'ύστιρα δεν έκανι πίσου ούτι μι σφαίρις! Μάνα τσι καραβίδα ήταν, τιτραδόκιμους, δεν κώλουνι π'θινά για π'θινά. Μαναχά νια βουλά την πάτ'σι κ'έκανι μία χουντράδα, απ' τουν άφ'σι κατ'μέρ(ι). Πάλ(ι) καλά δηλαδής γιατί θα μπουρούσι ν'απουμείν(ει) κι στουν τόπου μι τη χαζουμάρα πό'κανι. Πόσα κι πόσα πιδάκια δε σακατεύκαν κι απόμ'ναν ντιπ παραϋλά κι παρασάνταλα, παίζουντας μι χειρουμουβίδις απ' τσι βρήκαν στα ρέματα κι τσι ζαγάλιβαν.μι τσι ώρις μας φιλουγούσι τέτοια παθήματα κι μας διάταζι αράδα η γιαγιά η Λισάβου. Τούτην τη φουρά η Αλ Καπόνις μούφ'σι καλώδια μι δυναμίτις απ' του μέρους πό'βανι φουρνέλα η ΜΟΜΑ κι πήγι ν'ανατινάξ(ει) για χαβαλέ νια κουτσ'πιά κατ' στου Πλάι. Έτσ(ι) τουν κούπουσι, έτσ(ι) έκανι! Έμπαξι φουτιά τα καλώδια αλλά όπους ήταν αυτά μπιρδιμένα, ως π'να τσούξ(ει) κι του τιλιφταίου έσκασαν οι δυναμίτις απ' τα πρώτα, στα χέρια τ'. Έγινι χαμός, τσι κακουμοίρας! Τσιατσιαλίσ'καν λίγου τα δάχ'λα τ' στην ακρούλα κι 'φτυχώς τη γλίτουσι μι τα μούτρα τ' κόσκινου, η θιουσκουτουμένους! Για τσι κουκόσις τώρα, όπους πάντα, του πλιότιρου του ξύλου μπάκι μαρτ'ρήσ(ει) το'φαγι η Αλ Καπόνις. Αυτός η δόλιους άστριχι τσι σφαλιάρις σα να'νταν χάδια. -«Εσύ το έκανες, ε; Θα το ξανακάνεις;» τουν ρουτούσι η δάσκαλους, αλλά στου κουφού τη πόρτα όσου θέλεις βρόντα. Ούτι ναι, ούτι όχ(ι), μούγκα η Αλ Καπόνις. Έραψι του στόμα τ' κι ήπχι του αμίλητου νιρό, ντιπ μουσχιός, δε μπα να ρουτούσι

4 βαρώντας τουν ως του βράδ(υ) η δάσκαλους! Απού μέσα τ' όμους έκλιγι η δόλιους κιας μη δάκρυζι. Προυδίνουνταν σι αυτό, νιας κι δε μπουρούσι να κρατήσ(ει) τ'ανάφιρμα. «Αάγχ κι αάγχ», αναφέρνουνταν αράδα, αλλά κατά τ'άλλα, κιχ! Έτσ(ι) όμους απόμ'ναμαν ούλ(οι) μι την ιδέα ότις αυτός την έκανι τη κουτσουκέλα. Μιτά όμους απού κάμπουσις μέρις, πως τουν ήρθαν τα γίδια κι μας λέει πως δε τσι ξάμουσι αυτός τσι κουκόσις! -«Άι, μη μας τα στρίβ'ς τώρα!» -«Ούι! Του παραδέχ'κα ιγώ πουτές;» -«Κι τι κάνουμι τώρα;» -«Σα τ'απουτώρα!..» ξικαρδίσ'κι η Αλ Καπόνις, «.ψάξ'τι αλλού τουν αίτιου!» Μας έζουσαν ιμάς πάλι τα φίδια. Νια χαρά τη βόλιψάμαν σα τα φουρτώθ'κι ούλα αυτός, τώρα όμους ποιος άντιχι ξανά μανά ανακρίσεις κι σφαλιάρις. Αρχίν'σι σι λίγου πάλι του ξόμπλιασμα. Η τέτοιους, η πάντοιους, ακούσ'καν μιτά κι καναδυό ουνόματα, ότις τάχα τσι γκούρλουσι η Τουρίστας μι την παρέα τ'. Πέρασι κιαυτός απού χίλια κόσκινα, αλλά η κάθι αυτού αίτιους δε φανιρώθ'κι πουτές, γιατί η Τουρίστας, άλλους διαόλ(ου) κάλτσα αυτός, μία έλιγι τσ'έφαγι ου τάδι, μία ου δείνα, που να βγαλ'ς άκρια. Αυτό μαναχά μιτά απού χρόνια, κάνα Δικαπινταύγουστου απ' μαζέβουμάστι ούλ(οι) στη Βρύσ(η), κατ' απ' τουν πλάτανου, μπουρεί να ανακαλυφτεί! Ως π'να μπιτίσ(ει) πάντους κι να ξιχαστεί αυτή η ιστουρία, αρχίν'σι μία άλλ(η), ακόμα πιο σουφλιρή! Ποιοί διαόλ(οι) έβαλαν πινέζις απάν στην καρέκλα του δάσκαλου, λίγου προυτού καθίσ(ει) στην έδρα; 'Φτυχώς τσι πήρι του μάτι τ', κι δεν έκατσι, ειδάλλους θα πιτάγουνταν ως του νταβάν(ι) απ' του σούφλιμα! Αυτή τη φουρά δε πήρι η μπόρα τουν Αλ Καπόνι, αλλά πλήρουσαν ακριβά τη νύφ(η), φταίχτις ή αθώοι, αυτοί ξέρουν, ένας η Κώτσιους του Κατέρ(η) κι μιτά η Βύρους του Καρακώστα, η Λάμπρης του Μέγα, η Τάκους του Μαυράκ(η) κι καναδυό ακόμα απ' τσι πιο ζαβουλιάρ'δις. Κι αυτό πάντους θέλ(ει) ξόμπλιασμα κάνα καλουκαίρι στη Βρύσ(η). Μια ακόμα ξιαναστραμάρα απ' δε μαθέφ'κι ποιοι ζουρζουβούλ'δις τη σκάρουσαν, ήταν από'βαλαν τιντουμένου σύρμα για πιδούκλ(ι) στου δρόμου, στη στρουφή στα Πιφκάκια, για να κόψ(ει) φόρα η αστική κι να κουλλήσουν αυτοί απού πίσου, χουρταίνουντας καβαλίκα ως του Καρκατσιόλ(ι) οπ'θα ξικουλλούσαν. Αυτό το'γλιπα μιτά όνειρου στουν ύπνου μ' κι απιτάγουμαν απάν, ξυπνώντας καταϊδρουμένους. 'Νειρεύουμαν ότις ήμαν μέσ' στην αστική κι πως πατώντας απότουμου φρένου η ουδηγός κουλουγύρ'σι αυτή κι αρχίν'σι να γκουρδουγκυλιώτι στου κατήφουρου, ως κατ' στ'αγίασμα, μι μας μέσα να φέρνουμι σφούρλις! Στ' αλήθκια τώρα, γλέπουντας η ουδηγός του σύρμα στου δρόμου, παραλίγου έλλειψι να του φουσκώσ(ει) στου χαντάκ(ι) του λιουφουρείου. Σα κατάλαβαν τα πιδιά τη ζημνιά π'θα γέννουνταν, το'βαλαν στα πουδάρια κουσεύουντας σιακάτ κα

5 τα ντάμια κι αξαφανίσ'καν μέ' στου ρέμα στα Κατσιούργια. Μόλις ήρθι η αστική στη Βρύσ(η), μαρτύρ'σι η ουδηγός τι έπαθι κι την άλλ(η) τη μέρα στου σχουλείου, μέχρι αστυνουμία μας φουβέρ'ξαν πως θα ρθει, για να βριθεί η αίτιους. Τότις διαδώθ'κι κιόλας, πως τάχα βγήκι μία ένισ(η) απ' λέγιτι «ορός της αλήθειας», στη βατσινώνουν θελ'ς δε θελ'ς κι μιτά ότ(ι) σι ρουτάν, ισύ λες μαναχά την αλήθκεια! Ότις ξέρ'ς κι δε ξέρ'ς τα βγαν'ς ούλα στη φόρα! Σκιάχκαμαν όσου δε παίρν(ει)! Πέντι-πέντι μας πήγι σα τ'άξαμαν αυτό του νέου, γιατί λίγου πουλύ, όσου να'νι ούλ(οι) μας, καπ' την είχαμαν λιρουμέν(η) τη φουλιά μας! Πέντι-πέντι μας πήγι μία ακόμα φουρά, σα μας είπι η δάσκαλους πως θα μας πάει να ιξουμουλουγηθούμι στουν παπά, στην ικκλησία. -«Άρα κακάβα.μη σικλιτίζισι τζιάπα.» μ'έδουκι θάρρους η γιαγιά η Λισάβου, «.η παπάς κι μεις οι τρανοί έχουμι τσι πλιότιρις αμαρτίις, σι σας τα πιδούλια δε πιάνουντι αμαρτίις! Ώι- ώι.» -«Ισύ τι αμαρτία να έχ'ς γιαγιά;» -«Αμ πως κι δεν έχου.ια, κιαπού βουγκάου, αμαρτία είνι.δόξα του Θιό πρέπ(ει) να λιέου!» -«Ιί χα, σιγά την αμαρτία!» Άμα μαρτ'ρούσαμαν ιμείς ούλις τσι αμαρτίις, σκέφ'κα, δε θα μας ξέπλυναν χίλια πουτάμια! Ιδίους στου κλέψιμου, είμασταν τζιμάνια! Δεν άφ'ναμαν πρώτα-πρώτα κουρουμπλιά για κουρουμπλιά κι δέντρου πουρκό απ' να μη του ριμάξουμι. Οι πιο μάγκις έκλιβαν κιαπ' τα μαγαζιά στη Βρύσ(η). Σούφρουναν απ' τα ράφια ότ(ι) έπιανι τ' απλόχιρου τ'ς, μαντουλάτα, στραγάλια, μαντζιούνια.η Λάμπρης του Ζήσ(η) βρήκι ένα κινούργιου κόλπου για να τσακών(ει) τσι κλέφτις στα πράσα. Έστησι καθρέφτις σι πουλλές μιριές μεσ' στου μαγαζί κι ινώ αυτός, ας πούμι, ήταν στου υπόγειου, τηρούσι απ' τη γλαβανή στουν καθρέφτ(η) στου νταβάν(ι) κι σ'έγλιπι! -«Εέέέπ, χαμούρα, βγάλι απ' του σουκόρφ(ι) τη σαρδιλουμάνα!» Μια, δυο, τρεις φουρές, θάμαξαν τα πιδιά για τη μαντιψιά τ', αλλά την ψιλιάσ'καν στου τέλους τη δ'λεια. Άπλουνι η Αρχουντής του χέρι τ' κι αντί να βουτήξ(ει) μία κουσέρβα, απλουχέριαζι δυο μαζί σα να'νι μία! Ήξιρι απ' τουν έγλιπι η Λάμπρης, αλλά δε χόλιαζι! Έστριβι λίγου πλάτ(η) στουν καθρέφτ(η), άφηνι τη μία στου σουκόρφι κατάσαρκα, όπους είδι η Λάμπρης κι την άλλ(η) την έχουνι ταγλήγουρα μεσ' στου βρακί. -«Εέέέπ μάγκα.» φώναζι η Λάμπρης μόλις ανέβινι απ' του υπόγειου, «.στάξι τη σαρδιλουμάνα απ' του σουκόρφ(ι) κι μιτά φέγα!» -«Μάάάγους είσι ή βουηθός σιρίφ(η);!» θαμαίνουνταν τάχα η Αρχουντής, βγάνουντας τη μία κουσέρβα απ' τη φανέλα τ'. Απ'όξου τουν καρτέραγαν τ'άλλα τα πιδιά κι ξαφανίζουνταν μιτά ούλ(οι) μαζί, κατ απ' την πλατεία, να φαν τη σαρδιλουμάνα, ρουφώντας ως κι του λάδ(ι)! «Άάάι, νουστιμιά!»

6

7 Η θκος μας η δάσκαλους Στου σχουλείου μας, άμα προυβάσ'κις στη Πρώτ(η) κι στη Διφτέρα, ε μιτά κ'τσα στραβά τσι απιρνούσις τσι τάξεις, γιατί όσου να'νι τρανέβ'ς, μυαλών'ς λίγου κι αλλάζουν πουλλά πράματα. Πρώτα-πρώτα δε κάν'ς μάθημα μι δασκάλα, αλλά σι παίρν(ει) δάσκαλους. Ιμάς μας άφ'σι η δασκάλα μας κι μας πήρι η άντρας τ'ς στην Τρίτ(η), κουντά στα σαράντα άτουμα, πιδιά κι κουρίτσια. Η θκος μας η κύριους βαρούσι κι αυτός, αλλά μαναχά αν είμασταν ντιπ κούτσουρα. Ιγώ ήμαν απ' τσι καλοί, ως κι κουμπαρά πήρα στην έκθισ(η), αλλά νια μέρα γύρ'σα στου σπίτ(ι) φουρτουμένους μ'ένα μιγάλου στρόγγυλου κόκκινου μηδέν πό'πιανι όλου του φλάκου στου τιτράδιου. Στη τιλιφταία την σειρά έγραφι του αίτιου: «Παίζει μπάλα στη Στρατώνα!!!» Έτσ(ι) την ανάπουδ(η) απ' δε μι φούσκουσι η δάσκαλους, την έφαγα απ' τουν πατέρα μ'! Ότ(ι) κι να'κανις πάντους, κάπουτις θα την έτρουγις την ξυλιά! -«Όλα τα χέρια επάνω στο θρανίο, αμέσως!» Ώι, ώι! Τηρούσαμαν μι τρόμου ούλ(οι) τα νύχια μας κι τότις μας έρχουνταν τα γίδια! Άκουπα κι κατάμαυρα, όποιους πρόφτινι λάχα-λάχα κι τα μαδούσι μι τα δόντια, τη γλίτουνι τη βιτσιά. Μιτά όμους έρουνταν άλλους έλιγχους: «Ποιος δεν έντυσε ακόμα τα τετράδια με μπλε κόλα;» Καμπόσις φουρές μας κουρόϊδιβι η δάσκαλους, ιδίους σα μιλούσαμαν ντιπ χουριάτ'κα. -«Όλοι τα τετράδια ανοιχτά στο θρανίο για να δω αν γράψατε εκατό φορές την πρόταση που σας έβαλα.που είναι Σοφοκλή;» -«Αστόξα κύριι.αστόξα!» -«Αστόόόξα; Τι είναι αυτό;» Βάάάπ μι τη βίτσα! -«Που είναι η πρόταση Πάνο;» -«Μμμ.Αστόιασα κύριι.» -«Αστόόόιασα; Άλλο αυτό!» Βάάάπ βιτσιά! -«Εσύ Χρυσόστομε;» -«Μπίτ'σαν τα φύλλα κύριι.» -«Μπίίίτ'σαν;» Βάπα στ'αφτιά κι άστραμμα μία στην αμπούκα πατ-πατ διπλή, κανουνικιά κι ανάπουτ(η)!

