ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ



Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

-2- σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης.

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

ΠΟΡΙΣΜΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ. Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη: Δ.Ν. Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου Ειδικοί Επιστήμονες: Γιάννης Κωστής, Έλενα Σταμπουλή, Τασούλα Τοπαλίδου

ΘΕΜΑ: "Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας των θυμάτων τρομοκρατικών ενεργειών και σε περίπτωση θανάτου των μελών της οικογενείας

ΑΤΟΜΙΚΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ: 35/2016

Π ΤΥΧΙΑ Κ Η ΕΡΓΑΣΙΑ «ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΤΩΝ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ»

ΘΕΜΑ: «Συμπληρωματικές οδηγίες για την απασχόληση των συντ/χων.»

-Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου.»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Σύνταξη Αναπηρίας. ΓΙΑ ΠΑΛΑΙΟΥΣ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΥΣ (μέχρι ) Ο.Α.Ε.Ε.-Τ.Ε.Β.Ε. Π.Α. ΕΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΓΓΡΑΦΗ.

Συµβουλίου της Επικρατείας: 2663/1992 (τµ. Α') Πηγή: Ε ΚΑ ΛΕ' 1993, σελ. 102

Ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που υπήχθησαν στην ασφάλισή του για πρώτη φορά πριν από την

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα 17/08/2011

ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΠΑΡΟΧΩΝ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΠΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

ΣΥΝΤΑΞΗ ΓΗΡΑΤΟΣ ΕΤΕΑΜ

ΘΕΜΑ : «Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου 94 του ν. 4387/2016»

Α. Ισχύς των γνωματεύσεων των Υγειονομικών Επιτροπών του ΚΕ.Π.Α.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 3/ 10 / 2011 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ Αρ. πρωτ. ΔΙ.Π.ΣΥΝ./Φ1 / 5/ 77266

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 4/2018 Προσωρινή σύνταξη. Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2 του Ν. 4499/2017

ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ. του νομικού συμβούλου της Π.Ο.Υ.Ε.Φ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΣΩΚΟΥ

ΠΟΡΙΣΜΑ. Κύκλος Κοινωνικής Προστασίας. Η χορήγηση του επιδόµατος τετραπληγίας - παραπληγίας [ΑΡ. ΠΡΩΤ. ΑΝΑΦΟΡΑΣ 5893/ ]

ΑΔΑ: ΒΙΨΟ4691Ω3-14Ι. Εγκύκλιος: 1. Αθήνα, 13/1/2014. Αρ. πρωτ.: ΔΙΑΣΦ/Φ7/1/52709

ίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής εργαζομένων

1. Σύνταξη αναπηρίας Κλάδου Κύριας Ασφάλισης (άρθρα 6 και 7 Ν.2458/1997) 1α. Σύνταξη αναπηρίας από κοινή νόσο Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝ. ΑΣΦ/ΣΗΣ & ΚΟΙΝ. ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ Οργανισμός Ασφάλισης ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΟ ΜΕΧΡΙ

Ειδικότερα: 1. Αναγνωριζόμενοι - πλασματικοί χρόνοι στον Ε.Φ.Κ.Α.

Α Ι Τ Η Σ Η ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΗΛΩΣΗ

ΑΔΑ: ΒΙΨΟ4691Ω3-ΛΥΛ. Εγκύκλιος: 2. Αθήνα, 13/1/2014. Αρ. πρωτ.: ΔΙΑΣΦ/Φ7/2/53368

Για όσους έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά μέχρι Παλαιοί ασφαλισμένοι

Εγκύκλιος Ι.Κ.Α. αρ. 5-15/01/ Αναγνώριση χρόνου εκπαιδευτικ

Θέματα Κοινωνικής Ασφάλισης. Βασικές μεταβολές του Ν. 4387/2016 στο ασφαλιστικό σύστημα

Το προσωπικό που πληροί τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 3654/2008 αποχωρεί από την υπηρεσία την

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Η ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ Αρμόδιος φορέας για την απονομή της σύνταξης σε περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης... 4

ΣΥΝΤΑΞΗ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΕΤΕΑΜ ΒΑΣΙΚΗ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ:

Αθήνα, 14 / 2 / Αριθ. Πρωτ. : Δ.15 / Δ / οικ / 73. ΠΡΟΣ : 1. ΕΦΚΑ Γενική Διεύθυνση Εισφορών και Ελέγχων Σατωβριάνδου Αθήνα

Σ80/1/16692/2019 Συμπληρωματικές οδηγίες για. 4554/2018 σχετικά με την έναρξη και τη λήξη του δικαιώματος συνταξιοδότησης από τον ΕΦΚΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Νόμος 1296/1982 Για την ασφάλιση ανασφάλιστων ομάδων Ν.1422/1984 Ν.1745/1987 Ν. 2556/1997 Άρθρο 1. -

ΕΙΔΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ ΛΟΓΩ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ (Άρθρα 25, 26 Ν. 2084/92)

AΠΟΔΕΚΤΕΣ ΠΙΝΑΚΑ Α ΑΘΗΝΑ : Β. ΜΠΕΡΟΥΤΣΟΥ- ΑΙΜ. ΓΚΙΟΥΖΕΛΙΑΝ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ : 31 ΤΗΛ. :

γ. τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος και δ. τα αιρετά όργανα (Βουλευτές και Δήμαρχοι).

Αθήνα, 23 / 12 / Αριθ. Πρωτ. : Φ / οικ / ΠΡΟΣ : Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ) Μάρνη Αθήνα

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ. Στο Σ/Ν «Ρυθμίσεις στη φορολογία εισοδήματος, ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και λοιπές διατέξεις

ΘΕΜΑ :«Ε.Κ.Α.Σ- Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου 92 του Ν.4387/2016 και εισοδηματικά κριτήρια χορήγησής του για το έτος 2016».

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΑΣΦ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αθήνα, 24/7/ 2012 ΔΙΕΥΘΥΝΣH ΠΑΡΟΧΩΝ

2. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 40 ΤΟΥ Ν. 3996/11 ΣΤΙΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ. ΣΧΕΤ

Ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που υπήχθησαν στην ασφάλισή του για πρώτη φορά πριν από την

αναπηρίας. Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 60 του Ν. 3518/2006 και σχετικών οδηγιών.

ΘΕΜΑ: «Γνωστοποίηση των διατάξεων του αρ. 14 και 33 του ν. 4387/2016, σε συνδυασμό με την ΥΑ οικ /887 (ΦΕΚ Β 1605/2016)»

1. Σύνταξη αναπηρίας Κλάδου Κύριας Ασφάλισης (άρθρα 6 και 7 Ν.2458/1997)

Θέματα Κοινωνικής Ασφάλισης. Συνταξιοδότηση γονέων αναπήρων τέκνων

ΘΕΜΑ: Νέο Ασφαλιστικό σύστηµα και συναφείς διατάξεις, ρυθµίσεις στις εργασιακές σχέσεις» και παροχή οδηγιών για την εφαρµογή του άρθρου 10.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων

ΠΡΟΣ: Ο.Α.Ε.Ε. Πληροφ: Ι. Παπαδόπουλος - Γραφείο Διοικητή Διεύθυνση: Σταδίου 29 Ακαδημίας 22 Ταχ. Κωδ.: Αθήνα Αθήνα

Αθήνα, 1/6/2016. Αριθ. Πρωτ.:Φ.80000/οικ.22102/922

I. Μειώσεις κύριων συντάξεων. 5% για συντάξεις από 2, έως 2, % για συντάξεις από 2, έως 2,600.00

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΕΙΣ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ: 1. Γενική Δ/νση Πληροφορικής Δ/νση Εκμετάλλευσης Τμήμα Παραγωγής και Διακίνησης Αναφορών (Συντάξεις)

Αθήνα, 19 /3/ Αριθ. Πρωτ. : Φ.80000/οικ.12151/274. ΠΡΟΣ : 1. ΕΦΚΑ Α. Γραφείο κ. Διοικητή Αγ. Κωνσταντίνου Αθήνα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γενικά στοιχεία για τις συντάξεις θανάτου...3

ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΖΩΗΣ & ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ

Taxlive - Επιμόρφωση Λογιστών Λογιστικά Προγράμματα & Υπηρεσίες Λογιστικής Ενημέρωσης

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Προαιρετική Ασφάλιση..4. Παλαιοί Ασφαλισμένοι..4. Νέοι Ασφαλισμένοι..7. Μακροχρόνια Άνεργοι..8

ΑΔΑ: ΒΙΗΗ4691ΩΓ-ΘΒ3 ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ:20 (μέσω )

ΑΔΑ: ΒΙΗΗ4691ΩΓ-ΘΒ3 ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

: ΚΑΤ.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΤΗΛ. : , ΦΑΞ. :

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση διατάξεων του Ν. 3050/02 που αφορούν θέματα Ασφάλισης και Εσόδων.

Α) Γενικές απόψεις επί του περιεχομένου του Ν. 3029/02.

2. ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 40 ΤΟΥ Ν. 3996/11 ΣΤΙΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ. ΣΧΕΤ

Η καταβολή της σύνταξής ή των συντάξεών τους, Συνταξιούχοι που

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Κατηγορίες Ασφαλισμένων

Εγκύκλιος Ι.Κ.Α. αρ. 28/ Παράταση χορήγησης των συνταξιο

ΘΕΜΑ : «Παροχή συμπληρωματικών οδηγιών για την εφαρμογή των παρ. 3 και 4 του άρθρου 36 του ν.4387/2016»

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα: 27/5/2014

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ

ΑΔΑ: ΒΙΥΞ4691ΩΓ-5ΦΑ. και του άρθρου 8 παρ. 14 του Ν. 2592/98.»

ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ

ΘΕΜΑ: «Γνωστοποίηση της διάταξης της παραγράφου 13 του άρθρου 39 του ν. 4387/2016»

Τριµ. ιοικ. Πρωτ. Αθηνών 1531/80 Πηγή: Ε ΚΑ ΚΒ' 1980, σελ. 293

Σας γνωρίζουμε ότι στο ΦΕΚ 94 τεύχος Α / δημοσιεύτηκε ο ν. 4336/2015, στην

ΠΑΡΟΧΕΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΠΟΣΟ/ΕΝΑΡΞΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

ΑΔΑ: ΒΙΥΞ4691ΩΓ-5ΦΑ. και του άρθρου 8 παρ. 14 του Ν. 2592/98.»

ΑΔΑ: Β41ΞΛ-Ο1Ρ. Αθήνα Αριθ. Πρωτ / 378

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

Αριθ. Πρωτ. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Σ40/17 ΑΡ.: 10

Αριθ. Πρωτ. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Σ40/17 ΑΡ.: 10

Περιεχόμενα ΕΠΙΔΟΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ (Ε.Κ.Α.Σ.) Δικαιούχα πρόσωπα Προϋποθέσεις Ποσό επιδόματος Πηγές...

Ασφάλισης, που εντάχθηκαν στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.3029/2002 και του άρθρου 1 του ν.3655/2008.

ΑΔΑ: 4Α8Ω4691ΩΓ-3ΤΜ.

ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Συντάξεις αναπηρίας» ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΆΓΓΕΛΟΣ ΒΡΑΝΤΣΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΑΕΜ: 538 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2014 1

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ Σελ. Εισαγωγικές παρατηρήσεις 6 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΟΥ Ι.Κ.Α ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΤΟ ΙΣΧΥΟΝ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΣΤΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΟΥ ΙΚΑ 1. Οι έννοιες της επαγγελματικής και της γενικής αναπηρίας και η επιλογή του μεικτού συστήματος από το νομοθέτη Ι. Η έννοια της επαγγελματικής αναπηρίας.. 7 ΙΙ. Η έννοια της γενικής αναπηρίας 8 ΙΙΙ. Η επιλογή του μικτού συστήματος 8 2. Ιστορική αναδρομή και η επικράτηση της υποκειμενικής αναπηρίας. 8 Ι. Ο βασικός νόμος 1846/1951 8 ΙΙ. Οι τροποποιήσεις των ν. 1902/1991 και 1976/1991 10 ΙΙΙ. Η έννοια της αναπηρίας στη νομοθεσία του Ι.Κ.Α ως έννοια αναφοράς ολόκληρης της κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας σύμφωνα με το Ν. 2084/1992 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ 1. Η ανατομοφυσιολογική βλάβη Ι. Σωματική ή πνευματική βλάβη.. 12 ΙΙ. Ο προσδιορισμός της βλάβης της υγείας 14 ΙΙΙ. Η σημασία της αιτίας της βλάβης και ο νομολογιακός κανόνας της προέχουσας αιτίας.. 15 α.οι έννοιες του εργατικού ατυχήματος και της επαγγελματικής ασθένειας.. 16 β.ο κανόνας της προέχουσας αιτίας. 18 ΙV. Ο κρίσιμος χρόνος εμφάνισης της βλάβης α.η ύπαρξη προγενέστερης, της υπαγωγής στην ασφάλιση, βλάβης 20 β. H συνεκτίμηση της προγενέστερης της υπαγωγής στην 2

ασφάλιση αναπηρίας. 25 γ. Αναπηρία κατά τον χρόνο ασφάλισης σε ξένη χώρα 26 δ. Η περίπτωση των επαναπατριζόμενων πολιτικών προσφύγων 27 V. Ο ακούσιος και πραγματικός χαρακτήρας της βλάβης.. 28 VI. Η Υποχρέωση περιορισμού ή άρσης της βλάβης 30 VII. Η απαιτούμενη κατά ιατρική πρόβλεψη διάρκεια Βλάβης 31 2. Η μείωση της βιοποριστικής ικανότητας 32 Ι. Το υποκειμενικό σύστημα αναπηρίας του Ι.Κ.Α 33 ΙΙ. Η προσπάθεια εξορθολογισμού του υποκειμενικού συστήματος από το ν. 1902/90.. 34 ΙΙΙ. Η συνέχιση της απασχόλησης ως λόγος άρσης της βιοποριστικής αναπηρίας, ο ν. 2676/1999 και η αδυναμία επαγγελματικής αποκατάστασης- η καθιέρωση τριών βαθμίδων αναπηρίας 38 α.η ρύθμιση πριν το ν. 2676/1999 38 β.h ρύθμιση του ν. 2676/1999 40 γ.η καθιέρωση τριών βαθμίδων αναπηρίας. 44 IV. Τα κριτήρια μείωσης βιοποριστικής ικανότητας 46 α. Χαρακτηριστικά του προς συνταξιοδότηση ασφαλισμένου. 46 1.Η σωματική ή πνευματική ανικανότητα που διαπιστώθηκε από τις υγειονομικές επιτροπές 47 2.Το είδος και οι συνθήκες απασχόλησης. 47 3.Η επίδραση της πάθησης στην άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος ή άλλου παρόμοιου. 49 4.Η δυνατότητα του ασφαλισμένου να προσαρμοστεί στο προηγούμενο ή σε άλλο παρεμφερές επάγγελμα που να ανταποκρίνεται στις δυνάμεις του.. 50 5.Η ηλικία και η μόρφωση του ασφαλισμένου.. 51 6.Οι συνθήκες απασχόλησης που επικρατούν σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. 51 β.τα χαρακτηριστικά του προς σύγκριση εργαζομένου. 52 1.Η αμοιβή του προς σύγκριση εργαζόμενου. 53 2.Η περίπτωση της βαριάς αναπηρίας 54 3.Η περίπτωση της συνήθους αναπηρίας 54 4.Στην περίπτωση της μερικής αναπηρίας. 55 V.Το ανώτατο όριο προσαύξησης του ποσοστού αναπηρίας λόγω κοινωνικών κριτηρίων σύμφωνα με το ν. 1976/1991 55 α. Το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας του άρθρου 12 3 του ν. 1976/91 56 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΑΡΟΧΕΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ 1. Προϋποθέσεις πρόσβασης στις παροχές σύνταξης αναπηρίας 58 α. Η ύπαρξη ενεργού ασφαλιστικού δεσμού 58 β. Συμπλήρωση ορισμένου χρόνου στην ασφάλιση 1.Απαιτούμενες χρονικές προϋποθέσεις. 59 2.Κρίσιμος χρόνος κρίσης περί συνδρομής χρονικών προϋποθέσεων. 62 3.Η αρχή της ενότητας της ασφαλιστικής περίπτωσης. 63 2. Η περίπτωση της διαδοχικής ασφάλισης 64 3. Η διαδικασία προσδιορισμού της αναπηρίας α. Η ιατρική κρίση 67 β. H ασφαλιστική κρίση 71 γ.επανεξέταση και μονιμοποίηση της αναπηρίας 72 4. Χρονικά όρια συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας α. Εναρξη, λήξη και αναστολή της καταβολής της σύνταξης αναπηρίας 75 β. Ο κρίσιμος χρόνος της επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου. 80 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΛΟΓΩ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ 1.Η δεσμευτικότητα των αιτιολογημένων γνωματεύσεων των υγειονομικών επιτροπών 81 2.Ο έλεγχος της ασφαλιστικής κρίσης 84 ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ Ο. Α. Ε. Ε. 1.Η έννοια της αναπηρίας 84 2. Χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης 86 3. Οι υγειονομικές επιτροπές 88 4. Οι περιπτώσεις αναστολής της σύνταξης 89 ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ- Ο.Γ.Α 1.Δικαιούχοι σύνταξης αναπηρίας α. Σύμφωνα με το ν. 1287/1982 90 β. Σύμφωνα με το ν. 2458/1997 90 4

2.Η κρίση των υγειονομικών επιτροπών 91 3. Περιπτώσεις αναστολής της σύνταξης αναπηρίας. 94 Επιλογικές παρατηρήσεις. 94 Βιβλιογραφία και αρθρογραφία. 96 5

Εισαγωγικές παρατηρήσεις H έννοια της αναπηρίας είναι ευρύτατη. Περιλαμβάνει, σύμφωνα με τον ορισμό της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων των Ανάπηρων Ατόμων του Ο.Η.Ε. (1975) «κάθε άτομο που δεν μπορεί να εξασφαλίσει μόνο του εξ ολοκλήρου ή εν μέρει τις ανάγκες μιας ατομικής ή και κοινωνικής ζωής, εξαιτίας της σωματικής ή πνευματικής μειονεκτικότητας του» 1, ενώ σύμφωνα με το Προοίμιο της Διεθνούς Σύμβασης 2006 για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία «η αναπηρία είναι μια εξελισσόμενη έννοια που απορρέει από την αλληλεπίδραση μεταξύ ατόμων με μειονεκτικότητα και διαταραχές συμπεριφοράς και εμποδίων που προέρχονται από το περιβάλλον τους και δυσχεραίνουν την πλήρη και αποτελεσματική συμμετοχή τους στην κοινωνία σε ίση βάση με τους άλλους» 2. Το ΔΕΚ στην απόφαση της 11-7-2006, C-13/05 Chacon Navas, έδωσε έναν ορισμό της αναπηρίας σύμφωνα με την οδηγία 2000/78/Ε.Κ ως εξής: «μειονεκτικότητα, οφειλομένη ιδίως, σε πάθηση φυσική, διανοητική ή ψυχική, κωλύουσα τη συμμετοχή του συγκεκριμένου ατόμου στον επαγγελματικό βίο» (σκέψη 43). Η σωστή και σοβαρή αντιμετώπιση της αναπηρίας προϋποθέτει ότι ως βάση τίθεται όχι η έξοδος αλλά η είσοδος και η παραμονή των αναπήρων στην αγορά εργασίας. Μόνο υπό αυτό το πρίσμα ικανοποιείται η ανάγκη προάσπισης των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς οποιαδήποτε άλλη αντιμετώπιση θα εξυπηρετούσε απλά την ανάγκη μιας στείρας μορφής κοινωνικής πρόνοιας η οποία θα εξαρτιόταν από τη βούληση του νομοθέτη και τους οικονομικούς πόρους που διαθέτει προς την κοινωνική πολιτική του ένα κράτος 3. Με τον όρο ασφαλιστική αναπηρία εννοούμε την σωματική ή πνευματική βλάβη ή πάθηση του ατόμου η οποία οδηγεί σε σημαντική απόκλιση από την ομαλή σωματική ή πνευματική κατάσταση του ασφαλισμένου, σε διάρκεια και βαθμό, που εμποδίζουν και αποκλείουν την βιοποριστική ικανότητα του 4. Για τον ακριβή καθορισμό του βαθμού που η αναπηρία μπορεί να επηρεάσει τη βιοποριστική ικανότητα του ασφαλισμένου, εφαρμόζονται στην πράξη δύο συστήματα. Το σύστημα της αντικειμενικής ή ιατρικής αναπηρίας το οποίο ακολουθούσε ο ΟΓΑ (βλ. άρθρο 1 1 του β.δ 504/1967), το πρώην ΤΣΑ ( άρθρο 18 1 και 2 ν.δ 404/1974) και κάποιοι άλλοι ασφαλιστικοί φορείς- σύμφωνα με το οποίο η ανικανότητα για βιοπορισμό τεκμαίρεται ίση με το ποσοστό της βλάβης ή πάθησης που διαπιστώνουν τα υγειονομικά όργανα. Πλεονέκτημα αυτού του συστήματος είναι πως δεν εμπλέκονται αμφισβητήσεις σχετικά με το ποιες είναι οι υποκειμενικές δυνατότητες του ασφαλισμένου ενώ το πολύ σοβαρό μειονέκτημα είναι ότι καταλήγει σε άνιση μεταχείριση των ασφαλισμένων καθώς, το πώς επηρεάζει η ίδια αναπηρία την βιοποριστική ικανότητα κάθε ατόμου εξαρτάται από την προσαρμοστικότητα του στον επαγγελματικό στίβο, με αποτέλεσμα άλλοι να μπορούν να ανταπεξέλθουν σε εργασιακές συνθήκες,προς βιοπορισμό, και άλλοι να εξαρτώνται αποκλειστικά από τις παροχές τις κοινωνικής ασφάλισης 5. 1 Βλ. Κρεμαλής Κων/νος «Κοινωνική Πρόνοια», Αθήνα 1990,σελ.95 2 Βλ. Ρωξάνα, Πρόσβαση και παραμονή αναπήρων σε θέσεις εργασίας, Ε.Δ.Κ.Α ΝΓ,σελ.970 3 Βλ. Ρωξάνα, Πρόσβαση και παραμονή αναπήρων σε θέσεις εργασίας, Ε.Δ.Κ.Α ΝΓ,σελ.970 4 Βλ. Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 23, σελ. 255, Βλ. Αγαλλόπουλος Χρ., Αι κοινωνικαί ασφαλίσεις, Αθήνα 1936, σελ.117 5 Βλ. Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 23, σελ. 256, Πετρόγλου Δ, Δίκαιο Κοινωνικής Ασφάλισης, Τόμος Α, Αθήνα 1974,σελ. 354 6

