This document was reproduced from http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=apofaseis/aad/meros_4/2007/4-200708-1079-06.htm (accessed 16 August 2013) ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ Υπόθεση αρ. 1079/2006 22 Αυγούστου, 2007 [Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης] ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ MARICEL CONDE Αιτήτρια, - ν. - ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ 1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, 2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ------------------ Καθών η αίτηση. Μ. Γεωργίου και Μ. Αγγελίδου (κα) για την αιτήτρια Ολ Σοφοκλεους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών η αίτηση ----------------------- Α Π Ο Φ Α Σ Η Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την ακύρωση της απόφασης των καθών η αίτηση που της κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 4/5/06 και με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της για απόκτηση της Κυπριακής Ιθαγένειας. ΓΕΓΟΝΟΤΑ Η κα Maricel Conde (αιτήτρια) γεννήθηκε στις Φιλιππίνες το 1963 και είναι Φιλιππινέζικης υπηκοότητας. Αφίχθηκε για πρώτη φορά στην Κύπρο στις 7/5/98 για να
εργαστεί ως οικιακή βοηθός με την κα Ντίνα Κατσούρη στη Λευκωσία. Στην αλλοδαπή παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι 22/10/99 ως οικιακή βοηθός. Κατόπιν συγκατάθεσης της εργοδότριας, η οποία δόθηκε στις 30/7/99, η αιτήτρια βρήκε νέο εργοδότη. Της παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι 7/5/02 ΤΕΛΙΚΗ, ως οικιακή βοηθός με την κα Alice Bohdjalior στη Λευκωσία. Στις 8/3/02 η εργοδότριά της απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Εσωτερικών με την οποία ζητούσε παράταση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας της αιτήτριας. Το αίτημα εξετάστηκε και αποφασίστηκε όπως παραχωρηθεί περαιτέρω παράταση της άδειας εργασίας της μέχρι 7/5/03. Ακολούθως της παραχωρήθηκαν παρατάσεις της άδειας προσωρινής παραμονής μέχρι 7/5/05. Στις 24/3/05 η αιτήτρια έδωσε όρκο στην αίτηση Μ127 και στις 3/5/05 υπέβαλε την αίτηση για απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας με πολιτογράφηση. Στη συνέχεια ο δικηγόρος της απέστειλε επιστολή στο αρμόδιο τμήμα ημερ. 27/6/05 με την οποία ζητούσε παράταση της άδειας προσωρινής παραμονής της αιτήτριας μέχρι την εξέταση της αίτησης της για πολιτογράφηση. Η εν λόγω αίτηση εξετάστηκε και απορρίφθηκε επειδή δεν πληρούνταν τα τυπικά προσόντα παραμονής που απαιτούνται από το Νόμο για πολιτογράφηση. Η αιτήτρια ενημερώθηκε με επιστολή ημερ. 4/5/06 (προσβαλλόμενη απόφαση) για την απόρριψη της αίτησης της για πολιτογράφηση και καλείτο όπως αναχωρήσει από τη Δημοκρατία. Επιπρόσθετα αναφέρεται ότι εκκρεμούσης της αίτησης για πολιτογράφηση ο δικηγόρος της αιτήτριας απέστειλε επιστολή στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 24.2.06 για παραχώρηση του καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος στην αλλοδαπή δυνάμει της
