ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Μαΐου 2006 *

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Μαΐου 2006 *"

Transcript

1 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Μαΐου 2006 * Στην υπόθεση Τ-198/03, Bank Austria Creditanstalt AG, με έδρα τη Βιένη (Αυστρία), εκπροσωπούμενη από τους C. Zschocke και J. Beninca, δικηγόροι, προσφεύγουσα, κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης αρχικώς από τον S. Rating, στη συνέχεια, από τον Α. Bouquet, επικουρούμενο από τους D. Waelbroeck και U. Zinsmeister, δικηγόροι, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, καθής, με αντικείμενο αίτηση ακυρώσεως αποφάσεως του συμβούλου ακροάσεων της Επιτροπής, της 5ης Μαΐου 2003, περί δημοσιεύσεως του μη απορρήτου κειμένου της αποφάσεως της Επιτροπής της 11ης Ιουνίου 2002, στην υπόθεση COMP/36.571/D-I Αυστριακές τράπεζες («όμιλος Lombard»), * Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική. II

2 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (δεύτερο τμήμα), συγκείμενο από τους J. Pirrung, πρόεδρο, Ν. J. Forwood και Σ. Παπασάββα, δικαστές, γραμματέας: Κ. Andová, υπάλληλος διοικήσεως, έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ' ακροατηρίου συζητήσεως της 29ης Νοεμβρίου 2005, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση Νομικό πλαίσιο 1 Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 17 του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1962, πρώτου κανονισμού εφαρμογής των άρθρων [81] και [82] της Συνθήκης (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/001, σ. 25), ορίζει ότι, αν η Επιτροπή διαπιστώσει παράβαση των διατάξεων του άρθρου 81 ΕΚ ή του άρθρου 82 ΕΚ, «δύναται να υποχρεώσει με απόφαση τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων να πάψουν τη διαπιστωθείσα παράβαση». II

3 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 2 Το άρθρο 20 του κανονισμού 17, σχετικά με το επαγγελματικό απόρρητο, προβλέπει ότι οι πληροφορίες οι οποίες συνελέγησαν κατ' εφαρμογήν διαφόρων διατάξεων του κανονισμού αυτού «δύνανται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τον σκοπό για τον οποίο εζητήθησαν» (παράγραφος 1), ότι η Επιτροπή καθώς και οι υπάλληλοι της και τα άλλα όργανα «υποχρεούνται να μην κάνουν χρήση των πληροφοριών, τις οποίες συνέλεξαν κατ' εφαρμογήν του παρόντος κανονισμού και, οι οποίες λόγω της φύσεως τους, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο» (παράγραφος 2) και, τέλος, ότι οι δύο αυτές πρώτες διατάξεις «δεν αντιτίθενται στη δημοσίευση γενικών πληροφοριών ή μελετών, οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνουν στοιχεία εξατομικευμένα για τις επιχειρήσεις ή τις ενώσεις επιχειρήσεων» (παράγραφος 3). 3 Σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού 17, η Επιτροπή υποχρεούται να δημοσιεύει τις αποφάσεις, τις οποίες εκδίδει «κατ' εφαρμογήν των άρθρων 2, 3, 6, 7 και 8» (παράγραφος 1). Στην παράγραφο 2 διευκρινίζεται ότι η εν λόγω δημοσίευση «μνημονεύει τα ονόματα των μερών και το ουσιώδες τμήμα της αποφάσεως» και «οφείλει να λαμβάνει υπόψη της το νόμιμο συμφέρον των επιχειρήσεων προς διαφύλαξη των επιχειρηματικών τους απορρήτων». 4 Η απόφαση 2001/462/ΕΚ, ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2001, σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού (ΕΕ L 162, σ. 21), ορίζει στο άρθρο 9: «Όταν υπάρχει η πρόθεση να αποκαλυφθούν πληροφορίες που είναι δυνατόν να αποτελούν επιχειρηματικό απόρρητο, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση ενημερώνεται γραπτώς για την πρόθεση αυτή καθώς και για τους σχετικούς λόγους. Τάσσεται προθεσμία εντός της οποίας η επιχείρηση μπορεί να υποβάλει γραπτώς τυχόν παρατηρήσεις. II

4 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 Όταν η ενδιαφερόμενη επιχείρηση αντιτίθεται στην αποκάλυψη των πληροφοριών αλλά διαπιστώνεται ότι οι πληροφορίες αυτές δεν τυγχάνουν προστασίας και μπορούν συνεπώς να αποκαλυφθούν, εκδίδεται σχετική αιτιολογημένη απόφαση, η οποία κοινοποιείται στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση. Στην απόφαση αυτή προσδιορίζεται η ημερομηνία μετά την οποία πρόκειται να αποκαλυφθούν οι πληροφορίες. Η ημερομηνία αυτή δεν πρέπει να τοποθετείται σε απόσταση μικρότερη της μιας εβδομάδας από την ημερομηνία της κοινοποίησης. Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται κατ' αναλογία και ως προς την αποκάλυψη πληροφοριών με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,» Ιστορικό της διαφοράς 5 Με την από 11 Ιουνίου 2002 απόφαση, εκδοθείσα στο πλαίσιο της υποθέσεως COMP/36.571/D-1 Αυστριακές Τράπεζες («όμιλος Lombard»), η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η αιτούσα είχε μετάσχει, από την 1η Ιανουαρίου 1995 έως τις 24 Ιουνίου 1998, σε σύμπραξη με πολλές άλλες αυστριακές τράπεζες (άρθρο 1) για την οποία αποφάσισε να της επιβάλει (άρθρο 3), καθώς και στις άλλες τράπεζες που αφορά η διαδικασία, πρόστιμο (στο εξής: απόφαση περί επιβολής προστίμων). 6 Με επιστολή της 12ης Αυγούστου 2002, η Επιτροπή διαβίβασε στην αιτούσα σχέδιο μη απορρήτου κειμένου της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων και της ζήτησε την άδεια να προβεί στη δημοσίευση του κειμένου αυτού. 7 Στις 3 Σεπτεμβρίου 2002, η αιτούσα (όπως και η πλειοψηφία των άλλων τραπεζών) άσκησε προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, που ενεγράφη στο πρωτόκολλο με αριθμό Τ-260/02. Με την προσφυγή αυτή, η αιτούσα II

5 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ δεν αμφισβήτησε τα πραγματικά περιστατικά που διαπίστωσε η Επιτροπή στην επίμαχη απόφαση, αλλά μόνον το ύφος του επιβληθέντος προστίμου. 8 Με το από 10 Σεπτεμβρίου 2002 έγγραφο, η αιτούσα, σε συνέχεια της από 12 Αυγούστου 2002 αιτήσεως παροχής αδείας δημοσιεύσεως, ζήτησε από την Επιτροπή να δημοσιεύσει την απόφαση περί επιβολής προστίμων αφαιρώντας την έκθεση των πραγματικών περιστατικών σχετικά με το έτος 1994 που περιλαμβανόταν στην αιτιολογική σκέψη 7 και αντικαθιστώντας τις αιτιολογικές σκέψεις 8 έως 12 της αποφάσεως αυτής με ένα απόσπασμα κειμένου που της προέτεινε. 9 Στις 7 Οκτωβρίου 2002, οι οικείες υπηρεσίες της Επιτροπής διοργάνωσαν σύσκεψη με τους δικηγόρους όλων των αποδεκτών της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων. Κατά τη σύσκεψη αυτή, δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν ως προς το προς δημοσίευση κείμενο σχετικά με το από 10 Σεπτεμβρίου 2002 αίτημα της αιτούσας. Όσον αφορά το αίτημα αυτό, ο αρμόδιος διευθυντής της Γενικής Διευθύνσεως Ανταγωνισμού της Επιτροπής απηύθυνε, στις 22 Οκτωβρίου 2002, έγγραφο στην αιτούσα υπενθυμίζοντάς της τη θέση της Επιτροπής περί της δημοσιεύσεως της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων και κοινοποιώντας της αναθεωρηθέν μη απόρρητο κείμενο της αποφάσεως αυτής. 10 Στις 6 Νοεμβρίου 2002, η αιτούσα απευθύνθηκε στον σύμβουλο ακροάσεων ζητώντας του να κάνει δεκτό το από 10 Σεπτεμβρίου 2002 αίτημά της. 1 1 Με το από 20 Φεβρουαρίου 2003 έγγραφο, ο σύμβουλος ακροάσεων, κρίνοντας ότι το εν λόγω νέο αίτημα δεν ήταν βάσιμο, υπέβαλε στην αιτούσα ένα νέο μη απόρρητο κείμενο της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων. II

6 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 12 Με το από 28 Φεβρουαρίου 2003 έγγραφο, η αιτούσα ανέφερε ότι εξακολουθούσε να είναι αντίθετη προς τη δημοσίευση αυτού του μη απορρήτου κειμένου. 13 Με το από 5 Μαΐου 2003 έγγραφο, ο σύμβουλος ακροάσεων, υποβάλλοντας ένα αναθεωρηθέν μη απόρρητο κείμενο της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, αποφάσισε να απορρίψει την ένσταση της αιτούσας ως προς τη δημοσίευση της αποφάσεως αυτής (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση). Σύμφωνα με το άρθρο 9, τρίτο εδάφιο, της αποφάσεως 2001/462, ο σύμβουλος ακροάσεων έκρινε ότι το κείμενο της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων (στο εξής: επίμαχο κείμενο) δεν περιλαμβάνει πληροφορίες τυγχάνουσες της προβλεπομένης από το κοινοτικό δίκαιο προστασίας του επαγγελματικού απορρήτου. Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων 14 Με δικόγραφο που κατέθεσε στις 6 Ιουνίου 2003 στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου, η προσφεύγουσα άσκησε, δυνάμει του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ, την υπό κρίση προσφυγή. 15 Με χωριστό δικόγραφο που κατέθεσε αυθημερόν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, η προσφεύγουσα υπέβαλε, κυρίως, αίτηση αναστολής εκτελέσεως της επίμαχης αποφάσεως μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας και, επικουρικώς, αίτηση με σκοπό να απαγορευθεί στην Επιτροπή μέχρι την ημερομηνία αυτή η δημοσίευση του επιμάχου κειμένου. Η εν λόγω αίτηση απορρίφθηκε με διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 7ης Νοεμβρίου 2003, Τ-198/03 R, Bank Austria Creditanstalt κατά Επιτροπής (Συλλογή 2003, σ. ΙΙ-4879). Η απόφαση περί επιβολής προστίμων δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα στις 24 Φεβρουαρίου 2004 (ΕΕ L 56, σ. 1). II