8 Μιτά ήρθι η σειρά μ'! Φιλλουργούσα ματαφιλουργούσα του τιτράδιου αλλά ούτι μία φουρά δεν είχα γραμμένου τίπουτα, όχ(ι) ικατό απού'θιλι η δάσκαλους! Του κακό όμους ήταν απ' δε μ'έρουνταν στου μυαλό κανιά ιλλινικούρα για να μπαλώσου τα πράματα.αστόξα είπι η Σουφουκλής, την έφαγι τη βιτσιά, αστόιασα η Πάνους, πάλι δε γλίτουσι.τι απόμ'νι να πω; -«Που είναι, να δω;» ακούσ'κι βαριά η φουνή απάν απ' του κιφάλι μ'. Μ'έπιασι κρύους ιδρώτας. Του μυαλό μ' ντιπ στέρφιψι, σταμάτ'σι κι δε κατέβαζι κανιά ιδέα. Το'κλουθα απουδώ, το'κλουθα απουκεί.τουν κακό μ' του φλάρου.τίπουτα ντιπ! Ια όμους πέτιμι, πως μ'ήρθι στ'άξαφνα η ιπιφοίτησ(η) του Αγίου Πνεύματους, έφιξι η γκλάβα μ' κι άκ'σι νια φουνούλα;! «Αστόξα πρέπ(ει) να πεις, αλλά διουρθουμένου, όχ(ι) στα χουριάτ'κα!» -«Αστό.χεσα, κύριι» είπα τριμουλιαστά. -«Στον απόπατο ή στην εξοχή;» μι ρώτ'σι γιλώντας η δάσκαλους, ινώ μ'έκανι νόημα ν'ανοίξου την απαλάμη μ'. Την ώρα απ' κατέβινι μι φόρα η βίτσα, δεν άντιξα να τη φάου, θυμήθ'κα του Νίκου του Κουλουβό απ' το'κανι συχνά του κόλπου κι το'κανα τώρα κι γω! Μάζιψα απότουμα τ'απλουμένου χέρι μ' κι γκάάάου κουπανάει η βέργα απάν στην κόχ(η) απ' του θρανίου κι τσακιώτι στα δυο! Γλίτουσα έτσ(ι) τη βιτσιά αλλά όχ(ι) όμους κι του σβουριχτό διπλό πάταρου, π'άστραψι στσι αμπούκις μ'! -«Αύριο θα φέρεις μία καινούργια, πουρδαλίσια!» πρόσταξι κι μι καταβουλάδιασι σι ούλ(η) την τάξ(η)! Καμπόσα κουρίτσια τα καταφέρναν κι μιλούσαν όπους στσι πόλεις, μι του σεις κι μι το σας. Μας του παίζαν γλεπ'ς σαλουνάτις, μη μου άπτου! Πάντους όποιους απού μας προυσπάθαγι να τσι 'μνοιασ(ει), του μπιλιά τ' ίβρισκνι: -«Ποια είναι η πρωτεύουσα του νομού Ευβοίας;» -«Η Χα-λι-κίίί-δα, κύριε!» -«Κυριά κι λιβάνια! Δηλαδή Χρήστο, την Όλγα να τη λέμε Ό-λι-γα, από δώ και πέρα! Για, να ακούσω τι μέρα έχουμε σήμερα;» Έεε, αυτό του ξέραν κ' οι πέτρις! Αλλά όποιους σκράμπας βιάζουνταν κι αμουλούσι κάνα: -«Πέέέφτ(η)!» Έπιφτι η βίτσα βάάάπ!

9 Πίσου απού μένα κάθουνταν στου θρανίου η Αγουρή του Σδρόλια μι τη Λέν(η) του Μπαλουμένου, κουρίτσια ξικουρίτσια, χόρτασαν κι αυτές ξύλου! Του πλιότιρου όμους, μι του καντάρ(ι) απ' λεν, πρέπ(ει) να το'φαγι η Γιώργους τ' Αναστασόπουλου κι μιτά η Λίας του Μπρακατσούλα, η Πιδ'ς του Βουλγαράκου κιαπού κουντά έρχουνταν η Κουστάκ'ς του Σδρόλια μι του Γιώργου του Παγών(η). Απ' τα κουρίτσια, του προυτείου μάλλουν του είχι η Πουλυτύμν(η) του Κατέρ(η). Είπαμαν, απού ξιραμάρα δε λουγούσαν τότις οι δάσκαλ(οι)! Η σουτηρία για μας ήταν του κουδούν(ι)! Ένα μι τη καρδιά μας τουν είχαμαν αυτόν του χτύπου. Μόλις ακούουνταν στην αίθουσα, σταμάταγι του μαρτύριου κι αμουλιώμασταν στου προυαύλειου αλαλάζουντας σα παλαβοί! Μέσα απόμ'νι μαναχά ένας. -«Ο επιμελητής, να μου πει ποιοι δε φέραν σήμερα ξύλα και δεν έχουμε ζέστα;» κρύα κι παγιρή η φουνή απ' του δάσκαλου, τσάκ'ζι κόκαλα. Πέρα απ' τα γράμματα, είχαμαν κι αυτή την έγνοια. Σα χινουπόριαζι έπριπι κάθι μέρα μαζί μι τη τσιάντα, να κουβαλάμι στου σχουλείου κιαπού ένα ξύλου για τη σόμπα. Όσις φουρές δεν είχαμαν κουμμένα στα σπίτια μας, δεν άφ'ναμαν φράχτ(η) για φράχτ(η) αχάλαγου. Τίπουτα σαπίλια, χλουρά, ξηρά, άναφταν δεν άναφταν, σών(ει) να μη πας μι άδεια τα χέρια. Αν δεν ίφιρνις ξύλου, για τιμουρία απόμ'νις μέσα, στου διάλειμμα. Τι άλλου χειρότιρου! Του διάλειμμα στου προυαύλειου ήταν η παράδεισους! Πρώτου πιχνίδ(ι), η μπάλα! Του μέρους όμους για δίτιρμα, το'πιαναν μι του έτσ(ι) θέλου, τα μιγάλα πιδιά, απ' χουρίζουνταν σι Πέμτ(η)- Έκτ(η). Ιμείς τα μικρότιρα έπιζάμαν σκατούλια, π'θαμούλις, κυνηγητό, γουρνούλις, πιρνάει-πιρνάει η μπούρμπουνας κ'ένα σουρό άλλα. ως κι κακαβάκ(ι), κατ'ρώντας στα κρυφτά, πίσου στου Κουτσιόγκουλου! Οι μιγαλίτιρις τάξεις έπιζαν γουτς(ι), ζιμ, καβαλαράκια, ινώ τα κουρίτσια είχαν τα θκα τ'ς τα πιχνίδια. Πινακουτή, σκοινάκ(ι), κ'τάκια, μηλάκια, τυφλουπανίτσα ή φλουπανίτσα κι άλλα πουλλά κι τραγουδιστά. «Γκέο βαγγέο», «Δε περνάς κυρά Μαρία», «Α μπε μπα μπλομ», «Πούντο πούντο το δαχτυλίδι», ινώ πουλλές φουρές τα'βανι η δάσκαλους κι χόριβαν τρόιρα απ' τουν μιγάλου πλάτανου. «Πέρα στους πέρα κάμπους.» Κρατούσαν πουλύ ώρα τα διαλείμματα κι πρόφτινάμαν να παίξουμι πουλλές λούμπις στα πιχνίδια ως π'να ματαβαρέσ(ει) για μέσα του κουδούν(ι). Πουλλές φουρές έπιανάμαν τα κούτσ'κα, απ' τσι μικρότιρις τάξεις κι τα κουρόϊδιβάμαν. -«Τακούλ(η), έχου σιλειπηνούς κι σηκουβάρα, θελ'ς για καλουσκέργιου λίγου;» -«Νομ', νια τσιντζούλα.» -«Τι είπαμαν θέλ'ς;» -«Σηκουβάρα!» Βάάάπ, έτρουγι νια ξιγυριστή σβιρκιά η Τακούλ'ς.

10 -«Τι βαρείς α, τι βαρείς;» -«Βρε χλιάρα, ισύ δε μ'είπις τώραϊά, σήκου βάρα; Ε, σ'κώθκα κι σι βάρισα!» Κλαψούρ'ζι η παθός, όχ(ι) τόσου απ' τη σβιρκιά, όσου απ' του πιργέλαμα πο'τρουγι! Άι, μιτά τηρούσαμαν να ξιμουναχιάσουμι κάναν άλλουν μικρότιρου. -«Έλα Λαμπράκου να παίξουμι, ιγώ θα λέου μία πόλ(η) κι συ θα λες την ίδια, βάνουντας μπρουστά ένα κο.» -«Τί;» -«Τίγκακας στ'αφτί! Ια, θα σι λέου, ας πούμι Τρίκαλα κι συ θα λες, κο Τρίκαλα, Βόλους, κο Βόλους. Καταλαβιρτούγκους; Αρχινάμι! Καρδίτσα!» -«Κο Καρδίτσα!» -«Αθήνα!» -«Κο Αθήνα!» -«Λαμία!» -«Κο Λαμία!» Βάάάπ, την έτρουγι σαλιουμέν(η) στου σβέρκου η Λαμπράκ'ς κι πατούσι τα κλάματα. -«Δε μ'είπις ρα καζανουκέφαλι να σι κουλήσου μία; Κόλα μία δεν είπις; Ιγώ φταίου απού'σι χαφταγκούρας; Τι κλαις τώρα, σα γυναίκα; Γκαρίλα, έ γκαρίλα!»

11 Συσσίτιου στου Πουρνάρ(ι) Στου Δημουτικό τα μισ'μέρια, μόλις τέλιβι του μάθημα, πάεινάμαν μιτά, γραμμή ούλα τα δασκαλούδια στ'απάν του σχουλείου, στου Πουρνάρ(ι) για συσσίτιου. Απ'αυτό του μέρους πιρνούσαμαν κι κάθι προυί, βαστώντας στα χέρια ένα αλουμινένιου κανατάκ(ι), για να πιούμι γάλα σκόν(η). Έμπινάμαν στη σειρά κι μας έδουναν οι γυναίκις, μι μία κουτάλα, βραστό γάλα, απ' του καζάν(ι). Όσις φουρές είχι κακάου κ'ήνταν νόστιμου του ρουφούσαμαν ανιχόρταγα βουτώντας μέσα κι κουμματίνις ψουμί. Τσι πλιότιρις όμους φουρές πότις ήταν ντιπ ζέλιου, πότις κόβουνταν, πότις ήταν γιουμάτου γκουρδουμπούλια κι σγρουβάλιαζι, ινώ άλλις φουρές ήταν ντιπ τουτούντζ(ι) νιρόβραστου, ούλου αφριά, κι μι την πρώτ(η) καταπιά τό'φτυνάμαν αδειάζουντας μιτά τα κανατάκια στα χαντάκια. Ασπρίζαν τα όχτια ικεί τρόιρα στου σχουλείου απ' τα χυμένα γάλατα. Του μισ'μέρ(ι) είχι φαΐ απ' το'φκιαναν οι γυναίκις στα καζάνια, ουδικεί στην αυλή, κι του κένουναν μιτά στα τραπέζια. Άματις του πίτ'χυναν κ'ήταν καλό, πάεινι του χλιάρ'σμα σύγνιφου, άμα όμους ήταν τίπουτις γυφτουφάσ'λα ή φακή ούλου μουμούτσια, ή κάνα μαλακάτσ(ι) μπλουγούρ(ι), γιουμάτου σγρουβάλια, του μίρλιζάμαν, του σούρλιζάμαν κι στου τέλους τ'απαρατούσαμαν ούδι έτσ(ι). Όταν είχαμαν πατάτις μπλουμ, ανάδιβάμαν μι του κουτάλ(ι) τη μπσούρα μπάκι π'τύχουμι κανιά πατάτα, αλλά συνήθους ήταν τόσου νιρουτό απ' δε σταύρουνις πατάτα ούτι για ιλιάτσ(ι)! Ρουφούσαμαν τότις λίγου ζ'μάκ(ι) κι αρχινούσαμαν τσι ξιαναστραμάρις αναμιταξύ μας, να πιράσ(ει) η ώρα. Νια φουρά στη τραπιζαρία, η Σουφουκλής είχι στα χέρια ένα βλουγούδ(ι) ντιπ μπλιάτσ(ι) κι του ματσιαλούσι ανόριχτα γιουμώνουντας δώθι κείθι ψουμιά. Η Κίτσιους για να κουρουϊδέψ(ει) του Σουφουκλή, τουν έβαλι στα κρυφά καμπόσα τρίμματα ψουμί απάν στου κιφάλι τ', στα μαλλιά. Σα γέλασάμαν ιμείς τηρώντας μία τουν έναν, μία τουν άλλουν, τουν κατάλαβι κι τσιβούρδ'σι η Σουφουκλής. χουφτών(ει) ουτιτότις ένα απλόχειρου αλάτ(ι) κι του ρίχν(ει) στουν Κίτσιου, στα μ'τσούνια. Δεν άργησι να γέν(ει) στα τραπέζια κουμφούζιου. Άλλους απιτούσι κόθρια στουν απουκείθι, άλλους έριχνι ένα σουρό τσιάχαλα στου ζβέρκου τ'απού δίπλα τ' κι τα καρκαρίζματα μι τα χαριαντίσματα ανάμισα σι πιδιά κι κουρίτσια ξισ'κώσαν ουλ(η) τη τραπιζαρία! Ιίίίρα κι παρουσιάζιτι τότις η δάσκαλους η Γιαννακός κρατώντας ένα μάτσου κουταλουπίρουνα στο'να χέρι τ'! «Βρε ρέκλις, θα σας κανουνίσου για τα καλά!.» Γκάπα-γκούπα, μας πλακών(ει) στα κιφάλια μι τα χλιάρια, παίρνουντας αράδα την αρχινή τσι τραπιζαρίας απ' τη Τσιαβή, ως κατ' στου τέλους στη Πουλυτίμν(η), έφτιγις δεν έφτιγις! Γκλάνκγ-γκλάνγκ-γκλάνγκ, ακούουνταν σα ταρατόρ(ι)! Μόλις έπισαν οι πρώτις κατραπακιές κι ακούσ'καν οι κουδουνιές, νικρουταφείου έγινι η τραπιζαρία, ανάσα δεν έβγινι, μαναχά πό'βαλάμαν τα χέρια μας σκιπάζουντας την κιφάλα μας κι καρτιρούσαμαν τη σειρά μας, να κουντέψ(ει) η Γιαννακός κι σι μας κι ν'ακούσουμι του κουδούν'σμα στην κασίδα μας την ξιρή!