Σύμφωνα με το δεύτερο σύστημα που ακολουθεί το Ι.Κ.Α και πλέον όλοι οι ασφαλιστικοί φορείς και το οποίο είναι το δικαιότερο 6,η ανικανότητα προς βιοπορισμό εξαρτάται από την ιατρική του αναπηρία σε συνδυασμό με εξατομικευμένα κριτήρια του ασφαλισμένου όπως η ηλικία, η μόρφωση, η επαγγελματική δεξιότητα, η προσωπικότητα, η ιδιοσυγκρασία, η δεξιοτεχνία, το είδος του επαγγέλματος, κ.α αλλά και κριτήρια αντικειμενικά όπως η κατάσταση της αγοράς εργασίας σε γενικό και τοπικό επίπεδο 7. Ο ασφαλιστικός κίνδυνος 8 της αναπηρίας εμφανίζεται από τότε που ο ασφαλισμένος αναγκάστηκε να διακόψει ή να περιορίσει την απασχόληση του, ασκώντας το συνταξιοδοτικό του δικαίωμα, χωρίς να αποκλείεται αυτό από την παραμονή του στην παραγωγική διαδικασία και την υπερένταση των δυνάμεων του μέχρι ο ίδιος να κρίνει πως πρέπει να διακόψει 9. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΝΟΜΟΕΣΙΑ ΤΟΥ Ι.Κ.Α ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Το ισχύον σύστημα αναπηρίας στην κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία 1. Οι έννοιες της επαγγελματικής και της γενικής αναπηρίας και η επιλογή του μεικτού συστήματος από το νομοθέτη Ι. Η έννοια της επαγγελματικής αναπηρίας Η αναπηρία προσδιορίζεται σε σχέση με το επάγγελμα του αιτούντος και ανάπηρος θεωρείται αυτός που δεν μπορεί να ασκήσει το προηγούμενο επάγγελμα του λόγω της βλάβης της υγείας του. Εδώ το επίκεντρο της κρίσης της αναπηρίας βρίσκεται σε συγκεκριμένο είδος βιοπορισμού, αναδεικνύοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε ασφαλιστικής περίπτωσης- σε αντίθεση με τα συστήματα της φυσικής αναπηρίας όπου οι πίνακες αναπηρίας εξαλείφουν κάθε υποκειμενικότητα στην κρίση. Έτσι δύο άτομα με ίδιο είδος και ποσοστό αναπηρίας ενδέχεται να κριθούν με ανόμοιο και πιο δίκαιο- τρόπο 10. Ο αιτών παροχές αναπηρίας συγκρίνεται με πρόσωπο αναφοράς το υγιές άτομο που ασκεί το επάγγελμα του αιτούντος και τις αποδοχές που αυτό κερδίζει. Υιοθετώντας το σύστημα αυτό στην αυστηρή του εκδοχή, μπορεί να καταλήξουμε σε υπερπληθώρα αναπήρων 6 Βλ. Πετρόγλου Δ, Δίκαιο Κοινωνικής Ασφάλισης, Τόμος Α, Αθήνα 1974,σελ. 350 7 Βλ. Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 23, σελ. 256, Πετρόγλου Δ, Δίκαιο Κοινωνικής Ασφάλισης, Τόμος Α, Αθήνα 1974,σελ. 353 8 Βλ. Για την έννοια του ασφαλιστικού κινδύνου βλ. Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 20, σελ. 245 9 Βλ. Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 23, σελ. 257 10 Π.χ ο αγρότης που χάνει το χέρι του δεν μπορεί να εργαστεί το ίδιο με πριν και κρίνεται ανάπηρος σε αντίθεση με το στέλεχος επιχείρησης που μπορεί να συνεχίσει να εργάζεται κανονικά. 7

καθώς οποιαδήποτε απόκλιση από το υγιές άτομο μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει δυσμενώς την άσκηση του προηγούμενου επαγγέλματος του και να χαρακτηριστούν ως ανάπηρα άτομα που συνεχίζουν να έχουν ικανότητα ασκήσεως πολλών άλλων επαγγελμάτων. Η παραπάνω «ανωμαλία» μπορεί να ξεπεραστεί με μια διεύρυνση της συγκρισιμότητας, από το συγκεκριμένο επάγγελμα σε πεδίο ανάλογων ή συναφών επαγγελμάτων. Επομένως, η σύγκριση μπορεί να γίνεται αναφορικά με το υγιές άτομο που έχει ικανότητα βιοπορισμού, με την ίδια επαγγελματική κατάρτιση ή εμπειρία και που ασκεί όχι ακριβώς το ίδιο αλλά παρεμφερές επάγγελμα και απασχολείται σε παρόμοια επιχείρηση της ίδιας γεωγραφικής περιφέρειας 11. Έτσι αξιώνουμε από τον ενδιαφερόμενο την άσκηση όχι ακριβώς του προηγούμενου αλλά άλλου επαγγέλματος που συνάδει με τις ικανότητες, την ηλικία του, τη μόρφωση και την επαγγελματική του πείρα. ΙΙ. Η έννοια της γενικής αναπηρίας Η γενική αναπηρία επικεντρώνεται στο πεδίο γενικά της αγοράς εργασίας, όσο αόριστο και αν ακούγεται αυτό. Εκτιμάται με βάση τη δυνατότητα ασκήσεως οποιουδήποτε επαγγέλματος, χωρίς καμιά συνεκτίμηση των ιδιαίτερων επαγγελματικών προσόντων του ενδιαφερόμενου ή της επαγγελματικής του ταυτότητας. Η σύγκριση γίνεται με οποιοδήποτε υγιές πρόσωπο και δικαιολογητικός λόγος της ύπαρξης του είναι η ιδέα πως μια βλάβη ή πάθηση δεν αφαιρεί κάθε εργασιακή ανικανότητα αλλά μπορεί να επηρεάσει μόνο συγκεκριμένα επαγγέλματα, Με την υιοθέτηση αυτού του κριτηρίου καταλήγουμε σε μια υπέρμετρη συστολή του αριθμού των δικαιούμενων παροχών αναπηρίας καθώς ακόμα και η πιο βαριά αναπηρία μπορεί να κριθεί ότι επιτρέπει την άσκηση κάποιου επαγγέλματος. Με αυτόν τον τρόπο ο εργαζόμενος υποβαθμίζεται εμφανώς εκτός και αν πρόκειται για περίπτωση ανειδίκευτου και χωρίς προϋπηρεσία εργαζόμενου. ΙΙΙ. Η επιλογή του μικτού συστήματος Η επιλογή του μικτού συστήματος από τον Έλληνα νομοθέτη, σύμφωνα με το οποίο η επαγγελματική και η γενική αναπηρία συμπλέουν οφείλεται, σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του Νόμου 1846/1951, στο ότι σε αντίθετη περίπτωση και σε εφαρμογή μόνο της επαγγελματικής αναπηρίας θα έμενε ανεκμετάλλευτο εργατικό δυναμικό το οποίο μπορεί να απασχοληθεί σε συγγενή,με το επάγγελμα του παθόντος, επαγγέλματα, ενώ σε εφαρμογή μόνο της γενικής αναπηρίας δεν θα ήταν λογική και δίκαιη η πλήρης ανατροπή των συνθηκών εργασίας και της κοινωνικής θέσεως του αναπήρου με την απαίτηση της απασχόλησης του σε επάγγελμα τελείως διάφορο από αυτό που ασκούσε έως τώρα 12. 2. Ιστορική αναδρομή και η επικράτηση της υποκειμενικής αναπηρίας 11 Βλ.. Άγγελο Στεργίου, Η αναπηρία στη νομοθεσία του ΙΚΑ, Εκδόσεις Σάκκουλα 2009,σελ. 47επ 12 Βλ. και Αγαλλόπουλο Χρ σε Κοινωνικαί Ασφαλίσεις 1955, 25, σελ. 241 8

O κίνδυνος της αναπηρίας προβλέφθηκε και εντάχθηκε εξ αρχής στη νομοθεσία του Ι.Κ.Α, η οποία βασίστηκε στην τσεχοσλοβακική νομοθεσία των κοινωνικών ασφαλίσεων η οποία με τη σειρά της είχε γερμανικές επιρροές. Έτσι, το Ι.Κ.Α, αντίθετα με άλλους ασφαλιστικούς οργανισμούς, δεν υιοθέτησε το κριτήριο της φυσικής αναπηρίας, όπως αναλύθηκε παραπάνω. Αντίθετα ακολούθησε το σύστημα της υποκειμενικής ή βιοποριστικής αναπηρίας, σύμφωνα με το οποίο το ποσοστό της αναγνωριζόμενης αναπηρίας καθορίζεται όχι μόνο από το ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής βλάβης, αλλά και από αυτό σε συνάρτηση με την υποκειμενική δυνατότητα του ασφαλισμένου προς βιοπορισμό σε συνδυασμό με κοινωνικά κριτήρια. Ο Έλληνας νομοθέτης προσπάθησε να καθορίσει την εργασία που προσδοκάται από έναν άνθρωπο ίδιας επαγγελματικής μόρφωσης και πείρας με αυτές του αναπήρου, συνδυάζοντας σε ένα ενιαίο σύστημα την επαγγελματική με τη γενική αναπηρία, με απώτερο στόχο την αποφυγή δύο ακραίων σημείων: τον κοινωνικό υποβιβασμό του ασφαλισμένου που θα επέφερε η προσδοκία εκτέλεσης οποιουδήποτε είδους εργασίας από αυτόν και στον αντίποδα την υπέρμετρη συστολή των αποδεχούμενων επαγγελμάτων στα οποία θα μπορούσε να προσανατολιστεί ο ανάπηρος. Ι. Ο βασικός νόμος 1846/1951 Σύμφωνα με το άρθρο 28 2 του Ν. 1846/1951, στην αρχική του μορφή: «Ο ησφαλισμένος θεωρείται ανάπηρος κατά την έννοιαν της διατάξεως της προηγουμένης παραγράφου, εάν λόγω παθήσεως ή βλάβης ή εξασθενήσεως σωματικής ή πνευματικής, εξαμήνου τουλάχιστον κατ` ιατρικήν πρόβλεψιν διαρκείας, δεν δύναται να κερδίζει δι` εργασίας ανταποκρινόμενης εις τας δυνάμεις, τας δεξιότητας, την μόρφωσιν και την συνήθη αυτού επαγγελματικήν απασχόλησιν, πλέον του τρίτου εκείνου όπερ συνήθως κερδίζει εν τη αυτή περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία σωματικώς και πνευματικώς υγιής άνθρωπος της αυτής μορφώσεως. Εάν ο ησφαλισμένος δύναται να κερδίζει υπό τας εν τω προηγουμένω εδαφίω οριζομενας προϋποθέσεις και όρους πλέον μεν του τρίτου ουχί όμως και των 2/3 εκείνου όπερ κερδίζει σωματικώς και πνευματικώς υγιής άνθρωπος, δικαιούται, εφ` όσον είχε συμπληρώσει και τον υπό της παραγράφου 1 απαιτούμενον αριθμόν ημερών εργασίας, ειδικού επιδόματος αναπροσαρμογής ίσου προς το ποσόν της ης θα εδικαιούτο συντάξεως λόγω αναπηρίας. Το ανωτέρω επίδομα καταβάλλεται αδιαφόρως ασκήσεως παρά του επιδοματούχου οιασδήποτε εξηρτημένης ή αυτοτελούς απασχολήσεως και επί μίαν διετίαν το πολύ. Η καταβολή όμως του επιδόματος τούτου δύναται να εξαρτάται εκ της αποδοχής εκ μέρους του επιδοτουμένου της υποδεικνυομένης αυτώ παρά του Ι.Κ.Α. επαγγελματικής αναπροσαρμογής.» Επομένως σύμφωνα με την παρ.2 του παραπάνω άρθρου, η αναπηρία που δεν ταίριαζε απόλυτα στον ορισμό της παρ. 1 δεν αποκλειόταν από το προστατευτικό πλέγμα της κοινωνικής ασφάλισης αλλά ο νόμος αναγνώριζε ως προσωρινή εναλλακτική λύση το επίδομα αναπροσαρμογής το οποίο είχε στόχο να βοηθήσει την επαγγελματική αποκατάσταση του μερικώς ανάπηρου δίνοντας του για ένα χρονικό διάστημα, αυτό της μεταβατικής περιόδου, και ανεξαρτήτως εργασίας ή μη, χρόνο προσαρμογής στο προηγούμενο επάγγελμα του ή χρόνο προσανατολισμού σε άλλο. Σύμφωνα με τις τροποποιήσεις που επέφερε στην παρ. 2 του άρθρου 28 του Ν. 1846/51, το άρθρο 6 παρ.2 του Ν. 4476/1965 ορίσθηκε ότι : "Επιφυλασσομένης της εφαρμογής του πρώτου εδαφίου της παρούσης παραγράφου, ησφαλισμένος τυχών, επι 9