7 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 16 Με χωριστό δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 22 Ιουλίου 2003, η Επιτροπή προέβαλε ένσταση απαραδέκτου η οποία, με απόφαση του δευτέρου τμήματος του Πρωτοδικείου της 30ής Μαρτίου 2004, θα συνεκδικα στεί με την εξέταση της ουσίας της υποθέσεως. 17 Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο: να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα. 18 Η Επιτροπή ζητεί από το Πρωτοδικείο: να απορρίψει την προσφυγή να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα. II

8 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 Σκεπτικό 19 Η προσφεύγουσα προβάλλει έξι λόγους ακυρώσεως προς στήριξη της προσφυγής της, οι οποίοι αντλούνται, αντιστοίχως, από παράβαση του άρθρου 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 17, από παράβαση του άρθρου 21, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού, από το μη σύννομο της δημοσιεύσεως των τμημάτων της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων σχετικά με το έτος 1994, από παράβαση του κανονισμού (ΕΚ) 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8, σ. 1), από προσβολή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και παράβαση του κανονισμού 1 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 01/001, σ. 14), λόγω της πρόωρης δημοσιεύσεως στο Διαδίκτυο, στα γερμανικά, της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, και, τέλος, από τη μη τήρηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως. 20 Αφενός, η Επιτροπή θεωρεί ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη. Πρώτον, ισχυρίζεται ότι η προσβαλλομένη απόφαση δεν μπορεί να προσβληθεί με προσφυγή, εφόσον δεν παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα δυνάμενα να θίξουν τα συμφέροντα της προσφεύγουσας μεταβάλλοντας κατά τρόπο σαφή τη νομική της θέση, και, δεύτερον, η προσφεύγουσα δεν έχει έννομο συμφέρον. Τρίτον, η Επιτροπή θεωρεί ότι όλοι οι λόγοι ακυρώσεως που προέβαλε η προσφεύγουσα προς στήριξη της προσφυγής της είναι απαράδεκτοι, γεγονός το οποίο συνεπάγεται το απαράδεκτο του συνόλου της προσφυγής. Αφετέρου, η Επιτροπή φρονεί ότι, εν πάση περιπτώσει, οι προβληθέντες από την προσφεύγουσα λόγοι ακυρώσεως δεν είναι βάσιμοι. 21 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει, κατ' αρχάς, να εξεταστούν οι δύο πρώτες ενστάσεις απαραδέκτου που προέβαλε η Επιτροπή και, δεύτερον, το παραδεκτό και η ουσία των προβληθέντων από την προσφεύγουσα λόγων ακυρώσεως. II

9 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Επί των ενστάσεων απαραδέκτου που προέβαλε η Επιτροπή Επί της υπάρξεως πράξεως δυναμένης να προσβληθεί Επιχειρήματα των διαδίκων 22 Η Επιτροπή συνάγει από το άρθρο 9 της αποφάσεως 2001/462 (παρατεθέν στη σκέψη 4 ανωτέρω) ότι η απόφαση του συμβούλου ακροάσεων μπορεί να θεωρεί ως μέτρο παράγον δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα δυνάμενα να θίξουν τα συμφέροντα της προσφεύγουσας μεταβάλλοντας κατά τρόπο σαφή τη νομική της θέση μόνον καθόσον η εν λόγω απόφαση επιτρέπει τη δημοσίευση «επιχειρηματικών απορρήτων» ή άλλων πληροφοριών που τυγχάνουν παρεμφερούς προστασίας. 23 Η Επιτροπή θεωρεί ότι η απόφαση περί του περιεχομένου της δημοσιεύσεως του μη απορρήτου κειμένου πράξεως εμπίπτει, αντιθέτως, στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής και δεν μπορεί να θίξει τη νομική θέση των αποδεκτών της αποφάσεως. 24 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η προσφεύγουσα δεν ανέφερε, ούτε στο απευθυνθέν προς τον σύμβουλο ακροάσεων αίτημα ούτε στο δικόγραφο της προσφυγής της, κανένα επιχειρηματικό απόρρητο και καμιά πληροφορία απολαύουσα παρεμφερούς προστασίας, που περιλαμβάνονται στο επίμαχο κείμενο. Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι ο σύμβουλος ακροάσεων, εκδίδοντας την προσβαλλομένη απόφαση, ουδόλως αρνήθηκε τον απόρρητο χαρακτήρα οποιουδήποτε στοιχείου, και, κατά συνέπεια, η εν λόγω απόφαση δεν μπορεί να συνιστά βλαπτική πράξη. II

10 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 25 Η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η προσβαλλομένη απόφαση παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ως προς αυτήν. Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, το περιεχόμενο της προσβαλλομένης αποφάσεως βαίνει πέραν των διαπιστώσεων σχετικά με τη μη ύπαρξη επιχειρηματικών απορρήτων στο επίμαχο κείμενο. Η προσφεύγουσα εκθέτει ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 9, πρώτο και δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 2001/462 διαδικασία διασφαλίζει την προστασία των επιχειρηματικών απορρήτων, ενώ το άρθρο 9, τρίτο εδάφιο, της εν λόγω αποφάσεως διέπει, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν υπάρχουν επιχειρηματικά απόρρητα, τη δημοσιοποίηση πληροφοριών που πρέπει να δημοσιευτούν στην Επίσημη Εφημερίδα. Εκτίμηση του Πρωτοδικείου 26 Κατά πάγια νομολογία, αποτελούν πράξεις ή αποφάσεις δυνάμενες να αποτελέσουν το αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως, κατά την έννοια του άρθρου 230 ΕΚ, τα μέτρα των οποίων τα έννομα αποτελέσματα είναι δεσμευτικά και ικανά να επηρεάσουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος, μεταβάλλοντας κατά τρόπο σαφή τη νομική του κατάσταση (απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 1981, 60/81, IBM κατά Επιτροπής, Συλλογή 1981, σ. 2639, σκέψη 9 απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Δεκεμβρίου 1992, Τ-10/92 έως Τ-12/92 και Τ-15/92, Cimenteries CBR κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. ΙΙ-2667, σκέψη 28 διατάξεις του Πρωτοδικείου της 9ης Ιουλίου 2003, Τ-219/01, Commerzbank κατά Επιτροπής, Συλλογή 2003, σ. ΙΙ-2843, σκέψη 53, και προαναφερθείσα στη σκέψη 15 ανωτέρω απόφαση Bank Austria Creditanstalt κατά Επιτροπής, σκέψη 31). 27 Συναφώς, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η άποψη της Επιτροπής ότι η προσβαλλομένη απόφαση, εκδοθείσα βάσει του άρθρου 9, τρίτο εδάφιο, της αποφάσεως 2001/462, δεν παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα, επειδή δεν αποφαίνεται περί της υπάρξεως επιχειρηματικών απορρήτων ή άλλων πληροφοριών που τυγχάνουν παρεμφερούς προστασίας. 28 Το άρθρο 9 της αποφάσεως 2001/462 σκοπεί να θέσει σε εφαρμογή, από απόψεως διαδικασίας, την προστασία που προβλέπει το κοινοτικό δίκαιο για τις πληροφορίες των οποίων η Επιτροπή έλαβε γνώση στο πλαίσιο διαδικασιών εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού. Συναφώς, το άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 διευκρινίζει ότι τέτοιας προστασίας τυγχάνουν, μεταξύ άλλων, πληροφορίες που συνελέγησαν κατ' εφαρμογήν του κανονισμού 17 και οι οποίες, ως εκ της φύσεως τους, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο. II

11 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 29 Ωστόσο, ο τομέας των πληροφοριών που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο εκτείνεται πέραν των επιχειρηματικών απορρήτων των επιχειρήσεων (προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Lenz στην απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Ιουνίου 1986, 53/85, AKZO Chemie κατά Επιτροπής, Συλλογή 1986, σ. 1965, 1977). Συναφώς, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της προστασίας που απαιτείται να παρέχεται σε πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο σε σχέση με πρόσωπα, επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων που απολαύουν του δικαιώματος ακροάσεως στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού και της προστασίας που πρέπει να χορηγείται σε τέτοιου είδους πληροφορίες σε σχέση με το κοινό εν γένει. Πράγματι, η υποχρέωση των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού των θεσμικών οργάνων να μη δημοσιοποιούν τις πληροφορίες που κατέχουν, οι οποίες καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο, θεσπισθείσα στο άρθρο 287 ΕΚ και τεθείσα σε εφαρμογή, στον τομέα των εφαρμοστέων στις επιχειρήσεις κανόνων του ανταγωνισμού, με το άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 17, αμβλύνεται όσον αφορά τα πρόσωπα στα οποία το άρθρο 19, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού παρέχει το δικαίωμα ακροάσεως. Η Επιτροπή μπορεί να κοινοποιήσει στα πρόσωπα αυτά ορισμένες πληροφορίες καλυπτόμενες από το επαγγελματικό απόρρητο, καθόσον η εν λόγω κοινοποίηση είναι αναγκαία για την ομαλή διεξαγωγή των αποδείξεων. Ωστόσο, η δυνατότητα αυτή δεν ισχύει για τα επιχειρηματικά απόρρητα, στα οποία διασφαλίζεται ειδική προστασία (βλ., συναφώς, την προαναφερθείσα απόφαση AKZO Chemie κατά Επιτροπής, σκέψεις 26 έως 28). Αντιθέτως, πληροφορίες καλυπτόμενες από το επαγγελματικό απόρρητο δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν στο κοινό γενικώς, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για επιχειρηματικά απόρρητα ή άλλες απόρρητες πληροφορίες. 30 Η ανάγκη τέτοιας διαφορετικής μεταχειρίσεως υπενθυμίστηκε με την απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Σεπτεμβρίου 1996, Τ-353/94, Postbank κατά Επιτροπής (Συλλογή 1996, σ. ΙΙ-921, σκέψη 87), η οποία διευκρίνισε, ως προς την έννοια του επιχειρηματικού απορρήτου, ότι πρόκειται για πληροφοριακά στοιχεία των οποίων όχι μόνο η κοινολόγηση αλλά και η απλή διαβίβαση σε υποκείμενο δικαίου άλλο από εκείνο που παρέσχε το στοιχείο μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη στα συμφέροντα του υποκειμένου αυτού. 31 Επομένως, τα δύο πρώτα εδάφια του άρθρου 9 της αποφάσεως 2001/462, που αναφέρονται στην προστασία των επιχειρηματικών απορρήτων, σκοπούν ειδικότερα την κοινολόγηση πληροφοριακών στοιχείων σε πρόσωπα, επιχειρήσεις ή II