12 Η δάσκαλους, η Γιαννακός Η δάσκαλους η Γιαννακός ήταν διφθυντής. Έκανι μάθημα στσι μιγάλις τάξεις κι ιμείς τα μικρά τουν ήξιράμαν μαναχά απ' την προυινή προυσιφχή. Έφτανι όμους αυτό, δεν χρειάζουνταν άλλου. Ικείν(η) την ώρα γέννουνταν του λαϊκό δικαστήριου. Ότις παλαβουμάρα απ' τα χτες, πληρώνουνταν αυτή την ώρα, μπρουστά σι ούλις τσι τάξεις κι αυτός απού'χι του πρόσταγμα ήταν η διφθυντής! Αυτός τα κανόν'ζι ούλα, άμα ήθιλι αυτός έφτιγις, άμα ήθιλι αυτός δεν έφτιγις! Η δάσκαλους η Γιαννακός δε σήκουνι χουρατά κι ξιρουτσάντσις, αλλά κι τόσου πιδουμανιό χάχαλου, ταπώς να του κάν(ει) καλά; Έπιφτι η σφαλιάρα σύγνιφου, πατπατ-πατ, ως π'να φ'λαχτείς απ' τη μία αμπούκα, την έτρουγις σβουριχτή απ' την άλλ(η)! Άα, ούλα κιούλα, «του ξύλου βγήκι απ' τουν παράδεισου», αυτό του'χαν για αρχή κι οι δάσκαλ(οι) κι οι γουνείδις! Άμα δε κουπανούσαν κι τους έπιρνάμαν τουν αέρα, πάει, δε μας έκαναν ζάπ(ι) μι τίπουτα! Μαναχά η δασκάλα η Βίκα δε βαρούσι ντιπ κι όσα πιδιά πέτ'χαν να την έχουν κυρία, αντίς για ξύλου χόρτασαν καραμέλις! Άφ'νι όμους κι αυτή, στην ίδια τάξ(η), αράδα! Η δάσκαλους η Γιαννακός, όπους μ'έλιγι η αδιρφή μ', απ' τουν είχι κύριου, έπιρνι μέσα στην τάξ(η) ένα μακρύ-μακρύ καλάμ(ι) για να φτάν(ει) απ' την έδρα ως τα πισ'νά τα θρανία. Έτσ(ι) ούλ(η) την ώρα ή στου πρώτου κάθουσαν ή στα πίσουπίσου, δε γλίτουνις εύκουλα. Όσου κι να κρύβουσαν, σι σιουγκρούσι μι του καλάμ(ι) κι σι ξιτρύπουνι για μάθημα: -«Για πε μας πίσου-πίσου σύ θκια σκαμνέλου, τι έχουμι σήμιρα;» -«Φακή κυρ δάσκαλι, φακή!» φώναξι η Αγουρίτσα που ικείν(η) την ώρα φαίνιτι θα'νταν ξιλυγουμέν(η) στη πείνα κ'είχι του μυαλό τ'ς στου φαΐ, στου συσσίτιου, κι όχ(ι) στου μάθημα. Τη σιούγκρισι η διπλανή τ'ς μπάκι τη συν'φέρ(ει), αλλά την είχι πει τη κουτσάνα! Ματσούκ(ι) γιρό έριχνι κ'ένας κινούργιους δάσκαλους, Δημάκ(η) τουν έλιγαν κ'ήνταν Κρητικός αυτός, ξένους, ινώ οι άλλ(οι) δάσκαλ(οι) κι δασκάλις ήταν απ' τα Κανάλια. Μια τιμουρία για όσους έκαναν λάθους στην προυπαίδεια κι δεν ήξιραν απ'όξου κι ανακατουτά τσι δασυνόμινις λέξεις ήταν να καθίσουν μία ώρα στα γόνατα μι ανάτασ(η) ή σταλικουμέν(οι) λόρθ(οι) στη γουνία ως να σχουλάσουμι, άσι απ' μπουρούσι η τιμουρία να κρατήσ(ει) ως του βράδ(υ), γιατί είχαμαν κι τ'απόγιμα σχουλείου. - «Γιατί ρα δεν ήρθαταν αντάμα σήμιρα; Πού'νι η Παναϊώτ'ς;» - «Τουν βάσταξι για τιμουρία η δάσκαλους!» - «Άι όπους πάει δε την αμπ'δάει τη χρουνιά η κασίδας!»

13 Γλεπ'ς δε βαρούσαν μαναχά τότις οι δάσκαλ(οι).σ'έδουναν ένα φόρτουμα ξύλου, σι άφ'ναν κι στην ίδια τάξ(η)! Τα ίδια κι χειρότιρα τραβούσαν κι τα σχουλιαρούδια στα κουντακνά τα χουριά. Μαθαίνουνταν αυτά τα νέα, στα σκαλάκια στη Βρύσ(η), απ' τα γυμνασιόπιδα. Έσκαγαν πλάκα μι αυτά τα παθήματα τα μιγάλα πιδιά, γιλούσαμαν κι μεις τα τσέλιχα, αλλά είχαμαν κι του φόβου μήκι πάθουμι του ίδιου. Σαν τι δηλαδής; Στήσιμου στουν τοίχου στου διάδρουμου κι δημόσιου φτύσιμου! Απιρνούσι ουλ(η) η τάξ(η), πιδιά κι κουρίτσια, μπρουστά απ' τον αίτιου κι τουν έφτυναν. Ένας, μας είπαν, απ' δεν φύτ'σι, τουν έβαλι η δάσκαλους κι αυτόν τιμουρία, δίπλα στουν άλλουν για φτύσιμου. Τα πλιότιρα τα πιδιά έκαναν τάχα πως έφτυναν αλλά του κατάπιναν του σάλιου, ινώ άλλα αντί για τα μούτρα, έφτυναν ξόφαλτσα κα τουν τοίχου. Πέτχυνι όμους κι καένας απ' δε τουν χώνιβι τουν τιμουρημένου κι τουν φ'τούσι στα μ'τσούνια, αλλά μιτά είχι κακά ξιμπιρδέματα, νιας κι η παθός τουν κρατούσι ινάτ(ι).

14 Προυσκουπισμός Έφτασι στη μέσ(η) η Αλουνάρ'ς, έπιασαν μιγάλις ζέστις κι τέλει τουτ'νού του μήνα, σι λίγις μέρις, ένα κάρου πιδιά, πρόσκουπ(οι) κι λυκόπουλα, θα πάειναν στη θάλασσα για διακουπές. Ικεί θα κάθουνταν κανιά δικαπινταριά μέρις κατασκήνουσ(η) στου Βόλου, στα Καλά Νιρά. Πουλλοί είχαν πάει κι τα πέρ'σ(ι), αλλά φέτους μαζώχ'καν πλιότιρ(οι) γιατί ξιθάρριψαν μι όσα φιλουγούσαν αράδα οι πιρ'σινοί. Τα πιο πουλλά πιδιά δεν είχαν ματαδεί θάλασσα, μαθέ ντιπ καταραχιάδις, κι όσου να'νι στην αρχή σα διαδώθ'κι στου χουριό ότις θα πάνι μι τουν προυσκουπισμό για μπάνια, αυτοί απ' δεν πήγαν απού κουντά, ούλους πνιμένους θαρρούσαν πως θα τσ'ίφιρναν πίσου. Κατακάπους ησύχασάμαν σα μας είπαν ότις θα'πιρναν μαζί τ'ς τριχιές για να τσι σκ'νιάζουν πρώτα κι μιτά να τσι αμουλάν να μπλατσανήσουν μέσα! Έτσια άματις έσκουζι καένας «βουήήήθκεια!» να μπουρούν να τουν τραβήξουν ταγλήγουρα σια όξου, προυτού καταπχεί ούλ(η) τη θάλασσα! Ήταν κι κείνου του μαύρου του μαντάτου, πριν απού χρόνια, π'σα διαδώθ'κι βαλάντουσι ούλου του χουριό: -«Πνίχκι η Ντούλας!!!» Ανατρίχιασαν μικροί-τρανοί! Παλίκαρους ως απάν η Ντούλας, τζαμάλ(ι), πήγι μι άλλα πιδιά να κουλυμπήσουν στου πουτάμ(ι), στουν Πηνειό. Τουν τράβ'ξι μία ρουφήχτρα κ'έκαναν μέρις να τουν βρουν, πνιμένου. Τώρα όμους ιδώ, σα γύρ'σαν μι του καλό, ούλ(οι) σόικ(οι) κι αβλαβείς κι αρχίν'σαν να κουκουτεύουντι κι να μουλουγάν τα γκιζέρια πό'καναν κι τα πόσου θαύμα πέρασαν κι τι είδαν τα μάτια τ'ς, εέ, ούλα τα πιδιά μιτά καρτιρούσαν τα πως κι πως να 'ρθει η κινούργια χρουνιά, να παν κι αυτά θάλασσα! -«Άρι ξιρακιάδις, απού να 'δείτι ισείς, τώρα δω στου χουριό μασκαραλίκια, να θαμάξ'τι.πίσου τουν ήλιου είστι έέέι, ξυπνάτι, βόδια! Αρά σας λέου κι φ'λάου σταυρό σα δε πιστέβιτι, ως κι ντιπ ξιμπλέτσουτις, τσιτσίδ(ι), μ'όξου χύμα τα β'ζια, μπλατσάναγαν δυο Γιρμανίδις, στο'να μέτρου δίπλα μ'!!! Ούτις μαγιά, ούτι τίπουτας.ιδώ γλέπιτι κανιά φουρά ως του κλέτσ(ι) κι λέτι πόρι τι είδαμαν! Τίπουτα ντιπ δεν είδαταν αρά γκαβάδια, ούτι απ' ξέριτι τι σας γίνιτι, μαναχά του πιτσάκι σας ξέριτι να παίζιτι.α καθείστι δω κι ξιπιτσιάστιτου!» πινεύουνταν αράδα η Τάκους κι μας έκανι τουν καμπόσου, αυτός η τάχα μουρφουμένους, ιμάς τσι άβγαλτ(οι)! -«Που να δείτι μίνια Γιρμανίδα πως ξυντένουνταν, είχι η καριόλα κάτις ριτσουμένα β'ζια, σα γίδα μαλτέζα ήταν, ιάάά, τέέέτχοια!!!» κ'έδειχνι χειρουνουμώντας η Γιώργους τσι Βαλασία.

15 -«Ιγώ είδα σι νια μιριά Γιρμαναράδις, ξισάρκουτ(οι) ντιπ, όπους τσι γέν'σι η μάνα τ'ς, ξιντέν'δις σας λιέου, πέρα-πέρα, μι τσι ξιρές όξου, να λιάζουντι να μαυρίσουν.είπα νια φουρά να τσι πλακώσου στσι πέτρις, αλλά του μιτάνουσα!» συμπλήρουσι τη κουβέντα η Λακ'ς. Μας φλούμουσαν στα παραμύθκια ώρις ουλόκληρις, ικεί στα σκαλάκια δίπλα στη μιγάλ(η) τη βρύσ(η) κι τσι τηρούσαμαν ιμείς στα μάτια, μ'ανοιχτό του στόμα! -«Ούιιι! Σώώώπα, α!» θαμαίνουμάσταν. Πουλλά πιδιά ίφιραν κι κάτ(ι) πλατσ'κουτές σ'μάδις απ' τη θάλασσα, πρώτης τάξεως για σκατούλια, άσι απ' τσι μέρασαν κι στα κουρίτσια για να παίζουν κ'τάκια κ'έκαναν αυτοί μιτά τουν καμπόσου. Ίφιραν κι ουλουστρόμπουλα χαλίκια για πουντόβουλα, άλλα μικρά σα κακαραντζούλις κι άλλα σαν αβγουλάκια άσπρα κι μαύρα, ότις έπριπι για τριώτα, τισσάρα, ινιάρα κι δουδικάρα, να πιαν'ς δίπουρτου κι να του 'φχαριστιώσι διπλά! Τα μιγάλα τα πιδιά, αυτά απ' γίγκαν ουμαδάρχις, μας πινεύουνταν ότις πήγαν κι βόλτις με' στου Βόλου, ν'απαφτώσουν κανιά χαζουπαντιέρου, γιατί ικεί είχι πουλλές γυναίκις ντόσις, απ' βγήκαν στου γκιζντάν(ι). Καναδυό πιδιά, πήγαν στ'αλήθκεια να πασπατέψουν τέτχιις παστρικιές γυναίκις μέσ' στα σπίτια απού'χαν απ'όξου ένα κόκκινου φέξου κ'ήταν στα σουκάκια, κουντά στου λιμάν(ι). -«Πήγις κι συ Νίκου;» -«Όχ(ι) έκατσα!» -«Ξιούσι του πράμα τ'ς κι μι καρτιρούσι ξιάπλα στου κριβάτ(ι), η σακαφλιάρα!» πινεύουνταν η Νίκους. -«Τη πέτσουσις, τη χαμούρα;» -«Όχ(ι) θα την άφ'να κουρουμπλιά.όρι την απέταξα τα μάτια όξου, τη καραβιόλα!.τσιάκα-τσιάκα, στ'αλόρθα, στ'απίστουμα, στ'ανάσκλα, σηκουπουδαράτου, ε, ε, τι να λέμι τώρα!» -«Ούι! Σώπα ρα! Μι τη μία μέρα ούλα αυτά;» -«Αμ τι, μι τσι δυο;» Μπούχτ'σαμαν ν'ακούμι, μπουρ-μπουρ, του καθείς του μακρύ κι του κουντό, τι έραναν, τι έκαναν, ψέματα-αλήθκεια αυτοί οι κουκουσάδις ήξιραν! Ιμένα πάντους δε μ'αφήναν απ' του σπίτ(ι) να πάου μι τουν προυσκουπισμό θάλασσα, όσου κι να μουντζόκλιγα κι να παρακαλούσα. -«Δε μπανά βαρέεις τουν κώλου σ' απού καταή, αυτό του γιλέκ(ι), δε σι γένιτι.αμ δε!!! Μη πουλιμάς τζιάπα!» μι του ξέκουψι απ' την αρχή η μάνα μ'.

