Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΑ ΣΕΡΒΙΚΑ ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΞΕΧΝΩΝΤΑΣ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ:

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΑ ΣΕΡΒΙΚΑ ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΞΕΧΝΩΝΤΑΣ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ:"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ Αʹ ΚΥΚΛΟΥ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΞΕΧΝΩΝΤΑΣ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ: Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΑ ΣΕΡΒΙΚΑ ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ VLADIMIR BOŠKOVIĆ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΑΝΤΕΙΑ ΦΡΑΝΤΖΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008

2 Η ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ: Κ.-Ά. ΦΡΑΝΤΖΗ, καθηγήτρια Φρ. ΑΜΠΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, καθηγήτρια Χ.-Δ. ΓΟΥΝΕΛΑΣ, αναπληρωτής καθηγητής 2

3 ΠΑΝΤΟΔΎΝΑΜΕ, ἐλεῆμον Δημιουργὲ ἐν ὑψίστοις, ἐλέησον τὰ πλάσματά Σου, καὶ φέρε πολλάκις εἰς τὸν κόσμον τοιούτους σοφοὺς καὶ φιλανθρώπους καίσαρας καὶ καισαρίνας, οἵτινες πᾶσαν τὴν Εὐρώπην, Σερβίαν, Βοσνίαν καὶ Ἑρζεγοβίνην, τῶν προπατόρων μας ἠγαπημένην πατρίδα, Βουλγαρίαν, Ἑλλάδα καὶ τὰς ἄλλας τῷ θείῳ Παραδείσῳ ὁμοίους χώρας ἀπὸ τῆς τυραννίας, ἀνοησίας τε καὶ βαρβαρότητος λυτρώσωσι καὶ ἐλευθερώσωσι. Dositej Obradović ( ) 3

4 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ευχαριστίες 5 Για τη σερβική ιστορία και την πολιτιστική ταυτότητα 6 Δημιουργώντας το αντικείμενο της περιγραφής: φιλελληνισμός και η εικόνα του Έλληνα στη Σερβία 11 Το περιηγητικό γένος στη σερβική λογοτεχνία 21 Arsenije III Crnojević 23 Jerotej Račanin 24 Jovan Rajić 26 Διαφωτισμός και απαγόρευση: η περίπτωση του Dositej Obradović 28 Περιήγηση ως αυτοπροσωπογραφία: A[leksandar] J. K[umanudi] 36 Η Jelena Dimitrijević και το γέλιο της Γκιουλιστάν χανούμ 39 Επίλογος: το παιχνίδι των καθρεπτών 45 Παράρτημα 1: Μεταφράσεις κειμένων Jerotej Račanin 49 Jovan Rajić 54 Dositej Obradović 55 Jelena Dimitrijević 78 Παράρτημα 2: Η προφορά των σερβικών αλφαβήτων 132 Βιβλιογραφία 133 4

5 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Η μελέτη που ακολουθεί ξεκίνησε στα πλαίσια του μεταπτυχιακού μαθήματος «Οι ξένοι περιηγητές στην προεπαναστατική Ελλάδα» της κ. Άντειας Φραντζή, το οποίο διεξήχθηκε κατά το χειμερινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 2006/2007 στον Τομέα Μεσαιωνικής και Νεοελληνικής Φιλολογίας του Α.Π.Θ. Ο σκοπός της εργασίας μου ήταν να παρουσιάσω τα κείμενα των Σέρβων περιηγητών για την Έλλαδα, περισσότερα από τα οποία είναι λιγότερο γνωστά και στην ίδια τη Σερβία, και πόσο μάλλον στην Ελλάδα. Η προσέγγισή μου ήταν ως επί το πλείστον φιλολογική, και για το λόγο αυτό αφιέρωσα ορισμένο χρόνο στην απόδοση των πηγών στα ελληνικά, καθώς και στον πραγματολογικό σχολιασμό τους. Μερικές ερμηνευτικές παρατηρήσεις θα βρουν τη θέση τους στη εισαγωγή, στα συμπεράσματα και στο σχολιασμό των επιμέρους κειμένων. Θα ήθελα εδώ να τονίσω την προσωπική μου ικανοποίηση με την εκπόνηση της παρούσας έρευνας, όσο ταπεινά μπορεί και να είναι τα αποτελέσματά της. Ως πάρεργο της εργασίας υπήρξε ένα άρθρο μου για τον Dositej Obradović, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Αντί το Σεπτέμβριο του 2007, καθώς και η δίγλωσση, σερβοελληνική έκδοση του βιβλίου Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη της Jelena Dimitrijević, που έγινε σε συνεργασία με τον αγαπητό συνάδελφο κ. Δημοσθένη Στρατηγόπουλο (Πανεπιστήμιο της Νις) και το οποίο θα κυκλοφορήσει στη Σερβία το Σεπτέμβριο του Οφείλω να εκφράσω τις θερμότατες ευχαριστίες μου στην κ. Rosana Morabito (Πανεπιστήμιο Νάπολης), στην κ. Παναγιώτα Τζιβάρα (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης) και στον κ. Wladimir Fischer (Πανεπιστήμιο Βιέννης), οι οποίοι είχαν την καλοσύνη να μου στείλουν τις μελέτες τους με σπουδαίες παρατηρήσεις πάνω στα έργα των συγγραφέων με τους οποίους ασχολήθηκα. Ευχαριστίες οφείλω και σε συναδέλφους και φίλους, κ. Φλωρεντία Κυπριανού, κ. Ανδρέα Λούνη και κ. Jovana Ilić, οι οποίοι υπήρξαν πολύτιμη βοήθεια στην πορεία της εκπόνησης της εργασίας μου. Επίσης, ευγνωμονώ θερμά το προσωπικό των βιβλιοθηκών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, της Matica Srpska στο Νόβι Σαντ και της Πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης «Svetozar Miletić» στο Βελιγράδι. 5

6 ΓΙΑ ΤΗ ΣΕΡΒΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ Η ιστορία του μεσαιωνικού σερβικού κράτους κατά τους πρώτους αιώνες της ύπαρξής του (7 ος αρχές του 13 ου αιώνα) περιστρέφεται από τις προσπάθειες χειραφέτησης από το Βυζάντιο. Με τον εκχριστιανισμό των σλαβικών πληθυσμών η μεσαιωνική ελληνική αυτοκρατορία κατάφερε να τους προσελκύσει μια για πάντα στον πολιτισμικό της κύκλο και να τους καταστήσει, για να χρησιμοποιήσουμε τον κατάλληλο όρο του Obolensky, αναπόσπαστο μέρος της Βυζαντινής Κοινοπολιτείας. Για τους Σέρβους της εποχής η Κωνσταντινούπολη αποτελούσε το κατ εξοχήν πολιτικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό κέντρο. Παρόλο που η δυναστεία των Nemanjić απέκτησε την ουσιαστική ανεξαρτησία της μετά την πτώση του 1204 ο Stefan Prvovenčani παίρνει τον τίτλο του βασιλιά (κράλη) των Σέρβων το 1217 ο σερβικός λαός ακολουθεί τα βυζαντινά πολιτιστικά πρότυπα σ όλες τους τις εκφάνσεις. 1 Ήδη, από τον καιρό της βασιλείας Milutin ( ) η βυζαντινή επίδραση γινόταν όλο και περισσότερο αισθητή και οι κατακτημένες από τους Έλληνες εκτάσεις όλο και μεγαλύτερες ο εγγονός του, ο Stefan Dušan ( ), έφτασε στο σημείο να προσπαθήσει να αντικαταστήσει το Βυζάντιο με μια σερβοελληνική αυτοκρατορία, δίνοντας στον εαυτό του τον τίτλο του «αυτοκράτορα Σέρβων και Ελλήνων» και ανυψώνοντας παράλληλα το Σέρβο αρχιεπίσκοπο στο αξίωμα του πατριάρχη, κίνηση η οποία θα προκαλέσει το εκκλησιαστικό σχίσμα το οποίο δεν αίρεται παρα μόλις το 1375 χάρη στην προσπάθεια του ηγεμόνα Lazar Hrebeljanović ( ), αρχηγού του σερβικού στρατού στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου το Πολλούς αιώνες μετά την Άλωση, το Βυζάντιο δεν έπαψε να διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στην ιδεολογία της σερβικής μεταβυζαντινής λογοτεχνίας. Μόλις προς τα τέλη του 17 ου αιώνα, οι μεγάλες κινήσεις και τα πολιτικά δεδομένα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο θα καταφέρουν να αλλάξουν σταδιακά αυτό τον προσανατολισμό και να φέρουν καινούργια στοιχεία στη σερβική πολιτιστική ταυτότητα, απομακρύνοντάς την όλο και περισσότερο από τον κόσμο της «βυζαντινής κοινοπολιτείας». Με τον αφανισμό του σερβικού κράτους το 1459, ο κύριος πυρήνας της σερβικής ταυτότητας έγινε το Πατριαρχείο Πεκίου (Peć). Καθώς ο οθωμανικός στρατός προχωρούσε στα Βαλκάνια, το Πατριαρχείο έχανε όλο και περισσότερες εκτάσεις. Μετά την άλωση του Smederevo (1459) το πατριαρχείο καταργήθηκε και οι Σέρβοι ορθόδοξοι υπήχθησαν στην ελληνική Αρχιεπισκοπή Αχρίδος. Μόλις το 1557, ο μεγάλος βεζίρης σερβικής καταγωγής, ο Μεχμέτ Σόκολι (Sokolović), κατόρθωσε να επανιδρύσει το Πατριαρχείο του Πεκίου. Οι πατριάρχες γρήγορα ήρθαν σε επαφή με τις 1 Ένα καλό παράδειγμα γι αυτό το φαινόμενο είναι και τα ίδια τα ονόματα των βασιλέων της δυναστείας, οι οποίοι όλοι ονομάζονται Στέφανος, παραπέμποντας έτσι στο βασιλικό τους στεφάνι. 6

7 ξένες χριστιανικές δυνάμεις με στόχο την απελευθέρωση από την οθωμανική ηγεσία την πιο ζωηρή συμμετοχή σ αυτές τις δραστηριότητες έδειξαν ο Πατριάρχης Arsenije III Crnojević ( ) και ο Arsenije IV Jovanović Šakabenta ( ), οι οποίοι, μετά την αποτυχία των προσπαθειών τους, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την έδρα τους και να καταφύγουν στην Αυστρία. Ο σουλτάνος έφερε στη θέση τους τούς Έλληνες πατριάρχες, Φαναριώτες, οι οποίοι αντικαθιστούσαν ο ένας τον άλλο με την ίδια δυναμική όπως και στην Κωνσταντινούπολη, μέχρι την τελική κατάργηση του Πατριαρχείου το Έτσι από τα τέλη του 17 ου έως τις αρχές του 19 ου αιώνα ο σερβικός λαός βρέθηκε στο κέντρο του μετώπου κατά τη διάρκεια των συνεχών πολέμων ανάμεσα στην αυτοκρατορία των Αψβούργων και το κράτος των Οθωμανών, συμμετέχοντας ενεργά στις συγκρούσεις και υποφέροντας από αυτές. Ως χριστιανοί ορθόδοξοι, οι Σέρβοι υποστήριζαν το μέρος της Αυστρίας όταν στον πόλεμο της Ιερής Συμμαχίας κατά της Τουρκίας ο αυστριακός στρατός έχασε το πρόσφατα κατακτηθέν Βελιγράδι και υποχώρησε βόρεια, ένας μεγάλος αριθμός Σέρβων φοβούμενων αντίποινα, τον ακολούθησε υπό την ηγεσία του Πατριάρχη Arsenije III Crnojević. Δεκάδες χιλιάδες ψυχές άφησαν τις εστίες τους για να εγκατασταθούν στη σημερινή Βοϊβοντίνα, με την άδεια της αυλής του καίσαρα, που τους παραχώρησε προνόμια ως corpus separatum υπό τη διοίκηση των αυτόνομων εκκλησιαστικών αρχών. Αυτή η Μεγάλη Μετανάστευση (Velika seoba), την οποία ακολούθησε ένα κύμα συνεχούς μετακίνησης σερβικού πληθυσμού από την Οθωμανική στην Αυστριακή αυτοκρατορία και άλλο ένα οργανωμένο κίνημα με τον Arsenije IV το 1739, είχε ως αποτέλεσμα την οριστική μετακίνηση του πυρήνα του σερβικού εθνικού και πολιτιστικού χώρου προς το βορρά, πιο κοντά στα ευρωπαϊκά πολιτιστικά κέντρα της εποχής. Οι επαφές των Σέρβων του μεσαίωνα με την Ουγγαρία ήταν πάντοτε ζωντανές, και ήδη από τα τελευταία χρόνια του σερβικού δεσποτάτου (1459) πολλοί Σέρβοι ευγενείς βρήκαν καταφύγιο στην Ουγγαρία. Οι υπόλοιποι Σέρβοι παρέμειναν στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην ευρύτερη ενιαία, προεθνική περιοχή των Βαλκανίων, του millet-i Rum, στο οποίο συνυπήρχαν με τους υπόλοιπους βαλκανικούς λαούς. Έτσι, στα τέλη του 17 ου αιώνα αρχίζει η διαδικασία ενός οριστικού επαναπροσανατολισμού του σερβικού κόσμου προς την Κεντρική και τη Δυτική Ευρώπη, στα εδάφη της αυτοκρατορίας των Αψβούργων και υπό την αιγίδα του αυτοκράτορα της Βιέννης. Η λέξη «αιγίδα», ίσως, δεν είναι η πιο κατάλληλη, μιας και το τίμημα για αυτή την ευκαιρία ήταν οι στρατιωτικές υπηρεσίες που έπρεπε να προσφέρουν κατά των Τούρκων πρόκειται για μια ανταλλαγή που λίγο ύστερα θα θεσμοποιηθεί με τη δημιουργία της Στρατιωτικής Συνοριακής Διοίκησης Σλαβονίας-Σρεμ (Confinium militare, Militärgrenze, Vojna krajina), καθώς και τις συνεχείς 7

8 προσπάθειες προσηλυτισμού. Η πόλη του Σεμλίνου (σερβ. Zemun, σήμερα δήμος Βελιγραδίου), ήδη από το 1749, αποτελεί αυτόνομη στρατιωτική ζώνη μέσα στην Αυτοκρατορία με το δικό της δημοτικό συμβούλιο, αποκτώντας μ αυτό τον τρόπο έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα και αποτελώντας έναν εξαίρετο εμπορικό σταθμό με σημαντική τη συμβολή της ελληνικής μετανάστευσης. 2 Ως προς την πολιτιστική του ταυτότητα, ο σερβικός λαός δεν διχάζεται μόνο ανάμεσα στη Βιέννη και την Κωνσταντινούπολη. Στην προσπάθειά τους να εμποδίσουν την αφομοίωση στο νέο περιβάλλον και την αλλαξοπιστία, οι σερβικές εκκλησιαστικές αρχές απευθύνθηκαν για βοήθεια στην ομόδοξη Ρωσία, με την οποία είχαν ζωηρά ανεπτυγμένες πολιτιστικές σχέσεις από προηγουμένως. Ο τσάρος τους έστειλε ρώσους δασκάλους τον Σουβόροφ ήδη από το 1690 με ρωσικά διδακτικά βιβλία, και ο σερβικός πολιτισμός βρέθηκε υπό την έντονη επίδραση της ρωσικής παιδείας. Μάλιστα για ένα μικρό χρονικό διάστημα, , στους Σέρβους δόθηκε από τη Ρωσική Αυτοκρατορία και μια ολόκληρη επαρχία στη σημερινή Ουκρανία, η «Σλαβο-Σερβία», για να την κατοικήσουν. Αλλάζοντας το ιδίωμα της γραπτής γλώσσας τους (από τα σερβοσλαβικά του σερβικού μεσαίωνα προς το ρωσικό τους αντίστοιχο, τα λεγόμενα ρωσοσλαβικά), οι Σέρβοι χάνουν την επαφή με το βυζαντινό τους παρελθόν στην ελληνική του εκδοχή. Ανάμεσα στα ρώσικα βιβλία, γραμμένα με ένα καινούργιο είδος του κυριλλικού αλφαβήτου, του λεγόμενου «αστικού», το οποίο εισήγαγε ο Μεγάλος Πέτρος στη Ρωσία, άρχισαν να φτάνουν και τα βιβλία με «αστικά» θέματα πολιτική ιστορία, γεωγραφία, δίκαιο τα οποία θα αρχίσουν να αλλάζουν σταδιακά τον πολιτιστικό ορίζοντα των Σέρβων. Μια από τις σημαντικότερες συνέπειες των πολιτικών εξελίξεων του 18 ου αιώνα ήταν η δημιουργία και ο οργασμός μιας καινούργιας αστικής τάξης των Σέρβων της νότιας Ουγγαρίας, η οποία, από τα μέσα προς τα τέλη του 18 ου αιώνα θα υπάρξει ο κύριος φορέας και καταναλωτής της λογοτεχνικής παραγωγής. 3 Η στροφή από μια μεταβυζαντινή εκκλησιαστική λογοτεχνία (την οποία κάποιοι ιστορικοί της σερβικής λογοτεχνίας την ονομάζουν μπαρόκ) προς μια ως επί το πλείστον κοσμική κουλτούρα του διαφωτισμού, με στόχο την απόκτηση πρακτικών γνώσεων περί του υπαρκτού κόσμου και της καθημερινής ζωής θα σημαδέψει το δεύτερο μισό του 18 ου αιώνα για τους Σέρβους. Εκδίδονται οι γεωγραφικοί χάρτες, οι ιστορίες, το πρώτο εγχειρίδιο καλής συμπεριφοράς. Αυτά όλα έγιναν εφικτά προπαντός χάρη στη διαφωτισμένη πολιτική της αυλής της 2 Εδώ πρέπει να προστεθεί και το βλάχικο στοιχείο στις σερβικές πόλεις (Cincari, Αρομάνοι), το οποίο προερχόταν από τη Μακεδονία και την Ήπειρο και μιλούσε κατά κανόνα ελληνικά ως πρώτη γλώσσα. Σε πολλές περιπτώσεις αυτές οι δύο ταυτότητες συγχέονται στις πηγές της εποχής. 3 Η κλασική ανάλυση του φαινομένου στο άρθρο: Traian Stoianovich, «The Conquering Balkan Orthodox Merchant», The Journal of Economic History 20/2, (1960), σσ

9 Βιέννης, με τις μεταρρυθμίσεις του Ιωσήφ Β και στην ατμόσφαιρα της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά και χάρη στην ελπίδα που έτρεφαν οι σλαβικοί πληθυσμοί των Βαλκανίων, συμπεριλαμβανόμενων και των Σέρβων, στην υποστήριξη και την έμπρακτη πολιτική βοήθεια της Ρωσίας. Σε έναν τέτοιο κόσμο ζει και εκπαιδεύεται ο Dositej Obradović, ο πρώτος συγγραφέας που χρησιμοποιεί την «απλή γλώσσα», δηλ. τη σερβική δημοτική, όπως και οι άλλοι συγγραφείς του διαφωτισμού, λ. χ. οι: Jovan Rajić, Joakim Vujić, Zaharija Orfelin. Πολλοί Σέρβοι ακολούθησαν την ανώτερη εκπαίδευση στα ουγγρικά και αυστριακά σχολεία και (ως μη καθολικοί) στα πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Ρωσίας, πράγμα το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση του λογοτεχνικού κλασικισμού στους Σέρβους συγγραφείς της εποχής, χωρίς όμως αυτός να αποτελέσει ποτέ μια σταθερή λογοτεχνική σχολή, με μόνη εξαίρεση τον Lukijan Mušicki, του «ωδατζή» (odadžija, δηλ. συγγραφέας των ωδών) όπως τον έλεγαν ειρωνικά κάποιοι σύγχρονοί του. Βλέπουμε, λοιπόν, μια παρεμβολή πολλών και ετερογενών πολιτιστικών στοιχείων στη σερβική πολιτιστική ταυτότητα: η κουλτούρα της Αυστρίας, ο τρόπος ζωής των Οθωμανών, η παιδεία της Ρωσίας και η θρησκεία του millet-i Rum ή του corpus separatum αντίστοιχα. Ένας διανοούμενος θα μπορούσε να ήταν υπήκοος του αυστριακού αυτοκράτορα που είχε μάθει γράμματα στο ελληνικό σχολείο και συνέχιζε τις σπουδές του στη Ρωσία να είχε γεννηθεί στο τουρκοκρατούμενο μέρος της Σερβίας και να είχε ακολουθήσει σταδιοδρομία στα πλαίσια του οθωμανικού κρατικού συστήματος, αντίστοιχη προς εκείνη των Φαναριωτών να είχε μαθητεύσει στα καθολικά σχολεία της Ουγγαρίας και ύστερα να συνέχισε τη μόρφωσή του στα πανεπιστήμια των διαμαρτυρόμενων στη Γερμανία κλπ. Θα δούμε πολύ σύντομα ότι όλα αυτά τα πολιτισμικά υβρίδια δεν αποτελούν μόνο θεωρητικούς συνδυασμούς, αλλά ότι όντως οι Σέρβοι που ζούσαν σ αυτή την ταραγμένη εποχή, ακολούθησαν αυτούς, αλλά και πολύ πιο σύνθετους δρόμους στην αναζήτηση της πολιτισμικής τους ταυτότητας, της μόρφωσης και της προόδου του εαυτού τους και του λαού τους. Η εθνική επανάσταση και η δημιουργία της αυτόνομης ηγεμονίας της Σερβίας το 1815 αποτελούν οριστικά μεταίχμια στη νεώτερη ιστορία του σερβικού λαού. Η ιστορία της Σερβίας του 19 ου αιώνα περιστρέφεται γύρω από το πρόβλημα της παραγωγής και της επιβολής του εθνικού προγράμματος στους πληθυσμούς του νέου κράτους. Οι ομοιότητες που μπορεί να παρατηρήσει κανείς μεταξύ του ελληνικού και του σερβικού κράτους της εποχής είναι πολλαπλές και συσχετίζονται με το ίδιο είδος προβλημάτων που αντιμετώπισαν τα δύο νεοσύστατα κράτη: η προώθηση της εθνικής συνείδησης, η εγκαθίδρυση της εθνικής παιδείας, η δημιουργία του κρατικού μηχανισμού και των σύγχρονων κοινωνικών θεσμών. Οι διανοούμενοι της νότιας Ουγγαρίας αντιστοιχούν εν πολλοίς στο ρόλο που έπαιξαν οι Επτανήσιοι στην Ελλάδα, καθώς κατείχαν την πρόσβαση 9

10 στη δυτική μόρφωση και μπόρεσαν να συνεισφέρουν τόσο στη σύνθεση του νέου κράτους, όσο και στην χειραφέτηση των περιοχών όπου κατοικούσαν οι ίδιοι. Τα πρώτα κόμματα διαμορφώνονται στη Σερβία με παρόμοιο τρόπο όπως στην Ελλάδα, έχοντας ως πυρήνες τους τα προξενεία των δυτικών δυνάμεων. Ο δέκατος ένατος αιώνας, παρά τα ορισμένα «παραπατήματά» του, χαρακτηρίζεται από τον ανηφορικό δρόμο του σερβικού κράτους σε όλους τους τομείς. Οι λέξεις όπως «πρόοδος» και «διαφωτισμός» γίνονται Stichwörter της εποχής: ιδρύεται το Πανεπιστήμιο, εισάγεται η σερβική δημοτική ως επίσημη γλώσσα, χτίζεται το σιδηροδρομικό δίκτυο, εισάγονται οι πολιτικοί θεσμοί κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Το 1882 ανακηρύσσεται το Βασίλειο της Σερβίας με την τοπική δυναστεία των Obrenović, η οποία αντικαταστάθηκε με τους Karađorđević μετά το πραξικόπημα του Το Ανατολικό Ζήτημα και η τοπική εκδοχή του, το Μακεδονικό, αποτελούν τον κύριο πυρήνα της σερβικής πολιτικής της εποχής. Ο αναβρασμός του αλυτρωτισμού στη Σερβία είχε την παρόμοια πηγή και τις παρόμοιες στροφές όπως και στην Ελλάδα και είχε προκαλέσει μια σειρά από πολέμους και μάχες κατά της Βουλγαρίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τη λύση του Μακεδονικού ζητήματος θα την δώσουν, βέβαια, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, ενώ ο σερβικός αλυτρωτισμός, του οποίου ιδιαίτερη μορφή υπήρξε ο νοτιοσλαβισμός, βρήκε την εκπλήρωσή του στη δημιουργία του Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων (SHS) μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, στην οποία προηγήθηκε η «εθνική καταστροφή» του Η δημιουργία των εθνών-κρατών σήμανε το τέλος της οθωμανικής τάξης πραγμάτων, ένα τέλος όμως, που δεν ήρθε ούτε γρήγορα ούτε απότομα, ή τουλάχιστον όχι τόσο γρήγορα όσο θα το ήθελαν οι εθνικοί ιστορικοί: θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η μεταβατική περίοδος κρατάει μέχρι σήμερα. Εξάλλου, οι μεγάλες εκτάσεις των εδαφών της Σερβίας βρίσκονταν για πολλά χρόνια ακόμα υπό οθωμανική διοίκηση ακριβώς όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας. Όσο προσεκτικά και να είναι σήμερα εξαφανισμένα όλα τα ίχνη της τουρκοκρατίας στις σερβικές πόλεις, η οθωμανική κληρονομιά δίνει στη σημερινή Σερβία έναν χαρακτήρα αναμφισβήτητα βαλκανικό, με την έννοια της Todorova και να αναφέρουμε τη γνώμη της ότι «αυτό που ζούμε σήμερα είναι ένα προχωρημένο στάδιο του τέλους των Βαλκανίων» (2000:49). Πριν προχωρήσουμε στην παρουσίαση των κειμένων των Σέρβων συγγραφέων που μιλούν για την Ελλάδα, θα ασχοληθούμε εν συντομία με τη θέση που καταλαμβάνει η Ελλάδα στη σερβική ιστορική συνείδηση δεδομένης της ιδιαίτερης πολιτιστικής κληρονομιάς της Σερβίας και των πολιτικών συνθηκών που επικράτησαν στη διάρκεια της ιστορίας της. 10

11 ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΣ: ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΣΜΌΣ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ ΣΤΗ ΣΕΡΒΙΑ Δεν το ξέρετε πως δεν κάνουμε άλλο ταξίδι παρά γύρω στην ψυχή μας; Νίκος Καζαντζάκης Οι πρώτες επαφές των Σέρβων με την ελληνική παιδεία χρονολογούνται στον 9 ο αιώνα, όταν τα δύο αδέλφια από τη Θεσσαλονίκη, ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος, με την εντολή του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ, δημιούργησαν το σλαβικό αλφάβητο και ανέπτυξαν τη χριστιανική ιεραποστολική δράση στη Μεγάλη Μοραβία (862/3). Όταν, λίγα χρόνια αργότερα, μετά το θάνατο του Μεθοδίου (885) και την αλλαγή στο θρόνο της Μοραβίας απαγορεύτηκε η χρήση της σλαβικής γλώσσας στην εκκλησία του κράτους αυτού, οι μαθητές των «Θεσσαλονικέων αδελφών» βρήκαν καταφύγιο στο σλαβικό Νότο στη Βουλγαρία, τη Δαλματία και τη Σερβία (Ρασία) του ηγεμόνα Mutimir όπου η ιεραποστολική τους δράση συνεχίστηκε και μαζί οι επαφές σε πολιτιστικό επίπεδο. Η εκχριστιανισμένη Σερβία έμεινε μέρος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας για άλλους τρεις αιώνες. Όπως αναφέραμε ανωτέρω, το μεσαιωνικό σερβικό κράτος σ όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του (μέχρι την άλωση του 1459) εξακολουθεί να είναι μέρος του βυζαντινού πνευματικού και πολιτισμικού συστήματος. Παρόλο που η Σερβία, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, διατηρούσε ζωηρές πολιτικές και πολιτισμικές επαφές και με τα δυτικά κράτη, το κέντρο αναφοράς της αυλής της, και οπωσδήποτε της εκκλησίας της και επομένως της λογιοσύνης της, υπήρξε εκάστοτε η Κωνσταντινούπολη. Ίσως η καλύτερη απόδειξη γι αυτό είναι η πλήρης απουσία της Αναγέννησης με την δυτικοευρωπαϊκή έννοια της λέξης στη Σερβία για τον απλό λόγο ότι οι αρχαίοι συγγραφείς ήταν εύκολα προσβάσιμοι μέσω της ελληνικής παιδείας (την οποία ένας Σέρβος μπόρεσε να αποκτήσει, αν όχι αλλιώς, στα μοναστήρια του Αγίου Όρους). Ένα καλό παράδειγμα γι αυτό το φαινόμενο, στις αρχές του 14 ου αιώνα, αποτελούν οι παραστάσεις του Πλάτωνα και του Πλουτάρχου στον πρόναο της μονής Bogorodica Ljeviška, έργο του Θεσσαλονικιού ζωγράφου Μιχαήλ Αστραπά, οπαδό της Μακεδονικής Σχολής το ίδιο ισχύει και για τις αρχαιότροπες μορφές αγίων στους τοίχους της μονής Sopoćani από το 13 ο αιώνα. Παρόλο που η ελληνομάθεια δεν ήταν ευρέως διαδεδομένη στη μεσαιωνική Σερβία και περιοριζόταν στους στενούς κύκλους των λόγιων μοναχών και ευγενών που διατηρούσαν επαφές με τους Έλληνες (ή και ήταν μικτής καταγωγής), η ελληνική παιδεία ασκούσε έντονη επίδραση στη ζωή και στη σκέψη των Σέρβων. Μάλιστα η γλώσσα της μεσαιωνικής σερβικής λογοτεχνίας, διάδοχος της σλαβονικής του Κυρίλλου και του 11

12 Μεθοδίου, η λεγόμενη σερβοσλαβική, συνιστά γλωσσολογικό αντίγραφο της λόγιας ελληνικής της περιόδου. Όχι μόνο γιατί βρίθει λεξικών και σημασιολογικών δανεισμών από τα ελληνικά, αλλά και διότι η γλωσσολογική της δομή αντιστοιχεί σε μέγιστο βαθμό στην ελληνική: στη χρήση των μετοχών, στον τρόπο δημιουργίας καινούργιων λέξεων, στη ρητορική φράση ή στο ρυθμό της εκκλησιαστικής ποίησης τα γένη της βυζαντινής λογοτεχνίας αποτελούν το απόλυτο πλαίσιο της σερβικής λογοτεχνίας. Μέχρι και τη γλωσσική μεταρρύθμιση του 1868, το σερβικό κυριλλικό αλφάβητο διατηρούσε όλους τους ελληνικούς χαρακτήρες (k, j, f, v κλπ.) ώστε να μπορέσουν οι ελληνικές λέξεις να γράφονται με την ελληνική ορθογραφία με άλλα λόγια, η κυριλλική γραφή δεν ήταν παρά ελληνικό αλφάβητο με προσθήκες χαρακτήρων για φθόγγους οι οποίοι δεν υπήρχαν στα ελληνικά. Οι μεταφράσεις από τα ελληνικά αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος της λογοτεχνίας στα σερβοσλαβικά και πηγή λογοτεχνικών επιρροών στο χώρο της σλαβικής Ανατολής, κυρίως της Ρωσίας («νοτιοσλαβικές επιδράσεις»). Η δυναμική των λογοτεχνικών επαφών μεταξύ Σέρβων και Ελλήνων εξελισσόταν με αλλεπάλληλες αναγεννήσεις, όπως με το pletenije sloves («πλέξιμο λόγων») στα τέλη του 14 ου αιώνα, την έντονη επιρροή του κινήματος του ησυχασμού, ή την γραμματική σχολή του Κωνσταντίνου του Φιλοσόφου στην αυλή του Σέρβου δεσπότη Stefan Lazarević ( ), με την σερβοσλαβική ορθογραφία να μεταρρυθμίζεται ώστε να επικοινωνεί περισσότερο με τα ελληνικά και τα παλαιότερα σλαβικά πρότυπα. Αυτή την εποχή μερικές φορές είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς πού τελειώνουν οι Σέρβοι και από πού αρχίζουν οι Έλληνες. Μια τέτοια περίπτωση ήταν ο βασιλιάς της δυναστείας των Nemanjić, ο Stefan Radoslav ( ), γιος του Stefan Prvovenčani και της Ευδοκίας Αγγελίνας, κόρης του Αλέξιου Γ Αγγέλου, και σύζυγος της Άννας, κόρης του Θεοδώρου Α Αγγέλου, δεσπότη της Ηπείρου. Αυτός ο Σέρβος βασιλιάς αισθανόταν Έλληνας απόγονος των μεγάλων βασιλικών οίκων του Βυζαντίου, 4 και υπέγραφε τα χρυσόβουλά του στα ελληνικά («Στέφανος ρὴξ ὁ Δούκας»), ακόμα και όταν το κείμενο ήταν γραμμένο στα σερβοσλαβικά. 5 Ανάμεσα στους Σέρβους υπήρχε η σαφής συνείδηση ότι οι Έλληνες μιλούν διαφορετική γλώσσα και κατέχουν ξεχωριστή θέση στο ιδεολογικό σύστημα του βυζαντινού κράτους αλλά αυτή την εποχή ακόμα δεν μπορούμε να μιλήσουμε για την έννοια της «Ελλάδας». Η λέξη που χρησιμοποιούν οι Σέρβοι συγγραφείς για τους Έλληνες είναι «Γραικοί» (GÃðúöè), ενώ οι όροι «Ελλάδα» ή «Ρωμαίοι/Ρωμιοί» απουσιάζουν πλήρως. Η λέξη 4 «Δουκικῆς ρίζης κλάδου», όπως γράφει στη βέρα που χάρισε στη γυναίκα του, σήμερα στο Εθνικό Μουσείο στο Βελιγράδι. 5 Βλ. παράδειγμα στο: Petar Đorđić, Istorija srpske ćirilice, Beograd: Zavod za izdavanje udžbenika SRS 1971, σ

13 «Έλληνας» (Elëëèíú), όπως και στα ελληνικά, σήμαινε «ειδολολάτρης» τουλάχιστον μέχρι τον 18 ο αιώνα. Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης όχι μόνο ότι δεν στάθηκε το τέλος αυτών των επιδράσεων, αλλά έδωσε καινούργιο κίνητρο στο αίσθημα μιας κοινής ατυχίας όλης της Ορθοδοξίας. Οι θρήνοι για την άλωση της Πόλης εμφανίζονται στα χειρόγραφα ακόμα και όταν απουσιάζουν οι θρήνοι για την άλωση του Smederevo, της τελευταίας σερβικής μεσαιωνικής βασιλεύουσας. 6 Όμως, η περίοδος της οθωμανικής διοίκησης έφερε δύο σημαντικά καινούργια στοιχεία στη σερβική πνευματική ζωή: τους Φαναριώτες και τη Ρωσία. Στο προηγούμενο κεφάλαιο αναφέραμε το ρόλο που έπαιξαν οι Φαναριώτες στην ιστορία του Πατριαρχείου του Πεκίου. Ένας από τους λόγους που ανέφερε ο Καλλίνικος Β, τελευταίος Έλληνας Πατριάρχης Πεκίου, όταν πρότεινε την κατάργηση του Πατριαρχείου, ήταν ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης θα μπορέσει να προσέχει καλύτερα την πίστη των Σέρβων στην Υψηλή Πύλη, μιας και οι επίσκοποί τους πάντα έδειχναν τη στοργή τους για τον καίσαρα της Αυστρίας και τον τσάρο της Ρωσίας. 7 Οι επαφές του Πατριαρχείου με τη Ρωσία των Ρομανόφ όντως είχαν ήδη αρχίσει από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Μιχαήλ Α. Η προγραμματική αποστολή της Μόσχας ως «Τρίτης Ρώμης» και η ανάδυση της ομόδοξης Ρωσίας ως μεγάλης ευρωπαϊκής δύναμης η οποία χρησιμοποιούσε μια παρόμοια γλώσσα με τη σερβοσλαβική, αποδείχτηκε πολύ ισχυρή: αυτή την περίοδο αρχίζει μια στροφή προς τη ρωσική παιδεία για τους Σέρβους, ιδίως για εκείνους που εγκαταστάθηκαν στην επικράτεια του αυστριακού αυτοκράτορα. Παρόλο που η αίγλη του ελληνικού Βυζαντίου δεν θα πάψει να ελκύει τους θρησκευόμενους ορθόδοξους Σέρβους μέχρι σήμερα, το κέντρο τους εκτοπίστηκε προς τη Ρωσία για τουλάχιστον διακόσια χρόνια (17 ος 19 ος αιώνας), μέχρι την ίδρυση του εθνικού κράτους. Ο δέκατος έβδομος αιώνας αποτελεί το μεταίχμιο στην αντίληψη των Σέρβων για τη θέση τους στο χάρτη της Ευρώπη, και επομένως στη στάση τους απέναντι στους Έλληνες. Απομακρυνόμενοι όλο και περισσότερο από το μεταβυζαντινό λογοτεχνικό σύστημα, οι Σέρβοι αρχίζουν να στρέφονται όλο και περισσότερο προς τα πολιτισμικά κέντρα της Δύσης και της Ρωσίας. Πριν προχωρήσουμε στα μετέπειτα στάδια της εικόνας των Ελλήνων ανάμεσα στους Σέρβους, θα άξιζε να κάνουμε μερικές παρατηρήσεις σε σχέση με τα φιλελληνικά αισθήματα στους Σέρβους 6 Όπως στον τόμο με τα βασιλικά και αυτοκρατορικά έγγραφα που αναφέρονται στη μονή Studenica: βλ. Studenički tipik carostavnik manastira Studenice [Τυπικόν της Studenica το αυτοκρατορικό βιβλίο της μονής], επιμ. Miro Vuksanović κ. ά. Beograd: Narodna biblioteka Srbije Το κείμενο για την άλωση της Κωνσταντινούπολης, μια παραλλαγή της ρωσικής μετάφρασης του ελληνικού πρωτοτύπου, γράφτηκε τον 16 ο αιώνα και προστέθηκε στον τόμο στις αρχές του 18 ου αιώνα (σ. 416). 7 Dr Slobodan Mileusnić (επιμ.), Azbučnik Srpske Pravoslavne Crkve [Λεξικό της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας], Beograd: Muzej SPC i BIGZ 1993, s. v. «Pećka patrijaršija». 13

14 κατά τον 18 ο αιώνα, τα οποία επικοινωνούν με εκείνα της Δυτικής Ευρώπης στην εποχή της ελληνικής Επανάστασης αλλά και διαφέρουν από αυτά. Στους Σέρβους αυτή την περίοδο δεν υπήρχε φιλελληνισμός στη δυτική του μορφή. Ο φιλελληνισμός προϋποθέτει τρία βασικά στοιχεία: την κυριαρχία της κλασικής παιδείας, τις συμπάθειες για τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων και τη συμβολική εξουσία που παρέχεται από τη συνείδηση της υπερίσχυσης του δυτικού πολιτισμού πάνω στον ανατολικό. Εύκολα βλέπει κανείς ότι στη Σερβία της εποχής δεν εκπληρώνεται ούτε ένας από τους όρους αυτούς. Αντί γι αυτό, αρθρώνονται τρεις ιδιαίτερες μορφές, ως επί το πλείστον θετικών, συναισθημάτων για τους Έλληνες και τον πολιτισμό τους, σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα της εποχής. Η πρώτη σημαντική πηγή του δυτικού φιλελληνισμού είναι η κλασική παιδεία οι Σέρβοι της εποχής, ωστόσο, ίδρυαν σχολεία που ο πρώτος στόχος του ήταν η συντήρηση της εκκλησιαστικής ελίτ υπό την έντονη ρωσική επίδραση, προωθούσαν δηλαδή μια θρησκευτική παιδεία. Παρόλο που μια εκδοχή της κλασικής παιδείας αποτελεί κύριο άξονα της μόρφωσης στα καθολικά γυμνάσια των Σέρβων της Ουγγαρίας (ο Rajić είναι ένα παράδειγμα κατ εξοχήν), αυτή ποτέ δεν κατέστειλε την «σλαβική» (slavjanski), ορθόδοξη χριστιανική μόρφωση, κληρονόμο της παιδείας του Βυζαντίου. Οριστική στροφή στην κλασική παιδεία θα γίνει στο σερβικό πολιτιστικό χώρο πολύ αργότερα, περίπου στα μισά του 19 ου αιώνα. Αντιθέτως, ο Σέρβος μαθητής βρισκόταν σε άμεση επαφή με την «ζωντανή» ελληνική μόρφωση. Ελληνικά σχολεία υπήρχαν και λειτουργούσαν στις περισσότερες σερβικές πόλεις μέχρι τα μέσα του 19 ου αιώνα. Η διδασκαλία σ αυτά τα σχολεία, παρόλο που συμπεριλάμβανε και τα αρχαία ελληνικά και αρχαίους συγγραφείς, ήταν κυρίως γραμματικό-ρητορική, θρησκευτική και ηθική, επρόκειτο λοιπόν πάλι για μια ορθόδοξη παιδεία, η οποία σε μεγάλο βαθμό συνέχιζε την παράδοση του βυζαντινού σχολείου. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η εκπαίδευση σ αυτά τα σχολεία εννοούσε και ένα είδος πολιτικής προπαγάνδας αλλιώς είναι δύσκολο να εξηγήσουμε γιατί η επιλογή του Dositej να παρακολουθήσει μαθήματα στο ελληνικό σχολείο τιμωρήθηκε τόσο αυστηρά από το Σέρβο δάσκαλο. Αλλού, θα λέγαμε, τα πράγματα πήγαιναν πιο ομαλά ο Vladan Đorđević, ένας από τους σημαντικούς διανοούμενους και καθηγητές της ελληνικής γλώσσας του 19 ου αιώνα, μαρτυρεί ότι «[π]ολλά από τα παιδιά από το Βελιγράδι ακόμα και το 1853 πρώτα πήγαιναν στο ελληνικό και μετά στο σερβικό σχολείο» (Đorđević 1896:92, μετάφραση δική μου). Στα τουρκοκρατούμενα μέρη αυτή την κατάσταση την βοηθούσε η ανοιχτή εύνοια που απολάμβανε η ελληνική εκπαίδευση από τις τουρκικές αρχές, μιας και το Οικουμενικό Πατριαρχείο βρισκόταν στα χέρια των Ελλήνων. Αυτή η ανταλλαγή λειτουργούσε, σε μικρότερο 14

15 βαθμό, και αντίστροφα: το 1770 δημοσιεύεται στη Βενετία ένα αλφαβητάρι «εἰς ὄφελος καὶ χρῆσιν παισὶ Ἑλλήνων τοῖς σλαβικὰ γράμματα μανθάνουσι», 8 ενώ ξέρουμε π. χ. ότι ο ηγεμόνας Miloš βοηθούσε οικονομικά το ελληνικό σχολείο στη Μοσχόπολη (Đorđević 1896:90). Το άλλο κύριο κίνητρο του φιλελληνισμού, η συμπάθεια για τον αγώνα των Ελλήνων για την εθνική απελευθέρωση που διαδραματιζόταν ταυτόχρονα με τις σερβικές επαναστάσεις του 1804 και του 1813 και συμπίπτει άρα με τον απελευθερωτικό αγώνα των ίδιων των Σέρβων. Λόγω τέτοιων ιστορικών συνθηκών δεν μπορεί να αναπτυχθεί παρά μια ίση σχέση συμπάθειας εκ μέρους του περιηγητή, γιατί ο Σέρβος δεν είναι δυτικός περιηγητής ο οποίος μπορεί να ενημερώσει την μακρινή κυβέρνησή του για την ανάγκη να βοηθήσει την ελληνική απελευθέρωση. Ο λόγος περί σερβικού φιλελληνισμού αυτής της εποχής στρέφεται αναγκαστικά στην ανάλυση των σερβοελληνικών πολιτικών σχέσεων, και αντί για περιηγητικά κείμενα βρίσκουμε αλληλογραφίες, κοινές ανακοινώσεις, διάφορα έγγραφα, συμφωνίες κλπ. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με μια εποχή στενής πολιτικής και πολιτιστικής επαφής με εναλλακτικές φάσεις συνεργασίας και ανταγωνισμού. Ο Karađorđe, ηγέτης της Πρώτης Επανάστασης το 1804, συνεργαζόταν στενά με τον Κωνσταντίνο και τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, Έλληνες-μέλη της Φιλικής Εταιρίας ήταν αξιωματούχοι και εμπιστευτικά πρόσωπα του σερβικού επαναστατικού στρατού και υπήρχαν συνεχείς προσπάθειες για συντονισμένη δράση (πρβλ. Kumanudi ). Ο Έλληνας αρχιεπίσκοπος Βελιγραδίου Σωφρόνιος, π. χ., ήταν θείος του Α. Κοραή ακόμα και ο βεζίρης του Βελιγραδίου στις αρχές του 19 ου αιώνα, Χατζή Μουσταφά πασάς, ήταν Έλληνας. Οι Έλληνες και οι Σέρβοι συνήθως πήγαιναν στις ίδιες εκκλησίες και συνεργάζονταν για την πραγματοποίηση των σχεδίων τους, τόσο στις τουρκοκρατούμενες όσο και στις αυστροκρατούμενες περιοχές (Đorđević 1896:148, Παπαδριανός 1993). Αξίζει να αναλογιστεί κανείς την περίπτωση του Γεωργίου Ολύμπιου, του «Jorgać» όπως τον έλεγαν οι Σέρβοι επαναστάτες, 10 ο οποίος πολέμησε με τους Σέρβους και σκοτώθηκε το 1821, ενώ η χήρα του, η Čučuk-Stana, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα με την κόρη τους με σύνταξη από το ελληνικό κράτος. 11 Ο ρόλος των Ελλήνων στη σερβική Επανάσταση, ωστόσο, ήταν σύνθετος, και οι δραστηριότητες της Φιλικής 8 Áuêâàðü ñú Ëèògðàìè Ãðgêî-Ñëàâgíñêèìè, âú ïîëçu è qïîòðgáëgí g ähòàìú (Ãðg gñêèìú) q àþùèìñ# (Ñëàâgíñêèìú áuêâàìú) [Αλφαβητάρι με τα γράμματα ελληνο-σλαβικά, σε όφελος και χρήση των παιδιών (των Ελλήνων) που μαθαίνουν (σλαβικά γράμματα)]. Βενετία: στον Δ. Θεοδοσίου Ο συγγραφέας αυτού του σπουδαίου άρθρου το οποίο φέρει στο φως σπάνια έγγραφα της εποχής της Επανάστασης αποτελεί και ο ίδιος ενδιαφέρον αντικείμενο προς έρευνα. Θα ασχοληθούμε με την ιστορία της οικογένειας Κουμανούδη λίγο παρακάτω. 10 Από την ελληνική προφορά «Γιωργάκη», στην κλητική, με συγκοπή [jorγáḱ ]. Αυτό συνέβαινε με αρκετά ελληνικά ονόματα: Mihalać, Manolać κλπ. 15

16 Εταιρίας στο σύνολό τους δεν αντιμετωπίζονταν με καλό μάτι. Χαριστική βολή σε μια συντονισμένη δράση και στη γενική εξέγερση κατά των Οθωμανών δόθηκε, όταν ο Καραγιώργης, ως φίλος και συνεργάτης του Υψηλάντη, δολοφονήθηκε με την εντολή του Σουλτάνου το Κάποια μέλη της ελληνικής κοινότητας είχαν από τη μεριά τους και καθαρά λογοτεχνικές φιλοδοξίες: τέτοια περίπτωση είναι η Ιστορία των Σλαβενο-Σέρβων του Τριαντάφυλλου Δούκα, εμπόρου, πράκτορα, επαναστάτη και τυχοδιώκτη, του Η ιδέα για το «ημέτερον χριστιανικόν γένος» το οποίο μνημονεύει ο Δούκας, βέβαια, δεν είναι καινούργια. Η μάχη χριστιανικών λαών κατά τους Τούρκους ήταν ένας ενωτικός παράγοντας που έφερε κοντά τους Σέρβους και τους Έλληνες παράλληλα μ αυτήν, ωστόσο, διαμορφώνονται και τα οράματα των «νοερών κοινωνιών», των εθνικών κρατών των βαλκανικών λαών και των ξεχωριστών εθνικών ταυτοτήτων τους (Kitromilidis 1994:ΧΙ 169 κ. ε.), που θα οδηγήσουν στη διάρθρωση των ξεχωριστών εθνικών συμφερόντων των δύο λαών, όπως προκύπτει ήδη από τη συγκρατημένη στάση που κρατούσε ο ηγεμόνας Miloš απέναντι στους Έλληνες επαναστάτες, παρόλο που οι δύο ανεψιές του είχαν παντρευτεί με Έλληνες (Kumanudi 1907:31 κ. ε., Παπαδριανός 1993:144). Η κάθε προσπάθεια δημιουργίας μιας κοινής συνείδησης ορθόδοξων χριστιανών στα Βαλκάνια, όπως την ονειρεύτηκε και ο Ρήγας, ματαιώθηκε ριζικά με την ανάπτυξη μιας νέας, εθνικής ιδεολογίας στα Βαλκάνια. Φτάνουμε και στην απουσία της τρίτης απαραίτητης προϋπόθεσης για τη διαμόρφωση του φιλελληνικού κινήματος στη Σερβία. Οι εποχές των εθνικών απελευθερωτικών αγώνων συμπίπτουν ακριβώς με τις αρχές της ανάπτυξης και της καθιέρωσης των ιδεολογιών του εθνικού κράτους για τη Σερβία, μάλιστα, την ιδιαίτερη σημασία είχε η παράλληλη εμφάνιση του φιλοσλαβισμού που είχε τις ρίζες του στη Ρωσία. Οι Έλληνες για τους διανοούμενους Σέρβους της εποχής είναι ακόμα συμπολίτες ή ομόδοξοι γείτονες, και το ταξίδι στην Ελλάδα σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί voyage en Orient (πρβλ. Roudometof 1998:13, 20). Από την ίδρυση του σερβικού κράτους το 1815 κ.ε., το κλίμα θα αρχίσει να αλλάζει οριστικά. Οι κοινότητες των Ελλήνων, από την εξέχουσα θέση που είχαν στις προηγούμενες δεκαετίες, έχουν μια διαφορετική αντιμετώπιση στη νέα ηγεμονία. Η λέξη grk («έλληνας») στη δημο- 11 Η Čučuk-Stana χήρεψε δύο φορές: ο πρώτος της άντρας ήταν ένας άλλος ήρωας της σερβικής επανάστασης, ο Veljko Petrović. Περισσότερο για αυτή την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσωπικότητα στην D. Popović-Stojković, Čučuk Stana, žena Hajduk Veljka i grčkog narodnog heroja Georgakisa Olimpiosa: [Č. S. γυναίκα του Hajduk Veljko και του ελληνικού λαϊκού ήρωα Γεωργάκη Ολυμπίου]. Negotin [ά. ο.] 1981, και στον N. Plavšić (επιμ.), Čučuk Stana u književnosti i istoriji [Η Č. S. στη λογοτεχνία και ιστορία]. Negotin: Muzej Krajine, Narodna biblioteka Trandafil Duka, Istorija Slavenosrba Ιστορία των Σλαβενο-Σέρβων (δίγλωσση έκδοση), επιμ. Jovanka Đorđević-Jovanović. Pančevo: Istorijski arhiv Pančeva

17 τική σερβική σήμαινε «έμπορος» και κάλυπτε ένα φάσμα διάφορων εθνικοτήτων, Ελλήνων, Αρωμάνων και Βλάχων. Το κοινό στοιχείο και στους τρεις ήταν η συνείδηση, έστω και ομιχλώδης, περί ενός αρχαίου και ένδοξου ελληνικού παρελθόντος. Διαμορφώνεται η στερεότυπη εικόνα του Έλληνα εμπόρου, ο οποίος μιλάει σπαστά σερβικά στα οποία μπερδεύει πολλές ελληνικές και μερικές τούρκικες λέξεις, έχει ακούσει για τον Περικλή και για τον Πλάτωνα και αφιερώνει όλες του τις δυνάμεις στην απόκτηση των χρημάτων χωρίς σ αυτή τη δραστηριότητα να τον περιορίζει η όποια ηθική ή φιλανθρωπική ευσυνειδησία. Αυτός ο τύπος απαθανατίστηκε στην κωμωδία Kir Janja ili Tvrdica («Κυρ Γιαννιάς ή Τσιγκούνης») του Jovan Sterija Popović το Ο Γιαννιάς κρύβει το αμέτρητο πλούτο του, συνέχεια παραπονιέται ότι δεν έχει χρήματα και τυραννάει τη γυναίκα του, τη Juca, αρνούμενος να της προσφέρει ό,τι υποσχέθηκε κατά το γάμο τους, και να δώσει την προίκα για την κόρη τους. Αναφέρουμε μερικά αποσπάσματα διαλόγων (προσπάθησαμε να μεταφράσουμε σε σπαστά ελληνικά, τα σπαστά σέρβικα του Γιαννιά. Με λατινικούς χαρακτήρες είναι τα «ελληνικά του Γιαννιά» όπως παρατίθενται στο κείμενο. Με αυτό τον τρόπο γίνεται αντιληπτή η φαιδρότητα της διγλωσσίας του κειμένου με τα «κακά» και αστεία σερβικά του Γιαννιά): JUCA: Ναι, να μου δώσετε μισό φλορίνι για να αγοράσουμε τις χορδές. JANJA: Τι χορδή; JUCA: Για την κιθάρα της Katica. JANJA: Kirie imon! Πόσα γρόσια δεν έδωσα γι αυτό το καταραμένο κιθάρ! JUCA: Ο δάσκαλος της κιθάρας αναγκάστηκε να παραλείψει πέντε ώρες λόγω των χορδών. JANJA: Να πάρει ο kerveros τo κιθάρα σου, να πάρει το μόδα και το εξυπνάδα σου! Άϊ, tihelaj Γιαννιά, δεν απακτάται το σπίτι έτσι! Μη με μιλάς άλλο. Δεν έχει λεφτά! JUCA: Και τι θα γίνει με το καπέλο μου; JANJA (φοβισμένος): Τι καπέλο; JUCA: Νομίζω ότι είναι πια καιρός να μου πάρετε ένα καινούργιο καπέλο. JANJA: Ου, χου, χου! Πα, πα, πα! Καινούργια καπέλο! Αγαπητό κυρία! Κυρ Γιαννιά! Καπέλο; JUCA: Εγώ φορούσα καπέλο και όταν ήμουν στη μητέρα μου. JANJA: Πήγαινε στο μητέρα σου, να σου πάρει. JUCA: Νομίζω ότι εσείς είσαστε ο άντρας μου. JANJA: Δεν έχει αρκετό φουστάνι; Θέλει φαρδό, ψηλό; Ωχ, γυναίκα με μεγάλα μαλλιά! Μωρή, ξέρεις ότι το ένδοξο Διογένης καθόταν στο βαρέλο; JUCA: Αφού ήταν τρελός. JANJA: Τι είπε, τρελός; Ελληνικό ένδοξο φιλόσοφο τρελό; Άμυαλη, άφρονη! Μωρή, θα έχανες το κεφάλι για αυτό το λέξεις αν ήσουν στο Μωριάς. Φιλόσοφο, μωρή, ένδοξο ελληνικό Διογένης καθόταν στο βαρέλο και πήγαινε χωρίς μπότα. JUCA: Μήπως δεν είχε χρήματα να αγοράσει; JANJA: Ω, hondrokefalos! Μωρή, το ένδοξο ελληνικό βασιλιάς Αλεξάντρ τον παρακαλάει να πάρει δουκάτα, μεγάλα σάμπως το μέτωπό σου, το φιλόσοφο δε θέλει το βασιλιάς 17

18 παρακαλάει, το φιλόσοφο δε θέλει. Ε, ντε, ντε! (Gumari, γιατί δεν πήρες τόσα ωραία λεφτά, για να δώσεις εμένα, να κάνιμε ωραία επένδυση.) JUCA: Αυτός ο Διογένης, μπορεί, δεν ήταν παντρεμένος, και μπόρεσε να κάνει ό,τι ήθελε αλλά εγώ είμαι γυναίκα σας. Εγώ δεν θέλω να μου γελάει ο κόσμος, αλλά να μου αγοράσετε ένα καπέλο. JANJA: Ουχά! Θέλει ακόμη να μαλώνει με εγώ; 13 Ο διάλογος του Γιαννιά με τον συνάδελφό του, κυρ Δήμα, αποδίδεται σχεδόν ολόκληρος στα ελληνικά. Η εξαιρετική γνώση της ελληνικής γλώσσας του συγγραφέα οφείλεται στο γεγονός ότι ο πατέρας του ήταν Έλληνας απόδημος (κάποιοι λένε, Ελληνοβλάχος), στην περιοχή της πόλης Vršac. JANJA: Ω, kala iltete, kir-dimo! DIMA (χαμηλόφωνα, αργά): Dulos sas!... Pos pigeni i dulja? JANJA: Ahara! Θέλιμε να πέσιμε όλοι στο μύτη μας. DIMA: Pistevo! (Κουνάει το χέρι.) Kakos keros! JANJA: O, adelfe, κάθε άντροπο έχει το χαρά του, μόνο εγώ είμαι δυστυχία, με κατάρα στη κεφάλι μου! Kitaksi, adelfe, θέλει καπέλο, καταραμένο φαρδό ψηλό, θέλει μεταξικό κορδέλα! DIMA: Pios? JANJA: Juco. Ε ντε! Θε να αγοράσω, θε να φτωχεύω δε θε να αγοράσω, θε να πάει το καταραμένο στο νοτάριους, is ton αξιωματικό, θα ta ipi... Ξέριτε σημερινή κόσμος. DIMA: Tiflute to filun peri to filumenon. JANJA: Τι; Με αυτό το πανούκλα καιρό; O teos filaksi! Χαθήκαμε, χαθήκαμε! Ahara, ahara, ahamna! DIMA: Adelfe, θέλω να σι πω με σερβικό γλώσσα. Ξεύρει γιατί ήρθα; JANJA: Για δέκα χιλιάδα φλορίνια. DIMA: Malista. Αυτό το ένα... Δώσ τα. JANJA: Is kalin kardian, adelfe ama ξέρει ελληνικό σοφία: «To danion frontidon anapleon». DIMA: Μη σε στεναχωρήσεις, ντε! Εγώ, με γράμμα του Ρότσιλντ. (Του το δείχνει.) JANJA: E, kala. (Βγάζει τα χρήματα και του τα μετράει.) Ine kala? DIMA: Evharisto. JANJA: Οχι «evharisto», αλλά όταν τον επιστρέφιτε, τότες «evharisto», και τώρα απόδειξη! DIMA: Kala, adelfe, kala. Το έργο του Sterija ενσαρκώνει την καινούργια εικόνα του Έλληνα στη σερβική αντίληψη η σχέση με το Βυζάντιο εξαφανίστηκε τελείως. Οι Έλληνες έμποροι, ανταγωνιστές των Σέρβων στις ξένες επικράτειες, στο καινούργιο σερβικό κράτος χάνουν τα προνόμιά τους και η κοινή γνώμη προσπαθεί να τους στιγματίσει, να τους φορτώσει διάφορα ελαττώματα (κερδοσκοπία, τσιγκουνιά, ανηθικότητα) για να τους αποκόψει με αυτό τον τρόπο από την κυρίαρχη ροή της κοινωνίας και να προβάλει τα συμφέροντα των Σέρβων. Ο σκοπός του Sterija, βέβαια, δεν ήταν να στιγματίσει τον ελληνικό λαό, όπως δηλώνει και ο ίδιος στην εισαγωγή 13 Από την έκδοση: Jovan Sterija Popović, Laže i paralaže izabrane komedije, επιμ. Ljubomir Simović. Vršac: Književna opština Vršac

19 της κωμωδίας του. Ωστόσο, είναι ολοφάνερο ότι οι Έλληνες δεν αποτελούν πια την ελίτ της κοινωνίας, ή τουλάχιστον ότι υπάρχει μια κοινά αποδεκτή επιθυμία των Σέρβων να πάρουν τη θέση τους σ αυτήν. Ο ηγεμόνας Μίλος, εφαρμόζοντας το νόμο του 1823 περί εορτασμού του αγίου Σάββα, ανάγκασε κάποιους Έλληνες εμπόρους στο Βελιγράδι να εορτάσουν το Σέρβο άγιο προνοώντας μάλιστα και την επιβολή προστίμου (περηφανευόταν μάλιστα ότι οι έμποροι τον επόμενο χρόνο ρωτούσαν εβδομάδες μπροστά: «Πότε πέφτει, τζάνουμ, εκείνο το Σβέτι Σάββα σας, να πάμε στο εκκλησία;»). 14 Παρόλα αυτά, το ελληνικό στοιχείο θα παραμείνει έντονο στις σερβικές πόλεις μέχρι τα τέλη του 19 ου αιώνα και θα συνεισφέρει σημαντικά στην εξέλιξη του εμπορίου, της μόρφωσης και της πολιτικής στο σερβικό κράτος μέχρι και τα χρόνια του Μεσοπολέμου. Ταυτόχρονα με αυτή την εικόνα, οι Σέρβοι του 19 ου αιώνα με την κλασική παιδεία αρχίζουν και γνωρίζουν όλο και καλύτερα το αρχαίο και ένδοξο παρελθόν των γειτόνων τους. Τότε, έχουν ήδη εγκαταλειφθεί τα εναλλακτικά πολιτισμικά μοντέλα στη σερβική κοινωνία και έχει καθιερωθεί η ταυτότητα της Σερβίας ως «ευρωπαϊκής», «δυτικής» χώρας και η εικόνα του Έλληνα ως Άλλου, με την συνεπακόλουθο φορτίο αρχαίων και αρχαϊζουσών παρεμβολών στην ελληνική πραγματικότητα (πρβλ. Jovanović 2000, Roudometof 1998). Από τότε, στη σερβική περιηγητική λογοτεχνία ισχύει το δίκτυο σχέσεων όπως το περιέγραψε η Scopetea στη διαφωτιστική ανάλυσή της (2003:173-4): «The Serb speaks about... Ottoman Empire both as an insider and as an outsider; as an insider, because he speaks in the name of the Serbian people, using a language that can only be understood by his fellow Serbs and no one else; as an outsider, because he adopts a Westerner s perspective... a Western identity may be looked upon as a privilege or right, which belongs to some, but not all of the inhabitants of the peninsula». Τις πρώτες περιηγήσεις στις οποίες οι Σέρβοι καταλαμβάνουν σταθερά τη θέση του «πολιτισμένου περιηγητή» απέναντι στους Έλληνες, μιμούμενοι τα γαλλικά κυρίως λογοτεχνικά πρότυπα, βρίσκουμε στα τέλη του 19 ου και στις αρχές του 20 ού αιώνα. Η στερεότυπη εικόνα του Έλληνα εμπόρου, ωστόσο, διατηρήθηκε στην κοινή συνείδηση των Σέρβων, και όχι μόνο γιατί το έργο Kir Janja παίζει τακτικά στα θέατρα μέχρι σήμερα. Στη λογοτεχνία, αυτή η εικόνα βρήκε το πιο γόνιμο έδαφος στο έργο του Borislav Pekić, ενός από τους σπουδαιότερους Σέρβους συγγραφείς του 20 ού αιώνα. 15 Στο ογκώδες βιβλίο του Χρυσόμαλλο δέρας (Zlatno runo), το οποίο δημοσιεύτηκε με υπότιτλο «φαντασμαγορία» σε εφτά τόμους , ο Pekić αναπτύσσει τη φανταστική ιστορία μιας οικογένειας Αρωμάνων από τη Μοσχόπολη, από 14 Dragan Antić Ljiljana Cvekić, Venac svetoga Save [Το στεφάνι του αγίου Σάββα]. Šabac: Posebna izdanja Glasa Crkve, knj. VII. 1988, σ Το βιβλίο του Ο καιρός των θαυμάτων μεταφράστηκε στα ελληνικά από την Μαρία Κεσίνη και δημοσιεύτηκε από τον Κέδρο το

20 το 1453 μέχρι το Ανάλογα με τα ιστορικά συμφραζόμενα και τον τόπο κατοικίας (Κωνσταντινούπολη, Μοσχόπολη, Κραγκούγιεβατς, Βελιγράδι, Βιέννη), η οικογένεια αλλάζει επίθετο Nakos, Njago, Njegovan συνεργαζόμενη με τις όποιες πολιτικές δυνάμεις της εποχής και κρατώντας ως μόνη αξία την επιθυμία για κέρδος, για την απόκτηση του απόλυτου πλούτου που εξισώνεται με το χρυσόμαλλο δέρας. Στηριζόμενος στην κωμωδία του Sterija και αντλώντας την αρχική στερεότυπη εικόνα από αυτήν, ο Pekić την εξελίσσει μέχρι παραλόγου και την τοποθετεί σε διάφορες ιστορικές στιγμές (άλωση της Πόλης, μάχη του Σίγκετ, πολιορκία της Βιέννης, Σερβική Επανάσταση, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος), παρουσιάζοντας τη ζωή του πατέρα της οικογένειας, ο οποίος πάντα έχει το ίδιο όνομα, Συμεών, και έχει την κακιά συνήθεια να βρικολακιάζει. Ο Pekić στο μνημειώδες αυτό έργο κατόρθωσε να συνδυάσει επιτυχημένα την εικόνα του Sterija με τις κλασικές και τις ντόπιες (βαλκανικές) λαϊκές παραδόσεις. 20

21 ΤΟ ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΟ ΓΕΝΟΣ ΣΤΗ ΣΕΡΒΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Έτσι κι αλλιώς στα μέρη τα δικά μας πάντα ταξιδεύαμε Οδυσσέας Ελύτης Το τι αποτελεί ένα περιηγητικό κείμενο στη σερβική λογοτεχνία είναι ένα ζήτημα που προσφέρεται για συζήτηση. Διάφοροι μελετητές, ο καθένας με την επιχειρηματολογία του, προσπάθησαν να ορίσουν την αρχή της «μοντέρνας» περιήγησης στη (νεότερη) σερβική λογοτεχνία καταλήγοντας σε διαφορετικά συμπεράσματα. Ο Radonjić στο λεξικό του (1995), ισχυρίζεται ότι τα πρώτα καθαρά περιηγητικά κείμενα στη σερβική λογοτεχνία εμφανίστηκαν μόλις το 1852, με τις Επιστολές από το Γκράισφελντ και τις Επιστολές από την Ελβετία του Ljubomir Nenadović. Ως κριτήριο θεωρεί το γεγονός ότι μια περιήγηση παρασταίνει «ένα κείμενο που γράφτηκε ως άμεσο προϊόν της ταξιδιωτικής έμπνευσης και που ενσαρκώνεται μέσα από το πρίσμα του πραγματικού ταξιδιού, ενώ δεν αποτελεί μέρος ενός πεζογραφικού δημιουργήματος που να έχει διαφορετικό σκοπό και ιδεολογική δομή (όπως μυθιστόρημα, απομνημονεύματα, νουβέλα κλπ.)» (Radonjić 1995:215, μετάφραση δική μου). Παραδέχεται, ωστόσο, ότι η αυτοβιογραφία του Dositej Obradović, και ιδίως στο δεύτερο μέρος της, συνιστά την αρχή της σερβικής περιηγητικής λογοτεχνίας, καθώς χρησιμοποιήθηκε ως μοντέλο για τα πρώτα κείμενα του Nenadović. Ο Jovanović (1997:177) ισχυρίζεται ότι ήδη το κείμενο του Rajić από το 1758 δείχνει όλα τα στοιχεία του περιηγητικού γένους, ενώ ο Pavić στην ιστορία του (1991) βάζει τις αρχές των περιηγητικών κειμένων ακόμα πιο νωρίς και ανάμεσα σ αυτά υπάγει και το κείμενο του Jerotej Račanin. Το κείμενο όντως πληρεί το ανωτέρω κριτήριο για το «άμεσο προϊόν της ταξιδιωτικής έμπνευσης», αλλά εγείρει ορισμένους προβληματισμούς ως προς τη σχέση τους με τα προσκυνητάρια της παλαιότερης, ιδιαίτερα ρωσοσλαβικής, λογοτεχνίας. Μια έρευνα στους καταλόγους της σερβικής βιβλιογραφίας του 18 ου και του 19 ου αιώνα, στις ιστορίες της λογοτεχνίας και σε ένα και το μόνο προαναφερθέν λεξικό της σερβικής περιηγητικής πεζογραφίας (Radonjić 1995) δείχνει ότι από τα τέλη του 17 ου αιώνα και μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα βρίσκουμε τα εξής έξι κείμενα, τα οποία αναφέρονται στην Ελλάδα με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Ημερολόγιο του Πατριάρχη Arsenije III Crnojević από το ταξίδι του στην Ιερουσαλήμ το 1682 Ταξίδι στην Ιερουσαλήμ του Jerotej Račanin το 1704, γραμμένο το 1727, Ταξίδι στο Άγιον Όρος του Jovan Rajić το

22 Αυτοβιογραφία του Dositej Obradović, για το ταξίδι και τη διαμονή του στην Ελλάδα και Η Ελλάδα και οι Έλληνες, ανώνυμο έργο με περιγραφή του σύγχρονου ελληνικού κράτους του 1879 Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη της Jelena Dimitrijević που γράφτηκαν το καλοκαίρι του Από τα παραπάνω κείμενα, το πρώτο περιλαμβάνει προσωπικές σημειώσεις, γραμμένες για πρακτικούς λόγους (τοπωνυμίες, κόστος διανυκτέρευσης κλπ.), το δεύτερο είναι προσκυνητάριο, το τρίτο είναι μια σύντομη περιήγηση γραμμένη σε πιο μοντέρνα μορφή (πρβλ. Jovanović 1997), ενώ το τέταρτο είναι ένα σύνθετο, πολυφωνικό αυτοβιογραφικό έργο μείζονος συγγραφέα που θα μελετηθεί λεπτομερώς στο επόμενο κεφάλαιο. Το πέμπτο κείμενο περιλαμβάνει μια ολοκληρωμένη παρουσίαση του ελληνικού κράτους και βασίζεται σε στατιστικά στοιχεία, ενώ το κείμενο της Jelena Dimitrijević παρουσιάζει όλα τα χαρακτηριστικά του περιηγητικού γένους όπως αυτό εκδηλώνεται στην ξένη λογοτεχνία της εποχής. Στην παρούσα εργασία, λοιπόν, ασχοληθήκαμε με τα σερβικά περιηγητικά κείμενα την περίοδο που ακολουθεί την εγκατάλειψη του μεταβυζαντινού λογοτεχνικού κώδικα και προηγείται της κατασκευής των «Βαλκανίων» στη δυτική κοινή γνώμη. Τα υπό εξέτασιν κείμενα καλύπτουν δύο αιώνες: το πρώτο γράφτηκε το 1683 και το τελευταίο το Αυτά τα χρονολογικά όρια συμπίπτουν με δύο σημαντικά μεταίχμια στην ιστορία της Σερβίας: τη Μεγάλη Μετανάστευση του 1690 και το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και τη δημιουργία της Νοτιοσλαβίας το Επιπλέον, η χρονολογία αυτή στα Βαλκάνια συμπίπτει με το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία υπήρξε ο κύριος στόχος του voyage en Orient και το κύριο σημείο αναφοράς της εθνικής ταυτότητας των Σέρβων. Η σερβική περιηγητική λογοτεχνία του 20 ού αιώνα, ιδίως μετά το κίνημα του μοντερνισμού, παρουσιάζει ένα νέο, διαφορετικό φάσμα θεωρητικών προβληματισμών και ιδεολογικών προσανατολισμών και δεν μπόρεσε να συμπεριληφθεί στη μελέτη μας. 22

23 ARSENIJE III CRNOJEVIĆ Το πρώτο μας κείμενο συνδέεται με την εξέχουσα προσωπικότητα του Πατριάρχη Arsenije Γ, απογόνου του σπουδαίου ευγενούς οίκου των Crnojević, οι οποίοι ήδη από τον 14 ο αιώνα παίζουν σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Σερβίας και του Μαυροβουνίου. Αυτός ο πατριάρχης στάθηκε αρχηγός της Μεγάλης Μετανάστευσης την οποία αναφέραμε ανωτέρω. Το ταξίδι του Πατριάρχη στην Ιερουσαλήμ έγινε πριν από τη Μετανάστευση, το Το ημερολόγιο έχει συνολικά εννέα σελίδες και περιγράφει το ταξίδι από το Πέκιον μέχρι τη Σηλυβρία, σημερινό Silivri στο Μαρμαρά, τις πρώτες 25 μέρες του ταξιδιού, όταν απότομα διακόπτεται. Ο Πατριάρχης και οι συνοδοί του ξεκίνησαν στις 6 Σεπτεμβρίου από το Πέκιον στο Κοσσυφοπέδιο, την έδρα του Πατριαρχείου της Σερβίας. Το κείμενο αναφέρει τα ονόματα των τόπων στους οποίους διανυκτέρευσαν, πράγμα το οποίο μας δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τη διαδρομή τους με μεγάλη ακρίβεια. Ο πατριάρχης επιλέγει την οδοιπορική διαδρομή για την Κωνσταντινούπολη. Ένας σημαντικός λόγος για αυτή την επιλογή είναι οικονομικός, δεδομένου ότι τις πρώτες ένδεκα μέρες (από το Πέκιον μέχρι τη Σέστριμα στη σημερινή δυτική Βουλγαρία) τον φιλοξενούσαν οι τοπικοί δεσποτάδες, ιερείς και απλός λαός, στοιχείο το οποίο δείχνει ότι βρισκόταν στην περιοχή του πατριαρχείου του. Όταν έφτασε στο Πάζαρτζικ αναγκάστηκε για πρώτη φορά να πληρώσει για γη διαμονή του (Mladenović 1997). Το κείμενο συνίσταται από περιγραφές των συνθηκών του ταξιδιού, των τόπων που περνούσαν και της αποδοχής από τους ντόπιους. Συμπεριλαμβάνει επίσης και κατάλογο εξόδων καθώς και δυσανάγνωστες σημειώσεις από δεύτερο, πιθανόν μεταγενέστερο χέρι. Για το θέμα μας το ημερολόγιο είναι δευτερεύουσας σημασίας επειδή, εάν αποκλείσουμε το τελευταίο απόσπασμα, ακολουθεί τη γραμμή τον βόρειων συνόρων του ελληνισμού και δεν συμπεριλαμβάνει περιγραφές ελληνικών περιοχών ή γενικώς την άμεση μνεία των ελλήνων κατοίκων της περιοχής, ενώ αναφέρει λ. χ. «βουλγαρικό χωριό Καγιαλί», το σημερινό Φίλεβο στη Βουλγαρία. Πρέπει εδώ να αναφερθεί και η «πόλις μεγάλη Filiba εις την Μακεδονίαν» (υπογράμμιση δική μου), με την οποία, όπως παρατηρεί και ο Mladenović (1997:209), εννοεί το τούρκικο Filibe, Φιλιππούπολη, σημερινό Plovdiv στη Βουλγαρία. Ο πατριάρχης ακολουθεί την κοιλάδα του Έβρου και ταξιδεύει από το Πάζαρτζικ στο Φίλεβο. Παραμένει ασαφές γιατί ο πατριάρχης ονομάζει αυτή την περιοχή «Μακεδονία». Παρεμπιπτόντως υπήρχαν και άλλοι τόποι με την ονομασία Καγιαλί, όπως το Καγιαλί στη λίμνη Κερκίνη, ο σημερινός Λιθότοπος στο Ν. Σερρών. 23

24 JEROTEJ RAČANIN Το δεύτερο κείμενο, το προσκυνητάριο του Jerotej Račanin, παρουσιάζει πολύ περισσότερο ενδιαφέρον. Προέρχεται από το τελευταίο καταφύγιο της μεσαιωνικής σερβικής παιδείας και ταυτόχρονα το φυτώριο του σερβικού μπαρόκ, το μοναστήρι Rača στη δυτική Σερβία. Μετά τη Μεγάλη Μετανάστευση, μαζί με τους άλλους μοναχούς, ο Jerotej έφυγε από τη Rača προς το βορρά. Τον βρίσκουμε να αντιγράφει μια Αμαρτωλών Σωτηρία του Αγαπίου και άλλα εκκλησιαστικά βιβλία στο Φούντβαρ, σημερινό Dúná-Feldvár στη νότια Ουγγαρία (Jovanović 1994:62). Στην όψιμη πια ηλικία, το 1727, στο μοναστήρι της Remeta, βόρεια του Βελιγραδίου, γράφει την περιήγησή του. 16 Το κείμενο θεωρείται η πρώτη περιήγηση στη σερβική λογοτεχνία. O Jerotej είχε την περιέργεια να παρατηρήσει και την πρόθεση να καταγράψει, όχι μόνο τα θρησκευτικά, αλλά και τα ιστορικά, θρυλικά, πολιτικά, εικαστικά και άλλα στοιχεία του ταξιδιού του, σε μια ζωηρή δημοτική γλώσσα της εποχής. Το ταξίδι του δεν είναι «μεταφυσικό» όπως τα μεσαιωνικά προσκυνητάρια αντιθέτως, βρίθει παρατηρήσεων και περιγραφών της φύσης, των ανθρώπων και των αντικειμένων, αναφορών στα ιστορικά γεγονότα, τοπικών θρύλων κλπ. Χαρακτηριστική και κάπως χιουμοριστική είναι η περιγραφή της πρώτης συνάντησής του με το στρουθοκάμηλο στην Αίγυπτο: «Και εκεί είδα το πουλί στρουθοκάμηλο. Μεγάλο. Μόλις που έφτασε το χέρι μου στην πλάτη του. Και τον χάιδεψα. Περπατούν μέσα στην πόλη και δίπλα στα καράβια, στις αποθήκες. Βρίσκουν κάτι και τρώνε.». Το ταξίδι άρχισε από το Βελιγράδι, στις 7 Ιουλίου 1704, και τελείωσε μετά από ένα χρόνο, 23 Ιουλίου Στην παρέα του ήταν συνολικά επτά άτομα, δύο ιερομόναχοι από το μοναστήρι Rakovica κοντά στο Βελιγράδι (σήμερα εντός πόλης) και άλλα τέσσερα πρόσωπα από το Βελιγράδι και το Irig, μαζί τους και μια γυναίκα, η Neda, σύζυγος ενός από τους προσκυνητές. Η διαδρομή του Jerotej είναι σαφής, εξάλλου μας δίνει και εκτενείς πληροφορίες για τις διανυκτερεύσεις, τις αποστάσεις και τη διάρκεια του ταξιδιού. Ταξιδεύοντας νότια στην κοιλάδα του Μοράβα, περνώντας από το Niš και το Vranje και προχωρώντας στην κοιλάδα του Αξιού, μετά από δεκαοκτώ μέρες έφτασαν στη Θεσσαλονίκη. Η προσοχή του εδώ θα εστιαστεί στα εκκλησιαστικά κτίσματα: τις δύο μεγάλες εκκλησίες της πόλης, του Αγίου Δημητρίου και της Αγίας Σοφίας, τη Μονή Βλατάδων, αλλά και στην αψίδα του Γαλερίου. Επιπλέον, αναφέρει ότι υπήρχαν και «αψίδες στο κέντρο της πόλης», άρα είδε προφανώς και τη δεύτερη 16 Κάποιοι ιστορικοί της λογοτεχνίας ισχυρίζονταν ότι το κείμενο γράφτηκε το 1721, π. χ. Deretić (1990). 24

