C 107/8 Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση 27.4.2010 ΑΠΟΦΑΣΗ αριθ. S7 τη 22α Δεκεμβρίου 2009 όσον αφορά τη μετάβαση από του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 στου κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009 και την εφαρμογή των διαδικασιών απόδοση εξόδων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ και για τη συμφωνία ΕΚ/Ελβετία ) (2010/C 107/05) Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, Έχοντα υπόψη: το άρθρο 72 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου, τη 29η Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνική ασφά λεια ( 1 ), σύμφωνα με το οποίο η Διοικητική επιτροπή είναι αρμόδια για τη ρύθμιση όλων των διοικητικών θεμάτων και των ζητημάτων ερμηνεία που προκύπτουν από τι διατάξει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 ( 2 ), τα άρθρα 87 έω 91 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, το άρθρο 64 παράγραφο 7 και τα άρθρα 93 έω 97 του κανονι σμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009, Εκτιμώντα τα ακόλουθα: (1) Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009 τίθενται σε ισχύ την 1η Μαΐου 2010 και οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 καταργούνται την ίδια ημερομηνία, με εξαίρεση τι περιπτώ σει που υπάγονται στι διατάξει του άρθρου 90 παράγρα φο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και του άρθρου 96 παράγραφο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009. (2) Είναι αναγκαίο να καθοριστεί το κράτο μέλο οφειλέτη και το κράτο μέλο πιστωτή σε περιπτώσει που οι παροχέ σε είδο χορηγήθηκαν ή εγκρίθηκαν σύμφωνα με του κανονι σμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72, αλλά οι αποδόσει εξόδων για τι εν λόγω παροχέ διευθετούνται αφού τεθούν σε ισχύ οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009, ειδικότερα για τι περιπτώσει που η αρμοδιότητα για την ανάληψη των εξόδων τροποποιείται σύμφωνα με του νέου κανονισμού. (3) Είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί το είδο τη διαδικασία απόδοση εξόδων που θα εφαρμόζεται σε περιπτώσει που οι απαιτήσει παροχών σε είδο υποβλήθηκαν σύμφωνα με του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72, αλλά η διαδικασία απόδοση εξόδων διεξάγεται μετά την ημερομηνία έναρξη ισχύο των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009. (4) Στην παράγραφο 5 τη απόφαση αριθ. H1 διευκρινίζεται το καθεστώ των πιστοποιητικών (έντυπα Ε) και τη ευρωπαϊκή κάρτα ασφάλιση ασθένεια (συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών πιστοποιητικών αντικατάσταση ) που εκδόθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξη ισχύο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009. (5) Στο πλαίσιο τη παραγράφου 4 τη απόφαση αριθ. S1 και τη παραγράφου 2 τη απόφαση αριθ. S4 προβλέπονται οι γενικέ αρχέ για την αρμοδιότητα των εξόδων παροχών που χορηγούνται βάσει ισχύουσα ευρωπαϊκή κάρτα ασφάλιση ( 1 ) ΕΕ L 166 τη 30.4.2004, σ. 1. ( 2 ) ΕΕ L 284 τη 30.10.2009, σ. 1. ασθένεια (ΕΚΑΑ) και οι οποίε πρέπει επίση να εφαρμόζο νται σε μεταβατικέ καταστάσει. (6) Σύμφωνα με τα άρθρα 62 και 63 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 τα κράτη μέλη που δεν απαριθμούνται στο παράρτημα 