Οδηγίας 2003/109/ΕΚ, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε. Ειδοποιήθηκαν περί τούτου οι δικηγόροι της αιτήτριας με επιστολή των καθών η αίτηση ημερ. 31/7/06, η οποία όμως δεν προσβάλλεται με την παρούσα, αφού η προσφυγή αυτή καταχωρήθηκε στις 20/6/06. ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ Με τη γραπτή αγόρευση που καταχωρήθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας προωθήθηκαν οι πιο κάτω λόγοι ακύρωσης: (α) Ότι οι καθών η αίτηση ερμήνευσαν εσφαλμένα το άρθρο 111 των περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμων του 2002-2003 (Ν. 141(1)/02 ως έχει τροποποιηθεί) αναφορικά με την περίοδο διαμονής της αιτήτριας όπως προνοείται από τον Τρίτο Πίνακα των εν λόγω Νόμων. (β) Ότι οι καθών η αίτηση εσφαλμένα ερμηνεύουν τα πραγματικά γεγονότα καθότι η αιτήτρια συμπλήρωσε 7 συνεχή χρόνια στην Κυπριακή Δημοκρατία εκ των οποίων στο τελευταίο διέμενε συνεχώς στην Κύπρο. Οι καθών η αίτηση ούτε στην απορριπτική επιστολή, ούτε και στην ένσταση τους εξηγούν ποια προσόντα δεν ικανοποιεί η αιτήτρια. (γ) Η απόφαση πάσχει λόγω πλάνης αναφορικά με τα γεγονότα αλλά και το νόμο. Από πλευράς των καθών η αίτηση υποστηρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε νόμιμα και ορθά. ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Με τον πρώτο λόγο ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται ότι οι καθών παραερμήνευσαν το άρθρο 111 των περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμων του 2002-2003. Αφού παραθέτουν το σχετικό άρθρο και τον Τρίτο Πίνακα απλώς διατυπώνουν τη θέση ότι «οι καθών εσφαλμένα ερμηνεύουν και διαγινώστηκαν τα πραγματικά γεγονότα καθότι η αιτήτρια συμπλήρωσε 7 συνεχή χρόνια στην Κυπριακή Δημοκρατία εκ των οποίων στο τελευταίο διέμενε συνεχώς στην Κύπρο». Εισηγούνται περαιτέρω ότι «η αιτήτρια πληρεί όλα τα τυπικά προσόντα που προνοούνται από τον Τρίτο Πίνακα του Νόμου» και ότι οι καθών η αίτηση «ούτε στην απορριπτική επιστολή της 4/5/06 αλλά ούτε και στην ένσταση τους αναφέρουν ποιά προσόντα δεν πληρεί η αιτήτρια». Η πλευρά των καθών η αίτηση προβάλλει ότι τυπικό προσόν κάποιου για να δικαιούται πολιτογράφησης είναι η διαμονή στη Δημοκρατία «για όλο το χρονικό διάστημα των αμέσως προηγούμενων 12 μηνών από την ημερομηνία της αίτησης». Εδώ η αίτηση έγινε στις 3/5/05 (Παράρτημα 7 στην ένσταση). Όμως η αιτήτρια αναχώρησε από την Κύπρο στις 24/3/05 και άρα δεν πληροί το προσόν αυτό, όπως της ανακοινώθηκε και με την προσβαλλόμενη απόφαση ημερ. 4/5/06. Ενόψει του ότι είχε προκύψει διαφορά μεταξύ των καθών η αίτηση και της αιτήτριας στο κατά πόσο τους τελευταίους 12 μήνες η αιτήτρια ήταν συνεχώς στην Κύπρο, ο ευπαίδευτος συνήγορός της αρχικά επιφύλαξε το δικαίωμα να προσκομίσει μαρτυρία. Στη συνέχεια προσκόμισε τα διαβατήρια της αιτήτριας.