25 θριαμβική αψίδα της πόλης, στην περιοχή Βαρδαρίου [Χρυσή Πύλη των Βυζαντινών], η οποία δε σώζεται σήμερα. Αυτή η περιγραφή της Θεσσαλονίκης και του ναού του Αγ. Δημητρίου είναι ως τώρα άγνωστη στην ελληνική βιβλιογραφία. Προέρχεται από την ίδια εποχή, τις αρχές του 18 ο αι., όπως οι δύο περιγραφές που αναφέρει ο Σωτηρίου (1952:26) του Paul Lucas και του Barsky, αλλά περιέχει περισσότερες πληροφορίες από αυτές. Παρόλο που ο Jerotej γράφει το κείμενό του δεκαπέντε περίπου χρόνια μετά το ταξίδι, τα περισσότερα στοιχεία που αναφέρει είναι αξιόπιστα, και μας δίνουν το λόγο να υποθέσουμε ότι είχε κρατήσει κάποιες σημειώσεις από αυτό το ταξίδι, τις οποίες χρησιμοποιούσε μετά, όταν έγραφε το περιηγητικό του κείμενο. (Θα άξιζε τα αποσπάσματά αυτά του Jerotej να τύχουν μιας σχολιασμένης έκδοσης στα ελληνικά). Από τη Θεσσαλονίκη προχώρησε στη Χαλκιδική και τα νησιά του βόρειου Αιγαίου, και διαμέσου Δωδεκανήσων και Ρόδου πήγε στην Αίγυπτο. Από εκεί θα περάσει στην Παλαιστίνη και μετά, μέσω της Κύπρου, θα γυρίσει στη Ρόδο. Θα κάνει και ένα μικρό detour διότι κοντά στην Κύπρο τούς επιτέθηκε ένα μαλτέζικο καράβι με το οποίο έγινε μάχη την οποία έχασαν, όθεν ληστεύτηκαν και αποβιβάστηκαν ημίγυμνοι σε μια έρημη παραλία. Ευτυχώς βρήκαν τρόπο να σωθούν και να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Από τη Ρόδο θα ακολουθήσουν τη διαδρομή προς το βορρά παρόμοια προς εκείνη που την έκαναν ερχόμενοι, αλλά μετά από τη Χίο θα κατευθυνθούν προς την Τροία και τα Δαρδανέλια. Από εκεί θα πάνε στην Κωνσταντινούπολη, και κατόπιν στους Φιλίππους, απ όπου θα συνεχίσουν από τη στεριά πίσω στο Βελιγράδι. Η μόνη πλήρης έκδοση του κειμένου έγινε από το Ρώσο-ουκρανό σλαβιστή Osip Bodyansky το 1861, από το αντίγραφο το οποίο έκανε ο Σέρβος φίλος του, Miloš Popović. Το χειρόγραφο του Jerotej καταστράφηκε στη μεγάλη πλημμύρα του

26 JOVAN RAJIĆ Το επόμενο κείμενο είναι επίσης προσκυνητάριο, αλλά ο συγγραφέας του είναι «άλλου είδους» άνθρωπος. Ο Jovan Rajić ( ) ήταν απόφοιτος της Ιερατικής Ακαδημίας στο Κίεβο και συγγραφέας σημαντικών για το σερβικό πολιτισμό ιστορικών, θεολογικών και λογοτεχνικών βιβλίων. Πέρασε τη ζωή του ως καλόγερος στην Ι. Μ. Kovilje, απορρίπτοντας το δεσποτικό θρόνο που του προσφέρθηκε περισσότερες φορές. Οι σύγχρονοί του τον είχαν σε ιδιαίτερη εκτίμηση, ως ταλαντούχο συγγραφέα και εμπνευσμένο ομιλητή. Ο καλός ηγούμενος στη μονή του Dositej Obradović, του επόμενου συγγραφέα στη λίστα μας, έλεγε για τον Rajić: «Έτσι απλός και αμόρφωτος όπως είμαι, προτιμώ να δω εκείνο τον λογιώτατο νεαρό Rajić, παρά τέσσερις οικουμενικούς πατριάρχες που να ήταν χωρίς μόρφωση όπως εγώ. Τον είδες πώς είναι νέος και χωρίς γένια, μα όταν αρχίσει να ομιλεί, όλοι εμείς με μεγάλα γένια τον κοιτάζουμε σαν να ήλθαμε από άγριο βιλαέτι; (...) Πίστεψέ με, υιέ μου, πως όταν ακούσω το νεαρό Rajić να ομιλεί, νοσταλγώ τα νιάτα μου, και μακάρι να είχα κάποια εξουσία, θα τα μετέτρεπα όλα αυτά τα μοναστήρια μας σε σχολεία και σπουδαστήρια.» (σ. 113, 115). Στη σερβική γραμματεία, εκτός από την ιστορία του, έμεινε γνωστός και ως συγγραφέας του αλληγορικού ποιήματος Μάχη του δράκοντα με τους αετούς για τους πολέμους των χριστιανικών λαών κατά την Τουρκία. Η περιήγηση του Rajić εκδόθηκε μόλις το 1831, 17 ενώ το αυτόγραφο τώρα βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου στο Βελιγράδι. Είναι πολύ σύντομο συνολικά τρεις σελίδες στη σύγχρονη έκδοση του Jovanović (1997). Το ταξίδι άρχισε στις 19 Ιουνίου 1758 από το Ιάσιο, απ όπου πήγε στο Γαλάτσι (Galaţi στο Δούναβη) και εκεί αναχώρησε για Solin (Sulina, «στο στόμα του Δούναβη») και Κωνσταντινούπολη, με τελικό προορισμό τη Μονή Χιλανδαρίου. Για παρέα στο ταξίδι είχε έναν ιεροδιάκονο, τον Damaskin Nikolić, τον οποίο γνώρισε στο Galaţi, όπου και τους δύο τους κάλεσε στο καράβι ο τούρκος καπετάνιος Αλί. 18 Από την Κωνσταντινούπολη έπλευσαν στο Άγιον Όρος, όπου έφτασαν στις 3 Αυγούστου. Ο Rajić έμεινε εκεί δύο μήνες, για να ξεκινήσει οδοιπορικώς για το (Sremski) Karlovci, έδρα του Μητροπολίτη της Σερβίας στις 7 Οκτωβρίου Τα αποτελέσματα της επίσκεψής του ήταν φτωχά, επειδή στο Χιλανδάρι επικρατούσαν δυσμενείς συνθήκες λόγω εσωτερικών σπαραγμών. Έπεισε τουλάχιστον το μοναχό Παΐσιο να γράψει ένα κείμενο 17 «Moreplavanije Ivana Rajiča», Serbskij ljetopis [Ñgðáñê é ëhòîïèñú] VII, 24 (1831) σσ Ο εκδότης σ όλα τα σημεία του κειμένου επονομάζει τον καπετάνιο λανθασμένα «Karaukir Ali», παρεξηγώντας την πρώτη λέξη η οποία απλώς αναδεικνύει το επάγγελμα του Αλί, και είναι παραφθορά του ελληνικού «καραβοκύρης» (êàðàuêvðú òóð èí ú àëè). Ο Rajić προφανώς το ήξερε, αφού το δήλωσε διατηρώντας την ελληνική ορθογραφία της λέξης (v = υ). 26

27 βουλγαρικής ιστορίας (πρβλ. Stojanović 1997:298), το οποίο αργότερα θα παίξει σημαντικό ρόλο στην κατασκευή του βουλγαρικού εθνικισμού. Το κείμενο του Rajić φέρει τίτλο Θαλασσοπλοΐα και πράγματι συγκεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά στις συνθήκες του πλου, τους ανέμους, «θαλάσσιες δυνάμεις», θύελλες, κατάσταση των προμηθειών, φόβους και ανησυχίες κλπ. Αυτά τα στοιχεία εξαντλούν ολόκληρο το ενδιαφέρον του Rajić. Τις γνώσεις της θαλασσοπλοΐας τις αποκτά επί τόπου, σε συνεχή συνομιλία με τον καραβοκύρη και τους ναύτες, οι οποίοι είναι πανταχού παρόντες στο κείμενο. Πολλές είναι επίσης οι ονομασίες ανέμων, ακόμα και μερικές για τις οποίες δεν μπορούμε πια να πούμε με σιγουριά σε ποιο άνεμο αναφέρονται (reotrandana, sarokolsvanda), μιας και προέρχονται από τη ναυτική lingua franca της εποχής. Υπάρχει και μια εξαιρετική περιγραφή των δελφινιών, τα οποία συνάντησε στη Μαύρη Θάλασσα, ανάμεσα στη Μεσημβρία (Nesebr, κοντά στον Μπούργκο) και στην Κωνσταντινούπολη. Το κείμενο δεν μνημονεύει καν το πέρασμα από την περιοχή των Βουλγάρων και των Τούρκων στα μέρη των Ελλήνων. Υπάρχει μόνο μια επισήμανση ότι το Ιάσιο είναι «στη Μολδαβία», αλλιώς το κείμενο δείχνει δαλτονισμό ως προς τα εθνικά χρώματα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Rajić γνώριζε πολύ καλά την αρχαία παράδοση (στο κείμενο υπάρχουν λατινικές παροιμίες), αλλά η παράδοση που τον ενδιέφερε ήταν άλλη, ήταν η Ορθοδοξία. Ο βασικός σκοπός του ταξιδιού του ήταν να συγκεντρώσει υλικό για την ιστορία των σλαβικών λαών που ετοίμαζε. Το έργο αυτό, η Ιστορία διάφορων σλαβικών λαών, ιδιαιτέρως των Βουλγάρων, Κροατών και Σέρβων (δημοσιεύτηκε το σε τέσσερις τόμους), παρά τις ελλείψεις της, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της νεώτερης σερβικής ιστοριογραφίας. 27

28 ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ DOSITEJ OBRADOVIĆ Ο Rajić ήταν ένας από τους κύριους αντιπροσώπους του Διαφωτισμού στη σερβική λογοτεχνία του 18 ου αιώνα. Ο δεύτερος και ακόμα πιο σημαντικός είναι ο προαναφερθείς Dositej Obradović (1742/3 1811), ένας από τους σπουδαιότερους αντιπροσώπους του σερβικού διαφωτισμού, illuminatus, συγγραφέας, ταξιδεύων δάσκαλος και πρώτος Υπουργός Παιδείας στην αυτόνομη Σερβία, μια εξέχουσα μορφή της βαλκανικής εποχής των Φώτων. Παρά το γεγονός ότι πέρασε συνολικά έξι χρόνια στο χώρο της Ελλάδας (στην Κέρκυρα, στη Σμύρνη και στη Χίο, για το οποίο έχουν γίνει μερικές μελέτες), ο Dositej είναι ακόμα λιγότερο γνωστός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. 19 Έγινε ξακουστός για το πρώτο βιβλίο του, την αυτοβιογραφία Βίος και περιπέτειες του Dimitrije Obradović, στη μοναστηριακή ζωή επονομαζομένου Dositej, γραμμένα και εκδοθέντα υπό του ιδίου (βλ. Πηγές). Η παραδοσιακή σερβική κριτική θεωρεί ότι με αυτό το βιβλίο αρχίζει η σύγχρονη εποχή της σερβικής λογοτεχνίας. Παρόλο που πρόκειται για αυτοβιογραφία, το έργο περιλαμβάνει πάρα πολλά περιηγητικά στοιχεία με αποτέλεσμα οι μελετητές να το έχουν από καιρό κατατάξει στις αρχές της σερβικής περιήγησης, όπως αναφέραμε παραπάνω. Η εγγενής περιέργεια, η φιλανθρωπία, η ευρεία μόρφωση και η ελαφριά ειρωνεία για τον εαυτό του είναι τα χαρακτηριστικά που εξασφάλισαν καλή τύχη για τα βιβλία του: η αυτοβιογραφία του τυπώνεται και διαβάζεται στη Σερβία ακόμα και σήμερα. Ο Dositej θεωρείται «διαφωτιστής του γένους» με συνεπακόλουθη μυθοποίηση του βίου και του έργου του. Tο κατά πόσο η μορφή του έγινε συνώνυμη με τις προοδευτικές ιδέες από τη Δύση, διαφαίνεται και από την περσινή απόφαση της Κυβέρνησης της Σερβίας (συνεδρίαση της 22 ης Μαρτίου 2007) να ανακηρύξει το 2007 «έτος Dositej Obradović» με άρρητο σκοπό να δείξει τον οριστικό προσανατολισμό της χώρας προς τις πολιτισμικές αξίες της Δυτικής Ευρώπης. 20 Ο Dositej γεννήθηκε στο Čakovo (σημερινό Ciacova στη Ρουμανία), σε πολύγλωσσο και πολυπολιτισμικό περιβάλλον, και βαπτίστηκε Dimitrije. Νωρίς έμεινε ορφανός και τον μεγάλωσε ένας θείος του. Από παιδί είχε την ευκαιρία να ακούσει τη ζωντανή ελληνική γλώσσα από τους Έλληνες αποδήμους στην εκκλησία της πολίχνης του, όπως ήταν ο γέρο-δήμας που περιγράφει στο βιβλίο του. Ύστερα, όταν ήρθε ένας Έλληνας daskal στο χωριό, ο Dositej ανακατεύτηκε με τα Ελληνόπουλα για 19 Ταρνανίδης 1972, Tarnanidis 1981, Στογιάνοβιτς 1989, Καραθανάσης 1991, Σκοπετέα Οι συγγένειες μεταξύ του Dositej και του Μοισιόδακα έχουν επίσης παρατηρηθεί, στο Κιτρομηλίδης Στην ιστοσελίδα < [τελευταία πρόσβαση Ιούνιος 2008]. 28

29 να παρακολουθήσει μαθήματα ελληνικής: τόσο έντονη ήταν η επιθυμία του να μάθει αυτή την περίεργη, αινιγματική γλώσσα («όταν μάθω ακόμα και τα ελληνικά, ποιος θα είναι πιο έξυπνος από μένα;»). Ακόμα παιδί, διαβάζει συναξάρια και άλλα εκκλησιαστικά βιβλία και επηρεασμένος από αυτά αποφασίζει να γίνει μοναχός. Μετά από μερικές περιπέτειες και μια προσπάθεια να μάθει τέχνη στην Τιμισοάρα, φεύγει από το σπίτι στο μοναστήρι Hopovo στη Fruška Gora, όπου παίρνει το όνομα Dositej. Εκεί στα χέρια του έρχονται και ρωσικά «αστικά» βιβλία, δηλ. έργα εμπνευσμένα από τη μεταρρυθμιστική πολιτιστική πολιτική του Μεγάλου Πέτρου, ιστορικά και άλλα, και τώρα τον καταλαμβάνει μια άλλη επιθυμία: να αποκτήσει όσο το δυνατόν καλύτερη μόρφωση, να γνωρίσει τον κόσμο. Έτσι ο Dositej φεύγει και πάλι, αυτή τη φορά από το μοναστήρι για τον κόσμο. Ο δρόμος τον πάει στο Ζάγκρεμπ, όπου για ένα μικρό χρονικό διάστημα μαθαίνει λατινικά (γράφει: «όπου εντυπωσιάστηκα πόσο αυτά μοιάζουν με τα ρουμανικά, τα οποία εγώ από τα παιδικά μου χρόνια ήξερα καλά και μιλούσα») και από εκεί στη Δαλματία, όπου μένει τρία χρόνια κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα. Το αρχικό του σχέδιο είναι να εξοικονομήσει χρήματα για να πάει στην Πνευματική Ακαδημία στο Κίεβο, αλλά αντί για Ρωσία, ο Dositej ξαφνικά αποφασίζει να πάει στην Ελλάδα, στη Σχολή του Άθω του Ευγένιου Βούλγαρη, χωρίς να μας πληροφορήσει για το λόγο που αλλάζει το αρχικό του σχέδιο. Από το Σπλιτ πήρε ένα ιταλικό καράβι για την Κέρκυρα, με περίπου είκοσι ναύτες, όλοι τους Έλληνες. Παρόλο που δεν ήξερε λέξη ελληνικά, οι ναύτες είχαν μιαν ανεξήγητη τάση να μιλήσουν μαζί του. Τον εντυπωσίαζε και τον φόβιζε η ταχύτητα της προφοράς των συλλαβών στην ελληνική γλώσσα (κάτι με το οποίο σίγουρα θα συμφωνούσαν και οι σημερινοί μαθητές της νεοελληνικής). Στην Κέρκυρα πέρασε σαράντα πέντε μέρες, μαθαίνοντας τους πρώτους του ελληνικούς διαλόγους από ένα Βενετό στρατιώτη, γράφοντάς τους με κυριλλικούς χαρακτήρες. Από εκεί ξεκίνησε για το Άγιο Όρος μέσω Πελοποννήσου, όπου, μετά τη σύντομη διαμονή του στην Πάτρα, «δύο ολόκληρους μήνες επισκεπτόμουν διάφορα μέρη ανείπωτης ομορφιάς και μέσα από την Τριπολιτσά, την αρχαία Μεγαλόπολη, πατρίδα του Φιλοποίμενα, πέρασα στο Ναύπλιο, όπου βρήκα καράβι για το όρος του Άθω». Επειδή ο Βούλγαρης είχε ήδη φύγει από το Άγιο Όρος («επειδή δεν μπόρεσε να χωνέψει το χαβαλέ [sic!] των καλόγερων»), ξεκίνησε να πάει στην Πάτμο, όπου άκουσε πως υπάρχει η ένδοξη Σχολή. Αλλά στη στάση που έκανε στη Σμύρνη, έτυχε να γνωρίσει τον Ιερόθεο Δενδρινό και να μείνει στην Ευαγγελική Σχολή επί τρία ολόκληρα χρόνια, και να μη φτάσει ποτέ στην Πάτμο. Η εικόνα του Ιερόθεου, όπως τον βλέπει ο Dositej, είναι εξαιρετικά θετική, αντίθετα προς εκείνη του Κοραή (ο οποίος φοίτησε εκεί την ίδια εποχή, αλλά ήταν σε μικρότερη τάξη), και η ανάμνηση των Ελλήνων 29

30 συμφοιτητών του είναι εξίσου θερμή. Από τη Σμύρνη αναγκάζεται να φύγει, όπως ισχυρίζεται, εξαιτίας της έναρξης του ρωσοτουρκικού πολέμου το Περνάει στην Πελοπόννησο και από εκεί στο Χόρμοβο, στη Βόρειο Ήπειρο, όπου μένει ένα χρόνο και μαθαίνει και την αλβανική γλώσσα. Εκεί κάνει και μια απόπειρα γραφής της αλβανικής με κυριλλικούς χαρακτήρες. Λόγω των αναστατώσεων στην Αλβανία ανάμεσα στους τοπικούς πασάδες, ο Dositej πηγαίνει στην Κέρκυρα. Αμέσως γνωρίζεται με τον δάσκαλο Ανδρέα Πετριτσόπουλο και τον Χρύσανθο Ζακύνθιο, 21 μαθαίνει πάλι λατινικά, διδάσκει κατ οίκον και περνάει δεκατρείς μήνες σ ένα ευχάριστο περιβάλλον, πάντα κοντά στην οικογένεια του Πετριτσόπουλου. Θα καταθέσει μια πολύ συναισθηματική μαρτυρία για τον Πετριτσόπουλο στο κείμενό του. Όταν τελειώνουν τα χρήματά του, ο Dositej επιστρέφει στη Δαλματία και από εκεί στη Βιέννη, όπου θα εγκατασταθεί μόνιμα για τα επόμενα χρόνια, κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα σε Ελληνόπουλα και Σερβόπουλα. Εκεί θα εγκαταλείψει το ράσο του. Ύστερα από έξι χρόνια, συνοδεύοντας έναν πλούσιο έμπορο, πηγαίνει στις πόλεις της Βόρειας Ιταλίας και από το Λιβόρνο επιβιβάζεται στο πλοίο για την Κωνσταντινούπολη, όπου έχει ακούσει πως μπορεί να κερδίσει αρκετά χρήματα από τη διδασκαλία. Κάνει μια στάση στη Χίο όπου, αντί για δέκα μέρες όπως υπολόγιζε, θα μείνει εννέα μήνες, λόγω της πανούκλας στην Κωνσταντινούπολη. Ο ίδιος δεν το λέει πουθενά, αλλά πρέπει να υποθέσουμε ότι και ο αιγαιοπελαγίτικος τρόπος ζωής ήταν ένα κίνητρο επιπλέον για να μείνει στη Χίο. Του έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση τα περίφημα «ξυστά» (sgraffito) σε προσόψεις των σπιτιών, αλλά και η νησιώτικη αρχιτεκτονική, τα πηγάδια με μάγγανο, οι πορτοκαλεώνες κλπ. Στο νησί υπάρχουν δύο σχολεία σε ένα από αυτά ο Dositej διδάσκει γαλλικά και ιταλικά. Μένει στον πλούσιο έμπορο, «τίμιο γέροντα εβδομήντα τεσσάρων χρόνων ακόμα γερό και υγιή, ονόματι Μανόλη Στρατηπετροκόκκινο» και περνάει το χρόνο του με τους καινούργιους φίλους του, «τον λόγιο γιατρό, κύριο Σκυλίτση, τον ηλικιωμένο Άγγλο, Σάμουελ Μπρέτσμπριτζ, ο οποίος ζούσε εκεί πολλά χρόνια, τον αγαπημένο παπα-αγάπιο, τον δάσκαλο, κύριο Νικόλαο Αργέντη». 22 Όταν η πανούκλα στην Κωνσταντινούπολη υποχωρεί, ο Dositej φεύγει από τη Χίο αλλά λίγο μετά τον ερχομό του στην Πόλη, μαθαίνει ότι ο λοιμός επανεμφανίστηκε. Φεύγει με το πρώτο πλοίο που βρίσκει, για 21 Μάλλον πρόκειται για τον Χρύσανθο Κεφαλά, και ο Dositej σύγχυσε την Κεφαλονιά με τη Ζάκυνθο. Βλ. Τζιβαρα 2003: Ο Βλαστός (1840:127) ανάμεσα στους γιατρούς στη Χίο προς τα τέλη του 18 ου αιώνα αναφέρει τον Νικόλαο Σκυλίτση, μαζί με μια γνώμη για τις επαγγελματικές τους ικανότητες: «Ἰατροὶ οἵτινες ἀποκτήσαντες εἰς τὴν Πίσαν ἐπιπολαιοτάτας τινὰς γνώσεις μετήρχοντο τὴν τέχνην εἰς τὴν Πατρίδα των καίτοι ὄνομα μόνον ἔχοντες ἰατροῦ.». Οι Πετροκόκκινοι και οι Αργέντηδες είναι εξέχουσες χιακές οικογένειες μέχρι σήμερα. 30

31 την Μολδαβία, όπου περνάει ένα χρόνο, και από τις Παρίστριες Ηγεμονίες πηγαίνει στη Γερμανία, στη Λειψία και στο Halle. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα σπουδάζει φιλοσοφία και θεολογία στα εκεί πανεπιστήμια. Στη Λειψία το 1783 δημοσιεύει και τον πρώτο τόμο της αυτοβιογραφίας του. Θα κάνει πολλά ταξίδια τα επόμενα χρόνια (Γαλλία, Αγγλία, Ρωσία, Λιθουανία κ.ά.), κάποτε διδάσκοντας, κάποτε βασιζόμενος στη γενναιοδωρία των πλούσιων φίλων και ευεργετών του, κάποτε απλά γνωρίζοντας τα καινούργια μέρη. Τα τελευταία του χρόνια ζει κυρίως στην πλούσια σερβική εμπορική κοινότητα της Τεργέστης. Μετά την έναρξη της σερβικής Επανάστασης του 1804, σπεύδει στο Βελιγράδι για να βοηθήσει την καινούργια κυβέρνηση, ιδρύει τη Μεγάλη Σχολή και ανακηρύσσεται πρώτος Υπουργός Παιδείας το 1811, τρεις μήνες πριν από το θάνατό του. Τις τελευταίες του μέρες περνάει τριγυρισμένος με εκτίμηση και σεβασμό από τους συμπατριώτες του. Σήμερα κείται στην αυλή της Μητρόπολης στο Βελιγράδι. Το βιβλίο έχει ως βασικό σκοπό «όφελος του γένους», και η φράση αυτή έγινε Stichwort των Σέρβων διανοουμένων επί δεκαετίες. Εδώ, βέβαια, έχουμε να κάνουμε με ένα τυπικό δίκτυο προσωπικοτήτων, μυθοπλασίας, αληθοφάνειας και διαχρονικότητας το οποίο παρουσιάζει κάθε αυτοβιογραφικό κείμενο. Χωρίς να μπούμε βαθύτερα στους σύνθετους προβληματισμούς της θεωρίας περί αυτοβιογραφίας, 23 θα διευκρινίσουμε συνολικά τρία πρόσωπα του Obradović στο κείμενό του. Ο ένας, ο αφηγητής και συγγραφέας, είναι ο μεγάλος Dositej ο οποίος κατασκευάζει την εικόνα τού εαυτού του, τον δεύτερο Dositej για τον οποίο διαβάζουμε στο κείμενο ο τρίτος, ο Dositej όπως ήταν όταν ήταν νέος, αναγκάζεται να παραμείνει μόνο μια υπόθεσή μας, επειδή δεν γνωρίζουμε τίποτα γι αυτόν. Dositej ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΙ ΟΡΟΙ Α. ο μικρός Dositej [άγνωστος] factual mode, βίος Β. ο συγγραφέας μεγάλος Dositej [ιδέα που έχει για τον εαυτό του] autographic mode, ἑαυτός Γ. ο Α όπως τον παρουσιάζει ο Β fictive mode, γραφή Επομένως δεν γνωρίζουμε τις ιδέες του νέου Dositej ούτε τα κίνητρα που τον ώθησαν να επισκεφθεί την Ελλάδα και να περάσει το χρόνο του σ αυτήν. Το μόνο που διαθέτουμε είναι οι αναπαραστάσεις ενός μεγάλου, πεφωτισμένου Dositej, ο οποίος κρατάει την απόλυτη εξουσία ως συγγραφέας και παρουσιάζει τη ζωή του με δύο στόχους: το 23 Βλ. π. χ. James Olney (επιμ.), Autobiography. Essays Theoretical and Critical. Princeton: Princeton UP 1980, και Roy Porter, Rewriting the Self. Histories from the Renaissance to the Present. London: Routledge

32 προαναφερόμενο «όφελος του γένους» και την κρίση της ζωής του. Ο μεγάλος Dositej ξέρει την αλήθεια και επομένως επιβραβεύει ή τιμωρεί μέσω γραφής τούς ανθρώπους που κρατάει στη μνήμη του, όπως έγινε με τον Δενδρινό ή τον Πετριτσόπουλο («Ο αγαπημένος μου Ανδρέας... αγαπώντας την καλοσύνη, επέλεξε την πλευρά της Μαρίας, η οποία εις τον αιώνα δεν θα του αφαιρεθεί. 24 Ήξερε καλά τι έκανε. Και ας μην ήξερε ότι ύστερα από είκοσι χρόνια θα γραφτούν και θα εκτυπωθούν αυτά γι αυτόν και για την πράξη του»). Αυτός ο Dositej γράφει το κείμενό του αμέσως μετά τη Γαλλική Επανάσταση, και πολλές από τις ιδέες του ασφαλώς προέρχονται από το φιλελεύθερο αέρα της εποχής, ο οποίος διαστρέφει τις αναμνήσεις του και παρεμβαίνει σ αυτές. Στον κυρίαρχο λόγο της σερβικής κριτικής δημιουργήθηκε ένας «μύθος του Dositej»: ότι φεύγοντας από το μοναστήρι και την Ανατολή ο Dositej φωτίζεται από τις ιδέες της Δύσης και τις εισάγει στο σερβικό εθνικό χώρο, ανοίγοντας έτσι την καινούρια εποχή της σερβικής γραμματείας η οποία κρατάει μέχρι και σήμερα. 25 Ο Fischer, στη λαμπρή μελέτη του (2001), σχεδιάζει ως εξής τη διαδρομή τού Dositej όπως την παρουσιάζει το κείμενο, και όπως τη διαβάζει ο μύθος του Dositej στη σερβική παράδοση (το σύμβολο του ήλιου σημαίνει το Διαφωτισμό, ενώ το σημάδι της εκκλησίας παραπέμπει στη διαμονή του σε μοναστήρι): Σύμφωνα με το διήγημα, η στιγμή της Aufklärung βρίσκει τον Dositej στο Λονδίνο όταν, στην ανοιχτή άμαξα, συγκρίνει τον εαυτό του με Ρωμαίο στρατηγό που εισέρχεται στη Ρώμη με θρίαμβο («Πού είμαι τώρα και ποιος είμαι; Σαν να έχω ξαναγεννηθεί σ έναν καινούριο κόσμο!»). Ο Fischer μάλιστα σ αυτό το σημείο ξεχωρίζει την ανάμιξη των αφηγημάτων [narratives] του ευγενούς άγριου, του κατακτητή και του ήρωα 24 «Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ αὐτῆς», Λκ 10:42. Η αναφορά στα λόγια του Χριστού σ αυτό το σημείο τονίζει τη συμβολική εξουσία που κατέχει ο συγγραφέας κριτής. 25 Η πιο ανεπτυγμένη και ολοκληρωμένη εκδήλωση αυτού του μύθου αποτελεί το βιβλίο του Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίου περιοχής: Mitropolit Amfilohije (Radović), Svetosavsko prosvetno predanje i prosvećenost Dositeja Obradovića [Η παράδοση διαφώτισης του αγίου Σάββα και ο διαφωτισμός του Dositej Obradović]. Vrnjačka Banja: Bratstvo Sv. Simeona Mirotočivog Το βιβλίο κυκλοφόρησε στη σειρά «Σύγχρονη ορθόδοξη θεολογία». 32

33 πολιτισμού στο κείμενο: «Here, the hero, and the author, assume a Western hegemonic perspective instead of doing what the noble savage is supposed to do: either assimilate to his guest world or bring its fruits back home. In consequence, this hero can only be described as a mixture of noble savage, conqueror and culture hero, and the narration as a conglomerate of the corresponding stories». Το γεγονός ότι αυτό έγινε στο Λονδίνο, που σήμερα θεωρείται κατ εξοχήν Δυτική πόλη, συνεισέφερε στη τοποθέτηση της κατασκευής της Δύσης (W) στο πόλο του Διαφωτισμού, ενώ το γεγονός ότι ο Dositej σπούδασε στην Ευαγγελική Σχολή στη Σμύρνη, συνέβαλε στην τοποθέτηση της Ανατολής (Ε) στο πόλο της ορθόδοξης θρησκευτικής παράδοσης. Τέλος, αξίζει τον κόπο να ασχοληθούμε και με την απήχηση του έργου του στην Ελλάδα. Τα βιβλία του μεταφράστηκαν σύντομα σε ξένες γλώσσες. Μεγαλύτερη απήχηση είχαν στους άλλους βαλκανικούς λαούς που βίωναν μια παρόμοια ιστορική κατάσταση: στους Βουλγάρους και στους Ρουμάνους. Τα κείμενά του έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο κίνημα της βουλγαρικής εθνικής αφύπνισης. 26 Η τύχη της ελληνικής μετάφρασης του Βίος και περιπέτειες, από την άλλη είναι ενδιαφέρουσα αυτή καθ αυτήν και αξίζει να μελετηθεί λεπτομερέστερα. Το κείμενο συνδέεται με την ακμάζουσα κοινότητα Ελλήνων εμπόρων στο Σεμλίνο στις αρχές του 19 ου αιώνα. Το σχολείο του Σεμλίνου κατείχε ξακουστούς δασκάλους και τύπωνε και διδακτικά βιβλία για εκμάθηση της ελληνικής (Παπαδριανός 1988). Οι δάσκαλοί της ήταν Έλληνες, όπως ο περίφημος Γεώργιος Ζαχαριάδης, που δίδασκε εκεί μέχρι το 1824, όταν μετακόμισε στο Šabac. Ο γιος του Ζαχαριάδη, Αλέξανδρος Ζαχαριάδης, μετάφρασε το βιβλίο Βίος και περιπέτειες στα ελληνικά πριν από το 1842 και προσπάθησε να το δημοσιεύσει. 27 Όταν αυτό μαθεύτηκε στην Κωνσταντινούπολη, ο Οικουμενικός Πατριάρχης και η Ιερά Σύνοδος αποστέλλουν στις 19 Μαΐου μια επιστολή στον Έλληνα Μητροπολίτη του Βελιγραδίου, στην οποία δηλώνουν ότι εξέτασαν το βιβλίο του «Δοσιθέου Ὀπράδοβιτζ Ζιβότ» (στην έκδοση του Βελιγραδίου του 1833) και, επειδή το βιβλίο περιέχει ιδέες «πάντη [sic!] ἀντιθρησκευτικὰς καὶ κακοδόξους», παραξενεύονται γιατί ο Μητροπολίτης δεν έχει ήδη εμποδίσει την 26 Bojan Penev, «Dositej Obradović kod Bugara» [Ο Dositej Obradović ανάμεσα στους Βουλγάρους], στον Leskovac 1962: Στην αίτηση για μια θέση στο Γυμνάσιο του Κραγκούγιεβατς το 1840 ο Αλέξανδρος Ζαχαριάδης αναφέρει στοιχεία της προσωπικής και επαγγελματικής του ζωής. Γεννήθηκε στο Σεμλίνο, από πατέρα ελληνοδάσκαλο, σπούδασε επί τρία χρόνια γερμανικά και ελληνικά στο ελληνομουσείο της Βιέννης και διεκπεραίωνε την εμπορική αλληλογραφία του εμπόρου Θεοδώρου Τύρκα στα ελληνικά. Η αίτηση, όμως, απορρίφθηκε, επειδή η ελληνική γλώσσα δεν διδασκόταν πλέον στο Κραγκούγιεβατς (Παπαδριανός 1993:139) Γνωρίζουμε ότι στο πρώτο αυτό Γυμνάσιο στην Ηγεμονία της Σερβίας από την ίδρυσή του (1836) διδάσκονταν παράλληλα και αρχαία και νέα ελληνικά, υπό το όνομα jelinski και grečeski αντίστοιχα (Stojanović 1989:82). 33

34 εκτύπωση και τη διανομή του. Γι αυτό απαιτούν από τον Μητροπολίτη να φροντίσει να μάθει πόσα αντίτυπα του έργου έχουν τυπωθεί και σε ποιες περιοχές και πόλεις έχουν κυκλοφορήσει, καθώς και να εξουδετερώσει όλες τις αρνητικές συνέπειες που αναμφίβολα μπορούν να δημιουργηθούν από το ανάγνωσμα τέτοιων βιβλίων. 28 Η ηγεμονία της Σερβίας τότε ακόμα υπαγόταν de jure στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και επομένως βρισκόταν υπό άμεση ευθύνη του Πατριάρχη, στο γενικό κλίμα περιορισμών και καταστολών που χαρακτήριζαν την πολιτισμική πολιτική των Φαναριωτών κατά τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης (Δημαράς 1993:91 κ. ε.). Παρόλα αυτά ο Ζαχαριάδης το 1842 ζήτησε από τη λογοκρισία στη Βιέννη την άδεια για τη δημοσίευση. Κάποιος κόντε Sedlnitzky από το Υπουργείο Εσωτερικών υπέβαλε στις 14 Σεπτεμβρίου μια αίτηση στον Metternich να δώσει debit και toleratur για την έκδοση και κυκλοφορία του βιβλίου «Die Selbstbiographie des Mönchs Obradovich», όπως γράφει, «in griechischer Sprache, welches Alexander Zachariades herauszugeben bezielt». Ο Metternich, μάλλον μετά την επέμβαση των ελληνικών εκκλησιαστικών αρχών, απαντάει ότι επιτρέπεται η εκτύπωση του βιβλίου στο εξωτερικό και η κυκλοφορία του στην αυτοκρατορία, αλλά μόνο με τον περιορισμό της κρίσης transeat (Popović 1928). Προς το παρόν δεν γνωρίζουμε τίποτα για την ύστερη τύχη αυτής της μετάφρασης. Οι μεταγενέστεροι Έλληνες μελετητές χρησιμοποιούν την αγγλική μετάφραση του G. R. Noyes. Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί και η πρόσληψη του έργου του Dositej στην Ελλάδα του 19 ου αιώνα. Ο Νικόλαος Πολίτης, σ ένα άρθρο του στην Εστία το 1885, παρουσίασε με συντομία τη βιογραφία και τις δραστηριότητες του Σέρβου διαφωτιστή στο ελληνικό κοινό (βλ. Βιβλιογραφία). Σπουδασμένος στο Μόναχο, ο Πολίτης αντλεί τις πληροφορίες του, όπως δηλώνει ο ίδιος, από το κλασικό έργο του μεγάλου Ρώσου σλαβιστή, Α. Ν. Πύπιν, Ιστορία των σλαβικών λογοτεχνιών, πιθανότατα στη γερμανική του μετάφραση του Σ αυτό το σημείο διαφαίνεται η αλλαγή λόγων [discourse] στα εθνικά κράτη των Βαλκανίων ο Πολίτης παίρνει θέση δυτικού επιστήμονα και κρίνει το βαθμό της «διανοητικῆς ἀναπτύξεως ἐν Σερβίᾳ» και ερμηνεύει την αναφορά στους «κεσαρίνες» από το μότο της εργασίας μας ως υπαινιγμό «εἰς τὴν κραταιὰν δύναμιν τῆς Ἄρκτου», παρόλο που ο Dositej ήταν καθαρά πιο επιρρεπής στην αυλή του Ιωσήφ παρά της Αικατερίνης στο κάτω κάτω, ανοίγει το δεύτερο τόμο του βιβλίου του με τον ύμνο εις τον αυστριακό 28 Ο Laskaris (1938:68) παραπέμπει στον Δελικάνη 1905: А. Н. Пыпин, В. Д. Спасович, История славянских литератур, τ. 1-2, δεύτερη έκδ. Санкт- Петербург: М. М. Стасюлевич Η γερμανική μετάφραση: A. N. Pypin und V. D. Spasovič, Geschichte der Slavischen Literaturen, μτφρ. T. Pech, τ. 1-2, Leipzig: Brockhaus Η γαλλική μετάφραση κυκλοφόρησε ένα χρόνο αργότερα: Pypine et Spasovic, Histoire des littératures slaves, μτφρ. E. Denis, Paris: E. Leroux

35 αυτοκράτορα. Παρακολουθώντας την πηγή του, ο Πολίτης παραλείπει να αναφέρει καν τη διαμονή του Dositej στη Χίο παρά την έκταση του αποσπάσματος γιατί για τον Πύπιν αυτή δεν είχε μεγάλη σημασία, ενώ μπορούσε να την έχει για τον Έλληνα αναγνώστη. Από το κείμενο προκύπτει, επίσης, ότι ο Πολίτης δεν γνώριζε τίποτα για την ύπαρξη της ελληνικής μετάφρασης του βιβλίου. Αυτό μπορούμε να το εξηγήσουμε από το απλό γεγονός ότι αυτή προέρχεται από τον κόσμο της υπό αφανισμόν βαλκανικής ορθόδοξης κοινοπολιτείας (millet-i Rum), στην οποία ανήκε ο Αλέξανδρος Ζαχαριάδης και ο οποίος ήταν πια ξένος και άγνωστος στον Πολίτη. Ταυτόχρονα, βλέπουμε και την τελική φάση της καθιέρωσης του μύθου του Dositej, την οποία μετέφερε ο Πύπιν από τις σερβικές πηγές. Η ζωή του Dositej παρουσιάζεται αποκλειστικά σύμφωνα με τα δεδομένα της αυτοβιογραφίας του, χωρίς κριτική ανάλυση ή έρευνα, εξαιτίας του ρόλου που έπαιξε στην ιστορία της σερβικής γραμματείας. Τα αποσπάσματα που παρουσιάζουμε συμπεριλαμβάνουν ό,τι έχει γράψει ο Dositej για τον καιρό που πέρασε στην Ελλάδα. Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι, όπως το κάθε λογοτεχνικό έργο, η αυτοβιογραφία του Dositej μπορεί να κρίνεται και να ερευνάται μόνο στο σύνολό της. Γι αυτό ελπίζουμε μια μέρα να γίνει μετάφραση ολόκληρου του έργου Βίος και περιπέτειες στα ελληνικά, μαζί με τον απαραίτητο σχολιασμό. Η γλώσσα του είναι δημοτική με επιρροές του λόγιου ιδιώματος, ενώ το στιλ του, ζωηρό και ευχάριστο, επονομάστηκε «γλυκύ ύφος» και έγινε αντικείμενο θαυμασμού και μίμησης. Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο τόμους: ο πρώτος δημοσιεύτηκε το 1783 και είναι αφηγηματικός ενώ ο δεύτερος έχει επιστολογραφική μορφή όπου ο συγγραφέας απευθύνεται στον ανώνυμο φίλο και προσθέτει και τον τόπο γραφής (Ρωσία, Λευκορωσία, Γερμανία, Λιθουανία 1788). 35

36 ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΩΣ ΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ: A[LEKSANDAR] J. K[UMANUDI] Το 1874, στο Βελιγράδι δημοσιεύτηκε ένα ανώνυμο έργο 170 σελίδων με τίτλο Οι Ελλάδα και οι Έλληνες. Στον υπότιτλο γράφει: «Περιήγηση Στατιστικά Διοίκηση Πολιτική, θρησκευτική και στρατιωτική οργάνωση Το Σύνταγμα Επιτομή ιστορίας των Ελλήνων από το έτος 1821 μέχρι σήμερα». Παρόλο που λίγο παρακάτω γράφει «μέρος πρώτο», δεν υπήρξε συνέχεια αυτού του έργου. Στο δισέλιδο Πρόλογο, ο ανώνυμος συγγραφέας, υπογεγραμμένος ως «A. J. K.», γράφει ότι «ο αξιότιμος αναγνώστης θα βρει σ αυτό το έργο ό,τι του είναι απαραίτητο να ξέρει για την Ελλάδα, την εξέλιξή της, την οικονομία της, τα κρατικά έσοδα και έξοδα, και τελικά τις στρατιωτικές τις δυνάμεις». Είναι φανερό ότι δεν πρόκειται για ταξιδιωτικές εντυπώσεις, αλλά για ένα είδος συστηματικής περιγραφής ολόκληρης της χώρας. Ο σκοπός του βιβλίου γίνεται πιο σαφής όταν αναφερθεί ότι «οι Έλληνες με θλιμμένη καρδιά βλέπουν τα πολλά αδέλφια τους, που αναστενάζουν ακόμα κάτω από το βαρύ τουρκικό ζυγό. Ετοιμάζονται με όλες τους τις δυνάμεις για να καθαρίσουν όσο το συντομότερο τη μίζερη Ανατολή από τον τουρκικό πολιτισμό. Για να κατορθώσουν οι Έλληνες τη μεγάλη τους αποστολή, είναι απαραίτητη η συνεργασία, η αληθινή συμμετοχή όλων των λαών... στη Βαλκανική Χερσόνησο». Στην εισαγωγή ο συγγραφέας προσπάθησε να εξηγήσει τη «ζωντανή και ταχύτατη πρόοδο της ελληνικής φυλής», την οποία αποδίδει, πρώτον στην πολιτική των μεγάλων δυνάμεων η οποία «έκανε τους Έλληνες να μην πάρουν τίποτα εκτός από την βραχώδη και άκαρπη πατρίδα τους», ενώ τις εύφορες περιοχές τις άφησαν στους Τούρκους, και δεύτερον, στην «ίδια την ευφυΐα του ελληνικού λαού» (σ. 2). Αυτή η ευφυΐα, λέει ο συγγραφέας, οδήγησε στην μετανάστευση των Ελλήνων στο εξωτερικό, διαμέσου της οποίας «διευκολύνεται και βοηθείται η μητέρα πατρίδα» (σ. 4), και αναγγέλλεται ότι στο βιβλίο θα μελετηθούν οι Έλληνες του Βασιλείου. Στη συνέχεια, περιγράφεται το ταξίδι από την Τεργέστη μέχρι την Ελλάδα αναφέρονται οι τιμές διαδρομής, διάρκεια του ταξιδιού, συνδέσεις με τον Πειραιά κλπ. Το δεύτερο κεφάλαιο (σσ. 6-13) αποτελεί το μόνο «περιηγητικό» κομμάτι του βιβλίου, με σύντομες περιγραφές και αναφορές στα αξιοθέατα των παραθαλάσσιων πόλεων της Δαλματίας, του Μαυροβουνίου, των Ιόνιων νησιών (Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος), και του Κορινθιακού Κόλπου (Μεσολόγγι, Πάτρα «μετά τη Σύρο το κυριότερο εμπορικό κέντρο στο Βασίλειο της Ελλάδας», Ναύπακτος, Κόρινθος). Από τη Νέα Κόρυνθο μέχρι το Καλαμάκι οι ταξιδιώτες μεταφέρθονταν με λεωφορείο, απ όπου συνέχιζαν με καράβι μέχρι τον Πειραιά «σε

37 ώρες». Αναφέρονται και οι τρόποι μεταφοράς μέχρι την Αθήνα, με τιμές και δρομολόγια. Ακολουθεί το δεύτερο και το κύριο μέρος του βιβλίου (σσ ), με αναλυτικά στοιχεία για το κράτος της Ελλάδας, ατέλειωτες λίστες και αμέτρητους πίνακες με τα σύνορα, την έκταση, τα δημογραφικά στοιχεία, τη διοικητική διαίρεση, τη δομή της κυβέρνησης (με ονόματα υπουργών και των μισθών των δημόσιων υπαλλήλων), τις διπλωματικές αντιπροσωπείες, τα δικαστήρια, την οικονομική πολιτική (με τον λαμπρόν ισχυρισμό ότι «στην Ελλάδα είναι αδύνατο να γίνει κατάχρηση στη διαχείριση της δημόσιας ή της ιδιωτικής ιδιοκτησίας», σ. 41), ενώ αναφορά γίνεται στο κοινό χρέος και τον προϋπολογισμό και περιγράφεται η λειτουργία του Υπουργείου Εσωτερικών, των επικοινωνιών στη χώρα, της Εκκλησίας, της νεοελληνικής γλώσσας και της δημόσιας εκπαίδευσης. Ακολουθεί η περιγραφή του στρατού, του ναυτικού, του εμπορίου, των τραπεζών, του τύπου, των μέτρων, της βασιλικής οικογένειας, της ενδυμασίας, της βιομηχανίας και των ξένων πρέσβεων στην Αθήνα. Οι σσ αφιερώνονται στη μετάφραση του ελληνικού Συντάγματος του Ο εθνικός μύθος της Ελλάδας διατυπώνεται στο τρίτο μέρος του βιβλίου σε καθιερωμένη πλέον μορφή, στα κεφάλαια «Παρελθόν», «Παρόν» και «Μέλλον» (σσ ). Στην αρχή τονίζεται η σημασία της Ελλάδας για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και εν συνεχεία παρατίθεται σύντομη ιστορία των Ελλήνων από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης μέχρι την ίδρυση του ελληνικού κράτους και την κυβέρνηση του Καποδίστρια και του Όθωνα. Το «Παρόν» περιλαμβάνει τα γεγονότα που οδήγησαν στην επανάσταση του 1862 και τις συνέπειές της. Το «Μέλλον» που εύχεται ο συγγραφέας είναι, προβλέψιμα, η λύση του Ανατολικού Ζητήματος και η πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας, για τα οποία χρειάζεται η βοήθεια των ευρωπαϊκών και των γειτονικών λαών καθώς και της Ρωσίας. Θεωρήσαμε περιττό να κάνουμε έστω και πρόχειρες μεταφράσεις αυτού του βαρετού και χωρίς την όποια λογοτεχνική αξία συγγράμματος. Το μόνο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα ποίημα του Stevan Vladislav Kaćanski, μεγάλου Σέρβου ποιητή του ρομαντισμού, στο τέλος της περιγραφής της εμπορικής ναυτηλίας (σ. 103). Πρόκειται για το ποίημα «Panjelinion» [Πανελλήνιον, όνομα πλοίου], ωδή στην απελευθέρωση της Ελλάδας. 30 Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όμως, έχει ο ίδιος ο συγγραφέας αυτού του κειμένου. Οι λεπτομερείς και ακριβείς πληροφορίες που αναφέρει, το γεγονός ότι γνώριζε τα ελληνικά πράγματα εκ των έσω, το στιλ του πολιτικού φυλλαδίου και η αναφορά στην ελληνική διασπορά στην 30 Δημοσιεύτηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό Vila (1869) και αποτελεί ένα πρώιμο δείγμα της ιδέας της «σερβοελληνικής φιλίας». Tο ποίημα κλείνει με στίχους: «Και θα ρθούν οι καιροί του Dušan / και ο ένδοξος αιώνας του Περικλή / η νέα σέρβο-ελληνική αδελφοσύνη / θα ζήσει για πάντα ας ζήσει» [I doć će vreme Dušanovo / I Periklesa slavni vek / Jelinsko-Srpsko bratstvo novo / Živiće živelo za navek]. 37

38 εισαγωγή, αλλά και η γνώση της σερβικής λογοτεχνίας και παράδοσης, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ανήκε στην ελληνική κοινότητα της Σερβίας. Μια έρευνα στους βιογραφικούς καταλόγους και στην πολύτιμη κλασική μελέτη του D. Popović (1937:399 κ. α.) μας κάνουν να πιστέψουμε ότι πρόκειται για τον Αλέξανδρο Κουμανούδη, μέλος της σπουδαίας ελληνικής οικογένειας στο Βελιγράδι. Η οικογένεια Κουμανούδη έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή της Σερβίας του 19 ου και του πρώτου μισού του 20 ού αιώνα. Ο Δημήτριος Κουμανούδης, ο παππούς του Αλεξάνδρου, καταγόταν από τον Τραπεζούντα και το 1829 ήρθε στο Βελιγράδι από την Αδριανούπολη, όπου εγκαταστάθηκε προσωρινά. Ο Δημήτριος είχε δύο γιους, τον Αθανάσιο και τον Γεώργιο. Ένας από τους γιους του Γεωργίου ήταν ο Αλέξανδρος, για τον οποίο υπάρχει πιθανότητα (σύμφωνα με τα αρχικά του, Aleksandar Jorgov) να είχε γράψει το βιβλίο Η Ελλάδα και οι Έλληνες. Εκτός από αυτό, δυστυχώς, προς το παρόν δεν κατορθώσαμε να μάθουμε περισσότερα στοιχεία για τη ζωή και τις δραστηριότητές του. Για τους γιους τους Αθανάσιου το Στέφανο, τον Κωνσταντίνο και τον Ιωάννη διαθέτουμε περισσότερα στοιχεία. Ο Στέφανος, ξάδελφος του Αλεξάνδρου, γεννήθηκε το 1812 στην Αδριανούπολη και έγινε μεγάλος κλασικός φιλόλογος και καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Κωνσταντίνος (Kosta), που έτυχε να είναι συγγραφέας ενός άρθρου στη βιβλιογραφία μας, ασχολήθηκε με πολιτική και το διετέλεσε ως Υπουργός Οικονομικών στο Βασίλειο Σέρβων, Κροατών και Σλοβενών (για ένα μικρό χρονικό διάστημα το 1922 και ως Υπουργός Εξωτερικών), και από το 1926 έως το 1929 ήταν Δήμαρχος Βελιγραδίου. Όμως, μετά από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο καταδικάστηκε για τη συνεργασία του με την κυβέρνηση των κουίσλιγκ κατά τη διάρκεια του πολέμου. Όσον αφορά τον τρίτο γιο του Αθανάσιου, τον επιχειρηματία Γιαννάκη (Jovan), ακόμα σώζονται τα οικογενειακά παλάτια στην οδό Knez Mihailova, στο κέντρο του Βελιγραδίου: το καφενείο Grčka kraljica [Ελληνίδα βασίλισσα] και το παλάτι της γυναίκας του, της Χρυσάνθης Κουμανούδη, απέναντι. Ένας από τους γιους τους, ο Ανδρέας (Andrija), ήταν διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας της Σερβίας. 38

39 Η JELENA DIMITRIJEVIĆ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΓΚΙΟΥΛΙΣΤΑΝ ΧΑΝΟΥΜ Είναι εξαιρετικά δύσκολο να παρουσιάσει κανείς το έργο της Jelena Dimitrijević. Όχι μόνο γιατί το κείμενό της για τη Θεσσαλονίκη κείται ξεχασμένο στη σερβική λογοτεχνική παράδοση, αλλά προπαντός επειδή η θέση της ίδιας της συγγραφέως δεν είναι ακόμα πλήρως ξεκαθαρισμένη. Στη διάρκεια της ζωής της, τύγχανε θετικών κριτικών από τους λόγιους της εποχής, δημοσίευε τα έργα της στα πιο σημαντικά λογοτεχνικά περιοδικά και υπήρξε μέλος διάφορων λογοτεχνικών και πολιτισμικών συλλόγων. Κι όμως μια σύντομη αρνητική αναφορά του arbiter elegantiae των σερβικών γραμμάτων, Jovan Skerlić, στο βιβλίο του Ιστορία της νέας σερβικής λογοτεχνίας (1914), η οποία εκφωνήθηκε πριν καν γράψει η Jelena το μεγαλύτερο μέρος των κειμένων της, την οδήγησε σ ένα «δεύτερο θάνατο» για τις γενεές που ακολούθησαν. Η Jelena, το γένος Miljković από το Aleksinac, έγραφε ποιήματα, διηγήματα και οδοιπορικά, και όλα τα βιβλία της, εκτός από το μυθιστόρημα Οι νέες, δημοσιεύτηκαν ως ιδιωτικές εκδόσεις. Ένα μέρος των ποιημάτων της εκδόθηκε στα βιβλία Τα ποιήματα της Jelena [Jelenine pesme, 1894] και Une vision (1936), ενώ τα υπόλοιπα βρίσκονται διάσπαρτα στα λογοτεχνικά περιοδικά και τα αλμανάκ της εποχής. Επίσης, στην Εθνική βιβλιοθήκη του Βελιγραδίου (υπ αριθ. Ρ 543, Ρ 544 και Ρ 546) φυλάσσονται χειρόγραφα των τριών ανέκδοτων ποιητικών συλλογών της: Οι αρχαίες φωνές [Starinski glasovi], Στον ήλιο για τον ήλιο [Suncu za sunce] και Au soleil couchant (στα γαλλικά), καθώς και οι χειρόγραφες σημειώσεις Όπου ο ουρανός είναι πάντα γαλάζιος [Pod nebom večno plavim], το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Μελπομένη [Melpomena] κ. ά. Στις Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη, η Jelena έγραψε: «Εγώ έχω δύο αγάπες, τη μία για την Ανατολή και την άλλη για τη Δύση». Καθώς ήταν ευκατάστατη, αυτές οι αγάπες τις δεν έμειναν ανεκπλήρωτες: ταξίδεψε θεμελιωδώς στην Ανατολή και στη Δύση, πάντα με στυλό στο χέρι. Πήρε συνεντεύξεις από Ινδό μαχαράτζη, μεγιστάνες της Νέας Υόρκης και την Αιγύπτια φεμινίστρια Huda Sha arawi. Ταξίδεψε στην Τουρκία, στην Αυστρία, στην Ελλάδα, στη Γαλλία, Ιταλία, Αγγλία και έμεινε στην Αίγυπτο, στην Ινδία, στην Ιαπωνία, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκτός από τα ποιήματα, μαρτυρίες αυτών των ταξιδιών είναι οι: Επιστολές από το Νις για τα χαρέμια [Pisma iz Niša o haremima, 1897], Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη [Pisma iz Soluna, 1918], Η Αμερικάνα [Amerikanka, 1918], Επιστολές από την Ινδία [Pisma iz Indije, 1928], Επιστολές από την Αίγυπτο [Pisma iz Misira, 1929] και Νέος κόσμος ή ένα χρόνο στην Αμερική [Novi svet ili u Americi godinu dana, 1934] και πολλά κείμενά της σε εφημερίδες και περιοδικά. Όσο ζούσε ο άντρας της, ο βασιλικός υπολοχαγός Jovan Dimitrijević, ταξίδεψε μαζί του μετά το θάνατό του, ταξίδεψε μόνη της. 39

40 Μόνη της διέσχισε τον Ατλαντικό Ωκεανό, μόνη της πέρασε ένα χρόνο στην Αμερική. Στα εξήντα της, ξεκίνησε για να κάνει το γύρο του κόσμου. Δημοσίευσε ένα βιβλίο και από αυτό το ταξίδι: Επτά θάλασσες και τρεις ωκεανοί από τον περίπλου της Γης [Sedam mora i tri okeana putem oko sveta, 1940]. Οι Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη γράφτηκαν τον Αύγουστο και τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1908, αμέσως μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης των Νεότουρκων στη Θεσσαλονίκη. Ο λόγος του ταξιδιού ήταν η είδηση, την οποία διάβασε σε μια εφημερίδα, ότι οι μουσουλμάνες στη Θεσσαλονίκη «αποκαλύφθηκαν», δηλαδή ότι άρχισαν να φορούν δυτικά ρούχα. Η Jelena έφτασε στη Θεσσαλονίκη με τρένο (η σιδηροδρομική γραμμή που συνέδεσε το Βελιγράδι με τη Θεσσαλονίκη ήταν σε λειτουργία από το 1888), μια νύχτα στα τέλη Ιουλίου, και πέρασε στην πόλη έξι εβδομάδες. Κατά τη διάρκεια της διαμονής της, έμπαινε στα «καλά» σπίτια της πόλης, μιλούσε με τις γυναίκες αξιωματικών της Επανάστασης αλλά και με παλιές φίλες της, μουσουλμάνες από τη Σερβία και τη Βοσνία που μετανάστευσαν ή μετακόμισαν στη Θεσσαλονίκη. Εκτός αυτού, έδωσε και μια σπουδαία αναφορά για τους Ντονμέδες, τους εξισλαμισμένους Εβραίους της πόλης (το σημερινό Γενί Τζαμί ακόμα κρατάει μνήμη της μοναδικής αυτής κοινότητας), καθώς και περιγραφές των δημόσιων εορτασμών, των επίσημων επισκέψεων διάφορων αντιπροσωπειών και μερικές περιγραφές της πόλης την οποία γνώριζε καλά από παλιά, επειδή την είχε επισκεφθεί και πριν. Μια Ελληνίδα, η Μαρία Πασχαλίδη, την ξενάγησε στο Παπάφειο Ορφανοτροφείο και στο Γαλλικό Ινστιτούτο η Jelena δεν θα παραλείψει να μνημονεύσει τον πατριωτισμό των Ελλήνων και να θυμηθεί τα ταξίδια που έκανε νωρίτερα στην Αθήνα και στα νησιά του Αιγαίου. Οι Επιστολές πρωτοδημοσιεύτηκαν στο λογοτεχνικό περιοδικό Srpski književni glasnik ( ) και λίγα χρόνια αργότερα (1918) επανεκδόθηκαν στο Σεράγεβο, σε ιδιωτική έκδοση (βλ. Πηγές). Θεωρήσαμε σκόπιμο να προσθέσουμε τη μετάφραση ολόκληρου του κειμένου της Jelena, μαζί με τον απαραίτητο σχολιασμό. Στη μετάφραση βασιστήκαμε στην έκδοση του Σεράγεβο. Ετοιμάζεται και η σύγχρονη έκδοση του βιβλίου, η οποία θα κυκλοφορήσει το Σεπτέμβριο του τρέχοντος έτους, για την εκατοντάχρονη επέτειο του ταξιδιού της. Στο κείμενο υπάρχουν πολλές λέξεις τουρκικής προέλευσης, τις οποίες η συγγραφέας χρησιμοποιούσε για να δώσει ένα ιδιαίτερο χρώμα στην αφήγησή της. Το βιβλίο ανταποκρίνεται πολύ καλά στην εικόνα που έδωσε για για το χαμένο κόσμο της οθωμανικής Θεσσαλονίκης ο Mark Mazower στην πρόσφατη ογκώδη μελέτη του Θεσσαλονίκη, η πόλη των φαντασμάτων (Mazower 2004). Οι συναναστροφές που έκανε η Jelena ήταν ως επί το πλείστον με γυναίκες, και η Jelena εκμεταλεύτηκε το γεγονός ότι μπόρεσε να μπει στα χαρέμια και να μάθει τη διάθεση και τις σκέψεις των μουσουλμάνων γυναικών από τα έσω. Σ αυτό μοιάζει με την Fanny Blunt 40

41 και τη Lucy Garnett οι οποίες έκαναν νωρίτερα κάτι παρόμοιο (Melman 1995, Mazower 2004:198) η ιδιαιτερότητα της Jelena, όμως, είναι ότι είχε και βαθιές προσωπικές, συναισθηματικές σχέσεις με τον οθωμανικό κόσμο: όπως αναφέρει δύο φορές στις Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη, η μητέρα της ήταν «σκλάβα των Τούρκων» (σ. 87, 105). Οι εμπειρίες που είχε στη Θεσσαλονίκη θα την ωθήσουν να γράψει ένα μυθιστόρημα με θέμα τη σύγκρουση του μοντέρνου και του συντηρητικού στη ζωή των Οθωμανών γυναικών, Οι Νέες [Nove, 1918, δηλ. Νεότουρκες], το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο λογοτεχνίας από το πιο σημαντικό πολιτιστικό ίδρυμα της χώρας, τη Matica srpska. Ως Σερβίδα, την ενδιέφερε πολύ η δυνατότητα εκσυγχρονισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως φεμινίστρια, υποστήριζε τη χειραφέτηση και τα πολιτικά δικαιώματα των μουσουλμάνων γυναικών. Βέβαια, η Επανάσταση των Νεότουρκων δεν θα φέρει καρπούς τους οποίους έλπισαν τότε οι ενθουσιασμένοι Θεσσαλονικείς, και μαζί τους και η Jelena μάλιστα το κίνημα των Νεότουρκων θα εκφυλιστεί σε κάτι πολύ διαφορετικό από τα ιδανικά που εκφώνιζαν οι υποστηρικτές τους στους δρόμους της Θεσσαλονίκης το 1908, από τους οποίους η Jelena παραπονιόταν ότι δεν μπόρεσε να κοιμηθεί τα βράδια. Καθώς η κριτική ανέκαθεν θεωρούσε τα οδοιπορικά κείμενα «κατώτερο» λογοτεχνικό είδος, είναι κατανοητό ότι τα αφηγηματικά πεζογραφήματα της Jelena είχαν καλύτερη τύχη. Τα διηγήματα Η φαντασίωση της Đul-Marika [Đul-Marikina prikažnja, 1901], Fati-sultan, Safi-hanum, Mejrem-hanum (1901) καθώς και το μυθιστόρημα Οι νέες, βρήκαν θέση σε μια γωνία της σερβικής λογοτεχνίας, ιδίως ο πρώτος και ο τελευταίος τίτλος. Το 1928 κυκλοφόρησε στη Μόσχα η ρωσική μετάφραση του τελευταίου, ενώ τα διηγήματά της μεταφράστηκαν στα γερμανικά, πολωνικά και βουλγαρικά. Ένας σημαντικός αριθμός των διηγημάτων και οδοιπορικών της δημοσιεύτηκε σε διάφορα περιοδικά. Μερικά από τα ποιήματα της Jelena απέκτησαν μια ζωή δική τους: το ποίημα Ήλιε δυνατέ [Sunce jarko] μελοποιήθηκε και το τραγούδησαν, με συγκίνηση, οι Σέρβοι στρατιώτες του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου στη Θεσσαλονίκη το 1917, και στην περιοχή του Νις έμεινε δημοφιλές μέχρι σήμερα (Perić 2006: ). Μόλις από τη δεκαετία του 1980 το όνομα της Jelena ξαναεμφανίστηκε στη λογοτεχνική σκηνή: το 1986 επανεκδόθηκαν οι Επιστολές από το Νις για τα χαρέμια, με επιμέλεια της Slobodanka Peković, στην οποία οφείλεται πλήρως αυτή η έκδοση. Το βιβλίο είχε και την καλύτερη αποδοχή από όλα τα έργα της και κυκλοφόρησε σε ακόμα δύο εκδόσεις (αποσπάσματα το 1998 στο περιοδικό ProFemina και το 2003 στο Νις με επιμέλεια της Jelena Jovanović). Έκτοτε μπορεί να ακουστεί ότι η Jelena είναι συγγραφέας «διηγημάτων από την περιοχή του Νις» στο Νις πήρε και μια οδό παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος της ζωής, από το 1897 έως το θάνατό της το 1945 έζησε με το σύζυγό της στο Βελιγράδι. 41

42 Τα υπόλοιπα κείμενά της έμειναν απρόσιτα στο ευρύτερο κοινό, μολονότι η λογοτεχνική της μορφή, με τις σύγχρονες θεωρητικές ροές, έγινε όλο και πιο ενδιαφέρουσα. Έτσι η Svetlana Slapšak, τώρα καθηγήτρια πολιτιστικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Λιουμπλιάνας, δημοσίευσε μερικά σχολιασμένα αποσπάσματα από τα ταξίδια της στο περιοδικό ProFemina το 1998, καθώς και μερικές μελέτες από τις οποίες η πιο σπουδαία είναι Χαρέμια, νομάδες: Jelena Dimitrijević (Slapšak 2000). Τα κείμενα της Jelena κατέχουν εξέχουσα θέση στις νεότερες μελέτες της σερβικής λογοτεχνίας, όσο στη Σερβία τόσο και στη Δύση: η επιφανής αγγλίδα ιστορικός και μεταφράστρια της σερβικής λογοτεχνίας Celia Hawkesworth τής έδωσε μια από τις πιο σημαντικές θέσεις στο πρόσφατο βιβλίο της Οι φωνές στη σκιά: Οι γυναίκες και η τέχνη του λόγου στη Σερβία και στη Βοσνία (2000). Πριν από τέσσερα χρόνια το Πανεπιστήμιο του Νις αφιέρωσε ένα επιστημονικό συνέδριο στο έργο της και το 2006 δημοσίευσε τα πρακτικά με τίτλο Jelena Dimitrijević Η ζωή και το έργο της (Stojanović 2006). Το κατά πόσο το πρόσωπο της Jelena γίνεται όλο και πιο ελκυστικό για τον σύγχρονο αναγνώστη διαφαίνεται από την περσινή δημοσίευση του βιβλίου της συγγραφέως Ivana Kosanović για τη ζωή και το συγγραφικό έργο της Jelena, με χαρακτηριστικό τίτλο Η αγαπημένη μου Jelena [Moja draga Jelena, Niš: Zograf]. Ο κύριος θεματικός άξονας της γραφής της Jelena ήταν η Ανατολή, όπως αυτή κατασκευάστηκε και εγκαταστάθηκε δημοφιλής από την γαλλική και αγγλική κυρίως λογοτεχνία της εποχής. Αυτό τον κόσμο, τον οποίο βίωναν ως μείγμα του αισθησιακού, του εξαχρειωμένου και του εξωτικού, μέσα από το πρίσμα της αίσθησης που η Σκοπετέα θα την ονομάσει «σύνθεση παρωδίας και γλυκασμού» (1992:82), η Jelena τον περιέγραψε με τη γνώση και με την εξοικείωση ενός ατόμου που ένιωσε ότι εν μέρει του ανήκει και η ίδια. Σ αυτά τα κείμενα διαφαίνεται η έντονη επίδραση των γαλλικών διαβασμάτων της, του Chateaubriand, του Loti και του Gautier, αλλά ταυτόχρονα είναι αισθητή και η προσωπική της εμπειρία από τα χαρέμια του Νις, της Κωνσταντινούπολης και της Θεσσαλονίκης. Αυτή η εμπειρία μπορεί να συσχετιστεί με το φαινόμενο που η Todorova, σε μια μεταγενέστερη εποχή και σε ελαφρώς διαφορετικά ιστορικά συμφραζόμενα, ονόμασε «επαλληλοι οριενταλισμοί στα Βαλκάνια»: το φαινόμενο να θεωρούνται ορισμένες περιοχές στα Βαλκάνια από τους κατοίκους των ίδιων των Βαλκανίων λιγότερο ή περισσότερο «ανατολίτικες», παρόλο που ένας «Δυτικός» μπορεί να κατατάξει όλα τα Βαλκάνια στην «Ανατολή» (2000:140 κ. ε.). Αυτή η «διπλή συνείδηση» διατυπώθηκε με άλλο τρόπο ως «ένας ενδιαφέρων συνδυασμός του ειλικρινούς εθνικισμού και του ειλικρινούς κοσμοπολιτισμού» στα έργα της Jelena (Peković 2006:56). Αυτά τα ενδιαφέροντα της Jelena έρχονται τον καιρό που οι εθνικές ιδεολογίες των νέων βαλκανικών κρατών βρίσκονταν στη διαδικασία του 42

43 εκσυγχρονισμού και του εξευρωπαϊσμού και μέγιστη προσπάθειά τους ήταν να εξορκίσουν την όποια πολιτιστική σχέση με την εποχή που συνήθως προσδιοριζόταν ως «τουρκικός ζυγός», και να τον καταπιέσουν βαθιά στο παρελθόν. Σ ένα σχόλιο για τις Επιστολές από το Νις για τα χαρέμια, η Nevena Ivanović βλέπει τη Jelena ως «ένα ιδιαίτερο παράδειγμα της γυναικείας αντίστασης της κατάταξης στον κυρίαρχο εθνικό/- εθνικιστικό λόγο και της κατασκευής των αφηγημάτων του», και προσθέτει (Ivanović 2000: ): In the theoretical context of discussions of the imagining, or colonizing the other in the Balkans, she stands out as the paradigmatic colonizing white woman who goes to the oriental women to liberate them, yet she is not quite that, as she does not return from that experience. Because, in the process of knowing them, she loses her place in the national culture, the one she should have come back to. The reason this culture is lost for her, or, rather, that she becomes lost for that culture, lies precisely in the her refusal to construct the oriental past, the negation or neglect of which should become a focal point in the formation of a new national identity. (...) One of the elements of that orientalism is the image of the sexually depraved, amoral Muslim women, who are in the Letters actually desexualized, exposed as real Muslim women, living in their Christian neighbors midst. In the dominant discourse, female sexuality and desire are often constructed as a privilege/guilt of the other (in this case a double other), and Jelena Dimitrijević thus broke yet another commandment of the national culture (Slapšak 2000:144). Her effort, which started out as a colonizing one, and evolved into an attempt of integration of the other(s) into a different national program, was in a direct clash with the project of either (or both) physical expulsion or relegation to a historical past of the other(s). Not knowledge and remembrance of its own other past, of its realities and continuities, but oblivion (or orientalization ) was the guiding principle of the emerging national culture, the culture she had willingly removed herself from. Εκτός από την Ανατολή, και η Ελλάδα κατείχε ξεχωριστή θέση στον ιδεολογικό κόσμο της Jelena Dimitrijević. Έχει επισκεφθεί την Αθήνα με το σύζυγό της και ταξίδεψε στα ελληνικά νησιά, για το οποίο άφησε έναν κύκλο ποιημάτων Από το Αιγαίο [Sa Jegejskog mora]. Για κάποιο λόγο, αγαπούσε ιδιαίτερα τη Λήμνο (το πρώτο ποίημα αρχίζει με στίχους: «Πολλά νησιά έχει το Αιγαίο / μα μόνο τη Λήμνο αγάπησα εγώ»). Παρόλο που ήξερε «λίγα, όχι πολλά» ελληνικά, η γαλλική μεταγραφή του ονόματος της φίλης της Πασχαλίδη (Paskalides) οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μαζί της μίλησε γαλλικά. Συχνά ανέφερε αναμνήσεις από την Αθήνα και από το Αιγαίο στα ύστερα ταξίδια της παραδείγματος χάριν, απ όλη την Αμερική, μόνο στο Ουάσιγκτον «η ατμόσφαιρα ήταν διαφανής όπως στην Ελλάδα, και ακόμα και τα χρώματα άλλαζαν γρήγορα περνούσαν από το μπλε στο μοβ ή στο ρόδινο μέσα σε μια στιγμή ακριβώς όπως στην Ελλάδα» (Novi svet, σ. 284). Θεωρούμε ότι στο μέλλον θα άξιζε τον κόπο μια λεπτομερέστερη μελέτη της Ελλάδας στο έργο της. 43

44 Η Jelena έπραξε μερικά αμαρτήματα τα οποία η σερβική ιστορία της λογοτεχνία δεν κατάφερε να της τα συγχωρέσει ποτέ. Πρώτον, ήταν γυναίκα δεύτερον, ήταν φεμινίστρια και τρίτον, πιθανόν το χειρότερο απ όλα, έτρεφε συμπάθειες και κατανόηση για τον κόσμο του μουσουλμανικού χαρεμιού. Ένας Σέρβος αναγνώστης νιώθει παράξενα όταν διαβάσει σήμερα το ποίημα που έγραψε η Jelena πριν εκατό είκοσι χρόνια Στις γειτόνισσές μου, για να τους ευχηθεί ένα πρωί, με έναν όμορφο ομοιοκαταληκτικό οκτασύλλαβο, καλό αζίς (λαμπρό) Μπαϊράμι και αναρωτιέται γιατί μια τέτοια ποιήτρια ήταν ανάγκη να «ξεχαστεί». Η σεξουαλικότητα στα κείμενά της, επίσης, ανοίγει ενδιαφέροντα ζητήματα. Όχι μόνο ότι τα ποιήματά της στο πρώτο πρόσωπο είναι αφιερωμένα σε μουσουλμάνες γυναίκες, στην ομορφιά τους και τη λευκή τους επιδερμίδα, αλλά και το αποκλειστικό κέντρο του ενδιαφέροντός της είναι πάντα και χωρίς εξαίρεση οι γυναίκες. Στην Αμερική θα γνωρίσει γυναίκες σε γνωστούς «γάμους της Βοστόνης» (βαθιές συναισθηματικές σχέσεις δύο ανύπαντρων γυναικών από την ανώτερη τάξη), και για τις μουσουλμάνες της Θεσσαλονίκης θα ρωτήσει ανοιχτά: «Ξέρουν άραγε όλες τους για την ελληνίδα Σαπφώ, αυτές οι όμορφες, ευαίσθητες, γεμάτες ψυχή γυναίκες;...» (σ. 90). Από τη μια πλευρά, η έμμονη περιγραφή του χαρεμιού και η ενασχόληση με το ζήτημα της «αποκάλυψης» των μουσουλμάνων γυναικών, η προσεκτική καταγραφή του κάθε γυμνού αγκώνα, λαιμού και κορσέ, ανοίγει τη δυνατότητα για την ερμηνεία της γραφής της ως άσκηση της «ανδρικής ηδονοβλεψικής ευχαρίστησης» (Pucci 1990:150), ενώ οι κριτικοί ισχυρίζονται ότι οι συγγραφείς που περιέγραφαν τα χαρέμια ήταν «προσδιορισμένοι από την ανδρικότητα, την κοινωνική τους τάξη και την ευρωπαϊκή τους κουλτούρα» (de Groot 1989:104). Μια ματιά σε κάποιες από τις φωτογραφίες από τα νιάτα της Jelena αυστηρά χαρακτηριστικά προσώπου, κοντά μαλλιά, ή με καπέλο που θυμίζει Halbzilinder, με κοστούμι που θυμίζει ρεντιγκότα όντως προκαλεί σκέψεις περί μεταμφίεσης φύλου στη γραφή ως είδους επίλυσης της σύγκρουσης της επιθυμίας. Άλλοι μελετητές, αντιθέτως, κατηγορούν τους πρώτους για την εγγραφή πολιτισμού και φύλου και ισχυρίζονται ότι «οι γυναίκες συγγραφείς και εθνογράφοι δάμασαν το εξωτικό ή, με άλλα λόγια, αυτές οι γυναίκες κανονικοποίησαν και εξανθρώπισαν το χαρέμι» (Melman 1995:62). Όπως και να έχει το πράγμα, η Jelena βρέθηκε στο περιθώριο της λογοτεχνικής ιστορίας, στη διαδικασία που η φεμινιστική κριτική ευπρεπώς ονομάζει «η συνωμοσία της μη ανάγνωσης». Η ιδιαίτερη αξία του κειμένου της Jelena είναι ακριβώς αυτή: η φωνή που δίνει στο αντικείμενο παρατήρησής της, στις Οθωμανές, μέσα από το κείμενό της. Το γέλιο της Γκιουλιστάν χανούμ, όταν η Jelena σχολιάσει με θαυμασμό και αφέλεια: «Έξι γλώσσες... Είσαστε πολύγλωσση» (σ. 102), αντηχεί στα αυτιά του αναγνώστη για πολλή ώρα και αφότου έχει κλείσει το βιβλίο. 44

45 ΕΠΙΛΟΓΟΣ: ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΩΝ ΚΑΘΡΕΠΤΩΝ Seeliges Griechenland! du Haus der Himmlischen alle, Also ist wahr, was einst wir in der Jugend gehört? Hölderlin, Brod und Wein, 4. Η Άρτεμις Λεοντή, σε μια παρουσίαση ταξιδιωτικών εντυπώσεων από την Ελλάδα, έγραψε χαρακτηριστικά: «Start with any of (...) travelers accounts and the point is the same: Greece has an endless capacity to disappoint, to fall short of its reputation» (Leontis 1997:125). Η φράση «τα περιηγητικά κείμενα» συνήθως σιωπηρά σημαίνει «τα δυτικοευρωπαϊκά περιηγητικά κείμενα». Στα πλαίσια της ιστορίας του ακαδημαϊκού οριενταλισμού, η πράξη της ανάλυσης, αποδόμησης και ανατροπής των στερεοτύπων στην περιηγητική λογοτεχνία τις τελευταίες δεκαετίες βασίζεται στην παρουσία του δυτικού «παρατηρητή», ο οποίος στην περιγραφή των «Ανατολιτών», των Άλλων, εγγράφει μια σειρά από κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές κατασκευές. Ο μελετητής από τη μεριά του ακολουθεί την ίδια αυτή διαδρομή, αλλά αντίστροφα ο στόχος του είναι να αποδομήσει τις κατασκευές του δυτικού ταξιδιώτη και γι αυτό το σκοπό έχει στη διάθεση τις διάφορες σύγχρονες μεθοδολογικές προσεγγίσεις. Η πιο σημαντική συνέπεια αυτής της διαδικασίας είναι η διαμόρφωση ενός διπολικού μοντέλου Ανατολή Δύση, ο οποίος όσο και βοηθάει στην κατανόηση των σχέσεων κυριαρχίας μεταξύ τους, ταυτόχρονα απλουστεύει την ποικιλία και την πολυμορφία των διάφορων κειμένων με περιηγήσεις και περιγραφές του ελληνικού κόσμου στις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές τους διαστάσεις. Ασκεί ορισμένη έλξη η ιδέα να δει κανείς τα κείμενα των Σέρβων περιηγητών για την Ελλάδα στα πλαίσια του βαλκανιστικού λόγου, όπως τον όρισε η Maria Todorova στο περίφημο βιβλίο της (2000). Μπορεί να φαίνεται εξαρχής ότι ο «βαλκανισμός» μπορεί να μας βοηθήσει να προσεγγίσουμε τα κείμενα γραμμένα από Βαλκάνιους συγγραφείς για τα Βαλκάνια. Ωστόσο, μια τέτοια ιδεολογική τοποθέτηση εκ μέρους μας δεν θα συνεισέφερε πολύ στην παρουσίαση αυτών των κειμένων. Κατ αρχήν, η ίδια η Todorova εκφράζει κάποιες επιφυλάξεις όσον αφορά τη θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια (2000:15). Κατόπιν, πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο βαλκανικός λόγος διαμορφώθηκε την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων και μπορεί να εντοπιστεί μόνο στην περίπτωση της τελευταίας συγγραφέως που παρουσιάσαμε. Ακόμα και η έννοια της «Βαλκανικής Χερσονήσου», όπως είναι γνωστό, αναφέρεται για πρώτη φορά το 1808 από το γερμανό γεωγράφο August Zeune, 31 ύστερα δηλαδή από τη συγγραφή των τριών πρώτων κειμένων που μελετάμε. Χαρακτηριστικά, οι 31 August Zeune, Goea: Versuch einer wissenschaftlichen Erdbeschreibung. Berlin: Wittich 1808, σ