16 Κάθι χρόνου όμους, είμασταν οικουγινειακώς στη θάλασσα, στου Βόλου, στη θεία τη Μαρία, τις καθημιρ'νές στουν Άναυρου κι τα Σαββατουκύριακα μας πάεινι η θείους η Γιώργους η Μπαλιώτας στι Αλυκές, για καλίτιρα, νιας κ'είχι ικεί πλιότιρου άμμου κι δε κιντύνιβις να πατήεις αχινό. Ούι πόνους κι αυτός, σα να σι μπήκαν χίλιις πατλιές! Απ' τα Κανάλια για να πάμι στου Βόλου, μας φόρτουνι στου γουμάρ(ι) του καλό, στου Γκέκα, η πατέρας κιως π'να κατέβουμι κατ στου Κόμπιλου, μας διάταζι αράδα η μάνα, να μη βγάνουμι του σουσίβιου κι να μη κάνουμι βουτιές. Όσου καρτιρούσαμαν στου καζέλου δεν έπαβι τσι διάτις, αλλά μιτά την έπιανι του ξύλινου του τραίνου, τιντώνουνταν ζαβλακουμέν(η) στη μιριά τ'ς στου κάθισμα κι στου Ντιμιρλή συνέρχουνταν κάπους γιατί ικεί κατέβινάμαν κι μιτά ως του Βόλου είχι τουμουτρίς. Στου σταθμό, στου Βόλου, ανέβινάμαν σι μία άμαξα, απ' τσι πουλλές που καρτιρούσαν στην αράδα κι τάκα-τούκα του άλουγου, παίρνουντας τη γραμμή απ' του τραίνου, δίπλα στου πουτάμ(ι), έφτανάμαν στη θεία τη Μαρία, τη Μπαλιώτινα, «γαμμή-γαμμή, πουτάν(ι)-πουτάν(ι)» όπους ψεύδιζι η μικρότιρους η αξάδιρφους μ', η Βιλλισάρ'ς, όταν τουν ρουτούσαμαν, «πως θα βρούμι του σπίτ(ι) στου Βόλου;» κι ξιστρίβουμάσταν στου γέλιου! Μύρλιζα κι μυξόκλιγα ιγώ, μπάκι μ'αφήσ(ει) η μάνα να πάου θάλασσα μι τουν προυσκουπισμό, αλλά μπάάά αυτή, αγύρ'στου κιφάλ(ι), έτσ(ι) τη κούπουσι κι δεν έκανι πίσου μι τίπουτις! -«Ατήρα καλά.» μ'έλιγι, «.Άτι κάτσι στ'αβγά σ', γιατί όπους πας δε θα ματαδείς ξικαλουκιριό στου Βόλου. Κι τώρα μπάνια κι μιτά άλλα μπάνια.ά μα του ναι, του πουλύ του κυριλέησου του βαριώτι κι η Θιός! Άι, σώνι τη μύρλα κι τη κλάψα, τό'βγαλις τα μάτια.ααα, πάραντζάστ!..παίρν'ς για δε παίρν' απού ρουμαίικα;» -«Νταϊάντα λίγου αγιέμ, να τρανέψ'ς νια τρίμα κι θα πααίν'ς κι συ.δε θα πααίν'ς;» μι καλόπιανι η γιαγιά. Τι να'κανα κι γω, έπιρνα τουν απόθαρρου μ' κι κάθουμαν στα σκαλάκια στη Βρύσ(η) ν'ακώ τα ξένα κατουρθώματα. -«Ιγώ να δείτι νια κασκαρίκα από'παθα, δε μπουρώ ακόμα να του χουνέψου.» μουλουγούσι η Τάκους. «.Ικεί απ'λέτι, σα μπήκα μέσα για πλέεις κ'ήμαν μι του νιρό ως τουν αφαλό, μ'έπιασι ένα αγράπουμα στη κ'λιά κι μ'ήρθι να ξισβιρκιαστώ. Κάνουντας νια δουκιμή για να δω μπάκι ξιαλαφρώσου, αμουλάου έναν σβίγγου κι γλέπου φράάάπ ν'ανιβαίν(ει) απάν μία φουσκάλα μέσ' απ' του νιρό. Ξιαμουλάου άλλουν έναν, πάρτην κι άλλ(η) μπουρμπουλήθρα σιαπάν. Καλό χαζ(ι) έκανα. Αντίς όμους να ξιαλαφρώσου, πόρδου τουν πόρδου, χειρουτέριψαν τα πράματα. Βαριώμαν όμους να βγω να πάου στουν απόπατου γιατί ήταν πέρα μακριά, άσι π'άμα έβγινα όξου να ξικατιλώσου ικεί κουντά, πίσου απού κανιά ιλιά, στα σίγουρα θα έζιχνι η τόπους!.τήραξα τρόιρα να δω τι κόσμου είχι. Λιάζουνταν ένα σουρό στουν άμμου, καναδυό ξιμπλιτσώνουνταν να μπουν μέσα κι δώθι κείθι απ'τη μένα μπλατσανούσαν κανιά δικαριά.εεε, λέου θα κατιβάσου του βρακί κι θα τ'αμουλίσου ουδιδώια μέσα, να τα φαν' τα ψάρια, να χουρτάσουν κιόλας τα καημένα. Σάματις

17 αυτοί απ' κουλυμπάν τώρα τρόιρα μ', ξέρου γω τι φκιάνουν απού κατ' απ' του νιρό; Έτσ(ι) απ' λέτι, τ'αμόλ'σα ουδικεί κ'έκανα του νοικουκύρ(η)! Δε νουγούσα τι θα πάθινα η κακουμοίρ'ς κι τραγ'δούσα τη Μαντουβάλα. Άάάι, είπα κι του 'φχαριστήθ'κα, νια χαρούλα το'βαλα του νιρό στ'αυλάκ(ι)! Ιφτυχώς κάτ(ι) καλά απ' δεν ήταν τσούρλα! Σφίχκα λίγου ακόμα κι πήγα να μπλατσανίσου παραπέρα, στα λαγάρια τα νιρά, να βγάλου κι τα τιλιφταία, να ξιαλαφρώσου ντιπ. Έτσια ια όμους σα γύρ'σα του κιφάλι μ' σια πίσου, τι να δω!!! Ούλις οι κουράδις από'βγαλα ήταν απάν-απάν στουν αφρό, ικεί δίπλα μ', στη νια π'θαμή. Καταντρουπιάσ'κα. Πατάου ταγλήγουρα καναδυό απλουτές για να φύβγου παραπέρα, αλλά αυτές οι καριόλις μι πήραν απού πίσου, στου κουντό, σα να τσ'είχα διμένις μι κάνα σιτζίμ(ι)! Ούιιι! λιέου, τι στα κουμμάτια μι γνουρίζουν κ'έρουντι απού κουντά μ' σα κ'τάβια! Αρχίν'σα να τσι φ'σάου μιτά, φου-φου-φου!!! μπάκι σπαρνίσουν παρέκια.φ'σούσα, ξιφ'σούσα ως π'μι πόνισαν οι αμπούκις, δίχους όμους να καταφέρου κι τίπουτα. Παραμιρνούσαν λίγου, αλλά μόλις κίναγα ιγώ σιαπέρα, πάλις απού κουντά μ'έπιρναν αυτές! Άι σιχτίρ, μπιλιά απ' τσάκουσα, δε λέιτι!. Η κόσμους γύρουθι σα να κατάλαβι κάτ(ι) μι φάν'κι, γιατί πατάρ'σαν ούλ(οι) σιαπέρα κι δε έζγουνι καένας κα τι μένα. Ού ρι ανίλα πο'παθα, δεν ήξιρα τι στα κουμμάτια να κάνου.στριμόκουλα τα πράματα!» Ιμείς, ένα κάρου πιδιά, μαζώχκαμαν τρόιρα απ' τουν Τάκου κι τουν ακούσαμαν μ'ανοιχτό του στόμα. -«Κι τι έφκιαξις αρά μιτά; Τι έφκιαξις;» ρώτ'σι ούλου αγουνία η Βύρους. -«Ισύ τι λες, κουλώνουν τ'αλάνια; Σαν είδα τα ζόρια, ιά τι έκανα!.πάάάτ-πουτ-πατ, τσι πλακώνου μι τα χέρια στσι παταριές, τσι άλλαξα τουν αδόξαστου! Ια, έτσια ιά.!» κι για να μας του δείξ(ει) ντιπ ίδια η Τάκους, ξισβέρκιασι του Στιλάκου απού'ταν η μικρότιρους σ'μα τ'! -«Έέε ρα, τι κουπανάς;» έσκουξι αυτός κι πάτ'σι τα κλάματα -«Ά ρι γκαρίλα, για να μαθ'ς κι να ξερ'ς, τώρα π'θα πας κι σύ!..ακούτι όμους ιδώ.έχ(ει) κιάλλου παρακάτ'.» -«Πε, ισύ ρα, πε κι ακούμι.» -«Μι τσι πουλλές απ' λέτι τσι παταριές κι τσι μπουνιές απ' τσι φούσκουσα, κόπ'καν αγκαμπέτ(ι) κουμματάκια, αλλά πάλι οι ρουφκιάνις δε βούλιαζαν στου πάτου. Παπάρουσαν τα δάχλα μ' κουπανώντας μέσ' στα θουλουνέρια κι μπλατσανώντας με' στσι ασχασιές κι τσι φουσκαλίθρις.ικεί σ'μα ήταν κ'ένα Γιρμανόπ'λου, ένας προυκοίλας, μπράσκα, αλλά τσουπουτός ξανθουψίρας ήταν, ούλου πρέκνα στα μούτρα. Τον έκουψα ντιπ για χαμχούια γιατί τουν είδα λίγου γκάιδου, αφού αλλού τηρούσι κι αλλού ίγλιπι η χαζουπρικνιάρ'ς. Έτσια σκέφ'κα να τα φουρτώσου ούλα απαναθέ τ', ότις τάχα αυτός η χαφταγγούρας τα'κανι! Σα μ'είδι όμους αυτός η διάτανους απ' τουν έδειχνα μι του δάχ'λου κι τουν έλιγα, τι έκανις ιδώ ρα, τι έκανις, αρχίν'σι να φουνάζ(ει) αλλαμπουρνέζ'κα κι να δείχν(ει) μία τα κόπρια, μία ιμένα!. Την πανακόλα σ', κουλουκθουβούλουμα απ' τσιτσιρίειζ αράδα

18 κι σι πατήσου μία, τουν αγρίιψα, αλλά που να του βουλώσ(ει) αυτός η μουρλέγκας, του χαβά τ'! Κάνου τότις κι γω πέρα, λάου-λάου στην αρχή, σια όξου, αραβάν(ι) μιτά κι μη τουν είδαταν τουν Παναή! Λάκ'σα κα τα ξηρουχώραφα κι τουν έβγαλα του σβέρκου μ' ξικαζανιάζουντας νια χαρά μι την ησυχία μ', στουν ίσκιου, με' στσι 'λιές, χαζεύουντας μι τουν κουκουρέντζου από'φκιασα!.απου τότις όμους πο'μαθα ότις βγαίνουν στουν αφρό κι σι παίρνουν στου κουντό, δε τα ξαναμόλ'σα μεσ' στη θάλασσα.ααα, η παθείς κι μαθείς!» -«Ιγώ ρα ούλου μέ' στου νιρό κατ'ρούσα κι καένας δε μι πήρι χαμπάρ(ι)!» κουκουρέφ'κι η Βασίλ'ς. -«Άρα κατρουϊάρ(η)! Μαθέ γιαυτό ήταν ούλουένα χλιο του νιρό σα μπλατσανούσα σ'μα σ', ινώ παραπέρα ήταν μπανόζ(ι);» νιβρίασι στα σουβαρά στ'αστεία η Τάκους, ινώ τουν μπουμπούναγι μία ξιγυρισμέν(η) φάπα στου σβέρκου, καταβουλιάζουντάς τουν σι ούλ(η) τη παρέα. -«Ιέέέρα, τι βαρείς;» παραπουνέθ'κι η Βασίλ'ς. -«Σ-σ-σ-σούς, μάλαξ, ανάάάσα, σαούρα ισύ.» τουν άψιουσι η Τάκους αγριουτηρώντας τουν, «.άσι νια φουρά απού'ρθα σ'μα σ', γιόμ'σι του κουρμί μ' δρουτσούλις κι δεν ήξιρα απού τι ακόλ'σα.ξέρ'ς πόσις σβιρκιές σι χρουστάου; Όσις καντήλις έβγαλα!» Η καψουβασίλ'ς έκανι να τα μπαλώσ(ει): -«Ια, είδα ένα Γιρμανάκ(ι) στην αρχή πό'βγαλι τη τσουτσούλα τ' κ'έκανι καμάρα στην άκρια στου γιαλό. Ααχά, έτσια το'χουμι, είπα κι γω μιτά, να'ρουντι δηλαδής οι πουνηροί οι Γιρμαναράδις, να μας κατράν' τη θκια μας τη θάλασσα κι μένα να σκάσ(ει) η φούσκα μ' βαστώντας τα; Γιατί, λες κι δεν έχουμι ιμείς μασούρ(ι) να του βγάλουμι, να κατ'ρήσουμι;.α πως δηλαδή!» -«Σουστόόός!.» είπαμαν ούλ(οι) μι νια φουνή κι τουν υπουστήρ'ξαμαν «.Τί'μαστι δηλαδή ιμείς; Χαϊβάνια;» -«Ιί α, βαστάτι να δείτι τι έπαθα 'γω.» πήρι του λόγου η Λακ'ς, ινώ τουν πιρικύκλουσάμαν ιμείς, ν'ακούσουμι τα θκα τ' τα μασλάτια, «.ικείς απ' λέτι απ' γκιζιρνούσαμαν χαζεύουντας, γλέπουμι ένα μιγάλου μαγαζί, τι να σας πω πόσου!.ια νια τσιντζούλα είνι η Κουσταβάρας μπρουστά τ'. Όσου είνι η πλατεία ιδώ, τρανό ήταν! Μπήκαμαν μέσα. Ικεί δε σι αράδιαζι καένας κι δεν έρουνταν όπους κάν(ει) ιδώ η Πόλιας να σι ρουτήσ(ει) τι θελ'ς να σι δώκ(ει), ίπιρνις ικεί μαναχός ότ(ι) ήθιλις δίχους να ρουτάς καέναν! Τηράμι ιμείς σιαδώ, τηράμι σιακεί, άρπαζαν ούλ(οι) μαναχοί τ'ς ότ(ι) τσι κάπνιζι κι τ'απιτούσαν στα καλάθια.αρά ντιπ αμαλαϊά, σας λιέου! Ούι θάμαξάμαν ιμείς, τι'νι δω ρα; Θα πέτ'χι κάνα λαχείου η μαγαζάτουρας! Α ν'αμαζώξουμι κι μεις τίπουτις, προυτού του μιτανιώσ(ει)!.φρατς-φρουτς απ'λέτι, γιουμώνουμι δυο καλάθια ως απάν βίγκα. Αμ τι, μι σταυρουμένα χέρια θα κάθουμάσταν; «Μάκι πληρώνουν αά;.» ρώτ'σα για καλό κι για κακό του Γιώργου. «Άρα γκαβάνα δε γλεπ'ς απ' παίρνουν ούλ(οι) έτσ(ι)! Πάρι αβλιπί! Μπέχου α τη

