Ε Α Κ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Ε Α 4 1 94 1 96 87 2 93 4 5 2 Κ"

Transcript

1 ΣτΕ 2067/2011 Τµ. B επτ. [ ιοικητικές κυρώσεις Αντίθεση του αρ. 4 παρ. 1 του 7 ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣ Α, όπως ερµηνεύεται από το Ε Α, στο Σύνταγµα] Πρόεδρος: Φ. Αρναούτογλου, Αντιπρόεδρος Εισηγήτρια: Ε. Νίκα, Σύµβουλος Το διοικητικό δικαστήριο, όταν κρίνει επί υποθέσεως επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω λαθρεµπορίας, δεν δεσµεύεται από την τυχόν προηγηθείσα σχετική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, εκτός εάν πρόκειται για αµετάκλητη καταδικαστική απόφαση, αλλά υποχρεούται απλώς να την συνεκτιµήσει κατά την διαµόρφωση της κρίσεώς του. Το Ε Α ενέταξε στις ποινικής φύσεως τις κυρώσεις που προβλέπονται στο ελληνικό δίκαιο για τελωνειακές παραβάσεις, αλλά το άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣ Α (αρχή non bis in idem) όπως έχει ερµηνευθεί από το Ε Α δεν µπορεί να τύχει εφαρµογής εν προκειµένω γιατί θα αντέβαινε προς τα άρθρα 94 παρ. 1 και 96 παρ.1 του Συντάγµατος. Ο έλληνας δικαστής δεν µπορεί να εξέρχεται του πλαισίου των υποχρεώσεων που του διαγράφουν τα άρθρα 87 παρ. 2 και 93 παρ. 4 Συντάγµατος, έστω και αν η στάση του έχει ως συνέπεια να τεθεί ζήτηµα διεθνούς ευθύνης της Ελλάδας. Οµοίως, η νοµολογία του Ε Α περί του τεκµηρίου αθωότητας, όπως διατυπώθηκε στην υπόθεση Σταυρόπουλος κατά Ελλάδος, είναι ανεφάρµοστη στην περίπτωση που προβλέπονται διοικητικές και ποινικές κυρώσεις για την ίδια παράβαση, διότι αντίκειται στις ίδιες ως άνω συνταγµατικές διατάξεις περί δικαιοδοσίας ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων. Περαιτέρω, η διάταξη του αρ. 5 παρ. 2 Κ δεν αντίκειται στη συνταγµατική αρχή της ισότητας διότι η διαφοροποίηση στη µεταχείριση µεταξύ καταδικαστικών και αθωωτικών αποφάσεων δικαιολογείται επαρκώς από το διαφορετικό βαθµό δικανικής βεβαιότητας που πρέπει να σχηµατίσει το ποινικό δικαστήριο σε κάθε περίπτωση. [ ] 2. Επειδή, µε την υπό κρίση αίτηση ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της υπ αριθµ. 2117/2003 αποφάσεως του ιοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, κατά το µέρος που µε αυτήν απορρίφθηκε έφεση των ήδη αναιρεσειόντων κατά της υπ αριθµ. 1206/2001 αποφάσεως του Τριµελούς ιοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Με την εν λόγω πρωτόδικη απόφαση απορρίφθηκε προσφυγή των αναιρεσειόντων κατά της υπ αριθµ. 10/ πράξεως του ΣΤ Τελωνείου Ε.Τ.Σ. Θεσσαλονίκης, µε την οποία (α) αποδόθηκε στον πρώτον των

2 αναιρεσειόντων,......, συµµετοχή σε τέσσερεις παραβάσεις λαθρεµπορίας υγρών καυσίµων µε το τέχνασµα της εικονικής εξαγωγής, του καταλογίστηκαν διαφυγόντες φόροι συνολικού ύψους δραχµών, για την καταβολή των οποίων κηρύχθηκε αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνος µε τον..., και επιβλήθηκε στους συµµετέχοντες στις παραβάσεις αυτές, ως αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υποχρέους, πολλαπλούν τέλος συνολικού ύψους δραχµών και κατ επιµερισµό στον πρώτο αναιρεσείοντα πολλαπλό τέλος ποσού δραχµών, και (β) κηρύχθηκε η δεύτερη των αναιρεσειόντων, εταιρία..., αστικώς συνυπεύθυνη για την πληρωµή του συνόλου των καταλογισθέντων ποσών διαφυγόντων φόρων και πολλαπλού τέλους, ύψους δραχµών. Με την αναιρεσιβαλλοµένη απόφαση περιορίστηκε στο ποσό των ευρώ ( δραχµών) το συνολικό ύψος του πολλαπλού τέλους για την καταβολή του οποίου κηρύχθηκε αλληλεγγύως υπεύθυνος ο πρώτος αναιρεσείων και αστικώς συνυπεύθυνη η δεύτερη αναιρεσείουσα, ήτοι στο τριπλάσιο των διαφυγόντων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, µειώθηκε στο ποσό των ευρώ ( δραχµών) το συνολικό ποσό του πολλαπλού τέλους που επιβλήθηκε ατοµικώς σε βάρος του πρώτου των αναιρεσειόντων, ενώ απορρίφθηκε κατά τα λοιπά η έφεσή τους. 3. Επειδή, η υπό κρίση αίτηση εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον της επταµελούς συνθέσεως του Τµήµατος, κατόπιν της υπ αριθµ. 3182/2010 παραπεµπτικής αποφάσεως του Τµήµατος υπό πενταµελή σύνθεση, λόγω µείζονος σπουδαιότητος, νοµίµως δε συζητείται, κατ άρθρο 21 παρ. 5 του π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α 8), παρά την απουσία των αναιρεσειόντων, δοθέντος ότι, όπως προκύπτει από το αποδεικτικό επιδόσεως της επιµελητού του ιοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης Ευστρατίας Μπαρµπέρη µε ηµεροµηνία , αντίγραφο της ως άνω παραπεµπτικής αποφάσεως, µε την οποία είχε ορισθεί και δικάσιµος ενώπιον της παρούσης επταµελούς συνθέσεως, κοινοποιήθηκε νοµίµως και εµπροθέσµως στον δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο, σύµφωνα µε το άρθρο 21 παρ. 4 του π.δ. 18/1989, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 8 του ν. 2944/2001 (ΦΕΚ Α 222). 4. Επειδή, στην παρούσα αναιρετική δίκη παρεµβαίνουν µε το από κοινό δικόγραφο οι οµόρρυθµες εταιρίες «...» και «...», επικαλούµενες την υπ αυτών άσκηση εννέα (9) αιτήσεων αναιρέσεως που αφορούν τα αυτά ζητήµατα που τίθενται στην παρούσα υπόθεση και εκκρεµούν ενώπιον του ικαστηρίου. Όµως, κατά την συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο οι ως άνω εταιρίες δεν παρέστησαν µε πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε εµφανίσθηκαν οι 2

3 νόµιµοι εκπρόσωποί τους για να δηλώσουν ότι εγκρίνουν την άσκηση της εν λόγω παρεµβάσεως, ενώ, εξ άλλου, δεν προσκοµίσθηκε, µέσω της Γραµµατείας του ικαστηρίου, συµβολαιογραφική πράξη παροχής πληρεξουσιότητας προς τον δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο. Συνεπώς, η ως άνω παρέµβαση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη προεχόντως ελλείψει νοµιµοποιήσεως, σύµφωνα µε το άρθρο 27 του π. δ/τος 18/1989 (ΦΕΚ Α 8), όπως ισχύει. 5. Επειδή, µε το ν. 2127/1993 «Εναρµόνιση προς το κοινοτικό δίκαιο του φορολογικού καθεστώτος των πετρελαιοειδών προϊόντων, αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών και βιοµηχανοποιηµένων καπνών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 48), ορίσθηκαν, µεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: στο άρθρο 1 αυτού ότι «Επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή προϊόντα, στο οινόπνευµα και στα αλκοολούχα ποτά και στα βιοµηχανοποιηµένα καπνά» και ότι «καθορίζονται τα περί παραγωγής, µεταποίησης, κατοχής, κυκλοφορίας και ελέγχου των προϊόντων αυτών, σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος νόµου», στο άρθρο 2 ότι «1. Στον ειδικό φόρο κατανάλωσης υπάγονται τα προϊόντα του άρθρου 1, τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, προέρχονται από άλλα κράτη µέλη ή εισάγονται στο εσωτερικό της χώρας. 2. Ως εισαγωγή νοείται η είσοδος των προϊόντων αυτών από τρίτες χώρες στο εσωτερικό της χώρας. Εάν όµως τα προϊόντα έχουν τεθεί υπό τελωνειακό καθεστώς κατά την είσοδό τους στο εσωτερικό της χώρας, η εισαγωγή τους λογίζεται ότι γίνεται τη στιγµή που εξέρχονται από αυτό το καθεστώς. Με την επιφύλαξη των εθνικών και κοινοτικών διατάξεων, όσον αφορά τα τελωνειακά καθεστώτα, όταν τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και προέρχονται ή προορίζονται για τρίτη χώρα... βρίσκονται α) υπό κοινοτικό τελωνειακό καθεστώς διαφορετικό από τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία ή β) έχουν τοποθετηθεί σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη... θεωρείται ότι βρίσκονται υπό καθεστώς αναστολής της επιβολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης... Επί των εισαγοµένων και εξαγοµένων προϊόντων του άρθρου 1 εφαρµόζονται οι διατάξεις της τελωνειακής και συναφούς νοµοθεσίας», στο άρθρο 3 ότι «Για την εφαρµογή των διατάξεων του παρόντος νόµου νοούνται ως: α) γ) εγκεκριµένος αποθηκευτής: το φυσικό ή νοµικό πρόσωπο που έχει λάβει άδεια από τις αρµόδιες αρχές να παράγει, να µεταποιεί, να κατέχει, να παραλαµβάνει και να αποστέλλει κατά την άσκηση του επιτηδεύµατός του προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη υπό καθεστώς αναστολής», στο άρθρο 4 παρ.1 ότι «Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση... Θεωρείται ως θέση σε ανάλωση των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης: α) κάθε έξοδος, ακόµα και 3

4 αντικανονική, από καθεστώς αναστολής...», στο άρθρο 11 παρ. 3 ότι «Για την εφαρµογή των διατάξεων του παρόντος ο εγκεκριµένος αποθηκευτής α)... β) επέχει ευθύνη έναντι του ηµοσίου για τους φόρους που αναλογούν στα προϊόντα», στο άρθρο 61 παρ. 3 ότι «Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 67, η ευθύνη του εγκεκριµένου αποθηκευτή, ο οποίος πραγµατοποίησε την αποστολή και ενδεχοµένως του µεταφορέα, λήγει µόνο µε την απόδειξη της παραλαβής των προϊόντων από τον παραλήπτη, που γίνεται µε την προσκόµιση του θεωρηµένου αντιτύπου του συνοδευτικού εγγράφου που προβλέπεται από τα άρθρα 64 και επόµενα», στο άρθρο 65 ότι «1. Το καθεστώς αναστολής του εδαφίου α του άρθρου 3 λήγει µε τη θέση των προϊόντων που υπάγονται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης σε τελωνειακό καθεστώς της παραγράφου 2 του άρθρου Επίσης, το καθεστώς αναστολής λήγει όταν τα προϊόντα εξάγονται. Για την απόδειξη της πραγµατοποίησης της εξαγωγής προσκοµίζεται πιστοποιητικό που χορηγεί το τελωνείο εξόδου των προϊόντων από το κοινοτικό έδαφος. Το τελωνείο αυτό αποστέλλει στον αποστολέα επικυρωµένο το επιστρεπτέο αντίτυπο του συνοδευτικού εγγράφου που προορίζεται γι αυτόν. 3. Σε περίπτωση µη τακτοποίησης του καθεστώτος αναστολής ο αποστολέας υποχρεούται εντός προθεσµίας ενός µηνός από την ηµεροµηνία αποστολής των προϊόντων να ενηµερώσει σχετικά τις αρµόδιες αρχές του εσωτερικού της χώρας. Η προθεσµία αυτή µπορεί να παραταθεί επί δίµηνο, εφόσον υπάρχει δικαιολογητικός λόγος». Και, τέλος, στο άρθρο 67 ότι «4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της επόµενης παραγράφου, η µη τήρηση των διατυπώσεων του παρόντος νόµου χαρακτηρίζεται ως απλή τελωνειακή παράβαση κατά τα προβλεπόµενα από τα άρθρα 89 και επόµενα του Τελωνειακού Κώδικα και επισύρει πρόστιµο µέχρι πέντε εκατοµµύρια ( ) δρχ. για κάθε παράβαση, δυνάµενο να αναπροσαρµόζεται µε προεδρικά διατάγµατα, που εκδίδονται µε πρόταση του Υπουργού Οικονοµικών. 5. Η µε οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλοµένων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και η µη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από το νόµο µε σκοπό τη µη καταβολή των ως άνω φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζονται ως λαθρεµπορία κατά τις διατάξεις των άρθρων 89 και επόµενα του ν. 1165/1918 περί Τελωνειακού Κώδικα και επισύρουν το υπό αυτών προβλεπόµενο πολλαπλούν τέλος και αν ακόµη κριθεί αρµοδίως ότι δεν συντρέχουν τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεµπορίας». 6. Επειδή η ελληνική έννοµη τάξη αντιµετώπιζε ανέκαθεν ιδιαίτερα αυστηρά την λαθρεµπορία, προκειµένου να την καταστήσει αποτρεπτική για τους ενδιαφερόµενους παρά τα τεράστια κέρδη που συνεπάγεται. Έτσι, σύµφωνα µε την παρ. 1 του άρθρου 100 του Τελωνειακού Κώδικα 4