12 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 ενώσεις επιχειρήσεων για τον σκοπό της ασκήσεως του δικαιώματος τους ακροάσεως στο πλαίσιο της διαδικασίας εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού. Αντιθέτως, όσον αφορά την κοινολόγηση πληροφοριακών στοιχείων στο κοινό γενικώς, μέσω της δημοσιεύσεως τους στην Επίσημη Εφημερίδα, οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόζονται mutatis mutandis, σύμφωνα με το άρθρο 9, τρίτο εδάφιο, της αποφάσεως 2001/462. Τούτο συνεπάγεται μεταξύ άλλων ότι, όταν ο σύμβουλος ακροάσεων λαμβάνει απόφαση βάσει της διατάξεως αυτής, υποχρεούται να μεριμνά για την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου προκειμένου για πληροφορίες που δεν απαιτούν την τόσο ειδική προστασία που χορηγείται στα επιχειρηματικά απόρρητα, και ιδίως πληροφοριακών στοιχείων που μπορούν να κοινοποιηθούν σε τρίτους οι οποίοι έχουν δικαίωμα ακροάσεως όσον τους αφορά, των οποίων όμως ο απόρρητος χαρακτήρας απαγορεύει τη δημοσιοποίηση στο κοινό. 32 Επιπλέον, κατά την αιτιολογική σκέψη 9 της αποφάσεως 2001/462, «σε περίπτωση αποκάλυψης πληροφοριών σχετικών με φυσικά πρόσωπα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στον κανονισμό [...] 45/2001». 33 Επομένως, ο σύμβουλος ακροάσεων υποχρεούται να μεριμνά για την τήρηση των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού όταν λαμβάνει απόφαση επιτρέπουσα, βάσει του άρθρου 9 της αποφάσεως 2001/462, την αποκάλυψη πληροφοριακών στοιχείων. 34 Κατά συνέπεια, όταν ο σύμβουλος ακροάσεων λαμβάνει απόφαση βάσει του άρθρου 9, τρίτο εδάφιο, της αποφάσεως 2001/462, δεν πρέπει μόνο να εξετάζει αν το προς δημοσίευση κείμενο αποφάσεως ληφθείσας βάσει του κανονισμού 17 περιλαμβάνει επιχειρηματικά απόρρητα ή άλλα πληροφοριακά στοιχεία που τυγχάνουν παρεμφερούς προστασίας. Πρέπει επίσης να εξακριβώνει αν το κείμενο αυτό περιλαμβάνει άλλα πληροφοριακά στοιχεία που δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν στο κοινό, είτε λόγω κανόνων του κοινοτικού δικαίου που τα προστατεύουν ειδικώς είτε λόγω του γεγονότος ότι τα πληροφοριακά αυτά στοιχεία εμπίπτουν στα στοιχεία τα οποία, εκ της φύσεως τους, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο. Συνεπώς, η απόφαση του συμβούλου ακροάσεων παράγει έννομα II

13 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ αποτελέσματα καθόσον αποφαίνεται περί του αν το προς δημοσίευση κείμενο περιλαμβάνει τέτοιου είδους πληροφοριακά στοιχεία. 35 Η εν λόγω ερμηνεία του άρθρου 9, τρίτο εδάφιο, της αποφάσεως 2001/462 συνάδει με το άρθρο 21, παράγραφος 2, του κανονισμού 17, σύμφωνα με το οποίο «η δημοσίευση [...] οφείλει να λαμβάνει υπόψη το νόμιμο συμφέρον των επιχειρήσεων προς διαφύλαξη των επιχειρηματικών τους απορρήτων». Πράγματι, η εν λόγω διάταξη, που τονίζει την ιδιαίτερη προστασία που είναι αναγκαίο να παρέχεται στα επιχειρηματικά απόρρητα, δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι περιορίζει τη χορηγούμενη με άλλους κανόνες του κοινοτικού δικαίου προστασία, όπως το άρθρο 287 ΕΚ, το άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 και ο κανονισμός 45/2001, στα άλλα πληροφοριακά στοιχεία που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο. 36 Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι η προσβαλλομένη απόφαση παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα έναντι της προσφεύγουσας καθόσον διαπιστώνει ότι το επίμαχο κείμενο δεν περιλαμβάνει πληροφοριακά στοιχεία προστατευόμενα κατά της δημοσιοποιήσεως στο κοινό. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί η ένσταση απαραδέκτου που αντλεί η Επιτροπή από τη μη ύπαρξη πράξεως δυνάμενης να προσβληθεί. Επί του εννόμου συμφέροντος της προσφεύγουσας Επιχειρήματα των διαδίκων 37 Η Επιτροπή φρονεί ότι η προσφεύγουσα δεν έχει συμφέρον για την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως. II

14 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 38 Πρώτον, η Επιτροπή στηρίζεται στους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η απόφαση του συμβούλου ακροάσεων δεν είναι πράξη δυναμένη να προσβληθεί. 39 Δεύτερον, η Επιτροπή εκθέτει ότι η απόφαση περί επιβολής προστίμων δεν περιλαμβάνει καμία πληροφορία άγνωστη στο κοινό, λόγω του ότι τα μη απόρρητα κείμενα της ανακοινώσεως των αιτιάσεων της 10ης Σεπτεμβρίου 1999 και της πρόσθετης ανακοινώσεως αιτιάσεων της 21ης Νοεμβρίου 2000 στην ίδια υπόθεση κατέστησαν δημόσια μέσω τρίτου. Η Επιτροπή τονίζει ότι, αντίθετα προς άλλους αποδέκτες της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, η προσφεύγουσα δεν άσκησε καμία προσφυγή ενώπιον του Πρωτοδικείου κατά της διαβιβάσεως των κειμένων αυτών στον εν λόγω τρίτο. 40 Τρίτον, η Επιτροπή φρονεί ότι η προσφεύγουσα απώλεσε κάθε συμφέρον για την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως λόγω της δημοσιεύσεως του επιμάχου κειμένου στην Επίσημη Εφημερίδα. Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι σύμφωνα με τα προβληθέντα από την προσφεύγουσα επιχειρήματα προς στήριξη της αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, ο σκοπός της υπό κρίση προσφυγής είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη καθυστέρηση της δημοσιεύσεως της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων κατά τον χρόνο που ο γενικός διευθυντής απειλούνταν από τις ποινικές συνέπειες της συμμετοχής της προσφεύγουσας στη σύμπραξη που αποκαλείται «όμιλος Lombard». Εφόσον η ποινική δίωξη που κινήθηκε κατά των μελών των διευθύνσεων των συμμετεχουσών στη σύμπραξη αυτή εγκαταλείφθηκε εν τω μεταξύ, σύμφωνα με την Επιτροπή, η προσφεύγουσα δεν έχει κανένα λόγο να αμφισβητήσει τη δημοσίευση του επιμάχου κειμένου. 41 Η προσφεύγουσα αμφισβητεί τα εν λόγω επιχειρήματα υποστηρίζοντας, πρώτον, ότι η προσβαλλομένη απόφαση παραβαίνει από πολλές απόψεις διατάξεις προς προστασία των ατομικών της συμφερόντων. Η προσφεύγουσα εκθέτει, μεταξύ άλλων, ότι το επίμαχο κείμενο στηρίζεται σε πληροφοριακά στοιχεία που η Επιτροπή συνέλεξε κατ' εφαρμογήν του κανονισμού 17 και καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο δυνάμει του άρθρου 20 του ιδίου κανονισμού και του άρθρου 287 ΕΚ. II

15 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Εκτίμηση του Πρωτοδικείου 42 ΟΙ διατάξεις σχετικά με το επαγγελματικό απόρρητο που επικαλέστηκε η προσφεύγουσα έχουν ως αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την προστασία των προσώπων τα οποία αφορά διαδικασία εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού βάσει του κανονισμού 17 από ζημία δυναμένη να προκληθεί από τη δημοσιοποίηση των πληροφοριακών στοιχείων που η Επιτροπή συνέλεξε στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής. Επομένως, δεν μπορεί να μη γίνει δεκτό ότι η προσφεύγουσα έχει, κατ' αρχήν, έννομο συμφέρον να στραφεί κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως. 43 Στη συνέχεια, επισημαίνεται ότι η δημοσίευση των ανακοινώσεων αιτιάσεων, που αναφέρονται στη σκέψη 39 ανωτέρω, εκ μέρους τρίτου δεν ασκεί επιρροή στο έννομο συμφέρον της προσφεύγουσας. Πράγματι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα πληροφοριακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στα εν λόγω έγγραφα ταυτίζονται με αυτά που περιλαμβάνονται στα επίμαχα τμήματα της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, το περιεχόμενο της τελευταίας αυτής αποφάσεως είναι εντελώς διαφορετικό από το περιεχόμενο της ανακοινώσεως αιτιάσεων. Η ανακοίνωση αιτιάσεων σκοπεί να παράσχει στα ενδιαφερόμενα μέρη τη δυνατότητα να κοινοποιήσουν την άποψη τους επί των στοιχείων τα οποία η Επιτροπή έχει προσωρινώς δεχθεί εις βάρος τους. Αντιθέτως, η απόφαση περί επιβολής προστίμων περιλαμβάνει περιγραφή των πραγματικών περιστατικών που η Επιτροπή θεωρεί ως αποδεδειγμένα. Κατά συνέπεια, η δημοσίευση της ανακοινώσεως των αιτιάσεων και η προσθήκη της, μολονότι μπορεί να είναι επιζήμια για τα ενδιαφερόμενα μέρη, δεν στερεί από τους αποδέκτες της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων το έννομο συμφέρον να προβάλουν ότι το προς δημοσίευση κείμενο της εν λόγω αποφάσεως περιλαμβάνει πληροφοριακά στοιχεία προστατευόμενα κατά της δημοσιοποιήσεώς τους στο κοινό. 44 Ως προς τη δημοσίευση της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων που επήλθε μεταγενέστερα από την άσκηση της προσφυγής, υπενθυμίζεται ότι το έννομο συμφέρον του αποδέκτη αποφάσεως να την αμφισβητήσει δεν μπορεί να αποκρουσθεί λόγω του ότι η απόφαση αυτή έχει ήδη εκτελεστεί, δεδομένου ότι η ακύρωση της αποφάσεως αυτής μπορεί, καθεαυτή, να έχει έννομες συνέπειες, ιδίως υποχρεώνοντας την Επιτροπή να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του Πρωτοδικείου και αποφεύγοντας την επανάληψη αυτής της πρακτικής εκ μέρους της Επιτροπής (αποφάσεις του Δικαστηρίου AKZO Chemie κατά Επιτροπής, προαναφερθείσα στη σκέψη 29 ανωτέρω, σκέψη 21, και της 26ης Απριλίου 1988, 207/86, Apesco κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 2151, σκέψη 16 ΙΙ