46 Σέρβοι περιηγητές μέχρι το 1821 όλοι προέρχονται από τα εδάφη της αυτοκρατορίας των Αψβούργων, τουτέστιν από τις περιοχές τις νότιας Ουγγαρίας και βόρεια από τους ποταμούς Δούναβη και Σάβο, οι οποίοι αποτελούν φυσικά όρια της Βαλκανικής Χερσονήσου όπως τα ορίζει ο Cvijić (1918). 32 Στα μάτια των δυτικών, «[τ]ο προϊόν μιας φυλετικής και πολιτισμικής διασταύρωσης είναι χειρότερο απ ό,τι ο καθαρόαιμος ανατολίτικος Άλλος», έγραψε η Todorova για τους βαλκανικούς πληθυσμούς (2000:283). Τι συμβαίνει όμως όταν αυτοί οι πληθυσμοί, συνηθισμένοι σ αυτή τη διασταύρωση, την πολυπολιτισμικότητα και την πολυγλωσσία, ταξιδεύουν στα μέρη των γειτόνων τους; Οι μελέτες τέτοιου είδούς είναι πολύ πιο περιορισμένες σε αριθμό. 33 Αυτό ίσως εξηγείται με το γεγονός ότι «οι αυτοχαρακτηρισμοί είναι συνήθως πολύ λιγότεροι από τους χαρακτηρισμούς που αποδίδονται από τρίτους» (Todorova 2000:108). Τα Βαλκάνια, ένας χώρος κατ εξοχήν οριακός, κατοικημένος από τους «μη καθαρόαιμους Άλλους», από τα υβρίδια μεταξύ Ανατολής και Δύσης, βρίσκονται έτσι ανάμεσα σε δύο καθρέπτες: της Ανατολής και της Δύσης. Η τοποθέτηση δύο καθρεπτών ο ένας προς τον άλλο, για να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη μεταφορά, δημιουργεί μια σειρά από συνεχόμενες αντανακλάσεις εμφανίζονται σειρές από εικόνες που προέρχονται και από τους δύο καθρέπτες. Όταν κάποιος βρεθεί στη μέση, όπως σ αυτή την περίπτωση τα Βαλκάνια, αναγκαστικά βλέπει τον εαυτό του και από τις δύο πλευρές ταυτόχρονα, είτε στραφεί ανατολικά είτε δυτικά. Το ταξίδι από έναν βαλκανικό λαό στον άλλο, τότε, προκαλεί πλήρη σύγχυση σ αυτό το παιχνίδι των καθρεπτών. Το να ταξιδεύει ένας Βαλκάνιος εντός των Βαλκανίων σημαίνει ότι εγκαθιστά έναν τρίτο καθρέπτη, ανάμεσα στα προηγούμενα δύο. Τριγυρισμένος από εικόνες της Δύσης, της Ανατολής, της αντανάκλασης της Δύσης και της αντανάκλασης της Ανατολής, αρκεί να κάνει μια παραμικρή κίνηση του καθρέπτη που κρατάει για να δει μια τελείως διαφορετική σειρά από εικόνες. Από τους συγγραφείς που μελετήσαμε, η Jelena Dimitrijević αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η σκηνή-κλειδί στο κείμενό της είναι η συνάντηση με την γυναίκα του Ρισβάν μπέη. Ακολουθώντας το δυτικό της πρότυπο συγκεκριμένα, το άρθρο μιας Αγγλίδας η οποία μιλάει για της «μουσουλμάνες αδελφές μας» η Jelena αποκαλεί την κυρία 32 Η άποψη του Cvijić για τα γεωγραφικά (φυσικά, πολιτικά, πολιτισμικά) όρια της Βαλκανικής Χερσονήσου είναι βέβαια μόνο μια από τις πάμπολλες. 33 Мария Младенова & Николай Жевхев, Румънски пътеписи от XIX век за българските земи [Τα ρουμάνικα περιηγητικά κείμενα του 19 ου αιώνα για τις βουλγαρικές χώρες]. София: Издателство на Отечествения фронт, 1982 Tomislav Jovanović, «Bugarska u staroj srpskoj pokloničkoj prozi» [Η Βουλγαρία στην παλαιότερη σερβική περιηγητική πεζογραφία], Balcanica XXXV (2004), σσ

47 Ρισβάν μπέη «αδελφή», και προς μεγάλη της έκπληξη αυτή η κυρία, γεννημένη στη Βοσνία, την λέει sestra (σερβ. «αδελφή»). Η παραπάνω σύγχυση εκδηλώνεται στην ερμηνεία αυτής της συγγένειας. Όχι μόνο ότι οι δύο γυναίκες μιλούν την ίδια γλώσσα, αλλά και συμμερίζονται στην ίδια πολιτιστική, ή ακόμα και εθνική, κληρονομιά (η κυρία Ρισβάν μπέη μιλάει για «αίμα»). Αυτό είναι κάτι περισσότερο από απλή φεμινιστική αλληλεγγύη την οποία επικαλείται η Αγγλίδα αρθρογράφος, αλλά πάλι λιγότερο από την ιδέα ότι και οι δύο ακολουθούν κάποιο κοινό πολιτιστικό πρότυπο. Ισχύουν, λοιπόν, τα λόγια της Λεοντή για τα κείμενα των Σέρβων περιηγητών της Ελλάδας; Τι περιμένει να δει ένας Σέρβος στην Ελλάδα; Είναι ο Σέρβος περιηγητής ένας Δυτικός που ταξιδεύει στην Ανατολή; Ο σπουδαίος Σέρβος ιστορικός της λογοτεχνίας Jovan Deretić (1990) αποκαλεί χαρακτηριστικά το ταξίδι του Obradović «ταξίδι στην ανατολή», παρόλο που η ιδιαίτερη πατρίδα του, το Μπανάτο (Banat), βρίσκεται ευθεία βόρεια από την Ελλάδα. Όντως ο Obradović και στις δύο του επισκέψεις εισέρχεται στην Ελλάδα από τη δύση, και τις δύο φορές ταξιδεύοντας από τα λιμάνια της Ιταλίας και με τα ιταλικά καράβια. Ο Obradović ήταν υπήκοος του αυστριακού αυτοκράτορα, εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Βιέννη και ταξίδευε με το διαβατήριο της Βενετίας. Στην αρχή, παίζει το ρόλο του ορθόδοξου μοναχού που ζητάει μόρφωση στην Αθωνιάδα Σχολή του Βούλγαρη και Ευαγγελική Σχολή του Δενδρινού ύστερα από μια δεκαετία έρχεται πάλι, αυτή τη φορά ως Ευρωπαίος, vagabond erudite, δάσκαλος της ιταλικής και γαλλικής γλώσσας. Ο σύγχρονος και μεγάλος εμπνευστής του, ο Rajić, ακολουθεί μιαν αντίστροφη πορεία: σπουδασμένος στη Ρωσία, έρχεται στην Ελλάδα από την ανατολή, από τη Μαύρη Θάλασσα, έχοντας μαζί του ρωσικό διαβατήριο για το οποίο τόσο περηφανευόταν. Παρόλο που ήταν κάτοχος της κλασικής μόρφωσης, λατινικής και ελληνικής, ο Rajić ενδιαφέρεται μόνο για το ορθόδοξο Άγιον Όρος και τα χειρόγραφά του, κυρίως σλαβικά, από τα οποία θα αντλούσε στοιχεία για την ιστορία των σλαβικών λαών που ετοίμαζε. (Δεν πρέπει να ξεχαστεί ότι σ όλη τη διάρκεια της ιστορίας τους οι Σέρβοι κατέχουν ένα «δικό τους» τόπο μέσα στο γεωγραφικό και πολιτισμικό χώρο της Ελλάδας πρόκειται, βέβαια, για την Ι.Μ. Χιλανδαρίου στο Άγιον Όρος, η οποία θα αποτελέσει και στόχο ταξιδιού για τον Jerotej Račanin, τον Jovan Rajić και τον Dositej Obradović.) Ο Rajić πέρασε όλη του τη ζωή στους εκκλησιαστικούς κύκλους, στο ρωσοσλαβικό «αστικό» πολιτισμό των ορθόδοξων υπηκόων των Αψβούργων υπό την προστασία του τσάρου. Είναι ενδιαφέρον ότι το δρόμο του καθολικά κλασικά γυμνάσια της Ουγγαρίας, Πνευματική Ακαδημία στο Κίεβο αρχικά επρόκειτο να πάρει και ο Obradović. Η ιστορία του Obradović όμως πήρε μιαν αντίστροφη πορεία (πρβλ. Fischer 2001). 47

48 Ο Πατριάρχης Arsenije στο ταξίδι του στην ανατολή ούτε καν έθιξε την Ελλάδα. Ο μόνος από τους συγγραφείς μας για τον οποίο το ταξίδι στην Ελλάδα ήταν ένα ταξίδι προς το νότο, ήταν ο Jerotej Račanin, αναχρονιστικός στην εποχή του, απομεινάρι μιας άλλης εποχής και κοσμοθεωρίας. Αυτός ακολουθούσε τη διαδρομή βορράς νότος, ταξιδεύοντας κατά μήκος του Μοράβα και του Αξιού. Το κείμενο του Jerotej ανήκει στο σερβικό μπαρόκ, με τη γλώσσα, με το θέμα, το λογοτεχνικό γένος και με τα εκφραστικά του μέσα, αλλά ταυτόχρονα είναι από τα τελευταία δείγματα του λόγου της βυζαντινής κοινοπολιτείας στη σερβική λογοτεχνία. Γι αυτό ο συγγραφέας δεν έχει μια «εικόνα της Ελλάδας» που να την προβάλλει, αλλά η Ελλάδα, στη βυζαντινή της μορφή, είναι γι αυτόν τρόπος θέασης και δεν αποτελεί αντικείμενο παρατήρησης. Περίπου το 1750 σταματάει η παραγωγή έργων του σερβικού μπαρόκ (ο Gavril Stefanović Venclović, τελευταίος από τους Račani, πεθαίνει το 1747). Τον ίδιο καιρό, τη δεκαετία του 1730, αρχίζει η ακμή της ρωσοσλαβικής εποχής, με έντονη επίδραση της ρωσικής μόρφωσης, που θα διαρκέσει μέχρι τις αρχές του 19 ου αιώνα. Παράλληλα μ αυτήν, από τα τέλη του 18 ου αιώνα, με την απήχηση της Γαλλικής Επανάστασης και τη βασιλεία του Ιωσήφ Βʹ, ριζώνονται οι καινούριες ιδέες και ο σερβικός λαός στρέφεται και πολιτισμικά προς τη Δύση. Ως αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, ο κόσμος του Βυζαντίου και του millet-i Rum θα εξαφανιστεί σταδιακά από τον πολιτιστικό ορίζοντα των Σέρβων. Ο Αλέξανδρος Κουμανούδης στα τέλη του 19 ου αιώνα γράφει για την Ελλάδα ως ξεχωριστή οντότητα την οποία θεωρεί ότι πρέπει να την περιγράψει με όλες τις λεπτομέρειες στο Σέρβο αναγνώστη, ως κάτι άγνωστο και οντολογικά διαφορετικό. Αναφέρει γενικά το ελληνικό στοιχείο στο εξωτερικό ως «διασπορά», χωρίς να παραδεχτεί ότι, όσον αφορά τις ελληνικές κοινότητες, υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στα δυτικοευρωπαϊκά κράτη και τη Σερβία, όπου οι Έλληνες μέχρι πρότινος ζούσαν ισότιμα με τους Σέρβους. Ειρωνείας χάριν, ήταν αυτός ακριβώς ο κόσμος του millet-i Rum ο οποίος έφερε την οικογένειά του στο Βελιγράδι. Η Jelena Dimitrijević, όπως είδαμε, είναι πλήρως ενταγμένη στον οριενταλιστικό λόγο και μιλάει για την Ανατολή ως κάτι ξένο και εξωτικό. Το γεγονός ότι και η Σερβία ανήκει στο Orijent (σ. 90) δεν την εμποδίζει να πάρει τη θέση της συμβολικής εξουσίας και να μιλήσει για την Οθωμανική Αυτοκρατορία και για την Ελλάδα αγνοώντας το γεγονός ότι η μητέρα της ήταν «σκλάβα των Τούρκων». Το έργο της είναι ένα τυπικό παράδειγμα της λήθης η οποία χαρακτηρίζει τους Σέρβους συγγραφείς του 20 ού όταν πρόκειται για τις σχέσεις με την Ελλάδα. Ο κάποτε κοινός βαλκανικός ορθόδοξος χώρος θα καταστεί αμετάκλητα χωρισμένος στα εθνικά κράτη χωρισμένα με τη γλώσσα, την ιδεολογία και το εθνικό πρόγραμμα, ύστερα από μια διαδικασία που θα μπει στα ξένα λεξικά ως balkanization. 48

49 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A ΠΗΓΕΣ 34 1 Jerotej Račanin Ταξίδι στην Ιερουσαλήμ 1704 Путьшаствїе къ граду Iерусалиму Iероѳеа, їеромонаха Рачанинскаго, въ лѣто отъ бытїя зсвı, а отъ Рож. Христова аѱд, мѣсяца Iюлїя з [Ταξίδι στην πόλη Ιερουσαλήμ του Jerotej Račanin, εν έτει από τη Γένεση 7212, και από τη Γέννηση του Χριστού 1704, το μήνα Ιούλιο 7], στον Marinković (1969: ). (αποσπάσματα) Και την επόμενη μέρα φτάσαμε για διανυκτέρευση στη Θεσσαλονίκη. Και περάσαμε εκεί επτά μέρες και περπατούσαμε γύρω και μέσα στην πόλη, στα σπίτια και στις αγορές, και εισερχόμασταν στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Είναι όμορφη και πολύ μεγάλη, που ακόμα και οι Τούρκοι προσκυνούν εντός της. Είναι σκεπασμένη με μόλυβδο, αλλά η στέγη του ιερού έχει πέσει, και έτσι όπως έπεσε έμειναν οι τοίχοι να στέκονται. [Έχει] τέσσερις κολόνες τη μία μετά από την άλλη, και τέσσερις αψίδες και πολλούς θόλους πάνω στις αψίδες, τέσσερις οροφές με μαρμάρινες στήλες, και σε κάθε οροφή από δεκαεπτά στρογγυλές κολόνες σαν να είναι επεξεργασμένες με τροχό. Και μία από τις κολόνες είναι κοντά στην πύλη. Από αυτήν αναβλύζει μύρο και αλειφθήκαμε όπως μας είπε ένας Τούρκος που υπηρετεί εκεί. Μοιάζει με [άγνωστη λέξη] ορισμένων χρόνων. Και δίπλα σ αυτή την κολόνα κάτω στο πάτωμα γράφει: «Από αυτήν η πέμπτη», εκεί δηλαδή είναι ο τάφος του αγίου Δημητρίου. 35 Και έτσι βρήκαμε και ασπαστήκαμε τον τάφο στον οποίο μέχρι σήμερα κείται ο άγιος Δημήτριος. Και λίγο πιο πάνω στον τοίχο, ψηλά από το χώμα, υπάρχει ένας ζωγραφισμένος τάφος κάποιου κοριτσιού. Στη γωνία του παρεκκλησιού υπάρχει μια επιγραφή, χαραγμένη στην πέτρα, μία αράδα σερβικά [σλαβονικά], μία ελληνικά. 36 Γράφουν για τα λείψανα που κείνται ενταύθα: του αγίου Σάββα, πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, και του Παύλου του Ομολογητή. Ο Τούρκος [ξεναγός] έλεγε ότι, όταν οι Τούρκοι ήθελαν να μπουν από την πόρτα στα λείψανα, βγήκε μια φλόγα από μέσα και τους έκαψε. Γι αυτό έκλεισαν με τοίχο αυτή την πόρτα, που ακόμα και σήμερα παραμένει έτσι κλειστή. Και τα είδαμε αυτά. Πήγαμε και προσκυνήσαμε και σε άλλους ναούς, όπως ένα στην κορυφή της πόλης, που λέγεται Τσαούς Μοναστήρι [Μονή Βλατάδων] και είχε πολλούς 34 Οι αγκύλες () χρησιμοποιούνται για τις συμπληρώσεις τού εκδότη, οι γωνιώδεις παρενθέσεις [] είναι δικές μου. 35 Ο Σωτηρίου (1952: ) δεν αναφέρει μια τέτοια επιγραφή. 36 Στη βιβλιογραφία που είχαμε στη διάθεση δεν επιβεβαιώνεται η ύπαρξη μιας δίγλωσσης επιγραφής στο ναό. Μάλλον πρόκειται για την επιγραφή στη δεύτερη κολόνα από αριστερά, στην είσοδο του κυρίως ναού, όπου τα ελληνικά γράμματα, με τις συντομογραφίες τους, θυμίζουν την κυριλλική κεφαλαιογράμματη γραφή ου αι. 49

50 καλόγερους. Εκεί μέσα είδα μαντείο των ειδώλων και μέσα ένα θαυμάσιο κτίσμα, με πολλές αψίδες παντού. Θα έλεγα ότι οι τοίχοι έχουν φάρδος δέκα πήχεων, και το ύψος ένας Θεός το ξέρει. Εκεί αποστάτησε εκείνος ο Δημάς ο απόστολος, που τον αναφέρει ο απόστολος Παύλος, και έγινε ιερέας των ειδώλων. 37 Όλα εκεί μέσα είναι διακοσμημένα με ψηφιδωτά ήδη από την εποχή των ειδώλων: αμπέλια, και λουλούδια, και δέντρα, αλλά δεν υπάρχει ανθρώπινη μορφή, μόνο πίσω από αυτόν το ναό το είδωλο απλώνεται στη γη ακρωτηριασμένο. Έχει, όπως μου φαίνεται, φάρδος δέκα πήχεις και τόσους ύψος, μονοκόμματο. Λένε ότι υπάρχουν και άλλα τόσα ακρωτηριασμένα, και παντού εκεί γύρω έχει σπασμένες και κομμένες μορφές. Από τη μια πλευρά έχει σκάλες, επειδή οι δικοί μας μέσα προσέθεσαν ιερό και έχτισαν μια εκκλησία. Οι Τούρκοι, πάλι, πρόσθεσαν μια θέση για το χότζα και τώρα έγινε τζαμί. Αυτά φαίνονται και αναγνωρίζονται. Και εκεί στη μέση της πόλης υπάρχουν αψίδες πιο ψηλές από τα σπίτια, που διακρίνονται και πέρα από τους δρόμους. Και εκεί πάνω φαίνονται οι γλυπτές μορφές, εκτελεστής, τα δικαστήρια και οι θρόνοι της πόλης. Και λένε ότι εκεί καθόταν ο εκτελεστής όταν ο Νέστορας νίκησε το Λυαίο στην αρένα. 38 Και κάτω προς τη θάλασσα είδαμε μια εκκλησία πολύ μεγάλη, την οποία έχτισε κάποιος βασιλιάς με πρότυπο την Αγία Σοφία. Τι θαυμάσιες κολόνες και αψίδες! Δεν μπορεί κανείς να τα χορτάσει ούτε με νου να τα καταλάβει. Και εκεί μας έλεγε ο Τούρκος ότι, όταν εισέβαλαν οι Τούρκοι και βρήκαν έναν καλόγερο στην κορυφή του πύργου και τον δολοφόνησαν, αυτός έπεσε στο παράθυρο και το αίμα του κύλησε έξω στον τοίχο, και φαίνεται ακόμα και το είδαμε κι εμείς. Και ο Τούρκος έλεγε ότι οι Τούρκοι πολλές φορές το καθάριζαν και έβαφαν τους τοίχους με ασβέστη αλλά δεν μπόρεσαν να το σβήσουν. Και φύγαμε από τη Θεσσαλονίκη τον Αύγουστο μήνα και μέρα εβδόμη, βγήκαμε στη θάλασσα στη γαλέρα και τη δεύτερη μέρα φτάσαμε στην πόλη Πλαταμώνα. Και εκεί πάνω από την πόλη υπάρχει ένα βουνό που λέγεται Babkina [της Γριάς], και κοντά σ αυτό και ένα άλλο που λέγεται Sargar. Σ αυτό το δεύτερο υπάρχει το μοναστήρι του Αγ. Μεγαλομάρτυρα Δημητρίου, θαυμάσιο, μαζί με την πόλη γύρω από το μοναστήρι και πάνω από 200 κελιά. Και ύστερα φτάσαμε στο Ζαγόρι, απέναντι από το Άγιον Όρος, και ταξιδεύσαμε έντεκα μέρες. Και εκεί στο Ζαγόρι περάσαμε εννέα μέρες. Και βαδίσαμε στο βουνό, και βρήκαμε μοναστήρια πολλά και εκκλησίες, και πολλά σταφύλια και φρούτα. Ο αριθμός των εκκλησιών ανερχόταν στα εκατό, και υπήρχαν πέντε χιλιάδες σπίτια, όλο χριστιανοί. Έχει τόσο πολύ κόσμο που δεν ξέρεις πάνω σε τι φυτρώνει το στάρι. Και εκεί είδαμε το ναό της Μεταμόρφωσης, πρόσφατα χτισμένο, μεγάλο και πολύ ωραίο, με τρία ιερά και τριάντα [άγνωστη λέξη], και ανάψανε 95 καντήλια χρυσά και ασημένια. Μπροστά στην εκκλησία βρίσκονται δύο ιαματικές πηγές και γύρω ο πευκώνας. Και πηγαίναμε κάθε μέρα στο ναό του Αγίου Νικολάου στον εσπερινό, στον όρθρο κάθε μέρα και ψέλναμε τη Λειτουργία. 37 «Δημᾶς γάρ με ἐγκατέλιπεν ἀγαπήσας τὸν νῦν αἰῶνα, καὶ ἐπορεύθη εἰς Θεσσαλονίκην», Β Τιμ Παραπέμπει στην γνωστή ιστορία από το συναξάρι (ο αγ. Δημήτριος ευλόγησε το Νέστορα να νικήσει τον ειδωλολάτρη παλαιστή Λυαίο), παρερμηνεύοντας τις μορφές στην αψίδα Γαλερίου. 50

51 Και φύγαμε και από εκεί και τη δεύτερη μέρα φτάσαμε κάτω στην Κασσάνδρα. Εκεί καθίσαμε για πέντε μέρες μέχρι να φορτώσουν το ξύλο, και φοβηθήκαμε τους πειρατές. Εκεί επίσης είδαμε την πόλη Τήρων, όπου μαρτύρησε ο άγιος Θεόδωρος ο Τήρων, 39 και τον πέταξαν από την όχθη στη θάλασσα. Τώρα είναι ερημιά. Στο δρόμο είδαμε και ένα μικρό νησί, όπου λένε ότι δεν έχει τίποτα, μόνο αγριοκάτσικα, κοντά στο Άγιον Όρος. Και φτάσαμε στον Άθω, ο άνεμος μας έφερε είτε το θέλαμε είτε όχι. Και είδαμε τα μοναστήρια του Αγίου Παύλου και της Αγίας Άννας. Φαίνονταν ο αμπελώνας και τα όρια των αγρών στα βράχια. Και από εκεί ξεκινήσαμε για τα ανοιχτά, και την τρίτη μέρα φτάσαμε στο βουνό Jur, όπου ο άγιος Αθανάσιος φυλάκισε τους δαίμονες με τις προσευχές του, και ακόμα βρίσκονται εκεί. Και έπεσε η νύχτα στη θάλασσα... [Ακολουθεί η τυπική περιγραφή της θύελλας που τους βρήκε μεταξύ Αγ. Όρους και Λήμνου.] Και ο κυβερνήτης αναγνώρισε την πόλη της Λήμνου και εκεί βρήκαμε καταφύγιο. Περιμέναμε 32 ώρες, και από εκεί τη μέρα της Αποκεφάλισης [του αγίου Ιωάννη] περάσαμε τη Σαμοθράκη, τη Bokča [Bozca], τη Λήμνο, την Ίμβρο και φτάσαμε στον κόλπο της Σμύρνης. Εκεί φύσηξε ένας άλλος άνεμος και μας έφερε στη Μυτιλήνη. Και σ αυτό το νησί της Μυτιλήνης έχει 300 χωριά και τέσσερα μοναστήρια των Ταξιάρχων και του Ιωάννη του Βαπτιστή. Και από εκεί περάσαμε την Balukada και τον κόλπο του Sakaz [Kuşada], και στις 30 Αυγούστου φτάσαμε στην πόλη του Sakaz [Sakız, Χίος], που παλιά ονομαζόταν Απόστολος της Χίου, και επισκεφτήκαμε πολλές εκκλησίες. Έχει 70 μητροπόλεις και 600 μικρές εκκλησίες, και λένε ότι έχει 2000 παπάδες. Είδαμε την εκκλησία της Αγίας Τριάδος που χτίστηκε πρόσφατα, με 55 παράθυρα, 67 μαρμάρινες κολόνες και 47 τάφους, και πολλές άλλες ομορφιές και πολύτιμα αντικείμενα είναι αδύνατο να περιγραφούν. Περάσαμε δύο μέρες εκεί, και από το Sakaz ξεκινήσαμε και περάσαμε τον κόλπο του Susam, και η αυγή μάς βρήκε στο πεδίο μάχης του Σαμψών, (όπου μαχόταν) με κάποια γυναίκα. Λένε ότι άκουσε ο Σαμψών ότι υπάρχει μια δυνατή γυναίκα, και έφερε μαζί του μια μεγάλη πέτρα από την Ανατολία, και αυτή έφερε ένα φορτίο πέτρες. Όταν ειδώθηκαν, ο Σαμψών πέταξε από την παραλία την πέτρα του στη θάλασσα και προεξείχε σαν ένα μεγάλο σπίτι, ενώ αυτή πέταξε τις δικές της πέτρες από το φορτίο στη γη, και τώρα φαίνεται ένας μεγάλος σωρός, και σταμάτησαν να μάχονται. Αυτό απέχει 80 μίλια από το Sakaz. Και εκείνη τη μέρα ξεκινήσαμε για την πόλη Histanđos, που νωρίτερα, τον καιρό των αποστόλων λεγόταν Konjanitu [;]. Και βρήκαμε άφθονο ψωμί, κρασί και σταφύλια. Και εκεί στην πόλη είδαμε ένα παράξενο δέντρο με κορμό 39 Ο αγ. μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος ο Τήρων ( 307), μνημονεύεται με το «θαύμα κολλύβων» το πρώτο Σάββατο της Μεγάλης Σαρακοστής. Η πόλη αυτή, ωστόσο, δεν υπάρχει, επειδή το «Τήρων» προέρχεται από το λατινικό tiro και σημαίνει «νεοσύλλεκτος» (ο αγ. Θεόδωρος ήταν στρατηγός). Ως τόπος της μαρτυρίας του αναφέρεται η Heraclea Sitica, κοντά στο σημερινό Ζερβοχώρι του Ν. Σερρών. Ο Jerotej βασίζεται προφανώς σε τοπικούς θρύλους. Υπάρχει παρεμπιπτόντως και ο αγ. Θεόδωρος της Τύρου, τον οποίο η Εκκλησία μνημονεύει στις 5 Ιουνίου. 51

52 12 πήχεις, περιτειχισμένο στη ρίζα του με πέτρες που αυτές στηρίζονταν σε κολόνες: πέτρινες κολόνες 42, ξύλινες 34 και μαρμάρινες 8, και όλες αυτές οι κολόνες στηρίζουν τα κλαριά αυτού του δέντρου. Γύρω από αυτό το δέντρο έχει ένα σιντριβάνι, και δύο βρύσες, και δύο πηγάδια, και δύο διώροφα με έξι κρεβάτια, και τέσσερα καφενεία, και ένα εμπορικό μαγαζί, και ένα τζαμί, και δύο κρεοπωλεία, και ένα αρτοποιείο και τέσσερα αποχωρητήρια. Κάτω από αυτό το δέντρο έχει πάντα 200 με 300 ανθρώπους, που κάθονται στη σκιά. Και είδα πολλά φαγητά, γιατί ό,τι τύχει να περισσεύει από το φαγητό, δεν το προστατεύει κανείς τη μέρα, ούτε τη νύχτα, ούτε το σκεπάζουν, ούτε το φυλούν, και αυτό μας φάνηκε περίεργο. Και από εκεί ξεκινήσαμε τη δεύτερη μέρα για τη Ρόδο, και επισκεφτήκαμε τις εκκλησίες, και είδαμε πολλές ομορφιές. Και αυτή την πόλη την έχτισαν οι Μαλτέζοι. Τέτοιο όμορφο και δυνατό κάστρο δεν υπάρχει πουθενά αλλού. Εκεί βρισκόταν ένα από τα θαύματα: όπου το άγαλμα στεκόταν με το ένα πόδι πάνω σ ένα πύργο, και με το άλλο στο άλλο, σε απόσταση όσο φτάνει το τουφέκι. Και εκεί περιμέναμε δεκατέσσερις μέρες. Ύστερα ξεκινήσαμε από τη Ρόδο το μήνα Σεπτέμβρη και την 18 η μέρα στο μεγάλο πέλαγος, με 18 καράβια και 2 πλοία... [Ακολουθεί το κύριο μέρος του ταξιδιού. Στην επιστροφή πάλι φτάνουν στην Ελλάδα.] Και περάσαμε ακόμα πολλές πόλεις και χωριά ώσπου να φτάσουμε στη Ρόδο. Και η Ρόδος είναι στο νησί. Και είναι θαυμάσια αυτή η πόλη, ισχυρή και ωραία, και την έχτισαν οι Μαλτέζοι. Και απέναντι από αυτήν είναι άλλη μια πόλη στην Ανατολία, που ανήκε παλιά στους Μαλτέζους, αλλά τώρα είναι οι Τούρκοι μέσα της. Και από εκεί πήγαμε στο Stankoje, το οποίο είναι μια πόλη με πολλούς ανεμόμυλους, και από εκεί στην πόλη Sakaz. Στο νησί του Sakaz, ή μάλλον βιλαέτι, έχει, όπως λένε, 390 εκκλησίες. Παλιά λεγόταν Χίος. Και από εκεί πήγαμε προς την Τροία, μια μεγάλη πόλη, και πολύ θαυμάσαμε το μέγεθός της. Βρίσκεται στην ανατολική πλευρά κοντά στη θάλασσα, και φαίνονται ακόμα και σήμερα τα τείχη της εδώ-εκεί, όλα έρημα και γκρεμισμένα. Κοντά της έχει πολλούς μύλους. Οι Τούρκοι παίρνουν πέτρες ακόμα και σήμερα και χτίζουν πόλεις. Και φτάσαμε στην Καλλίπολη, που θα πει Καλή Πόλη. Εκεί πρώτα πέρασαν οι Τούρκοι τη θάλασσα, που στο φάρδος δεν ξεπερνάει δύο φορές το Δούναβη. Από εκεί πέρασαν στη σερβική γη. Και έχει πόλεις και χωριά και από τις δυο πλευρές, και κάμπους ωραίους, ίσιους. Και φτάσαμε στην πόλη Μαρμαρά, σ ένα νησί, και εκεί περάσαμε τη νύχτα. Και απέναντι από αυτό το νησί έχει ένα σημείο στη θάλασσα όταν οι Λατίνοι έφεραν τον άγιο θρόνο από την (Αγία) Σοφία, από εκεί έπεσε στη θάλασσα από το καράβι, και τώρα αναβλύζει μύρο στη θάλασσα. Και όταν είναι ήσυχη η θάλασσα, μπορεί να το μαζεύει ο κόσμος, και φαίνεται στην επιφάνεια της θάλασσας. Και φτάσαμε στην Κωνσταντινούπολη το μήνα Ιούλιο και τη μέρα 12, όπου είδαμε μια μεγάλη πόλη. Δεν μπορεί να τη δει κανείς ολόκληρη. Μου φαίνεται ότι σ όλη τη γη δεν υπάρχει πιο μεγάλη. Και εκεί είδα τη μεγάλη εκκλησία της (Αγίας) Σοφίας. Και πήγα την Κυριακή το πρωί με τον Grigorije 52

53 στον πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, και πήγαμε στον όρθρο και στη λειτουργία, και μετά πήγαμε για ύπνο. Και εκεί στον πατριάρχη άκουσα ότι πρώτα μνημονεύουν τον της Κωνσταντινούπολης και μετά τον των Ιεροσολύμων. Και αφήσαμε την Κωνσταντινούπολη στις δύο Ιουλίου. Και τρεις μέρες ταξιδεύαμε δίπλα στη θάλασσα, όλο προς τη Θεσσαλονίκη. Και είδα εκεί μια γέφυρα, ένα μίλι περπάτημα από τη θάλασσα, και ωραίους κάμπους. Και για την ένατη διανυκτέρευση πήγαμε στους Φιλίππους, πολύ μεγάλη πόλη. Φαίνεται ακόμα πού βρισκόταν το κάστρο. Λένε ότι αυτό το κάστρο το έχτισε απ τα θεμέλια ο Filip Dragilović [Φίλιππος Βʹ]. 40 Και περάσαμε εκεί μια μέρα, και την άλλη στο Pazardžik, έξι ώρες από τους Φιλίππους, μέσ στα βουνά, όπου έχει πολλά πρόβατα στα βουνά που το καλοκαίρι τα πάνε στη θάλασσα. Από εκεί μετά από πολύ μεγάλο δρόμο φτάσαμε στη Σόφια Η σλαβική μετάφραση του μυθιστορήματος περί Μεγαλέξανδρου περιέχει ενδιαφέρουσες μεταφράσεις και μεταγραφές ονομάτων. Ο Αλέξανδρος μεταφράζεται ως Lesandar Srbljanin [Σέρβος], το Αιγαίο ως Belo more [Άσπρη Θάλασσα], η Παλλάδα Αθηνά ως Palež gospođa [Κυρία της Φωτιάς] κ. ο. κ. Έτσι και ο Φίλιππος έγινε Dragilović («Αγαπητόπουλος»). 53

54 2 Jovan Rajić Θαλασσοπλοΐα 1758 Ìîðgïëàâàí g ²âàíà Ðàè à 1758 ãîäà [Η Θαλασσοπλοΐα του Jovan Rajić το έτος 1758], πρώτη έκδοση στο περιοδικό Ñgðáñê é ëhòîïèñú VII, 24 (1831) σσ , σύγχρονη έκδ. στον Jovanović (1997: ). (απόσπασμα) Και έτσι, ελέω του Δημιουργού, στις 20 Ιουλίου νωρίς, στη μισή της ένατης ώρας, (μπήκαμε) στον κόλπο, και το μεσημέρι αράξαμε στην ακτή της Κωνσταντινούπολης. Πρώτα οι τελώνες του σουλτάνου επιθεώρησαν ολόκληρο το καράβι, και όταν μας έλεγξαν, μας απόλυσαν. Μετά ήρθαν και οι εισπράκτορες και μας ζήτησαν χαράτσια, αλλά εμείς, δείχνοντάς τους τολμηρά το ρωσικό διαβατήριο, τους κλείσαμε το στόμα. Αυτοί όμως μας διέταξαν να μαζευτούμε και να φύγουμε από το καράβι. Πιο πολύ από τη θάλασσα φοβηθήκαμε τη διαμονή στην πόλη, γιατί εκείνη την εποχή σχεδόν όλη η Κωνσταντινούπολη είχε μολυνθεί από λοιμό, και εμείς, αποφεύγοντας το μεγάλο κακό, προσπαθήσαμε να επιλέξουμε το μικρότερο δεν πήγαμε να μείνουμε μέσα στην την πόλη αλλά στην απέναντι όχθη του κόλπου. Βρήκαμε ένα μικρό δωμάτιο στο Γαλατά και εκεί περάσαμε με μεγάλο φόβο έξι μέρες ώσπου να βρούμε ένα καραβάκι για το Άγιον Όρος. Μετά περάσαμε ακόμα τρεις μέρες στη Ladijna [;] κάτω στην Κωνσταντινούπολη. Και όπως έδωσε ο Θεός, μόλις ξημέρωσε η 29 Ιουλίου, οι ναύτες άρχισαν να ετοιμάζονται για το ταξίδι, αλλά η τούρκικη κακία (μας φόρτωσαν και κάτι φυλακισμένους να τους πάμε μέχρι τα ίδια τα Κάστρα) μας κράτησε μέχρι τις εννέα το πρωί. Όταν ήρθε αυτή η ώρα, αναχωρήσαμε από την Κωνσταντινούπολη και ταξιδεύαμε μέχρι το Άγιον Όρος πέντε μέρες, στα παραθαλάσσια μέρη και κοντά στην παραλία και όχι με λιγότερο φόβο και θύελλα απ ό,τι στη Μαύρη Θάλασσα. Και την έκτη μέρα, που θα πει 3 Αυγούστου οι ναύτες μάς αποβίβασαν στη στεριά από τη νότια πλευρά, στη σκήτη της Αγίας Άννας, και από εκεί μετά, ενοικιάζοντας ένα σκάφος, μέσα σε μια νύχτα φτάσαμε στο λιμάνι της Ζωγράφου. Από αυτό δε τον τόπο μέχρι τη Μ. Ζωγράφου και τη Μ. Χιλανδαρίου νωρίς το πρωί επτά Αυγούστου μας πήγαν με τα μουλάρια της Ζωγράφου χάρη στον αρχιμανδρίτη της Ζωγράφου κ. Ακάκιου. Στο Χιλανδάρι έμεινα μέχρι τις επτά Οκτωβρίου. Έφυγα με τον αρχιμανδρίτη Γεράσιμο και τους άλλους που έσπευσαν στο Karlovci, 41 και ο συνοδός μου έμεινε στο μοναστήρι. Στη διάρκεια αυτής της διαμονής επισκεφτήκαμε όλα τα μοναστήρια και τις πιο σημαντικές σκήτες, και λάβαμε ευλογία από τους πατέρες που ζουν εκεί.» 41 Έδρα του Μητροπολίτη και τότε πνευματικό κέντρο των Σέρβων της Βοϊβοντίνας, κοντά στο Βελιγράδι. 54

55 3 Dositej Obradović Βίος και περιπέτειες , Животь и приключенїя Димитрїя Обрадовича, нареченогα у калућерству Досїѳеа: нимь истимъ списать и издать [Βίος και περιπέτειες του Dimitrije Obradović, στη μοναστηριακή ζωή επονομαζομένου Dositej, εγράφη και εξεδόθη υπό του ιδίου]. У Лаипсїку, у тїпографїи Браиткопфа Οι σελίδες εδώ παραπέμπουν στη σύγχρονη έκδοση: Dositej Obradović, Izabrana dela. Beograd: Narodna knjiga (αποσπάσματα) Αʹ ΙΙ. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ (σσ ) Βρισκόταν τότε στο Čakovo κάποιος γερο-δήμας, Έλληνας. Ούτε ένας όρθρος, ούτε εσπερινός και όποια άλλη τελετή γίνεται στην εκκλησία δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς αυτόν πολλές φορές ο εφημέριος παπάς αναγκαζόταν να έρθει στην εκκλησία και εκτός εορτών μόνο και μόνο για χατίρι του. Κρύο, ζέστη, λάσπη, βροχή, τίποτα δεν μπορούσε να τον σταματήσει να παρευρεθεί σύμφωνα με τους κανόνες, και πολλές φορές ακόμα και πριν απ ό,τι ορίζουν οι κανόνες και πριν καν ανοίξει η εκκλησία, στεκόταν στην πόρτα της εκκλησίας και φώναζε, έβριζε στα ελληνικά με θυμό και έψεγε τους παπάδες που αργούν. Αυτές είναι οι πρώτες ελληνικές λέξεις που έμαθα, ακούγοντάς τες συχνά από αυτόν: «Katarameni papades pu katonde metismeni». 42 Μου φαίνεται ότι εκείνο τον καιρό όλοι οι ιερείς του Čakovo θα χαίρονταν το θάνατό του πιο πολύ από το να πέθανε κάποιος από τους ηγεμόνες τους τόσο τον βαρέθηκαν. «Ευλόγησον, Πνεύμα», «Φως ιλαρόν», «Αξίωσον, Κύριε», «Νυν απολύεις», όλα αυτά τα αναγίνωσκε στα ελληνικά όταν τύχαινε καμιά φορά να του το αρπάξει ο πρωτοπρεσβύτερος ή κάποιος άλλος παπάς, έφευγε αγανακτισμένος από την εκκλησία, λες και δε γινόταν καμιά προσευχή μέσα. Όντως, αν δεν έλπιζε ότι θα διάβαζε στον εσπερινό, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον το «Nin apoliis ton dulon su, despota», δεν θα ερχόταν ποτέ εκεί. Ακούγοντας, λοιπόν, κάθε μέρα αυτόν τον γερο-δήμα, σιγά σιγά συνήθισαν τα αυτιά μου στο ελληνικό ανάγνωσμα. Η εκ των παιδικών μου χρόνων εγγενής περιέργεια για όσα δεν γνωρίζω, άρχισε να με ωθεί στο να μάθω ελληνικά. Και έτσι κατά τυχερή ή, για μένα, άτυχη, όπως σύντομα θα φανερωθεί σύμπτωση, άκουσα κάπου ότι ήρθε ένας daskal στους Έλληνες για να διδάξει τα παιδιά τους. Αμέσως την επόμενη μέρα πήρα μαζί μου το βιβλίο κατήχησης, ανακατεύτηκα στα ελληνικά παιδιά και πήγα στον Έλληνα δάσκαλο για να μαθαίνω ελληνικά. Ο θείος μου ο Nikola δεν ήταν στο σπίτι, και η θεία Marica δεν ανακατευόταν στην εκπαίδευσή μου χαιρόταν να πηγαίνω στο σχολείο, όποιο και να ήταν. Και εμένα μου φάνηκε ότι εκείνη τη μέρα βρισκόμουν στο θείο παράδεισο. Σαν να ήτανε η ψυχή μου πριν πολλές χιλιάδες χρόνια σε κάποιο μαθητή του Πυθαγόρα, και ωσάν να ήξερε κάποτε τη χρυσή και γλυκιά γλώσσα του Σωκράτη και του Ομήρου, και σαν να την ξέχασε πίνοντας το νερό 42 Με λατινικούς χαρακτήρες αποδίδουμε ό,τι στο πρωτότυπο είναι γραμμένο στην ελληνική γλώσσα και με σερβικό αλφάβητο. 55

56 της λήθης, και ξαφνικά πάλι σαν να ξανασυναντήθηκε με τη μελίρρυτη γλυκύτητά της και άρχισε με φλεγόμενη καρδιά και ψυχή να την μαθαίνει. Έτσι ένιωθα εγώ κοιτάζοντας τα ελληνικά γράμματα και προφέροντας: άλφα, βήτα, γάμα, δέλτα, έψιλον και λοιπά. Όπως νιώθει μια νέα και στοργική μητέρα, η οποία βυζαίνει ακόμα το πρωτότοκο μωρό της, όταν πάει στη γειτονιά για ένα λεπτό αφήνοντας στην κούνια κοιμισμένο το αγαπημένο τέκνο της, και όταν γυρίζει με στήθος γεμάτο με νέκταρ της ανθρώπινης ζωής και βρίσκει τον αγαπημένο καρπό της κοιλίας της να κλαίει και να θρηνεί για το στήθος της, παίρνει το τέκνο της στο μητρικό της κόλπο, το αγκαλιάζει με στοργή, το φιλάει γλυκά και του δίνει το στήθος έτσι ένιωσα εγώ όταν για πρώτη φορά προσπέλασα τα γράμματα του αγαπημένου Σωκράτη. Ω, ημέρα της χαράς ανείπωτης και της απερίγραπτης μακαριότητας! Και πράγματι, μια τέτοια και τόσο μεγάλη χαρά ήταν λογικό να είναι βραχύβια. Σκεφτόμουν μέσα μου: όταν μάθω ακόμα και τα ελληνικά, ποιος θα είναι πιο έξυπνος από μένα; Πέφτοντας στο κρεβάτι στο στόμα μου όλο είχα: άλφα, βήτα, γάμα, δέλτα, έψιλον. Στον ύπνο μου ονειρευόμουν όχι μόνο ότι διαβάζω τέλεια τα ελληνικά και τα προφέρω πιο λεπτά και πιο όμορφα από το γερο-δήμα, αλλά και ότι είμαι ντυμένος ελληνικά ρούχα και φαρδιά παντελόνια (dimlije) όταν ξυπνούσα, έκρινα το όνειρό μου ως καλό. Και έτσι τη στιγμή που ετοιμαζόμουν να πάω στον daskal μου, ξαφνικά εμφανίστηκαν δύο μεγάλοι μαθητές από το παλιό μου σχολείο και μπήκαν στο σπίτι λέγοντας ότι ο προηγούμενος δάσκαλός μου απαιτεί να μιλήσει μαζί μου, και να έρθω μαζί τους αμέσως και χωρίς καθυστέρηση ή αναβολή, γιατί αλλιώς, αν είναι αναγκαίο, είναι εξουσιοδοτημένοι να χρησιμοποιήσουν τη βία. Δεν ήταν συνήθειά μου να πηγαίνω στο σχολείο με το ζόρι ούτε με συνοδεία μεγαλύτερων μαθητών αυτό ήταν συνηθισμένο για το μικρό μου αδελφό Luka, τον οποίο κάθε Δευτέρα δύο μεγαλύτερα παιδιά τον έσπρωχναν ή τον τραβούσαν στο σχολείο. Δεν ένιωσα πολύ καλά και η καρδιά μου άρχισε να προαισθάνεται κάποιο κακό, αλλά από την άλλη, επειδή η συνείδησή μου δεν μου έλεγε ότι έκανα κάτι κακό, μήτε ξέροντας τι να σκεφτώ για όλα αυτά, πήρα το βιβλίο κατήχησης, το ξεσκόνισα, ξεκίνησα και έφτασα στο παλιό μου σχολείο. Ο δάσκαλός μου, ψευτοχαμογελώντας, με ρώτησε πού ήμουν χθες, προσθέτοντας ότι κάτι άκουσε, αλλά για να είναι σίγουρος θα ήθελε να πληροφορηθεί από μένα για όλη την υπόθεση. Εγώ είδα ότι το γέλιο του δεν του έρχεται από την καρδιά και ότι υπάρχει κάτι το προσποιητό και πονηρό μέσα του, αλλά παρ όλα αυτά, γνωρίζοντας την αθωότητά μου και μη βλέποντας τίποτα που να μπορούσα να φοβηθώ, πήρα το θάρρος και, χαμογελώντας και ο ίδιος, του είπα όλη την αλήθεια. Και αυτός: «Να ξέρεις, Dimitrije, ότι οι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν πάνω τους τους μεγαλύτερους, δεν είναι καλό να ξεκινούν ούτε να επιχειρούν τίποτα με το δικό τους το κεφάλι εάν καμιά φορά, δυστυχώς, υποκύψουν σε τέτοιο πειρασμό, πρέπει να τους δοθεί να καταλάβουν ότι η δουλειά τους δεν θα πάει προς το καλό. Λοιπόν, το να θυμάσαι τέλεια τόσο την αλήθεια του λόγου μου, όσο τη στιγμή που άρχισες να μαθαίνεις ελληνικά, θα το φροντίσω εγώ τώρα.» Και όταν τα είπε όλα αυτά, φώναξε: «Ξάπλωσε!» Αυτήν την πικρή και ατυχή φράση τη χρησιμοποιούσε όταν ήταν κάποιος να φάει ξύλο. Εγώ να «ξαπλώσω»! Ω να ξάπλωνε αυτός στο φορείο! Εγώ, ο δειλός 56

57 και φοβητσιάρης που όταν άκουγα ακόμα και για άλλους αυτή την τρομερή φράση, τρόμαζα σαν να χτυπούσε βροντή δίπλα μου, και έτρεμα σαν να με έκαιγε ο πυρετός. Με άρπαξαν οι τέσσερις, με κατέβασαν και με τέντωσαν πάνω στο θρανίο. Κρατώντας με έτσι τεντωμένο σαν βοδινό δέρμα, άλλοι από το κεφάλι και τα χέρια, άλλοι από τα πόδια, άρχισε το χτύπημα του διπλού μαστίγιου πάνω στο γυμνό πετσί. Εν συντομία, για να μην τα πολυλογώ, με κέρασε μια ντουζίνα χτυπήματα τόσο φλογερά, που ούτε το πυρακτωμένο σίδερο δεν θα με έκαιγε χειρότερα. Η τελετή αυτή άσκησε τόση επίδραση πάνω μου που καταράστηκα το γερο-δήμα, τον Έλληνα δάσκαλο, και το όνειρο με τα φαρδιά παντελόνια ούτε ξέρω τι απέγινε ύστερα ο δάσκαλος, γιατί ούτε τον είδα ξανά ούτε άκουσα τίποτα γι αυτόν. Μόλις κάμποσα χρόνια μετά από αυτό το συμβάν ξύπνησε στην καρδιά μου για δεύτερή φορά η επιθυμία για τη γλώσσα του Ομήρου, και έτσι πήγα από το Srem στη Δαλματία, από τη Δαλματία στην Κέρκυρα, από την Κέρκυρα στο Μοριά, από το Μοριά στο Άγιον Όρος, και από το Άγιον Όρος στη Σμύρνη. [...] Β ΙΙΙ. ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ ΚΥΡΙΕ! (σσ ) Το καράβι με το οποίο ξεκίνησα για την Κέρκυρα είχε περίπου είκοσι ναύτες, όλοι Έλληνες, και εγώ δεν ήξερα ούτε λέξη ελληνικά σκεφτείτε πώς ένιωθα. Και έτσι όπως έμαθαν ότι εγώ δεν καταλαβαίνω τη γλώσσα τους, τόσο πιο πολύ ήθελαν να μιλήσουν μαζί μου. Καλό μου έκανε που στο Knin έμαθα λίγα ιταλικά (μου ήταν εύκολο λόγω της μεγάλης ομοιότητάς τους με τα βλάχικα [=ρουμανικά]), οπότε μπόρεσα να μιλάω με το καπετάνιο του καραβιού και με μερικούς από τους ναύτες αλλιώς δεν ξέρω τι θα έκανα. Άκουγα με μεγάλη προσοχή μήπως και καταλάβω τίποτα. Ούτε ένα ιώτα! Ποτέ εις τον αιώνα, σκέφτηκα, δεν θα μάθω αυτή τη γλώσσα. Μα είναι τόσο ψιλά, ψιλά, πέρα από κάθε μέτρο και λόγο. Τα λόγια ξεχύνονται από το στόμα τους σαν το ίδιο το κεχρί και όλο παραξενευόμουν πώς μπορούν και καταλαβαίνονται μεταξύ τους. Αλλά έχει ο Θεός, είπα, παρηγορώντας τον εαυτό μου όσο έχω αυτά τα κέρματα, θα μοχθήσω μήπως και μάθω τίποτα, και όταν τελειώσουν, θα ξαναγυρίσω στη Δαλματία. Όμορφος ο καιρός, πολύ ευνοϊκός ο άνεμος και έτσι την τρίτη μέρα φτάσαμε στο λιμάνι της πόλης της Κέρκυρας. Πλήρωσα στον καπετάνιο για το ταξίδι, και εκείνος κάλεσε έναν άνθρωπο με βάρκα, στον οποίο για να με πάει στην ακτή αντί για δύο γαζέτες έδωσα είκοσι, υπό τον όρο να φροντίσει να μου βρει στέγη κάπου που να μιλούν ιταλικά. Εκείνος πήρε τα χρήματα, με πήγε στην ακτή, πέταξε πίσω μου την τσάντα μου, έφυγε και όπου τον πάει. Φώναζα, παρακαλούσα. Εκείνος τίποτα πρέπει να ήταν τελείως κουφός. Έμεινα έτσι στην παραλία του προαστίου, που ύστερα έμαθα ότι το λένε Μαντούκι [Mandoć], γυρνώντας το κεφάλι δεξιά κι αριστερά και μην ξέροντας πού θα πάω και τι θα κάνω. Μία η ώρα το μεσημέρι, καίει ο ήλιος, και δε σ αφήνει να στέκεσαι πια εκεί. Παρατήρησα στην άκρη του προαστίου ένα φαρδύ τείχος του φρουρίου, και 57

58 μέσα τα κτήρια και μια ωραία εκκλησία. Είδα την πόρτα της αυλής ανοιχτή. Μπήκα και κάθισα μπροστά στην εκκλησία κάτω από το καμπαναριό στην ευχάριστη σκιά, με σκοπό να περιμένω εκεί μέχρι να πέσει ο ήλιος και να δροσίσει η μέρα. Εδώ, σκεπτόμενος και στενοχωρημένος, μπερδεμένος από τη θαλασσοπλοΐα, που είχα κάνει πρώτη φορά για τόσον καιρό, και σαν μεθυσμένος, ούτε που σκέφτηκα ότι δεν έφαγα το μεσημέρι. Καθισμένος, ακούμπησα στον τοίχο και με πήρε ο ύπνος. Από τον ύπνο άκουσα ψίθυρους, άνοιξα τα μάτια. Να μου πει τώρα όποιος ξέρει, τι είδα; Ένα πλήθος κοριτσιών απερίγραπτης ομορφιάς και ανάμεσά τους καλόγριες πρόβαλαν στα παράθυρα. Τι θα γίνει τώρα μαζί μου, ένας Θεός το ξέρει, σκέφτηκα αλλά τι φταίω εγώ που η πόρτα ήταν ανοιχτή. Εκείνη τη στιγμή μπήκε μέσα στην αυλή και με πλησίασε ένας ιερέας με μεγάλα γένια άσπρα σαν το χιόνι, που όταν είδε πως εγώ δεν καταλαβαίνω τίποτα στα ελληνικά, άρχισε να μιλάει ιταλικά, και όταν τον ρώτησα μου είπε ότι εκείνο είναι μοναστήρι με καλόγριες όπου οι κόρες των ευγενών Κερκυραίων σπουδάζουν και εκπαιδεύονται. Άνοιξε την εκκλησία εκεί προσκύνησα και φίλησα τις άγιες εικόνες ζωγραφισμένες με εξαιρετική ομορφιά. Τότε ήρθε μια τιμιότατη σε εμφάνιση γριά με άλλες δύο δεσποινίδες, περίεργες να μάθουν ποιος είμαι, πού πάω και γιατί. Τους είπα, και το πώς με άφησε στην ακτή εκείνος ο αλήτης ο βαρκάρης. Με λυπήθηκαν και μου είπε η γριά: «Να είσαι ευγνώμων στο Θεό που δεν πέτυχες κάποιον χειρότερο, που θα σου έπαιρνε και την τσάντα!» Στην ερώτησή τους, αν έχω χρήματα για ένα τέτοιο μακρινό ταξίδι σε ξένα μέρη, τους απάντησα ότι έχω αρκετά χρήματα για δύο ή τρία χρόνια. Τότε η κυρία έταξε στον ιερέα του παρεκκλησιού (αυτός ήταν εκείνος ο ιερέας) να με πάρει στο σπίτι του του μίλησε στα ελληνικά, και μετά στράφηκε σε μένα: «Μπορείτε να μείνετε στο σπίτι του παπα-μάρκου, εάν σας βολεύει, ένα ή δύο μήνες μέχρι να μάθετε λίγα ελληνικά, γιατί μετά θα πάτε σε μέρη όπου δεν μιλούν ιταλικά. Και γι αυτούς τους δύο μήνες εγώ θα πληρώσω για σας εσείς δεν οφείλετε να του δώσετε χρήματα. Ωστόσο, προσέξτε να μην του δανείσετε τίποτα αυτό είναι το μόνο του ελάττωμα: δανείζεται, και ύστερα δεν θέλει να τα δώσει πίσω. Και μέχρι να γνωρίσετε κάποιον πολύ καλά, να μην εμπιστεύεστε κανέναν.» Της ευχαρίστησα για τη μητρική της χάρη και φροντίδα και της είπα ότι έχω σκοπό να μείνω εκεί ένα μήνα το πολύ, γιατί είμαι πρόθυμος να φτάσω στον Άθω όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Ο παπα-μάρκος με πήγε στο σπίτι του και μου βρήκε έναν νέο Δαλματό στρατιώτη, που ήξερε καλά ελληνικά. Συνεννοηθήκαμε για ένα τσεκίνι [zecchino] το μήνα να έρχεται τη μια συγκεκριμένη ώρα, και άρχισα να γράφω με το αλφάβητό μας τις απαραίτητες λέξεις και φράσεις στα ελληνικά. Αυτός ο στρατιώτης με σύστησε την επόμενη μέρα σ έναν τίμιο άνθρωπο από την Ερζεγοβίνη, ονόματι Antonije, ο οποίος είχε δύο δικά του μαγαζιά στην πόλη, εμπορευόταν διάφορα φρούτα και λαχανικά, είχε παντρευτεί εκεί και ήταν εύπορος. Και αυτός μου τόνισε να μη δανείσω τίποτα υπό κανέναν όρο στον οικοδεσπότη μου, και εάν μου ζητήσει κάτι, να του πω ότι τα χρήματά μου είναι στη φύλαξη του Antonije Šćavun Šćavun, ιταλ. Sciavone δηλ. «Σλάβος», ήταν η γενική ονομασία των Ιταλών για τους Σέρβους και τους Κροάτες (Στογιάνοβιτς 1989:393). 58

59 Την πέμπτη μέρα ο παπάς μου, μάλλον επειδή έψαξε στην τσάντα μου και βλέποντας ότι δεν είχε τίποτα παρά δύο-τρία βιβλία, κάποια χειρόγραφα χαρτιά και ρούχα, με ρώτησε στο μεσημεριανό πού έχω τα χρήματά μου, λέγοντας ότι δεν είναι «senza rischio», που πάει να πει ασφαλές, «να τα παίρνεις μαζί σου παντού, αλλά δώσε μού τα για να στα φυλάξω». Εγώ, ήδη προετοιμασμένος γι αυτό, του είπα ποιος τα έχει. Κοκκίνισε ολόκληρος σαν βρασμένος κάβουρας και κοιτάζοντάς με στραβά, μου είπε: «Che maledetta difidenza hè questa! La madre superiora quel, ch el ga detto, non miga l ga parlato da senno, solomete per scherzo.» Αυτό θα πει: «Τι καταραμένη δυσπιστία είναι αυτή! Η μητέρα ηγουμένη όσα είπε, δεν το είπε καθόλου στα σοβαρά, αλλά για αστείο!» Σιωπούσα, σκεφτόμενος: είτε αστείο είτε όχι, εσύ δεν θα πάρεις τίποτα. Και τότε τον κοίταξα με τον ίδιο τρόπο όπως με κοίταξε αυτός εμένα, δείχνοντάς του ότι δεν νοιάζομαι γι αυτόν ούτε για το σπίτι του, αλλά έχω τίμιο γνωστό στην πόλη, και χρήματα στο κεμέρι, και ότι αυτό μου αρκεί. Το απόγευμα ήρθε ο στρατιώτης μου. Του είπα τι μου έχει συμβεί με τον οικοδεσπότη. Μου λέει: «Αν δεν είσαι πρόθυμος γι αυτό το μήνα να οικονομήσεις τρία ή τέσσερα τσεκίνια, μπορείς με τόσα στην πόλη να έχεις στέγη και σίτιση.» «Δεν ήρθα εδώ για να κάνω οικονομίες, αλλά όσα έχω, να ξοδεύω», του απάντησα. «Αφού είναι έτσι», πήρε αυτός την τσάντα μου, «έλα μαζί μου». Περάσαμε το δωμάτιο του παπά και του είπαμε ότι εμείς φεύγουμε. Άρχισε να παρακαλάει να μην του κάνουμε αυτή την ντροπή, ότι θα καταστραφεί αν το ακούσει η κυρία ηγουμένη ορκίζεται ότι δεν το έλεγε για κακό πήρε την τσάντα μου και δεν την άφηνε. Και όταν άρχισε να τον βρίζει ο στρατιώτης μου, μιλώντας του ελληνικά, μπερδεύτηκε και τράβηξε πίσω τα χέρια. Για την αγάπη του Θεού με παρακαλάει να μην πάω να παραπονεθώ στην ηγουμένη. «Όσο γι αυτό, μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος», του είπα, «δεν ήρθα εδώ για να τριγυρνώ στα δικαστήρια». Φτάσαμε στην πόλη στο φίλο μας από την Ερζεγοβίνη, που μας έλεγε γελώντας: «Το ήξερα ότι θα γίνει έτσι εκείνος είναι ένας κακός παπάς. Αλλά η κυρία ηγουμένη, καλή ψυχή, βλέποντάς τον να κλαίει όταν ιερουργεί, γελιέται και πιστεύει ότι δεν είναι τελείως κακός.» Έχει στην πόλη ένα όμορφο μοναστηράκι της Αγ. Αικατερίνης με πέντε καλόγερους. Μας είπε ο Antonije ότι αυτοί ευχαρίστως δέχονται τους ξένους για διαμονή ανά εβδομάδα και ανά μήνα, και επειδή είναι άεργοι, θα μπορούσα να επωφεληθώ από αυτούς και για κουβέντα. Πήγαμε σ αυτούς και συνεννοηθήκαμε για δεκαπέντε μέρες με ενάμιση τσεκίνι. Και αυτοί με τη σειρά τους με ρωτούσαν: πόσα χρήματα έχω, από πού τα έχω και πού είναι; Όταν άκουγαν ότι είναι στον Antonije Šćavun, κανένας δεν το άκουγε με χαρά. Α, τεμπέλικες κοιλιές, σκεφτόμουν μέσα μου, θα τους άρεσε να ζουν άεργοι και να έχουν και χρήματα! Ας δίδασκαν τα παιδιά όπως εγώ, και θα τα είχαν. Αυτό το μοναστηράκι έχει καλά έσοδα, αλλά στον ηγούμενο και τους καλόγερους δεν δίνουν τίποτα εκτός απ όσα χρειάζονται για φαγητό και ντύσιμο, ενώ τα υπόλοιπα τα παίρνουν οι λαϊκοί και τα ξοδεύουν στα σχολεία και το νοσοκομείο της πόλης, το οποίο είναι μεγάλο και πολύ όμορφο. Σ αυτό το μέρος κάθισα σαράντα πέντε μέρες, έγραψα και έμαθα απέξω πολλές και διάφορες φράσεις. Ο Antonije με σύστησε σε κάποιους καπεταναίους 59

60 και ταγματάρχες στη βενετική υπηρεσία, Δαλματούς και Μαυροβούνιους, οι οποίοι με πήγαν στον πρωτοπρεσβύτερο της πόλης, του έδειξαν και του μετέφρασαν τη συστατική μου επιστολή και τον παρακάλεσαν να μπορέσω να ιερουργήσω καμιά φορά στην εκκλησία της Αγ. Αικατερίνης στα σλαβικά. Σ αυτό το νησί ο λαϊκός πρωτοπρεσβύτερος είναι επικεφαλής όλου του ιερατείου. Οποιοσδήποτε επίσκοπος ή πατριάρχης και να έρθει, πρέπει να υπακούει σ αυτόν, επειδή πολιούχος της Κέρκυρας είναι ο άγιος Σπυρίδων, και αυτός ήταν λαϊκός ιερέας, δηλαδή επίσκοπος παντρεμένος, διότι στον καιρό του οι μοναχοί δεν έχουν ακόμα υπερισχύσει τελείως. Την Κυριακή, όταν ήταν να ιερουργήσω για πρώτη φορά, ήρθε ο ταγματάρχης μαζί με άλλους δύο αξιωματικούς και με τον Antonije. Μου είπε ότι ο πρωτοπρεσβύτερος και πολλοί ευγενείς Έλληνες και Λατίνοι θα έρθουν στην ακολουθία μου και ότι θα φέρουν ένα δίσκο να το περάσουν στην εκκλησία, ελπίζοντας ότι θα συγκεντρωθούν τουλάχιστο δέκα τσεκίνια για μένα. «Με τίποτα», του είπα εγώ, «δεν ήρθα εδώ για να ντροπιάσω τον εαυτό μου σε σας.» «Έλα μωρέ, καλόγερε, λαμπερή η όψη σου!», απάντησε ο ταγματάρχης και πήγαμε στην εκκλησία. Όταν έφευγα, μου βρήκαν ένα καράβι για το Μοριά και μου ετοίμασαν ένα μεγάλο αλεξανδρινό καλάθι γεμάτο φίνα βενετσιάνικα μπισκότα, εκλεκτές ελιές και ψημένο ψάρι έδωσαν στον καπετάνιο του καραβιού δεκαπέντε μπουκάλια κρασί από την Κέρκυρα και τη Σκόπελο [;]. Με συνόδεψαν περίπου δέκα από αυτούς στο καράβι, όπου ήδη από το πρωί κανόνισαν να μαγειρευτεί ένα μεσημεριανό για κύριους. Εκεί μετά το ευχάριστο φαγητό αγκαλιαστήκαμε, εγκάρδια φιληθήκαμε, και με ευχές για το επανιδείν (όπως ύστερα από πέντε χρόνια όντως βρεθήκαμε, εκτός από κάτι αξιωματικούς που έφυγαν για Ιταλία) χωρίσαμε. Θα φτάναμε στο Μοριά τη δεύτερη ή την τρίτη μέρα, καθώς είχαμε ωραίο καιρό, αλλά επειδή ο καπετάνιος του καραβιού είχε κάτι δουλειές στη Ζάκυνθο και στην Κεφαλονιά, το ταξίδι μας κράτησε περισσότερο. Την ένατη μέρα φτάσαμε στο λιμάνι της πόλης των Πατρών στο Μοριά. Ήταν Κυριακή πρωί πήγα με κάποιους από το καράβι στη λειτουργία στην εκκλησία του Αγ. Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου. Την ώρα της χερουβικής έπεσαν περίπου είκοσι καλόγεροι, κρατώντας κουτάκια με κόκαλα μέσα, για να ζητιανεύουν ανάμεσά τους, προς έκπληξή μου, είδα τον γερο-ησαΐα από τα Dečani, 44 τον οποίο γνώρισα ήδη στα παιδικά μου χρόνια στο Čakovo, να ζητιανεύει την ημέρα του αγίου κράλη Στεφάνου των Dečani και ο οποίος, αν δεν υπήρχε ο θείος μου ο Nikola, θα με είχε πάει στα Dečani. Ύστερα, όταν ήμουν διάκονος στο Hopovo, τον έβλεπα να ζητιανεύει στη Bačka. 45 Αυτός λοιπόν κρατάει ένα ασημένιο κουτί και παρακαλάει στα σερβικά, λέγοντας: «Δώστε την ελεημοσύνη στα λείψανα της αγίας Άννας στο μοναστήρι της Savina». Και ο διάκονός του που τον ακολουθούσε ζητιάνευε για τα λείψανα του αγίου Παντελεήμονα. (...) 44 Ο Dositej τον αναφέρει στις αρχές της ιστορίας, όταν ήθελε να αναχωρήσει στην έρημο. Παρά λίγο να τον ακολουθήσει. Η Ιερά Μονή Dečani στο Κοσσυφοπέδιο, χτισμένη στις αρχές του 14 ο αι. από τον κράλη Stefan Dečanski (το επώνυμό του προέρχεται από το όνομα της μονής), είναι από τα πιο σημαντικά ιστορικά κέντρα της σερβικής πνευματικής ζωής. 45 Μια από τις τρεις περιοχές της Βοϊβοντίνας (οι άλλες δύο είναι Srem και Banat). 60

61 Φεύγοντας από το καράβι, ρώτησα τι οφείλω να πληρώσω για τη μεταφορά. Ο καπετάνιος απάντησε ότι όλα είναι πληρωμένα από την Κέρκυρα και ότι εγώ δεν χρωστάω τίποτα. Ο πρόξενος της Βενετίας, για το οποίο είχα έτοιμη τη συστατική επιστολή, με δέχτηκε ευγενικά και που έδωσε διαβατήριο για να μη μου ζητούν χαράτσι στην Τουρκία. Από εδώ, πάντα βρίσκοντας παρέα, τριγυρνούσα από μέρος σε μέρος σε αυτό το πανέμορφο και δοξασμένο στην ιστορία νησί αν ήθελα να περιγράψω λεπτομερώς όλα αυτά, θα χρειαζόταν να γεμίσω μερικά δεκαεξασέλιδα. Δύο ολόκληρους μήνες επισκεπτόμουν διάφορα μέρη ανείπωτης ομορφιάς, και μέσα από την Τριπολιτσά, την αρχαία Μεγαλόπολη, πατρίδα του Φιλοποίμενα, πέρασα στο Ναύπλιο, όπου βρήκα καράβι για το όρος του Άθω. Την τέταρτη μέρα φτάσαμε κάτω από το μοναστήρι του Αγίου Παύλου. Βγαίνοντας στη στεριά, μπήκα σε μια αυλή, απολαμβάνοντας την ομορφιά των διάφορων οπωροφόρων δέντρων φορτωμένων με καρπό. Εκεί περπατούσα για να μου περάσει η ναυτία. Εκεί κοντά, κάτω από μια ελιά, μου φάνηκε να βλέπω ένα μακρύ ραβδί στραβό σε μιαν άκρη, ανείπωτα όμορφο ο ήλιος έλαμπε και τα σχέδια διάφορων λουλουδιών άστραφταν περίεργα, σαν να είναι στολισμένο με όλων των ειδών τα πολύτιμα διαμαντικά. Αναρωτιόμουν ποιος άραγε να άφησε ένα τέτοιο πράγμα εκεί. Πλησίασα αργά και, επειδή από τα νιάτα μου έχω μυωπία, ήρθα σε απόσταση δέκα περίπου βημάτων, και εκεί ούτε ξέρω γιατί σταμάτησα και αντί να πάω πιο κοντά, άρχισα να πηγαίνω πίσω, όλο ατενίζοντας το πράγμα αυτό. Υποχώρησα δύο ή τρία βήματα και τότε κατάλαβα ότι αυτό το στραβό κομμάτι ήταν το κεφάλι του κακού φιδιού, που το γύρισε προς εμένα, περιμένοντάς με να έρθω πιο κοντά. Και όταν είδε ότι εγώ υποχωρώ, γύρισε το κεφάλι αλλού και έφυγε απότομα. Ευχαριστώντας στη δεξιά της φιλεύσπλαχνης πρόνοιας για τη σωτηρία μου, με φρίκη βγήκα έξω. Σ αυτό το μοναστήρι βρήκα μερικούς Βούλγαρους μοναχούς, ένας από τους οποίους με πήγε διαμέσου των Καρυών στη Μονή Χιλανδαρίου. Λυπήθηκα πολύ όταν άκουσα ότι ο δάσκαλος Ευγένιος [Βούλγαρης], επειδή δεν μπόρεσε να χωνέψει διάφορους χαβαλέδες των καλόγερων, άφησε εκείνο το μέρος, και οι μαθητές του όλοι σκορπίστηκαν. Πώς ζουν οι μοναχοί μέσα σ αυτό τον τόπο, αυτό ελπίζω να το έχετε ήδη ακούσει και να το ξέρετε, και εάν δεν το ξέρετε, ακόμα καλύτερα. Βρήκα μερικούς Σέρβους στο Χιλανδάρι, οι οποίοι εις τον αιώνα πεισμώνουν με τους Βούλγαρους και δεν μπορούν να συνεννοηθούν ποιανού είναι το Χιλανδάρι. Ο αγαπητός μου και καλός Teodosije από το Karlovci, και αυτός είναι εκεί για να πεισμώνει. Εκεί πέρασα το φθινόπωρο και το χειμώνα, και την άνοιξη βγήκα πάλι στη θάλασσα για να περάσω στο νησί Πάτμο, ακούγοντας ότι εκεί διδάσκεται η ελληνική γλώσσα. Το καράβι είχε προορισμό τη Σμύρνη στη Μικρά Ασία, και από εκεί μου είπαν ότι κάθε μέρα μπορεί να βρεθεί η ευκαιρία για να περάσει κανείς στην Πάτμο. Όταν ήρθαμε στη Σμύρνη, με πήγαν στο Frankomala [Φραγκομαχαλά] (έτσι ονομάζεται το μέρος της πόλης όπου διαμένουν οι Ευρωπαίοι). Κατά τη διάρκεια του γεύματος στο ξενοδοχείο όπου έμεινα ήρθε για να φάει και ένας αρχιτέκτονας Έλληνας. Αυτός, ακούγοντας στην κουβέντα προς τα πού πηγαίνω, με ρώτησε στα ιταλικά αν θέλω να πάω μαζί του να μου δείξει την ελληνική μεγάλη σχολή και να γνωρίσω το δάσκαλο Ιερόθεο. 61

62 Τρεις η ώρα το απόγευμα πήγαμε και βρήκαμε το δάσκαλο να ερμηνεύει κάτι σ ένα πλήθος μαθητών, από τους οποίους κάποιοι ήταν ιερείς με μεγάλα γένια. Τι χαρά θα ήταν για μένα, σκέφτηκα μέσα μου, αν θα μπορούσα κι εγώ να ανακατευτώ μ αυτούς! Όταν τελείωσε τη διάλεξη, ήρθε ένας άλλος, πιο νέος δάσκαλος για διδάσκει άλλη τάξη. Πήγαμε στο δωμάτιό του, και όταν του είπα ποιος είμαι, πού και γιατί πηγαίνω. «Στην Πάτμο», μου είπε εκείνος, «σε δύο ή σε τρία χρόνια θα ξοδέψεις όλα όσα έχεις, και με τι θα πας πίσω μετά; Μείνε εδώ, μου είπε, όπου, και δέκα χρόνια να μείνεις, για στέγη και σίτιση δεν θα ξοδέψεις ούτε ένα φράγκο. Αυτό το σχολείο τρέφει τριάντα μαθητές, και από ένα τόσο μακρινό μέρος και πέντε να ήσασταν, ευχαρίστως θα σας δεχόμουν.» Μου φάνηκε ότι από μέσα του μιλάει κάποια θεότητα. Γεμάτος χαρά προσχώρησα να του φιλήσω το χέρι, αλλά αυτός μου είπε: «Να είσαι ευγνώμων στο Θεό που σε έφερε εδώ, όπου θα βρεις όλα όσα ζητάς.» Κάλεσε τον παπά Άνθιμο τον Αθηναίο και του είπε να με πάει στο δωμάτιό του, το οποίο είναι για δύο άτομα και εκείνος μένει εκεί μόνος. Να, αγαπητέ μου, η αρχή, μπορώ να πω, της προόδου μου σ αυτό τον κόσμο και της πολυπόθητης μάθησής μου. Για τη διαμονή και την ενασχόλησή μου σ αυτό το μακάριο άνθρωπο του Θεού, το δάσκαλο και τον ευεργέτη μου, θα σου μιλήσω εν συνεχεία στην επόμενη επιστολή. Στο Σέσβεγκεν της Λιθουανίας, την 1 η Ιουλίου IV. ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ! Αυτό που θα ήθελα να σας περιγράψω στην επιστολή μου που ακολουθεί, είναι τόσο σημαντικό για μένα ώστε μου είναι αδύνατο να σας το παρουσιάσω έτσι όπως το νιώθω όλη μου τη ζωή. Όλα τ άλλα, δηλαδή: το πώς έφυγα από το Μπανάτο, και μετά από το Hopovo, πώς περνούσα από μέρος σε μέρος και πάλι γύριζα και μετά πάλι έφευγα, μου φαίνονται μπροστά σ αυτό σαν να είναι κοινά συνηθισμένα γεγονότα που συμβαίνουν καθημερινά στη ζωή του καθενός απλά και τυχαία, και όχι σαν να συμβαίνουν σύμφωνα με κάποιο προηγούμενο σκοπό και σχέδιο το οποίο εκπληρώνουν. Αλλά από το ότι ήρθα στη Σμύρνη, την οποία ούτε ονειρεύτηκα ούτε σκέφτηκα, ότι εκεί, όπου δεν σκόπευα να μείνω ούτε δύο ή τρεις μέρες, έμεινα τρία χρόνια (και αν δεν γινόταν ο τελευταίος πόλεμος της Ρωσίας με την Τουρκία μπορεί να έμενα και άλλα τρία), και ότι γνώρισα εκείνο το θείο άνδρα, το νέο Έλληνα Σωκράτη, δάσκαλο Ιερόθεο, ο οποίος με υποδέχτηκε ευγενικά και αξιώθηκα τις ευεργεσίες του, την αγάπη και το δίδαγμά του σ αυτό βλέπω και αναγνωρίζω την εξέλιξη ενός τέτοιου είδους σχεδίου, που όχι μόνο εγώ με το παιδικό μου μυαλό αλλά ούτε ο πατέρας και ο παππούς μου κι αν με βοηθούσαν με τη συμβουλή τους, δεν θα μπορούσα να το σκεφτώ κατά αυτό τον τρόπο και να το φέρω εις πέρας. Εδώ, λοιπόν, προφανώς αναγνώρισα την αόρατη δεξιά την Θείας Πρόνοιας, που με καθοδηγεί και με κυβερνάει. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, όταν όλοι οι σπουδασμένοι Έλληνες σκορπίστηκαν στην Ιταλία και στη Γαλλία και άρχισαν να φωτίζουν τις 62

63 χώρες αυτές, παρά λίγο να ξεχαστούν τελείως και να εξαφανιστούν η ελληνική γλώσσα και παιδεία στην ίδια την πατρίδα τους, στην Ελλάδα. Στα βενετοκρατούμενα ελληνικά νησιά δύσκολα βρισκόταν πού και πού ένας μορφωμένος άνθρωπος να διδάσκει ελληνικά αλλά όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν τα Χανιά, την Κύπρο και το Μοριά από τους Βενετούς, εξαφανίστηκαν ακόμα και από εκεί. Μετά από αυτό όποιος ήθελε από τους Έλληνες να μάθει την αρχαία γλώσσα του, αναγκαζόταν να την ψάχνει στην Ιταλία, στη Σικελία ή στη Γαλλία ή σε μικρά νησιά όπως τη Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά, τα οποία ανήκουν στους Βενετούς ακόμα και σήμερα. Στις αρχές του 18 ου αιώνα δύο μοναχοί, ο Μακάριος ο Πάτμιος και ο Γεράσιμος ο Ιθακήσιος, τόσο στα προαναφερθέντα νησιά όσο και στην Ιταλία, απέκτησαν σπουδαία γνώση όχι μόνο των ελλήνων σοφών αλλά και των νεώτερων που είχαν ανθίσει στην Ευρώπη μέχρι εκείνο τον καιρό. Ήρθαν στην Πάτμο και, με τη βοήθεια εμπόρων από την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και τη Χίο όχι μόνο κατόρθωσαν να χτίσουν ωραία κτήρια για τα σχολεία αλλά και άνετες εστίες για τη διαμονή των μαθητών, και να μαζέψουν αρκετό κεφάλαιο που από τους τόκους του μπορούν να συντηρούνται οι δάσκαλοι και να τρέφονται μερικοί φτωχοί μαθητές. Από αυτό το σχολείο βγήκαν σε μερικά χρόνια πολλοί λόγιοι ιερείς και δάσκαλοι, οι οποίοι ύστερα ίδρυσαν σχολεία σε διάφορες σημαντικές πόλεις της Ασίας και της Ελλάδας, ένας από τους οποίους ήταν και ο αείμνηστος Ιερόθεος, δάσκαλος της Σμύρνης. Τιμιότατος και εντιμότατος, χωρίς καμία πρόληψη, απλός μοναχός, αλλά άσπονδος εχθρός των μοναχικών καταχρήσεων, ψεμάτων και επαιτείας, επινοημένων εικόνων και λειψάνων και θαυματουργίας κατόπιν πληρωμής. Όταν του έλεγε κανείς ότι η τάδε εικόνα είναι θαυματουργή, ρωτούσε: «Στέκεται μόνη της στον αέρα ή είναι καρφωμένη, κολλημένη στον τοίχο ή κρεμασμένη από καρφί;» Και όταν άκουγε ότι δεν είναι το πρώτο αλλά το δεύτερο, έλεγε: «Βλέπεις ότι δεν είναι θαυματουργή». Για αυτή την φιλοσοφική και ευγενική φιλαλήθεια όλοι οι καλόγεροι, των Ιεροσολύμων και του Αγίου Όρους, ποιος ξέρει τι θα του έκαναν μόνο αν μπορούσαν. Αλλά η ακακία και η ευεργεσία του ήταν τόσο γνωστές που όχι μόνο όλος ο λαός της Σμύρνης, οι χριστιανοί, αλλά και οι ίδιοι οι Τούρκοι τον σέβονταν και τον αγαπούσαν πιο πολύ απ όλους τους καλόγερους στον κόσμο γι αυτό θα πάθαινε άσχημα όποιος θα τον πείραζε. Ο μητροπολίτης της Σμύρνης Νεόφυτος, ήρεμος, τίμιος και ευεργέτης άνθρωπος, δυστυχώς όμως ορθόδοξος μέχρι την πρόληψη, τον μισούσε ολόκληρα δεκαπέντε χρόνια και ούτε τον άφηνε όλο αυτό τον καιρό να κηρύττει στην εκκλησία και αν μπορούσε και είχε την εξουσία, θα τον έστελνε φυλακή όχι στη Σιβηρία αλλά στην Καμτσάτκα, ή, ποιος ξέρει, ίσως θα έκανε και κάτι χειρότερο, γιατί είναι φρικτό θηρίο η φροντίδα για την ορθοδοξία χωρίς νου. Αν ήταν της μόδας σ αυτό τον αιώνα η συνάθροιση των συνόδων και τα αναθέματα για εκείνους που δεν πιστεύουν διάφορα πράγματα, ο δάσκαλός μου θα περνούσε χειρότερα από τον ίδιο τον Ωριγένη, που τον καταράστηκαν και τον αναθεμάτισαν, χωρίς να δώσουν καμιά σημασία στο γεγονός ότι ο Βασίλειος ο Μέγας και ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός προστάτευαν την εκκλησία και την τίμια ζωή. Όταν πέρασαν δεκαπέντε χρόνια, βλέποντας ο προαναφερόμενος μητροπολίτης Νεόφυτος ότι η δόξα της ευεργεσίας του Ιεροθέου μεγάλωνε όχι μόνο στη Σμύρνη αλλά και σ όλη την Ασία, την Ελλάδα και το Αρχιπέλαγος, 63

