Ν. 3869/2010 - Κύρια κατοικία και η προστασία της. Οι μεταβολές που επέφερε ο Ν. 4336/2015



Σχετικά έγγραφα
Νομοτεχνικές βελτιώσεις στο σχέδιο νόμου «ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ»

χέδιο Νόμου για ηη Ρύθμιζη Οθειλών Υπερχρεωμένων Φυζικών Προζώπων Δεφτερη ευκαιρία για τουσ υπερχρεωμζνουσ πολίτεσ

ψηφισθεί, με την επιφύλαξη να ακολουθήσει συμπλήρωση ή περαιτέρω διευκρινήσεις με την έκδοση

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ (τόπος έδρας) (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας) ΑΙΤΗΣΗ (άρθρου 4 παρ. 1 ν. 3869/2010)

ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΣΕ ΕΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΕΟ ΝΟΜΟ

Ρύθμιση χρεών και διέξοδος από την υπερχρέωση: Δεύτερη ευκαιρία στους υπερχρεωμένους;

Εφαρμογή του νόμου 3869/2010 για τη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων Ερωτήσεις και Απαντήσεις

Οδηγίες για την προσπάθεια επίτευξης εξωδικαστικού συμβιβασμού

ΠΡΟΛΟΓΟΣ V ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το προς επίλυση πρόβλημα Η διαχρονική νομοθετική προσπάθεια αντιμετώπισής του... 6 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο ΝΟΜΟΣ

Κ.Υ.Α. αριθ / Καθορισμός όρων. παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Ν. 3869/2010 (ΦΕΚ Α'130) όπως ισχύει

Με την παρ. 1 του άρθρου 1 με την οποία αντικαθίσταται το άρθρο 1 του ν. 3869/2010.:

4. Δεν επιτρέπεται η παροχή του προγράμματος διευκόλυνσης σε οφειλέτες των οποίων οι συμβάσεις έχουν καταγγελθεί.

ΕΚΘΕΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΥΝΕΠΕΙΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘ. 8 ΠΑΡ.

Ειδικότερα, επισημάνθηκαν τα εξής:

Αθήνα, 20/8/2015. Γραφείο Υπουργού Αριθ. πρωτ.: Πληροφορίες: Ν. Μπιτούνη. Τηλ Ταχ. Δ/νση: Νίκης 5-7 Πλ.

1. Οι διατάξεις του παρόντος νόµου ρυθµίζουν τις προϋποθέσεις ρύθµισης και απαλλαγής των φυσικών

ΑΙΤΗΣΗ. (για εξωδικαστικό συμβιβασμό του ά. 2 παρ. 1 Ν.3869/2010)

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘ Η Ν ΩΝ Διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρ. 3 παρ. 2 Ν. 3869/2010)

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη που όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης και από το Γραμματέα

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΗΜΕΡΟΥΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟ Ν. 3869/2010»

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 293/2013 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΥΡΙΟΥ

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ Ν.Δ. 356/1974, Ν. 2238/1994, Ν. 2859/2000 ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α.1.: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Απόφαση Αναστολής Πλειστηριασμού Κατοικίας σε Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Του Ν. 4257/ Άρθρο 50

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΥΡΙΑΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ Υποχρεωτικοί Κανόνες Σύμβασης Αναδιάρθρωσης Οφειλών (άρθ. 9 Ν.4469/2017)

* ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 77

2. ΠΟΙΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΙ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ / (ΦΕΚ 143 Α )

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

9236/18 ΧΜΑ/σα 1 DGD 2

Ο Νέος Νόμος Προστασίας Της Κύριας Κατοικίας Σας

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΝΕΑ Ρύθμιση Παλαιών Ληξιπρόθεσμων Οφειλών που δημιουργήθηκαν μέχρι τις 31/12/2012 (μέχρι ).

1. Απαγορεύεται επικοινωνία με τον οφειλέτη για οφειλές για τις οποίες έχει προβεί σε δικαστικές ενέργειες αμφισβήτησης

Α. Πεδίο εφαρμογής ΠΟΛ. 1213

«O περί Εταιρειών (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Νόµος του 2015» ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΕΙΣ

ΠΕΡΙΕΦΟΜΕΝΑ Α. ΤΣΗΜΑΣΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ Ι. ΕΙΑΓΩΓΗ ΙΙ. ΠΕΔΙΟ ΕΥΑΡΜΟΓΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΧΟΛΙΑ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΚΠΟΙΖΩ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ν.3869/10» Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΗΜΕΡΟΥΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ

Ενημερωτικό Δελτίο. ΠΟΛ.1223/ Εξειδίκευση των κριτηρίων για τη διαμόρφωση λύσεων ρύθμισης οφειλών προς το Δημόσιο έως 50.

Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και

Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ Ν. 4469/2017

ΠΕΡΙΕΦΟΜΕΝΑ. Α. υστηματική ερμηνεία Ι. ΕΙΑΓΩΓΗ

Προκειμένου να επιτευχθεί η επιθυμητή δόση, το Ταμείο ακολουθεί διαδοχικά τα κατωτέρω στάδια ρύθμισης:

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

TΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΘΗΚΗ. Στο σ.ν.

Θέμα: «Δημόσια Διαβούλευση Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας».

Η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση ιδιωτικού χρέους που έγινε ποτέ

ΟΔΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ: 27. ΘΕΜΑ: «Νέα Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών» - Η αρ.πρωτ. Β7/οικ.39703/2829/ , ερμηνευτική οδηγία του Υ.Ε.Κ.Α.Π.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ1 ΑΙΤΗΣΗ

Συνέντευξη του Συνήγορου του Καταναλωτή Λευτέρη Ζαγορίτη στη δημοσιογράφο κ. Αθανασία Ακριβού στο portal bankingnews.gr (27.10.

Ε.Ε.Τ.Ε. αριθμ. πράξης 54/ Διαδικασία και κριτήρια προσδι

«Συνέδριο για τα Κόκκινα Δάνεια»

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συχνές Ερωτήσεις για τον Κώδικα Δεοντολογίας του ν.4224/2013

ε) βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες έως και την οφειλές πτωχών οφειλετών.

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ.. 1 (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας) ΑΙΤΗΣΗ (άρθρου 4 παρ. 1 ν. 3869/2010) Του... του..., κατοίκου..., οδός..., αρ...

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. α. Του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α 170).

ΘΕΜΑ: Κοινοποίηση των διατάξεων της υπ αριθ. οικ /2768 (ΦΕΚ 2318/τ. Β / ) Υπουργικής Απόφασης.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

4. Ποιοι δεν μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία; Στη διαδικασία δεν μπορούν να υπαχθούν:

Πως θα ρυθμίσετε τις οφειλές σας έως ευρώ - Παραδείγματα ΕΙΔΗΣΕΙΣ Η ECON ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής

Αριθμός απόφασης: 70/2015 Το Ειρηνοδικείο Ναυπλίου Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Ναυπλίου Αγγελική Χριστοπούλου και από τη Γραμματέα του

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ1 ΑΙΤΗΣΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α. ΕΠΙΜΗΚΥΝΣΗ ΤΗΣ ΙΑΡΚΕΙΑΣ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΧΡΟΝΟΣ ΕΠΙΜΗΚΥΝΣΗΣ 1. ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΑΝΕΙΑ (ΓΙΑ ΑΓΟΡΑ, ΑΝΕΓΕΡΣΗ, ΑΠΟΠΕΡΑΤΩΣΗ):

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ. Με την παρούσα σας κοινοποιούμε διευκρινίσεις αναφορικά με την εφαρμογή της ως άνω ΚΥΑ:

ΚΟΙΝΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ & ΤΩΝ ΚΟΚΚΙΝΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ

ΠΟΛ /06/2009 Published on TaxExperts (

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Αριθμός 33/2013 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΞΑΝΘΗΣ

Ε Ν Η Μ Ε Ρ Ω Τ Ι Κ Ο Δ Ε Λ Τ Ι Ο

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ: Πίνακας Α

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. β. Του Π.Δ. 111/14 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

ΡΥΘΜΙΣΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη δόκιμη Ειρηνοδίκη Θ. Α. και τη Γραμματέα Α. Λ.

Παράταση προθεσμίας ρύθμισης φορολογικών υποθέσεων.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 29 Νοεμβρίου ΤΕΥΧΟΣ ΕΥΤΕΡΟ Αρ. Φύλλου 4158

Ρύθμιση 120 Δόσεων για Οφειλές

«Εγκύκλιος σχετικά με «Ρυθμίσεις Αποπληρωμής οφειλών δανειοληπτών που χορηγήθηκαν από ίδια κεφάλαια του καταργηθέντος ΟΕΚ»

Αρθρο 51. Ρύθμιση οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΦΚΑ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 1/

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

(2015) 1 PRO JUSTITIA. «Αρχή Υπεύθυνου Δανεισμού» Άννα Οβσεπιάν, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια

Transcript:

Ν. 389/2010 - Κύρια κατοικία και η προστασία της. Οι μεταβολές που επέφερε ο Ν. 433/2015 Α. Εισαγωγή. Η δημιουργία του ελληνικού δικαίου για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα έγινε κάτω από συνθήκες κοινωνικής πίεσης μέσα σε ένα οικονομικό περιβάλλον ασταθές και αβέβαιο και όπως εξελίχθηκε, έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία των δικαστηρίων. Θα ήθελα να επισημάνω τον καταλυτικό ρόλο που έπαιξαν έως σήμερα τα Ειρηνοδικεία στη διαμόρφωση και ερμηνεία του δικαίου των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, καθώς η εμπειρία που αποκτήθηκε έως σήμερα είναι πολύ σημαντική κι έχουν με επάρκεια αντιμετωπισθεί ζητήματα τα οποία ήσαν άγνωστα ακόμη και στους συντάκτες του νόμου. Ο ρόλος του δικαστή στην περίπτωση αυτή είναι καθοριστικός και θα ήθελα πριν ξεκινήσω να επισημάνω την υπερπροσπάθεια που καταβάλλεται κατά τα τελευταία χρόνια στα δικαστικά καταστήματα της χώρας από τους συναδέλφους μου καθώς και από τους ανθρώπους της γραμματείας, παρά την έλλειψη προσωπικού, για την επίλυση των προβλημάτων και την αντιμετώπιση ενός πραγματικά μεγάλου προβλήματος που έχει δημιουργήσει λειτουργική, εργασιακή, και χωροταξική αναστάτωση στα Ειρηνοδικεία. Βρισκόμαστε σήμερα σε ένα επίπεδο ικανοποιητικό από άποψη επίλυσης ζητημάτων που ανέκυψαν κατά τη διαδρομή του νόμου, νέα όμως δεδομένα προστέθηκαν και συνεχίζουν να προστίθενται τα οποία αξίζουν ιδιαίτερης αναφοράς, αφού συνήθως κατά το στάδιο της πρώτης εφαρμογής τους, γεννώνται απορίες και προβληματισμοί. Η παρούσα εισήγηση μου αφορά την προστασία της κύριας κατοικίας. Λαμβάνοντας υπόψη όμως το επίπεδο στο οποίο βρισκόμαστε, θα αποφύγω να αναφερθώ σε ζητήματα που έχουν ήδη κριθεί και θα επικεντρωθώ σε άλλα ακανθώδη ζητήματα που μας απασχολούν ή θα μας απασχολήσουν σύντομα ενόψει των πρόσφατων αλλαγών.

Β. Κύρια κατοικία και η προστασία για τη διάσωση της έως σήμερα. Η έννοια της κύριας κατοικίας στην ελληνική νομοθεσία είναι αόριστη, αφού δεν καθορίζεται ενιαία από κάποια συγκεκριμένη διάταξη. Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, το φυσικό πρόσωπο έχει ως κατοικία τον τόπο της κύριας και μόνιμης εγκατάστασής του που αποτελεί σταθερό κέντρο των βιοτικών του σχέσεων. Η ελληνική πολιτεία, λαμβάνοντας υπόψη τις κατηγορίες δανειοληπτών που τελούν σε οικονομική αδυναμία, αλλά και την επικρατούσα κυρίαρχη στη χώρα μας αντίληψη για την απόκτηση και τη διατήρηση της πρώτης κατοικίας για την οποία εργάσθηκαν και μόχθησαν γενεές Ελλήνων πολιτών, παρεμβαίνει κατά τα τελευταία έτη συστηματικά θεσπίζοντας κανόνες που αποσκοπούν στην προστασία της. Ο οφειλέτης δανειολήπτης που έχει προσφύγει στη διαδικασία του Ν. 389/2010 επειδή περιήλθε σε μόνιμη και γενική αδυναμία να εξυπηρετήσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του έναντι των πιστωτών του, μπορεί να ζητήσει την εξαίρεση του ακινήτου του, που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, από τη διαδικασία εκποίησης της περιουσίας του προς ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών του, στο πλαίσιο και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι διατάξεις του νόμου αυτού. Ο εφαρμοστής του δικαίου δεν δύναται να προβεί σε έλεγχο σκοπιμότητας ή σε στάθμιση των συμφερόντων πιστωτών και οφειλέτη, αναφορικά με το παραπάνω αίτημα καθώς από το ίδιο σύστημα δικαίου αναγνωρίζεται ως ύψιστο δικαίωμα στον οφειλέτη να ζητήσει τη διατήρηση της κύριας κατοικίας του. Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 9 Ν. 389/2010, ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο πρόταση εκκαθάρισης, ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση ακίνητο που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, είτε είναι βεβαρημένο με εμπράγματη ασφάλεια είτε όχι. Για να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία πρέπει να χρησιμοποιείται ή να δύναται να χρησιμοποιηθεί ως τέτοια διότι ο οφειλέτης μένει σε ξένο ακίνητο π.χ. (κατά παραχώρηση των γονέων του ή σε μίσθιο ). Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι ο οφειλέτης, υποβάλλοντας το παραπάνω αίτημα αναλαμβάνει

μία πρόσθετη υποχρέωση, πέραν αυτής που του επιβάλλεται από το δικαστήριο στο πλαίσιο της δικαστικής ρύθμισης των χρεών του άρθρου 8 Ν. 389/2010, η απαλλαγή από τα οποία είναι ανεξάρτητη από την εξυπηρέτηση του πρόσθετου χρέους για τη διάσωση της κυρίας κατοικίας. Σκοπός της ρύθμισης αυτής είναι η χορήγηση μίας νέας ευκαιρίας στον υπερχρεωμένο οφειλέτη για δημιουργία οικονομικής αυτοτέλειας χωρίς να θίγεται η αξιοπρέπεια του και χωρίς να κινδυνεύει το βιοτικό του επίπεδο στο οποίο αναντίρρητα περιλαμβάνεται και το δικαίωμα του για την προστασία της οικογένειας και της οικογενειακής του στέγης που αποτελεί μάλιστα και συνταγματική επιταγή (άρθρο 21 Σ). Θετική προϋπόθεση εφαρμογής της ρύθμισης αυτής είναι η πραγματική χρησιμοποίηση του ακινήτου από τον οφειλέτη και την οικογένειά του, γεγονός που αποτελεί αντικείμενο απόδειξης. Αρνητική προϋπόθεση είναι να μην διαθέτει ο /η σύζυγός του / της ακίνητο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία. Ως κατοικία χαρακτηρίζεται εκείνη που χρησιμεύει για την κάλυψη των βασικών στεγαστικών αναγκών του οφειλέτη και της οικογενείας του. Στις ανάγκες αυτές, αναμφίβολα περιλαμβάνονται κι εκείνες για την αποθήκευση αντικειμένων ή θέσεις στάθμευσης οχημάτων, ιδιαίτερα στις μεγάλες πόλεις, για την εξυπηρέτηση των οποίων απαιτείται η ύπαρξη βοηθητικών χώρων (αποθηκών, θέσεων στάθμευσης και γκαράζ),τα οποία κατά τη σύγχρονη αντίληψη των συναλλαγών περιλαμβάνονται στη ρύθμιση για την προστασία της κύριας κατοικίας. Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Ν. 389/2010 όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με το άρθρ. 17 παρ. 1 Ν. 411/2013 ορίζεται ότι στην περίπτωση που ο οφειλέτης έχει υποβάλλει αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση της κύριας κατοικίας του «το δικαστήριο ρυθμίζει την ικανοποίηση απαιτήσεων των πιστωτών του σε συνολικό ποσό που μπορεί να ανέρχεται μέχρι και στο ογδόντα τοις εκατό (80%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου της κύριας κατοικίας.» Η διάταξη αυτή θα εξακολουθήσει να εφαρμόζεται για τις εκκρεμείς υποθέσεις που έχουν κατατεθεί μέχρι τη δημοσίευση του Ν. 433/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-

προστασίας βάσει διαφορετικών κριτηρίων για τα οποία θα αναφερθώ παρακάτω. Ωστόσο αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο νέος νόμος επιτρέπει να εφαρμόζονται παράλληλα δύο διαφορετικές ρυθμίσεις για την προστασία της κύριας κατοικίας, άλλη για τις εκκρεμείς υποθέσεις και άλλη για τις νέες, γεγονός που θα προξενήσει αρκετά πρακτικά κι ερμηνευτικά προβλήματα στον εφαρμοστή του δικαίου. Για λόγους ασφάλειας δικαίου και προς αποφυγήν ανεπιεικών ρυθμίσεων από τις οποίες σε ταυτόχρονο περιβάλλον διευθέτησης των οφειλών άλλοι οφειλέτες θα ωφελούνταν και άλλοι θα ζημιώνονταν με την παράλληλη εφαρμογή της παλιάς και νέας διάταξης, ορθότερο θα ήταν να υπήρχε ενιαία αντιμετώπιση των υποθέσεων, όπως άλλωστε είχε συμβεί και κατά το παρελθόν όταν με το Ν. 411/2013 μεταβλήθηκαν για όλες τις υποθέσεις - εκκρεμείς και μη- οι προϋποθέσεις για τη διάσωση της κύριας κατοικίας με προεξέχον κυρίως κριτήριο για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τον καθορισμό της αντικειμενικής και όχι της εμπορικής της αξίας που ίσχυε από την έναρξη εφαρμογής του Ν. 389/2010 έως τότε. Θα μπορούσε δηλαδή να ισχύουν τα νέα κριτήρια για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τόσο για τις νέες όσο και για τις εκκρεμείς αιτήσεις. Η μέχρι τώρα ισχύουσα διάταξη, η οποία όπως προαναφέρθηκε θα εξακολουθήσει να ισχύει για τις εκκρεμείς πριν την 19η.8.2015 κατατεθειμένες αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, θέτει σαφή όρια και αντικειμενικά κριτήρια προστασίας, μη επιδεχόμενα διοικητικών τροποποιήσεων. Ορίζει ότι το δικαστήριο ρυθμίζει την ικανοποίηση απαιτήσεων των πιστωτών σε συνολικό ποσό που μπορεί να ανέρχεται μέχρι και στο ογδόντα τοις εκατό (80%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου της κύριας κατοικίας. Σύμφωνα με μία ερμηνεία, εφόσον τα υπόλοιπα των χρεών του οφειλέτη, μετά τις καταβολές της ρύθμισης του αρθ. 8 παρ. 2 του ιδίου νόμου, υπερβαίνουν το ποσό του 80% της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας του, το Δικαστήριο θα προβεί σε ρύθμιση, επιβάλλοντας του πρόσθετο χρέος για την εξόφληση των οφειλών του αυτών ίσο με το ποσό αυτό του 80%,

απαλλασσομένου του υπολοίπου των χρεών με την τήρηση της ρύθμισης, επομένως το ποσοστό του 80% της αντικειμενικής αξίας για τη διάσωση της κύριας κατοικίας παραμένει αμετάβλητο (ενδ. Ειρ. Αλεξ 54/2014 ). Σύμφωνα με άλλη ερμηνεία, το Δικαστήριο για τον προσδιορισμό του ύψους του ποσοστού για τη διάσωση της κύριας κατοικίας, το οποίο μπορεί να φθάσει μέχρι το 80% της αντικειμενικής αξία της, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του το σκοπό της διάταξης που πηγάζει από τα άρθρ. 2 παρ. 1 και 21 του Συντάγματος, και επιβάλλει τη διατήρηση εκείνων των συνθηκών διαβιώσεως του πολίτη ώστε να μη θίγεται η προσωπική του αξιοπρέπεια και η προσωπικότητά του στα πλαίσια που επιβάλλει το κοινωνικό κράτος και να προστατεύεται έτσι η οικογενειακή στέγη, επομένως το ποσοστό για τη διάσωση μπορεί να οριστεί και κάτω από το 80% εάν κριθεί απαραίτητο στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής για την προστασία της κύριας κατοικίας (ενδ. ΜΠρΚορ 187/2014, Ειρ. Ελ 44/2013). Η διατύπωση της συγκεκριμένης διάταξης, έχει δημιουργήσει τις δύο αυτές διαφορετικές ερμηνείες. Η γραμματική διατύπωση "μέχρι και στο 80%" ερμηνεύεται σύμφωνα με την πρώτη άποψη ότι αφορά το μέχρι που μπορεί να φθάσει το ποσό της ρύθμισης σε περίπτωση που το συνολικό χρέος ξεπερνά το ποσοστό αυτό, διότι στην περίπτωση που το ποσό είναι μικρότερο κι εξοφλείται σε ποσοστό μικρότερο του 80% δεν γεννάται κανένα ζήτημα. Η δεύτερη ερμηνεία θεωρεί ότι ανεξάρτητα με το συνολικό χρέος, εφόσον κρίνεται αναγκαίο για την προστασία της κύριας κατοικίας και υπάρχουν οι σχετικές προϋποθέσεις, το παραπάνω όριο του 80% αφορά το μέχρι που μπορεί να φθάσει το ποσοστό επί της αντικειμενικής αξίας. Ωστόσο η ερμηνεία αυτή πάσχει στο γεγονός ότι η ίδια η διάταξη δεν ορίζει στη συνέχεια τα κριτήρια για τον ορισμό καταβολών κάτω του ανωτέρω ποσοστού ή και μηδενικές ακόμη καταβολές όπως συμβαίνει με την περίπτωση της παρ. 5 του άρθρου 8 του Ν. 389/2010 που αφορά την πρώτη ρύθμιση, ενώ αφήνει ανοικτό το κατώτερο όριο βάσει του οποίου μπορεί να οριστεί το ποσοστό για τη διάσωση. Από την άλλη, η πρώτη άποψη μπορεί να εξυπηρετεί την εφαρμοζόμενη νομοθετική πολιτική σε συγκεκριμένο χρόνο, ωστόσο είναι αμφίβολο ότι εξυπηρετεί πράγματι και το γενικότερο σκοπό

αναφορικά με την προστασία του οφειλέτη όσον αφορά τη μία και μοναδική κύρια κατοικία του. Νομολογιακά πάντως υπάρχουν περιπτώσεις που έχει κριθεί ότι το ποσοστό για τη διάσωση μπορεί να ανέλθει σε κάτω του 80% όταν το συνολικό χρέος του οφειλέτη το ξεπερνάει. Λίγες ωστόσο είναι οι αποφάσεις που έχουν ορίσει το ποσό της διάσωσης σε πολύ μικρό ποσοστό ή απαλλάσσουν τον οφειλέτη από την καταβολή οποιουδήποτε χρηματικού ποσού (βλ. Ειρ. Αλεξ. 13/2014, Ειρ Καβ 11/2012). Ανεξάρτητα πάντως από την αφετηρία του νομικού προβληματισμού που προηγήθηκε, μία προσεκτική μελέτη σε ειδικότερα σημεία αυτής της διάταξης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υφίσταται επαρκής μηχανισμός προστασίας των συμφερόντων τόσο του οφειλέτη όσο και των πιστωτών του από τη συγκεκριμένη ρύθμιση, λόγω του μεγάλου χρονικού ορίου εντός του οποίου μπορεί να εφαρμοστεί, το οποίο επιτρέπει να εξυπηρετηθεί μεγάλο μέρος του χρέους, χωρίς να προκαλείται οικονομική ασφυξία στον οφειλέτη. Έτσι λοιπόν, το δικαστήριο, κάνοντας χρήση της δυνατότητας που παρέχει ο Νόμος, θα λάβει υπόψη του τη διάρκεια των συμβάσεων δυνάμει των οποίων χορηγήθηκαν οι πιστώσεις (20 έως 35 έτη ανάλογα με τις δανειακές συμβάσεις), ενώ στην ίδια κατεύθυνση οδηγεί και η παλιά διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 εδ. 3 α, που ορίζει ότι «η ρύθμιση (για την εξαίρεση της κύριας κατοικίας) μπορεί να προβλέπει και περίοδο χάριτος», κάποια, δηλαδή, χρονική περίοδο, κατά την οποία ο οφειλέτης δεν υποχρεούται να καταβάλει κανένα ποσό στο πλαίσιο της παραπάνω ρύθμισης. Με τις διατάξεις αυτές επιτυγχάνεται αφενός μεν η διάχυση του χρέους σε ικανό βάθος χρόνου κι αφετέρου παρέχεται η δυνατότητα στο Δικαστήριο να ορίσει περίοδο χάριτος, για να μη συμπίπτουν οι χρονικές περίοδοι των δύο ρυθμίσεων προκειμένου ο οφειλέτης να δύναται να είναι συνεπής και με τις δύο. Αυτό προφανώς αποσκοπεί στην προστασία του ελάχιστου επιπέδου των όρων διαβίωσης του οφειλέτη αλλά και στην παροχή χρόνου σε αυτόν για να δημιουργήσει -κατά την περίοδο χάριτος- το κατάλληλο οικονομικό περιβάλλον που θα του επιτρέψει αργότερα να υποδεχθεί την δεύτερη

ρύθμιση, για την προστασία της κύριας κατοικίας του. Δεν θα πρέπει επομένως να οδηγείται ο οφειλέτης σε αφύσικη οικονομική επιβάρυνση, αφού ο δικαστής μπορεί να εξαντλήσει όλο το χρονικό διάστημα της περιόδου χάριτος και να ορίσει όσο γίνεται περισσότερες δόσεις, πάντοτε όμως εντός των διαγραφομένων από το νόμο χρονικών πλαισίων. Σε κάθε περίπτωση, η άποψη ότι μπορεί η κύρια κατοικία να εξαιρεθεί με μικρές σε σχέση με το χρέος ή καθόλου καταβολές (βλ. Ειρ Καλ 32/2013), δεν βρίσκει νομοθετικό έρεισμα αφού έτσι ακυρώνεται η έννοια της παραπάνω διάταξης του άρθρ. 9 παρ. 2, ούτε συνάδει προς το γενικότερο σκοπό του νόμου, η βασική φιλοσοφία του οποίου είναι η μεν προστασία του οφειλέτη αλλά και η εξισορρόπηση των συμφερόντων των εμπλεκομένων στη ρύθμιση μερών (οφειλετών - πιστωτών). Ο οφειλέτης θα πρέπει να αποδεχθεί το γεγονός ότι υποβάλλοντας ένα τέτοιο αίτημα θα πρέπει να είναι έτοιμος να αναλάβει την πρόσθετη υποχρέωση να καταβάλλει τις δόσεις που θα ορίσει το δικαστήριο για την προστασία της κύριας κατοικίας του. Η πηγή κάλυψης των πληρωμών στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής, δεν ενδιαφέρει το Δικαστήριο, καθώς προβλέπεται η υποχρέωση του οφειλέτη για πληρωμές μέχρι το ποσό που η απόφαση θα ορίσει, ακόμα και αν έχει μικρά εισοδήματα ή εάν τρίτοι θα παράσχουν τα ποσά πληρωμών (πχ οικονομική ενίσχυση από συγγενείς ). Ένα πρόβλημα που έχει ανακύψει αφορά τη συνδυασμένη εφαρμογή των τριών ρυθμίσεων, ιδιαίτερα όταν το ποσό που απομένει για τη συνολική ρύθμιση του χρέους του οφειλέτη, δεν μπορεί να οριστεί εκ των προτέρων, είτε επειδή έχει διαταχθεί επανεξέταση της υπόθεσης σύμφωνα με το άρθρ. 8 παρ. 5, οπότε παραμένει σε εκκρεμότητα η εφαρμογή της ρύθμισης για τη διάσωση της κύριας κατοικίας, είτε όταν έχει διαταχθεί η ρευστοποίηση της λοιπής ακίνητης ή κινητής περιουσίας του οφειλέτη, σύμφωνα με το άρθρ. 9 παρ. 1 Ν. 389/2010 πλην της κύριας κατοικίας του. Στην πρώτη περίπτωση, ο Δικαστής δεν είναι σε θέση να γνωρίσει, κατά την ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης, εάν μετά τη διαταχθείσα επανεξέταση της υπόθεσης, και την εκ νέου αξιολόγηση της εισοδηματικής κατάστασης του οφειλέτη

προκύψουν νέα δεδομένα και οριστούν μεγαλύτερες, μικρότερες ή καθόλου καταβολές, γεγονός που ενδεχομένως επηρεάσει τη ρύθμιση για τη διάσωση της κύριας κατοικίας. Στη δεύτερη περίπτωση δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς το συνολικό ποσό του υπολοίπου των οφειλών, καθώς οι πιστωτές πέρα από τις καταβολές της πρώτης ρύθμισης, ενδέχεται να ικανοποιηθούν και από τη διανομή της εκποίησης της περιουσίας του οφειλέτη. Όπως προαναφέρθηκε, η ρύθμιση του άρθρ. 9 παρ. 2 είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα. Για το λόγο αυτό, επιβάλλεται στην οριστική (πρώτη) απόφαση να υπάρχει διάταξη για την προστασία της κύριας κατοικίας, η οποία απαραίτητα θα προσδιορίζει και το ποσό που θα πρέπει ο οφειλέτης να καταβάλλει για τη διάσωση της. Στην απόφαση θα πρέπει επίσης να ορίζεται ο χρόνος αποπληρωμής και ο αριθμός των δόσεων. Αναβολή για τη λήψη απόφασης ως προς τα ανωτέρω ζητήματα σε μεταγενέστερο χρόνο (π.χ. κατά την επανασυζήτηση της υπόθεσης), δεν προβλέπεται, ούτε μπορεί να γίνει αποδεκτή με οποιαδήποτε ερμηνεία. Εάν όμως έχει οριστεί εκκαθαριστής για τη ρευστοποίηση της λοιπής περιουσίας του οφειλέτη, σε περίπτωση που ευδοκιμήσει η διαδικασία της ρευστοποίησης υπάρχει πιθανότητα να έχει πληρωθεί ένα σημαντικό μέρος του χρέους, οπότε το εναπομείναν ποσό που έχει οριστεί ως ποσό που πρέπει να καταβάλλει ο οφειλέτης για τη διάσωση μπορεί να είναι μικρότερο από αυτό που όρισε η απόφαση ή και μηδενικό. Στην περίπτωση αυτή ο μόνος ασφαλής δρόμος για την παρακολούθηση και υποβοήθηση της εκτέλεσης των όρων της ρύθμισης για τη διάσωση, η οποία δεν μπορεί να γίνει από το Δικαστήριο εκ των προτέρων και προς εξασφάλιση των αντικρουόμενων συμφερόντων, είναι να ανατεθούν συμπληρωματικά καθήκοντα στον εκκαθαριστή που θα αναλάβει το έργο της ρευστοποίησης, ο οποίος εκτός του ότι το βασικό του καθήκον, μετά τη ρευστοποίηση, είναι να διανείμει το προϊόν της εκκαθάρισης, θα εφαρμόσει επιπλέον όλα όσα έχει ορίσει η απόφαση για την προστασία της κύριας κατοικίας (δηλαδή ως προς το ποσό

για τη διάσωση της, το χρόνο αποπληρωμής και τον αριθμό των δόσεων), λαμβάνοντας υπόψη του τα νέα δεδομένα, αναφορικά με το εναπομείναν χρέος, οπότε θα απομένει να ορίσει -εκείνος πιά- το ακριβές ποσό της μηνιαίας δόσης που θα καταβάλλεται στους πιστωτές μετά τη διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης. Στην περίπτωση αυτή ο εκκαθαριστής δεν υποκαθιστά το έργο του Δικαστή καθώς με την απόφαση έχουν ρυθμιστεί όλα τα άλλα ζητήματα που αφορούν την εκτέλεση της ρύθμισης για την προστασία της κύριας κατοικίας. Προκειμένου δε να μην υπάρξει καμία αμφιβολία ως προς το τελικό ποσό που θα καταβάλλει ο οφειλέτης για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του είναι απαραίτητο να υπάρχει στο κείμενο του διατακτικού της απόφασης, η προσθήκη ενός ποσοτικού επιρρήματος όπως "μέχρι" ή "έως" πριν από το ποσό που θα ορίσει το Δικαστήριο βάσει του ποσοστού επί της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας. Όλα τα παραπάνω βεβαίως ισχύουν για την περίπτωση που διαταχθούν και οι τρείς ρυθμίσεις και ιδιαίτερα όταν με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που θα προσκομιστούν, κρίνεται ότι ενδεχόμενη ρευστοποίηση κάποιου περιουσιακού στοιχείου είναι αρκετά πιθανή και θα επιφέρει μείωση του χρέους τέτοια ώστε το ποσό της αποπληρωμής του χρέους, μετά τη γενόμενη ρευστοποίηση, προβλέπεται να είναι τελικώς μικρότερο από εκείνο που έχει οριστεί για τη διάσωση. Γ. Οι μεταβολές που επέφερε ο Ν. 433/2015 Με την παρ.18 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 433/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015) η οποία καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του ιδίου νόμου, τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του δηλαδή τις αιτήσεις που κατατέθηκαν μετά τις 19.8.2015, οι προϋποθέσεις προστασίας της κύριας ή της μοναδικής κατοικίας του αιτούντος δανειολήπτη μεταβάλλονται. Πιό συγκεκριμένα, η νέα διάταξη της παραγράφου 2 εδ. β του άρθρου 9 ορίζει ότι «Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας,

Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εκδίδεται σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζονται τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να εξαιρεθεί η κυρία κατοικία του από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, ιδίως ως προς την αντικειμενική αξία του ακινήτου, το ύψος του συνόλου των οφειλών κατά το χρόνο ολοκλήρωσης της κατάθεσης της αίτησης και το μικτό ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του οφειλέτη.» Μέχρι σήμερα το όριο ήταν το αφορολόγητο όριο απόκτησης κύριας κατοικίας, προσαυξημένο κατά 50% (το όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας φτάνει κατά τις ισχύουσες διατάξεις σε ύψος ποσού διακοσίων χιλιάδων (200.000 ) για άγαμο, ενώ φτάνει σε ύψος ποσού διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000 ) για έγγαμο, ενώ προσαυξάνεται και κατά το ποσό των είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000 ) Ευρώ για κάθε τέκνο από τα πρώτα δύο τέκνα. Με την προσαύξηση κατά 50%, τα όρια είναι 300.000 για άγαμο, 375.000 για έγγαμο, 412.500 για έγγαμο με ένα (1) τέκνο και 450.000 για έγγαμο με δύο (2) τέκνα. Το όριο αυτό συνεχίζει να ισχύει για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός (1) μηνός, ήτοι μέχρι τις 19-09-2015, οπότε και ο νομοθέτης ορίζει ότι θα εκδοθεί Κ.Υ.Α., που θα καθορίζει τις νέες προϋποθέσεις προστασίας του άρθρου 9 του ανωτέρω νόμου. Μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί όμως τέτοια απόφαση, οπότε εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι άνω προϋποθέσεις αναφορικά με τα αφορολόγητα όρια. Η ελληνική πολιτεία στα πλαίσια της συμφωνίας που υπεγράφη για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στον κίνδυνο της μη αποπληρωμής των οφειλών, στη φερεγγυότητα των τραπεζών, στην σταθεροποίηση της αγοράς των ακινήτων και στην έντονη κοινωνική και ανθρωπιστική διάσταση της πρώτης κατοικίας. Το νέο κείμενο περιλαμβάνει πλέον μια νομοθετική εξουσιοδότηση, προς τους εκάστοτε δυο υπουργούς να καθορίζουν τις προϋποθέσεις για τη διάσωση της κύριας κατοικίας. Στο νόμο αναφέρεται ότι η Κοινή Υπουργική Απόφαση θα μπορεί να εξειδικεύει το όριο της αντικειμενικής αξίας για την προστασία της κύριας κατοικίας, το σύνολο των οφειλών μέχρι το ύψος των

οποίων θα προστατεύεται η κύρια κατοικία και το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, μέχρι το ύψος του οποίου επίσης κρίνεται προστατευτέα η κύρια κατοικία, χωρίς να αποκλείει να τίθενται κι άλλα συμπληρωματικά κριτήρια, αφού η προσθήκη της λέξης "ιδίως" αφήνει περιθώριο θέσπισης κι άλλων όρων για την διάσωση. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι λόγω της έλλειψης σαφούς προσδιορισμού λοιπών προϋποθέσεων στο νέο νόμο, αναφορικά με την προστασία της κύριας κατοικίας, κάθε προσπάθεια θέσπισης συμπληρωματικών όρων με υπουργική απόφαση ενδεχομένως θα βρισκόταν εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης και θα δημιουργούσε προβλήματα στην εφαρμογή της ρύθμισης. Το νομοθετικό κείμενο θα έπρεπε να περιέχει με σαφήνεια και πληρότητα τον καθ ύλη προσδιορισμό του αντικειμένου της εξουσιοδότησης, το αντικείμενο δηλαδή των κανόνων που μπορεί να θεσπίσει η διοίκηση, παρέχοντας κατά τρόπο ειδικό και ορισμένο στην τελευταία την εξουσιοδότηση να ενεργήσει προκειμένου να ρυθμίσει τα μερικότερα θέματα. Μετά την έκδοση της απόφασης η προστασία της κύριας κατοικίας, εφόσον υποβληθεί ως αίτημα από τον οφειλέτη θα εξακολουθήσει να είναι επομένως υποχρεωτική για τον Δικαστή, όπως συνέβαινε έως σήμερα, αλλά θα εξαρτάται πλέον από άλλα κριτήρια τα οποία μέλλει να εξειδικευτούν. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει πρόβλεψη στο νέο κείμενο του νόμου για τη χορήγηση περιόδου χάριτος ανάμεσα στις δύο ρυθμίσεις (του άρθρ. 8 παρ. 2 και του 9 παρ. 2 ). Το γεγονός αυτό οφείλεται μάλλον σε αβλεψία του νομοθέτη, αφού είναι αδύνατον να μπορεί ο οφειλέτης ταυτόχρονα να είναι συνεπής και με τις δύο ρυθμίσεις. Θα πρέπει επομένως τα δικαστήρια να εξακολουθούν να κάνουν αναλογική χρήση της παλιάς διάταξης του άρθρ. 9 παρ. 2 εδ. 3 α Ν. 389/2010, η οποία άλλωστε έτυχε ευρείας και καθολικής εφαρμογής. Σύμφωνα δε με τη νέα διάταξη του άρθρ. 8 παρ. 2 Ν. 389/2010, ο χρόνος διάρκειας της πρώτης ρύθμισης περιορίζεται στα τρία έτη. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το μέγιστο χρονικό διάστημα για τον ορισμό περιόδου χάριτος δεν δύναται να ξεπεράσει τα τρία έτη. Στο σημείο αυτό, κι ακριβώς επειδή η περίοδος χάριτος συνδέεται με

την προσπάθεια για τη δημιουργία ασφαλούς πλαισίου πληρωμών για τον οφειλέτη αλλά και τη δημιουργία προϋποθέσεων ώστε να διευθετηθεί, όσο γίνεται, μεγαλύτερο τμήμα από το χρέος του, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί ότι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, σε μεγάλη πανελλαδική έρευνα που διενεργήθηκε το καλοκαίρι του 2014 με τη συμμετοχή συναδέλφων μας Ειρηνοδικών, δικηγόρων, ενώσεων καταναλωτών και πιστωτών, θεωρήθηκε δίκαιο να επιμηκυνθεί υπό προϋποθέσεις και ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που το χρέος είναι μεγάλο, η χρονική διάρκεια της πρώτης ρύθμισης (8 παρ. 2) σε 10-12 έτη. Η άποψη αυτή, προσπαθώντας να εξισορροπήσει τα συμφέροντα ανάμεσα σε οφειλέτες και πιστωτές θεωρεί ότι θα μπορούσε να επιμηκυνθεί ο χρόνος καταβολής για οφειλέτες που δεν έχουν υποβάλλει αίτημα για διάσωση κύριας κατοικίας, με βάση τα εισοδηματικά τους κριτήρια, κάτι που είναι κοινωνικά δίκαιο αφενός μεν απέναντι στους λοιπούς οφειλέτες οι οποίοι καλούνται να αποπληρώσουν ένα σημαντικό μέρος του χρέους τους με την καταβολή δόσεων για πολλά έτη προκειμένου να διασώσουν την κύρια κατοικία τους αφετέρου δε απέναντι στους πιστωτές οι οποίοι εύλογα αναμένουν να ικανοποιηθούν για μεγαλύτερο μέρος των απαιτήσεων τους. Η αντίθετη άποψη αναφορικά με το παραπάνω ζήτημα, έλαβε θέση κατά της επιμήκυνσης του χρόνου με βασικό επιχείρημα την ταχεία επανένταξη του υπερχρεωμένου προσώπου στην οικονομική ζωή, ερμηνεύοντας όμως λανθασμένα ως "επανένταξη" του οφειλέτη το τέλος της χρονικής περιόδου της πρώτης ρύθμισης και παραγνωρίζοντας τελικά ότι η αφετηρία της επανένταξης του στην οικονομική ζωή είναι η ίδια απόφαση δηλαδή ο χρόνος έκδοσης της οριστικής απόφασης. Η νέα ρύθμιση του άρθρ. 8 παρ. 2 δεν έλαβε υπόψη τις παραπάνω επισημάνσεις της πανελλήνιας έρευνας, αντιθέτως περιορίζει σε τρία μόλις έτη το χρόνο αποπληρωμής, πράγμα που δεν κρίνεται κοινωνικά δίκαιο σε σχέση με άλλες κατηγορίες οφειλετών, ή σε σχέση με το γενικότερο κοινωνικό σύνολο που συνεχώς καλείται, κατά τα τελευταία έτη να συμβάλλει για την κάλυψη των δανειακών αναγκών των πιστωτικών ιδρυμάτων. Τούτο δε φαίνεται ξεκάθαρα στις περιπτώσεις εκείνες που το

χρέος είναι μεγάλο, ο οφειλέτης διαθέτει μεν ικανοποιητικό εισόδημα προκειμένου να εξυπηρετήσει μεγαλύτερο τμήμα του χρέους του σε βάθος χρόνου (όχι όμως τόσο ώστε να μην ενταχθεί στη ρύθμιση) εν τούτοις όμως θα υποχρεωθεί τελικώς να καταβάλλει ελάχιστα ποσά εντός της τριετίας, διότι αυτό είναι το όριο που πλέον θέτει ο νόμος. Η υιοθέτηση της νέας ρύθμισης, κατά την άποψή μου, δεν οφείλεται σε αστοχία του νομοθέτη, αλλά διαγράφει εν πολλοίς την τάση και την επιθυμία των συντακτών του νόμου να αποκαλυφθεί τελικά εντός μίας τριετίας το μέγεθος της κεφαλαιακής ανεπάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων και, κατά συνέπεια οι ανάγκες τους για ενδεχόμενη νέα ανακεφαλαιοποίηση. Δεν είναι καθόλου τυχαίο και το γεγονός ότι με τον ίδιο νόμο προβλέπεται εντός τριετίας ο επαναπροσδιορισμός δικασίμων για υποθέσεις που εκκρεμούν μετά το 2018, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι στη νέα ρύθμιση του άρθρου 9 δεν γίνεται καμία διάκριση υπέρ των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων απαιτήσεων των πιστωτών για προνομιακή μεταχείριση τους, όπως συνέβαινε έως σήμερα, γεγονός που αναμφίβολα αδικεί τους τελευταίους, αφού έτσι θα ικανοποιηθούν συμμέτρως όλοι οι πιστωτές, μεταξύ των οποίων και οι φορείς του δημοσίου, εφόσον υπάρχουν τέτοιες απαιτήσεις. Τέλος, προβληματική εξακολουθεί να παραμένει η διάταξη της παρ. 5 του άρθρ. 9 Ν. 389/2010 η οποία προβλέπει ότι "Σε περίπτωση που οι, κατά την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 389/2010, πραγματοποιηθείσες καταβολές στους πιστωτές υπολείπονται αυτών που ορίζονται με την οριστική απόφαση του δικαστηρίου κατά τα άρθρα 8 παράγραφος 2 ή 9 παράγραφος 2, ο οφειλέτης υποχρεούται να εξοφλήσει το ποσό της διαφοράς που υπολείπεται. Το ποσό που προκύπτει αποπληρώνεται εντόκως μέσα σε ένα έτος από τη λήξη των καταβολών του άρθρου 8 παράγραφος 2 και του άρθρου 9 παράγραφος 2 με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπεζας, προσαυξημένο κατά δυόμισι εκατοστιαίες μονάδες ". Κατ' αρχήν θα πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την τροποποίηση του Ν. 433/2015 δεν υπάρχουν πλέον καταβολές υπέρ του άρθρ. 9 παρ. 2 στα πλαίσια χορήγησης προσωρινής

διαταγής, οπότε η σχετική μνεία στο κείμενο του νόμου είναι ατυχής. Εκείνο όμως που δυστυχώς παραμένει είναι η υποχρέωση του οφειλέτη να καταβάλλει μέσα σε ένα έτος και μάλιστα εντόκως την τυχόν προκύπτουσα διαφορά ανάμεσα στο ποσό που έχει ορίσει η προσωρινή διαταγή και σε αυτό που τελικώς θα ορίσει η οριστική απόφαση. Σε κάποιες περιπτώσεις η διαφορά αυτή μπορεί να είναι μεγάλη, κι έτσι ο συνεπής κατά τ' άλλα οφειλέτης μπορεί να βρεθεί εξ αυτού και μόνο σε αδυναμία πληρωμής. Δ. Επίλογος Οι δυσχέρειες που έχουν ανακύψει κατά την εφαρμογή του δικαίου υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων είναι αρκετές και οφείλονται σε πολλούς παράγοντες. Ένας από αυτούς είναι η έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των δανειοληπτών και των πιστωτών. Εάν αυτή η σχέση λειτουργούσε ικανοποιητικά τότε μεγάλος αριθμός υποθέσεων θα οδηγούνταν είτε σε εξωδικαστικό είτε σε προδικαστικό συμβιβασμό και θα αποκτούσαν πραγματικό νόημα οι σχετικές διατάξεις. Με τις νέες διατάξεις επιχειρείται να εξαναγκασθεί η συνεργασία μεταξύ τους με τη θέσπιση πρόσθετων υποχρεώσεων, την επιβολή κυρώσεων και τήρηση νέων γραφειοκρατικών διαδικασιών που εκτός των άλλων επιδεινώνουν το πρόβλημα στις γραμματείες των δικαστηρίων, και είναι βέβαιο ότι θα αυξήσουν τις εργατοώρες απασχόλησης ανά υπόθεση από τότε που η αίτηση κατατίθεται στη γραμματεία μέχρι το στάδιο της έκδοσης της οριστικής απόφασης. Για μία ακόμη φορά παραγνωρίζεται το γεγονός ότι η άρνηση των διαδίκων και ιδιαίτερα η άρνηση των πιστωτών, να συμμετέχουν ουσιαστικά σε οποιαδήποτε προσπάθεια συμβιβασμού με την υποβολή βιώσιμων και ρεαλιστικών προτάσεων για τη ρύθμιση του χρέους, ακόμη και αν πρόκειται για μικρές οφειλές, είναι η βασική αιτία που οι υποθέσεις οδηγούνται στα ακροατήρια. Από την άλλη, από το όλο πνεύμα των πρόσφατων τροποποιήσεων, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο βασικός στόχος των αλλαγών που έγιναν είναι η ταχεία εκδίκαση των υποθέσεων η οποία θα βοηθήσει τη λογιστική εκκαθάριση του πιστωτικού συστήματος της χώρας

και όχι τόσο η ανάγκη να βελτιωθεί το νομοθετικό πλαίσιο ώστε αυτό να γίνει περισσότερο κοινωνικά δίκαιο. Ο εφαρμοστής του δικαίου καλείται πάντως να ισορροπήσει ανάμεσα στα αντικρουόμενα συμφέροντα, αντιμετωπίζοντας την κάθε περίπτωση ξεχωριστά, σταθμίζοντας όλους τους παράγοντες που επιδρούν στην τελική διαμόρφωση της κρίσης του. Εύχομαι σε όλους τους συναδέλφους μου "Καλή δύναμη" συναισθανόμενος απόλυτα το βαρύ φορτίο που πέφτει πάνω μας λόγω των αλλαγών που πραγματοποιήθηκαν, οι οποίες απαιτούν, τουλάχιστον για το πρώτο χρονικό διάστημα αυξημένη συγκέντρωση στη σκέψη και προσοχή κατά τη διατύπωση των αποφάσεων.