19 βγάλουμι!» μ'είπι αυτός η φλουέρας μι σιγουριά, σα να τα'ξιρι ούλα η χαζουβιόλ'ς, ινώ απλουχέριαζι δυο μπουκάλια μπιράλ. «Άι σών(ει), τουν ανάγκαζα ιγώ, αλλά πού αυτός! «Ώρι, ιδώια έχ(ει) κι παγουτά, ικατό σχέδια.τι λουϊά να πάρου;» φώναζι ινώ ψαχούλιβι. Ικτός απ' τα ξυλάκια τα γνουστά, είχαν κι κάτις άλλα σχέδια, σουφλιρά όπους τα χουνάκια απ' μας βάν(ει) η Τίγκας, αλλά πουλύ τρανίτιρα. Πύραυλου τα λεν αυτά. Βουτάει ένα τέτοιου τρανό παγουτό η Γιώργους, αλλά ιπειδής τα καλάθια ήταν βίγκα ως απάν, το'χουσι στη τσέπα στου πανταλουνάκ'τ'. Ίσια μι δω απ' λέτι, ούλα καλάάά!.σα ζύγουσάμαν όμους κα τη πόρτα να βγούμι, γλέπουμι κανταρέλα τουν κόσμου. «Ούι!.» λέει η Γιώργους, «.τι στα κουμμάτια καρτιράν στην αράδα.σα να πληρώνουν μι φαίνιτι, Λάκ(η)». «Άμα σι φαίνιτι σκιπά σ'! Τώρα σ'ήρθαν τα γίδια;» τουν κουρόιδιψα ιγώ. Πήγαμαν παραμιρνώντας να βγούμι σια όξου, αλλά φράάάπ στη πόρτα, μας σταμάτ'σι ένας άντρας. «Ιτούτα μαναχά πήραμαν» τουν λέμι. «Απλήρουτα!» μας λέει αυτός τ'αψιουμένα. Χαντακώθ'καμαν ιμείς.τα μαλλιουκέφαλα μας έβγαλι μιτά λουγαριασμό! Τουν γκουρλουμάτιασα ιγώ του Γιώργου κι τουν σιούγκρισα μι τουν αγκώνα. «Άρα κ'φάνα.» τουν λιέου νιβριασμένους, «.όντας σ'είπα ότις πληρώνουν ντούκου, δεν ακούσις κι κουρόιδιβις, καλά ψιλιάσ'κα ιγώ». «Άσι τώρα τα σούπα-μούπα κι τήρα να ξιμπλέξουμι!» μι λέει η Γιώργους έτοιμους να πατήσ(ει) τα ψιξουκλάματα. «Νόμ'σαμαν είνι ντζιάπα θείου.αλήθκεια λέμι.πάρτιτα ούλα πίσου, δε τα θέλουμι.» αρχίν'σαμαν τα παρακάλια κια οι δυο μαζί. Σάματις είχαμαν κι κάνα φράγκου απαναθέ μας; Ξόδιβάμαν αβέρτα στην αρχινή. Τέτχ(οι) χαραμ'τζήδις απού'μασταν, που να φτουρίσουν παράδις, παν ούλις φουτς(ι) απ' τσι πρώτις κιόλας μέρις πιρνώντας κουβαρδάρ'κα κι μιτάς απ' φαλίρ'σαμαν κι απόμναμαν ταπί, είπαμαν να τη βγάλουμι μπέχου, δίχους δικάρα τσακ'στή στη τσέπ(η), μιλάμι για βαρβάτ(η) κουλουστριμούρα! Τιλικά απ' λέτι, μας τα πήραν πίσου ούλα τα μαρμαντζούλια απ' τα καλάθια κι πάλις καλά απ' πίστιψαν στσι κλάψις μας κι είπαν να μη μας ξαναπιάσουν να κλέβουμι, γιατί θα μας πααίνουν διμένους πισθάγκουνα στην αστυνουμία. Χίλια δίκια είχαν, αφού τα καλουκαίρια μαζώνουνταν ικεί η σάρα κι η μάρα κι πάεινι του κλέψιμου σύγνιφου. Σαν άκ'σι όμους αστυνουμία κι φυλακή η Γιώργους, πέντι-πέντι τουν πήγι. Τότις θυμήθ'κι η χλιάρας ότις είχι τσιπουμένου κ'ένα παγουτό! Χών(ει) ουτιτότις του χέρι τ' στη τσέπα, να παραδώκ(ει) τουν πύραυλου. Τουν γλέπου τότις ιγώ ν'αλλάζ(ει) η καψιρός δεκαπέντι χρώματα, άσπρους, κίτρινους.κι στου τέλους απόμ'νι κατακόκκινους, παπαρούνα. Όπους έβαλι του χέρι τ' στη τσέπη τ', δε του ματάβγαλι όξου, λες κι μαγκώθ'κι μέσα! Τι να'γινι, απ' λέτι;.η πύραυλους είχι τόσην ώρα ξιπαγώσ(ει), έλιουσι κι μπλιούργιασι η τσέπα κρέμα! Μόλις έχουσι η Γιώργους του χέρι τ' μέσα, καταπασαλείφ'κι αυτό ουλόκληρου κι δε το'βγανι μιτά, να μη προυδουθεί!.ιφτυχώς η άντρας απ' του μαγαζί, τηρούσι ιμένα απ' βάσταα τα καλάθκια. Πάλι καλά απ' μπόρισα κι φλάχ'κα κάνουντας του Γιρμανό κι δε ξικαρδίσ'κα στου γέλιου, νιας κι δε το'βαλα κι μπέλιου στου κιφάλι μ', απ' μας έπιασαν.σάματις να πεις το'κανα ιξιπίτηδις, αφού σας είπα, ρώτ'σα ιπιτούτου κι μ'είπι η Γιώργους «πάρι ντζιάπα!».τέλους πάντουν, κάπουτις ξιμπέρδιψάμαν κι βγήκαμαν όξου. Ικεί όμους ήταν μαζουμένα πουλλά πιδιά, μι τσι ουμαδάρχις να τα μαλώνουν, γιατί τσέπουσαν κι αυτά απ' τα μαγαζιά πράματα. Ιμείς έκανάμαν τουν ψόφιου κουριό κι δεν ανάσανάμαν σι καέναν, τι έπαθάμαν. Μας έβαλαν ουτιτότις στη γραμμή κι μπρος μαρς, μι βήμα κι μι ντιρικουμένου του κουρμί, εν-δυο, εν-δυο, τράβ'ξαμαν κα την κατασκήνουσ(η).η Γιώργους ήταν στη γραμμή, νια σειρά μπρουστά απ' τη μένα. Τουν έγλιπα καπ-καπ έχουνι του χέρι τ'

20 στη τσέπη τ', τηρούσι τρόιρα μη τουν γλέπ(ει) καένας, το'βγανι ταγλήγουρα κι το'χουνι στου στόμα τ', γλείφτουντας στα κρυφά τα δάχ'λα τ'. Δεν ασχένουνταν ντιπ η παλαβός. Ως π'να φτάσουμι στσι σκηνές, μι τόσις αγλειψιές, τουν μπίτ'σι τουν πύραυλου, δίχους να τουν πάρ(ει) καένας χαμπάρ(ι)! «Άρι κουφάλα, του ζάπουσις του παγουτό κι μένα ούτι για καλουσκέριου νια τρίμα δε μ'έδουκις!» τουν λιέου μιτά, με' στη τέντα.τότις κατάλαβι αυτός ότις τουν είδα ιγώ κι πήγι να τα μπαλώσ(ει), «Άσι ρα, ξιπάιασαν τ'αρχίδια μ' ως π'να του μπιτίσου του καργιόλ'κου!» μ'είπι χασκουγιλώντας κι φουτουβουλούσι ουλόκληρους, λέτι κ'έκανι του μιγαλίτιρου κατόρθουμα στουν κόσμου!!!

21 Στη Πιδική Χαρά Σαν αρχίναγαν οι πάψεις, ποιος μας έπιανι! Τέρμα του σχουλείου, τέλους κι τα βάσανα κιας μας είχι φουρτουμένους μι κανιά δικαριά φύλλα ασκήσεις κι προυβλήματα η δάσκαλους, να λύσουμι του καλουκαίρ(ι) κι να τα δείξουμι σα ματαρχινίσουν τα μαθήματα.ποιος χόλιαζι όμους, ως τότις σιγά τ'αβγά, μη μας φάει του κασαβέτ(ι)! Μαράθ'καμαν! -«Ιί α.» έλιγάμαν «.ψ'χη βαθιά κι ζ'μι απού τσίπ'ρα!» Πάντους ούλου του θέρους, όπους κιούλ(η) τη χρουνιά, δεν ήταν να μπλάξουμι δάσκαλου στου δρόμου! Πάψεις ξιπάψεις αυτοί μας άρπαγαν απ' τ'αφτί, του ξιρίζουναν, μας άστραφταν κι δυο ανάπουτις στσι αμπούκις κι μας έκουβαν μιτά του λάστιχου, μιας κι δεν υπήρχι πιρίπτουσ(η) να μη του έχουμι χουμένου στην κουλότσιπα, καλουκαίρ(ι) κιρό!! Έτσ(ι) για καλό κι για κακό κρατιώμασταν μακριά κι αλάργα, δεν ταίριαζαν τα χνώτα μας. Άμα έγλιπις δάσκαλου στου δρόμου του καλίτιρου ήταν να στριψ'ς να ξαφαν'στείς! Μαναχά στουν παπά ζύγουνάμαν άφουβα κι τουν φ'λούσαμαν του χέρι τ'. Αυτός ούτι πουτέ μας βάρισι, ούτι πουτέ μας έψαξι για λάστιχου να μας του πάρ(ει). Του χέρι τ', του ξιτρύπουνι απ' του ράσου κι τ'άπλουνι μαναχά για να του φ'λίσουμι ή για να κάν(ει) του σταυρό τ'. Απού σιβασμό όμους τουν είχαμαν όσου δεν παίρν(ει) κι αφού μας είπι να μη παίζουμι στην ικκλησία, ούτι μπρουστά στου προυαύλειου, ούτι πίσου στου πουρνάρ(ι), πάει, τα ξέγραψάμαν αυτά τα μέρη για παίξιμου! Κι στου άδειου προυαύλειου απ' του σχουλείου κι 'κει απαγουρεύουνταν του παίξιμου. 'Φτυχώς όμους έφκιαξι ένα κιρό η Σύλλουγους απ' την Αθήνα, την Πιδική Χαρά! Απουκεί κι πέρα, 'κεί μέσα θα μας ίβρισκνις απ' του προυί ως του βράδ(υ)! Ζβαρνίστρις, τραμπάλις, μικρές κι μιγάλις κούνιις, γύρους, μουνόζυγα, σκαλουσιές, μας είχαν απαναθέ τ'ς, ώρις άσουτις. Πουλλά απ' αυτά τα κινούργια δεν τά'χαμαν ματαδεί, πουλλά όμους μας ήταν γνουστά γιατί φκιάχνουνταν ως τα τώρα στα πιχνίδια μας. Για να φκιάσουμι, ας πούμι, σβαρνίστρα, κατ'ρούσαμαν ούλ(οι) μαζί σ'ένα μέρους πίσου απ' του παλιό του σχουλείου, στην κατηφόρα, ως π'να γλιτσιάσ(ει) καλά του χώμα. Κάθουμάσταν μιτά τα κούρκουμα κι πατούσαμαν μία γλίστρα απ' μας πάεινι βουλίδα ως κατ' στη λάκκα οπ' κόβουνταν η πλαϊά. Αν κρατούσις ισουρρουπία κέρδαγις τα μπράβου, ειδάλλους σβαρνιώσαν μέσ' στα κατούργια κι τη λασπούρα, ως κατ στουν πάτου κ'έρχουσαν μιτά απάν στην κουρ'φή, πασαλειμμένους πατόκουρφα, μι καταμακιλιμένα γόνατα κι αγκώνις! Στην κινούργια όμους, τη σιδιρένια τη σβαρνίστρα, ήταν δυσκουλότιρου τ'αγλίστραμα γιατί κατά πρώτουν είχι μιγάλου ύψους κι κατά δεύτιρου είχι ένα σκαμπανέβασμα στη μέσ(η) κι μι τη φόρα απ' σβαρνιώμασταν, ρίχνουντας κι νιρό για να'νι πιο γλιστιρή, μας απέταγι όξου σι 'κείνου του σημείου κ'έσκαγάμαν καταή σαν καρπούζια! Ιδώ όμους δε ξιπιτσαλουδιάζουσαν μαναχά, αλλά έσπαγις χέρια κι πουδάρια! Για να κάνουμι μουνόζυγου έψαχνάμαν στα δέντρα για ίσια κλουνάρια, γιρά, όπ' για να δείξ'ς ότις ξέρ'ς, έπριπι πρώτα-πρώτα να καν'ς ξικλείδουσ(η). Τώρα δω στη Πιδική Χαρά, τα σιδιρένια μουνόζυγα ήταν πουλύ ψηλά για του μπόι μας κι βρήκαμαν του μάστουρά μας. Η Νίκους του Χαλάτσ(η), η Τακ'ς του Μιχάλ(η), η Ζήης του Μάστουρα κιάλλα μιγάλα πιδιά ήταν ξιφτέρια στου τρανό του μουνόζυγου, κάνουντας ανακιβίστησ(η), κάμψεις, ισουρρουπίις κ'ένα σουρό άλλα