64 συνήλθε και επειδή, όπως ήδη έχουμε πει, είχε καλή καρδιά και ψυχή, τρόμαξε για το πώς μπόρεσε επί τόσον καιρό να μισεί έναν τόσο ευγενικό άνθρωπο, ηρέμησε και συμφιλιώθηκε και έκανε παρέα με τον Ιερόθεο και κατόπιν έζησαν άλλα δεκαπέντε χρόνια με μεγάλη φιλία. Ένα μήνα πριν έρθω εγώ στη Σμύρνη, αποκοιμήθηκε ο Νεόφυτος, γι αυτό δεν γνώρισα την όψη του. Ο αείμνηστος δάσκαλος Ιερόθεος είχε καταγωγή από την Ιθάκη, την πατρίδα του Οδυσσέα, η οποία είναι ένα μικρό νησί στο βενετικό κράτος. Πριν από τον ερχομό μου δίδαξε τριάντα χρόνια, και όταν έφυγα εγώ άλλα δεκαέξι. Αν ήταν φιλάργυρος, μπορούσε με μια τέτοια θέση και υπό τέτοιες συνθήκες να γίνει πολύ πλούσιος αλλά τότε δεν θα ήταν αυτό που ήταν, ούτε θα έγραφαν και θα μιλούσαν έτσι γι αυτόν. Όταν ήρθα στην πανέμορφη Σμύρνη, ήξερα λίγα απλά ελληνικά, που τα έμαθα λίγα στην Κέρκυρα, και λίγα στο Μοριά και το Χιλανδάρι, και μπορούσα να μιλάω έτσι ώστε να γελούν μαζί μου όχι μόνο τα παιδιά αλλά και οι μεγάλοι αλλά γελούσα και εγώ μ αυτούς, απορώντας γιατί γελούν τόσο πολύ. Καθώς τελείωναν τα μαθήματα, μαζεύονταν γύρω μου παιδιά, σαν σπουργίτια στο κεχρί, ποιος θα μου μιλήσει πρώτος. Όλοι μου μάθαιναν και με διόρθωναν. Σε μια τόσο ευχάριστη παρέα μέσα σε τέσσερις-πέντε μήνες μπόρεσα να μάθω να μιλάω με ευκολία και καθώς εξοικειώθηκα με την κοινή γλώσσα, τα [αρχαία] ελληνικά μου ήρθαν πολύ άνετα. Το ψαλτήρι και όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία, όλα αυτά μπόρεσα να τα καταλαβαίνω τέλεια από τα σλαβικά και έτσι στα τέλη του πρώτου χρόνου βγήκα πιο προοδευμένος από τους άλλους, που άρχισαν τρία και τέσσερα χρόνια πριν από μένα. Τότε πια τα παιδάκια δεν με ρωτούσαν όπως πριν: «Παπᾶ, ποῖός σε ἔκαμε παπᾶ εἰς καιρὸν, ὁποῦ δὲν ἴξευρες γράμματα;» 46 Στην εστία της σχολής τρέφονταν περίπου τριάντα μαθητές από διάφορα μέρη της Ελλάδας και των νησιών στα τρία χρόνια μου εκεί κάποιοι έφευγαν, και άλλοι έρχονταν και έτσι είχα τη δυνατότητα να γνωρίσω τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων απ όλα τα μέρη. Όλοι οι μαθητές ζούσαν μεταξύ τους στην τέλεια καλοσύνη και αγάπη ούτε που είχε κανείς λόγο να θυμώνει ή να κρατάει κακία με κάποιον. Ο ίδιος ο δάσκαλος επειδή ήταν σαν ουράνιος άγγελος και για όλους σαν στοργικός γονιός, όλοι φροντίζαμε να ταιριάξουμε καλύτερα στην καλοσύνη αυτή και με αυτόν δεν υπήρχε τρόπος να ταιριάξεις καλύτερα, παρά με τη φιλομάθεια και την ευγένεια του χαρακτήρα. Η αγαπητή ελληνική νεολαία είναι πιο ικανή και πρόθυμη για μάθηση απ όλους τους λαούς στον κόσμο. Εκ φύσεως γρήγοροι και οξυδερκείς, όταν από τα νιάτα τους κατευθυνθούν προς το καλό, δεν υπάρχει μεγαλύτερη καλοσύνη και φιλοπονία από τη δική τους αλλά για τον ίδιο αυτό λόγο, εάν στραφούν προς το κακό, πρέπει κανείς να το προσέχει πολύ γιατί η μεγάλη ταχύτητα όταν στραφεί στην πονηρία, γίνεται μεγάλο κακό αλλά ο κακός, ο πονηρός και ο βάναυσος στον Ιερόθεο δεν είχαν θέση ούτε λιμάνι. Το δεύτερο έτος, εξαιτίας του λοιμού στη Σμύρνη, το περάσαμε στα πανέμορφα σχολικά κτήρια στην εξοχή, τριγυρισμένα με ωραίους κήπους, γεμάτους με όλων των ειδών τα οπωροφόρα δέντρα, αμπέλια και λαχανικά που φέρει η καρποφόρος Ασία. Τρώγαμε μαζί με το δάσκαλό μας, και όποιος από τους μαθητές ήθελε να πίνει κρασί είχε στο γεύμα και στο βραδινό δύο ποτήρια 46 Στο πρωτότυπο με ελληνικούς χαρακτήρες. 64

65 κρασί ευχάριστης γεύσης. Στο φαΐ και στο ποτό δεν υπήρχε άλλη διαφορά, εκτός από το ότι ο αγαπημένος δάσκαλός μας έπινε ένα ή δύο ποτήρια περισσότερο από τους άλλους. Όλοι από τους μεγαλύτερους μαθητές ευχαρίστως και με ευφροσύνη εξηγούσαν τα μαθήματα στους μικρότερους και ερμήνευαν τα δύσκολα χωρία ούτως ώστε ο καθένας από μας είχε όχι ένα δάσκαλο, αλλά δέκα και είκοσι, οι οποίοι δεν έβλεπαν την ώρα για να μας διδάξουν κάτι. Ο δεύτερος δάσκαλος μετά τον Ιερόθεο ήταν ο Χρύσανθος, ένας από τους πρώτους μαθητές του, ο οποίος ήταν και οικονόμος της σχολής. Χρύσανθος σημαίνει χρυσό λουλούδι μα η ψυχή αυτού του ανθρώπου ήταν τόσο ήπια, γλυκιά και καλή που ήταν άξιος να ονομαστεί παραδείσιο, ουράνιο, θείο λουλούδι. Ο συγκάτοικός μου, ο παπάς Άνθιμος Αθηναίος, ήταν λαϊκός ιερέας αλλά όταν ήταν νέος πέθανε η σύζυγός του. Αυτός ο άνθρωπος αν δεν αφοσιώνονταν μετά στη μελέτη, αναμφίβολα δεν θα ζούσε. Δώδεκα χρόνια μετά το θάνατο της συζύγου του, κάθε φορά που έλεγε τυχαία «η γυναίκα μου» ανάβλυζαν δάκρυα, σαν να χώρισε από αυτήν εκείνη τη μέρα. Αγάπιος ο Πελοποννήσιος, Κυπριανός ο Κρητικός, Μάξιμος ο Λαρισαίος, ποτέ δεν κοίταξα αυτούς τους ανθρώπους χωρίς να σκεφτώ: «Τέτοιους, αιώνιε Θεέ, επισκόπους δώσε στην χριστιανοσύνη». Αλλά δύσκολα θα φτάσει κανένας από αυτούς εκεί, γιατί δεν κατέχουν την τέχνη γι αυτόν το σκοπό, και ούτε θέλουν να την μάθουν. Τέτοιοι ήταν οι μαθητές του Ιεροθέου και είναι εύκολο να πιστέψει κανείς ότι μέσα στα σαράντα χρόνια της διδασκαλίας του έκανε πολλά καλά. Και όταν οι Έλληνες μπορούν να τα κατορθώσουν αυτά κάτω από πικρή καταπίεση, τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς από αυτούς όταν θα δώσει ο Θεός να απελευθερωθούν και να έρθουν σε τέτοιες συνθήκες όπου οι ίδιοι οι καίσαρες το απαιτούν και το διατάσσουν; Τον πρώτο μου γνωστό, τον αρχιτέκτονα, επισκεπτόμουν και πάντα τον ευχαριστούσα και όσο ζω θα τον ευχαριστώ γιατί με πήγε στον Ιερόθεο ο ίδιος ο Θεός του το δίδαξε. Με τον ίδιο τρόπο τον καλό μου ευεργέτη, τον κύριο Maksim Kurtović από το Trebinje της Ερζεγοβίνης, τον γνώρισα πρώτα εκεί και εκείνος με αγαπούσε πάντα και με δεχόταν στο σπίτι του και με φιλοδώρησε γενναιόδωρα όταν έφευγα. Μετά το τέλος του τρίτου χρόνου της εκεί ευτυχισμένης διαμονής μου, άρχισαν οι φήμες ότι η Τουρκία θα κηρύξει πόλεμο στη Ρωσία. Πολλοί με αποκαλούσαν εκεί «papa-servos» και πολλοί επίσης «papa-moshovitis» γι αυτούς ήταν ένα και το ίδιο πράγμα. Είπα στο δάσκαλό μου ότι εγώ πολύ φοβάμαι να μην αρχίσει ο πόλεμος. «Και εμείς όλοι φοβόμαστε», μου απάντησε, «ένας Θεός το ξέρει τι μπορεί να συμβεί εδώ!». «Άρα είναι καλύτερο για μένα να φύγω όσο είναι ευκαιρία;» «Λυπάμαι», μου απάντησε ο θείος και μακάριος πατήρ, «αλλά υπό αυτές τις συνθήκες δεν ξέρω τι συμβουλή να σου δώσω.» Εκείνο τον καιρό ο διάκονος Μάξιμος ο Λαρισαίος, μαθητής της φιλοσοφικής τάξης, ετοιμαζόταν να φύγει για την πατρίδα του λοιπόν και εγώ μαζί του στην παρέα. Βρήκαμε ένα καράβι των Υδραίων για το Μοριά. Ασπαστήκαμε και αποχαιρετήσαμε τον πατέρα και τον ελεήμονα ευεργέτη και δάσκαλο Ιερόθεο, τον καλό Χρύσανθο και τους άλλους αγαπητούς συμμαθητές, και ανεβήκαμε στο καράβι. Άγια, μακάρια, ευλαβής, ψυχή του Ιεροθέου! Από καιρό πεθύμησα από τον πράο Θεό αυτή τη στιγμή να μπορώ, όσο ζω, να λέω: «Διηγήσομαι τὸ ὄνομά 65

66 σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε!». 47 Δίκαιη ψυχή, εσύ τώρα αναπαύεσαι με τα μακάρια πνεύματα στη δόξα του ουράνιου πατέρα, για τον οποίο ζούσες και του οποίου την αγία θέληση εκπλήρωνες. Δέξου αυτό το δείγμα της αιώνιας μου ευγνωμοσύνης και μνήμης. Κηρύσσοντας και δοξάζοντας την ευεργεσία και το όνομά σου, δοξάζω τον ίδιο το Θεό, ο οποίος είναι η πηγή και η πρώτιστη αρχή του κάθε καλού και της ελεημοσύνης. Στο Σέσβεγκεν, V. ΦΙΛΤΑΤΕ, ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ! Ο άνεμος ήταν ευνοϊκός, αλλά πολύ ισχυρός για να αναχωρήσουμε από το μεγάλο λιμάνι της Σμύρνης. Το καράβι των Υδραίων ήταν μεσαίου μεγέθους, νεοσύστατο και γερό, αλλά πολύ φορτωμένο, γιατί, εκτός από το απλό φορτίο σε πράγματα, βρισκόμασταν εκεί περίπου πενήντα άτομα ταξιδιώτες, από τους οποίους οι μισοί ήταν γυναίκες και παιδιά, που όλοι πήγαιναν στο Μοριά. Φύγαμε από εκεί το πρωί, τις βραδινές ώρες ήμασταν πια στα ανοιχτά, μα τότε σηκώθηκε τόσο δυνατή θύελλα που χάσαμε πλέον κάθε ελπίδα ότι θα αποφύγουμε το ναυάγιο. Τέτοιες κραυγές γυναικών και παιδιών μακάρι να μην τις ακούσω ποτέ πια στη ζωή μου! Ο φίλος μου ο Μάξιμος και εγώ ούτε καν μπορούσαμε να σκεφτούμε τον εαυτό μας, βλέποντας το φόβο και τη θλίψη των γονιών προς τα παιδιά τους, και εάν δεν ήταν πολύ γερό το καράβι και οι ναύτες έμπειροι άνθρωποι, δύσκολα θα σωζόμασταν. Την αυγή σταμάτησε η βροχή και ο άνεμος και ο καπετάνιος από πάνω φώναξε με εύθυμη φωνή: «Καλόκαρδοι, δὲν ἔναι πλέον κίνδυνος!» 48 Τότε όλοι, ακουμπισμένοι ένας στον άλλο, πέσαμε στον ύπνο ημιθανείς. Την επόμενη μέρα βρεθήκαμε στο μεγάλο αλλά άδειο λιμάνι του νησιού της Μυτιλήνης. Κατεβήκαμε όλοι στην παραλία και συγχαρήκαμε ο ένας στον άλλο για την τυχερή σωτηρία, σαν να είμαστε όλοι μια οικογένεια. Ποιος θα μπορούσε να περιγράψει εκείνη την χαρά των μητέρων για τα παιδιά τους! Θα έλεγε κανείς ότι αναστήθηκαν εκ νεκρών. «Μη χάνετε το χρόνο σας», φώναξε ο καπετάνιος, «εδώ έχει καλύτερο φαγητό παρά στο καράβι φάτε το μεσημεριανό σας, και με το Θεό να φύγουμε!» Ήταν η μέρα της Μεγάλης Τρίτης, αλλά όλοι είχαμε διάφορα θαλασσινά: τηγανισμένες σουπιές, χταπόδια, μύδια και αρκετό κρασί. Εκεί φάγαμε όλοι μαζί και μεθύσαμε, σαν αν ήταν η μέρα της Ανάστασης, και στις τρεις το απόγευμα με το αργό άνεμο ξεκινήσαμε και τη Μεγάλη Πέμπτη φτάσαμε στο Ναύπλιο, όπου την ίδια μέρα βρήκαμε παρέα για την Πάτρα. Νοικιάσαμε και δύο μουλάρια, και ήρθαμε οδοιπορικώς στην Κόρινθο. Κατεβήκαμε στη θάλασσα, γύρω στα δεκαπέντε άτομα πήραμε μια μεγάλη βάρκα, η οποία μας πήγε στην Πάτρα την ίδια την ημέρα της Αναστάσεως. Εκεί αναπαυτήκαμε ολόκληρη την αγία εβδομάδα. Το καράβι στράφηκε προς τις ακτές της Ηπείρου, όπου ο αγαπημένος μου φίλος ήθελε να πάει μέσω Ιωαννίνων για Θεσσαλία, και για μένα ήταν εύκολο από εκεί να πάω στην Κέρκυρα. Μα εκεί είχαμε είκοσι ολόκληρες μέρες στη 47 Ψαλ 21: Στο πρωτότυπο με ελληνικούς χαρακτήρες. 66

67 συνέχεια αντίθετους ανέμους, και ακόμα χειρότερο, ο Μάξιμος αρρώστησε, και Θεός φυλάξοι να ταξιδεύει άρρωστος στη θάλασσα. Όλο αυτό τον καιρό δεν μπόρεσε να κρατήσει τίποτα στο στομάχι. Ήρθαμε στους Αγίους Σαράντα απέναντι από την Κέρκυρα, και καθώς βγήκαμε στη στεριά, ένιωσε καλύτερα, και σε πέντε μέρες σηκώθηκε από το κρεβάτι. Όμως ήθελε καιρό για να ξαναποκτήσει τη δύναμη. Κάποιοι Αλβανοί από το Χόρμοβο, περνώντας από εκεί και βλέποντάς τον έτσι, τον λυπήθηκαν και υποσχέθηκαν να τον πάνε στο Αργυρόκαστρο, και από εκεί είναι κοντά τα Ιωάννινα. Πληροφορηθήκαμε και μας είπαν ότι με τους Χορμοβίτες μπορεί κανείς να περάσει ολόκληρη την Αλβανία χωρίς να φοβάται κανένα. Αλλά εγώ δεν θα μπορούσα με τίποτα να τον απολύσω από κοντά μου έτσι αδύναμο μας βρήκαν λοιπόν δύο μουλάρια και πήγα και εγώ μαζί τους, πρώτον για να συνοδεύσω τον αγαπημένο σύντροφό μου μέχρι το Αργυρόκαστρο, και δεύτερον για να δω ένα κομμάτι της Αλβανίας. Οι Χορμοβίτες ήταν περίπου είκοσι παλικάρια όλοι με όπλα και πεζοί σαν λιοντάρια, και εμείς οι δύο πάνω στα μουλάρια. Από το Αργυρόκαστρο μέχρι το Χόρμοβο δεν είναι απόσταση περισσότερη από τρεις ώρες. Τη δεύτερη μέρα περπατώντας φτάσαμε στην προαναφερθείσα πόλη. Από εκεί χωρίς το παραμικρό κομπλιμέντο με απλή καρδιά μάς κάλεσαν να έρθουμε στην πόλη τους, λέγοντας: «Μωρέ είστε τρελοί αν δεν έρθετε μωρέ, ένα τέτοιο μέρος ούτε έχετε δει στον κόσμο ούτε θα δείτε. Έχουμε δίπλα στην πόλη ένα μοναστηράκι του Αγίου Νικολάου δέκα καλόγεροι θα μπορούσαν να ζούνε καλά εκεί, και εμείς έχουμε ολωσδιόλου ένα, γιατί εμείς οι Αλβανοί δεν θέλουμε να καλογερεύουμε. Εκεί θα σας έχουμε, αν θέλετε, τρεις μήνες ή τρία χρόνια χωρίς να ξοδέψετε ούτε ένα φράγκο. Αν σας αρέσει, μείνετε μαζί μας όσο ζείτε εμείς θα χαιρόμαστε σαν να σας έστειλε σε μας ο Θεός από τον ουρανό. Μας βλέπετε πως είμαστε παλικάρια (όλα αυτά μας έλεγε ο πρώτος από αυτούς στα ελληνικά) τέτοιοι σαν κι εμάς υπάρχουν στο Χόρμοβο, δόξα τω Θεώ, έως δύο χιλιάδες εκτός από τους γέρους, Θα δείτε εκεί ογδόντα χρονών γέροντες να ανεβαίνουν στο βουνό με όπλα και τραγουδώντας.» Οι Χορμοβίτες σκορπίστηκαν στην πόλη για τις δουλειές τους. Το σπίτι μας ήταν κοντά στο σχολείο πήγαμε να επισκεφθούμε το δάσκαλο, ονόματι Ελευθέριο, τίμιο λαϊκό άνθρωπο με γυναίκα και οικογένεια. Του είπαμε με ποιους ήρθαμε και ότι μας καλούν να πάμε σ αυτούς, αλλά εμείς φοβόμαστε να πάμε μακριά στο βιλαέτι με άγνωστους ανθρώπους. Και εκείνος μας επιβεβαίωσε όλα όσα ακούσαμε προηγουμένως. Έλα, λοιπόν, εν ονόματι του Θεού, τουλάχιστο να δω τον αγαπημένο μου άνθρωπο υγιή και να χωρίσουμε υγιείς. Την επόμενη μέρα ανεβήκαμε στα ψηλά βουνά του Χορμόβου. Βρήκαμε μια όμορφη μεγάλη πόλη με επτακόσια σπίτια, όλα πέτρινα κτήρια σαν καστέλι. Στην πόλη μέσα υπάρχουν περίπου πενήντα πηγές, οι οποίες στο τέλος της συνοικίας διαμορφώνουν ένα μικρό ποταμό αυτός κατεβαίνει ακριβώς δίπλα στο μοναστήρι σε φοβερό βαθύ γκρεμό με τόσο θόρυβο που νόμισα ότι εκεί δεν πρόκειται να κοιμηθεί κανείς ποτέ! Και μετά έμαθα ότι πουθενά στον κόσμο δεν κοιμάσαι πιο γλυκά στον ύπνο σού φαίνεται ότι είσαι στον ουρανό και ότι εκεί ακούς κάποια ευχάριστη και περίεργη μουσική. 67

68 Οι άνθρωποι αυτοί λες και μας κάλεσαν από τη Σμύρνη για να μας κεράσουν! Πρώτα οι άρχοντες και μετά όλοι με τη σειρά τους. [Ακολουθεί μια παράγραφος περιγραφής διάφορων φαγητών που δοκίμασαν εκεί και η σύγκρισή τους με τα δυτικά φαγητά.] Δέκα μέρες μετά την άφιξή μας οι τοπικοί ηγέτες αποφάσισαν να στείλουν κάποιο παπα-gjika στο Primet [;] και μερικούς άλλους τόπους με μερικούς αλβανούς αγάδες για τις δικές τους κοινές δουλειές, γιατί οι Χορμοβίτες έχουν τις συμβάσεις και τις συμμαχίες τους με πολλούς αρχηγούς και πασάδες στην Ήπειρο και στην Αλβανία. Παρακάλεσα να μου επιτρέψουν να πάω με τον παπα-gjika για να δω τα μέρη όπου επρόκειτο να περάσει εκείνος. «Μωρὲ καλόγερε, νὰ πὰς μὰ τῷ Θεῷ, ἔχεις τί νὰ βλέπῃς!», 49 μου απάντησε ο Dima Duka, ένας από τους πρώτους αρχηγούς. Ο ιερέας που αναφέρθηκα μπόρεσε σε τέσσερις ή πέντε μέρες να τελειώσει τη δουλειά του και να φύγει, αλλά για το χατίρι μου όδευε αυτός ο άνθρωπος μαζί μου ολόκληρες δεκαπέντε μέρες σε μέρη όπου είναι οι σύμμαχοι και φίλοι των Χορμοβιτών. Παντού οι τούρκοι και οι χριστιανοί Αλβανοί μας δέχονταν και μας κερνούσαν με τον ίδιο τρόπο. Ο παπα-gjika και δύο Χορμοβίτες μαζί του ήταν πλήρως οπλισμένοι. Αλλά παρ όλα αυτά υπήρχε υποψία ότι μπορεί να τύχουμε μεγαλύτερο αριθμό εχθρών των Χορμοβιτών και των συμμάχων τους. Γι αυτό σε τέτοιους τόπους μάς συνόδευαν μερικά παλικάρια με όπλα. Τη δέκατη πέμπτη μέρα γυρίσαμε πίσω και βρήκα το φίλο μου εύθυμο, υγιή και με κόκκινα μάγουλα. Αλλά εκείνος με πείραζε ότι εγώ έχω μαυρίσει από τον ήλιο. «Ας είναι», του είπα εγώ, «αφού είδα όσα δε νόμισα ότι θα δω ποτέ στη ζωή μου!» Και όντως ταξίδεψα πολύ, αλλά τόσα μεγαλοπρεπή και θεόμορφα μέρη δεν είδα πουθενά αλλού. Πώς θα ήταν άραγε να ζήσει κανείς εκεί αν ήταν τα ήθη εκείνων των ανθρώπων ήπια και αν τους βασίλευαν και κυβερνούσαν οι νόμοι, η δικαιοσύνη και ο διαφωτισμένος νους! Είναι ακατανόητο και φοβερό και να το σκεφτεί κανείς: μέχρι πότε τέτοιοι καλοί, γεροί και γενναίοι λαοί και σε τέτοιους τόπους, μόνο εξαιτίας της άγνοιας και της τυφλότητας του νου, θα ζουν στη βαρβαρότητα και την αγριότητα των ηθών και να πυροβολούν ο ένας τον άλλο με τουφέκι σαν κουνέλι, στο μέτωπο ή στην καρδιά, για ένα τίποτα. «Εγώ δεν θα είχα αντίρρηση», μου είπε ο σύντροφός μου, «να περάσω εδώ ένα χρόνο». «Είμαι μαζί σου», του απάντησα εγώ, «ιδίως για να αποκτήσω μεγαλύτερη τελειότητα στην ελληνική γλώσσα με τη βοήθειά σου». «Δώσε το χέρι σου» «Να!» Και όταν το ανακοινώσαμε στους Χορμοβίτες μας, χάρηκαν από καρδίας. Και όταν τους είπαμε επίσης και ότι τους είμαστε ευγνώμονες για την καλοσύνη και την αγάπη τους, αλλά ότι δεν είναι δίκαιο να τρώμε ψωμί μάταια, και γι αυτό να έρχονται σε μας δέκα ή είκοσι παιδιά για να μάθουν κάτι από μας, επειδή εμείς δεν είμαστε για άλλη δουλειά: «Καλά», απάντησε ο Dima Duka, «αφού εσείς είσαστε έτσι, και εμείς θα ξέρουμε πώς θα σας απολύσουμε όταν θα είναι να φύγετε από μας.» 49 Στο πρωτότυπο με ελληνικούς χαρακτήρες. 68

69 Εκείνο τον καιρό διαδόθηκε σ όλη την Αλβανία ότι ο Stefan Mali [Στέφανος ο Μικρός] με τους Μαυροβούνιους νίκησε τους Τούρκους, που τους επιτέθηκαν, και έλεγαν πολλά γι αυτόν. Πέρασε εκείνος ο χρόνος και όλο και περισσότερο μιλούσαν σε εκείνα τα μέρη για τον Stefan Mali. Εγώ μπορούσα πια να μιλάω αλβανικά αρκετά καλά. Η γλώσσα τους είναι απλή και γι αυτό είναι εύκολη για εκμάθηση, ενώ γράφεται με τα γράμματά μας σαν να ήταν φτιαγμένα γι αυτήν. Και έτσι κάθε μέρα έγραφα μερικές φράσεις και τις μάθαινα απέξω. Οι Αλβανοί θαύμαζαν και χαίρονταν βλέποντας, αυτό που δεν έχουν δει ποτέ, να μπορεί η γλώσσα τους να γράφεται τόσο όμορφα. Σχεδόν δύο χρόνια ύστερα, στη Βενετία γνώρισα κάποιον παπά Θεόδωρο, δάσκαλο από τη Μοσχόπολη, ο οποίος εκτύπωνε κάτι αλβανικά με ελληνικά γράμματα 50 αλλά μ αυτά δεν μπορεί κανείς να γράψει ούτε το ένα τρίτο σε σύγκριση με τα σλαβικά, επειδή οι Έλληνες δεν έχουν στοιχεία για να πεις ж, ч, ш, ћ, και αυτά είναι απαραίτητα για τα αλβανικά όσο και για τα σλαβικά. Αυτά τα λέω εδώ επειδή εάν τυχόν κάποιος βρεθεί να προφητεύσει ότι με τον καιρό ο αλβανικός όπως και ο βλάχικος [=ρουμανικός] λαός θα έχει βιβλία με σλαβικούς χαρακτήρες στη γλώσσα του, αυτός ο καλοπροαίρετος προς το ανθρώπινο γένος προφήτης ας μη φοβάται καθόλου, αλλά να προφητεύει και προλέγει ελεύθερα αυτό το επιθυμητό κοινό όφελος. Είναι ένα πράγμα που μπορεί να γίνει εύκολα και φυσιολογικά και θα γίνει όταν ο Θεός ελεήσει εκείνο το γενναίο έθνος και εκείνα τα πανέμορφα μέρη. Πόσο χαιρόμουν εγώ όταν άκουγα τους ίδιους αυτούς τους Αλβανούς να λένε: «Όποιος κυβερνάει τη Σερβία αυτόν θα τον αναγνωρίσουμε και εμείς για τον κυβερνήτη μας, επειδή οι Σέρβοι κράληδες ήταν και δικοί μας.» Κοντά στο Χόρμοβο βρίσκονται κάποιοι όμορφοι κάμποι που οι Αλβανοί τους ονομάζουν όχι αλλιώς παρά «Lepažita». Τους ρώτησα τι σημαίνει αυτό; «Δεν ξέρουμε», μου είπαν, «είναι το όνομα του κάμπου.» Και όταν τους το εξήγησα, λέγοντάς τους ότι πρόκειται για σερβική λέξη, 51 «Μωρέ καλόγερε», μου απάντησαν, «μην παραξενεύεσαι γι αυτό εμείς στην αρχαία εποχή ήμασταν ένα γένος και μια φυλή με τους Σέρβους.» Αρχές του μήνα Σεπτεμβρίου μου ζήτησαν οι ηγέτες των Χορμοβιτών να τους κάνω μια δουλειά κοντά στην Κέρκυρα, για το οποίο έπρεπε να μείνω εκεί τέσσερις μήνες το λιγότερο. Πήγα ευχαρίστως. Με συνόδευσαν οι δύο μέχρι τους Αγίους Σαράντα εκείνοι γύρισαν σπίτι, και εγώ πήγα για τη δουλειά μου με τη συμφωνία ότι όταν θα τους γράψω από την Κέρκυρα να έρθουν για να με πάρουν. Για μια επιστολή, αγαπητέ μου, νομίζω ότι έγραψα αρκετά. Αν Σας φανεί ότι είναι περισσότερο απ ό,τι πρέπει, από αυτό δεν θέλω να συμπεράνετε τίποτα άλλο παρά το ότι είσαστε πολύ αγαπημένοι στην καρδιά μου αφού Σας γράφω τόσα. Στη Ρίγα, 3 Αυγούστου Πρόκειται μάλλον για τον Θεόδωρο Καβαλλιώτη, βλ. Ευστάθιος Ν. Κεκρίδης, Θεόδωρος Αναστασίου Καβαλλιώτης (1718;-1789), ο διδάσκαλος του Γένους. Καβάλα: Παρουσία Σερβ. lepa žita = «όμορφα σιτάρια». 69

70 VI. ΦΙΛΤΑΤΕ, ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ! Φεύγοντας από το Χόρμοβο είπα στο φίλο μου, όταν θα μου γράφει να απευθύνει το γράμμα στον Antonije Šćavun στην Κέρκυρα, επειδή επρόκειτο να περάσω και να επιστρέψω από εκεί. Μετά από την πεντάμηνη απουσία μου ήρθα στην Κέρκυρα και βρήκα εκεί δύο γράμματα που με λύπησαν πολύ. Το πρώτο από τον Μάξιμο, ο οποίος με ειδοποιεί ότι τρεις μήνες μετά από το χωρισμό μας άρχισαν μεγάλες αναστατώσεις στην Αλβανία ανάμεσα στους τοπικούς πασάδες, όπου αναγκαστικά ανακατεύτηκαν και οι Χορμοβίτες ότι εκείνος, βλέποντας ότι υπάρχει πάσα πιθανότητα για τα κακά παρεπόμενα, πριν ανάψει η φωτιά των μεταξύ τους πολέμων, απολύθηκε και τον συνόδευσαν μέχρι τα Ιωάννινα, για να περάσει στην πατρίδα του, η οποία πιθανότατα βρισκόταν σε παρόμοια κατάσταση. Με συμβουλεύει και με ορκίζει ο πιστός φίλος να μην περάσω με τίποτα στο τουρκικό έδαφος πριν συναφθεί ειρήνη και πριν δω αυτούς τους ίδιους τους Χορμοβίτες στην Κέρκυρα, γιατί ο πασάς του Δελβίνου, στου οποίου τη χώρα επρόκειτο να περάσω, έκανε συμφωνία με άλλους. Το δεύτερο γράμμα ήταν από τον παπά Gjika εκ μέρους των Χορμοβιτών, όπου με πληροφορούσε τα ίδια. Μου σημείωνε σε ποιον δικό τους άνθρωπο να γράψω στα Ιωάννινα. Μου λένε να περιμένω στην Κέρκυρα μερικούς μήνες εωσότου φανεί πιο καθαρά τι θα συμβεί και, εάν μετά δεν θελήσω να επιστρέψω σ αυτούς, ότι θα μου έστελναν την τσάντα με τα βιβλία μου που τα άφησα εκεί. Τώρα πια ένιωσα στην Κέρκυρα σαν να είμαι στο Μπανάτο, ούτε μου φαινόταν η ελληνική γλώσσα υπερβολικά ψιλή, αλλά ακριβώς όπως πρέπει για να κουβεντιάζεις με τις μούσες και τις χάριτες. Αμέσως γνωρίστηκα με έναν επτά χρόνια μεγαλύτερό μου, αλλά στην ελληνική γλώσσα και σπουδές τέλειο δάσκαλο, ονόματι Ανδρέα Πετριτσόπουλο. 52 Του εξέφρασα την επιθυμία μου να παρακολουθήσω τις φιλολογικές διαλέξεις του περί των ελλήνων ρητόρων και ποιητών. Αυτός ο καλός και πράος άνθρωπος όχι μόνο μου επέτρεψε αυτό που του ζήτησα με μεγάλη ευχαρίστηση και αγάπη αλλά, σαν να γνωριζόμασταν από τη δημιουργία του κόσμου, με παρακάλεσε να έρθω να μείνω αμέσως δίπλα στο δωμάτιό του, στις σχολικές εστίες της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, για να είμαστε πάντα μαζί και, όποτε θα έχει καιρό, θα με διδάσκει και κατ ιδίαν. Με σύστησε και στον καλό του φίλο, δάσκαλο της λατινικής και της ιταλικής γλώσσας, παπά Χρύσανθο Ζακυνθινό άρχισα πάλι μετά το Ζάγκρεμπ να μαθαίνω τη λατινική γραμματική, την οποία εκείνος, εκτός από την ιταλική γλώσσα, δίδασκε στο δημόσιο σχολείο της πόλης και ερμήνευε τους 52 Κερκυραίος λόγιος, μαθητής του Μοραΐτη. Ο Στογιάνοβιτς (1989:394) βρίσκει τα εξής στοιχεία για τον Πετριτσόπουλο: «Ο ανώνυμος συντάκτης της νεκρολογίας του Έλληνα λογίου σημειώνει ότι ο Ανδρέας Πετρικόπουλος πέθανε στις 5 Νοεμβρίου του 1815 από αποπληξία, όταν ήταν 76 ετών. Επομένως, γεννήθηκε στα [Ο] Πετρικόπουλος ήταν άξιος σεβασμού για την απλότητα του χαρακτήρα του και την ειλικρινή του συμπεριφορά με τους ανθρώπους, κυρίως δε για τη βαθιά γνώση της μητρικής του γλώσσας (per la profunda cognizione della patria lingua) εκτός απ αυτό, υπήρξε μεγαλόψυχος και πολύ μορφωμένος καθηγητής (un professore dotto)». Παραμένει όμως ασαφές γιατί τον ονομάζει Πετρικόπουλο. 70

71 κλασικούς ρωμαίους συγγραφείς. Εδώ λοιπόν είχα κάτι χρήσιμο για να ασχολούμαι ώστε η Αλβανία σπάνια μου ερχόταν στο νου αλλά περισσότερο από περιέργεια ρωτούσα τι συμβαίνει εκεί από εκεί έρχονταν όλο και πιο θολά και κακά νέα. Έτσι μίζερη είναι η κατάσταση μιας χώρας χωρίς λογική κυβέρνηση, όπου ο κάθε πασάς θέλει να είναι βασιλιάς. Απάντησα στους Χορμοβίτες για τη δουλειά που μου έβαλαν και τους είπα ότι εγώ δεν θέλω ποτέ να έρθω σε τέτοιες ανήσυχες χώρες. Έμεινα δίπλα στον καλό και ειλικρινή Ανδρέα μου ένα χρόνο και ένα μήνα, και στην αλήθεια όπως αυτός έτσι και ο δάσκαλος Χρύσανθος, και παρομοίως και ο παλιός μου φίλος Αντώνιος από την Ερζεγοβίνη, σπάνια με άφηναν να τρώω μόνος μου, καλώντας με για τραπέζι μα όμως σιγά σιγά κάτι ξόδευα και μόνος, οπότε έφτασε ο καιρός να δω το κεμέρι μου άδειο. Αλλά με την σκέψη ότι με την βοήθεια του Θεού κέρδισα περισσότερο απ ότι σκέφτηκα και ήλπιζα, μου φάνηκε ότι έγινα μάλλον πλούσιος. Είπα στον Ανδρέα μου ότι σκοπεύω να πάω στη Δαλματία, και να πάμε να ρωτήσουμε αν υπάρχει κάποιο πλοίο. «Αυτό είναι το πιο εύκολο!», μου είπε. Πήγαμε να ρωτήσουμε και ακούσαμε ότι ο Προβλεπτής [Proveditore] της Κεφαλονιάς, βενετός ευγενής, φεύγει για την πατρίδα του με την οικογένειά του. Το μισό καράβι άδειο. Συμφωνήσαμε με τον καπετάνιο να με πάει στη Βενετία με τρία τσεκίνια. Όταν έδωσα αυτά τα τρία, μου έμεναν μόνο άλλα πέντε. Στη Βενετία ήταν ανάγκη να μείνω στην καραντίνα είκοσι μία μέρες εκεί φεύγουν τα χρήματα. Από εκεί μέχρι τη Δαλματία χρειάζονται τουλάχιστον τρία. Δεν θα ήθελα να πω ότι βρίσκομαι σε ανάγκη, αλλά φοβάμαι μη γίνει και χειρότερα μετά. Αλλά τι δεν θα σκεφτεί η ανάγκη! Φεύγοντας από τη Σμύρνη έδωσα να μου ράψουν ένα πανωφόρι από φίνα εγγλέζικη τσόχα. Ο ράπτης μου το έκανε και υπερβολικά μακρύ και φαρδύ. Το κουβαλούσα συνέχεια μαζί μου και δεν το φόρεσα ούτε μια φορά. Στην Κέρκυρα υπάρχουν έμποροι που φορούν τέτοια ρούχα, και ο Ανδρέας τα φορούσε. Του είπα ότι εκεί όπου θα πάω εγώ δεν είναι συνήθειο να φορούν τέτοια ρούχα. Μου στοίχισε περίπου σαράντα πιάστρα, και θα το έδινα με είκοσι ή δεκαπέντε. «Με είκοσι», μου είπε, «θα το πάρω εγώ». Το φόρεσε ακριβώς όπως πρέπει. Χαρούμενος, σαν να του συνέβη κάτι ευχάριστο, εκείνη τη στιγμή μου μέτρησε τα χρήματα, και επαινώντας το ρούχο και λέγοντας ότι στην Κέρκυρα θα στοίχιζε πενήντα πιάστρα, το άφησε στο σεντούκι. Ο Ανδρέας μου, με το δάσκαλο Χρύσανθο και συχνά αναφερόμενο Αντώνιο μαζί, μου ετοίμασαν τόσες προμήθειες όσες θα αρκούσαν σε τέσσερις άνδρες για δέκα μέρες ένα μεγάλο κουτί, με λουκέτο, γεμάτο μπισκότα, δύο μεγάλα καλάθια με διάφορα πράγματα και είκοσι μπουκάλια κρασί. Ήρθε η μέρα του αποχαιρετισμού. Εύκολα μπορεί ο καθένας να φανταστεί πώς είναι ο χωρισμός με τέτοιες γλυκές ψυχές με τις οποίες θα ήταν μακαριότητα να περάσει κανείς μαζί όλη του τη ζωή πάνω σ αυτή τη γη. Αλλά θα ένιωθε βαριά η ψυχή μου αν άφηνα τελείως την Κέρκυρα χωρίς να μνημονεύσω τη μητέρα και τις δύο αδελφές του Ανδρέα. Η μητέρα του και αν με γεννούσε, δεν θα μπορούσε να είναι πιο καλή ούτε και αγαπημένη απέναντί μου. Μου έλεγε συχνά: «Ὁ υἱός μου ἔχει καὶ ἄλλους φίλους, ὅμως τέτοιαν ἀγάπην, ὁποῦ σοῦ ἔχει, ἐγὼ δὲν εἶδα εἰς 71

72 τὴν ζωήν μου!» 53 Η μεγαλύτερη αδελφή εδώ και δύο χρόνια ζούσε με καλό και φιλόπονο άνδρα, στον οποίο έπρεπε μια φορά κάθε εβδομάδα να πάμε όλοι μαζί να φάμε η μικρότερη στην ηλικία δεκατεσσάρων χρονών. Είχαν και δύο αδέλφια τα μικρότερα στην οικογένεια. Οι άγγελοι των ουρανών αν εμφανίζονταν, δεν θα μπορούσαν να πάρουν μορφή πιο όμορφη και πιο καλή από αυτή την φιλική και αγαπημένη οικογένεια. Στον μικρότερο, όλο τον καιρό μου εκεί, εγώ έκανα μαθήματα, διότι ο Ανδρέας τον αγαπούσε και γι αυτό ήταν πιο επιεικής μαζί του, και το παιδί δεν νοιαζόταν τόσο για τα μαθήματα και εγώ, όταν του έδινα εργασία για την επόμενη μέρα, του έλεγα μόνο: «Ακούς, Γεωργάκη, αν δεν μου μάθεις αυτά μέχρι την τάδε ώρα, μην έρχεσαι στο δωμάτιό μου ούτε εγώ θα έρθω σε σας». (Αυτή είναι η απειλή που εγώ κάνω στους μαθητές μου ακόμα και σήμερα.) Ποτέ δεν ήρθε αυτό το παιδί απροετοίμαστο. Αλλά και εγώ ήξερα να τον απατήσω δίνοντας του στην αρχή σύντομα κείμενα, και όταν το παιδί πήρε τη γεύση και σε δύο ή τρεις μήνες έμαθε απέξω περίπου πέντε ή έξι φύλλα, τότε πια το συνήθισε, του ήταν πολύ πιο εύκολο, και άρχισε και από μόνος του να μου ζητάει μεγαλύτερα κείμενα, υπερηφανευόμενος για το τι έχει μάθει λέγοντάς τα κάθε βράδυ στο γαμβρό, στις αδελφές και στη μάνα του. Αυτοί έκαναν ότι δεν τον πιστεύουν, και αυτός τους τα έλεγε αμέσως απέξω, και μετά τους τα ερμήνευε. Πολλές φορές ο γαμβρός και οι αδελφές ορκίζονταν ότι τον πιστεύουν ότι τα ξέρει, μόνο και μόνο για να τους αφήσει ήσυχους. Πόσο εύκολο και ευχάριστο είναι το να διαβάζεις όταν η μετάδοση γίνεται όμορφα και λογικά! Δεν ταλαιπωρούνται ούτε ο δάσκαλος ούτε οι μαθητές. Θεός ας μας φυλάξει από τα μπερδεμένα και άτακτα μαθήματα! Είναι εκ φύσεως δυσάρεστο στην ανθρώπινη ψυχή εκείνο που της φαίνεται πολύπλοκο, σκοτεινό και υπερβολικά δύσκολο. Αντιθέτως της φαίνεται ευχάριστο ό,τι είναι καθαρό, σαφές, εκλογικευμένο και πρακτικά εξηγήσιμο. Όσον αφορά την Κέρκυρα, δεν πρέπει να αποσιωπήσω ούτε τα εξής: ότι μόλις έφτασα από την Αλβανία, ήθελα να πάω και να ευχαριστήσω προσωπικά τη γριά ηγουμένη για την καλοσύνη της, που μου έδειξε τον καιρό της άφιξής μου σ αυτό το νησί αλλά αυτή είχε ήδη αποκοιμηθεί. Ο Θεός να της δώσει αιώνια μακαριότητα! Το καράβι για Βενετία ήταν ένα μεγάλο πλοίο της γραμμής. Εκτός από τον Προβλεπτή, την κυρία του και τους υπηρέτες τους, βρίσκονταν εκεί και τέσσερις αξιωματούχοι με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, οι οποίοι με τον ίδιο τρόπο πήγαιναν στη Βενετία. Μόλις μετά από δεκαεπτά μέρες φτάσαμε στη Βενετία, έχοντας κυρίως άπνοια ή αντίθετο άνεμο. Αλλά ο καιρός δεν μας φάνηκε πολύς σε τέτοια καλή παρέα. Στην Κέρκυρα γνώρισα ένα νέο ιερέα εύθυμο και πράο, ονόματι Δανιήλ Μοραΐτη, ο οποίος, όταν του είπα ότι θα περάσω ένα ή δύο χρόνια στη Δαλματία, μου είπε ότι κι αυτός θέλει για κάποιο χρόνο να βγει από την Κέρκυρα. Την πρότασή μου να έρθει μαζί μου στη Δαλματία δέχτηκε με μεγάλη χαρά. Ζήσαμε στην τέλεια αγάπη πάντα επί δύο χρόνια αχώριστοι. Στη βενετική καραντίνα τελείωσαν τα μπισκότα μου, και στο πάτο του κουτιού βρήκα το ίδιο εκείνο ρούχο που το πούλησα στον Ανδρέα μου στην Κέρκυρα, και μέσα του ένα γράμμα όπου μου ζητάει συγγνώμη και άφεση που 53 Στο πρωτότυπο με ελληνικούς χαρακτήρες. 72

73 με εξαπάτησε έτσι. Φώναξα το Δανιήλ και του είπα να κοιτάξει και να δει, αν δεν πιστεύει. «Τι να δω;», με ρώτησε. «Τη μαστοριά και την οξύνοια του Ανδρέα», απάντησα, «αγόρασε το ρούχο και το πλήρωσε, και μετά το έκρυψε στο βάθος του κουτιού κάτω από τα μπισκότα, σαν να το έκλεψε από κάποιον. Γι αυτό άραγε μου έλεγε να μην αφήσω το κουτί ανοιχτό μέχρι να ξοδέψω όλα τα μπισκότα, γιατί οι ναύτες κλέβουν σαν σατανάδες!» Εγώ ύστερα του έστειλα μερικά δωράκια, αλλά αυτό το θεωρώ ένα τίποτα σε σύγκριση μ αυτή τη σπουδή που μπορεί κάλλιστα να ονομαστεί η σπουδή της ελληνικής αγάπης και φιλίας. Εκείνος ούτε για μια στιγμή δεν το μελέτησε ούτε το σκέφτηκε, αλλά μόλις είπα εγώ ότι αυτό το ρούχο δεν το χρειάζομαι και ότι θα το πουλούσα με μισή τιμή, αμέσως, σαν να το έχει σκεφτεί από καιρό: «Τι να το πουλάς σε άλλον, αφού εγώ θα το πάρω; Ορίστε τα χρήματα.» Ευγενική ψυχή! Όμορφη, καλή καρδιά του Ανδρέα μου! Αν ήταν πλούσιος, ας έκανε έτσι αλλά εκείνος ζούσε τίμια και καλά με το δικό του κόπο, και δεν είχε χρήματα για να τα σκορπάει. Εγώ αυτή την ανάγκη μου ούτε με μια λέξη δεν την έχω αποκαλύψει, αλλά μάλλον με τόλμη του έλεγα τόσες φορές ότι έχω αρκετά μέχρι τη Δαλματία, και εκεί είμαι στο σπίτι. (Στα αντίγραφα αυτών των επιστολών δεν λέω τίποτα για έκδοση, αλλά τώρα, εκδίδοντάς τες στον τύπο, προσθέτω κατιτί.) Ή μήπως η γλυκύτατη ουράνια ψυχή του προέβλεπε ότι αυτή η πράξη μετά από είκοσι χρόνια θα παραδοθεί στο τυπογραφείο και στην αιώνια ανάμνηση; Αλλά πώς να ξέρει εκείνος ότι εγώ θα ζήσω τόσο, να πετύχω αυτή τη μακαριότητα, να έχω αυτή τη γλυκιά παρηγοριά και ένα τέτοιο ευγενές έργο φιλικής αγάπης, που θα το περιέγραφα και στην Περσία και στην Ταταρία με γλυκύτητα καρδιάς για μεγάλο έπαινο των ανθρώπων, γιατί μου το έδειξε και μου το έκανε ο αγαπημένος Ανδρέας μου, για να το γράψω, να το κηρύξω και να το παραδώσω και να το αφιερώσω στην μακάρια αιωνιότητα. Άγια καλοσύνη, θεία αγάπη πιστής παρέας και φιλίας, τίνος είσαστε εσείς γένους και φυλής, αφού μέσα μας ξυπνάτε τέτοια αισθήματα, στο στήθος μας ενεργείτε τόσο δυνατά; Και όσο περισσότερο φεύγει και χάνεται ο χρόνος της ζωής μας, τόσο εσείς γίνεστε όλο και περισσότερο νεώτεροι, ανθίζετε, καρποφορείτε, στην ίδια την αιωνιότητα χώνετε και απλώνετε τις ρίζες σας, και ψηλά στα ίδια τα ουράνια ύψη ανεβάζετε και υψώνετε τα κορμιά, τα κλαριά και τις ευγενείς κορυφές σας. Οι ηδονές, οι σωματικές ευχαριστήσεις του πλούτου, της δόξας και του μεγαλείου, όταν περάσουν και όταν πια εξαφανιστούν, είναι ποτέ ικανά να αφήνουν πίσω τους τέτοια αποτελέσματα; Αυτά είναι τα παρεπόμενά τους, οίμοι και φευ: ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης! Ο φτωχός και ο μίζερος ανθρωπάκος στη γη του Θεού, πρέπει να είναι εκείνος που, όταν γυρίσει το κεφάλι του για να δει πίσω του, δεν έχει να δει τίποτα παρά τη ματαιότητα. Αχ, πού είναι τώρα η νεότητα, που είναι το κρασί, τα εκλεκτά φαγητά και οι χαρές! «Αλλά ο μίζερος άνθρωπος στον κόσμο δεν είναι παρά ομίχλη, σκιά και ματαιότητα!» έτσι πρέπει να σκέφτεται και να λέει όποιος δεν γνωρίζει και δεν νιώθει μέσα του το ηθικό και το πνευματικό μέρος του εαυτού του. Μπορεί να πει κανείς με πλήρες μυαλό ότι ζούσε εκείνος που όλο το χρόνο της ζωής του δεν γνώρισε ούτε την ψυχή του ούτε το Θεό; «Ὧν ὁ θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν» [Φιλ. 3.19]. Ποτέ κανείς δεν θα το περιέγραφε πιο ωραία από τον απόστολο. 73

74 Ο αγαπημένος μου Ανδρέας Πετριτσόπουλος Κερκυραίος, αγαπώντας την καλοσύνη, επέλεξε την πλευρά της Μαρίας, η οποία εις τον αιώνα δεν θα του αφαιρεθεί. 54 Ήξερε καλά τι έκανε. Και αν δεν ήξερε ότι ύστερα από είκοσι χρόνια θα γραφτούν και θα εκτυπωθούν αυτά για αυτόν και για την πράξη του, καλά προέβλεψε και μάντεψε εκείνο που είναι αμέτρητες φορές καλύτερο και μεγαλύτερο από αυτό, δηλαδή αυτό που ετοίμασε, υποσχέθηκε και έταξε ο αιώνιος και μακάριος Πλάστης στους άξιους από τους υιούς των ανθρώπων, οι οποίοι αγαπούν το Θεό και την καλοσύνη. Δοξάζοντας τον Ανδρέα μου, δοξάζω την καλοσύνη, της οποίας ο έπαινος, η τιμή και η δόξα αναφέρονται στον ίδιο τον πατέρα των ουρανών, γιατί εκείνος είναι φύσει η ρίζα, η αρχή και η πηγή του κάθε καλού και της κάθε καθαρής και πιστής αγάπης. [Ακολουθεί εκτενές κομμάτι για τη διαμονή και τα ταξίδια στη Δαλματία, στη Βιέννη, στην πατρίδα του Βοϊβοντίνα, και έπειτα στις πόλεις της βόρειας Ιταλίας. Στο Λιβόρνο ανέβηκε στο καράβι για τη Χίο με τελικό προορισμό την Κωνσταντινούπολη.] (σσ ) Ο καπετάνιος του καραβιού, από το Dubrovnik, μου φερόταν τίμια και ευγενικά. Έχοντας τις δικές του δουλειές, περνούσε από διάφορα μέρη, όπως την Κορσική, και την πόλη Μεσσήνη στη Σικελία η οποία είχε καταστραφεί από σεισμό. Περάσαμε και δίπλα στο βουνό Αίτνα, όπου μια ολόκληρη νύχτα δεν ήθελα να κοιμηθώ για να έχω εκείνη τη θαυμάσια θέα. Την εικοστή πρώτη μέρα που ξεκινήσαμε από το Λιβόρνο είδαμε το νησί της Χίου και εκείνη τη μέρα μπήκαμε στο λιμάνι της πόλης. Αν το ήθελα, μπορούσα εκείνη τη στιγμή να περάσω σε άλλο καράβι για Κωνσταντινούπολη αλλά επειδή ο καπετάνιος με έπεισε ότι εκεί μπορεί κάθε μέρα να βρεθεί ευκαιρία για να πάω εκεί, σκέφτηκα να μείνω στη Χίο μερικές μέρες για να δω αυτό το πανέμορφο νησί. Παρά το σκοπό και την προσμονή μου, αντί για δέκα μέρες μου συνέβη να μείνω εκεί ίδιους τόσους μήνες, και γιατί έγινε αυτό και τι έκανα εκείνο τον καιρό; Βρίσκοντάς το άξιο της περιέργειάς Σας και της εκτενούς περιγραφής, τελειώνω αυτή την επιστολή, μένοντας κλπ. Στο Βερολίνο, 30 Σεπτεμβρίου IX. ΑΓΑΠΗΜΕΝΕ ΚΑΙ ΦΙΛΤΑΤΕ ΜΟΥ! Στην πόλη της Χίου νοίκιασα ένα δωμάτιο για δέκα μέρες στο μετόχι των Ιεροσολύμων ακριβώς δίπλα στη θάλασσα και πλήρωσα ένα αγόρι την επόμενη μέρα για να με πάει ένα γύρο του νησιού. Εδώ, μόλις βγει κανείς από την πόλη, αμέσως αρχίζουν μεγάλοι κήποι, γεμάτοι λεμόνια και πορτοκαλιές, με πανέμορφα χτισμένα πέτρινα σπίτια διακοσμημένα με διάφορα χρώματα μαρμάρου. Θα έλεγε κανείς, όταν βρεθεί εδώ, ότι δε βρίσκεται σε νησί υπό τουρκική διοίκηση αλλά στη μέση της Τοσκάνης. Οι πολίτες της Χίου, οι οποίοι 54 Πρβλ. Λκ 10:42. 74

75 όλοι είναι πλούσιοι έμποροι, έχουν τα εξοχικά σπίτια πιο όμορφα από εκείνα που είναι στην πόλη. Μου έλεγαν ότι αυτό το νησί έχει έσοδα μισό εκατομμύριο πιάστρα μόνο από τα λεμόνια και τα πορτοκάλια, τα οποία στέλνει παντού, και ιδιαιτέρως στην Κωνσταντινούπολη. Ολόκληρο το νησί, λοιπόν, εκτός από την πλευρά των ψηλών πέτρινων βουνών, παρουσιάζει μια πόλη εξαιρετικού φάρδους, γεμάτη αυλές περικυκλωμένες με μεγάλου πέτρινους τοίχους, και μέσα τους καστέλια, όπου ζουν οι οικογένειες από το μήνα Μάρτιο μέχρι το Νοέμβριο. Εδώ ο πιο σκληρός χειμώνας είναι όπως σε μας στο Μπανάτο τον Οκτώβριο. Το καλοκαίρι εδώ έξι μήνες δεν έχει βροχή και η ζέστη θα ήταν πολύ μεγάλη αν δεν υπήρχαν οι θαλασσινοί άνεμοι για να δροσίζουν τον αέρα. Πάνω σ εκείνες τις λεμονιές και τις πορτοκαλιές όλο το χρόνο υπάρχουν λουλούδια με κόκκινους και ώριμους καρπούς. Ο κάθε κήπος έχει δικό του πηγάδι με αφθονότατο νερό θα έλεγες ότι σ αυτή τη γη πιο κάτω από μερικούς πήχεις δεν έχει τίποτα παρά μόνο νερό, το οποίο κάθε πρωί και βράδυ μέσα από μικρά κανάλια φέρουν σε όλο τον κήπο για να ποτίζουν τα δέντρα. Το νερό το βγάζουν με μάγγανο: δένουν τα μάτια σε μουλάρι για να μη δει τι κάνει, το ζεύουν και το διώχνουν εκείνο ξεκινάει και πάει και ταξιδεύει, νομίζει ποιος ξέρει πού, και δεν ξέρει ότι όλη την ώρα στρέφεται σ ένα μέρος γύρω από το πηγάδι. Ο καθένας μπορεί εύκολα να φανταστεί πώς είναι από το Μάρτιο μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου να περπατάς σ αυτό το νησί. Τόσο άρωμα από τους καρπούς και τα λουλούδια που θα σκεφτόσουν ότι είσαι στον Παράδεισο. Ήρθα εδώ αρχές Ιουνίου ύστερα από πέντε μέρες έφτασαν οι φωνές ότι στην Κωνσταντινούπολη ξέσπασε λοιμός. «Να, πήγαινε τώρα στην Κωνσταντινούπολη», σκέφτηκα μέσα μου. Αλλά δεν στενοχωρέθηκα, βρίσκομαι σε καλό μέρος παντού οι Έλληνες, ιδίως οι πλούσιοι, αγαπούν τις μούσες και τις ξένες γλώσσες, μόνο που πρέπει να τους δοθεί η ευκαιρία να τις γνωρίσουν. Ρώτησα τον νοικοκύρη, αρχιμανδρίτη των Ιεροσολύμων, τι σχολεία και δάσκαλοι υπάρχουν στον τόπο. Αυτός μου είπε ότι εκεί υπάρχουν δύο σχολεία, όπου διδάσκονται τα ελληνικά, και ότι το καλοκαίρι οι δάσκαλοι παραδίδουν στα εξοχικά τους, ένα από τα οποία είναι κοντά στην πόλη. Την επόμενη μέρα πήγα εκεί. Του εξέθεσα σε τι δυσχέρεια βρίσκομαι, μην τολμώντας να ορμήσω στην πανούκλα στην Κωνσταντινούπολη, και ότι, μέχρι να σταματήσει αυτή, ευχαρίστως θα έκανα μαθήματα ιταλικής και γαλλικής, αν ενδιαφερόταν κάποιος, για να μπορώ να καλύπτω τα έξοδά μου. «Μπορείς να βγάλεις όχι μόνο τα έξοδα, αλλά και κέρδος», μου απάντησε ο δάσκαλος, «σε μένα πρώτο θα παραδίδεις γαλλικά, και ξέρω ότι και από τους μαθητές μου θα έχεις μερικούς για τα ιταλικά, τα οποία είναι πολύ αναγκαία στους εμπόρους». Μου είπε να μείνω μαζί του να φάμε και στο μεταξύ, μέχρι να τελειώσει αυτός τα μαθήματά του, είτε να διασκεδάσω με το βιβλίο μου είτε να πάω να κάνω μια βόλτα στην αυλή. Βρήκα εκεί έναν ιερέα από την πόλη, πολύ έμπειρο στα ελληνικά με αυτόν πήγα στον κήπο, όπου περπατώντας και κουβεντιάζοντας μου φάνηκε ευγενικός και ευχάριστος άνθρωπος. Μας κάλεσαν για γεύμα. Ο καινούριος μου γνωστός, ο παπάς Αγάπιος, πήγε στη γειτονιά σε ένα από τους πρώτους εμπόρους για γεύμα, και εγώ έμεινα με το δάσκαλο. Στο φαγητό έμαθα ότι αυτός ο λόγιος άνθρωπος καταλαβαίνει λατινικά αρκετά καλά και ότι στη βιβλιοθήκη του έχει εκλεκτούς συγγραφείς σ αυτή τη γλώσσα. Χάρηκε όταν του 75

76 είπα ότι αφού καταλαβαίνει λατινικά σε έξι μήνες θα έχει αποκτήσει τέλεια κατανόηση της γαλλικής, επειδή αυτή είναι διάλεκτος εκείνων. «Για τόσο καιρό», μου είπε, «πιθανόν θα πρέπει να παραμείνεις εδώ, επειδή όταν η πανούκλα αρχίσει στην Κωνσταντινούπολη αργά το καλοκαίρι, δεν σταματάει όλο το χειμώνα». Όσο τα λέγαμε εμείς, ο προαναφερθείς παπάς Αγάπιος μου βρήκε άλλη μια ωραία δουλειά. Είπε τόσα καλά για μένα σ εκείνο τον έμπορο που ο άνθρωπος υποσχέθηκε όχι μόνο ότι θα με πληρώνει για το μικρότερο από τους επτά υιούς του, αλλά επιπλέον ότι στο σπίτι του στην εξοχή και στην πόλη, όσο είμαι στη Χίο, θα μου παρέχει στέγη και φαγητό. Μας κάλεσαν για φαγητό και εκεί γνώρισα το μελλοντικό οικοδεσπότη μου, τίμιο γέροντα εβδομήντα τεσσάρων χρονών ακόμα γερό και υγιή, ονόματι Μανόλη Στρατηπετροκόκκινο. Μετέφερα τα πράγματά μου από το μετόχι. Την επόμενη μέρα μου παρέδωσε ο δάσκαλος, ονόματι Νικόλαος Αργέντιος, τους δώδεκά του μαθητές για να τους διδάξω ιταλικά, και εκείνος άρχισε τα γαλλικά. Σ αυτό το πανέμορφο νησί κάθισα μέχρι το τέλος του επόμενου Φεβρουαρίου με μεγάλη χαρά είδα όλο το νησί και το πλούσιο βασιλικό μοναστήρι ονόματι Νέα Μονή, και εντός του παλαιά βιβλιοθήκη ελληνικών χειρόγραφων βιβλίων. Οι μαθητές μου έμαθαν από μένα ό,τι ήθελαν, και εγώ έλαβα περίπου εξήντα τσεκίνια. Ακόμα το Δεκέμβριο έλαβα το νέο ότι σταμάτησε η πανούκλα στην Κωνσταντινούπολη όμως, για μεγαλύτερο όφελος των μαθητών μου και περιμένοντας ωραιότερο καιρό για θαλασσοπλοΐα, έμεινα και άλλο παραπάνω. Την τελευταία μέρα του Φεβρουαρίου χαιρέτησα τους καλούς μου φίλους: το λόγιο γιατρό κύριο Σκυλίτση, τον ηλικιωμένο Άγγλο Σάμουελ Μπρέτσμπριτζ, ο οποίος ζούσε εκεί πολλά χρόνια, τον αγαπημένο παπά Αγάπιο, το δάσκαλο κύριο Νικόλαο Αργέντιο, και την πρώτη Μαρτίου έφυγα με το καράβι για την Κωνσταντινούπολη. Δεν πρέπει να αποσιωπηθεί ότι οι Χιώτες έχουν στο ομορφότερο μέρος των προαστίων εξαιρετικά οργανωμένο νοσοκομείο με φαρδιά αυλή για πενήντα νοσηλευόμενους, ξένους ή ντόπιους, λίγο πιο μακριά από την πόλη μεγάλα κτήρια λοιμοκαθαρτηρίου και περίπου μισό μίλι από εκεί ένα άλλο νοσοκομείο για τα λοιμώδη νοσήματα, επονομαζόμενο Αγίου Λαζάρου. Ταξιδεύοντας στην Κωνσταντινούπολη ήμουν με καλή παρέα των Χιωτών εμπόρων. Απέναντι από το νησί στο Μαρμαρά, φύσηξε προς εμάς αντίθετος αέρας και μας κράτησε σ ένα μικρό λιμάνι αυτού του νησιού επί δεκαπέντε μέρες με δυσκολία ξεκινήσαμε από εκεί και με μεγάλη ταλαιπωρία φτάσαμε στην Πόλη του Κωνσταντίνου. Έμεινα στο Βαλεντέ-χάνι με τους Χιώτες εμπόρους, κοντά στην Αγία Σοφία και το παλάτι του σουλτάνου. Οι Χιώτες μου με πήγανε παντού στην Κωνσταντινούπολη στη θάλασσα και στη στεριά αλλά ποιος θα τριγυρίσει όλη αυτή την τεράστια πολιτεία! Συστήθηκα στο Πατριαρχείο. Ο πρωτοσύγκελος του Πατριαρχείου μου είπε να περιμένω μέχρι να περάσει η Κυριακή των Βαΐων και η Μεγάλη Εβδομάδα, και ότι μετά από το Πάσχα θα με συστήσει σε τέτοιες δύο ή τρεις οικογένειες για να μου βρει εργασία, ώστε να μπορέσω να έχω τουλάχιστον χίλια πιάστρα το χρόνο. Στο Πέρα και στο Γαλατά περνούσα σχεδόν κάθε μέρα, και εκεί συστήθηκα στον πρόξενο του αυστριακού καίσαρα. Μα τη Μεγάλη Εβδομάδα άρχισαν οι φήμες στην πόλη: πανούκλα! Μπερδεύτηκαν οι Χιώτες μου και κάποιοι μαζεύτηκαν για 76

77 να φύγουν για τη Χίο, και εγώ έφυγα στο Πέρα. Μα και εδώ τι θα κάνω; Όλες οι προξενικές αρχές έκλεισαν όπου και να στραφείς, φόβος και φρίκη. Τζάμπα, είπα, και της Κωνσταντινούπολης και όσες χίλιες και να έχει μέσα της παράδες, πιάστρα και ρούπια. Αν κολλήσω κάπου πανούκλα και με αρπάξει, θα με βοηθήσουν τότε τα πιάστρα; Αυτή δεν ξέρει από αστεία, ούτε θα τη νοιάζει που εγώ ακόμα δεν έχω δει Παρίσι και Λονδίνο. Πλήρωσα ένα παλικάρι να μου μεταφέρει τα πράγματά μου μέχρι τη θάλασσα εκεί πήρα μια βάρκα να με πάει σε οποιοδήποτε καράβι για τη Μαύρη Θάλασσα. Αν πάει στην Κριμαία, στην Τραπεζούντα και ακόμα και στον Καύκασο, θα πάω κι εγώ μαζί τους, μόνο να μην είμαι εκεί όπου υπάρχει η πανούκλα, γιατί μ αυτή δεν έχω καθόλου όρεξη να κάνω ούτε φιλία ούτε συναναστροφή. Όταν στο πρώτο καράβι ρωτήσαμε πού πάει, μας είπαν: στο Γαλάτσι, στη Μολδαβία. Ρώτησα τον κυβερνήτη αν θα με πάρουν μαζί τους και πόσα θα μου ζητήσουν μέχρι εκεί. «Ανέβα εδώ πάνω, μη ρωτάς», μου είπε, «αν δώσεις το περισσότερο για τη μεταφορά και το φαγητό, θα δώσεις πέντε ή έξι πιάστρα. Το καράβι είναι άδειο έχω μόνον ένα επιβάτη που ενοικίασε τη μεγάλη καμπίνα και πληρώνει καλά. Αλλά να η δυστυχία, δεν ξέρει ούτε τούρκικα ούτε ελληνικά ούτε ρουμάνικα, και όλοι εμείς, όσοι είμαστε στο καράβι, δεν ξέρουμε αυτό που ξέρει αυτός, αν ξέρει τίποτα.» Αντί για δέκα παράδες όπως συμφωνηθήκαμε, έδωσα στο βαρκάρη μου τριάντα, επειδή με πήγε τόσο καλά. Μπήκα. Βρήκα εκεί κάποιο πρελάτο από την Πολωνία, αυτοί έχουν φερμάνια να εξαγοράζουν από την Τουρκία κάθε χρόνο χριστιανούς δούλους από την Τουρκία. Όταν του είπα, μιλώντας στα λατινικά, ότι ξέρω και ελληνικά και βλάχικα [=ρουμάνικα]: «Αχ, καρίσιμε», μου είπε, «ο Θεός και οι προσευχές μου σε έφεραν εδώ. Δεν σε αφήνω να ξοδέψεις τίποτα μέχρι το Γαλάτσι και το Ιάσιο, μόνο να με βοηθήσεις να μιλήσω με αυτούς τους ανθρώπους.» Εκείνος έστειλε το νεότερο παπά του με τους εξαγορασμένους δούλους από τη στεριά και, για να αποφύγει μεγάλο κόπο, σκόπευε να φτάσει στη Μολδαβία μέσω θαλάσσης... 77

78 4 Jelena Dimitrijević Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη 1908 Μετάφραση: Vladimir Bošković Δημοσθένης Στρατηγόπουλος (αποσπάσματα) Πρώτο γράμμα. 55 Αγαπημένη μου Λουΐζα! Θεσσαλονίκη, 2 Αυγούστου Μόλις φτάσαμε αμέσως σε ειδοποίησα ότι ταξιδέψαμε καλά, και ότι η Mara δεν είχε λόγο να φοβάται και να με αποτρέπει από αυτό το «επικίνδυνο» ταξίδι, το ταξίδι στην τουρκική επανάσταση. 56 Έστειλα κάρτες σε όλους. Σε σένα θα στέλνω και γράμματα, σου το υποσχέθηκα. Εσένα θα σου γράφω για εκείνο εξαιτίας του οποίου έσπευσα τώρα προς τα εδώ, στην επανάσταση: θα σου γράφω για τις Τουρκάλες, τις γνωστές μου, με τις οποίες πέρασα σχεδόν τη μισή ζωή μου, και στις ανέφερα συχνά, και σου έλεγα πολλά γι αυτές, ιδίως στην Πόλη τις φθινοπωρινές ημέρες, όταν έβρεχε και τα νεκρά φύλλα κάλυπταν τη γη, και τις χειμωνιάτικες ημέρες, όταν χιόνιζε και φυσούσε ο άνεμος κουνώντας τα παράθυρα στο μικρό ζεστό δωμάτιό μου. Ω, Λουΐζα μου, εγώ τις θυμάμαι με χαρά και πόνο αυτές τις συναντήσεις μας, και όλες τις συζητήσεις που κάναμε με χαρά, διότι τις απολάμβανα τόσο πολύ, και με πόνο, επειδή πέρασαν. Και από όλα τα βιβλία εγώ ακόμα αγαπάω περισσότερο εκείνα που διαβάσαμε μαζί τότε, όταν έξω χιόνιζε και φυσούσε, όταν η φωτιά στο φούρνο μου είχε γλώσσα, και τα πράγματα στο δωμάτιό μου είχαν ψυχή: σε οποιοδήποτε πράγμα και να γύριζα το βλέμμα μου τότε, μου φαινόταν ότι ζει, ότι κουνιέται, ότι μου χαμογελάει, αντικατοπτρίζοντας το χαμόγελό μου... Εμείς τότε διαβάσαμε έργα πολλών μεγάλων συμπατριωτών σου, του Chateaubriand σας, του Lamartine σας, του Hugo σας, του Gautier σας, του Loti σας... Αυτοί οι συμπατριώτες σου έγραφαν για την Ανατολή, κι εγώ τότε πολύ την αγάπησα την Ανατολή. Ξέρεις ότι τώρα ετοιμάστηκα για την Ευρώπη και... Εσύ ξέρεις γιατί έστρεψα το δρόμο προς την Ασία. Εκείνη η είδηση σε μια εφημερίδα μας, ότι οι Τουρκάλες αποκαλύφθηκαν, ότι περπατούν στο δρόμο με τους άντρες, οι γυναίκες με τους συζύγους τους, με έχει επηρεάσει έντονα. Κάμποσες μέρες ήμουν σε μια περίεργη ψυχολογική διάθεση, μην ξέροντας τι να κάνω. Πρώτον, η 55 Αυτές οι επιστολές απευθύνονται στην κυρία Lujza St. Jakšić, δασκάλα της Ανώτερης Σχολής Θηλέων στο Βελιγράδι (σημ. της συγγραφέως). Η σχολή αυτή ιδρύθηκε από τον ηγεμόνα Miloš το Η Επανάσταση των Νεότουρκων ξέσπασε στις 12 Ιουνίου 1908 στην κρίση γύρω από το Μακεδονικό Ζήτημα. Στις 24 Ιουλίου ο Σουλτάνος αναγκάστηκε να ανακηρύξει το Σύνταγμα, το οποίο στην πραγματικότητα έφερε τους Νεότουρκους στην εξουσία. Αυτό το γεγονός σημαίνει αρχή της λεγόμενης Δεύτερης συνταγματικής εποχής όταν η Αυτοκρατορία μπαίνει στη φάση της τελικής διάλυσης. 78

79 επανάσταση δεύτερον, ετοιμάστηκα να κάνω άλλο ταξίδι, και σε όλους είπα ότι θα πάω στην Ευρώπη. Εγώ έχω δύο αγάπες, η μία για την Ανατολή και η άλλη για τη Δύση και υπερίσχυσε, κέρδισε η πρώτη, εκείνη που με κατέκτησε στα πρώτα μου νιάτα ξεκίνησα προς τα εδώ με πολλή χαρά και περιέργεια: θα δω εκείνους που αγάπησα και από τους οποίους αγαπήθηκα, θα μάθω πώς νιώθουν τώρα αφού έχουν αποκαλυφθεί, αν κοκκινίζουν οι Παλαιότουρκες από ντροπή, αν βάζουν ενστικτωδώς μαντίλα στο κεφάλι, αν ξέρουν πώς να κυκλοφορούν μαζί με τους άντρες, και αν χαίρονται οι Νεότουρκες, αν υπήρξαν για όλες αυτές αρκετά καπέλα στη Θεσσαλονίκη, ή σε κάποιες το κεφάλι τους έμεινε ακάλυπτο. Το ότι η Τουρκία είναι συνταγματική, ότι μέσα της επικρατεί η ελευθερία, το καταλάβαμε ήδη από τα σύνορά της: δεν μας έψαξαν τις βαλίτσες για να βρουν βιβλία, ούτε μας έβαλαν τα χέρια στις τσέπες για να βρουν όπλα. Και ότι τα χαρέμια δεν είναι πια χαρέμια το είδα κιόλας στο σταθμό της Vranjska Banja: στο βαγόνι μας μπήκε μια τουρκική οικογένεια, ένας άρρωστος γέρος, ένα υγιές παιδί, και δύο γυναίκες, μια μικρή και μια μεγάλη, όπως φαίνεται και οι δύο υγιείς, και καθώς βολεύτηκαν σε χωριστό κουπέ, η μικρή, αρκετά όμορφη κιόλας, βγήκε στο διάδρομο και στάθηκε ανάμεσα στους άντρες με το κεφάλι ακάλυπτο ακριβώς όπως κι εμείς! «Είναι αλήθεια, αποκαλύφθηκαν. Αλλά πώς μπορούν έτσι αμέσως μπροστά στους άντρες! Πώς πέταξαν αυτό που φορούσαν επί αιώνες μέσα σε τρεις μόλις εβδομάδες!». Έτσι σκεφτόμουν και μπήκα στο κουπέ μας, όπου τα επανέλαβα φωναχτά. Και ένας Θεσσαλονικιός γέλασε και είπε: «Εσείς πιστεύετε ότι αυτές είναι Οθωμανές; Αυτές είναι Ντονμέδες, 57 δηλαδή αλλαγμένες, εκείνες που αλλαξοπίστησαν... Εβραίες, τουρκεμένες πριν από τόσους αιώνες». Ακούγοντάς τον, σκέφτηκα: «Ε, Θεσσαλονικιός, ποιος ξέρει από πότε έχει να πάει στη Θεσσαλονίκη έφυγε πριν από το Σύνταγμα, προφανώς, και δεν ξέρει ότι με τη συνταγματική ελευθερία απελευθερώθηκαν τα χαρέμια». Και δεν έβλεπα την ώρα για να φτάσω στη Θεσσαλονίκη. Όμως όταν πέρασα τα σύνορα ξέχασα όλα τα χαρέμια, ακόμα κι εκείνο μέσα στο βαγόνι μας διότι όλη η φυσιογνωμία της μέχρι πρόσφατα παρακμασμένης παλαιάς Τουρκίας, από πρόσφατα ανανεωμένης, μου θύμιζε την επανάσταση: όπλα, σε κάθε στάση οι άντρες με τα όπλα μέχρι τα δόντια, και οι κόκκινες σημαίες που κυμάτιζαν στα χέρια τόσων ανθρώπων και πάνω σε τόσα κτήρια μου φαίνονταν σαν αίμα... έβλεπα το αίμα ακόμα και όταν οι Νεότουρκοι φιλιόνταν με τους χριστιανούς και μέσω αυτών έστελναν στους προύχοντες των χριστιανών αδελφικούς χαιρετισμούς, και έτρεμα από αυτό το φαντασμένο αίμα... Πολλά όπλα μακρινά τουφέκια γυαλίζουν στο δυνατό ήλιο του Ιουλίου οι φωνές «Ζήτω η ελευθερία!» αντηχούν στο γαλάζιο μακεδονικό ουρανό. Εγώ έριχνα βλέμματα σ αυτό τον ουρανό, στους γυμνούς λόφους, στις καμμένες κοιλάδες, στον Αξιό που ταξίδευε μαζί μας, και άκουγα: φωνάζουν άραγε και οι χριστιανοί το ζήτω η ελευθερία; «Πέστε τους χαιρετισμούς μου στον 57 Ντονμέδες (τουρ. Dönme «αλλαγμένος», «προσηλυτισμένος»), ονομασία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης οι οποίοι εξισλαμίστηκαν τον 17 ο αιώνα αλλά κράτησαν τα εβραϊκά έθιμα και τον τρόπο ζωής. Τους έλεγαν και Selânikli, «Θεσσαλονικείς» ή Ma min «πιστοί». Στη Θεσσαλονίκη σώζεται το τέμενός τους, το Γενί Τζαμί (τουρ. Yeni cami, «νέο τζαμί»), χτισμένο το 1902 από τον Ιταλό αρχιτέκτωνα Vitaliano Poselli, το οποίο αποτελεί έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό της ισλαμικής και της ιουδαϊστικής αρχιτεκτονικής παράδοσης. 79