διετίαν επιδόματος αναπροσαρμογής, εφόσον εν συνεχεία της τοιαύτης επιδοτήσεώς του, δεν δύναται υπό τας προϋποθέσεις και όρους των προηγουμένων εδαφίων να κερδίζει πλέον του ημίσεως εκείνου όπερ κερδίζει σωματικώς και πνευματικώς υγιής άνθρωπος της αυτής μορφώσεως, δικαιούται συντάξεως μερικής αναπηρίας ίσης προς 75% της αναλογούσης συντάξεως. Τότε καθιερώθηκε ο θεσμός της μερικής αναπηρίας της οποίας κρίνονταν δικαιούχοι όσοι, μετά τη συμπλήρωση διετούς επιδότησης αναπροσαρμογής, κρίνονταν από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή μερικά ανάπηροι σε ποσοστό τουλάχιστον 50 % και όχι άνω του 66 % 13. Στη συνέχεια, ο ν. 1759/1988 κατάργησε το επίδομα αναπροσαρμογής και το αντικατέστησε με επιμήκυνση της επιδότησης ασθενείας μέχρι 720 ημέρες. Ο ίδιος νόμος, με το άρθρο 11, παρ.1, εδ. γ, καθιέρωσε μια νέα παροχή προς τους ασφαλισμένους άνω των 55 ετών με ασφαλιστική αναπηρία τουλάχιστον 33,3 %. Το ποσό της παροχής ήταν το 50 % του ποσοστού σύνταξης πλήρους αναπηρίας και καταβαλλόταν για όσο χρόνο ο ασφαλισμένος παρουσίαζε ποσοστό αναπηρίας από 33,3 % έως 50 % 14. ΙΙ. Οι τροποποιήσεις των νόμων 1902/1991 και 1976/1991 Η έννοια της αναπηρίας στη νομοθεσία του Ι.Κ.Α κατέληξε να αποτυπώνεται στο άρθρο 28 5 του α.ν. 1846/1951, έπειτα από τις τροποποιήσεις των νόμων 1902/1991 και 1976/1991, σύμφωνα με το οποίο: «5.α) Ο ασφαλισμένος θεωρείται βαριά ανάπηρος αν λόγω παθήσεως ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής, μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, ετήσιας τουλάχιστο διάρκειας κατά ιατρική πρόβλεψη, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται στις δυνάμεις, τις δεξιότητες και τη μόρφωσή του περισσότερο από το ένα πέμπτο (1/5) του ποσού που συνήθως κερδίζει σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης. β) Ο ασφαλισμένος θεωρείται ανάπηρος αν λόγω παθήσεως ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής, μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, διάρκειας ενός έτους το λιγότερο κατά ιατρική πρόβλεψη, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται στις δυνάμεις, τις δεξιότητες, τη μόρφωση και τη συνηθισμένη επαγγελματική του απασχόληση, περισσότερο από το ένα τρίτο (1/3) του ποσού που συνήθως κερδίζει στην ίδια επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης. γ) Ο ασφαλισμένος θεωρείται μερικά ανάπηρος αν λόγω πάθησης η βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής, μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, εξάμηνης το λιγότερο κατά ιατρική πρόβλεψη διάρκειας, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται στις δυνάμεις, τις δεξιότητες, τη μόρφωση και τη συνηθισμένη επαγγελματική του απασχόληση, περισσότερο από το μισό (1/2) του ποσού που συνήθως κερδίζει στην ίδια περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης.» Από την ανωτέρω ιστορική αναδρομή αναδεικνύεται ένας σκληρός πυρήνας του θεσμού κοινωνικής ασφάλισης, αυτός του συστήματος της βιοποριστικής ή υποκειμενικής 13 Βλ. Άγγελο Στεργίου, Αναπηρία, 1999, Μέρος Δεύτερο,Ι σελ. 148, παραπομπή 19 σε Εγκ.ΙΚΑ 155/65,ΕΔΚΑ Ζ, σελ. 539 14 Βλ. Άγγελο Στεργίου, Αναπηρία, 1999, Μέρος Δεύτερο,Ι σελ. 148 10

αναπηρίας. Η από μακρού καθιέρωση του συστήματος αυτού το αναγάγει σε βασικό περιεχόμενο της κοινωνικής ασφάλισης, κατοχυρώνεται από το ίδιο το Σύνταγμα και εντάσσεται στον πυρήνα του θεσμού της αναπηρίας ως ιστορικά διαχρονικά στοιχείο το οποίο δεν μπορεί να καταργηθεί από το νομοθέτη, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να το διατηρεί, ερμηνεία που δίνεται υπό το πρίσμα του άρθρου 22 5 Σ 15. ΙΙΙ. Η έννοια της αναπηρίας στη νομοθεσία του Ι.Κ.Α ως έννοια αναφοράς ολόκληρης της κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας σύμφωνα με το Ν. 2084/1992 Η έννοια της αναπηρίας, όπως οριοθετείται από τη νομοθεσία του ΙΚΑ, έχει αναδειχτεί σε έννοια αναφοράς για ολόκληρη την κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία, κάθε ταμείου 16 και αφορά κάθε περίπτωση αναπηρίας ασφαλισμένου, υπαχθέντα σε οποιοδήποτε φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης για πρώτη φορά, μετά την 1.1.1993. Για τους ασφαλισμένους μέχρι την 31.12.1992 εξακολουθεί να υπάρχει μια τάση ενιαίας αντιμετώπισης της αναπηρίας από τις νομοθεσίες των διάφορων Ταμείων με την καθιέρωση διατάξεων που στοχεύουν στην απάλειψη διαφορών όπως είναι η καθιέρωση Κανονισμών εκτίμησης αναπηρίας που ισχύουν για κάθε ασφαλιστικό φορέα που χορηγεί σύνταξη αναπηρίας 17, συμπεριλαμβανομένου και του ΟΓΑ 18. Στην κατηγορία των ασφαλισμένων στους οποίους τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 28 5 του α.ν 1846/1951, ανεξάρτητα από τον φορέα ασφάλισης τους κατατάσσονται 19 : α) όσοι ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα της χώρας ή της αλλοδαπής, συμπεριλαμβανομένου και του Δημόσιου, δηλαδή όσοι ξεκίνησαν να εργάζονται και να ασφαλίζονται από 1.1.1993 και έπειτα (εξαιρούνται ο ΟΓΑ και το ΝΑΤ), β) όσοι είχαν ασφαλιστεί πριν την 1.1.1993 μόνο στον ΟΓΑ καθώς και οι συνταξιούχοι του οργανισμού αυτού, γ) Οι αλλοδαποί που προέρχονται από τρίτες χώρες (όχι αυτοί που είχαν ασφαλιστεί μέχρι 31.12.1992 σε κράτος μέλος της Ε.Ε ή σε χώρα με την οποία η Ελλάδα είχε συνάψει διμερή σύμβαση κοινωνικής ασφάλειας, δ) οι συνταξιούχοι λόγω θανάτου που δεν είχαν ασφαλιστεί πριν την 1.1.1993 εξ ιδίας εργασίας σε κανένα φορέα κοινωνικής ασφάλειας, ε) όσοι αναγνωρίζουν χρόνο εργασίας στην αλλοδαπή μετά την 1.1.1993, ανεξάρτητα αν αυτός ο χρόνος παρασχέθηκε σε χρονικό διάστημα προγενέστερο αυτής της ημερομηνίας, στ) οι υπαγόμενοι στον Ειδικό Λογαριασμό Αυτασφαλίσεως 20 μετά την 1.1.1993, ζ) ασφαλισμένοι του ΙΚΑ των οποίων το αίτημα για αναγνώριση χρόνου ασφάλισης λόγω απώλειας του ασφαλιστικού βιβλιαρίου τους για περίοδο πριν την 1.1.1993, απορρίφθηκε, η) οι Έλληνες υπήκοοι ή ομογενείς που εντάσσονται στο καθεστώς προαιρετικής ασφαλίσεως μετά την 1.1.1993 σύμφωνα με το άρθρο 1 του. 1469/1984, θ) όσοι απογράφηκαν στο ΙΚΑ πριν την 1.1.1993 με μόνο στόχο την επιδότηση από τον ΟΑΕΔ 21. 15 Βλ. Άγγελος Στεργίου, Δίκαιο Κοινωνικής Ασφάλισης, Εκδόσεις Ζυγός, σελ. 476 16 Βλ. άρθρο 25 ν.2084/1992 17 Βλ. άρθρο 49 1 ν. 2084/1992 18 Βλ. άρθρο 49 2 ν. 2084/1992 19 Βλ. Άγγελος Στεργίου Αναπηρία,1999. σελ 166-167 20 Βλ. άρθρο 36 ν.1902/1990 21 Βλ. άρθρα 1-3 ν. 1545/1985 και άρθρο 23 1 ν. 1483/1984 11