5 (ν. 1165/1918, ΦΕΚ Α 73), όπως τροποποιήθηκε µε το άρθρο 1 του α.ν. 2081/1939 (ΦΕΚ Α 495), «Λαθρεµπορία είναι α) η εντός των συνόρων του Κράτους εισαγωγή ή εξ αυτών εξαγωγή εµπορευµάτων, υποκειµένων είτε εις εισαγωγικόν δασµόν, είτε εις εισπραττόµενον εν τοις Τελωνείοις τέλος, φόρον ή δικαίωµα, άνευ γραπτής αδείας της αρµοδίας τελωνειακής αρχής ή εν άλλω παρά τον ωρισµένον παρ αυτής τόπω ή χρόνω και β) πάσα οιαδήποτε ενέργεια, σκοπούσα να στερήση το ηµόσιον των υπ αυτού εισπρακτέων δασµών, τελών, φόρων και δικαιωµάτων επί των εισαγοµένων εκ της αλλοδαπής ή εξαγοµένων εµπορευµάτων, και αν έτι ταύτα εισεπράχθησαν κατά χρόνον και τρόπον έτερον ή τον υπό του νόµου οριζόµενον», σύµφωνα δε µε την περίπτωση θ της επόµενης παρ. 2, που προστέθηκε µε το άρθρο 8 του ν. 2096/1952 (ΦΕΚ Α 113), ως λαθρεµπορία θεωρείται και «η αγορά, πώλησις και κατοχή εµπορευµάτων εισαχθέντων ή τεθέντων εις την κατανάλωσιν κατά τρόπον συνιστώντα το αδίκηµα της λαθρεµπορίας». Εξ άλλου, µε το άρθρο 3 του α.ν. 1514/1950 (ΦΕΚ Α 240) ο οποίος κυρώθηκε µε τον ν. 1591/1950 (ΦΕΚ Α 295), προστέθηκε παράγραφος 2 στο άρθρο 89 του Τελωνειακού Κώδικα, βάσει της οποίας το κατά το άρθρο 100 του Τελωνειακού Κώδικα περιγραφόµενο (περιπτωσιολογικώς και εννοιολογικώς) αδίκηµα της λαθρεµπορίας χαρακτηρίζεται νόµω και ως τελωνειακή παράβαση, ασχέτως του αν τούτο ήθελε κριθεί ή µη υπό των ποινικών δικαστηρίων αξιόποινο. Ούτω, σύµφωνα µε την διάταξη αυτή της παρ. 2 του άρθρου 89 «Ως τελωνειακαί παραβάσεις χαρακτηρίζονται η καθ οιονδήποτε των εν άρθρω 100 του παρόντος µνηµονευοµένων τρόπων διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της πληρωµής των ανηκόντων τω ηµοσίω τελών και δικαιωµάτων, ως και η µη τήρησις των εν τω αυτώ άρθρω 100 καθοριζοµένων λοιπών διατυπώσεων, επισύρουσι δε κατά των υπευθύνων πολλαπλούν τέλος, συµφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος νόµου, και αν έτι ήθελε κριθή αρµοδίως ότι δεν συντρέχουσι τα στοιχεία αξιοποίνου λαθρεµπορίας». Περαιτέρω, µε το άρθρο 4 του α.ν. 1514/1950 προστέθηκαν παρ. 3 και 8 του άρθρου 97 του Τελωνειακού Κώδικα, στις οποίες, όπως η παρ. 3 τροποποιήθηκε µε το άρθρο 23 του ν. 495/1976 (ΦΕΚ Α 337), ορίζεται αντίστοιχα ότι «Κατά των οπωσδήποτε συµµετασχόντων της κατά την παρ. 2 του άρθρου 89 του παρόντος τελωνειακής παραβάσεως και αναλόγως του βαθµού της συµµετοχής εκάστου ασχέτως της ποινικής διώξεως αυτών επιβάλλεται κατά τας διατάξεις των άρθρων 100 και εποµ. του παρόντος ιδιαιτέρως εις έκαστον και αλληλεγγύως πολλαπλούν τέλος από του διπλού µέχρι του δεκαπλού των βαρυνόντων το αντικείµενο ταύτης δασµών, φόρων, τελών και δικαιωµάτων εν συνόλω, δια πάντας τους συνυπαιτίους» και ότι «Ουδεµίαν επιρροήν εξασκεί επί των αποφάσεων των ικαστηρίων η αθωωτική ή καταλογιστική απόφασις των ιοικητικών ικαστηρίων και Επιτροπών ουδέ τανάπαλιν». Εν όψει του νοµοθετικού αυτού 5

6 καθεστώτος, καθώς το Σύνταγµα ορίζει στο άρθρο 94 παρ. 1 ότι «στο Συµβούλιο της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές, όπως νόµος ορίζει.» και στο άρθρο 96 παρ.1 ότι «στα τακτικά ποινικά δκαστήρια ανήκει η τιµωρία των εγκληµάτων και η λήψη όλων των µέτρων που προβλέπουν οι ποινικοί νόµοι», γίνεται παγίως και ανεξαιρέτως δεκτό ότι επί λαθρεµπορίας, το Σύνταγµα ανέθεσε λόγω εξειδικεύσεως την επίλυση των µεν διαφορών από πράξεις της τελωνειακής αρχής στα διοικητικά δικαστήρια, των δε ποινικών στα ποινικά. Ελλείψει, µάλιστα, διατάξεως αντίστοιχης του άρθρου 94 παρ. 3, που κατ εξαίρεση επιτρέπει, σε ειδικές περιπτώσεις να ανατεθεί µε νόµο η εκδίκαση κατηγοριών ιδιωτικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια ή διοικητικών στα πολιτικά, η εν λόγω υπαγωγή των επιµάχων διαφορών στα διοικητικά και ποινικά δικαστήρια αντίστοιχα είναι αποκλειστική. Εξ άλλου, το άρθρο 5 παρ. 2 του Κώδικα ιοικητικής ικονοµίας (Κ..., ν. 2717/1999, ΦΕΚ Α 97), υπό τον τίτλο «έσµευση από αποφάσεις άλλων δικαστηρίων», ορίζει ότι τα διοικητικά δικαστήρια δεσµεύονται «από τις αµετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων, ως προς την ενοχή του δράστη». 7. Επειδή, όπως γίνεται παγίως δεκτό (βλ. ΣτΕ 990/2004 Ολοµ. κλπ), οι µνηµονευθείσες διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικα και του Κώδικα ιοικητικής ικονοµίας, σε συνδυασµό ερµηνευόµενες, έχουν την έννοια ότι η διοικητική διαδικασία επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω της τελωνειακής παραβάσεως της λαθρεµπορίας είναι αυτοτελής σε σχέση µε την αντίστοιχη ποινική διαδικασία και το διοικητικό δικαστήριο, όταν κρίνει επί υποθέσεως επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω λαθρεµπορίας, δεν δεσµεύεται από την τυχόν προηγηθείσα σχετική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, εκτός εάν πρόκειται για αµετάκλητη καταδικαστική απόφαση, αλλά υποχρεούται απλώς να την συνεκτιµήσει κατά την διαµόρφωση της κρίσεώς του. Αν και κατά την γνώµη του Προέδρου, του Συµβούλου Εµµ. Κουσιουρή και του Παρέδρου Ι. Σύµπλη, η ρητή διάταξη του άρθρου 97 παρ. 8 του Τελωνειακού Κώδικα, ως έχει µετά την µερική τροποποίησή της µε το άρθρο 5 παρ. 2 του Κ, ενόσω δεν κρίνεται αντίθετη στο Σύνταγµα, απαγορεύει, πλην της περιπτώσεως της αµετάκλητης καταδικαστικής αποφάσεως, τόσο στο διοικητικό, όσο και στο ποινικό δικαστήριο να λάβει υπ όψη ως νόµιµο στοιχείο κρίσεως απόφαση δικαστηρίου του άλλου κλάδου. εν τίθεται, συνεπώς, κατά την άποψη αυτή, θέµα συνεκτιµήσεως µιας τέτοιας αποφάσεως. 8. Επειδή, αφ ετέρου, η Ελλάδα, η οποία είχε κυρώσει µε το ν.δ. 53/1974 (ΦΕΚ Α 256) την Ευρωπαϊκή Σύµβαση των ικαιωµάτων του Ανθρώπου (ΕΣ Α), κύρωσε µε τον ν. 1705/1987 (ΦΕΚ Α 89) και το 7ο 6

7 Πρόσθετο Πρωτόκολλό της, που, µε διάταξη ανάλογη του άρθρου 57 παρ. 1 του Κώδικα της Ποινικής ικονοµίας (π.δ. 258/1986, ΦΕΚ Α 121), κατά το οποίο «Αν κάποιος έχει καταδικαστεί αµετάκλητα ή αθωωθεί ή έχει πάψει ποινική δίωξη εναντίον του, δεν µπορεί να ασκηθεί και πάλι εις βάρος του δίωξη για την ίδια πράξη, ακόµη και αν δοθεί σ` αυτή διαφορετικός χαρακτηρισµός», στο άρθρο 4 παρ. 1 ορίζει ότι «Κανένας δεν µπορεί να διωχθεί ή καταδικασθεί ποινικά από τα δικαστήρια του ίδιου Κράτους για µια παράβαση για την οποία ήδη αθωώθηκε ή καταδικάσθηκε µε αµετάκλητη απόφαση σύµφωνα µε το νόµο και την ποινική δικονοµία του Κράτους αυτού». 9. Επειδή το Ευρωπαϊκό ικαστήριο των ικαιωµάτων του Ανθρώπου (Ε Α), το οποίο, κατά το άρθρο 19 της ΕΣ Α, έχει συσταθεί προκειµένου να διασφαλισθεί ο σεβασµός των συµβαλλοµένων Κρατών προς τις υποχρεώσεις τους και το οποίο έχει, κατά το άρθρο 32 της ΕΣ Α, δικαιοδοσία σε όλα τα θέµατα που αφορούν την ερµηνεία και την εφαρµογή της Σύµβασης και των Πρωτοκόλλων της, ερµηνεύει την διάταξη αυτή µε τρόπο ανάλογο εκείνου του άρθρου 6 της ΕΣ Α, που αναφέρεται σε «κατηγορία ποινικής φύσεως». Πιο συγκεκριµένα, προκειµένου να µην διαφεύγει κάθε Κράτος των υποχρεώσεών του µεταµφιέζοντας καταδίκες και διώξεις που, ως εκ της φύσεώς τους, είναι πράγµατι ποινικές σε άλλης µορφής κυρώσεις, όπως π.χ. σε διοικητικές, έκρινε ότι η ένταξη µιας κύρωσης στην ύλη του διοικητικού δικαίου κατά την εσωτερική έννοµη τάξη, δεν αρκεί για να αποκλείσει την υπαγωγή της στις κατηγορίες ποινικής φύσεως κατά την έννοια του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣ Α. Προς τούτο χρησιµοποίησε τρία κριτήρια, τα γνωστά και ως «κριτήρια Engel» (από την απόφαση αρχής του Ε Α της 8 Ιουνίου 1976, Engel και λοιποί κατά Ολλανδίας, σκ. 85, Series A no. 22), το αν η σχετική νοµοθετική διάταξη ανήκει στην ύλη του εθνικού ποινικού δικαίου, την φύση της παραβάσεως και, τέλος, την φύση και τον βαθµό σοβαρότητας της κυρώσεως που κινδυνεύει να υποστεί ο ενδιαφερόµενος. Με βάση αυτά, ενέταξε στις ποινικής φύσεως τις κυρώσεις που προβλέπονται στο ελληνικό δίκαιο για τελωνειακές παραβάσεις (βλ. απόφαση Ε Α της , Γαρυφάλλου ΑΕΒΕ κατά Ελλάδος, 93/1996/712/909), κάτι που αποδέχθηκε και η νοµολογία του ικαστηρίου τούτου (ΣτΕ 689/2009 επταµ.), έστω και αν τα πολλαπλά τέλη, ως απλές οικονοµικές κυρώσεις, δεν έχουν, ανεξαρτήτως του ύψους τους, τον ατιµωτικό χαρακτήρα των στερητικών της ελευθερίας κυρώσεων που, πράγµατι, δικαιολογεί µια τέτοια κρίση. Στην συνέχεια, το Ε Α διευκρίνισε ότι η έννοια της ποινικής διώξεως ή καταδίκης στο άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Πρωτοκόλλου είναι αντίστοιχη της εννοίας της κατηγορίας ποινικής φύσεως του άρθρου 6 παρ. 1 ΕΣ Α και, συνεπώς, ισχύουν και στην περίπτωση αυτή τα κριτήρια Engel, 7