80 despot-efendi (κύριο Μητροπολίτη), δεν υπάρχει πλέον Τούρκος, Σέρβος, Έλληνας, Βούλγαρος όλοι είμαστε αδέλφια, όλοι είμαστε γιοι μιας χώρας, όλους μας γέννησε μια πατρίδα η Τουρκία». Τέτοια έλεγαν οι Νεότουρκοι αξιωματικοί στους χριστιανούς, κι εγώ σκεφτόμουν: πού εξαφανίστηκαν οι ραγιάδες; Οι Τούρκοι αδέλφια με τους γκιαούρηδες; Στο σταθμό των Σκοπίων ο χαμός, αποχαιρετούσαν τους βοεβόδες και τους εθελοντές μας: τον Gligorije Sokolović, τον Jovan Babunski, τον Vasilije Trbić, τον Jovan Grković-Gapon και άλλους: εκείνοι, με επίσημη στολή, με χρυσοκέντητη σημαία από κόκκινο μετάξι, όλοι τους σοβαροί. Και όταν βρέθηκαν στο βαγόνι μας, τη μια κουβέντιαζαν μαζί μας, την άλλη με τους Νεότουρκους, μιλούσαν ανοιχτά για την ελευθερία, ακουμπώντας τα μακριά τουφέκια τους. Εγώ έβλεπα στον καθένα από αυτούς από έναν ήρωα, ένα Σέρβο, έναν άντρα, έναν προστάτη των φτωχών, των σκλάβων, των αδύναμων... Υπήρχαν και οι Βούλγαροι, όπως πάντα στη Μακεδονία, και όλο λένε στους Νεότουρκους για την ειλικρίνεια και την εμπιστοσύνη τους. Στο κουπέ μας ήταν και ένας βούλγαρος δημοσιογράφος, του οποίου δεν έμαθα το όνομα, και μια βουλγάρα δασκάλα, η σύζυγος του βοεβόδα Panitsa, με την οποία γνωριστήκαμε, και όχι μόνο αλλά της έραψα και το μανίκι, επειδή της είχε ανοίξει στον ώμο... Και κάθε φορά που άνοιγε το στόμα για να πει κάτι, εγώ περίμενα ότι θα πει ότι της «επιτέθηκαν» στη Σερβία, αλλά εκείνη δεν το είπε. Φαίνεται ότι εμάς με τους Βούλγαρους οι Νεότουρκοι μάς έχουν τελείως συμφιλιώσει Κάθε φορά που πλησιάζαμε κάποιο σταθμό γινόταν φασαρία στο τρένο μας, με μια λέξη χαμός. Στην αρχή φοβόμουν, αλλά μετά κατάλαβα ότι πρόκειται για εκδηλώσεις: χειροκροτήματα σαν βροντές, και χαρούμενες, άγρια χαρούμενες φωνές. Αλλά εγώ δεν ήμουν χαρούμενη: κοίταζα τις Χριστιανές, στους κάμπους, μέχρι πρότινος σκλάβες των Τούρκων, και δεν μου φαίνονταν ελεύθερες και όταν το μάτι μου βούρκωνε, δεν ήταν από χαρά: και αναρωτήθηκα γιατί νιώθω έτσι... Εγώ ξεκινάω για την Τουρκία ως κοσμοπολίτισσα, και την περνάω ως Σερβίδα: και το ελάχιστο μόριο της ψυχής μου είναι σερβικό, όπως είναι σερβική και όλη μου η ψυχή... Αλλά από το κουπέ με την τούρκικη οικογένεια ξαφνικά ακούστηκαν δύο γυναικείες φωνές, ανακατεύτηκαν με το θόρυβο των τροχών, με το σφύριγμα της μηχανής και την άγρια φωνή: ζήτω η ελευθερία! «Ζήτω η ελευθερία!» είπε θυμωμένα και χλευάζοντας ένας συμπατριώτης μας από τη Βοϊβοντίνα, φεύγοντας βιαστικά από το κουπέ από το οποίο ακούστηκαν οι φωνές των γυναικών. Φαίνεται ότι έχει διαβάσει την είδηση περί αποκάλυψης των Τουρκάλων, και μπήκε ελεύθερα στο τουρκικό κουπέ, ανάμεσα στις Τουρκάλες. «Αμάν! Μπήκε και κάθισε δίπλα μας χωρίς να πει ούτε συγγνώμη!», φώναζε εκείνη η μικρή Τουρκάλα, έξαλλη από κατάπληξη και θυμό εμείς κοιταχτήκαμε κάπως περίεργα, και ο εισπράκτορας μάλωσε εκείνο τον «παραβάτη» και τον έφερε στο κουπέ μας, φαντάζομαι ως τιμωρία, γιατί ήταν υπερπλήρες και είχε μια ζέστη να πεθάνεις. «Και γιατί όλα αυτά, αφού οι Τουρκάλες έχουν αποκαλυφθεί και περπατούν μαζί με άντρες, οι γυναίκες με τους συζύγους τους;», αναρωτιόμουν χωρίς απάντηση. 58 Η σταθερή αντιπάθεια της Jelena προς τους Βουλγάρους πιθανόν έχει να κάνει με το σερβοβουλγαρικό πόλεμο του 1885, όταν ακόμα ζούσε στη Νις. 80

81 Όταν φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη, νύχτα. Στο σταθμό, μέσα από ένα πλήθος κόσμο έτρεξαν κοντά μας οι πολυάριθμοι πορτιέρηδες, αρπάζοντας τις αποσκευές μας ο ένας απ τον άλλο, μαλώνοντας μεταξύ τους για το ποιος θα μας αρπάξει πρώτος, για να μας πάρει στο ξενοδοχείο του. Και τελικά συμφωνήσαμε με εκείνον που φώναζε: «Hôtel Imperial sur la mer!» Η άμαξα τσίριζε για πολύ ώρα μέσα στο σκοτάδι, στους αφώτιστους δρόμους της Θεσσαλονίκης, κι εγώ ήμουν ανόητη, φαντάσου, φοβήθηκα! Και όταν ξημέρωσε το θερμό πρωινό του Ιουλίου, ακούστηκε δυνατά η Μασσαλιώτιδα και πολλά χειροκροτήματα. Μέσα από το πλήθος, μέσα από τον απερίγαρπτο συνωστισμό και τις φωνές στο τσαρσί, μέσα από το τσαρσί διακοσμημένο με σημαίες, πιο πολύ λευκές παρά κόκκινες, διώχνοντας τους πωλητές, δίνοντας κάτι στους ζητιάνους, το έβαλα για την παλιά Θεσσαλονίκη. Πάνω στο ανώμαλο καλντερίμι, πήγα στο Κασημιέ, και στο Αλατζά Ιμαρέτ, στον τουρμπέ Μουσά Μπαμπά, μέχρι και το Τσαούς-μοναστήρι, περνώντας χαμάμια καλυμμένα με βρύα και τεκέδες τριγυρισμένους από τάφους, μέσα από εγκαταλειμμένα τουρκικά νεκροταφεία με σπασμένες και γκρεμισμένες επιτάφιες στήλες, πάνω σε φτέρες και καλαμιές θερισμένων χωραφιών μέχρι τα γόνατα. Και πάνω πάνω στάθηκα για να ξεκουραστώ, γύρισα: πανέμορφο, γραφικό θέαμα! Σαν αμφιθέατρο είναι η παλιά Θεσσαλονίκη. Ο Θερμαϊκός Κόλπος φαίνεται ολόκληρος η διάχυτη θάλασσα αλλού λάμπει σαν χρυσός, αλλού αστράφτει σαν λιωμένος άργυρος ανάμεσα στα πολύχρωμα σπίτια, διώροφα, με άσπρα και χρωματιστά καφάσια, με σοφάδες και βεράντες, πάνω από ψηλούς τοίχους προβάλλουν γέρικες συκιές, πράσινες κληματαριές, κόκκινες ροδιές και πικροδάφνες στο ύψος των σπιτιών, γεμάτες λουλούδια, και που και που μαύρα κυπαρίσσια και άσπροι μιναρέδες ίσιοι σαν βέλη. Ησυχία, ούτε ο θόρυβος της αγοράς, ούτε οι φωνές των πωλητών: θα ήταν έρημο σαν νεκροταφείο αν στα απότομα, πάρα πολύ στενά σοκάκια, αλλού πολύ σύντομα, αλλού μακριά αλλά απίστευτα λοξά, δεν συναντούσα μαύρες σκιές... περπατούν χωρίς πρόσωπο και χωρίς φωνή. Και θα νόμιζε κανείς ότι πρόκειται για φαντάσματα νεκρών αν κάθε τόσο δεν σταματούσαν για να χτυπήσουν τον κρούστη στην πόρτα. Εγώ ξαφνιαζόμουν από αυτά τα χτυπήματα και κοίταζα προς τους ψηλούς φράχτες, τα πυκνά καφάσια. Ακόμα τίποτα δεν γκρεμίστηκε, ακόμα τίποτα δεν κάηκε: είναι νωρίς, η τρίτη μόλις εβδομάδα. Αλλά αυτές οι μαύρες σκιές..., είναι οι γνωστές μου, οι Τουρκάλες. Ακόμα δεν πέταξαν το τσαρσάφι, πιθανόν δεν πρόλαβαν να ράψουν τα φορέματα... Και μάλλον έχουν αποκαλυφθεί και οι Παλαιότουρκες, όπως και οι Νεότουρκες επειδή και οι Παλαιότουρκοι, το πρωί, όταν ακούστηκε η Μασσαλιώτιδα, χειροκρότησαν μαζί με τους Νεότουρκους... Ακόμα, όπως και πριν, ρωτάω τον μπακάλη ή τον φούρναρη: πού κάθεται η τάδε. Ακόμα οι δρόμοι δεν έχουν ονόματα, ούτε και τα σπίτια τους αριθμούς. Στον τάδε μαχαλά, κοντά στο τάδε χαμάμ, δίπλα στο τάδε τζαμί «είναι το σπίτι της διώροφο, πράσινο, σ ένα από τα παράθυρα τα καφάσια λίγο πιο πυκνά, βαμμένα κίτρινα και η πόρτα στο κάτω μέρος λίγο σπασμένη». Και με αυτά τα σημάδια βρήκα μερικές γνωστές και φίλες μου, Παλαιότουρκες, που γι αυτές βέβαια δεν ήθελα να ρωτήσω το μπακάλη ούτε το φούρναρη. «Έλα, έλα», ενθάρρυνα τον άντρα μου, όταν χτύπησα τον κρούστη στην πόρτα. «Τώρα κι εσύ μπορείς να μπεις στο χαρέμι». Αλλά από την αυλή ακούστηκε το συνηθισμένο 81

82 «Ποιος είναι;». «Εγώ!». Και έγινε συζήτηση, και μετά έπρεπε να ειδοποιηθεί η χανούμισσα, και μετά ακόμα να ανοίξει η πόρτα για να με δει η χανούμισσα. Με είδε εμένα, τη γυναίκα, αλλά είδε ταυτόχρονα και το σύζυγό μου, άντρα, και έβγαλε μια φωνή, έκλεισε με πάταγο την πόρτα και, την άκουσα, έφυγε! Από μακριά μού έφτασε μια χαρούμενη φωνή: «Ελάτε, μαντάμ!». Άρα, πάλι μόνη μου. Ο άντρας μου χαμήλωσε το κεφάλι και γύρισε σπίτι. Σε έναν ανοιχτό προθάλαμο, επιπλωμένο τελείως αλά τούρκα και διακοσμημένο με μικρές λευκές σημαίες με την εικόνα του Ενβέρ μπέη 59 και τις βεντάλιες όπου γράφει: Vive la liberté, με υποδέχτηκε η οικοδέσποινα, Παλαιότουρκη παρόλο που δεν είναι μεγάλη, με τουρκικό αντερί και τερλίκια, με έσφιξε στην αγκαλιά της, με χτύπησε ελαφρά μερικές φορές στην πλάτη, πίεσε το πρόσωπο της στο δικό μου, λέγοντας με χαρά: «Ω, ω, ω, ω!» και, τυλίγοντας το χέρι της πάνω από τη μέση μου, με πήγε στο γυάλινο, φαρδιά ανοιχτό σοφά, απ όπου πέρα από τις στέγες, μέσα από ροδιές γεμάτες ώριμους καρπούς κόκκινους σαν αίμα, ασπρίζει ο Κόλπος. Εκεί κάθονταν πολλές γυναίκες πάνω στους σιλτέδες, δύο υπηρέτριες, τρεις «τσιφτά» φίλες, τέσσερις χωρισμένες γυναίκες (τις ξέρω όλες): μαζεύτηκαν γύρω από μια νεαρή Τουρκάλα, η οποία στα χέρια κρατάει, αντί για ντέφι, μια εφημερίδα..., και από την κουζίνα, μαζί με τα χτυπήματα της σόταρας, ακούγεται η δική σας Μασσαλιώτιδα... Όταν με πρόσεξαν, όλες τους πήδηξαν και στα πρόσωπά τους διακρινόταν μεγάλη χαρά. Μετά από τους τεμενάδες τους και την χειραψία μου, η οικοδέσποινα με αγκάλιασε ξανά και μετά φώναξε χαρούμενα: «Μαντάμ! Έχουμε ελευθερία!». «Να τη χαρείτε! Αλλά... Να σας βρω έτσι;». «Πώς, μαντάμ;». «Να κρύβεστε... από τους άντρες!». «Ααα!» ξεφώνισαν όλες μαζί με την οικοδέσποινα, οι δύο υπηρέτριες, οι τρεις τσιφτά φίλες και οι τέσσερις χωρισμένες γυναίκες, και όλες τους έμοιαζαν φοβισμένες, ίσως νόμισαν ότι έχω τρελαθεί. «Διάβασα στις εφημερίδες ότι...». «Ψέμματα λένε οι εφημερίδες!» είπαν θυμωμένα και μια μεγάλη γυναίκα με το πηγούνι της να τρέμει τρικλίζοντας είπε: «Με την καλή βούλησή μας δεν θέλουμε και αν χρησιμοποιήσουν βία... Σε μας το να είμαστε χωρίς τσαρσάφι και πετσέ θα ήταν όπως σε σας χωρίς πουκάμισο και ακόμα χειρότερα. Αν εγώ, με το συμπάθιο, ήμουν χωρίς πουκάμισο και να εμφανιστεί ένας άντρας, εγώ ενστικτωδώς μάλλον θα έκρυβα το κεφάλι από το σώμα...». Και συγχισμένη σήκωσε την άκρη του αντεριού πάνω στο κεφάλι, σαν να κρύβεται... «Η ελευθερία μας έφερε την ισότητα, την αδελφοσύνη. Δεν υπάρχει πια στην Τουρκία Τούρκος, Σέρβος, Βούλγαρος: είμαστε αδέλφια», είπε η οικοδέσποινα ευχαριστημένη. Πάλι άρχισε εκείνη η μεγάλη να κουνιέται μπροςπίσω: «Τη θρησκεία δεν την πειράζει το Σύνταγμα και ούτε τολμά να την πειράξει. Γιατί μα την πίστη μου! Μέσα σ αυτή την αλλαγή, τα σπίτια μας δεν 59 İsmail Enver ( ), αρχηγός της Επανάστασης των Νεότουρκων, στρατηγός στο Ιταλοτουρκικό, Βαλκανικούς και τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο εισήγαγε την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως σύμμαχο των Γερμανών. Στη δεύτερη φάση του καθεστώτος των Νεότουρκων ( , «η κυβέρνηση των τριών πασάδων»: του Ενβέρ πασά, του Ταλάτ πασά και του Τζεμάλ πασά) κατηγορείται για τη γενοκτονία των Αρμενίων και την ήττα στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Στα ύστερα χρόνια έγινε οπαδός του παντουρκισμού και σκοτώθηκε σε μια εξέγερση κατά των μπολσεβίκων στο Τουρκεστάν. Το 1996 τα λείψανά του εκταφίστηκαν και μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. 82

83 θα διακοσμούνταν με σημαίες παρά ματωμένες το αίμα θα κυλούσε σαν ποτάμι κάτω στα στενά κατηφορικά σοκάκια της παλιάς Θεσσαλονίκης, και όταν θα έφτανε στη θάλασσα, αυτή δεν θα ήταν πια γαλάζια αλλά κόκκινη. Ούτε θα το θέλαμε εμείς οι γυναίκες, ούτε θα το επέτρεπαν ποτέ οι άντρες μας. Και αν είδες στους δρόμους γυναίκες με γυμνά χέρια, ώστε να φαίνεται το πρόσωπό τους ή με πετσέ λεπτό σαν τον ιστό της αράχνης, αυτές είναι οι Ντονμέδες... Αλλά και στην ελευθερία τους θα σημάνει τέλος: θα μαζευτούν οι Οθωμανοί και θα τους πουν: είτε να φτιάξουν το τσαρσάφι από κάτω φαρδύ, από πάνω μακρύ, και να αγοράσουν πετσέ μαύρο και πυκνό, είτε να αποκαλυφθούν πλήρως και να επιστρέψουν στην πίστη από την οποία μας ήρθαν». «Αυτή είναι η ελευθερία, χανούμ;». «Η ελευθερία δεν έχει να κάνει με την πίστη. Και αυτό που έγινε, είναι μεγάλο, και δεν είναι από τους ανθρώπους, αλλά από το Θεό το έργο του Θεού... δόξα Του!». Μια άλλη μεγάλη τα άκουσε, και χλόμιασε, το πηγούνι της έτρεμε κουνήθηκε και είπε με σιγανή φωνή: «Από τότε που θυμάμαι, εγώ τηρώ τη λεπτή μου πίστη. Και έχει τώρα εξήντα πέντε χρόνια που ούτε ένας άντρας δεν είδε το κεφάλι μου ακάλυπτο. Τώρα, αν βρισκόταν μια δύναμη που να με πρόσταζε να πάω στο σοκάκι αποκαλυμμένη, εγώ θα κλειδωνόμουν στο σπίτι και δεν θα έφευγα από αυτό και ας ζούσα εκατό χρόνια. Αλλάχ ιλ Αλλάχ Μουχαμέντ αρ ρεσούλ Λουλλά!». «Δεν θα θέλαμε, μαντάμ, να βγούμε από το σπίτι με ακάλυπτο κεφάλι: μόνες μας θα καταδικάζαμε τον εαυτό μας σε φυλακή και ας ζούσαμε και πάνω από εκατό χρόνια», είπαν οι φανατικές νέες ομόφωνα. Κι εγώ τις πιστεύω, και τις μικρές και τη μεγάλη. Για να αφήσω αυτή τη δυσάρεστη για εκείνες κουβέντα, γρήγορα είπα: «Και ο πατισάχ;». «Τώρα είναι ο Σουλτάν Χαμίτ», είπαν ελεύθερα, χωρίς να περάσουν με χέρι από το πρόσωπο όπως όταν αναφέρουν τον Μωάμεθ. Μεγάλη αλλαγή για σύντομο καιρό; Και έφυγα απορώντας για τον εαυτό μου: πού βρήκα κι εγώ την τόλμη, να ρωτήσω την Παλαιότουρκες αν αποκαλύφθηκαν, να βεβηλώσω μέσα στο σπίτι τους ό,τι πιο ιερό και όσιο έχουν!... Αυτά για τις Παλαιότουρκες, και για τις Νεότουρκες θα σου γράψω περισσότερο, γιατί αυτές είναι πιο ενδιαφέρουσες, κι ελκύουν την προσοχή ιδίως εκείνων που γνωρίζουν τις Παλαιότουρκες. Κι όμως, θα είναι δύσκολο, γιατί ανάμεσα στις Νεότουρκες εδώ δεν έχω τις γνωστές μου. Όσες γνώριζα ήταν γυναίκες υπαλλήλων και έφυγαν, σκορπίστηκαν σ όλη την Τουρκία. Για τη μία άκουσα ότι είναι στη Ρόδο, μια άλλη στη Βηρυτό... Η Σαφιέ χανούμ, αφού τριγύρισε τόσες πόλεις στην Μικρά Ασία, τώρα είναι στον Τραπεζούντα. Κουράστηκες, Λουΐζα μου; Πολλούς, πολλούς θερμούς εγκάρδιους χαιρετισμούς σε σένα και τα παιδιά. Και ο Jova 60 σάς χαιρετάει. Σας φιλώ. Δική σου Jelena 60 Ο σύζυγος της Jelena, βασιλικός υπολοχαγός και ταγματάρχης Jovan M. Dimitrijević ( ). Τα πρώτα χρόνια του γάμου, από το 1881, ζούσαν στο Νις, Κράλιεβο και Πίροτ, για να εγκατασταθούν μόνιμα στο Βελιγράδι από το

84 Δεύτερο γράμμα. Θεσσαλονίκη, 13 Αυγούστου Αγαπημένη μου Λουΐζα! Μόλις έλαβα το γράμμα σου, το διάβασα και, κάτω από την πίεση της μεγάλης μου χαράς κάθισα να σου γράψω και να σου πω ότι και σήμερα δεν θα μπορούσα να γράψω ούτε μια αράδα χωρίς αυτό, χωρίς το αγαπητό γράμμα σου. Τα αγαπητά μου! Το καθένα από αυτά μού θυμίζει έναν κινητήρα που οδηγεί σε κίνηση και ζωή έναν άλλο την καρδιά μου. Η κάθε κάρτα από σας μου είναι αγαπητή όπως εσείς την υποδέχομαι με χαρά όπως εσάς και χαϊδεύω την καθεμία με το χέρι μου. Κι αν είμαι με τόσες γυναίκες, κάθε τόσο νιώθω μοναξιά, και με όλη μου την καρδιά πεθυμώ εσάς, εσένα και τα παιδιά σου, για να μοιράσω τις εντυπώσεις μου μαζί σας να ακούσουμε μαζί το φλοίσβο της θάλασσας, να τη βλέπουμε πως παφλάζει στο Μόλο και κουνάει τα πολλά καΐκια, αγκυροβολημένα μακριά από την παραλία. Ω, μακάρι να ήσαστε εδώ, να καθόμαστε όλοι και οι τέσσερις το απόγευμα σε ένα καΐκι και να πηγαίναμε μακριά, προς τον Όλυμπο. Τώρα έχει καθαρό ουρανό και ο Όλυμπος φαίνεται καλά... Πολλές φορές εδώ η ώρα περνάει αργά, όταν είμαι με άντρες... περνάω πολλή ώρα με άντρες, κι εσύ ξέρεις ότι δεν το έχω συνηθίσει. Εδώ ακόμα κρατάει το γλέντι, τρελό, ακόλαστο, ανατολίτικο γλέντι χιλιάδες ψυχές πλημμυρίζουν το Μόλο, 61 γεμίζουν απ άκρη σ άκρη τα ανοιχτά καφενεία και παρεμποδίζουν μπροστά τους όχι μόνο τα πεζοδρόμια, αλλά και ολόκληρους τους δρόμους, όπου η κυκλοφορία των αμαξών αναστέλλεται από τις πέντε το απόγευμα και χιλιάδες ψυχές φωνάζουν με όλη τους τη δύναμη: «Yașasın Hürriyet!» (Ζήτω η Ελευθερία!). Εγώ πιστεύω ότι την Ελευθερία πουθενά δεν την υποδέχθηκαν με τόσο ενθουσιασμό και τρελή χαρά όπως στην Τουρκία. Και μάλλον την υποδέχθηκαν έτσι διότι γι αυτούς τους λαούς εκείνη ήταν ένα αιώνιο πανέμορφο όνειρο, το οποίο δεν πίστευαν ότι θα πραγματοποιούνταν ποτέ. Και όμως πραγματοποιήθηκε τόσο ξαφνικά. Όλοι είναι μεθυσμένοι από χαρά. Τίποτα δεν βλέπουν, παρά άσπρες σημαίες τίποτα δεν ακούν, παρά το «Ζήτω η Ελευθερία!» τίποτα δεν κάνουν, παρά μόνο γλεντούν. Τρελό, ακόλαστο, ανατολίτικο γλέντι. Η Μασσαλιώτιδα μάς ξυπνάει και μας νανουρίζει. Χιλιάδες χέρια χειροκροτούν, χιλιάδες στόματα ξεφωνίζουν «Vive la Liberté!» κάθε φορά που θα ακουστεί η Μασσαλιώτιδα. Vive la Liberté!, το ακούω ακόμα και στον ύπνο μου από τα χειροκροτήματα κουφάθηκαν τα αυτιά μου... Και μετά, οι επισκέπτες ασταμάτητα τους υποδεχόμαστε και τους αποχαιρετούμε. Μόνο οι Έλληνες ήρθαν πριν από μας. Υποδεχθήκαμε τους Σέρβους βοεβόδες, ύστερα τους Σμυρνιούς και μετά τους Σέρβους... Δεν ξέρω ποιους επισκέπτες χάρηκαν περισσότερο οι Θεσσαλονικείς και η Θεσσαλονίκη. Είναι διακοσμημένη ολόκληρη με λουλούδια και σημαίες. Οι σημαίες κυματίζουν στα κτήρια και στα χέρια των αντρών, των γυναικών και των παιδιών, πράσινες και λευκές, όλες τους με ημισέληνο και αστέρι. Πάνω στις λευκές σημαίες της τουρκικής επανάστασης, όπου το λευκό συμβολίζει ότι δεν χύθηκε αίμα, η προσωπογραφία του τούρκου ήρωα, ταγματάρχη, νεαρού Ενβέρ μπέη... Ακόμα και μέσα σε εκείνη την απερίγραπτη φασαρία από τους μικροπωλητές που πουλούν κάρτες, 61 Στο πρωτότυπο η ελληνική λέξη, molos. 84

85 στολίδια, σημαιούλες κι εμβλήματα με προσωπογραφίες των δύο Νεότουρκων αξιωματικών, Ενβέρ μπέη και του Νιαζί μπέη, νιώθει κανείς τη χαρά. «Enver Bey! Niazi Bey!» φωνάζουν όσο μπορούν πιο δυνατά δίπλα στα αυτιά μας, προσφέροντας πραμάτεια για την οποία καμαρώνουν. Από την ίδρυσή της, ποτέ δεν ήταν η Θεσσαλονίκη αυτό που είναι αυτές τις μέρες: η πιο χαρούμενη πόλη στον κόσμο, η κοιτίδα της ελευθερίας για τους λαούς της Αυτοκρατορίας, η καινούργια Μέκκα για τους μουσουλμάνους. Σ αυτήν έρχονται όχι για να προσκυνήσουν κάποιο νεκρό μουσουλμάνο άγιο, αλλά τη ζωντανή αγία την Ελευθερία. Εγώ δεν θα ξεχάσω ποτέ το Θερμαϊκό Κόλπο, όταν από αυτόν έρχονταν οι Σμυρνιοί. Καράβια, καΐκια, πανιά, κατάρτια, όλα στολισμένα με σημαίες, ήδη από νωρίς το πρωί όλα σαν να είναι ζωντανά και να φόρεσαν τα καλά τους για κάποια μεγάλη γιορτή. Και δύο άσπρα καράβια με πυκνές σημαίες παντού, όταν βγήκαν με ασυνήθιστη ταχύτητα μπροστά στους καλεσμένους για να τους πάνε στο λιμάνι, το οποίο κάλυψαν οι μάζες χαρούμενων Θεσσαλονικιών, μου φάνηκαν σαν δύο Τουρκάλες οικοδέσποινες, σαν να είχαν ψυχή και τα δύο. Προχώρησαν γρήγορα και όταν πλησίασαν τα καράβια της Σμύρνης, βούιζαν περίεργα... και ήχησε η Μασσαλιώτιδα, και έσχισε τον ουρανό το «Ζήτω η Ελευθερία!». Οι οικοδέσποινες πήγαν τη φιλοξενούμενή τους μια βόλτα στον πλούσια και πανέμορφα στολισμένο Κόλπο, και γύρισαν, στάθηκαν μπροστά της, και την πήγαν μέσα... Και μετά, ένα πλήθος κόσμου και σειρά από αυτοκίνητα όλοι αυτοί συνάχτηκαν στην Πλατεία Ελευθερίας, μεταξύ του «Όλυμπος Παλλάς» και του «Καφενείου Συντάγματος» κι εκεί σταμάτησαν για να ακούσουν τον χαιρετισμό των φιλοξενούντων Θεσσαλονικέων, να ακούσουν τις ομιλίες των Νεότουρκων... Από το μπαλκόνι του «Καφενείου Συντάγματος» τους χαιρέτισε η ενθουσιασμένη Επιτροπή, 62 και τους έκανε μια ενθουσιώδη ομιλία ο ταγματάρχης Τζεμάλ μπέης, 63 και του απάντησε με πολύ πάθος ένας δερβίσης, από την άμαξα, Σμυρνιός, με καφέ καφτάνι, με μυτερό περίεργο καπέλο. Εμείς ήμασταν απέναντι, στο μπαλκόνι του «Όλυμπος Παλλάς» και ακούω καθαρά την κάθε λέξη, βλέπω την κάθε χειρονομία. Δεν ξέρω γιατί οι ομιλητές κάθε μια και τόσο μου φαίνονταν σαν ηθοποιοί, αν ήταν για τις πολλές χειρονομίες τους, ή επειδή άπλωναν τα χέρια σαν να αγκαλιάσουν τους επισκέπτες, ή επειδή τους στέλνουν φιλιά με τις παλάμες, επειδή φωνάζουν «Σας φιλάμε το πρόσωπο και τα μάτια...»; Μετά από τους Σέρβους βοεβόδες ήρθανε οι Σέρβοι από τη Σερβία. Δεν μπορώ να το εκφράσω πόσο χάρηκα γιατί τους υποδέχτηκαν ωραία. Τους υποδέχτηκαν πάρα πολύ ωραία. Ή μήπως έτσι μου φαίνεται, γιατί είμαι χαρούμενη, τη μια συναντάω κάποιο γνωστό μας, την άλλη κάποιο συγγενή 62 Επιτροπή Ένωσης και Προόδου (τουρ. İttihad ve Terakki Cemiyeti), το κύριο όργανο των Νεότουρκων, ιδρύθηκε το 1889 και κατείχε την εξουσία Ahmet Cemal ( ), υψηλός Οθωμανός αξιωματικός, καταγόμενος από τη Μυτιλήνη. Από το 1898 βρισκόταν στη Μακεδονία διατελώντας διάφορα αξιώματα και ήταν έξοχο μέλος της Επιτροπής Ένωσης και Προόδου. Ήταν ένας από τους πιο ισχυρούς στρατηγούς στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ένας από τους «τρεις πασάδες», αρχηγός της οθωμανικής εκστρατεία στη Συρία Μετά τον πόλεμο έφυγε στη Γερμανία και στην Ελβετία. Σ ένα ταξίδι στην Τυφλίδα δολοφονήθηκε από έναν Αρμενό λόγω της συμμετοχής στη Γενοκτονία. 85

86 μας. Εδώ είναι τα δύο ανήψια μου, ο Velja και ο Momčilo. Στον Momčilo αρέσουν τα πάντα, γιατί είναι νέος, γεμάτος ιδανικά. Είναι εδώ και ο βοεβόδας Blažo Petrović. Όταν τον είδα αυτόν, σαν να έχω δει την αγαπημένη κυρία Joka. Μακάρι να την είχα εδώ, για να κοιτάμε μαζί αυτό το γλέντι, και να αναρωτιόμαστε, όχι ως απλοί αδιάφοροι θεατές, αλλά ως Σερβίδες: πού θα καταλήξουν όλα αυτά; πώς θα καταλήξουν; θα είναι πιο εύκολα για την πολυβασανισμένη φυλή μας; Ω, Λουΐζα μου, μακάρι να ήταν αυτή η σοφή Σερβίδα τώρα εδώ, μαζί μου! Και τώρα εμείς οι δύο θα αναρωτιόμαστε και θα συζητούσαμε... Μα και οι άλλοι αναρωτιούνται: πού θα καταλήξει αυτό και πώς. Οι αξιωματικοί της μεταρρύθμισης κοιτάζουν την τουρκική ελευθερία με υποψία και τους Νεότουρκους με συμπόνια. Σ αυτούς τους μεθυσμένους τι να ετοιμάζουν άραγε οι νηφάλιοι; Η Βουλγαρία τούς διαβεβαιώνει ασταμάτητα για την ειλικρίνεια και την πίστη της. «Τόσα χρόνια μεταρρυθμίσεων, και τι έχει μεταρρυθμιστεί;! Μόνοι μας θα τακτοποιήσουμε το κράτος μας. Επειδή έχουμε ίσα δικαιώματα πρέπει να έχουμε και ίσες υποχρεώσεις: όλοι θα πάνε στο στρατό για να έχουν αγάπη προς την πατρίδα». Ξέρουν να ενθουσιάζονται με το λαμπρό μέλλον, παρόλο που είναι μεθυσμένοι... Όταν μιλάω με τους Τούρκους, αναρωτιέμαι με απορία: Αυτοί είναι οι Τούρκοι που μου περιέγραφε μια πρώην σκλάβα τους η μητέρα μου; Οι αιμοδιψείς; «Η αιματοχυσία με τίποτα, μαντάμ... γι αυτό οι επαναστατικές σημαίες μας είναι λευκές». «Είναι οι ίδιοι... και αυτά τώρα είναι η πολιτική». Ποιον να πιστέψω;... Στη Θεσσαλονίκη κρατάει το γλέντι και τη μέρα και τη νύχτα. Ω, το νυχτερινό γλέντι στη Θεσσαλονίκη! Μέχρι τις εννιά ευρωπαϊκή ώρα στην Πλατεία Ελευθερίας, μπροστά από τα καφενεία από τις εννιά μέχρι μετά τα μεσάνυχτα στον Κήπο της Ένωσης. Μεγάλος κήπος, μπροστά στο Beyaz küle[si], ή αλλιώς Tour blanche, στην παραλία. Αν ξαφνικά έβρεχε, οι σταγόνες δεν θα έφταναν στη γη. Σ αυτό τον κήπο η Επιτροπή φέρνει τους επισκέπτες που έρχονται από τη θάλασσα και από την ξηρά εκεί, στο πλατό προς τη θάλασσα, λαμβάνουν χώρα τα επίσημα γεύματα και το κοινό όλη τη νύχτα κάθεται και ακούει την ορχήστρα και χειροκροτεί όταν ακουστούν οι προπόσεις από το πλατό. Τρεις βραδιές γλεντήσαμε με τη δική μας στρατιωτική μουσική, η οποία άρεσε πολύ στους Θεσσαλονικείς. Μερικές φορές τα νεύρα μου κουράζονται τόσο πολύ που δεν μπορούν να απορροφήσουν άλλες εντυπώσεις τότε συνήθως δραπετεύω από τη φασαρία, ψάχνοντας για ησυχία. Πηγαίνω στην τουρκική γειτονιά Yalılar, αλλά κι εκεί ακούγεται: Ζήτω η Ελευθερία! Ζήτω η Πατρίδα! Ζήτω ο Λαός! Ζήτω ο Στρατός! «Yașasın Hürriyet! Yașasın Vatan! Yașasın Millet! Yașasın Ordu!» 64 ακόμα σφυρίζουν μέσα στο μυαλό μου. Κι όμως, στα Yalılar είναι πιο ευχάριστα. Πανέμορφες επαύλεις με πανέμορφους κήπους. Ποιος θα το έλεγε ότι αυτά αποτελούν μέρος μιας βρώμικης πόλης, όπως είναι η παλιά Θεσσαλονίκη και η αγορά της; Ποιος θα το έλεγε ότι εδώ μιλούν ήσυχα, ενώ εκεί φωνάζουν δυνατά; Εγώ έρχομαι κάθε μέρα σ αυτή την ήσυχη γειτονιά. Επισκέπτομαι τις χανούμισσες που οι άντρες τους είναι στην Επιτροπή Ένωσης και Προόδου. Είναι κυρίως γυναίκες αξιωματικών. Με υποδέχονται ευγενικά γιατί είμαι Σερβίδα και με εμπιστοσύνη γιατί σ αυτές με σύστησαν οι Νεότουρκοι αξιωματικοί: ο Τζεμάλ μπέης, ο Αλί 64 Το γνωστό σλόγκαν της Επανάστασης των Νεότουρκων. 86

87 Νακί μπέης, ο Αλί Σεφκέτ μπέης, ο Μασούκ εφεντί... Σ αυτές με συστήνει η γνωριμία μου με τον μεγαλύτερο ήρωα της επανάστασής τους, τον Ενβέρ μπέη. Εσείς γνωριστήκατε με τον Ενβέρ μπέη, μαντάμ; Ναι, χανούμ. Σας αρέσει ο ήρωάς μας; Εξαιρετικά. Είναι μόλις είκοσι επτά ετών, και τι μεγάλο έργο έχει κάνει. Και ταγματάρχης... Εδώ κι ενάμιση χρόνο. Τώρα δεν θα δεχόταν κανένα πιο υψηλό βαθμό... Δεν κόπιαζε για καμιά διάκριση παρά για να είναι ευτυχισμένη η Πατρίδα. Δούλεψε με ειλικρίνεια, από πεποίθηση, από αγάπη προς την Πατρίδα του η οποία μέχρι τώρα ήταν τόσο δυστυχισμένη, γιατί την κυριαρχούσε ο δεσποτισμός... ο δεσπότης. Επισκέφθηκα πολλές Τουρκάλες και θα σου γράψω πολλά γι αυτές. Και τώρα; Έχουμε πολύ ωραίο διαμέρισμα: «Hôtel Imperial sur la mer»... Το δωμάτιό μας είναι ευρύχωρο, τα κρεβάτια φαρδιά και με κουνουπιέρες, οπότε στα χέρια μου δεν υπάρχουν τσιμπήματα από κουνούπια. Το αγαπημένο μου σαλονάκι έχει ένα μπαλκόνι που βλέπει προς τη θάλασσα: εκεί κάθομαι περισσότερο, εκεί σου γράφω, εκεί υποδέχομαι τους επισκέπτες. Όσον αφορά τον Jova, εκείνος εδώ δεν ψαρεύει, αλλά τρώει τα ψάρια, 65 κάθε μέρα, για μεσημεριανό και για βραδινό, ετοιμασμένα à la greque. Κι εγώ τα έφαγα σήμερα για χάρη του. Εδώ θα μείνουμε μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου θα βλέπω το γλέντι των Θεσσαλονικέων, θα επισκέπτομαι τα χαρέμια και θα σε σκέφτομαι. Η Bulka θα πάρει πολλά γραμματόσημα. Εγκάρδια χαιρετώ, αγκαλιάζω και φιλώ εσένα και τα παιδιά σου. Και ο Jova στέλνει χαιρετίσματα. Δική σου Jelena. Τρίτο γράμμα. Αγαπημένη μου Λουΐζα! Θεσσαλονίκη, 14 Αυγούστου Από νωρίς το πρωί η ζέστη είναι ανυπόφερτη. Η πνοή από τη θάλασσα μάς έρχεται μόλις το απόγευμα. Όλο το σπίτι ανοιχτό απ όλες τις πλευρές, και ούτε που αισθάνομαι το ρεύμα, αλλά ψάχνω για σημείο όπου θα μπορούσα να ασχοληθώ με το εργόχειρο. Το δωμάτιό μας είναι σκιερό, αλλά δεν έχει αρκετό φως από τον πίσω δρόμο μάς ενοχλεί η φασαρία και η κίνηση το όμορφο σαλονάκι με το μπαλκόνι προς τη θάλασσα δεν είναι άδειο: δύο νέες, η νύφη και η κουνιάδα, με πρόλαβαν και κάθισαν εκεί για να δουλέψουν, να στενέψουν μια 65 Η παρωδία της περίφημης «μεθόδου του Όλεντορφ» για εκμάθηση της γαλλικής γλώσσας που ήταν τότε σε χρήση στη Σερβία. Η μέθοδος αυτή καθώς και η παρωδία της απαθανατίστηκαν στα έργα του σατιρικού συγγραφέα της εποχής Branislav Nušić (ο οποίος παρεμπιπτόντως ήταν ελληνοβλαχικής καταγωγής το βαφτιστικό του όνομα ήταν Αλκιβιάδης Nuša). 87

88 μεταξωτή μπλούζα. Ποια από τις δύο έχει αδυνατίσει στη Θεσσαλονίκη δεν μπορώ να πω, κι όμως, θα έλεγα ότι είναι η νύφη. Είναι Ευρωπαία και πολύ συμπαθητική: τις προηγούμενες μέρες που καθόμουν εδώ γράφοντας, έμπαινε αθόρυβα σαν φάντασμα, με χαιρετούσε με ελαφρύ κούνημα κεφαλιού και καθόταν απέναντί μου χωρίς να αναπνέει. Αλλά η κουνιάδα, εκείνη δεν με χαιρετάει ποτέ ούτε με βλέμμα παρόλο που είναι Ελληνίδα. Γιατί οι Ελληνίδες και οι Τουρκάλες εδώ έτσι χαιρετούν τις ξένες, είτε στο τσαρσί είτε στο μαχαλά, είτε στο τραμ είτε στο καραβάκι, και έτσι μιλούν μαζί τους, και έτσι τις αποχαιρετούν. Ποιος έμαθε αυτά από ποιον; Σίγουρα οι μικρότερες από τις μεγαλύτερες, οι Τουρκάλες από τις Ελληνίδες. Μου έδωσαν δωμάτιο στο δεύτερο όροφο, προς τη θάλασσα το πρωί πάλι έχει λίγη δροσιά, και ο θόρυβος δεν φτάνει ως εμένα, μόνο ο φλοίσβος της θάλασσας και πού και πού με ενοχλούν τα καράβια, τα οποία εγώ, μάλλον εξαιτίας του ήχου τους, τα φαντάζομαι σε διάφορες μορφές, το ένα ως λιοντάρι, το άλλο ως γοργόνα... Στο προηγούμενο γράμμα, νομίζω, σου είπα ότι επισκέφθηκα πολλές Τουρκάλες, τις Παλαιότουρκες στην παλαιά Θεσσαλονίκη, δίπλα στους τεκέδες και τα εγκαταλειμμένα τουρκικά νεκροταφεία, μέχρι και το Τσαούς-μοναστήρι που κυριαρχεί στη Θεσσαλονίκη, στα σπίτια με τα καφάσια και τους ψηλούς φράχτες, με τους σοφάδες και τις βεράντες που βλέπουν στη θάλασσα που απλώνεται στο βάθος, όπου δίπλα στα πράσινα αμπέλια κοκκινίζουν οι ροδιές σαν μήλα και τις Νεότουρκες, ή νέες όπως αποκαλούν τον εαυτό τους, στη νέα Θεσσαλονίκη που οι δικοί μας τη λένε Καμπάνια, οι Έλληνες «Πύργο», δηλ. πύργο, έπαυλη, και οι Τούρκοι Yalılar που θα πει παραθεριστικά, επαύλεις. Πριν από δέκα χρόνια σ αυτή την ευρεία κοιλάδα υπήρχε μόνο η Belediya (Δημοτικό Δικαστήριο) πριν από οχτώ χρόνια, όταν ήρθα στη Θεσσαλονίκη την τελευταία φορά, υπήρχαν οι επαύλεις στη θάλασσα. Και τώρα, όλη αυτή η μεγάλη κοιλάδα είναι σκεπασμένη με σπίτια: μια καινούργια πόλη, τελείως διαφορετική από την παλιά στο λόφο, και από την εμφάνιση και από το στιλ των σπιτιών. Και όλη η εμφάνιση στο σύνολο και το καθένα χαρακτηριστικό της κάνει σε κάποιον που γνωρίζει τις τουρκικές πόλεις στην Ευρώπη και στην Ασία μια βαθιά και παράξενη εντύπωση. Αυτή η καινούρια πόλη στο σύνολό της δεν μοιάζει με τις τουρκικές πόλεις, κι όμως από τις λεπτομέρειες φαίνεται ότι είναι τουρκική. Εκτός από το ότι δεν συναντάει κανείς σε κάθε του βήμα κάποιο τουρκικό μνημείο, τουρμπέ ή τεκέ, περικυκλωμένο από νεκροταφείο, χαμάμι σκεπασμένο με βρύα, βρύση και τζαμί, δεν φαίνονται ούτε καφάσια και τοίχοι για φράχτες το κύριο χαρακτηριστικό της κάθε τουρκικής πόλης. Μόλις πού και πού καφάσια, μόλις πού και πού μια αυλή οχυρωμένη με τοίχο μα ούτε και αυτοί οι τοίχοι δεν είναι ψηλοί όπως στην παλαιά Θεσσαλονίκη. Παντού παντζούρια, το απόβραδο ορθάνοιχτα μαζί με τα παράθυρα όπως στα σπίτια των χριστιανών παντού σιδερένιοι χαμηλοί φράχτες, και φαίνονται καλά οι κήποι, ενώ στον κύριο δρόμο, πολύ μακρύ και πολύ όμορφο, όπου τρέχουν τα τραμ, ολόκληρα πάρκα τα οποία περικυκλώνουν πανέμορφες βίλες κι επαύλεις αντί για σοφάδες και κιόσκια παντού μπαλκόνια, σε κάθε σπίτι, από δύο, από τρία και περισσότερα. Κι εδώ όπως κι εκεί πάνω συναντάει κανείς χοτζάδες, δερβίσηδες, σοφτάδες και τις Τουρκάλες: όλες με τσαρσάφια, αλλά και αυτά τα τσαρσάφια των Νεότουρκων 88

89 γυναικών διαφέρουν από τα τσαρσάφια των Παλαιότουρκων γυναικών με κόψιμο αυτά δεν είναι απλώς πτυχωτές φούστες, η μία από κάτω, η άλλη διπλωμένη στο κεφάλι, αλλά ραμμένα με ευρωπαϊκό τρόπο, σε πολλές σύμφωνα με την πιο καινούργια μόδα του Παρισιού, ώστε να φαίνεται κάλλιστα αυτό που απαγορεύει το Κοράνι: το περίγραμμα του σώματος... Και πάνω; Αντί για την αναδιπλωμένη δεύτερη φούστα ένα κομμάτι μετάξι, ραμμένο με φινέτσα, προσαρτημένο πίσω στη μέση, αλλά κάτω από τη ζώνη, ώστε να φαίνεται η μέση όπως και στις Χριστιανές, παρόλο που ανήκει σε ένα μέρος από εκείνα που δεν επιτρέπεται να δει το μάτι των αντρών. Και αυτό το κομμάτι μετάξι, που εκείνες το ονομάζουν «πελερίνα», είναι διπλωμένο πάνω στο κεφάλι, προσαρτημένο με βελόνες πάνω από τον κότσο, ως συνέχεια του πετσέ, δηλαδή μαύρου πέπλου και το πετσέ, ανεβασμένο, αναδιπλωμένο πάνω από το κεφάλι, ώστε να φαίνεται ολόκληρο το πρόσωπο, και τα αυτιά και τα σκουλαρίκια, και να φαίνεται ο λαιμός!... Μερικές δεν φορούν τσαρσάφι αλλά yeldirme, δηλαδή «Staubmantel» 66 όπως ονομάζουν αυτό το πάνω ρούχο οι γείτονές μας και στο κεφάλι τους είναι το bașörtü, δηλαδή fichu και écharpe όπως το λένε στη γλώσσα σου, Λουΐζα μου. Έτσι ντυμένες πηγαίνουν μόνο στη γειτονιά αλλά εσύ, ζώντας στη χώρα μας, κατάλαβες ότι στην Ανατολή [Orijent] ως γειτονιά υπολογίζουν ολόκληρο το μαχαλά. Έτσι, σχεδόν αποκαλυμμένες, κυκλοφορούν μόνο εδώ και στην Κωνσταντινούπολη. Κι όμως εδώ είναι πιο προοδευτικοί για τον εξής λόγο: στην Κωνσταντινούπολη ακόμα υπάρχουν καφάσια και ψηλοί τοίχοι ακόμα και στα προάστια όπου ο κόσμος είναι όπως και στην Ευρώπη, όπου οι γυναίκες έχουν ευρωπαϊκή παιδεία. Αλλά και οι νέες είναι από μια άποψη ακριβώς όπως οι παλαιές: περπατούν στο δρόμο χωρίς άντρες, οι άντρες δεν τις χαιρετούν ούτε τους μιλούν, ή αν πουν κάτι μεταξύ τους, το λένε σιγά, και κοιτάζονται μεταξύ τους. Σ αυτά τα βλέμματά τους κρύβεται η ψυχή τους. Αυτές οι όμορφες, ευαίσθητες γυναίκες, οι οποίες στο δρόμο, ακόμα και με αποκαλυμμένο πρόσωπο, μοιάζουν με σκιές των νεκρών, έχουν ψυχή. Και αυτή η ψυχή ήθελε να ξέρουν όλοι ότι υπάρχει, και αγωνίστηκε, αντιστάθηκε, και δες όλα όσα έχει κατορθώσει σε τόσο μικρό χρόνο!... Ναι, Λουΐζα μου, σ αυτά τα βλέμματά τους κρύβεται η ψυχή τους. Εγώ τα γνωρίζω από το Βόσπορο και από τα πολυάριθμα πιάς (σεργιάνια) της Κωνσταντινούπολης. Στο Βόσπορο, στα μικρά γρήγορα καράβια πίσω από τις κουρτίνες όλο γυναίκες στα πιάς έχει και άντρες... Περπατώντας στα Yalılar το απόβραδο, και σε εκείνα στο δρόμο και σε εκείνα δίπλα σε ανοιχτό παράθυρο, με bașörtü στα μαλλιά τους, εγώ έβρισκα αυτά τά λόγια της ψυχής. Ξέρουν άραγε όλες τους για την ελληνίδα Σαπφώ, αυτές οι όμορφες, ευαίσθητες, γεμάτες ψυχή γυναίκες;... Μαζί με τις Τουρκάλες είναι και τα τουρκοκόριτσα: σαν τα δικά μας, μα με κανένα χαρακτηριστικό τουρκικό, εκτός από το ότι δεν φορούν καπέλα. Μερικά είναι μεγάλα, θα έλεγα ακόμα και δεκατεσσάρων και δεκαπέντε χρονών. Τι τεράστια αλλαγή και σ αυτά! Φαίνεται ότι έχουν τελείως περάσει οι καιροί όταν οι γονείς τα κάλυπταν στα οκτώ τους και τα πάντρευαν στα εννέα και στα δέκα. Δόξα τω Θεώ που πέρασαν! Ακόμα και τώρα νιώθω ένα βάρος στην ψυχή όταν σκεφτώ εκείνα τα δεκάχρονα παιδάκια με μακριές φούστες: παντρεμένες... Ο πολιτισμός το έδιωξε κι αυτό όπως και τους ortak... Αλλά οι ortak 66 Γερμ. «παλτό για σκόνη». 89

90 ακόμα υπάρχουν, ακόμα και στη Θεσσαλονίκη, όπου οι ψυχές των γυναικών αντιστέκονται και διαμαρτύρονται. Από τις Νεότουρκες, πρώτα επισκέφθηκα μια νέα και ωραία, τη γυναίκα του Ραχίμ μπέη, που ο παππούς της ήταν Γερμανός και ο πατέρας Τούρκος, εξόριστος. Ο άντρας της είναι στην Επιτροπή. Εκείνη τελείως Νεότουρκη, από κάθε άποψη Ευρωπαία, στο ντύσιμο, στους τρόπους, στην κάθε κίνηση. Μιλάει γαλλικά σαν Παριζιάνα, όπως εσύ, Λουΐζα μου. Το παλάτι της στην παραλία είναι το τελευταίο, εντελώς μεμονωμένο. Εκτός από τη θάλασσα που θροΐζει λούζοντας τους τοίχους του, εκείνη δεν ακούει τίποτα. Με συνεπήρε μια μελαγχολία όταν, στο ευρύχωρο σπίτι, γυρίζοντας τα πολυάριθμα δωμάτια επιπλωμένα με ευρωπαϊκό τρόπο, τη βρήκαμε μόνη της. Αλλά εκείνη δεν μελαγχολούσε το πρόσωπό της έλαμπε από χαρά είναι μαγεμένη από την ελευθερία. «Oh, mon Dieu, la Liberté!». «Μα γιατί χαίρεστε, αφού εσείς είσαστε όπως παλιά;». «Πώς, μαντάμ... Ο πατέρας μου ήταν στην εξορία...». Αλλά αυτή, Νεότουρκη, δεν αποκάλεσε αυτό το μεγάλο έργο ως έργο του Θεού, αλλά «féerique» αυτή, Νεότουρκη, είπε ότι όλοι είναι ακόμα σαν μεθυσμένοι από την ξαφνική μεγάλη χαρά αυτή, Νεότουρκη, κατηγόρησε όσες ξεχάστηκαν κατά την ανακήρυξη του Συντάγματος και με τις σημαιούλες στα χέρια φώναζαν στους δρόμους: «Ζήτω η Ελευθερία!» τους κατηγόρησε σαν να ήταν Παλαιότουρκη! «Μια γυναίκα δεν πρέπει να μεθύσει τόσο από χαρά ώστε να ξεχάσει ότι είναι γυναίκα». Αν κι εκείνη ξέρει ότι οι Οθωμανές δεν μπόρεσαν να ξεχαστούν τόσο. «Ήταν οι Ντονμέδες» αυτές, εκτός από όλα τα άλλα, έριξαν κομφετί στους αξιωματικούς. «Υπάρχουν, μαντάμ, πάρα πολλές περισσότερες από μισές. Τρέχουν στο δρόμο με σχεδόν αποκαλυμμένο κεφάλι, με χέρια γυμνά μέχρι τους αγκώνες». «Εγώ άκουσα ότι θέλετε να αποκαλυφθείτε». Εκείνη κοκκίνισε και είπε: «O, non, Madame! Ce n est pas la verité! Jamais, jamais. O, non Madame! Nos hommes, nos maris ne veuleunt pas le permettre». «Μα ούτε κι εκείνοι που σπούδασαν στην Ευρώπη;». «Εκείνοι το λιγότερο γιατί στην Ευρώπη ως φοιτητές δεν μπόρεσαν να γνωρίσουν τις τίμιες, αλλά τις κοκότες, και γι αυτό έχουν την πεποίθηση ότι όποια γυναίκα είναι αποκαλυμμένη, είναι και άτιμη». Δεν το άκουσα από αυτή αλλά από μια φίλη της ότι ο άντρας της είναι πολύ ζηλιάρης και ότι αυτή θα τη θυμάται την ημέρα που ανακηρύχθηκε το Σύνταγμα. Είχε πάει βόλτα με άμαξα μέχρι το Λευκό πύργο, και όταν το παρατήρησε ότι την πλησιάζει ο Ενβέρ μπέης, αντί να κατεβάσει το πέπλο, εκείνη βιαστικά ανέβασε το τσαρσάφι μέχρι το στόμα και φάνηκε η μπλούζα της: όταν ο άντρας της τα έμαθε αυτά, το βράδυ «Il lui a fait une scene». «Το να αποκαλυφθείτε δεν θα το επιτρέψουν οι άντρες σας κι εσείς...». «Εμείς; Με τίποτα... Εμείς δεν το θέλουμε. Εμείς είμαστε πολύ καλά με τα τσαρσάφια σας». Αχ, πόσο ειλικρινές ήταν αυτό! Μετά από λίγα λεπτά εκείνη είπε: «Όπως και να έχει το πράγμα, εμείς είμαστε ακόμα φυλακισμένες, και ακόμα πρέπει να κρατάμε το κλουβί 67 μας». Εγώ κοίταξα βαθιά αυτό το πουλί στο κλουβί, και έψαχνα τα μάτια της, την ψυχή της, για να μου πει στην αλήθεια αυτή η ψυχή: πώς θα ήταν αν αυτό το πουλί θα πετούσε έξω, θα ήξερε να πετάει; Ή θα έπεφτε στο πιο ψηλό κλαρί, και μετά στο πιο χαμηλό, και μετά πάνω στα χόρτα, όπου θα την διαμέλιζαν τα αρπακτικά. 67 Λογοπαίγνιο στο πρωτότυπο: σερβ. kafez (σήμερα kavez) σημαίνει και «κλουβί» και «καφάσι». 90

91 Μια ευγενική Ελληνίδα, η κυρία Πασχαλίδη, με πήγε σε μια τουρκάλα σύζυγο ενός ταγματάρχη. Την βρήκαμε με εφημερίδες και γελοιογραφίες. Ήταν ευτυχισμένη που πραγματώθηκε ένα μεγάλο έργο, ενώ διαμαρτυρήθηκε για τους κατασκόπους και προδότες και μας έδειξε τον Ιζέτ πασά σαν φίδι, τον Φεχμί πασά σαν αρκούδα, τον Αχμέτ πασά σαν τσακάλι 68. Μας είπε ότι ο σουλτάν-χαμίτ ανακήρυξε τον εαυτό του προϊστάμενο των Νεότουρκων. «Αχ, μαντάμ, αν δεν το είχε κάνει θα έμενε μόνος του, απόλυτα απομονωμένος. Νεότουρκοι αξιωματικοί κέρδισαν την ελευθερία και γι αυτόν και για τους πρίγκιπες... Δεν μπορεί κανείς να συνέλθει από το θαυμασμό όταν ακούσει ή όταν διαβάσει ότι οι πρίγκιπές μας βγαίνουν έξω πήγαν στο θέατρο!». «Τόσες φωνές, κι όμως δεν άκουσα κανένα να φωνάζει Ζήτω ο Σουλτάνος!». «Επειδή, μαντάμ, οι πολλοί το φώναζαν». «Και αυτός τώρα όλο σωπαίνει». «Επειδή έλεγε πολλά». «Και δεν κάνει τίποτα». «Επειδή έκανε πολλά, ούτε νύχτα ούτε μέρα δεν είχε ανάπαυση, δεν κοιμόταν τις νύχτες για να σκεφτεί τι να κάνει, τι κακό. Για τον ένα, δηλητήριο ή γαϊτάνι, για τον άλλο, φυλακή ή εξορία. Τώρα, λένε, όλο κλαίει. Μήπως έπρεπε να τον σκοτώσουν; Αυτό δεν θα ήταν τιμωρία. Έτσι: το σώμα ζει, αλλά χωρίς ψυχή. Χθες ένας δυνατός, σήμερα... ένα τίποτα. Οι ξένοι να μας αναδιαρθρώνουν το Κράτος και να μας αφαιρούν κομμάτι-κομμάτι την Πατρίδα μας; Εμείς, αφού απελευθερωθήκαμε από τον τύραννο, θα το κάνουμε μόνοι μας». Και μου έδειξε μια γελοιογραφία. Ένας Τούρκος πάνω στο άλογο που το κρατάει από τα χαλινάρια ένας Άγγλος, και ένας Ρώσος στραμμένος προς αυτόν με κνούτο, και δίπλα του ένας Γάλλος με σακούλες, και πίσω του ένας γείτονας... κρυφοπερπατάει ο Έλληνας, ο Αρμένιος, ο Εβραίος και ο Βούλγαρος απορούν... Δεν υπάρχει Σέρβος!... Κι εκεί, βέβαια, μιλήσαμε κυρίως για την αποκάλυψη των γυναικών. Μου είπε, γελώντας, ότι είμαι η έκτη που της ήρθε από την Κυριακή... «Εσείς μαντάμ, μια Γαλλίδα και τέσσερις Αγγλίδες: κάθε μέρα από μια συνέντευξη. Και αυτό επειδή κάποιος δημοσιογράφος είπε ψέμα ότι αποκαλυφθήκαμε. Δεν θα αποκαλυφθούμε, αλλά θα ξανακαλυφθούμε: πάλι με γιασμάκι και φερετζέ». Δεν βλέπει την ώρα, λέει, να δει αυτή την αλλαγή, για να μην μπορούν οι Ντονμέδες, σχεδόν αποκαλυμμένες, να τις ντροπιάζουν. «Είναι και αυθάδεις αυτές: στην προκήρυξη του Συντάγματος, τις χαιρετούσαν οι αξιωματικοί με σημαιούλες, εκείνες απαντούσαν στους αξιωματικούς με κομφετί. Οι ξένοι τα είδαν αυτά και νόμισαν ότι είναι Οθωμανές. Το Σύνταγμα το αποκτήσαμε σχεδόν χωρίς αίμα (το μόνο που χύθηκε ήταν το αίμα λίγων κατασκόπων και προδοτών) αλλά για αυτό το θέμα το αίμα θα κυλούσε σαν ποτάμι. Άκουσαν για την αποκάλυψη οι χοτζάδες και οι δερβίσηδες, και πήγαν στην Επιτροπή για να απειλήσουν με αιματηρές διαδηλώσεις. Το Σύνταγμα δεν αλλοιώνει τη θρησκεία, αλλά λέει ότι όλοι είμαστε ίσιοι: δεν υπάρχει πια Τούρκος, Έλληνας, Βούλγαρος, Εβραίος...». Αυτά τα λένε με μεγάλη ευχαρίστηση. «Ω, μαντάμ!» είπε ευχαριστημένα. «Έχουμε την ελευθερία ελεύθερα λέμε: ελευθερία, σελήνη, αστέρι. Δεν μας επιτρεπόταν να τυπώσουμε τη λέξη αστέρι γιατί έτσι ονομαζόταν το παλάτι του τυράννου Αβδούλ Χαμίτ. Και έσπασαν στα δύο τα ψαλίδια εκείνης της τυραννίδας που τη λένε Λογοκρισία. Ο άντρας μου δεν είχε φυλακιστεί ούτε εξοριστεί, για να μιλάει από μέσα μου το πικραμένο μου Εγώ. Από μέσα μου 68 Τουρ. «πονηρό τσακάλι». 91

92 μιλάει μια κόρη της Τουρκίας, πικραμένης για τα κακά που έγιναν εναντίον της (=της Τουρκίας)..». Ήρθε ο άντρας της, ταγματάρχης, μέλος της Επιτροπής συζητούσαμε για την εξωτερική πολιτική ανέφερε την ομοσπονδία των βαλκανικών κρατών. «Μόλις τακτοποιήσουμε αυτό το μεγάλο πράγμα που αρχίσαμε, αμέσως θα σκεφτούμε για την επιστροφή των επαρχιών μας...». Ένας αξιωματικός από την Επιτροπή με παρακάλεσε να επισκεφτώ το χαρέμι τού μεγαλύτερου συναδέλφου του, του Τζεμάλ μπέη, καϊμακάμη (αντισμήναρχου). Βέβαια, και αυτό το χαρέμι είναι στα Yalılar, γιατί εκεί κυρίως κάθονται οι υπάλληλοι. Το δωμάτιο γεμάτο γυναίκες: είναι η γιορτή τους, kandil. Πληροφορήθηκαν για τον ερχομό μου, και πιθανόν γι αυτό επιλέχθηκαν οι ωραίες. Εκτός από δύο, όλες ήταν Κωνσταντινουπολίτισσες, γυναίκες και κόρες αξιωματικών. Όλες τους Νεότουρκες. Ποιος θα το έλεγε ότι αυτές ήταν Τουρκάλες, με μαύρους φιόγκους σαν την Bulka σου. Όλες μιλούσαν γαλλικά, εκτός από την οικοδέσποινα. Από όλες η πιο όμορφη ήταν η οικοδέσποινα: η μητέρα της είναι Κιρκασία. Θα νόμιζε κανείς ότι ήταν Ευρωπαίες, αν δεν χαιρετούσαν με τον τούρκικο τρόπο (τεμενά, τεμενά) και αν δεν αγαπούσαν τόσο την Τουρκία αν δεν μιλούσαν γι αυτήν όπως οι κόρες για τη μητέρα αν δεν χαίρονταν με όλη τους την ψυχή για την αναγέννησή της αν δεν την υπερασπίζονταν από τις επιθέσεις των ξένων με βουρκωμένα μάτια. Οι Παλαιό τουρκες είναι φανατικές... «Εάν κάποιος έκανε επίθεση στην Ισταμπούλ, στην Πύλη της Μακαριότητας: οι εκατοντάχρονοι γέροι θα σηκώνονταν όρθιοι, τα μωρά παιδιά σαράντα ημερών θα περπατούσαν, μόνο τότε θα αποκαλύπτονταν οι γυναίκες όλοι θα ακολουθούσαν τον Sancağı Şerif (σημαία του Προφήτη) για να αμυνθούν, για να μην δώσουν την Ισταμπούλ, τη Βασίλισσα των πόλεων!». Έτσι κάποτε φώναζε μια Παλαιότουρκη, και μετά έσχισε το ρούχο στο στήθος, ουρλιάζοντας. Οι Νεότουρκες είναι πατριώτισσες: εκείνες αγαπούν την πατρίδα τους φρόνιμα... Και κουβεντιάζουν με τον τουρκικό τρόπο, όταν η μία μιλάει, οι υπόλοιπες ακούν. Μιλήσαμε για τη γαλλική λογοτεχνία. «Διαβάζουμε πολύ και με ευχαρίστηση τα πάντα, εκτός από την Aziyadé του Loti: εκεί δεν υπάρχει τίποτα πραγματικό». «Και Οι απογοητευμένες;». 69 Εκείνες ούτε για αυτό δεν αναγνώρισαν ότι έχει κάτι αληθινό μόνο είπαν ότι το βιβλίο γράφτηκε πολύ ωραία... Και με αυτές μιλήσαμε για την αποκάλυψη. Κάποιες είπαν ότι θα προτιμούσαν να αυτοκτονήσουν παρά να αποκαλυφθούν. Οι άλλες ότι δεν θα έβγαιναν ποτέ από το σπίτι. Όταν έτσι λένε οι Παλαιότουρκες, εγώ τις πιστεύω τις Νεότουρκες όχι, με τίποτα. Μάταια μου υποδείκνυαν ότι αυτό υπάρχει στο Κοράνι, να μη δει ο άντρας ούτε ένα χέρι τους, ούτε να ακούσει τη φωνή τους, και να κρύβουν τα μαλλιά τους με γιασμάκι και το σχήμα του σώματος με φαρδύ φόρεμα, και ότι δεν τους νοιάζει που η κόρη του Μωάμεθ μιλούσε με άντρες εγώ δεν τις πιστεύω. Παρόλο που δεν γνωρίζουν την Ευρώπη, από τα βιβλία μαθαίνουν για το πώς ζουν οι Ευρωπαίες, και θα ήταν αφύσικο να μην επιθυμούν κι εκείνες κάτι από τη ζωή. Εκείνες τώρα δεν ζουν αλλά φυτοζωούν: 69 Les Désenchantées, τότε ήταν το πιο καινούργιο βιβλίο του Loti (κυκλοφόρησε το 1906). Aziyadé ήταν το πρώτο βιβλίο του, δημοσιεύτηκε το 1879 και έγινε πολύ δημοφιλές σ αυτό περιγράφει τις ερωτικές του περιπέτειες με την δεκαοκτάχρονη κοπέλα από ένα χαρέμι της Πόλης, την Κηρκασία Αζιαντέ, και τον ερώμενό της, τον Ισπανό βαρκάρη Σαμουέλ. 92

93 αποκλεισμένες, μόνες τους τους οντάδες τους ούτε γυναίκα δεν κοιτάζει από έξω, παρόλο που τα παράθυρα είναι ανοιχτά και χωρίς καφάσια. Εδώ, όσες φορές και να άνοιξε η πόρτα του δωματίου, τόσες φορές και οι καλεσμένες μουσουλμάνες τρόμαξαν και ανέβασαν το τσαρσάφι στο κεφάλι. Εγώ θυμήθηκα ότι ο οικοδεσπότης είναι στο σπίτι, και θα μπορούσε να τις δει όταν ανοίξει η πόρτα. Περισσότερο κρυβόταν μια απ αυτές που όταν μιλούσε είχε προφορά σαν εμένα. Ήταν νέα, ευγενής, γυναίκα αξιωματικού. «Από πού να είναι;» σκεφτόμουν. Και τελικά μου μίλησε εκείνη εμένα στα σερβικά. «Εγώ μιλάω την ίδια γλώσσα όπως εσείς, κυρία». Εξεπλάγην ευχάριστα και είπα: «Εσείς είστε...». «Από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Είμαι κόρη του Αλί Μεχμέτ πασά Rizvanbegović, εγγονή του Αλί Γαλίμπ πασά. Γεννήθηκα στο Μόσταρ και έζησα εκεί μέχρι τα επτά μου. Ο μακαρίτης ο πατέρας μου μου έλεγε: Μα εσύ πιστεύεις ότι είσαι Τουρκάλα; και μου γελούσε. Μου έλεγε επίσης ότι το αίμα νερό δε γίνεται, κι εγώ δεν το ένιωσα ποτέ ως σήμερα, που είμαι μαζί σας...». Οι Τουρκά λες άκουγαν με περιέργεια την άγνωστη σ αυτές λαλιά, και μας ρώτησαν ποια γλώσσα μιλάμε. Εγώ τους απάντησα: «Σερβικά». Εκείνες μας κοίταξαν με περιέργεια... αχ, Λουΐζα, φαντάσου. Η μία είπε αμέσως: «Όπως στην Κρήτη... Εκεί οι μουσουλμάνοι δεν ξέρουν τουρκικά, όλοι μιλούν ελληνικά. Στα Γιάννενα οι χοτζάδες στα τζαμιά ιερουργούν στα ελληνικά και όταν κάποιος μουσουλμά νος πηγαίνει στο τουρκικό δικαστήριο, παίρνει μαζί του κι ένα διερμηνέα». «Ε, ακριβώς το ίδιο και σε μας», είπε η Rizvanbegović και κοκκίνισε ελαφρά. Η μια σύντομα πήγε τη συζήτηση προς την αποκάλυψη, και με έπειθε με ενθουσιασμό: επειδή κρύβονται από τους άντρες, σε εκείνες δεν υπάρχουν τραγουδίστριες, γυναίκες του καφενείου, και άτιμες. Εγώ γέλασα από καρδιάς. Της το αναγνώρι σα ότι γι αυτό το λόγο δεν υπάρχουν οι πρώτες και οι δεύτερες. Αλλά οι τρίτες... Σε ποιο λαό δεν υπάρχουν; Λίγο-πολύ, αλήθεια... Την κοίταξα ελεύθερα στα μάτια όταν είπα πως γνωρίζω καλά τις Τουρκάλες, ώστε εκείνη δεν συνέχισε. Δεν έκανα λάθος: ο Τζεμάλ μπέης ήταν στο σπίτι. Σ αυτόν με πήγε η νεαρή γυναίκα του. Σοβαρός άνθρωπος. Αυτές τις μέρες πήγε στην Κωνσταντινούπολη ως απεσταλμένος και γύρισε λίγο «souffrant», γι αυτό και έμεινε στο σπίτι σήμερα. Μιλήσαμε λίγο για την πολιτική και λίγο για την αποκάλυψη των γυναικών. Εκείνος λέει ότι δεν τις κάλυψε ο δεσποτισμός αλλά η θρησκεία, άρα το Σύνταγμα δεν μπορεί να τις αποκαλύψει. Εγώ σε κάθε Τούρκο που μιλάει γι αυτά τα θέματα βλέπω έναν ζηλιάρη σύζυγο, έναν άντρα εγωιστή... Όταν τον αποχαιρετούσα, εκείνος είπε στη γυναίκα του να με πάει κάποια χανούμισσα στη γυναίκα-μέλος της οθωμανικής Επιτροπής Ένωσης και Προόδου, τη Γκιουλιστάν χανούμ. Εμένα η καρδιά μου σάλεψε από χαρά: γιατί οι Νεότουρκοι πολύ την αναφέρουν αυτή τη χανούμισσα, την αποκαλούν φίλο και βοηθό, και λένε ότι είναι σπουδαία συνεργάτρια της εφημερίδας τους. Αποχαιρέτησα τους πάντες, δίνοντας λόγο στη Rizvanbegović ότι θα την επισκεφθώ και με τη μητέρα του Μασούκ εφεντί, ανθυπολοχαγού, ξεκίνησα για... Αλλά φτάνει για σήμερα, Λουΐζα μου: όλο και πιο δυνατή η ζέστη, όλο και πιο δύσκολο να γράφεις. Περιμένω το γράμμα από σας και σας φιλώ. Ο Jova σας χαιρετάει θερμά. Δική σου Jelena. 93

94 Αγαπημένη μου Λουΐζα! Τέταρτο γράμμα. Τα πρωινά συνήθως ανυπομονώ, και είμαι αφηρημένη, περιμένω να χτυπήσει κάποιος και να πει: Έχετε επιστολή! Κι όμως, όταν αργότερα ο Jova μπει μόνος του και μου φανεί ότι με κοιτάζει με συμπόνια, εγώ μελαγχολώ: δεν ήρθε τίποτα από κανέναν... Σήμερα το πρωί χάρηκα: μου έγραψες εσύ, και η Ljuba μου, και η Ljubica, και η Marica. Όλες σας ζητάτε να σας γράφω για τα γλέντια στη Θεσσαλονίκη, και όχι για τη δική μου διάθεσή! Κι εγώ: σαν να έχω διπλά μάτια ή δύο ψυχές, και τη μια στιγμή όλα στη Θεσσαλονίκη μού φαίνονται ωραία, την άλλη άσχημα μου έρχεται να φύγω σε κάποια άγνωστη περιοχή, σε άγνωστους ανθρώπους. Αλλά εσύ θα πεις: Εντάξει, εντάξει, αυτή είναι η παλιά σου επωδός, μα πες μας τι έγινε με την Γκιουλιστάν χανούμ. Να τι έγινε. Όταν αποχαιρέτησα το χαρέμι του Τζεμάλ μπέη, πήγα με τη μητέρα του Μασούκ εφεντί από κάποιους δρόμους και πολλά στενά, μέσα από μια μεγάλη αλάνα, μέχρι τα γόνατα στη σκόνη, με μια ζέστη να πεθάνεις... και φαντάσου, ούτε δυσκολεύτηκα ούτε ένιωσα κούραση στο σώμα: με έσπρωχνε μπροστά κάτι πιο δυνατό από τον εαυτό μου. Αλλά πώς ένιωσα, Λουΐζα μου, όταν μετά από τόσο περπάτημα φτάσαμε μπροστά σε μια κόκκινη βίλα, και όταν η Κωνσαντινουπολίτισσα οδηγός μου χτύπησε την πόρτα μια φορά αργά, δύο φορές πιο δυνατά, τρεις φορές ακόμα πιο δυνατά, πώς ένιωσα όταν από το σπίτι δεν απάντησε κανείς! Όλα μου φάνηκαν μαύρα. «Αχ μαντάμ, η Γκιουλιστάν χανούμ δεν είναι στο σπίτι: είναι αργά, και γιορτή, οπότε μάλλον πήγε για βόλτα». Να ξαναχτυπήσουμε, χανούμ, να πούμε στην υπηρέτρια ότι έχουμε έρθει. Χτυπήσαμε, αλλά ψυχή πουθενά, έρημο το σπίτι, έρημη ολόκληρη η περιοχή. Ένιωσα όλο και πιο βαριά, λυπήθηκα που δεν τη βρήκα. Η Κωνσταντινουπολίτισσα το είδε και είπε να έρθω αύριο στις οκτώ τουρκική ώρα (το δικό μας δυόμισι) και να τις πω ποιος με έστειλε σ αυτήν. «Είναι ευγενική;». «Δεν ξέρω, μαντάμ εγώ άκουσα για αυτήν, αλλά δεν την είχα δει ποτέ». Είδαμε ένα ωραίο Τουρκόπουλο η χανούμισσα το χάιδεψε με χέρι και του είπε: «Ψυχή μου, εσύ μάλλον γνωρίζεις την Γκιουλιστάν χανούμ;». «Τη γνωρίζω, χανούμ. Κι εμείς μένουμε σ αυτό το σπίτι, πάνω». «Ε λοιπόν, τέκνο μου, όταν έρθει πες της ότι την ζήτησε μια μαντάμ, την έστειλαν οι αξιωματικοί, και ότι θα ξαναέρθει, αύριο στις οκτώ. Η μαντάμ είναι Σρπ, 70 τελείωσε ψιθυριστά, για να μην το ακούσω εγώ και το όμορφο Τουρκόπουλο σήκωσε τα φρυδάκια του, σοβαρεύτηκε και είπε τεντωμένα: «Ααα!! Σρπ!» Εγώ κατάλαβα πλήρως τη σοβαρότητά του, γιατί εδώ τώρα αναφερόμαστε κι εμείς. Ευχαρίστησα πολύ την Κωνσταντινουπολίτισσα, και πήγα με το Τουρκόπουλο, το οποίο μιλάει γαλλικά σαν Γαλλόπουλο, μέσα από ένα φυτώριο, για το οποίο μου είπε ότι ονομάζεται «Κήπος του Ντεφτεράρη». Μου είπε ότι ο πατέρας του είναι ανώτερος μηχανικός, ότι η μητέρα του είναι από τη Σμύρνη, ότι εκείνος φοιτά σε γαλλικό σχολείο, και με πήγε στο δρόμο, δίπλα στο τραμ... Κι εγώ, έχασα τρία τραμ, που τρέχουν με ταχύτητα αστραπής, κοιτάζοντας τις Τουρκάλες που επέστρεφαν 70 Τουρ. Sırp «Σέρβος», «Σερβίδα», «σερβικός». 94

95 σωρηδόν από τη βόλτα: όλο και μου φαινόταν ότι σε κάποια από αυτές θα γνωρίσω την Γκιουλιστάν χανούμ! Και την εικόνα της την έχω σχηματίσει ήδη από τότε που την ανέφεραν μπροστά μου οι αξιωματικοί: στα πενήντα της, τελείως τουρκική φυσιογνωμία, κι ας μιλάει γαλλικά. Αλλά αυτές που περνούσαν δίπλα μου, χαιρετώντας με με μακρινά βλέμματα, ήταν νέες, με λεπτά πέπλα πάνω από τους μεγάλους κότσους μαλλιών (που δεν τα κατέβαζαν στο πρόσωπο ούτε όταν τους πλησίαζε κάποιος άντρας), και με άσπρα όμορφα χέρια στολισμένα με δαντέλες από τα κοντά μανίκια της μπλούζας, με χέρια χωρίς γάντια, ώστε να μου φαινόταν ότι θέλουν να φλερτάρουν με την ομορφιά τους... Μερικές μιλούσαν και χαχάνιζαν, και αυτό με έφερε στην πραγματικότητα: αυτές δεν είναι οι νέες: είναι εκείνες οι δυσφημισμένες ανάμεσα στις Οθωμανές οι Ντονμέδες. Και στεκόμουν ακόμα λίγο και κοίταζα με περιέργεια αυτές τις χαρούμενες νεαρές γυναίκες, τουρκεμένες Εβραίες, και πήρα το τραμ πολύ λυπημένη. Την επόμενη μέρα, στις οκτώ τουρκική ώρα (με τόση ζέστη τέτοια εποχή! δυόμισι), και μετά από μια μακριά διαδρομή, είδα τον Κήπο του Ντεφτεράρη. Νιώθω άβολα που πηγαίνω μόνη μου σε μια άγνωστη, και σκέφτομαι πώς να αρχίσω την κουβέντα. «Με έστειλε ο Τζεμάλ μπέης, ο αντισμήναρχος...». Ποτέ δεν σηκώθηκε το χέρι μου πιο δύσκολα και χτύπησε πιο ελαφρά στην πόρτα. Αλλά δεν περίμενα καθόλου: μου άνοιξε μια Ευρωπαία..., γκουβερνάντα αντί για υπηρέτρια. Την χαιρέτησα και πήγα να την προσπεράσω, όταν εκείνη χαμογέλασε και μου είπε: «Madam Asım Bey, Gülistan İsmet». Εγώ δεν μπόρεσα να συνέλθω και να συστηθώ και η ίδια. Το πολύ-πολύ να είναι τριάντα χρονών. Η γυναίκα του Ραχίμ μπέη είναι κυρία, η κόρη του Rizvanbegović είναι αριστοκράτισσα, η γυναίκα του Τζεμάλ μπέη είναι μια πεντάμορφη, και η Γκιουλιστάν Ισμέτ χανούμ μια απλή έξυπνη, ευρωπαϊκά μορφωμένη γυναίκα. Όταν καθίσαμε στο σαλόνι, ευρωπαϊκά επιπλωμένο, με πιάνο, με γαλλικά και αγγλικά βιβλία, με πολλά τεύχη του περιοδικού Review of Review, εγώ περίμενα να αρχίσει εκείνη, ως οικοδέσποινα αλλά επειδή εκείνη έμεινε σιωπηλή, εγώ άρχισα, στα γαλλικά, με το ποιος με έστειλε, και ζητώντας συγγνώμη που την ενοχλώ χωρίς να την γνωρίζω. Μου απάντησε στα γαλλικά, αλλά νομίζοντας ότι με περίμενε με πολλή ανυπομονησία, επειδή το παιδί τής είπε ότι με έστειλαν οι αξιωματικοί και ότι είμαι Σερβίδα, είπα: Εγώ, χανούμ, ήθελα να ταξιδέψω στην Ευρώπη, αλλά έστρεψα το δρόμο μου προς εδώ, για τον απλό λόγο ότι διάβασα σε μια εφημερίδα μια είδηση από τη Θεσσαλονίκη, ότι από τότε που ανακηρύχθηκε το Σύνταγμα, οι Τουρκάλες εδώ κυκλοφορούν αποκαλυμμένες, περπατούν μαζί με τους άντρες... Εγώ γνωρίζω από παλιά αυτά τα εγκλωβισμένα πουλιά, και ήθελα να τα δω μόλις αφέθηκαν στην ελευθερία, μόλις πέταξαν έξω από το κλουβί αν ξέρουν να πετούν. Εκείνη γέλασε ειρωνικά και είπε: Quel mensonge! Και άλλο ένα ψέμα, ότι ένα δημοσιογράφος πήρε συνέντευξη από τις Τουρκάλες μέσα στο χαρέμι! Στο χαρέμι δεν μπορεί να μπει άντρας... Αυτή η είδηση μεταφράστηκε σε όλες τις γλώσσες και μου φαίνεται ότι δεν υπάρχει ούτε μια γαλλική εφημερίδα χωρίς αυτή. «Ένας συνάδελφός μας μπήκε στο χαρέμι και πήρε συνέντευξη από την τάδε χανούμισσα... Η Γκιουλιστάν χανούμ μεγαλώνει τα παιδιά της μόνη της». Και τι είναι το 95