22 ακρουβατικά κόλπα! Ιμείς τα κούτσ'κα βουλεύουμάσταν για κριμαντζούλα στου μικρό του μουνόζυγου κι κανιά βουλά άμα έκανι κάνας του μάγκα ανέβινι κι στου μιγάλου. Πάντους μία φουρά απ' δουκίμασι η Τάκους του Μαυράκ(η), στου μιγάλου, τουν βρήκαμαν σέκου καταή κι λαχτάρ'σαμαν ουσότου να πάρ(ει) ανάσα! Απαράτ'σαμαν κι τσι κούνιις μι τσι τριχιές στα δέντρα κι τώρα η συνειργιά ήταν για τα ποιος θα κρούσ(ει) τα πουδάρια τ' απάν στα κλουνάρια απ' τα πεύκα, παίρνουντας φόρα στην τρανή την κούνια, τη σιδιρένια. Ικεί απ' μάτουναν κι ξιπιτσαλουδιάζουνταν γόνατα, απαλάμις κι ζιόγκια, ήταν σα μπαίναν αγώνις! -«Ιλάτι να τα βάλουμι, ποιος θ'αμπδήσ(ει) μακρύτιρα, απ' την τρανή την κούνια!» φώναζι η Κώτσιους του Κατέρ(η) κι στου τέλους πάεινι σπίτι τ' μι τσι πιρισσότιρις απ'ούλους, τσιούκις στου κιφάλι τ'! Πράγματ(ι) ιδώ, αν είχις πουλύ φόρα αμπ'δώντας απ' την κούνια, αντίς να πέεις μι τα πουδάρια στου χώμα, ίφιρνις σφούρλα στουν αέρα κι γκάάάου κουπανούσις καταή ατσούμπαλα. Τα'φκιανις τότις τα μπτσούνια σ' κιμά κι τα γόνατα νταούλ(ι)! Στην Πιδική Χαρά έφκιασαν τα μιγάλα τα πιδιά κι βάρη, ρίχνουντας τσιμέντου μέσα σι γκαζουτινικέδια. Ιδώ τα πιο βαριά τα σήκουνι πρώτους απ'ούλους η Σόλους τσι Ήττα. Στσι κρικέλις πρώτους έρουνταν, κάνουντας τα πιο δύσκουλα κόλπα, η Χριστόδουλους του Χάιδου, απ' αγουνιώνταν ικεί ώρις ουλόκληρις γιατί ήθιλι να γέν(ει) αξιουματικός στου στρατό. Ιμείς τα μικρά έβανάμαν συνειργιά για τα ποιος θ'αντέξ(ει), δίχους να τουν βγουν τα σκώτια, φέρνουντας τρόιρα στου «μιγάλου γύρου». Απ' αυτό του κλουθουγύρ'σμα κατέβινάμαν ντιπ κουρκουτιασμέν(οι) κι παραπατούσαμαν σα μιθούκλις, άσι απ' πάεινι μι του πουλύ του κλουκούτιασμα, η 'μιτός σύγνιφου! Πάντους ως π'να τα πάρουμι τουν αέρα ούλα αυτά τα κινούργια πιχνίδια, κατασκουτώθ'καμαν κι τα πιρισσότιρα χέρια κι πουδάρια τότις τα στραμπούλ'ξαμαν, βρίσκουντας άσουτ(η) δλεια η μανιά η Μανθέινα!

«Του πιδούδ' μι ντ πίτα»

«Του πιδούδ' μι ντ πίτα» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #28 «Του πιδούδ' μι ντ πίτα» (Κολινδρός Πιερίας Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #28 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα

Διαβάστε περισσότερα

«Τι να λέω Τι να λέω»

«Τι να λέω Τι να λέω» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #37 «Τι να λέω Τι να λέω» (Σκουτάρος Μυτιλήνης) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #37 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα

Διαβάστε περισσότερα

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο 4 Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο Σεβάχ. Για να δει τον κόσμο και να ζήσει περιπέτειες.

Διαβάστε περισσότερα

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ Βάζει η δασκάλα εργασία για το σπίτι, να ρωτήσουν πως γεννιούνται τα παιδιά. - Μαμά, μαμά, λέει ο Σοτός μόλις πήγε σπίτι, η δασκάλα μας είπε να σας ρωτήσουμε πως γεννιούνται τα παιδιά. - Δεν μπορώ τώρα,

Διαβάστε περισσότερα

Από το βιβλίο: Άννα Κατσαντώνη «ΖΟΥΣΑΝ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΑΝ ΚΑΙ ΕΜΑΣ ΜΑΣ ΦΙΛΕΥΑΝ» ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΤΟ ΒΕΛΒΕΝΤΟ ΚΟΖΑΝΗΣ

Από το βιβλίο: Άννα Κατσαντώνη «ΖΟΥΣΑΝ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΑΝ ΚΑΙ ΕΜΑΣ ΜΑΣ ΦΙΛΕΥΑΝ» ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΤΟ ΒΕΛΒΕΝΤΟ ΚΟΖΑΝΗΣ Από το βιβλίο: Άννα Κατσαντώνη «ΖΟΥΣΑΝ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΑΝ ΚΑΙ ΕΜΑΣ ΜΑΣ ΦΙΛΕΥΑΝ» ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΤΟ ΒΕΛΒΕΝΤΟ ΚΟΖΑΝΗΣ Στη λαϊκή παράδοση του Βελβεντού, οι ευτράπελες διηγήσεις, σατιρίζουν

Διαβάστε περισσότερα

Γυµνάσιο Σιταγρών Θεατρικοί διάλογοι από τους µαθητές της Α Γυµνασίου. 1 η µέρα. Χιουµορίστας: Καληµέρα παιδιά, πρώτη µέρα στο Γυµνάσιο.

Γυµνάσιο Σιταγρών Θεατρικοί διάλογοι από τους µαθητές της Α Γυµνασίου. 1 η µέρα. Χιουµορίστας: Καληµέρα παιδιά, πρώτη µέρα στο Γυµνάσιο. Ντέµι Ραµά 1 η µέρα Χιουµορίστας: Καληµέρα παιδιά, πρώτη µέρα στο Γυµνάσιο. Κακός µ.: Άντε να δούµε τι θα γίνει αυτή τη χρονιά. ύσκολα θα είναι στο Γυµνάσιο? Καλός µ.: Σιγά να µην είναι δύσκολα, άµα διαβάζεις

Διαβάστε περισσότερα

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ Ήταν ο Σοτός στην τάξη και η δασκάλα σηκώνει την Αννούλα στον χάρτη και τη ρωτάει: Αννούλα, βρες μου την Αμερική. Σην βρίσκει η Αννούλα και ρωτάει μετά τον Σοτό η δασκάλα: -Σοτέ, ποιος ανακάλυψε την Αμερική;

Διαβάστε περισσότερα

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω. 1 Εδώ και λίγες μέρες, ένα από τα πάνω δόντια μου κουνιόταν και εγώ το πείραζα με τη γλώσσα μου και μερικές φορές με πονούσε λίγο, αλλά συνέχιζα να το πειράζω. Κι έπειτα, χτες το μεσημέρι, την ώρα που

Διαβάστε περισσότερα

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό: - "Η πρώτη απάντηση είναι 1821, η δεύτερη Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και η τρίτη δεν ξέρουμε ερευνάται

Διαβάστε περισσότερα

Κάθε βράδυ στο σπίτι του Γιαννάκη γινόταν χαμός! Η μαμά του έτρεχε από πίσω του και τον παρακαλούσε:

Κάθε βράδυ στο σπίτι του Γιαννάκη γινόταν χαμός! Η μαμά του έτρεχε από πίσω του και τον παρακαλούσε: Κάθε βράδυ στο σπίτι του Γιαννάκη γινόταν χαμός! Η μαμά του έτρεχε από πίσω του και τον παρακαλούσε: «Έλα, Γιαννάκη μου, να σε λούσω! Κουράστηκα να σε κυνηγάω!». Ο μπαμπάς του, που δεν του αρέσανε τα παρακάλια,

Διαβάστε περισσότερα

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους. Κάθεται στο παράθυρο του δωματίου της και σκέφτεται, στεναχωρημένη τους παλιούς της φίλους και συμμαθητές.

Διαβάστε περισσότερα

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει Μια νύχτα σαν κι αυτή μια νύχτα σαν κι αυτή θέλω να σου πω πόσο σ

Διαβάστε περισσότερα

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές... 1.... εξ ουρανού... στο δωμάτιό του... ακατάστατο. Ακούει μουσική δυνατά... παίζει ηλεκτρική κιθάρα... χτυπιέται [πλάτη στο κοινό]... πόρτα κλειστή... ανοίγει... μπαίνει η μάνα του... σάντουιτς σε πιάτο...

Διαβάστε περισσότερα

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται Η μαμά μου πήγαινε στο 26 ο Δημοτικό Σχολείο Νίκαιας. Η καλύτερη ανάμνηση που έχει είναι οι φίλοι της και η τάξη που μύριζε κιμωλία. Ελευθερία Η γιαγιά μου την τάξη της είχε 87 παιδιά. Τα άτακτα παιδιά

Διαβάστε περισσότερα

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: 2007-2008 Τάξη: Γ 3 Όνομα: Η μύτη μου είναι μεγάλη. Όχι μόνο μεγάλη, είναι και στραβή. Τα παιδιά στο νηπιαγωγείο με λένε Μυτόγκα. Μα η δασκάλα τα μαλώνει: Δεν

Διαβάστε περισσότερα

«Πούλα τα όσο θες... πούλα ας πούµε το καλάµι από 200 ευρώ, 100. Κατάλαβες;»

«Πούλα τα όσο θες... πούλα ας πούµε το καλάµι από 200 ευρώ, 100. Κατάλαβες;» «Πούλα τα όσο θες... πούλα ας πούµε το καλάµι από 200 ευρώ, 100. Κατάλαβες;» Οπου (Α) ο καλούµενος - χρήστης της υπ' αριθ. 698... (µέλος της Χ.Α.) Οπου (Β) ο καλών Ηµεροµηνία: 20/09/2013 Εναρξη: 22:12':00''

Διαβάστε περισσότερα

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Εικόνες: Eύα Καραντινού Εικόνες: Eύα Καραντινού H Kοκκινοσκουφίτσα Mια φορά κι έναν καιρό, έμεναν σ ένα χωριουδάκι μια γυναίκα με το κοριτσάκι της, που φορούσε μια κόκκινη σκουφίτσα. Γι αυτό ο κόσμος την φώναζε Κοκκινοσκουφίτσα.

Διαβάστε περισσότερα

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ το Δημοτικό η δασκάλα λέει στους μαθητές της: -Παιδιά, ελάτε να κάνουμε ένα τεστ εξυπνάδας! Ριχάρδο, πες μου ποιο είναι αυτό το ζωάκι: Περπατά στα κεραμίδια, έχει μουστάκι, κάνει νιάου και αλλά έχει και

Διαβάστε περισσότερα

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου - από τον Φουάτ σε τρεις εταιρίες χρήματα... μπλου μπρουμέλ, άλλη μια P.A κάπως έτσι και άλλη μία που μου είχες πει

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16 «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 «Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός» (Πόντος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #26 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011 Δείτε όλα τα παραμύθια

Διαβάστε περισσότερα

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 «Ο Αϊούλαχλης και ο αετός» (Φλώρινα - Μακεδονία Καύκασος) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr ΠΑΡΑΜΥΘΙ #25 Ψηφίστε το παραμύθι που σας άρεσε περισσότερο εδώ μέχρι 30/09/2011

Διαβάστε περισσότερα

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΤΥΠΑ ΤΕΣΤ ΓΛΩΣΣΑΣ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ. 1.1. Ικανότητα διάκρισης της ομοιότητας ή διαφοράς μεταξύ προφορικών λέξεων

ΑΤΥΠΑ ΤΕΣΤ ΓΛΩΣΣΑΣ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ. 1.1. Ικανότητα διάκρισης της ομοιότητας ή διαφοράς μεταξύ προφορικών λέξεων ΑΤΥΠΑ ΤΕΣΤ ΓΛΩΣΣΑΣ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ 1. ΕΠΙΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ 1.1. Ικανότητα διάκρισης της ομοιότητας ή διαφοράς μεταξύ προφορικών λέξεων 1.1.1. Ικανότητα επισήμανσης της ομοιότητας στη συλλαβή. 1. γάλα

Διαβάστε περισσότερα

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... Ο γιος του ψαρά κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει... ια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ψαράς που δεν είχε παιδιά. Κάποια μέρα, εκεί που πήγαινε με

Διαβάστε περισσότερα

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα 1 Έρωτας στην Κασπία θάλασσα 3 Mona Perises ISBN: Email: monaperises@yahoo.com 4 Mona Perises Έρωτας στην Κασπία θάλασσα Μυθιστόρημα - Μέρος δεύτερο Mona Perises Ελλάδα Ιράν/Περσία Ελλάδα 5 Τι είναι η

Διαβάστε περισσότερα

Δυο μάτια παιχνιδιάρικα :: Κάνουλας Κ. - Παγιουμτζής Σ. :: Αριθμός δίσκου: DT-142.

Δυο μάτια παιχνιδιάρικα :: Κάνουλας Κ. - Παγιουμτζής Σ. :: Αριθμός δίσκου: DT-142. Δυο μάτια παιχνιδιάρικα :: Κάνουλας Κ. - Παγιουμτζής Σ. :: 1939 Αριθμός δίσκου: DT-142 http://rebetiko.sealabs.net/display.php?recid=5465 Θα πάρω, θα πάρω πένα και χαρτί, να γράφω, να γράφω ένα χρόνο,

Διαβάστε περισσότερα

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά κι ένα γαϊδούρι

Μια φορά κι ένα γαϊδούρι Μια φορά κι ένα γαϊδούρι Ερευνητική Εργασία Α Λυκείου Υπεύθυνοι Καθηγητές Κοκκίνου Ελένη Παπαζέτης Κωνσταντίνος Καϊµακάµης Αθανάσιος Συγγραφική Οµάδα Τσιρίδης Νίκος Ραχωβίτσας Δηµήτρης Σιέλης Χρίστος Σχολικό

Διαβάστε περισσότερα

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας χωριάτης κι ήτανε φτωχός. Είχε ένα γάιδαρο και λίγα τάλαρα. Εσκέφτηκε τότε να βάλει τα τάλαρα στην ουρά του γαϊδάρου και να πάει να τον πουλήσει στο παζάρι στην πόλη. Έτσι

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΥΜΝΑΖΕΤΑΙ (Κωµικό σκετς)

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΥΜΝΑΖΕΤΑΙ (Κωµικό σκετς) 1 Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΥΜΝΑΖΕΤΑΙ (Κωµικό σκετς) ΠΑΙΖΟΥΝ ΛΟΧΑΓΟΣ ΛΟΧΙΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΝΙΚΟΣ (στρατιώτες) Σήµερα θα πάµε µαζί να κάνουµε ασκήσεις και θεωρία. Για κάντε γραµµή. Αρχίζω. Προσέξτε. Πρώτα πρώτα ν ακούτε

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ (1883-1957) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα) Μπήκα στο χωριό, νύχτωνε πια, οι πόρτες όλες σφαλιχτές, μες στις αυλές τα σκυλιά μυρίστηκαν

Διαβάστε περισσότερα

ταν ήμουνα μικρή, σαν κι εσάς και πιο μικρή, ο παππούς μου μου έλεγε παραμύθια για νεράιδες και μάγισσες, στοιχειωμένους πύργους, δράκους και ξωτικά. Εγώ φοβόμουν πολύ και τότε εκείνος μου έσφιγγε το χέρι

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού έπαιζε με την μπάλα του. Μετά από ένα δυνατό χτύπημα η μπάλα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ

ΕΠΙΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ ΕΠΙΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ 1 ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΜΟΙΟΤΗΤΑΣ Ή ΔΙΑΦΟΡΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΡΟΦΟΡΙΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ 1.1 ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗΣ ΤΗΣ ΟΜΟΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΣΥΛΛΑΒΗ ΟΔΗΓΙΕΣ στο παιδί: Κάθε φορά θα σου λέω δυο μικρές λέξεις. Εσύ θα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010 Έμπλεη ευγνωμοσύνης, με βαθιά

Διαβάστε περισσότερα

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ Μη µου µιλάς γι' αυτά που ξεχνάω Μη µε ρωτάς για καλά κρυµµένα µυστικά Και µε κοιτάς... και σε κοιτώ... Κι είναι η στιγµή που δεν µπορεί να βγεί απ' το µυαλό Φυσάει... Κι είναι

Διαβάστε περισσότερα

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια Αναστασία Τζαβάρα Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια Μέσα σε μια πολιτεία δεινοσαύρων μπορείς να βρεις μεγαλόσωμους δεινόσαυρους με ουρές μακριές σαν σωλήνες, αστραφτερά

Διαβάστε περισσότερα

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό - Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό μου να παίξουμε; Αν θέλει, ναι. Προσπάθησε να μην

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε. ιστορίες της 17 ιστορίες της Πρωτοχρονιάς Παραμύθια: Βαλερί Κλες, Έμιλι-Ζιλί Σαρμπονιέ, Λόρα Μιγιό, Ροζέ-Πιερ Μπρεμό, Μονίκ Σκουαρσιαφικό, Καλουάν, Ιμπέρ Μασουρέλ, Ζαν Ταμπονί-Μισεράτσι, Πολ Νέισκενς,

Διαβάστε περισσότερα

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα. 1. Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα. Καιρό είχες να ρθεις, Κλουζ, μου είπε ο κύριος Κολχάαζε, ανοιγοκλείνοντας το ψαλίδι του επικίνδυνα κοντά στο αριστερό μου αυτί. Εγώ τα αγαπώ τ αυτιά μου. Γι αυτό

Διαβάστε περισσότερα

9 Η 11 Η Η Ο Ο

9 Η 11 Η Η Ο Ο Περιεχόμενα Το βενζινάδικο... 9 Η βαλβίδα... 11 Η απόδραση.... 12 Τα μαγικά κουρελάκια... 13 Τα τραμόπαιδα... 14 Η μέδουσα.... 15 Μπέργκερ............................. 16 Πάρτι γενεθλίων... 18 Όλα τα ατίθασα

Διαβάστε περισσότερα

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου ISBN: 978-618-5144-54-8 Εκδόσεις Vakxikon.gr Βιβλιοπωλείο του Βακχικόν Ασκληπιού 17, 106 80 Αθήνα τηλ. 210 3637867 info@vakxikon.gr www.vakxikon.gr 2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου Σειρά:

Διαβάστε περισσότερα

Playlist με τίτλο: Κώστας Κανούλας. Δημιουργήθηκε από georgina.levitikou στις 25 Ιανουαρίου 2016

Playlist με τίτλο: Κώστας Κανούλας. Δημιουργήθηκε από georgina.levitikou στις 25 Ιανουαρίου 2016 Playlist με τίτλο: Κώστας Κανούλας Δημιουργήθηκε από georgina.levitikou στις 25 Ιανουαρίου 2016 Κίτρινο σαμαροσκούτι :: Κάνουλας Κ. - Παγιουμτζής Σ. :: 1940 Αριθμός δίσκου: AO-2620 http://rebetiko.sealabs.net/display.php?recid=15115

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ! Δ ΤΑΞΗ 3 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΙΣΩΝΙΑΣ ΣΕΣΚΛΟΥ Όλοι χρειαζόμαστε τη βοήθεια όλων Μια φορά κι έναν καιρό, μια

Διαβάστε περισσότερα

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ. ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Η Γη, κυρία Νατάσα, έχει το σχήμα μιας σφαίρας.

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ. ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Η Γη, κυρία Νατάσα, έχει το σχήμα μιας σφαίρας. ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) Λοιπόν παιδιά αυτό ήταν το σημερινό μας μάθημα. Για να ανακεφαλαιώσουμε. Ποιο είπαμε ότι είναι το σχήμα της Γης;

Διαβάστε περισσότερα

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7] A Πρώτες μου απορίες ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. Ο Λουκάς έγραφε σιωπηλά, τα φρύδια του σουφρωμένα, θυμωμένος ακόμα, ενώ ο Βρασίδας, με τα χέρια στις τσέπες, πήγαινε κι έρχουνταν, κάθουνταν και σηκώνουνταν,

Διαβάστε περισσότερα

Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: Αριθμός δίσκου: DG

Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: Αριθμός δίσκου: DG Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: 1955 Αριθμός δίσκου: DG-7137 http://rebetiko.sealabs.net/display.php?recid=143 - Χαράματα στην πόρτα μου, άραγε ποιός χτυπάει; Χαράματα στο σπίτι μου,

Διαβάστε περισσότερα

Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: Αριθμός δίσκου: DG

Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: Αριθμός δίσκου: DG Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: 1955 Αριθμός δίσκου: DG-7137 http://rebetiko.sealabs.net/display.php?recid=143 - Χαράματα στην πόρτα μου, άραγε ποιός χτυπάει; Χαράματα στο σπίτι μου,

Διαβάστε περισσότερα

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ Λέει ο Σοτός στη μαμά του: - Μαμά, έμαθα να προβλέπω το μέλλον! - Μπα; Κάνε μου μια πρόβλεψη! - Όπου να είναι θα έρθει ο γείτονας να μας πει να πληρώσουμε το τζάμι που του έσπασα!!! Ενώ ο πατέρας διαβάζει

Διαβάστε περισσότερα

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μουσική..............................................11 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΓΧΟΡΔΟ Η αρχοντοπούλα κι ο ταξιδευτής........................15 ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΚΡΟΥΣΤΟ

Διαβάστε περισσότερα

«Οδική ασφάλεια... για κλάµατα!» (Θεατρικό γραµµένο από τα παιδιά της Β 1)

«Οδική ασφάλεια... για κλάµατα!» (Θεατρικό γραµµένο από τα παιδιά της Β 1) «Οδική ασφάλεια... για κλάµατα!» (Θεατρικό γραµµένο από τα παιδιά της Β 1) Πρόσωπα: Μαθητές ασκάλα Κύριος Τροχαιάκης (αστυνοµικός της τροχαίας) Παιδιά ΣΚΗΝΗ 1 (στην τάξη) Χτυπά κουδούνι και µπαίνει µέσα

Διαβάστε περισσότερα

Μπελιμπασάκη Αγάπη του Παναγιώτη, 9 ετών

Μπελιμπασάκη Αγάπη του Παναγιώτη, 9 ετών Μπελιμπασάκη Αγάπη του Παναγιώτη, 9 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love) http://hallofpeople.com/gr.php?user=κοέν%20λέοναρντ ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ Στίχοι τραγουδιών του Από το http://lyricstranslate.com/el/leonard-cohen-lyrics.html (Ain t no cure for love) Σε αγαπούσα για πολύ, πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Σακιδη Δανάη του Αλέξανδρου, 13 ετών

Σακιδη Δανάη του Αλέξανδρου, 13 ετών Σακιδη Δανάη του Αλέξανδρου, 13 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

Ποια είναι η ερώτηση αν η απάντηση είναι: Τι έχει τέσσερις τοίχους;

Ποια είναι η ερώτηση αν η απάντηση είναι: Τι έχει τέσσερις τοίχους; Τι έχει τέσσερις τοίχους; Ένα δωμάτιο. Τι υπάρχει απέναντι από το πάτωμα; Το ταβάνι η οροφή. Πού υπάρχουν λουλούδια και δέντρα; Στον κήπο. Πού μπορώ να μαγειρέψω; Στην κουζίνα. Πού μπορώ να κοιμηθώ; Στο

Διαβάστε περισσότερα

Ας µιλήσουµε Ελληνικά

Ας µιλήσουµε Ελληνικά Ας µιλήσουµε Ελληνικά I Το όνοµά µου: Πόσων χρονών είµαι: Σε ποια τάξη πηγαίνω: Σε ποιο σχολείο πηγαίνω: Η πόλη µου / Το χωριό µου: ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011 Μέρος Α Κατανόηση προφορικού λόγου 1 Άσκηση 1 Άκουσε

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΤΩΝ ΔΟΝΤΙΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΑ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ Β

ΟΙ ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΤΩΝ ΔΟΝΤΙΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΑ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ Β ΟΙ ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΤΩΝ ΔΟΝΤΙΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΑ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ Β Κάποτε ήταν ένα αγοράκι που το έλεγαν Χάρη, ο όποιος ήθελε κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί να τρώει ένα σοκολατάκι. -Χάρη,τι θα γίνει;

Διαβάστε περισσότερα

Από τα παιδιά της Α 2 τάξης

Από τα παιδιά της Α 2 τάξης Από τα παιδιά της Α 2 τάξης Αυγοδρομίες Οι αυγοδρομίες ήταν ένα παιχνίδι που έπαιζαν τα παιδιά το Πάσχα στην πλατεία του χωριού. Είναι ένας διαγωνισμός όπου τα παιδιά κρατούν στο στόμα τους κουτάλια με

Διαβάστε περισσότερα

Ζακόκ. Πεπέκης Κωνσταντίνος

Ζακόκ. Πεπέκης Κωνσταντίνος Ζακόκ Ένα παιχνίδι που έπαιζε η γιαγιά µου όταν ήταν µικρή είναι το ζακόκ. Το ζακόκ είναι παρόµοιο µε το κυνηγητό που παίζουµε τώρα. Για να ξεκινήσει το παιχνίδι τα παιδιά πρέπει να χωριστούν σε 2 οµάδες.

Διαβάστε περισσότερα

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη υπάρχει ένα σπίτι με άσπρα παράθυρα. Μέσα σε αυτό θα βρούμε ένα χαρούμενο δωμάτιο, γεμάτο γέλια και φωνές, και δυο παιδιά που θέλω να σας γνωρίσω «Τάσι, αυτή η πιτζάμα σού

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» 4 ος ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ 2015-2016 2 Ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ» «Πρόσεχε τι πετάς, είναι η

Διαβάστε περισσότερα

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο;

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο; Σκηνή 1 η Βρισκόμαστε στο γραφείο του ψυχίατρου Σωτήριου Σώθηκες! Ο γιατρός μιλά στο τηλέφωνο με έναν πελάτη Τι μου λέτε αγαπητέ μου! `Ώστε έτσι έχουν τα πράγματα λοιπόν! Αν σας καταλαβαίνω; Μα είναι ερώτηση

Διαβάστε περισσότερα

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ Πήγα στην αγορά με τα πουλιά Κι αγόρασα πουλιά Για σένα αγάπη μου Πήγα στην αγορά με τα λουλούδια Κι αγόρασα λουλούδια Για σένα αγάπη μου Πήγα στην αγορά με τα σιδερικά

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37 Περιεχόμενα Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό............. 11 Αν έχεις τύχη..................................... 21 Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς............... 37 7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda:7199_alogaki_pasxalitsa_arkouda

Διαβάστε περισσότερα

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών Κ.Ν Α.Κ.Γ.Κ Η καλύτερη στιγμή μου ήταν η Πρωτοχρονιά που όταν ο παππούς μου έκοβε τη βασιλόπιτα και εγώ κέρδισα το φλουρί που ήταν ένα ευρώ. Ο Μπαμπάς

Διαβάστε περισσότερα

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Σκηνή 1 η Μουσική... ανοίγει η αυλαία σιγά σιγά... projector τοπίο με τις τέσσερις εποχές του χρόνου... στη σκηνή τέσσερις καρεκλίτσες, η καθεμία ζωγραφισμένη με την αντίστοιχη εποχή... Μπαίνει η πολύ

Διαβάστε περισσότερα

Από τους μαθητές/τριές Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη

Από τους μαθητές/τριές Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη BULLING Από τους μαθητές/τριές έ Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη Δεν έχουν όλες οι πόλεις του κόσμου ειρήνη! Κάποιες έχουν πόλεμο.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ - Α,α,α,α,α,α,α! ούρλιαξε η Νεφέλη - Τρομερό! συμπλήρωσε η Καλλιόπη - Ω, Θεέ μου! αναφώνησα εγώ - Απίστευτα τέλειο! είπε η Ειρήνη και όλες την κοιτάξαμε λες και είπε

Διαβάστε περισσότερα

Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών

Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης».

