Νομολογία 1549/1993 Άρειος Πάγος



Σχετικά έγγραφα
ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση]

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

ΙΔΡΥΣΗ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ

ΣτΕ 2456/2012. των: α)... και β)..., κατοίκων..., οι οποίοι παρέστησαν με το δικηγόρο Σ. Σδούκο (Α.Μ. 9900), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΣτΕ 1922/2017 [Νόμιμος καθορισμός αιγιαλού, παραλίας, παλαιού αιγιαλού]

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Δ Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ι Κ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Υ Ε - Γ Κ Α Ρ Υ Δ Η

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

ΣτΕ 4439/2012. του..., κατοίκου Πειραιά (...), ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Ελ. Καναβάκη (Α.Μ ), που την διόρισε με πληρεξούσιο,

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

Απόφαση ικαστηρίου 10 Σεπτεµβρίου 2002 Θεσσαλονίκη. Κατά πλειοψηφία αποφαίνεται το δικαστήριο ότι πρόκειται για παράβαση των άρθρων 1

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

ΣτΕ 1383/2012. κατά των:α)... και β)..., κατοίκων..., τακτικών δημοτικών συμβούλων, στις ως άνω δημοτικές εκλογές, οι οποίοι δεν παρέστησαν.

ΣτΕ 2302/2011. κατά του..., κατοίκου Βάρης Αττικής (...), ο οποίος δεν παρέστη.

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΣτΕ 2754/2016 [Ειδική αποζημίωση διατήρησης αυθαιρέτου σε αναδασωτέα έκταση]

ΣτΕ 1112/2017 [Έναρξη προθεσμίας αιτήσεως ακυρώσεως κατά ΑΕΠΟ μετά το ν. 4014/2011]

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Άρειος Πάγος Δ Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1745/2007

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟ. ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ (Περί ισχύος προσωρινής διαταγής επί αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων από συμβασιούχους)

Απόφαση 162 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 162/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

ΣτΕ 1393/2016 [Ενιαίο πρόστιμο για περισσότερες περιβαλλοντικές παραβάσεις]

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΑΠ 296/2001

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΣτΕ 673/2017 [Μη ύπαρξη νομολογίας ως προς τον εύλογο χρόνο διατήρησης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

Αριθμός 73(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Του αναιρεσείοντος:..., κατοίκου..., ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Έλλη Ρούσσου.

ΣτΕ 3353/2004. του..., κατοίκου..., οδός..., ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Δημ. Μητρόπουλο (Α.Μ ) που τον διόρισε με πληρεξούσιο

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Νομολογία 75/1998 Άρειος Πάγος

Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ

Σ 5, 12, 20.1 / ΕΣΔΑ (ν.δ. 53/1974) 6.1 / ΑΚ 34, 35, 61, 107 / ΚΠολΔ 62 & 68 / α.ν. 1022/1946 άρθρο 4.7 Ικανότητα διαδίκου.

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

ΕΔΔΑ, απόφαση της , Τουρκική Ένωση Ξάνθης και λοιποί κατά Ελλάδας [Ελευθερία συνένωσης και εθνικές μειονότητες]

Αριθμός απόφασης 2/2013

Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων από την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

670/2012 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Ο

Α. ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΥΛΗΣ

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΑΠΟΦΑΣΗ 945 / 2009 (Αριθ. καταθ. κλήσεως 1381/ ). (Αριθ. καταθ. αιτήσεως 701/ ). ΤΟ ΝΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις παραγράφους και στις σελίδες, όπου ενδείκνυται)

Newsletter 01-02/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

ΣτΕ 897/2010. του..., κατοίκου Ν. Επιδαύρου Ν. Αργολίδας, ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Πέτρο Τσαντίλα (Α.Μ ) που τον διόρισε στο ακροατήριο,

Απόφαση υπ αριθ. 1927/2014 του Γ Πολιτικού Τμήματος του ΑΠ

της δίωξης ή στην αθώωση.

ΣτΕ 2471/2012. του..., κατοίκου... (...), ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο Λουκά Πιτσιλό (Α.Μ ), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ (ΠΟΓΕΔΥ) ΓΕΩΠΟΝΟΙ ΔΑΣΟΛΟΓΟΙ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΙ ΙΧΘΥΟΛΟΓΟΙ - ΓΕΩΛΟΓΟΙ

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Της αναιρεσείουσας:..., κατοίκου..., την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μανώλης Φραντζεσκάκης.

Newsletter 11-12/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

5419/16 εγκρίθηκε από την ΕΜΑ, 2ο τμήμα, στις Οι δηλώσεις και/ή οι αιτιολογήσεις ψήφου επισυνάπτονται στο παρόν σημείωμα.

2. Σχετικά με τους ειδικευμένους Ιατρούς του Ε.Σ.Υ., οι οποίοι είναι Δημόσιοι Λειτουργοί, παρά τις θεωρητικές κατασκευές για τις ιδιαιτερότητες

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

Άρειος Πάγος 175/2013 Εργασία και έκτη ημέρα την εβδομάδα σε επιχειρήσεις με καθεστώς πενθήμερης εργασίας

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Αριθμός 24/2000 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β1 Πολιτικό Τμήμα

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρειος Πάγος ΥΠΕΡΩΡΙΑ & ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΠΡΟΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα,

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21 /2012

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1722/2010

Όταν οι εργαζόμενοι αυτοί διαμένουν και διατρέφονται στην οικία του εργοδότη, χαρακτηρίζονται ως οικόσιτοι οικιακοί μισθωτοί.

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

Transcript:

Νομολογία 1549/1993 Άρειος Πάγος Υπόθεση περί ελεύθερης ένωσης Σχολιασμός:Κουτσούκος Γεώργιος ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 1549.2993 (ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ) Ιστορικό Με την 287/1946 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ξάνθης αναγνωρίσθηκε το καθού η αίτηση και ήδη αναιρεσείον σωματείο με την επωνυμία "ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΝΩΣΙΣ ΞΑΝΘΗΣ" με έδρα την πόλη της Ξάνθης και ότι στο άρθρο 8 του καταστατικού του εν λόγω σωματείου, υπό τον τίτλο "ΣΚΟΠΟΣ" αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι "...σκοπός της ιδρύσεως της Τουρκικής Ενώσεως είναι όπως εργασθεί υπέρ της πνευματικής, σωματικής και ψυχικής διαπαιδαγωγήσεως των Τούρκων της Δυτικής Θράκης, να δημιουργήσει μεταξύ αυτών ειλικρινείς δεσμούς φιλίας και αλληλεγγύης και να συμβάλει εις την μεταξύ των Τούρκων της Δυτικής Θράκης διάδοση των πνευματικών, κοινωνικών και θρησκευτικών μεταρρυθμίσεων των προελθουσών εκ της Τουρκικής μεταπολιτεύσεως... ", 2) ότι ο ανωτέρω σκοπός είναι παράνομος και αντίθετος προς την ελληνική δημόσια τάξη ενόψει της αντιθέσεως με τις προαναφερόμενες συμβάσεις που υπογράφηκαν στην Λωζάνη αφού επιχειρείται απροκάλυπτα να εμφανισθεί η ύπαρξη στην Ελλάδα, (περιοχή Δυτικής Θράκης), εθνικής τουρκικής μειονότητας, ενώ μ' αυτές, (διεθνείς συμβάσεις), μόνο η ύπαρξη θρησκευτικής μουσουλμανικής μειονότητας αναγνωρίζεται στην εν λόγω περιοχή, 3) ότι η αναφορά στην τουρκική ταυτότητα δεν έχει την έννοια της απώτερης τουρκικής καταγωγής αλλά της ενεστώσας ιδιότητάς τους ως μελών υφιστάμενης στην Ελλάδα τουρκικής μειονότητας η οποία επιδιώκει την προώθηση εντός των ορίων της Ελληνικής Επικράτειας, πολιτειακών σκοπών ξένου κράτους και συγκεκριμένα της Τουρκίας, 4) ότι το αναιρεσείον με ενέργειές του, τις οποίες προδιορίζει, προσβάλλει εντόνως την ελληνική δημόσια τάξη και εθνική ασφάλεια, με την εμμονή του δε να έχει το επίθετο "Τουρκικός" στο όνομα της ένωσης, σε αντίθεση προς τις προαναφερόμενες συνθήκες όχι μόνο δεν συμβάλλει στην ειρηνική συμβίωση των πολιτών της περιοχής που είναι αναγκαία για το γενικό καλό και των δύο ελληνικών κοινοτήτων, μουσουλμανικής και χριστιανικής, αλλά εγείρει ανύπαρκτο μειονοτικό πρόβλημα "Τούρκων", 5) ότι αν ήθελε να υποδηλώσει μόνο την καταγωγή των μελών του με τη χρήση του όρου "Τουρκική Ενωση" θα μπορούσε να το πράξει καθιστώντας σαφέστερο προς αυτήν την κατεύθυνση το όνομα της Ενώσεως, ώστε να μη δημιουργείται καμία παραπλάνηση, 6) Ότι ενόψει των ανωτέρω η διάλυση του ήδη αναιρεσείοντος σωματείου είναι εναρμονισμένη προς το επιβαλλόμενο αναγκαίο μέτρο περιορισμού της σωματειακής ελευθερίας και τελεί σε σχέση αναλογίας μεταξύ των ανωτέρω παραβιάσεων του σωματείου και του σκοπού, στον οποίον η διάλυσή του αποβλέπει, λαμβανομένου κυρίως υπόψη ότι ο αιτών τη διάλυση και ήδη αναιρεσίβλητος Νομάρχης, ως εποπτεύουσα Αρχή, δεν δικαιούται, σύμφωνα με τα κρατούντα στη δημοκρατική και ευνομούμενη Ελληνική Πολιτεία, να έχει άλλο τρόποεπεμβάσεως στη λειτουργία του αναιρεσείοντος σωματείου από το να επιδιώξει τη διάλυσή του (άρθρο 105 ΑΚ), όπως έπραξε στην προκείμενη περίπτωση. Νομικό ζήτημα To νομικό ζήτημα, που τίθεται εδώ, είναι τα όρια στην άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης ένωσης προσώπων.

Απόφαση Με τη διάταξη του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος που ισχύει ορίζονται τα ακόλουθα: Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση τουκράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις των ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. Κατά την άποψη που επικράτησε στο Δικαστήριο αυτό η και με την παρατεθείσα διάταξη, με την οποία τίθενται οι γενικές αρχές, που διέπουν το σύστημα προστασίας των συνταγματικών δικαιωμάτων, όπως και οι κανόνες ερμηνείας των σχετικών με αυτά συνταγματικών διατάξεων, επιβαλλόμενη εναρμονισμένη προς το Σύνταγμα και ειδικότερα προς την αποτελούσα μέρος του διάταξη του άρθρου 12 παρ. 2, κατά την οποία το σωματείο δεν μπορεί να διαλυθεί για παράβαση του νόμου ή ουσιώδους διάταξης του καταστατικού, παρά μόνο με δικαστική απόφαση, ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 105 αριθ. 3 ΑΚ κατά την οποία με απόφαση του πρωτοδικείου (και ειδικότερα, κατ' άρθρο 740 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως ισχύει, του μονομελούς πρωτοδικείου), μπορεί να διαλυθεί το σωματείο και αν ο σκοπός ή η λειτουργία του έχουν καταστεί αντίθετοι προς τη δημόσια τάξη δημιουργεί ζήτημα με γενικότερο, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 563 παρ.2 περ. β' ΚΠολΔ ενδιαφέρον, αφού αφορά το συνταγματικό δικαίωμα της ελευθερίας της ένωσης στην οποία περιλαμβάνεται και αυτή της διατήρησής της, που από τη φύση του αλλά και από τη ρύθμιση του άρθρου 12 παρ.1 και 2 του Συντάγματος αφορά άγνωστο αριθμό πολλών περιπτώσεων. Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφαση απερρίφθη η από 20 Αυγούστου 1986 έφεση του αναιρεσείοντος κατά της υπ' αριθ. 36/1986 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ξάνθης, με την οποία διατάχθηκε η διάλυση του αιτούντος. Από τους λόγους της υπό κρίση αναίρεσης οι πρώτος δεύτερος, ως προς το κατ' εκτίμηση του δικογράφου της αναίρεσης πρώτο μέρος του, έκτος, όγδοος και δωδέκατος προσάπτουν κατά της προσβαλλόμενης απόφασης αιτίαση από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.1 ΚΠολΔ που συνίσταται σε παραβίαση με την προσβαλλόμενη απόφαση των διατάξεων (Α) κατά τους πρώτο και δεύτερο ως προς το ανωτέρω μέρος του (α) των άρθρων 12 παρ.1 του Συντάγματος και 11 της κυρωθείσης με το ν.δ. 53/1974 Ε.Σ.Δ.Α., που κατοχυρώνουν την ελευθερία της ένωσης και προσδιορίζουν τους περιορισμούς της ελευθερίας αυτής, που, κατά τη δεύτερη από της διατάξεις αυτές πρέπει να προβλέπονται από το νόμο και να αποτελούν "αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία" για (1) την εθνική ασφάλεια, (2) τη δημόσια ασφάλεια (3) την προάσπιση της τάξης (4) την πρόληψη του εγκλήματος (5) την προστασία της υγείας (6) την προάσπιση της ηθικής και (7) την προστασία των ελευθεριών τρίτων και (8) του άρθρου 105 αριθ. 3 ΑΚ. Β) Κατά τον έκτο τόσο των ανωτέρω άρθρων του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ όσο και των άρθρων 14 παρ.1 του Συντάγματος και 10 της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνουν την ελευθερία της έκφρασης (Γ) κατά τον όγδοο των άρθρων 5 παρ.1 και 9 παρ.1 του ΕΣΔΑ που προασπίζουν το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, που κατά το αναιρεσείον σωματείο περιλαμβάνει και το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των μελών του και (Δ) κατά το δωδέκατο το άρθρου 11 τόσο του Συντάγματος όσο και της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνουν η πρώτη την ελευθερία του συνέρχεσθαι και η δεύτερη και την ελευθερία αυτή. Με τους λόγους αυτούς της υπό κρίση αναίρεσης προβάλλεται τελικά από το αναιρεσείον αιτίαση κατά της προσβαλλόμενης απόφασης για τη νομιμότητα της διάλυσής του και συνακόλουθα την προσβολή της, όπως έχει εκτεθεί περιεχόμενης στην κατ' άρθρο 12 του Συντάγματος ελευθερία της ένωσης αυτής της διατήρησής της με αποτέλεσμα, σύμφωνα με τα ανωτέρω να δημιουργούνται, κατά την άποψη που επικράτησε στο Δικαστήριο αυτό ζητήματα με γενικότερο ενδιαφέρον αφού η κρίση επί των λόγων αυτών ενόψει του αντικειμένου της είναι επιδεκτική γενίκευσης σε άγνωστο αριθμό πολλών περιπτώσεων. Συνακόλουθα, επίσης κατά την άποψη που επικράτησε στο Δικαστήριο αυτό, πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 563 παρ.2 περ. β ΚΠολΔ και 23 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων, (ν.1756/1988), όπως το τελευταίο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 παρ.1 ν.2331/1995 και 3 παρ.6 του ν.2479/1997, να παραπεμφθούν οι ανωτέρω λόγοι της αναίρεσης για κρίση στην Τακτική Ολομέλεια του Δικαστηρίου αυτού (Ολ. ΑΠ 36/2002, ΑΠ 301/2002), ενόψει και του ότι η απόφαση ως προς τους ανωτέρω λόγους της αναιρέσεως λαμβάνεται με