96 περίεργο; Σε μας οι μητέρες μεγαλώνουν τα παιδιά. Αυτή η είδηση έφερε στη Θεσσαλονίκη πολλές ξένες, που γύριζαν από χαρέμι σε χαρέμι για συνέντευξη κι επειδή τους είμαστε άγνωστες, εκείνες μας βλέπουν η καθεμία με διαφορετικό μάτι, σύμφωνα με τη δική τους μόρφωση και διάθεση προς εμάς, και στέλνουν τις ειδήσεις στην Ευρώπη οι οποίες πολλές φορές μας εντυπωσιάζουν. Και όποια δεν καταφέρει να μπει σε χαρέμι, γράφει έτσι όπως την ειδοποιούν οι αρχηγοί. Χθες ήρθε και σε μένα μια Αγγλίδα, και μου έδειξε φωτογραφίες από κάποια αμερικάνικη εφημερίδα. «Ωχ Θεέ μου, μα αυτές είμαστε εμείς;!». Μα τι περίεργη φορεσιά, στολές! Τι μπορεί να κάνει η φαντασία! Εγώ, χανούμ, δεν ήρθα να σας πάρω συνέντευξη. Σας αναφέρουν μαζί με τους καινούργιους ήρωές σας, κι εγώ... ήρθα για να σας δω. Εσείς μπορείτε, μαντάμ, επειδή μας γνωρίζετε. Εγώ θα σας απαντάω ειλικρινά. Από πού είστε, χανούμ; Γεννήθηκα στη Βοσνία, όμως ο πατέρας μου δεν ήταν Βόσνιος αλλά ήταν διορισμένος εκεί. Είμαι κόρη του Τεουφίκ μπέη, ταγματάρχη, ο οποίος έζησε πολλά χρόνια στην εξορία, και πέθανε στο εξωτερικό. Μεγάλωσα στην Κωνσταντινούπολη, όπου και παντρεύτηκα. Τα γαλλικά τα μάθατε στο σπίτι; Στο σχολείο. Αλλά δεν μιλάω άπταιστα γαλλικά. Σπούδασα στην αγγλική γλώσσα, στην Αμερικανική Σχολή 71 στην Κωνσταντινούπολη από τα οκτώ μου μέχρι να παντρευτώ ήμουν στο κολέγιο και είμαι η πρώτη Τουρκάλα με πτυχίο. Ο πατέρας μου ήθελε να σπουδάσω γιατρός, αλλά, ο καημένος, τόσα χρόνια στην εξορία... Ποια άλλη ξένη γλώσσα ξέρετε; Γερμανικά, και ξέρω κι ελληνικά και αρμενικά. Έξι γλώσσες... Είσαστε πολύγλωσση. Εκείνη γέλασε. Και μεγάλη πατριώτισσα, όπως ακούω. Αγαπάω τη χώρα μου. Και είσαστε μέλος της Οθωμανικής Επιτροπής Ένωσης και Προόδου; Όχι μόνο μέλος, αλλά και γραμματέας και διερμηνέας και συνεργάζομαι στην εφημερίδα τους... μας, επειδή κι εγώ είμαι μέλος κι εργάζομαι για ξένες εφημερίδες μεταφράζω από αυτές... Υπάρχουν στην Επιτροπή πολλές άλλες γυναίκες; Ήταν από την Επιτροπή εκείνη που φορούσε μαύρα γιατί πενθούσε για την ελευθερία; Μαύρα δεν φόρεσε καμία. Εσείς ξέρετε ότι εμείς δεν φοράμε μαύρα ούτε για τους πεθαμένους εμείς μόνο την καρδιά την σκεπάζουμε με τα μαύρα... Και 71 Πρόκεται για το Robert College, τη σημαντικότερη ξένη ανώτερη σχολή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία ιδρύθηκε το 1863 και με παράρτημα θηλέων από το 1871 (Amerikan Kız Koleji). Το κολέγιο λειτουργούσε ως ανεξάρτητο ίδρυμα σε σύνδεση με την Αμερικανική Επιτροπή Ξένων Ιεραποστολών στην Κωνσταντινούπολη, η οποία ιδρύθηκε το Τα δυτικά ιεραποστολικά κέντρα, από το 1819 όταν ιδρύθηκε η πρώτη ιεραποστολή στη Σμύρνη, γρήγορα εγκατέλειψαν τις προσπάθειες προσηλυτισμού και στράφηκαν προς την ίδρυση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δυτικού τύπου. Στις αρχές του 20 ού αιώνα λειτουργούσαν 426 τέτοιες ιεραποστολικές σχολές στην οθωμανική επικράτεια (Σκοπετέα 1992:32-43). 96

97 στην Επιτροπή είναι η Ζιμάν χανούμ (εδώ και είκοσι χρόνια), και η κόρη της, Μιφτεντέτ χανούμ, και η Εμινέ Σεμιέ χανούμ, 72 και η μαντάμ Νουριτίμ μπέη, και η Σαμιέ χανούμ, και η Σενιέ χανούμ, και μερικές άλλες. Ήμασταν σκορπισμένες, και πριν δύο-τρία χρόνια οργανωθήκαμε. Η Εμινέ Σεμιέ χανούμ ήταν στις Σέρρες, η Σαμιέ χανούμ είναι και τώρα στα Σκόπια... με τους άντρες τους, εκείνοι είναι διορισμένοι εκεί... Όλες μας είμαστε Κωνσταντινουπολίτισσες. Και τι είναι αυτό που έχετε πάνω στο πιάνο σας; ρώτησα και σηκώθηκα για να δω: στο άσπρο χαρτί (το χρώμα της επανάστασής τους) στολισμένο σαν κέντημα με κόκκινα μεγάλα τουρκικά γράμματα (και με χρυσαφένιο πλαίσιο). Είναι η ευχαριστήρια επιστολή για την εργασία μου. Και το πορτρέτο αυτού του νεαρού πάνω από την ευχαριστήρια επιστολή; Ο Μετζίντ εφεντί, γιος τού Αβδούλ Αζίζ... Τον θέλουμε για σουλτάνο. Πού κάνατε συνεδριάσεις; Εδώ, στο σπίτι μου, με τους άντρες εκείνους βοηθούσαμε, εργαστήκαμε εκεί όπου εκείνοι δεν μπόρεσαν, για να αποκτήσει το Κράτος μας Σύνταγμα, και η Πατρίδα Ελευθερία. Επειδή στο σπίτι μου κάναμε συνεδριάσεις, δεν είχα υπηρέτρια, για να μη μας κατασκοπεύει, για να μη μας προδώσει. Τους κατασκόπους και τους προδότες τους φοβόμασταν σε κάθε βήμα και υπήρχαν πολλοί. Ακόμα είμαι μόνη μου, και έχω παιδιά. Στο δωμάτιο μπήκαν δύο κορίτσια, όμορφα σαν κουκλίτσες, φορώντας ampirići, με κορδέλες στα μαλλιά τους. Είναι οι κόρες μου, μαντάμ. Που τις μεγαλώνετε μόνη σας... Τις διδάσκω... και οι δύο μιλούν αγγλικά και παίζουν πιάνο. Είμαι όχι μόνο η μητέρα τους, αλλά και η δασκάλα τους, γιατί δεν θέλω να προσλάβω γκουβερνάντα. Σε μας οι γκουβερνάντες είναι συνήθως Γαλλίδες αλλά η πλειοψηφία, δυστυχώς... Γιατί ό,τι ήταν καλό στη Γαλλία, δεν ήθελε να αφήσει τη διαφωτισμένη κι ελεύθερη χώρα τους, για να έρθει εδώ όπου υπήρχε σκοτάδι και κυριαρχούσε δεσποτισμός, όπου δεν επιτρεπόταν να ξεστομιστεί η λέξη ελευθερία. Τέτοιες συνήθως έρχονται, και κακώς γεμίζουν τα κεφάλια των παιδιών μας με την ελευθερία της γυναίκας, η οποία δεν υπάρχει σε καμία τίμια γαλλική οικογένεια. Και αυτά τα κακόμοιρα κορίτσια μας μαθαίνουν τη γλώσσα και ακούν παράξενες ιστορίες από τις άσωτες δασκάλες τους, νιώθουν μακρύ το χρόνο στο χαρέμι, γυρίζουν τα μάτια και νοσταλγούν το χρόνο που θα μπορέσουν να πετάξουν το τσαρσάφι και το πέπλο και να βάλουν στο κεφάλι τους καπέλο γιατί οι Τουρκάλες φορούν ό,τι φορούν και οι Ευρωπαίες, εκτός από το καπέλο. Αυτά τα καημένα κορίτσια μας αποκαλούν το χαρέμι φυλακή και τον εαυτό τους φυλακισμένες. Θα στείλω τα παιδιά μου σε γαλλική σχολή αλλά θα τους μάθω να αγαπούν ό,τι είναι δικό μας, για να μη νιώσουν δυστυχισμένα 72 Emine Semiye ( ), κόρη του Αχμέτ Τζεβντέτ, αδελφή της διάσημης συγγραφέων Φατμά Αλιέ, με την οποία κρατούσε αλληλογραφία. Σπούδασε κοινωνιολόγος και ψυχολόγος στην Ελβετία. Ίδρυσε τον κοινωφελή σύλλογο «Οίκτος γυναικών» (Şefkat-i Nisvan) το 1898 στη Θεσσαλονίκη. Ύστερα δίδασκε τουρκική γλώσσα και λογοτεχνία στην Κωνσταντινούπολη, Αδριανούπολη και την Ανατολία και ήταν η μόνη γυναίκα-μέλος της διοικητικής επιτροπής της Οθωμανικής και κατόπιν Τουρκικής Εταιρείας Δημοσιογράφων τη δεκαετία του 20. Βλ. Keskin

98 ποτέ. Ήδη από τώρα τους περιγράφω όλες τις καλές πλευρές της φυλάκισής μας, ιδίως του πάνω μέρους του τσαρσαφιού... Αυτές τις καλές πλευρές του τις περιέγραψα χθες σε μια Αγγλίδα... Το τσαρσάφι είναι καλό, μαντάμ, και από ηθική, και από οικονομική, και από πρακτική άποψη. Από την ηθική: αν είμαστε όμορφες, μας προστατεύει από τους ορμητικούς άντρες αν είμαστε άσχημες, μας σώζει από τον πόνο να μας δουν οι άντρες και να γυρίσουν το κεφάλι τους από εμάς και κυρίως: δεν επιτρέπει να έρχονται στα σπίτια μας οι «φίλοι». Από την οικονομική: μπορούμε να το φορέσουμε και τις τέσσερις εποχές και δεν υποχρεωνόμαστε στο δρόμο να έχουμε το φόρεμα της τελευταίας μόδας. Από την πρακτική: μπορούμε να το φορέσουμε πάνω από τη νυχτικιά, για να γλιτώσουμε τον κόπο για το στολισμό... Δεν ξέρω να το πω καλά στα γαλλικά... Θα σας το περιγράψω καλύτερα στα αγγλικά... Χθες το εξήγησα όμορφα στην Αγγλίδα, ώστε εκείνη ενθουσιάστηκε και φώναξε: «Oh, Madame! Your charshaf has so many good qualities, that in this instant I wished to dress it!». Τίνος είναι η ιδέα να αποκαλυφθείτε, και υπάρχει αυτή καθόλου; Υπάρχει. Της Εμινέ Σεμιέ χανούμ, και κάποιον άλλων. Εκείνη έφτασε σ αυτή την άποψη κάνοντας παρέα με μια Γαλλίδα, και ακόμα περισσότερο από τότε που πήγε στο Βερολίνο πριν από δύο χρόνια. Αλλά, μαντάμ, δεν μας υποκινούν σ αυτό όλες οι Γαλλίδες. Κι εγώ έχω εξαιρετικές φίλες ανάμεσα στις Γαλλίδες, τις οποίες αγαπάω πολύ. Οι φήμες για την αποκάλυψη γυναικών διαδόθηκαν σ όλο τον κόσμο: τις διέδωσαν οι ξένοι. Εγώ έγραψα ένα άρθρο για να τις διαψεύσω, και για να πω ποιοι είναι αυτοί που... Μαντάμ, δεν έχουμε το Σύνταγμα για να αποκαλύψουμε το πρόσωπό μας, αλλά για να αποκαλύψουμε το πνεύμα μας, 73 να το ελευθερώσουμε και να του δώσουμε φτερά. Το πνεύμα μας ήταν αλυσοδεμένο. Εγώ θυμήθηκα κάτι που είδα σε μια βιτρίνα τους. Μια μεγάλη κούκλα παριστάνει την Τουρκία αλυσοδεμένη, την οποία πλησιάζει μια άλλη μεγάλη κούκλα, αξιωματικός και λύνει τα δεσμά της, τις αλυσίδες αυτές. Έχετε λογοτεχνικά περιοδικά, χανούμ; Είχαμε ένα γυναικείο, στο οποίο συνεργάστηκαν οι κόρες του Τζεβντέτ πασά, 74 η Φατμά Αλιέ 75 και η Εμινέ Σεμιέ, κι επίσης η Φατμά Φαχρεναζά... συνεργάστηκα κι εγώ. Αλλά η τυραννίδα, η Λογοκρισία, μας διέγραφε αλλού μια λέξη, αλλού μια πρόταση, αλλού μια ολόκληρη παράγραφο. Μερικές φορές δεν μπόρεσα να αναγνωρίσω το ίδιο μου το έργο: ακρωτηριασμένο, παραμορφωμένο. Έχετε γυναικείες οργανώσεις, χανούμ; Εκείνη ανάσανε βαθιά και είπε: 73 Στο πρωτότυπο το ρήμα razvijati σημαίνει και «αποκαλύπτω» και «αναπτύσσω». 74 Ahmet Cevdet ( ), Οθωμανός πολιτικός, ιστορικός και νομικός, σύμβουλος του Αβδούλ Χαμίτ Β. Εργάστηκε πάνω στην κωδικοποίηση του ισλαμικού δικαίου (Şeriat) ακολουθώντας τα πρότυπα της δυτικής αστικής νομοθεσίας και έγραψε την σημαντική ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για την περίοδο (Cevdet Paşa Tarihi). 75 Fatma Aliye ( ), συγγραφέας και αγωνίστρια για τα γυναικεία δικαιώματα. Επί δεκατρία χρόνια ( ) έγραψε εισαγωγικά άρθρα για το γυναικείο περιοδικό Hanımlara Mahsus Gazete. Ίδρυσε τον κοινωφελή σύλλογο Cemiyet-i İmdadiye το Έγραψε, ανάμεσα στα άλλα, την απολογερική βιογραφία του πατέρα της, Τζεβντέτ πασάς και η εποχή του (Cevdet Paşa ve Zamanı). 98

99 Δεν έχουμε. Ούτε επιτρεπόταν ούτε μπορέσαμε να δουλέψουμε. Τώρα συνεννοούμαστε... Θα έχουμε, μαντάμ, ανθρωπιστικές οργανώσεις γυναικών, μόλις συνέλθουμε λίγο... Αυτή η ξαφνική χαρά μας έφερε σε αμηχανία, μας μέθυσε, πώς να σας το πω. Εμείς μπορούμε να δουλέψουμε, το αποδείξαμε αυτό. Εμείς θέλουμε να δουλέψουμε για το καλό και την πρόοδο της χώρας μας. Είσαστε φεμινίστρια; Υπάρχουν πολλές ανάμεσά μας... Κι εγώ είμαι εν μέρει, αλλά όχι σαν τις Αμερικανές. Κι εσείς, οι Τουρκάλες, χαίρεστε ειλικρινά για το Σύνταγμα, για την Ελευθερία, παρόλο που στην κοινωνία σας, στα χαρέμια, όλα έμειναν όπως ήταν; Χαιρόμαστε πραγματικά ειλικρινά, πρώτα ως μητέρες γιων, μετά ως γυναίκες, και ως κόρες και αδελφές. Οι γιοι μας, οι πατέρες και οι αδελφοί μας για μια ελεύθερη κουβέντα φυλακίζονταν, εξορίζονταν, πέθαιναν στην εξορία, με πόθο και καημό για να δουν τους αγαπημένους τους. Η μεγαλύτερη κόρη μου, η οποία τώρα είναι οκτώ χρονών, ακούει αυτές τις μέρες το «ελευθερία, ελευθερία», κι επειδή δεν ήξερε τι σημαίνει αυτή η λέξη, με παρακάλεσε να της εξηγήσω. Εγώ της εξήγησα το παιδικό μυαλό της έτσι το κατάλαβε: «Μανούλα, εγώ ξέρω τι είναι αυτό: εμείς δεν θα φοβόμαστε πια ότι ο καλός πατέρας μας θα πάει στη φυλακή». Και ως μητέρες κοριτσιών; Τα κορίτσια μας είναι καλά με το τσαρσάφι. Αυτή η μορφωμένη, έξυπνη, σοβαρή κι ευγενική γυναίκα με κράτησε ολόκληρες δύο ώρες κι επειδή δεν έχει υπηρέτρια με σερβίρισε μόνη της κι εξέφρασε την επιθυμία να κρατήσουμε αλληλογραφία και για να της ξανάρθω όσο θα είμαι εδώ, μου έδωσε να διαβάσω ένα βιβλίο, La Femme. 76 Εδώ, Λουΐζα μου, θα μπορούσα να τελειώσω αλλά έχω ακόμα κάτι. Όταν πέρασα ευχαριστημένη το σπίτι της Γκιουλιστάν Ισμέτ χανούμ, συνάντησα δύο Τουρκάλες με μαύρα μεταξωτά τσαρσάφια. Τα πρόσωπά τους ήταν αποκαλυμμένα, και όταν με πλησίασαν, τα κάλυψαν με μαύρο πυκνό πετσέ. Αυτό μου φάνηκε περίεργο, λες και θα συναντηθούν με άντρα! Με κράτησαν. Η μία από αυτές άρχισε στα άπταιστα και καθαρά γαλλικά: Εσείς, μαντάμ, πηγαίνετε από την Γκιουλιστάν χανούμ; Από εκεί πηγαίνω, ναι. Μιλήσατε για την αποκάλυψη των Τουρκάλων; Κυρίως γι αυτό. Η Γκιουλιστάν χανούμ και σήμερα όπως χθες στην Αγγλίδα έψαλλε την ωδή στο τσαρσάφι; Το επιδοκίμασε... τις καλές πλευρές του... Ω, μαντάμ, και αυτή η μορφωμένη, μια τόσο έξυπνη, η πιο φιλελεύθερη γυναίκα μας ανειλικρινής! Ο δεσποτισμός του δεσπότη Αβδούλ Χαμίτ μας έθρεψε για να είμαστε ανειλικρινείς στο φίλο να βλέπουμε εχθρό να αμφιβάλουμε ώρες ώρες για την φιλανθρωπία και την ελεημοσύνη και του ίδιου του Θεού. Αχ, αχ, αχ, μαντάμ! Αν αυτή η έξυπνη γυναίκα ήταν ειλικρινής, μέσα 76 Πρόκειται μάλλον για το δημοφιλές τότε βιβλίο της Φατμά Αλιέ, Les femmes musulmanes, γραμμένο στα γαλλικά. 99

100 από το στόμα της, χθες και σήμερα, θα μιλούσαν τόσα εκατομμύρια των αδελφών της θα έκλαιγε με την ψυχή όλων των μουσουλμάνων γυναικών που είναι κλεισμένες στο σπίτι και στο δρόμο ντυμένες σαν να πηγαίνουν στο καρναβάλι. Δεν είναι αλήθεια ότι μας έκλεισε η όμορφη πίστη του Προφήτη μας: μας έκλεισε ο εγωισμός των αντρών μας. Αχ, μαντάμ, οι άντρες μας είναι ζηλιάρηδες δεν θέλουν να δει κανείς ό,τι είναι δικό τους. Εκείνη έχει καλό άντρα, που τον αγαπάει, και γι αυτό, για να μην τον προσβάλει, δεν ήθελε να είναι ειλικρινής ακόμα και τότε που μπόρεσε. Αν ήταν ειλικρινής, θα έκλαιγε όχι σαν γυναίκα, αλλά σαν μητέρα των κοριτσιών, γιατί είναι καλή μητέρα... Εμείς χαιρόμαστε αυτή την ελευθερία, αλλά όχι πλήρως: οι κόρες μας παραμένουν ακόμα φυλακισμένες, ακόμα αναγκάζονται να φυλάξουν το κλουβί τους... Αλλά, μαντάμ, θα εξαντληθεί και η δική μας υπομονή. Ανάμεσα στις Νεότουρκες είναι πολλές που είναι έτοιμες για επανάσταση: οι άντρες μας μας εξόπλισαν με διαφώτιση... Η επανάσταση των Νεότουρκων αντρών ήταν με άσπρες σημαίες η επανάσταση των Νεότουρκων γυναικών θα είναι με τις αιματηρές... Οι μεγαλύτεροι γέροι συνασπίστηκαν με τους Νεότουρκους, και χειροκροτούν μαζί τους όταν ακουστεί: Ζήτω η Ελευθερία! Οι μεγαλύτερες γριές θα συνασπιστούν με τις Νεότουρκες, σε μας τις νέες, όταν... Μαντάμ! δεν θέλουμε να είμαστε πια φυλακισμένες! και δεν θέλουμε να είμαστε μέχρι το τέλος της ζωής μας: μητέρες στους γιους μας, και μητριές στις κόρες μας!... Εκείνες με άφησαν κι εγώ, ξαφνιασμένη με αυτή την ομιλία, όπως δεν την έχω ακούσει ποτέ σε κανένα χαρέμι, και βαθιά συγκινημένη, προχώρησα στο δρόμο. Και γύρισα, σαν να περίμενα να μου πουν στο επανιδείν: στο επανιδείν στην καινούργια επανάσταση!... Στο επανιδείν, Λουΐζα μου, Στο επανιδείν!... Δική σου Jelena. Πέμπτο γράμμα. Αγαπημένη μου Λουΐζα! Θεσσαλονίκη, 23 Αυγούστου Είμαι ήδη στη Θεσσαλονίκη τέταρτη εβδομάδα, κι ακόμα τίποτα δεν έχει αλλάξει. Στο κέντρο ακόμα συνεχίζεται το γλέντι ακόμα υποδέχονται και αποχαιρετούν τους επισκέπτες ακόμα κάνουν πατριωτικές ομιλίες και φωνάζουν «ζήτω η ελευθερία» ακόμα παίζουν τη Μασσαλιώτιδα και τη χαιρετούν με χειροκροτήματα στην αρχή και στο τέλος ακόμα πουλιούνται κάρτες, στολίδια, εμβλήματα και σημαιούλες με το πορτρέτο του Ενβέρ μπέη ακόμα εκατοντάδες αγόρια, άλλα κουρελιάρικα άλλα καλοντυμένα, καλούν τους πελάτες εφημερίδων με όλη τους τη φωνή και μόνο μια βραδιά πουλιόταν το Le Progrès της Θεσσαλονίκης και το Le Matin του Παρισιού πάνω σε ένα γάιδαρο, και καλούσαν τον κόσμο με κουδούνι και μόνο μια βραδιά περνούσαν 100

101 κουβαλώντας το Όνειρο του Κεμάλ μπέη 77 μπροστά από τα καφενεία, στο τσαρσί και δίπλα στη θάλασσα, και φώναζαν με όλη τους τη φωνή, ώστε να αντηχεί ο Όλυμπος: «Το Όνειροοο του Κεμάλ μπέη!» από το οποίο έτρεμαν οι Νεότουρκοι, και μετά, καθώς συνέρχονταν κι έτριβαν τα μάτια τους, απορούσαν: «Είναι όνειρο αυτό;». Στα χαρέμια ακόμα διαβάζονται οι εφημερίδες με μεγάλη περιέργεια κι ευχαρίστηση ακόμα με το ντέφι, το ούτι ή το πιάνο τραγουδιέται η Μασσαλιώτιδα και τα Εμβατήρια της Ελευθερίας ακόμα οι τοίχοι στολίζονται με τις λευκές σημαιούλες και τα πορτρέτα του Μιχτάντ πασά, του Κεμάλ μπέη και του Ενβέρ μπέη ακόμα υπάρχει η απορία: είναι όνειρο αυτό, το ωραιότερο όνειρο που ονειρευτήκαμε ποτέ; και ακόμα συζητιέται το θέμα της αποκάλυψης των Τουρκάλων ακόμα ισχυρίζονται ότι το ζήτημα δεν το άνοιξαν οι μουσουλμάνοι αλλά οι ξένοι και ακόμα εξηγούν ότι η κάλυψή τους γίνεται σύμφωνα με το Κοράνι, και για ποιους λόγους γίνεται ακόμα οι Παλαιότουρκες ορκίζονται ότι αν αποκαλύπτονταν δεν θα έβγαιναν από το σπίτι κι ας ζούσαν εκατό χρόνια, και οι Νεότουρκες φωνάζουν ότι θα προτιμούσαν να αυτοκτονήσουν παρά να αποκαλυφθούν... «Χώρια η αμαρτία αλλά η ντροπή...!». Αλλά παρόλο που δεν γίνεται προσπάθεια να αποκαλυφθούν οι Τουρκάλες, ετοιμάζεται όμως ένα καινούργιο κόψιμο του ντυσίματός τους: το φερετζέ και το γιασμάκι θα αντικαταστήσει το τσαρσάφι και το πετσέ. Η μαντάμ Verand ήρθε καθυστερημένη με το γράμμα της στο Le Progrès de Salonique. Η αλλαγή της γυναικείας ενδυμασίας περιπάτου μάλλον δεν θα είναι δική της, αλλά ιδέα μερικών μορφωμένων Τουρκάλων. Τελικά, αυτή η ενδυμασία δεν ήταν πάντα η ίδια. Άλλαζε και πριν, όταν κανένας δεν τολμούσε να σκεφτεί το Σύνταγμα και η ελευθερία επιθυμούνταν στα κρυφά. Πριν από δεκαέξι χρόνια υπήρχε επίσημη απαγόρευση [«ζάφτι»] για το τσαρσάφι, το οποίο η Εμινέ Σεμιέ χανούμ, όταν έκανε ομιλία στο Λευκό Πύργο, το ονόμασε «la robe grotesque» και οι ξένοι συνήθως το λένε «domino» οι ξένες το αποδοκιμάζουν, ενώ εκείνες που το φορούν, καθώς φαίνεται, δεν το μισούν. Υπήρχε απαγόρευση για το τσαρσάφι και το πετσέ διότι «αυτά τα ρούχα μπορούσε να τα φορέσει οποιοσδήποτε άντρας, προδότης της πατρίδας, για να μπει στο Yıldız!». 78 Στο Yıldız, πριν από το σύνταγμα (δεν ρώτησα πώς είναι τώρα) οι Τουρκάλες μπορούσαν να μπουν μόνο φορώντας φερετζέ και γιασμάκι. Πριν από δεκατέσσερα χρόνια, εγώ στην Κωνσταντινούπολη δεν μπόρεσα να δω ούτε μια Τουρκάλα (εκτός από λίγες ζητιάνες) με τσαρσάφι και πετσέ. Φορούσαν φερετζέ, συνήθως μαύρο, κομμένο με πολύ γούστο, και γιασμάκι, άσπρο σαν το χιόνι και λεπτό σαν τον ιστό της αράχνης, ώστε να φαίνονται καλά τα μαλλιά τους και τα κοσμήματα. Οι Κωνσταντινουπολίτισσες φορούσαν το γιασμάκι πολύ ωραία, με 77 Αυτό το βιβλίο το έγραψε ο Κεμάλ μπέης, ο μεγαλύτερος τούρκος ποιητής αλλά μέχρι την ανακήρυξη του Συντάγματος δεν επιτρεπόταν ούτε να το αναφέρει κανείς, και όχι να τυπώνεται και να πουλιέται, έτσι δημόσια. Λένε ότι αυτό το όνειρό του τώρα έγινε πραγματικότητα. (Σημ. της συγγραφέως). Πρόκειται για τον Namık Kemal ( ), Νεότουρκο ποιητή, πεζογράφο, δημοσιογράφο και πολιτικό. Στο κοινωνικό του έργο Rüya [Όνειρο] παρουσίασε το όραμά του για μια μοντέρνα, φιλελεύθερη Τουρκία. 78 Τουρ. «αστέρι», ονομασία του παλατιού του Αβδούλ Χαμίτ Β, στην περιοχή Beșiktaș της Κωνσταντινούπολης. 101

102 γούστο έξυπνων και πολιτισμένων γυναικών, και με πολλή γυναικεία κοκεταρία. Ήταν από άσπρη σκληρή μουσελίνα, πάνω ραμμένο σαν κουκούλα, κάτω κατεβασμένο στο στόμα και πίσω προσαρτημένο με βελόνες το έβαζαν εντελώς άνετα, ώστε να κρύβουν το πρόσωπο μόνο όταν το θέλουν, το ανέβαζαν στα μάτια και το κατέβαζαν από τα μάτια όπως χρειαζόταν, ή απλώς όπως το ήθελαν, πολλές φορές όταν ήθελαν να φλερτάρουν: αν χαμηλώσουν το κεφάλι, καλύπτονται τα μάτια και το στόμα τους αν το σηκώσουν, αποκαλύπτεται ολόκληρο το πρόσωπό τους... Ο φερετζές είναι φαρδύς, και γι αυτό, σύμφωνα με το Κοράνι, τους έκρυβε το σχήμα του σώματος, για να μην εμφανίζονται αμαρτωλές επιθυμίες στις καρδιές των αντρών... Και το τσαρσάφι, «la robe grotesque», «domino»; Στη Θεσσαλονίκη από πάνω το κονταίνουν, από κάτω το στενεύουν, και φαίνεται το σχήμα του σώματος, ώστε στις καρδιές των αντρών... Όχι, αυτό δεν είναι σύμφωνα με το Κοράνι, έτσι όπως βολικά το μεταποίησαν. Οι απλές γυναίκες ακόμα το φορούν στην αρχική μορφή: δύο φαρδιές φούστες, η μία κάτω, η άλλη ανεβασμένη στο κεφάλι. Όσον αφορά το πετσέ, και στις Νεότουρκες είναι πυκνό. Το ανεβάζουν και το κατεβάζουν κάθε τόσο όταν θέλουν, όταν θεωρούν ότι πρέπει να το κατεβάσουν: κοντά στα τραπέζια των καφενείων στα πεζοδρόμια και στο τσαρσί, ή όταν τις πλησιάζει άντρας, αλλά όχι ο κάθε άντρας: όταν μια κοπέλα δει ένα νεαρό, ιδίως εκείνον που συμπαθεί, δεν το κατεβάζει, περνάει δίπλα του με εντελώς αποκαλυμμένο πρόσωπο... Παλιότερα... ακόμα και στη σκιά και στο καταχείμωνο έπαιζε αυτό το ρόλο έκρυβε και αποκάλυπτε το πρόσωπο η ομπρέλα και τώρα, όπως βλέπω, πολλές φορές ούτε που την ανοίγουν, και μερικές δεν την κρατάνε ούτε και όταν από τη ζέστη πάει να βράσει το μυαλό τους! Όταν η μαντάμ Verand λυπάται τόσο τις Τουρκάλες, μήπως εννοεί την Θεσσαλονικιές οι οποίες ανέκαθεν ήταν σχεδόν ελεύθερες, και τα τελευταία χρόνια στα Yalılar σπίτια που είναι όπως και τα σπίτια των Χριστιανών, οι οποίες δεν επισκέπτονται τους γείτονές τους από τις πίσω πόρτες 79 γιατί αυτές δεν υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη, οι οποίες όλη τη μέρα κυκλοφορούν μεν με καλυμμένα μαλλιά, αλλά με αποκαλυμμένο πρόσωπο και στόμα, κάθονται δίπλα στη θάλασσα μέχρι αργά τη νύχτα, ανασαίνοντας ελεύθερα το φρέσκο θαλασσινό αέρα ή μήπως εννοεί εκείνες τις φυλακισμένες, τις σκλάβες στην ενδοχώρα της Τουρκίας, στις μικρές πόλεις, οι οποίες περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε ένα σπίτι όπου σπάνια φτάνουν οι λίγες ηλιαχτίδες; Μήπως είδε η κυρία Verand εκείνες τις μουσουλμάνες με τα χοντρά ρούχα το κατακαλόκαιρο, και όλες τις εποχές με ένα μόνο μάτι αποκαλυμμένο για να μαντέψουν το δρόμο μπροστά τους; Στους πνεύμονές τους όντως ποτέ δεν φτάνει ο φρέσκος αέρας το πρόσωπό τους ποτέ δεν το χαϊδεύει ο μπάτης. Και ακριβώς από τους άντρες αυτών των δούλων δεν μπορούμε, προς το παρόν, ούτε να σκεφτούμε την αποκάλυψη. Αυτοί θα εξεγείρονταν πριν από τους χοτζάδες και τους δερβίσηδες. Αυτοί οι άντρες είναι φανατικοί Τούρκοι και άγριοι Αρβανίτες. Τώρα που ήρθαν οπλισμένοι στη Θεσσαλονίκη για να «προσκυνήσουν» την ελευθερία, και όταν είδαν τις Τουρκάλες της 79 Τουρ. arkı kapı, σερβ. (ar-)kapidžik είναι η μικρή πόρτα ανάμεσα στις αυλές των σπιτιών, ούτως ώστε οι γυναίκες να μην αναγκάζονται να βγουν στο δρόμο όταν κάνουν επισκέψεις στη γειτονιά. 102

103 Θεσσαλονίκης, οι Αρβανίτες εξοργίστηκαν, και λένε ότι πήγαν στο Μερ 80 για να διαμαρτυρηθούν, με φοβερές απειλές. Αυτά τα λένε οι Τουρκάλες της Θεσσαλονίκης με μια δόση φόβου κι επιβεβαιώνουν στην κάθε γυναίκα από το εξωτερικό (γιατί δεν μπορούν να το πουν στους άντρες) ότι θα προτιμούσαν να αυτοκτονήσουν παρά να αποκαλυφθούν... Τα ρούχα είναι εύκολο να αλλάξουν, αλλά τα υπόλοιπα... Δεν επιτρέπεται να είναι με τους άντρες στο δρόμο, μα ούτε και στο σπίτι. Μπήκα σε πολλά χαρέμια, και παντού: γυναίκες, μόνο γυναίκες! Παλιά αυτό δεν μου φαινόταν περίεργο αλλά τώρα το ξεσυνήθισα τώρα το βρίσκω αφύσικο. Πρώτα φορά τις λυπήθηκα όλες, ιδιαίτερα τις «διαφωτισμένες κρατούμενες». Πέρασαν οι καιροί που η γυναίκα υπολογιζόταν στις «les bêtes de somme». Και πέρασαν οι καιροί που αυτή αποτελούσε ένα «αντικείμενο απόλαυσης» για τον άντρα της. Και πέρασαν οι καιροί που αυτή θεωρούνταν πράγμα χωρίς ψυχή. Τα τελευταία χρόνια, μακριά από τα χαρέμια, τις θυμόμουν συχνά και στοχαζόμουν μια μεγάλη αλλαγή στη ζωή τους, μια μεγάλη αναδιοργάνωση, πιστεύοντας βαθιά ότι κάτι τέτοιο θα έφερνε πολλά καλά στους ίδιους τους άντρες τους. Γιατί, τότε, δεν θα αναγκάζονταν να φεύγουν την ημέρα από το σπίτι όταν βλέπουν άγνωστα γυναικεία παπούτσια μπροστά από την πόρτα δεν θα αναγκάζονταν τις νύχτες να κάθονται στα καφενεία όταν η γυναίκα τους κάνει δεξίωση γυναικών. Τα θυμήθηκα μερικές φορές εδώ στη Θεσσαλονίκη, και τις τελευταίες δύο βραδιές όλο αυτό σκέφτομαι και το φαντάζομαι: πώς να αρχίσει και ποιος να το αρχίσει. Οι γυναίκες, φυσικά, αλλά οι ίδιες οι Τουρκάλες ή μήπως... Και άκουσα και χάρηκα: άρχισαν οι ίδιες. Μαζεύτηκαν μερικές έξυπνες κι ελεύθερες και έγραψαν μια παράκληση... Σε ποιον; Ακόμα δεν ξέρουμε... Μάλλον στον πιο μεγάλο ήρωα της τουρκικής επανάστασης, στο νέο, γεμάτο ψυχή Ενβέρ μπέη. Ό,τι και να συμβεί, απεργία κάποιων εργατών ή... εκείνες πηγαίνουν σ αυτόν ως καλό κυβερνήτη και δίκαιο κριτή... Μαζεύτηκαν, έγραψαν παράκληση: να βγαίνουν από το σπίτι με τον άντρα τους, με τον αδελφό, με την οικογένεια να δέχονται άντρες στο σπίτι, να κάθονται μαζί τους και να κουβεντιάζουν να δέχονται χαιρετισμό από αυτούς όπως οι Εβραίες και οι Χριστιανές... Και προσπάθησα να βρω αυτές τις ηρωίδες που υπέγραψαν αυτή την παράκληση, και δεν μπόρεσα. Ίσως έβγαλαν αυτή τη φήμη μόνες τους, για να βάλουν τους άντρες τους σε σκέψη. Κι εγώ σκέφτομαι για αυτή την αλλαγή ασταμάτητα από τότε που ανέβηκε στο θρόνο ο Σουλτάνος... Βράδιασε, η πόλη λούζεται στη θάλασσα του φωτός, ιδίως κοντά στο Λευκό Πύργο, οι μουσικές παντού, ο κήπος της «Ένωσης» γεμάτος κόσμο, και πανέμορφα στολισμένος με σημαίες, και πολλές μπάντες μέσα, ρακέτες, βεγγαλικά και κατά μήκος της παραλίας το ένα καΐκι δίπλα στο άλλο, και ορμάει το τραγούδι από αυτά... Περπατούσαμε αργά μέσα στο πλήθος, κοιτάζοντας το φωτισμό και το γλέντι. Δεν μπήκαμε αμέσως στον κήπο, γιατί ήθελα να κάνω μια βόλτα δίπλα στο φράχτη της θάλασσας. Και τι παράξενη και λυπητερή εικόνα! Δίπλα στο φράχτη δεν είναι μια Τουρκάλα, αλλά εκατοντάδες, με μαύρα τσαρσάφια σαν ντόμινα, στη σκιά σαν σκιές, χωρίς πρόσωπο, ή σαν φαντάσματα της νύχτας: άλλες κάθισαν στον τοίχο του φράχτη, άλλες στέκονταν, ακουμπισμένες στο σίδερο, και κοίταζαν στον κήπο χωρίς ανάσα, 80 Μεΐρ, αρχιραβίνος της Θεσσαλονίκης, καταγόμενος από την Παλαιστίνη (Επενεκίδης 1985:282). 103

104 χωρίς αμφιβολία αναστενάζοντας, κλαίγοντας μέσα από την ψυχή τους, κλαίγοντας από τα μέσα της καρδιάς τους: στον κήπο είναι οι γιοι τους, οι αδελφοί τους, οι πατεράδες τους, και το χειρότερο οι άντρες τους. Ποτέ δεν τις έχω ξαναβρεί τόσο αξιολύπητες. Σ αυτές είδα ταπεινωμένο ολόκληρο το θηλυκό γένος. Καλύτερα να τις είχαν απαγορεύσει να έρθουν εδώ, στην περίφραξη, αφού τους απαγορεύεται να μπουν μέσα. Και άρχισα να φωνάζω: ντροπή! να διαμαρτύρομαι αλλά όταν μου έκαναν παρατήρηση ότι είναι καλύτερα να σωπαίνω, όταν είδα ότι δεν μπορώ να κάνω απολύτως τίποτα για τις «αδελφές μας μουσουλμάνες» όπως λέει η μαντάμ Verand, ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα για τις υποταγμένες και ταπεινωμένες γυναίκες, από τις οποίες οι άντρες τους ζητούν το καθήκον τους χωρίς να τους δίνουν δικαιώματα, και οι οποίες, για κακή τους τύχη, για να αντέχουν πιο δύσκολα την ταπείνωσή τους, οι πατέρες τους τις διαφωτίζουν δίνοντάς τους στα χέρια το λίκνο, τα βιβλία των διαφωτισμένων λαών εγώ έκλαψα. Εσύ ξέρεις, Λουΐζα μου, ότι σ αυτό δεν είμαι τελείως γυναίκα, δεν δακρύζω για ο,τιδήποτε... Όλο το βράδυ ήμουν σαν σκοτωμένη πικρόχολα κοίταζα τον κάθε άντρα με φέσι, σαν να είναι όλοι Τούρκοι, σαν να μη φορούν φέσια και οι Έλληνες και οι Εβραίοι και όλο το βράδυ λυπόμουν εκείνα τα κορίτσια που ήταν ντυμένα ευρωπαϊκά αλλά δεν φορούσαν καπέλο. Επειδή δεν είχαν καπέλο, εγώ ήξερα ότι ήταν Τουρκοπούλες. Μερικές ήταν και αρκετά μεγάλες. Κάθονταν με άντρες, τις έφερε ο πατέρας τους, ή ο αδελφός τους... Ήταν, όπως μου φάνηκε, ή όπως το ένιωσα εγώ, θλιμμένες. «Του χρόνου δεν θα μπορέσουμε να ερχόμαστε εδώ θα φοράμε τσαρσάφι. Του χρόνου θα στεκόμαστε στην περίφραξη με τη μητέρα και τις αδελφές μας...». Αποφάσισα την επόμενη μέρα να παρακαλέσω τους Νεότουρκους αξιωματικούς, οι οποίοι κέρδισαν την ελευθερία για την πατρίδα τους, ελεήμονες άντρες που δεν έχουν έλεος για τις γυναίκες τους: να θυμηθούν ότι αυτό δεν επιβλήθηκε στις γυναίκες από το άγιο Κοράνι αλλά από τα κεφάλια των ζηλιάρηδων αντρών. Με τους άντρες καθόταν και η Φατμέ, κόρη του Μωάμεθ. Όταν ξημέρωσε τίποτα! Δεν είναι ότι προέρχομαι από μια ράτσα που εύκολα ζεσταίνεται και κρυώνει, αλλά: τι μπορώ να κάνω εγώ! Είμαι παιδί μικρού λαού. Είμαι κόρη μιας μητέρας η οποία κάποτε ήταν σκλάβα και η ίδια, υποταγμένη και ταπεινωμένη. Αλλά ό,τι δεν μπορώ εγώ, εμείς οι Σερβίδες, αυτό μπορούν να κατορθώσουν οι συμπατριώτισσές σου, μπορούν να το κατορθώσουν οι Γαλλίδες, οι κόρες ενός μεγάλου λαού, των οποίων οι μητέρες ποτέ δεν σκλαβώθηκαν: σ αυτές στρέφουν το βλέμμα πολλές Νεότουρκες. Η ιδέα της ελευθερίας τούς ήρθε από αυτή τη διαφωτισμένη χώρα, από τους δασκάλους των ανθρώπων, από τις δασκάλες των γυναικών. Στη Γαλλία εργάστηκαν οι Τούρκοι ελεύθερα για την ελευθερία της πατρίδας τους, και τώρα από την ευγνωμοσύνη για τους γιους και τις κόρες τους, γι αυτή την ίδια, τις μέρες της μεγαλύτερης χαράς τους παίζουν και τραγουδούν το πολεμικό τραγούδι της, δείχνοντάς της μεγαλύτερο σεβασμό απ ό,τι στον ίδιο τους τον ύμνο. Ας τους έρθει από εκεί η ιδέα, το ερέθισμα για μιαν άλλη ελευθερία από τις γυναίκες και για τις γυναίκες: να μην κοιτάζουν άλλο από το φράχτη πώς οι άντρες τους γλεντούν. Και στις σκέψεις μου τους έλεγα: «Ω, εσείς οι Νεότουρκες, από τη νέα Τουρκία, στραφείτε σ αυτές τις πνευματικές κι ελεύθερες γυναίκες, οι οποίες σας ανέφεραν για πρώτη φορά την ελευθερία και για πολλά χρόνια σάς εξηγούσαν τι σημαίνει εκείνη! Αυτές οι 104

105 πνευματώδεις κι ελεύθερες γυναίκες ξέρουν να παρακαλούν, και να εξεγείρονται... Θα σας διδάξουν... Γιατί φοβάστε τους χοτζάδες, και τους δερβίσηδες, και τους Αρβανίτες; Πόσοι είναι αυτοί σε σύγκριση με τις γυναίκες στην αχανή τουρκική αυτοκρατορία;...». Αλλά όχι, εγώ εδώ, στη νέα Τουρκία, θα πάω από σπίτι σε σπίτι, στις Νεότουρκες. Εκείνες είχαν πολύ κουράγιο κι ενέργεια γιατί είχαν πολλή αγάπη: να εργαστούν με τους άντρες για την ελευθερία της πατρίδας τους, να είναι επί πολύ καιρό βοηθοί και συνεργάτες τους σε ένα μεγάλο έργο, σιωπηλές, να κρατούν το μυστικό στο βυθό της ψυχής. Εγώ σ αυτές θα πάω εκείνες θα έχουν το κουράγιο να εργαστούν με τις Τουρκάλες για τις Τουρκάλες... Και με αυτή τη βαθιά εντύπωση πήγα στη Νεότουρκη φίλη και συνεργάτριά μου... Για δεύτερη φορά πήγα σ αυτή και είπα: «Χανούμ, εγώ δεν ενοχλούμαι με το ό,τι δεν θα αποκαλυφθείτε. Για να μην είναι ακάλυπτα τα μαλλιά σας, όπως ορίζει το Κοράνι, αντί για χοντρό μαύρο μετάξι ή μάλλινο ύφασμα, το τσαρσάφι, θα φορέσετε στο κεφάλι τη λεπτή άσπρη μουσελίνα, το γιασμάκι και, χανούμ, τι το θέλετε το καπέλο, αυτό συχνά καθιστά τις γυναίκες δύσμορφες και οδηγεί τους άντρες στα χρέη... Το γιασμάκι δεν κοστίζει σχεδόν τίποτα, και σ αυτό θα φαίνεσθε πιο ωραίες και θα είσαστε πιο υγιείς. Και οι άντρες σας θα συμφωνήσουν με αυτή την αλλαγή γιατί όταν εσείς είσαστε πιο υγιείς, οι γυναίκες τους, και τα παιδιά τους θα είναι υγιή. Αλλά, χανούμ, αυτά είναι για το σώμα. Και για την ψυχή... Και της είπα τι είχα δει στο Λευκό Πύργο. Εκείνη, όπως μου φάνηκε, κοκκίνισε, σοβαρεύτηκε και είπε: «Αυτό δεν έγινε μέχρι τώρα... Εγώ δεν το άκουσα». «Είναι οι Ντονμέδες, μαντάμ», είπε μια Παλαιότουρκη Θεσσαλονικιά, που ήρθε για επίσκεψη στη νέα. «Δεν είναι Ντονμέδες, χανούμ, αυτές φορούσαν πυκνά πετσέ, και μερικές από αυτές τις γνώρισα από τα παιδιά τους: είναι Οθωμανές. Πέρασαν οι καιροί που οι νέες γυναίκες σας δεν μπορούσαν να πάνε χωρίς συνοδό ούτε στη γειτονιά απέναντι», είπα, και γύρισα στη νέα: «Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή τώρα, σ αυτή την κοινή χαρά, να εργαστείτε... να είσαστε μαζί με τους άντρες;». Εκείνη εξεπλάγη, σώπασε για λίγο και σοβαρή και ήσυχη είπε: «Όχι ακόμα, μαντάμ, είναι νωρίς. Μια μεγάλη πλειοψηφία των γυναικών μας είναι εντελώς αμόρφωτη, κι επομένως δεν είναι έτοιμη για μια τόσο απότομη, μεγάλη αλλαγή στη ζωή. Όταν θα έβγαιναν ξαφνικά μαζί με τους άντρες, θα... Δεν θα συνεχίσω, γιατί μαντεύετε. Πρέπει να προετοιμαστούν γι αυτό, να εκπαιδευτούν, και σιγά, σιγά...». Έφυγα απογοητευμένη. Ποιος θα τις εκπαιδεύσει; Δεν έχω αμφιβολίες για τις Νεότουρκες μπορούν να κάνουν πολλά, το απέδειξαν, αλλά είναι λίγες: μια χούφτα άμμος στη θάλασσα... Κι όμως, σκέφτηκα στο δρόμο, τουλάχιστον το ζήτημα της απελευθέρωσης των Τουρκάλων άνοιξε, και προς το παρόν και αυτό αρκεί... Όταν ήρθα στο δωμάτιό μου, στο τραπέζι βρήκα τη Le Progrès de Salonique. Το βλέμμα μου έπεσε σ ένα σύντομο άρθρο: «Χαρέμι και πέπλο». Διάβασα: «Νομίζετε ότι μετά από τρία χτυπήματα της επανάστασης, μπουμ, μπουμ, μπουμ, θα πέσουν όλα τα πέπλα σαν αυλαία στο θέατρο. Κάνετε λάθος κύριε, δεν γίνεται να σβηστεί σε μας ένα έθιμο που χρονολογείται από τα χρόνια του Μωάμεθ». Έτσι γράφει ένας Τούρκος, και ένας άλλος λέει: «Στην αρχή της επανάστασης μια Τουρκάλα όχι από την κατώτερη τάξη είχε το θάρρος να 105

106 παρουσιαστεί σε μια δεξίωση της γερμανικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη όχι μόνο με ακάλυπτο πρόσωπο, αλλά και με ντεκολτέ κι επιπλέον: την συνόδεψε ο άντρας της». Ο τρίτος προσθέτει: «Και αυτή η επανάσταση δεν ξεκίνησε χθες. Χθες εμφανίστηκε στους δρόμους, στην κοινωνία αλλά στο πνεύμα του πληθυσμού υπάρχει εδώ και καιρό. Και θα είναι, θα το δείτε, σαν την πυρκαγιά της Πόλης...». Άφησα την εφημερίδα ευχαριστημένη: και οι άντρες μιλούν γι αυτό το θέμα, όχι μόνο οι γυναίκες, και αυτό είναι καλό σημάδι. Δέξου με τα παιδιά πολλούς εγκάρδιους χαιρετισμούς. Σας φιλώ. Δική σου Jelena. Έκτο γράμμα. Αγαπημένη μου Λουΐζα! Θεσσαλονίκη, 29 Αυγούστου Μέχρι τώρα άρχιζα τις επιστολές μου με τις υποδοχές, τώρα θα αρχίσω με τις απεργίες. Δεν απεργούν μόνο κάποιοι, αλλά πολλοί. Εδώ και μια εβδομάδα δεν έχουμε τραμ, και μου λείπουν πολύ, γιατί με πήγαιναν πολύ γρήγορα στα Yalılar, κάθε μέρα, μερικές φορές και δύο φορές την ημέρα. Τώρα πηγαίνω με τα τοπικά καράβια, που δεν είναι ούτε όμορφα ούτε γρήγορα, και αναχωρούν όποτε τους αρέσει: συνήθως κάθομαι στην πρώρα του καραβιού, η οποία προορίζεται για τις Τουρκάλες...: εδώ, μόνο οι Τουρκάλες, με ανεβασμένα πέπλα, με τσιγάρα, λίγα παιδιά, δέματα, κι εγώ. Όταν είμαι εδώ, σαν να μη βρίσκομαι πάνω σ ένα καράβι, αλλά σε καΐκι, η θάλασσα είναι τόσο κοντά μου που μπορώ να την αγγίξω, να βάλω το χέρι μου στο νερό, και κάθε τόσο μπροστά από τα μάτια μου σκορπίζονται κοπάδια γλάρων... Αλλά, σκέψου, λένε ότι θα απεργήσουν και τα καράβια! Τι θα κάνω τότε εγώ η κακομοίρα;! Οι άμαξες μεν είναι φτηνές, αλλά όταν τις χρειάζομαι κάθε λίγο... Δεν ξέρω γιατί απεργούν οι «τραμτζήδες»! Αν και ο μισθός τους ήταν χαμηλός, περνούσαν όμως καλά έπαιρναν από τον πελάτη τα χρήματα, και «ξεχνούσαν» να του δώσουν εισιτήριο, ο ελεγκτής, πάλι, συνέβαινε να μην περάσει ακριβώς εκείνη την ώρα... Από το Μπες Τσινάρι μέχρι το Ντεπό οι εισπράκτορες δεν είναι Τούρκοι αλλά Έλληνες... Μια φορά, επιστρέφαμε από το Λευκό Πύργο γύρω στα μεσάνυχτα, και τα δύο τραμ, και το κλειστό και το ανοιχτό, γεμάτα ξέχειλα: όλοι πληρώσανε αλλά κανένας δεν πήρε εισιτήριο, και μαντέψαμε πώς έγινε αυτό: ο εισπράκτορας ήταν αφηρημένος... Έπειτα απέργησαν οι αρτοποιοί: μια μέρα μείναμε χωρίς ψωμί. Έπειτα απέργησαν οι καπνοπώληδες: μια μέρα γλειφιτζούρια αντί για καπνό. Έπειτα απέργησαν οι χασάπηδες: μια μέρα ψάρι αντί για κρέας. Έπειτα απέργησαν οι σερβιτόροι: χθες και σήμερα αντί για καφέ, κρασί και μπίρα ήπιαμε νερό και αντί για καπαμά, μπάμιες, μουσακά, φασολάκια, τασκεμπάπ, ορμάν κεμπάπ και πιλάφι, τρώγαμε σαρδέλες με γιαούρτι. Έπειτα απέργησαν οι βοηθοί στα ξενοδοχεία ποιος θα μας εξυπηρετήσει! Ω, αν απεργήσουν οι μπακάληδες και οι γαλατάδες τι θα 106

107 φάμε! Ή τουλάχιστον όταν απεργούν, ας απεργούν για μια μέρα. Αλλά, να, τα τραμ! Εκείνα τα ωραία τραμ δεν κυκλοφορούν εδώ και μια εβδομάδα! Αλλά τίποτα δεν εξόργισε τον κόσμο περισσότερο από την απεργία των σερβιτόρων και των βοηθών στα ξενοδοχεία. Τι θα γίνει χωρίς τα καφενεία; Τι θα γίνει χωρίς κατάλυμα; Θα ήταν δύσκολο ακόμα και υπό κανονικές συνθήκες, αλλά έρχονται καινούργιοι επισκέπτες, πολλοί επισκέπτες οι Βούλγαροι. Οι Βλάχοι ξενοδόχοι είναι να σκάσουν. Εκείνοι μέχρι τώρα νοίκιαζαν στους επισκέπτες για διανυκτέρευση ακόμα και τις αίθουσες αναμονής, ακόμα και τα σαλόνια υποδοχής (μόνο τα μπαλκόνια τους δε νοίκιαζαν) και τους καναπέδες και τις πολυθρόνες που ήταν μέσα, και έπαιρναν για όλα αυτά διπλάσια απ ό,τι κανονικά κοστίζει ένα κρεβάτι από τα ήδη νοικιασμένα δωμάτια έβγαζαν τα ντιβάνια, τα έστρωναν στους διαδρόμους και τα νοίκιαζαν νοίκιαζαν κι εκείνα τα δωμάτια απ όπου έφευγαν οι πελάτες για μια-δύο μέρες, κι έτσι έπαιρναν νοίκια και από τους δύο. Παλιά, σε ένα όνομα αντιστοιχούσαν τρεις αριθμοί δωματίου, τώρα σε έναν αριθμό αντιστοιχούν τρία ονόματα και όλα τα δωμάτια είναι κατειλημμένα... Κοιτάζουν με λύπη τον πίνακα εγγραφών, αλλά δεν μπορούν να κάνουν τίποτα αφού είναι Έλληνες Βλάχοι, υπολογίζονται στους Έλληνες, φορούν τσαρούχια και φουστανέλες, όταν φωτογραφίζονται... Χθες όλα τα καφενεία, τα κεντρικά, τα «ελληνικά», ήταν κλειστά και οι σερβιτόροι ντύθηκαν σαν να ήταν Πάσχα, και το έβαλαν για την πόλη με σημαίες. Αλλά το απόβραδο, στην Πλατεία Ελευθερίας, άνοιξαν τα καφενεία με τη βία: τα άνοιξε η αστυνομία και έβγαλαν έξω τα τραπέζια και τις καρέκλες, και κάθισε ο κόσμος, χωρίς ποτά και μεζέδες: δεν υπάρχει κανένας να τους εξυπηρετήσει... Και ποιος θα φέρει μέσα τα τραπέζια και τις καρέκλες, όταν όλα μείνουν άδεια; Αλλά ο κόσμος δεν φεύγει, παρόλο που νύχτωσε από ώρα: όλοι κάθονται μπροστά από τα καφενεία χωρίς να πίνουν περιμένουν να υποδεχτούν τους Βούλγαρους. Οι Έλληνες! Εκείνοι φταίνε που οι χωροφύλακες και ο στρατός βγήκαν στους δρόμους, που απεργούν οι σερβιτόροι, που τα καφενεία τους άνοιξαν με βία, που όλο το τσαρσί είναι κλειστό. Οι Έλληνες απειλούσαν τους επισκέπτες αυτούς εδώ και ένα μήνα. Και να δεις, Λουΐζα μου, το φόβο, και μάλιστα ένα σοβαρό φόβο: οι άντρες διατάζουν στις γυναίκες να μη βγαίνουν, και οι ίδιοι εμφανίζονται κι εξαφανίζονται πάλι. Γύρω στις οκτώ το βράδυ, να τοι οι Βούλγαροι! Μπροστά ο στρατός, και πλήθος κόσμου με πολλές σημαίες, και απίστευτα μακρινή ουρά από άμαξες με τους στρατιώτες στο πλάι, και πάνω στην κάθε άμαξα δίπλα από ένα-δύο Βούλ γαρους και ένα δύο αξιωματικούς τουλάχιστον από δύο Βουλγάρες, και τουλά χιστον από δύο κουτιά καπέλα... η καθεμιά κρατούσε από ένα-δύο δέματα στα γόνατα, αλλά στο τέλος είδαμε ότι αυτά δεν ήταν δέματα, αλλά παιδιά... Στη Θεσσαλονίκη ήρθαν, για να πουν τα συγχαρητήριά τους, οι Έλληνες (χωρίς γυ ναίκες), οι Σέρβοι (χωρίς γυναίκες), καθώς και οι οι Σμυρνιοί, οι Γιαννιώτες, οι Δι βριώτες και οι Κωνσταντινουπολίτες οι Βούλγαροι έφεραν τις γυναίκες και τα παιδιά τους. «Για να είναι πιο πολλοί, όταν θα τους κυνηγήσουμε», λένε, χλευά ζοντάς τους, οι εξοργισμένοι Έλληνες. Και οι Τούρκοι; Θυμωμένοι με τους Έλλη νες και στενοχωρημένοι. «Μόλις έγιναν τα πράγματα ήσυχα και ωραία, να τα πάλι...» 107

108 Τόσες μέρες στη Θεσσαλονίκη, είδα μόνο ένα τουφέκι, που το κουβαλούσε ένας Τούρκος κυνηγός. Και μετά είδα πάρα πολλά, τα έφεραν οι Αρβανίτες, ψηλοί, λεπτοί, περήφανοι, με γραφικές στολές, από βελούδο κεντημένο με ασημένια κλωστή, με φυσιγγιοθήκες και περίστροφα ακόμα και μέσα στον Κήπο, γύρω από το σιντριβάνι, και μέσα στα καΐκια είναι εκείνοι που τα πήραν από τη φυλή μας και τα έβαλαν πάνω τους, εκείνοι που έντυσαν στα μαύρα τόσες μητέρες Σερβίδες κι ερήμωσαν τόσα σερβικά σπίτια... Χθες το βράδυ τα τουφέκια όλα γυάλιζαν. Χθες το βράδυ μού φάνηκε ότι βρίσκομαι στην παλιά Τουρκία. Αυτή η ατέλειωτη παρέλαση είχε μπροστινή, πλαϊνή και προστατευτική πτέρυγα... Δεν ακουγόταν η Μασσαλιώτιδα, και, φυσικά, ούτε τα χειροκροτήματα. Η μουσική άρχισε ένα εμβατήριο, αλλά πολύ ακούρδιστα, και σταμάτησε μερικοί Εβραίοι φώναξαν το «Ζήτω η ελευθερία!» και «Ζήτω οι επισκέπτες!» αλλά οι φωνές τους ήταν πολύ αδύνατες και έπειτα έσπασαν μερικοί Τούρκοι χειροκρότησαν, αλλά οι παλάμες τους σύντομα έτσουξαν, και κατέβασαν τα χέρια: και όταν πέρασαν όλα αυτά, οι καινούργιοι επισκέπτες ήρθαν σαν να τους πηγαίνουν με φρουρά, και οι Έλληνες από μια γωνία κοίταζαν και έβριζαν... Πρώτη φορά τώρα περιμέναμε τους επισκέπτες στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου μας, και όχι στο μπαλκόνι του «Όλυμπος Παλλάς» και ούτε που μου πέρασε από το μυαλό να πάω στον κήπο του Λευκού Πύργου για να ακούσω τις προπόσεις... Τα καφενεία ήταν κλειστά και σήμερα, ή για την ακρίβεια ανοιχτά αλλά χωρίς ποτά και μεζέδες και σήμερα τρώω σαρδέλες, αλλά δεν τρώω γιαούρτι. Μη νομίζεις ότι άρχισαν να απεργούν και οι γαλατάδες...: δεν άρχισαν ακόμα, και δεν τρώω γάλα γιατί νηστεύω, είναι μέρα νηστείας... Δεν ξέρω πού κοιμήθηκε τόσος κόσμος, οι Βούλγαροι. Δεν ξέρω αν τελείωσε η εκδίκηση των Ελλήνων της Θεσσαλονίκης. Δεν ξέρω αν θα πρέπει να φυλάω μέσα στο δωμάτιό μας και σήμερα. Και οι Εβραίοι είναι μαζί με τους Τούρκους και τους Βούλγαρους, κατά των Ελλήνων. Τι θα κάνουν αύριο οι Εβραίοι χωρίς καφενεία: το Σάββατο; Και τι θα κάνουν οι γυναίκες τους; Ποιος θα σκεπάσει αύριο το Hürriyet Meydanı (Πλατεία Ελευθερίας) και θα ξοδέψουν ένα γρόσι για ποτό, και θα κρατήσουν τη θέση από το μεσημέρι μέχρι τη νύχτα; Εδώ έχει απλωσιά, και κάθε απόγευμα φυσάει ο μπάτης από τη θάλασσα: δροσιά. Πού θα πάνε αυτοί αύριο; Λυπάμαι που αύριο είναι Σάββατο, αν είναι το τελευταίο εδώ, και δεν θα κάθομαι σ αυτό το ευχάριστο μέρος δίπλα στη θάλασσα και θα βλέπω το πλήθος. Και μάλλον δεν θα ξαναδώ από το μπαλκόνι του «Όλυμπος Παλλάς» τον αγρό με τις κόκκινες παπαρούνες, τα φέσια, γιατί οι Νεότουρκοι θύμωσαν με τα δύο αυτά καφενεία και ακούμε ότι δεν θα χαιρετήσουν πια από τα μπαλκόνια τους τους επισκέπτες με ομιλίες, και ότι δεν θα καθίσουν πια μπροστά από αυτά: τους ετοιμάζουν μποϊκοτάζ, μαζί με τους Εβραίους... Και δεν θα βλέπω πια πίσω από τα αυτιά των αλόγων τις λευκές σημαιούλες ούτε τους αξιωματικούς πάνω στις άμαξες με τις λευκές σημαίες. Επίσης, δεν υπάρχει η Μασσαλιώτιδα ούτε οι δυνατές φωνές: Yașasın Millet, Yașasın Hürriyet! Και τώρα ήταν ευκαιρία να τα δούμε και να τα ακούσουμε όλα αυτά για δέκατη και εικοστή φορά. Ησυχία, παρόλο που εδώ είναι τόσοι επισκέπτες. Για μένα δεν υπάρχει πια γλέντι για άλλους θα υπάρξει, μάλλον επειδή οι αξιωματικοί ακόμα πρέπει να γιορτάζουν, να προεκτείνουν αυτή την χαρούμενη κατάσταση, κλείνοντας τα μάτια μπροστά 108

109 από τα σοβαρά θέματα, με τα οποία θα πρέπει να ασχοληθούν. Και τι να κάνουν, και πώς; «Οι τίμιες καρδιές των αξιωματικών ήξεραν μέχρι εδώ αλλά τα απροετοίμαστα μυαλά των αξιωματικών δεν ξέρουν πέρα από εδώ», έτσι λέει ο κόσμος και παίρνει το ρόλο του προφήτη, μόνο που δεν προφητεύει σωστά... Αλλά ας κλείσω αυτή τη δυσάρεστη κουβέντα με ζουρνάδες και τύμπανα. Αυτές τις μέρες από τις σημαίες και τους απεργούς δεν μπορούσε κανείς να περπατή σει στο δρόμο. Πόσα ξόδεψε αυτός ο κόσμος για κόκκινο και λευκό ύφασμα! Και για τα πολύχρωμα μαντίλια και τις κορδέλες, γιατί και από αυτά φτιάχνουν σημαίες. Σκεπασμένοι οι δρόμοι! Και από τις άγριες φωνές, από τα χειροκρο τήματα, από τους ζουρνάδες και τα τύμπανα, κι από τις γκάιντες ακόμα δεν ακούω καλά όταν ακουστεί μια άμαξα, εμείς νομίζουμε ότι είναι χειροκροτή ματα, και τρέχουμε. Ήθελα να μείνουμε εδώ τουλάχιστον για άλλο ένα δεκαπενθήμερο, αλλά φοβάμαι να μην πεινάσουμε, και να μην έρθει μια μέρα που δεν θα έχουμε ούτε νερό. Εκείνη η Νεότουρκη είπε ότι πρέπει να προετοιμάζει κανείς τις γυναίκες, να τις εκπαιδεύσει, πριν τις αφήσει να είναι μαζί με τους άντρες κι εγώ λέω ότι αυτό που ισχύει για την κοινωνική ζωή, στο σπίτι, ισχύει και για τη δημόσια. Η ελευθερία βρήκε τους ανθρώπους εδώ απροετοίμαστους, ανεκπαίδευτους γι αυτή, και γι αυτό την καταχρώνται απεργούν και τραγουδούν στο δρόμο με όλη τους τη φωνή, δυνατά, πιάνουν χορό στη μέση της αγοράς, διακόπτουν την κίνηση, κάθονται πάνω στις άμαξες και γυρίζουν με σημαίες όλη τη Θεσσαλονίκη και ουρλιάζουν στις ανοιχτές βεράντες, ώστε να ξυπνήσει και όποιος κοιμάται βαθιά. Εκείνοι θεωρούν ότι ελευθερία είναι ό,τι αφαιρεί την ελευθερία από τους άλλους. Σχετικά με αυτό υπάρχουν πολλά ανέκδοτα στο Le Progrès de Salonique αλλά απορώ αν εκείνοι στους οποίους απευθύνονται καταλαβαίνουν αυτά τα ανέκδοτα. Και όπως βλέπεις, αγαπημένη μου Λουΐζα, σ αυτή τη νεοελεύθερη χώρα πρέπει κανείς να φοβάται την ελευθερία και να ετοιμάζει τις βαλίτσες του. Θερμά χαιρετίσματα σε σένα και στα παιδιά σου, και σας φιλώ. Και ο Jova στέλνει πολλούς χαιρετισμούς. Δική σου Jelena. Έβδομο γράμμα. Θεσσαλονίκη, 3 Σεπτεμβρίου Αγαπημένη μου Λουϊζα! Κανείς εδώ δεν μου προκάλεσε τόσο ενδιαφέρον, όσο αυτές οι καημένες οι Ντονμέδες. Τους άντρες δεν τους επικρίνουν, αντίθετα, τους επαινούν αλλά τις γυναίκες... Όλοι τις αποδοκιμάζουν και τις κατακρίνουν πολλοί τις απειλούν γιατί ρίχνουν σ αυτές την κάθε θρησκευτική ή και κοινωνική ενοχή. Αν κάποιες γυναίκες είναι υπερβολικά αποκαλυμμένες: είναι οι Ντονμέδες αν κοιτάζονται τρυφερά με τους άντρες: είναι οι Ντονμέδες αν ειπωθεί ότι κάποιες κρατούσαν σημαιούλες και φώναζαν ζήτω η ελευθερία: ήταν οι Ντονμέδες αν περπατούν το βράδυ στο Μόλο: οι Ντονμέδες αν ήταν στο Λευκό Πύργο και κοίταζαν τη νυχτερινή διασκέδαση μέσα από το φράχτη: οι Ντονμέδες αν ανεβάσουν το 109

110 τσαρσάφι τόσο που να φανεί το μεταξένιο κομπινεζόν ψηλά: οι Ντονμέδες αν, όταν το ανεβάσουν, το σφίξουν πίσω: οι Ντονμέδες αν το πετσέ τους είναι «λεπτός ιστός αράχνης»: οι Ντονμέδες αν δεν το κατεβάσουν όταν προσπερνούν έναν άντρα: οι Ντονμέδες ακόμα και όταν το βράδυ κάπου τα παράθυρα είναι ορθάνοιχτα: εκεί είναι οι Ντονμέδες και αν κάπου η πόρτα του σπιτιού είναι ανοιχτή: εκεί μένουν οι Ντονμέδες. Και, φυσικά, όταν ενδιαφέρθηκα για αυτές, εγώ τις βρήκα. Σε μερικά από τα σπίτια τους, στην Καμπάνια, με πήγε εκείνη η ευγενική Θεσσαλονικιά Ελληνίδα, την οποία μια φορά σου την ανέφερα, η κυρία Μαρία Πασχαλίδη. Και το πρώτο που μου έκανε εντύπωση: δεν χτυπήσαμε την πόρτα όχι μόνο της αυλής αλλά ούτε και του σπιτιού, γιατί δεν ήταν κλειδωμένη δεύτερον: η κόρη της οικοδέσποινας, σε ηλικία γάμου, πήγε στο μουσικοδιδάσκαλό της με «ακάλυ πτο κεφάλι». Οι Ντονμέδες! Η φυσιογνωμία τους θυμίζει τις Εβραίες, και τα ηθικά τους χαρακτηριστικά είναι τελείως εβραϊκά. Ή, να το πω καλύτερα έτσι, δεν μοιάζουν σε τίποτα τις Τουρκάλες: μιλούν πολύ, φωνάζουν όταν μιλούν, διακόπτουν η μία την άλλη, έχουν πολλή περιέργεια και δεν θέλουν ή δεν ξέρουν να την κρύψουν: αμέσως με ρώτησαν τα πάντα, και από πού είμαι και ποια είμαι, και τι κάνω στη Θεσσαλονίκη. «Αν ψάχνετε εδώ για την ψυχή των Τουρκάλων, θα την βρείτε, αλλά δεν θα την αναγνωρίσετε είναι καινούργια». «Οι Ντονμέδες δεν μπορούν να αλλάξουν επειδή παντρεύονται μεταξύ τους: οι Οθωμανοί δεν τις παντρεύονται. Πολλοί πεθαίνουν από φυματίωση, γιατί παντρεύονται οι συγγενείς μεταξύ τους. Είναι πιο μορφωμένες από τις Οθωμανές, γιατί οι γονείς τους τις στέλνουν σε χριστιανικά σχολεία. Δεν υπάρ χουν πουθενά αλλού, μόνο στη Θεσσαλονίκη. Μοιράζονται σε δύο αιρέσεις. Πηγαίνουν στο τζαμί, αλλά δεν προσκυνούν. Οι προσευχές τους είναι κρυφές, τις λένε σιωπηλά. Και όμως, παρόλο που δεν προσκυνούν, αποκαλούνται Οθωμα νοί κι εμείς δεν τους λέμε μπροστά τους Ντονμέ, γιατί αυτό το όνομα είναι προσβλητικό γι αυτούς, αλλά: νέοι Οθωμανοί»... Στο πρώτο σπίτι, μια μελαχρινή, όμορφη κοπέλα, χαρούμενη κι επιπό λαιη. Και η μητέρα και η κόρη μάς έλεγαν για τη λεπτή τους πίστη, την πίστη του Μωάμεθ, και μας έδειχναν στίχους από το Κοράνι στον κάθε τοίχο, σε κάδρα και μετά, όταν εγώ ελεύθερα παρατήρησα ότι τα παράθυρά τους είναι ανοιχτά, ότι δεν υπάρχουν ούτε λεπτές κουρτίνες, αφού βλέπουν προς το δρόμο, εκείνες άρχισαν να κατηγορούν τους Κωνταντινουπολίτες, τους άτιμους, που επιτίθενται σε γυναίκες σαν άγρια σκυλιά, τους κάνουν «ισαρέτια» από τα οποία κοκκινίζουν τα πρόσωπα των γυναικών, και τους στολίζουν τα μπράτσα με μελα νιές... «Λέει ψέμα όποια λέει ότι το τσαρσάφι εμποδίζει μια γυναίκα να παραπα τήσει: το τσαρσάφι προστατεύει το πρόσωπο αλλά όχι και την καρδιά... Οι Κων σταντινουπολίτισσες συνήθισαν αυτή την ανενδοίαστη συμπεριφορά των αντρών, και σωπαίνουν οι τίμιες καθώς και οι άτιμες κι εγώ χτύπησα έναν που μου έκανε ισαρέτι με ομπρέλα», φώναξε χολωμένη μια γριά Ντονμέ, και τότε γέ λασε και τελείωσε: «Οι Θεσσαλονικείς μας είναι τίμιοι: κανένας δεν θα κοιτάξει τα παράθυρα, ακόμα και αν είχε γυναίκες εκεί. Δέστε, μαντάμ! Δόξα τω Θεώ, είμαστε ήσυχες από τους άντρες μας». Και όντως, οι άντρες περνούσαν από το δρόμο, και δεν κοίταζαν πουθενά... Διαισθάνομαι το γιατί: παλιά δεν τολμούσαν, και τώρα δεν τους περνάει από το μυαλό... Η κοπέλα λέγεται Ραμπιέ. Μιλάει 110

111 γαλλικά με ευχέρεια και με λάθη. Παίζει διάφορα μουσικά όργανα, το κανονάκι, το βιολί, το ντέφι, το ούτι. Μας έπαιξε ένα πρελούδιο στο ούτι, και το τραγούδι τουλάχιστον το άρχισε. Πάνω από τις χορδές λιγάκι ξεκούρδιστες αυτού του αρχαίου συριακού οργάνου, το οποίο οι Άραβες παίζουν όπως οι Ισπανοί την κι θάρα, πετούσε η πενιά και το άσπρο χέρι της κοπέλας. Άρχισε και να τραγου δάει, αλλά δεν άκουσα τη φωνή της: την έχασε στο γάμο, από όπου γύρισε τα ξη μερώματα. Το ότι ήταν σε γάμο το επιβεβαίωσαν τα λουλούδια στα μαύρα της μαλλιά... Στο δεύτερο σπίτι οι Ντονμέδες έμοιαζαν λιγότερο με τις Εβραίες: οι γυναίκες μιλούσαν λιγότερο, και η κοπέλα είχε γαλανά μάτια. Αλλά κι εδώ τα παράθυρα ήταν ανοιχτά, και απέναντι είχε ένα μπακάλικο..., αλλά οι μπακάληδες δεν κοιτούν πουθενά... Με κάλεσαν στο γάμο μιας συγγενούς τους. Η αυλή όπου γινόταν ο γάμος ήταν ανοιχτή, τα παράθυρα ανοιχτά... Όπως σε κάθε τουρκικό γάμο, όλο γυναίκες, παντού. Τουρκική μουσική, τα çöçek, οργανοπαίκτριες. Οι κοπέλες όπως οι Ευρωπαίες, αλλά χωρίς αντρική παρέα! Σμήνος από κοπέλες, σαν πουλιά, δεν ξέρεις ποια είναι πιο όμορφη, ποια είναι πιο όμορφα ντυμένη, ποια είναι στολισμένη με περισσότερο γούστο. Πολλά από τα φορέματά τους είναι στενά στη μέση. Η νύφη είναι πολύ νέα, μόλις δεκαέξι χρονών, και πολύ όμορφη, ντυμένη με άσπρα, με βέλο και φιγούρα, με διάδημα αντί για στεφάνι, στο στήθος με ένα στολίδι από λευκές και κόκκινες κορδέλες. Δεν θυμίζει σε τίποτα απολύτως τουρκάλα νύφη, γιατί είναι ελεύθερη όπως και οι δικές μας νύφες. Ο μέλλων άντρας της, δικηγόρος, Ντονμές, είχε αρραβωνιαστεί μιαν άλλη Ντονμέ αλλά μια φορά κοντά στο Λευκό Πύργο είδε αυτή τη Ντονμέ, την ερωτεύτηκε, και έστειλε την άλλη πίσω... Καημένες ελεύθερες και χαρούμενες κοπέλες! Μόνες τους διασκεδάζουν μεταξύ τους, κουβεντιάζουν στα τουρκικά και γαλλικά, και ζητούν από τις τουρκάλες çöçek να τους παίζουν τη γαλλική Μασσαλιώτιδα: και το παλιό ντέφι στα ρυτιδωμένα χέρια μιας γριάς çöçek, Τσιγγάνας που στο δρόμο φοράει μεταξένιο τσαρσάφι σαν χανούμισσα κλαίει, θρηνεί τον επικείμενο εξαφανισμό του. Οι κοπέλες Ντονμέδες δεν ακούν το κλάμα του, το πονεμένο αναστεναγμό του, αλλά συνεχίζουν την κουβέντα τους για τις ευρωπαϊκές άριες, και διορθώνοντας μεγάλους φιόγκους στα μαλλιά τους, κοιτάζοντας αν το στολίδι από λευκές και κόκκινες κορδέλες στο στήθος τους στέκεται καλά, φλυαρούν και χαχανίζουν χαρούμενες. Τους άσπρους τρυφερούς λαιμούς τους δεν τους κρύβουν τα μετα ξένια άσπρα φορέματα, γιατί έχουν λαιμόκοψη... Μια μαύρη με αντερί, απελευ θερωμένη σκλάβα, με λευκό και κόκκινο στολίδι στα σγουρά μαλλιά, και με το πορτρέτο του Ενβέρ μπέη (στο στολίδι) στο στήθος, στριμώχνεται κουβαλώντας δίσκους και φλιτζάνια μέσα από το πλήθος από χαρούμενες κοπέλες και τους θυμώνει φωναχτά γιατί δεν κάνουν στην άκρη, και με ξυπνάει από τον ύπνο μου, με φέρνει πίσω από την Ευρώπη στην Ασία... και πάλι, όπως μέσα στο όνειρο, πηγαίνω στην Ευρώπη γύρω μου μάζεψε τις κοπέλες η Ραμπιέ χανούμ, με το κίτρινο μεταξωτό φόρεμα, και φλυαρούν, με ρωτούν διάφορα, και μου μιλούν στα γαλλικά για τα γαλλικά βιβλία τι διάβασαν, τι τους αρέσει περισσότερο... Τι είναι λοιπόν τουρκικό εδώ; Ούτε το σπίτι, ούτε τα έπιπλα, ούτε τα ρούχα. Α, ναι, εκείνες οι çöçek, κι εκείνο το παλιό ντέφι, και οι δίσκοι και τα φλιτζάνια στο μαύρο χέρι της μαύρης, και το αντερί της μαύρης, και σε μερικές 111