8 διευρυµένα ώστε να περιλαµβάνουν και το κατά πόσο ένα µέτρο επιβάλλεται ως επακόλουθο ποινικής καταδίκης και των διαδικασιών λήψεως και επιβολής του µέτρου (βλ. απόφαση Ε Α επί του παραδεκτού της , Haarvig κατά Νορβηγίας, 11187/05, υπό κεφ. Β ). Ένας ειδικότερος προβληµατισµός που αναπτύχθηκε στους κόλπους του Ε Α σε σχέση µε το πότε συντρέχει η «ίδια παράβαση», κατέληξε µε την απόφασή του σε µείζονα σύνθεση της , Zolotukhin κατά Ρωσίας, 14939/03, σκ.82-84, καθώς και την απόφαση της , Ruotsalainen κατά Φινλανδίας, 13079/03,σκ. 49 εποµ., ότι υφίσταται ταυτότητα αδικηµάτων, όταν πρόκειται για ταυτόσηµα ή ουσιωδώς όµοια πραγµατικά περιστατικά, στα οποία εµπλέκεται ο ίδιος δράστης και τα οποία έχουν ενότητα τόπου και χρόνου, ανεξάρτητα από το νοµικό τους χαρακτηρισµό. 10. Επειδή, η εφαρµογή της νοµολογίας αυτής του Ε Α στην ελληνική έννοµη τάξη οδηγεί σε απροσδόκητα αποτελέσµατα. Έτσι, όταν οι δυο διαδικασίες, διοικητική και ποινική, κινούνται η µια κατά νοµικού προσώπου, και η άλλη κατά του νοµίµου εκπροσώπου του, έστω και αν πρόκειται για την ίδια ουσιαστικά επιχείρηση, δεν υπάρχει για το Ε Α κανένα απολύτως πρόβληµα, αφού τυπικά πρόκειται για δυο διακεκριµένα πρόσωπα (βλ. Ε Α της , Γιαννετάκη Ε. & Σ. Μεταφορική ΕΠΕ κλπ. κατά Ελλάδος, 29829/2005). Όταν, όµως, οι δυο διαδικασίες κινούνται κατά του αυτού φυσικού προσώπου, όπως εν προκειµένω, τότε, κατά το Ε Α, τίθεται θέµα προσβολής των ανθρωπίνων δικαιωµάτων τούτου. Γιατί οι δυο διαδικασίες δεν εµποδίζονται µεν να κινηθούν παράλληλα, όµως, η πρώτη που οριστικοποιείται, οποιαδήποτε, καθιστά επιβεβληµένη την ακύρωση της άλλης λόγω παραβάσεως της αρχής non bis in idem. Όταν, λοιπόν, το διοικητικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η οικεία διαδικασία στα ποινικά δικαστήρια έχει ολοκληρωθεί µε αµετάκλητη απόφαση, είτε καταδικαστική είτε αθωωτική, υποχρεούται όχι να δεσµευθεί εν µέρει από αυτήν, είτε, έστω την συνεκτιµήσει, αλλά, εκ τούτου και µόνο, να ακυρώσει το πολλαπλό τέλος που επιβλήθηκε από τις τελωνειακές αρχές. Αντίστοιχα, όταν το ποινικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η διαδικασία στα διοικητικά δικαστήρια έχει ολοκληρωθεί µε αµετάκλητη απόφαση, οφείλει, ανεξαρτήτως αποτελέσµατος, εκ τούτου και µόνο, να παύσει την ποινική δίωξη. Είναι προφανές ότι, για το Ε Α, το σύστηµα που έχει κατά νουν ο έλληνας νοµοθέτης, συντακτικός και κοινός, δεν µπορεί να λειτουργήσει. Θα πρέπει, κατά την βούλησή του, να υπάρξει ένα εξ αρχής νέο, στο οποίο όλες οι κυρώσεις, διοικητικές και ποινικές, να επιβάλλονται από ένα µόνο δικαστήριο. Αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι επιτρεπτό αφού, µάλιστα, όπως ήδη αναφέρθηκε, κατά το Σύνταγµα, ελλείψει διατάξεως αντίστοιχης εκείνης του 94 παρ. 3, στο µεν 8

9 διοικητικό δικαστήριο ανήκει κατ αποκλειστικότητα η επίλυση των διοικητικών διαφορών, στο δε ποινικό η των ποινικών υπό την έννοια που τους δίνει όχι το Ε Α, αλλά η ελληνική έννοµη τάξη. 11. Επειδή, είναι µεν αναµφισβήτητο ότι η αρχή του non bis in idem έχει πεδίο εφαρµογής όταν ο πολίτης, που εύλογα πιστεύει ότι κατόπιν µιας αµετάκλητης δικαστικής αποφάσεως έληξε οριστικά η δικαστική του εµπλοκή, βρίσκεται ξαφνικά και πάλι αντιµέτωπος µε νέα, αυτό, όµως, δεν φαίνεται να συµβαίνει, ώστε να τίθεται ζήτηµα καταπατήσεως των ανθρώπινων δικαιωµάτων του, και όταν αυτός εξ αρχής γνωρίζει ότι, λόγω του θεσπισµένου δικονοµικού συστήµατος, ένα µέρος της ευθύνης του θα κριθεί από ένα κλάδο δικαστηρίων, και ένα άλλο από άλλο, όπως επί τόσες δεκαετίες συµβαίνει στην Ελλάδα. Περαιτέρω, εφ όσον το ρητό γράµµα του άρθρου 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣ Α αναφέρεται σε «ποινική» καταδίκη και δίωξη και σε «ποινική δικονοµία» των Κρατών, η Ελλάδα, προσχωρώντας σε αυτό και αποβλέποντας στο γράµµα της σχετικής διατάξεως, ανάλογης, όπως αναφέρθηκε, της ρυθµίσεως του άρθρου 57 παρ. 1 της Ποινικής της ικονοµίας, δεν µπορούσε να διανοηθεί ότι µέσω µιας συνεχώς σε βάθος χρόνου εξελισσοµένης νοµολογίας του Ε Α, αναλάµβανε διεθνείς δεσµεύσεις αντίθετες σε πάγια ριζωµένες νοµικές της παραδόσεις και στο ίδιο της το Σύνταγµα, όταν, µάλιστα, η διάταξη αυτή δεν έχει διατύπωση και σκοπό που συµπίπτουν κατ ανάγκη µε το αναφερόµενο στο δικαίωµα για χρηστή απονοµή της δικαιοσύνης άρθρο 6 της ΕΣ Α η οποία θεσπίσθηκε σε άλλο χρονικό σηµείο. Έστω, λοιπόν, και αν η ΕΣ Α έχει αναθέσει στο Ε Α την ερµηνεία της, δεν είναι προφανές ότι η, εξ αγαθής, ασφαλώς, προαιρέσεως τούτου, διορθωτική ερµηνεία της επίµαχης διατάξεως συνάδει µε το γράµµα και τον σκοπό της, την στιγµή, µάλιστα, που η Ελλάδα, η οποία έχει θεσπίσει από το 1950 την νοµοθεσία που αναφέρθηκε, ασφαλώς δεν την θέσπισε για να αποφύγει τις προς το 7ο πρόσθετο Πρωτόκολλο διεθνείς υποχρεώσεις της, το οποίο υπέγραψε 35 χρόνια µετά, όπως αυτό ερµηνεύθηκε από το Ε Α ύστερα από 20 ακόµη χρόνια. Άλλωστε, η διατύπωση αποφάσεων του ίδιου του Ε Α, όταν αυτό έχει ασχοληθεί µε την ελληνική νοµοθεσία και, ειδικότερα, η αποφυγή κάθε σχετικής επισηµάνσεως αφήνουν να εννοηθεί ότι δεν υπάρχει σχετική αντίθεσή της προς την επίµαχη διάταξη (αποφάσεις της , Μαµιδάκης κατά Ελλάδας, 35533/04, σκ. 30 και της , Γιαννετάκη Ε. και Σ. Μεταφορική ΕΠΕ κλπ. κατά Ελλάδος, σκ. 36). Εν πάση περιπτώσει, και αν, ακόµη, είναι εφαρµοστέα η νοµολογία του Ε Α όπως διευκρινίσθηκε τελικά µε την απόφαση Zolotukhin, πρέπει, κατ αναλογία µε τα ισχύοντα στην εσωτερική έννοµη τάξη βάσει της αρχής της προστατευόµενης εµπιστοσύνης, να θεωρηθεί ότι καταλαµβάνει τις υποθέσεις που δηµιουργούνται µετά την 9

10 διαµόρφωσή της, και όχι πριν από αυτήν. Και αυτό, αφ ενός για να δίνεται στα Κράτη η δυνατότητα προσαρµογής της νοµοθεσίας, ενδεχοµένως δε και του Συντάγµατός τους προς την εκάστοτε εξελισσοµένη νοµολογία του Ε Α που, στην προκειµένη περίπτωση, καταλύοντας το ερειδόµενο σε διαφορετικές αντιλήψεις σύστηµα του έλληνα νοµοθέτη, καταστρέφει εντελώς τον αποτρεπτικό για την λαθρεµπορία στόχο του µε ό,τι αυτό συνεπάγεται, αφ ετέρου δε για να αποφευχθούν εντελώς συµπτωµατικές, άνισες, λύσεις και να µην δίνεται σε ενδεχόµενους δράστες λαθρεµπορίας, η δυνατότητα, κατ επίκλησή της, να διαφεύγουν τις κυρώσεις που τους επιφυλάσσει µια νοµοθεσία, την οποία από µακρού γνωρίζουν. Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση, το άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣ Α όπως έχει ερµηνευθεί από το Ε Α δεν θα µπορούσε να τύχει εφαρµογής εν προκειµένω γιατί θα αντέβαινε προς τα άρθρα 94 παρ. 1 και 96 παρ.1 του Συντάγµατος. Πράγµατι, εφ όσον, κατά τα αναφερθέντα στην προηγούµενη σκέψη, το διοικητικό δικαστήριο που διαπιστώνει ότι έχει υπάρξει αµετάκλητη καταδικαστική ή αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου υποχρεούται εκ τούτου και µόνο να ακυρώσει το πολλαπλό τέλος που επιβλήθηκε από τις τελωνειακές αρχές, το δε ποινικό δικαστήριο, σε ανάλογη περίπτωση, να παύσει εκ τούτου και µόνο την ποινική δίωξη, η διάταξη αυτή του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου, έτσι εφαρµοζοµένη, καταλήγει κατ ουσίαν να στερεί το δικαστήριο, διοικητικό ή ποινικό, της υποχρεώσεώς του να κρίνει την διαφορά, διοικητική ή ποινική, που του έχει αναθέσει το Σύνταγµα, το οποίο δεν αντιλαµβάνεται τους σχετικούς όρους µε τον τρόπο που τους αντιλαµβάνεται το Ε Α κατά την ερµηνεία του εν λόγω Πρωτοκόλλου. Και ναι µεν η ΕΣ Α και τα Πρωτόκολλά της έχουν στο ελληνικό δίκαιο, όπως κάθε διεθνής σύµβαση, την υπερνοµοθετική ισχύ του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγµατος, αυτό όµως ούτε ορίζει, ούτε αφήνει να νοηθεί ότι έχουν και υπερσυνταγµατική ισχύ. Έτσι, µπορεί µεν εύλογα τα Κράτη που υπογράφουν µια διεθνή σύµβαση να περιµένουν την τήρησή της εκ µέρους των λοιπών συµβαλλοµένων Κρατών υπό την έννοια ότι αυτά δεν θα µπορούν να αντιτάξουν τα συντάγµατά τους, όµως, από καµία διάταξη του Συντάγµατος δεν συνάγεται ότι ο έλληνας δικαστής µπορεί να το παραµερίσει χωρίς να εξέρχεται του πλαισίου των υποχρεώσεων που του διαγράφουν τα άρθρα 87 παρ. 2 («Οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται µόνο στο Σύνταγµα και στους νόµους, και σε καµία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συµµορφώνονται µε διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγµατος») και 93 παρ. 4 («Τα δικαστήρια υποχρεούνται να µην εφαρµόζουν νόµο που το περιεχόµενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγµα»), τούτο δε έστω και αν η στάση του έχει ως συνέπεια να τεθεί ζήτηµα διεθνούς ευθύνης της Ελλάδας. Συνεπώς, εν πάση περιπτώσει, το ικαστήριο δεν µπορεί να εφαρµόσει 10