16 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 απόφαση του Πρωτοδικείου της 9ης Νοεμβρίου 1994, Τ-46/92, Scottish Football κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. ΙΙ-1039, σκέψη 14 διάταξη του Πρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 1999, Τ-256/97, BEUC κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. II- 169, σκέψη 18). 45 Τέλος, η επιχειρηματολογία της Επιτροπής ότι η προσφεύγουσα, ασκώντας την υπό κρίση προσφυγή ακυρώσεως, σκοπεί μόνο να καθυστερήσει τη δημοσίευση της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων για να αποφύγει τη δυνατότητα χρησιμοποιήσεως των πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνει η εν λόγω απόφαση στο πλαίσιο της ποινικής διώξεως κατά του γενικού διευθυντή της, ούτως ώστε έχει απολέσει κάθε έννομο συμφέρον μετά την εγκατάλειψη της εν λόγω διαδικασίας εκ μέρους των αυστριακών δικαστικών αρχών, δεν ενισχύεται από τα στοιχεία της δικογραφίας. Συναφώς, προκύπτει, μεταξύ άλλων, από την προαναφερθείσα στη σκέψη 15 ανωτέρω διάταξη Bank Austria Creditanstalt κατά της Επιτροπής (σκέψεις 44 έως 47), ότι η αναφορά των εν λόγω ποινικών διαδικασιών αποτελεί μόνον ένα από τα στοιχεία που επικαλέστηκε η προσφεύγουσα για να αποδείξει ότι πληρούται η προϋπόθεση σχετικά με το επείγον της αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως. Ωστόσο, αφενός, η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε, με την αίτηση της για λήψη ασφαλιστικών μέτρων, ότι η προσβαλλομένη απόφαση της προκάλεσε ζημία και από άλλες απόψεις. Αφετέρου, το γεγονός ότι οι προϋποθέσεις που οδήγησαν έναν προσφεύγοντα να ζητήσει αναστολή της εκτελέσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως δεν υφίστανται πλέον, δεν συνεπάγεται την εξάλειψη του εννόμου συμφέροντος προς ακύρωση της αποφάσεως αυτής. 46 Κατά συνέπεια, πρέπει επίσης να απορριφθεί η ένσταση απαραδέκτου που αντλεί η Επιτροπή από την έλλειψη εννόμου συμφέροντος. Επί των λόγων ακυρώσεως που προέβαλε η προσφεύγουσα 47 Κατ αρχάς, πρέπει να εξετασθούν οι δύο πρώτοι λόγοι ακυρώσεως που προβάλλει η προσφεύγουσα, οι οποίοι αντλούνται από παράβαση του άρθρου 21, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 17, στη συνέχεια, ο τρίτος και έβδομος λόγος ακυρώσεως, II

17 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ που αντλούνται από το μη σύννομο της δημοσιεύσεως της περιγραφής των πραγματικών περιστατικών σχετικά με το έτος 1994, κατόπιν, ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του κανονισμού 45/2001, και, τέλος, ο πέμπτος λόγος ακυρώσεως, που αντλείται από το μη σύννομο της πρόωρης δημοσιεύσεως, στο Διαδίκτυο, του γερμανικού κειμένου της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων. Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από την παράβαση του άρθρου 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 17 Επιχειρήματα των διαδίκων 48 Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η απόφαση περί επιβολής προστίμων δεν αποτελεί μέρος των αποφάσεων, η δημοσίευση των οποίων είναι υποχρεωτική βάσει του άρθρου 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 17. Ισχυρίζεται ότι, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, μόνον οι αποφάσεις που λαμβάνονται κατ' εφαρμογήν των άρθρων 2, 3, 6, 7 και 8 του εν λόγω κανονισμού πρέπει να δημοσιεύονται, και το άρθρο 20 του κανονισμού 17, σχετικά με την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου, απαγορεύει τη δημοσίευση κάθε άλλης αποφάσεως που εκδίδεται βάσει του εν λόγω κανονισμού. Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, οι διατάξεις του κανονισμού 17 που αφορούν την προστασία των επιχειρηματικών απορρήτων εκ μέρους της Επιτροπής (άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 17) αποτελούν τον κανόνα και οι διατάξεις σχετικά με τη δημοσίευση των αποφάσεων (άρθρο 21 του κανονισμού 17) την εξαίρεση. 49 Η προσφεύγουσα τονίζει ότι το άρθρο 3 του κανονισμού 17 αφορά τις αποφάσεις με τις οποίες η Επιτροπή υποχρεώνει τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις να θέσουν τέρμα στη διαπιστωθείσα παράβαση. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η απόφαση περί επιβολής προστίμων δεν εξομοιούται με τέτοιου είδους αποφάσεις, εφόσον η παράβαση είχε σαφώς λήξει πριν από την έκδοση της εν λόγω αποφάσεως. Επομένως, η υποχρέωση να τεθεί τέρμα στην παράβαση, η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 2 του διατακτικού της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων είναι, σύμφωνα με την άποψη της προσφεύγουσας, άνευ αντικειμένου, και μάλιστα ανυπόστατη. Η προσφεύγουσα συνάγει ότι το άρθρο 20 του κανονισμού 17 απαγορεύει τη δημοσίευση του πλήρους κειμένου της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων. II

18 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 50 Η Επιτροπή αμφισβητεί το παραδεκτό του παρόντος λόγου ακυρώσεως ισχυριζόμενη, πρώτον, ότι η δημοσίευση της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων δεν προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, αλλά από το άρθρο 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 17. Δεύτερον, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η προσφεύγουσα δεν μπορεί πλέον να ισχυριστεί, με την υπό κρίση προσφυγή, ότι η υποχρέωση να τεθεί τέρμα στην παράβαση που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2 της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων είναι παράνομη, καθόσον η εν λόγω αιτίαση, η οποία δεν στρέφεται κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως, αλλά κατά της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, προβλήθηκε εκπροθέσμως. Τρίτον, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η έκθεση του παρόντος λόγου ακυρώσεως, που περιλαμβάνεται στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 44, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου. 51 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι, εν πάση περιπτώσει, η έκθεση της προσφεύγουσας δεν είναι βάσιμη από νομικής απόψεως καθόσον, αφενός, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η νομότυπη υποχρέωση να τεθεί τέρμα στην παράβαση αποτελεί τη sine qua non προϋπόθεση της δημοσιεύσεως της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων χωρίς να αμφισβητείται ότι στην εν λόγω απόφαση περιλαμβάνεται τέτοια υποχρέωση και, αφετέρου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το άρθρο 21 του κανονισμού 17 προβλέπει παρέκκλιση της αρχής της προστασίας του επαγγελματικού απορρήτου χωρίς να ισχυρίζεται ότι παραβιάστηκε η προστασία του επαγγελματικού απορρήτου. Εκτίμηση του Πρωτοδικείου 52 Ως προς το παραδεκτό αυτού του λόγου ακυρώσεως, πρώτον, από τις αναλύσεις που περιλαμβάνονται στις σκέψεις 27 έως 36 ανωτέρω, προκύπτει ότι δεν είναι βάσιμα τα επιχειρήματα της Επιτροπής σύμφωνα με τα οποία η δημοσίευση του επιμάχου κειμένου δεν προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση και η προσφεύγουσα δεν έχει κανένα συμφέρον να αμφισβητεί το περιεχόμενο του εν λόγω κειμένου. Πράγματι, προβάλλοντας τα επιχειρήματα αυτά, η Επιτροπή δεν λαμβάνει υπόψη τη συλλογιστική της προσφεύγουσας που σκοπεί ακριβώς να προβάλει ότι το επίμαχο κείμενο περιλαμβάνει πληροφοριακά στοιχεία τα οποία, II

19 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ εφόσον καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο βάσει του άρθρου 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 17, δεν μπορούν να δημοσιευθούν. Ωστόσο, η δημοσίευση των επιμάχων αποσπασμάτων, την αποκάλυψη των οποίων αντέκρουσε η προσφεύγουσα για τον λόγο ότι περιλαμβάνουν πληροφοριακά στοιχεία που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο, προκύπτει από την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως. 53 Δεύτερον, η προσφεύγουσα, ισχυριζόμενη ότι απόφαση περιλαμβάνουσα υποχρέωση να τεθεί τέρμα στην παράβαση, όταν η εν λόγω παράβαση έχει ήδη λήξει, δεν εμπίπτει στις αποφάσεις η δημοσίευση των οποίων είναι υποχρεωτική βάσει του άρθρου 21 του κανονισμού 17, δεν αμφισβητεί μόνον τη νομιμότητα της υποχρεώσεως που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2 της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, αλλά και την ερμηνεία του άρθρου 21 του κανονισμού 17 επί της οποίας στηρίζεται η προσβαλλομένη απόφαση. Υπό την έννοια αυτή, η αιτίαση της δεν μπορεί να μη ληφθεί υπόψη επειδή προβλήθηκε εκπροθέσμως. Περαιτέρω, δεν είναι ευκταίον, για λόγους οικονομίας της διαδικασίας, να εξαρτηθεί το παραδεκτό του παρόντος λόγου ακυρώσεως από την προϋπόθεση ότι ο αποδέκτης της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, επιθυμώντας να αμφισβητήσει τη δημοσίευση τους, έχει ασκήσει προσφυγή κατά της επιβολής της υποχρεώσεως που περιλαμβάνεται στην απόφαση αυτή. 54 Τρίτον, η έκθεση του πρώτου λόγου ακυρώσεως στο δικόγραφο της προσφυγής είναι αρκούντως σαφής και εύλογη εφόσον επέτρεψε στην Επιτροπή να προετοιμάσει εμπεριστατωμένη επιχειρηματολογία για την άμυνα της και το Πρωτοδικείο κρίνει ότι μπορεί να αποφανθεί επί αυτών των ισχυρισμών. Επομένως, η έκθεση αυτού του λόγου ακυρώσεως πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 44, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του Κανονισμού Διαδικασίας. 55 Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προέβαλε η προσφεύγουσα είναι παραδεκτός. II