112 γριές το καϊκ-οτός...: και όλα αυτά τα παλαιά πράγματα έχουν ψυχή το καθένα έχει γλώσσα, μιλάει για τη χαρά της κυρίας του όταν το πήρε, και λέει τη λύπη του που γρήγορα θα εξαφανιστεί. Και οι νεαρές Ντονμέδες δεν έχουν γι αυτά ψυχή, αυτιά, δεν τα ακούν, αλλά μιλούν ανοιχτά, ειλικρινά (σ αυτό είναι καλύτερες από τις Οθωμανές) για τον ευτυχισμένο αιώνα που έρχεται, όταν θα πετάξουν το τσαρσάφι και το πετσέ και όλα τα άλλα με τα οποία καλύπτονται, σκεπάζουν το πρόσωπο, το κρύβουν από τους άντρες... «Σιγά σιγά, μαντάμ: στενεύαμε το τσαρσάφι κάτω, το κονταίναμε πάνω το πετσέ το λεπταίναμε, το αραιώναμε και κανένας δεν το πρόσεξε... Η γενιά μας περνάει τα πιο δύσκολα: είναι στο μεταίχμιο, πρέπει να κάνει μια μεταμόρφωση. Σε εκείνη που θα έρθει μετά θα είναι τα πράγματα εύκολα, θα τα βρουν όλα έτοιμα... Σιγά, ανεπαί σθητα, απαρατήρητες από τους άντρες... και μια μέρα θα είμαστε με τους άντρες!». Και όλες τους εκείνη τη στιγμή είχαν μια ψυχή, και έσφιξαν τα χέρια με το ίδιο ρίγος... Τότε μου ήταν πιο αγαπητές από τις Οθωμανές. Και ξαφνικά δεν μου φάνηκαν ούτε Εβραίες, ούτε Τουρκάλες... Είναι εκείνες οι πραγματικές νέες ψυχές στα χαρέμια. Σε μια σκοτεινή και φοβερή εποχή, όταν για μια και μόνο λέξη οι άνθρωποι διώκονταν στην εξορία, εκείνες, γυναίκες, είχαν το θάρρος να χαλούν την παλιά τάξη και ιεραρχία του χαρεμιού, να κόβουν, να στενεύουν, να κονταίνουν... Πιστεύω ότι το πρώτο καφάσι έπεσε από δικό τους παράθυρο πιστεύω ότι ο πρώτος τοίχος έπεσε από δικιά τους αυλή. Και οι Οθωμανές στην αρχή τις επιδοκίμαζαν, και ύστερα τις μιμούνταν, στένευαν, κόνταιναν, γκρέμιζαν τα καφάσια και τους τοίχους όχι όμως όλες, μόνο οι νέες, οι οποίες αναγκάζονται να συνεργαστούν με τις πρώτες, για τη μεταμόρφωση... Ω, τι άλλο περιμένουν, αυτές οι Νεότουρκες; Ξέρω τι θα απαντούσαν οι Οθωμανές ακόμα και τώρα αλλά...: σιγά, σιγά, θα απαντούν διαφορετικά... Κι εκείνες οι παλαιές, παρακμασμένες, στην παρακμασμένη παλαιά Θεσσαλονίκη, γύρω από το Κασημιέ και το Αλατζά Ιμαρέτ, μέχρι και το Τσαούςμοναστήρι, σκοντάφτοντας πάνω στα εγκαταλειμμένα τουρκικά νεκροταφεία με τις σπασμένες πλάκες και τις γκρεμισμένες στήλες, σκεπασμένες με ζιζάνια, με εξασθενημένη όραση και ληθαργικές αισθήσεις: δεν βλέπουν παρά λίγα μέτρα μπροστά τους, δεν νιώθουν το ρεύμα της νέας εποχής, τα ορμητικά νερά της νέας ζωής, που ξεριζώνει και παίρνει όλα τα παλιά σαν σαπισμένα κορμιά των βελανιδιών... Και καλύτερα έτσι, για να κλείσουν τα μάτια τους χωρίς πόνο. Όταν το απόβραδο οι Ντονμέδες έφευγαν, εγώ τις κοίταζα από ένα μπαλκόνι, και ποτέ δεν μου φάνηκε το τσαρσάφι τόσο ωραίο ποτέ δεν είδα το πετσέ πιο όμορφα ταιριασμένο παρά τώρα όταν πλησιάζει το τέλος του. Οι νέες Ντονμέδες βαδίζουν με θάρρος, σηκώνουν το κεφάλι τους ψηλά, κοιτάζουν μπροστά τους ελεύθερα. Θροΐζουν τα μεταξωτά μισοφόρια, μαζί με το χαρούμενο γέλιο των χαρούμενων τουρκεμένων Εβραίων. Ω, πράγματι, εκείνες οι μαύρες σκιές χωρίς πρόσωπο και φωνή είναι καθυστερημένες παλαιές Οθωμανές, παλαιές από την άποψη των πεποιθήσεων, όχι της ηλικίας. Δέξου, αγαπημένη μου, τους γλυκούς χαιρετισμούς από μέρους μου. Δώσε χαιρετίσματα και φιλιά στα παιδιά. Δική σου Jelena. 112

113 Όγδοο γράμμα Αγαπημένη μου Λουΐζα! Θεσσαλονίκη, 6 Σεπτεμβρίου Τώρα που όλα ήρθαν και έφυγαν, που το κάθε χαρέμι που επισκέφθηκα είναι σαν ένας ωραίος μεγάλος πίνακας που τον βλέπω από μακριά τώρα που πρόκειται να αφήσω τη Θεσσαλονίκη, που ετοιμάζομαι για ταξίδι, εγώ απορώ με τον εαυτό μου: πώς τα κατάφερα και μπήκα σε τόσα χαρέμια! Δεν απορώ για το χρόνο, επειδή είχα αρκετή ώρα οι μέρες είναι μεγάλες, και στα χαρέμια πηγαίνει κανείς την ώρα που εμείς ετοιμαζόμαστε για ξεκούραση αλλά απορώ για το πώς κατάφερα και βρήκα τόσα σπίτια, γιατί δεν έχουν αριθμούς, και γιατί οι δρόμοι δεν έχουν ονόματα. Στην παλαιά Θεσσαλονίκη μού ήταν πιο εύκολο, υπάρχουν τεκέδες, μπακάληδες και φουρνάρηδες, αλλά στην καινούργια, στα Yalılar... Πρώτα μου είπε η Ντονμέ, Ραμπιέ χανούμ: «Στείλτε μου, μαντάμ, καμιά κάρτα από το Βελιγράδι». «Πώς είναι η διεύθυνσή σας, μαντμουαζέλ;». «Μουσταφά Αρίφ εφεντί, δικηγόρος Επαμεινώνδας». Εγώ νόμισα ότι αυτό είναι το παρατσούκλι του πατέρα της. Μετά που είπε η γυναίκα από την Ερζεγοβίνη: «Σας είναι εύκολο, αδελφή μου, να βρείτε το σπίτι μου: Χαλίλ μπέης, καϊμακάμης Επαμεινώνδας». Από περιέργεια την ρώτησα: «Έτσι λέγεται ο δρόμος, το τζαμί ή η εκκλησία;». Εκείνη μου απάντησε: «Όχι, αδελφή μου είναι ο καφετζής». «Και πώς θα τον βρω;». «Εύκολα. Κοντά στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας». Μια μέρα ήρθα, περπατούσα, γυρνούσα, περιπλανιόμουν, έψαχνα, ξεκινούσα, επέστρεφα, ρωτούσα: στα παπουτσάδικα, στα μπακάλικα, στα φουρνάρικα: «Πού είναι ο Επαμεινώνδας;». Και παντού: «Εύκολα θα τον βρείτε, ευθεία, και στη στροφή αριστερά, και πάλι ευθεία, και στη στροφή δεξιά». Πήγαινα ευθεία, έστριβα δεξιά και αριστερά, γυρνούσα, ρωτούσα. Όταν, κακή μου ώρα, ρώτησα μπροστά σε ένα καφενείο πού είναι ο Επαμεινώνδας, και μου τον έδειξαν οι πελάτες του, μου φάνηκε σχεδόν σαν να μην είναι άνθρωπος... τόσο ωραίος! Παρόλο που είναι πολύ μελαχρινός, και με μεγάλα γένια, και παρόλο που ούτε που με κοίταξε, και όχι να αφήσει το ναργιλέ. Όταν τον πλησίασα και τον ρώτησα σχεδόν ταπεινά: Πού μένει ο Χαλίλ μπέης, καϊμακάμης, εκείνος έκανε ένα αξιοπρεπές νεύμα με τα φρύδια, προς ένα βοηθό του, για να με πάει εκεί. Κι ακολούθησα το βοηθό, τρέχοντας, γιατί εκείνος περπατούσε γρήγορα και όταν σταμάτησε και χτύπησε μια πόρτα με κρούστη, ήθελα να τσιρίξω από τη χαρά μου! Αυτό είναι. «Στο μπαλκόνι έχει απλωμένο ένα άσπρο πανί», έτσι μου το περιέγραψε εκείνη. Την επόμενη μέρα ήθελα να πάω σε μια σύζυγο ανώτερου αξιωματικού, του kollası, στην ίδια γετονιά για το πού είναι το σπίτι της έπρεπε να ρωτήσω τη γυναίκα του Τζεμάλ μπέη. Αλλά να, δεν ξέρω ούτε πού είναι το σπίτι της, και ας την επισκέφθηκα δύο φορές δεν μπορώ να το βρω, και ας ξέρω ότι είναι ανοιχτό πράσινο, ότι τα παντζούρια είναι ανοιχτό πράσινα, ότι έχει δύο μπαλκόνια και ότι βρίσκεται στη γωνία... ποιανού δρόμου; «Αχ, τουλάχιστον να είχε ο δρόμος ένα όνομα, αφού το σπίτι δεν έχει αριθμό!» σκέφτηκα αναστενάζοντας. «Οι μαχαλάδες έχουν ονόματα». Σαν να αρκεί αυτό, όταν στον κάθε μαχαλά υπάρχει ένας ολόκληρος λαβύρινθος από δρόμους και στενά, όταν τα σπίτια 113

114 μοιάζουν μεταξύ τους, με τα παντζούρια και τα μπαλκόνια. Και γυρνούσα, πιο πολύ από χθες, δόξα τω Θεώ όχι μόνη μου. «Αφού ήσουν εκεί...». «Δύο φορές, αλλά με άμαξα: ο αμαξάς ήξερε». «Έλα να επιστρέψουμε». Εγώ δεν ήθελα, το θεωρούσα κρίμα. Τελικά ρώτησα ένα νέο αξιωματικό κι εκείνος, ευγενικός κι εξυπηρετικός, πήγε μαζί μας από το μπακάλη στο φούρναρη, στο φαρμακείο και τίποτα. «Μαντάμ, να ρωτήσουμε τον Επαμεινώνδα». Εγώ έμεινα έκθαμβη. «Μα είναι μακριά». «Δεν είναι, μαντάμ». Και πήγαμε μαζί του, κι άλλο, κι άλλο, κατακουρασμένοι. Όταν επιτέλους φτάσαμε, εγώ γύρισα την πλάτη για να μη με αναγνωρίσει ο Επαμεινώνδας, και σήμερα με ναργιλέ στο χέρι και ο αξιωματικός τον ρώτησε και πληροφορήθηκε. Όταν γυρίσαμε πίσω, και κάναμε κι άλλο δρόμο, κι άλλο, και φτάσαμε σε μια γωνία, ο αξιωματικός είπε: «Τώρα ορίστε ευθεία, και στη στροφή αριστερά, εκεί δίπλα σε έναν μπλε φράχτη...». Τον ευχαριστήσαμε, και πήγαμε και φτάσαμε πολύ γρήγορα: το σπίτι ανοιχτό πράσινο, με ανοιχτό πράσινα παντζούρια, με δύο μπαλκόνια... Έσπευσα χαρούμενα προς την πόρτα μόνη μου, και από το δρόμο μου λένε δύο άντρες: «Μαντάμ, η κυρία Τζεμάλ μπέη δεν είναι στο σπίτι». «Από πού το ξέρετε;» είπα εγώ σχεδόν θυμωμένα κι εκείνοι: «Εμ... είναι η μητέρα μας». Αυτή η χρυσή Τουρκάλα, η πιο όμορφη από όλες που είδα στη Θεσσαλονίκη, και έχει τόσο μεγάλα παιδιά! Τους είπα ότι ήθελα να ρωτήσω τη μητέρα τους για τη γυναίκα του kollası κι εκείνοι είπαν με μια φωνή: «Εσείς ψάχνετε τη Χαφιέ χανούμ! Θα σας πάμε εμείς». Αχ, Θεέ μου, όσες γυναίκες ήταν σ αυτή τη Χαφιέ χανούμ, η καθεμιά μου είπε να ρωτήσω τον Επαμεινώνδα για το σπίτι της. Εγώ έλεγα: «θα έρθω» και μπροστά στα μάτια μου έπεφτε ένα σκοτάδι, και ο μελαχρινός Επαμεινώνδας μού φαινόταν ακόμα πιο σκούρος. Τον μίσησα, παρόλο που μου έκανε καλό. Η μαντάμ Verand κάνει έκκληση στους πασάδες και τους μπέηδες, για την αλλαγή της ενδυμασίας των γυναικών. Κι εγώ θα παρακαλούσα τους Νεότουρκους για τα ονόματα των δρόμων και τους αριθμούς των σπιτιών στη Θεσσαλονίκη. Θα τους παρακαλούσα να μιμηθούν σ αυτό το σημείο την παλιά, έμπειρη Ευρώπη, για να μη περιπλανιούνται οι καημένοι οι επισκέπτες τους στο λαβύρινθο των δρόμων και των στενών, με την αφρικάνικη ζέστη, με τη σκόνη σαν τον άμμο της Σαχάρας. Απλά δεν μπορούσα να μη σου πω τα πολλά βάσανα, την οδύσσειά μου. Όταν με την καλοσύνη του Επαμεινώνδα βρήκα το σπίτι του Χαλίλ μπέη, ανέβηκα πάνω χαρούμενη. «Αχ, αγαπητή μου, είπατε στις οκτώ και μισή, και τώρα είναι εννιάμιση». Αυτό σημαίνει ότι γυρνούσα μια ολόκληρη ώρα. Και της τα είπα. Εκείνη παραξενεύτηκε πώς μπορεί κανείς να μη βρει εύκολα τον Επαμεινώνδα, και με αγκάλιασε, με φίλησε στο πρόσωπο, και με πήγε στο σαλόνι, το οποίο θα ήταν εντελώς ευρωπαϊκό αν δεν υπήρχαν τα τουρκικά «levha» 81 στους τοίχους και τα όπλα στις κρεμάστρες... Εκεί ήταν οι Τουρκάλες, η όμορφη γυναίκα του Τζεμάλ μπέη και η νεαρή γυναίκα του kollası, και η οικοδέσποινα μου μιλούσε στα σερβικά και τις προάλλες, όταν μου έκανε επίσκεψη με τη φίλη της, τη γυναίκα του Τζεμάλ μπέη, μου έφερε τη 81 Καλλιγραφικές επιγραφές με θρησκευτικό περιεχόμενο, συνήθως με αποσπάσματα από το Κοράνι, ρητά ή στίχους ποιητών. 114

115 φωτογραφία των παιδιών της, όπου έγραψε: Svojoj dragoj sestri Μου έδειξε έναν μικρό γιο, ο οποίος κοιμάται μόνο όταν η μητέρα του τον «νανουρίζει βοσνιακά». 83 «Πώς τον νανουρίζεις, αδελφή μου;», κι εκείνη, πολύ συγκινημένη, άρχισε: Spavaj, dušo, spavaj, zlato moje, Da bi majci brzo dorastao, Do konjica i svijetlog oružja. 84 Όπως σε όλα τα τουρκικά σπίτια στα Yalılar, έτσι κι εδώ, μας σερβίρισαν γλυκό και καφέ. Η γυναίκα του kollası ντύθηκε πανέμορφα, έσφιξε τη μέση της «chic» και την ονόμασα «Parisienne». Εκείνη χάρηκε, αυτή η Παρισινή μου, που δεν ξέρει γαλλικά, και μου έκανε τεμενά. Ω πόσο γελοίο ήταν αυτό, Λουΐζα μου! Coiffure à la dernière mode parisienne, και τεμενά!... Η αδελφή μου φόρεσε τσαρσάφι, και οι καλεσμένες χανούμισσες σήκωσαν τις πελερίνες στα κεφάλια, και όλες οι τέσσερις πήγαμε στη μητέρα του Ενβέρ μπέη, οι γυναίκες των καϊμακάμηδων με τα πυκνά πετσέ κατεβασμένα, εκφωνώντας μόλις μερικές κουβέντες, η γυναίκα του kollası με αποκαλυμμένο πρόσωπο και σφιγμένο το τσαρσάφι, φλυαρώντας. Αλλά κατέβασε το πετσέ, άνοιξε το τσαρσάφι και σώπασε, όταν εκείνες της είπαν δήθεν για αστείο: «Εσύ, σαν τις Ντονμέδες». Η μητέρα του Ενβέρ μπέη με εξέπληξε, είναι μόλις σαράντα ενός, σαράντα δύο ετών! Αυτός είναι, λέει, το πρώτο της παιδί και όταν τον γέννησε δεν ήταν ούτε δεκατεσσάρων! Μικροκαμωμένη, μελαχρινή, ήσυχη ο γιος μοιάζει με τη μητέρα του. Ήταν εκεί και δύο αδελφές του, η μια νεαρή και η άλλη κοπέλα. Αν δεν είχα την αγαπημένη μου διερμηνέα, τη Rizvanbegović, επειδή η μητέρα και η μεγαλύτερη αδελφή του δεν ξέρουν λέξη γαλλικά, θα αναγκαζόμουν να μιλήσω στα τουρκικά, και να ζητήσω συγνώμη πριν αρχίσω την κουβέντα: «Εγώ ήξερα τουρκικά πολύ καλά, αλλά είμαι καιρό τώρα στο Βελιγράδι, κι εκεί δεν έχει Τουρκάλες, εκτός από τη γυναίκα του Φετί πασά, με την οποία μιλούσα στα γαλλικά». Αυτές τις λίγες προτάσεις τις επανέλαβα εκατό φορές τις τελευταίες μέρες όσο είμαι εδώ, και τις έμαθα απέξω, καμιά φορά τις προφέρω ακόμα και στον ύπνο μου, εγώ η καημένη!... Το δωμάτιο γεμάτο γυναίκες. Η μεγαλύτερη αδελφή του είπε ότι έτσι είναι κάθε μέρα, όχι μόνο στο σπίτι, αλλά και γύρω από το σπίτι, στο δρόμο, και φωνάζουν να βγει η μητέρα του Ενβέρ μπέη, για να τη δουν πως μοιάζει αφού γέννησε έναν τέτοιο γιο. Φυσικά, εκείνη δεν μπορεί να βγει με ακάλυπτο κεφάλι. «Και ο κόσμος με σημαίες, φωνάζει: Ζήτω η ελευθερία! Ζήτω ο Ενβέρ μπέης!. Κι ευλογούν, παρακαλούν... Ω, και για τι πράγματα παρακαλούν τον αδελφό μου! Ένας άνθρωπος βγήκε από τη φυλακή, πήρε τη σημαία και νάτος μπροστά από το σπίτι μας, και πρώτα φώναξε να ζήσει ο Ενβέρ μπέης, και μετά: Χρήματα, Ενβέρ μπέη! Να ταΐσω τα παιδιά μου, μέχρι να οικονομήσω!. Μια γυναίκα με λευκή σημαιούλα φωνάζει: Ζήτω ο 82 Σερβ.: «Στην αγαπημένη αδελφή μου». 83 Στο πρωτότυπο pjeva bosanski, στη δυτική διάλεκτο που χρησιμοποιείται στη Βοσνία, στην Κροατία και στο Μαυροβούνιο. Στα σερβικά της Jelena θα ήταν peva (po) bosanski. 84 Σερβ./Βοσν.: «Κοιμήσου, ψυχή μου, κοιμήσου, χρυσό μου / για να μεγαλώσεις γρήγορα στη μητέρα σου / μέχρι το άλογο και το γυαλιστερό σπαθί». 115

116 Ενβέρ μπέης! Είμαι φτωχή και έγκυος, σε λίγο θα γεννήσω: χρήματα, Ενβέρ μπέη, για να σ έχει καλά ο Θεός!. Μια άλλη λέει: Ο άντρας μου κάνει παγωτό, κι έρχεται ο χειμώνας, και δεν θα τρώγεται: τι θα κάνουμε εμείς οι φτωχοί με τόσα παιδιά! Χρήματα, Ενβέρ μπέη! Να ζήσεις!. Και όταν μας περικυκλώσουν το σπίτι οι μουσουλμάνες κοπέλες! Ευχαριστούν τον αδελφό μου για την ελευθερία, λένε πόσο τον καμαρώνουν, τον καλούν για να τον δουν, και του προσφέρονται: άλλες ως γυναίκες, άλλες ως σκλάβες. Όταν ήταν στο Τίκβες 85 με τους κομιτατζήδες, ένας πλούσιος Αρβανίτης του πρόσφερε όλα τα κτήματά του και την κόρη του, και να τον κρύβει στο σπίτι του, όταν χρειαστεί». «Κι εσείς, χανούμ, τι τους απαντάτε;». «Σε εκείνους που ζητούν χρήματα λέμε ότι ο Ενβέρ μπέης δεν είναι πλούσιος. Στις κοπέλες λέμε ότι δεν μπορεί να έχει τόσες γυναίκες και όσο για τις σκλάβες: στη νέα Τουρκία δεν μπορούν να υπάρξουν». Αλλά αυτή η αδελφή του μου είπε και μια άλλη ιστορία. Έχασε τον άντρα της, και παντρεύτηκε πριν από δύο χρόνια. Εγώ νόμισα ότι πέθανε, ενώ... Αντισμήναρχος, ζούσε στο ίδιο σπίτι με τον αδελφό της, και τι έκανε ο αδελφός της, και τι ο άντρας της! Έστειλε ένα γράμμα στο σουλτάνο. Όταν το έμαθαν οι άλλοι, τον τραυμάτισαν, κι εκείνος έφυγε στην Κωνσταντινούπολη. Και πήγε να τον υπερασπιστεί... «Αυτός δεν ήξερε ότι αυτοί το κάνουν για το καλό της πατρίδας, αλλά νόμιζε κατά του σουλτάνου κι εκείνος, ως στρατιώτης, πιστός στο σουλτάνο... Μου γράφει και ορκίζεται ότι αν ήξερε τι γινόταν, θα σώπαινε. Λυπάται εμένα και το παιδί». Κι έφερε το παιδί, αγόρι, έντεκα μηνών κι εκείνο χειροκροτεί, και χαμογελώντας ανεβάζει τη φωνή του σαν να φωνάζει: «Ζήτω ο Ενβέρ μπέης!». Το καημένο! Και η μητέρα του συνεχίζει: «Αν δεν το έκανε αυτό, οι αξιωματικοί θα περίμεναν ακόμα, και ίσως να αποτύχαιναν ενώ έτσι... γι αυτό έσπευσαν να ανακηρύξουν το Σύνταγμα. Εγώ δεν θα θλιβόμουν αν ήταν μόνο ο άντρας μου... αλλά οι πασάδες, κατάσκοποι και προδότες, βλέπω, κάνουν βόλτες στη Θεσσαλονίκη, και ο άντρας μου... Όταν μου γράφει, μου λέει ότι κλαίει και γράφει. Με καλεί να έρθω με το παιδί». «Θα πάτε λοιπόν;». «Αν μου το επιτρέψει η Επιτροπή... Αν τον συγχωρήσει ο αδελφός μου... Αχ, μαντάμ, εσείς νομίζατε ότι σ αυτό το σπίτι υπάρχει μόνο χαρά, ενώ εδώ... η ζωή!», τελείωσε και αναστέναξε... Και ήταν ωραία ντυμένη, με άσπρο ρεφόρμ με μοβ λουλουδάκια στα μαλλιά της έχει το έμβλημα της επανάστασης με τις λευκές και τις κόκκινες κορδέλες... Η μία, χωρίς να το περιμένω, μου ψιθύρισε στο αφτί: «Τον υπερασπίζεται, τον αγαπούσε, παρόλο που τον παντρεύτηκε μέσω φωτογραφίας. Κι εκείνος ήταν κατάσκοπος και προδότης: για την κατασκοπία έπαιρνε τριάντα λίρες το μήνα. Φυσικά, εκείνη η καημένη δεν ήξερε τίποτα». Εκείνη μου ψιθύριζε, και καμία δεν δίνει σημασία, γιατί σ αυτούς το να ψιθυρίζει κανείς στο αφτί δεν θεωρείται αγένεια. Η «Παρισινή» μου, ψιθύριζε κάτι σε μια που ήταν δίπλα της όταν εγώ την πείραξα λέγοντας ότι αυτό δεν είναι παρισινό, εκείνη δεν κοκκίνισε, αλλά μου είπε χαρούμενα: «Ποτέ ξανά, μαντάμ, σας το υπόσχομαι!». Ήθελε να με δει ο αδελφός του Ενβέρ μπέη, και φαντάσου: για να μπορέσει να μπει αυτός, όλες οι γυναίκες βγήκαν έξω, εκτός από την αδελφή του: εγώ την κράτησα με ζόρι, κι εκείνη σήκωσε την «πελερίνα» πάνω στο κεφάλι... Εκείνος από τον οποίο έφυγαν οι γυναίκες ήταν ένας πιτσιρικάς, δόκιμος της Σχολής Αξιωματικών, αν δεν κάνω λάθος, φορούσε στολή. 85 Η πόλη Tikveš, σήμερα στην ΠΓΔΜ. 116

117 Μιλήσαμε λίγο στα γαλλικά εγώ θαύμασα τον ηρωισμό και τον πατριωτισμό του αδελφού του, και του είπα τα συγχαρητήριά μου, κι εκείνος το δέχτηκε μετριοφρόνως, και είπε σοβαρός: «Είναι ωραίο, αλλά είναι μια αρχή. Το τέλος εξωραΐζει ένα έργο». Εγώ ήθελα να είναι αυτό το τελευταίο μου γράμμα, αλλά Λουΐζα μου, πώς να μη γράψω τίποτα για την επίσκεψη στη γυναίκα του kollası, αυτή τη νεαρή, χαριτωμένη, χαρούμενη γυναίκα; Θα το γράψω αύριο, ένα μικρό γράμμα, σύντομο. Και τώρα: πολλά θερμά χαιρετίσματα από μένα και τον Jova. Σας φιλώ. Δική σου Jelena. Ένατο γράμμα. Αγαπημένη μου Λουΐζα! Θεσσαλονίκη, 9 Σεπτεμβρίου Ξέρεις ότι εκείνη τη νεαρή γυναίκα του kollası τη βρήκα χάρη σε έναν Τούρκο αξιωματικό και τον Επαμεινώνδα. Αντί να φτάσω στο σπίτι της στις οκτώ (τουρκική ώρα), εγώ ήρθα στις εννιά και τέταρτο: γυρνούσα τρία τέταρτα. Δεν ήθελα να σκεφτεί ότι είμαι ασυνεπής και της τα είπα, κι εκείνη κοκκίνισε και άρχισε να ζητάει συγνώμη όπως όλες οι Νεότουρκες: παλιά δεν μπόρεσαν, τώρα δεν πρόλαβαν. Και με πήγε, ντροπαλά, στο σαλόνι κι έτρεξε να φωνάξει τη μητέρα της. Σ αυτό το ευρωπαϊκό σαλόνι μπήκε ένα κλαδί συκιάς δεν υπάρχουν καφάσια στα παράθυρα... Δεν είναι μόνο «chic», αλλά και άξια βλέπει κανείς τα έργα της όχι μόνο στα πράγματα της διακοσμητικής, αλλά και της θρησκευτικής σημασίας: στους τοίχους τέσσερα «levha» χρυσοκεντημένα στο άσπρο μετάξι, πάνω από την πόρτα ένα «tuğra» 86 κεντημένα με ασημένια κλωστή πάνω σε κίτρινο βελούδο. Ακόμα και ο βελουδένιος σάκος για το ούτι είναι κεντημένος: δύο ούτια σταυρωτά, και πάνω τους μια λύρα. Σε κάθε μικρή κληματαριά, φύλλο ή λουλούδι μου φαινόταν ότι υπάρχει κάτι δικό της, κάτι από την καρδιά της. Δεν ξέρω αν τα σπίτια των Νεότουρκων είναι πάντα συγυρισμένα: σε κανένα δεν πήγα χωρίς να τους προειδοποιήσω... Μπήκε μαζί με τη μητέρα της, και μετά από τη χειραψία αρχίσαμε την κουβέντα στα τουρκικά (βέβαια, αφού εγώ πρώτα εκφώνησα εκείνες τις προτάσεις που έμαθα απέξω). Η μητέρα της μιλάει με ζ, ζ, σαν τις Ελληνίδες: είναι από την Κρήτη. Κι εκείνη μου έδειξε τη φωτογραφία του άντρα της, λοχαγού (kollası) τον οποίο παντρεύτηκε μέσω φωτογραφίας και τον αγαπάει... Λίγο αργότερα, ήρθαν οι επισκέπτες. Πρώτα μια που μοιάζει Γερμανίδα και προφέρει το ρ σαν Γερμανίδα, γυναίκα αξιωματικού, Κωνσταντινουπολίτισσα, την κάλεσαν για διερμηνέα, για να μην ταλαιπωρηθώ μιλώντας τουρκικά μετά ήρθαν και πολλές άλλες. Η 86 Το καλλιγραφικό μονόγραμμα του ονόματος του σουλτάνου. Χρησιμοποιούταν ως σφραγίδα στα επίσημα έγγραφα, νομίσματα και δημόσια κτήρια. Από τα χρόνια του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς ( ) αποκτά την κλασική μορφή με τρεις όρθιες γραμμές στη μέση (tug, «κατάρτι») και δύο καμπύλες αριστερά (beyze, «αβγό»). Συμβολίζει την πορεία του Ισλάμ προς τη Δύση. 117

118 οικοδέσποινα λέει: ήρθαν ακάλεστες, κι εγώ... το αμφισβητώ. Γυναίκες, κοπέλες από τα πιο ευγενή σπίτια, σχεδόν όλες φορώντας yeldirme, δηλαδή «Staubmantel» μπλε, πράσινο, βυσσινί, μοβ, σταχτί, οι νέες με το κόψιμο à la japonaise και γι αυτό ήξερα ότι είναι από αυτή την περιοχή, αυτή τη γειτονιά. Βγάζουν από τα κεφάλια τους το bașörtü, άσπρο, μεταξένιο, σε μερικές από δαντέλα, που έπρεπε δήθεν να τους κρύβει τα μαλλιά, χτενισμένα με την τελευταία μόδα του Παρισιού, με μεγάλες βάσεις και πολλές μπούκλες. Οι μικρότερες έβγαζαν και το yeldirme και έμεναν με τα στενά λεπτά φορέματα, με τις φούστες της νέας μόδας και τις μπλούζες από δαντέλα ή ελαφρά υφάσματα και οι πιο μεγάλες, βέβαια αυτές που ήθελαν να καθίσουν μόνο για λίγο, κι εκείνες που δεν ντύθηκαν (και το yeldirme είναι πρακτικό) μπήκαν στο δωμάτιο με yeldirme. Μόλις εμφανιστεί κάποια από αυτές, η οικοδέσποινα σηκώνεται, καθώς και όλες οι επισκέπτριες, και κάνουν τεμενά, σύντομα, γρήγορα, η καθεμιά σε όλες με τη σειρά όταν καθίσουν πάλι τα ίδια. Ω, είναι τόσο γελοίο! Σαν να κάνουν οι Ευρωπαίες αυτούς τους τεμενάδες. Κορσέδες, μπούκλες, γαλλικά, αγγλικά και τεμενάδες. Όλες είναι Νεότουρκες, το κατάλαβα: δεν έχουν κόκκινα νύχια, έχουν άσπρα δόντια, δεν έχουν λευκανθεί με τουρκικό λευκαντικό αλλά με πούδρα, φορούν το άρωμα «Heliotrope» και όχι μόσχο, δεν έχουν χρώμα στα φρύδια, ούτε σουρμέ στις βλεφαρίδες, ούτε ελιές κάτω από τα μάτια, ούτε λαντέν στο μέτωπο, στα μαλλιά τους δεν έχουν ούτε ένα λουλούδι, όχι ολόκληρη ανθοδέσμη, στα αυτιά τους δεν υπάρχουν τεράστια σκουλαρίκια δεμένα μεταξύ τους, κάτω από το λαιμό, με ένα σχοινί από κίτρινο μετάξι, ούτε στο λάρυγγα και το στήθος φορούν πάμπολλα κοσμήματα, ούτε στα πόδια τους έχουν τερλίκια ή μικρές παντόφλες... Αυτές είναι Νεότουρκες: σε μια τόσο μεγάλη παρέα ούτε μια ορτάκισσα, ούτε μια «τσιφτά» φίλη. Όμως, μεταξύ τους δεν είχα καμιά παλιά γνωστή, να μου τα πει στο αυτί. Ανάμεσα σε τόσες γυναίκες μόνο μια Θεσσαλονικιά. Κωνσταντινουπολίτισσες και Κρητικιές, συμπατριώτισσες της μητέρας της οικοδέσποινας. Η γυναίκα του τοπικού στρατιωτικού διοικητή με τις δύο κόρες της, η γυναίκα του έπαρχου αστυνομίας, η κυρία Σακίρ πασά με τις δύο κόρες της... Ανάμεσα στις Κρητικιές μερικές ήταν πολύ όμορφες, η πιο όμορφη ήταν η κυρία Σακίρ πασά: με μαύρα μάτια και χρυσά μαλλιά. Δεν το πίστεψα ότι είναι τριάντα χρονών, και οι κόρες της μεγάλες κοπέλες! Ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη για να περάσουν καλά, να γλεντήσουν. Τη μεγαλύτερη τη φώναξε κάποιος Αϊσέ, κι εγώ χαμογέλασα, γιατί εκείνη δεν μου φαίνεται σαν Αϊσέ αλλά Louise ή Elise και η μικρότερη, ένα ξανθό και ψηλό κορίτσι, Jany ή Nelly... Κάθονται η μία δίπλα στην άλλη, και όταν πουν κάτι μεταξύ τους, μιλούν στα αγγλικά. Οι άλλες Κρητικιές ήρθαν από την Κρήτη για να δουν στη Θεσσαλονίκη την Ελευθερία. Πρέπει να την είχαν φανταστεί εκεί σαν κάτι ζωντανό, μια όμορφη γυναίκα ντυμένη άσπρα, στολισμένη με κόκκινες κορδέλες, και να την έψαχναν στα στενά της Θεσσαλονίκης με τα μαύρα μάτια τους, που τα βάθη τους θυμίζουν τη θάλασσά τους... Αλλά οι Νεότουρκες μοιάζουν σε κάτι με τις Παλαιότουρκες: ούτε μου σύστησαν καμιά, ούτε εμένα σ αυτές. Κι είναι συγκρατημένες: για να μη, όντας «χαλαρές», χάσουν κάτι από την τουρκική αρχοντιά τους. Και λένε λίγα, μιλούν χαμηλόφωνα, όλες σωπαίνουν όσο μιλάει μία, και μιλούν με τα μάτια, με την ψυχή

119 Μας σερβίριζε η οικοδέσποινα μόνη της, το γλυκό σύκο, καφέ, καπνό και σιρόπι. Με το τσιγάρο οι Τουρκάλες κυρίες χαλάρωσαν, ένιωσαν πιο άνετα και άρχισε μια αρκετά ζωηρή κουβέντα με ενθουσιασμό για το κίνημα των Νεότουρκων, το οποίο εκείνες βλέπουν υπερβολικά αισιόδοξα, πιστεύοντας ακράδαντα ότι το κράτος τους θα εξελιχθεί πολιτισμικά και οικονομικά πολύ γρήγορα. Και με απέχθεια και διαμαρτυρία μίλησαν για το παλαιό καθεστώς και τα κακουργήματά του, ιδιαίτερα για εκείνο το τρομερό έγκλημα που πέταξε στα αζήτητα τόσους γιατρούς. Από τότε, λένε, είναι συνειδητές όλες οι Νεότουρκες και όταν έμαθαν γιατί εργάζονται, ο πόνος και η διαμαρτυρία, λένε, πολλαπλασίασαν την αγάπη, το κουράγιο και την ενέργειά τους. Έπειτα μίλησαν για τον εορτασμό στη Θεσσαλονίκη, για τα «πιάς» της Κωνσταντινούπολης, για τις παρέες τους, για τη ζωή στα χαρέμια και τις διασκεδάσεις του χαρεμιού, για τα γυναικεία εργόχειρα, για τα τρόφιμα, τη στέγαση και, προς έκπληξή μου, για τις υπηρέτριες! Σ αυτούς πάντα υπήρχαν πολλοί υπηρέτες, και το πού τους βρίσκουν και πόσο τους πληρώνουν δεν ήταν θέμα συζήτησης, βέβαια, μπροστά στις ξένες. Οι υπηρέτριες κάθονταν σ ένα σπίτι για πολύ χρόνο, και σχεδόν λογαριάζονταν ως μέλη της οικογένειας παντρεύονταν τίμιες, και αν καμιά χήρευε ή χώριζε, επέστρεφε στον αφέντη σαν κόρη. Τόσες κυρίες, και ήρθαν μόνες τους! Αυτή είναι η πρώτη τουρκική δεξίωση όπου δεν είχε υπηρέτριες ή σκλάβες να κάθονται απέναντι από τις χανούμισσες, να περιμένουν διαταγές, να απαντούν τις ερωτήσεις, να ρωτήσουν κάτι και μόνες τους αν δεν υπήρχαν επισκέπτριες, να ανακατεύονται λίγο στην κουβέντα, και για να παίζουν και να τραγουδούν. Τώρα οι Τουρκάλες παραπονιούνται σαν κι εμάς: «Οι Ελληνίδες δεν είναι καλές και αλλάζουν θέσεις, οι μουσουλμάνες δεν θέλουν να υπηρετούν ντρέπονται, και δεν ντρέπονται να ζητιανεύουν». Αλλά σ αυτές ακόμα ούτε σκέψη να τους ρωτήσει η υπηρέτρια καθώς κλείνει δουλειά: «Μήπως η θέση είναι ανοιχτή;». Κρατούν υπηρέτριες με τον άντρα τους, με τα παιδιά τους, ή με το φίλο τους... «Dağa tașa! (στο βουνό και στην πέτρα)». Και φαντάσου, οι Τουρκάλες υπηρέτριες μόλις άνοιξαν το στόμα, και ήδη ετοιμάζουν απεργία! Οι κυρίες τρόμαξαν: «Εγώ δεν ξέρω να ετοιμάσω ούτε ένα φαγητό...», «Εγώ δεν καθάρισα ποτέ ένα δωμάτιο». Και γελούν αλλά όχι εγκάρδια. Μιλούσαν από καιρό σε καιρό ελληνικά, γιατί εκείνες οι καημένες Τουρκάλες από την Κρήτη δεν ήξεραν λέξη τουρκικά. Έπειτα η μητέρα της οικοδέσποινας άρχισε να μιλάει με την κυρία Σακίρ πασά για την Κρήτη, για τον ήλιο και τον αέρα της, για τη θάλασσά της, για τα φρούτα και τα λουλούδια της, και για το σαπούνι της. «Είμαι από το Τζιρίτ». «Τζιρίτ σαπούνι ξέρω πως υπάρχει, αλλά η πόλη...». «C est l île de Crète, Madame». Έπειτα πέρασαν στην Ευρώπη... Άρχισε εκείνη που μοιάζει με τις Γερμανίδες. Δεν είναι ούτε όμορφη ούτε συμπαθητική, αλλά είναι μορφωμένη, και διαβασμένη, έξυπνη. (Την έφεραν για διερμηνέα, και στην οικοδέσποινα διερμηνέας ήμουν εγώ.) Άρχισε γρήγορα και με ταμπεραμέντο σαν να μην ήταν Τουρκάλα. «Εσείς, μαντάμ, είστε δημοσιογράφος.» «Δεν είμαι.» - «Όπως και να έχει. Ό,τι λέω μπορείτε να το σημειώσετε. (Έτσι μου είπε και η αδελφή του Ενβέρ μπέη.) Εμείς ξέρουμε γιατί ήρθατε..., για εκείνο το ψέμα, ότι αποκαλυφθήκαμε δήθεν το όρισαν οι Νεότουρκοι, σαν να ήταν σε μια ευρωπαϊκή χώρα να διατάξει ένα κόμμα να μην βαπτίζονται τα νεογέννητα. Και νομίζουν ότι εκείνο που έγινε στη 119

120 γερμανική πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη θα πιάσει τα χαρέμια όπως η κωνσταντινουπολίτικη πυρκαγιά τους μαχαλάδες. Λάθος. Και αυτή η μεγάλη κυρία έχει οπωσδήποτε χριστιανικό αίμα, όπως και οι κόρες του Νουρί μπέη (όχι Νουρί πασά). Εκείνες έχουν γαλλικό αίμα το αίμα τους τις πήγε έξω από τα χαρέμια. Μια παντρεύτηκε έναν Ρώσο, ή Πολωνό... για Τούρκο δεν ήταν έτσι κι αλλιώς. Στην Ευρώπη οι γυναίκες φεύγουν κάθε τόσο σε μας μια φορά, και όλη η Ευρώπη έβγαλε φωνές: Οι Τουρκάλες έφυγαν από το χαρέμι!. Εκεί φεύγουν οι πριγκίπισσες με τους μουσικούς, οι διάδοχες του θρόνου με τους δασκάλους των παιδιών τους!... Στις Απογοητευμένες το στιλ και η σύνθεση είναι του Loti, και το υλικό από αυτές τις φυγάδες Τουρκάλες με χριστιανικό αίμα. Εκείνες τού το έδωσαν όπως τους βόλεψε, για να κατηγορήσουν τα χαρέμια και να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους. Η Ευρώπη! Σε μας υπήρχαν οι ortak στην Ευρώπη υπάρχουν οι μετρέσες. Σε μας αν κάποιος σαγηνέψει μια κοπέλα αναγκάζεται να την παντρευτεί στην Ευρώπη δεν έχει ευθύνες. Σε μας τον πρώτο γάμο τον κάνει κοπέλα στην Ευρώπη μισή κοπέλα (αν όχι γυναίκα). Σε μας ένας νεαρός, όταν παντρεύεται, ρωτάει αν η κοπέλα προέρχεται από καλή οικογένεια στην Ευρώπη αν έχει χρήματα. Σε μας ο νεαρός αγοράζει την κοπέλα στην Ευρώπη η κοπέλα αγοράζει το νεαρό. Σε μας οι αδελφές μοιράζουν με τους αδελφούς τους την ιδιοκτησία των γονιών τους πάντοτε στην Ευρώπη αν αυτοί το γράψουν στη διαθήκη. Σε μας οι πρώτες γλυκές κουβέντες μεταξύ δύο αγαπημένων γίνονται μετά το γάμο στην Ευρώπη όλα αυτά έχουν ήδη τελειώσει πριν γίνει ο γάμος, και όταν έχει πια βαρεθεί ο ένας τον άλλο έρχεται ο γάμος και ο χωρισμός. Σε μας δεν υπάρχουν χωρισμένες (!) στην Ευρώπη το ενενήντα εννέα τοις εκατό. Σε μας η γυναίκα έχει μόνο άντρα στην Ευρώπη έχει και φίλο, με τον οποίο βολτάρει και πηγαίνει για ιππασία, ο οποίος την συνοδεύει μέχρι το σπίτι και της κάνει παρέα όσο λείπει ο άντρας της. Από τους φίλους μάς προστατεύον το τσαρσάφι, ο φερετζές και το yeldirme. Επειδή παντρευόμαστε μέσω φωτογραφίας, από ματιές στο πέρασμα, ο άντρας μας μας πιστεύει. Επειδή δεν πήγαμε με αμέτρητους άντρες, εμείς ευχαριστιόμαστε με έναν άντρα. Εκείνες οι πάμπολλες γυναίκες από τα γαλλικά μυθιστορήματα θα έπεφταν άραγε αν δεν είχαν τη φιλική παρέα των αντρών; Ακόμα και αν υπήρχαν οι ortak σε μας, ενώ δεν υπάρχουν (!): είναι πιο ηθικό να έχει ένας άντρας τέσσερις γυναίκες παρά μια μετρέσα. Και μετά, στο γάμο, η μητέρα δεν πετάει στο δρόμο τα ίδια της τα παιδιά, ο πατέρας δεν αποκηρύσσει το αίμα του αίματός του: και όπου δεν υπάρχει γάμος, γίνονται όλα αυτά. Όταν διαβάζω μυθιστορήματα, ιδιαίτερα του Ζολά, και αφήνω το βιβλίο, πλένω τα χέρια μου, γιατί μου φαίνεται ότι λερώθηκα και μετά κάθομαι και σκέφτομαι: Την ψυχή ποιος θα την καθαρίσει από αυτή τη λάσπη;. Και τι γίνεται με τη φτώχεια; Σε μας μια γυναίκα από την κατώτερη τάξη στέκεται όρθια, την υποστηρίζει το σπίτι της στην Ευρώπη πέφτει, την έριξε το εργοστάσιο. Ο ευρωπαϊκός πολιτισμός έφερε στην κοινωνία την εξαχρείωση, έμαθε τον άνθρωπο να σκέφτεται χωρίς να νιώθει. Υπάρχει στην Ευρώπη το sevap όπως σε μας; Το να εγκαταλείπει κανείς τους ορφανούς, να μην φροντίζει τους φτωχούς, να μην επισκέπτεται τους άρρωστους, να μην παρηγορεί τους θλιμμένους! Και μας κατακρίνει εμάς αυτή η άψυχη Ευρώπη! Εγώ εξαιρώ την Αγγλία. Αυτή είναι μεγάλη και στην έκταση και στον πολιτισμό της. Εμείς τα τελευταία χρόνια για 120

121 γκουβερνάντες των κορών μας προσλαμβάνουμε πιο συχνά τις Αγγλίδες και μόνο λίγες μπαίνουν στο χαρέμι για σπορ το μεγαλύτερο μέρος τους μπαίνει από μια κάποια αίσθηση ανώτερης ευθύνης, για να μορφώσει το πνεύμα και να εκπαιδεύσει την ψυχή των κορών μας. Οι Γαλλίδες μάς ανάβουν την ήδη αναμμένη μας φαντασία οι Αγγλίδες την μετριάζουν... Εμείς ανοίγουμε στις ξένες την πόρτα και την καρδιά μας οι ξένες μάς ξεγελούν, μας λυπούνται, φωνάζουν: Σκλάβες!. Γιατί είμαστε σκλάβες; Μήπως γιατί οι άντρες δεν είναι μαζί μας;! Εμείς περνάμε καλά μόνες μας. Και αν φέρουμε τους πνευματικούς ανθρώπους, όταν φύγουν από μας δεν μας αφήνουν πόνο στην καρδιά όπως θα γινόταν με τους ανθρώπους της σάρκας... Και για το ότι δεν είμαστε ούτε σκλάβες, ούτε υποταγμένες όπως θεωρείται στην Ευρώπη, έχουμε τώρα την απόδειξη όπως δεν την είχαμε ποτέ πριν: οι άντρες μας μάς εμπιστεύτηκαν το ιερό μυστικό, μας πήραν για συνεργάτες στο μεγάλο έργο τους... Αχ, στην Ευρώπη τόσα χρόνια αρραβωνιασμένοι... Οι Ευρωπαίες ημικοπέλες όταν παντρεύονται φορούν στο κεφάλι στεφάνι από λουλούδια πορτοκαλιάς! Οι Ευρωπαίες που... (τις αποκάλεσε με υβριστικό όνομα)»! Όχι, αυτήν δεν την έφεραν εδώ για διερμηνέα της οικοδέσποινας, αλλά για δικηγόρο του χαρεμιού. Οι όμορφες πελάτισσές της, οι οποίες ήξεραν γαλλικά και άκουσαν τι λέει ήταν ευχαριστημένες με τα πάντα μέχρι και την τελευταία λέξη, τα οποία είπε με πολύ μίσος και κατηγορία σε βάρος εκείνων που, κατά τη γνώμη τους, τις κατηγορούν και σ αυτό το σημείο κοκκίνισαν και χαμήλωσαν το βλέμμα. Ίσως επειδή ήθελαν να το αποκρύψουν, ή να μη με αφήσουν να μιλήσω σαν δικηγόρος ευρωπαίων γυναικών, είπαν όλες με μια φωνή στην οικοδέσποινα: «Αμάν, χανούμ, παίξτε μας κάτι!». Εκείνη ήταν έτοιμη: έβγαλε από το βελουδένιο σάκο το ούτι, κάθισε απέναντί μας, και πολύ συγκινημένη άρχισε να παίζει τα τρυφερά, απαλά της δάκτυλα πέταξαν πάνω από τις χορδές αυτού του αρχαίου συριακού μουσικού οργάνου... Αντί για ύμνο έπαιξε τη γαλλική Μασσαλιώτιδα και το τουρκικό Μαρς της ελευθερίας, και μαζί με τις κόρες του Σακίρ πασά ερμήνευσαν ένα ερωτικό τραγούδι: η φωνή της έτρεμε σαν αστέρι, άλλαζε σταδιακά αποχρώσεις σαν τη θάλασσα. Με το ερωτικό τραγούδι εμφανίστηκε ο έρωτας: στα μάτια της χρυσομάλλας Κρητικιάς κυρίας Σακίρ πασά και των κορών της, και της γυναίκας του στρατιωτικού διοικητή, και της γυναίκας του έπαρχου αστυνομίας, και της μητέρας της οικοδέσποινας, και της οικοδέσποινας. Στα μάτια της φαινόταν μια ψυχή, στα δάκτυλά της ένιωθε κανείς μια καρδιά. Το δωμάτιο γέμισε ζεστασιά. Όλες τραγούδησαν, αργά, φέρνοντας στο μυαλό τους εκείνο τον αγαπημένο από τη φωτογραφία κι εκείνο από το πέρασμα, φέρνοντάς τον με επιθυμία, με πόθο μέσα σ αυτή την ερωτευμένη παρέα. Δίπλα στους πνευματικούς ανθρώπους ένιωσαν σαρκική αγάπη!... «Μα γιατί μας λυπούνται;! Είμαστε ευτυχισμένες...». «Αν ήρθατε για να ψάξετε για την ψυχή των Τουρκάλων, θα την βρείτε, αλλά δεν θα την αναγνωρίσετε είναι καινούργια». Την έψαχνα, την βρήκα, την αναγνώρισα: είναι παλιά, παλιά μου γνώριμη από τους τουρκικούς γάμους και τα γλέντια, από τις τουρκικές συναθροίσεις δίπλα στα νεογέννητα και τους νεκρούς: κρύφτηκε κάτω από τον κορσέ, κράτησε την ανάσα, θα έλεγες πως δεν υπάρχει μέχρι να έρθει το τραγούδι ή το κλάμα. Αυτή είναι εκείνη η ψυχή που γνωρίζω: καλή σαν άγγελος και κακιά σαν δαίμονας. 121

122 Θυμήθηκαν τα σπίτια τους στις οκτώ (ευρωπαϊκή ώρα)! Δίπλα στην πόρτα μια ουρά, όπως στις Παλαιότουρκες: η οικοδέσποινα και οι νεαρές της γειτόνισσες κι εδώ τεμενάδες, κουβεντολόι. Όταν βγήκαν στο δρόμο, σιωπή διαλυθήκαμε σαν φαντάσματα... Την επόμενη μέρα μαζευτήκαμε στην κυρία Σακίρ πασά: εκείνη ήταν και πιο όμορφη και πιο νέα, αλλά εγώ δεν παραξενεύτηκα, γιατί μου ψιθύρισε μία στο αυτί: «Αυτές δεν είναι κόρες της ο πασάς είχε γυναίκα και παιδιά, και την είδε όμορφη στην Κρήτη, πήγαινε στο σχολείο, και την ερωτεύτηκε, και την πήρε...». «Σε μας υπήρχαν οι ortak!». Μας περιποιήθηκαν οι ίδιες οι κόρες του πασά (για να τιμήσουν τους καλεσμένους), η μικρή το γλυκό, η μεγάλη τον καφέ και το «σιρόπι» έπειτα έπαιξαν πιάνο και τραγούδησαν τουρκικά και αραβικά... Αλλά πριν έρθουν οι άλλοι καλεσμένοι, στο σαλόνι μπήκε ο πασάς για να με δει. Πραγματικός ευγενής και τζέντλεμαν! Μου συστήθηκε, και μετά από σύντομη συζήτηση έπρεπε να φύγει, γιατί ειδοποίησαν την χανούμισσά του ότι έχει επίσκεψη... «Να φύγω, η γυναίκα μου έχει επίσκεψη», είπε ειρωνικά όταν μου έδωσε το χέρι για χειραψία κι εγώ χαμογέλασα. «Εγώ, πατέρας της οικογένειας, και να μου γυρίζει την πλάτη ένας επισκέπτης της γυναίκας μου! Και με τους εμπόρους στα μαγαζιά οι γυναίκες μας κουβεντιάζουν, γυρίζουν το πρόσωπο στους εμπόρους!», πρόσθεσε με πίκρα. Εγώ είπα αυθόρμητα: «Η κόρη του Μωάμεθ καθόταν και μιλούσε με τους άντρες». Εκείνος είπε γρήγορα: «Ακόμα κι αν είναι γυναίκα! Ναι, και γυναίκα!». «Πού είναι τα καφάσια, ο τοίχος;» «Πράγματι, μαντάμ, όλα θα αλλάξουν σύντομα αλλά... εγώ δεν είμαι νέος, κρίμα!», τελείωσε σαν να αστειεύεται, μου υποκλίθηκε και έφυγε από μια πόρτα για να μπει από την άλλη ο επισκέπτης της γυναίκας του μια Τουρκάλα. Αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση και ήμουν πεπεισμένη ότι από αυτόν τον ένα φωτισμένο μίλησαν όλοι οι φωτισμένοι τους. Την επόμενη μέρα πήγα σε μερικές άλλες δεξιώσεις και για το πού μένει η καθεμία ρώτησα (όπως μου είπαν εκείνες) τον Επαμεινώνδα. Μετά από μερικές μέρες τις είδα όλες: στο θέατρο Εντέν... Στα θεωρεία με κόκκινο πλισέ, στην γεμάτη καρέκλες πλατεία οι Τουρκάλες, με τα ανεβασμένα πέπλα μεν, αλλά με τσαρσάφια, γιατί οι ηθοποιοί είναι άντρες... και τα παιδιά, μεγάλα και μικρά, μερικά και λίγων μηνών. Οι γυναίκες κοιτάζουν, σωπαίνουν και καπνίζουν, τα μεγάλα παιδιά μιλούν, πειράζονται, γελούν, τα μικρά κλαίνε, οι καρέκλες κουνιούνται στο διάλειμμα, ανάμεσα στις πράξεις, οι μουσικοί παίζουν ούτι και βιολί και τραγουδούν το Τραγούδι της Ελευθερίας. Εγώ κάθισα όπου βρήκα, και τη θέση την πλήρωσα τέσσερα γρόσια και τρία μεταλλίκια τόσα είχα μαζί μου... Στη σκηνή, οι ηθοποιοί με κοστούμια, λίγη διακόσμηση και πολλά όπλα: τουφέκια, πιστόλια, ρεβόλβερ, μακριά μαχαίρια και πυροβολισμοί, αίμα, θάνατος, τόσοι θάνατοι, «όλους τους σκοτώσανε, δεν έζησε κανένας». 87 Έδειξαν έργο από τη ζωή των Αρβανιτών, Η μπέσα. Εγώ έκλεινα τα αυτιά και πάλι έτρεμα, και οι χανούμισσες κάθονταν ήρεμα. Με γνώρισαν, μερικές μου έκαναν τεμενά. Όταν τελείωσε η παράσταση, στην αυλή αντί για γυναίκες, οι σκιές. Μια μου λέει ότι σε λίγο θα είναι Ραμαζάνι, και να μείνω να το γιορτάσουμε, κι εγώ την κοιτάζω και δεν ξέρω τι να της απαντήσω, και ας ξέρω ότι είναι η Rizvanbegović μου μίλησε στα σερβικά: αισθάνθηκα περίεργα, όχι 87 Δημοτικός δεκασύλλαβος στο πρωτότυπο. 122

123 όπως από άγνωστους στο σκοτάδι, αλλά όπως από τους γνωστούς όταν στο πρόσωπο φορούν μάσκα... Πολλά, πολλά θερμά χαιρετίσματα σε σένα και στα παιδιά, αγαπημένη μου Λουΐζα! Και ο Jova σας χαιρετάει. Δική σου Jelena. Δέκατο γράμμα. Αγαπημένη μου Λουΐζα! Θεσσαλονίκη, 11 Σεπτεμβρίου Εμείς γιορτάσαμε με τους Θεσσαλονικείς ολόκληρες έξι εβδομάδες. Εκεί νοι κουράστηκαν, κι εμείς κουραστήκαμε. Εκείνοι, κουρασμένοι, ετοιμάζονται για το Ραμαζάνι, εμείς, κουρασμένοι, ετοιμαζόμαστε για το ταξίδι. Αύριο το πρωί, με την ευχή του Θεού! Πόσο σε πεθύμησα! Και δεν βλέπω την ώρα να δω το ήσυχο Βελιγράδι μας, αλλά δεν θα το δω ακόμα για επτά-οκτώ μέρες, γιατί πάω στο Αλέξινατς. Να περάσουμε από αυτή τη μικρή κωμόπολή μας και να μην κάνουμε μια στάση, δεν γίνεται, γιατί θα προσβάλλαμε τους αγαπημένους μας, ζωντανούς και νεκρούς, και οι ζωντανοί θα μας συγχωρούσαν, αλλά οι νεκροί... Δεν μπορώ να φύγω από τη Θεσσαλονίκη χωρίς να πω ένα αντίο σ όλους τους γνωστούς μου, ανθρώπους και τόπους. Στις Τουρκάλες πήγαινα την ακατάλληλη για τους Τούρκους ώρα, από τις έξι το απόγευμα τις Νεότουρκες δεν τις βρήκα, εκτός από την Γκιουλιστάν-χανούμ, και τους άφησα μια κάρτα με «R. r. s.» οι Παλαιότουρκες ήταν στο σπίτι..., και μια παλιά μου φίλη, κάποτε πλούσια και τώρα... Κάθεται σε ένα μεγάλο και φτωχό δωμάτιο ενός τεράστιου σπιτιού-ερείπιου με σπασμένες πόρτες και ανώμαλες σκάλες και στην αυλή της τα ερείπια ενός φούρνου, όπου κάποτε έψηναν το ψωμί, και τα απομεινάρια μιας βρύσης, όπου κάποτε έτρεχε νερό το μεγάλο κήπο με τις λίγες ξερές συκιές περιζώνει ένας πολύ ψηλός και φοβερά κατεστραμμένος τοίχος, στηριγμένος με αμέτρητους ξύλινους κιονίσκους, για να μην καταρρεύσει. Κι εδώ δεν είχε ούτε ένα δωμάτιο άδειο! Οι μετανάστες από τη Σερβία και τη Βουλγαρία, κάποτε, ποιος ξέρει..., ήταν πλούσιες, τώρα είναι φοβερά φτωχές. Αυτό το σπίτι μού θύμισε εκείνο όπου έβρισκαν καταφύγιο οι Πρώην άνθρωποι του Μαξίμου Γκόρκι, και αυτές οι γυναίκες μού θύμισαν εκείνους τους ανθρώπους. Αντί να σκέφτομαι, ένιωσα ένα βαθύ πόνο. Κάθισα απέναντι από τη φίλη μου, ακόμα ευγενή και με το πρόσωπο εξαντλημένο από τη φτώχεια, και απέναντι από την κόρη της, ένα χαριτωμένο κορίτσι με σηκωμένη την πλάτη και πεσμένο το στήθος από το εργόχειρο, από το κέντημα. Κάθεται πίσω από το τελάρο και κεντάει, και στον κάθε τσεβρέ κεντάει και τις μαύρες σκέψεις της, τα δάκρυά της και τους αναστεναγμούς και μερικές μέρες από τη νέα ζωή της... Και όταν αγοράσω έναν τσεβρέ με δύο γρόσια ή με έξι παράδες, εγώ χαίρομαι, δεν ρωτάω γιατί είναι τόσο φτηνά, ούτε που μου έρχεται στο μυαλό ότι η κεντήστρα είναι συνήθως μια νεαρή κοπέλα Τουρκάλα, και ότι ο έμπορος συνήθως της πληρώνει 123

124 μια άσπρη μετζιντιέ (19 γρόσια) μηνιαίως, και ότι εκείνη μέσα σε ένα μήνα κεντάει και είκοσι τέσσερις τσεβρέδες... Από εδώ, θλιμμένη, πήγα μπροστά σε ένα μικρό καφενείο κάτω από το Τσαούς-μοναστήρι, όπου με περίμενε ο Jova... Απέναντι ένας τεκές με τάφους και τα σπίτια με καφάσια...: οι νεκροί και οι ζωντανοί μαζί! Παντού περπατούν οι Τουρκάλες, επιστρέφοντας από τη βόλτα οι Τούρκοι πλένονται τελετουργικά σε μια παλιά βρύση, οι πωλητές του δρόμου φωνάζουν τους πελάτες με ολόκληρα τραγούδια και προχωρούν αργά, βαριά, πίσω από τους φορτωμένους γάιδαρους με καλάθια γεμάτα διάφορα λαχανικά και σανίδες από τις οποίες κρέμεται κρέας... Μπροστά από το καφενείο είχε και αξιωματικούς ένας από αυτούς έβγαλε τα παπούτσια του, σταύρωσε τα πόδια του πάνω σε μια καρέκλα και κάπνιζε ναργιλέ. Ήπιαμε από μια γκαζόζα όσο για να πληρώσουμε τη θέση και ανεβήκαμε στα ψηλά ανηφορικά στενά. Με πόνο είπα ένα αντίο στους τόπους που αγάπησα, γιατί παντού άφησα και κάτι από τον εαυτό μου και από το σύντροφό μου. Στο τζαμί Κασημιέ μπήκα ήρεμα, γιατί ήδη είχα πάει στην εκκλησία του Αγίου Σάββα. Το Κασημιέ ήταν κάποτε ναός του Αγίου Δημητρίου. Πήγα εκεί περισσότερες φορές. Τώρα πήγα για να δω τις τοιχογραφίες, τις οποίες κάτω από το σοβά βρήκαν οι ρώσοι αρχαιολόγοι. Ο χότζας μάς έδωσε παντόφλες για τα χαλιά πάνω σε πλάκες με σταυρούς πατούσαμε με σκονισμένα υποδήματα... Και χθες το βράδυ πήγαμε στον κήπο του Λευκού Πύργου, ακούσαμε μουσική και είδαμε κινηματογράφο: με ένα γρόσι τα πάντα, και η είσοδος. Κάθε βράδυ και εικόνες από τη ρωσική επανάσταση, φρικτές, με πολύ αίμα, τις οποίες δείχνουν σύμφωνα με τη θέληση των Νεότουρκων. Εκείνοι, βλέποντάς τες, σηκώνουν το κεφάλι ψηλά: η επανάστασή τους είναι «λευκή»... Χθες το πρωί, όπως συνήθως, φάγαμε το πρωινό μας μπροστά στο «Όλυμπος Παλλάς», και όπως συνήθως, εκεί οι καθαριστές οι οποίοι έχουν πάντα μαζί τους λάδι και χρώματα και πολύ ωραία κουτάκια, μας καθάρισαν (με ένα μεταλλίκι) τα παπούτσια μας. Μετά κλείσαμε (με πέντε γρόσια) ένα καΐκι και καθίσαμε μέσα, και μας πήγε στο Μικρό Καραμπουρνού. Στην αρχή η θάλασσα μόνο ανατρίχιαζε και έμοιαζε με άνθρωπο πριν από πυρετό, και μετά απόκτησε ρυτίδες, μικρές, και όλο και πιο μεγάλες, σε διάφορες αποχρώσεις, μέχρι να αρχίσουν να ασπρίζουν, και άσπρισαν τελείως και ξαφνικά σαν να έπλεαν πάνω στη θάλασσα οι κύκνοι, και το καΐκι άρχισε να κουνιέται σαν την κούνια. Πάνω σε τόσο ταραγμένη θάλασσα έπλευσα με καΐκι μόνο μια φορά, όταν βγήκαμε στη Σμύρνη, και τότε ρίγησα από φόβο, και τώρα δεν φοβήθηκα, αν και δεν επιθυμούσα να πνιγώ, επειδή στην ανήσυχη επιφάνεια είχε απορρίματα της πόλης, φλούδες καρπουζιών, πεπονιών... Ο μπάτης γινόταν όλο και πιο ψυχρός, οπότε σήκωσα το γιακά μέχρι τη μέση του κεφαλιού και, καθώς ταλαντευόμουν, ονειρεύτηκα την Αδριατική Θάλασσα κοντά στο Ντουμπρόβνικ, και στη Βενετία, στο Λίντο το Αιγαίο κοντά στον Πειραιά, στη Σμύρνη, σε πολλά νησιά της Μικράς Ασίας, το Μαρμαρά και τη Μαύρη Θάλασσα κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά για περισσότερη ώρα ονειρεύτηκα το ταξίδι στο Αιγαίο Πέλαγος, που κρατάει εκατό ώρες, για τους συνταξιδιώτες, μια ολόκληρη συνοικία στη μεγάλη μας «Θράκη». Σου μίλησα πολλές φορές για αυτά, πάντα με πολλή αγάπη. Μετά μιλήσαμε με τον καϊκτσή, έναν μεγάλο Εβραίο με αντερί 124

125 από κινέζικο ύφασμα, με βιβλικά γένια κι εκείνος είχε αφήσει τα κουπιά κι έβγαζε τα παπούτσια και τις κάλτσες, μιλώντας ασταμάτητα, επαινώντας την ελευθερία. «Η ελευθερία, αυτό είναι κάτι πολύ καλό! Παλιά, κάθε τόσο, και μπουμ! Κάποιος σκότωσε κάποιον, και κανένας δεν μπόρεσε να βρει το δολοφόνο. Και τώρα όλοι είμαστε αδέλφια, και οι μουσουλμάνοι και οι χριστιανοί, κι εμείς, και αυτό είναι πολύ καλό! Εμείς μόνο δουλεύαμε, και οι Έλληνες με τους Βούλγαρους μόνο έβγαζαν τα μάτια ο ένας στον άλλο. Κι εμείς αρχίζαμε μεταξύ μας, κι εμείς». Και τότε έλεγε για μια φασαρία πριν από λίγες μέρες. Ένα βράδυ γύρω από το ξενοδοχείο μας πλήθος Εβραίοι, και φοβερές φωνές, και δυνατά χειροκροτήματα και σφυρίγματα! Σαν να ήταν βροντή, που θα γκρέμιζε το κτήριο μέχρι τα θεμέλια, ή πυρκαγιά, παρόλο που δεν ακούστηκε ότι το ανακοίνωσαν με κανονιοβολισμούς. «Τι έγινε, προς Θεού;» «Για τους βουλευτές: οι πλούσιοι θέλουν έναν, οι φτωχοί άλλο...». Και όταν έβγαλε τα παπούτσια και χόρτασε την κουβέντα, σηκώθηκε και πήγε να ανοίξει τα πανιά ένα μπαλωμένο πανί, που θα του ήταν πιο εύκολο να κωπηλατήσει κι εγώ έριχνα ματιές στην παραλία του Κόλπου, στις βίλες, στις επαύλεις, στα λουτρά, και τίποτα δεν μου θύμιζε το Βόσπορο... Σωπήσαμε τελείως, προτιμούσα να σωπαίνω και να κοιτάζω τους κύκνους πώς κυνηγούν ο ένας τον άλλον, και τους άγριους γλάρους, πως πετούσαν τρομαγμένα όταν τους πλησίαζε το καΐκι μας, και να σε φαντάζομαι δίπλα μου. Υπήρχαν στιγμές που σε πεθυμούσα δυνατά, και τότε μου φαινόταν ότι η επιθυμία μου θα σε φέρει κοντά μου... Πλεύσαμε μια ώρα και δέκα λεπτά, και φτάσαμε στο Μικρό Καραμπουρνού. Το καφενεδάκι όπως πριν από τόσα χρόνια, ο κήπος γεμάτος με δάφνες... Ήρθα εδώ για να ψάξω κάτι που άφησα πριν από πολύ καιρό, μια ωραία μαγιάτικη βραδιά: ένα κομματάκι από εμάς τις δύο και κάτι από τα νιάτα μου και όταν το βρήκα στη θάλασσα κοντά στην παραλία, στην παραλία, στις δάφνες, ακόμα και σε εκείνο το ρυπαρό καφενεδάκι, εγώ και γέλασα και αναστέναξα... Στην παραλία κάθεται ένας άντρας και με ένα σιδερένιο γάντζο βγάζει κοχύλια από τη θάλασσα και όταν μας είδε είπε: «Mein Onkel ist nicht da». Ναι, είχε μιλήσει οπωσδήποτε, αλλά στα γερμανικά... Ο «ονκλ» του είναι ο καφετζής. Και τι έχει στο καφενείο; Τίποτα ούτε για φαγητό ούτε για ποτό, παρόλο που πάνω σε ένα δοκάρι δίπλα στη θάλασσα είναι κρεμασμένος ένας πίνακας όπου με μεγάλα γράμματα γράφει: Menu. Σταθήκαμε λίγο και μιλήσαμε με το συλλέκτη κοχυλιών, κοιτάζοντας τον ταραγμένο Κόλπο και ακούγοντας τη συναυλία του νερού (εδώ εντελώς καθαρού), και μέσα από κάποιο φυτώριο ξεκινήσαμε για το Ντεπό με τα πόδια. Εγώ έριχνα ματιές προς τη Θεσσαλονίκη κάτω από το Τσαούς-μοναστήρι, και στα Yalılar, στα σπίτια και τα νεκροταφεία της, στα κυπαρίσσια και τους μιναρέδες, και κοίταξα εκείνο το απομονωμένο παλάτι στη θάλασσα όπου μένει εκείνη η «Lonely Lady», και σαν να την βλέπω ντελικάτη και όμορφη, και σαν να την ακούω επαναστατημένη: «Εμείς ακόμα παραμένουμε φυλακισμένες, ακόμα πρέπει να φυλάξουμε το κλουβί μας» και αυτά τα λόγια της δεν με θλίβουν αλλά με εξοργίζουν... «Ω, Τούρκοι! Πέρασαν οι καιροί όταν η γυναίκα θεωρούνταν πράγμα χωρίς ψυχή»... Τα τραμ άρχισαν να λειτουργούν όταν τα τοπικά καράβια άρχισαν να απεργούν, ή, τα τοπικά καράβια έκαναν απεργία, όταν τα τραμ λειτούργησαν. Ένα τραμ μάς πήγε δίπλα από τις επαύλεις και τις βίλες, από τη βίλα «Mon 125

126 plaisir» και «Mon bonheur», και από τα πανέμορφα πάρκα κι εγώ αποχαιρετούσα τα πάντα... Κατεβήκαμε στο «Όλυμπος Παλλάς». Μας συνάντησαν οι αξιωματικοί και μας χαιρέτησαν. Και όταν είμαι μόνη μου με κοιτάζουν, και χαμηλώνουν το βλέμμα. Ακόμα και οι μορφωμένοι Τούρκοι δεν έχουν θάρρος να χαιρετήσουν μια γυναίκα! Ακόμα έχει ζέστη, ακόμα πολλοί αξιωματικοί κυκλοφορούν χωρίς γιακά και γάντια και ξεκούμπωτοι. Αυτή τη φορά δεν είδα κανέναν με κομπολόι κι είδα ένα στρατιώτη με τσόκαρα, βέβαια όχι στο τσαρσί, αλλά μπροστά σε σπίτι αξιωματικού. Σε μια Παλαιότουρκη καθόταν ένας νέος αξιωματικός με κάλτσες και όταν έφευγα, έφυγε κι εκείνος, και στο διάδρομο έβαλε τα παπούτσια, έζωσε το ξίφος... Δεν είδα κανέναν με μουστάκια «αλά Γουλιέλμος», με κορσέ και βραχιόλι. Δεν είναι καθόλου «feche», αλλά είναι πατριώτες και, χωρίς αμφισβήτηση, στρατιώτες. Μπροστά από το «Όλυμπος Παλλάς» κάθονται και οι Τούρκοι και οι Εβραίοι, καθώς και οι Βούλγαροι, γιατί καταργήθηκε το μποϊκοτάζ των ελληνικών καφενείων. Όσο διαρκούσε το μποϊκοτάζ, κάθονταν εκεί μόνο οι Έλληνες και οι ξένοι. Μια μέρα έγινε κάτι φοβερό. Μπροστά από το «Καφενείο Συντάγματος» φωνές και πολλή φασαρία, κραυγές γυναικών και φυγή: το πλήθος του κόσμου ήταν μια ταραγμένη θάλασσα, κι εγώ ένα κύμα. Βρήκαμε καταφύγιο στο «Όλυμπος Παλλάς», και άλλοι ανέβαιναν την κύρια σκάλα, άλλοι την πλαϊνή, όπου έγινε συνωστισμός από τις γυναίκες, κι έπεφταν η μια πάνω στην άλλη: εγώ έπεσα στην πρώτη σκάλα. Σίγουρα αναρωτιέσαι τι ήταν αυτό. Ανάμεσα στο Hôtel d Angleterre και το «Καφενείο Συντάγματος» υπάρχει ένα κουρείο, κι εκεί ήρθε ένας Εβραίος με σύνεργα για καφέ. Έψηνε, πουλούσε, οι Έλληνες τού έλεγαν να φύγει γιατί δεν έχει δικαίωμα, κι εκείνος παρίστανε το χαζό για να θυμώσουν οι Έλληνες, γιατί γι αυτό το λόγο ήρθε. Οι εξοργισμένοι Έλληνες τού πέταξαν τα σύνεργα κάτω και άρχισε το γρονθοκόπημα, κι έγινε φασαρία. Τον Έλληνα που άρχισε τον καβγά τον έβαλαν οι Εβραίοι κάτω από τα πόδια, κι εκείνος αναστέναζε και φώναζε ειρωνικά: «Elefterija!» Τρομαγμένη πήρα τον Jova από το χέρι να με πάει στο ξενοδοχείο μας μέσα από έναν πλαϊνό δρόμο. Και μόλις βγήκαμε στο μπαλκόνι ο στρατός, με βήμα τροχάδην. Και ξαφνικά μπροστά μου βγήκε εκείνη η παλαιά Τουρκία, εκείνη η Τουρκία που τη γνωρίζω από τα ταξίδια μου, κι έτρεμα από το φόβο. Και πόση διάρκεια είχε το μποϊκοτάζ; Μερικές μέρες όσο ήταν εδώ οι Βούλγαροι! Και τώρα ωραία: «Δεν υπάρχει πια μουσουλμάνος, Έλληνας...: όλοι είμαστε αδέλφια»! Επειδή υπήρχε ακόμα πολύς χρόνος μέχρι το μεσημέρι, εμείς πήγαμε στο τσαρσί, όχι για να αγοράσουμε κάτι, αλλά για να δούμε πού έχει πράγματα που χρειαζόμαστε. Περνώντας σταματούσα μπροστά από τα βιβλιοπωλεία, και όταν σε μια βιτρίνα είδα The Coming of Chloe, 88 εγώ φώναξα «δες!» τόσο ξαφνιασμένη, σαν να μπορεί να υπάρχει αυτό το βιβλίο μόνο σε μας κι εσύ, Λουΐζα μου, αμέσως εμφανίστηκες στο δωμάτιό μου, δίπλα μου, και σου διάβαζα χωρία όπου η Mrs. Fitzgerald και ο Major O Hara και σε πειράζω, κι εσύ θυμώνεις, αλλά εγώ 88 Το μυθιστόρημα της τότε δημοφιλούς ιρλανδής συγγραφέως Margaret Wolfe Hungerford ( ). Έγραφε διηγήματα και μυθιστορήματα, τα έργα της κυκλοφορούσαν συνήθως ανώνυμα ή με ψευδώνυμο «The Duchess» (Κόμισσα). Υπάρχει πεποίθηση ότι στο μυθιστόρημά της Molly Bawn (1878) αναφέρεται για πρώτη φορά η φράση «Η ομορφιά βρίσκεται στα μάτια του παρατηρητή» (Beauty is in the eye of the beholder). 126

127 βλέπω ότι... σου αρέσει... Στη στενή Πολίτικη Αγορά σταμάτησε η κυκλοφορία: μια άμαξα, γύρω της πλήθος κόσμου, μέσα της δύο άνθρωποι, ο ένας κάθεται, ο άλλος στέκεται φωνάζοντας: «Eau dentifrice!» και βάζει κάποιο κόκκινο νερό πάνω σε ένα πανί, και το έβαλε μέσα στο στόμα εκείνου που κάθεται, και όταν του έτριψε τα δόντια, όχι σαν σε άνθρωπο αλλά σαν σε άλογο, του έδωσε τρία καρύδια, κι εκείνος τα έσπασε. Έπειτα ο άλλος κατέβηκε, και ανέβηκε ένας δεύτερος, και τρίτος, και σε όλους τα δόντια υγιεινά! «Τι είναι αυτό, για το όνομα του Θεού;» «Διαφήμιση για εκείνο το νερό». Όσο εκείνος ο τσαρλατάνος έσπρωχνε εκείνο το βρόμικο πανί μια στο στόμα του ενός, μια του άλλου, εγώ σκεφτόμουν το δικό μας κ. δρα Batut. 89 Τον θυμάμαι και όταν βλέπω ένα σμήνος μύγες στα γλυκά, διάφορα ζαχαρωτά και χαλβάδες, πάνω στα ψωμιά στα φουρνάρικα και τα φαγητά στις ταβέρνες, και θα του τα πω όλα όταν έρθω, ή εσύ, αν τους επισκεφτείς πριν. Τα τουρκικά σπίτια είναι ορθάνοιχτα, και πουθενά ούτε μια μύγα. «Πού είναι οι μύγες! Είστε τυχεροί!». «Στην αγορά». Και αυτός ο κόσμος δεν πεθαίνει πολύ, έτσι μου φαίνεται τόσο καιρό, και δεν είδα ούτε μια κηδεία! Η άμαξα με τη διαφήμιση πήγε σε άλλο δρόμο, και από κάπου εμφανίστηκαν οι επισκέπτες, γιατροί, πολλοί μαύροι με κόκκινα εμβλήματα, και οι Σκοδριώτες με κόκκινα παντελόνια και στολισμένα ξίφη. Και αυτοί όπως και οι Διβριώτες ψηλοί, λεπτοί, με μακρύ λαιμό και μικρό κεφάλι, γρήγοροι, και οι Τούρκοι κοντοί, βραχύσωμοι, νωθροί... Πολλοί άντρες, αλλά και πολλές γυναίκες, Τουρκάλες με τσαρσάφια, Εβραίες με αντερί, οι Ευρωπαίες. Οι Τουρκάλες μπαίνουν μέσα στο μαγαζί, ανεβάζουν το πέπλο και κάθονται στις καρέκλες, δίπλα στον πάγκο με το πρόσωπο προς τον έμπορο... Χθες, ένας όμορφος έμπορος, Εβραίος, κοιτάζει μια όμορφη χανούμισσα, με τα χέρια γυμνά μέχρι τους αγκώνες, ακουμπισμένη στον πάγκο, και απλώνοντας το μετάξι τής μιλάει απαλά, γλυκά: «Εντάξει, ψυχή μου (τζάνουμ, συνηθισμένη έκφραση), εγώ θα υποχωρήσω, αλλά κι εσείς να υποχωρήσετε»... Εκείνη κοκκινίζει χωρίς να χαμηλώσει το βλέμμα και δήθεν του κατακρίνει το εμπόρευμα σηκώνουν το μετάξι, τα χέρια τους αγγίζονται, τυχαία... Σε ένα μεγάλο κατάστημα ενδυμάτων μπήκαν δύο γυναίκες γρήγορα σαν τον άνεμο, και οι δύο νέες, όμορφες, με εξαιρετικά κομψά τσαρσάφια, και αφού κοίταξαν τον έμπορο με ένα μακρύ βλέμμα, κι εκείνος τούς χαμογέλασε, έτρεξαν πάνω με τις σκάλες, για να δοκιμάσουν κάτι ρούχα. Τους κοίταξα και αφηρημένα κούνησα το κεφάλι, και ο έμπορος το είδε και είπε: «Νέα εποχή, μαντάμ». Λίγο αργότερα, ανέβηκε κι εκείνος τις σκάλες. «Εγώ, πατέρας της οικογένειας, και να μου γυρίζει την πλάτη ένας επισκέπτης της γυναίκας μου! Και στους εμπόρους οι γυναίκες μας γυρίζουν το πρόσωπο», σαν να ακούω τον Σακίρ-πασά. «Οι γυναίκες μας δεν μπορούν να έχουν φίλο, δεν τους το επιτρέπει το τσαρσάφι», σχεδόν ακούω να λέει εκείνη η έξυπνη που μοιάζει με Γερμανίδα, και της γελάω και την ρωτάω: λέει ψέματα σε μένα ή στον εαυτό της; Και πώς οι Τούρκοι να είναι ζηλιάρηδες, αφού αφήνουν τις γυναίκες τους να πάνε στο τσαρσί; «Madame! avez-vous besoin d un portefaix?», με ρώτησε σοβαρός ένας χαμάλης με σύνεργα μεταφοράς, κι εγώ δεν του απάντησα. Αν στο τσαρσί απαντούσαμε όλες τις ερωτήσεις, δεν θα σωπαίναμε ποτέ. Και μας μιλούν 89 Dr Milan Jovanović Batut ( ), γιατρός, ιδρυτής της προληπτικής ιατρικής στη Σερβία. 127