11 την ως άνω διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣ Α εν προκειµένω. Στο συµπέρασµα αυτό καταλήγει και η συγκλίνουσα γνώµη της Παρέδρου Κ. Λαζαράκη, µόνον, όµως, για τον λόγο της αντισυνταγµατικότητας. Κατά την περαιτέρω γνώµη του Παρέδρου Ι. Σύµπλη, δεν τίθεται ζήτηµα αντίθεσης των άρθρων 89 παρ. 3 και 100 του ΤΚ προς την αρχή non bis in idem, προεχόντως διότι δεν αντίκειται στην αρχή αυτή η σωρευτική επιβολή πλειόνων ποινών (πρβλ. αποφάσεις Ε Α της , Goktan κατά Γαλλίας, 33402/96, σκ , της , επί του παραδεκτού, Ponsetti και Chesnel κατά Γαλλίας, 36855/97 και 41731/98), ούτε η ανάθεση σε διαφορετικά όργανα της αρµοδιότητας για την επιβολή της κάθε µιάς από τις ποινές αυτές (αποφάσεις Ε Α της , Maszni κατά Ρουµανίας, 59892/00 σκ , της , επί του παραδεκτού, Christoffer Nilsson κατά Σουηδίας, 73661/01). Εξ άλλου, στον εθνικό νοµοθέτη απόκειται να επιλέξει αν η µία ποινή θα είναι απλώς παρεπόµενη (αν δηλαδή η καταδικαστική απόφαση της µιάς αρχής θα είναι δεσµευτική για την άλλη - πρβλ. Maszni κατά Ρουµανίας), ή αν οι δύο παράλληλες διαδικασίες θα είναι (όπως προβλέπουν τα άρθρα 89 και 100 του ΤΚ) ανεξάρτητες και αυτοτελείς, εφ όσον µάλιστα τούτο αποτελεί συνέπεια της συνταγµατικά καθιερωµένης διάκρισης µεταξύ ποινικής και διοικητικής δικαιοδοσίας (αποφάσεις Ε Α επί του παραδεκτού της , Andr? Le Meignen κατά Γαλλίας, 41544/98, Ponsetti και Chesnel κατά Γαλλίας, της , Bernard Gauthier κατά Γαλλίας, 61178/00, της , Antoine Versini κατά Γαλλίας, 11898/00, σκ , 49, 52, 57, 71-72). Άλλωστε, τα πολλαπλά τέλη δεν αποσκοπούν αυτοτελώς στον ποινικό κολασµό του δράστη, αλλά είναι παρακολούθηµα της καταλογιστικής πράξης και έχουν άλλη βαρύτητα (πρβλ. απόφαση Ε Α επί του παραδεκτού της , Garretta κατά Γαλλίας, 2529/04, σκ ), προϋποθέσεις επιβολής (δεν προσαπαιτείται σκοπός περιουσιακής βλάβης του ηµοσίου - ΣτΕ 594/2011, 522/2005 κ.ά.), και σκοπό (και αντίστοιχους κανόνες επιµέτρησης), που είναι να διασφαλίσουν τα δηµοσιονοµικά δικαιώµατα του δηµοσίου, και την τήρηση και οµαλή εφαρµογή των κανόνων της τελωνειακής διαδικασίας (πρβλ. απόφαση Ε Α της , επί του παραδεκτού, Rosenquist κατά Σουηδίας, 60619/00, βλ. και αποφάσεις Ε Α της , Jamil κατά Γαλλίας, 11/1994/458/539, σκ. 14, Goktan κατά Γαλλίας, σκ. 48, της , Agosi κατά Ηνωµένου Βασιλείου, 9118/80, σκ ), καθιστώντας την παράβαση οικονοµικά ασύµφορη. Τον ίδιο σκοπό (τον εξαναγκασµό σε επιµέλεια κατά τις συναλλαγές) υπηρετεί και ο θεσµός της αστικής συνυπευθυνότητας. Μειοψήφησε η Σύµβουλος Ευ. Νίκα, η οποία διετύπωσε την ακόλουθη γνώµη: εφ όσον επί λαθρεµπορίας προβλέπεται από το νοµοθέτη η επιβολή κυρώσεων, αφ ενός µεν, από τα ποινικά δικαστήρια, αφ ετέρου 11

12 δε, από την ιοίκηση, η δε διαδικασία ενώπιον της ιοικήσεως και περαιτέρω ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, απολήγουσα ή δυναµένη να απολήξει στην επιβολή πολλαπλού τέλους, έχει και αυτή, κατ εφαρµογή των κριτηρίων Engel, ποινικό χαρακτήρα, η όλη ρύθµιση, συνισταµένη σε δύο αυτοτελείς και ανεξάρτητες αλλήλων ποινικές διαδικασίες, εµπίπτει, σύµφωνα µε την απόφαση Zolotukhin, που αναθεώρησε όλη την προγενέστερη σχετική νοµολογία του Ε Α, στο πεδίο εφαρµογής της αρχής nοn bis in idem του άρθρου 4 του Προσθέτου Πρωτοκόλλου αριθµ. 7 της ΕΣ Α, το οποίο έχει υπερνοµοθετική ισχύ, και, συνεπώς, κατά τα προαναφερθέντα, εφ όσον η µια διαδικασία καταλήξει σε κρίση καταδικαστική ή αθωωτική, η άλλη διαδικασία (δίωξη) πρέπει να παύσει. Υπογραµµίζεται ότι αυτή ακριβώς η διπλή διαδικασία εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής της αρχής nοn bis in idem και όχι η δυνατότητα του κράτους να επιβάλει πλείονες κυρώσεις για την ίδια παράβαση, εφ όσον αυτές αποτελούν αντικείµενο αποφάσεως στο πλαίσιο µιας ενιαίας διαδικασίας (una via). Εξ άλλου, η δέσµευση των δικαστηρίων µιας δικαιοδοσίας από το δεδικασµένο των αποφάσεων των δικαστηρίων άλλης δικαιοδοσίας δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1 και 96 παρ. 1 του Συντάγµατος (βλ. άρθρ. 5 παρ. 2 Κ, άρθρο 2 ΚΠολ ), εφ όσον πρόκειται για απολύτως ταυτόσηµη παράβαση, αντιθέτως εναρµονίζεται πλήρως προς το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος. Σηµειωτέον δε, ότι στη περίπτωση της λαθρεµπορίας, η οποία, λόγω της σοβαρότητάς της έχει αναχθεί σε ποινική παράβαση, ήτοι αποτελεί «έγκληµα», κατά την διατύπωση του άρθρου 96 παρ. 1 του Συντάγµατος, ο εν λόγω ποινικός χαρακτήρας της είναι παρών και στις δύο διαδικασίες και, συνεπώς, η πρόβλεψη επιβολής κυρώσεων για το εν λόγω ποινικό αδίκηµα στα πλαίσια διοικητικής διαδικασίας, που δεν θα πληρούσε τους όρους της δίκαιης, κατά την ΕΣ Α, ποινικής διαδικασίας, ως µη δεσµευοµένη, µεταξύ άλλων, από την αρχή ne bis in idem, θα αντέκειτο, αυτή πλέον, στο άρθρο 96 παρ. 1 του Συντάγµατος, αλλά και στο άρθρο 6 της ΕΣ Α. Επιπροσθέτως, η εφαρµογή της αρχής ne bis in idem στο σύστηµα των κυρώσεων της λαθρεµπορίας δεν οδηγεί σε διαφορετικά αποτελέσµατα, αναλόγως εάν οι δυο διαδικασίες κινηθούν κατά του ιδίου προσώπου ή η µια κατά νοµικού προσώπου και η άλλη κατά του νοµίµου εκπροσώπου του διότι, κατά την πάγια νοµολογία, δεν µπορεί να καταλογισθεί λαθρεµπορία σε νοµικό πρόσωπο και, αποκλείεται, κατά νόµο, η επιβολή πολλαπλού τέλους για λαθρεµπορία σε νοµικό πρόσωπο, το οποίο, σε περίπτωση που ο εκπρόσωπός του διέπραξε λαθρεµπορία, µόνον αλληλέγγυο αστική ευθύνη κατά τους όρους των άρθρων Τ.Κ. µπορεί να έχει (Σ.τ.Ε. 671/2010, 2803/2003, 2242/1997, 230/1931 ). Περαιτέρω, η επίκληση της αρχής της ασφαλείας του δικαίου δεν µπορεί να αποτελέσει έρεισµα για την µη εφαρµογή της αρχής non bis in idem, ήτοι να δικαιολογήσει 12

13 την στέρηση ενός θεµελιώδους δικαιώµατος προστατευοµένου από την ΕΣ Α, δοθέντος µάλιστα ότι κατά το Ε Α, η ελευθερία επιλογής ως προς τα µέσα συµµορφώσεως προς τις απαιτήσεις που απορρέουν από την Σύµβαση δεν µπορεί να διευρυνθεί ώστε να περιλάβει και την αναστολή εφαρµογής της Συµβάσεως και των Προσθέτων Πρωτοκόλλων της µέχρι την αναµόρφωση του εσωτερικού δικαίου (απόφαση E Α της 29 Νοεµβρίου 1991, Vermeire κατά Βελγίου, 12849/87, σκ. 26, απόφαση Cour de cassation, assembl..., της 15 Απριλίου 2011, P , F , J και D ). Τέλος, εν όψει του εφαρµοστέου στην προκειµένη υπόθεση ν. 2127/1993 που συνιστά εναρµόνιση του εθνικού δικαίου προς το κοινοτικό δίκαιο του φορολογικού καθεστώτος, µεταξύ άλλων, των πετρελαιοειδών προϊόντων και δεδοµένου ότι η αρχή ne bis in idem αποτελεί αποτελεί θεµελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου (βλ.απόφαση της 29ης Ιουνίου 2006, C- 308/04 P, SGL Carbon AG κατά Επιτροπής), και περιεχόµενο του άρθρου 50 του Χάρτη των Θεµελιωδών ικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ισχύει µετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λισσαβώνας, ο εθνικός δικαστής οφείλει να εξασφαλίζει την τήρησή της και, εποµένως, στον βαθµό που οι εθνικές δικονοµικές διατάξεις εµποδίζουν την αποτελεσµατική διασφάλιση της ως άνω αρχής ο εθνικός δικαστής δεν πρέπει να τις εφαρµόσει (βλ. αίτηση του Haparanda Tingsratten, Σουηδία, προς έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, C-617/10, Hans Akerberg Fransson). 12. Επειδή, περαιτέρω, η ΕΣ Α ορίζει στο άρθρο 6 παρ. 2 ότι «Παν πρόσωπον κατηγορούµενον επί αδικήµατι τεκµαίρεται ότι είναι αθώον µέχρι της νοµίµου αποδείξεως της ενοχής του». Το Ε Α, ερµηνεύοντας την διάταξη αυτή, δέχεται παγίως ότι δικαστικές αποφάσεις που έπονται της τελεσίδικης αθωώσεως κατηγορουµένου δεν πρέπει να την παραβλέπουν ηθεληµένα, έστω και αν εχώρησε λόγω αµφιβολιών (απόφαση της , Σταυρόπουλος κατά Ελλάδος, 35522/04). Και ναι µεν, κατά το Ε Α, σκοπός τούτου δεν είναι να εξετάσει τον βαθµό δεσµεύσεως των διοικητικών δικαστηρίων από την απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, καθώς, κατ αυτό, η ερµηνεία της εγχώριας νοµοθεσίας είναι έργο των εθνικών δικαστηρίων (σκέψη 37 της ως άνω αποφάσεως), καταλήγοντας, πάντως, στην κρίση ότι υπάρχει παραβίαση του τεκµηρίου αθωότητας όποτε το διοικητικό δικαστήριο δεν ακολουθεί προηγούµενη αθωωτική απόφαση του ποινικού, κατ ουσίαν δεν του αφήνει κανένα περιθώριο. Θα πρέπει, συνεπώς, να ακυρώσει την σχετική διοικητική πράξη. Προφανώς, µε την ίδια λογική, αφού, όπως αναφέρθηκε, και διοικητικές κυρώσεις εντάσσονται µε βάση τα «κριτήρια Engel» στις ποινικής φύσεως, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι και η τελεσίδικη απαλλαγή από αυτές µε ακυρωτική απόφαση του 13