Η προσπάθεια ενοποίησης του συστήματος απονομής παροχών αναπηρίας για τους ασφαλισμένους κάθε ταμείου δεν περιορίστηκε μόνο στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης αλλά πολύ γρήγορα διαφάνηκε η ανάγκη ανάλογης δράσης και στον τομέα των επικουρικών ταμείων ασφάλισης. Μέχρι το 1992 οι φορείς επικουρικής ασφάλισης, ως ανεξάρτητοι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, εφάρμοζαν για τη χορήγηση σύνταξης λόγω αναπηρίας, δικούς τους καταστατικούς κανόνες χωρίς να δεσμεύονται από τους αντίστοιχους των φορέων κύριας ασφάλισης 22. Με τον ν. 2084/1992 καθιερώθηκαν κοινοί κανόνες για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας από φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης. Σύμφωνα με το άρθρο 33 1 του ν. 2084/1992: Οι διατάξεις των άρθρων 24 έως 28 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται ανάλογα και στους φορείς επικουρικής ασφάλισης. Άρα για τους ασφαλισμένους από 1.1.1993 και έπειτα, οι προϋποθέσεις απονομής συντάξεως λόγω αναπηρίας που ισχύουν για φορείς κύριας ασφάλισης, εφαρμόζονται αναλογικά και στους αντίστοιχους τομείς επικουρικής ασφάλισης. Το ίδιο ισχύει και για τους παλαιούς ασφαλισμένους έως 31.12.1992 σύμφωνα με το άρθρο 53 του ν. 2084/1992 που ορίζει την εφαρμογή των ενιαίων κανόνων σύνταξης αναπηρίας που εφαρμόζονται στα ταμεία κύριας ασφάλισης και στα ταμεία επικουρικής ασφάλισης στα οποία υπάγονται οι ασφαλισμένοι, καθιερώνοντας περίοδο προσαρμογής έως τις 31.12.1997 για τα ταμεία εκείνα που περιείχαν ευνοϊκότερες διατάξεις. 1. Η ανατομοφυσιολογική βλάβη Ι. Σωματική ή πνευματική βλάβη ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Eννοιολογικά στοιχεία αναπηρίας Ανατομικά προβλήματα και μείωση της λειτουργικής ικανότητας ενός ή περισσοτέρων οργάνων του σώματος που δεν αντιστοιχούν στην εικόνα ενός υγιούς ανθρώπου θεωρούνται προσβολή της υγείας. Για να εξελιχθεί λοιπόν η πορεία και εξέταση του συνταξιοδοτικού αιτήματος πρέπει πρώτα να διαπιστωθεί από τις οικείες υγειονομικές επιτροπές πάθηση ή βλάβη που οδηγεί σε μερική ή ακόμα και σε ολική ανικανότητα για εργασία. Το πρώτο βήμα λοιπόν είναι πάντα η διαπίστωση του ιατρικού προβλήματος και της ιατρικής αναπηρίας. Πριν προχωρήσουμε πρέπει να διασαφηνίσουμε πως άλλο είναι η ιατρική και άλλο η ασφαλιστική αναπηρία. Η κρίση περί ιατρικής αναπηρίας ανήκει στα ιατρικά όργανα, απαιτεί συγκεκριμένες τεχνικές και επιστημονικές γνώσεις και ως εκ τούτου είναι δεσμευτική για τα ασφαλιστικά όργανα και τα διοικητικά δικαστήρια που ενδέχεται να επιληφθούν επί ασκήσεως προσφυγής. Τελικά όμως η αναπηρία είναι νομική έννοια και το αν η κατάσταση του παθόντος μετά την ιατρική διάγνωση χρήζει προστασίας από την κοινωνική ασφάλιση και αποτελεί όντως βλάβη με τη έννοια που απαιτεί η κοινωνικοασφαλιστική νομοθεσία αποτελεί νομικό ζήτημα 23. 22 Βλ. ΣΤΕ 639/1994 ΕΔΚΑ 1994,σελ. 716 23 Βλ. Άγγελο Στεργίου, Αναπηρία, 1999, Μέρος Δεύτερο,ΙΙΙ,1.Α, σελ. 169 12

Η φύση και το είδος της παθήσεως είναι αδιάφορα και αυτό που έχει σημασία είναι να πρόκειται για βλάβη υγείας με διάρκεια και συνέπεια τη μείωση της βιοποριστικής ικανότητας ώστε να μπορεί να υπάρξει συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω αναπηρίας. Έχει κριθεί νομολογιακά πως παθήσεις όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας 24, καρδιακές παθήσεις όπως το έμφραγμα μυοκαρδίου 25 και η στεφανιαία νόσος 26, ο ακρωτηριασμός 27 ή η παράλυση άκρου 28, η νεφρεκτομή 29, η ωτοσκλήρυνση 30, η σπονδυλοαρθροπάθεια 31, μορφές αναιμίας όπως η ομόζυγος Β μεσογειακή αναιμία 32, η σφαιριναιμία 33, η ανθεκτική αναιμία 34 αποτελούν ιατρική αναπηρία. Βλάβη της υγείας μπορεί να θεωρηθεί και η μόλυνση από μεταδοτική νόσο, όπως η μόλυνση με ΗΙV, πριν ακόμα εκδηλωθούν τα συμπτώματα της νόσου του AIDS καθώς για να θεμελιωθεί το δικαίωμα δεν χρειάζεται να εκδηλωθούν και τα συμπτώματα της νόσου 35, καθώς με ανικανότητα ισούται και η άρνηση συνεργασίας εκ μέρους των λοιπών εργαζομένων με τον ασφαλισμένο λόγω κάποιων προβλημάτων υγείας του 36. Όσον αφορά στην έννοια της πνευματικής παθήσεως, αυτή οριοθετείται ως κάθε ψυχική ή διανοητική ασθένεια συμπεριλαμβανομένων των γνήσιων αλλά και των οργανοψυχικών παθήσεων 37 που οφείλονται σε παθολογοανατομικές αλλοιώσεις του εγκεφάλου 38. Ακόμα και ηπιότερες μορφές διανοητικών διαταραχών μπορούν να προκαλέσουν μείωση της βιοποριστικής ικανότητας του ασφαλισμένου όπως οι νευρώσεις 39 που μπορούν να θεωρηθούν βλάβη της ψυχικής υγείας που δικαιολογεί πρόσβαση σε παροχές αναπηρίας όταν δεν απορρέουν από την ίδια τη βούληση του ασφαλισμένου να απέχει από την εργασία του. Οι ψυχικές διαταραχές 40 δεν απαιτείται να προέρχονται από μια προδιάθεση του ασφαλισμένου καθώς μπορεί να εκδηλώνονται 24 Βλ. ΣΤΕ 5445/95 ΕΔΚΑ ΛΗ, σελ 618=ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 25 Βλ. ΔΕφΑθ 1594/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 26 Βλ. ΣΤΕ 4352/2009 ΕΔΚΑ Τόμος 2011,σελ. 529 27 Βλ. ΣΤΕ 1691/2003 και ΣΤΕ 245/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 28 Βλ. ΣΤΕ 2040/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 29 Βλ. ΣΤΕ 2863/2002 και ΣΤΕ 1912/1999 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 30 Βλ. ΣΤΕ 820/96 ΕΔΚΑ ΛΗ,σελ.283 και ΔΕφΑθ 1230/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 31 Βλ. ΣΤΕ 1204/1993 Ε.Δ.Κ.Α ΛΕ σελ. 731,, ΔΕφΑθ 294/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΔιοικΠρΑγρ 155/1995 ΕΔΚΑ 1996 σελ.703, ΤριμΔιοικΠρΙωαννίνων 183/2001 Ε.Δ.Κ.Α ΜΔ, σελ. 619, 32 Βλ. ΣΤΕ 450/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 33 Βλ. ΣΤΕ 801/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 34 Βλ. ΔΕφΑθ 541/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 35 Βλ. Άγγελο Στεργίου, Αναπηρία, 1999, Μέρος Δεύτερο,ΙΙΙ,1.Α, σελ. 170, παραπομπή 24 σε Ι.Μανωλεδάκη Αρμ. 1996,σελ.664 36 Βλ. Άγγελο Στεργίου, Αναπηρία, 1999, Μέρος Δεύτερο,ΙΙΙ,1.Α, σελ. 170, Αγαλλόπουλο Χρ σε Κοινωνικαί Aσφαλίσεις 1955, 25, σελ. 246, Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 23, σελ. 255 37 Βλ. ΣΤΕ 870/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ: αγχώδεις και καταθλιπτικές εκδηλώσεις αντιδραστικής αιτιολογίας 38 Βλ. ΔΕφΑθ 276/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ:επιληπτικές κρίσεις κροταφικού τύπου, ΔΕφΑθ 1528/2011ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και ΣΤΕ 2562/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 39 Βλ. ΣΤΕ 2678/2011, ΣΤΕ 1674/2009 και ΣΤΕ 833/1997 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Αγαλλόπουλο Χρ σε Κοινωνικαί Ασφαλίσεις 1955, 25, σελ. 246 40 Βλ. ΣΤΕ 343/2012 και ΣΤΕ 1611/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ:περίπτωση διπολικής συναισθηματικής διαταραχής, ΣΤΕ 3505/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ: χρονίσασα καταθλιπτική διαταραχή 13

συνεπεία ασθενείας, ατυχήματος 41 ή άλλων αιτιών. Οι ψυχοπάθειες και ψυχικές διαταραχές της προσωπικότητας 42, θεωρούνται πνευματική βλάβη ενώ συμπεριφορές όπως η οκνηρία, ευαισθησία, εγκληματικές τάσεις, αντικοινωνική συμπεριφορά, ερειστική διάθεση δεν αποτελούν πνευματική πάθηση 43. Καθίσταται φανερό πως ο ορισμός της βλάβης της υγείας δεν μπορεί να είναι σαφής καθώς η έννοια της ασθενείας χαρακτηρίζεται από συνεχή εξελικτικότητα. Στο πέρασμα των χρόνων εμφανίζονται συνεχώς νέες ασθένειες που οφείλονται στο περιβάλλον και στον τρόπο ζωής του ανθρώπου όπως είναι οι ψυχικές ασθένειες ή οι νευρώσεις που αναλύθηκαν παραπάνω, ο καταναγκαστικός χαρακτήρας των οποίων δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στον ασφαλισμένο και γι αυτό το λόγο εμπίπτουν στην έννοια της αναπηρίας. Καθημερινά πλέον- φαινόμενα όπως η χρήση ναρκωτικών, ο αλκοολισμός 44, η παχυσαρκία και η κατάχρηση φαρμάκων είναι παράγοντες που μπορεί να προκαλέσουν ασθένειες ή ατυχήματα και αναπόφευκτα προσβολή της υγείας και συνακόλουθα μείωση της βιοποριστικής ικανότητας με ανάγκη πρόσβασης στις παροχές αναπηρίας. Επιπρόσθετα, παραμορφώσεις ή δυσμορφίες προκαλούμενες από ατύχημα ή κοινή νόσο μπορούν να θεωρηθούν ανατομοφυσιολογική βλάβη και να στηρίξουν αίτημα απονομής συντάξεως λόγω αναπηρίας όταν εμποδίζουν την άσκηση επαγγέλματος και μειώνουν την βιοποριστική ικανότητα 45 46. ΙΙ. Ο προσδιορισμός της βλάβης της υγείας Πριν την τροποποίηση του ν.1846/1951 από το ν. 1902/1990, η ανατομοφυσιολογική βλάβη εκφραζόταν από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή με διαφορετικά ποσοστά ακόμα και σε παρόμοιες περιπτώσεις. Αυτό άλλαξε με την παρακάτω τροποποίηση σύμφωνα με την οποία 47 : «Με κανονισμό, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, προκαθορίζεται με εκατοστιαία αναλογία, σύμφωνα με τα δεδομένα της ιατρικής επιστήμης, το ποσοστό αναπηρίας που συνεπάγεται κάθε πάθηση ή βλάβη ή σωματική ή πνευματική εξασθένηση ή η συνδυασμένη εμφάνιση τέτοιων παθήσεων ή βλαβών ή εξασθενήσεων. Μέχρι την έκδοση του κανονισμού η αναπηρία προσδιορίζεται ιατρικώς σύμφωνα με τις μέχρι σήμερα ισχύουσες διατάξεις. Ειδικά προκειμένου περί παθήσεων που 41 Βλ. ΔΕφΑθ 2245/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ: «..«καταθλιπτική συνδρομή αντιδραστικού τύπου. Ηπίου βαθμού μετατραυματικό σύνδρομο», όρισαν δε ότι το ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής του βλάβης «που οφείλεται στο ατύχημα είναι 35%» για το ίδιο χρονικό διάστημα, από το οποίο «..20% οφείλεται σε ψυχιατρική πάθηση». 42 Βλ. ΣΤΕ 813/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ: περίπτωση χρονίζουσας σχιζοφρενικής ψύχωσης, ΔΕφΑθ 26/2010: καταθλιπτική διαταραχή 43 Βλ. Άγγελο Στεργίου, Αναπηρία, 1999, Μέρος Δεύτερο,ΙΙΙ,1.Α, σελ. 171. 44 Βλ. ΣΤΕ 1328/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 45 Βλ. Άγγελο Στεργίου, Αναπηρία, 1999, Μέρος Δεύτερο,ΙΙΙ,1.Α, σελ. 172, παραπομπή 31 46 Βλ. και ΥΑ 250//1938 Κανονισμός Ασθενείας ΙΚΑ, άρθρο 7 2: «"Αισθητικαί επεμβάσεις προς άρσιν ή μετριασμόν ανατομικων παραμορφώσεων ενεργούνται μόνον εφ` όσον διευκολύνουσι τον ησφαλισμένον εν τη εξασκήσει του επαγγέλματός του, κατόπιν γνωματεύσεως της Πρωτοβαθμίου Υγειονομικής Επιτροπης, εις την συμμετέχει και ειδικός Ιατρός". 47 Βλ. άρθρο 28 5 περ. ε Α.Ν 1846/1951 14