128 κυρίως στα γαλλικά, πρέπει να νομίζουν ότι είμαστε Γάλλοι από κάποια χώρα... Ένας γέρος Εβραίος με αντερί και κομπολόι πάντα κολλάει για να μας εξυπηρετεί. Μείγμα λαών, πολυχρωμία ενδυμάτων, όλες οι γλώσσες: η Κωνσταντινούπολη σε μικρογραφία. Μόνο που μου φαίνεται ότι το τσαρσί στην Κωνσταντινούπολη δεν έχει τόση φασαρία, επειδή εκεί δεν έχει τόσους Εβραίους. Ο καθένας επαινεί την πραμάτειά του φωνάζοντας, τραγουδιστά. Ένας πωλητής φρέσκων σύκων απαγγέλλει ένα ολόκληρο τραγούδι αυτοσχεδιάζοντας και δεν κοιτάζει τους πελάτες, αλλά τα σύκα του, και τραγουδάει. Το μεσημέρι περάσαμε ολόκληρο το Μπεζεστένι: οι έμποροι κάθισαν να φάνε. Τι ταπεινό που είναι το μεσημεριανό αυτών των εμπόρων! Σε μια μικρή κατσαρόλα ή μπολ λίγο φαΐ, ή γιαούρτι, και ψωμί, και το έβαλε εκείνος στον πάγκο, σταύρωσε τα πόδια, και έτρωγε με τα δάκτυλα. Κάποιοι ήδη είχαν φάει κι έπιναν καφέ άλλοι ήπιαν και τον καφέ τους και κοιμήθηκαν: άλλος στην καρέκλα, άλλος στον πάγκο και άλλος έστρωσε το κιλίμι ανάμεσα στον πάγκο και τα ράφια, και ξάπλωσε ανάσκελα, και σκέπασε με δαντέλα το πρόσωπο για να μην τον τσιμπούν οι μύγες, και κοιμήθηκε, και ροχάλιζε. Τούρκοι... Ω ευλογημένοι άνθρωποι! Πώς ευχαριστιούνται με τα λίγα! Με τι ποσοστό δουλεύουν, αφού βρίσκεις τόσα πολλά με ένα μεταλλίκι; Οι Εβραίοι τρέχουν, φωνάζουν, δουλεύουν. Αυτό δεν είναι παιχνίδι της ζωής, αλλά η ζωή: η δουλειά. Ακόμα και τα παιδιά τους από τα ευκατάστατα σπίτια: μόλις γυρίσουν από το σχολείο, πηγαίνουν για εμπόριο, εφημερίδες, κάρτες, καπνός, καραμέλες, ο,τιδήποτε και αν τους μένει για μια βραδιά ένα ή δύο μεταλλίκια, είναι ευχαριστημένοι οικονόμησαν κάτι. Παρόλο που είχε περάσει το μεσημέρι, εμείς καθίσαμε μπροστά από το «Όλυμπος Παλλάς» και παραγγείλαμε από ένα ποτήρι μπίρα, αργά, και οι σερβιτόροι φώναξαν δυνατά: «Dio biraaas!». Άσχημη συνήθεια. Έτσι στο εστιατόριο, φωνές για να σπάσει το κεφάλι, ιδίως στην αρχή, μέχρι να το συνηθίσει κανείς. «Μια σούπα και έναν καπαμά». «Mia šupa! Enan kapamaaan!» και ο ταβερνιάρης τα ακούει και σερβίρει αμέσως. Αλλά έχουν και μια όμορφη συνήθεια: με την μπίρα ο μεζές «τζάμπα». Ένα καπνιστό τυρί ή κασέρι, δύο-τρεις ελιές ή σαρδέλες, δύο-τρεις πιπεριές τουρσί, δύο-τρεις μπουκιές ψωμί: μια μερίδα. Στα εστιατόρια πολλές πόρτες και παράθυρα, όλα ορθάνοιχτα οι πελάτες κάθονται και τρώνε, και τα Γυφτόπουλα και τα Εβραιόπουλα περνούν απ έξω και απλώνουν τα χέρια από τα παράθυρα ή από τις πόρτες, μαζεύουν κομμάτια ψωμί που απέμειναν από τους πελάτες, φλούδες πεπονιών και καρπουζιών και όλα τα τρώνε λαίμαργα. Όσο για τους ζητιάνους, η φωνή τους είναι φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Και ποιος θα έδινε σε όλους, αφού είναι τόσο πολλοί, και μάλιστα υγιείς, νέες Τσιγγάνες με τσαρσάφια σαν Τουρκάλες. Εγώ τις πρώτες δύο-τρεις μέρες χάριζα σε όλους, σε όποιον μου άπλωνε το χέρι κι έπειτα περιορίστηκα σε δύο σακάτες γέρους και δύο υγιή παιδιά. Αλλά στα παιδιά δεν έκανα ελεημοσύνη, αλλά τους έδινα μισθό: στο αγόρι, Εβραιόπουλο, γιατί γαβγίζει, και στο κορίτσι, Γυφτόπουλο, γιατί γελάει. Εκείνος υγιής, άσχημος, γαβγίζει σαν μεγάλος σκύλος, πετάγεται στους πελάτες και γρυλίζει εκείνη υγιής, όμορφη, γελάει: «Χι! χι! χι!» και μας δείχνει τα άσπρα ωραία δοντάκια της και οι δύο αποκομίζουν από ένα μεταλλίκι. Φάγαμε, ξεκουράστηκα μέχρι τις τέσσερις, και πήγα στην παραλία κοντά στο Λευκό Πύργο αλλά στο νερό μπήκα και βγήκα με έβγαλε το κύμα. Κάθε 128

129 απόγευμα η θάλασσα είναι ταραγμένη, και όποιος δεν ξέρει να κολυμπάει, κι έχει μυαλό, δεν μπαίνει στο νερό. Το πρωί είναι ιδιαίτερα ευχάριστα, και να κάνει μπάνιο κανείς και να κοιτάζει τόσες γυναίκες, να ακούει τόσες γλώσσες. Κοσμοπολίτικη παρέα, κυρίως Λεβαντίνες, κι εκείνες είναι σχεδόν όλες πολύγλωσσες. Εκεί γνώρισα Ελληνίδες, Τουρκάλες, δύο Γαλλίδες και μιαν Αγγλίδα. Με τις Γαλλίδες μίλησα γλυκά όπως με σένα με την Αγγλίδα μίλησα... Πώς; Στα αγγλικά. Μόνο σε τέτοιες στιγμές δεν σε θέλω κοντά μου, μάλιστα χαίρομαι που δεν είσαι εδώ, στο λέω ειλικρινά γιατί εσύ με είχες φοβίσει, ώστε δεν μπορούσα να μιλήσω. 90 Και όμως σ αυτό η Miss Swanson είναι καλύτερη, μη θυμώνεις, my dear Loo! Εκείνη «πάντα» δεν ακούει... Και μόλις χθες έμαθα ότι αυτή είναι που φώναξε στην Γκιουλιστάν-χανούμ: «Madame! Your tscharshaf has so many good qualities, that...». Είναι η πιο συμπαθητική από όλες τις Αγγλίδες που γνώρισα μέχρι τώρα. Μετά από το μπάνιο, η κ. Μαρία Πασχαλίδη και η κόρη της, δεσποινίς Αλεξανδρίνα, νεαρή κοπέλα που φέτος αποφοίτησε από το Γαλλικό ινστιτούτο, με πήγαν στο ορφανοτροφείο που ιδρύθηκε με τα χρήματα ενός μακαρίτη ευεργέτη των Ελλήνων, Θεσσαλονικιού, Έλληνα, του Ιωάννη Παπάφη. 91 Το ορφανοτροφείο είναι ωραίο και καλά οργανωμένο μου έφερε στη μνήμη σειρά από εικόνες εκείνων των πανέμορφων ιδρυμάτων και μνημειωδών κτηρίων στην Αθήνα που χτίστηκαν με χρήματα, διαθήκες των Ελλήνων πατριωτών όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά και από όλο τον κόσμο, ακόμα και από την Αμερική κι εγώ ενθουσιάστηκα με τον πατριωτικό ενθουσιασμό αυτών των ευγενικών Ελληνίδων, γεννημένων στη Θεσσαλονίκη, και παθιασμένων με την αρχαία Ελλάδα, και για τη νέα, την οποία δύσκολα θα την είχαν δει. Η αγάπη τους για την Ελλάδα δεν είναι μικρότερη από την αγάπη μιας νέας Αθηναίας, κοπέλας, με την οποία γνωρίστηκα στο καράβι όταν ταξίδευα στην Αθήνα: «Είμαι πολύ πλούσια, αλλά δεν θα παντρευτώ. Αντί να αφήσω την περιουσία μου στα παιδιά του αίματός μου, ας μείνει στην πνευματική μου μητέρα την Αθήνα». Ούτε η αγάπη τους είναι μικρότερη από την αγάπη μιας Ελληνίδας από την Μυτιλήνη, δασκάλας, η οποία, όσο το καράβι ήταν αγκυροβολημένο απέναντι από την γενέτειρα πόλη της, μπροστά από εμάς τις ξένες τόσο πολύ δόξασε την συμπατριώτισσά της Σαπφώ, τόσο πολύ την προστάτευε από τη συκοφαντία των πονηρών που βούρκωσαν τα μάτια της τόσο πολύ αποδείκνυε ότι η Μυτιλήνη είναι μόνο ελληνική και ας την κυβερνούσαν οι Τούρκοι μέχρι συντελείας. Από το ορφανοτροφείο πήγα σε ένα γαλλικό ινστιτούτο: με πήγε η κόρη του παπά μας, κ. St. Dimitrijević. Στο κτήριο από την πλευρά του δρόμου διεξαγόταν η 90 Η Lujza St. Jakšić ήταν δασκάλα της αγγλικής γλώσσας στην Ανώτερη Σχολή Θηλέων. Δημοσίευσε και την πρώτη γραμματική της αγγλικής στη Σερβία: Γραμματική αγγλικής γλώσσας για τις μαθήτριες της Ανώτερης Σχολής Θηλέων (Beograd: Kraljevska-srpska državna štamparija 1900). Βλ. Nenad Tomović, «Prva gramatika engleskog jezika u Srbiji» [Η πρώτη γραμματική της αγγλικής γλώσσας στη Σερβία], Philologia 3/3 (2005) σσ Ο Ιωάννης Παπάφης ( ), μεγαλέμπορος και ευεργέτης, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ζούσε στη Σμύρνη και στη Μάλτα. Βοήθησε τον αγώνα των Ελλήνων επαναστατών και την ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το Παπάφειο Ορφανοτροφείο (ή «Ο Μελιτεύς», από τη δεύτερη πατρίδα του) κατασκευάστηκε από τον αρχιτέκτωνα Ξενοφώντα Παιονίδη και λειτουργεί χωρίς διακοπή μέχρι σήμερα. 129

130 διδασκαλία για τις εξωτερικές, και το παρεκκλήσι... στο ινστιτούτο φοιτούν και οι μουσουλμάνες κοπέλες από τα καλύτερα σπίτια, μαθαίνουν εργόχειρο, μουσική, γαλλική γλώσσα. Δίπλα στη θάλασσα οι εσωτερικές, τα ορφανά και οι καλόγριες. Πολλά κορίτσια, με στολές, εργάζονται. Δίπλα στο ινστιτούτο δεν υπάρχει παραλία, και μου φαινόταν κάθε τόσο ότι βρίσκομαι πάνω σε ένα καράβι, κοιτάζοντας από τα ανοιχτά παράθυρα την ταραγμένη θάλασσα. Δύο καλόγριες μάς ξενάγησαν στο ινστιτούτο. Εγώ άκουσα, Λουΐζα μου, ότι αυτές οι Sœurs de charité, οι συμπατριώτισσές σου, δεν έχουν καρδιά εκείνες, λένε, κερδοσκοπούν με τα χεράκια αυτών των ορφανών παιδιών: τα κορίτσια, λένε, εργάζονται, και οι καλόγριες πουλούν τα έργα τους, χωρίς να τους δώσουν κάποια αποζημίωση. Εγώ νομίζω ότι κάτι τέτοιο είναι απλώς μια φήμη, όπως κι εκείνο: «Δεν είναι καθαρά». Τα βρήκα όλα καθαρά, παρόλο που ήρθα χωρίς προειδοποίηση. Μια από τις καλόγριες που μας ξενάγησαν είναι Γαλλίδα από τη Γαλλία, η άλλη από την Παλαιά Σερβία! 92 Πράγματι, εδώ πολλοί παριστάνουν τους Γάλλους. Από τα Σκόπια ήρθε μια οικογένεια, ένας δικαστής εφέτης με τη γυναίκα του και τα δύο τους παιδιά κι επειδή τα παιδιά λέγονται Henri et Robert, κι επειδή μιλούν μόνο γαλλικά, εμείς όλοι το θεωρούσαμε δεδομένο ότι είναι Γάλλοι. Και θα φεύγαμε με αυτή την πεποίθηση αν μια μέρα δεν συγκινούνταν από αγάπη η μητέρα τους και δεν έλεγε τα παιδιά της Ρομπερτίκο και Ανρίκο και αν δεν μου έλεγε μια μέρα το μεγαλύτερο αγοράκι, όταν το ρώτησα αν είναι Γάλλος: «Oui, Madame, je suis le Francais de Dardanelles; mais je suis aussi un peu Israélite». Ό,τι και να είναι, πάντως όλο το ξενοδοχείο αγάπησε αυτά τα γλυκά και με καλούς τρόπους παιδιά. Ο μεγαλύτερος ήταν πέντε χρονών, καστανός, με παντελόνι και κοντά μαλλιά σαν παλικάρι ο μικρότερος ήταν τριών χρονών, μελαχρινός με φούστα και μακριά μαλλιά σαν κοπέλα. Όταν πριν από λίγες μέρες τους αποχαιρετήσαμε και έφυγαν για Δαρδανέλια, λυπήθηκα σαν να μου πήρε κάτι δικό μου εκείνο το μεγάλο καράβι και όταν επιστρέψαμε, το ξενοδοχείο μού φάνηκε άδειο. Και σήμερα το πρωί στο τσαρσί αγόρασα διάφορα, στη Ljuba μου ένα τσεμπέρι κι ένα φλιτζάνι, στην Ančica μου μια χρυσοκέντητη τσάντα, στον Đorđe της ένα φέσι, στη Mileva παντόφλες όπως εκείνες που φορούν οι γυναίκες των πασάδων, στο γαμπρό, τον καινούργιο «πασά», αντί για τσιμπούκι ένα κομπολόι... Εγώ ακόμα δεν έχω δει αυτό τον χρυσό Đorđe, αλλά φαντάστηκα το κεφάλι του σαν καρπουζάκι, και για το φέσι έψαχνα το καλούπι γι αυτό το στρογγυλό κεφαλάκι... Γέλασα από καρδιάς όταν πάνω σε αυτό το φεσάκι ο τεχνίτης έβαζε τη φούντα... Βάλαμε σε τάξη σ ένα τραπέζι τα δώρα, σακούλες, αρώματα, φλιτζάνια, εμβλήματα, σημαιούλες..., ένα ολόκληρο μαγαζάκι από την Πολίτικη Αγορά. Και ξαφνικά όλα αυτά τα νεκρά αντικείμενα ζωντάνεψαν, εγώ τους έδωσα την ψυχή της ψυχής μου και σε κάθε δώρο είδα εκείνον για τον οποίο προοριζόταν, τα παιδιά της αδελφής μου, την αδελφή μου, τα παιδιά σου, εσένα..., με άλλους άρχισα να κουβεντιάζω, άλλους χάιδεψα... Δεν βλέπω την ώρα να δω το Βελιγράδι μου, και τη λυπάμαι τη Θεσσαλονίκη. Αυτές οι έξι εβδομάδες μου που έμεινα σ αυτήν, μου φαίνονται σαν μια μέρα, ευχάριστη και μεγάλη, η οποία δεν ξεχνιέται εύκολα. Ακούω τη Θεσσαλονίκη παρόλο που είναι νύχτα και πόσο θα ήθελα να την ξαναδώ 92 Ονομασία του νοτιοδυτικού μέρους της Σερβίας, του κέντρου του μεσαιωνικού σερβικού κράτους. 130

131 ολόκληρη! Δεν μπορώ, γιατί αντί για το μεγάλο, ζεστό και φωτεινό ήλιο στον ουρανό είναι μικρά, ψυχρά και χλωμά αστέρια, και στη γη τα αμυδρά φανάρια. Ακόμα μια φορά σας χαιρετάω από εδώ, από καρδιάς, θερμά, ειλικρινά, και σας φιλώ. Στο επανιδείν σε λίγο! Στις είκοσι μία... Μόλις ακούσετε ότι ήρθα, βιαστείτε να με καλωσορίσετε: σας πεθύμησα όλους, και περισσότερο εσάς, εσένα και τα παιδιά σου, Λουΐζα μου. Δική σου Jelena. 131

132 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β Οδηγός για την προφορά των σερβικών αλφαβήτων 93 λατινικά κυριλλικά a [a] α а b [b] μπ б c [ʦ] τσ ц č [ʧ] αγγλ. choice ч ć [ʨ] ιταλ. cinque ћ d [d] ντ д dž [ʤ] αγγλ. joy џ đ [ʥ] ιταλ. giorno ђ e [e] ε е f [f] φ ф g [g] γκ г h [h] χ х i [i] ι и j [j] αγγλ. you ј k [k] κ к l [l] λ л lj [ɭ] ιταλ. voglio љ m [m] μ м n [n] ν н nj [ɳ] ιταλ. sogno њ o [o] ο о p [p] π п r [r] ρ р s [s] σ с š [ʃ] αγγλ. she ш t [t] τ т u [u] ου у v [v] β в z [z] ζ з ž [ʒ] γαλλ. jour ж 93 Όλοι οι τίτλοι και αναφορές μεταγράφηκαν σε λατινικό αλφάβητο ανεξαρτήτως πρωτοτύπου. Μόνο στις αναφορορές των πηγών τηρείται η αρχαία γραφή των τίτλων, πριν από τη γλωσσική μεταρρύθμιση («εκκλησιαστική» και «αστική» κυριλλική), διότι αυτή πολλές φορές αντανακλά την ιδεολογική ή ακόμα και την πολιτική στάση του συγγραφέα. Δεξιά δίνουμε τις αντιστοιχίες στο σημερινό σερβικό κυριλλικό αλφάβητο. 132

133 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΗΓΕΣ (ΜΕ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΗ ΣΕΙΡΑ): 1. ARSENIJE III CRNOJEVIĆ (Dnevnik patrijarha Arsenija III Crnojevića o putovanju u Jerusalim [Ημερολόγιο του Πατριάρχη Arsenije Γ Crnojević από το ταξίδι του στην Ιερουσαλήμ]), μετάφραση και σχόλια στον Mladenović (1997: ). 2. JEROTEJ RAČANIN Путьшаствїе къ граду Iерусалиму Iероѳеа, їеромонаха Рачанинскаго, въ лѣто отъ бытїя зсвı, а отъ Рож. Христова аѱд, мѣсяца Iюлїя з [Ταξίδι στην πόλη Ιερουσαλήμ του Jerotej Račanin, εν έτει από τη Γένεση 7212, και από τη Γέννηση του Χριστού 1704, το μήνα Ιούλιο 7], η φωτοαναστατική έκδοση της έκδοσης του Osip Bodyansky του 1861 στον Marinković (1969: ). Μετάφραση στη σύγχρονη σερβική γλώσσα στον Jovanović (1994:68-99). 3. JOVAN RAJIĆ Ìîðgïëàâàí g ²âàíà Ðàè à 1758 ãîäà [Η Θαλασσοπλοΐα του Jovan Rajić το 1758], πρώτη έκδοση στο περιοδικό Ñgðáñê é ëhòîïèñú VII, 24 (1831) σσ , σύγχρονη έκδ. στον Jovanović (1997: ), μαζί με τη μετάφραση στη σύγχρονη σερβική γλώσσα. 4. DOSITEJ OBRADOVIĆ Животь и приключенїя Димитрїя Обрадовича, нареченогα у калућерству Досїѳеа: нимь истимъ списать и издать [Βίος και περιπέτειες του Dimitrije Obradović, στη μοναστηριακή ζωή επονομαζομένου Dositej, εγράφη και εξεδόθη υπό του ιδίου]. У Лаипсїку, у тїпографїи Браиткопфа (Οι σελίδες εδώ παραπέμπουν στη σύγχρονη έκδοση: Dositej Obradović, Izabrana dela. Beograd: Narodna knjiga 2005.) Αγγλική μετάφραση: Dimitrije Obradovic, The Life and Adventures of Dimitrije Obradović, who as a Monk Was Given the Name Dositej, Published and Written by Himself, μτφρ. G. R. Noyes. Berkeley, Los Angeles: Univ. of California Press Γαλλική μετάφραση: Dositej Obradovic, Vie et aventures, μτφρ. Michel Aubin. Lausanne: L Age d homme A[LEKSANDAR] J. [KUMANUDI] Јелада и Јелини. Путопис Статистика Администрација Политичка, религиозна и војна организација Устав Извод из историје Јелина од године па до данас [Η Ελλάδα και οι Έλληνες. Περιήγηση Στατιστικά Διοίκηση Πολιτική, θρησκευτική και στρατιωτική οργάνωση Το Σύνταγμα Επιτομή ιστορίας των Ελλήνων από το έτος 1821 μέχρι σήμερα]. Београд: Штампарија Н. Стефановића и дружине JELENA DIMITRIJEVIĆ Јелена Димитријевић: Писма из Солуна. Сарајево: И. Ђ. Ђурђевић Σύγχρονη έκδοση: Jelena Dimitrijević, Pisma iz Soluna / Γιέλενα Ντιμιτρίεβιτς, Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη (δίγλωσση έκδοση), μτφρ. Δημοσθένης Στρατηγόπουλος και Vladimir Bošković. Loznica: Karpos 2008 (υπό έκδοση). ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (ΜΕ ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ): ΒΛΑΣΤΟΣ, A. (1840) Χιακὰ ἤτοι Ἱστορία τῆς νήσου Χίου, vol Ἑρμούπολις: Τυπογραφία Γ. Πολυμέρη. DERETIĆ, J. (1990) Kratka istorija srpske književnosti [Σύντομη ιστορία της σερβικής λογοτεχνίας]. Beograd: Beogradski izdavačko-grafički zavod. 133

134 CVIJIĆ, J. (1918) La peninsule balkanique: géographie, humaine. Paris: A. Colin. ΔΕΛΙΚΑΝΗΣ, Κ. (1905) Πατριαρχικὰ ἔγγραφα, vol. 3. Κωνσταντινούπολη: Πατριαρχικὸ τυπογραφεῖο. ΔΗΜΑΡΑΣ, Κ. Θ. (1993) 6 Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Αθήνα: Ερμής. ĐORĐEVIĆ, T. R. (1983) «Iz Srbije kneza Miloša. Kulturne prilike od godine» [Για τη Σερβία του ηγεμόνα Miloš. Οι πολιτιστικές συνθήκες ], Baština 5, σσ. 85 κ. ε. ĐORĐEVIĆ, V. (1896) Grčka i srpska prosveta [Η ελληνική και η σερβική εκπαίδευση]. Beograd: Srpska kraljevska akademija. ΕΠΕΝΕΚΊΔΗΣ, Π. Κ. (1985) Ἡ Θεσσαλονίκη στὰ χρόνια Θεσσαλονίκη: Ἀφοὶ Κυριακίδη. FISCHER, W. (2001) The Role of Dositej Obradovic in the Construction of Serbian Identities during the 19 th Century, στην ιστοσελίδα < /Fischer.html> [τελευταία πρόσβαση 14/03/2007]. (2005) Schlafend träumte ich, daß ich Pluderhosen anhätte. Dositej Obradović und die serbische Geistesgeschichte als Créolité, στο: Das Osmanische Reich und die Habsburgermonarchie. München: Oldenbourg. HAWKESWORTH, C. (2000) Voices in the Shadows: Women and the Verbal Art in Serbia and Bosnia. Budapest: CEU Press. HOPF, C. (1997) Sprachnationalismus in Serbien und Griechenland: Theoretische Grundlagen sowie ein Vergleich von Vuk Stefanović Karadžić und Adamantios Korais. Wiesbaden: Harassowitz. IVANOVIĆ, N. (2000) «Appropriation and Manipulation of.women s Writing in the Nationalist Discourse in Serbia in the Nineties», R.E.Č., 59/5, σσ JEZERNIK, B. (2007) Divlja Evropa: Balkan u očima putnika sa Zapada [Η άγρια Ευρώπη: Τα Βαλκάνια στο βλέμμα των Δυτικών περιηγητών], μτφρ. S. Glišić. Beograd: Biblioteka XX vek. (Πρώτη έκδοση: B. Jezernik, Wild Europe: The Balkans in the Gaze of Western Travellers. London: Saqui Books 2004.) JOVANOVIĆ, M. (2000) Jezik i društvena istorija [Η γλώσσα και η κοινωνική ιστορία]. Beograd: Stubovi kulture. JOVANOVIĆ, T. (1994) «Putopis Jeroteja Račanina» [Η περιήγηση του Jerotej Račanin], Braničevo XLIX, 1, σσ (1997) «Rajićevo Moreplavanije kao tip putopisa» [Η Θαλασσοπλοΐα του Rajić ως πρότυπο της περιήγησης], στον τόμο: Frajnd, M. (επιμ.) Jovan Rajić. Život i delo. Beograd: Institut za književnost i umetnost, σσ KARATHANASSIS A. (1991) «Dositej Obradović et Jossipos Moesiodax. Points de rencontre et divergences dans l Aufklärung balkanique», στον τόμο: Proceedings of the Fifth Greek- Serbian Symposium. Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ, σσ KESKİN, T. (2003) Feminist/Nationalist Discourse in the First Year of Ottoman Revolutionary Press ( ): Readings from the Magazines Demet, Mehasin and Kadın (Salonica). Πανεπιστήμιο Bilkent, Άγκυρα (μεταπτυχιακή διατριβή). Στην ιστοσελίδα: < [τελευταία πρόσβαση 11/04/2008]. KITROMILIDES, P. Μ. (1992) The Enlightenment as Social Criticism. Iosipos Moisiodax and Greek Culture in the Eighteenth Century. Princeton: Princeton UP. (1994) Enlightenment, Nationalism, Orthodoxy. Studies in the Culture and Political Thought of South-Eastern Europe. Aldershot: Variorum. ΚΙΤΡΟΜΗΛΙΔΗΣ, Π. Μ. (1990) Η γαλλική επανάσταση και η νοτιοανατολική Ευρώπη. Αθήνα: Δόμος. KULAS, A. (1998) «The Greek Impact on Education in Serbia in the 19 th Century», στον τόμο: Susret ili sukob civilizacija na Balkanu [Συνάντηση ή σύγκρουση των πολιτισμών στα Βαλκάνια] (Međunarodni naučni skup decembar 1997). Beograd: Istorijski institut SANU, Novi Sad: Pravoslavna reč. 134

135 KUMANUDI, A. J. (1907) Srbija i Grčka u 19. veku. Odnosi Kara-Đorđevi i Miloševi sa Grcima [Η Σερβία και η Ελλάδα το 19 ο αιώνα. Οι σχέσεις του Karađorđe και του Miloš με τους Έλληνες ]. Beograd: «Dositije Obradović». LASKARIS, M. (1938) «O grčkom prevodu Dositejeva Života» [Περί ελληνικής μετάφρασης του Život του Dositej], Prilozi za književnost, jezik, istoriju i folklor XVIII, σσ LAZIĆ, K. (1990) Bibliografija Dositeja Obradovića [Βιβλιογραφία του Dositej Obradović]. Beograd: Narodna biblioteka Srbije. LEONTIS, A. (1997) «Ambivalent Greece», Journal of Modern Greek Studies 15/1, σσ LESKOVAC, M. (επιμ.) (1962) Dositej Obradović. Beograd: Srpska književna zadruga MARINKOVIĆ, B. (1969) «Odlomci traganja za Račanima i tradicijom o Jeroteju Račaninu» [Αποσπάσματα αναζήτησης των Račani και της παράδοσης περί του Jerotej Račanin], Godišnjak filozofskog fakulteta u Novom Sadu knj. XII, sv. 1, σσ MAZOWER, M. (2004) Salonica, City of Ghosts. Christians, Muslims and Jews London: HarperCollins. MELMAN, B. ( ) Women s Orients: English Women and the Middle East, Ann Arbor: Unversity of Michigan Press. MIHAILOVIĆ, G. (1964) Srpska bibliografija XVIII veka [Η σερβική βιβλιογραφία του 18 ου αιώνα]. Beograd: Narodna biblioteka SR Srbije. MLADENOVIĆ, A. (1997) «Dnevnik patrijarha Arsenija III Crnojevića o putovanju u Jerusalim» [Ημερολόγιο του Πατριάρχη Arsenijе Γ Crnojević για το ταξίδι στην Ιερουσαλήμ], Sentandrejski zbornik 3, σσ MORABITO, R. (1999), «Osservazioni sul Pellegrinaggio a Gerusalemme di Jerotej Racanin», στον τόμο: W. Moskovich, S. Schwarzband, G. Dell Agata, S. Garzonio (επιμ.), Oh Jerusalem! Pisa Jerusalem: Università degli Studi di Pisa Hebrew University of Jerusalem, σσ NOVAKOVIĆ, S. (1869) Srpska bibliografija za noviju književnost [Σερβική βιβλιογραφία για τη νεότερη λογοτεχνία ]. Beograd: Srpsko učeno društvo. (1874) «Jelada i Jelini» [Οι Ελλάδα και οι Έλληνες]. Otadžbina I, σσ PAPADRIANOS, I. (1992) The Supporters of Rigas Velestinlis in the Serbian Town of Zemun. Thessaloniki: Institute for Balkan Studies. ΠΑΠΑΔΡΙΑΝΟΣ, Ι. (1988) Οι Έλληνες πάροικοι του Σεμλίνου (18ος-19ος αι.): Διαμόρφωση της παροικίας, δημογραφικά στοιχεία, διοικητικό σύστημα, πνευματική και πολιτιστική δραστηριότητα. Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ. (1993) «Οι Έλληνες απόδημοι στις γιουγκοσλαβικές χώρες (18 ος 20 ός αι.)». Θεσσαλονίκη: Βάνιας. PAVIĆ, M. (1991) Istorija srpske književnosti. Barok (τ. 2) [Ιστορία της σερβικής λογοτεχνίας: Μπαρόκ]. Beograd: Dosije&Naučna knjiga. Ηλεκτρονική έκδ. <http: // org.yu/knjizevnost/pavic/barok/index.html> [τελευταία πρόσβαση 24/05/2007] PEKOVIĆ, S. (2006) «Romani i putopisi u stvaralačkom postupku Jelene Dimitrijević» [Τα μυθιστορήματα και τα οδοιπορικά στο δημιουργικό γίγνεσθαι της Jelena Dimitrijević] στο: Stojančević 2006: ΠΕΧΛΙΒΑΝΟΣ, Μ. (1999) Εκδοχές νεοτερικότητας στην κοινωνία του γένους: Νικόλαος Μαυροκορδάτος, Ιώσηπος Μοισιόδαξ, Αδαμάντιος Κοραής. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (διδακτορική διατριβή). ΠΟΛΙΤΗΣ, Ν. (1885) «Δοσίθεος Ὀβράδοβιτς ὁ θεμελιωτὴς τῆς σερβικῆς φιλολογίας», Εστία, τόμ. 20, αρ. 516 (17 Νοεμβρίου 1885), σσ POPOVIĆ, D. (1937) O Cincarima: Prilozi pitanju postanka naše čaršije [Περί Ελληνοβλάχων: Συμβολή στο ζήτημα της προέλευσης της εμπορικής μας ελίτ]. Beograd: Štamparija Drag. Gregorića (1 η έκδ. 1927, σύγχρονες ανατυπώσεις 1998 και 2008) 135

136 POPOVIĆ, P. (1928) «O grčkom prevodu Dositejeva Života i rumunskom prevodu Sobranija» [Περί ελληνικής μετάφρασης του Život του Dositej και της ρουμάνικης μετάφρασης του Sobranije ], Prilozi za književnost, jezik, istoriju i folklor, knj. VIII, σσ RADONJIĆ, S. (1995) Rečnik srpske putopisne proze [Λεξικό της σερβικής περιηγητικής πεζογραφίας]. Novi Sad: Solaris. REŠETAR, M. (1911) «Dositej u Smirni» [Ο Dositej στη Σμύρνη], Brankovo kolo. Beograd. ROUDOMETOF, V. (1998) «From Rum Millet to Greek Nation: Enlightenment, Secularization, and National Identity in Ottoman Balkan Society, », Journal of Modern Greek Studies, τ. 16, σσ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ, Κ. (1981) Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, τ. 2. Αθήνα: χ. ο. SKOPETEA, Ε. (1991) «Greek and Serbian Enlightenment. A Comparative Approach», Proceedings of the Fifth Greek-Serbian Symposium. Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ, σσ (2003) «The Notion of the Crossroads between East and West», στον Tziovas 2003: ΣΚΟΠΕΤΕΑ, Ε. (1992) Ἡ Δύση τῆς Ἀνατολῆς: Εἰκόνες ἀπὸ τὸ τέλος τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ἀθήνα: Γνώση. SLAPŠAK, S. (2000) «Haremi, nomadi: Jelena Dimitrijević» [Τα χαρέμια, οι νομάδες: η Jelena Dimitrijević], στο βιβλίο: Branka Arsić (επιμ.), Žene, slike, izmišljaji. Beograd: Centar za ženske studije, σσ STOJANČEVIĆ, V. (1979) «Knez-Miloševa shvatanja srpsko-grčke saradnje protiv Osmanskog carstva» [Οι ιδέες του ηγεμόνα Miloš περί σερβοελληνικής συνεργασίας κατά την Οθωμανική αυτοκρατορία], στον τόμο: Συνεργασία Ελλήνων και Σέρβων κατά τους απελευθερωτικούς αγώνες Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ, σσ STOJANOVIĆ, MIO. (1971) Dositej i antika [Ο Dositej και η αρχαιότητα]. Beograd: Srpska književna zadruga. (1989) «Vukašin Radišić prvi srpski (neo)helenist» [Vukašin Radišić ο πρώτος Σέρβος (νεο)ελληνιστής], στον τόμο: Stojanović, M. (επιμ.) Antičke studije kod Srba. Beograd: Balkanološki institut SANU, knj. 37, σσ και βιβλιογραφία. (1997) «Jovan Rajić i Dositej Obradović: Istorijska poređenja i književne reminiscencije» [Ο Jovan Rajić και ο Dositej Obradović. Ιστορικές συγκρίσεις και λογοτεχνικές αναπολήσεις], στον τόμο: Frajnd, M. (επιμ.) Jovan Rajić. Život i delo..., σσ ΣΤΟΓΙΑΝΟΒΙΤΣ, Μ. (1989) «Η παραμονή του Δοσιθέου Ομπράντοβιτς στα Ιόνια νησιά», στο: Γ. Ν. Μοσχόπουλος (επιμ.), Πρακτικά του Ε διεθνούς πανιώνιου συνεδρίου, τ. 1. Αργοστόλι: Εταιρεία κεφαλληνιακών ιστορικών ερευνών, σσ STOJANOVIĆ, MIR. (επιμ.) (2006) Jelena Dimitrijević život i delo: Zbornik referata sa naučnog skupa [J. D. Η ζωή και το έργο της: Πρακτικά συνεδρίου], Niš, 28. i 29. oktobar Niš: Centar za naučna istraživanja SANU i Univerzitet u Nišu. ΣΩΤΗΡΙΟΥ, Γ. Α. και M. Γ. (1952) Η βασιλική του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης. Αθήνα: Αρχαιολογική Εταιρεία. TARNANIDÈS, J. (1972) «Dositej Obradovic et le mond grec», Cyrillomethodianum II, σσ TARNANIDIS, J. (1981) «Grčka prosveta i Dositej Obradović» [Ελληνική παιδεία και ο D. O.], πρακτικά συμποσίου: Naučni sastanak slavista u Vukove dane, 10/1, σσ ΤΑΡΝΑΝΙΔΗΣ, Ι. (1972) Τα προβλήματα της μητροπόλεως Καρλοβικίων κατά των ΙΗʹ αιώνα και ο Jovan Rajić ( ). Θεσσαλονίκη: ΙΜΧΑ. TODOROVA, M. (2000) Βαλκάνια: η Δυτική φαντασίωση, μτφρ. Ι. Κολοβού. Θεσσαλονίκη: παρατηρητής. (Πρώτη έκδοση: M. Todorova, Imagining the Balkans. New York: Oxford UP 1997.) ΤΖΙΒΑΡΑ, Π. (2003) Σχολεία και δάσκαλοι στη Βενετοκρατούμενη Κέρκυρα (16 ος -18 ος αι.): Συμβολή στην ιστορία της Εκπαίδευσης. Εκδ. Γ. Παπάζογλου [χ. τ.]. TZIOVAS, D. (επιμ.) (2003) Greece and the Balkans. Identities, Perceptions and Cultural Encounters since the Enlightment. Aldershot: Ashgate. 136

137 VINGOPOULOU, I. (2004) Le mond Grec vu par les voyageurs du XVI e siècle. Athènes: Institut de recherches néohelleniques. VRANEŠ, A. (1997) Srpska bibliografija u periodici [Σερβική βιβλιογραφία στα περιοδικά ]. Beograd: IZBUS. VUJIĆ, V. (1897) «Grci i Srbi» [Οι Έλληνες και οι Σέρβοι], Letopis Matice srpske knj. 190, sv. 2, σσ knj. 191, sv. 3, σσ knj. 192, sv. 4, σσ VUKADINOVIĆ, N. (1923) «Grčka kultura u vreme Dositejevo» [Ο ελληνικός πολιτισμός στην εποχή του Dositej], Prilozi Pavla Popovića. Beograd (1938) «Dositejevi poznanici (1. Agapije Peloponisiotski; 2. Leonardo Vordoni)» [Οι γνωστοί του Dositej: Αγάπιος ο Πελοποννήσιος, Leonardo Vordoni], Prilozi za književnost XVIII. VUKELIĆ, M (1988) «Grčki i srpski prosvetitelj Dimitrije Darvar» [Δημήτριος Δάρβαρης, διαφωτιστής Ελλήνων και Σέρβων]. Zbornik Matice srpske za književnost 36/3, σσ WOLFF, L. (1994) Inventing Eastern Europe: The Map of Civilization on the Mind of the Enlightenment. Stanford: Stanford UP. 137

138 Η Μεγάλη Μετανάστευση των Σέρβων το 1690, έργο του Paja Jovanović (1896). Η Ιερά Μονή Rača όπως έχει σήμερα. Ο Πατριάρχης Arsenije III Crnojević (~ ). Ομιλίες, διά χειρός Χριστοφόρου Račanin, δείγμα καλλιγραφικής τέχνης της σχολής της Rača.

139 Jovan Rajić ( ). Ιστορία των διάφορων σλαβικών λαών, ιδιατέρως των Βουλγάρων, Κροατών και Σέρβων, Jovan Rajić, Βιέννη Dositej Obradović ( ). Βίος και περιπέτειες του Dositej Obradović, Λεπτομέρεια από την εικόνα δεξιά. Η επιγραφή στο βασιλικό έμβλημα της Ελλάδας, «Ισχύς μου [η] αγάπη του λαού», για τεχνικούς λόγους διορθώθηκε μετά τη σελιδοποίηση. Στη λέξη ΑΓΑΠИ (κυρ. И=Η) παρατηρείται ότι η διόρθωση έγινε από άτομο το οποίο δεν γνώριζε καλά το ελληνικό αλφάβητο. Η Ελλάδα και η Έλληνες του ανώνυμου συγγραφέα, 1874.

140 Επιστολές από τη Θεσσαλονίκη της Jelena Dimitrijević, έκδοση του Σεράγεβο του Jelena Dimitrijević ( ). Καρτ ποστάλ που κυκλοφόρησε στη Θεσσαλονίκη αμέσως μετά τις 24 (11) Ιουλίου, τη μέρα της ανακήρυξης του Συντάγματος. Αριστερά το πορτρέτο του Ενβέρ μπέη. Το ξενοδοχείο «Όλυμπος Παλλάς» πριν καταστραφεί στη μεγάλη πυρκαγιά του Οδός στη «Συνοικία των Εξοχών» στη Θεσσαλονίκη, όπου η Jelena επισκεπτόταν συχνά τις φίλες της. Οι γραμμές τραμ στο πρώτο πλάνο.

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ Οι βυζαντινοί ήταν καλά πληροφορημένοι για τις γειτονικές χώρες από δικούς τους ανθρώπους. Όταν έφταναν επισκέπτες, έμποροι, μισθοφόροι ή στρατιωτικοί φυγάδες, ή ακόμα κρατικές

Διαβάστε περισσότερα

www.kalymnikifilia.gr

www.kalymnikifilia.gr Η επιρροή του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας στη διαμόρφωση του ρωσικού εκπαιδευτικού συστήματος (το παράδειγμα των Εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Μόσχας) ΒΑΝΤΙΜ ΓΙΑΡΟΒΟÏ Kαθηγητής μουσικής

Διαβάστε περισσότερα

κάντε κλικ στη Τρίτη επιλογή : Οι Θεσσαλονικείς αδελφοί ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος

κάντε κλικ στη Τρίτη επιλογή : Οι Θεσσαλονικείς αδελφοί ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος ΤΑΞΗ Δ ΜΑΘΗΜΑ : ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Κύριλλος και Μεθόδιος : Ιεραπόστολοι στους σλαβικούς λαούς. ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ 1. Να αντιληφθούν οι μαθητές ότι μέσα από την ιεραποστολή του Κυρίλλου

Διαβάστε περισσότερα

ΗΕΠΟΧΗΤΗΣΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ 843-1054

ΗΕΠΟΧΗΤΗΣΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ 843-1054 ΗΕΠΟΧΗΤΗΣΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ 843-1054 Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ 843-1054 867 886 912 913

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος και τον τόνο της αποτίμησης γ) τα στοιχεία της ιστορικής

Διαβάστε περισσότερα

2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ

2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ 2. ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ Συμπλήρωση κενών ακόλουθες λέξεις (τρεις λέξεις περισσεύουν): βιβλιοθήκη, Βαλκανική, ανθρωπιστικός, πανεπιστήμιο, χειρόγραφο, Ιταλική, τυπογραφία, σπάνιος. Η Αναγέννηση και

Διαβάστε περισσότερα

4. Η διάδοση του Χριστιανισμού στους Μοραβούς και τους Βουλγάρους

4. Η διάδοση του Χριστιανισμού στους Μοραβούς και τους Βουλγάρους I. ΠΑΓΙΩΣΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ Μ. ΑΣΙΑ 4. Η διάδοση του Χριστιανισμού στους Μοραβούς και τους Βουλγάρους (σελ. 39-40) Ο Μιχαήλ Γ ως αρματοδρόμος στα ανάκτορα του Αγίου Μάμαντα.

Διαβάστε περισσότερα

Εικονογραφία. Μιχαήλ Βόδας Σούτσος Μεγάλος Διερµηνέας και ηγεµόνας της Μολδαβίας Dupré Louis, 1820

Εικονογραφία. Μιχαήλ Βόδας Σούτσος Μεγάλος Διερµηνέας και ηγεµόνας της Μολδαβίας Dupré Louis, 1820 Φαναριώτες Ονοµασία που δόθηκε στα µέλη της παλαιάς βυζαντινής αριστοκρατίας (µεταξύ εκείνων που δεν διέφυγαν στη Δύση ή δεν εξισλαµίσθηκαν) και σε εµπόρους από τις περιοχές του Πόντου, της Ανατολίας (:

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ. Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογοςιστορικός

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ. Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογοςιστορικός ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ 1 ΒΥΖΑΝΤΙΟ Η ΜΑΚΡΟΒΙΟΤΕΡΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ 2 ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΠΛΕΥΡΑ Συνομωσίες, ίντριγκες και μηχανορραφίες. Θρησκευτικός φανατισμός Δεισιδαιμονία.

Διαβάστε περισσότερα

Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος

Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος Βούλγαροι Αρχικά ζουν σε εδάφη του Βυζαντίου εμποδίζουν άλλους λαούς να μετακινηθούν Αργότερα ιδρύουν κράτος προσπαθούν

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ 1. Ύστερη Μεσαιωνική Περίοδος - Η Ύστερη Μεσαιωνική περίοδος ξεκινάει από τον 11 ο αι., ο οποίος σηματοδοτεί την έναρξη μίας διαφορετικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ εμφανίζεται ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΙΤΑΛΙΑ Επηρεάζεται από το ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ Αξία στον ΝΤΑ ΒΙΝΤΣΙ ΣΑΙΞΠΗΡ ΚΟΠΕΡΝΙΚΟΣ Άνθρωπο ΜΙΧΑΗΛ

Διαβάστε περισσότερα

2. Αναγέννηση και ανθρωπισμός

2. Αναγέννηση και ανθρωπισμός κεφάλαιο 6 ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΧΩΡΩΝ ΩΣ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΒΕΣΤΦΑΛΙΑΣ (1453-1648) 2. Αναγέννηση και ανθρωπισμός Ορισμός Πρόκειται για μια γενικότερη πνευματική

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης 4 η Ενότητα «Η Ελλάδα στον 19 ο αιώνα» 1 Κεφάλαιο 6 Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ. 170 173) Στη διάρκεια του 19ου αιώνα η Οθωµανική Αυτοκρατορία αντιµετώπισε πολλά προβλήµατα και άρχισε σταδιακά

Διαβάστε περισσότερα

ISSP 1998 Religion II. - Questionnaire - Cyprus

ISSP 1998 Religion II. - Questionnaire - Cyprus ISSP 1998 Religion II - Questionnaire - Cyprus Για σας. Είμαστε από το Κέντρο Ερευνών του Cyprus College. Kάνουμε μια διεθνή έρευνα για κοινωνικές και ηθικές αντιλήψεις. Η έρευνα αυτή γίνεται ταυτόχρονα

Διαβάστε περισσότερα

_ _scope7 1 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ

_ _scope7 1 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ 001-192_978-960-482-044-3_scope7 1 1 1821 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΣ Β ΤΟΜΟΣ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΘΑΝΟΣ ΒΕΡΕΜΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΙΟΠΟΥΛΟΣ 001-192_978-960-482-044-3_scope7 5 5 Περιεχόµενα

Διαβάστε περισσότερα

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11 Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος 2017-11:11 Από τη Μαίρη Γκαζιάνη Ο ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει γράψει περίπου

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Απαραίτητη προϋπόθεση για την κατανόηση του μαθήματος είναι η διδασκαλία της ύλης χωρίς χάσματα και ασυνέχειες. Η αποσπασματικότητα δεν επιτρέπει στους μαθητές

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ (μάθημα επιλογής) Α τάξη Γενικού Λυκείου Α) Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ) Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του μαθήματος επιλογής «Ελληνικός και Ευρωπαϊκός πολιτισμός»,

Διαβάστε περισσότερα

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 2 5 Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ 1 Y Π Ο Υ Ρ Γ Ε Ι Ο Π Α Ι Δ Ε Ι Α Σ Κ Α Ι Θ Ρ Η Σ Κ Ε Υ Μ Α

Διαβάστε περισσότερα

Η Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας στην Ουκρανία

Η Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας στην Ουκρανία Η Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας στην Ουκρανία ΞΕΝΙΑ ΑΡΤΑΜΟΝΟΒΑ Κυριακάτικο Σχολείο της Ελληνικής Κοινότητας του Χαρκόβου (Ουκρανία) Οι κοινωνικές αναταραχές του 20 ου αιώνα επηρέασαν και τις ελληνικές

Διαβάστε περισσότερα

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή 32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή Η Θεσσαλονίκη, από τα πρώτα βυζαντινά χρόνια, είναι η δεύτερη σημαντική πόλη της αυτοκρατορίας. Αναπτύσσει σπουδαία εμπορική, πνευματική και πολιτική κίνηση, την

Διαβάστε περισσότερα

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»; Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»; Ο όρος«βυζαντινόν» αναφέρεται στο Μεσαιωνικό κράτος που εδιοικείτο από την Κωνσταντινούπολη, τη μεγάλη πόλη των ακτών του Βοσπόρου. Οι ιστορικοί χρησιμοποιούν τον όρο αυτόν

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Ιστορία Κεφ. 24 ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ

ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Ιστορία Κεφ. 24 ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Ιστορία Κεφ. 24 ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ Αρχική αντιμετώπιση του Αγώνα Η πολιτική της Αυστρίας Η πολιτική της Ρωσίας Οι προσπάθειες του Καποδίστρια Αποτελέσματα

Διαβάστε περισσότερα

Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ)

Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ) Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ) 1.1 Ο Διοκλητιανός και η αναδιοργάνωση της αυτοκρατορίας Επιμέλεια, Δ. Πετρουγάκη, Φιλόλογος Οι διοικητικές αλλαγές Ο Διοκλητιανός (284 μ.χ.) επεδίωξε

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28 Άννα Φραγκουδάκη Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος (Και το απαραίτητο μεσογειακό περιεχόμενό της) Είναι σημαντική προϋπόθεση για τη δημοκρατία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης η καλλιέργεια της ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

Ύλη Β Γυμνασίου ομάδα μαθημάτων Α (τμήμα ένταξης)

Ύλη Β Γυμνασίου ομάδα μαθημάτων Α (τμήμα ένταξης) 5 ο Γυμνάσιο Ν. Ιωνίας Σχολ. Έτος 2017-18 Εξεταστέα ύλη προαγωγικών εξετάσεων περιόδου Ιουνίου ΜΑΘΗΜΑ: ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γιώργος Ιωάννου «Να σαι καλά δάσκαλε» σελ 32 Άννα Φράνκ «Το ημερολόγιο

Διαβάστε περισσότερα

Ένοπλη αντιπαράθεση στις αρχές του 20ου αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια ( ) Ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς και περί το τέλος του

Ένοπλη αντιπαράθεση στις αρχές του 20ου αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια ( ) Ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς και περί το τέλος του Ένοπλη αντιπαράθεση στις αρχές του 20ου αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια (1904-1908) Ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς και περί το τέλος του είχε επεκταθεί σε όλη τη σημερινή Μακεδονία μέχρι και

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ ) Ιστορία ΣΤ τάξης 5 η ενότητα «Η Ελλάδα στον 20 ο αιώνα» 1 Κεφάλαιο 3 Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ. 186 189) Οι προσδοκίες, που καλλιέργησε στους υπόδουλους χριστιανικούς λαούς το κίνηµα των Νεοτούρκων το

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία Ενότητα 1η: Εισαγωγή Ελευθερία Μαντά, Λέκτορας Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας Ιστορίας και Αρχαιολογίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διάλεξη 1 η Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής ΑΠΘ Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας Σχ. Έτος Εξεταστέα Ύλη γραπτώς εξεταζομένων μαθημάτων. Τάξη A

1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας Σχ. Έτος Εξεταστέα Ύλη γραπτώς εξεταζομένων μαθημάτων. Τάξη A 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας Σχ. Έτος 2018-19 Εξεταστέα Ύλη γραπτώς εξεταζομένων μαθημάτων Τάξη A Γλωσσική Διδασκαλία Ενότητα 1: σελ. 17-24 Ενότητα 2: σελ. 34-35 Ενότητα 3 (ολόκληρη) Ενότητα 4 (ολόκληρη) Ενότητα

Διαβάστε περισσότερα

Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων

Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων 1 ΙΣΤΟΡΙΑ Ε ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΕΝΟΤΗΤΑ : ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ Οι Βούλγαροι Οι Ονογούροι Βούλγαροι. Οι πρώτες Βουλγαρικές φυλές πρέπει να έφθασαν στην περιοχή ανάμεσα στον Καύκασο και την Αζοφική Θάλασσα στα

Διαβάστε περισσότερα

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ http://hallofpeople.com/gr/bio/aquinas.php ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ Ο μεγαλύτερος και σπουδαιότερος φιλόσοφος του δευτέρου μισού του Μεσαίωνα ήταν ο Θωμάς ο Ακινάτης, που έζησε από το 1225 ως το 1274. Υπήρξε ο σημαντικότερος

Διαβάστε περισσότερα

H ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ ΚΑΙ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ

H ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ ΚΑΙ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ H ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ ΚΑΙ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΓΙΑΤΙ ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ ΣΤΟ ΣXOΛEIO; ΓΙΑ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΜΑΣ!!! Ο Μιχαήλ Γ (842-867) ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της δυναστείας του Αμορίου. Όταν

Διαβάστε περισσότερα

Η λειτουργία των Εδρών Νεοελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού και τα προγράμματα Ελληνικών σπουδών στη Λετονία

Η λειτουργία των Εδρών Νεοελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού και τα προγράμματα Ελληνικών σπουδών στη Λετονία Η λειτουργία των Εδρών Νεοελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού και τα προγράμματα Ελληνικών σπουδών στη Λετονία ΣΑΝΤΡΑ ΚΡΟΠΑ Πρόεδρος του Συλλόγου Φιλελλήνων της Λετονίας «Ο Ερμής» Ο ελληνισμός για τον καθένα

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912) Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-1913 Ιστορία Γ Γυμνασίου Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912) Χρονολόγιο 1897-1908 Μακεδόνικος Αγώνας 1912-1913 Βαλκανικοί πόλεμοι 1914-1918 Α' Παγκόσμιος

Διαβάστε περισσότερα

Κατανόηση προφορικού λόγου

Κατανόηση προφορικού λόγου Β1 (25 μονάδες) Διάρκεια: 25 λεπτά Ερώτημα 1 Θα ακούσετε δύο (2) φορές έναν συγγραφέα να διαβάζει ένα απόσπασμα από το βιβλίο του με θέμα τη ζωή του παππού του. Αυτά που ακούτε σας αρέσουν, γι αυτό κρατάτε

Διαβάστε περισσότερα

108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή)

108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή) 108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή) Το Τμήμα ιδρύθηκε το 1990 και άρχισε να λειτουργεί το ακαδημαϊκό έτος 1991-1992. Δέχεται κατ' έτος 200 περίπου φοιτητές. Σκοπός Σκοπός του Τμήματος είναι:

Διαβάστε περισσότερα

Χριστιανική Γραμματεία ΙIΙ

Χριστιανική Γραμματεία ΙIΙ Χριστιανική Γραμματεία ΙIΙ Ενότητα 2-Δ Α6: Οι θεολόγοι του 13ου αιώνα Αναστάσιος Γ. Μαράς, Δρ Θ. Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα Ενότητα 2: Παλαιό Καθεστώς και Διαφωτισμός Σπύρος Μαρκέτος Άδειες Χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Οι Άγιοι της Θεσσαλονίκης.

Οι Άγιοι της Θεσσαλονίκης. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Οι Άγιοι της. Ενότητα 1: Θεσσαλονίκη: Ιστορικά και Πολιτισµικά Χαρακτηριστικά Συµεών Πασχαλίδης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό

Διαβάστε περισσότερα

Εξωτερική Πολιτική της Ρωσίας ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΞΕΚΙΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ. Γέννηση του Ρωσικού κράτους 4 Αυτοκρατορίες 4 κρίσεις

Εξωτερική Πολιτική της Ρωσίας ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΞΕΚΙΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ. Γέννηση του Ρωσικού κράτους 4 Αυτοκρατορίες 4 κρίσεις ΗΜ: Παρασκευή ΩΡΕΣ:11.15-14. Αίθουσα 339 Πρώτο μάθημα 28.2.2014 Εξωτερική Πολιτική της Ρωσίας ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΞΕΚΙΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Παρουσίαση του Σχεδιαγράμματος του μαθήματος

Διαβάστε περισσότερα

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ. Οι πρεσβευτές πρόσωπα σεβαστά και απαραβίαστα

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ. Οι πρεσβευτές πρόσωπα σεβαστά και απαραβίαστα Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ Α. Η βυζαντινή διπλωματία Οι πρεσβευτές πρόσωπα σεβαστά και απαραβίαστα Μέθοδοι της βυζαντινής διπλωματίας: Ευκαιριακές αποστολές πρέσβεων Χορηγίες ( χρήματα ή δώρα

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι Ενότητα #2: Βασικές Γνώσεις I Εισαγωγή Νικόλαος Καραπιδάκης Τμήμα Ιστορίας Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΛΥΚΕΙΑ

ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΛΥΚΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΙΑΙΟΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ Π/ΘΜΙΑΣ & Δ/ΘΜΙΑΣ ----- ΕΚΠ/ΣΗΣ Δ/ΝΣΗ ΣΠΟΥΔΩΝ Δ/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠ/ΣΗΣ Ταχ. Δ/νση: ΤΜΗΜΑ Ανδρέα Παπανδρέου Α 37 Τ.Κ. Πόλη: 15180

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία Ενότητα 4η: Φιλική Εταιρεία Ελευθερία Μαντά, Λέκτορας Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας Άδειες Χρήσης Το παρόν

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΛΠ11 ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Βυζάντιο και Χριστιανισμός: η δυναμική της θρησκείας στον καθορισμό της φυσιογνωμίας της αυτοκρατορίας και των

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 1) «Το πιο γλυκό ψωμί», Λαϊκό παραμύθι 2) «Ύπνε μου κι έπαρέ μου το», Δημοτικό τραγούδι 3) «Ένας αϊτός περήφανος», Κλέφτικο τραγούδι 4) «Η Νέα Παιδαγωγική»,

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου

Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου Ιστορία ΣΤ' Δημοτικού Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου Βιβλίο μαθητή ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ Ιωάννης Κολιόπουλος Ομότιμος Καθηγητής Ιάκωβος Μιχαηλίδης Επίκουρος Καθηγητής, ΑΠΘ Αθανάσιος Καλλιανιώτης Σχολικός

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία Σλαβικών Λαών

Ιστορία Σλαβικών Λαών ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 12 η :Μαυροβούνιο Αγγελική Δεληκάρη Λέκτορας Μεσαιωνικής Ιστορίας των Σλαβικών Λαών Τμήμα Ιστορίας Αρχαιολογίας ΑΠΘ Άδειες Χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. 1. Θέματα Ερμηνείας και Θεολογίας των Επιστολών του Αποστόλου Παύλου. 2. Πατερική Ερμηνευτική.

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. 1. Θέματα Ερμηνείας και Θεολογίας των Επιστολών του Αποστόλου Παύλου. 2. Πατερική Ερμηνευτική. ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ECTS ECTS 1. Mεθοδολογία και κριτική του κειμένου της Καινής Διαθήκης. 2. Ζητήματα Ερμηνείας και Ερμηνευτικής της Καινής

Διαβάστε περισσότερα

β. εκφράζουν αλήθειες για τον Χριστό, τη Θεοτόκο, την Αγία Τριάδα, τους αγίους

β. εκφράζουν αλήθειες για τον Χριστό, τη Θεοτόκο, την Αγία Τριάδα, τους αγίους ΜΑΘΗΜΑ 30 Ο 31 Ο ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ Να συμπληρώσετε την πρόταση επιλέγοντας τη σωστή απάντηση, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, από τις φράσεις α, β, γ, δ. Να τεκμηριώσετε με συντομία την επιλογή

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία Ενότητα 6: Ιστορικό Πλαίσιο 8ου-9ου αιώνα: Σκοτεινοί αιώνες-εικονομαχία. Θεοφάνης: Βίος και Έργο. Κιαπίδου Ειρήνη-Σοφία Τμήμα Φιλολογίας Σκοποί ενότητας Οι φοιτητές θα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 7 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 7 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διάλεξη 7 η Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής ΑΠΘ Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

«Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος»

«Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος» «Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος» 1 Είναι σημαντική προϋπόθεση για τη δημοκρατία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης η καλλιέργεια της ευρωπαϊκής ταυτότητας δίπλα στις εθνικές ταυτότητες των πολιτών

Διαβάστε περισσότερα

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία 29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία Οι Σελτζούκοι Τούρκοι και οι Νορμανδοί απειλούν την αυτοκρατορία και την Πόλη. Η Ανατολική και η Δυτική εκκλησία χωρίζονται οριστικά.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ 1900 ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ PROJECT 3 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΟΜΑΔΑΣ 1 v ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

1. Οι Σλάβοι και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο

1. Οι Σλάβοι και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο Τα όρια του βυζαντινού κράτους από τα μέσα του 7ου ως τον 9ο αιώνα. Επεξεργασία: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. ΙΜΕ http://www.ime.gr/chronos/09/gr/gallery/main/others/o2p 2.html I. Ο ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΤΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ

ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Ο κεντρικός λόγος της παιδείας σε μια δημοκρατική κοινωνία είναι αναμφισβήτητος. Και δεν μιλώ για την παιδεία που παρέχει το «υπουργείο Παιδείας». Η παιδεία

Διαβάστε περισσότερα

Γιατί μελετούμε την Αγία Γραφή;

Γιατί μελετούμε την Αγία Γραφή; Γιατί μελετούμε την Αγία Γραφή; Ποιες γνώμες έχετε ακούσει για τη Βίβλο; Τι θα θέλατε να μάθετε γι αυτή; Είναι ένα σπουδαίο βιβλίο Το πιο πολυδιαβασμένο στον κόσμο. Το πρώτο που τυπώθηκε από τον Γουτεμβέργιο

Διαβάστε περισσότερα

Μητρ. Βελγίου: «Αναμένοντες τον Πατριάρχη του Γένους»

Μητρ. Βελγίου: «Αναμένοντες τον Πατριάρχη του Γένους» 27/09/2019 Μητρ. Βελγίου: «Αναμένοντες τον Πατριάρχη Γένους» Οικουμενικό Πατριαρχείο / Μητροπόλεις Οικουμενικού Θρόνου Το έτος 2019, με συμπλήρωση πενήντα ετών από ίδρυση Ιεράς Μητροπόλεως Βελγίου, Εξαρχίας

Διαβάστε περισσότερα

PROJECT Β 1 ΓΕΛ. Θέμα: Μετανάστευση Καθηγήτρια: Στέλλα Τσιακμάκη

PROJECT Β 1 ΓΕΛ. Θέμα: Μετανάστευση Καθηγήτρια: Στέλλα Τσιακμάκη PROJECT Β 1 ΓΕΛ Θέμα: Μετανάστευση Καθηγήτρια: Στέλλα Τσιακμάκη ΟΡΙΣΜΟΣ Μετανάστευση ονομάζεται η γεωγραφική μετακίνηση ανθρώπων είτε μεμονωμένα είτε κατά ομάδες. Υπάρχουν δυο είδη μετανάστευσης : 1. Η

Διαβάστε περισσότερα

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία Ποιά ηρωικά χαρακτηριστικά έχει η ηρωίδα κατά τη γνώμη σας; Κατά τη γνώμη μου και μόνο που χαρακτηρίζουμε την Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου ηρωίδα δείχνει ότι

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΛΑΤΙΝΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ (13ος - 18ος αι.)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΛΑΤΙΝΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ (13ος - 18ος αι.) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΛΑΤΙΝΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ (13ος - 18ος αι.) Ενότητα #2: H Δ Σταυροφορία και η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους Σχόλια για τα γεγονότα της προηγούμενης ενότητας Νικόλαος

Διαβάστε περισσότερα

Ενότητα 7 Η Φιλική Εταιρεία - Η επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες

Ενότητα 7 Η Φιλική Εταιρεία - Η επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες Ενότητα 7 Η Φιλική Εταιρεία - Η επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες Ιστορία Γ Γυμνασίου Eugène Delacroix - La Liberté guidant le Peuple Ο Γέρος του Μοριά Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αποδίδει τον Όρκο του

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία Κουτίδης Σιδέρης Η βυζαντινή κοινωνική διαστρωμάτωση Εισαγωγή Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία υπήρξε μία από τις πλέον μακραίωνες κρατικές δομές στην μέχρι τώρα ανθρώπινη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ "ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ" ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ 1911-1913" Κεφάλαιο 5 Ο χάρτης των Βαλκανίων

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΛ ΑΛΙΑΡΤΟΥ Σχ. Έτος ΟΜΑΔΑ: Κατερίνα Αραπίτσα Κατερίνα Βίτση Ειρήνη Γκραμόζι Σοφία Ντασιώτη

ΓΕΛ ΑΛΙΑΡΤΟΥ Σχ. Έτος ΟΜΑΔΑ: Κατερίνα Αραπίτσα Κατερίνα Βίτση Ειρήνη Γκραμόζι Σοφία Ντασιώτη ΓΕΛ ΑΛΙΑΡΤΟΥ Σχ. Έτος 2015-2016 ΟΜΑΔΑ: Κατερίνα Αραπίτσα Κατερίνα Βίτση Ειρήνη Γκραμόζι Σοφία Ντασιώτη Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Η ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΒΑΦΗ Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΒΑΦΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ Της Μαρίας Αποστόλα Η Ελλάδα υπήρξε από τους πρώτους δέκτες του Χριστιανισμού και τα μνημεία της ελληνικής ορθοδοξίας αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής κληρονομιάς, αποτελώντας

Διαβάστε περισσότερα

186 Γλώσσας Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνειων Χωρών Θράκης (Κομοτηνή)

186 Γλώσσας Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνειων Χωρών Θράκης (Κομοτηνή) 186 Γλώσσας Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνειων Χωρών Θράκης (Κομοτηνή) Σκοπός Το Τμήμα σύμφωνα με το ιδρυτικό του διάταγμα, έχει ως κύρια αποστολή «την καλλιέργεια, προαγωγή και διάδοση, με τη διδασκαλία

Διαβάστε περισσότερα

Bυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι Ενότητα 7: Μέση βυζαντινή περίοδος: Ιστορικό πλαίσιο και Ιστοριογραφία. Ιωσήφ Γενέσιος: Βίος και Έργο Κιαπίδου

Bυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι Ενότητα 7: Μέση βυζαντινή περίοδος: Ιστορικό πλαίσιο και Ιστοριογραφία. Ιωσήφ Γενέσιος: Βίος και Έργο Κιαπίδου Bυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι Ενότητα 7: Μέση βυζαντινή περίοδος: Ιστορικό πλαίσιο και Ιστοριογραφία. Ιωσήφ Γενέσιος: Βίος και Έργο Κιαπίδου Ειρήνη-Σοφία Τμήμα Φιλολογίας Σκοποί ενότητας Οι φοιτητές

Διαβάστε περισσότερα

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα Ενότητα 6: Η συγκρότηση του ελληνικού έθνους Σπύρος Μαρκέτος Άδειες Χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Ανασκόπηση Στο προηγούμενο μάθημα είδαμε πως μετά το θάνατο του Βασιλείου Β : το Βυζάντιο έδειχνε ακμαίο, αλλά είχαν τεθεί οι βάσεις της κρίσης στρατι

Ανασκόπηση Στο προηγούμενο μάθημα είδαμε πως μετά το θάνατο του Βασιλείου Β : το Βυζάντιο έδειχνε ακμαίο, αλλά είχαν τεθεί οι βάσεις της κρίσης στρατι Εσωτερική κρίση εξωτερικοί κίνδυνοι 1054-10811081 Στο σημερινό μάθημα θα δούμε: 1. τα εσωτερικά προβλήματα 2. τους εξωτερικούς κινδύνους 3. κυρίως τη μάχη στο Ματζικέρτ και τις συνέπειές της Ανασκόπηση

Διαβάστε περισσότερα

Προοίμιο της ακμής του Βυζαντινού Κράτους. Κωνσταντίνος Χρήστος Πουρνάρας

Προοίμιο της ακμής του Βυζαντινού Κράτους. Κωνσταντίνος Χρήστος Πουρνάρας Προοίμιο της ακμής του Βυζαντινού Κράτους Κωνσταντίνος Χρήστος Πουρνάρας Βασιλεία Μιχαήλ Γ (842-867) Αισθητή πρόοδος: - στην παιδεία, - στην οικονομία, - σημαντικές στρατιωτικές επιτυχίες κατά των Αράβων

Διαβάστε περισσότερα

Πατέρες και Οικουµενικοί Διδάσκαλοι. Πατρολογία Ι (Υ102) Διδάσκων: Συμεών Πασχαλίδης

Πατέρες και Οικουµενικοί Διδάσκαλοι. Πατρολογία Ι (Υ102) Διδάσκων: Συμεών Πασχαλίδης Πατέρες και Οικουµενικοί Διδάσκαλοι ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΣΥΜΕΩΝ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗ Πατρολογία Ι (Υ102) Διδάσκων: Συμεών Πασχαλίδης 1 ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΣΥΜΕΩΝ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗ Οι Πατέρες των πρώτων αιώνων Ποιοι ονοµάζονταν

Διαβάστε περισσότερα

Βενετοί Μέρος Κωνσταντινούπολης + νησιά + λιμάνια Αιγαίου, Ιονίου

Βενετοί Μέρος Κωνσταντινούπολης + νησιά + λιμάνια Αιγαίου, Ιονίου Αυτοκρατορία Κωνσταντινούπολης Βαλδουίνος της Φλάνδρας Βασίλειο Θεσσαλονίκης Θρακικά, μακεδονικά εδάφη Βονιφάτιος Μομφερατικός Δουκάτο Αθηνών Καταλανοί (πρωτεύουσα Θήβα) Μαγιόλοι Βενετοί Μέρος Κωνσταντινούπολης

Διαβάστε περισσότερα

Νεοελληνικός Πολιτισμός

Νεοελληνικός Πολιτισμός ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 2: Η ταυτότητα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους Γρηγόρης Πασχαλίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ Σχολή

Διαβάστε περισσότερα

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!»

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!» 18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ «Σώστε με από τους φίλους μου!» Σο Ανατολικό ζήτημα, ορισμός Είναι το ζήτημα της διανομής των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία από τις αρχές του 18ου αιώνα

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών

Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών Ενότητα: Φοιτητές και φοιτήτριες Βασίλειος Φούκας

Διαβάστε περισσότερα

«Στέλνω σε όλο τον ευσεβή ορθόδοξο ρωσικό λαό την ευλογία και τη στοργή της Μητέρας Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως»- Τί είπε στο Ρωσικό Μετόχι

«Στέλνω σε όλο τον ευσεβή ορθόδοξο ρωσικό λαό την ευλογία και τη στοργή της Μητέρας Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως»- Τί είπε στο Ρωσικό Μετόχι 10/08/2019 «Στέλνω σε όλο τον ευσεβή ορθόδοξο ρωσικό λαό την ευλογία και τη στοργή της Μητέρας Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως»- Τί είπε στο Ρωσικό Μετόχι Πατριαρχεία / Οικουμενικό Πατριαρχείο «Μέσα στην

Διαβάστε περισσότερα

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την αποδοχή στην Γλώσσα 2 και χαιρετίσματα από την Ιταλία"

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την αποδοχή στην Γλώσσα 2 και χαιρετίσματα από την Ιταλία Aurora Μου άρεσε πολύ Γλώσσα 2. Σπούδασα Ελληνικά όταν ήμουν στο Πανεπιστήμιο και με αυτό το πρόγραμμα μπόρεσα να ασκήσω πάλι αυτή. Ήταν πολύ εύκολο για μένα να σπουδάσω στο σπίτι μου και στον ελεύθερο

Διαβάστε περισσότερα

Η Ελλάδα στα Βαλκάνια και στον κόσµο χθες, σήµερα και αύριο

Η Ελλάδα στα Βαλκάνια και στον κόσµο χθες, σήµερα και αύριο Η Ελλάδα στα Βαλκάνια και στον κόσµο χθες, σήµερα και αύριο Χωρίς αµφιβολία οι αρχαίοι Έλληνες στοχαστές, ποιητές και φιλόσοφοι πρώτοι έχουν αναπτύξει τις αξίες πάνω στις οποίες θεµελιώνεται η Ευρωπαϊκή

Διαβάστε περισσότερα

Σκούρτου, Ε. (2011). Η Διγλωσσία στο Σχολείο. Αθήνα: Gutenberg. Γλώσσες και Διγλωσσία στον Κόσμο. Κεφάλαιο Πρώτο

Σκούρτου, Ε. (2011). Η Διγλωσσία στο Σχολείο. Αθήνα: Gutenberg. Γλώσσες και Διγλωσσία στον Κόσμο. Κεφάλαιο Πρώτο Σκούρτου, Ε. (2011). Η Διγλωσσία στο Σχολείο. Αθήνα: Gutenberg. Γλώσσες και Διγλωσσία στον Κόσμο Κεφάλαιο Πρώτο Η διγλωσσία / πολυγλωσσία είναι ένα παλιό φαινόμενο. Πάει χέρι με χέρι με τις μετακινήσεις

Διαβάστε περισσότερα

ποδράσηη Εδώ κι εκεί Εγώ κι εσύ Σχέδια εργασίας σχολείων-μουσείων σχολικού έτους 2011-2012 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ

ποδράσηη Εδώ κι εκεί Εγώ κι εσύ Σχέδια εργασίας σχολείων-μουσείων σχολικού έτους 2011-2012 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ 9 ποδράσηη 5 Σχέδια εργασίας σχολείων-μουσείων σχολικού έτους 2011-2012 Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης 2ο Γυμνάσιο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης Ελληνικού Εδώ κι εκεί Εγώ

Διαβάστε περισσότερα

e- EΚΦΡΑΣΗ- ΕΚΘΕΣΗ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ για ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ εξετάσεις Γ λυκείου ΕΠΑ.Λ.

e- EΚΦΡΑΣΗ- ΕΚΘΕΣΗ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ για ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ εξετάσεις Γ λυκείου ΕΠΑ.Λ. ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ για ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ εξετάσεις Γ λυκείου ΕΠΑ.Λ. ΜΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ποτέ, πια, πόλεμος! Μετά τις οδυνηρές εμπειρίες του τελευταίου Παγκοσμίου Πολέμου, θα περίμενε κανείς

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΞΗ Γ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ από τη δασκάλα Στέλλα Σάββα Παττίδου

ΤΑΞΗ Γ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ από τη δασκάλα Στέλλα Σάββα Παττίδου ΤΑΞΗ Γ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ από τη δασκάλα Στέλλα Σάββα Παττίδου ΚΕΙΜΕΝΙΚΟ ΕΙΔΟΣ:ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ Θέμα: Περιγραφή προσώπου Τίτλος: «ο παππούς μου» Α. ΠΡΟΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ 1. Φάση Αυθεντικοποίησης (3Χ40 λεπτά) Προβληματισμός

Διαβάστε περισσότερα

Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία Π Ρ Ο Τ Υ Π Ο Γ Ε Ν Ι Κ Ο Λ Υ Κ Ε Ι Ο Α Ν Α Β Ρ Υ Τ Ω Ν Σ Χ Ο Λ Ι Κ Ο Ε Τ Ο Σ : 2 0 1 7-2 0 1 8 Υ Π Ε Υ Θ Υ Ν Η Κ Α Θ Η Γ Η Τ Ρ Ι Α : Β. Δ Η Μ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ Τ Α

Διαβάστε περισσότερα

Ελληνιστική Περίοδος Πολιτισμός. Τάξη: Α4 Ονόματα μαθητών : Παρλιάρου Βάσω Σφήκας Ηλίας

Ελληνιστική Περίοδος Πολιτισμός. Τάξη: Α4 Ονόματα μαθητών : Παρλιάρου Βάσω Σφήκας Ηλίας Ελληνιστική Περίοδος Πολιτισμός Τάξη: Α4 Ονόματα μαθητών : Παρλιάρου Βάσω Σφήκας Ηλίας ελληνιστικός ονομάστηκε o πολιτισμός που προήλθε από τη σύνθεση ελληνικών και ανατολικών στοιχείων κατά τους τρεις

Διαβάστε περισσότερα

Μιχάλης Κοκοντίνης. 1 Πειραματικό δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης Ε'1 τάξη Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες

Μιχάλης Κοκοντίνης. 1 Πειραματικό δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης Ε'1 τάξη Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες Μιχάλης Κοκοντίνης 1 Πειραματικό δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης Ε'1 τάξη 2017-18 1. Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες Πρώτη φροντίδα των Ρωμαίων ήταν να κρατήσουν τους Έλληνες διχασμένους και να τους εμποδίσουν

Διαβάστε περισσότερα

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02 Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 2 5 Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ 1 Y Π Ο Υ Ρ Γ Ε Ι Ο Π Α Ι Δ Ε Ι Α Σ Κ Α Ι Θ Ρ Η Σ Κ Ε Υ Μ Α Τ Ω Ν

Διαβάστε περισσότερα

Πώς να μελετάμε τη Βίβλο

Πώς να μελετάμε τη Βίβλο Πώς να μελετάμε τη Βίβλο του David Batty Οδηγός Μελέτης Έκδοση 5 Πώς να μελετάμε τη Βίβλο Οδηγός Μελέτης 5η έκδοση του David Batty Σημείωση: Τα εδάφια της Βίβλου όπου αυτά αναφέρονται, είναι από τη νεοελληνική

Διαβάστε περισσότερα

1 η Αιτία: 2 η Αιτία: 3 η Αιτία:

1 η Αιτία: 2 η Αιτία: 3 η Αιτία: Εικονομαχία Αιτίες Συνέπειες Ορισμός: η θρησκευτική και πολιτική διαμάχη για τη λατρεία των εικόνων. 1 η Αιτία: 1η Συνέπεια: Αντίπαλες πλευρές: εικονομάχοι > το επίσημο κράτος και τμήμα του πληθυσμού εικονόφιλοι

Διαβάστε περισσότερα

II. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΡΤΙΟΣ 2019 ΣΥΝΟΛΟ

II. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΡΤΙΟΣ 2019 ΣΥΝΟΛΟ II. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΡΤΙΟΣ 2019 ΣΥΝΟΛΟ ΜΕΡΟΣ Α : ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ 40 μονάδες Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στην Άπω Ανατολή ένας αυτοκράτορας. Δεν είχε γυναίκα ούτε παιδιά και γι αυτό, όταν κατάλαβε

Διαβάστε περισσότερα

Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα

Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα Στο πλαίσιο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού έγινε σημαντική προσπάθεια Να συσταθούν σχολεία Nα γραφτούν βιβλία Nα εισαχθούν οι θετικές επιστήμες Nα καταπολεμηθεί ο

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη Επανάληψη Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη Ο Κωνσταντίνος Βυζάντιο 1. Αποφασίζει τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Ανατολή κοντά στο αρχαίο Βυζάντιο: νέο διοικητικό κέντρο η Κωνσταντινούπολη 2. 313

Διαβάστε περισσότερα

Χαρακτηριστικές εικόνες από την Ιλιάδα του Ομήρου

Χαρακτηριστικές εικόνες από την Ιλιάδα του Ομήρου Χαρακτηριστικές εικόνες από την Ιλιάδα του Ομήρου Η γυναίκα ως σύζυγος και μητέρα Η γυναίκα ως πολεμικό λάφυρο Γυναίκα και επιτάφιες τιμές ηρώων Η τύχη του γυναικείου πληθυσμού μετά την άλωση μιας πόλης

Διαβάστε περισσότερα

Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα

Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα 1 Απριλίου 2014 Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα Πολιτισμός / Μουσεία Αναστασία Ματσαρίδου, Εικαστικός Νέο μουσείο Ακρόπολης Αθηνών Το μουσείο χαράζει μια μακραίωνη

Διαβάστε περισσότερα

3 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΥΜΗΤΤΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ (2019) 1 Μετρήσεις μήκους-η μέση τιμή. 2 Μετρήσεις χρόνου-η ακρίβεια

3 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΥΜΗΤΤΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ (2019) 1 Μετρήσεις μήκους-η μέση τιμή. 2 Μετρήσεις χρόνου-η ακρίβεια 3 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΥΜΗΤΤΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ (2019) 1 Μετρήσεις μήκους-η μέση τιμή 2 Μετρήσεις χρόνου-η ακρίβεια 3 Μετρήσεις μάζας-τα διαγράμματα 4 Μετρήσεις θερμοκρασίας-η

Διαβάστε περισσότερα

Νεοελληνικός Πολιτισμός

Νεοελληνικός Πολιτισμός ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 9: Τα διλήμματα του Εξευρωπαϊσμού Γρηγόρης Πασχαλίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ Σχολή Οικονομικών και

Διαβάστε περισσότερα