14 διοικητικού δικαστηρίου έχει ανάλογες συνέπειες, συνιστώντας αθωωτική απόφαση και κωλύοντας, συνεπώς, το ποινικό δικαστήριο που επιλαµβάνεται εκ των υστέρων να ασχοληθεί µε την ουσία της ενώπιόν του ποινικής υποθέσεως. Όµως, η νοµολογία αυτή του Ε Α, που έχει διαµορφωθεί σε περιπτώσεις που καταλογίζεται στον ενδιαφερόµενο µια συµπεριφορά η οποία είτε συνιστά διακεκριµένη διοικητική και ποινική παράβαση που, καταστρωµένη στην νοµοθεσία υπό διάφορες προϋποθέσεις, κολάζεται αυτοτελώς, και διοικητικά και ποινικά, όπως σε ένα πειθαρχικό και ποινικό αδίκηµα ή σε µια παράβαση του ΚΟΚ και του Ποινικού Κώδικα, είτε, αν δεν αποτελεί διοικητική παράβαση, πάντως, εντάσσεται σε σχετική διοικητική διαδικασία, όπως επί υποβολής ψευδούς δηλώσεως για χορήγηση εργατικής κατοικίας στην υπόθεση Σταυρόπουλος κατά Ελλάδος, δεν έχει πεδίο εφαρµογής στην περίπτωση που καταλογίζεται στον ενδιαφερόµενο µια µόνο παράβαση η οποία, υπό τις αυτές προϋποθέσεις, αποτελεί συγχρόνως και ποινικό αδίκηµα ελεγχόµενο από τον ποινικό δικαστή, και διοικητική παράβαση, ελεγχόµενη από τον διοικητικό, όπως η λαθρεµπορία κατά τις ως άνω διατάξεις του ελληνικού δικαίου, γιατί τότε απορροφάται από το ζήτηµα που κατ εξοχήν προτάσσεται, το κατά πόσο έχει ή όχι πεδίο εφαρµογής η αρχή non bis in idem (πρβλ. Carlberg κατά Σουηδίας αιτ. 9631/04, 3ο Τµήµα, επί του παραδεκτού, σκ , Ponsetti & Chesnel σκ. 6, Versini σκ , Ruotsalainen σκ. 59). Άλλωστε, και αν ακόµη έχει εφαρµογή στην περίπτωση αυτή η ως άνω νοµολογία, δεν αποκλείει, κατά την έννοιά της, να στηρίξει την κρίση του το εκ των υστέρων επιλαµβανόµενο διοικητικό δικαστήριο σε στοιχεία διαφορετικά εκείνων στα οποία είχε στηρίξει την κρίση του το ποινικό, όπως συµβαίνει εν προκειµένω. Πάντως, αν, σε αντίθεση µε τα παραπάνω, θεωρηθεί ότι το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣ Α όπως έχει ερµηνευθεί από το Ε Α καταλαµβάνει την παρούσα υπόθεση υπό την έννοια ότι αποκλείει στο διοικητικό δικαστήριο να την λύσει διαφορετικά από ό,τι το ποινικό, θα αντέβαινε και αυτό προς τα άρθρα 94 παρ. 1 και 96 παρ. 1 του Συντάγµατος για τους λόγους που αναφέρθηκαν αναλυτικά στις προηγούµενες σκέψεις. Aν και κατά την γνώµη της Συµβούλου Ε. Νίκα, σύµφωνα µε το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣ Α, το διατακτικό µιας αθωωτικής αποφάσεως επί ποινικής υποθέσεως πρέπει να γίνεται σεβαστό από κάθε άλλη αρχή, δικαστική ή διοικητική, η οποία, στο πλαίσιο διαδικασίας (µη ποινικής) που έπεται της (ποινικής) αθωώσεως, αποφαίνεται άµεσα ή έµµεσα περί της διαπράξεως της αυτής ποινικής παραβάσεως (πρβλ. ΣτΕ 116/2010, 1670/2009, 2690, 2072/2008), τούτο δε ισχύει ιδίως στην περίπτωση που η ιοίκηση και περαιτέρω τα διοικητικά δικαστήρια αποφαίνονται για την έκδοση πράξεων και την επιβολή προσθέτων κυρώσεων εν όψει αυτής ταύτης της παραβάσεως για την οποία έχει προηγηθεί αθώωση µε αµετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου. εν 14

15 αποκλείεται, όµως, η ιοίκηση και τα διοικητικά δικαστήρια να στηριχθούν σε στοιχεία διαφορετικά εκείνων στα οποία στήριξε την κρίση του το ποινικό δικαστήριο, εφ όσον τα εν λόγω διαφορετικά στοιχεία παρίστανται ικανά να παράσχουν αυτοτελώς έρεισµα στην έκδοση πράξεως ή την επιβολή κυρώσεως από την ιοίκηση και τα διοικητικά δικαστήρια, περίπτωση που πάντως δεν µπορεί να συντρέχει επί επιβολής κυρώσεων για την ίδια παράβαση. Συνεπώς, επί αθωώσεως από την κατηγορία της λαθρεµπορίας µε αµετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, η τελωνειακή αρχή και περαιτέρω τα διοικητικά δικαστήρια, επιλαµβανόµενα του καταλογισµού των διαφυγόντων φόρων και της επιβολής πολλαπλού τέλους (υπό την ανωτέρω γενοµένη δεκτή εκδοχή ότι η διαδικασία επιβολής πολλαπλού τέλους δεν έχει χαρακτήρα ποινικό, αλλά είναι αµιγώς διοικητική), δεσµεύονται από την προηγηθείσα αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, δοθέντος ότι αποφαίνονται περί της διαπράξεως (ή µη) απολύτως ταυτόσηµης παραβάσεως (πρβλ. προαναφερθείσα απόφαση Σταυρόπουλος σκ. 31, απόφαση της , υπόθεση Νο 29889/04, Vanjak σκ. 71 in fine). 13. Επειδή, εξ άλλου, ναι µεν η προεκτεθείσα διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του Κώδικα ιοικητικής ικονοµίας, ορίζοντας ότι τα διοικητικά δικαστήρια δεσµεύονται «από τις αµετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη», χωρίς ανάλογη πρόβλεψη και για τις αθωωτικές, ρυθµίζει διαφορετικά το ζήτηµα της δέσµευσης του διοικητικού δικαστηρίου από αµετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, ανάλογα µε το εάν πρόκειται για καταδικαστική ή αθωωτική απόφαση. Όµως, το ποινικό δικαστήριο, προκειµένου να καταλήξει σε καταδικαστική απόφαση, πρέπει να είναι απολύτως σίγουρο για την ενοχή του δράστη, ενώ, προκειµένου να καταλήξει σε αθωωτική απόφαση, δεν απαιτείται κατ ανάγκη να έχει τον αυτό βαθµό βεβαιότητας, εφ όσον µπορεί µεν να αθωώσει κάποιον γιατί πείσθηκε ότι είναι αθώος, µπορεί, όµως, και να τον αθωώσει, όπως εν προκειµένω, ελλείψει σχετικών αποδείξεων. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η διαφοροποίηση αυτή δικαιολογεί την ρύθµιση του άρθρου 5 παρ. 2 του Κ... υπό την έννοια ότι, κατά το µέρος που η σχετική διάταξη δεν αναφέρεται και σε αµετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις λόγω ελλείψεως αποδεικτικών στοιχείων, αυτή δεν αντίκειται στην απορρέουσα από το Σύνταγµα (άρθρα 4 παρ. 1 και 20 παρ. 1) αρχή της ισότητας των διαδίκων. Κατά την ειδικότερη γνώµη του Παρέδρου Ι. Σύµπλη, η διαφοροποίηση µεταξύ καταδικαστικών και αθωωτικών αποφάσεων δεν προσκρούει στα άρθρα 4 παρ. 1 και 20 του Συντάγµατος και, κατ επέκταση ούτε και στο άρθρο 6 παρ. 1 και 2 της ΕΣ Α, προεχόντως διότι η ποινική και η διοικητική δίκη διέπονται από διαφορετικούς κανόνες απόδειξης, εν όψει των οποίων το απαιτούµενο 15

16 επίπεδο, δηλαδή οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι νόµω επιτρεπτός ο σχηµατισµός πλήρους δικανικής πεποίθησης, είναι ουσιωδώς υψηλότερο στην ποινική δίκη απ ότι στην διοικητική. Ειδικότερα, στα αποδεικτικά µέσα που προβλέπονται από την διοικητική δικονοµία, περιλαµβάνονται τα τεκµήρια, ενώ εξ άλλου η αποδεικτική ισχύς των εγγράφων διέπεται από ειδικούς κανόνες, ενώ, αντιθέτως, τα τεκµήρια δεν περιλαµβάνονται στα αποδεικτικά µέσα που προβλέπονται από την ποινική δικονοµία, τα δε έγγραφα εκτιµώνται πάντοτε ελευθέρως από τον ποινικό δικαστή. Έτσι, κατά την διοικητική δικονοµία (όχι όµως κατά την ποινική δικονοµία - πρβλ. ΑΠ 135/2010, 1418/2008, 1827/2008 κ.ά.) η διάπραξη (ή µη) της τελωνειακής παράβασης της λαθρεµπορίας είναι δυνατόν να αποδειχθεί και διά δικαστικού τεκµηρίου, αν, κατά συνεκτίµηση του συνόλου των αποδείξεων, προκύπτουν ισχυρές και συγκλίνουσες ενδείξεις (ΣτΕ 1371/2010, 1469/2009, κ.ά., πρβλ. και /2010). Κατά τούτο µάλιστα, το περιεχόµενο του τεκµηρίου αθωότητος, όπως αυτό έχει διαµορφωθεί στο Ελληνικό ποινικό δίκαιο, υπερακοντίζει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 της ΕΣ Α, το οποίο, όπως έχει ερµηνευθεί από το Ε Α, δεν αποκλείει, κατ αρχήν, ούτε την προσφυγή σε δικαστικά τεκµήρια, ούτε την µερική αντιστροφή του βάρους αποδείξεως σε ποινικής φύσεως κατηγορίες, εκτός αν αυτό καταλύει την ουσία του δικαιώµατος υπεράσπισης. Η διαφοροποίηση εξ άλλου αυτή µεταξύ του επιπέδου απόδειξης που ισχύει στην ποινική δίκη και αυτού που ισχύει στην διοικητική (ή την αστική) δίκη δεν προσκρούει στο άρθρο 6 της ΕΣ Α (Αποφάσεις της Επιτροπής επί του παραδεκτού, της , X κατά Αυστρίας, 9295/81, D.R. 30, σελ. 227, της , M.C. κατά Ηνωµένου Βασιλείου, 11882/85, D.R. 54, σελ. 162, αποφάσεις Ε Α της Y κατά Νορβηγίας, 56568/00, σκ. 41, της , Vanjak κατά Κροατίας, σκ. 68, της , ikic κατά Κροατίας, 9143/08, σκ. 53), ούτε επιβάλλεται από την ΕΣ Α η επέκταση των κανόνων απόδειξης της ποινικής δικονοµίας και η εφαρµογή του ποινικού επίπεδου απόδειξης στις διοικητικές κυρώσεις (Napp v Director General of Fair Trading [2002] CAT 1 ( Napp ) σκ , Argos Ltd & Littlewoods Ltd v. OFT [2004], CAT, σκ , JJB and Allsports v. OFT [2004], CAT, σκ , κ.ά.). Μειοψήφησε η Σύµβουλος Ε. Νίκα, η οποία διετύπωσε την ακόλουθη γνώµη: η διάκριση που εισάγει η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του Κώδικα ιοικητικής ικονοµίας µεταξύ αµετακλήτων αθωωτικών και καταδικαστικών αποφάσεων των ποινικών δικαστηρίων, ήτοι µεταξύ αµετακλήτων αποφάσεων της αυτής δικαιοδοσίας µε µόνο κριτήριο το διατακτικό τους (αθώωση ή καταδίκη), είναι διάκριση που είναι δυσµενής για τον ιδιώτη διάδικο και δεν δικαιολογείται αντικειµενικά. Και ναι µεν πράγµατι ο ποινικός δικαστής, επί αµφιβολιών ως προς την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουµένου, οδηγείται σε αθωωτική απόφαση, όµως, πράττει τούτο κατ εφαρµογή 16