Εξέτασα τις αντίστοιχες θέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των διαβατηρίων της αιτήτριας. Οι καθών αναφέρουν ότι ενώ η αίτηση υποβλήθηκε στις 3/5/05, η αιτήτρια στις 24/3/05 αναχώρησε από την Κύπρο. Βασίζονται στο Παράρτημα 9 της ένστασης. Είναι ένα έντυπο με τίτλο ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ. Φαίνεται εκεί ότι η αιτήτρια αφίχθηκε στην Κύπρο στις 7/5/98 και έφυγε στις 12/5/99. Αφίχθηκε ξανά στην Κύπρο στις 17/5/99 και αναχώρησε στις 24/3/05. Ενώ στην Κατάσταση αυτή υπάρχουν δυο σημειώματα ημερ. 28/4/06 και 3/5/06, δε φαίνεται πότε επέστρεψε ξανά στην Κύπρο η αιτήτρια μετά την αναχώρηση της στις 24/3/05. Στο διαβατήριο δε φαίνεται ότι έφυγε στις 24/3/05, όπως ισχυρίζεται η πλευρά (συνήγορος) των καθών η αίτηση. Επομένως η προαναφερθείσα κατάσταση, που όπως η ίδια υποδηλοί έγινε σύμφωνα με το διαβατήριο, δεν πρέπει να απεικονίζει την πραγματική κατάσταση. Εχω επίσης προσέξει ότι η βάση της απόφασης είναι το Παράρτημα 9 της Ένστασης. Εκεί αφού αναγράφονται οι αφίξεις και αναχωρήσεις της αιτήτριας (ήδη ανάφερα ότι η αναχώρηση της 24/3/05 δεν υποστηρίζεται από το διαβατήριο), διαβάζουμε επι λέξει τα ακόλουθα: «*Δεν πληροί τα τυπικά προσόντα παραμονής που απαιτούνται από το Νόμο για πολιτογράφηση. Η αίτηση απορρίπτεται ενόψει του * ανωτέρω. (Υπογραφή) 28/4/06 (Υπογραφή) 3/5/06» Ακολούθησε η επιστολή της 4/5/06 (προσβαλλόμενη απόφαση) στην οποία αφού διατυπώνεται ότι σύμφωνα με το Ν. 141(1)/02 θα έπρεπε πρόσωπα της κατηγορίας στην
οποία ανήκει η αιτήτρια να συμπληρώσουν τουλάχιστον 7 χρόνια διαμονής στην Κύπρο από τα οποία το τελευταίο έτος πριν την αίτηση η διαμονή να είναι συνεχής, αναφέρουν ότι: «According to the records kept in this Office you do not possess the qualifications as described above." Κρίνω ότι ούτε από την ίδια την επιστολή της 4/5/06 αλλά ούτε και από το Παράρτημα 9 της ένστασης (ερυθρό 157 στο διοικητικό φάκελο) προκύπτει ποιό ακριβώς προσόν δεν πληροί η αιτήτρια. Σημειώνω ότι νομικός λόγος για έλλειψη αιτιολογίας, δεν υπάρχει. Κρίνω όμως ότι δεν έχει γίνει ικανοποιητική έρευνα. Η ημερομηνία 24/3/05 δεν υποστηρίζεται από τα διαβατήρια. Εφόσο δε η έλλειψη δέουσας έρευνας είναι αρκετός λόγος για ακύρωση της απόφασης, τα όσα ανάφερα για έλλειψη αιτιολογίας μπορούν να βοηθήσουν κατά την επανεξέταση (αν ζητηθεί) της υπόθεσης. Με όλα τα πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με 300 έξοδα υπέρ της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος. Μ. Φωτίου, Δ. /ΚΑΣ
This document was reproduced from http://www.cylaw.org/cgi-bin/open.pl?file=apofaseis/aad/meros_4/2009/4-200910-181-08.htm (accessed 16 August 2013) ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ (Υπόθεση Αρ. 181/2008) 30 Οκτωβρίου 2009 [ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής] ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ MARICEL CONDE, - ΚΑΙ - Αιτήτρια, ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, Καθ ων η αίτηση. ------------------------------ Μ. Αγγελίδου (κα) για Μ. Γεωργίου, για την Αιτήτρια. Γ. Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ ων η αίτηση. -------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια η οποία είχε νομίμως αφιχθεί στην Κύπρο για εργασία στις 7.5.98, ως οικιακή βοηθός, της αδείας παραμονής και εργοδότησης της ανανεωμένης ανελλιπώς μέχρι και τις 30.10.05, υπέβαλε στις 3.5.05 στον Υπουργό Εσωτερικών αίτηση για πολιτογράφηση, έχοντας συμπληρώσει την απαραίτητη επταετή προηγούμενη νόμιμη παραμονή της στην Κύπρο. Η αιτήτρια κατά τακτά χρονικά διαστήματα, υπέβαλλε, όπως προαναφέρθηκε, αιτήσεις για παράταση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας, ζήτησε δε τέτοια παράταση και στις 27.6.05, εν αναμονή και μέχρι την εξέταση της αίτησης για πολιτογράφηση. Οι καθ ων απέρριψαν το αίτημα για πολιτογράφηση στις 3.5.06, με το δικαιολογητικό ότι η αιτήτρια δεν πληρούσε τα τυπικά προσόντα παραμονής, στην καταχωρηθείσα όμως προσφυγή υπ αρ. 1079/06 εναντίον της απόφασης αυτής, το Ανώτατο Δικαστήριο στις 22.8.07, με απόφαση του Φωτίου, Δ., ακύρωσε την προσβαλλόμενη πράξη, ελλείψει δέουσας έρευνας ως προς τα πραγματικά δεδομένα που στήριζαν την αίτηση. Ως αποτέλεσμα στις 8.1.08 και αφού προηγουμένως η αιτήτρια υπέβαλε νέα αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής, οι καθ ων επανεξέτασαν την
αίτηση για πολιτογράφηση, αλλά την απέρριψαν και πάλι επειδή δεν πληρούνταν τα τυπικά προσόντα παραμονής ως αυτά απαιτούνται από το άρθρο 111 σε συνδυασμό με τον Τρίτο Πίνακα του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου αρ. 141(Ι)/02, (εφεξής «ο Νόμος»), ως τροποποιήθηκε. Η θέση των καθ ων ήταν ότι με βάση τα ενώπιον τους στοιχεία η αιτήτρια είχε συμπληρώσει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης που οι ίδιοι θεώρησαν ότι ήταν η 24.3.05, μόνο έξι χρόνια, 10 μήνες και 16 ημέρες. Η αιτήτρια προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή και τη νέα απορριπτική απόφαση, εισηγούμενη λανθασμένη ερμηνεία του σχετικού άρθρου του Νόμου, αλλά και λανθασμένη ερμηνεία και διάγνωση των πραγματικών γεγονότων στη βάση των οποίων η αιτήτρια είχε, κατά την εισήγηση της, συμπληρώσει επτά συνεχή χρόνια παραμονής στη Δημοκρατία, εκ των οποίων είχε συνεχή παρουσία κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν την αίτηση. Αποτελεί περαιτέρω εισήγηση της αιτήτριας ότι οι καθ ων δεν προέβηκαν σε νέα έρευνα ή η έρευνα τους ήταν ελλιπής έχοντας οδηγήσει σε λανθασμένο υπολογισμό της περιόδου παραμονής στην Κύπρο, ακόμη και μετά την ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου στην προαναφερθείσα προσφυγή.
Οι καθ ων αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών που έχουν οι καθ ων σε θέματα της φύσης αυτής, εφόσον η παραχώρηση ή μη του δικαιώματος πολιτογράφησης αφορά κρατική εξουσία, η οποία εφόσον ασκείται καλόπιστα είναι και νόμιμη. Η εγγραφή αλλοδαπού ως πολίτη της Δημοκρατίας άπτεται των κυριαρχικών δικαιωμάτων του κράτους και ακόμη και αν πληροί κάποιος τα τυπικά προσόντα, είναι δυνατό να μην χορηγηθεί η πολιτογράφηση. Αναφερόμενοι στα διά του Νόμου προνοούμενα προσόντα και προϋποθέσεις, οι καθ ων εισηγούνται ότι διενήργησαν πλήρη έρευνα συμμορφούμενοι με την ακυρωτική απόφαση, ερμήνευσαν ορθά το σχετικό άρθρο του Νόμου, καμία δε πλάνη περί τα πράγματα και τα γεγονότα δεν υπάρχει ενόψει του γεγονότος ότι η αίτηση υποβλήθηκε στις 24.3.05 και επομένως η αιτήτρια δεν συμπλήρωσε την επταετή περίοδο. Βάση για την πιο πάνω θέση αποτέλεσε η απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, (εφεξής «η Διευθύντρια»), όπως η απόφαση αυτή εμπεριέχεται στη σημείωση 24 του σχετικού διοικητικού φακέλου, ότι η ημερ. 24.3.05, αποτελεί την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για πολιτογράφηση και όχι την ημερομηνία που η αιτήτρια αναχώρησε από τη Δημοκρατία, παρά την κατάταξη της ημερομηνίας αυτής στη στήλη «Αναχωρήσεις» του σχετικού εντύπου. Κατά τις διευκρινίσεις, η
κα Χατζηχάννα εισηγήθηκε ότι η ημερ. της 24.3.05 εξάγεται ως σημαντική διότι κατ αυτήν την ημερομηνία μπορεί να ελεγχθεί η παρουσία της αιτήτριας στην Κύπρο. Διαφορετικά, ένας αιτητής μπορεί να ορκιστεί ενώπιον του Πρωτοκολλητή, να φύγει από την Κύπρο για ένα διάστημα και να υποβάλει την αίτηση του μέσω τρίτου προσώπου, χωρίς να είναι δυνατό να διαπιστωθεί η παρουσία του αιτητή στην Κύπρο την ημέρα εκείνη. Ο Νόμος προνοεί με το άρθρο 111 το δικαίωμα αλλοδαπών προσώπων να υποβάλουν στον καθορισμένο τύπο και κατά τον καθορισμένο τρόπο αίτηση για πολιτογράφηση, εφόσον δε κατέχει τα προσόντα που αναφέρονται στον Τρίτο Πίνακα, ο Υπουργός Εσωτερικών δικαιούται εφόσον ικανοποιηθεί να χορηγήσει πιστοποιητικό πολιτογράφησης. Ο Τρίτος Πίνακας τιτλοφορείται «Προσόντα για Πολιτογράφηση» και μεταξύ άλλων προνοεί στην παράγραφο 1(β) αυτού ότι ο αλλοδαπός θα πρέπει να διέμενε κατά το αμέσως προηγούμενο δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα που καθορίζεται στην παρ. (α), και επταετή παραμονή στη Δημοκρατία με συνολικό άθροισμα όχι λιγότερο των τεσσάρων ετών. Με την επιφύλαξη όμως της παρ. (β), διάφορες κατηγορίες ατόμων μεταξύ αυτών και οι οικιακοί βοηθοί, πρέπει κατά τη διάρκεια των επτά προηγουμένων ετών να συγκεντρώνουν συνολική διαμονή στη Δημοκρατία επτά τουλάχιστο ετών από την οποία το ένα έτος αμέσως πριν την
ημερομηνία υποβολής της αίτησης να έχουν συνεχή διαμονή στη Δημοκρατία. Κρίνεται ότι στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας λόγω του ότι οι καθ ων ενήργησαν υπό το κράτος λανθασμένης ερμηνείας και πλάνης περί το νόμο και τα πράγματα. Συγκεκριμένα, θεώρησαν ότι η υποβολή της αίτησης για πολιτογράφηση έγινε στις 24.3.05, με βάση το γεγονός ότι εκείνη τη μέρα ήταν που η αιτήτρια ορκίστηκε στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ως προκύπτει από το μέρος ΧΙ της αίτησης για πολιτογράφηση έντυπο Μ127Ε (ερ. 151 του διοικητικού φακέλου). Το μέρος αυτό τιτλοφορείται «ΑΙΤΗΣΙΣ», ακολουθούμενο όμως αμέσως μετά από δύο σημειώσεις (α) και (β), η πρώτη των οποίων αναφέρει επί λέξει: «Η παρούσα αίτησις δέον όπως υπογραφή τη παρουσία Δικαστού ή Πρωτοκολλητού ή Προξενικού Λειτουργού ή ετέρου επί τούτω εξουσιοδοτημένου προσώπου.» Ακολουθεί το εξής κείμενο: «Εγώ, ο κάτωθι υπογεγραμμένος, εις ον αφορώσι τα ως άνω εκτιθέντα στοιχεία, εξαιτούμαι ώδε όπως ο Υπουργός Εσωτερικών μοι χορηγήση Πιστοποιητικόν Πολιτογραφήσεως...». Έπεται η υπογραφή του αιτούμενου ενώπιον του αρμοδίου ως ανωτέρω προαναφερομένου προσώπου, πιστοποιούμενη ως
γενομένη ενώπιον του. Οι καθ ων διά του σημειώματος υπ αρ. 24 (Παράρτημα 19 στην ένσταση), της Διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, έκριναν ότι η πιο πάνω ημερομηνία είναι αυτή της υποβολής της αίτησης για πολιτογράφηση που τίθεται μάλιστα στη στήλη «αναχωρήσεις» στο έντυπο της «Κατάστασης Παραμονής Στην Κύπρο Σύμφωνα με το Διαβατήριο» (ερ. 157 στο Τεκμ. «Α»), «... για σκοπούς υπολογισμού της ακριβούς περιόδου παραμονής μέχρι την υποβολή της αίτησης». Με περαιτέρω υπόδειξη στο πιο πάνω σημείωμα της Διευθύντριας ότι, «Στο μέλλον παρακαλώ να αναγράφεται στην εν λόγω κατάσταση για αποφυγή παρερμηνείας». Η πιο πάνω θεώρηση πραγμάτων όμως προσκρούει στα εξής: κατ αρχάς, δεν συνάδει με τα όσα αναγράφονται στη συνέχεια του εντύπου της αίτησης πολιτογράφησης, όπου στη σελ. 4, μετά τη συμπλήρωση των στοιχείων των εγγυητών που υποστηρίζουν την αίτηση, παρουσιάζεται το εξής καταληκτικό: «ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ Το παρόν έντυπον, άμα ως συμπληρωθή δέον όπως διαβιβασθεί εις τον Λειτουργόν Μεταναστεύσεως, Τμήμα Μεταναστεύσεως,
Λευκωσία, ομού μετά του νενομισμένου τέλους, του πληρωτέου επί τη υποβολή της αιτήσεως...». Παρατηρείται λοιπόν ότι το ίδιο το έντυπον πολιτογραφήσεως περιέχει ειδική πρόνοια για την υποβολή της αίτησης, η οποία για να τεθεί ενώπιον του Λειτουργού Μετανάστευσης θα πρέπει να είναι δεόντως συμπληρωμένη, αλλά και να διαβιβαστεί μαζί με την πληρωμή του νενομισμένου τέλους. Η υπογραφή ενώπιον του πρωτοκολλητή και η υπ αυτού πιστοποίηση, δεν είναι επομένως παρά ένα αναγκαίο στάδιο, όχι όμως το τελικό, ώστε να εκλαμβάνεται η ημερομηνία υπογραφής ενώπιον του ως η ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Και είναι παραδεκτό, εδώ, ότι το νενομισμένο τέλος καταβλήθηκε στις 3.5.05, όπως αναγράφεται επί του ιδίου του εντύπου στην πρώτη σελίδα - ερ. 153, αλλά και αναφέρεται στο σημείωμα του ανώτερου διοικητικού λειτουργού Κ. Πηλαβά στο ερ. 202 (Παράρτημα 20 στην ένσταση), στο οποίο παρέπεμπε το σημείωμα αρ. 23 και στο οποίο αφορά η απόφαση της Διευθύντριας στο σημείωμα αρ. 24. Αυτή, άλλωστε, ήταν και η προωθηθείσα θέση των καθ ων στην προηγηθείσα προσφυγή αρ. 1079/06 και έτσι έγινε δεκτό από τον Φωτίου, Δ., που εξέδωσε την απόφαση στις 22.8.07, όπου στη σελ. 5 καταγράφηκε ότι η αίτηση είχε γίνει στις 3.5.05, παραπέμποντας στο εκεί σχετικό Παράρτημα 7, της ημερομηνίας 24.3.05 θεωρούμενης ως της ημερομηνίας αναχώρησης της αιτήτριας
από την Κύπρο. Στο σημείωμα της η Διευθύντρια αντέδρασε εξηγώντας ότι αυτή είναι η ημερομηνία που θεωρεί το Τμήμα της ως η ημερομηνία υποβολής της αίτησης, κατ αντίθεση όμως προς τα όσα προωθήθηκαν από τους ίδιους τους καθ ων στην προηγούμενη προσφυγή, και παρά την ταξινόμηση της στη στήλη των αναχωρήσεων. Είναι πρόδηλο συνεπώς ότι δεν είναι ορθή η πιο πάνω αντιμετώπιση, εφόσον έρχεται σ αντίθεση με τις ίδιες τις πρόνοιες του εντύπου. Κατά δεύτερο λόγο, όμως, κατά λογικό ειρμό η υποβολή της αίτησης πρέπει να θεωρείται ότι λαμβάνει χώραν όταν διαβιβάζεται ή κατατίθεται ή παραδίδεται στο Τμήμα Μετανάστευσης, αφού καταβληθεί βεβαίως προηγουμένως το νενομισμένο τέλος. Χωρίς την πληρωμή του τέλους, αναμφίβολα δεν θα γίνει δεκτή η αίτηση, εφόσον αποτελεί προϋπόθεση της. Συνάγεται και από αυτό το δεδομένο ότι η υπογραφή και πιστοποίηση από τον πρωτοκολλητή από μόνη της δεν επαρκεί. Ο «όρκος», όπως τον θεωρούν οι καθ ων, αποτελεί χρονικό ορόσημο χωρίς να είναι δυνατόν να ταυτίζεται με την καθαυτή υποβολή της αίτησης. Η παρουσίαση και υπογραφή ενώπιον του πρωτοκολλητή μπορεί να γίνει σε χρόνο που βολεύει τον αιτητή, αλλά η πληρωμή και κατάθεση της αίτησης σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο. Αν, για παράδειγμα, γίνει ο όρκος αλλά
ουδέποτε πληρωθεί ή κατατεθεί η αίτηση, τότε σίγουρα δεν μπορεί κανείς να ομιλεί για υποβολή αίτησης. Η αιτιολογία των καθ ων προς θεώρηση του «όρκου», ως ημερομηνία υποβολής της αίτησης, αναφέρθηκε να είναι η πιστοποίηση ελέγχου της παρουσίας του αιτητή στην Κύπρο. Κατ αρχάς τέτοια αναγκαιότητα δεν απαντάται, αλλά ούτε και τίθεται ως προϋπόθεση, από το Νόμο. Εκείνο που χρειάζεται είναι να ελέγχεται η συμπλήρωση της περιόδου που απαιτείται από τον Τρίτο Πίνακα. Η εισήγηση της κας Χατζηχάννα κατά τις διευκρινίσεις ότι η ημερομηνία της 24.3.05 είναι ορθή, διότι ο Νόμος ομιλεί για ημερομηνία της αίτησης και όχι υποβολή αυτής, δεν είναι αποδεκτή εφόσον ρητά το άρθρο 111 ομιλεί για υποβολή στον Υπουργό αιτήσεως. Υποβολή, δε, δεν μπορεί να υπάρχει εκτός με την κατάθεση της αίτησης μετά την πληρωμή βεβαίως και του σχετικού τέλους. Όταν δε γίνεται αναφορά στην παρ. 1(α) του Τρίτου Πίνακα σε «ημερομηνία της αίτησης», αυτό δεν μπορεί να ιδωθεί απομονωμένα, αλλά πρέπει να ερμηνευθεί ως «ημερομηνία υποβολής της αίτησης», όπως ακριβώς αναφέρεται στο τέλος της επιφύλαξης της παρ. 1(β) του Τρίτου Πίνακα, όπου γίνεται ρητή αναφορά σε «ημερομηνία υποβολής της αίτησης». Αν χρειάζεται κάποιος έλεγχος της παρουσίας του αιτητή, αυτό δεν μπορεί να έχει αναφορά στο τυχαίο γεγονός της
ημερομηνίας υπογραφής ενώπιον του πρωτοκολλητή. Οι καθ ων ορθότερο θα ήταν να επιβάλλουν ή να επιζητούν και την κατάθεση της αίτησης από τον αιτητή προσωπικά, ώστε να ελέγχεται η παρουσία και σ εκείνο το στάδιο. Άλλωστε, εφόσον από το διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο δεν καταγράφεται οποιαδήποτε απουσία ενός αιτητή, είναι αυθαίρετη η θέση ότι γίνεται ουσιαστικός έλεγχος της παραμονής του στην Κύπρο, μόνο κατά την πιστοποίηση του πρωτοκολλητή. Ένα άλλο θέμα που τέθηκε είναι και η αφαίρεση πέντε ημερών από τη διαμονή της αιτήτριας μεταξύ 12.5.99 και 17.5.99, όπως εξάγεται από το σχετικό υπολογισμό του χρόνου διαμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία, που έγινε στις 3.10.07 από τον Κ. Πηλαβά στο σχετικό σημείωμα του προς τη Διευθύντρια, Παράρτημα 20 στην ένσταση. Η κα Χατζηχάννα εισηγήθηκε κατά τις διευκρινίσεις ότι η αφαίρεση αυτής της περιόδου δικαιολογείται απερίφραστα από το φάκελο εφόσον από τα ερυθρά 137 και 138 του Τεκμ. «Α», όντως παρουσιάζεται αναχώρηση της αιτήτριας από τη Δημοκρατία στις 12.5.99 και επιστροφή της στις 17.5.99. Η αιτήτρια στην αίτηση της για πολιτογράφηση δεν ανέφερε οτιδήποτε σχετικό, αλλά επιχείρησε μετά από ερωτήσεις του Δικαστηρίου κατά την προηγούμενη των διευκρινίσεων δικάσιμο, να εξηγήσει την περίοδο απουσίας ως αναγκαίας λόγω
συνοδείας της εργοδότριας της που είναι άτομο με ειδικές ανάγκες και το οποίο για να ταξιδεύσει στο εξωτερικό χρειαζόταν τη δική της φροντίδα. Το εγχείρημα αυτό έλαβε τη μορφή ένορκης δήλωσης που κατατέθηκε στο φάκελο, η οποία όμως δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο, ως ήδη λέχθηκε στη συνήγορο της αιτήτριας κατά τις διευκρινίσεις, εφόσον δεν ζητήθηκε η προς τούτο προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου για κατάθεση της. Εκείνο, όμως, το οποίο προκύπτει από την αφαίρεση των ημερών αυτών, είναι η παράλειψη οποιασδήποτε διερεύνησης εκ μέρους των καθ ων, του λόγου για την απουσία της αιτήτριας από τη Δημοκρατία κατά τη διάρκεια των πέντε αυτών ημερών. Οι καθ ων δεν δικαιολογούνταν, χωρίς να δώσουν την ευκαιρία στην αιτήτρια να εξηγήσει την απουσία αυτή, να αφαιρέσουν απλώς το χρόνο χωρίς καμιά έρευνα και εξέταση των δεδομένων ιδιαίτερα τόσο απομακρυσμένα από τη χρονική περίοδο υποβολής της αίτησης. Θα έπρεπε πρώτα να εξεταζόταν το πραγματικό υπόβαθρο της απουσίας της αιτήτριας στο εξωτερικό και αφού διαπιστώνονταν τα πραγματικά γεγονότα, τότε θα έπρεπε να είχε γίνει υπαγωγή των στοιχείων στη νομοθετική αναγκαιότητα η διαμονή του αιτητή να συγκεντρώνει τουλάχιστον επτά έτη συνεχούς διαμονής, ως προνοεί η παρ. 1(β) του Τρίτου Πίνακα. Με άλλα λόγια, θα έπρεπε να ληφθεί απόφαση, με ρητή προς τούτο αιτιολογία, κατά πόσο η απουσία της αιτήτριας για μερικές ημέρες το 1999, διέκοπτε τη συγκέντρωση συνολικής
επταετούς διαμονής. Αυτό δεν έγινε και επομένως υπάρχει και έλλειψη αιτιολογίας, στην προσβαλλόμενη πράξη. Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει με 1.500 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ ων. του Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται βάσει Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Στ. Ναθαναήλ, Δ. /ΕΘ