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 αποδί δουν παροχέ σε είδο που χορηγούνται σε μέλη τη οικο γένεια τα οποία δεν κατοικούν στο ίδιο κράτο μέλο με τον ασφαλισμένο και σε συνταξιούχου και μέλη τη οικο γένειά του βάσει των πραγματικών δαπανών από την 1η Μαΐου 2010. (7) Τα έξοδα των παροχών σε είδο που προβλέπονται στο άρθρο 19 παράγραφο 1, στο άρθρο 20 παράγραφο 1 και στο Άρθρο 27 παράγραφοι 1 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 βαρύνουν τον αρμόδιο φορέα που είναι υπεύθυνο για την ανάληψη των εξόδων των παροχών σε είδο που χορηγούνται σε μέλη τη οικογένεια τα οποία δεν κατοικούν στο ίδιο κράτο μέλο με τον ασφαλισμένο και σε συνταξιούχου και μέλη τη οικογένειά του στο κράτο μέλο κατοικία του. (8) Σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 τα κράτη μέλη που απαριθμούνται στο παράρτημα 3, μετά την 1η Μαΐου 2010, μπορούν να συνε χίσουν να εφαρμόζουν για πέντε έτη τα Άρθρα 94 και 95 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 για τον υπολογισμό του κατ αποκοπή ποσού. (9) Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 εισάγο νται νέε διαδικασίε απόδοση εξόδων υγειονομική περί θαλψη με σκοπό την επιτάχυνση των επιστροφών μεταξύ κρατών μελών και την πρόληψη τη συσσώρευση απαιτή σεων που παραμένουν σε εκκρεμότητα για μεγαλύτερε χρο νικέ περιόδου. (10) Διαπιστώνεται η ανάγκη διαφάνεια και καθοδήγηση για του φορεί στι περιπτώσει που προαναφέρθηκαν προκει μένου να εξασφαλιστεί η ομοιογενή και συνεκτική εφαρ μογή των κοινοτικών διατάξεων. Αποφασίζοντα σύμφωνα με του όρου που προβλέπονται στο άρθρο 71 παράγραφο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ: I. Μεταβατικέ διευθετήσει για τον προσδιορισμό του κράτου μέλου το οποίο είναι υπεύθυνο για την ανάληψη των εξόδων προγραμματισμένη θεραπεία και απαραίτητη περίθαλψη όσον αφορά την τροποποίηση τη αρμοδιότητα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2004 1. Εφόσον παρασχέθηκε θεραπεία σε άτομο πριναπό την 1η Μαΐου 2010, η αρμοδιότητα για την κάλυψη των εξόδων του ατόμου καθορίζεται σύμφωνα με τι διατάξει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71.
27.4.2010 Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση C 107/9 2. Εφόσον δόθηκε έγκριση σε άτομο να μεταβεί στο έδαφο άλλου κράτου μέλου για να του χορηγηθεί εκεί η θεραπεία που απαιτείται για την κατάστασή του (προγραμματισμένη θερα πεία) σύμφωνα με του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 και η θεραπεία παρέχεται εν μέρει ή εξ ολο κλήρου μετά τι 30 Απριλίου 2010, τα έξοδα ολόκληρη τη θεραπεία βαρύνουν το φορέα που χορήγησε την έγκριση. 3. Εφόσον άρχισε η παροχή θεραπεία σε άτομο σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφο 3 στοιχείο α) ή το άρθρο 31 παράγραφο 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, τα έξοδα τη εν λόγω θεραπεία πρέπει να καλύπτονται σύμφωνα με τι διατάξει των εν λόγω άρθρων, ακόμη και αν η αρμοδιότητα κάλυψη των εξόδων του ατόμου έχει τροποποιηθεί σύμφωνα με τι διατάξει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004. Ωστόσο, εάν η θεραπεία συνεχι στεί μετά τι 31 Μαΐου 2010, τα έξοδα που προκύπτουν μετά την εν λόγω ημερομηνία βαρύνουν τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2004. 4. Εφόσον παρασχέθηκε θεραπεία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφο 1 ή το άρθρο 27 παράγραφο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 μετά τι 30 Απριλίου 2010 βάσει ισχύουσα ΕΚΑΑ που εκδόθηκε πριν από την 1η Μαΐου 2010, η απαίτηση για την απόδοση των εξόδων για την εν λόγω θεραπεία δεν μπορεί να απορριφθεί για το λόγο ότι η αρμοδιότητα για τα έξοδα υγειονομι κή περίθαλψη του ατόμου έχει τροποποιηθεί σύμφωνα με τι διατάξει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004. Ένα φορέα ο οποίο είναι υποχρεωμένο να αποδώσει το κόστο των παροχών που χορηγήθηκαν βάσει ΕΚΑΑ μπορεί να ζητήσει από το φορέα στον οποίο ήταν ορθώ εγγεγραμμένο το άτομο τη στιγμή τη χορήγηση των παροχών να αποδώσει το κόστο των εν λόγω παροχών στον πρώτο φορέα ή, αν το άτομο δεν έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει την ΕΚΑΑ, να προβεί σε διακανονισμό του θέματο με το ενδιαφερόμενο άτομο. II. Μεταβατικέ διευθετήσει για τον υπολογισμό του μέσου κόστου 1. Η μέθοδο υπολογισμού του μέσου κόστου για τα έτη ανα φορά έω και το 2009 υπόκειται στι διατάξει των άρθρων 94 και 95 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72, ακόμη και αν το μέσο κόστο υποβάλλεται στην Επιτροπή Λογαριασμών μετά τι 30 Απριλίου 2010. 2. Τα κράτη μέλη που δεν απαριθμούνται στο παράρτημα 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009, για την περίοδο μεταξύ 1η Ιανουαρίου 2010 και 30ή Απριλίου 2010, μπορούν είτε να υπο λογίζουν το νέο μέσο κόστο σύμφωνα με τα άρθρα 94 και 95 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 είτε να εφαρμόζουν το μέσο κόστο που υποβλήθηκε για το έτο αναφορά 2009. III. Διαδικασία απόδοση βάσει τη πραγματική δαπάνη 1. Οι απαιτήσει απόδοση βάσει των πραγματικών δαπανών που έχουν εγγραφεί στου λογαριασμού του κράτου μέλου πιστωτή πριν από την 1η Μαΐου 2010 υπόκεινται στι δημοσιονομικέ διατάξει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72. Οι εν λόγω απαιτήσει υποβάλλονται στον οργανισμό σύνδεση του κράτου μέλου οφειλέτη το αργότερο στι 31 Δεκεμβρίου 2011. 2. Όλε οι απαιτήσει απόδοση βάσει των πραγματικών δαπα νών που έχουν εγγραφεί στου λογαριασμού του κράτου μέλου πιστωτή μετά τι 30 Απριλίου 2010 υπόκεινται στι νέε διαδικα στικέ ρυθμίσει σύμφωνα με τι διατάξει των άρθρων 66 έω 68 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009. IV. Διαδικασία απόδοση βάσει κατ αποκοπή ποσών 1. Το μέσο κόστο για τα έτη αναφορά έω και το 2009 υποβάλλεται στην Επιτροπή Λογαριασμών το αργότερο στι 31 Δεκεμβρίου 2011. Το μέσο κόστο για το έτο αναφορά 2010 υποβάλλεται στην Επιτροπή Λογαριασμών το αργότερο στι 31 Δεκεμβρίου 2012. 2. Όλε οι απαιτήσει απόδοση βάσει κατ αποκοπή ποσών που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση πριν από την 1η Μαΐου 2010 υποβάλλονται το αργότερο την 1η Μαΐου 2011. 3. Όλε οι απαιτήσει απόδοση βάσει κατ αποκοπή ποσών που δημοσιεύονται μετά τι 30 Απριλίου 2010 υπόκεινται στι νέε διαδικαστικέ ρυθμίσει σύμφωνα με τι διατάξει των άρθρων 66 έω 68 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009. V. Τελικέ διατάξει 1. Κατά τη διάρκεια τη εφαρμογή των μεταβατικών διευθετή σεων, η κατευθυντήρια αρχή είναι η καλή συνεργασία μεταξύ των φορέων, ο ρεαλισμό και η ευελιξία. 2. Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση. Εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξη ισχύο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009. Η Πρόεδρο τη Διοικητική Επιτροπή Lena MALMBERG
30.10.2009 Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση L 284/21 εκεί, ιδίω όσον αφορά το δικαίωμα ενό προσώπου να απαιτεί τη χορήγηση των παροχών αυτών. Σε περίπτωση κατά την οποία ένα άτομο που δικαιούται να απαιτήσει τη χορήγηση παροχών δεν ασκήσει το δικαίωμά του, αίτηση οικογενειακών παροχών που υποβάλλεται από τον άλλο γονέα, πρόσωπο εξομοιούμενο με γονέα, ή πρόσωπο ή φορέα που ασκεί την κηδεμονία του ή των τέκνων, λαμβάνεται υπόψη από τον αρμόδιο φορέα του κράτου μέλου η νομοθεσία του οποίου εφαρμόζεται. 2. Ο φορέα στον οποίο υποβάλλεται αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 εξετάζει την αίτηση με βάση τι λεπτομερεί πληροφορίε που υπέβαλε ο αιτών, λαμβάνοντα υπόψη το σύνολο των νομικών και πραγματικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν την κατάσταση τη οικογένεια του αιτούντο. Εάν ο φορέα συναγάγει ότι εφαρμόζεται η νομοθεσία του κατά προτεραιότητα σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφοι 1 και 2 του βασικού κανονισμού, χορηγεί τι οικογενειακέ παροχέ σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει. Εάν ο φορέα αυτό κρίνει ότι ενδέχεται να υπάρχει δυνατότητα δικαιώματο σε διαφορικό συμπλήρωμα δυνάμει τη νομοθεσία άλλου κράτου μέλου σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφο 2 του βασικού κανονισμού, ο ίδιο φορέα διαβιβάζει αμελλητί την αίτηση στον αρμόδιο φορέα του άλλου κράτου μέλου και ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο ενημερώνει επίση το φορέα του άλλου κράτου μέλου σχετικά με την απόφασή του όσον αφορά την αίτηση και το ύψο των καταβαλλόμενων οικογενειακών παροχών. 3. Όταν ο φορέα προ τον οποίο υπεβλήθη η αίτηση συναγάγει ότι εφαρμόζεται η δική του νομοθεσία, αλλά όχι κατά προτεραιότητα σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφοι 1 και 2 του βασικού κανονι σμού, λαμβάνει αμελλητί προσωρινή απόφαση σχετικά με του εφαρμοστέου κανόνε προτεραιότητα και διαβιβάζει την αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφο 3 του βασικού κανονισμού, στο φορέα του άλλου κράτου μέλου, ενώ παράλληλα ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα. Ο εν λόγω φορέα διαθέτει δύο μήνε για να λάβει θέση σχετικά με τη ληφθείσα προσωρινή απόφαση. Εάν ο φορέα προ τον οποίον έχει διαβιβασθεί η αίτηση δεν λάβει θέση εντό δύο μηνών από την παραλαβή τη αίτηση, εφαρμόζεται η προαναφερόμενη προσωρινή απόφαση και ο φορέα καταβάλλει τι παροχέ που προβλέπονται στη νομοθεσία του και ενημερώνει το φορέα προ τον οποίο υποβλήθηκε η αίτηση σχετικά με το ύψο των καταβαλλόμενων παροχών. 4. Όταν υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των ενδιαφερομένων φορέων σχετικά με την κατά προτεραιότητα εφαρμοστέα νομοθεσία, εφαρμόζεται το άρθρο 6 παράγραφοι 2 έω 5 του κανονισμού εφαρ μογή. Προ τούτο, ο φορέα του τόπου κατοικία που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφο 2 του κανονισμού εφαρμογή είναι ο φορέα του τόπου κατοικία του ή των τέκνων. 5. Εάν ο φορέα που κατέβαλε προσωρινά τι παροχέ οι οποίε υπερβαίνουν τι παροχέ που τον βαρύνουν τελικά, μπορεί να απευ θυνθεί στο φορέα προτεραιότητα για την είσπραξη του αχρεωστήτω καταβληθέντο ποσού σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 73 του κανονισμού εφαρμογή. Άρθρο 61 Διαδικασία εφαρμογή του άρθρου 69 του βασικού κανονισμού Για την εφαρμογή του άρθρου 69 του βασικού κανονισμού, η διοι κητική επιτροπή καταρτίζει κατάλογο των πρόσθετων ή ειδικών οικογενειακών παροχών για ορφανά που καλύπτονται από το εν λόγω άρθρο. Αν ο αρμόδιο φορέα δεν υποχρεούται να χορηγήσει, κατά προτεραιότητα, αυτέ τι πρόσθετε ή ειδικέ οικογενειακέ παροχέ για ορφανά δυνάμει τη νομοθεσία που εφαρμόζει, διαβιβάζει αμελ λητί οιαδήποτε αίτηση οικογενειακών παροχών, συνοδευόμενη από όλα τα απαιτούμενα έγγραφα και πληροφορίε, στο φορέα του κράτου μέλου στη νομοθεσία του οποίου είχε υπαχθεί για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ο ενδιαφερόμενο και η οποία προβλέπει αυτέ τι πρόσθετε ή ειδικέ οικογενειακέ παροχέ για ορφανά. Σε ορισμένε περιπτώσει, μπορεί να γίνει αναδρομή, με του ίδιου όρου, έω το φορέα του κράτου μέλου δυνάμει τη νομοθεσία του οποίου ο ενδιαφερόμενο πραγματοποίησε την πιο σύντομη από τι περιόδου ασφάλιση ή κατοικία του. ΤΙΤΛΟΣ IV ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι Απόδοση του κόστου των παροχών σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 41 του βασικού κανονισμού Τ μ ή μ α 1 Α π ό δ ο σ η β ά σ ε ι τ η π ρ α γ μ α τ ι κ ή δ α π ά ν η Άρθρο 62 Αρχέ 1. Για την εφαρμογή του άρθρου 35 και του άρθρου 41 του βασι κού κανονισμού, το πραγματικό ποσό των εξόδων για παροχέ σε είδο αποδίδεται από τον αρμόδιο φορέα στο φορέα που τι χορήγησε, όπω αυτό προκύπτει από τα λογιστικά στοιχεία του τελευταίου, εκτό από την περίπτωση εφαρμογή του άρθρου 63 του κανονισμού εφαρμογή. 2. Αν το σύνολο ή τμήμα του πραγματικού ποσού των εξόδων για παροχέ που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν προκύπτει από τα λογιστικά στοιχεία του φορέα που τι χορήγησε, το προ απόδοση ποσό ορίζεται με βάση κατ αποκοπή ποσό που προκύπτει από όλα τα κατάλληλα στοιχεία αναφορά που εξάγονται από τα διαθέσιμα δεδομένα. Η διοικητική επιτροπή εκτιμά τι βάσει οι οποίε χρησιμεύουν για τον υπολογισμό των κατ αποκοπή ποσών και καθορίζει το ύψο του. 3. Για την απόδοση, δεν επιτρέπεται να λαμβάνονται υπόψη συ ντελεστέ ανώτεροι από του εφαρμοζόμενου για τι παροχέ σε είδο που χορηγούνται στου ασφαλισμένου οι οποίοι υπάγονται στη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέα ο οποίο χορήγησε τι προβλεπόμενε στην παράγραφο 1 παροχέ.
L 284/22 Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση 30.10.2009 Τ μ ή μ α 2 Α π ό δ ο σ η β ά σ ε ι κ α τ α π ο κ ο π ή π ο σ ώ ν Άρθρο 63 Καθορισμό των σχετικών κρατών μελών 1. Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 35 παράγραφο 2 του βασικού κανονισμού και των οποίων οι νομοθετικέ ή διοικητικέ δομέ δεν επιτρέπουν την απόδοση βάσει των πραγματικών δαπανών απαριθμούνται στο παράρτημα 3 του κανονισμού εφαρμογή. 2. Στην περίπτωση των κρατών μελών που απαριθμούνται στο παράρτημα 3 του παρόντο κανονισμού, το ποσό των παροχών σε είδο προ : α) μέλη τη οικογένεια τα οποία δεν κατοικούν στο ίδιο κράτο μέλο με τον ασφαλισμένο, δυνάμει του άρθρου 17 του βασικού κανονισμού και β) συνταξιούχου και μέλη τη οικογένειά του, δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφο 1, του άρθρου 25 και του άρθρου 26 του βασικού κανονισμού, αποδίδονται από του αρμόδιου φορεί στου φορεί οι οποίοι χορήγησαν τι παροχέ αυτέ, με βάση κατ αποκοπή ποσό που καθορίζεται για κάθε ημερολογιακό έτο. Το ύψο του κατ αποκοπή αυτού ποσού είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερο προ τι πραγματικέ δαπάνε. Άρθρο 64 Μέθοδο υπολογισμού των μηνιαίων κατ αποκοπή ποσών και του συνολικού κατ αποκοπή ποσού 1. Για κάθε κράτο μέλο πιστωτή, το μηνιαίο κατ αποκοπή ποσό ανά άτομο (Fi) για ένα ημερολογιακό έτο καθορίζεται με τη διαίρεση του ετήσιου μέσου κόστου ανά άτομο (Yi), κατανεμημένου κατά ηλι κιακέ ομάδε (i), διά του 12 και με την εφαρμογή μείωση (X) στο αποτέλεσμα σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο: όπου: F i = Y i *1/12*(1-X) ο δείκτη i (i = 1, 2 και 3) αντιστοιχεί στι τρει ηλικιακέ ομάδε που επελέγησαν για τον υπολογισμό του κατ αποκοπή ποσού: 2. Το μέσο ετήσιο κόστο ανά άτομο (Y i ) τη ηλικιακή ομάδα i υπολογίζεται με διαίρεση των ετήσιων δαπανών οι οποίε αναλογούν στο σύνολο των παροχών σε είδο και οι οποίε έχουν χορηγηθεί από του φορεί του κράτου μέλου πιστωτή σε όλα τα άτομα τη σχε τική ηλικιακή ομάδα που υπάγονται στη νομοθεσία του και κατοικούν στο έδαφό του, διά του μέσου ετήσιου αριθμού των σχετικών ατόμων αυτή τη ηλικιακή ομάδα κατά το συγκεκριμένο ημερολογιακό έτο. Ο υπολογισμό βασίζεται στι δαπάνε στο πλαίσιο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 23 του κανο νισμού εφαρμογή. 3. Η μείωση που εφαρμόζεται στο κατ αποκοπήν ποσό είναι καταρχήν 20 % (X = 0,20). Ισούται με 15 % (X = 0,15) για του συνταξιούχου και τα μέλη τη οικογένειά του στην περίπτωση που το αρμόδιο κράτο μέλο δεν απαριθμείται στο παράρτημα IV του βασικού κανονισμού. 4. Για κάθε κράτο μέλο που είναι υπεύθυνο για τη χορήγηση παροχών, το συνολικό κατ αποκοπήν ποσό ενό ημερολογιακού έτου υπολογίζεται με τον πολλαπλασιασμό, για κάθε ηλικιακή ομάδα i, των καθορισμένων μηνιαίων κατ αποκοπήν ποσών ανά πρόσωπο επί τον αριθμό μηνών που έχουν συμπληρώσει τα σχετικά άτομα τη εν λόγω ηλικιακή ομάδα στο κράτο μέλο πιστωτή. Ο αριθμό μηνών που έχουν συμπληρώσει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στο κράτο μέλο πιστωτή ισούται προ το άθροισμα των ημερολογιακών μηνών του ημερολογιακού έτου κατά το οποίο τα ενδιαφερόμενα άτομα, επειδή κατοικούσαν στην επικράτεια του κράτου μέλου πιστωτή, δικαιούνταν παροχέ σε είδο στην επικράτεια αυτή από το κράτο μέλο που είναι υπεύθυνο για τη χορήγηση παροχών. Οι εν λόγω μήνε καθορίζονται με τη βοήθεια μια κατάσταση που τηρείται για το σκοπό αυτόν από το φορέα του τόπου κατοικία, βάσει των δικαιολογητικών περί των δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων τα οποία παρέχονται από τον αρμόδιο φορέα. 5. Το αργότερο την 1η Μαΐου 2015, η διοικητική επιτροπή υποβάλλει ειδική έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντο άρθρου και ιδίω σχετικά με τι μειώσει που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Βάσει τη εκθέσεω αυτή, η διοικητική επιτροπή μπο ρεί να υποβάλει πρόταση με τι τροποποιήσει που κρίνει αναγκαίε ώστε να εξασφαλισθεί ότι ο υπολογισμό των κατ αποκοπή ποσών θα είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερο προ τι πραγματικέ δαπάνε και ότι οι μειώσει που αναφέρονται στην παράγραφο 3 δεν θα έχουν ω αποτέλεσμα μη ισόρροπε πληρωμέ ή διπλέ πληρωμέ για τα κράτη μέλη. i = 1: άτομα ηλικία κάτω των 20 ετών i = 2: άτομα ηλικία από 20 έω 64 ετών i = 3: άτομα ηλικία από 65 ετών και άνω, Y i είναι το μέσο ετήσιο κόστο για τα άτομα τη ηλικιακή ομάδα i, όπω ορίζεται στην παράγραφο 2, ο συντελεστή X (0,20 ή 0,15) είναι η μείωση, όπω ορίζεται στην παράγραφο 3. 6. Η διοικητική επιτροπή καθορίζει τι μεθόδου προσδιορισμού των στοιχείων υπολογισμού των κατ αποκοπή ποσών που αναφέρονται στι παραγράφου 1 έω 5. 7. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 έω 4, τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τα άρθρα 94 και 95 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 για τον υπολογισμό του κατ απο κοπή ποσού μέχρι την 1η Μαΐου 2015, με την προϋπόθεση ότι θα εφαρμόζεται η μείωση που αναφέρεται στην παράγραφο 3.
30.10.2009 Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση L 284/23 Άρθρο 65 Κοινοποίηση του μέσου ετήσιου κόστου 1. Το μέσο ετήσιο κόστο ανά άτομο σε κάθε ηλικιακή ομάδα σχε τικά με ένα συγκεκριμένο έτο γνωστοποιείται στην επιτροπή λογαριασμών το αργότερο έω το τέλο του δεύτερου έτου που έπε ται του εν λόγω έτου. Εάν δεν γίνει η γνωστοποίηση εντό τη προθεσμία αυτή, λαμβάνεται υπόψη το τελευταίο μέσο ετήσιο κόστο ανά πρόσωπο, το οποίο έχει καθορίσει η διοικητική επιτροπή για προηγούμενο έτο. 2. Το μέσο ετήσιο κόστο που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 δημοσιεύεται κατ έτο στην Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση. Τ μ ή μ α 3 Κ ο ι ν έ δ ι α τ ά ξ ε ι Άρθρο 66 Διαδικασία απόδοση μεταξύ φορέων 1. Οι αποδόσει μεταξύ των σχετικών κρατών μελών πραγματοποιούνται το συντομότερο δυνατόν. Κάθε σχετικό φορέα υποχρεούται να αποδίδει τι απαιτήσει πριν παρέλθουν οι προθεσμίε που αναφέρονται στο παρόν τμήμα, εφόσον αυτό είναι δυνατόν. Αμφισβήτηση σχετικά με μια συγκεκριμένη απαίτηση δεν πρέπει να κωλύει την απόδοση άλλη ή άλλων απαιτήσεων. 2. Οι αποδόσει μεταξύ των φορέων των κρατών μελών, οι οποίε προβλέπονται στα άρθρα 35 και 41 του βασικού κανονισμού, πραγματοποιούνται μέσω του οργανισμού σύνδεση. Επιτρέπεται να υπάρχει χωριστό οργανισμό σύνδεση για τι αποδόσει σύμφωνα με το άρθρο 35 και σύμφωνα με το άρθρο 41 του βασικού κανονισμού. Άρθρο 67 Προθεσμίε υποβολή και πληρωμή των απαιτήσεων 1. Οι απαιτήσει που βασίζονται σε πραγματικέ δαπάνε υποβάλλονται στον οργανισμό σύνδεση του κράτου μέλου που είναι υπεύθυνο για τη χορήγηση των παροχών εντό δώδεκα μηνών από το τέλο του ημερολογιακού εξαμήνου κατά το οποίο καταχωρήθηκαν οι εν λόγω απαιτήσει στου λογαριασμού του φορέα πιστωτή. 2. Οι απαιτήσει κατ αποκοπή ποσών για ένα ημερολογιακό έτο υποβάλλονται στον οργανισμό σύνδεση του κράτου μέλου που είναι υπεύθυνο για τη χορήγηση παροχών εντό του δωδεκαμήνου που έπεται εκείνου κατά τη διάρκεια του οποίου δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα τη Ευρωπαϊκή Ένωση το μέσο κόστο για το σχετικό έτο. Οι καταστάσει σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφο 4 του κανονισμού εφαρμογή υποβάλλονται έω το τέλο του έτου που έπεται του έτου αναφορά. 3. Στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφο 5 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού εφαρμογή, η προθεσμία των παραγράφων 1 και 2 του παρόντο άρθρου δεν αρχίζει πριν από τον προσδιορισμό του αρμόδιου φορέα. 4. Οι απαιτήσει που υποβάλλονται μετά την εκπνοή των αναφερόμενων στι παραγράφου 1 και 2 προθεσμιών δεν λαμβάνονται υπόψη. 5. Οι απαιτήσει καταβάλλονται στον οργανισμό σύνδεση του κράτου μέλου πιστωτή που αναφέρεται στο άρθρο 66 του κανονι σμού εφαρμογή από το φορέα που οφείλει τι παροχέ εντό 18 μηνών από το τέλο του μήνα κατά τον οποίον υποβλήθηκαν στον οργανισμό σύνδεση του κράτου μέλου που είναι υπεύθυνο για τη χορήγηση παροχών. Αυτό δεν ισχύει για τι απαιτήσει τι οποίε έχει απορρίψει ο φορέα που οφείλει τι παροχέ για συναφή λόγο εντό τη προθεσμία αυτή. 6. Τυχόν αμφισβητήσει σχετικά με απαίτηση διακανονίζονται το αργότερο εντό τριάντα έξι μηνών από το μήνα κατά τον οποίο υποβλήθηκε η απαίτηση. 7. Η επιτροπή λογαριασμών διευκολύνει το τελικό κλείσιμο των λογαριασμών σε περιπτώσει κατά τι οποίε δεν είναι δυνατό ο δια κανονισμό εντό τη προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο 6 και, κατόπιν αιτιολογημένη αιτήσεω ενό των μερών, γνωμοδοτεί σχετικά με αμφισβήτηση εντό έξι μηνών από το μήνα κατά τον οποίο τη παραπέμφθηκε το θέμα. Άρθρο 68 Τόκοι υπερημερία και προκαταβολέ 1. Από το τέλο τη προθεσμία 18 μηνών που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφο 5 του κανονισμού εφαρμογή, είναι δυνατόν να χρεώνεται τόκο από το φορέα πιστωτή για τι απαιτήσει που δεν έχουν πληρωθεί, εκτό εάν ο φορέα που οφείλει τι παροχέ έχει προ βεί, εντό έξι μηνών από το τέλο του μήνα κατά τον οποίον υπεβλήθη η αίτηση, σε προκαταβολή του 90 % τουλάχιστον τη συνολική απαίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφο 1 ή 2 του κανονισμού εφαρμογή. Για τα μέρη τη απαίτηση που δεν καλύπτονται από την προκαταβολή, ο τόκο μπορεί να χρεώνεται μόνον από το τέλο τη προθεσμία τριάντα έξι μηνών που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφο 6 του κανονισμού εφαρμογή. 2. Ο τόκο αυτό υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο αναφορά που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στι κύριε πράξει αναχρηματοδότηση. Εφαρμόζεται το επιτόκιο αναφορά που ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνό κατά τον οποίον η πληρωμή καθίσταται ληξιπρόθεσμη. 3. Κανένα οργανισμό σύνδεση δεν υποχρεούται να δέχεται προ καταβολή όπω προβλέπεται στην παράγραφο 1. Ωστόσο, εάν οργα νισμό σύνδεση αρνηθεί σχετική προσφορά, ο οργανισμό πιστωτή δεν δικαιούται πλέον να χρεώνει τόκο υπερημερία για τι εν λόγω απαιτήσει πέραν των προβλεπομένων στη δεύτερη πρόταση τη παραγράφου 1. Άρθρο 69 Κατάρτιση ετήσιων λογαριασμών 1. Η διοικητική επιτροπή καταρτίζει την κατάσταση των απαιτήσεων για κάθε ημερολογιακό έτο σύμφωνα με το άρθρο 72 στοιχείο ζ) του βασικού κανονισμού, με βάση την έκθεση τη επι τροπή λογαριασμών. Για το σκοπό αυτό, οι οργανισμοί σύνδεση κοινοποιούν στην επιτροπή λογαριασμών, εντό των καθορισμένων προθεσμιών και σύμφωνα με τον τρόπο που καθορίζει η ίδια, αφενό, το ποσό των απαιτήσεων που έχουν υποβληθεί, εξοφληθεί ή για τι οποίε υπάρχουν διαφορέ (πιστωτική θέση) και, αφετέρου, το ποσό των απαιτήσεων που έχουν ληφθεί, εξοφληθεί ή για τι οποίε υπάρχουν διαφορέ (χρεωστική θέση).