20 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 56 Όσον αφορά το βάσιμο αυτού του λόγου ακυρώσεως, η προτεινόμενη από την προσφεύγουσα ερμηνεία του άρθρου 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 17, ότι το άρθρο προβλέπει μόνον τη δημοσίευση των αποφάσεων που περιλαμβάνουν την υποχρέωση να τεθεί τέρμα στην παράβαση, δεν μπορεί ωστόσο να γίνει δεκτή. Πράγματι, ο κανονισμός 17 έχει ως αντικείμενο, όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές του σκέψεις καθώς και από το άρθρο 83, παράγραφος 2, στοιχείο α', ΕΚ, τη διασφάλιση της τηρήσεως των κανόνων του ανταγωνισμού από τις επιχειρήσεις και εξουσιοδοτεί, προς τούτο, την Επιτροπή να υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να θέτουν τέρμα στη διαπιστωθείσα παράβαση, καθώς και να επιβάλλει πρόστιμα και χρηματικές ποινές σε περίπτωση παραβάσεως. Το δικαίωμα λήψεως των σχετικών αποφάσεων ενέχει κατ' ανάγκην το δικαίωμα διαπιστώσεως της παραβάσεως για την οποία πρόκειται (απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 1983, 7/82, GVL κατά Επιτροπής, Συλλογή 1983, σ. 483, σκέψη 23). Επομένως, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει, βάσει του άρθρου 3 του κανονισμού 17, απόφαση διαπιστώνουσα απλώς παράβαση η οποία έχει ήδη λήξει, εάν έχει έννομο συμφέρον προς τούτο (προαναφερθείσα απόφαση GVL κατά Επιτροπής, σκέψη 24 έως 28). Ομοίως, κατά πάγια νομολογία, η Επιτροπή μπορεί να επιβάλλει πρόστιμο λόγω συμπεριφοράς που αποτελεί παράβαση η οποία έχει ήδη λήξει (απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Ιουλίου 1970, 41/69, ACF Chemiefarma κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος , σ. 397, σκέψη 175, και απόφαση του Πρωτοδικείου της 6ης Οκτωβρίου 2005, Τ-22/02 και Τ-23/02, Sumitomo Chemical και Sumika Fine Chemicals κατά Επιτροπής, Συλλογή 2005, σ. ΙΙ-4065, σκέψεις 37, 38 και 131). Ωστόσο, απόφαση επιβάλλουσα πρόστιμα, ληφθείσα βάσει του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17, συνεπάγεται οπωσδήποτε διαπίστωση της παράβασης βάσει του άρθρου 3 του ιδίου κανονισμού (βλ., συναφώς, προαναφερθείσες αποφάσεις GVL κατά Επιτροπής, σκέψη 23, και Sumitomo Chemical και Sumika Fine Chemicals κατά Επιτροπής, σκέψη 36). 57 Πρέπει να προστεθεί ότι η αποστολή επιβλέψεως που αναθέτουν στην Επιτροπή τα άρθρα 81, παράγραφος 1, ΕΚ και 82 ΕΚ δεν περιλαμβάνει μόνο το έργο της διώξεως και της καταστολής των μεμονωμένων παραβάσεων, αλλά περιλαμβάνει και το καθήκον ασκήσεως μιας γενικής πολιτικής με στόχο την εφαρμογή στον τομέα του ανταγωνισμού των αρχών που καθορίζονται στη Συνθήκη και τον προσανατολισμό της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων προς την κατεύθυνση αυτή (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 28ης Ιουνίου 2005, C-189/02 Ρ, C-202/02 Ρ, C-205/02 Ρ έως C-208/02 Ρ και C-213/02 Ρ, Dansk Rørindustri κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2005, σ. Ι-5425, σκέψη 170). Ωστόσο, για την εκπλήρωση της εν λόγω αποστολής είναι αναγκαίο οι επιχειρηματίες να πληροφορούνται, μέσω της δημοσιεύσεως των αποφάσεων που διαπιστώνουν παραβάσεις κι επιβάλλουν πρόστιμα, τη συμπεριφορά που οδήγησε στις κατασταλτικές παρεμβάσεις της Επιτροπής. II

21 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 58 Επομένως, η υποχρέωση της Επιτροπής να δημοσιεύει, σύμφωνα με το άρθρο 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 17, τις αποφάσεις που λαμβάνει κατ' εφαρμογήν του άρθρου 3 του κανονισμού αυτού τυγχάνει εφαρμογής σε όλες τις αποφάσεις που διαπιστώνουν παράβαση ή επιβάλλουν πρόστιμο, χωρίς να χρειάζεται να γίνει γνωστό αν περιλαμβάνουν και υποχρέωση να τεθεί τέρμα σε παράβαση ή αν η υποχρέωση αυτή δικαιολογείται ενόψει των περιστατικών της συγκεκριμένης περιπτώσεως. 59 Επομένως, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως δεν είναι βάσιμος. Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 21, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 Επιχειρήματα των διαδίκων 60 Η προσφεύγουσα επικαλείται την αρχή της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων, από την οποία απορρέει, σύμφωνα με την άποψή της, ότι η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει ατομικές αποφάσεις μόνο σύμφωνα με κανόνα που αποτελεί τη νομική βάση της πράξεως της. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού 17, το οποίο αποτελεί τη νομική βάση που δικαιολογεί τη δημοσίευση των αποφάσεων εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού, μπορεί να δημοσιευθεί μόνον το «ουσιώδες τμήμα της αποφάσεως». Η προσφεύγουσα συνάγει από τη σχέση μεταξύ του άρθρου 20 του κανονισμού 17, που αποτελεί τον κανόνα, και του άρθρου 21 του ιδίου κανονισμού, που αποτελεί την εξαίρεση (βλ. σκέψη 48 ανωτέρω), ότι η προστασία του επαγγελματικού απορρήτου καλύπτει το σύνολο της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, η δε απόφαση αυτή δεν μπορεί να δημοσιευθεί. Επομένως, η προσφεύγουσα φρονεί ότι το άρθρο 21 του κανονισμού 17 δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη δημοσίευση όλου του κειμένου της αποφάσεως περί επιβολής των προστίμων. II

22 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 61 Συναφώς, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι, εν προκειμένω, το επίμαχο κείμενο διακρίνεται του πρωτοτύπου μόνο λόγω της παραλείψεως των ονομάτων των υπαλλήλων των εν λόγω τραπεζών και τούτο δεν συνιστά απόδοση του «ουσιώδους τμήματος» της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων. Εξάλλου, η προσφεύγουσα υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή μπορούσε να έχει πρόσβαση σε μεγάλο μέρος των πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στο επίμαχο κείμενο λόγω της εκούσιας συνεργασίας της προσφεύγουσας. 62 Η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι απέρριψε, αδικαιολόγητα, την υποβληθείσα πρόταση δημοσιεύσεως του «ουσιώδους τμήματος» της αποφάσεως περί επιβολής προστίμων, και, έτσι, εξομοίωσε κατά τρόπο νομικώς εσφαλμένο την πλήρη απόφαση με το ουσιώδες περιεχόμενο της. 63 Η προσφεύγουσα αντικρούει την επιχειρηματολογία ότι η δημοσίευση του επιμάχου κειμένου είναι αναγκαία για να εκθέσει, καταρχάς, τη φύση, την έκταση, το περιεχόμενο και τη θεσμοποίηση της συμπράξεως, στη συνέχεια, για να τονίσει τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της συμπράξεως αυτής καθώς και τον προβαλλόμενο δόλο των ενδιαφερομένων μερών και, τέλος, την προβαλλόμενη δυνατότητα της συμπράξεως να θίξει το ενδοκοινοτικό εμπόριο. Η προσφεύγουσα αμφισβητεί ότι η Επιτροπή δικαιούται να επιδιώκει τους εν λόγω σκοπούς δημοσιεύοντας κατά μη σύννομο τρόπο την απόφαση περί επιβολής προστίμων, εφόσον το άρθρο 21 του κανονισμού 17 προβλέπει ρητώς μόνον τη δημοσίευση του ουσιώδους τμήματος της εν λόγω αποφάσεως. Επικουρικώς, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι οι εν λόγω σκοποί μπορούν επίσης να επιτευχθούν με την έκθεση του «ουσιώδους τμήματος» της εν λόγω αποφάσεως. 64 Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, τα άρθρα 20 και 21 του κανονισμού 17 στερούν από την Επιτροπή κάθε διακριτικής εξουσίας ως προς τη δυνατότητα δημοσιεύσεως του πλήρους κειμένου αποφάσεως ή δημοσιεύσεως του ουσιώδους τμήματος της. Η προσφεύγουσα αναγνωρίζει ότι η Επιτροπή μπορεί να διαθέτει ελευθερία εκτιμήσεως για να αποφασίζει αυτό που συνιστά το «ουσιώδες τμήμα» αποφάσεως, αλλά τονίζει ότι καμία συναφής απόφαση δεν λήφθηκε εν προκειμένω. II

23 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 65 Τέλος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι ενδεχόμενη πρακτική λήψεως αποφάσεων της καθής που συνίσταται στην πλήρη δημοσίευση των αποφάσεων περί επιβολής προστίμων δεν είναι σύννομη και δεν μπορεί να δικαιολογήσει την προσβαλλομένη απόφαση. 66 Η Επιτροπή κρίνει ότι ο παρών λόγος ακυρώσεως είναι απαράδεκτος. Επί της ουσίας, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι είναι εσφαλμένη η άποψη ότι το άρθρο 21, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 απαγορεύει τη δημοσίευση του μη απορρήτου και πλήρους κειμένου αποφάσεων, η οποία στηρίζεται αποκλειστικά στη μη αιτιολογημένη a contrario κρίση ότι κάθε δημοσίευση για την οποία δεν υποχρεούται η Επιτροπή είναι μη σύννομη. Σύμφωνα με την Επιτροπή, το άρθρο 21, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 δεν αποτελεί διάταξη με σκοπό την προστασία των προσώπων που αφορά η προς δημοσίευση απόφαση, αλλά απορρέει από την αρχή της δημοσιότητας των νομικών πράξεων, που χαρακτηρίζει κάθε κράτος δικαίου. Εξάλλου, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η προσβαλλομένη απόφαση αναφέρει, αιτιολογημένα, ότι η δημοσίευση του επιμάχου κειμένου είναι «αναγκαία» και νόμιμη, διότι το εν λόγω κείμενο δεν περιλαμβάνει ούτε επιχειρηματικά απόρρητα ούτε ενδεχομένως άλλα απόρρητα πληροφοριακά στοιχεία που τυγχάνουν προστασίας. Κρίση του Πρωτοδικείου 67 Ο παρών λόγος ακυρώσεως βασίζεται στην εσφαλμένη υποθετική περίπτωση ότι είναι παράνομη κάθε δημοσίευση αποφάσεως ληφθείσας κατ' εφαρμογήν του κανονισμού 17, η οποία δεν είναι υποχρεωτική δυνάμει του άρθρου 21 του κανονισμού αυτού. 68 Συναφώς, επισημαίνεται ότι η αρχή της νομιμότητας την οποία επικαλείται η προσφεύγουσα προς στήριξη της απόψεως της έχει αναγνωρισθεί, στο κοινοτικό δίκαιο, υπό την έννοια ότι απαιτεί ότι μια κύρωση, έστω κι αν δεν έχει ποινικό χαρακτήρα, μπορεί να επιβληθεί μόνον αν στηρίζεται σε σαφή και μη διφορούμενη νομική βάση (απόφαση του Δικαστηρίου της 25ης Σεπτεμβρίου 1984, 117/83, Könecke, Συλλογή 1984, σ. 3291, σκέψη 11). II

24 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 69 Πάντως, από την αρχή της νομιμότητας δεν μπορεί να συναχθεί η απαγόρευση δημοσιεύσεως των πράξεων που εκδίδουν τα κοινοτικά όργανα όταν η δημοσίευση αυτή δεν προβλέπεται ρητώς στις συνθήκες ή σε άλλη πράξη γενικής ισχύος. Στο παρόν στάδιο του κοινοτικού δικαίου, η απαγόρευση αυτή δεν συμβιβάζεται με το άρθρο 1 ΕΕ, σύμφωνα με το οποίο, εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, «οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοικτά». Η εν λόγω αρχή αντανακλάται στο άρθρο 255 ΕΚ, το οποίο διασφαλίζει στους πολίτες, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα των κοινοτικών οργάνων. Εξάλλου, εκφράζεται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 254 ΕΚ, το οποίο εξαρτά την έναρξη ισχύος ορισμένων πράξεων των θεσμικών οργάνων από τη δημοσίευση τους, και από πολλές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου οι οποίες, όπως το άρθρο 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 17, υποχρεώνουν τα κοινοτικά όργανα να κοινοποιούν, στο κοινό, τις δραστηριότητες τους. Σύμφωνα με την εν λόγω αρχή, και ελλείψει διατάξεων που επιβάλλουν ή απαγορεύουν ρητώς τη δημοσίευση, η δυνατότητα των θεσμικών οργάνων να κοινοποιούν τις πράξεις που εκδίδουν είναι ο κανόνας, από τον οποίο υπάρχουν εξαιρέσεις καθόσον το κοινοτικό δίκαιο, ιδίως μέσω διατάξεων που διασφαλίζουν την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου, απαγορεύει τη δημοσιοποίηση των εν λόγω πράξεων ή ορισμένων πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνουν οι πράξεις αυτές. 70 Στο πλαίσιο αυτό, διευκρινίζεται ότι ούτε το άρθρο 287 ΕΚ ούτε ο κανονισμός 17 επισημαίνουν ρητώς ποια πληροφοριακά στοιχεία, πλην των επιχειρηματικών απορρήτων, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο. Αντίθετα προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, από το άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 δεν μπορεί να συναχθεί ότι τούτο συμβαίνει στην περίπτωση όλων των πληροφοριακών στοιχείων που συλλέγονται κατ' εφαρμογήν του εν λόγω κανονισμού, πλην αυτών, η δημοσίευση των οποίων είναι υποχρεωτική δυνάμει του άρθρου 21. Πράγματι, όπως το άρθρο 287 ΕΚ, το άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 17, το οποίο θέτει σε εφαρμογή την εν λόγω διάταξη της Συνθήκης στον τομέα των κανόνων του ανταγωνισμού που εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις, απαγορεύει μόνον τη δημοσίευση πληροφοριών «οι οποίες, λόγω της φύσεως τους, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο». 71 Καταρχάς, για να εμπίπτουν στο επαγγελματικό απόρρητο τα πληροφοριακά στοιχεία, λόγω της φύσεως τους, απαιτείται να είναι γνωστά σε περιορισμένο αριθμό προσώπων. Στη συνέχεια, πρέπει να πρόκειται για πληροφοριακά στοιχεία η δημοσίευση των οποίων μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ζημία στο πρόσωπο που τα II

25 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ προσκόμισε ή σε τρίτους. Τέλος, τα συμφέροντα που μπορεί να θιγούν από τη δημοσίευση της πληροφορίας απαιτείται να είναι αντικειμενικώς άξια προστασίας. Η εκτίμηση του απορρήτου χαρακτήρα μιας πληροφορίας απαιτεί έτσι τη στάθμιση μεταξύ των νομίμων συμφερόντων που απαγορεύουν τη δημοσίευση της και του γενικού συμφέροντος σύμφωνα με το οποίο οι δραστηριότητες των κοινοτικών οργάνων διεξάγονται όσο το δυνατόν πιο ανοικτά. 72 Στάθμιση του γενικού συμφέροντος για τη διαφάνεια της κοινοτικής δράσεως και των ενδεχομένως αντιτιθεμένων συμφερόντων πραγματοποιήθηκε από τον κοινοτικό νομοθέτη με διάφορες πράξεις του παραγώγου δικαίου, μεταξύ άλλων, με τον κανονισμό 45/2001 και τον κανονισμό (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145, σ. 43). Μολονότι είναι αληθές ότι η έννοια του «επαγγελματικού απορρήτου» εμπίπτει στο πρωτογενές δίκαιο καθόσον περιλαμβάνεται στο άρθρο 287 ΕΚ και το παράγωγο δίκαιο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να τροποποιήσει τις διατάξεις της Συνθήκης, η ερμηνεία της Συνθήκης εκ μέρους του κοινοτικού νομοθέτη ως προς ζήτημα το οποίο δεν ρυθμίζεται ρητώς συνιστά παρ' όλ' αυτά σημαντική ένδειξη του τρόπου με τον οποίον πρέπει να γίνει αντιληπτή μια διάταξη (προτάσεις του δικαστή Μ. Kirschner, εκτελούντα χρέη γενικού εισαγγελέα στην απόφαση του Πρωτοδικείου της 10ης Ιουλίου 1990, Τ-51/89, Tetra Pak κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, σ. ΙΙ-309, ΙΙ-312, σκέψη 34). 73 Προστίθεται ότι, μολονότι στην αιτιολογική σκέψη 9 της αποφάσεως 2001/462 γίνεται μνεία του κανονισμού 45/2001 (βλ. σκέψεις 32 και 33 ανωτέρω), η αιτιολογική σκέψη 10 προβλέπει ότι «η παρούσα απόφαση δεν πρέπει να θίγει τους γενικούς όρους περί χορήγησης ή απαγόρευσης της πρόσβασης στα έγγραφα της Επιτροπής». Εκδίδοντας την εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή δεν σκοπούσε επομένως ούτε να περιορίσει ούτε να επεκτείνει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες το κοινό μπορεί να έχει πρόσβαση σε έγγραφα που αφορούν την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού και των πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνουν, σε σχέση με όσα προβλέπονται στους εν λόγω κανονισμούς. 74 Επομένως, καθόσον αυτές οι διατάξεις του παραγώγου δικαίου απαγορεύουν την αποκάλυψη πληροφοριακών στοιχείων στο κοινό ή αποκλείουν την πρόσβαση του II

26 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ Τ-198/03 κοινού σε έγγραφα που τα περιλαμβάνουν, πρέπει να θεωρηθεί ότι τα εν λόγω πληροφοριακά στοιχεία καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο. Αντιθέτως, καθόσον το κοινό έχει δικαίωμα προσβάσεως σε έγγραφα που περιλαμβάνουν ορισμένα πληροφοριακά στοιχεία, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι τα εν λόγω πληροφοριακά στοιχεία καλύπτονται, ως εκ της φύσεως τους, από το επαγγελματικό απόρρητο. 75 Όσον αφορά τη δημοσίευση των αποφάσεων που η Επιτροπή λαμβάνει κατ' εφαρμογήν του άρθρου 17, από τα προηγούμενα προκύπτει ότι το άρθρο 20 του κανονισμού 17 απαγορεύει, πέραν της δημοσιεύσεως των επιχειρηματικών απορρήτων, τη δημοσίευση ιδίως πληροφοριακών στοιχείων που εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του δικαιώματος προσβάσεως σε έγγραφα του άρθρου 4 του κανονισμού 1049/2001 ή τα οποία προστατεύονται δυνάμει άλλων κανόνων του παραγώγου δικαίου, όπως ο κανονισμός 45/2001. Αντιθέτως, το άρθρο αυτό δεν απαγορεύει τη δημοσίευση πληροφοριακών στοιχείων, των οποίων το κοινό δικαιούται να λάβει γνώση μέσω του δικαιώματος προσβάσεως σε έγγραφα. 76 Στη συνέχεια, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 21, παράγραφος 1, του κανονισμού 17 επιβάλλει στην Επιτροπή την υποχρέωση δημοσιεύσεως των αποφάσεων της που έχουν ληφθεί κατ' εφαρμογήν των άρθρων 2, 3, 6, 7 και 8 του εν λόγω κανονισμού. Λαμβανομένων υπόψη των προηγουμένων σκέψεων, το άρθρο 21, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι περιορίζει την υποχρέωση αυτή στη μνεία των ενδιαφερομένων μερών και του «ουσιώδους τμήματος» των εν λόγω αποφάσεων προς διευκόλυνση του καθήκοντος της Επιτροπής να πληροφορεί το κοινό για τις αποφάσεις της, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των γλωσσικών δυσχερειών που συνδέονται με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα. Αντιθέτως, η διάταξη αυτή δεν περιορίζει τη δυνατότητα της Επιτροπής, αν το κρίνει σκόπιμο και αν οι πόροι της το επιτρέπουν, να δημοσιεύσει το πλήρες κείμενο των εν λόγω αποφάσεων, με την επιφύλαξη της τηρήσεως του επαγγελματικού απορρήτου όπως έχει καθορισθεί ανωτέρω. 77 Επομένως, μολονότι επιβάλλεται στην Επιτροπή η γενική υποχρέωση να δημοσιεύει μόνον τα μη απόρρητα κείμενα των αποφάσεων της, δεν είναι αναγκαίο, για τη διασφάλιση της τηρήσεως της υποχρεώσεως αυτής, το άρθρο 21, παράγραφος 2, να II

27 BANK AUSTRIA CREDITANSTALT κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι χορηγεί συγκεκριμένο δικαίωμα στους αποδέκτες των αποφάσεων που εκδίδονται βάσει των άρθρων 2, 3, 6, 7 και 8 του κανονισμού 17, το οποίο τους επιτρέπει να αντικρούουν τη δημοσίευση εκ μέρους της Επιτροπής στην Επίσημη Εφημερίδα (και, ενδεχομένως, και στην ιστοσελίδα του εν λόγω οργάνου στο Διαδίκτυο) πληροφοριακών στοιχείων τα οποία, αν και δεν είναι απόρρητα, δεν είναι «ουσιώδη» για την κατανόηση του διατακτικού των εν λόγω αποφάσεων. 78 Περαιτέρω, το συμφέρον μιας επιχειρήσεως, στην οποία η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο για παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού, να μη δημοσιευτούν στο κοινό λεπτομέρειες της προσαπτομένης συμπεριφοράς που αποτελεί παράβαση, δεν τυγχάνει καμίας ιδιαίτερης προστασίας, λαμβανομένου υπόψη του συμφέροντος του κοινού να γνωρίζει το ευρύτερο δυνατόν τους λόγους κάθε πράξεως της Επιτροπής, του συμφέροντος των επιχειρηματιών να γνωρίζουν ποια είναι η συμπεριφορά για την οποία μπορεί να τους επιβληθούν κυρώσεις και το συμφέρον των προσώπων που θίγονται από την παράβαση να γνωρίζουν τις λεπτομέρειες της προκειμένου να επικαλεσθούν, ενδεχομένως, τα δικαιώματά τους κατά των επιχειρήσεων στις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις και ενόψει της δυνατότητας που έχει η εν λόγω επιχείρηση να υποβάλει την απόφαση αυτή σε δικαστικό έλεγχο. 79 Συνεπώς, το άρθρο 21, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 δεν σκοπεί να περιορίσει την ελευθερία της Επιτροπής να δημοσιεύει εκουσίως πληρέστερο κείμενο της αποφάσεως της από το κείμενο που τουλάχιστον απαιτείται και να περιλαμβάνει στο κείμενο αυτό και πληροφοριακά στοιχεία των οποίων δεν απαιτείται η δημοσίευση, καθόσον η δημοσίευση των στοιχείων αυτών δεν είναι ασυμβίβαστη με την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου. 80 Επομένως, ο παρών λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί χωρίς να χρειάζεται το Πρωτοδικείο να αποφανθεί επί του παραδεκτού του. II

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων Ανταγωνισμός Ελεγκτικές εξουσίες

Διαβάστε περισσότερα

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 13ης Μαρτίου 2003 Υπόθεση Τ-166/02 José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Υπάλληλοι - Απόφαση περί κινήσεως πειθαρχικής διαδικασίας

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 17.12.2016 L 344/83 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2295 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16ης Δεκεμβρίου 2016 για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ,

Διαβάστε περισσότερα

Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 17ης Σεπτεμβρίου 2003 Υπόθεση Τ-233/02 Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως «Υπάλληλοι - Προσφυγή ακυρώσεως - Γενικός

Διαβάστε περισσότερα

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Σεπτεμβρίου 2000 Υπόθεση Τ-259/97 Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Υπάλληλοι - Καθήκον πίστεως και αξιοπρεπούς ασκήσεως του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1302/2008, της Estelle Garnier, γαλλικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Compagnie des avoués près la Cour

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * Στην υπόθεση 45/86, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Peter Gilsdorf, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ L 230/56 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 30.6.2004 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 3ης Ιουνίου 2004 σχετικά με τους όρους και τις λεπτομέρειες διεξαγωγής

Διαβάστε περισσότερα

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική Ν. 2522/8-9-97 (ΦΕΚ-178 Α') : Δικαστική προστασία κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης συμβάσεως δημόσιων έργων, κρατικών προμηθειών και υπηρεσιών σύμφωνα με την οδηγία 89/665 ΕΟΚ 'Αρθρο 1 : Πεδίο

Διαβάστε περισσότερα

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 7ης Ιουλίου 1976 Στην υπόθεση, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του PRETORE του Μιλάνου προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 * GEDDES κατά ΓΕΕΑ (NURSERYROOM) ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 * Στην υπόθεση Τ-173/03, Anne Geddes, κάτοικος Ώκλαντ (Νέα Ζηλανδία), εκπροσωπούμενη από τον G. Farrington,

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 320/40 ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/1996 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Δεκεμβρίου 2018 για τη θέσπιση εσωτερικών κανόνων σχετικά με την παροχή πληροφοριών στα υποκείμενα των δεδομένων και τον περιορισμό ορισμένων δικαιωμάτων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * SKATTEMINISTERIET/ HENRIKSEN ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 * Στην υπόθεση 173/88, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του δανικού Højesteret προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción

Διαβάστε περισσότερα

III ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

III ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ C 374/2 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 4.12.2012 III (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 6ης Νοεμβρίου

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ 3.2.2015 L 27/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/159 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 27ης Ιανουαρίου 2015 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 28.11.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0824/2008, του Kroum Kroumov, βουλγαρικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 16 υπογραφές, σχετικά με

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

Τροποποίηση του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τις κοινοβουλευτικές ερωτήσεις

Τροποποίηση του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τις κοινοβουλευτικές ερωτήσεις P7_TA(2014)0408 Τροποποίηση του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τις κοινοβουλευτικές ερωτήσεις Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 12. 2. 1987 - ΥΠΟΘΕΣΗ 221/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * Στην υπόθεση 221/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jacques Delmoly, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Μαρτίου 2002 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Μη προσχώρηση εμπροθέσμως στη Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (Πράξη των Παρισίων

Διαβάστε περισσότερα

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010 EL ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 30ής Απριλίου 2010 σχετικά µε σχέδιο νόµου για την αποκατάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης και την αντιµετώπιση της φοροδιαφυγής (CON/2010/36) Εισαγωγή και

Διαβάστε περισσότερα

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ Αριθ L 401/28 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 30 12 89 ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Διαβάστε περισσότερα

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/> ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 8ης Ιουνίου 1971* Στην υπόθεση 78/70, η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Hanseatisches Oberlandesgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 30.01.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 835/2002, του Χρήστου Πετράκου, ελληνικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 1 ακόμη υπογραφή, σχετικά

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από την την PLAUMANN ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΟΚ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 1963* Στην υπόθεση 25/62, Plaumann & Co., Αμβούργο, εκπροσωπούμενη από την Harald Ditges, δικηγόρο Κολωνίας, με αντίκλητο στο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0846/2006, του Tomasz Grzybkowski, πολωνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της δικηγορικής εταιρείας «Adwokacka

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2275(INI)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2275(INI) ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 11.9.2012 2011/2275(INI) ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με την 28η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (2010) (2011/2275(INI))

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 10.1.2012 COM(2011) 938 τελικό 2011/0465 (COD)C7-0010/12 Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004 Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004 Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004 Ο Επίτροπος Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, ασκώντας τις

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας: Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων:

ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας: Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων: ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ Η δήλωση αυτή αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο ερευνών για κρατικές ενισχύσεις που διενεργεί η Επιτροπή και άσκησης συναφών καθηκόντων προς το κοινό

Διαβάστε περισσότερα

Υπόθεση 206/89 R. S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Υπόθεση 206/89 R. S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Υπόθεση 206/89 R S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Αίτηση αναστολής εκτελέσεως» Διάταξη του προέδρου του δευτέρου τμήματος του Δικαστηρίου της 31ης Ιουλίου 1989 2843 Περίληψη της Διατάξεως Αιαάικαοία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα, 11/04/2014 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 750 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 -

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΜΗΜΑ Β2 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 ««««««««««««Επιτροπή Αναφορών 2009 13 Δεκεμβρίου 2004 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Αναφορά αριθ. 376/2000 του κ. Αλεξάνδρου Βασιλείου, έλληνα υπηκόου, συνοδευόμενη από 56 υπογραφές,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 16.12.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0171/2012, του Klaus Träger, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με διαφορετικές προθεσμίες παραγραφής στην

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 18.7.2016 COM(2016) 460 final 2016/0218 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύναψη της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ. Από 26/6/2017

ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ. Από 26/6/2017 Άρθρο 127,345 1 και 379 7,8 Ν.4412/16 όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθ. 50 Ν.4446/16, το άρθ. 54 παρ. 2 Ν.4465/17 και το αρθ. 47 παρ. 17 Ν.4472/17. ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ Από 26/6/2017 Ένσταση άρθρου 127 Ν.4412/16

Διαβάστε περισσότερα

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Ν. 55(Ι)/2018 Αρ. 4656, 13.6.2018 Ο περί της Εφαρμογής του Κανονισμού (Ε.Ε.) αριθ. 910/2014, σχετικά με την Ηλεκτρονική Ταυτοποίηση και τις Υπηρεσίες Εμπιστοσύνης για τις Ηλεκτρονικές Συναλλαγές

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 26.10.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1374/2002, Αναφορά 1374/2002, του Πέτρου Τσελεπίδη, ελληνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος του «Συλλόγου Εισαγωγέων

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ Προοίμιο. Για σκοπούς εφαρμογής των πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο: Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ: L 31, 1.2.2002, σ. 1. ΕΕ: L 100, 8.4.2006,

Διαβάστε περισσότερα

της 3ης Απριλίου 1968*

της 3ης Απριλίου 1968* ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3.4.1968 ΥΠΟΘΕΣΗ 28/67 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Απριλίου 1968* Στην υπόθεση 28/67, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof (Ομοσπονδιακού φορολογικού δικαστηρίου) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. L 329/34 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκων Κοινοτήτων 30. 12. 93 ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 6ης Δεκεμβρίου 1993 για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι

Διαβάστε περισσότερα

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important Avis juridique important 31987L0344 Οδηγία 87/344/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1987 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την ασφάλιση νομικής προστασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 * Στην υπόθεση C-359/93, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Η. van Lier, νομικό σύμβουλο, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 17.12.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0230/2006, του Michael Reichart, αυστριακής ιθαγένειας, σχετικά με την αναγνώριση ιατρικής εκπαίδευσης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα 5.10.15 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 4123 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 14. 4. 1994 ΥΠΟΘΕΣΗ C-389/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * Στην υπόθεση C-389/92, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State von België προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΆΡΘΡΟ 1 ΣΚΟΠΟΣ. (άρθρο 1 και άρθρο 12 της οδηγίας)

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΆΡΘΡΟ 1 ΣΚΟΠΟΣ. (άρθρο 1 και άρθρο 12 της οδηγίας) ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΟΔΗΓΙΑΣ 2010/41/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 7 Ης ΙΟΥΛΙΟΥ 2010 Για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΜΗΜΑ Β2 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 210 9578520 ΦΑΞ : 210

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 * Στην υπόθεση C-333/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του γαλλικού Conseil d'état προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0017/2015

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0017/2015 ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Έγγραφο συνόδου 22.4.2015 A8-0017/2015/err01 ΠΡΟΣΘΗΚΗ στην έκθεση σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για ορισμένες διαδικασίες

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ 10.1.2019 L 8 I/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2019/26 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 8ης Ιανουαρίου 2019 για τη συμπλήρωση της ενωσιακής νομοθεσίας περί εγκρίσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 12 Ιουνίου 2008 (OR. fr) 10010/08 225 COUR 25 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου 10010/08 DE/ap ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Ο διαγωνισμός της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης προϋποθέτει, ως γνωστόν, συνδυασμό συνδυαστικής γνώσης της εξεταστέας ύλης και θεμάτων πολιτικής και οικονομικής επικαιρότητας. Tα Πανεπιστημιακά Φροντιστήρια

Διαβάστε περισσότερα

Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64)

Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη του Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (άρθρο 64) Γνώμη 10/2018 σχετικά με το σχέδιο καταλόγου της αρμόδιας εποπτικής αρχής της Ουγγαρίας για τις πράξεις επεξεργασίας που υπόκεινται στην απαίτηση για

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 1ης Δεκεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού (2009/882/ΕΕ)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 1ης Δεκεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού (2009/882/ΕΕ) 2.12.2009 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 315/51 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 1ης Δεκεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού (2009/882/ΕΕ) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΕΞΕΔΩΣΕ

Διαβάστε περισσότερα

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

της 10ης Δεκεμβρίου 1968* ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 10ης Δεκεμβρίου 1968* Στην υπόθεση 7/68, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσφεύγουσα, εκπροσωπούμενη από τον νομικό της σύμβουλο Armando Toledano,

Διαβάστε περισσότερα

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων P6_TA(2006)0108 Νοµικά επαγγέλµατα Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έχοντας

Διαβάστε περισσότερα

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 166 της 11.6.1998 ΟΔΗΓΙΑ 98/27/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 19ΗΣ ΜΑΪΟΥ 1998 ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΓΩΓΩΝ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΩΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 28ης Απριλίου 1977* Στην υπόθεση 71/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel de Paris προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης

Διαβάστε περισσότερα

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 20.12.2012 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1219/2012 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2012 που αφορά τη θέσπιση μεταβατικών ρυθμίσεων

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΖΩΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ (ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΜΕΤΑΞΥ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004 Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 123/16 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/752 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 29ης Απριλίου 2015 για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * UNITRON SCANDINAVIA και 3-S ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-275/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Klagenævnet for Udbud (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ'

Διαβάστε περισσότερα

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 112 I Έκδοση στην ελληνική γλώσσα Νομοθεσία 62o έτος 26 Απριλίου 2019 Περιεχόμενα II Μη νομοθετικές πράξεις ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ Απόφαση της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 03/07/2017 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 3661 ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ : Α2 Επανεξέτασης Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α3 ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176

Διαβάστε περισσότερα

Δημοσιευμένη στην Επετηρίδα Δικαίου Προσφύγων και Αλλοδαπών 2003, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα. Κομοτηνή.

Δημοσιευμένη στην Επετηρίδα Δικαίου Προσφύγων και Αλλοδαπών 2003, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα. Κομοτηνή. Υπόθεση Karakurt κατά Αυστρίας της 29.4.2002 1 Ανακοίνωση 965/2000 Δικαίωμα των αλλοδαπών εργαζομένων να εκλέγονται στα συμβούλια εργαζομένων νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου Ισότητα ημεδαπών και αλλοδαπών

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 19.6.2014 L 179/17 ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 664//2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 18ης Δεκεμβρίου 2013 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-228/99 και Τ-233/99

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-228/99 και Τ-233/99 Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-228/99 και Τ-233/99 Westdeutsche Landesbank Girozentrale και Land Nordrhein-Westfalen κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Κρατικές ενισχύσεις Αναρμοδιότητα της Επιτροπής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 3 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 3 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ Αριθμός απόφασης: A344/2018 Η ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ 3 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Συνήλθε στην έδρα της στις 02 Αυγούστου Ιουνίου 2018 με την εξής σύνθεση: Μιχαήλ Οικονόμου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (Α.Ε.Π.Π.)

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (Α.Ε.Π.Π.) Η ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (Α.Ε.Π.Π.) 5 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Συνήλθε στην έδρα της, στις 27.11.2017 με την εξής σύνθεση: Κωνσταντίνος Κορομπέλης, Πρόεδρος, Μαρία Μανδράκη

Διαβάστε περισσότερα

Η άποψη του Δικαστηρίου

Η άποψη του Δικαστηρίου ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 228 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ Η άποψη του Δικαστηρίου Επί του παραδεκτού της αιτήσεως γνωμοδοτήσεως 1 Η Ιρλανδική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 204-209 ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ P8_TA(206)0260 Επικύρωση και προσχώρηση στο πρωτόκολλο του 200 της σύμβασης επικινδύνων και επιβλαβών ουσιών με εξαίρεση τις πτυχές δικαστικής συνεργασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΙΤΑΛΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 118/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Sergio Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο

Διαβάστε περισσότερα

PE-CONS 17/1/15 REV 1 EL

PE-CONS 17/1/15 REV 1 EL EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Στρασβούργο, 9 Ιουνίου 2015 (OR. en) 2014/0206 (COD) LEX 1613 PE-CONS 17/1/15 REV 1 CODIF 45 ECO 38 INST 92 MI 188 CODEC 406 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 4ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 4ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ Η ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ 4ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Συνήλθε στην έδρα της στις 2 Ιανουαρίου 2018 με την εξής σύνθεση: Ιωάννης Κίτσος, Πρόεδρος, Χρυσάνθη Χαραλαμποπούλου,

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4076, 17/3/2006

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4076, 17/3/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΘΕΤΙΚΩΝ ΤΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ (ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ, ΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΕΩΣ) ΝΟΜΟΥΣ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: Συνοπτικός τίτλος. 13(Ι) του 1993

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/2076(INI)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/2076(INI) ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 18.6.2010 2010/2076(INI) ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με την 26 η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (2008) (2010/2076(INI))

Διαβάστε περισσότερα

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001, κατ' DUYN ΚΑΤΑ HOME OFFICE ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * της 4ης Δεκεμβρίου 1974 Στην υπόθεση 41/74, που έχει ως αντικείμενο αίτηση προς το Δικαστήριο, εφαρμογή του άρθρου 177 της συνθήκης ΕΟΚ, από την Chancery

Διαβάστε περισσότερα

PE-CONS 56/1/16 REV 1 EL

PE-CONS 56/1/16 REV 1 EL EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Στρασβούργο, 15 Φεβρουαρίου 2017 (OR. en) 2016/0218 (COD) LEX 1718 PE-CONS 56/1/16 REV 1 COWEB 151 WTO 354 CODEC 1855 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3. 6. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 307/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * Στην υπόθεση 307/84, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Στρασβούργο, 11.3.2014 COM(2014) 158 final ANNEXES 1 to 2 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση

Διαβάστε περισσότερα

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 120/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Φραγκφούρτης επί του Μάιν προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 2138/2016 [Αποκατάσταση ΧΑΔΑ στις Σπέτσες]

ΣτΕ 2138/2016 [Αποκατάσταση ΧΑΔΑ στις Σπέτσες] ΣτΕ 2138/2016 [Αποκατάσταση ΧΑΔΑ στις Σπέτσες] Περίληψη -Η ανεξέλεγκτη απόρριψη αστικών αποβλήτων απαγορεύεται και οι αρμόδιες υπηρεσίες πρέπει να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διακοπή λειτουργίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 5. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-3/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-3/88, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Guido Berardis, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 210 9578520 ΦΑΞ : 210

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V. Άρθρο 44. Γενικές αρχές για διαβιβάσεις

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V. Άρθρο 44. Γενικές αρχές για διαβιβάσεις ΚΕΦΑΛΑΙΟ V Διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς Άρθρο 44 Γενικές αρχές για διαβιβάσεις Κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται

Διαβάστε περισσότερα

A8-0361/ Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης ΕΕ-Kοσσυφοπεδίου: διαδικασίες για την εφαρμογή της

A8-0361/ Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης ΕΕ-Kοσσυφοπεδίου: διαδικασίες για την εφαρμογή της 11.1.2017 A8-0361/ 001-003 ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 001-003 κατάθεση: Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου Έκθεση Adam Szejnfeld A8-0361/2016 Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης ΕΕ-Kοσσυφοπεδίου: διαδικασίες για την εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 30. 3. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-168/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 * Στην υπόθεση C-168/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Amtsgericht Tübingen (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III. Δικαιώματά του υποκειμένου των δεδομένων. Τμήμα 1. Διαφάνεια και ρυθμίσεις. Άρθρο 12

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III. Δικαιώματά του υποκειμένου των δεδομένων. Τμήμα 1. Διαφάνεια και ρυθμίσεις. Άρθρο 12 ΚΕΦΑΛΑΙΟ III Δικαιώματά του υποκειμένου των δεδομένων Τμήμα 1 Διαφάνεια και ρυθμίσεις Άρθρο 12 Διαφανής ενημέρωση, ανακοίνωση και ρυθμίσεις για την άσκηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Καλλιθέα 21/04/2015 ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 1662 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 -

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ Καλλιθέα 7/01/2016 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Αριθμός απόφασης: 12 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Επιτροπή Αναφορών 28.2.2015 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1032/2010, του Manuel Altemir Mergelina, ισπανικής ιθαγένειας, σχετικά με τη διακριτική μεταχείριση που

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση ΠΗΓΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ & ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : Γεώργιος Κ. Πατρίκιος, Δικηγόρος, LL.M., Υπ. Δ.Ν. Η ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΕ Η έννομη προστασία

Διαβάστε περισσότερα

KAJI. 328/ Εξουσία του Επιτρόπου προς είσοδο και έρευνα. Διαδικασία εισόδου και έρευνας και επιβολή διοικητικού προστίμου.

KAJI. 328/ Εξουσία του Επιτρόπου προς είσοδο και έρευνα. Διαδικασία εισόδου και έρευνας και επιβολή διοικητικού προστίμου. Ε.Ε. Παρ. III(I) 1943 Κ.Δ.Π. 328/2003 Αρ. 3707, 24.4.2003 Αριθμός 328 Οι περί Συλλογής Πληροφοριών και Επιβολής Διοικητικών Προστίμων Κανονισμοί του 2003, οι οποίοι εκδόθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο

Διαβάστε περισσότερα