17 του τεκµηρίου αθωότητας και της αρχής in dubio pro reo, η οποία αποτελεί ειδικότερη έκφανση του τεκµηρίου αθωότητας, και δεν µπορεί αυτή ταύτη η εφαρµογή από τα ποινικά δικαστήρια των αρχών αυτών, τις οποίες κατοχυρώνει το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣ Α, να αποτελέσει έρεισµα δυσµενούς ποιοτικής διακρίσεως σε βάρος των αθωωτικών ποινικών αποφάσεων. Συνεπώς, κατά την γνώµη αυτή, η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του Κ. ιοικ. ικονοµίας, πέραν της αντιθέσεώς της προς το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣ Α, αντίκειται πάντως και στην απορρέουσα από το Σύνταγµα (άρθρα 4 παρ. 1 και 20 παρ. 1) αρχή της ισότητας των διαδίκων (πρβλ. ΣτΕ Ολοµ. 2807/2002, 1663/2009 ). Περαιτέρω, προς αποκατάσταση της ίσης µεταχείρισης, πρέπει να επεκταθεί το πεδίο εφαρµογής της ρυθµίσεως αυτής, ώστε να δεσµεύεται το διοικητικό δικαστήριο που κρίνει υπόθεση επιβολής σε ορισµένο πρόσωπο δασµοφορολογικών επιβαρύνσεων λόγω συµµετοχής του σε λαθρεµπορία από αµετάκλητη απαλλακτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, που αφορά σε κατηγορία περί λαθρεµπορίας κατά του ιδίου προσώπου, βάσει των ιδίων κατ ουσίαν πραγµατικών περιστατικών, και αθώωσε τον κατηγορούµενο, διότι δεν αποδείχθηκε ότι διέπραξε το αποδιδόµενο σε αυτόν ποινικό αδίκηµα. 14. Επειδή, στην προκειµένη περίπτωση από την προσβαλλοµένη απόφαση, σε συνδυασµό µε την πρωτόδικη, καθ ό µέρος αυτή επικυρώθηκε από το δικάσαν διοικητικό εφετείο, προκύπτουν τα ακόλουθα: ο αναιρεσείων... είχε κατά τον κρίσιµο χρόνο, ως πρόεδρος και διευθύνων σύµβουλος, την διαχειριστική και εκπροσωπευτική εξουσία της επίσης αναιρεσείουσας εταιρίας «...», η οποία διατηρούσε επιχείρηση εµπορίας πετρελαιοειδών στην Αλεξανδρούπολη µε εγκαταστάσεις και στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης. Η ως άνω εταιρία, κάτοχος σχετικής αδείας εξαγωγής και εγκεκριµένη αποθηκευτής, κατέθεσε στο ΣΤ Τελωνείο Θεσσαλονίκης την υπ αριθµ / διασάφηση εξαγωγής στην Βουλγαρία υγρών καυσίµων που αγόρασε από τα διϋλιστήρια της Ε.Κ.Ο. και που τελούσαν υπό τελωνειακό καθεστώς αναστολής καταβολής του ειδικού φόρου καταναλώσεως. Ως παραλήπτρια των καυσίµων εφέρετο στη διασάφηση η βουλγαρική εταιρία «...» µε έδρα το Σαντάσκι Βουλγαρίας. [...] οθέντος ότι τα καύσιµα τελούσαν υπό καθεστώς αναστολής επιβολής του ειδικού φόρου καταναλώσεως και των λοιπών επιβαρύνσεων, τα βυτιοφόρα αυτοκίνητα µολυβδοσφραγίσθηκαν αρµοδίως µετά την φόρτωσή τους και αφού εφοδιάσθηκαν µε τα απαραίτητα συνοδευτικά τελωνειακά παραστατικά (άδεια φόρτωσης Ε, Carnet TIR, αντίτυπο Νο3 της διασαφήσεως εξαγωγής και Σ..Ε.) παραδόθηκαν στους εντεταλµένους από τον... οδηγούς προκειµένου να τα οδηγήσουν στο Τελωνείο εξόδου (Προµαχώνα) και στη συνέχεια στον τελικό προορισµό 17

18 τους. Όµως, όπως διαπιστώθηκε µεταγενέστερα, µετά από έρευνα από αρµόδια όργανα του ΣΤ Τελωνείου και της Ε.Υ.Τ.Ε. Κεντρικής και υτικής Μακεδονίας, τα εν λόγω βυτιοφόρα ουδέποτε εξήλθαν από το ελληνικό έδαφος, αλλά τα φορτία τους διατέθηκαν στην εσωτερική κατανάλωση µέσω (κατά τα γενόµενα δεκτά από τον έλεγχο) του δικτύου διακινήσεως υγρών καυσίµων της αναιρεσείουσας εταιρίας...» µε διαφυγή του ειδικού φόρου καταναλώσεως. [...] Η αναιρεσείουσα εταιρία, παρότι κλήθηκε σχετικώς, δεν επέδειξε σε σχέση µε τις επίδικες τέσσερεις (τµηµατικές) εξαγωγές, κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει η σύναψη σχετικής συµφωνίας µε την εταιρία "..." (δηλωτικό εισαγωγής συναλλάγµατος έναντι της αξίας των επιδίκων ποσοτήτων καυσίµων, δελτίο παραγγελίας ή συµβόλαιο) ούτε κατείχε το αντίτυπο µε αριθµό 3 της επίµαχης διασαφήσεως. Ούτε για τις 65 διασαφήσεις, τις οποίες αφορούσε η γενικότερη έρευνα της τελωνειακής αρχής, επέδειξε η ως άνω εταιρία στοιχεία που να αποδεινύουν την κανονικότητα των πωλήσεων προς τις βουλγαρικές εταιρίες ούτε κατείχε τα αντίτυπα µε αριθµό 3 των εν λόγω διασαφήσεων εξαγωγής. Πέραν των ανωτέρω, η τελωνειακή αρχή προέβη και σε λήψεις διοικητικών απολογιών καθώς και µαρτυρικών καταθέσεων εµπλεκοµένων και µη στην υπόθεση προσώπων [...] Εν όψει των ανωτέρω εκδόθηκε η επίδικη υπ αριθµ. 10/ καταλογιστική πράξη του ιευθυντού του ΣΤ Τελωνείου Ε.Τ.Σ. Θεσσαλονίκης, µε την οποία ο αναιρεσείων... κρίθηκε υπαίτιος λαθρεµπορίας µε το τέχνασµα της εικονικής εξαγωγής για καθεµία από τις ως άνω τέσσερεις (4) περιπτώσεις τµηµατικών φορτώσεων, συνυπαίτιοι δε κρίθηκαν ο... και οι εκάστοτε οδηγοί των βυτιοφόρων (Χ.Π., Χ.Ζ. και Σ.Π.), εις βάρος των οποίων επιβλήθηκαν πολλαπλά τέλη συνολικού ύψους δραχµών, ανερχόµενα στο οκταπλάσιο των αναλογούντων και διαφυγόντων σε κάθε περίπτωση φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, τα οποία, ακολούθως, επιµερίσθηκαν ανάλογα µε την συµµετοχή του καθενός στην λαθρεµπορία. Ειδικότερα, εις βάρος του αναιρεσείοντος επιβλήθηκαν πολλαπλά τέλη σε ποσοστό 45%, συνολικού ύψους δραχµών, για την καταβολή δε του ποσού αυτού καθώς και των επιβληθέντων σε βάρος των λοιπών συµµετόχων πολλαπλών τελών κηρύχθηκαν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπόχρεοι όλοι οι συµµετέχοντες. Επίσης εις βάρος του αναιρεσείοντος και του... καταλογίσθηκαν οι διαφυγόντες φόροι συνολικού ύψους δραχµών, για την καταβολή των οποίων κηρύχθηκαν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνα τα δύο αυτά πρόσωπα. Τέλος, µε την επίδικη πράξη κηρύχθηκε η αναιρεσείουσα εταιρία «...» αστικώς συνυπεύθυνη για την καταβολή του συνόλου των πολλαπλών τελών και διαφυγόντων φόρων. Κατά της ανωτέρω πράξεως οι αναιρεσείοντες 18

19 άσκησαν την από προσφυγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ αριθµ. 1206/2001 απόφαση του ιοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, µε την οποία κρίθηκε ότι στοιχειοθετείται στις επίµαχες τέσσερεις (4) περιπτώσεις η αντικειµενική υπόσταση της λαθρεµπορίας και ότι αποδεικνύεται πλήρως ο δόλος του πρώτου των αναιρεσειόντων που συνίσταται στην υπό την ιδιότητα του διαχειριστή και εκπροσώπου της εταιρίας «...» εν γνώσει συµµετοχή του στην χρησιµοποίηση του τεχνάσµατος της εικονικής εξαγωγής και στην παράνοµη διάθεση των επιδίκων ποσοτήτων καυσίµων στο εσωτερικό της χώρας και διαφυγή, προς ίδιο όφελος, του αναλογούντος ειδικού φόρου καταναλώσεως. 15. Επειδή, µε την από έφεσή τους οι αναιρεσείοντες αµφισβήτησαν την ορθότητα της κρίσεως του διοικητικού πρωτοδικείου σχετικά µε την συνδροµή του υποκειµενικού στοιχείου του δόλου στο πρόσωπο του πρώτου εξ αυτών προσκοµίζοντας παραδεκτώς τα ακόλουθα στοιχεία της κινηθείσης ποινικής διαδικασίας, τα οποία ανέκυψαν µετά την συζήτηση της προσφυγής ( ): 1) την υπ αριθµ. 3145/ απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, που κατέστη αµετάκλητη λόγω µη ασκήσεως ενδίκου µέσου κατ αυτής, µε την οποία, κατ επικύρωση της υπ αριθµ. 5825/2000 αποφάσεως του Τριµελούς Πληµµελειοδικείου Θεσσαλονίκης, κηρύχθηκε ο πρώτος των αναιρεσειόντων αθώος της εναντίον του ποινικής κατηγορίας για λαθρεµπορία και πλαστογραφία µε χρήση στις επίµαχες τέσσερεις (4) περιπτώσεις τµηµατικών εξαγωγών, ενώ ένοχος για τα αντίστοιχα ποινικά αδικήµατα κηρύχθηκε ο..., γενοµένου δεκτού ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο αναιρεσείων είχε οποιαδήποτε µορφή συµµετοχής στη λαθραία διακίνηση µέσα στην Ελλάδα των καυσίµων ούτε στην κατάρτιση και χρήση των πλαστών εγγράφων 2) το υπ αριθµ. 242/ βούλευµα (σε απόσπασµα) του Συµβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης, µε το οποίο, κατά τους ισχυρισµούς των αναιρεσειόντων, παύθηκε, λόγω παραγραφής, η σε βάρος του πρώτου αναιρεσείοντος ποινική δίωξη για άµεση συνέργεια σε λαθρεµπορία στις λοιπές 180 περιπτώσεις εµφανιζοµένων τµηµατικών εξαγωγών και δεν απαγγέλθηκε κατηγορία σε βάρος του για πλαστογραφία ή χρήση πλαστών εγγράφων. Στο προσκοµισθέν αυτό απόσπασµα περιέχονται οι νεότερες από και ένορκες καταθέσεις του , αντιστοίχως, ενώπιον του ανακριτή Σερρών, τις οποίες επίσης επικαλέσθηκαν οι αναιρεσείοντες, ως ερχόµενες σε πλήρη αντίθεση µε τις καταθέσεις των ιδίων προσώπων που ελήφθησαν υπ όψη για την έκδοση της πρωτόδικης αποφάσεως. Ειδικότερα, ο , που αρχικώς είχε κατονοµάσει τον αναιρεσείοντα ως υπαίτιο της λαθρεµπορίας, κατά την ως άνω από νεώτερη κατάθεσή του, όπως το περιεχόµενό της έχει καταχωρισθεί στο βούλευµα, κατέθεσε ότι 19

20 κύριος εµπνευστής του τεχνάσµατος των εικονικών εξαγωγών, της υλοποίησης αυτών και της δωροδοκίας των τελωνειακών υπαλλήλων του Τελωνείου Προµαχώνα για την ψευδή βεβαίωση της εξόδου των βυτιοφόρων ήταν ο..., γιατρός στη Θεσσαλονίκη, από τον οποίο έπαιρνε οδηγίες ο ίδιος (ο... ) και οι Βούλγαροι οδηγοί, που προέβαιναν στην µετάγγιση των καυσίµων, τα οποία ακολούθως διοχετεύονταν σε διάφορα πρατήρια (δύο της «...» στην Πυλαία και το Πανόραµα Θεσσαλονίκης), ενώ µεγάλες ποσότητες διοχετεύονταν στις εγκαταστάσεις του «...» στην Άνω Ηλιούπολη Θεσσαλονίκης. Στην ίδια κατάθεση πάντως ο ανωτέρω επιβεβαίωσε τις αρχικές καταθέσεις του καθ ό µέρος αυτές ανεφέροντο στην πρωτοβουλία του αναιρεσείοντος... για την σύναψη συµβάσεως µισθώσεως των βυτιοφόρων της «...» στην εταιρία «...» και την πραγµατοποίηση της συµφωνίας αυτής µε τον φερόµενο ως εκπρόσωπο της τελευταίας εταιρίας..., τον οποίο, όµως, κατονόµασε πλέον ως συνεργάτη του.... Επίσης κατέθεσε ότι οι Έλληνες οδηγοί, τους οποίους χρησιµοποιούσε ο ίδιος (ο...) για την διεκπεραίωση της φορτώσεως στο ΣΤ Τελωνείο στις περιπτώσεις που οι Βούλγαροι οδηγοί της «...» δεν γνώριζαν την ελληνική γλώσσα και δεν µπορούσαν µόνοι τους να διεκπεραιώσουν την φόρτωση, «πληρώνονταν από αυτόν το ποσό των δραχµών κάθε φορά γι αυτή τους την εργασία, χρήµατα που ο ίδιος στη συνέχεια έπαιρνε από τον λογαριασµό που η εταιρία «...» διατηρούσε στην εξαγωγική εταιρία πετρελαιοειδών «...» καθώς και ότι «απ ό,τι ξέρει ο τότε υπάλληλος του Τελωνείου......,που στο µεταξύ έχει πεθάνει, έφερνε σ επαφή τον... µε τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύµβουλο της εταιρίας......, για τον οποίο πιστεύει ότι γνώριζε ότι γινόταν λαθρεµπορία καυσίµων µε την µέθοδο των εικονικών εξαγωγών και το κέρδος του ήταν ότι αυτός πραγµατοποιούσε στον... µεγάλες πωλήσεις καυσίµων και είχε µεγάλο τζίρο». Εξ άλλου, σύµφωνα µε την νεώτερη από κατάθεση του..., απόσπασµα της οποίας επίσης περιέχεται στο βούλευµα, αυτός κατέθεσε, επικαλούµενος την προσωπική του αντίληψη, ότι πίσω από το όλο τέχνασµα των εικονικών εξαγωγών και των πλαστογραφιών βρισκόταν ο ιατρός..., ενώ επανέλαβε όσα είχε καταθέσει αρχικώς περί συνάψεως συµβάσεως µισθώσεως των βυτιοφόρων της «...» στην εταιρία «...» µε πρωτοβουλία του..., µε την διαφορά ότι ως παρόντα στην συνάντηση που είχε γίνει για τον σκοπό αυτό µε τον φερόµενο ως εκπρόσωπο της τελευταίας αυτής εταιρίας... στις στα γραφεία της... στην Αλεξανδρούπολη ανέφερε τον..., αναιρώντας τα περί παρουσίας του αναιρεσείοντος. Γ) την υπ αριθµ /2002 απόφαση του Τριµελούς Πληµµελειοδικείου Θεσσαλονίκης, µε την οποία, κατόπιν της από εγκλήσεως των αναιρεσειόντων καταδικάσθηκε ερήµην ο... σε φυλάκιση 15 µηνών, διότι κρίθηκε 20

της δίωξης ή στην αθώωση.