οφείλονται κατά κύριο λόγο σε νευροψυχιατρικά αίτια που αποδεικνύονται κλινικά, η αναπηρία προσδιορίζεται ιατρικώς σύμφωνα με τις μέχρι σήμερα ισχύουσες διατάξεις. Για την αναπηρία του ασφαλισμένου από άποψη ιατρική γνωμοδοτούν οι αρμόδιες κατά τον κανονισμό ασφαλιστικής αρμοδιότητας υγειονομικές επιτροπές, οι οποίες, εκτός από τη διαπίστωση της φύσεως, των αιτιών, της εκτάσεως και της διάρκειας της σωματικής ή της πνευματικής παθήσεως του ασφαλισμένου, ερευνούν και την επίδραση αυτών στην καθολική ικανότητά του για άσκηση του συνήθους ή παρεμφερούς επαγγέλματός του ή την ανάκτηση της ικανότητας αυτής.» Ο ανωτέρω κανονισμός 48 που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο και δεσμεύει την κρίση των υγειονομιών επιτροπών αφορά όλους τους ασφαλιστικούς φορείς όπως προεκτέθηκε και παραπάνω 49 σύμφωνα με το άρθρο 49 2 του ν. 2084/1992. Από τον προκαθορισμό αυτό διαφεύγουν μόνο οι νεύρο-ψυχιατρικής φύσεως παθήσεις. Σε περιπτώσεις που συντρέχουν περισσότερες παθήσεις στο πρόσωπο του ασφαλισμένου, τα ποσοστά της αναπηρίας συνυπολογίζονται όπως διαμορφώνονται στο υπόλοιπο της εκατοστιαίας αναλογίας, συνεκτιμούνται λοιπόν αλλά όχι με τη μορφή της άθροισης των επιμέρους ποσοστών αναπηρίας που συνεπάγεται κάθε μια από τις παθήσεις 50. ΙΙΙ. Η σημασία της αιτίας της βλάβης και ο νομολογιακός κανόνας της προέχουσας αιτίας Κάθε σωματική ή πνευματική βλάβη μπορεί να υποστηρίξει αίτημα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας, ανεξαρτήτως της αιτίας από την οποία προήλθε. Η αιτία της αναπηρίας δεν παίζει ρόλο στην στοιχειοθέτηση της έννοιας αυτής επομένως είναι αδιάφορο,για τα ασφαλιστικά όργανα που κρίνουν, το αν η βλάβη της υγείας οφείλεται στο επάγγελμα του παθόντα ή σε κληρονομική του προδιάθεση 51. Η αναπηρία μπορεί να οφείλεται και στην λόγω γήρατος φυσιολογική φθορά και εξασθένηση της υγείας, συμπέρασμα συναχθέν βάσει ερμηνείας του άρθρο 28 του α.ν. 1846/1951 στο οποίο γίνεται λόγος για σωματική ή πνευματική εξασθένηση. Ο παραπάνω κανόνας έχει και τις εξαιρέσεις του καθώς όταν αιτία της αναπηρίας είναι εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική νόσος, οδηγεί σε ευνοϊκότερη μεταχείριση του παθόντα όσον αφορά στις προϋποθέσεις πρόσβασης του σε παροχές αναπηρίας. Άλλη εξαίρεση στον κανόνα της μη καθοριστικής αιτίας αποτελεί η αναπηρία λόγω ψυχιατρικής παθήσεως καθώς τότε το ποσό της σύνταξης που δικαιούται ο παθών ισούται με το ποσό της σύνταξης που αντιστοιχεί στη βαριά αναπηρία, ακόμα και αν αυτός 48 Βλ. ΦΕΚ Β,1506/4-5-2012 Ενιαίος Πίνακας Προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας όπως ισχύει σήμερα 49 Βλ. Κεφάλαιο Α, 2γ, σελ. 3 50 Βλ. Άγγελο Στεργίου, Αναπηρία, 1999, Μέρος Δεύτερο,ΙΙΙ,1.Α, σελ. 171, παραπομπή 30 σε Ν. Παπαβλασσοπούλο Δ.ΙΚΑ ΛΑ, σελ. 475 όπου υπάρχει το εξής παράδειγμα: Σε περίπτωση διαπίστωσης τριών παθήσεων όπου από την πρώτη έχουμε ποσοστό αναπηρίας 20 %, από τη δεύτερη ποσοστό 30 % και από την Τρίτη ποσοστό 10 %, το συνολικό ποσοστό αναπηρίας δεν είναι 60 % αλλά 50 % ως εξής: Από την πρώτη πάθηση ποσοστό αναπηρίας 20 %. Από τη δεύτερη πάθηση το ποσοστό 30 % θα αναχθεί στο εναπομείναν ποσοστό 80 % επομένως ( 80 x 30 % = 24 %). Από την Τρίτη πάθηση ποσοστό αναπηρίας 10 % το οποίο θα αναχθεί στο εναπομείναν 66% επομένως ( 56 x 10 % = 5,6 %). Άρα 20+24+5,6= 49,6 % συνολικό ποσοστό αναπηρίας. 51 Βλ. Αγαλλόπουλος Χρ., Αι κοινωνικαί ασφαλίσεις, Αθήνα 1936, 22 γ, σελ. 119 15

είναι απλά ανάπηρος, ενώ αν είναι μερικά ανάπηρος δικαιούται τα 3/4 της παραπάνω σύνταξης 52. Αυτός είναι και ο λόγος που οι υγειονομικές επιτροπές πρέπει πάντα στη γνωμάτευση τους να προσδιορίζουν το ποσοστό αναπηρίας που οφείλεται στην ψυχιατρική πάθηση 53. Τέλος, υπάρχουν αιτίες αναπηρίας που οδηγούν σε πρόσθετες παροχές όπως παθήσεις φυματίωσης, καρκίνου πνευμόνων, πνευμονοκονίασης και νεφροπάθειες, των οποίων οι πάσχοντες δικαιούνται εκτός από σύνταξη αναπηρίας και πρόσθετα επιδόματα όπως αυτό της αεροθεραπείας, της παραπληγίας ή τετραπληγίας 54. Ειδικά για το επίδομα της τετραπληγίας παραπληγίας ισχύει το άρθρο 42 του ν. 1140/1981 το οποίο δίνεται στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους των φορέων κοινωνικής ασφάλισης καθώς και στα μέλη της οικογένειας τους εφόσον έχουν ποσοστό ιατρικής αναπηρίας άνω του 67 %, ανεξαρτήτως της ικανότητας τους προς βιοπορισμό 55. Δικαιολογητικός λόγος είναι η αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης των δικαιούχων του επιδόματος και επομένως οι αυξημένες ανάγκες τους και ακολούθως δαπάνες, ενώ πρόκειται για μια ασφαλιστική παροχή ιδιόμορφου χαρακτήρα 56. Το επίδομα αυτό χορηγείται όχι μόνο στους πάσχοντες από τετραπληγία ή παραπληγία αλλά και σε πάσχοντες από ασθένειες που επιφέρουν την ίδια μορφή αναπηρίας 57 και από τριπληγία 58. α. Οι έννοιες του εργατικού ατυχήματος και της επαγγελματικής ασθένειας Η ενασχόληση με τις δύο έννοιες αυτές απαιτεί μεγάλη έκταση και θα οδηγήσει σε υπέρβαση του σκοπού της παρούσας μελέτης. Γι αυτό το λόγο θα προβούμε σε μια σύντομη επισκόπηση της κάθε μια έννοιας λόγω του ότι όταν η αιτία της αναπηρίας εντοπίζεται σε εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια οδηγεί σε μια είδους προνομιακή μεταχείριση σε σχέση με τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας 59. 52 Βλ. άρθρο 28 περ. η του α.ν 1846.1951 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 4 ν.1976/1991 53 Βλ. ενδεικτικά ΣΤΕ 343/2012 και ΣΤΕ 813/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 54 Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 23, σελ. 255 55 Βλ. Εγκύκλιο ΙΚΑ 67/1992 σε www.ika.gr όπου: Σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 16 του Ν.2042/92 που αντικατέστησε το άρθρο 42 του ν. 1120/81- ορίστηκε, ότι το εξωιδρυματικό επίδομα χορηγείται στους ασφ/νους και συν/χους των φορέων Κοιν/κής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Κοιν/κών Ασφ/σεων καθώς και στα μέλη οικογενείας τους, που πάσχουν από τετραπληγία ή παραπληγία με ποσοστό ιατρικής αναπηρίας 67% και άνω χωρίς να ερευνάται η ικανότητά προς βιοπορισμό. Συνεπώς, η ανάληψη εργασίας ή η συνέχιση της απασχόλησης από τον παραπληγικό δεν επηρεάζει την χορήγηση ή την παράταση καταβολής του επιδόματος. Επισημαίνεται, όμως, ότι σε περίπτωση που ο δικαιούχος του επιδόματος δικαιούται παράλληλα και σύνταξη λόγω αναπηρίας, για την χορήγηση της σύνταξης ή την παράτασή της ερευνάται η βιοποριστική ικανότητα του ασφ/νου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις 56 Βλ. ΟλΣτΕ 151/1990 όπου: «Το προβλεπόμενον ειδικόν εξωιδρυματικόν επίδομα παραπληγικών, χορηγούμενόν εις τους πάσχοντας εκ συγκεκριμένης ασθενείας, υπό φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως και συνδεόμενον προς ασφαλιστικάς προϋποθέσεις, συνιστά ιδιομόρφου χαρακτήρος παροχήν κοινωνικής ασφαλίσεως» 57 Βλ. ΣΤΕ 1435/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ με περαιτέρω παραπομπές σε Σ.τ.Ε. 4003/2009, Σ.τ.Ε 1341/2009, ΔιοικΕφΠειρ 542/2009 ΕΔΚΑ 2010,σελ. 1041, Σ.τ.Ε 234/2007, ΤριμΔιοικΠρΑθ 9313/1994 ΕΔΚΑ 1995,σελ. 499 58 Βλ. Λαναρά, Η ασφάλιση στο ΙΚΑ, Εκδόσεις Σάκκουλα,2013,σελ. 562: Περιπτώσεις μυασθένειας, μυοπάθειας, ακρωατηριασμών, φωκομέλειας, σκλήρυσνης κατά πλάκας 59 Βλ. Άγγελο Στεργίου Αναπηρία, 1999, σελ. 172 16

Σύμφωνα με το Ν. 551/1915, εργατικό ατύχημα δηλαδή ατύχημα από βίαιο συμβάν κατά την εκτέλεση ή εξ αφορμής της εργασίας, θεωρείται κάθε σωματική βλάβη του εργαζομένου, η οποία είναι αποτέλεσμα έκτακτης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου προς τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος, αλλά συνδεόμενου με την εργασία του λόγω της εμφανίσεώς του κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εκτέλεση αυτής 60. Ως βίαιο και αιφνίδιο συμβάν ορίζεται αυτό που προέρχεται από εξωτερική αιτία, άσχετης μεν με τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος και τη βαθμιαία φθορά του από τις συνθήκες της εργασίας, αλλά συνδεόμενου οπωσδήποτε μ` αυτή λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεσή της ή εξ αφορμής αυτής, δηλαδή θα πρέπει το αίτιο, στο οποίο οφείλεται το εργατικό ατύχημα, να μην ανάγεται αποκλειστικά στην οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος και το οποίο συνεπώς δεν θα συνέβαινε χωρίς την εργασία και τις περιστάσεις εκτέλεσής της (ΟλΑΠ 1287/1986) 61 62. Η βλάβη στην υγεία που δύναται να επέλθει στον εργαζόμενο με τις κανονικές συνθήκες εργασίας δεν υπάγεται στην έννοια του εργατικού ατυχήματος, αν δηλαδή δε μεσολαβεί κάποιο έκτακτο και εξωτερικό γεγονός 63 που να υπήρξε αιτία για να προκληθεί το συμβάν 64. Ωστόσο, αν η επιδείνωση της ήδη υπάρχουσας νοσηρής κατάστασης του οργανισμού λόγω συνθηκών εργασίας έκτακτου χαρακτήρα ή η μετά την εκδήλωση της νόσου συνέχιση της απασχόλησης υπό τις ίδιες συνθήκες εργασίας επιβαρύνουν την ήδη βεβαρημένη κατάσταση, τότε οι προαναφερθείσες κανονικές συνθήκες εργασίας μετατρέπονται σε εξαιρετικά δυσμενείς και προσδίδεται σε αυτές ο χαρακτηρισμός του βίαιου συμβάντος. Αν αυτό έχει ως συνέπεια την περαιτέρω βλάβη του οργανισμού του μισθωτού, η επιδείνωση της υγείας του εμπίπτει στην έννοια του εργατικού ατυχήματος 65. Σε περίπτωση που υπάρχει νόσος, έστω και σε λανθάνουσα μορφή, και ο μισθωτός συνεχίζει να εργάζεται υπό κανονικές συνθήκες αλλά δεν παρέχεται σε αυτόν από τον εργοδότη ή από προστηθέντα αυτού η επιβεβλημένη ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη με συνέπεια να επιδεινωθεί έτι περισσότερο η κλονισμένη υγεία του μισθωτού, συντρέχει επίσης εργατικό ατύχημα 66. Ακόμη, εργατικά ατυχήματα καλούνται και εκείνα που προκαλούν βλάβες στην υγεία του εργαζομένου, όταν ο τελευταίος καταβάλει υπέρμετρες προσπάθειες υπό συνθήκες ασυνήθεις ως προς το είδος της εργασίας που έχει συμφωνήσει να παρέχει αφενός και αφετέρου στις περιπτώσεις εκείνες που η επιβάρυνση του οργανισμού του παθόντος προέρχεται από συνεχείς υπερωριακές εργασίες για μακρό χρονικό διάστημα 67. 60 ΑΠ 19/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 61 Βλ. ΑΠ 139/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 62 Βλ.Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 24, σελ. 260 με παραδείγματα όπως η μόλυνση ιατρού από την εκτέλεση συνηθισμένης επικίνδυνης περίθαλψης, η καρδιακή προσβολή λόγω εξαντλητικής απασχόλησης ( ΣΤΕ 2731/1982 ΕΔΚΑ 1983 (88), ΣΤΕ 51/78 ΕΔΚΑ 1978 (134), ΣΤΕ 164/984 ΕΔΚΑ 1984 (357), ΣΤΕ 103/1984 ΕΔΚΑ 1984 (432). 63 Ακόμα και ψυχικής φύσεως βλ. Αγαλλόπουλος Χρ., Αι κοινωνικαί ασφαλίσεις, Αθήνα 1936, 22 γ, σελ. 116 64 Βλ. ΟλΑΠ 1287/1986, ΝΟΒ/1987 (1605). 65 Βλ, ΑΠ 1690/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και ΕφΠειραια 315/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 66 Βλ. ΑΠ 138/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και ΣΤΕ 1078/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 67 Βλ. ΑΠ 1118/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣΤΕ 2399/1994 ΕΔΚΑ 1995,σελ. 267, ΣΤΕ 1926/1994 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΠρΙωαν 151/1994 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ πρβλ Σ.τ.Ε. 3910/1990, 242/1989, 3261/1985.κ.α.) 17

Για να θεωρηθεί ένα ατύχημα εργατικό, πρέπει να υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παρεχόμενης εργασίας και του ατυχήματος, δηλαδή το ατύχημα να λαμβάνει χώρα είτε κατά την εκτέλεση της εργασίας είτε εξ αφορμής αυτής, όπως ο νόμος ορίζει 68. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 1 Ν. 551/1915 εργατικό ατύχημα υφίσταται μόνο όταν η διακοπή του εργαζομένου από την παροχή εργασίας είναι πέραν των τεσσάρων ημερών ενώ σε περίπτωση που το βίαιο και αιφνίδιο συμβάν προκαλέσει διακοπή από την εργασία για μικρότερο από τέσσερις μέρες διάστημα, τότε γίνεται λόγος για απλή ασθένεια. Στον αντίποδα, η επαγγελματική νόσος 69 είναι η οξεία ή χρόνια νοσηρή κατάσταση του ασφαλισμένου από βλαβερή επίδραση ενός επαγγέλματος όπως π.χ ασθένειες προκαλούμενες από μόλυβδο, κράμματα και τις συνθέσεις του, τον υδράργυρο, τα αμαγάλματα και τις συνθέσεις του, τον άνθρακα, βενζόλιο κλπ.. Σε αντίθεση με το εργατικό ατύχημα η επαγγελματική ασθένεια επιδρά σταθερά και ανεπαίσθητα στον οργανισμό, παρουσιάζοντας βαθμιαία εξέλιξη έως την προσβολή του εργαζομένου 70. Η επαγγελματική ασθένεια 71 εκδηλώνεται κάτω από συνήθεις δυσμενείς όρους παροχής εργασίας που προβλέπονται στην ατομική σύμβαση εργασίας 72. Ακόμα και αν επέρχεται εξασθένηση του οργανισμού εξαιτίας της φύσης της εργασίας, δε στοιχειοθετείται εργατικό ατύχημα. Δε λογίζεται ως τέτοιο, διότι ελλείπει το στοιχείο του βίαιου συμβάντος, το οποίο αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για να προσδιοριστεί ένα ατύχημα ως εργατικό. β. Ο κανόνας της προέχουσας αιτίας Σε περιπτώσεις όπου εμφανίζεται συρροή κοινής νόσου και εργατικού ατυχήματος ισχύει ο κανόνας της προέχουσας αιτίας, ο οποίος είναι νομολογιακής προέλευσης. Προκειμένου να καταλήξουμε στην προέχουσα αιτία κρίσιμη είναι η διερεύνηση σχετικά με το ποια από τις δύο αιτίες προηγήθηκε χρονικά της άλλης. Αν προηγήθηκε κάποιο ποσοστό αναπηρίας λόγω εργατικού ατυχήματος και στη συνέχεια ακολούθησε ανικανότητα από άλλη αιτία-άσχετη του ατυχήματος- ενδιαφέρει ο καθορισμός της προέχουσας αιτίας 73, αφού πρώτα γνωματεύσουν οι υγειονομικές επιτροπές σχετικά με τα ποσοστά ανατομοφυσιολογικής βλάβης από ατύχημα και κοινή νόσο και στη συνέχεια τα ασφαλιστικά όργανα κρίνουν βάσει του συνολικού ποσοστού αναπηρίας από ποια αιτία θα λάβει σύνταξη ο ανάπηρος 74. Η προέχουσα αιτία δεν 68 Βλ. ΣΤΕ 3485/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ με περαιτέρω παραπομπές σε ΣΤΕ 2556/2008, 1012/2003, 4204/2000, 5446/1995, 4145/1995, 659/1993 και Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα- Κομοτηνή 1985, 24, σελ. 261 όπου αναφέρεται πως σκόπιμο είναι να δεχόμαστε την ύπαρξη αιτιώδη συνδέσμου ακόμα και σε περίπτωση απλής πιθανολόγησης όπως στην έμμεση σχέση αιτίου αποτελέσματος π.χ πρόκληση εμφράγματος σε καρδιοπαθή λόγω επίπληξης προϊσταμένου του, Αγαλλόπουλος Χρ., Αι κοινωνικαί ασφαλίσεις, Αθήνα 1936, 22 γ, σελ. 126 Δεν υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος εάν η ιδιαίτερη κατάσταση του ασφαλισμένου συντέλεσε στην επέλευση της βλάβης καθώς το ίδιο γεγονός δεν θα είχε την ίδια συνέπεια σε έναν υγιή εργαζόμενο. 69 Για τις επαγγελματικές ασθένειες βλ. άρθρο 40 ΥΑ 250//1938 και 21-26 ΥΑ 57440/1938 70 Κρεμαλής Κων/νος «Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1985, 24, σελ. 262, Αγαλλόπουλος Χρ., Αι κοινωνικαί ασφαλίσεις, Αθήνα 1936, 22 γ, σελ. 129 71 Βλ. άρθρο 34 α.ν. 1846/1951 και άρθρο 40 Κανονισμού Ασθένειας ΙΚΑ 72 Ληξουριώτης, Εργατικό Ατύχημα, Πρακτική Εφαρμογή Εργατικού Δικαίου (2002), στοιχείο 121, σελ. 67. 73 Βλ. ΣΤΕ 813/2012, ΣΤΕ 552/2007, ΔΕφΑθ 2295/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 74 Βλ. Παπαευαγγέλου, Σύνταξη αναπηρίας από το ΙΚΑ οφειλόμενη σε πολλές αιτίες, ΕΔΚΑ ΛΔ, δελ.281επ 18