πλειοψηφία μιας ψήφου. Κατά το άρθρο 12 παρ.2 του ισχύοντος Συντάγματος το σωματείο δεν μπορεί να διαλυθεί για παράβαση του νόμου ή ουσιώδους διάταξης του καταστατικού του, παρά μόνο με δικαστική απόφαση. Εξάλλου το άρθρο 105 αριθ.3 ΑΚ που είναι νόμος και εξειδικεύει τη γενικότερη διατύπωση του άρθρου 12 παρ.2 του Συντάγματος, προβλέπει τη διάλυση του σωματείου εάν ο σκοπός ή η λειτουργία του σωματείου έχουν καταστεί παράνομοι, ανήθικοι ή αντίθετοι στη δημόσια τάξη. Η ΑΚ 105 δεν παύει να είναι συγκεκριμένος νόμος και δεν αντίκειται στην ανωτέρω συνταγματική διάταξη εκ του ότι περιέχει ως λόγο διαλύσεως και την αντίθεση του κατά το καταστατικό σκοπού ή της λειτουργίας του σωματείου προς τη δημόσια τάξη, δηλονότι σε αόριστη νομική έννοια μεταβλητή, εξελισσόμενη με τη μεταβολή των κοινωνικών ιδεών και τις ιστορικές συνθήκες δεδομένης στιγμής και μη δυνάμενη συνεπώς αντικειμενικά να εξαντληθεί με νομοθετικές διατάξεις ενόψει και του γενικού και αφηρημένου του νόμου. Για την ανεύρεση των θεμελιακών αξιών που συνιστούν τη δημόσια τάξη, η οποία εκφράζει την πεμπτουσία του Συντάγματος και των νόμων, πρέπει να ανατρέξουμε στο ίδιο το Σύνταγμα το οποίο επίσης παραπέμπει στην έννοια της δημόσιας τάξης (βλ. άρθρ. 13 παρ.2 εδάφ. 2 και 18 παρ.3 του Συντάγματος). Έτσι σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση το δικαστήριο προκειμένου να κρίνει αν πρέπει να διαλυθεί ένα σωματείο όταν ο σκοπός ή η λειτουργία του είναι αντίθετος προς τη δημόσια τάξη, λαμβανόμενη με την έννοια της ΑΚ 33, πρέπει να προβαίνει σε εξειδίκευση της αόριστης νομικής έννοιας της δημόσιας τάξης λαμβάνοντας υπόψη διάφορα προσδιοριστικά στοιχεία και ειδικότερα ότι αυτή, (δημόσια τάξη), εκφράζει τις θεμελιώδεις αρχές που απηχούν τις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές, πολιτειακές, θρησκευτικές και άλλες αντιλήψεις που κρατούν στην Ελλάδα και διέπουν το βιοτικό, (έννομο), ρυθμό της χώρας. Αντίθεση προς τη δημόσια τάξη υπάρχει όταν προσβάλλονται οι αντιλήψεις αυτές και διαταράσσεται ο βιοτικός ρυθμός (Ολομ. ΑΠ 6/1990, 17/1999). Και το άρθρο 11 παρ.2 της ΕΣΔΑ διαλαμβάνει περιορισμούς της ελευθερίας συνενώσεως που απορρέουν από την εθνική ασφάλεια, τη δημόσια ασφάλεια και την προάσπιση της τάξεως, της υγείας και της ηθικής ή την προστασία των ελευθεριών των τρίτων, δηλαδή έννοιες γενικές που εμπεριέχονται στην έννοια της δημόσιας τάξεως και υπηρετούν τους ίδιους με αυτήν σκοπούς. Στην προκείμενη υπόθεση, το Εφετείο που δίκασε, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι η παρανομία του σκοπού και της λειτουργίας του αναιρεσείοντος σωματείου, σκοπούμενη από έποψη αντιθέσεως στις αναφερόμενες στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση διεθνείς συμβάσεις (άρθρο 2 της Συμβάσεως περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών, που υπογράφηκε στη Λωζάνη στις 30 Ιανουαρίου 1923 και άρθρο 45 της Σ. Ε. που υπογράφηκε επίσης στη Λωζάνη στις 24 Ιουλίου 1923) αλλά και στη δημόσια τάξη, συνιστά κατά την ΑΚ 105 αριθ.3 που τελεί σε αρμονία με τη διάταξη του άρθρου 12 παρ.2 του Συντάγματος, λόγο διαλύσεως αυτού. Κρίνοντας έτσι το Εφετείο, δεν παραβίασε, κατά τούτο, την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 105 αριθ.3 η οποία, (διάταξη), όπως ορθά επίσης έκρινε το Εφετείο, τελεί σε αρμονία με τη διάταξη του άρθρου 12 παρ.2 του Συντάγματος, γιατί είναι νόμος που εξειδικεύει τη γενικότερη διατύπωση της ανωτέρω συνταγματικής διατάξεως και δεν παύει να είναι συγκεκριμένος νόμος επειδή περιέχει την έννοια της δημόσιας τάξης. Επομένως, κατά τη γνώμη των μειοψηφούντων, εφόσον δεν υφίσταται θέμα αντιθέσεως της ΑΚ 105 αριθ.3 προς το άρθρο 12 παρ.2 του Συντάγματος ώστε να παρίσταται ανάγκη παραπομπής στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος ο πρώτος, κατά το πρώτο μέρος αυτού λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίον προβάλλεται αιτίαση από το άρθρο 559 αριθ.1 ΚΠολΔ για εσφαλμένη εφαρμογή, της διατάξεως του άρθρου 105 αριθ.3 ΑΚ, ως αντισυνταγματικής. 2. Ο πλουραλισμός και η δημοκρατία, από τη φύση των πραγμάτων, πρέπει να στηρίζονται σε ένα συμβιβασμό που απαιτεί, κατ' ανάγκην, αμοιβαίες υποχωρήσεις από άτομα και ενώσεις με διαφορετικές αντιλήψεις, ανεκτικότητα απέναντι σε όσους προβάλλουν μια ταυτότητα διαφορετική από εκείνη της πλειοψηφίας και συμβατότητα με τις θεμελιώδεις δημοκρατικές αρχές, αναγκαίο στοιχείο των οποίων είναι ο σεβασμός των νόμων. Το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι ειδικότερα, που αναμφίβολα αποτελεί μια βασική αρχή σε μια δημοκρατική κοινωνία καθώς και το δικαίωμα των προσώπων που ισχυρίζονται ότι ανήκουν σε μία μειονότητα να διακηρύσσουν και να προάγουν την ταυτότητα αυτή, τότε μόνο χαίρουν πλήρους προστασίας, όταν τα μέσα που χρησιμοποιούνται είναι νόμιμα και δημοκρατικά και δεν θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και την εθνική ασφάλεια. Τα ανωτέρω δικαιώματα πρέπει να κρίνονται και να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα των εγγυήσεων

και ελευθεριών που καθιερώνουν οι καταστατικοί χάρτες, το Σύνταγμα και οι διεθνείς συμβάσεις, που αποτελούν εσωτερικό δίκαιο, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 28 παρ.1 του Συντάγματος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσώπων που ισχυρίζονται ότι ανήκουν σε εθνικές μειονότητες, που βρίσκονται στην Ελλάδα, παρουσιάζει το άρθρο 3 της Σύμβασης-Πλαίσιο του ΣτΕ για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων, την οποία, (σύμβαση), έχει υπογράψει αλλά δεν έχει επικυρώσει ακόμη η Ελλάδα. Στο άρθρο 3 παρ.1 της συμβάσεως αυτής περιέχεται η γενική αρχή ότι κάθε άτομο που ανήκει σε εθνική μειονότητα έχει το δικαίωμα να επιλέγει ελεύθερα εάν θα αντιμετωπίζεται ή όχι βάσει αυτής του της ιδιότητας και καμία δυσμενής επίπτωση δεν μπορεί να προκύψει από την επιλογή αυτή ή από την άσκηση των συναφών δικαιωμάτων. Η διάταξη αυτή (άρθρο 3) που φαίνεται, με την πρώτη εντύπωση, ότι κινείται στα πλαίσια του άρθρου 32 του κειμένου της Κοπεγχάγης της ΔΑΣΕ ανεξάρτητα του ότι δεν αποτελεί, επί του παρόντος, δεσμευτικό κείμενο, δεν κατοχυρώνει στην πραγματικότητα, όπως προκύπτει από το κείμενό της, δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού υπέρ των μελών της μειονότητας αλλά αναγνωρίζει το δικαίωμα των ατόμων αυτών να ζητήσουν να εφαρμοστεί έναντι αυτών το καθεστώς μειονοτικής προστασίας της Σύμβασης Πλαισίου υπό τον αυτονόητο όρο, ότι πληρούν όλες τις προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό τους ως μειονοτικών. Όπως τονίζεται και στην παράγραφο 35 της εισηγητικής εκθέσεως της ως άνω Συμβάσεως Πλαισίου, το άρθρο 3 της συμβάσεως δεν παρέχει δικαίωμα σε άτομα να δηλώνουν κατά τρόπο αυθαίρετο ότι είναι μέλη μιας εθνικής μειονότητας αν δεν υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια για τη στοιχειοθέτηση της ιδιότητας αυτής. Αποκλειστικά αρμόδιο για την αξιολόγηση των κριτηρίων αυτών είναι το ενδιαφερόμενο κράτος στη διακριτική εξουσία του οποίου εναπόκειται ο καθορισμός των ομάδων εκείνων που βρίσκονται στο έδαφός του, και πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρηθούν ως εθνικές του μειονότητες. Σε κάθε περίπτωση όμως πρέπει να υπάρχει σεβασμός και προστασία των μειονοτήτων και τα δικαιώματα μιας ομάδας που έχει αναγνωρισθεί ως μειονότητα, με βάση το δίκαιο της χώρας ή τις διεθνείς συνθήκες και αποτελούν μέρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να αναγνωρίζονται μόνο σε ατομική βάση. Συλλογικός αυτοπροσδιορισμός δεν αναγνωρίζεται και δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να αναγνωρισθεί. Ο αυτοπροσδιορισμός των μελών και μόνο, ως φορέων του ατομικού δικαιώματος, συνίσταται στην ελευθερία τους να συμμετέχουν ή να μη συμμετέχουν σε ένα σωματείο ή ένωση. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 11 της από 4 Νοεμβρίου 1950 Συμβάσεως τη Ρώμης "δια την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών" η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974, "Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και εις την ελευθερίαν συνεταιρισμού συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως μετ' άλλων συνδικάτων και προσχωρήσεως εις συνδικάτα επί σκοπώ προασπίσεως των συμφερόντων του. Η άσκηση των δικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθεί εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό το νόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία δια την εθνική ασφάλειαν, την δημόσια ασφάλειαν, την προάσπιση της τάξεως και πρόληψη του εγκλήματος, την προστασία της υγείας και της ηθικής ή την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων...". Από τη διάταξη αυτή, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ.1 του Συντάγματος, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εθνικού δικαίου και υπερισχύει κάθε αντίθετης διατάξεως νόμου, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 78, 80, 81 και 105 ΑΚ και 12 παρ.1 και 2 του Συντάγματος, συνάγεται ότι η σωματειακή ελευθερία, ήτοι το δικαίωμα των πολιτών να συνιστούν μη κερδοσκοπικά σωματεία ή να είναι μέλη τούτων, αποτελεί αναμφισβήτητα μία βασική αρχή σε μια δημοκρατική κοινωνία μπορεί, όμως να περιορισθεί, με τη μορφή της μη αναγνωρίσεως ή της διαλύσεως του σωματείου με δικαστική απόφαση, εκτός από άλλες περιπτώσεις και όταν ο σκοπός ή η λειτουργία του σωματείου είναι παράνομοι ή αντίκεινται στη δημόσια τάξη υπό την έννοια ότι ή μη αναγνώριση ή η διάλυση του σωματείου για τους λόγους αυτούς επιβάλλεται σε μια δημοκρατική κοινωνία ως αναγκαίο μέτρο και αποτελεί επιτακτική κοινωνική ανάγκη για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της εθνικής ή δημόσιας ασφάλειας ή την πρόληψη διαταραχών της τάξης. Μόνη όμως η επίκληση των αρχών του πλουραλισμού και της ανοχής σε μια δημοκρατική κοινωνία, δεν απαλλάσσει το σωματείο ή την ένωση από την υποχρέωση να συμβάλλουν στην ειρηνική συμβίωση των πολιτών μιας περιοχής και να μη διαταράσσουν τη εσωτερική ασφάλεια και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας με τις γειτονικές της, προεχόντως όταν υπάρχουν πολιτικές ιδιαιτερότητες των σχέσεων αυτών. Η ανάγκη προσφυγής στο περιοριστικό αυτό μέτρο της διαλύσεως του

σωματείου δικαιολογείται όταν υφίσταται σχέση αναλογίας μεταξύ της παραβιάσεως και του σκοπού, στον οποίο αποβλέπει. Προσέτι δε η ανάγκη αυτή πρέπει να είναι άμεση και να αποδεικνύεται πειστικά. Απλές μόνο υπόνοιες ή εντυπώσεις για τις προθέσεις ή τις τυχόν σκοπούμενες δραστηριότητες του σωματείου ως παράνομες ή αντικείμενες στη δημόσια τάξη με βάση μόνο τη φραστική διατύπωση του καταστατικού ή την ερμηνεία όρων τούτου, δεν μπορούν από μόνες να θεμελιώσουν την κατά την ανωτέρω έννοια, κοινωνική ανάγκη προσφυγής στο περιοριστικό μέτρο της διάλυσης του σωματείου. Τέλος, βάσει της Συμβάσεως περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών, που υπογράφηκε στη Λωζάνη στις 30 Ιανουαρίου 1923 και της Σ. της Λωζάνης, που υπογράφηκε επίσης στη Λωζάνη στις 24 Ιουλίου 1923, στην Ελλάδα και ειδικότερα στη Δυτική Θράκη παρέμειναν Μουσουλμάνοι κατά το θρήσκευμα (θρησκευτική μειονότητα). Αυτό προκύπτει σαφώς α) από το άρθρο 2 της ανωτέρω συμβάσεως, το οποίο ορίζει ότι "...δεν θα περιληφθούν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένη ανταλλαγή οι Ελληνες υπήκοοι, κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως και οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης" και β) από το άρθρο 45 της ανωτέρω Σ. Ε., στο οποίο αναφέρεται ότι "...τα αναγνωρισθέντα δια των διατάξεων του παρόντος τμήματος δικαιώματα... αναγνωρίζονται επίσης υπό της Ελλάδας εις τας εν τω εδάφει αυτής ευρισκομένας Μουσουλμανικάς Μειονότητας". Ετσι, σύμφωνα με την ανωτέρω σύμβαση η οποία είναι ειδική και δεν έχει ανατραπεί με κάποια νεότερη σύμβαση, στη Θράκη υπάρχουν μουσουλμάνοι, Ελληνες υπήκοοι. Το ιστορικό αυτό γεγονός, αλλά και η αναγνώριση της ύπαρξης μουσουλμανικής κοινότητας από τις συμβαλλόμενες χώρες, Ελλάδα και Τουρκία, οριοθετούν πλήρως τις θέσεις των δυο χωρών και τον αντίστοιχο προσδιορισμό τους στον διεθνή χώρο. Η Σ. της Λωζάνης του 1923 έθεσε τέρμα σε οποιαδήποτε αιτήματα και βλέψεις εδαφικών διεκδικήσεων οριστικοποιώντας έτσι τα σύνορα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Το αναιρεσείον σωματείο, επομένως με το να εμμένει, σύμφωνα με τις παρατιθέμενες πιο κάτω παραδοχές του Εφετείου, να έχει ως σκοπόν της ιδρύσεώς του, μεταξύ άλλων και "τη διάδοση στους Τούρκους της Δυτικής Θράκης των πνευματικών, κοινωνικών και θρησκευτικών μεταρρυθμίσεων των προελθουσών εκ της τουρκικής μεταπολιτεύσεως",δηλονότι 1) σε αντίθεση με ότι καθόρισε η Σ. της Λωζάνης, να μη θεωρεί τα μέλη του ως μουσουλμάνους Ελληνες υπηκόους αλλά Τούρκους που κατά την πρόδηλη σημασία της λέξεως σημαίνει πρόσωπα που ανήκουν στο τουρκικό έθνος και ασπάζονται ενσυνείδητα την ιστορία, τις αρχές, τα όνειρα και τις επιδιώξεις του τουρκικού έθνους 2) να έχει ως σκοπό την επικράτηση των τουρκικών ιδεωδών, όπως αυτά διαμορφώθηκαν και επιβλήθηκαν στην Τουρκία κατά την υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ γενόμενη κοινωνική και πολιτική μεταρρύθμιση, χωρίς να καθίσταται σαφές αν υπάρχει απομάκρυνση από όσα ο Ατατούρκ περιέλαβε το 1920 στο Εθνικό Συμβόλαιο της Σεβάστειας αναφορικά με τη Δυτική Θράκη, για την οποία είχε δηλώσει "Εχουμε σκοπό να κρατήσουμε το χώρο αυτό, δηλαδή την Δυτική Θράκη, σε τουρκικά χέρια σαν ένα ενιαίο σύνολο και να τον περιλάβουμε σε κάποιο κατάλληλο χρόνο και σε κάποια κατάλληλη ευκαιρία στη μητέρα πατρίδα. Εμείς δεν μπορούμε να δεχθούμε την απαλλοτρίωση του Τουρκικού αυτού τμήματος. Οι αδελφοί μας της Δυτικής Θράκης σε πρώτο βήμα πρέπει να αγωνισθούν για να κερδίσουν την ανεξαρτησία και την αυτονομία της Δυτικής Θράκης", ουδόλως συμβάλλει στην ειρηνική συμβίωση των πολιτών της περιοχής που είναι αναγκαία για το γενικό καλό και των δύο ελληνικών κοινοτήτων, μουσουλμανικής και Χριστιανικής. Τα ανακύπτοντα ως άνω ζητήματα, ενόψει και των παραδοχών της αναιρεσιβαλλομένης, δεν αποτελούν κατά τη γνώμη των μειοψηφούντων ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος ώστε να καθίσταται αναγκαία η παραπομπή αυτών στην Τακτική Ολομέλεια. Και τούτο, διότι, για να θεωρηθεί ότι ένα ζήτημα που ανακύπτει συνιστά ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, πρέπει αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση να είναι επιδεικτικό γενικεύσεως σε άγνωστο αριθμό πολλών περιπτώσεων. Στη προκείμενη όμως περίπτωση, τα ανακύπτοντα νομικά ζητήματα, με τους παραπεμπόμενους στην Ολομέλεια λόγους αναιρέσεως κατά το μέρος αυτών με το οποίο προβάλλονται αιτιάσεις για παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 105 αριθ. 3 ΑΚ, 12 παρ. 2 του ισχύοντος Συντάγματος και 10 και 11 παρ. 2 της Ε.Σ.Δ.Α. αφορούν μόνο το συγκεκριμένο σωματείο και συνεπώς έπρεπε να εξετασθεί κατ' ουσίαν η βασιμότητα αυτών. Εξάλλου δεν μπορεί να γίνει λόγος για παραβίαση των επικαλούμενων από το αναιρεσείον διατάξεων των άρθρων 3 παρ. 1 της Συμβάσεως Πλαισίου του Συμβουλίου της Ευρώπης και παρ. 32 ΔΑΣΕ Κοπεγχάγης προεχόντως γιατί οι διατάξεις αυτές δεν αποτελούν δεσμευτικά κείμενα. Επίσης δεν μπορεί να γίνει λόγος για "δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού" του αναιρεσείοντος σωματείου, όπως διαλαμβάνεται στο αναιρετήριο. Και τούτο διότι το σύγχρονο δίκαιο των μειονοτήτων εγγυάται την προστασία ατομικών και όχι συλλογικών δικαιωμάτων. Για όλους τους

προεκτεθέντες λόγους, έπρεπε να εξετασθούν κατ' ουσίαν οι παραπεμπόμενοι στην Ολομέλεια λόγοι αναιρέσεως. ΙΙΙ. Περαιτέρω κατά την ομόφωνη κρίση του Δικαστηρίου. Το από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ δεύτερο μέρος του δεύτερου λόγου της αναίρεσης με το οποίο διατυπώνεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης αιτίαση για παραβίαση μη προσδιοριζόμενων με αυτό διδαγμάτων της κοινής πείρας είναι σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4, 566 παρ. 1 και 577 παρ. 2 ΚΠολΔ, αόριστο και για την αιτία αυτή απορριπτέο ως απαράδεκτο. Η διάταξη της διάλυσης του σωματείου δεν είναι ενόψει και της ρύθμισης του άρθρου 12 παρ. 2 του Συντάγματος αντίθετη με το δεδικασμένο από την απόφαση αναγνώρισής του. Κατά το άρθρο 778 ΚΠολΔ, επί αποφάσεων εκδιδομένων κατά την εκούσια δικαιοδοσία, η περί αποδοχής της αιτήσεως απόφαση κωλύει τη συζήτηση νέας αιτήσεως για το ίδιο αντικείμενο, δηλαδή της εκ νέου αναγνωρίσεως του σωματείου. Εκτός από τη δεσμευτική ισχύ οι αποφάσεις που εκδίδονται επί γνησίων υποθέσεων εκουσίας δικαιοδοσίας δεν αναπτύσσουν συγχρόνως δύναμη ουσιαστικού δεδικασμένου. Επομένως το από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 16 ΚΠολΔ μέρος του τρίτου λόγου της αναίρεσης με το οποίο προσάπτεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης αντίστοιχη από την παραπάνω διάταξη αιτίαση είναι απορριπτέο, ως απαράδεκτο. Κατά τη διάταξη του άρθρου 744 ΚΠολΔ το δικαστήριο μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάξει κάθε μέτρο για την εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί και ιδιαίτερα γεγονότων που συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος. Με τη διάταξη αυτή εισάγεται απόκλιση από τη ρύθμιση του άρθρου 106 ΚΠολΔ και καθιερώνεται για τις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας το ανακριτικό σύστημα, το οποίο παρέχει στο δικαστήριο ελευθερία αυτεπάγγελτης ενέργειας και συλλογής του αποδεικτικού υλικού και εξακρίβωσης πραγματικών γεγονότων, ακόμη και μη προταθέντων που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Έτσι το δικαστήριο που δικάζει κατά την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας μπορεί και αυτεπαγγέλτως να λάβει υπόψη πραγματικούς ισχυρισμούς, που δεν προτάθηκαν από τους διαδίκους για την εξακρίβωση της αλήθειας των πραγματικών γεγονότων. Συνεπώς κατά την ανωτέρω διαδικασία δεν ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης του άρθρου 559 αριθ. 8 περίπτωση α' ΚΠολΔ της λήψης υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο πραγμάτων που δεν προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και για την αιτία αυτή το μέρος καθενός από τους τρίτο και πέμπτο λόγους της αναίρεσης με το οποίο προσάπτεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης αιτίαση από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 8 περ.α' ΚΠολΔ, εγκείμενη στη λήψη υπόψη από το Εφετείο πραγμάτων, που δεν προτάθηκαν, είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο. Ο από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ τέταρτος λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο παρά τη ρύθμιση των συνδυασμένων διατάξεων των άρθρων 118 αριθ.4, 566 παρ. 1 και 577 παρ. 2 ΚΠολΔ, γίνεται για τη θεμελίωσή του επίκλησημέρους μόνο της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης είναι αόριστος και γιατην αιτία αυτή απορριπτέος, ως απαράδεκτος. Περαιτέρω και το από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 14 ΚΠολΔ άλλο μέρος του πέμπτου λόγου της αναίρεσης είναι επίσης απορριπτέο για την ίδια αιτία αφού με αυτό γίνεται ενάριθμη μόνοεπίκληση του ανωτέρω αναιρετικού λόγου. Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το Εφετείο οδηγήθηκε στο αποδεικτικό πόρισμα που έχει περιληφθεί στην προσβαλλόμενη απόφαση ύστερα από εκτίμηση των σημειούμενων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων. Επομένως το από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 10 ΚΠολΔ μέρος του εβδόμου λόγου της αναίρεσης με το οποίο διατυπώνεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης η αιτίαση ότι δέχθηκε χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει "τουρκική μειονότητα" είναι απορριπτέο ως αβάσιμο. Περαιτέρω στις υποθέσεις που όπως αυτή επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση δικάζονται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας το δικαστήριο, κατ' άρθρο 759 αριθ. 4 Κ.Πολ.Δ. δεν υποχρεούται να διατάξει αποδείξεις. Επομένως το άλλο μέρος του ίδιου λόγου της αναίρεσης, με το οποίο προσάπτεται κατά της προσβαλλόμενης απόφασης η από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.10 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε κατά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης αιτίαση της μη διάταξης αποδείξεων είναι απορριπτέο, ως απαράδεκτο. Με τον από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 18 Κ.Πολ.Δ. ένατο λόγο της αναίρεσης προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση αιτίαση εγκείμενη στο ότι ενώ με την υπ' αριθ. 1530/2000 αναιρετική απόφαση κρίθηκαν "το θέμα της επωνυμίας και οι σκοποί" του αναιρεσείοντος το Εφετείο, ως δικαστήριο της παραπομπής, με

το να κρίνει με την προσβαλλόμενη με την υπό κρίση αναίρεση απόφαση ζητήματα που κρίθηκαν με την αναιρετική απόφαση δεν συμμορφώθηκε προς αυτή. Ο λόγος αυτός της αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος, γιατί στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού, όπως προκύπτει από την υπ' αριθ. 1530/2000 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, δεν κρίθηκε με αυτή το ζήτημα, που έχει κριθεί με την προσβαλλόμενη απόφαση ότι δηλαδή ο σκοπός του αναιρεσείοντος σωματείου με την επωνυμία "ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΞΑΝΘΗΣ" είναι αντίθετος στην εγχώρια δημόσια τάξη αλλ' αναίρεσε την προηγούμενη 117/1999 απόφαση του Εφετείου Θράκης για τις περιλαμβανόμενες στην ίδια αναιρετική απόφαση αντιφατικές και ανεπαρκείς αιτιολογίες στις οποίες περιλαμβάνεται και η ενδοιαστική κρίση κατά την οποία "δίδεται η εντύπωση ότι στο χώρο της Ελληνικής Επικράτειας υπάρχει και λειτουργεί οργάνωση Τούρκων". Από τη διάταξη του άρθρου 68 Κ.Πολ.Δ., κατά την οποία δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει όποιος έχει άμεσο έννομο συμφέρον και την παρατεθείσα του άρθρου 80 ίδιου Κώδικα που προσδιορίζουν τις διαδικαστικές προϋποθέσεις της νομιμοποίησης και του εννόμου συμφέροντος των διαδίκων καθώς και του τρίτου ως προσθέτως παρεμβαίνοντος συνάγεται ότι καθεμία απ' αυτές περιέχει κανόνα δικονομικού και όχι ουσιαστικού δικαίου. Εξάλλου ο λόγος της αναίρεσης από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 Κ.Πολ.Δ. για έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ιδρύεται αν υπάρχει παραβίαση κανόνα ουσιαστικού και όχι δικονομικού δικαίου. Επομένως το μέρος του δέκατου λόγου της αναίρεσης με το οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της παραδοχής της ασκηθείσης από τη δεύτερη αναιρεσίβλητη πρόσθετης παρέμβασης υπέρ του πρώτου αναιρεσίβλητου χωρίς να αιτιολογήσει το έννομο συμφέρον της είναι απορριπτέο, ως απαράδεκτο. Το άλλο μέρος του ίδιου λόγου της αναίρεσης, κατ' εκτίμηση του οποίου διατυπώνεται αιτίαση κατά της προσβαλλόμενης απόφασης για τη μη απόρριψη της πρόσθετης παρέμβασης ως απαράδεκτης είναι, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4, 566 παρ. 1 και 577 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ., αόριστο και για την αιτία αυτή απορριπτέο, ως απαράδεκτο, γιατί το αναιρεσείον κατ' αντίθεση με τη ρύθμιση της διάταξης του άρθρου 562 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., δεν προσδιορίζει στην υπό κρίση αναίρεση τον ισχυρισμό που προέβαλε σε σχέση με την πρόσθετη παρέμβαση. Ο ενδέκατος λόγος της αναίρεσης είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος, γιατί, κατ' αντίθεση με τη ρύθμιση της διάταξης του άρθρου 561 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. αφορά παραδοχή της προσβαλλόμενης απόφασης, που ανάγεται σε εκτίμηση από το Εφετείο πραγματικών γεγονότων ως προς άλλα σωματεία. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Συνεκδικάζει την υπό κρίση από 8 Απριλίου 2002 αίτηση του Σωματείου με την επωνυμία "ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΞΑΝΘΗΣ" για αναίρεση της υπ' αριθ. 31/2002 απόφασης του Εφετείου Θράκης με τις πρόσθετες παρεμβάσεις που άσκησαν παραδεκτά υπέρ του αναιρεσείοντος οι 1) Γ.Γ. του Σ., 2) Μ.Α. του Μ., 3) α) Ο.Χ. του Σ., β) Φ.Α.του Φ., γ) Α.Μ. του Α., 4) Λ. σύζυγος Ν.Ο. του Χ. και της Ζ., 5) Σ.Χ. του Ι. και της Ν., 6) Χ.Ρ. του Χ. και 7) Σύλλογος Επιστημόνων Μειονότητας της Δυτικής Θράκης. Παραπέμπει τους πρώτο, δεύτερο ως προς το από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 Κ.Πολ.Δ. πρώτο μέρος του, έκτο, όγδοο και δωδέκατο λόγους της ανωτέρω αναίρεσης για κρίση στην Τακτική Ολομέλεια του Δικαστηρίου αυτού. Και Απορρίπτει τους λοιπούς λόγους της υπό κρίση αναίρεσης, όπως ειδικότερα προσδιορίζεται στο αιτιολογικό.