της δίωξης ή στην αθώωση. Το τεκμήριο της αθωότητας μετά την αθώωση - Η επεκτατική εφαρμογή του τεκμηρίου αθωότητας στο πλαίσιο της διοικητικής δίκης ------------------------------ Το τεκμήριο της αθωότητας, όπως διατυπώθηκε στο

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4587/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2016

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4587/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2016 Αθήνα, 20-07-2016 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 4587/20-07-2016 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2016 H Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε στην έδρα της στις 08-04-2016,

Διαβάστε περισσότερα

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας «Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1.Εισαγωγή. 2. Σχέση της πειθαρχικής διαδικασίας με

Διαβάστε περισσότερα

Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η νέα ρύθμιση του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β του ΚΔΔ (άρ. 17 του ν. 4446/2016)

Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η νέα ρύθμιση του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β του ΚΔΔ (άρ. 17 του ν. 4446/2016) Ne bis in idem, τεκμήριο αθωότητας και η νέα ρύθμιση του άρθρου 5 παρ. 2 εδαφ. β του ΚΔΔ (άρ. 17 του ν. 4446/2016) Ι. Εισαγωγή Με το άρθρο 17 του ν. 4446/2016 (Α 240/22.12.2016 έναρξη ισχύος του άρθρου

Διαβάστε περισσότερα

Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της 30.3.2015 Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου

Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της 30.3.2015 Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της 30.3.2015 Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου Η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής του ηπιότερου νόμου περί φορολογικών κυρώσεων Ι. Δημητρακόπουλος Πάρεδρος Συμβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2016

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2016 Αθήνα, 20-07-2016 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4586/20-07-2016 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2016 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε στην έδρα της στις 08-04-2016,

Διαβάστε περισσότερα

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα 15ο Τριµελές Αποτελούµενο από τους: Νικόλαο Σοϊλεντάκη, Πρόεδρο Εφετών ιοικητικών ικαστηρίων, Αγάπη Γαλενιανού-Χαλκιαδάκη και Αθανασία Ζερβάκου-Γκλίνου (Εισηγήτρια), Εφέτες

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 02-06-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3866/02-06-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Εφαρμογές δημοσίου δικαίου Αικατερίνη Ηλιάδου Διοικητικές κυρώσεις «Ne bis in idem»

Εφαρμογές δημοσίου δικαίου Αικατερίνη Ηλιάδου Διοικητικές κυρώσεις «Ne bis in idem» Εφαρμογές δημοσίου δικαίου 04.05.2017 Αικατερίνη Ηλιάδου Διοικητικές κυρώσεις «Ne bis in idem» Κεντρικό ζήτημα Εφαρμογή της αρχής ne bis in idem σε σχέση με διοικητικές κυρώσεις και τις ποινικές διαδικασίες

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 76/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 76/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 07-06-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3990/07-06-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 76/2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015 ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015 «1. Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.» ----------. ---------- Άρθρο 1 Δικαιούμενοι στην άσκηση

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α1 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α1 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, 25.2.2015 Ν. 23(Ι)/2015 23(Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΗΚΑΝ ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ YΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία ΕΝ ΙΚΑ ΜΕΣΑ, ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ Οι δικαστικές αποφάσεις υπόκεινται σε αιτήσεις διόρθωσης ουσιαστικών

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 1741/2015 (Ολομέλεια) - Επιβολή πολλαπλών τελών

ΣτΕ 1741/2015 (Ολομέλεια) - Επιβολή πολλαπλών τελών ΣτΕ 1741/2015 (Ολομέλεια) - Επιβολή πολλαπλών τελών 25/5/2015 Σύμφωνη με το Σύνταγμα η πρόβλεψη του Τελωνειακού κώδικος περί επιβολής πολλαπλών τελών (διοικητική κύρωση) και ποινής από τα ποινικά δικαστήρια

Διαβάστε περισσότερα

Πρόεδρος : Ε. Σαρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β Τμήματος, Μελη: Α.-Γ. Βώρος, Ε. Νίκα, Κ. Νικολάου, Σ. Βιτάλη, Σύμβουλοι,

Πρόεδρος : Ε. Σαρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β Τμήματος, Μελη: Α.-Γ. Βώρος, Ε. Νίκα, Κ. Νικολάου, Σ. Βιτάλη, Σύμβουλοι, Αριθμός 1992/2016 1 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β Πρόεδρος : Ε. Σαρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β Τμήματος, Μελη: Α.-Γ. Βώρος, Ε. Νίκα, Κ. Νικολάου, Σ. Βιτάλη, Σύμβουλοι, Κ. Λαζαράκη, Ι. Δημητρακόπουλος,

Διαβάστε περισσότερα

Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων από την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018

Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων από την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018 Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018 Στο παρόν άρθρο µου δεν θα ασχοληθώ µε κάποιο συγκεκριµένο νοµικό ζήτηµα, αλλά

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 27-02-2014 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/27-02-2014 Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος, στην

Διαβάστε περισσότερα

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ Α 1-ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ Α 1-ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ Αριθµός Απόφασης 176/2012 ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ Α 1-ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ (ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ) Αποτελούµ ενο από τους δικαστές Ειρήνη Γιανναδάκη, Πρόεδρο Εφετών ιοικητικών ικαστηρίων, Ανδρέα ιαµαντή, Γεωργία

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 24-12-2013 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/24-12-2013 Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος,

Διαβάστε περισσότερα

248/2017 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β'

248/2017 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β' ΣτΕ 248/2017 Έγκυρη ματαίωση διοικητικής επίλυσης διαφοράς επί απουσίας φορολογούμενου και έναρξη προθεσμίας για άσκηση εμπρόθεσμης προσφυγής απόδειξη ισχυρισμών με δημόσια έγγραφα Αποδεικτική δύναμη δημοσίων

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/4517/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ. Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ ΑΘΗΝΑ

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/4517/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ. Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ ΑΘΗΝΑ Αθήνα, 18-07-2016 ΑΠ: Γ/ΕΞ/4517/18-07-2016 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ 1-3 115 23 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: 210-6475600 FAX: 210-6475628 ΑΠΟΦΑΣΗ 38/2016 H Αρχή

Διαβάστε περισσότερα

Ne bis in idem και επιβολή δεύτερου διοικητικού προστίμου

Ne bis in idem και επιβολή δεύτερου διοικητικού προστίμου Ne bis in idem και επιβολή δεύτερου διοικητικού προστίμου (Σχόλιο στις αποφάσεις ΣτΕ 108/2015 εν συμβ. και ΣτΕ 1091/2015) H έννοια της ποινικής υπόθεσης κατά την ΕΣΔΑ, ειδικότερα η έννοια της ποινικής

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 31.03.2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2249/31.03.2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στο

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 687/2016 Απαλλαγή Φ.Π.Α. στην παράδοση αγαθών. Ευθύνη αγορ

ΣτΕ 687/2016 Απαλλαγή Φ.Π.Α. στην παράδοση αγαθών. Ευθύνη αγορ Πίνακας περιεχομένων ΣτΕ 687/2016 Απαλλαγή Φ.Π.Α. στην παράδοση αγαθών. Ευθύνη αγοράστριας για την εξαγωγή ή την ενδοκοινοτική παράδοση αγαθού που είχε παραλάβει χωρίς Φ.Π.Α. με Ειδικό Διπλότυπο Δελτίο

Διαβάστε περισσότερα

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999 ΟλΑΠ 18/1999 Παροχή δικηγορικών υπηρεσιών. Ευθύνη δικηγόρου για ζημία πελάτη. - Η παροχή δικηγορικών υπηρεσιών δεν υπάγεται στο ν. 2251/1994. Η ευθύνη των δικηγόρων για ζημία που προκλήθηκε κατά την παροχή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα, 07-03-2016 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 718 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 -

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα, 11/04/2014 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 750 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 -

Διαβάστε περισσότερα

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ Περίληψη Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της νομιμότητας - Αρχή της χρηστής διοίκησης - Αρχή της ασφάλειας του δικαίου

Διαβάστε περισσότερα

του.., κατοίκου., ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Βασίλειο Χειρδάρη (Α.Μ. 9504), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

του.., κατοίκου., ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Βασίλειο Χειρδάρη (Α.Μ. 9504), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, Αριθμός 1992/2016 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 8 Ιουνίου 2016, με την εξής σύνθεση: Ε. Σαρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β Τμήματος, Α.-Γ. Βώρος, Ε. Νίκα,

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 30/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 30/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 31-03-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2270/31-03-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 30/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στο

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25 /2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 05-04-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2362/05-04-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 25 /2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3318/

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3318/ Αθήνα, 13-05-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3318/13-05-2011 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ 1-3 115 23 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: 210-6475601 FAX: 210-6475628 Α Π Ο Φ Α Σ

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5067/20-07-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΗ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΣΕ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΜΕ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΗ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΣΕ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΜΕ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ 1 ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΗ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΣΕ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΜΕ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ 1. Εισαγωγή Ακόμη και σήμερα, παραμένει επίκαιρο το ζήτημα της επιβολής

Διαβάστε περισσότερα

και κάθε άλλη συναφή πράξη, η παραγραφή διακόπτεται µε την έκδοσή τους". Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι για τις χρήσεις που το δικαίωµα του η

και κάθε άλλη συναφή πράξη, η παραγραφή διακόπτεται µε την έκδοσή τους. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι για τις χρήσεις που το δικαίωµα του η ΘΕΩΡΙΑ & ΠΡΑΞΗ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2018 ΑΡ. ΤΕΥΧΟΥΣ 103 Η ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΩΣ ΛΟΓΟΣ ΙΑΚΟΠΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ Γεώργιος Σ. Μυλωνογιάννης ιαχειριστής

Διαβάστε περισσότερα

Φορολογικό Δίκαιο. Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα. Α. Τσουρουφλής

Φορολογικό Δίκαιο. Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα. Α. Τσουρουφλής Φορολογικό Δίκαιο Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα Α. Τσουρουφλής 16/4/2018 Η οικονομική ελευθερία Δεν επιτρέπεται η φορολογία να περιορίζει υπέρμετρα την άσκηση επαγγέλματος Τα τεκμήρια δεν προσκρούουν

Διαβάστε περισσότερα

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 7ης Ιουλίου 1976 Στην υπόθεση, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του PRETORE του Μιλάνου προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,

Διαβάστε περισσότερα

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι «Μια πρώτη εκτίµηση της απόφαση του ΔΕΕ στις υποθέσεις Τele2 Sverige AB (C-203/15) και Watson και άλλων (C698/15) για την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Ουσιαστικές,

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 12 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 12 /2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 25-02-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1417/25-02-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 12 /2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Απόφαση 1429/2015 ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ Συνεδρίασε δηµόσια στο ακροατήριό του στις 21Οκτωβρίου 2014, µε δικαστή το Φώτιο Βασιλειάδη,

Διαβάστε περισσότερα

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ' Κ.Π. (m) Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ' Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Δεκεμβρίου 2013, με την εξής σύνθεση: Ε. Σαρττ, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α4 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα 09/06/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα 09/06/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα 09/06/2017 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α5 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 2131604553 ΦΑΞ : 2131604567