Διαβάστε περισσότερα

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ 1 ο Νηπιαγωγείο Κυπαρισσίας Διαβάσαμε το παραμύθι: «ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΛΙΒΑΔΙ» Ερώτηση: ΠΟΙΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΔΕΧΟΝΤΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ; - Αυτοί

Διαβάστε περισσότερα

Α ΜΕΡΟΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ

Α ΜΕΡΟΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ Α ΜΕΡΟΣ Μικρό, σύγχρονο οικογενειακό διαμέρισμα. Στο μπροστινό μέρος της σκηνής βλέπουμε δυο παιδικά δωμάτια, ένα στ αριστερά κι ένα στα δεξιά. Από το εσωτερικό τους καταλαβαίνουμε αμέσως ότι αριστερά

Διαβάστε περισσότερα

Ίνγκο Ζίγκνερ. Ο μικρός δράκος. Καρύδας. Ο θησαυρός της ζούγκλας. Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου

Ίνγκο Ζίγκνερ. Ο μικρός δράκος. Καρύδας. Ο θησαυρός της ζούγκλας. Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου Ίνγκο Ζίγκνερ Ο μικρός δράκος Καρύδας Ο θησαυρός της ζούγκλας Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου Περιεχόμενα 1. Στον Κόλπο των Βράχων 2. Το Μεγάλο Φίδι 3. Ο Τίγρης της Ζούγκλας 4. Ο Κροκόδειλος του Ποταμού 5.

Διαβάστε περισσότερα

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο Ο Ηλίας ανεβαίνει Ψηλά Ψηλότερα Κάθε Μάρτιο, σε μια Χώρα Κοντινή, γινόταν μια Γιορτή! Η Γιορτή των Χαρταετών. Για πρώτη φορά,

Διαβάστε περισσότερα

«Το θέµα είναι που θα πάει; Τουλάχιστον µετά να πήγαινε Μαλανδρίνο, δεν ξέρω»

«Το θέµα είναι που θα πάει; Τουλάχιστον µετά να πήγαινε Μαλανδρίνο, δεν ξέρω» «Το θέµα είναι που θα πάει; Τουλάχιστον µετά να πήγαινε Μαλανδρίνο, δεν ξέρω» Στον αποµαγνητοφωνηµένο δάλογο που ακολουθεί συνοµιλεί συγγενής του Γ. Ρουπακιά (Α) µε τον (Β) - Οπου Α η καλούσα - Οπου Β

Διαβάστε περισσότερα

Γεννηθήκαμε και υπήρξαμε μωρά. Κλαίγαμε, τρώγαμε, γελάγαμε, κοιμόμασταν, ξυπνάγαμε, λερωνόμασταν.

Γεννηθήκαμε και υπήρξαμε μωρά. Κλαίγαμε, τρώγαμε, γελάγαμε, κοιμόμασταν, ξυπνάγαμε, λερωνόμασταν. Γεννηθήκαμε και υπήρξαμε μωρά. Κλαίγαμε, τρώγαμε, γελάγαμε, κοιμόμασταν, ξυπνάγαμε, λερωνόμασταν. Μεγαλώσαμε λίγο και υπήρξαμε παιδιά. Φωνάζαμε, τσακωνόμασταν, γνωρίζαμε, βρίζαμε, παίζαμε, χαιρόμασταν,

Διαβάστε περισσότερα

(Σκηνικό η εξοχή ακούγονται πυροβολισµοί) Μπαίνουν δυο τσολιάδες λίγο βιαστικοί σα να µη θέλουν να τους δουν.

(Σκηνικό η εξοχή ακούγονται πυροβολισµοί) Μπαίνουν δυο τσολιάδες λίγο βιαστικοί σα να µη θέλουν να τους δουν. 1 Τα αγάλµατα (Θεατρικό σκετς σε τρεις σκηνές) (Σκηνικό η εξοχή ακούγονται πυροβολισµοί) Μπαίνουν δυο τσολιάδες λίγο βιαστικοί σα να µη θέλουν να τους δουν. ΣΚΗΝΗ 1 η ΣΤΡΑΤΗΣ: Από δω από δω. Έλα κάτσε

Διαβάστε περισσότερα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους, μια γριά γυναίκα. Τ όνομά της ήταν Μαραλά. Κανένας δεν

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΡΟΛΟΙ: Αφηγητής 1(Όσους θέλει ο κάθε δάσκαλος) Αφηγητής 2 Αφηγητής 3 Παπα-Λάζαρος Παιδί 1 (Όσα θέλει ο κάθε δάσκαλος) Παιδί 2

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΡΟΛΟΙ: Αφηγητής 1(Όσους θέλει ο κάθε δάσκαλος) Αφηγητής 2 Αφηγητής 3 Παπα-Λάζαρος Παιδί 1 (Όσα θέλει ο κάθε δάσκαλος) Παιδί 2 ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΡΟΛΟΙ: 1. Αφηγητής 1(Όσους θέλει ο κάθε δάσκαλος) 2. Αφηγητής 2 3. Αφηγητής 3 4. Παπα-Λάζαρος 5. Παιδί 1 (Όσα θέλει ο κάθε δάσκαλος) 6. Παιδί 2 7. Παιδί 3 8. Παιδί 4 9. Παιδί 5 10. Μητέρα

Διαβάστε περισσότερα

7η ΥΠΕ Κρήτης Σταύρος Παρασύρης 2016

7η ΥΠΕ Κρήτης Σταύρος Παρασύρης 2016 7 η ΥΠΕ Κρήτης Σταύρος Παρασύρης 2016 Το ταξίδι του Γομφούλη Ένα δοντάκι ο Γομφούλης, ξέρετε παιδιά, από αυτά τα πίσω δόντια που έχουμε και μασάμε, ήτανε πολύ εργατικό. Κάθε μέρα δούλευε πάρα πολύ! Μασούσε

Διαβάστε περισσότερα

Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: Αριθμός δίσκου: Kal-301.

Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: Αριθμός δίσκου: Kal-301. Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: 1953 Αριθμός δίσκου: Kal-301 http://rebetiko.sealabs.net/display.php?recid=9248 Απόψε μες, απόψε μες στο καπηλειό που τα μπουζού-, που τα μπουζούκια

Διαβάστε περισσότερα

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά σε μια μεγάλη πα ραλία με βουνά απαλής, λευκής άμμου, όπου μόνο τα σπίτια έχουν όνομα, ενώ οι δρόμοι όχι; Σε ένα από αυτά τα αξιαγάπητα σπίτια, με το όνομα Βαλκάρλος,

Διαβάστε περισσότερα

Τ Αρμέν η γιος. χορευτικό. Τ Αρμέν η γιος πινεύτηκι μπρουστά σ έναν αφέ(νε)ντη. Ν αφέντη μ γω, ματούδια μ παρδαλά, αφέντη μ γω τη θάλασσα.

Τ Αρμέν η γιος. χορευτικό. Τ Αρμέν η γιος πινεύτηκι μπρουστά σ έναν αφέ(νε)ντη. Ν αφέντη μ γω, ματούδια μ παρδαλά, αφέντη μ γω τη θάλασσα. Τ Αρμέν η γιος χορευτικό Τ Αρμέν η γιος πινεύτηκι μπρουστά σ έναν αφέ(νε)ντη. Ν αφέντη μ γω, ματούδια μ παρδαλά, αφέντη μ γω τη θάλασσα. - Ν αφέντη μ γω τη θάλασσα, πιζός, πιζός θα την πιρά(να)σου. -Κι

Διαβάστε περισσότερα

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω. Νήφο. Πεταλία; Εγώ, ναι. Σήκω. Δεν ξέρω αν µπορώ. Μπορείς. Είµαι κουρασµένος. Ήρθε η ώρα, όµως. Τα χέρια µου έχουν αίµατα. Τα πόδια µου είναι σαν κάποιου άλλου. Δεν έχουµε πολύ χρόνο. Ένα λεπτό µόνο, να

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β ΗΜ/ΝΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ Σεπτέμβριος Αφόρμηση: ίνω στα παιδιά σε χαρτόνι φωτοτυπημένη μια σβούρα και τους

Διαβάστε περισσότερα

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02 Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 2 5 Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ 1 Y Π Ο Υ Ρ Γ Ε Ι Ο Π Α Ι Δ Ε Ι Α Σ Κ Α Ι Θ

Διαβάστε περισσότερα

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής Ο Μικρός Πρίγκιπας έφτασε στη γη. Εκεί είδε μπροστά του την αλεπού. - Καλημέρα, - Καλημέρα, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, ενώ έψαχνε να βρει από πού ακουγόταν η

Διαβάστε περισσότερα

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ 12 o Δημ. Σχ. Αθηνών Τάξη Δ 7/4/2014 ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ Α. ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ Β. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ 1. 2. Συμπληρώνω τα κενά με Παρακείμενο ή Υπερσυντέλικο: Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι... (αναπτύσσω)

Διαβάστε περισσότερα

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Τα παραμύθια της τάξης μας! Τα παραμύθια της τάξης μας! ΟΙ λέξεις κλειδιά: Καρδιά, γοργόνα, ομορφιά, πυξίδα, χώρα, πεταλούδα, ανηφόρα, θάλασσα, φάλαινα Μας βοήθησαν να φτιάξουμε αυτά τα παραμύθια! «Χρυσαφένια χώρα» Μια φορά κι έναν

Διαβάστε περισσότερα

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα... Αμέσως έβγαλα το κινητό από τη θήκη και έστειλα μήνυμα στο κινητό της μαμάς πού

Διαβάστε περισσότερα

Παροιμίες Ζώα Θηλαστικά Πρόβατο Αν είν τ αρνιά σου αμέτρητα, πες πως αρνιά δεν έχεις. [Ελληνική]

Παροιμίες Ζώα Θηλαστικά Πρόβατο Αν είν τ αρνιά σου αμέτρητα, πες πως αρνιά δεν έχεις. [Ελληνική] Παροιμίες Ζώα Θηλαστικά Πρόβατο Αν είν τ αρνιά σου αμέτρητα, πες πως αρνιά δεν έχεις. Αναμασά τα λόγια της σαν παλιοπροβατίνα Απ τον κακό βοσκό, ψώριασαν τα πρόβατα Απ του διαβόλου το μαντρί μήτε κατσίκι

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα 1. Ας γνωριστούμε λοιπόν!!! Σήμερα συναντιόμαστε για πρώτη φορά. Μαζί θα περάσουμε τους επόμενους

Μάθημα 1. Ας γνωριστούμε λοιπόν!!! Σήμερα συναντιόμαστε για πρώτη φορά. Μαζί θα περάσουμε τους επόμενους Μάθημα 1 Ας γνωριστούμε λοιπόν!!! Σήμερα συναντιόμαστε για πρώτη φορά. Μαζί θα περάσουμε τους επόμενους μήνες και θα μοιραστούμε πολλά! Ας γνωριστούμε λοιπόν. Ο καθένας από εμάς ας πει λίγα λόγια για τον

Διαβάστε περισσότερα

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwω ψerβνtyuςiopasdρfghjklzx cvbn nmσγqwφertyuioσδφpγρa ηsόρ ωυdf ghjργklαzxcvbnβφδγωmζq wert

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwω ψerβνtyuςiopasdρfghjklzx cvbn nmσγqwφertyuioσδφpγρa ηsόρ ωυdf ghjργklαzxcvbnβφδγωmζq wert qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwω Η μάνα και τα τέσσερα παιδιά της ψerβνtyuςiopasdρfghjklzx cvbn Θεατρική διασκευή mqw e rtyuiopasdfghjklzxcvbnφ γιmλι qπςπ ζ αwωeτrtνyuτioρνμpκaλs dfghςj klzxc vλοπbnαmqwertyuiopasdf

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ (Αόρατος) ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Κάποτε στη γη γεννήθηκε το Όνειρο. Το όνομά του δεν ήταν έτσι, όμως επειδή συνεχώς ονειρευόταν, όλοι το φώναζαν Όνειρο. Δεν ήταν κάτι το σπουδαίο, ήταν σαν

Διαβάστε περισσότερα

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι... - Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι... - Γιατρέ, βλέπω μπλε και πράσινους κόκκους.. - Οφθαλμίατρο έχετε δει; - Οχι! Μόνο μπλε και πράσινους κόκκους...

Διαβάστε περισσότερα

ΑΤΥΠΟ ΤΕΣΤ ΓΛΩΣΣΑΣ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ Ικανότητα διάκρισης της ομοιότητας ή διαφοράς μεταξύ προφορικών λέξεων

ΑΤΥΠΟ ΤΕΣΤ ΓΛΩΣΣΑΣ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ Ικανότητα διάκρισης της ομοιότητας ή διαφοράς μεταξύ προφορικών λέξεων ΑΤΥΠΟ ΤΕΣΤ ΓΛΩΣΣΑΣ ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ 1. ΕΠΙΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ 1.1. Ικανότητα διάκρισης της ομοιότητας ή διαφοράς μεταξύ προφορικών λέξεων 1.1.1. Ικανότητα επισήμανσης της ομοιότητας στη συλλαβή. 1. γάλα

Διαβάστε περισσότερα