αναζητείται σε περιπτώσεις που ο ασφαλισμένος ξεκίνησε την εργασία του με ήδη κάποιο ποσοστό αναπηρίας, το οποίο όμως δεν τον εμπόδιζε να δουλέψει και αργότερα έγινε ανίκανος να συνεχίσει λόγω εργατικού ατυχήματος καθώς τότε θεωρείται ότι η αναπηρία οφείλεται στο σύνολο της στο εργατικό ατύχημα 75. Η προέχουσα αιτία δεν αναζητείται και σε περίπτωση που ενδεχόμενη, μετέπειτα του ατυχήματος, εκδήλωση νόσου είναι αποτέλεσμα του ατυχήματος ή σχετίζεται με αυτό, σύμφωνα με την κρίση των υγειονομικών επιτροπών 76. Επομένως, όταν συντρέχουν περισσότερες αιτίες αναπηρίας, ο χαρακτηρισμός της τελευταίας θα γίνει ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας που προσδιόρισαν για κάθε αιτία τα αρμόδια υγειονομικά όργανα, ως οφειλόμενη στο σύνολο της σε μια από τις δυο αιτίες κατά την κρίση των ασφαλιστικών οργάνων ή των διοικητικών δικαστηρίων 77. Η κρίση των ασφαλιστικών οργάνων περι της προέχουσας αιτίας και της θεμελίωσης δικαιώματος συντάξεως αναπηρίας, διαμορφώνεται χωρίς να δεσμεύονται από το ποσοστό συμμετοχής κάθε μιας των αιτιών στη διαμόρφωση της αναπηρίας όπως εκτίμησαν οι υγειονομικές επιτροπές, αλλά μπορούν να εκτιμήσουν διαφορετικά το πώς επέδρασε το εργατικό ατύχημα και η κοινή νόσος στην ικανότητα βιοπορισμού του παθόντα 78. Επομένως και στην περίπτωση της προέχουσας αιτίας ναι μεν η κρίση περί 75 Βλ. ΣΤΕ 8/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ όπου: «Ο ασφαλισμένος δικαιούται ασφαλιστική παροχή λόγω αναπηρίας από ατύχημα, εργατικό ή μη, όχι μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η βλάβη από το ατύχημα επέφερε, αυτή καθ εαυτή, την αναπηρία σε ποσοστό που δικαιολογεί την χορήγηση της παροχής, αλλά και όταν η λόγω του ατυχήματος βλάβη επέφερε το αυτό αποτέλεσμα λόγω της προηγούμενης γενικότερης καταστάσεως της υγείας του ασφαλισμένου, η οποία δεν τον εμπόδιζε να εργάζεται μέχρι το ατύχημα. Όταν δε ο ασφαλισμένος, ο οποίος είναι ανάπηρος από εργατικό ή μη ατύχημα σε βαθμό που δεν τον καθιστά ανίκανο προς εργασία, καταστεί μεταγενέστερα, συνεπεία νοσηρής καταστάσεως του οργανισμού η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί απότοκος του ατυχήματος ή να συσχετιστεί με αυτό, ανίκανος να εργαστεί σε βαθμό που δικαιολογεί την συνταξιοδότηση του λόγω αναπηρίας δικαιούται να λάβει σύνταξη από ατύχημα, εργατικό ή μη, ή από κοινή νόσο, αναλόγως αν η ανικανότητα αυτή προέρχεται προεχόντως από την πρώτη ή τη δεύτερη αιτία. Στην περίπτωση δηλαδή αυτή, όπου συντρέχουν περισσότερες αιτίες αναπηρίας η αναπηρία από ασφαλιστική άποψη χαρακτηρίζεται, εν όψει των ποσοστών υγειονομικής ανικανότητας που προσδιόρισαν για κάθε αιτία τα αρμόδια υγειονομικά όργανα, ως οφειλόμενη, στο σύνολό της και αναλόγως προς την προέχουσα αιτία στο ατύχημα ή στην κοινή νόσο με περαιτέρω παραπομπές σε ΣΤΕ 3085/1989,, 1896/2000, 450/2002, 483/20032», ΣΤΕ 2814/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,ΣτΕ 85/1994 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,. Παπαευαγγέλου, Σύνταξη αναπηρίας από το ΙΚΑ οφειλόμενη σε πολλές αιτίες, ΕΔΚΑ ΛΔ, σελ.282επ, ΔΠρΑγρ 155/1995 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ πρβλ Σ.τ.Ε. ~263/1983, 494/1988 Δ.Ε.~. 1988 σελ.1137, 3774/1988 Δ.Ε.~. 1989 σελ. 1124, 2663/1992 ΕΔΚΑ 1993,σελ. 102, ΣΤΕ 2110/1989 ΕΔΚΑ 1990,σελ 24,1768/1993 Ε.Δ.Κ.Α. 1994 σελ. 400, ΣΤΕ 285/1994 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣΤΕ 2402/1994 ΕΔΚΑ Τόμος 1996,σελ. 167, ΣΤΕ 58/1993 ΔΕΝ 1993 (1233) 76 Βλ. ΣΤΕ 552/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ όπου: «όταν δε ο ασφαλισμένος, ο οποίος είναι ανάπηρος από εργατικό ή μη ατύχημα σε βαθμό που δεν τον καθιστά ανίκανο προς εργασία, καταστεί μεταγενέστερα, συνεπεία νοσηρής καταστάσεως του οργανισμού η οποία ΔΕΝ μπορεί να θεωρηθεί απότοκος του ατυχήματος ή να συσχετιστεί με αυτό, ανίκανος να εργαστεί σε βαθμό που δικαιολογεί τη συνταξιοδότηση του λόγω αναπηρίας δικαιούται να λάβει σύνταξη από ατύχημα, εργατικό ή μη, ή από κοινή νόσο, αναλόγως αν η ανικανότητα αυτή προέρχεται προεχόντως από την πρώτη ή τη δεύτερη αιτία., ΣΤΕ 1768/1993 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 77 Βλ. ΣΤΕ 813/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ: «Στην περίπτωση δηλαδή αυτή, όπου συντρέχουν περισσότερες αιτίες αναπηρίας, η αναπηρία από ασφαλιστική άποψη χαρακτηρίζεται, ενόψει των ποσοστών υγειονομικής ανικανότητας που προσδιόρισαν για κάθε αιτία τα αρμόδια υγειονομικά όργανα, ως οφειλόμενη, στο σύνολό της και αναλόγως προς την προέχουσα αιτία στο ατύχημα ή στην κοινή νόσο. Για το θέμα αυτό αποφαίνονται τα ασφαλιστικά όργανα ή, σε περίπτωση αμφισβητήσεως, τα διοικητικά δικαστήρια και η σχετική κρίση τους πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς» με περαιτέρω παραπομπές σε Σ.τ.Ε. 450/2002,483/2003,552/2007). 78 Βλ. ενδεικτικά ΣΤΕ 552/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣΤΕ 8/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣΤΕ 608/1995 ΕΔΚΑ Τόμος 1996,σελ. 744 19

ιατρικής αναπηρίας απαιτείται και λαμβάνεται υποχρεωτικά υπ όψιν, ωστόσο ακολουθεί συνεκτίμηση και προσωπικών στοιχείων του ασφαλισμένου 79, όλα δε τα παραπάνω στα πλαίσια της τήρησης του συστήματος της υποκειμενικής ή βιοποριστικής αναπηρίας. Σε περίπτωση που η ιατρική κρίση καταλήξει πως το απαιτούμενο ποσοστό ανατομοφυσιολογικής βλάβης που χρειάζεται για να θεμελιωθεί το δικαίωμα στη σύνταξη αναπηρίας, καλύπτεται εξ ολοκλήρου από μια από τις δυο αιτίες, δεν μένει χώρος για διατύπωση κρίσης των ασφαλιστικών οργάνων σχετικά με την προέχουσα αιτία της αναπηρίας, καθώς για την αιτία αποφάνθηκαν ήδη τα αρμόδια υγειονομικά όργανα του Ι.Κ.Α. Επομένως, η σημαντικότερη αιτία της αναπηρίας από ασφαλιστική άποψη, απορροφά την ασθενέστερη καθώς το ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής βλάβης ορίζεται συνολικά, με προσδιορισμό κάθε ποσοστού αναγόμενου σε κάθε διαφορετική αιτία σύμφωνα με την κρίση των υγειονομικών οργάνων στην οποία και βασίζονται τα ασφαλιστικά όργανα για την εύρεση της προέχουσας αιτίας. Ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο προσδιορισμός της προέχουσας αιτίας και στις περιπτώσεις που υπάρχει συνδυασμός παθήσεων, συμπεριλαμβανομένων και των ψυχιατρικών καθώς, όπως προαναφέρθηκε, το ποσό της σύνταξης διαφοροποιείται προς το ευνοϊκότερο για τις ψυχιατρικές παθήσεις 80, γι αυτό και οι υγειονομικές επιτροπές οφείλουν να αναγράφουν το ποσοστό αναπηρίας οφειλόμενης στην ψυχιατρική πάθηση αλλά και την προέχουσα αιτία σε περιπτώσεις που υπάρχει συνδυασμός παθήσεων μεταξύ αυτών και νευροψυχιατρικών 81. IV. Ο κρίσιμος χρόνος εμφάνισης της βλάβης α.η ύπαρξη προγενέστερης, της υπαγωγής στην ασφάλιση, βλάβης Ο α.ν. 1846/1951 αναφέρει πως για να χαρακτηριστεί κάποιος ανάπηρος, θα πρέπει η βλάβη, πάθηση, εξασθένηση σωματική ή πνευματική να είναι μεταγενέστερη της υπαγωγής του στην ασφάλιση. Η προϋπάρχουσα αναπηρία, δηλαδή η προγενέστερη της υπαγωγής στην ασφάλιση, βλάβη προκάλεσε ποικίλες ερμηνευτικές εκδοχές σχετικά με το αν θα έπρεπε να 79 Βλ. ΣΤΕ 813/2012 όπου: Περαιτέρω, το διοικητικό εφετείο, εκτιμώντας ότι οι παθήσεις του αναιρεσιβλήτου που προκλήθηκαν από το εργατικό ατύχημα, ανεξάρτητα από το ότι δημιουργούσαν μικρότερη ανατομοφυσιολογική βλάβη (15%) σε σχέση με την ψυχιατρική πάθηση, ασκούσαν λόγω της φύσεώς τους, συνεκτιμωμένων και των πιο πάνω λοιπών παραγόντων που διαμορφώνουν την ασφαλιστική αναπηρία του (ηλικία, μόρφωση, συνθήκες αγοράς εργασίας), μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στην άσκηση του προαναφερόμενου επαγγέλματός του, έκρινε ότι προέχουσα αιτία ήταν το εργατικό ατύχημα», ΣΤΕ 1587/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΣΤΕ 608/1995 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 80 Βλ. ΣΤΕ 1328/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 81 Βλ. εγκύκλιο ΙΚΑ 5/1991 σε www.ika.gr όπου: «Με το Ν. 1902/90 γίνεται ευνοϊκή μεταχείριση στις περιπτώσεις που η αιτία της αναπηρίας ή η προέχουσα βλάβη σε περίπτωση πολλαπλών παθήσεων είναι ψυχιατρική πάθηση. Στις περιπτώσεις αυτές όταν κρίνονται με ποσοστό αναπηρίας μερικής (50%) ή αναπηρίας (67%) δικαιούνται σύνταξη αναπηρίας (67%) ή βαρείας αναπηρίας (80%) αντίστοιχα. Στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται αναπηρία λόγω ψυχιατρικής, πάθησης ή πολλαπλών παθήσεων στις οποίες όμως προέχουσα είναι η ψυχιατρική θα πρέπει να αναγράφεται το ποσοστό αναπηρίας της ψυχιατρικής πάθησης και αν αυτή είναι η προέχουσα αιτία της αναπηρίας.» 20