Διαβάστε περισσότερα

TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ

TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ Συγγραφέας: ΜΑΡΙΑ ΦΛΩΡΟΥ 1. Mε αίτηση ακυρώσεως που ασκήθηκε τον Οκτώβριο του 2009 ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας επιδιώχθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015 Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, 21.7.2015 Ν. 131(Ι)/2015 131(I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015 Προοίμιο. Για σκοπούς, μεταξύ άλλων, εναρμόνισης με Επίσημη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Μάθημα: Συνταγματικό Δίκαιο Διδάσκοντες: Δημητρόπουλος Ανδρ., Καθηγητής

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4979-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 142 /2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4979-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 142 /2014 Αθήνα, 06-10-2014 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4979-1/06-10-2014 Α Π Ο Φ Α Σ Η 142 /2014 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 27.05.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0436/2012 του Mark Walker, βρετανικής ιθαγένειας, σχετικά με την παροχή διασυνοριακού νομικού παραστάτη

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α4 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 105/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 105/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20.7.2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5073/20-07-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 105/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΜΗΜΑ Β2 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση]

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση] ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση] Περίληψη -Οι πράξεις που αφορούν την κατεδάφιση αυθαιρέτων κτισμάτων και εγκαταστάσεων σε δασικές εκτάσεις είναι, μεν, πραγματοπαγείς,

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ ΣτΕ 599/2012 Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2011, με την εξής σύνθεση: Γ. Σταυρόπουλος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ Τμήματος, Ν. Μαρκουλάκης,

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 17/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 17/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 15-03-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1807/15-03-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 17/2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Χριστίνα Λ. Φλώρου, Δ.Ν., Δικηγόρος, Ειδικός Επιστήμονας στον Συνήγορο του Πολίτη

Χριστίνα Λ. Φλώρου, Δ.Ν., Δικηγόρος, Ειδικός Επιστήμονας στον Συνήγορο του Πολίτη Χριστίνα Λ. Φλώρου, Δ.Ν., Δικηγόρος, Ειδικός Επιστήμονας στον Συνήγορο του Πολίτη ΘΕΜΑ: To τεκμήριο αθωότητας στη δίκη ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. * Το παρόν κείμενο αποτελεί εισήγηση στο επιμορφωτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 1792/2009 Θέμα : [Κατασκευή σε κτίριο κατοικίας β υπογείου, μη προσμετρώμενου στον σ.δ. κατοικίας, για στάθμευση αυτοκινήτων]

ΣτΕ 1792/2009 Θέμα : [Κατασκευή σε κτίριο κατοικίας β υπογείου, μη προσμετρώμενου στον σ.δ. κατοικίας, για στάθμευση αυτοκινήτων] ΣτΕ 1792/2009 Θέμα : [Κατασκευή σε κτίριο κατοικίας β υπογείου, μη προσμετρώμενου στον σ.δ. κατοικίας, για στάθμευση αυτοκινήτων] Περίληψη Κάθε δομική κατασκευή προσμετράται, κατ' αρχήν, στον συντελεστή

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου

ΠΟΡΙΣΜΑ. ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου ΠΟΡΙΣΜΑ (Ν. 3094/2003 Συνήγορος του Πολίτη και άλλες διατάξεις, Άρθρο 3 5) ΘΕΜΑ: ιακοπή κρατήσεων της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) στους συνταξιούχους του ηµοσίου Συνήγορος του Πολίτη: Ανδρέας

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 68/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 68/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 01-06-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3837/01-06-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 68/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στο

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 32/2011 Αθήνα, 06.04.2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2371/06.04.2011 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ 1-3 115 23 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: 210-6475601 FAX: 210-6475628 Α Π Ο Φ Α Σ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ Δ/ΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΜΗΜΑ Β2 Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κωδ.: 176 71, Καλλιθέα Τηλ.:

Διαβάστε περισσότερα

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 8.6.2011 SEC(2011) 687 τελικό ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην Πρόταση Ο ΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ Β ΠΑΡΑΘΕΡΙΣΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΔΑΣΚΑΛΩΝ & ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ Ν. ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ Β ΠΑΡΑΘΕΡΙΣΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΔΑΣΚΑΛΩΝ & ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ Ν. ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ Β ΠΑΡΑΘΕΡΙΣΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΔΑΣΚΑΛΩΝ & ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ Ν. ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΑΡΘΡΟ 1... 3 ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ... 3 ΑΡΘΡΟ 2... 3 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ... 3 ΑΡΘΡΟ 3...

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα, 05/04/2016 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 1298 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ Φ. 4285/Κ ΑΤΕΛΩΣ ΔΗΜΟΣΙΟ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΜΝΗΜΑ Του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας. ΚΑΤΑ 1.... 2.... 3.... 4.... 5.... 6.... 7.... Συζητήθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών Δικάσιμος: 01.10.2015 ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΣ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ (που αναπτύχθηκαν προφορικώς και καταχωρίζονται στα πρακτικά της συνεδρίασης κατ άρθρ. 141 παρ. 2 ΚΠΔ) Των:

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα, 05/02/2016 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 341 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 -

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5066/20/07/2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση Διαμεσολάβηση 104/2014 Σελίδα 1 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Προς 1) Τμήμα Εσόδων Δ/νσης Οικονομικών esoda@cityofathens.gr 2) Κυρία *** *** *** Kοινοποίηση 1) Γραφείο Δημάρχου mayor@cityofathens.gr

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ υπ' αριθμ. 391/2013 ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ Τμήματος Ε' Συνεδρίαση τη ς 19ης Νοεμβρίου 2013 Σύνθεση: Πρόεδρος

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 1178/2010 [«Σφράγιση» αυθαίρετης χρήσης σε αδόμητο οικόπεδο στην Κηφισιά]

ΣτΕ 1178/2010 [«Σφράγιση» αυθαίρετης χρήσης σε αδόμητο οικόπεδο στην Κηφισιά] ΣτΕ 1178/2010 [«Σφράγιση» αυθαίρετης χρήσης σε αδόμητο οικόπεδο στην Κηφισιά] Περίληψη -Η επιλεκτική εφαρμογή του μέτρου της σφράγισης των παράνομων χρήσεων σε ορισμένους μόνο οικισμούς δεν είναι επιτρεπτή

Διαβάστε περισσότερα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου. Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριο Χονδρογιάννη,

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου. Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριο Χονδρογιάννη, Απόφαση 1764 / 2016 (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Αριθμός 1764/2016 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ε ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ Προσκαλείστε να υποβάλλετε σε σφραγισμένο φάκελο ή ηλεκτρονικά τα αναφερόμενα παρακάτω δικαιολογητικά όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 80 του Ν. 4412/2016. α. ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΣ:

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΜΗΜΑ Β2 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νοµικών Θεµάτων 26.4.2012 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ (0046/2012) Αφορά: Αιτιολογηµένη γνώµη του γερµανικού Οµοσπονδιακού Συµβουλίου (Bundesrat) σχετικά µε την πρόταση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΥΑΗ Ο ΤΥΤΠΟΤΡΓΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΠΟΥΑΗ Ο ΤΥΤΠΟΤΡΓΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΔΑ : ΒΕΥ2Η-ΒΣΡ ΑΝΑΡΣΗΣΕΑ ΣΟ ΔΙΑΔΙΚΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΣΙΑ ΤΠΟΤΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΣΕΙΑ ΔΗΜΟΙΩΝ ΕΟΔΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΗ ΣΕΛΩΝΕΙΩΝ & Ε.Υ.Κ. 1.Δ/ΝΗ ΕΥΚ ΣΜΗΜΑ Α 2.Δ/ΝΗ 17 Η -ΣΜΗΜΑ Ε ΥΠΑ ΕΙ- ΕΞΑΓ. ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

Διαβάστε περισσότερα

Σχέδιο Νόμου Μέρος Α Άρθρο 1 Σύσταση ενεχύρου στις περιπτώσεις των νόμων 3213/2003, 3691/2008, 4022/2011, 2960/2001 και των υπόχρεων του νόμου

Σχέδιο Νόμου Μέρος Α Άρθρο 1 Σύσταση ενεχύρου στις περιπτώσεις των νόμων 3213/2003, 3691/2008, 4022/2011, 2960/2001 και των υπόχρεων του νόμου Σχέδιο Νόμου Μέρος Α Άρθρο 1 Σύσταση ενεχύρου στις περιπτώσεις των νόμων 3213/2003, 3691/2008, 4022/2011, 2960/2001 και των υπόχρεων του νόμου 2523/1997. 1. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται περιοριστικά

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5069/20/07/2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2011 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του προεδρεύοντος

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα,

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 29-12-2017 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α6 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 213-1604518 ΦΑΞ : 213-1604567

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 29-12-2017 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α6 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 213-1604537 ΦΑΞ : 213-1604567

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα 16-02-2016 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 448 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 -

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 4439/2012. του..., κατοίκου Πειραιά (...), ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Ελ. Καναβάκη (Α.Μ ), που την διόρισε με πληρεξούσιο,

ΣτΕ 4439/2012. του..., κατοίκου Πειραιά (...), ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Ελ. Καναβάκη (Α.Μ ), που την διόρισε με πληρεξούσιο, ΣτΕ 4439/2012 ΤΜΗΜΑ Γ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Μαΐου 2011, με την εξής σύνθεση: Γ. Σταυρόπουλος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ Τμήματος, Ν. Μαρκουλάκης, Μ. Βηλαράς, Μ. Σταματελάτου,

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 673/2017 [Μη ύπαρξη νομολογίας ως προς τον εύλογο χρόνο διατήρησης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

ΣτΕ 673/2017 [Μη ύπαρξη νομολογίας ως προς τον εύλογο χρόνο διατήρησης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης] ΣτΕ 673/2017 [Μη ύπαρξη νομολογίας ως προς τον εύλογο χρόνο διατήρησης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης] Περίληψη - Με την αναιρεσιβαλλομένη κρίθηκε ότι από την ημερομηνία κηρύξεως της επίμαχης ρυμοτομικής απαλλοτριώσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα, 05/04/2016 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 1291 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. «Άσκηση ενδίκων μέσων» ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ Γενικό Έγγραφο: Ε40/338/27-10-06 ΣΧΕΤ. : Το με αριθ. 15176/19-10-06 έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. Σας διαβιβάζουμε το ανωτέρω

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/762/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 18/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/762/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 18/2014 Αθήνα, 05-02-2014 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/762/05-02-2014 Α Π Ο Φ Α Σ Η 18/2014 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3095/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 9/2019

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3095/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 9/2019 Αθήνα, 24-04-2019 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3095/24-04-2019 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Α Π Ο Φ Α Σ Η 9/2019 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ 09/03/2016 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 813 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 -

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α4 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

Σηµειώνεται πάντως ότι τα ανωτέρω θα πρέπει να εφαρµόζονται σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου όντως δεν υφίσταται σχετική νοµολογία.

Σηµειώνεται πάντως ότι τα ανωτέρω θα πρέπει να εφαρµόζονται σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου όντως δεν υφίσταται σχετική νοµολογία. Αθήνα, 8 Σεπτεµβρίου 2011 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΕΝ. /ΝΣΗ ΦΟΡΟΛ. ΕΛΕΓΧΩΝ /ΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΜΗΜΑΤΑ : Α, Β, Γ Ταχ. /νση : Κ. Σερβίας 10

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα 05-06-2015 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 2331 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 -

Διαβάστε περισσότερα

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( 597917) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( 597917) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) 669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( 597917) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Δικαίωμα για παροχή έννομης προστασίας κατά το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ. Εννοια και περιεχόμενο. Θέσπιση από τον κοινό νομοθέτη περιορισμών και προϋποθέσεων

Διαβάστε περισσότερα

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 13 η : Δικαίωμα δικαστικής προστασίας Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛ /05/ Θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία με ταυτόχρον

ΠΟΛ /05/ Θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία με ταυτόχρον Πίνακας περιεχομένων ΘΕΜΑ: Θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία με ταυτόχρονη θέση σε καθεστώς τελωνειακής αποθήκευσης εμπορευμάτων που προορίζονται να παραδοθούν ως εφόδια πλοίων και αεροσκαφών με απαλλαγή από

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2010

Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2010 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 20-07-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5063/20-07-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2010 Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε µετά από πρόσκληση του

Διαβάστε περισσότερα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14 /2011 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 10-03-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1706/10-03-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 14 /2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α I. Προπαρασκευαστική Διαδικασία 1 1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 3 2. Κλήση µάρτυρα - Αποδεικτικό επιδόσεως κλήσεως µάρτυρα (άρθρα 213 και 161 ΚΠΔ) 7 3. Γνωστοποίηση µαρτύρων στον κατηγορούµενο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ 73 / Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6702-1/

ΑΠΟΦΑΣΗ 73 / Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6702-1/ Αθήνα, 17-12-2018 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6702-1/17-12-2018 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΑΠΟΦΑΣΗ 73 / 2018 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα